ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.CE2010.212.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 212E

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

53ό έτος
5 Αυγούστου 2010


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
ΣΥΝΟΔΟΣ 2009-2010
Συνεδριάσεις από 5 έως 7 Μαΐου 2009
Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ Ψ 263 Ε της 5.11.2009.
ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

 

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

2010/C 212E/01

Σύσταση προς την Επιτροπή όσον αφορά την καταγγελία 185/2005/ELB
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ειδική έκθεση που συνέταξε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εν συνεχεία του σχεδίου σύστασης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά την καταγγελία 185/2005/ELB (2009/2016(INI))

1

 

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009

2010/C 212E/02

Τροποποίηση της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την τροποποιημένη πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση όσον αφορά το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (2007-2013) (COM(2009)0171 – C6-0508/2008 – 2008/2332(ACI))

3

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

4

2010/C 212E/03

Επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας των τηλεοράσεων
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με το σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής για την εφαρμογή και την τροποποίηση της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τις τηλεοράσεις

6

2010/C 212E/04

Μη κρατικοί φορείς και τοπικές αρχές αρμόδιες για την ανάπτυξη
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαϊου 2009 σχετικά με το σχέδιο απόφασης της Επιτροπής που αφορά τη θέσπιση του ετήσιου προγράμματος δράσης 2009 για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη (Μέρος II: Στοχοθετημένα σχέδια)

8

2010/C 212E/05

Ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα (2008/2330(INI))

11

2010/C 212E/06

Ενεργητική ένταξη των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας ατόμων
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ενεργητική ένταξη των ατόμων που είναι αποκλεισμένα από την αγορά εργασίας (2008/2335(INI))

23

 

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009

2010/C 212E/07

Ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ και την οικοδόμηση της ειρήνης / των εθνών
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ και την οικοδόμηση της ειρήνης / των εθνών (2008/2198(INI))

32

2010/C 212E/08

Ο νέος ρόλος και αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου ως προς την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον νέο ρόλο και τις αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου ως προς την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2063(INI))

37

2010/C 212E/09

Οι δημοσιονομικές πτυχές της Συνθήκης της Λισαβόνας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τις δημοσιονομικές πτυχές της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2054(INI))

46

2010/C 212E/10

Η κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας

54

2010/C 212E/11

Ετήσια έκθεση 2008 σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο και τη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτόν
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο το 2008 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον συγκεκριμένο τομέα (2008/2336(INI))

60

2010/C 212E/12

Ο αντίκτυπος της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη της θεσμικής ισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαϊου 2009 σχετικά με τον αντίκτυπο της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη της θεσμικής ισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2008/2073(INI))

82

2010/C 212E/13

Ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2120(INI))

94

2010/C 212E/14

Εφαρμογή της πρωτοβουλίας των πολιτών
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαϊου 2009 με το οποίο ζητείται από την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή της πρωτοβουλίας πολιτών (2008/2169(INI))

99

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

103

2010/C 212E/15

Σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής για το REACH, όσον αφορά το παράρτημα XVII
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαϊου 2009 σχετικά με το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όσον αφορά το Παράρτημα XVII

106

2010/C 212E/16

Ιράν: η περίπτωση της Roxana Saberi
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την υπόθεση της Roxana Saberi στο Ιράν

109

2010/C 212E/17

Μαδαγασκάρη
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Μαδαγασκάρη

111

2010/C 212E/18

Βενεζουέλα: η περίπτωση του Manuel Rosales
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την περίπτωση του Manuel Rosales στη Βενεζουέλα

113

 

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

2010/C 212E/19

Ανάπτυξη ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης
Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 προς το Συμβούλιο σχετικά με την ανάπτυξη ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης (2009/2012(INI))

116

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

2010/C 212E/20

Ειδικοί Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την στήριξη των Ειδικών Ολυμπιακών Αγώνων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

123

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

2010/C 212E/21

Αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας του Aldo Patriciello
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης των προνομίων και ασυλιών που υπέβαλε ο Aldo Patriciello (2009/2021(IMM))

124

2010/C 212E/22

Αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας του Umberto Bossi
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης των προνομίων και ασυλιών που υπέβαλε ο Umberto Bossi (2009/2020(IMM))

125

 

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009

2010/C 212E/23

Αρμοδιότητες των μονίμων επιτροπών
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες των μονίμων επιτροπών

126

2010/C 212E/24

Αριθμός των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών στις μικτές κοινοβουλευτικές επιτροπές, των αντιπροσωπειών στις επιτροπές κοινοβουλευτικής συνεργασίας και στις πολυμερείς κοινοβουλευτικές συνελεύσεις
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον αριθμό των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών σε μικτές κοινοβουλευτικές επιτροπές, των αντιπροσωπειών σε επιτροπές κοινοβουλευτικής συνεργασίας και των πολυμερών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων

136

2010/C 212E/25

Διαδικασία αναφορών (τροποποίηση του τίτλου VIII του Κανονισμού)
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την αναθεώρηση του Κανονισμού όσον αφορά τη διαδικασία αναφορών (2006/2209(REG))

140

2010/C 212E/26

Γενική αναθεώρηση του Κανονισμού
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με τη γενική αναθεώρηση του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2007/2124(REG))

145

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

2010/C 212E/27

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών όσον αφορά τους κανόνες εμπορίας για το κρέας πουλερικών *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών όσον αφορά τους κανόνες εμπορίας για το κρέας πουλερικών (COM(2008)0336 – C6-0247/2008 – 2008/0108(CNS))

162

2010/C 212E/28

Κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 28 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (COM(2009)0150 – C6-0115/2009 – 2009/2033(ACI))

165

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

166

2010/C 212E/29

Ανάκτηση ατμών βενζίνης κατά τον ανεφοδιασμό μηχανοκίνητων οχημάτων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη φάση ΙΙ της ανάκτησης ατμών βενζίνης κατά τη διάρκεια του ανεφοδιασμού επιβατικών οχημάτων σε πρατήρια καυσίμων (COM(2008)0812 – C6-0470/2008 – 2008/0229(COD))

168

P6_TC1-COD(2008)0229Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη φάση ΙΙ της ανάκτησης ατμών βενζίνης κατά τη διάρκεια του ανεφοδιασμού μηχανοκίνητων οχημάτων σε πρατήρια καυσίμων

168

2010/C 212E/30

Εμπόριο προϊόντων φώκιας ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας (COM(2008)0469 – C6-0295/2008 – 2008/0160(COD))

169

P6_TC1-COD(2008)0160Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας

169

2010/C 212E/31

Προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς (COM(2008)0543 – C6-0391/2008 – 2008/0211(COD))

170

P6_TC1-COD(2008)0211Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς

170

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

201

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

202

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

202

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

203

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

219

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

219

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

226

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

226

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

227

2010/C 212E/32

Ρύπανση από τα πλοία και θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/35/ΕΚ, σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις (COM(2008)0134 – C6-0142/2008 – 2008/0055(COD))

228

P6_TC1-COD(2008)0055Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/.../ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 2005/35/ΕΚ σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις

229

2010/C 212E/33

Ένδειξη, μέσω επισήμανσης, της κατανάλωσης ενέργειας και παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (αναδιατύπωση) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (αναδιατύπωση) (COM(2008)0778 – C6-0412/2008 – 2008/0222(COD))

229

P6_TC1-COD(2008)0222Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω επισήμανσης της και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (αναδιατύπωση)

230

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

242

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

243

2010/C 212E/34

Κατάσταση προβλέψεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το οικονομικό έτος 2010
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κατάσταση προβλέψεων του Κοινοβουλίου για το οικονομικό έτος 2010 (2009/2006(BUD))

244

 

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009

2010/C 212E/35

Κατάργηση μίας οδηγίας και ένδεκα αποφάσεων άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου περί κατάργησης της οδηγίας 83/515/ΕΟΚ και 11 αποφάσεων άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (COM(2009)0088 – C6-0094/2009 – 2009/0022(CNS))

249

2010/C 212E/36

Κατάργηση 14 κανονισμών άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κατάργησης 14 κανονισμών άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (COM(2009)0089 – C6-0095/2009 – 2009/0024(CNS))

249

2010/C 212E/37

Στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 για τη στήριξη της Αγροτικής Ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (COM(2009)0038 – C6-0051/2009 – 2009/0011(CNS))

250

2010/C 212E/38

Σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, τμήμα ΙΙΙ: Επιτροπή (9126/2009 – C6-0156/2009 – 2009/2039(BUD))

258

2010/C 212E/39

Σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, τμήμα ΙΙΙ - Επιτροπή (9127/2009 – C6-0157/2009 – 2009/2040(BUD))

259

2010/C 212E/40

Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής των καταναλωτών ***II
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έκδοσης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών (16497/1/2008 – C6-0068/2009 – 2007/0248(COD))

260

P6_TC2-COD(2007)0248Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών

261

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

261

2010/C 212E/41

Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ***II
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους και 2002/20/ΕΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (16496/1/2008 – C6-0066/2009 – 2007/0247(COD))

262

P6_TC2-COD(2007)0247Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες καθώς και με τη διασύνδεσή τους και 2002/20/ΕΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών

263

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

307

2010/C 212E/42

Φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και Υπηρεσία ***II
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της εκδόσεως κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ομάδας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες (GERT) (16498/1/2008 – C6-0067/2009 – 2007/0249(COD))

309

P6_TC2-COD(2007)0249Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και της Υπηρεσίας

309

2010/C 212E/43

Ζώνες συχνοτήτων που θα διατεθούν για τις κινητές τηλεπικοινωνίες ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 87/372/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ζώνες συχνοτήτων που θα διατεθούν για τη συντονισμένη εισαγωγή των πανευρωπαϊκών ψηφιακών κυψελωτών δημόσιων επίγειων κινητών επικοινωνιών στην Κοινότητα (COM(2008)0762 – C6-0452/2008 – 2008/0214(COD))

310

P6_TC1-COD(2008)0214Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως της οδηγίας 87/372/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ζώνες συχνοτήτων που θα διατεθούν για τη συντονισμένη εισαγωγή των πανευρωπαϊκών ψηφιακών κυψελωτών δημόσιων επίγειων κινητών επικοινωνιών στην Κοινότητα

310

2010/C 212E/44

Ίση μεταχείρηση ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα και την κατάργηση της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ (COM(2008)0636 – C6-0341/2008 – 2008/0192(COD))

311

P6_TC1-COD(2008)0192Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα και την κατάργηση της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ του Συμβουλίου

312

2010/C 212E/45

Ευρωπαϊκό ταμείο προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 σχετικά με τη σύσταση του ευρωπαϊκού ταμείου προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση (COM(2008)0867 – C6-0518/2008 – 2008/0267(COD))

320

P6_TC1-COD(2008)0267Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6ης Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 σχετικά με τη σύσταση του ευρωπαϊκού ταμείου προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση

320

2010/C 212E/46

Πρόγραμμα στήριξης της οικονομικής ανάκαμψης μέσω της χορήγησης κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης σε προγράμματα στον τομέα της ενέργειας ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θέσπισης προγράμματος ενίσχυσης της οικονομικής ανάκαμψης με τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής για έργα στον τομέα της ενέργειας (COM(2009)0035 – C6-0049/2009 – 2009/0010(COD))

321

P6_TC1-COD(2009)0010Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση προγράμματος ενίσχυσης της οικονομικής ανάκαμψης με τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής για έργα στον τομέα της ενέργειας

322

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

322

2010/C 212E/47

Οδηγίες σχετικά με τις προϋποθέσεις πιστώσεων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων (COM(2008)0602 – C6-0339/2008 – 2008/0191(COD))

323

P6_TC1-COD(2008)0191Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ, 2006/49/ΕΚ και 2007/64/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων

323

2010/C 212E/48

Κοινοτικό πρόγραμμα για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου (COM(2009)0014 – C6-0031/2009 – 2009/0001(COD))

324

P6_TC1-COD(2009)0001Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος υποστήριξης συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου

325

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

325

2010/C 212E/49

Προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους (COM(2008)0553 – C6-0451/2008 – 2008/0180(CNS))

326

 

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009

2010/C 212E/50

Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων για την περίοδο 2008 έως 2013 ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τροποποίηση της απόφασης αριθ. 573/2007/ΕΚ σχετικά με την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, όσον αφορά την κατάργηση της χρηματοδότησης ορισμένων κοινοτικών δράσεων και την αλλαγή του ορίου για τη χρηματοδότησή τους (COM(2009)0067 – C6-0070/2009 – 2009/0026(COD))

347

2010/C 212E/51

Ελάχιστοι κανόνες για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο (αναδιατύπωση) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (αναδιατύπωση) (COM(2008)0815 – C6-0477/2008 – 2008/0244(COD))

348

P6_TC1-COD(2008)0244Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας2009/…/ΕΚτου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (αναδιατύπωση)

349

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

365

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

366

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙΙ

367

2010/C 212E/52

Αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση) (COM(2008)0820 – C6-0474/2008 – 2008/0243(COD))

370

P6_TC1-COD(2008)0243Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)

371

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

401

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

401

2010/C 212E/53

Δημιουργία του συστήματος Eurodac για τη σύγκριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων (αναδιατύπωση) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση του Eurodac για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] (αναδιατύπωση) (COM(2008)0825 – C6-0475/2008 – 2008/0242(COD))

404

P6_TC1-COD(2008)0242Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του Eurodac για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] (αναδιατύπωση)

405

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

426

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

426

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙΙ

426

2010/C 212E/54

Ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (COM(2009)0066 – C6-0071/2009 – 2009/0027(COD))

428

P6_TC1-COD(2009)0027Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο

429

2010/C 212E/55

Διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές (COM(2008)0893 – C6-0001/2009 – 2008/0259(COD))

453

P6_TC1-COD(2008)0259Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών για ιδιαίτερα θέματα που αφορούν το εφαρμοστέο δίκαιο σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές

453

2010/C 212E/56

Πρόγραμμα MEDIA Mundus για την οπτικοακουστική συνεργασία με επαγγελματίες από τρίτες χώρες ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση του προγράμματος MEDIA Mundus για την οπτικοακουστική συνεργασία με επαγγελματίες από τρίτες χώρες (COM(2008)0892 – C6-0011/2009 – 2008/0258(COD))

454

P6_TC1-COD(2008)0258Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος για την οπτικοακουστική συνεργασία με επαγγελματίες από τρίτες χώρες (MEDIA Mundus)

454

2010/C 212E/57

Κοινοί κανόνες κατανομής του διαθέσιμου χρόνου χρήσης (slots) στους κοινοτικούς αερολιμένες ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 95/93 σχετικά με τους κοινούς κανόνες κατανομής του διαθέσιμου χρόνου χρήσης (slots) στους κοινοτικούς αερολιμένες (COM(2009)0121 – C6-0097/2009 – 2009/0042(COD))

455

P6_TC1-COD(2009)0042Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 95/93 σχετικά με τους κοινούς κανόνες κατανομής του διαθέσιμου χρόνου χρήσης (slots) στους κοινοτικούς αερολιμένες

455

2010/C 212E/58

Διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών σχετικά με τις αποφάσεις σε θέματα γάμου, γονικής ευθύνης και υποχρεώσεων διατροφής *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής, καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής (COM(2008)0894 – C6-0035/2009 – 2008/0266(CNS))

456

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων

*

Διαδικασία διαβούλευσης

**I

Διαδικασία συνεργασίας, πρώτη ανάγνωση

**II

Διαδικασία συνεργασίας, δεύτερη ανάγνωση

***

Σύμφωνη γνώμη

***I

Διαδικασία συναπόφασης, πρώτη ανάγνωση

***II

Διαδικασία συναπόφασης, δεύτερη ανάγνωση

***III

Διαδικασία συναπόφασης, τρίτη ανάγνωση

(Η αναφερόμενη διαδικασία στηρίζεται στη νομική βάση που πρότεινε η Επιτροπή.)

Πολιτικές τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▐.

Τεχνικές διορθώσεις και προσαρμογές εκ μέρους των υπηρεσιών: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ║.

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ΣΥΝΟΔΟΣ 2009-2010 Συνεδριάσεις από 5 έως 7 Μαΐου 2009 Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ Ψ 263 Ε της 5.11.2009. ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/1


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Σύσταση προς την Επιτροπή όσον αφορά την καταγγελία 185/2005/ELB

P6_TA(2009)0340

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ειδική έκθεση που συνέταξε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εν συνεχεία του σχεδίου σύστασης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά την καταγγελία 185/2005/ELB (2009/2016(INI))

2010/C 212 E/01

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση που απηύθυνε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 195, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη την απόφαση 94/262/ΕΚΑΧ, ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 1994, σχετικά με το καθεστώς του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και τους γενικούς όρους άσκησης των καθηκόντων του (1), και ειδικότερα το άρθρο 3, παράγραφος 7,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα το άρθρο 21,

έχοντας υπόψη τον Ευρωπαϊκό κώδικα ορθής διοικητικής συμπεριφοράς ειδικότερα το άρθρο 5, παράγραφος 3,

έχοντας υπόψη το άρθρο 195, παράγραφος 2, πρώτη περίοδος, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αναφορών (A6-0201/2009),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το Δικαστήριο, η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ηλικίας όπως κατοχυρώνεται με το άρθρο 21 του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας αποτελεί διάκριση για τον ίδιο λόγο, εκτός εάν η διαφορετική αυτή μεταχείριση είναι επαρκώς αιτιολογημένη και τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι κατάλληλα και αναγκαία,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τον Διαμεσολαβητή, η Επιτροπή απέτυχε να δικαιολογήσει επαρκώς τη συμπεριφορά της προς τους εξωτερικούς επικουρικούς διερμηνείς συνεδριάσεων άνω των 65 ετών, και συνεχίζει να εφαρμόζει την τρέχουσα πολιτική της όσον αφορά την πρόσληψη επικουρικών διερμηνέων συνεδριάσεων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής εκτιμά ότι αυτό αποτελεί περίπτωση κακής διαχείρισης,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο, ως μοναδικό εκλεγμένο σώμα της Ένωσης, έχει την ευθύνη να διασφαλίζει και να προστατεύει την ανεξαρτησία του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του έναντι των Ευρωπαίων πολιτών και να επιβλέπει την εφαρμογή των συστάσεών του,

1.

συμφωνεί με τις επικρίσεις που διατυπώνει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής στη σύστασή του σχετικά με την πολιτική της Επιτροπής όσον αφορά την πρόσληψη εξωτερικών επικουρικών διερμηνέων συνεδριάσεων άνω των 65 ετών·

2.

καλεί την Επιτροπή να αλλάξει την ισχύουσα πολιτική της που απαγορεύει, ουσιαστικά, την πρόσληψη επικουρικών διερμηνέων συνεδριάσεων άνω των 65 ετών· δεν θεωρεί, πάντως, ότι συντρέχει λόγος αποζημίωσης υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης·

3.

σημειώνει ότι το Κοινοβούλιο, μετά την παραλαβή παρομοίου σχεδίου σύστασης από τον Διαμεσολαβητή, ενήργησε αμέσως αλλάζοντας την τακτική του όσον αφορά την πρόσληψη επικουρικών διερμηνέων διασκέψεων άνω των 65 ετών, και ερμήνευσε τις σχετικές διατάξεις με τρόπο ώστε να μην προκαλούνται διακρίσεις·

4.

θεωρεί ότι η τροποποίηση των εφαρμοστέων κανόνων και η κατάργηση των διακρίσεων βάσει ηλικίας στη διαδικασία πρόσληψης δεν δημιουργεί στα ευρωπαϊκά όργανα την υποχρέωση να προσλαμβάνουν επικουρικούς διερμηνείς συνεδριάσεων άνω των 65 ετών, αλλά ότι αν η τροποποίηση αυτή τεθεί σε εφαρμογή, θα ευθυγραμμίσει του κανόνες της Επιτροπής με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης· θεωρεί, επιπλέον, ότι, δεδομένης της έλλειψης διερμηνέων σε ορισμένες επίσημες γλώσσες, θα αυξήσει τη δυνατότητα της Επιτροπής να εξασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές υπηρεσίες όπως κατέδειξε η εμπειρία του Κοινοβουλίου·

5.

καλεί την Επιτροπή να συνεργασθεί με το Κοινοβούλιο για την επανεξέταση των κανόνων που αφορούν την πρόσληψη εξωτερικών επικουρικών διερμηνέων συνεδριάσεων και άλλου προσωπικού, ούτως ώστε να διασφαλισθεί ότι θα αποφευχθούν οιουδήποτε είδους διακρίσεις·

6.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο και στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή.


(1)  ΕΕ L 113, 4.5.1994, σ. 15.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/3


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Τροποποίηση της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

P6_TA(2009)0354

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την τροποποιημένη πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση όσον αφορά το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (2007-2013) (COM(2009)0171 – C6-0508/2008 – 2008/2332(ACI))

2010/C 212 E/02

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0171),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1) (ΔΣ της 17ης Μαΐου 2006), και ιδιαίτερα τις παραγράφους 21, 22 και 23,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 (2) και της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τη διαδικασία του προϋπολογισμού 2010 (3),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του τριμερούς διαλόγου που διεξήχθη στις 2 Απριλίου 2009,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0278/2009),

1.

εγκρίνει τα συμπεράσματα του τριμερούς διαλόγου της 2ας Απριλίου 2009·

2.

τονίζει ότι η συμφωνία που επετεύχθη σχετικά με την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου είναι το αποτέλεσμα επιτυχούς διοργανικής συνεργασίας με στόχο την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης που διέρχονται τα κράτη μέλη, μέσω της προώθησης της αλληλεγγύης στον τομέα των ενεργειακών πόρων και της προώθησης ευρυζωνικού διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές καθώς και της υποστήριξης του γεωργικού τομέα·

3.

υπενθυμίζει ότι με τη συμφωνία αυτή το Κοινοβούλιο, υπό τη διπλή ιδιότητά του της νομοθετικής αρχής και της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, έχει προστατεύσει τις υφιστάμενες προτεραιότητές του, όπως έπραξε κατά τη διαδικασία του προϋπολογισμού του 2008 όταν είχε επιτευχθεί συμφωνία για τη χρηματοδότηση του Galileo·

4.

συμφωνεί με τον πολιτικό συμβιβασμό ο οποίος προβλέπει μηχανισμό αντιστάθμισης που προγραμματίσθηκε για τη διαδικασία προϋπολογισμού 2010, καθώς και - αλλά μόνον εάν χρειασθεί - για τη διαδικασία προϋπολογισμού 2011· υπενθυμίζει ότι όπως αναφέρεται στην κοινή δήλωση που ενέκριναν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή κατά τον τριμερή διάλογο στις 2 Απριλίου 2009, ο μηχανισμός αντιστάθμισης θα χρησιμοποιηθεί με την επιφύλαξη των δημοσιονομικών κονδυλίων των υπαγόμενων στη συναπόφαση προγραμμάτων και της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού και θα χρηματοδοτηθεί με τη χρήση όλων των διαθέσιμων στο νομικό πλαίσιο του προϋπολογισμού δημοσιονομικών μέσων·

5.

επαναλαμβάνει ότι παραμένει άλυτο το πρόβλημα των ελλείψεων και των εκκρεμοτήτων με το πέρας των διαπραγματεύσεων της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 και ότι αυτές οι ελλείψεις πρέπει να εξετασθούν κατά την ενδιάμεση ανασκόπηση 2008-2009, όπως προβλέπεται στη δήλωση 3 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006, καθώς και κατά τη διάρκεια των ετήσιων διαδικασιών του προϋπολογισμού, ει δυνατόν μέσω περισσότερης ευελιξίας και εν πάση περιπτώσει με όλα τα μέσα που προβλέπονται από τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006· υπενθυμίζει ότι, όπως δήλωσε το Κοινοβούλιο στη μονομερή δήλωσή του κατά τη διάρκεια του τριμερούς διαλόγου της 2ας Απριλίου 2009, η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη κατά τη διεργασία ενδιάμεσης ανασκόπησης τις αρχές που καθορίζονται στο ψήφισμά του το οποίο εγκρίθηκε στις 25 Μαρτίου 2009·

6.

εφιστά την προσοχή στην τακτική χρήση των περιθωρίων του τομέα 2 για τη χρηματοδότηση άλλων τομέων, δεδομένου ότι τούτο ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα του γεωργικού τομέα με γνώμονα μια απρόσμενη μείωση των τιμών αγοράς·

7.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η συμφωνία με το Συμβούλιο επετεύχθη μόλις δύο μήνες πριν από τη λήξη της κοινοβουλευτικής περιόδου, αφήνοντας μικρά περιθώρια για διαπραγματεύσεις, καθώς και για το γεγονός ότι τούτο λειτουργεί πιεστικά στα θεσμικά όργανα έστω και υπό τις συνήθεις συνθήκες έντιμης συνεργασίας·

8.

εγκρίνει την απόφαση που επισυνάπτεται στο παρόν ψήφισμα·

9.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου και να μεριμνήσει για την δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

10.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα, περιλαμβανομένου του παραρτήματος, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  EE C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0174.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0095 και 0096.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 6ης Μαΐου 2009

για την τροποποίηση της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση όσον αφορά το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (2007-2013)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1), και συγκεκριμένα τα σημεία 21, 22, πρώτη και δεύτερη παράγραφος, και 23, της συμφωνίας αυτής,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Κατά τον τριμερή διάλογο της 2ας Απριλίου 2009, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή συμφώνησαν ως προς τη χρηματοδότηση, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου οικονομικής ανάκαμψης για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και την ενεργειακή αλληλεγγύη, έργων στον τομέα της ενέργειας και του ευρυζωνικού διαδικτύου, καθώς και για την ενίσχυση ενεργειών που σχετίζονται με τις «νέες προκλήσεις», οι οποίες καθορίστηκαν στο πλαίσιο της αξιολόγησης της ενδιάμεσης μεταρρύθμισης της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής του 2003 («διαγνωστικός έλεγχος»). Η χρηματοδότηση απαιτεί, ως πρώτο βήμα, την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 σύμφωνα με τα σημεία 21, 22 και 23 της διοργανικής συμφωνίας, ώστε να αυξηθεί το ανώτατο όριο για το έτος 2009 όσον αφορά τις πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων εντός του υποτομέα 1α κατά ποσό 2 000 000 000 ευρώ σε τρέχουσες τιμές.

(2)

Η αύξηση του ανώτατου ορίου του υποτομέα 1α θα αντισταθμιστεί πλήρως από τη μείωση του ανώτατου ορίου για τις πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων εντός του τομέα 2 για το έτος 2009 κατά 2 000 000 000 ευρώ.

(3)

Για να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών, τα ετήσια ανώτατα όρια για τις πιστώσεις πληρωμών θα προσαρμόζονται. Η προσαρμογή θα είναι ουδέτερη.

(4)

Επομένως, το παράρτημα I της διοργανικής συμφωνίας για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως (2),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο μόνο

Το παράρτημα I της διοργανικής συμφωνίας για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση αντικαθίσταται από το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Στρασβούργο, 6 Μαΐου 2009

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 2007-2013 ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ (ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΤΙΜΕΣ 2004)

(σε εκατ. EUR - σταθερές τιμές 2004)

ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

2007

2008

2009

2010

2011

2012

2013

Σύνολο

2007-2013

1.

Βιώσιμη ανάπτυξη

50 865

53 262

55 883

54 860

55 400

56 866

58 256

385 392

Ανταγωνιστικότητα για την ανάπτυξη και την απασχόληση

8 404

9 595

12 021

11 000

11 306

12 122

12 914

77 362

Συνοχή για την ανάπτυξη και την απασχόληση

42 461

43 667

43 862

43 860

44 094

44 744

45 342

308 030

2.

Διατήρηση και διαχείριση των φυσικών πόρων

51 962

54 685

52 205

53 379

52 528

51 901

51 284

367 944

εκ των οποίων δαπάνες σχετικές με την αγορά και άμεσες ενισχύσεις

43 120

42 697

42 279

41 864

41 453

41 047

40 645

293 105

3.

Ιθαγένεια, ελευθερία, ασφάλεια και δικαιοσύνη

1 199

1 258

1 380

1 503

1 645

1 797

1 988

10 770

Ελευθερία, ασφάλεια και δικαιοσύνη

600

690

790

910

1 050

1 200

1 390

6 630

Ιθαγένεια

599

568

590

593

595

597

598

4 140

4.

Η ΕΕ ως παγκόσμιος παράγων

6 199

6 469

6 739

7 009

7 339

7 679

8 029

49 463

5.

Διοίκηση  (3)

6 633

6 818

6 973

7 111

7 255

7 400

7 610

49 800

6.

Αντισταθμίσεις

419

191

190

 

 

 

 

800

ΣΥΝΟΛΟ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

117 277

122 683

123 370

123 862

124 167

125 643

127 167

864 169

ως ποσοστό του ΑΕΕ

1,08 %

1,09 %

1,07 %

1,05 %

1,03 %

1,02 %

1,01 %

1,048 %

ΣΥΝΟΛΟ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

115 142

119 805

110 439

119 126

116 552

120 145

119 391

820 600

ως ποσοστό του ΑΕΕ

1,06 %

1,06 %

0,96 %

1,01 %

0,97 %

0,98 %

0,95 %

1,00 %

Διαθέσιμο περιθώριο

0,18 %

0,18 %

0,28 %

0,23 %

0,27 %

0,26 %

0,29 %

0,24 %

Ανώτατο όριο ιδίων πόρων ως ποσοστό του ΑΕΕ

1,24 %

1,24 %

1,24 %

1,24 %

1,24 %

1,24 %

1,24 %

1,24 %


(1)  EE C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(2)  Για τον σκοπό αυτόν, τα αριθμητικά στοιχεία που απορρέουν από την ανωτέρω συμφωνία μετατρέπονται σε τιμές του 2004.

(3)  Οι δαπάνες για τις συντάξεις που περιλαμβάνονται κάτω από το ανώτατο όριο αυτού του τομέα υπολογίζονται καθαρά αφού αφαιρεθούν οι εισφορές του προσωπικού στο αντίστοιχο σύστημα, εντός του ορίου των 500 εκατ. EUR σε τιμές του 2004 για την περίοδο 2007-2013.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/6


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας των τηλεοράσεων

P6_TA(2009)0357

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με το σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής για την εφαρμογή και την τροποποίηση της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τις τηλεοράσεις

2010/C 212 E/03

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την οδηγία 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1992, για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων των οικιακών συσκευών με την επισήμανση και την παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (1), και ιδίως τα άρθρα της 9 και 12,

έχοντας υπόψη το σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής για την εφαρμογή και την τροποποίηση της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τις τηλεοράσεις,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση που εξέδωσε στις 30 Μαρτίου 2009 η επιτροπή του άρθρου 10 της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2006, με τίτλο «Σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση: Αξιοποίηση του δυναμικού» (COM(2006)0545),

έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που εξέδωσε η Επιτροπή στις 13 Νοεμβρίου 2008 για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (COM(2008)0778),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (αναδιατύπωση) (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 5α, παράγραφος 3, στοιχείο β) της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (3),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 81, παράγραφοι 2 και 4, στοιχείο β), του Κανονισμού του,

A.

εκτιμώντας ότι κύριος στόχος της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ («οδηγία-πλαίσιο») είναι, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 «να καταστεί δυνατή η εναρμόνιση των εθνικών μέτρων για τη δημοσίευση, ιδίως με την επισήμανση και την ενημέρωση σχετικά με το προϊόν, πληροφοριών για την κατανάλωση ενέργειας και άλλων βασικών πόρων και συμπληρωματικών πληροφοριών για ορισμένους τύπους οικιακών συσκευών, επιτρέποντας έτσι στους καταναλωτές να επιλέγουν αποδοτικότερες από άποψη ενέργειας συσκευές»,

Β.

εκτιμώντας ότι στην οδηγία-πλαίσιο αναφέρεται επίσης ότι «η παροχή επακριβών, εύστοχων και συγκρίσιμων πληροφοριών για την ενεργειακή κατανάλωση των οικιακών συσκευών ενδέχεται να επηρεάσει τις επιλογές του κοινού υπέρ των λιγότερο ενεργειοβόρων συσκευών»,

Γ.

εκτιμώντας, όπως τονίζεται στην αξιολόγηση των επιπτώσεων της Επιτροπής που συνοδεύει την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (SEC(2008)2862), ότι η αρχική επιτυχής ένδειξη Α-G εφαρμόστηκε ως υπόδειγμα σε διάφορες χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως η Βραζιλία, η Κίνα, η Αργεντινή, η Χιλή, το Ιράν, το Ισραήλ και η Νότιος Αφρική,

Δ.

εκτιμώντας ότι οι τηλεοράσεις είναι συσκευές υψηλής ενεργειακής κατανάλωσης, με αποτέλεσμα να υπάρχει σημαντικό δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας, προσθέτοντας αυτήν την κατηγορία στο σύστημα επισήμανσης της κατανάλωσης ενέργειας, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας-πλαισίου,

Ε.

εκτιμώντας ότι η επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας για τις τηλεοράσεις πρέπει να είναι όσον το δυνατόν πιο συμβατή με τα καθιερωμένα συστήματα επισήμανσης της κατανάλωσης ενέργειας για τις λοιπές οικιακές συσκευές,

ΣΤ.

εκτιμώντας ότι στην προαναφερόμενη ανακοίνωση της Επιτροπής αναφέρεται ότι «οι ισχύουσες ταξινομήσεις σήμανσης θα αναβαθμίζονται και αλλάζουν κλίμακα ανά 5-ετία ή όποτε αυτό δικαιολογείται από τις τεχνολογικές εξελίξεις, με βάση μελέτες οικολογικού σχεδιασμού, με σκοπό η κατάταξη στην κατηγορία σήμανσης Α να προορίζεται για το κορυφαίο 10 έως 20 % του εξοπλισμού με τις καλύτερες επιδόσεις»,

Ζ.

εκτιμώντας ότι είναι ουσιώδες για την επιτυχή εφαρμογή του συστήματος επισήμανσης της κατανάλωσης ενέργειας να θεσπιστούν μέτρα που θα παρέχουν σαφείς, λεπτομερείς, συγκρίσιμες και κατανοητές για τον καταναλωτή πληροφορίες σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των οικιακών συσκευών,

Η.

εκτιμώντας ότι η αγορά εκ μέρους των καταναλωτών μεγαλύτερων ποσοτήτων αποδοτικών συσκευών αντί για λιγότερο αποδοτικές συσκευές θα οδηγούσε σε αύξηση των εσόδων των παραγωγών συσκευών,

Θ.

εκτιμώντας ότι το σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής, ιδίως όσον αφορά το σχέδιο των ενδείξεων της κατανάλωσης ενέργειας και τις τάξεις ενεργειακής απόδοσης καθιερώνει περαιτέρω αλλαγή, προσθέτοντας νέες τάξεις Α (για παράδειγμα A-20 %, A-40 %, A-60 %), οι οποίες δυνητικά θα μπορούσαν να προκαλέσουν περαιτέρω σύγχυση στους καταναλωτές, να τους εμποδίσουν να κατανοούν ορθά το σύστημα επισήμανσης της κατανάλωσης ενέργειας και να υπονομεύσουν την ικανότητά τους να επιλέγουν συσκευές με μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση,

Ι.

εκτιμώντας ότι ορισμένες τεχνικές προσαρμογές στην ένδειξη θα μπορούσαν να την καταστήσουν πολύ πιο σαφή και κατανοητή για τους καταναλωτές,

ΙΑ.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με ενδείξεις, οι καταναλωτές θεωρούν την κλίμακα A-G σαφή, ότι όμως η Επιτροπή δεν έχει διενεργήσει αξιολόγηση των επιπτώσεων, προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσο οι τάξεις A-20 %, A-40 %, A-60 %, μαζί με κενές χαμηλότερες τάξεις, είναι χρήσιμες ή παραπλανητικές για τους καταναλωτές,

ΙΒ.

εκτιμώντας ότι η εκ νέου κατάταξη των υφιστάμενων προϊόντων σε μία κλειστή κλίμακα A-G θα απέτρεπε ειδικότερα τη δημιουργία κενών χαμηλότερων τάξεων που ενδέχεται να είναι παραπλανητικές για τους καταναλωτές,

ΙΓ.

εκτιμώντας ότι η καθιέρωση αυτών των πρόσθετων τάξεων απόδοσης στις υπάρχουσες ενδείξεις A-G, και στην περίπτωση άλλων προϊόντων, είναι πιθανό να εντείνει τη σύγχυση ως προς το ερώτημα κατά πόσο η τάξη «Α» αντιπροσωπεύει ένα αποδοτικό ή ένα μη αποδοτικό προϊόν,

ΙΔ.

εκτιμώντας ότι το μέτρο αυτό δεν εξυπηρετεί τον στόχο του βασικού μέσου, που συνίσταται στην παροχή επακριβών, εύστοχων και συγκρίσιμων πληροφοριών στους καταναλωτές,

ΙΕ.

εκτιμώντας ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει την πρότασή της για αναδιατύπωση της οδηγίας-πλαισίου, η οποία θα μπορούσε να εισαγάγει περαιτέρω αλλαγές που θα είχαν αντίκτυπο στα προτεινόμενα εκτελεστικά μέτρα,

1.

εκφράζει την αντίθεσή του στο σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής για την εφαρμογή και την τροποποίηση της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τις τηλεοράσεις·

2.

είναι της γνώμης ότι το σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής δεν είναι συμβατό με τον στόχο του βασικού μέσου·

3.

καλεί την Επιτροπή να αποσύρει το σχέδιο οδηγίας και να υποβάλει νέο σχέδιο οδηγίας, που να βασίζεται σε κλειστή κλίμακα A-G, στην επιτροπή του άρθρου 10 της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ το συντομότερο δυνατό και οπωσδήποτε το αργότερο την 30ή Σεπτεμβρίου 2009·

4.

θεωρεί την εμφάνιση της ένδειξης ουσιαστικό στοιχείο της οδηγίας για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας, που πρέπει να αποφασιστεί ως τμήμα της αναθεώρησης και αναδιατύπωσης που επί του παρόντος εξετάζονται στο πλαίσιο διαδικασίας συναπόφασης·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 297, 13.10.1992, σ. 16.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0345.

(3)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/8


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Μη κρατικοί φορείς και τοπικές αρχές αρμόδιες για την ανάπτυξη

P6_TA(2009)0358

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαϊου 2009 σχετικά με το σχέδιο απόφασης της Επιτροπής που αφορά τη θέσπιση του ετήσιου προγράμματος δράσης 2009 για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη (Μέρος II: Στοχοθετημένα σχέδια)

2010/C 212 E/04

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 για τη θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας (1), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β),

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης της Επιτροπής που αφορά τη θέσπιση του ετήσιου προγράμματος δράσης 2009 για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη (Μέρος II: Στοχοθετημένα σχέδια) (CMTD-(2009)0387 – D004766/01),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση που εξέδωσε στις 15 Απριλίου 2009 η επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 («διαχειριστική επιτροπή του μηχανισμού αναπτυξιακής συνεργασίας (DCI)»),

έχοντας υπόψη τη «Γενική αξιολόγηση των δράσεων ευαισθητοποίησης για τα αναπτυξιακά θέματα στην Ευρώπη / Αναπτυξιακή εκπαίδευση» (Στοιχεία αναφοράς ΕΚ αριθ. 2007/ 146962. Τελική έκθεση),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Μαρτίου 2008 σχετικά με την πρόκληση που αποτελεί για τα νέα κράτη μέλη η κοινοτική πολιτική αναπτυξιακής συνεργασίας (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 8 της απόφασης του Συμβουλίου 1999/468/EC της 28ης Ιουνίου 1999 περί καθορισμού των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (3),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 του Κανονισμού του,

A.

εκτιμώντας ότι, στις 15 Απριλίου 2009, η διαχειριστική επιτροπή του DCI ψήφισε, με γραπτή διαδικασία, υπέρ του σχεδίου ετήσιου προγράμματος δράσης 2009 για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη (Μέρος II: Στοχοθετημένα σχέδια) (CMTD(2009)0387 - D004766/01),

B.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ και το άρθρο 1 της συμφωνίας της 3ης Ιουνίου 2008 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τις διαδικασίες εφαρμογής της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, το Κοινοβούλιο έλαβε τα σχέδια εκτελεστικών μέτρων που υποβλήθηκαν στη διαχειριστική επιτροπή του DCI και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας,

Γ.

εκτιμώντας ότι το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 ορίζει πως ένας από τους στόχους του θεματικού προγράμματος για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη είναι «να αυξηθεί το επίπεδο ευαισθητοποίησης του ευρωπαίου πολίτη όσον αφορά τα θέματα ανάπτυξης και να κινητοποιηθεί η ενεργός στήριξη της κοινής γνώμης της Κοινότητας και των υπό προσχώρηση χωρών για τις στρατηγικές μείωσης της φτώχειας και βιώσιμης ανάπτυξης των χωρών εταίρων»,

Δ.

εκτιμώντας ότι 11 κράτη μέλη διατύπωσαν ανησυχίες σε μια «κοινή δήλωση κρατών μελών για τον DCI σε σχέση με τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη», που εστάλη στην Επιτροπή στις 19 Μαρτίου 2009, όσον αφορά την πρόθεση της Επιτροπής να διακόψει την άμεση χρηματοδότηση (διαδικασία «στοχοθετημένων σχεδίων») των σχεδίων TRIALOG και DEEEP (4), η οποία συνεχιζόταν από το 1998 και το 2003 αντιστοίχως, και αντ αυτού να τα υποχρεώσει να συμμετάσχουν σε «πρόσκληση υποβολής προτάσεων»,

E.

εκτιμώντας ότι η «κοινή δήλωση» 11 κρατών μελών, μεταξύ των οποίων και 9 «νέα» κράτη μέλη, προειδοποιεί ότι ο χρονοπρογραμματισμός του σχεδίου της Επιτροπής να διακόψει την άμεση στήριξη του TRIALOG και του DEEEP είναι «εντελώς απρόσφορος», λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κατάστασης σε πολλά από τα «νέα» κράτη μέλη και των επιπτώσεών της στην ικανότητα των ΜΚΟ να λειτουργήσουν και να αναπτυχθούν, και εκφράζει την ανησυχία «μήπως προκύψει ένα κενό στη χρηματοδότηση, το οποίο θα ζημιώσει αυτά τα σχέδια προκαλώντας την απώλεια ειδικευμένου προσωπικού, καθώς επίσης τεχνογνωσίας και ήδη δημιουργημένων δικτύων»,

ΣΤ.

εκτιμώντας ότι ανάλογες ανησυχίες εκφράσθηκαν από τον πρόεδρο της Επιτροπής Ανάπτυξης με επιστολή της 19ης Μαρτίου 2009, στην οποία επισημαίνεται ότι «η πληροφόρηση και η οικοδόμηση ικανοτήτων στον τομέα της αναπτυξιακής συνεργασίας στα νέα κράτη μέλη, όπως και η αναπτυξιακή εκπαίδευση του ευρωπαϊκού κοινού, υπήρξαν σταθερές προτεραιότητες της επιτροπής», ζητεί από την Επιτροπή να γνωστοποιήσει στο Κοινοβούλιο «τα αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια βάσει των οποίων αποφασίζει ποιες δραστηριότητες και σχέδια συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις για άμεση χρηματοδότηση», ενώ ζητεί επίσης «να αναβληθεί η εφαρμογή αυτού του προτεινόμενου μέτρου επί ένα τουλάχιστον έτος, ώστε να αποφευχθούν ενδεχόμενα κενά χρηματοδότησης και να μην τεθεί σε κίνδυνο η ίδια η επιβίωση αυτών των εξαιρετικά χρήσιμων σχεδίων»,

Ζ.

εκτιμώντας ότι η προαναφερθείσα «Γενική αξιολόγηση των δράσεων ευαισθητοποίησης για τα αναπτυξιακά θέματα στην Ευρώπη / Αναπτυξιακή εκπαίδευση» καταλήγει ότι η στρατηγική χρησιμοποίηση των στοχοθετημένων σχεδίων βοήθησε στην επίτευξη των στόχων του προγράμματος «Συγχρηματοδότηση με τις ευρωπαϊκές αναπτυξιακές ΜΚΟ», ότι «το DEEEP αποτέλεσε έναν σημαντικό μηχανισμό συντονισμού για την ενίσχυση του διαλόγου, την προώθηση ανταλλαγών βέλτιστης πρακτικής και τη συγκρότηση δικτύων και συμπράξεων σε επίπεδο ΕΕ και ανάμεσα στις εθνικές πλατφόρμες και την ΕΕ», καθώς και ότι «το TRIALOG συνέβαλε αποτελεσματικά στη βελτίωση του διαλόγου και την οικοδόμηση ικανοτήτων μέσω της δραστηριότητάς του μαζί με τα νέα κράτη μέλη και τα υπό προσχώρηση κράτη»,

H.

εκτιμώντας ότι το πρόγραμμα TRIALOG συμβάλλει στην κάλυψη της ανάγκης, η οποία τονίστηκε στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2008 σχετικά με την πρόκληση που αποτελεί για τα νέα κράτη μέλη η κοινοτική πολιτική αναπτυξιακής συνεργασίας, για μια συνολική στρατηγική επικοινωνίας και εκπαίδευσης με στόχο να διορθωθεί η έλλειψη δημόσιας αναγνώρισης των προτεραιοτήτων της αναπτυξιακής συνεργασίας στα νέα κράτη μέλη, και ότι το πρόγραμμα DEEEP ανταποκρίνεται στην έκκληση που απηύθυνε το Κοινοβούλιο, με το προαναφερθέν ψήφισμά του, για ενίσχυση της αναπτυξιακής εκπαίδευσης και της ευαισθητοποίησης στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εκπαίδευσης,

Θ.

εκτιμώντας ότι, στο πλαίσιο του ανωτέρω ετήσιου προγράμματος δράσης 2009, η Επιτροπή προτείνει επίσης να διαθέσει άμεση ενίσχυση για ένα σχέδιο «ενίσχυσης των διευθυντικών ικανοτήτων στην Κούβα», προς υλοποίηση από το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Διοικητική Ανάπτυξη · ότι, στο πλαίσιο του θεματικού προγράμματος του DCI για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη, η διαδικασία στοχοθετημένου σχεδίου δεν έχει έως τώρα χρησιμοποιηθεί ποτέ για δραστηριότητες στις χώρες-εταίρους,

Ι.

εκτιμώντας ότι η Επιτροπή εξέδωσε στη συνέχεια ένα «Επεξηγηματικό σημείωμα για την επιτροπή DCI NSA-LA» (5), στο οποίο αποσαφηνίζει τα κριτήρια επιλογής για τις στοχοθετημένες δράσεις, εξηγώντας ότι αυτές βασίζονται στο άρθρο 168 των κανόνων εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού (6) και ότι ενισχύσεις μπορούν ιδίως να χορηγηθούν «σε όργανα με de jure ή de factoμονοπώλιο» και «για δράσεις με ειδικά χαρακτηριστικά οι οποίες απαιτούν έναν ιδιαίτερο τύπο οργάνου για λόγους τεχνικής ικανότητας, υψηλής εξειδίκευσης ή διοικητικής εξουσίας»,

1.

αντιτάσσεται στην έγκριση του σχεδίου απόφασης της Επιτροπής που αφορά τη θέσπιση του ετήσιου προγράμματος δράσης 2009 για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη (Μέρος II: Στοχοθετημένα σχέδια) (CMTD(2009)0387 - D004766/01) με την παρούσα μορφή του·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να αποσαφηνίσει τα κριτήρια προσδιορισμού της ύπαρξης μιας κατάστασης «de jureή de facto μονοπωλίου», δεδομένου ότι, στην «κοινή δήλωσή» τους τα 11 κράτη μέλη αναφέρουν ότι, από τη σκοπιά των «νέων» κρατών μελών, μια κατάσταση «de facto μονοπωλίου» εξακολουθεί να υπάρχει όσον αφορά τις δραστηριότητες ευρωπαϊκής κλίμακας του TRIALOG και του DEEΕΡ·

3.

εμμένει στην ανοικτή, διαφανή και οριζόντια εφαρμογή των κριτηρίων χορήγησης άμεσων ενισχύσεων για στοχοθετημένα σχέδια, προκειμένου να εξασφαλίζεται ισότιμη μεταχείριση όλων· εμμένει συνεπώς στην εφαρμογή των ίδιων κριτηρίων για το TRIALOG, το DEEEP και το σχέδιο «ενίσχυσης των διευθυντικών ικανοτήτων στην Κούβα»·

4.

εμμένει ότι πρέπει, μέσω ενός στρατηγικού πανευρωπαϊκού προγράμματος, να εξασφαλιστεί η συνέχιση της χρηματοδότησης για τις πολύτιμες δραστηριότητες της προώθησης ανταλλαγών βέλτιστης πρακτικής και της συγκρότησης δικτύων και συμπράξεων σε επίπεδο ΕΕ και ανάμεσα στις εθνικές πλατφόρμες και την ΕΕ, καθώς και για τη βελτίωση του διαλόγου και την οικοδόμηση ικανοτήτων στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων με τα νέα κράτη μέλη και τα υπό προσχώρηση κράτη·

5.

καλεί την Επιτροπή να αρχίσει διάλογο με το Κοινοβούλιο σε σχέση με την επικείμενη εκ μέρους της επανεξέταση (7) του συστήματος της πρόσκλησης υποβολής προτάσεων για τα θεματικά προγράμματα· θεωρεί απρόσφορο να προεξοφλούνται συστάσεις τροποποιήσεων ή βελτιώσεων οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν από την επανεξέταση· ζητεί επομένως να μείνουν αμετάβλητες για διάστημα 12 μηνών οι υπάρχουσες ρυθμίσεις σχετικά με τις άμεσα χρηματοδοτούμενες δράσεις, και οι οποιεσδήποτε μελλοντικές αλλαγές να αντανακλούν την έκβαση της διαδικασίας επανεξέτασης και να εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμες, προβλέψιμες και βιώσιμες δραστηριότητες αναπτυξιακής συνεργασίας·

6.

καλεί την Επιτροπή να προσαρμόσει το σχέδιο απόφασής της για τη θέσπιση του ετήσιου προγράμματος δράσης 2009 για τον ρόλο των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αρχών στην ανάπτυξη (Μέρος II: Στοχοθετημένα σχέδια) (CMTD(2009)0387 - D004766/01), ώστε να συμπεριληφθούν σχέδια σε κλίμακα ΕΕ για την ευαισθητοποίηση στα αναπτυξιακά θέματα στη διευρυμένη ΕΕ και για τις ανταλλαγές στον τομέα της αναπτυξιακής εκπαίδευσης στην ΕΕ·

7.

αναθέτει στον πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 378, 27.12.2006, σ. 41.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0097.

(3)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(4)  DEEEP: «Ανταλλαγές στον τομέα της αναπτυξιακής εκπαίδευσης στην Ευρώπη» - http://www.deeep.org/

TRIALOG: «Αναπτυξιακές ΜΚΟ στη διευρυμένη ΕΕ» - http://www.trialog.or.at/start.asp?ID=96

(5)  AIDCO/F1/NC D(2009) της 6.4.2009 (D004766-01-EN-02).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 357, 31.12.2002, σ. 1).

(7)  Η «διαδικασία Παλέρμο II».


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/11


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα

P6_TA(2009)0370

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα (2008/2330(INI))

2010/C 212 E/05

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2008 σχετικά με την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα: Ευκαιρίες, πρόσβαση και αλληλεγγύη στην Ευρώπη του 21ου αιώνα (COM(2008)0412) (Ανακοίνωση για την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Νοεμβρίου 2008 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών μεταξύ εργαζομένων ανδρών και γυναικών (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 22ας Οκτωβρίου 2008 σχετικά με προκλήσεις όσον αφορά τις συλλογικές συμβάσεις στην ΕΕ (2),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2008 σχετικά με μια ανανεωμένη δέσμευση για την κοινωνική Ευρώπη: ενίσχυση της ανοιχτής μεθόδου συντονισμού για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη (COM(2008)0418),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 3ης Φεβρουαρίου 2009 σχετικά με την αποφυγή των διακρίσεων που βασίζονται στο φύλο και με την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών (3),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2008 με τίτλο «Καταπολέμηση των διακρίσεων και ίσες ευκαιρίες: ανανεωμένη δέσμευση» (COM(2008)0420),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 26ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με ένα ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας (COM(2008)0800),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Οκτωβρίου 2008 με τίτλο «Καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής: μεγαλύτερη υποστήριξη για το συνδυασμό της επαγγελματικής με την ιδιωτική και την οικογενειακή ζωή» (COM(2008)0635),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 12ης Οκτωβρίου 2006 με τίτλο «Μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών στην ΕΕ» (COM(2006)0574), και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με το μέλλον των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και των συντάξεων: η χρηματοδότησή τους και η τάση προς εξατομίκευση (4),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 17ης Οκτωβρίου 2007 με τίτλο «Εκσυγχρονισμός της κοινωνικής προστασίας για μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη και οικονομική συνοχή: προώθηση της ενεργητικής ένταξης των πλέον απομακρυσμένων από την αγορά εργασίας ανθρώπων» (COM(2007)0620), και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και καταπολέμηση της φτώχειας, περιλαμβανομένης της παιδικής φτώχειας, στην ΕΕ (5),

έχοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου αριθ. 92/441/ΕΟΚ της 24ης Ιουνίου 1992 σχετικά με τα κοινά κριτήρια που αφορούν την επάρκεια πόρων και παροχών στα συστήματα κοινωνικής προστασίας (6),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2007 με τίτλο «Για τη θέσπιση κοινών αρχών όσον αφορά την ευελιξία με ασφάλεια: περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας μέσω της ευελιξίας με ασφάλεια» (COM(2007)0359), και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με τις κοινές αρχές όσον αφορά την ευελιξία με ασφάλεια (7),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Ιουνίου 2008 με τίτλο «Προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις - Μια “Small Business Act” για την Ευρώπη» (COM(2008)0394),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 26ης Φεβρουαρίου 2007 με τίτλο «Απολογισμός της κοινωνικής πραγματικότητας – Ενδιάμεση έκθεση προς το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2007» (COM(2007)0063) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με τον απολογισμό της κοινωνικής πραγματικότητας (8),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 24ης Μαΐου 2006 με τίτλο «Προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους - Η συμβολή της Ένωσης στην εφαρμογή της ατζέντας της αξιοπρεπούς εργασίας στον κόσμο» (COM(2006)0249), και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2007 σχετικά με την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 13ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με τις γυναίκες και τη φτώχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον ορισμό της φτώχειας που περιλαμβάνει (10),

έχοντας υπόψη τη θέση του, της 17ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό έτος καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (2010) (11),

έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα τις διατάξεις του τελευταίου που αφορούν τα κοινωνικά δικαιώματα και το άρθρο 136 της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής της 22ας Νοεμβρίου 2006 με τίτλο «Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα» (COM(2006)0708),

έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής της 18ης Ιουλίου 2001 με τίτλο «Προώθηση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την εταιρική κοινωνική ευθύνη» (COM(2001)0366) και την ανακοίνωση της Επιτροπής της 22ας Μαρτίου 2006 με τίτλο «Πραγμάτωση της εταιρικής σχέσης για τη μεγέθυνση και την απασχόληση: να γίνει η Ευρώπη πόλος αριστείας στον τομέα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης» (COM(2006)0136) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2007 σχετικά με την εταιρική κοινωνική ευθύνη: νέα εταιρική σχέση (12),

έχοντας υπόψη τη δήλωσή του, της 22ας Απριλίου 2008, σχετικά με την εξάλειψη του προβλήματος των αστέγων (13),

έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών του 1966 για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0241/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σημαντικότερη αρνητική συνέπεια για την ΕΕ που θα προκύψει από την τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση θα είναι η δραματική αύξηση της ανεργίας που θα πλήξει δριμύτερα τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα υψηλότερα επίπεδα ανεργίας συνδέονται με την αύξηση της φτώχειας και των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας, του αποκλεισμού, της εγκληματικότητας, της ανασφάλειας και της έλλειψης εμπιστοσύνης,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ανεξάρτητα από την τρέχουσα κρίση, η ΕΕ έχει ήδη αντιμετωπίσει δυσκολίες λόγω της ισχνής οικονομικής ανάπτυξης, της εκρηκτικής δημογραφικής κατάστασης και της δυσκολίας της επιβίωσης σε μια ολοένα και περισσότερο παγκοσμιοποιημένη παγκόσμια οικονομία,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2007, το 15,2 % των πολιτών της Ένωσης ηλικίας από 18 έως 24 ετών είχαν εγκαταλείψει πρόωρα το σχολείο,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απασχόληση εξακολουθεί να μην εγγυάται οδό διαφυγής από τη φτώχεια για πολλούς ανθρώπους στην ΕΕ, τη στιγμή που το 8 % των εργαζομένων αντιμετώπιζαν το 2006 το φάσμα της φτώχειας,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2006, 16 % των ευρωπαίων πολιτών αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο της φτώχειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι περισσότερο ευάλωτοι είναι τα παιδιά, οι μεγάλες οικογένειες, οι μονογονεϊκές οικογένειες, οι άνεργοι, τα άτομα με αναπηρίες, οι νέοι, οι ηλικιωμένοι, οι εθνοτικές μειονότητες και οι μετανάστες,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας από τους άνδρες, εξαιτίας ορισμένων παραγόντων όπως η οικονομική τους εξάρτηση, το χάσμα των αμοιβών με βάση το φύλο στην αγορά εργασίας και την υψηλότερη παρουσία γυναικών σε χαμηλών αποδοχών θέσεις εργασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση αυτή επιτείνει τον κίνδυνο διαιώνισης της φτώχειας στις επόμενες γενεές,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αυξήσεις των τιμών τα τελευταία χρόνια επιβάρυναν σημαντικά τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών και επηρέασαν δυσανάλογα τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με διάφορες έρευνες (π.χ. Η «έρευνα για το μέλλον της εργασίας» που διενήργησε το ίδρυμα Russell Sage), ένας στους τέσσερις εργαζομένους στις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες ενδέχεται σύντομα να καταστεί χαμηλόμισθος και να αντιμετωπίσει αυξημένο κίνδυνο φτώχειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας φαίνεται ότι παρουσιάζουν μεγάλη ομοιομορφία καθώς συχνά λαμβάνουν τη μορφή μιας άτυπης εργασιακής σχέσης και οι εργαζόμενοι με χαμηλή εξειδίκευση, οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης, οι γυναίκες, οι μετανάστες και οι νέοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η χαμηλόμισθη εργασία τείνει να μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά και λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή περιορίζει την πρόσβαση στην καλή εκπαίδευση, την καλή υγειονομική περίθαλψη και σε άλλες στοιχειώδεις συνθήκες διαβίωσης,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 2 της Συνθήκης ΕΚ ορίζει ρητά ότι η αλληλεγγύη και η ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των ιδρυτικών αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει μια δημογραφική αλλαγή της οποίας τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά είναι η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και τον χαμηλό δείκτη γονιμότητας, μολονότι ορισμένες χώρες δείχνουν σημάδια αντιστροφής της τελευταίας τάσης,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημογραφική αλλαγή αναμένεται να οδηγήσει σε διπλασιασμό του αριθμού των εξαρτημένων ηλικιωμένων ατόμων μέχρι το 2050, γεγονός που θα έχει επιπτώσεις ιδίως στην φυσική και πνευματική υγεία του πληθυσμού,

ΙΒ.

χαιρετίζει την «Έκθεση για τη δημογραφία 2008: Ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών σε μια γηράσκουσα κοινωνία» (SEC(2008)2911) της Επιτροπής, η οποία αναγνωρίζει τον σημαίνοντα ρόλο που διαδραματίζουν στην κοινωνία τα άτομα που παρέχουν άτυπη φροντίδα, και καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τα ισχυρά κοινωνικά επιχειρήματα που συνηγορούν στην ένταξη των ατόμων που παρέχουν φροντίδα στη χάραξη της μελλοντικής πολιτικής,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην πραγματική οικονομία δεν είναι ακόμη πλήρως γνωστές αλλά είναι πάντως αδύνατο να επιτευχθεί ο στόχος της δημιουργίας 5 εκατομμυρίων νέων θέσεων απασχόλησης στην ΕΕ κατά το χρονικό διάστημα 2008–2009· εκτιμώντας ότι ενδεχόμενη οικονομική ύφεση θα οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας και ασφαλώς σε αύξηση της φτώχειας, δημιουργώντας νέες προκλήσεις για τα ευρωπαϊκά κοινωνικά πρότυπα,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προϊούσα χρηματοπιστωτική κρίση προκαλεί αύξηση της ανεργίας και της ανασφάλειας, στο πλαίσιο της οποίας δοκιμάζεται σοβαρά η κοινωνική συνοχή στην ΕΕ με σημαντικές εντάσεις σε διάφορα κράτη μέλη,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει δεσμευτεί να επιτύχει τον στόχο της κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμης ανάπτυξης, και λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως οι ευκαιρίες που παρουσιάζονται στο πλαίσιο αυτής της δέσμευσης όσον αφορά τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κοινωνικός διάλογος μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην αντιμετώπιση της κρίσης εμπιστοσύνης η οποία επιδεινώνεται λόγω της οικονομικής κρίσης, καθώς πολλά άτομα στην κοινωνία μας εκφράζουν φόβους για το μέλλον· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να δοθεί επίσης ίση προτεραιότητα σε εκείνους που είναι ήδη αποκλεισμένοι και των οποίων η σημερινή θέση επιδεινώνεται λόγω της τρέχουσας κρίσης,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πιο παρεμβατικές θεσμικές ρυθμίσεις της ΕΕ, που χαρακτηρίζονται από κάποιον βαθμό αναδιανομής του εισοδήματος και την κοινή έννοια του «ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου», επηρεάζουν θετικά την ποιότητα της επαγγελματικής ζωής εκατομμυρίων ανδρών και γυναικών στο πιο μειονεκτικό τμήμα των αγορών εργασίας μας,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός προς τα εθνικά και συμβατικά πλαίσια, που διακρίνεται από την εξισορρόπηση της εργατικής νομοθεσίας και των συλλογικών συμβάσεων που διέπουν αυτά τα πρότυπα, αποτελούν προϋπόθεση για την εναρμόνιση των αξιών σε μια πολυμορφία συστημάτων,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην περίπτωση άτυπων σχέσεων απασχόλησης οι κανόνες και οι διαδικασίες που καθορίζονται από τους εταίρους κατά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις δεν έχουν πλέον ισχύ,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα έπρεπε να βασίζεται στην αρχή της συμβολής των αποτελεσματικών και αποδοτικών κοινωνικών πολιτικών στην οικονομική ανάπτυξη και ευημερία, και λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό μπορεί να συμβάλει επίσης στην ενίσχυση της φθίνουσας στήριξης που παρέχουν οι πολίτες στην ΕΕ,

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι λυπηρό το γεγονός ότι η ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα δεν θίγει το ζήτημα της ασφάλειας δικαίου των κοινωνικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας,

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν διατυπωθεί σοβαρές ανησυχίες τόσο για τον ρόλο και την ορατότητα της ανανεωμένης κοινωνικής ατζέντας, συμπεριλαμβανομένης της ασάφειας του σκοπού της, όσο και για τον τρόπο παρακολούθησής της καθώς και για την ολοένα και μικρότερη σημασία που αποδίδεται στην κοινωνική ανοικτή μέθοδο συντονισμού (ΑΜΣ),

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ευρωπαϊκά κοινωνικά πρότυπα είναι ουσιαστικά ένα ενιαίο σύνολο αξιών που εφαρμόζεται σε ποικιλία συστημάτων και τελεί γενικώς υπό την ευθύνη των κρατών μελών, ότι οι στόχοι της κοινωνικής Ευρώπης, όπως κατοχυρώνονται στη Συνθήκη ΕΚ, τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και τη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, πρέπει να επισημανθούν ως ο πρωτεύων στόχος για την ΕΕ, εάν αυτή επιθυμεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες και τους φόβους των πολιτών της· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαδοχικές εαρινές σύνοδοι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου έχουν επαναλάβει τον στόχο της εξάλειψης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και την ανάγκη της ενίσχυσης της κοινωνικής διάστασης της Λισαβόνας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτυχία και η επιτυχία των εθνικών κοινωνικών πολιτικών και πολιτικών απασχόλησης επηρεάζουν επίσης και τα υπόλοιπα κράτη μέλη και ότι, επομένως, η συζήτηση για τη μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο αυτής της αλληλεπίδρασης μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών,

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδυναμία της στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση να μειώσει τη φτώχεια, που επί του παρόντος πλήττει 78 000 000 πολίτες της Ένωσης, και η αύξηση των ανισοτήτων πρέπει να αποτελούν ζητήματα καίριας σημασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ πρέπει να σημειώσει πρόοδο σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη και την εφαρμογή των ευρωπαϊκών και των εθνικών στόχων για τη μείωση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και σε τομείς μείζονος σημασίας όπου υφίστανται επί του παρόντος δείκτες, προκειμένου να πειστούν οι λαοί ότι η ΕΕ είναι παρούσα για να υπηρετήσει πρώτα τους ανθρώπους και μετά τις επιχειρήσεις και τις τράπεζες,

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλές διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η έννοια «διατάξεις πρωταρχικής σημασίας για τη διαφύλαξη της πολιτικής, κοινωνικής ή οικονομικής οργανώσεως» έχει χρησιμοποιηθεί χωρίς να διευκρινίζεται ποιος μπορεί να αποφασίζει εν προκειμένω ποιες διατάξεις είναι πρωταρχικής σημασίας για τη διαφύλαξη των γενικών διατάξεων δημόσιας τάξης σε ένα κράτος μέλος,

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο υποστηρίζει ότι δεν εναπόκειται στα κράτη μέλη να προσδιορίζουν μονομερώς την έννοια της δημόσιας τάξης ή να επιβάλλουν μονομερώς όλες τις αναγκαστικού χαρακτήρα διατάξεις του εργατικού τους δικαίου στους παρέχοντες υπηρεσίες που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος και λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ασαφές σε ποιον εμπίπτει η συγκεκριμένη αρμοδιότητα, αν όχι στα κράτη μέλη,

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει σαφής διάκριση ανάμεσα στην υπεργολαβία και την αμφίβολη διακίνηση και παροχή υπηρεσιών που βασίζεται σε νόμιμες συμβάσεις με πραγματικά αυτοαπασχολούμενους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφορά μεταξύ των παραπλανητικών πρακτικών και των αληθινών αστικών και εμπορικών επιχειρηματικών σχέσεων θα πρέπει να εξεταστεί,

Δράσεις προτεραιότητας

Ευρωπαϊκά κοινωνικά πρότυπα

1.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή, δεδομένης της οικονομικής ύφεσης, να επιβεβαιώσουν τη σημασία της διαμόρφωσης μιας ισχυρής κοινωνικής Ευρώπης, που θα περιλαμβάνει βιώσιμες, αποτελεσματικές και αποδοτικές κοινωνικές πολιτικές και πολιτικές απασχόλησης· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει μια φιλόδοξη ατζέντα κοινωνικής πολιτικής για την περίοδο 2010-2015·

2.

προτρέπει την Επιτροπή να προωθήσει ένα πιο συνεκτικό σχέδιο πολιτικής για την αξιοπρεπή εργασία σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

3.

τονίζει ότι είναι σημαντικό η δημιουργία και η προώθηση της απασχόλησης να τεθούν στην κορυφή της κοινωνικής ατζέντας σε αυτήν τη δύσκολη συγκυρία· θεωρεί ότι η μεγαλύτερη ευελιξία στον χώρο εργασίας είναι τώρα σημαντικότερη από ποτέ·

4.

καλεί την Επιτροπή να συνδυάσει την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα με άλλες πρωτοβουλίες όπως το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ισότητα των Φύλων, το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Νεολαίας και τον Ευρωπαϊκό Συνασπισμό για τις οικογένειες, έτσι ώστε οι μειονεκτούσες κοινωνικές ομάδες να έχουν καλύτερη πρόσβαση στις κοινωνικές παροχές·

5.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι τα μέτρα που προτείνονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα δεν είναι αρκετά συνεκτικά για να επηρεάσουν τα σημερινά επίπεδα φτώχειας και αποκλεισμού στην ΕΕ και για να αντιμετωπίσουν τις τρέχουσες προκλήσεις της κοινωνικής συνοχής·

6.

εκφράζει ιδίως τη λύπη του για το γεγονός ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής για την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα δεν περιέχει προτάσεις για τα ακόλουθα ζητήματα, τα οποία έχουν πρωταρχική σημασία για την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των οικονομικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων:

μια οδηγία που να προβλέπει στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα για όλους τους εργαζομένους, ανεξάρτητα από το καθεστώς απασχόλησης, προκειμένου να προστατευθεί ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός απασχολούμενων σε άτυπες μορφές εργασίας·

την αναθεωρημένη οδηγία 2000/78/ΕΚ Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (14), συνοδευόμενη από ένα ουδέτερο από άποψη φύλου σύστημα αξιολόγησης της εργασίας, προκειμένου να μειωθούν οι μισθολογικές διαφορές λόγω φύλου τόσο στο εσωτερικό όσο και μεταξύ των οικονομικών τομέων·

μια οδηγία για τις διασυνοριακές συλλογικές διαπραγματεύσεις, σύμφωνα με τις πραγματικές διασυνοριακές επιχειρηματικές δραστηριότητες·

7.

τονίζει την ανάγκη για περαιτέρω ανάπτυξη των ελάχιστων προτύπων στα εργασιακά δικαιώματα· είναι ενήμερο ότι ούτε οι οικονομικές ελευθερίες ούτε οι κανόνες του ανταγωνισμού προέχουν των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων·

8.

υπενθυμίζει ότι η κοινωνική πολιτική πρέπει να καλύπτει σημαντικές δράσεις όπως τη βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, την καταπολέμηση των διακρίσεων σε συνδυασμό με την προώθηση της ισότητας, τον εκσυγχρονισμό και τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών κοινωνικών προτύπων ενισχύοντας ταυτόχρονα τις αξίες τους·

9.

σημειώνει ότι ο ορισμός σχετικά με σε τι συνίστανται οι διατάξεις πρωταρχικής σημασίας των κρατών μελών για τη διαφύλαξη της πολιτικής, κοινωνικής ή οικονομικής τάξης, αποτελεί πολιτικό ζήτημα που πρέπει να καθοριστεί με μια δημοκρατικά νομιμοποιημένη διαδικασία· ως εκ τούτου, καλεί την Επιτροπή να δρομολογήσει μια ανοιχτή συζήτηση προκειμένου να αποσαφηνιστεί η ουσιαστική έννοια αυτών των γενικών διατάξεων δημόσιας τάξης και να προταθεί νομοθεσία όπου κρίνεται απαραίτητο·

10.

φρονεί ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για τη μείωση των κοινωνικών δαπανών αλλά, αντίθετα, για την ενίσχυση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων· φρονεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να στηρίζει τις υποδομές των κοινωνικών προτύπων των κρατών μελών, όπου συμπεριλαμβάνονται και οι κοινωνικές υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, τονίζοντας διαρκώς τη σημασία της καθολικής πρόσβασης, της ποιότητας και της βιωσιμότητάς τους·

11.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, ενώ η χρηματοπιστωτική κρίση δείχνει τη σημασία της κρατικής δράσης για τη διατήρηση των οικονομικών δραστηριοτήτων και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, η Επιτροπή δεν διασφαλίζει το μέλλον και τον αποφασιστικό ρόλο του δημόσιου τομέα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προτείνοντας μια οδηγία πλαίσιο σχετικά με τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας·

12.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση με στόχο την εγγύηση της ασφάλειας δικαίου των κοινωνικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας·

13.

τονίζει την ανάγκη εξεύρεσης τρόπων για τον εκσυγχρονισμό και τη μεταρρύθμιση των εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης για την εξάλειψη της φτώχειας, με μακροπρόθεσμη προοπτική, ιδίως όσον αφορά το επαρκές ελάχιστο εισόδημα, τις συντάξεις και τις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης· επισημαίνει ότι υπάρχουν περιθώρια ενίσχυσης της οικονομικής βιωσιμότητας του ελάχιστου μισθού και των συνταξιοδοτικών συστημάτων καθώς και της ποιότητας και της αποδοτικότητας των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, μέσω της βελτίωσης της οργάνωσής τους, της πρόσβασης σε αυτά καθώς και την αύξηση της συνεργασίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, του σεβασμού των αρχών της επικουρικότητας, καθώς και της υποστήριξης των αυξημένων προσπαθειών για την καθιέρωση κλιμακωτών φορολογικών συστημάτων που μπορούν να περιορίσουν τις ανισότητες·

14.

σημειώνει ότι κάποια κράτη μέλη έχουν εισαγάγει την έννοια του κατώτατου μισθού· πιστεύει ότι και τα άλλα κράτη μέλη μπορούν να επωφεληθούν από την μελέτη της εμπειρίας αυτής· καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τις προϋποθέσεις για κοινωνική και οικονομική συμμετοχή όλων και, ιδίως, να θεσπίσουν ρυθμίσεις όπως ο ελάχιστος μισθός, άλλες νομικές και γενικά δεσμευτικές ρυθμίσεις ή συλλογικές συμφωνίες σύμφωνα με τις εθνικές παραδόσεις που δίνουν τη δυνατότητα στους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση να εξασφαλίζουν αξιοπρεπώς το ζην από την εργασία τους·

15.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι όλοι οι πολίτες έχουν πρόσβαση σε βασικές τραπεζικές υπηρεσίες·

16.

υποστηρίζει ότι ο αθλητισμός και οι πολιτιστικές δραστηριότητες αποτελούν ζωτικής σημασίας εργαλεία για την επίτευξη κοινωνικής ένταξης και βοηθούν στην προσωπική ανάπτυξη του ατόμου, προάγουν το καλό της κοινωνίας και αναδεικνύουν ταλέντα·

17.

αναμένει από την Επιτροπή να εντάξει ταχέως τις περιβαλλοντικές και υγειονομικές προβληματικές στο σύνολο των πολιτικών της ΕΕ προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο υγειονομική και περιβαλλοντικής προστασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ·

18.

συμμερίζεται τη βούληση της Επιτροπής να διευρύνει την κοινωνική ατζέντα σε νέους τομείς· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το περιβάλλον εξετάζεται πολύ συχνά μόνο υπό το πρίσμα της κλιματικής αλλαγής· χαιρετίζει τις ανανεωμένες δηλώσεις της Επιτροπής υπέρ μιας βιώσιμης οικονομίας με χαμηλές εκπομπές CO2, αλλά εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η πρόταση της Επιτροπής δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα για να ληφθούν υπόψη οι κοινωνικές και υγειονομικές επιπτώσεις της περιβαλλοντικής και κλιματικής κρίσης·

19.

υπογραμμίζει ότι η ακραία φτώχεια και ο συνακόλουθος κοινωνικός αποκλεισμός δεν είναι πλέον δυνατό να νοούνται μόνον ως αριθμητικά στοιχεία από οικονομικούς όρους αλλά πρέπει επίσης να νοούνται από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ιδιότητας του πολίτη· αναγνωρίζει ότι η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων και των εμπορευμάτων δεν μπορεί, αυτή καθαυτή να εξαλείψει τη φτώχεια ή τη χρόνια φτώχεια (ιδίως όταν αυτή έχει έμμονο χαρακτήρα) και ότι η ακραία φτώχεια συνιστά μια στέρηση ευκαιριών και δεν επιτρέπει την πραγματική συμμετοχή στη ζωή της κοινότητας, δεδομένου ότι όσοι πλήττονται από αυτήν γίνονται αδιάφοροι για το περιβάλλον τους·

Κοινωνικές πολιτικές και πολιτικές απασχόλησης

20.

χαιρετίζει τις προτάσεις που περιλαμβάνονται στη δέσμη μέτρων της Επιτροπής για την εξισορρόπηση της επαγγελματικής και της προσωπικής ζωής που δρομολογήθηκε στα τέλη του 2008· ενθαρρύνει την Επιτροπή να υποβάλει συστάσεις προς τα κράτη μέλη που υστερούν σαφώς σε ό,τι αφορά την επίτευξη των στόχων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης του 2002 σχετικά με την παροχή παιδικής μέριμνας μέχρι το 2010· καλεί επιπλέον την Επιτροπή να ενθαρρύνει την προθυμία των εργοδοτών σε ό,τι αφορά τις ρυθμίσεις για ευέλικτη εργασία, μέσω της βέλτιστης δυνατής αξιοποίησης και γνώσης των ΤΠΕ και των νέων μορφών οργάνωσης της εργασίας, προωθώντας έτσι την ευελιξία των ωραρίων εργασίας και τη συμβατότητά τους με τα ωράρια λειτουργίας των επιχειρήσεων, της διοίκησης, καθώς και με τα σχολικά ωράρια·

21.

προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για τη βελτίωση του συνδυασμού μεταξύ προσωπικού, οικογενειακού και επαγγελματικού βίου, μέσω της βέλτιστης δυνατής αξιοποίησης και γνώσης των ΤΠΕ και των νέων μορφών οργάνωσης της εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και την ευημερία των παιδιών, προωθώντας ταυτόχρονα την πιο αποτελεσματική προστασία της απασχόλησης, που θα κατοχυρώνει το δικαίωμα τόσο των γονέων όσο και των ατόμων που παρέχουν φροντίδα σε ευέλικτους τύπους εργασίας, που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους και θα αποδίδουν ιδιαίτερη έμφαση στην πρόσβαση για εκείνους που έχουν χαμηλό εισόδημα και επισφαλή ή χαμηλής ποιότητας απασχόληση·

22.

εκφράζει τη λύπη του για την αδυναμία των πολιτικών της ΕΕ και των κρατών μελών απέναντι στη διογκούμενη φτώχεια, ιδίως την παιδική φτώχεια·

23.

ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να καταρτίσουν ένα σύστημα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για την κοινωνική ένταξη σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·

24.

υπογραμμίζει ότι οι νέες δημογραφικές προκλήσεις θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με την διευθέτηση της κατάστασης των γυναικών που ζουν στη φτώχεια, με άνιση και ανεπαρκή πρόσβαση στη διατροφή, τη στέγαση, την εκπαίδευση, την αμοιβή και οι οποίες δυσκολεύονται να συμβιβάσουν την επαγγελματική, την οικογενειακή και την ιδιωτική ζωή·

25.

απευθύνει έκκληση για αποτελεσματικότερη πρόληψη και καταπολέμηση των κρουσμάτων πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου με το σύνθημα «το σχολείο αποδίδει»· απευθύνει έκκληση για αποτελεσματικότερη οργάνωση των εκπαιδευτικών συστημάτων και για τη διαμόρφωση σχολικών προγραμμάτων προσαρμοσμένων στις ανάγκες και στις απαιτήσεις της μελλοντικής αγοράς εργασίας που θα συνεκτιμούν τις κοινωνικές ανάγκες και τις τεχνολογικές εξελίξεις· ζητεί να προωθηθεί περαιτέρω και να στηριχθεί η ιδέα των «σχολείων δεύτερης ευκαιρίας» και των άτυπων και ανεπίσημων μορφών μάθησης που απέδειξαν ότι συμβάλλουν σε υψηλότερη συμμετοχή των νέων και των ενηλίκων σε σύγκριση με τα παραδοσιακά σχολικά περιβάλλοντα, συμβάλλοντας έτσι στη συρρίκνωση του δείκτη εγκατάλειψης του σχολείου στην ΕΕ· για τον λόγο αυτό, ζητεί την από μακρόν αναμενόμενη εξάλειψη όλων ανεξαιρέτως των ανισοτήτων στις ευκαιρίες των εκπαιδευτικών συστημάτων της ΕΕ, ιδίως την εξάλειψη της χαμηλού επιπέδου και χωριστής εκπαίδευσης που έχει μη αναστρέψιμες αρνητικές επιπτώσεις στις περιθωριοποιημένες ομάδες, ιδίως στους Ρομά·

26.

εμμένει στην ανάγκη υλοποίησης αποτελεσματικότερων δράσεων στον τομέα της διά βίου μάθησης και κατάρτισης ώστε οι πολίτες, ιδίως δε οι λιγότερο εξειδικευμένοι, να αποκτούν περισσότερα εφόδια προκειμένου να (επαν)εισέρχονται ομαλά και χωρίς διακρίσεις στην αγορά εργασίας, συμβάλλοντας στην κοινωνική καινοτομία· προτείνει να δοθεί έμφαση στις επιχειρηματικές δεξιότητες, κυρίως στην ενίσχυση της γυναικείας και νεανικής επιχειρηματικότητας, στις συναφείς με τις ΤΠΕ και την επικοινωνία ικανότητες, στην απόκτηση γνώσεων σε οικονομικά θέματα και στις γλωσσικές δεξιότητες·

27.

υπογραμμίζει την ανάγκη να βελτιωθεί η εκπαίδευση στην ΕΕ, με την ενίσχυση της διαδικασίας συμβατότητας και συγκρισιμότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων των κρατών μελών, με σκοπό την αμοιβαία αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και προδιαγραφών·

28.

θεωρεί ότι οι ενεργές πολιτικές κοινωνικής ένταξης πρέπει να έχουν καθοριστικό αντίκτυπο στην εξάλειψη της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, τόσο για τους μισθωτούς απασχολούμενους (τους «φτωχούς εργαζομένους») όσο και για τους μη μισθωτούς απασχολούμενους·

29.

τονίζει την ανάγκη προώθησης της συνεργασίας μεταξύ πανεπιστημίων και επιχειρήσεων καθώς είναι σημαντική η διασφάλιση της συνεργασίας των δύο εταίρων και της αλληλοϋποστήριξής τους προς όφελος των ίδιων των οργανώσεών τους, του προσωπικού και των φοιτητών τους· πρέπει να δημιουργηθούν γέφυρες μεταξύ των πανεπιστημιακών προγραμμάτων σπουδών και του επιχειρηματικού κόσμου, ο οποίος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα μεταξύ άλλων να λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς τα προγράμματα σπουδών, να παρέχει δυνατότητες πρακτικής άσκησης, να οργανώνει ημέρες ελεύθερης επίσκεψης για φοιτητές κλπ·

30.

τονίζει την ανάγκη για περισσότερο ισορροπημένη προσέγγιση της ευελιξίας, της ασφάλειας και της ανάγκης διασφάλισης αξιοπρεπών μισθών, με απώτερο σκοπό την ενσωμάτωση των νέων, των ηλικιωμένων, των γυναικών, των μακροχρόνια ανέργων και των μειονεκτούντων ατόμων στην αγορά εργασίας· συνιστά στα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τους το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με τις κοινές αρχές όσον αφορά την ευελιξία με ασφάλεια κατά την εφαρμογή των εθνικών στρατηγικών για την ευελιξία με ασφάλεια·

31.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ειδικά σε περιόδους χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, οι οποίες συχνά οδηγούν σε απολύσεις και αναδιαρθρώσεις, η συμμετοχή των εργαζομένων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο εσωτερικό των εταιρειών που επηρεάζουν την εργασία τους και τη ζωή τους είναι υψίστης σημασίας· χαιρετίζει την πρόσφατη αναθεώρηση (15) της οδηγίας 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (16)· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για την περαιτέρω ενίσχυση της λειτουργίας των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης, όπως ορίζεται στο ψήφισμά του της 4ης Σεπτεμβρίου 2001 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 94/45/ΕΚ (17)·

32.

τονίζει ότι οι κοινωνικές πολιτικές και οι πολιτικές απασχόλησης πρέπει να ενισχύσουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας και να ενεργοποιηθούν άμεσα ως απάντηση στην τρέχουσα οικονομική κρίση και πρέπει να παρέχουν εργασιακές ευκαιρίες και εκπαιδευτικές ευκαιρίες καθώς επίσης και να περιορίζουν τις απώλειες εισοδήματος· πιστεύει ότι αυτές οι πολιτικές θα πρέπει να παροτρύνουν ενεργά τους ανθρώπους να αναζητούν εργασιακές ευκαιρίες ή να ξεκινούν τις δικές τους επιχειρηματικές δραστηριότητες· για τον σκοπό αυτό, πιστεύει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διευκολύνουν προσιτούς χρηματοδοτικούς διαύλους, όπως πιστωτικές εγγυήσεις, μειωμένα επιτόκια ή κεφαλαιοποίηση των επιδομάτων ανεργίας, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις απώλειες εισοδήματος και παρέχοντας εκπαιδευτικές ευκαιρίες που θα βοηθήσουν τους ανέργους να εξεύρουν εργασία· υπενθυμίζει τη σφαιρική προσέγγιση της Επιτροπής προς την ενεργό ένταξη που περιλαμβάνει επαρκή εισοδηματική στήριξη, πρόσβαση σε αγορές εργασίας χωρίς αποκλεισμούς και υψηλής ποιότητας κοινωνικές υπηρεσίες·

33.

καλεί την Επιτροπή να αναλάβει πρωτοβουλίες που θα οδηγήσουν σε σαφή διάκριση μεταξύ των εργοδοτών, των πραγματικά αυτοαπασχολούμενων και των μικρών επιχειρηματιών, αφενός, και των εργαζομένων, αφετέρου·

34.

τονίζει τη ζωτική σημασία της υποστήριξης των μητέρων, μέσω οικογενειακών επιδομάτων όσο διαρκεί η παιδική ηλικία, καθώς και της δημιουργίας ενός κατάλληλου πλαισίου για την επιστροφή τους στην αγορά εργασίας, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στις ανύπαντρες μητέρες λόγω της ευάλωτης φύσης της συγκεκριμένης ομάδας·

35.

επισημαίνει ότι η κοινωνική οικονομία, ως άλλη μορφή επιχειρηματικότητας, διαδραματίζει ουσιώδη ρόλο συμβάλλοντας στην βιώσιμη ευρωπαϊκή οικονομία, συνδυάζοντας την κερδοφορία με την αλληλεγγύη· προσθέτει ότι οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας απαιτούν ένα ασφαλές νομοθετικό πλαίσιο· επισημαίνει την εξαιρετικά σημαντική συμβολή της εθελοντικής εργασίας, ιδιαίτερα στον κοινωνικό τομέα, για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και τη στήριξη των πλέον μειονεκτουσών κοινωνικών ομάδων·

36.

επισημαίνει ότι δεν είναι όλα τα άτομα ικανά προς εργασίας, ούτε υπάρχουν επί του παρόντος θέσεις εργασίας για όλους, και επιβεβαιώνει τη σημασία της εφαρμογής της σύστασης του 92/441/ΕΟΚ, όπως επιβεβαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την παροχή «επαρκών πόρων και παροχών που να εξασφαλίζουν αξιοπρεπή ανθρώπινη διαβίωση», μέσω της επέκτασης των προγραμμάτων ελάχιστου εισοδήματος σε όλα τα κράτη μέλη και της αύξησης των επιπέδων διασφάλισης της πρόσβασης και της επάρκειας·

37.

φρονεί ότι η ανάπτυξη των μικροπιστώσεων μπορεί να συμβάλει ενεργά στη στήριξη των (μακροχρόνια) ανέργων ώστε να στραφούν προς την αυτοαπασχόληση· επισημαίνει ότι οι μικροπιστώσεις έχουν ήδη συμβάλει σε πολλές τέτοιου είδους καταστάσεις με την επανενσωμάτωση στην εργασία, σύμφωνα και με τη στρατηγική της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση· καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει την παροχή και την πρόσβαση στην πληροφόρηση σχετικά με τις δυνατότητες και τη διαθεσιμότητα των μικροπιστώσεων, και να προσεγγίσει ενεργά τις ομάδες της κοινωνίας που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη για μικροπιστώσεις και που θα μπορούσαν να επωφεληθούν περισσότερο από αυτές·

38.

ζητεί την καλλιέργεια ισχυρότερου δεσμού μεταξύ της υλοποίησης της ευελιξίας με ασφάλεια και της ενίσχυσης του κοινωνικού διαλόγου, με σεβασμό στα εθνικά ήθη και στις εθνικές πρακτικές·

39.

εμμένει στην άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις· ζητεί την περαιτέρω εφαρμογή των αρχών που προτείνονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια «Small Business Act» για την Ευρώπη·

40.

μολονότι αναγνωρίζει πλήρως ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για τη μισθολογική πολιτική, προτείνει στους κοινωνικούς εταίρους σε εθνικό επίπεδο να συζητήσουν νέες μεθοδολογίες για μισθολογικές πολιτικές που θα μπορούσαν να αναστρέψουν την συνεχώς φθίνουσα σχέση μεταξύ μισθών και κερδών και να προβλέπουν την ενσωμάτωση μεγαλύτερου ποσοστού των εταιρικών εσόδων στις απολαβές των εργαζομένων μέσω της εφαρμογής συστημάτων που μετριάζουν τον αντίκτυπο του πληθωρισμού· φρονεί ότι τέτοιου είδους συστήματα θα μπορούσαν να επιτρέψουν τη διοχέτευση των πρόσθετων κερδών των εργαζομένων σε ειδικά εταιρικά ταμεία κεφαλαίων που θα δημιουργηθούν από τις επιχειρήσεις· ζητεί να ξεκινήσει συζήτηση όσον αφορά τρόπους ενθάρρυνσης των επιχειρήσεων να υιοθετήσουν τις μεθοδολογίες αυτές και, επί πλέον, ζητεί να ξεκινήσει συζήτηση σχετικά με τα νομικά πλαίσια που θα ρυθμίζουν την πρόσβαση των εργαζομένων στα ταμεία αυτά, σταδιακά σε βάθος χρόνου· προτείνει στους κοινωνικούς εταίρους τη σημασία μιας ανανεωμένης δέσμευσης για «μισθούς αξιοπρεπούς διαβίωσης» που θα εγγυάται ελάχιστους μισθούς σημαντικά υψηλότερους από το επίπεδο του επαρκούς εισοδήματος, ώστε να μπορούν οι άνθρωποι να εξέλθουν από την κατάσταση φτώχειας και να επωφεληθούν θετικά από την εργασία·

41.

επιμένει ότι για την προώθηση της καταπολέμησης των διακρίσεων και της εξασφάλισης ίσων ευκαιριών απαιτείται τόσο μια στέρεη νομοθετική βάση όσο και διάφορα μέσα άσκησης πολιτικής και ότι η καταπολέμηση των διακρίσεων και η ισότητα πρέπει να ενσωματωθούν σε όλες τις πτυχές της ανανεωμένης κοινωνικής ατζέντας·

42.

ζητεί από την Επιτροπή να διενεργήσει μελέτες σχετικά με τον μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο αντίκτυπο της κινητικότητας της γνώσης, προκειμένου να χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα ως ισχυρή βάση για μέτρα που θα περιορίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις·

Μετανάστευση

43.

επισημαίνει τον αρνητικό αντίκτυπο (πιθανή «διαρροή εγκεφάλων») που ενδέχεται να έχει η μετανάστευση για τις χώρες προέλευσης, όπου συμπεριλαμβάνονται πτυχές όπως η οικογενειακή διάρθρωση, η υγεία, η εκπαίδευση και η έρευνα· υπενθυμίζει, αφετέρου, τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης όσον αφορά τις ανισότητες στις αγορές εργασίας στις χώρες υποδοχής·

44.

υπογραμμίζει τη σημασία των δεοντολογικών προδιαγραφών πρόσληψης από τρίτες χώρες, ιδίως σε ό,τι αφορά τους επαγγελματίες στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και ζητεί από εκείνα τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμα να αναπτύξουν έναν κώδικα πρακτικής για τις διεθνείς προσλήψεις·

45.

τονίζει ότι ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος της μετανάστευσης στη δημογραφική αλλαγή δεν είναι ξεκάθαρος καθώς εξαρτάται από παράγοντες όπως η μεταβλητότητα των μεταναστευτικών ροών, η επανένωση των οικογενειών και τους δείκτες γονιμότητας·

46.

φρονεί ότι οι μετανάστες μπορούν, εφόσον απασχολούνται νομίμως, να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και να διασφαλίσουν επίσης τα δικά τους συνταξιοδοτικά και κοινωνικά δικαιώματα·

47.

τονίζει ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία των πολιτικών μετανάστευσης που θα βασίζονται στα ανθρώπινα δικαιώματα είναι η προώθηση μιας συνεκτικής και ολοκληρωμένης στρατηγικής για την ένταξη των μεταναστών επί τη βάσει της ισότητας των ευκαιριών, που θα στηρίζεται στη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους και στην καλύτερης εξισορρόπηση μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων·

48.

χαιρετίζει την πρόταση της Επιτροπής να επιβάλλονται κυρώσεις στους εργοδότες που απασχολούν παράνομα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών· εξαίρει τη σημασία της καταπολέμησης της εκμετάλλευσης των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών τηρώντας ταυτόχρονα τα δικαιώματα εκείνων που βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση· σε αυτό το πλαίσιο, καλεί την Επιτροπή να προωθήσει τις ευκαιρίες για νόμιμη απασχόληση των νομίμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών·

49.

χαιρετίζει την πρόταση οδηγίας για την εφαρμογή των δικαιωμάτων των ασθενών στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη (COM(2008)0414)· εφιστά, ωστόσο, την προσοχή στο γεγονός ότι η οδηγία, με τη σειρά της, δεν πρέπει να οδηγήσει σε αύξηση των διακρίσεων των πολιτών της Ένωσης λόγω της οικονομικής τους κατάστασης·

50.

θεωρεί ότι η ενίσχυση της εφαρμογής και της επιβολής των υφιστάμενων εργασιακών νόμων στο πλαίσιο της εθνικής και της κοινοτικής νομοθεσίας και στο πλαίσιο των συμβάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα για τα θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη της ΕΕ·

51.

τονίζει την ανάγκη για περαιτέρω ενίσχυση των νόμων κατά των διακρίσεων σε ολόκληρη την ΕΕ· ζητεί από την Επιτροπή να ενθαρρύνει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών σε ό,τι αφορά την περαιτέρω προώθηση της επιτυχούς ένταξης των μεταναστών· σημειώνει ότι, ειδικά σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας, τα πλέον ευάλωτα άτομα της κοινωνίας, στα οποία συγκαταλέγονται συχνά μετανάστες, πλήττονται με δυσανάλογο τρόπο·

Οι εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ

52.

φρονεί ότι η ΕΕ θα μπορούσε να διαδραματίζει περισσότερο προορατικό ρόλο στις εξωτερικές της σχέσεις όσον αφορά την προαγωγή βασικών κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων· εκφράζει την πεποίθηση ότι πρέπει να καταβληθούν πρόσθετες προσπάθειες για την ανάπτυξη μηχανισμών πρόληψης, εποπτείας και κυρώσεων σε περίπτωση παραβιάσεων·

53.

φρονεί ότι η ΕΕ θα πρέπει να προσπαθήσει να επηρεάσει τη διεθνή ατζέντα όσον αφορά τη συναφή με την αξιοπρεπή εργασία ατζέντα και να προωθεί ενεργά τη συμμόρφωση με τις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, και ότι τα ανωτέρω θα μπορούσαν να συμβάλουν στην εδραίωση της παγκόσμιας ειρήνης, καθώς και στην προστασία των συμφερόντων και των αξιών της ΕΕ·

54.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι η ανάπτυξη του κοινοτικού νομοθετικού πλαισίου, μέσω είτε της πρωτογενούς είτε της δευτερογενούς νομοθεσίας, επ' ουδενί πρέπει να αντιβαίνει στις διεθνείς υποχρεώσεις που απορρέουν από το πλαίσιο των συμβάσεων της ΔΟΕ·

55.

επισημαίνει ότι η ΕΕ πρέπει να στοχεύει σε μια διαδικασία παγκοσμιοποίησης που να ευνοεί περισσότερο την κοινωνική ένταξη και να είναι βιώσιμη από οικονομικής και περιβαλλοντικής άποψης· επισημαίνει ότι ο τρόπος με τον οποίον οι εταιρείες αναπτύσσουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες έχει όχι μόνο μεγάλο οικονομικό αλλά και σημαντικό κοινωνικό αντίκτυπο, τόσο στο εσωτερικό της ΕΕ όσο και σε τρίτες χώρες, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες· ως εκ τούτου, προτρέπει την Επιτροπή να προωθήσει ενεργά την έννοια της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, είτε μέσω της προώθησης ήπιας νομοθεσίας είτε μέσω νομοθετικών προτάσεων, όπου κρίνεται αναγκαίο·

Διαρθρωτικά ταμεία

56.

προτείνει την ενίσχυση των δυνατοτήτων των διαρθρωτικών ταμείων μέσω της απλούστευσης, της ευελιξίας και της βελτίωσης των διαδικασιών, και της διάστασης της κοινωνικής ένταξης, με απώτερο σκοπό να μπορέσουν να βελτιώσουν τα κράτη μέλη στο μέγιστο δυνατό βαθμό την απόδοση των κοινωνικών πολιτικών και των πολιτικών απασχόλησης· ζητεί από τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες να συμπεριλάβουν πλήρως τους εταίρους σύμφωνα με το άρθρο 16 του γενικού κανονισμού των διαρθρωτικών ταμείων (18)· συνιστά μετ' επιτάσεως να καταστεί το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) προσιτό στους εταίρους προκειμένου να προωθηθεί η δημιουργία ικανοτήτων·

57.

τονίζει ότι η ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα πρέπει να αποτελέσει μια ισχυρή δέσμευση ότι τα διαρθρωτικά ταμεία και το ταμείο συνοχής της ΕΕ θα συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της κοινωνικής ατζέντας· ως εκ τούτου, ζητεί από τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν το ΕΚΤ και όλα τα άλλα διαρθρωτικά ταμεία για να βελτιώσουν τόσο τις δυνατότητες απασχόλησης των ατόμων όσο και τις κοινωνικές υποδομές·

58.

αναγνωρίζει ότι τα διαρθρωτικά ταμεία παραμένουν το βασικό χρηματοδοτικό μέσο για την εκπλήρωση των κοινωνικών στόχων και ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν συνέργειες με άλλα προγράμματα και να υποστηρίξουν τη συνοχή μεταξύ των πολυετών προγραμμάτων πλαισίου, όπως τα προγράμματα Daphne, Progress, το πρόγραμμα για τη δημόσια υγεία, και το πρόγραμμα «Ευρώπη για τους πολίτες»·

59.

ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις περιφέρειες που θίγονται περισσότερο από την παγκοσμιοποίηση καθώς και στις περιφέρειες των νέων κρατών μελών που βρίσκονται σε διαδικασία κοινωνικής σύγκλισης·

60.

επισημαίνει ότι το πρόγραμμα PROGRESS θα μπορούσε να συμβάλει στην καλύτερη εκτίμηση του εκσυγχρονισμού των ευρωπαϊκών κοινωνικών προτύπων μέσω της αξιολόγησης πιλοτικών έργων·

61.

θεωρεί ότι, λόγω της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς, σε ορισμένες περιοχές της ΕΕ, ιδίως στις μεγαλύτερες πόλεις, ανακύπτουν νέα προβλήματα σε σχέση με την παροχή επείγουσας κοινωνικής προστασίας για τα άτομα που αδυνατούν να αυτοσυντηρηθούν, ασκώντας επιπλέον πίεση στις (φιλανθρωπικές) ιδιωτικές και δημόσιες υπηρεσίες επείγουσας συνδρομής, για παράδειγμα στους άστεγους ή στις περιθωριοποιημένες πληθυσμιακές ομάδες της κοινωνίας μας·

Θεμελιώδεις δράσεις

Κοινωνικός διάλογος και διάλογος με τους πολίτες

62.

τονίζει ότι η ευελιξία και η αποδοχή της αλλαγής από τους πολίτες μπορεί να αυξηθεί μέσω της ενίσχυσης της αμοιβαίας εμπιστοσύνης η οποία επιτυγχάνεται με αποτελεσματικότερο και διαφανέστερο κοινωνικό διάλογο διασφαλίζοντας μεταξύ άλλων αποτελεσματικότερη συμμετοχική δημοκρατία κατά τη χάραξη και υλοποίηση των πολιτικών·

63.

θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό ο κοινωνικός διάλογος να ενθαρρύνει τις πολιτικές για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία και, γενικά, να προωθήσει βελτιώσεις για την ποιότητα ζωής στον χώρο εργασίας· ζητεί από την Επιτροπή να δρομολογήσει μια συζήτηση σχετικά με τον τρόπο ένταξης των εργαζομένων που δεν έχουν πλήρη απασχόληση (προσωρινοί εργαζόμενοι, εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης, εργαζόμενοι με σύμβαση ορισμένου χρόνου) στον κοινωνικό διάλογο·

64.

δεδομένου ότι δεν έχουν γνωστοποιηθεί ούτε δημοσιοποιηθεί ευρέως τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων, ζητεί να υπάρξει ευρεία διάδοση των αποτελεσμάτων του κοινωνικού διαλόγου, με απώτερο σκοπό τη βελτίωση του αντίκτυπου και την περαιτέρω προαγωγή του·

65.

φρονεί ότι η συνεργατική νοοτροπία, που αντικαθιστά τη νοοτροπία που βασίζεται στη σύγκρουση στην αγορά εργασίας, θα πρέπει να συνεχίσει να ενθαρρύνεται μέσω της προώθησης του κοινωνικού διαλόγου·

66.

φρονεί ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και οι άνθρωποι που βιώνουν τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, πρέπει να εμπλακούν πιο άμεσα στις συζητήσεις για το οικονομικό και το κοινωνικό πρότυπο, σε ισότιμη βάση·

67.

επισημαίνει ότι οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να προσπαθήσουν να εργαστούν με πολυετή σχέδια με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα και προθεσμίες, με στόχο τη διαμόρφωση μακροπρόθεσμης βιώσιμης στρατηγικής·

68.

ζητεί να διεξαχθεί ευρύς διάλογος μεταξύ των ευρωπαίων ενδιαφερομένων, των εθνικών δημόσιων αρχών, των εργοδοτών και των εργαζομένων και της κοινωνίας των πολιτών, με θέμα την κοινωνική ατζέντα για την περίοδο μετά το 2010·

69.

επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να υποστηρίξουν νέους μετρήσιμους, δεσμευτικούς και ποσοτικούς κοινωνικούς στόχους και δείκτες για τη στρατηγική της Λισαβόνας για την περίοδο μετά το 2010, μεταξύ των οποίων δεσμεύσεις για την ανάληψη προσπαθειών στην κατεύθυνση της εξάλειψης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς και την ανάπτυξη ενός νέου συμφώνου κοινωνικής προόδου που θα διαμόρφωνε τους στόχους και την αρχιτεκτονική για μια νέα κοινωνικά βιώσιμη και συνολικά δίκαιη ΕΕ, η οποία θα αξιοποιούσε και θα ενίσχυε την κοινωνική ΑΜΣ ως πυλώνα καίριας σημασίας·

70.

επισημαίνει ότι οι εταιρείες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ΕΕ όχι μόνο από οικονομικής αλλά και από κοινωνικής άποψης· εφιστά συνεπώς την προσοχή στην προαγωγή της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και στην ανάγκη να σημειωθεί επείγουσα πρόοδος σε ό,τι αφορά την εργασία υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των μισθών αξιοπρεπούς διαβίωσης, για να υποστηριχθεί το κοινωνικό μοντέλο και να αποφευχθεί το κοινωνικό ντάμπινγκ·

71.

τάσσεται υπέρ του γόνιμου διαλόγου μεταξύ του Κοινοβουλίου και της κοινωνίας των πολιτών, ενός διαλόγου ο οποίος είναι επίσης αναγκαίο να διεξαχθεί στους κόλπους των κρατών μελών σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο·

72.

σημειώνει ότι ένα Ευρωπαϊκό Έτος Εθελοντισμού θα συνιστούσε ιδανική ευκαιρία προκειμένου η ΕΕ να συνδεθεί με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών· καλεί την Επιτροπή να προλειάνει το έδαφος για την ανακήρυξη του 2011 ως Ευρωπαϊκού Έτους Εθελοντισμού, υποβάλλοντας κατάλληλη νομοθετική πρόταση το συντομότερο δυνατόν·

73.

φρονεί ότι η οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να συμμετέχει εξαρχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ότι όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες πρέπει να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες, ότι η ανατροφοδότηση πρέπει να είναι αμοιβαία και ότι το εύρος της αλλαγής πρέπει να καθίσταται σαφές στους συμμετέχοντες·

74.

υπογραμμίζει τη σημασία και την αξία της διαδικασίας διαβούλευσης ως αποτελεσματικό μέσο για την ενδυνάμωση των πολιτών που επιτρέπει στους τελευταίους να παρεμβαίνουν άμεσα στην πολιτική διαδικασία σε επίπεδο ΕΕ· ζητεί από την Επιτροπή να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες για να αυξηθεί η συνειδητοποίηση σχετικά με τις μελλοντικές διαβουλεύσεις της ΕΕ μέσω των μέσων ενημέρωσης και άλλων κατάλληλων διαύλων σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο·

75.

πιστεύει ότι αποτελεί επείγουσα ανάγκη τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, οι εθνικοί κοινωνικοί εταίροι και η κοινωνία των πολιτών να εγκρίνουν ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» το οποίο θα περιλαμβάνει κοινωνικές δράσεις με ρεαλιστικούς, δεσμευτικούς στόχους και δείκτες·

76.

σημειώνει ότι η συμμετοχή των πολιτών ξεκινά από την παιδική ηλικία και ζητεί την προώθηση και υποστήριξη δομών συμμετοχής και πρωτοβουλιών σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο για τα παιδιά και τη νεολαία·

Κοινοτικό δίκαιο

77.

τονίζει την ανάγκη περαιτέρω επεξεργασίας και οριστικοποίησης των οδηγιών που αφορούν τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, τη δυνατότητα μεταφοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και την πρόταση οδηγίας σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού·

78.

ζητεί τη βελτίωση της κοινοτικής νομοθετικής διαδικασίας μέσω της αποσαφήνισης των λόγων για τους οποίους απαιτείται ανάληψη δράσεων σε κοινοτικό επίπεδο, της διασφάλισης της ποιότητας του περιεχομένου και της εκπόνησης αξιόπιστων εκτιμήσεων των επιπτώσεων, που θα καλύπτουν τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις· ζητεί, ειδικότερα, την αποτελεσματική εφαρμογή της διοργανικής συμφωνίας του 2003 για τη βελτίωση της νομοθεσίας (19)·

79.

τονίζει ότι πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών καθώς και η αποτελεσματική παρακολούθηση της μεταφοράς της κοινοτικής νομοθεσίας στα εθνικά δίκαια·

80.

φρονεί ότι, στο πλαίσιο της βελτίωσης της νομοθεσίας της ΕΕ, πρέπει να επιδιώκεται ενεργά η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι ανησυχίες των πολιτών, έτσι ώστε οι τελευταίοι να προσεγγίζουν την ΕΕ·

Ανοιχτή μέθοδος συντονισμού (ΑΜΣ)

81.

πιστεύει ότι απαιτείται καλύτερη σύνδεση σε κοινοτικό επίπεδο των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών πολιτικών, με επανεπιβεβαίωση των αρχικών στόχων της Ατζέντας της Λισαβόνας και την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι οικονομικές πολιτικές και οι πολιτικές απασχόλησης θα συμβάλλουν ενεργά στην εξάλειψη της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού·

82.

τονίζει την ανάγκη έγκρισης ενός νομικά δεσμευτικού χάρτη των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων·

83.

επισημαίνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει, κατά τον καθορισμό και την υλοποίηση των κοινοτικών πολιτικών, τη δυνατότητα λήψης υπόψη των απολύτως συναφών πτυχών της κοινωνικής πολιτικής·

84.

φρονεί ότι η στρατηγική της Λισαβόνας για την περίοδο μετά το 2010 πρέπει να καλύπτει μια ενισχυμένη ΑΜΣ και καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει περαιτέρω τα κράτη μέλη ώστε να καθορίσουν εθνικούς ποσοτικούς στόχους, σε ό,τι αφορά ειδικά τη μείωση της φτώχειας και την κοινωνική ένταξη, οι οποίοι θα υποστηρίζονται ειδικά από νέους μετρήσιμους και ποσοτικούς δείκτες·

85.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να δημιουργήσουν ευκαιρίες για την ουσιαστική συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη στρατηγική της Λισαβόνας για την περίοδο μετά το 2010·

*

* *

86.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0544.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0513.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0039.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0556.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0467.

(6)  ΕΕ L 245, 26.8.1992, σ. 46.

(7)  ΕΕ C 297 E, 20.11.2008, σ. 174.

(8)  ΕΕ C 282 E, 6.11.2008, σ. 463.

(9)  ΕΕ C 102 E, 24.4.2008, σ. 321.

(10)  ΕΕ C 233, 28.9.2006, σ. 130.

(11)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0286.

(12)  ΕΕ C 301 E, 13.12.2007, σ. 45.

(13)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0163.

(14)  ΕΕ L 303, 2.12.2000, σ. 16.

(15)  Οδηγία 2009/38/ΕΚ (δεν δημοσιεύθηκε ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(16)  ΕΕ L 254, 30.9.1994, σ. 64.

(17)  ΕΕ C 72 E, 21.3.2002, σ. 68.

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής (ΕΕ L 210, 31.7.2006, σ. 25).

(19)  ΕΕ C 321, 31.12.2003, σ. 1.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/23


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Ενεργητική ένταξη των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας ατόμων

P6_TA(2009)0371

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ενεργητική ένταξη των ατόμων που είναι αποκλεισμένα από την αγορά εργασίας (2008/2335(INI))

2010/C 212 E/06

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με σύσταση της Επιτροπής για την ενεργητική ένταξη των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας ατόμων (COM(2008)0639),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 99, 137 και 141,

έχοντας υπόψη τη σύσταση 2008/867/ΕΚ της Επιτροπής της 3ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την ενεργητική ένταξη των ατόμων που είναι αποκλεισμένα από την αγορά εργασίας (1),

έχοντας υπόψη τη σύσταση 92/441/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 1992 σχετικά με τα κοινά κριτήρια που αφορούν την επάρκεια πόρων και παροχών στα συστήματα κοινωνικής προστασίας (2),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας εν συνεχεία της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Φεβρουαρίου 2009 με τίτλο «Πρόταση σχετικά με την κοινή έκθεση για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη 2009» (COM(2009)0058) και το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής της 24ης Φεβρουαρίου 2009 με τίτλο «Κοινή έκθεση για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη 2008: χαρακτηριστικά των χωρών» SEC(2009)0255,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 30ής Νοεμβρίου 2006 σχετικά με την κατάσταση των ατόμων με αναπηρία στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση: ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης 2006-2007 (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με τη βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού - Προς μια στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση (4),

έχοντας υπόψη την πρόοδο που έχει επιτευχθεί όσον αφορά τις ίσες ευκαιρίες και την εξάλειψη των διακρίσεων στην ΕΕ σχετικά με τη μεταφορά των οδηγιών 2000/43/ΕΚ και 2000/78/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (5),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας εν συνεχεία της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε στη Βαρκελώνη στις 15 και 16 Μαρτίου 2002,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 17ης Οκτωβρίου 2007 με τίτλο «Εκσυγχρονισμός της κοινωνικής προστασίας για μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη και οικονομική συνοχή: προώθηση της ενεργητικής ένταξης των πλέον απομακρυσμένων από την αγορά εργασίας ανθρώπων» (COM(2007)0620) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και την καταπολέμηση της φτώχειας, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής φτώχειας, στην ΕΕ (6),

έχοντας υπόψη τις συστάσεις των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων στην έκθεση της 18ης Οκτωβρίου 2007 με τίτλο «Οι κυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές αγορές εργασίας: Κοινή ανάλυση των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων»,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 26ης Φεβρουαρίου 2007 με τίτλο «Απολογισμός της κοινωνικής πραγματικότητας - Ενδιάμεση έκθεση προς το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2007» (COM(2007)0063) και το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2007 (7),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2008 με τίτλο «Ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα: Ευκαιρίες, πρόσβαση και αλληλεγγύη στην Ευρώπη του 21ου αιώνα» (COM(2008)0412), και το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 (8),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 12ης Οκτωβρίου 2006 για «τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών στην ΕΕ» (COM(2006)0574), και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2008 σχετικά με το μέλλον των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και των συντάξεων: η χρηματοδότησή τους και η τάση προς εξατομίκευση (9),

έχοντας υπόψη τη δήλωσή του της 22ας Απριλίου 2008 σχετικά με την εξάλειψη του προβλήματος των αστέγων (10),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Μαΐου 2007 σχετικά με την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους (11) ,

έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1098/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 σχετικά με το ευρωπαϊκό έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (2010) (12),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Φεβρουαρίου 2009 σχετικά με την «Κοινωνική οικονομία» (13),

έχοντας υπόψη τη σύσταση 2006/962/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τις βασικές ικανότητες της διά βίου μάθησης (14),

έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1720/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2006 για τη θέσπιση προγράμματος δράσης στον τομέα της διά βίου μάθησης (15),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Ιανουαρίου 2008 σχετικά με την εκπαίδευση ενηλίκων: ποτέ δεν είναι αργά για μάθηση (16),

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη της Λισαβόνας σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος (17),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A6-0263/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενεργητική ένταξη δεν πρέπει να αντικαταστήσει την κοινωνική ένταξη, δεδομένου ότι οι ευάλωτες ομάδες που δεν μπορούν να συμμετάσχουν στην αγορά εργασίας έχουν δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή ζωή και σε πλήρη συμμετοχή στην κοινωνία και, συνεπώς, ένα ελάχιστο εισόδημα και προσβάσιμες και οικονομικά προσιτές κοινωνικές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας πρέπει να είναι διαθέσιμες ανεξαρτήτως της ικανότητας συμμετοχής ενός προσώπου στην αγορά εργασίας,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενεργητική ένταξη δεν σχετίζεται μόνο με την ικανότητα του ατόμου, αλλά και με τον τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας· λαμβάνοντας, επομένως, υπόψη ότι πρέπει να εξεταστούν επίσης τα διαρθρωτικά αίτια του αποκλεισμού, περιλαμβανομένων των διακρίσεων και της ανεπάρκειας των παρεχόμενων υπηρεσιών,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προφανής αποκλεισμός από την αγορά εργασίας μπορεί να είναι απόρροια της έλλειψης επαρκών δυνατοτήτων αξιοπρεπούς απασχόλησης και όχι αποτέλεσμα της έλλειψης ατομικής προσπάθειας,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένταξη στην αγορά εργασίας δεν πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για το δικαίωμα σε ελάχιστο εισόδημα και για την πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας· λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα ελάχιστο εισόδημα και η πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ένταξη στην αγορά εργασίας,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πλέον απομακρυσμένοι από την αγορά εργασίας είναι συχνά άνθρωποι με πολλαπλές και σύνθετες ανάγκες, δυσκολίες ή μειονεξίες όπως μακροχρόνια εξάρτηση από χαμηλό ή ανεπαρκές εισόδημα, μακροχρόνια ανεργία, χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και αναλφαβητισμός, ανατροφή σε ευάλωτη οικογένεια, αναπηρία, κακή κατάσταση υγείας, διαβίωση σε περιοχές με πολλαπλά μειονεκτήματα, επισφαλής στέγαση και έλλειψη στέγης, καθώς και ρατσισμός και διακρίσεις και ότι, συνεπώς, οι στρατηγικές για την ένταξη πρέπει να αντικατοπτρίζουν τα ποικίλα χαρακτηριστικά των αποκλεισμένων ατόμων,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός και ο αποκλεισμός από την αγορά εργασίας έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των ατόμων που πλήττονται και ότι οι μακροχρόνια άνεργοι αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη και άλλες διαταραχές της ψυχικής υγείας,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα άτομα που είναι απομακρυσμένα από την αγορά εργασίας έχουν σημαντική ανάγκη από επαγγελματική κατάρτιση είτε επειδή δεν έλαβαν επαρκή σχολική εκπαίδευση, είτε επειδή δεν αξιοποίησαν την εκπαίδευσή τους λόγω της διαρκούς απομάκρυνσής τους από την αγορά εργασίας,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα πιο ευάλωτα άτομα συχνά πλήττονται από τους όρους των πολιτικών ενεργοποίησης και ότι οι εν λόγω επιπτώσεις πρέπει να παρακολουθούνται και να αποφεύγονται οι αρνητικές επιπτώσεις σε ευάλωτες ομάδες,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέτρα ενεργητικής ένταξης πρέπει να λειτουργούν επίσης σε συνδυασμό με την ανάπτυξη στόχων της ΕΕ και εθνικών στόχων για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότεροι αρχηγοί νοικοκυριών είναι γυναίκες, οι περισσότεροι μόνοι γονείς είναι γυναίκες και τα περισσότερα άτομα που παρέχουν φροντίδα είναι γυναίκες· λαμβάνοντας, επομένως, υπόψη ότι οι πολιτικές ενεργητικής ένταξης πρέπει να περιλαμβάνουν ένα σύνολο μέτρων που θα δίνουν τη δυνατότητα στις γυναίκες που είναι πλέον απομακρυσμένες από την αγορά εργασίας να ωφεληθούν από τις στρατηγικές ενεργητικής ένταξης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στην αγορά εργασίας για τις γυναίκες έχει άμεση σχέση με τη φτώχεια που συνδέεται με την ηλικία και η οποία πλήττει κυρίως γυναίκες,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε εποχές οικονομικής ύφεσης και αυξανόμενης ανεργίας, υπάρχει κίνδυνος απόλυσης μεγάλου αριθμού ανθρώπων ο οποίος θα διογκώσει τον αριθμό όσων μαστίζονται ήδη από τη φτώχεια και τον αποκλεισμό από την αγορά εργασίας, ιδίως για τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι γυναίκες, οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με αναπηρίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι πολύ σημαντικό η κοινωνική ένταξη και η συναφής πολιτική για την αγορά εργασίας να επιδιώκονται μέσω μιας ολοκληρωμένης και συνεκτικής προσέγγισης στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου για την ανάκαμψη της οικονομίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι μέρος των δημόσιων πόρων πρέπει να χρησιμοποιηθεί για τη διατήρηση και τη βελτίωση των κοινωνικών επενδύσεων, των επενδύσεων στον τομέα της υγείας και της εκπαίδευσης καθώς και άλλων ζωτικής σημασίας κοινωνικών υπηρεσιών και υπηρεσιών γενικού συμφέροντος,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άποψη ότι ο καλύτερος τρόπος εξόδου από τον αποκλεισμό είναι η εργασία ισχύει στην πράξη μόνον εάν η εργασία αυτή είναι βιώσιμη, υψηλής ποιότητας και αμείβεται επαρκώς· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή της αρχής της ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας εξακολουθεί να χωλαίνει,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα άτομα που παρέχουν οικογενειακή φροντίδα προσφέρουν πολύ σημαντικές υπηρεσίες φροντίδας, εκπαίδευσης και υποστήριξης εκτός του συστήματος απασχόλησης, χωρίς εισόδημα ή κοινωνικά δικαιώματα, και στερούνται του δικαιώματος να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας και να πετύχουν την αναγνώριση των δεξιοτήτων που αποκτούνται ή αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια της περιόδου παροχής οικογενειακής φροντίδας,

1.

επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η Επιτροπή βασίζει τη σύστασή της αριθ. 2008/867/ΕΚ στη σύσταση 92/441/ΕΟΚ που αναγνωρίζει το θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου σε επαρκείς πόρους και βοήθεια ώστε να ζει με ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ορίζει κοινές αρχές για την εφαρμογή του δικαιώματος αυτού· προσυπογράφει τις κοινές αρχές και τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές που παρουσιάστηκαν στη σύσταση 2008/867/ΕΚ σχετικά με την ενεργητική ένταξη που βασίζεται σε τρεις πυλώνες, συγκεκριμένα στην επαρκή εισοδηματική στήριξη, σε αγορές εργασίας χωρίς αποκλεισμούς και στην πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες· επισημαίνει ιδιαίτερα ότι κάθε στρατηγική ενεργητικής ένταξης πρέπει να βασίζεται στις ακόλουθες αρχές: ατομικά δικαιώματα, σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και αρχές της απαγόρευσης των διακρίσεων, των ίσων ευκαιριών και της ισότητας των φύλων· προαγωγή της ένταξης στην αγορά εργασίας σε συνδυασμό με πλήρη συμμετοχή στην κοινωνία· υλοποίηση των αρχών της ποιότητας, της επάρκειας και της προσβασιμότητας και στους τρεις πυλώνες·

2.

συμμερίζεται την άποψη του Συμβουλίου ότι η εφαρμογή της σύστασης 92/441/ΕΟΚ πρέπει να βελτιωθεί σε σχέση με το ελάχιστο εισόδημα και τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, ότι η κοινωνική πρόνοια πρέπει να παρέχει ένα επαρκές ελάχιστο εισόδημα για μια αξιοπρεπή ζωή, τουλάχιστον σε επίπεδο ανώτερο του επιπέδου «κινδύνου φτώχειας» και επαρκές για την έξοδο από τη φτώχεια και ότι πρέπει να αυξηθεί ο βαθμός διεκδίκησης των παροχών·

3.

επικροτεί την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 17ης Ιουλίου 2008 στο πλαίσιο της υπόθεσης C-303/06 σχετικά με τα άτομα που παρέχουν φροντίδα και υφίστανται διακρίσεις λόγω της δέσμευσής τους· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν επαρκή μέτρα για να διασφαλιστεί ότι τα άτομα που παρέχουν φροντίδα προστατεύονται από αυτού του είδους τις διακρίσεις σε ό, τι αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας και προτρέπει τα κράτη μέλη να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με την απόφαση του Δικαστηρίου·

4.

καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν επαρκή εισοδηματική στήριξη προκειμένου να καταπολεμηθούν η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός· επισημαίνει την ανάγκη για κατάλληλη εισοδηματική στήριξη βάσει των συστάσεων 92/441/ΕΟΚ και 2008/867/ΕΚ, η οποία πρέπει να είναι επαρκής, διαφανής, διαθέσιμη σε όλους και μακροπρόθεσμα βιώσιμη·

5.

θεωρεί ότι έχει ζωτική σημασία να εφαρμόσουν αποτελεσματικά η Επιτροπή και τα κράτη μέλη την οδηγία 2000/78/ΕΚ, η οποία θεσπίζει ένα νομικό πλαίσιο για την ίση μεταχείριση στην εργασία προκειμένου να καταπολεμηθούν οι διακρίσεις στην απασχόληση και την εργασία λόγω θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού·

6.

υπογραμμίζει το αίτημά του προς το Συμβούλιο να συμφωνηθεί ένας στόχος σε επίπεδο ΕΕ για προγράμματα ελάχιστου εισοδήματος και ανταποδοτικά προγράμματα αναπλήρωσης του εισοδήματος προκειμένου να παρέχεται εισοδηματική στήριξη η οποία θα ανέρχεται στο 60 % τουλάχιστον του αντίστοιχου εθνικού μέσου εισοδήματος και, επιπλέον, να συμφωνηθεί ένα χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη αυτού του στόχου σε όλα τα κράτη μέλη·

7.

αναγνωρίζει ότι η αλληλεπίδραση της κοινωνικής πρόνοιας και της δραστηριότητας στην αγορά εργασίας είναι πολύπλοκη: ιδίως όταν η διαθέσιμη εργασία είναι προσωρινή, εποχική, επισφαλής ή μερικής απασχόλησης και οι όροι απόκτησης δικαιώματος και τα συστήματα κοινωνικής προστασίας ή οι οριακοί φορολογικοί συντελεστές ενδέχεται να έχει αποτρεπτικό αποτέλεσμα στην ανάληψη μισθωτής εργασίας και το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας είναι υπερβολικά δύσκαμπτο για να αντιδράσει· ενθαρρύνει επομένως την ανάπτυξη συστημάτων που θα στηρίζουν ουσιαστικά τα άτομα που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, αντί να τα «τιμωρούν» ή να τα αποθαρρύνουν ή να διακόπτουν τις παροχές κοινωνικής πρόνοιας υπερβολικά γρήγορα όταν ένα άτομο βρίσκει εργασία·

8.

επισημαίνει τη σημασία που έχει η πρόβλεψη επιδομάτων πρόνοιας για ευάλωτα άτομα που είναι σε θέση να εργαστούν· επισημαίνει, ωστόσο, ότι δυνάμει της αρχής της επικουρικότητας, τα συγκεκριμένα επιδόματα είναι της αρμοδιότητας των κρατών μελών·

9.

επισημαίνει ότι οι αποδέκτες μιας επαρκούς εισοδηματικής στήριξης και τα μέλη της οικογένειάς τους θα έχουν την ευκαιρία να αποφύγουν τον κίνδυνο φτώχειας και να γίνουν ενεργοί πολίτες που θα συνεισφέρουν στην κοινωνική και οικονομική ζωή καθώς και στην αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών·

10.

προτείνει να εξετάσουν ενεργά τα κράτη μέλη μια πολιτική ελάχιστου μισθού, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο αυξανόμενος αριθμός των «εργαζόμενων φτωχών» και να καταστεί η εργασία βιώσιμη προοπτική για όσους είναι απομακρυσμένοι από την αγορά εργασίας·

11.

θεωρεί ότι η ενεργητική ένταξη προϋποθέτει τη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών και των περιοχών εντός της Κοινότητας, μέσω της ταχύτατης αποκατάστασης των περιοχών που πλήττονται από την οικονομική κρίση και της ανάπτυξης των αγροτικών περιφερειών·

12.

ζητεί από τα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση για την καταπολέμηση της παράνομης ή «υπόγειας» απασχόλησης, η οποία αποκλείει από ορισμένες κοινωνικές διευκολύνσεις και υπηρεσίες όσους εμπλέκονται σε αυτή·

13.

ζητεί οι πολιτικές ενεργητικής ένταξης:

να είναι συνεπείς με μια προσέγγιση της πολιτικής εκπαίδευσης, διά βίου μάθησης, απασχόλησης και κοινωνικής πολιτικής με βάση τον κύκλο ζωής·

να είναι ειδικά προσαρμοσμένες, στοχοθετημένες και προσανατολισμένες προς την αντιμετώπιση των αναγκών·

να βασίζονται σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση και να είναι συμμετοχικές· και

να σέβονται τις προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες για τη συμμετοχή χωρίς να δημιουργούνται συνθήκες που θέτουν σε κίνδυνο το ελάχιστο εισόδημα διαβίωσης·

14.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τη λογιστική συνολικού κόστους στον τομέα της ενεργητικής και κοινωνικής ένταξης, καθώς η εμπειρία έχει δείξει ότι οι έγκαιρες επενδύσεις και η προληπτική δράση μπορούν να μειώσουν το συνολικό κόστος για την κοινωνία μακροπρόθεσμα· επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η σύσταση 2008/867/ΕΚ προτείνει αντίστοιχη αύξηση των επενδύσεων για την κοινωνική ένταξη·

15.

θεωρεί ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν στοχευμένα πρόσθετα επιδόματα για τις μειονεκτούσες ομάδες (όπως τα άτομα με αναπηρίες ή χρόνιες ασθένειες, οι μόνοι γονείς ή τα πολύτεκνα νοικοκυριά) που θα καλύπτουν πρόσθετες δαπάνες σε σχέση, μεταξύ άλλων, με την προσωπική υποστήριξη, τη χρήση συγκεκριμένων υπηρεσιών και την ιατρική και κοινωνική μέριμνα, καθιερώνοντας, μεταξύ άλλων, προσιτά επίπεδα τιμών για φάρμακα για τις λιγότερες προνομιούχες κοινωνικές ομάδες· υπογραμμίζει την ανάγκη να διασφαλιστούν επαρκή επίπεδα συντάξεων αναπηρίας και αρχαιότητας·

16.

συμφωνεί, ενόψει ιδίως των συχνά πολύπλοκων αναγκών των ανθρώπων, ότι χρειάζεται να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν ειδικά προσαρμοσμένα μέτρα ενεργητικής ένταξης που θα συνδυάζουν το ελάχιστο εισόδημα, την ένταξη στην αγορά εργασίας και τις κοινωνικές υπηρεσίες, ότι πρέπει να υπάρξει εστίαση στον έγκαιρο εντοπισμό και την προληπτική δράση και ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη στοχοθέτηση των πλέον ευάλωτων ατόμων·

17.

θεωρεί ότι, στο πλαίσιο του σχεδιασμού και της υλοποίησης τέτοιων μέτρων, πρέπει να συνεκτιμώνται οι απόψεις εκείνων στους οποίους απευθύνονται τα μέτρα· καλεί τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν την ενδυνάμωση των κοινωνικών μη κυβερνητικών οργανώσεων προκειμένου να διευκολυνθεί η συμμετοχή τους στη χάραξη και την εφαρμογή των πολιτικών ένταξης·

18.

καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν μια πιο εποικοδομητική προσέγγιση απέναντι στην πολιτική για τα ναρκωτικά, με έμφαση στην πρόληψη, την εκπαίδευση και τη θεραπεία του εθισμού και όχι στις ποινικές κυρώσεις·

19.

ζητεί τον αποστιγματισμό των ατόμων με ψυχικά προβλήματα υγείας και μαθησιακές διαταραχές, την προώθηση της ψυχικής υγείας και της ευζωίας, την πρόληψη των ψυχικών διαταραχών καθώς και την αύξηση των πόρων για τη θεραπεία και την περίθαλψη·

20.

θεωρεί ότι, επειδή προβλήματα που συνδέονται με τον αποκλεισμό εμφανίζονται σε πολλές περιπτώσεις από τα πρώτα χρόνια της ζωής, είναι αναγκαία η προληπτική δράση προκειμένου να εντοπιστούν από μικρή ηλικία τα παιδιά και οι νέοι που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο, πολύ πριν εγκαταλείψουν την εκπαίδευση και την κατάρτιση· σημειώνει ότι οι νέοι που αποκλείονται από το σχολείο έχουν περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να αυξάνονται τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν για να εισέλθουν στην αγορά εργασίας αργότερα στη ζωή τους· εκτιμά ότι ένας ευρύς διάλογος μεταξύ των ενδιαφερόμενων φορέων και η στήριξη της προληπτικής δράσης και των κοινωνικών υπηρεσιών για τη βελτίωση των ευκαιριών των ευάλωτων παιδιών και νέων ενηλίκων είναι στοιχεία ζωτικής σημασίας για την επιτυχία των πολιτικών ένταξης· υπογραμμίζει επίσης τη σημασία των προβλημάτων αποκλεισμού που πλήττουν τους ηλικιωμένους που χάνουν τη δουλειά τους και δεν μπορούν να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας·

21.

θεωρεί ότι οι ανάγκες των νέων που αναζητούν μια πρώτη εργασία θα πρέπει να λαμβάνονται προσεκτικά υπόψη και ότι οι πολιτικές και τα μέτρα που μπορούν να ενθαρρύνουν τη μετάβαση από την εκπαίδευση στην αγορά εργασίας θα πρέπει να χαράσσονται σε εθνικό επίπεδο· θεωρεί επιπλέον ότι ο διαρθρωμένος διάλογος με τις οργανώσεις νέων θα πρέπει να είναι σε διαρκή σύνδεση με το έργο των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών·

22.

ζητεί από τα κράτη μέλη να πράξουν περισσότερα για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που απασχολούν τα άτομα που παρέχουν φροντίδα, μεταξύ των οποίων το δικαίωμα να επιλέγουν ελεύθερα αν θέλουν να παρέχουν ή όχι φροντίδα αλλά και το μέγεθος της φροντίδας που παρέχουν, η δυνατότητα συνδυασμού της φροντίδας με μισθωτή εργασία και απασχόληση καθώς και η πρόσβαση στα προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης και στις συντάξεις, προκειμένου να αποφεύγεται η πτώση του βιοτικού επιπέδου ως συνέπεια της παροχής φροντίδας·

23.

επιδοκιμάζει την αναγνώριση της ανάγκης για καθολική πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές και υψηλής ποιότητας κοινωνικές υπηρεσίες ως θεμελιώδους δικαιώματος και ουσιαστικού στοιχείου του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, καθώς και για την υποστήριξη της παραμονής των ανθρώπων στην εργασία και των αρχών που περιέχονται στη σύσταση 2008/867/ΕΚ· θεωρεί ότι τέτοιες κοινωνικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν σταθερή, οικονομικά προσιτή στέγη, προσβάσιμες δημόσιες συγκοινωνίες, βασική επαγγελματική κατάρτιση και παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης καθώς και πρόσβαση σε οικονομικά προσιτή ενέργεια και σε άλλες υπηρεσίες δικτύου· σημειώνει ότι πρέπει να συντελεστεί πρόοδος σε ό, τι αφορά τη διασφάλιση υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας στις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος· εκτιμά ότι απαιτείται η ανάπτυξη σχεδίου δράσης για τη θέσπιση οδηγίας πλαίσιο της ΕΕ σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος που θα κατοχυρώνει αυτές τις υποχρεώσεις· σημειώνει ότι παραμένει ανεπαρκής η πρόοδος προς την κατεύθυνση της επίτευξης των στόχων της Βαρκελώνης για τις οικονομικά προσιτές, υψηλής ποιότητας υπηρεσίες παιδικής μέριμνας, που πρέπει να ενισχυθούν προκειμένου να καλύψουν όλα τα παιδιά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση· σημειώνει επίσης ότι οι ανάγκες μέριμνας άλλων εξαρτημένων ατόμων δεν καλύπτονται επαρκώς και πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο παρόμοιας διαδικασίας·

24.

πιστεύει ότι η εξάλειψη των διακρίσεων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στο πλαίσιο της πρόσβασης στα αγαθά, τις υπηρεσίες και τις διευκολύνσεις διαδραματίζει καίριο ρόλο στην επίτευξη της ένταξης και επικροτεί, ως εκ τούτου, την πρόταση για μια συνολική οδηγία για την καταπολέμηση των διακρίσεων εκτός της απασχόλησης λόγω ηλικίας, αναπηρίας, γενετήσιου προσανατολισμού και θρησκείας ή πεποιθήσεων·

25.

ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο θέσπισης κοινωνικών εκπτωτικών τιμολογίων για τις ευάλωτες ομάδες, για παράδειγμα στους τομείς της ενέργειας και των δημόσιων μεταφορών, καθώς και διευκολύνσεων για την απόκτηση μικροπιστώσεων, προκειμένου να προαχθεί η ενεργητική ένταξη, καθώς και η δωρεάν υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση για τους ανθρώπους με δυσκολίες υλικής φύσης·

26.

ζητεί από τα κράτη μέλη να αυξήσουν την προβολή των πιστωτικών ενώσεων, αφενός μεν για να προσφέρεται στα άτομα ένα ασφαλές και ρυθμιζόμενο περιβάλλον στο οποίο οι άνθρωποι θα αποταμιεύουν και θα δανείζονται χρήματα, αφετέρου δε για να εξαλειφθούν τα ολοένα και αυξανόμενα προβληματικά προσωπικά χρέη· ζητεί από τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι τα άτομα έχουν το δικαίωμα να ανοίξουν έναν οικονομικά προσιτό τραπεζικό λογαριασμό, ο οποίος συνιστά ένα εξαιρετικά σημαντικό μέσο συμμετοχής τόσο στις οικονομικές δραστηριότητες όσο και στην κοινωνία·

27.

καλεί τα κράτη μέλη να παράσχουν στα άτομα με αναπηρίες την πρόσθετη στήριξη που είναι αναγκαία τόσο για να ενταχθούν στην αγορά εργασίας όσο και ενόσω εργάζονται· καλεί όσα κράτη μέλη δεν το έχουν ακόμη πράξει, να υπογράψουν και να κυρώσουν τόσο τη σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες όσο και το προαιρετικό της πρωτόκολλο· επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κατάλληλες διαδικασίες και διαρθρώσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή στο έδαφός τους της εν λόγω σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες·

28.

πιστεύει ότι οι νέοι αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα εμπόδια για την ενεργητική ένταξη, μεταξύ των οποίων αδικαιολόγητες διακρίσεις σχετικά με την ηλικία και δυσκολίες σε ό, τι αφορά την πρόσβαση σε οικονομικά προσιτά προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης·

29.

χαιρετίζει την αποϊδρυματοποίηση των ατόμων με αναπηρίες αλλά σημειώνει ότι αυτό προϋποθέτει επαρκές επίπεδο υπηρεσιών που θα βασίζονται στις κοινότητες και θα προάγουν την ανεξάρτητη διαβίωση, το δικαίωμα στην προσωπική βοήθεια, το δικαίωμα στην οικονομική ανεξαρτησία και πλήρη συμμετοχή στην κοινωνία στο εσωτερικό των κρατών μελών·

30.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να παρέχουν επαρκείς πόρους για να διευκολύνεται η πρόσβαση στα προγράμματα της διά βίου μάθησης ως μέσου περιορισμού του αποκλεισμού των ηλικιωμένων, μεταξύ άλλων, από την απασχόληση και για να ενθαρρύνεται η συνεχής συμμετοχή τους στην κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ζωή·

31.

εκτιμά ότι πρέπει να αναληφθεί περαιτέρω δράση για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας και της κακομεταχείρισης των παιδιών και των ηλικιωμένων·

32.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι η ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία για την ισότητα των φύλων, την ισότητα γενικά και την απαγόρευση των διακρίσεων εφαρμόζεται πλήρως, σωστά και αποτελεσματικά· ζητεί την επέκταση και την επιβολή της για την άρση των διαρθρωτικών φραγμών στην απασχόληση και την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση·

33.

εκτιμά ότι η ποιοτική εκπαίδευση συνιστά βασικό προαπαιτούμενο για την επιτυχημένη μελλοντική απασχόληση και ένταξη· καλεί τα κράτη μέλη να επεκτείνουν τη νομοθεσία στη δημόσια εκπαίδευση προκειμένου να εξαλειφθεί κάθε είδους εμπόδιο στην εκπαίδευση, διασφαλίζοντας ολοκληρωμένη εκπαίδευση και πρόσβαση για όλους· πιστεύει ότι εκείνοι που είναι αποκλεισμένοι από την αγορά εργασίας για μεγάλο χρονικό διάστημα πρέπει να έχουν περισσότερα δικαιώματα χρηματοδότησης για διά βίου μάθηση, ιδίως σε ό, τι αφορά τις «βασικές ικανότητες»·

34.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν την αρχή της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου σε όλη τη στρατηγική ενεργητικής ένταξης·

35.

θεωρεί ότι η παρεχόμενη κατάρτιση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες των ενδιαφερομένων και να είναι κατάλληλη για αυτούς· ζητεί στοχοθετημένα μέτρα κατάρτισης και ένταξης και όχι τυποποιημένα, τα οποία συχνά παραβλέπουν τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες, εκείνων με ευθύνες μέριμνας ή των ατόμων με προβλήματα υγείας· επισημαίνει τις βέλτιστες πρακτικές του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) και του προγράμματος EQUAL όσον αφορά τις στοχοθετημένες, βασισμένες στις ανάγκες, προσεγγίσεις κατάρτισης για εκείνους που είναι πλέον απομακρυσμένοι από την αγορά εργασίας, με την αναγνώριση μη πιστοποιημένων δεξιοτήτων και δεξιοτήτων που αποκτώνται μέσω άτυπης εκπαίδευσης·

36.

συνιστά τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης και την ένταξη των εκπαιδευτικών συστημάτων στην αγορά εργασίας και στα κριτήρια κοινωνικής συμμετοχής, καθώς και τη μείωση των ανισοτήτων στην πρόσβαση σε όλες τις μορφές εκπαίδευσης και στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης·

37.

θεωρεί ότι η κατάρτιση πρέπει επίσης να διασφαλίζει ότι τα άτομα είναι ενήμερα για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στην εργασία, συμπεριλαμβανομένης της ορθής προετοιμασίας από την άποψη της υγιεινής και της ασφάλειας και των δικαιωμάτων συμμετοχής σε συνδικαλιστικές ενώσεις καθώς και των δικαιωμάτων τους για ενημέρωση και διαβούλευση και για διά βίου μάθηση και κατάρτιση·

38.

σημειώνει ότι υπάρχει κίνδυνος οι πιο ευρηματικές προσεγγίσεις για να προετοιμαστούν εκείνοι που είναι πλέον απομακρυσμένοι από την αγορά εργασίας σε σχέση με την πρόσβασή τους σε αυτή, να στερούνται χρηματοδότησης, προς όφελος μιας πιο συντηρητικής προσέγγισης, βασισμένης σε εύκολα ποσοτικώς μετρήσιμα αποτελέσματα· καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει τη χρηματοδότηση προσεγγίσεων από κάτω προς τα πάνω στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων, και ιδίως του ΕΚΤ, και την ανάπτυξη δεικτών μέτρησης της προόδου που συντελείται ως προς την κοινωνική και ενεργητική ένταξη, προκειμένου να εστιάσει σε καινοτόμες προσεγγίσεις σε επίπεδο βάσης για την προώθηση της ενεργητικής ένταξης, ως μέρος των στόχων κοινωνικής ένταξης που προβάλλονται στο πλαίσιο της δέσμευσης πόρων των διαρθρωτικών ταμείων για τη στρατηγική της Λισαβόνας, της προτεινόμενης χρηματοδότησης για την κοινωνική καινοτομία, και μέσω άλλων διαύλων χρηματοδότησης·

39.

σημειώνει ότι λόγω των δημογραφικών αλλαγών, υπολογίζεται ότι μέχρι το 2030 η αναλογία των ενεργών έναντι των μη ενεργών ατόμων θα είναι 2:1· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναπτύξουν πολιτικές ενεργητικής ένταξης προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα άτομα που παρέχουν φροντίδα, πολλά από τα οποία θα υποχρεωθούν να αποσυρθούν από την αγορά εργασίας λόγω των ευθυνών της παροχής φροντίδας, δεν θα επηρεασθούν δυσμενώς τα επόμενα χρόνια·

40.

επισημαίνει την ανάγκη δημιουργίας μιας αγοράς εργασίας χωρίς αποκλεισμούς ως πυρήνα κάθε στρατηγικής ενεργητικής ένταξης, μιας αγοράς εργασίας με αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και ποικιλία θέσεων εργασίας για όλους τους εργαζομένους που θα λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες στο χώρο εργασίας, τις ατομικές απαιτήσεις των εργαζομένων, τα μοντέλα εργασίας και οργάνωσης του χρόνου, τα διαφορετικά επίπεδα δεξιοτήτων και τις διαφορετικές ανάγκες σε ό, τι αφορά το συνδυασμό οικογενειακής, προσωπικής και επαγγελματικής ζωής· σημειώνει ότι η απασχόληση υψηλής ποιότητας είναι εξαιρετικά σημαντική για να προωθηθεί η διατήρηση της εργασίας·

41.

ζητεί από τα κράτη μέλη να προωθήσουν μια ανταγωνιστική αγορά εργασίας που θα ενθαρρύνει την ανάπτυξη δημόσιων και ιδιωτικών συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας σε λογικό κόστος, επιτρέποντας στους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένων των μελών εθνοτικών μειονοτήτων, να έχουν την επιλογή να περιορίσουν τους κινδύνους αποκλεισμού από την αγορά εργασίας·

42.

καλεί τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν εργαλεία και μέσα για την παροχή κινήτρων σε όλους τους παράγοντες για τη δημιουργία αγορών εργασίας χωρίς αποκλεισμούς και τη βελτίωση της συμμετοχής εκείνων που είναι πλέον απομακρυσμένοι από τις αγορές εργασίας· επισημαίνει τα μέσα στο πλαίσιο του τοπικά προσαρμοσμένου κοινωνικού διαλόγου, τα οικονομικά κίνητρα, τα φορολογικά οφέλη και την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας· επικροτεί τη σύσταση της Επιτροπής για την παροχή στήριξης στην κοινωνική οικονομία ως πηγή ζωτικής σημασίας για θέσεις πρώτης εργασίας για τα μειονεκτούντα άτομα·

43.

επισημαίνει ότι ο ρόλος των τοπικών και των περιφερειακών αρχών για την προώθηση της ενεργητικής ένταξης είναι τριπλός: εργοδότες, φορείς προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης και πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών για τις πιο ευάλωτες ομάδες· ζητεί από τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν δίκτυα σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο που θα συμβουλεύουν και θα παραπέμπουν τα άτομα στις υπηρεσίες από τις οποίες θα μπορούν να λαμβάνουν βοήθεια για την πρόσβαση στην αγορά εργασίας καθώς και σε συγκεκριμένες κοινωνικές υπηρεσίες (π.χ. προγράμματα κοινωνικών επιδομάτων, υπηρεσίες υγείας, ψυχικής υγείας, κοινωνικής πρόνοιας και επαγγελματική κατάρτιση) ανάλογα με την ιδιαίτερη κατάστασή τους·

44.

πιστεύει ακράδαντα ότι θα πρέπει να γίνουν περισσότερα για την εξάλειψη των εμποδίων στην ένταξη που αντιμετωπίζουν οι αιτούντες άσυλο· καλεί τα κράτη μέλη να εργαστούν για να σταματήσει η εξάρτηση των αιτούντων άσυλο από επιδόματα, επιτρέποντας σε αυτούς να εργαστούν, και να εξετάσουν το ενδεχόμενο ανάπτυξης νομιμότερων μεταναστευτικών οδών·

45.

προτρέπει όλα τα κράτη μέλη να περιφρουρήσουν τις πολιτικές ασύλου που βασίζονται στα ανθρώπινα δικαιώματα σύμφωνα με τη σύμβαση που αφορά το καθεστώς των προσφύγων και τη λοιπή σχετική νομοθεσία για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

46.

αναγνωρίζει ότι η εμπορία ανθρώπων επιφέρει τεράστιο πόνο και κοινωνικό αποκλεισμό και ζητεί από τα κράτη μέλη να κάνουν περισσότερα για να επιβάλουν τη νομοθεσία για την καταπολέμηση της εμπορίας και των διακρίσεων, να επανεντάξουν τα θύματα της εμπορίας στην κοινωνία και, ιδίως, να υπογράψουν, να κυρώσουν και να εφαρμόσουν τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

47.

προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να απορρίψουν την παραπλανητική σύγχυση της οικονομικής μετανάστευσης με την αίτηση χορήγησης ασύλου, και της οικονομικής μετανάστευσης και της αίτησης χορήγησης ασύλου με την παράνομη μετανάστευση·

48.

θεωρεί ότι η φυλάκιση ανθρώπων χωρίς επαρκή αποκατάσταση και εκπαίδευση δημιουργεί εμπόδια στην ένταξη και συχνά οδηγεί μόνο στον περαιτέρω κοινωνικό αποκλεισμό, την ανεργία και το έγκλημα·

49.

πιστεύει ακράδαντα ότι η διατήρηση μιας ηλικίας υποχρεωτικής συνταξιοδότησης λειτουργεί ανασταλτικά για την ενεργητική ένταξη και θέτει πολλά άτομα, που θα επιθυμούσαν ενδεχομένως να επιλέξουν να συνεχίσουν να εργάζονται, εκτός της αγοράς εργασίας χωρίς λόγο·

50.

καλεί την Επιτροπή να συντονίσει στενά την πολιτική διαδικασία για την ενεργητική ένταξη, ιδίως όσον αφορά τις κοινωνικές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, με τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη ενός εθελοντικού πλαισίου κοινωνικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος υψηλής ποιότητας, και να εξετάσει χωρίς καθυστέρηση όλα τα πιθανά μέσα για την αποσαφήνιση του νομοθετικού πλαισίου εντός του οποίου δραστηριοποιούνται οι κοινωνικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος θωρακίζοντάς τες με ένα νομικό πλαίσιο που θα χρησιμεύει ως σημείο αναφοράς, ιδίως μέσω της έγκρισης νομοθετικών μέσων, συμπεριλαμβανομένης οδηγίας πλαίσιο·

51.

υπογραμμίζει το πρόσφατο αίτημά του προς την Επιτροπή και το Συμβούλιο να θέσουν στόχους για τη μείωση της φτώχειας (της φτώχειας γενικά, της παιδικής φτώχειας, της φτώχειας των εργαζομένων και της μακροχρόνια φτώχειας), για ένα ελάχιστο επίπεδο εισοδήματος από συντάξεις και για την πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη και για την ποιότητά της (μείωση της παιδικής θνησιμότητας, βελτίωση της υγείας και αύξηση του προσδόκιμου ζωής, κλπ.)· επαναλαμβάνει τα αιτήματά του για τη θέσπιση ενός στόχου σε επίπεδο ΕΕ για τη μείωση της παιδικής φτώχειας κατά 50 % έως το 2012 και για την εξάλειψη του φαινομένου των αστέγων τόσο για τα παιδιά και τους νέους όσο και για τους ενήλικες μέχρι το 2015·

52.

ζητεί ένα συγκεκριμένο χάρτη πορείας για την υλοποίηση στρατηγικών ενεργητικής ένταξης με βάση τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και άλλων ενδιαφερομένων, συμπεριλαμβανομένων ανθρώπων που ζουν στη φτώχεια· θεωρεί ότι ο χάρτης πορείας αυτός πρέπει να θέτει προθεσμίες και ρεαλιστικούς ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους που θα βασίζονται σε ειδικούς δείκτες και εις βάθος διάλογο μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών· θεωρεί επίσης ότι ο χάρτης πορείας πρέπει να ορίζει με ποιον τρόπο πρέπει να υλοποιηθεί και να παρακολουθείται η ενεργητική ένταξη μέσω της ανοικτής μεθόδου συντονισμού για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη, ιδίως σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο· ως εκ τούτου, χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να εμπλέξει τις τοπικές αρχές στην παρακολούθηση της εφαρμογής των στρατηγικών ενεργητικής ένταξης μέσω της χρηματοδότησης δικτύου παρατηρητηρίων των τοπικών αρχών για την ενεργητική ένταξη από το πρόγραμμα Progress· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναθέσουν σε αυτά τα παρατηρητήρια ισχυρό ρόλο στο μέλλον σε ό, τι αφορά τη διαδικασία χάραξης πολιτικών και να ενσωματώσουν προγράμματα ενεργητικής ένταξης στα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα της αναθεωρημένης Στρατηγικής της Λισαβόνας και ιδίως στην ευρωπαϊκή στρατηγική απασχόλησης·

53.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 307, 18.11.2008, σ. 11.

(2)  ΕΕ L 245, 26.8.1992, σ. 46.

(3)  ΕΕ C 316 Ε, 22.12.2006, σ. 370.

(4)  ΕΕ C 305 Ε, 14.12.2006, σ. 148.

(5)  ΕΕ L 303, 2.12.2000, σ. 16.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0467.

(7)  ΕΕ C 282 E, 6.11.2008, σ. 463.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0370.

(9)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0556.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0163.

(11)  ΕΕ C 102E. 24.4.2008, σ. 321.

(12)  ΕΕ L 298, 7.11.2008, σ. 20.

(13)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0062

(14)  ΕΕ L 394, 30.12.2006, σ. 10.

(15)  ΕΕ L 327, 24.11.2006, σ. 45.

(16)  ΕΕ C 41 E, 19.2.2009, σ. 46.

(17)  ΕΕ C 306, 17.12.2007, σ. 158.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/32


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ και την οικοδόμηση της ειρήνης / των εθνών

P6_TA(2009)0372

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ και την οικοδόμηση της ειρήνης / των εθνών (2008/2198(INI))

2010/C 212 E/07

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 2, το άρθρο 3, παράγραφος 2, το άρθρο 13, το άρθρο 137, παράγραφος 1, στοιχείο ι, και το άρθρο 141 της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η διακήρυξη του οποίου έγινε στις 7 Δεκεμβρίου 2000,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία υπογράφηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2007 στη Λισαβόνα,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών της 18ης Δεκεμβρίου 1979 για την εξάλειψη κάθε μορφής διακρίσεων κατά των γυναικών,

έχοντας υπόψη την τέταρτη παγκόσμια διάσκεψη για τις γυναίκες, που πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο τον Σεπτέμβριο του 1995, τη δήλωση και πλατφόρμα δράσης που εγκρίθηκαν στο Πεκίνο και τα συνακόλουθα τελικά έγγραφα που εγκρίθηκαν στις έκτακτες συνόδους των Ηνωμένων Εθνών «Πεκίνο, 5 χρόνια μετά» και «Πεκίνο, 10 χρόνια μετά» σχετικά με περαιτέρω δράσεις και πρωτοβουλίες για την εφαρμογή της δήλωσης και πλατφόρμας δράσης του Πεκίνου που εγκρίθηκαν στις 9 Ιουνίου 2000 και στις 11 Μαρτίου 2005 αντίστοιχα,

έχοντας υπόψη το πρόγραμμα δράσης της ΕΕ σχετικά με τους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας, που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 18 Ιουνίου 2008,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών S/RES/1325(2000), το οποίο εγκρίθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2000, και S/RES/1820 (2008), το οποίο εγκρίθηκε στις 19 Ιουνίου 2008, σχετικά με τις γυναίκες και την ειρήνη και ασφάλεια,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων της 23ης και 24ης Μαΐου 2005 σχετικά με την ευρωπαϊκή ασφάλεια,

έχοντας υπόψη το έγγραφο του Συμβουλίου της 8ης Δεκεμβρίου 2008 με τίτλο «Εφαρμογή του ψηφίσματος 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών όπως ενισχύθηκε από το ψήφισμα 1820 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας»,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων της 13ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με την προώθηση της ισότητας των φύλων και της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου στο πλαίσιο της διαχείρισης κρίσεων,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων της 8ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, ιδίως στο πλαίσιο της ΕΠΑΑ, και όλων των μορφών διακρίσεων σε βάρος τους,

έχοντας υπόψη το έγγραφο «Ολοκληρωμένη προσέγγιση όσον αφορά την εφαρμογή εκ μέρους της ΕΕ των ψηφισμάτων 1325 και 1820 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια» που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων στις 8 Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη τις εν εξελίξει εργασίες για τη σύνταξη εγγράφου εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με τίτλο «Προς ένα σχέδιο δράσης της ΕΕ σχετικά με την ισότητα των φύλων και τη χειραφέτηση των γυναικών στο πλαίσιο της εξωτερικής δράσης της ΕΕ»,

έχοντας υπόψη την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας (ΕΠΓ) από το 2004 και μετά, και συγκεκριμένα τις εκθέσεις προόδου της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της, καθώς και τα σχέδια δράσης που εγκρίθηκαν από κοινού με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, την Αίγυπτο, τη Γεωργία, το Ισραήλ, την Ιορδανία, τον Λίβανο, τη Μολδαβία, το Μαρόκο, την Παλαιστινιακή Αρχή, την Τυνησία και την Ουκρανία,

έχοντας υπόψη τη διαδικασία διεύρυνσης και τις εκθέσεις προόδου της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τη χειραφέτηση των γυναικών στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής και της πολιτικής ανάπτυξης και τον ρόλο τους στην ασφάλεια και την ειρήνη, και συγκεκριμένα το ψήφισμα της 1ης Ιουνίου 2006 (1), το ψήφισμα της 16ης Νοεμβρίου 2006 (2) και το ψήφισμα της 13ης Μαρτίου 2008 (3),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του σχετικά με την ΕΠΓ, τη στρατηγική διεύρυνσης της ΕΕ και τις γειτονικές χώρες και περιφέρειες της ΕΕ,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του σχετικά με τα μέσα εξωτερικής βοήθειας,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τις αναπτυξιακές προοπτικές για την οικοδόμηση ειρήνης και την οικοδόμηση κράτους σε μετασυγκρουσιακές καταστάσεις (4),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0225/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πραγμάτωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών, η χειραφέτηση και η δράση των γυναικών δεν είναι σημαντικές μόνο για την αντιμετώπιση της ανισότητας των φύλων και για την εφαρμογή της ενσωμάτωσης μιας πραγματικής διάστασης του φύλου στις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ, αλλά και καίριας σημασίας για την επιτυχή υλοποίηση των εξωτερικών πολιτικών της ΕΕ, περιλαμβανομένων των τομέων της βοήθειας, της ανάπτυξης, της διεύρυνσης, της πολιτικής γειτονίας, της διευθέτησης των συγκρούσεων, της ασφάλειας και της οικοδόμησης της ειρήνης, καθώς και του διεθνούς εμπορίου,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρότι τα κράτη μέλη συμμετέχουν σε όλα τα μείζονα διεθνή πλαίσια για την ισότητα των φύλων και τα δικαιώματα των γυναικών και παρότι υπάρχουν αρκετά έγγραφα πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ, η πρακτική δέσμευση για την προώθηση της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου και της χειραφέτησης των γυναικών στο πλαίσιο των εξωτερικών πολιτικών παραμένει αδύναμη, η εφαρμογή των υφιστάμενων εγγράφων πολιτικής είναι περιορισμένη και οι πόροι του προϋπολογισμού που προορίζονται ειδικώς για τα ζητήματα του φύλου είναι ανεπαρκείς,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τις σημαντικές βελτιώσεις όσον αφορά την προώθηση της ισότητας των φύλων τα τελευταία έτη, τα κύρια θεσμικά όργανα της ΕΕ, δηλαδή το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή, δεν διαθέτουν επαρκές προσωπικό ειδικά επιφορτισμένο με την υλοποίηση των δεδηλωμένων στόχων αναφορικά με τα δύο φύλα στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της διεύρυνσης και η πλειονότητα των σημερινών υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για ζητήματα φύλων έχουν να συνδυάσουν τη δραστηριότητα αυτή με τουλάχιστον μία, ή ενίοτε και δύο, άλλες δέσμες καθηκόντων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ χρειάζεται μια ολιστική και συνεκτική προσέγγιση όσον αφορά την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου,

Γενικές παρατηρήσεις

1.

αναγνωρίζει ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ προσδίδουν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στην ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου και τη χειραφέτηση των γυναικών, αλλά υπογραμμίζει ότι πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά για να εφαρμοστούν οι πολιτικές δεσμεύσεις, και τονίζει τη σημασία της επαρκούς χρηματοδότησης και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εφαρμογή των στόχων σχετικά με τα θέματα φύλου·

2.

υπενθυμίζει ότι η ισότητα των φύλων δεν απαιτεί μόνο πολιτικές δηλώσεις υψηλού επιπέδου αλλά επίσης και την πολιτική βούληση της ΕΕ, τον ηγετικό ρόλο των κρατών μελών, την ιεράρχηση των στόχων και την παρακολούθηση της επιτευχθείσας προόδου·

3.

επικροτεί την έγκριση της προπαρατεθείσας «Ολοκληρωμένης προσέγγισης όσον αφορά την εφαρμογή εκ μέρους της ΕΕ των ψηφισμάτων 1325 (2000) και 1820 (2008) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια», καθώς και την έγκριση από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της 8ης Δεκεμβρίου 2008 κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών και την καταπολέμηση όλων των μορφών διακρίσεων σε βάρος τους· καλεί τα κράτη μέλη που δεν έχουν εγκρίνει ακόμη τα εθνικά σχέδια δράσης τους αναφορικά με το ψήφισμα 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών να ανταποκριθούν άμεσα στην έκκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας να το πράξουν· καλεί την Επιτροπή να παράσχει τεχνική συνδρομή και βοήθεια σε τρίτες χώρες που προτίθενται να αναπτύξουν εθνικές στρατηγικές για την εφαρμογή των προαναφερθέντων ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών·

4.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το αναθεωρημένο κείμενο για την ευρωπαϊκή στρατηγική ασφάλειας περιλαμβάνει αναφορά στα προαναφερθέντα ψηφίσματα S/RES/1325 (2000) και S/RES/1820 (2008) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και στο ψήφισμα S/RES/1612 (2005)·

5.

καλεί την Επιτροπή να επιταχύνει τις εργασίες της και να προτείνει έως τον Ιούλιο 2009, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη και τη Γραμματεία του Συμβουλίου, ένα «Σχέδιο δράσης της ΕΕ σχετικά με την ισότητα των φύλων και τη χειραφέτηση των γυναικών στο πλαίσιο της εξωτερικής δράσης της ΕΕ», το οποίο θα εφαρμοστεί στα 27 κράτη μέλη και στις διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες, μαζί με σειρά αποτελεσματικών μέσων παρακολούθησης·

6.

ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συμπεριλαμβάνουν συστηματικά την ισότητα των φύλων και τη χειραφέτηση των γυναικών στον πολιτικό διάλογο και τις συζητήσεις πολιτικής που διεξάγει η ΕΕ με τις χώρες εταίρους·

7.

ζητεί από τις αντιπροσωπείες του Κοινοβουλίου να επισημαίνουν τα ζητήματα που σχετίζονται με την ισότητα των φύλων και τη χειραφέτηση των γυναικών στις σχέσεις τους με τα κοινοβούλια τρίτων χωρών· υπογραμμίζει τη σημασία της παροχής στήριξης και βοήθειας στα εθνικά κοινοβούλια τρίτων χωρών, με σκοπό την ενίσχυση της ικανότητάς τους να εισαγάγουν την προοπτική του φύλου στο νομοθετικό έργο τους·

8.

υπογραμμίζει τη σημασία των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στη χειραφέτηση των γυναικών· καλεί την Επιτροπή να τους παράσχει επαρκή χρηματοδοτική στήριξη και να προωθήσει τη συμμετοχή των μη κυβερνητικών οργανώσεων γυναικών στις διαδικασίες πολιτικού διαλόγου με τις χώρες εταίρους, καθώς και σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις σε ολόκληρο τον κόσμο·

9.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν τη συνοχή της πολιτικής προσέγγισής τους σχετικά με την ισότητα των φύλων και τη χειραφέτηση των γυναικών · ζητεί να συγκεντρωθούν τα ποικίλα υφιστάμενα πλαίσια πολιτικής στον τομέα αυτό προς μια συναίνεση της ΕΕ σχετικά με τη διάσταση του φύλου, η οποία θα καλύπτει και τις εσωτερικές και τις εξωτερικές πολιτικές·

10.

ενθαρρύνει την τακτική διεξαγωγή συνεδριάσεων για τη συζήτηση θεμάτων σχετικά με τις ίσες ευκαιρίες γυναικών και ανδρών, με τη συμμετοχή αντιπροσωπειών σε επίπεδο εθνικών κοινοβουλίων, που συγκροτούνται από γυναίκες και άνδρες, σε συνδυασμό με την καθιέρωση κοινών στρατηγικών για την εφαρμογή των προγραμμάτων που εμπίπτουν στο συγκεκριμένο θέμα·

11.

ζητεί από την Επιτροπή να επισημάνει και να ιεραρχήσει, με πιο συνεπή και συστηματικό τρόπο, τις ανισότητες των φύλων κατά τον προγραμματισμό και την υλοποίηση των μέσων εξωτερικής βοήθειας, ιδίως όσον αφορά την παροχή βοήθειας για τη μεταρρύθμιση του τομέα ασφάλειας· ζητεί μετ' επιτάσεως τη συμπερίληψη στόχων, δραστηριοτήτων και χρηματοδότησης που σχετίζονται με το φύλο στα έγγραφα στρατηγικής ανά χώρα, και τη βελτίωση της ενσωμάτωσης των ζητημάτων που σχετίζονται με το φύλο μέσω αυτών των εγγράφων στρατηγικής· υπογραμμίζει την ανάγκη υιοθέτησης μιας σφαιρικής προσέγγισης όσον αφορά τη χρήση των μέσων εξωτερικής βοήθειας, συμπεριλαμβανομένων του Μέσου Προενταξιακής Βοήθειας, του Μέσου της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, του Ευρωπαϊκού Μέσου για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, του Μέσου Σταθερότητας, και θεματικών προγραμμάτων όπως το πρόγραμμα «Επένδυση στους ανθρώπινους πόρους», προκειμένου να επιτευχθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο οι στόχοι της ισότητας των φύλων και της χειραφέτησης των γυναικών·

12.

θεωρεί ανεπαρκείς τους πόρους που διατίθενται στον τομέα της υγείας και κατά συνέπεια για την υγεία των κοριτσιών και των γυναικών, δεδομένων των δεσμεύσεων της ΕΕ για την αναπτυξιακή πολιτική· υπογραμμίζει την ανάγκη να διατεθούν περαιτέρω οικονομικά κονδύλια στο πλαίσιο των μέσων εξωτερικής βοήθειας για τα προγράμματα υγείας των γυναικών· τονίζει ότι, σύμφωνα με την ειδική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την αναπτυξιακή συνδρομή που παρέχει η ΕΚ στις υπηρεσίες υγείας στην υπό τη Σαχάρα Αφρική, που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2009, τα κονδύλια προς τον τομέα υγείας στην περιοχή αυτή δεν έχουν αυξηθεί από το 2000, ως ποσοστό της συνολικής βοήθειας της ΕΕ για την υγεία, ενώ ο Χάρτης Προόδου των ΑΣΧ για το 2007 εξακολουθεί να διαπιστώνει πολύ υψηλά επίπεδα μητρικής θνησιμότητας στη συγκεκριμένη περιοχή·

13.

επισημαίνει ότι για μια πραγματική ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου απαιτείται αυξημένος συντονισμός μεταξύ χορηγών και παραγόντων, μηχανισμοί λογοδοσίας και αυξημένη ανάληψη της αναπτυξιακής διαδικασίας από τις εθνικές κυβερνήσεις· υπογραμμίζει, στο πλαίσιο αυτό, την προστιθέμενη αξία της Εταιρικής Σχέσης ΕΚ/ΟΗΕ όσον αφορά την Ισότητα των Φύλων για την Ανάπτυξη και την Ειρήνη, καθώς και των πρωτοβουλιών για τη συνεκτίμηση της ισότητας των φύλων στον προϋπολογισμό· επικροτεί τη συγκρότηση ειδικής ομάδας (Task Force) για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια, όπως προβλέπεται στην προπαρατεθείσα ολοκληρωμένη προσέγγιση εφαρμογής, από την ΕΕ, των ψηφισμάτων S/RES/1325 (2000) και S/RES/1820 (2008)του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών·

14.

επαναλαμβάνει την ανάγκη να επικεντρωθεί η προσοχή όχι μόνο στις γυναίκες αλλά και σε εκείνες τις σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών που δημιουργούν και διαιωνίζουν τις ανισότητες των φύλων· θεωρεί, κατά συνέπεια, ότι τα έργα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και τους άνδρες και τις γυναίκες·

15.

τονίζει ότι η ΕΕ πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στις ανάγκες των πλέον ευάλωτων και κοινωνικά αποκλεισμένων γυναικών, ιδίως των γυναικών με αναπηρία, των προσφύγων και των γυναικών από ομάδες μειονοτήτων·

16.

καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω διαδικασίες, σημεία αναφοράς και δείκτες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι εκπληρώνει τις δεσμεύσεις της όσον αφορά την ισότητα των φύλων στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της·

17.

θεωρεί ότι το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων που ιδρύθηκε το 2006 πρέπει να καταστεί λειτουργικό το συντομότερο δυνατόν και ότι η εντολή του πρέπει να επεκταθεί σε εξωτερικές πολιτικές·

18.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν την Brussels Call to Action (έκκληση των Βρυξελλών για δράση) για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής βίας στο πλαίσιο συγκρούσεων αλλά και εκτός αυτών·

19.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

20.

υπογραμμίζει ότι ο βιασμός και η σεξουαλική βία χρησιμοποιούνται ως πολεμικό όπλο· τονίζει ότι θα πρέπει να τιμωρούνται ως εγκλήματα πολέμου και ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας· ζητεί περισσότερα υποστηρικτικά προγράμματα για τα θύματα αυτών των εγκλημάτων·

21.

υπογραμμίζει την ανάγκη να αξιοποιηθεί η εταιρική σχέση της ΕΕ με τα ΗΕ, αντλώντας χρήσιμα στοιχεία από τη διεθνή εμπειρογνωμοσύνη τους στην προώθηση της ισότητας των φύλων και της χειραφέτησης των γυναικών, με σκοπό να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα και ο αντίκτυπος των πολιτικών και της βοήθειας της ΕΕ, και να διασφαλιστεί η συνοχή της εξωτερικής υποστήριξης προς τις χώρες εταίρους ώστε να βοηθηθούν να εκπληρώσουν τις σχετικές υποχρεώσεις τους·

Ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ

22.

θεωρεί ότι ο σημερινός αριθμός του προσωπικού που εργάζεται με αντικείμενο ζητήματα φύλου εντός του Συμβουλίου και της Επιτροπής είναι ανεπαρκής· καλεί τα εν λόγω θεσμικά όργανα να διαθέσουν περισσότερο προσωπικό στις δομές που είναι υπεύθυνες για την εξωτερική δράση της ΕΕ, το οποίο θα είναι ειδικά επιφορτισμένο με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου και της χειραφέτησης των γυναικών·

23.

σημειώνει τη συνεχή απουσία γυναικών από υψηλόβαθμες θέσεις στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, και ζητεί, συγκεκριμένα, να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για την αύξηση του αριθμού των γυναικών μεταξύ των επικεφαλής των αντιπροσωπειών της ΕΕ και των ειδικών αντιπροσώπων της ΕΕ· τονίζει ότι η στελέχωση της μελλοντικής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης πρέπει να χαρακτηρίζεται από καλύτερη ισορροπία μεταξύ ανδρών και γυναικών, ιδίως όσον αφορά τις υψηλόβαθμες θέσεις, και ότι πρέπει να περιλαμβάνει περισσότερους υπαλλήλους αρμόδιους για θέματα φύλου·

24.

καλεί τα κράτη μέλη να συμπεριλαμβάνουν περισσότερες γυναίκες σε αποστολές και επιχειρήσεις ΕΠΑΑ και ζητεί να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών σε όλα τα επίπεδα και όλες τις φάσεις του προγραμματισμού και της εφαρμογής· υπογραμμίζει την ανάγκη να συμπεριλαμβάνεται εμπειρογνωμοσύνη σε θέματα φύλου από την αρχή του σχεδιασμού μιας αποστολής ή επιχείρησης, καθώς και τη σημασία της συστηματικής και ουσιαστικής κατάρτισης σε θέματα φύλου πριν από την ανάπτυξη προσωπικού σε αποστολές και επιχειρήσεις·

25.

σημειώνει ότι καταβάλλεται επί του παρόντος μεγάλη προσπάθεια για να ενσωματωθεί μια ευαίσθητη σε θέματα φύλου προσέγγιση στη νοοτροπία της ΕΠΑΑ, αναπτύσσοντας μεταξύ άλλων την ποσοτική πτυχή της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου στη συγκεκριμένη πολιτική (π.χ. μέσω ερωτηματολογίων, της ανάπτυξης καταλόγων ελέγχου, καταμέτρησης του αριθμού των ανδρών και των γυναικών στις επιχειρήσεις ΕΠΑΑ, κ.λπ.)· τονίζει, ωστόσο, την ανάγκη να αναπτυχθεί το ποσοτικό εννοιολογικό πλαίσιο που απαιτείται προκειμένου να γίνεται κατανοητό το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο εντός του οποίου αναπτύσσονται οι επιχειρήσεις ΕΠΑΑ (δηλαδή σε ζώνες συγκρούσεων) και οι προβληματισμοί που λαμβάνουν υπόψη τη διάσταση του φύλου κατά την εφαρμογή των επιχειρήσεων και προγραμμάτων·

26.

επικροτεί τον ορισμό συμβούλου σε θέματα ισότητας των φύλων σε όλες σχεδόν τις αποστολές της ΕΠΑΑ, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα συμπεράσματα του Συμβουλίου του Νοεμβρίου 2006· τονίζει, ωστόσο, ότι το έργο αυτών των συμβούλων φύλου ενδέχεται να υπονομευθεί από την απουσία συγκεκριμένης πολιτικής της ΕΕ σε θέματα ισότητας των φύλων - ιδίως την απουσία συνειδητοποίησης σε θέματα φύλων και/ή την απροθυμία να ληφθεί υπόψη η σημασία τους- και την απουσία ειδικών κονδυλίων του προϋπολογισμού σχετικών με τα φύλα στη χρηματοδότηση αποστολών της ΕΠΑΑ·

27.

επιδοκιμάζει τις πρωτοβουλίες για την παροχή κατάρτισης σχετιζόμενης με το φύλο στο προσωπικό που χρησιμοποιείται στις αποστολές ΕΠΑΑ και στα αντίστοιχα κεντρικά γραφεία, καθώς και τη σημαντική προσπάθεια που καταβάλλει η Επιτροπή να εκπαιδεύσει το προσωπικό της, και ιδίως στις αντιπροσωπείες· επαναλαμβάνει ότι κάθε υπάλληλος σε οποιοδήποτε επίπεδο σχεδιασμού, προγραμματισμού και εφαρμογής των εξωτερικών πολιτικών της ΕΕ πρέπει να είναι επαρκώς καταρτισμένος· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι παρέχεται υποχρεωτική κατάρτιση σε όλους τους υπαλλήλους των αποστολών και αντιπροσωπειών, συμπεριλαμβανομένης της διοίκησης, και ότι τους προσφέρεται καθοδήγηση σχετικά με ζητήματα φύλου και τη χειραφέτηση των γυναικών·

28.

είναι πεπεισμένο ότι ο προγραμματισμός της αποστολής ΕΠΑΑ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την συμπερίληψη των τοπικών γυναικείων οργανώσεων στην ειρηνευτική διαδικασία, ούτως ώστε να αξιοποιείται η ειδική συνεισφορά που αυτές μπορούν να έχουν και να αναγνωριστούν οι ιδιαίτεροι τρόποι με τους οποίους οι γυναίκες πλήττονται από τις συγκρούσεις·

29.

τονίζει ότι επί του παρόντος, οι ποσοστώσεις αποτελούν απαραίτητο μέσο για τη διασφάλιση της ισότητας των φύλων στις ειρηνευτικές αποστολές και στις αποστολές ασφάλειας και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο των εθνικών και διεθνών διαδικασιών ανοικοδόμησης, καθώς και για τη διασφάλιση της πολιτικής παρουσίας των γυναικών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων·

30.

υπογραμμίζει τη σημασία της κατάρτισης προϋπολογισμών που λαμβάνουν υπόψη τη διάσταση του φύλου· επισημαίνει ότι η διάσταση του φύλου θα πρέπει να αναπτύσσεται ως θεματικό ζήτημα στα μείζονα χρηματοδοτικά μέσα και ότι θα πρέπει να ορίζονται δείκτες επιδόσεων, προκειμένου να καταμετρούν πόσο αποτελεσματικά χρησιμοποιούνται τα παρεχόμενα κονδύλια·

*

* *

31.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  EE C 298 Ε, 8.12.2006, σ. 287.

(2)  EE C 314 Ε, 21.12.2006, σ. 347.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0103.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0639.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/37


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ο νέος ρόλος και αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου ως προς την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας

P6_TA(2009)0373

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον νέο ρόλο και τις αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου ως προς την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2063(INI))

2010/C 212 E/08

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που υπεγράφη στις 13 Δεκεμβρίου 2007,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όπως τροποποιήθηκαν από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη και τις Συνθήκες του Μάαστριχτ, του Άμστερνταμ και της Νίκαιας,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της 12ης Δεκεμβρίου 2007,

έχοντας υπόψη τη Δήλωση του Λάκεν της 15ης Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με το μέλλον της Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, η οποία υπεγράφη στη Ρώμη στις 29 Οκτωβρίου 2004,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Ιουνίου 2007 σχετικά με τον χάρτη πορείας για τη συνταγματική διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Ιουλίου 2007 σχετικά με τη σύγκληση της Διακυβερνητικής Διάσκεψης: η γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΕ) (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας (3),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Ελέγχου των Προϋπολογισμών, της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού, της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου, της Επιτροπής Αλιείας, της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας, της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και της Επιτροπής Αναφορών (A6-0145/2009),

Νέες πολιτικές

Νέοι στόχοι και οριζόντιες ρήτρες

1.

χαιρετίζει τον δεσμευτικό χαρακτήρα που προσδίδει η Συνθήκη της Λισαβόνας στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων καθώς και την αναγνώριση των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των αρχών που θεσπίζονται για όλους τους πολίτες και τους κατοίκους της ΕΕ· υπογραμμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα δεσμεύεται να διασφαλίζει τον πλήρη σεβασμό του Χάρτη·

2.

χαιρετίζει την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικής και συμμετοχικής δημοκρατίας που προκύπτει από τη θέσπιση, μεταξύ άλλων, της λεγόμενης «πρωτοβουλίας πολιτών» (άρθρο 11 της Συνθήκης ΕΕ, στο κείμενο της Συνθήκης της Λισαβόνας (ΣΕΕ)), η οποία επιτρέπει τουλάχιστον σε ένα εκατομμύριο πολίτες της Ένωσης από διάφορα κράτη μέλη να ζητήσουν από την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για μια νομική πράξη·

3.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η περιβαλλοντική προστασία απέκτησε εξέχουσα θέση σε όλες τις πολιτικές της ΕΕ και ότι γίνεται ρητή αναφορά στο άρθρο 191 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο κείμενο της Συνθήκης της Λισαβόνας (ΣΛΕΕ), για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής σε διεθνές επίπεδο· τονίζει ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να συνεχίσει να ωθεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει ηγετικό ρόλο σε όλες τις πολιτικές που σχετίζονται με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και την υπερθέρμανση του πλανήτη·

4.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η ΣΛΕΕ συνδέει την οικοδόμηση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της έννομης τάξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της (άρθρο 67 ΣΛΕΕ)·

5.

λαμβάνει, ειδικότερα, γνώση του στόχου εγκαθίδρυσης μιας άκρως ανταγωνιστικής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς, με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο, και ενός υψηλού επιπέδου προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος (άρθρο 3 παράγραφος 3 ΣΕΕ), συνδέοντας με τον τρόπο αυτόν την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς με άλλους στόχους·

6.

σημειώνει με ικανοποίηση ότι η ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών περιλήφθηκε στις αξίες (άρθρο 2 ΣΕΕ) και στους σκοπούς (άρθρο 3, παράγραφος 3, ΣΕΕ) της Ένωσης·

7.

χαιρετίζει το γεγονός ότι, σύμφωνα με το άρθρο 208, παράγραφος 1, της ΣΛΕΕ, «η πολιτική της Ένωσης στον τομέα της συνεργασίας για την ανάπτυξη και οι αντίστοιχες πολιτικές των κρατών μελών αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοενισχύονται»· ενώ, το ισχύον άρθρο 177, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ αναφέρει ότι «η πολιτική της Κοινότητας στον τομέα της συνεργασίας για την ανάπτυξη […] συμπληρώνει την πολιτική των κρατών μελών»· τονίζει την αυξημένη ευθύνη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι η Ένωση θα αποκτήσει σημαντικότερο ρόλο όσον αφορά την ανάληψη πρωτοβουλιών θέσπισης πολιτικής, οι οποίες πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του συντονισμού των χορηγών βοήθειας και του καταμερισμού της εργασίας και την αύξηση της αποτελεσματικότητας της βοήθειας για τον περιορισμό και, μακροπρόθεσμα, την εξάλειψη της φτώχειας στο πλαίσιο των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας·

8.

πιστεύει ότι η συμπερίληψη της εδαφικής συνοχής στους σκοπούς της Ένωσης (άρθρο 3 ΣΕΕ) συμπληρώνει τους σκοπούς της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, και ότι η θέσπιση νομικών βάσεων στους αντίστοιχους αυτούς τομείς θα αυξήσει την αρμοδιότητα του Κοινοβουλίου όσον αφορά την αξιολόγηση του εδαφικού αντικτύπου βασικών πολιτικών της Ένωσης· σημειώνει με ικανοποίηση ότι το ειδικό καθεστώς των εξόχως απόκεντρων περιοχών επιβεβαιώνεται στα άρθρα 349 και 355 της ΣΛΕΕ·

9.

χαιρετίζει τη θέσπιση οριζόντιων ρητρών σχετικά με ένα υψηλό επίπεδο απασχόλησης, την κοινωνική προστασία, την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, κατάρτισης και προστασίας της ανθρώπινης υγείας, την καταπολέμηση των διακρίσεων και την περιβαλλοντική προστασία, οι οποίες θα λειτουργήσουν ως γενικές αρχές στις οποίες θα βασίζεται η χάραξη πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρα 9, 10 και 11 ΣΛΕΕ)·

10.

χαιρετίζει επιπλέον την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών ως κοινό σημείο αναφοράς στο πλαίσιο χάραξης και εφαρμογής των άλλων πολιτικών της Ένωσης, καθώς αυτό το σημείο αναφοράς αποκτά τώρα σαφώς πιο εξέχουσα θέση με το άρθρο 12 της ΣΛΕΕ·

11.

χαιρετίζει τη ρήτρα περί αλληλεγγύης που περιέχεται ρητά στο άρθρο 122 της ΣΛΕΕ, βάσει της οποίας το Συμβούλιο μπορεί να θεσπίζει κατάλληλα μέτρα, εάν ανακύψουν σοβαρές δυσκολίες στον εφοδιασμό με ορισμένα προϊόντα, ιδίως στον τομέα της ενέργειας·

12.

χαιρετίζει το γεγονός ότι το άρθρο 214 της ΣΛΕΕ αναγνωρίζει την ανθρωπιστική βοήθεια ως πλήρη πολιτική της Ένωσης· θεωρεί ότι το Μέρος Πέμπτο, Τίτλος III, Κεφάλαια 1 (Αναπτυξιακή συνεργασία) και το κεφάλαιο 3 (Ανθρωπιστική βοήθεια) της ΣΛΕΕ παρέχουν σαφή νομική βάση για την αναπτυξιακή και την ανθρωπιστική βοήθεια, στην οποία εφαρμόζεται η συνήθης νομοθετική διαδικασία·

13.

χαιρετίζει, επιπλέον, την ενίσχυση της εξουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον τομέα της πολιτικής προστασίας, για την παροχή ειδικής βοήθειας και αρωγής σε περιπτώσεις καταστροφών σε τρίτες χώρες (άρθρο 214 ΣΛΕΕ)·

Νέες νομικές βάσεις

14.

υπογραμμίζει ότι η διεύρυνση της εξωτερικής δράσης της Ένωσης στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας, συμπεριλαμβανομένων νέων νομικών βάσεων και μέσων που αφορούν τομείς που σχετίζονται με την εξωτερική πολιτική (εξωτερική δράση και Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) / Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας), απαιτεί μια νέα διοργανική ισορροπία, η οποία θα εγγυάται επαρκή δημοκρατικό έλεγχο εκ μέρους του Κοινοβουλίου·

15.

χαιρετίζει το γεγονός ότι τα θέματα της ενέργειας θα καλύπτονται πλέον από έναν χωριστό Τίτλο XXI στο Μέρος Τρίτο της ΣΛΕΕ, και ότι η δράση στον εν λόγω τομέα θα αποκτήσει με τον τρόπο αυτόν νομική βάση (άρθρο 194 ΣΛΕΕ)· σημειώνει, ωστόσο, ότι, ενώ θα εφαρμόζεται κατά κανόνα η συνήθης νομοθετική διαδικασία, οι αποφάσεις σχετικά με το ενεργειακό μείγμα θα παραμείνουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, τα δε φορολογικά μέτρα στον συγκεκριμένο τομέα θα εξακολουθήσουν να απαιτούν μόνον διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

16.

σημειώνει με ικανοποίηση τις κοινές αξίες της Ένωσης για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος και χαιρετίζει τη νομική βάση που επιτρέπει τον ορισμό αρχών και προϋποθέσεων που θα διέπουν την παροχή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας (άρθρο 14 ΣΛΕΕ και πρωτόκολλο αριθ. 26 σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος)·

17.

θεωρεί ότι οι αλλαγές που θεσπίζονται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής (ΚΕΠ) (άρθρα 206 και 207 ΣΛΕΕ) συμβάλλουν γενικά στη βελτίωση της δημοκρατικής νομιμότητας και της αποδοτικότητάς της, ιδίως θεσπίζοντας τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και την απαίτηση εξασφάλισης έγκρισης για όλες τις συμφωνίες· σημειώνει ότι όλα τα θέματα που υπάγονται στην ΚΕΠ θα εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν πλέον μεικτές εμπορικές συμφωνίες, οι οποίες συνάπτονται τόσο από την Ένωση όσο και από τα κράτη μέλη·

18.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την εισαγωγή μιας διάταξης σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική διαστήματος (άρθρο 189 ΣΛΕΕ) και χαιρετίζει την ευκαιρία που παρέχεται στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο να θεσπίσουν, στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, τα αναγκαία μέτρα για την εγκαθίδρυση ενός ευρωπαϊκού προγράμματος για το διάστημα· θεωρεί, ωστόσο, ότι η φράση «αποκλειομένης οποιασδήποτε εναρμόνισης των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών στον τομέα αυτόν», που περιέχεται στο εν λόγω άρθρο μπορεί να συνεπάγεται ορισμένα εμπόδια στην εφαρμογή μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής διαστήματος·

19.

επισημαίνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας περιλαμβάνει μια νέα νομική βάση, η οποία προβλέπει διαδικασία συναπόφασης σε σχέση με τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (άρθρο 118 ΣΛΕΕ)·

20.

χαιρετίζει την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της δράσης της ΕΕ στον τομέα της πολιτικής για τη νεολαία, ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή των νέων στη δημοκρατική ζωή της Ευρώπης (άρθρο 165 ΣΛΕΕ)·

21.

χαιρετίζει τη νέα νομική βάση που θεσπίζεται στο άρθρο 298 της ΣΛΕΕ, η οποία ορίζει ότι «κατά την εκπλήρωση της αποστολής τους, τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης στηρίζονται σε ευρωπαϊκή διοίκηση ανοιχτή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη», καθώς η διάταξη αυτή παρέχει τη βάση για μια ρύθμιση που θα διέπει τη διοικητική διαδικασία της Ένωσης·

22.

χαιρετίζει την ενίσχυση της νομικής βάσης για τη θέσπιση μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της πρόληψης και της καταπολέμησης της απάτης κατά των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (άρθρο 325 ΣΛΕΕ)· επισημαίνει το γεγονός ότι στη Συνθήκη της Λισαβόνας παραλείπεται ο όρος που περιλαμβάνει το ισχύον άρθρο 280 της Συνθήκης ΕΚ ότι «τα μέτρα αυτά δεν αφορούν την εφαρμογή του εθνικού ποινικού δικαίου ούτε την απονομή της δικαιοσύνης στα κράτη μέλη»·

23.

επισημαίνει ότι οι νέες διατάξεις της Συνθήκης που αφορούν τη δικαστική συνεργασία σε αστικές και ποινικές υποθέσεις περιλαμβάνουν μια νομική βάση για τη θέσπιση μέτρων υποστήριξης της κατάρτισης των δικαστών και των άλλων λειτουργών και υπαλλήλων του τομέα απονομής της δικαιοσύνης (άρθρα 81 και 82 ΣΛΕΕ)·

24.

υπογραμμίζει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει επίσης τη δυνατότητα σύστασης Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για την καταπολέμηση των αδικημάτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης (άρθρο 86 ΣΛΕΕ)·

25.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θεσπίζει δεσμευτικές διατάξεις για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού στους σκοπούς της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 3, παράγραφος 3, εδάφιο 2 και παράγραφος 5, ΣΕΕ)·

26.

χαιρετίζει τη συμπερίληψη του τουρισμού ως νέου Τίτλου στη Συνθήκη της Λισαβόνας (άρθρο 195 ΣΛΕΕ), που προβλέπει ότι η Ένωση συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών· χαιρετίζει περαιτέρω τη διάταξη που προβλέπει ότι η έγκριση των νομοθετικών προτάσεων που εμπίπτουν στον συγκεκριμένο τίτλο θα υπάγεται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία·

27.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας περιέλαβε τον αθλητισμό μεταξύ των τομέων που προβλέπουν νομική βάση (άρθρο 165 ΣΛΕΕ)· τονίζει, ειδικότερα, ότι η Ένωση μπορεί επιτέλους να αναλάβει δράση για την ανάπτυξη του αθλητισμού και ιδίως της ευρωπαϊκής του διάστασης και μπορεί να λάβει δεόντως υπόψη τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του αθλητισμού κατά την άσκηση άλλων ευρωπαϊκών τομέων πολιτικής·

Νέες εξουσίες για το Κοινοβούλιο

Νέες εξουσίες συναπόφασης

28.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θα ενισχύσει σημαντικά τη δημοκρατική νομιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεκτείνοντας τις εξουσίες συναπόφασης του Κοινοβουλίου·

29.

χαιρετίζει το γεγονός ότι ο χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης είναι πλήρως ενσωματωμένος στη ΣΛΕΕ (άρθρα 67 έως 89), θέτοντας τυπικά τέρμα στον τρίτο πυλώνα· χαιρετίζει το γεγονός ότι οι περισσότερες αποφάσεις στον τομέα του αστικού δικαίου, των πολιτικών του ασύλου, της μετανάστευσης και των θεωρήσεων, καθώς και της δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, θα καλύπτονται από τη συνήθη νομοθετική διαδικασία·

30.

πιστεύει ότι η θέσπιση της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας στον τομέα της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ) βελτιώνει τη δημοκρατική λογοδοσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον βαθμό που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα συννομοθετεί σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο· υπογραμμίζει ότι η συναπόφαση θα εφαρμόζεται σε κάθε νομοθεσία στον τομέα της γεωργίας στο πλαίσιο του άρθρου 43, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ, και ειδικότερα στην περίπτωση των τεσσάρων κύριων οριζόντιων κειμένων στον τομέα της γεωργίας (τον ενιαίο κανονισμό για την κοινή οργάνωση αγοράς, τον κανονισμό για τις άμεσες πληρωμές, τον κανονισμό για την ανάπτυξη της υπαίθρου και τον κανονισμό για τη χρηματοδότηση της ΚΓΠ)· επισημαίνει, επιπλέον, ότι η νομοθεσία σχετικά με την ποιότητα, τη βιολογική γεωργία και την προώθηση θα εμπίπτει επίσης στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 43, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ·

31.

τονίζει ότι κάθε αρμοδιότητα του Συμβουλίου να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 43, παράγραφος 3, της ΣΛΕΕ υπόκειται στην προηγούμενη έγκριση, σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, μιας νομοθετικής πράξης σύμφωνα με το άρθρο 43, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ, το οποίο ορίζει τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς που συνοδεύουν τις αρμοδιότητες που απονέμονται στο Συμβούλιο· είναι της άποψης ότι το άρθρο 43, παράγραφος 3, της ΣΛΕΕ δεν προβλέπει νομική βάση ούτε αυτόνομη αρμοδιότητα η οποία θα επέτρεπε την έγκριση ή την τροποποίηση πράξεων του Συμβουλίου που είναι σε ισχύ επί του παρόντος στον τομέα της ΚΓΠ· καλεί το Συμβούλιο να αποφύγει τη θέσπιση μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 43, παράγραφος 3, της ΣΛΕΕ χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με το Κοινοβούλιο·

32.

σημειώνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θεσπίζει αλλαγές μεγάλης εμβέλειας στο σύστημα λήψης αποφάσεων στην κοινή αλιευτική πολιτική (ΚΑΠ) και θα αυξήσει επίσης τη δημοκρατική του ευθύνη· χαιρετίζει το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα θεσπίσουν, στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, τους αναγκαίους κανόνες για την επίτευξη των στόχων της ΚΑΠ (άρθρο 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ)· θεωρεί, εν προκειμένω, ότι, κάθε θέμα που υπάγεται επίσημα στον ετήσιο κανονισμό, εκτός από τη θέσπιση δυνατοτήτων αλίευσης και την κατανομή ποσοστώσεων, όπως τεχνικά μέτρα ή αλιευτική προσπάθεια, ή την ενσωμάτωση συμφωνιών που θεσπίσθηκαν στο πλαίσιο των περιφερειακών οργανώσεων αλιείας, οι οποίες έχουν τη δική τους νομική βάση, πρέπει να υπάγεται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία·

33.

χαιρετίζει τη θέσπιση της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας για την έγκριση λεπτομερών κανόνων για τη διαδικασία πολυμερούς εποπτείας (άρθρο 121, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ), πράγμα που αναμένεται να ενισχύσει τον οικονομικό συντονισμό·

34.

πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποκτά μεγαλύτερη ευθύνη όσον αφορά την υποχρέωση υποβολής εκθέσεων σχετικά με τη νομισματική πολιτική, καθώς η ΕΚΤ αναγνωρίζεται ως θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης· χαιρετίζει το γεγονός ότι αρκετές διατάξεις του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και της ΕΚΤ μπορούν να τροποποιηθούν κατόπιν διαβούλευσης με το Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 40, παράγραφος 2, του καταστατικού του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ· επιβεβαιώνει ότι αυτό δεν συνιστά παραβίαση της ανεξαρτησίας της ΕΚΤ στον τομέα της νομισματικής πολιτικής ή των προτεραιοτήτων που ορίζονται στη Συνθήκη·

35.

θεωρεί ότι το άρθρο 182 της ΣΛΕΕ αποτελεί βελτίωση, καθώς το πολυετές πρόγραμμα-πλαίσιο και η υλοποίηση ενός ευρωπαϊκού χώρου έρευνας, που αναφέρονται σε αυτό, θα καλύπτονται από τη συνήθη νομοθετική διαδικασία· σημειώνει, ωστόσο, ότι τα ειδικά προγράμματα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο θα θεσπισθούν μέσω ειδικής νομοθετικής διαδικασίας, πράγμα που σημαίνει απλή διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (άρθρο 182, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ)·

36.

χαιρετίζει το γεγονός ότι, όσον αφορά την υλοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων, η Συνθήκη της Λισαβόνας τοποθετεί το Κοινοβούλιο σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο αντικαθιστώντας την ισχύουσα διαδικασία σύμφωνης γνώμης με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία· θεωρεί ότι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό όσον αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία στο διάστημα μετά το 2013, καθώς ενισχύεται η διαφάνεια και αυξάνεται η λογοδοσία για τα ταμεία αυτά προς τους πολίτες·

37.

σημειώνει ότι η νομοθεσία που απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού θα υπαχθεί σε ειδική νομοθετική διαδικασία και θα απαιτεί την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (άρθρο 19 ΣΛΕΕ)·

38.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η συνήθης νομοθετική διαδικασία θα καλύπτει μέτρα για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, ιδίως γυναικών και παιδιών, και της γενετήσιας εκμετάλλευσης (άρθρα 79, παράγραφος 2, και 83, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ)·

39.

χαιρετίζει την επέκταση της λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία στον τομέα του πολιτισμού, συμπεριλαμβανομένου του αθλητισμού (άρθρο 165, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ)·

40.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η συναπόφαση θα εφαρμόζεται στο εξής στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 336 ΣΛΕΕ), στον βαθμό που αυτό θα επιτρέψει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συμμετέχει σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο στην προσαρμογή του εν λόγω κανονισμού·

Νέες δημοσιονομικές εξουσίες

41.

σημειώνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας επιφέρει σαρωτικές αλλαγές στον τομέα των οικονομικών της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά τις διοργανικές σχέσεις και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων·

42.

επισημαίνει ότι το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο πρέπει να συμφωνήσουν, εντός των ορίων των ιδίων πόρων, σχετικά με τον προγραμματισμό των δαπανών, ο οποίος καθίσταται νομικά δεσμευτικός (άρθρο 312 ΣΛΕΕ)· χαιρετίζει το γεγονός ότι ο προϋπολογισμός, στο σύνολό του, πρέπει να εγκριθεί από κοινού από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σύμφωνα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο· χαιρετίζει την κατάργηση της διάκρισης μεταξύ υποχρεωτικών και μη υποχρεωτικών δαπανών (άρθρο 314 ΣΛΕΕ)· χαιρετίζει το γεγονός ότι η έγκριση του δημοσιονομικού κανονισμού θα υπάγεται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία (άρθρο 322 ΣΛΕΕ)·

43.

παραπέμπει στο ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τις δημοσιονομικές πτυχές της Συνθήκης της Λισαβόνας (4)·

Νέα διαδικασία έγκρισης

44.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η απλοποιημένη διαδικασία αναθεώρησης σχετικά με τη θέσπιση της ειδικής πλειοψηφίας και της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας σε δεδομένο τομέα στο πλαίσιο του Τίτλου V της ΣΕΕ ή στη ΣΛΕΕ απαιτεί την έγκριση του Κοινοβουλίου·

45.

σημειώνει τη θέσπιση μιας «ρήτρας εξόδου» για τα κράτη μέλη (άρθρο 50 ΣΕΕ)· υπογραμμίζει ότι η συμφωνία που θεσπίζει τις ρυθμίσεις σχετικά με την αποχώρηση ενός κράτους μέλους από την Ένωση δεν είναι δυνατόν να συναφθεί χωρίς την έγκριση του Κοινοβουλίου·

46.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η έγκριση του Κοινοβουλίου θα απαιτείται για ευρύ φάσμα διεθνών συμφωνιών που υπογράφονται από την Ένωση· υπογραμμίζει την πρόθεσή του να ζητήσει από το Συμβούλιο, όπου αρμόζει, να μην ξεκινά διαπραγματεύσεις σχετικά με διεθνείς συμφωνίες προτού το Κοινοβούλιο δηλώσει τη θέση του και να επιτρέπει στο Κοινοβούλιο, βάσει έκθεσης της αρμόδιας επιτροπής, να εγκρίνει συστάσεις σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων, συστάσεις οι οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πριν από την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων·

47.

ζητεί να αντιμετωπίζεται συνήθως κάθε μελλοντική «μεικτή συμφωνία», η οποία συνδυάζει στοιχεία που αφορούν την ΚΕΠΠΑ και στοιχεία εκτός ΚΕΠΠΑ, σύμφωνα με μια ενιαία νομική βάση, η οποία πρέπει να είναι εκείνη που συνδέεται άμεσα με το κύριο αντικείμενο της συμφωνίας· σημειώνει ότι το Κοινοβούλιο θα έχει δικαίωμα διαβούλευσης, εκτός εάν η συμφωνία αφορά αποκλειστικά την ΚΕΠΠΑ·

Νέες εξουσίες ελέγχου

48.

χαιρετίζει το γεγονός ότι ο Πρόεδρος της Επιτροπής θα εκλέγεται από το Κοινοβούλιο, βάσει πρότασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, λαμβάνοντας υπόψη τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· παραπέμπει στο ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον αντίκτυπο της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη της θεσμικής ισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5)·

49.

χαιρετίζει το γεγονός ότι ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής/Ύπατος Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας θα υπόκειται σε ψήφο έγκρισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής, ως σώμα, καθώς και σε ψήφο δυσπιστίας, και ως εκ τούτου θα είναι υπόλογος στο Κοινοβούλιο·

50.

χαιρετίζει τη νέα διαδικασία διορισμού δικαστών και γενικών εισαγγελέων του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 255 της ΣΛΕΕ, σύμφωνα με την οποία της απόφασης των εθνικών κυβερνήσεων προηγείται γνωμοδότηση σχετικά με την επάρκεια των υποψηφίων για την άσκηση των καθηκόντων τους από επιτροπή επτά εμπειρογνωμόνων, ένας εκ των οποίων προτείνεται από το Κοινοβούλιο·

51.

υπογραμμίζει την αναγκαιότητα διαφάνειας και δημοκρατικού ελέγχου όσον αφορά τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), σύμφωνα με το άρθρο 27, παράγραφος 3, της ΣΕΕ, και υπενθυμίζει το δικαίωμα διαβούλευσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πριν από τη σύστασή της· φρονεί ότι η ΕΥΕΔ πρέπει να υπάγεται διοικητικά στην Επιτροπή·

52.

αναμένει διευκρινίσεις σχετικά με τα κριτήρια για τον διορισμό και την αξιολόγηση των ειδικών εντεταλμένων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων του καθορισμού και του σκοπού των καθηκόντων τους, της διάρκειας της εντολής τους και του συντονισμού και της συμπληρωματικότητας με τις μελλοντικές αντιπροσωπείες της Ένωσης·

53.

υπογραμμίζει την αναγκαιότητα διαφάνειας και δημοκρατικού ελέγχου όσον αφορά τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας (ΕΟΑ) και τις δραστηριότητες που αναλαμβάνει, ειδικότερα διασφαλίζοντας τακτική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Γενικού Διευθυντή του ΕΟΑ και της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου·

54.

χαιρετίζει τον νέο ρόλο διαβούλευσης που θα έχει στο πλαίσιο του άρθρου 40, παράγραφος 2, του καταστατικού του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ κατά τις αλλαγές της σύνθεσης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ·

55.

χαιρετίζει το γεγονός ότι οι ργανισμοί, και ειδικότερα η Ευρωπόλ και η Eurojust, θα υπόκεινται σε μεγαλύτερο κοινοβουλευτικό έλεγχο (άρθρα 85 και 88 ΣΛΕΕ)· πιστεύει, συνεπώς, ότι η διατήρηση της διαδικασίας διαβούλευσης για τη δημιουργία κοινών επιχειρήσεων στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης (άρθρα 187 και 188 της ΣΛΕΕ) ενδεχομένως δεν συμβιβάζεται με το πνεύμα των νομικών πράξεων της Ένωσης όσον αφορά την ίδρυση οργανισμών·

Νέα δικαιώματα ενημέρωσης

56.

καλεί τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να τηρεί το Κοινοβούλιο πλήρως ενήμερο σχετικά με την προετοιμασία των συνόδων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω συνόδων, όταν είναι δυνατόν εντός δύο εργάσιμων ημερών (εάν είναι απαραίτητο σε μια ειδική συνεδρίαση του Κοινοβουλίου)·

57.

καλεί τον Πρόεδρο της εκ περιτροπής προεδρίας του Συμβουλίου να ενημερώνει το Κοινοβούλιο σχετικά με τα προγράμματα της προεδρίας και σχετικά με τα επιτευχθέντα αποτελέσματα·

58.

καλεί τον μέλλοντα Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/ Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας να συμφωνήσει, με το Κοινοβούλιο, τις κατάλληλες διαδικασίες προκειμένου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να τηρείται πλήρως ενήμερο και να συμμετέχει σε διαβουλεύσεις σχετικά με την εξωτερική δράση της Ένωσης, εμπλέκοντας δεόντως όλες τις κοινοβουλευτικές επιτροπές οι οποίες είναι αρμόδιες για τομείς που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Ύπατου Εκπροσώπου·

59.

τονίζει ότι, όσον αφορά τη διαπραγμάτευση και τη σύναψη διεθνών συμφωνιών, η Επιτροπή θα έχει έννομη υποχρέωση να ενημερώνει το Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων σε ισότιμη βάση με την ειδική επιτροπή του Συμβουλίου, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 218 της ΣΛΕΕ· ζητεί να παρέχονται οι εν λόγω πληροφορίες στην ίδια έκταση, και ταυτόχρονα, όπως παρέχονται στην αρμόδια επιτροπή του Συμβουλίου βάσει του εν λόγω άρθρου·

Νέα δικαιώματα πρωτοβουλίας

60.

χαιρετίζει τον νέο ρόλο του Κοινοβουλίου όσον αφορά τη δρομολόγηση τροποποίησης των Συνθηκών· θα κάνει χρήση του δικαιώματος αυτού και θα προτείνει νέες ιδέες για το μέλλον της Ευρώπης, όποτε οι νέες προκλήσεις επιτάσσουν κάτι τέτοιο·

61.

χαιρετίζει το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο θα έχει δικαίωμα πρωτοβουλίας όσον αφορά προτάσεις που αφορούν τη σύνθεσή του, σεβόμενο τις αρχές που κατοχυρώνονται στις Συνθήκες (άρθρο 14 ΣΕΕ)·

62.

σημειώνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θεσπίζει ειδική νομοθετική διαδικασία για την έγκριση διατάξεων που καθορίζουν τους όρους και τις εξουσίες μη μόνιμων εξεταστικών επιτροπών (άρθρο 226 ΣΛΕΕ)·

Νέες διαδικασίες

Έλεγχος από τα εθνικά κοινοβούλια

63.

χαιρετίζει τα νέα δικαιώματα που απονέμονται στα εθνικά κοινοβούλια όσον αφορά τον προηγούμενο έλεγχο της εφαρμογής της αρχής της επικουρικότητας στο σύνολο της νομοθεσίας της Ένωσης· φρονεί ότι η ενίσχυση του ελέγχου των ευρωπαϊκών πολιτικών από τα εθνικά κοινοβούλια θα ευαισθητοποιήσει επίσης το κοινό σχετικά με τις δραστηριότητες της Ένωσης·

64.

τονίζει ότι τα νέα προνόμια των εθνικών κοινοβουλίων πρέπει να γίνουν πλήρως σεβαστά από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

65.

χαιρετίζει τη δέσμευση των τοπικών και περιφερειακών αρχών για την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας· σημειώνει το δικαίωμα προσφυγής της Επιτροπής των Περιφερειών ενώπιον του Δικαστηρίου, όταν θεωρεί ότι παραβιάζεται η αρχή της επικουρικότητας (άρθρο 8, παράγραφος 2, του πρωτοκόλλου αριθ. 2)·

Κατ' εξουσιοδότηση πράξεις

66.

εκτιμά τις βελτιώσεις που απορρέουν από τις νέες διατάξεις σχετικά με τις νομικές πράξεις και την ιεραρχία των κανόνων, και ιδίως τη δημιουργία της κατ' εξουσιοδότηση πράξης (άρθρο 290 ΣΛΕΕ), η οποία καθιστά δυνατή την ανάθεση στην Επιτροπή της εξουσίας θέσπισης μη νομοθετικών πράξεων γενικής εφαρμογής ή τροποποίησης μη ουσιωδών στοιχείων μιας νομοθετικής πράξης· επισημαίνει ότι οι στόχοι, το περιεχόμενο, το πεδίο εφαρμογής και η διάρκεια κάθε τέτοιας εξουσιοδότησης πρέπει να καθορίζονται με σαφήνεια από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στη νομοθετική πράξη·

67.

χαιρετίζει ειδικότερα τη διάταξη του άρθρου 290, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει ότι το Κοινοβούλιο (και το Συμβούλιο) έχουν το δικαίωμα να ανακαλέσουν την εξουσιοδότηση και να εκφράσουν αντιρρήσεις για επιμέρους κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις·

68.

σημειώνει ότι η ΣΛΕΕ δεν προβλέπει νομική βάση για ένα μέτρο-πλαίσιο για κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, αλλά προτείνει να συμφωνήσουν τα θεσμικά όργανα σε μια τυποποιημένη διατύπωση για τις εν λόγω εξουσιοδοτήσεις, η οποία θα μπορεί να παρεμβάλλεται από την Επιτροπή σε νομοθετικές προτάσεις· τονίζει ότι έτσι θα διαφυλαχθεί η ελευθερία του νομοθέτη·

69.

ζητεί από την Επιτροπή να διευκρινίσει με ποιον τρόπο προτίθεται να ερμηνεύσει τη δήλωση 39 που προσαρτάται στην Τελική Πράξη της Διακυβερνητικής Διάσκεψης που ενέκρινε τη Συνθήκη της Λισαβόνας, σχετικά με τη διαβούλευση με εμπειρογνώμονες στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, και πώς προτίθεται να εφαρμόσει την εν λόγω ερμηνεία, παράλληλα με τις διατάξεις σχετικά με τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που περιέχονται στη ΣΛΕΕ·

Εκτελεστικές πράξεις

70.

σημειώνει ότι καταργείται η ισχύουσα διάταξη περί εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που περιέχεται στο ισχύον άρθρο 202 της Συνθήκης ΕΚ και αντ' αυτής θεσπίζεται στο άρθρο 291 της ΣΛΕΕ μια νέα διαδικασία –«εκτελεστικές πράξεις»– η οποία προβλέπει τη δυνατότητα ανάθεσης εκτελεστικών εξουσιών στην Επιτροπή σε περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνται «ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης»·

71.

σημειώνει ότι το άρθρο 291, παράγραφος 3, της ΣΛΕΕ απαιτεί από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να θεσπίσουν, εκ των προτέρων, γενικούς κανόνες και αρχές σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους τα κράτη μέλη ελέγχουν την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή·

72.

σημειώνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας δεν περιέχει πλέον βάση για την υφιστάμενη διαδικασία επιτροπολογίας και ότι εκκρεμείς νομοθετικές προτάσεις που δεν θα εγκριθούν πριν από την έναρξη ισχύος της πρέπει να τροποποιηθούν προκειμένου να πληρούν τις προϋποθέσεις των άρθρων 290 και 291 της ΣΛΕΕ·

73.

φρονεί ότι μπορεί να βρεθεί μια ενδιάμεση λύση κατόπιν διαπραγμάτευσης με το Συμβούλιο για την αρχική περίοδο, ώστε να μην προκύψει κανένα εμπόδιο ως αποτέλεσμα του ενδεχόμενου νομικού κενού, και η νέα ρύθμιση μπορεί να θεσπισθεί από τον νομοθέτη κατόπιν δέουσας εξέτασης των προτάσεων της Επιτροπής·

Προτεραιότητες για τη μεταβατική περίοδο

74.

ζητεί από την Επιτροπή να διαβιβάσει στους συννομοθέτες όλες τις εκκρεμείς προτάσεις για τις οποίες ισχύουν νέες νομικές βάσεις και αλλαγές στις νομοθετικές διαδικασίες·

75.

επισημαίνει ότι το Κοινοβούλιο θα αποφασίσει σχετικά με τη θέση που θα υιοθετήσει όσον αφορά γνωμοδοτήσεις που έχουν ήδη εκδοθεί σε διαδικασίες διαβούλευσης επί θεμάτων τα οποία υπάγονται πλέον στη συνήθη νομοθετική διαδικασία, είτε πρόκειται περί επιβεβαίωσης της προηγούμενης θέσης του είτε περί υιοθέτησης νέας θέσης· τονίζει ότι τυχόν επιβεβαίωση γνωμοδοτήσεων ως θέσης του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ψηφοφορίας από το Κοινοβούλιο μόνον μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

76.

επιμένει στη σύναψη μιας διοργανικής συμφωνίας που θα αποκλείει την έγκριση εκκρεμών νομοθετικών προτάσεων του «τρίτου πυλώνα», οι οποίες περιλαμβάνουν μια διάσταση θεμελιωδών δικαιωμάτων, έως την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, ώστε να είναι δυνατός ο πλήρης δικαστικός έλεγχος σε σχέση με τα εν λόγω θέματα, ενώ μέτρα που δεν έχουν κανέναν, ή έχουν περιορισμένο μόνον, αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα είναι δυνατόν να εγκριθούν και πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

Προτάσεις

77.

καλεί τα άλλα θεσμικά όργανα να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη μιας διοργανικής συμφωνίας, η οποία θα καλύπτει:

α)

τους κύριους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση μετά το 2009, π.χ. με τη μορφή μιας συμφωνίας-πλαισίου μεταξύ των τριών πολιτικών θεσμικών οργάνων σχετικά με ένα πρόγραμμα εργασίας για την κοινοβουλευτική περίοδο και τη θητεία της Επιτροπής που αρχίζει το 2009·

β)

τα εκτελεστικά μέτρα που πρέπει να θεσπισθούν προκειμένου η νέα Συνθήκη να αποβεί επιτυχής για τα θεσμικά όργανα και τους πολίτες της Ένωσης γυναίκες και άνδρες·

78.

ζητεί την επικαιροποίηση της διοργανικής συμφωνίας μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία θα καθορίσει τις σχέσεις εργασίας τους όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής εμπιστευτικών πληροφοριών, βάσει των άρθρων 14 και 36 της ΣΕΕ και του άρθρου 295 της ΣΛΕΕ·

79.

ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξετάσουν το ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης με το Κοινοβούλιο μιας νέας διοργανικής συμφωνίας, η οποία θα παράσχει στο Κοινοβούλιο ουσιαστικό καθορισμό της εμπλοκής του σε κάθε στάδιο που οδηγεί στη σύναψη μιας διεθνούς συμφωνίας·

80.

ζητεί, ως αποτέλεσμα των νέων διατάξεων σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (άρθρο 312 ΣΛΕΕ) και τον δημοσιονομικό κανονισμό (άρθρο 322 ΣΛΕΕ), την επανεξέταση της διοργανικής συμφωνίας για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση·

81.

θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής πολιτικής πληροφοριών και επικοινωνίας, και θεωρεί ότι η κοινή πολιτική δήλωση των τριών θεσμικών οργάνων σχετικά με την επικοινωνία αποτελεί ένα αξιόλογο πρώτο βήμα για την επίτευξη αυτού του στόχου·

82.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει σύντομα μια πρωτοβουλία για την υλοποίηση της «πρωτοβουλίας πολιτών» θεσπίζοντας σαφείς, απλές και εύχρηστες προϋποθέσεις για την άσκηση του συγκεκριμένου ατομικού δικαιώματος· παραπέμπει στο ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 με την οποία ζητείται από την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή της πρωτοβουλίας πολιτών (6)·

83.

καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει κανονισμούς για την εφαρμογή του άρθρου 298 της ΣΛΕΕ σχετικά με τη χρηστή διοίκηση, ανταποκρινόμενη στο παλαιό αίτημα του Κοινοβουλίου και του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή για ένα κοινό σύστημα διοικητικού δικαίου που θα διέπει την ευρωπαϊκή διοίκηση·

84.

σημειώνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει τη συμπερίληψη του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης στον προϋπολογισμό της Ένωσης πράγμα το οποίο θα οδηγήσει στην ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας σημαντικού τμήματος της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της επικείμενης για το 2008/2009 επανεξέτασης στο ήμισυ της χρονικής περιόδου·

85.

συνιστά την επείγουσα επανεξέταση και ενίσχυση του καθεστώτος της Ένωσης σε διεθνείς οργανισμούς, μόλις τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας και η Ένωση διαδεχθεί τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες·

86.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συμφωνήσουν με το Κοινοβούλιο επί μιας στρατηγικής με στόχο τη διασφάλιση της συνοχής μεταξύ της θεσπιζόμενης νομοθεσίας και του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων καθώς και των κανόνων που περιέχονται στις Συνθήκες σχετικά με πολιτικές όπως η πρόληψη των διακρίσεων, η προστασία των αιτούντων άσυλο, η βελτίωση της διαφάνειας, η προστασία των δεδομένων, τα δικαιώματα των μειονοτήτων και τα δικαιώματα των θυμάτων εγκληματικών πράξεων και των υπόπτων·

87.

ζητεί από το Συμβούλιο και από την Επιτροπή να συμβάλουν στη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών και των εθνικών αρχών, ιδίως στον νομοθετικό και στον δικαστικό τομέα·

88.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να δρομολογήσουν τη θέσπιση μιας πραγματικής κοινής ενεργειακής πολιτικής με στόχο τον αποτελεσματικό συντονισμό των ενεργειακών αγορών των κρατών μελών της ΕΕ καθώς και την ανάπτυξη των αγορών αυτών, παράλληλα με την ενσωμάτωση εξωτερικών πτυχών που θα εστιάζουν στις πηγές και τις οδούς του ενεργειακού εφοδιασμού·

89.

ζητεί από το Συμβούλιο να εξετάσει, μαζί με το Κοινοβούλιο, πώς θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι διατάξεις του άρθρου 127, παράγραφος 6, της ΣΛΕΕ, οι οποίες επιτρέπουν στο Συμβούλιο να αναθέσει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ειδικά καθήκοντα «που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εξαιρέσει των ασφαλιστικών επιχειρήσεων»·

90.

επιδιώκει να προσαρμόσει την εσωτερική του οργάνωση, βελτιστοποιώντας και οργανώνοντας ορθολογικά την άσκηση των νέων αρμοδιοτήτων που του εκχωρούνται από τη Συνθήκη·

*

* *

91.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ C 125 E, 22.5.2008, σ. 215.

(2)  ΕΕ C 175 E, 10.7.2008, σ. 347.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0055.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0374.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0387.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0389.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/46


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Οι δημοσιονομικές πτυχές της Συνθήκης της Λισαβόνας

P6_TA(2009)0374

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τις δημοσιονομικές πτυχές της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2054(INI))

2010/C 212 E/09

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία υπογράφηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2007 («Συνθήκη της Λισαβόνας»),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκαν από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη και από τις Συνθήκες του Μάαστριχτ, του Άμστερνταμ και της Νίκαιας,

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία, της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 11ης Μαρτίου 2003, σχετικά με τη μεταρρύθμιση της διαδικασίας του προϋπολογισμού: δυνατές λύσεις ενόψει της αναθεώρησης των Συνθηκών (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 29ης Μαρτίου 2007, σχετικά με το μέλλον των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 8ης Ιουνίου 2005, για τις πολιτικές προκλήσεις και τα δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013 (4),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τη διαδικασία επανέναρξης των εργασιών όσον αφορά τη Συνθήκη της Λισαβόνας,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών, και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων καθώς και της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A6-0183/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ως προς τη δημοσιονομική λειτουργία της Ένωσης, ειδικότερα όσον αφορά τις διοργανικές σχέσεις και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι καθιερώνει σαφή ιεραρχία μεταξύ των βασικών πράξεων της οικονομικής και δημοσιονομικής λειτουργίας της Ένωσης, συμβάλλοντας κατ' αυτόν τον τρόπο στην αναγκαία αποσαφήνιση του συστήματος λήψης αποφάσεων,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ), το οποίο αποτελεί τον προγραμματισμό για πολλά έτη των δαπανών που αντικατοπτρίζουν τις πολιτικές προτεραιότητες της Ένωσης με οικονομικούς όρους και το οποίο ορίζει τα ανώτατα όρια των δαπανών της Ένωσης κατά τη διάρκεια καθορισμένης χρονικής περιόδου, με τη Συνθήκη της Λισαβόνας καθίσταται νομικώς δεσμευτική πράξη, η οποία στηρίζεται σε νέα ειδική νομική βάση για την έγκριση του κανονισμού που περιλαμβάνει το εν λόγω πλαίσιο,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το γεγονός ότι τα δημοσιονομικά πλαίσια δεν συμπίπτουν χρονικώς με τις κοινοβουλευτικές περιόδους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τη θητεία της Επιτροπής, έχει μέχρι στιγμής συμβάλει στην αφαίρεση από το Κοινοβούλιο τμήματος των εξουσιών του στον δημοσιονομικό τομέα, διότι συνδέεται συχνά με δημοσιονομικό πλαίσιο η διαπραγμάτευση και έγκριση του οποίου πραγματοποιήθηκε κατά την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, εάν δεν υπάρξει μεταβολή σε αυτό το χρονοδιάγραμμα, σε ορισμένες κοινοβουλευτικές περιόδους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν θα είναι δυνατή η λήψη δημοσιονομικών αποφάσεων που να δεσμεύουν το ίδιο, διότι το δημοσιονομικό πλαίσιο που θα έχουν εγκρίνει τα προηγούμενα Κοινοβούλια θα καλύπτει όλη τη διάρκεια της εντολής του νέου Κοινοβουλίου,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα υφιστάμενα ελάχιστα περιθώρια που προβλέπονται σε κάθε κατηγορία δαπανών καθώς και τα πενιχρά ποσά που διατίθενται για τους μηχανισμούς ευελιξίας καθιστούν πολύ δύσκολη την ικανοποιητική αντίδραση της Ένωσης σε απρόβλεπτες πολιτικές καταστάσεις και δημιουργούν τον κίνδυνο να χάσει η ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού το ουσιαστικό της περιεχόμενο,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η θέση σε ισχύ της Συνθήκη της Λισαβόνας υποχρεώνει τα θεσμικά όργανα που είναι αρμόδια για τη λήψη των οικονομικών και δημοσιονομικών αποφάσεων της Ένωσης να επιτύχουν συμφωνία σχετικά με τη βέλτιστη δυνατή μετάβαση στις νέες νομικές πράξεις και τις νέες διαδικασίες λήψης αποφάσεων,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, για την εύρυθμη λειτουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, ο προϋπολογισμός της ΕΕ πρέπει να αντανακλάται στον συντονισμό των δημοσιονομικών στρατηγικών των κρατών μελών,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 2008 επανέλαβε ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θεωρείται αναγκαία για να μπορέσει η διευρυμένη Ένωση να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα, δημοκρατικότερα και αποδοτικότερα, μεταξύ άλλων στον διεθνή τομέα, και ότι, για να μπορέσει να τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη στα τέλη του 2009, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τηρώντας τους σκοπούς και τους στόχους των Συνθηκών, καθόρισε συγκεκριμένη πορεία, καθώς και νομικές εγγυήσεις ως απάντηση στις ανησυχίες των ιρλανδών ψηφοφόρων,

Γενική εκτίμηση

1.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόοδο που συντελείται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας όσον αφορά τον δημοκρατικό έλεγχο και τη διαφάνεια των δημοσιονομικών της Ένωσης· επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης και προσαρμογής μηχανισμών διοργανικής συνεννόησης και μεθόδων εσωτερικής συνεργασίας προκειμένου να επιτραπεί στο Κοινοβούλιο να ασκεί πλήρως τις νέες αρμοδιότητές του·

Ίδιοι πόροι

2.

εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι, ως προς τους ιδίους πόρους της Ένωσης, τα κράτη μέλη δεν εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία ώστε να θεσπίσουν σύστημα πραγματικών ιδίων πόρων της Ένωσης, το οποίο να είναι πιο δίκαιο, πιο διαφανές και πιο εύκολα κατανοητό από τους πολίτες, και το οποίο να υπόκειται σε μια πιο δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων·

3.

εκφράζει, ειδικότερα, τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι δεν έχει σημειωθεί καθόλου πρόοδος ως προς τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου στον καθορισμό των ορίων και του τύπου των διαθέσιμων ιδίων πόρων της Ένωσης· υπενθυμίζει ότι διατηρείται η διάκριση μεταξύ της απόφασης που αφορά τα έσοδα και της απόφασης που αφορά τις δαπάνες·

4.

χαιρετίζει, εντούτοις, τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν ώστε να διασφαλιστεί η δυνατότητα έγκρισης των μέτρων εκτέλεσης της απόφασης σχετικά με τους ιδίους πόρους μέσω ειδικής νομοθετικής διαδικασίας βάσει της οποίας το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία μόνο κατόπιν έγκρισης του Κοινοβουλίου·

5.

ζητεί από το Συμβούλιο να χρησιμοποιήσει στον μέγιστο δυνατό βαθμό αυτό το σύστημα έτσι ώστε να καταστεί πιο ευέλικτη η διαδικασία λήψης αποφάσεων·

Πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

6.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την επισημοποίηση, με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, του καθεστώτος του ΠΔΠ, το οποίο καθίσταται νομικώς δεσμευτική πράξη· υπενθυμίζει ότι το ΠΔΠ καθορίζει τον προγραμματισμό των δαπανών της Ένωσης και θέτει τα ανώτατα όρια των δαπανών της Ένωσης κατά τη διάρκεια ορισμένης χρονικής περιόδου, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας·

7.

χαιρετίζει το γεγονός ότι ο κανονισμός βάσει του οποίου καθορίζεται το ΠΔΠ πρέπει να εγκρίνεται από κοινού από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μέσω ειδικής διαδικασίας·

8.

εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι στη Συνθήκη της Λισαβόνας διατηρείται η υποχρέωση του Συμβουλίου να αποφασίζει ομοφώνως για την έγκριση του ΠΔΠ, καθιστώντας δυσχερέστατη τη διαδικασία λήψης απόφασης και ευνοώντας διαπραγματεύσεις βάσει του «ελάχιστου κοινού παρονομαστή»· ενθαρρύνει ως εκ τούτου το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να χρησιμοποιήσει το ταχύτερο δυνατόν τη ρήτρα η οποία του επιτρέπει, κατόπιν ομόφωνης απόφασης, να θεσπίσει τη χρήση της ειδικής πλειοψηφίας για την έγκριση του ΠΔΠ·

9.

εκφράζει επίσης τη λύπη του διότι, στη νέα διαδικασία, το Κοινοβούλιο έχει μόνο δικαίωμα έγκρισης, και όχι πραγματικό δικαίωμα συναπόφασης· υπογραμμίζει ωστόσο ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ορίζει ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, ώστε να εγγυηθούν την τελική της επιτυχία· καλεί συνεπώς το Συμβούλιο να επιδείξει την προθυμία του, από την αρχή της διαδικασίας, για τη διεξαγωγή διαρθρωμένου πολιτικού διαλόγου με το Κοινοβούλιο, προκειμένου να ληφθούν πλήρως υπόψη οι προτεραιότητές του·

10.

διαπιστώνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει ότι το ΠΔΠ καθορίζει όχι μόνο το «ύψος» των «ετήσιων ανώτατων ορίων των πιστώσεων για αναλήψεις υποχρεώσεων ανά κατηγορία δαπανών και του ετήσιου ανώτατου ορίου των πιστώσεων για πληρωμές», αλλά και «οποιαδήποτε άλλη διάταξη χρήσιμη για την ομαλή διεξαγωγή της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού» (5)·

Διάρκεια του ΠΔΠ

11.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει τη δυνατότητα για πενταετή περίοδο δημοσιονομικού προγραμματισμού, έτσι ώστε να συμπίπτει όσο το δυνατόν περισσότερο χρονικώς (εφόσον υλοποιηθούν οι αναγκαίες προσαρμογές) με τη θητεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, όπως απαιτεί η δημοκρατική λογική· τονίζει ότι ενδέχεται να απαιτηθεί η θέσπιση ειδικών μηχανισμών προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες συγκεκριμένων πολιτικών για πιο μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές περιόδους·

12.

υποστηρίζει συνεπώς τη μετάβαση σε ένα πενταετές ΠΔΠ, αλλά γνωρίζει όμως ότι η πλήρης σύμπτωση μεταξύ του ΠΔΠ και της θητείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της θητείας της Επιτροπής είναι δυσχερής, καθώς θεωρεί ότι μια περίοδος διαπραγμάτευσης τουλάχιστον ενός έτους μπορεί να είναι αναγκαία, προκειμένου να παρέχεται η δυνατότητα σε κάθε νέο Κοινοβούλιο και σε κάθε νέα Επιτροπή να λαμβάνουν τις θεμελιώδεις αποφάσεις δημοσιονομικής πολιτικής κατά τη διάρκεια της θητείας τους·

13.

θεωρεί πολύ θετική την ένταξη του ΠΔΠ σε συνολική προσέγγιση του διοργανικού στρατηγικού προγραμματισμού –την οποία εξάλλου ενισχύει η Συνθήκη της Λισαβόνας– όπως προτείνεται στην έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων σχετικά με τη θεσμική ισορροπία (6)·

14.

υποστηρίζει την πρόταση που διατυπώνεται στην εν λόγω έκθεση, σύμφωνα με την οποία το νέο σώμα των Επιτρόπων, κατά την παρουσίαση του «προγράμματός του για την κοινοβουλευτική περίοδο», οφείλει να καταθέτει προτάσεις σχετικά με τους προσανατολισμούς του δημοσιονομικού πλαισίου τους οποίους θεωρεί αναγκαίους για την υλοποίηση των πολιτικών προτεραιοτήτων της θητείας του, προτεραιοτήτων οι οποίες, εφόσον συμφωνηθεί μεταξύ των θεσμικών οργάνων το πρόγραμμα της κοινοβουλευτικής περιόδου, θα αναπτυχθούν στη συνέχεια μέσω των προτάσεων της Επιτροπής στο ΠΔΠ·

15.

εκτιμά εξάλλου ότι, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στην Ολομέλεια και των ακροάσεων ενώπιον των κοινοβουλευτικών επιτροπών, ο υποψήφιος για την Προεδρία της Επιτροπής πρέπει να είναι εξαρχής σε θέση να προσκομίσει στοιχεία σχετικά με τις προβλεπόμενες οικονομικές συνέπειες των πολιτικών στόχων που σκοπεύει να επιδιώξει η νέα Επιτροπή·

16.

υπογραμμίζει ότι η μετάβαση σε σύστημα πενταετούς δημοσιονομικού προγραμματισμού, όπως αναφέρεται ανωτέρω, μπορεί να απαιτεί την παράταση και προσαρμογή του τρέχοντος ΠΔΠ έως και το 2016, προκειμένου το επόμενο πενταετές ΠΔΠ να τεθεί σε εφαρμογή το βραδύτερο στις αρχές του 2017 (7)· συνιστά όπως οι διαπραγματεύσεις για το επόμενο ΠΔΠ έχουν περατωθεί σε κάθε περίπτωση έως το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2016, προκειμένου να επιτραπεί για τη διαδικασία του προϋπολογισμού για το 2017 να τρέχει ήδη στο πλαίσιο των παραμέτρων του πλαισίου που θα ισχύει το 2017·

17.

ζητεί όπως οι διαπραγματεύσεις διενεργηθούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να επιτραπεί στα όργανα να σχεδιάσουν τη θέση σε ισχύ ενός νέου ΠΔΠ ήδη το 2016·

18.

θεωρεί ότι η παράταση και η προσαρμογή του τρέχοντος ΠΔΠ πρέπει να εξετασθεί όταν διενεργηθεί η επόμενη ενδιάμεση επανεξέταση το 2010·

Ευελιξία

19.

υπογραμμίζει ότι ο νομικώς δεσμευτικός χαρακτήρας του ΠΔΠ καθιστά πλέον ακόμη πιο αναγκαία την ενίσχυση της ευελιξίας, έτσι ώστε η Ένωση να δύναται να αντιδρά σε απρόβλεπτες προκλήσεις κατά τρόπο αρκετά ευέλικτο και αποτελεσματικό τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης·

20.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει την παράταση της ισχύος των ανωτάτων ορίων και των άλλων διατάξεων του εφαρμοζόμενου ΠΔΠ που αντιστοιχούν στο τελευταίο έτος, εφόσον το νέο ΠΔΠ δεν έχει εγκριθεί πριν από την εκπνοή του προηγουμένου· φρονεί ότι αυτό αποτελεί περαιτέρω επιχείρημα υπέρ της ενίσχυσης της ευελιξίας·

21.

εμμένει, υπό το πρίσμα αυτό, στην ανάγκη ενίσχυσης των μηχανισμών ευελιξίας τόσο εντός όλων των κατηγοριών, αφενός, και μέσω ειδικών μέσων ευελιξίας τα οποία να μπορούν να κινητοποιηθούν εκτός των προβλεπόμενων περιθωρίων, αφετέρου·

22.

υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή Προϋπολογισμών θα γνωμοδοτήσει για τα θέματα αυτά κατά την υιοθέτηση της έκθεσής της σχετικά με την ενδιάμεση αναθεώρηση του δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013·

Μετάβαση από τη διοργανική συμφωνία στο ΠΔΠ

23.

υπενθυμίζει την αναγκαιότητα να επιτευχθεί, εν ευθέτω χρόνω, προτού τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας, συμφωνία μεταξύ των θεσμικών οργάνων σχετικά με τον τρόπο μετάβασης από την τρέχουσα διοργανική συμφωνία σε ένα ΠΔΠ βάσει ειδικής νομοθετικής πράξης όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας· υπενθυμίζει ότι απαιτείται περίοδος οκτώ εβδομάδων για τον έλεγχο των σχεδίων νομοθετικών πράξεων από τα εθνικά κοινοβούλια·

24.

θεωρεί, στο πλαίσιο αυτό, ότι θα απαιτηθεί συμφωνία όσον αφορά το ποιες από τις διατάξεις που περιλαμβάνονται επί του παρόντος στη διοργανική συμφωνία πρέπει να μεταφερθούν στο ΠΔΠ, ποιες διατάξεις θα ενταχθούν στον μελλοντικό δημοσιονομικό κανονισμό καθώς και ποιες διατάξεις δικαιολογούν ενδεχομένως τη διατήρηση μιας διοργανικής συμφωνίας –η οποία πιθανώς θα εμπλουτιστεί με νέες διατάξεις– σχετικά με τη δημοσιονομική συνεργασία· υπενθυμίζει ότι αυτή η κατανομή των διατάξεων της τρέχουσας διοργανικής συμφωνίας πρέπει να πραγματοποιηθεί λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που προβλέπει η ίδια η Συνθήκη της Λισαβόνας·

Ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού

25.

δέχεται πολύ ευνοϊκά την κατάργηση της διάκρισης μεταξύ υποχρεωτικών δαπανών (ΥΔ) και μη υποχρεωτικών δαπανών (ΜΥΔ), η οποία παρέχει στο Κοινοβούλιο το δικαίωμα να αποφασίζει με ίσες αρμοδιότητες με το Συμβούλιο για το σύνολο των δαπανών της Ένωσης·

26.

υπογραμμίζει ότι η κατάργηση της διάκρισης μεταξύ ΥΔ και ΜΥΔ δεν αντιφάσκει με την υποχρέωση της Ένωσης να σέβεται τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις της, και εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αναγνωρίζει ότι είναι αρμοδιότητα του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής να μεριμνούν «ώστε να είναι διαθέσιμα τα αναγκαία δημοσιονομικά μέσα που επιτρέπουν στην Ένωση να πληροί τις νομικές της υποχρεώσεις έναντι τρίτων» (8)·

27.

σημειώνει ότι οι αλλαγές στην ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού πρέπει να κατατείνουν στην απλούστευση της εν λόγω διαδικασίας, καθιερώνοντας την αρχή της μίας ανάγνωσης από κάθε θεσμικό όργανο και θέτοντας σε εφαρμογή σειρά μηχανισμών για τη διευκόλυνση της συμφωνίας μεταξύ των δύο συνιστωσών της δημοσιονομικής αρχής· τονίζει ότι οι εν λόγω αλλαγές πρέπει να οδηγήσουν στη μείωση της γραφειοκρατίας·

Ο ρόλος της Επιτροπής

28.

υπογραμμίζει την ενίσχυση του ρόλου που ανατίθεται στην Επιτροπή, η οποία αποκτά δικαίωμα πρωτοβουλίας σε δημοσιονομικά θέματα και δύναται να τροποποιήσει το σχέδιο προϋπολογισμού της μέχρις ότου συγκληθεί η επιτροπή συνδιαλλαγής·

29.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι στη Συνθήκη αναγνωρίζεται επίσης ότι η Επιτροπή είναι αρμόδια να αναλαμβάνει όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για τη σύγκλιση των θέσεων του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου κατά τη διάρκεια των εργασιών της επιτροπής συνδιαλλαγής, καλώντας την έτσι να διαδραματίσει πλήρως τον διαμεσολαβητικό της ρόλο μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας·

Μια εντελώς νέα προσέγγιση

30.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η νέα διαδικασία περιλαμβάνει μία μόνο ανάγνωση του σχεδίου προϋπολογισμού σε καθένα από τα θεσμικά όργανα· υπογραμμίζει ότι η νέα διαδικασία και η μία ανάγνωση που προβλέπει δεν επιτρέπει πλέον εκ των πραγμάτων στα θεσμικά όργανα να διορθώνουν τη θέση τους κατά τη δεύτερη ανάγνωση όπως μπορούσε να συμβεί στο παρελθόν· είναι συνεπώς πεπεισμένο ότι η διαδικασία αυτή υποχρεώνει το Κοινοβούλιο να διαμορφώσει τις πολιτικές προτεραιότητές του σε πρώιμο στάδιο και να προσαρμόσει αναλόγως την προσέγγιση και την οργάνωση λειτουργίας του, ώστε να επιτρέπουν την επίτευξη του συνόλου των επιδιωκόμενων στόχων·

31.

υπενθυμίζει ότι η ανάγνωση αυτή πρέπει να επιβεβαιώνει τις πολιτικές προτεραιότητες του Κοινοβουλίου, συγχρόνως όμως πρέπει να του επιτρέπει να καταλήξει σε συμφωνία με το Συμβούλιο κατά την ολοκλήρωση των εργασιών της επιτροπής συνδιαλλαγής (ή να θέτει εκ νέου σε ψηφοφορία τις τροπολογίες του, με ευρεία πλειοψηφία, σε περίπτωση έγκρισης από το Κοινοβούλιο και απόρριψης από το Συμβούλιο του κειμένου της επιτροπής συνδιαλλαγής)·

32.

εμμένει, στο πλαίσιο αυτό, στην ανάγκη τήρησης ρεαλιστικού χρονοδιαγράμματος, παρόμοιου με αυτό που ισχύει σήμερα, ζητώντας παράλληλα την έγκαιρη επίσπευση των μηχανισμών διαβούλευσης· υπενθυμίζει, εξάλλου, ότι η καθιέρωση άτυπων μηχανισμών διαλόγου μεταξύ των θεσμικών οργάνων έχει καίρια σημασία για τη διευκόλυνση της συμφωνίας πριν από την έναρξη της διαδικασίας και, στη συνέχεια, καθ' όλη τη διάρκειά της·

33.

είναι πεπεισμένο ότι η συνθήκη της Λισαβόνας θα ενισχύσει τις εξουσίες του Κοινοβουλίου υπό τον όρο ότι το τελευταίο θα αποκτήσει τα μέσα να διαχειρίζεται αποτελεσματικά το περιορισμένο χρονοδιάγραμμα όσο και στην αυξημένη ανάγκη για προνοητικότητα που θα δημιουργήσει η νέα διαδικασία·

34.

φρονεί ότι στο μέλλον το ψήφισμα του Κοινοβουλίου που προηγείται της πρώτης συνεδρίασης συνδιαλλαγής θα αποκτήσει αυξημένη σημασία διότι θα επιτρέπει στο Κοινοβούλιο να εκθέτει επισήμως τις δημοσιονομικές του προτεραιότητες για το επόμενο οικονομικό έτος, χωρίς να το απασχολούν ζητήματα τακτικής ενόψει της θέσης του Συμβουλίου σχετικά με το σχέδιο προϋπολογισμού· εκτιμά ότι το εν λόγω ψήφισμα θα προσφέρει έτσι στα υπόλοιπα όργανα σαφή εικόνα των προτεραιοτήτων του Κοινοβουλίου πριν από τις διοργανικές διαπραγματεύσεις· προσθέτει ότι η χρονική αυτή περίοδος θα παρέχει επίσης τη δυνατότητα στο Κοινοβούλιο να καθορίσει ορισμένες αρχικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα πιλοτικά προγράμματα και τις προπαρασκευαστικές ενέργειες·

35.

υπενθυμίζει ότι αυτές οι προτεραιότητες θα είναι επίσης εξαιρετικά χρήσιμες για το Κοινοβούλιο, ως κατευθυντήριες γραμμές για την ανάγνωση του σχεδίου προϋπολογισμού αλλά και ως διαπραγματευτική εντολή για την αντιπροσωπεία του στις διαπραγματεύσεις της επιτροπής συνδιαλλαγής·

36.

εμμένει στην άποψη ότι είναι σημαντικό να διοργανώνεται τριμερής διάλογος τον Ιούλιο κάθε έτους που θα επιτρέπει σε όλα τα θεσμικά όργανα να αποκτούν σαφή εικόνα των προτεραιοτήτων των άλλων πλευρών και που θα επιτρέπει στο Κοινοβούλιο να γνωστοποιεί στα λοιπά θεσμικά όργανα το περιεχόμενο του ψηφίσματος του Ιουλίου σχετικά με το σχέδιο προϋπολογισμού·

37.

τονίζει την πολιτική χρησιμότητα της καθιέρωσης –με σεβασμό των αρμοδιοτήτων όλων των οργάνων– εις βάθος διαλόγου με τις ομόλογες επιτροπές των εθνικών κοινοβουλίων σχετικά με το σχέδιο προϋπολογισμού και τις προτεραιότητες του Κοινοβουλίου για την ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού·

Επιτροπή συνδιαλλαγής

38.

υπογραμμίζει τη σημασία που θα αποκτήσει στο μέλλον η επιτροπή συνδιαλλαγής, ως όργανο επίλυσης των πολιτικών διαφορών μεταξύ των δύο συνιστωσών της δημοσιονομικής αρχής· υπενθυμίζει ότι η εν λόγω επιτροπή θα έχει ως καθήκον την αναζήτηση, εντός 21 ημερών, συμφωνίας επί συμβιβαστικού κειμένου, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ εφόσον δεν απορριφθεί από τη δημοσιονομική αρχή· θεωρεί ότι η επιτροπή αυτή πρέπει να αποτελείται από πολιτικές προσωπικότητες που θα προέρχονται από το υψηλότερο δυνατό πολιτικό επίπεδο·

39.

εκφράζει την ικανοποίησή του διότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αναθέτει αποφασιστικό ρόλο στο Κοινοβούλιο στο τέλος της διαδικασίας· επισημαίνει πράγματι ότι:

το κείμενο της επιτροπής συνδιαλλαγής («κοινό σχέδιο») δεν δύναται να θεωρηθεί εγκριθέν εφόσον το απορρίψει το Κοινοβούλιο (με απλή πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν)·

εφόσον το κοινό σχέδιο απορριφθεί από το Συμβούλιο αλλά εγκριθεί από το Κοινοβούλιο, υπάρχει η δυνατότητα είτε να τεθεί σε εφαρμογή στην τρέχουσα μορφή του, είτε να επιβάλει το Κοινοβούλιο τις τροπολογίες που είχε εγκρίνει κατά την ανάγνωση του σχεδίου προϋπολογισμού, με ενισχυμένη πλειοψηφία (πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν συν τρία πέμπτα των ψηφισάντων)·

40.

υπογραμμίζει ότι θα ήταν επιθυμητό, η αντιπροσωπεία του Κοινοβουλίου στην επιτροπή συνδιαλλαγής να έχει επικεφαλής τον πρόεδρο της Επιτροπής Προϋπολογισμών και να περιλαμβάνει, εφόσον απαιτείται και χωρίς να αμφισβητείται ο πολιτικός χαρακτήρας της διαδικασίας επιλογής των μελών της από τις πολιτικές ομάδες, εκτός από τα μέλη της εν λόγω επιτροπής, μέλη ειδικευμένων κοινοβουλευτικών επιτροπών, σε περίπτωση που ένα συγκεκριμένο θέμα το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της πολιτικής τους υπόκειται σε διαπραγμάτευση·

41.

καλεί το Συμβούλιο να επιδιώξει το ταχύτερο δυνατόν συμφωνία με το Κοινοβούλιο σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της επιτροπής συνδιαλλαγής·

42.

θεωρεί, από την πλευρά του, ότι η επιτροπή συνδιαλλαγής πρέπει να μπορεί να συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την επίτευξη συμφωνίας, στο υψηλότερο δυνατό πολιτικό επίπεδο, ενώ των συνεδριάσεών της πρέπει να προηγείται προπαρασκευαστικός τριμερής πολιτικός διάλογος, σύμφωνα με το παραδοσιακό σύστημα· υπενθυμίζει την ανάγκη να διαθέτουν οι εκπρόσωποι του Συμβουλίου σε αυτές τις συνεδριάσεις πολιτική εντολή διαπραγμάτευσης·

43.

προτείνει οι εργασίες να προετοιμάζονται από διοργανική προπαρασκευαστική ομάδα, την οποία θα αποτελούν ο γενικός εισηγητής καθώς και εκπρόσωποι των πολιτικών ομάδων του Κοινοβουλίου και ο μόνιμος αντιπρόσωπος της χώρας που ασκεί την Προεδρία της Ένωσης, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να συνοδεύεται αυτός από εκπροσώπους των δύο άλλων Προεδριών που μετέχουν στην τρόικα·

44.

υπενθυμίζει επίσης ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να συμφωνήσουν επί της σύνθεσης της γραμματείας της εν λόγω επιτροπής, η οποία πρέπει πιθανώς να αποτελείται από αξιωματούχους των δύο σκελών της αρμόδιας επί του προϋπολογισμού αρχής και να επικουρείται από την Επιτροπή·

Θέματα γεωργικής πολιτικής

45.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η διάταξη σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή δεν δύναται να τροποποιήσει το σχέδιό της μετά τη σύγκληση της επιτροπής συνδιαλλαγής δεν επιτρέπει πλέον την προσφυγή στην παραδοσιακή διορθωτική επιστολή του φθινοπώρου προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι νεότερες προβλέψεις για τη γεωργική πολιτική και οι δημοσιονομικές τους επιπτώσεις· εκτιμά ότι, στην περίπτωση αυτή, η πιο πρόσφορη διαδικασία θα ήταν η κατάθεση από την Επιτροπή –εφόσον καταστεί αναγκαίο– ειδικού σχεδίου διορθωτικού προϋπολογισμού («γεωργικού ΔΠ») αφού ολοκληρωθεί η συλλογή των τελικών στοιχείων για τη γεωργία·

Σχέσεις με τη νομοθετική εξουσία

46.

υπογραμμίζει ότι ο παραλληλισμός μεταξύ της διεύρυνσης των δημοσιονομικών αρμοδιοτήτων του Κοινοβουλίου ώστε να καλύπτουν όλες τις δαπάνες της Ένωσης και της γενίκευσης, σχεδόν, της διαδικασίας συναπόφασης στα νομοθετικά θέματα επιτάσσει να λαμβάνεται περισσότερο υπόψη η δημοσιονομική διάσταση της νομοθετικής δραστηριότητας· θεωρεί αναγκαία, για τον σκοπό αυτόν, τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής Προϋπολογισμών και των τομεακών επιτροπών προκειμένου να ληφθεί δεόντως υπόψη ο αντίκτυπος της νομοθετικής δραστηριότητας του Κοινοβουλίου στον δημοσιονομικό τομέα, κυρίως όσον αφορά τον αντίκτυπό της στο ΠΔΠ και στον ετήσιο προϋπολογισμό· προτείνει, ενόψει αυτού, οι νομοθετικές επιτροπές διαβούλευσης σχετικά με ζητήματα που έχουν δημοσιονομικό αντίκτυπο να περιλαμβάνουν ένα μέλος της Επιτροπής Προϋπολογισμών· υπενθυμίζει, για τον σκοπό αυτό, το έργο της ομάδας εργασίας για την κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση, ιδιαίτερα όσον αφορά τις ειδικές μορφές συνεργασίας μεταξύ των κοινοβουλευτικών επιτροπών που αναφέρονται στην τρίτη ενδιάμεση έκθεση·

47.

υπενθυμίζει, άλλωστε, ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας υποχρεώνει όλα τα θεσμικά όργανα της Ένωσης να μεριμνούν για την τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας· υπενθυμίζει ότι ο εσωτερικός κανονισμός του Κοινοβουλίου προβλέπει ήδη συγκεκριμένη διαδικασία για τη διασφάλιση του σεβασμού αυτής της αρχής· θεωρεί ότι η εν λόγω διαδικασία πρέπει να καταστεί πιο λειτουργική και αποδοτική·

Δημοσιονομικός κανονισμός

48.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι ο δημοσιονομικός κανονισμός καθίσταται κανονισμός ο οποίος εγκρίνεται σύμφωνα με την τακτική νομοθετική διαδικασία (συναπόφαση) από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατόπιν γνωμοδότησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου·

49.

υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας περιέχει τις κύριες ρήτρες διάκρισης μεταξύ των διατάξεων της τρέχουσας διοργανικής συμφωνίας οι οποίες πρέπει να ενταχθούν στη μελλοντική διοργανική συμφωνία και των διατάξεων που πρέπει να ενταχθούν στο ΠΔΠ·

50.

επισημαίνει, ωστόσο, ότι ο δημοσιονομικός κανονισμός πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις διατάξεις που είναι αναγκαίες για τον καθορισμό της διαδικασίας σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης (9)· εκτιμά ότι αυτή η διατύπωση μπορεί να καλύπτει τη λειτουργία της επιτροπής συνδιαλλαγής, τον μηχανισμό ενεργοποίησης και, φυσικά, την ενημέρωση των διατάξεων του δημοσιονομικού κανονισμού που επηρεάζονται άμεσα από τις τροποποιήσεις που επιφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας (ειδικότερα, την κατάργηση της διαφοράς μεταξύ ΥΔ/ΜΥΔ, τη νέα διαδικασία συναπόφασης για τις μεταφορές πιστώσεων κ.λπ.)·

51.

θεωρεί κρίσιμο να καταλήξουν τα θεσμικά όργανα εγκαίρως σε πολιτική συμφωνία σχετικά με αυτά τα ζητήματα, προκειμένου να μπορούν να πραγματοποιηθούν γρήγορα οι αναγκαίες τροποποιήσεις του δημοσιονομικού κανονισμού σύμφωνα με τη νέα διαδικασία μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας και να προβλέψουν, εάν απαιτείται, προσωρινές συμφωνίες για τη διασφάλιση της ομαλής συνέχισης της διαδικασίας εκτέλεσης του προϋπολογισμού·

52.

καλεί την Επιτροπή να καταθέσει εν ευθέτω χρόνω πρόταση η οποία θα επιτρέπει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να συμφωνήσουν επί της εφαρμογής αυτής της διάκρισης που προβλέπεται στο άρθρο 49 ως προς το περιεχόμενο της τρέχουσας διοργανικής συμφωνίας·

53.

υποστηρίζει ότι η προαναφερθείσα προσαρμογή του δημοσιονομικού κανονισμού δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να συγχέεται με την τριετή αναθεώρηση του εν λόγω κανονισμού που προβλέπεται για το 2010·

Δημοσιονομικός αντίκτυπος των θεσμικών τροποποιήσεων και των νέων αρμοδιοτήτων της Ένωσης

54.

σημειώνει ότι η θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας θα έχει επίσης αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της Ένωσης όσον αφορά τις καινοτομίες που επιφέρει σε θεσμικό επίπεδο, ιδίως όσον αφορά την αναβάθμιση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε θεσμικό όργανο που συνοδεύεται από τη δημιουργία μόνιμης Προεδρίας, καθώς και από τη δημιουργία του αξιώματος του Υπάτου Εκπροσώπου και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, που έχει ως στόχο να συνεπικουρεί τη δράση του·

55.

επιβεβαιώνει την πρόθεσή του να ασκεί εφεξής πλήρως τις δημοσιονομικές του αρμοδιότητες και υπογραμμίζει τη σημασία της έγκαιρης επίτευξης πολιτικής συμφωνίας με το Συμβούλιο για τη χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ειδικότερα της μόνιμης Προεδρίας του, καθώς και για τη χρηματοδότηση της μελλοντικής Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης· υπογραμμίζει ότι η χρηματοδότηση της εν λόγω υπηρεσίας πρέπει να παραμείνει εξολοκλήρου υπό τον έλεγχο της αρμόδιας επί του προϋπολογισμού αρχής·

56.

επισημαίνει ότι, στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ και της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας, η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει τη θέσπιση νέων διαδικασιών για τη χορήγηση άμεσης πρόσβασης στον προϋπολογισμό της ΕΕ και τη δημιουργία ταμείου εκκίνησης από συνεισφορές των κρατών μελών· υπογραμμίζει, εντούτοις, ότι όλες οι εξωτερικές δράσεις θα πρέπει καταρχήν να χρηματοδοτούνται από κοινοτικές πιστώσεις και μόνον κατ' εξαίρεση –σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης– βάσει συνεισφορών εκτός κοινοτικού προϋπολογισμού·

57.

διαπιστώνει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θα έχει επίσης δημοσιονομικό αντίκτυπο, έστω και περιορισμένο, λόγω των νέων ειδικών αρμοδιοτήτων που αναλαμβάνει η Ένωση· δηλώνει ότι είναι πρόθυμο να αναλύσει, εν ευθέτω χρόνω, τις συγκεκριμένες συνέπειες της άσκησης αυτών των νέων αρμοδιοτήτων· φρονεί ότι η εφαρμογή των εν λόγω αρμοδιοτήτων, στο σύνολό τους, οπωσδήποτε δεν θα πραγματοποιηθεί αμέσως μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας, αλλά μάλλον σταδιακά καθώς θα καταρτίζονται οι οικείες νομοθετικές προτάσεις· θεωρεί, εντούτοις, ότι η χρηματοδότησή τους δεν πρέπει να αποβαίνει εις βάρος της χρηματοδότησης των τρεχουσών δραστηριοτήτων της Ένωσης·

Συντονισμός με τους εθνικούς προϋπολογισμούς

58.

επιθυμεί να καλέσει τα εθνικά κοινοβούλια να συμμετέχουν σε ετήσια κοινή και δημόσια συζήτηση σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές των εθνικών και κοινοτικών δημοσιονομικών πολιτικών, πριν από την εξέταση των αντίστοιχων σχεδίων προϋπολογισμού, προκειμένου να διαμορφωθεί, εξαρχής, ένα κοινό πλαίσιο μελέτης για τον συντονισμό των εθνικών πολιτικών των κρατών μελών, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη την κοινοτική συνεισφορά·

59.

επισημαίνει ότι η απόφαση σχετικά με την κατανομή των δαπανών του προϋπολογισμού της Ένωσης όσον αφορά τους πρωταρχικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσε να διευκολύνεται από την ετήσια δημοσίευση, από κάθε κράτος μέλος, των πιστώσεων στο πλαίσιο του εθνικού και, ενδεχομένως, του περιφερειακού προϋπολογισμού οι οποίοι συμβάλλουν στην υλοποίηση των εν λόγω στόχων·

*

* *

60.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 61 E, 10.3.2004, σ. 143.

(3)  ΕΕ C 27 Ε, 31.1.2008, σ. 214.

(4)  ΕΕ C 124 E, 25.5.2006, σ. 373.

(5)  Άρθρο 312, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(6)  Έκθεση της 18ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τον αντίκτυπο της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη της θεσμικής ισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Α6-0142/2009).

(7)  Σύμφωνα με το πρότυπο που περιγράφεται από αυτόν τον πίνακα της Επιτροπής Προϋπολογισμών της 26ης Φεβρουαρίου 2009 σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 (A6-0110/2009):

Έτος

2008

2009

2010

2011

2012

2013

2014

2015

2016

2017

2018

2019

προετ. προϋπολογισμού

2009

2010

2011

2012

2013

2014

2015

2016

2017

2018

2019

2020


Κοινοβουλευτική περίοδος

2004 / 2009

2009 / 2014

2014 / 2019

ΠΔΠ

Επανεξέταση 2007 / 2013

2013 / 2016

2017 / 2021

(8)  Άρθρο 323 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(9)  Σύμφωνα με το άρθρο 322, παράγραφος 1, στοιχείο α), της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να περιλαμβάνει «τους δημοσιονομικούς κανονισμούς που ρυθμίζουν ιδίως τις πρακτικές λεπτομέρειες κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού».


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/54


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Η κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας

P6_TA(2009)0384

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας

2010/C 212 E/10

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα παλαιότερα ψηφίσματά του για τη Δημοκρατία της Μολδαβίας, και ιδίως το ψήφισμα της 24ης Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με τις βουλευτικές εκλογές στη Μολδαβία (1), καθώς και τα ψηφίσματά του για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας (ΕΠΓ) και για την Περιφερειακή Συνεργασία του Εύξεινου Πόντου,

έχοντας υπόψη την τελική δήλωση και τις συστάσεις που διατύπωσε η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συνεργασίας ΕΕ-Δημοκρατίας της Μολδαβίας κατά τη συνεδρίασή της στις 22-23 Οκτωβρίου 2008,

έχοντας υπόψη το έγγραφο στρατηγικής 2004 της Επιτροπής, που περιλαμβάνει τη μελέτη χώρας για τη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας που υπογράφηκε στις 28 Νοεμβρίου 1994 ανάμεσα στη Δημοκρατία της Μολδαβίας και την ΕΕ και τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1998,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την ανατολική εταιρική σχέση (COM(2008)0823),

έχοντας υπόψη τη βοήθεια που χορήγησε η Ευρωπαϊκή Ένωση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας στο πλαίσιο του μηχανισμού της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονείας (ΕΠΓ), μεταξύ άλλων για το έργο «Εκλογική υποστήριξη προς τη Δημοκρατία της Μολδαβίας», το οποίο παρέχει χρηματοδοτική συνδρομή για την υποστήριξη ελεύθερων και δίκαιων εκλογών στη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης ΕΕ–Δημοκρατίας της Μολδαβίας στο πλαίσιο της ΕΠΓ, το οποίο εγκρίθηκε κατά την έβδομη συνεδρίαση του Συμβουλίου Συνεργασίας ΕΕ–Μολδαβίας στις 22 Φεβρουαρίου 2005, καθώς και τις ετήσιες εκθέσεις προόδου για τη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία ΕΕ–Δημοκρατίας της Μολδαβίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων, που υπογράφηκε το 2007,

έχοντας υπόψη τη δήλωση προκαταρκτικών ευρημάτων και τα συμπεράσματα της διεθνούς αποστολής εκλογικής παρατήρησης στις βουλευτικές εκλογές της Δημοκρατίας της Μολδαβίας στις 5 Απριλίου 2009 και τη μετεκλογική έκθεση της υπηρεσίας του ΟΑΣΕ για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα (ODIHR) για την περίοδο από 6 έως 17 Απριλίου 2009,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση, της 9ης Απριλίου 2009, των υπουργών εξωτερικών της Γαλλίας, της Τσεχίας και της Σουηδίας σχετικά με την κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Προεδρίας της ΕΕ, της 7ης και 8ης Απριλίου 2009, σχετικά με την κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων της 27ης-28ης Απριλίου 2009, καθώς και την ανταλλαγή απόψεων με την Προεδρία της ΕΕ επί του θέματος αυτού, που πραγματοποιήθηκε στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 28 Απριλίου 2009,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις του Javier Solana, Ύπατου Εκπροσώπου της ΕΕ για την ΚΕΠΠΑ, της 7ης και 11ης Απριλίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Benita Ferrero-Waldner, Επιτρόπου αρμόδιας για τις εξωτερικές σχέσεις, της 6ης, 7ης και 11ης Απριλίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

έχοντας υπόψη τη δήλωση της Ομάδας Χώρας του ΟΗΕ στη Δημοκρατία της Μολδαβίας, της 12ης Απριλίου 2009,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα αριθ. 1280 του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 24ης Απριλίου 2002,

έχοντας υπόψη το Μνημόνιο της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Μολδαβία, της 17ης Απριλίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Μολδαβία κατά και μετά τα γεγονότα της 7ης Απριλίου 2009,

έχοντας υπόψη την έκθεση της αντιπροσωπείας ad hoc του Κοινοβουλίου στη Μολδαβία, η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 26 έως τις 29 Απριλίου 2009,

έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας και η επικείμενη δρομολόγηση της ανατολικής εταιρικής σχέσης αναγνωρίζουν τις ευρωπαϊκές βλέψεις της Μολδαβίας και τη σημασία της ως χώρας με βαθείς ιστορικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς δεσμούς με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Β.

εκτιμώντας ότι το σχέδιο δράσης ΕΕ–Δημοκρατίας της Μολδαβίας επιδιώκει να ενθαρρύνει τις πολιτικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις στη Δημοκρατία της Μολδαβίας, μεταξύ άλλων στους τομείς της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, της ανεξάρτητης δικαιοσύνης και της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, καθώς και τις σχέσεις καλής γειτονίας,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας από τους στόχους που έχουν τεθεί για τον Ιούνιο του 2009, είναι η έναρξη διαπραγματεύσεων για τη νέα συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της Μολδαβίας και ΕΕ στο Συμβούλιο Συνεργασίας ΕΕ-Μολδαβίας,

Δ.

εκτιμώντας ότι η Δημοκρατία της Μολδαβίας είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΑΣΕ και έχει συνεπώς αναλάβει δέσμευση για τη γνήσια προώθηση της δημοκρατίας και τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων στους τομείς της πρόληψης και της καταπολέμησης των βασανιστηρίων, της κακοποίησης και άλλων μορφών βάναυσης και ταπεινωτικής μεταχείρισης,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στη Δημοκρατία της Μολδαβίας διεξήχθησαν βουλευτικές εκλογές στις 5 Απριλίου 2009, τις οποίες παρακολούθησε διεθνής αποστολή εκλογικών παρατηρητών, απαρτιζόμενη από το ΟΑΣΕ/ODIHR και εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΟΑΣΕ και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης,

ΣΤ.

εκτιμώντας ότι, κατά την προεκλογική περίοδο, εκφράστηκαν σοβαρές ανησυχίες για κυβερνητικό έλεγχο στα μέσα ενημέρωσης, εκφοβισμό και παρενόχληση των ηγετών της αντιπολίτευσης και των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης και κατάχρηση διοικητικών μέσων προς όφελος του κυβερνώντος κόμματος,

Ζ.

εκτιμώντας ότι 500 000 έως 1 εκατομμύριο Μολδαβοί ζουν στο εξωτερικό και ότι, πριν από τις εκλογές της 5ης Απριλίου 2009, στάλθηκαν στις μολδαβικές αρχές αλλά αγνοήθηκαν διάφορες εκκλήσεις υπογραμμένες από πολλές ΜΚΟ και ενώσεις της μολδαβικής διασποράς, όπως έκκληση του Φεβρουαρίου 2009 προς τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου και τον Πρωθυπουργό της Δημοκρατίας της Μολδαβίας σχετικά με μέτρα που στερούν το δικαίωμα ψήφου από τους Μολδαβούς που ζουν στο εξωτερικό· επισημαίνοντας τον πολύ μικρό αριθμό (22 000) Μολδαβών ψηφοφόρων έξω από τη Δημοκρατία της Μολδαβίας,

Η.

εκτιμώντας ότι οι de facto αρχές της αποσχισθείσας περιοχής της Υπερδνειστερίας παρεμπόδισαν τη συμμετοχή μεγάλου αριθμού Μολδαβών πολιτών στις εκλογές,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διεθνής αποστολή εκλογικών παρατηρητών κατέληξε στα προκαταρκτικά ευρήματά της ότι οι εκλογές ικανοποιούσαν πολλά διεθνή πρότυπα και δεσμεύσεις, αλλά ότι απαιτούνταν περαιτέρω βελτιώσεις ώστε νε εξασφαλισθεί εκλογική διαδικασία απαλλαγμένη από περιττές διοικητικές παρεμβάσεις και να αυξηθεί η εμπιστοσύνη του κοινού,

Ι.

εκτιμώντας ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ο Συνασπισμός 2009 κατήγγειλαν μαζικές παρατυπίες στις εκλογές της 5ης Απριλίου 2009 όσον αφορά την κατάρτιση των εκλογικών καταλόγων και των συμπληρωματικών καταλόγων και την καταμέτρηση και άθροιση των ψήφων,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ύστερα από επανακαταμέτρηση, τα τελικά αποτελέσματα των εκλογών δημοσιεύθηκαν στις 21 Απριλίου 2009 από την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή και επικυρώθηκαν από το Συνταγματικό Δικαστήριο στις 22 Απριλίου 2009,

ΙΒ.

εκτιμώντας ότι τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά τις εκλογές χαρακτηρίστηκαν από βιαιότητες και από τη μαζική εκστρατεία εκφοβισμού και βίας της μολδαβικής κυβέρνησης, δημιουργώντας αμφιβολίες όσον αφορά τη δέσμευση των μολδαβικών αρχών υπέρ των δημοκρατικών αξιών και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και για την εμπιστοσύνη του κοινού στις μολδαβικές αρχές,

ΙΓ.

εκτιμώντας ότι οι ειρηνικές διαμαρτυρίες πυροδοτήθηκαν από αμφιβολίες για την καθαρότητα των εκλογών και από δυσπιστία για τους δημόσιους θεσμικούς μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που διαχειρίστηκαν την εκλογική διαδικασία, και ότι οι αρχές εκμεταλλεύθηκαν τις λυπηρές πράξεις βίας και βανδαλισμού για να εκφοβίσουν την κοινωνία των πολιτών με βίαιη και δυσανάλογη αντίδραση και να περιορίσουν ακόμα περισσότερο τα ήδη εύθραυστα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των Μολδαβών πολιτών,

ΙΔ.

εκτιμώντας ότι γίνεται αποδεκτό πως τουλάχιστον 310 άτομα συνελήφθησαν και κρατήθηκαν, ότι ορισμένοι από τους συλληφθέντες εξακολουθούν να βρίσκονται στις φυλακές και ότι οι κρατούμενοι υπέστησαν συστηματική κακοποίηση στα αστυνομικά τμήματα, σε βαθμό που να μπορούμε να μιλάμε για βασανιστήρια,

ΙΕ.

εκτιμώντας ότι οι ξυλοδαρμοί και οι χωρίς ένταλμα συλλήψεις πολιτών από απροσδιόριστες αστυνομικές μονάδες φαίνονταν να μην έχουν στόχο τον κατευνασμό της κατάστασης αλλά να αποτελούν εσκεμμένες πράξεις καταστολής,

ΙΣΤ.

εκτιμώντας ότι εξακολουθούν να σημειώνονται στη χώρα αυτή σοβαρές παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων από τις μολδαβικές αρχές, όπως επίσης αδικαιολόγητη παρενόχληση της κοινωνίας των πολιτών και όσων διαμαρτύρονται και έλλειψη σεβασμού στο κράτος δικαίου και τις συναφείς ευρωπαϊκές συμβάσεις που έχει προσυπογράψει η Μολδαβία,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μολδαβική κυβέρνηση κατηγόρησε τη Ρουμανία για ανάμειξη στις μετεκλογικές διαδηλώσεις και απέλασε τον Ρουμάνο πρεσβευτή· ότι η μολδαβική κυβέρνηση επανέφερε επίσης την υποχρέωση θεώρησης διαβατηρίου για τους πολίτες του συγκεκριμένου κράτους μέλους της ΕΕ,

ΙΗ.

επισημαίνοντας ότι καμία σοβαρή ένδειξη ή απόδειξη δεν έχει έρθει στο φως βάσει της οποίας μπορεί να κατηγορηθεί οποιοδήποτε κράτος μέλος της ΕΕ ότι ευθύνεται για τα βίαια γεγονότα των προηγούμενων εβδομάδων,

ΙΘ.

εκτιμώντας ότι μια γνήσια και ισορροπημένη σχέση μπορεί να αναπτυχθεί μόνο στη βάση κοινών αξιών σε ό,τι αφορά, ιδιαίτερα, τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των αστικών ελευθεριών,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει να δημιουργήσει, μέσω του προγράμματός της για την ανατολική εταιρική σχέση, μεγαλύτερη σταθερότητα, καλύτερη διακυβέρνηση και οικονομική ανάπτυξη στη Μολδαβία και στις άλλες χώρες στα ανατολικά σύνορά της,

1.

υπογραμμίζει τη σημασία μιας στενότερης σχέσης μεταξύ της ΕΕ και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας και επιβεβαιώνει την ανάγκη για συνεργασία που θα συμβάλει σε μεγαλύτερη σταθερότητα, ασφάλεια και ευημερία στην ευρωπαϊκή ήπειρο, και στο να αποφευχθεί η εμφάνιση νέων διαχωριστικών γραμμών·

2.

δηλώνει εκ νέου τη δέσμευσή του υπέρ της συνέχισης ουσιαστικού και στοχοθετημένου διαλόγου με τη Δημοκρατία της Μολδαβίας, αλλά αποδίδει μεγάλη σπουδαιότητα στην υιοθέτηση ισχυρών προβλέψεων για το κράτος δικαίου και τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ενώ ταυτόχρονα τονίζει ότι η περαιτέρω εδραίωση των σχέσεων, μεταξύ άλλων με τη σύναψη νέας διευρυμένης συμφωνίας, πρέπει να εξαρτάται από την πραγματική και έκδηλη δέσμευση των μολδαβικών αρχών υπέρ της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων·

3.

υπογραμμίζει ότι η πλήρης συμμόρφωση με τα διεθνή δημοκρατικά πρότυπα πριν, κατά και μετά την εκλογική διαδικασία, έχει ύψιστη σημασία για την περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ Μολδαβίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης·

4.

καταδικάζει σθεναρά τη μαζική εκστρατεία παρενόχλησης, τις σοβαρές παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων και όλες τις άλλες έκνομες πράξεις της μολδαβικής κυβέρνησης μετά τις βουλευτικές εκλογές·

5.

προτρέπει τις μολδαβικές αρχές να σταματήσουν όλες τις παράνομες συλλήψεις και να αναπτύσσουν την κυβερνητική δράση σύμφωνα με τις διεθνείς δεσμεύσεις και υποχρεώσεις της χώρας όσον αφορά τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

6.

ανησυχεί έντονα για τις παράνομες και αυθαίρετες συλλήψεις και τις εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων των συλληφθέντων τις οποίες επισημαίνουν οι μολδαβικές ΜΚΟ, ιδίως του δικαιώματος στη ζωή, του δικαιώματος να μην υφίσταται κάποιος κακοποίηση, βάναυση ή ταπεινωτική μεταχείριση, βασανιστήρια και τιμωρίες, του δικαιώματος στην ελευθερία και την ασφάλεια, του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη και των δικαιωμάτων στην ελευθερία της συνάθροισης, του συνεταιρίζεσθαι και της έκφρασης, καθώς και για το γεγονός ότι οι καταχρήσεις αυτές συνεχίζονται·

7.

τονίζει ότι πρέπει να ξεκινήσει εθνικός διάλογος με συμμετοχή της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, στο πλαίσιο του οποίου πρέπει να καταβληθούν σοβαρές προσπάθειες για να βελτιωθούν ουσιαστικά οι δημοκρατικές διαδικασίες και η λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στη Δημοκρατία της Μολδαβίας και ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν πάραυτα οι ελλείψεις που εντόπισε στα ευρήματά της η διεθνής αποστολή εκλογικών παρατηρητών·

8.

τονίζει ωστόσο ότι οι εσωτερικές εντάσεις στη Δημοκρατία της Μολδαβίας είναι πολύ μεγάλες και, κατά συνέπεια, είναι πεπεισμένο ότι χρειάζεται επειγόντως να δημιουργηθεί διεθνής ανεξάρτητη επιτροπή έρευνας, με συμμετοχή της ΕΕ, της Επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια αμερόληπτη και διαφανής διαδικασία έρευνας·

9.

επιμένει να ασκηθεί δίωξη και να προσαχθούν στη δικαιοσύνη όσοι κριθούν υπεύθυνοι για την ωμή βία κατά των συλληφθέντων· επιμένει, επιπλέον, τα πορίσματα της εξεταστικής επιτροπής να οδηγήσουν σε πραγματική μεταρρύθμιση του νομικού συστήματος και των αστυνομικών δυνάμεων στη Δημοκρατία της Μολδαβίας·

10.

ζητεί τη διενέργεια ειδικής έρευνας για τις περιπτώσεις όσων βρήκαν τον θάνατο στα γεγονότα μετά τις εκλογές, καθώς και για τις καταγγελίες βιασμού και κακοποίησης κατά τη διάρκεια της κράτησης και συλλήψεων με πολιτικά κίνητρα, όπως των Anatol Mătăsaru και Gabriel Stati·

11.

καταδικάζει την εκστρατεία παρενόχλησης που εξαπολύθηκε από τις μολδαβικές αρχές ενάντια σε δημοσιογράφους, εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών και κόμματα της αντιπολίτευσης, και ιδίως τις συλλήψεις και εκδιώξεις δημοσιογράφων, τη διακοπή της πρόσβασης σε ιστοτόπους και τηλεοπτικούς σταθμούς, τη μετάδοση προπαγάνδας από τα κρατικά κανάλια και την άρνηση πρόσβασης των εκπροσώπων της αντιπολίτευσης στα δημόσια μέσα ενημέρωσης· θεωρεί ότι οι ενέργειες αυτές έχουν στόχο να απομονώσουν τη Δημοκρατία της Μολδαβίας από τον εγχώριο και διεθνή έλεγχο εκ μέρους των μέσων ενημέρωσης και του κοινού· αποδοκιμάζει και καταδικάζει τη συνέχιση της λογοκρισίας αυτής μέσω των επιστολών που στάλθηκαν από τον υπουργό εσωτερικών και τον υπουργό δικαιοσύνης στις ΜΚΟ, τα πολιτικά κόμματα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης κατά την περίοδο αυτή·

12.

εκφράζει την έντονη αποδοκιμασία του για την απόφαση των μολδαβικών αρχών να απελάσουν τον Ρουμάνο πρέσβη και να επαναφέρουν την υποχρέωση θεώρησης διαβατηρίων για τους πολίτες αυτού του κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης· τονίζει ότι οποιαδήποτε διάκριση εις βάρος πολιτών της ΕΕ λόγω υπηκοότητάς είναι απαράδεκτη και καλεί τις μολδαβικές αρχές να καταργήσουν εκ νέου την υποχρέωση θεώρησης διαβατηρίων για τους Ρουμάνους πολίτες·

13.

ζητεί επιμόνως ταυτόχρονα από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αναθεωρήσουν το σύστημα θεώρησης διαβατηρίων της ΕΕ για τη Δημοκρατία της Μολδαβίας για τη χαλάρωση των προϋποθέσεων χορήγησης θεώρησης στους Μολδαβούς πολίτες, και ιδίως των οικονομικών προϋποθέσεων, έτσι ώστε να καταστούν δυνατές καλύτερες ρυθμιζόμενες διευθετήσεις ταξιδίου· ελπίζει ωστόσο ότι οι Μολδαβοί πολίτες δεν θα χρησιμοποιήσουν το καλύτερο σύστημα θεωρήσεων και ταξιδίου για να εγκαταλείψουν μαζικά τη χώρα τους, αλλά θα ενθαρρυνθούν να πραγματοποιήσουν ενεργητική συνεισφορά στην περαιτέρω ανάπτυξη της πατρίδας τους·

14.

σημειώνει ότι οι ισχυρισμοί για μια χώρα της ΕΕ που αναμίχθηκε στα γεγονότα φαίνονται αβάσιμοι και δεν συζητήθηκαν ούτε επαναλήφθηκαν κατά τις συνεδριάσεις της αντιπροσωπείας ad hoc στη Δημοκρατία της Μολδαβίας·

15.

ζητεί άμεσες και ουσιαστικές αποδείξεις προς υποστήριξη οποιουδήποτε ισχυρισμού της μολδαβικής κυβέρνησης σχετικά με τις υποτιθέμενα εγκληματικές πράξεις των ατόμων που διαμαρτύρονταν και την ανάμιξη ξένων κυβερνήσεων·

16.

σημειώνει τις δηλώσεις των μολδαβικών αρχών όσον αφορά την άσκηση ποινικής δίωξης για «απόπειρα σφετερισμού της κρατικής εξουσίας την 7η Απριλίου 2009» και ελπίζει ότι η έρευνα θα διεξαχθεί με διαφάνεια και θα αποσαφηνίσει όλους τους ισχυρισμούς των μολδαβικών αρχών για ενδεχόμενη συμμετοχή μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών στα γεγονότα αυτά·

17.

θεωρεί απαράδεκτο, ενώ καταδικάζει όλες τις πράξεις βίας και βανδαλισμού, να παρουσιάζονται όλες οι διαμαρτυρίες ως αξιόποινες πράξεις και ως μια εικαζόμενη «αντισυνταγματική συνωμοσία»· πιστεύει ότι οι ειρηνικές διαμαρτυρίες πυροδοτήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από αμφιβολίες για την καθαρότητα των εκλογών, από δυσπιστία για τους δημόσιους θεσμικούς μηχανισμούς και από δυσαρέσκεια για την κοινωνική και οικονομική κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας·

18.

πιστεύει ότι ο εποικοδομητικός διάλογος με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, την κοινωνία των πολιτών και τους εκπροσώπους διεθνών οργανισμών αποτελεί τον μόνο τρόπο εξόδου από την τωρινή κατάσταση στη Δημοκρατία της Μολδαβίας·

19.

τονίζει με έμφαση ότι για τη διεξαγωγή τυχόν νέων εκλογών απαιτείται συναίνεση μεταξύ της αντιπολίτευσης και της κυβέρνησης για συγκεκριμένες βελτιώσεις της εκλογικής διαδικασίας·

20.

επαναλαμβάνει συνεπώς πόσο σημαντική είναι η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και ζητεί να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για να εξασφαλιστεί η συντακτική ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης, μεταξύ άλλων με την κατάπαυση κάθε εκφοβισμού κατά του τηλεοπτικού σταθμού ProTV και των απειλών σχετικά με την παράταση της άδειας του, καθώς και την πραγματοποίηση σημαντικών βελτιώσεων του μολδαβικού εκλογικού νόμου ως κρίσιμων στοιχείων κάθε μελλοντικής εκλογικής διαδικασίας και εδραίωσης της δημοκρατίας στη Δημοκρατία της Μολδαβίας·

21.

εκφράζει τη λύπη του διότι η μολδαβική κυβέρνηση δεν κατέβαλε προσπάθεια να διευκολύνει την συμμετοχή στην ψηφοφορία των Μολδαβών πολιτών που ζουν στο εξωτερικό, σύμφωνα με τις συστάσεις της Επιτροπής της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης· καλεί τις μολδαβικές αρχές να εγκρίνουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να γίνει αυτό δυνατό στο μέλλον·

22.

τονίζει τις σημαντικές διαφορές μεταξύ της προκαταρκτικής έκθεσης του ΟΟΣΑ/ODIHR για τη διεξαγωγή των εκλογών και των ισχυρισμών σημαντικού αριθμού μολδαβικών ΜΚΟ για εκτεταμένες παρατυπίες· επισημαίνει ότι τέτοιου είδους διαφορές θα πρέπει να ληφθούν υπόψη σε οιαδήποτε μελλοντική αναθεώρηση των δραστηριοτήτων του ΟΟΣΑ/ODIHR για την παρακολούθηση εκλογών και στη συμβολή της ΕΕ σε διεθνείς αποστολές για την παρακολούθηση εκλογών·

23.

πιστεύει ότι, για να διατηρήσει την αξιοπιστία της έναντι του λαού της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, η ΕΕ πρέπει να συμμετάσχει στη διαχείριση της σημερινής κατάστασης με προδραστικό, ουσιαστικό και ολοκληρωμένο τρόπο· ζητεί από το Συμβούλιο να εξετάσει τη δυνατότητα πραγματοποίησης αποστολής στη Δημοκρατία της Μολδαβίας για την προώθηση του κράτους δικαίου, η οποία θα επικουρεί τις αρχές επιβολής του νόμου στη διαδικασία μεταρρυθμίσεων, ιδίως του αστυνομικού και δικαστικού τομέα·

24.

υπογραμμίζει ότι το Συμβούλιο, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να αξιοποιήσουν πλήρως το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Γειτονίας και ιδίως το νέο πρόγραμμα για την ανατολική εταιρική σχέση ώστε να δημιουργηθεί μεγαλύτερη σταθερότητα, καλύτερη διακυβέρνηση και ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη στη Δημοκρατία της Μολδαβίας και στις άλλες χώρες που βρίσκονται στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ·

25.

καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι η κοινοτική χρηματοδότηση της Δημοκρατίας της Μολδαβίας στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών θα έχει μεγαλύτερη εμβέλεια, αξιοποιώντας συγκεκριμένα το ευρωπαϊκό μέσο για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις διατάξεις του μηχανισμού της ΕΓΠ· καλεί την Επιτροπή να του υποβάλει λεπτομερή έκθεση σχετικά με τη χρήση όλων των ευρωπαϊκών πιστώσεων στη Δημοκρατία της Μολδαβίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις πιστώσεις που διατίθενται για την καλή διακυβέρνηση και τη δημοκρατική ανάπτυξη·

26.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να ενισχύσουν την αποστολή του ειδικού εντεταλμένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία της Μολδαβίας, τόσο από την άποψη αρμοδιοτήτων όσο και από άποψη μέσων·

27.

επαναδιατυπώνει την υποστήριξή του για την εδαφική ακεραιότητα της Δημοκρατίας της Μολδαβίας και επισημαίνει ότι απαιτείται ευρύτερος ρόλος εκ μέρους της ΕΕ για την εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα της Υπερδνειστερίας·

28.

τονίζει και πάλι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να προσφέρει στο λαό της Δημοκρατίας της Μολδαβίας ένα πραγματικά ευρωπαϊκό μέλλον· παροτρύνει όλες τις πολιτικές δυνάμεις της Δημοκρατίας της Μολδαβίας και τους εταίρους της Μολδαβίας να μην εκμεταλλευτούν την τρέχουσα κατάσταση αστάθειας για να εκτρέψουν τη Μολδαβία από την ευρωπαϊκή πορεία της·

29.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κοινοβουλευτικές συνελεύσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΑΣΕ, καθώς και στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Μολδαβίας.


(1)  ΕΕ C 304 Ε, 1.12.2005, σ. 398.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/60


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ετήσια έκθεση 2008 σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο και τη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτόν

P6_TA(2009)0385

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο το 2008 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον συγκεκριμένο τομέα (2008/2336(INI))

2010/C 212 E/11

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη δέκατη ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα (έγγραφο του Συμβουλίου 14146/1/2008),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 3, 6, 11, 13 και 19 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα άρθρα 177 και 300 της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και όλες τις συναφείς διεθνείς πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα (1),

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών,

έχοντας υπόψη όλες τις Συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα προαιρετικά τους πρωτόκολλα,

έχοντας υπόψη τα περιφερειακά μέσα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ειδικότερα τον Αφρικανικό Χάρτη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Λαών, το Προαιρετικό Πρωτόκολλο για τα Δικαιώματα των Γυναικών στην Αφρική, την Αμερικανική Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον Αραβικό Χάρτη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας (2) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων της 27ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή,

έχοντας υπόψη την έναρξη ισχύος, την 1η Ιουλίου 2002, του Καταστατικού της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) και τα ψηφίσματά του Κοινοβουλίου σχετικά με το ΔΠΔ (3),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και το σχέδιο της ΕΕ, του 2005, για βέλτιστες πρακτικές, πρότυπα και διαδικασίες για την καταπολέμηση και την πρόληψη της εμπορίας ανθρώπων (4),

έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο αριθ. 13 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ), σχετικά με την κατάργηση της θανατικής ποινής σε όλες τις περιστάσεις,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών και το προαιρετικό της πρωτόκολλο,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5),

έχοντας υπόψη τη συμφωνία εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΚ και την αναθεώρησή της (6),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1889/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την καθιέρωση ενός χρηματοδοτικού μέσου για την προαγωγή της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παγκοσμίως (7) (το Ευρωπαϊκό μέσο για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου ή ΕΜΔΑΑ)

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του σχετικά με την πέμπτη και έβδομη σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΣΑΔ) των Ηνωμένων Εθνών (UNHRC), που εγκρίθηκαν στις 7 Ιουνίου 2007 (8) και στις 21 Φεβρουαρίου 2008 (9) αντίστοιχα, καθώς και σχετικά με την έκβαση των διαπραγματεύσεων για το UNHRC,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 14ης Φεβρουαρίου 2006, σχετικά με τη ρήτρα για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία στις συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (10),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 1ης Φεβρουαρίου 2007 (11) και της 26ης Απριλίου 2007 (12), σχετικά με την πρωτοβουλία για παγκόσμια κατάργηση της θανατικής ποινής, καθώς και το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών αριθ. 62/149 της 18ης Δεκεμβρίου 2007 για το δικαιοστάσιο ως προς τη χρήση της θανατικής ποινής,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Σεπτεμβρίου 2001, σχετικά με τους ακρωτηριασμούς των γυναικείων γεννητικών οργάνων (13), στο οποίο υπογραμμίζεται ότι οιοσδήποτε ακρωτηριασμός γυναικείων γεννητικών οργάνων, οιουδήποτε βαθμού, συνιστά πράξη βίας κατά της γυναίκας η οποία παραβιάζει κατάφωρα τα θεμελιώδη δικαιώματά της,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 6ης Σεπτεμβρίου 2007, σχετικά με τη λειτουργία των διαλόγων και των διαβουλεύσεων με τρίτες χώρες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων των γυναικών που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται ρητώς σε όλους τους διαλόγους για τα ανθρώπινα δικαιώματα (14),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την αξιολόγηση των κοινοτικών κυρώσεων στο πλαίσιο των δράσεων και των πολιτικών της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (15),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Ιανουαρίου 2008 σχετικά με μια στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού (16),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 6ης Ιουλίου 2006, σχετικά με την ελευθερία της έκφρασης στο Διαδίκτυο (17),

έχοντας υπόψη όλα τα ψηφίσματα που έχει εγκρίνει σε επείγουσες περιπτώσεις παραβιάσεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου,

έχοντας υπόψη το Φόρουμ Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με τη συμμετοχή ΜΚΟ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο πραγματοποιήθηκε στη Λισσαβόνα το Δεκέμβριο του 2007,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, η οποία υπογράφηκε από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και την πλειονότητα των κρατών μελών τους την 30ή Μαρτίου 2007 και επιβάλλει την υποχρέωση να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα και τα προβλήματα των ατόμων με αναπηρία στις παρεμβάσεις που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα έναντι τρίτων χωρών,

έχοντας υπόψη τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις παρεμβάσεις του Ειδικού Αντιπροσώπου του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη τη διεθνή σύμβαση σχετικά με την προστασία των προσώπων από τη βίαιη εξαφάνιση, η οποία εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2006,

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση της συμμόρφωσης με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο (18), για τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις και για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και για τη θανατική ποινή, τα βασανιστήρια και άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση, τους διαλόγους με τρίτες χώρες σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την προώθηση και προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, της βίας κατά των γυναικών και την καταπολέμηση κάθε μορφής διακρίσεων εις βάρος των γυναικών,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 8ης Μαΐου 2008, σχετικά με τις αποστολές εκλογικών παρατηρητών της ΕΕ: στόχοι, πρακτικές και μελλοντικές προκλήσεις (19),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ανάπτυξη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της ΕΕ (20),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 και το άρθρο 112, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0264/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα και η προστασία αυτών βασίζονται στην αναγνώριση της αξιοπρέπειας του ανθρώπου· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να υπενθυμιστεί, στο πλαίσιο αυτό, ότι η εναρκτήρια παράγραφος της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ορίζει ότι: «(…) η αναγνώριση της αξιοπρέπειας, που είναι σύμφυτη σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας, καθώς και των ίσων και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων τους αποτελεί το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο»,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η δημοκρατία και το κράτος δικαίου απορρέουν από την ουσιαστική αναγνώριση της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, και λαμβάνοντας υπόψη ότι μια τέτοια αναγνώριση αποτελεί το θεμέλιο όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δέκατη ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα το 2008, την οποία συνέταξαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή, παρέχει μια συνολική επισκόπηση των δραστηριοτήτων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το παρόν ψήφισμα έχει ως στόχο την εξέταση, την αξιολόγηση και, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, την άσκηση εποικοδομητικής κριτικής για τις δραστηριότητες της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιδόσεις ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν άμεσο αντίκτυπο στην αξιοπιστία της και στην ικανότητά της να ασκεί αποτελεσματική εξωτερική πολιτική στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες ώστε να δίνεται μεγαλύτερη προσοχή στον σεβασμό των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ειδικότερα των πολιτικών δικαιωμάτων, κατά τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή διμερών ή περιφερειακών εμπορικών συμφωνιών, ακόμη και εκείνων που συνάπτονται με σημαντικούς εμπορικούς εταίρους,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να τηρούνται οι ρήτρες σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι οποίες περιλαμβάνονται στις συμφωνίες που συνάπτονται από την ΕΕ και τις τρίτες χώρες εταίρους της τελευταίας,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που εξακολουθούν να απειλούνται σε διάφορες περιοχές του κόσμου, καθώς οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συμβαδίζουν αναπόδραστα με την προσπάθεια των υπαιτίων των παραβιάσεων να μειώσουν τον αντίκτυπο κάθε πολιτικής που τα προωθεί, κυρίως σε χώρες όπου οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη διατήρηση μη δημοκρατικών κυβερνήσεων στην εξουσία,

1.

θεωρεί ότι η ΕΕ πρέπει να προχωρήσει σε μια συνεκτική και συνεπή πολιτική για την προάσπιση και την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο και τονίζει την ανάγκη για μια αποτελεσματικότερη εφαρμογή της συγκεκριμένης πολιτικής·

2.

επαναλαμβάνει την πεποίθησή του ότι, προκειμένου να υπάρξει βελτίωση στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας της ΕΕ (ΚΕΠΠΑ) πρέπει να ενισχυθεί και ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι εφαρμόζεται αυστηρά η προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως βασικού στόχου της ΚΕΠΠΑ, όπως περιγράφεται στο άρθρο 11 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο των διαλόγων και των θεσμικών σχέσεων της ΕΕ με όλες τις χώρες του πλανήτη·

3.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να καταβάλουν εντονότερες προσπάθειες για τη βελτίωση της ικανότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιδρά ταχέως στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τρίτες χώρες· υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον σημερινό κόσμο και την αύξηση των προσδοκιών του στον συγκεκριμένο τομέα· ζητεί να διατηρηθεί μια κοινή πολιτική εκ μέρους της ΕΕ στον τομέα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τόσο στο πλαίσιο της εξωτερική πολιτικής της όσο και εντός των συνόρων της·

4.

ζητεί να δοθεί μέγιστη προσοχή στην τήρηση της ρήτρας για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις συμφωνίες που συνάπτει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τρίτες χώρες, καθώς και στη συστηματική συμπερίληψη της εν λόγω ρήτρας σε μεταγενέστερες συμφωνίες· υπενθυμίζει ότι η ρήτρα για τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει, δεδομένου ότι αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο, να εφαρμόζεται στο σύνολο των διατάξεων των εν λόγω συμφωνιών· επαναλαμβάνει ότι αυτή η ρήτρα πρέπει να συνοδεύεται συστηματικά από έναν πραγματικό μηχανισμό εφαρμογής·

Η ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα το 2008

5.

υπογραμμίζει τη σημασία της ετήσιας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα ως προς την ανάλυση και την αξιολόγηση της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και αναγνωρίζει ότι οι δραστηριότητες των θεσμικών οργάνων της ΕΕ στον συγκεκριμένο τομέα καταδεικνύουν θετική πρόοδο·

6.

επαναλαμβάνει ότι πρέπει να παρασχεθεί περισσότερη και καλύτερη ενημέρωση για την αξιολόγηση των πολιτικών και ότι πρέπει να προταθούν στοιχεία και κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της γενικής προσέγγισης, την ελαχιστοποίηση των ενδεχόμενων αντιφάσεών της καθώς και για την προσαρμογή των πολιτικών προτεραιοτήτων ανά χώρα· επαναλαμβάνει το αίτημά του να διενεργείται συστηματική περιοδική αξιολόγηση της εφαρμογής και των αποτελεσμάτων των πολιτικών, των μέσων και των πρωτοβουλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε τρίτες χώρες· καλεί δε το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αναπτύξουν συγκεκριμένους μετρήσιμους δείκτες και σημεία αναφοράς προκειμένου να μετράται η αποτελεσματικότητα των συγκεκριμένων πολιτικών·

7.

χαιρετίζει τη δημόσια παρουσίαση της έκθεσης του 2008 από το Συμβούλιο και την Επιτροπή στη συνεδρίαση της Υποεπιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Νοεμβρίου 2008, η οποία συνέπεσε με την 60ή επέτειο της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 10ης Δεκεμβρίου 1948, καθώς και την παρουσίασή της στην ολομέλεια την ίδια ημέρα με την απονομή του ετήσιου βραβείου Ζαχάρωφ για την ελευθερία της σκέψης στον κινέζο Hu Jia·

8.

καλεί για μία ακόμη φορά το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προσδιορίσουν τις «χώρες που προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία», στις οποίες η προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται ιδιαίτερα δύσκολα, καθώς και τις χώρες στις οποίες παραβιάζονται ανθρώπινα δικαιώματα, και, για τον σκοπό αυτό, να αναπτύξουν κριτήρια για την αξιολόγηση των χωρών ως προς τις επιδόσεις τους στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρέχοντας, με τον τρόπο αυτό, τη δυνατότητα θέσπισης προτεραιοτήτων στον πολιτικό τομέα·

9.

ζητεί από το Συμβούλιο και από την Επιτροπή να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για τη διάδοση και τη γνωστοποίηση της ετήσιας έκθεσής τους σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα σε ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο κοινό· ζητεί, επίσης, την πραγματοποίηση εκστρατειών ενημέρωσης του κοινού, με στόχο τη μεγαλύτερη προβολή του ρόλου της ΕΕ στον συγκεκριμένο τομέα·

10.

ζητεί από το Συμβούλιο και από την Επιτροπή να πραγματοποιούν περιοδικές μελέτες για την ανάλυση του αντικτύπου και της πληροφόρησης της κοινωνίας σχετικά με τις δράσεις της Ένωσης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

11.

θεωρεί ότι η έκθεση καταδεικνύει ότι, παρά τη διενέργεια ερευνών σε διάφορα κράτη μέλη, η ΕΕ δεν έχει προβεί σε αξιολόγηση των πρακτικών των κρατών μελών όσον αφορά την πολιτική της κυβέρνησης των ΗΠΑ υπό την προεδρία του George Bush στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας·

12.

σύμφωνα με το ψήφισμα που εγκρίθηκε ομόφωνα από το Κογκρέσο του Περού τον Απρίλιο 2008, καλεί το Συμβούλιο να προβλέψει τη συμπερίληψη του επαναστατικού κινήματος του Túpac Amaru (Movimiento Revolucionario Túpac Amaru (MRTA)) στον ευρωπαϊκό κατάλογο τρομοκρατικών οργανώσεων·

13.

επισημαίνει ότι, για ένα μεγάλο μέρος της παγκόσμιας κοινής γνώμης, οι μεταναστευτικές πολιτικές συνιστούν πρόκληση για την αξιοπιστία της εξωτερικής δράσης της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Παρεμβάσεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε διεθνή φόρα

14.

θεωρεί ότι η ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της γραμματείας ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Συμβουλίου θα δώσει τη δυνατότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση να ενισχύσει περισσότερο την εικόνα της σε ό,τι αφορά την προώθηση και τη διασφάλιση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο της εξωτερικής της πολιτικής· αναμένει ότι ο μελλοντικός διορισμός Ύπατου Εκπροσώπου για τις εξωτερικές υποθέσεις και την πολιτική ασφάλειας, που θα είναι και Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, θα ενισχύσει σημαντικά τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα της ΕΕ στον εν λόγω τομέα εφόσον τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας·

15.

θεωρεί ότι είναι αναγκαίο, δεδομένης της σημασίας των ζητημάτων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε συγκρουσιακές και μετασυγκρουσιακές καταστάσεις, όλοι οι ειδικοί εντεταλμένοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχουν στο μέλλον εντολή που να αναφέρει ρητά την προώθηση και τη διασφάλιση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

16.

επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και τις τρίτες χώρες με τις οποίες διεξάγονται διαπραγματεύσεις για τη μελλοντική τους προσχώρηση ή για την ενίσχυση των σχέσεων, να υπογράψουν και να κυρώσουν όλες τις βασικές συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης και τα προαιρετικά τους πρωτόκολλα και να συνεργαστούν με τις διεθνείς διαδικασίες και τους διεθνείς μηχανισμούς στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· ζητεί συγκεκριμένα τη σύναψη μιας συμφωνίας-πλαίσιο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες με στόχο την προώθηση της κύρωσης και της εφαρμογής των Συμβάσεων των Ηνωμένων Εθνών από όλα τα κράτη μέλη·

17.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν τις εντατικές τους προσπάθειες για την προώθηση της οικουμενικής κύρωσης του Καταστατικού της Ρώμης και της έγκρισης της προαπαιτούμενης εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής, σύμφωνα με την κοινή θέση αριθ. 2003/444/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2003, σχετικά με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (21) (ΔΠΔ) και το σχέδιο δράσης του 2004 σε συνέχεια αυτής της κοινής θέσης· ζητεί την επέκταση αυτών των προσπαθειών, ώστε να περιλαμβάνουν την κύρωση και εφαρμογή της συμφωνίας για τα προνόμια και τις ασυλίες του ΔΠΔ, η οποία είναι σημαντικό επιχειρησιακό μέσο για το ΔΠΔ· χαιρετίζει το γεγονός ότι οι κυρώσεις του Καταστατικού της Ρώμης από τη Μαδαγασκάρη, τις Νήσους Κουκ και το Σουρινάμ το 2008 αύξησαν τον συνολικό αριθμό των συμβαλλόμενων κρατών στα 108 τον Ιούλιο του 2008· απαιτεί από την Τσεχική Δημοκρατία, τη μόνη χώρα της ΕΕ που δεν έχει επικυρώσει ακόμα το Καταστατικό της Ρώμης να το πράξει επιτέλους χωρίς άλλη καθυστέρηση (22)· παροτρύνει τη Ρουμανία να ακυρώσει τη διμερή συμφωνία περί ασυλίας που έχει υπογράψει με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής·

18.

καλεί όλες τις Προεδρίες της ΕΕ να εγείρουν το θέμα της σημασίας της συνεργασίας με το ΔΠΔ σε όλες τις διασκέψεις κορυφής και τους διαλόγους της ΕΕ με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένων της διάσκεψης κορυφής ΕΕ-Ρωσίας και των διαλόγων ΕΕ-Κίνας, και προτρέπει όλα τα κράτη μέλη να εντείνουν τη συνεργασία τους με το ΔΠΔ και να συνάψουν διμερείς συμφωνίες σχετικά με την εκτέλεση των ποινών και την προστασία μαρτύρων και θυμάτων· αναγνωρίζει επίσης τη συμφωνία συνεργασίας και συνδρομής μεταξύ της ΕΕ και του ΔΠΔ και καλεί, επί αυτής της βάσης, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη αυτής να παρέχουν στο ΔΠΔ κάθε αναγκαία συνδρομή, συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής βοήθειας, στις εν εξελίξει υποθέσεις· σε αυτό το πλαίσιο, εκφράζει την ικανοποίησή του για τη συνδρομή του Βελγίου και της Πορτογαλίας στη σύλληψη του Jean-Pierre Bemba και την προσαγωγή του ενώπιον του ΔΠΔ τον Μάιο του 2008·

19.

ζητεί την άμεση κύρωση, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της, της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία· εμμένει στη θέση ότι το προαιρετικό πρωτόκολλο της εν λόγω σύμβασης πρέπει να θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της και, ως εκ τούτου, ζητεί την ταυτόχρονη προσχώρηση στη Σύμβαση και το Πρωτόκολλο (23)·

20.

τονίζει την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης της ενεργού εμπλοκής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της σε θέματα που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας σε ποικίλα διεθνή φόρα το 2009, μεταξύ άλλων στις εργασίες του ΣΑΔ των Ηνωμένων Εθνών, στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, στο Υπουργικό Συμβούλιο του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) και στο Συμβούλιο της Ευρώπης·

21.

χαιρετίζει τη Συνδιάσκεψη για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που χρηματοδοτήθηκε μέσω του ευρωπαϊκού μέσου για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου (ΕΜΔΔΑ) και πραγματοποιήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 7-8 Οκτωβρίου 2008, ως μείζονα διοργανική πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής, και των Ηνωμένων Εθνών για τον εορτασμό της 60ής επετείου της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

22.

χαιρετίζει τη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης στο πλαίσιο του μνημονίου συνεννόησης που υπογράφηκε τον Μάιο 2007· χαιρετίζει το γεγονός της διεξαγωγής τετραμερών συναντήσεων στις 23 Οκτωβρίου 2007 και στις 10 Μαρτίου 2008 μεταξύ της Προεδρίας της ΕΕ, της Επιτροπής, του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Προέδρου της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης· επαναβεβαιώνει τη σημασία της προώθησης της συνεργασίας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου και της πλουραλιστικής δημοκρατίας, που αποτελούν κοινές αξίες τόσο των δύο αυτών οργανισμών όσο και όλων των κρατών μελών της ΕΕ·

23.

χαιρετίζει τη συμφωνία που υπογράφηκε στις 18 Ιουνίου 2008 μεταξύ της Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρώπης όσον αφορά τη συνεργασία στο πλαίσιο του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ· τονίζει ότι η συμφωνία αυτή περιλαμβάνει διατάξεις για τη διοργάνωση τακτικών συνεδριάσεων, ανταλλαγή πληροφοριών και συντονισμό των δραστηριοτήτων·

24.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η Σύμβαση για τα πυρομαχικά διασποράς εγκρίθηκε από τη Διπλωματική Συνδιάσκεψη του Δουβλίνου, η οποία έλαβε χώρα από τις 19 έως τις 30 Μαΐου 2008· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι δεν υπέγραψαν όλα τα κράτη μέλη την εν λόγω σύμβαση στη διάσκεψη υπογραφής στο Όσλο στις 3 Δεκεμβρίου 2008, και τους ζητεί να το πράξουν το συντομότερο δυνατό (24)· επισημαίνει ότι η Σύμβαση επιβάλλει την άμεση και άνευ όρων απαγόρευση όλων των πυρομαχικών διασποράς τα οποία προκαλούν απαράδεκτες βλάβες στους πολίτες·

25.

εκφράζει την ικανοποίησή του για τη συνεργασία της Σερβίας στη σύλληψη και τη μεταγωγή του Radovan Karadžić στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔΓ)· σημειώνει με ανησυχία το γεγονός ότι οι Ratko Mladić και Goran Hadžić παραμένουν ελεύθεροι και δεν έχουν προσαχθεί ακόμη ενώπιον του ΔΠΔΓ· καλεί, στο πλαίσιο αυτό, τις σερβικές αρχές να διασφαλίσουν πλήρη συνεργασία με το ΔΠΔΓ, γεγονός που αναμένεται ότι θα οδηγήσει στη σύλληψη και τη μεταγωγή όλων των υπολοίπων κατηγορουμένων, έτσι ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την κύρωση της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης·

26.

προτρέπει όλα τα κράτη μέλη να συνεργάζονται πλήρως στο πλαίσιο των μηχανισμών της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης, ειδικότερα σε ό,τι αφορά την προσαγωγή φυγόδικων στη δικαιοσύνη· σημειώνει με μεγάλη ανησυχία την επίμονη άρνηση του Σουδάν να συλλάβει και να προσαγάγει στο ΔΠΔ τους Ahmad Muhammad Harun («Ahmad Harun») και Ali Muhammad Ali Abd-Al-Rahman («Ali Kushayb»), παραβαίνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο τις υποχρεώσεις του βάσει της απόφασης 1593 (2005) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ· καταδικάζει δριμύτατα τα αντίποινα του Σουδάν μετά την έκδοση εντάλματος σύλληψης από το ΔΠΔ εις βάρος του Προέδρου al-Bashir, και εκφράζει βαθύτατη ανησυχία για τις πρόσφατες ενέργειες καταστολής εναντίον υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία κατέληξε, τον Ιούνιο του 2008, στη σύλληψη του Mohammed el-Sari και στην καταδίκη του σε κάθειρξη 17 ετών επειδή συνεργάστηκε με το ΔΠΔ· χαιρετίζει την απελευθέρωση του Hassan al-Turabi, ηγέτη του βασικού κόμματος της αντιπολίτευσης, του Λαϊκού Κόμματος του Κογκρέσου, μετά από δύο μήνες κράτησης για δήλωσή του με την οποία καλούσε τον πρόεδρο al-Bashir να αναλάβει την πολιτική ευθύνη των εγκλημάτων που διεπράχθησαν στο Νταρφούρ· τέλος, υπενθυμίζει το ψήφισμά του της 22ας Μαΐου 2008 σχετικά με το Σουδάν και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (25), και καλεί εκ νέου τις Προεδρίες της ΕΕ και τα κράτη μέλη να τηρήσουν και κάνουν πράξη τον λόγο τους, όπως διατυπώθηκε στη δήλωση της ΕΕ του Μαρτίου του 2008, και στα συμπεράσματα του Συμβουλίου για το Σουδάν του Ιουνίου 2008, σύμφωνα με τα οποία «[το Συμβούλιο] είναι πρόθυμο να εξετάσει ενδεχόμενα μέτρα κατά των υπευθύνων της μη συνεργασίας με το ΔΠΔ, σε περίπτωση που θα εξακολουθήσει να παραβλέπεται η υποχρέωση συνεργασίας με το ΔΠΔ η οποία έχει επιβληθεί με την απόφαση αριθ. 1593 του ΣΑΗΕ»·

27.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την έναρξη, στις 26 Ιανουαρίου 2009, της πρώτης δίκης ενώπιον του ΔΠΔ κατά του Thomas Lubanga της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ) και επισημαίνει ότι αποτελεί την πρώτη δίκη στην ιστορία του διεθνούς ποινικού δικαίου με ενεργό συμμετοχή των θυμάτων στις διαδικασίες· παροτρύνει, σε αυτό το πλαίσιο, το ΔΠΔ να εντείνει τις προσπάθειες ευαισθητοποίησης που καταβάλλει προκειμένου να εξασφαλίσει την εποικοδομητική συνεργασία με το ΔΠΔ εκ μέρους κοινοτήτων εντός των χωρών που βρίσκονται σε κρίση, με στόχο την προώθηση της εμπέδωσης και της στήριξης της εντολής του Δικαστηρίου, τη διαχείριση των σχετικών προσδοκιών και τη διευκόλυνση των εν λόγω κοινοτήτων ως προς την παρακολούθηση και την κατανόηση των διαδικασιών της διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη συνεργασία της ΛΔΚ στη μεταγωγή των Thomas Lubanga, Germain Katanga και Mathieu Ngudjolo στο ΔΠΔ· εκφράζει, εντούτοις, τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη εκτελεστεί το ένταλμα του ΔΠΔ για τη σύλληψη του Bosco Ntaganda, και καλεί το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων να ζητήσει στις προσεχείς συνόδους του την άμεση σύλληψη και προσαγωγή του Bosco Ntaganda στο ΔΠΔ· σημειώνει με ανησυχία ότι η ήδη ρευστή κατάσταση που επικρατεί στη ΛΔΚ αποσταθεροποιήθηκε προσφάτως ακόμη περισσότερο από τις νέες επιθέσεις του Lord's Resistance Army (LRA) μεταξύ της 24ης Δεκεμβρίου 2008 και της 13ης Ιανουαρίου 2009, κατά τις οποίες κατασφαγιάστηκαν τουλάχιστον 620 άμαχοι πολίτες και απήχθησαν περισσότερα από 160 παιδιά στα βόρεια της ΛΔΚ· τονίζει, ως εκ τούτου, την ανάγκη να συλληφθούν επειγόντως οι αρχηγοί του LRA, όπως ζητείται στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την απαγγελία κατηγοριών εναντίον του Joseph Kony και την προσαγωγή του σε δίκη ενώπιον του ΔΠΔ (26)· σημειώνει με ανησυχία το γεγονός ότι δεν έχουν ακόμη εκτελεστεί τα εντάλματα του ΔΠΔ για τη σύλληψη τεσσάρων μελών του Lord's Resistance Army στην Ουγκάντα·

28.

σημειώνει με ικανοποίηση τις πρώτες ευοίωνες δηλώσεις της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ για το ΔΠΑ, με τις οποίες αναγνωρίζει ότι το ΔΠΔ «επιδιώκει να καταστεί ένα σημαντικό και αξιόπιστο όργανο στο πλαίσιο των προσπαθειών για την προσαγωγή στη δικαιοσύνη της ανώτερης ηγεσίας που ευθύνεται για τις βιαιοπραγίες που διεπράχθησαν στο Κονγκό, την Ουγκάντα και το Νταρφούρ» (27), και καλεί τις ΗΠΑ να επαναφέρουν την υπογραφή τους και να συνεργαστούν περαιτέρω με το ΔΠΔ, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη συνεργασία τους σε καταστάσεις που συνιστούν αντικείμενο διερεύνησης ή προκαταρκτικής ανάλυσης από το ΔΠΔ·

29.

επικροτεί εκ νέου την έγκριση, από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, της διακήρυξης για τα δικαιώματα των αυτοχθόνων λαών, η οποία θα δημιουργήσει ένα πλαίσιο εντός του οποίου τα κράτη θα μπορούν να προστατεύουν και να προάγουν τα δικαιώματα των αυτοχθόνων πληθυσμών χωρίς αποκλεισμούς ή διακρίσεις· προτρέπει, συνεπώς, την Επιτροπή να παρακολουθήσει την εφαρμογή της διακήρυξης, κυρίως μέσω του ευρωπαϊκού μέσου για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου (ΕΜΔΔΑ), καλώντας ταυτόχρονα όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν επειγόντως τη Σύμβαση 169 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) σχετικά με τους αυτόχθονες πληθυσμούς και τις φυλές, που στηρίζει τις αρχές που ορίζονται στην εν λόγω διακήρυξη με νομικά δεσμευτικά μέσα· χαιρετίζει, ωστόσο, τις δραστηριότητες της Επιτροπής που επικεντρώνονται στους αυτόχθονες λαούς και χαιρετίζει το έργο με τίτλο «Προώθηση των δικαιωμάτων των αυτοχθόνων πληθυσμών και των φυλών μέσω νομικών συμβουλών, ανάπτυξης ικανοτήτων και διαλόγου» που υλοποιείται ως έργο κοινής διαχείρισης της Επιτροπής και της ΔΟΕ· επισημαίνει ότι, είκοσι σχεδόν χρόνια μετά την έναρξη ισχύος της Σύμβασης της ΔΟΕ, μόνο τρία κράτη μέλη την έχουν κυρώσει, και συγκεκριμένα η Δανία, η Ολλανδία και η Ισπανία· ενθαρρύνει, για τον λόγο αυτό, πρωτοβουλίες για την αύξηση της ευαισθητοποίησης για αυτό το σημαντικό νομοθετικό μέσο και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς του σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσω της διασφάλισης της κύρωσής του από όλα τα κράτη μέλη·

30.

επαναλαμβάνει για μία ακόμη φορά την έκκλησή του για τη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής πλαισίου για τους Ρομά, δεδομένης της ιδιαίτερης κοινωνικής κατάστασης των κοινοτήτων Ρομά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στις υποψήφιες χώρες και στις χώρες που συμμετέχουν στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης· σημειώνει με ικανοποίηση την πρώτη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ρομά της Επιτροπής που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο 2008 υπό την αιγίδα του Προέδρου της Επιτροπής και της γαλλικής Προεδρίας, με στόχο την προώθηση μιας πάγιας δέσμευσης για την αντιμετώπιση των απτών προβλημάτων και τη θέσπιση μηχανισμών που θα εξασφαλίσουν την καλύτερη κατανόηση της κατάστασης των Ρομά ανά την Ευρώπη·

31.

επιδοκιμάζει την συναίνεση που επιτεύχθηκε στην αναθεωρητική διάσκεψη του Durban σχετικά με έγγραφο αποτελεσμάτων στις 21 Απριλίου 2009 ως συνέχεια της Παγκόσμιας Διάσκεψης των ΗΕ κατά του ρατσισμού, που μεταξύ άλλων προστατεύει πλήρως το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης όπως έχει καθοριστεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, επιβεβαιώνει και ενισχύει το αίτημα για την προστασία των δικαιωμάτων των μεταναστών, και αναγνωρίζει πολλαπλές και σοβαρές μορφές διάκρισης· καταδικάζει την ομιλία του προέδρου Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ που αντιτάχθηκε στο πνεύμα και στο σκοπό της διάσκεψης, και συγκεκριμένα στην καταπολέμηση της μάστιγας του ρατσισμού· χαιρετίζει τις ουσιαστικές συνεδρίες του ΣΑΔ των Ηνωμένων Εθνών εν είδει προπαρασκευαστικής επιτροπής για την αναθεωρητική διάσκεψη του Durban, οι οποίες διεξήχθησαν από τις 21 Απριλίου έως τις 2 Μαΐου 2008 και από τις 6 έως τις 17 Οκτωβρίου 2008·

32.

αποδοκιμάζει την απουσία ηγετικού ρόλου από πλευράς του Συμβουλίου και την ανικανότητα των κρατών μελών να συμφωνήσουν σε μία κοινή στρατηγική στη Διάσκεψη Αναθεώρησης του Durban κατά του ρατσισμού, των φυλετικών διακρίσεων, της ξενοφοβίας και της συσχετιζόμενης μισαλλοδοξίας, η οποία διεξήχθη στη Γενεύη από τις 20 έως τις 24 Απριλίου 2009 (Durban II)· εκφράζει τη βαθιά λύπη του για την έλλειψη ενότητας και συνεργασίας, ιδίως στην προοπτική της αναμενόμενης ενίσχυσης των εξωτερικών πολιτικών της ΕΕ στο πλαίσιο της νέας Συνθήκης ΕΕ· καλεί την Επιτροπή και, κυρίως, το Συμβούλιο να διευκρινίσουν στο Κοινοβούλιο εάν είχε σχεδιαστεί μια στρατηγική της ΕΕ και ποιες προσπάθειες καταβλήθηκαν για την εξεύρεση μιας κοινής γραμμής, και να αναφέρουν τι συνέβη και ποιες είναι οι επιπτώσεις από την έκβαση της Durban ΙΙ·

33.

χαιρετίζει το δεύτερο ευρωπαϊκό φόρουμ για τα δικαιώματα του παιδιού που διοργάνωσε η Επιτροπή τον Μάρτιο του 2008 και το οποίο επικεντρώθηκε στο ζήτημα των μηχανισμών προειδοποίησης για αγνοούμενα παιδιά και στα ζητήματα της παιδικής φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού των παιδιών, με ιδιαίτερη έμφαση στα παιδιά των Ρομά·

34.

χαιρετίζει το Ευρωπαϊκό Έτος Διαπολιτισμικού Διαλόγου 2008, το οποίο αποτελεί πρωτοβουλία της Επιτροπής και που θεσμοθετήθηκε με αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· τονίζει εκ νέου ότι ο διαπολιτισμικός διάλογος θα διαδραματίσει ολοένα σημαντικότερο ρόλο για την καλλιέργεια της ευρωπαϊκής ταυτότητας και ιθαγένειας· παροτρύνει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να προτείνουν στρατηγικές για την ενίσχυση του διαπολιτισμικού διαλόγου, να προωθήσουν, εντός των πεδίων αρμοδιοτήτων τους, τους στόχους της Συμμαχίας των Πολιτισμών, και να συνεχίσουν να στηρίζουν πολιτικά την εν λόγω Συμμαχία·

Το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΔ)

35.

χαιρετίζει το έργο του ΣΑΔ και υπογραμμίζει τον καίριο ρόλο του στο πλαίσιο της συνολικής αρχιτεκτονικής του ΟΗΕ καθώς και τη δυνατότητά του να εξελιχθεί σε πολύτιμο πλαίσιο για τις πολυμερείς προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα· σημειώνει ότι αυτός ο νέος οργανισμός πρέπει να συνεχίσει το έργο του προκειμένου να κερδίσει μεγαλύτερη αξιοπιστία·

36.

τονίζει ότι ο ρόλος των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών είναι ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματικότητα του ΣΑΔ·

37.

χαιρετίζει την έναρξη της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης και τον πρώτο γύρο της διαδικασίας που έλαβε χώρα τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2008 και έληξε με την έγκριση των εκθέσεων αποτελεσμάτων από την ολομέλεια του ΣΑΔ τον Ιούνιο του 2008· σημειώνει ότι κατά τους πρώτους δύο κύκλους του νέου μηχανισμού επιβεβαιώθηκαν οι δυνατότητες της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης και ευελπιστεί ότι η εφαρμογή του μηχανισμού οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης θα οδηγήσει στα πρώτα απτά αποτελέσματα και βελτιώσεις· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να παρακολουθούν στενά τις εργασίες της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης και καλεί το Συμβούλιο να διαβουλεύεται με το Κοινοβούλιο σχετικά με αυτό το θέμα·

38.

επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση, τα κράτη μέλη της ΕΕ αποτελούν μειοψηφία στο εσωτερικό του ΣΑΔ· ζητεί από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αναλάβουν συντονισμένη δράση για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης κατάστασης, αναπτύσσοντας κατάλληλες συμμαχίες με τα κράτη και τους μη κρατικούς παράγοντες που εξακολουθούν να αγωνίζονται για τον οικουμενικό και αδιαίρετο χαρακτήρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

39.

στο πλαίσιο αυτό, καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να ενισχύσουν τη συνεργασία τους με δημοκρατικές κυβερνήσεις από άλλες περιφερειακές ομάδες στους κόλπους του ΣΑΔ, προκειμένου να αυξηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας των πρωτοβουλιών που λαμβάνονται για τον σεβασμό των αρχών που περιλαμβάνονται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου· ζητεί από την Επιτροπή να συντάσσει ετήσια έκθεση σχετικά με τα πρότυπα ψηφοφορίας στον ΟΗΕ όσον αφορά τον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναλύοντας πώς επηρεάζονται από τις πολιτικές της ΕΕ και των κρατών μελών της, καθώς και από τις πολιτικές άλλων συνασπισμών χωρών·

40.

ζητεί ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της προώθησης των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και της προστασίας των περιφερειακών και μειονοτικών γλωσσών, με τη χρήση των νομικών μέσων της μη διακριτικής μεταχείρισης για την προάσπιση της διαφορετικότητας και της ανοχής·

41.

επαναβεβαιώνει τη ζωτική σημασία των ειδικών διαδικασιών και των εντολών των επιμέρους χωρών στους κόλπους του ΣΑΔ· φρονεί ότι η διαδικασία ανανέωσης των εντολών πρέπει να είναι διαφανής· χαιρετίζει το νέο εγχειρίδιο των ειδικών διαδικασιών του ΟΗΕ και επιμένει ότι πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες για τον διορισμό ανεξάρτητων και πεπειραμένων υποψηφίων, διαμέσου των οποίων θα διασφαλίζεται η κατάλληλη αντιπροσωπευτικότητα, τόσο από γεωγραφικής πλευράς όσο και ως προς το φύλο· σημειώνει τις πρόσφατες εξελίξεις στις θεματικές εντολές και στις εντολές των επιμέρους χωρών· χαιρετίζει τις νέες θεματικές εντολές, που καλύπτουν τις σύγχρονες μορφές δουλείας και την πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό και αποχετευτικό σύστημα· χαιρετίζει το γεγονός ότι η εντολή του ειδικού εισηγητή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Σουδάν παρατάθηκε έως τον Ιούνιο του 2009·

42.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η ΕΕ είχε την πρωτοβουλία της διοργάνωσης μιας ειδικής συνόδου του ΣΑΔ σχετικά με τη Βιρμανία τον Οκτώβριο 2007, η οποία οδήγησε στην έγκριση ενός ψηφίσματος τον Ιούνιο 2008 το οποίο καταδίκαζε τις συνεχιζόμενες συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη στρατολόγηση παιδιών στη Βιρμανία και παρότρυνε την κυβέρνηση της Βιρμανίας να απελευθερώσει άμεσα και άνευ όρων όλους τους πολιτικούς κρατουμένους·

Επιδόσεις όσον αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα

43.

θεωρεί ότι, παρά την καθυστέρηση στην τελική κύρωση της Συνθήκης της Λισσαβόνας, οι προετοιμασίες για τη δημιουργία της νέας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης πρέπει να αξιοποιηθούν ενεργά για να εναρμονιστούν στο εξωτερικό οι προσεγγίσεις των αποστολών των κρατών μελών και της Επιτροπής στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέσω της ανταλλαγής μηχανισμών και προσωπικού με σκοπό τη δημιουργία πραγματικών «πρεσβειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης»·

44.

λαμβάνει υπόψη τις προσπάθειες της σλοβενικής και της γαλλικής Προεδρίας να οριστικοποιήσουν τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα όσον αφορά τα δικαιώματα του παιδιού· αναμένει να λάβει εντός του προσεχούς έτους προσχέδια των ειδικών μέτρων εφαρμογής τα οποία θα εστιάζουν στην εφαρμογή της ολιστικής και εμπεριστατωμένης προσέγγισης που αναπτύσσεται στις βασικές κατευθυντήριες γραμμές·

45.

φρονεί ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα για τη διασφάλιση εκ μέρους των αποστολών της ΕΕ συστηματικότερης παρακολούθησης των θεμάτων στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθορίζοντας, παραδείγματος χάριν, εστιακούς πόλους για τα ανθρώπινα δικαιώματα και συμπεριλαμβάνοντας κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και την εφαρμογή τους στα προγράμματα κατάρτισης του προσωπικού των αποστολών της ΕΕ·

Κατάσταση των γυναικών, βία εις βάρος γυναικών, δολοφονίες γυναικών

46.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η γαλλική Προεδρία, κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2008, έθεσε το πρόβλημα της κατάστασης των γυναικών ως νέα προτεραιότητα της δράσης της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τονίζοντας ειδικότερα την ανάγκη αντιμετώπισης της τραγωδίας που συνιστούν τα φαινόμενα της βίας κατά γυναικών (συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής της κλειτοριδεκτομής) και των δολοφονιών γυναικών (συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής της άμβλωσης για λίγους επιλογής φύλου)·

47.

δεδομένης της αποτυχίας της διεθνούς κοινότητας να επιφέρει μια αλλαγή προς το καλύτερο στη Ζιμπάμπουε –όπου παρατηρείται καταστροφή από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων– καλεί το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να εξετάσουν τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν την αποτυχία και να ενημερώσουν το Κοινοβούλιο τι είδους δράση προτίθενται να αναλάβουν, λαμβάνοντας υπόψη τον βαθμό της σχέσης μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών της και πολλών αφρικανικών χωρών, ιδίως της Μεσημβρινής Αφρικής·

48.

χαιρετίζει την έγκριση νέων κατευθυντήριων γραμμών στις 8 Δεκεμβρίου 2008, με τις οποίες καταρτίζεται μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την ενίσχυση της δράσης της ΕΕ υπέρ της ασφάλειας των γυναικών, ιδίως στις χώρες που πλήττονται από συγκρούσεις, καθώς και σε άλλες χώρες· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο δεν συμμετείχε πιο ενεργά στην εκπόνηση των εν λόγω νέων κατευθυντήριων γραμμών, και ζητεί, συναφώς, τη μελλοντική θέσπιση ενός μηχανισμού για διαβουλεύσεις με το Κοινοβούλιο τόσο στο στάδιο εκπόνησης όσο και στο στάδιο της αξιολόγησης και της αναθεώρησης των νέων κατευθυντηρίων γραμμών·

49.

υπογραμμίζει, ωστόσο, το υπάρχον έλλειμμα στην Ένωση όσον αφορά την ανάπτυξη πολιτικών και δράσεων που σχετίζονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών· θεωρεί ότι η έλλειψη αυτή αντικατοπτρίζεται στην έκθεση του Συμβουλίου, η οποία παρέχει ελάχιστα στοιχεία ως προς την αξιολόγηση ξεχωριστών θεματικών ζητημάτων·

Η θανατική ποινή

50.

υπενθυμίζει το ψήφισμα για την εφαρμογή διεθνούς δικαιοστασίου για τη χρήση της θανατικής ποινής (ψήφισμα 62/149) που ενέκρινε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 18 Δεκεμβρίου 2007, με το οποίο ζητείται η εφαρμογή διεθνούς δικαιοστασίου για τη χρήση της θανατικής ποινής· επισημαίνει ότι το ψήφισμα καταλήγει με μια έκκληση προς όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών να εφαρμόσουν δικαιοστάσιο όσον αφορά τις εκτελέσεις ενόψει της κατάργησης της θανατικής ποινής·

51.

χαιρετίζει την κοινή δήλωση κατά της θανατικής ποινής που υπογράφηκε στις 10 Οκτωβρίου 2008 από τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, από την πλευρά της ΕΕ, και από τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, τον Πρόεδρο της Επιτροπής Υπουργών και τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, την Παγκόσμια Ημέρα κατά της Θανατικής Ποινής που εορτάζεται στις 10 Οκτωβρίου κάθε έτους· επαναβεβαιώνει ότι η απαγόρευση της θανατικής ποινής είναι μία από τις βασικές διατάξεις του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το άρθρο 2 του οποίου αναφέρει ρητά: «Κανείς δεν μπορεί να καταδικαστεί στην ποινή του θανάτου ούτε να εκτελεστεί»·

52.

χαιρετίζει την αναθεωρημένη και ενημερωμένη έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τη θανατική ποινή· επαναβεβαιώνει ότι η ΕΕ αντιτίθεται στη θανατική ποινή σε όλες τις περιστάσεις, και υπογραμμίζει για ακόμη μία φορά ότι η κατάργηση της θανατικής ποινής συμβάλλει στην προάσπιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και στη σταδιακή ανάπτυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

53.

καλεί την Προεδρία να ενθαρρύνει την Ιταλία, τη Λετονία, την Πολωνία και την Ισπανία, οι οποίες έχουν υπογράψει αλλά δεν έχουν ακόμη κυρώσει το Πρωτόκολλο αριθ. 13 στην ΕΣΔΑ σχετικά με την κατάργηση της θανατικής ποινής σε κάθε περίπτωση, ώστε να το πράξουν· αναγνωρίζει, ως προς αυτό, ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τη θανατική ποινή μπορούν να εφαρμοστούν με περισσότερη συνέπεια εάν τα κράτη μέλη υπογράψουν και κυρώσουν όλα τα συναφή πρωτόκολλα και συμβάσεις·

54.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η θανατική ποινή χάνει έδαφος, μετά την κατάργησή της το 2008 για όλα τα εγκλήματα από τη Ρουάντα και το Ουζμπεκιστάν· χαιρετίζει το σχέδιο ποινικού κώδικα στο Ιράν, το οποίο απαγορεύει τον λιθοβολισμό, και παροτρύνει το ιρανικό κοινοβούλιο να οριστικοποιήσει τον ποινικό κώδικα ώστε να απαγορευτεί πλήρως ο λιθοβολισμός· καταδικάζει το γεγονός ότι το ιρανικό καθεστώς εξακολουθεί να καταδικάζει σε θάνατο και να εκτελεί κατηγορούμενους κάτω των 18 ετών (ιδίως εκείνους, των οποίων η ομοφυλοφιλική δραστηριότητα συνιστά, κατ' εφαρμογή της σαρία, το μοναδικό «έγκλημα» που έχουν διαπράξει)· επισημαίνει ότι το Ιράν είναι το μοναδικό κράτος που εκτέλεσε ανήλικους παραβάτες το 2008· εκφράζει τον βαθύ προβληματισμό του για το γεγονός ότι τουλάχιστον 130 ακόμη ανήλικοι παραβάτες έχουν καταδικαστεί σε θάνατο στο Ιράν· καταδικάζει για ακόμη μία φορά την αυξανόμενη χρήση της θανατικής ποινής από το ιρανικό καθεστώς, η οποία κατατάσσει το Ιράν στη δεύτερη θέση, μετά την Κίνα, στον πίνακα των χωρών με τον υψηλότερο αριθμό εκτελέσεων· σημειώνει ότι δεν επιβλήθηκαν θανατικές ποινές στη Γουατεμάλα· εκφράζει ωστόσο την ανησυχία του για την πιθανότητα η θανατική ποινή να αρχίσει να εφαρμόζεται εκ νέου· παροτρύνει αντίθετα την κυβέρνηση της Γουατεμάλας να αναλάβει ουσιαστική δέσμευση, για την εφαρμογή του οικουμενικού δικαιοστασίου για τη θανατική ποινή· χαιρετίζει ωστόσο τις αποφάσεις που έλαβε ο πρόεδρος Colom τον Μάρτιο του 2008, οι οποίες είναι πιθανό να οδηγήσουν στην κατάργηση της θανατικής ποινής στη Γουατεμάλα· εκφράζει την ανησυχία του για τη διατήρηση της θανατικής ποινής στην εσωτερική νομοθεσία του Περού· σημειώνει ότι από το 2007 όλες οι αποφάσεις θανατικής καταδίκης στην Κίνα αναθεωρήθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας· εξακολουθεί ωστόσο να εκφράζει τον προβληματισμό του για το γεγονός ότι η Κίνα συνεχίζει να πραγματοποιεί τις περισσότερες εκτελέσεις παγκοσμίως· καταδικάζει τη χρήση της θανατικής ποινής στη Λευκορωσία, η οποία είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που εξακολουθεί να επιβάλλει τη θανατική ποινή και, ως εκ τούτου, αντιβαίνει στις ευρωπαϊκές αξίες·

Βασανιστήρια και άλλοι τρόποι σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης

55.

προτρέπει όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ που δεν έχουν μέχρι στιγμής υπογράψει και/ή κυρώσει το προαιρετικό πρωτόκολλο της Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων να το πράξουν το ταχύτερο δυνατόν·

56.

εξακολουθεί να προβληματίζεται για την πραγματική προσήλωση στα ανθρώπινα δικαιώματα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αρνούνται να υπογράψουν την προαναφερθείσα διεθνή σύμβαση σχετικά με την προστασία όλων των προσώπων από τη βίαιη εξαφάνιση· χαιρετίζει την κύρωση της σύμβασης εκ μέρους της Αργεντινής τον Μάιο 2008, και καλεί όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ που δεν την έχουν κυρώσει να το πράξουν αμελλητί (28)·

57.

χαιρετίζει την αναθεωρημένη έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τα βασανιστήρια, που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο τον Απρίλιο 2001 και ενημερώθηκε το 2008, η οποία φιλοδοξεί να εξοπλίσει την ΕΕ με ένα επιχειρησιακό μέσο κατά τις επαφές της με τρίτες χώρες σε όλα τα επίπεδα, καθώς και σε πολυμερή φόρα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, προκειμένου να υποστηριχθούν και να ενισχυθούν οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για την πρόληψη και την εξάλειψη των βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης σε κάθε γωνιά του πλανήτη· επαναλαμβάνει ότι η ΕΕ είναι σταθερά προσηλωμένη στην τήρηση της πλήρους απαγόρευσης των βασανιστηρίων και της σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης·

58.

αναμένει από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εντείνουν τη συνεργασία τους με το Συμβούλιο της Ευρώπης, με σκοπό τη δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής ζώνης χωρίς βασανιστήρια και άλλες μορφές κακομεταχείρισης, ως σαφές μήνυμα ότι οι ευρωπαϊκές χώρες είναι σταθερά προσηλωμένες στην εξάλειψη αυτών των πρακτικών καταρχάς εντός των συνόρων τους, δίνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο το παράδειγμα σε άλλες χώρες του πλανήτη όπου εξακολουθούν, δυστυχώς, να εφαρμόζονται πρακτικές αυτού του είδους·

59.

χαιρετίζει την αξιολόγηση των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τα βασανιστήρια και άλλους τρόπους σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, η οποία περιλαμβάνει νέες συστάσεις και μέτρα εφαρμογής ειδικά σχεδιασμένα για την ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση της δράσης σε αυτόν τον τομέα· σημειώνει με ικανοποίηση την ενσωμάτωση των συστάσεων που περιέχονται στη μελέτη σχετικά με την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τα βασανιστήρια και άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, η οποία παρουσιάστηκε στην Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 28 Ιουνίου 2007 και στην COHOM τον Δεκέμβριο 2007· σημειώνει με ικανοποίηση τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την εξέταση της εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών· χαιρετίζει τα μέτρα εφαρμογής, τα οποία αποσκοπούν στην παροχή σχετικής καθοδήγησης στις αποστολές της ΕΕ και τις αντιπροσωπείες της Επιτροπής· σε αυτό το πλαίσιο, χαιρετίζει τα συγκεκριμένα κριτήρια για δράση όσον αφορά μεμονωμένες περιπτώσεις και εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη μέτρων που θα απέτρεπαν τη μεταφορά ανθρώπων σε χώρες όπου διατρέχουν κίνδυνο βασανιστηρίων ή άλλης απάνθρωπης ή ταπεινωτικής τιμωρίας· σε αυτό το πλαίσιο, παροτρύνει για ακόμη μία φορά την ΕΕ να συμμορφωθεί με τους κανόνες και τα πρότυπα που ορίζονται στις διεθνείς και στις περιφερειακές πράξεις για τα βασανιστήρια και την κακομεταχείριση·

60.

χαιρετίζει το ψήφισμα 62/148 για τα βασανιστήρια και άλλους τρόπους σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας που υποστηρίχθηκε από την ΕΕ και εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 4 Μαρτίου 2008, υπενθυμίζοντας ότι η εξάλειψη των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας συνιστά βασικό δικαίωμα που πρέπει να προστατεύεται υπό οποιεσδήποτε συνθήκες· σημειώνει ότι το Δίκτυο των κοινοβουλευτικών επιτροπών για τα ανθρώπινα δικαιώματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πραγματοποίησε τη δεύτερη συνεδρίασή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 25 Ιουνίου 2008, στο πλαίσιο της οποίας δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στον αγώνα κατά των βασανιστηρίων, παρουσία του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για τα βασανιστήρια, Manfred Nowak·

61.

προτρέπει το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν την πρακτική των διαβημάτων προς όλους τους διεθνείς εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την κύρωση και την εφαρμογή των διεθνών συμβάσεων που απαγορεύουν τη χρήση βασανιστηρίων και άλλων μορφών κακομεταχείρισης, καθώς και την παροχή βοήθειας για την αποκατάσταση ατόμων που έχουν επιζήσει μετά από βασανιστήρια· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αναγάγουν τον αγώνα κατά των βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης σε θέμα ύψιστης προτεραιότητας στο πλαίσιο της πολιτικής της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ειδικότερα μέσω της ενισχυμένης εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όλων των άλλων μέσων της ΕΕ όπως το ΕΜΔΔΑ, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι τα κράτη μέλη δεν αποδέχονται διπλωματικές διαβεβαιώσεις από τρίτες χώρες στις οποίες υπάρχει πραγματικός κίνδυνος υποβολής των ανθρώπων σε βασανιστήρια ή κακομεταχείριση·

62.

τονίζει τη σημασία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2005 για το εμπόριο ορισμένων αντικειμένων δυναμένων να χρησιμοποιηθούν για τη θανατική ποινή, για βασανιστήρια ή άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία (29), ο οποίος απαγορεύει τις εξαγωγές και τις εισαγωγές ειδών που δεν έχουν άλλη πρακτική χρήση πλην της επιβολής της θανατικής ποινής ή της επιβολής βασανιστηρίων και άλλης σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, και ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 30 Ιουλίου 2006· παροτρύνει το Συμβούλιο και την Επιτροπή να διενεργήσουν αξιολόγηση της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού από τα κράτη μέλη, και να ερευνήσουν τις δυνατότητες για τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του·

63.

αποδοκιμάζει το γεγονός ότι υπάρχουν 1 350 000 εκτοπισθέντα άτομα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ), συμπεριλαμβανομένων 850 000 εκτοπισθέντων στο Βόρειο Κίβου· τονίζει εκ νέου την ανάγκη ανάληψης επείγουσας δράσης υπό τη μορφή εμπεριστατωμένης έρευνας με στόχο την προσαγωγή στη δικαιοσύνη των αυτουργών της εκτέλεσης 150 περίπου ανθρώπων εξ ονόματος του CNDP (Εθνικό Κογκρέσο για την Προάσπιση του Λαού) και πολεμιστών Μάι-Μάι στην Κιγουάντζα (Kiwanja) τον Νοέμβριο του 2008· καλεί τις κυβερνήσεις της ΛΔΚ και της Ρουάντα να δεσμευθούν ότι θα στηρίξουν πλήρως τη MONUC (Αποστολή του ΟΗΕ στη ΛΔΚ) στην περιοχή, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της ειρηνευτικής εντολής της, και να εργαστούν με στόχο την προστασία των πολιτών της περιοχής από τη βία και τις βαρβαρότητες που έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα· επιπλέον, ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να υποστηρίξουν τη διεξαγωγή έρευνας σχετικά με τις κατάφωρες παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου που σημειώνονται σε καθημερινή βάση, συμπεριλαμβανομένων βιασμών, εξωδικαστικών εκτελέσεων και βασανιστηρίων, καθώς και σχετικά με την ανάγκη εφαρμογής μιας σθεναρής στρατηγικής εκ μέρους της ΕΕ, η οποία θα μπορούσε να συμβάλει στη διευκόλυνση των αλλαγών που απαιτούνται στην εν λόγω περιοχή·

64.

εξακολουθεί να ανησυχεί βαθιά για την τρομακτική ανθρωπιστική κρίση στη Ζιμπάμπουε, την επιδημία χολέρας και την επίμονη άρνηση του καθεστώτος Μουγκάμπε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κρίση· ζητεί επίσης από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να καταδικάσουν απερίφραστα τις ενέργειες του καθεστώτος Μουγκάμπε και να επαναβεβαιώσουν τη δέσμευσή τους απέναντι στον λαό της Ζιμπάμπουε υπό τη μορφή ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος ανθρωπιστικής βοήθειας· καταγγέλλει επίσης τον εκφοβισμό και την κράτηση υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μελών της κοινωνίας των πολιτών, όπως, παραδείγματος χάριν, της Jestina Mukoko, από το καθεστώς Μουγκάμπε, και ζητεί την προσαγωγή στη δικαιοσύνη των αυτουργών των εν λόγω πράξεων·

Δικαιώματα των παιδιών

65.

τονίζει εκ νέου την κρισιμότητα της εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις· παροτρύνει όλα τα κράτη να υιοθετήσουν τις Δεσμεύσεις των Παρισίων του 2007 για την προστασία των παιδιών από την παράνομη στρατολόγηση ή την ένταξή τους σε ένοπλες δυνάμεις ή ένοπλες ομάδες·

66.

χαιρετίζει την ενημερωμένη έκδοση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, οι οποίες εγκρίθηκαν στις 16 Ιουνίου 2008, και σημειώνει με ικανοποίηση το γεγονός ότι η ΕΕ έχει αναθέσει στους πρέσβεις την κατάρτιση εξατομικευμένων στρατηγικών όσον αφορά τις 13 χώρες υψηλής προτεραιότητας για τα έξι νέα θεματικά ζητήματα που αναδεικνύουν οι κατευθυντήριες γραμμές: στρατολόγηση, θανάτωση και ακρωτηριασμός, επιθέσεις σε σχολεία και νοσοκομεία, αποκλεισμός από τη λήψη ανθρωπιστικής βοήθειας, σεξουαλική βία και σεξιστική βία και καταπατήσεις και παραβιάσεις·

67.

χαιρετίζει την έγκριση τον Ιούνιο 2008 των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού, και ειδικότερα των παιδιών που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις· σημειώνει ότι το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξακολουθήσουν να διασφαλίζουν τη συνοχή, τη συμπληρωματικότητα και τον συντονισμό των πολιτικών και των προγραμμάτων στους τομείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ασφάλειας και της ανάπτυξης με σκοπό την αντιμετώπιση των βραχυ-, μεσο- και μακροπρόθεσμων επιπτώσεων των ένοπλων συγκρούσεων στα παιδιά με αποτελεσματικό, βιώσιμο και ολοκληρωμένο τρόπο·

68.

χαιρετίζει την υιοθέτηση από την ΕΕ τον Ιούνιο 2008 του αναθεωρημένου «καταλόγου ελέγχου», που αποσκοπεί στην ένταξη της προστασίας των παιδιών που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις στην ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας και άμυνας· σημειώνει ότι η συγκεκριμένη εξέλιξη περιλαμβάνει ουσιαστικές βελτιώσεις όσον αφορά κυρίως την εκπόνηση ενός ορισμού για την προστασία του παιδιού, ειδική εκπαίδευση για τα παιδιά που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις, παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων, καλύτερη προβολή και ενημέρωση, δυνατότητα ύπαρξης εξειδικευμένων εμπειρογνωμόνων στο πεδίο, και βελτίωση της επικοινωνίας των εμπειρογνωμόνων ανάμεσα στις αποστολές/επιχειρήσεις και στις Βρυξέλλες·

69.

χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες της Προεδρίας για τα παιδιά που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις· σημειώνει τη διάσκεψη με τίτλο «Αύξηση του αντικτύπου στο πεδίο – συνεργασία ΜΚΟ και ΕΕ στον θεματικό τομέα των παιδιών που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις», η οποία διοργανώθηκε από τη σλοβενική Προεδρία τον Απρίλιο 2008·

70.

σημειώνει το ψήφισμα για τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις που εγκρίθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2008 από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών και την έκθεση του ειδικού αντιπροσώπου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ· καταδικάζει έντονα τη στρατολόγηση και χρήση παιδιών σε ένοπλες συγκρούσεις στο Τσαντ και στο Ιράκ·

71.

χαιρετίζει την ετήσια έκθεση και τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με αντικείμενο τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις· καταδικάζει έντονα τις σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των παιδιών και τη συνεχιζόμενη χρήση παιδιών στις ένοπλες συγκρούσεις στη Σρι Λάνκα, τη Βιρμανία, τις Φιλιππίνες, τη Σομαλία, το Κονγκό και το Μπουρούντι·

72.

επικροτεί το γεγονός ότι 16 κράτη μέλη της ΕΕ (30) έχουν υπογράψει τη διακήρυξη της Γενεύης για την ένοπλη βία και την ανάπτυξη, αυξάνοντας έτσι τον συνολικό αριθμό των συμβαλλόμενων κρατών σε 97· προτρέπει τα υπόλοιπα 11 κράτη μέλη της ΕΕ που δεν έχουν υπογράψει ακόμη τη διακήρυξη της Γενεύης να το πράξουν το συντομότερο δυνατόν·

73.

καλεί τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει να υπογράψουν και να κυρώσουν αμελλητί τα προαιρετικά πρωτόκολλα στη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (31)·

74.

χαιρετίζει το γεγονός ότι το 2008 η Επιτροπή εγκαινίασε, στο πλαίσιο του θεματικού προγράμματος με τον τίτλο «Επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό», πρόσκληση υποβολής προτάσεων για έργα από μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) για παιδιά που πλήττονται από τις ένοπλες συγκρούσεις και την εμπορία παιδιών· καλεί δε την Επιτροπή να συνεχίσει να δίδει ιδιαίτερη προσοχή στην κατάσταση των παιδιών που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις·

Υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

75.

χαιρετίζει τη Συνδιάσκεψη των Υπερασπιστών των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που πραγματοποιήθηκε στις 7-8 Οκτωβρίου 2008· επαναλαμβάνει τη δέσμευση της ΕΕ για βελτιωμένη προστασία των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον αγώνα τους για την υλοποίηση του οράματος που διατρανώνεται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

76.

εφιστά την προσοχή στην κακοποίηση και τη σεξουαλική εκμετάλλευση εκατομμυρίων παιδιών ανά τον κόσμο· ζητεί από το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να αποτρέψουν και να εξαλείψουν τη σεξουαλική εκμετάλλευση και τη σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών, να προστατεύσουν τα δικαιώματα των ανήλικων θυμάτων της εν λόγω εκμετάλλευσης και κακοποίησης και να προαγάγουν την εθνική και διεθνή συνεργασία για την καταπολέμηση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών·

77.

χαιρετίζει τη διακήρυξη του Συμβουλίου της Ευρώπης για την ανάληψη δράσης υπέρ της προστασίας των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προαγωγής των δραστηριοτήτων τους, η οποία εγκρίθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 6 Φεβρουαρίου 2008·

78.

επικροτεί τη δημιουργία, το 2006, ενός εστιακού πόλου για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σκοπός του οποίου είναι η παρακολούθηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλες τις χώρες του ΟΑΣΕ· προτρέπει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να ενισχύσουν την υποστήριξή τους στους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τη δημιουργία ενός εστιακού πόλου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, προκειμένου να βελτιωθεί η παρακολούθηση μεμονωμένων περιπτώσεων, καθώς και ο συντονισμός με τους άλλους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς·

79.

εκφράζει ικανοποίηση για την αναθεωρημένη έκδοση του 2008 των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· επισημαίνει τη συμπερίληψη διατάξεων που αποβλέπουν στην αναβάθμιση της παρεχόμενης στήριξης και προστασίας στους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις αποστολές της ΕΕ, όπως, παραδείγματος χάριν, τοπικές στρατηγικές για την εφαρμογή των εν λόγω κατευθυντηρίων γραμμών, τοπικές ομάδες εργασίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και διοργάνωση συναντήσεων μεταξύ υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διπλωματών τουλάχιστον μία φορά ετησίως· επικροτεί ταυτοχρόνως την ενσωμάτωση της δυνατότητας έκδοσης επειγουσών θεωρήσεων και διευκόλυνσης στη παροχή προσωρινού καταφυγίου στα κράτη μέλη της ΕΕ ως μέτρων άμεσης συνδρομής και προστασίας υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διατρέχουν κίνδυνο σε τρίτες χώρες·

80.

καλεί και πάλι το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να εξετάσουν συγκεκριμένα το θέμα της χορήγησης επειγουσών θεωρήσεων σε υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συμπεριλαμβάνοντας σαφή αναφορά για το ειδικό καθεστώς των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον νέο κοινοτικό κώδικα θεωρήσεων, και θεσπίζοντας έτσι μια ειδική και ταχεία διαδικασία θεωρήσεων, η οποία θα μπορούσε να βασιστεί στη σχετική εμπειρία των κυβερνήσεων της Ιρλανδίας και της Ισπανίας· σημειώνει τη συζήτηση σχετικά με την έκδοση θεωρήσεων για την προσωρινή μετεγκατάσταση υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διατρέχουν άμεσο κίνδυνο ή χρειάζονται προστασία, και καλεί την COHOM να λάβει περαιτέρω μέτρα· θεωρεί ότι η εμπιστευτικότητα των διαβημάτων της Ένωσης υπέρ υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ορισμένες φορές χρήσιμη, ζητεί όμως, παρά την εμπιστευτικότητα αυτή, το τοπικό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παρέχει συστηματικά και εμπιστευτικά όλες τις χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τα συγκεκριμένα διαβήματα στις ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στην εκάστοτε χώρα, στους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και στις οικογένειές τους·

81.

παραπέμπει στα συμπεράσματα του Συμβουλίου για τη Λευκορωσία της 13ης Οκτωβρίου 2008 και στη δήλωση που εξέδωσε η Προεδρία στις 30 Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με τις κοινοβουλευτικές εκλογές που διενεργήθηκαν τον μήνα εκείνον στη Λευκορωσία· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι εκλογές υπολείπονταν των διεθνών προτύπων και δεν πληρούσαν τα δημοκρατικά κριτήρια του ΟΑΣΕ· χαιρετίζει την απελευθέρωση του τελευταίου διεθνώς αναγνωρισμένου πολιτικού κρατουμένου, Alyaksandr Kazulin, πριν από τις εκλογές· εξακολουθεί να εκφράζει ανησυχίες για το γεγονός ότι τουλάχιστον 10 ακτιβιστές εξακολουθούν να εκτίουν ποινές «περιορισμού της ελευθερίας» οι οποίες τους επιτρέπουν να βρίσκονται μόνο στο σπίτι ή στην εργασία τους· παραμένει προβληματισμένο σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λευκορωσία·

82.

καταδικάζει την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων που έλαβε η κινεζική κυβέρνηση κατά υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων, τα οποία περιελάμβαναν την απαγόρευση της επικοινωνίας μέσω τηλεφώνου ή Διαδικτύου, την παρακολούθηση των κινήσεών τους, την επιβολή ποικίλων βαθμών κατ' οίκον περιορισμού και την υποβολή τους σε πρωτοφανή επιτήρηση και παρακολούθηση, συνεπεία των οποίων πολλοί ακτιβιστές υποχρεώθηκαν να αναβάλουν ή να αναστείλουν την δραστηριότητά τους μέχρι τη λήξη των Αγώνων·

83.

εφιστά ιδιαιτέρως την προσοχή στον σημαντικό αντίκτυπο που μπορεί να έχει το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης μέσω του Διαδικτύου σε κλειστές κοινότητες, και καλεί την ΕΕ να στηρίξει τους αντιφρονούντες του κυβερνοχώρου ανά τον κόσμο· ζητεί συναφώς από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αντιμετωπίσουν όλους τους περιορισμούς επί της παροχής υπηρεσιών Διαδικτύου και κοινωνίας της πληροφορίας από ευρωπαϊκές εταιρείες σε τρίτες χώρες ως μέρος της πολιτικής της ΕΕ στον τομέα του εξωτερικού εμπορίου και να θεωρήσουν ως εμπόδια στις συναλλαγές όλους τους περιττούς περιορισμούς που επιβάλλονται στην παροχή των εν λόγω υπηρεσιών·

84.

εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι το Ιράν συνέχισε το 2008 να καταστέλλει τη δράση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των μελών της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και για το ότι συνεχίστηκαν οι σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· καταδικάζει την αυθαίρετη σύλληψη, τον βασανισμό και τη φυλάκιση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξαιτίας του έργου τους, με την κατηγορία των «δραστηριοτήτων που απειλούν την εθνική ασφάλεια»· αποδοκιμάζει την τρέχουσα κυβερνητική πολιτική της στόχευσης εκπαιδευτικών και ακαδημαϊκών, του αποκλεισμού νέων από την τριτοβάθμια εκπαίδευση και καταδικάζει τη δίωξη και φυλάκιση ακτιβιστών φοιτητών·

85.

εκφράζει την ανησυχία του για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Νικαράγουα και τη Βενεζουέλα, καθώς και για τις επιθέσεις και τις πράξεις εκφοβισμού τις οποίες υφίστανται διάφορες οργανώσεις προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις συγκεκριμένες χώρες· ως προς αυτό, ζητεί από τις κυβερνήσεις και από τις αρχές της Νικαράγουας και της Βενεζουέλας να λάβουν μέτρα για την προστασία τν ημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών και του κράτους δικαίου·

86.

επαναλαμβάνει τη θέση του όσον αφορά τους κουβανούς ικητές του Βραβείου Ζαχάρωφ, ήτοι του Oswaldo Payá Sardiñas και της ομάδας που είναι γνωστή ως «Damas de Blanco» («Λευκοντυμένες γυναίκες»)· θωρεί απαράδεκτο το γεγονός ότι μία χώρα με την οποία η ΕΕ έχει ξεκινήσει εκ νέου πολιτικό διάλογο επί όλων των θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αρνείται να επιτρέψει τόσο στον Oswaldo Payá όσο και στην ομάδα Damas de Blanco να μετάσχουν στην τελετή της 20ης επετείου του Βραβείου· καταδικάζει δριμύτατα τη συστηματική άσκηση βίας και τις επανειλημμένες ενέργειες παρενόχλησης που υπέστησαν οι κάτοχοι του Βραβείου Ζαχάρωφ· καλεί, στο πλαίσιο αυτό, την κυβέρνηση της Κούβας να απελευθερώσει πάραυτα όλους τους πολιτικούς κρατουμένους και τους κρατουμένους συνείδησης και να αναγνωρίσει το δικαίωμα ελεύθερης εισόδου των κουβανών στη χώρα καθώς και εξόδου από τη χώρα τους·

Κατευθυντήριες γραμμές για τους διαλόγους σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και αναγνωρισμένες διαβουλεύσεις με τρίτες χώρες

87.

λαμβάνει υπόψη την αναθεωρημένη έκδοση των κατευθυντηρίων γραμμών για τους διαλόγους σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα με τρίτες χώρες, η οποία εγκρίθηκε υπό τη γαλλική Προεδρία· καλεί εκ νέου το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προβούν σε εμπεριστατωμένη αξιολόγηση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, η οποία θα βασίζεται σε ενδελεχή αξιολόγηση κάθε διαλόγου ξεχωριστά και των αποτελεσμάτων αυτού, και να αναπτύξουν, για τον σκοπό αυτό, σαφείς δείκτες για τον αντίκτυπο κάθε διαλόγου και κριτήρια για την έναρξη, την αναστολή και την επανάληψη των διαλόγων· τονίζει την ανάγκη να συνεχιστεί η διοργάνωση άτυπων διοργανικών συσκέψεων πριν και μετά από κάθε διάλογο, με στόχο την ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των θεσμικών οργάνων και τη βελτίωση, εφόσον απαιτείται, του συντονισμού· επισημαίνει, στο θέμα αυτό, ότι η υιοθέτηση ανά χώρα στρατηγικών για τα ανθρώπινα δικαιώματα θα συμβάλει στη βελτίωση της συνοχής της πολιτικής της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

88.

υπογραμμίζει για μία ακόμη φορά στο πλαίσιο αυτό τις προτάσεις που περιλαμβάνονται στο προαναφερθέν ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 6ης Σεπτεμβρίου 2007 σχετικά με τη λειτουργία των διαλόγων και των διαβουλεύσεων με τρίτες χώρες για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

89.

εκφράζει τη λύπη του για την αναβολή εκ μέρους της Κίνας της ενδέκατης συνόδου κορυφής Κίνας-ΕΕ λόγω της επίσκεψης του Δαλάι Λάμα στην Ευρώπη· τονίζει την ανάγκη δραστικής εντατικοποίησης και επανεξέτασης του διαλόγου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κίνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα· εκφράζει την ανησυχία του για τις σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνν δικαιωμάτων στην Κίνα και υπογραμμίζει ότι, παρά τις υποσχέσεις που έδωσε το καθεστώς πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Αυγούστου 2008, η κατάσταση των ανθωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή δεν έχει βελτιωθεί· επισημαίνει ότι, απεναντίας, έχουν επιβληθεί αυστηρότεροι περιορισμοί όσον αφορά την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, της έκφρασης και της θρησκείας· καταδικάζει δριμύτατα τη δίωξη θιβετιανών πολιτών συνεπεία του κύματος των διαδηλώσεων που ξέσπασε σε ολόκληρο το Θιβέτ από τις 10 Μαρτίου 2008 και τα μέτρα καταστολής που έλαβε έκτοτε η κινεζική κυβέρνηση στο Θιβέτ, και απευθύνει έκκληση για την επανέναρξη ενός ειλικρινούς και προσανατολισμένου στην επίτευξη αποτελεσμάτων διαλόγου μεταξύ των δύο μερών, επί τη βάσει του «μνημονίου ουσιαστικής αυτονομίας για τον θιβετιανό λαό»· σημειώνει ότι, παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις της κινεζικής κυβέρνησης για την πρόθεσή της να κυρώσει το Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά δικαιώματα, η κύρωση εξακολουθεί να εκκρεμεί· παραπέμπει στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 17ης Ιανουαρίου 2008 σχετικά με τη σύλληψη του κινέζου αντιφρονούντος Hu Jia (32), στον οποίο απονεμήθηκε το βραβείο Ζαχάρωφ 2008 για την ελευθερία της σκέψης· καλεί την κινεζική κυβέρνηση να ελευθερώσει αμέσως τον Hu Jia· και να άρει τον κατ' οίκον περιορισμό που επιβλήθηκε στη σύζυγό του Zeng Jinyan και στην κόρη του· καταγγέλλει το κύμα των μέτρων καταστολής κατά των ατόμων τα οποία υπέγραψαν την αναφορά «Χάρτης Ο8», έγγραφο που ζητεί δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στην Κίνα και απαιτεί την απελευθέρωση του αντιφρονούντος Liu Xiaobo, ο οποίος τελεί υπό κράτηση από την 9η Δεκεμβρίου 2008· ανησυχεί για το γεγονός ότι η κινεζική νομοθεσία παραμένει ευάλωτη σε αυθαίρετες και συχνά πολιτικώς υποκινούμενες παρεμβάσεις, περιλαμβανομένου του συστήματος που διέπει τα κρατικά μυστικά, το οποίο δεν παρέχει την απαραίτητη διαφάνεια για την ανάπτυξη της χρηστής διακυβέρνησης και ενός συστήματος στο οποίο θα επικρατούν οι αρχές του κράτους δικαίου· καταδικάζει, σε αυτό το πλαίσιο, τη συστηματική τιμωρία των δικηγόρων που προσπαθούν να καταστήσουν τη λειτουργία του νομικού συστήματος της Κίνας συμβατή με τους νόμους της ίδιας της Κίνας και με τα δικαιώματα των πολιτών της· επισημαίνει τη συνεχιζόμενη έλλειψη ελευθερίας στο Διαδίκτυο στην Κίνα και καλεί, επ' αυτού του θέματος, τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες φιλοξενίας περιεχομένου στο Διαδίκτυο να αποφεύγουν τη γνωστοποίηση σε οποιονδήποτε αλλοδαπό αξιωματούχο στοιχείων τα οποία ενδέχεται να ταυτοποιούν συγκεκριμένο χρήστη των εν λόγω υπηρεσιών, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που εξυπηρετούν σκοπούς νόμιμης εφαρμογής της αλλοδαπής νομοθεσίας και συνάδουν με την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

90.

συνεχίζει να ανησυχεί για το γεγονός ότι ο διάλογος με το Ιράν για τα ανθρώπινα δικαιώματα έχει διακοπεί από το 2004 λόγω της πλήρους ανυπαρξίας θετικής προόδου για τη βελτίωση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της έλλειψης συνεργασίας από πλευράς Ιράν· καλεί τις ιρανικές αρχές να επαναλάβουν τον συγκεκριμένο διάλογο προκειμένου να προσφέρουν στήριξη σε όλους τους συμμετέχοντες της κοινωνίας των πολιτών που είναι προσηλωμένοι στη δημοκρατία και να ενισχύσουν –με ειρηνικά και μη βίαια μέσα– τις υφιστάμενες διαδικασίες που μπορούν να προωθήσουν δημοκρατικές, θεσμικές και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα αυτών των μεταρρυθμίσεων και να κατοχυρώσουν τη συμμετοχή όλων των ιρανών υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών στις διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων, ενισχύοντας τον ρόλο που διαδραματίζουν στον ευρύτερο πολιτικό διάλογο· εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για το γεγονός ότι, το 2008, η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν επιδεινώθηκε, ενώ συνεχίστηκαν οι περιορισμοί της ελευθερίας της έκφρασης και του συνέρχεσθαι· ανησυχεί, σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαιτέρως για τη δίωξη των δημοσιογράφων, των συγγραφέων, των διανοούμενων και των ακτιβιστών που υπερασπίζουν τα δικαιώματα των γυναικών και τα ανθρώπινα δικαιώματα· παραμένει ανήσυχο για την καταπίεση των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων στο Ιράν· καταδικάζει την αυξανόμενη χρήση της θανατικής ποινής στο Ιράν, μεταξύ άλλων και κατά ανηλίκων·

91.

εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη αποτελεσμάτων από τις διαβουλεύσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι ρωσικές αρχές δεν δέχθηκαν να συμμετάσχουν σε καμία από τις συνεδριάσεις στρογγυλής τραπέζης στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τις διαβουλεύσεις με τη συμμετοχή εγχώριων και διεθνών ΜΚΟ· σημειώνει ότι κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων με ιδιαίτερη έμφαση στην ελευθερία της έκφρασης και του συνέρχεσθαι, τη λειτουργία της κοινωνίας των πολιτών, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας και τα δικαιώματα των παιδιών και των γυναικών, καθώς και στις διεθνείς υποχρεώσεις τόσο της ΕΕ όσο και της Ρωσίας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπόρεσε να συμβάλει στην αλλαγή της ρωσικής πολιτικής ιδίως σε θέματα όπως η ατιμωρησία και η ανεξαρτησία των δικαστικών αρχών, η μεταχείριση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών κρατουμένων, συμπεριλαμβανομένου του Mikhail Khodorkovsky, η ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης και η ελευθερία της έκφρασης, η μεταχείριση των εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, ο σεβασμός του κράτους δικαίου και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ένοπλες δυνάμεις, οι διακρίσεις λόγω γενετήσιου προσανατολισμού, καθώς και άλλα θέματα· παραπέμπει στο ψήφισμά του της 19ης Ιουνίου του 2008 σχετικά με τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ρωσίας στις 26-27 Ιουνίου 2008 στο Khanty-Mansiysk (33)· εκφράζει και πάλι τις ανησυχίες του για την επιδεινούμενη κατάσταση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ΜΚΟ όσον αφορά την καταχώρισή τους και την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους· επαναλαμβάνει την ανησυχία του για τον νόμο κατά του εξτρεμισμού, ο οποίος είναι πιθανό να επηρεάσει την ελεύθερη ροή πληροφοριών και να οδηγήσει τις ρωσικές αρχές σε ακόμη περισσότερους περιορισμούς του δικαιώματος στην ελεύθερη έκφραση των ανεξάρτητων δημοσιογράφων και των πολιτικών αντιπάλων· εκφράζει περαιτέρω ανησυχίες, σύμφωνα με την έκθεση του 2008 της Διεθνούς Αμνηστίας, για το γεγονός ότι η εισαγγελία συνεχίζει να μη σέβεται το δικαίωμα του Mikhail Khodorkovsky και του συνεργάτη του Platon Lebedev για δίκαιη δίκη, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, αποδοκιμάζει έντονα τη μεταχείριση του πρώην αντιπροέδρου της Yukos Vasily Aleksanian, η άρνηση του οποίου να ψευδομαρτυρήσει εναντίον του Mikhail Khodorkovsky οδήγησε τις ρωσικές αρχές να επιτρέψουν την επιδείνωση της υγείας του σε κατάσταση μη αναστρέψιμη· συντάσσεται με την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης η οποία απευθύνει έκκληση στις ρωσικές αρχές να χρησιμοποιήσουν «όλα τα διαθέσιμα νομικά μέσα» για να διασφαλιστεί η απελευθέρωση των Igor Sutiagin και Valentin Danilov· χαιρετίζει την απελευθέρωση του Mikhail Trepashkin· εκφράζει την έντονη αποδοκιμασία του για το γεγονός ότι ακυρώθηκε η αποστολή παρακολούθησης των εκλογών για τις ρωσικές προεδρικές εκλογές του Μαρτίου 2008 από το Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ λόγω των περιορισμών που επέβαλαν οι ρωσικές αρχές στην αποστολή αυτή·

92.

λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη υποεπιτροπών ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τη συμμετοχή των παράκτιων χωρών της νότιας Μεσογείου (Μαρόκο, Τυνησία, Λίβανος, Ιορδανία, Αίγυπτος, Ισραήλ και Παλαιστινιακή Αρχή), στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, και καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συστήσουν υποεπιτροπές ανθρωπίνων δικαιωμάτων με όλες τις γειτονικές χώρες· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για τη συμμετοχή των βουλευτών στις προπαρασκευαστικές εργασίες των συνεδριάσεων των συγκεκριμένων υποεπιτροπών και για την ενημέρωσή τους σχετικά με την έκβαση των τελευταίων· εκφράζει την ικανοποίησή του για τις προγενέστερες και μεταγενέστερες διαβουλεύσεις της αντιπροσωπείας της Επιτροπής στην εν λόγω χώρα και των αρμόδιων υπηρεσιών της Επιτροπής στις Βρυξέλλες με την κοινωνία των πολιτών· εκφράζει, ωστόσο, επιφυλάξεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τη συνοχή της εφαρμοζόμενης μεθοδολογίας, ιδίως όσον αφορά τα κριτήρια αξιολόγησης των συζητήσεων που διεξάγονται στους κόλπους στων εν λόγω υποεπιτροπών· εκτιμά ότι οι υποεπιτροπές αυτές πρέπει να επιτρέπουν την απτή παρακολούθηση των θεμάτων που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα οποία περιλαμβάνονται στο σχέδιο δράσης, αλλά τονίζει ότι οι συζητήσεις σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να περιορίζονται σε αυτές τις υποεπιτροπές και υπογραμμίζει τη σημασία του συντονισμού με άλλες υποεπιτροπές που ασχολούνται με θέματα που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η μετανάστευση· υπογραμμίζει την ανάγκη να συμπεριληφθούν αυτά τα ζητήματα στον πολιτικό διάλογο έως το ανώτατο επίπεδο, έτσι ώστε να αυξηθεί η συνοχή των πολιτικών της ΕΕ σε αυτό τον τομέα· είναι πεπεισμένο ότι η Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας, όπως έχει καταρτιστεί και διαρθρωθεί (σχέδιο δράσης, έκθεση παρακολούθησης και υποεπιτροπές), μπορεί να αποτελέσει πραγματικό εφαλτήριο για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδείξει πραγματική πολιτική βούληση να διασφαλίσει τον σεβασμό της υπεροχής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τρόπο συνεπή, συστηματικό και οριζόντιο· πιστεύει, ως εκ τούτου, ότι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών αρχών πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και μιας τρίτης χώρας· ενόψει της σύναψης συμφωνίας πλαισίου με τη Λιβύη, καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να δώσουν τη δέουσα προσοχή στον διάλογο και τη συνεργασία σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

93.

αποδοκιμάζει έντονα την πρόσφατη κλιμάκωση της στρατιωτικής βίας και την επιδεινούμενη ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα, δηλώνοντας ταυτόχρονα την αμέριστη συμπαράστασή του στον άμαχο πληθυσμό στο νότιο Ισραήλ· παροτρύνει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να εφαρμόσουν πλήρως το ψήφισμα 1860 (2009) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ προκειμένου να διασφαλιστεί μόνιμη κατάπαυση πυρός· επισημαίνει την επείγουσα ανάγκη για αποτελεσματική απόδοση ευθυνών σε περιπτώσεις παραβιάσεων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου· επιδοκιμάζει στο πλαίσιο αυτό την απόφαση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών να αναθέσει σε ανεξάρτητη διερευνητική αποστολή την εξέταση εγκλημάτων πολέμου και σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχουν διαπράξει όλες οι πλευρές κατά την πρόσφατη σύγκρουση στη Γάζα· προτρέπει όλα τα μέρη να συνεργαστούν με την αποστολή διερεύνησης του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών· λαμβάνει υπόψη τη δέσμευση του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων της 27ης Ιανουαρίου 2009 να παρακολουθήσει στενά τη διεξαγωγή των εν λόγω ερευνών και καλεί την Επιτροπή να αποφασίσει, στο πλαίσιο στενής διαβούλευσης με τα κράτη μέλη, ως προς την περαιτέρω δράση που θα αναληφθεί μόλις γνωστοποιηθούν τα πορίσματα της αποστολής·

94.

αναγνωρίζει τον δεύτερο γύρο διαλόγου ΕΕ-Ουζμπεκιστάν για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στις 5 Ιουνίου 2008· σημειώνει το σεμινάριο για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης που πραγματοποιήθηκε στην Τασκένδη στις 2-3 Οκτωβρίου 2008· ωστόσο, θεωρεί ότι το σεμινάριο δεν πέτυχε τον δεδηλωμένο στόχο του, ήτοι τη διεξαγωγή ενός ανοιχτού διαλόγου για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στο Ουζμπεκιστάν· σημειώνει ότι δεν έχει διεξαχθεί ακόμα ανεξάρτητη διεθνής έρευνα για τη σφαγή στο Αντιτζάν και ότι δεν έχει σημειωθεί ακόμα κάποια βελτίωση στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ουζμπεκιστάν· χαιρετίζει την απελευθέρωση δύο υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των Dilmurod Mukhiddinov και Mamarajab Nazarov· καταδικάζει τον εγκλεισμό στη φυλακή υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ανεξάρτητων δημοσιογράφων με πολιτικώς υποκινούμενες κατηγορίες και παροτρύνει τις ουζμπεκικές αρχές να απελευθερώσουν όλους τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και άλλους πολιτικούς κρατουμένους· επαναλαμβάνει τη βαθιά του ανησυχία για τη φυλάκιση του Salijon Abdurakhmanov, ενός ανεξάρτητου δημοσιογράφου, και του Agzam Turgunov, ακτιβιστή για τα ανθρώπινα δικαιώματα· σημειώνει τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2008 για το Ουζμπεκιστάν· παροτρύνει τις ουζμπεκικές αρχές να αποδεχθούν τη διαπίστευση του νέου Διευθυντή της οργάνωσης Human Rights Watch για το Ουζμπεκιστάν και να επιτρέψουν στην εν λόγω οργάνωση και σε άλλες διεθνείς οργανώσεις και ΜΚΟ να εργαστούν ανεμπόδιστα· ζητεί από το Ουζμπεκιστάν να συνεργαστεί πλήρως και αποτελεσματικά με τους ειδικούς εισηγητές του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια και την ελευθερία έκφρασης και να ανακαλέσει τους περιορισμούς στην καταχώριση και λειτουργία ΜΚΟ στο Ουζμπεκιστάν· σημειώνει ότι το Συμβούλιο έχει αποφασίσει να μην ανανεώσει τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς που είχαν επιβληθεί σε ορισμένα πρόσωπα όπως αναφέρεται στην κοινή θέση 2007/734/ΚΕΠΠΑ (34), η ισχύς της οποίας ανεστάλη σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 15ης-16ης Οκτωβρίου 2007 και της 29ης Απριλίου 2008· χαιρετίζει το γεγονός ότι το Συμβούλιο αποφάσισε ωστόσο να ανανεώσει, για διάστημα 12 μηνών, το εμπάργκο όπλων που επιβλήθηκε με την εν λόγω κοινή θέση· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να επανεκτιμήσουν τη συνολική κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ουζμπεκιστάν· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για άμεση αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων· σημειώνει τη δήλωση της Προεδρίας της ΕΕ της 17ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με συγκεκριμένες περιπτώσεις·

95.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Τουρκμενιστάν διεξήγαγαν τον πρώτο γύρο του διαλόγου για τα ανθρώπινα δικαιώματα τον Ιούλιο 2008· χαιρετίζει τη διατύπωση προβληματισμού σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Τουρκμενιστάν, ιδίως όσον αφορά την ελευθερία της γνώμης και του συνέρχεσθαι, την ανεξαρτησία των δικαστικών αρχών και τη λειτουργία της κοινωνίας των πολιτών· παραπέμπει στο ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την Κεντρική Ασία (35) και επαναλαμβάνει ότι το Τουρκμενιστάν πρέπει να σημειώσει πρόοδο σε καίριους τομείς, προκειμένου η ΕΕ να συνάψει την ενδιάμεση συμφωνία, επιτρέποντας, μεταξύ άλλων, στη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ελεύθερη και ανεμπόδιστη πρόσβαση, προβαίνοντας σε μεταρρυθμίσεις του εκπαιδευτικού συστήματος σύμφωνα με διεθνή πρότυπα, ελευθερώνοντας άνευ όρων όλους τους πολιτικούς κρατουμένους και τους κρατουμένους συνείδησης, καταργώντας όλους τους κυβερνητικούς περιορισμούς στις μετακινήσεις και επιτρέποντας στις ΜΚΟ και τους φορείς προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να δραστηριοποιούνται ελεύθερα στη χώρα· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να καθορίσουν σαφώς, πριν από την υπογραφή της ενδιάμεσης συμφωνίας, συγκεκριμένες βελτιώσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, προς τούτο, να εγκρίνουν χάρτη πορείας με σαφή χρονοδιαγράμματα για την τήρησή τους·

96.

υποστηρίζει την προθυμία του Συμβουλίου να καθιερώσει διαλόγους για τα ανθρώπινα δικαιώματα με καθεμία από τις υπόλοιπες χώρες της Κεντρικής Ασίας· ζητεί οι διάλογοι να είναι προσανατολισμένοι σε αποτελέσματα και να συνάδουν πλήρως με τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους διαλόγους με τρίτες χώρες σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, διασφαλίζοντας τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· ζητεί η καθιέρωση των διαλόγων να συνοδεύεται από τη διάθεση επαρκών πόρων στις γραμματείες του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

97.

σημειώνει τη σημασία που έχουν οι δεσμεύσεις τόσο της Τουρκίας όσο και της ΕΕ για την ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας για τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις της Τουρκίας σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων· θεωρεί ότι η απόφαση της κυβέρνησης να επιτρέψει τη μετάδοση προγραμμάτων από την κουρδική τηλεόραση αποτελεί βήμα προόδου προς την ελευθερία της έκφρασης· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι η χρήση της κουρδικής γλώσσας εξακολουθεί να απαγορεύεται στο κοινοβούλιο και στις πολιτικές εκστρατείες· επαναλαμβάνει ότι απαιτούνται περαιτέρω νομοθετικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να διασφαλιστεί ο σεβασμός και η προστασία των μειονοτήτων και η πλήρης ελευθερία έκφρασης, τόσο σε νομοθετικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων· σημειώνει με ανησυχία ότι δεν έχει επιτευχθεί καμία πρόοδος όσον αφορά την κύρωση των πράξεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ειδικότερα του προαιρετικού πρωτοκόλλου της Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων, της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και των συμπληρωματικών πρωτοκόλλων αριθ. 4, 7 και 12 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου·

98.

παροτρύνει τη νέα πακιστανική κυβέρνηση να λάβει επαρκή μέτρα για τη βελτίωση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Πακιστάν· παραπέμπει στο αίτημα της Διεθνούς Αμνηστίας προς την πακιστανική κυβέρνηση για επαναφορά όλων των δικαστών που παύθηκαν παράνομα από τον τέως πρόεδρο Pervez Musharraf το 2007· επικροτεί το γεγονός ότι η ΕΕ ανέπτυξε μια ανεξάρτητη αποστολή παρατηρητών για τις γενικές κοινοβουλευτικές εκλογές τον Φεβρουάριο 2008· σημειώνει με ικανοποίηση ότι οι εκλογές ήταν ανταγωνιστικές και τόνωσαν την εμπιστοσύνη των πολιτών στη δημοκρατική διαδικασία· σημειώνει ότι η ΕΕ είναι αποφασισμένη να υποστηρίξει την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, και καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να στηρίξουν το κίνημα για τη δημοκρατία που ξεκίνησε από τις δικαστικές αρχές και τους νομικούς, ειδικότερα απευθύνοντας προσκλήσεις σε ορισμένους από τους εκπροσώπους τους, περιλαμβανομένου του κ. Choudhry· τονίζει την ανάγκη τα ανθρώπινα δικαιώματα να αναδειχθούν σε βασική προτεραιότητα της ΕΕ στο πλαίσιο του συνεχιζόμενου διαλόγου με το Πακιστάν·

99.

χαιρετίζει τις προτάσεις του Συμβουλίου για τη δρομολόγηση διαλόγων σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα με διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής· υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι διάλογοι αυτοί θα πρέπει να συμβαδίζουν με επίμονες, συγκεκριμένες και απτές απαιτήσεις όσον αφορά ζητήματα δικαιωμάτων του ανθρώπου που θα επιβάλουν επίσης υποχρεώσεις στα θεσμικά όργανα της ΕΕ στις σχέσεις τους με τις εν λόγω χώρες· υπογραμμίζει τη σκοπιμότητα συμπερίληψης των χωρών της Κεντρικής Αμερικής· επισημαίνει την υπογραφή του Διεθνούς Συμφώνου για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα και του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά δικαιώματα από την κουβανική κυβέρνηση τον Φεβρουάριο του 2008· ζητεί την κύρωση των εν λόγω συμφώνων άνευ επιφυλάξεων· ζητεί από την κουβανική κυβέρνηση να ελευθερώσει όλους τους πολιτικούς κρατουμένους και να σεβαστεί τα δικαιώματα που προστατεύονται δυνάμει των υπογραφεισών συνθηκών· επισημαίνει την απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2008 να άρει τις άτυπες κυρώσεις κατά της Κούβας· επισημαίνει ότι το Συμβούλιο θα αποφασίσει το 2009 εάν και κατά πόσον θα συνεχίσει τον πολιτικό διάλογο με την Κούβα λαμβάνοντας υπόψη εάν και κατά πόσον έχουν επέλθει σημαντικές βελτιώσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

100.

καλεί τη Ρωσία, ως δύναμη κατοχής στη Γεωργία, να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Αμπχαζία και στη Νότια Οσετία, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος των πολιτών να επιστρέψουν στις εστίες τους· καλεί όλα τα μέρη να εξακολουθήσουν να υλοποιούν τις δεσμεύσεις τους σύμφωνα με τις συμφωνίες της 12ης Αυγούστου και της 8ης Σεπτεμβρίου 2008· ζητεί από όλες τις εμπλεκόμενες κυβερνήσεις να συνεχίσουν να παρέχουν λεπτομερείς χάρτες και πληροφορίες αναφορικά με τις όλες τις περιοχές που επλήγησαν από τη σύγκρουση και στις οποίες ερρίφθησαν βόμβες διασποράς, προκειμένου να διευκολυνθεί η απομάκρυνση των πυρομαχικών διασποράς και να καταστούν οι περιοχές αυτές ασφαλείς για τους πολίτες· φρονεί ότι αμφότερες οι κυβερνήσεις πρέπει επίσης να διασφαλίσουν ότι το κοινό γνωρίζει τους κινδύνους από τους μη εκραγέντες μηχανισμούς μέσω εκστρατειών ενημέρωσης του κοινού· καλεί τις αρμόδιες διοικήσεις να συμφωνήσουν με την ανάπτυξη διεθνών παρατηρητών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία·

101.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βιρμανία, ιδιαίτερα δε ενόψει των επικείμενων εκλογών που έχουν προγραμματιστεί για το 2010· καταδικάζει τις πρόσφατες συλλήψεις και καταδικαστικές αποφάσεις μετά από εικονικές δίκες εκατό και πλέον μελών της βιρμανικής αντιπολίτευσης, και τις δρακόντειες ποινές που τους επιβλήθηκαν· προτρέπει τη βιρμανική κυβέρνηση να ελευθερώσει αμελλητί όλους τους πολιτικούς κρατουμένους· φρονεί ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να αποστείλει στη Βιρμανία αποστολή μεγάλης επιρροής, δεδομένου ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή εξακολουθεί να μην παρουσιάζει βελτίωση, παρά τις κυρώσεις, ενώ πρέπει να αυξηθεί και η διεθνής πίεση επί του βιρμανικού καθεστώτος·

Γενικός έλεγχος των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου και της Επιτροπής, περιλαμβανομένων των επιδόσεων των δύο Προεδριών

102.

καλεί την Προεδρία του Συμβουλίου να εστιάσει τις προσπάθειές της στις χώρες που προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα·

103.

χαιρετίζει τις εκδηλώσεις και τις συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου 2008, και σημειώνει με ικανοποίηση τις πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν από τις δύο προεδρίες·

104.

χαιρετίζει το δέκατο φόρουμ ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τη συμμετοχή ΜΚΟ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο διοργανώθηκε από τη γαλλική Προεδρία και την Επιτροπή στις 10 Δεκεμβρίου 2008 με θέμα την 60ή επέτειο της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και επικεντρώθηκε κατά κύριο λόγο στις διακρίσεις κατά των γυναικών·

105.

ζητεί να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες και να αναληφθεί πιο αποφασιστική δράση από την ΕΕ για την επίτευξη μιας πολιτικής συμφωνίας στη σύγκρουση στο Νταρφούρ και τη διευκόλυνση της εφαρμογής μιας συνολικής ειρηνευτικής συμφωνίας· τονίζει την ανάγκη να δοθεί τέλος στις καταστάσεις ατιμωρησίας και να επιβληθεί το καθεστώς κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ· επικροτεί την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα εντάλματα σύλληψης που έχουν εκδοθεί από το ΔΚΔ σχετικά με το Νταρφούρ, τα οποία πρέπει να εκτελεστούν όσο το δυνατόν πιο σύντομα·

106.

χαιρετίζει το ψήφισμα 1834 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, διά του οποίου παρατείνεται η εντολή της αποστολής του ΟΗΕ στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και το Τσαντ έως τον Μάρτιο 2009, σε συνδυασμό με την πρόθεση των Ηνωμένων Εθνών να επιτρέψουν την ανάπτυξη μιας στρατιωτικής συνιστώσας του ΟΗΕ που θα αντικαταστήσει την αποστολή EUFOR Chad/CAR τόσο στο Τσαντ όσο και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία·

107.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το Συμβούλιο καταρτίζει και ενημερώνει τακτικά τους καταλόγους με τις χώρες στις οποίες εστιάζει, στο εσωτερικό των οποίων καταβάλλονται περαιτέρω συντονισμένες προσπάθειες για την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις, τη θανατική ποινή (οι λεγόμενες«χώρες σε σημείο καμπής») και τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

108.

επαναλαμβάνει το αίτημά του όλες οι συζητήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία με τρίτες χώρες, τα μέσα, τα έγγραφα και οι εκθέσεις, περιλαμβανομένων των ετήσιων εκθέσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, να θίγουν ρητώς θέματα διακρίσεων, όπως τα ζητήματα που αφορούν τις εθνοτικές, εθνικές και γλωσσικές μειονότητες, τις θρησκευτικές ελευθερίες, μεταξύ των οποίων η μη ανεκτικότητας προς μειονοτικές θρησκείες και οι διακρίσεις λόγω κοινωνικής τάξης, την προστασία και προώθηση των δικαιωμάτων των αυτοχθόνων λαών, τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών και τα δικαιώματα των παιδιών, τα άτομα με αναπηρίες, περιλαμβανομένων των διανοητικών αναπηριών, καθώς και τα άτομα κάθε γενετήσιου προσανατολισμού και σεξουαλικής ταυτότητας, με την πλήρη συμμετοχή των οργανώσεών τους, τόσο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στις τρίτες χώρες, όπου αυτό είναι σκόπιμο·

109.

σημειώνει την πρωτοβουλία της Ένωσης για τη Μεσόγειο που προώθησε η γαλλική Προεδρία ως μια νέα πρόκληση για την προαγωγή της δημοκρατίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή της Μεσογείου· επισημαίνει ότι η ανάπτυξη των νέων πρωτοβουλιών της Ένωσης για τη Μεσόγειο δεν πρέπει να μειώσει την προσοχή και την προτεραιότητα που αποδίδεται στην προώθηση των ενδεδειγμένων μεταρρυθμίσεων όσον αφορά τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στην περιοχή·

Τα προγράμματα εξωτερικής βοήθειας της Επιτροπής και το ευρωπαϊκό μέσο για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου (ΕΜΔΔΑ)

110.

χαιρετίζει το γεγονός ότι ελήφθησαν υπόψη οι προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα έγγραφα προγραμματισμού του 2007 και του 2008 του ΕΜΔΔΑ·

111.

ζητεί την ενημέρωση των ηλεκτρονικών επισκοπήσεων που θα καλύπτουν όλα τα έργα του ΕΜΔΔΑ βάσει γεωγραφικών και θεματικών κριτηρίων·

112.

σημειώνει με ικανοποίηση το ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε για την υποβολή έργων στο πλαίσιο του νέου στόχου υποστήριξης των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δυνατότητας επείγουσας δράσης για την προστασία τους· σημειώνει ότι η Επιτροπή επέλεξε 11 δικαιούχους για την υλοποίηση αυτών των έργων και αναμένει την έναρξη των πραγματικών δραστηριοτήτων στις αρχές του 2009·

113.

καλεί την Επιτροπή για άλλη μια φορά να αναπροσαρμόσει τον αριθμό του προσωπικού που διατίθεται για την υλοποίηση του ΕΜΔΔΑ τόσο σε κεντρικό επίπεδο όσο και στις αντιπροσωπείες, ώστε να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες και τα προβλήματα του νέου αυτού μέσου·

114.

καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει τη συνεκτικότητα μεταξύ των πολιτικών προτεραιοτήτων της Ένωσης και των έργων και προγραμμάτων που αυτή στηρίζει, ιδίως στο πλαίσιο του διμερούς προγραμματισμού της με τρίτες χώρες·

Εκλογική βοήθεια και παρακολούθηση εκλογών

115.

επισημαίνει με ικανοποίηση ότι η ΕΕ χρησιμοποιεί ολοένα και περισσότερο τις αποστολές εκλογικής βοήθειας και παρακολούθησης εκλογών για την προώθηση της δημοκρατίας σε τρίτες χώρες, ενισχύοντας έτσι τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου, και ότι η ποιότητα και η ανεξαρτησία αυτών των αποστολών αναγνωρίζεται ευρέως·

116.

τονίζει ότι η συνολική μεθοδολογία της ΕΕ, που καλύπτει το σύνολο του εκλογικού κύκλου και περιλαμβάνει εκλογική βοήθεια και παρακολούθηση εκλογών, αποδείχθηκε ιδιαιτέρως επιτυχής για την ΕΕ, μετατρέποντάς την σε κορυφαίο διεθνή οργανισμό παρακολούθησης εκλογών·

117.

χαιρετίζει το πρώτο εγχειρίδιο της ΕΕ για την παρακολούθηση εκλογών που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2008· σημειώνει με ικανοποίηση την ύπαρξη ειδικού κεφαλαίου για θέματα φύλου· σημειώνει ότι το νέο εγχειρίδιο παρέχει μια πλήρη επισκόπηση της μεθοδολογίας των αποστολών της ΕΕ για την παρακολούθηση εκλογών και μια περιγραφή του σχεδιασμού των αποστολών, της ανάπτυξής τους και της υλοποίησής τους, καθώς και του τρόπου εφαρμογής των διεθνών προτύπων στην αξιολόγηση και την υποβολή εκθέσεων·

118.

απευθύνει έκκληση για αυξημένη εγρήγορση όσον αφορά τα κριτήρια επιλογής των χωρών όπου θα υπάρξει εκλογική βοήθεια/παρατήρηση, καθώς και όσον αφορά τη συμμόρφωση με τη μεθοδολογία και τους κανόνες που έχουν οριστεί σε διεθνές επίπεδο, ιδιαίτερα σχετικά με τον ανεξάρτητο χαρακτήρα της αποστολής·

119.

ζητεί εκ νέου η εκλογική διαδικασία, περιλαμβανομένου του προεκλογικού και του μετεκλογικού σταδίου, να ενσωματωθεί στα διάφορα επίπεδα του πολιτικού διαλόγου με τρίτες χώρες, με σκοπό τη διασφάλιση της συνοχής των πολιτικών της ΕΕ και την επιβεβαίωση του καίριου ρόλου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας·

Ενσωμάτωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις πολιτικές

120.

καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη χορήγηση προνομίων του «Συστήματος Γενικευμένων Προτιμήσεων συν» (GSP+) σε χώρες όπου παρατηρούνται σοβαρές αδυναμίες ως προς την εφαρμογή των οκτώ συμβάσεων της ΔΟΕ σχετικά με τους βασικούς κανόνες εργασίας, λόγω παραβιάσεων των αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων ή χρησιμοποίησης της καταναγκαστικής εργασίας στις φυλακές· καλεί την Επιτροπή να επεξεργαστεί κριτήρια για τον καθορισμό των περιπτώσεων στις οποίες τα οφέλη από το σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων πρέπει να αναστέλλονται για λόγους που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα

121.

υπογραμμίζει ότι τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα είναι εξίσου σημαντικά με τα αστικά και τα πολιτικά δικαιώματα· υπογραμμίζει τη δέσμευση της ΕΕ να υποστηρίξει τα επιτεύγματα των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας, όπως διατυπώνονται στα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων του Δεκεμβρίου 2007 και του Ιουνίου 2008·

122.

καλεί την ΕΕ να ενσωματώσει την προστασία των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων στις εξωτερικές της σχέσεις με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβάνοντάς τα συχνά στην ημερήσια διάταξη των διαλόγων και των διαβουλεύσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα με τρίτες χώρες και ασκώντας πίεση για την εφαρμογή του προαιρετικού πρωτοκόλλου του Διεθνούς Συμφώνου για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, ιδίως για την αποτελεσματική λειτουργία της διαδικασίας μεμονωμένων καταγγελιών·

123.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να διασφαλίσουν τη συνεκτικότητα των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων στις πολιτικές της ΕΕ για την ανάπτυξη, το εξωτερικό εμπόριο και τα ανθρώπινα δικαιώματα, και, για την επίτευξη αυτού του στόχου, να συστήσουν μια διυπηρεσιακή ομάδα εργασίας για τα εν λόγω δικαιώματα·

124.

τονίζει ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα περιλαμβάνουν επίσης το δικαίωμα στην τροφή, σε επαρκή στέγη, στην εκπαίδευση, στο νερό, στη γη, στην αξιοπρεπή εργασία, στην κοινωνική ασφάλεια και στο συνδικαλίζεσθαι, και ότι είναι πολύ σημαντικό να διασφαλιστεί η άσκηση των συγκεκριμένων δικαιωμάτων από τις εξαιρετικά ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού όπως οι κάτοικοι των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών, των χωρών που εξέρχονται από συγκρούσεις ή των αναδυόμενων χωρών, των αυτοχθόνων λαών, των προσφύγων της κλιματικής αλλαγής, των μεταναστών κλπ.·

125.

καλεί την Επιτροπή να καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια για τη διασφάλιση του δικαιώματος στην τροφή στα πλαίσια της τρέχουσας επισιτιστικής και γενικότερης οικονομικής κρίσης·

126.

υπογραμμίζει την ανάγκη προώθησης της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και της επιβολής στις διεθνικές εταιρείες που εδρεύουν σε κράτη μέλη της ΕΕ της υποχρέωσης του σεβασμού των συναφών κανονισμών της ΔΟΕ στις τρίτες χώρες στις οποίες δραστηριοποιούνται·

127.

σημειώνει με ικανοποίηση ότι το καθεστώς GSP+, μέσω της σύνδεσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς εμπορίου, ενθαρρύνει τη βιώσιμη ανάπτυξη καθώς και τη χρηστή διακυβέρνηση, και απευθύνει έκκληση για αποτελεσματική παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τη ρήτρα για το ουσιώδες στοιχείο των σχέσεων·

128.

καλεί εκ νέου το Συμβούλιο και την Επιτροπή να λάβουν πρωτοβουλίες στο πλαίσιο της ΕΕ σε διεθνές επίπεδο για την καταπολέμηση των διώξεων και των διακρίσεων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, π.χ. προωθώντας ένα ψήφισμα για αυτό το θέμα σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών και παρέχοντας στήριξη σε ΜΚΟ και παράγοντες που προάγουν την ισότητα και τη μη διάκριση·

Αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε υποθέσεις που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

129.

αναμένει τη μετάφραση των ψηφισμάτων και άλλων βασικών εγγράφων που σχετίζονται με θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη γλώσσα που ομιλείται στις ενδιαφερόμενες περιοχές·

130.

χαιρετίζει την πρωτοποριακή δήλωση που παρουσιάστηκε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 18 Δεκεμβρίου 2008 και υποστηρίχθηκε από 66 έθνη, μεταξύ των οποίων και όλα τα κράτη της ΕΕ, η οποία επιβεβαιώνει ότι η διεθνής προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιλαμβάνει τον γενετήσιο προσανατολισμό και την σεξουαλική ταυτότητα, και διατρανώνει για μία ακόμη φορά την αρχή της μη διάκρισης, η οποία απαιτεί την ισότιμη εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε κάθε ανθρώπινο ον, ανεξαρτήτως του γενετήσιου προσανατολισμού του ή της σεξουαλικής του ταυτότητας·

131.

καλεί το Συμβούλιο να ανταποκρίνεται με ουσιαστικό τρόπο στις επιθυμίες και τις ανησυχίες που εκφράζει σε επίσημες ανακοινώσεις του το Κοινοβούλιο, ιδιαίτερα δε όσον αφορά τα κατεπείγοντα ψηφίσματα·

132.

υπενθυμίζει στις αντιπροσωπείες του Κοινοβουλίου που επισκέπτονται τρίτες χώρες ότι πρέπει να συμπεριλαμβάνουν συστηματικά στην ημερήσια διάταξή τους έναν διακοινοβουλευτικό διάλογο για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και συναντήσεις με υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προκειμένου να ενημερώνονται από πρώτο χέρι σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην εμπλεκόμενη χώρα και να παρέχουν, όταν κρίνεται σκόπιμο, διεθνή προβολή και προστασία·

133.

είναι πεπεισμένο ότι μόνο ένα ενισχυμένο όργανο ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός του Κοινοβουλίου θα ήταν ικανό να προωθήσει μια συνεκτική, αποτελεσματική, συστηματική και εγκάρσια πολιτική για τα ανθρώπινα δικαιώματα εντός του θεσμικού μας οργάνου και έναντι του Συμβουλίου και της Επιτροπής, ιδίως σε σχέση με τις διατάξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας σε θέματα εξωτερικής πολιτικής·

134.

εκφράζει την ικανοποίησή του για τη σύσταση του δικτύου Ζαχάρωφ, η οποία ανακοινώθηκε στο πλαίσιο της 20ής επετείου των Βραβείων Ζαχάρωφ· εκτιμά ότι πρέπει να ληφθούν το ταχύτερο δυνατό οι αποφάσεις σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας του εν λόγω δικτύου και να τεθούν σε εφαρμογή τα απαραίτητα μέσα για την υλοποίηση των στόχων του· επαναλαμβάνει το αίτημά του να παρασχεθεί πρόσβαση στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα σε όλους του βραβευμένους με το Βραβείο Ζαχάρωφ και ιδιαίτερα στην Aung San Suu Kyi, στον Oswaldo José Payá Sardiñas, στην κουβανική ομάδα Damas de Blanco και στον Hu Jia· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι δεν έχει δοθεί καμία συγκεκριμένη απάντηση στις εκκλήσεις της ΕΕ προς τις αρχές της Κίνας, της Βιρμανίας και της Κούβας για το σεβασμό των θεμελιωδών ελευθεριών και ιδίως της ελευθερίας έκφρασης και σύστασης πολιτικών κομμάτων·

*

* *

135.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και των υποψηφίων χωρών, στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και στις κυβερνήσεις των χωρών και περιοχών που αναφέρονται στο παρόν ψήφισμα.


(1)  Για όλα τα σχετικά βασικά κείμενα, μπορείτε να συμβουλεύεστε τον πίνακα του παραρτήματος ΙΙΙ της έκθεσης A6-0128/2007 της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0025.

(3)  ΕΕ C 379, 7.12.1998, σ. 265· ΕΕ C 262, 18.9.2001, σ. 262· ΕΕ C 293 E, 28.11.2002, σ. 88· ΕΕ C 271 E, 12.11.2003, σ. 576· Κείμενα που εγκρίθηκαν, 22 Μαΐου 2008, P6_TA(2008)0238· Κείμενα που εγκρίθηκαν, 21 Οκτωβρίου 2008, P6_TA(2008)0496.

(4)  ΕΕ C 311, 9.12.2005, σ. 1.

(5)  ΕΕ C 303, 14.12.2007, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 317, 15.12.2000, σ. 3· ΕΕ L 209, 11.8.2005, σ. 27.

(7)  ΕΕ L 386, 29.12.2006, σ. 1.

(8)  ΕΕ C 125 E, 22.5.2008, σ. 220.

(9)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0065.

(10)  ΕΕ C 290 E, 29.11.2006, σ. 107.

(11)  ΕΕ C 250 E, 25.10.2007, σ. 91.

(12)  ΕΕ C 74 E, 20.3.2008, σ. 775.

(13)  ΕΕ C 77 E, 28.3.2002, σ. 126.

(14)  ΕΕ C 187 E, 24.7.2008, σ. 214.

(15)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0405.

(16)  ΕΕ C 41 Ε, 19.2.2009, σ. 24.

(17)  ΕΕ C 303 E, 13.12.2006, σ. 879.

(18)  ΕΕ C 327, 23.12.2005, σ. 4.

(19)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0194.

(20)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0021.

(21)  ΕΕ L 150, 18.6.2003, σ. 67.

(22)  Έως τις 18 Ιουλίου 2008, 85 κράτη δεν είχαν ακόμη κυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης: Αλγερία, Αγκόλα, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Μπαχάμες, Μπαχρέιν, Μπανγκλαντές, Λευκορωσία, Μπουτάν, Μπρουνέι, Καμερούν, Πράσινο Ακρωτήριο, Χιλή, Ακτή Ελεφαντοστού, Κούβα, Τσεχική Δημοκρατία, Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας, Αίγυπτος, Ελ Σαλβαδόρ, Ισημερινή Γουινέα, Ερυθραία, Αιθιοπία, Γρενάδα, Γουατεμάλα, Γουινέα Μπισσάου, Αϊτή, Ινδία, Ινδονησία, Ιράν, Ιράκ, Ισραήλ, Τζαμάικα, Καζαχστάν, Κιριμπάτι, Κουβέιτ, Κιργιζία, Λάος, Λίβανος, Λιβύη, Μαλαισία, Μαλδίβες, Μαυριτανία, Ηνωμένες Πολιτείες της Μικρονησίας, Μολδαβία, Μονακό, Μαρόκο, Μοζαμβίκη, Μιανμάρ / Βιρμανία, Νεπάλ, Νικαράγουα, Ομάν, Πακιστάν, Παλάου, Παπουασία-Νέα Γουινέα, Φιλιππίνες, Κατάρ, Ρωσική Ομοσπονδία, Ρουάντα, Αγία Λουκία, Σάο Τομέ και Πρίνσιπε, Σαουδική Αραβία, Σεϋχέλλες, Σιγκαπούρη, Νήσοι Σολομώντος, Σομαλία, Σρι Λάνκα, Σουδάν, Σουαζιλάνδη, Συρία, Ταϊλάνδη, Τόγκο, Τόνγκα, Τυνησία, Τουρκία, Τουρκμενιστάν, Τουβαλού, Ουκρανία, Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Ουζμπεκιστάν, Βανουάτου, Βιετνάμ, Υεμένη, Ζιμπάμπουε.

(23)  Στοιχεία Νοεμβρίου 2008, η Αυστρία, η Ουγγαρία, η Σλοβενία και η Ισπανία έχουν κυρώσει τόσο τη Σύμβαση όσο και το προαιρετικό πρωτόκολλο.

(24)  Από τα κράτη μέλη της ΕΕ, η Κύπρος, η Εσθονία, η Φινλανδία, η Ελλάδα, η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Ρουμανία και η Σλοβακία δεν έχουν υπογράψει ακόμη τη Σύμβαση.

(25)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0238.

(26)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0496.

(27)  Δήλωση της πρέσβειρας Susan E. Rice, μόνιμης αντιπροσώπου των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας, της 29ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την τήρηση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.

(28)  Κράτη που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση (έως τον Νοέμβριο 2008): Βέλγιο, Δανία, Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Κύπρος, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Κάτω Χώρες, Αυστρία, Πορτογαλία, Σλοβακία, Σλοβενία, Φινλανδία, Σουηδία (μόνο πέντε χώρες – Αλβανία, Αργεντινή, Γαλλία, Ονδούρα και Μεξικό – έχουν κυρώσει τη Σύμβαση, ενώ απαιτούνται 20 κυρώσεις για να τεθεί σε ισχύ).

(29)  ΕΕ L 200, 30.7.2005, σ. 1.

(30)  Βουλγαρία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Ουγγαρία, Κάτω Χώρες, Αυστρία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία, Σουηδία, Φινλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο.

(31)  Προαιρετικό Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, σχετικά με την εμπορία παιδιών, την παιδική πορνεία και την παιδική πορνογραφία (έως τον Νοέμβριο του 2008): δεν έχει κυρωθεί από την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, την Ουγγαρία, τη Μάλτα, την Φινλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο.Προαιρετικό Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, σε σχέση με την ανάμιξη παιδιών σε ένοπλη σύρραξη (έως τον Νοέμβριο του 2008): δεν έχει κυρωθεί από την Εσθονία, τις Κάτω Χώρες και την Ουγγαρία.

(32)  ΕΕ C 41 E, 19.2.2009, σ. 82.

(33)  Κείμενα που εγκρίθηκαν P6_TA(2008)0309.

(34)  Κοινή θέση 2007/734/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2007 για την επιβολή περιοριστικών μέτρων κατά του Ουζμπεκιστάν (ΕΕ L 295, 14.11.2007, σ. 34).

(35)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0059.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/82


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ο αντίκτυπος της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη της θεσμικής ισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

P6_TA(2009)0387

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαϊου 2009 σχετικά με τον αντίκτυπο της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη της θεσμικής ισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2008/2073(INI))

2010/C 212 E/12

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της 6ης Μαρτίου 2008,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία υπεγράφη στις 13 Δεκεμβρίου 2007,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας (1),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A6-0142/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει τη θεσμική ισορροπία της Ένωσης, δεδομένου ότι ενισχύει τις βασικές λειτουργίες καθενός από τα πολιτικά θεσμικά όργανα, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τους αντίστοιχους ρόλους τους εντός ενός θεσμικού πλαισίου στο οποίο η συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων αποτελεί βασικό στοιχείο της επιτυχίας της διαδικασίας ολοκλήρωσης της Ένωσης,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας μετασχηματίζει την πρώην «κοινοτική μέθοδο», προσαρμόζοντας και ενισχύοντάς την, σε «ενωσιακή μέθοδο» σύμφωνα με την οποία, ουσιαστικά:

το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καθορίζει τους γενικούς πολιτικούς προσανατολισμούς και προτεραιότητες,

η Επιτροπή προάγει το κοινό συμφέρον της Ένωσης και αναλαμβάνει τις κατάλληλες πρωτοβουλίες για τον σκοπό αυτόν,

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ασκούν από κοινού νομοθετικά και δημοσιονομικά καθήκοντα με βάση τις προτάσεις της Επιτροπής,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας επεκτείνει τη συγκεκριμένη μέθοδο λήψης αποφάσεων από την Ένωση σε νέους τομείς των νομοθετικών και δημοσιονομικών δραστηριοτήτων της,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δύναται, με ομοφωνία και με την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να επεκτείνει την ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία και τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την ενωσιακή μέθοδο,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που ο στόχος της Συνθήκης της Λισαβόνας είναι να απλοποιηθεί και να ενισχυθεί η συνεκτικότητα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου, η συνύπαρξη χωριστής Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων (και της Ευρωομάδας), σε συνδυασμό με τη συνέχιση ενός συστήματος ισότιμης εναλλαγής για τις προεδρίες των άλλων συνθέσεων του Συμβουλίου, είναι πιθανό να καταστήσει, σε πρώτη τουλάχιστον φάση, πιο περίπλοκη τη λειτουργία της Ένωσης,

ΣΤ.

εκτιμώντας ότι η αρχή της ισότητας των φύλων συνεπάγεται ότι η ίση εκπροσώπηση γυναικών και ανδρών στη δημόσια ζωή πρέπει επίσης να εφαρμόζεται στη διαδικασία διορισμού στις πιο σημαντικές θέσεις της Ένωσης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η νέα διαδικασία για την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής καθιστά αναγκαίες την εξέταση των αποτελεσμάτων των εκλογών και κατάλληλες διαβουλεύσεις μεταξύ εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πριν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προτείνει τον υποψήφιό του,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οργάνωση της διοργανικής συνεργασίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων θα είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία της δράσης της Ένωσης,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αναγνωρίζει την αυξανόμενη σημασία του στρατηγικού πολυετούς και του επιχειρησιακού ετήσιου προγραμματισμού για να διασφαλισθεί μια ομαλή σχέση μεταξύ των θεσμικών οργάνων και η αποδοτική εφαρμογή των διαδικασιών λήψης αποφάσεων, και τονίζει τον ρόλο της Επιτροπής ως εισηγήτριας των κύριων διαδικασιών προγραμματισμού,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ισχύων επταετής δημοσιονομικός προγραμματισμός σημαίνει ότι, κατά διαστήματα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή, κατά τη διάρκεια μιας πλήρους νομοθετικής περιόδου, δεν έχουν να λάβουν βασικές πολιτικές δημοσιονομικές αποφάσεις κατά τη διάρκεια της θητείας τους, έχοντας παγιδευθεί σε ένα πλαίσιο που ενέκριναν οι προκάτοχοί τους, το οποίο θα διαρκέσει έως το τέλος της θητείας τους, κάτι που θα ήταν, όμως, δυνατό να αντιμετωπιστεί αν υλοποιηθεί η δυνατότητα που δίνει η Συνθήκη της Λισαβόνας για πενταετή δημοσιονομικό προγραμματισμό, που θα μπορούσε να αντιστοιχεί με τη θητεία του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θεσπίζει μια νέα και ολοκληρωμένη προσέγγιση στην εξωτερική δράση της Ένωσης – ωστόσο με ειδικούς μηχανισμούς για τη λήψη αποφάσεων για ζητήματα σχετικά με την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) – καθώς επίσης δημιουργεί μια θέση με τη διπλή ιδιότητα του Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) που θα υποστηρίζεται από μια ειδική εξωτερική υπηρεσία ως το βασικό στοιχείο που θα καθιστά λειτουργική αυτή τη νέα και ολοκληρωμένη προσέγγιση,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θεσπίζει νέο σύστημα εξωτερικής εκπροσώπησης της Ένωσης, που ουσιαστικά ανατίθεται, σε διαφορετικά επίπεδα, στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στον Πρόεδρο της Επιτροπής και στον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής (Ύπατο Εκπρόσωπο) και που θα απαιτεί προσεκτική διατύπωση και ισχυρό συντονισμό μεταξύ των διαφόρων αρμόδιων για την εκπροσώπηση αυτή, προκειμένου να αποφευχθούν οι επιζήμιες συγκρούσεις αρμοδιοτήτων και η περιττή επανάληψη,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 2008 συμφώνησε ότι, σε περίπτωση ενάρξεως ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας μέχρι το τέλος του έτους, θα λάμβανε τα αναγκαία νομικά μέτρα για να διατηρηθεί η σύνθεση της Επιτροπής στη σημερινή της μορφή του ενός Μέλους ανά κράτος μέλος,

Γενική αξιολόγηση

1.

επικροτεί τις θεσμικές καινοτομίες της Συνθήκης της Λισαβόνας, που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια ανανεωμένη και βελτιωμένη θεσμική ισορροπία εντός της Ένωσης, επιτρέποντας στα θεσμικά όργανα να λειτουργούν πιο αποδοτικά, ανοικτά και δημοκρατικά και καθιστώντας την Ένωση ικανή να παράγει καλύτερα αποτελέσματα που θα ανταποκρίνονται περισσότερο στις προσδοκίες των πολιτών της και να διαδραματίζει τον ρόλο της πλήρως ως παγκόσμιος παράγοντας στη διεθνή σκηνή·

2.

τονίζει ότι ενισχύεται ο ουσιαστικός πυρήνας των λειτουργιών κάθε θεσμικού οργάνου, επιτρέποντας σε καθένα από αυτά να αναπτύσσει τον ρόλο του με αποτελεσματικότερο τρόπο, αλλά προειδοποιεί ότι το νέο θεσμικό πλαίσιο απαιτεί κάθε θεσμικό όργανο να διαδραματίζει τον ρόλο του σε μόνιμη συνεργασία με τα άλλα θεσμικά όργανα, προκειμένου να επιτευχθούν θετικά αποτελέσματα για ολόκληρη την Ένωση·

Ενίσχυση της ειδικής «ενωσιακής μεθόδου» λήψης αποφάσεων ως βάσης της διοργανικής ισορροπίας

3.

επικροτεί το γεγονός ότι τα ουσιαστικά στοιχεία της «κοινοτικής μεθόδου» – το δικαίωμα πρωτοβουλίας της Επιτροπής και η κοινή λήψη αποφάσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο – έχουν διατηρηθεί και ενισχυθεί από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, δεδομένου ότι:

το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο γίνεται θεσμικό όργανο του οποίου ο ειδικός ρόλος ως προς την παροχή της ώθησης και των προσανατολισμών της Ένωσης ενισχύεται, καθορίζοντας με αυτόν τον τρόπο τους στρατηγικούς στόχους και τις προτεραιότητές του χωρίς να παρεμβαίνει στην κανονική άσκηση των νομοθετικών και δημοσιονομικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης·

επιβεβαιώνεται ο ρόλος της Επιτροπής ως του «κινητήρα» που καθοδηγεί την ευρωπαϊκή δραστηριότητα, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο ότι το μονοπώλιό της ως προς τις νομοθετικές πρωτοβουλίες παραμένει άθικτο (και μάλιστα ενισχύεται), κυρίως στη διαδικασία του προϋπολογισμού·

οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως κλάδου της νομοθετικής εξουσίας ενισχύονται, καθόσον η συνήθης νομοθετική διαδικασία (όπως θα ονομάζεται η τρέχουσα διαδικασία συναπόφασης) γίνεται ο γενικός κανόνας (εκτός αν οι Συνθήκες ορίζουν ότι πρέπει να εφαρμοστεί ειδική νομοθετική διαδικασία) και επεκτείνεται σχεδόν σε όλους τους τομείς της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων·

επιβεβαιώνεται και διατηρείται ο ρόλος του Συμβουλίου ως του ετέρου κλάδου της νομοθετικής εξουσίας – ωστόσο με έναν βαθμό υπεροχής σε ορισμένους σημαντικούς τομείς – συγκεκριμένα λόγω του ότι διασαφηνίζεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν ασκεί νομοθετικές λειτουργίες·

η νέα διαδικασία του προϋπολογισμού θα βασίζεται κατά παρόμοιο τρόπο σε μια διαδικασία κοινής λήψης αποφάσεων, ισότιμα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, που θα καλύπτει όλα τα είδη δαπανών, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα αποφασίζουν επίσης από κοινού σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, και στις δύο περιπτώσεις με πρωτοβουλία της Επιτροπής·

η διάκριση μεταξύ των νομοθετικών και των κατ εξουσιοδότηση πράξεων και η αναγνώριση του ειδικού εκτελεστικού ρόλου της Επιτροπής υπό τον ισότιμο έλεγχο των δύο κλάδων της νομοθετικής εξουσίας θα βελτιώσει την ποιότητα της ευρωπαϊκής νομοθεσίας· το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαδραματίζει νέο ρόλο στην ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή και στην εποπτεία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων·

όσον αφορά την εξουσία σύναψης συνθηκών της Ένωσης, αναγνωρίζεται ο ρόλος της Επιτροπής (σε στενή συνεργασία με τον/την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής (Ύπατο Εκπρόσωπο)) όσον αφορά την ικανότητα διεξαγωγής διαπραγματεύσεων, ενώ θα απαιτείται η έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη σύναψη από το Συμβούλιο όλων σχεδόν των διεθνών συμφωνιών·

4.

επικροτεί το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ορίζει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δύναται με ομοφωνία, και με την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εφόσον δεν εκφραστεί αντίθετη γνώμη ενός εκ των εθνικών κοινοβουλίων, να επεκτείνει τη λήψη αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία και τη συνήθη νομοθετική διαδικασία σε τομείς στους οποίους δεν εφαρμόζονται ακόμα·

5.

τονίζει ότι, γενικά, αυτές οι μεταβατικές ρήτρες αποκαλύπτουν μια πραγματική τάση προς την ευρύτερη δυνατή εφαρμογή της «ενωσιακής μεθόδου», και συνεπώς καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να αξιοποιήσει όσο το δυνατόν καλύτερα αυτές τις ευκαιρίες που προσφέρει η Συνθήκη·

6.

υποστηρίζει ότι η πλήρης αξιοποίηση όλων των θεσμικών και διαδικαστικών καινοτομιών που θεσπίζει η Συνθήκη της Λισαβόνας απαιτεί σε βάθος μόνιμη συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων που συμμετέχουν στις διάφορες διαδικασίες, με πλήρη αξιοποίηση των νέων μηχανισμών που προβλέπονται στη Συνθήκη, ιδίως σε σχέση με τις διοργανικές συμφωνίες·

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

7.

επικροτεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αναγνωρίζει πλήρως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως έναν από τους δύο κλάδους των νομοθετικών και δημοσιονομικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης, ενώ αναγνωρίζεται επίσης ο ρόλος του στην έγκριση πολλών πολιτικών αποφάσεων, σημαντικών για τη ζωή της Ένωσης, και τα καθήκοντά του ως προς τον πολιτικό έλεγχο του ενισχύονται και επεκτείνονται, έστω και σε μικρότερο βαθμό, και στον τομέα της ΚΕΠΠΑ·

8.

τονίζει ότι η εν λόγω αναγνώριση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απαιτεί την πλήρη συνεργασία των άλλων θεσμικών οργάνων, κυρίως όσον αφορά την έγκαιρη διαβίβαση στο Κοινοβούλιο όλων των εγγράφων που είναι απαραίτητα για την άσκηση των καθηκόντων του, ισότιμα με το Συμβούλιο, καθώς και την πρόσβαση και συμμετοχή του σε σχετικές ομάδες εργασίας και συνεδριάσεις που διεξάγονται σε άλλα θεσμικά όργανα ισότιμα με τους άλλους συμμετέχοντες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων· καλεί τα τρία θεσμικά όργανα να εξετάσουν το ενδεχόμενο σύναψης διοργανικών συμφωνιών που θα διατυπώνουν τις βέλτιστες πρακτικές σε αυτούς τους τομείς, προκειμένου να βελτιστοποιήσουν την αμοιβαία συνεργασία τους·

9.

υποστηρίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει το ίδιο να πραγματοποιήσει τις απαραίτητες εσωτερικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να προσαρμόσει τη δομή, τις διαδικασίες και τις μεθόδους εργασίας του στις νέες αρμοδιότητες και στις ενισχυμένες απαιτήσεις του προγραμματισμού και της διοργανικής συνεργασίας που απορρέουν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας (2)· σημειώνει με ενδιαφέρον τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας για τη μεταρρύθμιση του Κοινοβουλίου και υπενθυμίζει ότι η αρμόδια επιτροπή του ασχολήθηκε πρόσφατα με τη μεταρρύθμιση του Κανονισμού του προκειμένου να τον προσαρμόσει στη Συνθήκη της Λισαβόνας (3)·

10.

επικροτεί το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας επεκτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το δικαίωμα πρωτοβουλίας όσον αφορά την αναθεώρηση των Συνθηκών, αναγνωρίζει ότι το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στη Συνέλευση και ότι απαιτείται η έγκρισή του σε περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κρίνει ότι δεν υπάρχει λόγος να συγκληθεί η Συνέλευση· θεωρεί ότι η αναγνώριση αυτή συνηγορεί υπέρ του να αναγνωρισθεί ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να συμμετέχει πλήρως στη Διακυβερνητική Διάσκεψη (ΔΚΔ) με παρόμοιους όρους με την Επιτροπή· θεωρεί ότι, αξιοποιώντας την εμπειρία των δύο προηγούμενων ΔΚΔ, ένας διοργανικός διακανονισμός θα μπορούσε στο μέλλον να καθορίσει τις κατευθυντήριες γραμμές για την οργάνωση των ΔΚΔ, κυρίως σε σχέση με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και με θέματα που αφορούν τη διαφάνεια·

11.

σημειώνει τις μεταβατικές διευθετήσεις που αφορούν τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· θεωρεί ότι η εφαρμογή παρόμοιων διευθετήσεων θα απαιτήσει αλλαγή στο πρωτογενές δίκαιο· καλεί τα κράτη μέλη να πάρουν όλα τα απαραίτητα νομοθετικά μέτρα σε εθνικό επίπεδο έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η προεπιλογή από τον Ιούνιο του 2009 των 18 επιπλέον βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να παρίστανται ως παρατηρητές στο Κοινοβούλιο από την ημέρα έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας· εκτιμά, ωστόσο, ότι οι επιπλέον βουλευτές θα πρέπει να αναλάβουν τις πλήρεις αρμοδιότητές τους σε συμπεφωνημένη ημερομηνία και ταυτόχρονα, εφόσον ολοκληρωθούν όλες οι αναγκαίες νομικές διαδικασίες σε εθνικό επίπεδο· υπενθυμίζει στο Συμβούλιο ότι το Κοινοβούλιο πρόκειται να αποκτήσει σημαντικά δικαιώματα πρωτοβουλίας και συναίνεσης βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας (άρθρο 14, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΕ), όσον αφορά τη σύνθεση του Κοινοβουλίου, τα οποία σκοπεύει να διεκδικήσει πληρως·

Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου

12.

θεωρεί ότι η επίσημη αναγνώριση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ως χωριστού αυτόνομου θεσμικού οργάνου, με τις συγκεκριμένες αρμοδιότητές του που καθορίζονται ρητώς στις Συνθήκες, συνεπάγεται την επανεστίαση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο θεμελιώδες καθήκον της παροχής της απαραίτητης πολιτικής ώθησης και του καθορισμού των γενικών προσανατολισμών και στόχων της δραστηριότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

13.

επικροτεί επίσης τον προσδιορισμό στη Συνθήκη της Λισαβόνας του ουσιαστικού ρόλου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε σχέση με την αναθεώρηση των Συνθηκών, καθώς και σε σχέση με ορισμένες αποφάσεις θεμελιώδους σημασίας για την πολιτική ζωή της Ένωσης – όσον αφορά θέματα όπως οι υποψηφιότητες για τα πιο σημαντικά πολιτικά αξιώματα, η επίλυση των πολιτικών αδιεξόδων σε διάφορες διαδικασίες λήψης αποφάσεων και η χρήση μηχανισμών ευελιξίας – που θεσπίζονται με ή χωρίς τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου·

14.

θεωρεί επίσης ότι, καθώς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι πλέον ενσωματωμένο στην θεσμική αρχιτεκτονική της ΕΕ, χρειάζεται σαφέστερος και πιο συγκεκριμένος ορισμός των υποχρεώσεών του, συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης δικαστικής εξέλεγξης των ενεργειών του, ιδίως υπό το φως του άρθρου 265 ΣΕΕ·

15.

τονίζει τον ιδιαίτερο πρωταγωνιστικό ρόλο που θα διαδραματίζει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στον τομέα της εξωτερικής δράσης, ειδικά όσον αφορά την ΚΕΠΠΑ, όπου τα καθήκοντά του σχετικά με τον εντοπισμό των στρατηγικών συμφερόντων, τον προσδιορισμό των στόχων και τον καθορισμό των γενικών κατευθυντήριων γραμμών της εν λόγω πολιτικής είναι ζωτικής σημασίας· επισημαίνει στο πλαίσιο αυτό την ανάγκη στενής συμμετοχής του Συμβουλίου, του Προέδρου της Επιτροπής και του Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) στην προετοιμασία των εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στον συγκεκριμένο τομέα·

16.

υποστηρίζει ότι η ανάγκη να βελτιωθεί η διοργανική συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου συνηγορεί υπέρ της βελτιστοποίησης των όρων υπό τους οποίους ο /η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συμμετέχει στις συζητήσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που θα μπορούσαν ενδεχομένως να διευθετηθούν με μια πολιτική συμφωνία σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων· θεωρεί ότι θα ήταν χρήσιμο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να επισημοποιήσει επιπλέον αυτούς τους όρους στον εσωτερικό Κανονισμό του·

Η σταθερή Προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου

17.

επικροτεί τη δημιουργία μιας σταθερής μακροπρόθεσμης Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που θα συμβάλει στο να διασφαλισθεί η μεγαλύτερη συνέχεια, η αποτελεσματικότητα και η συνεκτικότητα των εργασιών του εν λόγω θεσμικού οργάνου και συνεπώς της δράσης της Ένωσης· υπογραμμίζει ότι ο διορισμός του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα πρέπει να πραγματοποιηθεί όσο το δυνατόν συντομότερα μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας, ούτως ώστε να διατηρηθεί η σύνδεση ανάμεσα στη θητεία του νεοεκλεγέντος Κοινοβουλίου και την εντολή της νέας Επιτροπής·

18.

τονίζει τον ουσιαστικό ρόλο που θα διαδραματίζει ο/η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στη θεσμική ζωή της Ένωσης, όχι ως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης – κάτι που δεν θα είναι – αλλά ως Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αρμόδιος να προωθεί τις εργασίες του, να διασφαλίζει την προετοιμασία και τη συνέχεια των εργασιών του, να προάγει τη συναίνεση μεταξύ των μελών του, να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να εκπροσωπεί, στο επίπεδό του και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου), την Ένωση εξωτερικά σε σχέση με την ΚΕΠΠΑ·

19.

υπενθυμίζει ότι η προετοιμασία των συνεδριάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και η συνέχεια των εργασιών του πρέπει να διασφαλίζονται από τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε συνεργασία με τον/την Πρόεδρο της Επιτροπής και με βάση τις εργασίες του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων, κάτι που προϋποθέτει αμοιβαία επαφή και στενή συνεργασία μεταξύ του/της Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Προεδρίας του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων·

20.

θεωρεί, στο πλαίσιο αυτό, ότι είναι ουσιαστικό να υπάρχει ισορροπημένη και συνεργατική σχέση ανάμεσα στον/στην Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και στον/στην Πρόεδρο της Επιτροπής, στην εκ περιτροπής Προεδρία και, όσον αφορά την εξωτερική εκπροσώπηση της Ένωσης σε θέματα ΚΕΠΠΑ, στον/στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής (Ύπατο Εκπρόσωπο)·

21.

υπενθυμίζει ότι, παρόλο που η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα υποστηρίζεται από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, οι ειδικές δαπάνες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου πρέπει να επισημαίνονται σε χωριστό τμήμα του προϋπολογισμού και να συμπεριλαμβάνουν ειδικά κονδύλια για τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο οποίος πρέπει να υποστηρίζεται από το ιδιαίτερο γραφείο του, που πρέπει να δημιουργηθεί με λογικούς όρους·

Το Συμβούλιο

22.

επικροτεί τα μέτρα που λήφθηκαν στη Συνθήκη της Λισαβόνας για την εξέταση του ρόλου του Συμβουλίου ως του δεύτερου κλάδου της νομοθετικής και δημοσιονομικής εξουσίας της Ένωσης που μοιράζεται – αν και ακόμα με έναν βαθμό υπεροχής σε ορισμένους τομείς – το κύριο βάρος της λήψης αποφάσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εντός ενός θεσμικού συστήματος που έχει εξελιχθεί σταδιακά σύμφωνα με μια κοινοβουλευτική λογική δύο νομοθετικών σωμάτων·

23.

τονίζει τον ουσιαστικό ρόλο που αποδίδει η Συνθήκη της Λισαβόνας στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων – και συνεπώς στον/στην Πρόεδρό του – με σκοπό να διασφαλισθεί η συνέπεια και η συνέχεια των εργασιών των διαφορετικών συνθέσεων του Συμβουλίου, καθώς και η προετοιμασία και η συνέχεια των εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (σε συνεργασία με τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τον/την Πρόεδρο της Επιτροπής)·

24.

τονίζει ότι ο ιδιαίτερος ρόλος του Συμβουλίου στην προετοιμασία, στον καθορισμό και στην εφαρμογή της ΚΕΠΠΑ απαιτεί ενισχυμένο συντονισμό μεταξύ του Προέδρου του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) ως προέδρου του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, και μεταξύ αυτών και του/της Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου·

25.

εκφράζει την πεποίθησή του ότι ο διαχωρισμός που προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας μεταξύ του ρόλου του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και του ρόλου του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων απαιτεί διαφορετική συγκρότηση των δύο αυτών συνθέσεων του Συμβουλίου, ιδίως επειδή η ευρύτερη έννοια των εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης όπως προβλέπεται στις Συνθήκες όπως τροποποιήθηκαν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας θα δυσχεραίνει ολοένα και περισσότερο την ταυτόχρονη θητεία και στις δύο συνθέσεις του Συμβουλίου· συνεπώς πιστεύει ότι είναι επιθυμητό οι υπουργοί Εξωτερικών να επικεντρώνονται κυρίως στις δραστηριότητες του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων·

26.

στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί αναγκαίο ο/η πρωθυπουργός/αρχηγός κράτους του κράτους μέλους που αναλαμβάνει την Προεδρία του Συμβουλίου να προεδρεύει ο ίδιος και να διασφαλίζει την ορθή λειτουργία του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων ως του οργάνου που είναι αρμόδιο για τον συντονισμό των διαφορετικών συνθέσεων του Συμβουλίου και για την διαιτησία όσον αφορά τις προτεραιότητες και την επίλυση συγκρούσεων που σήμερα παραπέμπονται υπερβολικά εύκολα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο·

27.

αναγνωρίζει τις μεγάλες δυσκολίες συντονισμού μεταξύ των διαφορετικών συνθέσεων του Συμβουλίου λόγω του νέου συστήματος των Προεδριών, και τονίζει, με σκοπό την αποφυγή αυτών των κινδύνων, τη σημασία που έχουν οι «νέες» σταθερές δεκαοκτάμηνες «τρόικες» (ομάδες τριών Προεδριών), που θα μοιράζονται τις προεδρίες των διαφορετικών συνθέσεων του Συμβουλίου (εκτός του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων και της Ευρωομάδας), και της COREPER προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεκτικότητα, η συνέπεια και η συνέχεια των εργασιών του Συμβουλίου ως συνόλου και να διασφαλίζεται η διοργανική συνεργασία που απαιτείται για την ομαλή διεξαγωγή των νομοθετικών και δημοσιονομικών διαδικασιών με απόφαση από κοινού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

28.

θεωρεί ζωτικής σημασίας να αναπτύξουν οι τρόικες στενή και μόνιμη συνεργασία καθ’ όλη την κοινή θητεία τους· τονίζει τη σημασία του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος κάθε δεκαοκτάμηνης τρόικας για τη λειτουργία της Ένωσης, όπως περιγράφεται εκτενώς στην παράγραφο 51 του παρόντος ψηφίσματος· καλεί τις τρόικες να παρουσιάζουν τα κοινά επιχειρησιακά τους προγράμματα -που περιλαμβάνουν ιδίως τις προτάσεις τους σχετικά με τον προγραμματισμό των νομοθετικών διαβουλεύσεων στην Ολομέλεια του Κοινοβουλίου- στην αρχή της κοινής θητείας τους·

29.

θεωρεί ότι ο/η πρωθυπουργός/αρχηγός κράτους του κράτους μέλους που αναλαμβάνει την Προεδρία του Συμβουλίου θα διαδραματίζει βασικό ρόλο στη διασφάλιση της συνοχής ολόκληρης της ομάδας των Προεδριών και της συνεκτικότητας των εργασιών των διαφορετικών συνθέσεων του Συμβουλίου, καθώς και στην παροχή του απαραίτητου συντονισμού με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ειδικά σε σχέση με την προετοιμασία και τη συνέχεια των εργασιών του·

30.

τονίζει επίσης ότι ο/η πρωθυπουργός/αρχηγός κράτους που αναλαμβάνει την εκ περιτροπής Προεδρία του Συμβουλίου πρέπει να αποτελεί τον προνομιούχο συνομιλητή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις δραστηριότητες της Προεδρίας· θεωρεί ότι πρέπει να προσκαλείται να μιλήσει στην Ολομέλεια του Κοινοβουλίου, όπου θα παρουσιάζει το αντίστοιχο πρόγραμμα των δραστηριοτήτων της Προεδρίας και τον απολογισμό των εξελίξεων και των αποτελεσμάτων που καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της εξάμηνης θητείας της, καθώς επίσης θα παρουσιάζει προς συζήτηση οποιοδήποτε άλλο σχετικό πολιτικό θέμα που προκύπτει κατά τη διάρκεια της θητείας της Προεδρίας του·

31.

τονίζει ότι, όπως έχει η κατάσταση όσον αφορά την ανάπτυξη της Ένωσης, τα θέματα που αφορούν την ασφάλεια και την άμυνα εξακολουθούν να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ΚΕΠΠΑ, και θεωρεί ότι, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να παραμείνουν στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, υπό την προεδρία του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου), με την πρόσθετη συμμετοχή των υπουργών Άμυνας όποτε κρίνεται απαραίτητο·

Η Επιτροπή

32.

επικροτεί την επιβεβαίωση του καίριου ρόλου της Επιτροπής ως του «κινητήρα» που καθοδηγεί τη δραστηριότητα της Ένωσης, μέσω:

της αναγνώρισης του οιονεί μονοπωλίου της από πλευράς νομοθετικής πρωτοβουλίας, που επεκτείνεται σε όλους τους τομείς δραστηριότητας της Ένωσης εκτός από την ΚΕΠΠΑ, και ενισχύεται ιδιαίτερα σε δημοσιονομικά θέματα·

της ενίσχυσης του ρόλου της στη διευκόλυνση της συμφωνίας μεταξύ των δύο κλάδων της νομοθετικής και δημοσιονομικής εξουσίας·

της ενίσχυσης του ρόλου της ως της «εκτελεστικής αρχής» της Ένωσης όποτε η εφαρμογή των διατάξεων του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαιτεί κοινή προσέγγιση, με το Συμβούλιο να αναλαμβάνει αυτόν τον ρόλο μόνο σε θέματα ΚΕΠΠΑ και σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που ορίζονται στις νομοθετικές πράξεις·

33.

επικροτεί επίσης την ενίσχυση της θέσης του/της Προέδρου στο Σώμα των Επιτρόπων, κυρίως όσον αφορά τη θεσμική υποχρέωση λογοδοσίας των Επιτρόπων προς αυτόν/αυτήν και την εσωτερική οργάνωση της Επιτροπής, που δημιουργεί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να ενισχυθεί η ηγεσία του/της στην Επιτροπή και να βελτιωθεί η συνοχή της θεωρεί ότι αυτή η ενίσχυση θα μπορούσε να ενδυναμωθεί περαιτέρω λαμβάνοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ των Αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων με σκοπό να διατηρηθεί η αναλογία ενός Μέλους της Επιτροπής ανά κράτος μέλος·

Εκλογή του/της Προέδρου της Επιτροπής

34.

τονίζει ότι η εκλογή του/της Προέδρου της Επιτροπής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατόπιν πρότασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου πρόκειται να δώσει έντονο πολιτικό χαρακτήρα στο διορισμό του·

35.

τονίζει ότι η εν λόγω εκλογή θα αυξήσει τη δημοκρατική νομιμότητα του/της Προέδρου της Επιτροπής και θα ενισχύσει τη θέση του/της τόσο στο εσωτερικό της Επιτροπής (όσον αφορά τη θέση της στις εσωτερικές σχέσεις με τους άλλους Επιτρόπους) όσο και στις διοργανικές σχέσεις γενικά·

36.

θεωρεί ότι η αυξημένη νομιμότητα του/της Προέδρου της Επιτροπής θα ωφελήσει επίσης την Επιτροπή συνολικά, ενισχύοντας την ικανότητά της να δρα ως ένας ανεξάρτητος φορέας προώθησης του κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος και ως η κινητήρια δύναμη της ευρωπαϊκής δράσης·

37.

υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι το γεγονός ότι ένας υποψήφιος για το αξίωμα του/της Προέδρου της Επιτροπής μπορεί να προταθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, και ότι η εκλογή του/της εν λόγω υποψηφίου/υποψήφιας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαιτεί την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν, συνιστά περαιτέρω κίνητρο που παρακινεί όλους όσοι συμμετέχουν στη διαδικασία να αναπτύξουν τον απαραίτητο διάλογο με σκοπό να διασφαλίσουν την επιτυχή έκβαση της διαδικασίας·

38.

υπενθυμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεσμεύεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας να λάβει «υπόψη τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» και, πριν ορίσει τον/την υποψήφιο/α, να προβεί «στις κατάλληλες διαβουλεύσεις», που δεν είναι επίσημες θεσμικές επαφές μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων· υπενθυμίζει επιπλέον ότι η δήλωση 11 που προσαρτάται στην Τελική Πράξη της Διακυβερνητικής Διάσκεψης η οποία ενέκρινε τη Συνθήκη της Λισαβόνας (4) απαιτεί στο πλαίσιο αυτό «αναγκαίες διαβουλεύσεις στο καταλληλότερο πλαίσιο» μεταξύ των εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου·

39.

προτείνει ο /η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να λαμβάνει εντολή από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (μόνος ή με μια αντιπροσωπεία) να διεξάγει τις εν λόγω διαβουλεύσεις, να διαβουλεύεται με τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με σκοπό την οργάνωση των αναγκαίων συναντήσεων με καθέναν από τους αρχηγούς των πολιτικών ομάδων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενδεχομένως συνοδευόμενος από τους αρχηγούς (ή μια αντιπροσωπεία) των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και στη συνέχεια ο/η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο·

Διαδικασία υποψηφιοτήτων

40.

θεωρεί ότι κατά την επιλογή των προσώπων που καλούνται να αναλάβουν τα αξιώματα του/της Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του/της Προέδρου της Επιτροπής και του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές ικανότητες των υποψηφίων· αναγνωρίζει επιπλέον, όπως προβλέπεται στη δήλωση 6 που προσαρτάται στην προαναφερθείσα Τελική Πράξη (5), ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη σεβασμού της γεωγραφικής και δημογραφικής πολυμορφίας της Ένωσης και των κρατών μελών της·

41.

θεωρεί επιπλέον ότι, κατά τη διαδικασία υποψηφιοτήτων για τα σημαντικότερα πολιτικά αξιώματα στην Ένωση, τα κράτη μέλη και οι ευρωπαϊκές πολιτικές οικογένειες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τα κριτήρια της γεωγραφικής και δημογραφικής ισορροπίας που προβλέπονται στη Συνθήκη της Λισαβόνας, αλλά και κριτήρια που βασίζονται στην πολιτική ισορροπία και στην ισορροπία των φύλων·

42.

θεωρεί στο πλαίσιο αυτό ότι η διαδικασία υποψηφιοτήτων πρέπει να λάβει χώρα έπειτα από τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα εκλογικά αποτελέσματα, τα οποία θα διαδραματίσουν πρωτεύοντα ρόλο στην επιλογή του/της Προέδρου της Επιτροπής· επισημαίνει ότι μόνο μετά από την εκλογή του/της θα είναι δυνατόν να διασφαλισθεί η απαιτούμενη ισορροπία·

43.

προτείνει, στο πλαίσιο αυτό, ως πιθανό πρότυπο την ακόλουθη διαδικασία και το χρονοδιάγραμμα για τις υποψηφιότητες, που θα μπορούσαν να συμφωνηθούν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο:

εβδομάδες 1 και 2 μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές: εγκατάσταση των πολιτικών ομάδων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

εβδομάδα 3 μετά τις εκλογές: διαβουλεύσεις μεταξύ του/της Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του/της Προέδρου του Κοινοβουλίου, ακολουθούμενες από χωριστές συναντήσεις μεταξύ του/της Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και των προέδρων των πολιτικών ομάδων (ενδεχομένως και με τους προέδρους των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων ή με περιορισμένες αντιπροσωπείες)·

εβδομάδα 4 μετά τις εκλογές: πρόταση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που θα λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση, για τον υποψήφιο για την Προεδρία της Επιτροπής·

εβδομάδες 5 και 6 μετά τις εκλογές: επαφές μεταξύ του υποψήφιου για την Προεδρία της Επιτροπής και των πολιτικών ομάδων· δηλώσεις του εν λόγω υποψηφίου και παρουσίαση των πολιτικών κατευθύνσεών του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τον/την υποψήφιο/α για την Προεδρία της Επιτροπής·

Ιούλιος/Αύγουστος/Σεπτέμβριος: ο/η εκλεγμένος/η Πρόεδρος της Επιτροπής συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με την υποψηφιότητα του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) και προτείνει τον κατάλογο υποψήφιων Επιτρόπων (συμπεριλαμβανομένου του Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου))·

Σεπτέμβριος: το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εγκρίνει τον κατάλογο των υποψήφιων Επιτρόπων (συμπεριλαμβανομένου του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου))·

Σεπτέμβριος/Οκτώβριος: ακροάσεις των υποψήφιων Επιτρόπων και του/της υποψήφιου/ας Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

Οκτώβριος: παρουσίαση του Σώματος των Επιτρόπων και του προγράμματός τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· ψηφοφορία για ολόκληρο το Σώμα των Επιτρόπων (συμπεριλαμβανομένου/ης του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου))· το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εγκρίνει τη νέα Επιτροπή· η νέα Επιτροπή αναλαμβάνει τα καθήκοντά της·

Νοέμβριος: το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προτείνει τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου·

44.

τονίζει ότι το προτεινόμενο σενάριο πρέπει σε κάθε περίπτωση να εφαρμοστεί από το 2014 και εξής·

45.

θεωρεί ότι η πιθανή έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας έως το τέλος του έτους 2009 επιβάλλει την επίτευξη πολιτικής συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να εξασφαλισθεί ότι η διαδικασία για την επιλογή του/της Προέδρου της επόμενης Επιτροπής καθώς και για τον ορισμό της μελλοντικής Επιτροπής θα σέβεται σε κάθε περίπτωση την ουσία των νέων αρμοδιοτήτων τις οποίες η Συνθήκη της Λισαβόνας αναγνωρίζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επί του θέματος αυτού·

46.

θεωρεί ότι εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δρομολογήσει τη διαδικασία για τον διορισμό του/της Προέδρου της νέας Επιτροπής χωρίς καθυστέρηση αμέσως μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2009 (6) για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα πρέπει να λάβει δεόντως υπόψη το απαραίτητο χρονοδιάγραμμα ώστε να περατωθεί ατύπως η διαδικασία πολιτικής διαβούλευσης με τους νεοεκλεγέντες εκπροσώπους των πολιτικών ομάδων, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας· θεωρεί ότι, υπό αυτές τις προϋποθέσεις, η ουσία των νέων του δικαιωμάτων θα πρέπει να τηρηθεί στο έπακρο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορεί να προχωρήσει στην έγκριση του διορισμού του/της Προέδρου της Επιτροπής·

47.

τονίζει ότι, σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά τον ορισμό του νέου σώματος Επιτρόπων, η διαδικασία θα δρομολογηθεί μόνο εφόσον γνωστοποιηθούν τα αποτελέσματα του δεύτερου δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία· τονίζει ότι τα θεσμικά όργανα θα είναι πλήρως ενήμερα για το μελλοντικό νομικό πλαίσιο εντός του οποίου η νέα Επιτροπή θα ασκεί την εντολή της και θα λάβουν δεόντως υπόψη τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους στη διαδικασία, καθώς και τη σύνθεση, δομή και αρμοδιότητες της νέας Επιτροπής· σε περίπτωση θετικής έκβασης του δημοψηφίσματος, η από πλευράς Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επίσημη έγκριση του νέου σώματος Επιτρόπων, συμπεριλαμβανομένου του/της Προέδρου και του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου), θα λάβει χώρα μόνο μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

48.

υπενθυμίζει ότι εάν το δεύτερο δημοψήφισμα στην Ιρλανδία δεν έχει θετική έκβαση, θα εφαρμοσθεί σε κάθε περίπτωση πλήρως η Συνθήκη της Νίκαιας και ότι η νέα Επιτροπή θα πρέπει να συσταθεί σύμφωνα με τις διατάξεις δυνάμει των οποίων ο αριθμός των μελών της είναι κατώτερος του αριθμού των κρατών μελών· τονίζει ότι σ' αυτή την περίπτωση, το Συμβούλιο θα πρέπει να λάβει απόφαση όσον αφορά τον συγκεκριμένο αριθμό των μελών αυτής της Επιτροπής μικρότερης σύνθεσης· υπογραμμίζει την πολιτική βούληση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να διασφαλισθεί η αυστηρή τήρηση των διατάξεων αυτών·

Προγραμματισμός

49.

θεωρεί ότι ο προγραμματισμός, τόσο σε στρατηγικό όσο και σε λειτουργικό επίπεδο, θα είναι απαραίτητος προκειμένου να διασφαλίζεται η αποδοτικότητα και η συνεκτικότητα της δράσης της Ένωσης·

50.

επικροτεί συνεπώς το γεγονός ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας απαιτεί συγκεκριμένα τον προγραμματισμό ως μέσο ενίσχυσης της ικανότητας δράσης των θεσμικών οργάνων και προτείνει να οργανωθούν αρκετές ταυτόχρονες διαδικασίες προγραμματισμού σύμφωνα με τα κατωτέρω:

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή πρέπει να καταλήγουν σε νομοθετική «συμφωνία» ή «πρόγραμμα», με βάση τους ευρείς στρατηγικούς στόχους και τις προτεραιότητες που παρουσιάζει η Επιτροπή στην αρχή της θητείας της, και που πρέπει να αποτελούν το αντικείμενο κοινής συζήτησης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, με στόχο την επίτευξη συνεννόησης (ενδεχομένως υπό τη μορφή μιας ειδικής διοργανικής συμφωνίας, ακόμα και όταν αυτή δεν είναι νομικά δεσμευτική) μεταξύ των τριών θεσμικών οργάνων σχετικά με τους κοινούς στόχους και τις προτεραιότητες για την πενταετή νομοθετική περίοδο·

με βάση την εν λόγω συμφωνία ή το πρόγραμμα, η Επιτροπή πρέπει στη συνέχεια να αναπτύσσει περαιτέρω τις ιδέες της για τον δημοσιονομικό προγραμματισμό και να παρουσιάζει, έως τα τέλη Ιουνίου του έτους μετά τις εκλογές, τις προτάσεις της για ένα πενταετές πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο – συνοδευόμενες από τον κατάλογο των νομοθετικών προτάσεων που απαιτούνται προκειμένου να τεθούν σε εφαρμογή τα αντίστοιχα προγράμματα – που πρέπει στη συνέχεια να συζητηθούν και να εγκριθούν από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις Συνθήκες, έως το τέλος του ιδίου έτους (ή, το αργότερο, έως το τέλος του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους)·

αυτό θα δίνει τη δυνατότητα στην Ένωση να έχει ένα πενταετές πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο έτοιμο να τεθεί σε ισχύ στην αρχή του έτους N+2 (ή Ν+3) (7), προσφέροντας συνεπώς σε κάθε Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε κάθε Επιτροπή τη δυνατότητα να αποφασίζουν για τον «δικό τους» προγραμματισμό·

51.

θεωρεί ότι η υιοθέτηση αυτού του συστήματος πενταετούς δημοσιονομικού και πολιτικού προγραμματισμού θα απαιτήσει την παράταση και προσαρμογή του τρέχοντος δημοσιονομικού πλαισίου που περιλαμβάνεται στη διοργανική συμφωνία για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (8) έως το τέλος του 2015/2016, με το επόμενο να τίθεται σε ισχύ στις αρχές του 2016/2017 (9),

52.

προτείνει ότι, με βάση τη νομοθετική συμφωνία/πρόγραμμα, και λαμβάνοντας υπόψη το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο:

η Επιτροπή πρέπει να παρουσιάζει το ετήσιο νομοθετικό πρόγραμμα και το πρόγραμμα εργασίας της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, με σκοπό μια κοινή συζήτηση που θα δίνει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να προβαίνει στις αναγκαίες προσαρμογές·

το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, σε διάλογο με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πρέπει να εγκρίνει τον κοινό επιχειρησιακό προγραμματισμό των δραστηριοτήτων κάθε ομάδας τριών Προεδριών για ολόκληρη τη διάρκεια της δεκαοκτάμηνης θητείας τους, που θα χρησιμεύει ως πλαίσιο για το αντίστοιχο πρόγραμμα δραστηριοτήτων κάθε Προεδρίας για τους έξι μήνες θητείας της·

Εξωτερικές σχέσεις

53.

τονίζει τη σημασία της νέας διάστασης που εισάγει η Συνθήκη της Λισαβόνας στην εξωτερική δράση της Ένωσης ως συνόλου, συμπεριλαμβανομένης της ΚΕΠΠΑ, που, σε συνδυασμό με τη νομική προσωπικότητα της Ένωσης και τις θεσμικές καινοτομίες στον τομέα αυτόν (κυρίως τη δημιουργία της θέσης του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) με τη διπλή ιδιότητα και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ)), θα μπορούσε να αποτελέσει έναν αποφασιστικό παράγοντα για τη συνεκτικότητα και την αποτελεσματικότητα της δράσης της Ένωσης στον εν λόγω τομέα και να ενισχύσει σημαντικά την προβολή της ως παγκόσμιου παράγοντα·

54.

υπενθυμίζει ότι όλες οι αποφάσεις σε θέματα εξωτερικής δράσης πρέπει να καθορίζουν τη νομική βάση σύμφωνα με την οποία εγκρίνονται, προκειμένου να διευκολύνεται η αναγνώριση της διαδικασίας που ακολουθείται για την έγκρισή τους και της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθείται για την εφαρμογή τους·

Αντιπρόεδρος της Επιτροπής (Ύπατος Εκπρόσωπος)

55.

κρίνει τη δημιουργία του αξιώματος του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) με τη διπλή ιδιότητα ως ένα θεμελιώδες μέτρο για να διασφαλισθεί η συνεκτικότητα, η αποτελεσματικότητα και η προβολή ολόκληρης της εξωτερικής δράσης της Ένωσης·

56.

τονίζει ότι ο/η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής (Ύπατος Εκπρόσωπος) πρέπει να ορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία, με την έγκριση του/της Προέδρου της Επιτροπής, και πρέπει επίσης να λαμβάνει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, μαζί με ολόκληρο το Σώμα των Επιτρόπων· καλεί τον/την Πρόεδρο της Επιτροπής να διασφαλίζει ότι η Επιτροπή ασκεί πλήρως τις αρμοδιότητες της στο πλαίσιο αυτό, έχοντας υπόψη ότι, ως Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, ο/η Ύπατος Εκπρόσωπος θα διαδραματίζει βασικό ρόλο στη διασφάλιση της συνοχής και της καλής λειτουργίας του Σώματος των Επιτρόπων, και ότι ο/η Πρόεδρος της Επιτροπής έχει το πολιτικό και θεσμικό καθήκον να διασφαλίζει ότι ο/η Ύπατος Εκπρόσωπος διαθέτει τις ικανότητες που απαιτούνται για να ενώσει το Σώμα των Επιτρόπων· τονίζει επίσης ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρέπει να γνωρίζει τη συγκεκριμένη διάσταση του ρόλου του/της Αντιπρόεδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) και πρέπει να προβεί από την έναρξη της διαδικασίας στις απαραίτητες διαβουλεύσεις με τον/την Πρόεδρο της Επιτροπής, προκειμένου να διασφαλίσει την επιτυχή της ολοκλήρωση· υπενθυμίζει ότι θα ασκήσει πλήρως την κρίση του σχετικά με τις πολιτικές και θεσμικές ικανότητες του/της υποψήφιου/ας Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του όσον αφορά τον ορισμό νέας Επιτροπής·

57.

τονίζει ότι η ΕΥΕΔ θα διαδραματίζει βασικό ρόλο στην υποστήριξη των δραστηριοτήτων του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) και θα αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της επιτυχίας της νέας ολοκληρωμένης προσέγγισης της εξωτερικής δράσης της Ένωσης· τονίζει ότι για την έναρξη της λειτουργίας της νέας υπηρεσίας θα απαιτηθεί επίσημη πρόταση του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου), που θα είναι δυνατή μόνο όταν θα έχει αναλάβει τα καθήκοντά του και που μπορεί να εγκριθεί από το Συμβούλιο μόνο μετά τη γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τη συναίνεση της Επιτροπής· δηλώνει την πρόθεσή του να ασκήσει πλήρως τις δημοσιονομικές του αρμοδιότητες σε σχέση με τη δημιουργία της ΕΥΕΔ·

58.

τονίζει ότι τα καθήκοντα του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) είναι εξαιρετικά επαχθή και θα απαιτούν ιδιαίτερο συντονισμό με τα άλλα θεσμικά όργανα, ειδικά με τον/την Πρόεδρο της Επιτροπής, προς τον οποίο θα είναι πολιτικά υπόλογος στους τομείς των εξωτερικών σχέσεων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, με την εκ περιτροπής Προεδρία του Συμβουλίου και τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου·

59.

επισημαίνει ότι η εκπλήρωση των στόχων που οδήγησαν στη δημιουργία του αξιώματος του Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από μια σχέση πολιτικής εμπιστοσύνης μεταξύ του/της Προέδρου της Επιτροπής και του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου), και στην ικανότητα του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου) για γόνιμη συνεργασία με τον/την Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με την εκ περιτροπής Προεδρία του Συμβουλίου και με τους άλλους Επιτρόπους που αναλαμβάνουν, υπό τον συντονισμό του, την άσκηση συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων σχετικά με τις εξωτερικές δράσεις της Ένωσης·

60.

καλεί την Επιτροπή και τον/την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής (Ύπατο Εκπρόσωπο) να αξιοποιήσουν τη δυνατότητα να παρουσιάζουν κοινές πρωτοβουλίες στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων, προκειμένου να ενισχυθεί η συνοχή των διαφορετικών πεδίων δράσης της Ένωσης στη διεθνή σκηνή και να αυξηθεί η πιθανότητα έγκρισης των εν λόγω πρωτοβουλιών από το Συμβούλιο, ιδίως σε σχέση με την ΚΕΠΠΑ· επισημαίνει εν προκειμένω την ανάγκη κοινοβουλευτικού ελέγχου των μέτρων εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας·

61.

υποστηρίζει ότι είναι σημαντικό να ληφθούν ορισμένα πρακτικά μέτρα για την ελάφρυνση των καθηκόντων του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου):

ο/η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής (Ύπατος Εκπρόσωπος) πρέπει να προτείνει τον ορισμό ειδικών εκπροσώπων, με σαφή εντολή που ορίζεται σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας (άρθρο 33 της Συνθήκης της ΕΕ), προκειμένου να τον υποστηρίζουν σε συγκεκριμένους τομείς των αρμοδιοτήτων του σε θέματα ΚΕΠΠΑ (οι εν λόγω ειδικοί εκπρόσωποι, που ορίζονται από το Συμβούλιο, πρέπει επίσης να υποβάλλονται σε ακρόαση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις δραστηριότητές τους)·

πρέπει να συντονίζει τις δραστηριότητές του σε τομείς εκτός της ΚΕΠΠΑ με τους Επιτρόπους που έχουν αρμοδιότητες σε αυτούς τους τομείς και πρέπει να τους αναθέτει τα καθήκοντά του της διεθνούς εκπροσώπησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτούς τους τομείς όποτε κρίνεται απαραίτητο·

σε περίπτωση απουσίας, ο/η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής (Ύπατος Εκπρόσωπος) πρέπει να αποφασίζει, κρίνοντας κατά περίπτωση, ποιος πρόκειται να τον εκπροσωπήσει, ανάλογα με τα καθήκοντα που πρόκειται να εκτελεστούν σε κάθε περίπτωση·

Εκπροσώπηση

62.

θεωρεί ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας θεσπίζει ένα αποτελεσματικό, αν και πολύπλοκο, σύστημα για την εξωτερική εκπροσώπηση της Ένωσης και προτείνει τη διατύπωσή του σύμφωνα με τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

ο/η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου εκπροσωπεί την Ένωση σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων σε θέματα που αφορούν την ΚΕΠΠΑ, αλλά δεν έχει την αρμοδιότητα να διεξάγει πολιτικές διαπραγματεύσεις εξ ονόματος της Ένωσης, κάτι το οποίο είναι έργο του/της Αντιπροέδρου της Επιτροπής (Ύπατου Εκπροσώπου)· μπορεί επίσης να κληθεί να εκπληρώσει έναν συγκεκριμένο ρόλο εκπροσώπησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε ορισμένες διεθνείς εκδηλώσεις·

ο/η Πρόεδρος της Επιτροπής εκπροσωπεί την Ένωση στο ανώτατο επίπεδο σε σχέση με όλες τις πτυχές των εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης, εκτός από θέματα που αφορούν την ΚΕΠΠΑ, ή με οποιεσδήποτε ειδικές τομεακές πολιτικές που εμπίπτουν στο πεδίο της εξωτερικής δράσης της Ένωσης (εξωτερικό εμπόριο κλπ.)· ο/η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής (Ύπατος Εκπρόσωπος) ή ο αρμόδιος/εντεταλμένος Επίτροπος μπορούν επίσης να αναλαμβάνουν τον συγκεκριμένο ρόλο υπό την εποπτεία της Επιτροπής·

ο/η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής (Ύπατος Εκπρόσωπος) εκπροσωπεί την Ένωση σε υπουργικό επίπεδο ή σε διεθνείς οργανισμούς σχετικά με τη συνολική εξωτερική δράση της Ένωσης· εκτελεί επίσης καθήκοντα της εξωτερικής εκπροσώπησης ως Πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων·

63.

θεωρεί ότι δεν θα είναι πλέον επιθυμητό ο/η Πρόεδρος του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων (κυρίως ο /η Πρωθυπουργός του κράτους μέλους που ασκεί την Προεδρία), ή ο/η Πρόεδρος μιας ειδικής τομεακής σύνθεσης του Συμβουλίου, να καλείται να ασκήσει καθήκοντα της εξωτερικής εκπροσώπησης της Ένωσης·

64.

τονίζει τη σημασία του συντονισμού και της συνεργασίας μεταξύ όλων των διαφορετικών μερών αρμόδιων για τα εν λόγω διαφορετικά καθήκοντα σχετικά με την εξωτερική εκπροσώπηση της Ένωσης, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν συγκρούσεις αρμοδιοτήτων και να διασφαλισθεί η συνεκτικότητα και η προβολή της Ένωσης στη διεθνή σκηνή·

*

* *

65.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0055.

(2)  Ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον νέο ρόλο και τις αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου ως προς την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας (Έκθεση Leinen) (P6_TA(2009)0373).

(3)  Απόφαση του Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με τη γενική αναθεώρηση του Κανονισμού του Κοινοβουλίου (P6_TA(2009)0359) και έκθεση σχετικά με την προσαρμογή του Κανονισμού στη Συνθήκη της Λισαβόνας (Α6-0277/2009) (Έκθεση Corbett).

(4)  Δήλωση 11 στο άρθρο 17, παράγραφοι 6 και 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(5)  Δήλωση 6 στο άρθρο 15, παράγραφοι 5 και 6, άρθρο 17, παράγραφοι 6 και 7 και άρθρο 18 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(6)  Όπως αναφέρεται στη δήλωση για τον ορισμό της νέας Επιτροπής στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008.

(7)  N σημαίνει «έτος ευρωπαϊκών εκλογών».

(8)  Διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1).

(9)  Σύμφωνα με το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 25ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την ενδιάμεση αναθεώρηση του δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 (έκθεση Böge), Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0174 και ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τις δημοσιονομικές πτυχές της Συνθήκης της Λισαβόνας (έκθεση Guy-Quint) P6_TA(2009)0374.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/94


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας

P6_TA(2009)0388

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2120(INI))

2010/C 212 E/13

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο της Συνθήκης του Άμστερνταμ σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο της Συνθήκης του Άμστερνταμ σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας και ιδίως το άρθρο 12 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο της Συνθήκης της Λισαβόνας σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδίως το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου,

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο της Συνθήκης της Λισαβόνας σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εθνικών κοινοβουλίων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης (1),

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές για τις σχέσεις μεταξύ κυβερνήσεων και κοινοβουλίων για κοινοτικά θέματα (ελάχιστα πρότυπα) της 27ης Ιανουαρίου 2003 (τις «κατευθυντήριες γραμμές της Κοπεγχάγης για τα κοινοβούλια») (2), που εγκρίθηκαν κατά την XXVIΙΙη διάσκεψη των επιτροπών κοινοτικών και ευρωπαϊκών υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COSAC),

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της 21ης Ιουνίου 2008 για τη διακοινοβουλευτική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση (3),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της συνεδρίασης της XL COSAC που διεξήχθη στο Παρίσι στις 4 Νοεμβρίου 2008, και ειδικά το σημείο 1,

έχοντας υπόψη την έκθεση της υποεπιτροπής του κοινοβουλίου της Ιρλανδίας «Το μέλλον της Ιρλανδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση» του Νοεμβρίου 2008, ιδίως τις παραγράφους 29 έως 37 της περίληψης, στις οποίες ζητείται εκτενής ενίσχυση του κοινοβουλευτικού ελέγχου των εθνικών κυβερνήσεων ως μελών του Συμβουλίου,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Ανάπτυξης (A6-0133/2009),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το τελευταίο ψήφισμα που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το θέμα των σχέσεων με τα εθνικά κοινοβούλια ανάγεται στο 2002 και, ως εκ τούτου, είναι καιρός για επαναξιολόγηση,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολίτες εκπροσωπούνται άμεσα σε επίπεδο Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ότι τα κράτη μέλη εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο από την εκάστοτε κυβέρνησή τους, που με τη σειρά της πρέπει να λογοδοτεί με δημοκρατικό τρόπο στο εκάστοτε εθνικό κοινοβούλιο (βλ. άρθρο 10, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΕ στην έκδοση της Συνθήκης της Λισαβόνας)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναγκαία ενίσχυση του κοινοβουλευτισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει κατά συνέπεια να βασίζεται σε δύο πυλώνες: αφενός στην επέκταση των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε σχέση με όλες τις αποφάσεις της Ένωσης και αφετέρου στην ενίσχυση των αρμοδιοτήτων των εθνικών κοινοβουλίων σε σχέση με τις εκάστοτε κυβερνήσεις τους,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην Ευρωπαϊκή Συνέλευση πραγματοποιήθηκε εξαιρετική συνεργασία μεταξύ των εκπροσώπων των εθνικών κοινοβουλίων και των εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά επίσης μεταξύ αυτών και των εκπροσώπων των κοινοβουλίων των υποψηφίων προς ένταξη χωρών,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πέτυχε η διεξαγωγή κοινών διασκέψεων των κοινοβουλίων σχετικά με ορισμένα θέματα στο πλαίσιο της φάσης προβληματισμού, και για το λόγο αυτό πρέπει να καταστεί δυνατή η αναφορά σε αυτήν την πρακτική κατά τη σύγκληση μιας νέας συνέλευσης ή σε παρόμοιες ευκαιρίες,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων έχουν βελτιωθεί και διαφοροποιηθεί, και ότι αυξάνεται ο αριθμός των δραστηριοτήτων που διεξάγονται σε επίπεδο κοινοβουλίων γενικά, αλλά και σε επίπεδο κοινοβουλευτικών επιτροπών,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στη μελλοντική ανάπτυξη σχέσεων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των διάφορων υφισταμένων πρακτικών,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι νέες αρμοδιότητες που παραχωρούνται στα εθνικά κοινοβούλια στη Συνθήκη της Λισαβόνας, ιδίως όσον αφορά την αρχή της επικουρικότητας, τα ενθαρρύνουν να συμμετέχουν ενεργά σε πρώιμη φάση στη διαδικασία της χάραξης της πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι μορφές διακοινοβουλευτικής συνεργασίας πρέπει να είναι σύμφωνες με δύο βασικές αρχές: την αρχή της αύξησης της αποτελεσματικότητας και την αρχή του κοινοβουλευτικού εκδημοκρατισμού,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρωταρχικό καθήκον και λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων είναι να συμμετέχουν στη λήψη νομοθετικών αποφάσεων και να ελέγχουν πολιτικές επιλογές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο αντίστοιχα· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό δεν καθιστά περιττή τη στενή συνεργασία για το κοινό συμφέρον, ιδίως όσον αφορά τη μεταφορά της νομοθεσίας της ΕΕ στο εθνικό δίκαιο,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να αναπτυχθούν πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές βάσει των οποίων οι εκπρόσωποι και τα όργανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα μπορούν να αποφασίζουν για τις μελλοντικές ενέργειες που αφορούν τις σχέσεις του με τα εθνικά κοινοβούλια και την εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης της Λισαβόνας σχετικά με τα εθνικά κοινοβούλια,

Η συμβολή της Συνθήκης της Λισαβόνας στην ανάπτυξη των σχέσεων

1.

επικροτεί τα καθήκοντα και δικαιώματα που παραχωρούνται στα εθνικά κοινοβούλια στη Συνθήκη της Λισαβόνας, που αποτελεί «Συνθήκη των κοινοβουλίων», τα οποία ενισχύουν τον ρόλο τους στις πολιτικές διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης· θεωρεί ότι μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες:

 

Ενημέρωση σχετικά με:

την αξιολόγηση πολιτικών που εφαρμόζονται στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης·

διαβουλεύσεις της Μόνιμης Επιτροπής για την Εσωτερική Ασφάλεια·

προτάσεις τροποποίησης των Συνθηκών·

αιτήσεις για ένταξη στην Ένωση·

απλουστευμένη διαδικασία τροποποίησης της Συνθήκης (έξι μήνες νωρίτερα)·

προτάσεις για μέτρα που συμπληρώνουν τη Συνθήκη·

 

Ενεργός συμμετοχή:

στη σωστή λειτουργία της Ένωσης (διάταξη «ομπρέλα»)·

στον έλεγχο της Europol και της Eurojust μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

σε συνελεύσεις που ασχολούνται με τροποποιήσεις της Συνθήκης·

 

Ένσταση για:

νομοθεσία που δεν είναι συμβατή με την αρχή της επικουρικότητας, μέσω των διαδικασιών της «κίτρινης κάρτας» και της «πορτοκαλί κάρτας»·

τροποποιήσεις της Συνθήκης με την απλουστευμένη διαδικασία·

μέτρα δικαστικής συνεργασίας σε θέματα αστικού δικαίου (οικογενειακό δίκαιο)·

περιπτώσεις παραβίασης της αρχής της επικουρικότητας, με προσφυγή στο Δικαστήριο (εφόσον το επιτρέπει η εθνική νομοθεσία)·

Σημερινές σχέσεις

2.

σημειώνει με ικανοποίηση ότι οι σχέσεις του με τα εθνικά κοινοβούλια και τους βουλευτές τους παρουσίασαν τα τελευταία χρόνια αρκετά θετική εξέλιξη, αν και όχι ακόμα στο βαθμό που απαιτείται, ιδίως με τις παρακάτω μορφές κοινών δραστηριοτήτων:

μικτές κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις για οριζόντια θέματα που υπερβαίνουν την αρμοδιότητα μιας επιτροπής

τακτικές κοινές συναντήσεις επιτροπών (τουλάχιστον δύο φορές το εξάμηνο)·

ad hoc διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις σε επίπεδο επιτροπών με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του κοινοβουλίου του κράτους μέλους που ασκεί την Προεδρία του Συμβουλίου·

διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις σε επίπεδο προεδριών επιτροπών·

συνεργασία σε επίπεδο κοινοβουλευτικών αρχηγών στο πλαίσιο της διάσκεψης των προέδρων των κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

επισκέψεις μελών εθνικών κοινοβουλίων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να συμμετάσχουν σε συνεδριάσεις αντίστοιχων ειδικών επιτροπών·

συναντήσεις στο πλαίσιο των πολιτικών Ομάδων ή κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ πολιτικών από όλα τα κράτη μέλη και μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

Μελλοντικές σχέσεις

3.

θεωρεί ότι πρέπει να αναπτυχθούν νέες μορφές διαλόγου μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων πριν και μετά από τη θέσπιση νομοθεσίας·

4.

προτρέπει τα εθνικά κοινοβούλια να εντείνουν τις προσπάθειές τους ώστε οι εθνικές κυβερνήσεις να είναι υπόλογες για τη διαχείριση της δαπάνης κοινοτικών πόρων· καλεί τα εθνικά κοινοβούλια να ελέγχουν προσεκτικά την ποιότητα των εθνικών αξιολογήσεων αντικτύπου και τον τρόπο με τον οποίο οι εθνικές κυβερνήσεις μεταφέρουν την κοινοτική νομοθεσία στο εσωτερικό δίκαιο και εφαρμόζουν τις κοινοτικές πολιτικές και προγράμματα χρηματοδότησης σε επίπεδο κρατικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών· ζητεί από τα εθνικά κοινοβούλια να παρακολουθούν με αυστηρότητα τις εκθέσεις σχετικά με τα εθνικά σχέδια δράσης στο πλαίσιο της ατζέντας της Λισαβόνας·

5.

θεωρεί πρόσφορο να δοθεί στα εθνικά κοινοβούλια υποστήριξη ως προς τον έλεγχο των νομοσχεδίων πριν από την εξέτασή τους από τον ευρωπαίο νομοθέτη , καθώς και ως προς τον αποτελεσματικό έλεγχο των ενεργειών των κυβερνήσεών τους στο Συμβούλιο·

6.

θεωρεί ότι οι τακτικές διμερείς συνεδριάσεις των αντίστοιχων ειδικών επιτροπών της Μικτής Επιτροπής και οι ad hoc διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις σε επίπεδο επιτροπών, που πραγματοποιούνται με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, επιτρέπουν τη διεξαγωγή διαλόγου σε πρώιμο στάδιο σχετικά με τρέχουσα ή σχεδιαζόμενη νομοθεσία ή πολιτικές πρωτοβουλίες και πρέπει, ως εκ τούτου, να διατηρηθούν και να εξελιχθούν συστηματικά σε ένα μόνιμο δίκτυο ομόλογων επιτροπών· θεωρεί ότι πριν ή μετά από τέτοιες συνεδριάσεις μπορούν να διεξάγονται ad hoc διμερείς συνεδριάσεις επιτροπών με αντικείμενο συγκεκριμένες εθνικές ανησυχίες· και ότι στη διάσκεψη των προέδρων των επιτροπών είναι δυνατόν να ανατεθεί η εκπόνηση και ο συντονισμός ενός προγράμματος για τις δραστηριότητες ειδικών επιτροπών με εθνικά κοινοβούλια·

7.

επισημαίνει ότι οι συναντήσεις των προέδρων των ειδικών επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, όπως οι συνεδριάσεις των προέδρων της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, είναι επίσης εξαιτίας του περιορισμένου αριθμού των συμμετεχόντων ένα μέσον ανταλλαγής πληροφοριών και απόψεων·

8.

θεωρεί ότι μορφές συνεργασίας πέραν αυτών που προαναφέρθηκαν θα μπορούσαν να συνεισφέρουν σημαντικά στη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πολιτικού χώρου και πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω και να διαφοροποιηθούν·

9.

θα επικροτούσε σε αυτό το πλαίσιο καινοτομίες σε επίπεδο εθνικών κοινοβουλίων, όπως το να παραχωρηθεί σε μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το δικαίωμα να προσκαλούνται μία φορά τον χρόνο για να μιλήσουν σε συνεδριάσεις της ολομέλειας των εθνικών κοινοβουλίων, να συμμετέχουν σε συμβουλευτική βάση σε συνεδριάσεις επιτροπών ευρωπαϊκών υποθέσεων, να συμμετέχουν σε συνεδριάσεις ειδικών επιτροπών όταν συζητείται σχετική κοινοτική νομοθεσία ή να λαμβάνουν μέρος σε συμβουλευτική βάση σε συνεδριάσεις των αντίστοιχων πολιτικών ομάδων·

10.

συνιστά να διατεθούν επαρκείς πόροι για τη διοργάνωση συναντήσεων των ειδικών επιτροπών με τις ομόλογες επιτροπές των εθνικών κοινοβουλίων και των εισηγητών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τους ομολόγους τους στα εθνικά κοινοβούλια, και συνιστά να εξεταστεί η δυνατότητα δημιουργίας των τεχνικών προϋποθέσεων για βιντεοδιασκέψεις μεταξύ των εισηγητών στις ειδικές επιτροπές των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

11.

θεωρεί ότι οι αυξημένες εξουσίες των εθνικών κοινοβουλίων που προβλέπονται στη Συνθήκη της Λισαβόνας όσον αφορά τη συμμόρφωση με την αρχή της επικουρικότητας θα καταστήσουν δυνατή την άσκηση επιρροής και τον έλεγχο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε ένα πρώιμο στάδιο και θα συνεισφέρουν στη βελτίωση της νομοθεσίας και της συνεκτικότητας της νομοθεσίας σε επίπεδο ΕΕ·

12.

επισημαίνει ότι δίδεται για πρώτη φορά στα εθνικά κοινοβούλια καθορισμένος ρόλος ως προς τα θέματα της ΕΕ, ο οποίος είναι διαφορετικός από τον ρόλο των εθνικών κυβερνήσεων, συμβάλλει στον πιο έντονο δημοκρατικό έλεγχο και φέρνει την Ένωση πιο κοντά στους πολίτες·

13.

υπενθυμίζει ότι ο έλεγχος των εθνικών κυβερνήσεων από τα εθνικά κοινοβούλια πρέπει να ασκείται καταρχάς σύμφωνα με τους αντίστοιχους θεσμικούς κανόνες και νόμους·

14.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι τα εθνικά κοινοβούλια είναι σημαντικοί παράγοντες όσον αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας και ότι θα είχε μεγάλη σημασία ένας μηχανισμός ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών στον τομέα αυτόν·

15.

παρατηρεί σε αυτό το πλαίσιο ότι η δημιουργία μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κοινοβουλίων, της ιστοσελίδας IPEX (4), συνιστά σημαντικό βήμα προόδου διότι καθίσταται δυνατός ο έλεγχος εγγράφων της ΕΕ στο επίπεδο των εθνικών κοινοβουλίων όπως και σε αυτό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ενδεχομένως η μεταφορά τους σε εθνικό δίκαιο από τα εθνικά κοινοβούλια σε πραγματικό χρόνο· θεωρεί για το λόγο αυτό ως απαραίτητη την κατάλληλη οικονομική στήριξη αυτού του συστήματος που ανέπτυξε και διαχειρίστηκε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

16.

σχεδιάζει μια πλέον συστηματική παρακολούθηση του προ της θέσπισης νομοθεσίας διαλόγου μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων και της Επιτροπής (την αποκαλούμενη πρωτοβουλία Μπαρόζο), προκειμένου να είναι ενημερωμένο, ήδη σε μια πρώιμη φάση της νομοθετικής διαδικασίας, όσον αφορά τη θέση των εθνικών κοινοβουλίων· καλεί τα εθνικά κοινοβούλια να δίδουν συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις σ'αυτό το πλαίσιο εκδιδόμενες γνωμοδοτήσεις τους·

17.

χαιρετίζει την πρόοδο που έχει πραγματοποιηθεί κατά τα τελευταία έτη όσον αφορά την ανάπτυξη μιας συνεργασίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων στον τομέα των εξωτερικών υποθέσεων, της ασφάλειας και της άμυνας·

18.

αναγνωρίζει ότι τα εθνικά κοινοβούλια διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο ενημερώνοντας τον εθνικό διάλογο σχετικά με την Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ)·

19.

διαπιστώνει εκ νέου με ανησυχία ότι η λογοδοσία ενώπιον των κοινοβουλίων όσον αφορά τις οικονομικές ρυθμίσεις σχετικά με την ΚΕΠΠΑ και την ΕΠΑΑ είναι ανεπαρκής και ότι για το λόγο αυτό πρέπει να βελτιωθεί η συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού και των εθνικών κοινοβουλίων, προκειμένου να επιτευχθεί ο δημοκρατικός έλεγχος όλων των πτυχών αυτών των πολιτικών (5)·

20.

καλεί προς το συμφέρον της συνεκτικότητας και της αποτελεσματικότητας και προκειμένου να αποφεύγεται η αλληλεπικάλυψη προσπαθειών, να διαλυθεί η κοινοβουλευτική συνέλευση της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), αφής στιγμής η ΔΕΕ με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας εντάσσεται πλήρως και οριστικώς στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

Ο ρόλος της COSAC

21.

θεωρεί ότι ο πολιτικός ρόλος της COSAC πρέπει να οριοθετηθεί στο μέλλον σε στενή συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, και ότι η COSAC πρέπει να παραμείνει κατά κύριο λόγο, σε συμφωνία με το πρωτόκολλο της Συνθήκης του Άμστερνταμ σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα βήμα συζήτησης για την ανταλλαγή πληροφοριών και τον διάλογο για γενικά πολιτικά θέματα και βέλτιστες πρακτικές σχετικά με τον έλεγχο των εθνικών κυβερνήσεων (6)· θεωρεί ότι η ανταλλαγή πληροφοριών και ο διάλογος πρέπει να επικεντρώνονται σε νομοθετικές δραστηριότητες που αφορούν τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και στην τήρηση της αρχής της επικουρικότητας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης·

22.

είναι αποφασισμένο να εκπληρώσει ολοκληρωτικά τον ρόλο του, να εκτελέσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τη λειτουργία της COSAC και να συνεχίσει να παρέχει τεχνική υποστήριξη στη γραμματεία της COSAC και τους εκπροσώπους των εθνικών κοινοβουλίων·

23.

υπενθυμίζει ότι οι δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων στο πλαίσιο της COSAC πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά και να μην υφίστανται κατακερματισμό ή εκμετάλλευση από εξωτερικούς παράγοντες·

24.

θεωρεί ότι οι ειδικές επιτροπές του πρέπει να συμμετέχουν περισσότερο στην προετοιμασία των συνεδριάσεων της COSAC και στην εκπροσώπηση σε αυτές· θεωρεί ότι της αντιπροσωπείας του πρέπει να ηγείται ο πρόεδρος της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και ότι η αντιπροσωπεία πρέπει να περιλαμβάνει τους προέδρους και τους εισηγητές των ειδικών επιτροπών που ασχολούνται με τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη της εκάστοτε συνεδρίασης της COSAC· θεωρεί ενδεδειγμένο όπως η διάσκεψη των προέδρων και οι βουλευτές ενημερώνονται μετά από κάθε συνάντηση μια φορά το έτος σχετικά με τη διεξαγωγή και τα αποτελέσματα των συνεδριάσεων της COSAC·

*

* *

25.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  Εγκρίθηκε βάσει της έκθεσης A5-0023/2002 της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (έκθεση Napolitano) (ΕΕ C 284 E, 21.11.2002, σ. 322).

(2)  ΕΕ C 154, 2.7.2003, σ. 1.

(3)  Αναθεωρημένο κείμενο που συμφωνήθηκε από τη διάσκεψη των προέδρων των κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη συνεδρίασή της στη Λισαβόνα στις 20/21 Ιουνίου 2008.

(4)  IPEX: Interparliamentary EU Information Exchange (Διακοινοβουλευτική ΕΕ Ανταλλαγή Πληροφοριών), ετέθη επισήμως σε λειτουργία τον Ιούλιο 2006.

(5)  Διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 17ης Μαΐου 2006 για τη δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1) και άρθρο 28 παράγραφος 3 ΣΕΕ.

(6)  Βλ. τις κατευθυντήριες γραμμές για τις σχέσεις μεταξύ κυβερνήσεων και κοινοβουλίων για κοινοτικά θέματα (ελάχιστα πρότυπα) που αναφέρθηκαν πιο πάνω.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/99


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Εφαρμογή της πρωτοβουλίας των πολιτών

P6_TA(2009)0389

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαϊου 2009 με το οποίο ζητείται από την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή της πρωτοβουλίας πολιτών (2008/2169(INI))

2010/C 212 E/14

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 192, δεύτερη παράγραφος, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που υπογράφηκε στη Λισαβόνα στις 13 Δεκεμβρίου 2007,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Ιανουαρίου 2006 σχετικά με την περίοδο προβληματισμού: η δομή, τα θέματα και το πλαίσιο για την αξιολόγηση της συζήτησης σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση (3),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 39 και 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Αναφορών (A6-0043/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας καθιερώνει την πρωτοβουλία των πολιτών, με την οποία πολίτες της Ένωσης, εφόσον συγκεντρωθεί αριθμός τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου, και οι οποίοι πρέπει να είναι υπήκοοι σημαντικού αριθμού κρατών μελών, μπορούν να αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία να καλούν την Επιτροπή, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, να υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις επί θεμάτων στα οποία οι εν λόγω πολίτες θεωρούν ότι απαιτείται νομοθετική πράξη της Ένωσης για την εφαρμογή των Συνθηκών -άρθρο 11, παράγραφος 4 της Συνθήκης ΕΕ υπό την έκδοση της Συνθήκης της Λισαβόνας (ΣΕΕ),

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έτσι, ένα εκατομμύριο πολιτών της Ένωσης θα αποκτήσουν το ίδιο δικαίωμα να ζητούν από την Επιτροπή την υποβολή νομοθετικής πρότασης όπως και το Συμβούλιο που είχε ήδη το δικαίωμα αυτό από την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το 1957 (αρχικά σύμφωνα με το άρθρο 152 της Συνθήκης ΕΟΚ, σημερινό άρθρο 208 της Συνθήκης ΕΚ, μελλοντικό άρθρο 241 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)) και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που είχε το εν λόγω δικαίωμα από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1993 (σημερινό άρθρο 192 της Συνθήκης ΕΚ, μελλοντικό άρθρο 225 της ΣΛΕΕ),

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατ' αυτό τον τρόπο, οι πολίτες της Ένωσης διαδραματίζουν για πρώτη φορά άμεσο ρόλο στην άσκηση της κυριαρχίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση συμμετέχοντας άμεσα στη διαδικασία δρομολόγησης ευρωπαϊκών νομοθετικών προτάσεων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 11, παράγραφος 4 της ΣΕΕ, ως ειδική απόρροια του δικαιώματος συμμετοχής στη δημοκρατική ζωή της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 3 της ΣΕΕ στοχεύει στη θεμελίωση ατομικού δικαιώματος συμμετοχής σε πρωτοβουλία πολιτών,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα πρωτοβουλίας συγχέεται συχνά με το δικαίωμα αναφοράς, και ότι είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι οι πολίτες συνειδητοποιούν πλήρως την διάκριση μεταξύ των δύο αυτών δικαιωμάτων, ιδίως εφόσον η αναφορά απευθύνεται στο Κοινοβούλιο ενώ η πρωτοβουλία των πολιτών απευθύνεται στην Επιτροπή,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη καλούνται να διαμορφώσουν τις συνθήκες ομαλής, διαφανούς και αποτελεσματικής άσκησης του συμμετοχικού δικαιώματος των πολιτών της Ένωσης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαδικασίες και οι προϋποθέσεις για την πρωτοβουλία πολιτών, συμπεριλαμβανομένου του ελάχιστου αριθμού κρατών μελών από τα οποία πρέπει να προέρχονται οι πολίτες που αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία, θα καθορίζονται από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία με κανονισμό (άρθρο 24, παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ),

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την έγκριση και την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού πρέπει να εξασφαλίζονται ιδίως τα θεμελιώδη δικαιώματα της ισότητας, της χρηστής διαχείρισης και της νομικής προστασίας,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι «ο ελάχιστος αριθμός κρατών μελών από τα οποία πρέπει να προέρχονται οι πολίτες αυτοί» (άρθρο 24, παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ) πρέπει να είναι «σημαντικός αριθμός κρατών μελών» (άρθρο 11, παράγραφος 4 της ΣΕΕ),

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο καθορισμός του ελάχιστου αριθμού κρατών μελών δεν πρέπει να γίνει αυθαίρετα, αλλά με γνώμονα τον σκοπό αυτού του κανονισμού, και να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα άλλων διατάξεων των συνθηκών, προκειμένου να αποφευχθούν αντικρουόμενες ερμηνείες,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός αυτού του κανονισμού είναι να εξασφαλιστεί ότι έναυσμα για την ευρωπαϊκή νομοθετική διαδικασία δεν θα είναι τα ιδιαίτερα εθνικά συμφέροντα, αλλά το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι βάσει του άρθρου 76 της ΣΛΕΕ, με την υποστήριξη μιας νομοθετικής πρότασης από το ένα τέταρτο των κρατών μελών μπορεί να θεωρηθεί ότι λαμβάνεται επαρκώς υπόψη το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον, και ότι, επομένως, ο εν λόγω ελάχιστος αριθμός μπορεί να θεωρηθεί ότι μη αμφισβητήσιμος,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σκοπός αυτού του κανονισμού εκπληρώνεται μόνον εάν συνδυαστεί με ελάχιστο αριθμό δηλώσεων υποστήριξης από καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 4 της ΣΕΕ, που καθορίζει τον αριθμό του ενός εκατομμυρίου πολιτών της Ένωσης επί συνολικού πληθυσμού περίπου 500 εκατομμυρίων, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το 1/500 του πληθυσμού πρέπει να θεωρείται αντιπροσωπευτικό,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 11, παράγραφος 4 της ΣΕΕ ισχύει για όλους τους πολίτες της Ένωσης,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι κάθε περιορισμός του δικαιώματος δημοκρατικής συμμετοχής και κάθε άνιση μεταχείριση για λόγους ηλικίας πρέπει να πληροί την αρχή της αναλογικότητας,

ΙΖ.

λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι είναι σκόπιμο να αποφεύγονται διιστάμενες ερμηνείες, όπως αυτές που θα προέκυπταν, για παράδειγμα, εάν σε ένα κράτος μέλος το όριο ηλικίας για τη συμμετοχή στις ευρωεκλογές ήταν μικρότερο από το όριο για τη συμμετοχή στην πρωτοβουλία των πολιτών,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια επιτυχημένη πρωτοβουλία πολιτών υποχρεώνει την Επιτροπή να ασχοληθεί με το αίτημά τους και να αποφασίσει εάν και κατά πόσον θα πρέπει να υποβάλει την ανάλογη πρόταση νομοθετικής πράξης,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σκόπιμο οι πρωτοβουλίες να αναφέρονται σε μία ή περισσότερες ενδεδειγμένες νομικές βάσεις για την υποβολή της προτεινόμενης νομοθετικής πράξης από την Επιτροπή,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια πρωτοβουλία πολιτών μπορεί να προχωρήσει εφόσον είναι παραδεκτή ως προς τις εξής προϋποθέσεις:

περιλαμβάνει αίτημα προς την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση νομοθετικής πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

η Ένωση έχει νομοθετική αρμοδιότητα, η δε Επιτροπή έχει το δικαίωμα να υποβάλει πρόταση στην συγκεκριμένη περίπτωση, και

η ζητούμενη νομοθετική πράξη δεν αντιβαίνει καταφανώς στις γενικές αρχές του δικαίου που ισχύουν στην Ένωση,

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια πρωτοβουλία πολιτών είναι επιτυχής εάν είναι αποδεκτή υπό τους προαναφερθέντες όρους και αντιπροσωπευτική, με την έννοια ότι υποστηρίζεται από τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πολιτών που είναι υπήκοοι σημαντικού αριθμού κρατών μελών,

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι καθήκον της Επιτροπής να εξακριβώνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη πρωτοβουλία πολιτών,

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι για την οργάνωση μιας πρωτοβουλίας πολιτών είναι ιδιαίτερα επιθυμητό να υπάρχει, πριν από τη συγκέντρωση δηλώσεων υποστήριξης, ασφάλεια δικαίου σχετικά με το παραδεκτό της εν λόγω διαδικασίας,

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο έλεγχος γνησιότητας των δηλώσεων υποστήριξης δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να διενεργείται από την Επιτροπή και ως εκ τούτου πρέπει να πραγματοποιείται από τα κράτη μέλη· λαμβάνοντας, ωστόσο υπόψη ότι οι σχετικές υποχρεώσεις των κρατών μελών αφορούν μόνο πρωτοβουλίες στο πλαίσιο του άρθρου 11, παράγραφος 4 της ΣΕΈ και σε καμία περίπτωση πρωτοβουλίες που δεν είναι παραδεκτές για τους προαναφερθέντες λόγους, και ότι επομένως είναι απαραίτητο για τα κράτη μέλη να έχουν, πριν ακόμα από τη συγκέντρωση δηλώσεων υποστήριξης, ασφάλεια δικαίου σχετικά με το παραδεκτό της πρωτοβουλίας των πολιτών,

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξακρίβωση του παραδεκτού μιας πρωτοβουλίας πολιτών από την Επιτροπή περιορίζεται αποκλειστικά στους προαναφερθέντες νομικούς λόγους και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να περιλαμβάνει συλλογισμούς πολιτικής σκοπιμότητας· με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ότι η απόφαση για τον χαρακτηρισμό μιας πρωτοβουλίας πολιτών ως παραδεκτής ή μη παραδεκτής δεν υπόκειται στην ελεύθερη πολιτική προαίρεση της Επιτροπής,

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σκόπιμο να χωριστεί η διαδικασία της πρωτοβουλίας πολιτών στα ακόλουθα πέντε στάδια:

κοινοποίηση της πρωτοβουλίας,

συγκέντρωση δηλώσεων υποστήριξης,

υποβολή της πρωτοβουλίας,

τοποθέτηση της Επιτροπής.

εξακρίβωση της συμβατότητας της προτεινόμενης νομοθετικής πράξης με τις Συνθήκες,

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρωτοβουλία πολιτών είναι μια μορφή άσκησης εθνικής κυριαρχίας στον τομέα της νομοθεσίας και ως εκ τούτου διέπεται από την αρχή της διαφάνειας· αυτό καθιστά απαραίτητο να λογοδοτούν δημοσίως οι διοργανωτές μιας πρωτοβουλίας πολιτών για τη χρηματοδότησή της, συμπεριλαμβανομένων των πηγών της,

KH.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αποτελεί πολιτικό καθήκον του Κοινοβουλίου να παρακολουθεί τη διαδικασία μιας πρωτοβουλίας πολιτών,

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρμοδιότητα αυτή αφορά την εφαρμογή του κανονισμού για την πρωτοβουλία των πολιτών αυτής καθ' εαυτής καθώς και την πολιτική θέση της Επιτροπής όσον αφορά το αίτημα που υποβάλλεται με την πρωτοβουλία των πολιτών,

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η συμβατότητα μεταξύ αιτημάτων που υποβάλλονται στην Επιτροπή μέσω πρωτοβουλίας πολιτών και των προτεραιοτήτων και προτάσεων που εγκρίνει με δημοκρατικές διαδικασίες το Κοινοβούλιο,

1.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει, χωρίς καθυστέρηση, μετά από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, πρόταση κανονισμού για την πρωτοβουλία πολιτών βάσει του άρθρου 24 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

2.

καλεί την Επιτροπή να λάβει σε αυτό το πλαίσιο δεόντως υπόψη τις συστάσεις του παραρτήματος του παρόντος ψηφίσματος·

3.

ζητεί να είναι ο εν λόγω κανονισμός σαφής, απλός και εύχρηστος, ενσωματώνοντας πρακτικά στοιχεία που σχετίζονται με τον ορισμό μιας πρωτοβουλίας πολιτών ούτως ώστε να μη συγχέεται με το δικαίωμα αναφοράς·

4.

αποφασίζει να εξετάσει, αμέσως μετά την έγκριση του εν λόγω κανονισμού, το ενδεχόμενο θέσπισης αποτελεσματικού συστήματος για την παρακολούθηση της διαδικασίας μιας πρωτοβουλίας πολιτών·

*

* *

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τον παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 310, 16.12.2004, σ. 1.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0055.

(3)  ΕΕ C 287 E, 24.11.2006, σ. 306.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ

Σχετικά με τον καθορισμό του ελάχιστου αριθμού κρατών μελών

1.

Τα κράτη μέλη από τα οποία κατάγονται οι πολίτες της Ένωσης που συμμετέχουν σε πρωτοβουλία πολιτών πρέπει να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το ένα τέταρτο των κρατών μελών.

2.

Αυτή η απαίτηση εκπληρώνεται μόνον εάν η πρωτοβουλία υποστηρίζεται από τουλάχιστον το 1/500 του πληθυσμού καθενός από τα εν λόγω κράτη μέλη.

Σχετικά με τον καθορισμό του ελάχιστου ορίου ηλικίας των συμμετεχόντων

3.

Κάθε πολίτης της Ένωσης, που έχει το δικαίωμα του εκλέγειν σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους, μπορεί να συμμετέχει σε πρωτοβουλία πολιτών.

Σχετικά με τη διαμόρφωση της διαδικασίας

4.

Η διαδικασία πρωτοβουλίας πολιτών περιλαμβάνει τα εξής πέντε στάδια:

την κοινοποίηση της πρωτοβουλίας,

τη συγκέντρωση δηλώσεων υποστήριξης,

την υποβολή της πρωτοβουλίας,

την τοποθέτηση της Επιτροπής,

την εξακρίβωση της συμβατότητας της εν λόγω νομοθετικής πράξης με τις Συνθήκες.

5.

Το πρώτο στάδιο μιας πρωτοβουλίας πολιτών αρχίζει με την κοινοποίηση της πρωτοβουλίας στην Επιτροπή από τους διοργανωτές και ολοκληρώνεται με την επίσημη απόφαση της Επιτροπής όσον αφορά την επιτυχή καταχώρισή της. Τα χαρακτηριστικά της είναι τα εξής:

α)

Απαιτείται η κοινοποίηση της πρωτοβουλίας ευρωπαίων πολιτών από τους διοργανωτές στην Επιτροπή. Στην κοινοποίηση πρέπει να αναφέρεται το όνομα, η ημερομηνία γέννησης, η ιθαγένεια και η διεύθυνση κατοικίας κάθε διοργανωτή, καθώς και η ακριβής διατύπωση της πρωτοβουλίας πολιτών σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

β)

Η Επιτροπή εξετάζει το τυπικώς παραδεκτό της κοινοποιηθείσας πρωτοβουλίας πολιτών. Μια πρωτοβουλία πολιτών είναι τυπικώς παραδεκτή, εάν πληροί τις εξής τέσσερις προϋποθέσεις:

περιλαμβάνει το αίτημα προς την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση έκδοσης νομοθετικής πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχει εκχωρηθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τις Συνθήκες στις οποίες βασίζεται η Ένωση, η αρμοδιότητα έκδοσης μιας τέτοιας νομοθετικής πράξης,

έχει εκχωρηθεί αρμοδιότητα στην Επιτροπή, σύμφωνα με τις Συνθήκες στις οποίες βασίζεται η Ένωση, η αρμοδιότητα να υποβάλλει πρόταση τέτοιου είδους νομοθετικής πράξης,

η ζητούμενη νομοθετική πράξη δεν αντίκειται καταφανώς στις γενικές αρχές του δικαίου που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η Επιτροπή προσφέρει στους διοργανωτές την απαιτούμενη υποστήριξη που προβλέπει το άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η κοινοποίηση παραδεκτών πρωτοβουλιών. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή ενημερώνει τους διοργανωτές της πρωτοβουλίας πολιτών για εν εξελίξει ή προβλεπόμενα νομοθετικά σχέδια που αφορούν τα θέματα της εκάστοτε πρωτοβουλίας πολιτών και για άλλες πρωτοβουλίες πολιτών που έχουν ήδη εγκριθεί και αφορούν εν όλω ή εν μέρει τα ίδια θέματα.

γ)

Η Επιτροπή πρέπει να αποφασίζει εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της πρωτοβουλίας σχετικά με το παραδεκτό και το κοινοποιήσιμο της πρωτοβουλίας. Η απόρριψη της κοινοποίησης μπορεί να γίνει μόνο για νομικούς λόγους και όχι για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας.

δ)

Η απόφαση απευθύνεται τόσο ατομικά στους διοργανωτές όσο και στο κοινό. Γνωστοποιείται στους διοργανωτές και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη ενημερώνονται αμέσως για την απόφαση.

ε)

Η απόφαση υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του δικαίου της ΕΕ. Το ίδιο ισχύει τηρουμένων των αναλογιών σε περίπτωση που η Επιτροπή δεν προβεί σε λήψη απόφασης.

στ)

Η Επιτροπή διατηρεί στην ιστοσελίδα της κατάλογο, ανοιχτό για το κοινό, που περιλαμβάνει όλες τις εγκριθείσες πρωτοβουλίες πολιτών.

ζ)

Οι διοργανωτές μιας πρωτοβουλίας πολιτών μπορούν ανά πάσα στιγμή να την αποσύρουν. Τότε θεωρείται ως μη κοινοποιηθείσα και διαγράφεται από τον προαναφερθέντα κατάλογο της Επιτροπής.

6.

Το δεύτερο στάδιο της πρωτοβουλίας ευρωπαίων πολιτών περιλαμβάνει τη συγκέντρωση ατομικών δηλώσεων υποστήριξης της πρωτοβουλίας πολιτών μετά από την έγκρισή της και την επίσημη επιβεβαίωση του αποτελέσματος αυτής της συγκέντρωσης από τα κράτη μέλη. Τα χαρακτηριστικά της είναι τα εξής:

α)

Τα κράτη μέλη προβλέπουν αποτελεσματική διαδικασία για τη συγκέντρωση νόμιμων δηλώσεων υποστήριξης πρωτοβουλίας πολιτών και για την επίσημη επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων αυτής της συγκέντρωσης.

β)

Μια δήλωση υποστήριξης είναι θεμιτή όταν έχει γίνει εντός της προθεσμίας για τη συγκέντρωση δηλώσεων υποστήριξης και έχει δηλωθεί σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις του οικείου κράτους μέλους και του δικαίου της ΕΕ. Η προθεσμία για τη συγκέντρωση δηλώσεων υποστήριξης είναι ένα έτος. Αρχίζει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα μετά την απόφαση σχετικά με την κοινοποίηση της πρωτοβουλίας πολιτών.

γ)

Κάθε δήλωση υποστήριξης πρέπει να είναι ατομική, κατά κανόνα με προσωπική υπογραφή, γραπτώς ή ενδεχομένως σε ηλεκτρονική μορφή. Η δήλωση πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον το όνομα, την ημερομηνία γέννησης, τη διεύθυνση κατοικίας και την ιθαγένεια του προσώπου που την υπογράφει. Εάν το πρόσωπο αυτό έχει περισσότερες της μίας ιθαγένειες, αναφέρει μόνο μία από αυτές, την οποία επιλέγει ελεύθερα.

Τα προσωπικά δεδομένα υπόκεινται σε προϋποθέσεις προστασίας δεδομένων για τις οποίες φέρουν την ευθύνη οι διοργανωτές της πρωτοβουλίας.

δ)

Η δήλωση υποστήριξης μιας πρωτοβουλίας πολιτών μπορεί να γίνεται μόνο μία φορά. Κάθε δήλωση υποστήριξης περιλαμβάνει χωριστή υπεύθυνη δήλωση του υπογράφοντα ότι δεν έχει υποβάλει νωρίτερα και άλλη δήλωση υποστήριξης της ίδιας πρωτοβουλίας πολιτών.

ε)

Κάθε δήλωση υποστήριξης μπορεί να ανακληθεί προτού παρέλθει η προθεσμία συγκέντρωσης δηλώσεων υποστήριξης. Στην περίπτωση αυτή, η αρχική δήλωση υποστήριξης θεωρείται ότι δεν έγινε ποτέ. Οι διοργανωτές πρέπει να ενημερώνουν σχετικά όλα τα πρόσωπα που εκφράζουν την υποστήριξή τους στην πρωτοβουλία. Κάθε δήλωση υποστήριξης πρέπει να περιλαμβάνει χωριστή δήλωση του υπογράφοντα ότι ενημερώθηκε για το ζήτημα αυτό.

στ)

Κάθε πρόσωπο που υποστηρίζει την πρωτοβουλία λαμβάνει από τους διοργανωτές αντίγραφο της δήλωσης υποστήριξής του, μαζί με αντίγραφο της υπεύθυνης δήλωσής του και της δήλωσής του ότι έλαβε γνώση του δικαιώματος ανάκλησης.

ζ)

Τα κράτη μέλη χορηγούν στους διοργανωτές της πρωτοβουλίας πολιτών, εντός δύο μηνών και μετά από εξέταση των αποδεικτικών για τις δηλώσεις υποστήριξης, επίσημη βεβαίωση για τον αριθμό των κανονικών δηλώσεων υποστήριξης, ταξινομημένων με βάση την υπηκοότητα των υπογραφόντων. Εξασφαλίζουν με ενδεδειγμένα μέτρα ότι κάθε δήλωση υποστήριξης έχει βεβαιωθεί μόνο μία φορά από ένα από τα κράτη μέλη και ότι οι πολλαπλές δηλώσεις από διαφορετικά κράτη μέλη ή από διαφορετικές υπηρεσίες του ίδιου κράτους μέλους αποφεύγονται αποτελεσματικά.

Τα προσωπικά δεδομένα υπόκεινται στην προστασία των δεδομένων για την οποία φέρουν την ευθύνη οι αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών μελών.

7.

Το τρίτο στάδιο της πρωτοβουλίας πολιτών αρχίζει με την υποβολή της πρωτοβουλίας πολιτών στην Επιτροπή από τους διοργανωτές και ολοκληρώνεται με την επίσημη απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την επιτυχή υποβολή της. Τα χαρακτηριστικά της είναι τα εξής:

α)

Απαιτείται η κοινοποίηση της πρωτοβουλίας πολιτών από τους διοργανωτές στην Επιτροπή. Μαζί με αυτήν πρέπει να υποβληθούν οι βεβαιώσεις των κρατών μελών για τον αριθμό των δηλώσεων υποστήριξης.

β)

Η Επιτροπή εξετάζει εάν η υποβληθείσα πρωτοβουλία πολιτών είναι αντιπροσωπευτική. Μια πρωτοβουλία πολιτών είναι αντιπροσωπευτική

εάν υποστηρίζεται από τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πολιτών της Ένωσης,

εφόσον είναι υπήκοοι τουλάχιστον ενός τετάρτου των κρατών μελών,

ο αριθμός των υπηκόων κάθε κράτους μέλους αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 1/500 του πληθυσμού του εν λόγω κράτους μέλους.

γ)

Εντός δύο μηνών από την υποβολή της πρωτοβουλίας πολιτών, η Επιτροπή πρέπει να αποφασίζει για το αποτέλεσμα της κοινοποίησης. Η απόφαση αυτή πρέπει να συμπεριλαμβάνει δήλωση για την αντιπροσωπευτικότητα της πρωτοβουλίας. Απόρριψη της υποβολής πρωτοβουλίας πολιτών μπορεί να γίνει μόνο για νομικούς λόγους και σε καμία περίπτωση βάσει συλλογισμών πολιτικής σκοπιμότητας.

δ)

Η απόφαση απευθύνεται τόσο ατομικά στους διοργανωτές όσο και στο κοινό. Γνωστοποιείται στους διοργανωτές και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη ενημερώνονται αμέσως για την απόφαση.

ε)

Η απόφαση υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου. Το ίδιο ισχύει τηρουμένων των αναλογιών σε περίπτωση που η Επιτροπή δεν προβεί σε λήψη απόφασης.

στ)

Η Επιτροπή διατηρεί στην ιστοσελίδα της κατάλογο, ανοιχτό για το κοινό, που περιλαμβάνει όλες τις εγκριθείσες πρωτοβουλίες πολιτών.

8.

Το τέταρτο στάδιο της πρωτοβουλίας πολιτών περιλαμβάνει το διάστημα της εμπεριστατωμένης ενασχόλησης της Επιτροπής με το αίτημα της πρωτοβουλίας πολιτών και ολοκληρώνεται με την επίσημη τοποθέτηση της Επιτροπής σχετικά με το αίτημα της πρωτοβουλίας για υποβολή νομοθετικής πρότασης. Τα χαρακτηριστικά της είναι τα εξής:

α)

Μια πρωτοβουλία πολιτών που εγκρίθηκε, δεσμεύει την Επιτροπή να ασχοληθεί, εντός ανάλογης προθεσμίας με το περιεχόμενο των ζητημάτων που θίγει η πρωτοβουλία.

β)

Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή καλεί σε ακρόαση τους διοργανωτές της πρωτοβουλίας και τους δίνει την ευκαιρία να παρουσιάσουν διεξοδικά το αίτημα της πρωτοβουλίας πολιτών.

γ)

Η Επιτροπή πρέπει να αποφασίζει σχετικά με το περιεχόμενο στην πρωτοβουλία πολιτών αίτημα εντός τριών μηνών. Εάν δεν προτίθεται να υποβάλει πρόταση, διευκρινίζει στο Κοινοβούλιο και στους διοργανωτές τους λόγους.

δ)

Η απόφαση απευθύνεται τόσο ατομικά στους διοργανωτές όσο και στο κοινό. Γνωστοποιείται στους διοργανωτές και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη ενημερώνονται αμέσως για την απόφαση.

ε)

Εάν η Επιτροπή δεν λάβει οιαδήποτε απόφαση, επί του αιτήματος που υποβάλλεται με την πρωτοβουλία πολιτών, τότε το ζήτημα υπόκειται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

Σχετικά με την αρχή της διαφάνειας

9.

Οι διοργανωτές μιας πρωτοβουλίας πολιτών που έχει ήδη εγκριθεί, υποχρεούνται μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας να παρουσιάσουν στην Επιτροπή εντός της ανάλογης προθεσμίας έκθεση σχετικά με τη χρηματοδότηση της πρωτοβουλίας που θα περιλαμβάνει και τις πηγές χρηματοδότησης (έκθεση διαφάνειας). Η έκθεση εξετάζεται από την Επιτροπή και δημοσιεύεται συνοδευόμενη από γνωμοδότηση.

10.

Κατά κανόνα η Επιτροπή πρέπει να ασχολείται με το περιεχόμενο του αιτήματος μιας πρωτοβουλίας πολιτών μόνο μετά την υποβολή κανονικής έκθεσης διαφάνειας.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/106


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής για το REACH, όσον αφορά το παράρτημα XVII

P6_TA(2009)0390

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαϊου 2009 σχετικά με το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όσον αφορά το Παράρτημα XVII

2010/C 212 E/15

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς περί των χημικών προϊόντων (REACH) και την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 131 αυτού,

έχοντας υπόψη την οδηγία 83/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Σεπτεμβρίου 1983 για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 8 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ) (2),

έχοντας υπόψη την οδηγία 96/59/ΕΚ του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 1996 για τη διάθεση των πολυχλωροδιφαινυλίων και των πολυχλωροτριφαινυλίων (PCB/PCT) (3),

έχοντας υπόψη το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. … της … για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όσον αφορά το Παράρτημα XVΙΙ («σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής»),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση που εξέδωσε η επιτροπή η οποία αναφέρεται στο άρθρο 133 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006,

έχοντας υπόψη το άρθρο 5α, παράγραφος 3, στοιχείο β), της οδηγίας 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (4),

έχοντας υπόψη το άρθρο 108, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 καταργεί και αντικαθιστά την οδηγία 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 1976 περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσεως μερικών επικινδύνων ουσιών και παρασκευασμάτων, με ισχύ από την 1η Ιουνίου 2009,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Παράρτημα XVII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, όπως τροποποιείται από το παράρτημα του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής, προορίζεται να αντικαταστήσει το Παράρτημα Ι της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ, το οποίο θεσπίζει περιορισμούς για ορισμένες επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 67 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 προβλέπει ότι ουσίες υπό καθαρή μορφή, σε παρασκεύασμα ή σε αντικείμενο, επιτρέπεται να παράγονται ή να διατίθενται στην αγορά ή να χρησιμοποιούνται μόνο εάν πληρούν τους όρους οιωνδήποτε περιορισμών που προβλέπει για αυτές το παράρτημα XVII,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το σημείο 2, αριθ. 6 του παραρτήματος του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής έχει στόχο να επεκτείνει την τρέχουσα απαγόρευση που αφορά τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ινών αμιάντου και προϊόντων που περιέχουν αυτές τις ίνες, στην παραγωγή αυτών των ινών και αντικειμένων που περιέχουν ίνες αμιάντου,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το σημείο 2, αριθ. 6 του παραρτήματος του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής διατηρεί εξαιρέσεις από την απαγόρευση των ινών αμιάντου:

για αντικείμενα που περιέχουν ίνες αμιάντου τα οποία είχαν ήδη εγκατασταθεί ή τεθεί σε λειτουργία πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό ειδικές συνθήκες που εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας, και

για διαφράγματα που περιέχουν χρυσόλιθο σε υφιστάμενες εγκαταστάσεις ηλεκτρόλυσης,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν επιτρέπεται να διατίθεται στην κοινοτική αγορά νέος αμίαντος, με εξαίρεση τα διαφράγματα για ηλεκτρόλυση, και ότι υπάρχουν ειδικές κοινοτικές διατάξεις για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε αμίαντο κατά την εργασία όταν γίνεται αφαίρεση του αμιάντου, και ότι δυστυχώς δεν υπάρχουν κοινοτικές διατάξεις σχετικά με την απομόλυνση αντικειμένων που περιέχουν αμίαντο, με αποτέλεσμα αυτό να αφήνεται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αμίαντος παραμένει υπεύθυνος για σημαντικό αριθμό ασθενειών που συνδέονται με την έκθεση σε ίνες αμιάντου,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 96/59/ΕΚ έχει επιβάλει υποχρεώσεις στα κράτη μέλη σχετικά με την απομόλυνση ή τη διάθεση εξοπλισμού που περιέχει PCB και/ή τη διάθεση χρησιμοποιημένων PCB, με στόχο την ολοκληρωτική εξάλειψή τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κοινότητα πρέπει να αναλάβει παρόμοια δράση σχετικά με τις ίνες αμιάντου,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινοτική νομοθεσία καλύπτει έξι ορυκτά αμιάντου (κροκιδόλιθος, αμοσίτης, ανθοφυλλίτης, ακτινόλιθος, τρεμόλιθος και χρυσότιλος), αλλά δεν καλύπτει ακόμη τα αμιαντόμορφα ορυκτά όπως ο ριχτερίτης και ο ουϊντσίτης, παρόλο που θα μπορούσαν να θεωρηθούν όχι λιγότερο επιβλαβή από τον τρεμόλιθο, τον αμοσίτη ή τον κροκιδόλιθο και θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται και αυτά σε μονωτικά υλικά,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά την παραλαβή των εκθέσεων από τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της εξαίρεσης των διαφραγμάτων, η Επιτροπή θα επανεξετάσει την εξαίρεση και θα ζητήσει από τον Οργανισμό να καταρτίσει φάκελο σύμφωνα με το άρθρο 69 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, με στόχο να απαγορευθεί η διάθεση στην αγορά και χρήση διαφραγμάτων που περιέχουν χρυσόλιθο,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένοι ενδιαφερόμενοι φορείς υποστηρίζουν ότι η παρέκκλιση πρέπει να τερματισθεί τώρα διότι υφίστανται ήδη υποκατάστατες τεχνολογίες (μεμβράνες χωρίς αμίαντο) και χρησιμοποιούνται από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χημικές βιομηχανίες,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για την προστασία της ανθρώπινης υγείας θα ήταν να απαγορευθεί πράγματι η χρήση αμιαντούχων ινών χρυσότιλου και προϊόντων που τις περιέχουν, χωρίς καμιά εξαίρεση,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σήμερα είναι διαθέσιμες για τις περισσότερες εναπομένουσες χρήσεις του αμιαντούχου χρυσότιλου υποκατάστατα ή εναλλακτικές λύσεις οι οποίες δεν χαρακτηρίζονται καρκινογόνες και θεωρούνται λιγότερο επικίνδυνες,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην επανεξέταση της παρέκκλισης για τα διαφράγματα αμιαντούχου χρυσότιλου (5) που εκτελέστηκε βάσει της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ εξετάστηκαν τόσο οι επιπτώσεις στην υγεία όσο και οι οικονομικές επιπτώσεις, και ελήφθησαν υπόψη στη διαφοροποιημένη προσέγγιση της Επιτροπής, η οποία περιέχεται στο σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής, υποστηριζόμενη από τη μεγάλη πλειοψηφία των κρατών μελών,

1.

Υπό το φως

της προσέγγισης που υιοθετεί το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής για τη σταδιακή κατάργηση ινών αμιάντου μεσοπρόθεσμα,

της επανεξέτασης της παρέκκλισης των διαφραγμάτων αμιαντούχου χρυσότιλου που εκτελέστηκε βάσει της οδηγίας 1999/77/ΕΚ της Επιτροπής, και

της δήλωσης της Επιτροπής με την ευκαιρία της έγκρισης του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής στην επιτροπή η οποία αναφέρεται στο άρθρο 133 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 στις 20 Φεβρουαρίου 2008,

δεν πρόκειται να προβάλει αντίρρηση στην έγκριση του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής·

2.

λαμβάνει υπό σημείωση την επανεξέταση της παρέκκλισης για τα αμιαντούχα διαφράγματα χρυσότιλου και τονίζει ότι είναι δυνατόν να λειτουργήσουν με επιτυχία εγκαταστάσεις υψηλής τάσης με υποκατάστατα υλικά και ότι ορισμένες από τις εγκαταστάσεις αυτές στην ΕΕ έχουν μετατραπεί·

3.

υπογραμμίζει ότι αυτή τη στιγμή τέσσερα κράτη μέλη εξακολουθούν να χρησιμοποιούν διαφράγματα αμιάντου σε εγκαταστάσεις του τύπου χαμηλής τάσης για τον οποίο δεν υπάρχουν υποκατάστατα υλικά διαφραγμάτων, παρά το αξιόλογο πρόγραμμα έρευνας που έχουν θέσει σε εφαρμογή οι ενδιαφερόμενες εταιρίες·

4.

τονίζει ότι, σύμφωνα με την επανεξέταση της παρέκκλισης για τα αμιαντούχα διαφράγματα χρυσότιλου, δυναμικό για έκθεση των εργατών υφίσταται μόνο όταν τα διαφράγματα χρειάζονται αντικατάσταση (έχουν χρόνο ζωής έως και 10 χρόνια) διότι τα ηλεκτρολυτικά στοιχεία είναι ερμητικά σφραγισμένα κατά τη διάρκεια της λειτουργίας προκειμένου να συγκρατείται το αέριο χλώριο, ο δε κλάδος αναφέρει ότι τα όρια έκθεσης των εργαζομένων στον χρυσότιλο τηρούνται πλήρως·

5.

καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να εξασφαλίσουν την αυστηρή εφαρμογή της οδηγίας 83/477/ΕΟΚ·

6.

εκφράζει τη λύπη του διότι στάθηκε αδύνατον να καταρτισθεί μέχρι στιγμής ευρωπαϊκός κατάλογος αντικειμένων που εξαιρούνται από την απαγόρευση σύμφωνα με το σημείο 2, αριθ. 6 του παραρτήματος του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής που τροποποιεί το Παράρτημα XVII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006·

7.

καλεί την Επιτροπή να καταρτίσει τον κατάλογο αυτό αμέσως μετά την γνωστοποίηση των σχετικών εθνικών μέτρων, και το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2012·

8.

ζητεί επιμόνως από την Επιτροπή να διατυπώσει νομοθετική πρόταση έως το τέλος του 2009 σχετικά με την ελεγχόμενη διάθεση ινών αμιάντου και την απομόλυνση ή διάθεση εξοπλισμού που περιέχει ίνες αμιάντου προκειμένου αυτές να εξαλειφθούν εντελώς·

9.

επιπλέον, ζητεί επιμόνως από την Επιτροπή να χαράξει στρατηγική για την απαγόρευση όλων των μορφών αμιάντου και όλων των χρήσεων σε σχέση με ίνες αμιάντου έως το 2015, συμπεριλαμβάνοντας κατάλληλες εξαγωγικές απαιτήσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 για τις μεταφορές αποβλήτων και λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της εγγύτητας όπως αυτή ορίζεται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 2008 για τα απόβλητα, δεδομένου ότι ο αμίαντος παραμένει υπεύθυνος για σημαντικό αριθμό ασθενειών που συνδέονται με την έκθεση σε ίνες αμιάντου·

10.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλλει τακτικά έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά με την υλοποίηση του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής·

11.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 396, 30.12.2006, σ. 1.

(2)  EE L 263, 24.9.1983, σ. 25.

(3)  EE L 243, 24.9.1996, σ. 31.

(4)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(5)  http://ec.europa.eu/enterprise/chemicals/legislation/markrestr/index_en.htm


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/109


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ιράν: η περίπτωση της Roxana Saberi

P6_TA(2009)0391

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την υπόθεση της Roxana Saberi στο Ιράν

2010/C 212 E/16

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με το Ιράν και ειδικότερα τα ψηφίσματά του για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα 63/191 της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών της 18ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν,

έχοντας υπόψη την έκθεση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών της 1ης Οκτωβρίου 2008, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν,

έχοντας υπόψη τη δήλωση της Προεδρίας της ΕΕ της 10ης Απριλίου 2009 σχετικά με τις εξελίξεις στην υπόθεση Roxana Saberi και τη δήλωση της Προεδρίας εκ μέρους της ΕΕ της 20ής Απριλίου 2009 σχετικά με την ποινή της Roxana Saberi,

έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το Διεθνές Σύμφωνο για τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά δικαιώματα, των οποίων το Ιράν είναι συμβαλλόμενο μέρος,

έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 18 Απριλίου 2009 το επαναστατικό ιρανικό δικαστήριο επέβαλε ποινή οκταετούς φυλάκισης για κατασκοπεία στην Roxana Saberi, αμερικανοϊρανή δημοσιογράφο που εργαζόταν για σειρά οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων του ραδιοφωνικού σταθμού ABC, του BBC, του νοτιοαφρικανικού σταθμού South African Broadcasting και του NPR,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Roxana Saberi δεν είχε πρόσβαση σε δικηγόρο για πέντε εβδομάδες και ότι η δίκη της δεν διεξήχθη υπό συνθήκες ισότητας και διαφάνειας,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο δικηγόρος της Roxana Saberi άσκησε έφεση κατά της καταδίκης της, δεδομένου ότι η πελάτισσά του αρνείται όλες τις κατηγορίες,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Roxana Saberi κήρυξε απεργία πείνας και εισήχθη στο νοσοκομείο των φυλακών του Evin την 1η Μαΐου 2009, ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, η υγεία της βρίσκεται σε ιδιαίτερα εύθραυστη κατάσταση,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοσιογράφος Maryam Malek, μέλος της εκστρατείας υπέρ της ισότητας «Ένα εκατομμύριο υπογραφές», συνελήφθη στις 25 Απριλίου 2009, όπως και πολυάριθμα άλλα μέλη της εν λόγω εκστρατείας πριν από αυτήν, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικογένειά της δεν είναι σε θέση να καταβάλει την εγγύηση για την απελευθέρωσή της, η οποία ανέρχεται σε 200 εκατομμύρια ριάλ (περισσότερο από 10 000 ευρώ),

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι την 1η Μαΐου 2009, Διεθνή Ημέρα της Εργασίας, δυνάμεις ασφαλείας και αστυνομία κατέστειλαν με βίαιο τρόπο ειρηνικές διαδηλώσεις σε διάφορες περιοχές του Ιράν, που είχαν διοργανωθεί από δέκα ανεξάρτητες οργανώσεις εργαζομένων και ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, συνελήφθησαν περισσότεροι από 100 άνθρωποι,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι την 1η Μαΐου 2009 οι ιρανικές αρχές εκτέλεσαν την Delara Darabi στις κεντρικές φυλακές του Rasht, παρά τη δίμηνη αναβολή της εκτέλεσης που χορήγησε ο Προϊστάμενος της Δικαστικής Αρχής στις 19 Απριλίου 2009 και ότι δεν είναι το πρώτο άτομο που εκτελέστηκε εφέτος αφού καταδικάστηκε για έγκλημα που κατηγορήθηκε ότι διέπραξε ενώ δεν είχε ακόμη συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών,

Η.

εκτιμώντας ότι η γενική κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ιράν παρουσιάζει συνεχή επιδείνωση από το 2005 σε όλους τους τομείς και απ' όλες τις απόψεις, ιδίως όσον αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων των πολιτών και των πολιτικών ελευθεριών, παρά το γεγονός ότι το Ιράν έχει υποσχεθεί να προάγει και να προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες στο πλαίσιο των διαφόρων διεθνών πράξεων σε αυτόν τον τομέα,

1.

καταδικάζει την αδικαιολόγητη ποινή που επέβαλε το επαναστατικό ιρανικό δικαστήριο στις 18 Απριλίου 2009 στη Roxana Saberi·

2.

εκφράζει βαθιά ανησυχία για την επιδεινούμενη κατάσταση της υγείας της Roxana Saberi·

3.

παροτρύνει το Εφετείο κατά τη συνεδρίασή του στις 12 Μαΐου 2009 να απελευθερώσει αμέσως και άνευ όρων τη Roxana Saberi, με βάση το γεγονός ότι η δίκη διεξήχθη κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς να τηρηθούν οι προβλεπόμενες νόμιμες διαδικασίες σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες, και να ανακαλέσει όλες τις κατηγορίες που τη βαρύνουν·

4.

δηλώνει συγκλονισμένο από την άδικη δίκη και την εκτέλεση της Delara Darabi και εκφράζει τον αποτροπιασμό του για τις συνεχείς εκτελέσεις νεαρών παραβατών που πραγματοποιούνται κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου και παρά τις διαβεβαιώσεις εκ μέρους των ιρανικών αρχών ότι το Ιράν έχει σταματήσει αυτή την απάνθρωπη πρακτική· καλεί τις ιρανικές αρχές να τιμήσουν τη δέσμευσή τους για τερματισμό των εκτελέσεων νεαρών παραβατών·

5.

καταδικάζει το σύστημα εγγυήσεων που εφαρμόζουν οι ιρανικές αρχές σε προσπάθεια καταστολής όλων των δημόσιων δηλώσεων πολιτών που ασκούν κριτική ή ειρηνικών μεταρρυθμιστικών κινημάτων και ζητεί την άμεση απελευθέρωση της Maryam Malek·

6.

υπενθυμίζει ότι πολυάριθμοι ακτιβιστές που δραστηριοποιούνται υπέρ των δικαιωμάτων των εργαζομένων παραμένουν στη φυλακή αποκλειστικά και μόνο λόγω της δέσμευσής τους υπέρ δίκαιων εργασιακών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων του Mansour Osanloo, του Ebrahim Maddadi, του Farzad Kamangar και του Ghaleb Hosseini και επαναλαμβάνει την έκκλησή του για άμεση απελευθέρωσή τους·

7.

παροτρύνει τις ιρανικές αρχές να συμμορφωθούν με όλες τις διεθνείς πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχει κυρώσει το Ιράν και ιδιαίτερα με το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, πράξεις οι οποίες αμφότερες εγγυώνται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη· ζητεί επισταμένως, στη συνάρτηση αυτή, από τις αρχές της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν να καταργήσουν πάραυτα την πρακτική του λιθοβολισμού· καταδικάζει έντονα την πρόσφατη εκτέλεση δια λιθοβολισμού του Vali Azad, και εκφράζει την ανησυχία του για τις επικείμενες εκτελέσεις των Mohammad Ali Navid Khamami και Ashraf Kalhori·

8.

καλεί την Προεδρία του Συμβουλίου και τους διπλωματικούς αντιπροσώπους των κρατών μελών στο Ιράν να αναλάβουν επείγουσα και συντονισμένη δράση όσον αφορά όλες αυτές τις περιπτώσεις·

9.

επαναλαμβάνει το αίτημά του προς το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν την εξέταση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν και να του υποβάλουν κατά το πρώτο εξάμηνο του 2009 λεπτομερή έκθεση σχετικά με το ζήτημα αυτό·

10.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, στον Προϊστάμενο της Δικαστικής Αρχής και στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/111


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Μαδαγασκάρη

P6_TA(2009)0392

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Μαδαγασκάρη

2010/C 212 E/17

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Προεδρίας εξ ονόματος της ΕΕ στις 17 και 20 Μαρτίου 2009,

έχοντας υπόψη τις περιπτώσεις κατάληψης της εξουσίας με στρατιωτικές ενέργειες κατά τους τελευταίους μήνες στη Μαυριτανία και τη Γουινέα-Κονακρί και τις κυρώσεις που επέβαλε η διεθνής κοινότητα αμέσως μετά,

έχοντας υπόψη την εναρκτήρια διαβουλευτική συνάντηση της Διεθνούς Ομάδας Επαφής για τη Μαδαγασκάρη που πραγματοποιήθηκε στην Αντίς Αμπέμπα στις 30 Απριλίου 2009,

έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά από δύο μήνες σκληρών μαχών, πραγματοποιήθηκε στρατιωτικό πραξικόπημα στη Μαδαγασκάρη από τον Andry Rajoelina, πρώην δήμαρχο της πρωτεύουσας Ανταναναρίβο στις 17 Μαρτίου 2009,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια αυτοπροκηρυχθείσα Ανώτατη Μεταβατική Αρχή υπό την προεδρία του Andry Rajoelina έπαυσε την Εθνοσυνέλευση και τη Γερουσία και υπό την πίεση των στασιαστών, ο δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος Marc Ravalomanana υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη Μαδαγασκάρη,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Andry Rajoelina, που είχε εκλεγεί το Δεκέμβριο του 2007 Δήμαρχος της πρωτεύουσας Ανταναναρίβο είχε καθαιρεθεί βιαίως από την προηγούμενη κυβέρνηση τον Φεβρουάριο του 2009,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημόσια οργή έφθασε στο αποκορύφωμά της λόγω ενός σχεδίου της πρώην κυβέρνησης να ενοικιάσει έκταση ενός εκατομμυρίου εκταρίων στα νότια της χώρας σε μια κορεατική εταιρεία εντατικής καλλιέργειας,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αντισυνταγματική αυτή αλλαγή κυβέρνησης αποτελεί ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα στη διαδικασία εκδημοκρατισμού που λαμβάνει χώρα στην ήπειρο, γεγονός που ενισχύει τις ανησυχίες για την επανεμφάνιση πραξικοπημάτων στην Αφρική, όπως εκφράστηκε στο πλαίσιο της δωδέκατης Τακτικής Συνόδου της Συνέλευσης της Αφρικανικής Ένωσης που πραγματοποιήθηκε στην Αντίς Αμπέμπα από 1-4 Φεβρουαρίου 2009,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη την αυθαίρετη σύλληψη του πρωθυπουργού Manandafy Rakotonirina ο οποίος είχε διοριστεί από τον εκλεγμένο πρόεδρο, καθώς και ενός άλλου μέλους της κυβέρνησής του,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και οι διεθνείς οργανισμοί των οποίων η Μαδαγασκάρη είναι μέλος δεν αναγνωρίζουν αυτό το de facto καθεστώς και ζητούν την αποκατάσταση της συνταγματικής διακυβέρνησης,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει ανασταλεί η συμμετοχή της Μαδαγασκάρης στους περιφερειακούς οργανισμούς - Αφρικανική Ένωση, SADC (Κοινότητα για την Ανάπτυξη της Μεσημβρινής Αφρικής) - καθώς και στο Διεθνή Οργανισμό Γαλλοφώνων Χωρών και τη Διακοινοβουλευτική Ένωση και ότι η ΕΕ, οι ΗΠΑ, η Νορβηγία και η Γαλλία καταδίκασαν την παραβίαση του κράτους δικαίου και της συνταγματικής τάξης από το πραξικόπημα και διέκοψαν την παροχή βοηθείας,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο του Διαλόγου Αφρικής-ΕΕ, η Δωδέκατη Υπουργική Σύνοδος της Αφρικανικής Τρόϊκας και της αντίστοιχης της ΕΕ που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο στις 28 Απριλίου 2009 ζήτησε την ταχεία διεξαγωγή εθνικών εκλογών και την επάνοδο στη συνταγματική τάξη,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από την ημέρα που ο Andry Rajoelina εγκαταστάθηκε εκ των πραγμάτων στο θώκο του αρχηγού του κράτους, ειρηνικές διαδηλώσεις δεκάδων χιλιάδων ατόμων συνεχίσθηκαν στην πρωτεύουσα με τη βίαιη όμως καταστολή τους εκ μέρους των στρατιωτικών δυνάμεων,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επάνοδος στη συνταγματική τάξη θα έπρεπε να βασίζεται στους ακόλουθους στόχους και αρχές: σαφές χρονοδιάγραμμα για τη διεξαγωγή ελεύθερων, δίκαιων και διαφανών εκλογών, συμμετοχή όλων των πολιτικών και κοινωνικών παραγόντων της χώρας, περιλαμβανομένου του προέδρου Marc Ravalomanana και άλλων προσωπικοτήτων της χώρας, προώθηση της συναίνεσης μεταξύ των κομμάτων της Μαδαγασκάρης, σεβασμός του συντάγματος της Μαδαγασκάρης και συμμόρφωση με τα σχετικά μέσα της ΑΕ και τις διεθνείς δεσμεύσεις της Μαδαγασκάρης,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην προαναφερθείσα εναρκτήρια διαβουλευτική συνάντηση της Διεθνούς Ομάδας Επαφής για τη Μαδαγασκάρη, έλαβαν μέρος, πέραν των Ηνωμένων Εθνών, της ΑΕ και της ΕΕ πολλές περιφερειακές οργανώσεις και χώρες με στόχο το συντονισμό των προσπαθειών της διεθνούς κοινότητας για την προώθηση της ταχείας επανόδου της συνταγματικής τάξης στη Μαδαγασκάρη,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ΟΗΕ απηύθυνε έκκληση για τη χορήγηση 35,7 εκατ. δολαρίων ανθρωπιστικής βοηθείας στη χώρα, προλαμβάνοντας την έλλειψη τροφίμων που θα σημειωθεί αργότερα εντός του έτους συνεπεία της αναταραχής που προκάλεσε η πολιτική κατάσταση,

ΙΔ.

επειδή το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού διαβιεί με ποσό κατώτερου του ενός δολαρίου ημερησίως και τα περιορισμένα εισοδήματα μείωσαν την ικανότητα των περισσοτέρων νοικοκυριών να έχουν πρόσβαση στα τρόφιμα, το νερό και τις αποχετεύσεις καθώς και στην υγεία και την εκπαίδευση,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χώρα έχει πληγεί για τρία συνεχή έτη από την ξηρασία και τη μικρή συγκομιδή, την εκτόξευση των τιμών των τροφίμων και τη χρόνια επισιτιστική ανασφάλεια καθώς και από κυκλώνες,

1.

καταδικάζει σθεναρά το πραξικόπημα και κάθε είδους προσπάθειες για την άσκηση της εξουσίας με αντιδημοκρατικά μέσα·

2.

ζητεί την άμεση αποκατάσταση της νόμιμης και συνταγματικής τάξης στη χώρα και καλεί επειγόντως τα κόμματα της Μαδαγασκάρης να συμμορφωθούν πλήρως με τις διατάξεις του συντάγματος της χώρας προκειμένου να δοθεί μια λύση στην κρίση·

3.

εκφράζει τη λύπη του για την παύση της Εθνοσυνέλευσης και της Γερουσίας και ζητεί την άμεση αποκατάστασή τους, απευθύνει δε επείγουσα έκκληση να γίνουν σεβαστές οι εντολές και οι ασυλίες των βουλευτών μέχρις ότου διεξαχθούν νέες δημοκρατικές κοινοβουλευτικές εκλογές·

4.

καλεί τη διεθνή κοινότητα να εντείνει τις προσπάθειές της προκειμένου να τερματιστεί η πολιτική βία στη Μαδαγασκάρη·

5.

πιστεύει ότι η σταθερότητα, η ευημερία και οι δημοκρατικές ελευθερίες μπορούν να εξασφαλιστούν μόνο με ένα συναινετικό και περιεκτικό διάλογο που θα αντιμετωπίσει τις βασικές αιτίες των μεγάλων προβλημάτων της χώρας όπως τα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και περιβαλλοντικά προβλήματα και θα έπρεπε να είναι αποδεκτός από όλα τα κόμματα και να καταλήξει σε μια άμεση διαβούλευση του λαού της Μαδαγασκάρης·

6.

καλεί όλους τους πολιτικούς παράγοντες να τοποθετήσουν στην κορυφή της ημερήσιας διάταξής τους τη χρηστή διακυβέρνηση και την καταπολέμηση της φτώχειας με σκοπό τη βελτίωση της κατανομής του πλούτου και την ανύψωση του επιπέδου ζωής του πληθυσμού ασκώντας μια υγιή βιώσιμη αναπτυξιακή πολιτική στους τομείς της βασικής υγειονομικής περίθαλψης, της εκπαίδευσης, της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας κλπ·

7.

υποστηρίζει τις πρωτοβουλίες των περιφερειακών οργανισμών και την απόφαση της Αφρικανικής Ένωσης (ΑΕ) να εγκαταστήσει έναν επιχειρησιακό βραχίονα της Ομάδας Επαφής για της Μαδαγασκάρη στη Ανταναναρίβο υπό την προεδρία του Ειδικού Απεσταλμένου του Προέδρου της Επιτροπής της ΑΕ Ablassé Ouedraogo·

8.

καλεί τον Ειδικό Απεσταλμένο της ΑΕ για τη Μαδαγασκάρη, σε συνεργασία με τους εκπροσώπους της Διεθνούς Κοινότητας στη Ανταναναρίβο και υπό το πρίσμα των συζητήσεων που έχουν ήδη ξεκινήσει υπό την αιγίδα της ΑΕ και του ΟΗΕ να αρχίσει επαφές με τα κόμματα της Μαδαγασκάρης προκειμένου να συμφωνήσει μαζί τους σχετικά με τους τρόπους και τα μέσα για την ταχεία επάνοδο της συνταγματικής τάξης·

9.

εφιστά την προσοχή στην επιδείνωση της κατάστασης στη χώρα από ανθρωπιστικής πλευράς η οποία επιταχύνθηκε από τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις και καλεί επειγόντως τη διεθνή κοινότητα και ιδιαίτερα την ΕΕ να παράσχουν αυξημένη ανθρωπιστική βοήθεια προκειμένου να μειωθούν οι ταλαιπωρίες του λαού της Μαδαγασκάρης·

10.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, τις νόμιμες αρχές της Δημοκρατίας της Μαδαγασκάρης, την Ύπατη Μεταβατική Αρχή, το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, την Αφρικανική Ένωση, τη SADC, το Γραφείο Ανθρωπιστικής Βοηθείας της Επιτροπής, το Κεντρικό Αποθεματικό Ταμείο Έκτακτης Ανάγκης και το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για το Συντονισμό των Ανθρωπιστικών Υποθέσεων.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/113


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Βενεζουέλα: η περίπτωση του Manuel Rosales

P6_TA(2009)0393

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την περίπτωση του Manuel Rosales στη Βενεζουέλα

2010/C 212 E/18

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για την κατάσταση στη Βενεζουέλα, και ειδικότερα το από 24 Μαΐου 2007 ψήφισμά του σχετικά με την περίπτωση του τηλεοπτικού καναλιού «Radio Caracas TV» στη Βενεζουέλα (1), και το από 23 Οκτωβρίου 2008 ψήφισμά του σχετικά με την αποστέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι για πολιτικούς λόγους στη Βενεζουέλα (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη την έντονη πολιτική κατάσταση που ζει η Βενεζουέλα, που γνωρίζει τον τελευταίο καιρό μια ανησυχητική αυταρχική παρέκκλιση μέσω παρενοχλήσεων, εκφοβισμών, και πολιτικού και ποινικού διωγμού της αντιπολίτευσης, των δημοκρατικά εκλεγμένων δημάρχων και κυβερνητών, του φοιτητικού κινήματος και των δημοσιογράφων, μέσω της αλλαγής των κανόνων του δημοκρατικού παιχνιδιού, της απόλυτης έλλειψης ανεξαρτησίας των διαφόρων κρατικών εξουσιών και του σπάνιου σεβασμού των νόμων και του Συντάγματος της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη την περίπτωση του παλαιού προεδρικού υποψήφιου, πρώην κυβερνήτη της πολιτείας Ζulia και νυν δημοκρατικά εκλεγμένου δημάρχου της πόλης του Maracaibo, Manuel Rosales, ηγέτη της αντιπολίτευσης, τον οποίο ο Πρόεδρος Chavez επανειλημμένα και δημόσια απείλησε ότι θα τον βάλει φυλακή, κατάσταση που οδήγησε τελικά στην άσκηση δικαστικής δίωξης βάσει καταγγελίας χρονολογούμενης από το 2004 για μια δήθεν περιουσιακή αντίφαση στη δήλωση εισοδήματος που ο Rosales είχε υποβάλει όταν ήταν κυβερνήτης της πολιτείας Zulia, δίωξης που από την άλλη έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός ξεκάθαρου πολιτικού διωγμού, χωρίς τήρηση της δέουσας δικονομίας και χωρίς επαρκείς δικαστικές εγγυήσεις, αφού εκ των προτέρων υπάρχει μια καταδικαστική απόφαση σαφώς πολιτικής φύσης,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Manuel Rosales έχει ζητήσει, λόγω του πολιτικού διωγμού που υφίσταται, πολιτικό άσυλο στη γειτονική Δημοκρατία του Περού, και ότι οι αρχές της χώρας αυτής του έδωσαν άσυλο λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές και ανθρωπιστικές πτυχές της περίπτωσής του, πράγμα που προκάλεσε την άμεση ανάκληση του Πρεσβευτή της Βενεζουέλας στο Περού,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κατηγορίες κατά του αρχηγού της αντιπολίτευσης έχουν ξεκάθαρη πολιτική βάση και επί πλέον ότι η εκτελεστική εξουσία ελέγχει ευρέως τη δικαστική εξουσία και η κυβέρνηση μελετά τη λήψη και νέων μέτρων που θα συμβάλουν στη μείωση της ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολο το να περιμένουμε μια δίκαιη δίκη στη Βενεζουέλα,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο απόστρατος Στρατηγός Raúl Isaías Baduel, μέχρι πρότινος Υπουργός Άμυνας του Προέδρου Chavez, και μεταπηδήσας ακολούθως στην αντιπολίτευση, συνελήφθη με την απειλή όπλου από πράκτορες της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών στις 2 Απριλίου 2009 και κατηγορείται, τώρα που είναι στην αντιπολίτευση, για δήθεν υπεξαίρεση χρημάτων από τις ένοπλες δυνάμεις στο διάστημα που διετέλεσε Υπουργός Άμυνας,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αντιπολιτευόμενος ηγέτης και δήμαρχος του Καράκας Antonio Ledezma, που είχε εκλεγεί δημοκρατικά στις 23 Νοεμβρίου 2008, δεν μπόρεσε να αναλάβει τα καθήκοντά του ως δημάρχου Μείζονος Καράκας, επειδή οι χώροι του Δημαρχείου στο Κυβερνητικό Μέγαρο κατελήφθησαν παρανόμως από τις Βολιβαριανές Οργανώσεις, χωρίς μέχρι τώρα οι αρχές του Υπουργείου Εσωτερικών να έχουν κάνει το παραμικρό για να τις εκδιώξουν· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Πρόεδρος Chavez πέρασε πρόσφατα την έγκριση Νόμου στην Περιφέρεια Πρωτευούσης που πλήττει άμεσα τις εξουσίες του Δημάρχου, αφού προβλέπει τον επιλεκτικό διορισμό, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ιεραρχικά ανωτέρου του Δημάρχου, ως αρχηγού της κυβέρνησης του Καράκας, από την οποία θα εξαρτάται ο Δήμαρχος του Μείζονος Καράκας, και η οποία θα εξαλείψει στην πράξη όλες του τις εξουσίες στους τομείς π.χ. της διαχείρισης του δημοσίου ταμείου, της κατάρτισης και εκτέλεσης των αναπτυξιακών σχεδίων καθώς και της εποπτείας των φορέων αυτοδιοίκησης της Περιφέρειας Πρωτευούσης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Δήμαρχος Μείζονος Καράκας, πέρα από το ότι χάνει στην πράξη όλες τις εξουσίες, υφίσταται και επιθετική εκστρατεία παρενοχλήσεων, απειλών, ύβρεων και εκφοβισμών απευθείας υποκινούμενη από την Προεδρία της Δημοκρατίας,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Μάρτιο 2009, σε εκτέλεση διαταγών του Προέδρου της Δημοκρατίας, έγινε στρατιωτική κατάληψη πολλών λιμένων και αερολιμένων, κυρίως στις περιφέρειες που έχουν κυβερνήτες της αντιπολίτευσης, βάσει νόμου που μετέφερε στην Κυβέρνηση της Βενεζουέλας τη διαχείριση αυτών των εγκαταστάσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι εκείνο που επιδιώκεται με αυτό το μέτρο είναι ο χρηματοδοτικός αποκλεισμός και ο οικονομικός στραγγαλισμός των πολιτικών αντιπάλων· λαμβάνοντας υπόψη ότι βάσει του άρθρου 164-10 του Συντάγματος της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, η διαχείριση των λιμένων, αερολιμένων, δρόμων και αυτοκινητόδρομων αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των κυβερνητών των πολιτειών, σε συντονισμό με την Κεντρική Διοίκηση και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα αυτής της τελευταίας,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε μια άνευ προηγουμένου πολιτική απόφαση εκδοθείσα από την Δικαστή Marjori Calderón, σύζυγο υψηλόβαθμου στελέχους του PSUV, οι αστυνομικοί επιθεωρητές Ivan Simonovis, Lázaro Forero και Henry Vivas, καθώς και 8 αξιωματικοί της Μητροπολιτικής Αστυνομίας, καταδικάστηκαν πρόσφατα χωρίς το παραμικρό αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο σε βάρος τους, σε 30 χρόνια κάθειρξη, που είναι η μέγιστη ποινή την οποία προβλέπει ο ποινικός κώδικας της Βενεζουέλας, και αφού παρέμειναν κρατούμενοι πάνω από 5 έτη υπό καθεστώς προληπτικής κράτησης σε αστυνομικές εγκαταστάσεις στερούμενες φυσικού φωτισμού, στο πλαίσιο της δίκης που θεωρείται η πιο μακροχρόνια στην ιστορία της Βενεζουέλας, μια δίκη που βρίθει παρατυπιών, δεδομένου ότι δεν έγιναν σεβαστά τα στοιχειωδέστερα δικονομικά δικαιώματα των κατηγορουμένων· λαμβάνοντας υπόψη επί πλέον ότι τα περισσότερα από τα 19 αδικήματα που διαπράχθηκαν στις 11 Απριλίου 2002, και για 3 εκ των οποίων καταδικάστηκαν χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο σε βάρος τους οι κατηγορούμενοι, παρέμειναν ατιμώρητα, παρά τις πολυάριθμες μαρτυρίες, τηλεοπτικές εικόνες και έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν σχετικά με την ευθύνη των οπλοφόρων των Βολιβαριανών Οργανώσεων που είναι πλήρως αναγνωρίσιμοι,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκφράστηκε σε διάφορους χώρους κατά τρόπο προσβλητικό και υβριστικό για μεγάλο αριθμό ξένων ηγετών και ότι παρ'όλα αυτά, όταν δέχθηκε επικρίσεις μέσα στην ίδια του τη χώρα, αντέδρασε εκδίδοντας διάταγμα για την άμεση απέλαση όσων ξένων τολμούσαν να τον επικρίνουν, συμπεριλαμβανομένης της βίαιης απέλασης και ενός βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Πρόεδρος Chavez επέβαλε δεύτερο δημοψήφισμα τον Φεβρουάριο 2009 για την έγκριση της δυνατότητας εκλογής για απεριόριστες φορές του ιδίου προσώπου τόσο στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας όσο και σε όλα τα αιρετά δημόσια αξιώματα, κι ενώ τον Δεκέμβριο 2007 είχε χάσει το δημοψήφισμα για την συνταγματική μεταρρύθμιση που περιελάμβανε και την ανωτέρω δυνατότητα, παραβιάζοντας έτσι το Σύνταγμα της Βενεζουέλας, που απαγορεύει να επανυποβληθεί το ίδιο σχέδιο μεταρρυθμίσεων εντός της ίδιας κοινοβουλευτικής περιόδου της Συνέλευσης,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές της Βενεζουέλας θεώρησαν ανεπιθύμητη την παρουσία επίσημης αντιπροσωπείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που είχε προγραμματίσει επίσκεψη στη χώρα για την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου 2009, επίσκεψη που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί μετά από πολλές αδικαιολόγητες αναβολές εκ μέρους των αρχών της Βενεζουέλας,

1.

εκφράζει την τεράστια ανησυχία του για την επιδείνωση της κατάστασης και της ποιότητας της δημοκρατίας στη Βενεζουέλα, που αντιμετωπίζει σοβαρό κίνδυνο κατάρρευσης λόγω του συγκεντρωτικού χαρακτήρα της εξουσίας και του αυξανόμενου αυταρχισμού του Προέδρου της Δημοκρατίας·

2.

εκφράζει την αλληλεγγύη του προς όλους όσους υφίστανται πολιτικό διωγμό στη Βενεζουέλα, διωγμό συμβολιζόμενο σήμερα στο πρόσωπο του Manuel Rosales· καλωσορίζει την απόφαση της Περουβιανής Κυβέρνησης να παράσχει πολιτικό άσυλο στον Manuel Rosales· απορρίπτει απερίφραστα τις απειλές, τη βία, την κατάχρηση εξουσίας, τις ύβρεις και τη χρήση της δικαιοσύνης ως όπλου πολιτικής δράσης με σκοπό τον εκφοβισμό και την εξόντωση του αντιπάλου·

3.

υπενθυμίζει ότι, βάσει όσων ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών (ΟΕΑ), στη δημοκρατία, μαζί με την αδιαμφισβήτητη αρχική νομιμότητα που πηγάζει και προκύπτει από τις κάλπες προκειμένου να κατακτηθεί η άσκηση της εξουσίας, πρέπει επίσης να υπάρχει νομιμότητα στην άσκηση της εξουσίας, η οποία πρέπει να επικυρώνεται από το σεβασμό των δεδομένων κανόνων, του ισχύοντος Συντάγματος και των νόμων, καθώς και του κράτους δικαίου ως εγγύηση της απόλυτα δημοκρατικής λειτουργίας, κι ότι αναγκαστικά πρέπει στα ανωτέρω να συμπεριληφθεί ο σεβασμός του ειρηνικού και δημοκρατικού πολιτικού αντιπάλου, ακόμη περισσότερο όταν αυτός έχει εκλεγεί και εγκατασταθεί με λαϊκή εντολή·

4.

απευθύνει έκκληση στις αρχές της χώρας και ειδικά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, να ασκούν την πολιτική τους δράση μέσω του διαλόγου, του σεβασμού του κράτους δικαίου και της συνταγματικής νομιμότητας, μέσω της ανοχής απέναντι στον πολιτικό αντίπαλο, ώστε να βρουν χώρο και κατάλληλη εκπροσώπηση στο δημόσιο βίο οι διάφορες πολιτικές εκφράσεις που η βενεζουελιανή κοινωνία εξέλεξε και θέλησε·

5.

καλεί τη Βενεζουελιανή Κυβέρνηση να σεβασθεί επίσης τις διεθνείς συμφωνίες που η χώρα έχει υπογράψει και επικυρώσει, συμπεριλαμβανομένης της Αμερικανικής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με ειδική μνεία στις περί πολιτικών δικαιωμάτων διατάξεις του άρθρου 23, παράγραφος 1, και των άρθρων 2 και 25 της Διεθνούς Σύμβασης Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων·

6.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση ΕΕ-Λατινικής Αμερικής, στο Κοινοβούλιο του Mercosur και στην Κυβέρνηση και την Εθνική Συνέλευση της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας.


(1)  ΕΕ C 102 E, 24.4.2008, σ. 484.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0525.


ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/116


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ανάπτυξη ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης

P6_TA(2009)0386

Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 προς το Συμβούλιο σχετικά με την ανάπτυξη ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης (2009/2012(INI))

2010/C 212 E/19

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση σύστασης προς το Συμβούλιο του Παναγιώτη Δημητρίου εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE σχετικά με την ανάπτυξη ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης (Β6-0335/2008),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 6, 29, 31, παράγραφος 1, σημείο γ) και 34, παράγραφος 2, σημεία α) και β) της Συνθήκης ΕΕ, τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως τα άρθρα 47, 48, 49 και 50, και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, και ιδίως τα άρθρα 5, 6, 7 και 13,

έχοντας υπόψη τις Πράσινες Βίβλους της Επιτροπής της 19ης Φεβρουαρίου 2003 για τις δικονομικές εγγυήσεις υπέρ υπόπτων και κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2003)0075) και της 26ης Απριλίου 2006 για το τεκμήριο αθωότητας (COM(2006)0174), την πρόταση της Επιτροπής για απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένα δικονομικά δικαιώματα στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2004)0328) και τη γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου της 12ης Απριλίου 2005 σχετικά με αυτήν (1),

έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 9ης Μαρτίου 2004 προς το Συμβούλιο σχετικά με τα δικαιώματα των κρατουμένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2),

έχοντας υπόψη την απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου 2008/909/ΔΕΥ της 27ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης δικαστικών αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα ασφαλείας στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσης τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (3) και την γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου της 2ας Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με αυτή (4),

έχοντας υπόψη την έκθεση του 2008 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης (CEPEJ) του Συμβουλίου της Ευρώπης με τίτλο «Ευρωπαϊκά δικαστικά συστήματα: Αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης»,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 4ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη δημιουργία ενός φόρουμ συζήτησης για τις πολιτικές και τις πρακτικές της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης (COM(2008)0038),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 27ης και 28ης Νοεμβρίου 2008 για την ίδρυση δικτύου νομοθετικής συνεργασίας των Υπουργείων Δικαιοσύνης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την πρωτοβουλία της Γαλλικής Δημοκρατίας ενόψει της έκδοσης της απόφασης του Συμβουλίου για τη δημιουργία ευρωπαϊκού δικτύου κατάρτισης δικαστικών (5), τη σχετική θέση του Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2002 (6), την ανακοίνωση της Επιτροπής της 29ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την κατάρτιση δικαστικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση(COM(2006)0356) και το ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνερχομένων στο πλαίσιο του Συμβουλίου, σχετικά με την κατάρτιση των δικαστών, των εισαγγελέων και του δικαστικού προσωπικού στην Ευρωπαϊκή Ένωση (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Ιουλίου 2008 σχετικά με το ρόλο του εθνικού δικαστή στο ευρωπαϊκό δικαστικό σύστημα (8), με σκοπό τη δημιουργία αληθινής δικαστικής παιδείας,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τον ρόλο της Eurojust και του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου στο πλαίσιο της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση(COM(2007)0644), την ενοποιημένη έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου 2002/187/ΔΕΥ σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος (5347/2009), την απόφαση του Συμβουλίου 2008/976/ΔΕΥ της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (9) καθώς και τις σχετικές θέσεις του Κοινοβουλίου της 2ας Σεπτεμβρίου 2008 (10),

έχοντας υπόψη την απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου 2008/978/ΔΕΥ της 18ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων προς λήψη αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων για χρήση σε ποινικές διαδικασίες (11) και τη γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2008 επ’ αυτού (12),

έχοντας υπόψη τη μελέτη «Ανάλυση των μελλοντικών προοπτικών της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές υποθέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (13) που δημοσίευσε πρόσφατα το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για την εφαρμογή, μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις περί μέτρων επιτήρησης εναλλακτικά προς την προσωρινή κράτηση (17506/2008),

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις αξιολόγησης σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου 2002/584/ΔΕΥ για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ κρατών μελών (14),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Νοεμβρίου 2008 με τίτλο «Προϊόντα οργανωμένου εγκλήματος: “Το έγκλημα δεν επιβραβεύεται”» (COM(2008)0766),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 30ής Μαΐου 2008«Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική σε θέματα ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (e-Justice)» (COM(2008)0329), τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με μια στρατηγική για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2008 με συστάσεις προς την Επιτροπή για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη (15), καθώς και τη θέση του Κοινοβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου (ECRIS) κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 της απόφασης-πλαισίου 2008/XX/ΔΕΥ (16) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με μια έκθεση για την πρόοδο που σημειώθηκε κατά τη γαλλική Προεδρία στον τομέα της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης που εγκρίθηκαν στο Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 27ης και 28ης Νοεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη παλαιότερες συστάσεις (17) του προς το Συμβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας και ιδίως το κεφάλαιο 4, άρθρα 82 έως 86 (δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την ανάγκη να προσδιορισθεί ο βέλτιστος τρόπος για την ανάπτυξη ενός χώρου ποινικής δικαιοσύνης της ΕΕ,

έχοντας υπόψη την κατάρτιση του μελλοντικού προγράμματος της Στοκχόλμης,

έχοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να εντατικοποιηθεί ο διάλογος για αυτά τα θέματα με τα εθνικά κοινοβούλια, την κοινωνία των πολιτών και τις δικαστικές αρχές,

έχοντας υπόψη το άρθρο 114, παράγραφος 3 και το άρθρο 94 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0262/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απονομή της δικαιοσύνης εμπίπτει στην εθνική αρμοδιότητα των κρατών μελών της ΕΕ,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ενόψει της Συνθήκης της Λισαβόνας, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, όταν η Συνθήκη τεθεί σε ισχύ, θα διευρύνει τις αρμοδιότητες της ΕΕ στο πεδίο της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και θα εισαγάγει την νομοθετική διαδικασία της συναπόφασης σε αυτόν τον τομέα, καταργώντας το σύστημα των πυλώνων,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το πρόγραμμα της Χάγης, όπως το πρόγραμμα του Τάμπερε, έθεσε ως προτεραιότητα τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης και τόνισε ότι η ενίσχυση της δικαιοσύνης θα πρέπει να επέλθει μέσω της οικοδόμησης εμπιστοσύνης και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, της εφαρμογής του προγράμματος αμοιβαίας αναγνώρισης, της ανάπτυξης ισοδύναμων προτύπων για δικονομικά δικαιώματα στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, της προσέγγισης των νομοθεσιών –προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενοι οι εγκληματίες να επωφελούνται από τις διαφορές στα δικαστικά συστήματα και να διασφαλιστεί η προστασία των πολιτών όπου και αν βρίσκονται στην ΕΕ– και της περαιτέρω ανάπτυξης της Eurojust,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2008 για την εφαρμογή του προγράμματος της Χάγης για το 2007 (COM(2008)0373), η πρόοδος στη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις ήταν μάλλον μικρή, με παρακώλυση των πολιτικών και αναβολές, οι οποίες αντανακλώνται στη μείωση του αριθμού των εγκεκριμένων μέσων, ενώ ικανοποιητικές εξελίξεις σημειώθηκαν σε άλλους τομείς, όπως η συνεργασία σε αστικές υποθέσεις, η διαχείριση των συνόρων, η νόμιμη και η παράνομη μετανάστευση, και οι πολιτικές στον τομέα του ασύλου,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ποινικές διαδικασίες έχουν σημαντικές και πολυάριθμες επιπτώσεις όσον αφορά τις θεμελιώδεις ελευθερίες τόσο των θυμάτων του εγκλήματος όσο και των υπόπτων και των κατηγορουμένων,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προστασία δικαιωμάτων όπως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, το τεκμήριο της αθωότητας, το δικαίωμα υπεράσπισης, τα δικαιώματα των θυμάτων του εγκλήματος, η αρχή ne bis in idem και οι ελάχιστες διαδικαστικές εγγυήσεις στο πλαίσιο της προσωρινής κράτησης είναι πρωταρχικής σημασίας στις ποινικές διαδικασίες,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η καθημερινή δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις εξακολουθεί να βασίζεται σε μέσα αμοιβαίας συνδρομής όπως η Σύμβαση του 2000 για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις και η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1959 περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι εντός του πλαισίου των σκοπών και των αρχών της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης υποδηλώνει ότι, όταν μια απόφαση έχει εκδοθεί από μια αρμόδια δικαστική αρχή ενός κράτους μέλους, η απόφαση τίθεται σε πλήρη και άμεση ισχύ σε όλη την επικράτεια της Ένωσης, και οι δικαστικές αρχές των κρατών μελών στην επικράτεια των οποίων η απόφαση δύναται να επιβληθεί συνδράμουν για την εκτέλεση της απόφασης όπως ακριβώς εάν επρόκειτο για μια απόφαση που είχε εκδοθεί από μια αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους, εκτός και αν το μέσο στο πλαίσιο του οποίου αυτή εφαρμόζεται θέτει περιορισμούς στην εκτέλεσή της,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, που έχει οριστεί ως ο ακρογωνιαίος λίθος της δικαστικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε και εξής, δεν έχει ακόμη φτάσει σε ικανοποιητικό επίπεδο και πρέπει να συνοδεύεται από μια ενιαία δέσμη διαδικαστικών εγγυήσεων και διασφαλίσεων,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις περιπτώσεις όπου εφαρμόζεται, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης αποδείχθηκε ότι έχει μεγάλη προστιθέμενη αξία για τη δικαστική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να είναι πλήρως αποτελεσματική, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την δημιουργία μιας κοινής ευρωπαϊκής δικαστικής παιδείας βασισμένης στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, σε κοινές αρχές, στη συνεργασία και σε ένα ορισμένο επίπεδο εναρμόνισης –για παράδειγμα, στον ορισμό ορισμένων εγκλημάτων και στις κυρώσεις– και με πραγματική προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων κυρίως σε ό,τι αφορά τα δικονομικά δικαιώματα, τις ελάχιστες προδιαγραφές των συνθηκών και της αναθεώρησης της κράτησης, τα δικαιώματα και τους προσβάσιμους μηχανισμούς αποζημίωσης για τα άτομα,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάρτιση των δικαστικών, των εισαγγελέων, των δικηγόρων υπεράσπισης και των λοιπών εμπλεκομένων στην απονομή δικαιοσύνης, διαδραματίζει καίριο ρόλο στην οικοδόμηση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και στην ανάπτυξη μιας κοινής ευρωπαϊκής δικαστικής παιδείας, ενισχύοντας συγχρόνως την ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων της κατηγορούσας αρχής και εκείνων της υπεράσπισης, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνέχεια και η αποτελεσματική υπεράσπιση στις διασυνοριακές υποθέσεις,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν σημειωθεί πολλά βήματα προόδου στον τομέα της κατάρτισης των δικαστικών, ιδίως χάρη στη συμβολή του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου και των δραστηριοτήτων του,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τα σημαντικά αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί μέχρι στιγμής, ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου έχει περιοριστεί από παράγοντες που συνδέονται με την οργανωτική δομή του και από την έλλειψη επαρκών πόρων,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι –με δεδομένη την ανωτέρω κατάσταση– οι δικαστικές αρχές δεν έχουν στη διάθεσή τους επί του παρόντος τα εργαλεία κατάρτισης που χρειάζονται για να εφαρμόσουν κατάλληλα τη νομοθεσία της ΕΕ και ότι μόνο ένα πολύ μικρό μέρος των δικαστικών έχει πρόσβαση σε κατάρτιση δικαστικών εστιασμένη στην ΕΕ,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μελλοντικές δράσεις για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης δεν μπορούν παρά να βασίζονται σε μια διαφανή, ακριβή και συνεχή παρακολούθηση της εφαρμογής των πολιτικών και των νομοθετικών μέσων της ΕΕ καθώς και της ποιότητας και αποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης στα κράτη μέλη,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι επί του παρόντος δεν υφίσταται ολοκληρωμένη, συνεχής και σαφής παρακολούθηση των πολιτικών της ΕΕ στο πεδίο της ποινικής δικαιοσύνης, ούτε της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης εντός της ΕΕ,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας τέτοιος έλεγχος θα ήταν θεμελιώδους σημασίας για τους φορείς λήψης αποφάσεων της ΕΕ κατά την διαμόρφωση των πλέον ενδεδειγμένων νομοθετικών δράσεων, ενώ συγχρόνως θα ενισχύετο η αμοιβαία εμπιστοσύνη στο δικαστικό σύστημα των άλλων,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το εν λόγω σύστημα αξιολόγησης θα πρέπει να αποτιμήσει τα υπάρχοντα συστήματα αξιολόγησης χωρίς αλληλοεπικάλυψη προσπαθειών ή αποτελεσμάτων και θα πρέπει να προβλέπει ενεργό ρόλο για το Κοινοβούλιο,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το νεοϊδρυθέν «Φόρουμ για τη Δικαιοσύνη» μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στο στάδιο της εκ των προτέρων αξιολόγησης των νομοθετικών πρωτοβουλιών της ΕΕ,

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή και η συνεκτικότητα της δράσης της ΕΕ και συγχρόνως να προστατευθούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, πρέπει να πραγματοποιείται δημόσια διαβούλευση με κατάλληλες διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης επιπτώσεων, πριν από την υποβολή προτάσεων και την ανάληψη πρωτοβουλιών από την Επιτροπή ή τα κράτη μέλη για την έγκριση νομοθετικών πράξεων της ΕΕ,

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια σταθερή ανταλλαγή πληροφοριών, πρακτικών και εμπειριών, μεταξύ των δικαστικών αρχών στα κράτη μέλη, θα συμβάλει με θεμελιώδη τρόπο στην ανάπτυξη ενός περιβάλλοντος βασισμένου στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, όπως δείχνουν τα αξιοσημείωτα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν με το πρόγραμμα ανταλλαγής για τις δικαστικές αρχές,

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα επαρκές καθεστώς συνολικής προστασίας δεδομένων εξακολουθεί να απουσιάζει από τον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και, εφόσον δεν υπάρχει, τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα πρέπει να ρυθμίζονται προσεκτικά σε κάθε μεμονωμένο νομοθετικό μέσο,

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να είναι αποτελεσματικός, ο ευρωπαϊκός χώρος ποινικής δικαιοσύνης πρέπει να αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες με σεβασμό προς τα θεμελιώδη δικαιώματα, και να χρησιμοποιεί διαδικτυακά εργαλεία στην εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ καθώς και στη διάχυση και συζήτηση των πληροφοριών και των προτάσεων,

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρόλος των εθνικών δικαστικών αρχών καθίσταται ολοένα και σημαντικότερος στην καταπολέμηση του διεθνικού εγκλήματος και, ταυτόχρονα, στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών,

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι συντονιστικά όργανα, όπως η Eurojust, έχουν αποδείξει ότι προσφέρουν αληθινή προστιθέμενη αξία και οι δράσεις τους για την καταπολέμηση του διεθνικού εγκλήματος έχουν αυξηθεί σε αξιοσημείωτο βαθμό παρά το γεγονός ότι οι εξουσίες τους εξακολουθούν να είναι υπερβολικά περιορισμένες και ορισμένα κράτη μέλη έχουν αποδειχθεί απρόθυμα να μοιραστούν πληροφορίες σε αυτό το πλαίσιο,

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι απουσιάζει ο συντονισμός των δικηγόρων υπεράσπισης και θα πρέπει συνεπώς να ενισχυθεί και να υποστηριχτεί σε επίπεδο ΕΕ,

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μαφίες και το οργανωμένο έγκλημα γενικότερα έχουν καταστεί διεθνικό φαινόμενο με κοινωνικό, πολιτιστικό οικονομικό και πολιτικό αντίκτυπο στα κράτη μέλη και τις γειτονικές χώρες, το οποίο χρειάζεται να παταχθεί και σε κοινωνικό επίπεδο, σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών και τους δημοκρατικούς θεσμούς,

1.

απευθύνει τις ακόλουθες συστάσεις προς το Συμβούλιο:

α)

ενόψει του γεγονότος ότι ένας ευρωπαϊκός χώρος ποινικής δικαιοσύνης πρέπει να βασίζεται στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων να αρχίσει εκ νέου να εργάζεται για την κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και συγκεκριμένα να υιοθετήσει χωρίς χρονοτριβή:

ένα φιλόδοξο νομοθετικό μέσο για τις δικονομικές εγγυήσεις στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, που θα βασίζεται στην αρχή του τεκμηρίου της αθωότητας, όπως το δικαίωμα σε ένα «Έγγραφο Δικαιωμάτων», το δικαίωμα παροχής νομικών συμβουλών, το δικαίωμα δωρεάν συνδρομής δικηγόρου, εφόσον απαιτείται, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της δίκης, το δικαίωμα προσκόμισης αποδεικτικών στοιχείων, το δικαίωμα ενημέρωσης σε γλώσσα κατανοητή από τον ύποπτο/κατηγορούμενο για τη φύση ή/και τα αίτια των κατηγοριών καθώς ή/και για τους λόγους για τους οποίους θεωρείται ύποπτος, το δικαίωμα πρόσβασης σε όλα τα συναφή έγγραφα σε μια γλώσσα που ο ύποπτος/κατηγορούμενος κατανοεί, το δικαίωμα στην παρουσία διερμηνέα, το δικαίωμα σε ακρόαση και το δικαίωμα της υπεράσπισης, της προστασίας των υπόπτων/κατηγορουμένων που δεν μπορούν να καταλάβουν ή να παρακολουθήσουν τις διαδικασίες, ελάχιστες προδιαγραφές κράτησης, προϋποθέσεων και προστασίας των ανήλικων κρατουμένων/κατηγορουμένων καθώς και αποτελεσματικούς και προσβάσιμους μηχανισμούς αποζημίωσης για τα άτομα,

ένα ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο που θα προσφέρει στα θύματα του εγκλήματος την ευρύτερη δυνατή προστασία, συμπεριλαμβανομένης της επαρκούς αποζημίωσης και προστασίας των μαρτύρων ιδίως όταν εμπλέκονται σε υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος,

ένα νομικό μέσο για το παραδεκτό των αποδείξεων σε ποινικές διαδικασίες,

μέτρα για τον καθορισμό ελάχιστων προδιαγραφών για τις συνθήκες κράτησης και φυλάκισης και μια κοινή δέσμη δικαιωμάτων των κρατουμένων στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου μεταξύ άλλων του δικαιώματος επικοινωνίας και προξενικής συνδρομής,

μέτρα που θα λειτουργήσουν ως κινητήρια δύναμη και υποστηρικτικά στην κοινωνία των πολιτών και στα θεσμικά όργανα στην προσπάθειά τους να καταπολεμήσουν τις μαφίες και μέτρα ενόψει της έγκρισης ενός νομοθετικού μέσου σχετικά με τη δήμευση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και ιδιοκτησιών των διεθνών εγκληματικών οργανώσεων και την επαναχρησιμοποίησή τους για κοινωνικούς σκοπούς,

β)

δεδομένου ότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στον οποίο εδράζεται η δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, να υιοθετήσει το συντομότερο δυνατό τα νομοθετικά μέσα της ΕΕ που απαιτούνται ακόμη για να ολοκληρωθεί η υλοποίησή της, καθώς και να διασφαλίσει την ανάπτυξη ισοδύναμων προτύπων για δικονομικά δικαιώματα και την προσέγγιση των ελάχιστων κανόνων σχετικά με πτυχές της ποινικής δικονομίας·

γ)

να εφαρμόσει αποτελεσματικά, μαζί με τα κράτη μέλη, την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης δίνοντας τη δέουσα προσοχή σε δυσκολίες και επιτεύγματα στην υλοποίηση και την καθημερινή εφαρμογή του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, και διασφαλίζοντας ότι, κατά την εφαρμογή της αρχής αυτής, τα κράτη μέλη θα σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις γενικές αρχές του δικαίου, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΕ·

δ)

να ζητήσει από τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν την αρχή της αναλογικότητας κατά την εκτέλεση της απόφασης πλαίσιο για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, εφιστώντας την προσοχή σε άλλα νόμιμα μέσα, όπως ακροάσεις μέσω τηλεδιάσκεψης που ενδέχεται να αποδειχθούν κατάλληλα σε συγκεκριμένες υποθέσεις με τις δέουσες διασφαλίσεις·

ε)

να αποτιμήσει, σε συνεργασία με το Κοινοβούλιο, την τρέχουσα κατάσταση της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξετάζοντας τόσο τις ελλείψεις όσο και την πρόοδο που έχει σημειωθεί·

στ)

να συγκροτήσει, μαζί με την Επιτροπή και το Κοινοβούλιο, μια επιτροπή σοφών (νομικών) που θα έχει ως καθήκον να εκπονήσει μια μελέτη για τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ των συστημάτων του ποινικού δικαίου όλων των κρατών μελών και να υποβάλει προτάσεις για την ανάπτυξη ενός αληθινού ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης που θα εξισορροπεί την αποτελεσματικότητα σε ποινικές διαδικασίες με τη διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων·

ζ)

να καθορίσει, μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και σε συνεργασία με τις αρμόδιες επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρώπης όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης (CEPEJ) και με τα υφιστάμενα ευρωπαϊκά δίκτυα για ποινικές υποθέσεις, ένα αντικειμενικό, αμερόληπτο, διαφανές, ολοκληρωμένο, οριζόντιο και συνεχές σύστημα παρακολούθησης και αξιολόγησης της εφαρμογής των πολιτικών και νομικών μέσων της ΕΕ στον τομέα αυτό καθώς και την ποιότητα, την αποτελεσματικότητα, την ακεραιότητα και την αμεροληψία της δικαιοσύνης, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εφαρμογής από τα κράτη μέλη της νομολογίας του ΔΕΚ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά το πρότυπο του συστήματος αμοιβαίας αξιολόγησης, το οποίο θα είναι ικανό να παράγει αξιόπιστες εκθέσεις τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο. Ειδικότερα, το σύστημα αξιολόγησης θα πρέπει:

να ορίσει ένα δίκτυο αξιολόγησης αποτελούμενο τόσο από ένα πολιτικό όσο και από ένα τεχνικό επίπεδο,

να προσδιορίσει, βάσει της αναθεώρησης των υφιστάμενων συστημάτων αξιολόγησης: προτεραιότητες, πεδίο εφαρμογής, κριτήρια και μεθόδους, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιολόγηση δεν θα πρέπει να είναι θεωρητική αλλά θα πρέπει μάλλον να αξιολογεί τον αντίκτυπο των πολιτικών της ΕΕ επιτόπου και στην καθημερινή διαχείριση της δικαιοσύνης καθώς και στην ποιότητα, την αποτελεσματικότητα, την ακεραιότητα και αμεροληψία της δικαιοσύνης, και την πρακτική εφαρμογή από τα κράτη μέλη της νομολογίας του ΔΕΚ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

να αποφεύγει την επικάλυψη με υφιστάμενα συστήματα αξιολόγησης και να ενισχύει την συνέργεια μεταξύ αυτών,

να χρησιμοποιεί μια μεικτή προσέγγιση αποτελούμενη από στατιστικές και νομοθετικές πληροφορίες και από την αξιολόγηση της εφαρμογής των ευρωπαϊκών μέσων επί τόπου,

να συλλέγει συγκρίσιμα δεδομένα και να αξιολογεί, στον βαθμό που είναι δυνατόν, τα ήδη διαθέσιμα δεδομένα,

να μεριμνά για τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου τόσο στο πολιτικό όσο και στο τεχνικό επίπεδο του συστήματος αξιολόγησης,

η)

να αποτιμήσει, μαζί με την Επιτροπή και το Κοινοβούλιο, την τρέχουσα κατάσταση της κατάρτισης δικαστικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τις αδυναμίες και τις ανάγκες της, και να αναλάβει άμεση δράση, αποφεύγοντας κάθε περιττή επικάλυψη προσπαθειών, για να προωθήσει τη δημιουργία μιας αληθινής δικαστικής παιδείας της ΕΕ δημιουργώντας μια Ευρωπαϊκή Σχολή Δικαστών, για δικαστές, εισαγγελείς, συνηγόρους υπεράσπισης και άλλους που συμμετέχουν στην απονομή της δικαιοσύνης, η οποία θα πρέπει:

να διαθέτει, βασιζόμενη στο υπάρχον Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κατάρτισης Δικαστικών (EJTN) και προκειμένου να εξελιχθεί σε όργανο της ΕΕ συνδεδεμένο με τις υφιστάμενες υπηρεσίες, μια ισχυρή και κατάλληλη δομή, στο πλαίσιο της οποίας θα πρέπει να δίνεται εξέχων ρόλος στις εθνικές σχολές δικαστών, τα δικαστικά δίκτυα και άλλες οργανώσεις, όπως η Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου και οργανώσεις υπεράσπισης των δικαιωμάτων και με τη συμμετοχή της Επιτροπής,

να διαχειρίζεται και να αναπτύξει περαιτέρω το πρόγραμμα ανταλλαγής για τις δικαστικές αρχές,

να καθορίζει κοινά προγράμματα σπουδών για την κατάρτιση των δικαστών, και να εξασφαλίζει την ευρωπαϊκή διάσταση στους διάφορους τομείς δικαίου,

να προσφέρει σε εθελούσια βάση τόσο αρχική όσο και συνεχιζόμενη κατάρτιση σε ευρωπαίους δικαστές , εισαγγελείς και δικηγόρους υπεράσπισης,

να ενισχύει τις γλωσσικές δεξιότητες των δικαστικών αρχών, των δικηγόρων, και των άλλων συμμετεχόντων φορέων,

να προσφέρει παρόμοια κατάρτιση και στις υποψήφιες χώρες και τα άλλα κράτη με τα οποία η ΕΕ έχει συνάψει συμφωνίες συνεργασίας και εταιρικής σχέσης,

θ)

να προτρέπει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως, το ταχύτερο δυνατό, την απόφαση του Συμβουλίου για την ενίσχυση της Eurojust και την τροποποίηση της απόφασης 2002/187/ΔΕΥ (5613/2008) (18) του Συμβουλίου και να ενθαρρύνουν τις εθνικές αρχές να μεριμνούν για τη συμμετοχή της Eurojust από τα πρώτα στάδια των διαδικασιών συνεργασίας, να θέσουν τέλος στην απροθυμία για την ανταλλαγή πληροφοριών και να συνεργαστούν πλήρως σε εθνικό επίπεδο, και το καλεί, μαζί με την Επιτροπή και την Eurojust, να μεριμνήσουν για την πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις προσεχείς δραστηριότητες που αποσκοπούν στην ορθή εφαρμογή της απόφασης για την Eurojust,

ι)

να εκπονήσει σχέδιο για την εφαρμογή της προαναφερόμενης απόφασης, ειδικότερα σε σχέση με τις αρμοδιότητες της Eurojust όσον αφορά:

την επίλυση συγκρούσεων δικαιοδοσίας,

την εξουσία διενέργειας ερευνών ή ποινικών διώξεων,

ια)

να λάβει μέτρα για την έκδοση μιας εμπεριστατωμένης ετήσιας έκθεσης για την εγκληματικότητα στην ΕΕ, η οποία θα ενοποιεί τις εκθέσεις που αφορούν επιμέρους τομείς όπως η αξιολόγηση απειλών όσον αφορά το οργανωμένο έγκλημα (OCTA), η ετήσια έκθεση της Eurojust, κλπ,

ιβ)

να καλέσει τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να εργάζονται επί της πρωτοβουλίας της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας και του Βασιλείου της Σουηδίας σχετικά με απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου για την πρόληψη και την επίλυση συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις (5208/2009), προκειμένου να προστατεύονται τα δικαιώματα του υπόπτου ή κατηγορουμένου σχετικά με την ενημέρωση και συμμετοχή του σε όλα τα στάδια επιλογής της διαδικασίας της ποινικής δικαιοδοσίας και να ζητήσει εκ νέου τη γνώμη του Κοινοβουλίου βάσει της προόδου που επιτεύχθηκε κατά τις διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο,

ιγ)

να δώσει τη δέουσα προσοχή στα πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες προκειμένου να διασφαλίσει ένα υψηλό επίπεδο δημόσιας ασφάλειας και να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες που προσφέρει το Διαδίκτυο για τη διάδοση των πληροφοριών, στην ενίσχυση του ρόλου του νεοδημιουργηθέντος «Φόρουμ Δικαιοσύνης», στην ενθάρρυνση της ανάπτυξης νέων μεθόδων μάθησης (ηλεκτρονική μάθηση) και στη συλλογή και ανταλλαγή δεδομένων, ενημερώνοντας και ενισχύοντας υφιστάμενες βάσεις δεδομένων, όπως οι τράπεζες δεδομένων των τελωνείων, που διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο στην καταπολέμηση του λαθρεμπορίου και της εμπορίας ανθρώπων, διασφαλίζοντας ωστόσο ανελλιπώς τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ιδίως ένα υψηλό επίπεδο προστασίας του ιδιωτικού βίου των ατόμων σε ό,τι αφορά την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις,

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα σύσταση στο Συμβούλιο και, προς ενημέρωση, στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 33 E, 9.2.2006, σ. 159

(2)  ΕΕ C 102 E, 28.4.2004, σ. 154

(3)  ΕΕ L 327, 5.12.2008, σ. 27.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0381.

(5)  ΕΕ C 18, 19.01.2001, σ. 9.

(6)  ΕΕ C 273 E, 14.11.2003, σ. 99.

(7)  ΕΕ C 299, 22.11.2008, σ. 1.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0352.

(9)  ΕΕ L 348, 24.12.2008, σ. 130.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0384 και P6_TA(2008)0380.

(11)  ΕΕ L 350, 30.12.2008, σ. 72.

(12)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0486.

(13)  Gisèle Vernimmen-Van Tiggelen και Laura Surano, Ινστιτούτο Ευρωπαϊκών Σπουδών, Université Libre de Bruxelles ECLAN – Ακαδημαϊκό Δίκτυο στο Ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο.

(14)  COM(2006)0008, και έγγραφα του Συμβουλίου 8409/2008, 10330/1/2008, 7024/1/2008, 7301/2/2008, 9617/2/2008, 9927/2/2008, 13416/2/2008, 15691/2/2008 και 17220/1/2008.

(15)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0637.

(16)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0465.

(17)  Σύσταση της 14ης Οκτωβρίου 2004 προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με το μέλλον του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, καθώς και σχετικά με τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της νομιμότητας και της αποτελεσματικότητάς του (ΕΕ C 166 E, 7.7.2005, σ. 58)· σύσταση της 22ας Φεβρουαρίου 2005 προς το Συμβούλιο σχετικά με την ποιότητα της ποινικής δικαιοσύνης και την εναρμόνιση της ποινικής νομοθεσίας στα κράτη μέλη (ΕΕ C 304 E, 1.12.2005, σ. 109).

(18)  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.


ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/123


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Ειδικοί Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση

P6_TA(2009)0347

Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την στήριξη των Ειδικών Ολυμπιακών Αγώνων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

2010/C 212 E/20

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 116 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ειδικοί Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ευρώπη παρέχουν αθλητικές και κοινωνικές δυνατότητες σε ενήλικες και παιδιά με διανοητική αναπηρία,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προγράμματα των Ειδικών Ολυμπιακών Αγώνων καταρτίζονται σε κάθε κράτος μέλος, με τη συμμετοχή 500.000 αθλητών,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στους Ειδικούς Ολυμπιακούς Αγώνες εφαρμόζεται καθημερινά η πολιτική της ΕΕ, με την προώθηση του αθλητισμού και του εθελοντισμού πέραν των συνόρων, με την εξάλειψη στερεοτύπων για την αναπηρία, με την παροχή υπηρεσιών δημόσιας υγείας και με την ενσωμάτωση περιθωριοποιημένων ατόμων σε κοινωνικές δραστηριότητες,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ειδικοί Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ευρώπη θα στεγάσουν δύο σημαντικά προσεχή γεγονότα: το 2010 τους Ευρωπαϊκούς Ειδικούς Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες που θα λάβουν χώρα στη Βαρσοβία, Πολωνία, και το 2011 τους Παγκόσμιους Ειδικούς Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες που θα διεξαχθούν στην Αθήνα, Ελλάδα,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ είχε παράσχει χρηματοδοτική στήριξη στους Παγκόσμιους Ειδικούς Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες που διεξήχθησαν το 2003 στην Ιρλανδία,

1.

θεωρεί ότι η παροχή υπηρεσιών για τους Ειδικούς Ολυμπιακούς Αγώνες σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο απαιτεί σημαντική χρηματοδότηση·

2.

επισημαίνει ότι ο Οργανισμός των Ειδικών Ολυμπιακών Αγώνων στην Ευρώπη ζητεί χρηματοδοτική ενίσχυση από την Επιτροπή για τη χρηματοδότηση των Ευρωπαϊκών Ειδικών Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων που θα διεξαχθούν στη Βαρσοβία το 2010 και των Παγκόσμιων Ειδικών Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων που θα διεξαχθούν στην Αθήνα το 2011·

3.

αναγνωρίζει τα πλεονεκτήματα που θα αντλήσουν οι αθλητές, οι οικογένειες και η ευρύτερη κοινότητα από τη διεξαγωγή των εκδηλώσεων αυτών στην Ευρώπη·

4.

καλεί την Επιτροπή να παράσχει υποστήριξη στους Ειδικούς Ολυμπιακούς Αγώνες που θα διεξαχθούν στη Βαρσοβία το 2010 και στην Αθήνα το 2011·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα δήλωση, συνοδευόμενη από τα ονόματα των υπογραφόντων, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/124


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας του Aldo Patriciello

P6_TA(2009)0337

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης των προνομίων και ασυλιών που υπέβαλε ο Aldo Patriciello (2009/2021(IMM))

2010/C 212 E/21

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την αίτηση του Aldo Patriciello για την υπεράσπιση της ασυλίας του σε συνάρτηση με έρευνα που διενεργεί η Εισαγγελία του Περιφερειακού Δικαστηρίου Isernia, η οποία ανακοινώθηκε σε συνεδρίαση της ολομέλειας στις 9 Μαρτίου 2009,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 9 και 10 του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Απριλίου 1965, και το άρθρο 6, παράγραφος 2, της Πράξης σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976,

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 12 Μαΐου 1964, στις 10 Ιουλίου 1986 και 21 Οκτωβρίου 2008 (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 6, παράγραφος 3, και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0286/2009),

1.

αποφασίζει να υπερασπίσει την ασυλία και τα προνόμια του Aldo Patriciello·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμέσως την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στις αρμόδιες αρχές της Ιταλικής Δημοκρατίας.


(1)  Υπόθεση 101/63, Wagner κατά Fohrmann και Krier, Συλλ. 1964, σ. 195, υπόθεση 149/85 Wybot κατά Faure και άλλων Συλλ. 1986, σ. 2 391 και συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07 Marra κατά De Gregorio και Clemente, που δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/125


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας του Umberto Bossi

P6_TA(2009)0338

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης των προνομίων και ασυλιών που υπέβαλε ο Umberto Bossi (2009/2020(IMM))

2010/C 212 E/22

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την αίτηση του Umberto Bossi για την υπεράσπιση της ασυλίας του σε συνάρτηση με έρευνα που διενεργεί η Εισαγγελία του Περιφερειακού Δικαστηρίου Verbania, η οποία υπεβλήθη στις 19 Φεβρουαρίου 2009, και η οποία ανακοινώθηκε σε συνεδρίαση της ολομέλειας στις 9 Μαρτίου 2009,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 9 και 10 του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Απριλίου 1965, και το άρθρο 6, παράγραφος 2, της Πράξης σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976,

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 12 Μαΐου 1964, στις 10 Ιουλίου 1986 και 21 Οκτωβρίου 2008 (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 6, παράγραφος 3, και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0269/2009),

1.

αποφασίζει να υπερασπίσει την ασυλία και τα προνόμια του Umberto Bossi·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμέσως την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στις αρμόδιες αρχές της Ιταλικής Δημοκρατίας.


(1)  Υπόθεση 101/63, Wagner κατά Fohrmann και Krier Συλλ.1964, σ. 195, υπόθεση 149/85 Wybot κατά Faure και άλλων Συλλογή 1986, σελ. 2391 και συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07 Marra κατά De Gregorio και Clemente, που δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/126


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Αρμοδιότητες των μονίμων επιτροπών

P6_TA(2009)0348

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες των μονίμων επιτροπών

2010/C 212 E/23

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων,

έχοντας υπόψη το άρθρο 174 του Κανονισμού του,

1.

αποφασίζει να συστήσει τις ακόλουθες μόνιμες επιτροπές:

I.

Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων,

II.

Επιτροπή Ανάπτυξης

III.

Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου

IV.

Επιτροπή Προϋπολογισμών

V.

Επιτροπή Ελέγχου των Προϋπολογισμών

VI.

Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων

VII.

Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

VIII.

Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων

IX.

Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

X.

Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

XI.

Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού

XII.

Επιτροπή Περιφερειακής Ανάπτυξης

XIII.

Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

XIV.

Επιτροπή Αλιείας

XV.

Επιτροπή Πολιτισμού και Παιδείας

XVI.

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

XVII.

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

XVIII.

Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων

XIX.

Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων

XX.

Επιτροπή Αναφορών

2.

αποφασίζει να αντικαταστήσει το Παράρτημα VI στον Κανονισμό του με το ακόλουθο κείμενο:

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Αρμοδιότητες των κοινοβουλευτικών επιτροπών

I.     Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την κοινή εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) και την ευρωπαϊκή πολιτική ασφαλείας και άμυνας (ΕΠΑΑ). Στο πλαίσιο αυτό, την επιτροπή επικουρεί υποεπιτροπή ασφαλείας και άμυνας·

2.

τις σχέσεις με τα άλλα θεσμικά όργανα και φορείς της ΕΕ, τον ΟΗΕ και άλλους διεθνείς οργανισμούς και διακοινοβουλευτικές συνελεύσεις για ζητήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της·

3.

την ενίσχυση των πολιτικών σχέσεων με τρίτες χώρες και ιδίως εκείνες με τις οποίες η Ένωση συνορεύει άμεσα, μέσω προγραμμάτων μείζονος συνεργασίας και αρωγής ή διεθνών συμφωνιών, όπως συμφωνίες σύνδεσης και εταιρικής σχέσης·

4.

την έναρξη, παρακολούθηση και ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων σχετικά με την προσχώρηση ευρωπαϊκών κρατών στην Ένωση·

5.

θέματα που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της προστασίας των μειονοτήτων και της προαγωγής των δημοκρατικών αξιών σε τρίτες χώρες. Στο πλαίσιο αυτό, την επιτροπή επικουρεί η υποεπιτροπή ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Με την επιφύλαξη των σχετικών κανόνων, βουλευτές άλλων επιτροπών και σωμάτων με αρμοδιότητες στον τομέα αυτό προσκαλούνται για να παρακολουθήσουν τις συνεδριάσεις της υποεπιτροπής.

Η επιτροπή συντονίζει τις εργασίες των μικτών κοινοβουλευτικών επιτροπών και των επιτροπών κοινοβουλευτικής συνεργασίας καθώς επίσης και τις εργασίες των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών ad hoc και των αποστολών εκλογικών παρατηρητών που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της.

II.     Επιτροπή Ανάπτυξης

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την προώθηση, την εφαρμογή και τον έλεγχο της πολιτικής ανάπτυξης και συνεργασίας της Ένωσης, και ιδίως:

α)

τον πολιτικό διάλογο με τις αναπτυσσόμενες χώρες, τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και σε συνάρτηση με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς και διακοινοβουλευτικά φόρα,

β)

τη βοήθεια στις αναπτυσσόμενες χώρες και τη σύναψη συμφωνιών συνεργασίας με αυτές,

γ)

την προώθηση των δημοκρατικών αξιών, της χρηστής διακυβέρνησης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες·

2.

ζητήματα που αφορούν τις συμφωνίες εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΕ και τις σχέσεις με τους οικείους φορείς·

3.

τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου σε αποστολές παρακολούθησης εκλογών, εφόσον απαιτείται σε συνεργασία με άλλες αρμόδιες επιτροπές και αντιπροσωπείες.

Η επιτροπή συντονίζει τις εργασίες των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών και αντιπροσωπειών ad hoc που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της.

III.     Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου

Επιτροπή αρμόδια για:

ζητήματα που αφορούν τον καθορισμό και την εφαρμογή της κοινής εμπορικής πολιτικής της Ένωσης και τις εξωτερικές οικονομικές σχέσεις της, και ειδικότερα:

1.

τις χρηματοπιστωτικές, οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με τρίτες χώρες και περιφερειακούς οργανισμούς·

2.

τα μέτρα τεχνικής εναρμόνισης ή τυποποίησης σε τομείς που διέπονται από συμβάσεις διεθνούς δικαίου·

3.

τις σχέσεις με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς και τις οργανώσεις για την προαγωγή της περιφερειακής οικονομικής και εμπορικής ολοκλήρωσης εκτός της Ένωσης·

4.

τις σχέσεις με τον ΠΟΕ, συμπεριλαμβανομένης της κοινοβουλευτικής διάστασής του.

Η επιτροπή έρχεται σε επαφή με τις αρμόδιες διακοινοβουλευτικές και ειδικές αντιπροσωπείες όσον αφορά τα οικονομικά και εμπορικά ζητήματα των σχέσεων με τρίτες χώρες.

IV.     Επιτροπή Προϋπολογισμών

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο σχετικά με τα έσοδα και τα έξοδα της Ένωσης και το σύστημα των ιδίων πόρων της Ένωσης·

2.

τις δημοσιονομικές εξουσίες του Κοινοβουλίου, δηλαδή τον προϋπολογισμό της Ένωσης καθώς και τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή των διοργανικών συμφωνιών στον τομέα αυτό·

3.

τις προβλέψεις του Κοινοβουλίου κατά την διαδικασία που ορίζει ο Κανονισμός·

4.

τον προϋπολογισμό των αποκεντρωμένων οργανισμών·

5.

τις χρηματοδοτικές δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων·

6.

την εγγραφή στον προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της επιτροπής που είναι αρμόδια για τη συμφωνία εταιρικής σχέσης των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού με την Ευρωπαϊκή Ένωση·

7.

τις δημοσιονομικές επιπτώσεις και τη συμβατότητα με το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο όλων των κοινοτικών πράξεων, υπό την επιφύλαξη των εξουσιών των αρμοδίων επιτροπών·

8.

την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της εκτέλεσης του τρέχοντος προϋπολογισμού, με την επιφύλαξη του άρθρου 72, παράγραφος 1, του Κανονισμού, τις μεταφορές πιστώσεων, τις διαδικασίες που αφορούν τα οργανογράμματα, τις διοικητικές πιστώσεις και τις γνώμες για σχέδια που αφορούν κατασκευές με σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις·

9.

τον δημοσιονομικό κανονισμό, εκτός από τα ζητήματα που αφορούν την εκτέλεση, τη διαχείριση και τον έλεγχο του προϋπολογισμού.

V.     Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τον έλεγχο της εκτέλεσης του προϋπολογισμού της Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης καθώς και τις αποφάσεις για τη χορήγηση απαλλαγής που λαμβάνει το Κοινοβούλιο, συμπεριλαμβανομένης της εσωτερικής διαδικασίας απαλλαγής και όλων των άλλων μέτρων που συνοδεύουν ή θέτουν σε εφαρμογή αυτές τις αποφάσεις·

2.

το κλείσιμο, την απόδοση και τον έλεγχο των λογαριασμών και ισολογισμών της Ένωσης, των θεσμικών οργάνων της και κάθε οργανισμού που χρηματοδοτείται από αυτήν, συμπεριλαμβανομένης της καταγραφής των πιστώσεων εις μεταφορά και τον καθορισμό των υπολοίπων·

3.

τον έλεγχο των χρηματοδοτικών δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων·

4.

την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας, από πλευράς κόστους, των διαφόρων μορφών κοινοτικής χρηματοδότησης κατά την εφαρμογή των πολιτικών της Ένωσης·

5.

την εξέταση των περιπτώσεων απάτης και ατασθαλιών κατά την εκτέλεση των προϋπολογισμών της Ένωσης και μέτρων που αποσκοπούν στην πρόληψη και δίωξη αυτών των περιπτώσεων, καθώς επίσης και την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης εν γένει·

6.

τις σχέσεις με το Ελεγκτικό Συνέδριο, το διορισμό των μελών του και την εξέταση των εκθέσεών του·

7.

το δημοσιονομικό κανονισμό όσον αφορά την εκτέλεση, τη διαχείριση και τον έλεγχο των προϋπολογισμών.

VI.     Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την οικονομική και νομισματική πολιτική της Ένωσης, την ομαλή λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής Ένωσης και το ευρωπαϊκό νομισματικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεων με τα αρμόδια θεσμικά όργανα και οργανισμούς·

2.

την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων και πληρωμών (διασυνοριακές πληρωμές, ενιαίος χώρος πληρωμών, ισοζύγιο πληρωμών, κινήσεις κεφαλαίων και δανειοδοτική και δανειοληπτική πολιτική, έλεγχος των κινήσεων κεφαλαίων που προέρχονται από τρίτες χώρες, μέτρα ενθάρρυνσης των εξαγωγών κεφαλαίων από την Ένωση)·

3.

το διεθνές νομισματικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεων με τα χρηματοπιστωτικά και νομισματικά θεσμικά όργανα και οργανισμούς·

4.

τους κανόνες για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ή δημόσιες ενισχύσεις·

5.

τις φορολογικές διατάξεις·

6.

τη ρύθμιση και εποπτεία των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, θεσμικών οργάνων και αγορών, συμπεριλαμβανομένης της αναφοράς οικονομικών αποτελεσμάτων, του ελέγχου, των λογιστικών κανόνων, της διοίκησης των εταιριών και άλλων ζητημάτων εταιρικού δικαίου που αφορούν ειδικώς τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

VII.     Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την πολιτική απασχόλησης και όλες τις πτυχές της κοινωνικής πολιτικής, όπως συνθήκες εργασίας, κοινωνική ασφάλιση και κοινωνική προστασία·

2.

τα μέτρα υγείας και ασφαλείας στο χώρο εργασίας·

3.

το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο·

4.

την πολιτική στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματικών προσόντων·

5.

την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και των συνταξιούχων·

6.

τον κοινωνικό διάλογο·

7.

κάθε μορφή διάκρισης στον τόπο εργασίας και στην αγορά εργασίας, με εξαίρεση εκείνες που βασίζονται στο φύλο·

8.

τις σχέσεις με:

το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ανάπτυξης και Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP),

το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας,

το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης,

το Ευρωπαϊκό Γραφείο για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία,

καθώς και με τα άλλα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διεθνείς οργανισμούς.

VIII.     Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφαλείας των Τροφίμων

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την πολιτική περιβάλλοντος και τα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος, και ειδικότερα:

α)

τη ρύπανση του αέρα, του εδάφους και των υδάτων, τη διαχείριση των αποβλήτων και την ανακύκλωση, τις επικίνδυνες ουσίες και τα επικίνδυνα παρασκευάσματα, τα επίπεδα θορύβου, τις κλιματικές μεταβολές, την προστασία της βιολογικής ποικιλομορφίας,

β)

την αειφόρο ανάπτυξη,

γ)

τα διεθνή και περιφερειακά μέτρα και τις συμφωνίες που αποσκοπούν στην προστασία του περιβάλλοντος,

δ)

την αποκατάσταση των ζημιών στο περιβάλλον,

ε)

την πολιτική προστασία,

στ)

την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος·

ζ)

τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων·

2.

τη δημόσια υγεία, και ειδικότερα:

α)

τα προγράμματα και τις ειδικές δράσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας,

β)

τα φαρμακευτικά και καλλυντικά προϊόντα,

γ)

τις υγειονομικές πλευρές της βιοτρομοκρατίας,

δ)

τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Αξιολόγησης των Φαρμακευτικών Προϊόντων, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου των Ασθενειών·

3.

ζητήματα ασφαλείας των τροφίμων, και ειδικότερα:

α)

τη σήμανση και την ασφάλεια των τροφίμων,

β)

την κτηνιατρική νομοθεσία που αφορά την προστασία από τους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία· τον υγειονομικό έλεγχο των τροφίμων και των συστημάτων παραγωγής προϊόντων διατροφής,

γ)

την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Προστασία των Τροφίμων και το Ευρωπαϊκό Διατροφικό και Κτηνιατρικό Γραφείο.

IX.     Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενεργείας

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τη βιομηχανική πολιτική της Ένωσης και την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών, ιδίως σχετικά με τα μέτρα που αφορούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις·

2.

την πολιτική ενέργειας της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της διάδοσης και εκμετάλλευσης των αποτελεσμάτων της έρευνας·

3.

την πολιτική για το διάστημα·

4.

τις δραστηριότητες του Κοινού Κέντρου Ερευνών, του Κεντρικού Γραφείου Πυρηνικών Μετρήσεων, καθώς και το JET, το ITER και άλλα προγράμματα του ιδίου τομέα·

5.

τα μέτρα της Ένωσης που αφορούν την ενεργειακή πολιτική γενικώς, την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και της ενεργειακής αποτελεσματικότητας, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας και ανάπτυξης διευρωπαϊκών δικτύων στον τομέα της ενεργειακής υποδομής·

6.

τη Συνθήκη Ευρατόμ και τον Οργανισμό Εφοδιασμού της Ευρατόμ (ΕSΑ), την πυρηνική ασφάλεια, την παύση λειτουργίας πυρηνικών εγκαταστάσεων και την διάθεση πυρηνικών αποβλήτων·

7.

την κοινωνία των πληροφοριών και την τεχνολογία των πληροφοριών συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας και ανάπτυξης διευρωπαϊκών δικτύων στον τομέα της υποδομής των τηλεπικοινωνιών.

X.     Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

το συντονισμό σε κοινοτικό επίπεδο της εθνικής νομοθεσίας στους τομείς της εσωτερικής αγοράς και της τελωνειακής ένωσης, και ειδικότερα:

α)

την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών, συμπεριλαμβανομένης της εναρμόνισης των τεχνικών προτύπων·

β)

το δικαίωμα εγκατάστασης·

γ)

την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών με εξαίρεση τον χρηματοπιστωτικό και ταχυδρομικό τομέα·

2.

τα μέτρα που αποσκοπούν στον εντοπισμό και την άρση των δυνητικών εμποδίων στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·

3.

την προώθηση και προστασία των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών, με εξαίρεση τα ζητήματα της δημόσιας υγείας και της ασφαλείας τροφίμων, στο πλαίσιο της εγκαθίδρυσης της εσωτερικής αγοράς.

XI.     Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την ανάπτυξη κοινής πολιτικής για τις σιδηροδρομικές, οδικές, εσωτερικές πλωτές, θαλάσσιες και εναέριες μεταφορές, και ειδικότερα:

α)

τους κοινούς κανόνες οι οποίοι πρέπει να ισχύουν στις μεταφορές εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

β)

την καθιέρωση και ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων στον τομέα των υποδομών μεταφορών,

γ)

την παροχή μεταφορικών υπηρεσιών και τις σχέσεις με τρίτες χώρες στον τομεα των μεταφορών,

δ)

την ασφάλεια των μεταφορών,

ε)

τις σχέσεις με διεθνείς φορείς και οργανισμούς μεταφορών·

2.

τις ταχυδρομικές υπηρεσίες·

3.

τον τουρισμό.

XII.     Επιτροπή Περιφερειακής Ανάπτυξης

Επιτροπή αρμόδια για:

την περιφερειακή πολιτική και την πολιτική συνοχής και ειδικότερα:

α)

το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ταμείο Συνοχής και τα άλλα όργανα περιφερειακής πολιτικής της Ένωσης,

β)

την εκτίμηση των επιπτώσεων των άλλων πολιτικών της Ένωσης στην οικονομική και κοινωνική συνοχή,

γ)

το συντονισμό των χρηματοδοτικών οργάνων διαρθρωτικής παρέμβασης της Ένωσης,

δ)

τις εξόχως απόκεντρες και νησιωτικές περιοχές καθώς και τη διασυνοριακή και τη διαπεριφερειακή συνεργασία,

ε)

τις σχέσεις με την Επιτροπή των Περιφερειών, με τις οργανώσεις διαπεριφερειακής συνεργασίας και με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές.

XIII.     Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τη λειτουργία και την ανάπτυξη της κοινής γεωργικής πολιτικής·

2.

την ανάπτυξη της υπαίθρου, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων των οικείων χρηματοδοτικών οργάνων·

3.

τη νομοθεσία σχετικά με:

α)

τα κτηνιατρικά και φυτοϋγειονομικά θέματα, τις ζωοτροφές, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά δεν αποβλέπουν στην προστασία κατά των κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία,

β)

την εκτροφή και καλή μεταχείριση των ζώων·

4.

τη βελτίωση της ποιότητας των γεωργικών προϊόντων·

5.

τον ανεφοδιασμό σε γεωργικές πρώτες ύλες·

6.

το Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών·

7.

τη δασοκομική πολιτική.

XIV.     Επιτροπή Αλιείας

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τη λειτουργία και την ανάπτυξη της κοινής αλιευτικής πολιτικής και τη διαχείρισή της·

2.

τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων·

3.

την κοινή οργάνωση της αγοράς αλιευτικών προϊόντων·

4.

τη διαρθρωτική πολιτική στους τομείς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοδοτικών μέσων προσανατολισμού της αλιείας·

5.

τις διεθνείς συμφωνίες αλιείας.

XV.     Επιτροπή Πολιτισμού και Παιδείας

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τα πολιτιστικά θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα:

α)

τη βελτίωση της γνώσης και διάδοσης του πολιτισμού,

β)

την προστασία και προώθηση της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας,

γ)

τη διατήρηση και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, τις πολιτιστικές ανταλλαγές και την καλλιτεχνική δημιουργία·

2.

την εκπαιδευτική πολιτική της Ένωσης συμπεριλαμβανομένου του τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ευρώπη, την προώθηση του συστήματος των ευρωπαϊκών σχολείων και την διά βίου εκπαίδευση·

3.

την οπτικοακουστική πολιτική και τις πολιτιστικές και εκπαιδευτικές πτυχές της κοινωνίας της πληροφόρησης·

4.

την πολιτική για τους νέους και την ανάπτυξη πολιτικής αθλητισμού και ψυχαγωγίας·

5.

την πολιτική πληροφόρησης και των μέσων μαζικής ενημέρωσης·

6.

τη συνεργασία με τρίτες χώρες στους τομείς του πολιτισμού και της εκπαίδευσης και τις σχέσεις με τις αρμόδιες διεθνείς οργανώσεις και θεσμικά όργανα.

XVI.     Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την ερμηνεία και εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου, τη συμμόρφωση των κοινοτικών πράξεων με το πρωτογενές δίκαιο, και ιδίως την επιλογή της νομικής βάσης και τον σεβασμό των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·

2.

την ερμηνεία και εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, στο μέτρο που αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση·

3.

την απλούστευση του κοινοτικού δικαίου, ιδίως τις νομοθετικές προτάσεις που αποβλέπουν στην επίσημη κωδικοποίησή του·

4.

την έννομη προστασία των δικαιωμάτων και εξουσιών του Κοινοβουλίου και ιδίως τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου στις προσφυγές ενώπιον του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου·

5.

τις κοινοτικές πράξεις που αφορούν το νομικό καθεστώς των κρατών μελών, ιδίως στους τομείς:

α)

του αστικού και εμπορικού δικαίου,

β)

του εταιρικού δικαίου,

γ)

του δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας,

δ)

του δικονομικού δικαίου·

6.

μέτρα σχετικά με την δικαστική και διοικητική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις·

7.

την περιβαλλοντική ευθύνη και τις κυρώσεις κατά των περιβαλλοντικών εγκλημάτων·

8.

ηθικά ζητήματα που αφορούν τις νέες τεχνολογίες κατά την εφαρμογή της διαδικασίας συνδεδεμένων επιτροπών με τις οικείες επιτροπές·

9.

το καθεστώς των βουλευτών και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

10.

τα προνόμια και τις ασυλίες καθώς και τον έλεγχο της εντολής των βουλευτών·

11.

την οργάνωση και τον Οργανισμό του Δικαστηρίου·

12.

το Γραφείο Εναρμόνισης της Εσωτερικής Αγοράς.

XVII.     Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοισύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

την προστασία, εντός του εδάφους της Ένωσης, των δικαιωμάτων των πολιτών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των μειονοτήτων, που έχουν θεσπισθεί με τις Συνθήκες και με τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

2.

τα απαιτούμενα μέτρα για την καταπολέμηση κάθε διάκρισης, εκτός της διάκρισης λόγω φύλου ή στον τόπο εργασίας και την αγορά εργασίας·

3.

τη νομοθεσία στους τομείς της διαφάνειας και της προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

4.

τη δημιουργία και ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφαλείας και δικαιοσύνης, και ιδίως:

α)

μέτρα σχετικά με την είσοδο και την κυκλοφορία των προσώπων, το άσυλο και τη μετανάστευση

β)

μέτρα σχετικά με την ενιαία διαχείριση των εξωτερικών συνόρων,

γ)

μέτρα σχετικά με την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις·

5.

το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας, το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για τα Φαινόμενα Ρατσισμού και Ξενοφοβίας, τη EUROPOL, τη EUROJUST, τη CEPOL καθώς και άλλους φορείς και υπηρεσίες στον ίδιο τομέα·

6.

τη διαπίστωση ότι συντρέχει σαφής κίνδυνος σοβαρής παραβίασης, εκ μέρους κράτους μέλους, των κοινών σε όλα τα κράτη μέλη αρχών.

XVIII.     Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τις θεσμικές πτυχές της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ιδίως στο πλαίσιο της προετοιμασίας και των εργασιών στα πλαίσια συνελεύσεων και διακυβερνητικών διασκέψεων·

2.

τη θέση σε εφαρμογή της Συνθήκης ΕΕ και την αποτίμηση της λειτουργίας της·

3.

τις θεσμικές επιπτώσεις των διαπραγματεύσεων για τη διεύρυνση της Ένωσης·

4.

τις διοργανικές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου των διοργανικών συμφωνιών υπό το πρίσμα του άρθρου 120, παράγραφος 2, του Κανονισμού, ενόψει της έγκρισής τους από την ολομέλεια του Κοινοβουλίου·

5.

την ενιαία εκλογική διαδικασία·

6.

τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Προεδρείου·

7.

τη διαπίστωση ότι συντρέχει σαφής κίνδυνος σοβαρής και διαρκούς παραβίασης εκ μέρους κράτους μέλους των κοινών σε όλα τα κράτη μέλη αρχών·

8.

την ερμηνεία και εφαρμογή του Κανονισμού και των προτάσεων για την τροποποίησή του.

XIX.     Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τον ορισμό, την προώθηση και προστασία των δικαιωμάτων της γυναίκας στην Ένωση και συναφή κοινοτικά μέτρα·

2.

την προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών σε τρίτες χώρες·

3.

την πολιτική των ίσων ευκαιριών, η οποία περιλαμβάνει την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών όσον αφορά τις ευκαιρίες που τους παρέχονται στην αγορά εργασίας και τη μεταχείρισή τους στο χώρο εργασίας·

4.

την κατάργηση όλων των μορφών διάκρισης που βασίζονται στο φύλο·

5.

την εφαρμογή και την περαιτέρω προώθηση της αρχής των ίσων ευκαιριών και την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλους τους τομείς πολιτικής·

6.

την παρακολούθηση και εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών και συμβάσεων που άπτονται των δικαιωμάτων των γυναικών·

7.

την πολιτική πληροφόρησης που αφορά τις γυναίκες.

XX.     Επιτροπή Αναφορών

Επιτροπή αρμόδια για:

1.

τις αναφορές·

2.

τις σχέσεις με τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή.»

3.

αποφασίζει ότι η παρούσα απόφαση θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα της πρώτης περιόδου συνόδου της εβδόμης κοινοβουλευτικής περιόδου·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/136


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Αριθμός των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών στις μικτές κοινοβουλευτικές επιτροπές, των αντιπροσωπειών στις επιτροπές κοινοβουλευτικής συνεργασίας και στις πολυμερείς κοινοβουλευτικές συνελεύσεις

P6_TA(2009)0349

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον αριθμό των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών σε μικτές κοινοβουλευτικές επιτροπές, των αντιπροσωπειών σε επιτροπές κοινοβουλευτικής συνεργασίας και των πολυμερών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων

2010/C 212 E/24

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 188 και 190 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τις συμφωνίες σύνδεσης και συνεργασίας, καθώς και τις άλλες συμφωνίες που έχει συνάψει η Ένωση με τρίτες χώρες,

επιθυμώντας διακαώς να ενισχύσει την κοινοβουλευτική δημοκρατία με τη διεξαγωγή συνεχούς διακοινοβουλευτικού διαλόγου,

1.

αποφασίζει ότι ο αριθμός των αντιπροσωπειών και των περιφερειακών ομάδων τους έχει ως εξής:

α)   Ευρώπη, Δυτικά Βαλκάνια και Τουρκία

Αντιπροσωπείες στην

Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Κροατίας

Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας

Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Τουρκίας

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με την Ελβετία, την Ισλανδία και τη Νορβηγία και στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ)

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με την Αλβανία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Σερβία, το Μαυροβούνιο και το Κοσσυφοπέδιο.

β)   Ρωσία, Κράτη Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, Κεντρική Ασία και Μογγολία

Αντιπροσωπεία στην Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Συνεργασίας ΕΕ-Ρωσίας,

Αντιπροσωπεία στην Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Συνεργασίας ΕΕ-Ουκρανίας,

Αντιπροσωπεία στην Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Συνεργασίας ΕΕ-Μολδαβίας,

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τη Λευκορωσία,

Αντιπροσωπεία στις Επιτροπές Κοινοβουλευτικής Συνεργασίας ΕΕ-Αρμενίας, ΕΕ-Αζερμπαϊτζάν και ΕΕ-Γεωργίας,

Αντιπροσωπεία στις Επιτροπές Κοινοβουλευτικής Συνεργασίας ΕΕ-Καζακστάν, ΕΕ-Κιργιζιστάν και ΕΕ-Ουζμπεκιστάν και για τις σχέσεις με το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και τη Μογγολία,

γ)   Μαγκρέμπ, Μασρέκ, Ισραήλ, Παλαιστίνη

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

το Ισραήλ

το Παλαιστινιακό Νομοθετικό Συμβούλιο

τις χώρες του Μαγκρέμπ και την Ένωση του Αραβικού Μαγκρέμπ (συμπεριλαμβανομένης της Λιβύης)

τις χώρες του Μασρέκ

δ)   Αραβική Χερσόνησος, Ιράκ, Ιράν

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

την Αραβική Χερσόνησο

το Ιράκ

το Ιράν

ε)   Αμερικανική ήπειρος

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

τον Καναδά,

τις χώρες της Κεντρικής Αμερικής,

τις χώρες της Κοινότητας των Άνδεων,

το Mercosur,

Αντιπροσωπεία στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Μεξικού

Αντιπροσωπεία στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Χιλής

στ)   Ασία/Ειρηνικός

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

την Ιαπωνία,

τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας,

την Ινδία

το Αφγανιστάν

τις χώρες της Νότιας Ασίας

τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας και την Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN),

την Κορεατική Χερσόνησο,

την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία,

ζ)   Αφρική

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με

τη Νότια Αφρική,

το Παναφρικανικό Κοινοβούλιο

η)   Πολυμερείς συνελεύσεις

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ

Αντιπροσωπεία στην Ευρωμεσογειακή Κοινοβουλευτική Συνέλευση

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ευρώπης-Λατινικής Αμερικής

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Euronest

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του NATO

(η οποία θα αποτελείται από μέλη της υποεπιτροπής ασφάλειας και άμυνας)

2.

α)

αποφασίζει τα μέλη των κοινοβουλευτικών επιτροπών ΣΟΕΣ να προέρχονται αποκλειστικά από την Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου και την Επιτροπή Ανάπτυξης - διασφαλίζοντας τη διατήρηση του ηγετικού ρόλου της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου ως αρμόδιας επιτροπής - και να συντονίζουν ενεργά τις εργασίες τους με την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ·

β)

αποφασίζει τα μέλη της Ευρωμεσογειακής Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ευρώπης-Λατινικής Αμερικής και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Euronest να προέρχονται αποκλειστικά από τις διμερείς αντιπροσωπείες που καλύπτονται από κάθε συνέλευση·

3.

υπενθυμίζει την απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων να δημιουργηθεί Κοινοβουλευτική Συνέλευση Euronest η οποία θα συνδέει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τα κοινοβούλια της Ουκρανίας, της Μολδαβίας, της Λευκορωσίας, της Αρμενίας, του Αζερμπαϊτζάν και της Γεωργίας· αποφασίζει ότι, όσον αφορά τη Λευκορωσία, η Διάσκεψη των Προέδρων θα υποβάλει προτάσεις σε σχέση με την εκπροσώπηση της Λευκορωσίας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Euronest·

4.

αποφασίζει ότι η Διάσκεψη των Προέδρων Αντιπροσωπειών πρέπει να καταρτίσει σχέδιο ετήσιου χρονοδιαγράμματος, το οποίο θα εγκριθεί από τη Διάσκεψη των Προέδρων ύστερα από διαβούλευση με την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων και την Επιτροπή Ανάπτυξης, νοουμένου ωστόσο ότι η Διάσκεψη των Προέδρων δύναται να αποφασίσει ότι θα απαιτηθούν επιπρόσθετες συνεδριάσεις, έτσι ώστε να υπάρξει ανταπόκριση σε πολιτικά γεγονότα·

5.

αποφασίζει ότι οι πολιτικές ομάδες και οι μη εγγεγραμμένοι βουλευτές δύνανται να ορίζουν μόνιμα αναπληρωματικά μέλη τα οποία θα συμμετέχουν σε κάθε τύπο αντιπροσωπείας και ότι ο αριθμός αυτών των αναπληρωματικών μελών δεν δύναται να υπερβαίνει τον αριθμό των τακτικών μελών που εκπροσωπούν τις ομάδες ή τους μη εγγεγραμμένους βουλευτές·

6.

αποφασίζει να εντείνει τη συνεργασία και τη διαβούλευση με τις επιτροπές που ενδιαφέρονται για το αντικείμενο εργασίας των αντιπροσωπειών, διοργανώνοντας κοινές συνεδριάσεις μεταξύ των οργάνων αυτών στους συνήθεις τόπους εργασίας·

7.

θα καταβάλει προσπάθειες σε πρακτικό επίπεδο προκειμένου να εξασφαλίσει ότι ένας ή περισσότεροι εισηγητές επιτροπών θα έχουν παρομοίως τη δυνατότητα να συμμετέχουν στις εργασίες των αντιπροσωπειών, των κοινοβουλευτικών επιτροπών συνεργασίας και των μεικτών κοινοβουλευτικών επιτροπών και πολυμερών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων· αποφασίζει ότι ο Πρόεδρος, κατόπιν κοινού αιτήματος των προέδρων της οικείας αντιπροσωπείας και μεικτής κοινοβουλευτικής επιτροπής, θα εξουσιοδοτεί αποστολές του τύπου αυτού·

8.

αποφασίζει ότι η απόφαση αυτή θα τεθεί σε ισχύ κατά την πρώτη περίοδο συνόδου της έβδομης κοινοβουλευτικής περιόδου·

9.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την απόφαση αυτή στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/140


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Διαδικασία αναφορών (τροποποίηση του τίτλου VIII του Κανονισμού)

P6_TA(2009)0353

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την αναθεώρηση του Κανονισμού όσον αφορά τη διαδικασία αναφορών (2006/2209(REG))

2010/C 212 E/25

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την από 20 Ιουλίου 2006 επιστολή του Προέδρου του,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 201 και 202 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Αναφορών (A6-0027/2009),

1.

αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του τις εξής τροποποιήσεις·

2.

υπενθυμίζει ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ την πρώτη ημέρα της προσεχούς περιόδου συνόδου, με εξαίρεση την τροπολογία που αφορά το άρθρο 193α (νέο), το οποίο θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα μετά την έναρξη ισχύος της σχετικής διάταξης της Συνθήκης·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

ΙΣΧΥΟΝ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Τροπολογία 1

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 2α (νέα)

 

2α.

Εφόσον αναφορά φέρει την υπογραφή πλειόνων φυσικών ή νομικών προσώπων, οι υπογράφοντες ορίζουν εκπρόσωπο, ο οποίος θεωρείται αναφέρων για τους σκοπούς του παρόντος τίτλου.

Εφόσον δεν έχει ορισθεί εκπρόσωπος, αναφέρων θεωρείται ο πρώτος υπογράφων ή κάποιο άλλο κατάλληλο πρόσωπο.

Τροπολογία 2

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 2β (νέα)

 

2β.

Κάθε αναφέρων μπορεί οποτεδήποτε να αποσύρει την υποστήριξή του από την αναφορά.

Η αναφορά καθίσταται άκυρη όταν όλοι οι αναφέροντες πάψουν να την υποστηρίζουν.

Τροπολογία 3

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 3

3.

Οι αναφορές πρέπει να συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.

Οι αναφορές πρέπει να συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αναφορές οι οποίες έχουν συνταχθεί σε άλλη γλώσσα εξετάζονται μόνο εάν ο αναφέρων έχει επισυνάψει μετάφραση ή περίληψη του περιεχομένου, η οποία έχει συνταχθεί σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η οποία χρησιμεύει ως βάση της εργασίας του Κοινοβουλίου . Η αλληλογραφία του Κοινοβουλίου με τον αναφέροντα πραγματοποιείται στην επίσημη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί η μετάφραση ή η περίληψη του περιεχομένου .

Αναφορές οι οποίες έχουν συνταχθεί σε άλλη γλώσσα εξετάζονται μόνον εάν ο αναφέρων έχει επισυνάψει μετάφραση σε μία από τις επίσημες γλώσσες. Η αλληλογραφία του Κοινοβουλίου με τον αναφέροντα πραγματοποιείται στην επίσημη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί η μετάφραση του περιεχομένου.

 

Το Προεδρείο μπορεί να αποφασίσει ότι οι αναφορές και η αλληλογραφία με τους αναφέροντες μπορεί να συντάσσονται σε άλλες γλώσσες χρησιμοποιούμενες σε κράτος μέλος.

Τροπολογία 4

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 5

5.

Οι αναφορές που εγγράφονται στο γενικό πρωτόκολλο παραπέμπονται από τον Πρόεδρο στην αρμόδια επιτροπή, η οποία εξετάζει κατά πόσον οι αναφορές εμπίπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

5.

Οι αναφορές που εγγράφονται στο γενικό πρωτόκολλο παραπέμπονται από τον Πρόεδρο στην αρμόδια επιτροπή, η οποία ελέγχει το παραδεκτό της αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 194 της Συνθήκης ΕΚ.

Εάν η αρμόδια επιτροπή δεν καταλήγει σε συμφωνία όσον αφορά το παραδεκτό της αναφοράς, η αναφορά κηρύσσεται παραδεκτή κατόπιν αιτήσεως τουλάχιστον του ενός τετάρτου των μελών της επιτροπής.

Τροπολογία 5

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 6

6.

Οι αναφορές που χαρακτηρίζονται μη παραδεκτές από την επιτροπή αρχειοθετούνται. Η αιτιολόγηση της απόφασης κοινοποιείται στον αναφέροντα.

6.

Οι αναφορές που χαρακτηρίζονται μη παραδεκτές από την επιτροπή αρχειοθετούνται. Η αιτιολόγηση της απόφασης κοινοποιείται στον αναφέροντα. Εφόσον είναι δυνατόν, μπορούν να του υποδειχθούν άλλα μέσα προσφυγής.

Τροπολογία 6

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 7

7.

Στην περίπτωση που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, η επιτροπή μπορεί να συστήσει στον αναφέροντα να απευθυνθεί στην αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διαγράφεται

Τροπολογία 7

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 8

8.

Εφόσον ο αναφέρων δεν ζητήσει εμπιστευτική εξέταση της αναφοράς του, η αναφορά καταχωρίζεται σε δημόσιο πρωτόκολλο.

8.

Κατά γενικό κανόνα, οι αναφορές, αφού καταχωριστούν, καθίστανται δημόσια έγγραφα και το όνομα του αναφέροντος και το περιεχόμενο των αναφορών δύνανται να δημοσιευθούν από το Κοινοβούλιο για λόγους διαφάνειας.

Τροπολογία 8

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 8α (νέα)

 

8α.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου 8, ο αναφέρων μπορεί να ζητήσει τη μη δημοσίευση του ονόματός του προκειμένου να προστατευθεί ο ιδιωτικός του βίος· στην περίπτωση αυτή το Κοινοβούλιο πρέπει να ικανοποιήσει το αίτημα αυτό.

Εάν το αίτημα του αναφέροντος δεν μπορεί να εξετασθεί για λόγους ανωνυμίας, πραγματοποιείται διαβούλευση με τον αναφέροντα όσον αφορά τα περαιτέρω μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

Τροπολογία 9

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 191 – παράγραφος 8β (νέα)

 

8β.

Ο αναφέρων μπορεί να ζητήσει την εμπιστευτική εξέταση της αναφοράς, οπότε το Κοινοβούλιο λαμβάνει κατάλληλες προφυλάξεις προκειμένου να διασφαλίσει ότι το περιεχόμενο δεν δημοσιοποιείται. Ο αναφέρων ενημερώνεται όσον αφορά τους συγκεκριμένους όρους υπό τους οποίους εφαρμόζεται η διάταξη αυτή.

Τροπολογία 10

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 – παράγραφος -1 (νέα)

 

-1.

Οι παραδεκτές αναφορές εξετάζονται από την αρμόδια επιτροπή στο πλαίσιο της συνήθους δραστηριότητάς της, είτε με συζήτηση σε τακτική συνεδρίαση είτε με γραπτή διαδικασία. Οι αναφέροντες μπορεί να κληθούν να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής, εάν η αναφορά τους πρόκειται να συζητηθεί ή μπορούν να ζητήσουν να είναι παρόντες. Απόκειται στη διάκριση του προέδρου να παραχωρήσει στους αναφέροντες το δικαίωμα να λάβουν το λόγο.

Τροπολογία 11

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 - παράγραφος 1

1.

Η αρμόδια επιτροπή μπορεί να αποφασίσει τη σύνταξη εκθέσεων για τις αναφορές που έχει χαρακτηρίσει ως παραδεκτές ή να πάρει θέση με όποιον άλλο τρόπο θέλει.

1.

Η επιτροπή, μπορεί , σε σχέση με παραδεκτή αναφορά, να αποφασίσει τη σύνταξη εκθέσεων ιδίας πρωτοβουλίας σύμφωνα με το άρθρο 45, παράγραφος 1, ή την κατάθεση σύντομης πρότασης ψηφίσματος στο Κοινοβούλιο, εφόσον η Διάσκεψη των Προέδρων δεν προβάλλει αντίρρηση. Οι εν λόγω προτάσεις ψηφίσματος εγγράφονται στην ημερήσια διάταξη της περιόδου συνόδου το αργότερο οκτώ εβδομάδες μετά την έγκρισή τους από την επιτροπή. Ψηφίζονται με ενιαία ψηφοφορία χωρίς συζήτηση, εκτός εάν η Διάσκεψη των Προέδρων αποφασίσει κατ' εξαίρεση να εφαρμόσει το άρθρο 131α.

Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη γνωμοδότηση άλλης επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 46 , ιδίως προκειμένου περί αναφορών που αποσκοπούν στην τροποποίηση ισχύοντος κανόνα δικαίου .

Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη γνωμοδότηση άλλης επιτροπής που έχει ειδική αρμοδιότητα στο υπό εξέταση ζήτημα , σύμφωνα με το άρθρο 46 και το παράρτημα VI.

Τροπολογία 12

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 – παράγραφος 2

2.

Δημιουργείται ηλεκτρονικός κατάλογος στον οποίο οι πολίτες μπορούν να υποστηρίξουν τον αναφέροντα, προσυπογράφοντας ηλεκτρονικά αναφορές που έχουν κηρυχθεί παραδεκτές και έχουν εγγραφεί στο γενικό δημόσιο πρωτόκολλο.

2.

Δημιουργείται ηλεκτρονικός κατάλογος στον οποίο οι πολίτες μπορούν να υποστηρίξουν ή να αποσύρουν την υποστήριξή τους προς τον αναφέροντα, προσυπογράφοντας ηλεκτρονικά αναφορές που έχουν κηρυχθεί παραδεκτές και έχουν εγγραφεί στο γενικό δημόσιο πρωτόκολλο.

Τροπολογία 13

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 – παράγραφος 3

3.

Για την εξέταση των αναφορών ή για τη διαπίστωση γεγονότων, η επιτροπή μπορεί να οργανώνει ακροάσεις των αναφερόντων ή γενικές ακροάσεις, ή να αποστέλλει μέλη της για επιτόπια διαπίστωση .

3.

Για την διερεύνηση των αναφορών ή για τη διαπίστωση γεγονότων ή για την αναζήτηση λύσεων, η επιτροπή μπορεί να οργανώνει εξεταστικές αποστολές στο κράτος μέλος ή στην περιοχή που αφορά η αναφορά .

Οι συμμετέχοντες στις αποστολές αυτές συντάσσουν εκθέσεις, τις οποίες διαβιβάζουν στον Πρόεδρο κατόπιν εγκρίσεως της επιτροπής.

Τροπολογία 14

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 - παράγραφος 4

4.

Για την προετοιμασία της γνωμοδότησής της η επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή την επίδειξη εγγράφων, την παροχή πληροφοριών και την πρόσβαση στις υπηρεσίες της .

4.

Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή της Επιτροπής, συγκεκριμένα ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή ή την τήρηση της νομοθεσίας της Ένωσης, καθώς και την κοινοποίηση όλων των πληροφοριών και εγγράφων που έχουν σχέση με το αντικείμενο της αναφοράς. Εκπρόσωποι της Επιτροπής συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Αναφορών.

Τροπολογία 15

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 – παράγραφος 5

5.

Η επιτροπή υποβάλλει στο Κοινοβούλιο, αν συντρέχει λόγος, προτάσεις ψηφίσματος επί των αναφορών για τις οποίες της έχει ζητηθεί να γνωμοδοτήσει.

5.

Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τον Πρόεδρο να διαβιβάσει τη γνώμη της ή τη σύστασή της προς την Επιτροπή, το Συμβούλιο ή την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους για λήψη μέτρων ή απάντηση.

Η επιτροπή μπορεί, εκτός αυτού, να ζητήσει η γνωμοδότησή της να διαβιβασθεί από τον Πρόεδρο στην Επιτροπή ή το Συμβούλιο.

 

Τροπολογία 16

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 – παράγραφος 7

7.

Στους αναφέροντες γνωστοποιούνται από τον Πρόεδρο οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί επί των αναφορών, καθώς και η αιτιολόγησή τους.

7.

Ο αναφέρων ενημερώνεται για τις αποφάσεις που έλαβε η επιτροπή και του κοινοποιούνται οι λόγοι βάσει των οποίων ελήφθη η σχετική απόφαση.

Όταν ολοκληρωθεί η εξέταση μιας παραδεκτής αναφοράς, αυτή κηρύσσεται περατωθείσα και ενημερώνεται ο αναφέρων.

Τροπολογία 17

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 193α (νέο)

 

Άρθρο 193α

Πρωτοβουλία πολιτών

Όταν το Κοινοβούλιο πληροφορείται ότι η Επιτροπή έχει κληθεί να υποβάλει νομοθετική πρόταση σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 4, της Συνθήκης ΕΕ, η Επιτροπή Αναφορών εξετάζει εάν η συγκεκριμένη πρόταση μπορεί να επηρεάσει τις εργασίες της και, ενδεχομένως, ενημερώνει σχετικά τους αναφέροντες, οι οποίοι έχουν υποβάλει αναφορές επί συναφών ζητημάτων.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/145


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Γενική αναθεώρηση του Κανονισμού

P6_TA(2009)0359

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με τη γενική αναθεώρηση του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2007/2124(REG))

2010/C 212 E/26

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 201 και 202 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A6-0273/2009),

1.

αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του τις εξής τροποποιήσεις·

2.

αποφασίζει να ενσωματώσει ως παράρτημα ΧVI ε στον κανονισμό του τον κώδικα συμπεριφοράς σχετικά με τη διαπραγμάτευση των φακέλων συναπόφασης που ενέκρινε η Διάσκεψη των Προέδρων του στις 18 Σεπτεμβρίου 2008·

3.

αποφασίζει ότι οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ την πρώτη ημέρα της εβδόμης κοινοβουλευτικής περιόδου·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

ΙΣΧΥΟΝ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Τροπολογία1

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 9 – παράγραφος 1 – πρώτο εδάφιο

1.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει περί των κανόνων διαφάνειας για τα οικονομικά συμφέροντα των μελών του, οι οποίοι επισυνάπτονται στον παρόντα Κανονισμό.

(Δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)

Τροπολογία 2

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 10 α (νέο)

 

Άρθρο 10α

Παρατηρητές

1.

Μετά την υπογραφή συνθήκης για την προσχώρηση κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Πρόεδρος, με την έγκριση της Διάσκεψης των Προέδρων, μπορεί να καλέσει το κοινοβούλιο του προσχωρούντος κράτους να ορίσει από τις τάξεις του αριθμό παρατηρητών ίσο με τον αριθμό των μελλοντικών εδρών που θα διαθέτει το κράτος αυτό στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

2.

Οι παρατηρητές αυτοί συμμετέχουν στις διαδικασίες του Κοινοβουλίου έως ότου τεθεί σε εφαρμογή η συνθήκη προσχώρησης και έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν το λόγο στις επιτροπές και στις πολιτικές ομάδες. Δεν έχουν δικαίωμα ψήφου ή να υποβάλουν υποψηφιότητα για αξιώματα εντός του Κοινοβουλίου. Η συμμετοχή τους δεν έχει νομικές συνέπειες στις διαδικασίες του Κοινοβουλίου

3.

Όσον αφορά τη χρήση των εγκαταστάσεων του Κοινοβουλίου και την απόδοση των δαπανών στις οποίες υποβάλλονται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων τους ως παρατηρητές, τυγχάνουν της ίδιας μεταχείρισης με τους βουλευτές του Κοινοβουλίου

Τροπολογία 51

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 11

Πρεσβύτερος βουλευτής

Προσωρινή άσκηση προεδρίας

1.

Στη συνεδρίαση που προβλέπεται από το άρθρο 127, παράγραφος 2, καθώς και σε κάθε άλλη συνεδρίαση για την εκλογή του Προέδρου και του Προεδρείου , ο πρεσβύτερος από τους παρόντες βουλευτές ασκεί χρέη Προέδρου μέχρι την ανακοίνωση της εκλογής του Προέδρου.

1.

Στη συνεδρίαση που προβλέπεται από το άρθρο 127, παράγραφος 2, καθώς και σε κάθε άλλη συνεδρίαση για την εκλογή του Προέδρου και του Προεδρείου ο απερχόμενος Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος κατά τη σειρά κατάταξης ή ο βουλευτής με τη μακρότερη θητεία ασκεί χρέη Προέδρου μέχρι την ανακοίνωση της εκλογής του Προέδρου.

2.

Καμία συζήτηση με αντικείμενο άσχετο προς την εκλογή του Προέδρου ή τον έλεγχο της εντολής δεν μπορεί να διεξαχθεί υπό την προεδρία του πρεσβύτερου βουλευτή.

2.

Καμία συζήτηση με αντικείμενο άσχετο προς την εκλογή του Προέδρου ή τον έλεγχο της εντολής δεν μπορεί να διεξαχθεί υπό την προεδρία του βουλευτή που την ασκεί προσωρινά την προεδρία σύμφωνα με την παράγραφο 1 .

Ο πρεσβύτερος βουλευτής ασκεί τις αρμοδιότητες του Προέδρου του άρθρου 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο. Κάθε άλλο θέμα σχετικό με τον έλεγχο της εντολής κατά την προεδρία του πρεσβύτερου βουλευτή, παραπέμπεται στην επιτροπή που είναι επιφορτισμένη με τον έλεγχο της εντολής.

Ο βουλευτής που ασκεί προσωρινά την προεδρία σύμφωνα με την παράγραφο 1 ασκεί τις αρμοδιότητες του Προέδρου του άρθρου 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο. Κάθε άλλο θέμα σχετικό με τον έλεγχο της εντολής κατά την προεδρία του βουλευτή, παραπέμπεται στην επιτροπή που είναι επιφορτισμένη με τον έλεγχο της εντολής.

Τροπολογία 52

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 13

1.

Πρώτα εκλέγεται ο Πρόεδρος. Πριν από κάθε ψηφοφορία οι υποψηφιότητες πρέπει να υποβάλλονται στον πρεσβύτερο βουλευτή, ο οποίος τις ανακοινώνει στο Κοινοβούλιο. Αν, ύστερα από τρεις ψηφοφορίες, κανένας υποψήφιος δεν έχει λάβει την απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων, υποψηφιότητα στην τέταρτη ψηφοφορία μπορούν να υποβάλουν μόνο οι δύο βουλευτές οι οποίοι έλαβαν στην τρίτη ψηφοφορία το μεγαλύτερο αριθμό ψήφων· σε περίπτωση ισοψηφίας θεωρείται εκλεγείς ο πρεσβύτερος από τους υποψηφίους.

1.

Πρώτα εκλέγεται ο Πρόεδρος. Πριν από κάθε ψηφοφορία οι υποψηφιότητες πρέπει να υποβάλλονται στον βουλευτή που ασκεί προσωρινά την προεδρία σύμφωνα με το άρθρο 11 , ο οποίος τις ανακοινώνει στο Κοινοβούλιο. Αν, ύστερα από τρεις ψηφοφορίες, κανένας υποψήφιος δεν έχει λάβει την απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων, υποψηφιότητα στην τέταρτη ψηφοφορία μπορούν να υποβάλουν μόνο οι δύο βουλευτές οι οποίοι έλαβαν στην τρίτη ψηφοφορία το μεγαλύτερο αριθμό ψήφων· σε περίπτωση ισοψηφίας θεωρείται εκλεγείς ο πρεσβύτερος από τους υποψηφίους.

2.

Αμέσως μετά την εκλογή του Προέδρου, ο πρεσβύτερος βουλευτής του παραχωρεί την προεδρική έδρα. Μόνο ο εκλεγείς Πρόεδρος μπορεί να εκφωνήσει εναρκτήριο λόγο.

2.

Αμέσως μετά την εκλογή του Προέδρου, ο βουλευτής που ασκεί προσωρινά την προεδρία σύμφωνα με το άρθρο 11 του παραχωρεί την προεδρική έδρα. Μόνο ο εκλεγείς Πρόεδρος μπορεί να εκφωνήσει εναρκτήριο λόγο.

Τροπολογία 3

Κανονισμός του Κοινοβουλίου

Άρθρο 24 – παράγραφος 4 α (νέα)

 

4α.

Η Διάσκεψη των Προέδρων είναι αρμόδια για τη διεξαγωγή δομημένου διαλόγου με την ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών σχετικά με μείζονα θέματα. Στο πλαίσιο αυτό δύναται να περιλαμβάνεται η οργάνωση δημοσίων συζητήσεων επί θεμάτων γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, με δυνατότητα συμμετοχής των ενδιαφερόμενων πολιτών. Το Προεδρείο ορίζει έναν αντιπρόεδρο στον οποίο ανατίθεται η πραγματοποίηση των διαβουλεύσεων και ο οποίος υποβάλλει έκθεση στη Διάσκεψη των Προέδρων.

Τροπολογία 4

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 28 – παράγραφος 2

2.

Κάθε βουλευτής μπορεί να υποβάλλει ερωτήσεις σχετικά με τις δραστηριότητες του Προεδρείου, της Διάσκεψης των Προέδρων και των Κοσμητόρων. Οι εν λόγω ερωτήσεις υποβάλλονται εγγράφως στον Πρόεδρο και δημοσιεύονται, μαζί με τις απαντήσεις που δίνονται, στο Δελτίο του Κοινοβουλίου εντός 30 ημερών από της υποβολής τους.

2.

Κάθε βουλευτής μπορεί να υποβάλλει ερωτήσεις σχετικά με τις δραστηριότητες του Προεδρείου, της Διάσκεψης των Προέδρων και των Κοσμητόρων. Οι εν λόγω ερωτήσεις υποβάλλονται εγγράφως στον Πρόεδρο , κοινοποιούνται στα μέλη και δημοσιεύονται, μαζί με τις απαντήσεις που δίνονται, στην ιστοθέση του Κοινοβουλίου εντός 30 ημερών από της υποβολής τους.

Τροπολογία 5

Κανονισμός του Κοινοβουλίου

Άρθρο 30 α (νέο)

 

Άρθρο 30α

Διακομματικές ομάδες

1.

Μεμονωμένοι βουλευτές μπορεί να σχηματίζουν διακομματικές ομάδες ή άλλες ανεπίσημες ομάδες βουλευτών για την πραγματοποίηση άτυπης διακομματικής ανταλλαγής απόψεων επί συγκεκριμένων ζητημάτων, συνεργαζόμενοι με μέλη διαφόρων κοινοβουλευτικών επιτροπών, και για την προώθηση των επαφών μεταξύ βουλευτών και κοινωνίας των πολιτών.

2.

Οι εν λόγω ομάδες δεν μπορούν να συμμετάσχουν σε δραστηριότητες που μπορεί να οδηγήσουν σε σύγχυση με τις επίσημες δραστηριότητες του Κοινοβουλίου ή των οργάνων του. Υπό την προϋπόθεση της τήρησης των όρων που θεσπίζουν οι διατάξεις που διέπουν τη συγκρότηση των διακομματικών ομάδων που ενέκρινε το Προεδρείο, οι πολιτικές ομάδες μπορούν να διευκολύνουν τις δραστηριότητες των διακομματικών ομάδων παρέχοντάς τους υλικοτεχνική υποστήριξη. Αναφέρουν κάθε εξωτερική υποστήριξη σύμφωνα με το παράρτημα Ι.

Τροπολογία 6

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 36 – παράγραφος 1

1.

Για κάθε πρόταση της Επιτροπής ή άλλο έγγραφο νομοθετικού χαρακτήρα, και με την επιφύλαξη του άρθρου 40, η αρμόδια επιτροπή ελέγχει τη συμβατότητα της αντίστοιχης πράξης με τις Δημοσιονομικές Προοπτικές .

1.

Για κάθε πρόταση της Επιτροπής ή άλλο έγγραφο νομοθετικού χαρακτήρα, και με την επιφύλαξη του άρθρου 40, η αρμόδια επιτροπή ελέγχει τη δημοσιονομική συμβατότητα της αντίστοιχης πράξης με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο .

 

(Οριζόντια τροπολογία: οι λέξεις «Δημοσιονομικές Προοπτικές» αντικαθίστανται σε ολόκληρο το κείμενο του Κανονισμού από τις λέξεις «πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο».)

Τροπολογία 7

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 39 – παράγραφος 1

1.

Το Κοινοβούλιο μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να του υποβάλει κάθε κατάλληλη πρόταση για την έκδοση νέων ή την τροποποίηση υφισταμένων πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 192, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, με την έγκριση ψηφίσματος βάσει έκθεσης πρωτοβουλίας της αρμόδιας επιτροπής. Το ψήφισμα εγκρίνεται με πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των βουλευτών που απαρτίζουν το Κοινοβούλιο. Το Κοινοβούλιο μπορεί ταυτόχρονα να ορίσει προθεσμία για την υποβολή της πρότασης.

1.

Το Κοινοβούλιο μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να του υποβάλει κάθε κατάλληλη πρόταση για την έκδοση νέων ή την τροποποίηση υφισταμένων πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 192, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, με την έγκριση ψηφίσματος βάσει έκθεσης πρωτοβουλίας της αρμόδιας επιτροπής. Το ψήφισμα εγκρίνεται κατά την τελική ψηφοφορία με πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των βουλευτών που απαρτίζουν το Κοινοβούλιο. Το Κοινοβούλιο μπορεί ταυτόχρονα να ορίσει προθεσμία για την υποβολή της πρότασης.

Τροπολογία 8

Κανονισμός του Κοινοβουλίου

Άρθρο 45 – παράγραφος 2

2.

Το Κοινοβούλιο εξετάζει τις προτάσεις ψηφίσματος που περιέχονται σε εκθέσεις πρωτοβουλίας σύμφωνα με τη διαδικασία συνοπτικής παρουσίασης του άρθρου 131α. Τροπολογίες στις προτάσεις αυτές ψηφίσματος δεν είναι παραδεκτές προς εξέταση στην ολομέλεια εκτός εάν κατατίθενται από τον εισηγητή προκειμένου να ληφθούν υπόψη νέα στοιχεία, αλλά εναλλακτικές προτάσεις ψηφίσματος μπορούν να κατατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 151, παράγραφος 4. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όταν το θέμα της έκθεσης πληροί τις προϋποθέσεις για συζήτηση κατά προτεραιότητα στην ολομέλεια, όταν η έκθεση καταρτίζεται σύμφωνα με το δικαίωμα πρωτοβουλίας κατά τα άρθρα 38α ή 39, ή όταν η έκθεση μπορεί να χαρακτηρισθεί στρατηγική σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει καθορίσει η Διάσκεψη των Προέδρων.

2.

Το Κοινοβούλιο εξετάζει τις προτάσεις ψηφίσματος που περιέχονται σε εκθέσεις πρωτοβουλίας σύμφωνα με τη διαδικασία συνοπτικής παρουσίασης του άρθρου 131α. Τροπολογίες στις προτάσεις αυτές ψηφίσματος είναι παραδεκτές προς εξέταση στην ολομέλεια μόνον εάν κατατίθενται από τον εισηγητή προκειμένου να ληφθούν υπόψη νέα στοιχεία ή τουλάχιστον από το ένα δέκατο των μελών του Κοινοβουλίου . Οι πολιτικές ομάδες μπορούν να καταθέσουν εναλλακτικές προτάσεις ψηφίσματος σύμφωνα με το άρθρο 151, παράγραφος 4. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όταν το θέμα της έκθεσης πληροί τις προϋποθέσεις για συζήτηση κατά προτεραιότητα στην ολομέλεια, όταν η έκθεση καταρτίζεται σύμφωνα με το δικαίωμα πρωτοβουλίας κατά τα άρθρα 38α ή 39, ή όταν η έκθεση μπορεί να χαρακτηρισθεί στρατηγική σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει καθορίσει η Διάσκεψη των Προέδρων.

Τροπολογία 9

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 47 – τρίτη περίπτωση

οι ενδιαφερόμενοι πρόεδροι επιτροπών, εισηγητές και συντάκτες δύνανται να εντοπίσουν από κοινού τομείς του κειμένου που εμπίπτουν στην αποκλειστική ή κοινή τους αρμοδιότητα και να συμφωνήσουν για τους ακριβείς όρους της συνεργασίας τους·

οι ενδιαφερόμενοι πρόεδροι επιτροπών, εισηγητές και συντάκτες εντοπίζουν από κοινού τομείς του κειμένου που εμπίπτουν στην αποκλειστική ή κοινή τους αρμοδιότητα και συμφωνούν για τους ακριβείς όρους της συνεργασίας τους . Σε περίπτωση διαφωνίας για την οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων, το ζήτημα υποβάλλεται, μετά από αίτηση μιας εκ των ενδιαφερομένων επιτροπών, στη Διάσκεψη των Προέδρων, η οποία μπορεί να αποφασίσει επί του θέματος των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων ή να αποφανθεί ότι πρέπει να εφαρμοστεί η διαδικασία κοινών συνεδριάσεων επιτροπών σύμφωνα με το άρθρο 47α· το άρθρο 179, παράγραφος 2, δεύτερη και τρίτη περίοδος, εφαρμόζεται κατ’ αναλογίαν ;

Τροπολογία 10

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 47 – τέταρτη περίπτωση

η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή αποδέχεται χωρίς ψηφοφορία τροπολογίες από γνωμοδοτική επιτροπή, εφόσον αυτές αφορούν ζητήματα τα οποία ο πρόεδρος της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής θεωρεί, βάσει του Παραρτήματος VI, μετά από διαβούλευση με τον πρόεδρο της γνωμοδοτικής επιτροπής, ότι εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της γνωμοδοτικής επιτροπής και δεν είναι αντίθετες με άλλα στοιχεία της έκθεσης. Ο πρόεδρος της αρμόδιας επιτροπής λαμβάνει υπόψη οιαδήποτε συμφωνία επετεύχθη σύμφωνα με την τρίτη περίπτωση·

η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή αποδέχεται χωρίς ψηφοφορία τροπολογίες από γνωμοδοτική επιτροπή, εφόσον αφορούν ζητήματα τα οποία εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της γνωμοδοτικής επιτροπής. Εάν η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή απορρίψει τροπολογίες επί θεμάτων που εμπίπτουν στην κοινή αρμοδιότητα της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής και μιας γνωμοδοτικής επιτροπής, η γνωμοδοτική επιτροπή μπορεί να καταθέσει τις τροπολογίες αυτές απευθείας στο Κοινοβούλιο·

Τροπολογία 11

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 47 α (νέο)

 

Άρθρο 47α

Διαδικασία κοινών συνεδριάσεων επιτροπών

Εφόσον πληρούνται οι όροι των άρθρων 46, παράγραφος 1, και 47, η Διάσκεψη των Προέδρων μπορεί, εφόσον διαπιστώνει ότι το ζήτημα έχει μείζονα σημασία, να αποφασίσει ότι πρέπει να εφαρμοστεί διαδικασία με κοινές συνεδριάσεις επιτροπών και κοινή ψηφοφορία. Στην περίπτωση αυτή, οι αντίστοιχοι εισηγητές συντάσσουν ενιαίο σχέδιο έκθεσης το οποίο εξετάζουν και ψηφίζουν οι ενδιαφερόμενες επιτροπές σε κοινές συνεδριάσεις υπό την κοινή προεδρία των ενδιαφερομένων προέδρων επιτροπής. Οι ενδιαφερόμενες επιτροπές δύνανται να συγκροτήσουν διεπιτροπικές ομάδες εργασίας για να προετοιμάσουν τις κοινές συνεδριάσεις και ψηφοφορίες.

Τροπολογία 12

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 51 – παράγραφος 2 – δεύτερο εδάφιο

Η διαδικασία διαβούλευσης περατώνεται εάν το σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος εγκριθεί. Εάν το Κοινοβούλιο δεν εγκρίνει το νομοθετικό ψήφισμα, η πρόταση παραπέμπεται εκ νέου στην αρμόδια επιτροπή.

Η πρώτη ανάγνωση περατώνεται εάν το σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος εγκριθεί. Εάν το Κοινοβούλιο δεν εγκρίνει το νομοθετικό ψήφισμα, η πρόταση παραπέμπεται εκ νέου στην αρμόδια επιτροπή.

Τροπολογία 13

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 51 – παράγραφος 3

3.

Το κείμενο της πρότασης, με τη μορφή που εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο, και το σχετικό ψήφισμα διαβιβάζονται από τον Πρόεδρο στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, ως γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου.

3.

Το κείμενο της πρότασης, με τη μορφή που εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο, και το σχετικό ψήφισμα διαβιβάζονται από τον Πρόεδρο στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, ως θέση του Κοινοβουλίου.

 

(Οριζόντια τροπολογία: σε όλες τις διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία συναπόφασης, οι λέξεις «γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου» αντικαθίστανται σε ολόκληρο το κείμενο του Κανονισμού από τις λέξεις «θέση του Κοινοβουλίου»)

Τροπολογία 14

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 52 – παράγραφος 1

1.

Αν πρόταση της Επιτροπής δεν συγκεντρώσει την πλειοψηφία των ψηφισάντων, ο Πρόεδρος ζητεί από την Επιτροπή να ανακαλέσει την πρότασή της πριν το Κοινοβούλιο ψηφίσει επί του σχεδίου νομοθετικού ψηφίσματος.

1.

Αν πρόταση της Επιτροπής δεν συγκεντρώσει την πλειοψηφία των ψηφισάντων ή αν γίνει δεκτή πρόταση για την απόρριψή της, την οποία δύναται να υποβάλει η αρμόδια επιτροπή ή, τουλάχιστον, σαράντα βουλευτές, ο Πρόεδρος ζητεί από την Επιτροπή να ανακαλέσει την πρότασή της πριν το Κοινοβούλιο ψηφίσει επί του σχεδίου νομοθετικού ψηφίσματος.

Τροπολογία 15

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 52 – παράγραφος 2

2.

Αν η Επιτροπή ανακαλέσει κατόπιν αυτού την πρότασή της, ο Πρόεδρος διαπιστώνει ότι η διαδικασία διαβούλευσης σχετικά με αυτή την πρόταση είναι άνευ αντικειμένου και πληροφορεί σχετικά το Συμβούλιο.

2.

Αν η Επιτροπή ανακαλέσει την πρότασή της, ο Πρόεδρος κηρύσσει τη λήξη της διαδικασίας και πληροφορεί σχετικά το Συμβούλιο.

Τροπολογία 16

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 52 – παράγραφος 3

3.

Αν η Επιτροπή δεν ανακαλέσει την πρότασή της, το Κοινοβούλιο παραπέμπει εκ νέου το ζήτημα στην αρμόδια επιτροπή χωρίς να ψηφίσει επί του σχεδίου νομοθετικού ψηφίσματος.

3.

Αν η Επιτροπή δεν ανακαλέσει την πρότασή της, το Κοινοβούλιο παραπέμπει εκ νέου το ζήτημα στην αρμόδια επιτροπή χωρίς να ψηφίσει επί του σχεδίου νομοθετικού ψηφίσματος, εκτός εάν το Κοινοβούλιο θέτει το νομοθετικό ψήφισμα σε ψηφοφορία, μετά από πρόταση του προέδρου ή του εισηγητή της αρμόδιας επιτροπής ή μιας πολιτικής ομάδας ή τουλάχιστον σαράντα βουλευτών.

Στην περίπτωση αυτή , η αρμόδια επιτροπή υποβάλλει προφορική ή γραπτή έκθεση στο Κοινοβούλιο εντός προθεσμίας που ορίζεται από αυτό και η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο μήνες.

Σε περίπτωση εκ νέου παραπομπής , η αρμόδια επιτροπή υποβάλλει προφορική ή γραπτή έκθεση στο Κοινοβούλιο εντός προθεσμίας που αυτό ορίζει, και η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο μήνες.

Τροπολογία 59

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 65 α (νέο) (να εισαχθεί στο κεφάλαιο 6: Ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας)

 

Άρθρο 65α

Διοργανικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο των νομοθετικών διαδικασιών

1.

Οι διαπραγματεύσεις με τα άλλα όργανα, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας κατά τη διάρκεια νομοθετικής διαδικασίας, διεξάγονται λαμβανομένου υπόψη του κώδικα συμπεριφοράς για τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο των διαδικασιών συναπόφασης (Παράρτημα XVΙε).

2.

Πριν από την έναρξη αυτών των διαπραγματεύσεων, η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή πρέπει, καταρχήν, να λαμβάνει απόφαση με την πλειοψηφία των μελών της και να εγκρίνει εντολή, κατευθυντήριες γραμμές ή προτεραιότητες.

3.

Εάν οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμβιβασμό με το Συμβούλιο μετά από την έγκριση της έκθεσης από την επιτροπή, η επιτροπή καλείται σε κάθε περίπτωση να γνωμοδοτήσει εκ νέου πριν από την ψηφοφορία στην Ολομέλεια.

Τροπολογία 18

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 66

1.

Όταν, σύμφωνα με το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, το Συμβούλιο ενημερώνει το Κοινοβούλιο ότι εγκρίνει τις τροπολογίες του χωρίς, ωστόσο, να επιφέρει άλλες τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής ή όταν κανένα από τα δύο θεσμικά όργανα δεν έχει τροποποιήσει την πρόταση της Επιτροπής, ο Πρόεδρος ανακοινώνει στο Κοινοβούλιο ότι η πρόταση έχει οριστικά εγκριθεί.

Όταν, σύμφωνα με το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, το Συμβούλιο ενημερώνει το Κοινοβούλιο ότι εγκρίνει τη θέση του Κοινοβουλίου, ο Πρόεδρος, αφού η θέση λάβει την οριστική της διατύπωση κατά το άρθρο 172, στοιχείο β), ανακοινώνει στο Κοινοβούλιο ότι η πρόταση έχει οριστικά εγκριθεί κατά την διατύπωση που ανταποκρίνεται στη θέση του Κοινοβουλίου .

2.

Προτού προβεί στην ανακοίνωση αυτή, ο Πρόεδρος εξακριβώνει ότι τυχόν τεχνικές προσαρμογές του Συμβουλίου δεν επηρεάζουν την ουσία της πρότασης. Σε περίπτωση αμφιβολίας, ζητεί τη γνώμη της αρμόδιας επιτροπής. Εάν οι τυχόν αλλαγές θεωρούνται ουσιαστικές, ο Πρόεδρος ενημερώνει το Συμβούλιο ότι το Κοινοβούλιο θα προβεί σε δεύτερη ανάγνωση μόλις πληρωθούν οι προϋποθέσεις του άρθρου 57.

 

3.

Αφού προβεί στην ανακοίνωση κατά την παράγραφο 1, ο Πρόεδρος, από κοινού με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, υπογράφει την προτεινόμενη πράξη και μεριμνά για τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 68.

 

Τροπολογία 19

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 68 – τίτλος

Τροπολογία 20

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 68 – παράγραφος 1

1.

Τα κείμενα των πράξεων που εκδίδουν από κοινού το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο υπογράφονται από τον Πρόεδρο και από τον Γενικό Γραμματέα, αφού προηγουμένως ελεγχθεί ότι όλες οι διαδικασίες έχουν δεόντως ολοκληρωθεί.

Διαγράφεται

Τροπολογία 21

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 68 – παράγραφος 7

7.

Οι προαναφερθείσες πράξεις δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη φροντίδα των Γενικών Γραμματέων του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Διαγράφεται

Τροπολογία 22

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 68 α (νέο) (να εισαχθεί στο κεφάλαιο 6: Ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας)

 

Άρθρο 68α

Υπογραφή εγκριθεισών πράξεων

Μετά την οριστική διατύπωση του κειμένου που εγκρίθηκε σύμφωνα με το άρθρο 172α και αφού έχει προηγουμένως ελεγχθεί ότι όλες οι διαδικασίες έχουν δεόντως ολοκληρωθεί, οι πράξεις που εγκρίνονται κατά τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης ΕΚ υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιμελεία των Γενικών Γραμματέων του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Τροπολογία 68

Κανονισμός του Κοινοβουλίου

Άρθρο 80α - παράγραφος 3 - τρίτο εδάφιο

Ωστόσο , ο πρόεδρος της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής δύναται να δεχθεί, κατ’ εξαίρεση και ανά περίπτωση, τροπολογίες επί των διατάξεων που παραμένουν αμετάβλητες, εφόσον κρίνει ότι τούτο επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους εσωτερικής συνοχής του κειμένου ή συνοχής προς άλλες παραδεκτές τροπολογίες. Οι λόγοι αυτοί πρέπει να εκτίθενται με γραπτή αιτιολόγηση των τροπολογιών.

Ωστόσο, εάν, σύμφωνα με το σημείο 8 της Διοργανικής Συμφωνίας, η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή προτίθεται επίσης να υποβάλει τροπολογίες στα κωδικοποιημένα τμήματα της πρότασης της Επιτροπής, κοινοποιεί αμέσως την πρόθεσή της στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, η οποία οφείλει να ενημερώσει την επιτροπή, πριν από την ψηφοφορία που ορίζεται στο άρθρο 50, σχετικά με την τοποθέτησή της όσον αφορά τις τροπολογίες καθώς και εάν προτίθεται ή όχι να αποσύρει την πρόταση αναδιατύπωσης.

Τροπολογία 23

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 83 – παράγραφος 1

1.

Όταν πρόκειται να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη, ανανέωση ή τροποποίηση διεθνούς συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών σε ειδικούς τομείς, όπως τα νομισματικά θέματα ή το εμπόριο, η αρμόδια επιτροπή εξασφαλίζει την πλήρη ενημέρωση του Κοινοβουλίου από την Επιτροπή σχετικά με τις συστάσεις της τελευταίας όσον αφορά τη διαπραγματευτική εντολή, εάν χρειασθεί εμπιστευτικά.

1.

Όταν πρόκειται να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη, ανανέωση ή τροποποίηση διεθνούς συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών σε ειδικούς τομείς, όπως τα νομισματικά θέματα ή το εμπόριο, η αρμόδια επιτροπή δύναται να αποφασίσει να καταρτίσει έκθεση ή να παρακολουθήσει με άλλο τρόπο τη διαδικασία και να ενημερώσει τη Διάσκεψη των Προέδρων των Επιτροπών σχετικά με την εν λόγω απόφαση. Κατά περίπτωση, ζητείται και από άλλες επιτροπές να γνωμοδοτήσουν, σύμφωνα με το άρθρο 46, παράγραφος 1. Τα άρθρα 179, παράγραφος 2, 47 ή 47α εφαρμόζονται κατά περίπτωση.

 

Οι πρόεδροι και οι εισηγητές της αρμόδιας επιτροπής και, ενδεχομένως, των γνωμοδοτικών επιτροπών, λαμβάνουν από κοινού τα ενδεδειγμένα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η Επιτροπή παρέχει στο Κοινοβούλιο όλες τις πληροφορίες σχετικά με τις συστάσεις όσον αφορά τη διαπραγματευτική εντολή, εφόσον απαιτείται εμπιστευτικά , καθώς και τις πληροφορίες κατά τις παραγράφους 3 και 4 .

Τροπολογία 24

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 83 – παράγραφος 6 α (νέα)

 

6α.

Πριν από την ψηφοφορία επί της σύμφωνης γνώμης, η αρμόδια επιτροπή, μια πολιτική ομάδα ή τουλάχιστον το ένα δέκατο των βουλευτών μπορούν να προτείνουν στο Κοινοβούλιο να ζητήσει τη γνώμη του Δικαστηρίου σχετικά με τη συμβατότητα διεθνούς συμφωνίας με τις Συνθήκες. Εάν το Κοινοβούλιο εγκρίνει την πρόταση αυτή, η ψηφοφορία επί της σύμφωνης γνώμης αναβάλλεται έως ότου το Δικαστήριο διατυπώσει τη γνώμη του.

Τροπολογία 25

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 97 – παράγραφος 3

3.

Το ΕΚ τηρεί μητρώο των εγγράφων του. Μέσω του μητρώου του ΕΚ παρέχεται, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, άμεση πρόσβαση στα νομοθετικά έγγραφα και στα άλλα έγγραφα, όπως προσδιορίζονται σε παράρτημα του παρόντος Κανονισμού . Το μητρώο συμπεριλαμβάνει, στο μέτρο του δυνατού, στοιχεία αναφοράς για τα άλλα έγγραφα του Κοινοβουλίου.

3.

Το ΕΚ τηρεί μητρώο των εγγράφων του. Μέσω του μητρώου του ΕΚ παρέχεται, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, άμεση πρόσβαση στα νομοθετικά έγγραφα και σε ορισμένες άλλες κατηγορίες εγγράφων . Το μητρώο συμπεριλαμβάνει, στο μέτρο του δυνατού, στοιχεία αναφοράς για τα άλλα έγγραφα του Κοινοβουλίου.

Οι κατηγορίες των εγγράφων στα οποία επιτρέπεται άμεση πρόσβαση αναφέρονται σε κατάλογο που εγκρίνεται από το Κοινοβούλιο και προσαρτάται στον παρόντα Κανονισμό . Ο εν λόγω κατάλογος δεν περιορίζει το δικαίωμα πρόσβασης μόνο στα έγγραφα που δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες που περιέχονται στον κατάλογο.

Οι κατηγορίες των εγγράφων στα οποία επιτρέπεται άμεση πρόσβαση περιέχονται σε κατάλογο που εγκρίνεται από το Προεδρείο και δημοσιεύεται στην ιστοθέση του Κοινοβουλίου . Ο εν λόγω κατάλογος δεν περιορίζει το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα που δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες του καταλόγου · τα έγγραφα αυτά διατίθενται μετά από γραπτή αίτηση.

Τα έγγραφα του Κοινοβουλίου στα οποία δεν επιτρέπεται άμεση πρόσβαση μέσω του μητρώου του ΕΚ διατίθενται μετά από γραπτή αίτηση.

 

Το Προεδρείο μπορεί να θεσπίσει κανόνες, σύμφωνους προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, σχετικά με τις λεπτομέρειες της πρόσβασης, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το Προεδρείο μπορεί να θεσπίσει κανόνες, σύμφωνους προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, σχετικά με τις λεπτομέρειες της πρόσβασης, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

(Το παράρτημα XV διαγράφεται.)

Τροπολογία 26

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 103 – παράγραφος 1

1.

Τα μέλη της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μπορούν οποτεδήποτε να ζητήσουν από τον Πρόεδρο να τους δώσει το λόγο για να προβούν σε δήλωση. Ο Πρόεδρος αποφασίζει πότε ακριβώς μπορεί να γίνει η εν λόγω δήλωση και εάν αυτή τη δήλωση ακολουθεί πλήρης συζήτηση ή ημίωρη υποβολή σύντομων και σαφών ερωτήσεων εκ μέρους των βουλευτών.

1.

Τα μέλη της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μπορούν οποτεδήποτε να ζητήσουν από τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου να τους δώσει το λόγο για να προβούν σε δήλωση. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προβαίνει σε δήλωση μετά από κάθε συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου αποφασίζει πότε ακριβώς μπορεί να γίνει η εν λόγω δήλωση και εάν αυτή τη δήλωση ακολουθεί πλήρης συζήτηση ή ημίωρη υποβολή σύντομων και σαφών ερωτήσεων εκ μέρους των βουλευτών.

Τροπολογία 60

Κανονισμός του Κοινοβουλίου

Άρθρο 116 – παράγραφος 1

1.

Το πολύ πέντε βουλευτές μπορούν να υποβάλουν γραπτή δήλωση 200 λέξεων το πολύ, η οποία αφορά θέμα που εμπίπτει στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι γραπτές δηλώσεις τυπώνονται στις επίσημες γλώσσες και διανέμονται. Περιλαμβάνονται σε πρωτόκολλο, με τα ονόματα των προσυπογραφόντων. Το πρωτόκολλο αυτό είναι δημόσιο και τηρείται, κατά τη διάρκεια των περιόδων συνόδου, έξω από την είσοδο της αίθουσας συνεδριάσεων Ολομέλειας και, μεταξύ των περιόδων συνόδου, σε κατάλληλο χώρο που προσδιορίζει το Σώμα των Κοσμητόρων.

1.

Το πολύ πέντε βουλευτές μπορούν να υποβάλουν γραπτή δήλωση 200 λέξεων το πολύ, η οποία αφορά θέμα που εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν αφορά ζητήματα που αποτελούν αντικείμενο τρέχουσας νομοθετικής διαδικασίας . Την άδεια χορηγεί ο Πρόεδρος κατά περίπτωση. Οι γραπτές δηλώσεις τυπώνονται στις επίσημες γλώσσες και διανέμονται. Περιλαμβάνονται σε πρωτόκολλο, με τα ονόματα των προσυπογραφόντων. Το πρωτόκολλο αυτό είναι δημόσιο και τηρείται, κατά τη διάρκεια των περιόδων συνόδου, έξω από την είσοδο της αίθουσας συνεδριάσεων Ολομέλειας και, μεταξύ των περιόδων συνόδου, σε κατάλληλο χώρο που προσδιορίζει το Σώμα των Κοσμητόρων.

Τροπολογία 27

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 116 – παράγραφος 3

3.

Όταν δήλωση προσυπογράφεται από την πλειοψηφία των μελών του, ο Πρόεδρος ενημερώνει το Κοινοβούλιο και καταχωρίζει τα ονόματα των προσυπογραφόντων στα Συνοπτικά Πρακτικά.

3.

Όταν δήλωση προσυπογράφεται από την πλειοψηφία των μελών του, ο Πρόεδρος ενημερώνει το Κοινοβούλιο και καταχωρίζει τα ονόματα των προσυπογραφόντων στα Συνοπτικά Πρακτικά και τη δήλωση ως εγκριθέν κείμενο.

Τροπολογία 28

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 116 – παράγραφος 4

4.

Η δήλωση αυτή διαβιβάζεται στο τέλος της επόμενης συνόδου στα θεσμικά όργανα που αναφέρει, με μνεία των ονομάτων των προσυπογραφόντων. Περιλαμβάνεται στα Συνοπτικά Πρακτικά της συνεδρίασης κατά την οποία ανακοινώνεται. Με τη δημοσίευση αυτή περατώνεται η διαδικασία.

4.

Η διαδικασία περατώνεται με τη διαβίβαση στο τέλος της επόμενης συνόδου της δήλωσης στους αποδέκτες , με μνεία των ονομάτων των προσυπογραφόντων.

Τροπολογία 29

Κανονισμός του Κοινοβουλίου

Άρθρο 131 α

Κατόπιν αιτήσεως του εισηγητή ή κατόπιν προτάσεως της Διάσκεψης των Προέδρων, το Κοινοβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίσει ότι ένα σημείο για το οποίο δεν απαιτείται πλήρης συζήτηση, εξετάζεται στην ολομέλεια με συνοπτική παρουσίαση από τον εισηγητή. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει και κάθε βουλευτής έχει το δικαίωμα να απαντά καταθέτοντας συμπληρωματική γραπτή δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 142, παράγραφος 7.

Κατόπιν αιτήσεως του εισηγητή ή κατόπιν προτάσεως της Διάσκεψης των Προέδρων, το Κοινοβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίσει ότι ένα σημείο για το οποίο δεν απαιτείται πλήρης συζήτηση, εξετάζεται στην ολομέλεια με συνοπτική παρουσίαση από τον εισηγητή. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να απαντήσει, και στη συνέχεια ακολουθεί συζήτηση διαρκείας έως δέκα λεπτών, στη διάρκεια της οποίας ο Πρόεδρος μπορεί να δώσει το λόγο, για ένα λεπτό αντιστοίχως κατ’ ανώτατο όριο, σε βουλευτές που επιθυμούν να λάβουν το λόγο με τη διαδικασία «catch the eye».

Τροπολογίες 30 και 66

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 142

Κατανομή του χρόνου αγόρευσης

Κατανομή του χρόνου αγόρευσης και κατάλογος αγορητών

1.

Η Διάσκεψη των Προέδρων μπορεί να προτείνει, ενόψει της διεξαγωγής συζήτησης, την κατανομή του χρόνου αγόρευσης. Το Κοινοβούλιο αποφασίζει χωρίς συζήτηση επί της πρότασης αυτής.

1.

Η Διάσκεψη των Προέδρων μπορεί να προτείνει, ενόψει της διεξαγωγής συζήτησης, την κατανομή του χρόνου αγόρευσης. Το Κοινοβούλιο αποφασίζει χωρίς συζήτηση επί της πρότασης αυτής.

 

1α.

Κανένας βουλευτής δεν μπορεί να λάβει το λόγο χωρίς να κληθεί από τον Πρόεδρο. Κάθε αγορητής αγορεύει από τη θέση του και απευθύνεται στον Πρόεδρο. Αν απομακρυνθεί από το θέμα, ο Πρόεδρος τον ανακαλεί στην τάξη.

 

1β.

Ο Πρόεδρος μπορεί να συντάξει, για το πρώτο μέρος συγκεκριμένης συζήτησης κατάλογο αγορητών, ο οποίος περιλαμβάνει ένα ή περισσότερους αγορητές από κάθε πολιτική ομάδα που επιθυμούν να λάβουν το λόγο, αναλόγως του μεγέθους της πολιτικής ομάδας, και ένα μη εγγεγραμμένο βουλευτή.

2.

Ο χρόνος αγόρευσης κατανέμεται με τα εξής κριτήρια:

2.

Ο χρόνος αγόρευσης για το εν λόγω μέρος της συζήτησης κατανέμεται με τα εξής κριτήρια:

α)

το πρώτο μέρος του χρόνου αγόρευσης κατανέμεται εξ ίσου μεταξύ όλων των πολιτικών ομάδων,

α)

το πρώτο μέρος του χρόνου αγόρευσης κατανέμεται εξ ίσου μεταξύ όλων των πολιτικών ομάδων,

β)

το δεύτερο μέρος του χρόνου κατανέμεται μεταξύ των πολιτικών ομάδων αναλόγως του συνολικού αριθμού των μελών τους,

β)

το δεύτερο μέρος του χρόνου κατανέμεται μεταξύ των πολιτικών ομάδων αναλόγως του συνολικού αριθμού των μελών τους,

γ)

στους μη εγγεγραμμένους διατίθεται συνολικά χρόνος αγόρευσης που υπολογίζεται βάσει του χρόνου που παραχωρήθηκε σε κάθε πολιτική ομάδα σύμφωνα με τα ανωτέρω στοιχεία α) και β).

γ)

στους μη εγγεγραμμένους διατίθεται συνολικά χρόνος αγόρευσης που υπολογίζεται βάσει του χρόνου που παραχωρήθηκε σε κάθε πολιτική ομάδα σύμφωνα με τα ανωτέρω στοιχεία α) και β).

3.

Αν, για δύο ή περισσότερα θέματα της ημερήσιας διάταξης, διατεθεί συνολικός χρόνος αγόρευσης, οι πολιτικές ομάδες γνωστοποιούν στον Πρόεδρο πώς θα κατανείμουν το χρόνο τους στα διάφορα θέματα. Ο Πρόεδρος μεριμνά για την τήρηση της κατανομής αυτής του χρόνου αγόρευσης.

3.

Αν, για δύο ή περισσότερα θέματα της ημερήσιας διάταξης, διατεθεί συνολικός χρόνος αγόρευσης, οι πολιτικές ομάδες γνωστοποιούν στον Πρόεδρο πώς θα κατανείμουν το χρόνο τους στα διάφορα θέματα. Ο Πρόεδρος μεριμνά για την τήρηση της κατανομής αυτής του χρόνου αγόρευσης.

 

3α.

Το υπόλοιπο μέρος του χρόνου συζήτησης δεν κατανέμεται εκ των προτέρων. Αντιθέτως, ο Πρόεδρος καλεί τους βουλευτές, κατά γενικό κανόνα, να λάβουν το λόγο για χρόνο όχι μεγαλύτερο του ενός λεπτού. Ο Πρόεδρος διασφαλίζει κατά το δυνατόν ότι οι αγορητές οι οποίοι διατυπώνουν διαφορετικές πολιτικές απόψεις και προέρχονται από διάφορα κράτη μέλη ακούονται εναλλάξ.

 

3β.

Προτεραιότητα αγόρευσης μπορεί πάντως να δοθεί, εφόσον το ζητήσουν, στον πρόεδρο ή στον εισηγητή της αρμόδιας επιτροπής και τους προέδρους των πολιτικών ομάδων που εκφράζονται εξ ονόματος των ομάδων τους ή τους αγορητές που τους αναπληρούν.

 

3γ.

Ο Πρόεδρος μπορεί να δώσει το λόγο σε βουλευτές που εκδηλώνουν, υψώνοντας μια γαλάζια κάρτα, την επιθυμία τους να υποβάλουν μια ερώτηση διάρκειας που δεν υπερβαίνει το μισό λεπτό, σε έναν άλλο βουλευτή, κατά τη διάρκεια της αγόρευσής του, εφόσον ο αγορητής συμφωνεί και ο Πρόεδρος έχει τη βεβαιότητα ότι αυτό δεν θα προκαλέσει διατάραξη της συζήτησης.

4.

Ο χρόνος αγόρευσης περιορίζεται σε ένα λεπτό για τις παρεμβάσεις επί των Συνοπτικών Πρακτικών, τις αιτήσεις επί της διαδικασίας, τις τροποποιήσεις του τελικού σχεδίου ημερήσιας διάταξης ή της ημερήσιας διάταξης.

4.

Ο χρόνος αγόρευσης περιορίζεται σε ένα λεπτό για τις παρεμβάσεις επί των Συνοπτικών Πρακτικών της διαδικασίας, τις αιτήσεις επί της διαδικασίας, τις τροποποιήσεις του τελικού σχεδίου ημερήσιας διάταξης ή της ημερήσιας διάταξης.

 

4α.

Ο Πρόεδρος, με την επιφύλαξη των άλλων πειθαρχικών εξουσιών του, μπορεί να διατάξει να διαγραφούν από τα πρακτικά των συνεδριάσεων οι παρεμβάσεις των βουλευτών που δεν έλαβαν προηγουμένως κανονικά το λόγο ή όσων εξακολουθούν να αγορεύουν πέραν του χρόνου που τους έχει παραχωρηθεί.

5.

Κατά τη συζήτηση των εκθέσεων, δίδεται ο λόγος στην Επιτροπή και το Συμβούλιο, κατά κανόνα αμέσως μετά την παρουσίαση της έκθεσης από τον εισηγητή. Η Επιτροπή, το Συμβούλιο και ο εισηγητής μπορούν να λάβουν εκ νέου τον λόγο, ιδίως για να απαντήσουν στις παρεμβάσεις των βουλευτών του Κοινοβουλίου.

5.

Κατά τη συζήτηση των εκθέσεων, δίδεται ο λόγος στην Επιτροπή και το Συμβούλιο, κατά κανόνα αμέσως μετά την παρουσίαση της έκθεσης από τον εισηγητή. Η Επιτροπή, το Συμβούλιο και ο εισηγητής μπορούν να λάβουν εκ νέου τον λόγο, ιδίως για να απαντήσουν στις παρεμβάσεις των βουλευτών του Κοινοβουλίου.

6.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 197 της Συνθήκης ΕΚ, ο Πρόεδρος επιδιώκει να συμφωνήσει με την Επιτροπή και το Συμβούλιο σχετικά με τον κατάλληλο χρόνο αγόρευσης που τους παρέχεται.

6.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 197 της Συνθήκης ΕΚ, ο Πρόεδρος επιδιώκει να συμφωνήσει με την Επιτροπή και το Συμβούλιο σχετικά με τον κατάλληλο χρόνο αγόρευσης που τους παρέχεται.

7.

Οι βουλευτές που δεν έχουν λάβει το λόγο σε συζήτηση μπορούν, το πολύ μία φορά σε κάθε περίοδο συνόδου, να καταθέσουν γραπτή δήλωση που δεν υπερβαίνει τις 200 λέξεις και η οποία προσαρτάται στα Πλήρη Πρακτικά της συζήτησης.

7.

Οι βουλευτές που δεν έχουν λάβει το λόγο σε συζήτηση μπορούν, το πολύ μία φορά σε κάθε περίοδο συνόδου, να καταθέσουν γραπτή δήλωση που δεν υπερβαίνει τις 200 λέξεις και η οποία προσαρτάται στα Πλήρη Πρακτικά της συζήτησης.

 

(Τα άρθρα 141 και 143 διαγράφονται.)

Τροπολογία 32

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 150 – παράγραφος 6 – εδάφιο 2 α (νέο)

 

Όταν είναι παρόντες λιγότεροι από εκατό βουλευτές, το Κοινοβούλιο δεν δύναται να αποφασίσει άλλως, εφόσον αντιτίθεται τουλάχιστον το ένα δέκατο των παρόντων μελών.

Τροπολογία 33

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 156

Όταν έχουν κατατεθεί σε μία έκθεση περισσότερες από 50 τροπολογίες για εξέταση στην Ολομέλεια, ο Πρόεδρος μπορεί, μετά από διαβούλευση με τον πρόεδρό της, να ζητήσει από την αρμόδια επιτροπή να συνεδριάσει για να εξετάσει τις τροπολογίες. Κάθε τροπολογία που δεν υπερψηφίζεται σε αυτό το στάδιο από το ένα δέκατο των μελών της επιτροπής δεν τίθεται σε ψηφοφορία στην Ολομέλεια.

Εφόσον σε μία έκθεση έχουν κατατεθεί, αθροιστικώς, περισσότερες από 50 τροπολογίες και αιτήσεις για χωριστή ψηφοφορία ή ψηφοφορία κατά τμήματα για εξέταση στην Ολομέλεια, ο Πρόεδρος μπορεί, μετά από διαβούλευση με τον πρόεδρό της, να ζητήσει από την αρμόδια επιτροπή να συνεδριάσει για να εξετάσει τις εν λόγω τροπολογίες ή αιτήσεις . Κάθε τροπολογία ή αίτηση για χωριστή ψηφοφορία ή ψηφοφορία κατά τμήματα που δεν υπερψηφίζεται σε αυτό το στάδιο από το ένα δέκατο των μελών της επιτροπής δεν τίθεται σε ψηφοφορία στην Ολομέλεια.

Τροπολογία 34

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 157 – παράγραφος 1

1.

Όταν το κείμενο που τίθεται σε ψηφοφορία περιέχει δύο ή περισσότερες διατάξεις ή αναφέρεται σε δύο ή περισσότερα ζητήματα ή προσφέρεται σε χωρισμό σε δύο ή περισσότερα μέρη με ανεξάρτητη λογική έννοια ή κανονιστική ισχύ, μπορεί να υποβληθεί αίτηση ψηφοφορίας κατά τμήματα από μία πολιτική ομάδα ή σαράντα τουλάχιστον βουλευτές.

1.

Όταν το κείμενο που τίθεται σε ψηφοφορία περιέχει δύο ή περισσότερες διατάξεις ή αναφέρεται σε δύο ή περισσότερα ζητήματα ή προσφέρεται σε χωρισμό σε δύο ή περισσότερα μέρη με ανεξάρτητη λογική ή/και κανονιστική ισχύ, μπορεί να υποβληθεί αίτηση ψηφοφορίας κατά τμήματα από μία πολιτική ομάδα ή σαράντα τουλάχιστον βουλευτές.

Τροπολογία 35

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 159 α (νέο)

 

Άρθρο 159α

Τελική ψηφοφορία

1.

Το Κοινοβούλιο, κατά την ψηφοφορία επί νομοθετικής πρότασης, είτε πρόκειται για μία και μοναδική είτε για τελική ψηφοφορία, ψηφίζει με ονομαστική κλήση χρησιμοποιώντας το ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας.

Τροπολογία 36

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 160 – παράγραφος 1

1.

Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 99, παράγραφος 4, και 100, παράγραφος 5, η ψηφοφορία γίνεται με ονομαστική κλήση αν το απόγευμα πριν από την έναρξή της το ζητήσουν εγγράφως μία πολιτική ομάδα ή σαράντα τουλάχιστον βουλευτές, εκτός αν ο Πρόεδρος ορίσει διαφορετική προθεσμία.

1.

Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται με τα άρθρα 99, παράγραφος 4, 100, παράγραφος 5 και 159α , η ψηφοφορία γίνεται με ονομαστική κλήση αν το απόγευμα πριν από την έναρξή της το ζητήσουν εγγράφως μία πολιτική ομάδα ή σαράντα τουλάχιστον βουλευτές, εκτός αν ο Πρόεδρος ορίσει διαφορετική προθεσμία.

Τροπολογία 37

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 160 – παράγραφος 2 – πρώτο εδάφιο

2.

Η ονομαστική κλήση γίνεται με αλφαβητική σειρά και αρχίζει από το βουλευτή του οποίου το όνομα κληρώθηκε. Ο Πρόεδρος ψηφίζει τελευταίος.

2.

Η ψηφοφορία με ονομαστική κλήση διεξάγεται μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος ψηφοφορίας. Εάν η χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος είναι αδύνατη για τεχνικούς λόγους, η ονομαστική κλήση γίνεται με αλφαβητική σειρά και αρχίζει από το όνομα βουλευτή που επελέγη με κλήρο. Ο Πρόεδρος ψηφίζει τελευταίος.

Τροπολογία 38

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 162 – παράγραφος 4 – πρώτο εδάφιο

4.

Η διαλογή των ψήφων σε κάθε μυστική ψηφοφορία διενεργείται από δύο έως έξι ψηφολέκτες, που ορίζονται με κλήρο μεταξύ των βουλευτών.

4.

Η διαλογή των ψήφων σε κάθε μυστική ψηφοφορία διενεργείται από δύο έως οκτώ ψηφολέκτες, που ορίζονται με κλήρο μεταξύ των βουλευτών, εκτός αν η ψηφοφορία διεξάγεται ηλεκτρονικά.

Τροπολογία 39

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 172

1.

Τα Συνοπτικά Πρακτικά κάθε συνεδρίασης, που περιέχουν τις αποφάσεις του Κοινοβουλίου και τα ονόματα των αγορητών, διανέμονται τουλάχιστον μισή ώρα πριν από την έναρξη της απογευματινής περιόδου της επόμενης συνεδρίασης.

1.

Τα Συνοπτικά Πρακτικά κάθε συνεδρίασης που περιέχουν λεπτομέρειες της διαδικασίας και των αποφάσεων του Κοινοβουλίου και τα ονόματα των αγορητών, διανέμονται τουλάχιστον μισή ώρα πριν από την έναρξη της απογευματινής περιόδου της επόμενης συνεδρίασης.

«Αποφάσεις» κατά την ανωτέρω έννοια θεωρούνται επίσης στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας όλες οι τροπολογίες που εγκρίνει το Κοινοβούλιο, ακόμα και εάν έχει απορριφθεί η σχετική πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 52, παράγραφος 1, ή η κοινή θέση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 61, παράγραφος 3.

«Αποφάσεις» κατά την έννοια του παρόντος άρθρου θεωρούνται επίσης στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας όλες οι τροπολογίες που εγκρίνει το Κοινοβούλιο, ακόμα και εάν έχει απορριφθεί η σχετική πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 52, παράγραφος 1, ή η θέση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 61, παράγραφος 3.

Τα κείμενα που εγκρίνονται από το Κοινοβούλιο διανέμονται χωριστά. Οσάκις κείμενα νομοθετικού χαρακτήρα που εγκρίνονται από το Κοινοβούλιο περιλαμβάνουν τροπολογίες, δημοσιεύονται ως ενιαίο κείμενο.

 

2.

Στην αρχή της απογευματινής περιόδου κάθε συνεδρίασης, ο Πρόεδρος υποβάλλει στο Κοινοβούλιο προς έγκριση τα Συνοπτικά Πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίασης.

2.

Στην αρχή της απογευματινής περιόδου κάθε συνεδρίασης, ο Πρόεδρος υποβάλλει στο Κοινοβούλιο προς έγκριση τα Συνοπτικά Πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίασης.

3.

Αν προβληθεί ένσταση κατά των Συνοπτικών Πρακτικών, το Κοινοβούλιο αποφασίζει, ανάλογα με την περίπτωση, εάν πρέπει να ληφθούν υπόψη οι αιτούμενες τροποποιήσεις. Κανένας βουλευτής δεν επιτρέπεται να μιλήσει περισσότερο από ένα λεπτό επί των Συνοπτικών Πρακτικών.

3.

Αν προβληθεί ένσταση κατά των Συνοπτικών Πρακτικών, το Κοινοβούλιο αποφασίζει, κατά περίπτωση, εάν πρέπει να ληφθούν υπόψη οι αιτούμενες τροποποιήσεις. Κανένας βουλευτής δεν επιτρέπεται να μιλήσει περισσότερο από ένα λεπτό επί του θέματος.

4.

Τα Συνοπτικά Πρακτικά φέρουν την υπογραφή του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα και φυλάσσονται στα αρχεία του Κοινοβουλίου. Δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός μηνός .

4.

Τα Συνοπτικά Πρακτικά φέρουν την υπογραφή του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα και φυλάσσονται στα αρχεία του Κοινοβουλίου. Δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τροπολογία 40

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 172 α (νέο)

 

Άρθρο 172α

Εγκριθέντα κείμενα

1.

Τα κείμενα που ενέκρινε το Κοινοβούλιο δημοσιεύονται αμέσως μετά την ψηφοφορία. Υποβάλλονται στο Κοινοβούλιο μαζί με τα πρακτικά της σχετικής συνεδρίασης και τηρούνται στα μητρώα του Κοινοβουλίου.

2.

Τα κείμενα που ενέκρινε το Κοινοβούλιο υπόκεινται σε νομική - γλωσσική επεξεργασία για την οριστική τους διατύπωση, με ευθύνη του Προέδρου. Όταν τα κείμενα αυτά εγκρίνονται βάσει συμφωνίας μεταξύ Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, την επεξεργασία πραγματοποιούν τα δύο όργανα στο πλαίσιο στενής συνεργασίας και αμοιβαίας συνεννόησης.

3.

Η διαδικασία του άρθρου 204α εφαρμόζεται όταν, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή και η ποιότητα του κειμένου σύμφωνα με την εκφρασθείσα βούληση του Κοινοβουλίου, απαιτούνται προσαρμογές που υπερβαίνουν τη διόρθωση τεχνικών σφαλμάτων ή τις διορθώσεις που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλισθεί η συμφωνία όλων των γλωσσικών εκδοχών καθώς επίσης και η γλωσσική τους ορθότητα και ορολογική τους συνοχή.

4.

Τα κείμενα που ενέκρινε το Κοινοβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης ΕΚ λαμβάνουν τη μορφή ενοποιημένου κειμένου. Όταν η ψηφοφορία του Κοινοβουλίου δεν βασίζεται σε συμφωνία με το Συμβούλιο, επισημαίνονται στο ενοποιημένο κείμενο όλες οι εγκριθείσες τροπολογίες.

5.

Μετά την οριστική διατύπωση, τα εγκριθέντα κείμενα υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα.

Τροπολογία 41

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 175

Σύσταση προσωρινών επιτροπών

Σύσταση ειδικών επιτροπών

Κατόπιν προτάσεως της Διάσκεψης των Προέδρων, το Κοινοβούλιο μπορεί ανά πάσα στιγμή να συστήσει προσωρινές επιτροπές, των οποίων οι αρμοδιότητες, η σύνθεση και η λήξη της θητείας καθορίζονται ταυτόχρονα με τη λήψη της απόφασης περί σύστασης της επιτροπής· η θητεία της επιτροπής δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, εκτός αν, κατά τη λήξη της, το Κοινοβούλιο την παρατείνει.

Κατόπιν προτάσεως της Διάσκεψης των Προέδρων, το Κοινοβούλιο μπορεί ανά πάσα στιγμή να συστήσει ειδικές επιτροπές, των οποίων οι αρμοδιότητες, η σύνθεση και η λήξη της θητείας καθορίζονται ταυτόχρονα με τη λήψη της απόφασης περί σύστασης της επιτροπής· η θητεία της επιτροπής δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, εκτός αν, κατά τη λήξη της, το Κοινοβούλιο την παρατείνει.

Καθόσον οι αρμοδιότητες, η σύνθεση και η θητεία των προσωρινών επιτροπών καθορίζονται ταυτόχρονα με τη σύστασή τους, το Κοινοβούλιο δεν θα μπορεί στη συνέχεια να αποφασίσει τροποποίηση των αρμοδιοτήτων τους, είτε περιορίζοντας είτε διευρύνοντάς τες.

Καθόσον οι αρμοδιότητες, η σύνθεση και η θητεία των ειδικών επιτροπών καθορίζονται ταυτόχρονα με τη σύστασή τους, το Κοινοβούλιο δεν θα μπορεί στη συνέχεια να αποφασίσει τροποποίηση των αρμοδιοτήτων τους, είτε περιορίζοντας είτε διευρύνοντάς τες.

Τροπολογία 42

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 177 – παράγραφος 1 – ερμηνεία (νέα)

 

Για την τήρηση της αναλογικότητας μεταξύ των πολιτικών ομάδων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο εγγύτερος κατάλληλος ακέραιος αριθμός. Εάν πολιτική ομάδα αποφασίσει να μην λάβει έδρες σε μία επιτροπή, οι έδρες αυτές παραμένουν κενές και η επιτροπή μειώνεται σε μέγεθος κατά τον αντίστοιχο αριθμό. Η ανταλλαγή εδρών μεταξύ των πολιτικών ομάδων είναι δυνατόν να μην επιτρέπεται.

Τροπολογία 43

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 179 – παράγραφος 2

2.

Εφόσον μόνιμη επιτροπή αποφανθεί ότι είναι αναρμόδια για την εξέταση ενός ζητήματος ή σε περίπτωση σύγκρουσης αρμοδιοτήτων μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μονίμων επιτροπών, το ζήτημα της αρμοδιότητας παραπέμπεται στη Διάσκεψη των Προέδρων εντός προθεσμίας τεσσάρων εργάσιμων εβδομάδων από την αναγγελία στην Ολομέλεια της αναπομπής στην επιτροπή. Η Διάσκεψη των Προέδρων Επιτροπών ενημερώνεται επ’ αυτού και μπορεί να διατυπώσει σύσταση προς τη Διάσκεψη των Προέδρων. Η Διάσκεψη των Προέδρων λ αμβάνει την απόφασή της εντός έξι εργάσιμων εβδομάδων από την παραπομπή προς εξέταση του θέματος της αρμοδιότητας, ειδάλλως το ζήτημα εγγράφεται για λήψη απόφασης στην ημερήσια διάταξη της επόμενης περιόδου συνόδου.

2.

Εφόσον μόνιμη επιτροπή αποφανθεί ότι είναι αναρμόδια για την εξέταση ενός ζητήματος ή σε περίπτωση σύγκρουσης αρμοδιοτήτων μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μονίμων επιτροπών, το ζήτημα της αρμοδιότητας παραπέμπεται στη Διάσκεψη των Προέδρων εντός τεσσάρων εργασίμων εβδομάδων από την αναγγελία στην Ολομέλεια της αναπομπής στην επιτροπή. Η Διάσκεψη των Προέδρων αποφασίζει εντός έξι εβδομάδων βάσει σύστασης της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών, ή, εάν δεν αναμένεται τέτοια σύσταση, του Προέδρου της. Εάν η Διάσκεψη των Προέδρων δεν αποφασίσει εμπροθέσμως, η σύσταση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί. .

Τροπολογία 44

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 179 – παράγραφος 2 – ερμηνεία (νέα)

 

Οι πρόεδροι επιτροπών μπορούν να συμφωνούν με άλλους προέδρους επιτροπών όσον αφορά την ανάθεση θέματος σε συγκεκριμένη επιτροπή, υπό τον όρο, κατά περίπτωση, της έγκρισης της διαδικασίας συνδεδεμένων επιτροπών κατά το άρθρο 47,.

Τροπολογία 45

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 182 α (νέο)

 

Άρθρο 182α

Συντονιστές επιτροπής και σκιώδεις εισηγητές

1.

Οι πολιτικές ομάδες μπορούν να ορίσουν από τις τάξεις τους ένα συντονιστή.

2.

Οι συντονιστές της επιτροπής καλούνται, εφόσον απαιτείται, από τον Πρόεδρο να προετοιμάσουν τις αποφάσεις που θα λάβει η επιτροπή και ιδίως αποφάσεις που αφορούν τη διαδικασία και τον ορισμό εισηγητών. Η επιτροπή μπορεί να εκχωρήσει την εξουσία λήψης ορισμένων αποφάσεων στους συντονιστές με εξαίρεση τις αποφάσεις που αφορούν έγκριση εκθέσεων, γνωμοδοτήσεων ή τροπολογιών. Οι αντιπρόεδροι μπορεί να κληθούν να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις των συντονιστών επιτροπής με συμβουλευτική αρμοδιότητα. Οι συντονιστές προσπαθούν να επιτύχουν συναίνεση. Όταν η επίτευξη συναίνεσης δεν είναι δυνατή, δύνανται να αποφασίζουν μόνο με πλειοψηφία που αντιπροσωπεύει σαφώς τη μεγάλη πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, λαμβανομένης υπόψη της αντίστοιχης ισχύος των διαφόρων ομάδων.

3.

Οι πολιτικές ομάδες μπορούν να ορίσουν για κάθε έκθεση σκιώδη εισηγητή, ο οποίος παρακολουθεί την πρόοδο της σχετικής έκθεσης και βρίσκει συμβιβαστικές λύσεις στο πλαίσιο της επιτροπής εξ ονόματος της πολιτικής ομάδας. Τα ονόματά τους ανακοινώνονται στον πρόεδρο. Η επιτροπή, μετά από πρόταση των εισηγητών, μπορεί ειδικότερα να αποφασίσει να συμπράξει με τους σκιώδεις εισηγητές για την επίτευξη συμφωνίας με το Συμβούλιο σε διαδικασίες συναπόφασης.

Τροπολογία 46

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 184

Τα Συνοπτικά Πρακτικά κάθε συνεδρίασης επιτροπής διανέμονται σε όλα τα μέλη της επιτροπής και υποβάλλονται για έγκριση κατά την αμέσως επομένη συνεδρίαση .

Τα Συνοπτικά Πρακτικά κάθε συνεδρίασης επιτροπής διανέμονται σε όλα τα μέλη της επιτροπής και υποβάλλονται για έγκριση.

Τροπολογία 47

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 186

Τα άρθρα 11, 12, 13, 16, 17, 140, 141, 143, παράγραφος 1, 146, 148, 150 έως 153, 155, 157, παράγραφος 1, 158, 159, 161, 162, 164 έως 167, 170 και 171 εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν στις συνεδριάσεις των επιτροπών

Τα άρθρα 11, 12, 13, 16, 17, 34 έως 41, 140, 141, 143, παράγραφος 1, 146, 148, 150 έως 153, 155, 157, παράγραφος 1, 158, 159, 161, 162, 164 έως 167, 170 και 171 εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν στις συνεδριάσεις των επιτροπών

Τροπολογία 48

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 188 – παράγραφος 6 α (νέα)

 

6α.

Εφόσον θέμα της ημερήσιας διάταξης εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιότητας της αντιπροσωπείας, παρέχεται στον πρόεδρο της αντιπροσωπείας η δυνατότητα να ακουστεί από επιτροπή. Το ίδιο ισχύει για συνεδριάσεις των αντιπροσωπειών όσον αφορά τον πρόεδρο ή εισηγητή της επιτροπής αυτής.

Τροπολογία 49

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 192 – παράγραφος 1 α (νέα)

 

1α.

Όταν η έκθεση αφορά ειδικότερα την εφαρμογή ή ερμηνεία του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή προτάσεις τροποποίησης της ισχύουσας νομοθεσίας, η αρμόδια για το συγκεκριμένο θέμα επιτροπή γνωμοδοτεί σύμφωνα με το άρθρο 46, παράγραφος 1, και το άρθρο 47, πρώτη και δεύτερη περίπτωση. Η αρμόδια επιτροπή κάνει δεκτές χωρίς ψηφοφορία προτάσεις που της διαβίβασε η αρμόδια για το συγκεκριμένο ζήτημα επιτροπή για τμήματα της πρότασης ψηφίσματος που αφορούν την εφαρμογή ή ερμηνεία του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τροποποιήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας. Εάν η αρμόδια επιτροπή δεν αποδέχεται τις προτάσεις αυτές, η γνωμοδοτική επιτροπή μπορεί να τις υποβάλει άμεσα στο Κοινοβούλιο.

Τροπολογία 50

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 204 – στοιχείο γ α (νέο)

 

γα)

κατευθυντήριες γραμμές και κώδικες συμπεριφοράς που έχουν εγκριθεί από τα αρμόδια όργανα του Κοινοβουλίου (παραρτήματα XVI α, XVI β και XVI ε).


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/162


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών όσον αφορά τους κανόνες εμπορίας για το κρέας πουλερικών *

P6_TA(2009)0336

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών όσον αφορά τους κανόνες εμπορίας για το κρέας πουλερικών (COM(2008)0336 – C6-0247/2008 – 2008/0108(CNS))

2010/C 212 E/27

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2008)0336),

έχοντας υπόψη το άρθρο 37 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0247/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0223/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·

3.

καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Τροπολογία 1

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 5

(5)

Η αποκλειστική αναφορά στην επεξεργασία με ψύξη στον ορισμό του «κρέατος πουλερικών» είναι πολύ περιοριστική σε σχέση με την εξέλιξη της τεχνολογίας. Είναι συνεπώς σκόπιμο να προσαρμοστεί ο εν λόγω ορισμός.

Διαγράφεται

Τροπολογία 2

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 6α (νέα)

 

(6α)

Η υποχρεωτική αναγραφή της καταγωγής ή της προέλευσης του κρέατος επιτρέπει στον καταναλωτή να κάνει συνειδητή επιλογή.

Τροπολογία 3

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 6β (νέα)

 

(6β)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται η βέλτιστη ενημέρωση των καταναλωτών, πρέπει να είναι υποχρεωτική η αναγραφή της ημερομηνίας σφαγής του ζώου στη σήμανση όλων των παρασκευασμάτων με βάση κρέας πουλερικών.

Τροπολογία 4

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Παράρτημα – σημείο 2

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007

Παράρτημα XIV μέρος B - τμήμα ΙΙ - σημείο 1

1.

«κρέας πουλερικών»: τα βρώσιμα μέρη εκτρεφόμενων πτηνών του κωδικού ΣΟ 0105.

1.

«κρέας πουλερικών»: κρέας πουλερικών, κατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση, το οποίο δεν έχει υποστεί άλλη επεξεργασία πλην της διαδικασίας ψύχους.

Τροπολογία 5

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Παράρτημα – σημείο 2

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007

Παράρτημα XIV - μέρος Β - τμήμα ΙΙ – σημείο 2

2.

«νωπό κρέας πουλερικών»: κρέας πουλερικών το οποίο δεν έχει ουδέποτε σκληρυνθεί με τη διαδικασία ψύχους πριν διατηρηθεί συνεχώς σε θερμοκρασία όχι χαμηλότερη από - 2°C και όχι υψηλότερη από + 4°C· ωστόσο , τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν διαφορετικές απαιτήσεις θερμοκρασίας για βραχεία περίοδο για τον τεμαχισμό και την αποθήκευση του νωπού κρέατος πουλερικών, που πραγματοποιούνται σε καταστήματα λιανικής πώλησης ή σε εγκαταστάσεις δίπλα στα σημεία πώλησης, όπου ο τεμαχισμός και η αποθήκευση πραγματοποιούνται μόνον για την απευθείας και επιτόπου πώληση στον καταναλωτή,

2.

«νωπό κρέας πουλερικών»: κρέας πουλερικών το οποίο δεν έχει ουδέποτε σκληρυνθεί με τη διαδικασία ψύχους πριν διατηρηθεί συνεχώς σε θερμοκρασία όχι χαμηλότερη από - 2°C και όχι υψηλότερη από + 4°C· ωστόσο, το νωπό κρέας πουλερικών όταν προορίζεται για την παραγωγή παρασκευασμάτων με βάση το κρέας μπορεί να υποβάλλεται σε επεξεργασία σκλήρυνσης σε θερμοκρασία χαμηλότερη από 2°C για βραχεία περίοδο· η αναγραφή της ημερομηνίας σφαγής είναι υποχρεωτική για όλα τα παρασκευάσματα με βάση το κρέας πουλερικών.

Τροπολογία 6

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Παράρτημα – σημείο 3α (νέο)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007

Παράρτημα XIV– μέρος B – τμήμα ΙΙΙα (νέο)

 

3a.

Προστίθεται το ακόλουθο μέρος:

«IIIa.     Υποχρεωτικές πληροφορίες στην ετικέτα

Η ονομασία του τροφίμου στην ετικέτα οιουδήποτε προϊόντος με βάση το κρέας πουλερικών αναφέρει:

α)

οιοδήποτε προστιθέμενο συστατικό ζωικής προέλευσης διαφορετικής από αυτήν του υπολοίπου κρέατος· και

β)

οιαδήποτε προσθήκη ύδατος που υπερβαίνει το 5 % του βάρους του προϊόντος.»

Τροπολογία 7

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Παράρτημα – σημείο 3β (νέο)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007

Παράρτημα XIV– Μέρος B – σημείο ΙΙΙβ (νέο)

 

3β.

Προστίθεται το ακόλουθο μέρος:

«ΙΙΙβ.     Ένδειξη της τιμής

Η τιμή ανά χιλιόγραμμο του προϊόντος βασίζεται μόνο στο καθαρό στραγγισμένο βάρος.»


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/165


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση

P6_TA(2009)0339

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 28 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (COM(2009)0150 – C6-0115/2009 – 2009/2033(ACI))

2010/C 212 E/28

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0150 – C6-0115/2009),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1), και ιδίως το σημείο 28,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (2) (κανονισμός για το ΕΤΠ),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A6-0266/2009),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει κατάλληλα νομοθετικά και δημοσιονομικά μέσα για την παροχή πρόσθετης υποστήριξης στους εργαζόμενους που υφίστανται τις συνέπειες των μειζόνων διαρθρωτικών αλλαγών που συντελούνται στις παγκόσμιες εμπορικές πρακτικές καθώς και για την υποστήριξη της επανένταξής τους στην αγορά εργασίας,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης προς τους εργαζόμενους που απολύονται πρέπει να χαρακτηρίζεται από δυναμισμό και να διατεθεί το συντομότερο δυνατό και με τη μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα, σύμφωνα με την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής που εγκρίθηκε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης συνδιαλλαγής της 17ης Ιουλίου 2008 και συνεκτιμώντας δεόντως τις διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 όσον αφορά την έγκριση αποφάσεων για κινητοποίηση του Ταμείου,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ισπανία ζήτησε υποστήριξη για περιπτώσεις που αφορούν απολύσεις στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας στις αυτόνομες κοινότητες Castilla y Leon και Aragon (3) και ότι πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στον κανονισμό για το ΕΤΠ,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού για το ΕΤΠ προβλέπεται ότι έως και το 0,35 % του ετήσιου ποσού μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων παρακολούθησης, πληροφόρησης, διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης, λογιστικού ελέγχου, γενικού ελέγχου και αξιολόγησης που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του κανονισμού για το ΕΤΠ,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, με βάση αυτό το άρθρο, η Επιτροπή πρότεινε ανάπτυξη του Ταμείου, ούτως ώστε να δημιουργηθεί η ιστοσελίδα του ΕΤΠ, στην οποία παρέχονται πληροφορίες για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση σε όλες τις γλώσσες της ΕΕ, οι οποίες υποστηρίζονται από δημοσιεύσεις, οπτικοακουστικές εφαρμογές και από δίκτυο ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών (4) και ότι το γεγονός αυτό είναι συμβατό με την βούληση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να καταστούν οι δράσεις της ΕΕ πιο γνωστές στους πολίτες,

1.

ζητεί από τα θεσμικά όργανα που συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και εφαρμογής να καταβάλουν τις αναγκαίες προσπάθειες για επιτάχυνση της κινητοποίησης του Ταμείου·

2.

υπενθυμίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίση· σημειώνει εν προκειμένω ότι το Ταμείο μπορεί να διαδραματίσει καίριο ρόλο στην επανένταξη των εργαζομένων που απολύονται στην αγορά εργασίας·

3.

εκφράζει επιδοκιμασία για την πρωτοβουλία της Επιτροπής να προσφέρει στους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μία διαφανή, εύχρηστη και ενημερωμένη ιστοσελίδα·

4.

τονίζει ότι η κινητοποίηση του ΕΤΠ στις πιστώσεις πληρωμών δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο την χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου·

5.

εγκρίνει την απόφαση που επισυνάπτεται στο παρόν ψήφισμα·

6.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την απόφαση μαζί με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου και να μεριμνήσει για τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

7.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα, περιλαμβανομένου του παραρτήματος, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  EE C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(2)  EE L 406, 30.12.2006, σ. 1.

(3)  ΕΤΠ/2008/004 ES/Castilla y Leon και Aragon.

(4)  SEC(2008)2986.


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την κινητοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης σύμφωνα με το σημείο 28 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1), και ιδιαίτερα το σημείο 28,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (2) και συγκεκριμένα το άρθρο 12, παράγραφος 3,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας ότι:

(1)

Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (το «Ταμείο») συστάθηκε για να παράσχει συμπληρωματική στήριξη στους απολυόμενους εργαζόμενους που πλήττονται από τις συνέπειες των μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών στις παγκόσμιες εμπορικές πρακτικές, ώστε να βοηθήσει την επανένταξή τους στην αγορά εργασίας,

(2)

Η διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 επιτρέπει την ενεργοποίηση του Ταμείου εντός του ετήσιου ανώτατου ορίου των 500 εκατομμυρίων ευρώ,

(3)

Η Ισπανία υπέβαλε αίτηση για κινητοποίηση του Ταμείου, με αφορμή τις απολύσεις στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, στις 29 Δεκεμβρίου 2008. Η αίτηση πληροί τις απαιτήσεις που ισχύουν για τον καθορισμό των χρηματοδοτικών συνεισφορών, σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1927/2006. Η Επιτροπή προτείνει συνεπώς τη διάθεση ποσού ύψους 2 694 300 ευρώ,

(4)

Επιπλέον, η Επιτροπή προτείνει διάθεση ποσού ύψους 690 000 ευρώ από το Ταμείο για παροχή τεχνικής υποστήριξης, σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1927/2006,

(5)

Το Ταμείο πρέπει, ως εκ τούτου, να κινητοποιηθεί, προκειμένου να παρασχεθεί χρηματοδοτική συνεισφορά για την αίτηση που υπέβαλε η Ισπανία, καθώς και προκειμένου να αντιμετωπισθεί η ανάγκη τεχνικής υποστήριξης,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κινητοποιείται στο πλαίσιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, με σκοπό να παράσχει το ποσό των 3 384 300 ευρώ σε πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων και πληρωμών.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  EE C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(2)  EE L 406, 30.12.2006, σ. 1.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/168


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Ανάκτηση ατμών βενζίνης κατά τον ανεφοδιασμό μηχανοκίνητων οχημάτων ***I

P6_TA(2009)0341

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη φάση ΙΙ της ανάκτησης ατμών βενζίνης κατά τη διάρκεια του ανεφοδιασμού επιβατικών οχημάτων σε πρατήρια καυσίμων (COM(2008)0812 – C6-0470/2008 – 2008/0229(COD))

2010/C 212 E/29

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0812),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 175 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0470/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0208/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0229

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη φάση ΙΙ της ανάκτησης ατμών βενζίνης κατά τη διάρκεια του ανεφοδιασμού μηχανοκίνητων οχημάτων σε πρατήρια καυσίμων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/126/ΕΚ.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/169


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Εμπόριο προϊόντων φώκιας ***I

P6_TA(2009)0342

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας (COM(2008)0469 – C6-0295/2008 – 2008/0160(COD))

2010/C 212 E/30

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0469),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και τα άρθρα 95 και 133 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0295/2008),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων επί της προταθείσας νομικής βάσης,

έχοντας υπόψη τη δήλωσή του σχετικά με την απαγόρευση προϊόντων φώκιας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (1),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου, με επιστολή της 24ης Απριλίου 2009, να εγκριθεί η πρόταση όπως τροποποιήθηκε, κατά το άρθρο 251, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, πρώτη περίπτωση, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 51 και 35 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A6-0118/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 306 E, 15.12.2006, σ. 194.


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0160

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1007/2009.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/170


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς ***I

P6_TA(2009)0343

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς (COM(2008)0543 – C6-0391/2008 – 2008/0211(COD))

2010/C 212 E/31

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0543),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0391/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0240/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0211

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών ║,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Η καλή διαβίωση των ζώων συνιστά κοινοτική αξία που διαφυλάσσεται στο Πρωτόκολλο για την προστασία και την καλή διαβίωση των ζώων το οποίο έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη.

(2)

Στις 23 Μαρτίου 1998, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 1999/575/ΕΚ για την εκ μέρους της Κοινότητας σύναψη της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των σπονδυλωτών ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπούς (3). Η Κοινότητα, όντας συμβαλλόμενο μέρος αυτής της Σύμβασης, αναγνωρίζει τη σημασία της προστασίας και της καλής μεταχείρισης των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς σε διεθνές επίπεδο.

(3)

Στις 24 Νοεμβρίου 1986, το Συμβούλιο εξέδωσε την οδηγία 86/609/ΕΟΚ (4) με σκοπό την εξάλειψη των διαφορών μεταξύ των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν την προστασία των ζώων τα οποία χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπούς. Από τότε που εκδόθηκε η εν λόγω οδηγία, εμφανίστηκαν περαιτέρω διαφορές μεταξύ των κρατών μελών. Ορισμένα κράτη μέλη θέσπισαν εθνικά εκτελεστικά μέτρα τα οποία εξασφαλίζουν υψηλού επιπέδου προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς, ενώ άλλα εφαρμόζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται στην οδηγία 86/609/ΕΟΚ. Κατά συνέπεια, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομερέστερους κανόνες, ώστε να μειωθούν οι διαφορές αυτές και να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με την έκθεση της ║ 5ης Δεκεμβρίου ║ 2002 για την οδηγία 86/609/ΕΟΚ, κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει ║ πρόταση αναθεώρησης της εν λόγω οδηγίας με πιο αυστηρά και διαφανή μέτρα στον τομέα των πειραμάτων σε ζώα.

(5)

Διατίθενται πλέον νέα επιστημονικά δεδομένα σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν την καλή διαβίωση των ζώων, καθώς και την ικανότητα των ζώων να αισθάνονται και να εκδηλώνουν πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη. Επομένως, είναι απαραίτητη η βελτίωση της μεταχείρισης των ζώων που χρησιμοποιούνται σε επιστημονικές διαδικασίες, θέτοντας αυστηρότερα ελάχιστα πρότυπα για την προστασία των ζώων αυτών σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές εξελίξεις.

(6)

Είναι επιθυμητό να συμπεριληφθούν συγκεκριμένα ασπόνδυλα είδη στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία σχετικά με την πιθανή ικανότητα αυτών των ειδών να βιώνουν πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη.

(7)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να διέπει τα έμβρυα και τις λοιπές εμβρυακές μορφές των σπονδυλωτών ζώων, στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι, κατά το τελευταίο τρίτο της ανάπτυξης αυτών των μορφών, αυξάνεται ο κίνδυνος να βιώσουν πόνο, ταλαιπωρία και αγωνία, γεγονός που μπορεί επίσης να επηρεάσει αρνητικά τη μετέπειτα ανάπτυξή τους. Επίσης, σύμφωνα με τα επιστημονικά στοιχεία, η εφαρμογή επιστημονικών διαδικασιών σε έμβρυα και λοιπές εμβρυακές μορφές ειδών θηλαστικών σε πρώιμο στάδιο της ανάπτυξής τους, μπορεί να προκαλέσει πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη, σε περίπτωση που επιτραπεί στις μορφές αυτές, οι οποίες βρίσκονται ακόμα στην ανάπτυξη, να ζήσουν μετά τα πρώτα δύο τρίτα της ανάπτυξής τους.

(8)

Η χρήση ζώντων ζώων εξακολουθεί να είναι αναγκαία για την προστασία της υγείας ανθρώπων και ζώων καθώς και του περιβάλλοντος , εντός των υφισταμένων επιστημονικών περιορισμών. Η παρούσα οδηγία ωστόσο αποτελεί σημαντικό βήμα για την επίτευξη του στόχου της πλήρους αντικατάστασης των διαδικασιών στις οποίες χρησιμοποιούνται ζώντα ζώα για επιστημονικούς σκοπούς μόλις τούτο καταστεί επιστημονικώς εφικτό. Για το σκοπό αυτό, η οδηγία προσπαθεί να διευκολύνει και να προωθήσει την προαγωγή εναλλακτικών μεθόδων και να εξασφαλίσει υψηλό επίπεδο προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες. Η παρούσα οδηγία επανεξετάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και υπό το πρίσμα της εξέλιξης των επιστημονικών γνώσεων και των μέτρων προστασίας των ζώων.

(9)

Λαμβανομένης υπόψη της επιστημονικής προόδου, τα πειράματα σε ζώα εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό μέσο για να διασφαλισθεί πολύ υψηλό επίπεδο της έρευνας σε θέματα δημόσιας υγείας.

(10)

Η φροντίδα και χρήση ζώντων ζώων για επιστημονικούς σκοπούς διέπεται από τις διεθνώς αναγνωρισμένες αρχές της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης. Για να εξασφαλιστεί ότι οι μέθοδοι εκτροφής, φροντίδας και χρήσης ζώων σε διαδικασίες στην Κοινότητα εναρμονίζονται με αυτές των λοιπών διεθνών και εθνικών προτύπων εκτός της Κοινότητας, οι αρχές της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης θα πρέπει να εξετάζονται συστηματικά κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η Επιτροπή διασφαλίζει υψηλό επίπεδο διαφάνειας όσον αφορά τη χρήση ζώων και ως προς την ενημέρωση του κοινού σχετικά με την εφαρμογή μέτρων προστασίας των ζώων και την πρόοδο που επιτυγχάνεται για την αντικατάσταση των μεθόδων στις οποίες χρησιμοποιούνται ζώα.

(11)

Τα ζώα έχουν εγγενή αξία από μόνα τους, η οποία πρέπει να είναι σεβαστή. Επίσης, η κοινή γνώμη εκφράζει ορισμένους ηθικούς προβληματισμούς σχετικά με τη χρήση ζώων σε διαδικασίες. Επομένως, τα ζώα πρέπει πάντοτε να αντιμετωπίζονται ως ευαίσθητα όντα και η χρήση τους σε επιστημονικές διαδικασίες να περιορίζεται στους τομείς οι οποίοι προάγουν την επιστήμη και τις βασικές γνώσεις, δεδομένου ότι τούτο μπορεί τελικά να αποφέρει οφέλη, επί παραδείγματι, για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων ή το περιβάλλον. Για το λόγο αυτό, η περίπτωση χρήσης ζώων σε επιστημονικές διαδικασίες πρέπει να εξετάζεται μόνο όταν δεν υπάρχει εναλλακτική μέθοδος χωρίς τη χρήση ζώων. Η χρήση ζώων σε επιστημονικές διαδικασίες που εντάσσονται σε άλλους τομείς κοινοτικής αρμοδιότητας πρέπει να απαγορευθεί.

(12)

Οι αρχές της αντικατάστασης, της μείωσης και της βελτίωσης πρέπει να υλοποιηθούν μέσω αυστηρής ιεράρχησης των απαιτήσεων για τη χρήση εναλλακτικών μεθόδων. Σε περίπτωση που η κοινοτική νομοθεσία δεν αναγνωρίζει καμία εναλλακτική μέθοδο, ο αριθμός των ζώων μπορεί να μειωθεί με τη χρήση άλλων μεθόδων οι οποίες είναι εύλογα και πρακτικά διαθέσιμες, καθώς και με την υλοποίηση στρατηγικών αναφορικά με τις δοκιμές, όπως η χρήση μεθόδων in vitro και άλλων μεθόδων που μειώνουν και βελτιώνουν τη χρήση ζώων.

(13)

Σύμφωνα με τους στόχους της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 23ης Ιανουαρίου 2006, προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο «για ένα κοινοτικό σχέδιο δράσης για την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων 2006-2010», η Επιτροπή θα πρέπει να καταβάλει προσπάθειες για την προαγωγή της καλής μεταχείρισης των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς διεθνώς, και ειδικότερα για την προαγωγή της αντικατάστασης, της μείωσης και της βελτίωσης των πειραμάτων σε ζώα μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων και επιδιώκοντας την προσθήκη προτύπων καλής μεταχείρισης των ζώων στα κριτήρια βάσει των οποίων εκτιμάται η συμμόρφωση με την «ορθή εργαστηριακή πρακτική».

(14)

Η επιλογή των μεθόδων και των ειδών που θα χρησιμοποιηθούν έχει άμεση επίπτωση τόσο στον αριθμό των ζώων που θα χρησιμοποιηθούν όσο και στην καλή διαβίωσή τους. Συνεπώς, η επιλογή των μεθόδων πρέπει να διασφαλίζει ότι επιλέγεται η μέθοδος που μπορεί να παρέχει τα πλέον κατάλληλα αποτελέσματα και που έχει τις περισσότερες πιθανότητες να προκαλέσει τον ελάχιστον πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία. Οι εν λόγω επιλεγμένες μέθοδοι πρέπει να χρησιμοποιούν τον ελάχιστον αριθμό ζώων που απαιτείται για να παραχθούν ▐ αξιόπιστα αποτελέσματα, καθώς και να επιλέγουν τα είδη με τη χαμηλότερη νευροφυσιολογική ευαισθησία και που προσφέρονται περισσότερο για την παρεκβολή των αποτελεσμάτων στα είδη στόχους.

(15)

Οι επιλεγμένες μέθοδοι πρέπει να αποφεύγουν, κατά το δυνατόν, τον θάνατο ως καταληκτικό σημείο της διαδικασίας επειδή το ζώο βιώνει υπερβολικό πόνο λόγω του επικείμενου θανάτου. Όπου είναι δυνατόν, πρέπει να υποκαθίσταται από ένα λιγότερο βάναυσο καταληκτικό σημείο, το οποίο βασίζεται στις κλινικές ενδείξεις που προσδιορίζουν τον επικείμενο θάνατο, επιτρέποντας τη θανάτωση του ζώου με μια μη βάναυση μέθοδο και χωρίς περαιτέρω πόνο.

(16)

Η χρήση ακατάλληλων μεθόδων θανάτωσης ενός ζώου μπορεί να του προκαλέσει μεγάλο πόνο, ταλαιπωρία και αγωνία. Ο βαθμός επάρκειας του ατόμου που εκτελεί αυτή τη διαδικασία είναι εξίσου σημαντικός. Επομένως, τα ζώα θα πρέπει να θανατώνονται μόνο από εκπαιδευμένο και εξουσιοδοτημένο άτομο και με μη βάναυση μέθοδο κατάλληλη για το είδος τους.

(17)

Είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι η χρήση ζώων σε διαδικασίες δεν συνιστά απειλή για τη βιοποικιλότητα. Ως εκ τούτου, η χρήση ζώων που απειλούνται με εξαφάνιση σε διαδικασίες πρέπει να περιοριστεί στο απόλυτο ελάχιστο έτσι ώστε να καλύπτει τις βασικές ανάγκες της βιοϊατρικής αλλά και την έρευνα που αποσκοπεί στην προστασία των ειδών αυτών.

(18)

Με βάση τις τρέχουσες επιστημονικές γνώσεις, η χρήση πρωτευόντων πλην του ανθρώπου σε επιστημονικές διαδικασίες εξακολουθεί να είναι απαραίτητη στον τομέα της βιοϊατρικής έρευνας. Λόγω της γενετικής τους ομοιότητας με τον άνθρωπο και τις ιδιαίτερα ανεπτυγμένες κοινωνικές ικανότητές τους, η χρήση των πρωτευόντων πλην του ανθρώπου σε επιστημονικές διαδικασίες θέτει συγκεκριμένα ηθικά και πρακτικά προβλήματα όσον αφορά την κάλυψη των αναγκών τους σε σχέση με τη συμπεριφορά και το περιβάλλον τους, καθώς και την κοινωνία, σε ένα εργαστηριακό περιβάλλον. Επιπλέον, η χρήση πρωτευόντων πλην του ανθρώπου είναι ένα ζήτημα μεγίστης σημασίας για την κοινή γνώμη. Επομένως, η χρήση πρωτευόντων πλην του ανθρώπου θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε εκείνους τους τομείς της βιοϊατρικής που είναι καθοριστικής σημασίας για τον άνθρωπο και για τους οποίους δεν υπάρχουν ακόμα άλλες εναλλακτικές μέθοδοι, ▐ ή ▐ για την προστασία των αντίστοιχων ειδών πρωτευόντων πλην του ανθρώπου. Από τη βασική έρευνα που διεξάγεται σε διάφορα πεδία των βιοϊατρικών επιστημών μπορούν να προκύψουν , σε κάποιο μελλοντικό στάδιο, νέα σημαντικά στοιχεία για πολλές παθήσεις που απειλούν τη ζωή του ανθρώπου ή προκαλούν σοβαρή αναπηρία. ▐

(19)

Η χρήση ανθρωποειδών πιθήκων, επειδή είναι τα πλησιέστερα είδη στον άνθρωπο με τις πλέον εξελιγμένες κοινωνικές ικανότητες και συμπεριφορά, πρέπει να επιτρέπεται μόνο στην έρευνα που αποσκοπεί στην προστασία των εν λόγω ειδών, όταν επιβάλλεται η λήψη μέτρων σε σχέση με πάθηση που απειλεί τη ζωή του ανθρώπου ή προκαλεί αναπηρία και εφόσον κανένα άλλο είδος ή καμία εναλλακτική μέθοδος δεν είναι κατάλληλα για τους σκοπούς της διαδικασίας. Το κράτος μέλος που επικαλείται την ανάγκη αυτή πρέπει να διαβιβάσει τα αναγκαία στοιχεία για να ληφθεί απόφαση από την Επιτροπή.

(20)

▐ Για να σταματήσει σταδιακά η αιχμαλωσία ζώων από το φυσικό περιβάλλον με σκοπό την εκτροφή τους, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό ενδελεχής επιστημονική μελέτη της σκοπιμότητας περιορισμού των χρησιμοποιούμενων ζώων σε ζώα προερχόμενα από αυτοδύναμες αποικίες εκτροφής. Επομένως, η εκτροφή και η προμήθεια πρωτευόντων πλην του ανθρώπου πρέπει να ακολουθεί μια στρατηγική με σκοπό την υποστήριξη και διευκόλυνση της προοδευτικής επίτευξης αυτού του στόχου.

(21)

Ορισμένα είδη σπονδυλωτών ζώων που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες είναι απαραίτητο να εκτρέφονται ειδικά για το σκοπό αυτό, έτσι ώστε το γενετικό και βιολογικό τους ιστορικό καθώς και η συμπεριφορά τους να είναι γνωστά στα άτομα που αναλαμβάνουν τις διαδικασίες. Αυτή η γνώση αυξάνει την επιστημονική ποιότητα και αξιοπιστία των αποτελεσμάτων και, επίσης, μειώνει τις διακυμάνσεις τους, οδηγώντας τελικά στην εκτέλεση λιγότερων διαδικασιών και στη μειωμένη χρήση ζώων. Επιπλέον, για λόγους καλής μεταχείρισης και προστασίας των ζώων, η χρήση ζώων από το φυσικό περιβάλλον σε διαδικασίες πρέπει να περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου ο σκοπός των διαδικασιών δεν μπορεί να επιτευχθεί χρησιμοποιώντας ζώα που έχουν εκτραφεί αποκλειστικά για χρήση σε αυτές.

(22)

Δεδομένου ότι το ιστορικό των αδέσποτων και άγριων κατοικίδιων ζώων δεν είναι γνωστό, καθώς και ότι η αιχμαλωσία και ο εγκλεισμός τους σε εγκαταστάσεις αυξάνουν την αγωνία τους, αυτά τα ζώα δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες.

(23)

Για την ενίσχυση της διαφάνειας, τη διευκόλυνση της αδειοδότησης του έργου και την παροχή κατάλληλων μέσων για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης, πρέπει να θεσπιστεί κατάταξη της δριμύτητας των διαδικασιών με βάση το εκτιμώμενο επίπεδο πόνου, ταλαιπωρίας, αγωνίας και μόνιμης βλάβης που υφίστανται τα ζώα. ▐

(24)

Από δεοντολογικής απόψεως, επιβάλλεται να οριστεί ένα ανώτατο όριο πόνου, ταλαιπωρίας και αγωνίας, πέρα από το οποίο τα ζώα δεν θα πρέπει ▐ να υποβάλλονται σε επιστημονικές διαδικασίες. Για το σκοπό αυτό, δεν πρέπει κατά κανόνα να επιτρέπεται η εκτέλεση διαδικασιών που οδηγούν σε μεγάλο και ενδεχομένως παρατεταμένο πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία. Κατά την κατάρτιση κοινού μορφοτύπου για την υποβολή εκθέσεων, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πραγματική δριμύτητα των εμπειριών του ζώου και όχι η εκτιμώμενη κατά τη δεοντολογική αξιολόγηση δριμύτητα.

(25)

Ο αριθμός των ζώων που χρησιμοποιούνται σε επιστημονικές διαδικασίες μπορεί να μειωθεί με την εκτέλεση διαδικασιών περισσότερες από μία φορές στα ίδια ζώα, εφόσον αυτή η τακτική δεν συνιστά απόκλιση από τον επιστημονικό στόχο ή δεν οδηγεί σε κακή μεταχείριση του ζώου. Ωστόσο, η επανάχρηση ζώων πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την ελαχιστοποίηση τυχόν αρνητικών επιπτώσεων στην καλή διαβίωσή τους, λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική εμπειρία ζωής του εκάστοτε ζώου. Εξαιτίας αυτής της πιθανής σύγκρουσης, η επανάχρηση ζώων πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση και να περιορίζεται μόνο στις διαδικασίες εκείνες όπου ο πόνος, η ταλαιπωρία και η αγωνία που σωρεύονται αιτιολογούνται από δεοντολογικής πλευράς .

(26)

Στο τέλος εξουσιοδοτημένης επιστημονικής διαδικασίας πρέπει να λαμβάνεται η πιο κατάλληλη απόφαση για το μέλλον του ζώου με βάση την καλή διαβίωσή του και τους πιθανούς κινδύνους για το περιβάλλον. Τα ζώα των οποίων διακυβεύεται η ευζωία πρέπει να θανατώνονται χρησιμοποιώντας μια μη βάναυση μέθοδο. Σε μερικές περιπτώσεις, τα ζώα θα πρέπει να αφήνονται ελεύθερα ή κάποια ζώα, όπως σκύλοι και γάτες, πρέπει να μπορούν να επαναπατριστούν σε οικογένειες, δεδομένου ότι το επίπεδο ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης σχετικά με την κατάληξη αυτών των ζώων είναι ιδιαίτερα υψηλό. Σε περίπτωση που οι εγκαταστάσεις επιτρέπουν τον επαναπατρισμό, είναι βασικό να εφαρμόζεται κάποιο σχέδιο που να παρέχει την κατάλληλη κοινωνικοποίηση των ζώων αυτών προκειμένου να προωθείται ο επιτυχημένος επαναπατρισμός τους, να αποφεύγεται η τυχόν περιττή αγωνία τους και να προστατεύεται η δημόσια ασφάλεια.

(27)

Για την ανάπτυξη μεθόδων in vitro χρησιμοποιούνται ζωικοί ιστοί και όργανα. Για την εφαρμογή της αρχής της μείωσης, είναι επιθυμητό τα κράτη μέλη ║ να θεσπίσουν προγράμματα για την κοινή χρήση οργάνων και ιστών των ζώων που θανατώνονται με μη βάναυσες μεθόδους.

(28)

Η καλή μεταχείριση των ζώων που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα και την επαγγελματική επάρκεια τόσο του προσωπικού που επιβλέπει όσο και εκείνου που εκτελεί τις διαδικασίες ή που επιβλέπει τα άτομα τα οποία φροντίζουν τα ζώα σε καθημερινή βάση. Για να διασφαλίζεται ικανοποιητικός βαθμός επάρκειας των ατόμων που διαχειρίζονται τόσο τα ζώα όσο και τις διαδικασίες όπου χρησιμοποιούνται ζώα, οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να εκτελούνται μόνο σε εγκαταστάσεις και από άτομα που διαθέτουν σχετική άδεια από τις αρμόδιες αρχές. Το κύριο ενδιαφέρον πρέπει να εστιάζεται στην επίτευξη και διατήρηση ενός ικανοποιητικού βαθμού επάρκειας, ο οποίος πρέπει να αποδεικνύεται πριν από τη χορήγηση ή την ανανέωση της σχετικής άδειας στα εν λόγω άτομα. Η άδεια που χορηγείται από την αρμόδια αρχή και το έγγραφο που αποδεικνύει την επιτυχή ολοκλήρωση σχετικού κύκλου κατάρτισης αναγνωρίζονται αμοιβαία από όλα τα κράτη μέλη.

(29)

Οι εγκαταστάσεις θα πρέπει να διαθέτουν επαρκείς χώρους και εξοπλισμό για να καλύψουν τις απαιτήσεις παροχής στέγης των ζωικών ειδών που χρησιμοποιούνται καθώς και για να επιτρέπουν την αποτελεσματική εκτέλεση των διαδικασιών, με τρόπο που να προκαλεί τη μικρότερη δυνατή αγωνία στα ζώα , τόσο σε εκείνα τα οποία χρησιμοποιούνται στις διαδικασίες όσο και στα ζώα συντροφιάς Ο ι εγκαταστάσεις πρέπει να λειτουργούν μόνο εφόσον διαθέτουν σχετική άδεια από τις αρμόδιες αρχές.

(30)

Για να διασφαλίζεται η συνεχής παρακολούθηση των αναγκών καλής διαβίωσης των ζώων, πρέπει να διατίθεται ανά πάσα στιγμή η κατάλληλη κτηνιατρική υποστήριξη. Επίσης, σε κάθε εγκατάσταση, η φροντίδα και καλή μεταχείριση των ζώων πρέπει να ανατίθεται σε ένα συγκεκριμένο μέλος του προσωπικού.

(31)

Θα πρέπει να αποδίδεται η μεγαλύτερη δυνατή προτεραιότητα στην καλή μεταχείριση των ζώων, στο πλαίσιο της συντήρησης, εκτροφής και χρήσης των ζώων. Συνεπώς, κάθε εγκατάσταση πρέπει να συστήσει ένα μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου, με κύριο καθήκον τη διαχείριση των ηθικών θεμάτων σε επίπεδο εγκατάστασης, την καλλιέργεια ενός κλίματος φροντίδας και παροχής κατάλληλων μέσων για την πρακτική εφαρμογή και έγκαιρη υλοποίηση των πρόσφατων τεχνικών και επιστημονικών εξελίξεων σχετικών με τις αρχές της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης, με σκοπό την καλύτερη συνολική εμπειρία ζωής των ζώων. Οι αποφάσεις του μόνιμου οργάνου δεοντολογικού ελέγχου πρέπει να είναι ορθά τεκμηριωμένες και ανοιχτές σε έλεγχο κατά τη διάρκεια επιθεωρήσεων.

(32)

Για να μπορούν οι αρμόδιες αρχές να παρακολουθούν τη συμμόρφωση των εγκαταστάσεων με την παρούσα οδηγία, κάθε εγκατάσταση πρέπει , στο μέτρο του δυνατού, να τηρεί ακριβή αρχεία σχετικά με τον αριθμό, την καταγωγή και την κατάληξη των ζώων.

(33)

Τα πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου με ιδιαίτερα ανεπτυγμένες κοινωνικές ικανότητες , καθώς και οι σκύλοι και οι γάτες, πρέπει να συνοδεύονται από προσωπικό ιστορικό που να καλύπτει ολόκληρη τη διάρκεια ζωής τους από την περίοδο της γέννησης, για να μπορούν να απολαμβάνουν τη φροντίδα, παροχή στέγης και μεταχείριση που ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες ανάγκες και χαρακτηριστικά τους.

(34)

Η παροχή στέγης και φροντίδα των ζώων πρέπει να βασίζεται στις ιδιαίτερες ανάγκες και χαρακτηριστικά κάθε είδους.

(35)

Στις 15 Ιουνίου 2006, η τέταρτη πολυμερής διαβούλευση των συμβαλλομένων μερών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των σπονδυλωτών ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπούς ενέκρινε ένα αναθεωρημένο Προσάρτημα Α το οποίο ορίζει κατευθυντήριες γραμμές για την παροχή στέγης και φροντίδα των ζώων που χρησιμοποιούνται σε πειράματα. Η σύσταση της Επιτροπής 2007/526/ΕΚ της 18ης Ιουνίου 2007 σχετικά με τη χάραξη κατευθύνσεων για την παροχή στέγης και φροντίδας στα ζώα που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπούς (5) ενσωμάτωσε αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές.

(36)

Παρατηρούνται διαφορές ανάμεσα στα κράτη μέλη όσον αφορά τις απαιτήσεις παροχής στέγης και φροντίδας των ζώων, οι οποίες συμβάλλουν στη στρέβλωση της εσωτερικής αγοράς. Επιπλέον, μερικές από αυτές τις απαιτήσεις δεν αντανακλούν πλέον τις πιο πρόσφατες γνώσεις σχετικά με τις επιπτώσεις των συνθηκών παροχής στέγης και φροντίδας τόσο στην καλή διαβίωση των ζώων όσο και στα επιστημονικά αποτελέσματα των διαδικασιών. Επομένως, είναι απαραίτητο να οριστούν, στην παρούσα οδηγία, οι ελάχιστες απαιτήσεις παροχής στέγης και φροντίδας με την επιφύλαξη πάντοτε των εξελίξεων που βασίζονται σε νέα επιστημονικά δεδομένα .

(37)

Για να είναι δυνατή η παρακολούθηση της συμμόρφωσης με την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη πρέπει να διενεργούν τουλάχιστον μία επιθεώρηση ετησίως σε κάθε εγκατάσταση. Για να διασφαλιστεί η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης και να προαχθεί η διαφάνεια, μία τουλάχιστον επιθεώρηση ║ πρέπει να είναι αιφνιδιαστική. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν προγράμματα κοινών επιθεωρήσεων, προκειμένου να καλλιεργηθεί ║ περιβάλλον που ευνοεί την ανταλλαγή ορθών πρακτικών και εμπειρίας.

(38)

Για να βοηθήσει τα κράτη μέλη στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, και με βάση τα πορίσματα που αναφέρονται στις εκθέσεις σχετικά με την εκτέλεση των εθνικών επιθεωρήσεων, η Επιτροπή πρέπει, όπου συντρέχει περίπτωση, να διενεργεί ελέγχους των συστημάτων εθνικών επιθεωρήσεων. Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν ελλείψεων που θα αναφέρονται στα πορίσματα των εν λόγω ελέγχων.

(39)

Η πλήρης δεοντολογική αξιολόγηση των έργων που χρησιμοποιούν ζώα, η οποία είναι το βασικό κριτήριο για την αδειοδότηση έργων, πρέπει να διασφαλίζει την υλοποίηση των αρχών της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης στα εν λόγω έργα.

(40)

Είναι επίσης σημαντικό να διασφαλιστεί, τόσο από ηθική όσο και από επιστημονική σκοπιά, ότι κάθε χρήση ζώων αξιολογείται προσεκτικά με κριτήριο την επιστημονική εγκυρότητα, χρησιμότητα και συνάφεια ▐ της εν λόγω χρήσης. Η βλάβη που ενδέχεται να προκληθεί στα ζώα πρέπει να συγκρίνεται με τα αναμενόμενα οφέλη του έργου. Συνεπώς, στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης έργων που περιλαμβάνουν τη χρήση ζώντων ζώων, πρέπει να διενεργείται ▐ δεοντολογική αξιολόγηση ανεξάρτητα από τα υπεύθυνα για τη μελέτη πρόσωπα . Η αποτελεσματική υλοποίηση μιας δεοντολογικής αξιολόγησης πρέπει να επιτρέπει την κατάλληλη εκτίμηση της χρήσης οποιονδήποτε νέων επιστημονικών πειραματικών τεχνικών που μπορεί να ανακαλυφθούν.

(41)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, λόγω της φύσης του έργου, του τύπου των ειδών που χρησιμοποιούνται και της πιθανότητας επίτευξης των επιθυμητών στόχων του έργου, είναι ενδεχομένως απαραίτητο να διενεργείται αναδρομική εκτίμηση. Δεδομένου ότι τα έργα μπορεί να διαφοροποιούνται σημαντικά όσον αφορά την πολυπλοκότητα και τη διάρκειά τους, καθώς και την αναμονή για την παραλαβή των αποτελεσμάτων, η απόφαση σχετικά με τη διενέργεια ή όχι αναδρομικής εκτίμησης πρέπει να λαμβάνει πλήρως υπόψη αυτές τις πτυχές.

(42)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ενημέρωση του κοινού, είναι σημαντικό να διατίθενται δημοσίως αντικειμενικές πληροφορίες σχετικά με τα έργα που χρησιμοποιούν ζώντα ζώα. Η μορφή αυτών των πληροφοριών πρέπει να είναι τέτοια ώστε να μην παραβιάζει τα δικαιώματα κυριότητας ούτε να αποκαλύπτει εμπιστευτικές πληροφορίες. Ως εκ τούτου, οι εγκαταστάσεις πειραματισμού πρέπει να παρέχουν στην αρμόδια αρχή δεδομένα, τα οποία μπορεί να είναι ποιοτικά ή ποσοτικά, σχετικά με τη χρήση των ζώντων ζώων και να τα δημοσιοποιούν .

(43)

Όσον αφορά τη διαχείριση των κινδύνων που απειλούν την υγεία ανθρώπων και ζώων, καθώς και το περιβάλλον, η κοινοτική νομοθεσία ορίζει ότι η διάθεση ουσιών και προϊόντων στην αγορά πραγματοποιείται μόνο μετά την υποβολή των κατάλληλων δεδομένων ασφάλειας και αποτελεσματικότητας. Ορισμένες από αυτές τις απαιτήσεις μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο με την πραγματοποίηση δοκιμών σε ζώα, οι οποίες εφεξής θα αναφέρονται ως «δοκιμές κανονιστικού χαρακτήρα». Είναι απαραίτητο να ληφθούν ειδικά μέτρα για την αύξηση της χρήσης εναλλακτικών προσεγγίσεων και την εξάλειψη της περιττής επανάληψης δοκιμών κανονιστικού χαρακτήρα. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει να αναγνωρίζουν την εγκυρότητα των δεδομένων των δοκιμών τα οποία προκύπτουν με τις μεθόδους δοκιμών που ορίζονται στην κοινοτική νομοθεσία.

(44)

Για να μειωθεί ο περιττός διοικητικός φόρτος εργασίας και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της κοινοτικής έρευνας και βιομηχανίας, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα ομαδικής αδειοδότησης πολλαπλών διαδικασιών δοκιμών κανονιστικού χαρακτήρα, χωρίς όμως να εξαιρούνται αυτές οι διαδικασίες από τη δεοντολογική αξιολόγηση.

(45)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εξέταση των αιτήσεων αδειοδότησης και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της κοινοτικής έρευνας και βιομηχανίας, πρέπει να οριστεί ένα χρονικό περιθώριο εντός του οποίου οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αξιολογούν τις προτάσεις των έργων και να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με την αδειοδότηση των εν λόγω έργων. Για να μην διακυβεύεται η ποιότητα της δεοντολογικής αξιολόγησης, μπορεί να απαιτηθεί πρόσθετος χρόνος για τις προτάσεις των πιο σύνθετων έργων, λόγω του πλήθους των εμπλεκόμενων ειδικοτήτων, των καινοτόμων χαρακτηριστικών και των πιο σύνθετων τεχνικών που εφαρμόζονται στα προτεινόμενα έργα. Ωστόσο, η παράταση των προθεσμιών για τη δεοντολογική αξιολόγηση πρέπει να αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα.

(46)

Η διαθεσιμότητα εναλλακτικών μεθόδων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην έρευνα με αντικείμενο την ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων. Τα κοινοτικά προγράμματα πλαίσια έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης παρέχουν πρόσθετη χρηματοδότηση για τα έργα που αποσκοπούν στην αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση της χρήσης ζώων σε διαδικασίες. Επομένως, για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της κοινοτικής έρευνας και βιομηχανίας, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να συμβάλουν στην ανάπτυξη και επικύρωση εναλλακτικών προσεγγίσεων.

(47)

Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Επικύρωσης Εναλλακτικών Μεθόδων ιδρύθηκε στους κόλπους του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Επιτροπής και συντονίζει την επικύρωση εναλλακτικών προσεγγίσεων στην Κοινότητα. Ωστόσο, διαπιστώνεται μια ολοένα και μεγαλύτερη ανάγκη για την ανάπτυξη νέων μεθόδων και για την υποβολή τους προς επικύρωση. Για να καταστούν διαθέσιμοι οι απαραίτητοι μηχανισμοί σε επίπεδο κρατών μελών, κάθε κράτος μέλος πρέπει να ορίσει ένα εργαστήριο αναφοράς για την επικύρωση εναλλακτικών μεθόδων. Τα κράτη μέλη πρέπει να ορίσουν εργαστήρια αναφοράς που είναι διαπιστευμένα σύμφωνα με την οδηγία 2004/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2004 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής και τον έλεγχο της εφαρμογής τους κατά τις δοκιμές των χημικών ουσιών (6), για να διασφαλίζεται η συνεκτική και συγκρίσιμη ποιότητα των αποτελεσμάτων. Επιπλέον, η αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Επικύρωσης Εναλλακτικών Μεθόδων πρέπει να επεκταθεί ώστε να περιλάβει το συντονισμό και την προώθηση της ανάπτυξης και χρήσης εναλλακτικών μεθόδων αντί των πειραμάτων σε ζώα.

(48)

Διαπιστώνεται η ανάγκη να διασφαλιστεί μια συνεκτική προσέγγιση ως προς τις στρατηγικές δεοντολογικής αξιολόγησης και δεοντολογικού ελέγχου σε εθνικό επίπεδο. Τα κράτη μέλη πρέπει να συστήσουν εθνικές επιτροπές δεοντολογίας και καλής μεταχείρισης των ζώων, οι οποίες θα παρέχουν συμβουλές στις αρμόδιες αρχές, καθώς και μόνιμα όργανα δεοντολογικού ελέγχου των εγκαταστάσεων, προκειμένου να προαγάγουν τις αρχές της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης. Επομένως, το δίκτυο των εθνικών επιτροπών δεοντολογίας και καλής μεταχείρισης των ζώων θα πρέπει να συμμετέχει στην ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σε κοινοτικό επίπεδο.

(49)

Οι τεχνικές και επιστημονικές εξελίξεις στη βιοϊατρική έρευνα μπορεί να είναι πολύ γρήγορες, όπως και οι εξελίξεις στις γνώσεις σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν την καλή διαβίωση των ζώων. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί η επανεξέταση της παρούσας οδηγίας. Η εν λόγω επανεξέταση , η οποία βασίζεται στα αποτελέσματα των επιστημονικών μελετών που έχουν αξιολογηθεί από ομοτίμους του κλάδου, πρέπει να εξετάζει, κατά προτεραιότητα όπου είναι δυνατό, το ενδεχόμενο αντικατάστασης της χρήσης ζώων, ιδιαίτερα των πρωτευόντων πλην του ανθρώπου, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο της επιστήμης.

(50)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (7).

(51)

Συγκεκριμένα, πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να ορίζει τα κριτήρια για την κατάταξη των διαδικασιών και για την προσαρμογή των Παραρτημάτων II έως IX στις επιστημονικές και τεχνικές εξελίξεις. Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής φύσεως και έχουν σχεδιαστεί για να τροποποιήσουν μη ουσιώδη στοιχεία της παρούσας οδηγίας, συμπληρώνοντάς την, μεταξύ άλλων, με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, τα μέτρα πρέπει να υιοθετηθούν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(52)

Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις ρήτρες που θα επιβάλλονται σε περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι εν λόγω ρήτρες πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(53)

Επομένως, η οδηγία 86/609/ΕΟΚ πρέπει να καταργηθεί.

(54)

Τα οφέλη για την καλή διαβίωση των ζώων από την αναδρομική εφαρμογή της αδειοδότησης έργων και οι αντίστοιχες διοικητικές δαπάνες δύνανται να αιτιολογηθούν μόνο για συνεχιζόμενα μακροπρόθεσμα έργα. Επομένως, κρίνεται απαραίτητο να συμπεριληφθούν μεταβατικά μέτρα για τα συνεχιζόμενα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα έργα, ώστε να μην υπάρχει ανάγκη αναδρομικής αδειοδότησης, της οποίας τα οφέλη είναι περιορισμένα.

(55)

Επειδή οι σκοποί της παρούσας οδηγίας, και ειδικότερα η εναρμόνιση της νομοθεσίας σχετικά με τη χρήση ζώων για επιστημονικούς σκοπούς, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, ως εκ τούτου, είναι δυνατό να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, η Κοινότητα δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει μέτρα για την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για επιστημονικούς σκοπούς.

Για το σκοπό αυτό, θεσπίζει κανόνες σχετικά με τα ακόλουθα:

║ 1)

την αντικατάσταση και μείωση της χρήσης ζώων σε διαδικασίες και τη βελτίωση της εκτροφής, παροχής στέγης, φροντίδας και χρήσης ζώων σε διαδικασίες,

║ 2)

την καταγωγή, εκτροφή, σήμανση των ζώων και την παροχή στέγης σ' αυτά,

║ 3)

τη λειτουργία εγκαταστάσεων εκτροφής, προμήθειας ή πειραματισμού,

║ 4)

την αξιολόγηση και αδειοδότηση έργων που περιλαμβάνουν τη χρήση ζώων σε διαδικασίες.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στη στέγαση και την εκτροφή ζώων όπου ζώντα ζώα χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν σε διαδικασίες, ή στις περιπτώσεις όπου εκτρέφονται ειδικά για να χρησιμοποιηθούν τα όργανα ή οι ιστοί τους για επιστημονικούς σκοπούς και καλύπτει όλες τις χρήσεις ζώων σε διαδικασίες που ενδέχεται να τους προξενήσουν πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη .

Σε οιαδήποτε περίπτωση πόνου, ταλαιπωρίας, αγωνίας ή μόνιμης βλάβης, η εξάλειψή τους με την αποτελεσματική χρήση αναισθητικών, αναλγητικών ή άλλων μεθόδων δεν συνεπάγεται την εξαίρεση της χρήσης ζώου σε διαδικασίες από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα ακόλουθα ζώα:

α)

ζώντα σπονδυλωτά ζώα πλην του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων των προνυμφών που τρέφονται ανεξάρτητα, των εμβρύων και των λοιπών εμβρυακών μορφών ειδών θηλαστικών από το τελευταίο τρίτο της φυσιολογικής τους ανάπτυξης,

β)

ζώντα ασπόνδυλα ζώα ▐ τα οποία ανήκουν στα είδη των τάξεων που παρατίθενται στο παράρτημα I.

3.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε ζώα που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες, τα οποία βρίσκονται σε προγενέστερο στάδιο ανάπτυξης από αυτό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), σε περίπτωση που επιτραπεί στο ζώο να ζήσει μετά από αυτό το στάδιο της ανάπτυξής του και αν το ζώο είναι πιθανό να βιώσει πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη αφού φτάσει σε αυτό το στάδιο ανάπτυξης.

4.    Εκτός των γενικών ελέγχων στις εγκαταστάσεις εκτροφής, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

μη πειραματικές, γεωργικές ή κλινικές κτηνιατρικές πρακτικές και δοκιμές,

β)

πρακτικές που ακολουθούνται για σκοπούς αναγνωρισμένης ζωικής παραγωγής,

γ)

πρακτικές που ακολουθούνται με κύριο σκοπό τη σήμανση ενός ζώου,

δ)

▐ πρακτικές που δεν προκαλούν πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη .

5.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 1976 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (8).

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως:

║ 1)   «διαδικασία»: κάθε χρήση ζώου για πειραματικούς ή άλλους επιστημονικούς σκοπούς, με γνωστά ή άγνωστα αποτελέσματα, η οποία μπορεί να προκαλέσει ή να μην προκαλέσει πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη στο ζώο, και περιλαμβάνει κάθε δράση με σκοπό ή πιθανότητα να οδηγήσει στη γέννηση ζώου υπό τις συνθήκες αυτές ή στη δημιουργία νέας γενετικά τροποποιημένης κατηγορίας ζώων,

║ 2)   «έργο»: ένα πρόγραμμα εργασίας που έχει καθορισμένο επιστημονικό σκοπό και περιλαμβάνει μία ή περισσότερες διαδικασίες,

║ 3)   «εγκαταστάσεις»: κάθε εγκατάσταση, κτίριο, κτιριακό συγκρότημα ή άλλο οίκημα, που μπορεί να περιλαμβάνει χώρο που δεν είναι απόλυτα περιφραγμένος ή στεγασμένος καθώς και κινητές εσωτερικές εγκαταστάσεις,

║ 4)   «εγκαταστάσεις εκτροφής»: εγκαταστάσεις όπου εκτρέφονται ζώα προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε διαδικασίες ή για τη χρήση των ιστών ή οργάνων τους για επιστημονικούς σκοπούς,

║ 5)   «εγκαταστάσεις προμήθειας»: εγκαταστάσεις, εκτός των εγκαταστάσεων εκτροφής, από τις οποίες γίνεται προμήθεια ζώων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε διαδικασίες ή για τη χρήση των ιστών ή οργάνων τους για επιστημονικούς σκοπούς,

║ 6)   «εγκαταστάσεις πειραματισμού»: εγκαταστάσεις όπου χρησιμοποιούνται ζώα σε διαδικασίες ,

7)    «αρμόδια αρχή»:

η αρχή ή οι αρχές που ορίζει κάθε κράτος μέλος ως υπεύθυνη ή υπεύθυνες για την εποπτεία της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας,

8)    «δεοντολογική προσέγγιση»:

η προσέγγιση η οποία προηγείται του πειράματος και συνίσταται στην αξιολόγηση της επιστημονικής και κοινωνικής βασιμότητας της χρήσης ζώων, σε συνάρτηση με την υποχρέωση που έχει ο άνθρωπος να σέβεται τα ζώα ως ζώντα και ευαίσθητα όντα,

9)    «αρμόδιο πρόσωπο»:

κάθε πρόσωπο το οποίο θεωρείται αρμόδιο από ένα κράτος μέλος για την εκπλήρωση των καθηκόντων που περιγράφονται στην παρούσα οδηγία,

10)    «εκτροφή»:

κάθε δραστηριότητα που απαιτείται για την εκτροφή και συντήρηση φαινοτυπικώς κανονικών ζώων για επιστημονικούς ή άλλους σκοπούς, η οποία όμως δεν συνιστά αφ' εαυτής πείραμα,

11)    «πρακτική»: κάθε μη πειραματική ή επιστημονική δραστηριότητα η οποία δεν συνιστά πείραμα,

12)    «ορθώς αναισθητοποιημένα»:

η απώλεια των αισθήσεων με τοπική ή γενική νάρκωση το ίδιο αποτελεσματική με εκείνη που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της ορθής κτηνιατρικής πρακτικής,

13)    «πρωτόκολλο»: σειρά διαδικασιών που συνιστούν πείραμα με καθορισμένο στόχο,

14)    «ρυθμιζόμενη διαδικασία»:

κάθε πειραματική ή άλλη επιστημονική διαδικασία η οποία ενδέχεται να προκαλέσει σε προστατευόμενο ζώο πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη,

15)    «επανάχρηση»:

η χρήση ενός ζώου που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε διαδικασία, ενώ θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί διαφορετικό ζώο το οποίο δεν έχει υποβληθεί μέχρι τότε σε καμία διαδικασία,

16)    «εμπιστευτικές πληροφορίες»:

οι πληροφορίες των οποίων η κοινοποίηση άνευ συγκατάθεσης θα μπορούσε να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά ή άλλα συμφέροντα του κατόχου τους ή τρίτου μέρους.

Άρθρο 4

Αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση

1.   Σε περίπτωση που υπάρχουν μέθοδοι δοκιμών, δοκιμές ή άλλες επιστημονικές δραστηριότητες που δεν περιλαμβάνουν τη χρήση ζώντων ζώων και οι οποίες από επιστημονικής άποψης αποτελούν ικανοποιητική μέθοδο ή δοκιμαστικές στρατηγικές για την επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος, μπορούν δε να χρησιμοποιηθούν αντί μιας διαδικασίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι χρησιμοποιείται η εναλλακτική μέθοδος , υπό την προϋπόθεση ότι δεν απαγορεύεται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Στο πλαίσιο αυτής της οδηγίας δοκιμαστικές μέθοδοι οι οποίες συνεπάγονται την χρήση ανθρωπίνων εμβρύων και εμβρυακών κυττάρων δεν θεωρούνται ως εναλλακτική λύση, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι τα κράτη μέλη μπορούν όσον αφορά την εφαρμογή αυτών των δοκιμαστικών μεθόδων να λάβουν τις δικές τους δεοντολογικές αποφάσεις .

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο αριθμός των ζώων που χρησιμοποιούνται σε έργα μειώνεται στον ελάχιστο δυνατό, χωρίς να διακυβεύονται οι σκοποί του έργου.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη βελτίωση της εκτροφής, παροχής στέγης και φροντίδας των ζώων, καθώς και των μεθόδων που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες, εξαλείφοντας ή μειώνοντας στο ελάχιστο κάθε πιθανό πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη των ζώων.

4.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται χρηματοδότηση για την κατάρτιση και την έρευνα σε σχέση με επιστημονικώς ικανοποιητικές μεθόδους ή στρατηγικές δοκιμών χωρίς τη χρήση ζώων, καθώς και για την ανάπτυξη και εφαρμογή αυτών των μεθόδων και στρατηγικών.

5.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή, κατά την εξέταση της αδειοδότησης έργων, επιδιώκει την επίτευξη του στόχου της παραγράφου 1.

6.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται σε ενδιαφερόμενα πρόσωπα και σε ενδιαφερόμενες εγκαταστάσεις κατάρτιση σχετικά με τη χρήση επιστημονικώς ικανοποιητικών μεθόδων ή στρατηγικών δοκιμών χωρίς τη χρήση ζώων, και προωθούν αυτές τις μεθόδους ή στρατηγικές δοκιμών.

Άρθρο 5

Σκοπός των διαδικασιών

Οι διαδικασίες μπορούν να εκτελούνται μόνο για τους ακόλουθους σκοπούς:

║ 1)

βασική έρευνα με σκοπό την εξέλιξη της γνώσης στις επιστήμες της βιολογίας ή της συμπεριφοράς,

║ 2)

μεταγραφική ή εφαρμοσμένη έρευνα με οιονδήποτε από τους παρακάτω στόχους:

α)

αποφυγή, πρόληψη, διάγνωση ή θεραπεία ασθενειών, κακής κατάστασης υγείας ή άλλων ανωμαλιών, ή των επιπτώσεών τους σε ανθρώπους, ζώα και φυτά,

β)

εκτίμηση, ανίχνευση, ρύθμιση ή τροποποίηση των συνθηκών φυσιολογίας σε ανθρώπους, ζώα και φυτά,

γ)

βελτίωση των συνθηκών παραγωγής και της καλής μεταχείρισης των ζώων που εκτρέφονται για γεωργικούς σκοπούς.

║ 3)

ανάπτυξη, παρασκευή ή δοκιμή της ποιότητας, αποτελεσματικότητας και ασφάλειας φαρμάκων, τροφίμων και ζωοτροφών, καθώς και άλλων ουσιών ή προϊόντων που εξυπηρετούν οποιονδήποτε από τους στόχους του σημείου (2),

║ 4)

προστασία του φυσικού περιβάλλοντος με γνώμονα την υγεία ή την καλή διαβίωση ανθρώπων και ζώων,

5)

προστασία της ανθρώπινης υγείας στο πλαίσιο της έκθεσης εργαζομένων ή καταναλωτών σε χημικές ουσίες·

6)

έρευνα με σκοπό την προστασία, την υγεία και την καλή μεταχείριση των ειδών,

7)

ανώτερη εκπαίδευση ή κατάρτιση,

8)

ιατροδικαστικέςέρευνες.

Άρθρο 6

Μη βάναυσες μέθοδοι θανάτωσης

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα ζώα θανατώνονται σε εξουσιοδοτημένη εγκατάσταση, από εξουσιοδοτημένο άτομο, με τον ελάχιστο πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία και, για τα είδη που παρατίθενται στο Παράρτημα VΙ, με τη χρήση ║ κατάλληλης μη βάναυσης μεθόδου θανάτωσης όπως ορίζεται στο εν λόγω παράρτημα ή με τη χρήση άλλων μεθόδων οι οποίες, όπως έχει αποδειχθεί επιστημονικώς, είναι τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό μη βάναυσες. Στην περίπτωση που είναι δυνατή και άμεσα διαθέσιμη μια λιγότερο βάναυση μέθοδος θανάτωσης, μπορεί να χρησιμοποιείται ακόμη και αν δεν περιλαμβάνεται στο Παράρτημα VΙ .

Ωστόσο, για τους σκοπούς επιτόπιας έρευνας, ένα ζώο μπορεί να θανατωθεί σε μέρος άλλο από μια εγκεκριμένη εγκατάσταση.

2.   Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να εγκρίνουν εξαιρέσεις από την παράγραφο 1 με το επιστημονικό επιχείρημα ότι ο σκοπός της διαδικασίας δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση μη βάναυσης μεθόδου θανάτωσης ή ότι έχουν αναπτυχθεί άλλες μέθοδοι που σέβονται περισσότερο τις απαιτήσεις περί προστασίας των ζώων . Με την επιφύλαξη τυχόν εξαιρέσεων, τα ζώα θανατώνονται με το ελάχιστο επίπεδο πόνου, ταλαιπωρίας και αγωνίας.

3.   Η παράγραφος 1 δεν ισχύει στις περιπτώσεις όπου ένα ζώο πρέπει να θανατωθεί σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης για λόγους καλής διαβίωσης των ζώων.

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις συνθήκες έκτακτης ανάγκης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 7

Εθνικά μέτρα

Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ή να θεσπίζουν αυστηρότερα εθνικά μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της καλής διαβίωσης και της προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΖΩΩΝ ΣΕ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Άρθρο 8

Είδη που απειλούνται με εξαφάνιση εξαιρουμένων των πρωτευόντων πλην του ανθρώπου

1.   Τα απειλούμενα είδη που παρατίθενται στο παράρτημα A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου (9) δεν χρησιμοποιούνται στις διαδικασίες, με εξαίρεση τις διαδικασίες εκείνες οι οποίες πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

α)

η διαδικασία έχει έναν από τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 5 σημείο (2) στοιχείο α) και σημεία (3) ή (6),

β)

υπάρχει το επιστημονικό επιχείρημα ότι ο σκοπός της διαδικασίας δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση άλλων ειδών από αυτά που παρατίθενται στο εν λόγω παράρτημα,

γ)

τα χρησιμοποιούμενα ζώα εκτρέφονται, στο βαθμό του δυνατού, με σκοπό να χρησιμοποιηθούν σε πειράματα·

2.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στα είδη πρωτευόντων πλην του ανθρώπου.

Άρθρο 9

Πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου

1.   Τα πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου , λόγω του ιδιαιτέρως υψηλού βαθμού νευροφυσιολογικής ευαισθησίας και γνωστικής αντίληψής τους, δεν χρησιμοποιούνται στις διαδικασίες, με εξαίρεση τις διαδικασίες που πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

α)

η διαδικασία έχει ║ έναν από τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 5, σημεία 1), 2), στοιχείο α), 3) ή 6),

β)

ο αιτών προβάλλει το επιστημονικό και δεοντολογικό επιχείρημα , ότι ο σκοπός της διαδικασίας δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση άλλων ειδών από τα πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου.

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι ανθρωποειδείς πίθηκοι δεν χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της ρήτρας διασφάλισης του άρθρου 53.

3.     Ανά διετία, και για πρώτη φορά …  (10) , η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τα κράτη μέλη, επανεξετάζει τη χρήση πρωτευόντων πλην του ανθρώπου σε διαδικασίες και δημοσιεύει τα σχετικά αποτελέσματα. Η επανεξέταση αναλύει τον αντίκτυπο των εξελίξεων στις τεχνολογικές και επιστημονικές γνώσεις καθώς και στις γνώσεις σχετικά με την καλή μεταχείριση των ζώων και θέτει στόχους για την εφαρμογή επικυρωμένων εναλλακτικών μεθόδων.

Άρθρο 10

Ζώα που αποσπώνται από το φυσικό τους περιβάλλον

1.   Στις διαδικασίες δεν χρησιμοποιούνται ζώα που αποσπώνται από το φυσικό τους περιβάλλον.

2.   Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να χορηγήσουν απαλλαγές από την παράγραφο 1 με το επιστημονικό επιχείρημα ότι ο σκοπός της διαδικασίας δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση ενός ζώου το οποίο έχει εκτραφεί για χρήση σε διαδικασίες.

Άρθρο 11

Ζώα που εκτρέφονται για χρήση σε διαδικασίες

1.    Η Επιτροπή πραγματοποιεί αξιολόγηση της καλής μεταχείρισης των ζώων και μελέτη σκοπιμότητας σχετικά με την εφαρμογή των απαιτήσεων των εδαφίων 2 και 3, …  (11) .

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ζώα που ανήκουν στα είδη τα οποία παρατίθενται στο παράρτημα II μπορούν να χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες μόνο στις περιπτώσεις όπου τα εν λόγω ζώα έχουν εκτραφεί για χρήση σε διαδικασίες.

Στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται η σκοπιμότητα , αρχής γενομένης από τις ημερομηνίες που ορίζονται στο παράρτημα III και υπό το πρίσμα της αξιολόγησης κατά το εδάφιο 1 , τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου τα οποία παρατίθενται στο εν λόγω παράρτημα μπορούν να χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες μόνο στις περιπτώσεις που προέρχονται από αυτοδύναμες αποικίες εκτροφής .

2.   Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να εγκρίνουν εξαιρέσεις από τα εδάφια 2 και 3 της παραγράφου 1 για κτηνιατρικούς λόγους που συνδέονται με την καλή μεταχείριση των ζώων ή για επιστημονικούς λόγους .

Άρθρο 12

Αδέσποτα και άγρια κατοικίδια ζώα

Στις διαδικασίες δεν χρησιμοποιούνται αδέσποτα και άγρια κατοικίδια ζώα.

Άρθρο 13

Χρήση πτωμάτων, ιστών και οργάνων ζώων για την εκπαίδευση και κατάρτιση

Πτώματα, ιστοί και όργανα ζώων μπορούν να χρησιμοποιούνται στην ανώτερη εκπαίδευση και κατάρτιση μόνον εάν προέρχονται από ζώα τα οποία έχουν θανατωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Συμβουλίου της … [σχετικά με την προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους]  (12) .

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Άρθρο 14

Διαδικασίες

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες εκτελούνται πάντα σε εγκαταστάσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 3 .

Η αρμόδια αρχή δύναται να εγκρίνει εξαίρεση από το πρώτο εδάφιο με βάση επιστημονικά επιχειρήματα.

2.   Οι διαδικασίες μπορούν να εκτελούνται μόνο στα πλαίσια ενός έργου.

Άρθρο 15

Μέθοδοι που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι μια διαδικασία δεν εκτελείται αν η κοινοτική νομοθεσία αναγνωρίζει κάποια άλλη επιστημονικά ικανοποιητική μέθοδο ή στρατηγική δοκιμή που επιτυγχάνει το επιθυμητό αποτέλεσμα χωρίς να περιλαμβάνει τη χρήση ζώου. Απουσία τέτοιας μεθόδου, μια διαδικασία δεν μπορεί να εκτελεστεί αν υπάρχει διαθέσιμη, με εύλογο και πρακτικό τρόπο, κάποια άλλη επιστημονικά ικανοποιητική μέθοδος ή στρατηγική δοκιμής που επιτυγχάνει το επιθυμητό αποτέλεσμα χωρίς τη χρήση ζώου, συμπεριλαμβανομένων των μεθοδολογιών με τη βοήθεια υπολογιστή, in vitro και άλλων.

2.   Σε περίπτωση που πρέπει να γίνει επιλογή μεταξύ διαδικασιών, επιλέγονται εκείνες που απαιτούν τον μικρότερο δυνατό αριθμό ζώων, χρησιμοποιούν ζώα με τη χαμηλότερη δυνατή νευροφυσιολογική ευαισθησία, προκαλούν στον ελάχιστο δυνατό βαθμό πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη και έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να αποφέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα.

3.   Ο θάνατος ως καταληκτικό σημείο μιας διαδικασίας αποφεύγεται κατά το δυνατόν και αντικαθίσταται από προηγούμενα και μη βάναυσα καταληκτικά σημεία. Αν ο θάνατος ως καταληκτικό σημείο είναι αναπόφευκτος, η διαδικασία σχεδιάζεται έτσι ώστε να προκαλεί τον θάνατο όσο το δυνατόν λιγότερων ζώων.

Άρθρο 16

Αναισθησία

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι , κατά περίπτωση, όλες οι διαδικασίες εκτελούνται υπό συνθήκες γενικής ή τοπικής αναισθησίας ή με τη χρήση άλλων μεθόδων που μπορούν να ανακουφίσουν τον πόνο ή να ελαχιστοποιήσουν την ταλαιπωρία .

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι διαδικασίες μπορούν να εκτελούνται χωρίς αναισθησία στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

αν η αναισθησία κρίνεται πιο τραυματική για το ζώο από τη διαδικασία αυτή καθεαυτή,

β)

αν τα αναλγητικά χρησιμοποιούνται για την πρόληψη ή τον έλεγχο πιθανώς έντονου πόνου,

γ)

αν η αναισθησία δεν είναι συμβατή με το σκοπό της διαδικασίας, εκτός αν η διαδικασία προκαλεί σοβαρές βλάβες που μπορεί να οδηγήσουν σε έντονο πόνο.

3.   Αν η διαδικασία εκτελείται χωρίς αναισθησία, χρησιμοποιούνται αναλγητικά ή άλλες κατάλληλες μέθοδοι , όποτε αυτό είναι ευεργετικό για το ζώο, που διασφαλίζουν ότι προκαλείται ο ελάχιστος δυνατός αναπόφευκτος πόνος, ταλαιπωρία ή αγωνία.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν χορηγείται στα ζώα κανένα φάρμακο που να εμποδίζει ή να περιορίζει την εκδήλωση πόνου, χωρίς ικανοποιητικό επίπεδο αναισθησίας ή αναλγησίας.

Στις περιπτώσεις αυτές απαιτούνται επιστημονικά επιχειρήματα τα οποία να συνοδεύονται από τις λεπτομέρειες της αναισθητικής ή αναλγητικής αγωγής.

5.   Σε ένα ζώο, στο οποίο μπορεί να προκληθεί ▐ πόνος μετά το πέρας της δράσης της αναισθησίας, χορηγούνται προληπτικά και μετεγχειρητικά αναλγητικά ή εφαρμόζονται άλλες κατάλληλες μέθοδοι για την ανακούφιση του πόνου, με την προϋπόθεση ότι αυτή η αγωγή είναι συμβατή με το σκοπό της διαδικασίας. Σε περίπτωση που η αγωγή με αναλγητικά δεν είναι εφικτή, το ζώο θανατώνεται αμέσως με μη βάναυση μέθοδο.

Άρθρο 17

Κατάταξη της δριμύτητας των διαδικασιών

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι διαδικασίες κατατάσσονται ως «ήπιες», «μέτριες» ή «βαριές» σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΧ .

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες που κατατάσσονται ως «βαριές» αιτιολογούνται επιστημονικώς και ελέγχονται από δεοντολογικής πλευράς, αν ο πόνος, η ταλαιπωρία ή η αγωνία ενδέχεται να μην είναι απλώς στιγμιαία . Οι διαδικασίες αυτές πρέπει να έχουν έκτακτο χαρακτήρα και να υπόκεινται σε ιδιαίτερη ανάλυση βλάβης - οφέλους, καθώς και σε λεπτομερή έλεγχο εκ μέρους της αρμόδιας αρχής.

3.   Οι διαδικασίες που εκτελούνται υπό συνθήκες γενικής αναισθησίας, μετά τις οποίες δεν υπάρχει δυνατότητα ανάκτησης των αισθήσεων και τα ζώο θανατώνεται με μη βάναυση μέθοδο, κατατάσσονται ως «χωρίς ανάνηψη».

4.    Η Επιτροπή, έως τις …  (13) , συμπληρώνει τα κριτήρια ταξινόμησης των διαδικασιών , όπως αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΧ, βάσει διεθνών ταξινομήσεων και σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές που έχουν αναπτυχθεί εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα κριτήρια αυτά περιλαμβάνουν ένα ανώτατο όριο βαρύτητας πέραν του οποίου οι διαδικασίες με ζώα θα απαγορεύονται.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν σχεδιαστεί για την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται το αργότερο στις (14) με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 54, παράγραφος 4.

Άρθρο 18

Επανάχρηση

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ένα ζώο το οποίο έχει ήδη υποβληθεί σε μια διαδικασία, μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί σε μεταγενέστερες και χωρίς σχέση με την προηγούμενη διαδικασίες - ενώ θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί αντ' αυτού ένα διαφορετικό ζώο το οποίο δεν έχει υποβληθεί μέχρι τότε σε προπαρασκευαστική ή άλλη διαδικασία - μόνο όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η προηγούμενη διαδικασία κατατάσσεται ως « μέτρια »,

β)

αποδεικνύεται ότι η γενική κατάσταση της υγείας και της διαβίωσής του έχει αποκατασταθεί πλήρως,

γ)

η επόμενη διαδικασία κατατάσσεται ως « μέτρια » ή «χωρίς ανάνηψη» . Η εκ νέου χρήση του ζώου συνοδεύεται από κτηνιατρικές εξετάσεις .

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, η αρμόδια αρχή, με βάση επιστημονικά επιχειρήματα, μπορεί να επιτρέψει την επανάχρηση ζώου στις περιπτώσεις όπου η προηγούμενη διαδικασία στην οποία υπεβλήθη το ζώο κατατάσσεται ως «μέτρια» και η επόμενη διαδικασία κατατάσσεται ως « μέτρια » ή ως «χωρίς ανάνηψη».

Άρθρο 19

Λήξη της διαδικασίας

1.   Μια διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει όταν δεν απομένουν να γίνουν άλλες παρατηρήσεις για την εν λόγω διαδικασία ή, εάν πρόκειται για τη δημιουργία μιας νέας γενετικά τροποποιημένης κατηγορίας ζώων, όταν μπορεί να αποδειχθεί επιστημονικά η έλλειψη αρνητικών επιπτώσεων στα ζώα.

2.   Με τη λήξη της διαδικασίας, ο κτηνίατρος ή άλλο αρμόδιο πρόσωπο αποφασίζει αν το ζώο θα διατηρηθεί ζωντανό ή θα θανατωθεί με μη βάναυση μέθοδο.

3.    Μετά το πέρας της διαδικασίας, ένα ζώο θανατώνεται με μη βάναυση μέθοδο αν εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να βιώνει πόνο ή αγωνία.

4.   Αν ║ ζώο πρόκειται να διατηρηθεί ζωντανό, του παρέχεται φροντίδα και στέγη που είναι κατάλληλες για την κατάσταση της υγείας του και τίθεται υπό την επίβλεψη κτηνιάτρου ή άλλου αρμόδιου προσώπου.

Άρθρο 20

Κοινή χρήση οργάνων και ιστών

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν την ανάπτυξη προγραμμάτων για την κοινή χρήση οργάνων και ιστών των ζώων που θανατώνονται με μη βάναυση μέθοδο.

Άρθρο 21

Απελευθέρωση και επαναπατρισμός των ζώων

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την απελευθέρωση ▐ των ζώων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν σε διαδικασίες στον αρχικό τους βιότοπο, την επιστροφή τους σε σύστημα εκτροφής κατάλληλο για το είδος τους ή τον επαναπατρισμό τους , εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η κατάσταση της υγείας του ζώου το επιτρέπει,

β)

δεν υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία ή το περιβάλλον,

γ)

έχει ληφθεί η μέγιστη δυνατή φροντίδα για την καλή διαβίωση του ζώου , συμπεριλαμβανομένης αξιολόγησης της συμπεριφοράς του ζώου και της ικανότητάς του να προσαρμόζεται σε λίαν μεταβλητές περιβαλλοντικές συνθήκες,

δ)

δεν πρόκειται για γενετικώς τροποποιημένα ζώα εργαστηρίου ούτε για πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ

Ενότητα 1

Αδειοδότηση προσώπων

Άρθρο 22

Αδειοδότηση προσώπων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα άτομα διαθέτουν άδεια από την αρμόδια αρχή ή την εξουσιοδοτημένη αρχή πριν προβούν σε κάποια από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

εκτέλεση διαδικασιών σε ζώα, συμπεριλαμβανομένης της θανάτωσής τους με μη βάναυση μέθοδο,

β)

επίβλεψη του σχεδιασμού διαδικασιών και έργων,

γ)

επίβλεψη του προσωπικού που φροντίζει τα ζώα.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για τους σκοπούς της αδειοδότησης, τα άτομα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διαθέτουν την κατάλληλη κτηνιατρική ή επιστημονική εκπαίδευση και κατάρτιση και διαθέτουν στοιχεία που αποδεικνύουν την απαιτούμενη επάρκεια.

Τα άτομα που εκτελούν τις λειτουργίες οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) πρέπει να έχουν λάβει τις επιστημονικές ειδικές οδηγίες σχετικά με την εργασία που αναλαμβάνουν και είναι ικανά να χειριστούν και να φροντίσουν τα είδη ζώων που χρησιμοποιούνται.

3.   Οι άδειες όλων των προσώπων χορηγούνται για περιορισμένη χρονική περίοδο η οποία δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ανανέωση μιας άδειας χορηγείται μόνο εφόσον το άτομο διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν την απαιτούμενη επάρκεια Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την αμοιβαία αναγνώριση των προσόντων των σχετικών με την εκπαίδευση και την κατάρτιση, καθώς και των αδειών για την εκτέλεση καθορισμένων διαδικασιών.

4.   Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν, με βάση τα στοιχεία που παρατίθενται στο Παράρτημα VΙΙ, τις ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά την εκπαίδευση, την κατάρτιση και τις απαιτήσεις για την απόκτηση, διατήρηση και επίδειξη της απαιτούμενης επάρκειας.

Ενότητα 2

Απαιτήσεις για τις εγκαταστάσεις

Άρθρο 23

Αδειοδότηση εγκαταστάσεων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι εγκαταστάσεις εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού διαθέτουν άδεια και έχουν δηλωθεί στην αρμόδια αρχή.

Άδεια εγκατάστασης χορηγείται μόνο αν η εγκατάσταση έχει επιθεωρηθεί από την αρμόδια αρχή και έχει διαπιστωθεί ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Η άδεια καθορίζει τον τύπο της εγκατάστασης και το άτομο που είναι αρμόδιο για την εγκατάσταση καθώς και για την τήρηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 24

Αναστολή και ανάκληση άδειας

1.   Σε περίπτωση που μια εγκατάσταση δεν τηρεί πλέον τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, η αρμόδια αρχή έχει την εξουσία να αναστέλλει ή να ανακαλεί την άδειά της , ή να λαμβάνει τα δέοντα διορθωτικά μέτρα ή να απαιτεί τη λήψη αυτών των μέτρων. Προβλέπονται κατάλληλες διαδικασίες βάσει των οποίων οι κάτοχοι των αδειών μπορούν να ασκούν προσφυγή κατά των αποφάσεων αυτών .

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αναστολή ή η ανάκληση της άδειας δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στην καλή διαβίωση των ζώων που στεγάζονται στην εγκατάσταση.

Άρθρο 25

Απαιτήσεις για τους χώρους και τον εξοπλισμό των εγκαταστάσεων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι εγκαταστάσεις εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού διαθέτουν κατάλληλους χώρους και εξοπλισμό για τα είδη των ζώων που στεγάζονται σε αυτούς και, σε περίπτωση που διενεργούνται διαδικασίες, για την εκτέλεση των διαδικασιών.

2.   Ο σχεδιασμός, η κατασκευή και η μέθοδος λειτουργίας των χώρων και του εξοπλισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες εκτελούνται όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά, ▐ με τη χρήση του ελάχιστου δυνατού αριθμού ζώων και προκαλώντας τους τον ελάχιστο δυνατό πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη

Άρθρο 26

Απαιτήσεις για το προσωπιό των εγκαταστάσεων

Κάθε εγκατάσταση εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού διαθέτει επαρκές καταρτισμένο προσωπικό, στο οποίο περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστον:

(1)

επιτόπου υπεύθυνοι για την καλή μεταχείριση και φροντίδα των ζώων που εκτρέφονται, διατηρούνται ή χρησιμοποιούνται στην εγκατάσταση, διασφαλίζοντας ότι:

α)

το προσωπικό που ασχολείται με τα ζώα έχει πρόσβαση στις εδικές πληροφορίες σχετικά με τα είδη που στεγάζονται στην εγκατάσταση,

β)

τα έργα εκτελούνται σύμφωνα με την άδεια του έργου,

γ)

οποιαδήποτε διαδικασία κατά την οποία προκαλείται περιττός πόνος, ταλαιπωρία ή αγωνία σε ζώο διακόπτεται,

δ)

σε περίπτωση μη υμμόρφωσης με την άδεια του έργου, λαμβάνονται τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα, τα οποία καταγράφονται και αναφέρονται στο μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου.

(2)

επίσημος κτηνίατρος ειδικευμένος στην ιατρική των εργαστηριακών ζώων, επιφορτισμένος με συμβουλευτικά καθήκοντα σχετικά με την καλή διαβίωση και μεταχείριση των ζώων.

Με την επιφύλαξη του γενικού χαρακτήρα του σημείου 1, κάθε εγκατάσταση εκτροφής, προμήθειας αι πειαματισμού διασφαλίζει ότι τουλάχιστον ένα καταρτισμένο πρόσωπο είναι διαθέσιμο ανά πάσα στιγμή για να μεριμνά για την καλή διαβίωση των ζώων.

Άρθρο 27

Μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε εγκατάσταση εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού ορίζει ένα μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου.

2.   Το μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου απαρτίζεται τουλάχιστον από τον επίσημο κτηνίατρο, τον(τους) υπεύθυνο(ους) για την καλή μεταχείριση και φροντίδα των ζώων στην εγκατάσταση και, αν πρόκειται για εγκατάσταση πειραματισμού, ένα επιστημονικό μέλος και ένα πρόσωπο με πείρα στην εφαρμογή των αρχών της αντικατάστασης, της μείωσης και της βελτίωσης .

Άρθρο 28

Καθήκοντα του μόνιμου οργάνου δεοντολογικού ελέγχου

1.    Έχοντας υπόψη τους στόχους της παρούσας οδηγίας, και συγκεκριμένα το άρθρο 4, το μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου αναλαμβάνει τα εξής καθήκοντα:

α)

παρέχει δεοντολογικές συμβουλές στο προσωπικό που ασχολείται με τα ζώα, σε θέματα που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων σε σχέση με την απόκτηση, παροχή στέγης, φροντίδα και χρήση τους,

β)

συμβουλεύει το προσωπικό της εγκατάστασης σχετικά με την εφαρμογή των απαιτήσεων για αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση και το ενημερώνει για τις πλέον πρόσφατες τεχνικές και επιστημονικές εξελίξεις σε σχέση με την εφαρμογή των απαιτήσεων αυτών,

γ)

θεσπίζει και επανεξετάζει εσωτερικές λειτουργικές διαδικασίες σχετικά με την παρακολούθηση, υποβολή εκθέσεων και ανάδραση που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων τα οποία στεγάζονται ή χρησιμοποιούνται στην εγκατάσταση,

δ)

επανεξετάζει σε ετήσια βάση όλα τα έργα που κατατάσσονται ως «βαριά» ή έργα στα οποία χρησιμοποιούνται πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου και ανά τριετία όλα τα υπόλοιπα έργα διάρκειας άνω των 12 μηνών, εστιάζοντας ιδιαίτερα στα εξής:

τον αριθμό, τα είδη και τα στάδια ζωής των ζώων που χρησιμοποιήθηκαν το προηγούμενο έτος,

την αιτιολόγηση του αριθμού, των ειδών και των σταδίων ζωής των ζώων που απαιτούνται για το επόμενο έτος,

την επιστημονική πρόοδο του έργου,

τη χρήση μη βάναυσων μεθόδων θανάτωσης και τον τρόπο με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη οι πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με τη χρήση ζώων σε διαδικασίες,

ε)

με βάση την επανεξέταση που αναφέρεται στο στοιχείο δ) ή, στην περίπτωση παρεκκλίσεων από την άδεια του έργου, εξετάζει αν η άδεια του έργου πρέπει να τροποποιηθεί ή να ανανεωθεί,

στ)

παρέχει συμβουλές σχετικά με τα προγράμματα επαναπατρισμού, ιδιαίτερα σε σχέση με την κατάλληλη κοινωνικοποίηση των ζώων που προορίζονται για επαναπατρισμό.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα αρχεία που περιέχουν τυχόν συμβουλές προς την εγκατάσταση από το μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου, καθώς και τις αποφάσεις που λαμβάνονται, φυλάσσονται δεόντως.

Τα αρχεία διατίθενται στην αρμόδια αρχή μετά από σχετικό αίτημα. Τα κράτη μέλη αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στη συλλογή, αντιπαραβολή και δημοσίευση των αρχείων που αφορούν έργα τα οποία κατατάσσονται ως «βαριά» ή έργα στα οποία χρησιμοποιούνται πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου προκειμένου να παρέχονται πληροφορίες που μπορούν να βελτιώσουν την καλή μεταχείριση των ζώων και να προωθήσουν τις αρχές της αντικατάστασης, της μείωσης και της βελτίωσης.

Άρθρο 29

Στρατηγική εκτροφής για πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εγκαταστάσεις εκτροφής και προμήθειας της ΕΕ που στεγάζουν πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου ακολουθούν στρατηγική για την αύξηση της αναλογίας των ζώων που γεννήθηκαν από πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου τα οποία έχουν εκτραφεί σε συνθήκες αιχμαλωσίας. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η χρήση πρωτευόντων πλην του ανθρώπου, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση κατάλληλων συνθηκών μεταφοράς.

2.   Οι εγκαταστάσεις της ΕΕ που αποκτούν πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου προσκομίζουν στοιχεία στην αρμόδια αρχή, μετά από σχετικό αίτημα, τα οποία αποδεικνύουν ότι η εγκατάσταση που προμήθευσε τα ζώα ακολουθεί στρατηγική εκτροφής.

Άρθρο 30

Πρόγραμμα επαναπατρισμού

Στις περιπτώσεις όπου τα κράτη μέλη επιτρέπουν τον επαναπατρισμό όπως αναφέρεται στο άρθρο 21, οι εγκαταστάσεις εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού από τις οποίες προέρχονται τα προς επαναπατρισμό ζώα ακολουθούν στρατηγική επαναπατρισμού, η οποία διασφαλίζει την κοινωνικοποίηση των ζώων που επαναπατρίζονται.

Άρθρο 31

Αρχεία ζώων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν , στο μέτρο του δυνατού, ότι όλες οι εγκαταστάσεις εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού τηρούν αρχεία με τα παρακάτω στοιχεία:

α)

τον αριθμό και το είδος των σπονδυλωτών ζώων που εκτρέφονται, αποκτούνται, προμηθεύονται, απελευθερώνονται ή επαναπατρίζονται,

β)

την καταγωγή των ζώων, καθώς και αν έχουν εκτραφεί για χρήση σε διαδικασίες,

γ)

τις ημερομηνίες απόκτησης, προμήθειας, απελευθέρωσης ή επαναπατρισμού των ζώων,

δ)

το όνομα και τη διεύθυνση της εγκατάστασης προμήθειας και την ημερομηνία άφιξής τους,

ε)

το όνομα και τη διεύθυνση της εγκατάστασης που παραλαμβάνει τα ζώα ,

στ)

τον αριθμό και το είδος των ζώων που πέθαναν ή θανατώθηκαν με μη βάναυση μέθοδο στην εγκατάσταση.

2.   Τα αρχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τηρούνται τουλάχιστον για τρία έτη και υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή μετά από σχετικό αίτημα.

Άρθρο 32

Πληροφορίες για σκύλους, γάτες και πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι εγκαταστάσεις εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού τηρούν τις ακόλουθες πληροφορίες για κάθε σκύλο, γάτα και πρωτεύον πλην του ανθρώπου:

α)

ταυτότητα,

β)

τόπο γέννησης,

γ)

αν έχει εκτραφεί για χρήση σε διαδικασίες,

δ)

στην περίπτωση ενός πρωτεύοντος πλην του ανθρώπου, αν γεννήθηκε από πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου τα οποία έχουν εκτραφεί σε συνθήκες αιχμαλωσίας.

2.   Κάθε σκύλος, γάτα και πρωτεύον πλην του ανθρώπου , διαθέτει προσωπικό ιστορικό που συνοδεύει το ζώο καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη δέουσα και συνεπή εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Το αρχείο αυτό δημιουργείται κατά τη γέννηση του ζώου και περιέχει όλες τις σχετικές αναπαραγωγικές, ιατρικές και κοινωνικές πληροφορίες για το εκάστοτε ζώο.

3.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διατηρούνται τουλάχιστον για τρία έτη μετά τον θάνατο του ζώου και υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή μετά από σχετικό αίτημα.

Άρθρο 33

Σήμανση

1.   Κάθε σκύλος, γάτα και πρωτεύον πλην του ανθρώπου, που φυλάσσεται σε εγκαταστάσεις εκτροφής, προμήθειας ή πειραματισμού, σημαδεύεται, πριν από τον απογαλακτισμό, με ατομικό αναγνωριστικό σημάδι κατά τον λιγότερο οδυνηρό τρόπο, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

2.   Όταν ένας σκύλος, γάτα ή πρωτεύον πλην του ανθρώπου, μεταφέρεται από μία εγκατάσταση σε άλλη πριν τον απογαλακτισμό και εφόσον δεν είναι πρακτικά δυνατό να σημαδευτεί εκ των προτέρων, η εγκατάσταση υποδοχής πρέπει να τηρεί πλήρη στοιχεία, ιδίως για την ταυτότητα της μητέρας, μέχρις ότου το ζώο σημαδευτεί.

3.   Όταν ένας μη σημαδεμένος σκύλος, γάτα ή πρωτεύον πλην του ανθρώπου, εισάγεται σε εγκατάσταση για πρώτη φορά μετά τον απογαλακτισμό, σημαδεύεται το συντομότερο δυνατό.

4.   Η εγκατάσταση αναφέρει, μετά από σχετικό αίτημα της αρμόδιας αρχής, τους λόγους για τους οποίους ένα ζώο δεν είναι σημαδεμένο.

Άρθρο 34

Φροντίδα και παροχή στέγης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, όσον αφορά την φροντίδα των ζώων και την παροχή στέγης σ' αυτά, τα εξής:

α)

σε όλα τα ζώα παρέχεται στέγη, περιβάλλον χώρος, ▐ ελευθερία κινήσεων, τροφή, νερό και φροντίδα, που είναι κατάλληλα για την υγεία και την καλή διαβίωσή τους και τους επιτρέπουν να ικανοποιούν τις ηθολογικές και φυσικές τους ανάγκες ,

β)

ελαχιστοποιούνται τυχόν περιορισμοί του βαθμού ικανοποίησης των φυσιολογικών και ηθολογικών αναγκών του ζώου,

γ)

οι περιβαλλοντικές συνθήκες στις οποίες εκτρέφονται, στεγάζονται ή χρησιμοποιούνται τα ζώα ελέγχονται καθημερινά,

δ)

η καλή διαβίωση και η κατάσταση της υγείας των ζώων παρακολουθούνται από αρμόδιο πρόσωπο τουλάχιστον μια φορά την ημέρα για να αποφεύγεται ο πόνος ή να προλαμβάνεται η ταλαιπωρία, η αγωνία ή η μόνιμη βλάβη,

ε)

λαμβάνονται μέτρα που διασφαλίζουν ότι τυχόν δυνάμενα να αποφευχθούν ελαττώματα ή ταλαιπωρία που θα εντοπιστούν εξαλείφονται το συντομότερο δυνατό.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β), τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα πρότυπα φροντίδας και παροχής στέγης που ορίζονται στο παράρτημα IV, αρχής γενομένης από τις ημερομηνίες που αναφέρονται στο εν λόγω παράρτημα.

3.   Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις από την παράγραφο 2 για δεόντως αιτιολογημένους επιστημονικούς και κτηνιατρικούς λόγους ή για λόγους καλής διαβίωσης των ζώων.

4.     Στις διαδικασίες το αντικείμενο των οποίων περιγράφεται στο άρθρο 5, σημείο 2, στοιχείο γ), τα ζώα των ειδών που εκτρέφονται για γεωργικούς σκοπούς, τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα V, μπορούν να στεγάζονται υπό κανονικές συνθήκες εκτροφής, όπως ορίζονται από τις συνήθεις γεωργικές πρακτικές των κρατών μελών και από τις ισχύουσες διατάξεις.

Ενότητα 3

Επιθεωρήσεις

Άρθρο 35

Εθνικές επιθεωρήσεις

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι εγκαταστάσεις εκτροφής, προμήθειας και πειραματισμού υπόκεινται σε επιθεωρήσεις με αντικείμενο τη συμμόρφωση των εν λόγω εγκαταστάσεων με την παρούσα οδηγία.

2.   Η αρμόδια αρχή διενεργεί εθνικές επιθεωρήσεις κατά μέσο όρο άπαξ ετησίως , ενώ η αρμόδια αρχή προσαρμόζει τη συχνότητα των επιθεωρήσεων βάσει της ανάλυσης των κινδύνων για κάθε εγκατάσταση.

Τουλάχιστον μία από τις επιθεωρήσεις γίνεται χωρίς προειδοποίηση.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η συχνότητα και η έκταση των επιθεωρήσεων επαρκούν για τον αριθμό και τα είδη των ζώων που στεγάζονται στην εγκατάσταση, σύμφωνα με το αρχείο συμμόρφωσης της εγκατάστασης προς την παρούσα οδηγία και, αν πρόκειται για εγκαταστάσεις πειραματισμού, με τον αριθμό και τον τύπο των έργων που εκτελούνται στις εν λόγω εγκαταστάσεις. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι επιθεωρήσεις δεν θέτουν σε κίνδυνο την επιστημονική ποιότητα των ερευνητικών έργων και την καλή μεταχείριση των ζώων και διενεργούνται υπό συνθήκες σύμφωνες με τις λοιπές ισχύουσες ρυθμίσεις.

4.   Τα αρχεία όλων των επιθεωρήσεων φυλάσσονται τουλάχιστον για πέντε έτη. Επιπλέον, τηρούνται αρχεία από την αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων αρχείων όπου καταγράφονται λεπτομερώς όλες οι περιπτώσεις μη τήρησης των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας.

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή καθώς και επαρκή αριθμό καταρτισμένων επιθεωρητών για τη διενέργεια των επιθεωρήσεων.

6.   Τα κράτη μέλη αναπτύσσουν προγράμματα για τη διενέργεια επιθεωρήσεων από κοινού με άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 36

Έλεγχοι εθνικών επιθεωρήσεων

1.   Η Επιτροπή προβαίνει σε ελέγχους της υποδομής και της διενέργειας των εθνικών επιθεωρήσεων καθώς και της ορθής εφαρμογής της ταξινόμησης των διαδικασιών, αναλόγως της βαρύτητάς τους, στα κράτη μέλη. Για αυτό το σκοπό, η Επιτροπή, κατά μέσο όρο κάθε τριετία, εγκαθιδρύει σύστημα παρακολούθησης των επιθεωρήσεων και της επιβολής της παρούσας οδηγίας σε κάθε κράτος μέλος, διασφαλίζοντας εναρμονισμένες πρακτικές για τη χρήση και τη φροντίδα ζώων που χρησιμοποιούνται ή υπάρχει πρόθεση να χρησιμοποιηθούν σε επιστημονικές διαδικασίες.

2.   Τα κράτη μέλη, στην επικράτεια των οποίων διενεργείται ο έλεγχος, παρέχουν κάθε βοήθεια στους εμπειρογνώμονες της Επιτροπής που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια αρχή του σχετικού κράτους μέλους για τα αποτελέσματα του ελέγχου.

3.   Η αρμόδια αρχή του σχετικού κράτους μέλους λαμβάνει μέτρα προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα του ελέγχου.

Ενότητα 4

Απαιτήσεις για τα έργα

Άρθρο 37

Αδειοδότηση έργων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν εκτελούνται έργα που έχουν καταχωρηθεί ως «μέτρια» ή «βαριά» ή οποιαδήποτε άλλα έργα με τη χρήση πρωτευόντων πλην του ανθρώπου χωρίς να έχει χορηγηθεί άδεια από την αρμόδια αρχή. Όλα τα άλλα έργα πρέπει να κοινοποιούνται εκ των προτέρων στην αρμόδια αρχή μετά από δεοντολογικό έλεγχο εκ μέρους του μονίμου οργάνου δεοντολογικού ελέγχου του θεσμού αυτού.

2.   Η αδειοδότηση προϋποθέτει σχετική θετική ανεξάρτητη δεοντολογική και επιστημονική αξιολόγηση από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 38

Αίτηση αδειοδότησης έργου

1.    Εφόσον απαιτείται, η εγκατάσταση πειραματισμού ή το επιστημονικώς υπεύθυνο για το έργο πρόσωπο υποβάλουν αίτηση αδειοδότησης του έργου, η οποία περιλαμβάνει τα εξής:

α)

πρόταση έργου,

β)

μη τεχνική περίληψη έργου,

γ)

πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία που ορίζονται στο παράρτημα VΙΙΙ ,

δ)

επιστημονικώς αιτιολογημένη δήλωση στην οποία βεβαιώνεται ότι το ερευνητικό έργο είναι απαραίτητο και δεοντολογικώς αποδεκτό και ότι ο επιδιωκόμενος στόχος δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με άλλες μεθόδους ή διαδικασίες .

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να παραιτούνται από την απαίτηση της παραγράφου 1 στοιχείο β) και να επιτρέπουν στην εγκατάσταση πειραματισμού να υποβάλλει συνοπτική πρόταση έργου που να περιλαμβάνει μόνο τη δεοντολογική αξιολόγηση και τα στοιχεία που παρατίθενται στο άρθρο 43 παράγραφος 2, υπό τον όρο ότι το έργο περιλαμβάνει μόνο διαδικασίες που κατατάσσονται ως «ήπιες» και δεν χρησιμοποιεί πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου.

Άρθρο 39

Δεοντολογική αξιολόγηση

1.   Η δεοντολογική αξιολόγηση επαληθεύει ότι το έργο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

υπάρχουν επιστημονικά επιχειρήματα για το έργο ή το έργο είναι απαραίτητο και δεοντολογικώς αποδεκτό ,

β)

οι σκοποί του έργου δικαιολογούν τη χρήση ζώων και δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλες μεθόδους ή διαδικασίες ,

γ)

το έργο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να επιτρέπει την εκτέλεση των διαδικασιών με το μέγιστο σεβασμό των απαιτήσεων καλής μεταχείρισης των ζώων και τον πιο φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο.

2.   Στη δεοντολογική αξιολόγηση συνεκτιμώνται ιδίως τα εξής:

α)

αξιολόγηση των στόχων του έργου, των προβλεπόμενων επιστημονικών ωφελειών ή της εκπαιδευτικής αξίας,

β)

εκτίμηση της συμμόρφωσης του έργου προς την απαίτηση αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης,

γ)

εκτίμηση της κατάταξης της δριμύτητας των διαδικασιών,

δ)

ανάλυση βλάβης-οφέλους του έργου, προκειμένου να εκτιμηθεί, όπου συντρέχει περίπτωση, αν η βλάβη στα ζώα, με κριτήριο τον πόνο, την ταλαιπωρία και την αγωνία τους, καθώς και στο περιβάλλον, είναι δεοντολογικώς αποδεκτή με γνώμονα την αναμενόμενη πρόοδο της επιστήμης η οποία μπορεί τελικά να ωφελήσει τον άνθρωπο, τα ζώα και το περιβάλλον,

ε)

εκτίμηση τυχόν επιστημονικών επιχειρημάτων, όπως αναφέρονται στα άρθρα 6, 8, 9, 10, 11, 14, 16 και 18.

3.   Η αρμόδια αρχή που πραγματοποιεί τη δεοντολογική αξιολόγηση χρησιμοποιεί κατάλληλη εμπειρία ιδίως στους εξής τομείς:

α)

τομείς της επιστήμης στους οποίους θα χρησιμοποιηθούν τα ζώα,

β)

πειραματικό σχεδιασμό, συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών, όπου κρίνεται σκόπιμο,

γ)

κτηνιατρική πρακτική στην επιστήμη των εργαστηριακών ζώων ή κτηνιατρική πρακτική των ζώων στο φυσικό περιβάλλον, ανάλογα με τη περίπτωση,

δ)

ζωική παραγωγή και φροντίδα, για τα είδη που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν,

ε)

πρακτική εφαρμογή της απαίτησης για αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση,

στ)

εφαρμοσμένη δεοντολογία,

ζ)

περιβαλλοντική επιστήμη, εφόσον συντρέχει περίπτωση.

4.   Η δεοντολογική αξιολόγηση πραγματοποιείται με τρόπο διαφανή, λαμβάνοντας υπόψη την ανεξάρτητη εμπειρία και διαφυλάσσοντας την πνευματική ιδιοκτησία και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, καθώς και την ασφάλεια των αγαθών και των προσώπων .

Άρθρο 40

Αναδρομική εκτίμηση

1.   Η αρμόδια αρχή που πραγματοποιεί τη δεοντολογική αξιολόγηση καθορίζει, με βάση την ανάλυση βλάβης-οφέλους που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο δ), κατά πόσον το έργο πρέπει, αφού ολοκληρωθεί, να εκτιμηθεί αναδρομικά ▐.

Αν κριθεί σκόπιμη μια αναδρομική εκτίμηση, η δεοντολογική αξιολόγηση καθορίζει, σε σχέση με το εν λόγω έργο, την προθεσμία κατά την οποία θα λάβει χώρα η αναδρομική εκτίμηση.

2.   Η αναδρομική εκτίμηση διαπιστώνει τα εξής:

α)

αν επιτεύχθηκαν οι στόχοι του έργου,

β)

τη βλάβη που προκλήθηκε στα ζώα, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού και των ειδών των ζώων που χρησιμοποιήθηκαν και της δριμύτητας των διαδικασιών,

γ)

εάν υπάρχουν στοιχεία που μπορεί να συμβάλουν στην περαιτέρω υλοποίηση της απαίτησης αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης.

3.   Όλα τα έργα που χρησιμοποιούν πρωτεύονταν πλην του ανθρώπου υποβάλλονται σε αναδρομική εκτίμηση.

4.   ▐ Όλα τα έργα που περιλαμβάνουν μόνο διαδικασίες οι οποίες κατατάσσονται ως « μέτριες » απαλλάσσονται από την απαίτηση υποβολής σε αναδρομική εκτίμηση.

Άρθρο 41

Αρχεία δεοντολογικής αξιολόγησης

1.   Η εγκατάσταση τηρεί αρχεία των δεοντολογικών αξιολογήσεων για τουλάχιστον τρία έτη μετά την ημερομηνία λήξης της άδειας του έργου και υποβάλλει τα αρχεία αυτά στην αρμόδια αρχή μετά από σχετικό αίτημα.

2.   Ωστόσο, τα αρχεία των δεοντολογικών αξιολογήσεων για τα έργα που πρέπει να υποβληθούν σε αναδρομική εκτίμηση φυλάσσονται μέχρι την ολοκλήρωση της αναδρομικής εκτίμησης.

Άρθρο 42

Μη τεχνικές περιλήψεις έργου

1.   Με την επιφύλαξη της προστασίας εμπιστευτικών πληροφοριών και των στοιχείων που αφορούν την εγκατάσταση και το προσωπικό , η μη τεχνική περίληψη του έργου παρέχει τα ακόλουθα:

α)

πληροφορίες για τους στόχους του έργου, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας επίτευξής τους, της πιθανής βλάβης, καθώς και λεπτομερειών σχετικά με τον αριθμό και τα είδη των ζώων που θα χρησιμοποιηθούν,

β)

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τηρούνται, όπου αυτό είναι δυνατό, οι αρχές της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης .

2.   Με βάση τα αποτελέσματα της δεοντολογικής αξιολόγησης, η εγκατάσταση πειραματισμού καθορίζει στη μη τεχνική περίληψη έργου κατά πόσον ένα έργο πρέπει να υποβληθεί σε αναδρομική εκτίμηση και μέχρι ποια ημερομηνία.

3.   Η εγκατάσταση πειραματισμού ενημερώνει τη μη τεχνική περίληψη έργου με τα αποτελέσματα της αναδρομικής εκτίμησης.

4.   Τα κράτη μέλη καθιστούν διαθέσιμες στο κοινό ανώνυμες εκδόσεις των μη τεχνικών περιλήψεων των έργων που διαθέτουν άδεια, καθώς και τυχόν ενημερωμένες εκδόσεις τους.

5.     Με την επιφύλαξη της προστασίας εμπιστευτικών και προσωπικών πληροφοριών, τα κράτη μέλη καθιστούν διαθέσιμες στο κοινό μη προσωπικές πληροφορίες όσον αφορά παραβιάσεις της παρούσας οδηγίας, της εθνικής νομοθεσίας και των εθνικών εγκρίσεων.

Άρθρο 43

Χορήγηση άδειας έργου

1.   Η άδεια έργου περιορίζεται στις διαδικασίες που έχουν υποβληθεί σε δεοντολογική αξιολόγηση και στην κατάταξη της δριμύτητας των εν λόγω διαδικασιών.

2.   Η άδεια έργου αναφέρει τα εξής:

α)

τους υπευθύνους στην εγκατάσταση για τη συνολική υλοποίηση του έργου,

β)

τις εγκαταστάσεις πειραματισμού όπου θα εκτελεστεί το έργο,

γ)

στην περίπτωση επιτόπιων ερευνών, την εγκατάσταση πειραματισμού που είναι υπεύθυνη για το έργο,

δ)

τουλάχιστον ένα άτομο που διαθέτει ειδικές γνώσεις σχετικά με τα είδη των ζώων που θα χρησιμοποιηθούν.

3.   Η άδεια έργου χορηγείται για μια περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε ετών.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την αδειοδότηση πολλαπλών έργων εάν αυτά τα έργα επιβάλλονται από τη νομοθεσία ή, όταν χρησιμοποιούνται τυποποιημένες διαδικασίες, των οποίων η δεοντολογική αξιολόγηση έχει ήδη καταλήξει σε θετικό αποτέλεσμα.

5.   Οι εγκαταστάσεις πειραματισμού τηρούν αρχεία όλων των αδειών έργου για τουλάχιστον τρία χρόνια μετά την ημερομηνία λήξης της άδειας και υποβάλλουν τα αρχεία αυτά στην αρμόδια αρχή μετά από σχετικό αίτημα.

Άρθρο 44

Τροποποίηση, ανανέωση και ανάκληση άδειας έργου

1.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να τροποποιήσει ή να ανανεώσει την άδεια έργου μετά από σχετικό αίτημα της εγκατάστασης πειραματισμού ή του υπεύθυνου για το έργο προσώπου .

2.   Οποιαδήποτε τροποποίηση ή ανανέωση άδειας έργου προϋποθέτει περαιτέρω ▐ δεοντολογική αξιολόγηση.

3.     Το μόνιμο όργανο δεοντολογικού ελέγχου δύναται να επιφέρει τροποποιήσεις στις ήπιες ή μέτριες διαδικασίες που δεν επιτείνουν τη δριμύτητα της διαδικασίας, οι τροποποιήσεις δε αυτές κοινοποιούνται στην αρμόδια αρχή εντός μιας εβδομάδας από την πραγματοποίηση της τροποποίησης.

4.   Σε περίπτωση που το έργο δεν εκτελείται σύμφωνα με την άδεια έργου και μπορεί να προκαλέσει υποβάθμιση των προτύπων καλής μεταχείρισης των ζώων , η αρμόδια αρχή μπορεί να ανακαλέσει τη σχετική άδεια.

5.   Η ανάκληση άδειας έργου δεν πρέπει να επηρεάζει αρνητικά την καλή διαβίωση των ζώων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στο έργο.

6.   Τα κράτη μέλη ορίζουν και δημοσιοποιούν τους λεπτομερείς όρους για την τροποποίηση και ανανέωση των αδειών έργου.

Άρθρο 45

Αποφάσεις αδειοδότησης

║ Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η απόφαση αδειοδότησης λαμβάνεται και κοινοποιείται στην εγκατάσταση πειραματισμού το αργότερο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Εάν ένα κράτος μέλος δεν λάβει απόφαση εντός της προθεσμίας αυτής, θεωρείται ότι η άδεια έχει χορηγηθεί, εφόσον το σχετικό έργο περιλαμβάνει μόνο διαδικασίες που κατατάσσονται ως «ήπιες» και δεν χρησιμοποιούνται πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου. Σε καμία άλλη περίπτωση δεν τεκμαίρεται χορήγηση της άδειας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΠΟΦΥΓΗ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΩΝ ΔΟΚΙΜΩΝ ΚΑΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

Άρθρο 46

Περιττή επανάληψη διαδικασιών

1.   Κάθε κράτος μέλος αποδέχεται τα δεδομένα από άλλο κράτος μέλος που παράγονται ▐ με διαδικασίες οι οποίες αναγνωρίζονται από την κοινοτική νομοθεσία ή έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με αυτήν .

2.     Με την επιφύλαξη της διαφύλαξης των εμπιστευτικών πληροφοριών, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την κοινή χρήση των δεδομένων που παράγονται από διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών που πραγματοποιήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Κάθε πρόσωπο που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει δεδομένα που ανήκουν σε άλλον συμβάλλει, κατά περίπτωση, στο εγγενές κόστος παραγωγής αυτών των δεδομένων.

3.     Πριν από την υποβολή αίτησης για την αδειοδότηση έργου, το πρόσωπο που προτίθεται να διεξαγάγει διαδικασία λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα για να εξακριβώσει εάν υπάρχουν ήδη δεδομένα σχετικά με το προτεινόμενο έργο και, εάν υπάρχουν, για να αποκτήσει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα (συμβάλλοντας ταυτόχρονα στο κόστος τους). Ομοίως, τα κράτη μέλη εξακριβώνουν εάν υπάρχουν τέτοια δεδομένα, πριν χορηγήσουν την άδεια.

4.     Τα κράτη μέλη δεν χορηγούν άδεια για την εκτέλεση διαδικασίας όταν ο ενδιαφερόμενος δεν έχει λάβει εύλογα μέτρα για να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της παραγράφου 3.

5.     Όταν σχετικά δεδομένα είναι ευλόγως δυνατό να συγκεντρωθούν, τα κράτη μέλη χορηγούν άδεια για έργο μόνον όταν αυτό είναι αναγκαίο για την προστασία του κοινού.

Άρθρο 47

Εναλλακτικές προσεγγίσεις

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συμβάλλουν οικονομικά και άλλως στην ανάπτυξη και , όταν χρειάζεται, στην επιστημονική επικύρωση εναλλακτικών προσεγγίσεων που, ενώ δεν περιλαμβάνουν τη χρήση ζώων ή χρησιμοποιούν λιγότερα ζώα ή συνεπάγονται λιγότερο επώδυνες διαδικασίες, προορίζονται να παράσχουν συγκρίσιμο επίπεδο πληροφόρησης με εκείνο που επιτυγχάνεται μέσω διαδικασιών στις οποίες χρησιμοποιούνται ζώα, λαμβάνουν δε τα μέτρα που θεωρούν κατάλληλα για να ενθαρρύνουν την έρευνα σε αυτόν τον τομέα. Είναι σκόπιμη η ίδρυση κτηνιατρικών βιοτραπεζών ευρείας κλίμακας προς υποστήριξη των αρχών της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης, χρησιμοποιώντας τον πλεονάζοντα ιστό που λαμβάνεται στο πλαίσιο των κλινικών διαδικασιών.

Άρθρο 48

Ευρωπαϊκό Κέντρο Επικύρωσης Εναλλακτικών Μεθόδων

Οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κέντρου Επικύρωσης Εναλλακτικών Μεθόδων επεκτείνονται ώστε να περιλαμβάνουν το συντονισμό και την προώθηση της ανάπτυξης και χρήσης εναλλακτικών μεθόδων αντί των πειραμάτων σε ζώα, περιλαμβανομένης της εφαρμοσμένης και βασικής βιοϊατρικής έρευνας και της κτηνιατρικής έρευνας καθώς και των δοκιμών κανονιστικού χαρακτήρα· προς το σκοπό αυτό, το Κέντρο εκτελεί τις ακόλουθες λειτουργίες:

α)

συντονίζει τις έρευνες που αποσκοπούν στην προώθηση της ανάπτυξης εναλλακτικών μεθόδων αντί των πειραμάτων σε ζώα και οι οποίες επιτελούνται από τα εθνικά κέντρα για εναλλακτικές μεθόδους που περιγράφονται στο άρθρο 49·

β)

πραγματοποιεί έρευνες που αποσκοπούν στην προώθηση της ανάπτυξης εναλλακτικών μεθόδων αντί των πειραμάτων σε ζώα·

γ)

αναθέτει τη διεξαγωγή ερευνών σε τομείς οι οποίοι είναι πιθανόν ότι θα παράσχουν πληροφορίες που θα διευκολύνουν την αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση των πειραμάτων σε ζώα·

δ)

κατόπιν διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους, εκπονεί και εφαρμόζει στρατηγικές για την αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση των πειραμάτων σε ζώα·

ε)

κοινοποιεί πληροφορίες σχετικά με εναλλακτικές μεθόδους αντί των πειραμάτων σε ζώα, μέσω της τακτικής υποβολής εκθέσεων στο κοινό, τους ενδιαφερόμενους και τις αρχές των κρατών μελών·

στ)

παρέχει τράπεζες δεδομένων προκειμένου να διευκολύνεται η ανταλλαγή των σχετικών πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικών με τις διαθέσιμες εναλλακτικές μεθόδους και πληροφοριών που παρέχουν οι ερευνητές σε εθελοντική βάση οι οποίες διαφορετικά θα έμεναν αδημοσίευτες, θα μπορούσαν όμως να αποτρέψουν την επικάλυψη ανεπιτυχών μελετών που πραγματοποιήθηκαν με τη χρήση ζώων·

ζ)

συντονίζει τις μελέτες προ-επικύρωσης και επικύρωσης που διεξάγουν τα εθνικά κέντρα για εναλλακτικές μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 49 της παρούσας οδηγίας·

η)

διεξάγει, κατά περίπτωση, μελέτες προ-επικύρωσης και επικύρωσης·

θ)

κατόπιν διαβούλευσης με τους αρμόδιους ρυθμιστικούς φορείς και τους ενδιαφερόμενους, εκπονεί και εφαρμόζει στρατηγικές για την αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση των πειραμάτων σε ζώα που εκτελούνται για κανονιστικούς σκοπούς·

ι)

διευκολύνει την επιστημονική και ρυθμιστική αποδοχή των εναλλακτικών μεθόδων αντί των πειραμάτων σε ζώα που χρησιμοποιούνται για κανονιστικούς σκοπούς·

ια)

ενημερώνει τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές όταν αρχίζουν μελέτες προ-επικύρωσης και επικύρωσης και όταν εναλλακτικές μέθοδοι τύχουν επιστημονικής και ρυθμιστικής αποδοχής και θέτει αυτές τις πληροφορίες στη διάθεση του κοινού και των ενδιαφερομένων σε σχετικούς δικτυακούς τόπους.

Άρθρο 49

Εθνικά εργαστήρια αναφοράς για εναλλακτικές μεθόδους

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει, το αργότερο … (15) , ένα κέντρο αρμόδιο για τη στήριξη της ανάπτυξης, επικύρωσης και προώθησης εναλλακτικών μεθόδων αντί των πειραμάτων σε ζώα που εκτελούνται για κανονιστικούς σκοπούς, καθώς και εγκαταστάσεων για την ανάπτυξη και την προώθηση της χρήσης εναλλακτικών μεθόδων αντί των πειραμάτων σε ζώα που εκτελούνται για άλλους σκοπούς, όπως για βασική και εφαρμοσμένη βιοϊατρική και κτηνιατρική έρευνα.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ως εθνικά εργαστήρια αναφοράς μόνο τα εργαστήρια που είναι διαπιστευμένα σύμφωνα με την οδηγία 2004/10/ΕΚ.

3.   Τα εθνικά εργαστήρια αναφοράς πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

διαθέτουν προσωπικό με τα κατάλληλα προσόντα και επαρκή κατάρτιση σε εναλλακτικές μεθόδους, στη διαδικασία επικύρωσης και στις τεχνικές που εφαρμόζονται στον τομέα της αρμοδιότητάς τους,

β)

διαθέτουν τον εξοπλισμό και τα προϊόντα που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται,

γ)

διαθέτουν την κατάλληλη διοικητική υποδομή,

δ)

διασφαλίζουν ότι το προσωπικό τους τηρεί τους κανόνες περί εμπιστευτικότητας.

4.   Τα εθνικά εργαστήρια αναφοράς εκτελούν τις ακόλουθες λειτουργίες:

α)

συνεργάζονται με την Επιτροπή στον τομέα της αρμοδιότητάς τους και επιτελούν καθήκοντα για την προώθηση στρατηγικών που αποσκοπούν στην αντικατάσταση των πειραμάτων σε ζώα ,

β)

συμμετέχουν στην προ-επικύρωση και επικύρωση εναλλακτικών μεθόδων , όπου είναι απαραίτητο, την οποία συντονίζει η Επιτροπή,

γ)

κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους πληροφορίες που λαμβάνουν από την Επιτροπή σχετικά με τη διαθεσιμότητα και εφαρμογή εναλλακτικών μεθόδων,

δ)

παρέχουν επιστημονική και τεχνική υποστήριξη στις αρμόδιες αρχές και στις εγκαταστάσεις πειραματισμού εντός και μεταξύ των κρατών μελών με σκοπό την αποδοχή και εφαρμογή εναλλακτικών μεθόδων,

ε)

παρέχουν κατάρτιση σχετικά με τη χρήση εναλλακτικών μεθόδων στα άτομα που αναφέρονται στο άρθρο 22, παράγραφος 1 και, εάν ζητηθεί, στις εγκαταστάσεις πειραματισμού,

στ)

ανακοινώνουν τις εξελίξεις σχετικά με τις εναλλακτικές μεθόδους και ενημερώνουν το κοινό για τα θετικά και αρνητικά αποτελέσματα .

5.     Τα εθνικά κέντρα συνεργάζονται με όλους τους ενδιαφερομένους για την προώθηση του στόχου της αντικατάστασης του συνόλου των διαδικασιών που συνεπάγονται χρήση ζώων.

6.   Τα εθνικά εργαστήρια αναφοράς δηλώνουν κάθε σύγκρουση συμφερόντων σχετικά με οποιοδήποτε καθήκον που αναλαμβάνουν.

7.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί το όνομα και τη διεύθυνση του εργαστηρίου αναφοράς του στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των εθνικών εργαστηρίων αναφοράς.

8.   Κατόπιν διαβούλευσης με τα εθνικά εργαστήρια αναφοράς, η Επιτροπή θέτει τις προτεραιότητες για τις μελέτες επικύρωσης και καταμερίζει στα εργαστήρια αναφοράς τα διάφορα καθήκοντα για την εκτέλεση των εν λόγω μελετών.

Άρθρο 50

Εθνική επιτροπή δεοντολογίας και καλής μεταχείρισης των ζώων

1.   Κάθε κράτος μέλος συστήνει εθνική επιτροπή δεοντολογίας και καλής μεταχείρισης των ζώων, η οποία συμβουλεύει τις αρμόδιες αρχές και τα μόνιμα όργανα δεοντολογικού ελέγχου για ζητήματα που αφορούν την απόκτηση, εκτροφή, στέγαση, φροντίδα και χρήση των ζώων σε διαδικασίες και εξασφαλίζει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών.

2.   Οι εθνικές επιτροπές δεοντολογίας και καλής μεταχείρισης των ζώων ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία των μόνιμων οργάνων δεοντολογικού ελέγχου και τη δεοντολογική αξιολόγηση, καθώς επίσης και βέλτιστες πρακτικές στο εσωτερικό της Κοινότητας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 51

Προσαρμογή παραρτημάτων στην τεχνική πρόοδο

Η Επιτροπή μπορεί να προσαρμόσει τα παραρτήματα II έως ΙΧ ανάλογα με την τεχνική και επιστημονική πρόοδο.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 54 παράγραφος 4.

Άρθρο 52

Υποβολή εκθέσεων

1.   Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή, το αργότερο στις (16), και κάθε πέντε έτη στη συνέχεια, τις πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ιδιαίτερα δε του άρθρου 11, παράγραφος 1 και των άρθρων 27, 29, 35, 39, 40, 42 και 46.

2.   Τα κράτη μέλη συλλέγουν και δημοσιοποιούν, σε ετήσια βάση, τις στατιστικές πληροφορίες σχετικά με τη χρήση ζώων σε διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν την πραγματική δριμύτητα των διαδικασιών, καθώς και την καταγωγή και τα είδη των πρωτευόντων πλην του ανθρώπου που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες.

Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν και υποβάλλουν αυτές τις στατιστικές πληροφορίες στην Επιτροπή το αργότερο στις (17) και, στη συνέχεια, ανά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα δύο έτη.

3.   Η Επιτροπή θεσπίζει, το αργότερο στις (18), ║ κοινή μορφή για την υποβολή των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 54, παράγραφος 2.

Άρθρο 53

Ρήτρα διασφάλισης

1.   Όταν ένα κράτος μέλος έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για τη διατήρηση του είδους ή για την αντιμετώπιση απροσδόκητης εμφάνισης πάθησης που απειλεί τη ζωή του ανθρώπου ή προκαλεί σοβαρή αναπηρία, μπορεί να επιτρέψει τη χρήση ανθρωποειδών πιθήκων σε διαδικασίες οι οποίες έχουν έναν από τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 5 σημείο (2) στοιχείο α) και σημεία (3) ή (6), υπό τον όρο ότι ο σκοπός της διαδικασίας δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με τη χρήση άλλων ειδών εκτός από τους ανθρωποειδείς πιθήκους, ή με εναλλακτικές μεθόδους. Ωστόσο, δεν θεωρείται ότι η παραπομπή στο άρθρο 5 σημείο (2) στοιχείο α) περιλαμβάνει αναφορά στα ζώα και τα φυτά.

2.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά, αιτιολογώντας την απόφασή του και υποβάλλοντας στοιχεία τα οποία τεκμηριώνουν την κατάσταση που περιγράφεται στην παράγραφο 1 και στην οποία βασίζεται το προσωρινό μέτρο.

3.   Η Επιτροπή αποφασίζει με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 54 σημείο (2) εντός 60 ημερών από την παραλαβή των στοιχείων που της διαβίβασε το κράτος μέλος. Με την απόφαση αυτή:

α)

εγκρίνεται το προσωρινό μέτρο για χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην απόφαση, ή

β)

επιβάλλεται στο κράτος μέλος η ανάκληση του προσωρινού μέτρου.

Άρθρο 54

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σχετικά με τις διατάξεις του άρθρου 8 αυτής.

3.   Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Άρθρο 55

Έκθεση της Επιτροπής

1.   Το αργότερο στις (19) και, στη συνέχεια, κάθε πέντε έτη, η Επιτροπή υποβάλλει, με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνει από τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 52, παράγραφος 1, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, έκθεση σχετικά με την υλοποίηση της παρούσας οδηγίας.

2.   Το αργότερο στις (19) και, στη συνέχεια, κάθε τρία έτη, η Επιτροπή υποβάλλει, με βάση τις στατιστικές πληροφορίες που υποβάλλουν τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 52 παράγραφος 2, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοπτική έκθεση σχετικά με τις εν λόγω πληροφορίες.

Άρθρο 56

Επανεξέταση

Η Επιτροπή επανεξετάζει την παρούσα οδηγία το αργότερο … (20) , λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο στην ανάπτυξη εναλλακτικών μεθόδων που δεν περιλαμβάνουν τη χρήση ζώων, ιδιαίτερα δε πρωτευόντων πλην του ανθρώπου, και προτείνει τυχόν τροποποιήσεις, εφόσον συντρέχει περίπτωση.

Άρθρο 57

Θεματική επανεξέταση

Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τα κράτη μέλη και όλους τους ενδιαφερομένους, πραγματοποιεί θεματική επανεξέταση της χρήσης των ζώων σε διαδικασίες σε διετή βάση και κατόπιν παρόδου …  (21) . Στο πλαίσιο της επανεξέτασης εξετάζονται οι επιπτώσεις των εξελίξεων σε σχέση με την τεχνολογική και επιστημονική γνώση καθώς και τη γνώση σε σχέση με την ευζωία των ζώων και ορίζονται στόχοι για την εφαρμογή έγκυρων μεθόδων αντικατάστασης.

Στο πλαίσιο των περιοδικών επανεξετάσεων, η Επιτροπή αποδίδει προτεραιότητα στη μείωση και την κατάργηση των διαδικασιών που προκαλούν το μέγιστο επιτρεπόμενο πόνο ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη και εκείνων που δεν έχουν σχεδιασθεί για την ελάφρυνση των απειλητικών για τη ζωή των ανθρωπίνων όντων ή εξασθενητικών κλινικών συνθηκών με προοπτική την κατάργηση όλων των διαδικασιών. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη στο πλαίσιο των περιοδικών επανεξετάσεων το πως διαμορφώνεται η κοινή γνώμη σε σχέση με τη χρήση ζώων σε διαδικασίες.

Άρθρο 58

Αρμόδιες αρχές

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν άλλους φορείς, εκτός από δημόσιες αρχές, για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι φορείς που ορίζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο θεωρούνται αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αρμόδιων αρχών το αργότερο … (22), το αργότερο. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τυχόν αλλαγές στα ονόματα και τις διευθύνσεις των αρμόδιων αρχών.

Η Επιτροπή καθιστά διαθέσιμο στο κοινό τον κατάλογο των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 59

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που πρέπει να επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων οι οποίες εκδίδονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις σχετικές διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο … (23), και της γνωστοποιούν αμέσως κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

Άρθρο 60

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο … (24), τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την … (25).

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο της εν λόγω αναφοράς.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 61

Κατάργηση

Η οδηγία 86/609/ΕΟΚ καταργείται από τις … (26).

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 62

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα κράτη μέλη δεν πρέπει να εφαρμόζουν νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 37 έως 45 σε έργα τα οποία ξεκίνησαν πριν από την … (26) και των οποίων η διάρκεια δεν εκτείνεται πέραν των τριών ετών μετά απ’ αυτήν.

2.   Τα έργα που ξεκίνησαν πριν από την … (26) και των οποίων η διάρκεια εκτείνεται πέραν … (26) πρέπει να αποκτήσουν άδεια έργου το αργότερο έως των τριών ετών μετά απ’ αυτήν.

Άρθρο 63

Θέση σε ισχύ

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 64

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Γνώμη της 13ης Μαΐου 2009 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009.

(3)  ΕΕ L 222, ║ 24.8.1999, σ. 29.

(4)  ΕΕ L 358, ║ 18.12.1986, σ. 1. ║

(5)  ΕΕ L 197, ║ 30.7.2007, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 50, ║ 20.2.2004, σ. 44.

(7)  ΕΕ L 184, ║ 17.7.1999, σ. 23. ║

(8)   EE L 262, 27.9.1976, σ. 169.

(9)  ΕΕ L 61, ║ 3.3.1997, σ.1.

(10)   Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(11)   Πέντε έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(12)   ΕΕ L …

(13)   12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(14)  18 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(15)  Ένα έτος από τη θέση σε ισχύ της παρούσας οδηγίας.

(16)  Έξι έτη από την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.

(17)  Τρία έτη παό την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.

(18)  18 μήνες από τη θέση σε ισχύ της παρούσας οδηγίας.

(19)  Επτά έτη από την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.

(20)   5 έτη από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας οδηγίας.

(21)   Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(22)  Τρεις μήνες από τη θέση σε ισχύ της παρούσας οδηγίας.

(23)  Η ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 60.

(24)  18 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(25)  1η Ιανουαρίου του έτους που έπεται της ημερομηνίας μεταφοράς που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο.

(26)  Ημερομηνία που σημειώνεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο.

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Ασπόνδυλες τάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, στοιχείο β)

Κεφαλόποδα

Δεκάποδα καρκινοειδή των υποτάξεων μαλακοστράκων βραχυούρων και αστακιδίων

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος ζώων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 11, παράγραφος 1

1.

Βάτραχος (Xenopus (laevis, tropicalis), Rana (temporaria, pipiens))

2.

Μυς (ποντικός) (Mus musculus)

3.

Επίμυς (αρουραίος) (Rattus norvegicus)

4.

Ινδικό χοιρίδιο (Cavia porcellus)

5.

Χρυσόμαλλος κρικητός (χάμστερ) (Mesocricetus auratus)

6.

Κινέζικος κρικητός (Cricetulus griseus)

7.

Γερβίλος (ζερβίλος) της Μογγολίας (Meriones unguiculatus)

8.

Σκύλος (Canis familiaris)

9.

Γάτα (Felis catus)

10.

Όλα τα είδη πρωτευόντων πλην του ανθρώπου

11.

Ζεβρόψαρο (Danio danio)

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κατάλογος πρωτευόντων πλην του ανθρώπου και ημερομηνιών που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 11 παράγραφος 1

Είδος

Ημερομηνίες

Καλλιτριχίδες (μάρμοζετ/ουιστιτί) (Callithrix jacchus)

[ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου περί μεταφοράς]

Μακάκος «cynomolgus» (Macaca fascicularis)

[ 10 έτη μετά τη μεταφορά της οδηγίας]

Πίθηκος ρήσους ή ρέζους (Macace mulatta)

[ 10 έτη μετά τη μεταφορά της οδηγίας]

Άλλα είδη πρωτευόντων πλην του ανθρώπου

[10 έτη μετά τη μεταφορά της οδηγίας]

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Πρότυπα φροντίδας και παροχής στέγης που αναφέρονται στο άρθρο 34

ΤΜΗΜΑ A:   ΓΕΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Η φροντίδα και οι συνθήκες στέγασης είναι προσαρμοσμένες στον επιστημονικό στόχο.

1.   ΟΙΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

Οι συνθήκες στέγασης είναι προσαρμοσμένες στον επιστημονικό στόχο.

1.1.   Λειτουργίες και γενικός τρόπος κατασκευής

α)

Όλες οι εγκαταστάσεις κατασκευάζονται έτσι ώστε να παρέχουν ένα περιβάλλον που να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες φυσιολογίας και τις ηθολογικές ανάγκες των ειδών που στεγάζονται σε αυτές. Οι εγκαταστάσεις σχεδιάζονται επίσης και αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης κατά τρόπο που να παρεμποδίζεται η πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων καθώς και η ανεξέλεγκτη είσοδος ή η διαφυγή ζώων.

β)

Οι εγκαταστάσεις εφαρμόζουν πρόγραμμα συντήρησης με στόχο την πρόληψη και την αντιμετώπιση κάθε βλάβης των κτιρίων ή του εξοπλισμού.

1.2.   Θάλαμοι διαβίωσης

α)

Οι εγκαταστάσεις εφαρμόζουν ένα πρόγραμμα τακτικού και αποτελεσματικού καθαρισμού των θαλάμων και τηρούν ικανοποιητικούς κανόνες υγιεινής.

β)

Οι χώροι όπου τα ζώα μπορούν να μετακινούνται ελεύθερα έχουν τοιχώματα και δάπεδα καλυμμένα με ιδιαίτερα ανθεκτική επένδυση, για να αντέχουν στη σημαντική φθορά που προξενείται από τα ζώα και τις εργασίες καθαρισμού. Το υλικό είναι αβλαβές για την υγεία των ζώων και δεν επιτρέπει τον τραυματισμό τους. Προβλέπεται πρόσθετη προστασία για τον εξοπλισμό ή τις εγκαταστάσεις ώστε να μην υφίστανται ζημίες από τα ζώα και να μην προκαλούν τον τραυματισμό τους.

γ)

Είδη τα οποία είναι ασύμβατα μεταξύ τους, για παράδειγμα θηρευτές και θηράματα, ή ζώα τα οποία απαιτούν διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες, δεν στεγάζονται στον ίδιο χώρο ούτε, ειδικά στην περίπτωση των θηρευτών και των θηραμάτων, σε ακτίνα οπτικής, οσφρητικής ή ακουστικής επαφής.

1.3.   Θάλαμοι για γενικές και ειδικές διαδικασίες

α)

Όλα τα κτίρια διαθέτουν ελάχιστες εργαστηριακές εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή απλών διαγνωστικών δοκιμών, μεταθανάτιων εξετάσεων ή/και τη συλλογή δειγμάτων για αναλυτικότερες εργαστηριακές εξετάσεις σε άλλους χώρους.

β)

Προβλέπονται εγκαταστάσεις που να επιτρέπουν την απομόνωση των άρτι αποκτηθέντων ζώων μέχρις να καθοριστεί η κατάσταση της υγείας τους, να εκτιμηθούν και να ελαχιστοποιηθούν οι εξ αυτών κίνδυνοι για την υγεία των ήδη εγκατεστημένων ζώων.

γ)

Διατίθενται χωριστά ενδιαιτήματα για τα άρρωστα ή τα πληγωμένα ζώα.

1.4.   Χώροι υπηρεσίας

α)

Οι αποθηκευτικοί χώροι σχεδιάζονται, χρησιμοποιούνται και συντηρούνται κατά τρόπο που να διαφυλάσσεται η ποιότητα των ζωοτροφών και των χώρων ύπνου. Ανάλογοι χώροι είναι απρόσβλητοι από παράσιτα και έντομα. Άλλα υλικά, που θα μπορούσαν ενδεχομένως να μολυνθούν ή να προκαλέσουν κινδύνους για τα ζώα ή το προσωπικό, φυλάσσονται χωριστά.

β)

Οι αίθουσες καθαρισμού και πλυσίματος είναι αρκετά ευρύχωρες για να φιλοξενούν τις εγκαταστάσεις απολύμανσης και καθαρισμού του χρησιμοποιηθέντος εξοπλισμού. Η διαδικασία καθαρισμού είναι οργανωμένη κατά τρόπο που να διαχωρίζεται η ροή των καθαρών από τη ροή των ακαθάρτων ειδών εξοπλισμού, ώστε να αντιμετωπίζεται προληπτικά το ενδεχόμενο μόλυνσης άρτι καθαρισθέντων ειδών εξοπλισμού.

γ)

Οι εγκαταστάσεις λαμβάνουν μέτρα για την αποθήκευση και τη διάθεση υπό ικανοποιητικές συνθήκες υγιεινής των σφαγίων και των ζωικών υπολειμμάτων. Οι εγκαταστάσεις λαμβάνουν ειδικές προφυλάξεις για τα τοξικά, ραδιενεργά ή μολυσματικά απόβλητα.

2.   ΤΟΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ

2.1.   Αερισμός

α)

Οι θάλαμοι διαβίωσης και διαμονής των ζώων διαθέτουν σύστημα αερισμού κατάλληλο για τις απαιτήσεις των στεγαζόμενων ζώων.

β)

Ο αέρας στους θαλάμους ανανεώνεται συχνά.

γ)

Το σύστημα αερισμού σχεδιάζεται κατά τρόπο που να αποφεύγονται τα επικίνδυνα ρεύματα αέρος και οι ηχητικές οχλήσεις.

δ)

Απαγορεύεται το κάπνισμα στις αίθουσες με ζώα.

2.2.   Θερμοκρασία

α)

Η θερμοκρασία στους θαλάμους διαβίωσης προσαρμόζεται στα στεγαζόμενα είδη. Η θερμοκρασία στους θαλάμους διαβίωσης μετράται και καταγράφεται ημερησίως.

β)

Τα ζώα δεν επιτρέπεται να υφίστανται ταλαιπωρία λόγω του περιορισμού τους σε εξωτερικούς χώρους υπό αντίξοες συνθήκες.

2.3.   Υγρασία

Τα επίπεδα υγρασίας στους θαλάμους διαβίωσης προσαρμόζονται στα στεγαζόμενα είδη.

2.4.   Φωτισμός

α)

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο φυσικός φωτισμός δεν εξασφαλίζει το δέοντα κύκλο φωτός/σκότους, εξασφαλίζεται ελεγχόμενος τεχνικός φωτισμός για να ικανοποιούνται συγχρόνως οι βιολογικές απαιτήσεις των ζώων και να παρέχεται ικανοποιητικό περιβάλλον εργασίας.

β)

Εξασφαλίζεται κατάλληλος φωτισμός για τις ζωοτεχνικές διαδικασίες καθώς και την επιθεώρηση των ζώων.

γ)

Παρέχονται τακτικές φωτοπερίοδοι και η ένταση των φωτιστικών συνθηκών είναι κατάλληλη για τα αντίστοιχα βιολογικά είδη.

δ)

Όταν πρόκειται για αλφικά ζώα, ο φωτισμός προσαρμόζεται λαμβάνοντας υπόψη την ευαισθησία τους στο φως.

2.5.   Θόρυβος

α)

Οι στάθμες θορύβου εντός του ακουστικού φάσματος των ζώων, συμπεριλαμβανόμενων των υπερήχων, ελαχιστοποιούνται ιδίως κατά την ανάπαυση των ζώων.

β)

Οι εγκαταστάσεις διαθέτουν συστήματα συναγερμού που παράγουν ήχους εκτός του ευαίσθητου ακουστικού φάσματος των ζώων, εφόσον αυτό δεν αντιβαίνει τις ακουστικές δυνατότητες των ανθρώπων.

γ)

Οι θάλαμοι διαβίωσης διαθέτουν κατάλληλη ηχητική μόνωση με υλικά τα οποία απορροφούν τους θορύβους.

2.6.   Συστήματα συναγερμού

α)

Οι εγκαταστάσεις που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από ηλεκτρικό ή μηχανικό εξοπλισμό για τον έλεγχο και την προστασία του περιβάλλοντος διαθέτουν εφεδρικό σύστημα διατήρησης των βασικών υπηρεσιών και συστήματα φωτισμού κινδύνου ενώ παράλληλα εξασφαλίζουν ότι τα συστήματα συναγερμού παραμένουν σε λειτουργική κατάσταση.

β)

Τα συστήματα θέρμανσης και αερισμού διαθέτουν διατάξεις παρακολούθησης και συναγερμού.

γ)

Σαφείς οδηγίες για τα ληπτέα μέτρα σε έκτακτες περιπτώσεις αναρτώνται σε περίοπτη θέση.

3.   ΜΕΡΙΜΝΑ

Η φροντίδα είναι προσαρμοσμένη στον επιστημονικό στόχο.

3.1.   Υγεία

α)

Οι εγκαταστάσεις εφαρμόζουν συγκεκριμένη στρατηγική ώστε να εξασφαλίζουν ότι η κατάσταση της υγείας των ζώων προστατεύει την ευζωία τους και την ικανοποίηση των αντίστοιχων επιστημονικών απαιτήσεων. Η ως άνω στρατηγική περιλαμβάνει πρόγραμμα μικροβιολογικής επιτήρησης, σχέδια αντιμετώπισης προβλημάτων υγείας και καθορίζει συγκεκριμένες παραμέτρους και διαδικασίες υγείας για την εισαγωγή νέων ζώων.

β)

Οι επιθεωρήσεις των ζώων πραγματοποιούνται τουλάχιστον άπαξ ημερησίως από τον επιτόπου αρμόδιο για την καλή διαβίωση και φροντίδα των ζώων. Οι επιθεωρήσεις περιλαμβάνουν την παρακολούθηση της υγείας των ζώων και εξασφαλίζουν τον εντοπισμό όλων των ασθενών ή τραυματισμένων ζώων και τη λήψη των ανάλογων μέτρων.

3.2.   Σύλληψη άγριων ζώων

α)

Όταν χρειάζεται να συλληφθούν άγρια ζώα, η σύλληψη πραγματοποιείται με ήπιες μεθόδους και από προσωπικό το οποίο είναι εξουσιοδοτημένο για την εφαρμογή ανάλογων μεθόδων. Οι επιπτώσεις των διαδικασιών σύλληψης των άγριων ζώων στην υπόλοιπη άγρια ζωή και τα οικολογικά ενδιαιτήματα ελαχιστοποιούνται.

β)

Όταν διαπιστώνεται κατά ή μετά τη σύλληψη ότι το ζώο είναι τραυματισμένο ή βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση υγείας, εξετάζεται από το αρμόδιο προσωπικό το ταχύτερο δυνατό και λαμβάνονται μέτρα για την ελαχιστοποίηση της ταλαιπωρίας των ζώων, έχοντας ως πρώτη προτεραιότητα την ανάρρωση του ζώου.

γ)

Στους τόπους σύλληψης διατίθενται κατάλληλα και επαρκή κιβώτια και άλλα μέσα μεταφοράς, προσαρμοσμένα στα αντίστοιχα είδη ζώων, τα οποία χρησιμοποιούνται σε περίπτωση που τα ζώα πρέπει να μετακινηθούν για να εξεταστούν ή να υποστούν θεραπευτική αγωγή.

δ)

Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στον εγκλιματισμό, την καραντίνα, τη στέγαση, την αναπαραγωγή και τη μέριμνα των συλλαμβανόμενων αγρίων ζώων.

3.3.   Στέγαση και εμπλουτισμός

α)   Στέγαση

Τα ζώα, εξαιρουμένων όσων είναι ως εκ φύσεως μονήρη, στεγάζονται υπό τις δέουσες κοινωνικές συνθήκες σε σταθερές ομάδες συμβατών ατόμων. Στις περιπτώσεις όπου επιτρέπεται η απομονωμένη στέγαση, για εξαιρετικούς επιστημονικούς λόγους ή/και λόγους ευζωίας με βάση μια θετική δεοντολογική αξιολόγηση, η διάρκεια πρέπει να περιορίζεται στην ελάχιστη απαιτούμενη περίοδο και, εάν είναι δυνατόν, να διατηρείται η οπτική, ακουστική, οσφρητική ή/και σωματική επαφή. Η εισαγωγή ή επανεισαγωγή των ζώων σε ήδη συγκροτημένες ομάδες θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά, ώστε να αποφεύγονται προβλήματα ασυμβατότητας και διάρρηξης των κοινωνικών σχέσεων.

β)   Εμπλουτισμός

Σε όλα τα ζώα παρέχεται επαρκής χώρος κατάλληλης πολυπλοκότητας που να τους επιτρέπει να εκφράζουν ευρύ φάσμα των φυσιολογικών τους συμπεριφορών. Επίσης, τους εξασφαλίζεται συγκεκριμένος βαθμός ελέγχου και επιλογής του περιβάλλοντός τους ώστε να μειώνεται κάθε αγχώδης συμπεριφορά. Οι εγκαταστάσεις χρησιμοποιούν κατάλληλες τεχνικές εμπλουτισμού οι οποίες διευρύνουν το φάσμα των δραστηριοτήτων που είναι διαθέσιμες στα ζώα και αυξάνουν τις προσαρμοστικές τους δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της φυσικής άσκησης, των συλλεκτικών, χειραγωγικών και γνωστικών δραστηριοτήτων ανάλογα με το βιολογικό είδος. Ο εμπλουτισμός του περιβάλλοντος στους περίκλειστους χώρους των ζώων ικανοποιεί τις ειδικές ανά είδος και άτομο ανάγκες των αντίστοιχων ζώων. Οι στρατηγικές εμπλουτισμού των εγκαταστάσεων επανεξετάζονται και ενημερώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα.

γ)   Καταλύματα ζώων

Για τα καταλύματα των ζώων δεν χρησιμοποιούνται υλικά επιβλαβή για την υγεία των ζώων. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή τους εξασφαλίζουν ότι δεν τραυματίζονται εξαιτίας τους τα ζώα. Εάν δεν είναι μιας χρήσης, είναι από υλικά που προσφέρονται για την εφαρμογή των προβλεπόμενων τεχνικών καθαρισμού και απολύμανσης. Ο σχεδιασμός του δαπέδου στα καταλύματα ζώων προσαρμόζεται στις ανάγκες του είδους και της ηλικίας των ζώων και σχεδιάζεται έτσι ώστε να διευκολύνει την απομάκρυνση των περιττωμάτων.

3.4.   Διατροφή

α)

Η μορφή, το περιεχόμενο και η παρουσίαση της δίαιτας ανταποκρίνονται στη συμπεριφορά και τις διατροφικές ανάγκες των ζώων.

β)

Η δίαιτα των ζώων επιβάλλεται να είναι γευστική και να μην είναι μολυσμένη. Κατά την επιλογή των πρώτων υλών, την παραγωγή, την προπαρασκευή και την παρουσίαση των ζωοτροφών, οι εγκαταστάσεις λαμβάνουν μέτρα ώστε να ελαχιστοποιείται η χημική, φυσική και μικροβιολογική μόλυνση.

γ)

Η συσκευασία, η μεταφορά και η αποθήκευση πραγματοποιούνται κατά τρόπο που να αποφεύγεται η μόλυνση, η υποβάθμιση ή η καταστροφή των ζωοτροφών. Όλα τα χωνιά, οι ταΐστρες ή τα άλλα σκεύη που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή, καθαρίζονται τακτικά και, εν ανάγκη αποστειρώνονται.

δ)

Εξασφαλίζεται η πρόσβαση κάθε ζώου στην τροφή, παρέχοντας και επαρκή χώρο ώστε να περιορίζεται ο ανταγωνισμός.

3.5.   Πότισμα (ύδρευση)

α)

Πάντοτε εξασφαλίζεται σε όλα τα ζώα καθαρό πόσιμο νερό.

β)

Όταν χρησιμοποιούνται αυτόματα συστήματα παροχής νερού στα ζώα, ελέγχονται, επισκευάζονται και εκπλύνονται τακτικά, ώστε να αποφεύγονται ατυχήματα. Προκειμένου περί κλουβιών με στερεό δάπεδο, λαμβάνεται μέριμνα ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος πλημμύρας.

γ)

Η παροχή νερού στα ενυδρεία και στις δεξαμενές προσαρμόζεται στις ανάγκες και τα όρια ανοχής των εκάστοτε ψαριών, αμφίβιων και ερπετών.

3.6.   Υλικά δαπέδου, υποστρωμάτων, στρωμνής και εμφώλευσης

α)

Εξασφαλίζονται πάντοτε στα ζώα τα κατάλληλα υλικά στρωμνής ή αντίστοιχες κατασκευές για τον ύπνο τους, ανάλογα με το είδος τους, καθώς και τα απαραίτητα υλικά για την κατασκευή φωλεών ή οι απαραίτητες αναπαραγωγικές δομές.

β)

Εντός των καταλυμάτων των ζώων, το έδαφος παρέχει στέρεα, άνετη περιοχή ανάπαυσης για όλα τα ζώα. Όλοι οι χώροι ύπνου διατηρούνται καθαροί και ξηροί.

3.7.   Χειρισμός (μεταχείριση)

Οι εγκαταστάσεις οργανώνουν εκπαιδευτικά προγράμματα που ενθαρρύνουν τη συνεργασία κατά τη διάρκεια των επιμέρους διαδικασιών. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα προσαρμόζονται στα είδη και την καταγωγή τους, τις διαδικασίες και τη διάρκεια του έργου. Η επαφή με τους ανθρώπους αποτελεί προτεραιότητα και προσαρμόζεται στα είδη και την καταγωγή τους, στις διαδικασίες και στη διάρκεια του έργου.

ΤΜΗΜΑ B:   ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΚΑΤΑ ΖΩΙΚΟ ΕΙΔΟΣ

1.   Μύες, επίμυες, γερβίλοι, κρικητοί (χάμστερ) και ινδικά χοιρίδια

Στον ακόλουθο πίνακα και στους επόμενους, που αφορούν μύες, επίμυες, γερβίλους, κρικητούς (χάμστερ) και ινδικά χοιρίδια, ως «ύψος καταλύματος» νοείται η κάθετη απόσταση μεταξύ του δαπέδου και της οροφής του καταλύματος, και το ύψος αυτό ισχύει για ποσοστό μεγαλύτερο του 50 % της ελάχιστης επιφάνειας του δαπέδου πριν την προσθήκη εξαρτημάτων εμπλουτισμού.

Κατά το σχεδιασμό των διαδικασιών, λαμβάνεται υπόψη το δυναμικό αύξησης των ζώων ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα ζώα θα διαθέτουν τον κατάλληλο χώρο (όπως αναφέρεται λεπτομερώς στους πίνακες 1.1. έως 1.5) σε όλη τη διάρκεια της μελέτης.

Πίνακας 1.1.   Μύες

 

Βάρος σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(cm2)

Έκταση δαπέδου ανά ζώο

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34, παράγραφος 2

Σε απόθεμα και κατά τις διαδικασίες

έως 20

330

60

12

[Ιαν 2012]

άνω των 20 έως 25

330

70

12

άνω των 25 έως 30

330

80

12

άνω των 30

330

100

12

Σε αναπαραγωγή

 

330

Για ένα μονογαμικό ζευγάρι (μη ομόαιμο/ομόαιμο) ή για τρίο (ομόαιμο). Για κάθε επιπλέον θηλυκό με νεογνά πρέπει να προστίθενται 180 cm2.

 

12

Σε απόθεμα στα εκτροφεία (1)

Μέγεθος καταλύματος950 cm2

κάτω των 20

950

40

12

Μέγεθος καταλύματος 1 500 cm2

κάτω των 20

1 500

30

12


Πίνακας 1.2.   Επίμυες

 

Σε μελέτες διάρ Βάρος σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(cm2)

Έκταση δαπέδου ανά ζώο

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34, παράγραφος 2

Σε απόθεμα και κατά τις διαδικασίες (2)

έως 200

800

200

18

[Ιαν 2012]

άνω των 200 έως 300

800

250

18

άνω των 300 έως 400

800

350

18

άνω των 400 έως 600

800

450

18

άνω των 600

1 500

600

18

Σε αναπαραγωγή

 

800

Μητέρα και νεογνά. Για κάθε επιπλέον ενήλικο ζώο που προστίθεται στο κατάλυμα σε μόνιμη βάση, προστίθενται400 cm2

 

18

Σε απόθεμα στα εκτροφεία (3)

Μέγεθος καταλύματος 1 500 cm2

έως 50

1 500

100

18

άνω των 50 έως 100

1 500

125

18

άνω των 100 έως 150

1 500

150

18

άνω των 150 έως 200

1 500

175

18

Σε απόθεμα στα εκτροφεία (3)

Μέγεθος καταλύματος 2 500 cm2

έως 100

2 500

100

18

άνω των 100 έως 150

2 500

125

18

άνω των 150 έως 200

2 500

150

18


Πίνακας 1.3.   Γερβίλοι

 

Βάρος σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(cm2)

Έκταση δαπέδου ανά ζώο

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Σε απόθεμα και κατά τις διαδικασίες

έως 40

1 200

150

18

[Ιαν 2012]

άνω των 40

1 200

250

18

Σε αναπαραγωγή

 

1 200 Μονογαμικό ζευγάρι ή τρίο με απογόνους

 

18


Πίνακας 1.4.   Κρικητοί

 

Βάρος σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(cm2)

Έκταση δαπέδου ανά ζώο

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Σε απόθεμα και κατά τις διαδικασίες

έως 60

800

150

14

[Ιαν 2012]

άνω των 60 έως 100

800

200

14

άνω των 100

800

250

14

Σε αναπαραγωγή

 

800

Μητέρα ή μονογαμικό ζευγάρι με νεογνά

 

14

Σε απόθεμα στα εκτροφεία (4)

κάτω των 60

1 500

100

14


Πίνακας 1.5.   Ινδικά χοιρίδια

 

Βάρος σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(cm2)

Έκταση δαπέδου ανά ζώο

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Σε απόθεμα και κατά τις διαδικασίες

έως 200

1 800

200

23

[Ιαν 2012]

άνω των 200 έως 300

1 800

350

23

άνω των 300 έως 450

1 800

500

23

άνω των 450 έως 700

2 500

700

23

άνω των 700

2 500

900

23

Σε αναπαραγωγή

 

2 500

Ζευγάρι με νεογνά. Για κάθε επιπλέον θηλυκό αναπαραγωγής προστίθενται 1 000 cm2

 

23

2.   Κουνέλια

Εντός του καταλύματος υπάρχει ένας υπερυψωμένος χώρος. Αυτός ο υπερυψωμένος χώρος πρέπει να επιτρέπει στο ζώο να ξαπλώνει και να κάθεται και να κινείται εύκολα από κάτω, αλλά δεν καλύπτει περισσότερο από 40 % της επιφάνειας του εδάφους. Εάν υπάρχουν εξαιρετικοί επιστημονικοί ή κτηνιατρικοί λόγοι για να μην χρησιμοποιηθεί γείσωμα, τότε το κατάλυμα είναι κατά 33 % μεγαλύτερο για ένα κουνέλι και κατά 60 % μεγαλύτερο για δύο κουνέλια. Όταν παρέχεται υπερυψωμένη περιοχή για κουνέλια ηλικίας μικρότερης των 10 εβδομάδων, το μέγεθος της είναι τουλάχιστον 55 × 5 cm και το ύψος υπεράνω του δαπέδου επιτρέπει στα ζώα να το χρησιμοποιήσουν.

Πίνακας 2.1.   Κουνέλια ηλικίας μεγαλύτερης των 10 εβδομάδων

Ο πίνακας 2.1 χρησιμοποιείται και για τα κλουβιά και για τα κελιά. Η πρόσθετη επιφάνεια δαπέδου είναι τουλάχιστον 3 000 cm2 ανά κουνέλι, για το τρίτο, το τέταρτο, το πέμπτο και το έκτο κουνέλι, ενώ πρέπει να προστίθενται τουλάχιστον 2 500 cm2 για κάθε επιπλέον κουνέλι μετά το έκτο.


Τελικό σωματικό βάρος

(kg)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου για ένα ή δύο κοινωνικώς αρμονικά ζώα s

(cm2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως και 3

3 500

45

[Ιαν 2012]

από άνω των 3 έως και 5

4 200

45

άνω των 5

5 400

60


Πίνακας 2.2.   Κονικλομητέρα και νεογνά

Βάρος κονικλομητέρας

(kg)

Ελάχιστο εμβαδόν καταλύματος

(cm2)

Επιπλέον επιφάνεια για τα κιβώτια εμφώλευσης

(cm2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως και 3

3 500

1 000

45

[Ιαν 2012]

από άνω των 3 έως και 5

4 200

1 200

45

άνω των 5

5 400

1 400

60


Πίνακας 2.3.   Κουνέλια κάτω των 10 εβδομάδων

Ο πίνακας 2.3 χρησιμοποιείται και για τα κλουβιά και για τα κελιά.


Ηλικία

Ελάχιστο εμβαδόν καταλύματος

(cm2)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου ανά ζώο

(cm2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Από τον απογαλακτισμό έως και την ηλικία των 7 εβδομάδων

4 000

800

40

Από 8 έως 10 εβδομάδες

4 000

1 200

40


Πίνακας 2.4.   Κουνέλια: Βέλτιστες διαστάσεις για τις υπερυψωμένες περιοχές για καταλύματα που έχουν τις διαστάσεις που αναφέρονται στον πίνακα 2.1.

Ηλικία σε εβδομάδες

Τελικό βάρος σώματος

(kg)

Βέλτιστο μέγεθος

(cm × cm)

Βέλτιστο ύψος από το δάπεδο του καταλύματος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

άνω των 10

έως και 3

55 × 25

25

[Ιαν 2012]

από άνω των 3 έως και 5

55 × 30

25

άνω των 5

60 × 35

30

3.   Γάτες

Πίνακας 3.1.   Γάτες

Η ελάχιστη επιφάνεια διαβίωσης για μητέρα με νεογνά είναι η απαιτούμενη για μία μεμονωμένη γάτα, αυξανόμενη βαθμιαία ώστε όταν τα γατάκια φθάσουν στην ηλικία των τεσσάρων μηνών να έχουν κατάλυμα σύμφωνο με τις ανωτέρω απαιτήσεις επιφάνειας για ενήλικες.

Οι περιοχές διατροφής και καθαριότητας απέχουν μεταξύ τους 0,5 μέτρο τουλάχιστον και δεν εναλλάσσονται.


 

Δάπεδο (5)

(m2)

Γείσωμα

(m2)

Ύψος

(m)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Ελάχιστο για ένα ενήλικο ζώο

1,5

0,5

2

[Ιαν 2017]

Για κάθε επιπλέον ζώο προστίθενται

0,75

0,25

4.   Σκύλοι

Το εσωτερικό κατάλυμα να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον 50 % του ελάχιστου χώρου που πρέπει να διατίθεται στους σκύλους, όπως παρουσιάζεται στον πίνακα 4.1.

Ο διαθέσιμος χώρος που προβλέπεται στη συνέχεια βασίζεται στις ανάγκες των μπηγκλ, αλλά οι φυλές μεγάλων διαστάσεων, όπως η φυλή του Αγίου Βερνάρδου ή τα ιρλανδέζικα λυκόσκυλα, χρειάζονται σημαντικά μεγαλύτερους χώρους από αυτούς που παρουσιάζονται στον πίνακα 4.1. Για φυλές άλλες από αυτή του εργαστηριακού μπηγκλ, οι διαθέσιμοι χώροι αποφασίζονται σε συνεργασία με το κτηνιατρικό προσωπικό.

Πίνακας 4.1.   Σκύλοι

Σκύλοι που στεγάζονται κατά ζεύγη ή ομαδικά ενδέχεται να διαβιώσουν στη μισή επιφάνεια (2 m2 για σκύλο μικρότερο των 20 kg, 4 m2 για σκύλο μεγαλύτερο των 20 kg) όταν υποβάλλονται σε διεργασία, όπως ορίζεται στην παρούσα οδηγία, εάν αυτός ο διαχωρισμός είναι αναγκαίος για επιστημονικούς λόγους.

Ένα θηλυκό σε γαλουχία και τα νεογνά του διαθέτουν τον ίδιο χώρο με ένα μεμονωμένο θηλυκό ισοδύναμου βάρους. Το κελί αναπαραγωγής είναι σχεδιασμένο με τρόπο που το θηλυκό να μπορεί να μετακινηθεί σε ένα πρόσθετο διαμέρισμα ή ανυψωμένη περιοχή μακριά από τα σκυλάκια.


Βάρος

(kg)

Ελάχιστο μέγεθος θαλάμου

(m2)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου για ένα ή δύο ζώα

(m2)

Για κάθε πρόσθετο ζώο πρέπει να προστίθεται ελάχιστη επιφάνεια

(m2)

Ελάχιστο ύψος

(m)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως και 20

4

4

2

2

[Ιαν 2017]

άνω των 20

8

8

4

2


Πίνακας 4.2.   Σκύλοι – απογαλακτισμένα ζώα σε απόθεμα

Βάρος σκύλου

(kg)

Ελάχιστο μέγεθος θαλάμου

(m2)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου ανά ζώο

(m2)

Ελάχιστο ύψος

(m)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως και 5

4

0,5

2

[Ιαν 2017]

άνω των 5 έως και 10

4

1,0

2

άνω των 10 έως και 15

4

1,5

2

άνω των 15 έως και 20

4

2

2

άνω των 20

8

4

2

5.   Κουνάβια

Πίνακας 5.   Κουνάβια

 

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(cm2)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου ανά ζώο

(cm2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Ζώα έως 600g

4 500

1 500

50

[Ιαν 2012]

Ζώα άνω των 600g

4 500

3 000

50

Ενήλικα αρσενικά

6 000

6 000

50

Κουναβομητέρα και νεογνά

5 400

5 400

50

6.   Πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου

Πίνακας 6.1.   Μάρμοζετ και ταμαρίνοι

 

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου καταλυμάτων για 1 (6) ή 2 ζώα και για τους μέχρι ηλικίας 5 μηνών απογόνους τους

(m2)

Ελάχιστος όγκος ανά πρόσθετο ζώο πέραν των ηλικίας 5 μηνών

(m3)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(m) (7)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Μάρμοζετ

0,5

0,2

1,5

[Ιαν 2017]

Ταμαρίνοι

1,5

0,2

1,5


Πίνακας 6.2.   Σαϊμίρια

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου για 1 (8) ή 2 ζώα

(m2)

Ελάχιστος όγκος ανά πρόσθετο ζώο ηλικίας πέραν των 6 μηνών

(m3)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(m)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

2,0

0,5

1,8

[Ιαν 2017]


Πίνακας 6.3.   Μακάκοι και κερκοπίθηκοι (9)

 

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστος όγκος καταλύματος

(m3)

Ελάχιστος όγκος ανά ζώο

(m3)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(m)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Ζώα ηλικίας κάτω των 3 ετών  (10)

2,0

3,6

1,0

1,8

[Ιαν 2017]

Ζώα ηλικίας από 3 ετών και άνω  (11)

2,0

3,6

1,8

1,8

Ζώα που διατηρούνται για αναπαραγωγικούς σκοπούς (12)

 

 

3,5

2,0


Πίνακας 6.4.   Μπαμπουίνοι (13)

 

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστος όγκος καταλύματος

(m3)

Ελάχιστος όγκος ανά ζώο

(m3)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(m)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Ζώα (14) ηλικίας κάτω των 4 ετών

4,0

7,2

3,0

1,8

[Ιαν 2017]

Ζώα (14) ηλικίας από 4 ετών και άνω

7,0

12,6

6,0

1,8

Ζώα που διατηρούνται για αναπαραγωγικούς σκοπούς (15)

 

 

12,0

2,0

7.   Ζώα αγροκτήματος

Πίνακας 7.1.   Βοοειδή

Σωματικό βάρος

(kg)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου ανά ζώο

(m2/ζώο)

Πλάτος θέσης στην ταΐστρα για σίτιση κατά βούληση (ad-libitum) αποκερατωθέντων βοοειδών

(m/ζώο)

Χώρος στην ταΐστρα για περιορισμένη σίτιση αποκερατωθέντων βοοειδών

(m/ζώο)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 100

2,50

2,30

0,10

0,30

[Ιαν 2017]

άνω των 100 έως 200

4,25

3,40

0,15

0,50

άνω των 200 έως 400

6,00

4,80

0,18

0,60

άνω των 400 έως 600

9,00

7,50

0,21

0,70

άνω των 600 έως 800

11,00

8,75

0,24

0,80

άνω των 800

16,00

10,00

0,30

1,00


Πίνακας 7.2.   Αιγοπρόβατα

Σωματικό βάρος

(kg)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου ανά ζώο

(m2/ζώο)

Ελάχιστο ύψος χωρίσματος

(m)

Πλάτος θέσης στην ταΐστρα για σίτιση κατά βούληση

(m/ζώο)

Πλάτος θέσης στην ταΐστρα για περιορισμένη σίτιση

(m/ζώο)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 20

1,0

0,7

1,0

0,10

0,25

[Ιαν 2017]

άνω των 20 έως 35

1,5

1,0

1,2

0,10

0,30

άνω των 35 έως 60

2,0

1,5

1,2

0,12

0,40

άνω των 60

3,0

1,8

1,5

0,12

0,50


Πίνακας 7.3.   Χοίροι και μίνι χοίροι

Ζων βάρος

(kg)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος (16)

(m2)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου ανά ζώο

(m2/ζώο)

Ελάχιστος χώρος ανάπαυσης ανά ζώο (σε θερμοκρασιακά ουδέτερες συνθήκες)

(m2/ζώο)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως και 5

2,0

0,20

0,10

[Ιαν 2017]

άνω των 5 έως 10

2,0

0,25

0,11

άνω των 10 έως 20

2,0

0,35

0,18

άνω των 20 έως 30

2,0

0,50

0,24

άνω των 30 έως 50

2,0

0,70

0,33

άνω των 50 έως 70

3,0

0,80

0,41

άνω των 70 έως 100

3,0

1,00

0,53

άνω των 100 έως 150

4,0

1,35

0,70

άνω των 150

5,0

2,50

0,95

Ενήλικοι (συμβατικοί) κάπροι

7,5

 

1,30


Πίνακας 7.4.   Ιπποειδή

Η χαμηλότερη πλευρά έχει ύψος τουλάχιστον 1,5 φορά το ύψος ακρωμίου του ζώου. Το ύψος των εσωτερικών χώρων επιτρέπει στα ιπποειδή να αναπτυχθούν πλήρως.


Ύψος ακρωμίου

(m)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου ανά ζώο

(m2/ζώο)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος

(m)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Για κάθε ζώο στεγαζόμενο μόνο του ή σε ομάδες έως 3 ζώων

Για κάθε ζώο στεγαζόμενο σε ομάδες 4 ή περισσοτέρων ζώων

Κελί τοκετού/φοράδα με πουλάρι

1,00 έως 1,40

9,0

6,0

16

3,00

[Ιαν 2017]

άνω του 1,40 έως 1,60

12,0

9,0

20

3,00

άνω του 1,60

16,0

(2 x WH)2  (17)

20

3,00

8.   Πτηνά

Πίνακας 8.1.   Όρνιθες

Στις περιπτώσεις όπου, για επιστημονικούς λόγους, δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί το ανωτέρω ελάχιστο μέγεθος καταλύματος, η διάρκεια του περιορισμού θα πρέπει να αιτιολογείται από τον πειραματιζόμενο σε συνεννόηση με το κτηνιατρικό προσωπικό. Στις περιπτώσεις αυτές, τα πτηνά μπορούν να στεγάζονται σε μικρότερα καταλύματα με κατάλληλο εμπλουτισμό του περιβάλλοντος και ελάχιστο εμβαδόν δαπέδου 0,75 m2.


Μάζα σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστη επιφάνεια ανά πτηνό

(m2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ελάχιστο πλάτος θέσης στην ταΐστρα ανά πτηνό

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 200

1,00

0,025

30

3

[Ιαν 2012]

άνω των 200 έως 300

1,00

0,03

30

3

άνω των 300 έως 600

1,00

0,05

40

7

άνω των 600 έως 1 200

2,00

0,09

50

15

άνω των 1 200 έως 1 800

2,00

0,11

75

15

άνω των 1 800 έως 2 400

2,00

0,13

75

15

άνω των 2 400

2,00

0,21

75

15


Πίνακας 8.2.   Κατοικίδιες γαλοπούλες

Όλες οι πλευρές του καταλύματος έχουν μήκος τουλάχιστον 1,5 m. Στις περιπτώσεις όπου, για επιστημονικούς λόγους, δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστούν αυτές οι ελάχιστες διαστάσεις, η διάρκεια του περιορισμού θα πρέπει να αιτιολογείται από τον πειραματιζόμενο σε συνεννόηση με το κτηνιατρικό προσωπικό. Στις περιπτώσεις αυτές, τα πτηνά μπορούν να στεγάζονται σε μικρότερα καταλύματα με κατάλληλο εμπλουτισμό του περιβάλλοντος και ελάχιστο εμβαδόν δαπέδου 0,75 m2, καθώς και με ελάχιστο ύψος 50 cm για τα πτηνά βάρους κάτω των 0,6 kg, 75 cm για τα πτηνά βάρους κάτω των 4 kg και 100 cm για τα πτηνά βάρους άνω των 4 kg. Τα καταλύματα αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη στέγαση μικρών ομάδων πτηνών σύμφωνα με τον αναλογούντα χώρο που παρατίθεται στον πίνακα 8.2.


Μάζα σώματος

(kg)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστη επιφάνεια ανά πτηνό

(m2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ελάχιστο πλάτος θέσης στην ταΐστρα ανά πτηνό

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 0,3

2,00

0,13

50

3

[Ιαν 2012]

άνω των 0,3 έως 0,6

2,00

0,17

50

7

άνω των 0,6 έως 1

2,00

0,30

100

15

άνω των 1 έως 4

2,00

0,35

100

15

άνω των 4 έως 8

2,00

0,40

100

15

άνω των 8 έως 12

2,00

0,50

150

20

άνω των 12 έως 16

2,00

0,55

150

20

άνω των 16 έως 20

2,00

0,60

150

20

άνω των 20

3,00

1,00

150

20


Πίνακας 8.3.   Ορτύκια

Μάζα σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Επιφάνεια ανά πτηνό στην περίπτωση της στέγασης κατά ζεύγη

(m2)

Επιφάνεια ανά επιπλέον πτηνό στην περίπτωση της ομαδικής στέγασης

(m2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ελάχιστο πλάτος θέσης στην ταΐστρα ανά πτηνό

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 150

1,00

0,5

0,10

20

4

[Ιαν 2012]

άνω των 150

1,00

0,6

0,15

30

4


Πίνακας 8.4.   Πάπιες και χήνες

Στις περιπτώσεις όπου, για επιστημονικούς λόγους, δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί το ανωτέρω ελάχιστο μέγεθος καταλύματος, η διάρκεια του περιορισμού θα πρέπει να αιτιολογείται από τον πειραματιζόμενο σε συνεννόηση με το κτηνιατρικό προσωπικό. Στις περιπτώσεις αυτές τα πτηνά μπορούν να στεγάζονται σε μικρότερα καταλύματα με κατάλληλο εμπλουτισμό του περιβάλλοντος και ελάχιστο εμβαδόν δαπέδου 0,75 m2, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη στέγαση μικρών ομάδων πτηνών σύμφωνα με τον αναλογούντα χώρο που παρατίθεται στον πίνακα 8.4.


Μάζα σώματος

(g)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Επιφάνεια ανά πτηνό

(m2) (18)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ελάχιστο πλάτος θέσης στην ταΐστρα ανά πτηνό

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

Πάπιες

 

[Ιαν 2012]

έως 300

2,00

0,10

50

10

άνω των 300 έως 1 200 (19)

2,00

0,20

200

10

άνω των 1 200 έως 3 500

2,00

0,25

200

15

άνω των 3 500

2,00

0,50

200

15

Χήνες

 

έως 500

2,00

0,20

200

10

άνω των 500 έως 2 000

2,00

0,33

200

15

άνω των 2 000

2,00

0,50

200

15


Πίνακας 8.5.   Πάπιες και χήνες: ελάχιστο μέγεθος τεχνητής λίμνης (20)

 

Εμβαδόν

(m2)

Βάθος

(cm)

Πάπιες

0,5

30

Χήνες

0,5

από 10 έως 30


Πίνακας 8.6.   Περιστέρια

Τα καταλύματα είναι μακρόστενα (π.χ. 2 m × 1 m) και όχι τετράγωνα, ώστε να μπορούν τα πτηνά να εκτελούν σύντομες πτήσεις.


Μέγεθος ομάδας

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ελάχιστο πλάτος θέσης στην ταΐστρα ανά πτηνό

(cm)

Ελάχιστο πλάτος θέσης στην κούρνια ανά πτηνό

(cm)

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 6

2

200

5

30

[Ιαν 2012]

7 έως 12

3

200

5

30

για κάθε πτηνό επιπλέον των12

0,15

 

5

30


Πίνακας 8.7.   Σπίνοι zebra finch

Τα καταλύματα είναι μακρόστενα (π.χ. 2 m × 1 m), ώστε να μπορούν τα πτηνά να εκτελούν σύντομες πτήσεις. Στην περίπτωση των μελετών αναπαραγωγής, τα ζεύγη μπορούν να στεγάζονται σε μικρότερα καταλύματα με κατάλληλο εμπλουτισμό του περιβάλλοντος και με ελάχιστο εμβαδόν δαπέδου 0,5 m2 και ελάχιστο ύψος 40 cm. Η διάρκεια του περιορισμού θα πρέπει να αιτιολογείται από τον πειραματιζόμενο σε συνεννόηση με το κτηνιατρικό προσωπικό.


Μέγεθος ομάδας

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος

(m2)

Ελάχιστο ύψος

(cm)

Ελάχιστος αριθμός ταϊστρών

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 6

1,0

100

2

[Ιαν 2012]

7 έως 12

1,5

200

2

13 έως 20

2,0

200

3

Για κάθε πτηνό επιπλέον των 20

0,05

 

1 ανά 6 πτηνά

9.   Αμφίβια

Πίνακας 9.1.   Υδρόβια ουροδελή

Μήκος σώματος (21)

(cm)

Ελάχιστη υδάτινη επιφάνεια

(cm2)

Ελάχιστη υδάτινη επιφάνεια για κάθε επιπλέον ζώο στην περίπτωση της ομαδικής διατήρησης

(cm2)

Ελάχιστο βάθος νερού

(cm)

Βέλτιστη θερμοκρασία

Σχετική υγρασία

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 10

262,5

50

13

15°C-22°C

100 %

[Ιαν 2012]

άνω των 10 έως 15

525

110

13

άνω των 15 έως 20

875

200

15

άνω των 20 έως 30

1 837,5

440

15

άνω των 30

3 150

800

20


Πίνακας 9.2.   Υδρόβια άνουρα (22)

Μήκος σώματος (23)

(cm)

Ελάχιστη υδάτινη επιφάνεια

(cm2)

Ελάχιστη υδάτινη επιφάνεια για κάθε επιπλέον ζώο στην περίπτωση της ομαδικής διατήρησης

(cm2)

Ελάχιστο βάθος νερού

(cm)

Βέλτιστη θερμοκρασία

Σχετική υγρασία

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

κάτω των 6

160

40

6

18°C-22°C

100 %

[Ιαν 2012]

6 έως 9

300

75

8

άνω των 9 έως 12

600

150

10

άνω των 12

920

230

12,5


Πίνακας 9.3.   Ημιυδρόβια άνουρα

Μήκος σώματος (24)

(cm)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος (25)

(cm2)

Ελάχιστη επιφάνεια για κάθε επιπλέον ζώο στην περίπτωση της ομαδικής διατήρησης

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος (26)

(cm)

Ελάχιστο βάθος νερού

(cm)

Βέλτιστη θερμοκρασία

Σχετική υγρασία

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 5,0

1 500

200

20

10

10oC-15oC

50-80 %

[Ιαν 2012]

άνω των 5,0 έως 7,5

3 500

500

30

10

άνω των 7,5

4 000

700

30

15


Πίνακας 9.4.   Ημιχερσαία άνουρα

Μήκος σώματος (27)

(cm)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος (28)

(cm2)

Ελάχιστη επιφάνεια για κάθε επιπλέον ζώο στην περίπτωση της ομαδικής διατήρησης

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος (29)

(cm)

Ελάχιστο βάθος νερού

(cm)

Βέλτιστη θερμοκρασία

Σχετική υγρασία

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 5,0

1 500

200

20

10

23oC-27oC

50-80 %

[Ιαν 2012]

άνω των 5,0 έως 7,5

3 500

500

30

10

άνω των 7,5

4 000

700

30

15


Πίνακας 9.5.   Δενδρόβια άνουρα

Μήκος σώματος (30)

(cm)

Ελάχιστο μέγεθος καταλύματος (31)

(cm2)

Ελάχιστη επιφάνεια για κάθε επιπλέον ζώο στην περίπτωση της ομαδικής διατήρησης

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος (32)

(cm)

Βέλτιστη θερμοκρασία

Σχετική υγρασία

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 3,0

900

100

30

18oC-25oC

50-70 %

[Ιαν 2012]

άνω των 3,0

1 500

200

30

10.   Ερπετά

Πίνακας 10.1.   Υδρόβια χελώνια

Μήκος σώματος (33)

(cm)

Ελάχιστη υδάτινη επιφάνεια

(cm2)

Ελάχιστη υδάτινη επιφάνεια για κάθε επιπλέον ζώο στην περίπτωση της ομαδικής διατήρησης

(cm2)

Ελάχιστο βάθος νερού

(cm)

Βέλτιστη θερμοκρασία

Σχετική υγρασία

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 5

600

100

10

20oC-25oC

80-70 %

[Ιαν 2012]

άνω των 5 έως 10

1 600

300

15

άνω των 10 έως 15

3 500

600

20

άνω των 15 έως 20

6 000

1 200

30

άνω των 20 έως 30

10 000

2 000

35

άνω των 30

20 000

5 000

40


Πίνακας 10.2.   Χερσόβια ερπετά

Μήκος σώματος (34))

(cm)

Ελάχιστη επιφάνεια δαπέδου

(cm2)

Ελάχιστη επιφάνεια για κάθε επιπλέον ζώο στην περίπτωση της ομαδικής διατήρησης

(cm2)

Ελάχιστο ύψος καταλύματος (35))

(cm)

Βέλτιστη θερμοκρασία

Σχετική υγρασία

Ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2

έως 30

300

150

10

22oC-27oC

60-80 %

[Ιαν 2012]

άνω των 30 έως 40

400

200

12

άνω των 40 έως 50

600

300

15

άνω των 50 έως 75

1 200

600

20

άνω των 75

2 500

1 200

28


(1)  Οι απογαλακτισμένοι μύες επιτρέπεται να διατηρούνται σε αυτές τις υψηλότερες πυκνότητες πληθυσμού, κατά τη σύντομη περίοδο μετά τον απογαλακτισμό έως την ενηλικίωση, εφόσον τα ζώα στεγάζονται σε μεγαλύτερα καταλύματα με κατάλληλο εμπλουτισμό. Αυτές οι συνθήκες στέγασης δεν πρέπει να συνεπάγονται υποβάθμιση της ευζωίας όπως: αυξημένα επίπεδα επιθετικότητας, νοσηρότητα και θνησιμότητα, στερεοτυπίες και άλλες διαταραχές συμπεριφοράς, απώλεια βάρους, ή άλλες μεταβολές της φυσιολογίας ή της συμπεριφοράς λόγω άγχους.

(2)  κειας ζωής, τα ζώα πρέπει να διαθέτουν καταλύματα κατάλληλου μεγέθους που να τους επιτρέπουν την κοινωνική στέγαση. Στις περιπτώσεις όπου ο διαθέσιμος χώρος ανά ζώο είναι χαμηλότερος από τον προαναφερόμενο, αποδίδεται προτεραιότητα στη διατήρηση σταθερών κοινωνικών δομών.

(3)  Οι απογαλακτισμένοι επίμυες μπορούν να διατηρούνται σε αυτές τις υψηλότερες πυκνότητες πληθυσμού, κατά τη σύντομη περίοδο μετά τον απογαλακτισμό έως την ενηλικίωση, εφόσον τα ζώα στεγάζονται σε μεγαλύτερα καταλύματα με κατάλληλο εμπλουτισμό. Αυτές οι συνθήκες στέγασης δεν πρέπει να προκαλούν απώλεια ευζωίας όπως: αυξημένα επίπεδα επιθετικότητας, νοσηρότητα και θνησιμότητα, στερεοτυπίες και άλλες διαταραχές συμπεριφοράς, απώλεια βάρους, ή άλλες μεταβολές της φυσιολογίας ή της συμπεριφοράς λόγω άγχους.

(4)  Οι απογαλακτισμένοι κρικητοί μπορούν να διατηρούνται σε αυτές τις υψηλότερες πυκνότητες πληθυσμού, κατά τη σύντομη περίοδο μετά τον απογαλακτισμό έως την ενηλικίωση, εφόσον τα ζώα στεγάζονται σε μεγαλύτερα καταλύματα με κατάλληλο εμπλουτισμό. Αυτές οι συνθήκες στέγασης δεν πρέπει να προκαλούν απώλεια ευζωίας όπως: αυξημένα επίπεδα επιθετικότητας, νοσηρότητα και θνησιμότητα, στερεοτυπίες και άλλες διαταραχές συμπεριφοράς, απώλεια βάρους, ή άλλες μεταβολές της φυσιολογίας ή της συμπεριφοράς λόγω άγχους.

(5)  Σημείωση: Επιφάνεια δαπέδου χωρίς γεισώματα.

(6)  Τα ζώα διατηρούνται κατά μόνας μόνο κατ’ εξαίρεση.

(7)  Η κορυφή του καταλύματος βρίσκεται σε ύψος τουλάχιστον 1,8 m από το δάπεδο.

(8)  Τα ζώα διατηρούνται κατά μόνας μόνο κατ’ εξαίρεση.

(9)  Τα ζώα διατηρούνται κατά μόνας μόνο κατ’ εξαίρεση.

(10)  Ένα κατάλυμα ελάχιστων διαστάσεων μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 3 ζώα.

(11)  Ένα κατάλυμα ελάχιστων διαστάσεων μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 2 ζώα.

(12)  Σε αναπαραγωγικές αποικίες δεν απαιτείται πρόσθετος χώρος/όγκος για τα νεαρά ζώα ηλικίας μέχρι 2 ετών που συζούν με τη μητέρα τους.

(13)  Τα ζώα διατηρούνται κατά μόνας μόνο κατ’ εξαίρεση.

(14)  Ένα κατάλυμα ελάχιστων διαστάσεων μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 2 ζώα.

(15)  Σε αναπαραγωγικές αποικίες δεν απαιτείται πρόσθετος χώρος/όγκος για τα νεαρά ζώα ηλικίας μέχρι 2 ετών που συζούν με τη μητέρα τους.

(16)  Οι χοίροι είναι δυνατόν να διατηρούνται σε μικρότερα καταλύματα για σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίζοντας επί παραδείγματι με παραπετάσματα τον κύριο χώρο, για κτηνιατρικούς ή πειραματικούς λόγους, π.χ. όταν απαιτείται ατομική σίτιση των ζώων.

(17)  Για να εξασφαλιστεί ευρυχωρία, ο καθορισμός του διαθέσιμου για κάθε μεμονωμένου ζώου χώρος βασίζεται στο ύψος ακρωμίου (WH)

(18)  Συμπεριλαμβάνεται τεχνητή λίμνη ελάχιστης επιφάνειας 0,5 m2 ανά 2 m2 καταλύματος και ελάχιστου βάθους 30 cm. Στην εν λόγω λίμνη μπορεί να αναλογεί έως 50 % του ελάχιστου μεγέθους καταλύματος.

(19)  Τα πτηνά των οποίων το φτέρωμα δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί πλήρως μπορούν να διατηρούνται σε καταλύματα ελάχιστου ύψους 75 cm.

(20)  Το μέγεθος της τεχνητής λίμνης αντιστοιχεί σε κατάλυμα εμβαδού 2 m2. Στη λίμνη μπορεί να αναλογεί έως 50 % του ελάχιστου μεγέθους καταλύματος.

(21)  Μετρούμενο από το ρύγχος μέχρι την οπή της κλοάκης (αμάρα)

(22)  Οι συνθήκες αυτές ισχύουν για τις δεξαμενές διατήρησης (δηλαδή εκτροφής), όχι όμως για εκείνες που χρησιμοποιούνται για φυσική σύζευξη και υπερωορρηξία για λόγους απόδοσης, δεδομένου ότι οι διαδικασίες αυτές απαιτούν μικρότερες ατομικές δεξαμενές. Οι απαιτήσεις που αφορούν τον χώρο έχουν καθοριστεί για ενήλικα άτομα των αναγραφόμενων κατηγοριών μεγέθους· θα πρέπει είτε να εξαιρούνται τα νεαρά άτομα και οι γυρίνοι ή να μεταβάλλονται οι διαστάσεις υπό κλίμακα

(23)  Μετρούμενο από το ρύγχος μέχρι την οπή της κλοάκης (αμάρα).

(24)  Μετρούμενο από το ρύγχος μέχρι την οπή της κλοάκης (αμάρα).

(25)  Το χερσαίο τμήμα καταλαμβάνει ένα τρίτο, το υδάτινο, επαρκές για να βυθίζονται τα ζώα στο νερό, δύο τρίτα.

(26)  Μετρούμενο από την επιφάνεια του χερσαίου τμήματος μέχρι την εσωτερική πλευρά της οροφής του τεράριουμ· επιπλέον, το ύψος των καταλυμάτων θα πρέπει να είναι κατάλληλο για την εσωτερική διαρρύθμιση.

(27)  Μετρούμενο από το ρύγχος μέχρι την οπή της κλοάκης (αμάρα).

(28)  Το χερσαίο τμήμα καταλαμβάνει ένα τρίτο, το υδάτινο, επαρκές για να βυθίζονται τα ζώα στο νερό, δύο τρίτα.

(29)  Μετρούμενο από την επιφάνεια του χερσαίου τμήματος μέχρι την εσωτερική πλευρά της οροφής του τεράριουμ· επιπλέον, το ύψος των καταλυμάτων θα πρέπει να είναι κατάλληλο για την εσωτερική διαρρύθμιση.

(30)  Μετρούμενο από το ρύγχος μέχρι την οπή της κλοάκης (αμάρα).

(31)  Το χερσαίο τμήμα καταλαμβάνει ένα τρίτο, το υδάτινο, επαρκές για να βυθίζονται τα ζώα στο νερό, δύο τρίτα.

(32)  Μετρούμενο από την επιφάνεια του χερσαίου τμήματος μέχρι την εσωτερική πλευρά της οροφής του τεράριουμ· επιπλέον, το ύψος των καταλυμάτων θα πρέπει να είναι κατάλληλο για την εσωτερική διαρρύθμιση.

(33)  Μετρούμενο επί της ευθείας γραμμής που συνδέει το πρόσθιο με το οπίσθιο άκρο του χελύου.

(34)  Μετρούμενο από το ρύγχος μέχρι την ουρά.

(35)  Μετρούμενο από την επιφάνεια του χερσαίου τμήματος μέχρι την εσωτερική πλευρά της οροφής του τεράριουμ· επιπλέον, το ύψος των καταλυμάτων θα πρέπει να είναι κατάλληλο για την εσωτερική διαρρύθμιση.

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Κατάλογος των ζώων που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 4

1)

Βοοειδή (Bos taurus και Bos indicus)·

2)

Αιγοπρόβατα (Ovis aries και Capra hircus)·

3)

Χοίροι (Sus scrofa)·

4)

Ιπποειδή (Equus caballus και Equus asinus)·

5)

Κατοικίδια όρνιθα (Gallus gallus domesticus)·

6)

Κατοικίδιες γαλοπούλες (Meleagris gallopavo)·

7)

Πάπιες και χήνες (Anas platyrhynchos, Anser anser domesticus, Cairina moschata)·

8)

Κατοικίδια ορτύκια (Coturnix spp)·

9)

Περιστέρια (Colombia livia)·

10)

Κουνέλι (Oryctolagus cuniculus)

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Μη βάναυσες μέθοδοι θανάτωσης ζώων

Πίνακας 1 –   Μη βάναυσες μέθοδοι θανάτωσης ψαριών, συμπεριλαμβανομένων γναθοστομάτων και κυκλοστομάτων

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσματικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

++

+ έως ++

++

4 έως 5 (1)

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

Ηλεκτρική αναισθητοποίηση

++

+

+

+

++

4

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Απίσχνανση

++

++

++

++

+

4

Μόνο για ψάρια με μήκος μικρότερο από 2 cm

Εγκεφαλική διάσειση

++

+

+

++

-

3

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Αυχενική εξάρθρωση

++

++

+

++

-

2 – αν το ζώο διατηρεί τις αισθήσεις του

5 – αν το ζώο είναι αναίσθητο

Όχι για ψάρια >500g. Να ακολουθείται από καταστροφή του εγκεφάλου.

Σε αναίσθητα ψάρια μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 2 –   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση αμφίβιων

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσμα-τικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

++

++

++

5

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

Εγκεφαλική διάσειση

++

++

+

++

-

3

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

NMB/αναισθητικά μείγματα (2)

+

++

-

+

+

3

Εγχέεται ενδοφλεβίως, επομένως απαιτεί πείρα.

Ακτινοβολία με μικροκύματα

++

++

-

+

++

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Για μικρά αμφίβια.

Ηλεκτρική αναισθητοποίηση

+

+

+

-

-

2

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Σε αναίσθητα αμφίβια μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 3 –   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση ερπετών

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσμα-τικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

++

+

++

5

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

Πιστόλι διατρητικής ράβδου

++

++

++

+

+

5

Για μεγάλα ερπετά.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Πυροβολισμός

++

++

++

-

+

4

Να εκτελείται από έμπειρο σκοπευτή. Μπορεί να απαιτηθεί άλλη μέθοδος για τη θανάτωση. Να χρησιμοποιείται σε επιτόπιες συνθήκες.

Εγκεφαλική διάσειση

+

+

+

++

-

3

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Σε αναίσθητα ερπετά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 4 -   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση πτηνών

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσμα-τικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

NMB/αναισθητικά μείγματα

++

++

+

+

++

4

Εγχέεται ενδοφλεβίως, επομένως απαιτεί πείρα.

Αδρανή αέρια (Ar, N2)

++

++

++

++

+

4

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Απίσχνανση

++

++

++

++

-

4

Για νεοσσούς ηλικίας έως 72 h

Αυχενική εξάρθρωση

++

++

-

++

-

1/3 – αν το ζώο διατηρεί τις αισθήσεις του

5 – αν το ζώο είναι αναίσθητο

Για νεαρά και μικρά πτηνά (<250 g).

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Ακτινοβολία με μικροκύματα

++

++

-

++

+

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Εγκεφαλική διάσειση

++

++

-

++

-

3

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Ηλεκτρική αναισθητοποίηση

++

++

+

-

-

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Μονοξείδιο του άνθρακα

+

+

++

-

-

1

Κίνδυνος για τον χειριστή.

Σε αναίσθητα πτηνά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 5 -   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση τρωκτικών

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσματικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

++

+

++

5

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

NMB/αναισθητικά μείγματα

++

++

-

+

++

4

Εγχέεται ενδοφλεβίως, επομένως απαιτεί πείρα.

Αδρανή αέρια (Ar)

++

+

++

+

+

4

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη καταγεγραμμένη μέθοδο.

Εγκεφαλική διάσειση

++

++

+

++

-

3

Για τρωκτικά κάτω του 1 kg. Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Αυχενική εξάρθρωση

++

++

+

++

-

2/3 - αν το ζώο διατηρεί τις αισθήσεις του

5 - αν το ζώο είναι αναίσθητο

Για τρωκτικά κάτω των 150g.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Ακτινοβολία με μικροκύματα

++

++

-

++

+

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Αποκεφαλισμός

+

+

+

++

-

1/2 - αν το ζώο διατηρεί τις αισθήσεις του

5 - αν το ζώο είναι αναίσθητο

 

Διοξείδιο του άνθρακα

+

++

++

+

++

5

Να χρησιμοποιείται μόνο με σταδιακή πλήρωση.

Μονοξείδιο του άνθρακα

+

+

+

-

++

1

Κίνδυνος για τον χειριστή

Σε αναίσθητα τρωκτικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 6 -   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση κουνελιών

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσματικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

++

+

++

5

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

NMB/αναισθητικά μείγματα

++

++

-

+

++

4

Εγχέεται ενδοφλεβίως, επομένως απαιτεί πείρα.

Πιστόλι διατρητικής ράβδου

++

++

-

+

+

4

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Αυχενική εξάρθρωση

++

++

-

++

-

3 - αν το ζώο διατηρεί τις αισθήσεις του

5 - αν το ζώο είναι αναίσθητο

Αποδεκτή για κουνέλια κάτω του 1 kg.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Εγκεφαλική διάσειση

++

+

-

++

-

3

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Ηλεκτρική αναισθητοποίηση

++

+

++

-

+

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Ακτινοβολία με μικροκύματα

++

++

-

++

+

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Αποκεφαλισμός

+

+

+

-

-

1 - αν το ζώο διατηρεί τις αισθήσεις του

5 - αν το ζώο είναι αναίσθητο

Για κουνέλια κάτω του 1 kg.

Μονοξείδιο του άνθρακα

+

+

++

-

++

1

Κίνδυνος για τον χειριστή.

Ταχεία κατάψυξη

+

+

++

++

+

1

Για έμβρυα κάτω των 4g

Σε αναίσθητα κουνέλια μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 7 -   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση σκύλων, γατών, κουναβιών και αλεπούδων

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσματικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

-

+

++

5

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

NMB/αναισθητικά μείγματα

++

++

-

+

+

4

Εγχέεται ενδοφλεβίως, επομένως απαιτεί πείρα.

Πυροβολισμός που πλήττει τον εγκέφαλο με κατάλληλο πυροβόλο όπλο, πιστόλι και πυρομαχικά

++

++

-

-

-

4

Να εκτελείται από έμπειρο σκοπευτή. Μπορεί να απαιτηθεί άλλη μέθοδος για τη διασφάλιση της θανάτωσης.

Πιστόλι διατρητικής ράβδου

++

++

-

++

+

3

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Ηλεκτρική αναισθητοποίηση

++

++

-

-

-

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Εγκεφαλική διάσειση

++

++

+

++

-

2

Να χρησιμοποιείται σε νεογνά.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Σε αναίσθητους σκύλους, γάτες, κουνάβια ή αλεπούδες μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 8 -   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση μεγάλων θηλαστικών

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσματικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

-

+

++

5

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

Πιστόλι διατρητικής ράβδου

++

++

+

+

+

5

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Πυροβολισμός που πλήττει τον εγκέφαλο με κατάλληλο πυροβόλο όπλο, πιστόλι και πυρομαχικά.

++

++

+

-

+

4

Να εκτελείται από έμπειρο σκοπευτή. Μπορεί να απαιτηθεί άλλη μέθοδος για τη διασφάλιση του θανάτου. Να χρησιμοποιείται σε επιτόπου συνθήκες.

NMB/αναισθητικά μείγματα

++

++

-

+

++

4

Εγχέεται ενδοφλεβίως, επομένως απαιτεί πείρα.

Αδρανή αέρια (Ar)

++

++

+

+

+

4

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Αποδεκτή για χοίρους.

Ηλεκτρική αναισθητοποίηση

++

++

+

-

-

3

Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός.

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Εγκεφαλική διάσειση

++

+

-

+

+

3 - αν το ζώο διατηρεί τις αισθήσεις του

5 - αν το ζώο είναι αναίσθητο

Να ακολουθείται από άμεση αφαίμαξη ή άμεση καταστροφή του εγκεφάλου, ή η θανάτωση πρέπει να διασφαλίζεται με κάποια άλλη μέθοδο.

Σε αναίσθητα μεγάλα θηλαστικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.

Πίνακας 9 -   Μη βάναυσες μέθοδοι για τη θανάτωση πρωτευόντων πλην του ανθρώπου

Μέθοδος

Ταχύτητα

Αποτελεσματικότητα

Ευκολία στη χρήση

Ασφάλεια χειριστή

Αισθητική αξία

Συνολική βαθμολογία

(1-5)

Σχόλια

Υπερβολική δόση αναισθησίας

++

++

-

+

++

5

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την ήπια καταστολή του ζώου.

Σε αναίσθητα πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι, εφόσον το ζώο δεν ανακτά τις αισθήσεις του πριν από τον θάνατο.

Ταχύτητα: ++ πολύ γρήγορη, + γρήγορη, - αργή. Αποτελεσματικότητα: ++ πολύ αποτελεσματική, + αποτελεσματική, - μη αποτελεσματική. Ευκολία στη χρήση: ++ εύκολη στη χρήση, + απαιτεί πείρα, - απαιτεί εξειδικευμένη κατάρτιση. Ασφάλεια του χειριστή: ++ κανένας κίνδυνος, + μικρός κίνδυνος, - κίνδυνος. Αισθητική αξία: ++ ικανοποιητική αισθητικά, + αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους, - μη αποδεκτή για τους περισσότερους ανθρώπους. Συνολική βαθμολογία: 1-5 με άριστα το 5.


(1)  Ορισμένα αναισθητικά μπορεί να προκαλέσουν ερεθισμό του δέρματος όταν χρησιμοποιηθούν σε ψάρια.

(2)  Neuromuscular blocking agent (νευρομυϊκός αποκλειστής)

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

Κατάλογος στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 4

1.

Ισχύουσα εθνική νομοθεσία που αφορά την απόκτηση, ζωική παραγωγή, φροντίδα και χρήση ζώων σε επιστημονικές διαδικασίες.

2.

Δεοντολογία που αφορά τη σχέση ανθρώπων-ζώων, την εγγενή αξία της ζωής και τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της χρήσης ζώων σε επιστημονικές διαδικασίες.

3.

Βασικά στοιχεία βιολογίας που αφορούν την ανατομία, τα χαρακτηριστικά φυσιολογίας, την εκτροφή, τη γενετική και την τροποποίηση του γενετικού υλικού.

4.

Συμπεριφορά των ζώων, ζωική παραγωγή και εμπλουτισμός.

5.

Υγιεινή και διαχείριση της υγείας των ζώων.

6.

Εντοπισμός πόνου, ταλαιπωρίας και αγωνίας ανάλογα με το είδος, για τα πιο συνηθισμένα εργαστηριακά είδη.

7.

Αναισθησία, ανακούφιση του πόνου και ευθανασία.

8.

Χρήση μη βάναυσων καταληκτικών σημείων.

9.

Απαίτηση αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης.

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

Κατάλογος στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 38, παράγραφος 1, στοιχείο γ)

1.

Συνάφεια και αιτιολόγηση των ακόλουθων στοιχείων:

α)

χρήσης ζώων, συμπεριλαμβανομένης της καταγωγής, του εκτιμώμενου αριθμού, των ειδών και των σταδίων της ζωής τους,

β)

διαδικασιών.

2.

Στοιχεία που αποδεικνύουν ότι εφαρμόστηκαν υπάρχουσες μέθοδοι για την αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση της χρήσης ζώων σε διαδικασίες.

3.

Στοιχεία που αποδεικνύουν την επάρκεια των ατόμων που συμμετέχουν στο έργο.

4.

Προγραμματισμένη χρήση αναισθητικών, αναλγητικών και άλλων μεθόδων για την ανακούφιση του πόνου.

5.

Μείωση, αποφυγή και ανακούφιση κάθε μορφής ταλαιπωρίας του ζώου από τη γέννηση ως το θάνατο.

6.

Συνθήκες παροχής στέγης, ζωικής παραγωγής και φροντίδας των ζώων.

7.

Χρήση προηγούμενων και μη βάναυσων καταληκτικών σημείων.

8.

Πειραματική στρατηγική ή στρατηγική παρατήρησης και στατιστική μελέτη για την ελαχιστοποίηση του αριθμού των ζώων, της ταλαιπωρίας τους και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

9.

Συνολική εμπειρία ζωής και επανάχρηση των ζώων.

10.

Αποφυγή περιττής επανάληψης διαδικασιών.

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

Γενικοί ορισμοί των βαθμών δριμύτητας που αναφέρονται στο άρθρο 17, παράγραφος 1

Γενικά:

Μέχρις αποδείξεως του εναντίου, θεωρείται ότι οι διαδικασίες που προκαλούν πόνο στον άνθρωπο έχουν το ίδιο αποτέλεσμα και στα ζώα.

Κανένας ή ήπιος πόνος: βαθμός δριμύτητας 1

Παρεμβάσεις και χειρισμοί σε ζώα για πειραματικούς σκοπούς που δεν προκαλούν σε αυτά τα ζώα πόνο ή προκαλούν βραχείας διαρκείας ήπιο πόνο, ταλαιπωρία, τραυματισμό ή ήπια αγωνία και καμία σημαντική βλάβη στη γενική τους κατάσταση.

Παραδείγματα:

μελέτες με διαφορετική σύνθεση της τροφής ή με μη φυσιολογική διατροφή, με ήσσονος σημασίας κλινικές ενδείξεις ή συμπτώματα.

λήψη δειγμάτων αίματος ή ένεση (s.c, i.m, i.p, i.v) φαρμάκου

επιφανειακή βιοψία ιστού υπό αναισθησία

μη επιθετικές τεχνικές σάρωσης με ή χωρίς καταστολή ή αναισθησία των ζώων

μελέτες ανεκτικότητας που ενδεχομένως προκαλούν ήσσονες τοπικές ή συστημικές αντιδράσεις βραχείας διαρκείας

ηλεκτροκαρδιογραφήματα σε ζώα που διατηρούν τις αισθήσεις τους

μελέτες παρατήρησης όπως δοκιμές ανοικτού πεδίου, δοκιμές λαβυρίνθου ή δοκιμές σκάλας

πειράματα υπό γενική αναισθησία χωρίς ανάνηψη

Μέτρια δοκιμασία: βαθμός δριμύτητας 2

Παρεμβάσεις και χειρισμοί σε ζώα για πειραματικούς σκοπούς όπου τα ζώα υποβάλλονται σε βραχείας διάρκειας μέτρια αγωνία ή σε μακράς έως πολύ μακράς διάρκειας επεισόδιο ήπιας αγωνίας, πόνου, ταλαιπωρίας ή τραυματισμού ή σοβαρή βλάβη της γενικής τους κατάστασης

Παραδείγματα:

εγχείρηση υπό αναισθησία και χορήγηση του καταλλήλου αναλγητικού

εμφύτευση συσκευών όπως καθετήρων, τηλεμετρικών μεταδοτών, και μικροαντλιών υπό γενική αναισθησία

μελέτες με μη φυσιολογική διατροφή με κλινικές ενδείξεις ή συμπτώματα σακχαρώδους διαβήτη που δεν έχει αντιμετωπιστεί με θεραπευτική αγωγή

συχνή λήψη δειγμάτων αίματος ή χορήγηση ουσιών

δημιουργία ανησυχίας σε ζωικά πρότυπα

δοκιμές οξείας τοξικότητας, μελέτες οξείας ανεκτικότητας· μελέτες προσδιορισμού του εύρους των τιμών, δοκιμές χρόνιας τοξικότητας/καρκινογένεσης με μη θανατηφόρο κατάληξη

πρότυπα κρίσης όπως μελέτες για την επιληψία

μη θανατηφόρα ζωικά πρότυπα καρκίνου όπως μελέτες μεταμόσχευσης ξένου ιστού

Βαριά δοκιμασία: βαθμός δριμύτητας 3

Παρεμβάσεις και χειρισμοί σε ζώα για πειραματικούς σκοπούς, οι οποίοι προκαλούν στα ζώα βαριά έως πολύ βαριά αγωνία ή τα υποβάλλουν σε μακράς έως πολύ μακράς διάρκειας επεισόδιο μέτριας αγωνίας, έντονου πόνου, παρατεταμένης ταλαιπωρίας ή σοβαρού τραυματισμού ή σοβαρή και διαρκή βλάβη της γενικής τους κατάστασης

Παραδείγματα:

θανατηφόρες μολύνσεις από βακτήρια ή ιούς

χρόνια πρότυπα ρευματοειδούς αρθρίτιδας

γενετικώς τροποποιημένα ζώα με θανατηφόρα φαινότυπα (όπως ογκογένειες) χωρίς πρώιμη ολοκλήρωση του πειράματος

μεταμόσχευση οργάνων (π.χ. νεφρού, παγκρέατος)

χρόνια πρότυπα σοβαρών νευρολογικών παθήσεων όπως η νόσος Πάρκινσον


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/228


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Ρύπανση από τα πλοία και θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις ***I

P6_TA(2009)0344

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/35/ΕΚ, σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις (COM(2008)0134 – C6-0142/2008 – 2008/0055(COD))

2010/C 212 E/32

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0134),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 80, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0142/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0080/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0055

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/.../ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 2005/35/ΕΚ σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/123/ΕΚ.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/229


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Ένδειξη, μέσω επισήμανσης, της κατανάλωσης ενέργειας και παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (αναδιατύπωση) ***I

P6_TA(2009)0345

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (αναδιατύπωση) (COM(2008)0778 – C6-0412/2008 – 2008/0222(COD))

2010/C 212 E/33

(Διαδικασία συναπόφασης – αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0778),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0412/2008),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μια πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων (1),

έχοντας υπόψη την από 11 Μαρτίου 2009 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 80 α, παράγραφος 3, του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 80α και 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0146/2009),

A.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως έχει προσαρμοστεί στις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και όπως τροποποιείται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 77, 28.3.2002, σ. 1.


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0222

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 5 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω επισήμανσης της και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής ║ Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1992 για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων των οικιακών συσκευών με την επισήμανση και την παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα (4), έχει τροποποιηθεί ουσιαστικά (5). Δεδομένου ότι πρέπει να επέλθουν και νέες ουσιώδεις τροποποιήσεις, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ περιορίζεται στις οικιακές συσκευές. Από την ανακοίνωση της Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 2008 για το σχέδιο δράσης για τη βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή και τη βιώσιμη βιομηχανική πολιτική ║ προκύπτει ότι η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ σε συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα, περιλαμβανομένων των προϊόντων δομικών κατασκευών, των οποίων η χρήση έχει σημαντικό άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας, θα μπορούσε να ενισχύσει τις δυνητικές συνέργειες υφιστάμενων νομοθετικών μέτρων, και ειδικότερα με την οδηγία 2005/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2005, για θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια ║ (6) . H παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνει και κατά κανένα τρόπο να θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2005/32/ΕΚ. Με το να θέτει στόχους μέσω ολιστικής προσέγγισης και με το να επιφέρει περαιτέρω εξοικονόμηση ενέργειας και περιβαλλοντικά οφέλη, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται μέρος ενός ακόμη ευρύτερου νομικού πλαισίου που περιλαμβάνει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1980/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουλίου 2000 περί αναθεωρημένου κοινοτικού συστήματος απονομής οικολογικού σήματος  (7) και την οδηγία 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων  (8) .

(3)

Στα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 8ης και 9ης Μαρτίου 2007 υπογραμμίζεται η ανάγκη για αύξηση της ενεργειακής απόδοσης στην Κοινότητα προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της εξοικονόμησης κατά 20 % όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας στην Κοινότητα έως το 2020, και ζητείται η πλήρης και ταχεία υλοποίηση των κύριων στοιχείων της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2006 με τίτλο «Σχέδιο Δράσης για την Ενεργειακή Απόδοση: Αξιοποίηση του δυναμικού». Στο σχέδιο δράσης υπογραμμίζονται οι τεράστιες δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας στον τομέα των προϊόντων.

(4)

Για να προωθηθεί η ενεργειακή απόδοση και η εξοικονόμηση ενέργειας, έχει επίσης θεμελιώδη σημασία η ΕΕ και τα κράτη μέλη να καταστήσουν τον στόχο εξοικονόμησης ενέργειας κατά 20 % έως το 2020 νομικά δεσμευτικό και να προτείνουν και εφαρμόσουν συνεκτικά μέτρα για τη διασφάλιση της επίτευξής του.

(5)

Η βελτίωση της απόδοσης των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων μέσω των τεκμηριωμένων επιλογών των καταναλωτών ωφελεί την οικονομία της ΕΕ συνολικά, αλλά και τον κατασκευαστικό κλάδο, με τη μείωση της τιμής του άνθρακα στο σύστημα εμπορίας εκπομπών.

(6)

Η παροχή επακριβών, εύστοχων και συγκρίσιμων πληροφοριών για την ενεργειακή κατανάλωση των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων θα πρέπει να επηρεάζει τις επιλογές των τελικών χρηστών υπέρ των προϊόντων που είναι λιγότερο ενεργειοβόρα ή που συνδέονται έμμεσα με την κατανάλωση λιγότερης ενέργειας ή άλλων βασικών πόρων και, κατά συνέπεια, να οδηγήσει τους κατασκευαστές να λάβουν μέτρα για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και άλλων βασικών πόρων από τα προϊόντα που παράγουν: Η πληροφόρηση αυτή θα πρέπει να ενθαρρύνει επίσης, εμμέσως, την ορθολογική χρησιμοποίηση αυτών των προϊόντων με σκοπό τη συμβολή στην υλοποίηση του στόχου ενεργειακής απόδοσης της ΕΕ 20 % . Εφόσον δεν υπάρχουν αυτές οι πληροφορίες, η λειτουργία των δυνάμεων της αγοράς δεν θα επιτύχει, μόνη της, όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, την προαγωγή της ορθολογικής χρησιμοποίησης της ενέργειας και άλλων βασικών πόρων·

(7)

Δεδομένου ότι τα κτίρια προκαλούν το 40 % της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ και ότι η αναθεώρηση της οδηγίας 2002/91/ΕΚ αποσκοπεί σε μια αποτελεσματική από πλευράς κόστους βελτίωση της συνολικής ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, η συμπερίληψη στο πλαίσιο αυτό ορισμένων συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων δομικών κατασκευών στο πεδίο της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να βοηθά τα νοικοκυριά να επιλέγουν το πιο αποδοτικό από άποψη ενέργειας και κόστους προϊόν κατά την ανακαίνιση των κτιρίων τους.

(8)

Προκειμένου να εξασφαλίζονται προβλεψιμότητα για τους κατασκευαστές και σαφήνεια για τους τελικούς χρήστες, η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει κατάλογο προτεραιότητας των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων δομικών κατασκευών, που εμπίπτουν στο πεδίο της παρούσας οδηγίας και τα οποία στη συνέχεια θα καλύπτονται από μέτρα εφαρμογής των κρατών μελών και της Επιτροπής.

(9)

O ρόλος της πληροφόρησης στη λειτουργία των δυνάμεων της αγοράς είναι πρωταρχικός, και προς τούτο, επιβάλλεται να καθιερωθεί μια ομοιόμορφη ετικέτα για όλα τα προϊόντα του αυτού τύπου, να παρέχονται στους δυνητικούς αγοραστές τυποποιημένες συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με το ║ κόστος και την κατανάλωση άλλων βασικών πόρων ║, καθώς και να ληφθούν μέτρα προκειμένου οι πληροφορίες αυτές να παρέχονται και στους δυνητικούς τελικούς χρήστες οι οποίοι δεν βλέπουν το προϊόν εκτεθειμένο και συνεπώς αδυνατούν να δουν την ετικέτα. Προκειμένου να είναι αποτελεσματική και επιτυχής, η ετικέτα θα πρέπει να ║ είναι απλή, ║ συνοπτική και εύκολα αναγνωρίσιμη από τους τελικούς χρήστες. Για το σκοπό αυτό, η υπάρχουσα μορφή της ετικέτας θα πρέπει να επιλεγεί ως η βάση για την ενημέρωση των τελικών χρηστών σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των προϊόντων. Οι μετρήσεις όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας και τα υπόλοιπα δεδομένα που αφορούν τα προϊόντα θα πρέπει να διενεργούνται συμφώνως προς εναρμονισμένα πρότυπα και μεθόδους.

(10)

Όπως επισημαίνεται στην αξιολόγηση επιπτώσεων της Επιτροπής, που συνοδεύει την πρότασή της για την έκδοση της παρούσας οδηγίας, η αρχική επιτυχημένη ετικέτα A-G έχει χρησιμεύσει ως πρότυπο σε διάφορες χώρες του κόσμου, όπως η Αργεντινή, η Βραζιλία, η Κίνα, το Ιράν, το Ισραήλ, η Νότιος Αφρική και η Χιλή.

(11)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν τακτικά την συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία, και να περιλαμβάνουν τις σχετικές πληροφορίες στην ανά διετία έκθεση που υποχρεούνται να υποβάλλουν στην Επιτροπή δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τις ευθύνες των προμηθευτών και των εμπόρων.

(12)

Η καθιέρωση πλήρως προαιρετικού συστήματος ενδέχεται να οδηγήσει στην επισήμανση ή την παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών για ορισμένα μόνο από τα προϊόντα, με κίνδυνο να προκληθεί ενδεχομένως σύγχυση ή ακόμη και παραπλάνηση κάποιων τελικών χρηστών. Κατά συνέπεια, με το παρόν σύστημα θα πρέπει να εξασφαλιστεί για όλα τα σχετικά προϊόντα πληροφόρηση για την κατανάλωση ενέργειας και άλλων βασικών πόρων με υποχρεωτική επισήμανση και ομοιόμορφα πληροφοριακά δελτία όσον αφορά το προϊόν.

(13)

Η χρήση των συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων έχει άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην κατανάλωση ποικίλων μορφών ενέργειας, με σημαντικότερες την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επομένως να καλύπτει τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα που έχουν άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας κάθε μορφής κατά την χρήση, σύμφωνα με τους στόχους της ΕΕ για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου .

(14)

Όταν η παροχή πληροφοριών μέσω επισήμανσης μπορεί να παροτρύνει τους τελικούς χρήστες να αγοράζουν αποδοτικότερα προϊόντα θα πρέπει να καλύπτονται από ║ μέτρο εφαρμογής ▐ τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα που έχουν σημαντικό άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας ή, κατά περίπτωση, άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση ▐.

(15)

Δεδομένου ότι τα κτίρια προκαλούν για το 40 % της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ και ότι η ΕΕ, στο πλαίσιο των δεσμεύσεών της στο Πρωτόκολλο του Κιότο, έθεσε στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσής της κατά 20 % έως το 2020, έχει σημασία να δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη μέτρων εφαρμογής για προϊόντα δομικών κατασκευών, όπως τα παράθυρα.

(16)

Ο αριθμός των κρατών μελών που έχουν θεσπίσει πολιτικές δημόσιων προμηθειών βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να προμηθεύονται ενεργειακώς αποδοτικά προϊόντα θα πρέπει να συνεχίσει να αυξάνεται, έως ότου επιτευχθεί ο στόχος της κάλυψης όλης της επικράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και για τον αριθμό των κρατών μελών που έχουν ▐ καθιερώσει κίνητρα για ενεργειακώς αποδοτικά προϊόντα. Για να αποφευχθεί η στρέβλωση της αγοράς και μολονότι τα κριτήρια επιλεξιμότητας των προϊόντων για τις δημόσιες προμήθειες ή τα κίνητρα είναι δυνατόν να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών , θα πρέπει αυτά να συμμορφώνονται προς τους στρατηγικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση. Η αναφορά σε κατηγορίες επιδόσεων ως επίπεδα για συγκεκριμένα προϊόντα, όπως ορίζεται στα ║ μέτρα εφαρμογής της οδηγίας, μπορεί να μειώσει τον κατακερματισμό των δημόσιων προμηθειών και των κινήτρων και να διευκολύνει την υιοθέτηση αποδοτικών προϊόντων.

(17)

Κατά τη θέσπιση διατάξεων για τις δημόσιες προμήθειες στα ║ μέτρα εφαρμογής βάσει της παρούσας οδηγία, πρέπει να καθορίζονται αναλογικά κατώτατα όρια αξίας και όγκου δημόσιων προμηθειών, λαμβανομένων υπόψη του διοικητικού φόρτου και της δυνατότητας επιβολής των κανόνων που αφορούν τις προμήθειες στα κράτη μέλη.

(18)

Τα κίνητρα που μπορούν να παρέχουν τα κράτη μέλη για την προώθηση αποδοτικών προϊόντων ενδέχεται να συνιστούν κρατική ενίσχυση. Η παρούσα οδηγία δεν προδικάζει την έκβαση οιασδήποτε μελλοντικής διαδικασίας για κρατικές ενισχύσεις η οποία είναι δυνατόν να κινηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 87 και 88 της Συνθήκης. Ωστόσο, οι κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και ειδικότερα για την εξοικονόμηση ενέργειας, οι οποίες εξυπηρετούν το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον, υπόκεινται σε εξαιρέσεις σύμφωνα με τα διάφορα κοινοτικά μέσα και υπό τους όρους που περιγράφονται σε αυτά, όπως ορίζονται στις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος  (9) .

(19)

Η προώθηση ενεργειακώς αποδοτικών προϊόντων μέσω επισήμανσης, δημόσιων προμηθειών ή κινήτρων δεν θα πρέπει να αποβαίνει εις βάρος των συνολικών περιβαλλοντικών τους επιδόσεων.

(20)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά το περιεχόμενο των διαφημίσεων θα πρέπει να θεωρούνται μόνον έκτακτο μέτρο. Αυτές οι διατάξεις δεν θα πρέπει επομένως να περιορίζουν τη διαφήμιση κατά κανέναν άλλον τρόπο δυνάμει οιασδήποτε άλλης κοινοτικής νομοθεσίας.

(21)

Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28 Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (10).

(22)

Ειδικότερα, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει ║ μέτρα εφαρμογής σε σχέση με την επισήμανση και τις ομοιόμορφες πληροφορίες για την κατανάλωση ενέργειας και άλλων βασικών πόρων από συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα κατά την χρήση . Προκειμένου να δημιουργηθεί ένα σύστημα προβλέψιμο για τη βιομηχανία και κατανοητό για τους καταναλωτές, η Επιτροπή θα πρέπει να αναλάβει να καθορίσει συγκεκριμένη περίοδο ισχύος για την επισήμανση της ενεργειακής κατηγορίας ή των ενεργειακών κατηγοριών και να αναπροσαρμόζει τα κατώτατα όρια των κατηγοριών αποδοτικότητας σε διαρκή και τακτική βάση. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της με νέα, ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Η Επιτροπή θα πρέπει ανά διετία να υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκθεση που να καλύπτει την ΕΕ και κάθε κράτος μέλος χωριστά και να περιέχει λεπτομερείς πληροφορίες για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής καθώς και τις ομοιόμορφες πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα.

(23)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προγενέστερης οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προγενέστερη οδηγία.

(24)

Όταν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να προσπαθούν να αποφεύγουν μέτρα που θα μπορούσαν να επιβάλουν αδικαιολόγητα γραφειοκρατικές και επαχθείς υποχρεώσεις στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), και, στο μέτρο του εφικτού, να λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές ανάγκες και τα οικονομικά και διοικητικά όρια των ΜΜΕ.

(25)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και ║ εφαρμογής της οδηγίας που εκτίθεται στο Παράρτημα Ι, Μέρος B,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Με την παρούσα οδηγία θεσπίζεται πλαίσιο για την εναρμόνιση των εθνικών μέτρων παροχής πληροφοριών στους τελικούς χρήστες, ιδίως με την επισήμανση και την ενημέρωση σχετικά με το προϊόν, σε ό, τι αφορά την κατανάλωση ενέργειας και άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση καθώς και συμπληρωματικών πληροφοριών για συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα έτσι ώστε οι τελικοί χρήστες να μπορούν να επιλέγουν αποδοτικότερα προϊόντα.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα , συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων δομικών κατασκευών, που έχουν σημαντικό άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και, κατά περίπτωση, άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

σε μεταχειρισμένα προϊόντα·

β)

σε όλα τα μέσα μεταφοράς προσώπων ή εμπορευμάτων·

γ)

στην ενδεικτική πινακίδα ή το ισοδύναμο σήμα που τίθεται στα προϊόντα για λόγους ασφαλείας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοείται ως:

—   «συνδεόμενο με την ενέργεια προϊόν», εφεξής το προϊόν: κάθε προϊόν που, κατά τη χρήση του, έχει αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και διατίθεται στην αγορά ή/και τίθεται σε λειτουργία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημάτων τα οποία προορίζονται να ενσωματωθούν σε συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα που καλύπτει η παρούσα οδηγία, τα οποία διατίθενται στην αγορά ή/και τίθενται σε λειτουργία ως μεμονωμένα εξαρτήματα για τελικούς χρήστες και των οποίων οι περιβαλλοντικές επιδόσεις μπορούν να αξιολογούνται με ανεξάρτητο τρόπο·

—    «προϊόν δομικών κατασκευών» :

συνδεόμενο με την ενέργεια προϊόν που χρησιμοποιείται στην ανέγερση και/ή ανακαίνιση κτιρίων·

—   «δελτίο»: ο τυποποιημένος πίνακας πληροφοριών που αφορούν το προϊόν·

—   «άλλοι βασικοί πόροι»: το νερό, οι πρώτες ύλες ή όποια άλλη ουσία καταναλώνει το προϊόν κατά την κανονική του χρήση·

—   «συμπληρωματικές πληροφορίες»: οι πληροφορίες σχετικά με την απόδοση και τα χαρακτηριστικά του προϊόντος, οι οποίες αφορούν την κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα χρόνου ή άλλων βασικών πόρων ή βοηθούν στην εκτίμησή της βάσει μετρήσιμων στοιχείων, περιλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με την κατασκευή του προϊόντος ή με κάθε άλλη σημαντική περιβαλλοντική πτυχή του·

—   «σημαντικές περιβαλλοντικές πτυχές»: οι πτυχές που χαρακτηρίζονται σημαντικές για συνδεόμενο με την ενέργεια προϊόν σε ║ μέτρο εφαρμογής το οποίο έχει θεσπισθεί κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2005/32/ΕΚ και αφορά το προϊόν αυτό·

—    «άμεσος αντίκτυπος» :

ο αντίκτυπος προϊόντων που πραγματικά καταναλώνουν ενέργεια·

—    «έμμεσος αντίκτυπος» :

ο αντίκτυπος προϊόντων που δεν καταναλώνουν ενέργεια, αλλά συμβάλλουν στην κατανάλωση ενέργειας, όπου η αξιολόγηση των επιδόσεων των εν λόγω προϊόντων βασίζεται σε αντικειμενικές και ανεξάρτητες παραμέτρους που δεν παρουσιάζουν κλιματική διακύμανση·

—   «έμπορος»: ο λιανοπωλητής ή οιοδήποτε άλλο πρόσωπο πωλεί, μισθώνει, προσφέρει για μίσθωση-αγορά ή εκθέτει προϊόντα προοριζόμενα για τελικούς χρήστες·

—   «προμηθευτής»: ο κατασκευαστής, ο εισαγωγέας ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του στην Κοινότητα ή το πρόσωπο που θέτει το προϊόν στην κοινοτική αγορά·

—    «τελικός χρήστης» :

το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί το προϊόν για επαγγελματικούς ή προσωπικούς σκοπούς. Αυτό το πρόσωπο είναι ο τελικός καταναλωτής του προϊόντος, και ειδικότερα το πρόσωπο για το οποίο σχεδιάσθηκε το προϊόν, και μπορεί να είναι διαφορετικό από το πρόσωπο που αγοράζει το προϊόν. Ο παρών ορισμός καλύπτει τους ιδιώτες καταναλωτές και τις ομάδες καταναλωτών. Οι δημόσιες αρχές, όταν αγοράζουν συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα, θεωρούνται επίσης «τελικοί χρήστες» για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 3

Ευθύνες των κρατών μελών

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα προσήκοντα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι:

α)

║ οι προμηθευτές και οι έμποροι που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει των άρθρων 5 και 6 και των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 10 της παρούσας οδηγίας·

β)

║ όσον αφορά τα προϊόντα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία απαγορεύεται η επίθεση ετικετών, σημάτων, σύμβολων ή επιγραφών που δεν είναι σύμφωνα προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και των αντίστοιχων ║ μέτρων εφαρμογής, εφόσον η τοποθέτησή τους ενδέχεται να παραπλανήσει ή να οδηγήσει σε σύγχυση τους τελικούς χρήστες όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας ή, κατά περίπτωση, άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση ·

γ)

║ η καθιέρωση του συστήματος ετικετών και δελτίων σχετικά με την κατανάλωση ή τη διατήρηση ενέργειας συνδυάζεται με ενημερωτικές εκστρατείες εκπαιδευτικού και διαφημιστικού χαρακτήρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης και μιας πιο υπεύθυνης χρησιμοποίησης της ενέργειας εκ μέρους των τελικών χρηστών.

δ)

║ λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για να παρακινηθούν η Επιτροπή και οι εθνικές αρχές οι αρμόδιες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας να συνεργάζονται ║ και να ανταλλάσσουν πληροφορίες, με σκοπό να διευκολύνουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Η διοικητική συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών αξιοποιούν, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας και μπορούν να υποστηρίζονται από σχετικά κοινοτικά προγράμματα. Στο πλαίσιο της εν λόγω συνεργασίας διασφαλίζεται, όπου απαιτείται, η ασφάλεια και το απόρρητο της επεξεργασίας και η προστασία των ευαίσθητων πληροφοριών που διαβιβάζονται κατά τη διαδικασία. Η Επιτροπή λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ώστε να ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και να συμβάλει σε αυτήν ║.

2.   Στις περιπτώσεις που κράτος μέλος διαπιστώνει ότι ένα προϊόν δεν συμμορφώνεται με όλες τις σχετικές απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και στα ║ μέτρα εφαρμογής όσον αφορά την ετικέτα και το δελτίο, ο προμηθευτής εξασφαλίζει ║ τη συμμόρφωση του προϊόντος με τις εν λόγω απαιτήσεις και οιουσδήποτε αποτελεσματικούς και αναλογικούς όρους που θέτει το κράτος μέλος. Όσον αφορά τα προϊόντα που έχουν ήδη αγορασθεί, οι καταναλωτές έχουν τα δικαιώματα που προβλέπονται ήδη στην κοινοτική και εθνική νομοθεσία για την προστασία των καταναλωτών, περιλαμβανομένης της αποζημίωσης ή αντικατάστασης του προϊόντος .

Στις περιπτώσεις που υπάρχουν επαρκή στοιχεία περί του ότι ένα προϊόν δεν συμμορφώνεται, το οικείο κράτος μέλος , εντός καθορισμένου χρονικού πλαισίου, λαμβάνει τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη οιαδήποτε ζημία προκληθείσα από τη μη συμμόρφωση .

Στην περίπτωση κατά την οποία η μη συμμόρφωση παρατείνεται , το κράτος μέλος αποφασίζει να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διάθεση του εν λόγω προϊόντος στην αγορά ή/και τη θέση του σε λειτουργία ή εξασφαλίζει την απόσυρσή του από την αγορά. Σε περίπτωση περιορισμού, απόσυρσης του προϊόντος από την αγορά ή απαγόρευσης της διάθεσής του στην αγορά, ενημερώνεται αμέσως η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

3.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ανά διετία έκθεση στην Επιτροπή με λεπτομέρειες σχετικά με τις δραστηριότητες επιβολής και το επίπεδο συμμόρφωσης στο έδαφός τους.

Η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες του κοινού περιεχομένου της εν λόγω έκθεσης , ορίζοντας ελάχιστες απαιτήσεις για ένα εναρμονισμένο υπόδειγμα . Τα μέτρα αυτά, που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 11 παράγραφος 2.

Άρθρο 4

Απαιτήσεις για ενημέρωση

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

(1)

οι πληροφορίες για την κατανάλωση ηλεκτρικής και άλλων μορφών ενέργειας καθώς και άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση, και οι συμπληρωματικές πληροφορίες παρέχονται στους τελικούς χρήστες, σύμφωνα με τα ║ μέτρα εφαρμογής που θεσπίζονται βάσει της παρούσας οδηγίας, μέσω δελτίου και ετικέτας σχετικών με τα προϊόντα τα οποία προσφέρονται προς πώληση, μίσθωση, μίσθωση-αγορά ή εκτίθενται προοριζόμενα για τελικούς χρήστες, άμεσα ή έμμεσα, με οποιοδήποτε μέσο τηλεπώλησης, συμπεριλαμβανομένου του Διαδικτύου·

(2)

οι αναφερόμενες στο σημείο 1 πληροφορίες παρέχονται όσον αφορά ενσωματωμένα ή εγκατεστημένα προϊόντα ▐ στις περιπτώσεις που απαιτείται από το εφαρμοστέο ║ μέτρο εφαρμογής·

(3)

οιαδήποτε διαφήμιση ενός συγκεκριμένου μοντέλου συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων που καλύπτονται από μέτρο εφαρμογής δυνάμει της παρούσας οδηγίας, παρέχει στους τελικούς χρήστες την απαραίτητη ενημέρωση όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας ή την εξοικονόμηση ενέργειας ή περιλαμβάνει μνεία της ενεργειακής κατηγορίας του προϊόντος·

(4)

οιοδήποτε τεχνικό διαφημιστικό υλικό για συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα, το οποίο περιγράφει τις ειδικές τεχνικές παραμέτρους του προϊόντος, ήτοι τα τεχνικά εγχειρίδια και φυλλάδια κατασκευαστών, είτε είναι έντυπα είτε προσφέρονται στο Διαδίκτυο, παρέχει στους τελικούς χρήστες τις απαραίτητες πληροφορίες όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας ή περιλαμβάνει μνεία της ετικέτας ενεργειακής απόδοσης του προϊόντος.

Άρθρο 5

Ευθύνες των προμηθευτών

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τα εξής:

(1)

Οι προμηθευτές που διαθέτουν στην αγορά ή θέτουν σε λειτουργία προϊόντα τα οποία καλύπτονται από ║ μέτρο εφαρμογής παρέχουν ετικέτα και δελτίο σύμφωνα με την παρούσα οδηγία καθώς και οποιαδήποτε τέτοια μέτρα εφαρμογής.

(2)

Οι προμηθευτές καταρτίζουν επαρκή τεχνικό φάκελο ώστε να επιτρέπεται η εκτίμηση της ακριβείας των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στην ετικέτα και το δελτίο. Ο τεχνικός φάκελος περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

γενική περιγραφή του προϊόντος,

β)

αποτελέσματα των εκτελεσθέντων υπολογισμών σχεδιασμού, όπου χρειάζεται,

γ)

εκθέσεις για τις δοκιμές, εφόσον υπάρχουν, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και εκείνες που διεξάγονται από αρμόδιους κοινοποιημένους οργανισμούς, όπως ορίζονται βάσει άλλης κοινοτικής νομοθεσίας,

δ)

όταν οι τιμές χρησιμοποιούνται για παρεμφερή μοντέλα, τις παραπομπές που επιτρέπουν τον προσδιορισμό των εν λόγω μοντέλων.

Για το σκοπό αυτό, οι προμηθευτές μπορούν να χρησιμοποιούν το φάκελο που ήδη έχει καταρτιστεί βάσει των απαιτήσεων της οικείας κοινοτικής νομοθεσίας.

(3)

Οι προμηθευτές διατηρούν στη διάθεση των αρμόδιων αρχών προς έλεγχο τον τεχνικό φάκελο επί διάστημα πέντε ετών μετά την κατασκευή του τελευταίου σχετικού προϊόντος.

Κατόπιν αιτήματος, οι προμηθευτές θέτουν στη διάθεση των αρχών παρακολούθησης της αγοράς των κρατών μελών και της Επιτροπής ηλεκτρονική έκδοση του τεχνικού φακέλου.

(4)

Όσον αφορά τις ετικέτες και τις πληροφορίες για τα προϊόντα, οι προμηθευτές διαθέτουν δωρεάν τις απαραίτητες ετικέτες στους εμπόρους. Χωρίς να θίγεται η δυνατότητα των προμηθευτών να επιλέγουν το σύστημα παράδοσης των ετικετών, οι τελευταίοι παραδίδουν ταχέως τις ετικέτες κατόπιν αιτήματος των εμπόρων.

(5)

Εκτός από τις ετικέτες, οι προμηθευτές παρέχουν ▐ δελτίο με πληροφορίες για το προϊόν.

(6)

Οι προμηθευτές συμπεριλαμβάνουν δελτίο προϊόντος σε όλα τα φυλλάδια τα σχετικά με το προϊόν. Στην περίπτωση που ο προμηθευτής δεν παρέχει φυλλάδια προϊόντων, διαθέτει δελτία, μαζί με κάθε άλλο τύπο εγγράφων πληροφοριών που παρέχει ο προμηθευτής μαζί με το προϊόν.

(7)

Οι προμηθευτές είναι υπεύθυνοι για την ακρίβεια των πληροφοριών που περιέχονται στις ετικέτες και στα δελτία που παρέχουν.

(8)

Οι προμηθευτές θεωρείται ότι έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους για τη δημοσίευση των πληροφοριών που περιέχονται στην ετικέτα ή στο δελτίο.

Άρθρο 6

Ευθύνες των εμπόρων

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τα εξής:

(1)

Οι έμποροι αναρτούν σωστά τις ετικέτες , κατά τρόπο ορατό και ευανάγνωστο, και διαθέτουν το δελτίο μαζί με το φυλλάδιο του προϊόντος ή άλλο τύπο εγγράφων πληροφοριών που συνοδεύουν τα προϊόντα κατά την πώλησή τους στους τελικούς χρήστες.

(2)

όσον αφορά την επισήμανση και τις πληροφορίες για το προϊόν, κατά την παρουσίαση προϊόντος αναφερόμενου σε εκτελεστικό μέτρο, οι έμποροι τοποθετούν την πιο πρόσφατη εκδοχή της κατάλληλης ετικέτας μόλις λήξει η περίοδος ισχύος της παλιάς ετικέτας , στη σαφώς ορατή θέση που καθορίζει το εφαρμοστέο ║ μέτρο εφαρμογής και στην αντίστοιχη γλώσσα.

Άρθρο 7

Τηλεπώληση

Στις περιπτώσεις που τα προϊόντα διατίθενται προς πώληση, μίσθωση ή μίσθωση-αγορά ταχυδρομικά, μέσω καταλόγου, μέσω του Διαδικτύου, μέσω τηλεαγορών ή με άλλες μεθόδους που συνεπάγονται ότι ο υποψήφιος τελικός χρήστης δεν έχει τη δυνατότητα να εξετάσει το εκτεθειμένο προϊόν, τα ║ μέτρα εφαρμογής περιέχουν διατάξεις που εξασφαλίζουν ότι παρέχονται στους υποψήφιους τελικούς χρήστες, πριν από την αγορά του προϊόντος, οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην πιο πρόσφατη εκδοχή της ετικέτας του προϊόντος και στο δελτίο . Στις περιπτώσεις τηλεπωλήσεων, τα μέτρα εφαρμογής προσδιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο τοποθετούνται η ετικέτα και το δελτίο .

Άρθρο 8

Ελεύθερη κυκλοφορία

1.   Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, δεν περιορίζουν ούτε παρεμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά ή τη θέση σε λειτουργία, στην επικράτειά τους, προϊόντων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και τα εφαρμοστέα μέτρα εφαρμογής και είναι απολύτως σύμφωνα με αυτά .

2.   Τα κράτη μέλη θεωρούν ότι οι ετικέτες και τα δελτία είναι σύμφωνα προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και των ║ μέτρων εφαρμογής, υπό τον όρο ότι τα κράτη μέλη παρακολουθούν τακτικά την αγορά και μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους προμηθευτές να αποδεικνύουν, κατά την έννοια του άρθρου 5, την ακρίβεια των πληροφοριών που περιέχονται στις ετικέτες και τα δελτία τους, εφόσον υπάρχουν υπόνοιες ότι οι πληροφορίες αυτές είναι ανακριβείς.

Άρθρο 9

Δημόσιες προμήθειες και κίνητρα

1.   Οι αναθέτουσες αρχές που, βάσει της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις έργων προμηθειών, ║ ή παροχής υπηρεσιών οι οποίες δεν εξαιρούνται δυνάμει των άρθρων 12 έως 18 της εν λόγω οδηγίας, δεν προμηθεύονται προϊόντα τα οποία δεν ικανοποιούν τα ελάχιστα επίπεδα επιδόσεων που καθορίζονται στα εφαρμοστέα ║ μέτρα εφαρμογής και, στο πλαίσιο της επιδίωξης της υψηλότερης κατηγορίας απόδοσης, δεν ανταποκρίνονται στα κριτήρια της παραγράφου 2 .

2.   Τα κριτήρια καθορισμού ελάχιστων επιπέδων επιδόσεων για τις δημόσιες προμήθειες στα ║ μέτρα εφαρμογής είναι τα ακόλουθα:

α)

αποτελεσματικότητα από πλευράς κόστους σε σχέση με τα δημόσια οικονομικά,

β)

σημασία των προϊόντων για τις δημόσιες προμήθειες,

γ)

δυναμικό για εξοικονόμηση ενέργειας,

δ)

προώθηση της καινοτομίας σύμφωνα με την στρατηγική της Λισαβόνας,

ε)

πιθανότητα τόνωσης της στροφής της αγοράς προς προϊόντα καλύτερων επιδόσεων,

στ)

ανάγκη εξασφάλισης επαρκούς ανταγωνισμού.

3.   Η παράγραφος 1 ισχύει για συμβάσεις των οποίων η εκτιμώμενη αξία χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) είναι ίση ή μεγαλύτερη από 15 000 ευρώ. Στα ║ μέτρα εφαρμογής είναι δυνατόν να καθορίζεται κατώτατο όριο άνω των 15 000 ευρώ χωρίς ΦΠΑ, λαμβανομένων υπόψη των κανονικών τιμών αγοράς και των ποσοτήτων.

4.   Τα κράτη μέλη δεν παρέχουν κίνητρα σε σχέση με προϊόντα που δεν ικανοποιούν τα ελάχιστα επίπεδα επιδόσεων τα οποία καθορίζονται στα εφαρμοστέα ║ μέτρα εφαρμογής.

5.   Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις ή παρέχουν κίνητρα σε σχέση με προϊόντα, εκφράζουν τα επίπεδα επιδόσεων ως κατηγορίες, όπως αυτές ορίζονται στα εφαρμοστέα ║ μέτρα εφαρμογής.

Τα κίνητρα μπορούν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, φορολογικές ελαφρύνσεις τόσο για τους τελικούς χρήστες που χρησιμοποιούν προϊόντα υψηλής ενεργειακής απόδοσης όσο και για τις βιομηχανίες που παράγουν και προωθούν τέτοιου είδους προϊόντα, καθώς και μείωση του φόρου προστιθέμενης αξίας επί υλικών και κατασκευαστικών συστατικών που βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση. Τα κίνητρα που προβλέπουν τα κράτη μέλη πρέπει να είναι αποτελεσματικά και αποδοτικά.

Άρθρο 10

Αναπροσαρμογή των κατηγοριών της ενεργειακής επισήμανσης

1.     Η Επιτροπή αναλαμβάνει να αναπροσαρμόζει τις κατηγορίες της ενεργειακής επισήμανσης σε διαρκή και τακτική βάση, σύμφωνα με την καθορισμένη διάρκεια της κατάταξης που καθορίζεται από τα μέτρα εφαρμογής του άρθρου 12.

2.     Η Επιτροπή βασίζει την αναπροσαρμογή των ορίων κατάταξης με βάση το δείκτη απόδοσης στα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, λαμβάνοντας υπόψη την ταχύτητα της τεχνολογικής προόδου του συγκεκριμένου προϊόντος, και αρκετό καιρό πριν από την αναπροσαρμογή διεξάγει σχετικές διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3.

3.     Οι προμηθευτές υποχρεούνται να παρέχουν στους εμπόρους την πιο πρόσφατη εκδοχή της ετικέτας, το αργότερο κατά τη λήξη της περιόδου ισχύος της παλιάς ετικέτας.

4.     Οι έμποροι υποχρεούνται να αντικαθιστούν την παλιά ετικέτα με την ενεργειακή ετικέτα που περιέχει τις αναθεωρημένες κατηγορίες για το αντίστοιχο προϊόν την ημέρα που λήγει η ισχύς της παλιάς ετικέτας σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2.

Άρθρο 11

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 12

Μέτρα εφαρμογής

1.   Οι λεπτομέρειες σχετικά με την ετικέτα και το δελτίο καθορίζονται σε ║ μέτρα εφαρμογής. Τα εν λόγω ║ μέτρα εφαρμογής, που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 11 παράγραφος 2, σε σχέση με κάθε τύπο προϊόντος σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Όταν ένα προϊόν πληροί τα κριτήρια που παρατίθενται στην παράγραφο 2, καλύπτεται απόμέτρο εφαρμογής σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Οι διατάξεις των ║ μέτρων εφαρμογής που αφορούν τις πληροφορίες οι οποίες περιέχονται στην ετικέτα και στο δελτίο σχετικά με την κατανάλωση ενέργειας και άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση, παρέχουν τη δυνατότητα στους τελικούς χρήστες να είναι πιο ενημερωμένοι όταν αποφασίζουν για τις αγορές τους και στις αρχές παρακολούθησης της αγοράς να επαληθεύουν κατά πόσον τα προϊόντα συμμορφώνονται με τις παρεχόμενες πληροφορίες.

Στις περιπτώσεις που τα ║ μέτρα εφαρμογής θεσπίζουν ταυτόχρονα διατάξεις σχετικά με την ενεργειακή απόδοση ενός προϊόντος και με την κατανάλωση βασικών πόρων από αυτό, ο σχεδιασμός και το περιεχόμενο της ετικέτας τονίζει την ενεργειακή απόδοση του προϊόντος.

Τα μέτρα εφαρμογής που βρίσκονται σε ισχύ, τα οποία είχαν ληφθεί πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, ευθυγραμμίζονται προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τη διάταξη, τη σχεδίαση, τις κατηγορίες ή άλλα χαρακτηριστικά της ενεργειακής ετικέτας, το αργότερο …  (12) .

2.   Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι τα ακόλουθα:

α)

σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία και λαμβανομένων υπόψη των ποσοτήτων που διατίθενται στην κοινοτική αγορά, τα προϊόντα παρουσιάζουν σημαντικό δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας, και κατά περίπτωση, άλλων βασικών πόρων·

β)

σημαντικές διαφορές ως προς τα σχετικά επίπεδα επιδόσεων των προϊόντων αυτών σε σύγκριση με προϊόντα με ισοδύναμα λειτουργικά χαρακτηριστικά που διατίθενται στην αγορά ║·

γ)

η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις σχετικές πράξεις της κοινοτικής νομοθεσίας και της αυτορρύθμισης, όπως είναι οι προαιρετικές συμφωνίες, όταν αναμένεται ότι με αυτές οι στόχοι πολιτικής θα επιτευχθούν ταχύτερα ή με χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τις υποχρεωτικές απαιτήσεις.

3.   Κατά την κατάρτιση σχεδίου ║ μέτρου εφαρμογής, η Επιτροπή:

α)

λαμβάνει υπόψη τις περιβαλλοντικές παραμέτρους του παραρτήματος Ι μέρος 1 της οδηγίας 2005/32/ΕΚ οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως σημαντικές στο σχετικό ║ μέτρο εφαρμογής που έχει θεσπιστεί βάσει της οδηγίας 2005/32/ΕΚ και αφορούν τον τελικό χρήστη κατά τη χρήση·

β)

εκτιμά τις επιπτώσεις του μέτρου στο περιβάλλον, τους τελικούς χρήστες και τους κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, από άποψη ανταγωνιστικότητας –και στις αγορές εκτός Κοινότητας–, καινοτομίας, πρόσβασης στην αγορά και κόστους και οφέλους·

γ)

προβαίνει στις δέουσες διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους , περιλαμβανομένων των κατασκευαστών και των προμηθευτών τους ·

δ)

ορίζει ημερομηνία(-ες) εφαρμογής, τυχόν σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή περιόδους, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις ενδεχόμενες επιπτώσεις για τις ΜΜΕ ή για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που κατασκευάζονται κατά κύριο λόγο από ΜΜΕ.

4.   Στα ║ μέτρα εφαρμογής διευκρινίζονται ιδίως τα ακόλουθα:

α)

ο ακριβής ορισμός του τύπου προϊόντων που πρόκειται να καλυφθεί·

β)

τα πρότυπα και οι μέθοδοι μέτρησης που χρησιμοποιούνται για τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1·

γ)

οι λεπτομέρειες για τον τεχνικό φάκελο που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 5·

δ)

το σχέδιο και το περιεχόμενο της ετικέτας που αναφέρεται στο άρθρο 4, τα οποία παρουσιάζουν όσο το δυνατόν πιο ομοιόμορφα χαρακτηριστικά στο σχεδιασμό τους για τις διάφορες κατηγορίες προϊόντων και σε όλες τις περιπτώσεις είναι σαφώς ορατά και ευανάγνωστα, και ταυτόχρονα διατηρούν ως βάση τα κύρια χαρακτηριστικά της ισχύουσας ετικέτας (κλειστή ταξινόμηση Α-G) που είναι απλά και αναγνωρίσιμα· στην ετικέτα αναφέρεται επίσης η περίοδος ισχύος ·

ε)

το σημείο του εκτιθέμενου προϊόντος στο οποίο πρέπει να τοποθετείται η ετικέτα και οι πληροφορίες και ο τρόπος με τον οποίο διατίθενται η ετικέτα ή/και οι πληροφορίες σε περίπτωση προσφορών προς πώληση που καλύπτονται από το άρθρο 7. Εάν κρίνεται αναγκαίο, τα ║ μέτρα εφαρμογής μπορούν επίσης να προβλέπουν την ανάρτηση της ετικέτας στο προϊόν, την εκτύπωσή της στη συσκευασία ή τις λεπτομέρειες των απαιτήσεων επισήμανσης για τυπωμένους καταλόγους, τηλεπώληση και πωλήσεις μέσω του διαδικτύου·

στ)

το περιεχόμενο του δελτίου ή άλλες συμπληρωματικές πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 4 και στο άρθρο 5 παράγραφος 3 και, εν ανάγκη, το σχήμα και άλλες λεπτομέρειες. Οι πληροφορίες που περιέχονται στην ετικέτα περιλαμβάνονται επίσης στο δελτίο·

ζ)

για συγκεκριμένα προϊόντα, τα ελάχιστα επίπεδα επιδόσεων και, κατά περίπτωση, κατώτατο όριο άνω των 15 000 ευρώ χωρίς ΦΠΑ για τους σκοπούς του άρθρου 9 παράγραφοι 1 και 3·

η)

για συγκεκριμένα προϊόντα το ελάχιστο επίπεδο επιδόσεων για τους σκοπούς του άρθρου 9 παράγραφος 4·

θ)

το συγκεκριμένο περιεχόμενο της ετικέτας για τις διαφημίσεις, συμπεριλαμβανομένης, όπου ενδείκνυται, της ενεργειακής κατηγορίας και άλλων συναφών επιπέδων επιδόσεων του δεδομένου προϊόντος, με ευανάγνωστο και ευδιάκριτο τρόπο·

ι)

η καθορισμένη διάρκεια ισχύος της κατηγορίας της ετικέτας , που θα συνίσταται σε χρονική περίοδο τουλάχιστον τριών ετών αλλά όχι μεγαλύτερη από πέντε έτη, ανάλογα με την εξέλιξη της καινοτομίας του προϊόντος, και η ημερομηνία της επόμενης αναπροσαρμογής των κατηγοριών αυτών, με βάση την καθορισμένη τους διάρκεια ·

ια)

το επίπεδο ακριβείας των αναγραφόμενων στην ετικέτα και στα δελτία στοιχείων·

ιβ)

την ημερομηνία αξιολόγησης και ενδεχόμενης αναθεώρησης του ║ μέτρου εφαρμογής, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας της τεχνολογικής προόδου.

Άρθρο 13

Κατάλογος προτεραιότητας για την υλοποίηση

Το αργότερο …  (13) , η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στα κράτη μέλη κατάλογο προϊόντων προτεραιότητας, περιλαμβανομένων των προϊόντων δομικών κατασκευών, τα οποία προτείνονται για επισήμανση βάσει του δυναμικού τους για εξοικονόμηση ενέργειας.

Άρθρο 14

Σκοπιμότητα της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής

Η Επιτροπή, το αργότερο το 2010, διενεργεί μελέτη σκοπιμότητας για να εξετάσει κατά πόσον, με τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής, η ετικέτα θα παρέχει επίσης πληροφορίες στους τελικούς χρήστες όσον αφορά τον αντίκτυπο του προϊόντος σε σημαντικούς ενεργειακούς και άλλους βασικούς πόρους σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του.

Άρθρο 15

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες και τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και των ║ μέτρων εφαρμογής της και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι επιβαλλόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης τα αναγκαία μέτρα για την ενίσχυση της νομικής προστασίας κατά της μη εγκεκριμένης χρήσης της επισήμανσης. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την ημερομηνία που προβλέπεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1. Κοινοποιούν επίσης αμελλητί στην Επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των διατάξεων αυτών.

Άρθρο 16

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ, ║ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, το αργότερο στις …  (14). Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και ║ πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των διατάξεων αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από τις […].

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι αναφορές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος της αναφοράς και η διατύπωση της δήλωσης αποφασίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 17

Κατάργηση

Η αναφερόμενη στο παράρτημα Ι μέρος Α οδηγία 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), καταργείται από … (16), με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής της οδηγίας που αναφέρεται στο παράρτημα Ι μέρος B.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα II.

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα … (17) εφαρμόζονται από … (18)

Άρθρο 19

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Γνώμη της 24ης Μαρτίου 2009.

(2)  ΕΕ C …

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009.

(4)  ΕΕ L 297 ║, 13.10.1992, σ. 16.

(5)  Βλ. παράρτημα Ι, μέρος Α.

(6)  ΕΕ L 191 ║, 22.7.2005, σ. 29.

(7)   ΕΕ L 237, 21.9.2000, σ. 1

(8)   ΕΕ L 1, 4.1.2003, σ. 65.

(9)   ΕΕ C 82, 1.4.2008, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 184 ║, 17.7.1999, σ. 23.

(11)  ΕΕ L 134 ║, 30.4.2004, σ. 114.

(12)   Έξι μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(13)   Έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(14)  Δώδεκα μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(15)  ΕΕ L 284 ║, 31.10.2003, σ. 1.

(16)  Μία ημέρα μετά την ημερομηνία που καθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 16 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας.

(17)  Θεωρούνται αμετάβλητα άρθρα που αναδιατυπώνονται στην τελική έκδοση.

(18)  Μία ημέρα μετά την ημερομηνία που καθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 16 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας.

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Μέρος Α

Καταργούμενη οδηγία και η τροποποίηση της

(που αναφέρονται στο άρθρο 17)

Οδηγία 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 297 της 13.10.1992, σ. 16).

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003

(ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

Μόνο το σημείο 32 του Παραρτήματος ΙΙΙ

Μέρος B

Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο

(που αναφέρονται στο άρθρο 17)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

92/75/ΕΟΚ

1 Ιανουαρίου 1994

 

Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 92/75/ΕΟΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1 εισαγωγική διατύπωση, πρώτη πρόταση

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1 εισαγωγική διατύπωση, δεύτερη πρόταση

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτη έως έβδομη περίπτωση

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

Άρθρο 2 πρώτη και τρίτη περίπτωση

Άρθρο 1 παράγραφος 4 πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 2 έκτη και δέκατη περίπτωση

Άρθρο 2 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 1 παράγραφος 4 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 1 παράγραφος 4 τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 2 τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 1 παράγραφος 4 πέμπτη περίπτωση

Άρθρο 2 πέμπτη περίπτωση

Άρθρο 1 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 7

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 8

Άρθρο 4 στοιχείο α)

Άρθρο 5 παράγραφος 4 και άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 4 στοιχείο β)

Άρθρο 5

Άρθρο 7

Άρθρο 6

Άρθρο 7 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 7 στοιχείο β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 7 στοιχείο γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 9 στοιχείο α)

Άρθρο 9 στοιχείο β)

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 11

Άρθρο 12 στοιχείο α)

Άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχείο α)

Άρθρο 12 στοιχείο β)

Άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 12 στοιχείο γ)

Άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχείο γ)

Άρθρο 12 στοιχείο δ)

Άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχείο δ)

Άρθρο 12 στοιχείο ε)

Άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχείο ε)

Άρθρο 12 στοιχείο στ)

Άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχείο στ)

Άρθρο 12 στοιχείο ζ)

Άρθρο 13

Άρθρο 17

Άρθρο 14

Άρθρο 16

Άρθρο 15

Άρθρο 19

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 9

Άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3

Άρθρο 12 παράγραφος 4 στοιχεία ζ)-ιβ)

Άρθρο 15

Άρθρο 18

Παράρτημα I

Παράρτημα II


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/244


Τρίτη, 5 Μαΐου 2009
Κατάσταση προβλέψεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το οικονομικό έτος 2010

P6_TA(2009)0346

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κατάσταση προβλέψεων του Κοινοβουλίου για το οικονομικό έτος 2010 (2009/2006(BUD))

2010/C 212 E/34

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 272, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1), και ιδίως το άρθρο 31,

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10 Μαρτίου 2009 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τη διαδικασία προϋπολογισμού 2010 – τμήματα I, II, IV, V, VI, VII, VIII και IX (3),

έχοντας υπόψη την έκθεση του Γενικού Γραμματέα προς το Προεδρείο σχετικά με την κατάσταση του προσχεδίου κατάστασης προβλέψεων του Κοινοβουλίου για το οικονομικό έτος 2010,

έχοντας υπόψη το προσχέδιο κατάστασης προβλέψεων που κατάρτισε το Προεδρείο στις 21 Απριλίου 2009 σύμφωνα με τα άρθρα 22, παράγραφος 6, και 73, παράγραφος 1, του δημοσιονομικού κανονισμού,

έχοντας υπόψη το σχέδιο κατάστασης προβλέψεων που κατάρτισε η Επιτροπή Προϋπολογισμών σύμφωνα με το άρθρο 73, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη το άρθρο 73 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0275/2009),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πέρυσι δρομολογήθηκε για πρώτη φορά πιλοτική διαδικασία η οποία διατηρήθηκε και για το 2010 και η οποία προβλέπει ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ του Προεδρείου και της Επιτροπής Προϋπολογισμών και έγκαιρη αμοιβαία συνεργασία σε όλα τα θέματα με σημαντικές δημοσιονομικές συνέπειες,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προνόμια της συνόδου ολομελείας σε σχέση με την έγκριση της κατάστασης προβλέψεων και του τελικού προϋπολογισμού θα διατηρηθούν πλήρως, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Συνθήκης και του Κανονισμού,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 25 Μαρτίου 2009 και στις 16 Απριλίου 2009 πραγματοποιήθηκαν δύο προσυνδιαλλακτικές συναντήσεις μεταξύ αντιπροσωπειών του Προεδρείου και της Επιτροπής Προϋπολογισμών, κατά τις οποίες συζητήθηκαν ορισμένα κομβικά ζητήματα,

1.

υπενθυμίζει ότι η γενική κατεύθυνση του προϋπολογισμού 2010 και οι προκλήσεις στις οποίες καλείται να δώσει απαντήσεις, εκτέθηκαν στο προαναφερθέν ψήφισμα της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές του προϋπολογισμού· υπογραμμίζει ιδίως ότι η βέλτιστη και ίση πρόσβαση των βουλευτών σε γλωσσικές ευκολίες και ενέργειες που συνδέονται με τον ενισχυμένο νομοθετικό ρόλο του Κοινοβουλίου θα αποτελέσουν κεφαλαιώδη στοιχεία του προϋπολογισμού 2010·

Γενικό πλαίσιο

2.

παρατηρεί ότι το συνολικό επίπεδο του προϋπολογισμού 2010, όπως προτείνεται από το Προεδρείο, θα παραμείνει κάτω από το παραδοσιακό εθελοντικό μερίδιο του 20 % της κατηγορίας 5 (δαπάνες διοικητικής λειτουργίας) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου· παρατηρεί ότι το προτεινόμενο ποσοστό αύξησης είναι 3,98 % και ότι το συνολικό επίπεδο που προκύπτει θα είναι οριακά ανώτερο από το 2009 και θα φτάσει το 19,67 % των πιστώσεων της κατηγορίας αυτής·

3.

αποφασίζει ότι στο στάδιο αυτό, το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού ανέρχεται σε 1 590 012 726 ευρώ, γεγονός το οποίο αντιπροσωπεύει αύξηση ίση με 3,92 %, έτσι ώστε να αφεθεί καλύτερο περιθώριο ελιγμών για το νέο Κοινοβούλιο το φθινόπωρο, καθώς και προκειμένου να γίνουν όλες οι δυνατές εξοικονομήσεις· αποφασίζει να διατηρήσει το αποθεματικό για απρόβλεπτα στο ίδιο ύψος με το 2009 (10 εκατομμύρια ευρώ)·

4.

είναι της γνώμης, λαμβάνοντας υπόψη τον πολυετή χαρακτήρα των περισσότερων κονδυλίων δαπανών και των βασικών έργων που έχουν δρομολογηθεί από το όργανο, ότι στον προϋπολογισμό πρέπει να ληφθεί υπόψη καλύτερος μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός και να υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια· θεωρεί πολύ σημαντικό η πλήρης δημοσιονομική πρόταση, ή τουλάχιστον η τεράστια πλειοψηφία του προϋπολογισμού, να παρουσιάζεται στο στάδιο των εκτιμήσεων την άνοιξη και θεωρεί ότι η χρήση των λεγόμενων «τροποποιητικών επιστολών» το χειμώνα πρέπει να περιορίζεται σε όντως απρόβλεπτα γεγονότα ή/και σε τεχνικές προσαρμογές·

5.

υπογραμμίζει ότι η έγκαιρη συνεργασία μεταξύ του Προεδρείου και της Επιτροπής Προϋπολογισμών σε σχέση με την από κοινού διευκρίνιση των δημοσιονομικών συνεπειών των αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν, πρέπει να αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο του τρόπου αντιμετώπισης όλων των σημαντικών ζητημάτων, διατηρώντας παράλληλα τις επίσημες εξουσίες κάθε οργάνου·

6.

επιδοκιμάζει την παράταση για δεύτερο έτος του πρότυπου σχεδίου σχετικά με την ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ του Προεδρείου και της Επιτροπής Προϋπολογισμών και υπενθυμίζει ότι οι αρχές της εμπιστοσύνης και της διαφάνειας έχουν ουσιαστική σημασία· προειδοποιεί ότι μια τέτοια συνεργασία δεν πρέπει να τείνει απλώς σε τυπική διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας οι θεμελιώδεις αποφάσεις λαμβάνονται πρόωρα, αλλά να εξελιχθεί σε πραγματικό διάλογο· επιμένει το πνεύμα της αμοιβαίας συνεργασίας να τηρείται και να βελτιώνεται για το μέλλον με παράλληλο σεβασμό των εξουσιών κάθε οργάνου· επαναλαμβάνει ότι η εκ των προτέρων διενέργεια διαβουλεύσεων για θέματα με σημαντικό χρηματοοικονομικό αντίκτυπο αποτελεί μεγάλης σημασίας πτυχή του προτύπου σχεδίου·

7.

θεωρεί ότι το επίπεδο δημοσιονομικών πόρων που απαιτείται για σημαντικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του λόγου μεταξύ εσωτερικών και εξωτερικών πόρων που απαιτούνται για σημαντικές υπηρεσίες και έργα, αποτελεί κεντρικό στοιχείο το οποίο πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά από δημοσιονομική σκοπιά· προτρέπει τα εκτελεστικά όργανά του να έχουν κατά νου αυτή την παράμετρο και να ενεργούν αναλόγως προκειμένου να καταλήγουν σε αποτελεσματικές από πλευράς κόστους λύσεις, με αποφυγή της επανάληψης των προσπαθειών και με βάση την προηγούμενη ανάλυση των στοιχείων πολιτικής·

Συγκεκριμένα ζητήματα

Θέσεις και αναδιάρθρωση

8.

λαμβάνει δεόντως υπό σημείωση, στο πλαίσιο των αισθητών αυξήσεων που ήδη παραχωρήθηκαν το 2009, τις προτάσεις για αναδιάρθρωση υπηρεσιών και για αλλαγές στο οργανόγραμμα που παρουσίασε το Προεδρείο· υπογραμμίζει την επιθυμία του να εξετάσει το ζήτημα των σχετικών δημοσιονομικών πόρων, αμέσως μόλις υπάρξει πλήρης εικόνα για όλα τα αιτήματα που έχουν διατυπωθεί, συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων των πολιτικών ομάδων και τονίζει ότι είναι πρόθυμο να εξετάσει προσεκτικά τη δέσμη εκείνη τη στιγμή, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να βελτιωθεί ο ενισχυμένος νομοθετικός ρόλος του Κοινοβουλίου· αποφασίζει, κατά συνέπεια, να μην εγκρίνει τη δημιουργία 30 νέων θέσεων στο παρόν στάδιο· παρατηρεί ότι το προτεινόμενο επίπεδο αναδιάταξης θέσεων είναι πολύ χαμηλό και ενθαρρύνει τη συνέχιση των προσπαθειών στο ζήτημα αυτό·

9.

λαμβάνει, στο πλαίσιο αυτό, υπό σημείωση ότι στη συνεδρίασή του της 1ης Απριλίου 2009, το Προεδρείο ενέκρινε ομόφωνα το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της ΓΔ INLO σε σχέση με τη συντήρηση και διαχείριση των κτιρίων του Κοινοβουλίου και τη δημιουργία εξειδικευμένων κεντρικών υπηρεσιών για τη βελτίωση της ποιότητας του δημοσιονομικού ελέγχου και των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων· τονίζει ότι οι τελικές αποφάσεις σχετικά με το κατάλληλο ύψος πόρων, τόσο για τη ΓΔ INLO όσο και για άλλες υπηρεσίες, είναι τμήμα της πρώτης ανάγνωσης του προϋπολογισμού το φθινόπωρο σύμφωνα με τις συνήθεις διαδικασίες· υπογραμμίζει ότι η επιλογή που πρέπει να γίνει, και από δημοσιονομική σκοπιά, αφορά το επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης στον τομέα των ακινήτων που πρέπει να διαθέτει εντός των υπηρεσιών του το Κοινοβούλιο έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι εργασίες συντήρησης που ανατίθενται σε εξωτερικούς προμηθευτές θα καθορίζονται σωστά και θα ελέγχεται επαρκώς η εκτέλεση τους· επισημαίνει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η μοναδική εξωτερική έκθεση που παρατίθεται αφορά κυρίως ζητήματα ασφαλείας κτιρίων, αλλά επίσης ζητήματα συντήρησης και διαχείρισης καθώς και τρόπους για τη βελτίωσή τους·

10.

θεωρεί απαραίτητο να παρουσιαστεί το μεσομακροπρόθεσμο σχέδιο στρατηγικής ακινήτων εγκαίρως πριν από την πρώτη ανάγνωση το φθινόπωρο, έτσι ώστε να είναι το Όργανο σε θέση να λάβει δημοσιονομικές αποφάσεις· χαιρετίζει, κατά συνέπεια, ένθερμα την δέσμευση του Γενικού Γραμματέα να παρουσιάσει σχέδιο στο Προεδρείο το ταχύτερο δυνατό κατά τη νέα κοινοβουλευτική περίοδο· συμφωνεί με το Προεδρείο για μείωση του αποθεματικού για τα κτίρια σε αυτή τη φάση της διαδικασίας προϋπολογισμού σε 18 500 000 ευρώ έως ότου εισαχθεί το κατάλληλο επίπεδο πιστώσεων μόλις καθορισθεί σαφέστερα η στρατηγική στον τομέα αυτό·

11.

προσδίδει σημασία στη νέα πολιτική ασφαλείας που πρόκειται να καταρτιστεί και στους στόχους που θα επιδιώκονται σε αυτόν τον τομέα, έχοντας βεβαίως κατά νου τον ιδιαίτερο χαρακτήρα ενός κοινοβουλίου και την ανάγκη για ανοικτό πνεύμα παράλληλα με την ασφάλεια· θεωρεί ότι, συναρτήσει αυτών των στρατηγικών και επιχειρησιακών αναγκών, οι αντίστοιχοι δημοσιονομικοί πόροι πρέπει να εξεταστούν κατά τη διαδικασία 2010· χαιρετίζει την δήλωση του Προεδρείου σχετικά με τη βέλτιστη χρήση των πόρων και ιδίως τις υποδείξεις του σχετικά με μια αποτελεσματική από πλευράς κόστους ισορροπία μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού προσωπικού· εκφράζει ωστόσο την ανησυχία του διότι δεν έχουν εκτεθεί σαφώς οι μεσομακροπρόθεσμες επιχειρησιακές και δημοσιονομικές συνέπειες της δημιουργίας μιας νέας διεύθυνσης, με τέσσερα εντελώς νέα τμήματα·

12.

αναμένει παράλληλα να λάβει το σχέδιο εξοικονόμησης δαπανών το οποίο έχει ήδη καταρτιστεί στη ΓΔ Προεδρία, όπως είχε ζητήσει το 2008, και εξακολουθεί να εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με την εξέλιξη των δαπανών στα επιχειρησιακά κονδύλια του προϋπολογισμού που αφορούν την ασφάλεια και τον εξοπλισμό που συνδέεται με την ασφάλεια·

13.

χαιρετίζει αρχικά τις προτάσεις για αναδιοργάνωση των υπηρεσιών του που αφορούν τη διαχείριση ανθρώπινων πόρων και δηλώνει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι καθοδηγητικές αρχές πρέπει να είναι οι στόχοι της αυξημένης συνεκτικότητας, του σαφούς οράματος και της δημιουργίας συνεργιών· χαιρετίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι αυτό πρέπει να επιτευχθεί στο πλαίσιο των υφιστάμενων πόρων, συμπεριλαμβανομένης της εσωτερικής αναδιάταξης, αλλά ταυτόχρονα θα ήθελε ορισμένες περαιτέρω διασφαλίσεις όσον αφορά τις μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες·

Πολυγλωσσία

14.

επαναλαμβάνει την επιθυμία του να αποτελέσει η ίση πρόσβαση των βουλευτών σε γλωσσικές ευκολίες κεντρικό στοιχείο του προϋπολογισμού 2010· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η διοίκηση έκανε προσπάθειες να ικανοποιήσει την επιθυμία αυτή, αλλά θεωρεί ότι αυτό πρέπει προφανώς να συνδυαστεί με τη βέλτιστη δυνατή χρήση των πόρων·

15.

καλεί το Προεδρείο και την Επιτροπή Προϋπολογισμών να έλθουν σε επαφή επειγόντως με τη διοργανική ομάδα εργασίας για την πολυγλωσσία έτσι ώστε να καταρτιστεί πρόταση (σε τεχνικό επίπεδο) προκειμένου να εξασφαλιστεί η βελτίωση της διοργανικής συνεργασίας στον τομέα αυτό, ιδίως όσον αφορά τη χρήση οποιασδήποτε ελεύθερης δυναμικότητας· για παράδειγμα, εκφράζει την απογοήτευσή του διότι το σύστημα που υπάρχει για τον καλύτερο μερισμό του μεταφραστικού φόρτου μεταξύ των θεσμικών οργάνων ελάχιστα χρησιμοποιείται· αναμένει να δει πρόταση σχετικά με το πού υπάρχουν δυνατότητες για βελτίωση πριν από την πρώτη ανάγνωση· εκφράζει, επίσης, το έντονο ενδιαφέρον του για νέα τεχνολογικά εργαλεία στις μεταφραστικές υπηρεσίες και ζητεί να ενημερωθεί σχετικά με την ανάπτυξή τους και τις σχετικές χρηματοοικονομικές συνέπειες κατά τη διάρκεια του 2010, περιλαμβανομένης της μελέτης του εργαλείου υποβοήθησης της μετάφρασης Euramis· στο πλαίσιο της μελέτης αυτής θα θεωρούσε ευπρόσδεκτη αξιολόγηση του κατά πόσον αυτό το εργαλείο θα μπορούσε να οδηγήσει σε βελτιωμένη διοργανική συνεργασία στον τομέα της μετάφρασης καθώς και να αποφέρει οφέλη ως προς την αποτελεσματικότητα και να συμβάλει στην εξοικονόμηση δαπανών που θα μπορούσαν να μειώσουν την εξάρτηση από την ανάθεση μεταφραστικού έργου σε εξωτερικούς συνεργάτες·

16.

ζητεί από τον Γενικό Γραμματέα να καταρτίσει ανάλυση κόστους-οφέλους σχετικά με τη μετάφραση σε περιόδους αιχμής, συμπεριλαμβανομένης της ανάθεσης σε εξωτερικούς συνεργάτες και ανάλυση της δυνατότητας εφαρμογής εναλλακτικών μεθόδων εργασίας·

17.

ζητεί ενημέρωση σχετικά με το πώς παρόμοιος μερισμός πόρων θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε όλους τους τομείς στους οποίους τα όργανα έχουν προσωρινή αχρησιμοποίητη δυναμικότητα, χωρίς να μειωθούν η ανεξαρτησία και οι επιχειρησιακές δυνατότητες του Οργάνου (διερμηνεία, εκμίσθωση χώρων, αναπαραγωγή εγγράφων κ.λπ.)·

Νομοθεσία

18.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η πρόταση του Προεδρείου αποτελεί επακολούθηση της βασικής προτεραιότητας του προηγούμενου έτους, δηλαδή της νομοθετικής εργασίας, είναι όμως της γνώμης ότι οι προτεινόμενες θέσεις πρέπει να αναλυθούν περαιτέρω και, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο συνολικής δέσμης· χαιρετίζει το γεγονός ότι τα κονδύλια που συνδέονται με τη νομοθεσία, και ιδίως τη συναπόφαση, ήταν βασικοί αποδέκτες των ενισχύσεων του προϋπολογισμού που έγιναν για το 2009·

Τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών

19.

υπενθυμίζει ότι ζητήθηκε αποσαφήνιση στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών και αναμένει σαφέστερο σχέδιο για συνολική στρατηγική στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) για το Κοινοβούλιο, το οποίο έχει ζωτική σημασία προκειμένου το όργανο να χρησιμοποιήσει κατά τον καλύτερο τρόπο τους πόρους που έχει στη διάθεσή του· πιστεύει ακράδαντα ότι ένα τέτοιο σχέδιο πρέπει να είναι συνεκτικό και να επιτυγχάνει τη χρυσή τομή ανάμεσα στην απαραίτητη «συγκένρωση» και τις οικονομίες κλίμακας που ήδη είναι εγγενείς στη δημιουργία μιας νέας ιδιαίτερης ΓΔ για τον τομέα, αφενός, και στην ανάγκη να διατηρηθεί η απαραίτητη ευελιξία στο επίπεδο των άλλων ΓΔ, αφετέρου· εκφράζει την επιθυμία το Προεδρείο να μεριμνήσει ώστε να αποφεύγονται αλληλοκαλύψεις και διπλές δαπάνες· καλεί το Προεδρείο να εξασφαλίσει ότι η ασφάλεια του τομέα ΤΠΕ και οι ανάγκες των πολιτικών ομάδων θα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο ενός παρόμοιου σχεδίου·

20.

παρατηρεί επίσης την πρόταση για μια τελική φάση του τριετούς σχεδίου ανάκτησης εμπειρογνωμοσύνης σε αυτό τον τομέα έτσι ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από εξωτερικούς συμβούλους και την πρόταση για αύξηση θέσεων· επαναλαμβάνει τη γνώμη του ότι οι αισθητές αυξήσεις του προσωπικού πρέπει να οδηγούν σε εξοικονομήσεις από τις δαπάνες συμβούλων και αναμένει τριετή επισκόπηση αυτών των δαπανών, σε αντιπαραβολή με τις αυξήσεις προσωπικού που έχουν εγκριθεί ή/και προταθεί·

21.

λαμβάνει δεόντως υπόψη το σχέδιο διακυβέρνησης της ΤΠΕ που εγκρίθηκε από το Προεδρείο και τονίζει τη σημασία που αποδίδει στο να εξασφαλίζει ότι οι προτεραιότητες εντοπίζονται με σαφή και δίκαιο τρόπο ώστε να χρησιμοποιούνται περιορισμένοι χρηματοοικονομικοί πόροι κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο για το Κοινοβούλιο στο σύνολό του· επ' αυτού απαιτεί επίσης διευκρίνιση σχετικά με το πώς λειτουργεί η σχέση «παρόχου-πελάτη» στον τομέα της ΤΠΕ και σε ποιο βαθμό μπορούν οι «πελάτες» να προσδιορίζουν ποια έργα θα ήθελαν να εκτελεστούν, πώς αποφασίζεται η χρηματοδότηση για την εκτέλεση αυτών των έργων και τέλος πώς εξασφαλίζεται ότι τα ανωτέρω εντάσσονται στη συνολική στρατηγική·

Πολυετή έργα

22.

επαναλαμβάνει τη θέση του ότι πληθώρα από σημαντικές πρωτοβουλίες και έργα στον τομέα των πληροφοριών και της ανάλυσης που απευθύνονται στους βουλευτές και το προσωπικό, όπως η νέα αναλυτική υπηρεσία βιβλιοθήκης, οι μονάδες χάραξης πολιτικής των επιτροπών, σε συνδυασμό με την εκτενή συστοιχία άλλων διαθέσιμων πηγών και συστημάτων πληροφοριών, συνιστούν μείζονες εξελίξεις στο έργο του, ενώ επίσης απορροφούν αυξανόμενο ύψος πιστώσεων· πιστεύει κατά συνέπεια ότι η δημοσιονομική και λειτουργική απογραφή, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η συνεκτικότητα και η καλή χρήση των συνολικών πόρων δεν μπορεί παρά να είναι ευεργετική και, από την άποψη αυτή, υπενθυμίζει την προηγούμενη απόφασή του σχετικά με παρουσίαση για αυτό το ζήτημα· χαιρετίζει τις προσπάθειες της διοίκησης να υλοποιήσει Σύστημα Διαχείρισης Γνώσεων·

23.

λαμβάνει υπό σημείωση το γεγονός ότι το έργο της διαδικτυακής τηλεόρασης περιλαμβάνεται στα ήδη προβλεπόμενα επίπεδα στις προτάσεις του Προεδρείου· θα επιθυμούσε ωστόσο ορισμένες περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την «απόδοση» αυτής της επένδυσης ιδίως από πλευράς στατιστικών θεαματικότητας και μελλοντικών προοπτικών· θα επιθυμούσε επίσης κάποιες ενδείξεις σχετικά με το εάν η διαδικτυακή τηλεόραση έχει ήδη μειώσει ή πρόκειται να μειώσει την ανάγκη για άλλους τύπους έντυπων πληροφοριών·

24.

λαμβάνει υπό σημείωση την πρόταση του Προεδρείου για εγγραφή συγκεκριμένων πιστώσεων για μελέτες εμπειρογνωμόνων σχετικά με τον Οίκο Ευρωπαϊκής Ιστορίας· αναμένει σαφή επισκόπηση των δαπανών που προβλέπονται για το έργο συνολικά, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών διοικητικής λειτουργίας, το αργότερο στο στάδιο του προσχεδίου κατάστασης προβλέψεων της διαδικασίας προϋπολογισμού του 2011·

25.

επιθυμεί να διαθέτει το Κέντρο Επισκεπτών πραγματική δυνατότητα να συνεχίσει το έργο του και να ανοίξει όσο το δυνατόν ταχύτερα, και σε κάθε περίπτωση, όχι αργότερα από τις αρχές του 2010· αναμένει, κατά συνέπεια, οριστική απόφαση σχετικά με τη διοικητική θεώρηση, έτσι ώστε να εκπληρωθούν οι δηλωμένοι στόχοι, θεώρηση που πρέπει ασφαλώς να βασίζεται σε συνεκτίμηση του πραγματικού κόστους και του πραγματικού οφέλους όσον αφορά τις υφιστάμενες επιλογές· υπογραμμίζει ότι, για παράδειγμα, μια λύση που θα βασίζεται στην εξωτερική ανάθεση πρέπει να έχει ελάχιστες ή και καθόλου επιπτώσεις στο εσωτερικό οργανόγραμμα και το αντίστροφο·

Τελικές σκέψεις

26.

υπογραμμίζει ότι λεπτομερέστερη εξέταση των επιμέρους κονδυλίων του προϋπολογισμού πρέπει να πραγματοποιηθεί πριν από την πρώτη ανάγνωση του προϋπολογισμού το φθινόπωρο· κατά συνέπεια, θα εξετάσει και θα λάβει τότε τις τελικές δημοσιονομικές αποφάσεις·

27.

ενσωματώνοντας τα ανωτέρω, εγκρίνει την κατάσταση προβλέψεων για το οικονομικό έτος και υπενθυμίζει ότι η έγκριση του σχεδίου προϋπολογισμού θα λάβει χώρα σε πρώτη ανάγνωση τον Οκτώβριο του 2009, σύμφωνα με τη διαδικασία ψηφοφορίας που καθορίζει η Συνθήκη·

*

* *

28.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και την κατάσταση προβλέψεων στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0096.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/249


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Κατάργηση μίας οδηγίας και ένδεκα αποφάσεων άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής *

P6_TA(2009)0350

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου περί κατάργησης της οδηγίας 83/515/ΕΟΚ και 11 αποφάσεων άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (COM(2009)0088 – C6-0094/2009 – 2009/0022(CNS))

2010/C 212 E/35

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2009)0088),

έχοντας υπόψη το άρθρο 37 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0094/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και το άρθρο 43, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6-0203/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής·

2.

καλεί το Συμβούλιο, στην περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

3.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/249


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Κατάργηση 14 κανονισμών άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής *

P6_TA(2009)0351

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κατάργησης 14 κανονισμών άνευ αντικειμένου στον τομέα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (COM(2009)0089 – C6-0095/2009 – 2009/0024(CNS))

2010/C 212 E/36

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2009)0089),

έχοντας υπόψη το άρθρο 37 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0095/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και το άρθρο 43, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6-0202/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής·

2.

καλεί το Συμβούλιο, στην περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

3.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/250


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) *

P6_TA(2009)0352

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 για τη στήριξη της Αγροτικής Ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (COM(2009)0038 – C6-0051/2009 – 2009/0011(CNS))

2010/C 212 E/37

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2009)0038),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 36 και 37 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0051/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6-0259/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

αναγνωρίζει ότι υπάρχει αβεβαιότητα όσον αφορά την ύπαρξη περιθωρίων στον τομέα 2· τονίζει ότι η χρηματοδότηση του σχεδίου οικονομικής ανάκαμψης δεν θα πρέπει να θέτει σε κίνδυνο μελλοντικές ανάγκες στο πλαίσιο αυτής της κατηγορίας δαπανών· εκφράζει την προτίμησή του για την χρήση των περιθωρίων των οικονομικών ετών που βρίσκονται στο τέλος τους·

3.

υπενθυμίζει ότι το ετήσιο ποσό θα αποφασισθεί στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου 38 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 (1)·

4.

καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·

5.

καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

6.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

7.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Τροπολογία 1

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 1α (νέα)

 

(1α)

Η χρηματοδότηση του ευρωπαϊκού σχεδίου οικονομικής ανάκαμψης θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της Διοργανικής Συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (2).

Τροπολογία 2

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 1β (νέα)

 

(1β)

Τα ισχύοντα περιθώρια της κατηγορίας 2 δεν μπορούν να θεωρούνται δεδομένα και οποιαδήποτε συμφωνία σχετικά με το ευρωπαϊκό σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης δεν θα πρέπει να θέτει σε κίνδυνο τις μελλοντικές ανάγκες οιασδήποτε κατηγορίας δαπανών.

Τροπολογία 3

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 2

(2)

Από το ανωτέρω ποσό, 1,5 δισ. ευρώ θα διατεθούν σε όλα τα κράτη μέλη μέσω του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) με σκοπό την ανάπτυξη του ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές και την ενίσχυση των ενεργειών που σχετίζονται με τις προτεραιότητες που ορίζονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 (στο εξής «νέες προκλήσεις»).

(2)

Από το ανωτέρω ποσό, 1 020 εκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν σε όλα τα κράτη μέλη μέσω του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) με σκοπό την ανάπτυξη του ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές και την ενίσχυση των ενεργειών που σχετίζονται με τις προτεραιότητες που ορίζονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 (στο εξής «νέες προκλήσεις»). Από το ποσό αυτό, 850 εκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν το 2009, ενώ 170 εκατομμύρια ευρώ θα διασφαλιστούν μέσω μηχανισμού αντιστάθμισης στο πλαίσιο της συνδιαλλαγής για τον προϋπολογισμό του 2010 και θα πρέπει να διατεθούν το 2010.

Τροπολογία 4

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 2α (νέα)

 

(2α)

Η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή αύξησε την θέση του προϋπολογισμού 2009 για την αγροτική ανάπτυξη κατά 249 840 000 ευρώ. Οι πρόσθετοι αυτοί πόροι θα πρέπει να διατεθούν για μέτρα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ στο Ευρωπαϊκό Σχέδιο Ανάκαμψης της Οικονομίας.

Τροπολογία 5

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 4

(4)

Για να διασφαλιστεί ότι η πρόσθετη συνδρομή της Κοινότητας σε κάθε κράτος μέλος χρησιμοποιείται σύμφωνα με τους στόχους των δύο πακέτων μέτρων (νέες προκλήσεις και ευρυζωνικό Διαδίκτυο), τα κράτη μέλη πρέπει να διευκρινίσουν στα εθνικά σχέδια στρατηγικής το ενδεικτικό ποσό που προκύπτει από την υποχρεωτική διαφοροποίηση καθώς και τους μη χρησιμοποιηθέντες πόρους που προκύπτουν δυνάμει του άρθρου 136 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. … και την αύξηση των συνολικών αναλήψεων υποχρεώσεων που προβλέπεται στην απόφαση 2006/493/ΕΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση … Τα ποσά αυτά θα διατεθούν αφενός για την υποδομή ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές και, αφετέρου , για τις «νέες προκλήσεις».

(4)

Για να διασφαλιστεί ότι η πρόσθετη συνδρομή της Κοινότητας σε κάθε κράτος μέλος χρησιμοποιείται σύμφωνα με τους στόχους των δύο πακέτων μέτρων (νέες προκλήσεις και ευρυζωνικό Διαδίκτυο), τα κράτη μέλη πρέπει να διευκρινίσουν στα εθνικά σχέδια στρατηγικής το ενδεικτικό ποσό που προκύπτει από την υποχρεωτική διαφοροποίηση καθώς και τους μη χρησιμοποιηθέντες πόρους που προκύπτουν δυνάμει του άρθρου 136 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. … και την αύξηση των συνολικών αναλήψεων υποχρεώσεων που προβλέπεται στην απόφαση 2006/493/ΕΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση … Τα ποσά αυτά θα διατεθούν για την υποδομή ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές, για τις «νέες προκλήσεις» και για άλλα μέτρα με στόχο τη βελτίωση του βαθμού απορρόφησης των πόρων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Τροπολογία 6

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 4α (νέα)

 

(4α)

Προκειμένου να βελτιώσουν την υλοποίηση των προγραμμάτων τους, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν πρόσθετους πόρους για ένα ταμείο εγγυήσεων και δανείων.

Τροπολογία 7

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 6

(6)

Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2008 επισημαίνεται η στήριξη που παρέχει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο πλαίσιο του ΕΣΑΟ, ιδίως για την ανάπτυξη του ευρυζωνικού Διαδικτύου και σε περιοχές με ανεπαρκή εξυπηρέτηση. Λόγω του ότι οι αγροτικές περιοχές αντιμετωπίζουν συχνά πρόβλημα ανεπαρκούς πρόσβασης στο Διαδίκτυο, η στήριξη για τη δημιουργία υποδομών ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές πρέπει να ενισχυθεί στο πλαίσιο του ΕΣΑΟ. Δεδομένης της σημασίας της προτεραιότητας αυτής, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέψουν στα προγράμματά τους ενέργειες που αφορούν την προτεραιότητα αυτή έως το τέλος του 2009. Κρίνεται σκόπιμη η κατάρτιση καταλόγου με τους τύπους ενεργειών που σχετίζονται με τις ευρυζωνικές υποδομές, ώστε να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να προσδιορίσουν τις ενδεδειγμένες ενέργειες εντός του νομικού πλαισίου για την αγροτική ανάπτυξη.

(6)

Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2008 επισημαίνεται η στήριξη που παρέχει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο πλαίσιο του ΕΣΑΟ, ιδίως για την ανάπτυξη του ευρυζωνικού Διαδικτύου και σε περιοχές με ανεπαρκή εξυπηρέτηση. Λόγω του ότι οι αγροτικές περιοχές αντιμετωπίζουν συχνά πρόβλημα ανεπαρκούς πρόσβασης στο Διαδίκτυο, η στήριξη για τη δημιουργία υποδομών και σχετικών εγκαταστάσεων ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές πρέπει να ενισχυθεί στο πλαίσιο του ΕΣΑΟ. Δεδομένης της σημασίας της προτεραιότητας αυτής, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέψουν στα προγράμματά τους ενέργειες που αφορούν την προτεραιότητα αυτή έως το τέλος του 2009. Κρίνεται σκόπιμη η κατάρτιση καταλόγου με τους τύπους ενεργειών που σχετίζονται με τις ευρυζωνικές υποδομές και εγκαταστάσεις , ώστε να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να προσδιορίσουν τις ενδεδειγμένες ενέργειες εντός του νομικού πλαισίου για την αγροτική ανάπτυξη.

Τροπολογία 8

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 10

(10)

Στις αγροτικές περιοχές παρατηρείται συχνά έλλειψη υποδομής ευρυζωνικού Διαδικτύου μικρής και μεγάλης κλίμακας. Η υποδομή αυτή ενδεχομένως να είναι απαραίτητη για την εξυπηρέτηση αγροτικών περιοχών με περιορισμένη πρόσβαση. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη δυνατή χρήση των διαθέσιμων πόρων και για να καταστεί δυνατή η ουσιαστική ανάπτυξη του ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές, οι σχετιζόμενες με αυτή ενέργειες πρέπει να θεωρηθούν επιλέξιμες χωρίς περιορισμούς στο μέγεθος της σχετικής υποδομής. Ως εκ τούτου, οι υφιστάμενοι περιορισμοί όσον αφορά το μέγεθος της υποδομής σε βασικές υπηρεσίες για την οικονομία και τον αγροτικό πληθυσμό πρέπει να μην εφαρμόζονται σε ενέργειες που σχετίζονται με τις ευρυζωνικές υποδομές.

(10)

Στις αγροτικές περιοχές παρατηρείται συχνά έλλειψη υποδομής ευρυζωνικού Διαδικτύου μικρής και μεγάλης κλίμακας. Η υποδομή αυτή είναι απαραίτητη για την εξυπηρέτηση αγροτικών περιοχών με περιορισμένη πρόσβαση όπως οι ορεινές και νησιωτικές περιοχές . Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη δυνατή χρήση των διαθέσιμων πόρων και της υπάρχουσας υποδομής, και για να καταστεί δυνατή η ουσιαστική ανάπτυξη του ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές, οι σχετιζόμενες με αυτή ενέργειες πρέπει να θεωρηθούν επιλέξιμες χωρίς περιορισμούς στο μέγεθος της σχετικής ενεργού ή παθητικής υποδομής ή ενός μέρους της . Ως εκ τούτου, οι υφιστάμενοι περιορισμοί όσον αφορά το μέγεθος της υποδομής σε βασικές υπηρεσίες για την οικονομία και τον αγροτικό πληθυσμό πρέπει να μην εφαρμόζονται σε ενέργειες που σχετίζονται με τις ευρυζωνικές υποδομές.

Τροπολογία 9

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 11α (νέα)

 

(11α)

Δεδομένης της ανάγκης για ταχεία αντίδραση στη σημερινή οικονομική κρίση, είναι σκόπιμη η πρόβλεψη πληρωμών στο πλαίσιο του οικονομικού έτους 2009.

Τροπολογία 10

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 13α (νέα)

 

(13α)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνήσουν προκειμένου να καταστούν διαθέσιμες στις περιφερειακές και τοπικές αρχές καθώς και στους δυνάμει αποδέκτες συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τις ευκαιρίες που παρέχουν τα αναθεωρημένα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης.

Τροπολογία 11

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Αιτιολογική σκέψη 13β (νέα)

 

(13β)

Πρέπει να θεσπισθούν ειδικά μέτρα για την προσφορά μαθημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης στη χρήση των ευρυζωνικών υποδομών και εγκαταστάσεων στις περιοχές της υπαίθρου, με ιδιαίτερη έμφαση στην επαγγελματική κατάρτιση ειδικών σε αγροτικά θέματα, των οποίων οι πρακτικές δεξιότητες θα μπορούσαν, εν συνεχεία, να χρησιμοποιηθούν. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να θεωρηθεί προτεραιότητα η τόνωση του τομέα της έρευνας.

Τροπολογία 12

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 3

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 16α – παράγραφος 1 – στοιχείο ζ

ζ)

υποδομή ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές.

ζ)

υποδομή ευρυζωνικού Διαδικτύου στις αγροτικές περιοχές και εγκαταστάσεις για την πρόσβαση του κοινού στο Διαδίκτυο στις αγροτικές περιοχές.

Τροπολογία 13

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 3

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 16α – παράγραφος 1 – στοιχείο ζα (νέο)

 

ζα)

διαχείριση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στη γεωργία, κυρίως για τη στήριξη υποδομών και τη δημιουργία δικτύου παραγωγών και οργανώσεων·

Τροπολογία 14

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 3

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 16α – παράγραφος 1 – στοιχείο ζβ (νέο)

 

ζβ)

μέτρα για τη διατήρηση ή τη δημιουργία θέσεων εργασίας στις περιοχές της υπαίθρου·

Τροπολογία 15

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 3

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 16α – παράγραφος 1 – στοιχείο ζγ (νέο)

 

ζγ)

μέτρα υποστήριξης των νέων αγροτών.

Τροπολογία 16

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 3

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 16α – παράγραφος 3 – στοιχείο β

β)

πίνακα που προσδιορίζει, για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, τη συνολική κοινοτική συνεισφορά για τους τύπους ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως στ) και την κοινοτική συνεισφορά για τους τύπους ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ζ).

β)

πίνακα που προσδιορίζει, για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, τη συνολική κοινοτική συνεισφορά για τους τύπους ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως στ) και ζα) έως ζγ) και την κοινοτική συνεισφορά για τους τύπους ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ζ).

Τροπολογία 17

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 6 - στοιχείο α

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 69 – παράγραφος 2α

2α.   Το μέρος του ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου το οποίο προκύπτει από την αύξηση των συνολικών αναλήψεων υποχρεώσεων όπως ορίζεται στην απόφαση 2006/493/ΕΚ του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση … είναι διαθέσιμο από την 1η Ιανουαρίου 2009. Το ποσό αυτό διατίθεται για τύπους ενεργειών που σχετίζονται με τις προτεραιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 και δαπανάται ως εξής:

α)

ένα τρίτο (0,5 δισ. ευρώ) για τύπους ενεργειών που σχετίζονται με προτεραιότητες που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ)·

β)

δύο τρίτα (1 δισ. ευρώ) για τύπους ενεργειών που σχετίζονται με τις προτεραιότητες που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχείο ζ).

2α.   Το μέρος του ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου το οποίο προκύπτει από την αύξηση των συνολικών αναλήψεων υποχρεώσεων όπως ορίζεται στην απόφαση 2006/493/ΕΚ του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση … καθώς και το ποσό των 249 840 000 ευρώ που προστίθεται στη θέση του προϋπολογισμού 05 04 05 01 κατά το οικονομικό έτος 2009 είναι διαθέσιμο από την 1η Ιανουαρίου 2009. Το ποσό αυτό διατίθεται για τύπους ενεργειών που σχετίζονται με τις προτεραιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1.

Τροπολογία 18

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 - σημείο 6 - στοιχείο αα) (νέο)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 69 - παράγραφος 4 - εδάφιο 1α (νέο)

 

αα)

Στο τέλος της παραγράφου 4 προστίθεται το εξής εδάφιο:

«Σε σχέση με το ποσόν που αναφέρεται στην παράγραφο 2α, στοιχείο β), η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις διαφορές στην υπάρχουσα κάλυψη ευρυζωνικού διαδικτύου στα κράτη μέλη και τις διαφορετικές προκύπτουσες ανάγκες.»

Τροπολογία 19

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 6 – στοιχείο β

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 69 – παράγραφος 5α – εδάφιο 1α (νέο)

 

Η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για την αγροτική ανάπτυξη περιέχει μία ενότητα που αφορά ειδικά τις δράσεις παρακολούθησης οι οποίες συνδέονται με τις αρχές που απαριθμούνται στο άρθρο 16a, παράγραφος 1, στοιχείο ζ).

Τροπολογία 20

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 6 – στοιχείο β

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 69 – παράγραφος 5β

5β.   Αν, κατά την ολοκλήρωση του προγράμματος, το ποσό της κοινοτικής συνεισφοράς που πράγματι δαπανήθηκε για τις ενέργειες που αναφέρονται στην παράγραφο 16α παράγραφος 1 είναι χαμηλότερο από το σύνολο των ποσών που αναφέρονται στην παράγραφο 5α του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος επιστρέφει τη διαφορά στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μέχρι ποσού ίσου με την υπέρβαση των συνολικών πιστώσεων που διατέθηκαν για ενέργειες πλην εκείνων που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1.

Επιπλέον εάν, κατά την ολοκλήρωση του προγράμματος, το ποσό της κοινοτικής συνεισφοράς που πράγματι δαπανήθηκε για τις ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) είναι χαμηλότερο από το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 5α του παρόντος άρθρου γι' αυτούς τους τύπους ενεργειών, το κράτος μέλος επιστρέφει τη διαφορά στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μέχρι ποσού ίσου με την υπέρβαση των συνολικών πιστώσεων που διατέθηκαν για ενέργειες πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχείο ζ). Ωστόσο, αν το ποσό της κοινοτικής συνεισφοράς που πράγματι δαπανήθηκε για ενέργειες εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 είναι χαμηλότερο από τις διαθέσιμες πιστώσεις για τους εν λόγω τύπους ενεργειών, το προς επιστροφή ποσό αφαιρείται από τη διαφορά αυτή.

Παράλληλα εάν, κατά την ολοκλήρωση του προγράμματος, το ποσό της κοινοτικής συνεισφοράς που πράγματι δαπανήθηκε για τις ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχείο ζ) είναι χαμηλότερο από το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 5α του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος επιστρέφει τη διαφορά στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μέχρι ποσού ίσου με την υπέρβαση των πιστώσεων που διατέθηκαν για ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ). Ωστόσο, αν το ποσό της κοινοτικής συνεισφοράς που πράγματι δαπανήθηκε για ενέργειες πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 είναι χαμηλότερο από τις διαθέσιμες πιστώσεις για τους εν λόγω τύπους ενεργειών, το προς επιστροφή ποσό αφαιρείται από τη διαφορά αυτή.

5β.   Αν, κατά την ολοκλήρωση του προγράμματος, το ποσό της κοινοτικής συνεισφοράς που πράγματι δαπανήθηκε για τις ενέργειες που αναφέρονται στην παράγραφο 16α παράγραφος 1 είναι χαμηλότερο από το σύνολο των ποσών που αναφέρονται στην παράγραφο 5α του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος ενσωματώνει τη διαφορά στον προϋπολογισμό της αγροτικής ανάπτυξης του ίδιου του κράτους μέλους μέχρι ποσού ίσου με την υπέρβαση των συνολικών πιστώσεων που διατέθηκαν για ενέργειες πλην εκείνων που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1.

Τροπολογία 21

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 - σημείο 6 - στοιχείο βα (νέο)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 69 - παράγραφος 6α (νέα)

 

βα)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6α.    Από το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 2α, 250 εκατομμύρια ευρώ διατίθενται για πληρωμές κατά το οικονομικό έτος 2009.»

Τροπολογία 22

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 2 - σημείο 6α (νέο)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 69α (νέο)

 

(6α)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 69α

Ταμεία εγγυήσεων και δανείων

Παρά τις διατάξεις του άρθρου 69, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν το ποσό που αναφέρεται στο άρθρο 69, παράγραφος 2α, για ταμεία εγγυήσεων και δανείων. Για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1974/2006, της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (3), και ιδίως τα άρθρα του 50, 51 και 52.

Τροπολογία 23

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 1 – σημείο 7

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 70 – παράγραφος 4 – δεύτερο εδάφιο

Κατά παρέκκλιση των ανώτατων ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 3, η συνεισφορά του ΕΓΤΑΑ είναι δυνατόν να αυξηθεί κατά 90 % για τις περιφέρειες σύγκλισης και κατά 75 % για τις περιφέρειες εκτός των περιφερειών σύγκλισης για τους τύπους των ενεργειών που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, μέχρι το ποσό που προέρχεται από την εφαρμογή της υποχρεωτικής διαφοροποίησης σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 και το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …, το ποσό που αναφέρεται στο άρθρο 69 παράγραφος 2α του παρόντος κανονισμού και, από το 2011, τα ποσά που προκύπτουν δυνάμει του άρθρου 136 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …

Κατά παρέκκλιση των ανώτατων ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 3, η συνεισφορά του ΕΓΤΑΑ είναι δυνατόν να αυξηθεί κατά 100 % για τις περιφέρειες σύγκλισης και κατά 75 % για τις περιφέρειες εκτός των περιφερειών σύγκλισης για τους τύπους των ενεργειών που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, μέχρι το ποσό που προέρχεται από την εφαρμογή της υποχρεωτικής διαφοροποίησης σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 και το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …, το ποσό που αναφέρεται στο άρθρο 69 παράγραφος 2α του παρόντος κανονισμού και, από το 2011, τα ποσά που προκύπτουν δυνάμει του άρθρου 136 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …

Τροπολογία 24

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Άρθρο 2 - σημείο 8α (νέο)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Άρθρο 76 - παράγραφος 2α (νέα)

 

(8α)

Στο άρθρο 76 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.     Τα κράτη μέλη παρέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες σε σχέση με τις νέες προτεραιότητες που εκτίθενται στο άρθρο 16α. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται στις περιφερειακές και τοπικές αρχές καθώς και στους δυνάμει αποδέκτες των μέτρων.»

Τροπολογία 25

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Παράρτημα

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Παράρτημα ΙΙΙ – τίτλος

Τροπολογία 26

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Παράρτημα

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Παράρτημα ΙΙΙ – πρώτη στήλη – πρώτη γραμμή

Δημιουργία νέας ευρυζωνικής υποδομής η οποία περιλαμβάνει ευκολίες οπισθόζευξης (π.χ. σταθερή, επίγεια ασύρματη, δορυφορική ή συνδυασμό τεχνολογιών)

Δημιουργία νέας ευρυζωνικής υποδομής η οποία περιλαμβάνει ευκολίες οπισθόζευξης και εξοπλισμό εδάφους (π.χ. σταθερή, επίγεια ασύρματη, δορυφορική ή συνδυασμό τεχνολογιών) και άλλες αναγκαίες μορφές υποστήριξης (π.χ. εγκατάσταση και συντήρηση)

Τροπολογία 27

Πρόταση κανονισμού – τροποποιητική πράξη

Παράρτημα

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005

Παράρτημα ΙΙΙ - γραμμή 3α (νέα)

 

Πρόβλεψη πρόσβασης του κοινού σε ευρυζωνικές εγκαταστάσεις

Άρθρο 56: βασικές υπηρεσίες για την οικονομία και τον αγροτικό πληθυσμό


(1)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(2)   ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(3)   ΕΕ L 368, 23.12.2006, σ. 15


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/258


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009

P6_TA(2009)0355

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, τμήμα ΙΙΙ: Επιτροπή (9126/2009 – C6-0156/2009 – 2009/2039(BUD))

2010/C 212 E/38

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 272 της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 177 της Συνθήκης Ευρατόμ,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1), συγκεκριμένα δε τα άρθρα του 37 και 38,

έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, όπως εγκρίθηκε οριστικά στις 18 Δεκεμβρίου 2008 (2),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (3),

έχοντας υπόψη το προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, το οποίο υπέβαλε η Επιτροπή στις 8 Απριλίου 2009 (SEC(2009)0496),

έχοντας υπόψη το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009 που κατάρτισε το Συμβούλιο στις 27 Απριλίου 2009 (9126/2009 – C6-0156/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 69 και το Παράρτημα IV του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (Α6-0281/2009),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4 στο γενικό προϋπολογισμό 2009 καλύπτει την αναθεώρηση των ανώτατων ορίων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για τους τομείς 1α και 2,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός του σχεδίου διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009 είναι να εγγράψει επισήμως τις δημοσιονομικές αυτές προσαρμογές στον προϋπολογισμό του 2009,

1.

σημειώνει το προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009·

2.

εγκρίνει το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 4/2009 χωρίς τροποποιήσεις

3.

αναθέτει στον πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  EE L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(2)  EE L 69, 13.3.2009.

(3)  EE C 139, 14.6.2006, σ. 1.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/259


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009

P6_TA(2009)0356

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, τμήμα ΙΙΙ - Επιτροπή (9127/2009 – C6-0157/2009 – 2009/2040(BUD))

2010/C 212 E/39

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 272 της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 177 της Συνθήκης Ευρατόμ,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1), συγκεκριμένα τα άρθρα του 37 και 38,

έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, όπως εγκρίθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2008 (2),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (3),

έχοντας υπόψη το προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2009, το οποίο υπέβαλε η Επιτροπή στις 15 Απριλίου 2009 (COM(2009)0177),

έχοντας υπόψη το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009 που κατάρτισε το Συμβούλιο στις 27 Απριλίου 2009 (9127/2009 – C6-0157/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 69 και το Παράρτημα IV του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0282/2009),

A.

εκτιμώντας ότι το προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5 του γενικού προϋπολογισμού του 2009 καλύπτει την καταγραφή στον προϋπολογισμό του πλεονάσματος που προκύπτει από την εκτέλεση του προϋπολογισμού του έτους 2008,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός του σχεδίου διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009 είναι να εγγράψει επισήμως αυτές τις δημοσιονομικές προσαρμογές στον προϋπολογισμό 2009,

1.

λαμβάνει υπό σημείωση το προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009·

2.

εγκρίνει το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 5/2009 χωρίς τροποποιήσεις·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 69, 13.3.2009.

(3)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/260


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής των καταναλωτών ***II

P6_TA(2009)0360

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έκδοσης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών (16497/1/2008 – C6-0068/2009 – 2007/0248(COD))

2010/C 212 E/40

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (16497/1/2008 – C6-0068/2009),

έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση (1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0698),

έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2008)0723),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A6-0257/2009),

1.

εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.

λαμβάνει γνώση της δήλωσης της Επιτροπής που επισυνάπτεται στο παρόν ψήφισμα·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, 24.9.2008, P6_TA(2008)0452.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC2-COD(2007)0248

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/136/ΕΚ.)

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την καθολική υπηρεσία

Αιτιολογική σκέψη 3α - Καθολική υπηρεσία

Η Επιτροπή επισημαίνει το κείμενο της αιτιολογικής σκέψης 3α στο οποίο συμφώνησαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Η Επιτροπή προτίθεται, στο πλαίσιο αυτό, να επιβεβαιώσει εκ νέου ότι, όπως ορίζεται στην κοινοποίηση COM (2008)0572 της 25ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της καθολικής υπηρεσίες στα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στη διάρκεια του 2009 θα προωθήσει τη διεξαγωγή εκτεταμένων συζητήσεων σε επίπεδο ΕΕ όπου θα εξεταστεί ένα μεγάλο εύρος εναλλακτικών προσεγγίσεων και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις τους.

Η Επιτροπή θα συνοψίσει τη συζήτηση σε μια κοινοποίηση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και θα παρουσιάσει τις εν λόγω προτάσεις μέχρι την 1η Μαΐου 2010 σχετικά με την οδηγία καθολικής υπηρεσίας κατά περίπτωση.

Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τη γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων

Άρθρο 2 στοιχείο η) και άρθρο 4 παράγραφος 3 – Οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες

Η μεταρρύθμιση του Κανονιστικού Πλαισίου για Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες εισαγάγει μια νέα έννοια στους κανόνες προστασίας δεδομένων και ιδιωτικής ζωής: την υποχρεωτική γνωστοποίηση παραβιάσεων προσωπικών δεδομένων από τους φορείς παροχής υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα για την ύπαρξη βελτιωμένης προστασίας ασφάλειας και ιδιωτικής ζωής, παρόλο που στο στάδιο αυτό αφορά μόνο τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Η Επιτροπή επισημαίνει την επιθυμία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ούτως ώστε η υποχρέωση για γνωστοποίηση παραβιάσεων προσωπικών δεδομένων να μην περιορίζεται μόνο στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών αλλά να εφαρμόζεται, επίσης, και σε οντότητες όπως οι φορείς παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας πληροφοριών. Μια τέτοια προσέγγιση θα συνάδει πλήρως με τον συνολικό στόχο της δημόσιας πολιτικής για βελτίωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και για παροχή δυνατότητας στους πολίτες να προβούν σε ενέργειες σε ανάλογη περίπτωση παραβίασης.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή προτίθεται να επιβεβαιώσει εκ νέου την άποψή της, όπως έχει καταγραφεί κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη μεταρρύθμιση του Κανονιστικού Πλαισίου, ότι η υποχρέωση για τους φορείς παροχής δημόσια διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για γνωστοποίηση παραβιάσεων προσωπικών δεδομένων καθιστά σκόπιμη την επέκταση της συζήτησης σε απαιτήσεις γνωστοποίησης παραβιάσεων με γενικότερο πεδίο εφαρμογής.

Η Επιτροπή, συνεπώς, θα ξεκινήσει χωρίς καθυστέρηση τις κατάλληλες προπαρασκευαστικές εργασίες συμπεριλαμβανομένων των διαβουλεύσεων με τους ενδιαφερόμενους με σκοπό την παρουσίαση προτάσεων στον τομέα αυτό, όπως κρίνεται σκόπιμο έως το τέλος του 2011. Επιπρόσθετα, η Επιτροπή θα διαβουλευτεί με την Ομάδα του Άρθρου 29 καθώς και με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την πιθανότητα εφαρμογής και σε άλλους τομείς των αρχών που περιλαμβάνονται στους κανόνες γνωστοποίησης παραβιάσεων δεδομένων στην οδηγία 2002/58/ΕΚ, ανεξάρτητα από τον τομέα ή τον τύπο δεδομένων.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/262


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ***II

P6_TA(2009)0361

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους και 2002/20/ΕΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (16496/1/2008 – C6-0066/2009 – 2007/0247(COD))

2010/C 212 E/41

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (16496/1/2008 – C6-0066/2009),

έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση (1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0697),

έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2008)0724),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0272/2009),

1.

εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 24.9.2008, P6_TA(2008)0449.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC2-COD(2007)0247

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες καθώς και με τη διασύνδεσή τους και 2002/20/ΕΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη η γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η λειτουργία των πέντε οδηγιών που συγκροτούν το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία 2002/21/ΕΚ («οδηγία-πλαίσιο») (4), οδηγία 2002/19/ΕΚ («οδηγία για την πρόσβαση») (5), οδηγία 2002/20/ΕΚ («οδηγία για την αδειοδότηση») (6), οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών («οδηγία για την καθολική υπηρεσία») (7) και οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 2002 σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών («οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες») (8) (καλούμενες από κοινού «η οδηγία πλαίσιο και οι ειδικές οδηγίες»)) υπάγεται σε περιοδική ανασκόπηση εκ μέρους της Επιτροπής, ιδίως ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον επιβάλλεται η τροποποίηση των εν λόγω πράξεων υπό το φως των εξελίξεων στην τεχνολογία και την αγορά.

(2)

Η Επιτροπή υπέβαλε εν προκειμένω τα αρχικά της πορίσματα με την ανακοίνωσή της, της 29ης Ιουνίου 2006, η οποία αφορά την ανασκόπηση του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Με βάση τα αρχικά αυτά ευρήματα πραγματοποιήθηκε δημόσια διαβούλευση, όπου ως πλέον σημαντική πτυχή που πρέπει να αντιμετωπισθεί με μεταρρύθμιση του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων προσδιορίσθηκε η συνεχιζόμενη έλλειψη εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Διαπιστώθηκε ιδίως ότι ο κατακερματισμός της κανονιστικής ρύθμισης και οι ασυνέπειες στις δραστηριότητες των εθνικών κανονιστικών αρχών απειλούν όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα του τομέα, αλλά και τα σημαντικά οφέλη για τους καταναλωτές από το διασυνοριακό ανταγωνισμό.

(3)

Θα πρέπει κατά συνέπεια να μεταρρυθμισθεί το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών με στόχο την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω της ενισχύσεως του κοινοτικού μηχανισμού κανονιστικής ρύθμισης των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν σημαντική ισχύ στις βασικές αγορές. Τούτο συμπληρώνεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. .…/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, [για τη δημιουργία Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και της Υπηρεσίας ] (9) Στη μεταρρύθμιση περιλαμβάνεται επίσης ο καθορισμός αποτελεσματικής και συντονισμένης στρατηγικής για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος με στόχο την επίτευξη ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου της πληροφορίας και την ενίσχυση των διατάξεων υπέρ χρηστών με αναπηρίες, με σκοπό την επίτευξη μιας κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς.

(4)

Δεδομένης της ουσιαστικής σημασίας που έχει το Διαδίκτυο για την εκπαίδευση και για την άσκηση στην πράξη της ελευθερίας της έκφρασης καθώς και για την ουσιαστική πρόσβαση στην ενημέρωση, οιοσδήποτε περιορισμός επιβάλλεται στην άσκηση αυτών των θεμελιωδών δικαιωμάτων πρέπει να συνάδει με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Όσον αφορά αυτά τα ζητήματα, η Επιτροπή οφείλει να προβεί σε ευρεία δημόσια διαβούλευση.

(5)

Σκοπός είναι η προοδευτική μείωση των εκ των προτέρων τομεακών κανόνων, καθώς θα αναπτύσσεται ο ανταγωνισμός στην αγορά, ώστε τελικά οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες να διέπονται αποκλειστικά από το δίκαιο του ανταγωνισμού. Δεδομένου ότι οι αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν επιδείξει ισχυρή ανταγωνιστική δυναμική τα τελευταία χρόνια, έχει σημασία να επιβάλλονται εκ των προτέρων κανονιστικές υποχρεώσεις μόνο εφόσον δεν υφίσταται πραγματικός και βιώσιμος ανταγωνισμός.

(6)

Κατά τις αξιολογήσεις της εφαρμογής της οδηγίας πλαισίου και των εξειδικευμένων οδηγιών, η Επιτροπή αναλαμβάνει να διαπιστώσει κατά πόσον, αναλόγως των εξελίξεων της αγοράς και σε συνάρτηση με τον ανταγωνισμό και την προστασία των καταναλωτών, εξακολουθεί να υφίσταται η ανάγκη για τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με ειδική κατά τομέα προληπτική ρύθμιση, σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και το άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), ή αν χρειάζεται τροποποίηση ή κατάργησή των εν λόγω διατάξεων.

(7)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί αναλογική και προσαρμοσμένη προσέγγιση των ποικίλων όρων ανταγωνισμού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να καθορίζουν τις αγορές σε υποεθνική βάση ή να αίρουν τις κανονιστικές υποχρεώσεις στις αγορές ή/και γεωγραφικές ζώνες όπου υφίσταται πραγματικός ανταγωνισμός υποδομών .

(8)

Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της στρατηγικής της Λισαβόνας, είναι αναγκαία η παροχή κατάλληλων κινήτρων για επενδύσεις σε νέα δίκτυα υψηλής ταχύτητας που θα στηρίξουν τις καινοτόμες υπηρεσίες Διαδικτύου με πλούσιο περιεχόμενο και θα ενισχύσουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα δίκτυα αυτά διαθέτουν τεράστιο δυναμικό για την παροχή πλεονεκτημάτων στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει συνεπώς ζωτική σημασία να προωθηθούν οι βιώσιμες επενδύσεις στην ανάπτυξη των νέων αυτών δικτύων και ταυτοχρόνως να διασφαλισθεί ο ανταγωνισμός και να ενισχυθούν οι δυνατότητες επιλογής των καταναλωτών μέσω της κανονιστικής προβλεψιμότητας και συνοχής.

(9)

Με την ανακοίνωσή της, της 20ής Μαρτίου 2006, «Η γεφύρωση του ευρυζωνικού φάσματος», η Επιτροπή παραδέχεται την ύπαρξη ενός γεωγραφικού χάσματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όσον αφορά την πρόσβαση σε ευρυζωνικές υπηρεσίες υψηλής ταχύτητας. Η ευκολότερη πρόσβαση στο ραδιοφάσμα θα διευκολύνει την ανάπτυξη ευρυζωνικών υπηρεσιών υψηλής ταχύτητας σε απόκεντρες περιοχές. Παρά τη γενική αύξηση της ευρυζωνικής συνδεσιμότητας, η πρόσβαση σε πολλές περιοχές παραμένει περιορισμένη, εξαιτίας του υψηλού κόστους που οφείλεται στη χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού και στις αποστάσεις. Για να εξασφαλισθεί η πραγματοποίηση επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες, το ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες θα πρέπει να συνάδει με τις πολιτικές που ακολουθούνται σε άλλους τομείς, όπως είναι οι κρατικές ενισχύσεις, η πολιτική συνοχής ή οι στόχοι της εν γένει βιομηχανικής πολιτικής.

(10)

Δημόσιες επενδύσεις σε δίκτυα πρέπει να υλοποιούνται σύμφωνα με την αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων. Για τον σκοπό αυτόν, η δημόσια ενίσχυση πρέπει να χορηγείται με ανοικτές, διαφανείς και ανταγωνιστικές διαδικασίες.

(11)

Για να μπορούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ανταποκριθούν στους στόχους που έχουν ορισθεί στην οδηγία-πλαίσιο και στις ειδικές οδηγίες, ιδίως όσον αφορά τη διατερματική διαλειτουργικότητα, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύψει ορισμένες πτυχές του ραδιοεξοπλισμού και του τηλεπικοινωνιακού τερματικού εξοπλισμού, όπως ορίζονται στην οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητάς τους (10), καθώς επίσης και τον καταναλωτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ψηφιακή τηλεόραση, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των χρηστών με ειδικές ανάγκες.

(12)

Ορισμένοι ορισμοί θα πρέπει να αποσαφηνισθούν ή να μεταβληθούν, ώστε να ληφθούν υπόψη εξελίξεις στην αγορά και την τεχνολογία και να απαλειφθούν αμφιβολίες που έχουν εντοπισθεί κατά την εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου.

(13)

Η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών θα πρέπει να ενισχυθεί ώστε να εξασφαλισθεί αποτελεσματικότερη εφαρμογή του κανονιστικού και να αυξηθεί το κύρος τους και η προβλεψιμότητα των αποφάσεων τους. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη στην εθνική νομοθεσία που θα εξασφαλίσει ότι, κατά την άσκηση των καθηκόντων της, μια εθνική ρυθμιστική αρχή υπεύθυνη για την εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση των αγορών ή για την επίλυση των διαφορών μεταξύ επιχειρήσεων προστατεύεται έναντι εξωτερικών παρεμβάσεων ή πολιτικών πιέσεων που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ανεξάρτητη αξιολόγησή της στα θέματα των οποίων επιλαμβάνεται. Προς τούτο θα πρέπει κατ’ αρχάς να θεσπισθούν κανόνες όσον αφορά τους λόγους για την απόλυση του επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ώστε να αρθεί κάθε εύλογη αμφιβολία ως προς την ουδετερότητα του εν λόγω φορέα και τη θωράκισή του έναντι εξωτερικών παραγόντων. Είναι σημαντικό οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την εκ των προτέρων ρύθμιση των αγορών να έχουν δικό τους προϋπολογισμό, που να τους παρέχει ιδίως τη δυνατότητα να προσλαμβάνουν επαρκή αριθμό ειδικευμένου προσωπικού. Για την εξασφάλιση διαφάνειας θα πρέπει ο προϋπολογισμός αυτός να δημοσιεύεται ετησίως.

(14)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί ασφάλεια δικαίου για τους συντελεστές της αγοράς, τα όργανα προσφυγής θα πρέπει να εκτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους· οι διαδικασίες προσφυγής δεν πρέπει ιδίως να έχουν υπερβολικά μεγάλη διάρκεια. Προσωρινά μέτρα με τα οποία αναστέλλονται τα αποτελέσματα της απόφασης εθνικής ρυθμιστικής αρχής πρέπει να λαμβάνονται μόνο όταν συντρέχει επείγουσα ανάγκη για την αποτροπή σοβαρής και μη επανορθώσιμης βλάβης του μέρους που αιτείται την λήψη των εν λόγω μέτρων και εφόσον τούτο απαιτείται από την στάθμιση των συμφερόντων.

(15)

Παρατηρήθηκε μεγάλη ποικιλία στον τρόπο με τον οποίο όργανα προσφυγής εφήρμοσαν προσωρινά μέτρα για να αναστείλουν αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Για επίτευξη μεγαλύτερης συνέπειας στην προσέγγιση θα πρέπει να ισχύσει κοινό πρότυπο σύμφωνα με την κοινοτική νομολογία. Τα όργανα προσφυγής θα πρέπει επίσης να δικαιούνται να ζητούν τις διαθέσιμες πληροφορίες που έχει δημοσιεύσει ο BEREC. . Δεδομένης της σημασίας των προσφυγών για τη συνολική λειτουργία του κανονιστικού πλαισίου, θα πρέπει να συγκροτηθεί μηχανισμός για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις προσφυγές και τις αποφάσεις αναστολής που λαμβάνουν οι ρυθμιστικές αρχές σε όλα τα κράτη μέλη καθώς και για την υποβολή σχετικών εκθέσεων στην Επιτροπή.

(16)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ασκούν αποτελεσματικά τα κανονιστικά τους καθήκοντα, θα πρέπει στα δεδομένα που συλλέγουν να περιλαμβάνονται λογιστικά δεδομένα για τις αγορές λιανικής που συνδέονται με αγορές χονδρικής στις περιπτώσεις που φορέας εκμετάλλευσης διαθέτει σημαντική ισχύ στην αγορά και επομένως υπόκειται σε κανονιστική ρύθμιση εκ μέρους της εθνικής ρυθμιστικής αρχής. Στα δεδομένα αυτά θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνονται δεδομένα που θα παρέχουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή τη δυνατότητα αξιολόγησης του πιθανού αντικτύπου από προγραμματισμένη αναβάθμιση ή αλλαγή στην τοπολογία δικτύου για την εξέλιξη του ανταγωνισμού ή σε προϊόντα χονδρικής που διατίθενται σε άλλα μέρη.

(17)

Η εθνική διαβούλευση που προβλέπεται στο άρθρο 6 της οδηγίας-πλαισίου θα πρέπει να διεξάγεται πριν από την κοινοτική διαβούλευση που προβλέπεται στα άρθρα 7 και 7α της εν λόγω οδηγίας, ώστε να είναι δυνατόν να εκφρασθούν οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών στην κοινοτική διαβούλευση. Έτσι θα αποφευχθεί η ανάγκη δεύτερης κοινοτικής διαβούλευσης σε περίπτωση αλλαγών σε σχεδιαζόμενο μέτρο συνεπεία της εθνικής διαβουλεύσεως.

(18)

Η διακριτική ευχέρεια των εθνικών ρυθμιστικών αρχών θα πρέπει να συμβιβασθεί με την ανάπτυξη συνεκτικής κανονιστικής πρακτικής και με τη συνεπή εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου ώστε να υπάρξει αποτελεσματική συμβολή στην ανάπτυξη και ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επομένως να υποστηρίζουν τις δραστηριότητες εσωτερικής αγοράς της Επιτροπής και τις αντίστοιχες του BEREC .

(19)

Ο κοινοτικός μηχανισμός που παρέχει στην Επιτροπή το δικαίωμα να απαιτεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να αποσύρουν σχεδιαζόμενα μέτρα όσον αφορά τον καθορισμό της αγοράς και των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά έχει συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη συνεκτικής προσέγγισης όσον αφορά τον προσδιορισμό των συνθηκών υπό τις οποίες είναι δυνατόν να υπάρξει εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση και εκείνων υπό τις οποίες οι φορείς εκμετάλλευσης υπάγονται σε τέτοια ρύθμιση. Από την παρακολούθηση της αγοράς από την Επιτροπή και, ιδίως, από την εμπειρία της διαδικασίας του άρθρου 7 της οδηγίας-πλαισίου προκύπτει ότι ανακολουθίες στην εφαρμογή επανορθωτικών μέτρων από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ακόμη και υπό παρόμοιες συνθήκες αγοράς, θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την εσωτερική αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια η Επιτροπή μπορεί να συμβάλει στην εξασφάλιση υψηλότερου επιπέδου συνοχής κατά την εφαρμογή των επανορθωτικών μέτρων εκδίδοντας γνώμες για τα σχέδια μέτρων που προτείνουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Η Επιτροπή, προκειμένου να επωφεληθεί από την πείρα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στην ανάλυση της αγοράς, θα πρέπει να διαβουλεύεται με τον BEREC προτού λάβει την απόφασή της και/ή διατυπώσει τη γνώμη της.

(20)

Είναι σημαντική η έγκαιρη εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου. Όταν η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση με την οποία απαιτεί από εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχεδιαζόμενο μέτρο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να υποβάλουν αναθεωρημένο μέτρο στην Επιτροπή. Ορίζεται προθεσμία για την κοινοποίηση του αναθεωρημένου μέτρου στην Επιτροπή, βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας-πλαισίου, ώστε οι συντελεστές της αγοράς να μπορούν να γνωρίζουν τη διάρκεια της ανασκόπησης της αγοράς και να αυξηθεί η ασφάλεια δικαίου.

(21)

Λόγω των στενών χρονικών ορίων του κοινοτικού μηχανισμού διαβούλευσης, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εξουσίες για έκδοση συστάσεων ή/και κατευθυντήριων γραμμών που να αποβλέπουν σε απλούστευση των διαδικασιών ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών – π.χ. σε περιπτώσεις σταθερών αγορών ή ελασσόνων αλλαγών σε προηγουμένως κοινοποιημένα μέτρα. Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να επιτρέπει την εξαίρεση από την υποχρέωση κοινοποίησης για την εξομάλυνση των διαδικασιών σε ορισμένες περιπτώσεις.

(22)

Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 95 της Συνθήκης.

(23)

Μια ανταγωνιστική αγορά θα προσφέρει στους χρήστες ευρύ φάσμα επιλογών όσον αφορά το περιεχόμενο, τις υπηρεσίες και τις εφαρμογές Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να ενισχύσουν τις δυνατότητες των χρηστών όσον αφορά την πρόσβαση, την ενημέρωση και την χρήση εφαρμογών και υπηρεσιών.

(24)

Οι ραδιοσυχνότητες θεωρούνται σπάνιος δημόσιος πόρος με σημαντική δημόσια και αγοραία αξία. Η αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη δυνατή διαχείριση του φάσματος, από οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική άποψη και ο συνυπολογισμός του σημαντικού ρόλου του ραδιοφάσματος για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, των στόχων της πολιτιστικής ποικιλομορφίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας καθώς και της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής είναι προς το δημόσιο συμφέρον. Θα πρέπει επομένως να αρθούν σταδιακά τα εμπόδια στην αποδοτική του χρήση.

(25)

Οι δραστηριότητες της πολιτικής ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν πρέπει να θίγουν τα μέτρα που λαμβάνονται σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο και επιδιώκουν στόχους γενικού συμφέροντος, ιδίως όσον αφορά τη ρύθμιση περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα και στα μέσα επικοινωνίας, καθώς και το δικαίωμα των κρατών μελών να οργανώνουν και να χρησιμοποιούν το ραδιοφάσμα τους για σκοπούς δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας και άμυνας.

(26)

Χωρίς να αγνοούνται οι διαφορετικές συνθήκες που επικρατούν στα κράτη μέλη, η στροφή από την αναλογική στην ψηφιακή επίγεια τηλεόραση, λόγω της μεγαλύτερης απόδοσης της ψηφιακής τεχνολογίας μετάδοσης, αναμένεται να ελευθερώσει σημαντικό μέρος του φάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, το λεγόμενο «ψηφιακό μέρισμα».

(27)

Προτού προταθεί ειδικό μέτρο εναρμόνισης σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κονοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος) (11), η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί σε εκτιμήσεις του αντικτύπου, που θα αφορούν το κόστος και τα οφέλη του προτεινόμενου μέτρου, λ.χ. την επίτευξη οικονομικών κλίμακας και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών προς όφελος του καταναλωτή, τον αντίκτυπο στην αποδοτικότητα της χρήσης του ραδιοφάσματος ή τη ζήτηση για εναρμονισμένη χρήση στα διάφορα τμήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(28)

Μολονότι η διαχείριση του ραδιοφάσματος εξακολουθεί να εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, ο στραητγικός σχεδιασμός και, οσάκις απαιτείται, η εναρμόνιση σε κοινοτικό επίπεδο μπορούν να συμβάλουν ώστε να εξασφαλισθεί ότι οι χρήστες του ραδιοφάσματος θα επωφελούνται πλήρως από την εσωτερική αγορά και ότι τα συμφέροντα της ΕΕ θα μπορούν να προστατεύονται πραγματικά παγκοσμίως. Για τους σκοπούς αυτούς και εφόσον κρίνεται σκόπιμο, πρέπει να εκπονηθούν πολυετή νομοθετικά προγράμματα στον τομέα της πολιτικής ραδιοφάσματος προκειμένου να καθοριστούν οι πολιτικοί προσανατολισμοί και στόχοι που θα καταστήσουν δυνατό τον στρατηγικό σχεδιασμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Κοινότητα. Τούτοι οι πολιτικοί προσανατολισμοί και στόχοι αναφέρονται ενδεχομένως στην διάθεση και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος που απαιτείται για την δημιουργία και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ενδέχεται επίσης να αναφέρονται, όπου συντρέχει περίπτωση, στην εναρμόνιση των διαδικασιών χορήγησης αδειών ή μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο προκειμένου να υπερπηδηθούν εμπόδια στην εσωτερική αγορά. Οι εν λόγω πολιτικοί προσανατολισμοί και στόχοι πρέπει να συνάδουν με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών.

(29)

Η Επιτροπή έχει γνωστοποιήσει την πρόθεσή της να τροποποιήσει, πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, την απόφαση 2002/622/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2002, σχετικά με τη σύσταση ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος (12), ούτως ώστε αφενός να συσταθεί μηχανισμός μέσω του οποίου θα μπορούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να ζητούν γνωμοδοτήσεις ή εκθέσεις, προφορικώς ή γραπτώς, από την Ομάδα για την Πολιτική Ραδιοφάσματος (RSPG) σε ζητήματα που άπτονται της πολιτικής ραδιοφάσματος ως προς τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και αφετέρου να μπορεί η Επιτροπή να διαβουλεύεται με την RSPG όσον αφορά το προτεινόμενο περιεχόμενο των προγραμμάτων στον τομέα της πολιτικής ραδιοφάσματος.

(30)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος θα πρέπει να είναι συνεπείς προς το έργο των διεθνών και περιφερειακών οργανισμών που ασχολούνται με τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, λ.χ. της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU) και της ευρωπαϊκής διάσκεψης των ταχυδρομικών και τηλεπικοινωνιακών οργανισμών (CEPT), ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική διαχείριση και η εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος σε ολόκληρη την Κοινότητα καθώς και μεταξύ των κρατών μελών και άλλων μελών της ITU.

(31)

Η διαχείριση των ραδιοσυχνοτήτων αποβλέπει στην εξασφάλιση της αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών. Η βασική αυτή έννοια των επιβλαβών παρεμβολών θα πρέπει επομένως να ορισθεί κατάλληλα ώστε να εξασφαλισθεί ότι η κανονιστική παρέμβαση θα περιορίζεται στο βαθμό που είναι απαραίτητος για την αποτροπή αυτών των παρεμβολών.

(32)

Η τρέχουσα διαχείριση του ραδιοφάσματος και το σύστημα διανομής βασίζονται εν γένει σε διοικητικές αποφάσεις που δεν διαθέτουν επαρκή ευελιξία ώστε να προσαρμόζονται στις τεχνολογικές και οικονομικές εξελίξεις, ιδίως με την ταχεία ανάπτυξη ασύρματων τεχνολογιών και την αυξανόμενη ζήτηση ζωνικού εύρους. Ο περιττός κατακερματισμός μεταξύ εθνικών πολιτικών επιφέρει αυξανόμενο κόστος και απώλεια ευκαιριών αγοράς για χρήστες του ραδιοφάσματος, ενώ επιβραδύνει την καινοτομία σε βάρος της εσωτερικής αγοράς, των καταναλωτών και της οικονομίας στο σύνολό της. Επιπλέον, οι όροι πρόσβασης και χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ενδέχεται να ποικίλουν ανάλογα με τον τύπο του φορέα εκμετάλλευσης, ενώ οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες που παρέχονται από τους εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης αλληλεπικαλύπτονται διαρκώς περισσότερο, προκαλώντας έτσι εντάσεις μεταξύ των κατόχων δικαιωμάτων, ανισότητες στο κόστος πρόσβασης στο ραδιοφάσμα και δυνητικές στρεβλώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(33)

Τα εθνικά σύνορα παίζουν όλο και μικρότερο ρόλο για τον καθορισμό της βέλτιστης χρήσης τους ραδιοφάσματος. Ο κατακερματισμός της διαχείρισης της πρόσβασης σε δικαιώματα ραδιοφάσματος περιορίζει τις επενδύσεις και την καινοτομία και δεν παρέχει στους φορείς εκμετάλλευσης και τους κατασκευαστές εξοπλισμού τη δυνατότητα πραγματοποίησης οικονομιών κλίμακας, παρεμποδίζοντας έτσι την ανάπτυξη εσωτερικής αγοράς για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν ραδιοφάσμα.

(34)

Η ευελιξία στη διαχείριση του ραδιοφάσματος και η πρόσβαση σε αυτό πρέπει να αυξηθούν, στο πλαίσιο αδειών ουδέτερων από άποψη τεχνολογίας και υπηρεσίας, ώστε οι χρήστες του ραδιοφάσματος να μπορούν να επιλέγουν την εφαρμογή των βέλτιστων τεχνολογιών και υπηρεσιών σε ζώνες συχνοτήτων που έχουν δηλωθεί διαθέσιμες για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στα σχετικά εθνικά σχέδια παραχώρησης συχνοτήτων σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο (εφεξής «αρχές ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες»). Ο διοικητικός καθορισμός τεχνολογιών και υπηρεσιών θα πρέπει να εφαρμόζεται όταν διακυβεύονται στόχοι γενικού συμφέροντος και θα πρέπει να αιτιολογείται σαφώς και να υπάγεται σε τακτική περιοδική ανασκόπηση.

(35)

Οι περιορισμοί της αρχής της τεχνολογικής ουδετερότητας θα πρέπει να είναι κατάλληλοι και να δικαιολογούνται από την ανάγκη αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών, λ.χ. με την επιβολή μάσκας εκπομπών και στάθμης ισχύος, την εξασφάλιση της προστασίας της δημόσιας υγείας με τον περιορισμό της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία, την εξασφάλιση της καλής λειτουργίας των υπηρεσιών μέσω κατάλληλου επιπέδου τεχνικής ποιότητας της υπηρεσίας, χωρίς ωστόσο να αίρεται η δυνατότητα χρήσης περισσοτέρων της μίας υπηρεσιών στην αυτή ζώνη συχνοτήτων, την εξασφάλιση κατάλληλου μερισμού του ραδιοφάσματος, ιδίως όπου η χρήση του υπάγεται μόνο σε γενικές άδειες, τη διασφάλιση της αποτελεσματικής χρήσης του ραδιοφάσματος ή την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

(36)

Οι χρήστες του ραδιοφάσματος θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να επιλέγουν ελεύθερα τις υπηρεσίες που επιθυμούν να προσφέρουν μέσω του ραδιοφάσματος, με την επιφύλαξη μεταβατικών μέτρων για την προσαρμογή με κεκτημένα δικαιώματα. Εντούτοις, θα πρέπει να επιτρέπεται η λήψη μέτρων όπου απαιτείται η παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας για την κάλυψη σαφώς προσδιορισμένων στόχων γενικού συμφέροντος, όπως η ασφάλεια της ζωής, η ανάγκη προαγωγής της κοινωνικής, περιφερειακής και εδαφικής συνοχής ή η αποφυγή μη αποδοτικής χρήσης ραδιοφάσματος. Οι στόχοι αυτοί περιλαμβάνουν και την προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και την πολυφωνία των μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. Εκτός περιπτώσεων που είναι απαραίτητες για την προστασία της ασφάλειας της ζωής ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και προκειμένου για την εκπλήρωση άλλων στόχων γενικού συμφέροντος όπως καθορίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο , οι εξαιρέσεις δεν θα πρέπει να συνεπάγονται αποκλειστική χρήση ορισμένων υπηρεσιών, αλλά να συνιστούν παραχώρηση προτεραιότητας ώστε να μπορούν να συνυπάρχουν στην ίδια ζώνη και άλλες υπηρεσίες ή τεχνολογίες.

(37)

Ο καθορισμός του πεδίου εφαρμογής και του χαρακτήρα κάθε εξαίρεσης που αφορά την προαγωγή της γλωσσικής και πολιτιστικής ποικιλομορφίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

(38)

Καθώς η κατανομή ραδιοφάσματος σε ειδικές τεχνολογίες ή υπηρεσίες αποτελεί εξαίρεση από τις αρχές της ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες και περιορίζει την ελευθερία επιλογής της παρεχόμενης υπηρεσίας ή της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας, κάθε πρόταση τέτοιας κατανομής θα πρέπει να είναι διαφανής και να υπάγεται σε δημόσια διαβούλευση.

(39)

Προς το συμφέρον της ευελιξίας και αποτελεσματικότητας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να παρέχουν στους χρήστες του ραδιοφάσματος τη δυνατότητα να μεταβιβάζουν ελεύθερα ή να χρονομισθώνουν τα δικαιώματα χρήσης τους σε τρίτους. Τούτο θα επιτρέψει τη δυνατότητα αποτίμησης του ραδιοφάσματος από την αγορά. Καθώς είναι αρμόδιες για την εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αναλαμβάνουν δράση για να εξασφαλίζουν ότι η εμπορία δεν θα καταλήγει σε στρέβλωση του ανταγωνισμού όπου παραμένει αχρησιμοποίητο ραδιοφάσμα.

(40)

Για την εισαγωγή της αρχής της ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες και της εμπορευσιμότητας υφιστάμενων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος ενδέχεται να απαιτηθούν μεταβατικοί κανόνες, περιλαμβανομένων μέτρων για την εξασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού, καθώς το νέο σύστημα ενδέχεται να παρέχει το δικαίωμα σε ορισμένους χρήστες ραδιοφάσματος να ανταγωνισθούν χρήστες ραδιοφάσματος που έχουν αποκτήσει τα σχετικά δικαιώματά τους υπό επαχθέστερους όρους και προϋποθέσεις. Αντίθετα, όπου έχουν χορηγηθεί δικαιώματα ως παρέκκλιση από τους γενικούς κανόνες ή σύμφωνα με κριτήρια που δεν είναι αντικειμενικά, διαφανή, αναλογικά και αμερόληπτα αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος, η κατάσταση των κατόχων των εν λόγω δικαιωμάτων δεν πρέπει να βελτιώνεται αδικαιολόγητα σε βάρος των νέων ανταγωνιστών τους πέρα από τον απαραίτητο βαθμό για την επίτευξη των εν λόγω ή λοιπών συναφών στόχων γενικού συμφέροντος.

(41)

Για την προαγωγή της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και την υποστήριξη της ανάπτυξης διασυνοριακών υπηρεσιών, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίζει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στο πεδίο της αριθμοδότησης.

(42)

Οι εκδιδόμενες άδειες για επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν πρόσβαση σε δημόσια ή ιδιωτική ιδιοκτησία αποτελούν βασικούς παράγοντες για την καθιέρωση δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για νέα στοιχεία δικτύων. Περιττές περιπλοκές και καθυστερήσεις στις διαδικασίες χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης ενδέχεται επομένως να αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, η απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης από εξουσιοδοτημένες επιχειρήσεις θα πρέπει να απλουστευθεί. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να συντονίζουν την απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης, παρέχοντας σχετικές πληροφορίες στους δικτυακούς τόπους τους.

(43)

Είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι εξουσίες των κρατών μελών όσον αφορά κατόχους δικαιωμάτων διέλευσης ώστε να εξασφαλισθεί η είσοδος ή εγκατάσταση νέου δικτύου κατά δίκαιο, αποτελεσματικό και περιβαλλοντικά υπεύθυνο τρόπο και ανεξάρτητα από κάθε υποχρέωση φορέα εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά να παραχωρεί πρόσβαση στο δικό του δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ο βελτιωμένος μερισμός ευκολιών μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τον ανταγωνισμό και να μειώσει το συνολικό χρηματοοικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος ανάπτυξης και εγκατάστασης υποδομής ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τις επιχειρήσεις, ιδίως δε νέων δικτύων πρόσβασης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία να απαιτούν από τους κατόχους των δικαιωμάτων εγκατάστασης ευκολιών επί δημόσιου ή ιδιωτικού ακινήτου, επάνω ή κάτω από αυτό, το μερισμό των εν λόγω ευκολιών ή των ακινήτων (περιλαμβανομένης της φυσικής συνεγκατάστασης), ώστε να ενθαρρυνθούν οι αποτελεσματικές επενδύσεις ως προς την υποδομή και η προαγωγή της καινοτομίας, έπειτα από κατάλληλη περίοδο δημόσιας διαβούλευσης, κατά τη διάρκεια της οποίας όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους. Αυτές οι ρυθμίσεις μερισμού ή συντονισμού ενδέχεται να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών του μερισμού ευκολιών ή ακινήτου και θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται κατάλληλη ανταμοιβή για τον κίνδυνο μεταξύ των σχετικών επιχειρήσεων. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει ιδίως να είναι σε θέση να επιβάλουν μερισμό στοιχείων δικτύων και συναφών ευκολιών λ.χ. αγωγών, σωληνώσεων, ιστών, φρεατίων, κυτίων σύνδεσης, κεραιών, πύργων και άλλων φερουσών κατασκευών, κτηρίων ή εισόδων κτηρίων και καλύτερο συντονισμό τεχνικών έργων. Οι αρμόδιες αρχές, ιδίως οι τοπικές αρχές, θα πρέπει επίσης να καθιερώσουν κατάλληλες διαδικασίες συντονισμού, σε συνεργασία με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, όσον αφορά τα δημόσια έργα και επίσης άλλες κατάλληλες δημόσιες ευκολίες ή ακίνητα, περιλαμβανομένων ενδεχομένως διαδικασιών που εξασφαλίζουν ότι οι ενδιαφερόμενοι λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τις κατάλληλες δημόσιες ευκολίες ή ακίνητα και τα εκτελούμενα και προγραμματισμένα δημόσια έργα, ότι ενημερώνονται εγκαίρως για τα έργα αυτά και ότι ο μερισμός διευκολύνεται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.

(44)

Η αξιόπιστη και ασφαλής επικοινωνία πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών καταλαμβάνει διαρκώς κεντρικότερη θέση στο σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας εν γένει. Ο σύνθετος χαρακτήρας των συστημάτων, τεχνικές αστοχίες ή ανθρώπινα λάθη, ατυχήματα ή προσβολές ενδέχεται να έχουν συνέπειες για τη λειτουργία και τη διάθεση των υλικών υποδομών που παρέχουν υπηρεσίες καθοριστικής σημασίας για την ευημερία των πολιτών της ΕΕ, περιλαμβανομένων υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει συνεπώς να προωθούν την ακεραιότητα και την ασφάλεια των δημόσιων επικοινωνιακών δικτύων. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) (13) θα πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη βελτιωμένου επιπέδου ασφάλειας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μεταξύ άλλων παρέχοντας εμπειρογνωμοσύνη και συμβουλές και προάγοντας την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών. Τόσο ο ENISA όσο και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, περιλαμβανομένης της δυνατότητας να αποκτήσουν επαρκείς πληροφορίες, ώστε να είναι σε θέση να εκτιμήσουν το επίπεδο της ασφάλειας δικτύων ή υπηρεσιών, καθώς και περιεκτικά και αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τρέχοντα συμβάντα ασφάλειας που είχαν σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών. Δεδομένου ότι η επιτυχής εφαρμογή επαρκούς βαθμού ασφάλειας δεν αποτελεί ενέργεια που πραγματοποιείται άπαξ αλλά συνεχή διαδικασία εφαρμογής, ανασκόπησης και ενημέρωσης, θα πρέπει να απαιτείται από τους παρόχους δικτύου και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να λαμβάνουν μέτρα για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της ασφάλειάς τους σύμφωνα με τους κινδύνους που έχουν εκτιμηθεί, βάσει του πλέον προηγμένου τεχνολογικού επιπέδου των εν λόγω μέτρων.

(45)

Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε δημόσια διαβούλευση επί τη δέουσα χρονική περίοδο προτού εγκρίνουν συγκεκριμένα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή δημόσια διαθέσιμες υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών λαμβάνουν τα αναγκαία τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη δέουσα διαχείριση του κινδύνου κατά της ασφάλειας των δικτύων και υπηρεσιών ή για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των δικτύων τους.

(46)

Εφόσον υπάρχει ανάγκη συμφωνίας επί κοινής δέσμης απαιτήσεων ασφάλειας, θα πρέπει να παρέχεται στην Επιτροπή η εξουσία προσαρμογής τεχνικών μέτρων εφαρμογής για την επίτευξη επαρκούς στάθμης ασφάλειας δικτύου και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην εσωτερική αγορά. Ο ENISA θα πρέπει να συμβάλλει στην εναρμόνιση των κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφάλειας παρέχοντας την εμπειρογνωμοσύνη του. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να διαθέτουν την εξουσία να εκδίδουν δεσμευτικές οδηγίες όσον αφορά τεχνικά μέτρα εφαρμογής που θεσπίζονται σύμφωνα με την οδηγία-πλαίσιο. Για την εκτέλεση των καθηκόντων τους θα πρέπει να διαθέτουν εξουσία για διερεύνηση και επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

(47)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν υφίσταται κανενός είδους στρέβλωση ή περιορισμός του ανταγωνισμού στις αγορές των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλουν επανορθωτικά μέτρα για την αποτροπή άσκησης σημαντικής αγοραστικής επιρροής από μία αγορά σε άλλη, στενά συνδεδεμένη με την πρώτη αγορά. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι η επιχείρηση που έχει σημαντική ισχύ στην πρώτη αγορά μπορεί να θεωρηθεί ότι ασκεί σημαντική επιρροή στην δεύτερη αγορά μόνο εφόσον υφίστανται δεσμοί μεταξύ των δύο αγορών που επιτρέπουν την εκμετάλλευση στην δεύτερη αγορά της επιρροής που ασκείται στην πρώτη αγορά και εφόσον η δεύτερη αγορά επιδέχεται εκ των προτέρων ρύθμιση σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στην σύσταση για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών (14).

(48)

Προκειμένου οι συντελεστές της αγοράς να γνωρίζουν με βεβαιότητα τους όρους των κανονιστικών ρυθμίσεων, απαιτείται καθορισμός προθεσμίας για τις περιπτώσεις ανασκόπησης της αγοράς. Είναι σημαντικό να διεξάγεται ανάλυση της αγοράς σε τακτική βάση και εντός εύλογης και ενδεδειγμένης προθεσμίας. Για τον καθορισμό της προθεσμίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσον η συγκεκριμένη αγορά υπήρξε κατά το παρελθόν αντικείμενο ανάλυσης και εάν έχει κοινοποιηθεί δεόντως. Εάν μια εθνική ρυθμιστική αρχή δεν αναλύσει μια αγορά εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ενδέχεται να τεθεί σε κίνδυνο η εσωτερική αγορά, ενώ οι κανονικές διαδικασίες επί παραβάσει ενδέχεται να μην έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα εγκαίρως. Εναλλακτικά, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητεί τη συνδρομή του BEREC για τη συμπλήρωση της ανάλυσης της αγοράς. Αυτή η συνδρομή θα μπορούσε, λ.χ., να λαμβάνει τη μορφή ειδικής ομάδας συγκροτούμενης από εκπροσώπους άλλων εθνικών ρυθμιστικών αρχών.

(49)

Λόγω του υψηλού επιπέδου τεχνολογικής καινοτομίας και των πολύ δυναμικών αγορών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να είναι δυνατή η ταχεία προσαρμογή των κανονιστικών ρυθμίσεων κατά συντονισμένο και εναρμονισμένο τρόπο σε κοινοτική κλίμακα, καθώς, όπως προκύπτει από την εμπειρία, οι αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στην υλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ ενδέχεται να δημιουργήσουν φραγμούς στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς.

(50)

Ένα σημαντικό καθήκον που έχει ανατεθεί στον BEREC είναι η κατά περίπτωση έκδοση γνώμης σε σχέση με διασυνοριακές διαφορές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επομένως να λαμβάνουν υπόψη τους ενδεχόμενες γνώμες του BEREC σε ανάλογες περιπτώσεις.

(51)

Από την εμπειρία κατά την υλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ προκύπτει ότι οι υφιστάμενες διατάξεις που παρέχουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα απέτυχαν να αποτελέσουν επαρκές κίνητρο συμμόρφωσης με τις κανονιστικές απαιτήσεις. Κατάλληλες εξουσίες επιβολής μπορούν να συμβάλουν στην έγκαιρη υλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ και επομένως να ενισχύσουν την κανονιστική ασφάλεια, που αποτελεί σημαντικό συντελεστή για επενδύσεις. Η έλλειψη αποτελεσματικών εξουσιών σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ισχύει για ολόκληρο το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων. Η εισαγωγή μιας νέας διάταξης στην οδηγία-πλαίσιο για την αντιμετώπιση αθέτησης υποχρεώσεων που προβλέπονται στην οδηγία-πλαίσιο και στις ειδικές οδηγίες θα πρέπει επομένως να εξασφαλίζει την εφαρμογή συνεπών και συνεκτικών αρχών επιβολής καθώς και κυρώσεις για ολόκληρο το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ.

(52)

Το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων της ΕΕ περιλαμβάνει ορισμένες διατάξεις για τη διευκόλυνση της μετάβασης από το παλαιό πλαίσιο του 1998 στο νέο του 2002. Η μετάβαση αυτή ολοκληρώθηκε σε όλα τα κράτη μέλη και τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να καταργηθούν καθώς είναι πλέον περιττά.

(53)

Θα πρέπει να ενθαρρύνονται οι αποτελεσματικές επενδύσεις σε συνδυασμό με τον ανταγωνισμό, ώστε να προωθηθούν η οικονομική μεγέθυνση, η καινοτομία και οι δυνατότητες επιλογής του καταναλωτή.

(54)

O καλύτερος τρόπος για να ενθαρρυνθεί ο ανταγωνισμός προϋποθέτει επαρκείς από οικονομική άποψη επενδύσεις σε νέες αλλά και σε υπάρχουσες υποδομές, πλαισιωμένες εφόσον απαιτείται από ρυθμίσεις με σκοπό βεβαίως ένα αποτελεσματικό επίπεδο ανταγωνιστικότητας στις υπηρεσίες λιανικής. Αποδοτικός κρίνεται ο βασισμένος στις υποδομές ανταγωνισμός όταν το εύρος της αλληλεπικάλυψης των υποδομών επιτρέπει στους επενδυτές να προσβλέπουν λογικά σε ικανοποιητικές αποδόσεις βάσει ευλόγων προσδοκιών όσον αφορά την εξέλιξη των μεριδίων της αγοράς.

(55)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές όταν επιβάλλουν υποχρεώσεις για την πρόσβαση σε νέες και βελτιωμένες υποδομές, πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι προϋποθέσεις πρόσβασης αντανακλούν τις περιστάσεις στις οποίες βασίζεται η απόφαση για επενδύσεις, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων το κόστος ανάπτυξης, το αναμενόμενο ποσοστό απορρόφησης των νέων προϊόντων και υπηρεσιών και τα αναμενόμενα επίπεδα τιμών λιανικής. Πέραν τούτου, προκειμένου να παρασχεθεί βεβαιότητα σχεδιασμού στους επενδυτές, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι ικανές να ορίσουν, εάν συντρέχει λόγος, όρους και προϋποθέσεις που χαρακτηρίζονται από συνέπεια σε ενδεδειγμένες περιόδους επανεξέτασης. Αυτού του είδους οι όροι και προϋποθέσεις δύνανται να περιλαμβάνουν τιμολογιακές διευθετήσεις αναλόγως του όγκου ή της διάρκειας της σύμβασης συμφώνως προς το κοινοτικό δίκαιο και εφόσον δεν δημιουργούν διακρίσεις. Οιεσδήποτε προϋποθέσεις πρόσβασης επιβληθούν οφείλουν να συνάδουν με την ανάγκη διασφάλισης ενός αποτελεσματικού ανταγωνισμού στις υπηρεσίες που προσφέρονται σε καταναλωτές και επιχειρήσεις.

(56)

Κατά την εξέταση της αναλογικότητας των προς επιβολή υποχρεώσεων και όρων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού που επικρατούν στους διάφορους τομείς εντός των αντιστοίχων κρατών μελών.

(57)

Όταν επιβάλλουν επανορθωτικά μέτρα για τον έλεγχο των τιμών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές οφείλουν να επιδιώκουν την επίτευξη δίκαιης ανταπόδοσης για τον επενδυτή όσον αφορά συγκεκριμένο νέο επενδυτικό έργο. Συγκεκριμένα, είναι δυνατόν να ενέχουν κίνδυνους τα επενδυτικά έργα για νέα δίκτυα πρόσβασης που υποστηρίζουν προϊόντα για τα οποία η ζήτηση παραμένει αβέβαιη κατά τη πραγματοποίηση της επένδυσης.

(58)

Οιαδήποτε απόφαση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 19, παράγραφος 1 της οδηγίας πλαισίου οφείλει να περιοριστεί σε ρυθμιστικές αρχές, προσεγγίσεις και μεθοδολογίες. Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες, καλό είναι να αποφευχθούν λεπτομερείς υποδείξεις που οφείλουν υπό φυσιολογικές συνθήκες να αντανακλούν τις συγκεκριμένες συνθήκες του κάθε κράτους και επίσης να μην απαγορεύονται εναλλακτικές προσεγγίσεις από τις οποίες μπορούν ευλόγως να προσδοκώνται παρόμοια αποτελέσματα. Μια τέτοια απόφαση οφείλει να είναι αναλογική και να μην έχει επιπτώσεις στις αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών που δεν αποτελούν φραγμό στην εσωτερική αγορά.

(59)

Στο παράρτημα I της οδηγίας-πλαισίου προσδιορίσθηκε ο κατάλογος των αγορών που πρέπει να περιληφθούν στη σύσταση για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών που ενδέχεται να επιδέχονται εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση. Το εν λόγω παράρτημα θα πρέπει να καταργηθεί δεδομένου ότι εκπληρώθηκε ο σκοπός του ως βάσης για την κατάρτιση του αρχικού κειμένου της σύστασης για τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.

(60)

Μπορεί να μην είναι οικονομικά βιώσιμο για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά να εγκαταστήσουν νέο δίκτυο το οποίο θα επικαλύπτει εν μέρει ή πλήρως το δίκτυο τοπικής πρόσβασης της ήδη υπάρχουσας επιχείρησης εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Εν προκειμένω, η επιβολή αδεσμοποίητης πρόσβασης στον τοπικό βρόχο ή υποβρόχο φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν ήδη σημαντική ισχύ στην αγορά μπορεί να διευκολύνει την είσοδο στην αγορά και να αυξήσει τον ανταγωνισμό στις λιανικές αγορές ευρυζωνικής πρόσβασης. Όταν η αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο ή υποβρόχο δεν είναι εφικτή από τεχνική ή οικονομική άποψη μπορεί να εφαρμόζονται σχετικές υποχρεώσεις για την παροχή πρόσβασης σε μη υλικά ή εικονικά δίκτυα, η οποία να παρέχει ισοδύναμες λειτουργίες.

(61)

Ο σκοπός του λειτουργικού διαχωρισμού, όπου ο καθετοποιημένος φορέας εκμετάλλευσης απαιτείται να καθιερώσει λειτουργικά διακριτές επιχειρηματικές οντότητες, είναι η διασφάλιση της παροχής προϊόντων με πλήρως ισότιμη πρόσβαση σε όλους τους κατάντη φορείς εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των κατάντη τμημάτων του ίδιου του καθετοποιημένου φορέα εκμετάλλευσης. Ο λειτουργικός διαχωρισμός έχει τη δυνατότητα βελτίωσης του ανταγωνισμού σε διάφορες σχετικές αγορές, δεδομένου ότι μειώνει σημαντικά το κίνητρο για διακριτική μεταχείριση και καθιστά ευκολότερη την επαλήθευση και επιβολή της συμμόρφωσης με υποχρεώσεις αμεροληψίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ο λειτουργικός διαχωρισμός ενδέχεται να δικαιολογηθεί ως επανορθωτικό μέτρο όπου έχει σημειωθεί μόνιμη αδυναμία επίτευξης αποτελεσματικής αμεροληψίας σε περισσότερες από μία σχετικές αγορές και όπου υπάρχει περιορισμένη ή καμία προοπτική ανταγωνισμού υποδομής εντός εύλογου χρονικού ορίζοντα, έπειτα από προσφυγή σε ένα ή περισσότερα επανορθωτικά μέτρα που προηγουμένως θεωρούνταν ενδεδειγμένα. Είναι, ωστόσο, πολύ σημαντικό να εξασφαλισθεί ότι η επιβολή του διαχωρισμού αυτού θα διαφυλάσσει τα συμφέροντα της ενδιαφερόμενης επιχείρησης να επενδύσει στο δίκτυό της και ότι δεν θα συνεπάγεται δυνητικά αρνητικά αποτελέσματα για την ευημερία των καταναλωτών. Για την επιβολή του απαιτείται συντονισμένη ανάλυση διάφορων σχετικών αγορών που συνδέονται με το δίκτυο πρόσβασης, σύμφωνα με τη διαδικασία ανάλυσης της αγοράς που ορίζεται στο άρθρο 16 της οδηγίας-πλαισίου. Κατά την ανάλυση αγοράς και τη μελέτη των λεπτομερειών του εν λόγω επανορθωτικού μέτρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης από τις διακριτές επιχειρηματικές οντότητες, λαμβάνοντας υπόψη τους την έκταση της εγκατάστασης του δικτύου και το βαθμό τεχνολογικής προόδου, που ενδέχεται να επηρεάσουν τη δυνατότητα υποκατάστασης σταθερών και ασύρματων υπηρεσιών. Για την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά οι προτάσεις λειτουργικού διαχωρισμού θα πρέπει να εγκρίνονται εκ των προτέρων από την Επιτροπή.

(62)

Η εφαρμογή λειτουργικού διαχωρισμού δεν αποκλείει κατάλληλους μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των διάφορων διακριτών επιχειρηματικών οντοτήτων ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία των δικαιωμάτων οικονομικής και διαχειριστικής εποπτείας της μητρικής εταιρίας.

(63)

Η συνεχιζόμενη ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτεί καλύτερο συντονισμό κατά την εφαρμογή της εκ των προτέρων κανονιστικής ρύθμισης, όπως προβλέπεται βάσει του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

(64)

Εάν καθετοποιημένη επιχείρηση επιλέξει να μεταφέρει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των στοιχείων του δικτύου τοπικής πρόσβασής της σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία ή ιδρύοντας διακριτή επιχειρηματική οντότητα που ασχολείται με προϊόντα πρόσβασης, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να εκτιμά το αποτέλεσμα της σκοπούμενης συναλλαγής στο σύνολο των υφιστάμενων ρυθμιστικών υποχρεώσεων που έχουν επιβληθεί στον καθετοποιημένο φορέα εκμετάλλευσης, ώστε να εξασφαλισθεί η συμβατότητα ενδεχόμενων νέων συμφωνιών με την οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). Η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να αναλαμβάνει νέα ανάλυση των αγορών όπου δραστηριοποιείται η διαιρεμένη οντότητα και, ανάλογα, να επιβάλλει, να διατηρεί, να τροποποιεί ή να αίρει υποχρεώσεις. Για το σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητεί πληροφορίες από την επιχείρηση.

(65)

Ενώ σε ορισμένες περιστάσεις είναι ενδεδειγμένο μια εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης που δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων όπως η διατερματική συνδετικότητα ή η διαλειτουργικότητα υπηρεσιών, είναι ωστόσο απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι τέτοιες υποχρεώσεις επιβάλλονται σε συμμόρφωση με το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ και, ειδικότερα, με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται σε αυτό.

(66)

Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για την προσαρμογή των όρων πρόσβασης σε υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου, οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα I, στις εξελίξεις στις αγορές και την τεχνολογία. Τούτο ισχύει επίσης για τον ελάχιστο κατάλογο θεμάτων, στο παράρτημα II, τα οποία θα πρέπει να δημοσιευθούν για την εκπλήρωση της υποχρέωσης διαφάνειας.

(67)

Η διευκόλυνση της πρόσβασης σε πόρους ραδιοσυχνοτήτων για τους συντελεστές της αγοράς θα συμβάλει στην άρση των εμποδίων για την είσοδο στην αγορά. Εξάλλου, η τεχνολογική πρόοδος περιορίζει τον κίνδυνο επιβλαβών παρεμβολών σε ορισμένες ζώνες συχνοτήτων και επομένως την ανάγκη για μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης. Κατά συνέπεια, οι όροι για τη χρήση ραδιοφάσματος με σκοπό την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει κατά κανόνα να καθορίζονται στο πλαίσιο γενικών αδειών, εκτός εάν απαιτούνται ειδικές άδειες, λαμβανομένης υπόψη της χρήσης του ραδιοφάσματος, για προστασία έναντι επιβλαβών παρεμβολών, εξασφάλιση της τεχνικής ποιότητας των υπηρεσιών, τη διασφάλιση της αποτελεσματικής χρήσης του φάσματος ή για κάλυψη συγκεκριμένου στόχου γενικού συμφέροντος. Οι αποφάσεις σχετικά με την ανάγκη μεμονωμένων δικαιωμάτων θα πρέπει να λαμβάνονται με διαφανή και αναλογικό τρόπο.

(68)

Η εισαγωγή των απαιτήσεων της ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία και την τεχνολογία στη χορήγηση των δικαιωμάτων χρήσης, μαζί με την αυξημένη πιθανότητα μεταφοράς δικαιωμάτων μεταξύ επιχειρήσεων, αναμένεται ότι θα αυξήσουν την ελευθερία και τους τρόπους διανομής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, διευκολύνοντας έτσι την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος. Ωστόσο, ορισμένες υποχρεώσεις γενικού συμφέροντος που επιβάλλονται σε ραδιοτηλεοπτικούς φορείς για τη διανομή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας ενδέχεται να απαιτούν τη χρήση ειδικών κριτηρίων για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης όταν κρίνεται ουσιώδες να καλυφθεί συγκεκριμένος στόχος γενικού συμφέροντος που ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. Οι διαδικασίες που συνδέονται με την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος θα πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση διαφανείς, αντικειμενικές, αναλογικές και αμερόληπτες.

(69)

Από την άποψη του περιοριστικού αντικτύπου του στην ελεύθερη πρόσβαση σε ραδιοσυχνότητες, η ισχύς ενός μεμονωμένου δικαιώματος χρήσης που δεν είναι εμπορεύσιμο θα πρέπει να είναι περιορισμένη χρονικά. Σε περίπτωση που δικαιώματα χρήσης περιλαμβάνουν διάταξη ανανέωσης της ισχύος τους, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να διεξάγουν πρώτα ανασκόπηση, συμπεριλαμβανομένης δημόσιας διαβούλευσης, συνεκτιμώντας τις αγορές, την κάλυψη και τεχνολογικές εξελίξεις. Λόγω της σπανιότητας του ραδιοφάσματος, τα μεμονωμένα δικαιώματα που χορηγούνται σε επιχειρήσεις θα πρέπει να υφίστανται τακτική ανασκόπηση. Κατά τη διεξαγωγή της εν λόγω ανασκόπησης, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να σταθμίζουν όπου αυτό είναι δυνατόν τα συμφέροντα των κατόχων δικαιωμάτων με την ανάγκη ενίσχυσης της εισαγωγής εμπορίας ραδιοφάσματος καθώς και με πλέον ευέλικτη χρήση ραδιοφάσματος μέσω γενικών αδειών.

(70)

Ως ελάσσονες τροποποιήσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων λογίζονται εκείνες οι τροποποιήσεις που είναι κυρίως διοικητικού χαρακτήρα, δεν μεταβάλλουν τον ουσιαστικό χαρακτήρα των γενικών αδειών και των μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης και άρα δεν μπορούν να προσδώσουν οιοδήποτε συγκριτικό πλεονέκτημα στις άλλες επιχειρήσεις.

(71)

Οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να διαθέτουν την εξουσία για εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης ραδιοφάσματος και, εφόσον παραμένουν αχρησιμοποίητοι πόροι ραδιοφάσματος, να αναλαμβάνουν δράση για την αποτροπή αποθεματοποίησης που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό και η οποία μπορεί να παρεμποδίσει νέες εισόδους στην αγορά.

(72)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να αναλαμβάνουν αποτελεσματική δράση για την παρακολούθηση και ασφαλή συμμόρφωση με τους όρους και προϋποθέσεις της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας επιβολής αποτελεσματικών οικονομικών ή διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης των εν λόγω όρων και προϋποθέσεων.

(73)

Οι όροι που μπορούν να επισυναφθούν σε άδειες καλύπτουν ειδικούς όρους που διέπουν την προσβασιμότητα για χρήστες με αναπηρίες και την ανάγκη δημόσιων αρχών και των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης για επικοινωνία μεταξύ τους και με το ευρύ κοινό πριν, κατά την διάρκεια και έπειτα από καταστροφές μεγάλης κλίμακας. Επίσης, λόγω της σημασίας της τεχνικής καινοτομίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να εκδίδουν άδειες χρήσης ραδιοφάσματος για πειραματικούς σκοπούς, οι οποίες θα υπόκεινται σε συγκεκριμένους περιορισμούς και όρους που δικαιολογούνται αυστηρά λόγω του πειραματικού χαρακτήρα των δικαιωμάτων αυτών.

(74)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο (15) αποδείχθηκε αποτελεσματικός κατά την αρχική φάση του ανοίγματος της αγοράς. Με την οδηγία-πλαίσιο η Επιτροπή καλείται να παρακολουθήσει τη μετάβαση από το πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998 σε αυτό του 2002 και να υποβάλει προτάσεις για την κατάργηση του εν λόγω κανονισμού. Βάσει του πλαισίου του 2002, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν καθήκον ανάλυσης της χονδρικής αγοράς αδεσμοποίητης πρόσβασης σε μεταλλικούς βρόχους και υποβρόχους για σκοπούς παροχής ευρυζωνικών και φωνητικών υπηρεσιών, όπως ορίζεται στη σύσταση για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Δεδομένου ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν αναλύσει τουλάχιστον μία φορά την εν λόγω αγορά και ότι έχουν τεθεί οι κατάλληλες υποχρεώσεις βάσει του πλαισίου του 2002, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 κατέστη περιττός και κατά συνέπεια θα πρέπει να καταργηθεί.

(75)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (16).

(76)

Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει συστάσεις ή/και εκτελεστικά μέτρα σε σχέση με τις κοινοποιήσεις δυνάμει του άρθρου 7 της οδηγίας-πλαισίου· την εναρμόνιση στα πεδία του ραδιοφάσματος και της αριθμοδότησης καθώς και σε θέματα που άπτονται της ασφαλείας δικτύων και υπηρεσιών· την ταυτοποίηση των σχετικών αγορών προϊόντων και υπηρεσιών· την ταυτοποίηση διεθνικών αγορών· την υλοποίηση των προτύπων και την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων του κανονιστικού πλαισίου. Θα πρέπει επίσης να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα προς ενημέρωση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ της οδηγίας για την πρόσβαση με βάση τις εξελίξεις της τεχνολογίας και των αγορών. Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο τη συμπλήρωση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας μεταξύ άλλων διά της συμπληρώσεώς της με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο)

Η οδηγία 2002/21/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει εναρμονισμένο πλαίσιο για τη ρύθμιση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών , καθώς και ορισμένων πτυχών του τερματικού εξοπλισμού ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία . Καθορίζει τα καθήκοντα των εθνικών κανονιστικών αρχών και θεσπίζει σύνολο διαδικασιών για την εξασφάλιση της εναρμονισμένης εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου σε ολόκληρη την Κοινότητα. ▐»

2)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:

«(α)

“δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών”, τα συστήματα μετάδοσης και, κατά περίπτωση, ο εξοπλισμός μεταγωγής ή δρομολόγησης και οι λοιποί πόροι, περιλαμβανομένων μη ενεργών στοιχείων δικτύου, που επιτρέπουν τη μεταφορά σημάτων, με τη χρήση καλωδίου, ραδιοσημάτων, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου, περιλαμβανομένων των δορυφορικών δικτύων, των σταθερών (μεταγωγής δεδομένων μέσω κυκλωμάτων και πακετομεταγωγής, περιλαμβανομένου του Διαδικτύου) και κινητών επίγειων δικτύων, των συστημάτων ηλεκτρικών καλωδίων, εφόσον χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση σημάτων, των δικτύων που χρησιμοποιούνται για ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές, καθώς και των δικτύων καλωδιακής τηλεόρασης, ανεξάρτητα από το είδος των μεταφερόμενων πληροφοριών·»·

β)

Το στοιχείο β) αντικαθίσταται από τα εξής :

«(β)

“διακρατικές αγορές”, οι αγορές που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 4 και καλύπτουν την Κοινότητα ή σημαντικό μέρος της ευρισκόμενο σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη.»·

γ)

Το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από τα εξής:

«(δ)

“δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών”, το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το οποίο χρησιμοποιείται, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, για την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που υποστηρίζουν τη μεταφορά πληροφοριών μεταξύ τερματικών σημείων δικτύου·»·

δ)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«(δα)

“σημείο τερματισμού δικτύου” (ΣΤΔ), το υλικό σημείο στο οποίο παρέχεται στο συνδρομητή πρόσβαση στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών· στα δίκτυα μεταγωγής ή δρομολόγησης, το ΣΤΔ καθορίζεται μέσω ειδικής διεύθυνσης δικτύου, η οποία μπορεί να συνδέεται με το όνομα ή τον αριθμό του συνδρομητή·»·

ε)

Το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από τα εξής:

«(ε)

“συναφείς εγκαταστάσεις”, οι συναφείς υπηρεσίες, οι υλικές υποδομές και άλλες εγκαταστάσεις ή στοιχεία που σχετίζονται με δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών και καθιστούν δυνατή ή/και στηρίζουν την παροχή υπηρεσιών μέσω του εν λόγω δικτύου ή/και υπηρεσίας ή έχουν τη δυνατότητα αυτή, περιλαμβάνουν δε μεταξύ άλλων κτήρια ή εισόδους κτηρίων, καλωδιώσεις κτιρίων, κεραίες, πύργους και άλλες φέρουσες κατασκευές, αγωγούς, σωληνώσεις, ιστούς, φρεάτια και κυτία σύνδεσης·»·

στ)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«(εα)

“συναφείς υπηρεσίες”, οι υπηρεσίες που σχετίζονται με δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών και καθιστούν δυνατή ή/και στηρίζουν την παροχή υπηρεσιών μέσω του εν λόγω δικτύου ή/και υπηρεσίας ή έχουν τη δυνατότητα αυτή, περιλαμβάνουν δε, μεταξύ άλλων, συστήματα μετατροπής αριθμών ή συστήματα που παρέχουν παρόμοιες λειτουργικές δυνατότητες, συστήματα υπό όρους πρόσβασης και οδηγούς ηλεκτρονικών προγραμμάτων καθώς και άλλες υπηρεσίες όπως ταυτοποίηση, εντοπισμό θέσης και ικανότητα παρουσίας·»·

ζ)

Το σημείο (1) αντικαθίσταται από τα εξής:

«(l)

“ειδικές οδηγίες”, η οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), η οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), η οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) και η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (“οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες”) (17)·

η)

Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«(ιζ)

“κατανομή ραδιοφάσματος”, ο καθορισμός δεδομένης ζώνης συχνοτήτων προς χρήση ενός ή περισσότερων τύπων ραδιοεπικοινωνιακών υπηρεσιών, κατά περίπτωση, υπό ειδικές συνθήκες·

(ιη)

“επιβλαβείς παρεμβολές”, οι παρεμβολές οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης ή άλλων υπηρεσιών ασφάλειας ή οι οποίες, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, υποβαθμίζουν σοβαρά, εμποδίζουν ή επανειλημμένα διακόπτουν μια ραδιοεπικοινωνιακή υπηρεσία που λειτουργεί σύμφωνα με τους εφαρμοστέους διεθνείς, κοινοτικούς ή εθνικούς κανονισμούς·

(ιθ)

“κλήση», σύνδεση που πραγματοποιείται μέσω διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών που επιτρέπει αμφίδρομη επικοινωνία ομιλίας σε πραγματικό χρόνο.”

3)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αμεροληψία, τη διαφάνεια και την έγκαιρη δράση των εθνικών κανονιστικών αρχών κατά την άσκηση των εξουσιών τους. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διαθέτουν επαρκείς χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί.»·

β)

Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α.   Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 4 και 5, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση των αγορών ή για την επίλυση των διαφορών μεταξύ επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 20 ή 21 της παρούσας οδηγίας ενεργούν ανεξάρτητα και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν άλλον φορέα σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών που τους έχουν ανατεθεί βάσει εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων που υλοποιούν την κοινοτική νομοθεσία. Αυτό δεν εμποδίζει την επιτήρηση σύμφωνα με το εθνικό συνταγματικό δίκαιο. Εξουσία αναστολής ή ακύρωσης αποφάσεων των εθνικών κανονιστικών αρχών διαθέτουν αποκλειστικά τα όργανα προσφυγής που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο επικεφαλής εθνικής ρυθμιστικής αρχής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο ή ενδεχομένως τα μέλη του συλλογικού οργάνου που ασκούν το καθήκον αυτό ή ο αντικαταστάτης του μπορούν να απολυθούν μόνον εφόσον δεν καλύπτουν πλέον τους απαιτούμενους όρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όπως αυτά καθορίζονται εκ των προτέρων στην εθνική νομοθεσία. Η απόφαση απόλυσης του επικεφαλής της εν λόγω εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή ενδεχομένως των μελών του συλλογικού οργάνου που ασκούν τη λειτουργία αυτή, λαμβάνει δημοσιότητα κατά τη χρονική στιγμή της απόλυσης. Ο απολυθείς επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή ενδεχομένως τα μέλη του συλλογικού οργάνου που ασκούν τη λειτουργία αυτή λαμβάνουν δήλωση των λόγων απόλυσής τους και δικαιούνται να ζητήσουν και να επιτύχουν τη δημοσίευσή της, σε περίπτωση που αυτό δεν θα συνέβαινε διαφορετικά.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές που αναφέρονται στην πρώην υποπαράγραφο διαθέτουν χωριστούς ετήσιους προϋπολογισμούς. Οι προϋπολογισμοί δημοσιοποιούνται. Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης ώστε να διαθέτουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους που θα τους επιτρέπουν να συμμετέχουν ενεργά και να συνεισφέρουν στον Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) (18).

3β.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποστηρίζουν ενεργά τους στόχους του BEREC όσον αφορά την προώθηση μεγαλύτερου ρυθμιστικού συντονισμού και συνέπειας.

3γ.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις γνώμες και τις κοινές θέσεις που εκδίδει ο BEREC κατά τη λήψη των αποφάσεών τους για τις εθνικές τους αγορές.

4)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ύπαρξη αποτελεσματικών μηχανισμών σε εθνικό επίπεδο, βάσει των οποίων κάθε χρήστης ή επιχείρηση που παρέχει δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει, όταν θίγεται από απόφαση εθνικής ρυθμιστικής αρχής, δικαίωμα προσφυγής κατά της αποφάσεως ενώπιον οργάνου προσφυγής ανεξάρτητου από τους διαδίκους. Το εν λόγω όργανο προσφυγής, το οποίο μπορεί να είναι δικαστήριο, διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων του. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης και ότι υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός προσφυγής.

Έως την ολοκλήρωση της προσφυγής ισχύει η απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, εκτός εάν ληφθούν προσωρινά μέτρα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.»·

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Τα κράτη μέλη συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με το εν γένει θέμα των προσφυγών , τη διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής και τον αριθμό των αποφάσεων για λήψη προσωρινών μέτρων. Τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή και στον BEREC κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως είτε της πρώτης είτε του δευτέρου»·

5)

Το άρθρο 5 παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να διαβιβάζουν στις εθνικές ρυθμιστιές αρχές όλες τις πληροφορίες, περιλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών πληροφοριών, που απαιτούνται για να διασφαλίζεται η συμμόρφωσή τους προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών και προς τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή τους. Ειδικότερα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία να απαιτούν από τις επιχειρήσεις αυτές ▐ να υποβάλλουν πληροφορίες σχετικά με μελλοντικές εξελίξεις στα δίκτυα ή τις υπηρεσίες που θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο στις υπηρεσίες χονδρικής που διαθέτουν σε ανταγωνιστές. Από τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στις αγορές χονδρικής μπορεί επίσης να απαιτείται να υποβάλλουν λογιστικά δεδομένα για τις αγορές λιανικής που συνδέονται με αυτές τις αγορές χονδρικής.

Οι επιχειρήσεις παρέχουν τις πληροφορίες αυτές αμέσως, κατόπιν αιτήσεως και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και το βαθμό λεπτομέρειας που απαιτεί η εθνική ρυθμιστική αρχή. Οι πληροφορίες που ζητεί η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να είναι ανάλογες προς την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αιτιολογεί την αίτησή της για παροχή πληροφοριών και μεταχειρίζεται τις πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 3.»·

6)

Τα άρθρα 6 και 7 αντικαθίστανται από τα εξής:

«Άρθρο 6

Μηχανισμός διαβούλευσης και διαφάνειας

Εκτός περιπτώσεων που εμπίπτουν στα άρθρα 7 παράγραφος 9, 20 ή 21, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που εθνικές ρυθμιστικές αρχές προτίθενται να λάβουν μέτρα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή τις ειδικές οδηγίες ή προτίθενται να προβλέψουν περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4 και εφόσον τα εν λόγω μέτρα ή περιορισμοί έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη σχετική αγορά, παρέχουν στα ενδιαφερόμενα μέρη δυνατότητα σχολιασμού του σχεδίου μέτρου εντός εύλογης χρονικής περιόδου.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δημοσιοποιούν τις εθνικές τους διαδικασίες διαβούλευσης.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημιουργία ενιαίου σημείου ενημέρωσης όπου παρατίθενται όλες οι τρέχουσες διαβουλεύσεις.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβούλευσης, με εξαίρεση τις πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα σύμφωνα με την κοινοτική και την εθνική νομοθεσία σχετικά με το επιχειρηματικό απόρρητο.

Άρθρο 7

Εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τους όλους τους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 8, στο βαθμό που αυτοί σχετίζονται με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς εργαζόμενες από κοινού αλλά και με την Επιτροπή καθώς και με τον BEREC , κατά διαφανή τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η συνεπής εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών σε όλα τα κράτη μέλη. Προς το σκοπό αυτό, εργάζονται από κοινού ιδίως με την Επιτροπή και τον BEREC για τον προσδιορισμό των τύπων των μέσων και των επανορθωτικών μέτρων που ενδείκνυνται για συγκεκριμένες κατασάσεις που επικρατούν στην αγορά.

3.   Εάν δεν προβλέπεται άλλως σε συστάσεις ή/και κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7β, μετά την ολοκλήρωση της διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 6, σε περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να λάβει μέτρο το οποίο:

α)

εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 15 ή του άρθρου 16 της παρούσας οδηγίας ή του άρθρου 5 ή του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγίας για την πρόσβαση), και

β)

είναι πιθανόν να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών,

καθιστά το σχέδιο μέτρου προσβάσιμο στην Επιτροπή, στον BEREC και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών, ταυτοχρόνως, μαζί με την αιτιολόγηση στην οποία στηρίζεται το μέτρο, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3, και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, τον BEREC και τις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ο BEREC και η Επιτροπή μπορούν εντός μηνός να διαβιβάσουν τα σχόλιά τους στην ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή. Η μηνιαία προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

4.   Εάν το σχεδιαζόμενο μέτρο που καλύπτεται από την παράγραφο 3 αποσκοπεί:

α)

στον καθορισμό μιας σχετικής αγοράς που διαφέρει από εκείνες που ορίζονται στη σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, ή

β)

στην απόφαση καθορισμού ή όχι επιχείρησης ως διαθέτουσας, είτε μεμονωμένα είτε από κοινού με άλλους, σημαντική ισχύ στην αγορά, βάσει του άρθρου 16 παράγραφοι 3, 4 ή 5, ▐

και είναι πιθανόν να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, ενώ η Επιτροπή έχει επισημάνει στην εθνική ρυθμιστική αρχή ότι θεωρεί πως το σχέδιο μέτρου θα δημιουργούσε φραγμό στην εσωτερική αγορά ή εάν έχει σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητά του με την κοινοτική νομοθεσία και ιδίως με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 8, αναβάλλεται η θέσπιση του σχεδίου μέτρου επί δύο περαιτέρω μήνες. Η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί. Η Επιτροπή ενημερώνει τις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τις επιφυλάξεις της στην περίπτωση αυτή.

5.   Εντός της δίμηνης προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή μπορεί:

α)

να αποφασίσει▐ να καλέσει την ενδιαφερόμενη κανονιστική εθνική αρχή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου, ή/και,

β)

να αποφασίσει να άρει τις επιφυλάξεις της σε σχέση με το σχέδιο μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC πριν από την λήψη απόφασης ▐. Η απόφαση ▐ συνοδεύεται από λεπτομερή και αντικειμενική ανάλυση των λόγων για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δεν πρέπει να θεσπιστεί, καθώς και από συγκεκριμένες προτάσεις για την τροποποίηση του σχεδίου μέτρου.

6.   Στις περιπτώσεις που η Επιτροπή εκδίδει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 ζητώντας από την εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχέδιο μέτρου, η εθνική ρυθμιστική αρχή τροποποιεί ή αποσύρει το σχέδιο μέτρου εντός εξαμήνου από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης της Επιτροπής. Σε περίπτωση που το σχέδιο μέτρου τροποποιείται, η εθνική ρυθμιστική αρχή διοργανώνει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 και επανακοινοποιεί το τροποποιημένο σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3.

7.   Η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τα σχόλια των άλλων εθνικών κανονιστικών αρχών, του BEREC και της Επιτροπής και, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 και στην παράγραφο 5, στοιχείο α) , μπορεί να θεσπίζει το προκύπτον σχέδιο μέτρου και, εφόσον το πράξει, το κοινοποιεί στην Επιτροπή.

8.   Η εθνική ρυθμιστική αρχή ανακοινώνει στην Επιτροπή και στον BEREC όλα τα εγκεκριμένα τελικά μέτρα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 7 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β).

9.   Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή κρίνει ότι πρέπει να αναληφθεί δράση επειγόντως προκειμένου να διασφαλισθεί ο ανταγωνισμός και να προστατευθούν τα συμφέροντα των χρηστών, κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία των παραγράφων 3 και 4, μπορεί να λαμβάνει αμέσως αναλογικά και προσωρινά μέτρα. Ανακοινώνει αμελλητί στην Επιτροπή, στις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές και στον BEREC τα μέτρα αυτά, πλήρως αιτιολογημένα. Η λήψη αποφάσεως εκ μέρους εθνικής ρυθμιστικής αρχής για τη μονιμοποίηση των μέτρων ή την παράταση της ισχύος τους υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4.»·

7)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα :

«Άρθρο 7α

Διαδικασία για τη συνεκτική εφαρμογή των επανορθωτικών μέτρων

1.     Όταν ένα σχεδιαζόμενο μέτρο που καλύπτεται από το άρθρο 7 παράγραφος 3 αποσκοπεί στην επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρέωσης φορέα εκμετάλλευσης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 και τα άρθρα 9 έως 13 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), η Επιτροπή δύναται, εντός της περιόδου του ενός μήνα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, να γνωστοποιήσει στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή και στον BEREC τους λόγους για τους οποίους είτε θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δημιουργεί φραγμούς στην ενιαία αγορά είτε αμφισβητεί σοβαρά τη συμβατότητά του με την κοινοτική νομοθεσία. Σε αυτή την περίπτωση, το σχέδιο μέτρου δεν εγκρίνεται για τρεις ακόμη μήνες μετά την κοινοποίηση της Επιτροπής.

Εάν δεν υπάρξει τέτοια κοινοποίηση, η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να εγκρίνει το μέτρο, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη οιαδήποτε σχόλια της Επιτροπής, του BEREC ή οιασδήποτε άλλης εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

2.     Κατά τη τρίμηνη περίοδο στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1, η Επιτροπή, ο BEREC και η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή συνεργάζονται στενά με στόχο την εξεύρεση του καταλληλότερου και πιο αποτελεσματικού μέτρου υπό το πρίσμα των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 8, λαμβάνοντας ταυτόχρονα δεόντως υπόψη τις απόψεις των φορέων της αγοράς και την ανάγκη να εξασφαλισθεί η ανάπτυξη συνεκτικής ρυθμιστικής πρακτικής.

3.     Εντός έξι εβδομάδων από την έναρξη της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 τρίμηνης περιόδου, ο BEREC γνωμοδοτεί, αποφασίζοντας με πλειοψηφία των μελών από τα οποία απαρτίζεται, σχετικά με την αναφερόμενη σε αυτήν την παράγραφο κοινοποίηση της Επιτροπής, αποφαινόμενος σχετικά με το κατά πόσο το σχέδιο μέτρου πρέπει να τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί και, εφόσον απαιτείται, καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις προς τον σκοπό αυτό. Η γνώμη αυτή αιτιολογείται και δημοσιοποιείται.

4.     Εάν στην γνωμοδότησή του ο BEREC συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής, συνεργάζεται στενά με την ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή με στόχο την εξεύρεση του καταλληλότερου και πιο αποτελεσματικού μέτρου. Πριν την εκπνοή της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 τρίμηνης περιόδου, η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται:

α)

να τροποποιήσει ή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου της έχοντας λάβει ιδιαιτέρως υπόψη της την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 κοινοποίηση της Επιτροπής καθώς και την γνώμη και τις συστάσεις του BEREC·

β)

να διατηρήσει το σχέδιο μέτρου της.

5.     Σε περίπτωση που ο BEREC δεν συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής ή δεν γνωμοδοτεί ή σε περίπτωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή τροποποιεί ή διατηρεί το σχέδιο μέτρου της σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή δύναται, εντός μηνός από την εκπνοή της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 τρίμηνης περιόδου, και έχοντας λάβει ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του BEREC, εφόσον έχει αυτός γνωμοδοτήσει:

α)

να εκδώσει σύσταση με την οποία απαιτεί από την ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή να τροποποιήσει ή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου, περιλαμβανομένων συγκεκριμένων προτάσεων προς τον σκοπό αυτόν, και εκθέτει τους λόγους με τους οποίους αιτιολογείται η σύστασή της, ιδίως σε περίπτωση που ο BEREC δεν συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής, και καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις προς τον σκοπό αυτόν·

β)

να λάβει απόφαση με την οποία αίρει τις αναφερθείσες σύμφωνα με την παράγραφο 1 επιφυλάξεις της.

6.     Εντός ενός μηνός από την έκδοση της σύστασης της Επιτροπής σύμφωνα με την παράγραφο 5, στοιχείο α) ή από την άρση των επιφυλάξεων της Επιτροπής σύμφωνα με την παράγραφο 5, στοιχείο β), η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή κοινοποιεί στην Επιτροπή και στον BEREC το εγκριθέν τελικό μέτρο.

Η εν λόγω χρονική περίοδος δύναται να παραταθεί προκειμένου να δοθεί στην εθνική ρυθμιστική αρχή η ευχέρεια να διοργανώσει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 6.

7.    Σε περίπτωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή αποφασίζει να μην τροποποιήσει ή αποσύρει το σχέδιο μέτρου βάσει της εκδοθείσης σύμφωνα με την παράγραφο 5, στοιχείο α) σύστασης, παρέχει τεκμηριωμένη αιτιολόγηση.

8.    Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να αποσύρει το προτεινόμενο σχέδιο μέτρου σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

Άρθρο 7β

Διατάξεις εφαρμογής

1.   Η Επιτροπή, μετά τη δημόσια διαβούλευση και τη διαβούλευση με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και αφού λάβει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC , μπορεί να εκδώσει συστάσεις ή/και κατευθυντήριες γραμμές σε σχέση με το άρθρο 7, που θα καθορίζουν τη μορφή, το περιεχόμενο και το επίπεδο λεπτομέρειας των ανακοινώσεων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 3, τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν απαιτούνται κοινοποιήσεις καθώς και τον υπολογισμό των προθεσμιών.

2.   Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 2.»·

8)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από τα εξής:

«Εάν δεν προβλέπεται άλλως στο άρθρο 9 που αφορά τις ραδιοσυχνότητες, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τους την επιθυμία για τεχνολογικώς ουδέτερους κανονισμούς και, κατά την άσκηση των κανονιστικών καθηκόντων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία και στις ειδικές οδηγίες, ιδίως όσων προβλέπονται για τη διασφάλιση αποτελεσματικού ανταγωνισμού, εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πράττουν αναλόγως.»·

β)

Στην παράγραφο 2 τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

μεριμνώντας ώστε οι χρήστες, περιλαμβανομένων των μειονεκτούντων χρηστών, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες να αποκομίζουν το μέγιστο όφελος όσον αφορά την επιλογή, την τιμή και την ποιότητα,·

β)

μεριμνώντας ώστε να μην υφίσταται στρέβλωση ούτε περιορισμός του ανταγωνισμού στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της διανομής περιεχομένου»·

γ)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο γ) διαγράφεται.

δ)

Στην παράγραφο 3, το στοιχείο γ) διαγράφεται.

ε)

Στην παράγραφο 3, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από τα εξής:

«δ)

της συνεργασίας μεταξύ τους με την Επιτροπή και με τον BEREC , ώστε να εξασφαλίζονται η ανάπτυξη μιας συνεπούς κανονιστικής πρακτικής και η συνεπής εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών.»·

στ)

Στην παράγραφο 4, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από τα εξής:

«ε)

ανταποκρινόμενες στις ανάγκες συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων και ιδίως των μειονεκτούντων χρηστών, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες·»

ζ)

Στην παράγραφο 4 προστίθενται τα στοιχεία ζ) και η):

«ζ)

ενισχύοντας τη δυνατότητα των τελικών χρηστών όσον αφορά την πρόσβαση, την ενημέρωση και την χρήση εφαρμογών και υπηρεσιών της επιλογής τους.

η)

εφαρμόζοντας την αρχή ότι δεν πρέπει να επιβάλλεται κανείς περιορισμός στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των τελικών χρηστών χωρίς να έχει προηγηθεί απόφαση δικαστηρίου, σύμφωνα με τα όσα ορίζει το άρθρο 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός και εάν απειλείται η ασφάλεια των πολιτών στην οποία περίπτωση η απόφαση δύναται να είναι αντίστοιχη.»

η)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εφαρμόζουν, προς επίτευξη των στόχων πολιτικής που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4, αντικειμενικές, διαφανείς, αμερόληπτες και αναλογικές ρυθμιστικές αρχές, ιδίως μέσω:

α)

της προαγωγής της κανονιστικής προβλεψιμότητας μέσω της διασφάλισης συνεπούς κανονιστικής προσέγγισης κατά τη διάρκεια ενδεδειγμένων περιόδων ανασκόπησης ,

β)

της εξασφάλισης ότι, σε παρόμοιες περιπτώσεις, δεν γίνεται διάκριση στην αντιμετώπιση των επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών,

γ)

της εξασφάλισης του ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών και της προώθησης, κατά περίπτωση, ανταγωνισμού υποδομών,

δ)

της προώθησης αποτελεσματικών επενδύσεων και καινοτομιών όσον αφορά νέες και ενισχυμένες υποδομές, συνυπολογίζοντας τη μέριμνα ότι οιαδήποτε υποχρέωση πρόσβασης λαμβάνει δεόντως υπόψη τους κινδύνους που αναλαμβάνουν οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν την επένδυση και επιτρέποντας διάφορες ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ επενδυτών και φορέων που ζητούν πρόσβαση προκειμένου να επιμεριστεί ο επενδυτικός κίνδυνος με ταυτόχρονη διασφάλιση του ανταγωνισμού στην αγορά και της αρχής της μη εισαγωγής διακρίσεων.

ε)

του δέοντος συνυπολογισμού των ποικίλων συνθηκών όσον αφορά τον ανταγωνισμό και τους καταναλωτές που υφίστανται στις διάφορες γεωγραφικές ζώνες του ίδιου κράτους μέλους,

στ)

της επιβολής ex-ante ρυθμιστικών υποχρεώσεων μόνον εφόσον δεν υφίσταται αποτελεσματικός και βιώσιμος ανταγωνισμός και της άρσης των υποχρεώσεων αυτών αφ’ ης στιγμής πληρούται αυτή η προϋπόθεση »

9)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8α

Στρατηγικός σχεδιασμός και συντονισμός της πολιτικής του ραδιοφάσματος ▐

1.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή κατά το στρατηγικό σχεδιασμό, το συντονισμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα . Προς το σκοπό αυτό, λαμβάνουν υπόψη τους μεταξύ άλλων την οικονομία, την ασφάλεια, την υγεία, το δημόσιο συμφέρον, την ελευθερία έκφρασης, τις πολιτιστικές, επιστημονικές, κοινωνικές και τεχνικές πτυχές των πολιτικών της ΕΕ καθώς και τα διάφορα συμφέροντα των κοινοτήτων χρηστών του ραδιοφάσματος, με στόχο τη βελτιστοποίηση της χρήσης του ραδιοφάσματος και την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών.

2.   Τα κράτη μέλη συνεργαζόμενα μεταξύ τους και με την Επιτροπή, προάγουν το συντονισμό των προσεγγίσεων πολιτικής του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, οσάκις ενδείκνυται, εναρμονισμένες προϋποθέσεις όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και την αποτελεσματική χρήση του ραδιοφάσματος που απαιτούνται για την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

3.     Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη της RSPG, η οποία συστάθηκε με την απόφαση 2002/622/ΕΚ της Επιτροπής (19), δύναται να υποβάλλει νομοθετικές προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την καθιέρωση πολυετών προγραμμάτων στον τομέα της πολιτικής ραδιοφάσματος. Αυτά τα προγράμματα καθορίζουν τους πολιτικούς προσανατολισμούς και στόχους για τον στρατηγικό προγραμματισμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών.

4.     Όποτε απαιτείται για να διασφαλιστεί ο αποτελεσματικός συντονισμός των ▐ συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στους διεθνείς οργανισμούς με αρμοδιότητα σε θέματα ραδιοφάσματος ▐, η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη της ▐ RSPG ▐, δύναται να προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κοινούς στόχους πολιτικής.

10)

Το άρθρο 9 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 9

Διαχείριση ραδιοφάσματος για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1.   Τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τους το γεγονός ότι οι ραδιοσυχνότητες αποτελούν δημόσιο αγαθό με σημαντική κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική αξία, εξασφαλίζουν την ουσιαστική διαχείριση των ραδιοσυχνοτήτων για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην επικράτειά τους σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 8α. Εξασφαλίζουν ότι η κατανομή του ραδιοφάσματος που χρησιμοποιείται για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η χορήγηση γενικών αδειών ή μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων αυτών από τις αρμόδιες εθνικές αρχές βασίζονται σε αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά κριτήρια.

Εφαρμόζοντας το παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη τηρούν τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών της ΔΕΤ και μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τους στόχους δημόσιας ασφάλειας

2.   Τα κράτη μέλη προάγουν την εναρμόνιση της χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων σε ολόκληρη την Κοινότητα, σύμφωνα με την ανάγκη εξασφάλισης αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης τους και επιδιώκοντας οφέλη για τον καταναλωτή, λ.χ. οικονομίες κλίμακας και διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών. Εν προκειμένω ενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 8α και με την απόφαση 676/2002/ΕΚ (απόφαση για το ραδιοφάσμα).

3.   Εάν δεν προβλέπεται άλλως στο δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι τύποι τεχνολογίας για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών να μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που έχουν δηλωθεί ως διαθέσιμες για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο εθνικό τους πρόγραμμα μερισμού ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου .

Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς όσον αφορά τη χρησιμοποιούμενη για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ραδιοδικτυακή ή ασύρματη τεχνολογία πρόσβασης, εφόσον αυτό απαιτείται:

α)

προς αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών,

β)

για την προστασία της δημόσιας υγείας από ηλεκτρομαγνητικά πεδία,

γ)

για την εξασφάλιση της τεχνικής ποιότητας της υπηρεσίας

δ)

για την εξασφάλιση της μεγιστοποίησης του μερισμού ραδιοσυχνοτήτων σε περιπτώσεις όπου η χρήση ραδιοσυχνοτήτων υπάγεται σε γενική άδεια,

ε)

να διαφυλάσσεται η αποτελεσματική χρήση του φάσματος, ή

στ)

για την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την παράγραφο 4.

4.   Εάν δεν προβλέπεται άλλως ║ στο δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι τύποι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να μπορούν να παρασχεθούν στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που έχουν δηλωθεί ως διαθέσιμες για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο εθνικό τους πρόγραμμα μερισμού ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου . Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς για τους παρεχόμενους τύπους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, της εκπλήρωσης απαίτησης δυνάμει των περί ραδιοεπικοινωνιών κανονισμών της ITU .

Τα μέτρα που απαιτούν να παρέχεται υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ειδική ζώνη διαθέσιμη για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να αιτιολογούνται με βάση την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, όπως ενδεικτικά:

α)

της ασφάλειας της ζωής,

β)

της προαγωγής της κοινωνικής, περιφερειακής ή εδαφικής συνοχής,

γ)

της αποφυγής αναποτελεσματικής χρήσης ραδιοσυχνοτήτων,

δ)

της προαγωγής της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας, λ.χ. με την παροχή υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών.

Μέτρο που απαγορεύει την παροχή κάθε άλλης υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε συγκεκριμένη ζώνη μπορεί να προβλέπεται μόνον όπου αυτό δικαιολογείται από την ανάγκη προστασίας υπηρεσιών για την ασφάλεια της ζωής. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης κατ' εξαίρεση να επεκτείνουν το μέτρο αυτό ώστε να καλύπτει υπηρεσίες για την εκπλήρωση άλλων στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίζονται από τα κράτη μέλη συμφώνως προς το κοινοτικό δίκαιο.

5.   Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τακτικά την ανάγκη ύπαρξης των περιορισμών που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 και δημοσιοποιούν τα αποτελέσματα της επανεξέτασης αυτής.

6.   Οι παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζονται στην κατανομή ραδιοφάσματος προς χρήση για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και την έκδοση γενικών αδειών και τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων που χορηγούνται μετά τις … (20).

Οι κατανομές του φάσματος, οι γενικές άδειες και τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης που υφίσταντο κατά την … (20) υπόκεινται στο άρθρο 9α.

7.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των ειδικών οδηγιών και λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εθνικών συνθηκών, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες για την αποφυγή της αποθεματοποίησης ραδιοφάσματος, ιδίως ορίζοντας αυστηρές προθεσμίες για την πραγματική εκμετάλλευση των δικαιωμάτων χρήσης από τον κάτοχό τους και επιβάλλοντας κυρώσεις, περιλαμβανομένων των οικονομικών κυρώσεων ή της αφαίρεσης των δικαιωμάτων χρήσης, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις προθεσμίες. Οι κανόνες αυτοί θεσπίζονται και εφαρμόζονται κατά αναλογικό, αμερόληπτο και διαφανή τρόπο.

11)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 9α

Επανεξέταση των περιορισμών υφιστάμενων δικαιωμάτων

1.   Για περίοδο πέντε ετών που αρχίζει στις … (21) τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στους κάτοχους δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων που είχαν χορηγηθεί πριν από την ημερομηνία αυτή και εξακολουθούν να ισχύουν για περίοδο πέντε τουλάχιστον ετών μετά την ημερομηνία αυτή να υποβάλουν αίτηση προς την αρμόδια εθνική αρχή για την επανεκτίμηση των περιορισμών των δικαιωμάτων τους σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4.

Η αρμόδια εθνική αρχή, πριν εκδώσει την απόφασή της, γνωστοποιεί στον κάτοχο των δικαιωμάτων την επανεκτίμησή της σχετικά με τους περιορισμούς και του παρέχει εύλογο χρονικό διάστημα ώστε να αποσύρει την αίτησή του.

Εάν ο κάτοχος των δικαιωμάτων αποσύρει την αίτησή του, το δικαίωμα παραμένει αμετάβλητο έως τη λήξη της ισχύος του ή έως το τέλος της πενταετούς περιόδου, αναλόγως με το ποια ημερομηνία προηγείται.

2.   Μετά την πενταετή περίοδο της παραγράφου 1 τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζεται σε όλες τις εναπομένουσες άδειες/μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης και κατανομές ραδιοσυχνοτήτων που υφίσταντο στις … (21).

3.   Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας τα κράτη μέλη λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα για την προαγωγή θεμιτού ανταγωνισμού.

4.   Τα μέτρα που θεσπίζονται κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου δεν αποτελούν χορήγηση νέων δικαιωμάτων χρήσης και επομένως δεν υπάγονται στις οικείες διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγίας για την αδειοδότηση).

Άρθρο 9β

Μεταβίβαση ή χρονομίσθωση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να έχουν οι επιχειρήσεις την δυνατότητα να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν σε άλλες επιχειρήσεις και σύμφωνα με τους όρους που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στις ζώνες όπου αυτό προβλέπεται στα εκτελεστικά μέτρα που έχουν θεσπιστεί κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 .

Σε άλλες ζώνες, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν την δυνατότητα επιχειρήσεων να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος σε άλλες επιχειρήσεις σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες.

Οι όροι που συνδέονται με τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων εξακολουθούν να ισχύουν μετά τη μεταβίβαση ή χρονομίσθωση, εκτός εάν ορίσει άλλως η αρμόδια εθνική αρχή.

Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να καθορίζουν ότι οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων της επιχείρησης αποκτήθηκαν καταρχάς δωρεάν.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η πρόθεση μιας επιχείρησης να μεταβιβάσει δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων καθώς και η ίδια η μεταβίβαση κοινοποιούνται σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες στην αρμόδια εθνική αρχή που είναι υπεύθυνη για τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης και δημοσιοποιούνται. Σε περίπτωση που η χρήση ραδιοσυχνοτήτων έχει εναρμονισθεί με εφαρμογή της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ (απόφαση για το ραδιοφάσμα) ή άλλων κοινοτικών μέτρων, κάθε τέτοια μεταβίβαση συμμορφώνεται με την εν λόγω εναρμονισμένη χρήση.

3.     Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα για τον προσδιορισμό των ζωνών στις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν δικαιώματα χρήσης μεταξύ τους. Τα μέτρα αυτά δεν καλύπτουν ραδιοσυχνότητες που χρησιμοποιούνται για τις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές.

Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. »

12)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από τα εξής:

«1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ελέγχουν τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης όλων των εθνικών πόρων αριθμοδότησης και τη διαχείριση του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την παροχή επαρκούς πλήθους αριθμών και σειρών αριθμών, σε όλες τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθορίζουν αντικειμενικές, διαφανείς και αμερόληπτες διαδικασίες για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης των εθνικών πόρων αριθμοδότησης.

2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μεριμνούν ώστε τα εθνικά σχέδια και διαδικασίες αριθμοδότησης να εφαρμόζονται κατά τρόπο ο οποίος να εξασφαλίζει ίση μεταχείριση σε όλους τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μια επιχείρηση στην οποία έχει χορηγηθεί το δικαίωμα χρήσης σειράς αριθμών δεν προβαίνει σε διακρίσεις σε βάρος άλλων παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όσον αφορά την αλληλουχία αριθμών που χρησιμοποιούνται για πρόσβαση στις υπηρεσίες τους.»·

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν την εναρμόνιση των συγκεκριμένων αριθμών ή πεδίων αριθμοδότησης στην Κοινότητα όπου αυτή προάγει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ταυτοχρόνως την ανάπτυξη πανευρωπαϊκών υπηρεσιών. Η Επιτροπή μπορεί να λάβει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στο θέμα αυτό.

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.»·

13)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, δεύτερο εδάφιο, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από τα εξής:

«—

ενεργεί βάσει απλών, αποτελεσματικών, διαφανών και προσιτών στο κοινό διαδικασιών που εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις και χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση λαμβάνει την απόφασή της εντός εξαμήνου από την υποβολή της αίτησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων απαλλοτρίωσης, και»

(β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν οι δημόσιες ή οι τοπικές αρχές διατηρούν την κυριότητα ή τον έλεγχο των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται δημόσια δίκτυα ή/και προσιτές στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπάρχει ουσιαστικός διαρθρωτικός διαχωρισμός της αρμοδιότητας σχετικά με την παροχή των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 από τις δραστηριότητες που έχουν σχέση με την κυριότητα ή τον έλεγχο.»·

14)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 12

Συνεγκατάσταση και μερισμός στοιχείων των δικτύων και συναφών ευκολιών για τους παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1.   Όταν μια επιχείρηση παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει το δικαίωμα, δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, να εγκαθιστά ευκολίες επί, υπεράνω ή υποκάτω δημόσιου ή ιδιωτικού ακινήτου, ή δύναται να επωφελείται διαδικασίας για την απαλλοτρίωση ή τη χρήση ακινήτου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να επιβάλουν μερισμό (κοινή χρήση) των ευκολιών ή του ακινήτου αυτού, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων κτηρίων ή εισόδων σε κτήρια, καλωδιώσεων κτιρίων , ιστών, κεραιών, πύργων και άλλων φερουσών κατασκευών, αγωγών, σωληνώσεων, φρεατίων και κυτίων σύνδεσης ▐.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους κατόχους των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 δικαιωμάτων το μερισμό χρήσεων ή ακινήτων (περιλαμβανομένης φυσικής συνεγκατάστασης) ή τη λήψη μέτρων διευκόλυνσης του συντονισμού δημόσιων έργων, λόγω ανάγκης προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας ή της δημόσιας ασφάλειας ή της επίτευξης πολεοδομικών ή χωροταξικών στόχων και μόνον έπειτα από κατάλληλη περίοδο δημόσιας διαβούλευσης, κατά τη διάρκεια της οποίας παρέχεται σε όλους τους ενδιαφερομένους η δυνατότητα διατύπωσης των απόψεών τους. Οι ρυθμίσεις αυτές για μερισμό ή συντονισμό μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών του μερισμού ευκολιών ή ακινήτου.

3.     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές αρχές, κατόπιν κατάλληλης περιόδου δημόσιας διαβούλευσης κατά τη διάρκεια της οποίας παρέχεται σε όλους τους ενδιαφερόμενους η δυνατότητα έκφρασης των απόψεών τους, να έχουν την εξουσία να επιβάλουν στους κατόχους των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 δικαιωμάτων και/ή στους ιδιοκτήτες των καλωδιώσεων υποχρεώσεις ως προς τον μερισμό (κοινή χρήση) των καλωδιώσεων εντός των κτηρίων ή μέχρι το πρώτο σημείο συγκέντρωσης ή διανομής όταν αυτό βρίσκεται εκτός κτηρίου, σε περίπτωση που δικαιολογείται κάτι τέτοιο διότι η αλληλεπικάλυψη αυτών των υποδομών θα ήταν οικονομικώς αναποτελεσματική ή πρακτικώς ανέφικτη. Οι ρυθμίσεις αυτές για μερισμό ή συντονισμό μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών του μερισμού ευκολιών ή ακινήτου, προσαρμοσμένων όπου απαιτείται για τον κίνδυνο.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες εθνικές να δύνανται να επιβάλουν στις επιχειρήσεις να παρέχουν τις αναγκαίες πληροφορίες, κατ' αίτηση των αρμόδιων αρχών, για να μπορούν οι εν λόγω αρχές, από κοινού με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, να καταρτίσουν λεπτομερή κατάλογο του χαρακτήρα, της διαθεσιμότητας και της γεωγραφικής θέσης των ευκολιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και να τον καταστήσουν διαθέσιμο στους ενδιαφερομένους.

5.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από εθνική ρυθμιστική αρχή σύμφωνα με το παρόν άρθρο είναι αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά.· Κατά περίπτωση, τα εν λόγω μέτρα εφαρμόζονται σε συντονισμό με τις τοπικές αρχές».

15)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο:

«Κεφάλαιο ΙΙΙα

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Άρθρο 13α

Ασφάλεια και ακεραιότητα

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να λαμβάνουν πρόσφορα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατάλληλη διαχείριση του κινδύνου όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Λαμβάνονται ιδίως μέτρα για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση του αντικτύπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια χρηστών και διασυνδεδεμένων δικτύων.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ακεραιότητας των δικτύων τους και κατά τον τρόπο αυτό να εξασφαλίζουν τη συνέχεια της παροχής των υπηρεσιών που διανέμονται μέσω των δικτύων αυτών.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή κάθε παραβίαση της ασφάλειας ή απώλεια της ακεραιότητας που είχε σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών.

Κατά περίπτωση, η αρμόδια εθνική αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες εθνικές αρχές στα άλλα κράτη μέλη, καθώς και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) ▐. Η οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει την ενημέρωση αυτή από τις επιχειρήσεις, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη της παραβίασης είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

Η οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή υποβάλλει κατ' έτος στην Επιτροπή και στον ENISA συνοπτική έκθεση σχετικά με τις κοινοποιήσεις που έχει παραλάβει και τη δράση που έχει αναλάβει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

4.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του ENISA, μπορεί να εγκρίνει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα με στόχο την εναρμόνιση των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, περιλαμβανομένων μέτρων που ορίζουν τις περιστάσεις, τη μορφή και τις διαδικασίες που ισχύουν για τις απαιτήσεις κοινοποίησης. Αυτά τα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα θα βασίζονται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό στα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα και δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να επιβάλουν συμπληρωματικές απαιτήσεις προς επίτευξη των στόχων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2.

Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.

Άρθρο 13β

Εφαρμογή και επιβολή

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 13α, οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών , συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τις προθεσμίες εφαρμογής, προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό ║.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διαθέτουν την εξουσία να απαιτούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό:

α)

να παρέχουν πληροφορίες απαραίτητες για την εκτίμηση της ασφάλειας και της ακεραιότητας των υπηρεσιών και δικτύων τους, περιλαμβανομένων τεκμηριωμένων πολιτικών ασφάλειας, και

β)

να υποβάλλονται σε έλεγχο ασφάλειας που διενεργείται από ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα ή αρμόδια εθνική αρχή και να θέτουν τα σχετικά πορίσματα στη διάθεση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής. Το κόστος του ελέγχου επιβαρύνει την επιχείρηση.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες εθνικές αρχές να διαθέτουν όλες τις απαραίτητες εξουσίες για την διερεύνηση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης, και των επιπτώσεών τους στην ασφάλεια και ακεραιότητα των δικτύων .

4.   Οι εν λόγω διατάξεις θεσπίζονται με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της παρούσας οδηγίας.»·

16)

Στο άρθρο 14 η παράγραφος 3 :αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Εάν μια επιχείρηση έχει σημαντική ισχύ σε μια συγκεκριμένη αγορά (πρώτη αγορά) , είναι δυνατόν να οριστεί ως έχουσα σημαντική ισχύ και σε μια στενά συνδεδεμένη με αυτήν αγορά (δεύτερη αγορά) , εάν οι δεσμοί μεταξύ των δύο αγορών είναι τέτοιοι ώστε να είναι δυνατή η εκμετάλλευση της ισχύος στη πρώτη αγορά στο πλαίσιο της δεύτερης αγοράς, με αποτέλεσμα την ενδυνάμωση της θέσης ισχύος της επιχείρησης στην αγορά. Κατά συνέπεια είναι δυνατόν να ληφθούν στη δεύτερη αγορά επανορθωτικά μέτρα με στόχο την αποτροπή της εκμετάλλευσης αυτής σύμφωνα με τα άρθρα 9, 10, 11 και 13 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και, εάν τα εν λόγω μέτρα αποδειχθούν ανεπαρκή, είναι δυνατόν να επιβληθούν επανορθωτικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία).»·

17)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η επικεφαλίδα αντικαθίσταται από την εξής:

«Διαδικασία ταυτοποίησης και ορισμού αγορών»·

β)

Στην παράγραφο 1 το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Μετά τη δημόσια διαβούλευση , συμπεριλαμβανομένης της διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και αφού λάβει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC , η Επιτροπή εκδίδει, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2, σύσταση σχετικά με συναφείς αγορές προϊόντων και υπηρεσιών («σύσταση»). Στη σύσταση ταυτοποιούνται οι εν λόγω αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα χαρακτηριστικά των οποίων δύναται να αιτιολογούν την επιβολή κανονιστικών υποχρεώσεων στις ειδικές οδηγίες, με την επιφύλαξη αγορών που σε συγκεκριμένες περιπτώσεις είναι δυνατόν να ορίζονται βάσει της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Η Επιτροπή καθορίζει τις αγορές σύμφωνα με τις αρχές του δίκαιου περί ανταγωνισμού.»·

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές, ορίζουν τις σχετικές αγορές που αντιστοιχούν στις εθνικές συνθήκες, ιδίως τις σχετικές γεωγραφικές αγορές εντός της επικράτειάς τους, σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ακολουθούν τη διαδικασία των άρθρων 6 και 7 πριν ορίσουν αγορές διαφορετικές από εκείνες που ταυτοποιούνται στη σύσταση.»·

δ)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Κατόπιν διαβούλευσης , συμπεριλαμβανομένης της διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές , η Επιτροπή μπορεί, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC , να εκδίδει απόφαση για την ταυτοποίηση διακρατικών αγορών, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3

18)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από τα εξής:

«1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διεξάγουν ανάλυση των σχετικών αγορών βασιζόμενες στις αγορές που ταυτοποιούνται στη σύσταση και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τις κατευθυντήριες γραμμές. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ανάλυση αυτή να διεξάγεται, κατά περίπτωση, σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού.

2.   Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή, δυνάμει των παραγράφων 3 ή 4 του παρόντος άρθρου, του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) ή του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), πρέπει να καθορίσει εάν θα επιβληθούν, θα διατηρηθούν, θα τροποποιηθούν ή θα αρθούν υποχρεώσεις επιχειρήσεων, καθορίζει, με βάση την ανάλυση αγοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, κατά πόσον μια σχετική αγορά είναι όντως ανταγωνιστική»·.

β)

Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από τα εξής:

«4.   Εφόσον εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώσει ότι μια συγκεκριμένη αγορά δεν είναι όντως ανταγωνιστική, εντοπίζει επιχειρήσεις οι οποίες μεμονωμένα ή από κοινού με άλλες έχουν σημαντική ισχύ στην εν λόγω αγορά σύμφωνα με το άρθρο 14 και επιβάλλει τις ενδεδειγμένες ειδικές κανονιστικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ή διατηρεί ή τροποποιεί τις εν λόγω υποχρεώσεις, εφόσον αυτές υφίστανται ήδη.

5.   Στην περίπτωση των διακρατικών αγορών που καθορίζονται στην απόφαση, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 4, οι οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές πραγματοποιούν από κοινού την ανάλυση αγοράς, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τις κατευθυντήριες γραμμές, και αποφασίζουν έπειτα από συνεννόηση για την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση των κανονιστικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

6.   Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 υπόκεινται στις διαδικασίες των άρθρων 6 και 7. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διενεργούν ανάλυση της σχετικής αγοράς και κοινοποιούν το αντίστοιχο σχέδιο μέτρου σύμφωνα με το άρθρο 7:

α)

εντός τριών ετών από τη θέσπιση προηγούμενου μέτρου για την αγορά αυτή. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή αιτιολογημένη προτεινόμενη επέκταση και η τελευταία δεν διατυπώνει αντιρρήσεις εντός μηνός από την κοινοποιούμενη επέκταση, η περίοδος αυτή μπορεί να παραταθεί μέχρι τρία επιπλέον έτη ,

β)

εντός δύο ετών από την έγκριση αναθεωρημένης σύστασης για σχετικές αγορές, όσον αφορά τις αγορές που δεν έχουν προηγουμένως κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, ή

γ)

εντός δύο ετών από την προσχώρησή τους, όσον αφορά τα κράτη μέλη που έχουν προσχωρήσει πρόσφατα στην Ένωση.»

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7.   Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή δεν έχει ολοκληρώσει την ανάλυσή της για σχετική αγορά που προσδιορίζεται στη σύσταση εντός της προθεσμίας που ορίζει το άρθρο 16 παράγραφος 6, ο BEREC παρέχει συνδρομή στην οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή κατόπιν σχετικού αιτήματός της συμπληρώνοντας την ανάλυση της συγκεκριμένης αγοράς και των ειδικών υποχρεώσεων που θα επιβληθούν. Με τη συνδρομή αυτή η οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή κοινοποιεί εντός έξι μηνών το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 7.»·

19)

Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στη πρώτη πρόταση της παραγράφου 1, η λέξη« πρότυπα » αντικαθίσταται από τη φράση « μη υποχρεωτικά πρότυπα »

β)

Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 αντικαθίσταται από τα εξής:

«Ελλείψει αυτών των προτύπων και/ή προδιαγραφών, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν την εφαρμογή διεθνών προτύπων ή συστάσεων που εγκρίνουν η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών, η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Διοικήσεων Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών (CEPT) , ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (ISO) ή η Διεθνής Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή (IEC).»·

γ)

Οι παράγραφοι 4 και 5 αντικαθίστανται από τα εξής:

«4.   Εάν η Επιτροπή προτίθεται να καταστήσει υποχρεωτική την εφαρμογή ορισμένων προτύπων ή/και προδιαγραφών, δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλεί όλους τους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους. Η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα και καθιστά υποχρεωτική την εφαρμογή των σχετικών προτύπων, αναφέροντάς τα ως υποχρεωτικά πρότυπα στον κατάλογο προτύπων ή/και προδιαγραφών που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα πρότυπα ή/και οι προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν συμβάλλουν πλέον στην παροχή εναρμονισμένων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ότι δεν ανταποκρίνονται πλέον στις ανάγκες των καταναλωτών ή ότι παρεμποδίζουν την τεχνολογική εξέλιξη, τα αποσύρει από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ενεργώντας σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 2

δ)

Στην παράγραφο 6, η φράση «τα αποσύρει από τον εν λόγω κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 3» αντικαθίσταται από τη φράση «λαμβάνει τα κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα και αποσύρει τα εν λόγω πρότυπα ή/και προδιαγραφές από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 1».

ε)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6α.   Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 4 και 6 εκτελεστικά μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιαστικών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3»

20)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«(γ)

τους παρόχους υπηρεσιών και εξοπλισμού ψηφιακής τηλεόρασης να συνεργασθούν στην παροχή διαλειτουργικών τηλεοπτικών υπηρεσιών για τελικούς χρήστες με αναπηρίες.»·

β)

Η παράγραφος 3 διαγράφεται.

21)

Το άρθρο 19 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 19

Διαδικασίες εναρμόνισης

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 9 της παρούσας οδηγίας και των άρθρων 6 και 8 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η ύπαρξη αποκλίσεων κατά την υλοποίηση, εκ μέρους των εθνικών κανονιστικών αρχών, των κανονιστικών καθηκόντων που προσδιορίζονται στην παρούσα οδηγία και στις ειδικές οδηγίες ενδέχεται να αποτελέσει φραγμό στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC, ▐ μπορεί να εκδώσει σύσταση ή απόφαση για την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών με σκοπό την προαγωγή της επίτευξης των στόχων του άρθρου 8.

2.   Εάν η Επιτροπή εκδώσει σύσταση κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1, ενεργεί σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 2.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τους τις εν λόγω συστάσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εφόσον μια εθνική ρυθμιστική αρχή επιλέγει να μην ακολουθήσει μια σύσταση, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, αιτιολογώντας τη θέση της.

3.     Οι αποφάσεις που εγκρίνονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 μπορούν αποκλειστικά να περιλαμβάνουν προσδιορισμό εναρμονισμένης ή συντονισμένης μεθόδου για την αντιμετώπιση των ακόλουθων θεμάτων:

α)

μη συνεκτική εφαρμογή των γενικών κανονιστικών μεθόδων εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σχετικά με το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τις αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατ' εφαρμογή των άρθρων 15 και 16, όπου δημιουργεί φραγμό στην εσωτερική αγορά. Αυτές οι αποφάσεις δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένες γνωστοποιήσεις εκδιδόμενες από εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 7α·

Σε παρόμοια περίπτωση, η Επιτροπή προτείνει σχέδιο απόφασης μόνον αφού:

έχουν παρέλθει δύο τουλάχιστον έτη από την έγκριση σύστασης της Επιτροπής με το ίδιο θέμα, και

έχει λάβει ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη του BEREC όσον αφορά την επιχειρηματολογία υπέρ της έγκρισης παρόμοιας απόφασης, την οποία οφείλει να εκδώσει ο BEREC εντός τριών μηνών από το σχετικό αίτημα της Επιτροπής

β)

θέματα σχετικά με την αριθμοδότηση, συμπεριλαμβανομένων των πεδίων αριθμών, της φορητότητας αριθμών και των αναγνωριστικών και θέματα σχετικά με τα συστήματα μετατροπής αριθμών και διευθύνσεων και τη πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (αριθμός 112)·

4.     Η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 απόφαση, η οποία αποσκοπεί στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, εγκρίνεται σύμφωνα με την αναφερόμενη στο άρθρο 22 παράγραφος 3 κανονιστική διαδικασία με έλεγχο.

5.    Ο BEREC μπορεί με δική του πρωτοβουλία να συμβουλεύσει την Επιτροπή σχετικά με την έγκριση ενός μέτρου κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1.»·

22)

Το άρθρο 20 παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Σε περίπτωση διαφοράς που προκύπτει σε σχέση με υφιστάμενες υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία ή τις ειδικές οδηγίες μεταξύ επιχειρήσεων παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος, ή μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών και άλλων επιχειρήσεων στο κράτος μέλος που επωφελούνται από τις υποχρεώσεις πρόσβασης ή/και διασύνδεσης δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή εκδίδει, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς, το ταχύτερο δυνατό, και, πάντως, εντός τεσσάρων μηνών, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Το οικείο κράτος μέλος απαιτεί την πλήρη συνεργασία όλων των μερών με την εθνική ρυθμιστική αρχή.»·

23)

Το άρθρο 21 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 21

Επίλυση διασυνοριακών διαφορών

1.   Σε περίπτωση διασυνοριακής διαφοράς στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών μεταξύ μερών από διαφορετικά κράτη μέλη και εφόσον η διαφορά αυτή εμπίπτει στην αρμοδιότητα εθνικών κανονιστικών αρχών δύο τουλάχιστον κρατών μελών, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4.

2.   Κάθε μέρος μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στις οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι αρμόδιες εθνικές κανονιστικές αρχές συντονίζουν τις προσπάθειές τους για την συνεκτική επίλυση της διαφοράς και δικαιούνται να ζητήσουν την γνώμη του BEREC , σύμφωνα με τους στόχους του άρθρου 8.

Οιεσδήποτε υποχρεώσεις επιβάλλουν ενδεχομένως οι εθνικές κανονιστικές αρχές σε μια επιχείρηση, στο πλαίσιο της επίλυσης διαφοράς, πρέπει να είναι σύμφωνες προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών.

Κάθε εθνική ρυθμιστική αρχή που διαθέτει αρμοδιότητα σε τέτοια διαφορά μπορεί να ζητήσει από τον BEREC να εκδώσει γνώμη ως προς τη δράση που πρέπει να αναληφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας-πλαισίου ή/και των ειδικών οδηγιών για επίλυση της διαφοράς.

Εφόσον έχει διατυπωθεί σχετική αίτηση προς τον BEREC , κάθε εθνική ρυθμιστική αρχή που διαθέτει αρμοδιότητα σε οποιαδήποτε πτυχή της διαφοράς αναμένει τη γνώμη του BEREC προτού αναλάβει δράση για επίλυση της διαφοράς, με την επιφύλαξη της δυνατότητας των εθνικών κανονιστικών αρχών να λάβουν επείγοντα μέτρα όπου αυτό είναι απαραίτητο.

Οποιαδήποτε υποχρέωση επιβάλλει η εθνική ρυθμιστική αρχή σε επιχείρηση στο πλαίσιο της επίλυσης διαφοράς τηρεί τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών και λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που εκδίδει ο BEREC .

3.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να αρνούνται από κοινού την επίλυση διαφοράς, εάν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί, περιλαμβανομένης της διαμεσολαβήσεως, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν καλύτερα σε έγκαιρη επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.

Τα μέρη ενημερώνονται σχετικά αμελλητί. Εάν, έπειτα από τέσσερις μήνες, η διαφορά δεν έχει επιλυθεί, εάν η διαφορά δεν έχει παραπεμφθεί στα δικαστήρια από το μέρος το οποίο επιδιώκει επανόρθωση και εφόσον ζητηθεί από τα εκατέρωθεν μέρη, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συντονίζουν τις προσπάθειές τους για να επιτευχθεί επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 και λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη κάθε γνώμης που εκδίδεται από τον BEREC .

4.   Η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν στερεί από κανένα μέρος τη δυνατότητα να προσφύγει στα δικαστήρια.»·

24)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 21α

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα των κυρώσεων που επιβάλλονται για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες ποινές πρέπει να είναι κατάλληλες, αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις εν λόγω διατάξεις το αργότερο έως τις … (22) καθώς και οποιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση που τις επηρεάζει χωρίς καθυστέρηση.

25)

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Στις περιπτώσεις παραπομπής στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.»

β)

Η παράγραφος 4 διαγράφεται.

26)

Το άρθρο 27 διαγράφεται.

27)

Το Παράρτημα I διαγράφεται.

28)

Το Παράρτημα II αντικαθίσταται από τα εξής:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Κριτήρια προς χρήση από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές κατά την εκτίμηση της κοινής δεσπόζουσας θέσης, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο.

Δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις θεωρούνται ως ευρισκόμενες σε κοινή δεσπόζουσα θέση, κατά την έννοια του άρθρου 14, εάν, ακόμη και αν δεν υπάρχουν διαρθρωτικοί ή άλλοι δεσμοί μεταξύ τους, λειτουργούν σε μια αγορά η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψη πραγματικού ανταγωνισμού και στην οποία καμία μεμονωμένη επιχείρηση δεν έχει σημαντική ισχύ στην αγορά. Σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία και την νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την κοινή δεσπόζουσα θέση ▐, αυτό είναι πιθανόν να συμβαίνει όταν η αγορά είναι συγκεντρωμένη και παρουσιάζει σειρά κατάλληλων χαρακτηριστικών από τα οποία τα ακόλουθα ενδέχεται να έχουν μεγαλύτερη σημασία στο πλαίσιο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών:

μικρή ελαστικότητα ζήτησης

παρεμφερή μερίδια αγοράς

υψηλοί νομικοί ή οικονομικοί φραγμοί στην είσοδο

κάθετη ολοκλήρωση με συλλογική άρνηση εφοδιασμού

έλλειψη αντισταθμιστικής αγοραστικής ισχύος

έλλειψη δυνητικού ανταγωνισμού

Ο ανωτέρω κατάλογος είναι ενδεικτικός και όχι εξαντλητικός και τα κριτήρια δεν είναι σωρευτικά. Ο κατάλογος προτίθεται μάλλον να παρουσιάσει απλώς τα είδη αποδεικτικών στοιχείων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη στήριξη των ισχυρισμών περί υπάρξεως κοινής δεσπόζουσας θέσης ▐».

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση)

Η οδηγία 2002/19/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:

«(α)   «Πρόσβαση»: η διάθεση ευκολιών ή/και υπηρεσιών σε άλλη επιχείρηση, βάσει καθορισμένων όρων, σε αποκλειστική ή μη βάση, για το σκοπό παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και οσάκις χρησιμοποιούνται για τη διανομή υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας ή υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών. Καλύπτει, μεταξύ άλλων: την πρόσβαση σε στοιχεία του δικτύου και συναφείς ευκολίες, που μπορούν να αφορούν και τη σύνδεση εξοπλισμού δια σταθερών ή μη σταθερών μέσων (αυτό περιλαμβάνει συγκεκριμένα την πρόσβαση στον τοπικό βρόχο και σε ευκολίες και υπηρεσίες απαραίτητες για την παροχή υπηρεσιών μέσω τοπικού βρόχου)· την πρόσβαση σε υλική υποδομή, που περιλαμβάνει κτίρια, σωλήνες και ιστούς, την πρόσβαση σε συναφή συστήματα λογισμικού, που περιλαμβάνουν συστήματα λειτουργικής υποστήριξης· την πρόσβαση στα συστήματα πληροφοριών ή στις βάσεις δεδομένων για προπαραγγελία, εφοδιασμό, παραγγελία, αιτήσεις συντήρησης και επισκευής, και για τιμολόγηση· την πρόσβαση σε μετάφραση αριθμών ή σε συστήματα που παρέχουν παρόμοιες λειτουργικές δυνατότητες· την πρόσβαση σε σταθερά και κινητά δίκτυα, ιδίως για περιαγωγή· την πρόσβαση σε συστήματα υπό όρους πρόσβασης για υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης, και την πρόσβαση σε υπηρεσίες εικονικού δικτύου.»

β)

Το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από τα εξής:

«(ε)   «Τοπικός βρόχος»: φυσικό κύκλωμα που συνδέει το σημείο τερματισμού του δικτύου ║ με κεντρικό κατανεμητή ή με την αντίστοιχη ευκολία στο σταθερό δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών»

2)

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι φορείς εκμετάλλευσης δημοσίων δικτύων επικοινωνιών έχουν το δικαίωμα και, όταν ζητείται από άλλες επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια, σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), την υποχρέωση να διαπραγματεύονται τη μεταξύ τους διασύνδεση για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή και η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών σε ολόκληρη την Κοινότητα. Οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν πρόσβαση και διασύνδεση σε άλλες επιχειρήσεις υπό όρους και προϋποθέσεις συμβατές με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 8.»·

3)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

«α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ενεργώντας με γνώμονα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8 της οηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο), ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της προύσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση, καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει οικονομική απόδοση, βιώσιμο ανταγωνισμό, αποδοτική επένδυση και καινοτομία, και παρέχει το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες·

ii)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο αβ):

αβ)

σε δικαιολογημένες περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο, υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες να καθιστούν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές.»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Οι υποχρεώσεις και οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, είναι αντικειμενικές, διαφανείς, αναλογικές και αμερόληπτες, και εφαρμόζονται με τη διαδικασία των άρθρων 6, 7 και 7α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).»·

γ)

Η παράγραφος 3 διαγράφεται.

δ)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Όσον αφορά την πρόσβαση και τη διασύνδεση που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να εξουσιοδοτηθούν να παρεμβαίνουν αυτοβούλως εφόσον δικαιολογείται προκειμένου να διασφαλίσουν τους στόχους πολιτικής του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο), σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και τις διαδικασίες οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 6, 7, 20 και 21 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).»·

4)

Το άρθρο 6 παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά και την τεχνολογία, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα για την τροποποίηση του παραρτήματος I. Τα μέτρα αυτά, που προβλέπονται για την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»·

5)

Το άρθρο 7 διαγράφεται.

6)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, οι λέξεις «άρθρα 9 έως 13» αντικαθίσταται από τις λέξεις «άρθρα 9 έως 13α»·

β)

Η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

(i)

Το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

στην πρώτη περίπτωση, οι λέξεις «του άρθρου 5 παράγραφος 1, 2 και του άρθρου 6» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 6».

στη δεύτερη περίπτωση, οι λέξεις «η οδηγία 97/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (23)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (24)·

(ii)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να επιβάλει στους φορείς με σημαντική δύναμη στην αγορά υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση και τη διασύνδεση άλλες από τις θεσπιζόμενες στα άρθρα 9 έως 13 της παρούσας οδηγίας, υποβάλει το αίτημά της στην Επιτροπή. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC)] (25) Η Επιτροπή αποφασίζει, σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 2, να επιτρέψει ή να εμποδίσει την εθνική ρυθμιστική αρχή να λάβει τέτοιου είδους μέτρα.

7)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 8, να επιβάλλουν υποχρεώσεις διαφάνειας όσον αφορά τη διασύνδεση ή/και την πρόσβαση, βάσει των οποίων απαιτείται από τους φορείς εκμετάλλευσης να δημοσιοποιούν συγκεκριμένες πληροφορίες, όπως πληροφορίες λογιστικής φύσεως, τεχνικές προδιαγραφές, χαρακτηριστικά δικτύου, όρους και προϋποθέσεις παροχής και χρήσης, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε όρων περιορισμού στη πρόσβαση και/ή στη χρήση εφόσον επιτρέπονται οι εν λόγω όροι από τα κράτη μέλη συμφώνως προς το κοινοτικό δίκαιο, καθώς και τιμών.»·

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Παρά την παράγραφο 3, όταν ένας φορέας εκμετάλλευσης έχει, δυνάμει του άρθρου 12, υποχρεώσεις όσον αφορά την πρόσβαση σε δίκτυο υποδομής χονδρικής, ▐ οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν τη δημοσίευση προσφοράς αναφοράς που περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που εκτίθενται στο παράρτημα ΙΙ.»·

γ)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«5.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τις απαραίτητες τροποποιήσεις στο παράρτημα II για την προσαρμογή του στις εξελίξεις της τεχνολογίας και της αγοράς. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3. Στην εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από τον BEREC .»·

8)

Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από τα εξής:

«(α)

η παροχή σε τρίτους πρόσβασης σε καθορισμένα στοιχεία ή/και ευκολίες δικτύου, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε μη ενεργά στοιχεία του δικτύου ή/και της αδεσμοποίητης πρόσβασης στον τοπικό βρόχο, ώστε συν τοις άλλοις να διευκολυνθεί η επιλογή ή η προεπιλογή των φορέων εκμετάλλευσης ή/και η δυνατότητα μεταπώλησης της συνδρομητικής γραμμής·»·

β)

Στην παράγραφο 1, το στοιχείο στ) αντικαθίσταται ως εξής:

«(στ)

η παροχή συντοπισμού ή άλλων μορφών από κοινού χρήσης συναφών ευκολιών ▐·»·

γ)

Στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«(ι)

η παροχή πρόσβασης σε συναφείς υπηρεσίες, όπως υπηρεσία ταυτοποίησης, εντοπισμού θέσης και παρουσίας.»·

δ)

Στην παράγραφο 2, η εισαγωγική φράση και το στοιχείο α) αντικαθίστανται ως εξής:

«2.   Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξετάζουν το ενδεχόμενο επιβολής υποχρεώσεων βάσει της παραγράφου 1, και ιδίως όταν αξιολογούν τον τρόπο με τον οποίο τέτοιου είδους υποχρεώσεις θα επιβάλλονταν έτσι ώστε να είναι ανάλογες με τους στόχους του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), λαμβάνουν υπόψη ιδίως τα ακόλουθα:

α)

την τεχνική και οικονομική βιωσιμότητα της χρήσης ή της εγκατάστασης ανταγωνιστικών ευκολιών, ανάλογα με τον ρυθμό ανάπτυξης της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον τύπο της διασύνδεσης ή/και της πρόσβασης περί των οποίων πρόκειται, συμπεριλαμβανομένης της βιωσιμότητας άλλων προϊόντων ανάντη πρόσβασης όπως η πρόσβαση σε αγωγούς·»·

ε)

Στην παράγραφο 2, τα στοιχεία γ) και δ) αντικαθίσταται από τα εξής:

«(γ)

την αρχική επένδυση του κατόχου της ευκολίας, λαμβάνοντας υπόψη οιεσδήποτε πραγματοποιηθείσες δημόσιες επενδύσεις και τους συναφείς με την υλοποίηση της επένδυσης κινδύνους·

(δ)

την ανάγκη μακροπρόθεσμης διασφάλισης του ανταγωνισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στον ανταγωνισμό που στηρίζεται σε οικονομικά αποδοτικές υποδομές·»·

στ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Στο πλαίσιο της επιβολής υποχρεώσεων σε φορέα εκμετάλλευσης για παροχή πρόσβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τεχνικές ή λειτουργικές προϋποθέσεις που οφείλουν να πληρούν ο πάροχος ή/και οι δικαιούχοι αυτής της πρόσβασης εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του δικτύου. Οι υποχρεώσεις για την τήρηση συγκεκριμένων τεχνικών προτύπων ή προδιαγραφών είναι σύμφωνες προς τα πρότυπα και τις προδιαγραφές που ορίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).»·

9)

Το άρθρο 13, παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής: ║

«1.   Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, να επιβάλλει υποχρεώσεις σχετικά με την ανάκτηση κόστους και ελέγχους τιμών, που περιλαμβάνουν υποχρέωση καθορισμού των τιμών με γνώμονα το κόστος και υποχρέωση όσον αφορά τα συστήματα κοστολόγησης, για την παροχή ειδικών τύπων διασύνδεσης ή/και πρόσβασης, σε περιπτώσεις όπου η ανάλυση της αγοράς καταδεικνύει ότι η έλλειψη πραγματικού ανταγωνισμού σημαίνει ότι ο ενδιαφερόμενος φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να διατηρεί τις τιμές σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα ή να συμπιέζει τις τιμές, εις βάρος των τελιών χρηστών. Για να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις από τον φορέα εκμετάλλευσης μεταξύ άλλων στα δίκτυα νεώτερης γενεάς, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη την επένδυση του φορέα εκμετάλλευσης και του επιτρέπουν έναν εύλογο συντελεστή απόδοσης επί του επαρκούς επενδυμένου κεφαλαίου, συνυπολογίζοντας οιουσδήποτε κινδύνους ενέχει ενδεχομένως ένα συγκεκριμένο επενδυτικό σχέδιο δικτύου .»·

10)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 13α

Λειτουργικός διαχωρισμός

1.   Όταν η εθνική ρυθμιστική αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι προσήκουσες υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 9 έως 13 απέτυχαν να εξασφαλίσουν αποτελεσματικό ανταγωνισμό και ότι σημαντικά προβλήματα ανταγωνισμού ή αδυναμίες της αγοράς παραμένουν όσον αφορά την χονδρική παροχή ορισμένων αγορών προϊόντων πρόσβασης, μπορεί ως εξαιρετικό μέτρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, να επιβάλει υποχρέωση σε καθετοποιημένες επιχειρήσεις να μεταθέσουν δραστηριότητες που σχετίζονται με τη χονδρική παροχή συναφών προϊόντων πρόσβασης σε επιχειρησιακή μονάδα που λειτουργεί ανεξάρτητα.

Η εν λόγω επιχειρησιακή μονάδα προμηθεύει προϊόντα και υπηρεσίες πρόσβασης σε όλες τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων άλλων επιχειρησιακών μονάδων της μητρικής εταιρίας, με τα ίδια χρονικά περιθώρια, όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων όσον αφορούν επίπεδα τιμών και στάθμη υπηρεσιών, καθώς και μέσω των ίδιων συστημάτων και διαδικασιών.

2.   Εφόσον η εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να επιβάλει υποχρέωση λειτουργικού διαχωρισμού, υποβάλει αίτηση στην Επιτροπή, η οποία περιλαμβάνει:

α)

τεκμηρίωση η οποία να αιτιολογεί το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η εθνική ρυθμιστική αρχή βάσει της παραγράφου 1,

β)

αιτιολογημένη τεκμηρίωση από την οποία να προκύπτει ότι οι προοπτικές αποτελεσματικού και βιώσιμου ανταγωνισμού με βάση την υποδομή μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα είναι ελάχιστες ή μηδαμινές,

γ)

ανάλυση του αναμενόμενου αντίκτυπου στη ρυθμιστική αρχή, στην επιχείρηση , ιδίως στο εργατικό δυναμικό της διαχωρισμένης επιχείρησης και στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών εν γένει, καθώς και στα επενδυτικά κίνητρα στον τομέα συνολικά, ιδίως όσον αφορά την ανάγκη να εξασφαλισθεί η κοινωνική και εδαφική συνοχή, και σε άλλους ενδιαφερομένους, ιδίως δε του αναμενόμενου αντίκτυπου στον ανταγωνισμό και ενδεχόμενων αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές

δ)

ανάλυση των λόγων για τους οποίους η υποχρέωση αυτή θα αποτελούσε το αποτελεσματικότερο μέσο επιβολής επανορθωτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των προσδιοριζόμενων προβλημάτων του ανταγωνισμού ή περιπτώσεων δυσλειτουργίας της αγοράς·

3.   Το σχέδιο μέτρου περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τον ακριβή χαρακτήρα και το επίπεδο του διαχωρισμού, προσδιορίζοντας ιδίως το νομικό καθεστώς της χωριστής επιχειρηματικής οντότητας,

β)

προσδιορισμό των στοιχείων ενεργητικού της χωριστής επιχειρηματικής οντότητας καθώς και των προϊόντων ή υπηρεσιών που θα προμηθεύει η εν λόγω οντότητα,

γ)

τις οργανωτικές ρυθμίσεις για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του προσωπικού που απασχολείται από τη χωριστή επιχειρηματική οντότητα και την αντίστοιχη διάρθρωση κινήτρων,

δ)

κανόνες για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις,

ε)

κανόνες για την εξασφάλιση της διαφάνειας επιχειρησιακών διαδικασιών, ιδίως έναντι άλλων ενδιαφερομένων,

στ)

πρόγραμμα παρακολούθησης για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, που περιλαμβάνει τη δημοσίευση ετήσιας έκθεσης.

4.   Έπειτα από την απόφαση της Επιτροπής για το σχέδιο μέτρου που λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει συντονισμένη ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου). Με βάση την αξιολόγησή της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).

5.   Επιχείρηση στην οποία έχει επιβληθεί λειτουργικός διαχωρισμός μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 9 έως 13 σε οποιαδήποτε επιμέρους αγορά όπου έχει καθορισθεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου) ή σε κάθε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφος 3.

Άρθρο 13β

Εθελούσιος διαχωρισμός από καθετοποιημένη επιχείρηση

1.   Επιχειρήσεις που έχουν ορισθεί ως διαθέτουσες σημαντική ισχύ σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου) ενημερώνουν την εθνική ρυθμιστική αρχή εκ των προτέρων και εγκαίρως προκειμένου να της επιτρέψουν να αξιολογήσει τον αντίκτυπο της σκοπούμενης μεταβίβασης, εφόσον προτίθενται να μεταβιβάσουν στοιχεία του τοπικού δικτύου πρόσβασής τους ή σημαντικό μέρος τους σε χωριστή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία ή να καθιερώσουν χωριστή επιχειρηματική οντότητα για την παροχή πλήρως ισότιμων προϊόντων πρόσβασης σε όλους τους παρόχους λιανικής, συμπεριλαμβανομένων και των δικών της τμημάτων λιανικής.

Οι επιχειρήσεις ενημερώνουν επίσης την εθνική ρυθμιστική αρχή για τυχόν αλλαγή του επιδιωκόμενου σκοπού, καθώς και για την τελική έκβαση της διαδικασίας διαχωρισμού.

2.   Η εθνική ρυθμιστική αρχή αξιολογεί το αποτέλεσμα της σκοπούμενης μεταβίβασης υφιστάμενων κανονιστικών υποχρεώσεων βάσει της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).

Για το σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει συντονισμένη ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).

Με βάση την αξιολόγησή της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).

3.   Η νομικά ή/και λειτουργικά χωριστή επιχειρησιακή οντότητα μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις των άρθρων 9 έως 13 σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη αγορά όπου έχει ορισθεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου) ή οποιασδήποτε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφος 3.»·

11)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Στις περιπτώσεις παραπομπής στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.»·

β)

Η παράγραφος 4 διαγράφεται.

12)

Το παράρτημα ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

α)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον εξής:

β)

Ο ορισμός (α) αντικαθίσταται ως εξής:

«(α)

«τοπικός υποβρόχος» ο μερικός τοπικός βρόχος που συνδέει το σημείο τερματισμού του δικτύου με σημείο συγκέντρωσης ή προσδιορισμένο ενδιάμεσο σημείο πρόσβασης στο σταθερό δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών.»

γ)

Ο ορισμός (γ) αντικαθίσταται ως εξής:

«(γ)

«πλήρως αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο» η παροχή σε δικαιούχο πρόσβασης στον τοπικό βρόχο ή στον τοπικό υπο-βρόχο του φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ, η οποία επιτρέπει τη χρήση της πλήρους δυναμικότητας της υποδομής του δικτύου·»

δ)

Ο ορισμός (δ) αντικαθίσταται ως εξής:

«(δ)

«μεριζόμενη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο» η παροχή σε δικαιούχο πρόσβασης στον τοπικό βρόχο ή στον τοπικό υπο-βρόχο του φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ, η οποία επιτρέπει τη χρήση της δυναμικότητας ενός συγκεκριμένου τμήματος της υποδομής του δικτύου, όπως μέρους της συχνότητας ή ισοδύναμου·»

ε)

Στο Μέρος Α, τα σημεία 1, 2 και 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.

Στοιχεία δικτύου στα οποία παρέχεται η πρόσβαση που καλύπτει ειδικότερα τα ακόλουθα στοιχεία, μαζί με τις αντίστοιχες σχετικές εγκαταστάσεις:

α)

αδεσμοποίητη πρόσβαση σε τοπικούς βρόχους και υποβρόχους (ολική και μεριζόμενη)·

β)

αδεσμοποίητη πρόσβαση σε τοπικούς βρόχους και υποβρόχους (ολική και μεριζόμενη) περιλαμβανομένης, ενδεχομένως, της πρόσβασης σε στοιχεία δικτύου που δεν είναι ενεργά με σκοπό την ανάπτυξη δικτύων οπισθόζευξης·

γ)

εφόσον απαιτείται, πρόσβαση σε αγωγούς που επιτρέπουν την ανάπτυξη δικτύων πρόσβασης·

2.

Πληροφορίες που αφορούν τις θέσεις των τόπων φυσικής πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων κυτίων πρόσβασης και πλαισίων διανομής, και την ύπαρξη τοπικών βρόχων και υποβρόχων, αγωγών και ευκολιών οπισθόζευξης σε συγκεκριμένα σημεία του δικτύου πρόσβασης και, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την τοποθεσία αγωγών και τη διαθεσιμότητα στους αγωγούςç

3.

Τεχνικές προϋποθέσεις που αφορούν την πρόσβαση και τη χρήση των τοπικών βρόχων, υποβρόχων και αγωγών, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών χαρακτηριστικών του στρεπτού ζεύγους μεταλλικών αγωγών και ή οπτικών ινών, διανεμητών καλωδίων, αγωγών και συναφών ευκολιών και, κατά περίπτωση, τεχνικούς όρους σχετικά με την πρόσβαση σε αγωγούς.»

στ)

Στο Μέρος Β, το σημείο 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.

Πληροφορίες σχετικά με τους υπάρχοντες τόπους ή τα σημεία εξοπλισμού του φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ και την προγραμματισμένη αναβάθμισή τους (26)

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση)

Η οδηγία 2002/20/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Εφαρμόζεται επίσης ο ακόλουθος ορισμός:

«Γενική άδεια»: νομικό πλαίσιο που θεσπίζεται από τα κράτη μέλη και εξασφαλίζει δικαιώματα για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών υπηρεσιών και θεσπίζει ειδικές υποχρεώσεις ανά τομέα που είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε όλους ή συγκεκριμένους τύπους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών υπηρεσιών, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.»

2)

Στο άρθρο 3, παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Επιχειρήσεις που παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε διάφορα κράτη μέλη, δεν θα υποχρεούνται να υποβάλουν άνω της μίας κοινοποίησης ανά ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.»

3)

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 5

Δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών

1.   Τα κράτη μέλη διευκολύνουν τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων βάσει γενικών αδειών. Όπου κρίνεται σκόπιμο, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ώστε:

να αποφεύγονται οι επιβλαβείς παρεμβολές,

να εξασφαλίζεται η τεχνική ποιότητα των υπηρεσιών,

να διαφυλάσσεται η αποτελεσματική χρήση του φάσματος, ή

να πληρούνται άλλοι στόχοι γενικού συμφέροντος όπως ορίζονται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

2.   Όταν είναι απαραίτητη η χορήγηση ατομικών δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών, τα κράτη μέλη χορηγούν τα δικαιώματα αυτά, κατόπιν αιτήματος, σε κάθε επιχείρηση για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών βάσει της γενικής άδειας που αναφέρεται στο άρθρο 3, με την επιφύλαξη των άρθρων 6 και 7 και του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της παρούσας οδηγίας και των άλλων κανόνων που διασφαλίζουν την αποδοτική χρήση των εν λόγω πόρων σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

Με την επιφύλαξη ειδικών κριτηρίων που ορίζονται εκ των προτέρων από τα κράτη μέλη για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων σε παρόχους υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών προς επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών χορηγούνται μέσω ανοικτών, αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων και αναλογικών διαδικασιών και, στην περίπτωση των ραδιοσυχνοτήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου). Μια εξαίρεση από την απαίτηση για ανοικτές διαδικασίες θα μπορούσε να ισχύει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων σε φορείς παροχής υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών είναι απαραίτητη για την επίτευξη στόχου γενικού συμφέροντος όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

Κατά τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, τα κράτη μέλη προσδιορίζουν κατά πόσον τα εν λόγω δικαιώματα μπορούν να μεταβιβαστούν από τον κάτοχο των δικαιωμάτων καθώς και υπό ποιους όρους. Στην περίπτωση των ραδιοσυχνοτήτων, η εν λόγω διάταξη είναι σύμφωνη με τα άρθρα 9 και 9β της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).

Σε περίπτωση που κράτη μέλη χορηγούν δικαιώματα χρήσης για περιορισμένη χρονική περίοδο, η διάρκεια είναι κατάλληλη για τη σχετική υπηρεσία λόγω του επιδιωκόμενου στόχου, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της αναγκαίας περιόδου για την απόσβεση της επένδυσης.

Όταν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων χορηγούνται γιαδέκα χρόνια ή περισσότερο και δεν μπορούν να μεταβιβαστούν ή να χρονομισθωθούν μεταξύ επιχειρήσεων όπως προβλέπεται από το άρθρο 9β της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας πλαίσιο), ▐ η αρμόδια εθνική αρχή πρέπει να διασφαλίσει ότι τα κριτήρια για τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ισχύουν και τηρούνται καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας , ιδίως έπειτα από αιτιολογημένη αίτηση του κατόχου του δικαιώματος. Εάν τα κριτήρια αυτά δεν ισχύουν πλέον, τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης μετατρέπονται σε γενική άδεια για χρήση ραδιοσυχνοτήτων, υποκείμενη σε προηγούμενη ειδοποίηση και μετά από εύλογη προθεσμία ή καθίστανται ελεύθερα μεταβιβάσιμα ή χρονομισθώσιμα μεταξύ επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 9β της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

3.   Οι αποφάσεις για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης λαμβάνονται, ανακοινώνονται και δημοσιοποιούνται το συντομότερο δυνατόν μετά την παραλαβή της πλήρους αίτησης από την εθνική ρυθμιστική αρχή, εντός τριών εβδομάδων στην περίπτωση αριθμών που έχουν χορηγηθεί για συγκεκριμένους σκοπούς στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης και εντός έξι εβδομάδων στην περίπτωση ραδιοσυχνοτήτων που έχουν κατανεμηθεί για χρήση από υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος συχνοτήτων. Η εν λόγω τελευταία προθεσμία ισχύει με την επιφύλαξη ισχυουσών διεθνών συμφωνιών που αφορούν τη χρήση των ραδιοσυχνοτήτων ή των τροχιακών θέσεων.

4.   Όταν αποφασίζεται, έπειτα από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου), ότι τα δικαιώματα χρήσης αριθμών εξαιρετικής οικονομικής αξίας πρέπει να χορηγούνται με διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν τη μέγιστη χρονική περίοδο των τριών εβδομάδων κατά τρεις εβδομάδες ακόμη το πολύ.

Για τις διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής για τις ραδιοσυχνότητες, εφαρμόζεται το άρθρο 7.

5.   Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν τον αριθμό των προς παροχή δικαιωμάτων χρήσης, εκτός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 7.

6.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές εξασφαλίζουν αποδοτική και αποτελεσματική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με τα άρθρα 8 παράγραφος 2 και 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου). Εξασφαλίζουν ότι δεν στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός από οποιαδήποτε μεταβίβαση ή συσσώρευση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ▐. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα όπως την εντολή πώλησης ή την εκμίσθωση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων.»·

4)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής :

«1.   Η γενική αδειοδότηση για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και δικαιώματα χρήσης αριθμών μπορούν να υπάγονται μόνον στους όρους που απαριθμούνται στο παράρτημα I. Οι εν λόγω όροι είναι αμερόληπτοι, αναλογικοί και διαφανείς και, στην περίπτωση των δικαιωμάτων χρήσης για ραδιοσυχνότητες, είναι σύμφωνοι με το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).»

β)

Στην παράγραφο 2, οι λέξεις «των άρθρων 16, 17, 18 και 19 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγίας για την καθολική υπηρεσία)».

γ)

Στην παράγραφο 3, η λέξη «παραρτήματος» αντικαθίσταται από «παραρτήματος I».

5)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

(i)

Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από τα εξής:

«1.   Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος εξετάζει εάν πρέπει να περιορίσει τον αριθμό των προς παροχή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή να παρατείνει τη διάρκεια υφισταμένων δικαιωμάτων κατ’ άλλο τρόπο απ’ ό,τι σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στα εν λόγω δικαιώματα, μεταξύ άλλων:»·

(ii)

Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από τα εξής:

«(γ)

δημοσιεύει οποιαδήποτε απόφασή του να περιορίσει τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ή την ανανέωση δικαιωμάτων χρήσης, δηλώνοντας τους σχετικούς λόγους,»·

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής :

«3.   Εάν απαιτείται περιορισμός της παροχής δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, τα κράτη μέλη παρέχουν τα εν λόγω δικαιώματα βάσει αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων, και αναλογικών κριτηρίων επιλογής. Όλα τα εν λόγω κριτήρια επιλογής πρέπει να σταθμίζουν δεόντως την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου) και των απαιτήσεων του άρθρου 9 της εν λόγω οδηγίας.»

γ)

Στην παράγραφο 5 οι λέξεις «το άρθρο 9» αντικαθίστανται από τις λέξεις «το άρθρο 9β».

6)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν και επιβλέπουν τη συμμόρφωση με τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης και με τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 11.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να ζητούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών, τα οποία καλύπτονται από τη γενική άδεια, ή απολαύουν δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών, να παρέχουν όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ή προς τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 11.

2.   Εάν η εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώσει ότι μια επιχείρηση δεν τηρεί έναν ή περισσότερους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, ή τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, κοινοποιεί στην επιχείρηση την εν λόγω διαπίστωση και παρέχει στην επιχείρηση τη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις της, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

3.   Η αρμόδια αρχή έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει την παύση της παράβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, είτε αμέσως είτε εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, και λαμβάνει κατάλληλα και αναλογικά μέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της συμμόρφωσης.

Εν προκειμένω, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν:

α)

κατά περίπτωση αποτρεπτικές οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν περιοδικές ποινές με αναδρομικό αποτέλεσμα·και και

β)

διαταγή να διακοπεί ή να καθυστερήσει η παροχή υπηρεσίας ή δέσμης υπηρεσιών η οποία, εάν συνεχιζόταν, θα κατέληγε σε σοβαρή στρέβλωση του ανταγωνισμού, ενώ εκκρεμεί η συμμόρφωση με υποχρεώσεις πρόσβασης που έχουν επιβληθεί μετά από ανάλυση αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

Τα μέτρα και οι λόγοι στους οποίους βασίζονται, ανακοινώνονται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση χωρίς καθυστέρηση και προβλέπουν εύλογο χρονικό διάστημα για τη συμμόρφωση της επιχείρησης προς το μέτρο.»·

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής :

«4.   Παρά τις παραγράφους 2 και 3, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις, ανάλογα με την περίπτωση, στις επιχειρήσεις που δεν παρέχουν πληροφορίες σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχεία α) ή β) της παρούσας οδηγίας ή το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγίας για την πρόσβαση), εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος που ορίζεται από την εθνική ρυθμιστική αρχή.»·

γ)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής :

«5.   Σε περιπτώσεις σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων των όρων της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ή των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, εάν τα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δεν φέρουν αποτέλεσμα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να εμποδίζουν την περαιτέρω παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από μια επιχείρηση ή να αναστέλλουν ή να αποσύρουν τα δικαιώματα χρήσης. Μπορούν να επιβληθούν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις και ποινές που θα καλύπτουν τη χρονική περίοδο κάθε παράβασης, ακόμη και εάν η παράβαση έχει στη συνέχεια διορθωθεί.»·

δ)

Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται ως εξής :

«6.   Ανεξάρτητα από τις παραγράφους 2, 3 και 5 του παρόντος άρθρου, εάν η αρμόδια αρχή έχει αποδείξεις ότι η παράβαση των όρων της γενικής άδειας, των δικαιωμάτων χρήσης ή των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 συνιστά άμεση και σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια υγεία ή ότι θα προξενήσει σοβαρά οικονομικά ή λειτουργικά προβλήματα σε άλλους παρόχους ή σε χρήστες δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή άλλους χρήστες του ραδιοφάσματος, μπορεί να λαμβάνει έκτακτα προσωρινά μέτρα προς αντιμετώπιση της κατάστασης, πριν από τη λήψη τελικής απόφασης. Στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση παρέχεται εν συνεχεία εύλογη δυνατότητα να εκθέσει την άποψή της και να προτείνει επανορθωτικά μέτρα. Εφόσον απαιτείται, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβεβαιώνει τα προσωρινά μέτρα, τα οποία έχουν μέγιστη ισχύ τριών μηνών, αλλά μπορούν, σε περιπτώσεις μη ολοκλήρωσης των διαδικασιών εκτέλεσης, να παραταθούν για περαιτέρω χρονική περίοδο έως και τριών μηνών.»·

7)

Το άρθρο 11 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:

«(α)

το συστηματικό ή κατά περίπτωση έλεγχο της συμμόρφωσης με τους όρους 1 και 2 του μέρους Α, με τους όρους 2 και 6 του μέρους Β και με τους όρους 2 και 7 του μέρους Γ του παραρτήματος Ι και της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2,»·

β)

Στο στοιχείο β), η λέξη «παράρτημα» αντικαθίσταται από τη λέξη «παράρτημα Ι»·

γ)

Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«(ζ)

τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης και της αποτελεσματικής διαχείρισης των ραδιοσυχνοτήτων,

(η)

την αξιολόγηση των μελλοντικών εξελίξεων στα δίκτυα ή τις υπηρεσίες που ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στις υπηρεσίες χονδρικής που διατίθενται σε ανταγωνιστές.»·

δ)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), δ), ε), στ), ζ) και η) του πρώτου εδαφίου, δεν μπορούν να απαιτούνται εκ των προτέρων ή ως όρος για την είσοδο στην αγορά.»·

8)

Το άρθρο 14 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 14

Τροποποίηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα, οι όροι και οι διαδικασίες που αφορούν γενικές άδειες και δικαιώματα χρήσης ή δικαιώματα για εγκατάσταση ευκολιών μπορούν να τροποποιηθούν μόνο σε αντικειμενικά αιτιολογημένες περιπτώσεις και κατά αναλογικό τρόπο, συνεκτιμώντας, κατά περίπτωση, τις ειδικές συνθήκες που ισχύουν για μεταβιβάσιμα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι ήσσονος σημασίας και έχουν συμφωνηθεί με τον κάτοχο των δικαιωμάτων ή της γενικής άδειας, η πρόθεση διενέργειας των σχετικών τροποποιήσεων γνωστοποιείται καταλλήλως και παρέχεται στους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, επαρκές χρονικό διάστημα, το οποίο, εκτός εκτάκτων περιπτώσεων, είναι τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες, ώστε να μπορέσουν να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί των προτεινόμενων τροποποιήσεων.

2.   Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν ούτε καταργούν δικαιώματα εγκατάστασης ευκολιών ή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων πριν από τη λήξη της χρονικής περιόδου για την οποία αυτά έχουν χορηγηθεί, εκτός αιτιολογημένων περιπτώσεων και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το παράρτημα Ι και τις σχετικές εθνικές διατάξεις όσον αφορά την παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος λόγω ανακλήσεως δικαιώματος.»·

9)

Το άρθρο 15 παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι συναφείς πληροφορίες για δικαιώματα, όρους, διαδικασίες, επιβαρύνσεις, τέλη και αποφάσεις που αφορούν γενικές άδειες, δικαιώματα χρήσης και δικαιώματα εγκατάστασης ευκολιών δημοσιεύονται και ενημερώνονται με κατάλληλο τρόπο, ώστε οι εν λόγω πληροφορίες να είναι ευχερώς προσιτές σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.»·

10)

Στο άρθρο 17, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 9α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου), τα κράτη μέλη ευθυγραμμίζουν τις γενικές άδειες και τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης που υφίστανται ήδη στις 31 Δεκεμβρίου 2009 με τα άρθρα 5, 6, 7 και το παράρτημα Ι της παρούσας οδηγίας το αργότερο εντός δύο ετών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της παρούσας οδηγίας.

2.   Εφόσον η εφαρμογή της παραγράφου 1 επιφέρει περιορισμό των δικαιωμάτων ή επέκταση των υποχρεώσεων βάσει ήδη υφιστάμενων γενικών αδειών και μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν την ισχύ αυτών των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2012 το αργότερο, υπό τον όρο ότι, με τον τρόπο αυτό, δεν θίγονται τα δικαιώματα άλλων επιχειρήσεων βάσει του κοινοτικού δικαίου. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις παρατάσεις αυτές και δηλώνουν τους σχετικούς λόγους.»

11)

Το παράρτημα τροποποιείται ως έχει στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

Καταργούμενες διατάξεις

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 καταργείται.

Άρθρο 5

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν … (27), τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές … (28)

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 6

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 7

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 224, 30.8.2008, σ. 50.

(2)  ΕΕ C 257, 9.10.2008, σ. 51.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2008 (δεν έχει δημοσιευτεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 16 Φεβρουαρίου 2009 ( ΕΕ C 103 Ε, 5.5.2009, σ. 1 ) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009.

(4)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 33.

(5)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 7.

(6)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 21.

(7)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 51.

(8)  ΕΕ L 201, 31.7.2002, σ. 37.

(9)  ΕΕ L …

(10)  ΕΕ L 91, 7.4.1999, σ. 10.

(11)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 1.

(12)   ΕΕ L 198, 27.7.2002, σ. 49.

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 460/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 77, 13.3.2004, σ. 1).

(14)   Σύσταση της Επιτροπής της 11ης Φεβρουαρίου 2003 για τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που επιδέχονται εκ των προτέρων ρύθμιση σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 114, 8.5.2003, σ. 45).

(15)  ΕΕ L 336, 30.12.2000, σ. 4.

(16)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(17)  ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.».

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …/2009του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … [για τη δημιουργία Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και την Υπηρεσία ]»·

(19)  ΕΕ L 198, 27.7.2002, σ. 49

(20)  Ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.»

(21)  Ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.

(22)  Προθεσμία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.»

(23)  ΕΕ L 24, ║ 30.1.1998, σ. 1.

(24)  ΕΕ L 201, ║ 31.7.2002, σ. 37».

(25)  Καννισμός (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … [για τη δημιουργία Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και της Υπηρεσίας

(26)   Η διάθεση των πληροφοριών αυτών δύναται να περιορίζεται μόνο στα ενδιαφερόμενα μέρη, προκειμένου να αποφεύγονται προβλήματα δημόσιας ασφάλειας.»

(27)   18 μήνες μετά την ημερομηνία έγκρισης της τροποποιητικής πράξης.

(28)   Μία ημέρα μετά την αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο ημερομηνία.

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση) τροποποιείται ως εξής:

1.

Η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι όροι που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα παρέχουν το μέγιστο κατάλογο όρων που δύνανται να συνοδεύουν γενικές άδειες (μέρος Α), δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων (μέρος Β) και δικαιώματα χρήσης αριθμών (μέρος Γ), όπως αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο α), εντός των επιτρεπόμενων ορίων των άρθρων 5, 6, 7, 8 και 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).»·

2.

Το Μέρος A τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.

Προσβασιμότητα για τους τελικούς χρήστες όσον αφορά τους αριθμούς του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης, τους αριθμούς του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης, τους καθολικούς διεθνείς αριθμούς ατελών κλήσεων και, εφόσον είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, τους αριθμούς των σχεδίων αριθμοδότησης άλλων κρατών μελών, και σχετικοί όροι σύμφωνα με την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία).»·

β)

Το σημείο 7 αντικαθίσταται ως εξής:

«7.

Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής ειδικά για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (1).

γ)

Το σημείο 8 αντικαθίσταται ως εξής:

«8.

Κανόνες προστασίας των καταναλωτών ειδικά για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, περιλαμβανομένων όρων σύμφωνα με την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) καθώς και όρων προσβασιμότητας για χρήστες με αναπηρίες σύμφωνα με το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας.»·

δ)

Στο σημείο 11, οι λέξεις «οδηγία 97/66/ΕΚ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οδηγία 2002/58/ΕΚ»·

ε)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«11α.

Όροι χρήσης για επικοινωνία των δημόσιων αρχών με το κοινό για προειδοποίηση του κοινού σχετικά με επικείμενες απειλές και για περιορισμό των συνεπειών από μείζονες καταστροφές.»·

στ)

Το σημείο 12 αντικαθίσταται ως εξής:

«12.

Προδιαγραφή χρήσης σε περίπτωση μείζονος καταστροφής ή εθνικής έκτακτης ανάγκης ώστε να εξασφαλίζεται η επικοινωνία των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης με τις αρχές.»·

ζ)

Το σημείο 16 αντικαθίσταται ως εξής:

«16.

Ασφάλεια δημόσιων δικτύων έναντι μη επιτρεπόμενης πρόσβασης σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες).»·

η)

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«19.

Υποχρεώσεις διαφάνειας επί των παρόχων δημόσιων δικτύων επικοινωνιών που παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό ώστε να εξασφαλίζεται η διατερματική συνδεσιμότητα συμπεριλαμβανομένων της απεριόριστης πρόσβασης στο περιεχόμενο, τις υπηρεσίες και τις εφαρμογές και της διανομής τους, σύμφωνα με τους στόχους και τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαίσιο), ανακοίνωση των περιορισμών όσον αφορά οιουσδήποτε όρους περιορισμού στη πρόσβαση και/ή στη χρήση υπηρεσιών και εφαρμογών εφόσον επιτρέπονται οι εν λόγω όροι από τα κράτη μέλη συμφώνως προς το κοινοτικό δίκαιο και, εφόσον είναι αναγκαίο και αναλογικό, πρόσβαση των εθνικών κανονιστικών αρχών στις σχετικές πληροφορίες προς επαλήθευση της ακρίβειας της εν λόγω ανακοίνωσης.»·

3.

Το Μέρος Β τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.

Υποχρέωση παροχής υπηρεσίας ή χρήσης τύπου τεχνολογίας για τα οποία χορηγήθηκαν τα δικαιώματα χρήσης της συχνότητας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, απαιτήσεων κάλυψης και ποιότητας.»·

β)

Το σημείο 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.

Πραγματική και αποδοτική χρήση των αριθμών σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).»·

γ)

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«9.

Υποχρεώσεις που διέπουν την πειραματική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων.»·

4.

Στο Μέρος Γ το σημείο 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.

Καθορισμός της υπηρεσίας για την οποία χρησιμοποιείται ο αριθμός, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε απαιτήσεων που συνδέονται με την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας και, για λόγους σαφήνειας, αρχές τιμολόγησης και ανώτατες τιμές που μπορούν να ισχύσουν στη συγκεκριμένη περιοχή αριθμών προς εξασφάλιση της προστασίας των καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4 στοιχείο β) της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας-πλαισίου).».


(1)  ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.»·


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/309


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και Υπηρεσία ***II

P6_TA(2009)0362

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της εκδόσεως κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ομάδας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες (GERT) (16498/1/2008 – C6-0067/2009 – 2007/0249(COD))

2010/C 212 E/42

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (16498/1/2008 – C6-0067/2009),

έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση (1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0699),

έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2008)0720),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ

έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0271/2009),

1.

εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, 24.9.2008, P6_TA(2008)0450.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC2-COD(2007)0249

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και της Υπηρεσίας

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1211/2009.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/310


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Ζώνες συχνοτήτων που θα διατεθούν για τις κινητές τηλεπικοινωνίες ***I

P6_TA(2009)0363

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 87/372/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ζώνες συχνοτήτων που θα διατεθούν για τη συντονισμένη εισαγωγή των πανευρωπαϊκών ψηφιακών κυψελωτών δημόσιων επίγειων κινητών επικοινωνιών στην Κοινότητα (COM(2008)0762 – C6-0452/2008 – 2008/0214(COD))

2010/C 212 E/43

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0762),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0452/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0276/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0214

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως της οδηγίας 87/372/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ζώνες συχνοτήτων που θα διατεθούν για τη συντονισμένη εισαγωγή των πανευρωπαϊκών ψηφιακών κυψελωτών δημόσιων επίγειων κινητών επικοινωνιών στην Κοινότητα

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/114/ΕΚ.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/311


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Ίση μεταχείρηση ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα ***I

P6_TA(2009)0364

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα και την κατάργηση της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ (COM(2008)0636 – C6-0341/2008 – 2008/0192(COD))

2010/C 212 E/44

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0636),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 141, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0341/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0258/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0192

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα και την κατάργηση της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 141 παράγραφος 3,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 86/613/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1986, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν ανεξάρτητη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένης της γεωργικής, καθώς και για την προστασία της μητρότητας (4) εξασφαλίζει την εφαρμογή στα κράτη μέλη της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή απασχόληση ή συμβάλλουν στην άσκηση τέτοιου είδους απασχόλησης. Όσον αφορά τους αυτοαπασχολούμενους εργαζομένους και τις συμβοηθούσες ή τους συμβοηθούντες συζύγους, η οδηγία 86/613/ΕΟΚ ήταν λιγότερο αποτελεσματική και το πεδίο εφαρμογής της πρέπει να επανεξεταστεί, επειδή η διακριτική μεταχείριση λόγω του φύλου και η παρενόχληση παρουσιάζονται και σε τομείς εκτός της μισθωτής εργασίας. Για λόγους σαφήνειας η οδηγία 86/613/ΕΟΚ θα πρέπει να αντικατασταθεί από την παρούσα οδηγία.

(2)

Με την ανακοίνωση της 1ης Μαρτίου 2006 με τίτλο «Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών 2006-2010  (5), η Επιτροπή ανήγγειλε ότι προκειμένου να βελτιωθεί η διακυβέρνηση της ισότητας μεταξύ των φύλων, θα αναθεωρήσει την υπάρχουσα νομοθεσία για την ισότητα των φύλων στην ΕΕ που δεν περιλαμβάνεται στην αναδιατύπωση του 2005 με σκοπό την ενημέρωση, τον εκσυγχρονισμό και την αναδιατύπωση αν χρειάζεται. Η οδηγία 86/613/ΕΟΚ δεν είχε συμπεριληφθεί στη διαδικασία αναδιατύπωσης.

(3)

Με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 5ης και 6ης Δεκεμβρίου 2007, «ισορροπία των ρόλων ανδρών και γυναικών όσον αφορά την απασχόληση, την οικονομική μεγέθυνση και την κοινωνική συνοχή» (6), το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να μελετήσει την ανάγκη αναθεώρησης, εφόσον είναι απαραίτητο, της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ του Συμβουλίου προκειμένου να διασφαλισθούν τα δικαιώματα που σχετίζονται με τη μητρότητα και την πατρότητα μη μισθωτών εργαζομένων και των συζύγων τους που τους βοηθούν.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ζητήσει επανειλημμένα από την Επιτροπή να αναθεωρήσει την οδηγία 86/613/ΕΟΚ, ιδίως να ενισχύσει την προστασία της μητρότητας των αυτοαπασχολούμενων γυναικών και να βελτιώσει την κατάσταση των συμβοηθουσών και συμβοηθούντων συζύγων στη γεωργία, στη βιοτεχνία, στο εμπόριο, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στα ελεύθερα επαγγέλματα.

(5)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το ψήφισμά του της 21ης Φεβρουαρίου 1997 για την κατάσταση των συμμετεχουσών συζύγων των προσώπων που ασκούν ανεξάρτητη δραστηριότητα (7), είχε προτείνει την υποχρεωτική καταχώριση τωv συμβοηθουσών και συμβοηθούντων συζύγωv, oύτως ώστε vα μηv είvαι πλέov αόρατoι εργαζόμεvoι και την υποχρέωση των κρατών μελών να επιτρέψουν την υπαγωγή των συμβοηθουσών και συμβοηθούντων συζύγων στα ασφαλιστικά καθεστώτα των αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων, όσον αφορά την υγειονομική περίθαλψη, την αναπηρία και τη σύνταξη γήρατος.

(6)

Στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα: Ευκαιρίες, πρόσβαση και αλληλεγγύη στην Ευρώπη του 21ου αιώνα» (8), η Επιτροπή επιβεβαίωσε την ανάγκη να ληφθούν μέτρα σχετικά με το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των φύλων στον τομέα της επιχειρηματικότητας καθώς και για τη βελτίωση του συνδυασμού της ιδιωτικής με την επαγγελματική ζωή.

(7)

Υπάρχουν ήδη διάφορες νομικές πράξεις για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης οι οποίες καλύπτουν τις αυτοτελείς επαγγελματικές δραστηριότητες, ιδίως η οδηγία 79/7/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1978 περί της προοδευτικής εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως (9) και η οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2006 για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση) (10). Συνεπώς, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους τομείς που καλύπτονται ήδη από άλλες οδηγίες.

(8)

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους αυτοαπασχολούμενους εργαζομένους και στις συμβοηθούσες και στους συμβοηθούντες συζύγους, επειδή και οι δύο συμμετέχουν στις δραστηριότητες της επιχείρησης.

(9)

Πρέπει να διασφαλιστεί στις συμβοηθούσες και στους συμβοηθούντες σύζυγους σαφώς προσδιορισμένο επαγγελματικό καθεστώς και να καθοριστούν τα δικαιώματά τους.

(10)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε θέματα που εμπίπτουν σε άλλες οδηγίες για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών, κυρίως της οδηγίας 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2004, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών  (11). Ειδικότερα, το άρθρο 5 της οδηγίας 2004/113/ΕΚ σχετικά με την ασφάλιση και άλλες συναφείς χρηματοοικονομικές υπηρεσίες εξακολουθεί να εφαρμόζεται.

(11)

Για την πρόληψη της διάκρισης λόγω φύλου, η παρούσα οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται τόσο για την άμεση όσο και για την έμμεση διακριτική μεταχείριση. Η παρενόχληση και η γενετήσια παρενόχληση πρέπει να θεωρούνται διακριτική μεταχείριση και συνεπώς να απαγορεύονται.

(12)

Τα κράτη μέλη μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 141 παράγραφος 4 της Συνθήκης, να διατηρήσουν ή να εγκρίνουν μέτρα που παρέχουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα, προκειμένου να καταστεί πιο εύκολο για το υποεκπροσωπούμενο φύλο να αναλάβει αυτοτελείς επαγγελματικές δραστηριότητες ή για την πρόληψη ή την αντιστάθμιση των μειονεκτημάτων που προκύπτουν για τις επαγγελματικές σταδιοδρομίες. Καταρχήν, τα εν λόγω μέτρα με τη μορφή θετικών δράσεων που αποσκοπούν στην έμπρακτη επίτευξη της ισότητας δεν πρέπει να θεωρούνται παράβαση της νομικής αρχής της ίσης μεταχείρισης μεταξύ ανδρών και γυναικών.

(13)

Στον τομέα της αυτοτελούς απασχόλησης, η εφαρμογή της ίσης μεταχείρισης σημαίνει ότι πρέπει να μην υφίσταται διακριτική μεταχείριση σε σχέση με τη δημιουργία, τη διαχείριση , την εγκατάσταση ή την επέκταση μιας επιχείρησης ή την έναρξη κάθε άλλης μορφής αυτοτελούς επαγγελματικής δραστηριότητας.

(14)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι δεν υπάρχει διακριτική μεταχείριση λόγω της έγγαμης ή της οικογενειακής κατάστασης όσον αφορά τους όρους δημιουργίας μιας εταιρείας μεταξύ των συζύγων ή μεταξύ των συντρόφων συμβίωσης. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας οι όροι «οικογενειακή κατάσταση» και «οικογενειακή επιχείρηση» ερμηνεύονται με βάση την αναγνώριση της συμβίωσης συντρόφων από τις σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

(15)

Όσον αφορά τη συνεισφορά τους στην οικογενειακή επιχείρηση, οι συμβοηθούσες/ντες σύζυγοι πρέπει να δικαιούνται τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας όπως οι αυτοαπασχολούμενοι εργαζόμενοι. Τα κράτη μέλη καλούνται να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να καταστεί δυνατή η επιλογή. Το επίπεδο προστασίας ▐ της συμβοηθούσας ή του συμβοηθούντος συζύγου αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων πρέπει να είναι ανάλογο με το βαθμό συμμετοχής του στις δραστηριότητες του αυτοαπασχολουμένου εργαζομένου στην οικογενειακή επιχείρηση.

(16)

Η οικονομική και φυσική ευπάθεια των εγκύων αυτοαπασχολούμενων γυναικών και των συμβοηθουσών συζύγων καθιστά αναγκαίο να τους χορηγηθεί το δικαίωμα άδειας μητρότητας, μέρος της οποίας πρέπει να θεωρείται υποχρεωτική. Τα κράτη μέλη θα εξακολουθούν να είναι αρμόδια για τον καθορισμό του επιπέδου των εισφορών και όλων των ρυθμίσεων σχετικά με τις παροχές και τις πληρωμές, με την προϋπόθεση ότι θα συμμορφώνονται με τις ελάχιστες προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας. Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ειδική κατάσταση των αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων και των συμβοηθουσών και συμβοηθούντων συζύγων, πρέπει να τους δοθεί η τελική επιλογή σχετικά με το αν επιθυμούν να επωφελούνται ή όχι από την άδεια μητρότητας.

(17)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων, οι αυτοαπασχολούμενες γυναίκες και οι συμβοηθούσες σύζυγοι θα πρέπει να έχουν πρόσβαση, στο μέτρο του δυνατού, πέραν του χρηματικού επιδόματος και της προσωρινής αντικατάστασης στη διάρκεια της άδειας μητρότητας.

(18)

Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των συστημάτων πρόνοιας, κυρίως μέσω της παροχής καλύτερων κινήτρων, της καλύτερης διαχείρισης και αξιολόγησης και του καθορισμού προτεραιοτήτων των προγραμμάτων δαπανών, έχει καταστεί σημαντική για την εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης οικονομικής βιωσιμότητας των ευρωπαϊκών κοινωνικών προτύπων. ▐

(19)

Τα πρόσωπα που έχουν υποστεί διακριτική μεταχείριση λόγω φύλου πρέπει να διαθέτουν κατάλληλα μέσα έννομης προστασίας. Προκειμένου να υπάρξει αποτελεσματικότερη προστασία, οι ενώσεις, οι οργανώσεις και άλλα νομικά πρόσωπα θα πρέπει επίσης να δύνανται να κινήσουν διαδικασίες, όπως τις ορίζουν τα κράτη μέλη, είτε εξ ονόματος κάποιου θύματος είτε προς υπεράσπισή του, χωρίς να θίγονται εθνικοί δικονομικοί κανόνες όσον αφορά την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση ενώπιον των δικαστηρίων.

(20)

Η προστασία των αυτοαπασχολουμένων εργαζομένων και των συμβοηθουσών και συμβοηθούντων συζύγων έναντι των διακρίσεων λόγω φύλου θα πρέπει να ενισχυθεί με την ίδρυση φορέα ▐ σε κάθε κράτος μέλος, ο οποίος θα είναι αρμόδιος για την ανάλυση των σχετικών προβλημάτων, τη μελέτη δυνατών λύσεων και την παροχή συγκεκριμένης υποστήριξης προς τα θύματα.

(21)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της δράσης που πρέπει να αναληφθεί, δηλαδή η εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου προστασίας από τις διακρίσεις σε όλα τα κράτη μέλη, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία καθορίζει το πλαίσιο για να τεθεί σε εφαρμογή στα κράτη μέλη η αρχή της ίσης μεταχείρισης των ανδρών και των γυναικών που ασκούν αυτοτελή απασχόληση ή συμβάλλουν στην άσκηση τέτοιου είδους απασχόλησης, όσον αφορά ║ τις πτυχές που δεν εμπίπτουν στις οδηγίες 2006/54/ΕΚ και 79/7/ΕΟΚ.

2.   Η παρούσα οδηγία καλύπτει τους αυτοαπασχολούμενους εργαζομένους και τις συμβοηθούσες και τους συμβοηθούντες συζύγους.

3.   Η εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών εξακολουθεί να εμπίπτει στην οδηγία 2004/113/ΕΚ.

Άρθρο 2

Ορισμοί

║ Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)   «αυτοαπασχολούμενοι εργαζόμενοι»: όλα τα πρόσωπα που ασκούν ║ επικερδή επαγγελματική δραστηριότητα για λογαριασμό τους, υπό τους όρους που καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των αγροτών, ▐ των μελών των ελεύθερων επαγγελμάτων, των βιοτεχνών, των εμπόρων και στο πλαίσιο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων·

β)   «συμβοηθούσες / συμβοηθούντες σύζυγοι»: οι σύζυγοι ή, ανάλογα με το εθνικό δίκαιο, οι σύντροφοι συμβίωσης των αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων, οι οποίοι δεν είναι μισθωτοί ή συνέταιροι στην επιχείρηση, στην οποία συμμετέχουν συνήθως, υπό τους όρους που ορίζονται από το εθνικό δίκαιο, στις δραστηριότητες του αυτοαπασχολούμενου εργαζομένου και εκτελούν τα ίδια καθήκοντα ή δευτερεύοντα καθήκοντα·

γ)   «άμεση διάκριση»: όταν ένα πρόσωπο υφίσταται, για λόγους φύλου, μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν την οποία υφίσταται, υπέστη ή θα υφίστατο ένα άλλο πρόσωπο σε ανάλογη κατάσταση·

δ)   «έμμεσες διακρίσεις»: όταν μια εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική θέτει σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση τους εκπροσώπους του ενός φύλου σε σύγκριση με τους εκπροσώπους του άλλου φύλου, εκτός αν αυτή η διάταξη, το κριτήριο ή η πρακτική δικαιολογείται αντικειμενικώς από νόμιμο στόχο και τα μέσα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου είναι πρόσφορα και αναγκαία·

ε)   «παρενόχληση»: όταν εκδηλώνεται ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνδεόμενη με το φύλο ενός προσώπου με σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας αυτού του προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος·

στ)   «γενετήσια παρενόχληση»: κάθε μορφή ανεπιθύμητης προφορικής, μη προφορικής ή φυσικής συμπεριφοράς με πράξεις γενετήσιου χαρακτήρα με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ενός προσώπου, και, ιδίως, τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, ταπεινωτικού, εξευτελιστικού ή επιθετικού περιβάλλοντος.

Άρθρο 3

Οικογενειακές επιχειρήσεις

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν υπάρχει διακριτική μεταχείριση λόγω της έγγαμης ή της οικογενειακής κατάστασης όσον αφορά τους όρους δημιουργίας εταιρείας μεταξύ των συζύγων ή των συντρόφων συμβίωσης, εφόσον αναγνωρίζονται από την εθνική νομοθεσία. Όλες οι εταιρείες που έχουν ιδρυθεί από κοινού από συζύγους ή από αναγνωρισμένους σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο συντρόφους αναγνωρίζονται ως οικογενειακές επιχειρήσεις. Η αναγνώριση της συμβίωσης συντρόφων βασίζεται στις αντίστοιχες δικαστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 4

Αρχή της ίσης μεταχείρισης

1.   Η αρχή της ίσης μεταχείρισης σημαίνει ότι δεν υφίσταται καμία διάκριση λόγω φύλου, είτε άμεσα είτε έμμεσα, σε σχέση ιδίως με την οικογενειακή κατάσταση, ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία, τη διαχείριση, την εγκατάσταση ή την επέκταση μιας επιχείρησης ή την έναρξη ή επέκταση κάθε άλλης μορφής αυτοτελούς επαγγελματικής δραστηριότητας.

2.   Παρενόχληση και γενετήσια παρενόχληση θεωρούνται διακριτική μεταχείριση λόγω φύλου και συνεπώς απαγορεύονται. Το γεγονός ότι συγκεκριμένο άτομο απορρίπτει ή ανέχεται τέτοιου είδους συμπεριφορά δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως βάση για τη λήψη απόφασης που επηρεάζει το εν λόγω άτομο.

3.   Η εντολή διακριτικής μεταχείρισης προσώπων λόγω φύλου θεωρείται διακριτική μεταχείριση.

Άρθρο 5

Θετική δράση

Προκειμένου να διασφαλίζεται στην πράξη η πλήρης ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών, η αρχή της ίσης μεταχείρισης δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν ειδικά μέτρα για την πρόληψη ή την αντιστάθμιση μειονεκτημάτων που συνδέονται με το φύλο, λόγου χάριν θέτοντας στόχο την προώθηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των γυναικών.

Άρθρο 6

Δημιουργία μιας εταιρείας

Με την επιφύλαξη των ειδικών όρων για την πρόσβαση σε ορισμένες δραστηριότητες που ισχύουν εξίσου και για τα δύο φύλα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι όροι για τη δημιουργία ║ εταιρείας μεταξύ συζύγων ή μεταξύ συντρόφων συμβίωσης να μην είναι πιο περιοριστικοί από τους όρους για τη δημιουργία ║ εταιρείας με άλλα πρόσωπα.

Άρθρο 7

Κοινωνική προστασία για συμβοηθούσες/ντες συζύγους και συντρόφους συμβίωσης

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι οι συμβοηθούσες ή συμβοηθούντες σύζυγοι και οι σύντροφοι συμβίωσης επωφελούνται από το ίδιο τουλάχιστον επίπεδο προστασίας όπως οι αυτοαπασχολούμενοι εργαζόμενοι υπό τους ίδιους όρους που ισχύουν για τους αυτοαπασχολούμενους εργαζομένους. Εάν αυτή η επέκταση των παροχών δεν είναι υποχρεωτική σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους, παρέχεται κατόπιν αιτήσεως της συμβοηθούσας ή του συμβοηθούντος συζύγου ή συντρόφου συμβίωσης.

Τα μέτρα αυτά εγγυώνται την ανεξάρτητη υπαγωγή των συμβοηθουσών ή συμβοηθούντων συζύγων στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης που ισχύουν για τους αυτοαπασχολούμενους εργαζόμενους και καλύπτουν την υγειονομική περίθαλψη, τη σύνταξη αναπηρίας και γήρατος, με την επιφύλαξη ότι συνεισφέρουν στα συστήματα αυτά εξίσου με τους αυτοαπασχολούμενους εργαζόμενους, εν ανάγκη προβλέποντας τη δυνατότητα να υπολογίζονται οι εισφορές τους σε κατ' αποκοπή βάση.

Οι κοινωνικές εισφορές των συμβοηθουσών ή συμβοηθούντων συζύγων θα πρέπει να εκπίπτουν από το φόρο ως δαπάνες εκμετάλλευσης, όπως και η αμοιβή που καταβάλλεται πραγματικά στην ή στον σύζυγο, με τη διπλή προϋπόθεση ότι πρόκειται για δεόντως παρασχεθείσες υπηρεσίες και ότι το ύψος της αμοιβής είναι λογικό για παρόμοιες υπηρεσίες.

Άρθρο 8

Άδεια μητρότητας

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι αυτοαπασχολούμενες γυναίκες και οι συμβοηθούσες σύζυγοι δικαιούνται ▐ άδεια μητρότητας προσαρμοσμένη στις ειδικές τους ανάγκες. Οι μητέρες μπορούν να επιλέξουν τη διάρκεια της άδειας μητρότητας, υπό την προϋπόθεση ότι η συνολική διάρκεια δεν υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που ορίζει η οδηγία 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου (12).

2.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 ασκούν τα δικαιώματά τους όπως αναγνωρίζεται με το παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι λαμβάνουν επαρκές επίδομα στη διάρκεια της άδειας μητρότητας.

3.   Το επίδομα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 κρίνεται επαρκές εάν εξασφαλίζει εισόδημα τουλάχιστον ισότιμο προς τον ελάχιστο μισθό εφόσον αυτός ορίζεται από την εθνική νομοθεσία ή τουλάχιστον ισοδύναμο προς εκείνο που θα εισέπραττε η εν λόγω γυναίκα σε περίπτωση διακοπής των δραστηριοτήτων της για λόγους που οφείλονται στην κατάσταση της υγείας της ή, εάν αυτό δεν ισχύει, κάποιο ισότιμο επίδομα που ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, με βάση κάποιο ανώτατο όριο που ορίζεται από την εθνική νομοθεσία εφόσον το ανώτατο αυτό όριο δεν εισάγει διακρίσεις .

4.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι αυτοαπασχολούμενες γυναίκες και οι συμβοηθούσες σύζυγοι και οι γυναίκες σύντροφοι συμβίωσης έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες παροχής προσωρινής αντικατάστασης ή σε τυχόν υφιστάμενες εθνικές κοινωνικές υπηρεσίες, ως συμπλήρωμα στο επίδομα που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 9

Αναγνώριση της εργασίας των συμβοηθούντων/σων συζύγων

Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τη δέσμευση να εξετάσουν υπό ποιες προϋποθέσεις είναι δυνατόν να ευνοηθεί η αναγνώριση της εργασίας που παρέχουν οι συμβοηθούσες και συμβοηθούντες σύζυγοι και, υπό το πρίσμα της μελέτης αυτής, να εξετάσουν όλες τις κατάλληλες πρωτοβουλίες με στόχο την προώθηση της ως άνω αναγνώρισης.

Άρθρο 10

Προάσπιση των δικαιωμάτων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε πρόσωπο, το οποίο θεωρεί ότι έχει υποστεί απώλεια ή ζημία λόγω της μη τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης, ακόμη και εάν έχει λήξει η σχέση στο πλαίσιο της οποίας ισχυρίζεται ότι υπέστη διακριτική μεταχείριση, έχει πρόσβαση σε αποτελεσματικές δικαστικές ή/και διοικητικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων, όπου τα κράτη μέλη κρίνουν σκόπιμο, διαδικασιών συμβιβασμού, με σκοπό την επιβολή της τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ενώσεις, οι οργανώσεις και άλλα νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζει η εθνική τους νομοθεσία, έννομο συμφέρον να εξασφαλίσουν ότι τηρούνται οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας, μπορούν να κινήσουν, είτε εξ ονόματος του ενάγοντος ή προς υπεράσπισή του, και με την έγκρισή του, κάθε δικαστική και/ή διοικητική διαδικασία που προβλέπεται για την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν υπό την επιφύλαξη των εθνικών διατάξεων περί των προθεσμιών άσκησης αγωγής σε σχέση με την αρχή της ίσης μεταχείρισης.

Άρθρο 11

Αποζημίωση ή αντιστάθμιση

Τα κράτη μέλη εισάγουν στην εθνική έννομη τάξη τους τα μέτρα που απαιτούνται για να εξασφαλίζεται η πραγματική και αποτελεσματική αποζημίωση ή αποκατάσταση, σύμφωνα με τον τρόπο που αυτά ορίζουν, όσον αφορά την απώλεια ή τη ζημία που υπέστη ένα πρόσωπο λόγω διακρίσεων κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, τέτοιου είδους αποζημίωση ή αποκατάσταση με τρόπο αποτρεπτικό και αναλογικό σε σχέση με την επελθούσα ζημία. Η αποζημίωση ή η αποκατάσταση του τύπου αυτού δεν μπορεί να περιοριστεί με τον καθορισμό εκ των προτέρων ανώτατου ορίου.

Άρθρο 12

Φορείς για την ισότητα

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν φορέα επιφορτισμένο με την προώθηση, την ανάλυση, την παρακολούθηση και την υποστήριξη της ίσης μεταχείρισης όλων των προσώπων, χωρίς διακρίσεις λόγω φύλου. Ο εν λόγω φορέας μπορεί να αποτελεί τμήμα οργανισμών επιφορτισμένων, σε εθνικό επίπεδο, με την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου ή με τη διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων ή με την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε στα καθήκοντα του φορέα της παραγράφου 1 να περιλαμβάνονται τα εξής:

α)

η παροχή ανεξάρτητης βοήθειας στα θύματα διακρίσεων για την προώθηση των καταγγελιών τους περί διακρίσεων, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των θυμάτων, των ενώσεων, οργανώσεων και άλλων νομικών οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 2,

β)

η διενέργεια ανεξάρτητων ερευνών σχετικά με τις διακρίσεις,

γ)

η δημοσίευση ανεξάρτητων εκθέσεων και διατύπωση συστάσεων για κάθε θέμα που αφορά τέτοιου είδους διακρίσεις,

δ)

η ανταλλαγή των διαθέσιμων πληροφοριών με τους ομόλογους ευρωπαϊκούς οργανισμούς, όπως το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών, στο κατάλληλο επίπεδο.

Άρθρο 13

Συνεκτίμηση της ισότητας ανδρών και γυναικών στις διάφορες πολιτικές

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ενεργώς υπόψη το στόχο της ισότητας ανδρών και γυναικών κατά τη σύνταξη και την εφαρμογή νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων, πολιτικών και δραστηριοτήτων στους τομείς που εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 14

Διάδοση πληροφοριών

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, καθώς και οι ήδη ισχύουσες σχετικές διατάξεις, γνωστοποιούνται στους ενδιαφερομένους με κάθε πρόσφορο μέσο , συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου, σε όλη την επικράτειά τους.

Άρθρο 15

Επίπεδο προστασίας

Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για τη μείωση του επιπέδου προστασίας έναντι των διακρίσεων το οποίο παρέχεται ήδη από τα κράτη μέλη στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 16

Εκθέσεις

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στην Επιτροπή το αργότερο έως την … (13).

Η Επιτροπή εκπονεί συνοπτική έκθεση προς υποβολή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το αργότερο έως την… (14). Εφόσον απαιτείται, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται ║ από προτάσεις τροποποίησης της παρούσας οδηγίας.

2.   Η έκθεση της Επιτροπής λαμβάνει υπόψη τις απόψεις των ενδιαφερόμενων παραγόντων.

Άρθρο 17

Επανεξέταση

Το αργότερο στις … (15) η Επιτροπή εξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και προτείνει ενδεχομένως τις τροποποιήσεις που κρίνει αναγκαίες.

Άρθρο 18

Εφαρμογή

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την … (16). Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.    Εφόσον τούτο δικαιολογείται από ιδιαίτερες δυσχέρειες, η προθεσμία της παραγράφου 1, προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, μπορεί να παραταθεί έως … (17) .

3.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 19

Ελάχιστες προϋποθέσεις

Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν διατάξεις που είναι ευνοϊκότερες για την προάσπιση της αρχής της ίσης μεταχείρισης από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 20

Κατάργηση

Από την … (16) η οδηγία 86/613/ΕΟΚ καταργείται.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 22

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

║,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Γνώμη της 24ης Μαρτίου 2009 (Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C της, σ. …

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009.

(4)  ΕΕ L 359 της 19.12.1986, p. 56.

(5)  COM(2006)0092.

(6)  ║ Έγγραφο SOC 385 ║.

(7)   ΕΕ C 85, 17.3.1997, σ. 186 .

(8)  COM(2008)0412.

(9)  ΕΕ L 6, ║ 10.1.1979, σ. 24.

(10)  ΕΕ L 204, ║ 26.7.2006, σ. 23.

(11)   ΕΕ L 373, 21.12.2004, σ. 37.

(12)   ΕΕ L 348, 28.11.1992, σ. 1.

(13)   Τέσσερα έτη μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας.

(14)   Πέντε έτη μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας.

(15)   Έξι έτη μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας.

(16)  Δύο έτη από την έκδοση της παρούσας οδηγίας.

(17)   Τρία έτη από την έκδοση της παρούσας οδηγίας.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/320


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Ευρωπαϊκό ταμείο προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση ***I

P6_TA(2009)0365

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 σχετικά με τη σύσταση του ευρωπαϊκού ταμείου προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση (COM(2008)0867 – C6-0518/2008 – 2008/0267(COD))

2010/C 212 E/45

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0867),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 159, παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0518/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6-0242/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0267

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6ης Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 σχετικά με τη σύσταση του ευρωπαϊκού ταμείου προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 546/2009.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/321


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Πρόγραμμα στήριξης της οικονομικής ανάκαμψης μέσω της χορήγησης κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης σε προγράμματα στον τομέα της ενέργειας ***I

P6_TA(2009)0366

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θέσπισης προγράμματος ενίσχυσης της οικονομικής ανάκαμψης με τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής για έργα στον τομέα της ενέργειας (COM(2009)0035 – C6-0049/2009 – 2009/0010(COD))

2010/C 212 E/46

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0035),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και τα άρθρα 156 και 175, παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0049/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6-0261/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

σημειώνει τη δήλωση της Επιτροπής που επισυνάπτεται στο παρόν·

3.

θεωρεί ότι το ποσό αναφοράς που εμφαίνεται στη νομοθετική πρόταση μπορεί να είναι συμβατό με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο εφόσον το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο έχει αναθεωρηθεί·

4.

υπενθυμίζει ότι πρέπει να αποφευχθεί κάθε αναδιάταξη που θα είχε τυχόν δυσμενείς επιπτώσεις σε άλλες πολιτικές της ΕΕ μειώνοντας τους πόρους που τους αντιστοιχούν·

5.

υπενθυμίζει ότι το ετήσιο ποσό θα αποφασίζεται στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 37 της διοργανικής συμφωνίας, της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1)·

6.

υπενθυμίζει ότι η νομοθετική διαδικασία μπορεί να περατωθεί εφόσον έχει συμφωνηθεί η χρηματοδότηση του προγράμματος·

7.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

8.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2009)0010

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση προγράμματος ενίσχυσης της οικονομικής ανάκαμψης με τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής για έργα στον τομέα της ενέργειας

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 663/2009.)

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

«Η ΕΕ τονίζει ότι η ενεργειακή απόδοση και οι ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές αποτελούν βασικές προτεραιότητες της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, τόσο για περιβαλλοντικούς λόγους όσο και για λόγους ασφάλειας εφοδιασμού. Στη συνάρτηση αυτήν, ο παρών κανονισμός θα συμβάλει στις προτεραιότητες αυτές παρέχοντας ουσιαστική στήριξη στα έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας.

Εν προκειμένω, η Επιτροπή υπενθυμίζει τις διάφορες άλλες νέες πρωτοβουλίες με τις οποίες υποστηρίζονται η ενεργειακή απόδοση και οι ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές και τις οποίες πρότεινε η Επιτροπή ιδίως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Σχεδίου Ανάκαμψης, το οποίο υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου του 2008. Στις πρωτοβουλίες αυτές περιλαμβάνονται:

 

Τροποποίηση του κανονισμού του ΕΤΠΑ ώστε να επιτραπούν επενδύσεις ύψους έως 8 δισεκατομμυρίων ευρώ για την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας στις κατοικίες σε όλα τα κράτη μέλη. Μια σύμπραξη του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα γα μια πρωτοβουλία “Ευρωπαϊκά ενεργειακώς αποδοτικά κτίρια” που αποσκοπεί στην προαγωγή πράσινων τεχνολογιών και στην ανάπτυξη ενεργειακώς αποδοτικών συστημάτων και υλικών σε νέα και ανακαινισμένα κτίρια. Υπολογίζεται ότι η συνολική χρηματοδότηση της δράσης αυτής θα ανέλθει σε 1 δισ. ευρώ: 500 εκατομ. ευρώ από τον υπάρχοντα προϋπολογισμό της Επιτροπή για το 7ο Πρόγραμμα-Πλαίσιο για το διάστημα 2010-2013 και 500 εκατομ. ευρώ από τη βιομηχανία.

 

Η πρωτοβουλία “Ενωσιακή Πρωτοβουλία Χρηματοδότησης της Αειφόρου Ενέργειας” της ΕΚ και της ΕΤΕπ αποσκοπεί στη διευκόλυνση των επενδύσεων για έργα ενεργειακής απόδοσης και ανανεώσιμης ενέργειας σε αστικές περιοχές. Η Επιτροπή χρηματοδοτεί ένα μέσο παροχής τεχνικής βοήθειας του προγράμματος “Έξυπνη Ενέργεια-Ευρώπη” (ετήσιες πιστώσεις: 15 εκατομ. ευρώ το 2009). Το μέσο αυτό, το οποίο διαχειρίζεται η ΕΤΕπ, θα διευκολύνει την πρόσβαση σε δάνεια της ΕΤΕπ με σημαντικό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα.

 

Η δημιουργία από θεσμικούς επενδυτές της ΕΕ - υπό την ηγεσία της ΕΤΕπ - ενός αγοραστραφούς ταμείου συμμετοχών, ονόματι Marguerite: το Ευρωπαϊκό Ταμείο για την Ενέργεια, την Αλλαγή του Κλίματος και τις Υποδομές με Ορίζοντα το 2020. Το Ταμείο αυτό θα επενδύει στους τομείς της ενέργειας και της αλλαγής του κλίματος (ΔΕΔ-Ε, βιώσιμη παραγωγή ενέργειας, ανανεώσιμη ενέργεια, νέες τεχνολογίες, επενδύσεις για την ενεργειακή απόδοση, ασφάλεια εφοδιασμού καθώς και περιβαλλοντική υποδομή). Η Επιτροπή υποστηρίζει την πρωτοβουλία αυτήν.

Εξάλλου, πριν από τα τέλη Νοεμβρίου 2009, η Επιτροπή θα υποβάλει την αναθεώρηση του σχεδίου δράσης για την ενεργειακή απόδοση όπως είχαν ζητήσει το Συμβούλιο (Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2009) και το Κοινοβούλιο (Ψήφισμα P6_TA(2009)0064 του ΕΚ).

Οι εμπειρογνώμονες συμφωνούν ότι η ενεργειακή απόδοση είναι η φθηνότερη διαθέσιμη λύση για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Έως τον Νοέμβριο του 2009, η Επιτροπή θα παράσχει λεπτομερή ανάλυση των παραγόντων που εμποδίζουν τις επενδύσεις για μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση. Συγκεκριμένα, θα εξετάσει εάν απαιτούνται εντονότερα χρηματοοικονομικά κίνητρα υπό τη μορφή των χαμηλότοκων δανείων ή/και επιχορηγήσεων, τον τρόπο με τον οποίον θα μπορούσε, στη συνάρτηση αυτήν, να χρησιμοποιηθεί ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, και, εφόσον είναι σκόπιμο, η Επιτροπή θα περιλάβει, μεταξύ άλλων, πρόσθετα κονδύλια για τη χρηματοδότηση της ενεργειακής απόδοσης στο νέο Ενωσιακό Μέσο Ενεργειακής Ασφάλειας και Υποδομής που θα υποβληθεί το 2010.

Κατά την αναθεώρηση του σχεδίου δράσης για την ενεργειακή απόδοση, η Επιτροπή θα αποδώσει ιδιαίτερη προσοχή στη διάσταση γειτονίας της ενεργειακής απόδοσης. Θα αναλύσει τον τρόπο με τον οποίον μπορεί να παράσχει χρηματοοικονομικά και κανονιστικά κίνητρα στις χώρες γειτονίας προκειμένου να ενισχύσουν τις επενδύσεις τους στην ενεργειακή απόδοση.

Εάν, στην έκθεση που θα υποβάλει το 2010 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού δυνάμει του άρθρου 28, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι δεν είναι δυνατόν να δεσμευθεί, μέχρι τα τέλη του 2010, μέρος των κονδυλίων που προβλέπονται για τα έργα του παραρτήματος του κανονισμού, η Επιτροπή θα προτείνει, εφόσον είναι σκόπιμο, τροποποίηση του κανονισμού η οποία να επιτρέπει τη χρηματοδότηση έργων στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης και των ανανεώσιμων ενεργειακών πηγών, επιπλέον των προαναφερόμενων πρωτοβουλιών, με κριτήρια επιλεξιμότητας παρόμοια προς εκείνα που ισχύουν για τα έργα του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.»


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/323


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Οδηγίες σχετικά με τις προϋποθέσεις πιστώσεων ***I

P6_TA(2009)0367

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων (COM(2008)0602 – C6-0339/2008 – 2008/0191(COD))

2010/C 212 E/47

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0602),

έχοντας υπόψη το σχέδιο οδηγίας της Επιτροπής για την τροποποίηση ορισμένων παραρτημάτων της οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις τεχνικές διατάξεις σχετικά με τη διαχείριση κίνδυνου και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2 και το άρθρο 47, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0339/2008),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου με επιστολή της 29ης Απριλίου 2009 για την έγκριση της πρότασης όπως τροποποιήθηκε, βάσει του άρθρου 251, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, πρώτη περίπτωση, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0139/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0607.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0191

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ, 2006/49/ΕΚ και 2007/64/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/111/ΕΚ.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/324


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Κοινοτικό πρόγραμμα για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου ***I

P6_TA(2009)0368

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου (COM(2009)0014 – C6-0031/2009 – 2009/0001(COD))

2010/C 212 E/48

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0014),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0031/2009),

έχοντας λάβει γνώση της δέσμευσης που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου, με επιστολή της 6ης Μαΐου 2009, για την έγκριση της πρότασης όπως τροποποιήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 251, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, πρώτη περίπτωση, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0246/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

θεωρεί ότι το ποσό αναφοράς που υποδεικνύεται στη νομοθετική πρόταση πρέπει να συνάδει με το ανώτατο όριο του υποτομέα 1α του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 και σημειώνει ότι το ετήσιο ποσό θα αποφασισθεί κατά την ετήσια διαδικασία προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου 37 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1)·

3.

θεωρεί ότι, εάν οι ευρωπαϊκοί φορείς που συγχρηματοδοτούνται από το «Πρόγραμμα για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου» καταστούν υπηρεσίες της ΕΕ, θα εφαρμόζεται το σημείο 47 της προαναφερθείσας διοργανικής συμφωνίας·

4.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

5.

εγκρίνει τη δήλωσή του που επισυνάπτεται στο παρόν ψήφισμα·

6.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2009)0001

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 6 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος υποστήριξης συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, απόφαση αριθ. 716/2009/ΕΚ.)

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Η επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κρίσης προβάλλει την ανάγκη να ενισχυθεί επειγόντως η εποπτική σύγκλιση και συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ. Η ανάπτυξη κοινών εργαλείων τεχνολογίας των πληροφοριών και κοινής εποπτικής κουλτούρας από τις τρεις επιτροπές εποπτικών αρχών της ΕΕ, Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας (CESR), Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών (CEBS) και Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (CEOIPS), είναι δύο μέσα για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος.

Συνεπώς και εν αναμονή της έναρξης ισχύος του κοινοτικού προγράμματος για την περίοδο 2010-2013, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει τη διαδικασία με την πρόταση και να παράσχει προσωρινή χρηματοδότηση στις τρεις επιτροπές εποπτικών αρχών της ΕΕ το 2009 με απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

η προσωρινή χρηματοδότηση της Επιτροπής για το 2009 θα ενταχθεί στο πλαίσιο της δημιουργίας και ανάπτυξης της εσωτερικής αγοράς για το έτος 2009 δυνάμει της θέσης του προϋπολογισμού 12.0201. Αυτή επομένως η προσωρινή χρηματοδότηση θα προέλθει από τον υπάρχοντα προϋπολογισμό της Επιτροπής, από ποσά που έχουν ήδη διατεθεί από τις αρμόδιες για τον προϋπολογισμό αρχές στην Εσωτερική Αγορά και τη Γενική Διεύθυνση Υπηρεσιών για το 2009. Οπότε η απόφαση χρηματοδότησης θα λάβει τη μορφή απόφασης της Επιτροπής.

Η Επιτροπή θα παράσχει στις τρεις επιτροπές εποπτικών αρχών της ΕΕ με περιορισμένες επιχορηγήσεις δράσης για τη χρηματοδότηση (i) τομεακών και διατομεακών σχεδίων κατάρτισης που θα αναπτύξει εκάστη των τριών επιτροπών εποπτικών αρχών της ΕΕ και (ii) στην περίπτωση της Επιτροπής ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών, ειδικού σχεδίου ΤΠ δυνάμει του Μηχανισμού Ανταλλαγών Εκθέσεων για τις Συναλλαγές (TREM) που προβλέπεται δυνάμει της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID) (1), συγκεκριμένα επέκταση του TREM για να καλυφθούν τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. Πρόκειται για στρατηγικής σημασίας έργα που έχουν επιλεγεί ως προτεραιότητες από τις τρεις επιτροπές εποπτικών αρχών της ΕΕ.

Το συνολικό ποσό της προσωρινής χρηματοδότησης της Επιτροπής για το 2009 δεν θα υπερβαίνει τα 500 000 ευρώ και πρέπει να καλύπτει μέρος του κόστους των σχεδίων που επιλέγονται και των καταρτίσεων που προτείνονται από τις επιτροπές εποπτικών αρχών της ΕΕ για το 2009.

Η απόφαση της Επιτροπής για την προσωρινή χρηματοδότηση για το 2009 δικαιολογείται από τις εξαιρετικές περιστάσεις της συνεχιζόμενης χρηματοοικονομικής κρίσης αλλά και από το γεγονός ότι το υπό εξέταση κοινοτικό πρόγραμμα θα τεθεί σε ισχύ μόνον από το 2010 και μετά. Η απόφαση αυτή συνεπώς δεν πρόκειται να αποτελέσει προηγούμενο.


(1)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (ΕΕ L 145, 30.4.2004, σ. 1).


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/326


Τετάρτη, 6 Μαΐου 2009
Προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους *

P6_TA(2009)0369

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους (COM(2008)0553 – C6-0451/2008 – 2008/0180(CNS))

2010/C 212 E/49

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2008)0553),

έχοντας υπόψη το άρθρο 37 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0451/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0185/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΚ·

3.

καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΊΑ

Τροπολογία 1

Πρόταση κανονισμού

Τίτλος

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την προστασία των ζώων κατά τη θανάτωσή τους

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την προστασία των ζώων κατά τη σφαγή και τη θανάτωσή τους

Τροπολογία 2

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 6

(6)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EAAT) εξέδωσε δύο γνωμοδοτήσεις σχετικά με τις πτυχές που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων για τα κύρια συστήματα αναισθητοποίησης και θανάτωσης ορισμένων ειδών ζώων, και συγκεκριμένα τη γνωμοδότηση Welfare aspects of the main systems of stunning and killing the main commercial species of animals του 2004 για τις πτυχές καλής μεταχείρισης για τα κύρια συστήματα αναισθητοποίησης και θανάτωσης των βασικών εμπορεύσιμων ειδών ζώων και τη γνωμοδότηση Welfare aspects of the main systems of stunning and killing applied to commercially farmed deer, goats, rabbits, ostriches, ducks, geese and quail του 2006 για τις πτυχές καλής μεταχείρισης για τα κύρια συστήματα αναισθητοποίησης και θανάτωσης που εφαρμόζονται στα ελάφια, τις αίγες, τους κονίκλους, τις στρουθοκαμήλους, τις πάπιες, τις χήνες και τα ορτύκια που εκτρέφονται για εμπορικούς σκοπούς. Η κοινοτική νομοθεσία στον εν λόγω τομέα πρέπει να επικαιροποιηθεί ώστε να λάβει υπόψη τις συγκεκριμένες γνωμοδοτήσεις. Οι συστάσεις για τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης διοξειδίου του άνθρακα για τους χοίρους και τα πουλερικά, καθώς και για τη σταδιακή κατάργηση των αναισθητικών υδρόλουτρων για τα πουλερικά δεν συμπεριλήφθησαν στην πρόταση διότι, με βάση την εκτίμηση αντικτύπου, δεν θα ήταν επί του παρόντος οικονομικά βιώσιμες στην ΕΕ. Επιπλέον, άλλες συστάσεις δεν πρέπει να συμπεριληφθούν στον παρόντα κανονισμό διότι αναφέρονται σε τεχνικές παραμέτρους που πρέπει να αποτελούν μέρος των μέτρων εφαρμογής ή κανόνων ορθών πρακτικών. Οι συστάσεις σχετικά με τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας δεν συμπεριλήφθησαν στην πρόταση διότι απαιτούνταν περαιτέρω επιστημονική γνωμοδότηση και καλύτερη οικονομική αξιολόγηση για τον συγκεκριμένο τομέα.

(6)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EAAT) εξέδωσε δύο γνωμοδοτήσεις σχετικά με τις πτυχές που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων για τα κύρια συστήματα αναισθητοποίησης και θανάτωσης ορισμένων ειδών ζώων, και συγκεκριμένα τη γνωμοδότηση Welfare aspects of the main systems of stunning and killing the main commercial species of animals του 2004 για τις πτυχές καλής μεταχείρισης για τα κύρια συστήματα αναισθητοποίησης και θανάτωσης των βασικών εμπορεύσιμων ειδών ζώων και τη γνωμοδότηση Welfare aspects of the main systems of stunning and killing applied to commercially farmed deer, goats, rabbits, ostriches, ducks, geese and quail του 2006 για τις πτυχές καλής μεταχείρισης για τα κύρια συστήματα αναισθητοποίησης και θανάτωσης που εφαρμόζονται στα ελάφια, τις αίγες, τους κονίκλους, τις στρουθοκαμήλους, τις πάπιες, τις χήνες και τα ορτύκια που εκτρέφονται για εμπορικούς σκοπούς. Το 2001 η Επιστημονική Επιτροπή για την Υγεία και την Ορθή Μεταχείριση των Ζώων (SCAHAW) ενέκρινε έκθεση σχετικά με την καλή μεταχείριση των ζώων που εκτρέφονται για τη γούνα τους, η οποία περιλαμβάνει ανάλυση των μεθόδων θανάτωσης που εφαρμόζονται σε μονάδες παραγωγής γουναρικών. Η κοινοτική νομοθεσία στον εν λόγω τομέα πρέπει να επικαιροποιηθεί ώστε να λάβει υπόψη τις συγκεκριμένες γνωμοδοτήσεις. Οι συστάσεις για τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης διοξειδίου του άνθρακα για τους χοίρους και τα πουλερικά δεν συμπεριλήφθησαν στην πρόταση διότι, με βάση την εκτίμηση αντικτύπου, δεν θα ήταν επί του παρόντος οικονομικά βιώσιμες στην ΕΕ. Επιπλέον, άλλες συστάσεις δεν πρέπει να συμπεριληφθούν στον παρόντα κανονισμό διότι αναφέρονται σε τεχνικές παραμέτρους που πρέπει να αποτελούν μέρος των μέτρων εφαρμογής ή κανόνων ορθών πρακτικών. Οι συστάσεις σχετικά με τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας δεν συμπεριλήφθησαν στην πρόταση διότι απαιτούνταν περαιτέρω επιστημονική γνωμοδότηση και καλύτερη οικονομική αξιολόγηση για τον συγκεκριμένο τομέα.

Τροπολογία 3

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 15

(15)

Το πρωτόκολλο για την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη σεβασμού των νομοθετικών ή διοικητικών διατάξεων και εθίμων που ισχύουν στα κράτη μέλη και αφορούν τα θρησκευτικά έθιμα, τις πολιτιστικές παραδόσεις και την τοπική κληρονομιά, κατά τη διαμόρφωση και εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών, μεταξύ άλλων και στους τομείς της γεωργίας και της εσωτερικής αγοράς. Είναι επομένως σκόπιμο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού τα πολιτιστικά γεγονότα στα οποία η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της καλής μεταχείρισης των ζώων θα επηρέαζε δυσμενώς την ίδια τη φύση του πολιτιστικού γεγονότος.

(15)

Το πρωτόκολλο για την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη σεβασμού των νομοθετικών ή διοικητικών διατάξεων και εθίμων που ισχύουν στα κράτη μέλη και αφορούν τα θρησκευτικά έθιμα, τις πολιτιστικές ή θρησκευτικής προέλευσης παραδόσεις και την τοπική κληρονομιά, κατά τη διαμόρφωση και εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών, μεταξύ άλλων και στους τομείς της γεωργίας και της εσωτερικής αγοράς. Είναι επομένως σκόπιμο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού τα πολιτιστικά, θρησκευτικά και παραδοσιακά γεγονότα στα οποία η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της καλής μεταχείρισης των ζώων θα επηρέαζε δυσμενώς την ίδια τη φύση του πολιτιστικού γεγονότος.

Τροπολογία 4

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 16

(16)

Επιπλέον, οι πολιτιστικές παραδόσεις αφορούν κληροδοτημένους, καθιερωμένους ή εθιμικούς τρόπους σκέψης, δράσης ή συμπεριφοράς, οι οποίοι ενέχουν την έννοια της μετάδοσης ή της απόκτησης από τους προγόνους. Οι παραδόσεις αυτές συμβάλλουν στην καλλιέργεια μακροχρόνιων κοινωνικών δεσμών μεταξύ γενεών. Υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες αυτές δεν έχουν επίπτωση στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης και δεν εξυπηρετούν σκοπούς παραγωγής , είναι σκόπιμο να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού η θανάτωση ζώων που γίνεται στο πλαίσιο τέτοιων πολιτιστικών γεγονότων.

(16)

Επιπλέον, οι πολιτιστικές ή οι θρησκευτικής προέλευσης παραδόσεις αφορούν κληροδοτημένους, καθιερωμένους ή εθιμικούς τρόπους σκέψης, δράσης ή συμπεριφοράς, οι οποίοι ενέχουν την έννοια της μετάδοσης ή της απόκτησης από τους προγόνους. Οι παραδόσεις αυτές συμβάλλουν στην καλλιέργεια μακροχρόνιων κοινωνικών δεσμών μεταξύ γενεών. Υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες αυτές δεν έχουν επίπτωση στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης, είναι σκόπιμο να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού η σφαγή ζώων που γίνεται στο πλαίσιο τέτοιων πολιτιστικών γεγονότων.

Τροπολογία 5

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 22 α (νέα)

 

(22α)

Οι ανωτέρω νέες προκλήσεις θα έχουν αναπόφευκτα σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις επί των φορέων εκμετάλλευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τη συμμόρφωση προς τους κανόνες που ορίζει ο παρών κανονισμός, θα πρέπει να διατεθεί επαρκής χρηματοδότηση από την Ένωση για να στηριχθεί δημοσιονομικά η αναγκαιότητα να ανατεθεί στην Ένωση ηγετικός ρόλος στη διεθνή σκηνή επί θεμάτων καλής μεταχείρισης των ζώων.

Τροπολογία 6

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 24

(24)

Ανάλογα με το πώς χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία της σφαγής ή της θανάτωσης, ορισμένες μέθοδοι αναισθητοποίησης μπορούν να επιφέρουν τον θάνατο των ζώων με τρόπο που δεν προκαλεί πόνο και ελαχιστοποιεί την αγωνία ή την ταλαιπωρία του ζώου. Επομένως, δεν είναι απαραίτητο να γίνεται διάκριση μεταξύ αντιστρέψιμων και μη αντιστρέψιμων μεθόδων αναισθητοποίησης.

(24)

Ανάλογα με το πώς χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία της σφαγής ή της θανάτωσης, ορισμένες μέθοδοι αναισθητοποίησης μπορούν να επιφέρουν τον θάνατο των ζώων με τρόπο που δεν προκαλεί πόνο και ελαχιστοποιεί την αγωνία ή την ταλαιπωρία του ζώου.

Τροπολογία 7

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 32

(32)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 προβλέπει έναν κατάλογο εγκαταστάσεων από τις οποίες επιτρέπονται εισαγωγές συγκεκριμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης στην Κοινότητα. Οι γενικές και συμπληρωματικές απαιτήσεις που ισχύουν για τα σφαγεία και καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του συγκεκριμένου καταλόγου.

(32)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 προβλέπει έναν κατάλογο εγκαταστάσεων από τις οποίες επιτρέπονται εισαγωγές συγκεκριμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης στην Κοινότητα. Οι γενικές και συμπληρωματικές απαιτήσεις που ισχύουν για τα σφαγεία και καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του συγκεκριμένου καταλόγου. Η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίζει ότι η εισαγωγή κρέατος και προϊόντων κρέατος από τρίτες χώρες που προορίζονται για την εσωτερική αγορά συμμορφούται προς τους γενικούς κανόνες που καθορίζει ο παρών κανονισμός.

Τροπολογία 8

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 33

(33)

Τα σφαγεία και ο εξοπλισμός τους σχεδιάζονται για συγκεκριμένες κατηγορίες ζώων και χωρητικότητες. Όταν οι χωρητικότητες αυτές υπερβαίνονται ή όταν ο εξοπλισμός χρησιμοποιείται για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους έχει σχεδιαστεί, αυτό έχει αρνητικό αντίκτυπο στην καλή μεταχείριση των ζώων. Επομένως, πρέπει να διαβιβάζονται πληροφορίες σχετικά με τις πτυχές αυτές στις αρμόδιες αρχές, οι οποίες πρέπει να αποτελούν μέρος της διαδικασίας έγκρισης των σφαγείων.

(33)

Τα σφαγεία και ο εξοπλισμός τους σχεδιάζονται για συγκεκριμένες κατηγορίες ζώων και χωρητικότητες. Όταν οι χωρητικότητες αυτές υπερβαίνονται ή όταν ο εξοπλισμός χρησιμοποιείται για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους έχει σχεδιαστεί, αυτό έχει αρνητικό αντίκτυπο στην καλή μεταχείριση των ζώων. Επομένως, πρέπει να διαβιβάζονται πληροφορίες σχετικά με τις πτυχές αυτές στις αρμόδιες αρχές, οι οποίες πρέπει να αποτελούν μέρος της διαδικασίας έγκρισης των σφαγείων. Για μικρά, τακτικά ελεγχόμενα σφαγεία με δυναμικό σφαγής έως 50 μονάδες μεγάλων ζώων ανά εβδομάδα ή 150 000 μονάδες πουλερικών ανά έτος, τα οποία ως επί το πλείστον διαθέτουν με άμεση πώληση τρόφιμα σε τελικούς καταναλωτές, δεν απαιτείται δαπανηρή διαδικασία αδειοδότησης, προκειμένου να συνάδουν με τις αρχές αυτού του κανονισμού.

Τροπολογία 9

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 34 α (νέα)

 

(34a)

Είναι αναγκαίο να αποφεύγεται η ταλαιπωρία των ζώων με φόβο και άγχος προ της σφαγής. Για το λόγο αυτό είναι ενδεδειγμένο, να διαμορφώνονται κατά τέτοιο τρόπο οι κατασκευαστικές διευθετήσεις στα σφαγεία, να σχεδιάζονται οι εργασίες στο σφαγείο και να εκπαιδεύεται αντίστοιχα το προσωπικό ώστε να αποφεύγονται το άγχος, ο φόβος και οι πόνοι των ζώων από την εκφόρτωση έως τη σφαγή.

Τροπολογία 10

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 35

(35)

Σε ό,τι αφορά την κατασκευή, τη διαρρύθμιση και τον εξοπλισμό των σφαγείων σημειώνονται συνεχείς επιστημονικές και τεχνικές πρόοδοι. Είναι επομένως σημαντικό η Κοινότητα να εξουσιοδοτήσει την Επιτροπή ώστε να μπορεί να τροποποιεί τις απαιτήσεις που διέπουν την κατασκευή, τη διαρρύθμιση και τον εξοπλισμό των σφαγείων διατηρώντας ταυτόχρονα ένα ομοιόμορφο και υψηλό επίπεδο προστασίας των ζώων.

(35)

Σε ό,τι αφορά την κατασκευή, τη διαρρύθμιση και τον εξοπλισμό των σφαγείων σημειώνονται συνεχείς επιστημονικές και τεχνικές πρόοδοι. Είναι επομένως σημαντικό η Κοινότητα να εξουσιοδοτήσει την Επιτροπή ώστε να μπορεί να τροποποιεί τις απαιτήσεις που διέπουν την κατασκευή, τη διαρρύθμιση και τον εξοπλισμό των σφαγείων διατηρώντας ταυτόχρονα ένα ομοιόμορφο και υψηλό επίπεδο προστασίας των ζώων. Η ανάπτυξη καλύτερων τεχνικών αναισθητοποίησης θα πρέπει πάντοτε να προωθείται. Η έρευνα θα πρέπει επίσης να ενισχυθεί στον τομέα των εναλλακτικών λύσεων για τη σφαγή υπεράριθμων νεοσσών.

Τροπολογία 11

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 37

(37)

Η θανάτωση χωρίς αναισθητοποίηση προϋποθέτει ότι ο λαιμός του ζώου κόβεται με ακρίβεια ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η ταλαιπωρία του. Επιπλέον, η απουσία μηχανικής ακινητοποίησης μετά την τομή ενδέχεται να επιβραδύνει τη διαδικασία αφαίμαξης παρατείνοντας χωρίς λόγο την ταλαιπωρία των ζώων. Τα ζώα που θανατώνονται χωρίς αναισθητοποίηση πρέπει επομένως να ακινητοποιούνται ξεχωριστά.

(37)

Η σφαγή χωρίς αναισθητοποίηση προϋποθέτει ότι ο λαιμός του ζώου κόβεται με ακρίβεια ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η ταλαιπωρία του. Επιπλέον, η απουσία μηχανικής ακινητοποίησης μετά την τομή ενδέχεται να επιβραδύνει τη διαδικασία αφαίμαξης παρατείνοντας χωρίς λόγο την ταλαιπωρία των ζώων. Τα ζώα που θανατώνονται χωρίς αναισθητοποίηση πρέπει επομένως να ακινητοποιούνται ξεχωριστά και αναισθητοποιούνται αποτελεσματικά αμέσως μετά το κόψιμο του λαιμού .

Τροπολογία 12

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 38

(38)

Σε ό,τι αφορά τον χειρισμό και την ακινητοποίηση των ζώων στα σφαγεία σημειώνονται συνεχείς επιστημονικές και τεχνικές πρόοδοι. Είναι επομένως σημαντικό η Κοινότητα να εξουσιοδοτήσει την Επιτροπή ώστε να μπορεί να τροποποιεί τις απαιτήσεις που διέπουν τον χειρισμό και την ακινητοποίηση των ζώων πριν από τη σφαγή διατηρώντας ταυτόχρονα ένα ομοιόμορφο και υψηλό επίπεδο προστασίας των ζώων.

(38)

Σε ό,τι αφορά τον χειρισμό και την ακινητοποίηση των ζώων στα σφαγεία και στις μονάδες παραγωγής γουναρικών σημειώνονται συνεχείς επιστημονικές και τεχνικές πρόοδοι. Είναι επομένως σημαντικό η Κοινότητα να εξουσιοδοτήσει την Επιτροπή ώστε να μπορεί να τροποποιεί τις απαιτήσεις που διέπουν τον χειρισμό και την ακινητοποίηση των ζώων πριν από τη θανάτωση διατηρώντας ταυτόχρονα ένα ομοιόμορφο και υψηλό επίπεδο προστασίας των ζώων.

Τροπολογία 13

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 2 – στοιχείο α – σημείο i

i)

κατά τη διάρκεια τεχνικών ή επιστημονικών πειραμάτων που διεξάγονται υπό την επίβλεψη της αρμόδιας αρχής·

i)

στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που ρυθμίζονται από την οδηγία 86/609/ΕΟΚ της 24ης Νοεμβρίου 1986 του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπούς (1)·

Τροπολογία 14

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 2 – στοιχείο α – σημείο ii

ii)

κατά τη διάρκεια κυνηγετικών δραστηριοτήτων·

ii)

κατά τη διάρκεια διαγωνιστικών κυνηγετικών και αλιευτικών δραστηριοτήτων·

Τροπολογία 15

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 2 – στοιχείο α – σημείο iv α (νέο)

 

(iv a)

στο πλαίσιο των θυσιών που προορίζονται για προσωπική κατανάλωση και οι οποίες απορρέουν από την παράδοση σημαντικών θρησκευτικών εορτών όπως το Πάσχα και τα Χριστούγεννα, και μόνο για περίοδο δέκα ημερών πριν από την ημερομηνία αυτών·

Τροπολογία 16

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 2 – στοιχείο β α (νέο)

 

β α)

στην περίπτωση των ημι-εξημερωμένων ελάφων που πυροβολούνται στον αγρό και υφίστανται επεξεργασία σε εγκατάσταση αγροκτήματος εκτροφής θηραμάτων·

Τροπολογία 17

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 – στοιχείο β

β)

σχετικές διαδικασίες: διαδικασίες όπως ο χειρισμός, ο σταυλισμός, η ακινητοποίηση, η αναισθητοποίηση και η αφαίμαξη ζώων, όταν γίνονται στο πλαίσιο και στον χώρο όπου πρόκειται να θανατωθούν τα ζώα·

β)

σχετικές διαδικασίες: διαδικασίες όπως ο χειρισμός, η εκφόρτωση, ο σταυλισμός, η ακινητοποίηση, η αναισθητοποίηση και η αφαίμαξη ζώων, όταν γίνονται στο πλαίσιο και στον χώρο όπου πρόκειται να σφαγούν τα ζώα·

Τροπολογία 18

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 – στοιχείο β α (νέο)

 

β α)

«αρμόδια αρχή»: η κεντρική αρχή κράτους μέλους, η οποία είναι αρμόδια να εξασφαλίζει την τήρηση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή στην οποία η εν λόγω κεντρική αρχή έχει μεταβιβάσει αυτήν την αρμοδιότητα·

Τροπολογία 19

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 – στοιχείο δ α (νέο)

 

δ α)

αναισθησία: η κατάσταση της έλλειψης συνείδησης κατά την οποία υπάρχει προσωρινή ή μόνιμη διακοπή της λειτουργίας του εγκεφάλου και μετά από την οποία το ζώο αδυνατεί να ανταποκριθεί σε συνήθη ερεθίσματα, συμπεριλαμβανομένου του πόνου·

Τροπολογία 20

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 – στοιχείο στ

στ)

«αναισθητοποίηση»: κάθε μέθοδος που εφαρμόζεται σκόπιμα και επιφέρει απώλεια της αισθητηριακής αντίληψης και ευαισθησίας, χωρίς πόνο, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε μεθόδου καταλήγει σε ακαριαίο θάνατο·

στ)

«αναισθητοποίηση»: κάθε μέθοδος που εφαρμόζεται σκόπιμα και επιφέρει απώλεια της αισθητηριακής αντίληψης και ευαισθησίας, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε μεθόδου καταλήγει σε ακαριαίο θάνατο·

Τροπολογία 21

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 – στοιχείο ζ

(ζ)

θρησκευτικό έθιμο: σειρά πράξεων που σχετίζονται με τη σφαγή ζώων και προβλέπονται από θρησκείες όπως ο μωαμεθανισμός ή ο ιουδαϊσμός ·

(ζ)

θρησκευτικό έθιμο: σειρά πράξεων που σχετίζονται με τη σφαγή ζώων και προβλέπονται από θρησκείες ή απορρέουν από ορισμένες θρησκευτικές εορτές ·

Τροπολογία 22

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 – στοιχείο ια

ια)

«σφαγείο»: οποιαδήποτε εγκατάσταση χρησιμοποιείται για τη σφαγή χερσαίων ζώων·

ια)

«σφαγείο»: μονάδα που χρησιμοποιείται για τη σφαγή και τον καθαρισμό ζώων, των οποίων το κρέας προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

Τροπολογία 23

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 – στοιχείο ιγ

(ιγ)

γουνοφόρα ζώα: θηλαστικά ζώα τα οποία εκτρέφονται κατά κύριο λόγο για την παραγωγή γούνας, όπως τα βιζόν, τα κουνάβια, οι αλεπούδες, τα ρακούν, οι μυοκάστορες και τα τσιντσιλά·

(ιγ)

γουνοφόρα ζώα: θηλαστικά ζώα τα οποία εκτρέφονται κατά κύριο λόγο για την παραγωγή γούνας, όπως τα βιζόν, τα κουνάβια, οι αλεπούδες, τα ρακούν, τα Nyctereutes procyonoides, οι μυοκάστορες, τα κουνέλια και τα τσιντσιλά·

Τροπολογία 24

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 – στοιχείο α

(α)

απολαμβάνουν φυσικής άνεσης και προστασίας, ειδικότερα σε συνθήκες καθαριότητας και κατάλληλης θερμοκρασίας και προφυλασσόμενα από πτώσεις ή ολίσθηση·

(α)

απολαμβάνουν φυσικής άνεσης και προστασίας, ειδικότερα σε συνθήκες κατάλληλης θερμοκρασίας και προφυλάσσονται από πτώσεις ή ολίσθηση·

Τροπολογία 25

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ

(δ)

δεν παρουσιάζουν ενδείξεις πόνου, φόβου , επιθετικής συμπεριφοράς ή άλλη ασυνήθιστη συμπεριφορά·

(δ)

δεν παρουσιάζουν ενδείξεις πόνου, επιθετικής συμπεριφοράς ή άλλη ασυνήθιστη συμπεριφορά·

Τροπολογία 26

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 – στοιχείο στ

στ)

δεν εκτίθενται σε συνθήκες δυσμενούς αλληλεπίδρασης.

Διαγράφεται

Τροπολογία 119

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 – παράγραφος 3 α (νέα)

 

3α.     Η θανάτωση υπεράριθμων νεοσσών μίας ημέρας, ανεξαρτήτως της εφαρμοζόμενης τεχνικής, δεν επιτρέπεται πλέον, στο βαθμό που διατίθενται κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις για τη θανάτωση αυτών των ζώων.

Τροπολογία 27

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

2.    Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν οι σχετικές μέθοδοι προβλέπονται από θρησκευτικά έθιμα, τα ζώα μπορούν να θανατώνονται χωρίς προηγούμενη αναισθητοποίηση, υπό την προϋπόθεση ότι η θανάτωση γίνεται σε σφαγείο.

2.    Σύμφωνα με θρησκευτικά έθιμα, τα ζώα μπορούν να σφάζονται χωρίς προηγούμενη αναισθητοποίηση, υπό την προϋπόθεση ότι η σφαγή γίνεται σε σφαγείο.

Τροπολογία 28

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2

Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τη συγκεκριμένη παρέκκλιση.

Διαγράφεται

Τροπολογία 29

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 – παράγραφος 1

1.   Η αναισθητοποίηση γίνεται σύμφωνα με τις μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα I.

1.   Η αναισθητοποίηση γίνεται σύμφωνα με τις μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα I. Προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η επιστημονική και τεχνική πρόοδος, η Επιτροπή δύναται να εγκρίνει νέες μεθόδους αναισθητοποίησης βάσει αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22, παράγραφος 2.

Τροπολογία 30

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

2.   Το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για την αναισθητοποίηση διενεργεί τακτικούς ελέγχους, ώστε να διασφαλίζει ότι τα ζώα δεν παρουσιάζουν ενδείξεις αισθητηριακής αντίληψης ή ευαισθησίας κατά το διάστημα μεταξύ του τέλους της διαδικασίας αναισθητοποίησης και της επιβεβαίωσης του θανάτου.

2.   Το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για την αναισθητοποίηση διενεργεί τακτικούς ελέγχους, ώστε να διασφαλίζει ότι τα ζώα δεν παρουσιάζουν ενδείξεις αισθητηριακής αντίληψης ή ευαισθησίας κατά το διάστημα μεταξύ του τέλους της διαδικασίας αναισθητοποίησης και του θανάτου.

Τροπολογία 31

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 – παράγραφος 2 α (νέα)

 

2 α.     Μετά την αναισθητοποίηση, η αφαίμαξη αρχίζει το συντομότερο δυνατόν.

Τροπολογία 32

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2

Ωστόσο, τυχόν τέτοιες τροποποιήσεις πρέπει να διασφαλίζουν επίπεδο καλής μεταχείρισης των ζώων τουλάχιστον ισοδύναμο με εκείνο των υφιστάμενων μεθόδων, όπως καταδεικνύεται από επιστημονικά τεκμήρια που δημοσιεύονται σε ανάλογα, διεθνώς αναγνωρισμένα, επιστημονικά περιοδικά .

Ωστόσο, τυχόν τέτοιες τροποποιήσεις πρέπει να διασφαλίζουν επίπεδο καλής μεταχείρισης των ζώων τουλάχιστον ισοδύναμο με εκείνο των υφιστάμενων μεθόδων όπως καταδεικνύεται από τα αρμόζοντα επιστημονικά τεκμήρια .

Τροπολογία 33

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 – παράγραφος 4

4.   Κοινοτικοί κώδικες ορθών πρακτικών σχετικά με τις μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα I μπορούν να εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2.

4.   Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τον σχεδιασμό των διαδικασιών και την εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τις μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα I μπορούν να εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 22, παράγραφος 2.

Τροπολογία 34

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

2.   Οι φορείς εκμετάλλευσης καταρτίζουν και εφαρμόζουν τέτοιες πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας, ώστε να διασφαλίζουν ότι η θανάτωση ζώων και οι σχετικές διαδικασίες εκτελούνται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

2.   Οι φορείς εκμετάλλευσης καταρτίζουν και εφαρμόζουν τέτοιες πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας, ώστε να διασφαλίζουν ότι η σφαγή ζώων και οι σχετικές διαδικασίες εκτελούνται σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1. Προς τον σκοπό αυτό, για τα σφαγεία, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004.

Τροπολογία 35

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 6 – παράγραφος 3

3.   Οι πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας διατίθενται στην αρμόδια αρχή κατόπιν αιτήσεώς της.

3.   Οι πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας διατίθενται στην αρμόδια αρχή κατόπιν αιτήσεώς της. Οι τυχόν αλλαγές των προτύπων διαδικασιών λειτουργίας γνωστοποιούνται εγγράφως στον επίσημο κτηνίατρο.

Τροπολογία 36

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 6 – παράγραφος 3 α (νέα)

 

3α.     Η αρμόδια αρχή μπορεί να τροποποιεί πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας όταν σαφώς δεν είναι σύμφωνες προς τους γενικούς κανόνες και απαιτήσεις που ορίζει ο παρών κανονισμός.

Τροπολογία 120

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 6 – παράγραφος 3 β (νέα)

 

3β.     Οι παράγραφοι 1 έως 3 δεν ισχύουν για τη θανάτωση ζώων σε σφαγεία στα οποία οι κτηνοτροφικές μονάδες που σφαγιάζονται ανά εβδομάδα δεν υπερβαίνουν τις 50.

Τροπολογία 37

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 – παράγραφος 2 – στοιχείο α

α)

χειρισμός και φροντίδα των ζώων πριν από την ακινητοποίησή τους·

α)

Οδήγηση των ζώων προς ακινητοποίηση, αναισθητοποίηση ή σφαγή·

Τροπολογία 38

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 – παράγραφος 2 – στοιχείο στ

στ)

αφαίμαξη ζώντων ζώων.

στ)

αφαίμαξη ζώντων ζώων και /ή τη μέθοδο σφαγής στην οποία παραπέμπει το άρθρο 4, παράγραφος 2 .

Τροπολογία 39

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 – παράγραφος 2 – στοιχείο στ α (νέο)

 

(στ a)

θανάτωση γουνοφόρων ζώων

Τροπολογία 40

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 – παράγραφος 3

3.    Η θανάτωση των γουνοφόρων ζώων επιβλέπεται από πρόσωπο που διαθέτει πιστοποιητικό ικανότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, το οποίο αντιστοιχεί στο σύνολο των διαδικασιών που εκτελούνται υπό την επίβλεψή του.

Διαγράφεται

Τροπολογία 41

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 – στοιχείο α

α)

τις κατηγορίες ή το βάρος των ζώων για τα οποία προορίζεται ο εξοπλισμός·

α)

το είδος ή το βάρος των ζώων για τα οποία προορίζεται ο εξοπλισμός·

Τροπολογία 42

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 – στοιχείο γ α (νέο)

 

γ α)

την συντήρηση και το μέγεθος του εξοπλισμού.

Τροπολογία 43

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 – παράγραφος 2

2.   Κατά τη διάρκεια των εργασιών σφαγής πρέπει να υπάρχει επιτόπου άμεσα διαθέσιμος εφεδρικός εξοπλισμός αναισθητοποίησης, ο οποίος χρησιμοποιείται σε περίπτωση αστοχίας του αρχικού εξοπλισμού.

2.   Κατά τη διάρκεια των εργασιών σφαγής πρέπει να υπάρχει επιτόπου άμεσα διαθέσιμη εφεδρική μέθοδος αναισθητοποίησης, η οποία να χρησιμοποιείται σε περίπτωση αστοχίας του αρχικού εξοπλισμού. Στην περίπτωση όπου αυτό το υλικό υποκατάστασης για την αναισθητοποίηση αφορά βαριές εγκαταστάσεις είναι κατάλληλος κινητός εξοπλισμός.

Τροπολογία 44

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 – παράγραφος 2 α (νέα)

 

2 α.     Ουδέν ζώο ακινητοποιείται εάν ο υπεύθυνος για την αναισθητοποίηση ή τη σφαγή του δεν είναι έτοιμος να το πράξει.

Τροπολογία 45

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 10

Οι απαιτήσεις που ορίζονται στα κεφάλαια II και III του παρόντος κανονισμού ισχύουν για τους σκοπούς του άρθρου 12 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

Κατά την επιθεώρηση των σφαγείων ή των εγκαταστάσεων τρίτων χωρών που έχουν λάβει ή πρόκειται να λάβουν άδεια να εξάγουν προς την Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, οι πραγματογνώμονες της Επιτροπής βεβαιώνονται ότι τα ζώντα ζώα που αναφέρονται στο άρθρο 5 έχουν σφαγιασθεί υπό συνθήκες οι οποίες, από απόψεως καλής μεταχείρισης των ζώων, είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες στον παρόντα κανονισμό.

Το υγειονομικό πιστοποιητικό που συνοδεύει τα κρέατα που εισάγονται από τρίτη χώρα συμπληρώνεται με βεβαίωση ότι τηρήθηκε η ανωτέρω απαίτηση.

Τροπολογία 46

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 10 α (νέο)

 

Άρθρο 10 α

Καθεστώς εισαγωγής από τρίτες χώρες

Η Επιτροπή μεριμνά ώστε το κρέας και τα προϊόντα κρέατος που προέρχονται από τρίτες χώρες και προορίζονται για κατανάλωση στην εσωτερική αγορά να είναι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Τροπολογία 121

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 11 – παράγραφος 2 – εισαγωγικό τμήμα

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 εγκρίνει για κάθε σφαγείο:

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 εγκρίνει για κάθε σφαγείο με δυναμικό σφαγής μεγαλύτερο των 50 μεγάλων ζώων ανά εβδομάδα ή περισσοτέρων των 150 000 μονάδων πουλερικών ανά έτος :

Τροπολογία 48

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 11 – παράγραφος 2 – στοιχείο α

a)

τη μέγιστη ποσότητα φόρτωσης κάθε γραμμής σφαγής·

Διαγράφεται

Τροπολογία 49

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 11 – παράγραφος 2 – στοιχείο γ

γ)

τη μέγιστη χωρητικότητα κάθε χώρου σταυλισμού που προορίζεται για ιπποειδή, βοοειδή, αιγοπρόβατα και χοίρους, πουλερικά και λαγόμορφα.

γ)

τη μέγιστη χωρητικότητα κάθε χώρου σταυλισμού που προορίζεται για ιπποειδή, βοοειδή, αιγοπρόβατα και χοίρους, πουλερικά, στρουθιονίδες και λαγόμορφα.

Τροπολογία 50

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 12 – παράγραφος 2

2.   Οι φορείς εκμετάλλευσης διασφαλίζουν ότι τα ζώα που θανατώνονται χωρίς αναισθητοποίηση ακινητοποιούνται με μηχανικά μέσα.

2.   Οι φορείς εκμετάλλευσης διασφαλίζουν ότι, όποτε είναι εφαρμόσιμο και στην περίπτωση θρησκευτικής σφαγής κατά την οποία τα ζώα σφαγιάζονται χωρίς αναισθητοποίηση , τα ζώα ακινητοποιούνται με μηχανικά μέσα.

Τροπολογία 51

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 12 – παράγραφος 3 – στοιχείο ε

ε)

η χρήση ηλεκτρικού ρεύματος που δεν αναισθητοποιεί ή δεν θανατώνει το ζώο υπό ελεγχόμενες συνθήκες, και ιδίως η εφαρμογή ηλεκτρικού ρεύματος που δεν καλύπτει ολόκληρο τον εγκέφαλο.

Διαγράφεται

Τροπολογία 52

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 12 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2

Ωστόσο, τα σημεία α) και β) δεν ισχύουν για τις γραμμές ανάρτησης που χρησιμοποιούνται για πουλερικά.

Ωστόσο, τα σημεία α) και β) δεν ισχύουν για τις γραμμές ανάρτησης που χρησιμοποιούνται για πουλερικά και λαγόμορφα .

Τροπολογία 53

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13 – παράγραφος 1

1.   Οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν τις κατάλληλες διαδικασίες παρακολούθησης προκειμένου να ελέγχουν και να επιβεβαιώνουν ότι τα ζώα που προορίζονται για σφαγή είναι όντως αναισθητοποιημένα στο διάστημα μεταξύ του τέλους της διαδικασίας αναισθητοποίησης και της επιβεβαίωσης του θανάτου τους.

1.   Οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν τις κατάλληλες διαδικασίες παρακολούθησης προκειμένου να ελέγχουν και να επιβεβαιώνουν ότι τα ζώα που προορίζονται για σφαγή είναι όντως αναισθητοποιημένα στο διάστημα μεταξύ του τέλους της διαδικασίας αναισθητοποίησης και της επιβεβαίωσης του θανάτου τους. Τα ζώα πρέπει να έχουν πεθάνει προτού εφαρμοστεί οιαδήποτε άλλη δυνητικώς επώδυνη διαδικασία εκδοράς ή κατεργασίας του σφαγίου.

Τροπολογία 54

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13 – παράγραφος 4 α (νέα)

 

4 α.     Οι φορείς εκμετάλλευσης των μονάδων εκτροφής γουνοφόρων ζώων γνωστοποιούν εκ των προτέρων στην αρμόδια αρχή το πότε θα θανατωθούν ζώα, ούτως ώστε ο επίσημος κτηνίατρος να μπορεί να ελέγξει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις που εκτίθενται στον παρόντα κανονισμό καθώς και προς τις πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας.

Τροπολογία 55

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13 – παράγραφος 5

5.    Κοινοτικοί κώδικες ορθών πρακτικών σχετικά με τις διαδικασίες παρακολούθησης στα σφαγεία μπορούν να εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2.

5.    Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για την εκπόνηση διαδικασιών και την εφαρμογή κανόνων σχετικά με τις διαδικασίες παρακολούθησης στα σφαγεία μπορούν να εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 22, παράγραφος 2.

Τροπολογία 56

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13 – παράγραφος 5 α (νέα)

 

5 α.     Ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει τακτικά τις προαναφερθείσες διαδικασίες παρακολούθησης και την τήρηση των τυποποιημένων επιχειρησιακών διαδικασιών.

Τροπολογία 57

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 14 – παράγραφος -1 (νέα)

 

-1.     Οι φορείς εκμετάλλευσης είναι υπεύθυνοι για την εξασφάλιση της εφαρμογής των κανόνων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Τροπολογία 58

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 14 – παράγραφος 1

1.   Οι φορείς εκμετάλλευσης διορίζουν έναν υπεύθυνο για την καλή μεταχείριση των ζώων σε κάθε σφαγείο, ο οποίος αναλαμβάνει να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό για το εκάστοτε σφαγείο. Αυτός ενημερώνει απευθείας τον φορέα εκμετάλλευσης σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων.

1.   Οι φορείς εκμετάλλευσης διορίζουν έναν υπεύθυνο για την καλή μεταχείριση των ζώων σε κάθε σφαγείο, ο οποίος αναλαμβάνει να εποπτεύει τη συμμόρφωση με τους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό για το εκάστοτε σφαγείο. Αυτός ενημερώνει απευθείας τον φορέα εκμετάλλευσης σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων.

Τροπολογία 103

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 14 – παράγραφος 5

5.    Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν ισχύουν για τα σφαγεία όπου θανατώνονται λιγότερες από 1 000 μονάδες θηλαστικών ζώων ή 150 000 μονάδες πουλερικών ετησίως.

5.    Τα σφαγεία όπου θανατώνονται ολιγότερες από 1 000 μονάδες θηλαστικών ζώων ή 150 000 μονάδες πουλερικών ετησίως μπορεί να λειτουργούν υπό τον υπεύθυνο για την καλή μεταχείριση των ζώων, η δε διαδικασία για την απόκτηση του πιστοποιητικού ικανότητας θα απλοποιείται σύμφωνα με προδιαγραφές που καθορίζει η αρμόδια αρχή.

Τροπολογία 60

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 15 – παράγραφος 1

1.     Η αρμόδια αρχή και οι φορείς εκμετάλλευσης που αναλαμβάνουν διαδικασία αποπληθυσμού καταρτίζουν σχέδιο δράσης, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, πριν από την έναρξη της διαδικασίας.

Ειδικότερα, οι προγραμματιζόμενες μέθοδοι θανάτωσης και οι αντίστοιχες πρότυπες διαδικασίες λειτουργίας για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να περιλαμβάνονται στα σχέδια εκτάκτου ανάγκης που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία για την υγεία των ζώων, βάσει της υπόθεσης του σχεδίου εκτάκτου ανάγκης σχετικά με το μέγεθος και τον τόπο των πιθανολογούμενων περιπτώσεων εκδήλωσης ασθένειας.

Διαγράφεται

Τροπολογία 61

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 15 – παράγραφος 3

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και σε εξαιρετικές περιστάσεις , η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει παρεκκλίσεις από μία ή περισσότερες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, όταν θεωρεί ότι η συμμόρφωση ενδέχεται να δημιουργεί κινδύνους για τη δημόσια υγεία ή να επιβραδύνει σημαντικά τη διαδικασία εκρίζωσης μιας ασθένειας.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και σε περίπτωση ανωτέρας βίας , η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει παρεκκλίσεις από μία ή περισσότερες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, όταν θεωρεί ότι η συμμόρφωση ενδέχεται να δημιουργεί κινδύνους για τη δημόσια υγεία, να επιβραδύνει σημαντικά τη διαδικασία εκρίζωσης μιας ασθένειας ή να βλάψει ακόμη περισσότερο την καλή μεταχείριση των ζώων .

Τροπολογία 62

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 15 – παράγραφος 4

4.     Εντός ενός έτους από την ημερομηνία περάτωσης της διαδικασίας αποπληθυσμού, οι αρμόδια αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διαβιβάζει στην Επιτροπή και γνωστοποιεί στο κοινό, κυρίως μέσω του Διαδικτύου, έκθεση αξιολόγησης των αποτελεσμάτων της διαδικασίας.

Η έκθεση αυτή πρέπει να αναφέρει ειδικότερα:

a)

τους λόγους του αποπληθυσμού·

β)

τον αριθμό και το είδος των ζώων που θανατώθηκαν·

γ)

τις μεθόδους αναισθητοποίησης και θανάτωσης που χρησιμοποιήθηκαν·

δ)

μια περιγραφή των δυσκολιών που ανέκυψαν και, κατά περίπτωση, των λύσεων που προκρίθηκαν για την ανακούφιση ή την ελαχιστοποίηση της ταλαιπωρίας των σχετικών ζώων·

ε)

τυχόν παρεκκλίσεις που εγκρίθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Διαγράφεται

Τροπολογία 63

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 16

Σε περίπτωση θανάτωσης εκτάκτου ανάγκης, ο υπεύθυνος για τα ζώα προς θανάτωση λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την όσο το δυνατόν συντομότερη θανάτωσή τους.

Σε περίπτωση σφαγής εκτάκτου ανάγκης, ο υπεύθυνος για τα ζώα προς θανάτωση λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την όσο το δυνατόν συντομότερη σφαγή τους με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, τμήμα Ι, κεφάλαιο VΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 σχετικά με την επείγουσα σφαγή ζώων εκτός σφαγείου.

Τροπολογία 64

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 17

Άρθρο 17

Κέντρα αναφοράς

1.     Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει ένα εθνικό κέντρο αναφοράς (στο εξής «κέντρο αναφοράς»), το οποίο θα αναλάβει:

a)

να παρέχει επιστημονική και τεχνική εμπειρογνωμοσύνη σε ό, τι αφορά την έγκριση των σφαγείων

β)

να διεξάγει αξιολογήσεις των νέων μεθόδων αναισθητοποίησης

γ)

να ενθαρρύνει ενεργά την ανάπτυξη, εκ μέρους των φορέων εκμετάλλευσης και άλλων ενδιαφερομένων, κωδίκων ορθής πρακτικής για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και να δημοσιοποιεί και διαδίδει τους κώδικες αυτούς, καθώς και να παρακολουθεί την εφαρμογή τους·

δ)

να αναπτύξει κατευθυντήριες γραμμές υπόψη της αρμόδιας αρχής για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού·

ε)

να πιστοποιεί φορείς και άλλες οντότητες προκειμένου να εκδίδουν πιστοποιητικά ικανότητας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18·

στ)

να επικοινωνεί και να συνεργάζεται με την Επιτροπή και τα υπόλοιπα κέντρα αναφοράς προκειμένου να ανταλλάσσει τεχνικές και επιστημονικές πληροφορίες και βέλτιστες πρακτικές σε ό, τι αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.     Εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη πρέπει να διαβιβάσουν λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα κέντρα αναφοράς τους στην Επιτροπή και στα υπόλοιπα κράτη μέλη και να γνωστοποιήσουν τις πληροφορίες αυτές στο κοινό μέσω του Διαδικτύου.

3.     Τα κέντρα αναφοράς μπορούν να οργανωθούν υπό μορφή δικτύου, αποτελούμενου από ξεχωριστές οντότητες, υπό την προϋπόθεση ότι καλύπτονται όλα τα καθήκοντα που παρατίθενται στην παράγραφο 1 για όλες τις σχετικές δραστηριότητες που εκτελούνται σε κάθε κράτος μέλος.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν σε οντότητα που βρίσκεται εκτός της επικράτειάς τους την εκτέλεση ενός ή περισσοτέρων από τα συγκεκριμένα καθήκοντα.

Διαγράφεται

Τροπολογία 65

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 – παράγραφος 1 – στοιχείο β

β)

την έκδοση πιστοποιητικών ικανότητας που θα βεβαιώνουν την επιτυχία του κατόχου σε ανεξάρτητη τελική εξέταση· τα θέματα της εξέτασης αυτής θα είναι σχετικά με τις κατηγορίες των οικείων ζώων και θα αντιστοιχούν στις διαδικασίες που παρατίθενται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, όπως και στα θέματα που ορίζονται στο παράρτημα IV·

β)

αυτοί που αναλαμβάνουν την ανάπτυξη και την εφαρμογή των τυποποιημένων επιχειρησιακών διαδικασιών που ορίζονται στο άρθρο 6, θα έχουν λάβει την κατάλληλη κατάρτιση·

Τροπολογία 66

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ

γ)

την έγκριση προγραμμάτων κατάρτισης για τα μαθήματα που αναφέρονται στο σημείο α) και για το περιεχόμενο και τους όρους της εξέτασης που αναφέρονται στο σημείο β)·

Διαγράφεται

Τροπολογία 67

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 – παράγραφος 2

2.    Η αρμόδια αρχή μπορεί να αναθέτει την οργάνωση των μαθημάτων, την τελική εξέταση και την έκδοση του πιστοποιητικού ικανότητας σε ξεχωριστό φορέα ή οντότητα, η οποία:

a)

διαθέτει την ανάλογη εμπειρία, προσωπικό και εξοπλισμό·

β)

είναι ανεξάρτητη και απαλλαγμένη από οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων σε ό,τι αφορά την έκδοση των πιστοποιητικών ικανότητας·

γ)

είναι πιστοποιημένη από το κέντρο αναφοράς.

Τα στοιχεία των φορέων ή οντοτήτων αυτών γνωστοποιούνται στο κοινό, ειδικά μέσω του Διαδικτύου.

2.    Τα εκπαιδευτικά προγράμματα διαμορφώνονται και, ενδεχομένως, εκτελούνται από την ίδια την επιχείρηση ή από φορέα εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή.

Η επιχείρηση εκδίδει τα σχετικά πιστοποιητικά ικανότητας.

Η αρμόδια αρχή, όποτε το θεωρεί απαραίτητο, μπορεί να διαμορφώνει και να εκτελεί εκπαιδευτικά προγράμματα και να εκδίδει τα πιστοποιητικά ικανότητας.

Τροπολογία 68

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1

3.    Τα πιστοποιητικά ικανότητας αναφέρουν για ποιες κατηγορίες ζώων και για ποιες από τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 2 ή 3 ισχύουν.

3.    Τα κράτη μέλη ορίζουν την αρμόδια αρχή η οποία θα είναι υπεύθυνη για την έγκριση του περιεχομένου των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που ορίζονται στην παράγραφο 2.

Τροπολογίες 69 και 70

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2

Η ισχύς των πιστοποιητικών ικανότητας δεν πρέπει να υπερβαίνει τα πέντε χρόνια .

Η ισχύς των πιστοποιητικών ικανότητας είναι απεριόριστη. Οι κάτοχοι πιστοποιητικών ικανότητας υποχρεούνται να συμμετέχουν τακτικά σε μετεκπαιδεύσεις .

Τροπολογία 71

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 24 – παράγραφος 2

2.   Έως την 31η Δεκεμβρίου 2014, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την έκδοση πιστοποιητικών ικανότητας, όπως αναφέρονται στο άρθρο 18, χωρίς εξέταση των προσώπων που μπορούν να αποδείξουν σχετική αδιάλειπτη επαγγελματική εμπειρία τουλάχιστον [δέκα] ετών .

2.   Έως την 31η Δεκεμβρίου 2014, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την έκδοση πιστοποιητικών ικανότητας, όπως αναφέρονται στο άρθρο 18, χωρίς εξέταση των προσώπων που μπορούν να αποδείξουν κατάλληλη κατάρτιση και σχετική αδιάλειπτη επαγγελματική εμπειρία τουλάχιστον δώδεκα μηνών πριν από τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού .

Τροπολογία 72

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 24 – παράγραφος 2 α (νέα)

 

2a.     Έως την 1η Ιανουαρίου 2013 το αργότερο η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο όσον αφορά τη θέσπιση όρων και κανόνων σχετικά με την αυξανόμενη χρήση κινητών σφαγείων εντός της Ένωσης, διασφαλίζοντας τη λήψη όλων των προληπτικών μέτρων σ' αυτές τις κινητές μονάδες για να μην τεθεί σε κίνδυνο η καλή μεταχείριση των ζώων.

Τροπολογία 73

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα I – κεφάλαιο I – πίνακας I – γραμμή αριθ. 2 – κατηγορία ζώων

Μηρυκαστικά βάρους έως 10 κιλών , πουλερικά και λαγόμορφα.

Μηρυκαστικά, πουλερικά και λαγόμορφα.

Τροπολογία 74

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα I – κεφάλαιο I – πίνακας I – γραμμή αριθ. 2 – βασικές παράμετροι – εδάφιο 2

Κατάλληλη ταχύτητα και διάμετρος της ράβδου ανάλογα με το μέγεθος και το είδος του ζώου.

Κατάλληλη ταχύτητα και διάμετρος της ράβδου (μέθοδος πλάκας επαφής) ανάλογα με το μέγεθος και το είδος του ζώου.

Τροπολογία 75

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα I – κεφάλαιο I – πίνακας 2 – σειρά αριθ. 2 – ονομασία

Ηλεκτρική θανάτωση με ηλεκτρόδια σε κεφαλή και πλάτη

Ηλεκτρική αναισθητοποίηση ή σφαγή με ηλεκτρόδια σε κεφαλή και καρδιά ή κεφαλή και πλάτη

Τροπολογία 76

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα I – κεφάλαιο I – πίνακας 2 – σειρά αριθ. 2 – κατηγορία ζώων

Όλα τα είδη εκτός από αμνούς και χοιρίδια με βάρος ζώντος ζώου μικρότερο των 5 kg και βοοειδή .

Όλα τα είδη.

Τροπολογία 77

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα I – κεφάλαιο I – πίνακας 3 – γραμμή αριθ. 2 – κατηγορία ζώων

Χοίροι και πουλερικά.

Χοίροι, πουλερικά και γουνοφόρα ζώα .

Τροπολογία 78

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα I – Κεφάλαιο II – στοιχείο 7 – σημείο 7.1 α (νέο)

 

7.1 α.

Διοξείδιο του άνθρακα σε συγκεντρώσεις άνω του 30 % δεν χρησιμοποιείται προς αναισθητοποίηση ή σφαγή πουλερικών εντός σφαγείου. Αυτές οι συγκεντρώσεις επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνον προς θανάτωση πλεοναζόντων νεοσσών ή έλεγχο ασθενειών.

Τροπολογία 79

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα II – σημείο 2.3

2.3.

Μεταξύ των χώρων σταυλισμού και της αύλακας που οδηγεί στο σημείο αναισθητοποίησης πρέπει να υπάρχει χώρος αναμονής, με επίπεδο δάπεδο και σταθερές πλευρές, ώστε να διασφαλίζεται η σταθερή παροχή ζώων προς αναισθητοποίηση και θανάτωση και να αποτρέπεται η βιαστική διοχέτευσή τους από τους χώρους σταυλισμού. Ο χώρος αναμονής πρέπει να είναι σχεδιασμένος με τρόπο ώστε να αποτρέπεται το ενδεχόμενο παγίδευσης ή ποδοπατήματος των ζώων.

2.3.

Μεταξύ των χώρων σταυλισμού και της αύλακας που οδηγεί στο σημείο αναισθητοποίησης πρέπει να υπάρχει χώρος αναμονής, ώστε να διασφαλίζεται η σταθερή παροχή ζώων προς αναισθητοποίηση και σφαγή και να αποτρέπεται η βιαστική διοχέτευσή τους από τους χώρους σταυλισμού. Ο χώρος αναμονής πρέπει να είναι σχεδιασμένος με τρόπο ώστε να αποτρέπεται το ενδεχόμενο παγίδευσης ή ποδοπατήματος των ζώων.

Τροπολογία 80

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα II – σημείο 3.2

Τα πλαίσια ακινητοποίησης που χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με διατρητική ράβδο πρέπει να διαθέτουν διάταξη που να περιορίζει τόσο την οριζόντια όσο και την κατακόρυφη κίνηση της κεφαλής του ζώου.

Διαγράφεται

Τροπολογία 81

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα II – σημείο 3.3

3.3.

Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται συστήματα ακινητοποίησης των βοοειδών με αντιστροφή ή οποιαδήποτε άλλη μη φυσιολογική θέση.

Διαγράφεται

Τροπολογία 82

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα II – σημείο 4.1 α (νέο)

 

4.1 α

Ο εξοπλισμός ηλεκτρικής αναισθητοποίησης:

α)

ενσωματώνει ακουστική ή οπτική διάταξη που να δείχνει τη διάρκεια επιβολής του ρεύματος στο ζώο

β)

συνδέεται με διάταξη η οποία να δείχνει την τάση και την ένταση του ρεύματος και η οποία τοποθετείται έτσι ώστε να είναι ευκρινώς ορατή από τον χειριστή.

Τροπολογία 83

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα II – σημείο 4.2

4.2.

Οι ηλεκτρικές συσκευές πρέπει να παρέχουν συνεχές ρεύμα.

Διαγράφεται

Τροπολογία 84

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα II – σημείο 7.2

7.2.

Οι εγκαταστάσεις για πουλερικά πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται με τρόπο ώστε τα ζώα να μεταφέρονται στους θαλάμους αερίων μόνο σε κιβώτια μεταφοράς, χωρίς να εκφορτώνονται.

7.2.

Τα ζώντα πουλερικά θα πρέπει να μεταφέρονται στους θαλάμους αερίων είτε στα κιβώτια μεταφοράς τους είτε σε κυλιόμενους ιμάντες.

Τροπολογία 85

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 1.2

1.2.

Τα ζώα πρέπει να εκφορτώνονται όσο το δυνατόν συντομότερα μετά την άφιξή τους και στη συνέχεια να σφαγιάζονται χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.

Όταν πρόκειται για πουλερικά ή λαγόμορφα, ο συνολικός χρόνος μεταφοράς που προστίθεται στον χρόνο που μεσολαβεί μεταξύ εκφόρτωσης και σφαγής δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 12 ώρες.

Όταν πρόκειται για θηλαστικά, με εξαίρεση τα λαγόμορφα, ο συνολικός χρόνος μεταφοράς που προστίθεται στον χρόνο που μεσολαβεί μεταξύ εκφόρτωσης και σφαγής δεν πρέπει να υπερβαίνει:

a)

19 ώρες για ζώα που δεν έχουν απογαλακτιστεί·

β)

24 ώρες για τα ιπποειδή και τους χοίρους·

γ)

29 ώρες για τα μηρυκαστικά.

Μετά την παρέλευση των παραπάνω χρονικών ορίων, τα ζώα πρέπει να σταυλίζονται, να θρέφονται και στη συνέχεια να τους παρέχεται μέτρια ποσότητα τροφής ανά κατάλληλα διαστήματα. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να παρέχεται επίσης στα ζώα κατάλληλη ποσότητα στρωμνής ή ισοδύναμου υλικού το οποίο να εγγυάται επίπεδο άνεσης κατάλληλο για το εκάστοτε είδος και αριθμό ζώων. Το υλικό αυτό πρέπει να διασφαλίζει επαρκή απορρόφηση των ούρων και κοπράνων των ζώων.

Διαγράφεται

Τροπολογία 86

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 1.5

Όσον αφορά τη σφαγή, προτεραιότητα σε σχέση με άλλα ζώα δίνεται σε όσα δεν έχουν ακόμα απογαλακτιστεί, στα ζώα γαλακτοπαραγωγής, στα θηλυκά που γέννησαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ή στα ζώα που παραδίδονται σε κιβώτια. Εάν αυτό δεν είναι εφικτό, λαμβάνονται μέτρα ώστε να περιορίζεται η ταλαιπωρία των συγκεκριμένων ζώων, και ειδικότερα ως εξής:

a)

σφαγή των ζώων γαλακτοπαραγωγής εντός 12 ωρών από την άφιξή τους·

β)

διασφάλιση κατάλληλων συνθηκών γαλουχίας και καλής μεταχείρισης για το νεογέννητο σε περίπτωση τοκετού·

γ)

παροχή νερού σε περίπτωση ζώων που παραδίδονται σε κιβώτια μεταφοράς.

Διαγράφεται

Τροπολογία 87

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 1.7 – στοιχείο γ

γ)

να ανυψώνονται ή να σέρνονται τα ζώα από το κεφάλι, τα αφτιά, τα κέρατα, τα πόδια, την ουρά ή το μαλλί τους, ή να υφίστανται μεταχείριση με τρόπο που τους προκαλεί πόνο ή ταλαιπωρία που μπορεί να αποφευχθεί·

γ)

να ανυψώνονται ή να σέρνονται τα ζώα από το κεφάλι, τα αφτιά, τα κέρατα, τα πόδια (εξαιρέσει των ποδιών των πουλερικών και των λαγομόρφων) , την ουρά ή το μαλλί τους, ή να υφίστανται μεταχείριση με τρόπο που τους προκαλεί πόνο ή ταλαιπωρία που μπορεί να αποφευχθεί·

Τροπολογία 88

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – στοιχείο 1.8 α (νέο)

 

1.8 α

Ηλεκτρικά μέσα αναισθητοποίησης δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη συγκράτηση ή την ακινητοποίηση των ζώων ή για να τα αναγκάσουν να κινηθούν.

Τροπολογία 89

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – στοιχείο 1.8 β (νέο)

 

1.8 β

Ζώα τα οποία δεν είναι σε θέση να μετακινηθούν δεν πρέπει να σύρονται στον τόπο σφαγής αλλά να σφάζονται επί τόπου.

Τροπολογία 90

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 2.1

2.1.

Κάθε ζώο πρέπει να έχει επαρκή χώρο ώστε να μπορεί να στέκεται όρθιο, να ξαπλώνει και να γυρίζει στην αντίθετη πλευρά.

2.1.

Με εξαίρεση τα μεγάλα βοοειδή που σταυλίζονται σε ατομικά χωρίσματα για διάρκεια που δεν υπερβαίνει ένα εύλογο χρονικό διάστημα, κάθε ζώο πρέπει να έχει επαρκή χώρο ώστε να μπορεί να στέκεται όρθιο, να ξαπλώνει και να γυρίζει στην ατίθετη πλευρά.

Τροπολογία 91

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 2 α (νέο)

 

2 α.

Αναισθητοποίηση με διατρητική ράβδο

2 α.1

Η διατρητική ράβδος πρέπει να τοποθετείται κατά τρόπον ώστε το βλήμα να διεισδύει στο φλοιό του εγκεφάλου. Συγκεκριμένα, απαγορεύεται τα βοοειδή να βάλλονται στον αυχένα. Για τα αιγοπρόβατα η μέθοδος αυτή επιτρέπεται όταν τα κέρατα καθιστούν αδύνατη τη βολή στο μέτωπο του ζώου. Στην περίπτωση αυτή, το διατρητικό όργανο πρέπει να τοποθετείται αμέσως πίσω από τη βάση των κεράτων με κατεύθυνση προς το στόμα, η δε αφαίμαξη πρέπει να αρχίζει εντός 15 δευτερολέπτων από τη βολή.

2 α.2

Όταν χρησιμοποιείται όργανο με διατρητική ράβδο, ο χειριστής πρέπει να βεβαιώνεται ότι η ράβδος επανέρχεται όντως στην αρχική της θέση έπειτα από κάθε βολή, διαφορετικά το όργανο δεν πρέπει να επαναχρησιμοποιείται πριν να επισκευασθεί.

Τροπολογία 92

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 2 β (νέο)

 

2 β.

Ακινητοποίηση των ζώων

Δεν πρέπει να τοποθετείται ζώο σε πλαίσιο αναισθητοποίησης ή να τοποθετείται η κεφαλή του ζώου σε διάταξη η οποία να περιορίζει την κίνησή της εάν ο χειριστής που πρόκειται να αναισθητοποιήσει το ζώο δεν είναι έτοιμος να το πράξει ευθύς ως το ζώο τοποθετηθεί στο πλαίσιο αναισθητοποίησης ή η κεφαλή του ζώου προσδεθεί.

Τροπολογία 93

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 3.1

3.1.

Όταν προβλέπεται ένας μόνο υπεύθυνος για την αναισθητοποίηση, την αγκίστρωση, την ανύψωση και την αφαίμαξη των ζώων, αυτός πρέπει να εκτελεί όλες αυτές τις διαδικασίες κατά σειρά σε ένα ζώο προτού να τις επαναλάβει στο επόμενο.

3.1.

Όταν προβλέπεται ένας μόνο υπεύθυνος για την αναισθητοποίηση, την αγκίστρωση, την ανύψωση και την αφαίμαξη των ζώων, αυτός πρέπει να εκτελεί όλες αυτές τις διαδικασίες κατά σειρά σε ένα ζώο προτού να τις επαναλάβει στο επόμενο. Η απαίτηση αυτή δεν ισχύει όποτε χρησιμοποιείται η ομαδική αναισθητοποίηση.

Τροπολογία 94

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 3.1 α (νέο)

 

3.1 α.

Η αφαίμαξη πρέπει να αρχίζει χωρίς χρονοτριβή μετά την αναισθητοποίηση και να εκτελείται κατά τρόπον ώστε να επιτυγχάνεται ταχεία, άφθονη και πλήρης ροή του αίματος.

Τροπολογία 95

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 3.2 α (νέο)

 

3.2α.

Μετά την τομή των αιμοφόρων αγγείων, δεν πρέπει να διενεργείται στα ζώα καμία εργασία καθαρισμού ούτε ηλεκτρική διέγερση πριν ολοκληρωθεί η αφαίμαξη και, εν πάση περιπτώσει, όχι πριν από την παρέλευση:

α)

στην περίπτωση γαλοπούλας ή χήνας περιόδου τουλάχιστον 120 δευτερολέπτων·

β)

στην περίπτωση οιουδήποτε άλλου πουλερικού περιόδου τουλάχιστον 90 δευτερολέπτων·

γ)

στην περίπτωση αναισθητοποιημένων βοοειδών περιόδου τουλάχιστον 30 δευτερολέπτων·

δ)

στην περίπτωση βοοειδών που δεν έχουν αναισθητοποιηθεί περιόδου τουλάχιστον 120 δευτερολέπτων·

ε)

στην περίπτωση προβάτων, αιγών, χοίρων και ελαφιών περιόδου τουλάχιστον 20 δευτερολέπτων.

Τροπολογία 112

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – στοιχείο 3.2 β (νέο)

 

3.2β.

Όταν σφαγιάζεται ζώο που κυοφορεί:

α)

Εάν η μήτρα είναι ανέπαφη, το έμβρυο πρέπει να αφεθεί εντός της έως ότου αποθάνει.

β)

Εν αμφιβόλω, ή εάν εντός της μήτρας ζώου μετά τη σφαγή ευρεθεί έμβρυο έχον τις αισθήσεις του, πρέπει να αφαιρεθεί πάραυτα, να αναισθητοποιηθεί με διατρητική ράβδο και διείσδυση και να θανατωθεί με αφαίμαξη.

Τα σφαγεία πρέπει να έχουν διαθέσιμο κατάλληλο εξοπλισμό για να εκτελεσθεί η διαδικασία πάραυτα, εάν απαιτείται.

Τροπολογία 96

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα III – σημείο 3.3

3.3.

Τα πτηνά δεν πρέπει να σφαγιάζονται με τη χρήση αυτόματων κοπτήρων λαιμού εκτός εάν μπορεί να διαπιστωθεί το κατά πόσο οι κοπτήρες έχουν αποκόψει αποτελεσματικά τα αιμοφόρα αγγεία ή όχι. Όταν διαπιστώνεται ότι οι κοπτήρες δεν λειτούργησαν αποτελεσματικά, το πτηνό πρέπει να θανατώνεται αμέσως.

3.3.

Τα πτηνά δεν πρέπει να σφαγιάζονται με τη χρήση αυτόματων κοπτήρων λαιμού εκτός εάν μπορεί να διαπιστωθεί το κατά πόσο οι κοπτήρες έχουν αποκόψει αποτελεσματικά τα αιμοφόρα αγγεία ή όχι. Όταν διαπιστώνεται ότι οι κοπτήρες δεν λειτούργησαν αποτελεσματικά, το πτηνό πρέπει να σφαγιάζεται αμέσως.

Τροπολογία 97

Πρόταση κανονισμού

Παράρτημα IV – σημείο στ α (νέο)

 

στ α)

η θανάτωση γουνοφόρων ζώων.

Πρακτικές πτυχές του χειρισμού και της ακινητοποίησης των ζώων.

Πρακτικές πτυχές των τεχνικών αναισθητοποίησης.

Εφεδρικές μέθοδοι αναισθητοποίησης ή/και σφαγής.

Συντήρηση εξοπλισμού αναισθητοποίησης ή/και σφαγής.

Παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της αναισθητοποίησης.


(1)   ΕΕ L 358, 18.12.1986, σ. 1.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009

5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/347


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων για την περίοδο 2008 έως 2013 ***I

P6_TA(2009)0375

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τροποποίηση της απόφασης αριθ. 573/2007/ΕΚ σχετικά με την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, όσον αφορά την κατάργηση της χρηματοδότησης ορισμένων κοινοτικών δράσεων και την αλλαγή του ορίου για τη χρηματοδότησή τους (COM(2009)0067 – C6-0070/2009 – 2009/0026(COD))

2010/C 212 E/50

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0067),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 63, πρώτο εδάφιο, σημείο 2, στοιχείο β) της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0070/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0280/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/348


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ελάχιστοι κανόνες για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο (αναδιατύπωση) ***I

P6_TA(2009)0376

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (αναδιατύπωση) (COM(2008)0815 – C6-0477/2008 – 2008/0244(COD))

2010/C 212 E/51

(Διαδικασία συναπόφασης – αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0815),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 63, παράγραφος 1, στοιχείο β) της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0477/2008),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων (1),

έχοντας υπόψη την από 4ης Απριλίου 2009 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, σύμφωνα με το άρθρο 80α, παράγραφος 3, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 80α και 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0285/2009),

A.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφιστάμενων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως έχει προσαρμοστεί με βάση τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και τις τεχνικές τροποποιήσεις που ενέκρινε η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 77, 28.3.2002, σ. 1.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0244

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας2009/…/ΕΚτου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 παράγραφος 1 σημείο 1 στοιχείο β),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζητήθηκε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην οδηγία 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 2003 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, πρέπει να επέλθουν ορισμένες ουσιαστικές αλλαγές (4). Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Η κοινή πολιτική ασύλου, που περιλαμβάνει το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Κοινότητα.

(3)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά την ειδική σύνοδο που πραγματοποίησε στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, συμφώνησε να εργασθεί για τη θέσπιση ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για το άσυλο, βασιζόμενου στην πλήρη και συνολική εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, περί του καθεστώτος των προσφύγων, όπως συμπληρώθηκε με το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967, τηρουμένης κατ’ αυτόν τον τρόπο της αρχής της μη επαναπροώθησης.

(4)

Στα συμπεράσματα του Τάμπερε προβλέπεται ότι το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο θα πρέπει να συμπεριλάβει βραχυπρόθεσμα κοινές ελάχιστες απαιτήσεις για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο.

(5)

Η θέσπιση ελάχιστων προτύπων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο αποτελεί ένα περαιτέρω βήμα προς τη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου.

(6)

Έχει πλέον ολοκληρωθεί η πρώτη φάση της δημιουργίας ενός Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, το οποίο αναμένεται να οδηγήσει, μακροπρόθεσμα, σε κοινή διαδικασία και σε ενιαίο καθεστώς, το οποίο θα ισχύει σε ολόκληρη την Ένωση, για εκείνους στους οποίους χορηγείται άσυλο. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 4ης Νοεμβρίου 2004 ενέκρινε το Πρόγραμμα της Χάγης το οποίο θέτει τους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης κατά την περίοδο 2005-2010. Στο πλαίσιο αυτό, το Πρόγραμμα της Χάγης κάλεσε την ║ Επιτροπή να προβεί σε διεξοδική αξιολόγηση των νομικών πράξεων της πρώτης φάσης και να υποβάλει τις πράξεις και τα μέτρα της δεύτερης φάσης στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να εκδοθούν πριν από τα τέλη του 2010.

(7)

Υπό το φως των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων που πραγματοποιήθηκαν, κρίνεται σκόπιμο σε αυτό το στάδιο, να επιβεβαιωθούν οι αρχές στις οποίες βασίζεται η οδηγία 2003/9/ΕΚ με σκοπό να εξασφαλισθούν βελτιωμένες συνθήκες υποδοχής για τους αιτούντες άσυλο.

(8)

Για να εξασφαλισθεί ίση μεταχείριση των αιτούντων άσυλο στο σύνολο της Ένωσης, η παρούσα οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα στάδια και τους τύπους διαδικασιών που αφορούν τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας, καθώς και σε όλους τους χώρους και τις εγκαταστάσεις που φιλοξενούν αιτούντες άσυλο.

(9)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη πρέπει να επιδιώκουν την επίτευξη πλήρους συμμόρφωσης με τις αρχές του απώτερου συμφέροντος του παιδιού και της σημασίας της ενότητας της οικογένειας, σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού του 1989 και με την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών αντιστοίχως.

(10)

Όσον αφορά τη μεταχείριση των προσώπων που εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από υποχρεώσεις που υπέχουν από πράξεις διεθνούς δικαίου στις οποίες είναι μέρη.

(11)

Είναι σκόπιμο να θεσπισθούν ελάχιστα πρότυπα για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο, τα οποία κανονικά θα επαρκούν για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου και συγκρίσιμων συνθηκών διαβίωσης σε όλα τα κράτη μέλη ▐.

(12)

Η εναρμόνιση των συνθηκών υποδοχής των αιτούντων άσυλο θα πρέπει να συμβάλλει στον περιορισμό των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο, οι οποίες επηρεάζονται από την ανομοιογένεια των συνθηκών υποδοχής τους.

(13)

Για να εξασφαλισθεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων διεθνή προστασία και να διασφαλισθεί η συνοχή με το ισχύον κεκτημένο της EE, και ιδίως με την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους (5), είναι σκόπιμο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ώστε να συμπεριλάβει τους αιτούντες επικουρική προστασία.

(14)

Για να προωθηθεί η αυτάρκεια των αιτούντων άσυλο και να περιοριστούν οι σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών, είναι ουσιαστικής σημασίας να θεσπιστούν σαφείς κανόνες σχετικά με την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας.

(15)

Ο άμεσος εντοπισμός και η παρακολούθηση των ατόμων με ειδικές ανάγκες πρέπει να αποτελεί πρωταρχική μέριμνα των εθνικών αρχών ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι όροι υποδοχής τους σχεδιάζονται ειδικά με σκοπό την κάλυψη των ειδικών τους αναγκών.

(16)

Η κράτηση αιτούντων άσυλο πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τη βασική αρχή ότι ένα πρόσωπο δεν μπορεί να κρατείται απλώς και μόνον επειδή ζήτησε διεθνή προστασία, ιδίως σύμφωνα με τις υποχρεώσεις διεθνούς δικαίου των κρατών μελών, ως προκύπτει ειδικότερα από το άρθρο 31 της σύμβασης της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 για το καθεστώς των προσφύγων. Ιδιαίτερα, τα κράτη μέλη δεν πρέπει να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις στους αιτούντες άσυλο λόγω παράνομης εισόδου ή διαμονής, και εφαρμόζουν στις κινήσεις των προσφύγων τούτων μόνον τα απαραίτητα περιοριστικά μέτρα. Στο πλαίσιο αυτό, η κράτηση αιτούντων άσυλο πρέπει να είναι δυνατή μόνον σε σαφώς καθορισμένες, εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και να διέπεται από την αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας όσον αφορά τόσο τον τρόπο όσο και τον σκοπό της εν λόγω κράτησης. Εφόσον οι αιτούντες άσυλο τελούν υπό κράτηση, πρέπει να έχουν το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον εθνικού δικαστηρίου.

(17)

Οι αιτούντες που τελούν υπό κράτηση πρέπει να αντιμετωπίζονται με πλήρη σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, και οι όροι υποδοχής τους θα πρέπει να έχουν σχεδιασθεί ειδικά με σκοπό την κάλυψη των αναγκών που οφείλονται στην κατάσταση αυτή. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνούν για την εφαρμογή του άρθρου 37 της σύμβασης του 1989 των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού.

(18)

Προκειμένου να διασφαλίζεται η τήρηση των ελάχιστων διαδικαστικών εγγυήσεων που συνίστανται στην παροχή της δυνατότητας επικοινωνίας με οργανώσεις ή ομάδες προσώπων που παρέχουν νομική συνδρομή, θα πρέπει να παρέχεται πληροφόρηση στις εν λόγω οργανώσεις και ομάδες προσώπων.

(19)

Θα πρέπει να περισταλεί η δυνατότητα κατάχρησης του συστήματος υποδοχής με τον καθορισμό των περιστάσεων κατά τις οποίες μπορούν να περιοριστούν ή να ανακληθούν οι συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο διασφαλίζοντας συγχρόνως ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για όλους τους αιτούντες άσυλο.

(20)

Θα πρέπει να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των εθνικών συστημάτων υποδοχής και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα υποδοχής των αιτούντων άσυλο.

(21)

Θα πρέπει να ενθαρρύνεται ο κατάλληλος συντονισμός μεταξύ των αρμόδιων αρχών όσον αφορά την υποδοχή των αιτούντων άσυλο και οι αρμονικές σχέσεις μεταξύ των τοπικών κοινωνιών και των κέντρων φιλοξενίας.

(22)

Εξ ορισμού, τα ελάχιστα πρότυπα επιτρέπουν στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους ανιθαγενείς που ζητούν διεθνή προστασία από ένα κράτος μέλος.

(23)

Βάσει της ίδιας λογικής, τα κράτη μέλη καλούνται επίσης να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας κατά τις διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων που αφορούν άλλες μορφές προστασίας, εκτός από τις εφαρμοστέες κατά την οδηγία 2004/83/ΕΚ.

(24)

Για να καλυφθούν όλες οι βελτιώσεις στις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή αιτούντων άσυλο, πρέπει να αυξηθούν κατ’ αναλογία οι πιστώσεις που διαθέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την κάλυψη του κόστους τέτοιων βελτιώσεων, ιδίως στην περίπτωση κρατών μελών που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες και δυσανάλογες πιέσεις στα εθνικά τους συστήματα ασύλου, λόγω της γεωγραφικής ή δημογραφικής τους κατάστασης.

(25)

Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να αξιολογείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

(26)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η θέσπιση ελάχιστων προτύπων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(27)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που αναγνωρίζονται, ιδίως, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Χάρτης). Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία σκοπεί να διασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και στην προώθηση της εφαρμογής των άρθρων 1, 4, 6, 7, 18, 24 και 47 του εν λόγω Χάρτη και πρέπει να εφαρμοστεί αναλόγως.

(28)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προϋπάρχουσας οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται προκύπτει από την προϋπάρχουσα οδηγία.

(29)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας που εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΣΚΟΠΟΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Σκοπός

Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η θέσπιση ελαχίστων προτύπων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

α)

‘Αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας’ είναι η αίτηση διεθνούς προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο ζ), της οδηγίας 2004/83/ΕΚ·

β)

‘Αιτών’ ή ‘αιτών άσυλο’ : ║ υπήκοος τρίτης χώρας ή ║ ανιθαγενής που έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, επί της οποίας δεν έχει ληφθεί ακόμη οριστική απόφαση·

γ)

‘Μέλη της οικογένειας’: υπό την προϋπόθεση ότι η οικογένεια υπήρχε ήδη στη χώρα καταγωγής, τα εξής μέλη της οικογένειας του αιτούντος άσυλο που ευρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος σε σχέση με την αίτηση διεθνούς προστασίας:

║i)

ο/η σύζυγος ή το πρόσωπο που συμβιοί εκτός γάμου ║ με τον αιτούντα άσυλο στο πλαίσιο σταθερής σχέσης, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθεσία ή η πρακτική του οικείου κράτους μέλους αντιμετωπίζει τα άγαμα ζεύγη κατά τρόπο συγκρίσιμο προς τα έγγαμα, δυνάμει της περί αλλοδαπών νομοθεσίας του,

║ii)

τα ανήλικα τέκνα των ζευγαριών που μνημονεύονται στο ανωτέρω σημείο i) ή τα τέκνα του αιτούντος άσυλο, υπό την προϋπόθεση ότι είναι άγαμα, χωρίς να έχει σημασία αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο,

║iii)

τα έγγαμα ανήλικα τέκνα των ζευγαριών που μνημονεύονται στο ανωτέρω σημείο i) ή τα τέκνα του αιτούντος άσυλο, χωρίς να έχει σημασία αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν συνοδεύονται από τις/τους συζύγους τους εφόσον είναι προς το απώτερο συμφέρον τους να συγκατοικούν με τον αιτούντα,

║iv)

ο πατέρας, η μητέρα ή ο κηδεμόνας του αιτούντα, εάν ο αιτών είναι ανήλικος και άγαμος ή εάν είναι ανήλικος και έγγαμος και δεν συνοδεύεται από τον/την σύζυγό του/της αλλά είναι προς το απώτερο συμφέρον του να συγκατοικεί με τον πατέρα, τη μητέρα ή τον κηδεμόνα του,

║v)

τα ανήλικα άγαμα αδέλφια του αιτούντα, εάν ο αιτών είναι ανήλικος και άγαμος ή εάν τα αδέλφια του είναι ανήλικα και έγγαμα και δεν συνοδεύονται από τις/τους συζύγους τους αλλά είναι προς το απώτερο συμφέρον ενός τουλάχιστον εξ αυτών να συγκατοικούν,

vi)

εξαρτημένοι ενήλικες με ειδικές ανάγκες·

δ)

‘Διαδικασίες’ και ‘προσφυγές’: οι διαδικασίες και προσφυγές που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών·

ε)

‘Ανήλικος’: κάθε υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής ηλικίας κάτω των 18 ετών·

στ)

‘Ασυνόδευτος ανήλικος’: κάθε ανήλικος που φτάνει στο έδαφος των κρατών μελών χωρίς να συνοδεύεται από ενήλικο υπεύθυνο για αυτόν σύμφωνα με το νόμο ή το έθιμο και εφόσον κανένας ενήλικος δεν ασκεί στην πράξη την επιμέλειά του. Ο ορισμός καλύπτει και τον ανήλικο που παύει να συνοδεύεται μετά την είσοδό του στο έδαφος των κρατών μελών·

ζ)

‘Συνθήκες υποδοχής’: η πλήρης δέσμη μέτρων που τα κράτη μέλη εφαρμόζουν προς όφελος των αιτούντων άσυλο σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·

η)

‘Υλικές συνθήκες υποδοχής’: οι συνθήκες υποδοχής που περιλαμβάνουν την παροχή στέγης, τροφής και ρουχισμού, σε είδος ή υπό μορφή οικονομικού βοηθήματος ή δελτίων, ή συνδυασμό των τριών, καθώς και ένα βοήθημα για τα καθημερινά έξοδα·

θ)

‘Κράτηση’: ο περιορισμός σε ειδικό χώρο που επιβάλλει ένα κράτος μέλος σε αιτούντα άσυλο, με αποτέλεσμα τη στέρηση της ελευθερίας κυκλοφορίας του/της·

ι)

‘Κέντρο φιλοξενίας’: κάθε χώρος που χρησιμοποιείται για την ομαδική φιλοξενία των αιτούντων άσυλο.

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλους τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους ανιθαγενείς που υποβάλλουν αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας στο έδαφος κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των συνόρων ή σε ζώνες διέλευσης, εφόσον τους επιτρέπεται να παραμείνουν στο έδαφος ως αιτούντες άσυλο, καθώς και στα μέλη της οικογενείας τους, εφόσον καλύπτονται από αυτήν την αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση των αιτήσεων χορήγησης διπλωματικού ή εδαφικού ασύλου που υποβάλλονται σε αντιπροσωπίες των κρατών μελών.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων (6).

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στις διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων παροχής άλλων μορφών προστασίας εκτός από εκείνη που απορρέει από την οδηγία 2004/83/ΕΚ.

Άρθρο 4

Ευνοϊκότερες διατάξεις

Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο και άλλων στενών συγγενών του αιτούντος που ευρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος όταν εξαρτώνται από αυτόν ή για ανθρωπιστικούς λόγους, υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις αυτές συμβιβάζονται με την παρούσα οδηγία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ

Άρθρο 5

Πληροφόρηση

1.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τους αιτούντες άσυλο, μέσα σε εύλογη προθεσμία η οποία δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε ημέρες από την υποβολή της αίτησης παροχής διεθνούς προστασίας στην αρμόδια αρχή, τουλάχιστον για τις τυχόν παροχές που προβλέπονται και για τις υποχρεώσεις προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται σε σχέση με τις συνθήκες υποδοχής.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αιτούντες άσυλο ενημερώνονται για τις οργανώσεις ή τις ομάδες προσώπων που παρέχουν ειδική νομική βοήθεια και για τις οργανώσεις οι οποίες δύνανται να συνδράμουν ή να ενημερώνουν τους αιτούντες άσυλο για τις υπάρχουσες συνθήκες υποδοχής τους, συμπεριλαμβανομένης της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η κατά την παράγραφο 1 ενημέρωση παρέχεται γραπτώς και ▐ σε γλώσσα που κατανοούν ή μπορεί ευλόγως να υποτεθεί ότι κατανοούν οι αιτούντες άσυλο. Κατά περίπτωση, η ενημέρωση αυτή μπορεί να παρέχεται και προφορικώς.

Άρθρο 6

Επίσημα έγγραφα

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εντός τριών ημερών από την υποβολή αίτησης ασύλου στην αρμόδια αρχή, χορηγείται στον αιτούντα άσυλο έγγραφο το οποίο εκδίδεται στο όνομά του/της και το οποίο πιστοποιεί ότι πρόκειται για αιτούντα άσυλο ή ότι του/της επιτρέπεται να παραμείνει στο έδαφος του κράτους μέλους επί όσο διάστημα εκκρεμεί ή εξετάζεται η αίτησή του/της.

Δεν απαιτούνται πρόσθετα έγγραφα για την εκχώρηση των δικαιωμάτων και των οφελών που παρέχονται στους αιτούντες άσυλο δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

Αν το πρόσωπο στο όνομα του οποίου εκδίδεται το έγγραφο στο οποίο αναφέρεται το πρώτο εδάφιο δεν μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα στο σύνολο ή σε τμήμα του εδάφους του κράτους μέλους, το έγγραφο πιστοποιεί επίσης το γεγονός αυτό.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να αποκλείουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου όταν ο αιτών άσυλο κρατείται και εφόσον διαρκεί η εξέταση αίτησης παροχής διεθνούς προστασίας που έχει υποβληθεί στα σύνορα ή στο πλαίσιο διαδικασίας με την οποία κρίνεται το δικαίωμα του αιτούντος άσυλο να εισέλθει νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους. Σε ειδικές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη δύνανται, καθ’ όσο χρόνο διαρκεί η εξέταση της αίτησης παροχής διεθνούς προστασίας, να παρέχουν στους αιτούντες άσυλο άλλα αποδεικτικά ισοδύναμα προς το έγγραφο στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1.

3.   Το έγγραφο στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1 δεν χρειάζεται να πιστοποιεί την ταυτότητα του αιτούντος άσυλο.

4.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα για να παρέχουν στους αιτούντες άσυλο το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το οποίο πρέπει να ισχύει εφ’ όσον χρόνο οι αιτούντες άσυλο επιτρέπεται να παραμείνουν στο έδαφος ή στα σύνορα του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

5.   Τα κράτη μέλη χορηγούν στους αιτούντες άσυλο ταξιδιωτικό έγγραφο οσάκις ανακύπτουν σοβαροί ανθρωπιστικοί λόγοι οι οποίοι υπαγορεύουν την παρουσία τους σε άλλο κράτος.

Άρθρο 7

Διαμονή και ελευθερία κυκλοφορίας

1.   Οι αιτούντες άσυλο μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής ή στην περιοχή την οποία τους ορίζει αυτό το κράτος μέλος. Η οριζόμενη περιοχή δεν θίγει την αναπαλλοτρίωτη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής και αφήνει αρκετά περιθώρια για την εξασφάλιση της πρόσβασης σε όλα τα πλεονεκτήματα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν σχετικά με τη διαμονή του αιτούντος άσυλο, για λόγους δημόσιου συμφέροντος, δημόσιας τάξης ή, όταν είναι αναγκαίο, για την ταχεία επεξεργασία και την αποτελεσματική παρακολούθηση της αίτησής του/της.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνδέουν την παροχή των υλικών συνθηκών υποδοχής με την πραγματική διαμονή των αιτούντων άσυλο σε συγκεκριμένο τόπο, τον οποίο καθορίζουν τα κράτη μέλη. Η σχετική απόφαση, η οποία μπορεί να είναι γενικού χαρακτήρα, πρέπει να λαμβάνεται σε ατομική βάση και θεσπίζεται από την εθνική νομοθεσία.

4.     Τα κράτη μέλη μπορούν, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, παραδείγματος χάριν εάν το επιτάσσει η νομοθεσία ή η δημόσια πολιτική, να περιορίζουν τον αιτούντα άσυλο σε συγκεκριμένο τόπο, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

5.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα να παρέχεται στους αιτούντες άσυλο προσωρινή άδεια απομάκρυνσης από τον τόπο διαμονής στον οποίο αναφέρονται οι παράγραφοι 2 και 3 ή/και την οριζόμενη περιοχή στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1. Οι αποφάσεις λαμβάνονται σε ατομική, αμερόληπτη και αντικειμενική βάση και πρέπει να αιτιολογούνται όταν είναι απορριπτικές.

Ο αιτών άσυλο δεν χρειάζεται να ζητεί άδεια προκειμένου να παρουσιασθεί στις αρχές ή να εμφανισθεί ενώπιον δικαστηρίου, εφόσον η παρουσία του είναι αναγκαία.

6.   Τα κράτη μέλη ζητούν από τους αιτούντες άσυλο να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές τη διεύθυνσή τους και να τους κοινοποιούν οποιαδήποτε μεταβολή της διεύθυνσης αυτής, το συντομότερο δυνατόν.

Άρθρο 8

Κράτηση

1.   Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να προβούν στην κράτηση ενός προσώπου απλώς και μόνον επειδή ζήτησε διεθνή προστασία σύμφωνα με την οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 2005, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα (7).

2.   Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, και κατόπιν ατομικής αξιολόγησης κάθε περίπτωσης, τα κράτη μέλη μπορούν να κρατούν αιτούντα άσυλο σε συγκεκριμένο μέρος, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, εάν δεν είναι δυνατό να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα λιγότερο αυστηρά μέτρα. Ο αιτών μπορεί να κρατηθεί σε συγκεκριμένο μέρος μόνο:

α)

για τη βεβαίωση, την επαλήθευση ή την εξακρίβωση της ταυτότητας ή της εθνικότητάς του·

β)

για τον προσδιορισμό των στοιχείων στα οποία βασίζεται η αίτηση για διεθνή προστασία, τα οποία υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να χαθούν·

γ)

στο πλαίσιο διαδικασίας για τη διαπίστωση του δικαιώματός του να εισέλθει στο έδαφος της χώρας·

δ)

όταν απαιτείται για λόγους εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης.

Η παράγραφος αυτή ισχύει με την επιφύλαξη του άρθρου 11.

3.   Τα κράτη μέλη φροντίζουν να περιλάβουν στην εθνική τους νομοθεσία κανόνες που να προσφέρουν εναλλακτικές της κράτησης λύσεις, όπως η τακτική εμφάνιση ενώπιον των αρχών, η κατάθεση οικονομικής εγγύησης ή η υποχρέωση παραμονής σε ορισμένο μέρος.

Άρθρο 9

Εγγυήσεις για κρατούμενους αιτούντες άσυλο

1.   Η κράτηση διατάσσεται για το βραχύτερο δυνατό χρονικό διάστημα. Ιδίως η κράτηση σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) δεν μπορεί να υπερβαίνει το εύλογο χρονικό διάστημα που χρειάζεται για τη συμπλήρωση των διοικητικών διαδικασιών που απαιτούνται για τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με την εθνικότητα ή την ταυτότητα του αιτούντα άσυλο ή με τα στοιχεία επί των οποίων βασίζεται η αίτησή του ή για τη διεξαγωγή της σχετικής διαδικασίας προκειμένου να διαπιστωθεί το δικαίωμά του να εισέλθει στο έδαφος της χώρας.

Οι διαδικασίες αυτές πρέπει να περατώνονται με την δέουσα ταχύτητα. Καθυστερήσεις στη ▐ διαδικασία, οι οποίες δεν μπορούν να αποδοθούν στον αιτούντα άσυλο, δεν δικαιολογούν τη συνέχιση της κράτησής του.

2.   Η κράτηση διατάσσεται από δικαστικές αρχές. Σε επείγουσες περιπτώσεις, η εντολή κράτησης μπορεί να δοθεί από διοικητικές αρχές, οπότε επιβεβαιώνεται από τις δικαστικές αρχές εντός 72 ωρών από την έναρξη της κράτησης. Εφόσον η δικαστική αρχή κρίνει παράνομη την κράτηση, ή εάν δεν ληφθεί απόφαση εντός 72 ωρών, ο κρατούμενος αιτών άσυλο απολύεται αμέσως.

3.   Η κράτηση διατάσσεται εγγράφως. Στην εντολή κράτησης πρέπει να αναφέρονται οι πραγματικοί και νομικοί λόγοι στους οποίους βασίζεται και να διευκρινίζεται η ανώτατη περίοδος κράτησης.

4.   Οι κρατούμενοι αιτούντες άσυλο ενημερώνονται αμέσως για τους λόγους της κράτησης, την ανώτατη διάρκεια της κράτησης και τις διαδικασίες που προβλέπει η εθνική νομοθεσία για την προσβολή της εντολής κράτησης, σε γλώσσα που κατανοούν ή μπορεί ευλόγως να υποτεθεί ότι κατανοούν.

5.   Η συνεχιζόμενη κράτηση επανεξετάζεται από δικαστική αρχή ανά εύλογα χρονικά διαστήματα είτε μετά από αίτηση του αιτούντος άσυλο είτε αυτεπαγγέλτως.

Η κράτηση δεν παρατείνεται ποτέ αδικαιολόγητα.

6.   Σε περίπτωση κράτησης, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η απαιτούμενη νομική αρωγή ή/και εκπροσώπηση παρέχεται κατόπιν αιτήματος δωρεάν σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφοι 3 έως 6, της οδηγίας 2005/85/ΕΚ.

Οι διαδικασίες πρόσβασης σε νομική βοήθεια και/ή εκπροσώπηση στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 10

Όροι κράτησης

1.   Τα κράτη μέλη δεν κρατούν αιτούντες άσυλο σε σωφρονιστικά καταστήματα. Η κράτηση γίνεται μόνο σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης.

Οι αιτούντες άσυλο που τελούν υπό κράτηση κρατούνται χωριστά από άλλους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση της ενότητας της οικογένειας και ο αιτών έχει δώσει τη συγκατάθεσή του.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες άσυλο που τελούν υπό κράτηση την ευκαιρία να έρχονται σε επαφή, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων επικοινωνίας, με νόμιμους εκπροσώπους , μέλη των οικογενειών , κοινωνικούς λειτουργούς και επισκέπτες εκκλησιαστικών κύκλων. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και άλλοι σχετικοί και αρμόδιοι εθνικοί, διεθνείς και μη κυβερνητικοί οργανισμοί και φορείς δικαιούνται επίσης να επικοινωνούν με τους αιτούντες και να τους επισκέπτονται στους χώρους κράτησης.

3.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κρατούμενοι που ζητούν άσυλο έχουν πρόσβαση στη δέουσα ιατρική αγωγή και ψυχολογική υποστήριξη, όταν το χρειαστούν.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε στους αιτούντες άσυλο που τελούν υπό κράτηση να παρέχονται αμέσως ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες που ισχύουν στο χώρο κράτησης και να πληροφορούνται τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους σε γλώσσα που κατανοούν ή μπορεί ευλόγως να υποτεθεί ότι κατανοούν.

Άρθρο 11

Κράτηση ευάλωτων ομάδων και ατόμων με ειδικές ανάγκες

1.   Οι ανήλικοι δεν κρατούνται εκτός εάν αυτό είναι προς το απώτερο συμφέρον τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2, και μόνον αφού ληφθούν υπόψη τα πορίσματα της ατομικής εξέτασης της κατάστασής τους σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

Ασυνόδευτοι ανήλικοι ουδέποτε κρατούνται.

2.   Οι υπό κράτηση ανήλικοι έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, όπως παιχνίδια και ψυχαγωγικές δραστηριότητες που αρμόζουν στην ηλικία τους, και δραστηριότητες σε ανοικτό χώρο.

3.   Στις οικογένειες υπό κράτηση παρέχεται χωριστό κατάλυμα το οποίο εξασφαλίζει επαρκή σεβασμό της ιδιωτικής ζωής.

4.   Σε περίπτωση κράτησης αιτουσών άσυλο γυναικών, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να στεγάζονται χωριστά από τους άντρες αιτούντες άσυλο, εκτός εάν αποτελούν μέλη της οικογένειάς τους και εάν όλοι οι ενδιαφερόμενοι έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους.

5.   Τα άτομα με ειδικές ανάγκες δεν κρατούνται εκτός εάν ένας ειδικευμένος και ανεξάρτητος επαγγελματίας, κατόπιν ατομικής εξέτασης της κατάστασής τους, βεβαιώσει ότι η υγεία τους, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής και ψυχικής τους υγείας και ευεξίας, δεν θα επιδεινωθεί σημαντικά λόγω της κράτησης.

Στις περιπτώσεις κράτησης ατόμων με ειδικές ανάγκες, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τακτική παρακολούθηση και επαρκή υποστήριξη.

Άρθρο 12

Οικογένειες

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν, στο μέτρο του δυνατού, τα κατάλληλα μέτρα για τη διατήρηση της ενότητας οικογενείας που ευρίσκεται στο έδαφός τους, εάν παρέχεται στους αιτούντες άσυλο στέγαση από το συγκεκριμένο κράτος μέλος. Τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται με τη συμφωνία του αιτούντος άσυλο.

Άρθρο 13

Ιατρικές εξετάσεις

Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν την υποβολή των αιτούντων άσυλο σε ιατρικές εξετάσεις για λόγους δημόσιας υγείας.

Άρθρο 14

Μαθητεία και εκπαίδευση των ανηλίκων

1.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο και στους ανηλίκους αιτούντες άσυλο πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα, υπό προϋποθέσεις ανάλογες με αυτές που ισχύουν για τους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής, ενόσω δεν είναι εκτελεστό μέτρο απομάκρυνσης κατ’ αυτών των ιδίων ή των γονέων τους. Η εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται στα κέντρα φιλοξενίας.

Τα κράτη μέλη δεν ανακαλούν το δικαίωμα παρακολούθησης δευτεροβάθμιων σπουδών αποκλειστικά και μόνο λόγω ενηλικιώσεως του ανηλίκου.

2.   Η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα εξασφαλίζεται το συντομότερο δυνατόν αμέσως μετά την υποβολή από τον ανήλικο, ή εκ μέρους του, της αίτησης για διεθνή προστασία και, εν πάση περιπτώσει, δεν πρέπει να καθυστερεί πέραν των τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης παροχής διεθνούς προστασίας του ανηλίκου ή των γονέων του.

Προπαρασκευαστικά μαθήματα, συμπεριλαμβανομένων γλωσσικών μαθημάτων, που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της πρόσβασης των ανηλίκων στο εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα, και/ή ειδική εκπαίδευση σχεδιασμένη για να υποβοηθήσει την ένταξή τους στο σύστημα αυτό, παρέχονται εφόσον απαιτείται.

3.   Όταν η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα, όπως εκτίθεται στην παράγραφο 1, είναι αδύνατη λόγω της ειδικής κατάστασης του ανηλίκου, το κράτος μέλος προσφέρει άλλες εκπαιδευτικές ρυθμίσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τις εθνικές πρακτικές.

Άρθρο 15

Απασχόληση

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στους αιτούντες άσυλο πρόσβαση στην αγορά εργασίας το αργότερο έξι μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία υπέβαλαν αίτηση διεθνούς προστασίας.

2.   Τα κράτη μέλη αποφασίζουν υπό ποίες προϋποθέσεις επιτρέπεται η πρόσβαση του αιτούντος άσυλο στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, χωρίς να περιορίζουν υπέρ το δέον την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας.

3.   Η πρόσβαση στην αγορά εργασίας δεν ανακαλείται κατά τη διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής, εφόσον η προσφυγή κατά απορριπτικής αποφάσεως με τακτική διαδικασία έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, έως ότου κοινοποιηθεί απορριπτική απόφαση επί της προσφυγής κρατών που είναι μέρη της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

Άρθρο 16

Επαγγελματική κατάρτιση

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους αιτούντες άσυλο πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση, ασχέτως του αν έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

Η πρόσβαση σε επαγγελματική κατάρτιση που συνδέεται με σύμβαση απασχόλησης εξαρτάται από το κατά πόσον ο αιτών άσυλο έχει πρόσβαση στην αγορά εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 15.

Άρθρο 17

Γενικοί κανόνες για τις υλικές συνθήκες υποδοχής και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής στους αιτούντες άσυλο όταν υποβάλλουν αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υλικές συνθήκες υποδοχής να εξασφαλίζουν επαρκές βιοτικό επίπεδο στους αιτούντες διεθνή προστασία, το οποίο να διασφαλίζει τη συντήρησή τους και να προστατεύει τη σωματική και την ψυχική τους υγεία.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επιτυγχάνεται αυτό το βιοτικό επίπεδο στην ειδική περίπτωση των προσώπων με ειδικές ανάγκες, σύμφωνα με το άρθρο 22, καθώς και στην περίπτωση των προσώπων που τελούν υπό κράτηση.

3.   Τα κράτη μέλη δύνανται να εξαρτούν την παροχή του συνόλου ή μέρους των υλικών συνθηκών υποδοχής και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από την προϋπόθεση ότι οι αιτούντες άσυλο δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους που να τους εξασφαλίζουν κατάλληλο βιοτικό επίπεδο από απόψεως υγείας και να καθιστούν δυνατή τη συντήρησή τους.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους αιτούντες άσυλο να καλύπτουν πλήρως ή εν μέρει το κόστος των υλικών συνθηκών υποδοχής και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που προβλέπει η παρούσα οδηγία, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 3, όταν οι αιτούντες άσυλο διαθέτουν επαρκείς πόρους, παραδείγματος χάριν εάν έχουν εργασθεί επί εύλογο χρονικό διάστημα.

Εάν αποκαλυφθεί ότι ο αιτών άσυλο διέθετε επαρκείς πόρους για την κάλυψη των υλικών συνθηκών υποδοχής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης εφ’ όσον χρόνο καλύπτονταν αυτές οι βασικές ανάγκες, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν την επιστροφή από τον αιτούντα άσυλο.

5.     Οι υλικές συνθήκες υποδοχής μπορούν να παρέχονται σε είδος ή υπό τη μορφή οικονομικού βοηθήματος ή δελτίων ή σε συνδυασμό αυτών των στοιχείων.

Όταν τα κράτη μέλη παρέχουν υλικές συνθήκες υποδοχής υπό μορφή βοηθήματος ή δελτίων, το ποσό τους καθορίζεται σύμφωνα με τις αρχές του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 18

Λεπτομέρειες για τις υλικές συνθήκες υποδοχής

1.   Εφόσον η στέγαση παρέχεται σε είδος, θα πρέπει να λαμβάνει μία από τις κατωτέρω μορφές ή να αποτελεί συνδυασμό τους:

α)

χώρο που χρησιμοποιείται προς το σκοπό της στέγασης των αιτούντων άσυλο κατά τη διάρκεια της εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται στα σύνορα·

β)

κέντρα φιλοξενίας που εξασφαλίζουν κατάλληλο βιοτικό επίπεδο·

γ)

ιδιωτικές κατοικίες, διαμερίσματα, ξενοδοχεία ή άλλοι χώροι προσαρμοσμένοι για τη στέγαση αιτούντων.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εξασφαλίζεται για τους αιτούντες άσυλο, στους οποίους παρέχεται η στέγαση στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1, στοιχεία α), β) και γ):

α)

προστασία της οικογενειακής τους ζωής·

β)

δυνατότητα επικοινωνίας με συγγενείς, νομικούς συμβούλους και εκπροσώπους της║ UNHCR ║ και με μη κυβερνητικές οργανώσεις ║ που αναγνωρίζουν τα κράτη μέλη.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη ιδιαίτερα ζητήματα σχετικά με το φύλο και την ηλικία, καθώς και την κατάσταση των ατόμων με ειδικές ανάγκες στην περίπτωση των αιτούντων άσυλο εντός των χώρων και των κέντρων φιλοξενίας που αναφέρονται στο άρθρο 1 στοιχεία α) και β).

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή βιαιοπραγιών και πράξεων βίας που έχουν σχέση με το φύλο, στους χώρους και τα κέντρα φιλοξενίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β).

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν, ώστε τα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο ή οι ανήλικοι αιτούντες να διαμένουν με τους γονείς τους ή με τον ενήλικο συγγενή που έχει την επιμέλειά τους σύμφωνα με το νόμο ή το εθιμικό δίκαιο εφόσον αυτό είναι προς το απώτερο συμφέρον των εν λόγω ανηλίκων.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η μεταφορά αιτούντων άσυλο από ένα χώρο στέγασης σε άλλο να πραγματοποιείται μόνον όταν είναι αναγκαία. Τα κράτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες άσυλο τη δυνατότητα να ενημερώνουν τους νομικούς τους συμβούλους για τη μεταφορά και για τη νέα τους διεύθυνση.

5.   Το προσωπικό που εργάζεται στα κέντρα φιλοξενίας πρέπει να διαθέτει κατάλληλη κατάρτιση και να δεσμεύεται από την αρχή της εμπιστευτικότητας, όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο, για τις πληροφορίες τις οποίες γνωρίζει εκ της εργασίας του.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στους αιτούντες άσυλο να συμμετέχουν στη διαχείριση των υλικών μέσων και των άυλων παραμέτρων της ζωής στο κέντρο, μέσω μιας συμβουλευτικής επιτροπής ή ενός αντιπροσωπευτικού συμβουλευτικού οργάνου των διαμενόντων.

7.   Προκειμένου να παρέχεται συνδρομή στους αιτούντες άσυλο, παρέχεται πρόσβαση στα κέντρα φιλοξενίας και στους λοιπούς χώρους στέγασης στους συνηγόρους ή νομικούς συμβούλους των αιτούντων άσυλο και στους εκπροσώπους της UNHCR ή τις εξουσιοδοτημένες από αυτή μη κυβερνητικές οργανώσεις, τις οποίες έχει αναγνωρίσει το σχετικό κράτος μέλος. Περιορισμοί στην πρόσβαση αυτή μπορούν να επιβάλλονται μόνο για λόγους που σχετίζονται με την ασφάλεια των κέντρων και των χώρων και των αιτούντων άσυλο.

8.   Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μπορούν κατ’ εξαίρεση να θεσπίζουν λεπτομέρειες όσον αφορά τις υλικές συνθήκες υποδοχής διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στο παρόν άρθρο, για εύλογη περίοδο η οποία είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, όταν:

α)

απαιτείται αρχική εκτίμηση των ειδικών αναγκών του αιτούντος άσυλο,

β)

έχουν εξαντληθεί προσωρινά οι συνήθως διαθέσιμες δυνατότητες στέγασης,

γ)

ο αιτών άσυλο τελεί υπό κράτηση ή υπό περιορισμό σε συνοριακό φυλάκιο.

Αυτές οι διαφορετικές συνθήκες καλύπτουν σε κάθε περίπτωση τις βασικές ανάγκες.

Άρθρο 19

Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να λαμβάνουν οι αιτούντες άσυλο την απαραίτητη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η οποία περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τις πρώτες βοήθειες και την αναγκαία θεραπεία ασθενείας ή ψυχικών διαταραχών.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν την απαραίτητη ιατρική ή άλλη συνδρομή στους αιτούντες άσυλο με ειδικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης ψυχιατρικής περίθαλψης εφόσον απαιτείται ▐.

Άρθρο 20

Θύματα βασανιστηρίων

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ούτως ώστε τα θύματα βασανιστηρίων να κατευθύνονται αμέσως στα κατάλληλα για την περίπτωσή τους κέντρα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ Ή ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΥΠΟΔΟΧΗΣ

Άρθρο 21

Περιορισμός ή ανάκληση των υλικών συνθηκών υποδοχής

1.   Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν τις υλικές συνθήκες υποδοχής ║ όταν ο αιτών άσυλο:

α)

εγκαταλείπει τον τόπο διαμονής που έχει καθορίσει η αρμόδια αρχή χωρίς να την ενημερώσει ή, εφόσον απαιτείται, χωρίς άδεια, ή

β)

δεν συμμορφούται με υποχρεώσεις δήλωσης στοιχείων ή δεν ανταποκρίνεται σε αιτήσεις παροχής πληροφοριών ή δεν προσέρχεται, στα πλαίσια της διαδικασίας ασύλου, σε προσωπική συνέντευξη εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, ή

γ)

έχει υποβάλει ήδη αίτηση ασύλου στο ίδιο κράτος μέλος.

Όταν ο αιτών άσυλο εντοπισθεί ή προσέλθει αυτοβούλως στην αρμόδια αρχή, λαμβάνεται δεόντως αιτιολογημένη απόφαση, βασιζόμενη στους λόγους της εξαφάνισης, σχετικά με την εκ νέου παροχή μερικών ή όλων των υλικών συνθηκών υποδοχής· που είχαν περιορισθεί.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν ή να ανακαλούν τις υλικές συνθήκες υποδοχής όταν ο αιτών άσυλο έχει αποκρύψει τους οικονομικούς του πόρους, και έχει, κατά συνέπεια, επωφεληθεί με τρόπο αθέμιτο από τις υλικές συνθήκες υποδοχής.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν τις κυρώσεις που ισχύουν για τη σοβαρή παράβαση των κανόνων των κέντρων φιλοξενίας καθώς για την επίδειξη ιδιαίτερα βίαιης συμπεριφοράς.

4.   Οι αποφάσεις για τον περιορισμό ή την ανάκληση των συνθηκών υποδοχής ή για κυρώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, λαμβάνονται σε ατομική, αντικειμενική και αμερόληπτη βάση και πρέπει να αιτιολογούνται. Οι αποφάσεις βασίζονται στην ειδική κατάσταση του συγκεκριμένου προσώπου, ιδίως όσον αφορά τα πρόσωπα τα οποία καλύπτονται από το άρθρο 22, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αναλογικότητας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν υπό οποιεσδήποτε συνθήκες μέσα συντήρησης, πρόσβαση σε επείγουσα ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και την αναγκαία θεραπεία ασθενείας ή ψυχικής διαταραχής.

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν ανακαλούνται ούτε περιορίζονται οι υλικές συνθήκες υποδοχής πριν ληφθεί απορριπτική απόφαση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ

Άρθρο 22

Γενική αρχή

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τους την ειδική κατάσταση των ατόμων με ειδικές ανάγκες στην εθνική νομοθεσία που μεταφέρει την παρούσα οδηγία. Τα ευάλωτα πρόσωπα, όπως οι ανήλικοι, οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, οι ηλικιωμένοι, οι εγκυμονούσες, οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα παιδιά, τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, οι γυναίκες που είναι θύματα ακρωτηριασμού των γεννητικών τους οργάνων, τα πρόσωπα με προβλήματα ψυχικής υγείας και τα πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας, θεωρούνται σε κάθε περίπτωση άτομα με ειδικές ανάγκες.

2.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν στην εθνική τους νομοθεσία διαδικασίες με σκοπό να διαπιστώνεται, ευθύς μόλις υποβληθεί αίτηση διεθνούς προστασίας, εάν ο αιτών έχει ειδικές ανάγκες και να αναφέρεται η φύση αυτών των αναγκών. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επαρκή υποστήριξη στα άτομα με ειδικές ανάγκες καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ασύλου και μεριμνούν για την κατάλληλη παρακολούθηση της κατάστασής τους.

Άρθρο 23

Ανήλικοι

1.   Το απώτερο συμφέρον του παιδιού αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σχετικά με τους ανηλίκους. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στο παιδί επίπεδο διαβίωσης κατάλληλο για την σωματική, πνευματική, διανοητική, ηθική και κοινωνική ανάπτυξή του.

2.   Για να εκτιμήσουν το απώτερο συμφέρον του παιδιού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν δεόντως υπόψη ιδίως τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

τις δυνατότητες επανένωσης της οικογένειας·

β)

την ποιότητα ζωής και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη το εθνικό, θρησκευτικό, πολιτιστικό και γλωσσικό του υπόβαθρο·

γ)

ζητήματα ασφάλειας και προστασίας, ιδίως εάν υπάρχει ο κίνδυνος το παιδί να είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων·

δ)

την άποψη του ανήλικου ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά του/της.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ανήλικοι να έχουν πρόσβαση σε δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, όπως παιχνίδια και ψυχαγωγικές δραστηριότητες που αρμόζουν στην ηλικία τους εντός των χώρων και των κέντρων φιλοξενίας που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β).

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την πρόσβαση σε υπηρεσίες αποκατάστασης σε ανηλίκους που είναι θύματα κάθε μορφής κατάχρησης, αμέλειας, εκμετάλλευσης, βασανιστηρίων ή σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή που έχουν υποφέρει από ένοπλες συγκρούσεις, και εξασφαλίζουν ότι τους παρέχεται κατάλληλη ψυχολογική φροντίδα, καθώς και εξειδικευμένη θεραπεία, εφόσον απαιτείται.

Άρθρο 24

Ασυνόδευτοι ανήλικοι

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ▐ μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η αναγκαία εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων από νόμιμο κηδεμόνα. Πρέπει να διορίζεται κηδεμόνας ο οποίος θα παρέχει στο παιδί συμβουλές και προστασία και θα διασφαλίζει ότι κάθε απόφαση λαμβάνεται προς το συμφέρον του παιδιού. Ο κηδεμόνας πρέπει να έχει την αναγκαία πείρα στον τομέα της επιμέλειας παιδιών, ώστε να διασφαλίζει ότι διαφυλάσσονται τα συμφέροντα του παιδιού και ότι καλύπτονται επαρκώς οι νομικές, κοινωνικές, υγειονομικές, ψυχολογικές, υλικές και εκπαιδευτικές ανάγκες του παιδιού. Οργανισμοί ή άτομα των οποίων τα συμφέροντα θα μπορούσαν να συγκρούονται με αυτά του παιδιού δεν θα επιλέγονται για την κηδεμονία. Πραγματοποιείται τακτικά αξιολόγηση από τις αρμόδιες αρχές.

2.   Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι που υποβάλλουν αίτηση διεθνούς προστασίας, από τη στιγμή που γίνονται δεκτοί στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση διεθνούς προστασίας έως τη στιγμή που υποχρεούνται να το εγκαταλείψουν, φιλοξενούνται:

α)

από ενήλικους συγγενείς·

β)

από ανάδοχο οικογένεια·

γ)

σε κέντρα φιλοξενίας με ειδικές ρυθμίσεις για ανηλίκους·

δ)

σε άλλους χώρους φιλοξενίας κατάλληλους για ανηλίκους.

Τα κράτη μέλη δύνανται να τοποθετούν ασυνόδευτους ανηλίκους ηλικίας 16 ετών ή άνω σε κέντρα φιλοξενίας για ενηλίκους αιτούντες άσυλο.

Στο μέτρο του δυνατού, τα αδέλφια παραμένουν μαζί, λαμβανομένου υπόψη του απώτερου συμφέροντος του εκάστοτε ανηλίκου και, ιδίως, της ηλικίας και του βαθμού ωριμότητάς του. Οι αλλαγές διαμονής ασυνόδευτων ανηλίκων περιορίζονται στο ελάχιστο.

3.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν στην εθνική τους νομοθεσία διαδικασίες για την αναζήτηση των μελών της οικογενείας του ασυνόδευτου ανηλίκου. Αρχίζουν να αναζητούν τα μέλη της οικογένειας του ασυνόδευτου ανηλίκου το συντομότερο δυνατόν μετά την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας ενώ προστατεύουν το απώτερο συμφέρον του/της. Σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος να απειληθεί η ζωή ή η ακεραιότητα του ανηλίκου ή των στενών συγγενών του, ιδίως αν αυτοί διαμένουν στη χώρα καταγωγής, πρέπει να διασφαλίζεται ότι η συλλογή, επεξεργασία και διαβίβαση των πληροφοριών που αφορούν τα εν λόγω πρόσωπα γίνεται εμπιστευτικά, ώστε να μην διακυβεύεται η ασφάλειά τους.

4.   Οι απασχολούμενοι με ασυνόδευτους ανηλίκους πρέπει να διαθέτουν και να συνεχίζουν να λαμβάνουν κατάλληλη κατάρτιση σχετικά με τις ανάγκες των ανηλίκων και να δεσμεύονται από την αρχή της εμπιστευτικότητας, όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο, για τις πληροφορίες τις οποίες γνωρίζουν εκ της εργασίας τους.

Άρθρο 25

Θύματα βασανιστηρίων και βίας

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές πράξεις βίας, λαμβάνουν την περίθαλψη την οποία απαιτούν οι προαναφερόμενες πράξεις, και ιδίως πρόσβαση σε υπηρεσίες αποκατάστασης οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα ιατρικής και ψυχολογικής θεραπείας.

2.   Οι απασχολούμενοι με θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλων σοβαρών πράξεων βίας πρέπει να διαθέτουν και να συνεχίζουν να λαμβάνουν κατάλληλη κατάρτιση σχετικά με τις ανάγκες των ανηλίκων και να δεσμεύονται από την αρχή της εμπιστευτικότητας, όπως ορίζεται στο οικείο εθνικό δίκαιο, για τις πληροφορίες τις οποίες γνωρίζουν εκ της εργασίας τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Άρθρο 26

Προσφυγές

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αποφάσεις όσον αφορά την παροχή, την απόσυρση ή τον περιορισμό πλεονεκτημάτων κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή οι αποφάσεις που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7, οι οποίες θίγουν ατομικά τους αιτούντες άσυλο, να μπορούν να προσβάλλονται με τις διαδικασίες που προβλέπει το εθνικό δίκαιο. Στον τελευταίο βαθμό τουλάχιστον χορηγείται η δυνατότητα προσφυγής ή επανεξέτασης, για νομικούς ή πραγματικούς λόγους, ενώπιον δικαστικής αρχής.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η απαιτούμενη νομική αρωγή ή/και εκπροσώπηση παρέχεται κατόπιν αιτήματος δωρεάν σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφοι 3 έως 6, της οδηγίας 2005/85/ΕΚ.

Οι διαδικασίες πρόσβασης σε νομική αρωγή και/ή εκπροσώπηση στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ

Άρθρο 27

Αρμόδιες αρχές

Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τα στοιχεία των αρχών που είναι αρμόδιες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σε περίπτωση αλλαγής των στοιχείων των εν λόγω αρχών.

Άρθρο 28

Σύστημα προσανατολισμού, παρακολούθησης και ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη, τηρουμένης δεόντως της συνταγματικής τους διάρθρωσης, θεσπίζουν τους αναγκαίους μηχανισμούς για να εξασφαλίζουν την καθιέρωση κατάλληλου προσανατολισμού, παρακολούθησης και ελέγχου του επιπέδου των συνθηκών υποδοχής.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι, σε ετήσια βάση, αρχής γενομένης από […].

Άρθρο 29

Προσωπικό και πόροι

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι αρχές και οι λοιποί φορείς που εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία να έχουν λάβει την απαραίτητη βασική κατάρτιση αναφορικά με τις ανάγκες των αιτούντων άσυλο, τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν τους αναγκαίους πόρους σε συνάρτηση με τις εθνικές διατάξεις που τίθενται σε ισχύ προκειμένου να εφαρμοσθεί η παρούσα οδηγία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 30

Εκθέσεις

Έως την […] το αργότερο, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και προτείνει τυχόν τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες.

Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή όλες τις πληροφορίες που ενδείκνυνται για την κατάρτιση της έκθεσης, συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 27, παράγραφος 2, έως την […].

Μετά την υποβολή της έκθεσης, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση τουλάχιστον ανά πενταετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 31

Μεταφορά στην εθνική νομοθεσία

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα […] [Πρόκειται για τα άρθρα που τροποποιήθηκαν ως προς την ουσία σε σχέση με την προϋπάρχουσα οδηγία] και με το παράρτημα I έως τις […] το αργότερο. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και έναν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των διατάξεων αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Όταν κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, ║ αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Η διατύπωση της εν λόγω μνείας καθορίζεται από τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι κάθε μνεία στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, η οποία περιέχεται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρείται ότι γίνεται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος της μνείας αυτής καθώς και η διατύπωσή της καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κύριων διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 32

Κατάργηση

Η οδηγία 2003/9/ΕΚ καταργείται από την [ημέρα που έπεται της ημερομηνίας η οποία ορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της παρούσας οδηγίας], με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος B.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα III.

Άρθρο 33

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα […] [Τα άρθρα που δεν έχουν τροποποιηθεί σε σχέση με την προϋπάρχουσα οδηγία] και το παράρτημα Ι εφαρμόζονται από την [ημέρα που έπεται της ημερομηνίας η οποία ορίζει το άρθρο 30 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο].

Άρθρο 34

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

[…]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C […] της […], σ. […].

(2)  ΕΕ C […] της […], σ. […].

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009.

(4)  ΕΕ L 31 της 6.2.2003, σ. 18.

(5)  ΕΕ L 304 της 30.9.2004, σ. 12.

(6)  ΕΕ L 212 της 7.8.2001, σ. 12.

(7)  ΕΕ L 326, ║ 13.12.2005, σ. 13.

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Υπόδειγμα αναφοράς των πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλουν τα κράτη μέλη σε ετήσια βάση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας […/…/ΕΚ]

1.

Αναφέρατε τον συνολικό αριθμό προσώπων στο κράτος μέλος σας τα οποία καλύπτονται επί του παρόντος από τις συνθήκες υποδοχής που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας […/…/ΕΚ], ταξινομημένα κατά φύλο και ηλικία. Για κάθε τέτοιο πρόσωπο, αναφέρατε εάν έχει υποβάλει αίτηση ασύλου ή εάν αποτελεί μέλος οικογένειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) της οδηγίας […/…/ΕΚ].

 

2.

Βάσει του άρθρου 21 της οδηγίας […/…/ΕΚ] παραθέστε στατιστικά δεδομένα για τον αριθμό των αιτούντων άσυλο με ειδικές ανάγκες που έχουν εντοπισθεί στις ακόλουθες κατηγορίες ατόμων με ειδικές ανάγκες:

ασυνόδευτοι ανήλικοι

άτομα με αναπηρία

ηλικιωμένοι

έγκυες γυναίκεςέγκυοι

μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα παιδιά

πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας

θύματα εμπορίας ανθρώπων

άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας

άλλες κατηγορίες (διευκρινίστε)

 

3.

Παραθέστε λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα έγγραφα που προβλέπονται στο άρθρο 6 της οδηγίας […/…/ΕΚ], αναφέροντας ιδίως τον τύπο, την ονομασία και το μορφότυπο των εν λόγω εγγράφων.

 

4.

Εν σχέσει προς το άρθρο 15 της οδηγίας […/…/ΕΚ], αναφέρατε τον συνολικό αριθμό αιτούντων άσυλο στο κράτος μέλος σας οι οποίοι έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας, καθώς και τον συνολικό αριθμό εκείνων που απασχολούνται επί του παρόντος, ανά οικονομικό τομέα. Εφόσον ισχύουν ιδιαίτεροι όροι για την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας, περιγράψτε λεπτομερώς αυτούς τους περιορισμούς.

 

5.

Εν σχέσει προς το άρθρο 17 παράγραφος 5 της οδηγίας […/…/ΕΚ], περιγράψτε λεπτομερώς τη φύση των υλικών συνθηκών υποδοχής, συμπεριλαμβανομένης της νομισματικής τους αξίας, και τον τρόπο με τον οποίο παρέχονται (δηλ. ποιες υλικές συνθήκες υποδοχής παρέχονται σε είδος, σε χρήμα, σε δελτία ή σε συνδυασμό αυτών των στοιχείων) και αναφέρατε το ύψος του χρηματικού βοηθήματος για τα καθημερινά έξοδα που παρέχεται στους αιτούντες άσυλο.

 

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Μέρος Α

Καταργούμενες οδηγίες

(κατά το άρθρο 32)

Οδηγία 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 31 της 6.2.2003, σ. 18)

Μέρος B

Προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο

(κατά το άρθρο 31)

Οδηγία

Προθεσμία μεταφοράς

2003/9/ΕΚ

6 Φεβρουαρίου 2005

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 2003/9/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, στοιχείο α) ║

Άρθρο 2, στοιχείο ε)

Άρθρο 2, στοιχείο α)

Άρθρο 2, στοιχείο γ)

Άρθρο 2 στοιχείο β)

Άρθρο 2 στοιχείο δ) εισαγωγική φράση και σημεία i) και ii)

Άρθρο 2 στοιχείο γ) εισαγωγική φράση και σημεία i) και ii)

Άρθρο 2 στοιχείο γ) και σημεία iii), iv), v) και vi)

Άρθρο 2 στοιχεία ε) και στ)

Άρθρο 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 2 στοιχείο η)

Άρθρο 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 2 στοιχείο θ)

Άρθρο 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 στοιχείο ι)

Άρθρο 2 στοιχείο η)

Άρθρο 2 στοιχείο ια)

Άρθρο 2 στοιχείο θ)

Άρθρο 2 στοιχείο ιβ)

Άρθρο 2 στοιχείο ι)

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφοι 2 έως 5

Άρθρο 6 παράγραφοι 2 έως ║ 5

Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 4 ║

Άρθρο 7 παράγραφος 3 ║

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 7, παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 8

Άρθρο 12

Άρθρο 9

Άρθρο 13

Άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 12

Άρθρο 16

Άρθρο 13 ▐

Άρθρο 17 ▐

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση και πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση και πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 2 εδάφιο 3

Άρθρο 14 παράγραφοι 3 έως 7

Άρθρο 18 παράγραφοι 3 έως 7

Άρθρο 14 παράγραφος 8 εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 18 παράγραφος 8 εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 14 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 18 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 14 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 14 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο τρίτη και τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 18 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 14 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 16 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 21 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α), πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) ║

Άρθρο 21 παράγραφος 2 ║

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 21 παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

 

Άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 4

Άρθρο 19

Άρθρο 24

Άρθρο 20

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 22

Άρθρο 27

Άρθρο 23

Άρθρο 28 παράγραφος 1

Άρθρο 28 παράγραφος 2

Άρθρο 24

Άρθρο 29

Άρθρο 25

Άρθρο 30

Άρθρο 26

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 27

Άρθρο 33 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 33 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 28

Άρθρο 34

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα III


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/370


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση) ***I

P6_TA(2009)0377

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση) (COM(2008)0820 – C6-0474/2008 – 2008/0243(COD))

2010/C 212 E/52

(Διαδικασία συναπόφασης – αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0820),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 63, παράγραφος 1α της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0474/2008),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων (1),

έχοντας υπόψη την από 3ης Απριλίου 2009 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 80α, παράγραφος 3, του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 80α και 51 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0284/2009),

A.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφιστάμενων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως έχει προσαρμοστεί με βάση τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής όπως τροποποιείται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 77, 28.3.2002, σ. 1.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0243

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη ║ τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 πρώτο εδάφιο σημείο 1 στοιχείο α),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης  (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2003, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας (4) πρέπει να επέλθουν ορισμένες ουσιαστικές αλλαγές. Για λόγους σαφήνειας, ο εν λόγω κανονισμός πρέπει να αναδιατυπωθεί.

(2)

Η κοινή πολιτική στον τομέα του ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Κοινότητα.

(3)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά την ειδική σύνοδο που πραγματοποίησε στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, συμφώνησε να αρχίσουν οι εργασίες για την εγκαθίδρυση ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος χορήγησης ασύλου, που θα βασίζεται στην πλήρη και συμπεριληπτική εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, η οποία συμπληρώθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967, ώστε να εξασφαλίζεται ότι κανείς δεν θα αποστέλλεται πίσω εκεί όπου θα υποστεί διώξεις, δηλαδή να διατηρηθεί η αρχή της μη επαναπροώθησης. Από την άποψη αυτή, και χωρίς να θίγονται τα κριτήρια ευθύνης που ορίζει ο παρών κανονισμός, τα κράτη μέλη, όλα εκ των οποίων σέβονται την αρχή της μη επαναπροώθησης, θεωρούνται ως ασφαλείς χώρες για τους υπηκόους τρίτων χωρών.

(4)

Τα συμπεράσματα του Τάμπερε προσδιόρισαν επίσης ότι το σύστημα θα πρέπει να περιλαμβάνει, σε μία βραχυχρόνια προοπτική, ένα σαφή και λειτουργικό καθορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεων.

(5)

Μια τέτοια μέθοδος θα πρέπει να θεμελιώνεται σε αντικειμενικά και δίκαια κριτήρια τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Θα πρέπει, ιδίως, να επιτρέπει τον ταχύ προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο προκειμένου να κατοχυρώνεται η πραγματική πρόσβαση στις διαδικασίες καθορισμού του καθεστώτος διεθνούς προστασίας και να μην διακυβεύεται ο στόχος της ταχύτητας κατά την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας.

(6)

Στο πλαίσιο της εισαγωγής, κατά διαδοχικές φάσεις, ενός Ενιαίου Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου που θα πρέπει να οδηγήσει, μακροπρόθεσμα, σε ενιαία διαδικασία και ενιαίο καθεστώς, που θα ισχύουν σε ολόκληρη την Ένωση για εκείνους στους οποίους χορηγείται άσυλο, φαίνεται ενδεδειγμένο, στο παρόν στάδιο, επιφέροντας τις απαραίτητες βελτιώσεις σύμφωνα με την αποκτηθείσα εμπειρία, να επιβεβαιωθούν οι αρχές στις οποίες θεμελιώνεται η σύμβαση περί καθορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου, υποβαλλόμενης σε ένα από τα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία υπεγράφη στο Δουβλίνο στις 15 Ιουνίου 1990 (Σύμβαση του Δουβλίνου), η εφαρμογή της οποίας τόνωσε τη διαδικασία εναρμόνισης των πολιτικών ασύλου.

(7)

Η πρώτη φάση της δημιουργίας του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου ║ έχει επί του παρόντος επιτευχθεί. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 4 Νοεμβρίου 2004, ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης, το οποίο καθορίζει τους στόχους προς υλοποίηση στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης κατά την περίοδο 2005-2010. Από την άποψη αυτή, με το πρόγραμμα της Χάγης κλήθηκε η ║ Επιτροπή να ολοκληρώσει την αξιολόγηση των νομικών πράξεων της πρώτης φάσης και να υποβάλει τις πράξεις και τα μέτρα της δεύτερης φάσης στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να εκδοθούν πριν από το 2010.

(8)

Οι υπηρεσίες των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για θέματα ασύλου θα πρέπει να λαμβάνουν πρακτική βοήθεια για να αντιμετωπίζουν τις καθημερινές ανάγκες λειτουργίας τους. Από την άποψη αυτή είναι ουσιαστικός ο ρόλος της Υπηρεσίας Στήριξης σε Θέματα Ασύλου, η οποία συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/…  (5) .

(9)

Ενόψει των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων που διενεργήθηκαν, ενδείκνυται στο παρόν στάδιο, να επιβεβαιωθούν οι αρχές στις οποίες βασίζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 343/2003, καθώς επίσης να επέλθουν οι αναγκαίες βελτιώσεις βάσει της πείρας για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του συστήματος και της προστασίας που χορηγείται στους αιτούντες διεθνή προστασία στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής.

(10)

Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας, καθώς και για να εξασφαλιστεί η συνοχή με το τρέχον κεκτημένο της ΕΕ για το άσυλο, και ιδίως με την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους και καθορισμό του περιεχομένου της παρεχόμενης προστασίας (6), είναι σκόπιμο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού για να συμπεριληφθούν οι αιτούντες επικουρική προστασία και τα πρόσωπα που απολαύουν επικουρικής προστασίας.

(11)

Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων άσυλο, η οδηγία ║…/…ΕΚ║ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (7) πρέπει να εφαρμόζεται στη διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό.

(12)

Σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη πρέπει κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού να λαμβάνουν πρωτίστως υπόψη το μείζον συμφέρον του παιδιού. Επιπρόσθετα, πρέπει να θεσπιστούν ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις για ασυνόδευτους ανηλίκους λόγω της ιδιαίτερα ευάλωτης κατάστασής τους.

(13)

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να λαμβάνουν πρωτίστως υπόψη το σεβασμό της ενότητας της οικογένειας.

(14)

Η κοινή εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας των μελών μιας οικογένειας από το ίδιο κράτος μέλος αποτελεί μέτρο που επιτρέπει να εξασφαλισθεί η εις βάθος εξέταση των αιτήσεων και η συνοχή των αποφάσεων που λαμβάνονται σε σχέση με αυτές καθώς και να αποφευχθεί ο χωρισμός των μελών μιας οικογένειας.

(15)

Για να εξασφαλιστεί η πλήρης τήρηση της αρχής της ενότητας της οικογένειας και του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, η ύπαρξη σχέσης εξάρτησης μεταξύ αιτούντος και της υπό ευρεία έννοια οικογένειάς του λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας, της κατάστασης υγείας τους ή της προχωρημένης ηλικίας, πρέπει να αποτελεί δεσμευτικό κριτήριο ευθύνης. Όταν ο αιτών είναι ασυνόδευτος ανήλικος, η παρουσία συγγενή στο έδαφος άλλου κράτους μέλους που μπορεί να μεριμνήσει για αυτόν πρέπει επίσης να αποτελεί δεσμευτικό κριτήριο ευθύνης.

(16)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να παρεκκλίνει από τα κριτήρια ευθύνης, ιδίως για ανθρωπιστικούς λόγους ή λόγους ευσπλαχνίας και να εξετάζει αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε αυτό ή σε άλλο κράτος μέλος, ακόμα και εάν η εξέταση αυτή δεν εμπίπτει στην ευθύνη του σύμφωνα με τα δεσμευτικά κριτήρια που καθορίζονται στον κανονισμό, υπό τον όρο ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και ο αιτών συμφωνούν σε αυτό.

(17)

Πρέπει να οργανώνεται προσωπική συνέντευξη για να διευκολύνεται ο προσδιορισμός του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας και ▐ για να ενημερώνονται προφορικά οι αιτούντες σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(18)

Σύμφωνα, ιδίως, με το άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να θεσπιστούν νομικές εγγυήσεις και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής όσον αφορά αποφάσεις για μεταφορές στο υπεύθυνο κράτος μέλος για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων των ενδιαφερόμενων ατόμων.

(19)

Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η πραγματική προσφυγή πρέπει να καλύπτει τόσο την εξέταση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όσο και τη νομική και πραγματική κατάσταση στο κράτος μέλος στο οποίο μεταφέρεται ο αιτών για να εξασφαλίζεται η τήρηση του διεθνούς δικαίου.

(20)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο όρος «κράτηση» δεν θα πρέπει να έχει ποινική ή σωφρονιστική χροιά, αλλά να εκλαμβάνεται ως αποκλειστικά διοικητικό και προσωρινό μέτρο το οποίο ισοδυναμεί με αστυνομική κράτηση.

(21)

Η κράτηση των αιτούντων άσυλο πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τη βασική αρχή ότι ένα πρόσωπο δεν μπορεί να κρατείται μόνο διότι επιζητεί διεθνή προστασία. Ειδικότερα, η κράτηση των αιτούντων άσυλο πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 31 της σύμβασης της Γενεύης , σε διοικητικά κέντρα κράτησης που διαφέρουν από τις φυλακές και στο πλαίσιο των σαφώς καθορισμένων εξαιρετικών περιστάσεων και εγγυήσεων που προβλέπονται στην οδηγία […/…/ΕΚ] [σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο ▐]. Επιπλέον, η χρήση της κράτησης για το σκοπό της μεταφοράς στο υπεύθυνο κράτος μέλος πρέπει να περιορίζεται και να υπόκειται στην αρχή της αναλογικότητας σε ό, τι αφορά τα χρησιμοποιούμενα μέσα και τους επιδιωκόμενους στόχους.

(22)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 της Επιτροπής, της 2ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 (8) του Συμβουλίου, οι μεταφορές στο υπεύθυνο κράτος μέλος είναι δυνατό να πραγματοποιούνται σε εκούσια βάση, με ελεγχόμενη αναχώρηση ή με συνοδεία. Τα κράτη μέλη πρέπει να προωθούν τις εκούσιες μεταφορές και πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι ελεγχόμενες μεταφορές ή οι μεταφορές με συνοδεία διεξάγονται με ανθρώπινο τρόπο, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

(23)

Η προοδευτική υλοποίηση ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα στο εσωτερικό του οποίου κατοχυρώνεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης ║ και η θέσπιση κοινοτικών πολιτικών όσον αφορά τους όρους εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των κοινών προσπαθειών για τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων, καθιστά αναγκαία την ισορροπία των κριτηρίων αρμοδιότητας με πνεύμα αλληλεγγύης.

(24)

Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να δημιουργήσει επιπρόσθετα βάρη σε κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα επείγουσα κατάσταση λόγω της οποίας ασκείται ιδιαίτερα μεγάλη πίεση στις ικανότητες υποδοχής, το σύστημα ή την υποδομή ασύλου τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να θεσπίζεται αποτελεσματική διαδικασία η οποία να επιτρέπει την προσωρινή αναστολή των μεταφορών προς το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και να παρέχει χρηματοδοτική συνδρομή σύμφωνα με τα υφιστάμενα δημοσιονομικά μέσα της ΕΕ. Η προσωρινή αναστολή των μεταφορών του Δουβλίνου μπορεί να συμβάλλει με αυτό τον τρόπο στην επίτευξη υψηλότερου βαθμού αλληλεγγύης προς εκείνα τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες πιέσεις στα συστήματα ασύλου τους λόγω ιδίως της γεωγραφικής τους θέσης ή της δημογραφικής τους κατάστασης.

(25)

Αυτή η διαδικασία αναστολής των μεταφορών θα πρέπει να εφαρμόζεται επίσης όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι το επίπεδο προστασίας των αιτούντων διεθνή προστασία σε συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν συμμορφώνεται προς την κοινοτική νομοθεσία για το άσυλο, ιδίως όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής, την αναγνώριση της διεθνούς προστασίας και την πρόσβαση στη διαδικασία του ασύλου, για να εξασφαλίζεται ότι όλοι οι αιτούντες διεθνή προστασία τυγχάνουν επαρκούς επιπέδου προστασίας σε όλα τα κράτη μέλη.

(26)

Αυτή η διαδικασία αναστολής των μεταφορών αποτελεί έκτακτο μέτρο για την αντιμετώπιση θεμάτων ιδιαίτερης πίεσης ή υπό εξέλιξη υποθέσεων προστασίας.

(27)

Η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάζει σε περιοδική βάση τη σημειωθείσα πρόοδο με στόχο τη βελτίωση της μακροχρόνιας ανάπτυξης και εναρμόνισης του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, και το βαθμό στον οποίο τα μέτρα αλληλεγγύης και διαθεσιμότητας μιας διαδικασίας αναστολής συμβάλλουν καλύτερα στην πρόοδο αυτή, να υποβάλλει δε έκθεση σχετικά με την εν λόγω πρόοδο.

Δεδομένου ότι το σύστημα του Δουβλίνου δεν προορίζετο να αποτελέσει μηχανισμό δίκαιης κατανομής των αρμοδιοτήτων όσον αφορά την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας και δεδομένου ότι ορισμένα κράτη μέλη είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα στις μεταναστευτικές ροές, ιδίως λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, είναι απαραίτητο να σχεδιασθούν και να προταθούν νομικά δεσμευτικά μέσα που στοχεύουν στη διασφάλιση μεγαλύτερης αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και υψηλότερου επιπέδου προστασίας. Τα μέσα αυτά θα πρέπει ιδίως να καθιστούν δυνατή την απόσπαση υπαλλήλων από άλλα κράτη μέλη για να βοηθούν τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν υπερβολικές πιέσεις και, όταν οι αιτούντες δεν τυγχάνουν επαρκούς επιπέδου προστασίας ή όταν οι δυνατότητες υποδοχής ενός κράτους μέλους είναι ανεπαρκείς, να διευκολύνουν την επανεγκατάσταση των δικαιούχων διεθνούς προστασίας σε άλλα κράτη μέλη, υπό τον όρο ότι τα ενδιαφερόμενα άτομα συναινούν σε αυτό και τα θεμελιώδη δικαιώματά τους τυγχάνουν σεβασμού.

(28)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (9) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(29)

Η ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένων ευαίσθητων δεδομένων που αφορούν την υγεία, τα οποία πρέπει να διαβιβασθούν πριν από την εκτέλεση μεταφοράς θα εξασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές ασύλου είναι σε θέση να χορηγήσουν στους αιτούντες τη δέουσα συνδρομή και να εξασφαλίσουν τη συνέχεια στην προστασία και τα δικαιώματα που παρέχονται σε αυτούς. Πρέπει να προβλεφθεί ειδική διάταξη για την εξασφάλιση της προστασίας των δεδομένων τα οποία αφορούν αιτούντες που ευρίσκονται σε αυτή την κατάσταση σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ.

(30)

Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού μπορεί να διευκολύνεται και η αποτελεσματικότητά του να ενισχύεται με διμερείς διακανονισμούς μεταξύ κρατών μελών με σκοπό να βελτιωθεί η επικοινωνία μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών, να μειωθούν οι διαδικαστικές προθεσμίες, ή να απλουστευθεί η εξέταση των αιτημάτων αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης των αιτούντων άσυλο ή να καθορισθούν οι λεπτομέρειες σχετικά με την εκτέλεση των μεταφορών.

(31)

Θα πρέπει να εξασφαλιστεί η συνέχεια μεταξύ του συστήματος προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους που θεσπίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 και του συστήματος που θεσπίζεται από τον παρόντα κανονισμό. Θα πρέπει επίσης να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. ║…/…║, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, [σχετικά με τη θέσπιση του συστήματος «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού ║ (ΕΚ) αριθ. …/… για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] (10).

(32)

Η λειτουργία του συστήματος EURODAC, όπως έχει θεσπιστεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. ║…/…║ [σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα και ιδίως την εφαρμογή των άρθρων 6 και 10 που περιέχονται σε αυτόν, θα πρέπει να διευκολύνουν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(33)

Η λειτουργία του συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις, όπως έχει θεσπιστεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το σύστημα πληροφοριών για τις θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (11), και ιδίως η εφαρμογή των άρθρων 21 και 22 που περιέχονται σε αυτόν, θα πρέπει να διευκολύνουν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(34)

Όσον αφορά τη μεταχείριση των προσώπων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από υποχρεώσεις που απορρέουν από πράξεις του διεθνούς δικαίου στις οποίες είναι συμβαλλόμενα μέρη.

(35)

Τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (12).

(36)

Η Επιτροπή θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν ασυνόδευτους ανηλίκους και την επανένωση εξαρτώμενων συγγενών καθώς και τα κριτήρια που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των μεταφορών. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού μεταξύ άλλων διά της συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(37)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003. Ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 πρέπει να ενσωματωθούν στον παρόντα κανονισμό, για λόγους σαφήνειας ή διότι μπορούν να εξυπηρετούν γενικό στόχο. Ιδίως, είναι σημαντικό τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους ενδιαφερόμενους αιτούντες άσυλο να υπάρχει γενικός μηχανισμός για την εξεύρεση λύσης σε περιπτώσεις απόκλισης των απόψεων των κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή διάταξης του παρόντος κανονισμού. Επομένως, δικαιολογείται η ενσωμάτωση στον παρόντα κανονισμό του μηχανισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 για τη διευθέτηση των διαφορών σχετικά με την ανθρωπιστική ρήτρα καθώς και η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του στο σύνολο του παρόντος κανονισμού.

(38)

Η αποτελεσματική παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού απαιτεί την αξιολόγησή του σε τακτά διαστήματα.

(39)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται, ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης║. Ιδιαίτερα, ο παρών κανονισμός αποσκοπεί να εξασφαλίσει την πλήρη τήρηση του δικαιώματος ασύλου που διασφαλίζεται από το άρθρο 18 και να προωθήσει την εφαρμογή των άρθρων 1, 4, 7, 24 και 47 του εν λόγω Χάρτη και θα πρέπει να εφαρμόζεται ανάλογα.

(40)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η θέσπιση κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων του, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως εκτίθεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού όρια,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Στόχος

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τα κριτήρια και τους μηχανισμούς προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας η οποία υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α)   «Υπήκοος τρίτης χώρας»: κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 1 της Συνθήκης ║ και που δεν είναι δικαιούχος του κοινοτικού δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

β)   «Αίτηση διεθνούς προστασίας»: η αίτηση διεθνούς προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο ζ) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ.

γ)   «Αιτών» ή «αιτών άσυλο»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις που έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, για την οποία δεν έχει ακόμη ληφθεί οριστική απόφαση.

δ)   «Εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας»: το σύνολο των εξεταστικών μέτρων, αποφάσεων ή δικαστικών αποφάσεων που εκδίδονται από τις αρχές που είναι αρμόδιες για την αίτηση διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου (14), εξαιρουμένων των διαδικασιών προσδιορισμού του υπευθύνου κράτους μέλους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και την οδηγία 2004/83/ΕΚ.

ε)   «Ανάκληση αίτησης διεθνούς προστασίας»: οι ενέργειες με τις οποίες ο αιτών θέτει τέρμα στις διαδικασίες που έχουν κινηθεί με την υποβολή της αίτησής του για παροχή διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με την οδηγία 2005/85/ΕΚ, είτε ρητώς είτε σιωπηρώς.

στ)   «Πρόσωπο στο οποίο χορηγείται διεθνής προστασία»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις στον οποίο αναγνωρίζεται η ανάγκη διεθνούς προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο α) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ

ζ)   «Ανήλικος»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις κάτω των 18 ετών.

η)   «Ασυνόδευτος ανήλικος»: ο ανήλικος ο οποίος εισέρχεται στο έδαφος των κρατών μελών χωρίς να συνοδεύεται από ενήλικα υπεύθυνο για αυτόν/ αυτήν , δυνάμει νόμου ή εθίμου, και για όσο χρονικό διάστημα δεν τελεί πραγματικά υπό τη μέριμνα υπευθύνου ενήλικα· συμπεριλαμβάνονται οι ανήλικοι οι οποίοι αφέθηκαν ασυνόδευτοι, αφού εισήλθαν στο έδαφος κρατών μελών.

θ)   «Μέλη της οικογένειας»: εφόσον η οικογένεια υπήρχε ήδη στη χώρα καταγωγής, τα ακόλουθα μέλη της οικογένειας του αιτούντος τα οποία βρίσκονται στο έδαφος των κρατών μελών:

ο σύζυγος ή μόνιμος σύντροφος του αιτούντος άσυλο, εφόσον η νομοθεσία ή η πρακτική του οικείου κράτους μέλους εξομοιώνει την κατάσταση των αγάμων ζευγών με την αντίστοιχη των εγγάμων, σύμφωνα με τη δική του νομοθεσία περί αλλοδαπών,

τα ανήλικα τέκνα του κατά την πρώτη περίπτωση ζεύγους ή του αιτούντος, εφόσον είναι άγαμα, ανεξάρτητα από το εάν πρόκειται περί νομίμων, εξωγάμων ή θετών τέκνων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο,

τα έγγαμα ανήλικα τέκνα του κατά την πρώτη περίπτωση ζεύγους ή του αιτούντος, ανεξάρτητα από το εάν πρόκειται περί νομίμων, εξωγάμων ή θετών τέκνων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, και υπό τον όρο ότι δεν συνοδεύονται από τους/τις συζύγους τους, όταν η διαμονή τους με τον αιτούντα είναι προς το μείζον συμφέρον τους,

ο πατέρας, η μητέρα ή ο κηδεμόνας του αιτούντος εάν ο αιτών είναι ανήλικος και άγαμος ή εάν ║ είναι ανήλικος και έγγαμος και δεν συνοδεύεται από τον/την σύζυγό του, αλλά η διαμονή του με τον πατέρα, μητέρα ή κηδεμόνα του είναι προς το μείζον συμφέρον του,

τα ανήλικα άγαμα αδέλφια του αιτούντος, εάν ο αιτών είναι ανήλικος και άγαμος, ή εάν ο αιτών ή τα αδέλφια του είναι ανήλικοι και έγγαμοι, και δεν συνοδεύονται από τον/την σύζυγό τους, αλλά είναι προς το μείζον συμφέρον ενός ή περισσοτέρων εξ αυτών να διαμένουν μαζί.

ι)   «Τίτλος διαμονής»: άδεια εκδιδόμενη από τις αρχές κράτους μέλους που επιτρέπει τη διαμονή υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδα στο έδαφός του, καθώς και όσα έγγραφα του επιτρέπουν να διαμένει στο κράτος αυτό δυνάμει συμφωνιών προσωρινής προστασίας ή μέχρις ότου αρθούν τα κωλύματα εκτέλεσης μέτρου απομάκρυνσης. Εξαιρούνται οι θεωρήσεις και οι άδειες διαμονής που εκδίδονται κατά τη χρονική περίοδο που απαιτείται για τον καθορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού ή κατά τη διάρκεια της εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας ή αίτησης άδειας διαμονής.

ια)   «Θεώρηση»: η άδεια ή η απόφαση κράτους μέλους που απαιτείται με σκοπό τη διέλευση ή την είσοδο για προβλεπόμενη διαμονή στο συγκεκριμένο κράτος μέλος ή σε περισσότερα κράτη μέλη. Το είδος της θεώρησης προσδιορίζεται σύμφωνα με τους ακόλουθους ορισμούς:

i)   «θεώρηση για διαμονή μακράς διαρκείας»: η άδεια ή η απόφαση κράτους μέλους που απαιτείται με σκοπό την είσοδο για προβλεπόμενη διαμονή, διαρκείας άνω των τριών μηνών, στο συγκεκριμένο κράτος μέλος,

ii)   «θεώρηση για διαμονή σύντομης διαρκείας»: η άδεια ή η απόφαση κράτους μέλους που απαιτείται με σκοπό την είσοδο για προβλεπόμενη διαμονή στο συγκεκριμένο κράτος μέλος ή σε περισσότερα κράτη μέλη για χρονική περίοδο η συνολική διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες,

iii)   «θεώρηση διέλευσης»: η άδεια ή η απόφαση κράτους μέλους που απαιτείται με σκοπό την είσοδο για διέλευση μέσω του εδάφους αυτού του κράτους μέλους ή περισσοτέρων κρατών μελών, εξαιρουμένης της διέλευσης από αερολιμένα,

iv)   «θεώρηση διέλευσης από αερολιμένα»: η άδεια ή η απόφαση που επιτρέπει σε υπήκοο τρίτης χώρας για την οποία ειδικά ισχύει αυτή η προϋπόθεση, να διέλθει (transit) από τη ζώνη διερχομένων ενός αερολιμένα, κατά τη διάρκεια στάσης ή μετεπιβίβασης μεταξύ δύο τμημάτων διεθνούς πτήσεως, χωρίς να έχει πρόσβαση στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

ιβ)   «κίνδυνος διαφυγής»: η ύπαρξη λόγων σε μεμονωμένη περίπτωση, που βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια τα οποία καθορίζονται από το νόμο, για να εικάζεται ότι ο αιτών ή ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις που υπόκειται σε απόφαση μεταφοράς μπορεί να διαφύγει.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

Άρθρο 3

Πρόσβαση στη διαδικασία εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας

1.   Τα κράτη μέλη εξετάζουν κάθε αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα στο έδαφος οποιουδήποτε από αυτά, συμπεριλαμβανομένων των συνόρων ή των ζωνών διέλευσης. Η αίτηση εξετάζεται από ένα μόνο κράτος μέλος, το οποίο είναι το οριζόμενο ως υπεύθυνο σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

2.   Εάν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί το κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας βάσει των κριτηρίων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι το πρώτο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας.

3.   Έκαστο κράτος μέλος διατηρεί το δικαίωμα, να προωθεί τον αιτούντα άσυλο προς ασφαλή τρίτη χώρα, σύμφωνα με τους κανόνες και τις εγγυήσεις που θεσπίζονται στην οδηγία 2005/85/ΕΚ.

Άρθρο 4

Δικαίωμα ενημέρωσης

1.   Μόλις υποβληθεί αίτηση διεθνούς προστασίας, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενημερώνουν τον αιτούντα άσυλο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και ιδίως για:

α)

τους στόχους του παρόντος κανονισμού και τις συνέπειες της υποβολής άλλης αίτησης σε διαφορετικό κράτος μέλος·

β)

τα κριτήρια κατανομής της ευθύνης και την ιεράρχησή τους·

γ)

τη γενική διαδικασία και τις προθεσμίες που πρέπει να ακολουθούν τα κράτη μέλη·

δ)

τα πιθανά αποτελέσματα της διαδικασίας και τις συνέπειές τους·

ε)

την πιθανότητα προσβολής της απόφασης μεταφοράς·

στ)

το γεγονός ότι οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ανταλλάσσουν δεδομένα για αυτόν/αυτήν με μόνο στόχο την εφαρμογή των υποχρεώσεων που ανακύπτουν από τον παρόντα κανονισμό·

ζ)

το δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα που τον/την αφορούν και το δικαίωμα να ζητεί διόρθωση ανακριβών δεδομένων που τον/την αφορούν ή διαγραφή δεδομένων που τον/την αφορούν τα οποία υπέστησαν παράνομη επεξεργασία, καθώς και στις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας των αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 34 και των εθνικών αρχών προστασίας δεδομένων, οι οποίες εξετάζουν τις προσφυγές σχετικά με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται γραπτώς σε γλώσσα την οποία ευλόγως κατανοεί ή μπορεί να πιθανολογηθεί ότι κατανοεί ο αιτών. Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το κοινό φυλλάδιο που συντάσσεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 για το σκοπό αυτό.

Για την ορθή κατανόηση από μέρους του αιτούντος, οι πληροφορίες παρέχονται ║ και προφορικά, κατά τη συνέντευξη που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 5.

Τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες με τον τρόπο που αρμόζει στην ηλικία του αιτούντος.

3.   Σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 41, παράγραφος 2, συντάσσεται κοινό φυλλάδιο, το οποίο περιλαμβάνει οπωσδήποτε τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 5

Προσωπική συνέντευξη

1.   Το κράτος μέλος που διενεργεί τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους βάσει του παρόντος κανονισμού καλεί τους αιτούντες σε προσωπική συνέντευξη με πρόσωπο που έχει τα δέοντα προσόντα δυνάμει του εθνικού δικαίου να διεξάγει ανάλογη συνέντευξη.

2.   Η προσωπική συνέντευξη έχει ως στόχο να διευκολύνει τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, ιδίως να επιτρέψει στον αιτούντα να υποβάλει τις συναφείς πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τον ορθό προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους καθώς και να ενημερώσει τον αιτούντα προφορικά για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

3.   Η προσωπική συνέντευξη πραγματοποιείται εγκαίρως μετά την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας και, σε κάθε περίπτωση, πριν από τη λήψη απόφασης μεταφοράς του αιτούντος στο υπεύθυνο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 25, παράγραφος 1.

4.   Η προσωπική συνέντευξη πραγματοποιείται σε γλώσσα την οποία ║ κατανοεί ο αιτών ή τεκμαίρεται ευλόγως ότι κατανοεί και στην οποία μπορεί αυτός/αυτή να επικοινωνήσει. Όπου απαιτείται, τα κράτη μέλη επιλέγουν διερμηνέα ο οποίος μπορεί να διασφαλίσει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ του αιτούντος και του προσώπου που διεξάγει την προσωπική συνέντευξη.

5.   Η προσωπική συνέντευξη πραγματοποιείται υπό όρους που διασφαλίζουν τη δέουσα εμπιστευτικότητα.

6.   Το κράτος μέλος που διεξάγει την προσωπική συνέντευξη συντάσσει σύντομη γραπτή έκθεση η οποία περιλαμβάνει τις κύριες πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τον αιτούντα στη συνέντευξη και χορηγεί αντίγραφο της έκθεσης αυτής στον αιτούντα. Η έκθεση επισυνάπτεται σε οποιαδήποτε απόφαση μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 25, παράγραφος 1.

Άρθρο 6

Εγγυήσεις για ανηλίκους

1.   Το μείζον συμφέρον του παιδιού αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών όσον αφορά όλες τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ένας εκπρόσωπος κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο θ) της οδηγίας 2005/85/ΕΚ, εκπροσωπεί ή/και συνδράμει τον ασυνόδευτο ανήλικο όσον αφορά όλες τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Αυτός ο εκπρόσωπος μπορεί να είναι επίσης ο εκπρόσωπος που αναφέρεται στο άρθρο 24 της οδηγίας ║…/…/ΕΚ║ [σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη].

3.   Για την αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη συνεργάζονται στενά μεταξύ τους και, ιδίως, λαμβάνουν δεόντως υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

τις δυνατότητες επανένωσης της οικογένειας·

β)

την ευζωία και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, συνεκτιμώντας ιδίως το εθνοτικό, θρησκευτικό, πολιτιστικό και γλωσσικό υπόβαθρο του ανηλίκου·

γ)

τις παραμέτρους που σχετίζονται με την ασφάλεια και την προστασία, ιδίως όπου υπάρχει κίνδυνος το παιδί να είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων·

δ)

τις απόψεις του ανηλίκου σύμφωνα με την ηλικία και την ωριμότητά του.

4.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διαδικασίες ▐ για τον εντοπισμό των μελών της οικογένειας ή άλλων συγγενών των ασυνόδευτων ανηλίκων που ευρίσκονται στα κράτη μέλη εφόσον χρειάζεται δε με τη συνδρομή διεθνών ή άλλων σχετικών οργανώσεων . Τα κράτη αυτά αρχίζουν να προσπαθούν να εντοπίσουν τα μέλη της οικογένειας των ασυνόδευτων ανηλίκων ή άλλους συγγενείς όσο το δυνατό συντομότερα μετά την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας ενώ παράλληλα προστατεύουν το μείζον συμφέρον τους.

5.   Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 34 οι οποίες ασχολούνται με αιτήσεις σχετικά με ασυνόδευτους ανήλικους λαμβάνουν τη δέουσα κατάρτιση σχετικά με τις ειδικές ανάγκες των ανηλίκων.

6.     Στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει το άρθρο 17 της οδηγίας 2005/85/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν ιατρικές εξετάσεις για τον προσδιορισμό της ηλικίας των ασυνόδευτων ανηλίκων.

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιούνται ιατρικές εξετάσεις, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτές διεξάγονται με λογικό και εμπεριστατωμένο τρόπο όπως απαιτούν τα πρότυπα της επιστήμης και της δεοντολογίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

Άρθρο 7

Ιεράρχηση των κριτηρίων

1.   Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του υπευθύνου κράτους μέλους εφαρμόζονται με τη σειρά με την οποία παρατίθενται στο παρόν κεφάλαιο.

2.   Ο προσδιορισμός του υπευθύνου κράτους μέλους κατ' εφαρμογή των κριτηρίων που παρατίθενται στο παρόν κεφάλαιο πραγματοποιείται βάσει της κατάστασης που υπήρχε τη στιγμή κατά την οποία ο αιτών άσυλο υπέβαλε την αίτησή του διεθνούς προστασίας για πρώτη φορά σε ένα κράτος μέλος.

Άρθρο 8

Ασυνόδευτοι ανήλικοι

1.   Εάν ο αιτών είναι ασυνόδευτος ανήλικος, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας είναι το κράτος μέλος στο οποίο ευρίσκεται νομίμως ένα μέλος της οικογένειάς του, εφόσον αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου.

2.   Στην περίπτωση που ο αιτών είναι ασυνόδευτος ανήλικος του οποίου κανένα μέλος της οικογένειας σύμφωνα με την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο θ) δεν βρίσκεται νομίμως σε άλλο κράτος μέλος, αλλά ένα άλλο πρόσωπο που είναι συγγενής με αυτόν/αυτήν ευρίσκεται νομίμως σε άλλο κράτος μέλος, και μπορεί να αναλάβει τη φροντίδα του/της, το εν λόγω κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης υπό τον όρο ότι αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου.

3.   Εάν μέλη της οικογένειας του αιτούντος ή άλλοι συγγενείς του ευρίσκονται νομίμως σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, η απόφαση για το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης λαμβάνεται με βάση το μείζον συμφέρον του ανηλίκου.

4.   Εάν δεν υπάρχει μέλος της οικογένειας ή άλλος συγγενής, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι το κράτος μέλος στο οποίο ο ανήλικος υπέβαλε την ▐ αίτηση διεθνούς προστασίας υπό τον όρο ότι αυτό είναι το μείζον συμφέρον του ανηλίκου.

5.   Η Επιτροπή ορίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες εφαρμογής των παραγράφων 2 και 3. Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 41, παράγραφος 3.

Άρθρο 9

Μέλη οικογένειας που είναι πρόσωπα στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία

Εάν ένα μέλος της οικογένειας του αιτούντος άσυλο, ανεξαρτήτως του αν οι οικογενειακοί δεσμοί είχαν δημιουργηθεί προηγουμένως στη χώρα καταγωγής, έλαβε άδεια διαμονής σε κράτος μέλος ως πρόσωπο στο οποίο χορηγείται διεθνής προστασία, το εν λόγω κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, υπό τον όρο ότι οι ενδιαφερόμενοι εξέφρασαν την επιθυμία τους γραπτώς.

Άρθρο 10

Μέλη οικογένειας που είναι αιτούντες διεθνή προστασία

Εάν ένα μέλος της οικογένειας του αιτούντος άσυλο έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε κράτος μέλος για την οποία δεν έχει ακόμη ληφθεί πρώτη απόφαση επί της ουσίας, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, υπό τον όρο ότι οι ενδιαφερόμενοι εξέφρασαν την επιθυμία τους γραπτώς.

Άρθρο 11

Εξαρτώμενοι συγγενείς

1.   Εάν ο αιτών άσυλο εξαρτάται από τη βοήθεια συγγενή λόγω εγκυμοσύνης, ή πρόσφατου τοκετού, σοβαρής ασθένειας, σοβαρής αναπηρίας ή μεγάλης ηλικίας, ή εάν ένας συγγενής εξαρτάται από τη βοήθεια του αιτούντος άσυλο για τους ίδιους λόγους, ως κράτος μέλος υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης θεωρείται το πλέον ενδεδειγμένο να τους κρατήσει μαζί ή να τους επανενώσει, υπό την προϋπόθεση ότι οι οικογενειακοί δεσμοί υπήρχαν στη χώρα καταγωγής και ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα εξέφρασαν την επιθυμία τους γραπτώς. Κατά τον προσδιορισμό του πλέον ενδεδειγμένου κράτους μέλους, λαμβάνεται υπόψη το μείζον συμφέρον των ενδιαφερόμενων προσώπων, όπως η ικανότητα μετακίνησης του εξαρτώμενου προσώπου.

2.   Η Επιτροπή ορίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες εφαρμογής της παραγράφου 1. Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 41, παράγραφος 3.

Άρθρο 12

Οικογενειακή διαδικασία

Όταν πλείονα μέλη μιας οικογένειας υποβάλλουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας στο ίδιο κράτος μέλος ταυτόχρονα ή σε παραπλήσιες ημερομηνίες ώστε να μπορούν να διεξαχθούν από κοινού οι διαδικασίες προσδιορισμού του υπευθύνου κράτους μέλους, και η εφαρμογή των κριτηρίων του παρόντος κανονισμού μπορεί να οδηγήσει στο χωρισμό των εν λόγω μελών μιας οικογένειας, ο προσδιορισμός του υπευθύνου κράτους μέλους πραγματοποιείται βάσει των ακόλουθων διατάξεων:

α)

υπεύθυνο για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας όλων των μελών της οικογένειας είναι το κράτος μέλος το οποίο προσδιορίζεται βάσει των κριτηρίων ως υπεύθυνο για την αναδοχή του μεγαλύτερου αριθμού των μελών της οικογένειας·

β)

στις λοιπές περιπτώσεις, υπεύθυνο είναι το κράτος μέλος το οποίο προσδιορίζεται βάσει των κριτηρίων ως υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης του πλέον ηλικιωμένου μέλους της.

Άρθρο 13

Έκδοση τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων

1.   Εάν ο αιτών άσυλο είναι κάτοχος εν ισχύ τίτλου διαμονής, το κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

2.   Εάν ο αιτών άσυλο είναι κάτοχος εν ισχύι θεώρησης, το κράτος μέλος που την εξέδωσε είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας εκτός εάν η θεώρηση εκδόθηκε κατ' αντιπροσώπευση ή με γραπτή έγκριση άλλου κράτους μέλους. Στην περίπτωση αυτή, το τελευταίο αυτό κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας. Όταν κράτος μέλος διαβουλεύεται προηγουμένως, ιδίως για λόγους ασφαλείας, με την κεντρική αρχή άλλου κράτους μέλους, η απάντηση της αρχής του τελευταίου στη διαβούλευση δεν αποτελεί γραπτή έγκριση κατά την έννοια της παρούσας διάταξης.

3.   Εάν ο αιτών άσυλο είναι κάτοχος περισσοτέρων του ενός εν ισχύ τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων που έχουν εκδοθεί από διάφορα κράτη μέλη, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας λογίζεται το κράτος μέλος το οποίο κατά σειρά:

α)

εξέδωσε τον τίτλο διαμονής με τη μεγαλύτερη χρονική ισχύ ή, σε περίπτωση ίσης διάρκειας ισχύος, το κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο διαμονής με την απώτερη ημερομηνία λήξεως ισχύος·

β)

εξέδωσε τη θεώρηση με την απώτερη ημερομηνία λήξεως όταν οι διάφορες θεωρήσεις είναι του αυτού τύπου·

γ)

σε περίπτωση θεωρήσεων διαφορετικού είδους, το κράτος μέλος το οποίο εξέδωσε τη θεώρηση με τη μεγαλύτερη διάρκεια ισχύος ή, σε περίπτωση ίσης διάρκειας ισχύος, το κράτος μέλος που εξέδωσε τη θεώρηση με την απώτερη ημερομηνία λήξεως ισχύος.

4.   Εάν ο αιτών άσυλο είναι μόνον κάτοχος ενός ή περισσοτέρων τίτλων διαμονής που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μικρότερο των δύο ετών ή μίας ή περισσοτέρων θεωρήσεων που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μικρότερο των έξι μηνών βάσει των οποίων μπορούσε να εισέλθει στο έδαφος κράτους μέλους, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 1, 2 και 3 για όσο χρονικό διάστημα ο αιτών δεν έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών.

Όταν ο αιτών άσυλο είναι κάτοχος ενός ή περισσοτέρων τίτλων διαμονής που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών, ή μίας ή περισσοτέρων θεωρήσεων που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών βάσει των οποίων μπορούσε να εισέλθει στο έδαφος κράτους μέλους, και εφόσον δεν έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών, υπεύθυνο είναι το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας.

5.   Το γεγονός ότι ο τίτλος διαμονής ή η θεώρηση εκδόθηκαν βάσει πλαστής ή ψευδούς ταυτότητας ή με παρουσίαση πλαστών, παραποιημένων ή άκυρων εγγράφων, δεν κωλύει την ανάθεση της ευθύνης στο κράτος μέλος που τα εξέδωσε. Εντούτοις, το κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση δεν είναι υπεύθυνο, εάν μπορεί να αποδείξει ότι η απάτη διαπράχθηκε μεταγενέστερα της έκδοσης του εγγράφου ή της θεώρησης.

Άρθρο 14

Είσοδος ή/και διαμονή

1.   Όταν διαπιστώνεται, βάσει αποδεικτικών στοιχείων ή των εμμέσων αποδείξεων, όπως περιγράφεται στους δύο καταλόγους που αναφέρονται στο άρθρο 22, παράγραφος 3, του παρόντος κανονισμού συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ του κανονισμού ║ (ΕΚ) αριθ. …/2009 [σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού ║ (ΕΚ) αριθ. …/… για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] ότι ο αιτών άσυλο διέβη παρανόμως, οδικώς, διά θαλάσσης ή δι" αέρος, τα σύνορα κράτους μέλους προερχόμενος από τρίτη χώρα, αυτό το κράτος μέλος στο οποίο εισήλθε παρανόμως είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας. Η ευθύνη αυτή παύει να υφίσταται δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα η παράνομη διάβαση των συνόρων.

2.   Όταν ένα κράτος μέλος δεν μπορεί ή δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί υπεύθυνο σύμφωνα με την παράγραφο 1 και εφόσον διαπιστώνεται, βάσει των αποδεικτικών στοιχείων ή των έμμεσων αποδείξεων, όπως περιγράφεται στους δύο καταλόγους που αναφέρονται στο άρθρο 22, παράγραφος 3, ότι ο αιτών άσυλο -ο οποίος εισήλθε στο έδαφος των κρατών μελών παρανόμως ή υπό συνθήκες που δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθούν- ζούσε για μια συνεχή περίοδο τουλάχιστον πέντε μηνών σε ένα κράτος μέλος, πριν από την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

Εάν ο αιτών διέμεινε για διαστήματα τουλάχιστον πέντε μηνών σε πλείονα κράτη μέλη, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας είναι το κράτος μέλος της τελευταίας διαμονής.

Άρθρο 15

Είσοδος χωρίς υποχρέωση θεώρησης

1.   Εάν ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις εισέρχεται στο έδαφος κράτους μέλους στο οποίο δεν υφίσταται η ανάγκη θεώρησης, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

2.   Η αρχή η οποία ορίζεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει, εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις υποβάλει την αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο δεν υφίσταται η ανάγκη θεώρησης για την είσοδο. Στην περίπτωση αυτή, το τελευταίο αυτό κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

Άρθρο 16

Αίτηση σε χώρο διεθνούς διέλευσης αερολιμένα

Όταν η αίτηση διεθνούς προστασίας γίνεται στο χώρο διεθνούς διέλευσης αερολιμένα κράτους μέλους από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΡΗΤΡΕΣ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗΣ ΕΥΧΕΡΕΙΑΣ

Άρθρο 17

Ρήτρες διακριτικής ευχέρειας

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3, παράγραφος 1 κάθε κράτος μέλος δύναται ιδίως για ανθρωπιστικούς λόγους και λόγους ευσπλαχνίας να αποφασίζει να εξετάζει αίτηση διεθνούς προστασίας που έχει κατατεθεί από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, ακόμη και αν δεν είναι υπεύθυνο για την εξέταση δυνάμει των κριτηρίων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, υπό τον όρο ότι ο αιτών συμφωνεί σχετικά.

Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω κράτος μέλος καθίσταται το υπεύθυνο κράτος μέλος κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού και αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις που συνδέονται με αυτή την ευθύνη. Κατά περίπτωση ενημερώνει το κράτος μέλος που ήταν προηγουμένως υπεύθυνο, το κράτος μέλος που διεξάγει διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους ή το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του αιτούντος χρησιμοποιώντας το δίκτυο ηλεκτρονικής επικοινωνίας DubliNet που δημιουργείται βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003.

Επίσης, το κράτος μέλος που κατέστη υπεύθυνο σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο επισημαίνει αμέσως στο EURODAC ότι ανέλαβε την ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. ║…/…║ [σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού ║ (ΕΚ) αριθ. …/… για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα].

2.   Το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται αίτηση διεθνούς προστασίας και το οποίο διεξάγει τη διαδικασία του προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, ή το υπεύθυνο κράτος μέλος δύναται, οποτεδήποτε να υποβάλει σε άλλο κράτος μέλος αίτημα αναδοχής αιτούντος για να επανενώσει μέλη οικογένειας καθώς και άλλους συγγενείς για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει ιδίως οικογενειακών ή πολιτισμικών κριτηρίων, ακόμα και όταν το τελευταίο αυτό κράτος μέλος δεν είναι υπεύθυνο κατ' εφαρμογή των κριτηρίων που θεσπίζονται στα άρθρα 8 έως 12 του παρόντος κανονισμού. Οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να εκφράσουν τη συναίνεσή τους γραπτώς.

Το αίτημα αναδοχής περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που διαθέτει το κράτος που υποβάλει το αίτημα έτσι ώστε το κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα να είναι σε θέση να εκτιμήσει την κατάσταση.

Το κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προβαίνει σε οποιεσδήποτε αναγκαίες επαληθεύσεις ώστε να ελέγξει τους επικαλούμενους ανθρωπιστικούς λόγους, και αποφαίνεται σχετικά με το αίτημα εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της παραλαβής του αιτήματος. Η απόφαση που απορρίπτει το αίτημα αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται.

Εάν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα το αποδεχθεί, η ευθύνη για την εξέταση της αίτησης μεταβιβάζεται σε αυτό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

Άρθρο 18

Υποχρεώσεις του υπεύθυνου κράτους μέλους

1.   Το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας δυνάμει του παρόντος κανονισμού υποχρεούται:

α)

να αναδέχεται υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 21, 22 και 28, αιτούντα άσυλο ο οποίος υπέβαλε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος·

β)

να αναλαμβάνει εκ νέου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 24 και 28, αιτούντα η αίτηση του οποίου τελεί υπό εξέταση και ο οποίος υπέβαλε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος ή ο οποίος ευρίσκεται χωρίς να έχει τίτλο διαμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·

γ)

να αναλαμβάνει εκ νέου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 24 και 28, αιτούντα ο οποίος ανακάλεσε την υπό εξέταση αίτησή του και υπέβαλε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος·

δ)

να αναλαμβάνει εκ νέου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 24 και 28, υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα του οποίου η αίτηση απερρίφθη και ο οποίος υπέβαλε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος ή ο οποίος ευρίσκεται χωρίς να έχει τίτλο διαμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

2.   Το υπεύθυνο κράτος μέλος σε όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ) εξετάζει ή ολοκληρώνει την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβλήθηκε από τον αιτούντα κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο δ). Εάν το υπεύθυνο κράτος μέλος είχε διακόψει την εξέταση αίτησης μετά από ανάκλησή της από τον αιτούντα, ανακαλεί την εν λόγω απόφαση και ολοκληρώνει την εξέταση της αίτησης, κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο δ).

Άρθρο 19

Παύση ευθυνών

1.   Εάν κάποιο κράτος χορηγήσει τίτλο διαμονής στον αιτούντα, οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 μεταβιβάζονται στο εν λόγω κράτος μέλος.

2.   Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 εκλείπουν εάν το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης μπορεί να αποδείξει, όταν υποβάλλεται σε αυτό αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 στοιχείο δ), ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών για διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος εν ισχύ τίτλου διαμονής που έχει εκδοθεί από το υπεύθυνο κράτος μέλος.

Μία αίτηση που υποβάλλεται μετά από ανάλογη απουσία θεωρείται ως νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.

3.   Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία γ) και δ), εκλείπουν όταν το υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης κράτος μέλος δύναται να αποδείξει, όταν υποβάλλεται σε αυτό αίτημα εκ νέου ανάληψης αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 στοιχείο δ), ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών σύμφωνα με απόφαση επιστροφής ή με μέτρο απομάκρυνσης που εξέδωσε μετά την ανάκληση ή την απόρριψη της αίτησης.

Μία αίτηση που υποβάλλεται μετά από πραγματική απομάκρυνση θεωρείται ως νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΟΧΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚ ΝΕΟΥ ΑΝΑΛΗΨΗ

Τμημα I

Κίνηση της διαδικασίας

Άρθρο 20

Κίνηση της διαδικασίας

1.   Η διαδικασία προσδιορισμού του υπευθύνου κράτους μέλους δυνάμει του παρόντος κανονισμού κινείται μόλις υποβληθεί για πρώτη φορά αίτηση διεθνούς προστασίας σε ένα κράτος μέλος.

2.   Μια αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρείται υποβληθείσα από τη στιγμή κατά την οποία παραλαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές του συγκεκριμένου κράτους μέλους έντυπο που υποβάλλεται από τον αιτούντα ή πρακτικό που καταρτίζεται από τις αρχές. Εάν η αίτηση δεν γίνεται εγγράφως, το διάστημα μεταξύ της δήλωσης πρόθεσης και της κατάρτισης πρακτικού θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν βραχύτερο.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η κατάσταση του ανηλίκου τέκνου το οποίο συνοδεύει τον αιτούντα άσυλο και εμπίπτει στον ορισμό του μέλους της οικογένειας του άρθρου 2, στοιχείο θ) είναι αδιαχώριστη από την κατάσταση του γονέα ή κηδεμόνα του και υπάγεται στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω γονέα ή κηδεμόνα, ακόμα και αν ο ίδιος ο ανήλικος δεν είναι αιτών ατομικά άσυλο υπό τον όρο ότι αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον του. Το ίδιο ισχύει και για τα τέκνα που γεννήθηκαν μετά την άφιξη του αιτούντος άσυλο στο έδαφος των κρατών μελών, χωρίς να χρειάζεται να κινηθεί νέα διαδικασία αναδοχής ευθύνης για τα εν λόγω τέκνα.

4.   Όταν μια αίτηση διεθνούς προστασίας υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές κράτους μέλους από αιτούντα που ευρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, ο προσδιορισμός του υπευθύνου κράτους μέλους γίνεται από το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται ο αιτών άσυλο. Αυτό το κράτος μέλος ενημερώνεται αμελλητί από το κράτος μέλος το οποίο έλαβε την αίτηση και θεωρείται ως εκ τούτου, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως το κράτος μέλος στο οποίο υπεβλήθη η αίτηση διεθνούς προστασίας.

Ο αιτών ενημερώνεται εγγράφως για τη διαβίβαση και για την ημερομηνία, κατά την οποία αυτή έλαβε χώρα.

5.   Το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε πρώτα η αίτηση διεθνούς προστασίας είναι υποχρεωμένο, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 24 και 28 και έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, να αναλάβει εκ νέου τον αιτούντα ο οποίος ευρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος και έχει υποβάλει εκεί αίτηση διεθνούς προστασίας αφού ανακάλεσε την πρώτη αίτησή του κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους.

Αυτή η υποχρέωση παύει όταν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ολοκλήρωσης της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους δύναται να αποδείξει ότι ο αιτών άσυλο εγκατέλειψε εν τω μεταξύ το έδαφος των κρατών μελών για περίοδο τουλάχιστον τριών μηνών ή απέκτησε τίτλο διαμονής από άλλο κράτος μέλος.

Μια αίτηση που υποβάλλεται μετά από ανάλογη απουσία θεωρείται ως νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.

Τμημα ΙΙ

Διαδικασίες για τα αιτήματα αναδοχής

Άρθρο 21

Υποβολή αιτήματος αναδοχής

1.   Εάν το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρεί ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέτασή της, μπορεί να απευθύνει σε αυτό αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος, το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση, εντός προθεσμίας τριών μηνών από την υποβολή της αίτησης κατά την έννοια του άρθρου 20, παράγραφος 2.

Εάν το αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος δεν υποβληθεί εντός της προθεσμίας των τριών μηνών, η ευθύνη της εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας εμπίπτει στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.

2.   Το κράτος μέλος που υποβάλει το αίτημα μπορεί να ζητήσει επειγόντως απάντηση εφόσον η αίτηση διεθνούς προστασίας υποβλήθηκε ύστερα από άρνηση εισόδου ή διαμονής, σύλληψη λόγω παράνομης διαμονής ή ύστερα από επίδοση ή εκτέλεση μέτρου απομάκρυνσης ή/και εφόσον ο αιτών άσυλο τελεί υπό κράτηση.

Το αίτημα προσδιορίζει τους λόγους που δικαιολογούν επείγουσα απάντηση και την προθεσμία εντός της οποίας αναμένεται απάντηση. Η προθεσμία αυτή είναι τουλάχιστον μια εβδομάδα.

3.   Και στις δύο περιπτώσεις, το αίτημα αναδοχής από άλλο κράτος μέλος γίνεται μέσω τυποποιημένου εντύπου και συμπεριλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία ή έμμεσα αποδεικτικά στοιχεία, όπως περιγράφονται στους δύο καταλόγους του άρθρου 22, παράγραφος 3 ή/και άλλα συναφή στοιχεία από τη δήλωση του αιτούντος άσυλο, τα οποία επιτρέπουν στις αρχές του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται το αίτημα να επαληθεύει εάν είναι υπεύθυνο βάσει των κριτηρίων του παρόντος κανονισμού.

Οι κανόνες για την κατάρτιση και οι διαδικασίες για τη διαβίβαση των αιτημάτων θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 41, παράγραφος 2.

Άρθρο 22

Απάντηση σε αίτημα αναδοχής

1.   Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προβαίνει στις απαραίτητες επαληθεύσεις, και αποφαίνεται σχετικά με το αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία της παραλαβής του αιτήματος.

2.   Για τη διεξαγωγή της διαδικασίας προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας η οποία θεσπίζεται στον παρόντα κανονισμό, χρησιμοποιούνται αποδεικτικά στοιχεία και έμμεσες αποδείξεις.

3.   Σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 41, παράγραφος 2, καταρτίζονται δύο κατάλογοι που επανεξετάζονται περιοδικά, στους οποίους αναγράφονται τα αποδεικτικά στοιχεία και οι έμμεσες αποδείξεις σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

Αποδεικτικά στοιχεία:

i)

Αυτό αναφέρεται στις τυπικές αποδείξεις οι οποίες θεμελιώνουν ευθύνη δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ενόσω αυτό δεν αναιρείται από απόδειξη περί του αντιθέτου.

ii)

Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 41 υποδείγματα των διαφόρων τύπων διοικητικών εγγράφων, σύμφωνα με την τυπολογία που καθιερώνεται στον κατάλογο τυπικών αποδείξεων.

β)

Έμμεσες αποδείξεις:

i)

Αυτό αναφέρεται σε ενδείξεις, οι οποίες, αν και είναι μαχητές, ενδέχεται να επαρκούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με την αποδεικτική αξία που τους αποδίδεται.

ii)

Η αποδεικτική τους αξία, σε σχέση με την ευθύνη εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας, εξετάζεται κατά περίπτωση.

4.   Οι απαιτήσεις για τα αποδεικτικά στοιχεία θα πρέπει να μην υπερβαίνουν ό,τι είναι απαραίτητο για την καλή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

5.   Εάν δεν υπάρχουν τυπικές αποδείξεις, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα αναγνωρίζει την ευθύνη του, εάν οι έμμεσες αποδείξεις έχουν συνοχή, μπορούν να εξακριβωθούν και είναι αρκούντως λεπτομερείς για να θεμελιωθεί η ευθύνη.

6.   Εάν το κράτος μέλος που υποβάλλει το αίτημα επικαλείται λόγους επείγοντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21, παράγραφος 2, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να απαντήσει εντός της αιτούμενης προθεσμίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν αποδεικνύεται ότι η εξέταση του αιτήματος αναδοχής αιτούντος είναι ιδιαιτέρως πολύπλοκη, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα μπορεί να απαντήσει μετά την πάροδο της ταχθείσας προθεσμίας, αλλά εν πάση περιπτώσει εντός ενός μηνός. Στις περιπτώσεις αυτές, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα πρέπει να γνωστοποιεί την απόφασή του να αναβάλει την απάντηση προς το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα εντός της αρχικώς αιτηθείσας προθεσμίας.

7.   Η έλλειψη απάντησης εντός της προθεσμίας των δύο μηνών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και του ενός μηνός που προβλέπεται στην παράγραφο 6, ισοδυναμεί με αποδοχή του αιτήματος και συνεπάγεται την υποχρέωση αναδοχής του προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης για κατάλληλη διευθέτηση της άφιξης.

Τμημα III

Διαδικασίες για τα αιτήματα εκ νέου ανάληψης

Άρθρο 23

Υποβολή αιτήματος εκ νέου ανάληψης

1.   Όταν ένα κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας ή στο έδαφος του οποίου ένας αιτών ή άλλο πρόσωπο όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ) διαμένει χωρίς τίτλο διαμονής, θεωρεί ότι είναι υπεύθυνο άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 20, παράγραφος 5 και το άρθρο 18, παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ), μπορεί να υποβάλει στο εν λόγω κράτος μέλος αίτημα εκ νέου ανάληψης του προσώπου αυτού.

2.   Σε περίπτωση μεταγενέστερης αίτησης διεθνούς προστασίας το αίτημα εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου υποβάλλεται το ταχύτερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός ενός μηνός από την παραλαβή της σύμπτωσης EURODAC, βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. ║…/…║ [σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα].

Εάν το αίτημα εκ νέου ανάληψης αιτούντος που υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας βασίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία διαφορετικά από τα στοιχεία που ελήφθησαν από το σύστημα EURODAC, αποστέλλεται στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 20, παράγραφος 2.

3.   Όταν δεν υπάρχει μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας και σε περίπτωση που το κράτος μέλος που υποβάλλει το αίτημα αποφασίζει να ερευνήσει το σύστημα EURODAC σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. ║…/…║ [σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, το αίτημα εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου υποβάλλεται το ταχύτερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός ενός μηνός από την παραλαβή της σύμπτωσης EURODAC, βάσει του άρθρου 13, παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού.

Εάν το αίτημα εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου βασίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία διαφορετικά από τα στοιχεία που ελήφθησαν από το σύστημα EURODAC, αποστέλλεται στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία το κράτος μέλος που υποβάλει το αίτημα λαμβάνει γνώση ότι υπεύθυνο για το ενδιαφερόμενο πρόσωο μπορεί να είναι άλλο κράτος μέλος.

4.   Όταν το αίτημα εκ νέου ανάληψης αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ) δεν υποβάλλεται εντός της περιόδου που καθορίζεται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, η ευθύνη για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας βαρύνει το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε μεταγενέστερα η αίτηση ή στο έδαφος του οποίου διαμένει το πρόσωπο χωρίς τίτλο διαμονής.

5   Το αίτημα περί της εκ νέου ανάληψης του αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ) υποβάλλεται με τη χρήση τυποποιημένο εντύπου και συμπεριλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία ή έμμεσες αποδείξεις ή/και συναφή στοιχεία από τις δηλώσεις του προσώπου, που να επιτρέπουν στις αρχές του κράτους μέλους προ το οποίο απευθύνεται το αίτημα να επαληθεύει το κατά πόον αι υπεύθυνο.

Οι κανόνες που αφορούν τα αποδεικτικά στοιχεία και την ερμηνεία αυτών, καθώς και την κατάρτιση και τις διαδικασίες διαβίβασης αιτημάτων, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 41, παράγραφος 2.

Άρθρο 24

Απάντηση στο αίτημα εκ νέου ανάληψης

1.   Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προβαίνει στις απαραίτητες επαληθεύσεις και αποφαίνεται σχετικά με το αίτημα εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου το ταχύτερο δυνατόν και, σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από ένα μήνα από την ημερομηνία κατά την οποία παρελήφθη το αίτημα. Όταν το αίτημα βασίζεται σε στοιχεία λαμβανόμενα από το σύστημα Eurodac, η προθεσμία αυτή μειώνεται σε δύο εβδομάδες.

2.   Η έλλειψη απάντησης εντς της προθεσμίας του ενός μηνός ή των δύο εβδομάδων που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ισοδυναμεί με αποδοχή του αιτήματος, και συνεπάγεται την υποχρέωση εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης για κατάλληλη διευθέτηση της άφιξης.

Τμημα IV

Διαδικαστικές εγγυήσεις

Άρθρο 25

Κοινοποίηση της απόφασης μεταφοράς

1.   Όταν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα συμφωνεί με την αναδοχή ή την εκ νέου ανάληψη του αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ), το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα κοινοποιεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο την απόφαση μεταφοράς του προς το υπεύθυνο κράτος μέλος και, κατά περίπτωση, μη εξέτασης της αίτησης του διεθνούς προστασίας. Η εν λόγω κοινοποίηση γίνεται γραπτώς, σε γλώσσα την οποία ο αιτών ευλόγως κατανοεί ή ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί και εντός διαστήματος όχι μεγαλύτερου των δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της απάντησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

2.   Η απόφαση της παραγράφου 1 πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να περιέχει περιγραφή των κύριων σταδίων της διαδικασίας που οδήγησε στην απόφαση. Περιλαμβάνει πληροφορίες για τις διαθέσιμες προσφυγές και τις προθεσμίες που εφαρμόζονται για την άσκηση ανάλογων προσφυγών, καθώς και πληροφορίες για πρόσωπα ή οντότητες που μπορούν να παράσχουν ειδική νομική συνδρομή ή/και εκπροσώπηση στο πρόσωπο. Συνοδεύεται από στοιχεία σχετικά με την προθεσμία εκτέλεσης της μεταφοράς και περιλαμβάνει, εφόσον είναι απαραίτητο, τις πληροφορίες σχετικά με τον τόπο στον οποίο και την ημερομηνία κατά την οποία θα πρέπει να παρουσιασθεί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, εφόσον μεταβαίνει στο υπεύθυνο κράτος μέλος με δικά του μέσα. Καθορίζονται προθεσμίες για την εκτέλεση της μεταφοράς ώστε να δίδεται στο πρόσωπο εύλογο χρονικό διάστημα για την άσκηση προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 26.

Άρθρο 26

Προσφυγές

1.   Ο αιτών ή άλλο πρόσωπο όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ) έχουν το δικαίωμα άσκησης πραγματικής δικαστικής προσφυγής, με τη μορφή ένδικου μέσου ή αναθεώρησης, ενώπιον δικαστηρίου τόσο για τα πραγματικά όσο και για τα νομικά στοιχεία της απόφασης μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 25.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά του πραγματικής δικαστικής προσφυγής σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Το εν λόγω χρονικό διάστημα ανέρχεται τουλάχιστον σε δέκα εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία της κοινοποίησης που προβλέπει το άρθρο 25, παράγραφος 1.

3.   Σε περίπτωση ένδικου μέσου ή αναθεώρησης της απόφασης μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 25, η αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αποφασίζει, ενεργώντας, είτε μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, είτε αυτοδίκαια, το ταχύτερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από πέντε εργάσιμες ημέρες από την υποβολή του ένδικου μέσου ή της αίτησης αναθεώρησης, κατά πόσον το ενδιαφερόμενο πρόσωπο μπορεί να παραμείνει στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους εν αναμονή του αποτελέσματος του ένδικου μέσου ή της αναθεώρησής του.

4.   Δεν πραγματοποιείται μεταφορά πριν από τη λήψη της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 3. Η απόφαση που δεν επιτρέπει στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να παραμείνει στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους εν αναμονή του αποτελέσματος του ένδικου μέσου ή της αναθεώρησής του, αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται.

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει πρόσβαση σε νομική συνδρομή ή/και εκπροσώπηση και, εάν απαιτείται, σε γλωσσική βοήθεια.

6.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν μετά από αίτηση τη χορήγηση της απαραίτητης δωρεάν νομικής συνδρομής ή/και εκπροσώπησης σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφοι 3 έως 6, της οδηγίας 2005/85/ΕΚ .

Οι διαδικασίες για την πρόσβαση στη νομική συνδρομή ή/και εκπροσώπηση καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο.

Τμημα V

Κράτηση για το σκοπό της μεταφοράς

Άρθρο 27

Κράτηση

1.   Τα κράτη μέλη δεν υποβάλλουν σε κράτηση ένα πρόσωπο για το λόγο και μόνο ότι επιζητεί διεθνή προστασία σύμφωνα με την οδηγία 2005/85/ΕΚ.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 2 της οδηγίας ║…/…/ΕΚ║ [σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη], όταν αποδεικνύεται αναγκαίο, με βάση την ατομική αξιολόγηση κάθε περίπτωσης, ▐ τα κράτη μέλη μπορούν να κρατούν αιτούντα άσυλο ή άλλο πρόσωπο όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού για τον οποίο έχει ληφθεί απόφαση μεταφοράς στο υπεύθυνο κράτος μέλος, σε χώρο που να μην είναι κρατητήριο μόνο εάν δεν έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά άλλα λιγότερο αυστηρά μέτρα και μόνο εάν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής.

3.   Κατά την αξιολόγηση της εφαρμογής άλλων λιγότερο αυστηρών μέτρων για το σκοπό της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις εναλλακτικές λύσεις της κράτησης, όπως η τακτική εμφάνιση ενώπιον των αρχών, η κατάθεση χρηματικής εγγύησης, η υποχρέωση διαμονής σε υποδεικνυόμενο μέρος ή άλλα μέτρα για την πρόληψη του κινδύνου διαφυγής.

4.   Η κράτηση σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορεί να εφαρμοστεί μόνο από τη στιγμή που η απόφαση μεταφοράς στο υπεύθυνο κράτος μέλος έχει κοινοποιηθεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 25, μέχρι το εν λόγω πρόσωπο να μεταφερθεί στο υπεύθυνο κράτος μέλος.

5.   Η κράτηση σύμφωνα με την παράγραφο 2 διατάσσεται για το βραχύτερο δυνατό χρονικό διάστημα. Δεν διαρκεί περισσότερο από το χρόνο που εύλογα απαιτείται για την πλήρωση των αναγκαίων διοικητικών διαδικασιών για την εκτέλεση μεταφοράς.

6.   Η κράτηση σύμφωνα με την παράγραφο 2 διατάσσεται από τις δικαστικές αρχές. Σε επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να διαταχθεί από τις διοικητικές αρχές. Στην περίπτωση αυτή η απόφαση κράτησης επιβεβαιώνεται από τις δικαστικές αρχές εντός 72 ωρών από την έναρξη της κράτησης. Όταν η δικαστική αρχή διαπιστώνει ότι η κράτηση είναι παράνομη, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αφήνεται αμέσως ελεύθερο.

7.   Η κράτηση σύμφωνα με την παράγραφο 2 διατάσσεται γραπτώς και αιτιολογείται τόσο όσον αφορά τα νομικά όσο και τα πραγματικά στοιχεία, αποσαφηνίζοντας ιδίως τους λόγους βάσει των οποίων θεωρείται ότι υπάρχει ▐ κίνδυνος διαφυγής του ενδιαφερόμενου προσώπου καθώς και τη χρονική της διάρκεια.

Οι κρατούμενοι ενημερώνονται αμέσως για τους λόγους κράτησης, την προβλεπόμενη διάρκεια της κράτησης και τις διαδικασίες που καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο για την προσβολή της απόφασης κράτησης, σε γλώσσα την οποία κατανοούν ή ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοούν.

8.   Σε κάθε περίπτωση κράτησης σύμφωνα με την παράγραφο 2, η ║ κράτηση επανεξετάζεται από δικαστική αρχή σε εύλογα χρονικά διαστήματα είτε κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου είτε αυτοδίκαια. Η κράτηση δεν παρατείνεται ποτέ αδικαιολόγητα.

9.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν πρόσβαση σε νομική συνδρομή η/και εκπροσώπηση σε περιπτώσεις κράτησης σύμφωνα με την παράγραφο 2, που παρέχεται δωρεάν όταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν μπορεί να καταβάλει τις σχετικές δαπάνες.

Οι διαδικασίες για πρόσβαση σε νομική συνδρομή ή/και εκπροσώπηση σε ανάλογες περιπτώσεις καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο.

10.   Οι ανήλικοι δεν κρατούνται εκτός εάν αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με ατομική εξέταση της κατάστασής τους βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 5 της οδηγίας ║…/…/ΕΚ║ [σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη].

11.   Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι δεν κρατούνται ποτέ.

12.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αιτούντες άσυλο που κρατούνται σύμφωνα με το παρόν άρθρο απολαύουν του ίδιου επιπέδου όρων υποδοχής των κρατούμενων αιτούντων όπως αυτών που καθορίζονται ιδίως στα άρθρα 10 και 11 της οδηγίας ║…/…/ΕΚ║ [σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη].

Τμημα VI

Μεταφορές

Άρθρο 28

Λεπτομέρειες και προθεσμίες

1.   Η μεταφορά του αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ) από το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα προς το υπεύθυνο κράτος μέλος πραγματοποιείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που υπέβαλε το αίτημα, ύστερα από διαβούλευση μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών, μόλις αυτό είναι πρακτικά δυνατόν και το αργότερο εντός προθεσμίας έξι μηνών από την αποδοχή του αιτήματος περί αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερομένου από άλλο κράτος μέλος ή από την έκδοση οριστικής απόφασης επί ενδίκου μέσου ή αναθεώρησης εφόσον παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο 26, παράγραφος 3 ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Εάν είναι απαραίτητο, ο αιτών άσυλο εφοδιάζεται από το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα με άδεια ελεύθερης διέλευσης σύμφωνα προς το υπόδειγμα που εγκρίθηκε βάσει της κανονιστικής διαδικασίας του άρθρου 41, παράγραφος 2.

Το υπεύθυνο κράτος μέλος ενημερώνει το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα, ανάλογα με την περίπτωση, για την ασφαλή άφιξη του ενδιαφερομένου ή για τη μη εμφάνισή του εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.

2.   Εάν η μεταφορά δεν πραγματοποιηθεί εντός της προθεσμίας των έξι μηνών, το υπεύθυνο κράτος μέλος απαλλάσσεται των υποχρεώσεών του αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερομένου και η ευθύνη μεταβιβάζεται τότε στο κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται σε ένα έτος κατ' ανώτατο όριο, εάν η μεταφορά δεν κατέστη δυνατόν να πραγματοποιηθεί λόγω φυλάκισης του ενδιαφερομένου ή σε 18 μήνες κατ' ανώτατο όριο αν ο ενδιαφερόμενος διαφεύγει.

3.   Εάν ένα πρόσωπο έχει μεταφερθεί εσφαλμένα ή η απόφαση μεταφοράς ακυρώθηκε κατόπιν άσκησης ένδικου μέσου μετά από την εκτέλεση της μεταφοράς, το κράτος μέλος που εκτέλεσε τη μεταφορά αμελλητί αναλαμβάνει εκ νέου το εν λόγω πρόσωπο.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει συμπληρωματικούς κανόνες σχετικά με την εκτέλεση των μεταφορών. Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 41, παράγραφος 3.

Άρθρο 29

Δαπάνες μεταφορών

1.   Οι απαραίτητες δαπάνες για τη μεταφορά αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ) προς το υπεύθυνο κράτος μέλος καλύπτονται από κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά.

2.   Όταν ο ενδιαφερόμενος πρέπει να αποστέλλεται πίσω σε κράτος μέλος, λόγω εσφαλμένης μεταφοράς ή απόφασης μεταφοράς που ακυρώθηκε κατόπιν άσκησης ένδικου μέσου μετά από την εκτέλεση της μεταφοράς, το κράτος μέλος που εκτέλεσε αρχικά τη μεταφορά είναι υπεύθυνο για τις δαπάνες μεταφοράς του ενδιαφερόμενου προσώπου πίσω στο έδαφός του.

3.   Οι δαπάνες των μεταφορών αυτών δεν μπορούν να βαρύνουν τα πρόσωπα που πρέπει να μεταφερθούν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

4.   Μπορούν να εκδοθούν συμπληρωματικοί κανόνες σχετικά με την υποχρέωση του κράτους μέλους προέλευσης να καλύψει τις δαπάνες μεταφορών σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 41, παράγραφος 2.

Άρθρο 30

Ανταλλαγή συναφών πληροφοριών πριν από την εκτέλεση των μεταφορών

1.   Σε όλες τις περιπτώσεις μεταφορών, το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά ενημερώνει το κράτος μέλος προορισμού εάν ο ενδιαφερόμενος είναι ικανός προς μεταφορά. Μόνο τα ικανά προς μεταφορά πρόσωπα μεταφέρονται.

2.   Το κράτος μέλος που εκτελεί τη μεταφορά γνωστοποιεί στο υπεύθυνο κράτος μέλος τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του αιτούντος που θα μεταφερθεί, τα οποία θεωρούνται δέοντα, συναφή και μη υπερβολικά και τα οποία έχουν ως μόνο στόχο να εξασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές ασύλου στο υπεύθυνο κράτος μέλος, έχουν τη δυνατότητα να παράσχουν στον αιτούντα την κατάλληλη βοήθεια, συμπεριλαμβανομένης της παροχής αναγκαίας ιατρικής μέριμνας, και να εξασφαλίσουν τη συνέχεια της προστασίας και των δικαιωμάτων που χορηγούνται από τον παρόντα κανονισμό και από την οδηγία ║…/…/ΕΚ║ [σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη]. Οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται σε αρχικό στάδιο και το αργότερο επτά εργάσιμες ημέρες πριν από την εκτέλεση μεταφοράς, εκτός εάν το κράτος μέλος λάβει γνώση τους σε μεταγενέστερο στάδιο.

3.   Τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν ιδίως τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

στοιχεία επικοινωνίας με μέλη της οικογένειας ή άλλους συγγενείς στο κράτος μέλος προορισμού, κατά περίπτωση·

β)

στην περίπτωση ανηλίκων, πληροφορίες σχετικά με το επίπεδο εκπαίδευσής τους·

γ)

πληροφορίες σχετικά με την ηλικία του αιτούντος·

δ)

οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες που το κράτος μέλος προέλευσης θεωρεί ουσιώδεις για να κατοχυρώσει τα δικαιώματα και τις ειδικές ανάγκες του ║ αιτούντος.

4.   Για το στόχο μόνο της παροχής μέριμνας ή θεραπείας, ιδίως όσον αφορά πρόσωπα με αναπηρία, ηλικιωμένους, εγκύους, ανήλικους και πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, σωματικής και σεξουαλικής βίας, το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά διαβιβάζει πληροφορίες σχετικά με οποιεσδήποτε ειδικές ανάγκες του αιτούντος που θα μεταφερθεί, στις οποίες σε ειδικές περιπτώσεις μπορούν να περιλαμβάνονται στοιχεία για την κατάσταση της σωματικής ή ψυχικής υγείας του. Το υπεύθυνο κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι αυτές οι ειδικές ανάγκες αντιμετωπίζονται δεόντως, συμπεριλαμβανομένης ιδίως οποιασδήποτε ουσιώδους ιατρικής μέριμνας που μπορεί να απαιτείται.

5.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 διαβιβάζονται στο υπεύθυνο κράτος μέλος μόνο από το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά εφόσον ο αιτών ή/και ο εκπρόσωπός του έχουν ρητά συναινέσει σε αυτό ή όταν αυτό είναι απαραίτητο για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του ατόμου αυτού ή άλλου προσώπου όταν αυτό είναι σωματικά ή νομικά ανίκανο να συναινέσει. Μόλις ολοκληρωθεί η μεταφορά, οι πληροφορίες αυτές διαγράφονται άμεσα από το κράτος μέλος το οποίο προβαίνει στη μεταφορά.

6.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικής υγείας διενεργείται μόνο από επαγγελματία στον τομέα της υγείας που υπόκειται βάσει του εθνικού δικαίου ή κανόνων που θεσπίζονται από εθνικούς αρμόδιους φορείς στην υποχρέωση ιατρικού απορρήτου ή από άλλο πρόσωπο που υπόκειται σε ισοδύναμη υποχρέωση απορρήτου. Αυτοί οι επαγγελματίες στον τομέα της υγείας και τα πρόσωπα που παραλαμβάνουν και επεξεργάζονται τις πληροφορίες αυτές λαμβάνουν την δέουσα ιατρική κατάρτιση καθώς και κατάρτιση σχετικά με την δέουσα επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με την υγεία.

7.   Η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μεταξύ των αρχών που κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 34 του παρόντος κανονισμού με τη χρήση του ηλεκτρονικού δικτύου επικοινωνίας «DubliNet»║. Οι κοινοποιηθείσες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 34 του παρόντος κανονισμού καθορίζουν επίσης τους επαγγελματίες στον τομέα της υγείας οι οποίοι διαθέτουν εξουσιοδότηση για την επεξεργασία των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Οι ανταλλασσόμενες πληροφορίες χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.

8.   Για τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, εγκρίνεται έντυπο υπόδειγμα για τη μεταφορά των δεδομένων που απαιτούνται βάσει του παρόντος άρθρου σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 41, παράγραφος 2.

9.   Οι κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 33, παράγραφοι 8 έως 12 εφαρμόζονται στην ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 31

Μέθοδος πραγματοποίησης μεταφορών

1.     Το κράτος μέλος που πραγματοποιεί τη μεταφορά προωθεί μεταφορές σε εκούσια βάση παρέχοντας επαρκείς πληροφορίες στον αιτούντα.

2.     Εάν οι μεταφορές στο αρμόδιο κράτος μέλος πραγματοποιούνται με ελεγχόμενη αναχώρηση ή με συνοδεία, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτές διεξάγονται με ανθρώπινο τρόπο και με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Τμημα VII

Προσωρινή αναστολή μεταφορών

Άρθρο 32

Προσωρινή αναστολή μεταφορών

1.   Όταν ένα κράτος μέλος αντιμετωπίζει ιδιαίτερα επείγουσα κατάσταση η οποία επιβαρύνει στο έπακρο τις ικανότητες υποδοχής, το σύστημα ή την υποδομή ασύλου του, και όταν η μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό μπορεί να το επιβαρύνει περαιτέρω, αυτό το κράτος μέλος μπορεί να υποβάλει αίτημα αναστολής των εν λόγω μεταφορών.

Το αίτημα αυτό απευθύνεται στην Επιτροπή. Στο αίτημα αναφέρονται οι λόγοι στους οποίους βασίζεται και περιλαμβάνονται ιδίως:

α)

λεπτομερής περιγραφή της ιδιαίτερα επείγουσας κατάστασης η οποία επιβαρύνει στο έπακρο τις ικανότητες υποδοχής, το σύστημα ή την υποδομή ασύλου του κράτους που υποβάλλει το αίτημα, συμπεριλαμβανομένων σχετικών στατιστικών και αποδεικτικών στοιχείων·

β)

τεκμηριωμένες προβλέψεις της πιθανής εξέλιξης της κατάστασης ║ βραχυπρόθεσμα·

γ)

τεκμηριωμένη επεξήγηση της περαιτέρω επιβάρυνσης που η μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό θα μπορούσε να προσθέσει στις ικανότητες υποδοχής, το σύστημα ή την υποδομή ασύλου του κράτους που υποβάλλει το αίτημα, συμπεριλαμβανομένων σχετικών στατιστικών και άλλων αποδεικτικών στοιχείων.

2.   Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι οι επικρατούσες σε κράτος μέλος συνθήκες μπορεί να οδηγήσουν σε επίπεδο προστασίας των αιτούντων διεθνή προστασία που δεν συμμορφώνεται προς την κοινοτική νομοθεσία, και ιδίως προς την οδηγία ║…/…/ΕΚ║ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, ▐ την οδηγία 2005/85/ΕΚ και την οδηγία 2004/83/ΕΚ , μπορεί να αποφασίσει δυνάμει της διαδικασίας που ορίζεται στην παράγραφο 4 την αναστολή όλων των μεταφορών αιτούντων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος ανησυχεί ότι οι επικρατούσες σε άλλο κράτος μέλος συνθήκες μπορεί να οδηγήσουν σε επίπεδο προστασίας των αιτούντων διεθνή προστασία που δεν συμμορφώνεται προς την κοινοτική νομοθεσία, και ιδίως προς την οδηγία ║…/…/ΕΚ║ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, ▐ την οδηγία 2005/85/ΕΚ και την οδηγία 2004/83/ΕΚ, μπορεί να υποβάλει αίτημα αναστολής όλων των μεταφορών αιτούντων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

Το αίτημα αυτό απευθύνεται στην Επιτροπή. Στο αίτημα σημειώνονται οι λόγοι στους οποίους βασίζεται και περιλαμβάνονται ιδίως λεπτομερείς πληροφορίες για την κατάσταση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος που καταδεικνύουν την πιθανή έλλειψη συμμόρφωσης προς την κοινοτική νομοθεσία, και ιδίως προς την οδηγία ║…/…/ΕΚ║ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, ▐ την οδηγία 2005/85/ΕΚ και την οδηγία 2004/83/ΕΚ .

4.   Μετά από την παραλαβή αιτήματος βάσει των παραγράφων 1 ή 3, ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας βάσει της παραγράφου 2, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει την αναστολή όλων των μεταφορών αιτούντων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Αυτή η απόφαση λαμβάνεται το συντομότερο δυνατό και το αργότερο ένα μήνα μετά από την υποβολή αιτήματος. Η απόφαση αναστολής των μεταφορών πρέπει να αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται και να περιλαμβάνει ιδίως:

α)

εξέταση όλων των συναφών συνθηκών που επικρατούν στο κράτος μέλος προς το οποίο μπορούν να ανασταλούν οι μεταφορές·

β)

εξέταση του δυνητικού αντικτύπου της αναστολής των μεταφορών στα άλλα κράτη μέλη·

γ)

την προτεινόμενη ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει η αναστολή των μεταφορών·

δ)

οποιουσδήποτε ειδικούς όρους που συνδέονται με την εν λόγω αναστολή·

ε)

ενδείξεις μέτρων, κριτήρια αναφοράς και χρονοδιαγράμματα που πρέπει να θεσπιστούν για την αξιολόγηση της προόδου ως προς την αντιμετώπιση των περιστάσεων που εντοπίζονται σύμφωνα με το στοιχείο α).

5.   Η Επιτροπή κοινοποιεί στο Συμβούλιο και τα κράτη μέλη την απόφασή της να αναστείλει όλες τις μεταφορές αιτούντων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό προς το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να παραπέμψει την απόφαση της Επιτροπής στο Συμβούλιο εντός ενός μηνός από την παραλαβή της κοινοποίησης. Το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραπομπής από το κράτος μέλος.

6.   Μετά την απόφαση της Επιτροπής να αναστείλει τις μεταφορές προς κράτος μέλος, τα άλλα κράτη μέλη στα οποία ευρίσκονται οι αιτούντες των οποίων η μεταφορά ανεστάλη είναι υπεύθυνα για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας των εν λόγω προσώπων.

Στην απόφαση αναστολής των μεταφορών προς κράτος μέλος λαμβάνεται δεόντως υπόψη η ανάγκη εξασφάλισης της προστασίας των ανηλίκων και της ενότητας της οικογένειας.

7.   Η απόφαση αναστολής των μεταφορών προς κράτος μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 1 δικαιολογεί τη χορήγηση ενίσχυσης για τα επείγοντα μέτρα που καθορίζονται στο άρθρο 5 της απόφασης αριθ. 573/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), μετά από αίτημα ενίσχυσης από το εν λόγω κράτος μέλος.

8.     Ένα κράτος μέλος όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 έως 3 λαμβάνει αποτελεσματικά και έγκαιρα μέτρα προς επανόρθωση της κατάστασης που οδήγησε στην προσωρινή αναστολή των μεταφορών.

9.   Οι μεταφορές μπορούν να ανασταλούν για περίοδο η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι μήνες. Όταν οι λόγοι λήψης των μέτρων εξακολουθούν να ισχύουν μετά από έξι μήνες, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, να παρατείνει την εφαρμογή τους για περαιτέρω περίοδο έξι μηνών. Εφαρμόζονται επίσης οι διατάξεις της παραγράφου 5.

10.   Καμία από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ερμηνεύεται κατά την έννοια ότι επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρεκκλίνουν από τη γενική υποχρέωσή τους να λαμβάνουν όλα τα δέοντα μέτρα, είτε γενικά είτε ειδικά, για να εξασφαλίζουν την τήρηση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από την κοινοτική νομοθεσία για το άσυλο και ιδίως από τον παρόντα κανονισμό, την οδηγία ║…/…/ΕΚ║ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη και την οδηγία 2005/85/ΕΚ.

11.     Κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, και ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, θεσπίζονται μέσα, δεσμευτικά για όλα τα κράτη μέλη, προκειμένου να παρέχεται αποτελεσματική στήριξη στα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις στα εθνικά συστήματά τους λόγω ιδίως της γεωγραφικής ή δημογραφικής τους κατάστασης. Τα εν λόγω μέσα τίθενται σε ισχύ το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2011 και προβλέπουν οπωσδήποτε τα ακόλουθα:

a)

την απόσπαση υπαλλήλων από άλλα κράτη μέλη, υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης σε Θέματα Ασύλου γα να βοηθούν τα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν ειδικές πιέσεις και στα οποία οι αιτούντες δεν μπορούν να επωφελούνται από επαρκή πρότυπα προστασίας·

β)

σύστημα μετεγκατάστασης δικαιούχων διεθνούς προστασίας από κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις σε άλλα κράτη μέλη, κατόπιν διαβούλευσης με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι κατά την μετεγκατάσταση ακολουθούνται αμερόληπτοι, διαφανείς και σαφείς κανόνες.

12.     Το παρόν άρθρο παύει να ισχύει μετά την έναρξη ισχύος των μέσων που αναφέρονται στην παράγραφο 11 και οπωσδήποτε το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2011.

13.     Στο πλαίσιο της παρακολούθησης και αξιολόγησης του άρθρου 42, η Επιτροπή επανεξετάζει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2011. Στην εν λόγω έκθεση, η Επιτροπή εκτιμά εάν και κατά πόσο υπάρχει αιτιολογημένη ανάγκη παράτασης της εφαρμογής του παρόντος άρθρου μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2011. Εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τούτο ενδείκνυται, υποβάλλει πρόταση για την εν λόγω παράταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 251 της Συνθήκης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 33

Διαβίβαση πληροφοριών

1.   Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει σε οποιοδήποτε κράτος μέλος το ζητήσει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τον αιτούντα άσυλο τα οποία είναι προσήκοντα, συναφή και δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο προκειμένου:

α)

να προσδιορισθεί το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας·

β)

να εξετασθεί η αίτηση διεθνούς προστασίας·

γ)

να εκτελεσθούν όλες οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να καλύπτουν μόνο:

α)

τα στοιχεία ταυτότητας του αιτούντος και, ενδεχομένως, των μελών της οικογενείας του (όνομα, επώνυμο - ενδεχομένως, προηγούμενο όνομα -, υποκοριστικά ή ψευδώνυμα, ιθαγένεια -σημερινή ή προηγούμενη-, ημερομηνία και τόπο γεννήσεως)

β)

τα έγγραφα ταυτότητας, ταξιδιωτικά έγγραφα (στοιχεία, διάρκεια ισχύος, ημερομηνία έκδοσης, εκδούσα αρχή, τόπος έκδοσης κ.λπ.)·

γ)

τα λοιπά απαραίτητα στοιχεία για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία υπόκεινται σε επεξεργασία σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. ║…/…║[σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα·

δ)

τους τόπους διαμονής και τα δρομολόγια των ταξιδιών·

ε)

τους τίτλους διαμονής ή τις θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί από ένα κράτος μέλος·

στ)

τον τόπο στον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση·

ζ)

την ημερομηνία κατάθεσης, ενδεχομένως, προηγούμενης αίτησης διεθνούς προστασίας, την ημερομηνία κατάθεσης της παρούσας αίτησης, το στάδιο της διαδικασίας και το περιεχόμενο της τυχόν ληφθείσας απόφασης.

3.   Εξάλλου, και στο μέτρο που αυτό είναι απαραίτητο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, το υπεύθυνο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος να του γνωστοποιήσει τους λόγους που επικαλείται ο αιτών άσυλο προς υποστήριξη της αίτησής του και τους λόγους της απόφασης που τυχόν έχει ληφθεί σχετικά με αυτόν. Το κράτος μέλος μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει στο αίτημα που του υποβάλλεται, αν η γνωστοποίηση αυτών των πληροφοριών μπορεί να θίξει τα ουσιώδη συμφέροντα του κράτους μέλους ή την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του ενδιαφερόμενου ή άλλου προσώπου. Σε κάθε περίπτωση, η γνωστοποίηση των ζητουμένων πληροφοριών εξαρτάται από τη γραπτή συναίνεση του αιτούντος διεθνή προστασία, η οποία λαμβάνεται από το κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Σε αυτή την περίπτωση ο αιτών πρέπει να γνωρίζει για ποιές πληροφορίες δίδει τη συναίνεσή του.

4.   Κάθε αίτημα πληροφοριών αποστέλλεται μόνο στο πλαίσιο ατομικής αίτησης διεθνούς προστασίας. Είναι αιτιολογημένο και, όταν έχει ως στόχο να επαληθεύσει την ύπαρξη κριτηρίου ικανού να θεμελιώσει την ευθύνη του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται, προσδιορίζει σε ποιο αποδεικτικό στοιχείο, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών αξιόπιστων πηγών σχετικά με τα μέσα και τους τρόπους με τους οποίους ο αιτών άσυλο εισήλθε στα εδάφη των κρατών μελών, ή σε ποιο συγκεκριμένο και επαληθεύσιμο στοιχείο των δηλώσεων του αιτούντος βασίζεται. Εξυπακούεται ότι αυτές καθεαυτές οι σχετικές πληροφορίες των αξιόπιστων πηγών δεν επαρκούν για να καθορισθεί η ευθύνη και η αρμοδιότητα του κράτους μέλους βάσει του παρόντος κανονισμού, αλλά μπορούν να συμβάλουν στην αξιολόγηση άλλων ενδείξεων σχετικών με τον αιτούντα ατομικά άσυλο.

5.   Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα είναι υποχρεωμένο να απαντήσει εντός προθεσμίας τεσσάρων εβδομάδων. Κάθε καθυστέρηση της απάντησης δικαιολογείται δεόντως. Εάν η έρευνα που διεξάγεται από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, το οποίο δεν τήρησε τη μέγιστη προθεσμία, καταλήξει σε πληροφορίες που καταδεικνύουν ότι αυτό είναι υπεύθυνο, το εν λόγω κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί την εκπνοή της προθεσμίας που προβλέπεται στα άρθρα 21 και 23 ως λόγο άρνησης της συμμόρφωσης με αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης.

6.   Η ανταλλαγή πληροφοριών διενεργείται κατόπιν αιτήματος ενός κράτους μέλους και μπορεί να πραγματοποιείται μόνο μεταξύ αρχών ο διορισμός των οποίων από κάθε κράτος μέλος έχει ανακοινωθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 1.

7.   Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Σε κάθε κράτος μέλος, αυτές οι πληροφορίες μπορούν, ανάλογα με το χαρακτήρα τους και την αρμοδιότητα της αποδέκτριας αρχής, να γνωστοποιούνται μόνο στις διοικητικές και δικαστικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με:

α)

τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας·

β)

την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας·

γ)

την εκτέλεση οποιασδήποτε υποχρέωσης που απορρέει από τον παρόντα κανονισμό.

8.   Το κράτος μέλος που διαβιβάζει τις πληροφορίες μεριμνά για την ακρίβειά τους και την ενημέρωσή τους. Εάν προκύψει ότι αυτό το κράτος μέλος διαβίβασε ανακριβή δεδομένα ή δεδομένα που δεν έπρεπε να διαβιβασθούν, τα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνονται αυτά τα δεδομένα ενημερώνονται αμέσως. Οφείλουν να τα διορθώνουν ή να μεριμνούν για τη διαγραφή τους.

9.   Ο αιτών άσυλο έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται, κατόπιν αιτήματός του, για τυχόν δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία και τον αφορούν.

Εάν διαπιστώσει ότι αυτές οι πληροφορίες υπεβλήθησαν σε επεξεργασία κατά παραβίαση του παρόντος κανονισμού ή της οδηγίας 95/46/ΕΚ, ιδίως παρά τον ελλιπή ή ανακριβή χαρακτήρα τους, έχει το δικαίωμα να ζητάει τη διόρθωση ή τη διαγραφή τους.

Η αρχή που πραγματοποιεί τη διόρθωση ή τη διαγραφή των δεδομένων ενημερώνει σχετικά, ανάλογα με την περίπτωση, το κράτος μέλος που εξέδωσε ή παρέλαβε τις εν λόγω πληροφορίες.

Ο αιτών άσυλο έχει το δικαίωμα να εγείρει αγωγή ή να προβεί σε καταγγελία ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του κράτους μέλους που απέρριψε το δικαίωμα πρόσβασης ή το δικαίωμα διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων που τον αφορούν.

10.   Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τηρεί μνεία της διαβίβασης και της παραλαβής των πληροφοριών που ανταλλάσσονται, στον ατομικό φάκελο του ενδιαφερομένου προσώπου ή/και σε μητρώο.

11.   Τα δεδομένα που ανταλλάσσονται διατηρούνται για διάστημα που δεν υπερβαίνει εκείνο που είναι αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους αντηλλάγησαν.

12.   Εάν τα δεδομένα δεν υποβληθούν σε αυτόματη επεξεργασία ή δεν περιέχονται ή δεν πρόκειται να καταχωρισθούν σε αρχείο, κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει την τήρηση του παρόντος άρθρου με αποτελεσματικά μέτρα ελέγχου.

Άρθρο 34

Αρμόδιες αρχές και πόροι

1.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή αμελλητί τις ειδικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την εκτέλεση των υποχρεώσεων οι οποίες απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, και τις τυχόν τροποποιήσεις του. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές αυτές να διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους για να φέρουν σε πέρας τα καθήκοντα τους, και, ιδίως, για να ανταποκρίνονται, εντός των προβλεπομένων προθεσμιών σε αιτήματα πληροφοριών καθώς και σε αιτήματα αναδοχής και εκ νέου ανάληψης των αιτούντων άσυλο.

2.   Η Επιτροπή δημοσιεύει ενοποιημένο κατάλογο των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν υπάρχουν τυχόν τροποποιήσεις του, η Επιτροπή δημοσιεύει επικαιροποιημένο ενοποιημένο κατάλογο ετησίως.

3.   Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λαμβάνουν την αναγκαία κατάρτιση όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

4.   Οι κανόνες σχετικά με τη δημιουργία ασφαλών διαύλων ηλεκτρονικής επικοινωνίας μεταξύ των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, προκειμένου να διαβιβάζονται τα αιτήματα, οι απαντήσεις και όλη η αλληλογραφία και να εξασφαλίζεται ότι οι αποστολές λαμβάνουν αυτομάτως ηλεκτρονική απόδειξη παραλαβής, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 41, παράγραφος 2.

Άρθρο 35

Διοικητικοί διακανονισμοί

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν, διμερώς, διοικητικούς διακανονισμούς σχετικά με τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να διευκολύνεται η εφαρμογή του και να αυξάνεται η αποτελεσματικότητά του. Αυτοί οι διακανονισμοί μπορούν να αφορούν:

α)

ανταλλαγές υπαλλήλων συνδέσμων·

β)

απλούστευση των διαδικασιών και μείωση των προθεσμιών διαβίβασης και εξέτασης των αιτημάτων αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης αιτούντων άσυλο.

2.   Οι διακανονισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γνωστοποιούνται στην Επιτροπή. Η Επιτροπή εγκρίνει τους διακανονισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) αφού επαληθεύσει ότι δεν αντιβαίνουν προς τον παρόντα κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΣΥΝΔΙΑΛΛΑΓΉ

Άρθρο 36

Συνδιαλλαγή

1.   Όταν τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιλύσουν διαφορά τους για οποιοδήποτε θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, μπορούν να προσφύγουν στη διαδικασία συνδιαλλαγής που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

2.   Η διαδικασία συνδιαλλαγής κινείται με αίτημα ενός των διαφωνούντων κρατών μελών, το οποίο απευθύνεται στον πρόεδρο της επιτροπής που συστάθηκε βάσει του άρθρου 41. Αποδεχόμενα την προσφυγή στη διαδικασία συνδιαλλαγής, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τη δέσμευση να λάβουν πλήρως υπόψη τη λύση που θα προταθεί.

Ο πρόεδρος της επιτροπής ορίζει τρία μέλη της επιτροπής εκπροσωπούντα τρία κράτη μέλη που δεν εμπλέκονται στην υπόθεση. Αυτά τα μέλη της επιτροπής λαμβάνουν γραπτώς ή προφορικώς τα επιχειρήματα των μερών και μετά από διαβούλευση προτείνουν, εντός μηνός, λύση η οποία ενδεχομένως απορρέει από ψηφοφορία.

Της διαβούλευσης προεδρεύει ο πρόεδρος της επιτροπής ή ο αναπληρωτής του. Ο προεδρεύων μπορεί να εκφράσει την άποψή του, αλλά δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία.

Η προτεινόμενη λύση, είτε γίνει δεκτή είτε απορριφθεί από τα μέρη, είναι οριστική και αμετάκλητη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 37

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι κάθε μη ορθή χρήση δεδομένων που υπέστησαν επεξεργασία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό τιμωρείται με επιβολή κυρώσεων, που είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές και περιλαμβάνουν διοικητικές ή/και ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 38

Μεταβατικά μέτρα

Όταν η εν λόγω αίτηση έχει υποβληθεί μετά την ημερομηνία του άρθρου 45, δεύτερο εδάφιο, τα γεγονότα που μπορούν να θεμελιώσουν την ευθύνη ενός κράτους μέλους δυνάμει του παρόντος κανονισμού λαμβάνονται υπόψη ακόμη και αν είναι προγενέστερα αυτής της ημερομηνίας, εξαιρουμένων των γεγονότων που αναφέρονται στο άρθρο 14, παράγραφος 2.

Άρθρο 39

Υπολογισμός προθεσμιών

Οι προθεσμίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό υπολογίζονται ως εξής:

α)

Εάν μια προθεσμία προσδιορίζεται σε ημέρες, εβδομάδες ή μήνες πρέπει να υπολογίζεται από τη στιγμή κατά την οποία επέρχεται ένα γεγονός ή διενεργείται μια πράξη, η δε ημέρα κατά την οποία επέρχεται το γεγονός ή διενεργείται η πράξη δεν υπολογίζεται στην εν λόγω προθεσμία.

β)

Εάν μια προθεσμία προσδιορίζεται σε εβδομάδες ή μήνες λήγει με την παρέλευση της ημέρας της τελευταίας εβδομάδας ή μήνα, η οποία είναι η ίδια ημέρα της εβδομάδας ή η ίδια ημερομηνία με την ημέρα κατά την οποία έλαβε χώρα το γεγονός ή διενεργήθηκε η πράξη που αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας. Όταν, σε προθεσμία προσδιοριζόμενη σε μήνες, δεν υπάρχει, στον τελευταίο μήνα, ημερομηνία αντίστοιχη της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας, η προθεσμία λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ημέρας του μήνα αυτού.

γ)

Στις προθεσμίες συνυπολογίζονται τα Σάββατα, οι Κυριακές και οι επίσημες εορτές των οικείων κρατών μελών.

Άρθρο 40

Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Όσον αφορά τη Γαλλική Δημοκρατία, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνο στο ευρωπαϊκό έδαφός της.

Άρθρο 41

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζεται τρίμηνη.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 42

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

Τρία έτη το αργότερο μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 45 πρώτο εδάφιο, και με την επιφύλαξη του άρθρου 32, παράγραφος 13, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και προτείνει, ενδεχομένως, τις απαραίτητες τροποποιήσεις. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή κάθε χρήσιμη πληροφορία για την προετοιμασία αυτής της έκθεσης έξι μήνες το αργότερο πριν λήξει η εν λόγω προθεσμία.

Η Επιτροπή, μετά από την υποβολή της εν λόγω έκθεσης, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και, ταυτόχρονα, εκθέσεις για την εφαρμογή του συστήματος Eurodac, όπως προβλέπεται από το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. ║…/…║ [σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα].

Άρθρο 43

Στατιστικά στοιχεία

Σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 862/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία  (16), τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικά στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003.

Άρθρο 44

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) 343/2003 καταργείται.

Τα άρθρα 1, παράγραφος 1, 13, 14 και 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 ║ καταργούνται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό ή στα καταργούμενα άρθρα νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα II.

Άρθρο 45

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ισχύει για τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται από την πρώτη ημέρα του έκτου μήνα μετά την έναρξη ισχύος του και, από την ημερομηνία αυτή, ║ ισχύει για κάθε αίτηση αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης αιτούντων άσυλο, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας κατά την οποία έγινε η αίτηση. Ο προσδιορισμός του υπεύθυνου κράτους μέλους για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας η οποία υποβάλλεται πριν από αυτή την ημερομηνία, πραγματοποιείται σύμφωνα με τα κριτήρια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη Συνθήκη ║.

║ […],

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C […] ║, […], σ. […].

(2)  ΕΕ C […] ║, […], σ. […].

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009.

(4)  ΕΕ L 50 ║, 25.2.2003, σ. 1.

(5)   ΕΕ L …

(6)  ΕΕ L 304 ║, 30.9.2004, σ. 12.

(7)  ΕΕ L […] ║, […], σ. […].

(8)  ΕΕ L 222 ║, 5.9.2003, σ.3.

(9)  ΕΕ L 281 ║, 23.11.1995, σ. 31.

(10)  ΕΕ L …

(11)  ΕΕ L 218 ║, 13.8.2008, σ. 60.

(12)  ΕΕ L 184 ║, 17.7.1999, σ. 23.

(13)  ΕΕ L 105 ║, 13.4.2006, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 326 ║, 13.12.2005, σ. 13.

(15)  ΕΕ L 144 ║, 6.6.2007, σ.1.

(16)  ΕΕ L 199 ║, 31.7.2007, σ. 23.

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Καταργουμενος κανονισμος

(κατα το Αρθρο 44)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 50 της 25.2.2003)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 της Επιτροπής μόνο άρθρα 11, παράγραφος 1, 13, 14 και 17

(ΕΕ L 222 της 5.9.2003)

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πινακας αντιστοιχιας

Κανονισμός (ΕΚ) 343/2003

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2, στοιχείο α)

Άρθρο 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2, στοιχείο β)

διαγράφεται

Άρθρο 2, στοιχείο γ)

Άρθρο 2, στοιχείο β)

Άρθρο 2, στοιχείο δ)

Άρθρο 2, στοιχείο γ)

Άρθρο 2, στοιχείο ε)

Άρθρο 2, στοιχείο δ)

Άρθρο 2, στοιχείο στ)

Άρθρο 2, στοιχείο ε)

Άρθρο 2, στοιχείο ζ)

Άρθρο 2, στοιχείο στ)

Άρθρο 2, στοιχείο ζ)

Άρθρο 2, στοιχεία η) έως ι)

Άρθρο 2, στοιχεία η) έως ι)

Άρθρο 2, παράγραφος l

Άρθρο 3, παράγραφος 1

Άρθρο 3, παράγραφος 1

Άρθρο 3, παράγραφος 2

Άρθρο 17, παράγραφος 1

Άρθρο 3, παράγραφος 3

Άρθρο 3, παράγραφος 3

Άρθρο 3, παράγραφος 4

Άρθρο 4, παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχεία α) έως (ζ)

Άρθρο 4, παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 4, παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 20, παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 20, παράγραφος 5, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 5, παράγραφος 1

Άρθρο 7, παράγραφος 1

Άρθρο 5, παράγραφος 2

Άρθρο 7, παράγραφος 2

Άρθρο 7, παράγραφος 3

Άρθρο 6, πρώτη παράγραφος

Άρθρο 8, παράγραφος 1

Άρθρο 8, παράγραφος 3

Άρθρο 6, δεύτερη παράγραφος

Άρθρο 8, παράγραφος 4

Άρθρο 7

Άρθρο 9

Άρθρο 8

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 13

Άρθρο 10

Άρθρο 14

Άρθρο 11

Άρθρο 15

Άρθρο 12

Άρθρο 16

Άρθρο 13

Άρθρο 3, παράγραφος 2

Άρθρο 14

Άρθρο 12

Άρθρο 15, παράγραφος 1

Άρθρο 17, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15, παράγραφος 2

Άρθρο 11, παράγραφος 1

Άρθρο 15, παράγραφος 3

Άρθρο 8, παράγραφος 2

Άρθρο 15, παράγραφος 4

Άρθρο 17, παράγραφος 2, τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 15, παράγραφος 5

Άρθρο 8, παράγραφος 5 και άρθρο 11, παράγραφος 2

Άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο α)

Άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο α)

Άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο β)

Άρθρο 18, παράγραφος 2

Άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο γ)

Άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο β)

Άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο δ)

Άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο γ)

Άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο ε)

Άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δ)

Άρθρο 16, παράγραφος 2

Άρθρο 19, παράγραφος 1

Άρθρο 16, παράγραφος 3

Άρθρο 19, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 4

Άρθρο 19, παράγραφος 3

 

Άρθρο 19, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17

Άρθρο 21

Άρθρο 18

Άρθρο 22

Άρθρο 19, παράγραφος 1

Άρθρο 25, παράγραφος 1

Άρθρο 19, παράγραφος 2

Άρθρο 25, παράγραφος 2 και άρθρο 26, παράγραφος 1

Άρθρο 26, παράγραφοι 2 έως 6

Άρθρο 19, παράγραφος 3

Άρθρο 28, παράγραφος 1

Άρθρο 19, παράγραφος 4

Άρθρο 28, παράγραφος 2

Άρθρο 28, παράγραφος 3

Άρθρο 19, παράγραφος 5

Άρθρο 28, παράγραφος 4

Άρθρο 20, παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 23, παράγραφος 1

Άρθρο 23, παράγραφος 2

Άρθρο 23, παράγραφος 3

Άρθρο 23, παράγραφος 4

Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο α)

Άρθρο 23, παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο β)

Άρθρο 24, παράγραφος 1

Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο γ)

Άρθρο 24, παράγραφος 2

Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο δ)

Άρθρο 28, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο ε)

Άρθρο 25, παράγραφοι 1, 2, άρθρο 26, παράγραφος 1, άρθρο 28, παράγραφος 1, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 20, παράγραφος 2

Άρθρο 28, παράγραφος 2

Άρθρο 20, παράγραφος 3

Άρθρο 23, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 20, παράγραφος 4

Άρθρο 28, παράγραφος 4

Άρθρο 27

Άρθρο 29

Άρθρο 30

Άρθρο 32

Άρθρο 21, παράγραφοι 1 έως 9

Άρθρο 33, παράγραφοι 1 έως 9 πρώτο έως τρίτο εδάφιο

 

Άρθρο 33, παράγραφος 9, τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 21, παράγραφοι 10 έως 12

Άρθρο 33, παράγραφοι 10 έως 12

Άρθρο 22, παράγραφος 1

Άρθρο 34, παράγραφος 1

Άρθρο 34, παράγραφος 2

Άρθρο 34, παράγραφος 3

Άρθρο 22, παράγραφος 2

Άρθρο 34, παράγραφος 4

Άρθρο 23

Άρθρο 35

Άρθρο 24, παράγραφος 1

διαγράφεται

Άρθρο 24, παράγραφος 2

Άρθρο 38

Άρθρο 24, παράγραφος 3

διαγράφεται

Άρθρο 25, παράγραφος 1

Άρθρο 39

Άρθρο 25, παράγραφος 2

διαγράφεται

Άρθρο 26

Άρθρο 40

Άρθρο 27, παράγραφοι 1, 2

Άρθρο 41, παράγραφοι 1, 2

Άρθρο 27 παράγραφος 3

διαγράφεται

Άρθρο 28

Άρθρο 42

Άρθρο 29

Άρθρο 45

Άρθρο 36

Άρθρο 37

Άρθρο 43

Άρθρο 44


Κανονισμός (ΕΚ) 1560/2003

Παρών κανονισμός

Άρθρο 11, παράγραφος 1

Άρθρο 11, παράγραφος 1

Άρθρο 13, παράγραφος 1

Άρθρο 17, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13, παράγραφος 2

Άρθρο 17, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13, παράγραφος 3

Άρθρο 17, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 13, παράγραφος 4

Άρθρο 17, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 14

Άρθρο 36

Άρθρο 17, παράγραφος 1

Άρθρα 9, 10, 17 παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17, παράγραφος 2

Άρθρο 33, παράγραφος 3


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/404


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Δημιουργία του συστήματος «Eurodac» για τη σύγκριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων (αναδιατύπωση) ***I

P6_TA(2009)0378

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] (αναδιατύπωση) (COM(2008)0825 – C6-0475/2008 – 2008/0242(COD))

2010/C 212 E/53

(Διαδικασία συναπόφασης – αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0825),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 63, παράγραφος 1, στοιχείο α), της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0475/2008),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων (1),

έχοντας υπόψη την από 3ης Απριλίου 2009 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 80α, παράγραφος 3, του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 80α και 51 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης (A6-0283/2009),

A.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με τη συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιώδη τροποποίηση πλην των προσδιοριζομένων ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως έχει προσαρμοστεί με βάση τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, όπως έχει τροποποιηθεί κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 77, 28.3.2002, σ. 1.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0242

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] (αναδιατύπωση)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63, πρώτο εδάφιο, σημείο 1) στοιχείο α),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης  (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ενδείκνυται να επέλθει ║ σειρά ουσιωδών μεταβολών στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (2) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (3). Προς χάριν της σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση των εν λόγω κανονισμών.

(2)

Η κοινή πολιτική στον τομέα του ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης ανοικτού σε όσους ▐ αναζητούν νομίμως διεθνή προστασία στην Κοινότητα.

(3)

Η πρώτη φάση της δημιουργίας του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου που θα πρέπει να οδηγήσει, μακροπρόθεσμα, σε κοινή διαδικασία και ομοιόμορφο καθεστώς, που θα ισχύουν σε όλη την Ένωση, για εκείνους στους οποίους χορηγείται άσυλο, έχει επί του παρόντος επιτευχθεί. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 4 Νοεμβρίου 2004, ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης, το οποίο καθορίζει τους στόχους προς υλοποίηση στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης κατά την περίοδο 2005-2010. Από την άποψη αυτή, με το πρόγραμμα της Χάγης κλήθηκε η ║ Επιτροπή να ολοκληρώσει την αξιολόγηση των νομικών πράξεων της πρώτης φάσης και να υποβάλει τις πράξεις και τα μέτρα της δεύτερης φάσης στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να εκδοθούν πριν από το 2010.

(4)

Για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … για τη θέσπιση των κριτηρίων και των μηχανισμών για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα (4), είναι απαραίτητο να διαπιστώνεται η ταυτότητα των αιτούντων διεθνή προστασία και των προσώπων που συλλαμβάνονται για παράνομη διάβαση των εξωτερικών συνόρων της Κοινότητας. Για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα], και ιδίως του άρθρου 18 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ), είναι επίσης σκόπιμο να επιτρέπεται σε κάθε κράτος μέλος να ελέγχει εάν ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις που ευρίσκεται παράνομα στο έδαφός του έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος.

(5)

Τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτελούν σημαντικό στοιχείο προκειμένου να διαπιστώνεται με ακρίβεια η ταυτότητα των προσώπων αυτών. Είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σύστημα για την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων.

(6)

Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να θεσπισθεί ένα σύστημα, γνωστό ως Eurodac, το οποίο αποτελείται από ένα κεντρικό σύστημα, που περιλαμβάνει μηχανοργανωμένη κεντρική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων καθώς και ηλεκτρονικά μέσα διαβίβασης μεταξύ των κρατών μελών και του κεντρικού συστήματος.

(7)

Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας, καθώς και για να εξασφαλιστεί η συνοχή με το τρέχον κεκτημένο της ΕΕ για το άσυλο, και ιδίως με την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απατρίδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους και καθορισμό του περιεχομένου της παρεχόμενης προστασίας (5), και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα], είναι σκόπιμο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού για να συμπεριληφθούν οι αιτούντες επικουρική προστασία και τα πρόσωπα που απολαύουν επικουρικής προστασίας.

(8)

Είναι επίσης αναγκαίο να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν και να διαβιβάζουν ταχέως τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων κάθε αιτούντος διεθνή προστασία και κάθε υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος που συλλαμβάνεται για παράνομη διάβαση των εξωτερικών συνόρων κράτους μέλος, εφόσον έχει ηλικία τουλάχιστον 14 ετών.

(9)

Είναι αναγκαίο να θεσπισθούν ακριβείς κανόνες σχετικά με τη διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων στο κεντρικό σύστημα, με την καταχώριση των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και άλλων σχετικών δεδομένων στο κεντρικό σύστημα, με την αποθήκευση, με την αντιπαραβολή τους προς άλλα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, με τη διαβίβαση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής καθώς και με τη σήμανση και την απαλοιφή των καταχωρισθέντων δεδομένων. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να διαφέρουν και θα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα με την κατάσταση των διαφόρων κατηγοριών πολιτών τρίτων χωρών ή απατρίδων.

(10)

Οι υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες που έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε ένα κράτος μέλος είναι δυνατόν να έχουν για πολλά έτη τη δυνατότητα να ζητήσουν διεθνή προστασία σε άλλο κράτος μέλος. Κατά συνέπεια, η μέγιστη περίοδος κατά την οποία θα πρέπει να διατηρούνται τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων στο κεντρικό σύστημα θα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλη. Δέκα έτη θα πρέπει να θεωρούνται εύλογη περίοδος για τη διατήρηση των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων, δεδομένου ότι οι περισσότεροι υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες που παραμένουν στην Κοινότητα επί αρκετά έτη διευθετούν το καθεστώς τους ή ακόμα αποκτούν και την ιθαγένεια κράτους μέλους μετά την εν λόγω περίοδο.

(11)

Η περίοδος για τη διατήρηση θα πρέπει να συντέμνεται σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις όταν δεν υπάρχει ανάγκη να διατηρούνται τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων θα πρέπει να απαλείφονται αμέσως μόλις οι πολίτες τρίτων χωρών ή απάτριδες αποκτήσουν την ιθαγένεια κράτους μέλους ή άδεια επί μακρόν διαμονής σε κράτος μέλος σύμφωνα με την οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες  (6) .

(12)

Ενδείκνυται να αποθηκεύονται δεδομένα προσώπων των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα καταχωρίσθηκαν αρχικά στην Eurodac κατά την υποβολή των αιτήσεων τους διεθνούς προστασίας και στα οποία έχει χορηγηθεί διεθνής προστασία σε ένα κράτος μέλος για να επιτραπεί η αντιπαραβολή τους με τα δεδομένα που καταχωρίσθηκαν κατά την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας.

(13)

Επί μεταβατική περίοδο, η Επιτροπή είναι σκόπιμο να παραμείνει υπεύθυνη για τη διαχείριση του κεντρικού συστήματος και της επικοινωνιακής υποδομής. Μακροπρόθεσμα, και επί τη βάσει εκτίμησης του αντικτύπου, που θα περιλαμβάνει εμπεριστατωμένη ανάλυση των εναλλακτικών λύσεων από δημοσιονομική, επιχειρησιακή και οργανωτική σκοπιά, είναι σκόπιμο να συσταθεί διαχειριστική αρχή, η οποία θα είναι επιφορτισμένη με τα εν λόγω καθήκοντα.

(14)

Είναι αναγκαίο να ορισθούν επακριβώς οι αρμοδιότητες, αφενός, της Επιτροπής και της διαχειριστικής αρχής όσον αφορά το κεντρικό σύστημα και την επικοινωνιακή υποδομή και, αφετέρου, των κρατών μελών όσον αφορά τη χρησιμοποίηση και την ασφάλεια των δεδομένων, την πρόσβαση και τη διόρθωση των καταχωρισμένων δεδομένων.

(15)

Παρότι η εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας όσον αφορά τη λειτουργία του Eurodac διέπεται από τις σχετικές διατάξεις της συνθήκης, είναι αναγκαίο να θεσπισθούν συγκεκριμένοι κανόνες σχετικά με την εξωσυμβατική ευθύνη των κρατών μελών όσον αφορά τη λειτουργία του συστήματος.

(16)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, ήτοι η δημιουργία συστήματος για την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων προκειμένου να συμβάλει στην εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής για το άσυλο, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των επιπτώσεών του, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα. σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(17)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(18)

Οι αρχές που καθορίζονται με την οδηγία 95/46/ΕΚ σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ατόμων, κυρίως του δικαιώματος ιδιωτικής ζωής, και αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να συμπληρωθούν ή να διευκρινιστούν, ιδίως σχετικά με ορισμένους τομείς.

(19)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (8) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας που διενεργείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού . Εντούτοις, πρέπει να αποσαφηνισθούν ορισμένα σημεία όσον αφορά την ευθύνη της επεξεργασίας δεδομένων και την εποπτεία της προστασίας δεδομένων.

(20)

Ενδείκνυται να παρακολουθούν οι μεν εθνικές αρχές εποπτείας τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη, ο δε ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων, που διορίζεται κατ’ εφαρμογή της απόφασης 2004/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ║ (9), τις δραστηριότητες των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με γνώμονα τα περιορισμένα καθήκοντα των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών σε σχέση με τα δεδομένα καθ’ εαυτά.

(21)

Είναι αναγκαίο να παρακολουθείται και να αξιολογείται η απόδοση του Eurodac κατά τακτά χρονικά διαστήματα.

(22)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέψουν σύστημα αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων για τις περιπτώσεις χρησιμοποίησης των καταχωρισμένων στο κεντρικό σύστημα δεδομένων που αντιβαίνουν στους σκοπούς του Eurodac.

(23)

Τα κράτη μέλη πρέπει να ενημερώνονται για το καθεστώς συγκεκριμένων διαδικασιών χορήγησης ασύλου, με σκοπό τη διευκόλυνση της δέουσας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα].

(24)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με αυτά και τηρεί τις αναγνωρισμένες αρχές, ιδίως τις αρχές του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός αποβλέπει στη διασφάλιση της πλήρους συμμόρφωσης όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα στο άσυλο, καθώς επίσης στην προαγωγή της εφαρμογής των άρθρων 8 και 18 του Χάρτη.

(25)

Είναι σκόπιμο να περιοριστεί η εδαφική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ώστε να ευθυγραμμιστεί με την εδαφική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.[…/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα],

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Σκοπός του «Eurodac»

1.   Θεσπίζεται σύστημα, γνωστό ως «Eurodac», το οποίο έχει σκοπό να συντελεί στον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα], να εξετάσει την αίτηση διεθνούς προστασίας η οποία έχει υποβληθεί σε ένα κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, και να διευκολύνει γενικότερα την εφαρμογή του προαναφερθέντος κανονισμού του Δουβλίνου υπό τους όρους που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό.

2.   Με την επιφύλαξη της χρησιμοποίησης δεδομένων που αποστέλλει στο Eurodac το κράτος μέλος προέλευσης, τα οποία είναι καταχωρισμένα σε βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί δυνάμει του εθνικού του δικαίου, τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων και άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας από το Eurodac μόνο για τους σκοπούς που προβλέπονται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα].

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α)   «Κανονισμός του Δουβλίνου»: ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα].

β)   «Αιτών διεθνή προστασία»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις ο οποίος έχει καταθέσει αίτηση διεθνούς προστασίας για την οποία δεν έχει ακόμα εκδοθεί τελική απόφαση.

γ)   «Κράτος μέλος προέλευσης»:

(i)

σε σχέση με πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 6, το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο κεντρικό σύστημα και λαμβάνει τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής,

(ii)

σε σχέση με πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 10, το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα αυτά στο κεντρικό σύστημα,

(iii)

σε σχέση με πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 13, το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο κεντρικό σύστημα και λαμβάνει τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής.

δ)   «Πρόσωπο στο οποίο χορηγείται διεθνής προστασία»: ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις που έχει αναγνωρισθεί ως πρόσωπο το οποίο χρήζει διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο α), της οδηγίας 2004/83/ΕΚ ║.

ε)   «Σύμπτωση»: ένα ή περισσότερα συμπίπτοντα στοιχεία, τα οποία καθορίζονται από το κεντρικό σύστημα μετά από αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων που ευρίσκονται καταχωρισμένα στη βάση δεδομένων και εκείνων που διαβιβάζει το κράτος μέλος σχετικά με ένα πρόσωπο, με την επιφύλαξη της απαίτησης ότι τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής ελέγχονται πάραυτα από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 4.

2.   Οι όροι του άρθρου 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό.

3.   Ελλείψει αντίθετης διάταξης, οι όροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 του κανονισμού του Δουβλίνου έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 3

Αρχιτεκτονική του συστήματος και βασικές αρχές

1.   Το Eurodac αποτελείται από:

α)

ηλεκτρονική κεντρική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων («κεντρικό σύστημα»), αποτελούμενη από:

κεντρική μονάδα,

σύστημα αδιάλειπτης λειτουργίας·

β)

υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος και των κρατών μελών, η οποία παρέχει κρυπτογραφημένο εικονικό δίκτυο αποκλειστικά για τα δεδομένα του Eurodac («επικοινωνιακή υποδομή»).

2.   Έκαστο κράτος μέλος διαθέτει ενιαίο καθορισμένο εθνικό σύστημα δεδομένων («εθνικό σημείο πρόσβασης»), που επικοινωνεί με το κεντρικό σύστημα.

3.   Η επεξεργασία των δεδομένων που αφορούν πρόσωπα που καλύπτονται από το άρθρο 6, το άρθρο 10 και το άρθρο 13 η οποία λαμβάνει χώρα στο κεντρικό σύστημα γίνεται για λογαριασμό του κράτους μέλους προέλευσης σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει ο παρών κανονισμός και διαχωρίζεται με τα κατάλληλα τεχνικά μέσα.

4.   Οι κανόνες που διέπουν το Eurodac εφαρμόζονται επίσης στις ενέργειες των κρατών μελών από τη διαβίβαση των δεδομένων στο κεντρικό σύστημα έως τη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής.

5.   Η μέθοδος λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων καθορίζεται και εφαρμόζεται σύμφωνα με την εθνική πρακτική του εκάστοτε κράτους μέλους και με τις διασφαλίσεις που ορίζουν ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

Άρθρο 4

Επιχειρησιακή διαχείριση από τη διαχειριστική αρχή

1.   Μετά από μεταβατική περίοδο, η διαχειριστική αρχή, η οποία χρηματοδοτείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι επιφορτισμένη με την επιχειρησιακή διαχείριση του Eurodac. Η διαχειριστική αρχή διασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ότι χρησιμοποιούνται για το κεντρικό σύστημα ανά πάσα στιγμή οι καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές, με την επιφύλαξη ανάλυσης κόστους-οφέλους.

2.   Η διαχειριστική αρχή φέρει επίσης την ευθύνη για τα ακόλουθα καθήκοντα σε σχέση με την επικοινωνιακή υποδομή:

α)

εποπτεία·

β)

ασφάλεια·

γ)

συντονισμός των σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και του παρόχου.

3.   Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για όλα τα υπόλοιπα καθήκοντα που σχετίζονται με την επικοινωνιακή υποδομή, και συγκεκριμένα:

α)

καθήκοντα που άπτονται της εκτέλεσης του προϋπολογισμού·

β)

απόκτηση και ανανέωση·

γ)

συμβατικά θέματα.

4.   Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου πριν από την ανάληψη από τη διαχειριστική αρχή των καθηκόντων της, η Επιτροπή είναι επιφορτισμένη με την επιχειρησιακή διαχείριση του Eurodac.

5.   Η επιχειρησιακή διαχείριση του Eurodac συνίσταται σε όλες τις εργασίες που απαιτούνται ώστε να παραμένει το Eurodac σε λειτουργία επί εικοσιτετραώρου βάσεως, 7 ημέρες την εβδομάδα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό· τούτο ισχύει ιδίως για τις εργασίες συντήρησης και τις τεχνικές βελτιώσεις που απαιτούνται για να διασφαλίζεται ότι η επιχειρησιακή ποιοτική στάθμη της λειτουργίας του συστήματος είναι ικανοποιητική, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο που απαιτείται για τις αναζητήσεις στο κεντρικό σύστημα.

6.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η διαχειριστική αρχή εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας στο σύνολο του προσωπικού της που ασχολείται με δεδομένα του Eurodac. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το οικείο προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του.

7.   Ως διαχειριστική αρχή κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού λογίζεται η διαχειριστική αρχή που είναι αρμόδια για τα συστήματα Eurodac, SIS II και VIS.

8.     Η σύσταση της διαχειριστικής αρχής και η διαλειτουργικότητα των διαφόρων βάσεων δεδομένων για τις οποίες είναι υπεύθυνη, γίνονται με την επιφύλαξη της ανεξάρτητης και διακριτής λειτουργίας των εν λόγω βάσεων δεδομένων.

Άρθρο 5

Στατιστικές

Η διαχειριστική αρχή καταρτίζει ανά μήνα στατιστικές για το έργο του κεντρικού συστήματος, στις οποίες αναφέρονται ιδίως:

α)

ο αριθμός των συνόλων δεδομένων που διαβιβάζονται σχετικά με τους αιτούντες διεθνή προστασία και τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 10 ║ και στο άρθρο 13 ║,

β)

ο αριθμός των συμπτώσεων για αιτούντες διεθνή προστασία που υπέβαλαν αίτηση διεθνούς προστασίας σε ένα άλλο κράτος μέλος,

γ)

ο αριθμός των συμπτώσεων για πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 10 ║, τα οποία υπέβαλαν στη συνέχεια αίτηση διεθνούς προστασίας,

δ)

ο αριθμός των συμπτώσεων για πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 13 ║, τα οποία είχαν προηγουμένως υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε ένα άλλο κράτος μέλος,

ε)

ο αριθμός των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία το κεντρικό σύστημα πρέπει να ζητεί επανειλημμένως από τα κράτη μέλη προέλευσης, διότι τα αρχικώς διαβιβασθέντα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν προσφέρονται για αντιπαραβολή με τη βοήθεια του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

στ)

ο αριθμός συνόλων δεδομένων που επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1,

ζ)

ο αριθμός συμπτώσεων για πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

Στο τέλος κάθε έτους, καταρτίζονται στατιστικές υπό μορφήν ανασκόπησης των μηνιαίων στατιστικών για το συγκεκριμένο έτος, συμπεριλαμβανομένης μνείας του αριθμού των προσώπων για τα οποία έχει καταγραφεί σύμπτωση όσον αφορά τα στοιχεία β), γ) , δ) και ζ) .

Οι στατιστικές περιλαμβάνουν ανάλυση των δεδομένων για έκαστο των κρατών μελών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΙΤΟΥΝΤΕΣ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Άρθρο 6

Συλλογή, διαβίβαση και αντιπαραβολή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων

1.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει, το αργότερο εντός 48 ωρών από την υποβολή αίτησης όπως καθορίζει το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού του Δουβλίνου τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των δακτύλων κάθε αιτούντος διεθνή προστασία ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών και διαβιβάζει το αργότερο εντός 24 ωρών από τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων στο κεντρικό σύστημα τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων και τα δεδομένα που ορίζονται στο άρθρο 7, στοιχεία β) έως ζ) του παρόντος κανονισμού .

Κατ’ εξαίρεση, εφόσον τα άκρα των δακτύλων έχουν υποστεί σημαντική, αλλά μόνο προσωρινή, βλάβη και δεν μπορούν να παράσχουν κατάλληλα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων ή όποτε υπάρχει ανάγκη επιβολής περιόδου απομόνωσης λόγω σοβαρής μεταδοτικής ασθένειας, η προθεσμία των 48 ωρών για τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων διεθνή προστασία, κατά την παρούσα παράγραφο, δύναται να παραταθεί έως τρεις εβδομάδες κατ’ ανώτατο όριο. Η προθεσμία των 24 ωρών για τη διαβίβαση των απαιτούμενων δεδομένων ισχύει αναλόγως.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν ο αιτών διεθνή προστασία φθάνει στο υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας κράτος μέλος έπειτα από μεταφορά κατ’ εφαρμογή του άρθρου 23 του κανονισμού του Δουβλίνου, το υπεύθυνο κράτος μέλος αναφέρει απλώς το γεγονός της επιτυχούς μεταφοράς όσον αφορά τα οικεία δεδομένα που καταχωρίσθηκαν στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος κανονισμού , σε συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες από τη διαχειριστική αρχή απαιτήσεις που διέπουν την ηλεκτρονική επικοινωνία με το κεντρικό σύστημα. Οι πληροφορίες αυτές αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 8 για το σκοπό της διαβίβασης κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου .

3.     Το κράτος μέλος που αναλαμβάνει την ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού του Δουβλίνου, μνημονεύει το γεγονός αυτό όσον αφορά τα οικεία δεδομένα που καταχωρίστηκαν στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος κανονισμού, σε συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες από τη διαχειριστική αρχή απαιτήσεις που διέπουν την ηλεκτρονική επικοινωνία με το κεντρικό σύστημα. Οι πληροφορίες αυτές αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 8 για το σκοπό της διαβίβασης κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.

4.   Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 7 στοιχείο α), που διαβιβάζονται από ένα κράτος μέλος, αντιπαραβάλλονται αυτομάτως προς τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία έχουν διαβιβαστεί από άλλα κράτη μέλη και έχουν ήδη αποθηκευτεί στο κεντρικό σύστημα.

5.   Το κεντρικό σύστημα εξασφαλίζει ότι, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους, στην αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 4 εκτός από τα δεδομένα που έχουν διαβιβαστεί από άλλα κράτη μέλη, εξετάζονται επίσης τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχει διαβιβάσει κατά το παρελθόν το εν λόγω κράτος μέλος.

6.   Το κεντρικό σύστημα διαβιβάζει αυτομάτως τη σύμπτωση ή το αρνητικό αποτέλεσμα της αντιπαραβολής στο κράτος μέλος προέλευσης. Στην περίπτωση που υπάρχει σύμπτωση, διαβιβάζει για όλα τα σύνολα δεδομένων που αντιστοιχούν σε αυτήν, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 7, στοιχεία α) έως ζ), μαζί με τη σήμανση που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

Άρθρο 7

Καταχώριση δεδομένων

Στο κεντρικό σύστημα καταχωρίζονται μόνο τα εξής δεδομένα:

α)

τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων,

β)

το κράτος μέλος προέλευσης, ο τόπος και η ημερομηνία της αίτησης διεθνούς προστασίας,

γ)

το φύλο,

δ)

ο αριθμός μητρώου που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης,

ε)

η ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

στ)

η ημερομηνία διαβίβασης των δεδομένων στο κεντρικό σύστημα,

ζ)

ο αναγνωριστικός αριθμός χρήστη του χειριστή.

Άρθρο 8

Αποθήκευση δεδομένων

Κάθε σύνολο δεδομένων, όπως ορίζει το άρθρο 7 αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα για δέκα έτη από την ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου, το κεντρικό σύστημα απαλείφει αυτομάτως τα δεδομένα από το κεντρικό σύστημα.

Άρθρο 9

Πρόωρη απαλοιφή των δεδομένων

1.   Τα δεδομένα που αφορούν πρόσωπο το οποίο απέκτησε την ιθαγένεια οιουδήποτε κράτους μέλους ή για το οποίο έχει εκδοθεί άδεια μακράς διαμονής από κράτος μέλος σύμφωνα με την οδηγία 2003/109/ΕΚ πριν από την λήξη της περιόδου στην οποία αναφέρεται το άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού απαλείφονται από το κεντρικό σύστημα, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3 μόλις το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι το πρόσωπο αυτό απέκτησε την προαναφερθείσα ιθαγένεια ή ότι έχει εκδοθεί τέτοια άδεια .

2.   Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή δεδομένων για το λόγο που προσδιορίζεται στην παράγραφο 1 από άλλο κράτος μέλος προέλευσης τα οποία οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτά σε σχέση με πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 10.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΥΠΗΚΟΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΑΠΑΤΡΙΔΕΣ ΠΟΥ ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ

Άρθρο 10

Συλλογή και διαβίβαση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων

1.   Κάθε κράτος μέλος, σύμφωνα με τις διασφαλίσεις που ορίζουν η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Θεμελιωδών Ελευθεριών και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, λαμβάνει ▐ τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των δακτύλων κάθε υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών που συλλαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές ελέγχου κατά την παράνομη διάβαση δια ξηράς, θαλάσσης ή αέρος των συνόρων του εν λόγω κράτους μέλους προερχόμενος από τρίτη χώρα, ο οποίος δεν αποπέμπεται , το αργότερο εντός 48 ωρών από τη σύλληψη .

2.   Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος διαβιβάζει στο κεντρικό σύστημα το αργότερο εντός 24 ωρών από τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων του υπηκόου τρίτης χώρας ή του απάτριδα, κατά την παράγραφο 1, ║ τα εξής στοιχεία σχετικά με το πρόσωπο αυτό :

α)

τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων,

β)

το κράτος μέλος προέλευσης, τον τόπο και την ημερομηνία της σύλληψης,

γ)

το φύλο,

δ)

τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης,

ε)

την ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

στ)

την ημερομηνία διαβίβασης των δεδομένων στο κεντρικό σύστημα,

ζ)

το αναγνωριστικό αριθμό χρήστη του χειριστή.

Κατ’ εξαίρεση, στις περιπτώσεις που τα άκρα των δακτύλων έχουν υποστεί σημαντική, αλλά μόνο προσωρινή, βλάβη και δεν μπορούν να παράσχουν κατάλληλα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων ή όποτε υπάρχει ανάγκη επιβολής περιόδου απομόνωσης λόγω σοβαρής μεταδοτικής ασθένειας, η προθεσμία των 48 ωρών για τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων διεθνή προστασία, κατά την παρούσα παράγραφο, δύναται να παραταθεί έως τρεις εβδομάδες κατ’ ανώτατο όριο. Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να παρατείνουν την 48ωρη προθεσμία σε δεόντως αιτιολογημένες και αποδεδειγμένες περιπτώσεις ανωτέρας βίας για όσο διάστημα υφίστανται οι εν λόγω περιστάσεις. Η προθεσμία των 24 ωρών για τη διαβίβαση των απαιτούμενων δεδομένων ισχύει αναλόγως.

Άρθρο 11

Καταχώριση δεδομένων

1.   Τα δεδομένα κατά το άρθρο 10 παράγραφος 2 καταχωρίζονται στο κεντρικό σύστημα.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 5, τα δεδομένα που διαβιβάζονται στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, καταχωρίζονται με αποκλειστικό σκοπό την αντιπαραβολή με δεδομένα σχετικά με αιτούντες διεθνή προστασία τα οποία διαβιβάζονται μεταγενέστερα στο κεντρικό σύστημα.

Το κεντρικό σύστημα δεν αντιπαραβάλλει δεδομένα που του διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, με δεδομένα που είχαν καταχωρισθεί παλαιότερα στο κεντρικό σύστημα, ούτε με δεδομένα τα οποία διαβιβάζονται μεταγενέστερα στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2.

2.   Όσον αφορά την αντιπαραβολή των δεδομένων αιτούντων διεθνή προστασία που διαβιβάσθηκαν μεταγενέστερα στο κεντρικό σύστημα με τα δεδομένα κατά την παράγραφο 1, εφαρμόζονται οι διαδικασίες που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφοι 4 και 6.

Άρθρο 12

Αποθήκευση δεδομένων

1.   Κάθε σύνολο δεδομένων σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα για ένα έτος από την ημερομηνία λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων του υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος. Μετά τη λήξη της περιόδου αυτής, το κεντρικό σύστημα απαλείφει αυτομάτως τα δεδομένα αυτά από το κεντρικό σύστημα.

2.   Τα δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 απαλείφονται από το κεντρικό σύστημα, σύμφωνα με το άρθρο 20, παράγραφος 3 , μόλις το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι συντρέχει μία από τις ακόλουθες περιστάσεις, πριν από τη λήξη της περιόδου ▐ στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου:

α)

έχει εκδοθεί άδεια παραμονής για τον υπήκοο τρίτης χώρας ή τον απάτριδα,

β)

ο υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών,

γ)

ο υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις έχει αποκτήσει την ιθαγένεια οιουδήποτε κράτους μέλους.

3.   Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή δεδομένων για λόγο καθοριζόμενο στην παράγραφο 2, στοιχεία α) ή β), από άλλο κράτος μέλος προέλευσης τα οποία οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτά σε σχέση με πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 10.

4.   Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή δεδομένων για λόγο καθοριζόμενο στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) από άλλο κράτος μέλος προέλευσης τα οποία οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτά σε σχέση με πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 10.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΥΠΗΚΟΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΑΠΑΤΡΙΔΕΣ ΠΟΥ ΕΥΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

Άρθρο 13

Αντιπαραβολή δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων

1.   Κάθε κράτος μέλος, προκειμένου να ελέγξει εάν ║ υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις που ευρίσκεται παράνομα στο έδαφός του έχει προηγουμένως καταθέσει αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος, μπορεί να διαβιβάζει στο κεντρικό σύστημα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία ενδεχομένως έχει λάβει από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα, ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών, καθώς και τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποιήθηκε από το εν λόγω κράτος μέλος.

Κατά γενικό κανόνα, υπάρχουν λόγοι για να ελεγχθεί εάν ║ υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις έχει προηγουμένως καταθέσει αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος όταν:

α)

ο υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις δηλώνει ότι έχει καταθέσει αίτηση διεθνούς προστασίας αλλά δεν αναφέρει το κράτος μέλος στο οποίο υπέβαλε την αίτηση,

β)

ο υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις δεν ζητεί διεθνή προστασία αλλά αρνείται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του ισχυριζόμενος ότι διατρέχει κίνδυνο, ή

γ)

ο υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις προσπαθεί να αποτρέψει την απομάκρυνσή του με άλλα μέσα, αρνούμενος να συνεργασθεί για να διαπιστωθεί η ταυτότητά του, ιδίως μη δείχνοντας έγγραφα ταυτότητας ή προσκομίζοντας πλαστά έγγραφα ταυτότητας.

2.   Στην περίπτωση που κράτη μέλη μετέχουν στη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, διαβιβάζουν στο κεντρικό σύστημα τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων όλων των δακτύλων, ή τουλάχιστον των δεικτών, και, στην περίπτωση που λείπουν, τα αποτυπώματα όλων των άλλων δακτύλων, των υπηκόων τρίτων χωρών ή απατρίδων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, διαβιβάζονται στο κεντρικό σύστημα με αποκλειστικό σκοπό την αντιπαραβολή με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αιτούντων διεθνή προστασία που έχουν διαβιβασθεί από άλλα κράτη μέλη και έχουν ήδη καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα.

Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων του υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος αυτού δεν καταχωρίζονται στο κεντρικό σύστημα, ούτε αντιπαραβάλλονται με τα δεδομένα που έχουν διαβιβασθεί στο κεντρικό σύστημα, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2.

4.   Όσον αφορά την αντιπαραβολή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται δυνάμει του παρόντος άρθρου με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αιτούντων διεθνή προστασία που έχουν διαβιβάσει άλλα κράτη μέλη, τα οποία έχουν ήδη αποθηκευθεί στο κεντρικό σύστημα, εφαρμόζονται οι διαδικασίες που προβλέπει το άρθρο 6 παράγραφοι 4 και 6.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΧΟΡΗΓΕΙΤΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Άρθρο 14

Σήμανση δεδομένων

1.   Το κράτος μέλος προέλευσης που έχει χορηγήσει διεθνή προστασία σε αιτούντα διεθνή προστασία του οποίου δεδομένα καταχωρίσθηκαν προηγουμένως στο κεντρικό σύστημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 επιθέτει σήμανση στα οικεία δεδομένα σε συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες από τη διαχειριστική αρχή απαιτήσεις που διέπουν την ηλεκτρονική επικοινωνία με το κεντρικό σύστημα. Η σήμανση αυτή αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 8 με σκοπό τη διαβίβαση βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 6.

2.   Το κράτος μέλος προέλευσης αφαιρεί τη σήμανση από δεδομένα αναφερόμενα σε υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα του οποίου δεδομένα σημάνθηκαν προηγουμένως δυνάμει της παραγράφου 1 σε περίπτωση που το καθεστώς του εν λόγω προσώπου ανακληθεί ή τερματισθεί ή δεν γίνει δεκτή η ανανέωσή του συμφώνως προς το άρθρο 14 ή 19 της οδηγίας 2004/83/ΕΚ , ή εφόσον παύσει να είναι πρόσφυγας ή να δικαιούται επικουρικής προστασίας δυνάμει των άρθρων 11 και 16, αντιστοίχως, της εν λόγω οδηγίας .

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ

Άρθρο 15

Ευθύνη όσον αφορά τη χρησιμοποίηση δεδομένων

1.   Το κράτος μέλος προέλευσης είναι υπεύθυνο να εξασφαλίζει:

α)

τη νόμιμη καταγραφή των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

β)

τη νόμιμη διαβίβαση στο κεντρικό σύστημα των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και των λοιπών δεδομένων κατά τα άρθρα 7, ║ 10, παράγραφος 2, και ║ 13, παράγραφος 2,

γ)

την ακρίβεια και την ενημέρωση των δεδομένων κατά τη διαβίβασή τους στο κεντρικό σύστημα,

δ)

με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, τη νόμιμη καταχώριση, αποθήκευση, διόρθωση και απαλοιφή των δεδομένων στο κεντρικό σύστημα,

ε)

τη νόμιμη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται από το κεντρικό σύστημα.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 19, το κράτος μέλος προέλευσης εξασφαλίζει την ασφάλεια των κατά την παράγραφο 1 δεδομένων, πριν από και κατά τη διαβίβασή τους στο κεντρικό σύστημα καθώς και την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από το κεντρικό σύστημα.

3.   Το κράτος μέλος προέλευσης είναι υπεύθυνο για την τελική εξακρίβωση των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 4.

4.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι το κεντρικό σύστημα λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Ειδικότερα, η Επιτροπή:

α)

θεσπίζει μέτρα που εξασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που εργάζονται με αντικείμενο το κεντρικό σύστημα χρησιμοποιούν τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα σε αυτό μόνον κατά τρόπο που συμβιβάζεται με τους σκοπούς του Eurodac, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1,

β)

λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει την ασφάλεια του κεντρικού συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 19,

γ)

εξασφαλίζει ότι μόνο τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να εργάζονται με αντικείμενο το κεντρικό σύστημα έχουν πρόσβαση σε αυτό, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων.

Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

Άρθρο 16

Διαβίβαση

1.   Τα δακτυλικά αποτυπώματα υπόκεινται σε ψηφιακή επεξεργασία και διαβιβάζονται υπό τη μορφή δεδομένων που αναφέρεται στο παράρτημα Ι. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία του κεντρικού συστήματος, η διαχειριστική αρχή καθορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές για τη διαβίβαση της μορφής δεδομένων από τα κράτη μέλη προς το κεντρικό σύστημα και αντιστρόφως. Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει ότι τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, μπορούν να αντιπαραβάλλονται μεταξύ τους από το ηλεκτρονικό σύστημα αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

2.   Τα κράτη μέλη ║ διαβιβάζουν ηλεκτρονικώς τα δεδομένα στα οποία αναφέρονται τα άρθρα 7, ║10 παράγραφος 2, και ║ 13 παράγραφος 2 ║. Τα δεδομένα στα οποία αναφέρονται τα άρθρα 7 και ║ 10, παράγραφος 2, καταχωρίζονται αυτομάτως στο κεντρικό σύστημα. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία του κεντρικού συστήματος, η διαχειριστική αρχή καθορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων από τα κράτη μέλη προς το κεντρικό σύστημα και αντιστρόφως.

3.   Ο αριθμός μητρώου κατά τα άρθρα 7 στοιχείο δ) , ║ 10, παράγραφος 2, στοιχείο δ), και 13, παράγραφος 1, πρέπει να καθιστά δυνατό τον αναμφισβήτητο συσχετισμό των δεδομένων με ║ συγκεκριμένο πρόσωπο και με το κράτος μέλος το οποίο διεβίβασε τα δεδομένα. Επί πλέον, με αυτόν τον αριθμό μητρώου πρέπει να μπορεί να διαπιστώνεται εάν πρόκειται περί προσώπου υπαγομένου στο άρθρο 6, στο άρθρο 10 ή στο άρθρο 13.

4.   Ο αριθμός μητρώου αρχίζει με το κωδικό στοιχείο ή τα κωδικά στοιχεία με τα οποία χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με το πρότυπο του παραρτήματος Ι, το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα. Το κωδικό στοιχείο ή τα κωδικά στοιχεία ακολουθείται/ακολουθούνται από το αναγνωριστικό της κατηγορίας προσώπων. Στα πλαίσια αυτά, τα δεδομένα των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 6 χαρακτηρίζονται με τον αριθμό «1», των προσώπων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 10 με τον αριθμό «2» και των προσώπων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 13 με τον αριθμό «3».

5.   Η διαχειριστική αρχή καθορίζει τις τεχνικές διαδικασίες που απαιτούνται ώστε τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι το κεντρικό σύστημα λαμβάνει αναμφισβήτητα δεδομένα.

6.   Το κεντρικό σύστημα πιστοποιεί την παραλαβή των διαβιβασθέντων δεδομένων, το ταχύτερο δυνατόν. Για το σκοπό αυτό, η διαχειριστική αρχή καθορίζει τις απαραίτητες τεχνικές προδιαγραφές ώστε να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τη βεβαίωση παραλαβής, εάν ζητείται.

Άρθρο 17

Αντιπαραβολή και διαβίβαση των αποτελεσμάτων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαβίβαση των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων σε μορφή κατάλληλη για την αντιπαραβολή μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Καθ’ όσον κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση υψηλού βαθμού ακρίβειας για τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής από το κεντρικό σύστημα, η διαχειριστική αρχή καθορίζει την κατάλληλη μορφή των διαβιβαζόμενων δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Το κεντρικό σύστημα ελέγχει, το συντομότερο δυνατόν, την ποιότητα των διαβιβασθέντων δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Εάν τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν είναι κατάλληλα για αντιπαραβολή μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων, το κεντρικό σύστημα ζητά, το συντομότερο δυνατόν, από το κράτος μέλος να διαβιβάσει δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων της ενδεδειγμένης ποιότητας.

2.   Το κεντρικό σύστημα διεξάγει τις αντιπαραβολές ακολουθώντας τη σειρά αφίξεως των αιτήσεων. Κάθε αίτηση πρέπει να διεκπεραιώνεται εντός 24ώρου. Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητάει, για λόγους που έχουν σχέση με το εθνικό δίκαιο, ▐ να γίνεται ιδιαίτερα επείγουσα αντιπαραβολή εντός μιας ώρας. Εάν, για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται η διαχειριστική αρχή, οι προθεσμίες επεξεργασίας δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν, το κεντρικό σύστημα διεκπεραιώνει την αίτηση κατά προτεραιότητα μόλις παύσουν να ισχύουν οι λόγοι αυτοί. Στις περιπτώσεις αυτές, εφ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας του κεντρικού συστήματος, η διαχειριστική αρχή καθορίζει κριτήρια ώστε να εξασφαλίζεται η κατά προτεραιότητα διεκπεραίωση των αιτήσεων.

3.   Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας του κεντρικού συστήματος, η διαχειριστική αρχή καθορίζει τις επιχειρησιακές διαδικασίες για την επεξεργασία των λαμβανομένων δεδομένων και για τη διαβίβαση του αποτελέσματος της αντιπαραβολής.

4.   Το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής ελέγχεται πάραυτα από το κράτος μέλος προέλευσης. Η τελική εξακρίβωση πραγματοποιείται από το κράτος μέλος προέλευσης, σε συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού του Δουβλίνου.

Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από το κεντρικό σύστημα και αφορούν άλλα δεδομένα που αποδεικνύονται αναξιόπιστα, απαλείφονται ▐ μόλις διαπιστωθεί η αναξιοπιστία των δεδομένων.

5.   Οσάκις από την τελική εξακρίβωση βάσει της παραγράφου 4 προκύπτει ότι το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής που προήλθε από το κεντρικό σύστημα είναι ανακριβές, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν το γεγονός αυτό στην Επιτροπή , στη διαχειριστική αρχή και στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων .

Άρθρο 18

Επικοινωνία μεταξύ κρατών μελών και του κεντρικού συστήματος

Τα δεδομένα που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη προς το κεντρικό σύστημα και αντίστροφα χρησιμοποιούν την επικοινωνιακή υποδομή την οποία παρέχει η διαχειριστική αρχή. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας του κεντρικού συστήματος, η διαχειριστική αρχή καθορίζει τις τεχνικές διαδικασίες που απαιτούνται για τη χρήση της επικοινωνιακής υποδομής.

Άρθρο 19

Ασφάλεια των δεδομένων

1.   Το ▐ κράτος μέλος προέλευσης κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων πριν και κατά τη διάρκεια της διαβίβασής τους στο κεντρικό σύστημα. Κάθε κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από το κεντρικό σύστημα.

2.   Κάθε κράτος μέλος, στο εθνικό του σύστημα, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου ασφαλείας, ώστε:

α)

να προβλέπεται η υλική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας·

β)

να εμποδίζεται η πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εθνικές εγκαταστάσεις εντός των οποίων το κράτος μέλος προβαίνει σε ενέργειες σύμφωνα με τους σκοπούς του Eurodac (έλεγχος εισόδου στην εγκατάσταση)·

γ)

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή αφαίρεση των υποθεμάτων δεδομένων (έλεγχος υποθεμάτων δεδομένων)·

δ)

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη εισαγωγή δεδομένων και η μη εξουσιοδοτημένη επιθεώρηση, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων προσωπικών δεδομένων (έλεγχος αποθήκευσης)·

ε)

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο Eurodac καθώς και οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποστεί επεξεργασία στο Eurodac (έλεγχος της εισαγωγής δεδομένων)·

στ)

να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για πρόσβαση στο Eurodac έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από τις άδειες πρόσβασής τους, με ατομικές και μοναδικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικούς κωδικούς πρόσβασης (έλεγχος πρόσβασης στα δεδομένα)·

ζ)

να εξασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο Eurodac δημιουργούν προφίλ τα οποία περιγράφουν τις λειτουργίες και τις ευθύνες των προσώπων που είναι εξουσιοδοτημένα με την πρόσβαση, εισαγωγή, ενημέρωση, διαγραφή και αναζήτηση στα δεδομένα και ότι διαθέτουν τα προφίλ τους στις εθνικές εποπτικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 24, αμελλητί, κατόπιν αιτήσεώς τους (προφίλ προσωπικού)·

η)

να μπορεί να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέσω εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της διαβίβασης)·

θ)

να μπορεί να ελέγχεται και να εξακριβώνεται ποια δεδομένα έχουν υποστεί επεξεργασία στο Eurodac, πότε, από ποιον και για ποιο σκοπό (έλεγχος της καταχώρισης δεδομένων)·

ι)

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων προς ή από το Eurodac, ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων, κυρίως με κατάλληλες τεχνικές κρυπτογράφησης (έλεγχος μεταφοράς)·

ια)

να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφάλειας της παρούσας παραγράφου και να λαμβάνονται τα απαραίτητα οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό (αυτοέλεγχος).

3.     Όλες οι αρχές που συμμετέχουν στο σύστημα Eurodac αποτρέπουν την πρόσβαση σε δεδομένα ή τη διαβίβαση των δεδομένων που είναι καταχωρισμένα στο Eurodac σε αρχές τρίτης μη εξουσιοδοτημένης χώρας, ιδίως στο κράτος προέλευσης των προσώπων που εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό.

4.   Η διαχειριστική αρχή λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να επιτύχει τους στόχους της παραγράφου 2 όσον αφορά τη λειτουργία του Eurodac, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης σχεδίου ασφαλείας.

5.     Η διαχειριστική αρχή θεσπίζει κοινή δέσμη απαιτήσεων που πρέπει να πληρούν τα πρόσωπα προκειμένου να τους επιτρέπεται η πρόσβαση στο Eurodac.

Άρθρο 20

Πρόσβαση σε δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί στο Eurodac και διόρθωση ή απαλοιφή τους

1.   Το κράτος μέλος προέλευσης έχει πρόσβαση στα δεδομένα τα οποία διαβίβασε και τα οποία έχουν καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Δεν επιτρέπεται σε κανένα κράτος μέλος να διενεργεί έρευνες στα δεδομένα που έχει διαβιβάσει άλλο κράτος μέλος, ούτε να λαμβάνει τέτοια δεδομένα, πλην εκείνων που προκύπτουν από την αντιπαραβολή που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 6.

2.   Οι αρχές των κρατών μελών οι οποίες, σύμφωνα με την παράγραφο 1, έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στο κεντρικό σύστημα είναι εκείνες που ορίζει κάθε κράτος μέλος με σκοπό την εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 1. Με τον εν λόγω καθορισμό προσδιορίζεται επακριβώς η μονάδα η οποία είναι επιφορτισμένη με τα καθήκοντα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει αμελλητί στην Επιτροπή και στη διαχειριστική αρχή κατάλογο των αρχών αυτών και τις τυχόν τροποποιήσεις του , στην περίπτωση τροποποιήσεων το αργότερο 30 ημέρες από την τροποποίηση του καταλόγου . Η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει τον ενοποιημένο κατάλογο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που επέρχονται τροποποιήσεις στον κατάλογο, η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει ενημερωμένο ενοποιημένο κατάλογο ετησίως.

3.   Μόνο το κράτος μέλος προέλευσης έχει δικαίωμα να τροποποιεί τα δεδομένα που έχει διαβιβάσει στο κεντρικό σύστημα, διορθώνοντας ή συμπληρώνοντας τα εν λόγω δεδομένα ή να τα διαγράφει, με την επιφύλαξη της απαλοιφής που πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 8 ή του άρθρου 12, παράγραφος 1.

4.   Εάν ║ κράτος μέλος ή η διαχειριστική αρχή έχει ενδείξεις από τις οποίες ║ προκύπτει ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα είναι προδήλως ανακριβή, ειδοποιεί, το συντομότερο δυνατό, το κράτος μέλος προέλευσης.

Εάν ║ κράτος μέλος έχει ενδείξεις από τις οποίες ║ προκύπτει ότι, τα δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα αντιβαίνουν προς τον παρόντα κανονισμό, ειδοποιεί, το συντομότερο δυνατό, την Επιτροπή και το κράτος μέλος προέλευσης. Το τελευταίο ελέγχει τα σχετικά δεδομένα και, εφόσον συντρέχει λόγος, τα τροποποιεί ή τα διαγράφει αμελλητί.

5.   Η διαχειριστική αρχή δεν διαβιβάζει στις αρχές τρίτης χώρας ούτε θέτει στη διάθεσή τους δεδομένα καταχωρισμένα στο κεντρικό σύστημα, εκτός αν εξουσιοδοτηθεί ρητώς προς τούτο στα πλαίσια κοινοτικής συμφωνίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς προσδιορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας.

Άρθρο 21

Τήρηση αρχείων

1.   Η διαχειριστική αρχή τηρεί αρχείο όλων των εργασιών επεξεργασίας δεδομένων στα πλαίσια του κεντρικού συστήματος. Στα αρχεία αυτά πρέπει να φαίνονται ο σκοπός της πρόσβασης, η ημερομηνία και η ώρα, τα διαβιβασθέντα δεδομένα, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για έρευνα και τα ονόματα τόσο της μονάδας που εισήγαγε ή ανέκτησε τα δεδομένα όσο και των υπεύθυνων προσώπων.

2.   Τα αρχεία αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο, ως προς την προστασία των δεδομένων, του επιτρεπτού της επεξεργασίας των δεδομένων, καθώς και για να διασφαλίζεται η ασφάλεια των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 19. Τα αρχεία ▐ προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα από κάθε αυθαίρετη πρόσβαση και απαλείφονται μετά την παρέλευση ενός έτους από τη λήξη της περιόδου αποθήκευσης που προβλέπει το άρθρο 8 και το άρθρο 12 παράγραφος 1, εφόσον δεν είναι απαραίτητα για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη κινηθεί.

3.   Έκαστο κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 σε σχέση με το εθνικό του σύστημα. Επιπλέον, έκαστο κράτος μέλος τηρεί μητρώο για το προσωπικό που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο να εισάγει ή να ανακτά δεδομένα.

Άρθρο 22

Ευθύνη

1.   Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη ζημία, ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή οποιασδήποτε πράξης ║ δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, δικαιούται να λαμβάνει αποζημίωση από το κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο για τη ζημία που υπέστη. Το εν λόγω κράτος μέλος απαλλάσσεται, πλήρως ή εν μέρει, από την ευθύνη αυτή, εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο γεγονός.

2.   Εάν η παράλειψη ενός κράτους μέλους να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού προκαλέσει ζημία στο κεντρικό σύστημα, το εν λόγω κράτος μέλος θεωρείται υπεύθυνο για την εν λόγω ζημία, εκτός εάν, και στο μέτρο που, η διαχειριστική αρχή ή κάποιο άλλο κράτος μέλος έχει παραλείψει να λάβει τα δέοντα μέτρα για να προλάβει την πρόκληση της ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της.

3.   Οι απαιτήσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους κατά του οποίου προβάλλονται.

Άρθρο 23

Δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Κάθε πρόσωπο που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό ενημερώνεται από το κράτος μέλος προέλευσης γραπτώς και, στις κατάλληλες περιπτώσεις, προφορικώς, σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή την οποία μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι κατανοεί, σχετικά με:

α)

την ταυτότητα του υπευθύνου της επεξεργασίας και του αντιπροσώπου του, αν υπάρχει,

β)

το σκοπό για τον οποίο θα γίνει επεξεργασία των δεδομένων που το αφορούν μέσα στο Eurodac συμπεριλαμβανομένης περιγραφής των στόχων του κανονισμού του Δουβλίνου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού,

γ)

τους αποδέκτες των δεδομένων,

δ)

αναφορικά με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 6 ή το άρθρο 10, την υποχρέωση λήψης των δακτυλικών του αποτυπωμάτων,

ε)

το δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα που το αφορούν και το δικαίωμα να ζητά διόρθωση ανακριβών δεδομένων που το αφορούν ή απαλοιφή των δεδομένων που το αφορούν τα οποία υπέστησαν παράνομη επεξεργασία καθώς και τις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων , συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας με τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και με τις εθνικές εποπτικές αρχές κατά το άρθρο 24 , οι οποίες εξετάζουν τις προσφυγές σχετικά με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Σε σχέση με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 6 ή το άρθρο 10, οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες παρέχονται κατά τη λήψη των δακτυλικών του αποτυπωμάτων.

Σε σχέση με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 13, οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες παρέχονται το αργότερο όταν διαβιβάζονται στο κεντρικό σύστημα τα δεδομένα που το αφορούν. Η υποχρέωση αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής όταν η παροχή των πληροφοριών είναι αδύνατη ή θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια.

Εάν το πρόσωπο που εμπίπτει στον παρόντα κανονισμό είναι ανήλικος, τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες κατά τρόπο ενδεδειγμένο για άτομα της συγκεκριμένης ηλικίας.

2.   Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε υποκείμενο των δεδομένων μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους, να ασκεί τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 12 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης παροχής άλλων πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο α) της οδηγίας 95/46/ΕΚ, το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται για τα δεδομένα που το αφορούν τα οποία έχουν καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα και για το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα αυτά στο κεντρικό σύστημα. Η πρόσβαση στα δεδομένα μπορεί να χορηγείται μόνον από κράτος μέλος.

3.   Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να ζητήσει τη διόρθωση των προδήλως εσφαλμένων δεδομένων ή την απαλοιφή των δεδομένων που δεν έχουν καταχωρισθεί νομίμως. Η διόρθωση και η απαλοιφή διενεργούνται χωρίς υπερβολική καθυστέρηση από το κράτος μέλος που διαβίβασε τα δεδομένα, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του.

4.   Εάν τα δικαιώματα διόρθωσης και απαλοιφής ασκούνται σε κράτος μέλος, άλλο από εκείνο, ή εκείνα, που διαβίβασε(-αν) τα δεδομένα, οι αρχές του εν λόγω κράτους μέλους έρχονται σε επαφή με τις αρχές του σχετικού κράτους μέλους, ή κρατών μελών, προκειμένου αυτές να εξακριβώσουν αν τα δεδομένα είναι ακριβή και έχουν νομίμως διαβιβασθεί και καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα.

5.   Εάν διαπιστωθεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα είναι προδήλως ανακριβή ή δεν έχουν καταχωρισθεί νομίμως, το κράτος μέλος που τα διαβίβασε, διορθώνει ή διαγράφει τα δεδομένα, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3. Το εν λόγω κράτος μέλος επιβεβαιώνει γραπτώς στο υποκείμενο των δεδομένων, χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, ότι ανέλαβε να διορθώσει ή να διαγράψει τα δεδομένα που το αφορούν.

6.   Εάν το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα δεν συμφωνεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα είναι προδήλως ανακριβή ή δεν έχουν καταχωρισθεί νομίμως, εξηγεί γραπτώς στο υποκείμενο των δεδομένων, χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, για ποιον λόγο δεν προτίθεται να διορθώσει ή να απαλείψει τα δεδομένα.

Το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει επίσης στο υποκείμενο των δεδομένων πληροφορίες σχετικά με τα διαβήματα στα οποία μπορεί να προβεί εάν δεν δέχεται τις προβαλλόμενες εξηγήσεις. Οι πληροφορίες αυτές αφορούν τον τρόπο άσκησης προσφυγής ή, ενδεχομένως, κατάθεσης μηνύσεως ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του, καθώς και κάθε οικονομική ή άλλη αρωγή που μπορεί να παρασχεθεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους.

7.   Οιοδήποτε αίτημα υποβάλλεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Τα δεδομένα αυτά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 και καταστρέφονται αμέσως μετά.

8.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται ενεργά για την ταχεία άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στις παραγράφους 3, 4 και 5.

9.   Οσάκις ║ πρόσωπο ζητά δεδομένα που το αφορούν δυνάμει της παραγράφου 2 , η αρμόδια αρχή τηρεί αρχείο στο οποίο καταχωρίζεται εγγράφως η υποβολή της αίτησης και θέτει αμελλητί το σχετικό έγγραφο στη διάθεση των εθνικών εποπτικών αρχών για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 24 , εφόσον της το ζητήσουν.

10.   Σε κάθε κράτος μέλος, η εθνική εποπτική αρχή επικουρεί το υποκείμενο των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του.

11.   Η εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα και η εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται το υποκείμενο των δεδομένων, του παρέχουν βοήθεια και, εφόσον τους ζητηθεί, συμβουλές σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος διόρθωσης ή απαλοιφής των δεδομένων. Οι δύο εθνικές εποπτικές αρχές συνεργάζονται για τον σκοπό αυτό. Τα αιτήματα συνδρομής μπορούν να υποβάλλονται στην εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται το υποκείμενο των δεδομένων, η οποία τα διαβιβάζει στην εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα.

12.   Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους, να ασκήσει προσφυγή ή, εφόσον είναι αναγκαίο, να καταθέσει μήνυση ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή των δικαστηρίων του εν λόγω κράτους μέλους, εάν δεν του αναγνωρίζεται το δικαίωμα πρόσβασης που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

13.   Οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του κράτους μέλους που διαβίβασε δεδομένα, να ασκήσει προσφυγή ή, εφόσον είναι αναγκαίο, να καταθέσει μήνυση ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του εν λόγω κράτους μέλους σχετικά με δεδομένα που το αφορούν, τα οποία έχουν καταχωρισθεί στο κεντρικό σύστημα, προκειμένου να ασκήσει τα δικαιώματά του σύμφωνα με την παράγραφο 3. Η υποχρέωση των εθνικών εποπτικών αρχών να παρέχουν βοήθεια και, εφόσον τους ζητηθεί, συμβουλές στο υποκείμενο των δεδομένων, σύμφωνα με την παράγραφο 11, ισχύει καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

Άρθρο 24

Άσκηση εποπτείας από εθνική εποπτικ αχή

1.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εθνική εποπτική αρχή ή αρχές που ορίζονται στο άρθρο 28, παράγραφος 1, της οδηγίας 95/46/ΕΚ να εποπτεύουν με πλήρη ανεξαρτησία, σύμφωνα με το σχετικό εθνικό του δίκαιο, τη νομιμότητα της επεξεργασίας, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το εν λόγω κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένης της διαβίβασής τους στο κεντρικό σύστημα.

2.   Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, η εθνική εποπτική αρχή του έχει πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Άρθρο 25

Άσκηση εποπτείας από τον ευρωπαίο επόπτη προστασίας δεδομένων

1.   Ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων ελέγχει εάν οι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από μέρους της διαχειριστικής αρχής διεξάγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθα 46 και 47 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζονται αναλόγως. Ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων δύναται να ζητήσει από τη διαχειριστική αρχή οιαδήποτε πληροφορία κριθεί αναγκαία για την επιτέλεση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί δυνάμει του κανονισμού αυτού.

2.   Ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται τουλάχιστον ανά τετραετία έλεγχος των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της διαχειριστικής αρχής σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Η έκθεση ελέγχου διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τη διαχειριστική αρχή και τις εθνικές εποπτικές αρχές. Η διαχειριστική αρχή δύναται να διατυπώσει παρατηρήσεις σχετικά με την έκθεση προτού αυτή εγκριθεί.

Άρθρο 26

Συνεργασία μεταξύ των εθνικών εποπτικών αρχών και του ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων

1.   Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων, έκαστος στο πεδίο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στο πλαίσιο των ευθυνών τους και εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του Eurodac.

2.   Οι ανωτέρω αρχές, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, διερευνούν προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν κατά την άσκηση ανεξάρτητης εποπτείας ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα και προάγουν κατά τον δέοντα τρόπο την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία δεδομένων.

3.   Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων συνεδριάζουν για το σκοπό αυτό τουλάχιστον δις ετησίως. Τα έξοδα των συνεδριάσεων αυτών και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατά τη διεξαγωγή τους αναλαμβάνονται από τον ευρωπαίο επόπτη προστασίας δεδομένων. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι σχετικοί διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, γίνεται από κοινού η επεξεργασία περαιτέρω μεθόδων εργασίας. Κοινή έκθεση δραστηριοτήτων διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τη διαχειριστική αρχή ανά διετία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27

Δαπάνες

1.   Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εγκατάσταση και τη λειτουργία του κεντρικού συστήματος και της επικοινωνιακής υποδομής βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Οι δαπάνες που αφορούν τις εθνικές μονάδες και τα έξοδα για την σύνδεσή τους με το κεντρικό σύστημα βαρύνουν κάθε κράτος μέλος.

Άρθρο 28

Ετήσια έκθεση: παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.   Η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες του κεντρικού συστήματος. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση και την απόδοση του Eurodac σε σύγκριση με προκαθορισμένους ποσοτικούς δείκτες για τους στόχους κατά την παράγραφο 2.

2.   Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει την ύπαρξη διαδικασιών για την παρακολούθηση της λειτουργίας του κεντρικού συστήματος σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους, όσον αφορά την απόδοση, τη σχέση κόστους-αποτελέσματος και την ποιότητα των υπηρεσιών.

3.   Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών, η διαχειριστική αρχή διαθέτει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες οι οποίες σχετίζονται με πράξεις επεξεργασίας εκτελούμενες στο κεντρικό σύστημα.

4.   Ανά διετία, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση για την τεχνική λειτουργία του κεντρικού συστήματος καθώς και της σχετικής ασφάλειας.

5.   Τρία έτη μετά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 33 παράγραφος 2, και κάθε τέσσερα έτη εφεξής, η Επιτροπή προβαίνει σε συνολική αξιολόγηση του Eurodac, η οποία συνίσταται στην εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους τεθέντες στόχους και σε εκτίμηση του εάν εξακολουθεί να ισχύει η λογική θεμελίωση του συστήματος, της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το κεντρικό σύστημα και της ασφάλειας του κεντρικού συστήματος, καθώς και σε εκτίμηση των τυχόν επιπτώσεων σε μελλοντικές ενέργειες. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στη διαχειριστική αρχή και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5.

7.   Η διαχειριστική αρχή παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που χρειάζεται για τις συνολικές αξιολογήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5.

Άρθρο 29

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι κάθε χρήση δεδομένων που εισάγονται στο κεντρικό σύστημα η οποία αντιτίθεται στους σκοπούς του Eurodac, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, τιμωρείται με επιβολή κυρώσεων που είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές και περιλαμβάνουν διοικητικές ή/και ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 30

Πεδίο εδαφικής εφαρμογής

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται σε κανένα έδαφος στο οποίο δεν εφαρμόζεται ο κανονισμός του Δουβλίνου.

Άρθρο 31

Μεταβατική διάταξη

Τα δεδομένα που κλειδώνονται στο κεντρικό σύστημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 ║ ξεκλειδώνονται και επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού κατά την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2.

Άρθρο 32

Κατάργηση διατάξεων

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 ║ και ║ (ΕΚ) αριθ. 407/2002 ║ καταργούνται με ισχύ από την ημερομηνία που προβλέπει το άρθρο 33, παράγραφος 2, του παρόντος κανονισμού.

Οι παραπομπές στους καταργούμενους κανονισμούς νοούνται με βάση τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙΙ.

Άρθρο 33

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία που θα δημοσιεύσει η Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν πληρωθούν οι εξής προϋποθέσεις:

α)

κάθε κράτος μέλος έχει κοινοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχει προβεί στις αναγκαίες τεχνικές προσαρμογές για τη διαβίβαση δεδομένων στο κεντρικό σύστημα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και

β)

η Επιτροπή έχει προβεί στις αναγκαίες τεχνικές προσαρμογές ώστε να μπορεί να αρχίσει η λειτουργία του κεντρικού συστήματος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Τα κράτη μέλη ειδοποιούν την Επιτροπή αμέσως μόλις θεσπισθούν οι προσαρμογές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

4.     Κατά τη μεταβατική περίοδο στην οποία αναφέρεται το άρθρο 4, παράγραφος 4, κάθε μνεία του παρόντος κανονισμού στη διαχειριστική αρχή νοείται ως μνεία στην Επιτροπή.

║ Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

║,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009.

(2)  ΕΕ L 316, ║ 15.12.2000, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 62, ║ 5.3.2002, σ. 1.

(4)  ΕΕ L …

(5)   ΕΕ L 304, 30.9.2004, σ. 12.

(6)   ΕΕ L 16, 23.1.2004, σ. 44.

(7)  ΕΕ L 281, ║ 23.11.1995, σ. 31.

(8)  ΕΕ L 8, ║ 12.1.2001, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 12, ║ 17.1.2004, σ. 47.

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Μορφή δεδομένων για την ανταλλαγή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων

Ορίζεται η ακόλουθη μορφή για την ανταλλαγή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων:

ANSI/NIST-ITL 1a-1997, Έκδ.3, Ιούνιος 2001 (INT-1) και κάθε μελλοντική περαιτέρω εξέλιξη αυτού του προτύπου.

Πρότυπο κωδικών στοιχείων των κρατών μελών

Ισχύει το εξής πρότυπο του ISO: ISO 3166 - κώδικας δύο στοιχείων.

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Καταργούμενοι κανονισμοί

(κατά το άρθρο 32)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316, ║ 15.12.2000, σ. 1.)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 62, 5.3.2002, σ. 1.)

Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1, παράγραφος 1

Άρθρο 1, παράγραφος 1

Άρθρο 1, παράγραφος 2,πρώτο εδάφιο

Άρθρο 3, παράγραφος 1

Άρθρο 1, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 3, παράγραφος 4

Άρθρο 1, παράγραφος 3

Άρθρο 1, παράγραφος 2

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3, παράγραφος 1

Άρθρο 3, παράγραφος 1

Άρθρο 3, παράγραφος 2

Άρθρο 3, παράγραφος 3

Άρθρο 3, παράγραφος 3

Άρθρο 5

Άρθρο 3, παράγραφος 4

Άρθρο 4, παράγραφος 1

Άρθρο 6, παράγραφος 1

Άρθρο 4, παράγραφος 2

Άρθρο 4, παράγραφος 3

Άρθρο 6, παράγραφος 4

Άρθρο 4, παράγραφος 4

Άρθρο 6, παράγραφος 5

Άρθρο 4, παράγραφος 5

Άρθρο 6, παράγραφος 6

Άρθρο 4, παράγραφος 6

Άρθρο 17, παράγραφος 4

Άρθρο 4, παράγραφος 7

Άρθρο 5

Άρθρο 7

Άρθρο 6

Άρθρο 8

Άρθρο 7

Άρθρο 9

Άρθρο 8

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 10

Άρθρο 12

Άρθρο 11, παράγραφοι 1 έως 4

Άρθρο 13, παράγραφοι 1 έως 4

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 12

Άρθρο 14

Άρθρο 13

Άρθρο 15

Άρθρο 14

Άρθρο 19

Άρθρο 15

Άρθρο 20

Άρθρο 16

Άρθρο 21

Άρθρο 17

Άρθρο 22

Άρθρο 18

Άρθρο 23

Άρθρο 19

Άρθρο 24

Άρθρο 20

Άρθρο 25

Άρθρο 21

Άρθρο 27

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 28

Άρθρο 25

Άρθρο 29

Άρθρο 26

Άρθρο 30

Άρθρο 27

Άρθρο 33

Παράρτημα ΙΙ


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 16

Άρθρο 3

Άρθρο 17

Άρθρο 4

Άρθρο 18

Άρθρο 5, παράγραφος 1

Άρθρο 3, παράγραφος 3

Παράρτημα Ι

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/428


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο ***I

P6_TA(2009)0379

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (COM(2009)0066 – C6-0071/2009 – 2009/0027(COD))

2010/C 212 E/54

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0066),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, το άρθρο 63 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 66 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0071/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0279/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

τονίζει ότι οι διατάξεις του σημείου 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1) ισχύουν για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο· υπογραμμίζει δε ότι, εάν η νομοθετική αρχή ταχθεί υπέρ της ίδρυσης μιας τέτοιας υπηρεσίας, το Κοινοβούλιο θα ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με το άλλο σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής προκειμένου να επιτευχθεί έγκαιρα συμφωνία ως προς τη χρηματοδότηση της εν λόγω υπηρεσίας σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2009)0027

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 63 σημεία 1 και 2 και το άρθρο 66,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης  (3),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Η κοινοτική πολιτική σχετικά με το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου έχει ως στόχο, βάσει του προγράμματος της Χάγης, να εγκαθιδρύσει έναν κοινό χώρο ασύλου, μέσω της αποτελεσματικής εναρμονισμένης διαδικασίας σύμφωνα με τις αξίες και την ανθρωπιστική παράδοση της Ένωσης.

(2)

Κατά τα τελευταία έτη έχει πραγματοποιηθεί πρόοδος σε πολλούς τομείς, χάρη στην εφαρμογή ελάχιστων κοινών κανόνων, προς την κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες ανισότητες από το ένα κράτος μέλος στο άλλο όσον αφορά την παροχή της προστασίας και τις μορφές που αυτή λαμβάνει.

(3)

Η Επιτροπή, στο σχέδιο δράσης της για το άσυλο ║, που εγκρίθηκε τον Ιούνιο 2008, ανακοίνωσε την πρόθεσή της να εργαστεί για την ανάπτυξη του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου αφενός, προτείνοντας αναθεώρηση των ισχυουσών νομοθετικών πράξεων ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη εναρμόνιση των ισχυόντων κανόνων και αφετέρου ενισχύοντας τη στήριξη της πρακτικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, ιδίως μέσω της υποβολής νομοθετικής πρότασης με στόχο την ίδρυση ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης για το άσυλο, που θα παρέχει τη δυνατότητα μεγαλύτερου συντονισμού της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, ώστε να τεθούν αποτελεσματικά σε εφαρμογή οι κοινοί κανόνες.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπενθύμισε επίσημα με την έγκριση τον Σεπτέμβριο 2008 του ευρωπαϊκού συμφώνου για την μετανάστευση και το άσυλο ║ ότι κάθε διωκόμενος αλλοδαπός δικαιούται να λαμβάνει βοήθεια και προστασία στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατ’ εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, περί της νομικής κατάστασης των προσφύγων, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967, και των άλλων σχετικών συνθηκών. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε εξάλλου ρητά «να συγκροτηθεί το 2009 ευρωπαϊκό γραφείο στήριξης το οποίο θα έχει αποστολή να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών, αναλύσεων και εμπειριών μεταξύ των κρατών μελών και να αναπτύσσει συγκεκριμένες συνεργασίες μεταξύ των αρμοδίων για την εξέταση των αιτήσεων ασύλου διοικήσεων».

(5)

Η πρακτική συνεργασία στον τομέα του ασύλου έχει ως στόχο την αύξηση της σύγκλισης και της ποιότητας των διαδικασιών λήψης αποφάσεως των κρατών μελών στο θέμα αυτό, εντός του ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου. Πολλά μέτρα πρακτικής συνεργασίας έχουν ήδη ληφθεί τα τελευταία έτη, ιδίως η έγκριση μιας κοινής προσέγγισης των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και της εκπόνησης ενός κοινού ευρωπαϊκού προγράμματος κατάρτισης όσον αφορά το άσυλο.

(6)

Για τα κράτη μέλη των οποίων το εθνικό σύστημα ασύλου υφίσταται ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις, λόγω ειδικότερα της γεωγραφικής τους θέσης ή της δημογραφικής τους κατάστασης, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξη για το Άσυλο θα πρέπει να υποστηρίζει, όσον αφορά τα την εφαρμογή δεσμευτικών μηχανισμών αλληλεγγύης που θα έχουν ως στόχο να προωθήσουν ▐ την καλύτερη κατανομή των απολαυόντων διεθνούς προστασίας αυτών των κρατών μελών προς άλλα κράτη μέλη βάσει κανόνων μη εισαγόντων διακρίσεις, διαφανών και σαφών , με ταυτόχρονη μέριμνα ώστε τα συστήματα ασύλου να μην αποτελέσουν αντικείμενο κατάχρησης.

(7)

Για να υπάρξει ενίσχυση και ανάπτυξη των μηχανισμών αυτών, θα πρέπει να δημιουργηθεί μια ειδική δομή με σκοπό τη στήριξη και τον συντονισμό, υπό τη μορφή Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας υποστήριξης για το Άσυλο (που καλείται στο εξής «Υπηρεσία»).

(8)

Η Υπηρεσία για να εκπληρώσει την αποστολή της κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη στους τεχνικούς τομείς και να απολαύει νομικής, διοικητικής και οικονομικής αυτονομίας. Για τον σκοπό αυτό, η Υπηρεσία θα πρέπει να αποτελεί οργανισμό της Κοινότητας με νομική προσωπικότητα και να ασκεί τις εκτελεστικές εξουσίες που της χορηγεί ο παρών κανονισμός.

(9)

Η Υπηρεσία για να επωφεληθεί από την τεχνογνωσία και τη στήριξη της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και των μη κυβερνητικών οργανώσεων, θα πρέπει να δρα σε στενή συνεργασία με αυτές . Για τον σκοπό αυτό, ο ρόλος της UNHCR και των μη κυβερνητικών οργανώσεων θα πρέπει να αναγνωρισθεί πλήρως, ▐ θα πρέπει δε αυτές να συνδεθούν πλήρως με τις εργασίες της Υπηρεσίας. Η Υπηρεσία θα πρέπει επίσης να δρα σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες πληρούν αποστολή στον τομέα του ασύλου, με τις εθνικές υπηρεσίες μετανάστευσης και ασύλου ή άλλες υπηρεσίες και να χρησιμοποιεί τις ικανότητες και την τεχνογνωσία των υπηρεσιών αυτών, καθώς και με την Επιτροπή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται με την Υπηρεσία προς εξασφάλιση της εκπλήρωσης της αποστολής της.

(10)

Η Υπηρεσία θα πρέπει να αποτελεί ευρωπαϊκό κέντρο τεχνογνωσίας όσον αφορά το άσυλο και να αναλαμβάνει τη διευκόλυνση, τον συντονισμό και την ενίσχυση της πρακτικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου, υπό τις διάφορες μορφές τους. Η Υπηρεσία θα πρέπει να έχει εντολή προσανατολιζόμενη προς τρία κύρια καθήκοντα, ήτοι προς τη στήριξη της πρακτικής συνεργασίας σε θέματα ασύλου, τη στήριξη των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις και τη συμβολή στην εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.

(11)

Η Υπηρεσία δεν θα πρέπει να διαθέτει καμία άμεση ή έμμεση εξουσία ως προς τη λήψη αποφάσεων από μέρους των αρχών των κρατών μελών, σχετικά με τις ατομικές αιτήσεις διεθνούς προστασίας.

(12)

Η Υπηρεσία για να προσφέρει ταχεία και αποτελεσματική επιχειρησιακή στήριξη στα κράτη μέλη που υφίστανται ισχυρές πιέσεις στα συστήματα ασύλου τους, θα πρέπει να συντονίζει την αποστολή στην επικράτεια των αιτούντων κρατών μελών, ομάδων υποστήριξης για το άσυλο που θα αποτελούνται από ειδικούς στο θέμα αυτό. Οι ομάδες αυτές θα πρέπει ειδικότερα να παρέχουν την τεχνογνωσία τους σε θέματα διερμηνείας, γνώσης των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και γνώσης της εξέτασης και διαχείρισης των φακέλων ασύλου. Το καθεστώς των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο θα πρέπει να διέπεται από τον παρόντα κανονισμό ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα της αποστολής τους.

(13)

Η Υπηρεσία θα πρέπει να εκτελεί την αποστολή της υπό όρους που να της επιτρέπουν να εξασφαλίζει έναν ρόλο αναφοράς μέσω της ανεξαρτησίας και της επιστημονικής και τεχνικής ποιότητας της συνδρομής που παρέχει και των πληροφοριών που διαδίδει, μέσω της διαφάνειας των διαδικασιών της και των τρόπων λειτουργίας της, και της επιμέλειάς της κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται.

(14)

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη για να ελέγχουν αποτελεσματικά τη λειτουργία της Υπηρεσίας θα πρέπει να εκπροσωπούνται σε διοικητικό συμβούλιο. Στο μέτρο του δυνατού, το διοικητικό αυτό συμβούλιο θα πρέπει, να αποτελείται από επικεφαλής διαχείρισης των εθνικών υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για την πολιτική ασύλου ή των εκπροσώπων τους. Θα πρέπει να διαθέτει τις απαιτούμενες εξουσίες για να καταρτίζει τον προϋπολογισμό να ελέγχει την εκτέλεσή του, να εγκρίνει τους κατάλληλους δημοσιονομικούς κανόνες, να θέτει σε εφαρμογή διαφανείς διαδικασίες εργασίας για τις αποφάσεις της Υπηρεσίας και να διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή. Για να συνδεθεί πλήρως η UNHCR με τις εργασίες της Υπηρεσίας και λαμβανομένης υπόψη της τεχνογνωσίας της σε θέματα ασύλου, η UNHCR θα πρέπει να είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου. Δεδομένης της φύσης των καθηκόντων της Υπηρεσίας και του ρόλου του εκτελεστικού διευθυντή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να συμμετέχει στην επιλογή των προτεινόμενων για την θέση αυτή υποψηφίων.

(15)

Για να εξασφαλιστεί η ταχεία και αποτελεσματική διαχείριση της Υπηρεσίας, αυτή θα πρέπει να επικουρείται από μια εκτελεστική επιτροπή που θα αποτελείται από εκπροσώπους των κρατών μελών, καθήκον των οποίων θα είναι η παροχή συμβουλών στον εκτελεστικό διευθυντή της Υπηρεσίας και η γνωμοδότηση στο διοικητικό συμβούλιο.

(16)

Για να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Υπηρεσίας, θα πρέπει αυτή να έχει δικό της προϋπολογισμό, που θα τροφοδοτείται κατά το κύριο μέρος του από τη συνεισφορά της Κοινότητας. Η χρηματοδότηση της Υπηρεσίας θα πρέπει να υπόκειται σε συμφωνία με την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή όπως ορίζεται στο σημείο 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (4). Η κοινοτική διαδικασία του προϋπολογισμού θα πρέπει να εφαρμόζεται στο μέτρο που το θέμα αφορά τη συνεισφορά της Κοινότητας, καθώς και κάθε επιχορήγηση που καταλογίζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εξακρίβωση των λογαριασμών θα πρέπει να εξασφαλίζεται από το ║ Ελεγκτικό Συνέδριο.

(17)

Η Υπηρεσία προς εκπλήρωση της αποστολής της, και στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων της θα πρέπει να συνεργάζεται με τους άλλους κοινοτικούς οργανισμούς, ιδίως με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX), που έχει ιδρυθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου  (5) και τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), που έχει ιδρυθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου  (6). Θα πρέπει επίσης να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των τρίτων χωρών, τους διεθνείς οργανισμούς που είναι αρμόδιοι στους τομείς που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό και τις τρίτες χώρες, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα διεθνή και τα κοινοτικά νομικά πρότυπα στον τομέα του ασύλου .

(18)

Η Υπηρεσία για να φέρει εις πέρας την αποστολή της, θα πρέπει να επιτρέπει τη συμμετοχή των χωρών που έχουν συνάψει με την ║ Κοινότητα συμφωνίες βάσει των οποίων έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα που καλύπτει ο παρών κανονισμός, όπως ║ η Νορβηγία, η Ισλανδία και η Ελβετία. Η Υπηρεσία μπορεί επίσης, κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιτροπή, να συνάψει συμφωνίες εργασίας, με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα διεθνή και τα κοινοτικά νομικά πρότυπα για το άσυλο, με χώρες άλλες πλην εκείνων που έχουν συνάψει με την ║ Κοινότητα συμφωνίες βάσει των οποίων έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία. Ωστόσο, η Υπηρεσία δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αναπτύξει αυτόνομη εξωτερική πολιτική.

(19)

Ο κανονισμός (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 1605/2002, του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (7) (Δημοσιονομικός Κανονισμός), και συγκεκριμένα το άρθρο του 185, θα πρέπει να εφαρμόζεται για την Υπηρεσία.

(20)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που διεξάγονται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF) (8), θα πρέπει να εφαρμόζεται χωρίς περιορισμούς στην Υπηρεσία, η οποία θα πρέπει να προσχωρήσει στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιεί η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF) (9).

(21)

Θα πρέπει να εφαρμόζεται στην Υπηρεσία ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (10).

(22)

Όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Υπηρεσία, ισχύει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11).

(23)

Οι απαραίτητες διατάξεις όσον αφορά τη στέγαση της Υπηρεσίας στο κράτος μέλος υποδοχής, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού της Υπηρεσίας και στα μέλη των οικογενειών τους θα πρέπει να καθορισθούν σε μία συμφωνία περί της έδρας. Εξάλλου, το κράτος μέλος υποδοχής θα πρέπει να εξασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας, και όσον αφορά τη σχολική φοίτηση των παιδιών και τις συγκοινωνίες, ώστε η Υπηρεσία να μπορεί να προσελκύσει ανθρώπινους πόρους υψηλής ποιότητας σε μία όσο το δυνατόν ευρύτερη γεωγραφική βάση.

(24)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι η ║ διευκόλυνση και ενίσχυση της πρακτικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου, καθώς και η συμβολή στην καλύτερη εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(25)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν, ούτε υποχρεούται να τον εφαρμόσει.

(26)

Στον παρόντα κανονισμό τηρούνται τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του Χάρτησχετικά με το δικαίωμα ασύλου,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΣΥΛΟ

Άρθρο 1

Ίδρυση της ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης για το άσυλο

Ιδρύεται Ευρωπαϊκή Υπηρεσία υποστήριξης για το Άσυλο (που καλείται στο εξής: «Υπηρεσία»), για να συμβάλλει στην εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και να ενισχύει την πρακτική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου.

Άρθρο 2

Αποστολές της ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης για το άσυλο

1.   Η Υπηρεσία διευκολύνει, συντονίζει και ενισχύει την πρακτική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου, υπό τις διάφορες μορφές τους, ώστε να συμβάλλει στην καλύτερη εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, συμπεριλαμβανομένων και των εξωτερικών του πτυχών.

2.   Η Υπηρεσία παρέχει επιχειρησιακή στήριξη στα κράτη μέλη που υφίστανται ισχυρές πιέσεις στα συστήματα ασύλου τους, ιδίως μέσω του συντονισμού των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο που συγκροτούνται από ειδικούς σε θέματα ασύλου.

3.   Η Υπηρεσία παρέχει επιστημονική και τεχνική συνδρομή στην πολιτική και τη νομοθεσία της Κοινότητας σε όλους τους τομείς που έχουν άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στο άσυλο, ώστε αυτή να είναι σε θέση να παράσχει την πλήρη υποστήριξή της στην πρακτική συνεργασία σε θέματα ασύλου και να εκπληρώσει τα καθήκοντά της κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αποτελεί ανεξάρτητη πηγή πληροφοριών για όλα τα θέματα που υπάγονται στους τομείς αυτούς.

4.   Η Υπηρεσία εκτελεί την αποστολή της υπό συνθήκες που της επιτρέπουν να αποτελεί σημείο αναφοράς μέσω της ανεξαρτησίας και της επιστημονικής και τεχνικής ποιότητας της συνδρομής που παρέχει και των πληροφοριών που διαδίδει, της διαφάνειας των διαδικασιών και μεθόδων λειτουργίας της, της επιμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί και της ηλεκτρονικής υποστήριξης που απαιτείται για την εκπλήρωση της αποστολής της.

5.   Η Υπηρεσία εκτελεί τα καθήκοντά της με την επιφύλαξη εκείνων που έχουν ανατεθεί στον Οργανισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA) και συνεργάζεται στενά με αυτόν, καθώς και με την UNHCR.

6.     Η Υπηρεσία δεν διαθέτει καμία αρμοδιότητα, άμεση ή έμμεση, όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων εκ μέρους των αρχών των κρατών μελών σχετικά με μεμονωμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΣΥΛΟ

Τμήμα 1

Στήριξη της πρακτικής συνεργασίας σε θέματα ασύλου

Άρθρο 3

Ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστες πρακτικές

Η Υπηρεσία διοργανώνει, διευκολύνει και συντονίζει όλες τις δράσεις που επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και τον προσδιορισμό και την ανταλλαγή ορθών πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα ασύλου.

Άρθρο 4

Πληροφορίες σχετικά με τις χώρες καταγωγής

Η Υπηρεσία διοργανώνει, διευκολύνει και συντονίζει τις δράσεις σχετικά με τις πληροφορίες για τις χώρες καταγωγής, και ειδικότερα:

α)

τη συγκέντρωση σχετικών, αξιόπιστων, ορθών και επικαιροποιημένων πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής των αιτούντων άσυλο και των ατόμων που ζητούν διεθνή προστασία με διαφανή και αμερόληπτο τρόπο , με χρησιμοποίηση όλων των κατάλληλων πηγών πληροφόρησης, ιδίως των κρατικών και μη κρατικών οργανώσεων , των διεθνών οργανισμών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ,

β)

τη διαχείριση και την ανάπτυξη μιας δικτυακής πύλης όπου θα συγκεντρώνονται οι πληροφορίες σχετικά με τις χώρες καταγωγής και τη συντήρηση της πύλης αυτής, καθώς και τη διασφάλιση της προσβασιμότητας και της διαφάνειάς της,

γ)

την εκπόνηση ενός κοινού προτύπου και κοινής μεθόδου για την υποβολή, επαλήθευση και χρησιμοποίηση των πληροφοριών σχετικά με τη χώρα καταγωγής,

δ)

την αμερόληπτη ανάλυση των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και την κατάρτιση εκθέσεων για τις χώρες αυτές σύμφωνα με το στοιχείο α), τείνοντας προς την υιοθέτηση κοινών κριτηρίων αξιολόγησης .

Άρθρο 5

Στήριξη της ενδοκοινοτικής μεταφοράς των προσώπων που απολαύουν διεθνούς προστασίας

Για τα κράτη μέλη το εθνικό σύστημα ασύλου των οποίων υφίσταται ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις, λόγω ειδικότερα της γεωγραφικής τους θέσης ή της δημογραφικής τους κατάστασης, η Υπηρεσία συντονίζει τις ανταλλαγές πληροφοριών και όλες τις άλλες δράσεις που συνδέονται με την εφαρμογή των μέσων και μηχανισμών για την ▐ ενδοκοινοτική μεταφορά των προσώπων που απολαύουν διεθνούς προστασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 6

Στήριξη της κατάρτισης

1.   Η Υπηρεσία καταρτίζει και αναπτύσσει , σε στενή συνεργασία με την UNHCR και τις σχετικές ΜΚΟ, προγράμματα κατάρτισης που προορίζονται για τα μέλη όλων των διοικητικών και δικαστικών υπηρεσιών, καθώς και των εθνικών υπηρεσιών ή άλλων φορέων που εμπλέκονται επισήμως στη διαδικασία ασύλου των κρατών μελών ▐.

2.   Η Υπηρεσία διαχειρίζεται και αναπτύσσει ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για θέματα ασύλου, το οποίο προβλέπει, τουλάχιστον, την κατάρτιση σχετικά με το διεθνές δίκαιο και τα διεθνή πρότυπα για τους πρόσφυγες και τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κοινοτικό κεκτημένο περί ασύλου.

3.   Τα προγράμματα κατάρτισης που προτείνει η Υπηρεσία μπορεί να είναι γενικά, ειδικά ή θεματικά.

4.   Τα ειδικά ή θεματικά προγράμματα κατάρτισης έχουν κυρίως ως στόχο:

α)

τα θέματα που συνδέονται με την εξέταση των αιτήσεων ασύλου ανηλίκων, ευάλωτων ατόμων και ατόμων με ειδικές ανάγκες,

β)

τον προσδιορισμό των σημείων και συμπτωμάτων βασανιστηρίων,

γ)

τις τεχνικές συνέντευξης,

δ)

τη χρήση ιατρικών και νομικών εκθέσεων στις διαδικασίες ασύλου,

ε)

τα θέματα που συνδέονται με την παραγωγή, και τη χρησιμοποίηση πληροφοριών για τις χώρες καταγωγής,

στ)

τα ειδικά νομικά θέματα ή θέματα νομολογίας.

5.   Τα προτεινόμενα προγράμματα κατάρτισης έχουν ιδίως ως στόχο την εξασφάλιση της υψηλής ποιότητας της κατάρτισης των φορέων στους οποίους απευθύνονται, καθώς και τον καθορισμό των αρχών-κλειδιών και των υποδειγματικών ορθών πρακτικών, ώστε αυτά να συμβάλλουν στη σύγκλιση των πρακτικών, των διοικητικών μεθόδων και των εθνικών νομολογιών.

6.   Για τους ειδικούς που αποτελούν τμήμα των δυνάμεων επέμβασης για το άσυλο που αναφέρεται στο άρθρο 15 , η Υπηρεσία διοργανώνει ειδικά προγράμματα κατάρτισης σε σχέση με τα καθήκοντα που καλούνται να επιτελέσουν και τις αρμοδιότητες που καλούνται να αναλάβουν, καθώς και περιοδικές ασκήσεις για τους εν λόγω ειδικούς σύμφωνα με ένα χρονοδιάγραμμα προγραμμάτων ειδικής κατάρτισης και ασκήσεων που αναφέρεται στο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας τους.

7.   Η Υπηρεσία μπορεί να διοργανώνει δραστηριότητες κατάρτισης σε συνεργασία με κράτη μέλη και ΜΚΟ στην επικράτειά τους.

Άρθρο 7

Στήριξη των εξωτερικών πτυχών της πολιτικής ασύλου

Από εξωτερική άποψη, η Υπηρεσία κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή συντονίζει τις ανταλλαγές πληροφοριών, καθώς και κάθε άλλη αναλαμβανόμενη δράση σχετικά με τα θέματα που έχουν σχέση με την εφαρμογή των μέσων και των μηχανισμών που αφορούν την εξωτερική διάσταση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.

Η Υπηρεσία συντονίζει τις ανταλλαγές πληροφοριών και κάθε άλλη δράση που αναλαμβάνεται σχετικά με την επανεγκατάσταση των προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση , λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της αλληλεγγύης και του επιμερισμού των βαρών .

Η Υπηρεσία στο πλαίσιο της εντολής της, και σύμφωνα με το άρθρο 49, μπορεί να προωθήσει την ενίσχυση της ικανότητας των τρίτων χωρών στο πλαίσιο των περιφερειακών προγραμμάτων προστασίας.

Τμήμα 2

Στήριξη των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις

Άρθρο 8

Ιδιαίτερες πιέσεις

Η Υπηρεσία συντονίζει και στηρίζει κάθε κοινή δράση υπέρ των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης ή δημογραφικής τους κατάστασης ή λόγω καταστάσεων που χαρακτηρίζονται από απότομη άφιξη μεγάλου αριθμού υπηκόων τρίτων χωρών που μπορεί να έχουν ανάγκη διεθνούς προστασίας.

Άρθρο 9

Συγκέντρωση και ανάλυση των πληροφοριών

1.   Η Υπηρεσία για να είναι σε θέση να αξιολογήσει τις ανάγκες των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις, βάσει ιδίως των πληροφοριών που της παρέχουν τα κράτη μέλη, η UNHCR και άλλες σχετικές οργανώσεις, συγκεντρώνει κάθε χρήσιμη πληροφορία που επιτρέπει τον προσδιορισμό, την προετοιμασία και τον καθορισμό επειγόντων μέτρων με στόχο την αντιμετώπιση ιδιαίτερων πιέσεων, ιδίως στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (12).

2.   Η Υπηρεσία καταγράφει και αναλύει συστηματικά, βάσει των πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη, τις διαθέσιμες δομές και προσωπικό, ιδίως όσον αφορά τη μετάφραση και τη διερμηνεία και την παροχή συνδρομής κατά την αρχική συλλογή πληροφοριών ώστε να παρασχεθεί υποστήριξη στα κράτη μέλη κατά την προσπάθειά τους να καθορίσουν το καθεστώς , καθώς και τις ικανότητες υποδοχής όσον αφορά το άσυλο στα κράτη μέλη, ώστε να παρέχει ταχεία και αξιόπιστη αμοιβαία ενημέρωση των διαφόρων αρμόδιων για θέματα ασύλου εθνικών αρχών.

Άρθρο 10

Στήριξη στα κράτη μέλη

Η Υπηρεσία συντονίζει τις δράσεις στήριξης των κρατών μελών που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις και ιδίως:

α)

θέτει σε εφαρμογή σύστημα έγκαιρου συναγερμού που έχει ως στόχο να ειδοποιεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή για ενδεχόμενες μαζικές αφίξεις αιτούντων διεθνούς προστασίας,

β)

εφαρμόζει, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, δεσμευτικό μηχανισμό αλληλεγγύης για την ανακατανομή των απολαυόντων διεθνούς προστασίας από κράτη μέλη των οποίων το εθνικό σύστημα ασύλου υφίσταται ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις, κατόπιν διαβουλεύσεως με την UNHCR, βάσει κανόνων μη εισαγόντων διακρίσεις, διαφανών και σαφών,

γ)

συντονίζει τις προς διεξαγωγή δράσεις υπέρ των κρατών μελών που υφίστανται πιέσεις προς διευκόλυνση της πρώτης ανάλυση των αιτήσεων ασύλου που έχουν εξετάσει οι αρμόδιες εθνικές αρχές,

δ)

συντονίζει τις δράσεις που επιτρέπουν την ταχεία οργάνωση κατάλληλων δομών υποδοχής από το κράτος μέλος που υφίσταται πιέσεις, ειδικότερα επείγουσας στέγασης, μέσων μεταφοράς και ιατρικής βοήθειας,

ε)

συντονίζει τις ομάδες υποστήριξης για το άσυλο, οι λεπτομέρειες λειτουργίας των οποίων καθορίζονται στο κεφάλαιο 3.

Τμήμα 3

Συμβολή στην εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου

Άρθρο 11

Συλλογή και ανταλλαγές πληροφοριών

1.   Η Υπηρεσία διοργανώνει, συντονίζει και διευκολύνει τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων για το άσυλο εθνικών αρχών, καθώς και μεταξύ της Επιτροπής και των αρχών αυτών, όσον αφορά την εφαρμογή όλων των κατάλληλων μέσων του κοινοτικού κεκτημένου για το άσυλο. Για τον σκοπό αυτό, μπορεί να δημιουργήσει βάσεις δεδομένων όσον αφορά τα περιστατικά, τα νομικά θέματα και τη νομολογία που αφορούν τα μέσα σχετικά με το άσυλο σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

2.   Ειδικότερα η Υπηρεσία συγκεντρώνει τις ακόλουθες πληροφορίες για:

α)

║ την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας στο πλαίσιο των εθνικών διοικήσεων και αρχών.

β)

║ τις εθνικές νομοθεσίες και την εξέλιξή τους όσον αφορά το άσυλο, συμπεριλαμβανομένης και της νομολογίας.

Άρθρο 12

Εκθέσεις και άλλα έγγραφα της Υπηρεσίας

1.   Η Υπηρεσία προετοιμάζει ανά τριετία έκθεση για την κατάσταση του ασύλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο της έκθεσης αυτής, η Υπηρεσία αξιολογεί ιδίως τα αποτελέσματα των δράσεων που πραγματοποιούνται βάσει του παρόντος κανονισμού και πραγματοποιεί μια σφαιρική συγκριτική ανάλυση, ώστε να διευκολύνει την καλύτερη γνώση από μέρους των κρατών μελών των ορθών εφαρμοζόμενων πρακτικών και να βελτιώνει την ποιότητα, τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Η έκθεση παρουσιάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή.

2.   Η Υπηρεσία μπορεί να προετοιμάσει, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, βάσει γνωμοδότησης της εκτελεστικής επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 32 και σε στενή συνεργασία με τις ομάδες εργασίας της και με την Επιτροπή, τεχνικά έγγραφα σχετικά με την εφαρμογή των κοινοτικών πράξεων όσον αφορά το άσυλο, όπως ιδίως κατευθυντήριες γραμμές ή λειτουργικά εγχειρίδια. Η UNHCR θα πρέπει να συμμετέχει ενεργά στην εκπόνηση των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για να εξασφαλίζεται η συνοχή με τα διεθνή πρότυπα. Για θέματα όπου υπάρχουν ήδη κατευθυντήριες γραμμές της UNHCR, αυτές θα πρέπει να αποτελούν το σημείο εκκίνησης για την πρακτική συνεργασία ώστε να μειωθούν οι διαφορές που παρατηρούνται στην πράξη.

3.     Με αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Υπηρεσία μπορεί να εκπονεί εκθέσεις επί συγκεκριμένων πτυχών της εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου για το άσυλο σε θέματα διεθνούς προστασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΟΜΆΔΕΣ ΥΠΟΣΤΉΡΙΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΆΣΥΛΟ

Άρθρο 13

Συντονισμός

1.     Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις μπορούν να ζητήσουν από την Υπηρεσία να τους αποστείλει ομάδα υποστήριξης για το άσυλο . Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη που υποβάλλει το αίτημα αυτό περιγράφει την κατάσταση και προσδιορίζει τυχόν στόχους καθώς και αναμενόμενες απαιτήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1.

2.     Ανταποκρινόμενη στο αίτημα αυτό, η Υπηρεσία μπορεί να συντονίσει την αναγκαία τεχνική και επιχειρησιακή βοήθεια προς κράτος μέλος ή κράτη μέλη καθώς και την αποστολή, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, της ομάδας υποστήριξης για το άσυλο στο έδαφος του αιτούντος κράτους μέλους ή κρατών μελών, βάσει επιχειρησιακού σχεδίου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18.

Άρθρο 14

Τεχνική συνδρομή.

Οι ομάδες υποστήριξης για το άσυλο, παρέχουν την τεχνογνωσία τους, κατά τα συμπεφωνημένα στο επιχειρησιακό σχέδιο που αναφέρεται στο άρθρο 18, ειδικότερα σε θέματα διερμηνείας, γνώσης των πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής και γνώσης της εξέτασης και διαχείρισης των φακέλων ασύλου, στο πλαίσιο των δράσεων στήριξης στα κράτη μέλη που διενεργεί η Υπηρεσία σύμφωνα με το άρθρο 10.

Άρθρο 15

Δύναμη επέμβασης για το άσυλο

1.   Κατόπιν προτάσεως του εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας, η εκτελεστική της επιτροπή αποφασίζει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών της για τα προσόντα και τον συνολικό αριθμό των ειδικών που διατίθενται για τη συγκρότηση των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο (Δυνάμεων επέμβασης για το άσυλο). Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται για οποιαδήποτε μεταγενέστερη μεταβολή όσον αφορά τα προσόντα και τον συνολικό αριθμό των ειδικών της δύναμης επέμβασης για το άσυλο.

2.   Τα κράτη μέλη συμβάλλουν στη δύναμη επέμβασης μέσω πυρήνα εθνικών ειδικών που συγκροτείται βάσει των διαφόρων απαιτούμενων προσόντων, με διορισμό των ειδικών που ανταποκρίνονται στα προσόντα αυτά.

Άρθρο 16

Αποστολή

1.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν αμέσως, κατόπιν αιτήσεως της Υπηρεσίας, τον αριθμό, τα ονόματα και τα προσόντα των ειδικών που περιλαμβάνονται στην εθνική τους δύναμη και που είναι σε θέση να κινητοποιήσουν εντός πέντε ημερών ως μέλη της ομάδας υποστήριξης για το άσυλο. Κατόπιν αιτήσεως της Υπηρεσίας, τα κράτη μέλη διαθέτουν τους ειδικούς, εκτός εάν αντιμετωπίζουν εξαιρετική κατάσταση η οποία επηρεάζει σοβαρά την εκτέλεση εθνικών καθηκόντων. Το κράτος μέλος καταγωγής διατηρεί την αυτονομία του όσον αφορά την επιλογή του προσωπικού και τη διάρκεια της αποστολής του.

2.     Στην περίπτωση που τα κράτη μέλη αδυνατούν να διαθέσουν την εμπειρογνωμοσύνη που θεωρείται απαραίτητη για τη λειτουργία της, η Υπηρεσία μπορεί να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να αντλήσει την εμπειρογνωμοσύνη αυτή από κατάλληλους ειδικούς και οργανώσεις, βασιζόμενη στην εμπειρογνωμοσύνη του Συμβουλευτικού Φόρουμ.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής, κατά τον καθορισμό της σύνθεσης μιας ομάδας ενόψει της αποστολής της, λαμβάνει υπόψη του τις ειδικές περιστάσεις που αντιμετωπίζει το αιτούν κράτος μέλος. Η ομάδα υποστήριξης για το άσυλο συγκροτείται σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο που καθορίζεται βάσει του άρθρου 18.

Άρθρο 17

Διαδικασία της απόφασης αποστολής

1.   Στην αίτηση αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1, περιλαμβάνεται περιγραφή της κατάστασης, των ενδεχόμενων στόχων, καθώς και των κατ’ εκτίμηση αναγκών για την αποστολή. Κατά περίπτωση, ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να αποστείλει ειδικούς της Υπηρεσίας για να αξιολογήσουν την κατάσταση του αιτούντος κράτους μέλους.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ενημερώνει πάραυτα την εκτελεστική επιτροπή για την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αποφασίζει σχετικά με την αίτηση αποστολής ομάδων το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της. Ο εκτελεστικός διευθυντής κοινοποιεί την απόφασή του γραπτώς στο αιτούν κράτος μέλος και ταυτόχρονα στο διοικητικό συμβούλιο. Στην απόφαση προσδιορίζει τους κύριους λόγους.

4.   Εάν ο εκτελεστικός διευθυντής αποφασίσει να αποστείλει μία ή περισσότερες ομάδες υποστήριξης για το άσυλο, καταρτίζεται αμέσως επιχειρησιακό σχέδιο από την Υπηρεσία και το αιτούν κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 18.

5.   Μετά την έγκριση του εν λόγω σχεδίου, ο εκτελεστικός διευθυντής ενημερώνει τα κράτη μέλη οι ειδικοί των οποίων θα σταλούν στο πλαίσιο των ομάδων υποστήριξης για τον ζητούμενο αριθμό και προσόντα. Η πληροφορία αυτή παρέχεται γραπτώς στα εθνικά σημεία επαφής που προβλέπονται στο άρθρο 19 και αναφέρει την προβλεπόμενη ημερομηνία της αποστολής. Επίσης τους παρέχεται αντίγραφο του επιχειρησιακού σχεδίου.

6.   Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του εκτελεστικού διευθυντή, τις αποφάσεις σχετικά με την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο λαμβάνει ο προϊστάμενος της διοικητικής μονάδας που τον αντικαθιστά.

Άρθρο 18

Επιχειρησιακό σχέδιο

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής και το αιτούν κράτος μέλος εγκρίνουν επιχειρησιακό σχέδιο, όπου καθορίζονται με ακρίβεια οι συνθήκες αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο. Το επιχειρησιακό σχέδιο περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την περιγραφή της κατάστασης, του τρόπου δράσης και του σκοπού της αποστολής, καθώς και του επιχειρησιακού στόχου,

β)

την προβλεπόμενη διάρκεια της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο,

γ)

τη γεωγραφική περιοχή ευθύνης στο αιτούν κράτος μέλος, όπου θα αποσταλούν οι ομάδες,

δ)

την περιγραφή των καθηκόντων και των ειδικών οδηγιών, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν τις βάσεις δεδομένων που τα μέλη των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο έχουν άδεια να συμβουλεύονται, καθώς και τον εξοπλισμό που έχουν άδεια να χρησιμοποιούν στο κράτος μέλος υποδοχής,

ε)

τη σύνθεση των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

2.   Οποιεσδήποτε τροποποιήσεις ή προσαρμογές του επιχειρησιακού σχεδίου αποφασίζονται από κοινού από τον εκτελεστικό διευθυντή και το αιτούν κράτος μέλος. Η Υπηρεσία αποστέλλει πάραυτα αντίγραφο του τροποποιημένου ή προσαρμοσμένου επιχειρησιακού σχεδίου στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Άρθρο 19

Εθνικό σημείο επαφής

Κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα εθνικό σημείο επαφής που αναλαμβάνει την επικοινωνία με την Υπηρεσία σχετικά με όλα τα θέματα που αφορούν τις ομάδες υποστήριξης για το άσυλο. Το εθνικό σημείο επαφής πρέπει να είναι προσιτό ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 20

Κοινοτικό σημείο επαφής

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ορίζει έναν ή περισσότερους ειδικούς της Υπηρεσίας, οι οποίοι δρουν ως κοινοτικό σημείο επαφής που αναλαμβάνει τον συντονισμό. Ο γενικός διευθυντής ενημερώνει το κράτος μέλος υποδοχής για τον διορισμό αυτό.

2.   Το κοινοτικό σημείο επαφής παρεμβαίνει εξ ονόματος της Υπηρεσίας για όλες τις πτυχές της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο. Αναλαμβάνει ιδίως:

α)

να διαμεσολαβεί μεταξύ της Υπηρεσίας και του κράτους μέλους υποδοχής,

β)

να διαμεσολαβεί μεταξύ της Υπηρεσίας και των μελών των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο και να παρέχει τη συνδρομή του, εξ ονόματος της Υπηρεσίας, για όλα τα θέματα που αφορούν τους όρους της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο,

γ)

να ελέγχει την ορθή εφαρμογή του επιχειρησιακού σχεδίου,

δ)

να δίνει αναφορά στην Υπηρεσία για όλες τις πτυχές της αποστολής των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας μπορεί να εξουσιοδοτήσει το σημείο επαφής να συμβάλει στην επίλυση των διαφορών όσον αφορά την εκτέλεση του επιχειρησιακού σχεδίου και την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο.

4.   Το κοινοτικό σημείο επαφής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του λαμβάνει οδηγίες μόνο από την Υπηρεσία.

Άρθρο 21

Αστική ευθύνη

1.     Όταν τα μέλη ομάδας υποστήριξης για το άσυλο αναλαμβάνουν δράση σε κράτος μέλος υποδοχής, το κράτος μέλος αυτό φέρει την ευθύνη σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του για οιαδήποτε ζημία προκαλέσουν κατά τη διάρκεια τω επιχειρήσεών τους.

2.     Όταν η ζημία αυτή προκαλείται από βαριά αμέλεια ή εκούσια παράβαση, το κράτος μέλος υποδοχής έρχεται σε επαφή με το κράτος μέλος καταγωγής προκειμένου το τελευταίο να επιστρέψει πλήρως στο κράτος μέλος υποδοχής τα τυχόν ποσά που κατέβαλε στα θύματα ή στους δικαιούχους τους.

3.     Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων του έναντι τρίτων, κάθε κράτος μέλος παραιτείται όλων των απαιτήσεών του έναντι του κράτους μέλους υποδοχής ή οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους για οιαδήποτε ζημία την οποία έχει υποστεί, εκτός από περιπτώσεις βαριάς αμέλειας ή εκούσιας παράβασης.

4.     Οιαδήποτε διαφωνία μεταξύ κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, που δεν μπορεί να επιλυθεί με διαπραγματεύσεις, παραπέμπεται στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 239 της Συνθήκης.

5.     Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων της έναντι τρίτων, οι δαπάνες για ζημίες που προκλήθηκαν στον εξοπλισμό της Υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της αποστολής καλύπτονται από την Υπηρεσία, εκτός εάν η ζημία προκλήθηκε από βαριά αμέλεια ή εκούσια παράβαση.

Άρθρο 22

Ποινική ευθύνη

Κατά την αποστολή ομάδας υποστήριξης για το άσυλο, τα μέλη της ομάδας τυγχάνουν της αυτής μεταχείρισης με τους αξιωματούχους του κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά τυχόν ποινικά αδικήματα των οποίων ενδέχεται να είναι θύματα ή δράστες.

Άρθρο 23

Έξοδα

Η Υπηρεσία καλύπτει εξ ολοκλήρου τα ακόλουθα έξοδα τα οποία πραγματοποιούν τα κράτη μέλη όταν θέτουν τους ειδικούς τους στη διάθεσή της με σκοπό την αποστολή των ομάδων υποστήριξης για το άσυλο:

α)

δαπάνες ταξιδίου από το κράτος μέλος καταγωγής προς το κράτος μέλος υποδοχής και από το κράτος μέλος υποδοχής προς το κράτος μέλος καταγωγής,

β)

δαπάνες εμβολιασμού,

γ)

δαπάνες που συνδέονται με ειδικές ασφαλιστικές ανάγκες,

δ)

δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης,

ε)

ημερήσιες αποζημιώσεις, συμπεριλαμβανομένων και των δαπανών διαμονής,

στ)

δαπάνες που έχουν σχέση με τον τεχνικό εξοπλισμό της Υπηρεσίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Άρθρο 24

Όργανα της Υπηρεσίας

Η δομή της διεύθυνσης και διαχείρισης της Υπηρεσίας αποτελείται από:

α)

διοικητικό συμβούλιο,

β)

εκτελεστικό διευθυντή και το προσωπικό του,

γ)

συμβουλευτική επιτροπή,

δ)

συμβουλευτικό φόρουμ.

Άρθρο 25

Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου.

1.   Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από ένα μέλος που διορίζεται από κάθε κράτος μέλος και από δύο μέλη που διορίζονται από την Επιτροπή.

2.   Ένα αναπληρωματικό μέλος μπορεί να εκπροσωπεί ή να συνοδεύει κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου. Στην περίπτωση που συνοδεύει κάποιο μέλος, το αναπληρωματικό μέλος παρίσταται χωρίς δικαίωμα ψήφου.

3.   Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου διορίζονται βάσει της πείρας τους και των υψηλού επιπέδου προσόντων τους στον τομέα του ασύλου.

4.   Η UNHCR αποτελεί αυτοδικαίως μέλος του διοικητικού συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

5.   Η διάρκεια της θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι τριετής. Η θητεία μπορεί να ανανεωθεί. Κατά τη λήξη της θητείας τους ή σε περίπτωση παραίτησής τους, τα μέλη εξακολουθούν να ασκούν καθήκοντα έως ότου ανανεωθεί η θητεία τους ή αντικατασταθούν.

Άρθρο 26

Προεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει ένα πρόεδρο και έναν αντιπρόεδρο από τα μέλη του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο όταν αυτός δεν είναι σε θέση να εκτελέσει τα καθήκοντά του.

2.   Η εντολή του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι τριετούς διάρκειας και ανανεώσιμες άπαξ. Ωστόσο, εάν ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος απολέσουν την ιδιότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου σε οιαδήποτε στιγμή της θητείας τους, η θητεία αυτή λήγει την ίδια στιγμή αυτομάτως.

Άρθρο 27

Συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το διοικητικό συμβούλιο συγκαλείται από τον πρόεδρό του. Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο πραγματοποιεί τουλάχιστον δύο τακτικές συνεδριάσεις τον χρόνο. Συνέρχεται επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου ή εφόσον το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του. Ο πρόεδρος συγκαλεί τις έκτακτες συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου εφόσον το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί οποιοδήποτε άτομο, η γνώμη του οποίου παρουσιάζει ενδιαφέρον, να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητής.

4.   Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν, υπό τους όρους του εσωτερικού του κανονισμού, να επικουρούνται από συμβούλους ή ειδικούς.

5.   Η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου εξασφαλίζεται από την Υπηρεσία

Άρθρο 28

Λεπτομέρειες ψηφοφορίας

1.   Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με απόλυτη πλειοψηφία όλων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου. Κάθε μέλος με δικαίωμα ψήφου έχει μια ψήφο. Κατά την απουσία μέλους, το δικαίωμα ψήφου του δικαιούται να ασκήσει ο αναπληρωτής του.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας δεν έχει δικαίωμα συμμετοχής στην ψηφοφορία.

3.   Ο πρόεδρος συμμετέχει στην ψηφοφορία.

4.   Τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν πλήρως στο κοινοτικό κεκτημένο περί ασύλου δεν συμμετέχουν στη ψηφοφορία όταν το διοικητικό συμβούλιο καλείται να αποφασίσει, στο πλαίσιο των διαχειριστικών εξουσιών της Υπηρεσίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 29, ή βάσει κοινοτικών πράξεων στις οποίες δεν συμμετέχουν.

5.   Ο εσωτερικός κανονισμός καθορίζει τις λεπτομερείς ρυθμίσεις της ψηφοφορίας, ιδίως τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου μέλους, καθώς και τις απαιτήσεις απαρτίας, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 29

Καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου:

Το Διοικητικό Συμβούλιο διασφαλίζει ότι η Υπηρεσία εκτελεί τα καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί. Αποτελεί το όργανο προγραμματισμού και εποπτείας της Υπηρεσίας. Ειδικότερα:

α)

Θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

β)

Διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 30, ασκεί την πειθαρχική εξουσία επί του εκτελεστικού διευθυντή και κατά περίπτωση, αναστέλλει τα καθήκοντά του ή τον ανακαλεί.

γ)

Εγκρίνει τη γενική ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας και τη διαβιβάζει στις 15 Ιουνίου του επόμενου έτους ║ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στο ║ Ελεγκτικό Συνέδριο. Η γενική έκθεση δημοσιεύεται.

δ)

Εγκρίνει, με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου, πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους, βάσει ║ σχεδίου που υποβάλλει ο εκτελεστικός διευθυντής ║ και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, το πρόγραμμα εργασίας της Υπηρεσίας για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Το πρόγραμμα εργασίας εγκρίνεται σύμφωνα με την ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού και το πρόγραμμα νομοθετικής εργασίας της Κοινότητας στον σχετικό τομέα του ασύλου.

ε)

Ασκεί τα καθήκοντά του σε σχέση με τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας κατ’ εφαρμογή του κεφαλαίου 5.

στ)

Θεσπίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του παρόντος κανονισμού.

ζ)

Καθορίζει το γλωσσικό καθεστώς της Υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 42 ║.

η)

Καθορίζει την οργανωτική δομή της Υπηρεσίας και χαράσσει την πολιτική της όσον αφορά το προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 39.

θ)

Εγκρίνει αφού έχει ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, το πολυετές σχέδιο όσον αφορά την πολιτική του προσωπικού.

ι)

Λαμβάνει όλες τις αποφάσεις για την εφαρμογή της εντολής της Υπηρεσίας όπως αυτή ορίζεται στον παρόντα κανονισμό.

ια)

Λαμβάνει όλες τις αποφάσεις σχετικά με τη δημιουργία και εφόσον χρειάζεται την εξέλιξη των συστημάτων πληροφοριών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και ιδίως την πύλη πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο β).

ιβ)

Λαμβάνει όλες τις αποφάσεις σχετικά με τη δημιουργία και εφόσον χρειάζεται την εξέλιξη των εσωτερικών δομών εργασίας της Υπηρεσίας.

ιγ)

Ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του εκτελεστικού διευθυντή.

ιδ)

Καταρτίζει τον εσωτερικό της κανονισμό βάσει σχεδίου που έχει υποβάλει ο εκτελεστικός διευθυντής, κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής.

Άρθρο 30

Διορισμός του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο για πενταετή χρονική περίοδο σύμφωνα με την διαδικασία συνεργασίας που προβλέπει το παρόν άρθρο. Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται με κριτήρια τα ατομικά προσόντα, την εμπειρία σε ζητήματα ασύλου και τις διοικητικές και διαχειριστικές του ικανότητες. Η διαδικασία συνεργασίας έχει ως εξής:

α)

βάσει του καταλόγου που συνέταξε η Επιτροπή εν συνεχεία της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και μιας διαφανούς διαδικασίας επιλογής, οι υποψήφιοι καλούνται, πριν πραγματοποιηθεί οιοσδήποτε διορισμός, να εμφανισθούν ενώπιον του Συμβουλίου και της αρμόδιας επιτροπής ή επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσουν σε ερωτήσεις·

β)

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εκφράζουν εν συνεχεία τη γνώμη τους και καθορίζουν τη σειρά προτίμησής τους·

γ)

το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή λαμβάνοντας υπόψη τις εν λόγω γνώμες.

Κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών που προηγούνται του τέλους της πενταετούς αυτής περιόδου, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση που αφορά ειδικότερα:

την επίδοση του διευθυντή,

την αποστολή και τις ανάγκες της Υπηρεσίας για τα προσεχή έτη.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, λαμβανομένης υπόψη της έκθεσης αξιολόγησης και, μόνο ║ όπου αυτό δικαιολογείται από την αποστολή και τις απαιτήσεις της Υπηρεσίας, δύναται να ανανεώσει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή άπαξ και για διάστημα όχι μεγαλύτερο των τριών ετών.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο γνωστοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή. Κατά τον μήνα που προηγείται της ανανέωσης της θητείας του, ο εκτελεστικός διευθυντής καλείται να προβεί σε δήλωση ενώπιον της ή των αρμόδιων επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών τους.

Άρθρο 31

Καθήκοντα του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Η Υπηρεσία διοικείται από τον εκτελεστικό της διευθυντή, ο οποίος ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Ο εκτελεστικός διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο για τις δραστηριότητές του.

2.   Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής δεν επιζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από κυβέρνηση ή από άλλο φορέα.

3.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να καλέσουν τον εκτελεστικό διευθυντή να υποβάλει αναφορά για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος της Υπηρεσίας

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να επικουρείται από έναν ή περισσότερους προϊσταμένους διοικητικών μονάδων. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος τον αντικαθιστά ένας προϊστάμενος διοικητικής μονάδας.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αναλαμβάνει:

α)

την εξασφάλιση της τρέχουσας διοίκησης της Υπηρεσίας,

β)

την κατάρτιση προτάσεων προγραμμάτων εργασίας της Υπηρεσίας, κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής,

γ)

την εκτέλεση των προγραμμάτων εργασίας και των αποφάσεων που εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο,

δ)

την κατάρτιση εκθέσεων για τις χώρες καταγωγής όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 στοιχείο δ),

ε)

την προετοιμασία του σχεδίου δημοσιονομικού κανονισμού της Υπηρεσίας που έχει εγκρίνει το διοικητικό συμβούλιο βάσει του άρθρου 38, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων,

στ)

την προετοιμασία ενός σχεδίου κατάστασης προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας και την εκτέλεση του προϋπολογισμού της,

ζ)

την άσκηση έναντι του προσωπικού της Υπηρεσίας των εξουσιών που καθορίζονται στο άρθρο 39,

η)

τη λήψη όλων των αποφάσεων όσον αφορά τη διαχείριση των συστημάτων πληροφοριών που προβλέπει ο παρών κανονισμός και ιδίως της δικτυακής πύλης πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο β), για κάθε θέμα σχετικό με το προσωπικό,

θ)

τη λήψη όλων των αποφάσεων σχετικά με τη διαχείριση των εσωτερικών διοικητικών δομών της Υπηρεσίας.

Άρθρο 32

Εκτελεστική επιτροπή

1.   Η Υπηρεσία για να αυξήσει την αποτελεσματικότητα και ταχύτητα των εργασιών της συνιστά εκτελεστική επιτροπή από οκτώ μέλη, που διορίζονται μεταξύ των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

2.   Η Επιτροπή αποτελεί αυτοδικαίως μέλος της εκτελεστικής επιτροπής. Το διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας καθορίζει τους κανόνες που εφαρμόζονται για τον διορισμό των άλλων μελών της εκτελεστικής επιτροπής.

3.   Η εκτελεστική επιτροπή συνεδριάζει τακτικά, κατόπιν πρόσκλησης του εκτελεστικού διευθυντή της ή κατόπιν αίτησης τουλάχιστον του ενός τρίτου των μελών της, τουλάχιστον τέσσερις φορές τον χρόνο. Οι λεπτομέρειες λειτουργίας της διευκρινίζονται στον εσωτερικό κανονισμό της Υπηρεσίας και δημοσιεύονται.

4.   Η διάρκεια της θητείας των μελών της εκτελεστικής επιτροπής είναι η ίδια με εκείνη των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

5.   Η εκτελεστική επιτροπή συνέρχεται εάν χρειαστεί για ειδικά θέματα.

6.   Η εκτελεστική επιτροπή έχει καθήκον να συμβουλεύει τον εκτελεστικό διευθυντή της Υπηρεσίας και να παρέχει γνωμοδοτήσεις στο διοικητικό συμβούλιο, είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε με δική της πρωτοβουλία, σχετικά με το πρόγραμμα εργασίας της Υπηρεσίας και με όλες τις δραστηριότητές της, καθώς και σε όλες τις καταστάσεις που η Υπηρεσία καλείται να λάβει ταχείες αποφάσεις, ειδικότερα στο πλαίσιο του κεφαλαίου 3 όσον αφορά την αποστολή ομάδων υποστήριξης για το άσυλο στα κράτη μέλη που υφίστανται ιδιαίτερες πιέσεις.

7.   Η Υπηρεσία παρέχει την απαιτούμενη τεχνική και υλικοτεχνική στήριξη στην εκτελεστική επιτροπή και εκτελεί καθήκοντα γραμματείας κατά τις συνεδριάσεις της.

8.   Οι εκπρόσωποι της UNHCR μπορούν να συμμετάσχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου στις εργασίες της εκτελεστικής επιτροπής κατόπιν αίτησής της.

9.   Η εκτελεστική επιτροπή μπορεί να καλέσει να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις της κάθε άτομο η γνώμη του οποίου μπορεί να παρουσιάζει ενδιαφέρον.

Άρθρο 33

Ομάδες εργασίες

1.   Η Υπηρεσία στο πλαίσιο της εντολής της όπως αυτή ορίζεται στον παρόντα κανονισμό, μπορεί να συστήσει ομάδες εργασίες που να αποτελούνται από ειδικούς των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών που δρουν στον τομέα του ασύλου, συμπεριλαμβανομένων και ειδικευμένων δικαστών. Οι ειδικοί μπορούν να αντικαθίστανται από αναπληρωματικούς οι οποίοι διορίζονται ταυτόχρονα με αυτούς.

2.   Η Επιτροπή συμμετέχει αυτοδικαίως στις ομάδες εργασίας. Οι εκπρόσωποι της UNHCR μπορούν να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις των ομάδων εργασίας της Υπηρεσίας, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει ανάλογα με τη φύση των εξεταζόμενων θεμάτων.

3.   Οι ομάδες εργασίας μπορούν να καλούν οποιοδήποτε άτομο η γνώμη του οποίου μπορεί να παρουσιάζει ενδιαφέρον, να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις και ιδίως εκπροσώπους των μη κυβερνητικών οργανισμών που δρουν στον τομέα του ασύλου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 34

Προϋπολογισμός

1.   Τα έσοδα και τα έξοδα της Υπηρεσίας πρέπει να προβλέπονται για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και να εγγράφονται στον προϋπολογισμό της.

2.   Ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τα έξοδα.

3.   Με την επιφύλαξη άλλων πόρων, οι πόροι της Υπηρεσίας περιλαμβάνουν:

α)

συνεισφορά της Κοινότητας, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

β)

τυχόν προαιρετικές συνεισφορές από τα κράτη μέλη,

γ)

δικαιώματα που εισπράττει η Υπηρεσία από δημοσιεύσεις, προγράμματα κατάρτισης ή οιαδήποτε άλλες παροχές που εξασφαλίζει.

4.   Οι δαπάνες της Υπηρεσίας περιλαμβάνουν ιδίως την αμοιβή του προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες υποδομής, τα έξοδα λειτουργίας και τις δαπάνες που αφορούν συμβάσεις που έχει συνάψει η Υπηρεσία.

Άρθρο 35

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

1.   Κάθε χρόνο, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει σχέδιο κατάστασης προβλεπομένων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας για το επόμενο έτος, που περιλαμβάνει και τον πίνακα προσωπικού και τη διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, βάσει του σχεδίου αυτού, καταρτίζει κατάσταση των προβλεπομένων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας για το επόμενο οικονομικό έτος.

3.   Το σχέδιο της κατάστασης των προβλεπομένων εσόδων και δαπανών της Υπηρεσίας διαβιβάζεται στην Επιτροπή ║ στις 10 Φεβρουαρίου. Η τελική μορφή αυτής της κατάστασης προβλέψεων, που περιλαμβάνει σχέδιο του πίνακα προσωπικού, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή, ║ μέχρι την 31η Μαρτίου.

4.   Η κατάσταση προβλεπόμενων εσόδων και εξόδων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο («αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») μαζί με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.   Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιχορήγησης από τον γενικό προϋπολογισμό, και το καταθέτει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα, με το άρθρο 272 της Συνθήκης.

6.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εξουσιοδοτεί τις πιστώσεις για την επιχορήγηση που προορίζεται για την Υπηρεσία.

7.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού της Υπηρεσίας.

8.   Ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός ύστερα από την τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, προσαρμόζεται αναλόγως.

9.   Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί, το συντομότερο δυνατό, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά κτηρίων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

10.   Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του για διατύπωση γνώμης, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο διοικητικό συμβούλιο, εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.

Άρθρο 36

Εκτέλεση του προϋπολογισμού

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας.

2.   Η εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει ετησίως στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε πληροφορία σχετικά με την έκβαση των διαδικασιών αξιολόγησης.

Άρθρο 37

Απόδοση λογαριασμών και απαλλαγή

1.   Ο υπόλογος της Υπηρεσίας κοινοποιεί στον υπόλογο της Επιτροπής, ║ την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του δημοσιονομικού κανονισμού ║.

2.   Έως τις 31 Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει τους προσωρινούς λογαριασμούς της Υπηρεσίας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και την οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Η έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση για το εν λόγω οικονομικό έτος διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

3.   Μετά τη λήψη των παρατηρήσεων που διατυπώνει το Ελεγκτικό Συνέδριο για τους προσωρινούς λογαριασμούς της Υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του δημοσιονομικού κανονισμού ║, ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τους τελικούς λογαριασμούς της Υπηρεσίας υπ’ ευθύνη του και τους διαβιβάζει προς γνωμοδότηση στο διοικητικό συμβούλιο.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο γνωμοδοτεί επί των οριστικών λογαριασμών της Υπηρεσίας.

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Επιτροπή αυτούς τους οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου ║ μέχρι την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε.

6.   Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

7.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του την 30ή Σεπτεμβρίου ║. Επίσης αποστέλλει αυτή την απάντηση στο διοικητικό συμβούλιο.

8.   Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ’ αίτησή του, όπως προβλέπεται από το άρθρο 146 παράγραφος 3 του δημοσιονομικού κανονισμού ║, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το συγκεκριμένο οικονομικό έτος.

9.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει έως την 15η Μαΐου του έτους ν+2 στην απαλλαγή του εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους ν.

Άρθρο 38

Δημοσιονομικοί κανόνες

Το διοικητικό συμβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, θεσπίζει τους δημοσιονομικούς κανόνες στους οποίους υπόκειται η Υπηρεσία. Οι κανόνες αυτοί δεν δύνανται να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής ║, της 19ης Νοεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (13), παρά μόνο εάν το απαιτούν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας της Υπηρεσίας και κατόπιν προηγούμενης συμφωνίας της Επιτροπής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

Άρθρο 39

Προσωπικό

1.   Στο προσωπικό της Υπηρεσίας και στον εκτελεστικό διευθυντή εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι ρυθμίσεις που θεσπίστηκαν με κοινή συμφωνία των οργάνων της ΕΕ με στόχο την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του εν λόγω καθεστώτος.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή, εγκρίνει τις απαραίτητες λεπτομέρειες εφαρμογής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών.

3.   Η Υπηρεσία ασκεί έναντι του προσωπικού της τις εξουσίες που παρέχονται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να λαμβάνει μέτρα που να του επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση στην Υπηρεσία αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών.

Άρθρο 40

Προνόμια και ασυλίες

Στην Υπηρεσία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 41

Νομική προσωπικότητα

1.   H Υπηρεσία αποτελεί οργανισμό της Κοινότητας που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 185 του Δημοσιονομικού Κανονισμού και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2.   Σε κάθε κράτος μέλος, η Υπηρεσία έχει την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες τα νομικά πρόσωπα. Μπορεί ιδίως να αποκτά και να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να προσφεύγει στη δικαιοσύνη.

3.   Η Υπηρεσία εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό της διευθυντή.

4.   Ως έδρα της Υπηρεσίας ορίζεται […].

Άρθρο 42

Γλωσσικό καθεστώς

1.   Στην Υπηρεσία εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (14).

2.   Με την επιφύλαξη των αποφάσεων βάσει του άρθρου 290 της Συνθήκης, η γενική ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας και το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της που αναφέρονται στο άρθρο 29 στοιχεία γ) και δ), συντάσσονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

3.   Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία της Υπηρεσίας παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες όσον αφορά την εφαρμογή του γλωσσικού καθεστώτος.

Άρθρο 43

Πρόσβαση σε έγγραφα

1.    Η Υπηρεσία αναπτύσσει ορθές διοικητικές πρακτικές προκειμένου να διασφαλίζει την ευρύτερη δυνατή διαφάνεια όσον αφορά τις δραστηριότητές της. Στα έγγραφα της Υπηρεσίας εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 ║.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

3.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από την Υπηρεσία κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στον Διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 195 και 230 της Συνθήκης, αντιστοίχως.

4.   Οι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιεί η Υπηρεσία υπόκεινται στην εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ║.

Άρθρο 44

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών

1.   Στην Υπηρεσία εφαρμόζονται οι αρχές ασφαλείας που προβλέπονται στην απόφαση 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού της κανονισμού (15). Τούτο αφορά ιδίως τις διατάξεις που έχουν σχέση με την ανταλλαγή, την επεξεργασία και την αποθήκευση διαβαθμισμένων πληροφοριών.

2.   Η Υπηρεσία εφαρμόζει επίσης τις αρχές ασφαλείας σχετικά με την επεξεργασία των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών όπως αυτές έχουν εγκριθεί και εφαρμόζονται από την ║ Επιτροπή.

Άρθρο 45

Καταπολέμηση της απάτης

1.     Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται έναντι της Υπηρεσίας χωρίς κανένα περιορισμό οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2.     Η Υπηρεσία προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25 Μαΐου 1999 και εκδίδει, χωρίς καθυστέρηση, τις κατάλληλες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους υπαλλήλους της.

3.     Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση και οι εκτελεστικές συμφωνίες και έγγραφα που απορρέουν από αυτές ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διενεργήσουν, αν χρειασθεί, επιτόπιους ελέγχους στους δικαιούχους χρηματοδότησης από την Υπηρεσία καθώς και στους υπαλλήλους που είναι υπεύθυνοι για τη χορήγηση της χρηματοδότησης αυτής.

Άρθρο 46

Καθεστώς ευθύνης

1.   Η συμβατική ευθύνη της Υπηρεσίας διέπεται από τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στην εκάστοτε σύμβαση.

2.   Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να αποφαίνεται δυνάμει κάθε ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτει η Υπηρεσία.

3.   Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης, η Υπηρεσία υποχρεούται να αποκαθιστά, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημίες που προξενούν η ίδια ή οι υπάλληλοί της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

4.   Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να εκδικάζει τις διαφορές που αφορούν τις αποζημιώσεις για τις ζημίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.   Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι της Υπηρεσίας διέπεται από τις διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης ή του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

Άρθρο 47

Αποτίμηση και αναθεώρηση

1.   Το αργότερο τρία έτη μετά την έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 54, η Υπηρεσία αναθέτει σε εξωτερικό και ανεξάρτητο φορέα στην αξιολόγηση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων, βάσει εντολής που έχει χορηγήσει το διοικητικό συμβούλιο κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή. Η αξιολόγηση αυτή αφορά την επίδραση της Υπηρεσίας στην πρακτική συνεργασία όσον αφορά το άσυλο και το κοινό ευρωπαϊκό καθεστώς ασύλου. Ιδίως, εξετάζει τη σκοπιμότητα ενδεχόμενης τροποποίησης ή διεύρυνσης των καθηκόντων της Υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων και των δημοσιονομικών επιπτώσεων μιας τέτοιας τροποποίησης ή διεύρυνσης. Αυτή η αξιολόγηση εξετάζει επίσης την επάρκεια της διαχειριστικής δομής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της Υπηρεσίας. Στην αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις των ενδιαφερομένων, τόσο σε κοινοτικό όσο και εθνικό επίπεδο.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, με τη συμφωνία της Επιτροπής, αποφασίζει τον χρόνο διενεργείας των μελλοντικών αξιολογήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της έκθεσης αξιολόγησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 48

Διοικητικός έλεγχος

Οι δραστηριότητες της Υπηρεσίας αποτελούν αντικείμενο εποπτείας του Διαμεσολαβητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 195 της Συνθήκης.

Άρθρο 49

Συνεργασία με τις τρίτες και συνδεδεμένες χώρες

1.   Η Υπηρεσία είναι ανοικτή στη συμμετοχή χωρών που έχουν συνάψει συμφωνίες με την ║ Κοινότητα, δυνάμει των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των συμφωνιών αυτών, εκπονούνται διευθετήσεις για να καθοριστεί ιδίως η φύση, η έκταση και οι λεπτομέρειες συμμετοχής των χωρών αυτών στις εργασίες της Υπηρεσίας. Οι διευθετήσεις αυτές περιλαμβάνουν ιδίως διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή στις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η Υπηρεσία, στις οικονομικές συνεισφορές και το προσωπικό. Στα ζητήματα προσωπικού, στις εν λόγω συμφωνίες τηρείται πάντοτε ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών.

2.   Η Υπηρεσία, για τα θέματα που έχουν σχέση με τις δραστηριότητές της και στον βαθμό που απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων της, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής και εντός των ορίων της εντολής της , διευκολύνει την επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και των τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα εξωτερικών σχέσεων, και μπορεί επίσης να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των τρίτων χωρών σχετικά με τεχνικές πτυχές των τομέων που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί με τις αρχές αυτές, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης.

Άρθρο 50

Συνεργασία της Υπηρεσίας με την UNHCR

Η Υπηρεσία συνεργάζεται με την UNHCR στους τομείς που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί με την εν λόγω αρχή.

Η Υπηρεσία μπορεί να εγκρίνει επιχορηγήσεις στην UNHCR. Οι επιχορηγήσεις αυτές έχουν στόχο τη χρηματοδότηση δράσεων ώστε η Υπηρεσία να επωφελείται από την τεχνογνωσία της UNHCR σε θέματα ασύλου, σε σταθερή και διαρκή βάση. Εντάσσονται στο πλαίσιο των προνομιακών σχέσεων συνεργασίας που έχουν εγκαθιδρυθεί μεταξύ της Υπηρεσίας και της UNHCR, όπως αυτές ορίζονται στα άρθρα 2 παράγραφος 5, 9 παράγραφος 1, 25 παράγραφος 4, 32 παράγραφος 8, 33 παράγραφος 2 και 51 παράγραφος 4. Σύμφωνα με το άρθρο 75 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002, εφαρμόζονται οι διατάξεις σχετικά με τον δημοσιονομικό κανονισμό ║ καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του.

Άρθρο 51

Συμβουλευτικό φόρουμ

1.     Η Υπηρεσία συνεργάζεται στενά με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και συναφείς αρμόδιους φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της πολιτικής για το άσυλο, σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό, ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο και συγκροτεί για τον σκοπό αυτό ένα συμβουλευτικό φόρουμ.

2.     Οι αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης οι οποίες διαδραματίζουν καίριο ρόλο και διαθέτουν σημαντική εμπειρογνωμοσύνη στον τομέα της πολιτικής του ασύλου, συμμετέχουν στο συμβουλευτικό φόρουμ.

3.     Το συμβουλευτικό φόρουμ αποτελεί μέσο ανταλλαγής πληροφοριών και από κοινού έκθεσης των γνώσεων. Εξασφαλίζει στενή συνεργασία μεταξύ της Υπηρεσίας και των ενδιαφερομένων μερών.

4.     Το συμβουλευτικό φόρουμ είναι ανοιχτό σε όλα τα αρμόδια ενδιαφερόμενα μέρη σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η Υπηρεσία απευθύνεται στα μέλη του συμβουλευτικού φόρουμ για ειδικές ανάγκες που συνδέονται με τομείς προτεραιότητας των εργασιών της Υπηρεσίας.

Η UNHCR αποτελεί αυτοδικαίως μέλος του συμβουλευτικού φόρουμ.

5.     Η Υπηρεσία απευθύνεται στο συμβουλευτικό φόρουμ ειδικότερα για:

α)

να υποβάλλει υποδείξεις στο διοικητικό συμβούλιο όσον αφορά το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας που πρέπει να εγκριθεί βάσει του άρθρου 29 στοιχείο δ),

β)

να ανατροφοδοτεί με λεπτομέρειες το διοικητικό συμβούλιο και να προτείνει μέτρα παρακολούθησης όσον αφορά την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 29 στοιχείο γ), καθώς και την ετήσια έκθεση για την κατάσταση του ασύλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, και

γ)

να ανακοινώνει στο διοικητικό συμβούλιο και στην εκτελεστική επιτροπή τα συμπεράσματα και τις συστάσεις των διασκέψεων, σεμιναρίων και συνεδριάσεων σχετικών με το έργο της Υπηρεσίας.

6.     Ο συντονισμός του συμβουλευτικού φόρουμ πραγματοποιείται υπό τον έλεγχο του εκτελεστικού διευθυντή.

7.     Το συμβουλευτικό φόρουμ συνέρχεται τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο.

Άρθρο 52

Συνεργασία με τον FRONTEX, FRA και τους άλλους κοινοτικούς οργανισμούς, καθώς και τους διεθνείς οργανισμούς

Η Υπηρεσία συνεργάζεται με τους κοινοτικούς οργανισμούς που έχουν δραστηριότητες οι οποίες συνδέονται με τον τομέα δραστηριότητάς της και ειδικότερα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX) και τον Οργανισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), καθώς και με διεθνείς οργανισμούς στους τομείς που διέπονται από τον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που έχουν συναφθεί με τους οργανισμούς αυτούς, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνθήκης ║ και τις διατάξεις όσον αφορά την αρμοδιότητα των οργανισμών αυτών.

Η συνεργασία επιτρέπει τη δημιουργία συνεργειών μεταξύ των σχετικών οργανισμών προς αποφυγή επικάλυψης ενεργειών και πλεονασμών στις εργασίες που πραγματοποιούνται βάσει εντολών των διαφόρων αυτών οργανισμών.

Άρθρο 53

Συμφωνία για την έδρα και όροι λειτουργίας

Οι απαιτούμενες διατάξεις όσον αφορά τη στέγαση της Υπηρεσίας στο κράτος μέλος υποδοχής και τις εγκαταστάσεις που τίθενται στη διάθεσή της από το κράτος αυτό, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος υποδοχής, στον εκτελεστικό διευθυντή, στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, στο προσωπικό της Υπηρεσίας και στα μέλη των οικογενειών τους, καθορίζονται στη συμφωνία περί έδρας μεταξύ της Υπηρεσίας και του κράτους μέλους υποδοχής, που έχει συναφθεί μετά από έγκριση από το διοικητικό συμβούλιο. Το κράτος μέλος υποδοχής της Υπηρεσίας πρέπει να εξασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την ορθή λειτουργία της συμπεριλαμβανομένης και της παροχής πολύγλωσσης και ευρωπαϊκού πνεύματος εκπαίδευσης και των κατάλληλων συγκοινωνιακών συνδέσεων.

Άρθρο 54

Έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας

Η Υπηρεσία αρχίζει να λειτουργεί το αργότερο έναν χρόνο μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή αναλαμβάνει την εγκατάσταση και έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας μέχρι αυτή να αποκτήσει λειτουργική ικανότητα για την εκτέλεση του προϋπολογισμού της.

Για τον σκοπό αυτό:

μέχρι ο εκτελεστικός διευθυντής της Υπηρεσίας να αναλάβει καθήκοντα μετά τον διορισμό του από το διοικητικό συμβούλιο, βάσει των όρων που προβλέπονται στο άρθρο 30, καθήκοντα εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας μπορεί να ασκήσει ως προσωρινός διευθυντής ένας υπάλληλος της Επιτροπής·

οι υπάλληλοι της Επιτροπής μπορούν να ασκήσουν υπό την ευθύνη του προσωρινού διευθυντή ή του εκτελεστικού διευθυντή τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στην Υπηρεσία.

Ο προσωρινός διευθυντής μπορεί να εγκρίνει όλες τις πληρωμές που καλύπτονται από τις πιστώσεις που προβλέπονται στον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας μετά από έγκριση του διοικητικού συμβουλίου και μπορεί να συνάπτει συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των συμβάσεων πρόσληψης προσωπικού, μετά την έγκριση του πίνακα προσωπικού της Υπηρεσίας.

Άρθρο 55

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την […] ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C, ║, σ..

(2)  ΕΕ C, ║, σ..

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009.

(4)   ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 349, ║ 25.11.2004, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 53, ║ 22.2.2007, σ. 1.

(7)   ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 136, ║ 31.5.1999, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 136, ║ 31.5.1999, σ. 15.

(10)  ΕΕ L 145, ║ 31.5.2001, σ. 43.

(11)  ΕΕ L 8, ║ 12.1.2001, σ. 1.

(12)  ΕΕ L …

(13)   ΕΕ L 357, 31.12.2002, σ. 72.

(14)  ΕΕ 17, ║ 6.10.1958, σ. 385.

(15)   ΕΕ L 317, 3.12.2001, σ. 1.


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/453


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές ***I

P6_TA(2009)0380

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές (COM(2008)0893 – C6-0001/2009 – 2008/0259(COD))

2010/C 212 E/55

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0893),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και τα άρθρα 61, στοιχείο γ), 65 και 67, παράγραφος 5 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0001/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0270/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0259

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών για ιδιαίτερα θέματα που αφορούν το εφαρμοστέο δίκαιο σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 662/2009.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/454


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Πρόγραμμα MEDIA Mundus για την οπτικοακουστική συνεργασία με επαγγελματίες από τρίτες χώρες ***I

P6_TA(2009)0381

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση του προγράμματος MEDIA Mundus για την οπτικοακουστική συνεργασία με επαγγελματίες από τρίτες χώρες (COM(2008)0892 – C6-0011/2009 – 2008/0258(COD))

2010/C 212 E/56

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0892),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και τα άρθρα 150, παράγραφος 4, και 157, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0011/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας (A6-0260/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2008)0258

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος για την οπτικοακουστική συνεργασία με επαγγελματίες από τρίτες χώρες (MEDIA Mundus)

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, απόφαση αριθ. 1041/2009/ΕΚ.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/455


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Κοινοί κανόνες κατανομής του διαθέσιμου χρόνου χρήσης (slots) στους κοινοτικούς αερολιμένες ***I

P6_TA(2009)0382

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 95/93 σχετικά με τους κοινούς κανόνες κατανομής του διαθέσιμου χρόνου χρήσης (slots) στους κοινοτικούς αερολιμένες (COM(2009)0121 – C6-0097/2009 – 2009/0042(COD))

2010/C 212 E/57

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0121),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 80, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0097/2009),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 51 και 43, παράγραφοι 2 και 3 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6-0274/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
P6_TC1-COD(2009)0042

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 7 Μαΐου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 95/93 σχετικά με τους κοινούς κανόνες κατανομής του διαθέσιμου χρόνου χρήσης (slots) στους κοινοτικούς αερολιμένες

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 545/2009.)


5.8.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 212/456


Πέμπτη, 7 Μαΐου 2009
Διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών σχετικά με τις αποφάσεις σε θέματα γάμου, γονικής ευθύνης και υποχρεώσεων διατροφής *

P6_TA(2009)0383

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής, καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής (COM(2008)0894 – C6-0035/2009 – 2008/0266(CNS))

2010/C 212 E/58

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2008)0894),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 61 στοιχείο (γ), 65, 67, παράγραφος 2 και 67, παράγραφος 5 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0035/2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0265/2009),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·

3.

καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Τροπολογία 54

Πρόταση κανονισμού

Τίτλος

Τροπολογία 55

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 1

(1)

Ο τίτλος IV της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (στο εξής: «συνθήκη ΕΚ») παρέχει τη νομική βάση για τη θέσπιση κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις.

(1)

Ο τίτλος IV Μέρος Τρία της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (στο εξής: «συνθήκη ΕΚ») παρέχει τη νομική βάση για τη θέσπιση κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις.

Τροπολογία 56

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 2

(2)

Η δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών διέπεται κατά παράδοση από συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών.

(2)

Η δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών διέπεται κατά παράδοση από συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Οι συμφωνίες αυτές, των οποίων είναι μεγάλος ο αριθμός, συχνά απηχούν ειδικούς δεσμούς μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας συγκεκριμένης τρίτης χώρας και αποσκοπούν στην παροχή του κατάλληλου νομικού πλαισίου για την κάλυψη των ειδικών αναγκών των ενδιαφερομένων μερών.

Τροπολογία 57

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 3

(3)

Το άρθρο 307 της συνθήκης ΕΚ επιτάσσει την άρση των τυχόν ασυμβίβαστων που υφίστανται μεταξύ του κοινοτικού κεκτημένου και διεθνών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται ενίοτε η αναδιαπραγμάτευση των εν λόγω συμφωνιών.

(3)

Το άρθρο 307 της συνθήκης ΕΚ επιτάσσει στα κράτη μέλη να λάβουν κάθε ενδεδειγμένο μέτρο για την άρση των τυχόν ασυμβίβαστων που υφίστανται μεταξύ του κοινοτικού κεκτημένου και διεθνών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται ενίοτε η αναδιαπραγμάτευση των εν λόγω συμφωνιών.

Τροπολογία 58

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 4

(4)

Ενδέχεται επίσης να είναι αναγκαία η σύναψη νέων συμφωνιών με τρίτες χώρες για τη ρύθμιση θεμάτων πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου IV της συνθήκης ΕΚ.

(4)

Για να παρασχεθεί το ενδεδειγμένο νομικό πλαίσιο για την κάλυψη των ειδικών αναγκών ενός συγκεκριμένου κράτους μέλους στις σχέσεις του με μια τρίτη χώρα, ενδέχεται επίσης να είναι αναγκαία η σύναψη νέων συμφωνιών με τρίτες χώρες για τη ρύθμιση θεμάτων πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία αφορούν το πεδίο εφαρμογής του τίτλου IV Μέρος Τρία της συνθήκης ΕΚ.

Τροπολογία 59

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 5

(5)

Το ΔΕΚ , στη γνώμη του 1/03 της 7ης Φεβρουαρίου 2006 σχετικά με τη σύναψη της νέας σύμβασης του Λουγκάνο, επιβεβαίωσε ότι η Κοινότητα έχει αποκτήσει αποκλειστική εξωτερική αρμοδιότητα για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διεθνών συμφωνιών με τρίτες χώρες για μια σειρά σημαντικών θεμάτων, τα οποία μνημονεύονται στον τίτλο IV της συνθήκης ΕΚ. Ειδικότερα, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η Κοινότητα έχει αποκτήσει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών με τρίτες χώρες σχετικά με θέματα που έχουν συνέπειες για τους κανόνες οι οποίοι καθορίζονται, μεταξύ άλλων , στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 («Βρυξέλλες I»), όπως είναι, ιδίως, η διεθνής δικαιοδοσία καθώς και η αναγνώριση και η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις.

(5)

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , στη γνώμη του 1/03 της 7ης Φεβρουαρίου 2006 σχετικά με τη σύναψη της νέας σύμβασης του Λουγκάνο, επιβεβαίωσε ότι η Κοινότητα έχει αποκτήσει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη σύναψη μιας διεθνούς συμφωνίας σαν τη Σύμβαση του Λουγκάνο με τρίτες χώρες σχετικά με θέματα που έχουν συνέπειες για τους κανόνες οι οποίοι καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 της 22ας Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία καθώς και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (1) («Βρυξέλλες I»).

Τροπολογία 60

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 6

(6)

Συνεπώς, δυνάμει του άρθρου 300 της συνθήκης ΕΚ, εναπόκειται στην Κοινότητα να συνάπτει τέτοιου είδους συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών , στον βαθμό που πρόκειται για αρμοδιότητα της Κοινότητας.

(6)

Εναπόκειται στην Κοινότητα να συνάπτει, δυνάμει του άρθρου 300 της συνθήκης ΕΚ, συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών, επί θεμάτων που υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας.

Τροπολογία 61

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 7

(7)

Το άρθρο 10 της συνθήκης ΕΚ απαιτεί από τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την Κοινότητα στην εκπλήρωση της αποστολής της και να απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου ικανού να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της συνθήκης. Το εν λόγω καθήκον ειλικρινούς συνεργασίας τυγχάνει γενικής εφαρμογής και δεν εξαρτάται από το κατά πόσον η αρμοδιότητα της Κοινότητας είναι αποκλειστική ή όχι.

(7)

Το άρθρο 10 της συνθήκης ΕΚ απαιτεί από τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την Κοινότητα στην εκπλήρωση της αποστολής της και να απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου ικανού να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της συνθήκης. Το εν λόγω καθήκον νομιμόφρονος συνεργασίας τυγχάνει γενικής εφαρμογής και δεν εξαρτάται από το κατά πόσον η αρμοδιότητα της Κοινότητας είναι αποκλειστική ή όχι.

Τροπολογία 62

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 8

(8)

Πρέπει να εκτιμηθεί κατά πόσον υφίσταται επί του παρόντος ικανό συμφέρον της Κοινότητας για την αντικατάσταση του συνόλου των υφιστάμενων ή προτεινόμενων διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών από κοινοτικές συμφωνίες. Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαία η θέσπιση διαδικασίας με διττό σκοπό. Ο πρώτος σκοπός είναι να δίδεται στην Κοινότητα η δυνατότητα να εκτιμήσει κατά πόσον υπάρχει όντως ικανό κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη μιας συγκεκριμένης διμερούς συμφωνίας. Ο δεύτερος σκοπός είναι να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συνάψουν την εκάστοτε συμφωνία αν διαπιστωθεί ότι δεν υφίσταται τρέχον κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη τέτοιας συμφωνίας.

Διαγράφεται

Τροπολογία 43

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9

(9)

Είναι σκόπιμο να καθιερωθεί συνεκτική και διαφανής διαδικασία προκειμένου να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να τροποποιούν υφιστάμενες συμφωνίες που έχουν συνάψει με τρίτες χώρες ή να διαπραγματεύονται και να συνάπτουν νέες συμφωνίες σε εξαιρετικές περιπτώσεις , ιδίως όταν η ίδια η Κοινότητα δεν έχει δηλώσει την πρόθεσή της να ασκήσει τις εξωτερικές της αρμοδιότητες με σκοπό τη σύναψη της συμφωνίας. Η εν λόγω διαδικασία δεν θίγει την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, ούτε τις διατάξεις των άρθρων 300 και 307 της συνθήκης ΕΚ. Επειδή παρεκκλίνει από τον κανόνα ότι η Κοινότητα είναι αποκλειστικώς αρμόδια για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών για τα συγκεκριμένα θέματα, η προτεινόμενη διαδικασία πρέπει να θεωρείται ως κατ’ εξαίρεση μέτρο και να υπόκειται σε περιορισμό, τόσο ως προς το πεδίο όσο και ως προς τον χρόνο εφαρμογής της.

(9)

Ως προς τις συμφωνίες με τρίτες χώρες επί ειδικών θεμάτων αστικού δικαίου που υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, είναι σκόπιμο να καθιερωθεί συνεκτική και διαφανής διαδικασία προκειμένου να επιτραπεί σε ένα κράτος μέλος να τροποποιήσει μια υφιστάμενη συμφωνία ή να διαπραγματευθεί και να συνάψει μια νέα συμφωνία , ιδίως όταν η ίδια η Κοινότητα δεν έχει δηλώσει την πρόθεσή της να ασκήσει τις εξωτερικές της αρμοδιότητες με σκοπό τη σύναψη μιας συμφωνίας δυνάμει κάποιας ήδη υπάρχουσας διαπραγματευτικής εντολής ή μιας προτεινόμενης διαπραγματευτικής εντολής . Η εν λόγω διαδικασία δεν θίγει την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, ούτε τις διατάξεις των άρθρων 300 και 307 της συνθήκης ΕΚ. Πρέπει να θεωρείται ως κατ’ εξαίρεση μέτρο και να υπόκειται σε περιορισμό, τόσο ως προς το πεδίο όσο και ως προς τον χρόνο εφαρμογής της.

Τροπολογία 44

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα)

 

(9α)

Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει εάν η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει συμφωνία με την τρίτη χώρα ή με τις τρίτες χώρες που ενδιαφέρονται για το ίδιο θέμα. Δυο συμφωνίες θεωρούνται ότι αφορούν το ίδιο θέμα μόνον εάν και εφόσον ρυθμίζουν στην ουσία το ίδιο συγκεκριμένο νομικό ζήτημα. Διατάξεις ορίζουσες απλώς μια γενική πρόθεση συνεργασίας πάνω σε κάποια ζητήματα δεν θεωρούνται ότι αφορούν το ίδιο θέμα.

Τροπολογία 65

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 β (νέα)

 

(9β)

ορισμένες περιφερειακές συμφωνίες που αναφέρονται στα υφιστάμενα κοινοτικά νομικά κείμενα καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

Τροπολογία 46

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 γ (νέα)

 

(9γ)

Η Επιτροπή θα καθορίζει τις προτεραιότητες για την ανάπτυξη των εξωτερικών σχέσεων της Κοινότητας στο πεδίο της δικαστικής συνεργασίας επί αστικών και εμπορικών θεμάτων, βάσει των κατευθυντήριων οδηγιών που ενδεχομένως θα εγκρίνονται μελλοντικώς από το Συμβούλιο.

Τροπολογία 66

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 10

(10)

Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να περιορίζεται σε συμφωνίες οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής, καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής.

Διαγράφεται

Τροπολογία 67

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11

(11)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μια συμφωνία που προτείνεται από κράτος μέλος δεν καθιστά ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και δεν υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες, είναι σκόπιμο να απαιτείται άδεια τόσο για την έναρξη ή τη συνέχιση διαπραγματεύσεων όσο και για τη σύναψη συμφωνίας. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί η Επιτροπή να εκτιμά τον αναμενόμενο αντίκτυπο της (πιθανής) έκβασης των διαπραγματεύσεων για την κοινοτική νομοθεσία. Στις κατάλληλες περιπτώσεις, η Επιτροπή έχει την ευχέρεια να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή να ζητά να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες.

(11)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μια συμφωνία που σχεδιάζεται από κράτος μέλος δεν καθιστά ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και δεν υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες, καθώς και για να διασφαλίζεται ότι δεν υποσκάπτει την πολιτική της Κοινότητας στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος απαιτείται να κοινοποιεί στην Επιτροπή τις προθέσεις του ώστε να λάβει την έγκριση για την έναρξη ή τη συνέχιση επίσημων διαπραγματεύσεων τόσο σχετικά με μια συμφωνία όσο και για την σύναψη αυτής της συμφωνίας. Η κοινοποίηση αυτή μπορεί να γίνει είτε με επιστολή είτε ηλεκτρονικά. Θα περιέχει όλες τις σημαντικές πληροφορίες και τα έγγραφα που θα επιτρέπουν στην Επιτροπή να εκτιμά τον αναμενόμενο αντίκτυπο της έκβασης των διαπραγματεύσεων για την κοινοτική νομοθεσία.

Τροπολογία 47

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11 α (νέα)

 

(11α)

Μια αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται για το εάν είναι ή όχι προς το συμφέρον της Κοινότητας να συνάψει διμερή συμφωνία με την ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα ή, όπου χρειαστεί, να αντικατασταθεί μια ήδη υφισταμένη διμερής συμφωνία μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας τρίτης χώρας με μια συμφωνία της Κοινότητας με την εν λόγω χώρα.

Προς το σκοπό αυτό, όλα τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούνται ενήμερα για κάθε κοινοποίηση που λαμβάνει η Επιτροπή σχετικά με οποιαδήποτε συμφωνία προτίθεται ένα κράτος μέλος να συνάψει, ώστε να μπορέσουν να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους και να συμμετάσχουν στην πρωτοβουλία του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Εάν από αυτή την ανταλλαγή πληροφοριών προκύψει ένα κοινοτικό ενδιαφέρον, η Επιτροπή εξετάζει τη δυνατότητα να προτείνει να της δοθεί διαπραγματευτική εντολή για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας.

Τροπολογία 69

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11 β (νέα)

 

(11β)

Εάν η Επιτροπή ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες από ένα κράτος μέλος σε σχέση με την αξιολόγησή της για το κατά πόσον το συγκεκριμένο κράτος μέλος μπορεί να λάβει την άδεια να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με μια τρίτη χώρα ή με τρίτες χώρες, η αίτηση αυτή δεν επηρεάζει τη διάρκεια της χρονικής περιόδου εντός της οποίας η Επιτροπή οφείλει να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους για έναρξη των εν λόγω διαπραγματεύσεων.

Τροπολογία 70

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11 γ (νέα)

 

(11γ)

Εάν επιτρέψει την έναρξη επισήμων διαπραγματεύσεων, η Επιτροπή οφείλει, όπου χρειαστεί, να μπορεί να προτείνει διαπραγματευτικές κατευθυντήριες γραμμές ή να ζητήσει να συμπεριληφθούν συγκεκριμένες ρήτρες στην προτεινόμενη συμφωνία. Η Επιτροπή πρέπει να τηρείται πλήρως ενήμερη κατά τις διάφορες φάσεις των διαπραγματεύσεων στο βαθμό που εξετάζονται θέματα εμπίπτοντα στο πεδίο του παρόντος κανονισμού και δύναται να λάβει την άδεια να συμμετάσχει ως παρατηρητής για αυτά τα θέματα.

Τροπολογία 48

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11 δ (νέα)

 

(11δ)

Εάν ένα κράτος μέλος κοινοποιήσει στην Επιτροπή την πρόθεσή του να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με μια τρίτη χώρα, θα πρέπει να της διαβιβάσει τα στοιχεία που έχουν σημασία για την αξιολόγηση που πρέπει να γίνει. Οποιαδήποτε άδεια εκ μέρους της Επιτροπής και οποιαδήποτε πιθανή διαπραγματευτική κατευθυντήρια γραμμή ή, ενδεχομένως, άρνηση εκ μέρους της Επιτροπής, πρέπει να αφορά μόνον τα θέματα που υπάγονται στο πεδίο του παρόντος κανονισμού.

Τροπολογία 49

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11 ε (νέα)

 

(11ε)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούνται ενήμερα για κάθε κοινοποίηση που λαμβάνει η Επιτροπή σχετικά με προτεινόμενες ή υπό διαπραγμάτευση συμφωνίες και για κάθε αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής λαμβανόμενη δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Κατά την ανταλλαγή αυτών των πληροφοριών πρέπει πάντως να τηρούνται όλες οι ισχύουσες απαιτήσεις εμπιστευτικότητας.

Τροπολογία 73

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11 στ (νέα)

 

(11στ)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή μεριμνούν ώστε οποιαδήποτε πληροφορία χαρακτηρισμένη ως εμπιστευτική να διεκπεραιώνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 της του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 30ής Μαΐου 2001 περί πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (2).

Τροπολογία 74

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 11 ζ (νέα)

 

(11ζ)

Σε περίπτωση όπου η Επιτροπή βάσει της αξιολόγησής της προτίθεται να μην επιτρέψει την έναρξη επισήμων διαπραγματεύσεων ή τη σύναψη μιας υπό διαπραγμάτευση συμφωνίας, οφείλει προτού εκδώσει την αιτιολογημένη απόφασή της να εκδώσει γνωμοδότηση προς το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Σε περίπτωση σύναψης μιας υπό διαπραγμάτευση συμφωνίας, η γνωμοδότηση πρέπει να απευθύνεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Τροπολογία 75

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 12

(12)

Για να διασφαλίζεται ότι η εκάστοτε συμφωνία δεν αποτελεί εμπόδιο για την υλοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Κοινότητας στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων, η συμφωνία πρέπει να προβλέπει την καταγγελία της σε περίπτωση που συναφθεί κοινοτική συμφωνία με την ίδια τρίτη χώρα για τα ίδια θέματα .

(12)

Για να διασφαλίζεται ότι η εκάστοτε υπό διαπραγμάτευση συμφωνία δεν αποτελεί εμπόδιο για την υλοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Κοινότητας στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων, η συμφωνία πρέπει να προβλέπει είτε την καταγγελία της εν μέρει ή εξ ολοκλήρου σε περίπτωση μεταγενέστερης συμφωνίας ανάμεσα στην Κοινότητα ή στην Κοινότητα μαζί με τα κράτη μέλη της και στην ίδια τρίτη χώρα για το ίδιο θέμα ή για την απευθείας αντικατάσταση των σχετικών διατάξεων από τις διατάξεις της μεταγενέστερης συμφωνίας .

Τροπολογία 76

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 13

(13)

Είναι αναγκαίο να προβλεφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για την κάλυψη περιπτώσεων κατά τις οποίες, τη στιγμή της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, ένα κράτος μέλος έχει ήδη ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα ή τις έχει ήδη ολοκληρώσει, αλλά δεν έχει δηλώσει ακόμη τη συναίνεσή του να δεσμεύεται από τη συμφωνία.

(13)

Πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για μεταβατικές ρυθμίσεις για την κάλυψη περιπτώσεων κατά τις οποίες, τη στιγμή της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, ένα κράτος μέλος έχει ήδη ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα ή τις έχει ήδη ολοκληρώσει, αλλά δεν έχει δηλώσει ακόμη τη συναίνεσή του να δεσμεύεται από τη συμφωνία.

Τροπολογία 77

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 13 α (νέα)

 

(13α)

Για να διασφαλιστεί ότι θα έχει αποκτηθεί επαρκής εμπειρία από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή δεν θα υποβάλει την έκθεσή της προτού παρέλθει οκταετία από την έγκρισή του. Στην έκθεση αυτή, ασκώντας τις εξουσίες της, η Επιτροπή θα επιβεβαιώσει τον προσωρινό χαρακτήρα του παρόντος κανονισμού ή θα εξετάσει κατά πόσον πρέπει αυτός να αντικατασταθεί από άλλον, που θα καλύπτει τα ίδια θέματα ή θα περιλαμβάνει και άλλα θέματα υπαγόμενα στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας και ρυθμιζόμενα από άλλα κοινοτικά κείμενα.

Τροπολογία 78

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 13 β (νέα)

 

(13β)

Εάν η έκθεση που θα υποβάλει η Επιτροπή επιβεβαιώσει τον προσωρινό χαρακτήρα του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη θα δύνανται ακόμη και μετά την υποβολή της έκθεσης να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τις τυχόν υπό εξέλιξη ή ήδη εξαγγελθείσες διαπραγματεύσεις προκειμένου να τους δοθεί η άδεια να ξεκινήσουν επίσημες διαπραγματεύσεις.

Τροπολογία 79

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 14

(14)

Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι σκόπιμο να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή.

Διαγράφεται

Τροπολογία 80

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 15

(15)

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης , ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου του.

(15)

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ , ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου του.

Τροπολογία 81

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 16

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία συμμετέχουν στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού , στον βαθμό που συμμετείχαν στην έκδοση και εφαρμογή των κανονισμών που καλύπτει ο παρών κανονισμός ή αποδέχτηκαν τους εν λόγω προαναφερθέντες κανονισμούς μετά την έκδοσή τους .

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία έχουν γνωστοποιήσει την επιθυμία τους να συμμετέχουν στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Τροπολογία 82

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 - παράγραφος 1

1.   Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζεται διαδικασία με την οποία επιτρέπεται σε ένα κράτος μέλος να τροποποιήσει υφιστάμενη διμερή συμφωνία μεταξύ του εν λόγω κράτους μέλους και τρίτης χώρας ή να διαπραγματευθεί και να συνάψει νέα διμερή συμφωνία υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις επόμενες διατάξεις.

1.   Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζεται διαδικασία με την οποία επιτρέπεται σε ένα κράτος μέλος να τροποποιήσει υφιστάμενη συμφωνία ή να διαπραγματευθεί και να συνάψει νέα συμφωνία υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις επόμενες διατάξεις.

 

Η ανωτέρω διαδικασία θεσπίζεται με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της Κοινότητας και των κρατών μελών της.

Τροπολογία 83

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 - παράγραφος 2

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής, καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής .

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε συμφωνίες οι οποίες αφορούν θέματα υπαγόμενα εν όλω ή εν μέρει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 (3) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 (4), στο βαθμό που αυτά τα θέματα υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας.

Τροπολογία 84

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 - παράγραφος 2α (νέα)

 

2α.     Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει εάν η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει συμφωνία με τρίτη χώρα ή με τρίτες χώρες που ενδιαφέρονται για το ίδιο θέμα.

Τροπολογία 85

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 - παράγραφος 1

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «συμφωνία» νοείται κάθε διμερής συμφωνία μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας.

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «συμφωνία» νοούνται :

 

α)

κάθε διμερής συμφωνία μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας ,

 

β)

οι κατά το άρθρο 59, παράγραφος 2, στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/2003, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 59, παράγραφος 2, στοιχείο γ) και 59, παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και των διατάξεων του άρθρου 69, παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 .

Τροπολογία 86

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 - παράγραφος 2

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «κράτος μέλος» νοείται κάθε κράτος μέλος πλην της Δανίας.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «κράτος μέλος» νοούνται τα κράτη μέλη, τη εξαιρέσει της Δανίας.

Τροπολογία 87

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 - παράγραφος 1

1.   Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα με σκοπό την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας ή τη σύναψη νέας συμφωνίας η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή του στην Επιτροπή.

1.   Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με σκοπό την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας ή τη σύναψη νέας συμφωνίας η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή του στην Επιτροπή το συντομότερο δυνατόν πριν από τη σχεδιαζόμενη έναρξη των επισήμων διαπραγματεύσεων .

Τροπολογία 88

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 - παράγραφος 2

2.   Η κοινοποίηση περιλαμβάνει υποχρεωτικά αντίγραφο της υφιστάμενης συμφωνίας, το σχέδιο συμφωνίας ή το σχέδιο πρότασης της οικείας τρίτης χώρας, εφόσον είναι διαθέσιμο , και οποιοδήποτε άλλο χρήσιμο έγγραφο. Το κράτος μέλος περιγράφει τους στόχους των διαπραγματεύσεων και προσδιορίζει τα προς ρύθμιση ζητήματα ή τις προς τροποποίηση διατάξεις της υφιστάμενης συμφωνίας και παρέχει κάθε άλλο χρήσιμο πληροφοριακό στοιχείο.

2.   Η κοινοποίηση περιλαμβάνει , κατά τα δέοντα, αντίγραφο της υφιστάμενης συμφωνίας, το σχέδιο συμφωνίας ή το σχέδιο πρότασης, και οποιοδήποτε άλλο χρήσιμο έγγραφο. Το κράτος μέλος περιγράφει τα θέματα των διαπραγματεύσεων και προσδιορίζει τα προς ρύθμιση ζητήματα ή τις προς τροποποίηση διατάξεις της υφιστάμενης συμφωνίας . Το κράτος μέλος δύναται να παράσχει και κάθε άλλο συμπληρωματικό πληροφοριακό στοιχείο.

Τροπολογία 89

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 - παράγραφος 3

3.     Η κοινοποίηση υποβάλλεται τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την προγραμματισμένη έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων με την οικεία τρίτη χώρα.

Διαγράφεται

Τροπολογία 90

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 - παράγραφος 1

1.   Μόλις λάβει μια κοινοποίηση, η Επιτροπή διερευνά κατά πόσον το κράτος μέλος μπορεί να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με την οικεία τρίτη χώρα. Αν η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα για το ίδιο αντικείμενο, η αίτηση του κράτους μέλους απορρίπτεται αυτοδικαίως από την Επιτροπή .

1.   Μόλις λάβει την κοινοποίηση, η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον το κράτος μέλος δύναται να ξεκινήσει επίσημες διαπραγματεύσεις.

Τροπολογία 91

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 - παράγραφος 2 - εισαγωγικό μέρος

2.    Αν η Κοινότητα δεν έχει συνάψει ακόμη συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αξιολόγησής της , εξετάζει καταρχάς κατά πόσον αναμένεται να συναφθεί τυχόν συναφής κοινοτική συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα στο εγγύς μέλλον . Αν δεν αναμένεται κάτι τέτοιο, η Επιτροπή δύναται να χορηγήσει άδεια, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες δύο προϋποθέσεις:

2.    Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αξιολόγησης αυτής , εξετάζει καταρχάς κατά πόσον προβλέπεται εντός των επόμενων 24 μηνών ειδικά κάποια συναφής διαπραγματευτική εντολή με σκοπό μια κοινοτική συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα ή τις οικείες τρίτες χώρες . Αν δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο, η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

Τροπολογία 92

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 - παράγραφος 2 - στοιχείο α)

α)

το οικείο κράτος μέλος έχει αποδείξει ότι υπάρχει συγκεκριμένο συμφέρον για τη σύναψη της διμερούς τομεακής συμφωνίας με την τρίτη χώρα, το οποίο σχετίζεται ιδίως με την ύπαρξη οικονομικών, γεωγραφικών, πολιτιστικών ή ιστορικών δεσμών μεταξύ του κράτους μέλους και της εν λόγω τρίτης χώρας· και

α)

το οικείο κράτος μέλος έχει παράσχει πληροφορίες σχετικά με το ότι έχει συγκεκριμένο συμφέρον για τη σύναψη της συμφωνίας λόγω οικονομικών, γεωγραφικών, πολιτιστικών , ιστορικών κοινωνικών ή πολιτικών δεσμών μεταξύ του κράτους μέλους και της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας·

Τροπολογία 93

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 - παράγραφος 2 - στοιχείο β)

β)

η Επιτροπή κρίνει ότι η προτεινόμενη συμφωνία θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο για την ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή των ισχυουσών κοινοτικών διατάξεων και για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που έχει συγκροτηθεί με τις εν λόγω διατάξεις.

β)

βάσει των διαβιβασμένων από το κράτος μέλος πληροφοριών, η προτεινόμενη συμφωνία δείχνει ότι δεν θα καταστήσει ανενεργή την νομοθεσία της Κοινότητας και δείχνει ότι δεν υποσκάπτει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που έχει συγκροτηθεί με τις διατάξεις της , και

Τροπολογία 94

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 - παράγραφος 2 - στοιχείο βα) (νέο)

 

(βα)

η προτεινόμενη συμφωνία δεν υποσκάπτει το αντικείμενο και το σκοπό της πολιτικής της Κοινότητας στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων, έτσι όπως αυτή αποφασίζεται από την Κοινότητα.

Τροπολογία 95

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 4 - παράγραφος 2 α (νέα)

 

2α.     Εάν οι διαβιβασθείσες από το κράτος μέλος πληροφορίες δεν επαρκούν για τη διενέργεια της αξιολόγησης, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες.

Τροπολογία 96

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 - παράγραφος 1 - πρώτο εδάφιο

1.   Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν εμπόδια για τη σύναψη της συμφωνίας με γνώμονα τις προϋποθέσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 4, δύναται να επιτρέψει στο εκάστοτε κράτος μέλος να αρχίσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα . Αν είναι απαραίτητο, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες και μπορεί να ζητήσει να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες.

1.   Αν η προτεινόμενη συμφωνία πληροί τις προϋποθέσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, η Επιτροπή θα επιτρέψει στο εκάστοτε κράτος μέλος να αρχίσει επίσημες διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας. Αν είναι απαραίτητο, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες και δύναται να ζητήσει να περιλαμβάνει η σχεδιαζόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες.

Τροπολογία 97

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 - παράγραφος 1 - δεύτερο εδάφιο

2.   Η συμφωνία περιλαμβάνει ρήτρα για την καταγγελία της σε περίπτωση που η Κοινότητα συνάψει συμφωνία με την ίδια τρίτη χώρα για το ίδιο αντικείμενο .

2.   Η συμφωνία περιλαμβάνει ρήτρα που θα προβλέπει είτε :

 

α)

την πλήρη ή μερική καταγγελία της συμφωνίας σε περίπτωση μεταγενέστερης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή της Κοινότητας μαζί με τα κράτη μέλη της και της ίδιας τρίτης χώρας ή των ιδίων τρίτων χωρών, για το ίδιο αντικείμενο , ή

 

β)

απευθείας αντικατάσταση των συναφών διατάξεων της συμφωνίας από διατάξεις μιας μεταγενέστερης συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας ή της Κοινότητας μαζί με τα κράτη μέλη της και της τρίτης χώρας ή των τρίτων χωρών για το ίδιο αντικείμενο.

Η συμφωνία πρέπει να περιλαμβάνει την εξής ρήτρα : «[ονομασία του κράτους μέλους] θα καταγγείλει τη συμφωνία σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συνάψει συμφωνία με [ονομασία της τρίτης χώρας] για τα ίδια θέματα πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία διέπονται από την παρούσα συμφωνία».

Η προβλεπόμενη στο στοιχείο α) ρήτρα θα διατυπώνεται κατά τον εξής τρόπο : «[ονομασία του κράτους μέλους] θα καταγγείλει τη συμφωνία αυτή εν μέρει ή εν όλω εάν και όποτε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή η Κοινότητα μαζί με τα κράτη μέλη της συνάψει συμφωνία με [ονομασία της τρίτης χώρας ή των τρίτων χωρών ] για τα ίδια θέματα αστικού δικαίου με εκείνα τα οποία διέπονται από την παρούσα συμφωνία».

 

Η προβλεπόμενη στο στοιχείο β) ρήτρα θα διατυπώνεται κατά τον εξής τρόπο: «Η συμφωνία/διατάξεις [να διευκρινισθεί] θα παύσει να ισχύει/παύσουν να ισχύουν την ημέρα όπου θα τεθεί σε ισχύ μια συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας μαζί με τα κράτη μέλη της και [ονομασία της τρίτης χώρας ή των τρίτων χωρών] για τα θέματα που διέπονται από τη συμφωνία/τις διατάξεις».

 

Η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός 90 ημερών από τη λήψη της κατά το άρθρο 3 κοινοποίησης.

Τροπολογία 98

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 - παράγραφος 3

3.     Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για τη χορήγηση ή μη της άδειας που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 με τη διαδικασία η οποία μνημονεύεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2.

Διαγράφεται

Η Επιτροπή αποφασίζει επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 3.

 

Τροπολογία 50

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 5 α (νέο)

 

Άρθρο 5α

Μη χορήγηση άδειας για την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων

1.     Εάν, βάσει της κατά το άρθρο 4 αξιολόγησής της, η Επιτροπή δεν προτίθεται να επιτρέψει την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων επί της προτεινόμενης συμφωνίας, εκδίδει γνωμοδότηση προς το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εντός 90 ημερών από την λήψη της κατά το άρθρο 3 κοινοποίησης.

2.     Εντός 30 ημερών από την έκδοση της γνωμοδότησης της Επιτροπής, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να της ζητήσει να ξεκινήσει συνομιλίες μαζί του για να βρουν μια λύση.

3.     Εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν ζητήσει από την Επιτροπή εντός της οριζόμενης στην ανωτέρω παράγραφο 2 προθεσμίας να ξεκινήσει συνομιλίες μαζί του, η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός 130 ημερών από την λήψη της κατά το άρθρο 3 κοινοποίησης.

4.     Σε περίπτωση διεξαγωγής συνομιλιών κατά την έννοια της ανωτέρω παραγράφου 2, η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός 30 ημερών από τη λήξη των συνομιλιών αυτών.

Τροπολογία 100

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 6

Η Επιτροπή δύναται να συμμετάσχει ως παρατηρητής στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας. Αν η Επιτροπή δεν συμμετάσχει ως παρατηρητής, τηρείται ενήμερη για την πρόοδο και τα αποτελέσματα καθ’ όλα τα διαφορετικά στάδια των διαπραγματεύσεων.

Η Επιτροπή δύναται να συμμετάσχει ως παρατηρητής στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας στο βαθμό που εξετάζονται ζητήματα εμπίπτοντα στο πεδίο του παρόντος κανονισμού . Αν η Επιτροπή δεν συμμετάσχει ως παρατηρητής, τηρείται ενήμερη για την πρόοδο και τα αποτελέσματα καθ’ όλα τα διαφορετικά στάδια των διαπραγματεύσεων.

Τροπολογία 101

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 - παράγραφος 1

1.   Πριν από τη μονογράφηση της συμφωνίας, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για την έκβαση των διαπραγματεύσεων και της διαβιβάζει το κείμενο της συμφωνίας.

1.   Πριν από την υπογραφή της υπό διαπραγμάτευση συμφωνίας, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για την έκβαση των διαπραγματεύσεων και της διαβιβάζει το κείμενο της συμφωνίας.

Τροπολογία 102

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 - παράγραφος 2

2.   Μόλις λάβει μια κοινοποίηση, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στην αρχική της εκτίμηση. Στο πλαίσιο της περαιτέρω αυτής εκτίμησης, η Επιτροπή οφείλει να ελέγξει κατά πόσον η προτεινόμενη συμφωνία περιλαμβάνει τις απαιτήσεις που καθόρισε η Επιτροπή, ιδίως σε σχέση με τη συμπερίληψη ρητρών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καθώς και κατά πόσον η σύναψη της προτεινόμενης συμφωνίας θα καθιστούσε ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και θα υπονόμευε την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες.

2.   Μόλις λάβει την κοινοποίηση, η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις :

 

α)

πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 4 παράγραφος 2, στοιχείο β),

 

β)

πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 4 παράγραφος 2, στοιχείο βα), στο βαθμό που υπάρχουν νέες και εξαιρετικές περιστάσεις σχετιζόμενες με αυτές τις προϋποθέσεις, και

 

γ)

πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 2.

Τροπολογία 103

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 - παράγραφος 3

3.     Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, δεν επιτρέπεται στο εκάστοτε κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία.

Διαγράφεται

Τροπολογία 104

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 - παράγραφος 4

4.   Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, μπορεί να επιτραπεί στο εκάστοτε κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία.

4.   Αν η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή δίνει την άδεια στο εκάστοτε κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία.

Τροπολογία 105

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 - παράγραφος 5 - πρώτο εδάφιο

5.     Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για τη χορήγηση ή μη της άδειας που προβλέπεται στις παραγράφους 3 και 4 με τη διαδικασία η οποία μνημονεύεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3.

Διαγράφεται

Τροπολογία 106

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 - παράγραφος 5 - δεύτερο εδάφιο

Η Επιτροπή αποφασίζει επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1.

5.   Η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός 90 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1.

Τροπολογία 51

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 α (νέο)

 

Άρθρο 7α

Μη χορήγηση άδειας για τη σύναψη συμφωνίας

1.     Εάν, βάσει της κατά το άρθρο 7, παράγραφος 2 αξιολόγησης, η Επιτροπή προτίθεται να μην επιτρέψει τη σύναψη της υπό διαπραγμάτευση συμφωνίας, εκδίδει γνωμοδότηση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός 90 ημερών από τη λήψη της κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1 κοινοποίησης.

2.     Εντός 30 ημερών από την έκδοση της γνωμοδότησης της Επιτροπής, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να της ζητήσει να ξεκινήσει συνομιλίες μαζί του για να βρουν μια λύση.

3.     Εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν ζητήσει από την Επιτροπή εντός της οριζόμενης στην ανωτέρω παράγραφο 2 προθεσμίας να ξεκινήσει συνομιλίες μαζί του, η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός 130 ημερών από την λήψη της κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1 κοινοποίησης.

4.     Σε περίπτωση διεξαγωγής συνομιλιών κατά την έννοια της ανωτέρω παραγράφου 2, η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός 30 ημερών από τη λήξη των συνομιλιών αυτών.

5.     Η Επιτροπή κοινοποιεί την απόφασή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εντός 30 ημερών από την έγκρισή της.

Τροπολογία 108

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8

Άρθρο 8

Διαδικασία επιτροπής

1.     Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.     Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται η συμβουλευτική διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σε συμμόρφωση με το άρθρο 7 της ίδιας απόφασης.

3.     Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται η διαδικασία διαχείρισης που καθορίζεται στο άρθρο 4 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σε συμμόρφωση με το άρθρο 7 της ίδιας απόφασης.

4.     Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρίμηνη.

Διαγράφεται

Τροπολογία 52

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 α (νέο)

 

Άρθρο 8α

Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και των κρατών μελών

Η Επιτροπή διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη τις ληφθείσες δυνάμει των άρθρων 3 και 7 κοινοποιήσεις και, εάν χρειαστεί, τα συνοδευτικά έγγραφα, καθώς και τις κατά τα άρθρα 5, 5α, 7 και 7α αιτιολογημένες αποφάσεις της, με κάθε απαιτούμενη εμπιστευτικότητα.

Τροπολογία 53

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 β (νέο)

 

Άρθρο 8β

Εμπιστευτικότητα

1.     Κατά τη διαβίβαση των κατά τα άρθρα 3, 4, παράγραφος 2α, και 7 πληροφοριών στην Επιτροπή, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να γνωστοποιήσει εάν οποιαδήποτε από τις διαβιβαζόμενες πληροφορίες πρέπει να θεωρηθεί εμπιστευτική και εάν μπορεί να κοινοποιηθεί σε άλλα κράτη μέλη.

2.     Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οποιαδήποτε πληροφορία χαρακτηρισμένη ως εμπιστευτική να διεκπεραιώνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

Τροπολογία 111

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 - παράγραφος 1

1.   Αν ένα κράτος μέλος έχει ήδη αρχίσει τη διαπραγμάτευση συμφωνίας με τρίτη χώρα κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζεται το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 καθώς και τα άρθρα 4 έως 7 .

1.   Αν ένα κράτος μέλος έχει ήδη αρχίσει τη διαπραγμάτευση συμφωνίας κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 έως .

Εφόσον το επιτρέπει το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή τη συμπερίληψη συγκεκριμένων ρητρών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφος 1 .

Εφόσον το επιτρέπει το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή να ζητήσει τη συμπερίληψη συγκεκριμένων ρητρών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 1α .

Τροπολογία 112

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 - παράγραφος 2

2.   Αν ένα κράτος μέλος έχει ήδη ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, χωρίς όμως να έχει συνάψει τη συμφωνία, εφαρμόζεται το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 καθώς και το άρθρο 7 παράγραφοι 2 έως 5.

2.   Αν ένα κράτος μέλος έχει ήδη ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, χωρίς όμως να έχει συνάψει τη συμφωνία, εφαρμόζεται το άρθρο 3, καθώς και το άρθρο 7 παράγραφοι 2 έως 5 και το άρθρο 7α .

Προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσον θα επιτρέψει ή όχι τη σύναψη της συμφωνίας, η Επιτροπή εξετάζει επίσης κατά πόσον υπάρχουν εμπόδια για τη σύναψη της συμφωνίας με γνώμονα τις προϋποθέσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 4.

 

Τροπολογία 113

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 10

Το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2014 , η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού , η οποία είναι δυνατό να συνοδεύεται από κατάλληλη νομοθετική πρόταση.

1.     Οκτώ έτη μετά την ημερομηνία έγκρισης του παρόντος κανονισμού , η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

 

2.     Η έκθεση αυτή είτε

 

α)

επιβεβαιώνει ότι ενδείκνυται να λήξει ο παρών κανονισμός την καθορισθείσα βάσει του άρθρου 10α παράγραφος 1 ημερομηνία, ή

 

β)

συνιστά να αντικατασταθεί ο παρών κανονισμός από την ίδια ημερομηνία με νέο κανονισμό.

 

3.     Εάν η έκθεση συστήσει την αντικατάσταση του παρόντος κανονισμού κατά τα οριζόμενα στην ανωτέρω παράγραφο 2 στοιχείο β, θα πρέπει να συνοδεύεται από κατάλληλη νομοθετική πρόταση

Τροπολογία 114

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 10 α (νέο)

 

Άρθρο 10α

Λήξη ισχύος

1.     Η ισχύς του παρόντος κανονισμού λήγει 3 έτη μετά την υποβολή της προβλεπόμενης στο άρθρο 10 έκθεσης από την Επιτροπή.

Η τριετής αυτή περίοδος αρχίζει να τρέχει την πρώτη ημέρα του μηνός που ακολουθεί την τελευταία υποβολή της έκθεσης είτε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε στο Συμβούλιο.

2.     Παρά τη λήξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού την καθορισμένη βάσει της ανωτέρω παραγράφου 1 ημερομηνία, όλες οι υπό εξέλιξη εκείνη την ημέρα διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν από ένα κράτος μέλος δυνάμει του παρόντος κανονισμού με σκοπό την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας ή τη διαπραγμάτευση και σύναψη νέας συμφωνίας, επιτρέπεται να συνεχιστούν και να ολοκληρωθούν υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο παρών κανονισμός.

Τροπολογία 115

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 11

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014.

 


(1)   ΕΕ L 12, 16.1.2001, σ. 1.

(2)   ΕΕ L 145, 31.5.2001, σ. 43.

(3)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2003 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας (ΕΕ L 338, 23.12.2003, σ. 1).

(4)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου της 18 Δεκεμβρίου 2008 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής (ΕΕ L 7, 10.1.2009, σ. 1).