ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.CE2010.046.gre

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 46E

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

53ό έτος
24 Φεβρουαρίου 2010


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη, 13 Ιανουαρίου 2009

2010/C 046E/01

Οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με τα Δυτικά Βαλκάνια
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τις εμπορικές και οικονομικές σχέσεις με τα δυτικά Βαλκάνια (2008/2149(INI))

1

2010/C 046E/02

Η κοινή γεωργική πολιτική και η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή γεωργική πολιτική και την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια (2008/2153(INI))

10

2010/C 046E/03

Προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2067(INI))

23

2010/C 046E/04

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, εφαρμογή και επιβολή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και της οδηγίας 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη μεταφορά, την εφαρμογή και την επιβολή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και την οδηγία 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (2008/2114(INI))

26

2010/C 046E/05

Η ΚΑΠ και η προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ΚΑΠ και την προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα (2008/2178(INI))

31

2010/C 046E/06

Τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ 2007-2008
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ 2007-2008 (2008/2244(INI))

38

2010/C 046E/07

Ινομυαλγία
Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ινομυαλγία

46

 

Τετάρτη, 14ης Ιανουαρίου 2009

2010/C 046E/08

Η κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2004-2008)
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση 2004-2008 (2007/2145(INI))

48

2010/C 046E/09

Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την εφαρμογή της συμφωνίας που συνήψαν η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) σχετικά με τη Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006, και την τροποποίηση της οδηγίας 1999/63/EK

69

2010/C 046E/10

Η ανάπτυξη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της ΕΕ
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ανάπτυξη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της ΕΕ (2008/2201(INI))

71

2010/C 046E/11

Πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001) (2007/2154(INI))

80

 

Πέμπτη, 15ης Ιανουαρίου 2009

2010/C 046E/12

Δημοσιονομικός έλεγχος των κονδυλίων της ΕΕ στο Αφγανιστάν
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το δημοσιονομικό έλεγχο των κονδυλίων της ΕΕ στο Αφγανιστάν (2008/2152(INI))

87

2010/C 046E/13

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (2008/2039(INI))

95

2010/C 046E/14

Η κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας

100

2010/C 046E/15

Κατάσταση στο Κέρας της Αφρικής
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στο Κέρας της Αφρικής

102

2010/C 046E/16

Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι της Λευκορωσίας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ έναντι της Λευκορωσίας

107

2010/C 046E/17

Σρεμπρένιτσα
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη Σρεμπρένιτσα

111

2010/C 046E/18

Ιράν: η υπόθεση Shirin Ebadi
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το Ιράν: η περίπτωση Shirin Ebadi

113

2010/C 046E/19

Γουϊνέα
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το πραξικόπημα στη Γουϊνέα

116

2010/C 046E/20

Ελευθερία του Τύπου στην Κένυα
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ελευθερία του Τύπου στην Κένυα

118

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη, 13 Ιανουαρίου 2009

2010/C 046E/21

Συμφωνία ΕΚ/Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τη συνεργασία όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τη συνεργασία όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας (10972/2007 - COM(2007)0325 – C6-0275/2008 – 2007/0111(CNS))

120

2010/C 046E/22

Κοινό σύστημα εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (κωδικοποιημένη έκδοση) *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κοινού συστήματος εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (κωδικοποιημένη έκδοση) (COM(2008)0488 – C6-0334/2008 – 2008/0155(CNS))

120

2010/C 046E/23

Φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και για τη μεταφορά της καταστατικής έδρας (κωδικοποιημένη έκδοση) *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και με τη μεταφορά της καταστατικής έδρας μιας SE ή μιας SCE μεταξύ κρατών μελών (κωδικοποιημένη έκδοση) (COM(2008)0492 – C6-0336/2008 – 2008/0158(CNS))

121

2010/C 046E/24

Γλωσσικό καθεστώς που ισχύει στις αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά το γλωσσικό καθεστώς που ισχύει στις αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (13301/2008 – C6-0348/2008 – 2008/0806(CNS))

122

2010/C 046E/25

Οδηγία πλαίσιο για την ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων ***II
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των φυτοφαρμάκων (6124/2008 – C6-0323/2008 – 2006/0132(COD))

123

P6_TC2-COD(2006)0132Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των φυτοφαρμάκων

123

2010/C 046E/26

Διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά ***II
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (11119/8/2008 – C6-0326/2008 – 2006/0136(COD))

124

P6_TC2-COD(2006)0136Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

124

2010/C 046E/27

Συντονισμός των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων όσον αφορά ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση) (COM(2008)0458 – C6-0287/2008 – 2008/0153(COD))

125

P6_TC1-COD(2008)0153Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση)

125

 

Τετάρτη, 14ης Ιανουαρίου 2009

2010/C 046E/28

Χαρακτηριστικά ασφαλείας και χρήση βιομετρικών στοιχείων στα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2252/2004 του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση προτύπων για τα χαρακτηριστικά ασφαλείας και τη χρήση βιομετρικών στοιχείων στα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα των κρατών μελών (COM(2007)0619 – C6-0359/2007 – 2007/0216(COD))

126

P6_TC1-COD(2007)0216Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 14 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2252/2004 του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση προτύπων για τα χαρακτηριστικά ασφαλείας και τη χρήση βιομετρικών στοιχείων στα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα των κρατών μελών

127

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

127

2010/C 046E/29

Δημόσιες συμβάσεις στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας (COM(2007)0766 – C6-0467/2007 – 2007/0280(COD))

128

P6_TC1-COD(2007)0280Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 14 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ

128

2010/C 046E/30

Επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα (διχλωρομεθάνιο) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης μερικών επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων (διχλωρομεθάνιο) (COM(2008)0080 – C6-0068/2008 – 2008/0033(COD))

129

P6_TC1-COD(2008)0033Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 14 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης του διχλωρομεθανίου

129

2010/C 046E/31

Εξουσιοδότηση κύρωσης της σύμβασης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 2007 σχετικά με την εργασία στον τομέα της αλιείας (σύμβαση αριθ. 188) *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την εξουσιοδότηση των κρατών μελών να κυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τη σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 2007 σχετικά με την εργασία στον τομέα της αλιείας (σύμβαση αριθ. 188) (COM(2008)0320 – C6-0218/2008 – 2008/0107(CNS))

130

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων

*

Διαδικασία διαβούλευσης

**I

Διαδικασία συνεργασίας, πρώτη ανάγνωση

**II

Διαδικασία συνεργασίας, δεύτερη ανάγνωση

***

Σύμφωνη γνώμη

***I

Διαδικασία συναπόφασης, πρώτη ανάγνωση

***II

Διαδικασία συναπόφασης, δεύτερη ανάγνωση

***III

Διαδικασία συναπόφασης, τρίτη ανάγνωση

(Η αναφερόμενη διαδικασία στηρίζεται στη νομική βάση που πρότεινε η Επιτροπή.)

Πολιτικές τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▐.

Τεχνικές διορθώσεις και προσαρμογές εκ μέρους των υπηρεσιών: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ║.

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη, 13 Ιανουαρίου 2009

24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/1


Οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με τα Δυτικά Βαλκάνια

P6_TA(2009)0005

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τις εμπορικές και οικονομικές σχέσεις με τα δυτικά Βαλκάνια (2008/2149(INI))

(2010/C 46 E/01)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1946/2005 του Συμβουλίου της 14ης Νοεμβρίου 2005 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2000 για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1085/2006 του Συμβουλίου της 17ης Ιουλίου 2006 για τη θέσπιση μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (IPA) (2),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης που πραγματοποιήθηκε στις 19-20 Ιουνίου 2003, στο πλαίσιο του οποίου δόθηκε η υπόσχεση προς όλα τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων ότι θα ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 16 Δεκεμβρίου 2005 να χορηγήσει καθεστώς υποψήφιας χώρας στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και τα συμπεράσματα της Προεδρίας των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων που πραγματοποιήθηκαν στις 15-16 Ιουνίου 2006, στις 14-15 Δεκεμβρίου 2006 και στις 19-20 Ιουνίου 2008,

έχοντας υπόψη την απόφαση που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 3 Οκτωβρίου 2005 σχετικά με την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Κροατία,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Μαρτίου 2008«Δυτικά Βαλκάνια: ενίσχυση της ευρωπαϊκής προοπτικής» (COM(2008)0127),

έχοντας υπόψη το ψήφισμα αριθ. 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Ιουνίου 1999,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Μαρτίου 2007 σχετικά με το μέλλον του Κοσσυφοπεδίου και τον ρόλο της ΕΕ (3),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 12ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη χορήγηση έκτακτης κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής στο Κοσσυφοπέδιο (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Απριλίου 2008 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2007 για την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Απριλίου 2008 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2007 για την Κροατία (6),

έχοντας υπόψη τη σύστασή του προς το Συμβούλιο της 15ης Μαρτίου 2007 σχετικά με τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (7),

έχοντας υπόψη τη σύστασή του προς το Συμβούλιο της 25ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Σερβίας (8),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου και της Επιτροπής που αφορά τη σύναψη της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, αφετέρου (9),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 13ης Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη σύναψη, εξ ονόματος της Κοινότητας, της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου, αφετέρου (10),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 31ης Ιανουαρίου 2007 - Επέκταση των κύριων διευρωπαϊκών αξόνων μεταφορών στις γειτονικές χώρες - Κατευθυντήριες γραμμές για τις μεταφορές στην Ευρώπη και τις γειτονικές περιοχές (COM(2007)0032),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Μαρτίου 2008 σχετικά με την πρόοδο των διερευνητικών συζητήσεων για τη συνεργασία στον τομέα των μεταφορών με τις γειτονικές χώρες (COM(2008)0125),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ενεργειακής Κοινότητας των χωρών της νοτιοανατολικής Ευρώπης που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 25 Οκτωβρίου 2005,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Νοεμβρίου 2007«Στρατηγική για τη διεύρυνση και κυριότερες προκλήσεις για την περίοδο 2007-2008» (COM(2007)0663),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 16ης Μαρτίου 2006 σχετικά με το έγγραφο στρατηγικής της Επιτροπής για τη διεύρυνση – 2005 (11) και της 13ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη στρατηγική διεύρυνσης και τις κυριότερες προκλήσεις για το διάστημα 2006-2007 (12),

έχοντας υπόψη όλα τα προηγούμενα ψηφίσματα σχετικά με τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6-0489/2008),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης διατύπωσε σαφώς την «ευρωπαϊκή προοπτική» των κρατών των δυτικών Βαλκανίων και κατέδειξε ότι η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης συνιστά το γενικότερο πλαίσιο των ευρωπαϊκών σχέσεων με τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κροατία βρίσκεται επί του παρόντος στο στάδιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ και ότι η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας έλαβε το 2005 το καθεστώς της υποψήφιας χώρας,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εμπορικές παραχωρήσεις και η χρηματοδοτική ενίσχυση της ΕΕ έχουν διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης των δυτικών Βαλκανίων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κροατία βρίσκεται πολύ κοντά στην πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με προοπτικές για περάτωση των διαπραγματεύσεων το 2009, συνεχίζει να πληροί τα πολιτικά και οικονομικά κριτήρια της Κοπεγχάγης και έχει αναγνωριστεί ότι διαθέτει λειτουργούσα οικονομία αγοράς, η οποία θα μπορούσε χρησιμεύσει ως θετικό παράδειγμα για τις άλλες χώρες της περιοχής,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 17 Φεβρουαρίου 2008 η Συνέλευση του Κοσσυφοπεδίου ενέκρινε ψήφισμα με το οποίο κηρύχθηκε η ανεξαρτησία του· λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 18 Φεβρουαρίου 2008 το Συμβούλιο συμφώνησε ότι τα κράτη μέλη θα αποφάσιζαν, σύμφωνα με την εθνική πρακτική και το διεθνές δίκαιο, για τις σχέσεις τους με το Κοσσυφοπέδιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνολική ενίσχυση που έχει παράσχει η ΕΕ στο Κοσσυφοπέδιο εκτιμάται ότι ανέρχεται σε ποσό άνω του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ για την περίοδο 2007-2010 που καλύπτει την παροχή στήριξης για την πολιτική και οικονομική ανάπτυξη του Κοσσυφοπεδίου και τη χρηματοδότηση της συμβολής της ΕΕ στη διεθνή παρουσία στο Κοσσυφοπέδιο,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ευημερία και η πλήρης ένταξη στην εσωτερική αγορά και στο παγκόσμιο σύστημα εμπορίου έχουν ουσιαστική σημασία για τη μακροχρόνια σταθερότητα και την αειφόρο οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη σε ολόκληρη την περιοχή των δυτικών Βαλκανίων,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το προσεκτικό και σταδιακό άνοιγμα της αγοράς στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, η οποία περιλαμβάνει προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη τις επιμέρους συνθήκες σε κάθε χώρα, προάγοντας κυρίως τη δημιουργία περιφερειακής αγοράς, αναμένεται να συμβάλει σημαντικά στη διαδικασία της πολιτικής και οικονομικής σταθεροποίησης στην περιοχή,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυξημένη οικονομική συνεργασία στην περιοχή των δυτικών Βαλκανίων προσφέρει επίσης θετικές προοπτικές ανάπτυξης για τις οικονομίες των κρατών μελών της ΝΑ Ευρώπης και θα προαγάγει τη βαθύτερη ένταξή τους στην κοινή αγορά,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών της Κεντρικής Ευρώπης (ΣΕΣΚΕ) ενοποίησε 32 διμερείς συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών στην περιοχή της νότιας Ευρώπης σε κοινή ολοκληρωμένη περιφερειακή συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών που ενισχύει το υπάρχον επίπεδο ελευθέρωσης στην περιοχή μέσω ενιαίου δικτύου δίκαιων, διαφανών και προβλέψιμων κανόνων,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ανάπτυξη των δυτικών Βαλκανίων διαφέρει σημαντικά και κυμαινόταν το 2006 από 3% στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας έως 10,3% στο Μαυροβούνιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι διαφέρουν και τα ποσοστά ανεργίας, τα οποία το 2007 κυμαίνονταν ανάμεσα στα πολύ υψηλά ποσοστά του 40% (Κοσσυφοπέδιο) και στα χαμηλότερα ποσοστά του 11,9% (Μαυροβούνιο),

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οικονομίες των δυτικών Βαλκανίων εξαρτώνται σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό από το εξωτερικό εμπόριο και ότι το σύνολο των εισαγωγών και εξαγωγών αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος του ΑΕγχΠ τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 61% των εμπορικών ροών της περιοχής έχουν κατεύθυνση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, μολονότι αντιπροσωπεύουν ποσοστό μόλις 2 % του εξωτερικού εμπορίου της ΕΕ,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υποδομές και η διευκόλυνση των μεταφορών έχουν ζωτική σημασία για την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και την ολοκλήρωση,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι χρειάζεται μεγαλύτερη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) των δυτικών Βαλκανίων για να διασφαλισθεί η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, η δημιουργία θέσεων εργασίας και οι εξαγωγές,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των υπηρεσιών, και ιδίως ο τουρισμός, κατέχει σημαντικό ρόλο στις οικονομίες των χωρών των δυτικών Βαλκανίων,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μικρές αγορές όπως αυτές που υπάρχουν σε ορισμένες χώρες των δυτικών Βαλκανίων είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς σε δημιουργία συμπράξεων, σε περιοριστικές πρακτικές ή σε κατάχρηση της ισχύος στην αγορά, γεγονός που ενδέχεται να έχει μεγάλο αντίκτυπο στην περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη, στο ποσοστό ανεργίας και στην κοινωνική ανάπτυξη,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οικονομίες των δυτικών Βαλκανίων είναι πολύ ετερογενείς και έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά, για παράδειγμα η Αλβανία, η Κροατία και το Μαυροβούνιο διαφέρουν από τις άλλες οικονομίες των δυτικών Βαλκανίων καθόσον ο τουριστικός τομέας είναι ζωτικής σημασίας για αυτές,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων έχουν συνάψει συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης με την ΕΕ,

Γενικά

1.

επιδοκιμάζει την πρόοδο που σημειώθηκε στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης και, συγκεκριμένα, την πρόσφατη προσυπογραφή των συμφωνιών σταθεροποίησης και σύνδεσης (ΣΣΣ) με τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη, καθώς και με τη Σερβία· καλεί τα κράτη μέλη να ολοκληρώσουν τη διαδικασία επικύρωσης για όλες τις ΣΣΣ το συντομότερο δυνατόν· επιδοκιμάζει την πρόοδο που σημειώθηκε στην υλοποίηση των ενδιάμεσων συμφωνιών και καλεί τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους σε αυτόν τον τομέα· τονίζει τη σημασία της περαιτέρω ενίσχυσης της πολυμερούς διάστασης της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης με την προοπτική της πλήρους συνέχισης της περιφερειακής συνεργασίας σε όλα τα πεδία·

2.

υπενθυμίζει την «ευρωπαϊκή προοπτική» των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, η οποία διατυπώθηκε σαφώς στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η μελλοντική προσχώρηση των χωρών των δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ εξαρτάται άμεσα από την εκπλήρωση όλων των όρων και απαιτήσεων που έχουν οριστεί από την ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων της Κοπεγχάγης για την ένταξη και την επιτυχή έκβαση της διαδικασίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η οποία περιλαμβάνει την περιφερειακή συνεργασία, τις καλές σχέσεις γειτονίας και την πλήρη συνεργασία με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία·

3.

τονίζει ότι η σοβαρή προοπτική ιδιότητας μέλους της ΕΕ για τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για να ενθαρρύνει τον πληθυσμό τους και τις κυβερνήσεις τους να απομακρυνθούν από τον οπισθοδρομικό εθνικισμό και τη βία που οφείλεται σε μισαλλοδοξία και να στραφούν προς μέλλον ολοκλήρωσης με την υπόλοιπη Ευρώπη· επιπλέον, θα βελτιώσει τη σχετικά ανίσχυρη εικόνα των δυτικών Βαλκανίων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαιτίας των πρόσφατων πολέμων και των πολιτικών αντιπαραθέσεων των τελευταίων δεκαετιών, γεγονός θα δώσει με τη σειρά του ώθηση σε εταιρείες της ΕΕ να αυξήσουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στην περιοχή·

4.

ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να συνεχίσει να επιδεικνύει τη δέσμευσή της έναντι των δυτικών Βαλκανίων, ιδίως σε αυτήν την πολιτικά ευαίσθητη περίοδο· παροτρύνει το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι προς όφελος της ΕΕ και των δυτικών Βαλκανίων να δημιουργηθεί «μαύρη τρύπα» στο Κοσσυφοπέδιο· ζητεί, συνεπώς, από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να ασχοληθούν ενεργά προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν εντάσεις·

5.

εκτιμά ότι είναι ουσιαστικό για τη συνολική προσέγγιση που ακολουθείται σε σχέση με τα Δυτικά Βαλκάνια να ληφθούν υπόψη οι διαφορές μεταξύ των χωρών στην περιοχή όσον αφορά τα αντίστοιχα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και συμμόρφωσής τους προς το κοινοτικό κεκτημένο και τους κανόνες του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ)· τονίζει, επομένως, τη σημασία της αυστηρά εξατομικευμένης πορείας προς την ιδιότητα μέλους στην ΕΕ για καθεμία από τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, η οποία θα βασίζεται, μεταξύ άλλων, στην εκπλήρωση από κάθε έκαστη εξ αυτών των κριτηρίων της Κοπεγχάγης καθώς και των όρων και των απαιτήσεων που έχει θέσει η ΕΕ·

6.

επιδοκιμάζει τις συμφωνίες για τη διευκόλυνση της έκδοσης θεωρήσεων και την επανεισδοχή που τέθηκαν σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2008, καθώς και τον διάλογο σχετικά με τους οδικούς χάρτες για τη βαθμιαία απελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων για τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων· εκτιμά ότι υπάρχει πραγματική ανάγκη βελτίωσης και θεσμοθέτησης λειτουργικών καθεστώτων θεώρησης και τελωνείων ούτως ώστε να διευκολυνθούν οι εμπορικές ροές και να διασφαλισθεί η στενότερη οικονομική, επιστημονική, τεχνολογική και εμπορική συνεργασία· επιδοκιμάζει την απόφαση της Επιτροπής να προσφέρει ολοένα και περισσότερες υποτροφίες σε σπουδαστές από τα δυτικά Βαλκάνια στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus Mundus·

ΠΟΕ και ΣΕΣΚΕ

7.

καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να εφαρμόσουν όλα τα κατάλληλα μέτρα που θα ενθαρρύνουν τη βαθύτερη ένταξη των δυτικών Βαλκανίων στο παγκόσμιο εμπορικό και οικονομικό σύστημα, ιδίως μέσω της προσχώρησης στον ΠΟΕ των χωρών της περιοχής που δεν αποτελούν ακόμα μέλη του· σημειώνει με ικανοποίηση ότι η Αλβανία, η Κροατία και η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας αποτελούν ήδη μέλη του ΠΟΕ· υπογραμμίζει ότι η απελευθέρωση του εμπορίου πρέπει να συνδυάζεται με τη μείωση της φτώχειας και των ποσοστών ανεργίας, την προαγωγή των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, και τον σεβασμό του περιβάλλοντος

8.

υπογραμμίζει τα κίνητρα που παρέχει η περιφερειακή συνεργασία και οι καλές σχέσεις γειτονίας για την οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή και τον ουσιαστικό ρόλο που διαδραματίζει η ΣΕΣΚΕ στη συγκεκριμένη διαδικασία· τονίζει ότι η ΣΕΣΚΕ ενδέχεται να διαδραματίσει επίσης σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω ολοκλήρωση της περιοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενισχύοντας τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δυτικών Βαλκανίων· εκτιμά, συνεπώς, ότι η ΣΕΣΚΕ συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην προετοιμασία της προσχώρησης των χωρών των δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

9.

καλεί τις κυβερνήσεις των δυτικών Βαλκανίων να ερευνήσουν περαιτέρω το ενδεχόμενο λήψης μέτρων μεγαλύτερης εμπορικής ελευθέρωσης σε τομείς που μέχρι τώρα εξαιρούνταν, και να θεσμοθετήσουν μηχανισμούς συστηματικής καταπολέμησης των παραβιάσεων των διεθνών δικαιωμάτων πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Καλεί επίσης αυτές τις κυβερνήσεις να προσεγγίσουν το κοινοτικό κεκτημένο και να αναλάβουν δράση για την εξάλειψη πρακτικών και ρυθμίσεων που συνιστούν φραγμούς εμπορίου μη δασμολογικού χαρακτήρα

Ευρωπαϊκή συνδρομή και συμμετοχή των δυτικών Βαλκανίων στη μεταρρυθμιστική διαδικασία

10.

υποστηρίζει τις προσπάθειες των χωρών των δυτικών Βαλκανίων για μεταρρύθμιση και περιφερειακή συνεργασία μέσω του ΜΠΒ· υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων έχουν την αποκλειστική «κυριότητα» της μεταρρυθμιστικής τους πορείας· παροτρύνει τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να αναλάβουν την ευθύνη για τη διαμόρφωση ικανού αριθμού μεγαλόπνοων σχεδίων, προκειμένου να αξιοποιήσουν τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους χωρίς να τηρούν παθητική στάση και να εξαρτώνται σε υπερβολικό βαθμό από ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες·

11.

υπογραμμίζει το ρόλο των περιφερειών στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και ως εκ τούτου, τη σημασία του Μηχανισμού Προενταξιακής Βοήθειας (ΜΠΒ) για να συνοδεύσει τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων στη διαδικασία εκδημοκρατισμού, οικονομικής και κοινωνικής μεταμόρφωσης και προσαρμογής στα ευρωπαϊκά πρότυπα, καθώς και για να προσεγγίσει τις εν λόγω χώρες στις δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

12.

ζητεί από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη να εμπλουτίσουν τον ΜΠΒ με τα αναγκαία συμπληρωματικά οικονομικά μέσα για να αναπτυχθούν σχέδια που να είναι προσανατολισμένα προς τις πραγματικές ανάγκες και για να υπάρξει αποτελεσματική και επικεντρωμένη βοήθεια σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο· τονίζει τη σημασία διαπροσωπικών σχεδίων, τα οποία είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικά για να καταστήσουν γνωστή στον τοπικό πληθυσμό την προστιθέμενη αξία που προσπορίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση·

13.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι μια από τις προτεραιότητες του ΜΠΒ είναι να συμβάλει στην ανάπτυξη των θεσμικών και διοικητικών δυνατοτήτων στα δυτικά Βαλκάνια, τόσο σε επίπεδο εθνικό όσο και περιφερειακό· ενθαρρύνει την Επιτροπή να ενισχύσει αυτή την πτυχή δραστηριότητας με σκοπό να ενισχύσει την ανάπτυξη της διακυβέρνησης και να προετοιμάσει τις εν λόγω χώρες και περιφέρειες ώστε να απορροφήσουν τις πιστώσεις από τα διαρθρωτικά ταμεία και να δημιουργήσουν ευνοϊκές συνθήκες για την προσαρμογή τους στα ευρωπαϊκά πρότυπα ενόψει της πιθανής μελλοντικής προσχώρησής τους· ζητεί από την Επιτροπή να εξασφαλίσει την ύπαρξη υψηλής διαφάνειας κατά τη δημιουργία των θεσμικών οργάνων καθώς και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να αποφευχθεί η διαφθορά·

14.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να παράσχουν στα κράτη της περιοχής οικονομική, διοικητική και τεχνική συνδρομή μέσω κατάλληλα καταρτισμένων ατόμων, σε συνεργασία με διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς που ασχολούνται με ζητήματα που άπτονται της οικονομίας των δυτικών Βαλκανίων, με σκοπό την ενίσχυση των εγχώριων δημόσιων δομών, τη θέσπιση αποτελεσματικότερης και περισσότερο διαφοροποιημένης οικονομικής βάσης και τη βελτίωση της διείσδυσης των τοπικών προϊόντων στις ξένες αγορές, και ιδίως σε εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

15.

προτείνει στα κράτη μέλη να προσφέρουν στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων τα αποκαλούμενα προγράμματα «διοίκησης με διοίκηση» που θα παράσχουν στις χώρες αυτές ειδική συνδρομή, κατάρτιση και συμβουλές στο πλαίσιο εθνικών τμημάτων σε τομείς που θα οριστούν σαφώς από τις αρχές των κρατών των δυτικών Βαλκανίων· υπογραμμίζει ότι τα προγράμματα αυτά μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στην περιοχή, ενώ παράλληλα θα προσφέρουν στα κράτη των δυτικών Βαλκανίων τη δυνατότητα να ορίσουν τις ακριβείς μορφές βοήθειας που χρειάζονται·

16.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει εγκαίρως για έγκριση στο Κοινοβούλιο τυχόν νέες προτάσεις που στοχεύουν στην παροχή έκτακτης δημοσιονομικής βοήθειας προς τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων· τονίζει ότι περαιτέρω οικονομική βοήθεια προς τα δυτικά Βαλκάνια (και ιδίως προς το Κοσσυφοπέδιο) θα εξαρτηθεί από τη χάραξη, με την υποστήριξη διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ενός ολοκληρωμένου και ρεαλιστικού μακροπρόθεσμου σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης·

17.

θεωρεί ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για την αειφόρο οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών συγκεκριμενοποιώντας τις εθνικές και κοινοτικές προτεραιότητες με σχέδια που αναπτύσσουν τις εταιρικές σχέσεις με τους φορείς του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα·

18.

υπογραμμίζει τη σημασία της διασυνοριακής καθώς και της διεθνικής συνεργασίας για την ανάπτυξη κοινών σχεδίων και τη δημιουργία αειφόρων σχέσεων τόσο μεταξύ των περιφερειών των δυτικών Βαλκανίων όσο και μεταξύ αυτών και των περιφερειών των κρατών μελών· υπογραμμίζει επίσης ότι τα οφέλη της εν λόγω συνεργασίας δεν είναι μόνο οικονομικής φύσεως, αλλά έχουν επίσης πολιτική και ανθρώπινη διάσταση που συμβάλλει στην προσέγγιση μεταξύ λαών και κυβερνήσεων και εξασφαλίζει, μακροπρόθεσμα, τη σταθερότητα και την ευημερία στην περιφέρεια αυτή·

19.

ενθαρρύνει τις περιφέρειες της Ένωσης να αναλάβουν πρωτοβουλία για να θέσουν σε εφαρμογή διασυνοριακά σχέδια με τις περιφέρειες των δυτικών Βαλκανίων με σκοπό να δημιουργηθεί στενή και μακροπρόθεσμη συνεργασία σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς και στον τομέα ανταλλαγών εμπειρίας και καλών πρακτικών στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών δικτύων περιφερειακής συνεργασίας· εκφράζει την άποψη ότι μέσω της ενίσχυσης του Συμβουλίου Περιφερειακής Συνεργασίας θα καταστεί δυνατή η προώθηση της συνεργασίας στην περιφέρεια·

Οικονομικές πολιτικές, ενέργεια, μεταφορές και περιβάλλον

20.

παροτρύνει τις χώρες στην περιοχή, οι οποίες συνεργάζονται στενά με την Επιτροπή και με άλλα συναφή διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, να διατηρήσουν και να επεκτείνουν τα οφέλη τους ως προς τη μακροοικονομική σταθερότητα, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τη διαρκή οικονομική ανάπτυξη, μέσω χρηστών δημοσιονομικών και νομισματικών πολιτικών· παροτρύνει περαιτέρω τις χώρες αυτές να επιταχύνουν τον ρυθμό των διαρθρωτικών τους μεταρρυθμίσεων, ιδίως στους τομείς της φορολογικής πολιτικής, των τελωνείων και της διοίκησης, προάγοντας τις αρχές της διαφάνειας και της λογοδοσίας και υποστηρίζοντας τη χρηστή διαχείριση στον δημόσιο τομέα·

21.

τονίζει την ανάγκη παροχής μεγαλύτερης υποστήριξης στην ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και τις επενδύσεις υποδομής στην περιοχή μέσω, μεταξύ άλλων, της εντατικής συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων καθώς και με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και με άλλους διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς·

22.

θεωρεί ουσιώδη για την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής τη δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων να εργαστούν για την εντατικοποίηση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων μέσω της κατάρτισης στρατηγικών σχεδίων ανάπτυξης για την εφαρμογή επενδυτικών προγραμμάτων μεγάλης σημασίας για το σύνολο της περιοχής·

23.

συγχαίρει τις κυβερνήσεις των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων για την πρόοδο που έχουν σημειώσει μέχρι στιγμής στον οικονομικό τομέα, διατηρώντας παράλληλα τη μακροοικονομική σταθερότητα· επιδοκιμάζει την από πλευράς των κυβερνήσεων εφαρμογή φορολογικών πολιτικών και πολιτικών δημοσιονομικής πειθαρχίας που έχουν οδηγήσει σε αύξηση των εσόδων των κρατικών προϋπολογισμών·

24.

τονίζει τη σημασία της προσπάθειας ανάπτυξης συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας στην περιοχή, ειδικά με την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δημιουργώντας ανοιχτές, αξιόπιστες και ανταγωνιστικές αγορές και βελτιώνοντας τους γενικούς όρους για την επέκταση των ενεργειακών υποδομών στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των ενισχυμένων δυνατοτήτων διασύνδεσης μεταξύ των γειτονικών κρατών μελών της ΕΕ και των χωρών εταίρων· υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ενεργειακή Κοινότητα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου·

25.

θεωρεί ότι η ανάπτυξη του λιμένα της Rijeka στην Κροατία αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό έργο για την Ευρωπαϊκή Ένωση· πιστεύει ότι είναι προς συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προχωρήσει η υλοποίηση αυτού του έργου το συντομότερο δυνατό·

26.

τονίζει ότι η περιβαλλοντική προστασία αποτελεί σημαντικό στοιχείο της αειφόρου ανάπτυξης στην περιοχή των δυτικών Βαλκανίων· θεωρεί επιβεβλημένο για την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις των δυτικών Βαλκανίων να προωθήσουν χρηστές περιβαλλοντικές πολιτικές και στρατηγικές που θα συνάδουν με την περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ·

27.

θεωρεί σημαντικό να εφαρμόσουν τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων τις αρχές και τις κατευθυντήριες γραμμές της κοινής ευρωπαϊκής θαλάσσιας πολιτικής, και τονίζει την ανάγκη για αποδοτική και φιλική προς το περιβάλλον χρήση του ποταμού Δούναβη σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, ως σημαντικού διαδρόμου μεταφορών και πηγής πολυτίμων πόρων· υποστηρίζει συνεπώς τις υπάρχουσες περιφερειακές πρωτοβουλίες και τους οργανισμούς (και ειδικότερα τη διεθνή επιτροπή για την προστασία του ποταμού Δούναβη – ICPDR ) που εργάζονται για την προστασία του περιβάλλοντος, για την ορθότερη χρήση των δυνατοτήτων μεταφοράς μέσω εσωτερικών πλωτών οδών και για υψηλότερο επίπεδο πρόληψης καταστροφών στον ποταμό Δούναβη·

28.

υπενθυμίζει την ανάγκη να αυξηθούν επίσης οι γεωργικές συναλλαγές με την Κροατία, ώστε, όταν η Κροατία ενταχθεί στην ΕΕ, να μπορεί να προσαρμοστεί όσο το δυνατόν ομαλότερα στην ΚΓΠ·

29.

αναγνωρίζει την ειδική γεωγραφία της περιοχής και τη στρατηγική της θέση, που καθιστά την περιοχή φυσικό σημείο διέλευσης του εμπορίου αγαθών, ιδίως των πρωτογενών ενεργειακών προϊόντων (αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου), μεταξύ Ευρώπης και Ασίας· επιδοκιμάζει την έναρξη μεγάλων μεταφορικών έργων σε υποπεριφερειακό επίπεδο, όπως ο «Νοτιοανατολικός Άξονας», που θα συμβάλει στην λειτουργική ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ευρύτερο δίκτυο ενεργειακών αγωγών που συνδέουν την Ευρωπαϊκή Ένωση με την Τουρκία και τις χώρες του Καυκάσου· καλεί την Επιτροπή και τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να διαθέσουν επαρκείς χρηματοδοτικούς πόρους για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, με ιδιαίτερη έμφαση στον τομέα της υλικοτεχνικής υποστήριξης, και να πραγματοποιήσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα καταστήσουν τον τομέα περισσότερο ανταγωνιστικό και δυναμικό·

30.

υπογραμμίζει ότι, στο λιανικό εμπόριο, οι διοικητικοί φραγμοί που αποτρέπουν την ανάδειξη ανταγωνιστικότερων εμπόρων τροφίμων πρέπει να εξαλειφθούν, καθώς η μη αποδοτικότητα του εμπορίου τροφίμων παρεμποδίζει τις προσπάθειες πρόσβασης των ευρωπαίων παραγωγών στην αγορά·

31.

τονίζει την ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερη υποστήριξη στην ανάπτυξη των ΜΜΕ με βάση τον Ευρωπαϊκό Χάρτη για τις Μικρές Επιχειρήσεις, που έχει υπογραφεί από όλες τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την πρόσβαση των ΜΜΕ στα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ και να παράσχουν καλύτερη χρηματοδότηση σε έργα που συνδέονται με ΜΜΕ· καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει θεσμικό πλαίσιο για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ της Κοινότητας και του ιδιωτικού τομέα των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, το οποίο θα εξασφαλίζει την ορθή χρήση των κοινοτικών πόρων·

32.

τονίζει την ανάγκη επέκτασης του πεδίου συνεργασίας στον τομέα της εκπαίδευσης και της επιστήμης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για σταθερή οικονομική εξέλιξη και ανάπτυξη στην περιοχή, ενθαρρύνοντάς έτσι την ένταξη των δυτικών Βαλκανίων στον κοινό οικονομικό χώρο, στον κοινό χώρο έρευνας και εκπαίδευσης, καθώς και τη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας σύμφωνα με τους κανόνες και τις απαιτήσεις της ΕΕ·

33.

δεδομένου ότι η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση έχει φθάσει στην Ευρώπη και ότι μπορεί να επηρεάσει έμμεσα το εμπόριο και τις ξένες επενδύσεις στα δυτικά Βαλκάνια, καλεί την Επιτροπή να παρακολουθήσει τις εξελίξεις και, εφόσον απαιτείται, να εγκρίνει τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να εγγυηθεί την ομαλή συνέχιση της διαδικασίας σταθερότητας και σύνδεσης, η οποία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη σταθερότητα στην περιοχή και εξυπηρετεί απόλυτα το συμφέρον της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τελωνεία, καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της διαφθοράς

34.

θεωρεί ουσιώδεις για την οικονομική ανάπτυξη των χωρών της περιοχής την ουσιαστική μεταρρύθμιση των τραπεζικών και ασφαλιστικών τους συστημάτων, τη θέσπιση αποτελεσματικού συστήματος μικροπιστώσεων και τη βελτίωση της ρύθμισης και της εποπτείας των τραπεζικών δραστηριοτήτων, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για το σταδιακό άνοιγμα των χρηματοπιστωτικών αγορών τους·

35.

καλεί τα κράτη της περιοχής που μαστίζονται από διαφθορά στο δημόσιο τομέα να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την καταπολέμησή της και να διασφαλίσουν ότι οι τελωνειακές τους υπηρεσίες λειτουργούν καλύτερα και διαφανέστερα, σύμφωνα με τα πρότυπα που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων·

36.

τονίζει την ανάγκη αύξησης των τελωνειακών ελέγχων, οι οποίοι πρέπει να καταστούν και αυστηρότεροι, ούτως ώστε να καταπολεμηθεί το λαθρεμπόριο, τα παραποιημένα προϊόντα και η πειρατεία αγαθών, πρακτικές οι οποίες, εκτός της απώλειας εισοδήματος που προκαλούν, εγκυμονούν επίσης μεγάλους κινδύνους για την υγεία των κατοίκων τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και των χωρών των δυτικών Βαλκανίων·

37.

επιδοκιμάζει το βελτιωμένο επιχειρηματικό κλίμα και τα μέτρα για τη μείωση των νομικών και διοικητικών φραγμών στις νεοσύστατες επιχειρήσεις· εκφράζει, ωστόσο, ανησυχία σχετικά με την ύπαρξη συμπράξεων και την κατάχρηση της ισχύος στην αγορά από τους αποκαλούμενους «μεγιστάνες» σε ορισμένες από τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων και από επιχειρήσεις με δεσπόζουσα θέση στην αγορά· παροτρύνει τις κυβερνήσεις των χωρών των δυτικών Βαλκανίων να ενισχύσουν τον αγώνα κατά της διαφθοράς και να αναπτύξουν αποτελεσματική πολιτική ανταγωνισμού η οποία θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τις δημόσιες επιχειρήσεις·

38.

καλεί τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να αναπτύξουν στρατηγικές απασχόλησης και φορολογικές στρατηγικές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της ανεργίας, των σχετικά υψηλών μισθών και του μεγάλου μεγέθους της άτυπης οικονομίας·

39.

τονίζει ότι ο θεμιτός και διαφανής περιφερειακός διασυνοριακός ανταγωνισμός για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων συνιστά σημαντικό δομικό στοιχείο της πραγματικά ολοκληρωμένης περιφερειακής αγοράς· καλεί τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων να αξιολογήσουν τη συμβολή των δημόσιων συμβάσεων στη σταθεροποίηση της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και να πολλαπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη περισσότερο ολοκληρωμένου και λειτουργικού περιφερειακού συστήματος δημοσίων συμβάσεων που θα εφαρμόζει την αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων μεταξύ εγχώριων και περιφερειακών προμηθευτών·

*

* *

40.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών και των ενδιαφερομένων χωρών.


(1)  ΕΕ L 312, 29.11.2005, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 210, 31.7.2006, σ. 82.

(3)  ΕΕ C 27 E, 31.1.2008, σ. 207.

(4)  ΕΕ C 308 E, 16.12.2006, σ. 141.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0172.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0120.

(7)  ΕΕ C 301 E, 13.12.2007, σ. 224.

(8)  ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 626.

(9)  ΕΕ C 305 E, 14.12.2006, σ. 141.

(10)  ΕΕ C 323 Ε, 18.12.2008, σ. 467.

(11)  ΕΕ C 291 E, 30.11.2006, σ. 402.

(12)  ΕΕ C 317 E, 23.12.2006, σ. 480.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/10


Η κοινή γεωργική πολιτική και η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια

P6_TA(2009)0006

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή γεωργική πολιτική και την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια (2008/2153(INI))

(2010/C 46 E/02)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 33 της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τις αυξήσεις στις τιμές ζωοτροφών και τροφίμων (1), καθώς και το ψήφισμά του της 22ας Μαΐου 2008 σχετικά με την άνοδο της τιμής των τροφίμων στην ΕΕ και στις αναπτυσσόμενες χώρες (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με την ανάπτυξη της αφρικανικής γεωργίας – πρόταση για τη γεωργική ανάπτυξη και την επισιτιστική ασφάλεια στην Αφρική (3),

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση διευκόλυνσης για την ταχεία αντιμετώπιση των διογκούμενων τιμών των τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες (COM(2008)0450),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Μαΐου 2008 προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Αντιμετώπιση της πρόκλησης από την αύξηση των τιμών των τροφίμων - Κατευθύνσεις για τη δράση της ΕΕ» (COM(2008)0321),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για τον Επισιτισμό που πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη στις 13-17 Νοεμβρίου 1996 και τον στόχο να μειωθεί κατά το ήμισυ έως το 2015 ο αριθμός των ανθρώπων που υποφέρουν από πείνα παγκοσμίως,

έχοντας υπόψη την έκθεση «Agricultural Outlook 2008-2017» που δημοσίευσαν από κοινού ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ),

έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Παγκόσμιου Συμβουλίου Γεωργίας (Διεθνής αξιολόγηση των γνώσεων, των επιστημών και των τεχνολογιών στον τομέα της γεωργίας για την ανάπτυξη (IAASTD),

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα του «check up» της μεταρρύθμισης της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής,

έχοντας υπόψη τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ σχετικά με το Γύρο της Ντόχα για την ανάπτυξη,

έχοντας υπόψη τη δήλωση του Παρισιού της 2ας Μαρτίου 2005 για την αποτελεσματικότητα της βοήθειας,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0505/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1970, ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σοβαρή επισιτιστική κρίση, οφειλόμενη τόσο σε διαρθρωτικούς και μακροπρόθεσμους παράγοντες, όσο και σε άλλες αιτίες, με την τιμή του αραβόσιτου να τριπλασιάζεται από το 2006 και με την τιμή του σιταριού να αυξάνεται σε παγκόσμια κλίμακα κατά 180% και πλέον σε διάστημα δύο ετών και τη συνολική παγκόσμια αύξηση των τιμών των τροφίμων να ανέρχεται σε 83% περίπου,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σημαντική, απρόβλεπτη και ξαφνική άνοδος των τιμών επήλθε σε σχετικά μικρό διάστημα, μεταξύ του Σεπτεμβρίου 2006 και του Φεβρουαρίου 2008· λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι οι τιμές άλλων τροφίμων σε παγκόσμια κλίμακα διπλασιάστηκαν κατά την τελευταία διετία και αναμένεται να παραμείνουν υψηλές, παρά τη σημειούμενη στην παρούσα φάση πτώση τιμών ορισμένων σιτηρών, όπως φαίνεται από την προθεσμιακή αγορά,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άνοδος των τιμών των ζωοτροφών επιβαρύνει το κόστος παραγωγής με αποτέλεσμα κινδύνους για μείωση της παραγωγής κτηνοτροφικών προϊόντων για τα οποία υπάρχει και προβλέπεται αυξημένη ζήτηση σε ανερχόμενες κυρίως οικονομίες,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προβλέπουν ότι, αν και οι τιμές των βασικών προϊόντων ενδέχεται να μειωθούν σε σχέση με πέρυσι, δεν αναμένεται να επιστρέψουν στα προ του 2006 επίπεδα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, εντούτοις, οι πολύ μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών των βασικών προϊόντων ενδέχεται να αποτελέσουν εντονότερο και συνηθέστερο χαρακτηριστικό της παγκόσμιας αγοράς, ότι οι υψηλότερες τιμές στα τρόφιμα δεν μεταφράζονται αυτομάτως σε υψηλότερα γεωργικά εισοδήματα κυρίως λόγω της ταχύτητας με την οποία αυξάνεται το κόστος των γεωργικών εισροών, αλλά και του παρατηρούμενου διαχρονικά αυξανόμενου ανοίγματος μεταξύ των τιμών παραγωγού και καταναλωτή,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα παγκόσμια επισιτιστικά αποθέματα μειώθηκαν σημαντικά, φτάνοντας σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, αφού τα αποθηκευμένα επισιτιστικά αποθέματα μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο επαρκούσαν για ένα έτος, το 2007 για 57 ημέρες, ενώ το 2008 μόλις για 40 ημέρες,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτοί και άλλοι παράγοντες είχαν άμεσες και σοβαρές επιπτώσεις σε μεγάλο αριθμό ατόμων, ότι η κρίση στις τιμές των τροφίμων οδήγησε μερικά ακόμη εκατομμύρια ανθρώπων στη φτώχεια και την πείνα σε παγκόσμιο επίπεδο, ότι οι εξελίξεις αυτές πυροδότησαν εξεγέρσεις και ταραχές σε ολόκληρο τον κόσμο, αποσταθεροποιώντας ακόμη περισσότερο διάφορες χώρες και περιοχές του πλανήτη, ότι ακόμη και στην ΕΕ τα αποθέματα έχουν εξαντληθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε, αυτήν τη στιγμή, το πρόγραμμα έκτακτης επισιτιστικής βοήθειας δεν έχει πλέον άλλα τρόφιμα να διανείμει,

Ζ.

έχοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις οργανώσεων που αγωνίζονται για την καταπολέμηση της πείνας στον κόσμο, στις αναπτυσσόμενες χώρες ένα στα πέντε άτομα υποσιτίζεται και υποφέρει από χρόνια πείνα, και κάθε μέρα πεθαίνουν στον κόσμο πάνω από τριάντα χιλιάδες παιδιά από την πείνα και την φτώχεια,

Η.

έχοντας υπόψη ότι η γεωργία προσφέρει απασχόληση και βιοποριστικά μέσα σε ποσοστό μεγαλύτερο του 70% του εργατικού δυναμικού στις αναπτυσσόμενες χώρες, σε δε πολλές αφρικανικές χώρες μεγαλύτερο του 80 %, και, κατά συνέπεια, οι πολιτικές για την ανάπτυξη της υπαίθρου έχουν ζωτική σημασία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της φτώχειας και της πείνας,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες στις αναπτυσσόμενες χώρες παράγουν μεταξύ 60% και 80% των ειδών διατροφής, και είναι συνεπώς υπεύθυνες για το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων· λαμβάνοντας υπόψη τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι γυναίκες φροντίζοντας για την οικογένειά τους καθώς και το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν ασφαλώς δυσχερέστερη πρόσβαση στη γη και σε μέσα παραγωγής από ό,τι οι άνδρες, και ότι, για το λόγο αυτό, πρέπει να ενισχύονται και να υποστηρίζονται με συνέπεια,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα κρίση έχει σοβαρότερες επιπτώσεις στα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπου το ποσοστό του οικιακού εισοδήματος που δαπανάται σε τρόφιμα αντιπροσωπεύει το 60 έως 80% του συνολικού εισοδήματος, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ είναι κατώτερος του 20%,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν απαιτήσει επανειλημμένως να δοθεί σθεναρή απάντηση στο γενικό πρόβλημα, κυρίως παρέχοντας την αναγκαία χρηματοδότηση για τις γεωργικές εισροές καθώς και βοήθεια στη χρησιμοποίηση μέσων διαχείρισης κινδύνου βασισμένων στην αγορά,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό παραγωγό τροφίμων, αφού αντιπροσωπεύει το 17% της παγκόσμιας παραγωγής σίτου, το 25% της παγκόσμιας παραγωγής γάλακτος, το 20% της παγκόσμιας παραγωγής χοιρείου κρέατος και το 30% της παγκόσμιας παραγωγής βοείου κρέατος· λαμβάνοντας υπόψη ταυτόχρονα ότι αποτελεί μεγάλο εισαγωγέα γεωργικών προϊόντων και ότι υπολείπεται σημαντικά της αυτάρκειας για πολλά βασικά γεωργικά προϊόντα,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη θέσπιση προτύπων για την παραγωγή τροφίμων στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, εστιάζοντας στο σύστημα ιχνηλασιμότητας που βασίζεται στην αρχή «από το αγρόκτημα στο πιάτο» και εγγυώμενη την ασφάλεια των τροφίμων που παράγονται στην ΕΕ,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ηγείται επίσης των πρωτοβουλιών για την προστασία του περιβάλλοντος, οι οποίες χρησιμεύουν στην προστασία των φυσικών πόρων, αλλά συνεπάγονται επιπλέον κόστος για τους γεωργούς της ΕΕ,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί τον μεγαλύτερο χορηγό αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά ότι σε διεθνές επίπεδο το ποσοστό της βοήθειας που διατίθεται για τη γεωργία μειώνεται συνεχώς από τη δεκαετία του 80, και κυρίως εκείνο που προέρχεται από την ΕΕ,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί παραδοσιακά περίπου το 10% της παγκόσμιας συνεργασίας για την ανάπτυξη, πλέον των συνεισφορών των κρατών μελών· επισημαίνοντας το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από την τρέχουσα κοινοτική χρηματοδοτική συνεισφορά (περίπου 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ· 1 δισεκατομμύριο μέσω της νέας διευκόλυνσης για την ταχεία αντιμετώπιση των διογκούμενων τιμών των τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες και τα υπόλοιπα μέσω των διαθέσιμων επί του παρόντος μέσων αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας),

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε ένα γενικό πλαίσιο άσκησης πίεσης στους φυσικούς πόρους, η παγκόσμια ζήτηση τροφίμων αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2050 και ότι η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων θα χρειαστεί να αυξηθεί,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), μια επένδυση ύψους 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο θα ήταν αρκετή για να διασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια ενός πληθυσμού που αναμένεται να φθάσει τα 9 δισεκατομμύρια το 2050,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι έως τώρα διεθνείς και περιφερειακές συμφωνίες έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς για την εξομάλυνση του εφοδιασμού της αγοράς και του εμπορίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσφατη ξαφνική άνοδος των τιμών των τροφίμων πρέπει να θέσει σε συναγερμό τις κυβερνήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, καθώς η γεωργική παραγωγή δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη,

1.

δηλώνει ότι η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια αποτελεί εξαιρετικά επείγον ζήτημα για την Ευρωπαϊκή Ένωση και απαιτεί άμεση και αδιάλειπτη δράση για τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας των πολιτών της ΕΕ, καθώς επίσης σε παγκόσμιο επίπεδο· θεωρεί ότι είναι σημαντικό να αναγνωριστεί η αξία όλων των καλλιεργειών προϊόντων διατροφής του κόσμου· τονίζει ότι τα τρόφιμα πρέπει να διατίθενται στους καταναλωτές σε λογικές τιμές, ενώ παράλληλα πρέπει να εξασφαλιστεί δίκαιο βιοτικό επίπεδο για τους γεωργούς·

2.

τονίζει τη σημασία της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ) ως μέσου για την εξασφάλιση της παραγωγής τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση· πιστεύει ότι η ΚΓΠ παρέχει στους πολίτες της ΕΕ ασφάλεια στην προσφορά τροφίμων από το 1962 που τέθηκε σε εφαρμογή, πέρα από την προστασία και την αναβάθμιση της υπαίθρου και των προτύπων παραγωγής τροφίμων της ΕΕ, τα οποία είναι τα υψηλότερα στον κόσμο· τονίζει ότι η κοινοτική γεωργία πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει αυτόν τον ρόλο στο μέλλον·

3.

σημειώνει, πάντως, ότι την τελευταία εικοσιπενταετία το αποτέλεσμα του μεγάλου αριθμού μεταρρυθμίσεων της ΚΓΠ ήταν η μείωση της γεωργικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με μια μετατόπιση της έμφασης από την ποσοτική στην ποιοτική παραγωγή που καθοδηγείται από την αγορά· πιστεύει ότι αυτή η αλλαγή πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα να χαθούν ενδεχόμενες ευκαιρίες της αγοράς για τους παραγωγούς της ΕΕ και οδήγησε σε αύξηση της εξάρτησης από την εισαγωγή τροφίμων από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία παράγονται σύμφωνα με πολύ διαφορετικά πρότυπα παραγωγής, εκθέτοντας έτσι σε άνισους όρους ανταγωνισμού τα γεωργικά προϊόντα της ΕΕ·

Επικρατούσα κατάσταση και αίτια

4.

επισημαίνει ότι, πριν από την πρόσφατη άνοδο των τιμών των τροφίμων, πάνω από 860 εκατομμύρια άνθρωποι υπέφεραν από χρόνια πείνα· σημειώνει ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, η απότομη αύξηση των τιμών των τροφίμων θα μπορούσε να ωθήσει 100 εκατομμύρια ανθρώπους σε ακόμη μεγαλύτερη φτώχεια·

5.

αναγνωρίζει την άποψη του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) ότι οι χώρες που είναι καθαροί εισαγωγείς ειδών διατροφής πλήττονται περισσότερο από την αύξηση των τιμών των τροφίμων και ότι πολλές από αυτές τις χώρες συγκαταλέγονται στις λιγότερο αναπτυγμένες του κόσμου· επαναβεβαιώνει το γεγονός ότι η φτώχεια και η εξάρτηση από την εισαγωγή ειδών διατροφής αποτελούν βασικά αίτια της επισιτιστικής ανασφάλειας· έχει δε επίγνωση του γεγονότος ότι, στην πραγματικότητα, ένα μικρό μόνο ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων διακινείται στις διεθνείς αγορές, από έναν ολοένα και περισσότερο περιορισμένο αριθμό χωρών εξαγωγής·

6.

σημειώνει ότι η σοδειά των βασικών δημητριακών το 2007 και το 2008 ήταν καλή· σημειώνει ότι το άμεσο πρόβλημα της επισιτιστικής ανασφάλειας οφείλεται στη μείωση της προσφοράς και στην αύξηση των τιμών των βασικών προϊόντων· εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για το χαμηλό επίπεδο των παγκόσμιων αποθεμάτων τροφίμων τα οποία, επί του παρόντος, επαρκούν για την κάλυψη των παγκόσμιων αναγκών για λιγότερες από 40 ημέρες·

7.

υπογραμμίζει ότι οι προσπάθειες ικανοποίησης των ζωτικών αναγκών των πληθυσμών, κυρίως σε τροφή και νερό, μπορούν συχνά να αποτελέσουν πηγή συγκρούσεων· επισημαίνει ότι η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα αυξηθεί κατά 3 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050, θα επιτείνει αυτές τις εντάσεις σε όλες τις περιοχές του κόσμου· ζητεί επομένως, κατά την χάραξη των μελλοντικών γεωργικών πολιτικών, να ληφθεί υπόψη η εν λόγω γεωστρατηγική διάσταση·

8.

σημειώνει με ανησυχία το κλιμακούμενο κόστος των γεωργικών εισροών (αύξηση της τιμής των λιπασμάτων, των σπόρων κ.λπ.) το οποίο μεταφράστηκε σε αύξηση των δαπανών η οποία δεν αντισταθμίστηκε με τον ίδιο τρόπο για όλους τους γεωργούς (κυρίως στον κτηνοτροφικό τομέα) και που μείωσε αισθητά οποιαδήποτε ενδεχόμενη αύξηση των εισοδημάτων των γεωργών από την αύξηση των τιμών των βασικών προϊόντων και των τροφίμων, κάτι που μπορεί να μειώσει τα κίνητρα για αύξηση της παραγωγής· εκφράζει την ανησυχία του μήπως η πολύ μεγάλη αύξηση της τιμής των μέσων παραγωγής θα μπορούσε να οδηγήσει σε λιγότερη χρήση και ενδεχόμενη μείωση της παραγωγής που θα επιτείνει την επισιτιστική κρίση για την ΕΕ και τον πλανήτη·

9.

σημειώνει ότι στις αγορές βασικών προϊόντων παρατηρείται επί του παρόντος μια καθαρή υποχώρηση των τιμών, γεγονός που δημιουργεί ανησυχία στους παραγωγούς και κλονίζει την εμπιστοσύνη των γεωργών·

10.

τονίζει τη σημασία μιας ολοκληρωμένης επισκόπησης των υψηλών τιμών των τροφίμων, που θα λαμβάνει υπόψη την άνοδο των τιμών της ενέργειας, τα σφοδρότερα καιρικά φαινόμενα και την αυξημένη ενεργειακή ζήτηση λόγω της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού, και ζητεί από την Επιτροπή να διερευνήσει περαιτέρω την ενδεχόμενη σύνδεση μεταξύ των υψηλών τιμών των τροφίμων και της αύξησης της τιμής της ενέργειας, ιδίως για καύσιμα· υπογραμμίζει περαιτέρω ότι πρέπει να γίνουν ενέργειες προκειμένου να μειωθεί η εξάρτηση της γεωργίας από ορυκτές πηγές ενέργειας με την αποδοτικότερη χρησιμοποίηση της ενέργειας και την ανάπτυξη συστημάτων γεωργικής παραγωγής με μικρή κατανάλωση ενέργειας·

11.

ζητεί μέσα πολιτικής τα οποία αφενός θα στοχεύουν στην αποτροπή μεγάλων και επιζήμιων διακυμάνσεων των τιμών αφετέρου θα λαμβάνουν υπόψη τους την ανάγκη εξασφάλισης δίκαιου βιοτικού επιπέδου για τους παραγωγούς· πιστεύει ότι το σύστημα του καθεστώτος ενιαίας ενίσχυσης δίνει την ευκαιρία στους γεωργούς να αλλάξουν την παραγωγή τους σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς αλλά ενδέχεται να μην είναι επαρκές για την αντιμετώπιση των θεαματικών διακυμάνσεων των τιμών της αγοράς·

12.

εφιστά την προσοχή σε πιο μακροπρόθεσμα διαρθρωτικά αίτια που έπαιξαν ρόλο στην πρόσφατη αύξηση της τιμής των βασικών γεωργικών προϊόντων, όπως η σταθερή αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης και η συνεχής μείωση των επενδύσεων στη γεωργία παραγωγής· σημειώνει ότι, μεταξύ αυτών των παραγόντων, η αύξηση στην τιμή της ενέργειας και κυρίως στην τιμή του πετρελαίου είχε πολύ σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια γεωργική παραγωγή (αυξάνοντας το κόστος παραγωγής και διανομής τροφίμων) και στην εκδήλωση επισιτιστικών κρίσεων στις φτωχές χώρες (λόγω του κόστους των μεταφορών των τροφίμων στο εσωτερικό των κρατών)·

13.

σημειώνει ότι το 2007 το 2% της παραγωγής δημητριακών της ΕΕ διοχετεύθηκε στην παραγωγή βιοκαυσίμων το 2007, ενώ την ίδια χρονιά το 25% της παραγωγής αραβοσίτου των ΗΠΑ διοχετεύθηκε στην παραγωγή αιθυλικής αλκοόλης· ζητεί συνολική αξιολόγηση της εν λόγω τάσης και των επιπτώσεών της στις τιμές των τροφίμων, καθώς και συντονισμό των πολιτικών σε παγκόσμιο επίπεδο ώστε να διασφαλιστεί ότι η πίεση που ασκείται για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές δεν θέτει σε κίνδυνο τον επισιτιστικό εφοδιασμό· ζητεί επίσης τη συμπερίληψη στις διεθνείς και περιφερειακές συμφωνίες δεσμεύσεων ότι οι παρεχόμενες επιδοτήσεις για παραγωγή βιοκαυσίμων δε θα θέτουν σε κίνδυνο τη διατροφική ασφάλεια του πλανήτη και θα είναι συμβατές με κανόνες ώστε να μη διαταράσσουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των εμπορικών εταίρων· ζητεί ωστόσο ισχυρή δέσμευση από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προαγωγή των βιοκαυσίμων δεύτερης γενιάς·

14.

υπογραμμίζει την ανάγκη επίτευξης ισορροπίας σε ό,τι αφορά την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιοενέργειας αφενός, και τα αποθέματα απαραίτητων τροφίμων σε παγκόσμιο επίπεδο αφετέρου· επισημαίνει ότι η αύξηση της παραγωγής βιοκαυσίμων και βιοενέργειας μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο στον γεωργικό τομέα προϊόντων διατροφής ο οποίος επί του παρόντος υφίσταται τον αντίκτυπο των υψηλών τιμών στις πρώτες ύλες που είναι απαραίτητες για τη βιομηχανία μεταποίησης όπως στα λιπάσματα, στο πετρέλαιο θέρμανσης κ.λπ.· τονίζει ότι η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελεί επομένως μια βιώσιμη οικονομική και κοινωνική εναλλακτική επιλογή για την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών και παράλληλα μια βιώσιμη διαδικασία για την προστασία του περιβάλλοντος, πόσο μάλλον αν λάβουμε υπόψη τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι το 2020· τονίζει ωστόσο ότι ταυτόχρονα κρίνεται σκόπιμη η λήψη μέτρων για την ανάσχεση των δυσμενών επιπτώσεων που μπορεί να προκαλέσει η αύξηση της παραγωγής των ενεργειακών καλλιεργειών στη βιοποικιλότητα, στις τιμές των τροφίμων και στους τρόπους εκμετάλλευσης της γης·

15.

σημειώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συμβάλει καθοριστικά στην αύξηση του αποθέματος των βασικών γεωργικών προϊόντων μέσω της κατάργησης του συστήματος της αγρανάπαυσης·

16.

εφιστά την προσοχή στις ταχέως μεταβαλλόμενες διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών, ιδιαίτερα σε αναδυόμενες χώρες όπου παρατηρείται μετατόπιση προς την κατανάλωση κρέατος και πρωτεϊνών με αποτέλεσμα να απαιτούνται περισσότεροι σπόροι· σημειώνει, επίσης, την ευπρόσδεκτη αύξηση του πραγματικού εισοδήματος σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, η οποία θα συνεχίσει να καθοδηγεί τη ζήτηση γεωργικών προϊόντων και ανακατεργασμένων τροφίμων·

17.

πιστεύει ότι η αυξημένη επικέντρωση της αγοράς στο λιανικό εμπόριο τροφίμων πρέπει να παρακολουθείται για να μην δημιουργούνται μονοπωλιακές καταστάσεις, καθώς οι δραστηριότητες των μεγάλων εμπόρων λιανικής ενδέχεται να μην είναι πάντα προς όφελος των παραγωγών, των μεταποιητών ή των καταναλωτών·

18.

επιθυμεί να υιοθετηθούν εναλλακτικές λύσεις για την αποκατάσταση της ισορροπίας υπέρ των μικροπαραγωγών, οι οποίοι δεν είναι σε θέση να διαπραγματεύονται με σημαντικούς εμπόρους λιανικής πώλησης· επισημαίνει ότι καίτοι σε επίπεδο ΕΕ υφίσταται ένα νομοθετικό πλαίσιο που απαγορεύει τα μονοπώλια και εμποδίζει τους μεγάλους παραγωγούς να προβαίνουν σε πρακτικές δεσπόζουσας θέσης στην αγορά της ΕΕ, δεν υπάρχει ακόμα ειδική νομοθεσία που να επιτρέπει την καταπολέμηση των μονοπωλιακών πρακτικών από ένα μέρος μεγάλων καταστημάτων, όπως π.χ. ορισμένα σούπερ μάρκετ και υπερκαταστήματα·

Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης

19.

πιστεύει ότι η ΚΓΠ πρέπει να παραμείνει ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής επισιτιστικής ασφάλειας της ΕΕ τόσο τώρα όσο και μετά το 2013· θεωρεί ότι για τη μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια είναι απολύτως απαραίτητα τα λειτουργικά οικοσυστήματα, τα γόνιμα εδάφη, οι σταθεροί υδάτινοι πόροι και μια πολύπλευρη αγροτική οικονομία· θεωρεί επίσης ότι είναι θεμελιώδους σημασίας να συμμετέχει περισσότερο η ΚΓΠ, μαζί με άλλες κοινοτικές πολιτικές, στην παγκόσμια επισιτιστική ισορροπία·

20.

πιστεύει ακράδαντα, ωστόσο, ότι η ΚΓΠ πρέπει να προσαρμοστεί περαιτέρω ώστε να ανταποκριθεί στους προβληματισμούς σχετικά με την επισιτιστική ασφάλεια· εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι, στις νομοθετικές προτάσεις της για το «check up» της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ τον Μάιο του 2008, η Επιτροπή δεν ανταποκρίθηκε απόλυτα στην πρόκληση· αντιτάσσεται στην περαιτέρω κατάργηση των μέτρων διαχείρισης της αγοράς και τις περικοπές των ενισχύσεων στήριξης των γεωργών·

21.

ζητεί, ενόψει της επανεξέτασης του προϋπολογισμού 2008-2009, ένα σταθερό και συνεπές επίπεδο δαπανών της ΕΕ και των κρατών μελών για την ΚΓΠ που να εγγυάται ένα δίκαιο εισόδημα για τους γεωργούς· υπενθυμίζει ότι οι γεωργοί χρειάζονται μια σταθερή πολιτική προκειμένου να κάνουν σχέδια για το μέλλον· τονίζει ότι η βασική αρχή μιας τέτοιας πολιτικής είναι η θέσπιση ενός δικτύου ασφαλείας του εισοδήματος έναντι κινδύνων και κρίσεων που προέρχονται είτε από αντίξοα φυσικά φαινόμενα είτε από στρεβλώσεις στην αγορά και ασυνήθιστης διάρκειας και έκτασης πτώση των τιμών· επισημαίνει, σχετικά, το γεγονός ότι η γεωργία αποφέρει σημαντική προστιθέμενη αξία στην οικονομία τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ·

22.

επισημαίνει ότι η αγορά από μόνη της δεν μπορεί να παράσχει στους παραγωγούς το σταθερό εκείνο εισόδημα που χρειάζονται για να συνεχίσουν να ασχολούνται με τη γεωργία λόγω του υψηλού κόστους που συνεπάγεται η συμμόρφωση με την παραγωγή τροφίμων, την επισιτιστική ασφάλεια, τα πρότυπα για το περιβάλλον και την ορθή μεταχείριση των ζώων στην ΕΕ· χαιρετίζει, ωστόσο, τον αυξημένο προσανατολισμό της ΚΓΠ προς την αγορά· εκφράζει τη λύπη του από την άλλη πλευρά, για το γεγονός ότι δεν επιτεύχθηκαν πλήρως οι στόχοι των μεταρρυθμίσεων του 2003 για αύξηση των τιμών της αγοράς και μείωση της γραφειοκρατίας για τους γεωργούς·

23.

εκτιμά ότι οι πολυάριθμοι κανόνες πολλαπλής συμμόρφωσης αποθαρρύνουν τους παραγωγούς και ότι, όπου είναι δυνατόν, οι συγκεκριμένοι κανόνες θα πρέπει να απλοποιηθούν· επικροτεί, για τον λόγο αυτόν, τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής με στόχο την απλοποίηση·

24.

έχει θορυβηθεί από το γεγονός ότι η προτεινόμενη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (για παράδειγμα, η νομοθεσία για τα προϊόντα φυτοπροστασίας), ενδέχεται να έχει σοβαρότατες επιπτώσεις καθώς θα μειώσει τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι γεωργοί για τη μεγιστοποίηση της απόδοσης και ενδέχεται, ουσιαστικά, να οδηγήσει σε κατακόρυφη μείωση της γεωργικής παραγωγής της ΕΕ· ζητεί λεπτομερή αξιολόγηση των επιπτώσεων – ιδιαίτερα των συνεπειών στην επισιτιστική ασφάλεια – όλων των προτεινόμενων μέσων·

25.

καλεί την Επιτροπή να μελετήσει τις επιπτώσεις των πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στον γεωργικό τομέα· θεωρεί ότι η γεωργία πρέπει να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, αλλά πρέπει και να της δοθούν τα μέσα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, καθώς είναι ένας από τους πιο ευαίσθητους τομείς της οικονομίας όσον αφορά το κλίμα, ώστε οι πρωτοβουλίες αυτές να μην μειώνουν τη γεωργική παραγωγή της ΕΕ και να μην οδηγούν στην υποκατάστασή της με εισαγόμενη παραγωγή·

26.

πιστεύει ότι πρέπει να εξετασθούν το σύστημα της ΕΕ και άλλα διεθνή συστήματα παρακολούθησης της παραγωγής και της αγοράς προκειμένου να θεσπισθεί αποτελεσματικότερος μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης για τον καθορισμό των τάσεων της παραγωγής· πιστεύει ότι χρειάζεται ένας παγκόσμιος κατάλογος απογραφής των τροφίμων και ένα παγκόσμιο σύστημα επισιτιστικών αποθεμάτων, καθώς και ότι η ΕΕ πρέπει να ηγηθεί της δημιουργίας ενός τέτοιου συστήματος· καλεί την Επιτροπή να αναλάβει δράση, σε συνεργασία με τους διεθνείς εταίρους της, και να υποβάλει πρόταση επί του θέματος·

27.

ζητεί τη διάθεση αποτελεσματικών ασφαλιστήριων συμβολαίων που θα προφυλάσσουν τόσο από τις μαζικές διακυμάνσεις των τιμών και των εισοδημάτων όσο και από τις επιπτώσεις των μετεωρολογικών συνθηκών στην παραγωγή·

28.

καλεί την Επιτροπή να μελετήσει ένα αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης της αγοράς σε επίπεδο ΕΕ, ικανό να καταγράφει τις μεταβολές και τις τάσεις των τιμών των γεωργικών προϊόντων και του κόστους των εισροών· υποστηρίζει ότι το σύστημα αυτό πρέπει να εξασφαλίζει διαφάνεια και να επιτρέπει διασυνοριακές συγκρίσεις μεταξύ ομοειδών προϊόντων·

29.

κρίνει ότι είναι σκόπιμο να δημιουργηθεί στα πλαίσια του FAO ένα διεθνές παρατηρητήριο των τιμών των γεωργικών προϊόντων, των εισροών και των τροφίμων, ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση των δεδομένων αυτών σε διεθνές επίπεδο·

30.

σημειώνει ότι, μέσω διαδοχικών μεταρρυθμίσεων της ΚΓΠ, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή σε εκείνα τα στοιχεία της γεωργικής πολιτικής της Ένωσης που προκαλούσαν στρεβλώσεις στο εμπόριο και αρνητικές επιπτώσεις στους γεωργούς του αναπτυσσόμενου κόσμου, αλλά ότι οι σχέσεις συναλλαγών παραμένουν ετεροβαρείς και ότι χρειάζεται ακόμα να καταβληθούν πολλές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός πιο δίκαιου συστήματος·

31.

σημειώνει, ωστόσο, ότι οι μεταρρυθμίσεις της πολιτικής της ΕΕ που αποσκοπούσαν στην ικανοποίηση των απαιτήσεων του ΠΟΕ οδήγησαν στον αναπροσανατολισμό των ενισχύσεων της ΚΓΠ και στην αποδέσμευσή τους από πληρωμές που συνδέονται με την παραγωγή, την κατάργηση των μέτρων διαχείρισης της αγοράς και το άνοιγμα των αγορών, αφήνοντας καταναλωτές και παραγωγούς όλο και πιο εκτεθειμένους στην αστάθεια της παγκόσμιας αγοράς· ζητεί τη συμπερίληψη στις πολιτικές της ΚΓΠ ρήτρας σχετικά με την επισιτιστική ασφάλεια και στις εμπορικές συμφωνίες ισότιμων δεσμεύσεων των εταίρων για ρυθμίσεις του εμπορίου που δε θα θέτουν σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια του πλανήτη· καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ, να ταχθεί υπέρ της διαφοροποιημένης πρόσβασης στην αγορά η οποία θα διασφαλίζει ότι οι υψηλές περιβαλλοντικές προδιαγραφές της κοινοτικής γεωργίας και το δικαίωμα κάθε κράτους μέλους στην επισιτιστική ασφάλεια δεν θα υπονομευθούν από φθηνές εισαγωγές·

32.

σημειώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί τις δεσμεύσεις της για την κατάργηση όλων των επιστροφών κατά την εξαγωγή έως το 2013 και ότι μέσω του «check up» της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ επιδιώκεται η περαιτέρω μεταρρύθμιση των μέσων στήριξης της αγοράς, σύμφωνα με τις συμφωνίες του ΠΟΕ·

33.

θεωρεί ότι η χρηματοδοτική διευκόλυνση για την ταχεία αντιμετώπιση των διογκούμενων τιμών των τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελεί απαραίτητο πρώτο βήμα για την κάλυψη των άμεσων αναγκών των ανθρώπων που πλήττονται περισσότερο από την επισιτιστική κρίση· τονίζει, ωστόσο, ότι η εν λόγω διευκόλυνση αποτελεί εφάπαξ μέτρο το οποίο εκπονήθηκε για να κατευθύνει τα κεφάλαια της θέσης 4 του γενικού προϋπολογισμού της ΕΕ προς την γεωργία μικρής κλίμακας των χωρών που έχουν πληγεί περισσότερο, οι οποίες θα χρειαστεί να ενισχυθούν με περαιτέρω μελλοντικές επενδύσεις· θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να ελέγχει με ποιον τρόπο δαπανώνται τα χρήματα και να εξασφαλίζει ότι χρησιμοποιούνται με βιώσιμο τρόπο στους τομείς όπου υφίστανται οι πιο σημαντικές ανάγκες, καθώς και ότι πρέπει να υποβάλλονται τακτικές εκθέσεις στο Κοινοβούλιο· επιπλέον ζητεί από το Κοινοβούλιο να ελέγχει σε τακτική βάση την εφαρμογή, μέσω της «κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο»·

34.

καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τα παρόντα προγράμματά της που εκπονήθηκαν με στόχο να διασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια στην Ευρώπη και στον κόσμο· ζητεί την ενίσχυση του θεματικού προγράμματος επισιτιστικής ασφάλειας (2007-2010), στο οποίο χορηγήθηκαν 925 εκατομμύρια ευρώ για ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού· χαιρετίζει την πρόταση για αύξηση της επιχορήγησης από τον προϋπολογισμό του προγράμματος διανομής τροφίμων σε απόρους της Κοινότητας που παρουσίασε η Επιτροπή στις 17 Σεπτεμβρίου 2008· καλεί την Επιτροπή να εγκρίνει συλλογική στρατηγική για τα ζητήματα της επισιτιστικής ασφάλειας η οποία θα επιφέρει συνοχή μεταξύ όλων των κοινοτικών πολιτικών της Ένωσης·

35.

εκφράζει την ανησυχία της για την τρέχουσα παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε μείωση της χρηματοδότησης που διατίθεται στη γεωργία· καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τις συνέπειες της χρηματοοικονομικής κρίσης στο γεωργικό τομέα και να εξετάσει προτάσεις προκειμένου να διασφαλίσει τη σταθερότητα του τομέα, μεταξύ άλλων όσον αφορά την παροχή δανείων και πιστωτικών εγγυήσεων·

36.

παραπέμπει στις έρευνες που δείχνουν ότι οι καταναλωτές αγνοούν σε μεγάλο βαθμό τα σημαντικότατα οφέλη που αποφέρει η ΚΓΠ από την άποψη της επισιτιστικής ασφάλειας και της λογικής τιμολόγησης των τροφίμων (4). ζητεί πολιτικές ενημέρωσης των πολιτών και ανανέωση της δέσμευσης για απλούστευση της ΚΓΠ, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην καλύτερη κατανόηση των μέσων και των οφελών της ΚΓΠ· προτείνει να ενημερωθεί η κοινή γνώμη για το κόστος που θα είχε δημιουργηθεί αν δεν υπήρχε η ΚΓΠ·

37.

πιστεύει ότι η ΚΓΠ πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εξωτερική πολιτική και στην πολιτική στον τομέα της ανάπτυξης της ΕΕ με ιδιαίτερη προσοχή στην πολιτική εξωτερικής επισιτιστικής ασφάλειας· πιστεύει ότι, παράλληλα με την εξασφάλιση της παραγωγής τροφίμων της ΕΕ, η ΚΓΠ μπορεί να συμβάλει στην κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης για τρόφιμα παγκοσμίως·

38.

σημειώνει ότι ο οι ένοπλες συγκρούσεις επηρεάζουν πολύ αρνητικά την παραγωγή τροφίμων και την πρόσβαση σε αυτά· εκφράζει την ανησυχία της για τις σοβαρές συνέπειες της προδιάθεσης για συγκρούσεις στην επισιτιστική ασφάλεια, π.χ. μαζικές μετακινήσεις πληθυσμού, παράλυση της γεωργικής παραγωγής, επιζήμιος αντίκτυπος σε υποδομή ζωτικής σημασίας·

39.

πιστεύει ότι έχει ζωτική σημασία να αποφευχθεί ο έντονος διασπαστικός ανταγωνισμός για τους επισιτιστικούς πόρους εν ανεπαρκεία· ζητεί επομένως περισσότερο αποτελεσματικό συντονισμό της ΕΕ με μη κυβερνητικές οργανώσεις, τον FAO και λοιπούς διεθνείς οργανισμούς σε τεχνικό επίπεδο και με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) σε πολιτικό επίπεδο για την προώθηση της δίκαιης πρόσβασης σε επισιτιστικούς πόρους σε παγκόσμιο επίπεδο και την αύξηση της παραγωγής τροφίμων σε βασικές αναπτυσσόμενες χώρες, λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη με συνεκτικό τρόπο την βιολογική ποικιλία και τις απαιτήσεις σε θέματα βιώσιμης ανάπτυξης·

40.

παροτρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να βοηθήσει χώρες που βρίσκονται αντιμέτωπες με τον κίνδυνο σύγκρουσης να αναπτύξουν δικές τους ισχυρές γεωργικές πολιτικές, με βάση την εύκολη πρόσβαση σε πρώτες ύλες, την παιδεία υψηλού επιπέδου, την επαρκή χρηματοδότηση, καθώς και την αξιόπιστη υποδομή· πιστεύει ότι η βοήθεια της ΕΕ πρέπει να στοχεύει στη βελτιωμένη επισιτιστική αυτάρκεια για τις αποδέκτριες αναπτυσσόμενες χώρες, γεγονός που θα επιτρέψει καλύτερη περιφερειακή επισιτιστική ασφάλεια και πρόσβαση σε τρόφιμα για τα οικονομικά ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας·

41.

σημειώνει ότι ορισμένες αναπτυσσόμενες οικονομίες ενδέχεται να σχεδιάζουν τη μίσθωση μεγάλων εκτάσεων γης σε φτωχότερες περιοχές της Αφρικής και της Ασίας για τους σκοπούς γεωργικών καλλιεργειών και μεταφοράς των προϊόντων στις αγορές τους, ούτως ώστε να βελτιωθεί η δική τους επισιτιστική ασφάλεια· πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνεργασία με τον FAO, πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη αυτό το φαινόμενο ως μείζονα απειλή για την επισιτιστική ασφάλεια και την αποτελεσματική γεωργική πολιτική στις χώρες υποδοχής·

Η γεωργία στον αναπτυσσόμενο κόσμο

42.

τονίζει ότι οι σημερινές επισιτιστικές προκλήσεις απαιτούν αύξηση της παραγωγής τροφίμων για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης, καθώς και βελτίωση της ποιότητας, μείωση του κόστους και εξασφάλιση μεγαλύτερης αειφορίας· εκτιμά ότι για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου, καθίσταται επιτακτική η συνολική επανεξέταση των δημόσιων πολιτικών για τη βελτίωση των μεθόδων παραγωγής, της διαχείρισης των αποθεμάτων και της ρύθμισης των διεθνών αγορών·

43.

τονίζει την ανάγκη ανάληψης περισσότερων μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων δράσεων για την ανάπτυξη της γεωργίας και της παραγωγής τροφίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες, και ιδιαίτερα στην Αφρική λαμβανομένων υπόψη των προαναφερθεισών συστάσεων· φρονεί ότι η γεωργική ανάπτυξη μπορεί να αποτελέσει την απαρχή για τη συνολική οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας·

44.

πιστεύει ότι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στη γεωργία, ιδίως δε στις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις και στην περαιτέρω επεξεργασία των προϊόντων σε τοπικό επίπεδο, καθώς η μεγάλη πλειονότητα των φτωχών του κόσμου ζουν σε αγροτικές περιοχές οι οποίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την αγροτική παραγωγή· θεωρεί, επίσης, ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τις συναλλαγές γεωργικών προϊόντων, οι οποίες εγγυώνται την ύπαρξη επισιτιστικών πόρων σε όλες τις χώρες· πιστεύει ότι πρέπει να παραχωρηθούν στις αναπτυσσόμενες χώρες εμπορικά πλεονεκτήματα που να στηρίζουν την ενίσχυση της εθνικής παραγωγής· καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις ανωτέρω εκτιμήσεις στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ και των συμφωνιών οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΣΟΕΣ) με τις αναπτυσσόμενες χώρες·

45.

θεωρεί ότι ένα σοβαρό εμπόδιο στην αύξηση της γεωργικής παραγωγής στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι η έλλειψη πρόσβασης των μικροκαλλιεργητών σε δάνεια και μικροπιστώσεις για επενδύσεις σε βελτιωμένους σπόρους, λιπάσματα και αρδευτικά συστήματα· τονίζει, επιπλέον, το ζήτημα των δανειακών εγγυήσεων οι οποίες, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν είναι διαθέσιμες· καλεί την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να εξετάσει μέσα για την παροχή προγραμμάτων για τοπικούς παραγωγούς ειδών διατροφής στις αναπτυσσόμενες χώρες με δανειακές εγγυήσεις ώστε να στηριχθεί η πρόσβαση σε πιστώσεις και μικροπιστώσεις·

46.

επανεπιβεβαιώνει την πεποίθησή του ότι χρειάζονται ολοκληρωμένες γεωργικές αγορές σε περιφερειακό επίπεδο· καλεί την Επιτροπή να στηρίξει την περιφερειακή συνεργασία και ολοκλήρωση· υπενθυμίζει στην ομάδα κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) την επιτυχία της ολοκλήρωσης της γεωργίας στην Ευρώπη και τη σταθερότητα που εξασφάλισε για περισσότερα από 50 χρόνια· ενθαρρύνει επομένως τις περιφερειακές οικονομικές κοινότητες των κρατών ΑΚΕ να ενισχύσουν τη δράση τους στον τομέα της γεωργίας και καλεί τις αναπτυσσόμενες χώρες να μειώσουν τα εμπόδια στις μεταξύ τους συναλλαγές·

47.

υπογραμμίζει άλλωστε ότι η γεωργία πρέπει να εξελιχθεί από ένα σύστημα καλλιέργειας προϊόντων διατροφής προς μια αγροτική οικονομία που θα δημιουργεί θέσεις απασχόλησης· εκτιμά επιπλέον ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στα μέτρα στήριξης των νέων γεωργών στις αναπτυσσόμενες χώρες με στόχο την ανάπτυξη ενός ισχυρού γεωργικού κλάδου· θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της για συνεργασία και στήριξη έτσι ώστε να εκσυγχρονιστούν οι αλυσίδες διατροφής των αναπτυσσόμενων χωρών, καθιστώντας τις τελευταίες περισσότερο αποτελεσματικές· εκτιμά τέλος ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να στηρίξει πρωτοβουλίες, όπως π.χ. το κοινό πρόγραμμα σπόρων, το οποίο θέσπισε η Αφρικανική Ένωση μαζί με τους εθνικούς και περιφερειακούς της εταίρους·

48.

εκτιμά ότι στο πλαίσιο μιας αποτελεσματικής αναπτυξιακής πολιτικής των ιδίων των αναπτυσσόμενων χωρών είναι απαραίτητο όπως οι χώρες αυτές αποκτήσουν εθνική ή και κοινή περιφερειακή στρατηγική αγροτικής ανάπτυξης με σαφή μέτρα στήριξης των παραγωγών και των προϊόντων· θεωρεί ότι στο πλαίσιο αυτό η αναπτυξιακή βοήθεια της ΕΕ δεν θα έχει αποσπασματικό χαρακτήρα αλλά θα αποτελεί μέρος της εν λόγω συγχρηματοδοτούμενης εθνικής ή κοινής περιφερειακής στρατηγικής αγροτικής ανάπτυξης·

49.

ζητεί τη δημιουργία μόνιμου ταμείου επισιτιστικής ασφάλειας για τη στήριξη των απόρων του πλανήτη, από τη θέση 4 του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συμπλήρωση άλλων αναπτυξιακών μέτρων χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση·

50.

χαιρετίζει παγκόσμιες πρωτοβουλίες όπως η Ειδική ομάδα υψηλού επιπέδου των Ηνωμένων Εθνών για την παγκόσμια κρίση των τιμών των τροφίμων και θεωρεί ότι η ΕΕ πρέπει να συντονίσει τις προσπάθειές της με την εν λόγω Ειδική ομάδα· υπογραμμίζει τη σημασία των προαιρετικών κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με το ανθρώπινο δικαίωμα στην τροφή που θεσπίστηκαν από τα κράτη μέλη του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) τον Νοέμβριο 2004· προτείνει, επίσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η διαθεσιμότητα τροφίμων, τη δημιουργία παγκόσμιου προγράμματος υποχρεωτικής διατήρησης αποθεμάτων, καθώς και ενός καλύτερου βασικού συστήματος αποθεματοποίησης για τις βασικές εισροές παραγωγής (πρωτεΐνες, λιπάσματα, σπόρους, παρασιτοκτόνα), που θα στηρίζεται κατά προτίμηση σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών συνεταιρισμών·

51.

έχει επίγνωση των δεσμεύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι του αναπτυσσόμενου κόσμου, καθώς και των τρεχουσών και μελλοντικών υποχρεώσεων του ΠΟΕ· ζητεί τα μέτρα στήριξης της ΕΕ να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στη Δήλωση του Μαπούτο του 2002 των κρατών της Αφρικής· καλεί τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας που έθεσε ο ΟΗΕ, κυρίως τη συνεισφορά του 0,7 % του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος τους για αναπτυξιακή βοήθεια· είναι της άποψης, ωστόσο, ότι η ποιότητα της αναπτυξιακής βοήθειας είναι πιο σημαντική από τα ποσά που διατίθενται για αυτήν·

52.

εκφράζει τη λύπη του για τη μείωση του ποσού της αναπτυξιακής βοήθειας που διοχετεύεται στη γεωργία και την ανάπτυξη της υπαίθρου, το οποίο ανερχόταν σε 17 % το 1980 και σε μόλις 3 % το 2006· καλεί την Επιτροπή να κατευθύνει και να παρακολουθεί τη συνεισφορά της οικονομικής στήριξης της ΕΕ προς την επίτευξη ανάπτυξης βασισμένης στη γεωργία και να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε οι κυβερνήσεις να δαπανούν ποσοστό 10 % του εθνικού προϋπολογισμού στον αγροτικό τομέα, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις τους (π.χ. θέτοντας ειδικούς στόχους για τις εθνικές γεωργικές πολιτικές)·

53.

επιβεβαιώνει ότι για τις χώρες ΑΚΕ, η γεωργία είναι ένας τομέας που έχει περισσότερες δυνατότητες, σε σχέση με άλλους τομείς, ευημερίας για τους πτωχούς αγροτικούς πληθυσμούς, συνεισφέροντας έτσι κατά τρόπο απτό στην επίτευξη του πρώτου αναπτυξιακού στόχου της Χιλιετίας για την εξάλειψη της έσχατης ένδειας και της πείνας, και υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, πόσο σημαντικό είναι να αναληφθεί άμεση δράση και να προωθηθούν περισσότερες επενδύσεις στην γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη·

54.

τονίζει ότι η αγροτική ανάπτυξη πρέπει να βασίζεται κατά κύριο λόγο στο δικαίωμα στη διατροφή και στο δικαίωμα στην παραγωγή τροφής, δίνοντας σε όλους τους ανθρώπους τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε ασφαλή, θρεπτικά και κατάλληλα για την κουλτούρα τους τρόφιμα που παράγονται με ορθολογικές και βιώσιμες οικολογικές μεθόδους αυτόνομης γεωργικής διάρθρωσης·

55.

καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναγνωρίσει το δικαίωμα των αναπτυσσόμενων χωρών να λαμβάνουν αποφάσεις για τον τομέα των τροφίμων τους και να υποστηρίξει τις χώρες αυτές με κατάλληλα στοχοθετημένα μέτρα, ενώ, στο πλαίσιο αυτό, πρέπει κατά κύριο λόγο να αξιοποιηθούν και να επεκταθούν οι διαρθρώσεις και οι πόροι που υπάρχουν - λ.χ. σπόροι, λιπάσματα, μέσα παραγωγής - και να προωθείται η περιφερειακή ολοκλήρωση·

56.

καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να επαναφέρει τη γεωργία στο επίκεντρο της αναπτυξιακής της ατζέντας, δίδοντας ειδική προτεραιότητα σε προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης και θέτοντας σαφείς και εφικτούς στόχους για τη μείωση της φτώχειας, και ιδίως σε μέτρα που ενισχύουν τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις και υποστηρίζουν την παραγωγή τροφίμων για τις τοπικές αγορές αξιοποιώντας την βιοποικιλότητα, που θα εστιάζονται ειδικότερα στη δημιουργία δυνατοτήτων για μικρούς γαιοκτήμονες και γυναίκες·

57.

καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να ενώσει τις δυνάμεις της με τα κράτη μέλη, τις κυβερνήσεις ΑΚΕ, τις διεθνείς οργανώσεις, τις τράπεζες περιφερειακής ανάπτυξης και ιδιωτικά ιδρύματα, μη κυβερνητικές οργανώσεις και τοπικές αρχές, και να ενσωματώσει νέα σχέδια και προγράμματα παρέμβασης για τις υψηλές τιμές των τροφίμων στα περιφερειακά προγράμματα, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο·

58.

ζητεί την λήψη μέτρων με στόχο την βελτίωση της κατάρτισης ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους νέους να συνεχίσουν σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην γεωργία, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισής τους ώστε να ανταποκρίνονται στα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά πρότυπα της ΕΕ, καθώς και τη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης για απόφοιτους του κλάδου αυτού με στόχο την μείωση της φτώχειας και της μετανάστευσης από την ύπαιθρο στις αστικές περιοχές, και προς αποφυγή της «διαρροής εγκεφάλων» από τις αναπτυσσόμενες χώρες στις ανεπτυγμένες·

59.

πισημαίνει τον «Κώδικα Δεοντολογίας για την Πρόληψη και Διαχείριση της Επισιτιστικής Κρίσης του 2008» του Δικτύου Πρόληψης της Επισιτιστικής Κρίσης και ζητεί να εφαρμόζονται ή να λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες αυτού του κώδικα στην Κοινή Γεωργική Πολιτική, υποστηρίζει και ταυτόχρονα ζητεί τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και την ενίσχυση ιδίως των γυναικών, των συνεταιρισμών μικρών γεωργών και των ενώσεων παραγωγών ώστε να διασφαλισθεί η επισιτιστική ασφάλεια και αυτονομία·

60.

εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι, σε πολλές περιπτώσεις, ο προϋπολογισμός για το στρατό και την άμυνα είναι μεγαλύτερος από τον προϋπολογισμό για τη γεωργία και τα είδη διατροφής·

61.

πιστεύει ότι οι μικροκαλλιεργητές αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της γεωργικής ανάπτυξης· τονίζει μερικά από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικροκαλλιεργητές στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπως η πρόσβαση στην αγορά, σε γη και σε εκπαίδευση, η χρηματοδότηση, οι εισροές και η τεχνολογία· επαναβεβαιώνει τη σημασία της ανάπτυξης αγροτικών υποδομών και των επενδύσεων σε μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις και παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής χαμηλών εισροών προσαρμοσμένες στα τοπικά δεδομένα·

62.

σημειώνει ότι, λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας σημαντικός παράγοντας της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων είναι η ανεπάρκεια εμπορικών συναλλαγών σε είδη διατροφής, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, η παγκόσμια παραγωγή ρυζιού αυξήθηκε το 2007, ενώ την ίδια χρονιά το εμπόριο ρυζιού σημείωσε πτώση·

63.

φρονεί ότι η αυξημένη και μη ελεγχόμενη ελευθέρωση του γεωργικού εμπορίου θα επιφέρει ακόμη μεγαλύτερη αστάθεια των τιμών· τονίζει ότι η κατάσταση αυτή θα πλήξει περισσότερο τις πλέον ευάλωτες αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν τρόφιμα· τονίζει, επιπλέον, ότι οι κανόνες του παγκόσμιου εμπορίου δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αντιβαίνουν στο δικαίωμα των χωρών ή των περιφερειών να στηρίζουν τη γεωργία τους για να εγγυώνται την επισιτιστική ασφάλεια του πληθυσμού τους·

64.

θεωρεί ότι οι πολιτικές ανοίγματος της αγοράς για τα γεωργικά προϊόντα στο πλαίσιο του ΠΟΕ και των διμερών συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών έχουν συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στη μείωση της επισιτιστικής ασφάλειας σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας κρίσης του εφοδιασμού σε τρόφιμα· ζητεί από την Επιτροπή να επαναξιολογήσει αναλόγως την προσέγγιση ελεύθερης αγοράς που εφαρμόζει έναντι του γεωργικού εμπορίου·

65.

ζητεί από τις μεγάλες χώρες εξαγωγείς τροφίμων (Βραζιλία, Αργεντινή, Ταϊλάνδη, κτλ) να ενεργούν ως αξιόπιστοι προμηθευτές τροφίμων ευρείας κατανάλωσης και να αποφεύγουν τους περιορισμούς στις εξαγωγές που θα μπορούσαν να έχουν καταστροφικές συνέπειες, ειδικά για τις φτωχές αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν τρόφιμα·

66.

ανησυχεί βαθύτατα για την τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση που θα μπορούσε να οδηγήσει στη μείωση των χρηματοδοτήσεων που διατίθενται για τη δημόσια αναπτυξιακή βοήθεια· καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στον τομέα της αναπτυξιακής βοήθειας και να συνεχίσει να εξετάζει προτάσεις για τη στήριξη της γεωργίας των φτωχότερων χωρών·

67.

σημειώνει ότι η παγκόσμια επισιτιστική κρίση είναι μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια· επιδοκιμάζει κατά συνέπεια τις πρόσφατες προσπάθειες της Επιτροπής σχετικά με τη διερεύνηση τρόπων αντιμετώπισης του θέματος της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας· καλεί τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τέτοιες πρωτοβουλίες σε εθνικό και σε τοπικό επίπεδο·

Έρευνα και ανάπτυξη

68.

επαναβεβαιώνει τη δέσμευσή του για επενδύσεις στην τεχνολογία και την καινοτομία στη γεωργία και την γεωργική παραγωγή·

69.

υπογραμμίζει τη σημασία της χρηματοδότησης από δημόσιους πόρους μιας έρευνας που θα εξυπηρετεί την επισιτιστική ασφάλεια και όχι μονόπλευρα τα συμφέροντα της βιομηχανίας, θα προωθεί τις επενδύσεις όχι μόνο στην έρευνα νέων επιμέρους τεχνολογιών, αλλά και γενικών γεωργικών συστημάτων που θα εξυπηρετούν μια μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια· επισημαίνει σε αυτό το πλαίσιο τον πρωτοπόρο ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει στον τομέα αυτόν για παράδειγμα μια ευρωπαϊκή πλατφόρμα τεχνολογίας για την έρευνα σχετικά με την οικολογική γεωργία·

70.

τονίζει τη σημασία της έρευνας, αλλά και της μεταφοράς της γνώσης που αποκτάται μέσω αυτής σε επίπεδο γεωργικής εκμετάλλευσης μέσω αποτελεσματικής υπηρεσίας επέκτασης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο· ζητεί την ενίσχυση της γεωργικής έρευνας και της παραγωγής γνώσης·

71.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η έμφαση που δίδεται στη διασταυρούμενη συμμόρφωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται να αποβεί εις βάρος της έρευνας και της παροχής συμβουλών σχετικά με την παραγωγή των αγροτικών εκμεταλλεύσεων· τονίζει την αναγκαιότητα και των δύο·

72.

ζητεί ένα επιταχυνόμενο πρόγραμμα έρευνας και ανάπτυξης σχετικά με τη βιώσιμη, προσαρμοσμένη στα τοπικά δεδομένα γεωργία με ενεργειακή απόδοση· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να στηρίξουν την έρευνα που αποσκοπεί στην αύξηση της παραγωγικότητας από την πλευρά των εφαρμογών στη γεωργία· έχει επίγνωση της ανησυχίας των καταναλωτών της ΕΕ·

Αειφόρος γεωργία σε παγκόσμιο επίπεδο

73.

εκφράζει την ανησυχία του για τις μεταβολές των καιρικών φαινομένων που επιφέρει η κλιματική αλλαγή, εξαιτίας της οποίας προβλέπεται να γίνουν συχνότερες οι ξηρασίες και οι πλημμύρες, προκαλώντας αρνητικές συνέπειες στις σοδειές και τη δυνατότητα πρόβλεψης της παγκόσμιας γεωργικής παραγωγής·

74.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η εφαρμογή στην Ευρωπαϊκή Ένωση προτάσεων για την περαιτέρω μείωση των αερίων θερμοκηπίου ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς την παραγωγή τροφίμων, και ιδιαίτερα την κτηνοτροφία·

75.

αναγνωρίζει ότι χρειάζεται βελτιωμένη ενεργειακή απόδοση στον γεωργικό τομέα, ο οποίος παράγει ένα σημαντικό μερίδιο των συνολικών εκπομπών CO2·

76.

θεωρεί ότι η επέκταση της παραγωγής βιοκαυσίμων και βιοενέργειας θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο στον τομέα της γεωργίας και επεξεργασίας τροφίμων ο οποίος πλήττεται από υψηλότερες τιμές για τις εισροές του όπως λιπάσματα, παρασιτοκτόνα και ντίζελ, καθώς και από το κόστος των μεταφορών και της επεξεργασίας·

77.

αναγνωρίζει ότι ο γεωργικός τομέας αποτελεί πηγή εισοδήματος για την πλειονότητα του πληθυσμού σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και ενθαρρύνει ως εκ τούτου τις συγκεκριμένες χώρες να αναπτύξουν μηχανισμό σταθερών και διαφανών γεωργικών πολιτικών, ο οποίος θα διασφαλίζει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και την αειφόρο ανάπτυξη·

78.

ζητεί από την Επιτροπή να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς τα αποτελέσματα από την αυξημένη παραγωγή βιοενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε τρίτες χώρες όσον αφορά αλλαγές στην χρήση της γης, στις τιμές των φυσικών προϊόντων για τα είδη διατροφής και στην πρόσβαση στα τρόφιμα·

79.

επαναλαμβάνει ότι τα κίνητρα για να καταστούν βιώσιμες οι ενεργειακές καλλιέργειες δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο την παραγωγή τροφίμων·

80.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προάγουν την έρευνα και ανάπτυξη για την πρόληψη της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτή, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της έρευνας σε σχέση με τα βιοκαύσιμα νέας γενιάς, ιδιαίτερα την χρήση ενεργειακών καλλιεργειών υψηλής απόδοσης, λιπάσματα φιλικά προς το περιβάλλον που είναι όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά, νέες γεωργικές τεχνολογίες χωρίς σχεδόν καθόλου αρνητικά αποτελέσματα στην χρήση της γης, την ανάπτυξη νέων ειδών φυτών που να είναι ανθεκτικά στις κλιματικές αλλαγές και στις σχετικές ασθένειες, καθώς και την έρευνα σε σχέση με τρόπους χρησιμοποίησης των αποβλήτων στη γεωργία·

81.

πιστεύει ότι υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω έρευνα στον γεωργικό τομέα, προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγικότητά του, και καλεί τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν πλήρως τις ευκαιρίες που προσφέρει σχετικά με αυτό το έβδομο Πρόγραμμα Πλαίσιο για δραστηριότητες έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης, και να εγκρίνουν μέτρα που θα βελτιώσουν τη γεωργική παραγωγή με έναν βιώσιμο και ενεργειακά αποδοτικό τρόπο·

*

* *

82.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 263 E, 16.10.2008, σ. 621.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0229.

(3)  ΕΕ C 297 Ε, 20.11.2008, σ. 201.

(4)  Έρευνα Agri Aware TNS/Mrbi, διεξήχθη στην Ιρλανδία τον Αύγουστο του 2008.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/23


Προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας

P6_TA(2009)0007

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας (2008/2067(INI))

(2010/C 46 E/03)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που υπεγράφη στη Λισαβόνα στις 13 Δεκεμβρίου 2007,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας (1),

έχοντας υπόψη διάφορα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο, στα οποία εξετάζεται η κοινωνία των πολιτών,

έχοντας υπόψη τις εργασίες της Επιτροπής Συνταγματικών Θεμάτων, με εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, στις 3 Ιουνίου 2008,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A6-0475/2008),

A.

εκτιμώντας ότι μία δημοκρατική Ευρωπαϊκή Ένωση που βρίσκεται κοντά στους πολίτες της, προϋποθέτει στενή συνεργασία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών με την κοινωνία των πολιτών σε ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο,

Β.

έχοντας υπόψη ότι το άνοιγμα των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών στο διάλογο και στη συνεργασία με τους πολίτες και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να μπορέσουν οι πολίτες να δραστηριοποιηθούν στη νομοθεσία και τη διακυβέρνηση σε όλα τα επίπεδα,

Γ.

έχοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει τα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ ως προς την Ένωση διευκολύνοντας τη συμμετοχή τους και αυτή των ενώσεων που εκπροσωπούν την κοινωνία των πολιτών στις συζητήσεις που αφορούν μια «Ευρώπη των Πολιτών»,

Δ.

έχοντας υπόψη ότι οι ισχύουσες διατάξεις, που συμπεριλαμβάνονται επίσης στη Συνθήκη της Λισαβόνας, συνιστούν απαραίτητο νομικό πλαίσιο για την ανάπτυξη του διαλόγου των πολιτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο· έχοντας υπόψη ότι, ωστόσο, η εφαρμογή τους στην πράξη δεν είναι πάντοτε ικανοποιητική,

Ε.

έχοντας υπόψη ότι η κοινωνία των πολιτών στα 27 κράτη μέλη βρίσκεται σε διάφορα στάδια ανάπτυξης, και ότι αξιοποιεί σε διαφορετικό βαθμό της δυνατότητες συμμετοχικής δημοκρατίας και συμμετοχής στη διαδικασία διαμόρφωσης του δικαίου και στο διάλογο με τις κρατικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές,

ΣΤ.

έχοντας υπόψη ότι ο όρος «κοινωνία των πολιτών» αναφέρεται στο μεγάλο αριθμό μη κυβερνητικών και μη κερδοσκοπικών οργανώσεων που έχουν συσταθεί από πολίτες, αυτοβούλως, που έχουν παρουσία στη δημόσια ζωή, εκφράζοντας ενδιαφέροντα, ιδέες και ιδεολογίες των μελών τους ή άλλων, που βασίζονται σε ηθικές, πολιτισμικές, πολιτικές, επιστημονικές θρησκευτικές ή φιλανθρωπικές πεποιθήσεις,

Ζ.

έχοντας υπόψη ότι δεν έχει σημασία το κατά πόσο μια οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών είναι αντιπροσωπευτική και ότι η ενεργητικότητα και η αποτελεσματικότητα με την οποία ορισμένες οργανώσεις προωθούν τις συγκεκριμένες απόψεις τους δεν είναι πάντοτε ενδεικτική της αντιπροσωπευτικότητάς τους,

H.

έχοντας υπόψη ότι τα μεμονωμένα θεσμικά όργανα της ΕΕ προσεγγίζουν τον διάλογο των πολιτών με διαφορετικό τρόπο,

1.

επικροτεί τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ανάπτυξη του διαλόγου των πολιτών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο στα κράτη μέλη·

2.

υπογραμμίζει ότι η κοινωνία των πολιτών στην Ευρώπη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ευρωπαϊκή διαδικασία ολοκλήρωσης, μεταφέροντας θέσεις και απαιτήσεις των πολιτών της ΕΕ στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα· υπογραμμίζει τη σημασία της εμπειρογνωμοσύνης, η οποία τίθεται στη διάθεση των θεσμικών οργάνων από την πλευρά της κοινωνίας των πολιτών, και υπογραμμίζει τη σημασία του ρόλου που διαδραματίζει ο διάλογος των πολιτών στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση, ιδιαίτερα για την προώθηση και διάδοση των δραστηριοτήτων και στόχων της ΕΕ, τη δημιουργία δικτύου ευρωπαϊκής συνεργασίας και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ταυτότητας και αλληλεγγύης στην κοινωνία των πολιτών·

3.

υπογραμμίζει ότι εφόσον η ΕΕ επιθυμεί να επιτύχει τους πολιτικούς της σκοπούς και στόχους, χρειάζεται ευρύτερη δημόσια συζήτηση, αποτελεσματικότερος διάλογος των πολιτών και περισσότερη πολιτική ευαισθητοποίηση·

4.

τονίζει την ιδιαίτερη προσήλωσή του στον κοινωνικό διάλογο και τη σημασία που αποδίδεται σ' αυτόν στη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία τον αναγνωρίζει ως ανώτερη αρχή που συνδέει όλους τους τομείς δραστηριότητας της ΕΕ·

5.

επικροτεί την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικής και της συμμετοχικής δημοκρατίας, που απορρέει από την εισαγωγή στη Συνθήκη της Λισαβόνας της αποκαλούμενης «πρωτοβουλίας των πολιτών», η οποία επιτρέπει σε ένα εκατομμύριο πολίτες προερχόμενους από διάφορα κράτη μέλη να καλέσουν την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση·

6.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ καθώς και τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές των κρατών μελών να αξιοποιήσουν πλήρως το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο καθώς και τον κατάλογο των βέλτιστων πρακτικών για να αναπτύξουν το διάλογο με τους πολίτες και με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών· θεωρεί, ειδικότερα, ότι τα γραφεία πληροφοριών του Κοινοβουλίου σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην προώθηση, οργάνωση και διαχείριση δημοσίων συζητήσεων που πραγματοποιούνται τουλάχιστον ετησίως μεταξύ του Κοινοβουλίου και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών στο εν λόγω κράτος μέλος, και τονίζει τη σημασία της τακτικής συμμετοχής των μελών του, τόσο από το ενεχόμενο κράτος μέλος όσο και από άλλα κράτη μέλη σε αυτές τις δημόσιες συζητήσεις·

7.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να μεριμνήσουν για τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών στον διάλογο των πολιτών· είναι της άποψης ότι στο πλαίσιο αυτό έχει κρίσιμη σημασία η φωνή των νέων πολιτών της Ευρώπης, οι οποίοι θα διαμορφώσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση του αύριο και θα είναι υπεύθυνοι για αυτήν·

8.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να παράσχουν εγγυήσεις ότι όλοι οι πολίτες της ΕΕ, άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι και νέοι, κάτοικοι πόλεων και της υπαίθρου θα έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν ενεργά, χωρίς διακρίσεις και με τα ίδια δικαιώματα, στο διάλογο των πολιτών και, ειδικότερα, ότι μέλη γλωσσικών μειονοτήτων θα είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τις τοπικές τους γλώσσες σε τέτοιες δημόσιες συζητήσεις· είναι της άποψης ότι η δραστηριότητα της ΕΕ στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συμβάλει στην υλοποίηση της ιδέας της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών και να αποτελέσει παράδειγμα για τη διάδοση της ιδέας αυτής τόσο στα κράτη μέλη όσο και εκτός της ΕΕ·

9.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να αποφασίσουν στο πλαίσιο διοργανικής συμφωνίας δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για τον διορισμό εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών, μεθόδους για την οργάνωση διαβουλεύσεων και τη χρηματοδότησή τους, σύμφωνα με τις «γενικές αρχές και ελάχιστες προδιαγραφές για τη διαβούλευση των ενδιαφερομένων μερών από την Επιτροπή» (2)· επισημαίνει, για τον σκοπό αυτό, ότι όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να τηρούν ενημερωμένα μητρώα όλων των σχετικών μη κυβερνητικών οργανώσεων ανεξαρτήτως εφόσον δραστηριοποιούνται στα κράτη μέλη και/ή εστιάζουν στα θεσμικά όργανα της ΕΕ·

10.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να καταστήσουν το διάλογο των πολιτών κεντρική δραστηριότητα για όλες τις γενικές διευθύνσεις της Επιτροπής, όλες τις ομάδες εργασίας του Συμβουλίου στο Συμβούλιο Υπουργών και όλες τις επιτροπές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά τρόπο διαφανή και διατηρώντας πλήρως την ισορροπία μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα·

11.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να συνεργαστούν στενότερα στους τομείς της ανάπτυξης του διαλόγου των πολιτών και της προώθησης ενεργούς ευρωπαϊκής συμπεριφοράς εκ μέρους των πολιτών, προκειμένου να διασφαλιστεί η βελτίωση της επικοινωνίας, της διαβίβασης πληροφοριών και του συντονισμού των δραστηριοτήτων τους στο πλαίσιο της διαβούλευσης με τον πληθυσμό· σημειώνει ότι στο πλαίσιο αυτό, τακτικές συναντήσεις μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και επιτρόπους σε δημόσιες συζητήσεις στα κράτη μέλη θα είναι ιδιαίτερα επιθυμητές ως τρόπος για τη μείωση του παρατηρούμενου χάσματος μεταξύ της ΕΕ και των πολιτών της Ευρώπης·

12.

καλεί το Συμβούλιο να διευκολύνει και να απλουστεύσει την πρόσβαση στις εργασίες του, απαραίτητη προϋπόθεση για την καθιέρωση πραγματικού διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών·

13.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να αναπτυχθεί η ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα των επικοινωνιών ως προς την προσφορά νέων εργαλείων και τρόπων επικοινωνίας με τους πολίτες της ΕΕ (χάρη στο Διαδίκτυο, τις ηλεκτρονικές τεχνολογίες και τις σημερινές οπτικοακουστικές τεχνικές)·

14.

ζητεί επιτακτικά να συνεχιστούν οι σημερινές ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, που έχουν ήδη αποδείξει την αξία τους και αποβλέπουν στην ευρύτερη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όπως : η Europe by Satelite, η Αγορά των πολιτών, τα θεματικά φόρουμ των πολιτών (π.χ. Η Ευρώπη σου), συζητήσεις στο Διαδίκτυο κλπ.·

15.

υπογραμμίζει τη σημασία των επαγγελματικών σφυγμομετρήσεων της ευρωπαϊκής γνώμης υπό το πρίσμα της εντόπισης και κατανόησης των αναγκών και προσδοκιών των πολιτών της ΕΕ εις ό, τι αφορά τη λειτουργία της Ένωσης· καλεί τόσο τα θεσμικά όργανα της ΕΕ όσο και την κοινωνία των πολιτών στα κράτη μέλη να έχουν υπόψη τους αυτές τις προσδοκίες στο πλαίσιο της διάδρασης και των συζητήσεων μεταξύ τους·

16.

καλεί τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές των κρατών μελών να υποστηρίξουν το διάλογο των πολιτών, ιδιαίτερα σε εκείνα τα κράτη και τις περιφέρειες καθώς και σ' εκείνους τους τομείς όπου ο διάλογος αυτός δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί πλήρως ή δεν έχει καθιερωθεί σε επαρκή βαθμό· καλεί περαιτέρω τους φορείς να προωθήσουν ενεργά την ανάπτυξη της περιφερειακής διαλειτουργικότητας της κοινωνίας των πολιτών μεταξύ των κρατών μελών, και διαμεθοριακές πρωτοβουλίες· θεωρεί ότι η συγκρότηση ομάδων των κρατών μελών θα πρέπει επίσης να διερευνηθεί ως τρόπος προώθησης για την ανταλλαγή ιδεών και εμπειριών εντός της ΕΕ·

17.

καλεί τους εκπροσώπους της ευρωπαϊκής κοινωνίας να λάβουν ενεργό μέρος στο διάλογο των πολιτών και στην εκπόνηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων και πολιτικών, διευκολύνοντας έτσι την άσκηση επιρροής στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων·

18.

ενθαρρύνει τους ευρωπαίους πολίτες να συμμετάσχουν σε μεγαλύτερο βαθμό στις συζητήσεις που διοργανώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να ψηφίσουν στις προσεχείς εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

19.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πραγματοποίηση του διαλόγου με τους πολίτες σε όλα τα επίπεδα, ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό απαιτεί ανάλογους χρηματοδοτικούς πόρους, καλεί τους ενδιαφερόμενους και αρμόδιους για τη διοργάνωσή του φορείς να μεριμνήσουν για την κατάλληλη χρηματοδοτική του υποστήριξη·

20.

τονίζει ότι πέραν του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών είναι επίσης απαραίτητος ένας ανοικτός, διαφανής και τακτικός διάλογος της Ένωσης με τις εκκλησίες και τις θρησκευτικές κοινότητες, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας·

21.

συνιστά στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, να διαθέσουν από κοινού πληροφορίες σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα και τα πεδία δραστηριότητας οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στην Ευρώπη, παραδείγματος χάριν μία δημόσια και χρηστική τράπεζα δεδομένων·

22.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για τα ευρωπαϊκά σωματεία, προκειμένου οι ευρωπαϊκές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να μπορούν να καταλήγουν σε κοινή νομική βάση·

23.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0055.

(2)  Βλ. ανακοίνωση της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2002 με τίτλο «Προς ενίσχυση της διαβούλευσης και του διαλόγου - Γενικές αρχές και ελάχιστες προδιαγραφές για τη διαβούλευση των ενδιαφερομένων μερών από την Επιτροπή» (COM(2002)0704).


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/26


Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, εφαρμογή και επιβολή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και της οδηγίας 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση

P6_TA(2009)0008

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη μεταφορά, την εφαρμογή και την επιβολή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και την οδηγία 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (2008/2114(INI))

(2010/C 46 E/04)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τις διατάξεις αυτής σχετικά με τη δημιουργία της εσωτερικής αγοράς και την εξασφάλιση της ελευθερίας των επιχειρήσεων να παρέχουν υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά (1) («οδηγία ΑΕΠ»),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (2) («οδηγία ΠΣΔ»),

έχοντας υπόψη την οδηγία 97/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ σχετικά με την παραπλανητική διαφήμιση προκειμένου να συμπεριληφθεί η συγκριτική διαφήμιση (3),

έχοντας υπόψη την οδηγία 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Σεπτεμβρίου 1984, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παραπλανητική διαφήμιση (4),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών) (5),

έχοντας υπόψη την οδηγία 98/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (6) και την έκθεση της Επιτροπής της 18ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με την εφαρμογή της (COM(2008)0756),

έχοντας υπόψη το Πράσινο Βιβλίο της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με τα μέσα συλλογικής έννομης προστασίας των καταναλωτών (CΟΜ(2008)0794),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2007, σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την πολιτική καταναλωτών 2007-2013 (COM(2007)0099),

έχοντας υπόψη τις περισσότερες από 400 αναφορές για παραπλανητικές πρακτικές των εταιρειών έκδοσης καταλόγων επιχειρήσεων από 24 κράτη μέλη και 19 τρίτες χώρες, που έχει λάβει η Επιτροπή Αναφορών,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τις παραπλανητικές πρακτικές των εταιρειών έκδοσης καταλόγων επιχειρήσεων (7),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας (8),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A6-0514/2008),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η στρατηγική της Επιτροπής για την πολιτική καταναλωτών της ΕΕ για το διάστημα 2007-2013 έχει στόχο την «καλύτερη παρακολούθηση των καταναλωτικών αγορών και των εθνικών πολιτικών για τους καταναλωτές» και ιδίως την επίτευξη «έγκαιρης και ομοιόμορφης μεταφοράς της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές»,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία ΑΕΠ σηματοδοτεί μια νέα προσέγγιση στον τομέα του κοινοτικού δικαίου για την προστασία των καταναλωτών, προβλέποντας τη μέγιστη εναρμόνιση για την προστασία των καταναλωτών από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία ΠΣΔ κωδικοποιεί την οδηγία 84/450/ΕΟΚ, και ιδίως τις τροποποιήσεις της από την οδηγία 97/55/ΕΚ, και περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία ΑΕΠ περιορίζεται στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών και ότι δεν καλύπτει όλες τις εμπορικές πρακτικές, αλλά μόνο εκείνες που μπορούν να θεωρηθούν αθέμιτες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω οδηγία περιορίζεται σε εμπορικές πρακτικές που μπορούν να παραβλάψουν τα οικονομικά συμφέροντα των καταναλωτών και ότι στο πλαίσιο της οδηγίας αυτής δεν απαιτούνται προσαρμογές της εθνικής νομοθεσίας που προστατεύει τις επιχειρήσεις κατά των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών άλλων επιχειρήσεων,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τρία κράτη μέλη δεν έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή τα μέτρα για τη μεταφορά της οδηγίας ΑΕΠ, και συγκεκριμένα η Γερμανία, η Ισπανία και το Λουξεμβούργο· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν κατατεθεί στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) τρεις αιτήσεις έκδοσης προδικαστικής απόφασης όσον αφορά τη συμβατότητα των εθνικών μέτρων με την οδηγία ΑΕΠ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι σε ορισμένα κράτη μέλη έχει διαπιστωθεί μια μη ορθή μεταφορά της οδηγίας,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οδηγίες ΑΕΠ και ΠΣΔ αφήνουν μεγάλο περιθώριο στα κράτη μέλη όσον αφορά τα μέσα προσφυγής και τις ποινές σε περίπτωση παράβασης των διατάξεών τους,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη αποτελεσματικών μέσων έννομης προστασίας σε περίπτωση παράβασης της οδηγίας ΠΣΔ, καθώς και τη μη επιβολή της οδηγίας, όπως καταδεικνύεται, μεταξύ άλλων, από τις εταιρείες έκδοσης καταλόγων επιχειρήσεων που εφαρμόζουν παραπλανητικές πρακτικές,

Εισαγωγή

1.

τονίζει τη σημασία των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ ως προς την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των εμπόρων στις διασυνοριακές συναλλαγές και την ενίσχυση της νομικής ασφάλειας για τις επιχειρήσεις όσον αφορά το παραδεκτό διαφόρων εμπορικών και διαφημιστικών πρακτικών στην εσωτερική αγορά·

2.

χαρακτηρίζει την οδηγία ΑΕΠ σταθμό στον τομέα του κοινοτικού δικαίου για την προστασία του καταναλωτή και σημειώνει ότι η μεταφορά, η εφαρμογή και η επιβολή της θα αποτελούν καθοριστικής σημασίας πηγή για τη μελλοντική εξέλιξη του κοινοτικού δικαίου για την προστασία του καταναλωτή, καθώς και για την πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων της εσωτερικής αγοράς, την ανάπτυξη των διασυνοριακών συναλλαγών και του ηλεκτρονικού εμπορίου·

3.

πιστεύει ακράδαντα ότι η ορθή μεταφορά, εφαρμογή και επιβολή των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ έχει ζωτική σημασία για την επίτευξη των στόχων τους, ιδίως εάν λάβει κανείς υπόψη τις διαφορές μεταξύ των συστημάτων επιβολής και των τεχνικών εφαρμογής των κρατών μελών, την πολυπλοκότητα ορισμένων εκ των νομικών εννοιών που περιλαμβάνονται στις οδηγίες, τις πολλαπλές και εκτενείς υφιστάμενες εθνικές διατάξεις που ρυθμίζουν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και τη διαφήμιση, καθώς και το ευρύ πεδίο εφαρμογής των οδηγιών·

4.

καλεί την Επιτροπή, λαμβανομένης υπόψη της αιτιολογικής σκέψης 8 της οδηγίας ΑΕΠ, να διερευνήσει την ανάγκη προστασίας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων έναντι επιθετικών εμπορικών πρακτικών και, ενδεχομένως, να λάβει τα απαραίτητα μέτρα·

Κωδικοποίηση και μεταφορά

5.

χαιρετίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να βοηθήσει τα κράτη μέλη στη μεταφορά των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ·

6.

σημειώνει ότι το άρθρο 3, στοιχείο α, σημείο 2 της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/55/ΕΚ, το οποίο κάνει λόγο για «κάθε σύγκριση που αναφέρεται σε ειδική προσφορά», διαγράφηκε και δεν περιλαμβάνεται ούτε στην οδηγία ΑΕΠ ούτε στην οδηγία ΠΣΔ· εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι επικρατεί σύγχυση όσον αφορά τις συνέπειες αυτής της διαγραφής για τις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών, όπως καταδεικνύεται, ιδιαίτερα, από τις αποκλίνουσες προσεγγίσεις των κρατών μελών σχετικά με τη διατήρηση στην εθνική νομοθεσία –μετά την έγκριση της οδηγίας ΑΕΠ– ήδη υφιστάμενων διατάξεων εφαρμογής του άρθρου 3, στοιχείο α, σημείο 2 της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/55/ΕΚ· καλεί τα κράτη μέλη να ερευνήσουν το ζήτημα αυτό, με τη συνδρομή της Επιτροπής, και να προβούν ενδεχομένως σε σχετικές ενέργειες·

7.

θεωρεί ότι η Επιτροπή θα έπρεπε είτε να υποβάλει πρόταση τροποποίησης της οδηγίας ΠΣΔ, προκειμένου να περιληφθεί μια «μαύρη λίστα» πρακτικών που πρέπει να θεωρούνται σε κάθε περίπτωση παραπλανητικές, είτε να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΑΕΠ προκειμένου να καλύψει τις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων ειδικά όσον αφορά το σημείο 21 του Παραρτήματος Ι αυτής· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει έως τον Δεκέμβριο του 2009 έκθεση για τα μέτρα που θα ληφθούν·

8.

παρατηρεί ότι αρκετά κράτη μέλη έχουν κατακερματίσει τη «μαύρη λίστα» που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα I της οδηγίας ΑΕΠ κατά τη μεταφορά και την εφαρμογή της στα νομικά συστήματά τους· θεωρεί ότι ο κατακερματισμός της μαύρης λίστας σε διάφορους εθνικούς νόμους δημιουργεί σύγχυση για τις επιχειρήσεις και θα μπορούσε να οδηγήσει σε στρεβλώσεις κατά την εφαρμογή της οδηγίας ΑΕΠ· καλεί την Επιτροπή να συνεργαστεί με τα κράτη μέλη για την προσαρμογή της εθνικής τους νομοθεσίας προκειμένου οι «μαύρες λίστες» να είναι όσο το δυνατόν πιο προσβάσιμες και χρήσιμες για τους καταναλωτές·

9.

καλεί τα κράτη μέλη να ελέγξουν προσεκτικά τα νομικά τους συστήματα ώστε να αποφύγουν πιθανές αλληλεπικαλύψεις μεταξύ των κανόνων που εγκρίνονται κατά τη μεταφορά των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ και ήδη υφιστάμενων εθνικών διατάξεων, και να διασφαλίσουν κατά τον τρόπο αυτό μεγαλύτερη σαφήνεια για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις όσον αφορά τη διαδικασία μεταφοράς·

10.

καλεί τα κράτη μέλη να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στην ορθή μεταφορά, εφαρμογή και επιβολή των οδηγιών ΑΕΠ και ΠΣΔ και να διασφαλίσουν την τήρηση όλων των συναφών αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων και του ΔΕΚ·

11.

φρονεί ότι η εσφαλμένη ή καθυστερημένη μεταφορά των οδηγιών από τα κράτη μέλη προκαλεί εμπόδια στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις στο πλαίσιο των διασυνοριακών συναλλαγών·

Εφαρμογή και επιβολή

12.

σημειώνει ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν προβλέψει ότι μόνο ορισμένοι ρυθμιστικοί φορείς δύνανται να επιβάλουν τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται κατ εφαρμογή της οδηγίας ΑΕΠ και δεν έχουν προβλέψει άμεσο δικαίωμα προσφυγής για τους καταναλωτές, οι οποίοι δεν δικαιούνται επομένως να αξιώσουν αποζημιώσεις για ζημίες που προκλήθηκαν από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές· καλεί τα κράτη μέλη που δεν το έχουν ήδη πράξει να εξετάσουν την ανάγκη να δοθεί στους καταναλωτές άμεσο δικαίωμα προσφυγής, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι προστατεύονται επαρκώς από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές·

13.

χαιρετίζει τα αποτελέσματα της μεθόδου σάρωσης (EU sweep) της ΕΕ για τις αεροπορικές εταιρείες και τους ήχους κλήσης για κινητά τηλέφωνα που οργάνωσε η Επιτροπή ως πρώτο βήμα για την καλύτερη παρακολούθηση της εφαρμογής και της επιβολής της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για τη διενέργεια διευρυμένων αντίστοιχων ελέγχων ανά τακτά χρονικά διαστήματα· καλεί την Επιτροπή, σε συνεργασία με το δίκτυο συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών, να συλλέξει παρόμοια δεδομένα για την εφαρμογή της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά σε άλλους βασικούς τομείς της εσωτερικής αγοράς·

14.

ενθαρρύνει την Επιτροπή να αναπτύξει πιο αποτελεσματικά εργαλεία παρακολούθησης της εφαρμογής, όπως σαρώσεις (sweeps), ώστε να βελτιωθεί η επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα ενσωμάτωσης της μεθόδου σάρωσης στους μηχανισμούς παρακολούθησης του πίνακα επιδόσεων για τον καταναλωτή·

15.

καλεί όλα τα κράτη μέλη να συνεργαστούν πλήρως με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή και την παρακολούθηση της εφαρμογής των μεθόδων σάρωσης της Επιτροπής·

16.

τονίζει τη σημασία της ύπαρξης αξιόπιστων, έγκαιρων και σαφών δεδομένων και πληροφοριών για τη δέουσα παρακολούθηση των αγορών καταναλωτικών αγαθών· σημειώνει τον καθοριστικό ρόλο των ενώσεων επιχειρήσεων και καταναλωτών για τη διάθεση των δεδομένων αυτών·

17.

τονίζει τη σημασία της διασυνοριακής επιβολής για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω τη χρήση του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών ώστε να βελτιωθεί η διασυνοριακή επιβολή του νόμου· υπογραμμίζει την ανάγκη να καταστεί περισσότερο γνωστό το ευρωπαϊκό δίκτυο ενώσεων καταναλωτών·

18.

καλεί τα κράτη μέλη να διαθέσουν επαρκές προσωπικό και οικονομικούς πόρους για τη διασυνοριακή επιβολή·

19.

καλεί τα κράτη μέλη και τις εθνικές δικαστικές αρχές να ενισχύσουν τη διασυνοριακή συνεργασία όσον αφορά τις παραπλανητικές «υπηρεσίες βάσεων δεδομένων»·

20.

χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να καταρτίσει μια δημοσίως προσβάσιμη βάση δεδομένων για τα εθνικά μέτρα που θεσπίζονται κατά τη μεταφορά της οδηγίας ΑΕΠ, τη σχετική νομολογία και άλλο συναφές υλικό· καλεί την Επιτροπή να συμπληρώσει την εν λόγω βάση δεδομένων με επιστημονικές εκθέσεις παρακολούθησης, οι οποίες, με βάση τις υποθέσεις που έχουν καταγραφεί στην τράπεζα δεδομένων, διατυπώνουν συγκεκριμένες συστάσεις για τη λήψη μέτρων προκειμένου να βελτιωθεί η επιβολή του νόμου· καλεί επιπλέον την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει την εν λόγω βάση δεδομένων για τη δημιουργία ενός ιστότοπου που θα αποτελεί «ενιαίο σημείο πρόσβασης» από το οποίο τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές θα μπορούν να αποκτούν πληροφορίες σχετικά με τη νομοθεσία που ισχύει στα κράτη μέλη·

21.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να οργανώσουν ενημερωτικές εκστρατείες προκειμένου να αυξηθεί η επίγνωση των καταναλωτών για τα δικαιώματά τους, προσφέροντάς τους μεγαλύτερη προστασία από τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και από πρακτικές παραπλανητικής συγκριτικής διαφήμισης·

22.

επισημαίνει ότι η παρακολούθηση της μεταφοράς, της εφαρμογής και της επιβολής απαιτεί σημαντικούς πόρους· θεωρεί, για τον λόγο αυτό, ότι θα πρέπει να διατεθούν στην Επιτροπή επαρκείς ανθρώπινοι πόροι για τον πιο αποτελεσματικό έλεγχο της εφαρμογής·

23.

καλεί τα κράτη μέλη να παρέχουν επαρκή καθοδήγηση στις εταιρείες σε εθνικό επίπεδο· επισημαίνει ως βέλτιστη πρακτική τον οδηγό με τίτλο «Consumer Protection from Unfair Trading Regulations: a basic guide for business» (Προστασία των καταναλωτών από αθέμιτους εμπορικούς κανονισμούς: ένας βασικός οδηγός για τις επιχειρήσεις) που δημοσίευσε το βρετανικό υπουργείο εμπορίου, επιχειρηματικότητας και κανονιστικής μεταρρύθμισης σε συνεργασία με τη βρετανική υπηρεσία για τις θεμιτές εμπορικές πρακτικές·

24.

επιμένει στην εμπρόθεσμη υποβολή από την Επιτροπή, έως τις 12 Ιουνίου 2011, μιας εμπεριστατωμένης έκθεσης εφαρμογής, σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας ΑΕΠ, η οποία θα ενσωματώνει την κτηθείσα εμπειρία από την οδηγία ΠΣΔ·

*

* *

25.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 149, 11.6.2005, σ. 22.

(2)  ΕΕ L 376, 27.12.2006, σ. 21.

(3)  ΕΕ L 290, 23.10.1997, σ. 18.

(4)  ΕΕ L 250, 19.9.1984, σ. 17.

(5)  ΕΕ L 364, 9.12.2004, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 166, 11.6.1998, σ. 51.

(7)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0608.

(8)  ΕΕ C 321, 31.12.2003, σ. 1.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/31


Η ΚΑΠ και η προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα

P6_TA(2009)0009

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ΚΑΠ και την προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα (2008/2178(INI))

(2010/C 46 E/05)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1) (ΚΑΠ),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ο ρόλος της ΚΑΠ στην εφαρμογή μιας προσέγγισης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος με βάση το οικοσύστημα» (COM(2008)0187),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γεωργίας και Αλιείας της 29ης και 30ής Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6-0485/2008),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε κάθε γεωγραφική περιοχή όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί (άνθρωποι, φυτά, ζώα και μικροοργανισμοί), το φυσικό περιβάλλον τους (το έδαφος, το νερό και ο αέρας) και οι φυσικοί κύκλοι που τους συντηρούν είναι στοιχεία αλληλένδετα,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξελίξεις, οι αλληλεπιδράσεις και οι αλλαγές στο εσωτερικό αυτών των οικοσυστημάτων έχουν άμεσες και συχνά ανεπιθύμητες ή απρόβλεπτες επιπτώσεις στα άλλα στοιχεία τόσο εντός όσο και εκτός του συστήματος και, παρομοίως, οι εξελίξεις που σημειώνονται εκτός του συστήματος μπορούν να έχουν άμεσο αντίκτυπο στο σύστημα,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα προσφέρει επί του παρόντος την καλύτερη βάση για ένα συνολικό σύστημα διαχείρισης και λήψης αποφάσεων το οποίο θα λαμβάνει υπόψη όλα τα εμπλεκόμενα και ενδιαφερόμενα μέρη και στοιχεία, τις απαιτήσεις και τις ανάγκες τους, καθώς και τις μελλοντικές επιπτώσεις στο σύστημα και τις αλληλεπιδράσεις του,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της αλιείας στα ύδατα της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) κάθε κράτους μέλους για την κυριαρχία και την ανεξαρτησία του, ιδίως σε επισιτιστικό επίπεδο,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γνώση που διαθέτουμε για τους ωκεανούς και για τους παράγοντες που τους επηρεάζουν είναι ακόμη περιορισμένη, αλλά είναι ωστόσο αρκετή ώστε να γνωρίζουμε ότι πολλά αλιευτικά αποθέματα, τόσο εμπορικά όσο και μη εμπορικά, εξαντλούνται στην ΕΕ και αλλού, και ότι, ενώ αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, τις περισσότερες φορές η κυριότερη αιτία είναι η υπεραλίευση,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιστημονική έρευνα σχετικά με τη βιωσιμότητα των αλιευτικών πόρων προϋποθέτει την άρση οποιωνδήποτε προκαταλήψεων και ότι, συνεπώς, η πρόταση για μια ανάλυση της αξιολόγησης των αλιευτικών πόρων με βάση το οικοσύστημα θα είναι πράγματι οικοσυστημική μόνο αν στηρίζεται σε έγκυρα επιστημονικά δεδομένα,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια τέτοια προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα πρέπει να είναι δυναμική και ευέλικτη ως προς τις διαδικασίες ενημέρωσης και λήψης αποφάσεων, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για διαρκή αναπροσαρμογή που οφείλεται στην εμφάνιση νέων επιστημονικών γνώσεων και νέων διασυνδέσεων,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής COM(2008)0670, εξακολουθεί να παρατηρείται μεγάλος αριθμός σοβαρών και ανησυχητικών παραβιάσεων των κανόνων της ΚΑΠ, παρά τις προσπάθειες για μείωση της δυναμικότητας του κοινοτικού στόλου,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την αξιολόγηση των αλιευτικών πόρων εξετάζεται το ζήτημα της βιωσιμότητας των αποθεμάτων, η οποία είναι θεμελιώδης για την αλιευτική δραστηριότητα και την οποία τα κράτη μέλη καλούνται να διαφυλάξουν,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη τον πρωταρχικό στόχο της αλιευτικής πολιτικής, ο οποίος έχει γίνει αποδεκτός από όλα τα κράτη μέλη που συμμετείχαν στην παγκόσμια διάσκεψη για την αειφόρο ανάπτυξη στο Γιοχάνεσμπουργκ το 2002, δηλαδή την επίτευξη της μέγιστης βιώσιμης ποσότητας αλιευμάτων,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έντονη μείωση των εισοδημάτων στον τομέα της αλιείας οφείλεται στην εξάντληση πολλών αλιευτικών αποθεμάτων εμπορικής αξίας, που έχει καταστήσει απαραίτητη την επιβολή περιορισμών στην αλιευτική δραστηριότητα και στη στασιμότητα/μείωση των τιμών κατά την πρώτη πώληση, η οποία συνοδεύεται από την εκθετική αύξηση των συντελεστών παραγωγής (πετρέλαιο και βενζίνη), κατάσταση που επιδεινώνεται στις χώρες στις οποίες το κόστος τους είναι υψηλότερο, ιδίως εξαιτίας της έλλειψης ή της ανεπάρκειας μέτρων στήριξης προς τον τομέα, σε σύγκριση με τα μέτρα που υιοθετούνται από άλλες χώρες,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έναρξη διαλόγου σχετικά με μια ενδεχόμενη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ,

1.

επικροτεί την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα και υπογραμμίζει την ανάγκη η εν λόγω πρωτοβουλία να αποτελέσει συμβολή στην εξασφάλιση μιας εκμετάλλευσης των αλιευτικών πόρων που θα δημιουργεί βιώσιμες συνθήκες από κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική άποψη·

2.

τονίζει την ανάγκη η προσέγγιση αυτή διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα να εξελιχθεί σε σύστημα διαχείρισης, αμοιβαίας μάθησης και έρευνας δυναμικό και ευέλικτο έτσι ώστε να ενσωματωθούν και άλλες μεταβλητές που ενδέχεται να προκύψουν μελλοντικά από απρόβλεπτους παράγοντες επιρροής ή άλλους επιστημονικούς κλάδους·

3.

καλεί, σε αυτό το πλαίσιο, την Επιτροπή να συμπεριλάβει στις μεθόδους της πρότασής της και εργαλεία που θα επιτρέπουν την αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών και δεδομένων και μια αδιάλειπτη διαδικασία μάθησης για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ούτως ώστε η προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα να αναπτυχθεί περαιτέρω από όλους και με στόχο να φανεί και να αποδειχθεί το όφελος για όλους·

4.

υπενθυμίζει ότι η αλιεία αποτελεί θεμελιώδη δραστηριότητα για τη διασφάλιση της σίτισης και της επιβίωσης των ανθρώπων και θεωρεί ότι αυτός είναι ο πρωταρχικός στόχος κάθε αλιευτικής πολιτικής·

5.

εφιστά την προσοχή στη νευραλγική σημασία που έχει ο τομέας της αλιείας για κάποιες παράκτιες κοινότητες της ΕΕ από οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική άποψη·

6.

επαναλαμβάνει ότι η ΚΑΠ οφείλει να προωθεί τον εκσυγχρονισμό και την αειφόρο ανάπτυξη του τομέα της αλιείας, διασφαλίζοντας την κοινωνικοοικονομική βιωσιμότητά του και την αειφορία των αλιευτικών πόρων και παρέχοντας εγγυήσεις για τον εφοδιασμό των κρατών σε αλιεύματα και για την επισιτιστική κυριαρχία και ασφάλεια, για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των αλιέων·

7.

θεωρεί ότι κάθε αλιευτική πολιτική θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της μια πλειάδα διαστάσεων –κοινωνικών, περιβαλλοντικών, οικονομικών– που απαιτούν ολοκληρωμένη και ισόρροπη προσέγγιση, ασύμβατη με μια θεώρηση που τις ιεραρχεί σύμφωνα με έναν a priori ορισμό προτεραιοτήτων·

8.

υπογραμμίζει ότι, έχοντας υπόψη τους ίδιους στόχους της, η ΚΑΠ δεν πρέπει να υπόκειται σε άλλες κοινοτικές πολιτικές οι οποίες έχουν καθοριστεί στο μεταξύ· θεωρεί, αντιθέτως, ότι οι τελευταίες οφείλουν να διαφυλάξουν και να ενσωματώσουν τους στόχους της αλιευτικής πολιτικής·

9.

τονίζει ότι η αειφόρος ανάπτυξη μιας δεδομένης παράκτιας περιοχής απαιτεί την αξιοποίηση της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στις περιβαλλοντικές, φυσικές και ανθρώπινες συνιστώσες της και την προώθηση της ποιότητας ζωής των αλιευτικών κοινοτήτων της· επαναβεβαιώνει ότι μια πολιτική για την αλιεία θα πρέπει να στηρίζεται στην αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην ευημερία των αλιευτικών κοινοτήτων και στη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων των οποίων συνιστούν αναπόσπαστα μέρη·

10.

τονίζει ότι, υπό αυτήν την έννοια, είναι αναγκαία η αναγνώριση της ιδιαιτερότητας και της σημασίας της παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας και της παραδοσιακής αλιείας·

11.

υπογραμμίζει, συνεπώς, ότι η συνέχιση της ικανοποίησης των επισιτιστικών αναγκών κάθε κράτους μέλους, η διασφάλιση της βιωσιμότητας του στρατηγικού τομέα της αλιείας και των αλιευτικών κοινοτήτων και η διατήρηση της βιωσιμότητας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων δεν αποτελούν ασυμβίβαστους στόχους·

12.

θεωρεί ότι, για τη διατήρηση των αλιευτικών αποθεμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, χρειάζεται επίσης να τεθούν ανώτατα όρια στον αριθμό των ημερών κατά τις οποίες οι αλιείς θα μπορούν να παραμείνουν στη θάλασσα·

13.

επισημαίνει ότι η εφαρμογή μιας προσέγγισης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος με βάση το οικοσύστημα επιβάλλει, απαραιτήτως, μια πολυεπιστημονική και διατομεακή δράση που θα ενσωματώνει τα διάφορα μέτρα και τις πολιτικές που έχουν αντίκτυπο στα θαλάσσια οικοσυστήματα –που υπερβαίνουν κατά πολύ και υπερέχουν των πολιτικών που έχουν υιοθετηθεί στον τομέα της αλιείας– χωρίς την οποία δεν θα είναι δυνατή η επίτευξη των στόχων της εν λόγω προσέγγισης·

14.

επαναλαμβάνει την ανάγκη που υπάρχει για τη μελέτη και έγκριση μέτρων που αφορούν πλειάδα παραγόντων με έντονο αντίκτυπο στη βιωσιμότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και στην κατάσταση των αλιευτικών πόρων και, κατά συνέπεια, στην αλιευτική δραστηριότητα, όπως είναι η παράκτια ρύπανση και η ρύπανση της ανοιχτής θάλασσας, τα βιομηχανικά και γεωργικά λύματα, η μεταβολή της ροής των ποταμών, η βυθοκόρηση, η λιμενική δραστηριότητα, οι θαλάσσιες μεταφορές και ο τουρισμός·

15.

υπογραμμίζει ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων θαλάσσιων περιοχών και των αντίστοιχων αλιευτικών πόρων, καθώς επίσης μεταξύ των διαφόρων στόλων και των αλιευτικών μέσων που χρησιμοποιούνται και του αντικτύπου τους στα οικοσυστήματα, γεγονός που απαιτεί την επιβολή διαφοροποιημένων, συγκεκριμένων και κατάλληλων προς κάθε χρήση μέτρων διαχείρισης της αλιείας, όπως π.χ. τεχνικές τροποποιήσεις στα δίχτυα, κλείσιμο ορισμένων περιοχών αλιείας και μείωση της αλιευτικής προσπάθειας·

16.

εμμένει στην ανάγκη για εφαρμογή μηχανισμών επιδότησης ή αποζημίωσης προς τους αλιείς που έχουν πληγεί από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των πολυετών σχεδίων ανασύστασης και διαχείρισης, καθώς και για την εφαρμογή μέτρων για την προστασία των οικοσυστημάτων·

17.

επισημαίνει ότι η εφαρμογή, απαραίτητα προοδευτική, μιας συνολικής, διεπιστημονικής και διατομεακής προσέγγισης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος απαιτεί τη διαρκή βελτίωση και εμβάθυνση της επιστημονικής γνώσης, προκειμένου να διασφαλίσει τη λήψη μέτρων που στηρίζονται σε έγκυρα επιστημονικά δεδομένα·

18.

εφιστά την προσοχή της Επιτροπής στην ανάγκη να συμπεριληφθεί ο τομέας της αλιείας σε ένα αμιγώς διατομεακό σχέδιο για τη διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας-πλαίσιο για τη «θαλάσσια στρατηγική» (2), τον περιβαλλοντικό πυλώνα της νέας ευρωπαϊκής θαλάσσιας πολιτικής·

19.

υπογραμμίζει ότι η επιστημονική έρευνα για την αλιεία αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για τη διαχείριση της αλιείας, αναγκαίο για τον εντοπισμό των παραγόντων που επηρεάζουν την εξέλιξη των αλιευτικών πόρων, για την ποιοτική αξιολόγησή τους και για την ανάπτυξη προτύπων που επιτρέπουν την πρόβλεψη της εξέλιξής τους, καθώς επίσης και για τη βελτίωση των αλιευτικών μέσων, των σκαφών, των συνθηκών εργασίας και της ασφάλειας των αλιέων, από κοινού με τις γνώσεις και την εμπειρία αυτών των τελευταίων·

20.

εισηγείται τη διεξαγωγή επιστημονικών μελετών που θα επιτρέψουν τον προσδιορισμό της αναδιανομής των θαλάσσιων ειδών που εκμεταλλεύεται ο τομέας της αλιείας εξαιτίας του αντικτύπου της πρόσφατης αλλαγής των φυσικών και χημικών παραμέτρων των υδάτων λόγω της κλιματικής αλλαγής· θεωρεί ότι αυτές οι μελέτες θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για την αναδιαμόρφωση ορισμένων υφιστάμενων σχεδίων αποκατάστασης των αποθεμάτων, όπως για παράδειγμα το σχέδιο αποκατάστασης για το μερλούκιο του Νότου και την καραβίδα στα ανοιχτά των ακτών της Ιβηρικής Χερσονήσου·

21.

εφιστά την προσοχή στην ανάγκη ανάπτυξης ερευνητικών έργων για τις υδατοκαλλιέργειες έτσι ώστε να αναπληρωθούν τα αποθέματα των ειδών που απειλούνται περισσότερο·

22.

θεωρεί ότι, σε αυτό το πλαίσιο, είναι αναγκαία η επένδυση στην κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού, η διάθεση επαρκών οικονομικών μέσων και η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των διάφορων δημόσιων οργανισμών των κρατών μελών·

23.

επισημαίνει ότι η επιστημονική έρευνα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές συνιστώσες της αλιευτικής δραστηριότητας· θεωρεί αναγκαία την αξιολόγηση του αντικτύπου των διαφορετικών συστημάτων/μέσων διαχείρισης της αλιείας στην απασχόληση και στο εισόδημα των αλιευτικών κοινοτήτων·

24.

επισημαίνει ότι πρώτο και κύριο έργο της διαχείρισης της αλιείας, ως δραστηριότητας που εκμεταλλεύεται πόρους με δυνατότητα αυτοανανέωσης, είναι ο έλεγχος (άμεσος ή έμμεσος) του συνόλου της αλιευτικής προσπάθειας, κατά τρόπον ώστε να επιτυγχάνεται ο στόχος της προαναφερθείσας παγκόσμιας διάσκεψης του Γιοχάνεσμπουργκ του 2002·

25.

προτρέπει την Επιτροπή να επανεξετάσει το υφιστάμενο σύστημα των συνολικών επιτρεπόμενων αλιευμάτων (ΣΕΑ) και των ποσοστώσεων ως το βασικό μέσο για τη διαχείριση των θαλάσσιων πόρων καθώς και τη χρησιμότητά του, δεδομένων των υφιστάμενων αλιευτικών περιορισμών·

26.

προτρέπει την Επιτροπή να εφαρμόζει πιο ανοικτά συστήματα ελέγχου και εποπτείας σε ό, τι αφορά τις εκφορτώσεις αλιευμάτων, τα παράνομα αλιεύματα και την απόρριψη των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων στη θάλασσα·

27.

θεωρεί τα προαναφερθέντα μέτρα θεμελιώδους σημασίας για την ακριβή εκτίμηση της κατάστασης των αλιευτικών πόρων από τους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς·

28.

αναγνωρίζει ότι τα υπάρχοντα μέσα διαχείρισης της αλιείας, τα οποία βασίζονται στα ΣΕΑ, επιδρούν άμεσα στα αλιεύματα και έμμεσα στην αλιευτική προσπάθεια· τονίζει, εξάλλου, ότι απαιτείται έλεγχος της αλιευτικής προσπάθειας προκειμένου η μέθοδος αυτή να λειτουργεί με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο· παροτρύνει την Επιτροπή να μελετήσει διάφορα μέσα διαχείρισης των αλιευτικών πόρων, διασφαλίζοντας ότι δεν θα τροποποιηθούν τα υφιστάμενα μέσα όσο δεν θα υπάρχει εναλλακτική λύση η οποία θα εξασφαλίζει καταλληλότερη διαχείριση των πόρων·

29.

υπογραμμίζει ότι η κατανομή των ΣΕΑ μεταξύ των αλιευτικών στόλων και των αλιευτικών μέσων, στο πλαίσιο της αρχής της σταθερότητας, εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα κάθε κράτους μέλους· θεωρεί ότι η κατανομή των ποσοστώσεων σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το είδος των αλιευτικών μέσων (τράτα και άλλα) και τα συναφή αλιεύματα·

30.

εκφράζει βαθιά ανησυχία όσον αφορά το ενδεχόμενο τυχόν τροποποίησης της ΚΑΠ που να προωθεί τη συγκέντρωση της αλιευτικής δραστηριότητας, κυρίως ως προς το δικαίωμα πρόσβασης στους πόρους·

31.

επισημαίνει ότι η μείωση και η συγκέντρωση ποσοστώσεων σε ορισμένους παράγοντες δεν σημαίνει κατ' ανάγκη και μείωση της αλιευτικής προσπάθειας, παρά μόνο τη συγκέντρωση της εκμετάλλευσης των αλιευτικών πόρων·

32.

επικροτεί τη θετική διάκριση σχετικά με την ενίσχυση για την ανανέωση του στόλου σε ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της ΕΕ (ΕΑΠ) και θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό η συγκεκριμένη ενίσχυση να διατηρηθεί και μετά το τέλος του τρέχοντος δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 έτσι ώστε να καταστεί δυνατόν, ακόμα και μετά τη συγκεκριμένη περίοδο, να διασφαλιστεί μια μορφή αλιείας που θα είναι βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον·

33.

θεωρεί επιτακτική τη διατήρηση της παρέκκλισης πρόσβασης στα χωρικά ύδατα, στο ελάχιστο, έως τα 12 μίλια, ως μέσο προώθησης της βιωσιμότητας των παράκτιων θαλάσσιων οικοσυστημάτων, των παραδοσιακών δραστηριοτήτων αλιείας και της επιβίωσης των αλιευτικών κοινοτήτων· ζητεί να αποκτήσει η εν λόγω παρέκκλιση μόνιμο χαρακτήρα·

34.

ζητεί η περιοχή που αντιστοιχεί στις ΑΟΖ (αποκλειστικές οικονομικές ζώνες) των ΕΑΠ να θεωρηθεί «ζώνη αποκλειστικής πρόσβασης» η οποία θα διαθέτει μόνιμο χαρακτήρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, της αλιευτικής δραστηριότητας και των τοπικών αλιευτικών κοινοτήτων·

35.

θεωρεί ανάρμοστη την ενιαία μέτρηση της αλιευτικής προσπάθειας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ποικιλομορφία των αλιευτικών στόλων και των αλιευτικών μέσων· θεωρεί ότι ο έλεγχος της αλιευτικής προσπάθειας οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα διάφορα είδη, τα διάφορα αλιευτικά μέσα και τον εκτιμώμενο αντίκτυπο των αλιευμάτων επί των αποθεμάτων του κάθε είδους·

36.

θεωρεί ότι η έμφαση που δίδεται στην αλιευτική προσπάθεια, που βασίζεται σε kw/ημέρα έχει νόημα μόνο στην περίπτωση της αλιείας με τράτα, ενώ είναι άχρηστη στις περιπτώσεις αλιείας με άλλα μέσα·

37.

θεωρεί ότι οι χωρικοί περιορισμοί (κλειστές ή προστατευόμενες περιοχές, όπως οι προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές) πρέπει να στηρίζονται σε μια πολυεπιστημονική βάση, ιδίως όσον αφορά την επιρροή των ποικίλων δραστηριοτήτων και των διαφόρων παραγόντων που έχουν πραγματικό αντίκτυπο στα οικοσυστήματα, καθώς και όσον αφορά τα πραγματικά οφέλη της δημιουργίας τους, η οποία θα περιλαμβάνει ειδικές ενδελεχείς μελέτες σχετικά με τον περιβαλλοντικό και κοινωνικοοικονομικό τους αντίκτυπο στις αλιευτικές κοινότητες·

38.

διαπιστώνει ότι ο περιορισμός της αλιευτικής ικανότητας πραγματοποιήθηκε αρχικά μέσω της προώθησης ενός συστήματος οριστικής παύσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων των πλοίων, το οποίο όμως δεν έχει ενιαία εφαρμογή στα διάφορα κράτη μέλη· υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, ότι η αντιπαραβολή των διαφορετικών εθνικών στόλων προς τους αλιευτικούς πόρους οφείλει να λάβει υπόψη τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας που έχει ήδη συντελεστεί·

39.

θεωρεί ακατάλληλη και αδικαιολόγητη μια πολιτική που ενθαρρύνει μια αδιαφοροποίητη παύση των αλιευτικών δραστηριοτήτων των πλοίων χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες των στόλων, τους αλιευτικούς πόρους, τις καταναλωτικές ανάγκες κάθε κράτους μέλους και τον κοινωνικοοικονομικό τους αντίκτυπο·

40.

εκτιμά, ως εκ τούτου, ότι ένας από τους πρώτους στόχους που πρέπει να υλοποιηθούν στο πλαίσιο της διαχείρισης της αλιείας είναι η επιστημονική εκτίμηση εάν υπάρχουν, και ποιοι είναι, οι αλιευτικοί στόλοι των οποίων η δραστηριότητα έχει προσλάβει υπερβολικές διαστάσεις και οι πόροι οι οποίοι υφίστανται αλόγιστη εκμετάλλευση, προκειμένου να υιοθετηθούν κατάλληλα ειδικά μέτρα·

41.

σημειώνει ότι η προληπτική προσέγγιση στη διαχείριση της αλιείας ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου ως «η έλλειψη κατάλληλων επιστημονικών πληροφοριών δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως λόγος για την αναβολή ή την παράλειψη λήψης διαχειριστικών μέτρων για τη διατήρηση ειδών-στόχων, συναφών ή εξαρτώμενων ειδών ή ειδών που δεν αποτελούν στόχο της αλιείας, καθώς και του περιβάλλοντός τους»·

42.

επαναβεβαιώνει τη σημασία της άσκησης ελέγχου στη διαχείριση της αλιείας, για την οποία είναι αρμόδια τα κράτη μέλη·

43.

ζητεί στήριξη για την εγκατάσταση και τον εκσυγχρονισμό των μέσων επιτήρησης, εποπτείας και ελέγχου των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών από τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τον αγώνα κατά της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης αλιείας, την ενίσχυση της ασφάλειας στη θάλασσα και τη διατήρηση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·

44.

θεωρεί αναγκαία την εφαρμογή των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί για την εξάλειψη της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης αλιείας και ζητεί από τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τους μηχανισμούς ελέγχου τους·

45.

καλεί την Επιτροπή να προτείνει μέτρα προκειμένου να εφαρμοστούν στα εισαγόμενα προϊόντα αλιείας, τα οποία διακινούνται στην εσωτερική αγορά, οι ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για τα προϊόντα αλιείας στα διάφορα κράτη μέλη·

46.

επαναλαμβάνει την ανάγκη για διαρκή βελτίωση των αλιευτικών μέσων με σκοπό την τελειοποίηση της επιλεκτικότητας, γεγονός που θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα προκειμένου να περιοριστούν τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα και ο αντίκτυπός τους στο περιβάλλον· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει συγκεκριμένα μέσα πολιτικής που θα ενθαρρύνουν τους αλιείς να λαμβάνουν όλα τα διαθέσιμα μέτρα για τη μέγιστη δυνατή μείωση των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων τους·

47.

θεωρεί ότι η εισαγωγή των βιομηχανικών αλιευτικών εργαλείων προκάλεσε αύξηση της θνησιμότητας από την αλιεία, γεγονός που επέφερε την ανάγκη άσκησης ελέγχου επί των μέσων αυτών χωριστά, του οποίου παραδείγματα που πρέπει να διατηρηθούν είναι οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί σε ό, τι αφορά την αλιευτική περιοχή (εγγύτητα ή απομάκρυνση από την ακτή)·

48.

προτρέπει την Επιτροπή να προωθήσει περισσότερο οικολογικές αλιευτικές πρακτικές μέσω της χρήσης περισσότερο επιλεκτικών αλιευτικών τεχνικών που θα επιτρέπουν τον περιορισμό τόσο των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων όσο και της κατανάλωσης καυσίμων κατά τη διάρκεια των αλιευτικών περιόδων·

49.

καλεί την Επιτροπή να επιταχύνει κατά το δυνατόν τη διαδικασία της οικολογικής πιστοποίησης των αλιευμάτων, έτσι ώστε να προαχθεί μια καθαρότερη και περισσότερο φιλική προς το περιβάλλον αλιεία·

50.

υπογραμμίζει ότι η ανάμειξη του τομέα της αλιείας στον προσδιορισμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση των διαφόρων μέτρων στο πλαίσιο της ΚΑΠ είναι θεμελιώδης για την υιοθέτηση καταλληλότερων και αποτελεσματικότερων πολιτικών·

51.

επισημαίνει ότι τα περιφερειακά γνωμοδοτικά συμβούλια μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΚΑΠ, δεδομένου ότι περιλαμβάνουν αλιείς και ερευνητές υπεύθυνους για την αξιολόγηση των αλιευτικών πόρων· θεωρεί ότι η λειτουργία τους πρέπει να χρηματοδοτηθεί επαρκώς·

52.

τονίζει ότι, στο πλαίσιο της περιφερειακής πολιτικής και της πολιτικής καλής γειτονίας, θα πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία με μη κοινοτικούς στόλους που εκμεταλλεύονται διαμοιραζόμενα αποθέματα προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των αποθεμάτων·

53.

εμμένει στην ανάγκη στήριξης των ομάδων αλιέων και των επαγγελματικών οργανώσεων που προτίθενται να μοιραστούν την ευθύνη για την εφαρμογή της ΚΑΠ (συνδιαχείριση)·

54.

απευθύνει έκκληση για μεγαλύτερη αποκέντρωση της ΚΑΠ, η οποία θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη συμμετοχή των αλιέων, των οργανώσεων εκπροσώπησής τους και των αλιευτικών κοινοτήτων στην ΚΑΠ και στη διαχείριση της αλιείας, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την τήρηση συνεκτικών ελάχιστων προτύπων σε όλη την Κοινότητα·

55.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 358, 31.12.2002, σ. 59.

(2)  Οδηγία 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία-πλαίσιο για τη «θαλάσσια στρατηγική») (ΕΕ L 164, 25.6.2008, σ. 19).


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/38


Τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ 2007-2008

P6_TA(2009)0013

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ 2007-2008 (2008/2244(INI))

(2010/C 46 E/06)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 24ης Ιουνίου 2008 με τίτλο «Τα Δημόσια Οικονομικά στην ΟΝΕ - 2008 – Ο ρόλος της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών στο πλαίσιο διακυβέρνησης της ΕΕ» (COM(2008)0387),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Ιουνίου 2007 με τίτλο «Τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ - 2007 – Εξασφαλίζοντας την αποτελεσματικότητα του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ» (COM(2007)0316),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Μαΐου 2008 με τίτλο «EMU@10: επιτυχίες και προκλήσεις μετά από δέκα έτη λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης» (COM(2008)0238),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Απριλίου 2007 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ κατά το 2006 (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 22ας Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ - 2004 (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Ιουλίου 2007 σχετικά με την ετήσια έκθεση 2007 για την ευρωζώνη (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με την ετήσια έκθεση του 2006 για την ευρωζώνη (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη συμβολή στο Εαρινό Συμβούλιο του 2008 όσον αφορά τη στρατηγική της Λισαβόνας (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το ευρωπαϊκό συμφέρον: Επιτυχία στην εποχή της παγκοσμιοποίησης (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Φεβρουαρίου 2007 σχετικά με την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας: προπαρασκευαστική έκθεση για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών για το 2007 (7),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Οκτωβρίου 2005 με τίτλο Η Συμβολή των Φορολογικών και Τελωνειακών Πολιτικών στη Στρατηγική της Λισαβόνας (COM(2005)0532) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2007 για το ίδιο θέμα (8),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 3ης Ιουλίου 2003 σχετικά με το gender budgeting – κατάρτιση των κρατικών προϋπολογισμών με γνώμονα το φύλο (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής κατά το τρίτο στάδιο της ΟΝΕ και για τα άρθρα 109 και 109 Β της Συνθήκης ΕΚ, που προσαρτήθηκε στα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Λουξεμβούργο στις 12 και 13 Δεκεμβρίου 1997,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008 και τα συμπεράσματα της έκτακτης συνόδου του Συμβουλίου (Ecofin) στις 16 Δεκεμβρίου 2008 όσον αφορά τη διαχείριση της χρηματοοικονομικής κρίσης,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 4ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με διεθνείς πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης και με την προετοιμασία της παγκόσμιας διάσκεψης για την κρίση αυτή,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 29ης Οκτωβρίου 2008 με τίτλο «Από τη χρηματοπιστωτική κρίση στην ανάκαμψη: Ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο δράσης» (COM(2008)0706),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες στις 15 και 16 Οκτωβρίου 2008, σχετικά με την ενίσχυση του κανονιστικού καθεστώτος και την παρακολούθηση των χρηματοπιστωτικών αγορών,

έχοντας υπόψη τη συνεδρίαση των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ευρωζώνης της 12ης Οκτωβρίου 2008 με σκοπό τη θέσπιση ενός σχεδίου συντονισμένης διάσωσης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 7ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τις άμεσες αντιδράσεις στις χρηματοπιστωτικές αναταραχές, και το ψήφισμά του Κοινοβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 2008 (10),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 14ης Μαΐου 2008 σχετικά με τη μελλοντική αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των κοινωνικών δαπανών και τον τρόπο προόδου επί της ανάλυσης της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 9ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών: Εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου (ECOFIN) της 10ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0507/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ποιότητα των δημοσίων οικονομικών με στόχο τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης αποτελεί δέσμευσή μας απέναντι στις μελλοντικές γενιές και ότι τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην παρούσα φάση της έντονης αναταραχής των αγορών,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη την αναγκαιότητα ανάπτυξης συντονισμένων ποιοτικών δημοσιονομικών πολιτικών σε κοινοτικό επίπεδο, και ειδικότερα στην ευρωζώνη, οι οποίες θα εκπονούνται και θα αξιολογούνται βάσει κοινών ομοιογενών μηχανισμών και θα έχουν ως στόχο την υποστήριξη της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης για να ανταποκριθούν στις προκλήσεις των δημογραφικών αλλαγών, της παγκοσμιοποίησης και των κλιματικών αλλαγών,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα δημόσια οικονομικά έχουν ως στόχο την υποστήριξη του μακροοικονομικού πλαισίου, την παροχή δημόσιων υπηρεσιών και αγαθών και την εξισορρόπηση των αδυναμιών της αγοράς, καθώς και τους εξωτερικούς αντικτύπους,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα εννοιολογικό και λειτουργικό πλαίσιο ποιοτικών δημόσιων οικονομικών με στόχο την ανάπτυξη, καθώς και η επιλογή της ανάπτυξης ως τελικού σημείου αναφοράς για την αξιολόγηση των ποιοτικών δημόσιων οικονομικών, δεν μπορούν να μην συνδέονται με την άποψη ότι οι δημοσιονομικές πολιτικές και οι δημόσιες δαπάνες των κρατών μελών θα πρέπει να είναι προσανατολισμένες στη διατήρηση και στην ανανέωση του κοινωνικού κράτους, την ασφαλιστική κάλυψη και την κοινωνική ασφάλιση και την αναδιανομή των πόρων,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το χαμηλό ύψος των δημόσιων επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (κάτω από το 3 % του ΑΕγχΠ) και η διασπορά τους έχουν αρνητικές συνέπειες για τον στόχο της βιώσιμης και μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, η οποία, αντιθέτως, απαιτεί δημόσιες δαπάνες με σαφείς στόχους και καθορισμένες βάσει προτεραιοτήτων,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη και τη σκοπιμότητα της εφαρμογής των θεμάτων που αφορούν τα δύο φύλα στην ανάλυση, την αξιολόγηση και τις προοπτικές βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών,

Αλλαγές της οικονομικής τάσης κατά τη διάρκεια του 2007/2008 - οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση και μελλοντικές προοπτικές

1.

διαπιστώνει ότι, από την ανάλυση της κατάστασης των δημόσιων οικονομικών για το 2007 και το πρώτο μέρος του 2008, προκύπτει με σαφήνεια η αλλαγή της οικονομικής τάσης και σημειώνει ότι οι τελευταίες προβλέψεις επιβεβαιώνουν μια πορεία προς την ύφεση, παράλληλα με συνεχή χαμηλότερα ποσοστά πληθωρισμού και εντεινόμενες εισοδηματικές ανισότητες·

2.

εκφράζει ανησυχία για τη δύσκολη σημερινή διεθνή και ευρωπαϊκή οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση, η οποία προκαλεί αστάθεια άνευ προηγουμένου, και παρατηρεί τις νέες δυναμικές που αναπτύσσονται στη σχέση δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και τις αλλαγές της νομισματικής και οικονομικής πολιτικής, όπου οι ανεπάρκειες της αγοράς και η έλλειψη κανονισμών και παρακολούθησης, καθιστούν κρίσιμη και απαραίτητη την παρέμβαση του δημόσιου τομέα, η οποία πολλές φορές εκδηλώνεται με γενναίες κρατικοποιήσεις·

3.

επισημαίνει ότι η κρίση σε στρατηγικούς τομείς, ειδικότερα στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στις μεταφορές, ωθούν στην επένδυση δημόσιων πόρων σε εξαγορές, χωρίς να δίδεται προσοχή ώστε οι επεμβάσεις κεφαλαιακής υποστήριξης να περιορίζονται στο αναγκαίο για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας και να μην ανταποκρίνονται σε καθαρά εθνικά συμφέροντα·

4.

θεωρεί αναγκαίο να προβούν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη σε κατάλληλη αξιολόγηση των επιπτώσεων που θα έχουν για τα δημόσια οικονομικά η δημόσια υποστήριξη και η συμμετοχή στη βαριά βιομηχανία και στον χρηματοπιστωτικό τομέα· θεωρεί επίσης σκόπιμο οι εν λόγω επιπτώσεις να αξιολογηθούν σε σχέση με τον ανταγωνισμό, τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και τη διατήρηση ισότιμων όρων ανταγωνισμού·

5.

επαναλαμβάνει ότι το αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) επιτρέπει ήδη την αντιμετώπιση ιδιαίτερα δύσκολων καταστάσεων και ότι η δημοσιονομική εξυγίανση και οι στόχοι που έχουν τεθεί στα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης παραμένουν θεμελιώδους σημασίας για τις προοπτικές ανάκαμψης και ανάπτυξης· υποστηρίζει πλήρως, επ' αυτού, τα συμπεράσματα της Προεδρίας μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008, όπου τονίζεται τόσο η ευελιξία όσο και η αειφορία των δημοσίων οικονομικών ώστε να επιτευχθεί ταχεία και βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη·

6.

επισημαίνει τη σημασία συντονισμένης προσέγγισης σε κοινοτικό επίπεδο για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων –προς το συμφέρον των πολιτών, των φορολογουμένων και της δημόσιας οικονομίας– πόσο μάλλον σε περίοδο κατά την οποία η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και το ύψος του δημόσιου χρέους κινδυνεύουν να επηρεασθούν αρνητικά από τις μαζικές δημόσιες παρεμβάσεις υπέρ των μεγάλων χρηματοπιστωτικών και βιομηχανικών παραγόντων·

7.

υπογραμμίζει ότι είναι επίσης προς το συμφέρον των πολιτών, των φορολογουμένων και των δημόσιων προϋπολογισμών να καταβληθεί προσπάθεια, ώστε κάθε παρέμβαση και χρήση δημόσιων πόρων προς ενίσχυση χρηματοπιστωτικών οργανισμών να συνοδεύεται από κατάλληλη παρακολούθηση, από πραγματικές βελτιώσεις στη διαχείριση και στη συμπεριφορά της επιχείρησης ή του οργανισμού, από συγκεκριμένους περιορισμούς για τις αμοιβές των διευθυντών και τη λογοδοσία έναντι των δημόσιων αρχών· θεωρεί σκόπιμο να προωθήσει η Επιτροπή, στο πλαίσιο αυτό, κατευθυντήριες γραμμές, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμβατή και συντονισμένη εφαρμογή των διάφορων εθνικών σχεδίων δράσης·

8.

θεωρεί ότι οι μαζικές δημόσιες παρεμβάσεις σε ορισμένα κράτη μέλη, για τη διάσωση και την υποστήριξη του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού τομέα θα έχουν εμφανείς συνέπειες στα δημόσια οικονομικά και στο εισόδημα των πολιτών· θεωρεί, συνεπώς, αναγκαία τη σωστή και δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους μεταξύ όλων των φορολογουμένων, πράγμα που προϋποθέτει, αφενός, την επιβολή του κατάλληλου επιπέδου φορολόγησης όλων των χρηματοπιστωτικών παραγόντων και, αφετέρου, τον προγραμματισμό σταδιακής και αποτελεσματικής μείωσης της φορολογικής πίεσης στα μικρομεσαία εισοδήματα και στις συντάξεις –με φοροαπαλλαγές, αναθεώρηση φορολογικών συντελεστών και επιστροφή της δημοσιονομικής απορρόφησης– έτσι ώστε να μειωθεί η φτώχεια, και όχι μόνον η ακραία, να ενισχυθεί η κατανάλωση και η αύξηση της ζήτησης, αντιμετωπίζοντας με αντικυκλικό τρόπο την τρέχουσα οικονομική κρίση, η οποία οδηγεί σε ύφεση·

9.

υπογραμμίζει ότι οι ευρωπαϊκές μακροοικονομικές πολιτικές πρέπει να ανταποκριθούν γρήγορα και συντονισμένα για να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους ύφεσης και χρηματοπιστωτικής αστάθειας· ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη –ιδίως εκείνα της ευρωζώνης– να χρησιμοποιήσουν ευφυώς και με σαφή κατεύθυνση την ευελιξία του ΣΣΑ και κατάλληλους αντικυκλικούς μηχανισμούς με στόχο τις διαρθρωτικές αλλαγές, την αποτελεσματική διάθεση των δημόσιων πόρων, τον επαναπροσδιορισμό των δημόσιων δαπανών και επενδύσεων για την ανάπτυξη σύμφωνα με τους στόχους της Λισαβόνας, με ιδιαίτερη προσοχή στον ρόλο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων·

10.

τονίζει στο πλαίσιο αυτό, την ανάγκη κοινής προσέγγισης –ιδίως στην ευρωζώνη– στις μισθολογικές πολιτικές, η οποία θα προβλέπει αυξήσεις ανάλογες του πραγματικού πληθωρισμού και ενίσχυση της παραγωγικότητας, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φορολογικές και μισθολογικές πολιτικές αποτελούν ισχυρούς και αποτελεσματικούς μοχλούς για την ενίσχυση της κατανάλωσης, τη σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη·

11.

επιδοκιμάζει τη δημιουργία μηχανισμών λήψης αποφάσεων στους οποίους η Ευρωομάδα δρα ως (κυρίαρχο) όργανο πολιτικού και οικονομικού συντονισμού για τον εντοπισμό έγκαιρων απαντήσεων και κοινών στρατηγικών, όχι μόνο για την αντιμετώπιση της οικονομικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά και για την προαγωγή μακροοικονομικών πολιτικών και κοινών επενδύσεων, με στόχο να ενισχυθούν οι προοπτικές ανάπτυξης, να αποφευχθούν σοβαρές συνέπειες για τα δημόσια οικονομικά και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να επιτευχθεί καλύτερη ισορροπία μεταξύ της νομισματικής και της οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

12.

θεωρεί σκόπιμη τη δημιουργία υποχρεωτικού μηχανισμού διαβούλευσης και συντονισμού μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών –ιδίως των μελών της Ευρωομάδας – πριν τη θέσπιση σημαντικών οικονομικών μέτρων, κυρίως όσον αφορά διατάξεις αντιμετώπισης της αστάθειας των τιμών της ενέργειας, των πρώτων υλών και των τροφίμων·

Η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και η αποτελεσματικότητα του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ

13.

θεωρεί τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών αναγκαία και πρωταρχική προϋπόθεση όχι μόνο για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη και για την διαμόρφωση των μακροοικονομικών πολιτικών, των πολιτικών απασχόλησης και των κοινωνικών και περιβαλλοντικών πολιτικών κάθε κράτους μέλους, αλλά και για τη σταθερότητα της οικονομίας και του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου που συνδέεται εγγενώς με την ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

14.

εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του όσον αφορά τις άμεσες συνέπειες της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης στη βιωσιμότητα και στην ποιότητα των δημόσιων οικονομικών των κρατών μελών· ανησυχεί ειδικότερα για τις επιπτώσεις της εν λόγω κρίσης στην πραγματική οικονομία και στο ισοζύγιο πληρωμών των νέων κρατών μελών, τα οποία δεν είναι εντός της ευρωζώνης και υφίστανται σοβαρή μείωση των άμεσων ξένων επενδύσεων·

15.

επισημαίνει ότι τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη στον βαθμό που περιορίζουν τα περιθώρια ελιγμών των κρατών μελών κατά τις περιόδους κρίσεων· καλεί τα κράτη μέλη να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη μείωση του δημόσιου χρέους σε περιόδους ανάπτυξης, ως προϋπόθεση για υγιή, ανταγωνιστική και βιώσιμη ευρωπαϊκή οικονομία· υπενθυμίζει επίσης ότι οι κακοσχεδιασμένες προσπάθειες μείωσης του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους –όπως οι γενικευμένες περικοπές των δημόσιων επενδύσεων– έχουν αρνητικές συνέπειες για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης·

16.

επισημαίνει ότι, υπό το πρίσμα των νέων διεθνών δεδομένων όπως αυτά προκύπτουν από την παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση και την ύφεση που ήδη έχει αρχίσει να διαφαίνεται για την απασχόληση και την ανάπτυξη στην ευρωζώνη είναι δύσκολο να αποφευχθεί η διόγκωση των ελλειμμάτων· προτείνει, επομένως, τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση της ευελιξίας που παρέχεται από το ΣΣΑ θέτοντας σαφέστερους στόχους, έτσι ώστε να ενθαρρύνεται η οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη· εφιστά την προσοχή στις δημοσιονομικές επιπτώσεις της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης και καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τις επιπτώσεις στα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών από τη χρήση των δημόσιων πόρων στα σχέδια διάσωσης για τα εθνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τα κριτήρια του ΣΣΑ εντός του υφιστάμενου πλαισίου, κατά το οποίο η οικονομική ανάπτυξη είναι μικρή και πολλά κράτη μέλη βρίσκονται αντιμέτωπα με την προοπτική της ύφεσης, και ζητεί αξιολόγηση των επιπτώσεων της αύξησης του κόστους πίστωσης στο δημόσιο χρέος των κρατών μελών·

17.

διαπιστώνει τη σωστή λειτουργία του αναθεωρημένου ΣΣΑ, θεωρεί ότι το διορθωτικό σκέλος εφαρμόσθηκε ικανοποιητικά τα προηγούμενα έτη και υπογραμμίζει τη σημασία του προληπτικού σκέλους ως βασικού μέσου για τη βιωσιμότητα και τη σύγκλιση των δημοσιονομικών πολιτικών των κρατών μελών και κυρίως όσων έχουν ενταχθεί στην ευρωζώνη·

18.

συμφωνεί με τις επισημάνσεις της Επιτροπής όσον αφορά τη σημασία του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ, την υποστήριξη και την παρότρυνση των κρατών μελών και την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών· αναγνωρίζει ειδικότερα ότι το προληπτικό σκέλος βασίζεται στην κατάρτιση μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πολιτικών και στον συντονισμό σε κοινοτικό επίπεδο, δεδομένου ότι η αποτελεσματική εφαρμογή απαιτεί κοινή αντίληψη για τις προκλήσεις οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ισχυρή πολιτική βούληση για την αντιμετώπισή τους με παρεμβάσεις που θα έχουν κοινή κατεύθυνση και αντικυκλικούς στόχους·

19.

υπογραμμίζει τη σημασία του μεσοπρόθεσμου στόχου (ΜΠΣ) ως ειδικού στόχου δημοσιονομικού προγραμματισμού συνδεδεμένου με την οικονομική, φορολογική και εισοδηματική πολιτική, που πρέπει να επιτευχθεί μέσω μακροοικονομικού διαλόγου, να προσαρμοστεί στη συγκεκριμένη πραγματικότητα κάθε κράτους μέλους και να καθοριστεί σε πολυετή βάση· προτρέπει τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την αξιοπιστία και την αποδοχή του ΜΠΣ τόσο σε εθνικό επίπεδο, με μεγαλύτερη συμμετοχή των κυβερνητικών οργάνων, των εθνικών κοινοβουλίων και των κοινωνικών εταίρων (εθνική διαχείριση), όσο και σε τοπικό επίπεδο με περιφερειακή δημόσια χρηματοδότηση, καταρτίζοντας περιφερειακά ΣΣΑ και ΜΠΣ που θα λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο των τοπικών δημοσίων δαπανών και επενδύσεων στα εθνικά δημόσια οικονομικά και στις προοπτικές ανάπτυξης των διαφόρων χωρών·

20.

θεωρεί θεμελιώδους σημασίας τη συνεκτικότητα μεταξύ των πολυετών δημοσιονομικών προγραμμάτων και της κατάρτισης και εφαρμογής των ετήσιων προϋπολογισμών· καλεί τα κράτη μέλη να επιδεικνύουν μεγαλύτερη αυστηρότητα κατά την κατάρτιση των μακροοικονομικών προβλέψεων και καλύτερο συντονισμό κατά τον ορισμό των κριτηρίων, των χρονοδιαγραμμάτων και των στόχων των πολυετών πλαισίων δαπανών, προκειμένου να διασφαλισθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και να επιτευχθούν καλύτερες επιδόσεις των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών πολιτικών σε κοινοτικό επίπεδο·

21.

επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη χρειάζονται πρόσθετες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και μεγαλύτερη δημοσιονομική πειθαρχία, καθώς και αντικυκλικές φορολογικές πολιτικές, μειώνοντας τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης, έτσι ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένα για την αντιμετώπιση των αρνητικών εξωτερικών κλυδωνισμών·

22.

υπογραμμίζει τη σημασία της κατάρτισης μακροοικονομικών σχεδίων για την αντιμετώπιση των εξωτερικών κλυδωνισμών (όπως η χρηματοπιστωτική κρίση με τα δάνεια υψηλού κινδύνου) που θα λαμβάνουν υπόψη τόσο την κατάσταση στην ευρωζώνη όσο και την κατάσταση που επικρατεί στις ανερχόμενες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Τα δημόσια οικονομικά στο επίκεντρο ευρύτερης και πληρέστερης οικονομικής προοπτικής

23.

υπενθυμίζει ότι ο κεντρικός στόχος για υγιή και σταθερά δημόσια οικονομικά πρέπει να καθοριστεί σε σχέση με τις δεσμεύσεις του νέου ΣΣΑ και, παράλληλα, με την προοπτική ανάπτυξης, μεγέθυνσης και ανταγωνιστικότητας της στρατηγικής της Λισαβόνας, η οποία δεν απαιτεί απλώς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά και σύνθεση των δημοσίων δαπανών και δομή φορολόγησης που θα υποστηρίζουν τις επενδύσεις (σε ανθρώπινο κεφάλαιο, έρευνα και καινοτομία, εκπαίδευση και κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, υγεία, υποδομές, περιβάλλον, ασφάλεια και δικαιοσύνη) και την αναδιανομή των εσόδων αυτών με στόχο την κοινωνική συνοχή, την ανάπτυξη και την απασχόληση·

24.

υπογραμμίζει ότι είναι πολύ σημαντικό οι στόχοι σχετικά με τα δημόσια οικονομικά, οι οποίοι καθορίζονται σύμφωνα με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές του νέου κύκλου της Λισαβόνας, να συνδέουν συνεκτικά και οργανικά τα σχέδια σταθερότητας και σύγκλισης με τα εθνικά σχέδια μεταρρύθμισης και είναι πεπεισμένο ότι η προστιθέμενη αξία των υγιών ευρωπαϊκών δημόσιων οικονομικών με στόχο την ανάπτυξη πρέπει να εκδηλώνεται –ιδίως στην ευρωζώνη– μέσω ευρωπαϊκής πολιτικής δημόσιων επενδύσεων στις υποδομές η οποία θα καταρτίζεται και θα συντονίζεται βάσει κοινά αποδεκτών στόχων, και η οποία θα μπορεί να χρηματοδοτηθεί όχι μόνον από τους εθνικούς προϋπολογισμούς και (εν μέρει) από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, αλλά και από νέους ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς (όπως το Eurobond ή το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων) με σκοπό την υποστήριξη της ανάπτυξης, της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης στο διεθνές πλαίσιο·

25.

θεωρεί σκόπιμη τη δημιουργία υποχρεωτικού μηχανισμού διαβούλευσης των εθνικών κοινοβουλίων, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, για τη συντονισμένη κατάρτιση των Προγραμμάτων Σταθερότητας και Σύγκλισης, σύμφωνα με το Σύμφωνο Σταθερότητας, και των Εθνικών Προγραμμάτων Μεταρρύθμισης, σύμφωνα με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές της Λισαβόνας, έτσι ώστε να συνδέονται και να υποβάλλονται από κοινού, κατά προτίμηση το φθινόπωρο κάθε έτους·

26.

συμφωνεί με το γεγονός ότι οι δημογραφικές αλλαγές εντείνουν την ανάγκη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ιδίως στα συνταξιοδοτικά συστήματα, στη δημόσια υγεία και τη μακροχρόνια περίθαλψη και επισημαίνει ότι θα ήταν πολύ περιοριστικό να επικεντρωθεί μόνο στη γήρανση του πληθυσμού (και στη μείωση της γεννητικότητας), χωρίς να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των ασυγκράτητων μεταναστευτικών ρευμάτων από τις τρίτες χώρες, που δεν οφείλονται μόνο σε οικονομικούς λόγους, αλλά και στη φυγή από πολέμους και κλιματικές καταστροφές·

27.

υπενθυμίζει τη σημασία της διαμόρφωσης πολιτικών απασχόλησης και κοινωνικής ένταξης που θα καθορίζονται ανά γενιά, φύλο και πληθυσμό και θα βασίζονται στις αρχές της ευελιξίας με ασφάλεια και, συνεπώς, σε προορατικές παρεμβάσεις, στην υποστήριξη των αποδοχών και των εισοδημάτων –μέσω του κοινωνικού διαλόγου– θέτοντας στο επίκεντρο την αύξηση της παραγωγικότητας, χωρίς να παραμελούνται οι παρεμβάσεις με στόχο την προστασία των συντάξεων, καθώς οι χαμηλές συντάξεις δεν αποτελούν μόνο κοινωνικό πρόβλημα, αλλά έχουν ως αποτέλεσμα και την αύξηση των κοινωνικών δαπανών εις βάρος των δημόσιων οικονομικών·

28.

θεωρεί ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές και υπηρεσίες που εντάσσονται στις πολιτικές της στρατηγικής της Λισαβόνας, θα πρέπει να συνδέονται με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους μηχανισμούς παρακολούθησης, ως εγγύηση προστασίας από αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και στα δημόσια οικονομικά· εκφράζει ανησυχία για τις επισημάνσεις χρήσης παραγώγων και νέων χρηματοοικονομικών μηχανισμών, κυρίως από τις τοπικές διοικήσεις, τα οποία μπορούν να πλήξουν τις τοπικές κοινότητες·

29.

θεωρεί αναγκαία την υιοθέτηση νέας προσέγγισης στα δημόσια οικονομικά –που θα είναι συστηματική και συντονισμένη μεταξύ των κρατών μελών και ιδίως των κρατών μελών της ευρωζώνης– η οποία θα έχει ως στόχο την υποστήριξη της μακροπρόθεσμης οικονομικής ανάπτυξης (και του δυναμικού ανάπτυξης) και ως επίκεντρο πολυδιάστατο πλαίσιο προσδιορισμού και μέτρησης της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών που θα καταστήσει ανθεκτική την ευρωπαϊκή οικονομία στους εξωτερικούς κλυδωνισμούς και θα της δώσει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τις δημογραφικές προκλήσεις και τον διεθνή ανταγωνισμό και να διασφαλίσει δικαιοσύνη και κοινωνική συνοχή·

Η ποιότητα των δημόσιων οικονομικών: το σκέλος των εσόδων και το σκέλος των δαπανών

30.

θεωρεί αναγκαίο να στραφούν τα κράτη μέλη σε συγκλίνουσες πολιτικές για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών, οι οποίες θα βασίζονται σε μέθοδο αξιολόγησης που θα περιλαμβάνει δείκτες και στόχους, για την επεξεργασία και τον καθορισμό της οποίας θα συνεργάζονται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια· θεωρεί χρήσιμη την πρόταση της Επιτροπής και εστιάζει σε σύστημα αξιολόγησης των δημοσιονομικών πολιτικών που θα επικεντρώνεται σε ειδικές πτυχές όπως η σύνθεση, η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών, η δομή και η αποτελεσματικότητα του συστήματος εσόδων, η αποτελεσματικότητα και η ποιότητα της δημόσιας διοίκησης, η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση και μέθοδος συντονισμού για τις πολιτικές για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών μεταξύ των κρατών μελών· ζητεί μετ επιτάσεως καλύτερη συγκρισιμότητα των εθνικών προϋπολογισμών για την εκπλήρωση των προαναφερθέντων στόχων·

31.

ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν πολιτικές για την ποιότητα των δημοσίων οικονομικών που θα συνοδεύονται από σύστημα αξιολόγησης των δημοσιονομικών πολιτικών –όπως κατάρτιση των προϋπολογισμών βάσει επιδόσεων (PBB) - (κατά το πρότυπο του ΟΟΣΑ)– με σκοπό να αυξηθεί η ποιότητα των δημόσιων δαπανών ενισχύοντας τον δεσμό μεταξύ της διάθεσης των πόρων και των αποτελεσμάτων· θεωρεί καλό δείγμα PBB την κατάρτιση των προϋπολογισμών με γνώμονα το φύλο, μέθοδο που πρότεινε και προώθησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η οποία εφαρμόζεται ποικιλοτρόπως σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο στα διάφορα κράτη μέλη και πρέπει να εφαρμοστεί συνεκτικότερα και σε κοινοτικό επίπεδο· ζητεί από την Επιτροπή να καθορίσει μεθόδους, κατευθυντήριες γραμμές και δείκτες PBB που θα καθιστούν δυνατή τη σύγκριση και τη σύγκλιση των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών πολιτικών των κρατών μελών, αναγνωρίζοντας ότι τούτο προϋποθέτει αυξημένη συμμετοχή και, συνεπώς, ανάληψη ευθυνών από ενημερωμένους και συνειδητοποιημένους πολίτες·

32.

εκτιμά τον προβληματισμό που ξεκίνησε η Επιτροπή όσον αφορά τις μεθόδους εισαγωγής ποιότητας, αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας στο σύστημα εσόδων και θεωρεί ότι οι μεταρρυθμίσεις στα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών μπορούν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη ανάπτυξη μόνον εάν προσαρμοσθούν στις ειδικές συνθήκες του θεσμικού και διοικητικού συστήματος και του παραγωγικού συστήματος και της αγορά εργασίας (ειδικότερα, στα ποσοστά της απασχόλησης και της παραοικονομίας) κάθε κράτους μέλους·

33.

υπενθυμίζει τις υφιστάμενες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών από άποψη φορολογικών πιέσεων και δομών, αναγνωρίζει τις δυσκολίες επεξεργασίας ενιαίας μεθόδου μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος που θα οδηγεί σε μεγαλύτερη ανάπτυξη –όπως για παράδειγμα τα πλεονεκτήματα (της διεύρυνσης της βάσης) και τα μειονεκτήματα (της εξασθένησης της αρχής της προοδευτικότητας) που συνδέονται με τη μετάβαση από την άμεση φορολογία προς την έμμεση– αλλά υπογραμμίζει ότι ορισμένα κοινά μέτρα φορολογικής μεταρρύθμισης, θα μπορούσαν να βελτιώσουν σημαντικά την αποδοτικότητα του φορολογικού συστήματος και των φορολογικών εσόδων, να αυξήσουν την απασχόληση, να μειώσουν τις στρεβλώσεις και να αυξήσουν την ανάπτυξη σε κοινοτικό επίπεδο, κυρίως μεταξύ άλλων:

η δημιουργία ευρύτερων φορολογητέων βάσεων (και χαμηλότερων ποσοστών) που μειώνουν τις στρεβλώσεις και αυξάνουν τα έσοδα, και

η μείωση της φορολογικής πίεσης στην εργασία μέσω δικαιότερης κατανομής του φορολογικού φορτίου μεταξύ διαφόρων ομάδων φορολογούμενων, η αναδιοργάνωση του συστήματος των κινήτρων και των φοροαπαλλαγών και, ειδικότερα, η μετακίνηση σε άλλους παράγοντες ή/και τομείς,

34.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις με στόχο την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, την ανάπτυξη, την αποτελεσματικότητα, την απλοποίηση, την εξάλειψη των στρεβλώσεων, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και των φορολογικών παραδείσων, θα είναι αποτελεσματικότερες εάν εφαρμοσθούν συντονισμένα και δυναμικά από τα κράτη μέλη –ιδίως όσα ανήκουν στην ευρωζώνη– λαμβάνοντας υπόψη το δυναμικό ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της εσωτερικής αγοράς·

35.

εφιστά την προσοχή στο κομβικό θέμα της σύνθεσης των δημόσιων δαπανών με στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξη, υπογραμμίζοντας ότι η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα των επενδύσεων σε υποδομές και ανθρώπινο κεφάλαιο, με προτεραιότητα στις κοινωφελείς υπηρεσίες και βάσει προκαθορισμένου προσδιορισμού των αναγκών των ανθρώπων και της σύνθεσης του πληθυσμού, εστιάζοντας επίσης στις πολιτικές για θέματα φύλου και στις δημογραφικές αλλαγές, οδηγούν στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας· υπενθυμίζει ότι η πίεση στις κοινωνικουγειονομικές υπηρεσίες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού μπορεί να μειωθεί με επενδύσεις στην εκπαίδευση στον τομέα των επιστημών υγείας· υπογραμμίζει την ανάγκη επαναπροσδιορισμού των δημοσίων δαπανών με την αναδιανομή των κονδυλίων του προϋπολογισμού σε τομείς που ενισχύουν την ανάπτυξη, με την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη χρήση των δημόσιων πόρων και με ενδεδειγμένο ολοκληρωμένο δίκτυο δημόσιου-ιδιωτικού τομέα·

36.

επισημαίνει την ανάγκη μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης –που αποτελεί τον κεντρικό δακτύλιο του συστήματος των δημόσιων δαπανών και εσόδων– βάσει κριτηρίων αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας, παραγωγικότητας, υπευθυνότητας και αξιολόγησης του αποτελέσματος, αναλόγως της δομής του συστήματος δημόσιας διοίκησης και των κεντρικών και περιφερειακών οργάνων των κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη τις υποχρεώσεις και τις δυνατότητες που απορρέουν από τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε ο δημόσιος τομέας να συνδεθεί με υγιείς προϋπολογισμούς και να συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας·

37.

επισημαίνει τον κεντρικό ρόλο της ορθής διαχείρισης του προϋπολογισμού με βάση σύνολο κανόνων και διαδικασιών που θα ορίζουν τον τρόπο με τον οποίο θα καταρτίζονται, θα εκτελούνται και θα παρακολουθούνται οι δημόσιοι προϋπολογισμοί μεσοπρόθεσμα, λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική εξυγίανση των κρατών μελών και τον επαναπροσδιορισμό των δημοσίων δαπανών, παράλληλα με μέθοδο ανάλυσης του (κοινοτικού, εθνικού, τοπικού) πλαισίου και προσδιορισμού των στόχων, η οποία θα περιλαμβάνει την προληπτική και τελική αξιολόγηση των στόχων, τον έλεγχο και την αξιολόγηση του αποτελέσματος, των επιδόσεων και των διορθωτικών μηχανισμών βάσει του PBB· θεωρεί ότι οι πρέπει να ληφθούν μέτρα για να διασφαλισθεί ότι οι κανόνες φορολογικής διαχείρισης των κρατών μελών θα καταστούν ομοιογενείς και συνεκτικοί τόσο ως προς τους χρόνους όσο και ως προς τους στόχους· θεωρεί ότι οι κανόνες φορολογικής διαχείρισης θα πρέπει να συνδυαστούν με την οικονομική διαχείριση, προκειμένου να αξιοποιηθούν οι κοινά αποδεκτές οικονομικές και επενδυτικές επιλογές του προϋπολογισμού που θα αποσκοπούν στην ίδια κατεύθυνση για να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά τους, να δημιουργηθεί πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και να επιτευχθούν σημαντικές επιδόσεις, που καθίστανται ακόμη πιο αναγκαίες στο πλαίσιο της σημερινής δύσκολης οικονομικής συγκυρίας· κρίνει ότι τα μη συντονισμένα εθνικά σχέδια ανάκαμψης διατρέχουν τον κίνδυνο να ακυρωθούν· στο ίδιο πνεύμα εκτιμά ότι οι εθνικοί προϋπολογισμοί πρέπει να καταρτίζονται με βάση κοινές συγκυριακές προοπτικές και αναλύσεις·

38.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, βάσει των ανωτέρω, να αναπτύξουν μηχανισμό συντονισμού για την επίβλεψη και την αξιολόγηση της ποιότητας της δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών μελών, ο οποίος θα συνδυάζεται στενά με τους μηχανισμούς του ΣΣΑ και θα καθιστά δυνατή την εφαρμογή των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών της στρατηγικής της Λισαβόνας και θα βασίζεται σε συστηματικό πλαίσιο υποβολής στοιχείων όσον αφορά την ποιότητα, στην αξιολόγηση της πολιτικής για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών με σύστημα PBB και στην περιοδική επανεξέτασή της εν λόγω πολιτικής

*

* *

39.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 74 E, 20.3.2008, σ. 780.

(2)  ΕΕ C 304 E, 1.12.2005, σ. 132.

(3)  ΕΕ C 175 E, 10.7.2008, σ. 569.

(4)  ΕΕ C 314 E, 21.12.2006, σ. 125.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0057.

(6)  ΕΕ C 282 Ε, 6.11.2008, σ. 422.

(7)  ΕΕ C 287 E, 29.11.2007, σ. 535.

(8)  ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 441.

(9)  ΕΕ C 74 E, 24.3.2004, σ. 746.

(10)  2 Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0506.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/46


Ινομυαλγία

P6_TA(2009)0014

Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ινομυαλγία

(2010/C 46 E/07)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 116 του Κανονισμού του,

A.

έχοντας υπόψη ότι 14 εκατομμύρια περίπου άτομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το 1 έως 3% του συνολικού παγκόσμιου πληθυσμού πάσχουν από ινομυαλγία, εκφυλιστική πάθηση που καταλήγει σε χρόνιους διάχυτους πόνους,

Β.

έχοντας υπόψη ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει αναγνωρίσει την ινομυαλγία ως νόσο από το 1992, αλλά αυτή δεν έχει ακόμα κωδικοποιηθεί στον επίσημο πίνακα νόσων στην ΕΕ, με αποτέλεσμα να αποκλείονται οι ασθενείς από την τυπική διάγνωση,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ασθενείς που πάσχουν από ινομυαλγία πραγματοποιούν περισσότερες επισκέψεις σε παθολόγους, έχουν περισσότερες παραπομπές σε ειδικούς, λαμβάνουν περισσότερες άδειες ασθενείας και δέχονται πιο συχνά ιατρικές υπηρεσίες, προξενώντας με τον τρόπο αυτό σημαντική οικονομική επιβάρυνση για την ΕΕ,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ασθενείς με ινομυαλγία αγωνίζονται για μια κανονική, ανεξάρτητη ζωή, γεγονός που προϋποθέτει πρόσβαση στην κατάλληλη θεραπεία και υποστήριξη,

1.

ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή:

να αναπτύξουν κοινοτική στρατηγική για την ινομυαλγία προκειμένου να αναγνωριστεί αυτή η κατάσταση ως νόσος·

να βοηθήσουν στην ευαισθητοποίηση του κοινού όσον αφορά την κατάσταση αυτή και να διευκολύνουν την πρόσβαση στην ενημέρωση για τους επαγγελματίες του κλάδου υγείας και τους ασθενείς, υποστηρίζοντας εκστρατείες ενημέρωσης σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο·

να ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την πρόσβαση στη διάγνωση και τη θεραπεία·

να διευκολύνουν τις έρευνες για την ινομυαλγία μέσω των προγραμμάτων εργασίας του Έβδομου Προγράμματος-Πλαισίου για την Έρευνα και την Τεχνολογική Ανάπτυξη και των μελλοντικών ερευνητικών προγραμμάτων·

να διευκολύνουν την ανάπτυξη προγραμμάτων συλλογής δεδομένων σχετικά με την ινομυαλγία·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα δήλωση, συνοδευόμενη από τα ονόματα των υπογραφόντων, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

Κατάλογος υπογραφόντων

Adamos Adamou, Vincenzo Aita, Jim Allister, Alexander Alvaro, Roberta Alma Anastase, Georgs Andrejevs, Laima Liucija Andrikienė, Emmanouil Angelakas, Stavros Arnaoutakis, Richard James Ashworth, Robert Atkins, Elspeth Attwooll, Margrete Auken, Liam Aylward, Pilar Ayuso, Maria Badia i Cutchet, Paolo Bartolozzi, Katerina Batzeli, Jean Marie Beaupuy, Christopher Beazley, Zsolt László Becsey, Angelika Beer, Bastiaan Belder, Ivo Belet, Irena Belohorská, Thijs Berman, Slavi Binev, Šarūnas Birutis, Johannes Blokland, Sebastian Valentin Bodu, Herbert Bösch, Victor Boștinaru, Costas Botopoulos, Catherine Boursier, John Bowis, Sharon Bowles, Emine Bozkurt, Mihael Brejc, Frieda Brepoels, Hiltrud Breyer, Jan Březina, Danutė Budreikaitė, Kathalijne Maria Buitenweg, Nicodim Bulzesc, Ieke van den Burg, Colm Burke, Philip Bushill-Matthews, Niels Busk, Cristian Silviu Bușoi, Philippe Busquin, Simon Busuttil, Jerzy Buzek, Maddalena Calia, Martin Callanan, Mogens Camre, Marie-Arlette Carlotti, David Casa, Paulo Casaca, Michael Cashman, Pilar del Castillo Vera, Jorgo Chatzimarkakis, Zdzisław Kazimierz Chmielewski, Ole Christensen, Sylwester Chruszcz, Philip Claeys, Luigi Cocilovo, Carlos Coelho, Richard Corbett, Dorette Corbey, Giovanna Corda, Jean Louis Cottigny, Jan Cremers, Gabriela Crețu, Brian Crowley, Magor Imre Csibi, Marek Aleksander Czarnecki, Ryszard Czarnecki, Daniel Dăianu, Joseph Daul, Dragoș Florin David, Chris Davies, Antonio De Blasio, Bairbre de Brún, Arūnas Degutis, Jean-Luc Dehaene, Véronique De Keyser, Panayiotis Demetriou, Gérard Deprez, Proinsias De Rossa, Marielle De Sarnez, Marie-Hélène Descamps, Albert Deß, Mia De Vits, Jolanta Dičkutė, Gintaras Didžiokas, Koenraad Dillen, Giorgos Dimitrakopoulos, Alexandra Dobolyi, Bert Doorn, Avril Doyle, Mojca Drčar Murko, Andrew Duff, Árpád Duka-Zólyomi, Constantin Dumitriu, Lena Ek, Saïd El Khadraoui, James Elles, Edite Estrela, Harald Ettl, Jill Evans, Jonathan Evans, Fernando Fernández Martín, Francesco Ferrari, Anne Ferreira, Elisa Ferreira, Ilda Figueiredo, Petru Filip, Roberto Fiore, Alessandro Foglietta, Hanna Foltyn-Kubicka, Glyn Ford, Carmen Fraga Estévez, Juan Fraile Cantón, Armando França, Monica Frassoni, Duarte Freitas, Urszula Gacek, Michael Gahler, Kinga Gál, Milan Gaľa, Vicente Miguel Garcés Ramón, José Manuel García-Margallo y Marfil, Elisabetta Gardini, Jean-Paul Gauzès, Evelyne Gebhardt, Eugenijus Gentvilas, Georgios Georgiou, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Claire Gibault, Neena Gill, Lutz Goepel, Bruno Gollnisch, Ana Maria Gomes, Hélène Goudin, Genowefa Grabowska, Dariusz Maciej Grabowski, Ingeborg Gräßle, Martí Grau i Segú, Nathalie Griesbeck, Lissy Gröner, Elly de Groen-Kouwenhoven, Françoise Grossetête, Ignasi Guardans Cambó, Ambroise Guellec, Pedro Guerreiro, Cristina Gutiérrez-Cortines, Fiona Hall, David Hammerstein, Małgorzata Handzlik, Malcolm Harbour, Marian Harkin, Rebecca Harms, Erna Hennicot-Schoepges, Jeanine Hennis-Plasschaert, Edit Herczog, Jim Higgins, Richard Howitt, Ján Hudacký, Ian Hudghton, Stephen Hughes, Alain Hutchinson, Filiz Hakaeva Hyusmenova, Monica Maria Iacob-Ridzi, Sophia in 't Veld, Mikel Irujo Amezaga, Marie Anne Isler Béguin, Caroline Jackson, Lily Jacobs, Mieczysław Edmund Janowski, Lívia Járóka, Elisabeth Jeggle, Jelko Kacin, Filip Kaczmarek, Gisela Kallenbach, Othmar Karas, Sajjad Karim, Ioannis Kasoulides, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Metin Kazak, Tunne Kelam, Glenys Kinnock, Timothy Kirkhope, Dieter-Lebrecht Koch, Jaromír Kohlíček, Christoph Konrad, Maria Eleni Koppa, Eija-Riitta Korhola, Rodi Kratsa-Tsagaropoulou, Wolfgang Kreissl-Dörfler, Ģirts Valdis Kristovskis, Sepp Kusstatscher, Joost Lagendijk, André Laignel, Jean Lambert, Alexander Graf Lambsdorff, Vytautas Landsbergis, Esther De Lange, Raymond Langendries, Romano Maria La Russa, Henrik Lax, Johannes Lebech, Roselyne Lefrançois, Klaus-Heiner Lehne, Jo Leinen, Jean-Marie Le Pen, Marcin Libicki, Peter Liese, Kartika Tamara Liotard, Alain Lipietz, Pia Elda Locatelli, Eleonora Lo Curto, Andrea Losco, Patrick Louis, Caroline Lucas, Sarah Ludford, Astrid Lulling, Elizabeth Lynne, Marusya Ivanova Lyubcheva, Jules Maaten, Linda McAvan, Arlene McCarthy, Mary Lou McDonald, Mairead McGuinness, Edward McMillan-Scott, Jamila Madeira, Eugenijus Maldeikis, Ramona Nicole Mănescu, Thomas Mann, Marian-Jean Marinescu, Catiuscia Marini, Helmuth Markov, Sérgio Marques, Maria Martens, David Martin, Miguel Angel Martínez Martínez, Antonio Masip Hidalgo, Véronique Mathieu, Marios Matsakis, Maria Matsouka, Manolis Mavrommatis, Erik Meijer, Emilio Menéndez del Valle, Rosa Miguélez Ramos, Miroslav Mikolášik, Gay Mitchell, Eluned Morgan, Luisa Morgantini, Philippe Morillon, Jan Mulder, Cristiana Muscardini, Juan Andrés Naranjo Escobar, Michael Henry Nattrass, Cătălin-Ioan Nechifor, Bill Newton Dunn, James Nicholson, null Nicholson of Winterbourne, Rareș-Lucian Niculescu, Angelika Niebler, Lambert van Nistelrooij, Péter Olajos, Jan Olbrycht, Seán Ó Neachtain, Gérard Onesta, Ria Oomen-Ruijten, Dumitru Oprea, Josu Ortuondo Larrea, Miroslav Ouzký, Siiri Oviir, Reino Paasilinna, Maria Grazia Pagano, Justas Vincas Paleckis, Marie Panayotopoulos-Cassiotou, Vladko Todorov Panayotov, Pier Antonio Panzeri, Dimitrios Papadimoulis, Georgios Papastamkos, Neil Parish, Ioan Mircea Pașcu, Aldo Patriciello, Alojz Peterle, Maria Petre, Tobias Pflüger, João de Deus Pinheiro, Hubert Pirker, Francisca Pleguezuelos Aguilar, Zita Pleštinská, Rovana Plumb, Guido Podestà, José Javier Pomés Ruiz, Mihaela Popa, Nicolae Vlad Popa, Miguel Portas, Horst Posdorf, Bernd Posselt, Christa Prets, Vittorio Prodi, John Purvis, Poul Nyrup Rasmussen, Vladimír Remek, Karin Resetarits, José Ribeiro e Castro, Teresa Riera Madurell, Frédérique Ries, Karin Riis-Jørgensen, Marco Rizzo, Bogusław Rogalski, Zuzana Roithová, Luca Romagnoli, Raül Romeva i Rueda, Dagmar Roth-Behrendt, Libor Rouček, Paul Rübig, Heide Rühle, Flaviu Călin Rus, Leopold Józef Rutowicz, Eoin Ryan, Aloyzas Sakalas, José Ignacio Salafranca Sánchez-Neyra, María Isabel Salinas García, Antolín Sánchez Presedo, Daciana Octavia Sârbu, Toomas Savi, Christel Schaldemose, Agnes Schierhuber, Carl Schlyter, Olle Schmidt, Pál Schmitt, György Schöpflin, Jürgen Schröder, Martin Schulz, Adrian Severin, Brian Simpson, Kathy Sinnott, Peter Skinner, Alyn Smith, Csaba Sógor, Renate Sommer, Søren Bo Søndergaard, María Sornosa Martínez, Jean Spautz, Bart Staes, Grażyna Staniszewska, Petya Stavreva, Dirk Sterckx, Struan Stevenson, Catherine Stihler, Theodor Dumitru Stolojan, Dimitar Stoyanov, Daniel Strož, Robert Sturdy, Margie Sudre, David Sumberg, László Surján, Gianluca Susta, Eva-Britt Svensson, József Szájer, István Szent-Iványi, Hannu Takkula, Charles Tannock, Michel Teychenné, Britta Thomsen, Marianne Thyssen, Silvia-Adriana Țicău, Gary Titley, Patrizia Toia, László Tőkés, Ewa Tomaszewska, Witold Tomczak, Jacques Toubon, Antonios Trakatellis, Catherine Trautmann, Kyriacos Triantaphyllides, Evangelia Tzampazi, Thomas Ulmer, Adina-Ioana Vălean, Johan Van Hecke, Anne Van Lancker, Geoffrey Van Orden, Daniel Varela Suanzes-Carpegna, Ioannis Varvitsiotis, Donato Tommaso Veraldi, Bernadette Vergnaud, Marcello Vernola, Cornelis Visser, Sahra Wagenknecht, Diana Wallis, Graham Watson, Henri Weber, Manfred Weber, Renate Weber, Anja Weisgerber, Jan Marinus Wiersma, Anders Wijkman, Glenis Willmott, Iuliu Winkler, Janusz Wojciechowski, Corien Wortmann-Kool, Anna Záborská, Zbigniew Zaleski, Mauro Zani, Andrzej Tomasz Zapałowski, Stefano Zappalà, Tatjana Ždanoka, Vladimír Železný, Roberts Zīle, Marian Zlotea, Jaroslav Zvěřina, Tadeusz Zwiefka


Τετάρτη, 14ης Ιανουαρίου 2009

24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/48


Η κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2004-2008)

P6_TA(2009)0019

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση 2004-2008 (2007/2145(INI))

(2010/C 46 E/08)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τον από 7 Δεκεμβρίου 2000 Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής Χάρτης), όπως τροποποιήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2007,

έχοντας υπόψη τους στόχους που θέτουν τα άρθρα 6 και 7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής Συνθήκη ΕΕ), να καταστεί δηλ. η Ένωση ζώνη ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, και να τεθούν σε εφαρμογή οι αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου,

έχοντας υπόψη τις καινοτομίες επί των οποίων οι κυβερνήσεις των κρατών μελών συμφώνησαν στις 13 Δεκεμβρίου 2007 υπογράφοντας τη Συνθήκη της Λισαβόνας, στην πρώτη σειρά των οποίων βρίσκονται ο νομικώς δεσμευτικός χαρακτήρας του Χάρτη και η υποχρέωση ένταξης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Προάσπισης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (στο εξής ΕΣΠΑΔ),

έχοντας υπόψη την οδηγία του Συμβουλίου 2000/43/ΕΚ, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (1), την οδηγία του Συμβουλίου 2000/78/ΕΚ, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (2), και τη σύμβαση-πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου αριθ. 168/2007, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3) (εφεξής: Οργανισμός),

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις του Οργανισμού και του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας, καθώς και τις εκθέσεις των ενδιαφερομένων μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ),

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την κατάσταση στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που καταρτίζονται από το δίκτυο ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις των οργάνων του Συμβουλίου της Ευρώπης, και ειδικότερα τις περί της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκθέσεις της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης και του Ύπατου Αρμοστή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα,

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σχετικά με επισκέψεις σε κέντρα κράτησης για παράνομους μετανάστες,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του για τα θεμελιώδη δικαιώματα και για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

έχοντας υπόψη τη σειρά των δημοσίων συνεδριάσεων και των ανταλλαγών απόψεων που η κοινοβουλευτική Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων οργάνωσε εν όψει του παρόντος ψηφίσματος, ειδικότερα στις 8 Οκτωβρίου 2007 με τους δικαστές των συνταγματικών και των ανώτατων δικαστηρίων, στις 19 Μαΐου 2008 με τον Επίτροπο του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και στις 6 Οκτωβρίου 2008 με εκπροσώπους ΜΚΟ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0479/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 6 της Συνθήκης της ΕΕ θεμελιώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε κοινότητα αξιών και στο σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, έτσι όπως αυτά κατοχυρώνονται από την ΕΣΠΑΔ και έτσι όπως απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο, ως εκπρόσωπος άμεσα εκλεγμένος των πολιτών της Ένωσης και εγγυητής των δικαιωμάτων τους, πιστεύει στην προεξέχουσα ευθύνη του για την έμπρακτη εφαρμογή αυτών των αρχών, ιδίως λόγω του ότι υπό την παρούσα μορφή των Συνθηκών το ατομικό δικαίωμα προσφυγής ενώπιον των κοινοτικών δικαιοδοτικών οργάνων παραμένει πολύ περιορισμένο,

Γ.

εκτιμώντας ότι η θέσπιση διαδικασίας ελέγχου της συμβατότητας των νομοθετικών προτάσεων με τον Χάρτη είναι μια από τις αναγκαίες συνέπειες της έγκρισής του στις 7 Δεκεμβρίου 2000, όπως αναγνώρισε και η Επιτροπή εκδίδοντας τις σχετικές διατάξεις το 2001 και όπως και αυτό το ίδιο το Κοινοβούλιο υπενθύμισε με το από 15 Μαρτίου 2007 ψήφισμά του σχετικά με το σεβασμό του Χάρτη στις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής: μεθοδολογία για συστηματικό και αυστηρό έλεγχο (4),

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας που έχει υποβληθεί προς επικύρωση κάνει ρητή μνεία στον Χάρτη και του αποδίδει την ίδια νομική αξία με τις Συνθήκες,

Ε.

εκτιμώντας ότι, εφόσον ο Χάρτης ενσωματωθεί στο πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης, τα δικαιώματα που ορίζει θα αποκτήσουν δεσμευτική ισχύ μέσω του παραγώγου δικαίου που θα τα θέσει σε εφαρμογή,

ΣΤ.

εκτιμώντας ότι ο Χάρτης, ανεξάρτητα από το νομικό του καθεστώς, έγινε με την πάροδο των ετών πηγή έμπνευσης για τη νομολογία των ευρωπαϊκών δικαιοδοτικών οργάνων, όπως π.χ. του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και πολλών συνταγματικών δικαστηρίων,

Ζ.

εκτιμώντας ότι ο πραγματικός «πολιτισμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων» στην Ένωση απαιτεί την ανάπτυξη συνολικού συστήματος ελέγχου των εν λόγω δικαιωμάτων, που να περικλείει το Συμβούλιο και τις αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο της διακυβερνητικής συνεργασίας, δεδομένου ότι προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν σημαίνει μόνο τυπικό σεβασμό των κανόνων, αλλά κυρίως ενεργό προαγωγή τους και επέμβαση σε περιπτώσεις παραβίασης ή μη ικανοποιητικής εφαρμογής τους εκ μέρους των κρατών μελών,

Εισαγωγή

1.

εκτιμά ότι η αποτελεσματική προστασία και η προαγωγή των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελεί το θεμέλιο της δημοκρατίας στην Ευρώπη και βασική προϋπόθεση για την εδραίωση του Ευρωπαϊκού Χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης

2.

επισημαίνει ότι η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων περιλαμβάνει μέτρα σε διάφορα επίπεδα (διεθνές, ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό) και τονίζει τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές στην πρακτική εφαρμογή και προαγωγή των εν λόγω δικαιωμάτων·

3.

θεωρεί λυπηρό το ότι τα κράτη μέλη συνεχίζουν να απορρίπτουν τον σε επίπεδο Ένωσης έλεγχο των πολιτικών τους και των πρακτικών τους σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προσπαθούν να περιορίσουν την προστασία αυτών των δικαιωμάτων σε καθαρά εσωτερικό πλαίσιο, πράγμα που ζημιώνει τον ενεργό ρόλο που η Ευρωπαϊκή Ένωση παίζει στον κόσμο ως υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υποσκάπτει την αξιοπιστία της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ στον τομέα της προάσπισης των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

4.

υπενθυμίζει ότι, βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 2 της Συνθήκης της ΕΕ, ο ρόλος του ΔΕΚ είναι να επιβάλλει το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, έτσι όπως αυτά απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών και από την ΕΣΠΑΔ, αλλά και από άλλα κείμενα του διεθνούς δικαίου·

5.

υπογραμμίζει ότι το άρθρο 7 της Συνθήκης ΕΕ προβλέπει διαδικασία σε επίπεδο Ένωσης προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν λαμβάνουν χώρα στην Ένωση συστηματικές και σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, αλλά ότι η εν λόγω διαδικασία δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ, παρά το γεγονός ότι στα κράτη μέλη λαμβάνουν χώρα παραβιάσεις, όπως αποδεικνύεται από τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων· ζητεί από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης να θεσπίσουν μηχανισμό παρακολούθησης και σύνολο αντικειμενικών κριτηρίων για την εφαρμογή του άρθρου 7 της Συνθήκης ΕΕ·

6.

τονίζει ότι, αν και οι κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών μπορούν να χρησιμοποιούνται ως πηγή έμπνευσης από το ΔΕΚ για την έκδοση της νομολογίας του σε θέματα θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο Χάρτης αποτελεί κοινή βάση ελάχιστων δικαιωμάτων, και ότι πάντως τα κράτη μέλη δεν μπορούν να προβάλλουν το επιχείρημα ότι ο Χάρτης προσφέρει χαμηλότερο επίπεδο προστασίας για ορισμένα δικαιώματα από ό,τι οι διασφαλίσεις των δικών τους συνταγμάτων ως πρόσχημα για να μειώνουν το επίπεδο αυτών των εγγυήσεων·

7.

επικροτεί το άρθρο 53 του Χάρτη, που επιτρέπει στο ΔΕΚ να αναπτύσσει τη νομολογία του στο θέμα των θεμελιωδών δικαιωμάτων δίνοντας τους νομική βάση, πράγμα ουσιώδες υπό την προοπτική της ανάπτυξης του δικαίου της Ένωσης·

8.

τονίζει ότι οι δικαστικές αρχές των κρατών μελών μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικής σημασίας ρόλο στην πρακτική εφαρμογή των δικαιωμάτων του ανθρώπου· καλεί τα κράτη να θεσπίσουν σύστημα συνεχούς κατάρτισης των εθνικών δικαστών σχετικά με τα συστήματα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

Γενικές συστάσεις

9.

θεωρεί ότι η εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων πρέπει να αποτελεί σκοπό για όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές· εκτιμά ότι, προς το σκοπό αυτό, τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να τα προάγουν και να τα προστατεύουν ενεργά και να τα συνεκτιμούν πλήρως κατά την κατάρτιση και την έγκριση των νομοθετικών πράξεων·

10.

επικροτεί τη δημιουργία του Οργανισμού, που αποτελεί το πρώτο βήμα προς την εκπλήρωση των αιτημάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί δημιουργίας ενοποιημένου κανονιστικού και θεσμικού πλαισίου που θα καταστήσει ενεργό τον Χάρτη και θα διασφαλίσει την αντιστοιχία με το σύστημα που έχει δημιουργήσει η ΕΣΠΑΔ· υπενθυμίζει πάντως ότι η ετήσια συνολική έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα την οποία συνέτασσε το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και η οποία εκδιδόταν μέχρι το 2005, εξέταζε την εφαρμογή του συνόλου των ανεγνωρισμένων από τον Χάρτη δικαιωμάτων σε καθένα από τα κράτη μέλη, και επομένως ανησυχεί μήπως η περιορισμένη εντολή του Οργανισμού και η διάλυση του Δικτύου αποκλείσουν από το πεδίο της συστηματικής διερεύνησης ολόκληρη σειρά σημαντικών τομέων της πολιτικής επί θεμάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη·

11.

τονίζει, σε ό,τι αφορά την περιορισμένη εντολή του Οργανισμού, ότι τα ζητήματα τα σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να υποδιαιρούνται τεχνητά σε τομείς υπαγόμενους στον πρώτο, στον δεύτερο ή στον τρίτο πυλώνα, έτσι όπως τα κράτη μέλη τους επέλεξαν για να καθορίσουν το πεδίο αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι τα θεμελιώδη δικαιώματα συγκροτούν αδιαίρετο σύνολο και είναι αλληλεξαρτημένα· εκτιμά ότι είναι επομένως αναγκαίο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο, σε συνεργασία με τον Οργανισμό, να διαμορφώσουν πρώτα συνολική εικόνα των προβλημάτων στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός των κρατών μελών, πέρα από το αυστηρά ευρωπαϊκό πλαίσιο και χωρίς να περιοριστούν στα θέματα επικαιρότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε στα δικά της ιδιαίτερα νομικά και πολιτικά κείμενα, αλλά εντοπίζοντας τα μόνιμα αλλά και επίκαιρα προβλήματα στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός των κρατών μελών και λαμβάνοντας υπόψη όλους τους υφιστάμενους σε διεθνές και σε ευρωπαϊκό επίπεδο μηχανισμούς·

12.

ζητεί από την Επιτροπή και από το Συμβούλιο να χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες που υπάρχουν χάρη στην εποπτεία που ασκούν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο Οργανισμός, το Συμβούλιο της Ευρώπης, τα ελεγκτικά όργανα του ΟΗΕ, τα εθνικά ιδρύματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι ΜΚΟ, και να τις αξιοποιήσουν με την εκτέλεση διορθωτικών ενεργειών ή με τη δημιουργία προληπτικού νομικού πλαισίου·

13.

επιφυλάσσεται του δικαιώματος να εποπτεύει το έργο του Οργανισμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να εξετάζει όσα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα του Οργανισμού, ζητεί δε από την Επιτροπή να πράξει το ίδιο δυνάμει του ρόλου της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών·

14.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η ενεργός πολιτική για τα δικαιώματα δεν είναι δυνατόν να περιορίζεται στις περιπτώσεις που προσελκύουν κυρίως το ενδιαφέρον του κοινού και ότι σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων που λαμβάνουν χώρα σε κλειστά ιδρύματα ανηλίκων, ηλικιωμένων και ασθενών καθώς και στις φυλακές δεν υποβάλλονται σε κριτικό δημόσιο έλεγχο· τονίζει ότι τα κράτη μέλη και η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διασφαλίσουν την παρακολούθηση από εμπειρογνώμονες των συνθηκών διαβίωσης στα εν λόγω κλειστά ιδρύματα, όσον αφορά τόσο τους κανονισμούς όσο και τις πρακτικές·

15.

ζητεί από το Συμβούλιο να ενσωματώσει στις μελλοντικές Ετήσιες Εκθέσεις του για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο ανάλυση της κατάστασης τόσο στον κόσμο όσο και σε καθένα από τα κράτη μέλη· εκτιμά ότι αυτή η διττή ανάλυση θα προβάλλει την ισοδύναμη δέσμευση της Ένωσης υπέρ της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της, ώστε να αποφεύγονται οι κατηγορίες ετεροβαρούς αντιμετώπισης ανάλογα με την περίπτωση (οι «διπλές προδιαγραφές»)·

16.

ζητεί από τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για να προσφέρουν σε όσα εθνικά ιδρύματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν συσταθεί στο πλαίσιο των «βασικών αρχών των Παρισίων» του ΟΗΕ, καθεστώς ανεξαρτησίας έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, και επαρκείς οικονομικούς πόρους, συνεκτιμώντας ιδιαίτερα το ότι ένα από τα καθήκοντα αυτών των οργάνων είναι να επιθεωρούν τις πολιτικές σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να προλαμβάνουν τις παραλείψεις και να προτείνουν βελτιώσεις, με δεδομένο το ότι η αποτελεσματικότητα μετριέται πρώτα-πρώτα μέσω της πρόληψης και όχι μόνο μέσω της επίλυσης των προβλημάτων· παροτρύνει τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να εγκαθιδρύσουν τα προαναφερόμενα ιδρύματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

17.

καλεί το Συμβούλιο να μετατρέψει την ad hoc ομάδα εργασίας του για τα θεμελιώδη δικαιώματα και την ιθαγένεια σε μόνιμη ομάδα εργασίας, που θα λειτουργεί παράλληλα με την Ομάδα Εργασίας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (COHOM), και ζητεί από την Επιτροπή να αναθέσει το χαρτοφυλάκιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών σε έναν μόνο Επίτροπο·

18.

υπενθυμίζει ότι είναι βασικό από πολιτική άποψη το να ενσωματωθεί η έννοια της προαγωγής των θεμελιωδών δικαιωμάτων στους προς επίτευξη στόχους, στο πλαίσιο κάθε απλοποίησης ή αναδιοργάνωσης του κοινοτικού κεκτημένου· ζητεί, κάθε νέα πολιτική, νομοθετική πρόταση και πρόγραμμα να συνοδεύεται από μελέτη επιπτώσεων ως προς το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αυτή δε η εκτίμηση να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της αιτιολόγησης της πρότασης και ευελπιστεί ότι τα κράτη μέλη θα θεσπίσουν επίσης παρεμφερή μέσα αξιολόγησης του αντικτύπου στην επακόλουθη μεταφορά του κοινοτικού δικαίου στο εγχώριο δίκαιο·

Συνεργασία με το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλα διεθνή όργανα και οργανισμούς με αρμοδιότητα στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων

19.

χαίρει με την προοπτική της ένταξης της Ένωσης στην ΕΣΠΑΔ, έστω κι αν αυτή η ένταξη δεν θα φέρει θεμελιώδεις αλλαγές, δεδομένου ότι καθόσον ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θίγονται ζητήματα σχετικά με τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που περιλαμβάνονται στην ΕΣΠΑΔ, η εν λόγω σύμβαση έχει ήδη γίνει αποδεκτή σε πραγματικό επίπεδο στην έννομη τάξη της Ένωσης (5)·

20.

υπενθυμίζει το μείζονα ρόλο των οργάνων και των μηχανισμών ελέγχου του Συμβουλίου της Ευρώπης σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και των διαφόρων άλλων Συμβάσεών του· ζητεί από τα κράτη μέλη, από τα όργανα της Ένωσης και από τον Οργανισμό να στηριχθούν στην εμπειρία αυτή, και να λάβουν υπόψη τους αυτούς τους μηχανισμούς, για να τους συμπεριλάβουν στις εν δικτύω διαδικασίες λειτουργίας και να κάνουν χρήση των προδιαγραφών που έχει αναπτύξει το Συμβούλιο της Ευρώπης και των άλλων χειροπιαστών αποτελεσμάτων του έργου του· ζητεί να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες που διανοίγονται με το Μνημόνιο Συμφωνίας Συμβουλίου της Ευρώπης και Ευρωπαϊκής Ένωσης·

21.

ζητεί την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων οργάνων και οργανισμών που έχουν αρμοδιότητα στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο·

22.

τονίζει για άλλη μια φορά ότι είναι πολύ σημαντικό για την αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης παγκοσμίως να μην εφαρμόζει «διπλές προδιαγραφές» στην εξωτερική αφενός και στην εσωτερική αφετέρου πολιτική της·

23.

εκτιμά πως ακόμη κι αν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συμμετέχει αυτόνομα ως Ένωση, από τη στιγμή που τα περισσότερα κράτη μέλη της έχουν ενταχθεί σε συμβάσεις ή άλλα διεθνή νομικά κείμενα για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, δημιουργείται γι αυτήν η υποχρέωση να σέβεται τις διατάξεις τους και, εάν χρειαστεί, να ακολουθεί τις συστάσεις που διατυπώνουν τα όργανα που δημιουργήθηκαν βάσει αυτών των κειμένων, εφόσον το δίκαιο της Ένωσης δεν προσφέρει ισοδύναμη ή υψηλότερη προστασία· καλεί και το ΔΕΚ να υιοθετήσει ανάλογη αντίληψη μέσω της νομολογίας του·

24.

συνιστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση να συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με τα διεθνή όργανα και οργανισμούς με αρμοδιότητα στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και ειδικότερα με το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, και με τα άλλα όργανα του εν λόγω οργανισμού, που παίζουν κάποιο ρόλο σε αυτό τον τομέα, καθώς και με το Γραφείο των Διεθνών Θεσμών και των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και με τον Ύπατο Αρμοστή για τις Εθνικές Μειονότητες του Οργανισμού Ασφάλειας και Συνεργασίας στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ)·

Ανθρώπινα δικαιώματα, ελευθερία, ασφάλεια και δικαιοσύνη

25.

τονίζει την ανάγκη που υπάρχει να αξιολογούνται και να γίνονται πλήρως σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ατομικές ελευθερίες στο βαθμό που αυξάνονται οι αρμοδιότητες της Ένωσης· θεωρεί επομένως ότι οι δυο στόχοι: ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και η μέριμνα για τη συλλογική ασφάλεια δεν είναι μόνον συμβατοί μεταξύ τους αλλά και αλληλεξαρτώμενοι, κι ότι με τις κατάλληλες πολιτικές μπορούμε να αποφύγουμε το να καταστεί οποιαδήποτε κατασταλτική τακτική κίνδυνος για τις ατομικές ελευθερίες·

26.

πιστεύει ότι η ανάπτυξη ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου βασισμένου στην εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης πρέπει να θεμελιώνεται σε ισοδύναμες δικονομικές εγγυήσεις σε ολόκληρη την Ένωση και στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως τονίζεται στο άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΕ· ζητεί από τα κράτη μέλη που δεν το έχουν ακόμη πράξει, την ταχεία θέσπιση κατάλληλου νομοθετικού μέτρου σχετικά με τα δικαιώματα των εμπλεκομένων σε ποινικές διαδικασίες· καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και άλλα μέτρα αμοιβαίας αναγνώρισης εφαρμόζονται σύμφωνα με τα πρότυπα της Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

27.

υπενθυμίζει με θέρμη το δικαίωμα κάθε συλλαμβανόμενου ατόμου να έχει όλες τις δικαστικές εγγυήσεις και, εάν χρειαστεί, τη βοήθεια της διπλωματικής αντιπροσωπείας της χώρας του, καθώς και τις υπηρεσίες ανεξάρτητου διερμηνέα·

28.

εκφράζει τον προβληματισμό του για τον υψηλό αριθμό παραβιάσεων της ΕΣΠΑΔ οι οποίες αφορούν κράτη μέλη και τα καλεί να εκτελούν τις συναφείς αποφάσεις και να αντιμετωπίσουν τις διαρθρωτικές ελλείψεις και τη συστηματική παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου με τη θέσπιση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων·

29.

ανησυχεί λόγω της μείωσης του επιπέδου προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, ιδίως του θεμελιώδους δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, της προστασίας των δεδομένων και της απαγόρευσης των διακρίσεων, και θεωρεί ότι η Ένωση οφείλει να ενεργεί αποφασιστικότερα σε διεθνές επίπεδο προκειμένου να προαγάγει αληθινή στρατηγική θεμελιωμένη στον πλήρη σεβασμό των διεθνών προδιαγραφών και υποχρεώσεων στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη· κατά συνέπεια, παροτρύνει το Συμβούλιο να εγκρίνει το σχέδιο της απόφασης πλαίσιο σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων, τα οποία γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, σύμφωνα με τις συστάσεις του Κοινοβουλίου για υψηλότερα πρότυπα· εκτιμά πως η στρατηγική αυτή πρέπει να συνυπολογίζει την ανάγκη οι πληροφορίες που αποσπώνται με χρήση βασανιστηρίων ή μέσω κακομεταχείρισης ή κάτω από άλλες συνθήκες μη ανταποκρινόμενες στις διεθνείς προδιαγραφές περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να μη χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο των δικαστικών διαδικασιών, μη εξαιρουμένης της φάσης των ανακρίσεων·

30.

ζητεί από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και από τα κράτη μέλη να θέσουν σε εφαρμογή τις συστάσεις που περιέχονται στο από 14 Φεβρουαρίου 2007 ψήφισμά του σχετικά με την εικαζόμενη χρήση ευρωπαϊκών χωρών από τη CIA (Central Intelligence Agency - αμερικανική κεντρική υπηρεσία πληροφοριών) για τη μεταφορά και την παράνομη κράτηση αιχμαλώτων (6)· επικροτεί εν προκειμένω τη δήλωση του εκλεγμένου Προέδρου των ΗΠΑ σχετικά με το κλείσιμο του κέντρου κράτησης στο Γκουαντάναμο και την παραπομπή των κρατουμένων σε δίκη· καλεί τα κράτη μέλη να δηλώσουν την προθυμία τους για από κοινού εύρεση λύσεων για τους εναπομείναντες κρατούμενους·

31.

εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για τη μη εφαρμογή από την Ένωση των αποφάσεων του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 12ης Δεκεμβρίου 2006 και της 4ης Δεκεμβρίου 2008 και της απόφασης του εφετείου της Μεγάλης Βρετανίας υπέρ της PMOI (Οργάνωση των Μουτζαχεντίν του Λαού του Ιράν) της 7ης Μαΐου 2008

Διακρίσεις

Γενικές παρατηρήσεις

32.

τονίζει τη διαφορά ανάμεσα στην προστασία των μειονοτήτων και στις πολιτικές κατά των διακρίσεων· θεωρεί ότι η ισότητα ευκαιριών συνιστά θεμελιώδες δικαίωμα κάθε ατόμου, και όχι προνόμιο, και όχι μόνο για τους πολίτες συγκεκριμένου κράτους μέλους· εκτιμά συνεπώς ότι κάθε μορφή διακρίσεων πρέπει να καταπολεμηθεί με ίση ένταση·

33.

ζητεί από τα κράτη μέλη και από την Επιτροπή να ανταποκριθούν πλήρως στις συστάσεις του Οργανισμού, όπως διατυπώνονται στο κεφάλαιο 7 της πρώτης ετήσιας έκθεσής του (7)·

34.

διαπιστώνει με ανησυχία την μη ικανοποιητική πορεία εφαρμογής των πολιτικών κατά των διακρίσεων και υποστηρίζει επ'αυτού τις εκτιμήσεις της Ετήσιας Έκθεσης 2008 του Οργανισμού· καλεί όσα κράτη μέλη δεν το έχουν ακόμη κάνει μέχρι σήμερα, να θέσουν σε έμπρακτη εφαρμογή αυτές τις πολιτικές, και ειδικότερα την Οδηγία 2000/43/ΕΚ και την Οδηγία 2000/78/ΕΚ, και υπενθυμίζει ότι οι οδηγίες αυτές καθορίζουν τις ελάχιστες προδιαγραφές και θα πρέπει επομένως να αποτελέσουν το θεμέλιο επί της οποίας θα οικοδομηθεί ολοκληρωμένη πολιτική κατά των διακρίσεων·

35.

ζητεί από όσα κράτη μέλη δεν το έχουν ακόμη κάνει, να επικυρώσουν το Πρωτόκολλο αριθ. 12 (8) της ΕΣΠΑΔ, δεδομένου ότι αυτό επιβάλλει γενική απαγόρευση κάθε διάκρισης, εγγυώμενο ότι κανένα άτομο δεν θα υποστεί διακρίσεις για οποιαδήποτε αιτία από καμία δημόσια αρχή· στα ισχύοντα νομικά κείμενα τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του Συμβουλίου της Ευρώπης, τέτοια διάταξη προς το παρόν απουσιάζει·

36.

επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής, ενόψει οδηγίας του Συμβουλίου που θα θέτει σε εφαρμογή την αρχή της ισότητας της μεταχείρισης των προσώπων, χωρίς διάκριση θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού (COM(2008)0426), επεκτείνοντας έτσι το πεδίο της οδηγίας 2000/43/ΕΚ σε όλες τις άλλες μορφές διακρίσεων, ώστε να τεθεί έτσι σε εφαρμογή το άρθρο 21 του Χάρτη, που προσφέρει ευρύτερο περιθώριο ελιγμών από ό,τι το άρθρο 13 της Συνθήκης ΕΚ, δεδομένου ότι μνημονεύει συμπληρωματικές περιπτώσεις διακρίσεων: το χρώμα, η κοινωνική προέλευση, τα γενετικά χαρακτηριστικά, η γλώσσα, οι πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, η ιδιότητα του μέλους μειονότητας, η ιδιοκτησία ή η γέννηση·

37.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η προτεινόμενη οδηγία αφήνει σημαντικά κενά στη νομική προστασία κατά των διακρίσεων, ιδίως μέσω ευρέος φάσματος εξαιρέσεων που σχετίζονται με τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και τη δημόσια υγεία, τις οικονομικές δραστηριότητες, το γαμήλιο και το οικογενειακό καθεστώς και τα δικαιώματα αναπαραγωγής, την εκπαίδευση και τη θρησκεία· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι, αντί να απαγορεύουν τις διακρίσεις, αυτές οι «ρήτρες διαφυγής» μπορούν στην πραγματικότητα να χρησιμοποιηθούν για την κωδικοποίηση υφιστάμενων πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι η οδηγία πρέπει να είναι σύμφωνη προς την υπάρχουσα νομολογία στον τομέα των δικαιωμάτων των λεσβιών, των ομοφυλοφίλων, των αμφιφυλοφίλων και των τρανσεξουαλικών (ΛΟΑΤ) ατόμων, και ειδικότερα την απόφαση Maruko (9)·

38.

καλεί την Επιτροπή να επιτρέψει στον Οργανισμό να συμμετέχει στην κοινοτική νομοθετική διαδικασία κατά των διακρίσεων, ώστε να μπορέσει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο προσφέροντας τακτική πηγή επίκαιρων και προχωρημένων πληροφοριών, αναγκαίων για τη σύνταξη συμπληρωματικών νομοθετικών κειμένων και ζητώντας τη γνώμη του ήδη από την προπαρασκευαστική φάση της σύνταξης νομοθετικών σχεδίων·

39.

χαιρετίζει την έγκριση της απόφασης πλαισίου 2008/913/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2008, για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου (10) σε συνέχεια της πολιτικής συμφωνίας του Δεκεμβρίου του 2007· υπενθυμίζει την θέση του της 29 Νοεμβρίου 2007 (11), που ήταν υπέρ της πρότασης· ζητεί από την Επιτροπή να προτείνει, μετά από συνεννόηση με τον Οργανισμό, παρόμοια νομοθετική πράξη για την καταπολέμηση της ομοφοβίας·

40.

ανησυχεί με το χαμηλό επίπεδο των γνώσεων στα κράτη μέλη σχετικά με την νομοθεσία κατά των διακρίσεων και σημειώνει ότι, προκειμένου να ασκήσουν τα δικαιώματά τους, οι πολίτες της Ένωσης αναγκάζονται να προσφύγουν στην ενωσιακή νομοθεσία στον συγκεκριμένο τομέα· ζητεί από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για να βελτιώσουν αυτό το επίπεδο· τονίζει ταυτόχρονα ότι η νομοθεσία είναι αποτελεσματική μόνο όταν οι πολίτες έχουν εύκολη πρόσβαση στα δικαιοδοτικά όργανα, αφού το σύστημα προστασίας που προβλέπεται από τις οδηγίες κατά των διακρίσεων εξαρτάται από τις ενέργειες στις οποίες προβαίνουν τα θύματα με δική τους πρωτοβουλία·

41.

εκτιμά ότι, πέρα από τα νομοθετικά κείμενα και τις δυνατότητες προσφυγής, ο αγώνας κατά των διακρίσεων πρέπει αναγκαστικά να στηριχθεί στην παιδεία, στην προαγωγή των βέλτιστων πρακτικών, και στις ενημερωτικές εκστρατείες που απευθύνονται στο ευρύ κοινό και στις περιοχές ή τους τομείς όπου σημειώνονται αυτές οι διακρίσεις· ζητεί από τις εθνικές και τοπικές δημόσιες αρχές να κάνουν χρήση του εκπαιδευτικού υλικού που δημιούργησαν ο Οργανισμός και το Συμβούλιο της Ευρώπης, όταν ξεκινούν δράσεις διαπαιδαγώγησης ή δράσεις για την προβολή της πολιτικής κατά των διακρίσεων·

42.

τονίζει ότι η έννοια της θετικής δράσης, που συνιστά αναγνώριση του ότι σε ορισμένες περιπτώσεις για την αποτελεσματική καταπολέμηση των διακρίσεων απαιτείται η ενεργός παρέμβαση των αρχών προκειμένου να αποκατασταθεί η ισορροπία που έχει διαταραχθεί σοβαρά, δεν μπορεί να περιορίζεται στην έννοια της ποσόστωσης· τονίζει ότι τέτοιου είδους δράσεις μπορούν στην πράξη να λαμβάνουν τις πιο διαφορετικές μορφές, όπως την υποχρεωτική πραγματοποίηση συνεντεύξεων πριν από την πρόσληψη, την προτεραιότητα πρόσβασης σε επιμορφωτικά προγράμματα που οδηγούν σε θέσεις εργασίας σε κάποιον τομέα όπου ορισμένες κοινότητες υποεκπροσωπούνται, την κατά προτεραιότητα παροχή πληροφοριών σε ορισμένες κοινότητες σχετικά με τις προσφορές εργασίας, και την συνεκτίμηση της επαγγελματικής εμπειρίας περισσότερο, αντί αποκλειστικά των επαγγελματικών προσόντων·

43.

εκτιμά ότι η συγκέντρωση δεδομένων για την κατάσταση των μειονοτήτων και των μειονεκτικών πληθυσμιακών ομάδων είναι σημαντική, όπως τονίζουν οι διαδοχικές εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας και του Οργανισμού· ζητεί από τα κράτη μέλη να δημοσιοποιούν τις λεπτομερείς στατιστικές για τα ρατσιστικά εγκλήματα και να διενεργούν έρευνες για το κάθε έγκλημα και/ή τα θύματα, κατά τρόπο που να επιτρέπει τη συγκέντρωση ποσοτικών και συγκρίσιμων δεδομένων σχετικά με τα θύματα αυτών των εγκλημάτων·

Μειονότητες

44.

διαπιστώνει ότι οι πρόσφατες διευρύνσεις της Ένωσης πρόσθεσαν κάπου εκατό μειονοτικές πληθυσμιακές ομάδες στις πενήντα περίπου που ήδη υπήρχαν στην Ευρώπη των 15 και τονίζει πως λόγω του μικρού ποσοστού μεταναστών, προσφύγων και αλλοδαπών μονίμων κατοίκων προερχόμενων από τρίτες χώρες, και λόγω της παρουσίας αυτοχθόνων («παραδοσιακών») μειονοτήτων, πιο ορατών στα ανατολικοευρωπαϊκά και κεντροευρωπαϊκά κράτη μέλη, οι πολιτικές μετανάστευσης και ένταξης ήταν διαχωρισμένες από τις πολιτικές που αφορούσαν τις μειονότητες·

45.

τονίζει ότι, μολονότι η προστασία των μειονοτήτων εντάσσεται στα κριτήρια της Κοπεγχάγης, στην κοινοτική πολιτική δεν υπάρχουν ούτε κοινά κριτήρια ούτε ελάχιστα πρότυπα για τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων κι ότι επίσης δεν υπάρχει κοινός ευρωπαϊκός ορισμός της ιδιότητας του μέλους εθνικής μειονότητας· συνιστά να καταρτισθεί αυτός ο ορισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο βάσει της Σύστασης 1201 του Συμβουλίου της Ευρώπης (1993)· καλεί όλα τα κράτη μέλη που δεν το έχουν κάνει ακόμα να υπογράψουν και να επικυρώσουν τον Ευρωπαϊκό Χάρτη για τις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες και τη σύμβαση πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων·

46.

υπογραμμίζει στο πλαίσιο αυτό ότι ολοένα και περισσότεροι πολίτες της Ένωσης μετακινούνται από το ένα κράτος μέλος στο άλλο και ότι πρέπει να απολαμβάνουν πλήρως τα δικαιώματα που προβλέπονται στις συνθήκες σε σχέση με το καθεστώς τους ως πολιτών της Ένωσης, και ιδίως τα δικαιώματα συμμετοχής στις τοπικές και ευρωπαϊκές εκλογές και ελεύθερης κυκλοφορίας· καλεί τα κράτη μέλη να συμμορφωθούν πλήρως με την οδηγία 2004/38/ΕΚ σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία, και τα θεσμικά όργανα της Ένωσης να λάβουν περαιτέρω μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών της Ένωσης σε ολόκληρη την Ένωση·

47.

υπογραμμίζει τη σημασία της προστασίας και της προώθησης των περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών, σημειώνοντας ότι το δικαίωμα χρήσης της μητρικής γλώσσας και εκπαίδευσης στη μητρική γλώσσα είναι ένα από τα βασικότερα θεμελιώδη δικαιώματα· χαιρετίζει επίσης τις δραστηριότητες των κρατών μελών για την υποστήριξη του διαπολιτισμικού και διαθρησκευτικού διαλόγου, ο οποίος είναι ζωτικής σημασίας για την πλήρη απόλαυση των δικαιωμάτων των πολιτισμικών και θρησκευτικών μειονοτήτων·

48.

θεωρεί ότι οι αρχές της επικουρικότητας και της αυτοδιακυβέρνησης είναι οι αποτελεσματικότεροι τρόποι για τον χειρισμό των δικαιωμάτων των ατόμων που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες, εφαρμόζοντας τις βέλτιστες πρακτικές που υπάρχουν στην Ένωση· ενθαρρύνει τη χρήση κατάλληλων τύπων λύσεων αυτοδιακυβέρνησης, με πλήρη σεβασμό της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών μελών·

49.

τονίζει ότι η πολιτική της Ένωσης για την πολυγλωσσία πρέπει να προστατεύει και προωθεί τις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες με στοχοθετημένη χρηματοδότηση και ειδικά προγράμματα παράλληλα με το πρόγραμμα για τη διά βίου μάθηση·

50.

εκτιμά ότι οι απάτριδες, που διαμένουν μονίμως στα κράτη μέλη, αποτελούν ειδική περίπτωση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι κάποια κράτη μέλη προβάλλουν απέναντί τους αδικαιολόγητες ή μη απολύτως αναγκαίες απαιτήσεις, πράγμα που συνιστά διάκριση σε σχέση με τους πολίτες της πλειοψηφίας· ζητεί επομένως από όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να επικυρώσουν τις συμβάσεις του ΟΗΕ τις σχετικές με το καθεστώς του ανιθαγενούς (1954) και τη μείωση των περιπτώσεων ανιθαγένειας (1961)· ζητεί από τα κράτη μέλη που απέκτησαν ή ανέκτησαν εθνική κυριαρχία τη δεκαετία του 90, να επιφυλάσσουν σε όλα τα άτομα που διέμεναν στην επικράτειά τους πριν από την ημερομηνία αυτή την ίδια μεταχείριση χωρίς καμία διάκριση, και τα καλεί να επιδιώκουν συστηματικά την ανεύρεση δίκαιων λύσεων, θεμελιωμένων στις συστάσεις των διεθνών οργανισμών, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν όλα τα άτομα που είναι θύματα μεροληπτικής μεταχείρισης· καταδικάζει, ειδικότερα, τις πρακτικές σκόπιμης διαγραφής εγγεγραμμένων μόνιμων κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και καλεί τις ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις να λάβουν αποτελεσματικά μέτρα για την αποκατάσταση του καθεστώτος αυτών των απατρίδων·

Οι Ρομά

51.

εκτιμά ότι η κοινότητα των Ρομά χρειάζεται ειδική προστασία, δεδομένου ότι μετά τη διεύρυνση της Ένωσης έγινε μια από τις μεγαλύτερες μειονότητες στην Ένωση· τονίζει ότι ιστορικά η κοινότητα αυτή περιθωριοποιήθηκε και παρεμποδίστηκε να αναπτυχθεί σε ορισμένους βασικούς τομείς, λόγω των διακρίσεων, του στιγματισμού και των αποκλεισμών που ίσχυαν σε βάρος της και που οξύνθηκαν όλο και περισσότερο·

52.

εκτιμά ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός και οι διακρίσεις σε βάρος των κοινοτήτων των Ρομά είναι διαπιστωμένο γεγονός παρά τους νομικούς, πολιτικούς και οικονομικούς μηχανισμούς που δημιουργήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο με σκοπό την καταπολέμησή τους· διαπιστώνει ότι οι διάσπαρτες και ασυντόνιστες προσπάθειες της Ένωσης και των κρατών μελών δεν απέφεραν διαρθρωτικές και μόνιμες βελτιώσεις στην κατάσταση των Ρομά, ιδίως στους ζωτικούς τομείς όπως είναι η πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην υγεία, στη στέγαση και στην απασχόληση, αποτυχία που έχει πλέον αναγνωριστεί δημοσίως·

53.

θεωρεί λυπηρή την απουσία συνολικής και ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής πολιτικής ειδικά για τις διακρίσεις σε βάρος των Ρομά, ώστε να αντιμετωπισθούν τα κυριότερα προβλήματα που αυτοί συναντούν, όπως αυτά τα προβλήματα έχουν καταγραφεί από ορισμένους μηχανισμούς ελέγχου του βαθμού σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων της προενταξιακής αξιολόγησης που διενήργησε η Επιτροπή, των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των εκθέσεων του Οργανισμού· τονίζει ότι αποτελεί συλλογική ευθύνη της Ένωσης να δώσει απάντηση σε αυτά τα προβλήματα, που συνιστούν ένα από τα ευρύτερα και πιο πολύπλοκα ζητήματα στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ότι πρέπει η Ένωση να ασχοληθεί με αποφασιστικότητα με αυτό το έργο·

54.

τονίζει την ανάγκη σφαιρικής θεώρησης του θέματος της ίσης μεταχείρισης, που να προσανατολίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην ανάληψη δράσης και να απηχεί την ευρωπαϊκή διάσταση στο ζήτημα των διακρίσεων έναντι των Ρομά· εκτιμά ότι οποιαδήποτε στρατηγική-πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ένταξη των Ρομά θα πρέπει να καλύψει τα πραγματικά προβλήματα παρέχοντας οδικό χάρτη για τα κράτη μέλη που θα ορίζει τους στόχους και τις προτεραιότητες και θα διευκολύνει τις διαδικασίες παρακολούθησης και αξιολόγησης σχετικά με:

την απομόνωση των Ρομά στο θέμα της πρόσβασης στη στέγαση, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως είναι οι αναγκαστικές εξώσεις και τον αποκλεισμό τους από την απασχόληση, από τη δημόσια εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, την ανάγκη εφαρμογής νόμων κατά των διακρίσεων και την ανάπτυξη πολιτικών για την αντιμετώπιση των υψηλών επιπέδων ανεργίας,

τη συχνή περιφρόνηση των δικαιωμάτων τους από τις δημόσιες αρχές και την πολιτική υποεκπροσώπησή τους,

τα ευρέως διαδεδομένα αισθήματα κατά των Ρομά, τις εξαιρετικά ανεπαρκείς εγγυήσεις απέναντι στις φυλετικές διακρίσεις σε τοπικό επίπεδο και τα ελάχιστα προσαρμοσμένα προγράμματα ένταξης· τις διακρίσεις στην ιατρική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένης της αναγκαστικής στείρωσης, του διαχωρισμού και της απουσίας κατάλληλης πληροφόρησης σχετικά με τον οικογενειακό προγραμματισμό,

τις διακρίσεις εκ μέρους της αστυνομίας· το «φυλετικό φακέλωμα» - μεταξύ άλλων με τη λήψη ψηφιακών αποτυπωμάτων και άλλες μορφές συλλογής δεδομένων - και τις εκτενείς διακριτικές εξουσίες της αστυνομίας, μεταξύ των οποίων οι δυσανάλογα συχνοί τυχαίοι έλεγχοι, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη για προγράμματα επιμόρφωσης και συνειδητοποίησης σχετικά με την αποφυγή των διακρίσεων από την αστυνομία, τα οποία αυτή τη στιγμή σε μεγάλο βαθμό απουσιάζουν,

την ιδιαίτερα ευάλωτη κατάσταση των γυναικών Ρομά, που υπόκεινται σε πολλαπλές διακρίσεις·

Ίσες ευκαιρίες

55.

καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν το βαθμό σεβασμού, προστασίας και εφαρμογής των δικαιωμάτων που εξαγγέλλονται στη Σύμβαση του ΟΗΕ για την Εξάλειψη Όλων των Μορφών Διακρίσεων σε Βάρος των Γυναικών, και ζητεί από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να άρουν τις επιφυλάξεις τους και να επικυρώσουν το προαιρετικό Πρωτόκολλο αυτής της Σύμβασης (12)· υπογραμμίζοντας παράλληλα την αναγκαιότητα σθεναρής επιδίωξης των δεσμεύσεων που ανέλαβαν στη διακήρυξη και στην πλατφόρμα δράσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών της τέταρτης παγκόσμιας διάσκεψης για τις γυναίκες που πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο το 1995·

56.

καλεί τα κράτη μέλη και την Ένωση να καταπολεμήσουν μέσω αποτελεσματικών μέτρων τις άμεσες και έμμεσες διακρίσεις σε βάρος των γυναικών σε όλους τους τομείς (συμπεριλαμβανομένου του γάμου, της σχέσης και άλλων μορφών οικογενειακών δεσμών) και τις πολλαπλές διακρίσεις (που βασίζονται στο φύλο αλλά ταυτόχρονα και σε κάποιο άλλο αίτιο)·

57.

ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην κατάσταση των γυναικών που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες και στην κατάσταση των μεταναστριών, δεδομένου ότι η δική τους περιθωριοποίηση επιτείνεται από τις πολλαπλές διακρίσεις τόσο εκτός όσο και εντός των κοινοτήτων τους· συνιστά την έγκριση εθνικών ολοκληρωμένων σχεδίων δράσης ώστε να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά οι πολλαπλές διακρίσεις, ιδίως όταν διαφορετικά όργανα ασχολούνται με τα προβλήματα των διακρίσεων σε συγκεκριμένο κράτος·

58.

τονίζει ότι η βία την οποία οι γυναίκες υφίστανται λόγω του φύλου τους, και ιδιαίτερα η οικιακή βία, πρέπει να αναγνωριστεί και να καταπολεμηθεί σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, διότι συνιστά διαδεδομένη και συχνά υποτιμημένη παραβίαση των δικαιωμάτων των γυναικών, και ζητεί γι' αυτό το λόγο από τα κράτη μέλη να λάβουν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα προκειμένου να εγγυηθούν στις γυναίκες ζωή προστατευμένη από κάθε βία, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη Διακήρυξη για την εξάλειψη της βίας έναντι των γυναικών (13)·

59.

καλεί τα κράτη μέλη και την Ένωση να αναγνωρίσουν και να αντιμετωπίσουν τη γενετήσια εκμετάλλευση σε όλες τις μορφές της· τα κράτη μέλη που δεν έχουν συμμορφωθεί με την συμπεφωνημένη νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων πρέπει να λογοδοτήσουν· (14) τα κράτη μέλη πρέπει να επικυρώσουν το πρωτόκολλο για την πρόληψη, καταστολή και τιμωρία της εμπορίας ανθρώπων, ειδικά γυναικών και παιδιών, το οποίο συμπληρώνει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος, και τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της εμπορίας ανθρώπων· παροτρύνει την Επιτροπή να εφαρμόσει το σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

60.

τονίζει την ανάγκη βελτίωσης του βαθμού συνειδητοποίησης εκ μέρους της κοινής γνώμης του δικαιώματος στην αναπαραγωγική και γενετήσια υγεία και καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι οι γυναίκες είναι σε θέση να απολαμβάνουν πλήρως τα δικαιώματά τους, να διαμορφώσουν την κατάλληλη γενετήσια διαπαιδαγώγηση και ενημέρωση, και να δημιουργήσουν υπηρεσίες παροχής εμπιστευτικών συμβουλών, τέλος δε να διευκολύνουν τις μεθόδους αντισύλληψης, για την πρόληψη τόσο κάθε μορφής ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης όσο και των παράνομων και επικίνδυνων εκτρώσεων, και να καταπολεμήσουν την πρακτική του ακρωτηριασμού των γυναικείων αναπαραγωγικών οργάνων·

61.

τονίζει ότι πρέπει να διασφαλίζεται η πρόσβαση σε δημόσιους πόρους για τις γυναίκες που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες, ανεξάρτητα από το νόμιμο καθεστώς τους, ώστε να έχουν πρόσβαση σε ασφαλείς, ίσες, πολιτισμικά ευαίσθητες υπηρεσίες υγείας και να απολαμβάνουν τα αντίστοιχα δικαιώματα, ιδίως όσον αφορά τη γενετήσια και αναπαραγωγική υγεία και τα συναφή δικαιώματα. Πρέπει να θεσπισθεί ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο προκειμένου να εξασφαλίζεται η σωματική ακεραιότητα των νεαρών κοριτσιών από τον ακρωτηριασμό των εξωτερικών γυναικείων σεξουαλικών οργάνων στις κοινότητες που εφαρμόζουν την εν λόγω πρακτική·

62.

τονίζει ότι, αν και έχει σημειωθεί πρόοδος στο θέμα της γυναικείας απασχόλησης και παρά το υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο των γυναικών, αυτές συνεχίζουν να συγκεντρώνονται σε ορισμένα επαγγέλματα, να λαμβάνουν χαμηλότερη αμοιβή από τους άνδρες για ίση εργασία και έχουν μικρότερη παρουσία στο επίπεδο όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις, ενώ αντιμετωπίζονται με καχυποψία από τους εργοδότες σε ό,τι αφορά την εγκυμοσύνη και τη μητρότητα· Η διαφορά αμοιβής μεταξύ των δύο φύλων πρέπει να εξετασθεί με σοβαρότητα προκειμένου να διασφαλίζεται η οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών και η ισότητα γυναικών και ανδρών στην αγορά εργασίας·

63.

ζητεί από τα κράτη μέλη και από τους κοινωνικούς εταίρους να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την καταπολέμηση της γενετήσιας και ηθικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας·

64.

τονίζει την ανάγκη υποστήριξης των γυναικών στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία, μεταξύ άλλων μέσω προορατικών πολιτικών για την εξισορρόπηση της ιδιωτικής, της εργασιακής και της οικογενειακής ζωής· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προαγάγουν ταυτόχρονα τις εξ ημισείας γονικές άδειες και τις άδειες πατρότητας και να ενσωματώσουν στα ταμεία αλληλοβοήθειας το κόστος της μητρότητας και της γονικής άδειας, ώστε οι γυναίκες να πάψουν να αντιπροσωπεύουν ακριβότερο εργατικό δυναμικό από ό,τι οι άνδρες· υπογραμμίζει επίσης την αναγκαιότητα εκστρατειών ευαισθητοποίησης για την αποφυγή οικογενειακών προτύπων βασισμένων σε στερεότυπα φύλου, τονίζοντας παράλληλα τη σημασία της διασφάλισης ευέλικτων συνθηκών εργασίας, της αύξησης της πρόσβασης σε υπηρεσίες φροντίδας των παιδιών και της εξασφάλισης πλήρους συμμετοχής των γυναικών και των παιδιών σε συνταξιοδοτικά καθεστώτα·

65.

ζητεί από τα κράτη μέλη να καταπολεμήσουν από κοινού με τους κοινωνικούς εταίρους τις διακρίσεις σε βάρος των εγκύων γυναικών στην αγορά εργασίας και να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να διασφαλίσουν υψηλό επίπεδο προστασίας υπέρ των μητέρων· ζητεί από την Επιτροπή να πραγματοποιήσει λεπτομερέστερη εκτίμηση της συμβατότητας των σχετικών εθνικών διατάξεων με το κοινοτικό δίκαιο και, εφόσον απαιτείται, να υποβάλει κάθε αναγκαία πρόταση για την αναθεώρηση της κοινοτικής νομοθεσίας·

66.

εφιστά την προσοχή ως προς το μεγάλο αριθμό συμβίων (γυναικείου φύλου κυρίως) ανεξάρτητων εργαζομένων (στη γεωργία κυρίως) με αβέβαιο νομικό καθεστώς σε πολλά κράτη μέλη, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει ειδικά οικονομικά και νομικά προβλήματα ως προς το δικαίωμα για άδεια μητρότητας και για άδεια ασθενείας, ως προς τη σωρευτική άθροιση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και ως προς τα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης, όπως και σε περίπτωση διαζυγίου·

67.

αναγνωρίζει ότι η άνιση πρόσβαση των γυναικών στους οικονομικούς πόρους στην αγορά εργασίας υπονομεύει την πρόσβασή τους στην κοινωνική προστασία, και ιδίως στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, με αποτέλεσμα ο δείκτης κινδύνου φτώχειας για τις ηλικιωμένες γυναίκες να είναι υψηλότερος από αυτόν των ανδρών. Προκειμένου να αποφεύγονται οι διακρίσεις κατά των γυναικών, είναι ζωτικής σημασίας τα συστήματα κοινωνικής προστασίας να εγγυώνται την εξατομίκευση των δικαιωμάτων αντί των δικαιωμάτων που βασίζονται στην οικογενειακή μονάδα. Πρέπει να παρέχονται μονάδες «πίστωσης χρόνου» για τα διαστήματα παραμονής εκτός της επίσημης αγοράς εργασίας για λόγους φροντίδας εξαρτωμένων ατόμων, οι οποίες θα λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων πλήρους σύνταξης·

68.

τονίζει τη σημασία του να ληφθεί μέριμνα ώστε οι πολίτες τρίτων χωρών που εισέρχονται στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι πολίτες της Ένωσης να έχουν επίγνωση των υφισταμένων νόμων και των κοινωνικών συμβάσεων που ισχύουν στο θέμα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, ώστε να αποφεύγονται καταστάσεις διακρίσεων απορρέουσες από ελλιπή αντίληψη του νομικού και κοινωνικού πλαισίου·

69.

ζητεί από τα κράτη μέλη να απορρίπτουν την επίκληση της παράδοσης, των εθίμων ή οποιουδήποτε άλλου θρησκευτικού λόγου για να δικαιολογηθεί οποιαδήποτε μορφή διάκρισης, καταπίεσης ή βίας έναντι των γυναικών ή για να υιοθετηθούν πολιτικές ικανές να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή των γυναικών·

70.

καλεί την Επιτροπή να διενεργήσει έρευνα σχετικά με τις διακρίσεις κατά των νοικοκυριών που περιλαμβάνουν ένα μόνον άτομο, ιδίως όσον αφορά τη φορολογική μεταχείριση, την κοινωνική ασφάλιση, τις δημόσιες υπηρεσίες, τις υπηρεσίες υγείας και τη στέγαση·

Γενετήσιος προσανατολισμός

71.

εκτιμά ότι τα δυσμενή σχόλια που συνιστούν διάκριση σε βάρος των ομοφυλοφίλων και που διατυπώνονται από θρησκευτικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς ηγέτες, τροφοδοτούν το μίσος και τη βία και ζητεί από τα αρμόδια διευθυντικά όργανα να τα καταδικάζουν·

72.

επ' αυτού, επιδοκιμάζει ολόψυχα τη γαλλική πρωτοβουλία, την οποία υποστηρίζουν όλα τα κράτη μέλη, για την αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας διεθνώς, καθώς σε 91 χώρες η ομοφυλοφιλία εξακολουθεί να θεωρείται ποινικό αδίκημα και, σε μερικές περιπτώσεις, τιμωρείται ακόμη και με θάνατο·

73.

χαιρετίζει τη δημοσίευση της πρώτης θεματολογικής έκθεσης του Οργανισμού που εκπονήθηκε μετά από δικό του (του Κοινοβουλίου) αίτημα και που αφορά την «ομοφοβία και τις διακρίσεις λόγω γενετήσιου προσανατολισμού στα κράτη μέλη» και καλεί τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της Ένωσης να εφαρμόσουν τις συστάσεις του Οργανισμού ή να δηλώσουν τους λόγους για τους οποίους δεν τις εφαρμόζουν·

74.

υπενθυμίζει σε όλα τα κράτη μέλη ότι, δυνάμει της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η ελευθερία του συναθροίζεσθαι μπορεί να ασκείται ακόμη κι αν οι απόψεις εκείνων που ασκούν αυτό το δικαίωμα είναι αντίθετες προς εκείνες της πλειοψηφίας κι ότι κατά συνέπεια η μεροληπτική απαγόρευση των παρελάσεων, όπως και κάθε παράλειψη της υποχρέωσης προσφοράς της κατάλληλης προστασίας σε όσους συμμετέχουν σε αυτές, αντιβαίνει προς τις βασικές αρχές που κατοχυρώνουν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΕ για τις κοινές αξίες και αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο Χάρτης·

75.

καλεί τα κράτη μέλη που έχουν θεσπίσει νομοθεσία σχετικά με το σύμφωνο συμβίωσης ομοφύλων να αναγνωρίζουν τις διατάξεις με παρόμοιες συνέπειες που έχουν θεσπίσει άλλα κράτη μέλη· καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει κατευθυντήριες γραμμές για την αμοιβαία αναγνώριση της ισχύουσας νομοθεσίας μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ομόφυλα ζευγάρια ισχύει υπό προϋποθέσεις ίδιες με εκείνες που ισχύουν για τα ετερόφυλα ζευγάρια·

76.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις που να διασφαλίζουν ότι τα κράτη μέλη θα εφαρμόζουν την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης για τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια, είτε αυτά είναι παντρεμένα είτε διαβιούν υπό καθεστώς καταχωρημένης αστικής εταιρικής σχέσης, ιδίως όταν ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας τους βάσει του δικαίου της Ένωσης·

77.

καλεί τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να λάβουν, κατ εφαρμογή της αρχής της ισότητας, νομοθετικά μέτρα για την κατάργηση των διακρίσεων που υφίστανται ορισμένα ζευγάρια λόγω του γενετήσιου προσανατολισμού τους·

78.

ζητεί από την Επιτροπή να εξασφαλίσει τη χορήγηση ασύλου από τα κράτη μέλη στα άτομα που διώκονται λόγω του γενετήσιου προσανατολισμού τους στη χώρα καταγωγής τους, να αναλάβει πρωτοβουλίες σε διμερές και πολυμερές επίπεδο για την παύση της δίωξης ατόμων λόγω του γενετήσιου προσανατολισμού τους, και να ξεκινήσει μελέτη για την κατάσταση των τρανσεξουαλικών ατόμων στα κράτη μέλη και στις υποψήφιες προς ένταξη χώρες, ιδίως σε ό,τι αφορά τους κινδύνους παρενόχλησης και βιαιοπραγίας·

Ξενοφοβία

79.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και τα διάφορα επίπεδα τοπικών, περιφερειακών και εθνικών αρχών των κρατών μελών, να συντονίσουν τα μέτρα τους για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού και των επιθέσεων κατά μειονοτικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων των Ρομά, παραδοσιακών εθνικών μειονοτήτων και των πολιτών τρίτων χωρών ευρισκομένων στα κράτη μέλη, ώστε να επιβληθεί ο σεβασμός των αρχών της ανοχής και της ίσης μεταχείρισης και να προαχθεί η κοινωνική, οικονομική και πολιτική ένταξη· καλεί όλα τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να διακηρύξουν την αρμοδιότητα της επιτροπής για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να λαμβάνει και να εξετάζει μεμονωμένες κοινοποιήσεις στο πλαίσιο της διεθνούς σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών περί καταργήσεως πάσης μορφής φυλετικών διακρίσεων·

80.

καλεί τα κράτη μέλη να διώκουν με αποφασιστικότητα κάθε ρητορική μίσους σε ρατσιστικά προγράμματα των μέσων ενημέρωσης και σε άρθρα που διαδίδουν την αδιαλλαξία, τα εγκλήματα μίσους κατά των Ρομά, των μεταναστών, των ξένων, των παραδοσιακών εθνικών μειονοτήτων και των άλλων μειονοτικών ομάδων, ή ακόμη εκφραζόμενη από μουσικά συγκροτήματα και επ ευκαιρία νεοναζιστικών συναυλιών που συχνά καταφέρνουν να πραγματοποιούνται δημόσια χωρίς καμία συνέπεια· καλεί επίσης τα πολιτικά κόμματα και τα κινήματα που ασκούν ισχυρή επιρροή στα μέσα μαζικής ενημέρωσης να απέχουν από ρητορική μίσους και από τη δυσφήμηση μειονοτικών ομάδων εντός της Ένωσης·

Νέοι, ηλικιωμένοι και άτομα με ειδικές ανάγκες

81.

ζητεί από τα κράτη μέλη να προωθήσουν την ακόμα μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στην ανάληψη δράσεων που αποσκοπούν στην εξάλειψη των διακρίσεων λόγω αναπηρίας ή ηλικίας και να βελτιωθεί ριζικά η πρόσβαση των νέων, των ηλικιωμένων και των ατόμων με ειδικές ανάγκες στην αγορά εργασίας και στα προγράμματα κατάρτισης· καλεί όλα τα κράτη μέλη που δεν το έχουν κάνει ακόμα να επικυρώσουν τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και το προαιρετικό της πρωτόκολλο·

82.

παροτρύνει την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι η παρεχόμενη στα κράτη μέλη χρηματοδότηση προκειμένου να δημιουργήσουν εγκαταστάσεις για τα άτομα με αναπηρία θα ανταποκρίνεται στα κριτήρια της σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, καθώς η χορηγούμενη χρηματική βοήθεια πρέπει να προορίζεται για κατάλληλες υπηρεσίες με βάση την κοινότητα και την οικογένεια και για δυνατότητες επιλογής για ανεξάρτητο τρόπο ζωής·

83.

εκτιμά ότι πρέπει να διασφαλιστεί σε όλους όσους χρειάζονται γηριατρική περίθαλψη ή περίθαλψη λόγω ασθένειας ή αναπηρίας η πρόσβαση σε περίθαλψη και θεραπεία και επισημαίνει την ανάγκη να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην παροχή περίθαλψης και την προστασία των νέων με αναπηρία·

Πολιτισμός

84.

τονίζει τη σημασία των μέσων ενημέρωσης για την προώθηση της διαφορετικότητας, της πολυπολιτισμικότητας και της ανεκτικότητας· προτρέπει όλες τις υπηρεσίες των μέσων ενημέρωσης να αποφεύγουν περιεχόμενα που ενδεχομένως ευνοούν τον ρατσισμό, την ξενοφοβία, την μη ανεκτικότητα ή τις διακρίσεις οιασδήποτε μορφής·

85.

ενθαρρύνει τα κράτη μέλη στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου (2008) να συνεργασθούν με ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων, ιδιαίτερα ΜΚΟ, προκειμένου να προαγάγουν το διαπολιτισμικό διάλογο και την συνειδητοποίηση, ιδίως μεταξύ των νέων, των κοινών αξιών και το σεβασμό της πολιτισμικής, θρησκευτικής και γλωσσικής διαφορετικότητας·

86.

υπογραμμίζει το σημαντικό ρόλο του αθλητισμού για την προαγωγή της ανεκτικότητας, του αμοιβαίου σεβασμού και της κατανόησης· καλεί τις εθνικές και ευρωπαϊκές αθλητικές οργανώσεις να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους στον αγώνα κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας και ενθαρρύνει την ανάληψη νέων, ισχυρότερων και μεγαλύτερης εμβέλειας πρωτοβουλιών για την ενίσχυση των υφισταμένων ήδη μέτρων·

87.

υπογραμμίζει το σημαντικό ρόλο της εξουσίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης ως προς την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών εκπαίδευσης για όλους τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

88.

καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την αποτελεσματική ένταξη νεοεισελθέντων, ιδίως παιδιών και νέων, από κράτη εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης στα εκπαιδευτικά συστήματα των κρατών μελών και να τους βοηθήσουν ευνοώντας την πολιτισμική ποικιλομορφία·

Ένοπλες Δυνάμεις

89.

υπενθυμίζει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν σταματούν στην είσοδο των στρατοπέδων και ότι ισχύουν επίσης εξ ολοκλήρου για τους ένστολους πολίτες, και συνιστά στα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και στις ένοπλες δυνάμεις·

Μετανάστες και πρόσφυγες

Πρόσβαση στη διεθνή προστασία και στη νόμιμη μετανάστευση

90.

είναι συγκλονισμένο από την τραγική μοίρα των ανθρώπων που πεθαίνουν προσπαθώντας να φτάσουν στο ευρωπαϊκό έδαφος ή πέφτουν στα χέρια λαθρομεταφορέων ή λαθρεμπόρων ανθρωπίνων όντων·

91.

ζητεί από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν αποτελεσματικές και μακροπρόθεσμες πολιτικές νόμιμης μετανάστευσης, καθώς και να εγγυηθούν τη γνήσια πρόσβαση στο έδαφος της Ένωσης και σε διαδικασία για λιγότερο αυστηρούς και περισσότερο συντονισμένους κανόνες για τους ικέτες ασύλου, αντί να συγκεντρώνουν όλες τις προσπάθειές τους στην πρόληψη της λαθρομετανάστευσης αναπτύσσοντας όλο και μεγαλύτερο οπλοστάσιο μέτρων ελέγχου στα σύνορα της Ευρώπης, πράγμα που οδηγεί στην παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, έτσι όπως προβλέπεται στη Σύμβαση του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων·

92.

καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις κατευθυντήριες γραμμές για τη δίωξη λόγω φύλου της Ύπατης αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες (2002) κατά την εφαρμογή των ισχυουσών κοινοτικών οδηγιών για το άσυλο·

93.

ζητεί από το Συμβούλιο να διευκρινίσει τους αντίστοιχους ρόλους του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX) και των κρατών μελών, ώστε να διασφαλιστεί πλέον ότι οι έλεγχοι στα σύνορα θα σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα· εκτιμά ότι επείγει να τροποποιηθεί η εντολή του FRONTEX, ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτήν και η διάσωση στη θάλασσα· ζητεί την άσκηση δημοκρατικής εποπτείας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά τις συμφωνίες που συνάπτει ο FRONTEX με τρίτες χώρες, και ιδίως όσον αφορά την από κοινού οργάνωση επαναπροωθήσεων·

94.

ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξουσιοδοτήσουν το FRONTEX να συνάψει διαρθρωμένη συνεργασία με τον Οργανισμό και με τον Ύπατο Αρμοστή του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), ώστε να διευκολύνονται οι επιχειρήσεις που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα·

95.

ανησυχεί μήπως η τάση όλο και μεγαλύτερης απομάκρυνσης των συνοριακών ελέγχων από τα γεωγραφικά σύνορα της Ένωσης καταστήσει πολύ δύσκολο τον έλεγχο όσων συμβαίνουν όταν τα άτομα που ελπίζουν να αποκτήσουν καθεστώς πρόσφυγα και τα άτομα που χρειάζονται διεθνή προστασία έρχονται σε επαφή με τις αρχές τρίτης χώρας·

96.

καλεί την Επιτροπή, και ιδίως το Συμβούλιο, να προωθήσουν ταχέως και φιλόδοξα τη στρατηγική του μέλλοντος για την Ένωση στον τομέα του ασύλου στην υλοποίηση της φάσης II, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης της οδηγίας 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα στα κράτη μέλη (15) καθώς και της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους (16), καθώς και την εγκαθίδρυση ευρωπαϊκής υπηρεσίας για τη στήριξη του δικαιώματος παροχής ασύλου·

Υποδοχή

97.

ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει τις αυστηρές αξιολογήσεις του βαθμού μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (17), ώστε η μη μεταφορά ή η ελλιπής μεταφορά της να μην οδηγεί πολλά κράτη μέλη σε πρακτικές κατώτερες των ελάχιστων προδιαγραφών που επιβάλλει η Οδηγία·

98.

υπενθυμίζει ότι οι μετανάστες που δεν καταθέτουν αίτηση ασύλου πρέπει επίσης να τυγχάνουν υποδοχής σε χωριστά και κατάλληλα κέντρα όπου -με τη βοήθεια διερμηνέων και κατάλληλα εκπαιδευμένων πολιτιστικών διαμεσολαβητών- θα μπορούν να λαμβάνουν γνώση των δικαιωμάτων τους και των δυνατοτήτων που προσφέρουν το δίκαιο της χώρας υποδοχής, το κοινοτικό δίκαιο και οι διεθνείς συμβάσεις·

Παιδιά μεταναστών, αιτούντων άσυλο και προσφύγων

99.

ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην κατάσταση των προσφύγων, ικετών ασύλου και μεταναστών που είναι σε παιδική ηλικία, και των τέκνων ικετών ασύλου, προσφύγων ή ατόμων «χωρίς χαρτιά», ώστε κάθε παιδί να μπορεί να ασκήσει πλήρως τα δικαιώματά του, όπως αυτά ορίζονται στη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ίσης μεταχείρισης, και λαμβανομένου κατά προτεραιότητα υπόψη του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού σε όλες τις πραγματοποιούμενες ενέργειες, αναγνωρίζοντας ωστόσο τον σημαντικό ρόλο και την ευθύνη των γονέων· εφιστά την προσοχή στην ανάπτυξη σε ορισμένα κράτη μέλη δυαδικού συστήματος για την εκπαίδευση και τονίζει ότι η περίθαλψη και η αρωγή, ανάλογα με το αν πρόκειται για παιδιά ημεδαπών ή για παιδιά αλλοδαπών δεν θα πρέπει ούτε να εισάγει διακρίσεις ούτε να έχει μεγάλη διάρκεια και θα πρέπει να δικαιολογείται βάσει εξασφάλισης καλύτερης εκπαίδευσης, μεταξύ άλλων και στις γλώσσες των χωρών υποδοχής, για όλα τα παιδιά·

100.

ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους ασυνόδευτους ανηλίκους και στους ανηλίκους που έχουν χωριστεί από τους γονείς τους οι οποίοι φθάνουν στο έδαφος της Ένωσης ως λαθρομετανάστες, και τονίζει την υποχρέωση των κρατών μελών να τους παρέχουν βοήθεια και ειδική προστασία· ζητεί από όλες τις (τοπικές, περιφερειακές, εθνικές) αρχές και από τα ευρωπαϊκά όργανα να συνεργαστούν στενά για να προστατεύσουν τα παιδιά αυτά από κάθε μορφή βίας και εκμετάλλευσης, να διασφαλίζουν τον άμεσο διορισμό κηδεμόνα, να παρέχουν στα παιδιά νομική βοήθεια, να αναζητούν τις οικογένειές τους και να βελτιώσουν τις συνθήκες υποδοχής τους, μέσω της κατάλληλης στέγασης, της διευκόλυνσης της πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, ιδίως όταν πρόκειται για τη διδασκαλία της επίσημης γλώσσας της χώρας υποδοχής, για την επαγγελματική κατάρτιση και την πλήρη ένταξη στο σχολικό σύστημα·

101.

υπενθυμίζει ότι η διοικητική κράτηση παιδιών δεν θα έπρεπε να υπάρχει κι ότι τα παιδιά που συνοδεύονται από την οικογένειά τους δεν θα πρέπει να κρατούνται παρά σε πραγματικά έκτακτες περιπτώσεις, για όσο το δυνατόν μικρότερο χρονικό διάστημα και μόνο εάν τέτοια κράτηση είναι προς το συμφέρον τους, δυνάμει των άρθρων 3 και 37(β) της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού·

Κοινωνική ένταξη

102.

ζητεί μεγαλύτερο συντονισμό των εθνικών πολιτικών ένταξης των υπηκόων τρίτων χωρών, και την ανάληψη ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών σε αυτό τον τομέα· τονίζει ότι μέσα από κοινές βασικές αρχές για συνεκτικό ευρωπαϊκό πλαίσιο στο θέμα αυτό, θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι η πολιτική της ένταξης θα περικλείει αλλά και θα υπερβαίνει την πολιτική της ίσης μεταχείρισης και ότι θα καλύπτει διάφορους τομείς, όπως π.χ. την απασχόληση, την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση·

103.

ζητεί την ανάπτυξη προγραμμάτων ένταξης και διαπολιτισμικού διαλόγου που θα αποσκοπούν στην πρόληψη επικίνδυνων εντάσεων μεταξύ των ενδοκοινοτικών μεταναστών και των αυτοχθόνων κοινοτήτων στο πλαίσιο του φαινομένου της μετανάστευσης μετά τη διεύρυνση·

104.

θεωρεί ότι η πλέον επείγουσα ανάγκη των μειονοτήτων μεταναστών είναι να ενταχθούν το ταχύτερο στην κοινωνία της χώρας στην οποία έχουν εγκατασταθεί, με ταυτόχρονη μέριμνα ότι η ένταξη αυτή θα γίνει σε πνεύμα αμοιβαιότητας· θεωρεί ότι εξ ίσου σημαντικό είναι να αναγνωριστεί το δικαίωμα του κάθε ατόμου που γεννήθηκε και που ζει σε κράτος μέλος να έχει πρόσβαση στα αστικά δικαιώματα· πιστεύει ότι το δικαίωμα συμμετοχής των επί μακρόν διαμενόντων στις ευρωπαϊκές και τοπικές εκλογές θα προωθήσει την κοινωνική και πολιτική τους ένταξη·

105.

ανησυχεί διότι η απουσία αποτελεσματικών πολιτικών ένταξης προκαλεί τον αποκλεισμό εκατοντάδων χιλιάδων αλλοδαπών και ανιθαγενών από την επαγγελματική, κοινωνική και πολιτική ζωή, πράγμα το οποίο υπονομεύει επίσης το στόχο της Ένωσης για αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής ευημερίας· αναγνωρίζει τον κίνδυνο ότι ο αποκλεισμός μπορεί να φέρει το άτομο σε ευάλωτη θέση, ανοίγοντας τον δρόμο για τη ριζοσπαστικοποίηση, την εμπορία ανθρώπων και άλλες μορφές εκμετάλλευσης·

Επιστροφή

106.

τονίζει ότι οι άνθρωποι πρέπει να επαναπατρίζονται μόνο μετά από δίκαιη και πλήρη εξέταση της αίτησής τους· εκτιμά πως όταν η επιστροφή είναι αδύνατη ή απάνθρωπη λόγω της κρίσιμης κατάστασης ως προς το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα προέλευσης ή διέλευσης, τα κράτη μέλη πρέπει να μην προβαίνουν στην επιστροφή, σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων·

107.

παροτρύνει τα κράτη μέλη να ελέγχουν τις συνθήκες διαβίωσης και ένταξης των ατόμων που επαναπατρίσθηκαν στις χώρες προέλευσης και διέλευσης και να λαμβάνουν μέτρα που να διασφαλίζουν στα άτομα αυτά την κατάλληλη αρωγή·

Κράτηση και συμφωνίες επανεισδοχής

108.

ανησυχεί από το ότι εδώ και αρκετά χρόνια ο αριθμός των κέντρων κράτησης αλλοδαπών πολλαπλασιάστηκε στα κράτη μέλη και στα σύνορά τους· ζητεί, βάσει πολλών εκθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων των αντιπροσωπειών της κοινοβουλευτικής του Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που καταγγέλλουν τις συχνές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να αναληφθούν οι ακόλουθες ενέργειες:

να διασφαλιστεί η πρόσβαση των ΜΚΟ που ειδικεύονται στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μεταναστών και των ικετών ασύλου, ώστε η παρουσία τους στα κέντρα κράτησης να κατοχυρωθεί νομικώς και να μην είναι μόνο θέμα καλής προαίρεσης,

να συγκροτηθεί ανεξάρτητο όργανο ελέγχου σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θα είναι υπεύθυνο για την εποπτεία των κέντρων κράτησης σε ό,τι αφορά το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

να ζητηθεί από τον Οργανισμό να καταρτίζει σε ετήσια βάση έκθεση που θα αναλύει την κατάσταση των ατόμων που τοποθετήθηκαν σε κέντρα κράτησης υπαγόμενα στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, εντός ή εκτός των συνόρων τους, και να την υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

109.

ανησυχεί από το ότι από το 2002 ενσωματώνονται ρήτρες επανεισδοχής στις περισσότερες από τις διμερείς συμφωνίες που υπογράφει η Ένωση με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών συμφωνιών, με αποτέλεσμα την ανάθεση σε «εξωτερική υπεργολαβία» σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό της μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης, που χαρακτηρίζεται από ανεπαρκή κοινοβουλευτικό έλεγχο τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο· ζητεί επομένως από την Επιτροπή και από το Συμβούλιο να ζητούν τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου σε έγκαιρο στάδιο των διαπραγματεύσεων σύναψης των σχετικών συμφωνιών, και να του υποβάλλουν τακτικά έκθεση σχετικά με τον αριθμό των ατόμων που απελαύνονται από την Ένωση δυνάμει αυτών των ρητρών·

Ελευθερία έκφρασης

110.

υπερασπίζεται την ελευθερία έκφρασης ως θεμελιώδη αξία της Ένωσης· θεωρεί ότι η ελευθερία αυτή πρέπει να ασκείται εντός των ορίων της νομοθεσίας, να συνυπάρχει με την προσωπική ευθύνη και να είναι θεμελιωμένη στο σεβασμό των δικαιωμάτων των άλλων·

111.

επικροτεί την συνολικά ικανοποιητική κατάσταση στο θέμα της ελευθερίας του Τύπου στα κράτη μέλη, δεδομένου ότι και τα 27 κράτη μέλη κατατάσσονται μέσα στα 56 πρώτα κράτη της «παγκόσμιας ταξινόμησης 2007 για την ελευθερία του Τύπου» των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα·

112.

ζητεί από τα κράτη μέλη που αυτά τα τελευταία χρόνια χρησιμοποίησαν τους δικαστικούς θεσμούς τους, ή σχεδιάζουν να τροποποιήσουν τη νομοθεσία τους κατ' αυτό τον τρόπο, για να παραβιάσουν το δικαίωμα τήρησης του δημοσιογραφικού απορρήτου των πηγών πληροφόρησης καθώς και το δικαίωμα των δημοσιογράφων και των εκδοτών να δημοσιεύουν πληροφορίες, να βελτιώσουν τη νομοθεσία τους και τις πρακτικές τους σε συμφωνία με την από 27 Μαρτίου 1996 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και με τη Σύσταση της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με το δικαίωμα των δημοσιογράφων να μην αποκαλύπτουν τις πηγές των πληροφοριών τους (18)1, δεδομένου ότι η παραβίαση του δικαιώματος αυτού αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη απειλή για την ελευθερία έκφρασης των δημοσιογράφων στην Ένωση και δεν υπήρξε αξιοσημείωτη βελτίωση της κατάστασης τα τελευταία έτη·

113.

θεωρεί ότι η ελευθερία της έκφρασης και η ανεξαρτησία του Τύπου αποτελούν οικουμενικά δικαιώματα που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από κανένα άτομο και καμία ομάδα που θα αισθανόταν ότι υφίσταται επίθεση με όσα λέγονται ή γράφονται· τονίζει ταυτόχρονα ότι το δικαίωμα επανόρθωσης σε περίπτωση εσφαλμένης είδησης ή δυσφήμησης πρέπει να μπορεί να διασφαλίζεται στα δικαστήρια βάσει της κείμενης νομοθεσίας·

114.

εκτιμά ότι η ελευθερία του Τύπου θα πρέπει πάντα να ασκείται εντός των ορίων του νόμου, αλλά ταυτόχρονα ανησυχεί ότι η τάση των τελευταίων ετών να αποκλείονται από τη δημόσια συζήτηση ορισμένα θέματα οδηγεί σε πολλά κράτη μέλη σε μορφή ανεπίσημης λογοκρισίας ή αυτολογοκρισίας στα μέσα ενημέρωσης·

Τα δικαιώματα του παιδιού

Βία, φτώχεια και εργασία

115.

καταδικάζει κάθε μορφή βίας έναντι των παιδιών και τονίζει ιδίως την ανάγκη καταπολέμησης των συνηθέστερων μορφών βίας που διαπιστώνονται στα κράτη μέλη: παιδοφιλία, γενετήσιες κακοποιήσεις, οικογενειακή βία, σωματικές τιμωρίες στα σχολεία και διάφορες μορφές κακοποιήσεων στα ιδρύματα· ζητεί τη δημιουργία μηχανισμών σίγουρων, εμπιστευτικών και προσιτών, που να επιτρέπουν στα παιδιά σε όλα τα κράτη μέλη να καταγγέλλουν τη βία, και να δοθεί στους μηχανισμούς αυτούς ευρεία δημοσιότητα·

116.

ζητεί από τα κράτη μέλη να θέσουν σε εφαρμογή αποτελεσματικά μέτρα για να απαγορεύσουν τις διάφορες μορφές εκμετάλλευσης των παιδιών, συμπεριλαμβανομένης της εκμετάλλευσης με σκοπό την πορνεία, για την παραγωγή παιδικής πορνογραφίας, το λαθρεμπόριο ναρκωτικών, την κλοπή τσαντών και πορτοφολιών, την επαιτεία και κάθε άλλη μορφή εκμετάλλευσης·

117.

ζητεί από τα κράτη μέλη να εγκρίνουν μέτρα για την κατάργηση της πρακτικής των ανεπίσημων γάμων μεταξύ ανηλίκων, συχνά σε πρώιμη ηλικία, η οποία ακολουθείται από ορισμένες κοινότητες Ρομά· θεωρεί ότι η πρακτική αυτή αποτελεί μορφή γενετήσιας κακομεταχείρισης, η οποία βλάπτει την ανάπτυξη των παιδιών και ενθαρρύνει την εγκατάλειψη του σχολείου·

118.

ζητεί από τα 13 κράτη μέλη που δεν διαθέτουν σχετική νομοθεσία να απαγορεύσουν πλήρως τις σωματικές τιμωρίες, σε συμφωνία με την Μελέτη του 2006 του ΟΗΕ σχετικά με τη βία έναντι των παιδιών, όπου οι τιμωρίες αυτές χαρακτηρίζονται ως η συνηθέστερη μορφή βίας έναντι των παιδιών·

119.

τονίζει την ανάγκη να υπάρξει μέριμνα ώστε όλες οι πολιτικές, τόσο σε επίπεδο Ένωσης όσο και σε εθνικό επίπεδο, να συνυπολογίζουν την εξάλειψη της παιδικής εργασίας υπό όλες της τις μορφές· θεωρεί ότι η εκπαίδευση με πλήρες ωράριο αποτελεί το καλύτερο μέσον για να λυθεί το πρόβλημα, ώστε ταυτόχρονα να προλαμβάνονται αυτές οι κακοποιήσεις και να σπάσει μελλοντικά ο φαύλος κύκλος της αγραμματοσύνης και της φτώχειας·

120.

διαπιστώνει ότι σε ορισμένα κράτη μέλη χιλιάδες παιδιά χρησιμοποιούνται για τις χειρότερες μορφές εργασίας σε αστικές και αγροτικές περιοχές, και ζητεί γι'αυτό το λόγο από τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν αποφασιστικά το πρόβλημα εφαρμόζοντας αυστηρά την εθνική τους νομοθεσία και οργανώνοντας εθνικές διαφωτιστικές εκστρατείες που θα απευθύνονται τόσο στους γονείς όσο και στα παιδιά·

121.

υπενθυμίζει ότι περίπου το 20% των παιδιών στην Ένωση ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και ότι τα πιο ευάλωτα εξ αυτών προέρχονται από μονογονεϊκές οικογένειες και/ή από γονείς γεννημένους στο εξωτερικό· τονίζει επομένως ότι πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα παροχής πρόσβασης σε δικαιώματα, επικεντρωμένα στις ανάγκες των παιδιών, συμπεριλαμβανομένων και μέτρων στήριξης των οικογενειών, και ζητεί από τα κράτη μέλη, και ειδικότερα από εκείνα με τα μεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας, να προωθήσουν φιλόδοξους και εφικτούς στόχους για να μειώσουν την παιδική φτώχεια και τη φτώχεια των οικογενειών τους·

122.

ζητεί από την Επιτροπή να προσπαθήσει να ενσωματώσει τις διάφορες στρατηγικές που αφορούν ειδικά την παιδική φτώχεια και τη φτώχεια των οικογενειών τους, την ανεργία των νέων και την κοινωνική ένταξη των μειονοτήτων, σε όλες τις σχετικές αναπτυξιακές στρατηγικές, μεταξύ των οποίων και τα Στρατηγικά Έγγραφα για τη μείωση της φτώχειας και τα Ενδεικτικά Προγράμματα· καλεί επίσης τα κράτη μέλη να λάβουν αποτελεσματικά μέτρα κατά της εμπορίας παιδιών, αυξάνοντας τη διασυνοριακή συνεργασία, παρέχοντας ειδική κατάρτιση και εφαρμόζοντας νομικά πρότυπα για την επίτευξη του σκοπού αυτού·

123.

υπογραμμίζει τη σημασία της προστασίας των παιδιών· πιστεύει ότι οι πρωτοβουλίες που συνδέονται με την κοινοτική στρατηγική σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού, όπως η συγκρότηση ιστοτόπου αφιερωμένου αποκλειστικά σε υποθέσεις του παιδιού, οι τηλεφωνικές γραμμές έκτακτης ανάγκης και η διάθεση κονδυλίων για κοινοτικά προγράμματα δράσης υπέρ του παιδιού πρέπει να υλοποιηθούν πλήρως και να αναπτυχθούν περαιτέρω·

Διακρίσεις

124.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στις διάφορες διακρίσεις έναντι των νέων και των παιδιών, διακρίσεις που συχνά λαμβάνουν διάφορες μορφές, και βιώνονται κυρίως από τα παιδιά που ζουν σε καθεστώς φτώχειας, τα παιδιά του δρόμου και τους νέους που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες και σε ομάδες μεταναστών, καθώς και από τα παιδιά και τους νέους με ειδικές ανάγκες, και καταλήγουν σε αποκλεισμό από την εκπαίδευση και από την ιατρική περίθαλψη·

125.

ζητεί για τα παιδιά των Ρομά κυρίως -αλλά όχι μόνο -στα κράτη μέλη όπου οι Ρομά συγκροτούν πολυπληθείς εθνοτικές μειονότητες, να υπάγονται σε ειδικά μέτρα με σκοπό την εξάλειψη των διακρίσεων, των διαχωρισμών, του κοινωνικού και σχολικού αποκλεισμού που συχνά υφίστανται· ζητεί ειδικότερα από τα κράτη μέλη να καταβάλουν προσπάθειες για να εξαλειφθεί η -τελείως αδικαιολόγητη- υπερεκπροσώπηση των παιδιών των Ρομά στα ιδρύματα διανοητικών αναπήρων, να οργανώσουν ενημερωτικές εκστρατείες υπέρ της εγγραφής σε σχολεία, και να καταπολεμήσουν το φαινόμενο της στέρησης του δελτίου ταυτότητας με το οποίο έρχονται αντιμέτωπα πολλά παιδιά των Ρομά·

126.

προτρέπει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την ουσιαστική ενσωμάτωση στα εκπαιδευτικά συστήματα των παιδιών που είναι σε μειονεκτική θέση και των κοινωνικά αποκλεισμένων ήδη από την τρυφερή τους ηλικία, και να ενθαρρύνουν ανταλλαγές των καλύτερων πρακτικών προς αυτό το σκοπό·

127.

καλεί τα κράτη μέλη να αγωνισθούν κατά των διακρίσεων στην εκπαίδευση, όπως είναι για παράδειγμα η χωριστή σχολική φοίτηση των παιδιών Ρόμα, σύμφωνα με την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (19) για το θέμα αυτό·

Δικαιοσύνη για νέους

128.

θεωρεί ότι η κράτηση των ανηλίκων παραβατών πρέπει να αποτελεί αποκλειστικά ύστατο μέτρο και για όσο το δυνατόν πιο μικρό χρονικό διάστημα και γι'αυτό ζητεί να προβλέπονται για τους ανηλίκους εναλλακτικές δυνατότητες αντί της κάθειρξης· ζητεί να κατοχυρωθούν μέτρα επανεκπαίδευσης, όπως είναι η παροχή υπηρεσιών στην κοινότητα, ώστε να διασφαλιστεί η κοινωνική και επαγγελματική επανένταξη αυτών των ατόμων·

129.

διαπιστώνει ότι το όριο ηλικίας για την ποινική ευθύνη δεν είναι το ίδιο σε όλα τα κράτη μέλη και ανησυχεί από το ότι σε ορισμένα κράτη μέλη τα παιδιά προσάγονται τακτικά σε δικαστήρια ενηλίκων και ότι σε άλλα κράτη μέλη τα ειδικά δικαστήρια νέων έχουν κλείσει· ζητεί από τα κράτη μέλη να ευθυγραμμίσουν τα δικαιοδοτικά τους συστήματα, ώστε κανένα παιδί δεν μην δικάζεται με τον ίδιο τρόπο που δικάζονται οι ενήλικες·

130.

ζητεί από όλα τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν αποτελεσματική και ανεξάρτητη εκπροσώπηση των παιδιών σε όλες τις δικαστικές ή ημιδικαστικές διαδικασίες που τα αφορούν και να έχουν νομίμως διορισμένο κηδεμόνα όταν κανένα μέλος της οικογένειάς τους δεν μπορεί να ενεργήσει εξ ονόματός τους· τονίζει ότι όλα τα παιδιά, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που τοποθετούνται σε δικαστικά ιδρύματα περίθαλψης, πρέπει να ενημερώνονται από τις αρχές για την ύπαρξη μηχανισμών υποβολής καταγγελιών·

Παιδική αρωγή

131.

ζητεί από τα κράτη μέλη να ενεργήσουν ώστε να διασφαλιστεί το δικαίωμα του παιδιού να έχει οικογένεια και να μεριμνήσουν κατά συνέπεια ώστε να βρεθούν αποτελεσματικές λύσεις που να αποτρέπουν τον χωρισμό γονέων και παιδιών και την εγκατάλειψη παιδιών· ζητεί από τα κράτη μέλη να εγκαταλείψουν την πολιτική των μεγάλων ιδρυμάτων και, αντί να αναμορφώνουν, να αναπτύξουν και να ενισχύσουν αποτελεσματικές εναλλακτικές εκπαιδευτικές δομές θεμελιωμένες στην οικογένεια και στην κοινότητα· σε περίπτωση τοποθέτησης των παιδιών σε ανάδοχες οικογένειες, ζητεί από τα κράτη μέλη να παρέχουν τα μέσα που θα επιτρέψουν την επιστροφή των παιδιών στις οικογένειές τους·

132.

καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα που θα επιτρέψουν να διασφαλιστεί η ποιότητα των δομών υποδοχής παιδιών, συμπεριλαμβανομένων της διαρκούς επαγγελματικής κατάρτισης, των καλών συνθηκών εργασίας και ευπρεπούς μισθού για όσους ασχολούνται επαγγελματικά με τα παιδιά· τονίζει ότι αυτές οι δομές και το προσωπικό τους προσφέρουν στα παιδιά στέρεες βάσεις για το μέλλον τους και ωφελούν και τους γονείς, ειδικά εκείνους των οποίων ο φόρτος εργασίας είναι πολύ μεγάλος, ή τις μονογονεϊκές οικογένειες, ενώ προσφέρουν επίσης εναλλακτική λύση στα παιδιά με προβληματική ή ανύπαρκτη οικογενειακή πλαισίωση·

Συμμετοχή

133.

υπενθυμίζει ότι τα παιδιά δικαιούνται να εκφράζουν την άποψή τους, ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά τους, κι ότι πρέπει να τους δίδεται η δυνατότητα να συμμετέχουν σε ομάδες παιδιών ή σε συλλόγους όπου θα συναντούν άλλα παιδιά και θα εκφράζονται σε αυτό το πλαίσιο· ζητεί επομένως από τα κράτη μέλη και από τις τοπικές αρχές να ενθαρρύνουν τα σχέδια που αποσκοπούν στο να δώσουν στα παιδιά την ικανότητα να εκφράζονται με αυτό τον τρόπο, στο πλαίσιο τοπικών συμβουλίων ή κοινοβουλίων για παιδιά, με παράλληλη μέριμνα να συμμετέχουν και τα πιο αποκλεισμένα από τα παιδιά, η δε ενημέρωση για αυτές τις δραστηριότητες να διαχέεται ευρέως στους κύκλους των παιδιών·

134.

επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή εγκαινίασε φόρουμ με εκπροσώπους των ευρωπαϊκών οργάνων και εθνικών και διεθνών οργανισμών που δραστηριοποιούνται στον τομέα των δικαιωμάτων του παιδιού· θεωρεί ότι η συμμετοχή των παιδιών πρέπει να αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους του φόρουμ και καλεί κατά συνέπεια την Επιτροπή να μεριμνήσει για τη συμμετοχή των παιδιών σε όλες τις φάσεις δραστηριοτήτων του φόρουμ·

135.

θεωρεί σημαντικό το να διαχέεται στα παιδιά η ενημέρωση σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού με τρόπο προσιτό και με τα κατάλληλα μέσα: ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει αποτελεσματικούς μηχανισμούς επικοινωνίας που θα βελτιώσουν τις γνώσεις των παιδιών ως προς τα δικαιώματά τους, την κατάσταση των παιδιών στα κράτη μέλη και τις δραστηριότητες της Ένωσης σε αυτό τον τομέα·

Κοινωνικά δικαιώματα

136.

θεωρεί ότι η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός μπορούν να καταπολεμηθούν μόνο μέσω της κατοχύρωσης όλων των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του καθένα· επικροτεί σε αυτό το πλαίσιο την απόφαση να είναι το 2010 το Ευρωπαϊκό Έτος του Αγώνα κατά της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού· ζητεί από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη να θέσουν και να υλοποιήσουν φιλόδοξους στόχους·

137.

τονίζει ότι υπάρχει σύνολο αδιαίρετων και αλληλεξαρτημένων θεμελιωδών δικαιωμάτων στα οποία πρέπει να διασφαλίζεται πραγματική πρόσβαση για όλους τους ανθρώπους·

Φτώχεια

138.

τονίζει ότι το άρθρο 30 του αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη κατοχυρώνει το δικαίωμα της προστασίας κατά της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και καλεί τα κράτη μέλη να τον κυρώσουν·

139.

τονίζει την όλο και μεγαλύτερη σπουδαιότητα που πρέπει να δίδεται στις πολιτικές «ενεργού ένταξης» των ατόμων που είναι πιο απόμακρα από την αγορά εργασίας·

140.

τονίζει ότι η έσχατη ένδεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός συνιστούν παραβίαση του συνόλου των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

141.

ζητεί πραγματική ενσωμάτωση της κοινωνικής διάστασης και των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε όλες τις πολιτικές της Ένωσης·

142.

τάσσεται υπέρ ενός προτύπου κοινωνικής και αειφόρου ανάπτυξης που να αντιστοιχεί σε θεώρηση θεμελιωμένη στα κοινωνικά δικαιώματα και αποβλέπουσα κυρίως σε μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή·

143.

υπενθυμίζει ότι τα άρθρα 34 και 36 του Χάρτη αναγνωρίζουν δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση και τις κοινωνικές υπηρεσίες και στην πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος· καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι όλοι οι πολίτες, συμπεριλαμβανομένων των πιο ευάλωτων, μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα δικαιώματα·

144.

υπενθυμίζει ότι ο αγώνας κατά της φτώχειας πρέπει να διεξαχθεί σε σύμπραξη με τις πιο άπορες κατηγορίες του πληθυσμού, που είναι και οι πιο άμεσα ενδιαφερόμενες και επομένως οι πλέον ενδεδειγμένες για να καταθέσουν μαρτυρίες ως προς τις συνέπειες της απουσίας πρόσβασης στα δικαιώματα και ως προς τους τρόπους αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης· εύχεται να δημιουργηθεί συμμετοχική δημοκρατία που θα δίδει ιδιαίτερη προσοχή στη συμμετοχή των ατόμων που έρχονται αντιμέτωπα με τη φτώχεια, τον αποκλεισμό, τις διακρίσεις και τις ανισότητες·

Έλλειψη στέγης

145.

καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει ευρωπαϊκό ορισμό-πλαίσιο για την έλλειψη στέγης, να συγκεντρώσει συγκρίσιμα και αξιόπιστα στατιστικά δεδομένα και να υποβάλλει ετήσιες ενημερώσεις σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται και την πρόοδο που επιτυγχάνεται στα κράτη μέλη προς την κατεύθυνση της εξάλειψης του φαινομένου των αστέγων·

146.

παροτρύνει τα κράτη μέλη να επεξεργασθούν σχέδια έκτακτης ανάγκης για τον χειμώνα στο πλαίσιο ευρύτερης στρατηγικής σχετικά με την έλλειψη στέγης·

Στέγαση

147.

υπενθυμίζει ότι το άρθρο 34 παράγραφος 3 του Χάρτη αναγνωρίζει δικαίωμα στην κοινωνική πρόνοια και δικαίωμα στη στεγαστική βοήθεια για όλους όσοι στερούνται επαρκείς πόρους για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας· ζητεί κατά συνέπεια από τα κράτη μέλη να εγγυηθούν την πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγαση·

148.

υπενθυμίζει τις παρατηρήσεις και τις αρχές που εκτίθενται στην έκθεση του Επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την αξιοπρεπή στέγαση (20)·

Υγεία

149.

υπενθυμίζει ότι το άρθρο 35 του Χάρτη παρέχει στους πάντες το δικαίωμα πρόσβασης στην προληπτική περίθαλψη και το δικαίωμα ιατρικής αγωγής· καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την πρόσβαση στην επαρκή περίθαλψη, ειδικά των ατόμων με χαμηλό εισόδημα και εκείνων των οποίων η κατάσταση υγείας απαιτεί μακροχρόνια ή πολυδάπανη εντατική περίθαλψη·

150.

καλεί τα κράτη μέλη και την Ένωση στο σύνολό της, να διασφαλίσουν ότι τα άτομα που κάνουν κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών έχουν πλήρη πρόσβαση σε ειδικευμένες ιατρικές υπηρεσίες και εναλλακτικές θεραπείες και ότι δεν αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες απλώς και μόνον λόγω της προσωπικής κατανάλωσης παράνομων ναρκωτικών·

Εργαζόμενοι

151.

τονίζει την ανάγκη βελτίωσης της διαφάνειας στην αγορά εργασίας, ώστε κάθε εργασία (προσωρινή, μόνιμη, πλήρους ή μερικής απασχόλησης, και η ωρομίσθια εργασία) να δηλώνεται, να αμείβεται αξιοπρεπώς και να σέβεται πλήρως τα δικαιώματα των εργαζομένων·

152.

αναγνωρίζει ότι δεν διαθέτουν όλα τα κράτη μέλη εθνική νομοθεσία η οποία να θεσπίζει ελάχιστο μισθό· ζητεί να θεσπιστούν μηχανισμοί που να εξασφαλίζουν την πρόσβαση όλων σε αξιοπρεπές εισόδημα, ώστε να διασφαλίζεται σε όλους τους εργαζομένους εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αμοιβή που να τους επιτρέπει να ζουν αξιοπρεπώς·

153.

καλεί τα κράτη μέλη και τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες να επικυρώσουν και να θέσουν πλήρως σε εφαρμογή τις Συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ)· ζητεί από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη να στηρίξουν τη ΔΟΕ στην ενίσχυση του συστήματός της και των ελεγκτικών μηχανισμών της·

154.

προτρέπει τις επιχειρήσεις να υιοθετήσουν υπεύθυνες και αμερόληπτες πολιτικές προσλήψεων και επαγγελματικής σταδιοδρομίας, ώστε να προαχθεί η απασχόληση γυναικών, νέων και ατόμων με ειδικές ανάγκες·

155.

υπενθυμίζει ότι θα πρέπει επίσης να θεωρείται ότι οι διακρίσεις θίγουν τις τέσσερις θεμελιώδεις ελευθερίες – και ιδίως την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – και επομένως συνιστούν εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς· καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν τις μεταβατικές διατάξεις που ρυθμίζουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας τους προκειμένου να εξαλείψουν τη διαφοροποίηση μεταξύ ευρωπαίων πολιτών στον συγκεκριμένο τομέα·

156.

ζητεί από τα κράτη μέλη να αναθεωρήσουν τους νόμους τους ώστε να διασφαλίζεται ότι τα άτομα που εργάζονται στον κλάδο των γενετήσιων υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς τους, δεν αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης από εγκληματικές οργανώσεις, ότι διασφαλίζονται τα θεμελιώδη δικαιώματά τους και ότι μπορούν να έχουν πρόσβαση σε κατάλληλες κοινωνικές και ιατρικές υπηρεσίες·

157.

ζητεί από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν την κοινωνική ένταξη των ατόμων που είναι τα πιο απόμακρα από την αγορά εργασίας, και να εξετάσουν τις πραγματικές συνθήκες των «φτωχών εργαζομένων»· θεωρεί ότι οι στρατηγικές αυτές θα πρέπει να επιτύχουν τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στα ζητήματα του δίκαιου μισθολογικού επιπέδου, της σωστής ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, των ποιοτικών συνθηκών εργασίας, της κοινωνικής προστασίας, της απασχολησιμότητας και της σίγουρης απασχόλησης·

Αδήλωτοι εργαζόμενοι

158.

ζητεί από τα κράτη μέλη να επικυρώσουν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Προστασία των Δικαιωμάτων των Διακινούμενων Εργαζομένων (21) και εφιστά την προσοχή ως προς το ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι που παρέχουν υπηρεσίες χωρίς να διαθέτουν τα κατάλληλα έγγραφα διαμονής, εκτελούν εργασίες νόμιμες και απαραίτητες για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως π.χ. το μάζεμα των φρούτων, την κατασκευή ή συντήρηση των κτιρίων, την περιποίηση ασθενών, ηλικιωμένων και παιδιών·

159.

ζητεί από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και από τα κράτη μέλη να πάψουν να χρησιμοποιούν τον όρο «λαθρομετανάστες», που έχει πολύ αρνητική χροιά, και να χρησιμοποιούν καλύτερα τους όρους «αδήλωτος εργαζόμενος/μετανάστης» ή «χωρίς χαρτιά»·

160.

επανεπιβεβαιώνει ότι το εργατικό δίκαιο υπάρχει για να προστατεύει τον εργαζόμενο που βρίσκεται σε άνιση εργασιακή σχέση, πράγμα που συμβαίνει ακριβώς με τους εργαζομένους χωρίς χαρτιά, και ζητεί από τα κράτη μέλη να προασπίσουν το δικαίωμα του συνδικαλίζεσθαι για όλους τους εργαζόμενους, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων χωρίς χαρτιά·

161.

ζητεί από την Επιτροπή να δώσει την ίδια προτεραιότητα και σπουδή, αντιμετωπίζοντάς τες ως ενιαία δέσμη, στην υπό ανάπτυξη μεταναστευτική πολιτική και στις «κυρώσεις έναντι εργοδοτών υπηκόων τρίτων χωρών υπό μη νόμιμο καθεστώς διαμονής»·

162.

τονίζει ότι πρώτο καθήκον της επιθεώρησης εργασίας είναι να προστατεύει τους εργαζόμενους και γι' αυτό ζητεί από τα κράτη μέλη:

να μεριμνήσουν ώστε οι εργαζόμενοι χωρίς χαρτιά να μπορούν να καταθέτουν καταγγελίες εναντίον των εκμεταλλευτών εργοδοτών με κάθε ασφάλεια, χωρίς να κινδυνεύουν με απέλαση,

να επενδύσουν στην κατάρτιση των επιθεωρητών εργασίας και εκείνων που προσφέρουν βοήθεια στους εργαζόμενους χωρίς χαρτιά, ως προς τις δυνατότητες υποβολής επίσημης καταγγελίας για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας,

να καθιερώσουν σύστημα κυρώσεων που να μην τιμωρεί τους εργαζομένους στη θέση των εργοδοτών·

Ηλικιωμένοι

163.

πιστεύει ότι η γήρανση του πληθυσμού αποτελεί πρόβλημα προς επίλυση και ότι πρέπει να θεωρηθεί ως ευκαιρία ευρύτερης συμμετοχής στην κοινωνία ατόμων που διαθέτουν μακρά και υψηλής ποιότητας εμπειρία, συμβάλλοντας έτσι στην προώθηση της ενεργού γήρανσης· θεωρεί ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για την ενσωμάτωση των ηλικιωμένων εργαζόμενων στην αγορά εργασίας·

164.

πιστεύει ότι ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στις μοναχικές ηλικιωμένες γυναίκες, που αποτελούν ιδιαίτερα ευάλωτη πληθυσμιακή κατηγορία και είναι συχνά οι πρώτες που βυθίζονται στη φτώχεια όποτε υπάρχει επιβράδυνση της οικονομίας·

165.

σημειώνει επίσης την αναγκαιότητα καταπολέμησης των διακρίσεων κατά των ηλικιωμένων γυναικών και ενίσχυσης της συμμετοχής τους στην αγορά εργασίας (ήτοι, προγράμματα διά βίου μάθησης) δεδομένου ότι είναι ευάλωτες και ότι ο αριθμός τους αυξάνει εντός της Ένωσης·

166.

υπενθυμίζει ότι το άρθρο 25 του Χάρτη αναγνωρίζει το δικαίωμα των ηλικιωμένων σε αξιοπρεπή και ανεξάρτητη ζωή· συνιστά κατά συνέπεια, σε συνδυασμό με τα άρθρα 34 και 35 του Χάρτη, προληπτική ιατρική περίθαλψη και κοινωνική ασφάλιση για τους ηλικιωμένους, ώστε να εξασφαλίζεται ότι μπορούν να ζουν αξιοπρεπώς·

167.

ζητεί από τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να θεσπίσουν νομοθεσία σχετικά με τη βούληση περίθαλψης εν αδυναμία ώστε να διασφαλίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 9 της Σύμβασης του Οβιέδο για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιοϊατρική, ότι «Οι προγενέστερα εκφρασθείσες επιθυμίες του ασθενούς σχετικά με ιατρική επέμβαση θα λαμβάνονται υπόψη προκειμένου για ασθενή ο οποίος κατά τον χρόνο της επέμβασης δεν είναι σε θέση να εκφράσει τις επιθυμίες του», και να εξασφαλίζεται το δικαίωμα της αξιοπρέπειας στο τέλος της ζωής·

*

* *

168.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και των υποψηφίων προς ένταξη χωρών, στον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Επιτροπή Υπουργών και στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση, καθώς και στον Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και στα αντίστοιχα όργανα του Οργανισμού Ασφάλειας και Συνεργασίας στην Ευρώπη και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.


(1)  ΕΕ L 180, 19.7.2000, σ. 22.

(2)  ΕΕ L 303 2.12.2000, σ. 16.

(3)  ΕΕ L 53, 22.2.2007, σ. 1.

(4)  ΕΕ C 301 Ε, 13.12.2007, σ. 229.

(5)  4 Συμβούλιο της Ευρώπης – Ευρωπαϊκή Ένωση: «Η ίδια φιλοδοξία για την ευρωπαϊκή ήπειρο» Έκθεση του Jean-Claude Juncker, 11 Απριλίου 2006, σελ. 4.

(6)  ΕΕ C 287 E, 29.11.2007, σ. 309.

(7)  Ετήσια Έκθεση 2008 του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, 24 Ιουνίου 2008.

(8)  Πρωτόκολλο αριθ. 12 της Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, υπογραφέν στις 4 Νοεμβρίου 2000.

(9)  Στην υπόθεση C 267/06 Tadao Maruko κατά Versorgungsanstalt der deutschen Bühnen της 1 Απριλίου 2008 το ΔΕΚ αποφάνθηκε ότι η άρνηση χορήγησης σύνταξης επιζώντος στους μόνιμους συντρόφους συνιστά άμεση διάκριση για λόγους γενετήσιου προσανατολισμού, εάν οι επιζώντες σύζυγοι και οι επιζώντες μόνιμοι σύντροφοι βρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση όσον αφορά αυτή τη σύνταξη.

(10)  ΕΕ L 328, 6.12.2008, σ. 55.

(11)  ΕΕ C 297 Ε, 29.11.2008, σ. 125.

(12)  Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης για την Εξάλειψη Κάθε Μορφής Διακρίσεων σε Βάρος των Γυναικών, εγκριθέν στις 15 Οκτωβρίου 1999.

(13)  Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη της βίας έναντι των γυναικών, εγκριθείσα στις 20 Δεκεμβρίου 1993.

(14)  Οδηγία 2004/81/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με τον τίτλο παραμονής που χορηγείται στους υπηκόους τρίτων χωρών θύματα εμπορίας ανθρώπων ή συνέργειας στη λαθρομετανάστευση, οι οποίοι συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές (ΕΕ L 261, 6.8.2004, σ. 19), Απόφαση πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002 για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων (ΕΕ L 203, 1.8.2002, σ. 1).

(15)  ΕΕ L 326, 13.12.2005, σ. 13.

(16)  ΕΕ L 304, 30.9.2004, σ. 12.

(17)  ΕΕ L 31, 6.2.2003, σ. 18.

(18)  Σύσταση αριθ. R (2000) 7.

(19)  D.H. και άλλοι κατά Δημοκρατίας της Τσεχίας, σχετικά με υποθέσεις παλαιότερων ετών.

(20)  Άποψη του Επιτρόπου στις 29 Οκτωβρίου 2007 με τίτλο «Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να είναι άστεγος - η ικανοποιητική στέγαση είναι δικαίωμα».

(21)  Διεθνής Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων των Διακινούμενων Εργαζομένων και των Μελών των Οικογενειών τους, εγκριθείσα με το από 18 Δεκεμβρίου 1990 ψήφισμα 45/158 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/69


Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας

P6_TA(2009)0020

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την εφαρμογή της συμφωνίας που συνήψαν η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) σχετικά με τη Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006, και την τροποποίηση της οδηγίας 1999/63/EK

(2010/C 46 E/09)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με τη Συμφωνία που συνήψαν η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) σχετικά με τη Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006, και την τροποποίηση της οδηγίας 1999/63/ΕΚ (COM(2008)0422),

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την οδηγία 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών που συνήψαν η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ομοσπονδία των Ενώσεων Εργαζομένων στις Μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (FST) (1),

έχοντας υπόψη τη συμφωνία που συνήψαν η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) σχετικά με τη Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006 (στο εξής: Σύμβαση),

έχοντας υπόψη το γεγονός ότι η συμφωνία περιελάμβανε κοινό αίτημα προς την Επιτροπή για την εφαρμογή της συμφωνίας και του Παραρτήματος Α αυτής, με απόφαση του Συμβουλίου μετά από πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 139, παράγραφος 2, της Συνθήκης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά το άρθρο 31 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όλοι οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα σε υγιεινές, ασφαλείς και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, σε όριο μέγιστης διάρκειας εργασίας, σε εβδομαδιαίες και ημερήσιες περιόδους ανάπαυσης, καθώς και σε ετήσια περίοδο αμειβομένων διακοπών,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 139, παράγραφος 1, της Συνθήκης αναγνωρίζει στους κοινωνικούς εταίρους σε κοινοτικό επίπεδο τη δυνατότητα να αρχίζουν, εφόσον το επιθυμούν, διάλογο που μπορεί να οδηγεί στη σύναψη συμβατικών σχέσεων, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 139, παράγραφος 2, της Συνθήκης προβλέπει τη δυνατότητα να εφαρμόζονται οι συμφωνίες που συνάπτονται σε κοινοτικό επίπεδο, εφόσον το ζητούν από κοινού τα συμβαλλόμενα μέρη, με απόφαση του Συμβουλίου κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι εάν η Σύμβαση κυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη θα έχει επιτευχθεί το αναγκαίο ελάχιστο όριο προκειμένου να τεθεί σε ισχύ,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κύρωση της Σύμβασης θα συμβάλει σημαντικά στην προώθηση αξιοπρεπών κανόνων εργασίας παγκοσμίως,

1.

εκφράζει την ικανοποίηση του για το γεγονός ότι, καίτοι το άρθρο 139, παράγραφος 2, της Συνθήκης δεν προβλέπει διαβούλευση με το Κοινοβούλιο για αιτήματα των κοινωνικών εταίρων προς την Επιτροπή, η Επιτροπή έχει διαβιβάσει την πρότασή της στο Κοινοβούλιο και έχει ζητήσει από το Κοινοβούλιο να κοινοποιήσει τη γνώμη του στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο·

2.

υποστηρίζει τη συμφωνία των κοινωνικών εταίρων όσον αφορά ορισμένες πτυχές των συνθηκών εργασίας στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών, καθώς με τη συμφωνία αυτή επιτυγχάνεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για βελτίωση των συνθηκών εργασίας και συνεπώς της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των ναυτικών·

3.

συμμερίζεται την άποψη ότι η συμφωνία πρέπει να υποβληθεί στο Συμβούλιο· ζητεί επομένως από το Συμβούλιο να εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής εν όψει της εφαρμογής της συμφωνίας όπως συνήφθη από τους κοινωνικούς εταίρους, λαμβάνοντας υπόψη οιαδήποτε ειδικά συμφέροντα των κρατών μελών και, ως εκ τούτου, της ΕΕ·

4.

θεωρεί σημαντικό να καθοριστούν και να επιβληθούν παγκόσμια ελάχιστα πρότυπα όσον αφορά τις συνθήκες εργασίας, υγιεινής και ασφάλειας για τους ναυτικούς που απασχολούνται ή εργάζονται σε ποντοπόρα πλοία·

5.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η συμφωνία, όπως συνήφθη από τους κοινωνικούς εταίρους, και η πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Συμβουλίου, προβλέπουν μόνον τις ελάχιστες απαιτήσεις, δίνοντας στα κράτη μέλη και/ή στους κοινωνικούς εταίρους την ελευθερία να θεσπίσουν ευνοϊκότερα μέτρα για τους εργαζόμενους στην εκάστοτε περιοχή και σε μεγάλο βαθμό ισοδύναμα προς τις διατάξεις του Μέρους Α του Κώδικα της Σύμβασης·

6.

υπενθυμίζει την ευελιξία που δίδεται στα κράτη, τα οποία έχουν ήδη υπογράψει τη Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, από το άρθρο II, παράγραφος 6 της ανωτέρω Σύμβασης·

7.

υπογραμμίζει τον αποφασιστικό ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη βελτίωση των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας για τους εργαζομένους· υποστηρίζει πλήρως τη δέουσα συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου και την εκ μέρους τους σύναψη συμφωνιών για τις συνθήκες εργασίας·

8.

συνιστά να εγκριθεί η πρόταση της Επιτροπής·

9.

ζητεί από όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν τη Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας 2006 χωρίς καθυστέρηση·

10.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στους κοινωνικούς εταίρους.


(1)  ΕΕ L 167, 2.7.1999, σ. 33.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/71


Η ανάπτυξη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της ΕΕ

P6_TA(2009)0021

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ανάπτυξη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της ΕΕ (2008/2201(INI))

(2010/C 46 E/10)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (ΕΑΔ) από το 1996, συγκεκριμένα το ψήφισμα της 16ης Μαρτίου 2006 σχετικά με το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων αναφορικά με το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και την 62η σύνοδο της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (1), καθώς και τα ψηφίσματα της 29ης Ιανουαρίου 2004 σχετικά με τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (2), της 9ης Ιουνίου 2005 σχετικά με τη μεταρρύθμιση των Ηνωμένων Εθνών (3), της 29ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με το αποτέλεσμα της Παγκόσμιας Συνόδου Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών (14-16 Σεπτεμβρίου 2005) (4), της 21ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με την έβδομη σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΔ) (5) και της 8ης Μαΐου 2008 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο το 2007 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος (6),

έχοντας υπόψη τα επείγοντα ψηφίσματά του σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία,

έχοντας υπόψη την έκθεση της 21ης Μαρτίου 2005 με τίτλο «Για περισσότερη ελευθερία: προς την ανάπτυξη, την ασφάλεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα για όλους» του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, το επακόλουθο ψήφισμα A/RES/60/1 της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το αποτέλεσμα της Παγκόσμιας Συνόδου Κορυφής του 2005 και την έκθεση της 7ης Μαρτίου 2006 με τίτλο «Επένδυση στα Ηνωμένα Έθνη: για την ενίσχυση του οργανισμού διεθνώς» του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα A/RES/60/251 της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών για την ίδρυση του ΣΑΔ,

έχοντας υπόψη την από 16 Μαρτίου 2006 δήλωση της Προεδρίας της ΕΕ εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την ίδρυση του ΣΑΔ,

έχοντας υπόψη τις προηγούμενες τακτικές και ειδικές συνόδους του ΣΑΔ,

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα των εργασιών των ομάδων εργασίας του ΣΑΔ σχετικά με τη διαδικασία καταγγελιών, την οικουμενική περιοδική επανεξέταση, το μελλοντικό σύστημα παροχής συμβουλών από εμπειρογνώμονες, την ατζέντα, το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, τις μεθόδους εργασίας, τον κανονισμό και την επανεξέταση των Ειδικών Διαδικασιών,

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της τρίτης εκλογής των κρατών μελών στο ΣΑΔ που διεξήχθη στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών την 21η Μαΐου 2008,

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα των εκλογών για την Προεδρία του ΣΑΔ που διεξήχθησαν στις 19 Ιουνίου 2008,

έχοντας υπόψη την πρώτη, τη δεύτερη και την τρίτη σύνοδο της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης που διεξήχθησαν από τις 7 έως τις 18 Απριλίου 2008, από τις 5 έως τις 16 Μαΐου 2008 και από τις 1 έως 15 Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0498/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός, η προαγωγή και προστασία της οικουμενικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί τμήμα του κοινοτικού νομικού κεκτημένου και μία από τις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ τοποθετεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία στο επίκεντρο των εξωτερικών της σχέσεων, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξωτερική πολιτική της βασίζεται στη σθεναρή και κατηγορηματική στήριξη προς την αποτελεσματική πολυμερή προσέγγιση, όπως ορίζει ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ΟΗΕ και το ΣΑΔ συγκαταλέγονται μεταξύ των καταλληλοτέρων οργανισμών για τη σφαιρική αντιμετώπιση των ζητημάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ανθρωπιστικών προκλήσεων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση για την ίδρυση του ΣΑΔ ως οιονεί ανεξαρτήτου σώματος ήταν γενικώς ευπρόσδεκτη ως πρωτοβουλία για τη διόρθωση των ελλείψεων της ΕΑΔ, και για την ενίσχυση της θέσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο διακυβερνητικών διαλόγων,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΣΑΔ έθεσε μεγαλόπνοο πρόγραμμα για τα τρία πρώτα έτη λειτουργίας του, που περιλάμβανε την επανεξέταση των διαδικασιών και των μεθόδων εργασίας του, συγκεκριμένα την ανάπτυξη και την εφαρμογή της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης της οποίας τρεις σύνοδοι έχουν διεξαχθεί έως τώρα, επανεξετάζοντας 48 κράτη, οκτώ εκ των οποίων είναι κράτη μέλη, και την επανεξέταση των Ειδικών Διαδικασιών,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ υπήρξε ισχυρός υποστηρικτής και υπερασπιστής της ίδρυσης του ΣΑΔ, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν δεσμευθεί και προσηλωθεί στην προσπάθεια να διαδραματίσουν ενεργό και ορατό ρόλο με σκοπό να δημιουργήσουν και να στηρίξουν ένα αποτελεσματικό όργανο που θα αντιμετωπίζει τις σύγχρονες προκλήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ στήριξε σθεναρά την καθιέρωση της ενισχυμένης πλειοψηφίας και των κριτηρίων συμμετοχής στις εκλογές του ΣΑΔ, προτάσεις οι οποίες δεν τηρήθηκαν, και των διαδικασιών για την παρακολούθηση της πραγματικής υλοποίησης των εκλογικών δεσμεύσεων των κρατών μελών των Ηνωμένων Εθνών,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, καίτοι εξακολουθούν να υπάρχουν περιορισμοί στην ικανότητα της ΕΕ να υιοθετήσει κοινή προσέγγιση, λόγω ιδίως των αντικρουόμενων εθνικών συμφερόντων και της επίμονης επιθυμίας από την πλευρά των κρατών μελών να ενεργούν ανεξάρτητα στα Ηνωμένα Έθνη, υπάρχουν ενδείξεις ότι ενεργούν πιο συνεκτικά στο ΣΑΔ απ' ό,τι στην ΕΑΔ,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ αποτελούν αριθμητική μειονότητα στο πλαίσιο του ΣΑΔ, γεγονός το οποίο, αφενός, παρεμποδίζει σοβαρά την ικανότητα της ΕΕ να επηρεάζει την ατζέντα του ΣΑΔ και, αφετέρου, αποτελεί σοβαρή πρόκληση για την ενσωμάτωση των θέσεων της ΕΕ στις εργασίες του ΣΑΔ,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η λυπηρή απουσία των Ηνωμένων Πολιτειών από το ΣΑΔ έχει οδηγήσει στην ανάγκη να ενισχύσει η ΕΕ το ρόλο της ως ηγετική δύναμη μεταξύ των δημοκρατικών χωρών όσον αφορά τα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη το ότι το Κοινοβούλιο παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στο ΣΑΔ, αποστέλλοντας τακτικά αντιπροσώπους στις συνόδους της και προσκαλώντας ειδικούς εισηγητές και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες να συνεισφέρουν στο έργο της σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί του ΣΑΔ πρόκειται να επανεξετασθούν το 2011, όπως προβλέπει το προαναφερθέν ψήφισμα A/RES/60/251 της Γενικής Συνέλευσης,

Γενική αξιολόγηση των πρώτων τριών ετών του ΣΑΔ

1.

χαιρετίζει το έργο που έχει πραγματοποιήσει έως τώρα το ΣΑΔ και επισημαίνει ότι το ΣΑΔ έχει τις δυνατότητες να εξελιχθεί σε πολύτιμο πλαίσιο για τις πολυμερείς προσπάθειες της EE για τα ανθρώπινα δικαιώματα· ωστόσο, εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ετών των δραστηριοτήτων του, το νέο όργανο δεν έχει ακόμη επιτύχει μεγαλύτερη ουσιαστική πρόοδο όσον αφορά τη βελτίωση των επιδόσεων των Ηνωμένων Εθνών στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

2.

επικροτεί την έγκριση από το ΣΑΔ σημαντικών κειμένων: καθορισμού προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Σύμβασης για την προστασία των προσώπων από τη βίαιη εξαφάνιση και της Διακήρυξης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτοχθόνων λαών, καθώς και του προαιρετικού Πρωτοκόλλου στο διεθνές Σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα· επισημαίνει ότι το εν λόγω διεθνές Σύμφωνο αποτελεί απόφαση σταθμό, καθώς προβλέπει μεμονωμένη διαδικασία υποβολής παραπόνων, δημιουργώντας έτσι μηχανισμό υποβολής αναφορών από θύματα παραβιάσεων των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων σε διεθνές επίπεδο· καλεί τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ να εγκρίνει το προαιρετικό Πρωτόκολλο για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα και παρακινεί όλα τα κράτη να το επικυρώσουν ταχέως·

3.

εκφράζει τη λύπη του για τη μη λήψη μέτρων από το ΣΑΔ σχετικά με πολλές από τις πλέον επείγουσες καταστάσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο, εν μέρει λόγω της αυξανόμενης απροθυμίας εκ μέρους πολλών κρατών του ΣΑΔ που αντιτίθενται σε οποιαδήποτε επανεξέταση της κατάστασης στις επιμέρους χώρες, συμπεριλαμβανομένων ψηφισμάτων για τις επιμέρους χώρες, ειδικών συνόδων και εντολών στις χώρες σχετικά με ειδικές διαδικασίες, με το σκεπτικό ότι αυτό, υποθετικά, θα πολιτικοποιήσει το ΣΑΔ· επαναλαμβάνει την άποψη ότι η ικανότητα του ΣΑΔ να αντιμετωπίσει τις καταστάσεις στις επιμέρους χώρες, είναι ουσιαστικά πρωταρχικής σημασίας για το κύρος και την αξιοπιστία του,

4.

επικροτεί το γεγονός ότι η διαδικασία εκλογών στο ΣΑΔ κατέστησε δυνατό τον αποκλεισμό από το ΣΑΔ σημαντικών παραβατών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το Ιράν και η Λευκορωσία· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το ότι δεν έχουν διοργανώσει όλες οι γεωγραφικές ομάδες γνήσιες διαδικασίες εκλογών όσον αφορά την προσχώρησή τους στο ΣΑΔ· εκφράζει τη λύπη του για το ότι το σύστημα εθελοντικών εκκλήσεων είχε πολύ διαφορετικά και ανεπαρκή αποτελέσματα, δίνοντας στις κυβερνήσεις τη δυνατότητα να αποποιηθούν τις διεθνείς υποχρεώσεις τους σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα· κατά συνέπεια, εκφράζει την έντονη ανησυχία του σχετικά με την ουσιαστική χρήση των δεσμεύσεων, όπως αποκαλούνται από ορισμένα μέλη, και ως εκ τούτου, επιβεβαιώνει ότι η πλήρης συνεργασία με τις Ειδικές Διαδικασίες πρέπει να παραμείνει το βασικό κριτήριο για την προσχώρηση στο ΣΑΔ·

5.

εκφράζει τη λύπη του για την αυξανόμενη διαίρεση του ΣΑΔ σε περιφερειακούς συνασπισμούς· θεωρεί ότι αυτή η «νοοτροπία των συνασπισμών» υπονομεύει την ικανότητά του να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά, αμερόληπτα και αντικειμενικά τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο· και ότι αυτό θα μπορούσε να είναι το πραγματικό αίτιο των προκαταλήψεων, της επιλεκτικότητας και της αδυναμίας του ΣΑΔ·

6.

αναγνωρίζει ότι ορισμένες αντιπροσωπείες στη Γενεύη δεν διαθέτουν τα απαραίτητα για να προβούν σε επαρκείς διαπραγματεύσεις σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και έτσι εξαρτώνται από τους επικεφαλής των ομάδων για να διατυπώσουν τη θέση τους· ωστόσο, επισημαίνει ότι αυτή η τάση εξισορροπείται αποτελεσματικά όσον αφορά πολλά σημαντικά θέματα, όπως ο κώδικας δεοντολογίας για τις Ειδικές Διαδικασίες και η κατάσταση στο Νταρφούρ, ειδικά στις ομάδες από την Ασία και την Αφρική· επισημαίνει ταυτόχρονα ότι οι θέσεις που υιοθέτησαν από κοινού η ΕΕ και οι προσχωρούσες χώρες συνεισέφεραν σημαντικά στη διαμόρφωση της νοοτροπίας των συνασπισμών· ζητεί από την Επιτροπή να συντάξει ετήσια έκθεση σχετικά με τις πρακτικές ψηφοφορίας στον ΟΗΕ σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, με την οποία θα αναλύεται ο τρόπος με τον οποίο επηρεάζονται από την πολιτική της ΕΕ, των κρατών μελών της ΕΕ και άλλων συνασπισμών·

7.

αναγνωρίζει ότι η ευρεία εκπροσώπηση των κρατών στο ΣΑΔ και η συμμετοχή πολλών κρατών-παρατηρητών εξασφαλίζουν σχεδόν καθολική συμμετοχή στις συζητήσεις του· φρονεί, ενόψει της αναθεώρησης του 2011, ότι, αφενός, πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η πιθανότητα ανοίγματος του ΣΑΔ στην καθολική συμμετοχή και, αφετέρου, ότι θα ήταν σκοπιμότερη πιο περιορισμένη σύνθεση·

8.

αναγνωρίζει τη συνεχή συζήτηση για τη σχέση μεταξύ του ΣΑΔ και της Τρίτης Επιτροπής της Γενικής Συνέλευσης· υπενθυμίζει σχετικά ότι η Τρίτη Επιτροπή έχει ως αποστολή να συνεχίζει να εξετάζει, στο πλαίσιο αυτού του οργάνου που περιλαμβάνει όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ, τους βασικούς προβληματισμούς του ΣΑΔ· θεωρεί ότι το εν λόγω όργανο μπορεί επίσης να καλύψει τις ανεπάρκειες του ΣΑΔ, όπως ενεργεί αντίστοιχα η Γενική Συνέλευση απέναντι στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, που αποτελεί σημαντικό στοιχείο συμπληρωματικότητας μεταξύ του ΣΑΔ και της Τρίτης Επιτροπής· ζητεί από την ΕΕ να επαναλάβει τη δέσμευσή της να υποστηρίξει το ΣΑΔ και να βελτιώσει την αποτελεσματικότητά του, ως μοναδικού βήματος συζήτησης που ειδικεύεται στα καθολικά ανθρώπινα δικαιώματα και ειδικού φόρουμ που ασχολείται με τα ανθρώπινα δικαιώματα στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών·

9.

εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι η αρχή της καθολικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπονομεύεται ολοένα και περισσότερο, όπως δείχνουν συγκεκριμένα οι προσπάθειες από την πλευρά ορισμένων χωρών να εισαγάγουν περιορισμούς στα αναγνωρισμένα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η ελευθερία έκφρασης, ή να ερμηνεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα με βάση πολιτιστικό, ιδεολογικό ή παραδοσιακό υπόβαθρο· ζητεί από την ΕΕ να συνεχίσει να επαγρυπνεί όσον αφορά αυτές τις προσπάθειες και να υπερασπίζεται σθεναρά τις αρχές της καθολικότητας, του αδιαιρέτου και της αλληλεξάρτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Ειδικές Διαδικασίες

10.

θεωρεί ότι οι Ειδικές Διαδικασίες βρίσκονται στο επίκεντρο του μηχανισμού των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τονίζει ότι η αξιοπιστία και η αποτελεσματικότητα του ΣΑΔ στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξαρτώνται από τη συνεργασία με τις Ειδικές Διαδικασίες και την πλήρη εφαρμογή τους, καθώς και από την έγκριση μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσουν την ικανότητά του να αντιμετωπίζει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

11.

θεωρεί τις Ειδικές Διαδικασίες σχετικά με τις καταστάσεις στις επιμέρους χώρες αναγκαίο μέσο για τη βελτίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην εκάστοτε χώρα· θεωρεί ότι ο χαρακτήρας και η συχνότητα της επανεξέτασης ανά χώρα στο πλαίσιο της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις εντολές για επιμέρους χώρες· συνεπώς αντιτίθεται στις προσπάθειες ορισμένων χωρών που χρησιμοποιούν το επιχείρημα του «εξορθολογισμού» των Ειδικών Διαδικασιών προκειμένου να εξουδετερώσουν αυτές τις εντολές· αποδοκιμάζει εν προκειμένω τον τερματισμό των εντολών όσον αφορά την Δημοκρατία της Λευκορωσίας, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και την Δημοκρατία της Κούβας και την κατάργηση της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων για το Νταρφούρ·

12.

επισημαίνει την εισαγωγή όρων για την αναστολή της εντολής χώρας για το Μπουρούντι· αναγνωρίζει τη σημασία του καθορισμού στρατηγικής εξόδου για καθεμιά από τις Ειδικές Διαδικασίες των εν λόγω χωρών·

13.

καταδικάζει τις προσπάθειες ορισμένων μελών του ΣΑΔ να περιορίσουν την ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητα των Ειδικών Διαδικασιών· στο σημείο αυτό, επισημαίνει την έγκριση στις 18 Ιουνίου 2007 του Κώδικα Δεοντολογίας για τους Εντολοδόχους Ειδικών Διαδικασιών· ζητεί από το ΣΑΔ να θέσει σε εφαρμογή τον εν λόγω Κώδικα Δεοντολογίας στο πνεύμα του προαναφερθέντος ψηφίσματος A/RES/60/251 και λαμβάνοντας υπόψη την ανεξαρτησία των Ειδικών Διαδικασιών·

14.

ζητεί να βελτιωθεί η επιλογή και ο ορισμός των κατάλληλων εντολοδόχων των Ειδικών Διαδικασιών, συγκεκριμένα αναζητώντας τρόπους και μέσα ενίσχυσης του υφισταμένου καταλόγου υποψηφίων στην Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα (ΥΑ) και ενισχύοντας την ανεξαρτησία των εντολοδόχων όσον αφορά την εμπειρία και πείρα των υποψηφίων, λαμβάνοντας ταυτόχρονα δεόντως υπόψη τη γεωγραφική εκπροσώπηση και την ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών·

15.

υπογραμμίζει την ανάγκη για καλύτερη παρακολούθηση των πορισμάτων και των συστάσεων των Ειδικών Διαδικασιών, που θα μπορούσαν να συμπεριλάβουν τη δημιουργία μηχανισμών για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή των συστάσεων·

16.

θεωρεί ότι η οικουμενική περιοδική επανεξέταση είναι μηχανισμός που συμπληρώνει τις Ειδικές Διαδικασίες και αποτελεί ευκαιρία για την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των εκθέσεών τους και για τη διασφάλιση αυξημένης συνεργασίας και παρακολούθησης των εργασιών τους·

17.

ζητεί την παροχή συνεχούς στήριξης προς τις Ειδικές Διαδικασίες σε επίπεδο οικονομικών και ανθρώπινων πόρων·

Οικουμενική περιοδική επανεξέταση

18.

αναγνωρίζει την πιθανή αξία του μηχανισμού της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης στη βελτίωση της καθολικής παρακολούθησης των δεσμεύσεων και των πρακτικών όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα σε ολόκληρο τον κόσμο, υποβάλλοντας όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών σε ίση μεταχείριση και έλεγχο και ανοίγοντας νέες ευκαιρίες για μη κυβερνητικούς οργανισμούς (ΜΚΟ) προκειμένου να αρχίσουν διάλογο με συγκεκριμένα κράτη·

19.

επικροτεί το γεγονός ότι η οικουμενική περιοδική επανεξέταση παρέσχε το κίνητρο σε πολλά κράτη μέλη του ΟΗΕ να δεσμευθούν για την τήρηση των διεθνών υποχρεώσεών τους, σε συνέχεια των συμπερασμάτων και των συστάσεων των οργάνων της Συνθήκης και των Ειδικών Διαδικασιών, παρουσιάζοντας εκθέσεις επιθεώρησης στα όργανα της Συνθήκης, ανταποκρινόμενα σε εκκρεμούντα αιτήματα για πρόσκληση σε Ειδικές Διαδικασίες και επικυρώνοντας τις εκκρεμείς συνθήκες και θεσπίζοντας εθνική νομοθεσία με στόχο να διασφαλισθεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συνθήκες τις οποίες έχουν υπογράψει·

20.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι τρεις πρώτες σύνοδοι δεν ανταποκρίθηκαν απολύτως στις προσδοκίες ώστε να συνιστούν αντικειμενική, διαφανή, μη επιλεκτική, εποικοδομητική, μη αντιπαραθετική και μη πολιτικοποιημένη διαδικασία (7)·

21.

τονίζει ότι ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν η επανεξέταση περιλαμβάνει τη συμμετοχή ανεξαρτήτων εμπειρογνωμόνων σε όλα τα στάδια της διαδικασίας επανεξέτασης και αποτελεσματικό, προσανατολισμένο στα αποτελέσματα, μηχανισμό παρακολούθησης·

22.

εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη εστίασης στα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, καθώς και στα δικαιώματα των μειονοτήτων, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης και ζητεί να δοθεί αυξημένη προσοχή στα δικαιώματα αυτά κατά τη διάρκεια των προσεχών συνόδων, σύμφωνα με την αρχή της καθολικότητας, του αδιαιρέτου και της αλληλεξάρτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

23.

καταγγέλλει τη χρήση πολιτικών συμμαχιών για την προστασία ορισμένων κρατών από τον έλεγχο και όχι για την κριτική αξιολόγηση των συνθηκών και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γεγονός που υπονομεύει σοβαρά τον ίδιο τον σκοπό της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης· σημειώνει ότι αυτή η πρακτική έφθασε σε επικίνδυνο βαθμό στην επανεξέταση της Τυνησίας, η οποία περιείχε δηλώσεις που έρχονταν σε σημαντικό βαθμό σε αντίθεση με τα πορίσματα των ανεξαρτήτων εμπειρογνωμόνων· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η συγκεκριμένη επανεξέταση δεν φαίνεται να αντικατοπτρίζει κάποια τάση·

24.

χαιρετίζει την απόφαση της ΕΕ να μην πραγματοποιήσει κοινές παρεμβάσεις στις επανεξετάσεις των χωρών, αλλά να διασφαλίσει τη συμπληρωματικότητα των παρεμβάσεων, ώστε να μπορέσει να εγερθεί ευρύ φάσμα ζητημάτων· στο σημείο αυτό, τονίζει τις προσπάθειες της ΕΕ να διαλύσει τη «νοοτροπία των συνασπισμών» κρατών στο πλαίσιο του ΣΑΔ, ευνοώντας τη θέση ερωτημάτων εκ μέρους κρατών μελών της ΕΕ όσον αφορά την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε άλλα κράτη μέλη· χαιρετίζει το επίπεδο δέσμευσης των κρατών μελών της ΕΕ στις επανεξετάσεις, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν άλλα κράτη μέλη της ΕΕ· ενθαρρύνει την ΕΕ να αναπτύξει κι άλλο το σημερινό πρότυπο του «χαλαρού συντονισμού» και να διασφαλίσει ότι όλες οι χώρες και όλα τα θέματα καλύπτονται επαρκώς από τα κράτη μέλη της ΕΕ και ότι αποφεύγονται οι επαναλήψεις·

25.

εκφράζει την ανησυχία ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, η τελική έκθεση της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης και ο αμφίδρομος διάλογος κατά τη διάρκεια της επανεξέτασης δεν αντικατόπτριζαν τις πληροφορίες που περιείχαν τα συνοπτικά έγγραφα, ούτε τα αντιφατικά πορίσματα των ανεξαρτήτων εμπειρογνωμόνων, στερώντας με αυτόν τον τρόπο την ορθότητα της διαδικασίας επανεξέτασης, και ότι οι συστάσεις που διατυπώνονται στις εκθέσεις της ομάδας εργασίας ήταν υπερβολικά ασαφείς και εστερούντο οιασδήποτε επιχειρησιακής ουσίας· καλεί τα μέλη της ομάδας εργασίας της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης να παρέχουν μετρήσιμες, συγκεκριμένες, ρεαλιστικές και προσανατολισμένες στα θύματα συστάσεις σε κάθε μελλοντική τους επανεξέταση, βάσει πληροφοριών που θα έχουν παράσχει ανεξάρτητοι μηχανισμοί παρακολούθησης ή ΜΚΟ·

26.

εκφράζει τη λύπη του για τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα των συστάσεων της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης, που οφείλεται στο δικαίωμα ότι η οικουμενική περιοδική επανεξέταση αφήνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να επιλέξουν τις συστάσεις που δύνανται να ακολουθήσουν· σημειώνει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως της Σρι Λάνκα, το ποσοστό των συστάσεων που έγιναν δεκτές ήταν χαμηλό· θεωρεί, ωστόσο, ότι δεν είναι δυνατό όλες οι συστάσεις να είναι σημαντικές ή να συμφωνούν με τις διεθνείς υποχρεώσεις περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων· επομένως, θεωρεί ότι τούτο σημαίνει ότι μπορεί να αποδειχθεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η οικουμενική περιοδική επανεξέταση δεν αποτελεί τον χρησιμότερο μηχανισμό, και επισημαίνει τη σημασία της διαδικασίας της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης στο έργο των ανεξάρτητων μηχανισμών παρακολούθησης και στα πορίσματα των ΜΚΟ, διατηρώντας τις επιμέρους εντολές του ΣΑΔ για κάθε χώρα·

27.

καταδικάζει τις προσπάθειες ορισμένων κρατών μελών να λογοκρίνουν τις συνεισφορές των ΜΚΟ· εκφράζει τη λύπη του για τον περιορισμένο αντίκτυπο της συμμετοχής των ΜΚΟ στην τελική απόφαση, δεδομένου του περιορισμένου χρόνου ομιλίας που παραχωρείται σε αυτές για να συζητήσουν την έκθεση της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης, καθώς και του περιορισμένου επιτρεπόμενου πεδίου για τις παρεμβάσεις τους, που τους επιτρέπει να διατυπώνουν γενικές παρατηρήσεις, αλλά όχι να θέτουν εκ νέου θέματα που συζητήθηκαν στις ομάδες εργασίες·

28.

εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη ολοκληρωμένων εθνικών διαβουλεύσεων με τη συμμετοχή ΜΚΟ σχετικά με τις εκθέσεις των κρατών μελών των Ηνωμένων Εθνών· προτρέπει συνεπώς όλα τα υπό επανεξέταση κράτη να συμμετάσχουν σε ουσιαστική συζήτηση σχετικά με τις επιδόσεις τους στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με διαφάνεια, με τη συμμετοχή όλων των τομέων της κυβέρνησης και της κοινωνίας των πολιτών και έχοντας υπόψη ότι ο κύριος στόχος της διαδικασίας επανεξέτασης είναι η βελτίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην εκάστοτε χώρα·

29.

ζητεί από όλα τα κράτη τη διεξαγωγή εκτεταμένων διαβουλεύσεων σε εθνικό επίπεδο μετά την επανεξέταση, βάσει των συστάσεών του· ζητεί από την ΕΕ να διερευνήσει περαιτέρω πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι εν λόγω συστάσεις για την ανάπτυξη προγραμμάτων τεχνικής υποστήριξης·

30.

ζητεί από το ΣΑΔ να συνεχίσει τις προσπάθειες με στόχο να αυξηθεί η υποχρέωση λογοδοσίας των κρατών μελών των Ηνωμένων Εθνών στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης, κυρίως με το να καταστούν αυστηρότερες οι διαδικασίες που αποσκοπούν στην αποφυγή της σκόπιμης παρεμπόδισης ή των τακτικών αντιπερισπασμού, οι οποίες υπονομεύουν τους ίδιους τους στόχους των Ηνωμένων Εθνών, του ΣΑΔ και της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης·

Διαφάνεια και η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στις εργασίες του ΣΑΔ

31.

επαναλαμβάνει τη σημασία της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στις εργασίες του ΣΑΔ, και προτρέπει τα κράτη μέλη της ΕΕ να θεσπίσουν αποτελεσματικούς τρόπους και μηχανισμούς που θα δίνουν τη δυνατότητα στην κοινωνία των πολιτών να συμμετέχει στο ΣΑΔ και να αξιοποιεί τα προνόμια που της παρέχει το καθεστώς συμβούλου προκειμένου να υποβάλλει γραπτές ανακοινώσεις και να προβαίνει σε προφορικές δηλώσεις·

32.

επικροτεί τη διατήρηση της πρακτικής της συμμετοχής των ΜΚΟ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις συζητήσεις και ευελπιστεί ότι η συμμετοχή αυτή θα βελτιωθεί και θα ενισχυθεί στο μέλλον· επαναλαμβάνει την πρόσκλησή του για μεταρρύθμιση της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τις ΜΚΟ, προκειμένου να εξασφαλίσει την αποτελεσματική συμμετοχή ανεξάρτητων ΜΚΟ, και επισημαίνει ότι οι συστάσεις για έγκριση πρέπει να γίνονται από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, βάσει της εργασίας και της προσφοράς των ΜΚΟ·

33.

σημειώνει ότι ο χαρακτήρας του ΣΑΔ ως μονίμου οργάνου παρουσιάζει ιδιαίτερες προκλήσεις για τις ΜΚΟ που δεν έχουν την έδρα τους στη Γενεύη· επικροτεί, συνεπώς, τις συνεισφορές των υπηρεσιών που επικοινωνούν εξ ονόματος των ΜΚΟ με την ΥΑ και το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη όσον αφορά την παροχή πληροφοριών στις ΜΚΟ σχετικά με τις δραστηριότητες και τη διευκόλυνση της συμμετοχής τους στις εργασίες του ΣΑΔ·

34.

ζητεί από τους χορηγούς βοήθειας να ανταποκριθούν στις ανάγκες κατάρτισης και χρηματοδότησης των οργανισμών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ειδικά όσων δεν έχουν την έδρα τους στη Γενεύη, με τρόπο ώστε να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν με συνέπεια και αποτελεσματικότητα στις εργασίες του ΣΑΔ· ζητεί από την Επιτροπή να υποστηρίξει περαιτέρω τις πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών σχετικά με τον έλεγχο των κυβερνητικών πολιτικών σχετικά με ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με τον ΟΗΕ·

35.

εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη ενδιαφέροντος και γνώσεων της κοινής γνώμης σχετικά με το ΣΑΔ· επικροτεί, επομένως, τις πρωτοβουλίες της ΥΑ για την αύξηση της διαφάνειας, συγκεκριμένα, για τη δημιουργία του «Δελτίου ανεπισήμων συναντήσεων»· επικροτεί την αναμετάδοση μέσω Διαδικτύου των συνόδων του ΣΑΔ, με στόχο την αύξηση της ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης για το έργο του·

Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα

36.

επιβεβαιώνει την άποψή του ότι η ΥΑ αποτελεί βασικό όργανο στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, δεδομένου ότι διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην προστασία και στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντάσσοντας τα δικαιώματα αυτά σε ολόκληρο το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών και σε όλους τους συναφείς οργανισμούς, κυρίως σε σχέση με τις δραστηριότητες που συνδέονται με την αποκατάσταση ή την ενίσχυση της ειρήνης, της ανάπτυξης και της ανθρωπιστικής δράσης·

37.

επιβεβαιώνει τη στήριξή του προς την ΥΑ και την προσήλωσή του τόσο στην ακεραιότητα του πεδίου αρμοδιότητας του οργάνου αυτού, όσο και στην ανεξαρτησία και αμεροληψία του·

38.

ενθαρρύνει τις προσπάθειες της ΥΑ να ενισχύσει την παρουσία της σε κάθε χώρα με το άνοιγμα περιφερειακών γραφείων· εν προκειμένω, επικροτεί την υπογραφή μνημονίου συνεργασίας μεταξύ της ΥΑ και των κιργιζικών αρχών σχετικά με το άνοιγμα περιφερειακού γραφείου της ΥΑ στο Μπισκέκ· επαναλαμβάνει την εκτίμησή του για το έργο που υλοποίησε η ΥΑ, υποστηρίζοντας τα όργανα της Συνθήκης και τις Ειδικές Διαδικασίες·

39.

εκφράζει την εκτίμησή του για το έργο της Louise Arbour στη θέση του Υπάτου Αρμοστή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, σε συνδυασμό με την προσήλωση και την ακεραιότητα που έχει επιδείξει, και εκφράζει τη βεβαιότητα ότι η διάδοχός της, Navanethem Pillay, θα ενεργήσει με παρόμοιο ενθουσιασμό και θα ανταποκριθεί στις προκλήσεις του αξιώματος·

40.

επικροτεί τις εθελοντικές συνεισφορές πολλών ετών της Επιτροπής στην ΥΑ, συμπεριλαμβανομένων 4 εκατομμυρίων ευρώ για το 2008, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού μηχανισμού για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να συνεχίσουν να στηρίζουν την ΥΑ, ειδικά στη Διοικητική και Δημοσιονομική Πέμπτη Επιτροπή της Γενικής Συνέλευσης, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι δεν υπάρχουν παρεμβολές στην ανεξαρτησία της και ότι παρέχονται όλοι οι χρηματοδοτικοί πόροι που απαιτούνται για να έχει τη δυνατότητα να εκτελεί την εντολή της·

Ο ρόλος της ΕΕ στο ΣΑΔ

41.

επικροτεί την ενεργό συμμετοχή της ΕΕ στα τρία πρώτα έτη λειτουργίας του ΣΑΔ, δηλαδή μέσω της προώθησης ή της συμπροώθησης ψηφισμάτων, της έκδοσης δηλώσεων, της παρέμβασης στους αμφίδρομους διαλόγους και στις συζητήσεις, και της επιτυχημένης σύγκλησης ειδικών συνόδων σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Νταρφούρ τον Δεκέμβριο του 2006, στη Βιρμανία/Μιανμάρ τον Οκτώβριο του 2007 και στο ανατολικό τμήμα της Δημοκρατίας του Κογκό τον Νοέμβριο 2008· αναγνωρίζει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η ΕΕ για την αντιμετώπιση καταστάσεων των επιμέρους χωρών στο ΣΑΔ·

42.

επικροτεί το γεγονός ότι όλα τα ψηφίσματα που πρότεινε ή συμπροώθησε η ΕΕ έχουν εγκριθεί από το ΣΑΔ κατά τη διάρκεια των εννέα πρώτων τακτικών συνόδων και των οκτώ πρώτων ειδικών συνόδων του· επισημαίνει, εντούτοις, ότι πολλά αμφιλεγόμενα και μη συναινετικά ζητήματα δεν τέθηκαν σε ψηφοφορία·

43.

λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ που συμμετέχουν στο ΣΑΔ διαιρούνται σε δύο περιφερειακούς σχηματισμούς, δηλαδή στην ομάδα των δυτικοευρωπαϊκών κρατών και στην ομάδα των ανατολικοευρωπαϊκών κρατών· σημειώνει ότι η ΕΕ αντιτίθεται στο σύστημα κατά το οποίο κάθε περιφέρεια προτείνει τόσες μόνον υποψηφιότητες όσες και οι έδρες (σύστημα clean slate), που έχει ως αποτέλεσμα, ουσιαστικά, τα κράτη μέλη της ΕΕ να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την εκλογή στο ΣΑΔ·

44.

ενθαρρύνει την ΕΕ να συνεχίσει να ασκεί πίεση για τη θέσπιση κριτηρίων συμμετοχής στις εκλογές του ΣΑΔ, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης μονίμων προσκλήσεων στις εντολοδόχους των Ειδικών Διαδικασιών, καθώς και για την παρακολούθηση της πραγματικής υλοποίησης των εκλογικών δεσμεύσεων των κρατών μελών των Ηνωμένων Εθνών· ζητεί επίσης να εφαρμοσθεί ο εν λόγω κανόνας κατά τη λήψη της απόφασης περί του αν η ΕΕ θα πρέπει να στηρίξει τις υποψήφιες χώρες· εκφράζει τη λύπη του που το αίτημα αυτό δεν έχει ακόμη ληφθεί υπόψη από την ΕΕ·

45.

σημειώνει ότι η ΕΕ αποτελεί αριθμητική μειονότητα στο ΣΑΔ, γεγονός το οποίο την φέρνει αντιμέτωπη με την πρόκληση να επιτύχει να εισακουστεί όταν το επιθυμεί· επικροτεί την πρακτική που προωθήθηκε κατά τη διάρκεια της σλοβενικής Προεδρίας, της «προσέγγισης» άλλων μελών του ΣΑΔ και του «επιμερισμού των βαρών» μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να αναπτύξουν και να ενισχύσουν περαιτέρω την εν λόγω πρακτική·

46.

επικροτεί την αυξανόμενη τάση των κρατών μελών της ΕΕ να παρεμβαίνουν στις συζητήσεις παράλληλα με την Προεδρία της ΕΕ· ζητεί να καλλιεργηθεί περαιτέρω η πρακτική αυτή και ζητεί από τα κράτη μέλη της ΕΕ να ενισχύσουν το μήνυμα της ΕΕ διατυπώνοντας «ένα μήνυμα, αλλά με πολλές φωνές»· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να αναπτύξουν περαιτέρω διαπεριφερειακές πρωτοβουλίες ως χρήσιμο τρόπο αντιμετώπισης των πολιτικών συνασπισμών· καλεί την ΕΕ και την Οργάνωση της Ισλαμικής Διάσκεψης να εντείνουν τις προσπάθειες για τη βελτίωση της αμοιβαίας κατανόησης και συνεργασίας τους·

47.

στηρίζει τη στάση της ΕΕ που επιδιώκει συντονισμένη, κοινή θέση στο ΣΑΔ· εκφράζει τη λύπη του, ωστόσο, διότι, κατά τη διαδικασία επίτευξης κοινής πολιτικής μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ στο ΣΑΔ, η ΕΕ συχνά φθάνει στο φόρουμ του ΣΑΔ με τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή, περιορίζοντας με αυτό τον τρόπο τη δυναμική των διπλωματικών δυνατοτήτων της με άλλες περιφερειακές ομάδες· ενθαρρύνει τον Ύπατο Αρμοστή της ΕΕ να δώσει εντολή στον προσωπικό του αντιπρόσωπο για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα – εφόσον απαιτείται, με αποστολή προσωπικού μηνύματος– για να διεξαγάγει εντατικές διαβουλεύσεις στην Αφρική, στην Ασία και στη Λατινική Αμερική σχετικά με τα ζητήματα που συζητήθηκαν στο ΣΑΔ, με στόχο τη δέσμευση κρατών από άλλους συνασπισμούς σε κοινές πρωτοβουλίες, σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών·

48.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, εν μέρει λόγω του χρόνου και της προσπάθειας που απαιτείται για την επίτευξη κοινής θέσης, η ΕΕ δεν μπόρεσε να ασκήσει αποτελεσματική επιρροή στο πλαίσιο του ευρύτερου συστήματος των Ηνωμένων Εθνών· ζητεί από την ΕΕ, ενώ παραμένει προσηλωμένη στην επίτευξη κοινής θέσης, να αυξήσει την ευελιξία της στα δευτερεύοντα ζητήματα, προκειμένου να καταστεί ικανή να ενεργεί με μεγαλύτερη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα στις διαπραγματεύσεις σχετικά με βασικά ζητήματα·

49.

εκφράζει τη λύπη του για τη μάλλον αμυντική στάση που τηρεί η ΕΕ στο ΣΑΔ, συγκεκριμένα για την απροθυμία της να προτείνει λύσεις σχετικά με τις καταστάσεις στις επιμέρους χώρες, δεδομένου ότι οι προτάσεις αυτές συνήθως συναντούν σθεναρή αντίσταση από συγκεκριμένες χώρες, καθώς και για τη σκόπιμη επιλογή της για συναίνεση και την τάση της να αποφεύγει να εκφράζεται με τρόπο που εγείρει αντίθεση, γεγονός το οποίο στη συνέχεια έχει ως αποτέλεσμα την αποδοχή συμβιβασμών που δεν αντικατοπτρίζουν τις προτιμήσεις της ΕΕ, όπως στην περίπτωση των ψηφισμάτων που εγκρίθηκαν στις 27 Μαρτίου 2007, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Σουδάν (8), και στις 13 Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με την Ομάδα Εμπειρογνωμόνων για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Νταρφούρ (9), με αποτέλεσμα τη διάλυση της Ομάδας, μολονότι η ΕΕ είχε αρχικά ασκήσει πιέσεις για τη διατήρησή της·

50.

ζητεί από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αξιοποιήσουν καλύτερα την πιθανή επιρροή τους προκειμένου να ασκήσουν τον ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ως επικεφαλής μιας ομάδας δημοκρατικών χωρών με αξιόπιστες επιδόσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· θεωρεί ότι ο ηγετικός αυτός ρόλος μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με την ενίσχυση των εταιρικών σχέσεων με κράτη άλλων περιφερειακών ομάδων, όπως αποδεικνύουν αρκετές πρωτοβουλίες της ΕΕ στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, όπως τα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης για το δικαιοστάσιο στη θανατική ποινή και για το δικαίωμα στο νερό·

51.

καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να συνεργαστούν πιο δυναμικά με άλλα δημοκρατικά μέλη του ΣΑΔ, συμπεριλαμβανομένων των χωρών αφρικανικών και ασιατικών ομάδων, και ειδικά με δημοκρατικά κράτη τα οποία συμμορφώνονται με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου· εν προκειμένω, θεωρεί ότι η νιγηριανή Προεδρία του ΣΑΔ συνιστά ευκαιρία την οποία η ΕΕ δεν πρέπει να αφήσει να παρέλθει·

52.

καλεί την ΕΕ να διοργανώνει τακτικές συνεδριάσεις με τις χώρες αυτές σχετικά με συγκεκριμένα θέματα ως τρόπο δημιουργίας μηχανισμού διαμόρφωσης συνασπισμών και διασφάλισης την ευρύτερη δυνατή στήριξη για τις θέσεις της· τονίζει την ανάγκη παροχής εξουσιοδότησης στις αποστολές των κρατών μελών της ΕΕ στη Γενεύη και επένδυσης σε διπλωματικούς πόρους, αποστέλλοντας ειδικούς για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διπλωμάτες υψηλής βαθμίδας για να καθοδηγήσουν το ΣΑΔ·

53.

ζητεί στενότερο συντονισμό και συνεργασία μεταξύ των συναφών ομάδων εργασίας του Συμβουλίου της ΕΕ που έχουν έδρα στις Βρυξέλλες και των Γραφείων της ΕΕ και των Μόνιμων Αντιπροσωπειών των κρατών μελών της ΕΕ στη Νέα Υόρκη και στη Γενεύη· για το λόγο αυτό, επικροτεί την πραγματική αποκέντρωση της καθημερινής λήψης αποφάσεων από τις Βρυξέλλες στη Γενεύη, με τις πρωτεύουσες να διατηρούν σημαντικό συντονιστικό ρόλο·

54.

ζητεί εκ νέου από την ΕΕ να αξιοποιήσει αποτελεσματικότερα τη βοήθεια και την πολιτική στήριξή της προς τρίτες χώρες, καθώς και άλλα μέσα όπως οι διάλογοι και οι διαβουλεύσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με σκοπό να διασφαλισθεί ευρύτερη συμφωνία όσον αφορά τις πρωτοβουλίες της ή τις πρωτοβουλίες τις οποίες συμπροωθεί, οι οποίες πρέπει να διέπονται από σεβασμό προς το διεθνές δίκαιο και τα παγκοσμίως αναγνωρισμένα πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να προάγουν τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις· ταυτόχρονα, καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ και την Επιτροπή να λάβουν υπόψη τα αποτελέσματα των εργασιών του ΣΑΔ σε σχέση με δεδομένο κράτος, συμπεριλαμβανομένων των συστάσεων και των συμπερασμάτων της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης, κατά τον καθορισμό των στόχων και των προτεραιοτήτων των προγραμμάτων βοηθείας της ΕΕ·

55.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η ΕΕ δεν μπόρεσε να παρουσιάσει ουσιαστικές προτεραιότητες για τις εργασίες του ΣΑΔ και σε αρκετές περιπτώσεις αναγκάστηκε να τηρήσει στάση «περιορισμού των ζημιών», όπως στην περίπτωση, κυρίως, του «Κώδικα Συμπεριφοράς για τις Ειδικές Διαδικασίες» που προτάθηκε το 2007 από την Αφρικανική Ομάδα· ζητεί από την ΕΕ να εγκρίνει πιο προορατική στρατηγική και να εντείνει τις προσπάθειές της για τον επηρεασμό της ημερήσιας διάταξης και των συζητήσεων του ΣΑΔ·

56.

θεωρεί ότι, ενώ τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν καλύτερες επιδόσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από πολλά άλλα μέλη του ΣΑΔ, οι ενέργειες της ΕΕ θα είναι πολύ αποτελεσματικότερες αν δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά και ότι είναι επιλεκτική στις δικές της πολιτικές για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία· συνεπώς, καλεί την ΕΕ να ανταποκριθεί στη δέσμευσή της να προαγάγει τα ανθρώπινα δικαιώματα σε όλες τις περιοχές του κόσμου και σε όλα τα θέματα· εν προκειμένω, ζητεί από την ΕΕ να συμμετάσχει ενεργά στην επανεξέταση της Διάσκεψης του Durban που πρόκειται να πραγματοποιηθεί το 2009, λαμβάνοντας υπόψη συγκεκριμένα την ανάγκη εφαρμογής του προαναφερθέντος ψηφίσματος A/RES/62/149 της 18ης Δεκεμβρίου 2007, με το οποίο ζητείται καθολικό δικαιοστάσιο για τη θανατική ποινή·

57.

ενθαρρύνει την τακτική παρουσία αντιπροσωπειών του Κοινοβουλίου στις συνόδους του ΣΑΔ στη Γενεύη· επικροτεί την πρωτοβουλία της υποεπιτροπής του Κοινοβουλίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα να προσκαλεί τους εντολοδόχους των Ειδικών Διαδικασιών και το Προεδρείο του ΣΑΔ στις συνεδριάσεις της και ζητεί να εξακολουθήσει η εν λόγω πρακτική·

58.

επιβεβαιώνει την ανάγκη για σαφές όραμα, πολιτική ατζέντα και μακροπρόθεσμη στρατηγική όσον αφορά τη λειτουργία του ΣΑΔ καθώς και τις δραστηριότητες των κρατών μελών της ΕΕ στο πλαίσιο του εν λόγω οργάνου, ειδικά όσον αφορά την επανεξέταση του ΣΑΔ που πρόκειται να πραγματοποιηθεί το 2011· θεωρεί ότι η στρατηγική αυτή πρέπει να περιλαμβάνει σαφή κριτήρια αξιολόγησης· εν προκειμένω, ζητεί από την ΕΕ:

να επιβεβαιώσει και να υπερασπιστεί σθεναρά τις αρχές της καθολικότητας, του αδιαιρέτου και της αλληλεξάρτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

να διασφαλίσει ότι η ικανότητα του ΣΑΔ να αντιμετωπίζει καταστάσεις στις επιμέρους χώρες, μεταξύ άλλων και μέσω εντολών για τις επιμέρους χώρες, διατηρείται και ενισχύεται·

να διασφαλίσει την ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητα των Ειδικών Διαδικασιών εν γένει, και να εργαστεί προς την υλοποίηση της υποχρέωσης συνεργασίας με τις Ειδικές Διαδικασίες για τα μέλη του ΣΑΔ·

να εργαστεί για την ενίσχυση ανεξάρτητων μηχανισμών παρακολούθησης και πορισμάτων στη διαδικασία της οικουμενικής περιοδικής επανεξέτασης·

να επιβεβαιώσει τον ειδικό ρόλο του ΣΑΔ ως του βασικού και νόμιμου διεθνούς φόρουμ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη συμπληρωματικότητά του έναντι άλλων οργάνων των Ηνωμένων Εθνών·

να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της ΥΑ·

να ενισχύσει την εξωτερική στρατηγική της για τη δημιουργία συνασπισμών, ιδίως μέσω διαπεριφερειακών πρωτοβουλιών·

να ενισχύσει περαιτέρω στην εσωτερική/εξωτερική αξιοπιστία της όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδίως προβαίνοντας σε κύρωση συνθηκών·

*

* *

59.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών της ΕΕ και του ΣΑΔ, στον Πρόεδρο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και στην Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα.


(1)  ΕΕ C 291 E, 30.11.2006, σ. 409.

(2)  ΕΕ C 96 E, 21.4.2004, σ. 79.

(3)  ΕΕ C 124 E, 25.5.2006, σ. 549.

(4)  ΕΕ C 227 E, 21.9.2006, σ. 582.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0065.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0193.

(7)  Ψήφισμα αριθ. 5/1 του ΣΑΔ της 18ης Ιουνίου 2007.

(8)  Ψήφισμα A/HRC/7/16.

(9)  Ψήφισμα A/HRC/6/35.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/80


Πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής

P6_TA(2009)0022

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001) (2007/2154(INI))

(2010/C 46 E/11)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη ΕΚ, και ιδίως το άρθρο 254 σχετικά με την υποχρέωση δημοσίευσης πράξεων και το άρθρο 255, παράγραφος 2, σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών και των κατοίκων της ΕΕ σε έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη ΕΚ, και ιδίως το άρθρο 207, παράγραφος 3, σχετικά με την υποχρέωση του Συμβουλίου να προσδιορίσει στον εσωτερικό κανονισμό του τις προϋποθέσεις για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Συμβουλίου,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη ΕΕ, και ιδίως το άρθρο 1 (αρχή της διαφάνειας, μία από τις γενικές αρχές της Ένωσης), το άρθρο 6 (δημοκρατία), το άρθρο 28, παράγραφος 1, και το άρθρο 41, παράγραφος 1 (εφαρμογή του δικαιώματος πρόσβασης σε έγγραφα που αφορούν την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και θέματα αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 10 και 16 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως πρόκειται να τροποποιηθούν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, και τα άρθρα 15 και 298 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 41 (δικαίωμα χρηστής διοίκησης) και 42 (δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1700/2003 του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 354/83 που αφορά το άνοιγμα στο κοινό των ιστορικών αρχείων της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (2),

έχοντας υπόψη τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) και του Πρωτοδικείου σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα, και ιδίως τις πρόσφατες αποφάσεις του Πρωτοδικείου στην υπόθεση Bavarian Lager Co. Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (υπόθεση T-194/04) και του ΔΕΚ στην υπόθεση Βασίλειο της Σουηδίας και Maurizio Turco κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-39/05 P και C-52/05 P, στο εξής, η «απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco»),

έχοντας υπόψη τις δραστηριότητες και τα έγγραφα του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, σχετικά με το θέμα της πρόσβασης στα έγγραφα, καθώς και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 20ής Νοεμβρίου 2002 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ευαίσθητες πληροφορίες του Συμβουλίου στον τομέα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας (3),

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 30 Απριλίου 2008, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (COM(2008)0229),

έχοντας υπόψη το σχέδιο Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόσβαση σε επίσημα έγγραφα,

έχοντας υπόψη τις προφορικές ερωτήσεις προς το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με την εκτέλεση της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco (Ο-87/2008 και Ο-88/2008),

έχοντας υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις του Συμβουλίου, της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το 2006 σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα, καθώς και το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001,

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 και το άρθρο 97, παράγραφος 7, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0459/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δημοκρατίες που βασίζονται στο κράτος δικαίου δεσμεύονται από την αρχή της δημοσιότητας των κανόνων που επηρεάζουν τους πολίτες, γεγονός που συνεπάγεται ένα καθήκον ειλικρίνειας και διαφάνειας για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, και ιδίως για τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων των θεσμικών οργάνων, ώστε τα δημοκρατικά νομοθετικά όργανα να συνεδριάζουν, να συζητούν και να ψηφίζουν δημόσια, ενώ τα σχέδια νόμων και τα συναφή κείμενα να είναι επίσης διαθέσιμα,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να εξασφαλίζεται η λογοδοσία και η νομιμότητα ενός δημοκρατικού πολιτικού συστήματος, οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν:

πώς ενεργούν οι εκπρόσωποί τους, όταν εκλεγούν ή διορισθούν σε δημόσια όργανα ή όταν εκπροσωπούν το κράτος μέλος σε ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο (αρχή της λογοδοσίας),

πώς λειτουργεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων (συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων, των τροπολογιών, των προθεσμιών, των εμπλεκόμενων παραγόντων, των ψήφων κλπ.),

πώς διανέμονται και πώς δαπανώνται οι δημόσιοι πόροι και ποια είναι τα αποτελέσματα των εν λόγω δαπανών (αρχή της ανιχνευσιμότητας των πόρων),

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διεθνής κοινότητα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, βάσει των εμπειριών των κρατών μελών της, έχουν αναγνωρίσει σταδιακά ένα πραγματικό «δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα» και ένα «δικαίωμα ενημέρωσης» που βασίζονται στις αρχές της δημοκρατίας, της δημοσιότητας, της διαφάνειας και της ειλικρίνειας,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ποσοτικά δεδομένα που περιέχονται στις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ υποδεικνύουν ότι παρέχεται πρόσβαση σε έγγραφα σε μεγαλύτερο αριθμό περιπτώσεων (γενική μείωση του αριθμού και των ποσοστών αρνήσεων), ενώ οι λόγοι άρνησης διαφέρουν μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ (με πρώτο επικαλούμενο λόγο την προστασία της διαδικασίας λήψης αποφάσεων) και ότι, όσον αφορά τα ευαίσθητα έγγραφα, η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν καταχώρισαν κανένα τέτοιο έγγραφο στα μητρώα τους, ενώ το Συμβούλιο καταχώρισε 79 ευαίσθητα έγγραφα σε σύνολο 409 εγγράφων στο μητρώο του· λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την ποιοτική ανάλυση, προκύπτει σαφώς ότι ορισμένες διατάξεις του εν λόγω κανονισμού οδηγούν σε αποκλίνουσες ερμηνείες όσον αφορά τον ορθό τρόπο εφαρμογής του, γεγονός που αναγκάζει τους πολίτες να προσφεύγουν στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και στο ΔΕΚ,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο ενθέτει τους διοργανικούς αριθμούς αναφοράς σε περιορισμένο μόνο αριθμό εγγράφων, σε αντίθεση προς το άρθρο 11, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, δυσχεραίνοντας με τον τρόπο αυτόν τη δυνατότητα σύνδεσης ενός εγγράφου με μια διαδικασία, ενώ επίσης είτε υποβαθμίζει έγγραφα σε «έγγραφα συνεδρίασης» τα οποία δεν καταχωρούνται, είτε τα μεταχειρίζεται ως «διπλωματικά» έγγραφα, εξουδετερώνοντας με τον τρόπο αυτόν το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών στα έγγραφα,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 θα πρέπει επίσης να εξασφαλιστεί η πρόσβαση σε έγγραφα που παράγονται βάσει της διαδικασίας εκχωρήσεως εξουσιών (επιτροπολογία), και λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εννέα δέκατα της παραγόμενης νομοθεσίας εγκρίνονται δυνάμει της ανωτέρω διαδικασίας και ότι θα πρέπει επομένως να εξασφαλιστεί πλήρως στο πλαίσιο αυτό κατάλληλος και διαφανής κοινοβουλευτικός και δημοκρατικός έλεγχος,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Διαδίκτυο είναι πλέον το κύριο μέσο πρόσβασης των πολιτών στα έγγραφα της ΕΕ, ενώ ο αριθμός των εγγράφων που διατίθενται από τα θεσμικά όργανα επιγραμμικά έχει αυξηθεί, γεγονός που καθιστά πλέον αναγκαία την περαιτέρω βελτίωση της ευχρηστίας των ιστοτόπων των θεσμικών οργάνων και των εγγράφων της ΕΕ και της διασυνδεσιμότητάς τους, καθώς και τη δημιουργία κοινής πύλης της ΕΕ για πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα, τις διαδικασίες και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να λάβουν πλέον περαιτέρω μέτρα για την επίτευξη μεγαλύτερης διαφάνειας, ειλικρίνειας και δημοκρατίας κινούμενα προς την κατεύθυνση μιας «πράξης της ΕΕ για την ελευθερία ενημέρωσης», καθώς αναδείχθηκαν διάφορες αδυναμίες στην εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να αναλύσουν και να εφαρμόσουν επειγόντως τις πρόσφατες αποφάσεις, ενώ η Επιτροπή παρουσίασε την πρότασή της για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001,

1.

τονίζει ότι η απόφαση-σταθμός του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco κατέληξε στη διαπίστωση ότι «ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 επιβάλλει, κατ» αρχήν, υποχρέωση κοινολόγησης των γνωμοδοτήσεων της νομικής υπηρεσίας του Συμβουλίου επί νομοθετικής διαδικασίας (4) και ότι στην εν λόγω απόφαση το Δικαστήριο κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων της ΕΕ απορρέει από τον δημοκρατικό χαρακτήρα των εν λόγω θεσμικών οργάνων, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 4 και στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001,

οι εξαιρέσεις που περιέχονται στον εν λόγω κανονισμό (όπως η προστασία της διαδικασίας λήψης αποφάσεων) πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά και να σταθμίζονται σε σχέση με το υπέρτερο δημόσιο συμφέρον της κοινολόγησης, καθώς αυτό συνδέεται με τη δημοκρατία, την καλύτερη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, τη νομιμότητα, την αποτελεσματικότητα και την υπευθυνότητα της διοίκησης έναντι των πολιτών (5),

τα συμπεράσματα αυτά αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία όταν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ ενεργούν υπό τη νομοθετική τους ιδιότητα (6),

η διαφάνεια σχετικά με τις διαφορετικές απόψεις που αφορούν μια πράξη (και τη νομιμότητά της), «μέσω της δυνατότητας που αυτή παρέχει ώστε να τίθενται σε ανοικτό διάλογο οι διάφορες διιστάμενες απόψεις, συμβάλλει στο να αποκτούν τα θεσμικά όργανα μεγαλύτερη νομιμότητα στα μάτια του Ευρωπαίου πολίτη και στο να αυξάνεται η εμπιστοσύνη του προς αυτά» (7),

υπάρχει υποχρέωση εμπεριστατωμένης αιτιολόγησης της άρνησης πρόσβασης από το θεσμικό όργανο (8),

η εξαίρεση μπορεί να εφαρμόζεται μόνο για το διάστημα κατά το οποίο η προστασία δικαιολογείται από το περιεχόμενο του εγγράφου (9)·

2.

τονίζει ότι η απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco ενισχύει περαιτέρω στην ΕΕ την αρχή σύμφωνα με την οποία τα δημοκρατικά θεσμικά όργανα έχουν καθήκον να εξασφαλίζουν τη δημοσιότητα των δραστηριοτήτων, των εγγράφων και των αποφάσεών τους, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της νομιμότητας, της νομιμοποίησης και της υπευθυνότητάς τους, βάσει του άρθρου 6 της Συνθήκης ΕΕ και των άρθρων 254 και 255 της Συνθήκης ΕΚ και ότι, κατά συνέπεια, τα έγγραφα πρέπει να δημοσιεύονται και σε κάθε περίπτωση να είναι προσπελάσιμα, και ότι οποιαδήποτε εξαίρεση από την εν λόγω αρχή πρέπει να είναι περιορισμένη και να ερμηνεύεται συσταλτικά·

3.

καλεί επειγόντως όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να εφαρμόσουν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 υπό το πρίσμα της πρόσφατης νομολογίας και ιδίως της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco με όλες τις συνέπειές της, ιδίως στις νομοθετικές διαδικασίες (δημοσίευση γνωμοδοτήσεων της νομικής υπηρεσίας, συσταλτική ερμηνεία εξαιρέσεων, υποχρέωση παροχής εμπεριστατωμένης αιτιολόγησης της άρνησης κλπ.), και καλεί επίσης το Συμβούλιο να αναθεωρήσει τους κανόνες του για να εξασφαλίσει τη δημοσιότητα όλων των συζητήσεων, των εγγράφων και των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας των μελών των αντιπροσωπειών των κρατών μελών στο Συμβούλιο, καθώς και στις ομάδες εργασίας και στις ομάδες εμπειρογνωμόνων του, και να μεταγράφει τις δημόσιες συνεδριάσεις του, δεδομένου ότι τα συμπεράσματα του ΔΕΚ, σύμφωνα με τα οποία η εξαίρεση της προστασίας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων αντισταθμίζεται από το δημόσιο συμφέρον της διαφάνειας –καθώς οι διαφορετικές απόψεις σχετικά με μια νομοθετική πράξη παρέχουν μεγαλύτερη νομιμοποίηση στα θεσμικά όργανα– ισχύουν επίσης στην περίπτωση αυτή·

4.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να θεσπίσουν κοινούς κανόνες για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να διεξάγονται οι διοικητικές διαδικασίες και να κατατίθενται, να χαρακτηρίζονται και να αποχαρακτηρίζονται ως απόρρητα, να καταχωρίζονται και να διαδίδονται εντός και εκτός των θεσμικών οργάνων της ΕΕ τα διοικητικά έγγραφα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αρχή της διαφάνειας είναι αδιαχώριστη από την αρχή της χρηστής διοίκησης, όπως διακήρυξαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή στο άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· κατ αναλογία, θα πρέπει να συγχωνευθεί ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 354/83 του Συμβουλίου, της 1ης Φεβρουαρίου 1983 για το άνοιγμα στο κοινό των ιστορικών αρχείων της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (10) ως μέρος της αναθεώρησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 ώστε να περιλάβει ορισμούς κοινών κανόνων για τα σημερινά, ενδιάμεσα και ιστορικά αρχεία, προκειμένου να αποφεύγονται οι σημερινές ασυνέπειες μεταξύ των πρακτικών των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών·

5.

πιστεύει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ηγείται της προσπάθειας για δημοσιότητα, διαφάνεια και ειλικρίνεια στην ΕΕ, και ότι πρέπει να δρομολογήσει, πριν από τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2009, έκτακτο σχέδιο δράσης, για παράδειγμα εντός του πλαισίου της πρωτοβουλίας για το ηλεκτρονικό Κοινοβούλιο (e-Parliament), προκειμένου να εξασφαλίσει τη διάθεση περισσότερων και πιο εύκολα προσπελάσιμων πληροφοριών στον ιστότοπό του, σχετικά με:

τις δραστηριότητες των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τη συμμετοχή και την παρουσία τους στις κοινοβουλευτικές εργασίες, σε απόλυτους και σχετικούς αριθμούς και σε ποσοστά, πληροφορίες οι οποίες πρέπει να είναι διαθέσιμες και προσπελάσιμες από τους πολίτες επίσης μέσω κριτηρίων αναζήτησης (11),

τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ολομέλεια, στις επιτροπές, στις αντιπροσωπείες και στα εσωτερικά όργανα: το Νομοθετικό Παρατηρητήριο πρέπει να βελτιωθεί με τη συμπερίληψη παραπομπών και συνδέσμων προς όλα τα συναφή έγγραφα (12)· οι εργασίες των επιτροπών και αντιπροσωπειών πρέπει να διοχετεύονται στον ιστότοπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως αυτές της Ολομέλειας, καθώς και να καταγράφονται και να είναι διαθέσιμες και προσπελάσιμες από τους πολίτες μέσω κριτηρίων αναζήτησης· τα εσωτερικά όργανα (όπως η Διάσκεψη των Προέδρων, το Προεδρείο, οι Κοσμήτορες, η Ομάδα Εργασίας για την Κοινοβουλευτική Μεταρρύθμιση, κλπ.) πρέπει να προάγουν και εξασφαλίζουν ύψιστο επίπεδο διαφάνειας των εργασιών τους έναντι των λοιπών βουλευτών και πολιτών, καθιστώντας διαθέσιμα όλα τα έγγραφά τους,

τις αποζημιώσεις και τις δαπάνες των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με τη θέση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή ότι η πρόσβαση στις πληροφορίες πρέπει να ισχύει επίσης για τα εν λόγω δεδομένα (13) καθώς και για όλες τις δηλώσεις οικονομικών συμφερόντων όλων των Ευρωβουλευτών και ότι οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να διατίθενται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ,

και καλεί τα κράτη μέλη, τα εθνικά κοινοβούλια καθώς και άλλα αιρετά όργανα να πράξουν το ίδιο, θεσπίζοντας μητρώο των δραστηριοτήτων των κοινοβουλίων και των βουλευτών·

6.

προτρέπει την Επιτροπή να εφαρμόσει τη σύσταση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή (καταγγελία 3208/2006/GG) σχετικά με το μητρώο της Επιτροπής όσον αφορά την υποχρέωσή της να «περιλαμβάνει στοιχεία αναφοράς για όλα τα έγγραφα κατά την έννοια του άρθρου 3, στοιχείο α) που βρίσκονται στην κατοχή της στο μητρώο που προβλέπεται από το άρθρο 11 του [κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001], στον βαθμό που αυτό δεν έχει ήδη υλοποιηθεί»·

7.

θεωρεί ότι η ανάκτηση εγγράφων και πληροφοριών θα ήταν ευκολότερη εάν τα ίδια τα έγγραφα κατατίθενται, καταχωρούνται και χρησιμοποιούνται περαιτέρω από άλλα νομοθετικά όργανα σύμφωνα με κοινά πρότυπα (λ.χ. για παραπομπές σε διαφορετικές εκδόσεις του ιδίου εγγράφου, τις τροπολογίες, τα παραρτήματα και τις διορθώσεις του) (14) με τη χρήση επεξεργαστών κειμένου ανοιχτής πηγής, με αποτελεσματική πολυγλωσσία και τεχνολογίες που επιτρέπουν και σε άτομα με αναπηρίες να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες και έγγραφα, όπως πρότεινε η Επιτροπή στα κράτη μέλη με την ανακοίνωσή της για τις λύσεις διαλειτουργικότητας για τις ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις (COM(2008)0583) και όπως προβλέπει η οδηγία 2003/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα (15)·

8.

πιστεύει ότι η πρόσβαση σε πληροφορίες που σχετίζονται με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ εξακολουθεί να αποτελεί δρόμο μετ εμποδίων για τους απλούς πολίτες λόγω της έλλειψης αποτελεσματικής και προσανατολισμένης προς τους πολίτες διοργανικής πολιτικής διαφάνειας και επικοινωνίας· θεωρεί ότι, ανεξαρτήτως του σημείου πρόσβασης, θα πρέπει οι πολίτες της ΕΕ να μπορούν να εντοπίζουν μια δεδομένη νομοθετική ή διοικητική διαδικασία και να έχουν πρόσβαση σε όλα τα σχετικά έγγραφα (16)· όπως ζητείτο ήδη από το 2001, πρέπει να καθορισθεί διοργανικός χάρτης πορείας προς βελτίωση, απλούστευση και συμπλήρωση των μητρώων των θεσμικών της ΕΕ και των ιστοσελίδων και για να γίνουν διαλειτουργικά τα θεσμικά της ΕΕ που επιδιώκουν να ηγηθούν της ανάπτυξης τεχνικών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (e-government)· πρέπει να είναι σε θέση και πρόθυμα να δημιουργήσουν πραγματική διοργανική μηχανή αναζήτησης η οποία θα καταστήσει φιλικότερη για το κοινό την πρόσβαση στα έγγραφα και στις πληροφορίες·

9.

εκφράζει λύπη για το γεγονός ότι, αντίθετα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, πολλά προπαρασκευαστικά νομοθετικά έγγραφα εξακολουθούν να μην καταχωρίζονται (όπως τα έγγραφα συνεδρίασης που εξετάζονται κυρίως στα πλαίσια των ομάδων εργασίας του Συμβουλίου που συγκροτούνται από την Coreper 1) και όποτε καταχωρίζονται δεν αναφέρουν το διοργανικό κωδικό με αποτέλεσμα να έχει αποδειχθεί αδύνατη η συγχώνευσή τους σε κοινό διοργανικό αρχείο ως μέρος του πιλοτικού διοργανικού σχεδίου «Διαφάνεια στον χώρο της Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης» (Trans-JAI) που δρομολογήθηκε ήδη από το 2004 για τις νομοθετικές διαδικασίες στο χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (ΧΕΑΔ)· επισημαίνει τη νέα προθεσμία (2010) που ανακοινώθηκε στην Ολομέλεια από την αντιπρόεδρο Wallström, και θεωρεί ότι και αυτή η προθεσμία δεν θα γίνει σεβαστή εάν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ δεν ορίσουν πάραυτα υπάλληλο-σύνδεσμο που θα ενσωματώνει το διοργανικό κωδικό όποτε λείπει στο πρωτότυπο έγγραφο· η σημερινή κατάσταση όχι μόνο αποτελεί σπατάλη δημόσιων πόρων αλλά και τρόπο για να κρατούνται σε απόσταση οι πολίτες από τις καθημερινές νομοθετικές εργασίες σε εξαιρετικά ευαίσθητους τομείς όπως ο ΧΕΑΔ· προτρέπει την Επιτροπή να προβλέψει τη θέση σε ισχύ αυτού του εργαλείου από την αρχή της επόμενης κοινοβουλευτικής περιόδου·

10.

πιστεύει ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να δημιουργήσουν ενιαίο μητρώο / πύλη πληροφοριών και εγγράφων της ΕΕ, που θα παρέχει τη δυνατότητα στους πολίτες να παρακολουθήσουν μια ορισμένη διαδικασία και να αποκτήσουν πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που σχετίζονται με αυτήν (17)· το σχέδιο αυτό πρέπει να ξεκινά από την απλούστευση και τη συμπλήρωση των μητρώων και των ιστοσελίδων και τη διασύνδεσή τους μεταξύ θεσμικών οργάνων της ΕΕ και να καταλήγει στην ενοποίησή τους σε μια ενιαία πύλη της ΕΕ· ζητεί τη δημιουργία, πριν από την έναρξη της επόμενης κοινοβουλευτικής περιόδου, ενός διοργανικού ημερήσιου δελτίου παρακολούθησης, το οποίο θα συγκεντρώνει τις πληροφορίες και τα έγγραφα που σχετίζονται με νομοθετικές και μη νομοθετικές δραστηριότητες και προγράμματα της ΕΕ, όπως προβλέφθηκε στο σχέδιο Trans-JAI, το οποίο βασίσθηκε σε διοργανική συμφωνία του 2004 αλλά δυστυχώς δεν έχει τεθεί ακόμη σε λειτουργία·

11.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να εξασφαλίσουν ότι, τουλάχιστον πριν από την έναρξη της επόμενης κοινοβουλευτικής περιόδου:

όλα τα προπαρασκευαστικά έγγραφα θα αναφέρουν την παραπομπή στη νομοθετική διαδικασία,

όλες οι ημερήσιες διατάξεις και τα αποτελέσματα των διαδικασιών στο Συμβούλιο και στα προπαρασκευαστικά όργανα θα παραπέμπουν σαφώς στα έγγραφα βάσης και θα καταχωρίζονται εμπρόθεσμα και θα δημοσιεύονται στο μητρώο του Συμβουλίου (συμπεριλαμβανομένων των λεγόμενων «εγγράφων συνεδρίασης»),

θα καταστήσουν σαφές στους πολίτες, με διαφάνεια και με κατανοητό τρόπο, το οργανωτικό πλαίσιό τους, αναφέροντας το πεδίο αρμοδιότητας των εσωτερικών μονάδων τους, την εσωτερική ροή εργασιών και τις ενδεικτικές προθεσμίες των φακέλων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους, τις υπηρεσίες στις οποίες μπορούν να προσφύγουν οι πολίτες για την εξασφάλιση στήριξης και πληροφοριών ή σε περίπτωση διοικητικής προσφυγής,

όλες οι νομοθετικές προτάσεις συνοδεύονται από αξιολόγηση των επιπτώσεων στην οποία έχει πρόσβαση το κοινό·

12.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να εξασφαλίσουν την αύξηση της διαφάνειας στις διαδικασίες επιτροπολογίας, καθώς και στις συμφωνίες στο στάδιο της πρώτης ανάγνωσης που διαπραγματεύονται μεταξύ τους τα θεσμικά όργανα της ΕΕ στις διαδικασίες συναπόφασης (τους λεγόμενους «τριμερείς διαλόγους»), προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι διοργανικές συμφωνίες συνάδουν πλήρως με τα καθήκοντα της δημοσιότητας, της διαφάνειας και της ειλικρίνειας στις νομοθετικές διαδικασίες, στις οποίες συμμετέχει μια κοινοβουλευτική συνέλευση που έχει θεσμοθετημένο καθήκον διεξαγωγής δημόσιων συνεδριάσεων και δημοσίευσης των εξετασθέντων εγγράφων·

13.

υπογραμμίζει ότι οι υπάρχουσες διαδικασίες για τη νομοθεσία που παράγεται βάσει της διαδικασίας εκχωρήσεως εξουσιών (οι αποκαλούμενες «πράξεις επιτροπολογίας»), και οι οποίες καλύπτουν τα εννέα δέκατα των νομικώς δεσμευτικών πράξεων που εγκρίνονται κάθε έτος από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, πρέπει να αναθεωρούνται και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η εγγύηση των δημοκρατικών αρχών και της διαφάνειας, ότι τα μέλη, τα πρακτικά και οι ψηφοφορίες των επιτροπών επιτροπολογίας πρέπει να δημοσιοποιούνται και ότι οι βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς και οι πολίτες πρέπει να έχουν άμεση πρόσβαση στα έγγραφα του μητρώου επιτροπολογίας μόλις αυτά αποστέλλονται στα μέλη των επιτροπών επιτροπολογίας (ως είχε υποσχεθεί το 2001 ο πρώην Επίτροπος Barnier)· θεωρεί ότι πρέπει να υπάρχει αυξημένη διαφάνεια ιδίως όσον αφορά τα σχέδια κανονισμών, ενώ το Κοινοβούλιο πρέπει να οργανώνει τη διεκπεραίωση τέτοιων προτάσεων με τον πλέον ανοικτό και διαφανή τρόπο, αποφεύγοντας έτσι αδιαφανείς καταστάσεις σαν αυτές που προέκυψαν με τους κανονισμούς για την ασφάλεια της αεροπορίας όσον αφορά τα υγρά και τους σαρωτές σώματος·

14.

πιστεύει ότι η αρχή της έντιμης συνεργασίας των θεσμικών οργάνων συνεπάγεται την υποχρέωση των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, ιδίως όταν επεξεργάζονται νομοθετικούς φακέλους ή διεθνείς συνθήκες (για παράδειγμα, συνεργασία ΕΕ-ΗΠΑ σε θέματα ΔΕΥ, καταστάσεις ονομάτων επιβατών και προστασία των δεδομένων) ή διαδικασίες διορισμού (για παράδειγμα, τον διορισμό του Διευθυντή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων), να ανταλλάσσουν όλα τα συναφή έγγραφα και τις πληροφορίες, ακόμη και εάν είναι ευαίσθητα ή εμπιστευτικά, και ότι οι ισχύουσες πρακτικές πρέπει να βελτιωθούν επειγόντως·

15.

επαινεί τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή για το έργο του όσον αφορά την εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, και συμμερίζεται τις απόψεις που διατυπώθηκαν από κοινού με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της προστασίας των δεδομένων και του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή που καλύπτεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (18) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001· ζητεί από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή να εκπονήσει, για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που πρόκειται να εκλεγεί, έκθεση σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα, στην οποία θα εξετάζονται τα θέματα που θίγονται στο παρόν ψήφισμα·

16.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να προωθήσουν κοινή διοικητική πρακτική διαφάνειας βασισμένη στις αρχές που εκτίθενται στο άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη νομολογία του ΔΕΚ, στις συστάσεις του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και στις βέλτιστες πρακτικές των κρατών μελών· θεωρεί ότι, όπως συμβαίνει ήδη για τους υπευθύνους προστασίας δεδομένων, κάθε Γενική Διεύθυνση των θεσμικών οργάνων της ΕΕ πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα έγγραφα κατατίθενται, καταχωρίζονται, χαρακτηρίζονται ή αποχαρακτηρίζονται και διαδίδονται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής διοίκησης, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 και τους εσωτερικούς κανονισμούς των ενδιαφερομένων θεσμικών οργάνων της ΕΕ·

17.

ζητεί να θεσπιστεί Ευρωπαϊκό Έτος Διαφάνειας και να προωθηθεί το 2009 ευρωπαϊκή εκστρατεία διαφάνειας επ ευκαιρία των ευρωπαϊκών εκλογών, ούτως ώστε να γνωρίζουν οι πολίτες τα δικαιώματά τους όσον αφορά την πρόσβαση σε έγγραφα της ΕΕ καθώς και τα πρότυπα τα σχετικά με τη δημοσιότητα, το άνοιγμα και τη διαφάνεια στην ΕΕ και στα κράτη μέλη·

18.

θεωρεί ότι η διαφάνεια σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να αντικατοπτρίζεται από τα κράτη μέλη κατά τη μεταφορά της κοινοτικής νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο και καλεί τα εθνικά κοινοβούλια και τη Διάσκεψη των οργάνων των κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ασχολούνται ειδικώς με τα κοινοτικά και ευρωπαϊκά θέματα να εξετάσουν τις προτάσεις που περιέχονται στο παρόν ψήφισμα και να προωθήσουν μητρώο δραστηριοτήτων κοινοβουλίων και βουλευτών της ΕΕ, το οποίο θα συνέβαλε στο να εξασφαλισθεί και αυξηθεί η αμοιβαία συνεργασία και διαβούλευση μεταξύ της ΕΕ, του Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, αντλώντας επίσης από τις βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τη διαφάνεια του ηλεκτρονικού Κοινοβουλίου (e-Parliament) και της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (e-government)·

19.

λαμβάνει υπόψη τους προβληματισμούς που εκφράστηκαν στη γνωμοδότηση αριθ. 270(2008) του Συμβουλίου της Ευρώπης όσον αφορά το Σχέδιο Σύμβασής του για την πρόσβαση σε επίσημα έγγραφα από την κοινοβουλευτική συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, και καλεί τα κράτη μέλη να περιλάβουν στο σχέδιο σύμβασης τουλάχιστον τις τροπολογίες που πρότειναν τα μέλη της συνέλευσης αυτής·

20.

καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (το τελευταίο όσον αφορά τα διοικητικά του καθήκοντα), που αποτελούν τα δύο μοναδικά όργανα που εξακολουθούν να μην εφαρμόζουν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 στα έγγραφά τους, να εξετάσουν το θέμα και να λάβουν τα δέοντα μέτρα προς αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής·

21.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να εργασθούν προς την κατεύθυνση φιλόδοξης ευρωπαϊκής «πράξης για την ελευθερία ενημέρωσης», βάσει της τρέχουσας προτεινόμενης αναθεώρησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001·

22.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και στο Συμβούλιο της Ευρώπης.


(1)  ΕΕ L 145, 31.5.2001, σ. 43.

(2)  ΕΕ L 243, 27.9.2003, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 298, 30.11.2002, σ. 1.

(4)  Αιτιολογική σκέψη 68 της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco.

(5)  Ένα έγγραφο το οποίο μπορεί να εμπίπτει σε εξαίρεση (όπως μια «νομική γνωμοδότηση») θα πρέπει να εξετάζεται ως προς το περιεχόμενό του, προκειμένου να αξιολογείται ποια μέρη του εμπίπτουν στην εξαίρεση· ο κίνδυνος που συνδέεται με την κοινολόγηση πρέπει να είναι «ευλόγως προβλέψιμος και όχι αμιγώς υποθετικός»· πρέπει να σταθμίζεται ο εν λόγω κίνδυνος με «το γενικό συμφέρον να καταστεί το οικείο έγγραφο προσβάσιμο, λαμβανομένων υπόψη των πλεονεκτημάτων που απορρέουν […] από μια αυξημένη διαφάνεια, δηλαδή την καλύτερη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων καθώς και μια μεγαλύτερη νομιμότητα, αποτελεσματικότητα και υπευθυνότητα της διοίκησης έναντι του πολίτη σε ένα δημοκρατικό σύστημα».

(6)  Καθώς «η δυνατότητα του πολίτη να γνωρίζει τις βάσεις της νομοθετικής δράσης συνιστά προϋπόθεση για την αποτελεσματική άσκηση των δημοκρατικών του δικαιωμάτων» (αιτιολογική σκέψη 46 της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco) και δεδομένου ότι ένα υπέρτερο δημόσιο συμφέρον που υπογραμμίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 είναι «η κοινολόγηση εγγράφων […] επί νομικών ζητημάτων που ανακύπτουν στο πλαίσιο της διαβούλευσης επί νομοθετικών πρωτοβουλιών μπορεί να αυξήσει τη διαφάνεια και το άνοιγμα της νομοθετικής διαδικασίας και να ενισχύσει το δημοκρατικό δικαίωμα του Ευρωπαίου πολίτη» (αιτιολογική σκέψη 67 της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco).

(7)  Αιτιολογική σκέψη 59 της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco.

(8)  Αιτιολογική σκέψη 69 της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco.

(9)  Αιτιολογική σκέψη 70 της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Turco.

(10)  ΕΕ L 43, 15.2.1983, σ. 1.

(11)  Όπως: πόσες ημέρες ήταν παρών κάθε βουλευτής του ΕΚ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε ποιες περιπτώσεις υπέγραψε ή/και ψήφισε, καθώς και με ποιον τρόπο και πότε πραγματοποιείται ονομαστική ψηφοφορία, στην Ολομέλεια και στις επιτροπές· σε ποιες συνεδριάσεις θεσμικών οργάνων έλαβε μέρος, στην Ολομέλεια ή/και σε επιτροπή ή/και σε αντιπροσωπεία κλπ.· τα δεδομένα πρέπει επίσης να είναι διαθέσιμα μέσω κριτηρίων αναζήτησης, όπως ονοματεπώνυμο του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου / Ολομέλεια / επιτροπή / αντιπροσωπεία / ψηφοφορίες / παρουσία / ημέρα / μήνας / έτος / κοινοβουλευτική περίοδος / κλπ., και πρέπει να περιληφθούν σύνδεσμοι προς την εν λόγω ιστοσελίδα στις ιστοσελίδες των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και σε άλλους συναφείς ιστοτόπους· οι ιστοσελίδες των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πρέπει να περιλαμβάνουν τις πληροφορίες αυτές καθώς και το ονοματεπώνυμο των βοηθών, τις εκπονηθείσες γνωμοδοτήσεις, τις κατατεθείσες τροπολογίες σε επιτροπές και στην Ολομέλεια σε εκθέσεις και άλλες πράξεις, τις αιτιολογήσεις ψήφου, τις οπτικοακουστικές παρεμβάσεις, κλπ.

(12)  Διαδικασίες και έγγραφα επιτροπών, όπως πρώτη έκθεση και τροπολογίες, γνωμοδοτήσεις άλλων επιτροπών, γνωμοδοτήσεις της νομικής υπηρεσίας, τροπολογίες κατατεθείσες στην Ολομέλεια, ονομαστικές ψηφοφορίες, διοργανικές επιστολές, ιδίως εκείνες που αφορούν νομοθετικές διαδικασίες, σε επίπεδο επιτροπών και Ολομέλειας, κλπ.

(13)  Σχέδιο σύστασης του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην καταγγελία 3643/2005/(GK)WP.

(14)  Αυτό δεν συμβαίνει σήμερα, δεδομένου ότι η Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ακολουθούν διαφορετικές πρακτικές.

(15)  ΕΕ L 345, 31.12.2003, σ. 90.

(16)  Όπως η αρχική πρόταση, τα πρακτικά συνεδριάσεων, οι εκθέσεις, οι τροπολογίες και οι ψηφοφορίες, τα αποτελέσματα των ψηφοφοριών, οι συζητήσεις, το ισχύον κείμενο, η εφαρμογή στα κράτη μέλη, οι εκθέσεις αξιολόγησης, κλπ.

(17)  Όπως η αρχική πρόταση, τα πρακτικά συνεδριάσεων, οι εκθέσεις, οι τροπολογίες, οι ψηφοφορίες, τα αποτελέσματα των ψηφοφοριών, οι συζητήσεις, το ισχύον κείμενο, η εφαρμογή στα κράτη μέλη, οι εκθέσεις αξιολόγησης κλπ.

(18)  ΕΕ L 8, 12.1.2001, σ. 1.


Πέμπτη, 15ης Ιανουαρίου 2009

24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/87


Δημοσιονομικός έλεγχος των κονδυλίων της ΕΕ στο Αφγανιστάν

P6_TA(2009)0023

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το δημοσιονομικό έλεγχο των κονδυλίων της ΕΕ στο Αφγανιστάν (2008/2152(INI))

(2010/C 46 E/12)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα διάφορα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με το Αφγανιστάν και ιδίως το ψήφισμά του της 8ης Ιουλίου 2008 (1),

έχοντας υπόψη τις διασκέψεις της Βόννης το 2001, του Τόκυο το 2002 και του Βερολίνου το 2004, στη διάρκεια των οποίων ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η διεθνής κοινότητα δεσμεύθηκαν να χορηγήσουν διεθνή βοήθεια συνολικού ύψους άνω των 8 000 000 000 ευρώ στο Αφγανιστάν, και έχοντας υπόψη τη διάσκεψη του Λονδίνου το 2006, κατά τη διάρκεια της οποίας υπογράφηκε το «Σύμφωνο για το Αφγανιστάν»,

έχοντας υπόψη την εθνική αναπτυξιακή στρατηγική που θεσπίσθηκε στις αρχές του 2008 από την αφγανική κυβέρνηση, η οποία αποτελεί επίσης τη στρατηγική μείωσης της φτώχειας της χώρας,

έχοντας υπόψη τη διάσκεψη του Παρισιού της 12ης Ιουνίου 2008, στη διάρκεια της οποίας οι χώρες χορηγοί βοήθειας υποσχέθηκαν την παροχή βοήθειας ύψους άνω των 21 000 000 000 δολαρίων ΗΠΑ στο Αφγανιστάν,

έχοντας υπόψη τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η ΕΕ κατά τη διάρκεια της προαναφερθείσας διάσκεψης του Παρισιού σχετικά με την αποτελεσματικότητα της βοήθειας στο Αφγανιστάν, καθώς και τον κώδικα δεοντολογίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεσπίσθηκε το 2007,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 22ας Απριλίου 2008, με παρατηρήσεις που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της απόφασης σχετικά με την απαλλαγή για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2006, Τμήμα III – Επιτροπή (2), και ιδίως τις παραγράφους της 181 έως 200 (εξωτερική δράση, ανθρωπιστική βοήθεια και ανάπτυξη),

έχοντας υπόψη το Έγγραφο Στρατηγικής ανά Χώρα 2003-2006 που ενέκρινε η Επιτροπή σε συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο δίνει έμφαση στη σταθερότητα και στη μείωση της φτώχειας,

έχοντας υπόψη το Έγγραφο Στρατηγικής ανά Χώρα 2007-2013 και το Πολυετές Ενδεικτικό Πρόγραμμα (ΠΕΠ) 2007 - 2010 που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή σε συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το δε δεύτερο προβλέπει ποσό ύψους 610 000 000 ευρώ για την Ισλαμική Δημοκρατία του Αφγανιστάν κατά τη διάρκεια των οικονομικών ετών 2007 έως 2010,

έχοντας υπόψη την αποστολή της αντιπροσωπείας του, η οποία μετέβη στο Αφγανιστάν από τις 26 Απριλίου έως την 1η Μαΐου 2008 για να εξετάσει τις συνθήκες υλοποίησης της κοινοτικής και διεθνούς βοήθειας, και τη σχετική έκθεση της αποστολής,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3), και ιδίως το άρθρο 53 και τους κανόνες εφαρμογής του,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 285 έως 287 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και τα άρθρα 310 έως 325 της εν λόγω Συνθήκης σχετικά με τις δημοσιονομικές διατάξεις, τα οποία θα τεθούν σε ισχύ μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας κύρωσης της Συνθήκης της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (4),

έχοντας υπόψη τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας και τους στόχους που ορίσθηκαν στην Διακήρυξη της Χιλιετίας που εγκρίθηκε από τον ΟΗΕ στις 8 Σεπτεμβρίου του 2000 και υπογράφηκε από 189 χώρες,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας (εφεξής «μηχανισμός αναπτυξιακής συνεργασίας» (ΜΑΣ)) (5).

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0488/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Αφγανιστάν βρίσκεται σε σχεδόν μόνιμη κατάσταση συγκρούσεων ή πολέμου εδώ και αρκετές δεκαετίες και ότι, επιπροσθέτως του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και της λανθάνουσας διαφθοράς, η οποία παρατηρείται σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης, η κεντρική κυβέρνηση έπασχε ανέκαθεν από αδυναμία δομών, από χρόνια έλλειψη ικανοτήτων και εμπειρογνωμοσύνης καθώς και από ανεπάρκεια μέσων, καθώς τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού μόλις και μετά βίας καλύπτουν το 30% των συνολικών εξόδων,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σοβαρή κατάσταση που επικρατεί στο Αφγανιστάν απαιτεί ταχεία βελτίωση της διακυβέρνησης, μέσω της ανάδειξης ισχυρότερου κράτους ικανού να διασφαλίσει την ασφάλεια και τον σεβασμό των νόμων για τον πληθυσμό και να δημιουργήσει τις συνθήκες που είναι απαραίτητες για τη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο σημερινό κλίμα της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να εξασφαλισθεί ο αποτελεσματικός έλεγχος της χρηματοδότησης της ΕΕ στον τομέα της συνεργασίας στην ανάπτυξη,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο β), του ΜΑΣ ορίζει τις προϋποθέσεις για την παροχή δημοσιονομικής στήριξης στις εταίρους χώρες,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η υποχρέωση λογοδοσίας, η διαφάνεια και η προσανατολισμένη στην επίτευξη αποτελεσμάτων διαχείριση ανήκουν στις βασικές αρχές που διέπουν την αναπτυξιακή συνεργασία, σύμφωνα με διάφορες διεθνείς συνθήκες, όπως η Δήλωση του Παρισιού για την αποτελεσματικότητα της βοήθειας («η Δήλωση του Παρισιού»),

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο Αφγανιστάν το 90% των δημοσίων πόρων προέρχεται από τη διεθνή βοήθεια, γεγονός που καταδεικνύει τα υψηλά επίπεδα τόσο των αναγκών, όσο και της εξάρτησης από τη βοήθεια της χώρας,

Η κατανομή της βοήθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1.

παρατηρεί ότι η Ένωση είναι ένας από τους κύριους χορηγούς αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας στο Αφγανιστάν και υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή, η οποία διαθέτει αντιπροσωπεία εγκατεστημένη στην Καμπούλ από το 2002, χορήγησε στο διάστημα μεταξύ 2002 και 2007 συνολική βοήθεια ύψους 1 400 000 000 ευρώ, εκ των οποίων 174 000 000 ευρώ για ανθρωπιστική βοήθεια, και ότι περίπου 1 150 000 000 ευρώ καταβλήθηκαν ήδη, γεγονός που αντιπροσωπεύει σεβαστό ποσοστό εκταμίευσης 81,5%·

2.

σημειώνει ότι η βοήθεια της Ένωσης περιλαμβάνει άμεσες και έμμεσες ενισχύσεις· ότι στο διάστημα μεταξύ 2002 και 2007, οι άμεσες κοινοτικές ενισχύσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν 70% (970 000 000 ευρώ) της συνολικής κοινοτικής βοήθειας, ενεργοποιήθηκαν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής υπό μορφή χρηματοδοτικών συμβάσεων με το αφγανικό κράτος, συμβάσεων με παρόχους υπηρεσιών, προμηθειών και έργων, και συμφωνιών επιχορήγησης με διεθνείς οργανισμούς και ευρωπαϊκές ή τοπικές μη κυβερνητικές οργανώσεις, και ότι τις έμμεσες ενισχύσεις διαχειρίζονται ουσιαστικά ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και η Παγκόσμια Τράπεζα (13% και 17% των κονδυλίων αντίστοιχα)·

Τομείς προτεραιότητας της βοήθειας

3.

υπενθυμίζει ότι το Έγγραφο Στρατηγικής ανά Χώρα (ΕΣΧ) της Επιτροπής, για την περίοδο 2003-2006, για το Αφγανιστάν αποσκοπούσε στην εγκαθίδρυση των αναγκαίων συνθηκών για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη μείωση της φτώχειας και είχε επικεντρωθεί στις ακόλουθες προτεραιότητες: μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης (212 000 000 ευρώ), καταπολέμηση των ναρκωτικών (95 000 000 ευρώ), επισιτιστική ασφάλεια (203 000 000 ευρώ), υποδομές (90 000 000 ευρώ), υγεία (50 000 000 ευρώ), πρόσφυγες (38 000 000 ευρώ) και, τέλος, δράσεις άρσης ναρκοπεδίων (47 200 000 ευρώ)· για την περίοδο 2007-2013, το ΕΣΧ για το Αφγανιστάν προτείνει δύο μακροπρόθεσμους στόχους προτεραιότητας, ήτοι τη βιώσιμη ανάπτυξη και την καταπολέμηση της φτώχειας·

4.

σημειώνει ότι, για την επίτευξη των δύο αυτών μακροπρόθεσμων στόχων προτεραιότητας που θεσπίσθηκαν για την περίοδο 2007-2013, οι τομείς επικέντρωσης όσον αφορά τη διάθεση της βοήθειας είναι η διακυβέρνηση, η αγροτική ανάπτυξη και η υγεία, ενώ καθορίζονται και άλλοι δευτερεύοντες τομείς παρέμβασης όπως η κοινωνική προστασία, η περιφερειακή συνεργασία και οι δράσεις άρσης ναρκοπεδίων·

5.

υπενθυμίζει ότι η ισότητα των φύλων και τα δικαιώματα των γυναικών αναγνωρίζονται ως καίρια ζητήματα τόσο στην εθνική αναπτυξιακή στρατηγική της αφγανικής κυβέρνησης όσο και στο ΕΕΣ 2007-2013, το οποίο μάλιστα καθορίζει ότι η διάσταση του φύλου θα είναι αναπόσπαστο τμήμα του προγραμματισμού και στους τρεις προαναφερόμενους τομείς προτεραιότητας·

6.

καλεί την Επιτροπή, προκειμένου να αυξηθούν οι πιστώσεις για τους δύο μακροπρόθεσμους πρωταρχικούς στόχους της ΕΕ στο Αφγανιστάν, την βιώσιμη ανάπτυξη και την καταπολέμηση της φτώχειας, να ανακατανείμει, κατά την εκπόνηση του ΠΕΠ 2010-2013, τα κοινοτικά κονδύλια μεταξύ των τριών τομέων επικέντρωσης και τριών δευτερευόντων τομέων, υπέρ της ανάπτυξης υποδομής και εναλλακτικών πόρων διαβίωσης που συμβάλλουν στην άμβλυνση της φτώχειας και διευκολύνουν τη μετάβαση από μία οικονομία βασισμένη στο όπιο σε ένα εναλλακτικό οικονομικό και κοινωνικό σύστημα· προτρέπει συνεπώς την Επιτροπή να αυξήσει τις πιστώσεις για την υγεία, την εκπαίδευση και την υποδομή· επίσης, υπενθυμίζει τη δέσμευση της ΕΕ σχετικά με την επίτευξη των ΑΣΧ·

Απολογισμός της χρήσης των κονδυλίων της ΕΕ

7.

σημειώνει ότι οι συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της προαναφερθείσας αντιπροσωπείας του στο Αφγανιστάν, ανέδειξαν δύο κύριες πηγές δυσκολιών όσον αφορά την κατανομή της διεθνούς βοήθειας: τη χαμηλή ικανότητα απορρόφησης της χώρας σε οικονομικό και διοικητικό επίπεδο και την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των χορηγών βοήθειας και των αφγανικών αρχών·

8.

θεωρεί ότι η έλλειψη συντονισμού συνδέεται με την αδυναμία των κυβερνητικών δομών και την απουσία πραγματικής κυβερνητικής στρατηγικής. Πράγματι, οι αρχές και οι πολιτικοί ιθύνοντες του Αφγανιστάν δεν μπορούν να απαλλαγούν από τις ευθύνες τους όσον αφορά τον χειρισμό των γενικών υποθέσεων της χώρας, είτε πρόκειται για την απουσία στρατηγικών προσανατολισμών είτε για τη διαχείριση των πολύ σημαντικών χρηματοδοτήσεων που τίθενται στη διάθεσή τους· παρατηρεί, επιπλέον, ότι η πληθώρα χορηγών βοήθειας και η επιθυμία τους να επιβεβαιώσουν την προβολή τους έχουν πολύ συχνά ως αποτέλεσμα μεμονωμένες εθνικές στρατηγικές και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και διπλές χρήσεις μεταξύ διαφορετικών εθνικών υπουργείων· εκτιμά ότι η έλλειψη συντονισμού αφενός ευνοεί τη διαφθορά και αφετέρου έχει αποβεί αποδεδειγμένα εις βάρος της ανοικοδόμησης της χώρας·

9.

υπενθυμίζει ότι η συμφωνία για το Αφγανιστάν η οποία συνήφθη μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Αφγανιστάν και της διεθνούς κοινότητας με την ευκαιρία της Διάσκεψης του Λονδίνου το 2006, αποτελεί το αμοιβαίως δεσμευτικό πλαίσιο για ανασυγκρότηση και για οικοδόμηση του κράτους στο Αφγανιστάν·

10.

εκφράζει την ανησυχία του για τη χαμηλή ποιότητα της διαχείρισης των κονδυλίων βοήθειας από την κεντρική διοίκηση του Αφγανιστάν και την έλλειψη διαφάνειας στη διαχείριση της συγκεκριμένης βοήθειας· θεωρεί ότι έχει πρωταρχική σημασία, κατά το ΠΕΠ 2010-2013, να ληφθούν υπόψη τα απτά αποτελέσματα της καταπολέμησης της διαφθοράς και να προσαρμοστεί η βοήθεια της ΕΕ αναλόγως·

11.

εκτιμά ότι η αφγανική κυβέρνηση πρέπει να αναγάγει την εγκαθίδρυση ενός κράτους δικαίου και την καταπολέμηση της διαφθοράς και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών σε μία από τις πολιτικές της προτεραιότητες και θεωρεί ότι, χωρίς κατάλληλη διακυβέρνηση, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί καμία διαρκής πρόοδος στο Αφγανιστάν·

12.

παρατηρεί, ωστόσο, ότι παρά τις εν λόγω διαρθρωτικές αδυναμίες, η βούληση της διεθνούς κοινότητας και της αφγανικής κυβέρνησης κατέστησαν δυνατή τη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης των πληθυσμών·

13.

υπενθυμίζει ότι η αποστολή της αντιπροσωπείας του εκτίμησε θετικά τη συνάφεια των επιλογών της βοήθειας που χορήγησε η ΕΕ, μέσω της δράσης της Επιτροπής·

14.

εκτιμά, ειδικότερα, ότι στους τομείς της υγειονομικής περίθαλψης, της εκπαίδευσης και των υποδομών (ιδίως οδικών) παρατηρήθηκαν ελπιδοφόρα αποτελέσματα μετά την πτώση του καθεστώτος των Ταλιμπάν, ενόψει της σημαντικής μείωσης της παιδικής θνησιμότητας (από 22% το 2001 σε 12,9% το 2006), του υψηλότερου ποσοστού Αφγανών που έχουν άμεση πρόσβαση σε υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης (65% το 2006 έναντι 9% το 2001), των πρώτων θετικών ενδείξεων ανάπτυξης στον τομέα της εκπαίδευσης και των πρωτοβουλιών υπέρ της ισότητας των φύλων·

15.

υπενθυμίζει τις σοβαρότατες διακρίσεις που υπέστησαν οι γυναίκες στο Αφγανιστάν υπό το καθεστώς των Ταλιμπάν αλλά και αργότερα· καταδικάζει συνεπώς οποιαδήποτε νομική, πολιτιστική ή θρησκευτική πρακτική η οποία συνιστά διάκριση εις βάρος των γυναικών και τις αποκλείει από το δημόσιο και πολιτικό βίο με αποτέλεσμα την απομόνωσή τους στην καθημερινή ζωή· παροτρύνει την Επιτροπή να καταπολεμήσει τις εν λόγω πρακτικές στο πλαίσιο όλων των αναπτυξιακών της δράσεων στη χώρα·

16.

τονίζει τη σημασία της καταπολέμησης όλων των μορφών παιδικής εργασίας, εμπορίας και βίας σε βάρος παιδιών και της βελτίωσης της κοινωνικής προστασίας για τους ανηλίκους στο Αφγανιστάν· ζητεί προγράμματα για την ενθάρρυνση της σχολικής φοίτησης των παιδιών, περιλαμβανομένης της πρόβλεψης για καταβολή σχολικών διδάκτρων και προγραμμάτων σίτισης στο σχολείο·

17.

σημειώνει τις προσπάθειες της Επιτροπής προκειμένου να αναδείξει όσο το δυνατόν καλύτερα τις δραστηριότητές της στους αφγανούς εταίρους της, αλλά εκφράζει τη λύπη του για τη σχεδόν πλήρη απουσία στήριξης των κρατών μελών προς την Επιτροπή στην πρόθεσή της να προσδιορισθούν σχέδια·

18.

εκτιμά, λαμβάνοντας υπόψη τις νομικές διατάξεις για το σύστημα ελέγχου των άμεσων και έμμεσων κοινοτικών ενισχύσεων οι οποίες περιλαμβάνονται στις συμφωνίες που υπογράφει η ΕΕ σχετικά με τη διαχείριση της εξωτερικής κοινοτικής βοήθειας που καταβάλλεται μέσω ταμείων καταπιστευμάτων πολλαπλών χορηγών βοήθειας (MDTF), ότι η Επιτροπή διαθέτει επαρκή νομικά εφόδια για την προάσπιση των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ στο Αφγανιστάν, και αναμένει από την Επιτροπή να καταρτίσει κατάλογο της τυπολογίας των παρατυπιών που παρατηρήθηκαν επί τόπου·

19.

σημειώνει ότι το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) μπορεί επίσης, κατ' εφαρμογή των ίδιων διατάξεων, να διενεργήσει ελέγχους στους εμπλεκόμενους διεθνείς οργανισμούς·

20.

υπενθυμίζει, τέλος, ότι τόσο οι οργανισμοί των Ηνωμένων Εθνών όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα διαθέτουν εξειδικευμένο σύστημα διακυβέρνησης, ανάλογο με αυτό της Επιτροπής, με όργανα ειδικευμένα στη χρηματοοικονομική διαχείριση, τον εσωτερικό λογιστικό έλεγχο, τους ελέγχους, τον εξωτερικό λογιστικό έλεγχο, την παρακολούθηση των αγορών και την καταπολέμηση της απάτης και των παρατυπιών·

21.

χαιρετίζει τις πρόσφατες βελτιώσεις στη συνεργασία ανάμεσα στα Ηνωμένα Έθνη, μεταξύ άλλων διεθνών οργανώσεων, και στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την παρακολούθηση της χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας· ζητεί δε η διαδικασία βελτίωσης να διευρυνθεί περαιτέρω στο εγγύς μέλλον·

22.

τονίζει την ανάγκη εντατικότερης παρακολούθησης της υλοποίησης της αναπτυξιακής συνεργασίας της ΕΕ. καλεί τα Ηνωμένα Έθνη και άλλες διεθνείς οργανώσεις που διαχειρίζονται κοινοτικά κονδύλια να συνεργαστούν πλήρως με το ΕΕΣ και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), καθώς και με την Κοινή Μονάδα Επιθεωρήσεων των Ηνωμένων Εθνών·

23.

υποστηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να βοηθηθεί το Αφγανιστάν και επικροτεί τη μακροπρόθεσμη δέσμευσή της προς τη χώρα· εμμένει στο ότι η Επιτροπή θα πρέπει να εργαστεί στενότερα με τα Ηνωμένα Έθνη και την Παγκόσμια Τράπεζα, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας μεταξύ αυτής, του ΕΕΣ, της OLAF και των αρμόδιων υπηρεσιών των Ηνωμένων Εθνών, ώστε να εξασφαλιστεί ότι η συνεισφορά της στα MDTF πραγματοποιείται με διαφανή τρόπο· προτρέπει την Επιτροπή να τηρεί επαρκώς ενήμερο το Κοινοβούλιο·

24.

τονίζει την ανάγκη βελτίωσης του συντονισμού των δωρητών στο Αφγανιστάν υπό την ηγεσία της Αποστολής Βοήθειας των Ηνωμένων Εθνών στο Αφγανιστάν και πιστεύει ότι η Επιτροπή πρέπει να ενισχύσει το συντονισμό της βοήθειας μεταξύ των κρατών μελών προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και να αυξηθεί η προβολή της υποστήριξης της ΕΕ·

Συστάσεις

Όσον αφορά τον συντονισμό και την προβολή της διεθνούς βοήθειας

25.

εκτιμά ότι απαιτούνται πρόσθετες προσπάθειες στον τομέα της διεθνούς βοήθειας για τη στήριξη της εφαρμογής της εθνικής αφγανικής αναπτυξιακής στρατηγικής και για τη σταδιακή εγκαθίδρυση καλύτερου συντονισμού και αποτελεσματικότερων μεθόδων στην υλοποίηση των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων που καθορίζονται από τους ίδιους τους Αφγανούς· επιμένει ότι πρέπει να ανατεθεί σημαντικότερος ρόλος στις αρχές της Καμπούλ όσον αφορά την υλοποίηση των αναπτυξιακών σχεδίων, στον τομέα της καταπολέμησης της διαφθοράς, ιδίως βελτιώνοντας τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και την κατάρτιση των ελεγκτών, κυρίως στα τομεακά υπουργεία και σε τοπικό επίπεδο·

26.

επιμένει ότι η Επιτροπή πρέπει να αντιμετωπίσει τα ανησυχητικά προβλήματα συντονισμού σε σχέση με την οικονομική βοήθεια της ΕΕ προς το Αφγανιστάν, που παρατηρούνται όχι μόνο μεταξύ κρατών μελών και αυτής, αλλά και μεταξύ των κρατών μελών· ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει στρατηγική για τους χορηγούς της βοήθειας και τις αφγανικές αρχές, σχεδιασμένη με στόχο τη βελτίωση του συντονισμού και της επικοινωνίας μεταξύ τους·

27.

υπογραμμίζει τη μεγάλη σημασία που έχει ο συντονισμός των δωρητών στο Αφγανιστάν και ιδίως η εναρμόνιση των διαδικασιών με βάση τα εθνικά συστήματα· εμμένει δε ότι αυτά και άλλα μέτρα για την αποτελεσματικότητα της βοήθειας που έχουν οριστεί με τη Δήλωση του Παρισιού πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως στο Αφγανιστάν·

28.

υπενθυμίζει ότι η αποτελεσματικότητα της βοήθειας συνιστά βασική αρχή της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ· τονίζει, στο πλαίσιο αυτό, τη σημασία της ατζέντας της Επιτροπής για την αποτελεσματικότητα της βοήθειας και λαμβάνει υπό σημείωση τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, της 26ης Μαΐου 2008, σχετικά με την αποτελεσματικότητα της βοήθειας της ΕΕ στο Αφγανιστάν·

29.

σημειώνοντας την πρόθεση της Επιτροπής για τη μεταφορά χρηματοδότησης για βασική υγειονομική περίθαλψη στο Υπουργείο Υγείας του Αφγανιστάν, τονίζει ότι οιαδήποτε αυξημένη χρηματοδότηση που διοχετεύεται μέσω της αφγανικής κυβέρνησης πρέπει να συνοδεύεται από κριτήρια οικοδόμησης ικανοτήτων και σαφών προοπτικών, συμπεριλαμβανομένης της ειδικής υποστήριξης στο δημοκρατική διακυβέρνηση σε τοπικό επίπεδο·

30.

εκφράζει επιφυλάξεις όσον αφορά την διοχέτευση κονδυλίων μέσω του βασικού προϋπολογισμού της κυβέρνησης του Αφγανιστάν («δημοσιονομική στήριξη») μέσω των MDTF με συνεισφορές από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, δεδομένου ότι το Αφγανιστάν δεν θεωρείται ακόμη ότι πληροί τις προϋποθέσεις της ΕΕ για την απευθείας συμμετοχή σε πρόγραμμα δημοσιονομικής στήριξης· θεωρεί ότι όταν εκπληρωθούν οι εν λόγω προϋποθέσεις, η δημοσιονομική στήριξη θα πρέπει να παρασχεθεί σε τομεακή βάση·

31.

εφιστά την προσοχή στο άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο β) του κανονισμού για τον μηχανισμό αναπτυξιακής συνεργασίας βάσει του οποίου απαιτείται τα προγράμματα δημοσιονομικής στήριξης να συνοδεύονται από στήριξη των προσπαθειών των χωρών εταίρων για την ανάπτυξη ικανοτήτων κοινοβουλευτικού και λογιστικού ελέγχου και για την βελτίωση της διαφάνειας και της πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες· επισημαίνει εξάλλου ότι οι προσπάθειες σε αυτόν τον τομέα δεν πρέπει να σταματούν όταν η «δημοσιονομική στήριξη» προέρχεται από άλλους δωρητές ή από καταπιστευματικά ταμεία πολλών δωρητών (MDTF) και τονίζει τη σημασία του ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στην παρακολούθηση της εν λόγω δημοσιονομικής στήριξης·

32.

τονίζει τη σημασία της αξιολόγησης της συνεργασίας μεταξύ κοινοτήτων στο Αφγανιστάν, όπως απαιτείται από το άρθρο 33 του κανονισμού για τον μηχανισμό αναπτυξιακής συνεργασίας και την ανάγκη οι αξιολογήσεις να ξεκινούν από στέρεες βάσεις, να καλύπτουν τον συντονισμό των δωρητών και να περιλαμβάνουν πτυχές δραστηριοτήτων εισροών και αλυσίδες αποτελεσμάτων (αποτελέσματα, συνέπειες, αντίκτυπος). ζητεί δε τα πορίσματα των αξιολογήσεων να χρησιμοποιηθούν στη διαμόρφωση των επακόλουθων δράσεων συνεργασίας·

33.

θεωρεί, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της κοινοτικής βοήθειας σε σχέση με το σύνολο της διεθνούς βοήθειας, ότι είναι επιτακτική ανάγκη να βελτιωθεί η προβολή των δράσεων της ΕΕ, τόσο επί τόπου όσο και στους ευρωπαίους πολίτες, και να διαδραματίσει η ΕΕ προνομιακό ρόλο στο επίπεδο του διαλόγου, του προσανατολισμού και της παροχής βοήθειας για τη λήψη αποφάσεων, σε συνεργασία με την αφγανική κυβέρνηση, τις εθνικές και περιφερειακές διοικήσεις και τη διεθνή κοινότητα των χορηγών βοήθειας· αναμένει από την Επιτροπή τη δρομολόγηση ενός γενικού προβληματισμού σχετικά με τη μελλοντική διαχείριση των άμεσων ενισχύσεων από τις αφγανικές αρχές·

34.

ζητεί από την αφγανική κυβέρνηση να μεριμνήσει ώστε το εθνικό σχέδιο δράσης για την ισότητα μεταξύ των φύλων (NAPWA), το οποίο θεσπίσθηκε πρόσφατα, να διαθέτει επαρκείς οικονομικούς πόρους και να εφαρμοσθεί σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών και τις οργανώσεις γυναικών· ζητεί παράλληλα από την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε οι δράσεις της υπέρ της ισότητας μεταξύ των φύλων να είναι διαφανείς και συντονισμένες με ανάλογες δράσεις που εφαρμόζονται από τους άλλους χορηγούς για το Αφγανιστάν· καλεί, υπό το πνεύμα αυτό, την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση που θα εξετάζει το βαθμό στον οποίο ελήφθη υπόψη, έως σήμερα, η ισότητα μεταξύ των φύλων στον προγραμματισμό της συνολικής οικονομικής ενίσχυσης που διετέθη από την ΕΕ·

Όσον αφορά τους τομείς προτεραιότητας της βοήθειας

35.

ενθαρρύνει την Επιτροπή να ενισχύσει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, τους τομείς παρέμβασής της για την επίλυση των προβλημάτων προτεραιότητας που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή, την υγεία, την ασφάλεια και την πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες και στη στοιχειώδη εκπαίδευση·

36.

πιστεύει ότι οι προτεραιότητες που περιγράφονται στο ΕΣΧ 2007-2013 είναι σύμφωνες με τις ανάγκες της κοινωνίας του Αφγανιστάν· υπογραμμίζει την ανάγκη να εξακολουθήσει να δίδεται προσοχή στη μεταρρύθμιση του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, συμπεριλαμβανομένων της αστυνομίας, των πρακτικών κράτησης και του δικαστικού συστήματος, εξασφαλίζοντας τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως των δικαιωμάτων των γυναικών και των παιδιών, καθώς και στην καταπολέμηση της φτώχειας, συμπεριλαμβανομένης της αγροτικής ανάπτυξης και της αντιμετώπισης του υπερισχύοντος προβλήματος της παραγωγής οπίου· επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να στοχοθετήσει τη διακυβέρνηση και ζητεί να δοθεί νέα ώθηση στη μεταβατική δικαιοσύνη σύμφωνα με το σχέδιο δράσης της αφγανικής κυβέρνησης για ειρήνη, δικαιοσύνη και συμφιλίωση·

37.

τονίζει την ανάγκη να αυξηθεί η αναπτυξιακή βοήθεια στο Αφγανιστάν, αλλά και να καταστεί αποτελεσματικότερη· επαναβεβαιώνει ότι η βοήθεια πρέπει να αυξήσει τις γηγενείς δυνατότητες και ότι πρέπει να κατανέμεται δίκαια σε ολόκληρη τη χώρα σύμφωνα με αξιολογημένες κοινωνικοοικονομικές ανάγκες σημειώνει τις συστάσεις για τον σκοπό αυτό στις οποίες προέβη η Διάσκεψη του Παρισιού και η έκθεση του Συντονιστικού Σώματος για τη Βοήθεια στο Αφγανιστάν (ACBAR)· καλεί την Επιτροπή Ελέγχου των Προϋπολογισμών να συμπεριλάβει αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο η χρηματοδότηση της Αστυνομικής Αποστολής της ΕΕ στο Αφγανιστάν έχει χρησιμοποιηθεί ορθά και αποτελεσματικά·

38.

εφιστά την προσοχή σε δύο ιδιαίτερες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπισθούν επειγόντως, κυρίως δε: η ανάπτυξη της γεωργίας, προκειμένου να αποτραπεί πιθανή ανθρωπιστική κρίση η οποία θα επιδείνωνε την ήδη ασταθή κατάσταση της ασφάλειας και η ανάπτυξη πολιτικών και προγραμμάτων για την αντιμετώπιση των μειζόνων κοινωνικών προβλημάτων και των προβλημάτων υγείας που προκαλούνται από τον εθισμό στα ναρκωτικά, και θέτοντας συγκεκριμένα ως στόχο τις γυναίκες και τις οικογένειές τους·

Όσον αφορά τον έλεγχο των κονδυλίων της Ένωσης

39.

αναμένει από την Επιτροπή να ενισχύσει τους ελέγχους της όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της χρηματοοικονομικής βοήθειας της Ένωσης και, ιδίως, τη συνεισφορά της Επιτροπής στα MDTF·

40.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ετήσια έκθεση, η οποία θα περιέχει αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και του αντικτύπου της βοήθειας, έγγραφο που θα παρέχει εύλογη βεβαιότητα, ανά τύπο βοήθειας, σχετικά με τη νομιμότητα και την κανονικότητα των χρηματοδοτούμενων και συγχρηματοδοτούμενων πράξεων, καθώς και πληροφορίες σχετικά με το ποσοστό των ελεγμένων δαπανών, ανά τύπο βοήθειας, σχετικά με την τυπολογία των εντοπισθεισών παρατυπιών και σχετικά με τα ληφθέντα μέτρα·

41.

υπενθυμίζει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και επιμένει ότι κάθε πληροφορία σχετική με περιστατικά απάτης ή σοβαρής παρατυπίας που έχουν αντίκτυπο στα ευρωπαϊκά κονδύλια πρέπει να διαβιβάζεται επειγόντως στην OLAF·

42.

επιμένει ότι πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες από την Επιτροπή και την OLAF, προκειμένου να ενισχυθούν οι επιχειρησιακές επαφές με το Integrity Department της Παγκόσμιας Τράπεζας, ιδίως στο πλαίσιο χρηματοδοτήσεων μέσω των MDTF, και ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην πραγματοποίηση περισσότερων κοινών ερευνών, ενδεχομένως σε συντονισμό με τους οργανισμούς των Ηνωμένων Εθνών·

43.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία σχετικά με τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται το προσωπικό που εργάζεται στον τομέα της αναπτυξιακής συνεργασίας στο Αφγανιστάν, όπως κατέδειξαν οι θάνατοι τεσσάρων μελών του προσωπικού τον Αύγουστο του 2008· θεωρεί ότι η ασφάλεια των αμάχων που εργάζονται στον τομέα της αναπτυξιακής βοήθειας τίθεται σε κίνδυνο από την άμβλυνση της διάκρισης μεταξύ στρατιωτικών και μη στρατιωτικών φορέων λόγω της χρήσης των επονομαζόμενων ομάδων περιφερειακής ανασυγκρότησης, που είναι βεβαίως στρατιωτικές μονάδες, για την διεκπεραίωση αναπτυξιακών δράσεων στις επαρχίες· ζητεί ως εκ τούτου την επαναφορά της σαφούς διάκρισης μεταξύ στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού·

44.

θεωρεί ότι η επιδείνωση της ασφάλειας συνεπάγεται σοβαρές δυσκολίες για το προσωπικό της αντιπροσωπείας της Επιτροπής στην Καμπούλ και αυξάνει το κόστος διαχείρισης της υλοποίησης των σχεδίων τα οποία στηρίζει η Επιτροπή· καλεί, επομένως, την Επιτροπή να ενισχύσει το προσωπικό της εν λόγω αντιπροσωπείας, ώστε να διαθέτει επάρκεια υπαλλήλων, τόσο από άποψη αριθμού όσο και από άποψη εμπειρογνωμοσύνης, για να προβεί σε όλες τις αναγκαίες επαληθεύσεις και σε όλους τους αναγκαίους λογιστικούς και άλλους ελέγχους, λαμβάνοντας υπόψη την επικρατούσα κατάσταση στο Αφγανιστάν·

45.

ζητεί επαρκή χρηματοδότηση για δαπάνες ασφάλειας στα προγράμματα της Επιτροπής, προκειμένου να εξασφαλισθεί αφενός ότι προστατεύονται οι εργαζόμενοι στην παροχή βοήθειας και αφετέρου ότι η νόμιμη διαχείριση της ασφάλειας δεν σφετερίζεται χρήματα από στόχους προγραμμάτων και από παράδοση βοήθειας·

46.

συγχαίρει το προσωπικό της αντιπροσωπείας της Επιτροπής στην Καμπούλ για το αξιοσημείωτο έργο που επιτέλεσε, και ζητεί την ουσιαστική ενίσχυση των τρεχόντων μέτρων ασφάλειας, καθώς και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας του εν λόγω προσωπικού·

Όσον αφορά τη βοήθεια για την ανάπτυξη των ικανοτήτων της αφγανικής διοίκησης

47.

χαιρετίζει τις προσπάθειες των αφγανικών αρχών να βελτιώσουν τους διαχειριστικούς και χρηματοοικονομικούς μηχανισμούς τους οι οποίες θα οδηγήσουν σε πλήρη ανάληψη ευθυνών εκ μέρους του Αφγανιστάν, αλλά πιστεύει ότι χρειάζεται περισσότερο συντονισμένη προσπάθεια προκειμένου να καταστεί βιώσιμη αυτή η διαδικασία· τονίζει την ανάγκη τα θεσμικά όργανα του Αφγανιστάν να συνεχίσουν να καταπολεμούν τη διαφθορά και να εφαρμόσουν αποτελεσματικές πολιτικές για τη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης και των συνθηκών διαβίωσης, της παιδείας και της υγείας του πληθυσμού, και να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους τρόπους συμπερίληψης περιθωριοποιημένων ομάδων και γυναικών στις δομές λήψης αποφάσεων·

48.

θεωρεί απαραίτητη την περαιτέρω ενίσχυση των δράσεων και των προγραμμάτων που στοχεύουν στη βελτίωση της χρηστής διακυβέρνησης και της αποτελεσματικότητας της αφγανικής διοίκησης, καθώς και στην καταπολέμηση κάθε μορφής διαφθοράς· λαμβάνει γνώση των προσπαθειών που καταβάλλει η ΕΕ προκειμένου να θέσει υπό έλεγχο τη διαφθορά της αφγανικής διοίκησης, διαθέτοντας ένα μέρος της γραμμής του προϋπολογισμού της για την κατάρτιση και την αμοιβή τους, και καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει τις δράσεις κατάρτισης του προσωπικού της διοίκησης και της αστυνομίας·

49.

ζητεί να οργανωθούν στο Αφγανιστάν μαθήματα κατάρτισης παρόμοια με εκείνα που οργανώθηκαν από την OLAF και την EuropeAid για τους αφρικανούς δημόσιους υπαλλήλους, με θέμα «προστασία και βελτιστοποίηση των δημόσιων κονδυλίων – συνεργασία μεταξύ εθνικών και διεθνών θεσμικών οργάνων»·

50.

καλεί τη διεθνή κοινότητα να απαιτήσει από την αφγανική κυβέρνηση μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τη διάθεση των δημοσιονομικών πόρων στις επαρχίες, στις περιφέρειες και στις τοπικές αρχές και να διασφαλίσει μεγαλύτερη συμμετοχή των εν λόγω θεσμικών οργάνων στην υλοποίηση των πολιτικών εθνικής ανάπτυξης, και να επιμείνει στο ότι αυτή οφείλει να ενημερώνει κατάλληλα το εθνικό κοινοβούλιο σχετικά με τη χρήση της διεθνούς βοήθειας·

51.

προτρέπει την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και την κυβέρνηση του Αφγανιστάν να εξασφαλίσουν ότι τα προγράμματα και οι δραστηριότητές τους, ιδιαίτερα σε επίπεδο επαρχίας, είναι πλήρως συντονισμένα με την εθνική αναπτυξιακή στρατηγική του Αφγανιστάν και τηρούν τις δεσμεύσεις που έκαναν όλα τα μέρη τα οποία συμμετείχαν στη Διάσκεψη του Παρισιού·

52.

αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα των επαρχιακών ομάδων ανασυγκρότησης και το έργο των αφγανικών δυνάμεων ασφάλειας, αποδέχεται παρόλα αυτά την πρόκληση για αποτελεσματικότητα της βοήθειας όταν πρόκειται για την προώθηση της ανάπτυξης στο Αφγανιστάν μέσω πολιτικοστρατιωτικών θεσμών και ζητεί τη μέγιστη συμμετοχή των αφγανικών μη κυβερνητικών οργανώσεων και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, της αφγανικής κυβέρνησης και των διεθνών οργανισμών·

53.

εκφράζει τη θλίψη του διότι οι σχέσεις μεταξύ μη κρατικών φορέων και κυβέρνησης του Αφγανιστάν δεν είναι πάντα ομαλές και ζητεί να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να βελτιωθούν αυτές· επισημαίνει επίσης την ανάγκη να διατυπωθεί σαφής ορισμός του τι είναι μη κερδοσκοπικός μη κρατικός φορέας σε εθνικό επίπεδο, κατόπιν διαβούλευσης με τους ίδιους τους μη κρατικούς φορείς·

54.

ενθαρρύνει κάθε πρωτοβουλία αμοιβαίας προσέγγισης των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Wolesi Jirga και του Meshrano Jirga, των δύο σωμάτων του αφγανικού κοινοβουλίου, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η χρηστή κοινοβουλευτική διακυβέρνηση·

55.

υπενθυμίζει την πρωτοβουλία του, στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του για το 2008, για την υποστήριξη της οικοδόμησης της δημοκρατίας με κοινοβούλια σε τρίτες χώρες και αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τους σχετικούς πόρους με τρόπο που να βελτιωθεί η ικανότητα του κοινοβουλίου του Αφγανιστάν να νομοθετεί, να ελέγχει τον εκτελεστικό κλάδο και να εκπροσωπεί πλήρως τον αφγανικό λαό·

56.

τονίζει την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στην υποστήριξη της ανάπτυξης πολιτικών κομμάτων, θεματικών πυρήνων εντός της Εθνοσυνέλευσης, της κοινωνίας των πολιτών και των μέσων ενημέρωσης· θεωρεί ότι η διεθνής κοινότητα έχει υποχρέωση να χρηματοδοτήσει έναν εκλογικό προϋπολογισμό, συνολικά ή εν μέρει, και να παράσχει βοήθεια για την υλοποίηση όλων των διατάξεων του αφγανικού εκλογικού νόμου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με τον έλεγχο των υποψηφίων·

57.

καλεί την Επιτροπή και την αφγανική κυβέρνηση, ενόψει των επερχόμενων προεδρικών και βουλευτικών εκλογών που θα λάβουν χώρα στο Αφγανιστάν το 2009 και το 2010 αντίστοιχα, να συνεχίσουν να ενθαρρύνουν και να χρηματοδοτούν επαρκώς δράσεις που αποσκοπούν στην πολιτική χειραφέτηση των γυναικών ιδίως στην περιφέρεια, δεδομένου ότι στις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη των επαρχιακών συμβουλίων δεν υπήρχαν αρκετές υποψήφιες για να συμπληρωθούν οι 124 έδρες που προορίζονται για γυναίκες στα επαρχιακά συμβούλια·

58.

θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να αυξήσει τα μέσα που διατίθενται για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και συνιστά στην κοινότητα των χορηγών βοήθειας να καταβάλει κάθε αναγκαία προσπάθεια ώστε οι καλλιέργειες υποκατάστασης των ναρκωτικών να εξασφαλίζουν επαρκή εισοδήματα στους παραγωγούς, προκειμένου να διασφαλισθεί η οριστική εγκατάλειψη της καλλιέργειας της παπαρούνας·

59.

υπενθυμίζει τη σύστασή του της 25ης Οκτωβρίου 2007 προς το Συμβούλιο σχετικά με την παραγωγή οπίου στο Αφγανιστάν για ιατρικούς σκοπούς (6), με την οποία αντιτίθεται, στο πλαίσιο ολοκληρωμένων προγραμμάτων ανάπτυξης, στη χρησιμοποίηση του υποκαπνισμού ως μέσου εξάλειψης της παπαρούνας στο Αφγανιστάν και προσφέρει τη συνδρομή του για να συζητηθούν οι δυνατότητες και η σκοπιμότητα ενός επιστημονικού πιλοτικού σχεδίου «Η παπαρούνα στην Ιατρική»

*

* *

60.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, καθώς και στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Αφγανιστάν.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0337.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0133.

(3)  ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 378, 27.12.2006, σ. 41.

(6)  ΕΕ C 263 E, 16.10.2008, σ. 651.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/95


Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας

P6_TA(2009)0024

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (2008/2039(INI))

(2010/C 46 E/13)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2003 (1), για τη βελτίωση της νομοθεσίας,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A6-0491/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει των αρχών της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου οι οποίες κατοχυρώνονται στη Συνθήκη ΕΚ, κρίνεται σκόπιμη η παρακολούθηση από το νομοθέτη της εφαρμογής της θεσπιζόμενης νομοθεσίας,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το έργο παρακολούθησης από το Κοινοβούλιο, ως συν- νομοθέτη, της εφαρμογής της οδηγίας 2002/73/ΕΚ, περιπλέκεται λόγω της ανεπαρκούς πληροφόρησης που προσφέρει η Επιτροπή και ότι, για το λόγο αυτό, στάλθηκαν επιστολές στις αρμόδιες επιτροπές των εθνικών κοινοβουλίων και σε φορείς ισότητας για τη συλλογή πληροφοριών, στις οποίες απάντησαν 27 εθνικές κοινοβουλευτικές συνελεύσεις και 16 φορείς για την προώθηση της ισότητας,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2002/73/ΕΚ αποτελεί ορόσημο στη διαδικασία για την επίτευξη της ισότητας μεταξύ των γυναικών και ανδρών και για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου στην κοινωνία στο σύνολό της,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2002/73/ΕΚ ορίζει την άμεση διάκριση, την έμμεση διάκριση, την παρενόχληση και τη σεξουαλική παρενόχληση, απαγορεύει τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών λόγω άδειας εγκυμοσύνης ή μητρότητας και προβλέπει το δικαίωμα επιστροφής στην ίδια ή σε αντίστοιχη θέση μετά την άδεια μητρότητας, πατρότητας ή υιοθεσίας, στην περίπτωση των κρατών μελών που αναγνωρίζουν τα δικαιώματα αυτά,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη ανέλαβαν ορισμένες υποχρεώσεις όσον αφορά τη μεταφορά της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο το αργότερο έως τις 5 Οκτωβρίου 2005 μεταξύ των οποίων:

ο ορισμός φορέα ή φορέων με αρμοδιότητα όσον αφορά την προώθηση, ανάλυση, παρακολούθηση και στήριξη της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών,

η προώθηση του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων με σκοπό την προαγωγή της ίσης μεταχείρισης μέσω, μεταξύ άλλων, της παρακολούθησης των πρακτικών στο χώρο εργασίας, συλλογικών συμβάσεων, κ.λπ.,

η ενθάρρυνση του διαλόγου με αρμόδιες ΜΚΟ με σκοπό την προαγωγή της αρχής της ίσης μεταχείρισης,

η προαγωγή της ίσης μεταχείρισης στο χώρο εργασίας με τρόπο προγραμματισμένο και συστηματικό, για παράδειγμα, μέσω εκθέσεων για την ισότητα στις επιχειρήσεις, με τακτική πληροφόρηση όσον αφορά την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών,

η λήψη αποτελεσματικών μέτρων για τη διασφάλιση της επιβολής πραγματικών κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης της οδηγίας, κατά τρόπον ώστε η αποζημίωση στα θύματα να μην μπορεί να περιορισθεί με τον προηγούμενο καθορισμό ανωτάτου ορίου, εξαιρουμένων πολύ περιορισμένων περιπτώσεων,

η διασφάλιση ισοδύναμης προστασίας κατά της δυσμενούς μεταχείρισης των ατόμων που παρέχουν συνδρομή στα θύματα διακρίσεων λόγω φύλου και παρενόχλησης,

η υποβολή ανά τετραετία εκθέσεων στην Επιτροπή σχετικά με μέτρα που λαμβάνονται για την παροχή ειδικών πλεονεκτημάτων στο υποεκπροσωπούμενο φύλο σε επαγγελματικές δραστηριότητες, καθώς και σχετικά με την εφαρμογή τέτοιων μέτρων,

η διασφάλιση ότι οι διατάξεις συμβάσεων ή συμφωνιών που είναι αντίθετες προς την οδηγία τροποποιούνται ή ακυρώνονται,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βραδεία ή ανεπαρκής εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας και την πλήρη ανάπτυξη του κοινωνικού και οικονομικού δυναμικού της Ένωσης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά κράτη μέλη αντιμετώπισαν δυσκολίες στη μεταφορά της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στο εθνικό τους δίκαιο, ιδίως κατά την εισαγωγή στη νομοθεσία τους συγκεκριμένων και κατάλληλων μέτρων για την προώθηση της ισότητας των φύλων και τη μείωση των διακρίσεων όσον αφορά την πρόσληψη, την επαγγελματική κατάρτιση και προαγωγή, καθώς και τις συνθήκες εργασίας,

H.

εκτιμώντας ότι θα πρέπει να εξετασθεί η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στα πεδία αυτά,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διακρίσεις λόγω φύλου σε άλλες κοινωνικές και πολιτικές πτυχές επιδεινώνεται από την εμμένουσα μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων, ιδίως μεταξύ των αποκαλούμενων γυναικείων και ανδρικών τομέων της οικονομίας,

I.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών είναι θεμελιώδης για τη χειραφέτησή τους, και ότι η απασχόληση με δικαιώματα αποτελεί συνεπώς εγγύηση για την προσωπική τους ανέλιξη και την κοινωνική τους ένταξη και ότι, κατά συνέπεια, θα πρέπει να βελτιωθεί η νομοθεσία σχετικά με την ίση μεταχείριση,

1.

καλεί την Επιτροπή να παρακολουθήσει προσεκτικά τη μεταφορά της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στη νομοθεσία των κρατών μελών καθώς και τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία που προκύπτει από την εν λόγω μεταφορά, και να συνεχίσει να ασκεί πίεση στα κράτη μέλη· τονίζει την ανάγκη διάθεσης επαρκών πόρων για την επίτευξη των εν λόγω στόχων·

2.

υπενθυμίζει το σημείο 34 της Διοργανικής Συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας και ειδικότερα τη δέσμευση του Συμβουλίου να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να καταρτίζουν και να δημοσιοποιούν πίνακες οι οποίοι αποτυπώνουν την αντιστοιχία των οδηγιών με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο· θεωρεί ότι η ύπαρξη πινάκων αντιστοιχίας θα διευκολύνει το έργο της Επιτροπής όσον αφορά την παρακολούθηση της μεταφοράς της οδηγίας 2002/73/ΕΚ·

3.

τονίζει ότι η στενή συνεργασία των αρμοδίων επιτροπών των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά την παρακολούθηση της μεταφοράς και εφαρμογής της νομοθεσίας σχετικά με την ισότητα των δυο φύλων θα εξασφαλίσει την εξοικείωση τόσο των φορέων λήψης πολιτικών αποφάσεων όσο και των πολιτών με τα ζητήματα της ισότητας των φύλων·

4.

εκτιμά τον μεγάλο αριθμό λεπτομερών απαντήσεων που απέστειλαν σε σύντομο χρονικό διάστημα τα εθνικά κοινοβούλια και οι φορείς ισότητας σχετικά με την πορεία της διαδικασίας εφαρμογής και τα προβλήματα που συνδέονται με αυτή·

5.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, βάσει πληροφοριών που διαβίβασαν τα κράτη μέλη έως τα τέλη του 2005, δεν είναι ακόμη διαθέσιμη·

6.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι κάποιες εθνικές νομοθεσίες δεν περιλαμβάνουν με επαρκή σαφήνεια και ρητώς τους ορισμούς της άμεσης και έμμεσης διάκρισης, της παρενόχλησης και της σεξουαλικής παρενόχλησης·

7.

ανησυχεί για το γεγονός ότι σε αρκετά κράτη μέλη το πεδίο εφαρμογής των απαγορευμένων τύπων διακρίσεων δεν είναι επαρκώς ευρύ ώστε να συμμορφώνεται με την οδηγία 2002/73/ΕΚ· υπενθυμίζει ότι οι απαγορευμένοι τύποι διακρίσεων πλήττουν τόσο τον ιδιωτικό όσο και τον δημόσιο τομέα·

8.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι κάποια εθνικά νομοθετήματα παραβιάζουν την αρχή των αποτελεσματικών, ανάλογων και αποτρεπτικών κυρώσεων, ορίζοντας εκ των προτέρων ανώτατα όρια για την καταβολή αποζημίωσης ή επανόρθωσης στα θύματα διακρίσεων·

9.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση των γυναικών σε συνάρτηση με την άδεια εγκυμοσύνης ή μητρότητας συνιστά διάκριση· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν αναγνωρίσει ρητώς το δικαίωμα επιστροφής στην ίδια ή σε ισοδύναμη εργασία μετά την άδεια μητρότητας·

10.

καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την πλήρη, ορθή, και αποτελεσματική μεταφορά όλων των διατάξεων της οδηγίας 2002/73/ΕΚ και την ορθή εφαρμογή τους·

11.

επικροτεί τις προσπάθειες των κρατών μελών που επέκτειναν ή ενίσχυσαν τις απαιτήσεις της οδηγίας 2002/73/ΕΚ, ειδικότερα τις πρωτοβουλίες που θέσπισαν την προστασία κατά των διακρίσεων σε νέους κοινωνικούς τομείς·

12.

ζητεί από τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα ώστε να ενθαρρύνουν τους εργοδότες να προωθήσουν συνθήκες εργασίας οι οποίες αποτρέπουν τη σεξουαλική παρενόχληση και την παρενόχληση λόγω φύλου και να υιοθετήσουν ειδικές διαδικασίες για την πρόληψη παρόμοιας συμπεριφοράς·

13.

προτρέπει τα κράτη μέλη να αναπτύξουν τις ικανότητες και να διασφαλίσουν επαρκείς πόρους για τους φορείς προώθησης της ίσης μεταχείρισης και των ίσων ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών, όπως προβλέπεται από την οδηγία 2002/73/ΕΚ, και υπενθυμίζει τις απαιτήσεις της οδηγίας για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των εν λόγω φορέων·

14.

επισημαίνει τις διαφορετικές προσεγγίσεις όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 8α της οδηγίας 2002/73/ΕΚ το οποίο τονίζει την ανάγκη για συνεργασία και ανταλλαγή ορθών πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών· κρίνει ότι τόσο το δίκτυο εθνικών φορέων ισότητας των φύλων της Επιτροπής όσο και το Equinet είναι σημαντικά εργαλεία για την ενίσχυση της εν λόγω συνεργασίας και την προώθηση της ομοιόμορφης εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών·

15.

επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να διεξαγάγει έρευνα σχετικά με την οργάνωση των φορέων ισότητας το 2009· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διερευνήσουν σε ποιο βαθμό γνωρίζουν οι πολίτες της ΕΕ τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι φορείς ισότητας και να δρομολογήσουν εκστρατείες ενημέρωσης για την καλύτερη προβολή των εν λόγω φορέων·

16.

εφιστά την προσοχή στο ανεπαρκές επίπεδο ευαισθητοποίησης μεταξύ των γυναικών, σχετικά με τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στην οδηγία 2002/73/ΕΚ όπως προκύπτει από τον μικρό αριθμό διαδικασιών σχετικά με την ισότητα των φύλων και των κατατεθειμένων προσφυγών· καλεί τα κράτη μέλη, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, τους εργοδότες και τις ΜΚΟ να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την ενημέρωση των γυναικών σχετικά με τις δυνατότητες που προσφέρονται στα θύματα διακρίσεων σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που έχουν τεθεί σε ισχύ από το 2005·

17.

επισημαίνει την περιορισμένη εμπιστοσύνη που έχουν στη δικαστική προστασία τα θύματα των διακρίσεων· καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι η βοήθεια που παρέχεται είναι ανεξάρτητη και άμεσα διαθέσιμη, να ενισχύσουν τις εγγυήσεις προς τα θύματα των διακρίσεων και να παρέχουν δικαστική προστασία σε όσους υπερασπίζονται άτομα ή καταθέτουν μαρτυρίες υπέρ ατόμων που τυγχάνουν προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2002/73/ΕΚ·

18.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει εάν τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα θύματα και οι ενώσεις και οργανώσεις που έχουν έννομο συμφέρον όσον αφορά τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2002/73/ΕΚ δεν αποτρέπονται από νομικούς ή άλλους φραγμούς, επί παραδείγματι υπερβολικά βραχείες προθεσμίες, από το να κινήσουν νομικές διαδικασίες σε ό,τι αφορά παραβάσεις των κανόνων περί προστασίας από διακρίσεις και των ίσων δικαιωμάτων ή, στην περίπτωση των θυμάτων, από τη διεκδίκηση των πλήρων δικαιωμάτων τους δυνάμει της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στο πλαίσιο άλλων διοικητικών διαδικασιών·

19.

αναγνωρίζει τις θετικές συνέπειες της πρόληψης και εκτίμησης της ύπαρξης πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις, οι οποίες μπορεί να προκύψουν από τη στενή συνεργασία των φορέων ισότητας και των επιθεωρητών εργασίας· καλεί τα κράτη μέλη να εμμείνουν στην κατάρτιση των επιθεωρητών εργασίας υπό το φως των νέων ευθυνών που αποκτούν ως αποτέλεσμα της μεταφοράς της οδηγίας 2002/73/ΕΚ, καθώς και σχετικά με τα νέα εργαλεία που έχουν δημιουργηθεί όπως, για παράδειγμα, η αντιστροφή του βάρους της απόδειξης·

20.

τονίζει τον ζωτικό ρόλο των ΜΚΟ όσον αφορά την παροχή βοήθειας στα θύματα των διακρίσεων· ζητεί από τις δημόσιες αρχές να διαθέσουν πόρους για σχέδια διαμεσολάβησης και παροχής βοήθειας, των οποίων η υλοποίηση είναι πιο περίπλοκη από εκείνη των ενημερωτικών εκστρατειών·

21.

τονίζει τη σημασία που έχει η ύπαρξη αξιόπιστων, συγκρίσιμων και διαθέσιμων ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών καθώς και στατιστικών δεδομένων που συνδέονται με το φύλο για τη διασφάλιση της εφαρμογής και της παρακολούθησης της οδηγίας· καλεί τους φορείς ισότητας να εντείνουν τις προσπάθειές τους με τη διεξαγωγή ανεξάρτητων ερευνών, τη δημοσίευση ανεξάρτητων εκθέσεων και τη διατύπωση συστάσεων σχετικά με οιοδήποτε θέμα που συνδέεται με τις διακρίσεις· υπενθυμίζει το ρόλο του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων το οποίο είναι αρμόδιο για τη συγκέντρωση και ανάλυση πληροφοριών σχετικά με την ισότητα μεταξύ των δυο φύλων, την ευαισθητοποίηση των πολιτών της ΕΕ σχετικά με την ισότητα των δυο φύλων και την ανάπτυξη μεθοδολογικών εργαλείων για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου σε όλες τις κοινοτικές πολιτικές·

22.

υπογραμμίζει την ανάγκη για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων με σκοπό την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης με την παρακολούθηση πρακτικών στο χώρο της εργασίας, συλλογικών συμβάσεων, κωδίκων συμπεριφοράς, ερευνών και ανταλλαγών εμπειριών και ορθών πρακτικών·

23.

καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τους εργοδότες να παρέχουν στους εργαζομένους και τους εκπροσώπους τους σε τακτική βάση πληροφόρηση όσον αφορά την τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών·

24.

καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τους εργοδότες να παρέχουν στους εργαζομένους και τους εκπροσώπους τους σε τακτική βάση πληροφόρηση για θέματα ισότητας των φύλων·

25.

εμμένει στην ανάγκη ανάπτυξης εθνικών μηχανισμών με σκοπό την παρακολούθηση της εφαρμογής της αρχής της ίσης αμοιβής και της επιστροφής στην εργασία μετά από άδεια μητρότητας, πατρότητας ή βοήθειας σε εξαρτώμενα μέλη της οικογένειας·

26.

επισημαίνει ότι η μισθολογική διαφορά εξακολουθεί να ισχύει εφόσον οι γυναίκες λαμβάνουν μισθούς που είναι κατά μέσο όρο 15% χαμηλότεροι από τους αντίστοιχους των ανδρών, ότι αυτή η διαφορά μειώθηκε μόνο κατά 1% μεταξύ του 2000 και του 2006, και ότι το ποσοστό των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλότερο από το ποσοστό των ανδρών· εμμένει στην ανάγκη ανάπτυξης εθνικών μηχανισμών με σκοπό την παρακολούθηση της εφαρμογής της αρχής της ίσης αμοιβής και καλεί την Επιτροπή να ανανεώσει τον σχεδιασμό μέτρων στήριξης για τον σκοπό αυτό, με τον απαιτούμενο σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας·

27.

τονίζει την ανάγκη ενθάρρυνσης πρωτοβουλιών που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη και εφαρμογή εντός των επιχειρήσεων θετικών δράσεων και πολιτικής ανθρώπινων πόρων που θα προωθούν την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών· καλεί τα κράτη μέλη να συνιστούν στις επιχειρήσεις την ανάπτυξη και εφαρμογή ετήσιων εταιρικών σχεδίων ισότητας και την προώθηση της ισόρροπης εκπροσώπησης των δυο φύλων στα σώματα διοίκησης και λήψης αποφάσεών τους·

28.

υπενθυμίζει στα κράτη μέλη τη σημασία που έχει η ενεργή ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου και η μέριμνα για τον συνδυασμό της οικογενειακής και της επαγγελματικής ζωής στην ανάπτυξη και εφαρμογή της νομοθεσίας·

29.

υπογραμμίζει την ανάγκη καταπολέμησης των ειδικών εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες και τα κορίτσια με αναπηρία καθώς και οι γονείς παιδιών με αναπηρία ως προς την ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση και την αγορά εργασίας και την ανάγκη προσαρμογής των μέτρων για την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλες τις πολιτικές, καθώς και στις ιδιαίτερες ανάγκες αυτών των ομάδων·

30.

επισημαίνει την ανάγκη διασφάλισης μεγαλύτερης ευελιξίας σχετικά με τις γονικές άδειες, ειδικότερα όσον αφορά τους γονείς παιδιών με αναπηρία·

31.

καλεί τα κράτη μέλη να άρουν τις διακρίσεις σε βάρος των κοριτσιών και των νέων γυναικών κατά τη μετάβαση από το σχολείο στην κατάρτιση και από την κατάρτιση στον επαγγελματικό βίο, μέσω στοχοθετημένων μέτρων, καθώς επίσης και κατά την επανένταξη στην αγορά εργασίας μετά από περίοδο αδείας για φύλαξη τέκνου ή συγγενούς· επισημαίνει την ανάγκη ύπαρξης δημόσιων βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών, καθώς και υπηρεσιών παροχής βοήθειας σε ηλικιωμένους· εφιστά την προσοχή των κρατών μελών στη δέσμευση που ανέλαβαν σχετικά με τα ζητήματα αυτά κατά τη σύνοδο κορυφής της Βαρκελώνης το 2002·

32.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, στα εθνικά κοινοβούλια και στους εθνικούς φορείς για την προώθηση της ισότητας.


(1)  ΕΕ C 321, 31.12.2003, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 269, 5.10.2002, σ. 15.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/100


Η κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας

P6_TA(2009)0025

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας

(2010/C 46 E/14)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για τη Μέση Ανατολή, και ειδικότερα εκείνα της 16ης Νοεμβρίου 2006 για την κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας (1), της 12ης Ιουλίου 2007 για τη Μέση Ανατολή (2), της 11ης Οκτωβρίου 2007 για την ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα (3) και της 21ης Φεβρουαρίου 2008 για την κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας (4),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα 242 της 22ας Νοεμβρίου 1967 (S/RES/242(1967)), 338 της 22ας Οκτωβρίου 1973 (S/RES/338(1973)) και 1860 της 8ης Ιανουαρίου 2009 (S/RES/1860(2009)) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ,

έχοντας υπόψη την Τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης της 12ης Αυγούστου 1949 σχετικά με την προστασία των αμάχων εν καιρώ πολέμου,

έχοντας υπόψη την αναβολή της ψηφοφορίας για την παροχή σύμφωνης γνώμης στο θέμα της ενίσχυσης της συμμετοχής του Ισραήλ στα προγράμματα της ΕΚ,

έχοντας υπόψη την από 30 Δεκεμβρίου 2008 δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την κατάσταση στη Μέση Ανατολή,

έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 27 Δεκεμβρίου 2008 το Ισραήλ εξαπέλυσε στρατιωτική επίθεση στη Γάζα σε απάντηση στις επιθέσεις της Χαμάς με ρουκέτες στο Νότιο Ισραήλ από τότε που η Χαμάς απέκτησε τον έλεγχο στη Λωρίδα και σε συνέχεια της διακοπής της εκεχειρίας και της άρνησης ανανέωσης της συμφωνίας εκεχειρίας,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις τελευταίες αναφορές, η ισραηλινή επιχείρηση προκάλεσε μέχρι στιγμής το θάνατο περίπου χιλίων ατόμων στη Γάζα, πολλά από τα οποία ήταν παιδιά και γυναίκες, καθώς και τον τραυματισμό χιλιάδων άλλων, την καταστροφή κατοικιών, σχολείων και άλλων βασικών μη στρατιωτικών υποδομών, λόγω της χρήσης βίας εκ μέρους του ισραηλινού στρατού,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μεθοριακά σημεία διέλευσης από και προς την Γάζα είναι κλειστά εδώ και 18 μήνες και ότι ο αποκλεισμός στη μετακίνηση ανθρώπων και τη διακίνηση αγαθών έχει επηρεάσει την καθημερινή διαβίωση των κατοίκων και έχει προκαλέσει την περαιτέρω παράλυση της οικονομίας στη Λωρίδα και έχει περιορίσει οιαδήποτε ουσιαστική βελτίωση της κατάστασης στη Δυτική Όχθη· εκτιμώντας ότι ο αποκλεισμός της Λωρίδας της Γάζας συνιστά συλλογική τιμωρία που αντίκειται στο διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των Παλαιστινίων που ζουν στη Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική Όχθη, σε συνδυασμό με την επανέναρξη της ειρηνευτικής διαδικασίας και τη θέσπιση λειτουργικών παλαιστινιακών θεσμικών οργάνων στη Γάζα, αποτελεί καίρια συνιστώσα των προσπαθειών με στόχο την επίτευξη δίκαιης και διαρκούς ειρήνης μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σημαντική οικονομική υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τους Παλαιστινίους έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια αποφυγής μιας ανθρωπιστικής καταστροφής στη Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική Όχθη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να παρέχει, μεταξύ άλλων μέσω της υπηρεσίας του ΟΗΕ για την αρωγή των Παλαιστινίων προσφύγων στη Μέση Ανατολή (UNRWA), ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας,

1.

χαιρετίζει την έγκριση του ψηφίσματος 1860 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 8 Ιανουαρίου 2009 και εκφράζει τη λύπη του διότι μέχρι στιγμής ούτε το Ισραήλ ούτε η Χαμάς ανταποκρίθηκαν στο αίτημα των Ηνωμένων Εθνών για διακοπή των εχθροπραξιών· ζητεί να κηρυχθεί άμεση και μόνιμη εκεχειρία, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει τη διακοπή εκτόξευσης ρουκετών από τη Χαμάς εναντίον του Ισραήλ και τον τερματισμό της στρατιωτικής επιχείρησης του Ισραήλ στη Γάζα·

2.

συμφωνεί ότι είναι ανάγκη να παρασχεθούν επειγόντως διευθετήσεις και εγγυήσεις στη Γάζα, όπως ζητεί το ψήφισμα 1860 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ώστε να υποστηριχθεί μια βιώσιμη κατάπαυση πυρός, η οποία θα περιλαμβάνει ταυτόχρονα την απομάκρυνση των ισραηλινών στρατευμάτων, τη διαρκή επανέναρξη λειτουργίας των σημείων διέλευσης, την άρση του αποκλεισμού και την αποτροπή του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης όπλων και πυρομαχικών·

3.

ζητεί ανακωχή κατόπιν διαπραγματεύσεων την οποία πρέπει να εγγυάται μηχανισμός που θα συγκροτηθεί από τη διεθνή κοινότητα υπό το συντονισμό της Τετράδας και της Ένωσης Αραβικών Κρατών, και που θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αποστολή πολυεθνικής παρουσίας, με σαφή εντολή, προκειμένου να αποκατασταθεί η ασφάλεια και να εξασφαλιστεί ο σεβασμός της εκεχειρίας για το λαό του Ισραήλ και της Γάζας, με ιδιαίτερη αναφορά στην παρακολούθηση της μεθορίου Αιγύπτου-Γάζας, κάτι που συνεπάγεται σημαντικό ρόλο για την Αίγυπτο· καλεί το Συμβούλιο να αυξήσει την πίεση που ασκεί προκειμένου να τερματισθεί η συνεχιζόμενη βία· ενθαρρύνει τις διπλωματικές προσπάθειες που έχουν αναληφθεί μέχρι στιγμής από τη διεθνή κοινότητα, ιδίως από την Αίγυπτο και την Ευρωπαϊκή Ένωση·

4.

δηλώνει συγκλονισμένο από τα δεινά που υφίσταται ο άμαχος πληθυσμός στη Γάζα· ιδίως αποδοκιμάζει έντονα το γεγονός ότι κατά τις επιθέσεις χτυπήθηκαν μη στρατιωτικοί στόχοι και στόχοι των Ηνωμένων Εθνών· εκφράζει τη συμπάθειά του στον άμαχο πληθυσμό που πλήττεται από τη βία στη Γάζα και στο Νότιο Ισραήλ·

5.

ζητεί με ιδιαίτερη επίταση από τις Ισραηλινές Αρχές να επιτρέψουν την ανεμπόδιστη πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας και υλικής συνδρομής στη Λωρίδα της Γάζας και να διασφαλίσουν τη συνεχή και επαρκή ροή βοήθειας μέσω των ανθρωπιστικών διαδρόμων· καλεί τις Ισραηλινές Αρχές να επιτρέψουν στον διεθνή Τύπο να παρακολουθεί επί τόπου τα γεγονότα·

6.

καλεί το Ισραήλ να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει βάσει του διεθνούς δικαίου και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου· καλεί τη Χαμάς να θέσει τέλος στις επιθέσεις με ρουκέτες και να αναλάβει τις ευθύνες της, δεσμευόμενη υπέρ μιας πολιτικής διεργασίας για την αποκατάσταση του ενδοπαλαιστινιακού διαλόγου και συμβάλλοντας στην τρέχουσα διαδικασία διαπραγματεύσεων·

7.

ζητεί να αποκτήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση έναν ισχυρότερο και περισσότερο ενωμένο πολιτικό ρόλο και καλεί το Συμβούλιο να επωφεληθεί της ευκαιρίας για να συνεργαστεί με τη νέα Κυβέρνηση των ΗΠΑ προκειμένου να τεθεί τέλος στη διένεξη μέσω μιας συμφωνίας που θα βασίζεται σε λύση δύο κρατών, με σκοπό την οικοδόμηση μιας νέας ειρηνικής περιφερειακής δομής ασφάλειας στη Μέση Ανατολή·

8.

τονίζει την εξαιρετική σημασία της ανανέωσης των προσπαθειών για μια ενδοπαλαιστινιακή συμφιλίωση μεταξύ όλων των τμημάτων της παλαιστινιακής κοινωνίας, που θα βασίζεται στη Συμφωνία της Μέκκας της 8ης Φεβρουαρίου 2007, η οποία προϋπέθετε την αποδοχή των προηγούμενων συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ύπαρξης του Ισραήλ· τονίζει επ αυτού την ανάγκη μιας μόνιμης γεωγραφικής σύνδεσης της Λωρίδας της Γάζας με τη Δυτική Όχθη και της ειρηνικής και βιώσιμης πολιτικής επανένωσής τους·

9.

τονίζει ότι μόνο η πραγματική πρόοδος προς την ειρήνη και η αισθητή επί τόπου βελτίωση της κατάστασης στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα μπορούν να ενισχύσουν τη νομιμότητα της Παλαιστινιακής Αρχής·

10.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Ύπατο Εκπρόσωπο Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, στις Κυβερνήσεις και τα Κοινοβούλια των κρατών μελών, στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, στον Απεσταλμένο της Τετράδας για τη Μέση Ανατολή, στον Πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, στο Παλαιστινιακό Νομοθετικό Συμβούλιο, στην Ισραηλινή Κυβέρνηση, στο Ισραηλινό Κοινοβούλιο (Κνεσέτ), στην Κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο της Αιγύπτου, καθώς και στο Γενικό Γραμματέα του Συνδέσμου Αραβικών Κρατών.


(1)  ΕΕ C 314 Ε, 21.12.2006, σ. 324.

(2)  ΕΕ C 175 Ε, 10.7.2008, σ. 579.

(3)  ΕΕ C 227 Ε, 4.9.2008, σ. 138.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0064.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/102


Κατάσταση στο Κέρας της Αφρικής

P6_TA(2009)0026

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κατάσταση στο Κέρας της Αφρικής

(2010/C 46 E/15)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τις χώρες που συναπαρτίζουν το Κέρας της Αφρικής,

έχοντας υπόψη την έκθεση της αποστολής στο Κέρας της Αφρικής που εγκρίθηκε στην Επιτροπή Ανάπτυξης στις 8 Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι άλυτες συνοριακές διενέξεις μεταξύ Αιθιοπίας και Ερυθραίας και μεταξύ Ερυθραίας και Τζιμπουτί επηρεάζουν αρνητικά την ειρήνη και την ασφάλεια στο Κέρας της Αφρικής· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στη Σομαλία έχει επιδεινωθεί και έχει εξελιχθεί σε μία από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις και κρίσεις ασφάλειας στον κόσμο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στη Σομαλία αποτελεί μείζονα παράγοντα κινδύνου για την ασφάλεια στην περιοχή,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αιθιοπία και η Ερυθραία έβαλαν τέλος σε έναν πόλεμο με την υπογραφή των «Συμφωνιών του Αλγερίου» με τη διαμεσολάβηση της διεθνούς κοινότητας, οι οποίες προέβλεπαν την παρουσία ειρηνευτικής αποστολής του ΟΗΕ (UNMEE) και τη σύσταση της Επιτροπής Συνόρων Ερυθραίας - Αιθιοπίας (EEBC), ότι όμως εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των μερών όσον αφορά την εφαρμογή των συμφωνιών και της απόφασης της EEBC· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εντολή της UNMEE έληξε αναγκαστικά στις 31 Ιουλίου 2008, επειδή η Ερυθραία παρεμπόδιζε την αποστολή και η Αιθιοπία είχε αρνηθεί να επιβάλει την απόφαση της EEBC όσον αφορά την επίμαχη περιοχή Badme,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Ιούνιο 2008 κλιμακώθηκε η βία στα σύνορα μεταξύ Ερυθραίας και Τζιμπουτί στο Ras Doumeira, με αποτέλεσμα 35 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών κάλεσε στις 12 Ιουνίου 2008 αμφότερες τις πλευρές να δεσμευθούν για κατάπαυση του πυρός και να αποσύρουν τις δυνάμεις τους αποκαθιστώντας την προτέρα κατάσταση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η σημερινή κατάσταση χαρακτηρίζεται από ηρεμία, αλλά δεδομένης της γειτνίασης των στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή υπάρχει κίνδυνος κλιμάκωσης,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 29 Οκτωβρίου 2008 διαπράχθηκαν βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας εναντίον της εμπορικής αποστολής της Αιθιοπίας, εγκαταστάσεων του ΟΗΕ και του προεδρικού μεγάρου στην Hargeysa, πρωτεύουσα της Σομαλιλάνδης, ταυτόχρονα με τις επιθέσεις στο Bossaso στη σομαλική περιφέρεια Puntland, για τις οποίες συνελήφθησαν πολλά άτομα,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Νοέμβριο 2008 πραγματοποιήθηκε νέος γύρος διαπραγματεύσεων στο Τζιμπουτί, ο οποίος κατέληξε στην υπογραφή συμφωνίας κατανομής εξουσιών μεταξύ εκπροσώπων της Μεταβατικής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης της Σομαλίας (TFG) και της αντιπολιτευόμενης Συμμαχίας για την Επανελευθέρωση της Σομαλίας-Τζιμπουτί (ARS-D), με αμφότερα τα κόμματα να δηλώνουν δημοσίως την υποστήριξή τους στη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής διερεύνησης των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σομαλία,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Διακυβερνητική Αρχή για την Ανάπτυξη (ΙGΑD) ενέκρινε, στο πλαίσιο διάσκεψης που πραγματοποιήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2008 στο Ναϊρόμπι με εκπροσώπους των Μεταβατικών Ομοσπονδιακών Θεσμικών Οργάνων και μέλη της Μεταβατικής Ομοσπονδιακής Βουλής, σχέδιο επτά σημείων για την υποστήριξη της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Σομαλία και θέσπισε μηχανισμό για την παρακολούθηση της εφαρμογής του,

Z.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από το Νοέμβριο του 2008 η Αιθιοπία απομακρύνει σταδιακά τα στρατεύματά της από το Μογκαντίσου και άλλες περιοχές της Σομαλίας όπου εξακολουθούν να είναι παρόντα· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αποστολή της Αφρικανικής Ένωσης στη Σομαλία (AMISOM), η οποία από τον Μάρτιο 2007 ήταν ουσιαστικά περιορισμένη στο Μογκαντίσου, θα βρεθεί πλέον μόνη σε αυτά τα εδάφη,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η TFG δεν έχει κατορθώσει επί μία τετραετία να δημιουργήσει κυβέρνηση εθνικής ενότητας· λαμβάνοντας υπόψη ότι ως αποτέλεσμα της πρόσφατης παραίτησης του προέδρου Abdullahi υπάρχει πραγματικός κίνδυνος αναζωπύρωσης των εχθροπραξιών μεταξύ των αντίπαλων ομάδων,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πειρατεία αποτελεί μία ακόμη μείζονα πρόκληση για την ασφάλεια της περιοχής του Κέρατος της Αφρικής· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αγώνας κατά της πειρατείας δεν μπορεί να κερδηθεί μόνο με στρατιωτικά μέσα, αλλά εξαρτάται κυρίως από την επιτυχία της προαγωγής της ειρήνης, της ανάπτυξης και της οικοδόμησης κράτους στη Σομαλία· λαμβάνοντας υπόψη ότι, εξαιτίας της πειρατείας, το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (ΠΕΠ) αναγκάστηκε να αναστείλει την διανομή της επισιτιστικής βοήθειας στη Σομαλία, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η ήδη αβέβαιη ανθρωπιστική κατάσταση,

I.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 8 Δεκεμβρίου 2008, η ΕΕ ξεκίνησε την θαλάσσια επιχείρηση EU NAVFOR Somalia (ή επιχείρηση Atalanta), με στόχο την προστασία θαλάσσιων αποστολών του ΠΕΠ και άλλων εμπορικών πλοίων που πλέουν στα ύδατα της Σομαλίας,

IA.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτυχία της εφαρμογής της Συνολικής Ειρηνευτικής Συμφωνίας (CPA) μεταξύ Βόρειου και Νότιου Σουδάν θα μπορούσε να οδηγήσει σε απόσχιση, η οποία είναι πιθανό να συνοδευτεί από στρατιωτική διένεξη με αντικείμενο τα μερίδια πετρελαίου στην περιοχή των συνόρων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόσχιση αυτή είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιφέρει συνολική διάλυση της χώρας, με το Νταρφούρ και το ανατολικό τμήμα να διεκδικούν ανεξαρτησία, και με την περαιτέρω πυροδότηση των συγκρούσεων μεταξύ των εθνοτήτων λόγω της εμπλοκής γειτονικών χωρών, μεταξύ των οποίων και η Ερυθραία,

IB.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Τζιμπουτί εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις και ότι η κατάστασή του αποκτά ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης· εκτιμώντας ότι το Ogaden, η σομαλική περιφέρεια της Αιθιοπίας, πλήττεται από σοβαρή ξηρασία και ότι η ελεγχόμενη από την κυβέρνηση επισιτιστική βοήθεια που προορίζεται για τους κατοίκους του δεν φθάνει σε αυτούς, παρά την πρόσφατη πρόοδο που σημειώθηκε στην διανομή της επισιτιστικής βοήθειας από το ΠΕΠ στην εν λόγω περιοχή, δεδομένου ότι εξακολουθούν να αναφέρονται καθυστερήσεις λόγω της ανάγκης έκδοσης στρατιωτικής άδειας για μετάβαση στη σομαλική περιφέρεια,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και τη διακυβέρνηση σε όλες τις χώρες που βρίσκονται στο Κέρας της Αφρικής εμπνέει ανησυχία στην ΕΕ επί πολλά έτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν αξιόπιστες αναφορές σχετικά με αυθαίρετες συλλήψεις, αναγκαστική εργασία, βασανιστήρια και κακομεταχείριση κρατουμένων καθώς και διώξεις δημοσιογράφων και πολιτική καταστολή στην περιοχή,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σομαλία περιλαμβάνεται και η απαγωγή των δύο καθολικών μοναχών Maria Teresa Olivero και Caterina Giraudo,

IE.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το εξαιρετικά δυσμενές για τα κόμματα της αντιπολίτευσης σύστημα ψηφοφορίας με πλειοψηφία, το οποίο εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια των βουλευτικών εκλογών του 2008, αποτελεί ζήτημα που εμπνέει ανησυχία στο Τζιμπουτί, όπου το κόμμα της αντιπολίτευσης MRD απαγορεύτηκε τον Ιούλιο 2008 με την απόλυτα αβάσιμη αιτιολογία ότι υποστήριξε επίθεση της Ερυθραίας στο Τζιμπουτί, ενώ οι ηγέτες του συνδικάτου UDT/UGTD εξακολουθούν να μην έχουν επαναπροσληφθεί στις θέσεις εργασίας τους μετά από την απόλυσή τους για λόγους που σχετίζονται με τις συνδικαλιστικές δραστηριότητές τους,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει κλίμα φόβου μεταξύ των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ) και της αντιπολίτευσης λόγω του γεγονότος ότι ο έλεγχος της κυβέρνησης εντείνεται και ότι ο πολιτικός χώρος δράσης μειώνεται από την προσφάτως εγκριθείσα νομοθεσία για τον Τύπο και την καταχώριση των κομμάτων στην Αιθιοπία· λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθεσία για τις ΜΚΟ (Προκήρυξη για την καταχώριση και ρύθμιση των φιλανθρωπικών οργανώσεων και των συλλόγων) που εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο της Αιθιοπίας και κυρώθηκε από το Κοινοβούλιο της χώρας θα μπορούσε να περιορίσει σοβαρά τις δραστηριότητες των διεθνών και αιθιοπικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνται υπέρ της ισότητας, της δικαιοσύνης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της επίλυσης διενέξεων,

Περιφερειακή ασφάλεια

1.

καλεί την κυβέρνηση της Αιθιοπίας να εγκρίνει επίσημα την χάραξη συνόρων με συντεταγμένες χάρτου από την EEBC μεταξύ Ερυθραίας και Αιθιοπίας ως τελική και δεσμευτική· καλεί την κυβέρνηση της Ερυθραίας να συμφωνήσει για τη διενέργεια διαλόγου με την Αιθιοπία, ο οποίος θα αφορά την διαδικασία αποδέσμευσης στρατιωτικών δυνάμεων από τα σύνορα και της πραγματικής χάραξης συνόρων σύμφωνα με την απόφαση της EEBC, καθώς και την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, μεταξύ άλλων με εκ νέου άνοιγμα των συνόρων στις εμπορικές συναλλαγές· καλεί την διεθνή κοινότητα και την ΕΕ να ασκήσουν πίεση σε αμφότερες τις πλευρές για να ξεπεραστεί το σημερινό αδιέξοδο·

2.

καλεί το Συμβούλιο να ορίσει Ειδικό Εκπρόσωπο/Απεσταλμένο της ΕΕ για το Κέρας της Αφρικής·

3.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους στο πλαίσιο της περιφερειακής πολιτικής εταιρικής σχέσης για την ειρήνη, την ασφάλεια και την ανάπτυξη στο Κέρας της Αφρικής προκειμένου να εντοπισθούν σχέδια κοινού ενδιαφέροντος που θα μπορούσαν να αποτελέσουν εναύσματα για λειτουργική συνεργασία μεταξύ Ερυθραίας και Αιθιοπίας, για παράδειγμα στους τομείς της προμήθειας ενέργειας, του διασυνοριακού εμπορίου και των λιμένων·

4.

καλεί την κυβέρνηση της Ερυθραίας να επανεξετάσει την σημερινή αναστολή της ιδιότητας της ως μέλους της ΙGΑD· καλεί την ηγεσία της ΙGΑD να συνεχίσει να επιδιώκει τη συμμετοχή της Ερυθραίας και να ενθαρρύνει την κυβέρνηση να επανενταχθεί σε περιφερειακές και υπο-περιφερειακές προσπάθειες συνεργασίας·

5.

καλεί την κυβέρνηση της Ερυθραίας να δεχθεί να προσκαλέσει, από κοινού με την κυβέρνηση του Τζιμπουτί, ανεξάρτητη διερευνητική αποστολή για να εξετάσει την κατάσταση στο Ras Doumeira· καλεί αμφότερες τις πλευρές να βασιστούν στο διάλογο και στα διπλωματικά μέσα για την αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών·

6.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν να υποστηρίζουν την οικοδόμηση θεσμών στη Σομαλία, την εφαρμογή της ειρηνευτικής συμφωνίας του Τζιμπουτί και τις προσπάθειες της ΙGΑD στο πλαίσιο της ειρηνευτικής διαδικασίας· ζητεί επειγόντως ενίσχυση της AMISOM (Αποστολή της Αφρικανικής Ένωσης στη Σομαλία) και ανάπτυξη της δύναμης σταθεροποίησης των Ηνωμένων Εθνών, εγκαίρως και μόλις το επιτρέψουν οι πολιτικές συνθήκες και οι συνθήκες ασφαλείας·

7.

καταδικάζει τις ολοένα και συχνότερες επιθέσεις εναντίον εργαζομένων της ανθρωπιστικής βοήθειας κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, οι οποίες έχουν παρεμποδίσει σημαντικά τις επιχειρήσεις βοήθειας και συμβάλει στην επιδείνωση της ανθρωπιστικής κατάστασης στη Σομαλία· καλεί τον συντονιστή της ανθρωπιστικής βοήθειας των Ηνωμένων Εθνών να διαπραγματευτεί την πρόσβαση των ανθρωπιστικών οργανώσεων ανεξάρτητα από την ειρηνευτική διαδικασία του Τζιμπουτί, ανά γεωγραφική περιοχή και να μεριμνήσει για την επιτάχυνση της προμήθειας τροφίμων και την ανακούφιση της δεινής ανθρωπιστικής κατάστασης·

8.

τονίζει ότι, σε συνέχεια της συμμετοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της διεθνούς κοινότητας στην επίτευξη της συμφωνίας Βορρά-Νότου στο Σουδάν, είναι τώρα ουσιώδες να συνεχιστούν όλες οι προσπάθειες με στόχο την υλοποίησή της και να εξακολουθήσουν να ασκούνται οι αναγκαίες πιέσεις· καλεί, ως εκ τούτου, το Συμβούλιο και τη διεθνή κοινότητα να εντείνουν την υποστήριξή τους για την υλοποίηση της Συνολικής Ειρηνευτικής Συμφωνίας Βορρά - Νότου στο Σουδάν και να διασφαλίσουν την πλήρη ανάπτυξη της UNAMID στο Νταρφούρ·

9.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν να υποστηρίζουν την IGAD και τις προσπάθειές της για ανάπτυξη σχεδίου ολοκλήρωσης για την περιοχή και να ενισχύσουν τα θεσμικά όργανά της·

Επισιτιστική ασφάλεια και ανάπτυξη

10.

καλεί την κυβέρνηση της Ερυθραίας να συνεργαστεί στενότερα με διεθνείς οργανώσεις για την εκτίμηση της κατάστασης της επισιτιστικής ασφάλειας προκειμένου να καταστεί δυνατή η έγκαιρη και στοχευμένη παρέμβαση·

11.

καλεί την κυβέρνηση της Ερυθραίας να επιτρέψει στην Επιτροπή απρόσκοπτη πρόσβαση σε έργα κοινοτικής χρηματοδότησης και να γίνει πιο δεκτική ως προς την τεχνική αρωγή για έργα και προγράμματα που έχουν συμφωνηθεί από κοινού· επίσης την καλεί να προσαρμόσει την προκήρυξη για τις ΜΚΟ προκειμένου να χαλαρώσουν οι οικονομικές προϋποθέσεις για τις ΜΚΟ που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε δράσεις ανάπτυξης στην Ερυθραία·

12.

καλεί την κυβέρνηση της Αιθιοπίας να επιτρέψει πλήρη πρόσβαση σε ανθρωπιστικές οργανώσεις στο Ogaden της σομαλικής περιφέρειας, και να παράσχει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε η βοήθεια να φθάσει στους δικαιούχους σε ολόκληρη την περιφέρεια·

13.

καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να υποστηρίζει τις περιφερειακές λύσεις σε διασυνοριακές προκλήσεις μέσω της περιφερειακής εταιρικής σχέσης της ΕΕ για την ειρήνη, την ασφάλεια και την ανάπτυξη, και ιδιαίτερα την περιφερειακή διαχείριση υδάτινων πόρων, ως καίριο στοιχείο της επισιτιστικής ασφάλειας·

14.

καλεί την Επιτροπή να εξακριβώσει ότι κανένα από τα προγράμματα βοήθειας που διαθέτει, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος «μετρητά έναντι εργασίας» δεν υλοποιείται με αναγκαστική εργασία·

Ανθρώπινα δικαιώματα, δημοκρατία και ορθή διακυβέρνηση

15.

καλεί την κυβέρνηση της Ερυθραίας να προβεί σε δημόσια δήλωση σχετικά με τον ακριβή τόπο κράτησης των φυλακισμένων και την κατάσταση της υγείας τους και είτε να απαγγείλει κατηγορίες και να προσαγάγει αμέσως στη δικαιοσύνη όλους τους πολιτικούς κρατούμενους και τους δημοσιογράφους που κρατούνται στις φυλακές είτε να τους απελευθερώσει αμέσως και άνευ όρων·

16.

καλεί την κυβέρνηση της Ερυθραίας να επιδείξει πλήρη σεβασμό για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, της ελευθερίας της έκφρασης, της ελευθερίας του τύπου και της ελευθερίας της συνείδησης·

17.

εκφράζει βαθιά ανησυχία για την συνεχιζόμενη κράτηση στις φυλακές της Ερυθραίας του Σουηδοερυθραίου δημοσιογράφου Dawit Isaak, που κρατείται στις φυλακές μετά από την σύλληψή του τον Σεπτέμβριο 2001, χωρίς να έχει δικαστεί από δικαστήριο και ζητεί την άμεση απελευθέρωση του Dawit Isaak και άλλων δημοσιογράφων που κρατούνται σε φυλακές·

18.

καλεί την ΕΕ να επανεξετάσει την προσέγγισή της όσον αφορά την Ερυθραία, εάν δεν σημειωθεί πρόοδος προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης με τα ουσιαστικά στοιχεία της Συμφωνίας του Κοτονού (άρθρο 9), ιδίως σε βασικά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων (πρόσβαση της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού στις φυλακές, απελευθέρωση των κρατουμένων της «G11»)·

19.

καλεί τη Μεταβατική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση της Σομαλίας να καταδικάσει την απαγωγή των δύο ιταλίδων καθολικών μοναχών και να αναλάβει δράση για την επίσπευση της απελευθέρωσής τους και την αποτροπή περαιτέρω απαγωγών·

20.

καλεί τις αρχές του Τζιμπουτί να διασφαλίσουν την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των ανεξάρτητων οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρέχοντας μεταξύ άλλων πλήρεις εγγυήσεις για την ελευθερία του τύπου, την ελευθερία του συνέρχεσθαι και την ελευθερία έκφρασης· τονίζει την ανάγκη διενέργειας ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, που θα καταλήξει σε προσαρμογή του εκλογικού νόμου, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η δικαιότερη εκπροσώπηση των υφιστάμενων πολιτικών κομμάτων στο Κοινοβούλιο· καλεί τις αρχές του Τζιμπουτί να επιτρέψουν στο κόμμα της αντιπολίτευσης MRD να επαναλάβει τις δραστηριότητές του και να επαναφέρουν στις θέσεις τους όλους τους ηγέτες του συνδικάτου UDT/UGTD που απολύθηκαν για λόγους που σχετίζονται με τη δράση τους για το εν λόγω συνδικάτο·

21.

καλεί την κυβέρνηση του Τζιμπουτί να λάβει μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την καλύτερη νομική προστασία και άσκηση των δικαιωμάτων των συνδικάτων, σύμφωνα με τις συναφείς βασικές συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας·

22.

εκφράζει αποδοκιμασία για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο της Ερυθραίας έχει κυρώσει την Προκήρυξη για την καταχώριση και ρύθμιση των φιλανθρωπικών οργανώσεων και των συλλόγων· ζητεί την μη περιοριστική εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας και επιμένει στην στενή παρακολούθηση της εφαρμογής της από την Επιτροπή·

23.

παροτρύνει τις αρχές της Αιθιοπίας να αναθεωρήσουν τη νομοθεσία για τον τύπο και τη νομοθεσία για την καταχώριση των κομμάτων, καθώς και τη σύνθεση του Εκλογικού Συμβουλίου, ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εγγύηση των πολιτικών δικαιωμάτων των κομμάτων της αντιπολίτευσης· παροτρύνει τις αρχές της Αιθιοπίας να διερευνήσουν τις κατηγορίες για παρενόχληση και αυθαίρετες συλλήψεις που αφορούν την αντιπολίτευση και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και να προσαγάγει τους υπεύθυνους σε δίκη·

24.

εκφράζει την οργή του για την φυλάκιση της Birtukan Midekssa, ηγέτιδας του κόμματος της αντιπολίτευσης Ένωση για τη Δημοκρατία και τη Δικαιοσύνη (UDJ) και ζητεί την άμεση και άνευ όρων απελευθέρωσή της·

25.

καλεί τις αρχές της Αιθιοπίας να εξετάσουν τάχιστα το αίτημα καταχώρισης της Εθνικής Ένωσης Εκπαιδευτικών Αιθιοπίας (NTA), σύμφωνα προς τους συναφείς νόμους και κανονισμούς και να θέσουν τέλος στις διώξεις μελών της εν λόγω ένωσης·

26.

ζητεί από τις κυβερνήσεις της Αιθιοπίας, της Ερυθραίας και του Τζιμπουτί και από το Συμβούλιο, σύμφωνα προς το άρθρο 8 και το Παράρτημα VII της αναθεωρημένης συμφωνίας του Κοτονού, να συμφωνήσουν από κοινού να εμβαθύνουν τον πολιτικό διάλογο στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών και του κράτους δικαίου, μεταξύ άλλων επί των ως άνω θεμάτων, προκειμένου να καθοριστούν όροι συγκριτικής αξιολόγησης και να επιτευχθούν απτά αποτελέσματα επί τόπου·

27.

αναγνωρίζει ότι οι εκλογές προβλέπεται να διενεργηθούν στο Σουδάν το 2009, ότι όμως η τροποποίηση του νόμου που περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης και της οργάνωσης για τα πρόσωπα, τα πολιτικά κόμματα και τα μέσα ενημέρωσης και που αντιβαίνει στη Συνολική Ειρηνευτική Συμφωνία (CPA) και το Ενδιάμεσο Εθνικό Σύνταγμα (INC) δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί και ούτε έχει συσταθεί Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων· τονίζει ότι η ακύρωση και η αντικατάσταση αυτών των νόμων με νόμους σύμφωνους με την CPA και το INC και η σύσταση της Εθνικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για τη δημιουργία περιβάλλοντος στο οποίο θα είναι δυνατή η διενέργεια ελεύθερων και δίκαιων εκλογών·

*

* *

28.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις των κρατών μελών, στον πρόεδρο της Επιτροπής της Αφρικανικής Ένωσης, στον προεδρεύοντα της Συνέλευσης της Αφρικανικής Ένωσης, στον Γενικό Γραμματέα της Αφρικανικής Ένωσης, στο Παναφρικανικό Κοινοβούλιο, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των χωρών της IGAD και στους συμπροέδρους της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/107


Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι της Λευκορωσίας

P6_TA(2009)0027

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ έναντι της Λευκορωσίας

(2010/C 46 E/16)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για την κατάσταση στη Λευκορωσία, και ιδίως αυτό της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την κατάσταση στη Λευκορωσία μετά τις κοινοβουλευτικές εκλογές της 28ης Σεπτεμβρίου 2008 (1),

έχοντας υπόψη τη δήλωση της Προεδρίας εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κοινή θέση του Συμβουλίου 2008/844/ΚΕΠΠΑ της 10ης Νοεμβρίου 2008 με την οποία τροποποιείται η κοινή θέση 2006/276/ΚΕΠΠΑ σχετικά με τα περιοριστικά μέτρα εναντίον ορισμένων αξιωματούχων της Λευκορωσίας (2),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου για τη Λευκορωσία της 13ης Οκτωβρίου 2008, με τα οποία αίρεται η απαγόρευση των πολιτικών επαφών με τις λευκορωσικές αρχές και αναστέλλεται η απαγόρευση θεώρησης επί έξι μήνες για τους αξιωματούχους της Λευκορωσίας, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου Αλεξάντερ Λουκασένκο,

έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Συμβουλίου της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα το 2008, της 27ης Νοεμβρίου 2008 (14146/2/2008),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της 3ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με την πρωτοβουλία για την Ανατολική εταιρική σχέση (COM(2008)0823),

έχοντας υπόψη την από 27 Νοεμβρίου 2008 τελική έκθεση της αποστολής παρατήρησης των εκλογών του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΟΑΣΕ σχετικά με τις κοινοβουλευτικές εκλογές της 28ης Σεπτεμβρίου 2008 στη Λευκορωσία,

έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, με τα προαναφερθέντα συμπεράσματά του της 13ης Οκτωβρίου 2008, το Συμβούλιο επιβεβαίωσε τις ελπίδες για σταδιακή αποκατάσταση των σχέσεων με τη Λευκορωσία και την πρόθεσή του να προωθήσει διάλογο με τις λευκορωσικές αρχές, καθώς και με άλλες πολιτικές δυνάμεις της χώρας, με στόχο την ενίσχυση της πραγματικής προόδου προς την κατεύθυνση της δημοκρατίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να ενθαρρυνθεί ο διάλογος με τις αρχές της Λευκορωσίας και να θεσπιστούν θετικά μέτρα για την ενίσχυση της δημοκρατίας και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το Συμβούλιο αποφάσισε να αναστείλει επί ένα εξάμηνο, με δυνατότητα παράτασης, τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς που έχουν επιβληθεί σε ορισμένους κυβερνητικούς αξιωματούχους της Λευκορωσίας, με την εξαίρεση όσων εμπλέκονται στις εξαφανίσεις που σημειώθηκαν το 1999 και το 2000, καθώς και του προέδρου της κεντρικής εκλογικής επιτροπής,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ανταποκρινόμενη στα θετικά μέτρα που έλαβε η Λευκορωσία, η Επιτροπή εισήλθε ήδη σε εντατικό διάλογο με την εν λόγω χώρα σε τομείς όπως η ενέργεια, το περιβάλλον, τα τελωνεία, οι μεταφορές και η ασφάλεια των τροφίμων και επιβεβαίωσε την πρόθεσή της να διευρύνει περαιτέρω το πεδίο των τεχνικών συνομιλιών, οι οποίες είναι επωφελείς και για τις δύο πλευρές,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποστολή παρατήρησης των εκλογών του Γραφείου των Δημοκρατικών Θεσμών και των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΟΑΣΕ σημείωνε στην τελική της έκθεση ότι, μολονότι σημειώθηκαν ορισμένες ήσσονος σημασίας βελτιώσεις, οι εκλογές της 28ης Σεπτεμβρίου 2008 που πραγματοποιήθηκαν σε αυστηρώς ελεγχόμενο περιβάλλον με υποτυπώδη προεκλογική εκστρατεία και χαρακτηρίστηκαν από έλλειψη διαφάνειας στην καταμέτρηση των ψήφων και στη συγκέντρωση των αποτελεσμάτων από τα διάφορα εκλογικά τμήματα, δεν ανταποκρίθηκαν εν τέλει στα διεθνώς αναγνωρισμένα δημοκρατικά πρότυπα· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Lidziya Yarmoshyna, πρόεδρος της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής παραδέχθηκε ότι οι εκλογές του Σεπτεμβρίου δεν έτυχαν πλήρους και άνευ όρων αναγνώρισης ως ανταποκρινόμενες στα διεθνή πρότυπα εκ μέρους των ευρωπαίων εταίρων, και συνεπώς δεν επιτεύχθηκε ο πρωταρχικός στόχος των εκλογών,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή ξεκίνησε την «πρωτοβουλία για την Ανατολική εταιρική σχέση» με σκοπό την επιτάχυνση της συνεργασίας με ορισμένες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες περιλαμβάνεται και η Λευκορωσία υπό τον όρο ότι η εν λόγω χώρα θα πληροί συγκεκριμένα κριτήρια όσον αφορά τη δημοκρατία, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το κράτος δικαίου,

ΣΤ.

εκτιμώντας ότι ο υπουργός εξωτερικών της Λευκορωσίας, Syarhei Martynau, δήλωσε ότι η Λευκορωσία έχει θετική άποψη για τη συμμετοχή στην πρωτοβουλία για την Ανατολική εταιρική σχέση και προσέθεσε ότι η Λευκορωσία προτίθεται να συμμετάσχει στην πρωτοβουλία αυτή,

Z.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές της Λευκορωσίας επέβαλαν μονοετή ποινή περιορισμού της ελευθερίας στον ακτιβιστή της αντιπολίτευσης Alyaksandr Barazenka, λόγω του ρόλου που διαδραμάτισε σε διαδήλωση που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο 2008,

H.

εκτιμώντας ότι οι αρχές της Λευκορωσίας αρνούνται σε αυξανόμενο αριθμό Διαμαρτυρομένων και Ρωμαιοκαθολικών ιερέων και γυναικών μοναχών το δικαίωμα να κηρύττουν και να ασκούν κατήχηση,

1.

χαιρετίζει την απόφαση των αρχών της Λευκορωσίας να επιτρέψουν την καταχώριση στα μητρώα του κινήματος «Για την Ελευθερία», επικεφαλής του οποίου είναι ο πρώην υποψήφιος για το προεδρικό αξίωμα της χώρας κ. Aliaksandr Milinkevich· ελπίζει ότι οι αρχές της Λευκορωσίας θα βελτιώσουν τις συνθήκες που διέπουν την καταχώριση στα μητρώα και τη λειτουργία άλλων μη κυβερνητικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένης και της οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων «Nasha Viasna»·

2.

χαιρετίζει την απόφαση των αρχών της Λευκορωσίας να επιτρέψουν την εκτύπωση και τη διανομή δύο ανεξάρτητων εφημερίδων, της Narodnaia Volia και της Nasha Niva· ταυτόχρονα, υπενθυμίζει ότι άλλες 13 ανεξάρτητες εφημερίδες αναμένουν την καταχώρισή τους· χαιρετίζει την απόφαση της κυβέρνησης της Λευκορωσίας να εξετάσει τα διεθνή πρότυπα όσον αφορά τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης και να συζητήσει τα ζητήματα αυτά με την Ένωση Λευκορώσων Δημοσιογράφων· αναμένει ότι θα δημιουργηθούν ικανοποιητικές συνθήκες για την εργασία και άλλων ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης στη Λευκορωσία, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων για διαφήμιση·

3.

λαμβάνει υπό σημείωση την προθυμία της Λευκορωσίας να συζητήσει λεπτομερώς τις συστάσεις του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ σχετικά με βελτιώσεις της εκλογικής νομοθεσίας· πιστεύει ότι τούτο συνιστά σημαντικό και ενθαρρυντικό βήμα εκ μέρους της Λευκορωσίας και προσβλέπει στην ταχεία εφαρμογή του, καθώς και στη λήψη περαιτέρω μέτρων σύμφωνα με τις προσδοκίες της ΕΕ·

4.

χαιρετίζει την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων στη Λευκορωσία, εκφράζει όμως τη λύπη του διότι οι Alyaksandr Kazulin, Syarhei Parsyukevich και Andrei Kim εξακολουθούν να μην απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα που εγγυάται το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Λευκορωσίας στους πολίτες της χώρας αυτής, ενώ επίσης επικρίνει το γεγονός ότι άλλοι ακτιβιστές υπόκεινται σε διάφορες μορφές περιορισμού της ελευθερίας τους όπως ο Alyaksandr Barazenka, ο οποίος κρατήθηκε επί εβδομάδες σε αναμονή της δίκης του λόγω της συμμετοχής του σε διαδήλωση του Ιανουαρίου 2008·

5.

χαιρετίζει την απόφαση των αρχών της Λευκορωσίας να άρουν προσωρινά την ταξιδιωτική απαγόρευση για ορισμένα θύματα της καταστροφής του Τσερνομπίλ προκειμένου να τους επιτρέψει να συμμετάσχουν σε προγράμματα ανάπαυσης και αποθεραπείας και ευελπιστεί ότι μακροπρόθεσμα θα βρεθεί διαρθρωτική λύση· καλεί μετ' επιτάσεως την Τσεχική Προεδρία να καταστήσει ζήτημα προτεραιότητας τη διαπραγμάτευση συνολικής συμφωνίας της ΕΕ με τις αρχές της Λευκορωσίας που θα επιτρέπει σε παιδιά να μεταβαίνουν από τη Λευκορωσία σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της ΕΕ προκειμένου να συμμετάσχουν στα εν λόγω προγράμματα ανάπαυσης και αποθεραπείας·

6.

υπενθυμίζει ότι, για να βελτιωθούν αισθητά οι σχέσεις με την ΕΕ, η Λευκορωσία πρέπει: (1) να παραμείνει χώρα χωρίς πολιτικούς κρατούμενους, (2) να εγγυάται την ελευθερία της έκφρασης των μέσων ενημέρωσης, (3) να συνεχίσει να συνεργάζεται με τον ΟΑΣΕ σχετικά με μεταρρυθμίσεις της εκλογικής νομοθεσίας, (4) να βελτιώσει τις συνθήκες για την λειτουργία των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ) και (5) να εξασφαλίσει την ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι·

7.

καλεί την κυβέρνηση της Λευκορωσίας να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα:

α)

πραγματοποιώντας τις ζωτικά αναγκαίες αλλαγές στον ποινικό κώδικα της Λευκορωσίας, με κατάργηση των άρθρων 367, 368 και 369-1, και ιδίως του άρθρου 193 του οποίου γίνεται συχνά κατάχρηση ως μέσου καταστολής·

β)

μη απειλώντας να ασκήσει ποινική δίωξη, μεταξύ άλλων ως ανυπότακτων στη Λευκορωσία, κατά των φοιτητών που αποβλήθηκαν από τα Πανεπιστήμια για τη στάση που τήρησαν ως πολίτες και αναγκάστηκαν έτσι να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό·

γ)

αίροντας όλα τα εμπόδια που παρακωλύουν τη δέουσα καταχώριση των ΜΚΟ στη Λευκορωσία· καταργώντας την απαγόρευση χρήσης ιδιωτικών διαμερισμάτων ως διεύθυνσης καταχώρισης μη κερδοσκοπικών οργανισμών· επανεξετάζοντας το προεδρικό διάταγμα αριθ. 533, της 23ης Οκτωβρίου 2007, που διέπει τη χρήση των χώρων γραφείου από ΜΚΟ και πολιτικά κόμματα·

δ)

βελτιώνοντας τη μεταχείριση και σεβόμενη τις εθνικές μειονότητες, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισης του νομίμως εκλεγέντος οργάνου της Ένωσης Πολωνών στη Λευκορωσία, της οποίας ηγείται η Angelika Borys, του πολιτισμού, των εκκλησιών, του εκπαιδευτικού συστήματος και της ιστορικής και υλικής κληρονομίας

προκειμένου να τεθεί τέρμα στην αυτοεπιβληθείσα απομόνωση της χώρας από την υπόλοιπη Ευρώπη και προκειμένου να υπάρξει απτή βελτίωση στις σχέσεις μεταξύ ΕΕ και Λευκορωσίας·

8.

τονίζει ότι η δημοκρατική αντιπολίτευση πρέπει να συμμετάσχει στη διαδικασία σταδιακής αποκατάστασης των σχέσεων με τη Λευκορωσία·

9.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να λάβουν περαιτέρω μέτρα με στόχο τη χαλάρωση των διαδικασιών θεώρησης για τους πολίτες της Λευκορωσίας, δεδομένου ότι η ενέργεια αυτή είναι ζωτικής σημασίας για την πλήρωση του κυρίου στόχου της πολιτικής της ΕΕ έναντι της Λευκορωσίας, δηλαδή της ενίσχυσης των επαφών μεταξύ των ανθρώπων, γεγονός που διευκολύνει με τη σειρά του τον εκδημοκρατισμό της χώρας· παροτρύνει, στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξετάσουν τις δυνατότητες μείωσης του κόστους των θεωρήσεων για τους πολίτες της Λευκορωσίας που εισέρχονται στο χώρο Σένγκεν και να απλοποιήσουν τις διαδικασίες απόκτησης θεώρησης·

10.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξετάσουν τη δυνατότητα εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (3) καθώς και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου (4) επιλεκτικά στη Λευκορωσία, παρέχοντας περισσότερη βοήθεια στην κοινωνία των πολιτών της Λευκορωσίας, να πιέσουν την κυβέρνηση της Λευκορωσίας, ως δείγμα καλής θέλησης και θετικής αλλαγής, να επιτρέψει στο εξόριστο στο Βίλνιους (Λιθουανία) λευκορωσικό «Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Ανθρωπιστικών Σπουδών» να επιστρέψει νόμιμα στη Λευκορωσία και να επανεγκατασταθεί υπό συνθήκες κατάλληλες για τη μελλοντική ανάπτυξή του στο Μινσκ· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να παράσχουν χρηματοδοτική στήριξη στον ανεξάρτητο λευκορωσικό τηλεοπτικό σταθμό Belsat· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προτρέψουν την κυβέρνηση της Λευκορωσίας να καταχωρίσει επισήμως στα μέσα μαζικής ενημέρωσης της χώρας τον τηλεοπτικό σταθμό Belsat·

11.

καλεί, στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξετάσουν μέτρα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, του εμπορίου, των επενδύσεων, της ενεργείας και των μεταφορικών υποδομών και της διασυνοριακής συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Λευκορωσίας, που θα συμβάλουν στην ευημερία και ευμάρεια των πολιτών της Λευκορωσίας και θα ενισχύσουν τις δυνατότητες επικοινωνίας με και ελεύθερης μετακίνησης στην ΕΕ·

12.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξετάσουν τη δυνατότητα συμμετοχής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων σε επενδύσεις στην υποδομή διαμετακόμισης ενέργειας της Λευκορωσίας· υπογραμμίζει τη σημασία της συμμετοχής ευρωπαϊκών εταιριών στη διαδικασία ιδιωτικοποίησης στη Λευκορωσία

13.

καλεί τις αρχές της Λευκορωσίας να τηρούν αυστηρά τα διεθνή πρότυπα και τις απαιτήσεις ασφαλείας κατά τη διαδικασία ανέγερσης νέων πυρηνικών σταθμών παραγωγής ενέργειας· καλεί τη Λευκορωσία να κυρώσει το Συμπληρωματικό Πρωτόκολλο του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενεργείας (ΔΟΑΕ) στη συμφωνία συνολικών διασφαλίσεων· καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί, και να υποβάλλει αναφορά στο Κοινοβούλιο και στα κράτη μέλη, σχετικά με τη συμμόρφωση της Λευκορωσίας με τις συστάσεις της ΔΟΑΕ και με τις απαιτήσεις της σύμβασης για την πυρηνική ασφάλεια και της συνθήκης μη διασποράς πυρηνικών όπλων, καθώς και σχετικά με τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η λειτουργία του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας στα γειτονικά κράτη μέλη της ΕΕ

14.

εκφράζει τη λύπη του για τις αλλεπάλληλες αποφάσεις των αρχών της Λευκορωσίας κατά την τελευταία διετία για άρνηση έκδοσης θεωρήσεων εισόδου σε βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και σε εθνικούς βουλευτές· καλεί τις αρχές της Λευκορωσίας να μην δημιουργούν περαιτέρω προσκόμματα που έχουν ως αποτέλεσμα να εμποδίζουν την αντιπροσωπεία του Κοινοβουλίου για τις σχέσεις με τη Λευκορωσία να επισκεφτεί τη χώρα·

15.

χαιρετίζει την προσέγγιση που υιοθέτησαν μέχρι στιγμής οι αρχές της Λευκορωσίας, παρά την ασκηθείσα τεράστια πίεση, να μην αναγνωρίσουν τις μονομερείς ανακηρύξεις ανεξαρτησίας της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας·

16.

καταδικάζει το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις αξίες των Ηνωμένων Εθνών, η Λευκορωσία είναι η μόνη χώρα της Ευρώπης που εξακολουθεί να εφαρμόζει τη θανατική ποινή·

17.

καλεί τις αρχές της Λευκορωσίας να σεβαστούν τη θρησκευτική ελευθερία· καταδικάζει το γεγονός ότι η Λευκορωσία έχει κατ' επανάληψη απελάσει ευρωπαίους πολίτες, μεταξύ των οποίων και ιερείς, γεγονός που αντιβαίνει στη διαδικασία οικοδόμησης εμπιστοσύνης με την ΕΕ·

18.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, στις κοινοβουλευτικές συνελεύσεις του ΟΑΣΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, στη Γραμματεία της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών και στην κυβέρνηση και στο κοινοβούλιο της Λευκορωσίας.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0470.

(2)  EE L 300, 11.11.2008, σ. 56.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006, για τον καθορισμό γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (ΕΕ L 310, 9.11.2006, σ. 1).

(4)  Κανονισμóς (ΕΚ) αριθ. 1889/2006 του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την καθιέρωση ενός χρηματοδοτικού μέσου για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως (ΕΕ L 386, 29.12.2006, σ. 1).


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/111


Σρεμπρένιτσα

P6_TA(2009)0028

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη Σρεμπρένιτσα

(2010/C 46 E/17)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το από 7 Ιουλίου 2005 ψήφισμά του για τη Σρεμπρένιτσα (1),

έχοντας υπόψη τη συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου, η οποία υπεγράφη στο Λουξεμβούργο στις 16 Ιουνίου 2008 και την προοπτική της ένταξης στην ΕΕ που προσφέρθηκε σε όλες τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων κατά τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στη Θεσσαλονίκη το 2003,

έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Ιούλιο του 1995, η βοσνιακή πόλη της Σρεμπρένιτσα, ένας αποκλεισμένος θύλακας που είχε κηρυχθεί την εποχή εκείνη προστατευμένη περιοχή με ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 16ης Απριλίου 1993, έπεσε στα χέρια Σερβικών παραστρατιωτικών ομάδων, υπό την διοίκηση του στρατηγού Ράτκο Μλάντιτς και υπό την ηγεσία του τότε Προέδρου της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας (Republika Srpska) Ράντοβαν Κάρατζιτς,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τη διάρκεια πολλών ημερών σφαγής μετά την πτώση της Σρεμπρένιτσα περισσότεροι από 8 000 μουσουλμάνοι, άνδρες και αγόρια, οι οποίοι είχαν αναζητήσει ασφάλεια σ' αυτή την περιοχή υπό την προστασία της Ομάδας Προστασίας των Ηνωμένων Εθνών (UNPROFOR), εκτελέστηκαν συνοπτικά από βοσνιοσερβικές δυνάμεις υπό τις διαταγές του στρατηγού Μλάντιτς και από παραστρατιωτικές μονάδες, συμπεριλαμβανομένων σερβικών ατάκτων αστυνομικών μονάδων οι οποίες είχαν εισέλθει στην Βοσνιακή επικράτεια από τη Σερβία· λαμβάνοντας υπόψη ότι σχεδόν 25.000 γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή, καθιστώντας το γεγονός αυτό το μεγαλύτερο έγκλημα πολέμου που σημειώθηκε στην Ευρώπη από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η τραγωδία αυτή, την οποία το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔΓ) χαρακτήρισε πράξη γενοκτονίας, σημειώθηκε σε τοποθεσία που είχε κηρυχθεί από τα Ηνωμένα Έθνη ως ασφαλές καταφύγιο και συνεπώς αποτελεί σύμβολο της ανικανότητας της διεθνούς κοινότητας να παρέμβει στη σύγκρουση και να προστατεύσει τον άμαχο πληθυσμό,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη τις πολλαπλές παραβιάσεις των Συμβάσεων της Γενεύης από τα βοσνιοσερβικά στρατεύματα κατά του άμαχου πληθυσμού της Σρεμπρένιτσα, συμπεριλαμβανομένων απελάσεων χιλιάδων γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων και του βιασμού μεγάλου αριθμού γυναικών,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι παρά τις τεράστιες προσπάθειες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα για την ανακάλυψη και την εκταφή μαζικών και ατομικών τάφων και την αναγνώριση των πτωμάτων των θυμάτων, οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα δεν επιτρέπουν πλήρη ανασύνθεση των γεγονότων εντός της Σρεμπρένιτσα και γύρω από αυτήν,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη και ότι η πλήρης και άνευ περιορισμών συνεργασία με το ΔΠΔΓ παραμένει βασική απαίτηση για περαιτέρω συνέχιση της διαδικασίας ενσωμάτωσης στην ΕΕ των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων,

Z.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο στρατηγός Ράντισλαβ Κρέστιτς του βοσνιοσερβικού στρατού είναι το πρώτο άτομο που κρίθηκε ένοχο από το ΔΠΔΓ για υποβοήθηση και υποκίνηση της γενοκτονίας της Σρεμπρένιτσα, αλλά ότι ο πιο σημαίνων κατηγορούμενος, ο Ράτκο Μλάντιτς, εξακολουθεί να είναι ελεύθερος δεκατέσσερα χρόνια μετά τα τραγικά γεγονότα, και λαμβάνοντας υπόψη ότι αποτελεί θετικό γεγονός ότι ο Ράντοβαν Κάρατζιτς έχει πλέον προσαχθεί ενώπιον του ΔΠΔΓ,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η θέσπιση μιας ημέρας μνήμης είναι ο καλύτερος τρόπος για την απότιση φόρου τιμής στα θύματα της σφαγής και για την αποστολή σαφούς μηνύματος στις επερχόμενες γενεές,

1.

τιμά τη μνήμη όλων των θυμάτων των ωμοτήτων κατά τη διάρκεια των πολέμων στην πρώην Γιουγκοσλαβία και εκφράζει το σεβασμό του προς αυτά· εκφράζει τα συλλυπητήρια και την αλληλεγγύη του στις οικογένειες των θυμάτων, πολλές από τις οποίες ζουν χωρίς τελική επιβεβαίωση της τύχης των συγγενών τους· αναγνωρίζει ότι ο συνεχιζόμενος αυτός πόνος επιτείνεται από τη μη παραπομπή των υπευθύνων ενώπιον της δικαιοσύνης·

2.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να τιμήσουν δεόντως την επέτειο της γενοκτονίας στη Σρεμπρένιτσα-Ποτοτσάρι, υποστηρίζοντας την εκ μέρους του Κοινοβουλίου αναγνώριση της 11ης Ιουλίου ως ημέρας μνήμης της γενοκτονίας της Σρεμπρένιτσας στο σύνολο της ΕΕ και να καλέσουν όλες τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων να πράξουν ομοίως.

3.

ζητεί περαιτέρω προσπάθειες προκειμένου να προσαχθούν στη δικαιοσύνη οι εναπομένοντες φυγόδικοι, εκφράζει την αμέριστη υποστήριξή του για το αξιόλογο και δύσκολο έργο που επιτελεί το ΔΠΔΓ και τονίζει ότι η προσαγωγή ενώπιον της δικαιοσύνης όσων ευθύνονται για τις σφαγές στη Σρεμπρένιτσα και την γύρω περιοχή αποτελεί σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή· επισημαίνει εν προκειμένω ότι πρέπει να δοθεί αυξημένη προσοχή στις εγχώριες δίκες για εγκλήματα πολέμου·

4.

τονίζει τη σημασία της συμφιλίωσης ως μέρους της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης· τονίζει τον σημαντικό ρόλο των θρησκευτικών κοινοτήτων, των μέσων ενημέρωσης και του εκπαιδευτικού συστήματος στην εν λόγω διαδικασία, προκειμένου οι πολίτες όλων των εθνοτήτων να μπορέσουν να ξεπεράσουν τις εντάσεις του παρελθόντος και να αρχίσουν να διαβιούν σε ειρηνική και ειλικρινή συνύπαρξη με στόχο τη διαρκή ειρήνη, σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη· προτρέπει όλες τις χώρες να καταβάλουν περαιτέρω προσπάθειες για να συμφιλιωθούν με το δύσκολο και ταραγμένο παρελθόν·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις των κρατών μελών, στην Κυβέρνηση και στο Κοινοβούλιο της Βοσνίας Ερζεγοβίνης, καθώς και στις επιμέρους οντότητες της χώρας, και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.


(1)  ΕΕ C 157 E, 6.7.2006, σ. 468.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/113


Ιράν: η υπόθεση Shirin Ebadi

P6_TA(2009)0029

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το Ιράν: η περίπτωση Shirin Ebadi

(2010/C 46 E/18)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με το Ιράν, ιδίως εκείνα με θέμα τα ανθρώπινα δικαιώματα,

έχοντας υπόψη τη τρίτη διακοινοβουλευτική συνάντηση μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Majlis (Κοινοβουλίου) της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 4 και 5 Νοεμβρίου 2008, καθώς και τη σχετική έκθεση,

έχοντας υπόψη τη Δήλωση της 22ας Δεκεμβρίου 2008 στην οποία προέβη η Προεδρία εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το κλείσιμο από την Ιρανική Αστυνομία του Κέντρου υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (CDHR), του οποίου προΐσταται η νομικός και κάτοχος του βραβείου Νομπέλ του 2003 Shirin Ebadi,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 31ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τις απειλές εναντίον της κ. Ebadi,

έχοντας υπόψη τη δήλωση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, της 3ης Ιανουαρίου 2009, σχετικά με τις οχλήσεις και τη δίωξη εναντίον της κ. Ebadi και την ασφάλεια και προστασία αυτής,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ιδίως δε το ψήφισμα 63/191 σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, της 18ης Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη την έκθεση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, της 1ης Οκτωβρίου 2008,

έχοντας υπόψη την Δήλωση σχετικά με τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, η οποία εγκρίθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1998,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, τη Διεθνή Σύμβαση για τα Πολιτικά Δικαιώματα και τα Δικαιώματα του Πολίτη και τη Διεθνή Σύμβαση για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα, στο σύνολο των οποίων το Ιράν είναι συμβαλλόμενο μέρος,

έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γενική κατάσταση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ιράν εξακολουθεί να επιδεινώνεται από το 2005 σε όλους τους τομείς, ιδίως δε όσον αφορά την άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών, παρά το γεγονός ότι το Ιράν έχει δεσμευτεί να προαγάγει και να διαφυλάσσει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες στο πλαίσιο των διαφόρων διεθνών πράξεων που διέπουν το χώρο,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 21 Δεκεμβρίου 2008 η Ιρανική Αστυνομία και στελέχη των οργάνων ασφαλείας έκλεισαν το Κέντρο υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (CDHR), του οποίου προΐσταται η νομικός και κάτοχος του βραβείου Νομπέλ του 2003 κ. Shirin Ebadi, ενώ προετοιμαζόταν για τον εορτασμό της 60ής επετείου της Ημέρας για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 29 Δεκεμβρίου 2008 έγινε έρευνα στο γραφείο της κ. Shirin Ebadi στη Τεχεράνη και αφαιρέθηκαν έγγραφα και υπολογιστές· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι την 1η Ιανουαρίου 2009 πραγματοποιήθηκε διαδήλωση από εχθρικώς διακείμενα πλήθη έξω από την οικία και το γραφείο της, τα οποία κραύγαζαν συνθήματα εναντίον της, κατέβασαν την επιγραφή του δικηγορικού της γραφείου και κάλυψαν τους τοίχους με γκράφιτι,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλαπλασιάζονται οι ενδείξεις ότι εντείνονται οι διώξεις της Shirin Ebadi από τις ιρανικές αρχές εξαιτίας των επαφών της με αξιωματούχους του ΟΗΕ αρμόδιους για τα ανθρώπινα δικαιώματα και της χρήσης στοιχείων που προήλθαν από το κέντρο της σε έκθεση του ΟΗΕ, με ημερομηνία 2 Οκτωβρίου 2008, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Shirin Ebadi δέχτηκε απειλές κατά της ζωής της όταν αποφάσισε να αναλάβει την υπεράσπιση της επταμελούς ηγεσίας της Μπαχάι θρησκείας αφού συνελήφθηκαν όλοι τον Μάιο του 2008· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι το CDHR είχε διαμαρτυρηθεί εναντίον των αρχών για την απαγόρευση φοίτησης στα πανεπιστήμια που επέβαλαν σε φοιτητές,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το επίσημο ειδησεογραφικό πρακτορείο του Ιράν (IRNA) διέσπειρε ψευδείς ειδήσεις τον Αύγουστο σύμφωνα με τις οποίες η κόρη της Shirin Ebadi, Narges Tavasolian, προσηλυτίστηκε στη Μπαχάι θρησκεία, ισχυρισμός που μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις δεδομένου ότι οι Μπαχάι πιστοί διώκονται με αγριότητα στο Ιράν,

Z.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στελέχη ενός άλλου επιφανούς κέντρου ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν, της Οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Κουρδιστάν (HROK) διώκονται με την ίδια δριμύτητα από τις αρχές και κινδυνεύουν διαρκώς με σύλληψη· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ο ιδρυτής του προαναφερθέντος κέντρου Mohammad Sadiq Kaboudvand έχει καταδικαστεί σε δεκαετή φυλάκιση με την κατηγορία ότι ενήργησε εναντίον της ασφάλειας του έθνους ιδρύοντας το HROK,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κυβέρνηση και οι αρχές του Ιράν έχουν αναλάβει την δεδομένη υποχρέωση να προστατεύουν τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Δήλωση σχετικά με τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, η οποία εγκρίθηκε από την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ομόφωνα το 1998 ορίζει ότι τα κράτη οφείλουν να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την προστασία αυτών [των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων] από τις αρμόδιες αρχές έναντι κάθε μορφής βίας, απειλής, αντιποίνων, de facto ή de jure εις βάρος των διάκριση, άσκησης πίεσης ή οποιασδήποτε άλλης αυθαίρετης πράξης που είναι συνέπεια των νομίμων ενεργειών τους να προαγάγουν τα ανθρώπινα δικαιώματα,

1.

καταδικάζει με αποφασιστικότητα την καταπίεση, τις διώξεις και τις απειλές που στρέφονται εναντίον της Shirin Ebadi καθώς επίσης και το κλείσιμο του CDHR στην Τεχεράνη και εκφράζει την βαθύτατη ανησυχία του για τις εντεινόμενες διώξεις εναντίον των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν· επισημαίνει ότι η επιδρομή των ιρανικών δυνάμεων ασφαλείας στα γραφεία του CDHR στην Τεχεράνη εντάσσεται σε μία συνολική προσπάθεια φίμωσης της κοινότητας των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Ιράν

2.

εκφράζει τον φόβο ότι οι συνεχιζόμενες διώξεις, απειλές και επιθέσεις εναντίον της Shirin Ebadi δεν απειλούν μόνο την προσωπική της ασφάλεια αλλά θέτουν στο στόχαστρο όλους τους αγωνιστές της ιρανικής κοινωνίας των πολιτών και τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα·

3.

τονίζει ότι το κλείσιμο του CDHR δεν συνιστά απλώς επίθεση εναντίον της Shirin Ebadi και των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Ιράν αλλά πλήττει ολόκληρη την παγκόσμια κοινότητα των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της οποίας είναι επιφανές και ηγετικό μέλος·

4.

παροτρύνει τις ιρανικές αρχές να παύσουν την καταπίεση, τις διώξεις και τις απειλές εναντίον της Shirin Ebadi, να προασπίσουν την ασφάλεια της και να εγκρίνουν την επαναλειτουργία του CDHR· καλεί τις ιρανικές αρχές να επιτρέψουν την απρόσκοπτη δράση και λειτουργία του CDHR, του HROK και άλλων οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων

5.

καλεί τις ιρανικές αρχές να σεβαστούν τις δεσμεύσεις τους που προκύπτουν από τις διεθνείς συμφωνίες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συγκεκριμένα το δικαίωμα του συνέρχεσθαι ειρηνικώς το οποίο κατοχυρώνεται με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Πολιτικά Δικαιώματα και τα Δικαιώματα του Πολίτη την οποία υπέγραψε και κύρωσε το Ιράν·

6.

εκφράζει εκ νέου την ανησυχία του σχετικά με την δίωξη και την φυλάκιση πολιτών στο Ιράν οι οποίοι δραστηριοποιούνται στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διαδηλώνουν εναντίον της θανατικής ποινής, γεγονός που τους φέρνει συχνά κατηγορούμενους για τις επονομαζόμενες δραστηριότητες εναντίον της ασφαλείας του έθνους· καλεί εξάλλου το Ιράν να θέσει τέρμα στην παρενόχληση, τον εκφοβισμό και τις διώξεις εναντίον αντιφρονούντων και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων απελευθερώνοντας τους αυθαιρέτως φυλακισθέντες ή τους πολιτικούς κρατούμενους και θέτοντας τέρμα στην ατιμωρησία για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

7.

καταδικάζει με βδελυγμία τους τρεις λιθοβολισμούς που έλαβαν χώρα στην πόλη Mashhad στα τέλη Δεκεμβρίου 2008 τους οποίους επιβεβαίωσε ο εκπρόσωπος των δικαστικών αρχών· απευθύνει έκκληση προς τις ιρανικές αρχές να σεβαστούν το διακηρυχθέν μορατόριουμ και να καταθέσουν επειγόντως σχέδιο νόμου για την κατάργηση της βάρβαρης αυτής τιμωρίας·

8.

εκφράζει τις σοβαρές του ανησυχίες για την επιδεινούμενη κατάσταση της υγείας του Mohammad Sadiq Kaboudvand από την έναρξη της φυλάκισής του· τον θεωρεί εξάλλου κρατούμενο συνείδησης και ζητεί την άμεση και άνευ όρων απελευθέρωση του και την παροχή ιατρικής περίθαλψης σε αυτόν·

9.

εκφράζει την οδύνη του για την μέθοδο της αναστολής σπουδών η οποία εξακολουθεί να χρησιμοποιείται εναντίον φοιτητών ως τιμωρία διότι διοργάνωσαν ανοιχτές, δημόσιες συζητήσεις· καλεί τις αρχές να ελευθερώσουν εκείνους που συνελήφθησαν κατά την πρόσφατη εθνική ημέρα των φοιτητών, στις 6 Δεκεμβρίου 2008, στο Πανεπιστήμιο του Shiraz

10.

καλεί τις αρχές να πραγματώσουν την δέσμευση της κυβέρνησης περί σεβασμού των θρησκευτικών μειονοτήτων και να απελευθερώσουν αμέσως τα Μπαχάι ηγετικά στελέχη Bahia' Friba Kamalabadi, Jamaloddin Khanjani, Afif Naeimi, Saeid Rasaie, Mahvash Sabet, Behrouz Tavakkoli και Vahid Tizfahm διότι φυλακίστηκαν αποκλειστικά λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων·

11.

παροτρύνει το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν να παρακολουθούν την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν και να υποβάλουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εντός του πρώτου εξαμήνου του 2009 λεπτομερή έκθεση επί του θέματος, καθώς και να συνεχίσουν να προβάλουν συγκεκριμένες περιπτώσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

12.

υπογραμμίζει ότι η ενδεχόμενη σύναψη συμφωνίας συνεργασίας και εμπορικών ανταλλαγών μεταξύ του Ιράν και της ΕΕ εξαρτάται επίσης από μία ουσιαστική βελτίωση της κατάστασης στο Ιράν όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα·

13.

καλεί την Προεδρία του Συμβουλίου και τις διπλωματικές αντιπροσωπείες των κρατών μελών στο Ιράν να αναλάβουν επειγόντως συντονισμένη δράση με αντικείμενο τα προαναφερθέντα ζητήματα·

14.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, τον Προϊστάμενο της Ανώτατης Δικαστικής Αρχής του Ιράν καθώς και στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/116


Γουϊνέα

P6_TA(2009)0030

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το πραξικόπημα στη Γουϊνέα

(2010/C 46 E/19)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.

επισημαίνοντας την κατάληψη της εξουσίας από ομάδα αξιωματικών στις 23 Δεκεμβρίου 2008, την επαύριο του θανάτου του προέδρου Λανσάνα Κοντέ,

B.

επισημαίνοντας ότι ο Λανσάνα Κοντέ, αξιωματικός τότε, είχε κι αυτός καταλάβει την εξουσία με τη βία το 1984 όταν πέθανε ο προκάτοχός του, ο πρόεδρος Σέκου Τουρέ, και ότι διατήρησε την εξουσία επί 24 χρόνια,

Γ.

επισημαίνοντας ότι ο στρατός δεν θα έπρεπε να έχει καμία θέση στη διακυβέρνηση των χωρών,

Δ.

επισημαίνοντας ότι η θητεία της Εθνοσυνέλευσης έληξε πριν από δύο χρόνια χωρίς να διενεργηθούν βουλευτικές εκλογές,

E.

επισημαίνοντας ότι οι αποφάσεις για το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό μέλλον της Γουϊνέας ανήκουν στον λαό της Γουϊνέας και στους αντιπροσώπους του, και ότι το διετές χρονικό διάστημα που προτάθηκε από τη στρατιωτική χούντα για τη διενέργεια εκλογών είναι υπερβολικά μεγάλο,

ΣΤ.

επισημαίνοντας την καταδίκη του πραξικοπήματος από την Οικονομική Κοινότητα των Χωρών της Δυτικής Αφρικής (CEDEAO) και την Αφρικανική Ένωση (UA), οι οποίες αποφάσισαν να αναστείλουν τη συμμετοχή της Γουϊνέας στις δραστηριότητές τους,

Z.

επισημαίνοντας ότι τα κυριότερα κόμματα της αντιπολίτευσης και η διασυνδικαλιστική επιτροπή που πρωτοστάτησε στις απεργίες του Ιουνίου 2006 και Ιανουαρίου 2007 απλώς παρακολούθησαν την κατάληψη της εξουσίας, αλλά ότι ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης ζητεί την αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας,

H.

επισημαίνοντας ότι, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ένας στους δύο κατοίκους της Γουϊνέας ζει με το ισοδύναμο ενός δολαρίου την ημέρα, και ότι το εθνικό εισόδημα ανά κάτοικο δεν έπαψε να μειώνεται μετά την ανεξαρτησία, παρά τους σημαντικούς υδατικούς και μεταλλευτικούς πόρους της χώρας,

Θ.

επισημαίνοντας ότι η Γουϊνέα θεωρείται από την «Transparency International» μία από τις πιο διεφθαρμένες χώρες της Αφρικής,

I.

επισημαίνοντας ότι το πραξικόπημα γίνεται μέσα σε άσχημο οικονομικό και κοινωνικό κλίμα και ότι η ανάπτυξη είναι το καλύτερο εχέγγυο επιτυχίας της δημοκρατίας,

IA.

επισημαίνοντας ότι έχουν επανειλημμένα οργανωθεί σε αρκετές πόλεις της Γουϊνέας διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για το αυξανόμενο κόστος ζωής και τις ελλείψεις βασικών τροφίμων,

IB.

επισημαίνοντας ότι ο απολογισμός του θανόντος προέδρου Λανσάνα Κοντέ στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι εξαιρετικά ανησυχητικός, καθώς περιλαμβάνει τη χρήση υπέρμετρης βίας από τον στρατό και την αστυνομία κατά των πολιτών, αυθαίρετες κρατήσεις και φυλακίσεις χωρίς δίκη, καθώς και πλήγματα κατά της ελευθερίας έκφρασης,

ΙΓ.

επισημαίνοντας ότι χρειάζεται να ληφθούν πλήρως υπόψη οι προτάσεις των πολιτικών κομμάτων, των συνδικάτων και της κοινωνίας των πολιτών για την προώθηση εθνικού διαλόγου με στόχο να επιτευχθεί συμφωνία για ειρηνική και δημοκρατική μετάβαση και για χρονοδιάγραμμα προεδρικών και βουλευτικών εκλογών,

ΙΔ.

επισημαίνοντας ότι οι αποφάσεις και οι διορισμοί προσώπων, ιδίως σε κυβερνητικές θέσεις, από τη στρατιωτική χούντα δεν σέβονται τους θεμελιώδεις κανόνες του κράτους δικαίου,

IE.

επισημαίνοντας τον διορισμό του Καμπίνε Κομαρά, πρώην στελέχους της Αφρικανικής Τράπεζας Εισαγωγών-Εξαγωγών, στο αξίωμα του πρωθυπουργού και διαπιστώνοντας ότι αυτός περιλαμβανόταν στον κατάλογο υποψήφιων πρωθυπουργών που είχε προταθεί από τα συνδικάτα κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Φεβρουαρίου 2007,

ΙΣΤ.

επισημαίνοντας τις αυθαίρετες συλλήψεις στρατιωτικών και πολιτικών στελεχών,

1.

καταδικάζει την κατάληψη της εξουσίας από ομάδα αξιωματικών και ζητεί να διοργανωθούν ελεύθερες και διαφανείς προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, σε πλαίσιο σεβασμού των διεθνών κανόνων, μέσα σε διάστημα μερικών μηνών, με τη βοήθεια της UA και της CEDEAO και την υποστήριξη της ΕΕ, υπό την εξουσία μεταβατικής πολιτικής κυβέρνησης·

2.

ζητεί να διεξαχθεί στη Γουϊνέα εθνικός διάλογος με συμμετοχή όλων των πολιτικών κομμάτων, των συνδικάτων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για μια δημοκρατική μετάβαση·

3.

καλεί τη χούντα να σεβαστεί το δικαίωμα στην ελευθερία της γνώμης, της έκφρασης και του συνεταιρίζεσθαι, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε ειρηνική συνάθροιση, όπως έχουν εκφραστεί στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

4.

καταδικάζει τις συλλήψεις και τη χωρίς κατηγορίες κράτηση στρατιωτικών και πολιτών, και ζητεί την άμεση απελευθέρωσή τους αν δεν ευσταθεί καμία σοβαρή κατηγορία εναντίον τους·

5.

σημειώνει τις πολιτικές υποσχέσεις των νέων ιθυνόντων της Γουϊνέας, ιδίως όσον αφορά την αμείλικτη καταπολέμηση της διαφθοράς και την εγκαθίδρυση διαφανούς, δημοκρατικού συστήματος στη Γουϊνέα· ζητεί να τηρηθούν οι υποσχέσεις αυτές·

6.

συγχαίρει την Αφρικανική Ένωση και τη CEDEAO για τις αποφάσεις τους να αναστείλουν τη συμμετοχή της Γουϊνέας στις δραστηριότητές τους όσο η χώρα δεν θα διαθέτει δημοκρατικά εκλεγμένο κοινοβούλιο και κυβέρνηση·

7.

ζητεί την έναρξη πολιτικού διαλόγου ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις μεταβατικές αρχές που ανέλαβαν την εξουσία στη Γουϊνέα, στο πλαίσιο των άρθρων 8 και 96 της Συμφωνίας του Κοτονού·

8.

καλεί την Επιτροπή να είναι έτοιμη να αναστείλει κάθε βοήθεια εκτός της ανθρωπιστικής και επισιτιστικής, και να εξετάσει το ενδεχόμενο εφαρμογής στοχοθετημένων κυρώσεων ενάντια στα μέλη της ομάδας που κατέλαβε την εξουσία με τη βία, εάν δεν υπάρξει δημοκρατική μετάβαση·

9.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, στα θεσμικά όργανα της Αφρικανικής Ένωσης, στη CEDEAO, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ και στις αρχές της Γουϊνέας.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/118


Ελευθερία του Τύπου στην Κένυα

P6_TA(2009)0031

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ελευθερία του Τύπου στην Κένυα

(2010/C 46 E/20)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τον Αφρικανικό Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δικαιωμάτων των Λαών,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την Κένυα,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 2 Ιανουαρίου 2009, ο Πρόεδρος Kibaki έδωσε τη σύμφωνη γνώμη του για το τροποποιητικό νομοσχέδιο του 2008 σχετικά με τις Επικοινωνίες, το οποίο τροποποιεί το νόμο της Κένυας για τις Επικοινωνίες του 1998,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εν λόγω νέος Νόμος του 2008, ως έχει, παραβιάζει τα δικαιώματα της ελευθερίας της έκφρασης και του τύπου, όπως κατοχυρώνονται από την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και επαναλαμβάνονται σε άλλες διεθνείς συμβάσεις που έχει υπογράψει και κυρώσει η κυβέρνηση της Κένυας, συμπεριλαμβανομένου του Αφρικανικού Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δικαιωμάτων των Λαών,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δύο πλέον προβληματικές διατάξεις είναι τα τμήματα 88 και 46· λαμβάνοντας υπόψη ότι το τμήμα 88 παρέχει στον Υπουργό Ενημέρωσης σημαντικές εξουσίες, ήτοι τη δυνατότητα για επιδρομές σε οργανισμούς μέσων ενημέρωσης που κρίνεται ότι συνιστούν απειλή για την εθνική ασφάλεια, και για διάλυση του ραδιοτηλεοπτικού εξοπλισμού τους, ενώ το τμήμα 46 παρέχει στο κράτος την εξουσία να ρυθμίζει το περιεχόμενο των κειμένων που εκπέμπουν και δημοσιεύουν αντιστοίχως τα ηλεκτρονικά και τα έντυπα μέσα ενημέρωσης,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το ανακοινωθέν τύπου της Ένωσης Δημοσιογράφων της Ανατολικής Αφρικής (EAJA), ο εν λόγω Νόμος του 2008 για τα μέσα ενημέρωσης θεσπίζει την άμεση λογοκρισία των μέσων ενημέρωσης από την κυβέρνηση,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Πρωθυπουργός Odinga έχει συμπαραταχθεί με τους ευρείς κύκλους που αντιτίθενται στο νομοσχέδιο, καθώς και ότι στελέχη του κόμματος Orange Democratic Movement (ODM), στο πλαίσιο συζητήσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης, κατήγγειλαν προσφάτως το γεγονός ότι ο Πρόεδρος δεν συμβουλεύθηκε τον Πρωθυπουργό σχετικά με τον ανωτέρω Νόμο,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κένυας, η σύμφωνη γνώμη του Προέδρου προς το νομοσχέδιο αποδεικνύει ότι ο Μεγάλος Συνασπισμός δεν λειτουργεί ομόφωνα,

Z.

λαμβάνοντας υπόψη η ελευθερία της έκφρασης είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, όπως ορίζει το Άρθρο 19 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, προ ενός έτους, μετά από τις προβληματικές προεδρικές εκλογές στην Κένυα, οι διαδηλώσεις είχαν οδηγήσει σε ταραχές και εθνοτικές συγκρούσεις που εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα προκαλώντας το θάνατο άνω των 1 000 ανθρώπων και αφήνοντας άστεγους άλλους 350 000,

1.

κρίνει λυπηρό το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Kibaki υπέγραψε το τροποποιητικό νομοσχέδιο για τις επικοινωνίες της Κένυας, χωρίς να λάβει υπόψη του κατά την υπογραφή τις ευρέως εκφρασθείσες επιφυλάξεις έναντι του εν λόγω νομοσχεδίου·

2.

χαιρετίζει ωστόσο την πρόσφατη κίνηση του προέδρου Kibaki για την αναθεώρηση του Νόμου, καθώς και τη χειρονομία του να εξετάσει τις τροπολογίες στη σχετική νομοθεσία που πρότειναν εκπρόσωποι των μέσων μαζικής ενημέρωσης·

3.

επαναλαμβάνει την προσήλωσή του στην ελευθερία του τύπου και τα θεμελιώδη δικαιώματα που συνιστούν η ελευθερία της έκφρασης, της πληροφόρησης και του συνεταιρίζεσθαι· υπογραμμίζει ότι η πρόσβαση σε πληροφόρηση που να αντικατοπτρίζει πολυμορφία απόψεων είναι ουσιαστική για τη χειραφέτηση των πολιτών·

4.

καλεί την κυβέρνηση της Κένυας να εγκαινιάσει διαβουλεύσεις μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, προκειμένου να επιτευχθεί συναίνεση σχετικά με μια καλύτερη ρύθμιση της κλάδου των μέσων επικοινωνίας, χωρίς να θίγεται η ελευθερία του τύπου· καλεί τον Πρόεδρο Kibaki και τον Πρωθυπουργό Odinga να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να εγγυηθούν ότι οιαδήποτε επικαιροποιημένη έκδοση του νέου Νόμου θα συμβιβάζεται με τις αρχές της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης·

5.

επισημαίνει την ανάγκη να καταπολεμηθεί η κουλτούρα της ατιμωρησίας στην Κένυα, ώστε να προσαχθούν ενώπιον της δικαιοσύνης οι υπεύθυνοι για τις μετεκλογικές βιαιότητες του προηγουμένου έτους· ζητεί να συσταθεί ανεξάρτητη επιτροπή από εντόπιους και διεθνείς νομικούς, προκειμένου να προβεί σε έρευνες που θα οδηγήσουν σε ποινικές διώξεις· παρατηρεί ότι ο Πρόεδρος Kibaki και ο Πρωθυπουργός Odinga έχουν συμφωνήσει θεωρητικά με τη σύσταση μιας τέτοιας επιτροπής, η οποία όμως δεν έχει ακόμη συγκροτηθεί·

6.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την επιτροπή, τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, την κυβέρνηση της Κένυας, τους συμπροέδρους της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ, την Κοινότητα Ανατολικής Αφρικής, καθώς και στον Πρόεδρο της Επιτροπής και του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Αφρικανικής Ένωσης.


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη, 13 Ιανουαρίου 2009

24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/120


Συμφωνία ΕΚ/Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τη συνεργασία όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας *

P6_TA(2009)0001

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τη συνεργασία όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας (10972/2007 - COM(2007)0325 – C6-0275/2008 – 2007/0111(CNS))

(2010/C 46 E/21)

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (10972/2007 - COM(2007)0325),

έχοντας υπόψη το άρθρο 80, παράγραφος 2, το άρθρο 133, παράγραφος 4, το άρθρο 300, παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, πρώτη πρόταση και το άρθρο 300, παράγραφος 4 της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0275/2008),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 51, 83, παράγραφος 7 και 43, παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A6- 0468/2008),

1.

εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/120


Κοινό σύστημα εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (κωδικοποιημένη έκδοση) *

P6_TA(2009)0002

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κοινού συστήματος εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (κωδικοποιημένη έκδοση) (COM(2008)0488 – C6-0334/2008 – 2008/0155(CNS))

(2010/C 46 E/22)

(Διαδικασία διαβούλευσης – κωδικοποίηση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2008)0488),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 26, 87 έως 89, 132 κ.ε. και 308 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0334/2008),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 20ής Δεκεμβρίου 1994, που αφορά την ταχεία μέθοδο εργασίας για την επίσημη κωδικοποίηση νομοθετικών κειμένων (1),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 80 και 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0510/2008),

A.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υπαρχόντων κειμένων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως προσαρμόστηκε με βάση τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 102, 4.4.1996, σ. 2.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/121


Φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και για τη μεταφορά της καταστατικής έδρας (κωδικοποιημένη έκδοση) *

P6_TA(2009)0003

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και με τη μεταφορά της καταστατικής έδρας μιας SE ή μιας SCE μεταξύ κρατών μελών (κωδικοποιημένη έκδοση) (COM(2008)0492 – C6-0336/2008 – 2008/0158(CNS))

(2010/C 46 E/23)

(Διαδικασία διαβούλευσης – κωδικοποίηση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2008)0492),

έχοντας υπόψη το άρθρο 94 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0336/2008),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 20ής Δεκεμβρίου 1994 που αφορά την ταχεία μέθοδο εργασίας για την επίσημη κωδικοποίηση νομοθετικών κειμένων (1),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 80 και 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0511/2008),

A.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υπαρχόντων κειμένων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως προσαρμόστηκε με βάση τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 102, 4.4.1996, σ. 2.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/122


Γλωσσικό καθεστώς που ισχύει στις αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης *

P6_TA(2009)0004

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά το γλωσσικό καθεστώς που ισχύει στις αιτήσεις αναιρέσεως κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (13301/2008 – C6-0348/2008 – 2008/0806(CNS))

(2010/C 46 E/24)

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το κείμενο του Συμβουλίου (13301/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 245, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 160, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης Ευρατόμ, σύμφωνα με τα οποία κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0348/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0508/2008),

1.

εγκρίνει το κείμενο του Συμβουλίου·

2.

καλεί το Συμβούλιο, στην περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

3.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στο υποβαλλόμενο προς διαβούλευση κείμενο·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/123


Οδηγία πλαίσιο για την ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων ***II

P6_TA(2009)0010

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των φυτοφαρμάκων (6124/2008 – C6-0323/2008 – 2006/0132(COD))

(2010/C 46 E/25)

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (6124/2008 – C6-0323/2008) (1),

έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση (2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2006)0373),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0443/2008),

1.

εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 254 Ε, 7.10.2008, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 157.


P6_TC2-COD(2006)0132

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των φυτοφαρμάκων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία …)


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/124


Διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά ***II

P6_TA(2009)0011

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (11119/8/2008 – C6-0326/2008 – 2006/0136(COD))

(2010/C 46 E/26)

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (11119/8/2008 – C6-0326/2008) (1),

έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση (2) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2006)0388),

έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2008)0093),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0444/2008),

1.

εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 266 Ε, 21.10.2008, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 263 Ε, 16.10.2008, σ. 181.


P6_TC2-COD(2006)0136

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …)


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/125


Συντονισμός των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων όσον αφορά ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση) ***I

P6_TA(2009)0012

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση) (COM(2008)0458 – C6-0287/2008 – 2008/0153(COD))

(2010/C 46 E/27)

(Διαδικασία συναπόφασης: αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0458),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 47, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0287/2008),

έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία, της 28ης Νοεμβρίου 2001, για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων (1),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 80α και 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0497/2008),

A.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως έχει προσαρμοστεί στις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και όπως τροποποιείται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 77, 28.3.2002, σ.1.


P6_TC1-COD(2008)0153

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση)

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/65/ΕΚ.)


Τετάρτη, 14ης Ιανουαρίου 2009

24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/126


Χαρακτηριστικά ασφαλείας και χρήση βιομετρικών στοιχείων στα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα ***I

P6_TA(2009)0015

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2252/2004 του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση προτύπων για τα χαρακτηριστικά ασφαλείας και τη χρήση βιομετρικών στοιχείων στα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα των κρατών μελών (COM(2007)0619 – C6-0359/2007 – 2007/0216(COD))

(2010/C 46 E/28)

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0619),

έχοντας υπόψη τo άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 62, παράγραφος 2, στοιχείο α, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0359/2007),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0500/2008),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

εγκρίνει τις συνημμένες κοινές δηλώσεις·

3.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


P6_TC1-COD(2007)0216

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 14 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2252/2004 του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση προτύπων για τα χαρακτηριστικά ασφαλείας και τη χρήση βιομετρικών στοιχείων στα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα των κρατών μελών

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 444/2009.)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάγκη αύξησης της ασφάλειας των διαβατηρίων και εγγράφων ταξιδίου μέσω της χρήσης ασφαλών δικαιολογητικών εγγράφων (breeder documents δηλ. εγγράφων που παράγουν άλλα έγγραφα)

Με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας των κρατών μελών να εκδίδουν διαβατήρια και άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο υπογραμμίζουν ότι ο στόχος της ενίσχυσης της ασφάλειας των διαβατηρίων μπορεί να υπονομευθεί εάν τα διαβατήρια εκδίδονται βάσει αναξιόπιστων δικαιολογητικών εγγράφων.

Το διαβατήριο από μόνο του αποτελεί ένα μόνο κρίκο της αλυσίδας ασφάλειας, αρχής γενομένης από την υποβολή των δικαιολογητικών εγγράφων, έως την καταγραφή των βιομετρικών δεδομένων και, τέλος, την σύγκριση στα σημεία διέλευσης των συνόρων. Αυτή η αλυσίδα διαδικασιών καθορίζεται από την ασφάλεια του πιο αδύναμου κρίκου της.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο επισημαίνουν ότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές καταστάσεις και διαδικασίες στα κράτη μέλη σχετικά με το ποια δικαιολογητικά έγγραφα πρέπει να προσκομισθούν προκειμένου να ζητηθεί η έκδοση διαβατηρίου και ότι κανονικά αυτά τα έγγραφα έχουν λιγότερα χαρακτηριστικά ασφάλειας από ότι το ίδιο το διαβατήριο, και ότι είναι πιο πιθανό να αποτελέσουν αντικείμενο παραποιήσεων και πλαστογραφήσεων.

Το Συμβούλιο πρέπει συνεπώς να προετοιμάσει ένα ερωτηματολόγιο για τα κράτη μέλη ούτως ώστε να μπορεί να συγκρίνει τις διαδικασίες και το ποια έγγραφα είναι απαραίτητα σε κάθε κράτος μέλος για την έκδοση διαβατηρίου ή ταξιδιωτικού εγγράφου. Αυτή η ανάλυση θα πρέπει να αξιολογήσει την πιθανή ανάγκη για τη δημιουργία κοινών αρχών ή κατευθυντηρίων αρχών για την καλύτερη πρακτική στον τομέα αυτό.

Κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη μελέτη που αναφέρεται στο άρθρο 5α

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σημειώνουν ότι η Επιτροπή θα διεξαγάγει μία μόνον μελέτη για τους σκοπούς του άρθρου 5α του παρόντος κανονισμού και του άρθρου 2 του [σχεδίου] κανονισμού για την τροποποίηση της κοινής προξενικής εγκυκλίου.


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/128


Δημόσιες συμβάσεις στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας ***I

P6_TA(2009)0016

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας (COM(2007)0766 – C6-0467/2007 – 2007/0280(COD))

(2010/C 46 E/29)

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0766),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, το άρθρο 47, παράγραφος 2 και τα άρθρα 55 και 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0467/2007),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0415/2008),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


P6_TC1-COD(2007)0280

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 14 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2009/81/ΕΚ.)


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/129


Επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα (διχλωρομεθάνιο) ***I

P6_TA(2009)0017

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης μερικών επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων (διχλωρομεθάνιο) (COM(2008)0080 – C6-0068/2008 – 2008/0033(COD))

(2010/C 46 E/30)

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0080),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0068/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A6-0341/2008),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


P6_TC1-COD(2008)0033

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 14 Ιανουαρίου 2009 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης του διχλωρομεθανίου

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, απόφαση αριθ. 455/2009/ΕΚ.)


24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/130


Εξουσιοδότηση κύρωσης της σύμβασης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 2007 σχετικά με την εργασία στον τομέα της αλιείας (σύμβαση αριθ. 188) *

P6_TA(2009)0018

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την εξουσιοδότηση των κρατών μελών να κυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τη σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 2007 σχετικά με την εργασία στον τομέα της αλιείας (σύμβαση αριθ. 188) (COM(2008)0320 – C6-0218/2008 – 2008/0107(CNS))

(2010/C 46 E/31)

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (COM(2008)0320),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση αριθ. 188 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με την εργασία στον τομέα της αλιείας, που εγκρίθηκε στις 14 Ιουνίου 2007,

έχοντας υπόψη το άρθρο 42 και το άρθρο 300, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ,

έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0218/2008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και το άρθρο 83, παράγραφος 7, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Αλιείας (A6-0423/2008),

1.

εγκρίνει την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου·

2.

καλεί όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να προβούν τάχιστα στην κύρωση της Σύμβασης και να θέσουν σε εφαρμογή το περιεχόμενό της πριν από την ολοκλήρωση της διαδικασίας κύρωσης·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.