ISSN 1725-2415 doi:10.3000/17252415.C_2009.317.gre |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Ανακοινώσεις και Πληροφορίες |
52ό έτος |
Ανακοίνωση αριθ |
Περιεχόμενα |
Σελίδα |
|
I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις |
|
|
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ |
|
|
Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή |
|
|
455η σύνοδος ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 |
|
2009/C 317/01 |
||
2009/C 317/02 |
||
2009/C 317/03 |
||
2009/C 317/04 |
||
2009/C 317/05 |
||
2009/C 317/06 |
||
2009/C 317/07 |
||
2009/C 317/08 |
||
|
III Προπαρασκευαστικές πράξεις |
|
|
Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή |
|
|
455η σύνοδος ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 |
|
2009/C 317/09 |
||
2009/C 317/10 |
||
2009/C 317/11 |
||
2009/C 317/12 |
||
2009/C 317/13 |
||
2009/C 317/14 |
||
2009/C 317/15 |
||
2009/C 317/16 |
||
2009/C 317/17 |
||
2009/C 317/18 |
||
2009/C 317/19 |
||
2009/C 317/20 |
||
2009/C 317/21 |
||
2009/C 317/22 |
||
2009/C 317/23 |
||
2009/C 317/24 |
||
2009/C 317/25 |
||
EL |
|
I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή
455η σύνοδος ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/1 |
455Η ΣΫΝΟΔΟΣ ΟΛΟΜΈΛΕΙΑΣ ΤΗΣ 15ΗΣ ΚΑΙ 16ΗΣ ΙΟΥΛΊΟΥ 2009
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ολοκλήρωση των πολιτικών για τις μεταφορές και τη χρήση της γης με στόχο πιο βιώσιμες αστικές μεταφορές»
(διερευνητική γνωμοδότηση)
(2009/C 317/01)
Εισηγητής: ο κ. OSBORN
Με επιστολή της 3ης Νοεμβρίου 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα:
Ολοκλήρωση των πολιτικών για τις μεταφορές και τη χρήση της γης με στόχο πιο βιώσιμες αστικές μεταφορές.
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Osborn.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 114 ψήφους υπέρ και 1 ψήφο κατά την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Σύνοψη
1.1. Οι άνθρωποι χρειάζονται τις μεταφορές για την πρόσβαση στην εργασία τους, στα καταστήματα, στα σχολεία και σε όλους τους άλλους προορισμούς του σύγχρονου βίου. Η ανάπτυξη και η συντήρηση των συστημάτων μεταφοράς κάθε είδους αποτελούν σημαντικό καθήκον της δημόσιας πολιτικής. Οι μεταφορές έχουν, όμως, και αρνητικές πλευρές. Προξενούν ρύπανση, συμφόρηση και ατυχήματα. Οι συγκοινωνιακές συνδέσεις (ή η απουσία τους) δεν παρέχουν μόνο στήριξη στις τοπικές κοινότητες, αλλά μπορούν και να τις χωρίσουν και να τις απομονώσουν. Επίσης, οι μεταφορές συντελούν σημαντικά στις εκπομπές CO2 και στην εντεινόμενη απειλή της αλλαγής του κλίματος.
1.2. Καθίσταται, συνεπώς, όλο και πιο επιτακτική η ανάγκη να θεσπίσουν οι δημόσιες αρχές σε όλα τα επίπεδα πιο βιώσιμα πρότυπα μεταφοράς, τα οποία να ανταποκρίνονται στις ανάγκες μετακίνησης των πολιτών, και ταυτόχρονα να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις. Τα προβλήματα είναι πιο σοβαρά στις αστικές περιοχές, οι οποίες έχουν και τη μεγαλύτερη ανάγκη στρατηγικών για πιο βιώσιμες μεταφορές.
1.3. Τα πρότυπα των συγκοινωνιακών μετακινήσεων στις αστικές περιοχές είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένα με τα πρότυπα χρήσης της γης. Για να επιτευχθούν πιο βιώσιμες μεταφορές, συνεπώς, είναι απαραίτητο να υιοθετηθούν ολοκληρωμένες πολιτικές για τη χρήση της γης και στρατηγικές και πολιτικές για τις μεταφορές.
1.4. Η ευθύνη για την ανάπτυξη και την εφαρμογή ολοκληρωμένων στρατηγικών ανήκει κυρίως στο τοπικό και στο εθνικό επίπεδο. Σε ορισμένες πόλεις, μεγαλουπόλεις και χώρες της Ευρώπης έχει ήδη συντελεσθεί κάποια πρόοδος προς τη βιωσιμότητα σ’ αυτόν τον τομέα. Αλλά η πρόοδος είναι μέχρι στιγμής σποραδική. Υπάρχει περιθώριο και ανάγκη να αναληφθεί μια πρωτοβουλία ευρωπαϊκού επιπέδου για την προαγωγή και την επίσπευση της υιοθέτησης και της εφαρμογής πιο βιώσιμων, ολοκληρωμένων στρατηγικών για τη χρήση της γης και τις μεταφορές στις πόλεις και στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης.
1.5. Τα κύρια στοιχεία αυτής της πρωτοβουλίας θα πρέπει να είναι τα εξής:
— |
Έναρξη μιας νέας ερευνητικής πρωτοβουλίας για τον ακριβέστερο εντοπισμό των κύριων χαρακτηριστικών των βέλτιστων πρακτικών σε αυτό το πεδίο |
— |
Ανάπτυξη μιας αξιόπιστης σειράς δεικτών της προόδου προς τις βιώσιμες μεταφορές |
— |
Επισκόπηση των εθνικών και των τοπικών εμπειριών και συστημάτων νομοθετικής και χρηματοδοτικής υποστήριξης από την άποψη του αντικτύπου τους στις μεταφορές και στις εκπομπές CO2 |
— |
Ανάπτυξη νέου ευρωπαϊκού πλαισίου για τις βιώσιμες αστικές μεταφορές και τη χρήση της γης |
— |
Επισκόπηση της ισορροπίας άλλων ευρωπαϊκών πολιτικών και προγραμμάτων, ώστε ο συνολικός αντίκτυπος της ευρωπαϊκής πολιτικής να παρέχει μεγαλύτερη υποστήριξη στις βιώσιμες μεταφορές |
— |
Ανάπτυξη ευφυών συστημάτων μεταφορών (ITS). |
2. Γενικές παρατηρήσεις
2.1. Οι σύγχρονες κοινωνίες εξαρτώνται πολύ από τις μεταφορές. Ως άτομα, βασιζόμαστε στις συγκοινωνίες για τη μετάβαση στην εργασία, στα καταστήματα, στις δραστηριότητες αναψυχής και σχεδόν οπουδήποτε αλλού επιθυμούμε να μεταβούμε. Οι επιχειρήσεις χρειάζονται επίσης τις μεταφορές για την παραγωγή και τη διανομή των προϊόντων και των υπηρεσιών τους ανά τον κόσμο.
2.2. Τους δύο τελευταίους αιώνες η εξέλιξη της τεχνολογίας των μεταφορών αύξησε σημαντικά τις αποστάσεις που μπορούν να διανυθούν άνετα σε προσιτές τιμές και διεύρυνε το φάσμα των προϊόντων, των υπηρεσιών και των τρόπων ζωής που διατίθενται στους ανθρώπους. Άλλαξε επίσης τον τρόπο ανάπτυξης των αστικών οικισμών, οι οποίοι δεν χρειάζεται πλέον να συνωστίζονται γύρω από μικρά κέντρα, με υποδομές, που είναι προσιτές κυρίως με τα πόδια. Μπορούν να εξαπλωθούν με μικρότερη πυκνότητα σε εκτενείς περιοχές, που συνδέονται με οδικά δίκτυα και συστήματα συγκοινωνιών.
2.3. Οι αλλαγές αυτές έχουν επιφέρει πολλά πλεονεκτήματα. Έχουν, όμως δημιουργήσει και σημαντικά προβλήματα. Η συνεχής αύξηση της ζήτησης μεταφορών δημιουργεί συμφόρηση και καθυστερήσεις. Οι τοπικές κοινότητες χάνουν τη συνοχή τους, καθώς οι τοπικές υποδομές αντικαθίστανται από πιο απομακρυσμένες και οι άνθρωποι χάνουν την επαφή με τους γείτονές τους. Οι περισσότεροι μηχανοκίνητοι τρόποι μεταφοράς προξενούν θόρυβο και ρύπανση και παράγουν επίσης εκπομπές CO2, ενώ η συνεχής αύξηση της ζήτησης μεταφορών είναι μία από τις σημαντικότερες αιτίες της αλλαγής του κλίματος.
2.4. Για πολλά χρόνια οι κυβερνήσεις θεωρούσαν τη διεύρυνση των δυνατοτήτων μετακίνησης ως δημόσιο αγαθό. Η δημόσια πολιτική και οι επενδύσεις στο πεδίο των μεταφορών είχαν στόχο την επέκταση των συγκοινωνιακών δικτύων και την ευρύτερη διάθεσή τους σε όλους.
2.5. Πολλές άλλες δημόσιες πολιτικές και προγράμματα συντελούν επίσης στην αύξηση της ζήτησης για περισσότερες και μακρινότερες διαδρομές και μετακινήσεις. Πολλά νέα οικιστικά συγκροτήματα χτίζονται με χαμηλότερες πυκνότητες που είναι απρόσφορες για τις δημόσιες συγκοινωνίες, καθώς υποτίθεται ότι οι ένοικοι θα βασίζονται στα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς για να πάνε όπου χρειάζεται. Κατά τις αναδιοργανώσεις των σχολείων, των νοσοκομείων και άλλων δημόσιων υπηρεσιών, η τάση είναι να κατασκευάζονται μεγαλύτερες, αλλά πιο απομακρυσμένες εγκαταστάσεις. Οι κατασκευαστές εμπορικών εγκαταστάσεων δείχνουν παρόμοια προτίμηση σε μεγάλες, νέες τοποθεσίες εκτός πόλης.
2.6. Σήμερα οι αντιλήψεις αλλάζουν σταδιακά. Οι άνθρωποι αρχίζουν να αναγνωρίζουν και τις αρνητικές πτυχές των μεταφορών, εκτός από τα πλεονεκτήματά τους. Η δημόσια πολιτική προσαρμόζεται επίσης. Η πολιτική μεταφορών και τα προγράμματά της οφείλουν πάντα να εξασφαλίζουν ικανοποιητική κάλυψη των βασικών συγκοινωνιακών αναγκών. Ταυτόχρονα, όμως, αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο ότι οι πολιτικές για τις μεταφορές, τη χρήση της γης κλπ. πρέπει να περιλαμβάνουν και μέτρα για τη μείωση ή τη συγκράτηση της συνολικής ζήτησης μεταφορών και την ενθάρρυνση της χρήσης πιο βιώσιμων τρόπων μεταφοράς, όπως οι δημόσιες συγκοινωνίες, το περπάτημα και το ποδήλατο, κατά προτίμηση αντί του Ι.Χ. αυτοκινήτου.
2.7. Οι εντεινόμενες απειλές της αλλαγής του κλίματος και της ανασφάλειας του πετρελαϊκού εφοδιασμού καθιστούν ακόμη πιο επιτακτικά αυτά τα διλήμματα, όπως και την ανάγκη δυναμικότερης δράσης για τη μείωση της ζήτησης μεταφορών και τον περιορισμό τους σε βιωσιμότερα μέσα. Ο στόχος αυτός ενδέχεται να επιβάλει ουσιαστικές αλλαγές στα πρότυπα χρήσης της γης και κινητικότητας.
2.8. Μπορούν να εντοπιστούν βασικά τέσσερις νέοι στόχοι των πολιτικών για τις μεταφορές και τη χρήση της γης:
— |
Ενθάρρυνση της επιλογής κατοικίας σε τοποθεσία πλησιέστερη στον τόπο εργασίας, εκπαίδευσης και αναψυχής ή/και χωροθέτηση των τόπων εργασίας και εκπαίδευσης πιο κοντά στις οικιστικές περιοχές, προκειμένου να περιορισθούν η συμφόρηση, η ρύπανση και οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα των τοπικών κοινοτήτων. |
— |
Ενθάρρυνση της χρήσης των δημόσιων συγκοινωνιών, του περπατήματος ή του ποδηλάτου από τα άτομα που έχουν τη σχετική ικανότητα, όπου αυτό είναι εφικτό, και αποθάρρυνση της χρήσης του αυτοκινήτου. |
— |
Ενθάρρυνση των επιχειρήσεων να χρησιμοποιούν εντόπιες πηγές υλικών και εργατικού δυναμικού, ώστε να περιορισθούν οι συνεπαγόμενες μετακινήσεις. |
— |
Αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τους κοντινότερους προορισμούς διακοπών, ώστε να μειωθεί ή να περιορισθεί η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση αερομεταφορών και η βλάβη που προκαλείται στο περιβάλλον. |
2.9. Υπάρχει τεράστια κοινωνική και οικονομική δυναμική πίσω από τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση μεταφορών και δεν είναι εύκολος ο περιορισμός ή η εκτροπή της. Η πείρα δείχνει ότι αυτά μπορούν να επιτευχθούν μόνον εάν η πολιτική αναπτυχθεί ολοκληρωμένα, με διασύνδεση των πολιτικών για τις μεταφορές, τη χρήση της γης κλπ., ώστε να αλληλοενισχύονται, και με την ανάπτυξή τους κατά τρόπο ανοιχτό, διαφανή και δημοκρατικό, ώστε να εξασφαλισθεί επαρκής πολιτική και λαϊκή υποστήριξή τους σε όλες τις βαθμίδες διακυβέρνησης. Κατά την ανάπτυξη των νέων στρατηγικών και πολιτικών θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις ανάγκες των ηλικιωμένων, των ατόμων με αναπηρίες και των νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα.
3. Στοιχεία των συντονισμένων πολιτικών για τις μεταφορές και τη χρήση της γης και των πολιτικών για τις βιώσιμες μεταφορές
3.1. Οι πολιτικές για τη χρήση της γης και συναφείς τομείς που μπορούν να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη πιο βιώσιμων αστικών μεταφορών περιλαμβάνουν τα εξής στοιχεία:
— |
την προώθηση μεγαλύτερων πυκνοτήτων δόμησης· |
— |
την προώθηση συμπαγών μορφών αστικής ανάπτυξης, με μικρές διαδρομές προς όλες τις σημαντικές υπηρεσίες· |
— |
την προώθηση κατά προτίμηση της ανάπτυξης ή εξάπλωσης των πόλεων μικρού και μεσαίου μεγέθους αντί της περαιτέρω ανάπτυξης των ήδη υπερεξαπλωμένων μεγαλουπόλεων· |
— |
τον περιορισμό της περαιτέρω παρείσφρησης των μεγαλουπόλεων στις περιβάλλουσες εκτάσεις πρασίνου και την καθιέρωση ζωνών πρασίνου εντός και γύρω από τις μεγαλουπόλεις· |
— |
την ενθάρρυνση της δημιουργίας μικρότερων, πιο τοπικών υποδομών (καταστημάτων, σχολείων, εκκλησιών, νοσοκομείων, δημοσίων υπηρεσιών κλπ.) με μικρή εμβέλεια και την αποθάρρυνση των μεγαλύτερων και πιο μακρινών υποδομών με μεγαλύτερη και πιο διάσπαρτη εμβέλεια· |
— |
την ενθάρρυνση της οικιστικής ανάπτυξης μεικτής χρήσης αντί του διαχωρισμού των διαφόρων λειτουργιών σε ζώνες προσβάσιμες μόνο με αυτοκίνητο ή με δημόσιες συγκοινωνίες· |
— |
την ενθάρρυνση της διαβίωσης πιο κοντά στον χώρο εργασίας ή σε άλλους τακτικούς προορισμούς· |
— |
την ενθάρρυνση της εργασίας, των αγορών κλπ. από το σπίτι, με πλήρη αξιοποίηση του Διαδικτύου· |
— |
τη συχνότερη χωροθέτηση των σημαντικών υποδομών (δημόσιων ή ιδιωτικών) σε τοποθεσίες ευπρόσιτες με τις δημόσιες συγκοινωνίες και τον περιορισμό του διαθέσιμου χώρου στάθμευσης Ι.Χ. αυτοκινήτων σε αυτές τις υποδομές ή τη δυνατότητα επιβολής σημαντικών τελών για τη στάθμευσή τους· |
— |
την παρότρυνση των επιχειρήσεων να διεξάγουν τις δραστηριότητές τους σε τοποθεσία που εξυπηρετεί τους τοπικούς εργαζομένους, προμηθευτές και καταναλωτές, η οποία να είναι προσβάσιμη με τις δημόσιες συγκοινωνίες· |
— |
την παρότρυνση των επιχειρήσεων να χρησιμοποιούν τοπικές πηγές υλικών και εργατικού δυναμικού και να εξυπηρετούν τοπικές αγορές, να αποφεύγουν τις πωλήσεις εξ αποστάσεως και να περιορίσουν τον αντίκτυπο της παγκοσμιοποίησης· |
— |
την καθιέρωση μιας τεχνικά τεκμηριωμένης εσωτερίκευσης του εξωτερικού κόστους. |
3.2. Οι πολιτικές μεταφορών που μπορούν να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη πιο βιώσιμων αστικών μεταφορών περιλαμβάνουν τα εξής στοιχεία:
— |
την προώθηση καλών, καθαρών, προσιτών και ενεργειακά αποδοτικών δημόσιων συγκοινωνιών· |
— |
την ανακατανομή πόρων από τις επενδύσεις σε οδικά έργα σε επενδύσεις στις δημόσιες συγκοινωνίες· |
— |
την προώθηση διαδρόμων ή λωρίδων κυκλοφορίας αποκλειστικά προοριζόμενων για τις δημόσιες συγκοινωνίες· |
— |
τον περιορισμό του χρόνου και του χώρου στάθμευσης των Ι.Χ. αυτοκινήτων στο κέντρο της πόλης· |
— |
την προώθηση σχεδίων πεζοδρόμησης, μονοπατιών, διαβάσεων πεζών και ποδηλατοδρόμων· |
— |
την προώθηση συστημάτων διαχείρισης της κινητικότητας· |
— |
την αύξηση της ευαισθητοποίησης μέσω της παροχής πληροφοριών για τις μετακινήσεις· |
— |
την προώθηση της επιβολής τελών για τη χρήση του οδικού δικτύου· |
— |
τον συνυπολογισμό στη φορολογία των οχημάτων και των καυσίμων όλου του εξωτερικού κόστους αυτών των τρόπων μεταφοράς για την κοινωνία, συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών CO2 και άλλων ρύπων· |
— |
την ενθάρρυνση των μεν δημόσιων αρχών να εγκαθίστανται σε συμπαγή κτηριακά συγκροτήματα, των δε υπαλλήλων να χρησιμοποιούν τις δημόσιες συγκοινωνίες για τη μετάβασή τους στον τόπο εργασίας και να ακολουθούν ευέλικτα ωράρια εργασίας. |
3.3. Η πείρα δείχνει, ωστόσο, ότι οι πολιτικές αυτού του είδους δεν μπορούν να εφαρμοστούν αποσπασματικά. Είναι αποτελεσματικές και πολιτικά αποδεκτές μόνον όταν αποτελούν τμήμα μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής, που συνδυάζει τους στόχους της χρήσης της γης και των μεταφορών και περιλαμβάνει τη συμμετοχή πολλών υπηρεσιών του δημόσιου τομέα και πολλών φορέων του ιδιωτικού.
3.4. Για παράδειγμα, οι περιορισμοί της χρήσης των ιδιωτικών μέσων μεταφοράς στις μεγαλουπόλεις (όπως ο περιορισμός των χώρων στάθμευσης, τα τέλη χρήσης των οδικών υποδομών ή τα τέλη στάθμευσης) είναι αποδεκτοί και αποτελεσματικοί μόνον εάν εξασφαλιστούν αρκετά ικανοποιητικές (δηλ. καθαρές, ασφαλείς, συχνές, αξιόπιστες και οικονομικά προσιτές) δημόσιες συγκοινωνίες ως εναλλακτική επιλογή. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να ληφθούν ιδιαιτέρως υπόψη οι ανάγκες των ηλικιωμένων, των ατόμων με αναπηρίες και των νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα.
3.5. Ομοίως, για την ενθάρρυνση της χρήσης του ποδηλάτου απαιτείται ένα φάσμα μέτρων, το οποίο περιλαμβάνει την κατασκευή ειδικών ποδηλατόδρομων, την ύπαρξη επαρκών και ασφαλών χώρων στάθμευσης τόσο στους δημόσιους όσο και στους ιδιωτικούς χώρους, την παρότρυνση των ατόμων που είναι ικανά να χρησιμοποιούν το ποδήλατο αντί του αυτοκινήτου, τη στήριξη του κόστους των επαγγελματικών μετακινήσεων από τον εργοδότη και την καλλιέργεια «ποδηλατικής νοοτροπίας».
3.6. Για την ενθάρρυνση της τοπικής εγκατάστασης καταστημάτων και άλλων υποδομών, πάλι, απαιτούνται κατάλληλες χωροταξικές διευθετήσεις που ενθαρρύνουν τις μικρές, τοπικές υποδομές και παράλληλα αποθαρρύνουν τις μεγάλες υποδομές εκτός πόλης που είναι προσιτές μόνο με το αυτοκίνητο, ευνοϊκές τοπικές φορολογικές πολιτικές, προγράμματα αστικής ανάπλασης που αυξάνουν την ελκυστικότητα των μικρών, τοπικών υποδομών και τοπικά κέντρα στις γειτονιές που ασκούν καταλυτική επίδραση.
3.7. Δεν θα είναι εύκολο να ανακοπούν και να αντιστραφούν οι τάσεις που κυριαρχούν στην εξέλιξη των πόλεων και των αστικών μεταφορών τα τελευταία 100 χρόνια. Οι περισσότερες ενέργειες που έχουν αναληφθεί μέχρι σήμερα αφορούσαν το τοπικό επίπεδο και ήταν αποσπασματικές και πειραματικές. Οι διενέξεις μεταξύ των διάφορων οργάνων και βαθμίδων διακυβέρνησης εμπόδιζαν την πρόοδο. Θα πρέπει να υπερκεραστούν πολλά κατεστημένα συμφέροντα του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
3.8. Η εντεινόμενη απειλή της αλλαγής του κλίματος και το γεγονός ότι η συμβολή των μεταφορών στις συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της Ευρώπης εξακολουθεί να αυξάνεται, καθιστά ακόμη πιο επείγοντα τα εν λόγω προβλήματα. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε τη σημερινή απραξία να συνεχιστεί. Απαιτείται πολύ ταχύτερη μετάβαση σε πιο βιώσιμα πρότυπα αστικών μεταφορών και χρήσης της γης.
4. Δράση στο τοπικό και στο εθνικό επίπεδο
4.1. Ο σημαντικότερος ρόλος στο τοπικό επίπεδο ανήκει στις τοπικές χωροταξικές αρχές, σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές διαχείρισης των συγκοινωνιών και των αυτοκινητοδρόμων και άλλους δημόσιους φορείς. Οι χωροταξικές αρχές πρέπει να εκπονήσουν σχέδια χρήσης της γης που θα καθοδηγούν τη μορφή της οικιστικής ανάπτυξης και τις συγκοινωνιακές συνδέσεις κατά τρόπο που να εξασφαλίζει μελλοντικά πιο βιώσιμα πρότυπα μεταφορών (με την ανάπτυξη ευφυών συστημάτων μεταφορών). Οι αρχές συγκοινωνιών θα πρέπει να συμπληρώσουν αυτά τα χωροταξικά μέτρα με μέτρα που να εξασφαλίζουν ότι οι δημόσιες συγκοινωνίες είναι επαρκώς συχνές, αξιόπιστες και οικονομικά προσιτές, ώστε να αποτελούν αποδεκτή εναλλακτική επιλογή έναντι των ιδιωτικών μεταφορών. Οι αρχές των δύο τομέων θα πρέπει να αναπτύξουν από κοινού ολοκληρωμένες στρατηγικές για βιώσιμες μεταφορές και βιώσιμη χρήση της γης. Στη χάραξη των στρατηγικών αυτών θα πρέπει να συμμετέχουν και άλλοι δημόσιοι φορείς και μεγάλες οικοδομικές επιχειρήσεις, οι οποίοι θα πρέπει να λαμβάνουν πλήρως υπόψη τον αντίκτυπο των μεταφορών και στις δικές τους μελλοντικές στρατηγικές.
4.2. Θα χρειαστεί, φυσικά, χρόνος για να αναπτυχθεί μια πιο βιώσιμη μορφή αστικών μεταφορών και χρήσης της γης. Σκοπός των ολοκληρωμένων στρατηγικών πρέπει να είναι να διασφαλίζουν ότι, κάθε φορά που τροποποιούνται τα δίκτυα μεταφορών ή υπάρχει οικιστική ανάπτυξη και ανάπλαση, κάθε διαδοχικό βήμα βαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση. Ορισμένες ευρωπαϊκές πόλεις έχουν ήδη σημειώσει πρόοδο προς αυτή την κατεύθυνση και έχουν καθιερώσει σημαντικές καινοτόμους πολιτικές για την προώθηση πιο βιώσιμων μεταφορών. Γενικά, όμως, οι περισσότερες πόλεις εξακολουθούν να παρακωλύονται από την έλλειψη εξουσιών και χρηματοδοτικών πόρων, την ανυπαρξία πολιτικής βούλησης και την έλλειψη επαρκούς κατανόησης και υποστήριξης εκ μέρους των πολιτών. Αισθάνονται επίσης την πίεση να λάβουν μέρος στον ανταγωνισμό για την προσέλκυση νέων οικοδομικών έργων μη βιώσιμου τύπου. Απαιτείται μια νέα μορφή συνεργασίας για τη μετάβαση στις πιο πολυκεντρικές, συμπαγείς και βιώσιμες πόλεις του μέλλοντος. Θα πρέπει να υποστηριχθεί και να ενθαρρυνθεί το κίνημα «Transition Towns».
4.3. Οι εθνικές (και οι περιφερειακές) κυβερνήσεις πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ενθάρρυνση και την εξασφάλιση του σωστού είδους δράσης στο τοπικό επίπεδο. Ενδέχεται ενίοτε να χρειαστεί να προβούν στην αναδιάρθρωση των τοπικών φορέων και οργάνων ή στον αναπροσδιορισμό των ορίων τους, για να διευκολυνθεί η χάραξη πραγματικά ολοκληρωμένων στρατηγικών. Ή, πάλι, ενδέχεται να ζητήσουν ή να προτρέψουν τους διάφορους εμπλεκόμενους τοπικούς φορείς ή κρατικές υπηρεσίες να συνεργαστούν ως εταίροι στην ανάπτυξη των ολοκληρωμένων στρατηγικών. Ίσως ακόμη να χρειαστεί να παράσχουν κίνητρα, να συμβάλουν στην εμπέδωση των γνώσεων και της εμπειρογνωσίας και να εξασφαλίσουν τον συντονισμό των πολιτικών μεταξύ των διάφορων επιπέδων.
4.4. Οι εθνικές κυβερνήσεις είναι συνήθως υπεύθυνες για το βασικό ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τη χάραξη των σχεδίων χρήσης της γης και τα νέα οικοδομικά έργα και παρέχουν τα μέσα με τα οποία οι τοπικές αρχές μπορούν να ρυθμίζουν αυτά τα έργα κατά τέτοιον τρόπο ώστε να υποστηρίζουν μια ολοκληρωμένη στρατηγική.
4.5. Οι εθνικές κυβερνήσεις είναι συνήθως υπεύθυνες για το βασικό χρηματοδοτικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των επιχειρήσεων δημόσιων συγκοινωνιών και ενίοτε χρειάζεται να παρέχουν πηγές χρηματοδότησης για ορισμένες από τις μεγαλύτερες απαιτούμενες επενδύσεις. Ελέγχουν επίσης το δημοσιονομικό πλαίσιο και τα πρότυπα φορολόγησης, χρέωσης και ενίσχυσης που έχουν καθοριστικό αντίκτυπο στις ατομικές και στις συλλογικές αποφάσεις για τη χρήση της γης, την οικιστική ανάπτυξη και τις μεταφορές.
4.6. Προπαντός, όμως, οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην αφύπνιση του κοινού έναντι των κινδύνων που εγκυμονεί η απειλή της αλλαγής του κλίματος και της εξάντλησης των πόρων, καθώς και έναντι της ανάγκης να αναληφθεί πολύ πιο επείγουσα και σθεναρή δράση για την αλλαγή των προτύπων μεταφοράς και μετακίνησης. Γίνεται αντιληπτό πως όλες οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη χρειάζεται να αναπτύξουν ολοκληρωμένες στρατηγικές ή πλαίσια για τη διασύνδεση της χρήσης της γης και των μεταφορών στις πόλεις τους.
5. Δράση στο ευρωπαϊκό επίπεδο
5.1. Μέχρι σήμερα, η πολιτική και η δράση της ΕΕ στον τομέα των μεταφορών επικεντρώνονταν στη δημιουργία και στη διεύρυνση των μεγάλων δικτύων μεταφορών που συνδέουν μεταξύ τους τα διάφορα μέρη της Ευρώπης. Τα ταμεία περιφερειακής ανάπτυξης και συνοχής διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη αυτών των δικτύων και, ιδιαίτερα, στη διεύρυνση των μεγάλων οδικών δικτύων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ευρωπαϊκή επιρροή συχνά ενθάρρυνε την περαιτέρω διεύρυνση και διασπορά πολλών μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων και δυσχέρανε την εξέλιξη προς μια πιο βιώσιμη μορφή αστικών μεταφορών και χρήσης της γης.
5.2. Πρόσφατα, η Επιτροπή άρχισε να ασχολείται με την πρόκληση της προώθησης πιο βιώσιμων μορφών αστικών μεταφορών. Στην Πράσινη Βίβλο για τις αστικές μεταφορές και στην τεχνική έκθεση για βιώσιμα σχέδια αστικών μεταφορών που τη συνόδευε, προσδιόρισε πολλά από τα σημαντικότερα προβλήματα. Η ΕΕ παρέσχε επενδυτικούς πόρους μέσω των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής και μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Ενθάρρυνε, επίσης, την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και χορήγησε μικρές ενισχύσεις σε σχέδια έρευνας, ανάπτυξης και επίδειξης, π.χ. στο πλαίσιο του προγράμματος CIVITAS. Οι δραστηριότητες αυτές ήταν χρήσιμες και θα μπορούσαν να συνεχιστούν και να διευρυνθούν επωφελώς, αλλά δεν συνιστούν σε καμία περίπτωση ριζική μεταμόρφωση.
5.3. Οι νέες προκλήσεις της αλλαγής του κλίματος και η επείγουσα ανάγκη να αναληφθεί δράση σε όλους τους τομείς για τον περιορισμό των εκπομπών CO2 επιβάλλουν σήμερα όλο και πιο έντονα την ανάγκη μιας νέας συλλογικής ευρωπαϊκής προσπάθειας. Μόνο μια μεγάλη ευρωπαϊκή πρωτοβουλία μπορεί να δώσει την απαραίτητη επιτάχυνση στη διαδικασία μετάβασης σε καλύτερα συντονισμένα, βιώσιμα πρότυπα μεταφορών και χρήσης της γης στο μέλλον.
5.4. Η ΕΕ, βέβαια, έχει περιορισμένες αρμοδιότητες σ’ αυτόν τον τομέα και η εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας σημαίνει ότι οι αρμοδιότητες για τις τοπικές μεταφορές και τον σχεδιασμό της χρήσης της γης θα εξακολουθήσουν να ανήκουν, ως επί το πλείστον, στο τοπικό και στο εθνικό επίπεδο. Παρόλα αυτά, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι υπάρχει περιθώριο για σημαντική ενίσχυση της ευρωπαϊκής συμβολής στην υποκίνηση και στην ενθάρρυνση της δράσης στο τοπικό και στο εθνικό επίπεδο, ιδίως αν αναλογιστούμε τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ευρώπης στην καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος και στη συμβολή στη μείωση των εκπομπών CO2.
5.5. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ των πρόσφατων συστάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής των Περιφερειών για την ανάπτυξη του ρόλου της ΕΕ σε αυτό το πεδίο. Συνιστά δε στην Επιτροπή να υιοθετήσει, σε ένα νέο σχέδιο δράσης, μια προσέγγιση με πέντε σκέλη:
5.6. Α. Ανάληψη μιας σημαντικής νέας ερευνητικής προσπάθειας σχετικά με τις αλληλεπιδράσεις των αστικών μεταφορών και της χρήσης της γης
Υπάρχει μακρά και διακεκριμένη παράδοση ερευνών για την αλληλεπίδραση των αστικών μεταφορών και της χρήσης της γης στο 4ο και στο 5ο πρόγραμμα-πλαίσιο Ε&ΤΑ της ΕΕ (όπως π.χ. αναφέρεται στο: Marshall and Banister, eds.: Land Use and Transport: European Research: Towards Integrated Policies. London/Amsterdam: Elseviers, 2007). H ερευνητική αυτή παράδοση δεν συνεχίστηκε στο 6ο και στο 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο. Η αλλαγή του κλίματος και η πιθανή μελλοντική ανεπάρκεια της ενέργειας δημιουργούν νέες πολεοδομικές προκλήσεις και απαιτούν πολιτικά προσανατολισμένες έρευνες, που θα παράσχουν στους πολιτικούς αρμοδίους αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τον δυνητικό αντίκτυπο των ενδεχόμενων ολοκληρωμένων στρατηγικών στην αντιμετώπιση του αυξανόμενου κόστους της ενέργειας και στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Είναι, συνεπώς, απαραίτητο να επανεξεταστούν και να επικαιροποιηθούν τα πορίσματα των παλαιότερων μελετών υπό το πρίσμα αυτών των πιθανώς ριζικά διαφορετικών συνθηκών. Θα πρέπει να διερευνηθούν επειγόντως ιδίως τα ακόλουθα ζητήματα πολιτικής:
— |
Προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος: Ποιοι συνδυασμοί πολιτικών για τις μεταφορές και τη χρήση της γης είναι απαραίτητοι και εφικτοί, προκειμένου να περιοριστούν οι προβλεπόμενοι κίνδυνοι λόγω της αλλαγής του κλίματος, όπως οι πλημμύρες, οι κατολισθήσεις, τα κύματα θυέλλης, τα κύματα καύσωνα κλπ.; |
— |
Περιορισμός της αλλαγής του κλίματος: Με ποιους συνδυασμούς πολιτικών για τις μεταφορές και τη χρήση της γης είναι πιο πιθανό να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ και των κρατών μελών όσον αφορά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για το 2020 και το 2050, με τις λιγότερο αρνητικές επιπτώσεις από άποψη κόστους για την οικονομία, την κοινωνική ισονομία και την ποιότητα ζωής; |
— |
Πρόσβαση στις βασικές υπηρεσίες και στην κοινωνική ζωή: Ποιοι συνδυασμοί πολιτικών για τις μεταφορές και τη χρήση της γης είναι οι καλύτεροι για την επίτευξη ελάχιστων επιπέδων πρόσβασης με δημόσιες συγκοινωνίες στις βασικές υπηρεσίες (υγεία, λιανικό εμπόριο, εκπαίδευση) και στην κοινωνική ζωή (συμπεριλαμβανομένων ιδίως των αναγκών των ηλικιωμένων, των ατόμων με αναπηρίες και των νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα), ενόψει της γήρανσης/συρρίκνωσης του πληθυσμού και των υψηλών τιμών της ενέργειας; |
5.7. Β. Ανάπτυξη συγκεκριμένου συνόλου δεικτών που θα παρουσιάζουν την πρόοδο μιας αστικής περιοχής προς την κατεύθυνση των βιώσιμων μεταφορών
Οι δείκτες αυτοί θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να περιλαμβάνουν την αναλογία του συνόλου των μετακινήσεων που έγιναν με βιώσιμους τρόπους (περπάτημα, ποδήλατο και δημόσιες συγκοινωνίες) προς τις μετακινήσεις με ιδιωτικά μέσα μεταφοράς. Θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν επίσης δεδομένα σχετικά με το μέγεθος της εμβέλειας των διάφορων υποδομών (σχολείων, νοσοκομείων, δημόσιων υπηρεσιών, εμπορικών κέντρων κλπ.) και τον προοδευτικό περιορισμό αυτής της εμβέλειας μέσω της ενθάρρυνσης μικρότερων, πιο τοπικών υποδομών, με ταυτόχρονη διατήρηση των αποκεντρωμένων μονάδων των δημόσιων υπηρεσιών, που μειώνουν τη διάρκεια των μετακινήσεων για την πρόσβασή τους.
5.8. Γ. Έναρξη μιας πανευρωπαϊκής επισκόπησης των υφιστάμενων πρακτικών στα πεδία των αστικών μεταφορών και της χρήσης της γης
Βασικός στόχος αυτής της επισκόπησης θα πρέπει να είναι ο εντοπισμός των θεσμικών, των νομοθετικών και των χρηματοδοτικών συστημάτων που είναι τα πλέον χρήσιμα για τη μετάβαση στις βιώσιμες μορφές μεταφορών και χρήσης της γης. Η επισκόπηση θα μπορούσε να καλύπτει, ειδικότερα, ορισμένες από τις πιο πρόσφατες και πιο επίμαχες ιδέες, όπως είναι οι εξής:
— |
τα συστήματα επιβολής τελών για τη χρήση του οδικού δικτύου και τη στάθμευση ή ο περιορισμός των χώρων στάθμευσης στα αστικά κέντρα· |
— |
τα συστήματα για την χρηματοδότηση της ανάπτυξης ικανοποιητικών δημόσιων συγκοινωνιών και τη στήριξη της λειτουργίας τους· |
— |
τα συστήματα υποχρέωσης των κατασκευαστών μεγάλων υποδομών δημόσιας πρόσβασης να εξασφαλίζουν επαρκείς συνδέσεις με τα συστήματα δημόσιων συγκοινωνιών και να περιορίσουν τον παρεχόμενο χώρο στάθμευσης για τα Ι.Χ. αυτοκίνητα· |
— |
τα συστήματα υποχρέωσης των δημόσιων και των ιδιωτικών οικοδομικών επιχειρήσεων να λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο των μεταφορών στη χάραξη των δικών τους μελλοντικών σχεδίων και, ενδεχομένως, η επιβολή τελών ή φόρων στους κατασκευαστές και στους διαχειριστές των μεγάλων υποδομών για τις πρόσθετες επιπτώσεις των αποφάσεών τους στην τοπική κοινότητα από άποψη μετακινήσεων και εκπομπών CO2. |
5.9. Δ. Ανάπτυξη ευρωπαϊκού πλαισίου για τις βιώσιμες αστικές μεταφορές και τη βιώσιμη χρήση της γης
Το πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει:
— |
Κατευθυντήριες γραμμές για τις εθνικές στρατηγικές των κρατών μελών για την προαγωγή βιώσιμων μεταφορών και χρήσεων της γης. Κάθε εθνική στρατηγική, με τη σειρά της, θα επέβαλλε στις τοπικές αρχές χωροταξίας, συγκοινωνιών και διαχείρισης των αυτοκινητοδρόμων (και άλλους σχετικούς δημόσιους φορείς) να συνεργαστούν για την ανάπτυξη τοπικών σχεδίων χρήσης της γης και βιώσιμων μεταφορών για κάθε πόλη ή μεγάλο αστικό οικισμό. |
— |
Κατευθυντήριες γραμμές για τις ορθές πρακτικές και τις συγκριτικές αξιολογήσεις κατά τη χάραξη των τοπικών στρατηγικών, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης συστηματικών και εκτενών διαβουλεύσεων με το κοινό και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ώστε να αναπτυχθεί ευρεία ευαισθητοποίηση έναντι των απαιτούμενων αλλαγών και όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συναίνεση σε σχέση με τη μελλοντική πορεία. |
— |
Δείκτες για τη μέτρηση της προόδου προς τη βιωσιμότητα και για την αξιολόγηση της συμβολής κάθε πόλης και περιφέρειας στη μείωση των εκπομπών CO2 με τα πιο βιώσιμα σχέδια. |
— |
Πρόβλεψη χρηματοδοτικής υποστήριξης, είτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο είτε σε εθνικό, για τις επενδύσεις που απαιτούνται για τη διαχρονική εφαρμογή των στρατηγικών. Το πρόγραμμα CIVITAS έχει υποστηρίξει ορισμένες εξαίρετες πρωτοβουλίες και, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, θα πρέπει να διευρυνθεί. |
5.10. Ε. Επισκόπηση των λοιπών νομοθετικών ρυθμίσεων και χρηματοδοτικών προγραμμάτων της ΕΕ που έχουν επίδραση στις μεταφορές και στη χρήση της γης
Το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών δαπανών στον τομέα των μεταφορών χορηγήθηκε για την επέκταση των οδικών, σιδηροδρομικών και αεροπορικών υποδομών προς όφελος της οικονομικής ανάπτυξης, με περιορισμένη αποτίμηση του αντικτύπου τους στις εκπομπές CO2 και στη βιωσιμότητα. Θα ήταν τώρα σκόπιμο να αξιολογηθεί η ισορροπία αυτών των προγραμμάτων, να καθιερωθεί η συστηματική αποτίμηση του αντικτύπου των σχετικών επενδύσεων στις εκπομπές CO2 και να αναπροσανατολιστούν τα προγράμματα έτσι ώστε να παρέχουν περισσότερη στήριξη στις δημόσιες συγκοινωνίες, στα σιδηροδρομικά δίκτυα και στις βιώσιμες αστικές μεταφορές και λιγότερη στην προαγωγή της περαιτέρω διεύρυνσης της βαριάς, ρυπογόνου κυκλοφορίας μεγάλων αποστάσεων.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/7 |
Γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Βιομηχανικών Μεταλλαγών (CCMI) με θέμα «Η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής υαλουργίας και κεραμικής βιομηχανίας με ιδιαίτερη αναφορά στη δέσμη μέτρων για την ενέργεια και το κλίμα της ΕΕ»
(διερευνητική γνωμοδότηση που ζητήθηκε από την τσεχική προεδρία)
(2009/C 317/02)
Εισηγητής: ο κ. ZBOŘIL
Συνεισηγητής: ο κ. CHRUSZCZOW
Με επιστολή της 10ης Δεκεμβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Τσεχικής Δημοκρατίας, αρμόδιος για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, κ. Marek Mora, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα:
Η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής υαλουργίας και κεραμικής βιομηχανίας με ιδιαίτερη αναφορά στη δέσμη μέτρων για την ενέργεια και το κλίμα της ΕΕ.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες για το θέμα, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 4 Ιουνίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Zboril και του συνεισηγητή κ. Chruszczow.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την παρούσα γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. H ευρωπαϊκή υαλουργία και κεραμική βιομηχανία αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της οικονομικής δομής της Κοινότητας και είναι ίσως από τις παλαιότερες βιομηχανικές δραστηριότητες με ιστορία που φθάνει τα 4 000 χρόνια. Σήμερα, αντιμετωπίζουν πολυάριθμες προκλήσεις όσον αφορά την ανταγωνιστικότητά τους, πολλές από τις οποίες οφείλονται στην παγκοσμιοποίηση, στις αυξημένες περιβαλλοντικές ρυθμίσεις και στο αυξανόμενο κόστος της ενέργειας.
1.2. Και οι δύο κλάδοι είναι υψηλής εντάσεως ενέργειας. Και οι δύο χρησιμοποιούν ντόπιες πρώτες ύλες και τα προϊόντα τους πωλούνται κυρίως εντός της ΕΕ (ωστόσο, οι επιμέρους κλάδοι των γυάλινων δοχείων και των επιτραπέζιων σκευών διαθέτουν μεγάλη εξαγωγική αγορά· τα επιτραπέζια είδη εξάγονται σε όλο τον κόσμο και οι γυάλινες συσκευασίες χρησιμοποιούνται για μεγάλο μέρος των εξαγωγών ειδών υψηλής ποιότητας της ΕΕ). Οι δύο επιμέρους κλάδοι έχουν δημιουργήσει περίπου μισό εκατομμύριο άμεσων θέσεων εργασίας και πολύ μεγαλύτερο αριθμό έμμεσων τόσο στον κλάδο προμήθειας πρώτων υλών όσο και στους κλάδους που χρησιμοποιούν τα προϊόντα τους (κυρίως τον τομέα των κατασκευών).
1.3. Τα προϊόντα αυτά είναι απαραίτητα στην παρούσα φάση για την ανάπτυξη της Κοινότητας και δεν διατίθενται άμεσα πολλά ανταγωνιστικά υλικά υποκατάστασης. Και οι δύο κλάδοι υφίστανται ανταγωνισμό από αναπτυσσόμενες χώρες που επωφελήθηκαν από το δυσκολότερο επιχειρηματικό περιβάλλον στην ΕΕ.
1.4. Από την άποψη της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και της εξοικονόμησης ενέργειας, τα υαλουργικά προϊόντα, εάν υποβληθούν στην κατάλληλη ανακύκλωση, υπερκαλύπτουν τη χρησιμοποιούμενη ενέργεια και τις εκπομπές άνθρακος που εκλύονται κατά την παραγωγή. Κατά συνέπεια, η χρήση των εν λόγω προϊόντων έχει καθοριστική σημασία για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της Ευρώπης όσον αφορά τη στέγη, τις μεταφορές και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με διάρκεια αντοχής είκοσι και περισσότερων ετών. Η τελική απόθεση, μετά από επανειλημμένες ανακυκλώσεις, χαρακτηρίζεται πάντα από μηδενική εκπομπή.
1.5. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να εξεταστούν οι κύριες πτυχές που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα των κλάδων της υαλουργίας και της κεραμικής βιομηχανίας έτσι ώστε να καταστεί ευνοϊκότερο το επιχειρηματικό περιβάλλον στην ΕΕ, σύμφωνα με τις συστάσεις που διατυπώνονται σε αναλύσεις για τους δύο κλάδους (1). Οι ιδιαιτερότητες των δύο κλάδων πρέπει να ληφθούν υπόψη· συγκεκριμένα πρόκειται για τις διάφορες εφαρμογές και χρήσεις, τα ποικίλα φάσματα προϊόντων, τα περιβαλλοντικά οφέλη, τα επίπεδα εντάσεως ενέργειας, το επίπεδο συγκέντρωσης στους κλάδους και την περιφερειακή τους διάσταση, καθώς και το μερίδιο των ΜΜΕ στους δύο κλάδους.
1.6. Το πολυτιμότερο και αναντικατάστατο πλεονέκτημα της υαλουργίας και της κεραμικής είναι το έμπειρο και αφοσιωμένο εργατικό δυναμικό το οποίο έχει διαμορφωθεί μέσω της πολύχρονης παράδοσης της βιομηχανίας και βιοτεχνίας καθώς και μέσω της ποιοτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Όλες οι πολιτικές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το απλό αυτό δεδομένο. Δυστυχώς, οι επιπτώσεις που μπορεί να έχουν ορισμένες πολιτικές σε αυτό το πολύτιμο, πολιτισμικό και ιστορικό πλεονέκτημα υποτιμούνται ή και αγνοούνται.
1.7. Ανεξάρτητα από τη σημερινή οικονομική ύφεση, χρειάζεται να αντιμετωπιστούν τα καίρια ζητήματα της διατήρησης και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των δύο κλάδων δεδομένου ότι είναι συστημικά και δεν σχετίζονται με την κρίση.
1.8. Καταρχάς, οι κλάδοι πρέπει να υποστηριχθούν στις προσπάθειές τους για καινοτομία, καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να βοηθήσει την υαλουργία και την κεραμική της ΕΕ να ενισχύσουν τη θέση τους στην αγορά, να βελτιώσουν τις περιβαλλοντικές επιδόσεις τους και, φυσικά, να διαδραματίσουν σημαντικότερο ρόλο στις προσπάθειες μετριασμού των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής σε ολόκληρη την κοινωνία.
1.9. Επομένως, με βάση τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των κλάδων και της αναμενόμενης συμβολής τους στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, η συμπερίληψή τους στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας πρέπει να θεσπισθεί τελικά με δίκαιο τρόπο και να λαμβάνει υπόψη τις αναλύσεις του κύκλου ζωής ολόκληρων των κλάδων, τα οφέλη των οποίων αντισταθμίζουν κατά πολύ τις σχετικές περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις. Συγκεκριμένα, όλες οι μεταποιητικές βιομηχανίες θα πρέπει να εξαιρεθούν για όλη την περίοδο εμπορίας έως το 2020 από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων, εξαλείφοντας έτσι σημαντική επενδυτική αβεβαιότητα και εμπόδια. Κάτι τέτοιο μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τις ανταγωνιστικές θέσεις των κλάδων.
1.10. Ο αντίκτυπος της δέσμης μέτρων για την ενέργεια και το κλίμα της ΕΕ στους κλάδους της υαλουργίας και της κεραμικής –ο οποίος επηρεάζει επίσης τις προηγούμενες αλυσίδες εφοδιασμού– πρέπει να μετριασθεί όσο το δυνατόν περισσότερο μέσω της εύρυθμης λειτουργίας των ενεργειακών αγορών. Σχετικά, ουσιαστική σημασία έχει η προώθηση του ανταγωνισμού στις ενεργειακές αγορές και η ανάπτυξη ηλεκτρικού δικτύου που να καλύπτει το σύνολο της ΕΕ με συνεπόμενο τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.
1.11. Οι προσπάθειες αύξησης των ποσοστών ανάκτησης και επακόλουθης χρήσης των ανακτηθέντων προϊόντων υαλουργίας (οι οποίες συνεπάγονται καλύτερες περιβαλλοντικές επιδόσεις λόγω της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα) πρέπει να υποστηριχθούν ευρέως.
1.12. Πρέπει να εφαρμοσθούν τα ισχύοντα ρυθμιστικά μέτρα, και εν ανάγκη να θεσπισθούν νέα, επικεντρωμένα στην εξάλειψη των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, όπως η απομίμηση γνωστών σχεδίων ή εμπορικών σημάτων. Η «χώρα καταγωγής» μπορεί να αποτελέσει μέρος της λύσης. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις δραστηριότητες των ενώσεων καταναλωτών και θεωρεί ότι αποτελούν φυσικό σύμμαχο της παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία. Η στήριξη των ενώσεων καταναλωτών στην ΕΕ αλλά και σε τρίτες χώρες ωφελεί σημαντικά όχι μόνο τους πελάτες αλλά και τις επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα υψηλής ποιότητας.
1.13. Η περαιτέρω πολιτική στήριξη και η κοινή δράση της ΕΕ μπορούν να αποβούν επωφελείς για:
— |
την άρση των εμποδίων στις εισαγωγές σε αγορές εκτός της ΕΕ· |
— |
τη βελτίωση της πρόσβασης των ΜΜΕ σε κατάλληλες πληροφορίες για την αγορά· |
— |
τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε δημόσιες συμβάσεις στις αναδυόμενες αγορές· |
— |
την εξάλειψη των εμπορικών φραγμών στις εισαγωγές πρώτων υλών από την Κίνα. |
— |
την προώθηση της ανακύκλωσης «κλειστού βρόχου» για τις υάλινες συσκευασίες στην ΕΕ. |
1.14. Οι εξαιρετικές περιβαλλοντικές επιδόσεις πολλών προϊόντων υαλουργίας και κεραμικής (μονωτικά υλικά, διπλοί υαλοπίνακες κλπ.) πρέπει να προωθηθούν ως σημείο αναφοράς στην εξοικονόμηση ενέργειας για τον κατασκευαστικό κλάδο στην ΕΕ. Επιπλέον, η τεχνολογία αυτή πρέπει να περιλαμβάνεται σε κάθε σχεδιαζόμενη μεταφορά τεχνολογίας προς τρίτες χώρες με υψηλές δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας. Για παράδειγμα, μεγάλες δυνατότητες υπάρχουν στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης εν όψει των επικείμενων αλλαγών στην ενεργειακή πολιτική. Κοινά σχέδια (όπως ο μηχανισμός καθαρής ανάπτυξης) μπορούν επίσης να βοηθήσουν τους παραγωγούς της ΕΕ να αντισταθμίσουν τις δικές τους εκπομπές CO2.
1.15. Τα κίνητρα που δίνουν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών στην κατασκευαστική βιομηχανία προκειμένου να προωθήσει τη βέλτιστη ενεργειακή απόδοση των κτιρίων είναι το καλύτερο μέσο για τη στήριξη της υαλουργίας και της κεραμικής και για τη συμβολή στην πολιτική για την κλιματική αλλαγή.
1.16. Η ΕΟΚΕ συνιστά να αναζωογονηθεί η έννοια της βελτίωσης της νομοθεσίας που έχει παραμεληθεί χωρίς να έχει επιτύχει απτή (και εξαιρετικά χρήσιμη) πρόοδο. Επιπλέον, κάθε νέα κανονιστική πράξη θα πρέπει να εξετάζεται πολύ πιο προσεκτικά, να αποτελεί αντικείμενο συζήτησης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και να υπόκειται σε αυστηρή αξιολόγηση αντικτύπου με βάση ρεαλιστικά δεδομένα και όχι αβάσιμες υποθέσεις. Το επιχειρηματικό περιβάλλον πρέπει να διευρυνθεί. Οποιοιδήποτε περιορισμοί αντιβαίνουν στις αρχές της βιωσιμότητας.
2. Εισαγωγή: ζητήματα ανταγωνιστικότητας
2.1. Η παρούσα γνωμοδότηση, η οποία ζητήθηκε από την Τσεχική Προεδρία, εξετάζει την ανταγωνιστικότητα των κλάδων της υαλουργίας και της κεραμικής ως βασικών παραδειγμάτων κλάδων εντάσεως ενέργειας. Επιπλέον, παρότι επικεντρώνεται στον αντίκτυπο της δέσμης μέτρων για το κλίμα και την ενέργεια της ΕΕ, η ανάλυση αυτή λαμβάνει επίσης υπόψη και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα των κλάδων εντάσεως ενέργειας, γενικότερα, και των κλάδων της υαλουργίας και της κεραμικής, ειδικότερα.
2.2. Στη βάση αυτή, η ΕΟΚΕ απευθύνει ορισμένες συστάσεις στους υπευθύνους για τη χάραξη πολιτικής σχετικά με τους τρόπους χειρισμού των κλάδων της υαλουργίας και της κεραμικής, ώστε να διατηρήσουν την ανταγωνιστική θέση τους και να προκαλέσουν όλες τις επωφελείς συνέπειες που μπορούν να προσφέρουν στο πλαίσιο της πολιτικής της ΕΕ για την αλλαγή του κλίματος (βλέπε προηγούμενη ενότητα).
2.3. Τα κεραμικά προϊόντα και το γυαλί είναι βασικά υλικά, όπως για παράδειγμα ο χάλυβας, το αλουμίνιο και άλλα μη σιδηρούχα μέταλλα, τα χημικά προϊόντα, το τσιμέντο, η άσβεστος, ο χαρτοπολτός και το χαρτί, η παραγωγή και η μεταποίηση των οποίων είναι εντάσεως ενέργειας και αποτελούν απαραίτητη βάση για τις βιομηχανικές αλυσίδες αξίας (2).
2.4. Οι παράγοντες ώθησης της ανταγωνιστικότητας των κλάδων εντάσεως ενέργειας είναι οι ακόλουθοι:
2.4.1. Έμπειρο και αφοσιωμένο εργατικό δυναμικό το οποίο έχει διαμορφωθεί μέσω της πολύχρονης παράδοσης της βιομηχανίας και βιοτεχνίας και της ποιοτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης καθώς και μέσω της πολιτισμικής και κοινωνικής κληρονομιάς στις αντίστοιχες περιοχές και κοινότητες. Οι αξίες αυτές είναι συχνά πολύ δύσκολο να μεταβιβασθούν αλλού.
2.4.2. Βιώσιμη τεχνολογική καινοτομία και καινοτομία προϊόντων. Είναι ζωτικής σημασίας να επιτευχθεί αποδοτική κατανάλωση υλών και ενέργειας, ποιότητας, αξιοπιστίας, οικονομικής απόδοσης, βιωσιμότητας, περιβαλλοντικών συνεπειών κλπ.
2.4.3. Διαθεσιμότητα βασικών πρώτων υλών, κατά προτίμηση εντός της ΕΕ. Παρόλα αυτά, είναι εξαιρετικά επιθυμητό να εισάγονται υλικά από πολιτικά ασφαλείς περιοχές με εύλογο μεταφορικό κόστος.
2.4.4. Διαθεσιμότητα ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων πρωτογενών πηγών ενέργειας. Η διαθεσιμότητα αυτή δεν πρέπει να εξετασθεί μόνον στη βάση ενός λειτουργικού ενεργειακού δικτύου και της τιμολόγησης της ενέργειας: η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού διαδραματίζει επίσης καθοριστικό ρόλο. Το ενεργειακό αποτύπωμα πρέπει να κριθεί με βάση ολόκληρη την αλυσίδα αξίας.
2.4.5. Ανταγωνιστική διαχείριση των εργασιών και προσεκτική χρηματοδότηση επενδύσεων. Αφενός, οι πρώτες ύλες και ο ασφαλής ενεργειακός εφοδιασμός είναι τα κύρια στοιχεία κόστους για τους κλάδους εντάσεως ενέργειας και αντιπροσωπεύουν ένα μάλλον υψηλό ποσοστό των συνολικών εξόδων. Αφετέρου, οι εν λόγω κλάδοι λειτουργούν συνήθως με πολύ χαμηλά περιθώρια κέρδους και είναι εντάσεως κεφαλαίου. Όλα αυτά απαιτούν μια εξαιρετικά ανταγωνιστική διαχείριση των εργασιών και προσεκτική χρηματοδότηση των επενδύσεων.
Περιβαλλοντική βιωσιμότητα και συναφές ρυθμιστικό πλαίσιο για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή. Στην ΕΕ, οι εν λόγω ρυθμίσεις είναι πολύ αυστηρές για τόσο βασικούς κλάδους εντάσεως ενέργειας, παρότι οι περιβαλλοντικές επιδόσεις των κλάδων εντάσεως ενέργειας έχουν βελτιωθεί σημαντικά την τελευταία εικοσαετία και αναμένονται περαιτέρω σταδιακές βελτιώσεις ως αποτέλεσμα της εφαρμογής της οδηγίας IPPC (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης).
2.4.6.1. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην πρόσφατα εγκριθείσα δέσμη μέτρων για το κλίμα και την ενέργεια της ΕΕ (3), η οποία θα επηρεάσει σοβαρά την ανταγωνιστικότητα των κλάδων εντάσεως ενέργειας, όπως επισημαίνεται γενικά από την ΕΟΚΕ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα σχετικά έγγραφά τους.
2.4.6.2. Πριν και μετά την υιοθέτηση της δέσμης μέτρων υποβλήθηκαν πολυάριθμες μελέτες επιπτώσεων τόσο από τις αρχές όσο και από τους ενδιαφερόμενους κλάδους. Τούτες δείχνουν σαφώς ότι οι κλάδοι εντάσεως ενέργειας είναι ευαίσθητοι στη διαρροή διοξειδίου του άνθρακα και ότι η εφαρμογή της δέσμης μέτρων πρέπει να σχεδιασθεί προσεκτικά ώστε να λάβει υπόψη την οικονομική ύφεση και το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων της Διάσκεψης των Συμβαλλομένων Μερών (COP 15) που θα πραγματοποιηθεί στην Κοπεγχάγη τον Δεκέμβριο του 2009.
2.4.6.3. Οι κλάδοι βασικών υλικών, συμπεριλαμβανομένου του κλάδου υαλουργίας και κεραμικών, χρησιμοποιούν κυρίως ορυκτά καύσιμα και επηρεάζονται από το κόστος των διαφόρων πηγών ενέργειας με πολλούς τρόπους. Εκτός από την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων εμφανίζουν, επίσης, σχετικά υψηλή κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.
2.4.6.4. Έως τώρα, οι επιπτώσεις ως προς το κόστος των μέτρων της κλιματικής πολιτικής είναι μονομερείς διότι περιορίζονται στις χώρες και στις λειτουργίες της ΕΕ, ενώ οι τρίτες χώρες δεν χρησιμοποιούν εργαλεία παρόμοια με το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας σε υποχρεωτική βάση. Ακόμη και εντός της Κοινότητας, το φορτίο βαρύνει μόνον τις εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και τις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας.
2.4.6.5. Στην πράξη, οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας απέδειξαν τη θετική στάση τους έναντι της πολιτικής για την αλλαγή του κλίματος και αναφέρουν απόλυτη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 6 %, βάσει των εκπομπών του 1990, παρά την αύξηση των όγκων παραγωγής. Αυτό καταδεικνύει πραγματική αποσύνδεση των εκπομπών από την οικονομική ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά, η προσπάθεια αυτή υπήρξε δαπανηρή και τα φυσικά όρια των επιμέρους τεχνολογιών στο πλαίσιο των κλάδων αυτών πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη όταν θα θεσπισθούν περαιτέρω στόχοι και μηχανισμοί μείωσης.
2.4.6.6. Ενώ ο κλάδος της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να μετακυλήσει άμεσα το κόστος των μέτρων για την αλλαγή του κλίματος στην πολιτική τιμολόγησης της ενέργειας, οι βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή: λόγω του έντονου διεθνούς ανταγωνισμού από τρίτες χώρες, οι εν λόγω κλάδοι δεν μπορούν να επωφεληθούν ούτε από τη μετακύλιση του κόστους, ούτε από τυχόν απροσδόκητα κέρδη.
2.4.6.7. Επομένως, οι βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας είναι διπλά εκτεθειμένες στον αντίκτυπο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας: πρώτον, πρέπει να αντιμετωπίσουν έμμεσα την αύξηση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας· δεύτερον, πρέπει να απορροφήσουν το άμεσο κόστος συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας. Είναι πιθανό οι αποφάσεις που λήφθηκαν πρόσφατα από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να μετριάσουν εν μέρει το αναμενόμενο φορτίο του κόστους που σχετίζεται με τον πλειστηριασμό των δικαιωμάτων εκπομπής – μολονότι, και πάλι, πρόκειται απλώς για μετατόπιση του καταναγκαστικού πλειστηριασμού κυρίως στην περίοδο μετά το 2020.
2.4.6.8. Οι βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας έχουν υποβληθεί σε βαθιές τεχνολογικές αλλαγές προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές κατά την τελευταία εικοσαετία και, ως εκ τούτου, η προαναφερθείσα μείωση κατά 6 % επιτεύχθηκε σε μια εποχή κατά την οποία υπήρξε ακόμη και αύξηση των εκπομπών του κλάδου της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Επομένως, η εφαρμογή του ίδιου έτους βάσης (2005) και των ίδιων στόχων μείωσης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας εντείνει περαιτέρω τη μειονεκτική θέση των δεύτερων. Αυτό σημαίνει ότι, σε πραγματικές λειτουργίες, πέτυχαν απόλυτη μείωση 50 % έως το 2005 με βάση το Κιότο του 1990, και το νέο σύστημα εμπορίας εκπομπών θα τις αναγκάσει να επιτύχουν περαιτέρω μείωση 21 % σε σύγκριση με τις εκπομπές που αναφέρθηκαν το 2005. Υπό την πίεση αυτή, οι βιομηχανίες με τις καλές επιδόσεις θα τιμωρηθούν και θα αναγκασθούν, είτε να περιορίσουν την οικονομική τους ανάπτυξη, είτε ακόμη και να μειώσουν τις οικονομικές τους δραστηριότητες –μεταφερόμενες τελικώς εκτός του οικονομικού χώρου της ΕΕ.
2.4.6.9. Αναμφίβολα, μια τέτοια μονόπλευρη έκθεση στις επιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε μετεγκατάσταση επιχειρήσεων και, επομένως, στην ανησυχητική διαρροή διοξειδίου του άνθρακα. Ούτε η παρούσα ύφεση και η επακόλουθη δυνητική αποταμίευση δικαιωμάτων από την προηγούμενη περίοδο εμπορίας, ούτε η αναβολή του πλειστηριασμού δικαιωμάτων για τη μελλοντική περίοδο μπορούν να μεταβάλουν την ευάλωτη θέση της βιομηχανίας, εάν δεν θεσπισθεί σε διεθνές επίπεδο μια κατάλληλη μετα-Κιότο συμφωνία το 2009.
3. Οι κλάδοι της υαλουργίας και της κεραμικής στην ΕΕ – σημαντικοί παράγοντες ώθησης της παραγωγικότητας
3.1. Ο κλάδος της υαλουργίας (4) περιλαμβάνει γενικά την κατασκευή επίπεδου γυαλιού, γυάλινων περιεκτών, επιτραπέζιων ειδών (οικιακών γυαλικών), υαλοϊνών και ειδικών τύπων γυαλιού. Το 2007, ο κλάδος της υαλουργίας της ΕΕ παρήγαγε περίπου 37 εκατομμύρια τόνους διάφορων τύπων γυαλιού, αξίας περίπου 39 δισεκατομμυρίων ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 32 % της παγκόσμιας παραγωγής. Η αύξηση της παραγωγής στην ΕΕ υπήρξε μάλλον αμετάβλητη από το 2000. Σε όγκο, η παραγωγή γυάλινων περιεκτών αντιπροσώπευε το 58 % το 2007, ενώ το επίπεδο γυαλί το 27 %. Τα επιτραπέζια είδη αντιπροσώπευαν το 4 %, ενώ οι μονωτικές και ενισχυτικές ίνες αντιπροσώπευαν το 6 % και το 2 % αντίστοιχα, και οι ειδικοί τύποι γυαλιού το 3 % του όγκου παραγωγής του κλάδου της υαλουργίας.
3.2. Από άποψη τοποθεσίας, μεγάλο μέρος του κλάδου εξακολουθεί να βρίσκεται στην ΕΕ-15, και ειδικότερα στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Ιταλία, στην Ισπανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, χώρες οι οποίες αντιπροσώπευαν από κοινού το 68 % της παραγωγής το 2007. Τα νέα κράτη μέλη της ΕΕ αντιπροσώπευαν το 15 %, ενώ τα υπόλοιπα κράτη μέλη ΕΕ-15 αντιπροσώπευαν το 17 %. Η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός συνολικά, ενώ η παραγωγή στην ΕΕ-12 είναι συγκεντρωμένη στην Πολωνία και στην Τσεχική Δημοκρατία. Ο κλάδος της υαλουργίας στη Γερμανία, στην Τσεχική Δημοκρατία και στην Πολωνία αντιπροσωπεύει μέρος της εθνικής κληρονομιάς των χωρών αυτών λόγω της μακράς ιστορίας του στις περιοχές αυτές. Το διακοσμητικό γυαλί και το υψηλής ποιότητας κρύσταλλο θεωρούνται επίσης παραδοσιακά καλλιτεχνικά προϊόντα.
3.3. Η απασχόληση στον κλάδο της υαλουργίας στην ΕΕ ακολουθεί γενικά πτωτική τάση από το 2000, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο συνδυασμό των απαιτήσεων παραγωγικότητας, στην αύξηση της αυτοματοποίησης, στη συγκέντρωση του κλάδου και στον ανταγωνισμό χαμηλού κόστους. Το 2007, ο κλάδος της υαλουργίας της ΕΕ απασχολούσε 234 000 άτομα. Η ΕΕ-12 αντιπροσώπευε σχεδόν το 40 % της απασχόλησης το 2007, ποσοστό ενδεικτικό της διαφοράς που υπάρχει μεταξύ της ΕΕ-12 και της ΕΕ-15 σε ένταση κεφαλαίου και εργασίας. Οι περισσότερες θέσεις απασχόλησης στην ΕΕ-12 βρίσκονται στην Πολωνία και στην Τσεχική Δημοκρατία, οι οποίες αντιπροσωπεύουν από κοινού περίπου το 71 % της απασχόλησης στην ΕΕ-12. Η παραγωγικότητα ανά θέση εργασίας ήταν 160,5 τόνοι το 2007.
3.4. Η παραγωγή στον κλάδο της υαλουργίας εμφανίζει σχετική συγκέντρωση στην περίπτωση των κυριότερων υποκλάδων (επίπεδο γυαλί, γυάλινοι περιέκτες), ενώ η συγκέντρωση σε άλλους υποκλάδους (οικιακά γυαλικά, κρύσταλλο) δεν είναι πολύ υψηλή. Επομένως, οι υποκλάδοι αυτοί εκτίθενται σε μεγαλύτερους κινδύνους (αγορά, χρηματοδότηση κλπ.), καθώς οι μικρότεροι κατασκευαστές υποφέρουν από την έλλειψη πόρων, ιδίως στο παρόν δυσχερέστερο επιχειρηματικό περιβάλλον.
3.5. Συνολικά, το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής του κλάδου πωλείται εντός της Κοινότητας, το δε ποσοστό ανερχόταν σε 90,7 % το 2007 (τόνοι). Οι εξαγωγές ανήλθαν σε 3.496 εκατ. τόνους, ποσότητα που αντιπροσωπεύει περίπου 9,3 % της συνολικής παραγωγής. Τα οικιακά και τα κρυστάλλινα είδη (25,4 %) καθώς και οι ειδικοί τύποι γυαλιού (38,6 %) αντιπροσώπευαν τη μεγάλη πλειονότητα του όγκου που αποτέλεσε αντικείμενο εξαγωγής. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 5,3 % το 2007. Αντίθετα, οι εισαγωγές κατέγραψαν ετήσια αύξηση 35,8 % κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, υπερβαίνοντας τον ήδη εξαχθέντα όγκο (3.601 εκατ. τόνοι το 2007). Η μέση τιμή του εξαγόμενου γυαλιού ήταν 1 780,1 ευρώ/τόνο, δηλαδή σημαντικά υψηλότερη από την τιμή των 1 159,5 ευρώ/τόνο του εισαγόμενου γυαλιού. Οι μεγαλύτεροι εισαγωγείς κατ’ όγκο είναι η Κίνα και η Ταϊβάν. Ολοένα και μεγαλύτεροι όγκοι εισάγονται επίσης από την Ινδία, την Τουρκία και την Ιαπωνία. Οι κινεζικές εισαγωγές επίπεδου γυαλιού δεκαπλασιάσθηκαν από το 2004.
3.6. Ο κλάδος της υαλουργίας της ΕΕ αντιμετώπισε μια δύσκολη περίοδο το 2007-2009, λόγω της επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας μετά τη μείωση της προσφοράς πιστώσεων και την επιβράδυνση της ζήτησης. Ο κατασκευαστικός κλάδος φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ευάλωτος, καθώς η εμπιστοσύνη και οι δαπάνες των νοικοκυριών μειώνονται και η ζήτηση για επενδύσεις περιορίζεται. Φυσικά, η εξέλιξη αυτή έχει σημαντικό αντίκτυπο στον κλάδο της υαλουργίας: περίπου το 90 % των προϊόντων γυαλιού προορίζονται για βιομηχανικούς τομείς που κατασκευάζουν καταναλωτικά αγαθά (αυτοκινητοβιομηχανίες και βιομηχανίες οχημάτων, βιομηχανία ηλεκτρολογικών και ηλεκτρονικών ειδών, βιομηχανία χημικών, βιομηχανία τροφίμων κλπ.) και για τον κατασκευαστικό κλάδο. Ο κλάδος της υαλουργίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη σταθερότητα και την ανάπτυξη των προαναφερθέντων κλάδων.
3.7. Οι δύσκολες αυτές συνθήκες θα επιδεινωθούν από την επέκταση της παραγωγικής ικανότητας χωρών που γειτονεύουν με την ΕΕ. Εκτιμάται ότι κατά την περίοδο 2004-2009 θα προστεθεί παραγωγική ικανότητα 7,3 τόνων σε διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, του Κατάρ, των Ενωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Αιγύπτου. Το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης αυτής θα αφορά το επίπεδο γυαλί και τους γυάλινους περιέκτες. Με την επέκταση αυτή, οι εμπορικές συναλλαγές φαίνεται πιθανό να συνεχίσουν να αναπτύσσονται, πράγμα που ενισχύει την αναγκαιότητα διασφάλισης ίσων όρων λειτουργίας για τους παραγωγούς γυαλιού της ΕΕ από τους υπευθύνους για τη χάραξη πολιτικής.
3.8. Ο κλάδος της υαλουργίας της ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπος με διάφορες προκλήσεις ανταγωνιστικότητας, πολλές εκ των οποίων είναι αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης, της αύξησης των ρυθμίσεων για την προστασία του περιβάλλοντος και της αύξησης του κόστους της ενέργειας. Η σταδιακή αύξηση του αριθμού συγκρίσιμων προϊόντων γυαλιού χαμηλού κόστους που εισάγονται από αναδυόμενες χώρες είναι μια ένδειξη ότι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του κλάδου του γυαλιού στην ΕΕ μειώνεται, ιδίως στις αγορές προϊόντων χαμηλής αξίας.
Ο κλάδος της υαλουργίας υπόκειται σε ρυθμίσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, οι οποίες αφορούν τη χρήση ενέργειας, τις εκπομπές CO2, την πρόληψη της ρύπανσης καθώς και άλλα περιβαλλοντικά ζητήματα. Οι παραγωγοί τρίτων χωρών, και ιδίως των αναπτυσσόμενων χωρών, υπόκεινται σε πολύ λιγότερο αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία και, επομένως, σε λιγότερους περιορισμούς όσον αφορά την παραγωγή και έχουν συνεπώς χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Εκτός από τα ζητήματα αυτά, ο κλάδος της υαλουργίας της ΕΕ αντιμετωπίζει τα ακόλουθα προβλήματα ανταγωνιστικότητας:
3.9.1. Απαιτήσεις μείωσης του κόστους από τα επόμενα στάδια. Οι πιέσεις κόστους τόσο στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, όπως αυτοκινητοβιομηχανία, ηλεκτρονικές συσκευές ευρείας κατανάλωσης όσο και στις αεροπορικές εταιρείες και στις λιανικές πωλήσεις, οι οποίες οφείλονται στον εντεινόμενο παγκόσμιο ανταγωνισμό, ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τον κλάδο της υαλουργίας. Οι εν λόγω βιομηχανίες είναι άμεσοι ή έμμεσοι πελάτες των παραγωγών γυαλιού της ΕΕ υπό διάφορες μορφές και, επομένως, η παγκοσμιοποίηση έχει άμεσες συνέπειες στο προφίλ ζήτησης του κλάδου της υαλουργίας της ΕΕ.
3.9.2. Παγκόσμια πλεονασματική παραγωγική ικανότητα στον κλάδο. Ο ευρωπαϊκός κλάδος της υαλουργίας έχει πλεονασματική παραγωγική ικανότητα σε αρκετούς από τους υποκλάδους του, συμπεριλαμβανομένου του κλάδου του επιπέδου γυαλιού. Αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τον ευρωπαϊκό κλάδο της υαλουργίας καθώς μειώνει τα περιθώρια κέρδους· αντίθετα, η αύξηση της παραγωγής για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πελατών μετά το πέρας της κρίσης θα είναι ταχύτερη.
3.9.3. Ανοδικές πιέσεις στις τιμές της ενέργειας (και των συντελεστών παραγωγής). Παγκοσμίως, η αυξημένη ζήτηση ενέργειας επηρεάζει μακροπρόθεσμα την προσφορά και το κόστος στον κλάδο της υαλουργίας της ΕΕ. Πρόκειται για μια σοβαρή απειλή για τον κλάδο της υαλουργίας, καθώς είναι μία από τις βιομηχανίες μεγαλύτερης εντάσεως ενέργειας και το κόστος της ενέργειας αντιπροσωπεύει υψηλό ποσοστό του συνολικού κόστους παραγωγής. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί η αλυσιδωτή επίδραση της δέσμης μέτρων για την ενέργεια και το κλίμα της ΕΕ: οι κλάδοι της υαλουργίας και της κεραμικής αναμένεται να απορροφήσουν την προβλεπόμενη αύξηση των τιμών της ενέργειας στις εργασίες τους. Η εν λόγω αύξηση οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων της εμπορίας εκπομπών, των επενδύσεων σε ικανότητα παραγωγής και σε δίκτυο μεταφοράς, και στην αναγκαιότητα εξασφάλισης υψηλότερου ποσοστού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα στον κλάδο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, οι τιμές βασικών πρώτων υλών, όπως το άνυδρο ανθρακικό νάτριο ή η άμμος, ενδέχεται επίσης να αυξηθούν ακολουθώντας την τάση των τιμών της ενέργειας.
3.9.4. Ρυθμίσεις για τις συνθήκες εργασίας. Διάφοροι κανονισμοί που αφορούν τις συνθήκες εργασίας επηρεάζουν τα υλικά που χρησιμοποιούνται και τον τρόπο αποθήκευσης, χειρισμού και χρησιμοποίησής τους στην παραγωγή. Πολλές χώρες εκτός της ΕΕ διαθέτουν λιγότερο αυστηρούς κανονισμούς και, κατά συνέπεια, χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Ωστόσο, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αποδέχεται την ευθύνη να μεριμνά για τις συνθήκες εργασίας.
3.9.5. Οι περιορισμοί των εμπορικών συναλλαγών και οι απομιμήσεις ενδέχεται να εμποδίσουν τις εξαγωγές σε αγορές εκτός ΕΕ. Πολλές αγορές εξαγωγών επιβάλλουν δασμούς στα αγαθά από την ΕΕ. Για παράδειγμα, υψηλός δασμός επιβάλλεται στα προϊόντα της ΕΕ που πωλούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ανταγωνιστικότητα πολλών κατασκευαστών γυαλιού της ΕΕ πλήττεται από τις απομιμήσεις σχεδίων ευρωπαϊκής προέλευσης από επιχειρήσεις εκτός ΕΕ. Αυτό αποτελεί επί του παρόντος σοβαρό πρόβλημα για πολλούς παραγωγούς και αναμένεται να παραμείνει σοβαρό πρόβλημα στο μέλλον, εάν δεν αντιμετωπισθεί κατάλληλα και διεξοδικά. Παράλληλα, οι κλάδοι που ασχολούνται με το σχέδιο υποστηρίζονται από πρωτοβουλίες όπως το Γραφείο βοήθειας σε θέματα δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ΜΜΕ Κίνας της Επιτροπής, που προβλέπει ενισχύσεις με τη μορφή προσαρμοσμένου υλικού κατάρτισης, εργαστηρίων και εξατομικευμένων συμβουλών πρώτης γραμμής σε προβλήματα δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
3.10. Το 2006, ο κλάδος της κεραμικής της ΕΕ (5) παρήγαγε και πώλησε διάφορα κεραμικά προϊόντα αξίας περίπου 39 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η αύξηση της παραγωγής υπήρξε πολύ συγκρατημένη τα τελευταία χρόνια. Οι δύο μεγαλύτεροι υποκλάδοι είναι ο υποκλάδος των πλακιδίων τοίχου και δαπέδου και ο υποκλάδος των τούβλων και των φύλλων οροφής. Μαζί με τους υαλοποιημένους πήλινους σωλήνες, αποτελούν μια ομάδα οικοδομικών υλικών από πηλό που συγκεντρώνουν από κοινού το 60 % της αξίας προϊόντος του κλάδου της κεραμικής. Τα πυρίμαχα προϊόντα, τα επιτραπέζια και διακοσμητικά σκεύη, τα είδη υγιεινής και τα κεραμικά υλικά αποτελούν αντίστοιχα το 13 %, το 9 %, το 10 % και το 5 % της αξίας προϊόντος. Η παραγωγή επικεντρώνεται στη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία και την Ιταλία. Η Γερμανία είναι σημαντικός παραγωγός στους περισσότερους υποκλάδους, όπως και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Ιταλία και η Ισπανία είναι και οι δύο σημαντικά κέντρα παραγωγής κεραμικών πλακιδίων, τούβλων, φύλλων οροφής και, σε μικρότερο βαθμό, ειδών υγιεινής. Η παραγωγή στα νέα κράτη μέλη της ΕΕ φαίνεται να είναι μεγαλύτερη στην Τσεχική Δημοκρατία, στην Πολωνία και στην Ουγγαρία, οι οποίες διαθέτουν ισχυρούς κλάδους κεραμικής και έχουν παράδοση εξαγωγών σε άλλες χώρες της ΕΕ. Ωστόσο, το μερίδιο του κλάδου της κεραμικής των νέων κρατών μελών στην ΕΕ είναι σχετικά χαμηλό.
3.11. Αξίζει να σημειωθεί ότι, παρότι οι περισσότεροι από τους παράγοντες που χαρακτηρίζουν και επηρεάζουν τον κλάδο της υαλουργίας αφορούν επίσης και τον κλάδο της κεραμικής, υπάρχει μια σημαντική διαφορά. Ενώ ο κλάδος της υαλουργίας εμφανίζει αρκετά υψηλή συγκέντρωση, ο κλάδος της κεραμικής διαθέτει πολύ λίγες μεγάλες συγκεντρωμένες και ολοκληρωμένες μονάδες παραγωγής.
3.12. Η απασχόληση στον κλάδο της κεραμικής στην ΕΕ ακολουθεί γενικά καθοδική τάση από το 2000. Το επίπεδο απασχόλησης μειώνεται, κυρίως λόγω των διαφόρων απαιτήσεων παραγωγικότητας για την αντιμετώπιση του αυξανόμενου ανταγωνισμού χαμηλού κόστους. Το 2006, ο κλάδος της κεραμικής της ΕΕ απασχολούσε 330 000 άτομα, ελαφρώς λιγότερα από τα 360 000 άτομα που απασχολούσε το 2005. Οι μεγαλύτεροι εργοδότες είναι οι υποκλάδοι των πλακιδίων τοίχου και δαπέδου, των τούβλων και των φύλλων οροφής. Το 2006, απασχολούσαν μαζί το 52 % περίπου των εργαζομένων του κλάδου της κεραμικής, ενώ ο υποκλάδος των επιτραπέζιων και διακοσμητικών σκευών ακολουθεί με 22 %.
3.13. Συνήθως, περίπου 20-25 % της παραγωγής κεραμικών προϊόντων της ΕΕ (περισσότερο από το 30 % για τα πλακίδια τοίχου και δαπέδου) εξάγεται εκτός ΕΕ. Η διείσδυση των εισαγωγών ποικίλλει από το 3 % έως το 8 %, για παράδειγμα, για τα πλακίδια τοίχου και δαπέδου και τα πυρίμαχα κεραμικά προϊόντα ενώ ανέρχεται έως το 60 % για τα επιτραπέζια και τα διακοσμητικά σκεύη. Οι σημαντικότερες αγορές εξαγωγής για τον κλάδο της κεραμικής είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, και ακολουθούν η Ελβετία και η Ρωσία. Η πρόσφατη τάση δείχνει επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού χαμηλού κόστους στις αγορές της ΕΕ από εισαγωγές από την Κίνα και την Τουρκία, της συνεχιζόμενης περιορισμένης πρόσβασης σε ορισμένες αγορές εκτός ΕΕ και της σταδιακής ανατίμησης του ευρώ σε σχέση με τα περισσότερα νομίσματα από το 2000. Κατά συνέπεια, οι εμπορικές συναλλαγές, και ιδίως οι εμπορικοί όροι για τους εξαγωγείς της ΕΕ, έχουν καταστεί θεμελιώδες πρόβλημα για τον κλάδο της κεραμικής.
3.14. Ο κλάδος της κεραμικής της ΕΕ αντιμετωπίζει διάφορες προκλήσεις ανταγωνιστικότητας, πολλές από τις οποίες τροφοδοτούνται από την παγκοσμιοποίηση και την αύξηση των ρυθμίσεων για την προστασία του περιβάλλοντος.
3.15. Σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, και ιδίως στον υποκλάδο των επιτραπέζιων σκευών, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ΕΕ, το οποίο βασίζεται στην καινοτομία και το ντιζάιν, συρρικνώνεται λόγω των φθηνότερων εξαγωγών από αναδυόμενες χώρες προς την ΕΕ και σε άλλες σημαντικές αγορές. Παρ’ όλα αυτά, η ΕΕ παραμένει σημαντικός παγκόσμιος παράγοντας σε πολλούς υποκλάδους, ιδίως στην κατασκευή πλακιδίων τοίχου και δαπέδου.
3.16. Ο δεύτερος βασικός παράγοντας που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου της κεραμικής στην ΕΕ είναι η αύξηση των ρυθμίσεων και των ελέγχων για την προστασία του περιβάλλοντος, γενικά, αλλά και ο φόρτος που προκύπτει από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (EU ETS), ειδικότερα. Αν και το ενεργειακό κόστος αποτελεί κατά μέσο όρο το 30 % του κόστους παραγωγής στην κεραμική βιομηχανία, οι εκπομπές CO2 ανά τόνο είναι πολύ χαμηλές. Η κεραμική βιομηχανία συγκεντρώνει άνω του 10 % όλων των βιομηχανικών εγκαταστάσεων που υπόκεινται στο EU ETS, ωστόσο, καλύπτεται ποσοστό μικρότερο του 1 % των βιομηχανικών εκπομπών CO2. Ως αποτέλεσμα της υιοθετηθείσας αναθεώρησης της οδηγίας ETS, 1 800 κεραμικές εγκαταστάσεις θα πρέπει να καλύπτονται από το EU ETS το 2013. Οι εγκαταστάσεις αυτές θα αποτελούν λιγότερο από το 1,5 % των βιομηχανικών εκπομπών CO2 που εντάσσονται στο ETS. Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τα εργοστάσια κεραμικής είναι κυρίως μικρές εγκαταστάσεις, το 40 % των οποίων εκπέμπει λιγότερους από 25 000 t CO2/έτος και το 70 % λιγότερο από 50 000 t CO2/έτος.
3.17. Οι δομές κόστους των παραγωγών κεραμικών προϊόντων εντάσεως ενέργειας υφίστανται τις αρνητικές συνέπειες των αυξανόμενων τιμών των συντελεστών παραγωγής – ένα χαρακτηριστικό ορισμένων από τους υποκλάδους προϊόντων κεραμικής της ΕΕ είναι ότι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από μια σειρά παρθένων πρώτων υλών, εκ των οποίων ολοένα και μεγαλύτερο μέρος εισάγεται από χώρες εκτός της ΕΕ. Η εξέταση καταδεικνύει ότι η έλλειψη ανταγωνιστικότητας των συντελεστών που συμμετέχουν στη διαδικασία παραγωγής κεραμικών προϊόντων, ιδίως στις αγορές ενέργειας, εμποδίζει την ανταγωνιστικότητα των παραγωγών κεραμικών προϊόντων της ΕΕ.
3.18. Το κύριο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας που αντιμετωπίζει ο κλάδος της κεραμικής της ΕΕ είναι η έντονη αύξηση του όγκου των εισαγωγών κεραμικών προϊόντων από τρίτες χώρες, στις οποίες η περιβαλλοντική νομοθεσία είναι λιγότερο αυστηρή και οι νόμοι για την υγεία και την ασφάλεια πιο χαλαροί. Τα σχετικά υψηλά επίπεδα ρύθμισης της ΕΕ σημαίνουν ότι οι παραγωγοί κεραμικών προϊόντων της ΕΕ δεν ανταγωνίζονται πλέον με ίσους όρους στο παγκόσμιο περιβάλλον, πράγμα το οποίο έχει προκαλέσει πολυάριθμα προβλήματα ανταγωνιστικότητας, καθώς και ευρύ φάσμα προοπτικών ανταγωνιστικότητας.
3.19. Στο πλαίσιο αυτό, η δομή του κόστους του κλάδου της κεραμικής (υψηλό κόστος ενέργειας και εργασίας), η σχετικά χαμηλή αποδοτικότητα και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός τόσο στην ΕΕ όσο και στις εξαγωγικές αγορές, θα καταστήσουν εξαιρετικά δύσκολο για τους παραγωγούς κεραμικών προϊόντων να μεταβιβάσουν στον καταναλωτή το πρόσθετο κόστος που σχετίζεται με τα δικαιώματα εκπομπής CO2. Ακόμη, οι τεχνολογίες και οι τεχνικές της κεραμικής για την ελαχιστοποίηση της κατανάλωσης ενέργειας από τους κλιβάνους είναι ήδη προηγμένες και δεν αναμένονται σημαντικές βελτιώσεις της απόδοσης στο εγγύς μέλλον.
3.20. Ο κλάδος της κεραμικής χρειάζεται εργατικό δυναμικό με υψηλά προσόντα που να διαθέτει τα αναγκαία μέσα και δεξιότητες για να εφαρμόσει τις τεχνολογίες και να συνεργασθεί με διαφορετικά τμήματα, ανεξάρτητα από την τοποθεσία τους. Αυτό αποτελεί πρόκληση τόσο για τις ΜΜΕ που αναζητούν παγκόσμιες ευκαιρίες όσο και για τις μεγάλες εταιρείες που λειτουργούν σε περισσότερες χώρες, όπως παρατηρούμε στην περίπτωση του υποκλάδου των τούβλων. Οι δεξιότητες μπορούν να βελτιωθούν μέσω της εστίασης στη δια βίου μάθηση, μέσω της βελτίωσης της ελκυστικότητας του κλάδου, καθώς και μέσω στοχοθετημένων προγραμμάτων κατάρτισης.
4. Πώς μπορούν οι κλάδοι της υαλουργίας και της κεραμικής να συμβάλουν στη βιωσιμότητα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ατζέντας της Διάσκεψης της Κοπεγχάγης;
4.1. Έχοντας κατά νου τη βιωσιμότητα στο σύνολό της, πρέπει να αξιολογήσουμε τα υπέρ και τα κατά των κλάδων της υαλουργίας και της κεραμικής. Και οι δύο κλάδοι βασίζονται σε εγχώριους, εθνικούς ορυκτούς πόρους, οι οποίοι είναι αρκετά άφθονοι ώστε να διασφαλίζεται η μακροβιότητα τους στον οικονομικό χώρο της ΕΕ αλλά και παγκοσμίως. Οι κλάδοι αυτοί έχουν σε μεγάλο βαθμό διαχειρισθεί τον περιβαλλοντικό αντίκτυπό τους και δεν θέτουν κανέναν ιδιαίτερο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, επαγγελματική ή δημόσια.
4.2. Δεν θα πρέπει επί του παρόντος να αναμένουμε περαιτέρω καινοτομίες στις παραγωγικές διαδικασίες του κλάδου υαλουργίας και κεραμικής. Το γυαλί τήκεται και τα κεραμικά προϊόντα ψήνονται σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν φυσικά όρια στις μειώσεις που μπορούν να επιτευχθούν όσον αφορά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όρια τα οποία πλησιάζουν ταχέως οι δύο αυτοί κλάδοι. Δυστυχώς, τα φυσικά αυτά όρια δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την εκπόνηση του αναθεωρημένου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, καθώς οι συγκεκριμένοι κλάδοι δεν συμπεριλήφθηκαν με άλλους κλάδους εντάσεως ενέργειας με εγγενείς εκπομπές από τις κατασκευαστικές τεχνολογίες τους.
4.3. Οι τεχνολογίες και οι διεργασίες που χρησιμοποιούνται στους εν λόγω κλάδους είναι επίσης προηγμένες όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας και την ένταση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Δεν αποτελούν πρόβλημα για το κλίμα, αλλά μάλλον αναπόσπαστο μέρος της λύσης του. Για παράδειγμα, ο κλάδος της υαλουργίας:
— |
συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα εξοικονομώντας ενέργεια, χρησιμοποιούμενος ως μονωτικό υλικό, |
— |
συμβάλλει στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς εκπομπές διοξειδίου το άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, |
— |
διαθέτει συναφείς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα οι οποίες είναι πολύ χαμηλότερες από τα οφέλη του άνθρακα, και |
— |
εμφανίζει διάφορα άλλα κοινωνικά οφέλη, στους τομείς της ιατρικής και της διατήρησης των τροφίμων, τα οποία τον καθιστούν βιώσιμο. |
4.4. Το γυαλί ανήκει σε μια ομάδα υλικών με πολύ υψηλό δείκτη ανακύκλωσης. Συνήθως, υπάρχουν βρόγχοι ανακύκλωσης στη διαδικασία παραγωγής. Επομένως, από ορισμένες απόψεις, είναι μια τεχνολογία χωρίς απόβλητα. Το ανακτηθέν γυαλί αντιπροσωπεύει σημαντικό ποσοστό του χρησιμοποιούμενου υλικού, ιδίως στην κατασκευή γυάλινων περιεκτών. Ο ανακυκλώσιμος χαρακτήρας του δεν έχει φυσικά όρια όσον αφορά τον κύκλο ζωής του υλικού. Συστήματα ανακύκλωσης έχουν οργανωθεί σε όλη την Ευρώπη επιτυγχάνοντας ένα ποσοστό ανακύκλωσης ύψους 62 % το 2007 για τους γυάλινους περιέκτες. Κάθε προσπάθεια αύξησης του ποσοστού ανάκτησης και χρήσης του ανακτηθέντος γυαλιού μπορεί να βελτιώσει τις επακόλουθες περιβαλλοντικές επιδόσεις με τρεις τρόπους: (1) μπορεί να βελτιώσει την ενεργειακή απόδοση: αύξηση 1 % του ποσοστού ανακτηθέντος γυαλιού μειώνει την κατανάλωση ενέργειας κατά 0,25 %, (2) μπορεί να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα: αύξηση 1 % του ποσοστού ανακτηθέντος γυαλιού μειώνει τις εκπομπές CO2 κατά 0,47 % και, (3) μπορεί να συμβάλλει στην εξοικονόμηση πρώτων υλών: η χρήση 1 τόνου ανακυκλωμένου γυαλιού για την παραγωγή νέου γυαλιού εξοικονομεί 1,2 τόνους παρθένων πρώτων υλών.
4.5. Στην πράξη, τα προϊόντα υαλουργίας μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και, επομένως, των εκπομπών CO2, π.χ. σε κτίρια με τη χρήση μονωτικών υαλοϊνών ή υαλόφραξης με χαμηλό συντελεστή εκπομπής. Η μόνωση οροφών και τοίχων μπορεί να εξοικονομήσει 460 mt ετησίως (περισσότερο από τη συνολική δέσμευση της ΕΕ στο Κιότο). Για παράδειγμα, εάν όλοι οι μονοί/διπλοί υαλοπίνακες στην ΕΕ αντικαθίσταντο από διπλούς/τριπλούς υαλοπίνακες με χαμηλό συντελεστή εκπομπής, θα αποφεύγονταν ετησίως εκπομπές 97 εκατομμυρίων τόνων CO2. Τούτο ισοδυναμεί με 21 mt ισοδύναμου πετρελαίου ή με την ετήσια κατανάλωση ενέργειας κτιρίων για 19 εκατομμύρια κατοίκους. Η χρήση υαλοϊνών για την ενίσχυση του πλαστικού στις ανεμογεννήτριες και σε υλικά της αυτοκινητοβιομηχανίας (π.χ. για τη μείωση της ζήτησης ενέργειας μέσω μειωμένων απαιτήσεων για κλιματιστικά) είναι ορισμένες από τις λοιπές εφαρμογές που έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών CO2.
4.6. Η χρήση των τεχνολογιών ηλιακής ενέργειας προβλέπεται να αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα δέκα χρόνια, με το γυαλί να είναι επί του παρόντος το πιο διαδεδομένο από τα διάφανα υλικά για τα φωτοβολταϊκά συστήματα και τα συστήματα συγκέντρωσης ηλιακής ενέργειας, τα οποία συμπεριλαμβάνουν τις ηλιακές καμινάδες, την παραγωγή βιοκαυσίμων μέσω ηλιακής ενέργειας, την ηλιακή φωτοκατάλυση, καθώς και τον καθαρισμό και την αφαλάτωση του ύδατος. Οι εφαρμογές αυτές έχουν ταχεία ενεργειακή απόσβεση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και είναι περιβαλλοντικά συμβατές με τις αρχές βιώσιμης ενέργειας. Οι διάφοροι επιμέρους τομείς διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην υποστήριξη και ανάπτυξη αυτών των εφαρμογών και η παραμονή τους εντός της ΕΕ είναι κρίσιμης σημασίας τόσο από ακαδημαϊκής όσο και από βιομηχανικής άποψης.
4.7. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ανέρχονται σε 20 mt ετησίως στο σύνολο του κλάδου της υαλουργίας και σε 27 mt ετησίως στον κλάδο της κεραμικής. Και στους δύο κλάδους, η εγγενής δυνατότητα μείωσης είναι πολύ περιορισμένη. Αυτό σημαίνει ότι η συμπερίληψη των κλάδων της υαλουργίας και της κεραμικής στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας δεν έχει ιδιαίτερο νόημα από πρακτική ή οικονομική άποψη. Επιπλέον, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τις ενδεχόμενες εξοικονομήσεις αερίων του θερμοκηπίου. Παρόμοιες εκτιμήσεις μπορούν να διατυπωθούν σχεδόν για κάθε βασικό κλάδο εντάσεως ενέργειας, και κάθε υπερβολικό κόστος πρέπει να αποφεύγεται όταν λαμβάνονται αποφάσεις στο θέμα της διαρροής εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και της κατανομής βάσει σημείων αναφοράς για την τρίτη περίοδο εμπορίας. Απαιτούνται ξεχωριστά κριτήρια αξιολόγησης προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ποικιλομορφία των διαφόρων τομέων και επιμέρους τομέων. Αυτά θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις διάφορες τεχνικές παραγωγής, τις ενεργειακές απαιτήσεις και το φυσικό δυναμικό των φυτών προς μείωση των εκπομπών.
4.8. Λόγω του χαμηλού επιπέδου συγκέντρωσης, της ευρείας ποικιλίας προϊόντων και της χαμηλής ποιότητας των δημοσιευμένων στατιστικών, η ορθή εφαρμογή του EU ETS θα είναι πολύ προβληματική για τον κλάδο της κεραμικής. Όσον αφορά την αξιολόγηση της έκθεσης του κλάδου της κεραμικής στη διαρροή διοξειδίου του άνθρακα, το ζήτημα της διαθεσιμότητας και της συνεκτικότητας των δεδομένων μπορεί μόνο να επιλυθεί με την άθροιση των σχετικών δεδομένων σε 3 ψηφία (NACE rev. 2-2008). Σε τέτοιο επίπεδο άθροισης, η έκθεση σε «διαρροή διοξειδίου του άνθρακα» μπορεί να αποδειχθεί για τρεις υποκλάδους της κεραμικής και, συγκεκριμένα, για τα «πυρίμαχα προϊόντα» (NACE 23.2), τα «οικοδομικά υλικά από πηλό» (NACE 23.3) και τα «λοιπά προϊόντα πορσελάνης και κεραμικής» (NACE 23.4).
4.9. Ο κλάδος της κεραμικής δεν διαθέτει τις ίδιες δυνατότητες με τον κλάδο της υαλουργίας όσον αφορά την εξοικονόμηση αερίων του θερμοκηπίου, παρότι αξίζει να αναφερθούν οι θερμομονωτικές ιδιότητες των σύγχρονων τούβλων και πλακιδίων και των ορυκτών ινών. Παρ’ όλα αυτά, ο κλάδος της κεραμικής είναι ένα καλό παράδειγμα βιώσιμης κατανάλωσης και παραγωγής χάρη στις εγγενείς ιδιότητες των προϊόντων του, όπως η ανθεκτικότητα και η υγιεινή καθώς και οι αισθητικές αξίες. Μετά την παραγωγή τους, τα περισσότερα κεραμικά προϊόντα έχουν δυνητικά μακρά ζωή και πολλά δεν χρειάζονται καμία περαιτέρω συντήρηση.
4.10. Ο κλάδος της κεραμικής διαθέτει έναν πολύ σημαντικό υποκλάδο: παραγωγή πυρίμαχων υλικών. Τα υλικά αυτά είναι ζωτικής σημασίας για πολλές βιομηχανίες οι οποίες λειτουργούν σε υψηλές θερμοκρασίες: σιδηρουργία, χαλυβουργία, υαλουργία, ασβεστοβιομηχανία και τσιμεντοβιομηχανία. Οι χημικές αυτές ουσίες δεν θα υπήρχαν χωρίς πυρίμαχα υλικά υψηλών επιδόσεων, τα οποία υποστηρίζουν και διευκολύνουν τη χρήση των πλέον αποδοτικών τεχνολογιών στους προαναφερθέντες κλάδους.
4.11. Σημαντικότατη προϋπόθεση προόδου όσον αφορά τη γενική ανταγωνιστικότητα και ιδιαίτερα την ενεργειακή αποτελεσματικότητα και την περιβαλλοντική απόδοση είναι η εξασφάλιση εκτεταμένης και αποτελεσματικήςΕ&Α. Αυτό ισχύει για όλους τους τομείς τόσο της υαλουργίας όσο και της κεραμικής, αλλά ιδιαίτερα για τον επιμέρους τομέα του ειδικού κρυστάλλου, ο οποίος γενικά αφιερώνει το υψηλότερο μερίδιο των εσόδων του στην καινοτομία, λόγω του ότι πρόκειται για ένα μεταποιημένο προϊόν με ταχέως αναπτυσσόμενο χαρακτήρα. Αν και ο επιμέρους τομέας αυτός δεν είναι σημαντικός από άποψη ποσότητας παραγωγής και απασχόλησης, είναι εξαιρετικά σημαντικό για την εξέλιξη του να παραμείνει η παραγωγή του εντός της ΕΕ.
4.12. Βραχυπρόθεσμα, οι αυστηρές ρυθμίσεις για το περιβάλλον και την ενέργεια και, επιπλέον, η απουσία ίσων όρων ανταγωνισμού διεθνώς θα δημιουργήσουν τεράστιες πιέσεις στις ΜΜΕ της ΕΕ και θα περιορίσουν την ιδιωτική χρηματοδότηση καινοτόμων επενδύσεων και Ε&Α. Ωστόσο, οι ρυθμίσεις για την προστασία του περιβάλλοντος παρέχουν επίσης ένα κίνητρο για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε Ε&Α με σκοπό τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και τον περιορισμό της εξάρτησης από παραδοσιακές πηγές ενέργειας. Ως εκ τούτου, το ποσοστό της ενέργειας στα συνολικά έξοδα παραγωγής μπορεί να μειωθεί. Ωστόσο, οι συνέπειες αυτές είναι μακροπρόθεσμες και θα απαιτήσουν σημαντική επιχειρηματική δράση και ανάληψη κινδύνων.
4.13. Έως σήμερα, οι πρόσφατες απαιτήσεις των ρυθμίσεων και τα αυστηρότερα πρότυπα είχαν ως αποτέλεσμα αυξημένες καινοτομίες στην ενεργειακή απόδοση καθώς και τη βελτιστοποίηση των προϊόντων από περιβαλλοντική άποψη καθώς και από άποψη υγείας και ασφάλειας. Αναπτύσσονται επίσης νέες τεχνικές ανακύκλωσης. Παρ’ όλα αυτά, λόγω της φύσης του προϊόντος, η περαιτέρω πρόοδος στην ανακύκλωση των κεραμικών προϊόντων είναι κάπως περιορισμένη.
4.14. Με περαιτέρω έρευνα, τα κεραμικά προϊόντα μπορούν να καταστούν ακόμη πιο ελκυστικά ως καθαρότερη εναλλακτική δυνατότητα. Ένα παράδειγμα πρόσφατων προϊόντων είναι τα τούβλα από άργιλο με βελτιωμένη θερμομόνωση, τα οποία είναι εντάσεως ενέργειας στην παραγωγή τους και μπορούν επίσης να συμβάλουν στην εξοικονόμηση ενέργειας όταν χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η χρήση κεραμικών προϊόντων στα αυτοκίνητα. Στην περίπτωση αυτή μπορούν να αποτελέσουν τη βασική τεχνολογία για πολλά κρίσιμα εξαρτήματα των κινητήρων του μέλλοντος, λόγω της μοναδικής αντοχής τους στη θερμότητα, τη φθορά και τη διάβρωση, λόγω του ελαφρού βάρους και των ηλεκτρομονωτικών και θερμομονωτικών ιδιοτήτων τους. Τα αυτοκίνητα του μέλλοντος μπορεί να ενσωματώνουν κεραμικά στοιχεία στη δομή των κινητήρων τους καθώς και σε εφαρμογές ανθεκτικές στη φθορά σε συστήματα καυσίμων και σε πρόσθετα εξαρτήματα σε συστήματα ελέγχου της λειτουργίας των βαλβίδων, όπως βαλβίδες και έδρες βαλβίδων. Ενδέχεται τα αυτοκίνητα του μέλλοντος να χρησιμοποιούν κεραμικές στήλες καυσίμου για λειτουργία με μηδενικές σχεδόν εκπομπές.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Βλ. υποσημειώσεις 4 και 5.
(2) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Ο αντίκτυπος της συνεχιζόμενης ανάπτυξης των ενεργειακών αγορών στις ευρωπαϊκές αλυσίδες βιομηχανικής προστιθέμενης αξίας», ΕΕC 77 της 31.3.2009, σελ. 88-95
(3) Βλ. Ανακοίνωση τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αριθ° IP/08/1998 on http://europa.eu/rapid/.
(4) FWC Sector Competitiveness Studies (Μελέτες ανταγωνιστικότητας κλάδου FWC) – Competitiveness of the Glass Sector (Η ανταγωνιστικότητα του κλάδου της υαλουργίας), Οκτώβριος 2008.
(5) FWC Sector Competitiveness Studies (Μελέτες ανταγωνιστικότητας κλάδου FWC) – Competitiveness of the Ceramics Sector (Η ανταγωνιστικότητα του κλάδου της κεραμικής), Οκτώβριος 2008. Eurostat 2006.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/15 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Σχέσεις ΕΕ–Βοσνίας-Ερζεγοβίνης: ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών»
(διερευνητική γνωμοδότηση)
(2009/C 317/03)
Εισηγητής: ο κ. Patrik ZOLTVÁNY
Με σχετική επιστολή της 2ας Σεπτεμβρίου 2008, η κα Margot Wallström, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ο Επίτροπος κ. Olli Rehn, αρμόδιος σε θέματα διεύρυνσης, ζήτησαν από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου συνεργασίας της ΕΟΚΕ με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα:
Σχέσεις ΕΕ - Βοσνίας-Ερζεγοβίνης: ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών.
Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 23 Ιουνίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Patrik Zoltvány.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 147 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Κύριες συστάσεις της γνωμοδότησης
1.1. Συστάσεις προς τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
— |
Πρέπει να υποστηριχθεί η βοσνιακή κυβέρνηση στην κατάρτιση μιας στρατηγικής για την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών (1). |
— |
Πρέπει να αυξηθεί η στήριξη και η χρηματοδότηση που παρέχεται προς τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, προκειμένου να διατηρηθεί η ανεξαρτησία τους από την κυβέρνηση και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των σχεδίων που έχουν αναλάβει. |
— |
Πρέπει να αναπτυχθούν καταλληλότερα και πιο αποτελεσματικά προγράμματα χρηματοδοτικής στήριξης προκειμένου να μειωθεί ο χρόνος των διαδικασιών υποβολής αιτήσεων και λήψης αποφάσεων. Αυτό ισχύει επίσης για το νέο μηχανισμό που δημιούργησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με στόχο την προώθηση της ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών και του διαλόγου με τους πολίτες. Η στήριξη θα πρέπει να καλύπτει ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων οργανώσεων και να προσαρμόζεται με ευελιξία στις ανάγκες τους. |
— |
Πρέπει να επιταχυνθούν οι διαπραγματεύσεις για την απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης και να υποστηριχθεί δραστικά η ευθυγράμμιση με τα τεχνικά και λοιπά μέσα. |
— |
Πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των ΜΚΟ και των κοινωνικών εταίρων σε ό,τι αφορά τη χάραξη και υιοθέτηση στρατηγικών στήριξης. |
— |
Πρέπει να υποστηριχθούν προγράμματα με επίκεντρο την εκπαίδευση και ανάπτυξη των κοινωνικών εταίρων, έτσι ώστε να ενισχυθεί η ικανότητά τους προς τον αποτελεσματικό κοινωνικό διάλογο. |
— |
Πρέπει να υποστηριχθεί ενεργά ο κοινωνικός διάλογος και ο διάλογος με την κοινωνία των πολιτών στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. |
— |
Πρέπει να συμμετάσχουν και να συμβάλουν ενεργά στη δημιουργία ενός νέου συντάγματος. |
— |
Πρέπει να επιμείνουν στην εφαρμογή των επικυρωμένων διεθνών συμβάσεων καθώς και του Συντάγματος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα καταχώρισης των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των ενώσεων εργοδοτών σε μια καθορισμένη νομική βάση, έτσι ώστε να μπορούν να λειτουργούν αποτελεσματικά. |
— |
Πρέπει να υποστηριχθούν συστηματικά τα σχέδια που έχουν θέσει σε εφαρμογή οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και εστιάζονται στην προαγωγή της ιδέας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στο σύνολο της κοινωνίας. Στη συστηματική συζήτηση σχετικά με τα θέματα που αφορούν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα πρέπει να συμμετάσχουν όλες οι συνιστώσες της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών. |
— |
Πρέπει να υποστηριχθούν τα σχέδια που αποσκοπούν στην μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειριών από τα κράτη μέλη της ΕΕ στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Η συμβολή των «νέων» κρατών μελών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης μπορεί να προσδώσει πραγματική προστιθέμενη αξία. Τα όργανα της ΕΕ θα πρέπει να αναγνωρίσουν και να υποστηρίξουν περισσότερο τη σημασία των «σχεδίων αδελφοποιήσεων». Μέσω του νεοδημιουργηθέντος μηχανισμού για την προώθηση της ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών και του διαλόγου με αυτήν μπορούν να ενθαρρυνθούν τέτοιου είδους δραστηριότητες. |
— |
Πρέπει να δοθεί στους εκπροσώπους των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης η δυνατότητα να επισκεφθούν τα όργανα της ΕΕ και να συμμετάσχουν δωρεάν σε διασκέψεις και εκδηλώσεις που διοργανώνει η ΕΕ. |
— |
Πρέπει να ενδυναμωθεί η στήριξη προς τα περιφερειακά δίκτυα των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στα Δυτικά Βαλκάνια και να αναπτυχθούν περιφερειακά προγράμματα. |
— |
Πρέπει να διατηρηθεί ο συστηματικός διάλογος με άλλους χορηγούς προκειμένου να δοθεί στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων ως σύνολο μια καλά στοχοθετημένη, αποτελεσματική, αποδοτική και έγκαιρη συνδρομή. |
— |
Πρέπει να διοργανώνουν τακτικές συνεδριάσεις με τους εκπροσώπους των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών ούτως ώστε να αντιδρούν με μεγαλύτερη ευελιξία στις προσδοκίες και τις ανάγκες τους. |
1.2. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή κρίνει σκόπιμο:
— |
Να συσταθεί μια Μικτή Συμβουλευτική Επιτροπή (ΜΣΕ) μεταξύ της ΕΟΚΕ και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ούτως ώστε να προωθηθεί και να υποστηριχθεί ο διάλογος με την κοινωνία των πολιτών στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. |
— |
Να συμμετάσχει ενεργά η ΕΟΚΕ στο νέο πρόγραμμα που διαχειρίζεται η Γενική Διεύθυνση Διεύρυνσης της Επιτροπής με τίτλο «People to People Dialogue» (Διάλογος μεταξύ των λαών). Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να προετοιμάσει και να διοργανώσει επισκέψεις μελέτης στην ΕΕ (ιδίως στις Βρυξέλλες) για τους εκπροσώπους των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. |
— |
Να εξασφαλιστεί η δυνατότητα στους εκπροσώπους των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να επισκεφθούν την ΕΟΚΕ και να εξοικειωθούν με τις δραστηριότητές της. |
1.3. Συστάσεις προς τις πολιτικές αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης:
— |
Πρέπει να θεσπίσουν ένα νομικό περιβάλλον που θα προάγει την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών, μεταξύ άλλων, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων. |
— |
Κρίνεται σκόπιμο να αναπτύξουν μια στρατηγική για την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών: έτσι μπορεί να δημιουργηθεί η βάση μιας βιώσιμης κοινωνίας των πολιτών, στοιχείο που είναι αναγκαίο για μια ώριμη δημοκρατική κοινωνία. Αυτή η στρατηγική θα πρέπει να αναπτυχθεί σε στενή συνεργασία με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. |
— |
Πρέπει να διατηρήσουν συστηματικό διάλογο σχετικά με θέματα που αφορούν τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών με τους εκπροσώπους τους. Η προσέγγιση της κυβέρνησης απέναντι στην κοινωνία των πολιτών θα πρέπει να είναι πιο περιεκτική. |
— |
Πρέπει να δοθούν πολλαπλά κίνητρα στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων χρηματοδοτικών κινήτρων, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη και η βιωσιμότητα των δραστηριοτήτων τους. Κρίνεται αναγκαίο να αναπτυχθεί ένα διαφανές καθεστώς επιχορηγήσεων, το οποίο θα παρέχει στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών τη δυνατότητα να ζητούν επιχορηγήσεις που χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό. |
— |
Πρέπει να ενισχυθεί ο διάλογος και η συνεργασία με τις δημόσιες αρχές και να αναγνωριστούν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. |
— |
Πρέπει να λυθεί το πρόβλημα της καταχώρισης της Συνομοσπονδίας των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. |
— |
Πρέπει να προωθηθεί ενεργά η θέσπιση του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου σε κρατικό επίπεδο παράλληλα με την εγκαθίδρυση κρατικών θεσμικών οργάνων αρμόδιων σε κοινωνικά και οικονομικά θέματα. |
— |
Πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για την τήρηση των όρων απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης. |
— |
Πρέπει να οργανωθούν επιμορφωτικά προγράμματα για τους πολίτες με αντικείμενο τη δράση της κοινωνίας των πολιτών. |
1.4. Συστάσεις προς τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη:
— |
Πρέπει να ενισχυθούν οι τάσεις από τη βάση προς την κορυφή και η αυτο-οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίες συμβάλλουν στην κοινωνιακή καθιέρωση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. |
— |
Πρέπει να υπάρξει ευαισθητοποίηση του κοινού αναφορικά με τον ρόλο της κοινωνίας των πολιτών στο πολιτικό γίγνεσθαι. |
— |
Πρέπει να διευκολυνθούν οι διαδικασίες δικτύωσης και οικοδόμησης εταιρικών σχέσεων (δηλ. ανταλλαγή πληροφοριών, τεχνογνωσίας και εμπειριών). |
— |
Πρέπει να υπάρξει καλύτερη κατανόηση των εννοιών της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, των πολιτικών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. |
— |
Πρέπει να επεκταθούν τα εκπαιδευτικά προγράμματα και τα προγράμματα κατάρτισης εντός των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. |
— |
Πρέπει να καλλιεργηθεί ο διεθνοτικός και διαθρησκευτικός διάλογος, να υπάρξει στενότερη συνεργασία, διασύνδεση καθώς και να υλοποιηθούν περισσότερα προγράμματα αδελφοποίησης των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. |
2. Ιστορικό της γνωμοδότησης
2.1. Οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα Δυτικά Βαλκάνια
Τα Δυτικά Βαλκάνια περιλαμβάνονται στις κορυφαίες περιφερειακές προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Κύριος στόχος της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια είναι η αύξηση της περιφερειακής σταθερότητας και ευημερίας. Η προετοιμασία των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων για ένταξη στην ΕΕ μπορεί να αναφερθεί ως εξίσου σημαντικός στόχος, για την επίτευξη του οποίου η ΕΕ χρησιμοποιεί συγκεκριμένους μηχανισμούς προενταξιακής βοήθειας.
Η Διαδικασία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (ΔΣΣ) δημιουργήθηκε με σκοπό να παρασχεθεί βοήθεια στις χώρες της περιοχής στην πορεία τους προς την ΕΕ. Περιλαμβάνει πολιτικό διάλογο, σημαντικές εμπορικές προτιμήσεις και οικονομική συνδρομή. Περιλαμβάνει επίσης την εγκαθίδρυση μιας συνολικής συμβατικής σχέσης, η οποία αναμένεται να βοηθήσει τις χώρες της περιοχής να προετοιμασθούν για τη μελλοντική ένταξή τους. Η ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών και ο εκδημοκρατισμός είναι ορισμένοι από τους στόχους της ΔΣΣ, οι οποίοι αναμένεται ότι θα συμβάλουν στην πολιτική, οικονομική και θεσμική σταθεροποίηση της περιοχής. Η υπογραφή της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (ΣΣΣ) θεωρείται σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ένταξης στην ΕΕ.
2.2. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και τα Δυτικά Βαλκάνια
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην παροχή συνδρομής για την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών στα Δυτικά Βαλκάνια. Το 2004, σύστησε την Ομάδα επαφής για τα Δυτικά Βαλκάνια, η οποία αποτελεί το μόνο μόνιμο και ειδικό όργανο της ΕΟΚΕ που ασχολείται με τη συγκεκριμένη περιοχή. Συγκαταλέγεται σε ένα ευρύ φάσμα άλλων οργάνων της ΕΕ που εργάζονται στην εν λόγω περιοχή και επικεντρώνεται στην προστιθέμενη αξία που μπορεί να συνεισφέρει στις γενικές εργασίες της ΕΕ στο συγκεκριμένο θέμα.
Κύριος στόχος της ΕΟΚΕ στα Δυτικά Βαλκάνια είναι η παρακολούθηση των αλλαγών στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και στις σχέσεις ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων, και ειδικότερα η υλοποίηση της Ατζέντας της Θεσσαλονίκης και η εξέλιξη της ΔΣΣ· η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ της ΕΟΚΕ και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών των Δυτικών Βαλκανίων, καθώς και των εθνικών οικονομικών και κοινωνικών επιτροπών ή παρόμοιων οργάνων, και η ενθάρρυνση και η μεγιστοποίηση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της ΕΕ και των ομολόγων τους στα Δυτικά Βαλκάνια.
3. Πολιτικές εξελίξεις στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη
3.1. Η παρούσα πολιτική κατάσταση
Η πολιτική διαδικασία στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη εξακολουθεί να επηρεάζεται από την κληρονομιά του πολέμου και τη συμφωνία του Ντέιτον, η οποία ίδρυσε το ανεξάρτητο κράτος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης στην παρούσα μορφή του. Οι αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις προσπαθούν να επωφεληθούν από το συνταγματικό πλαίσιο που θέσπισε η συμφωνία του Ντέιτον και ταυτόχρονα να υπερβούν τους περιορισμούς που εμπεριέχει. Η αναγκαιότητα εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού της διακυβέρνησης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο από τη διεθνή κοινότητα, καθώς και από την ίδια τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, παρότι η υποστήριξη της πολιτικής καθεστηκυίας τάξης των Οντοτήτων στη διαδικασία αυτή, η οποία υποκινείται σε μεγάλο βαθμό από διεθνείς παράγοντες, είναι ανομοιόμορφη.
Η σημαντικότερη πολιτική πρόκληση για τη χώρα στα επόμενα χρόνια θα είναι η συνταγματική μεταρρύθμιση, χωρίς την οποία θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί περαιτέρω πρόοδος προς την κατεύθυνση ενός δημοκρατικότερου και αποτελεσματικότερου κράτους, η υλοποίηση μιας συνολικής ατζέντας μεταρρυθμίσεων και η προσέγγιση με την ΕΕ. Η μεταρρύθμιση του συνταγματικού πλαισίου του Ντέιτον δεν μπορεί να επιβληθεί έξωθεν, παρότι η διεθνής κοινότητα γενικά και η ΕΕ ειδικότερα είναι διατεθειμένες να βοηθήσουν. Θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών ενδιαφερόμενων στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και να έχει την ευρεία στήριξη των πολιτών. Η διαδικασία αυτή, η οποία μπορεί να επηρεάσει όλους τους τομείς, θα είναι πολύ ευαίσθητη και είναι πιθανό να χρειαστεί κάποιο χρόνο έως ότου ολοκληρωθεί.
Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις για το μέλλον της χώρας μεταξύ των πολιτικών και ότι εξακολουθεί να υπάρχει κάποια δυσπιστία μεταξύ πολιτών διαφορετικών εθνικοτήτων. Γενικά, επικρατεί εθνικιστική ρητορική και οι ηγέτες της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης δεν σημείωσαν πρόοδο προς την κατεύθυνση της δημιουργίας, μέσω της μεταρρύθμισης του θεσμικού πλαισίου, πιο λειτουργικών και προσιτών κρατικών δομών που να υποστηρίζουν τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Λόγω των ανησυχιών σχετικά με την πολιτική σταθερότητα στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και στην περιοχή, το κλείσιμο του Γραφείου του Ανωτάτου Εκπροσώπου (OHR) αναβλήθηκε επανειλημμένως. Τον Φεβρουάριο του 2008, το Συμβούλιο για την Εφαρμογή της Ειρήνης (PIC) αποφάσισε να εξαρτήσει το κλείσιμο από την πρόοδο που θα σημειώσει η Βοσνία-Ερζεγοβίνη στην αντιμετώπιση πέντε συγκεκριμένων στόχων και στην εκπλήρωση δύο συγκεκριμένων προϋποθέσεων (υπογραφή της ΣΣΣ και σταθερή πολιτική κατάσταση). Από τους πέντε στόχους (2), η πρόοδος όσον αφορά την αντιμετώπιση των θεμάτων που σχετίζονται με την κρατική ιδιοκτησία και τον καθορισμό του τελικού καθεστώτος του διαμερίσματος του Μπρτσκο υπήρξε ιδιαίτερα περιορισμένη.
3.2. Πολιτικές σχέσεις με την ΕΕ και τις γειτονικές χώρες
3.2.1. Σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση
Οι διαπραγματεύσεις για μια ΣΣΣ με τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 2005. Η ΣΣΣ μονογραφήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2007 και υπογράφηκε στις 16 Ιουνίου 2008, μετά την πρόοδο που επιτεύχθηκε σε τέσσερις βασικούς τομείς, οι οποίοι ορίσθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο το 2005 (3). Εν αναμονή της κύρωσης της ΣΣΣ από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, τα μέτρα της ΣΣΣ που σχετίζονται με τις εμπορικές συναλλαγές τέθηκαν σε ισχύ μέσω της ενδιάμεσης συμφωνίας, η οποία ισχύει από την 1η Ιουλίου 2008. Μεταξύ άλλων, η ΣΣΣ επισημοποίησε τις εμπορικές προτιμήσεις που παρέχει η ΕΕ στα βοσνιακά προϊόντα από το 2000 (σε αυτόνομη βάση) και οδήγησε τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη στη σταδιακή κατάργηση των εμπορικών περιορισμών και στην προοδευτική μείωση των τελωνειακών δασμών της στα προϊόντα της ΕΕ. Η εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας υπήρξε ικανοποιητική έως τώρα.
Παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις για τη ΣΣΣ, καταρτίσθηκε και υπογράφηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2007 μια συμφωνία διευκόλυνσης της έκδοσης θεωρήσεων, η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2008. Η εν λόγω συμφωνία μείωσε, και επιπλέον κατάργησε για ορισμένες κατηγορίες πολιτών, τα έξοδα έκδοσης θεώρησης. Η συμφωνία απλοποίησε επίσης τις προϋποθέσεις χορήγησης θεώρησης σε πολλές ομάδες πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των σπουδαστών, των επιχειρηματιών, των δημοσιογράφων κλπ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησε συζητήσεις σχετικά με τη θέσπιση καθεστώτος απαλλαγής των βόσνιων πολιτών από την υποχρέωση θεώρησης στις 26 Μαΐου 2008. Προκειμένου να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη οφείλει να πληροί όλα τα κριτήρια.
Όσον αφορά την προενταξιακή οικονομική βοήθεια, το ενδεικτικό έγγραφο πολυετούς σχεδιασμού (MIPD) για την περίοδο 2008-2010 για τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο του 2008. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διέθεσε συνολικά 74,8 εκατομμύρια ευρώ στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη βάσει του προγράμματος του μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (ΜΠΒ) του 2008. Οι κύριοι τομείς παρέμβασης είναι οι εξής: ενίσχυση του κράτους δικαίου και των δομών της δημόσιας διοίκησης, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και δημοκρατική σταθεροποίηση, Στα πλαίσια του Μηχανισμού Χρηματοδότησης για την Κοινωνία των Πολιτών, χορηγήθηκαν 6,5 εκατομμύρια ευρώ για την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών βάσει των εθνικών προγραμμάτων του ΜΠΒ 2007/2008. Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη επωφελούνται επίσης από τις περιφερειακές δραστηριότητες και τα προγράμματα επισκεπτών που χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Πολλαπλών Δικαιούχων. Επιπλέον, 5,7 εκατομμύρια ευρώ διατέθηκαν από κοινοτικά κεφάλαια για τη στήριξη του προϋπολογισμού του Γραφείου του Ανωτάτου Εκπροσώπου έως τον Ιούνιο του 2009.
Ο ΜΠΒ και η εναπομένουσα συνδρομή του προγράμματος CARDS υλοποιούνται από την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Σεράγεβο. Η αποκεντρωμένη διαχείριση της ενίσχυσης παραμένει μεσοπρόθεσμος στόχος για τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Οι προετοιμασίες για την αποκεντρωμένη υλοποίηση έχουν προχωρήσει κάπως. Το Εθνικό Ταμείο και η Κεντρική Μονάδα Χρηματοδότησης και Ανάθεσης Συμβάσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών έχουν στελεχωθεί μερικώς και οι προσλήψεις συνεχίζονται. Το πολύπλοκο θεσμικό και πολιτικό περιβάλλον στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές καθυστερήσεις στην κύρωση της συμφωνίας-πλαισίου για τον ΜΠΒ. Η κατάλληλη υλοποίηση της συμφωνίας δεν έχει διασφαλισθεί ακόμη. Ως εκ τούτου, καθυστερεί και η υλοποίηση του προγράμματος ΜΠΒ του 2007.
3.2.2. Σχέσεις με την Κροατία
Οι σχέσεις με την Κροατία μεταβλήθηκαν σημαντικά από το 2000. Οι δύο χώρες συμφώνησαν σε περαιτέρω επιστροφή των προσφύγων στα σύνορα Βοσνίας-Ερζεγοβίνης –Κροατίας και υπέγραψαν συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών, η οποία υλοποιήθηκε σχεδόν αμέσως. Μια συμφωνία διπλής ιθαγένειας με την Κροατία εγκρίθηκε από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης τον Φεβρουάριο του 2008. Εκτιμάται ότι περίπου 400 000 πολίτες της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης έχουν επίσης κροατική ιθαγένεια. Εξακολουθούν να υπάρχουν συνοριακές διαφορές που πρέπει να επιλυθούν καθώς και εμπόδια στη μεταφορά υποθέσεων και στην έκδοση υπόπτων σε υποθέσεις ποινικών αδικημάτων και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας μεταξύ της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και της Κροατίας.
3.2.3. Σχέσεις με τη Σερβία
Οι σχέσεις με τη Σερβία βελτιώθηκαν σημαντικά μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Μιλόσεβιτς, και διπλωματικές σχέσεις εγκαθιδρύθηκαν στις 15 Δεκεμβρίου 2000. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης στη Διαδικασία Συνεργασίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (ΔΣΝΑΕ) το 2003-2004, οι υπουργοί Εξωτερικών της πρώην Γιουγκοσλαβίας συναντήθηκαν με τους ομολόγους τους της ευρύτερης Νοτιοανατολικής Ευρώπης προκειμένου να ενισχύσουν τη δέσμευση για καλές σχέσεις γειτονίας, σταθερότητα, ασφάλεια και συνεργασία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Τον Οκτώβριο του 2006 η προεκλογική εκστρατεία στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη είχε ως αποτέλεσμα τη δημόσια ενίσχυση των δεσμών μεταξύ της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας (Republika Srpska) και της Σερβίας, η οποία κορυφώθηκε με την υπογραφή μιας αναθεωρημένης συμφωνίας ειδικών παράλληλων σχέσεων στις 26 Σεπτεμβρίου 2007 στη Μπάνια Λούκα, παρότι αμφότερες οι πλευρές τόνισαν ότι η συμφωνία δεν υπονομεύει με κανέναν τρόπο την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα ή την πολιτική ανεξαρτησία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
Ωστόσο, παραμένουν δυνητικές εντάσεις στις σχέσεις της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης με τη Σερβία. Μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου, εκδηλώθηκαν στη Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας αυξημένη ρητορική κατά της συμφωνίας του Ντέιτον και απειλές απόσχισης· στις 21 Φεβρουαρίου 2008 η Εθνοσυνέλευση της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας ενέκρινε ένα ψήφισμα, το οποίο συνέδεε τη θέση της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη με εκείνη του Κοσσυφοπεδίου στη Σερβία και περιέγραφε τις περιστάσεις υπό τις οποίες η Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας θα έχει δικαίωμα απόσχισης.
3.2.4. Περιφερειακή συνεργασία
Οι σχέσεις με το Μαυροβούνιο είναι καλές και έχουν εντατικοποιηθεί περαιτέρω. Έχουν υπογραφεί συμφωνίες στους τομείς της άμυνας, της αστυνομικής συνεργασίας, της πολιτικής προστασίας και της διασυνοριακής συνεργασίας.
Οι σχέσεις με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι καλές, τόσο σε διμερές όσο και σε περιφερειακό πλαίσιο. Έχουν συναφθεί συμφωνίες σχετικά με την επανεισδοχή, την αστυνομική συνεργασία και την πολιτική προστασία.
Οι σχέσεις με την Αλβανία έχουν εντατικοποιηθεί και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη αποφάσισε να ανοίξει πρεσβεία στα Τίρανα.
Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη συμμετέχει ενεργά σε προγράμματα και πρωτοβουλίες περιφερειακής συνεργασίας όπως η Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών της Κεντρικής Ευρώπης.
4. Οικονομικές εξελίξεις στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη
4.1. Η παρούσα κατάσταση της οικονομίας στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη
Παρά το δυσμενές πολιτικό περιβάλλον, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη σημείωσε, κατά τα προηγούμενα τέσσερα έτη σταθερές οικονομικές επιδόσεις, με ανάπτυξη του ΑΕγχΠ της τάξης του 5,5 % το 2008. Ο πληθωρισμός κατά το πρώτο τρίμηνο του 2007 ήταν μόλις 1,5 %, αλλά άρχισε να αυξάνεται κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2007, λόγω της αύξησης των τιμών των τροφίμων και των μεταφορών, και έφτασε σε 4,9 % τον Δεκέμβριο, για να ανέλθει σε 9,5 % τον Αύγουστο του 2008. Το έλλειμμα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε από 21,3 % του ΑΕγχΠ το 2005 σε 11,4 % του ΑΕγχΠ το 2006, αλλά αυξήθηκε και πάλι σε 12,7 % του ΑΕγχΠ το 2007. Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μειώθηκε από 49,6 % του ΑΕγχΠ το 2005 σε περίπου 37 % του ΑΕγχΠ το 2006 και το 2007. Περαιτέρω βελτιώσεις δεν είναι πιθανές επί του παρόντος, καθώς η επέκταση των εξαγωγών επιβραδύνθηκε το 2007, οι εισαγωγές αυξήθηκαν και οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) είναι πιθανό να μειωθούν λόγω της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το συνολικό δημοσιονομικό πλεόνασμα ήταν 3 % του ΑΕγχΠ το 2006, ως αποτέλεσμα κυρίως της αύξησης των εσόδων μετά τη θέσπιση του ΦΠΑ. Το πλεόνασμα μειώθηκε σε 1,3 % του ΑΕγχΠ το 2007 και ενδέχεται να μετατραπεί σε έλλειμμα το 2008 λόγω, μεταξύ άλλων παραγόντων, της αύξησης των επιστροφών ΦΠΑ.
Όπως και άλλες χώρες που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη έχει μια αναπτυσσόμενη οικονομία, αλλά αντιμετωπίζει ευρέως διαδεδομένη φτώχεια και κοινωνική δυσπραγία. Συγκεκριμένα, οι εκτιμήσεις για το ποσοστό ανεργίας κυμαίνονται μεταξύ 16 % και 44 %. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη αντιμετωπίζει επίσης τις συνέπειες της τρέχουσας οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, η οποία συνιστά σοβαρή απειλή για τις οικονομικές, κοινωνικές και εθνοτικές ισορροπίες, καθώς και για τις σχέσεις της με την ΕΕ και τις χώρες τις ευρύτερης περιοχής.
Η δομή διακυβέρνησης της χώρας είναι δυσκίνητη και καταναλώνει άνω του 50 % του ΑΕγχΠ. Οι κατακερματισμένες δομές, οι περιορισμένοι πόροι, η έλλειψη πείρας και οι ad hoc προσεγγίσεις για τη στήριξη των εθνικών ικανοτήτων μειώνουν την ικανότητα της κυβέρνησης να διατυπώσει και να υλοποιήσει τις πολιτικές της.
Η ΕΕ είναι ο κύριος εμπορικός εταίρος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης (οι συναλλαγές με την ΕΕ αντιπροσωπεύουν άνω του 50 % των συνολικών συναλλαγών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης). Η υπογραφή της ΣΣΣ και η έναρξη ισχύος της ενδιάμεσης συμφωνίας είναι πιθανό να εμβαθύνουν τη σχέση αυτή και να επεκτείνουν την εμπορική ολοκλήρωση με την ΕΕ. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη εξάγει κυρίως στην Ιταλία, τη Γερμανία και τη Σλοβενία. Οι εισαγωγές της προέρχονται από τις χώρες αυτές της ΕΕ και, σε μικρότερο βαθμό, από την Αυστρία. Οι εξαγωγές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης βασίζονται κυρίως σε μέταλλα, ξυλεία και προϊόντα ξυλείας, ορυκτά και χημικά προϊόντα. Οι εισαγωγές περιλαμβάνουν, ειδικότερα, μηχανήματα, ορυκτά προϊόντα, τρόφιμα και χημικά προϊόντα.
5. Η παρούσα κατάσταση και ο ρόλος των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών
5.1. Κοινωνικός διάλογος
5.1.1. Νομικό περιβάλλον
Ο κοινωνικός διάλογος σε κρατικό επίπεδο προς το παρόν δεν υφίσταται. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το υφιστάμενο σύνταγμα δεν προβλέπει τη σύσταση κρατικών θεσμικών οργάνων με αρμοδιότητα σε θέματα κοινωνικής ή εκπαιδευτικής πολιτικής.
Το σύνολο των οκτώ βασικών συμβάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) έχει κυρωθεί από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Η ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι κατοχυρώνεται στα συντάγματα της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, της Ομοσπονδίας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας. Οι δύο Οντότητες έχουν χωριστή εργατική νομοθεσία, όπως και το διαμέρισμα του Μπρτσκο.
Ο νόμος περί οργανώσεων και ιδρυμάτων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, ο οποίος εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2001, δεν περιλαμβάνει διατάξεις για την καταχώριση μιας συνδικαλιστικής ομοσπονδίας σε κρατικό επίπεδο.
Ωστόσο, σύμφωνα με την έκθεση προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2008, δεν έχει σημειωθεί πρόοδος στον συγκεκριμένο τομέα. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν εξουσίες σε κρατικό επίπεδο στον τομέα της απασχόλησης και των κοινωνικών πολιτικών παραμένει εμπόδιο στην ανάπτυξη μιας στρατηγικής για την απασχόληση σε επίπεδο χώρας. Επικαλούμενη συνταγματικά επιχειρήματα, η Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας αντιτίθεται συστηματικά στην αναγνώριση ενός ρόλου σε κρατικό επίπεδο όσον αφορά θέματα εσωτερικής αγοράς εργασίας. Οι δύο Οντότητες και το διαμέρισμα του Μπρτσκο έχουν αναπτύξει στρατηγικές απασχόλησης και σχέδια για μέτρα ενεργής απασχόλησης. Ωστόσο, ο συντονισμός μεταξύ τους είναι περιορισμένος.
Παρόμοια είναι η κατάσταση που επικρατεί στον χώρο του κοινωνικού διαλόγου. Η Συνομοσπονδία Συνδικαλιστικών Οργανώσεων δεν μπόρεσε να καταχωρηθεί σε κρατικό επίπεδο. Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, η καταχώριση των συνδικαλιστών οργανώσεων σημαίνει αναγνώριση της αντιπροσωπευτικότητάς τους. Επίσης, η νομική βάση και η διαδικασία για τους κοινωνικούς εταίρους είναι οι ίδιες με αυτές των υπολοίπων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, όπως οι αθλητικοί σύλλογοι και οι ενώσεις καταναλωτών, στοιχείο το οποίο είναι δυσανάλογο. Η πολύπλοκη πολιτική και κοινωνική οργάνωση της χώρας εξακολουθεί να επηρεάζει τον διάλογο μεταξύ κοινωνικών εταίρων, και δεν φαίνεται να υπάρχουν άμεσες λύσεις. Η έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά τη νόμιμη εγγραφή των συνδικαλιστών οργανώσεων εμποδίζει την περαιτέρω καθιέρωση των διαπραγματεύσεων των συλλογικών συμβάσεων. Πρέπει να ψηφιστεί ένας νέος νόμος, ο οποίος θα αντικαθιστά τον προαναφερθέντα περί ενώσεων και ιδρυμάτων, προκειμένου να μην επαφίεται η νομική καταχώριση ή όχι μιας νέας οργάνωσης στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης.
5.1.2. Κοινωνικοί εταίροι
5.1.2.1. Εργοδότες
Στην περίπτωση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, είναι δύσκολο να γίνει λόγος για ενεργές οργανώσεις εργοδοτών σε κρατικό επίπεδο. Καθώς δεν υπάρχει Υπουργείο Εργασίας σε κρατικό επίπεδο και πολλά οικονομικά θέματα εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κυβερνήσεων των Οντοτήτων, απουσιάζει ο συντονισμός των επίσημων αρχών και η συνεργασία των οργανώσεων εργοδοτών σε κρατικό επίπεδο.
Οι δύο κύριες ενώσεις εργοδοτών, είναι η Ένωση Εργοδοτών της Ομοσπονδίας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και η Ένωση Εργοδοτών της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας. Αμφότερες συμμετέχουν στις Οικονομικές και Κοινωνικές Επιτροπές σε επίπεδο Οντότητας. Το μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ενώσεις εργοδοτών, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, είναι η αντιπροσωπευτικότητα και η αποτελεσματική εκπροσώπηση των συμφερόντων των μελών τους ενώπιον των δημόσιων αρχών.
5.1.2.2. Συνδικαλιστικές οργανώσεις
Τα ποσοστά συνδικαλιστικής πυκνότητας στην επίσημη οικονομία είναι αρκετά υψηλά τόσο στην Ομοσπονδία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης όσο και στη Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας. Η μεν Συνομοσπονδία Ανεξάρτητων Συνδικαλιστικών Οργανώσεων (Savez Samostalnih Sindikata Bosne i Hercegovine, SSSBiH) οργανώνει τους εργαζομένους στην Ομοσπονδία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, η δε Συνομοσπονδία Συνδικαλιστικών Οργανώσεων της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας (Savez Sindikata Republike Srpske, SSRS) έχει τον ίδιο ρόλο στη Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας. Οι συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες των δύο Οντοτήτων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, ήτοι της Ομοσπονδίας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας, ίδρυσαν, σε ιδρυτική συνέλευση που πραγματοποιήθηκε στο Σεράγεβο στις 24 Ιουνίου 2005, μια κοινή κεντρική οργάνωση ανεξάρτητων συνδικαλιστικών οργανώσεων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Η οργάνωση αυτή υπέβαλε αίτηση καταχώρησής της σε κρατικό επίπεδο, αλλά το ζήτημα δεν έχει ακόμα διευθετηθεί.
5.1.3. Αξιολόγηση των υφιστάμενων μηχανισμών
Δεν έχει συσταθεί Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σε κρατικό επίπεδο κυρίως εξαιτίας της απροθυμίας να τεθεί το ζήτημα του κοινωνικού διαλόγου σε αντίστοιχο επίπεδο, ιδίως από πλευράς Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας (4). Υπάρχουν δύο κώδικες εργασίας, ένας για κάθε Οντότητα, ενώ δεν υφίσταται Υπουργείο Εργασίας σε κρατικό επίπεδο. Τα μείζονα θέματα που αφορούν τους κοινωνικούς εταίρους, όπως η οικονομική πολιτική, η εργατική νομοθεσία ή η παιδεία, εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των τοπικών κυβερνήσεων και των κυβερνήσεων των Οντοτήτων. Επιπλέον, δεν έχει καθιερωθεί ακόμα μια κανονική ενιαία αγορά (συμπεριλαμβανομένης της αγοράς εργασίας) εντός της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Οι Οικονομικές και Κοινωνικές Επιτροπές λειτουργούν μόνο σε επίπεδο Οντότητας και χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση. Το τελευταίο επίσημο κώλυμα για τη σύσταση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σε κρατικό επίπεδο είναι το ζήτημα της μη αναγνώρισης μιας κεντρικής συνδικαλιστικής οργάνωσης. Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι οι δυνατότητες των κοινωνικών εταίρων είναι ακόμα περιορισμένες και ότι απαιτείται να καταστεί εκ των έσω ακόμα πιο επαγγελματικό το έργο τους.
5.2. Κοινωνικός διάλογος
5.2.1. Νομικό περιβάλλον
Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη έχει «περιορισμένη» ιστορία ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών. Πριν από τον πόλεμο, υπήρχε ένα φάσμα δημόσιων οργανώσεων με δραστηριότητες κυρίως στους τομείς του πολιτισμού και του αθλητισμού. Κατά τη διάρκεια του πολέμου και ύστερα από αυτόν, οι περισσότερες μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) επικέντρωσαν τις δραστηριότητές τους στη διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας και μετατόπισαν με αργούς ρυθμούς το ενδιαφέρον τους σε πιο τυποποιημένες δραστηριότητες.
Οι ΜΚΟ μπορούν να καταχωρηθούν σε επίπεδο κράτους, Οντότητας, καντονιού (στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης) ή δήμου. Από το 2002, ο νόμος περί οργανώσεων και ιδρυμάτων επιτρέπει την εγγραφή των ΜΚΟ στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και τη δραστηριοποίησή τους σε ολόκληρη τη χώρα. Ωστόσο, λόγω των επαχθών διαδικασιών που προϋποθέτει η καταχώριση σε κρατικό επίπεδο, και δεδομένης της μη αναγνώρισής της σε επίπεδο Οντότητας (Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας), πολλές ΜΚΟ προτιμούν να καταχωρηθούν σε επίπεδο Οντότητας. Ένα μνημόνιο συνεννόησης, το οποίο υπογράφηκε το 2004 για την εγκαθίδρυση ενός κοινού μητρώου οργανώσεων και ιδρυμάτων στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, μεταξύ του κράτους, των κυβερνήσεων των Οντοτήτων και του διαμερίσματος του Μπρτσκο, προωθεί «την αύξηση της ελευθερίας κυκλοφορίας των οργανώσεων και ιδρυμάτων και θεσπίζει ένα σύστημα ταχείας πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με όλα τα ιδρύματα και τις οργανώσεις».
Ο νόμος περί οργανώσεων και ιδρυμάτων τροποποιήθηκε και τέθηκε σε ισχύ το 2008. Ο κανονισμός περί καταχώρισης του 2002 εφαρμόζεται ακόμα, με αποτέλεσμα να περιπλέκεται περισσότερο η διαδικασία καταχώρισης. Οι βοσνιακές αρχές προσπαθούν να τον τροποποιήσουν, προκειμένου να μειωθούν οι απαιτούμενες διατυπώσεις. Σχεδιάζεται επίσης να εισαχθεί συμπληρωματικά το μέτρο της ηλεκτρονικής καταχώρισης.
Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε η Ομάδα Χώρας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (5), ένα από τα κύρια προβλήματα για τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών είναι η πρόσφατη θέσπιση του συστήματος ΦΠΑ. Ο νόμος περί ΦΠΑ, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη την 1η Ιανουαρίου 2006, θέσπισε έναν ενιαίο φόρο της τάξης του 17 %, στοιχείο το οποίο συνιστά αύξηση της φορολογίας. Διάφορες εισφορές (κοινωνικές, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης) επιβάλλονται επίσης στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών όταν προσλαμβάνουν προσωπικό. Επιπλέον φόροι επιβάλλονται στις δωρεές. Η γενικότερη εντύπωση είναι ότι οι φοροαπαλλαγές στον τομέα της κοινωνίας των πολιτών θα είναι ευπρόσδεκτες και θα διευκολύνουν το έργο τους.
Η δημόσια χρηματοδότηση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών είναι ένα άλλο σημαντικό ζήτημα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θεωρούν ότι η κατανομή των δημόσιων πόρων στερείται διαφάνειας. Η νομοθεσία σχετικά με τον εθελοντισμό εξακολουθεί να μην επιβάλλεται. Η αντιμετώπιση της ελλιπούς εφαρμογής της νομοθεσίας και η αναγκαιότητα εναρμόνισης των νόμων παραμένουν κρίσιμα ζητήματα. Ορισμένες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών παρατηρούν ότι η νομοπαρασκευαστική διαδικασία στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη δεν είναι ούτε διαφανής ούτε προσιτή.
Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών τυγχάνουν αδύναμης στήριξης από τις πολιτικές αρχές, καθώς ορισμένες εξ αυτών αντιλαμβάνονται τον τομέα της κοινωνίας των πολιτών ως αντίπαλο. Υπάρχει επίσης ευρεία παρανόηση στις τοπικές αρχές όσον αφορά τις αξίες και τα πλεονεκτήματα της σύμπραξης με την κοινωνία των πολιτών.
5.2.2. Η κατάσταση στις διάφορες ομάδες συμφερόντων
Ο συνολικός αριθμός των εγγεγραμμένων ΜΚΟ στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη πλησιάζει σήμερα τις 8 000 (6), αν και ο αριθμός των ενεργών ΜΚΟ είναι πολύ μικρότερος. Τα έσοδα του τρίτου τομέα εκτιμώνται σε 4,5 % του ΑΕγχΠ, ενώ οι λειτουργικές δαπάνες ανέρχονται σε 2,4 %. Το προσωπικό που απασχολείται στον τομέα αντιπροσωπεύει το 1,45 % του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (7).
Κύριος τομέας δραστηριότητας των ΜΚΟ είναι η προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Άλλοι τομείς με σημαντική συμμετοχή των ΜΚΟ είναι η εκπαίδευση, τα ζητήματα φύλου, η οικονομική ανάπτυξη, η ανθρωπιστική βοήθεια, η ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών, η υγεία, η νεολαία και τα παιδιά, καθώς και η ανάπτυξη των κοινοτήτων.
5.2.3. Αξιολόγηση των υφιστάμενων μηχανισμών
Παρατηρήθηκε κάποια πρόοδος όσον αφορά τη θεσμοθέτηση της σχέσης μεταξύ των αρχών και του μη κυβερνητικού τομέα σε κρατικό επίπεδο. Το Υπουργικό Συμβούλιο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, μαζί με εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, υπέγραψε στις 7 Μαΐου 2007 τη συμφωνία συνεργασίας μεταξύ του Υπουργικού Συμβουλίου της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και του μη κυβερνητικού τομέα στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Τον Οκτώβριο του 2007, ιδρύθηκε το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Πολιτών, κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας. Παρότι το Συμβούλιο δεν εκπροσωπεί το σύνολο της κοινωνίας των πολιτών, διαθέτει 31 υποτομείς, γεγονός που το καθιστά το ισχυρότερο φόρουμ ΜΚΟ στη χώρα. Ωστόσο, απαιτούνται περισσότερες προσπάθειες από τις αρχές για την καθιέρωση τακτικής και συστηματικής επικοινωνίας με την κοινωνία των πολιτών και την ενθάρρυνση της συμμετοχής της στη χάραξη πολιτικής.
6. Ο ρόλος των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση
6.1. Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης
Το ευρωπαϊκό ιδεώδες απουσιάζει σε γενικές γραμμές από τη δράση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Οι πολίτες αντιμετωπίζουν την ευρωπαϊκή ένταξη της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ως μια μακρινή προοπτική. Η πλειονότητα των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών έχουν περιορισμένη πείρα στον χώρο της συνεργασίας με τους ομολόγους τους από την ΕΕ. Ο διάλογος για την ΕΕ μόλις ξεκίνησε στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και η δράση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών επικεντρώνεται στις προτεραιότητες που έχουν θέσει οι χορηγοί τους, είτε πρόκειται για διεθνείς οργανώσεις και άλλες κυβερνήσεις είτε πρόκειται για τοπικούς χορηγούς. Η προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της χώρας στον εκάστοτε τομέα –με την εξαίρεση των ΜΚΟ– δεν είναι διόλου αισθητή. Εντούτοις, το 80 % του πληθυσμού τάσσεται υπέρ της μελλοντικής ένταξης της χώρας στην ΕΕ και αυτό το στοιχείο αποτελεί σημαντικό επιχείρημα υπέρ της προσπάθειας των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών να ικανοποιήσουν τα κριτήρια ένταξης.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, ο όρος «κοινωνία των πολιτών» συμπεριλαμβάνει τις οργανώσεις των εργοδοτών, τις οργανώσεις των εργαζομένων, καθώς και άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις και ομάδες συμφερόντων.
(2) 1) Αποδεκτή και βιώσιμη επίλυση του ζητήματος της κατανομής της ιδιοκτησίας μεταξύ του κράτους και των άλλων διοικητικών βαθμίδων· 2) αποδεκτή και βιώσιμη επίλυση του ζητήματος της μεταβίβασης των αρμοδιοτήτων άμυνας· 3) απόφαση για τον καθορισμό του τελικού καθεστώτος του διαμερίσματος του Μπρτσκο· 4) δημοσιονομική σταθερότητα (στην οποία θα συμβάλει μια συμφωνία για μόνιμο συντελεστή της Αρχής Έμμεσης Φορολογίας και σύσταση ενός Εθνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου)· και 5) εδραίωση του κράτους δικαίου (με την υιοθέτηση μιας εθνικής στρατηγικής για τα εγκλήματα πολέμου, τη θέσπιση νομοθεσίας περί αλλοδαπών και ασύλου και της διαμόρφωσης μιας εθνικής στρατηγικής για τη μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης).
(3) 1) Εφαρμογή της μεταρρύθμισης της αστυνομίας βάσει της συμφωνίας του Οκτωβρίου 2005 για την αναδιάρθρωση της αστυνομίας· 2) πλήρης συνεργασία με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY)· 3) θέσπιση και εφαρμογή της αναγκαίας νομοθεσίας για τη δημόσια ραδιοτηλεόραση· και 4) ανάπτυξη του νομοθετικού πλαισίου και της διοικητικής ικανότητας για την ορθή εφαρμογή της ΣΣΣ.
(4) Ο πρωθυπουργός της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας, κ. Milorad Dodik, διακήρυξε στις 22 Αυγούστου 2007: «η κυβέρνηση της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας δεν πρόκειται να υποστηρίξει τη σύσταση Κοινωνικής Επιτροπής σε επίπεδο βοσνιακού κράτους, [κρίνοντας ότι] τα κύρια οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα ρυθμίζονται σε επίπεδο Οντοτήτων και ότι η σύσταση του εν λόγω Συμβουλίου είναι πολιτικό θέμα».
(5) Main Findings on the Level of Cooperation Between the UN Agencies and Civil Society Organizations in BiH (Κύρια πορίσματα σχετικά με το επίπεδο συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη), Ιανουάριος 2007, Έγγραφο εργασίας της Ομάδας Χώρας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
(6) Στοιχεία του Φεβρουαρίου του 2005 – Δεδομένα που περιλαμβάνονται στην έκθεση του χρηματοδοτηθέντος από την ΕΕ σχεδίου με τίτλο «Μελέτη χαρτογράφησης των μη κρατικών παραγόντων στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη», Σεπτέμβριος 2005.
(7) «Employment, social service provision and the non-governmental organisation (NGO) sector. Status and prospects for Bosnia and Herzegovina. Analysis and policy implications», Qualitative Study #3 (Απασχόληση, παροχή κοινωνικών υπηρεσιών και ο τομέας των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ). Κατάσταση και προοπτικές για τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Ποιοτική μελέτη #3), 2 Απριλίου 2005· DFID Labour and Social Policy Project (Σχέδιο εργασιακής και κοινωνικής πολιτικής του DFID)
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/22 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Εκπομπές από τις οδικές μεταφορές — συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της στασιμότητας»
(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
(2009/C 317/04)
Εισηγητής: ο κ. IOZIA
Στις 17 Ιανουαρίου 2008, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε δυνάμει του το άρθρου 29 (2) του Εσωτερικού Κανονισμού της, να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
«Εκπομπές από τις οδικές μεταφορές – συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της στασιμότητας»
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία της πληροφορίας», στο οποίο ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότηση του στις 26 Ιουνίου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. IOZIA.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 109 ψήφους υπέρ και 7 ψήφους κατά την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Η καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της ηχορύπανσης εμπίπτει στην αρμοδιότητα πολλών θεσμικών οργάνων. Βασικό ρόλο εδώ διαδραματίζουν τα όργανα της ΕΕ, τα οποία είναι υπεύθυνα για την προώθηση και επικαιροποίηση της νομοθεσίας, τα κράτη μέλη, τα οποία έχουν την ευθύνη της εφαρμογής της νομοθεσίας μέσω των λειτουργικών διατάξεων, καθώς και οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης –οι οποίες έχουν την ευθύνη του ελέγχου του επιπέδου των ρύπων και της ηχορύπανσης. Η ευθύνη για τη στασιμότητα της προόδου είναι συλλογική, και κάθε αρμόδιος φορέας οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές του έτσι ώστε να εξαλειφθούν ή να μειωθούν στο ελάχιστο οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για τη δημόσια υγεία και την ποιότητα ζωής.
1.2. Οι εκπομπές από τις οδικές ιδιωτικές και δημόσιες μεταφορές, καθώς και από τις αντίστοιχες μεταφορές εμπορευμάτων είναι η αιτία πολλών και μάλιστα σοβαρών παθήσεων και της υποβάθμισης της ποιότητας ζωής άνω του 75 % των ευρωπαίων πολιτών, ιδίως δε των κατοίκων των αστικών περιοχών. Παρά τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής, η οποία, όπως και πρόσφατα, με τη δέσμη μέτρων για «πιο οικολογικές μεταφορές», (Greening Transport package), συνεχίζει να προσαρμόζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία, παρατηρείται στα κράτη μέλη μια στασιμότητα όσον αφορά την πρόοδο των προσπαθειών για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της ηχορύπανσης λόγω της κυκλοφορίας των οχημάτων.
1.3. Παρόλο ότι, η νομοθεσία, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την ποιότητα της ατμόσφαιρας, προσαρμόστηκε και βελτιώθηκε προϊόντος του χρόνου, από την άλλη πλευρά, είναι εμφανής η έλλειψη προόδου αναφορικά με τη συχνότητα αλλά και την ποιότητα των ελέγχων· έλλειψη ελέγχων τόσο των εκπομπών ρύπων των αυτοκινήτων και των μοτοσικλετών όσο και της ποσότητας των αερίων και σωματιδιακών ρύπων στην ατμόσφαιρα. Αναγνωρίζεται, μεταξύ άλλων, η σημαντική τεχνική και επιστημονική συμβολή της Επιτροπής, μέσω των προγραμμάτων «TREMOVE», στην ανάλυση της επίδρασης των διάφορων πολιτικών του τομέα των μεταφορών καθώς και μέσω του συστήματος «COPERT 4» (Πρόγραμμα Η/Υ για την εκτίμηση των εκπομπών ρύπων από τις οδικές μεταφορές) στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Ευρωπαϊκού θεματικού κέντρου σχετικού με την ποιότητα του αέρα και την αλλαγή του κλίματος, το οποίο ανέπτυξε προσφάτως το Κοινό Κέντρο Έρευνας. Αυτή η μεθοδολογία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Οδηγού απογραφής εκπομπών στην ατμόσφαιρα EMEP/CORINAIR που κατήρτισε η Ειδική ομάδα απογραφής και προβολής ρύπων της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη των Ηνωμένων Εθνών (UNECE).
1.4. Στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων «για πράσινες μεταφορές» υποβλήθηκε πρόταση για τον περιορισμό της ηχορύπανσης που προκαλούν οι σιδηροδρομικές μεταφορές· έχει εγκριθεί από τις 22 Ιουνίου 2009 ο κανονισμός COM (2008) 316 για τη γενική ασφάλεια των μηχανοκίνητων οχημάτων στον οποίο προβλέπεται ουσιαστική μείωση του θορύβου από τα ελαστικά.
1.5. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος, στο Συμβούλιο «Απασχόληση, Κοινωνική Πολιτική, Υγεία και Καταναλωτές» καθώς και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την άμεση ενίσχυση των μέτρων ελέγχου με σκοπό την προάσπιση της δημόσιας υγείας. Μια δοκιμή «εκτός κύκλου» ή ένας επιτόπιος έλεγχος της τροχαίας, – και μάλιστα κατά την κυκλοφορία των οχημάτων – θα καταδείκνυαν ότι τα σύγχρονα αυτοκίνητα είναι πιο θορυβώδη απ' ό,τι τα αντίστοιχα 30 χρόνια πριν, καθώς και ότι έχουν μεγαλύτερες εκπομπές από αυτές που καταγράφουν οι κύκλοι δοκιμών.
1.6. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι δεν υπάρχει ενιαία προσέγγιση του θέματος. Οι κανονισμοί της UNECE δεν προβλέπουν αποτελεσματικά συστήματα ελέγχου, όπως οι κανονισμοί της ΕΕ και η διαδικασία της αυτοπιστοποίησης, η δε επαλήθευση ανατίθεται στους μηχανισμούς ελέγχου της αγοράς, πράγμα το οποίο έχει αποδειχθεί ανεπαρκές
1.7. Η ΕΟΚΕ προσδιορίζει πολλές δράσεις που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν από τις διάφορες αρχές της ΕΕ, των κρατών μελών και της τοπικής αυτοδιοίκησης προκειμένου να περιορισθεί η ατμοσφαιρική ρύπανση:
— |
ενεργός συμμετοχή του πληθυσμού με την προτροπή να επιδείξει ορθολογική συμπεριφορά για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής σε συλλογικό επίπεδο και την αύξηση της διαφάνειας και την πληροφόρηση μέσω πινάκων αφισοκόλλησης και ιστοτόπων· |
— |
ενίσχυση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης μέσω περιβαλλοντικών και οικολογικών θεματικών· |
— |
διάδοση ορθών πρακτικών όπως η κάρτα κινητικότητας, η οποία παρέχει τη δυνατότητα δωρεάν μετακινήσεων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς· |
— |
χρήση στις δημόσιες αστικές συγκοινωνίες ηλεκτρικών τραμ και τρόλεϊ, –σήμερα με τροφοδοσία ηλεκτρικού ρεύματος ή ακόμα και με ξηρές μπαταρίες– δίνοντας τη δυνατότητα χρήσης σε περιοχές χωρίς αεροπορική σύνδεση· |
— |
μείωση των ιδιωτικών μεταφορών μέσω της αναβάθμισης και προώθησης των δημόσιων συγκοινωνιών· |
— |
εφαρμογή μιας διαφοροποιημένης φορολόγησης των αυτοκινήτων και των καυσίμων σε συνάρτηση με το βαθμό ρύπανσης, καθώς και την επιβολή αδειών διέλευσης επί πληρωμή στα αστικά κέντρα, οι οποίες θα καταγράφουν τις εισφορές του εκάστοτε πολίτη και τις εκπομπές ρύπων που αυτός θα παράγει· |
— |
εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους, ιδίως αυτού που αφορά τη δημόσια υγεία· |
— |
ανάπτυξη ολοκληρωμένων πολιτικών για τις μεταφορές παγιώνοντας την περιβαλλοντική αειφορία των επιμέρους έργων· |
— |
συμβολή στην αλλαγή του τρόπου ζωής προς μια πιο ορθολογική και οικολογική διάσταση· |
— |
ουσιαστική ενίσχυση των μετακινήσεων με τα πόδια ή με το ποδήλατο για μικρές αποστάσεις μέσω της αναβάθμισης των υποδομών για τους πεζούς και τους ποδηλάτες· |
— |
αποφυγή των περιττών μετακινήσεων· |
— |
αναθεώρηση της οργάνωσης της διοικητικής μέριμνας καθώς και της «έγκαιρης» παραγωγής· |
— |
προώθηση, όπου αυτό είναι δυνατόν, της τηλεργασίας· |
— |
μείωση της κυκλοφοριακής συμφόρησης μέσω της βελτιστοποίησης της χρήσης όλων των μεταφορικών μέσων, με την προώθηση των μέσων μαζικής μεταφοράς· |
— |
υποστήριξη της έρευνας και της καινοτόμου ανάπτυξης υλικών και τεχνολογικών λύσεων που θα περιορίζουν τους ρύπους που προέρχονται από την κίνηση στους δρόμους και τις οδικές μεταφορές (π.χ. τα στοιχεία καυσίμου για τα υδρογονοκίνητα και τα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα, καθώς και αυτά με υδρογονάνθρακες χαμηλής εκπομπής όπως το συνθετικό αέριο, το μεθάνιο ή το υγραέριο)· |
— |
διεξαγωγή πιο αυστηρών περιοδικών ελέγχων ιδίως σε εκείνες τις χώρες όπου ο στόλος των οχημάτων σε κυκλοφορία είναι πιο απαρχαιωμένος και ρυπογόνος (π.χ. στην Πολωνία, η ηλικία του 60 % των αυτοκινήτων ξεπερνά τα 10 χρόνια…). |
1.8. Προκειμένου να μειωθεί η ηχορύπανση, θα μπορούσαν να ληφθούν τα εξής μέτρα:
— |
περιορισμός της βραδινής κυκλοφορίας των Ι.Χ. στις κατοικημένες περιοχές· |
— |
συσκευές περιορισμού της ταχύτητας στο οδόστρωμα |
— |
βελτίωση της ποιότητας της ασφάλτου· |
— |
ηχοπετάσματα στις ζώνες υψηλής κυκλοφορίας· |
— |
θέσπιση πραγματικά αποτρεπτικών κυρώσεων για τα οχήματα που υπερβαίνουν τα όρια ηχορύπανσης και οι οποίες θα προβλέπουν ως και την κατάσχεση του οχήματος, με έμφαση στις μοτοσικλέτες· |
— |
έλεγχοι του επίπεδου θορύβου πιο συμβατοί με τις «φυσιολογικές» συνθήκες ταχύτητας των οχημάτων· |
— |
πιο συχνές ιατρικές εξετάσεις για όσους εκτίθενται σε μεγάλο βαθμό στην ηχορύπανση· |
— |
αποτελεσματικές παρεμβάσεις για την κυκλοφοριακή αποσυμφόρηση, ιδίως με την επέκταση των ειδικών λωρίδων κυκλοφορίας και των λεωφορειόδρομων. |
— |
πρόβλεψη ειδικών διατάξεων και κατάλληλων ρυθμίσεων για τα άτομα που εργάζονται στους δρόμους και αναπνέουν τον μολυσμένο αέρα και/ή εκτίθενται σε συνεχή ηχορύπανση. |
1.9. Οι μεθοδολογίες του ΑΚΖ (Ανάλυση Κύκλου Ζωής) θα πρέπει να εφαρμόζονται ακόμα και στις περιπτώσεις έμμεσων εκπομπών που σχετίζονται με τις μεταφορές:
— |
παραγωγή και μεταφορά υδρογονανθράκων (εξόρυξη, μεταφορά στα διυλιστήρια, στα πρατήρια βενζίνης, στη δε περίπτωση των ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων, οι εκπομπές από την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος)· |
— |
η κατασκευή του οχήματος (εκπομπές από τη μονάδα παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης των αποβλήτων)· |
— |
δρόμοι και χώροι στάθμευσης (αν χρησιμοποιούνται πάρκα και χώροι πρασίνου για την κατασκευή τους, υποβαθμίζεται η ποιότητα του αέρα λόγω της έλλειψης φωτοσύνθεσης). |
1.10. Η παρούσα γνωμοδότηση αναφέρεται στις εκπομπές ρύπων και την ηχορύπανση που προκαλούν οι οδικές μεταφορές. Η συζήτηση ανέδειξε την ανάγκη περεταίρω εξέτασης του ζητήματος τόσο των εναλλακτικών μέσων μεταφοράς και των οχημάτων αναψυχής, όσο και της ρύπανσης που προκαλεί η γεωργία. Ομοίως θα πρέπει να υπόκεινται σε έλεγχο τα τρένα, τα αεροπλάνα, τα πλοία της εσωτερικής και θαλάσσιας ναυσιπλοΐας, τα μη οδικά κινητά μηχανήματα (όπως οι ελκυστήρες ή τα χωματουργικά μηχανήματα), τα οικοδομικά μηχανήματα καθώς και τα μηχανήματα εξόρυξης (1).
2. Εισαγωγή
2.1. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ψήφισε, αν και με ορισμένες δυσκολίες, ολόκληρη τη δέσμη μέτρων για την ενέργεια και το κλίμα, και έτσι είναι πανέτοιμο να συμμετάσχει στη συνάντηση του Δεκεμβρίου στην Κοπεγχάγη και να επιβεβαιώσει τον ηγετικό του ρόλο στην προσπάθεια ουσιαστικού περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
2.2. Ωστόσο, δεν ισχύει το ίδιο και για τα αποτελέσματα των άλλων πρωτοβουλιών για τη μείωση των εκπομπών ρύπων και της ηχορύπανσης που προέρχονται από τα μέσα μεταφοράς.
2.3. Η κίνηση στους δρόμους έχει αρνητικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, ένεκα δύο βασικών φαινομένων: εκπομπή στην ατμόσφαιρα ρυπογόνων ουσιών και θόρυβος. Οι κύριες ρυπογόνες ουσίες λόγω της κυκλοφορίας με άμεσα επιβλαβείς συνέπειες για την υγεία είναι: το οξείδιο και το διοξείδιο του αζώτου (NO και NO2), το μονοξείδιο του άνθρακα (CO), το διοξείδιο του θείου (SO2), η αμμωνία (NH3), οι πτητικές οργανικές ενώσεις και τα σωματίδια ή τα αερολύματα. Οι ουσίες αυτές χαρακτηρίζονται ως πρωτογενείς γιατί εκπέμπονται άμεσα από τα αυτοκίνητα, ενώ άλλες ουσίες, οι λεγόμενες δευτερογενείς, εκλύονται από αντιδράσεις στην ατμόσφαιρα, όπως για παράδειγμα το νιτρικό αμμώνιο (NH4NO3), το θειικό αμμώνιο ([NH4]2[SO4]), και τα δευτερογενή οργανικά αερολύματα.
2.4. Οι οδικές μεταφορές αποτελούν στην ΕΕ των 27 τη βασική πηγή εκπομπής NOx (39,4 %), CO(36,4 %), ΠΕΠΜ (πτητικές οργανικές ενώσεις πλην μεθανίου) (17,9 %) και τη δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εκπομπής ΑΣ10 (17,8 %) και ΑΣ2,5 (15,9 %) (Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος/Ε.Ο.Π. Τεχνική έκθεση 2008/7, 28 Ιουλίου 2008).
2.5. Τα πρωτογενή φυσικά σωματίδια προέρχονται από τις ηφαιστειακές εκρήξεις, τις πυρκαγιές των δασών, τη διάβρωση και την αποσάθρωση των πετρωμάτων, από τα φυτά (γύρη και φυτικά υπολείμματα), από τους σπόρους, τα σταγονίδια θαλασσινού νερού και τα κατάλοιπα των εντόμων. Τα δευτερογενή φυσικά σωματίδια είναι σωματίδια που προέρχονται από την οξείδωση ποικίλων ουσιών όπως: το διοξείδιο του θείου και το υδρόθειο που εκλύονται στις πυρκαγιές και τα ηφαίστεια· τα οξείδια του αζώτου που εκλύονται από το έδαφος· τα τερπένια (υδρογονάνθρακες) που απελευθερώνονται από τα φυτά.
2.6. Τα πρωτογενή ανθρωπογενή σωματίδια προέρχονται από τη χρήση ορυκτών καυσίμων (οικιακή θέρμανση, θερμοηλεκτρικοί σταθμοί κτλ.)· από τις εκπομπές των αυτοκινήτων· από τη φθορά των ελαστικών, των φρένων και του οδοστρώματος· από διάφορες βιομηχανικές λειτουργίες (χυτήρια, ορυχεία, τσιμεντοβιομηχανίες κτλ.). Θα πρέπει επίσης να γίνει αναφορά στις μεγάλες ποσότητες σκόνης που προέρχονται από διάφορες γεωργικές δραστηριότητες. Αντιθέτως, τα δευτερογενή ανθρωπογενή σωματίδια οφείλονται ως επί το πλείστον στην οξείδωση των υδρογονανθράκων και των οξειδίων του θείου και του αζώτου που εκλύονται από τις ποικίλες ανθρώπινες δραστηριότητες.
2.7. Τα σωματίδια κατηγοριοποιούνται κυρίως με βάση τις διαστάσεις τους, από τα νανοσωματίδια και τα λεπτά σωματίδια μέχρι την ορατή σκόνη. Ως ΑΣ10 ορίζονται τα σωματίδια διαμέτρου μικρότερης των 10µm, ΑΣ1 τα σωματίδια διαμέτρου μικρότερης του 1µm, τα δε μικρότερα σωματίδια είναι και τα πλέον επικίνδυνα επειδή φθάνουν πιο βαθιά μέσα στους πνεύμονες.
2.8. Άλλες ουσίες που εκπέμπονται από τα αυτοκίνητα δεν θεωρούνται άμεσα επιβλαβείς για την υγεία, αλλά, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, επιβαρύνουν σοβαρά το περιβάλλον· τέτοιες είναι τα αέρια του θερμοκηπίου, το διοξείδιο του άνθρακα (CO2), το μεθάνιο (CH4) και το μονοξείδιο του αζώτου (N2O). Και αυτές, πάντως, οι ουσίες αποτελούν σημαντική πηγή ανησυχίας για την κοινωνία και οι συγκεντρώσεις τους ρυθμίζονται από τη σχετική νομοθεσία για τις εκπομπές των οχημάτων.
2.9. Όπως συμβαίνει και με τα επίπεδα εκπομπών από τις μεταφορές, οι συγκεντρώσεις χαμηλού επιπέδου των ρυπογόνων ουσιών εξαρτώνται από τις καιρικές συνθήκες. Μάλιστα, η χαμηλή θερμοκρασία στο έδαφος –ιδίως με θερμοκρασιακή αναστροφή– εμποδίζει τα ρεύματα μεταφοράς που αναταράσσουν την ατμόσφαιρα ευνοώντας τη συσσώρευση ρυπογόνων ουσιών στα πιο χαμηλά στρώματα. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στις κοιλάδες των ορεινών περιοχών, οι οποίες πλήττονται σε ανησυχητικά μεγάλο βαθμό από την ατμοσφαιρική ρύπανση.
2.10. Τις επιπτώσεις των ρύπων στην υγεία επιβεβαιώνουν επιδημιολογικές μελέτες: η χρόνια βρογχίτιδα και το εμφύσημα ανήκουν στις συνέπειες βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα που οφείλονται σε υψηλές συγκεντρώσεις σωματιδίων, ενώ δεν υπάρχουν βάσιμα στοιχεία που να αποδεικνύουν κάποια σχέση με αλλεργικές παθήσεις όπως το άσθμα, η ρινίτιδα και η δερματίτιδα.
2.11. Οι επιπτώσεις του θορύβου στην υγεία είναι είτε ακουστικού είτε εξω-ακουστικού τύπου και έχουν οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα να επιβάλει όρια έκθεσης των εργαζομένων και των κατοίκων στο θόρυβο. Οι νομοθετικές διατάξεις για την εκτίμηση της έκθεσης στο θόρυβο περιλαμβάνονται στα πρότυπα ISO1996-1:2003, ISO1996-2:2006, ISO9613-1:1993, ISO9613-2:1996 και στην ευρωπαϊκή οδηγία 2002/49/ΕΚ.
2.12. Για τον συνυπολογισμό των διαφορετικών ευαισθησιών του συστήματος ακοής στις διάφορες συχνότητες του ακουστικού φάσματος (από 20 έως 20 000 Hz) κατά την εκτίμηση της έκθεσης στο θόρυβο χρησιμοποιούνται καμπύλες στάθμισης που μετρούν τη φασματική πυκνότητα σε συνάρτηση με την ευαισθησία του αυτιού. Η πιο κοινή είναι η καμπύλη στάθμισης Α που δίνει μια σταθμισμένη μέτρηση της έκθεσης και εκφράζεται σε dB(A).
3. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία
3.1. Ποιότητα του αέρα
3.1.1. Η ποιότητα του αέρα είναι ένα από τα ζητήματα στα οποία η Ευρώπη έχει δραστηριοποιηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια προκειμένου να αναπτύξει μια συνολική στρατηγική, μέσω μακροπρόθεσμων στόχων για την ποιότητα του αέρα. Έτσι, έχουν ψηφιστεί οδηγίες για τον έλεγχο των επιπέδων ορισμένων ρύπων και για την παρακολούθηση των συγκεντρώσεών τους στην ατμόσφαιρα.
3.1.2. Το 1996 το Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος εξέδωσε την οδηγία-πλαίσιο 96/62/ΕΚ με θέμα την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα. Αυτή η οδηγία συμπεριλαμβάνει την αναθεώρηση της ισχύουσας νομοθεσίας και εισάγει νέα πρότυπα ποιότητας του αέρα για όσους ατμοσφαιρικούς ρύπους δεν υπόκειντο σε προγενέστερη ρύθμιση· ορίζει, έτσι, το χρονοδιάγραμμα για την κατάρτιση των ακόλουθων οδηγιών με βάση μια σειρά ρύπων. Ο κατάλογος των ατμοσφαιρικών ρύπων της εν λόγω οδηγίας περιλαμβάνει το διοξείδιο του θείου (SO2), το διοξείδιο του αζώτου (NOx), το σωματίδιο (ΑΣ), τον μόλυβδο (Pb) και το όζον (ρύποι που ρυθμίζονταν ήδη από προϋπάρχοντες στόχους για την ποιότητα του αέρα), το βενζόλιο, το μονοξείδιο του άνθρακα, τους πολυαρωματικούς υδρογονάνθρακες, το κάδμιο, το αρσενικό, το νικέλιο και τον υδράργυρο.
3.2. Θυγατρικές οδηγίες
3.2.1. Την οδηγία-πλαίσιο ακολούθησαν άλλες οδηγίες, οι αποκαλούμενες «θυγατρικές» που ορίζουν τις τιμές των ορίων ή, στην περίπτωση του όζοντος, τις τιμές αναφοράς για κάθε ανιχνευόμενη ρυπογόνο ουσία. Πέρα από τον καθορισμό των ορίων της ποιότητας του αέρα και των ορίων επιφυλακής, οι στόχοι των ακόλουθων οδηγιών είναι οι εξής: η εναρμόνιση των στρατηγικών επίβλεψης, των μεθόδων μετρήσεων, βαθμονόμησης και εκτίμησης της ποιότητας του αέρα προκειμένου να υπάρξουν μετρήσεις συγκρίσιμες σε όλη την ΕΕ παρέχοντας ουσιαστική πληροφόρηση στο κοινό.
3.2.2. Η πρώτη θυγατρική οδηγία (1999/30/ΕΚ), με θέμα τις τιμές των ορίων των συγκεντρώσεων NOx, SO2, Pb και ΑΣ στον ατμοσφαιρικό αέρα, τέθηκε σε ισχύ τον Ιούλιο του 1999. Προκειμένου να υπάρξει ένα εναρμονισμένο και σωστά δομημένο σύστημα εκθέσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέσπισε συγκεκριμένα μέτρα που θα επιτρέπουν σε κάθε κράτος μέλος να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τα εκάστοτε σχέδια και προγράμματά του. Αυτά τα μέτρα περιλαμβάνονται στην απόφαση 2004/224/ΕΚ.
3.2.3. Η δεύτερη θυγατρική οδηγία (2000/69/ΕΚ), με θέμα τις τιμές των ορίων των συγκεντρώσεων βενζολίου και μονοξειδίου του άνθρακα στον ατμοσφαιρικό αέρα, τέθηκε σε ισχύ στις 13 Δεκεμβρίου 2000. Η διαβίβαση των ετήσιων εκθέσεων, βάσει αυτής της οδηγίας, πραγματοποιείται σύμφωνα με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 2004/461/ΕΚ.
3.2.4. Η τρίτη θυγατρική οδηγία 2002/3/ΕΚ με θέμα το όζον εκδόθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2002 και καθορίζει μακροπρόθεσμους στόχους αντίστοιχους με τις νέες κατευθυντήριες γραμμές και τις τιμές αναφοράς που επέβαλε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) για τις συγκεντρώσεις όζοντος στον ατμοσφαιρικό αέρα και οι οποίες θα πρέπει να επιτευχθούν μέχρι το 2010. Αυτοί οι στόχοι βασίζονται στην οδηγία 2001/81/ΕΚ για τα εθνικά όρια εκπομπών.
3.2.5. Η τέταρτη θυγατρική οδηγία 2004/107/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 2004 αφορά τη μείωση των συγκεντρώσεων αρσενικού, καδμίου, υδραργύρου, νικελίου και πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων στον ατμοσφαιρικό αέρα.
3.2.6. Προσφάτως εκδόθηκε η οδηγία 2008/50/ΕΚ με θέμα την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και την προσπάθεια για πιο καθαρό αέρα στην Ευρώπη και συνενώνει την οδηγία-πλαίσιο και τις τρεις πρώτες ακόλουθες οδηγίες, ενώ συνδέει την ενσωμάτωση της τέταρτης θυγατρικής οδηγίας με την απόκτηση περαιτέρω επαρκούς εμπειρίας. Η νέα αυτή οδηγία καθορίζει τις μετρήσεις του λεπτού σωματιδίου ΑΣ2,5 οριοθετώντας τους εθνικούς στόχους για τον περιορισμό του, δηλαδή τον δείκτη μέσης έκθεσης (Δ.Μ.Ε.) και την τιμή των ορίων, αντιστοίχως στα 25 µg/m3 και στα 20 µg/m3 από το 2020. Η οδηγία εκδόθηκε βάσει της έκθεσης Air Quality Guidelines Global Update 2005 (Κατευθυντήριες γραμμές για την ποιότητα του αέρα – Παγκόσμια ενημέρωση 2005) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.), και κατέδειξε την επικινδυνότητα των ΑΣ2,5 καθόρισε δε και όρια επικινδυνότητας για τα NOx, SOx και O3.
3.2.7. Το πιο σημαντικό επιχείρημα υπέρ της χρήσης των ΑΣ2,5 απορρέει από το γεγονός ότι αποτελούν καλύτερο εργαλείο για τη μέτρηση της ανθρωπογενούς δραστηριότητας, και κυρίως των πηγών καύσης (Έκθεση ΕΕΥΠΚ/SCHER -Επιστημονική επιτροπή για την υγεία και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, 2005).
3.3. Ηχορύπανση
3.3.1. Η οδηγία 70/157/ΕΟΚ που επιτρέπει τη σύγκλιση των εθνικών νομοθεσιών αναφορικά με τα επιτρεπτά επίπεδα θορύβου των μεταφορών χρονολογείται από το 1970.
3.3.2. Θα περάσουν πολλά χρόνια μέχρις ότου εγκριθεί τελικώς το 1986 η οδηγία 46/188/ΕΟΚ για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους της έκθεσης στο θόρυβο.
3.3.3. Η οδηγία 2002/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002 αφορά τον καθορισμό και τον τρόπο αντιμετώπισης του περιβάλλοντος θορύβου, ο οποίος ορίζεται ως το σύνολο των ανεπιθύμητων ή επιβλαβών ήχων στο ύπαιθρο που δημιουργούνται από ανθρώπινες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των θορύβων που εκπέμπονται από τα μεταφορικά μέσα.
3.3.4. Εν συνεχεία, υιοθετήθηκανη οδηγία 2007/34/ΕΚ της Επιτροπής της 14ης Ιουνίου 2007 η οποία τροποποιεί, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, την οδηγία 70/157/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα αποδεκτά επίπεδα ήχου και το σύστημα εξάτμισης των μηχανοκίνητων οχημάτων, και ο κανονισμός αριθ. 117 της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΗΕ) – ενιαίες διατάξεις σχετικά με την έγκριση ελαστικών όσον αφορά τις εκπομπές ήχου κύλισης ελαστικών και την πρόσφυση σε υγρό οδόστρωμα (ΕΕ L 231 της 29ης Αυγούστου 2008). Ας προστεθεί επίσης η πρόσφατη έγκριση του κανονισμού (COM (2008) 316 τελικό) για τη γενική ασφάλεια των μηχανοκίνητων οχημάτων στον οποίο προβλέπεται ουσιαστική μείωση του θορύβου από τα ελαστικά.
4. Η παρούσα κατάσταση
4.1. Σύμφωνα με μελέτη του Ε.Ο.Π. (Exceedance of air quality limit values in urban areas. Core set of indicators assessment, Δεκέμβριος 2008) που καλύπτει τη δεκαετία 1997-2006, το ποσοστό του αστικού πληθυσμού που έχει δυνάμει εκτεθεί σε συγκεντρώσεις ρύπων στον ατμοσφαιρικό αέρα, τα οποία υπερβαίνουν τα όρια της ΕΕ για την προστασία της ανθρώπινης υγείας, έχει ως εξής:
— |
ως προς τα σωματίδια (ΑΣ10), 18-50 % (50 µg/m3 ημερησίως για όχι περισσότερο από 35 ημερολογιακές ημέρες το χρόνο)· |
— |
ως προς το διοξείδιο του αζώτου (NO2), 18-42 % (40 µg/m3 ανά ημερολογιακό έτος), καταγράφοντας μια μικρή μείωση· |
— |
ως προς το όζον (O3), 14-61 % (120 µg/m3 ημερησίως επί 8 ώρες κατά μέσο όρο και όχι για περισσότερο από 25 φορές ανά ημερολογιακό έτος). Το υψηλότερο ποσοστό (61 %) καταγράφηκε το 2003 και δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί μια αξιόπιστη τάση· |
— |
ως προς το διοξείδιο του θείου (SO2) το ποσοστό του πληθυσμού είναι κατώτερο του 1 % με προβλεπόμενα όρια (125 µg/m3 για όχι περισσότερο από 3 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος). |
5. Οι επιβλαβείς συνέπειες της ηχορύπανσης και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης
5.1. Ο θόρυβος σήμερα είναι μια από τις κυριότερες αιτίες υποβάθμισης της ποιότητας ζωής στις πόλεις. Πράγματι, παρόλο ότι τα τελευταία 15 χρόνια σημειώνεται φθίνουσα τάση των υψηλότερων επιπέδων θορύβου στις περιοχές υψηλού βαθμού επικινδυνότητας εντός της ΕΕ, εντούτοις παρατηρείται ταυτοχρόνως μια αύξηση των περιοχών με συγκεκριμένα επίπεδα επιφυλακής, με συνακόλουθη αύξηση του πληθυσμού που εκτίθεται στην ηχορύπανση και παράλληλη ακύρωση των ευεργετικών αποτελεσμάτων του πρώτου φαινομένου.
5.2. Ο θόρυβος ορίζεται συνήθως ως «ανεπιθύμητος ήχος» ή «δυσάρεστη και οχληρή ηχητική αίσθηση».
5.3. Η καταπολέμηση του θορύβου μπορεί να επιτευχθεί με τρεις τρόπους:
— |
αντιμετώπιση των πηγών θορύβου (μειώνοντας τις εκπομπές από την πηγή τους ή βελτιώνοντας τις συνθήκες κινητικότητας μέσα σε ένα συγκεκριμένο τμήμα περιοχής)· |
— |
αντιμετώπιση της διάδοσης του θορύβου (απομακρύνοντας όσο περισσότερο γίνεται τις οικιστικές περιοχές από τις περιοχές υψηλών εκπομπών θορύβου)· |
— |
εφαρμογή συστημάτων παθητικής προστασίας (φράγματα ηχοπροστασίας) στα κτήρια με τη μεγαλύτερη έκθεση στις εκπομπές θορύβου. |
5.4. Οι πιο συχνές ασθένειες λόγω του θορύβου είναι ακουστικού και έξω-ακουστικού τύπου: μερική κώφωση, εμβοή (ο βόμβος που ακούμε ορισμένες φορές στο εσωτερικό του αυτιού που μπορεί και να οφείλεται σε μια μόνιμη σοβαρή βλάβη των τριχωτών κοχλιακών κυττάρων) ή και προβλήματα που συνδέονται με το σύμπλεγμα κοχλίας-ακουστικά νεύρα και την ευσταχιανή σάλπιγγα. Η έκθεση στον θόρυβο προκαλεί οξείες και χρόνιες βλάβες στο σύστημα ακοής. Οι θόρυβοι από την κίνηση των οχημάτων δεν φθάνουν σε τέτοια επίπεδα, ώστε να έχουν σοβαρές συνέπειες. Το σύστημα ακοής μπορεί να αντεπεξέλθει στις συνέπειες της χρόνιας έκθεσης στον θόρυβο, αν υπάρχει ικανό διάστημα ανάπαυλας. Γι’ αυτό τον λόγο, τα όρια της χρόνιας έκθεσης στο θόρυβο αναφέρονται στη συνολική ηχοέκθεση στην Α-ηχοστάθμη των εργαζομένων σε συνάρτηση με το οκτάωρο της ημερήσιας εργασίας τους. Τα όριο της ημερήσιας προσωπικής έκθεσης έχει καθοριστεί από την ΕΕ στα Lex, 8h = 87 dB(A).
5.5. Οι ασθένειες εξω-ακουστικού τύπου ενδέχεται να οδηγήσουν στην εκδήλωση καρδιοαγγειακών παθήσεων, γαστρεντερολογικών παθήσεων λόγω του άγχους που προκαλείται, οξεία κεφαλαλγία καθώς και σε προβλήματα ενδοκρινολογικής φύσεως λόγω της διαταραχής παραμέτρων ζωτικής σημασίας. Μεταξύ των συμπτωμάτων εξω-ακουστικού τύπου που προκαλεί ο θόρυβος, είναι: δυσφορία, δυσκολία στον ύπνο, επιπλοκές σε προϋπάρχουσες ψυχιατρικές παθήσεις. Η σχέση των υψηλών καταγεγραμμένων επιπέδων δυσφορίας (ενδεικτική παράμετρος όχλησης) και των επιπέδων θορύβου από την κίνηση των οχημάτων, ακόμα και από τα τρένα, αποδεικνύεται σε πολυάριθμες έρευνες, ιδίως με θέμα τους νυχτερινούς θορύβους. Η δυσκολία στον ύπνο που προκαλείται από τους θορύβους από την κίνηση των οχημάτων κατά τις νυχτερινές ώρες οδηγεί συχνά στην εκδήλωση άλλων παθήσεων καρδιοαγγειακής και ενδοκρινολογικής φύσεως, οι οποίες, κατά κανόνα, δεν υποχωρούν με την παρατεταμένη έκθεση, σε αντίθεση με τη δυσκολία στον ύπνο.
5.6. Τα δεδομένα είναι διαφορετικά όσον αφορά την ατμοσφαιρική ρύπανση. Πεντακόσιες χιλιάδες άτομα ανά τον κόσμο πεθαίνουν κάθε χρόνο και μειώνεται το προσδόκιμο ζωής εξαιτίας της ατμοσφαιρικής ρύπανσης (σχεδόν 3 εκατομμύρια θάνατοι οφείλονται σε ρύπανση του εσωτερικού αέρα). Από έρευνα του Τμήματος Περιβαλλοντικής Επιδημιολογίας και Καταγραφής του Καρκίνου του Εθνικού Ινστιτούτου του Μιλάνου για τη Μελέτη και τη Θεραπεία του Καρκίνου προκύπτει ότι, αν μειώνονταν οι τιμές του σωματιδίου ΑΣ10 από τα 60 στα 30 µg/m3, θα είχαμε 1 575 λιγότερους θανάτους σε σύνολο 13 122· αυτό αφορά κυρίως τους κατοίκους των πόλεων!
5.7. Η εν λόγω προβολή μεγάλης κλίμακας προέρχεται από την έρευνα του C. Arden Pope III (δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση JAMA, 2002 – τομ. 287, τ. 9) βάσει δείγματος 1 200 000 μελών της Cancer Society κατά τη διάρκεια μιας περιόδου παρατήρησης από το 1982 μέχρι το 1998 με τίτλο Lung Cancer, Cardiopulmonary Mortality and Long-term Exposure to fine Particulate Air Pollution («Καρκίνος του πνεύμονα, καρδιοπνευμονική θνησιμότητα και μακροχρόνια έκθεση στη λεπτο-σωματιδιακή ρύπανση»). Ο Π.Ο.Υ. έχει κάνει δεκτά τα πορίσματα της εν λόγω έρευνας που προσδιορίζει στο 6 % την αύξηση των πιθανοτήτων θανάτου για τα άτομα ηλικίας άνω των 30 ετών.
5.8. Η ατμοσφαιρική ρύπανση προκαλεί πολλές ασθένειες μεταξύ των οποίων η οξεία και χρόνια βρογχίτιδα, οι πνευμονικές και καρδιο-κυκλοφορικές παθήσεις, δύσπνοια και άλλες δυσκολίες στην αναπνοή, αύξηση των κρουσμάτων καρκίνου, αύξηση των κρίσεων άσθματος καθώς και οξείες μολύνσεις των ματιών.
6. Οι εργαζόμενοι που εκτίθενται στην ηχορύπανση και την ατμοσφαιρική ρύπανση
6.1. Οι κατηγορίες των εργαζομένων που υποβάλλονται σε υπερβολική έκθεση εντός του μολυσμένου αστικού περιβάλλοντος είναι πολυάριθμες: Όλοι όσοι εργάζονται στους δρόμους, δηλαδή οι εργάτες στα έργα συντήρησης, η δημοτική αστυνομία και η τροχαία, οι υπάλληλοι των πρατηρίων βενζίνης καθώς και οι οδηγοί λεωφορείων και φορτηγών μεταφοράς εμπορευμάτων. Η ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία εξετάζει σε βάθος τους ενδεχόμενους κινδύνους συγκεκριμένων επαγγελμάτων προβλέποντας τα κατάλληλα μέτρα προστασίας.
6.2. Η σχετική νομοθεσία με την ατμοσφαιρική ρύπανση στον εργασιακό χώρο είναι ιδιαίτερα αυστηρή για τις βιομηχανίες που χρησιμοποιούν επικίνδυνες ύλες, ενώ, ως προς το θόρυβο, κάθε εξοπλισμός ή μηχάνημα που εκπέμπει ήχους δεν πρέπει να ξεπερνά τα όρια της έγκρισης τύπου, εκτός από ορισμένες ιδιάζουσες περιπτώσεις υπέρβασης των μέγιστων ορίων όπου θα πρέπει να χρησιμοποιούνται υποχρεωτικά ωτοπροστατευτικά μέσα (αερόσφυρες, φρέζες οδοστρωμάτων).
6.3. Δεν προβλέπεται κάτι συγκεκριμένο για όσους εργάζονται στους δρόμους και αναπνέουν μολυσμένο αέρα ή υπόκεινται σε συνεχείς θορύβους. Για παράδειγμα, στην περίπτωση των οδηγών λεωφορείων, είναι απαραίτητο να ελαττωθούν οι πηγές θορύβου και δόνησης του οχήματος και να βελτιωθεί η ηχομόνωση του θαλαμίσκου του οδηγού. Ο υπερβολικός θόρυβος επιδρά αρνητικά στην απόδοση του οδηγού αγχώνοντάς τον και αυξάνοντας τη μυϊκή του ένταση, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η ακρίβεια των κινήσεών του. Ο θόρυβος επιδρά στο νευροφυτικό σύστημα και εξασθενίζει ορισμένες λειτουργίες ιδιαίτερα σημαντικές για την οδήγηση, όπως για παράδειγμα η εκτίμηση της ταχύτητας και της απόστασης.
6.4. Η βελτίωση των συνθηκών υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων μέσω της αύξησης των ελέγχων και της επιβολής αυστηρότερων κυρώσεων σε όσους παραβαίνουν τους κανόνες ασφαλείας είναι ευθύνη όλων των πολιτικών και διοικητικών φορέων. Οι εργαζόμενοι είναι συχνά θύματα ατυχημάτων που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, αν είχαν προσαρμοσθεί κατάλληλα οι κανόνες προστασίας βάσει των πιο πρόσφατων ερευνών και της προόδου της τεχνολογίας. Σε αυτές τις έρευνες εντάσσονται και οι επιδημιολογικές μελέτες με αντικείμενο τους ρυπογόνους παράγοντες οι οποίοι μπορεί να αμβλύνουν την προσοχή και να προκαλέσουν ανεπανόρθωτες βλάβες.
7. Τι πρωτοβουλίες θα πρέπει ν’ αναληφθούν κατά της στασιμότητας της προόδου;
7.1. Οι εκθέσεις των ευρωπαϊκών υπηρεσιών καταδεικνύουν ότι η καταπολέμηση των ρυπογόνων παραγόντων κάθε άλλο παρά ολοκληρωμένη θα πρέπει να θεωρείται. Είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι ασφαλιστικές δικλείδες της νομικής προστασίας των πολιτών μέσω ενός κατάλληλου συστήματος ελέγχων, οι οποίοι θα πρέπει να είναι ανεξάρτητοι από τις τοπικές αρχές και διοικήσεις.
7.2. Σύμφωνα με μια πολύ πρόσφατη μελέτη του Ε.Ο.Π., η κυριότερη αιτία της αύξησης των επιβλαβών εκπομπών είναι η αύξηση της ζήτησης μεταφορών, έστω κι αν ληφθεί υπόψη η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται χάρη στην ενεργειακή απόδοση και τη χρήση των καυσίμων. Εντούτοις, πολλές φορές η ζήτηση δημιουργείται από παράγοντες εξωτερικούς προς τις μεταφορές (μετακινήσεις για αγορές, εργασία ή διακοπές). Αποφάσεις που έχουν ληφθεί εκτός του τομέα των μεταφορών επηρεάζουν το ίχνος άνθρακα, το αποτύπωμα, δηλαδή, των αερίων του θερμοκηπίου του τομέα των μεταφορών αγνοώντας τις συνέπειες. Είναι, συνεπώς, αναγκαία η λεπτομερής ανάλυση των οικονομικών δραστηριοτήτων εκτός του τομέα των μεταφορών (Πέρα από την πολιτική για τις μεταφορές: διερεύνηση και οργάνωση των εξωτερικών παραγόντων της ζήτησης των μεταφορών, Τεχνική έκθεση Ε.Ο.Π. υπ. αρ. 12/2008).
7.3. Σε ορισμένες πόλεις, προκειμένου να μην διαταραχθεί η εμπορική κίνηση από τους περιορισμούς στην κυκλοφορία των οχημάτων, μεταφέρθηκαν οι μετρητές της κίνησης από τις πιο επιβαρυμένες περιοχές της πόλης στα ήρεμα προάστια ή, απλώς, σταμάτησε η καταγραφή στοιχείων σε αυτές τις ζώνες.
7.4. Το σύστημα αυτοπιστοποίησης εκ μέρους των βιομηχανιών παραγωγής ελαστικών, με ελέγχους που ανιχνεύουν τα χαρακτηριστικά της κατάστασης του οδοστρώματος (τραχύτητα, εγγενής ηχοαπορροφητική ικανότητα), αποσκοπεί περισσότερο στη μείωση του εσωτερικού θορύβου των αυτοκινήτων (in-vehicle noise) παρά του εξωτερικού (pass-by), αυτού δηλαδή που ακούνε οι πολίτες.
7.5. Η ηχορύπανση συνίσταται στην παρεμβολή στο οικιστικό περιβάλλον ή την ύπαιθρο θορύβων ικανών να προκαλέσουν όχληση, να διαταράξουν την κοινή ησυχία και τις ανθρώπινες δραστηριότητες, να βλάψουν τη δημόσια υγεία, να υποβαθμίσουν τα οικοσυστήματα, τα υλικά αγαθά, τα μνημεία, το οικιστικό περιβάλλον ή την ύπαιθρο ή και να παρεμποδίσουν τη νόμιμη εκμετάλλευση του ίδιου του περιβάλλοντος. Αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί χάρη στην ενεργό συμμετοχή του πληθυσμού με σκοπό μια ορθολογική συμπεριφορά που θα οδηγήσει τελικά στην ευημερία του συνόλου.
7.6. Εκτός από την εμπέδωση μιας ορθολογικής συμπεριφοράς –ιδίως στις νέες γενιές, μέσω της συνεργασίας με τα σχολεία, αρχής γενομένης από το δημοτικό– είναι απαραίτητο να αναληφθούν ειδικές δράσεις για την επίτευξη του στόχου της κοινωνίας με χαμηλές εκπομπές CO2 και ρύπων.
7.7. Θα πρέπει να υποστηριχθούν με παροχές κινήτρων οι αειφόρες συλλογικές αστικές μεταφορές. Μια ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία υιοθετήθηκε στην πόλη της Βασιλείας, η οποία, σε συνεννόηση με τους ξενοδόχους διανέμει δωρεάν (συμπεριλαμβάνεται δηλαδή στην τιμή του δωματίου) μια «κάρτα κινητικότητας» που παρέχει δωρεάν πρόσβαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς για όλες τις ημέρες διαμονής στο ξενοδοχείο· πρόκειται, δηλαδή, για μια προτροπή να αφήσουν οι επισκέπτες το Ι. Χ στο σπίτι.
Οι περιορισμοί στην αστική κυκλοφορία υπέρ των δημόσιων συγκοινωνιών (2), η διαφοροποιημένη φορολόγηση των αυτοκινήτων και των καυσίμων τους σε συνάρτηση με τις εκπομπές αερίων (3) (ώστε να εσωτερικεύεται έτσι το εξωτερικό κόστος (4)) ή οι άδειες διέλευσης επί πληρωμή στα αστικά κέντρα, μετά από μια αρχική θετική επίδραση στη μείωση της κυκλοφορίας στις πόλεις, χάνουν σιγά-σιγά την αποτελεσματικότητά τους, όπως συνέβη στο Λονδίνο, τη Στοκχόλμη ή το Μιλάνο. Ένα όχημα ψυχαγωγίας/εργασίας θα πρέπει να χρησιμοποιείται στους ανοικτούς χώρους και όχι στις μικρές ευρωπαϊκές πόλεις που έχουν σχεδιαστεί για άμαξες και άλογα (αλλά και αυτά ακόμη εκπέμπουν CH4!).
7.8.1. Η παραγωγή και η χρήση οχημάτων που δεν θα ξεπερνούν τα όρια εκπομπής ατμοσφαιρικών ρύπων αποτελούν σημαντικό στοιχείο της προσπάθειας επίτευξης των στόχων της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας.
7.9. Η ανάπτυξη των ευφυών συστημάτων μεταφοράς (ITS) (5). Τα ευφυή συστήματα μεταφοράς ποικίλλουν, αναλόγως της εφαρμοζόμενης τεχνολογίας, από τα συστήματα διαχείρισης βάσης όπως τα δορυφορικά συστήματα πλοήγησης, τα συστήματα ελέγχου των φωτεινών σηματοδοτών, τα ταχύμετρα για τις εφαρμογές παρακολούθησης των συστημάτων κλειστής παρακολούθησης μέχρι τις πιο προηγμένες εφαρμογές που ενσωματώνουν σε πραγματικό χρόνο δεδομένα προερχόμενα από διάφορες εξωτερικές πηγές (μετεωρολογικές πληροφορίες, συστήματα αποπαγοποίησης των γεφυρών κτλ.).
7.10. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν τα εξής: υπολογιστική τεχνολογία με ενσωματωμένα λειτουργικά συστήματα σε πραγματικό χρόνο που χρησιμοποιούν μικρο-επεξεργαστές που υπάρχουν ήδη στα καινούργια αυτοκίνητα· σύστημα των δεδομένων κινούμενων οχημάτων μελέτης (FCD) που χρησιμοποιεί σήματα του κινητού τηλεφώνου του οδηγού του οχήματος· τεχνολογίες με εσωτερικούς ή εξωτερικούς αισθητήρες· ανίχνευση με επαγωγικό κύκλωμα και αισθητήρες στο οδόστρωμα ή ανίχνευση με βίντεο.
7.11. Χάρη στην ηλεκτρονική τεχνολογία, είναι δυνατόν να δοθεί λύση και στο πρόβλημα της καταβολής των διοδίων εντός και εκτός της πόλης. Πέρα από την είσπραξη, το σύστημα ηλεκτρονικής είσπραξης διοδίων (ETC) χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση της πορείας της κίνησης στους δρόμους μέσω της καταγραφής των διελεύσεων ανάμεσα σε δύο χρονικά σημεία.
7.12. Θα ήταν χρήσιμο επίσης να γίνει ένας διάλογος για το θέμα των οχημάτων αναψυχής (μπάγκι, τετράτροχες μοτοσικλέτες, μοτοσικλέτες ανώμαλου δρόμου, τζετ σκι, χιονοέλκηθρα, πολύ ελαφρά αεροσκάφη). Συχνά, ο συνδυασμός θορύβου και μεγάλης εκπομπής δύσοσμων καυσαερίων είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των μέσων μεταφοράς. Αυτά τα οχήματα δεν έχουν σχεδόν ποτέ πινακίδες κυκλοφορίας αλλά μπορούν να μετακινηθούν και να σταθμεύσουν νόμιμα. Οι κινητήρες τους θα πρέπει να είναι συμβατοί με τις γενικές διατάξεις, αλλά τίθεται το ερώτημα αν οι εν λόγω διατάξεις λαμβάνουν επαρκώς υπ’ όψιν το γεγονός ότι αυτά τα οχήματα χρησιμοποιούνται σε περιοχές μεγάλης φυσικής αξίας. Η ταχεία διάδοση αυτών των μέσων μεταφοράς όχι μόνο προκαλεί περιβαλλοντικά προβλήματα αλλά αποτελεί και τεχνολογική πρόκληση.
7.13. Εσωτερίκευση διαφόρων τύπων εξωτερικού κόστους –ιδίως αυτών που αφορούν την υγεία των πολιτών– και ολοκληρωμένες πολιτικές για τις μεταφορές μέσω της παγίωσης της περιβαλλοντικής αειφορίας των επιμέρους έργων, του λόγου κόστους-ωφελείας, της αναβάθμισης του περιβάλλοντος, της δημιουργίας θέσεων εργασίας και του αντίκτυπου στην κυκλοφοριακή συμφόρηση.
7.14. Διαφοροποίηση του τρόπου ζωής. Η ουσιαστική ενίσχυση των μετακινήσεων με τα πόδια ή με το ποδήλατο για μικρές αποστάσεις μέσω της αναβάθμισης των υποδομών για τους πεζούς και τους ποδηλάτες.
7.15. Η αναθεώρηση της οργάνωσης της διοικητικής μέριμνας και της έγκαιρης (just in time) παραγωγής, στοιχείο που συνεπάγεται τεράστιες δαπάνες για τη μεταφορά των εμπορευμάτων. Τυποποίηση του σχεδίου μέσω της μείωσης των ανταλλακτικών.
7.16. Η προώθηση, όπου αυτό είναι δυνατόν, της τηλεργασίας.
7.17. Η υποστήριξη της έρευνας και της καινοτόμου ανάπτυξης υλικών και τεχνολογικών λύσεων που θα περιορίζουν τους ρύπους που προέρχονται από την κίνηση στους δρόμους.
7.18. Προκειμένου να μειωθεί η ηχορύπανση, θα μπορούσαν να ληφθούν τα εξής μέτρα: τοποθέτηση συσκευών περιορισμού της ταχύτητας στο οδόστρωμα, βελτίωση της ποιότητας της ασφάλτου και εγκατάσταση ηχοπετασμάτων στις ζώνες υψηλής κυκλοφορίας· πραγματικά αποτρεπτικές κυρώσεις για τα οχήματα που υπερβαίνουν τα όρια ηχορύπανσης και οι οποίες θα φθάνουν μέχρι την κατάσχεση του οχήματος· έλεγχοι του επίπεδου θορύβου πιο συμβατοί με τις «φυσιολογικές» συνθήκες ταχύτητας των οχημάτων.
7.19. Οι μοτοσικλέτες είναι συχνά η κυριότερη πηγή ηχορύπανσης. Θα πρέπει λοιπόν να ενταθούν οι έλεγχοι του επιπέδου του θορύβου που παράγουν και να απαγορευτεί η κυκλοφορία τους μέχρι την προσκόμιση πιστοποιητικού συμμόρφωσης με την υφιστάμενη νομοθεσία.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) ΕΕ C 220 της 16.9.2003, σ. 16.
(2) ΕΕ C 168 της 20.7.2007, σσ. 77-86.
(3) ΕΕ C 195 της 18.8.2006, σσ. 26-28.
(4) Βλέπε σελίδα 80 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
(5) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ 872/2009 TEN/382, «Εξάπλωση των ευφυών συστημάτων μεταφορών», εισηγητής: ο κ. Zboril (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/29 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η αγορά εξαρτημάτων και οι δευτερογενείς αγορές στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας»
(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
(2009/C 317/05)
Εισηγητής: ο κ. ZÖHRER
Συνεισηγητής: ο κ. LEIRIÃO
Στις 10 Ιουλίου 2008, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα
«Η αγορά εξαρτημάτων και οι δευτερογενείς αγορές στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας.»
Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 4 Ιουνίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. ZÖHRER και συνεισηγητή τον κ. LEIRIÃO.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 104 ψήφους υπέρ, 4 ψήφους κατά και 9 αποχές.
1. Σύνοψη των συμπερασμάτων και των συστάσεων
1.1. Η παραγωγή αυτοκινήτων είναι μία από τις κύριες βιομηχανίες της ΕΕ. Συνιστά κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη, την απασχόληση, τις εξαγωγές και την καινοτομία. Εξίσου μεγάλη σημασία έχουν τα εξαρτήματα αυτοκινήτων και οι υπηρεσίες που υπάγονται στην αγορά μεταγενέστερου σταδίου. Στην αγορά αυτή δραστηριοποιούνται οι κατασκευαστές αυτοκινήτων, οι προμηθευτές τους και οι ανεξάρτητοι ή εξουσιοδοτημένοι πάροχοι υπηρεσιών στους τομείς της συντήρησης, των ανταλλακτικών και των εξαρτημάτων, καθώς και της κατασκευής, της διανομής και του λιανικού εμπορίου. Είναι ένα δίκτυο 834 700 επιχειρήσεων (κυρίως ΜΜΕ) με συνολικό κύκλο εργασιών 1 107 δισεκατομμύρια ευρώ, οι οποίες απασχολούν περίπου 4,6 εκατομμύρια εργαζομένους.
1.2. Τόσο οι κατασκευαστές όσο και οι έμποροι αυτοκινήτων αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο ανταγωνισμό που έχει ως αποτέλεσμα τη διαρκή μείωση των περιθωρίων κέρδους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι δευτερογενείς αγορές αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία, ενώ οι κατασκευαστές αυτοκινήτων κατέχουν δεσπόζουσα θέση σε σχέση με τους ανεξάρτητους προμηθευτές.
1.3. Μεταξύ των πρώτων οικονομικών τομέων που επλήγησαν σε μεγάλο βαθμό από την χρηματοπιστωτική κρίση το δεύτερο εξάμηνο του 2008 ήταν η αυτοκινητοβιομηχανία και ο κλάδος προμήθειας εξαρτημάτων αυτοκινήτων. Η κρίση οδήγησε σε οδυνηρή και ραγδαία μείωση των πωλήσεων. Η συνακόλουθη μείωση της παραγωγής έχει σοβαρότατες συνέπειες τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους εργαζομένους που απασχολούν. Επίσης, πλήττονται και οι επιχειρήσεις της δευτερογενούς αγοράς. Ως προς αυτές ειδικότερα, η δυσχερέστερη πρόσβαση στις χρηματοδοτήσεις απειλεί την ίδια την ύπαρξή τους. Η ΕΟΚΕ καλεί για τον λόγο αυτόν την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη και τους παράγοντες της δευτερογενούς αγοράς σε όλα τα μέτρα που θεσπίζουν.
Ανεξάρτητα από τη σημερινή κατάσταση, στον αυτοκινητιστικό κλάδο υπάρχουν μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες τάσεις που θα οδηγήσουν σε σημαντικές αναδιαρθρώσεις και στη δευτερογενή αγορά. Σε λίγα χρόνια η διάρθρωση του τομέα αυτού θα έχει αλλάξει εντελώς. Αφενός διαφαίνεται μια μετατόπιση μεριδίων της αγοράς που ευνοεί τους ανεξάρτητους παράγοντες, αφετέρου πολλές επιχειρήσεις -ιδίως μικρές και πολύ μικρές- θα μπορέσουν να επιβιώσουν μόνο εάν αναπτύξουν νέες ιδέες και προβούν σε επενδύσεις.
1.4.1. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η αναδιάρθρωση του δευτερογενούς τομέα θα συνεχιστεί με τη δημιουργία πολλών ειδών νέων εταιρικών (μεταξύ άλλων και με άλλους παράγοντες της κοινωνίας των πολιτών) και πελατειακών σχέσεων. Εφόσον η αυτοκινητοβιομηχανία έχει στενή σχέση με άλλους κλάδους και ο κλάδος εξαρτημάτων και εμπορίας οχημάτων έχει μεγάλη διασπορά, κάθε μορφή αναδιάρθρωσης που πλήττει σοβαρά τις ΜΜΕ θα επηρεάσει εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων σε όλα τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι η Επιτροπή πρέπει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις ως προς την αναδιάρθρωση της δευτερογενούς αγοράς και να ενεργήσει, εφόσον χρειαστεί, για να διασφαλίσει τον ανταγωνισμό.
1.4.2. Η ΕΟΚΕ συνιστά, ως εκ τούτου, να ανατεθεί σε μια ομάδα υψηλού επιπέδου, σύμφωνα με τη στρατηγική της Λισαβόνας, να επεξεργαστεί με βάση τα πορίσματα της CARS 21 προοπτικές για την περίοδο μετά την κρίση και να διερευνήσει πεδία δράσης. Λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων σε ολόκληρη την αυτοκινητοβιομηχανία, πρέπει να δοθεί βάρος στα ακόλουθα σημεία:
— |
στην περαιτέρω ανάπτυξη του νομικού πλαισίου και την πρόσβαση σε ελεύθερο και δίκαιο ανταγωνισμό |
— |
στην εφαρμογή της στρατηγικής της Λισαββώνας |
— |
στη διερεύνηση της ανάγκης για εξειδίκευση |
— |
στην καινοτομία |
— |
σε θέματα καταναλωτή |
— |
στην εμπορική πολιτική |
— |
σε κοινωνικές πτυχές |
1.5. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι βάσει των σημερινών οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών κάθε αναθεώρηση της κοινοτικής νομοθεσίας πρέπει να συνεισφέρει στη διατήρηση του ελεύθερου και δίκαιου ανταγωνισμού ως εξής:
— |
να αποφεύγονται οι ανατρεπτικές αλλαγές σε αυτή τη δύσκολη περίοδο κρίσης |
— |
να είναι ισορροπημένοι όλοι οι κανόνες που δίνουν ώθηση σε υπέρμετρη συγκέντρωση της διανομής |
— |
να εξασφαλιστεί το σωστό πλαίσιο για την ασφάλεια, το περιβάλλον και την απλούστευση των κανόνων |
— |
να προληφθεί η συμπεριφορά που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό και οφείλεται στη νέα οργάνωση της αγοράς |
— |
να προαχθεί η αρχή «προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις» της «Small Business Act» για να ευνοηθεί η ανάπτυξη των ΜΜΕ και η καινοτομία και να προστατευθεί η απασχόληση. |
1.6. Για να εξασφαλιστεί το μέγεθος και η ποιότητα της απασχόλησης, να αυξηθεί η κινητικότητα των εργαζομένων και να βελτιωθεί γενικά η ελκυστικότητα του κλάδου, είναι απαραίτητο ο κλάδος και οι επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν και τις κοινωνικές προκλήσεις. Προτεραιότητα πρέπει να έχει η αντιμετώπιση των θεμάτων της δημογραφικής αλλαγής, της ανάπτυξης προτύπων δια βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και των νέων απαιτήσεων στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία. Για τον λόγο αυτόν, η ΕΟΚΕ καλεί τους παράγοντες και την Επιτροπή να εντείνουν τον κοινωνικό διάλογο σε όλα τα επίπεδα (στον κλάδο, σε εθνικό επίπεδο και στις επιχειρήσεις).
2. Ιστορικό
2.1. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία αυτοκινήτων αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τομείς στην ΕΕ. Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών (ΣΕΒΜ) εκπόνησε τον Νοέμβριο του 2007 ενημερωτική έκθεση με θέμα «Η σημερινή κατάσταση και οι προοπτικές της αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ευρώπη». Εντούτοις, η έκθεση αυτή εστιάστηκε μόνο στον κύριο πυρήνα της βιομηχανίας αυτής, ήτοι στην παραγωγή οχημάτων και ανταλλακτικών (κώδικας NACE 29 της ονοματολογίας των οικονομικών δραστηριοτήτων), μολονότι, όπως σαφώς υπογραμμίσθηκε στην έκθεση αυτή, ο κώδικας NACE 29 δεν περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό εξαρτημάτων αυτοκινήτων και υπηρεσιών, καθώς και μία ολόκληρη σειρά από συναφείς οικονομικές δραστηριότητες.
2.2. Οι αγορές των εξαρτημάτων αυτοκινήτων και οι δευτερογενείς αγορές καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα δραστηριοτήτων, πολλές εκ των οποίων εξαρτώνται από τη βιομηχανία (κατασκευή ηλεκτρικού εξοπλισμού για κινητήρες και οχήματα, παρασκευή βαφών για την αυτοκινητοβιομηχανία, παραγωγή ελαστικών για αυτοκίνητα, πλαστικά προϊόντα και προϊόντα υφαντουργίας, παραγωγή συστημάτων κλιματισμού, μπαταρίες και όργανα μέτρησης). Ορισμένες δραστηριότητες εξαρτώνται από τον τομέα παροχής υπηρεσιών, όπως παραδείγματος χάρη η συντήρηση και η επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων.
Οι παράγοντες που δραστηριοποιούνται στη δευτερογενή ευρωπαϊκή αγορά είναι οι κατασκευαστές οχημάτων, οι προμηθευτές τους και οι ανεξάρτητοι παράγοντες της αγοράς στον τομέα των υπηρεσιών συντήρησης, ανταλλακτικών και εξαρτημάτων, καθώς και στην κατασκευή, τη διανομή και τη διάθεση στο λιανικό εμπόριο. Οι οικονομικές αυτές δραστηριότητες διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην ευρωπαϊκή οικονομία, καθότι αφορούν μεγάλο αριθμό κλάδων (τόσο μεγάλες επιχειρήσεις όσο και ΜΜΕ) και έχουν μεγάλη σημασία από την άποψη της πολιτικής για την απασχόληση.
2.3.1. Η δευτερογενής αγορά περιλαμβάνει ουσιαστικά τρεις τομείς:
I. Διανομή, τεχνική υποστήριξη, συντήρηση και επισκευές
Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τις δομές υπηρεσιών των ίδιων των κατασκευαστών (πώληση και τεχνική υποστήριξη), σχέσεις με συμβαλλόμενα μέρη που εξαρτώνται άμεσα από τον κατασκευαστή (γενικοί εισαγωγείς, εξουσιοδοτημένα συνεργεία κ.λπ.) καθώς και ανεξάρτητα συνεργεία. Συμπεριλαμβάνονται τόσο τα γενικά συνεργεία όσο και εκείνα που ειδικεύονται σε συγκεκριμένους τομείς. Συνεργεία που εξειδικεύονται σε συγκεκριμένα εξαρτήματα μπορούν, μερικές φορές, να ενταχθούν και στους προμηθευτές της αυτοκινητοβιομηχανίας.
II. Ανταλλακτικά
Καταρχήν, η παραγωγή και η προμήθεια ανταλλακτικών γίνονται από τους ίδιους τους κατασκευαστές αυτοκινήτων ή τους προμηθευτές τους, καθώς και από τους πωλητές. Ωστόσο, ολοένα και περισσότερα ανταλλακτικά δεν πωλούνται πλέον ως αυθεντικά αλλά ως απομιμήσεις. Επίσης, υπάρχουν διάφορα ανταλλακτικά γενικής χρήσης που δεν φέρουν το σήμα κάποιου κατασκευαστή αυτοκινήτων (ελαστικά, ζάντες, μπαταρίες, αναφλεκτήρες, φίλτρα, λυχνίες κ.λπ).
III. Αξεσουάρ και ρυθμίσεις κινητήρα
Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει όλα τα ανταλλακτικά ή εξαρτήματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση του σχεδιασμού, της άνεσης ή της ασφάλειας του οχήματος. Καλύπτει πολλά και διάφορα εξαρτήματα που εκτείνονται από μέρη του πολύπλοκου ηλεκτρονικού και υδραυλικού εξοπλισμού (όπως το σύστημα εντοπισμού θέσης GPS ή το αμάξωμα) μέχρι απλά πλαστικά εξαρτήματα (π.χ. ποτηροθήκες).
2.3.2. Γι’ αυτή την αγορά, η απόσυρση και η ανακύκλωση αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Αφενός γίνεται επεξεργασία και πώληση των μερών των αυτοκινήτων που έχουν αποσυρθεί, αφετέρου τα μέρη αυτά αποτελούν επίσης πηγή νέων πρώτων υλών, όπως χάλυβα, αλουμινίου και πλαστικών.
2.3.3. Ακόμα, υπάρχουν διάφοροι άλλοι παράγοντες της αγοράς στον τομέα των υπηρεσιών, όπως π.χ. τα πρατήρια βενζίνης, η οδική βοήθεια ή οι φορείς/επιθεωρητές τεχνικού ελέγχου και τα συνεργεία επισκευής αμαξώματος.
Δεν υπάρχουν επαρκή στατιστικά στοιχεία. Γι’ αυτούς τους τομείς βιομηχανικής παραγωγής ή παροχής υπηρεσιών υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για τομείς οι οποίοι υπάγονται σε διάφορους άλλους κλάδους ή τομείς παροχής υπηρεσιών.
2.4.1. Στη δευτερογενή αγορά δραστηριοποιούνται περίπου 834 700 επιχειρήσεις, κυρίως μικρού και μεσαίου μεγέθους (ΜΜΕ), ενώ οι σχετικές δομές διαφέρουν στα επιμέρους κράτη μέλη. Σε μερικές χώρες -ιδίως στη Νότια Ευρώπη- επικρατούν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (οι περισσότερες είναι οικογενειακές), ενώ σε άλλες, όπως π.χ. στη Γερμανία και τη Γαλλία, πλειοψηφούν οι μεγαλύτερες δομές. Ο κλάδος έχει κύκλο εργασιών 1 107 δισεκατομμύρια ευρώ και απασχολεί περίπου 4,6 εκατομμύρια εργαζομένους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (1)
3. Οικονομικό πλαίσιο και διεθνείς τάσεις της αγοράς
Ένας από τους πρώτους τομείς της πραγματικής οικονομίας που επλήγησαν σε μεγάλο βαθμό από την κρίση στις χρηματοπιστωτικές αγορές το δεύτερο εξάμηνο του 2008 ήταν η αυτοκινητοβιομηχανία και ο κλάδος προμήθειας εξαρτημάτων αυτοκινήτων. Οι δυσκολίες στις χρηματοπιστωτικές αγορές είχαν δύο επιπτώσεις που έπληξαν ιδιαίτερα τον τομέα αυτό. Κατά πρώτο λόγο, το αυτοκίνητο είναι, μετά τα ακίνητα, η μεγαλύτερη επένδυση των νοικοκυριών. Σε οικονομικά δυσμενείς περιόδους καθυστερεί η υλοποίηση τέτοιων επενδύσεων, πράγμα το οποίο οδήγησε σε αναπάντεχη μείωση των πωλήσεων στην αγορά επιβατηγών οχημάτων. Κατά δεύτερο λόγο, η πρόσβαση σε δάνεια γίνεται δυσκολότερη, με συνέπεια ιδιαίτερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να έχουν προβλήματα χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων τους. Αυτό έχει επιπτώσεις στις βιομηχανικές επενδύσεις και συνεπάγεται και λιγότερες πωλήσεις οχημάτων επαγγελματικής χρήσης (2) (3).
3.1.1. Το μέγεθος της πρώτης ταξινόμησης επιβατικών οχημάτων στην Ευρώπη σημείωσε το 2008 μείωση της τάξης του 7,8 % σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Μόνο το τελευταίο τρίμηνο, η διαφορά ήταν 19,3 %. Στα ελαφρά επαγγελματικά οχήματα οι πωλήσεις σημείωσαν μείωση της τάξης του 10 %, και άνω και στα φορτηγά της τάξης του 4 %. Η τάση αυτή συνεχίστηκε και στις αρχές του 2009, μολονότι διακρίνεται μια μικρή μείωση όσον αφορά τα ιδιωτικής χρήσης οχήματα, η οποία οφείλεται σε διάφορα μέτρα των κρατών μελών (π.χ. περιβαλλοντική πριμοδότηση και πριμοδότηση απόσυρσης). Στον τομέα των επαγγελματικών οχημάτων, η κατάσταση αναμένεται αντιθέτως να επιδεινωθεί δραματικά. Στον κλάδο των βαρέων επαγγελματικών οχημάτων η κατάσταση το 2009 είναι απογοητευτική, καθότι κατά το πρώτο κιόλας τρίμηνο του έτους οι παραγγελίες μειώθηκαν κατά 38,9 %.
3.1.2. Η μείωση της παραγωγής δεν έχει σοβαρές συνέπειες μόνο για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τους εργαζομένους. Οι κυριότερες είναι η μείωση προσωπικού (που πλήττει πρωτίστως τους εργαζομένους με συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης) και η μερική ανεργία ή παρόμοια μέτρα που συνδέονται όλα με απώλεια εισοδήματος.
Ανεξάρτητα από τις σημερινές εξελίξεις, η ΣΕΒΜ ανέλυσε εις βάθος στην ενημερωτική έκθεσή της του Νοεμβρίου 2007 τις σημαντικότερες τάσεις στην αυτοκινητοβιομηχανία (4). Πολλές από αυτές τις εξελίξεις θα επιταχυνθούν από τη σημερινή κρίση και θα οδηγήσουν σε ευρεία διαρθρωτική αλλαγή στη βιομηχανία. Οι τάσεις αυτές επηρεάζουν άμεσα τις εξελίξεις και τις αλλαγές στην αγορά ανταλλακτικών και εξαρτημάτων. Στις παραγράφους που ακολουθούν, η ΣΕΒΜ αποσκοπεί στην επιλεκτική απαρίθμηση των τάσεων που έχουν τη μεγαλύτερη σημασία για τους προμηθευτές και τις αγορές μεταγενέστερου σταδίου του τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας.
3.2.1. Τα σημαντικότερα συμπεράσματα έχουν ως εξής:
— |
Όλες οι επίκαιρες μελέτες αναφορικά με τις τάσεις και οι προβλέψεις επισημαίνουν ότι η βιομηχανία αυτοκινήτων θα αποτελέσει, μεσοπρόθεσμα και σε παγκόσμια κλίμακα, έναν αναπτυσσόμενο κλάδο, ο οποίος όμως θα εξακολουθήσει να υφίσταται μαζικές αναδιαρθρώσεις. |
— |
Η αύξηση σε σχέση με την προστιθέμενη αξία και την απασχόληση επικεντρώνεται κυρίως στον τομέα των κατασκευαστών εξαρτημάτων και επιτυγχάνεται με τη συνεχιζόμενη ανάθεση υπεργολαβιών. |
— |
Κυρίως (αμερικανικές) εταιρίες μαζικής παραγωγής αναμένεται να συνεχίσουν να αναθέτουν υπεργολαβίες, ενώ το φαινόμενο αυτό δεν αφορά πολύ τους ευρωπαίους (και ειδικότερα τους Γερμανούς) παραγωγούς γνήσιων ανταλλακτικών αυτοκινήτων πολυτελείας. |
— |
Σε διεθνές επίπεδο, οι αυξήσεις της παραγωγής μηχανοκίνητων οχημάτων (κατασκευή επιβατηγών αυτοκινήτων) επικεντρώνονται κυρίως στα κράτη της ομάδας ΒΡΙΚ (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα) και ιδιαίτερα στην Κίνα και την Ινδία, όπως επίσης και στην Ευρώπη. |
— |
Παρά τη γενικότερη αναπτυξιακή τάση, δεν αναμένονται μόνο περιφερειακές μετατοπίσεις των κομβικών σημείων ανάπτυξης:
|
— |
Πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες θα καθορίσουν κατά πόσο οι διαδικασίες αναδιάρθρωσης θα επηρεάσουν τους μεμονωμένους κατασκευαστές εξαρτημάτων. Οι παράγοντες αυτοί είναι οι ακόλουθοι:
|
— |
Η ανάπτυξη της περιφερειακής δομής της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αυτοκινήτων θα εξακολουθήσει να χαρακτηρίζεται από μία μετατόπιση από τα δυτικά προς τα ανατολικά. |
— |
Αναμένεται ότι η επιβληθείσα αύξηση της παραγωγικότητας στη βιομηχανία αυτοκινήτων θα συνεχίσει να υπερβαίνει την αναμενόμενη αύξηση της παραγωγής. Ως εκ τούτου, θα ασκηθεί διαρκής πίεση στην απασχόληση και τους όρους εργασίας (κυρίως στη βιομηχανία κατασκευής συστατικών). |
— |
Τόσο στην παγκόσμια, όσο και στην ευρωπαϊκή βιομηχανία αυτοκινήτων, υφίσταται σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε ό,τι αφορά την κατασκευή επιβατηγών αυτοκινήτων. Η πίεση που ασκείται λόγω της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας θα ενταθεί περισσότερο εξαιτίας των διαρκώς αυξανόμενων δυνατοτήτων παραγωγής. |
— |
Η αγορά διαμορφώνεται από τις όλο και πιο διαφοροποιημένες και σύνθετες ανάγκες των καταναλωτών. Σε αυτό συντελεί σημαντικά η δημογραφική εξέλιξη, αλλά και η εξέλιξη των εισοδημάτων και των τιμών πώλησης των προϊόντων. |
— |
Η επιβάρυνση του κλίματος, οι περιορισμένες πρώτες ύλες και η ασφάλεια αποτελούν τεράστιες προκλήσεις. Κατά συνέπεια, εντείνεται η πίεση για μία ταχεία ανάπτυξη στους τομείς της τεχνολογίας πρόωσης (στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η μείωση των καυσαερίων και τα εναλλακτικά καύσιμα) και της τεχνολογίας υλικών, καθώς και για ολοκληρωμένα διατροπικά συστήματα μεταφορών. Η κατάσταση αυτή θα ασκήσει, στο εγγύς μέλλον, την πιο καθοριστική επιρροή στον τομέα και επιβάλλει επίσης να καθορισθεί ο μελλοντικός ρόλος των οδικών μεταφορών και του αυτοκίνητου στα πλαίσια ενός τέτοιου συστήματος. |
3.3. Τόσο οι κατασκευαστές αυτοκινήτων όσο και οι έμποροι βλέπουν τα περιθώρια κέρδους τους να μικραίνουν εξαιτίας του όλο και πιο έντονου ανταγωνισμού. Το εμπόριο επηρεάζεται ιδιαίτερα από αυτό, καθώς τα περιθώρια κέρδους του αντιστοιχούν σε ποσοστό περίπου 0,3 %. Αυτή η εξέλιξη έχει ως συνέπεια οι παράγοντες να επικεντρώνονται όλο και πιο πολύ στις δευτερογενείς αγορές (τεχνική υποστήριξη, συντήρηση, ανταλλακτικά). Στον τομέα αυτόν, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων κατέχουν δεσπόζουσα θέση σε σχέση με τους ανεξάρτητους προμηθευτές.
4. Κοινοτικό νομικό πλαίσιο
4.1. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην πρωτογενή αγορά, στη δευτερογενή αγορά έχουν επισημανθεί προβλήματα ανταγωνισμού. Τα εξουσιοδοτημένα δίκτυα κατέχουν μεγάλα μερίδια στην αγορά (περίπου 50 %) και οι κατασκευαστές αυτοκινήτων έχουν μεγάλα μερίδια στην αγορά ανταλλακτικών. Ακόμα, υπάρχουν εξαρτήματα που διατίθενται μόνο από τον εκάστοτε κατασκευαστή αυτοκινήτων. Η Επιτροπή αναγκάστηκε να επιβάλει την πρόσβαση των ανεξάρτητων συνεργείων σε τεχνικές πληροφορίες. Οι διαφορετικοί όροι ανταγωνισμού σε σύγκριση με την πρωτογενή αγορά αντικατοπτρίζονται και στο γεγονός ότι οι κατασκευαστές αυτοκινήτων έχουν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους από τα ανταλλακτικά, ενώ τα εξουσιοδοτημένα δίκτυα αποκομίζουν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους περισσότερο από τις επισκευές και τη συντήρηση παρά από τις πωλήσεις καινούριων αυτοκινήτων.
4.2. Προκειμένου να προστατευθεί ο ανταγωνισμός και η ελεύθερη επιλογή των χρηστών και να διασφαλισθούν ίσοι όροι ανταγωνισμού στον τομέα των ανταλλακτικών και των επισκευών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε το 2003 τον ισχύοντα κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1400/2002 για την απαλλαγή κατά κατηγορία των αυτοκινήτων οχημάτων, που θεσπίζει κανόνες για τους παράγοντες της αγοράς και προβλέπεται να παραμείνει σε ισχύ μέχρι το 2010.
Ο κανονισμός για την απαλλαγή κατά κατηγορία θεσπίζει κάθετες συμφωνίες, οι οποίες εξαιρούνται από το άρθρο 81 της Συνθήκης ΕΚ που απαγορεύει τις συμφωνίες που είναι αντίθετες προς τον ανταγωνισμό και, ως εκ τούτου, προσφέρουν ασφάλεια στους παράγοντες της αγοράς: εάν οι συμφωνίες τους πληρούν τους όρους του κανονισμού για την απαλλαγή κατά κατηγορία, μπορούν να είναι βέβαιοι ότι δεν παραβιάζουν την κοινοτική νομοθεσία περί ανταγωνισμού.
4.3. Ο τομεακός κανονισμός για την απαλλαγή κατά κατηγορία (Motor Vehicle Block Exemption Regulation, MVBER) είναι πολύ πιο αναλυτικός από τον γενικό κανονισμό για την απαλλαγή κατά κατηγορία και δημιουργεί προβλήματα κατανόησης στους παράγοντες της αγοράς, ιδίως στις ΜΜΕ, επειδή είναι ιδιαίτερα πολύπλοκος. Η Επιτροπή διαπίστωσε τη σύγχυση αυτή από τα πολλά αιτήματα και τις καταγγελίες που έλαβε από παράγοντες της αγοράς που δεν είχαν σχέση με θέματα ανταγωνισμού. Στην αγορά μεταγενέστερου σταδίου ο MVBER προσφέρει μια εκ των προτέρων πιο γενναιόδωρη προσέγγιση, καθώς υπό ορισμένους όρους οι συμφωνίες καλύπτουν μερίδιο της αγοράς έως και 100 % (στον γενικό κανονισμό για την απαλλαγή κατά κατηγορία είναι μόλις 30 %), αλλά αυτή η γενναιόδωρη προσέγγιση ακυρώνεται και πάλι εν μέρει με ειδικούς κανόνες.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο MVBER παραμένει αντικείμενο αντιπαράθεσης, καθώς οι περισσότεροι εξουσιοδοτημένοι πωλητές θέλουν να διατηρήσουν το σημερινό καθεστώς και οι κατασκευαστές αυτοκινήτων ζητούν απλούστερους και λιγότερο περιοριστικούς κανόνες. Από την άλλη πλευρά, ο ανεξάρτητος τομέας (ανεξάρτητα συνεργεία και κατασκευαστές ανταλλακτικών) ζητεί καλύτερη εναρμόνιση της σημερινής νομοθεσίας.
4.4. Η καλύτερη εναρμόνιση του ισχύοντος νομικού πλαισίου περιλαμβάνει:
— |
τον κανονισμό περί απαλλαγής κατά κατηγορία |
— |
την κοινοποίηση και διάθεση πληροφοριών σε όλους τους φορείς για την τεχνολογία νέων μοντέλων και νέων εξαρτημάτων |
— |
την αναθεώρηση της οδηγίας 96/96/ΕΚ σχετικά με τον τεχνικό έλεγχο οχημάτων |
— |
τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων (προστασία σχεδίων και ευρεσιτεχνιών) |
— |
τις διατάξεις σχετικές με εγγυήσεις |
— |
την κατάρτιση. |
4.5. Όλοι οι παράγοντες της αγοράς ζητούν ασφάλεια δικαίου και θα ήθελαν να γνωρίζουν τι θα συμβεί μετά το 2010. Η σημερινή αβεβαιότητα σχετικά με το μελλοντικό περιεχόμενο του κανονισμού της απαλλαγής κατά κατηγορία προξενεί ιδιαίτερη ανησυχία ιδίως στις ΜΜΕ όσον αφορά τη διάρκεια των συμβάσεων και τον όγκο των επενδύσεων που απαιτούνται για να μπορέσουν όλοι οι φορείς να συμβαδίσουν με τις νέες τεχνολογίες οχημάτων και να έχουν πρόσβαση σε ανταλλακτικά, τεχνολογία της πληροφορίας, νέα εργαλεία και εξοπλισμό, καθώς και κατάρτιση.
4.6. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενίσχυσε το νομικό πλαίσιο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 715/2007 (Euro 5), ο οποίος εφαρμόζεται από τον Ιανουάριο του 2009 και ρυθμίζει την πρόσβαση σε κάθε τεχνική πληροφορία για οχήματα που εγκρίνονται βάσει του νέου τύπου.
4.7. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι βάσει των σημερινών οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών τυχόν αναθεώρηση της κοινοτικής νομοθεσίας πρέπει να συνεισφέρει στη διατήρηση του ελεύθερου και δίκαιου ανταγωνισμού ως εξής:
— |
να αποφεύγονται οι ανατρεπτικές αλλαγές σε αυτή τη δύσκολη περίοδο κρίσης |
— |
να είναι ισορροπημένοι όλοι οι κανονισμοί που δίνουν ώθηση σε υπέρμετρη συγκέντρωση της διανομής |
— |
να εξασφαλιστεί το σωστό πλαίσιο για την ασφάλεια, το περιβάλλον και την απλούστευση των κανόνων |
— |
να προληφθεί η συμπεριφορά που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό και οφείλεται στη νέα οργάνωση της αγοράς |
— |
να προαχθεί η αρχή «προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις» σε συμφωνία με την πράξη «Small Business Act» για να ευνοηθούν η ανάπτυξη των ΜΜΕ και η καινοτομία και να προστατευθεί η απασχόληση. |
5. Η σημερινή κατάσταση στη δευτερογενή ευρωπαϊκή αγορά στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας
Η δευτερογενής ευρωπαϊκή αγορά χαρακτηρίζεται από μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές λόγω των νέων και πιο ενεργητικών ρυθμιστικών παρεμβάσεων. Επίσης, οι τεχνολογικές και διαδικαστικές αλλαγές συμβάλλουν στον επαναπροσδιορισμό του επιτυχημένου επιχειρηματικού προτύπου αυτής της αγοράς που αφορά όσους συμμετέχουν σε κάθε στάδιο της αλυσίδας κατασκευής, εμπορίας και διανομής ανταλλακτικών και εξαρτημάτων.
5.1. Συντήρηση και επισκευές
Οι καινοτομίες στην τεχνολογία προσφέρουν καλύτερο έλεγχο εκπομπών και περισσότερη ασφάλεια και άνεση, πράγμα που ωστόσο καθιστά όλο και πιο δύσκολη τη συντήρηση και την επισκευή των αυτοκινήτων. Αυτή η αγορά είναι πολύ ανταγωνιστική. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις υπερισχύουν αριθμητικά και προσφέρουν ανταγωνιστικά εξαρτήματα και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Έτσι, συνεισφέρουν καθοριστικά στην απασχόληση και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας.
5.1.1. Πιο συγκεκριμένα, οι κατασκευαστές εξαρτημάτων για περισσότερες μάρκες χρειάζονται συγκεκριμένες πληροφορίες (π.χ. συγκεκριμένες διαγνωστικές πληροφορίες για διαγνωστικές συσκευές για όλες τις μάρκες για να εξασφαλιστεί ευρύ φάσμα λειτουργίας των συσκευών αυτών). Χωρίς συσκευές και εργαλεία κατάλληλα για πολλές ή για όλες τις μάρκες, οι μικρές επιχειρήσεις αναγκάζονται να αγοράσουν ένα σύνολο εργαλείων για κάθε μάρκα αυτοκινήτων που μπορεί να χρειαστεί να επισκευάσουν. Έτσι απαιτούνται επενδύσεις οι οποίες υπερβαίνουν σαφώς τις οικονομικές δυνατότητες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στον αυξανόμενο αριθμό ηλεκτρονικών συστημάτων που προστίθενται όλο και πιο συχνά στα μηχανοκίνητα οχήματα, οι κατασκευαστές εργαλείων απαιτείται να έχουν αξιόπιστες και ακριβείς πληροφορίες και στοιχεία από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων. Χωρίς τις πληροφορίες αυτές, οι κατασκευαστές διαγνωστικών συστημάτων δεν μπορούν να προσφέρουν το λογισμικό που χρειάζονται τα ανεξάρτητα συνεργεία.
5.2. Ανταλλακτικά
Γνήσια ανταλλακτικά ειδικά για ορισμένες μάρκες αυτοκινήτων κατασκευάζονται και πωλούνται κυρίως από τους κατασκευαστές αρχικού εξοπλισμού (ΚΑΕ) ή τους βάσει συμβολαίου προμηθευτές τους. Ωστόσο, ένας σημαντικός αριθμός ανταλλακτικών όπως τα ελαστικά, οι τροχοί, οι μπαταρίες, οι αναφλεκτήρες, διάφορα είδη φίλτρων κ.λπ. μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε όλες τις μάρκες αυτοκινήτων.
Ο ανταγωνισμός, ιδιαίτερα μεταξύ των κατασκευαστών ελαστικών, μπαταριών και τροχών, αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι εν λόγω βιομηχανίες υποβλήθηκαν κατά το παρελθόν σε εκτεταμένες διαρθρωτικές αλλαγές. Οι διάφοροι αυτοί επιμέρους κλάδοι θα πρέπει να εξετασθούν περαιτέρω.
5.2.1. Απομίμηση και αντιγραφή ανταλλακτικών
Οι εναλλακτικοί, ανεξάρτητοι προμηθευτές έχουν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στην αγορά ανταλλακτικών. Συχνά προσφέρουν ανταλλακτικά σε μια σχέση τιμής-απόδοσης που ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες των πελατών (π.χ. όταν σε παλαιότερα οχήματα η μεγάλη διάρκεια ζωής είναι λιγότερο σημαντική από την καλή τιμή). Εδώ καταρχάς το θέμα δεν είναι η αντιγραφή του πρωτοτύπου, αλλά η λειτουργικότητα.
Ωστόσο, συνεχίζουν να διατίθενται και παράνομα αντίγραφα ή απομιμήσεις κατώτερης ποιότητας. Αυτό τελικά αποτελεί απάτη σε βάρος του πελάτη, η αντιμετώπιση της οποίας βελτιώνεται ολοένα και περισσότερο μέσω της προστασίας της ευρεσιτεχνίας και της πνευματικής ιδιοκτησίας και μέσω της εμπορικής πολιτικής.
5.2.2. Τεχνική αναβάθμιση αυτοκινήτων
Η τεχνική αναβάθμιση αυτοκινήτων είναι ένας ταχέως αναπτυσσόμενος κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Η τεχνική αναβάθμιση συνίσταται στην τροποποίηση του αυτοκινήτου, προκειμένου να βελτιωθεί η απόδοση, η γενική εξωτερική εμφάνιση και η ασφάλειά του. Η τεχνική αναβάθμιση καλύπτει όλα τα εξαρτήματα του αυτοκινήτου, όπως στους τροχούς, τα ελαστικά, τις αναρτήσεις, τον κινητήρα, το εσωτερικό, το αμάξωμα, το σύστημα εξάτμισης κ.λπ.
Είναι σημαντικός ο αριθμός επιχειρήσεων που εξειδικεύονται αποκλειστικά στην τεχνική αναβάθμιση και πωλούν τα προϊόντα τους στις παγκόσμιες αγορές. Γενικά, αξιοποιούν καινοτόμες ιδέες και υλικά, ενώ αναπτύσσουν και νέες τεχνολογικές τάσεις, τις οποίες ορισμένες φορές υιοθετούν οι κατασκευαστές αυτοκινήτων για να τις χρησιμοποιήσουν και στην παραγωγή των συμβατικών αυτοκινήτων.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να προετοιμάσει και να εκδώσει συγκεκριμένη νομοθεσία, προκειμένου να ρυθμίσει τον τομέα της τεχνικής αναβάθμισης αυτοκινήτων.
5.3. Ασφάλεια και βιώσιμα οφέλη για το περιβάλλον
Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι τα οχήματα είναι συμβατά με τα πρότυπα της ΕΕ ως προς τις εκπομπές και την ασφάλεια, όχι μόνο όταν είναι ολοκαίνουρια, αλλά και κατά τη διάρκεια ολόκληρου του κύκλου ζωής τους, απαιτείται συστηματικός έλεγχος, συντήρηση και επισκευές. Τα ανεξάρτητα συνεργεία και οι εξουσιοδοτημένοι επισκευαστές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο τόσο ως προς τα νέα όσο και ως προς τα παλαιότερα μοντέλα, διότι εξασφαλίζουν ότι τα οχήματα παραμένουν ασφαλή και είναι συμβατά με τους ισχύοντες κανόνες προστασίας του περιβάλλοντος. Αυτό το επίπεδο υπηρεσιών μπορεί όμως να παρασχεθεί μόνο εάν οι κατασκευαστές οχημάτων προσφέρουν διαρκώς πρόσβαση σε πληροφορίες, σε εξαρτήματα και εξοπλισμό για διάφορες μάρκες, ανταλλακτικά και κατάρτιση.
6. Σημαντικές αναδιαρθρώσεις στη δευτερογενή αγορά
6.1. Ολόκληρος ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας, του εμπορίου και των υπηρεσιών επλήγη σημαντικά από την οικονομική κρίση. Σοβαρά προβλήματα είναι οι αυξανόμενες δυσκολίες δανεισμού για τις επιχειρήσεις (ιδίως τις ΜΜΕ) και η δραστική μείωση της ζήτησης καινούριων αυτοκινήτων. Από την άλλη πλευρά, η δευτερογενής αγορά επηρεάστηκε από πολλούς άλλους παράγοντες όπως:
— |
την αύξηση της μέσης ηλικίας των οχημάτων με παράλληλη μείωση των χιλιομέτρων ανά έτος |
— |
μείωση του όγκου των επισκευών εξαιτίας της μεγαλύτερης διάρκειας ζωής των μερών του αυτοκινήτου και των μικρότερων διαστημάτων συντήρησης |
— |
σχετική αύξηση του κόστους επισκευής εξαιτίας της αυξημένης χρησιμοποίησης εξαρτημάτων υψηλής τεχνολογίας στα οχήματα |
— |
πίεση στο κόστος επισκευής εξαιτίας των χαμηλότερων εισοδημάτων των νοικοκυριών και της ευαισθησίας των καταναλωτών στις τιμές |
— |
μεγαλύτερη χρήση ηλεκτρονικών στα σύγχρονα οχήματα και ολοένα και πιο πολύπλοκες συσκευές |
— |
αυξημένος αριθμός ανταλλακτικών και εκρηκτική αύξηση των ποικιλιών των μοντέλων και του εξοπλισμού |
— |
πιο πολύπλοκες επισκευές και συντήρηση, επισήμανση ανταλλακτικών και σχεδιασμός εργαλείων |
— |
μεγάλες επενδύσεις στα συστήματα πληροφοριών, τα εργαλεία, τα εξαρτήματα και την κατάρτιση |
— |
η πολιτική των κατασκευαστών αυτοκινήτων να δεσμεύουν τον πελάτη με συμβόλαια συντήρησης |
6.2. Σημειώνονται, κατά συνέπεια, θεμελιώδεις αλλαγές που οδηγούν σε διάφορα επίπεδα αναδιάρθρωσης όπως:
— |
η ενισχυόμενη τάση συγκέντρωσης στην αγορά που οφείλεται σε συγχωνεύσεις και εξαγορές θα συνεχιστεί και θα επισπευσθεί εξαιτίας της κρίσης |
— |
μείωση του αριθμού ανεξάρτητων συνεργείων και χονδρεμπόρων ανταλλακτικών |
— |
τα μικρά και μεσαία συνεργεία και οι χονδρέμποροι ανταλλακτικών εμφανίζουν όλο και πιο μεγάλη τάση ένταξης σε ανεξάρτητες ομάδες/αλυσίδες γενικών υπηρεσιών για να αντιμετωπίσουν τις αυξανόμενες επαγγελματικές τους ανάγκες |
— |
αυξημένη πίεση τιμών των κατασκευαστών και διανομέων ανταλλακτικών |
— |
εξαιτίας της χαμηλής απόδοσης των πωλήσεων καινούριων οχημάτων οι κατασκευαστές οχημάτων θα εντείνουν τις δραστηριότητές τους στην αγορά μεταγενέστερου σταδίου. |
6.3. Επιπροσθέτως, ενώ υπάρχει δυνατότητα αύξησης των πωλήσεων ανταλλακτικών στη δευτερογενή αγορά, απαιτείται όλο και πιο συχνά από τους προμηθευτές να προσφέρουν καινοτόμα προϊόντα που αναβαθμίζουν τις επιδόσεις ή την ασφάλεια των αρχικών εξαρτημάτων ενός οχήματος, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αγοράς. Έτσι, οι πωλητές που εξουσιοδοτούνται από τους κατασκευαστές αγωνίζονται να διατηρήσουν το μερίδιό τους στην αγορά, κυρίως εξαιτίας της μειωμένης χρήσης ανταλλακτικών σε αυτοκίνητα ηλικίας 0-4 ετών, που αποτελούν το κύριο μέρος της πελατειακής τους βάσης.
6.4. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η αναδιάρθρωση του δευτερογενούς τομέα θα συνεχιστεί με πολλές μορφές δημιουργίας νέων εταιρικών και πελατειακών σχέσεων. Εφόσον η αυτοκινητοβιομηχανία έχει στενή σχέση με άλλους κλάδους και ο κλάδος εξαρτημάτων και εμπορίας οχημάτων έχει μεγάλη διασπορά, κάθε μορφή αναδιάρθρωσης που πλήττει σοβαρά τις ΜΜΕ θα επηρεάσει εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων σε όλα τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι η Επιτροπή πρέπει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις ως προς την αναδιάρθρωση της δευτερογενούς αγοράς και να ενεργήσει, εφόσον χρειαστεί, για να διασφαλίσει τον ανταγωνισμό.
7. Κοινωνικές πτυχές
7.1. Εκπαίδευση και κατάρτιση
Τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης του κλάδου είναι, γενικότερα, ανεπτυγμένα. Αυτό οφείλεται αφενός στις απαιτήσεις των κατασκευαστών, ενώ αφετέρου η συνεχής εξέλιξη της τεχνολογίας καθιστά απαραίτητη τη διαρκή επιμόρφωση. Σε σχεδόν κανέναν άλλον κλάδο δεν είναι τόσο υψηλό το ποσοστό των εργαζομένων που περνούν κάθε χρόνο από επιμόρφωση. Βέβαια και εδώ υπάρχουν διαφορές που βασικά εξαρτώνται από το είδος και το μέγεθος της επιχείρησης. Οι μικρές κυρίως επιχειρήσεις (και ιδιαίτερα οι οικογενειακές) δυσκολεύονται πολύ να ανταποκριθούν. Λόγω του τρόπου διάρθρωσή της, η κατάρτιση συχνά είναι υπερβολικώς επικεντρωμένη στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή σε συγκεκριμένη μάρκα. Αυτό περιορίζει την κινητικότητα των εργαζομένων και δυσχεραίνει την αλλαγή αντικειμένου απασχόλησης. Για τον λόγο αυτόν, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις προσπάθειες δημιουργίας ενός ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος πιστοποίησης.
7.2. Υγεία και ασφάλεια
Σε ό,τι αφορά τους κινδύνους που εγκυμονούν τα επαγγέλματα του χώρου της αυτοκινητοβιομηχανίας, πρέπει να γίνει διαχωρισμός μεταξύ αφενός των χώρων κατασκευής, οι οποίοι συχνά είναι αυτοματοποιημένοι και εξοπλισμένοι με σημαντικά τεχνικά μέσα, αφετέρου των χώρων επισκευής όπου εξακολουθεί να κυριαρχεί η χειρονακτική εργασία. Η επαναλαμβανόμενη αυτή εργασία ενδέχεται πολύ συχνά να έχει ως αποτέλεσμα την πρόσκληση στους εργαζομένους πόνων που επιφέρουν αναπηρία ή μυοσκελετικών παθήσεων. Δεδομένης της επικείμενης δημογραφικής αλλαγής, οι αλλαγές ως προς την οργάνωση εργασίας θα είναι αναπόφευκτες, προκειμένου να διατηρηθεί επαρκές εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό με καλή υγεία και οι εργαζόμενοι να μπορούν να συνεχίσουν να απασχολούνται μέχρι την ηλικία συνταξιοδότησης. Διαφορετικά ενδέχεται να προκύψει στον κλάδο έλλειψη σε πεπειραμένο εξειδικευμένο δυναμικό
Τα σχέδια για την πρόληψη των επαγγελματικών κινδύνων και τα μέτρα προσαρμογής των θέσεων εργασίας δεν θα πρέπει επομένως να λαμβάνουν υπόψη μόνον τις διάφορες βλαβερές ή τοξικές ουσίες, Θα πρέπει επίσης να προφυλάσσουν τους εργαζομένους έναντι των κινδύνων που εγκυμονούν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Νέοι κίνδυνοι θα ποροκύψουν, όταν εμφανιστούν νέες τεχνολογίες στην αγορά: σύντομα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν κίνδυνοι σχετικοί με τον ηλεκτρισμό εξαιτίας συστημάτων υψηλής τάσης και κίνδυνοι έκρηξης σχετικοί με το H2. Γι’ αυτό απαιτείται προετοιμασία. Για την ώρα δεν είναι ακόμα γνωστές οι πιθανές αλλαγές στον συνήθη χώρο εργασίας. Οι διάφοροι παράγοντες χρειάζονται, ωστόσο, σαφή μηνύματα για να αρχίσουν την επεξεργασία των κατάλληλων στρατηγικών. Οι επαγγελματικοί κίνδυνοι στην αυτοκινητοβιομηχανία βρίσκονται επομένως στο επίκεντρο ενός συνεχούς διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων στο πλαίσιο του οποίου πρέπει να προβλεφθούν διατάξεις που θα ενθαρρύνουν προστατευτικά μέτρα καθώς και την παρακολούθηση των μισθωτών.
Η ΕΟΚΕ στηρίζει την ενίσχυση των ευρωπαϊκών και εθνικών πρωτοβουλιών και των μέσων στους τομείς της υγιεινής, της ασφάλειας, της υγείας ή της ανακατάταξης των εργαζομένων του κλάδου.
7.3. Δημογραφική αλλαγή
Η γήρανση του πληθυσμού έχει συνέπειες στη δευτερογενή αγορά του τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Η μέση ηλικία του εργατικού δυναμικού θα αυξηθεί και τα θέματα που αφορούν την υγεία θα έχουν μεγαλύτερη επίδραση στις απαιτήσεις οργάνωσης της εργασίας και κατάρτισης, καθώς και στις συνθήκες εργασίας.
7.4. Αποδοχές
Οι αποδοχές και οι μισθοί δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της ΕΕ. Ωστόσο, η ιδιαίτερη κατάσταση της δευτερογενούς αγοράς του τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας δικαιολογεί την εξέτασή τους σε αυτό το επίπεδο. Σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, οι μισθοί σε αυτόν τον κλάδο υφίστανται ακόμα μεγαλύτερη πίεση από τον μισθό του μέσου εργαζομένου. Συνήθως διαπιστώνεται ότι η πηγή αυτής της πίεσης είναι οι κατασκευαστές αυτοκινήτων. Η εξάρτηση των πωλητών και των συνεργείων αυτοκινήτων από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων που τους παρέχουν άδεια πώλησης είναι τεράστια. Οι κατασκευαστές αποφασίζουν για τις επενδύσεις και τις προδιαγραφές κατάρτισης, όπως επίσης επηρεάζουν έμμεσα και τις τελικές τιμές καταναλωτή, παραδείγματος χάρη μέσω προθεσμιών, αλλά το οικονομικό βάρος και όλους τους οικονομικούς κινδύνους επωμίζεται ο πωλητής/το συνεργείο. Οι κοινωνικοί εταίροι δε διαθέτουν πλέον παρά περιορισμένο περιθώριο κίνησης στις συλλογικές διαπραγματεύσεις με αποτέλεσμα οι μισθοί στον τομέα αυτόν να είναι σχετικά χαμηλοί. Αυτό σε συνδυασμό με τις δύσκολες συνθήκες εργασίας κάνει τον κλάδο αυτόν λιγότερο ελκυστικό για τους νέους εργαζομένους. Είναι πιθανό να εμφανιστούν μελλοντικά δυσκολίες προσέλκυσης εργαζομένων.
8. Προκλήσεις και ευκαιρίες
8.1. Οι δευτερογενείς αγορές θα πρέπει να αντιμετωπίσουν, τα επόμενα χρόνια, ριζικές αλλαγές, περισσότερο ή λιγότερο θετικές. Και ενώ η αποδοτικότητά τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα αποτελέσματα της βιομηχανίας κατασκευής αυτοκινήτων, υπάρχουν περαιτέρω σημαντικοί τομείς όπου ο ανταγωνισμός σχετίζεται και με διάφορους άλλους παράγοντες, όπως κανόνες σχετικά με τη διανομή και τις πωλήσεις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, κίνδυνοι σχετικοί με την ασφάλεια (περαιτέρω προϊόντα), δραστηριότητες ανακύκλωσης, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (παραποίηση) κλπ. Σε αυτούς τους τομείς η καινοτομία πρόκειται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο σε όλες αυτές τις δευτερογενείς δραστηριότητες.
8.2. Για παράδειγμα, υπάρχουν καθοριστικοί παράγοντες για να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στους τομείς των εξαρτημάτων, του εμπορίου και της συντήρησης αυτοκινήτων: οι καινούριοι κανόνες διανομής και πωλήσεων για νέα αυτοκίνητα (κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία) και ο νέος ευρωπαϊκός κανονισμός για τη διανομή των ανταλλακτικών αυτοκινήτων, την πώληση και την επισκευή τους -όπως η καινούρια «ρήτρα επισκευών» που θα προστεθεί στην οδηγία για τα σχέδια και υποδείγματα (οδηγία 71/1998/ΕΚ).
8.3. Πολλοί παράγοντες που δραστηριοποιούνται στην αγορά για πολλές μάρκες, καθώς και ομοσπονδίες αυτοκινητιστών, ενώθηκαν, αντιδρώντας στις πολιτικές, νομικές και τεχνολογικές προκλήσεις των καιρών, για να προασπίσουν το δικαίωμά τους να επισκευάζουν και το δικαίωμα των καταναλωτών να επιλέγουν το συνεργείο της επιλογής τους προκειμένου για τη συντήρηση και την επισκευή των οχημάτων τους. Η ισχύς των υφιστάμενων διατάξεων λήγει το 2010 και το θέμα κατά πόσο θα ανανεωθούν ή όχι είναι αντικείμενο αντιπαράθεσης (5).
8.4. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας και της απασχόλησης στην ΕΕ και εκπροσωπούν το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων ανταλλακτικών και εξαρτημάτων. Μία σαφής και συγκεκριμένη νομοθεσία είναι καθοριστικής σημασίας, προκειμένου να διασφαλισθεί ο ελεύθερος και δίκαιος ανταγωνισμός στην αγορά ανταλλακτικών και εξαρτημάτων αυτοκινήτων (6).
8.5. Στην παρούσα κρίση, πρέπει να ληφθούν μέτρα στήριξης με βραχυπρόθεσμη δράση, τα οποία θα δώσουν σε ολόκληρο τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας και στους εργαζομένους του τη δυνατότητα να αντέξουν στην ύφεση. Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ιδίως οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να αντέξουν τον ανταγωνισμό μόνο εάν αναπτύξουν νέες ιδέες και προβούν σε επενδύσεις. Επειδή πολλές μικρές επιχειρήσεις δεν μπορούν να το επιτύχουν αυτό μόνες τους, θα σημειωθούν πολλές συγχωνεύσεις και συνεργασίες, όπως επίσης νέες εταιρικές σχέσεις με διάφορους παράγοντες της κοινωνίας των πολιτών, ενώ παράλληλα θα εμφανισθούν ειδικευμένα ανεξάρτητα δίκτυα ή δίκτυα ειδικών στις νέες τεχνολογίες (ηλεκτρικά και υβριδικά οχήματα).
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Πηγή: FIGIEFA,/WOLK & PARTNER CAR CONSULT GMBH
(2) Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ από 13.5.2009 / CCMI / 067 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα)
(3) H Ευρωπαϊκή Ένωση Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA) έχει ταξινομήσει τα εμπορικά οχήματα σε 3 κατηγορίες: ελαφρά εμπορικά οχήματα βάρους έως 3.5 τόνων («μικρά φορτηγά»)· εμπορικά οχήματα άνω των 3.5 τόνων – εξαιρούμενων των λεωφορείων και των πούλμαν άνω των 3.5 τόνων («φορτηγά»)· και βαρέα εμπορικά οχήματα άνω των 16 τόνων - εξαιρούμενων των λεωφορείων και των πούλμαν - («βαρέα φορτηγά»).
(4) Ενημερωτική έκθεση της ΣΕΒΜ της 23ης Νοεμβρίου 2007 με θέμα «Ο τομέας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αυτοκινήτων: σημερινή κατάσταση και προοπτικές» (εισηγητής ο κ. Zöhrer· συνεισηγητής ο κ. Glahe).
(5) Οι υποστηρικτές της εκστρατείας για το «Δικαίωμα στο επισκευάζειν» είναι οι εξής
|
AIRC – Διεθνής Ένωση Συνεργείων Επισκευής Αμαξωμάτων |
|
CECRA – Ευρωπαϊκή επαγγελματική οργάνωση εμπορίου και επισκευής αυτοκινήτων |
|
EGEA – Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος κατασκευαστών διαγνωστικών συσκευών και εξοπλισμού συνεργείων αυτοκινήτων |
|
FIA – Διεθνής Ένωση Αυτοκινήτου |
|
FIGIEFA – Διεθνής Ένωση Προμηθευτών Ανταλλακτικών Αυτοκινήτων. |
(6) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής: Προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις Μια «Small Business Act» για την Ευρώπη - COM(2008) 394 τελικό -ΕΕ C 182 της 4.8.2009, σ. 30.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/37 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αστικοί χώροι και βία των νέων»
(2009/C 317/06)
Εισηγητής: ο κ. ZUFIAUR NARVAIZA
Στις 10 Ιουλίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
«Αστικοί χώροι και βία των νέων».
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις και δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Ιουνίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. ZUFIAUR NARVAIZA.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειας, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 174 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 7 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Περίληψη και συστάσεις
1.1. Η ευρωπαϊκή κοινωνία προβληματίζεται σήμερα με το φαινόμενο της βίας και της εγκληματικότητας των ανηλίκων και των νεαρών ενηλίκων. Ωστόσο, επιθυμεί να προωθήσει την πλήρη ανάπτυξη των νέων και να ενθαρρύνει την κοινωνική και επαγγελματική τους ένταξη. Τα φαινόμενα βίας των νέων διαδίδονται ευρέως από τα εθνικά μέσα ενημέρωσης. Πρέπει, όμως, να διευκρινιστεί ότι, κατά γενικό κανόνα, οι στατιστικές (1)για την εγκληματικότητα των ανηλίκων στην Ευρώπη δεν παρουσιάζουν αξιοσημείωτη αύξηση, ή ακόμη και παραμένουν ουσιαστικά σε σταθερά επίπεδα. Η παρούσα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας έχει στόχο να προσφέρει διαφωτιστικά στοιχεία σχετικά με τη βία των νέων και να προτείνει συστάσεις, χωρίς ωστόσο να ενοχοποιεί τη νεολαία ούτε και να την ταυτίζει με ορισμένες παρεκτροπές.
1.2. Ιστορικά, η κάθε έννομη τάξη στον ευρωπαϊκό χώρο ανέπτυξε το δικό της πρότυπο δικαιοσύνης των ανηλίκων, γεγονός που εξηγεί τις διαφορές των κανονιστικών προτύπων και των απαντήσεων στη βία των ανηλίκων και των νέων. Πράγματι, τα συστήματα δικαιοσύνης ανηλίκων που ισχύουν στα κράτη μέλη της ΕΕ εμφανίζουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά πτυχές όπως οι πολιτικές κοινωνικής προστασίας και πρόληψης, η ηλικία καταλογισμού ποινικής ευθύνης, οι χρησιμοποιούμενες διαδικασίες, τα εφαρμοστέα μέτρα ή οι κυρώσεις, οι διαθέσιμοι πόροι κλπ. Ωστόσο, οι διαφορές αυτές εκδηλώνονται σε κοινωνίες που εμφανίζουν βούληση ευρωπαϊκής οικοδόμησης, αλλά πλήττονται σκληρά από την κρίση και, συνεπώς, τα ήδη περιορισμένα μέσα που διαθέτουν για πολιτικές ενσωμάτωσης των νέων μειώνονται ακόμη περισσότερο.
1.3. Οι συστάσεις της παρούσας γνωμοδότησης βασίζονται σε δύο κατευθυντήριες γραμμές, εκ των οποίων η πρώτη είναι η προληπτική προσέγγιση του φαινομένου. Πράγματι, οι βίαιες ή αντικοινωνικές συμπεριφορές πηγάζουν συχνά από προβλήματα όπως η διαμόρφωση και η διάρθρωση των αστικών χώρων, καθώς και η αυξανόμενη φτώχεια και η περιθωριοποίηση των πληθυσμών. Επιπλέον, παρότι οι νέοι είναι πρωταγωνιστές των πράξεων βίας στα πλαίσια αυτά, είναι επίσης θύματα του κόσμου που τους περιβάλλει. Έτσι, ο προβληματισμός για τη συλλογική βία των ανηλίκων και των νέων και την πρόληψή της δεν μπορεί να έχει ως μοναδική απάντηση την καταστολή και την τιμωρία για τις διαπραχθείσες πράξεις. Η δεύτερη κατευθυντήρια γραμμή της παρούσας γνωμοδότησης είναι ότι το φαινόμενο αυτό δεν πρέπει να εξετάζεται αποκλειστικά από εθνική οπτική, δεδομένου ότι ο ευρωπαϊκός χώρος χαρακτηρίζεται από στενές αλληλεπιδράσεις στο επίπεδο της οικονομίας, των αξιών, των κοινωνικών συμπεριφορών και της επικοινωνίας.
1.4. Είναι γεγονός ότι τα φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας των ανηλίκων υφίστανται εδώ και πολλά χρόνια στις ευρωπαϊκές χώρες, με μορφές που επανεμφανίζονται. Γενικά, τα φαινόμενα αυτά γίνονταν αντιληπτά ως μια κοινωνική παθολογία. Σήμερα, αντίθετα, ορίζονται μάλλον ως στοιχεία ανασφάλειας, όπως διευκρινίζεται στην έκθεση Peyrefitte (2), η οποία καθιερώνει τη διαφορά μεταξύ του εγκλήματος και του φόβου του εγκλήματος.
1.5. Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, στο οποίο το ζήτημα της βίας των ανηλίκων προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, στις 15 Μαρτίου 2006, γνωμοδότηση με τίτλο: «Η πρόληψη της νεανικής εγκληματικότητας, οι τρόποι αντιμετώπισής της και ο ρόλος της δικαιοσύνης των ανηλίκων στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (3). Η γνωμοδότηση αυτή, στην οποία υπογραμμίζεται η σημασία της προληπτικής προσέγγισης, λήφθηκε υπόψη από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα (4), και αποτέλεσε επίσης έγγραφο αναφοράς σε διάφορα ευρωπαϊκά και διεθνή επίπεδα σχετικά με τις νομικές, τις ποινικές και τις κοινωνικές πτυχές της νεανικής εγκληματικότητας.
1.6. Η γνωμοδότηση εκείνη ζητούσε την εμβριθέστερη ανάλυση του φαινομένου της νεανικής εγκληματικότητας. Από την άποψη αυτή, η βία των ανηλίκων και των νέων (δηλαδή των εφήβων ηλικίας 13-18 ετών και των νεαρών ενηλίκων 18-21 ετών ή ακόμη και 25 ετών, ανάλογα με τη χώρα, οι οποίοι υπόκεινται ακόμη ενίοτε στο σύστημα καταλογισμού ποινικής ευθύνης που ισχύει για τους ανηλίκους) είναι ένα φαινόμενο που προκαλεί ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Ωστόσο, τα φαινόμενα βίας προσλαμβάνουν διάφορες μορφές: εκδηλώνονται στους αστικούς χώρους, στο πλαίσιο του σχολείου — κυρίως με τη μορφή της ηθικής παρενόχλησης—, αλλά και στο οικογενειακό περιβάλλον, σε ομάδες ή συμμορίες, σε αθλητικές εκδηλώσεις ή ακόμη μέσω των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας, όπως το Διαδίκτυο κλπ. Οπωσδήποτε, όλες αυτές οι εκφράσεις της βίας αξίζει να αναλυθούν, αλλά θελήσαμε να περιορίσουμε την παρούσα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας στις συλλογικές εκδηλώσεις βίας των νέων στους αστικούς χώρους.
1.7. Πράγματι, εδώ και μια εικοσαετία το ζήτημα της συλλογικής βίας βρίσκεται στο προσκήνιο και οι πιο περιθωριακές συνοικίες παρατηρούνται και μελετώνται από τους ερευνητές (κοινωνιολόγους, εθνολόγους, γεωγράφους, νομικούς, πολιτειολόγους κλπ.). Παρότι οι παράγοντες στους οποίους οφείλονται οι αστικές αυτές ταραχές είναι γνωστοί (ανεργία, αβεβαιότητα, αποδιάρθρωση της οικογένειας, εγκατάλειψη του σχολείου, σχολική αποτυχία, διακρίσεις κλπ.), η κατάσταση και οι σχετικές απαντήσεις εκτραχύνθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Είναι αλήθεια ότι οι κρίσεις επέτειναν τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και καθιστούν εμφανή μια ορισμένη υποβάθμιση των νέων γενεών σε σχέση με τη γενεά των γονέων τους, με χαρακτηριστικό γνώρισμα την έλλειψη δυνατοτήτων κοινωνικής αναρρίχησης και την άνοδο του ατομικισμού. Αυτό προκαλεί φαινόμενα και ένα αίσθημα αδικίας και εσωστρέφειας, η συλλογική έκφραση των οποίων συνιστά την πιο ορατή εκδήλωση αντιπαράθεσης με τις αρχές.
1.8. Χωρίς επίσημο και νομικό ορισμό, ο όρος της συλλογικής βίας χρησιμοποιείται συχνά για να χαρακτηρίσει ποικιλόμορφα βίαια γεγονότα, τα οποία εκτυλίσσονται σε δημόσιους χώρους και εκδηλώνονται είτε με επιθέσεις που σχετίζονται με εθνοτικές και φυλετικές διακρίσεις μεταξύ κοινοτήτων, οδηγώντας και σε συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων ομάδων, είτε στη σχέση των πληθυσμών με τους θεσμούς, όπου οι σχέσεις μεταξύ νέων και δυνάμεων της τάξης αποκτούν εμβληματικό χαρακτήρα.
1.9. Παρότι τα φαινόμενα αυτά αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη, εμφανιζόμενα στη Γαλλία, στη Μεγάλη Βρετανία, στην Ισπανία, στις Κάτω Χώρες, στη Δανία, στο Βέλγιο, στην Ελλάδα κλπ., δεν θεωρήθηκαν ποτέ ούτε λήφθηκαν υπόψη από τις εθνικές κυβερνήσεις και από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ως συνολικό πρόβλημα, αλλά μάλλον ως συγκυριακά και μεμονωμένα επιφαινόμενα.
1.10. Για τον λόγο αυτό, η παρούσα γνωμοδότηση συνιστά τον συντονισμό των δράσεων σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο απαιτώντας, κατά συνέπεια, κοινοτικές αποκρίσεις μέσω ειδικών προγραμμάτων στο πλαίσιο των πολιτικών για την οικογένεια, τη νεολαία, την εκπαίδευση και την κατάρτιση, την απασχόληση, την πρόληψη της εγκληματικότητας και τον δικαστικό συντονισμό. Οι συγκεκριμένες αυτές αποκρίσεις πρέπει να εγγραφούν σε στρατηγικές αστικής ανάπλασης, προσαρμογής των δημόσιων υπηρεσιών, καταπολέμησης όλων των μορφών διακρίσεων, καθώς και στην αναβάθμιση των σχέσεων μεταξύ του κράτους και των πολιτών του, ιδίως μέσω των δυνάμεων της τάξης, μέσω της διδασκαλίας της αγωγής του πολίτη, των ηθικών και κοινωνικών αξιών, της χρήσης των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της παροχής στους γονείς συνδρομής για την εκπαίδευση των παιδιών τους.
2. Χαρακτηριστικά και αίτια της συλλογικής βίας των ανηλίκων στους αστικούς χώρους
2.1. Πρόταση ορισμού: Δεν υπάρχει κοινά αποδεκτός ορισμός της συλλογικής βίας των ανηλίκων και των νεαρών ενηλίκων στους αστικούς χώρους. Η βελγική νομοθεσία αναπτύσσει την έννοια των αστικών «ταραχών», ενώ άλλοι θεωρούν ότι πρόκειται για μια σειρά από αδικήματα που διαπράττονται από γνωστούς και ταυτοποιημένους παραβάτες του νόμου. Προκειμένου να εξαγάγουμε μια πρώτη πρόταση ελάχιστου και σφαιρικού ορισμού, στο υπόλοιπο του κειμένου θα δώσουμε σε αυτήν τη βία την έννοια της συγκέντρωσης στον αστικό χώρο βίαιων συμπεριφορών που αποτελούν επίσης μέσο έκφρασης για ορισμένες κατηγορίες του πληθυσμού. Οι αιτιολογίες όσων συμμετέχουν στη βία αυτή είναι ποικίλες: κοινωνικές διακρίσεις, συγκρούσεις με τις δυνάμεις της τάξης, φυλετικό μίσος, όξυνση των θρησκευτικών διαφορών κλπ., γεγονός που αναδεικνύει, κατά κάποιον τρόπο, τις ελλείψεις και την ανεπάρκεια των κοινωνικών υπηρεσιών, στόχος των οποίων είναι, μέσω των δράσεων κοινωνικής προστασίας, να προλαμβάνουν αυτού του είδους τις εκδηλώσεις βίας. Ο ορισμός που χρησιμοποιούμε επιχειρεί να περιγράψει τη συλλογική βία που εκτυλίσσεται σε δημόσιους χώρους και εκδηλώνεται με επιθέσεις εναντίον κατοίκων που ανήκουν σε μια εθνοτική ομάδα ή εναντίον των δυνάμεων της αστυνομίας, καθώς επίσης και με καταστροφές που συνοδεύονται από λεηλασίες, όπως για παράδειγμα πυρπολήσεις δημόσιων κτιρίων ή οχημάτων κλπ.
2.2. Ας σημειωθεί ότι η αύξηση των βίαιων πράξεων (πράξεις καταστροφής και βανδαλισμού, κτυπήματα και επιθέσεις, ληστείες, βιασμοί κλπ.) δεν αφορά αποκλειστικά τους νέους, αφού η εποχή μας χαρακτηρίζεται από αύξηση της βίας. Ωστόσο, η ηλικία των ατόμων που διαπράττουν τις πράξεις αστικής βίας είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την κατανόηση του φαινομένου και για τις λύσεις που πρέπει να δοθούν, καθώς το ποσοστό των ανηλίκων και των νεαρών ενηλίκων είναι σημαντικό. Έτσι, κατά τη διάρκεια των επεισοδίων του 2005 στη Γαλλία, τα αριθμητικά στοιχεία της αστυνομίας δείχνουν ότι από τα 640 άτομα περίπου που φυλακίσθηκαν, τα 100 ήταν ανήλικα. Σε μια προσπάθεια προληπτικής προσέγγισης, έχει σημασία να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε βιώσιμες λύσεις προσανατολισμένες προς τις νέες γενιές, οι οποίες αποτελούν την κινητήριο δύναμη της αλλαγής και της εξέλιξης.
2.3. Μελέτη και χαρακτηρισμός υπό εξέλιξη: Κάθε κράτος έχει αναπτύξει τη δική του μεθοδολογία για την καταγραφή και τον χαρακτηρισμό της συλλογικής βίας στους αστικούς χώρους. Πολύπλοκα συστήματα όπως η κλίμακα της Bui-Trong (5), η οποία διαβαθμίζει την ένταση των διάφορων μορφών συλλογικής βίας ανάλογα με τον αριθμό των εμπλεκόμενων προσώπων, την οργάνωση και τους στόχους κλπ., επιτρέπουν τον εννοιολογικό προσδιορισμό του φαινομένου. Εδώ και αρκετά χρόνια, και κυρίως μετά τα επεισόδια του 2005, η Γαλλία αναπτύσσει δείκτες αστικής βίας (Indicateurs de Violence Urbaine – INVU) βασισμένους στην αξιολόγηση των επιπέδων βίας στις ευαίσθητες συνοικίες, σύμφωνα με ποσοτικές και ποιοτικές έρευνες και με μελέτες θυματοποίησης. Οι δείκτες αυτοί, όπως και οι ανάλογοι δείκτες στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι ακόμη πολύ πρόσφατοι ώστε να δώσουν ακριβή ένδειξη της έντασης της αστικής βίας και, επιπλέον, προσκρούουν πάντοτε στα προβλήματα που συνδέονται με τις πηγές και τη συλλογή των δεδομένων.
2.4. Όπως διευκρινίσθηκε ήδη στον ορισμό του φαινομένου, υπενθυμίζεται ότι η εκδήλωση συλλογικής βίας εντάσσεται μεν σε ένα ιδιαίτερο εθνικό πλαίσιο, παρουσιάζει όμως κοινά χαρακτηριστικά στην Ευρώπη. Έτσι, ενόψει των γεγονότων που διαδραματίσθηκαν σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία χρόνια, μπορούμε να διατυπώσουμε μια τυπολογία της εξέλιξης των γεγονότων:
— |
Κοινωνικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις: αυτή η μορφή συλλογικής βίας εκδηλώνεται ως αντίδραση στις διακρίσεις και στον κοινωνικό, οικονομικό και γεωγραφικό αποκλεισμό και προσλαμβάνει τη μορφή βίαιων αντιδράσεων κατά των δυνάμεων της τάξης ή των εκπροσώπων του κράτους, που κρίνονται υπεύθυνοι για τα συγκεκριμένα κοινωνικά προβλήματα. Η διάσταση της διαμαρτυρίας κατά του συστήματος και κατά καταστάσεων που θεωρούνται άδικες προκαλεί την αντιπαράθεση με τις δυνάμεις ασφαλείας, με τους δημόσιους θεσμούς που εκπροσωπούν το κράτος και με μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται ως κατασταλτική. Η Γαλλία επλήγη ιδιαίτερα από τις κοινωνικές αντιπαραθέσεις, κατά την λεγόμενη κρίση των προαστίων, όπου η απουσία κοινωνικής σύμμειξης και αρκετές δεκαετίες αναποτελεσματικών αστικών πολιτικών οδήγησαν στον στιγματισμό των συγκεκριμένων αστικών περιοχών. Αυτές οι εξεγέρσεις πολιτικού χαρακτήρα (6) αποτελούνται από έναν κύκλο τριών σταδίων, ο οποίος περιλαμβάνει την πυροδότηση —η οποία συνδέεται με ένα γεγονός συχνά τραγικό και άδικο—, την κατάσταση ευφορίας και τις εκδηλώσεις ψυχολογίας της μάζας και, τέλος, την εκτόνωση (7). |
— |
Φαινόμενα απώλειας του ελέγχου: πρόκειται για μαζικές πολιτικές, αθλητικές ή πολιτιστικές εκδηλώσεις, που εκτρέπονται και καταλήγουν σε απώλεια του ελέγχου, όχι μόνον από τους διοργανωτές, αλλά και από τις δυνάμεις της δημόσιας τάξης. Η βία κατά τη διάρκεια αγώνων ποδοσφαίρου ή τα «rave party», ακόμη και η απώλεια του ελέγχου κατά τη διάρκεια δημόσιων διαδηλώσεων, είναι ορισμένα παραδείγματα του φαινομένου αυτού. Στο πλήθος και στη γενική απώλεια ελέγχου προστίθεται επίσης η συμμετοχή «τραμπούκων», στους οποίους περιλαμβάνονται άτομα που στοχεύουν στην αύξηση των υλικών καταστροφών. Η Ένωση δεν πρέπει να λησμονεί ότι αυτά τα κρούσματα ανεξέλεγκτης βίας προκαλούν με τη σειρά τους σε ορισμένα κράτη μέλη απόπειρες πιο οργανωμένης βίας, που απειλούν περισσότερο τη δημοκρατία. |
— |
Συγκρούσεις μεταξύ βίαιων συμμοριών: Οι ομάδες νέων δεν είναι εξ ορισμού βίαιες. Συγκροτούνται ως υποκατάστατο της οικογένειας και του άμεσου περιβάλλοντος του νέου και του προσφέρουν την αίσθηση ότι ανήκει σε ένα σύνολο και, κατά κάποιον τρόπο, μια συγκεκριμένη απόκριση στις αμφιβολίες της εφηβείας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση των βίαιων συμμοριών, αυτή η μορφή παρεκτροπής χαρακτηρίζεται από εγκληματικές ενέργειες, οι οποίες συνδέονται με την παρουσία ομάδων εφήβων ή νεαρών ενηλίκων που δίνουν έμφαση στη δύναμη και στον εκφοβισμό και οργανώνουν τακτικά συγκρούσεις ή βίαιες εγκληματικές ενέργειες. Οι συμμορίες αυτές συγκρούονται στον αστικό χώρο, είτε στους δρόμους είτε σε εμπορικά κέντρα, για τον έλεγχο μιας περιοχής ή ενός παράνομου εμπορίου ή των αρχών, μέσω των εκπροσώπων τους: των αστυνομικών και των φυλάκων ή φρουρών, όπως στο βόρειο Παρίσι ή στο νότιο Λονδίνο όπου συγκρούονται τακτικά αντίπαλες συμμορίες. Στην Ισπανία, οι λατινοαμερικανικές συμμορίες (οι οποίες ονομάζονται «Maras» ή «Pandillas», όπως οι Latin kings και οι Ñetas) έκαναν πρόσφατα την εμφάνισή τους στη χώρα. Η συμμορία είναι για τους νέους ένα μέσο να προσφέρουν ο ένας στον άλλο ασφάλεια μέσα σε έναν εχθρικό κόσμο, και τούτο σε αντιπαράθεση με τους «άλλους» από τον δρόμο ή τη γειτονική συνοικία. Σήμερα, τις συμμορίες αυτές τις απαρτίζουν οι πλέον απόκληροι της κοινωνίας ορισμένων προαστίων και η βία τους συνδέεται με φαινόμενα αποτυχίας, αβεβαιότητας κλπ. Εξάλλου, μια κατάλληλη αντιμετώπιση των βίαιων συμμοριών έχει καθοριστική σημασία, προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν στρατολόγησή τους από το οργανωμένο έγκλημα. |
— |
Εθνοτικές και θρησκευτικές αντιπαραθέσεις: αυτή η μορφή βίας χαρακτηρίζεται, καταρχάς, από την εθνοτική φύση της, καθώς οι δράστες ή οι κύριοι στόχοι των βίαιων πράξεων προέρχονται από μια εθνοτική —ή εξομοιούμενη με εθνοτική— ή θρησκευτική κοινότητα. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Ισπανία (ταραχές στο Αλκορκόν τον Οκτώβριο του 2007 μεταξύ νεαρών Ισπανών και Λατινοαμερικανών), η Ιταλία, οι Κάτω Χώρες (Οκτώβριος του 2007 στο Άμστερνταμ), η Δανία (Φεβρουάριος 2008), το Βέλγιο (στο Άντερλεχτ τον Μάιο του 2008) κλπ., γνώρισαν τέτοιου είδους αντιπαραθέσεις, στις οποίες η διάσταση της μετανάστευσης και της θρησκείας, καθώς και πλήθος άλλων παραγόντων, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. |
2.5. Τα βίαια επεισόδια στους αστικούς χώρους είναι αποτέλεσμα πολλαπλών αιτίων, τα οποία συνυπάρχουν κατά το μάλλον ή ήττον, ανάλογα με το είδος του γεγονότος:
— |
Φτώχεια, αβεβαιότητα, ανεργία. Οι εκδηλώσεις συλλογικής βίας στην Ευρώπη καταγράφηκαν κυρίως στις πλέον υποβαθμισμένες συνοικίες, ως αποτέλεσμα της περιθωριοποίησης και του κοινωνικού αποκλεισμού. Η αποδιάρθρωση της οικογένειας, η ανεργία των νέων, η επαγγελματική αβεβαιότητα, καθώς και η έλλειψη κατάρτισης και, κατά συνέπεια, η αδυναμία κοινωνικο-επαγγελματικής ένταξης καθιστούν τις συνοικίες αυτές ιδιαίτερα ευαίσθητες στις εξελίξεις της οικονομίας, ιδίως σε εποχές χρηματοπιστωτικής κρίσης, όπως η σημερινή. |
— |
Πρόσβαση σε όπλα και σε παράνομες ουσίες. Το εμπόριο σκληρών ναρκωτικών στις περισσότερες από τις πρωτεύουσες κρατών και περιφερειών της Ευρώπης, με δράστες κυρίως ενηλίκους και όχι ανηλίκους, ευνοεί την εμφάνιση φαινομένων βίας που συνδέονται με την παράνομη εμπορία των ουσιών αυτών και με την εξάπλωση των πυροβόλων όπλων. Τα παιδιά και οι έφηβοι, θύματα ενός κόσμου που τους ξεπερνά, μπορούν να αποτελέσουν στόχο των εμπόρων που εκμεταλλεύονται ορισμένους νέους. |
— |
Πολεοδομία. Οι λεγόμενες ευαίσθητες συνοικίες των ευρωπαϊκών πόλεων εμφανίζουν κοινά χαρακτηριστικά και συχνά θεωρούνται προαστιακά γκέτο, τα οποία δεν ανταποκρίνονται πλέον στα κριτήρια της κοινωνικής σύμμειξης και της σύγχρονης πολεοδομίας. Είτε βρίσκονται στο κέντρο (Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο) είτε στην περιφέρεια (Γαλλία, Γερμανία κλπ.), οι συνοικίες και τα κτίρια αυτά δεν συντηρήθηκαν επαρκώς και υποβαθμίσθηκαν σταδιακά φτάνοντας στο σημείο να καταστούν ανθυγιεινά και επικίνδυνα. |
— |
Σχέσεις με τις δυνάμεις της τάξης. Πολλά κρούσματα συλλογικής βίας υποδαυλίζονται από την αντίδραση στην αίσθηση ότι η αστυνομία λαμβάνει ως στόχο τις εμφανείς μειονότητες ή επιδίδεται σε υπέρμετρη χρήση βίας (8). Όπως αναφέρει το Κέντρο Στρατηγικής Ανάλυσης, «η εχθρική διάθεση των κατοίκων κατά της παρουσίας των δυνάμεων της τάξης στη συνοικία τους είναι αισθητή, όπως και η έλλειψη εμπιστοσύνης στο κράτος και στους δημόσιους θεσμούς (9)». |
— |
Μέσα ενημέρωσης. Τα μέσα ενημέρωσης έχουν συχνά την τάση να εστιάζουν στο θέμα με αρνητικό τρόπο, ο οποίος μπορεί να στιγματίσει περαιτέρω τους κατοίκους των λεγόμενων ευαίσθητων συνοικιών και να ανατροφοδοτήσει την εκδήλωση της βίας, μέσω της υπερβολικής δημοσιότητας που δίνεται στα φαινόμενα αυτά. Το 2005, στη Γαλλία, τα μέσα ενημέρωσης κάλυψαν τα γεγονότα σε καθημερινή βάση, ενώ στο Βέλγιο και στη Γερμανία η κυβέρνηση προσπάθησε να περιορίσει τις δημόσιες αναφορές, για την αποφυγή διάπραξης νέων αδικημάτων που θα εμπνέονταν από τα προηγούμενα. |
3. Μορφές απόκρισης σε ένα διεθνικό πρόβλημα
3.1. Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, οι βίαιες πράξεις στον αστικό χώρο, είτε σποραδικές είναι είτε συνεχείς, είναι ιδιαίτερα σοβαρές, τόσο από πολιτική άποψη, στον βαθμό που θέτουν υπό αμφισβήτηση την ικανότητα του κράτους να επιβάλλει τον σεβασμό του κοινωνικού συμβολαίου και να προστατεύει τους πολίτες, όσο και από κοινωνική άποψη, καθώς αντικατοπτρίζουν την κοινωνική ρήξη και τα προβλήματα ένταξης. Υπό τις συνθήκες αυτές, το κράτος καλείται να δώσει σαφείς αποκρίσεις στο πρόβλημα της συλλογικής βίας στις πόλεις. Είναι, όμως, αναγκαίο να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι αποκρίσεις αυτές διαφέρουν σημαντικά από τη μια χώρα στην άλλη, είναι περισσότερο κατασταλτικές σε ορισμένες περιπτώσεις και περισσότερο προληπτικές σε άλλες. Θα πρέπει, λοιπόν, να καταβληθούν διαρκείς προσπάθειες αξιολόγησης, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, των δημόσιων πολιτικών για την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού και να καταστούν πιο αποτελεσματικές και συγκρίσιμες οι στατιστικές στον συγκεκριμένο τομέα (τα στοιχεία που αφορούν την εγκληματικότητα δεν πρέπει να αναλύονται μόνον με βάση τον αριθμό των καταγγελιών που υποβάλλονται, αλλά και βάσει του ποσοστού εκείνων που επιλύονται). Πρέπει να αναπτυχθούν κοινοί δείκτες για τη διευκόλυνση της διάθεσης, σε εθνικό επίπεδο, των αστυνομικών και δικαστικών αρχείων, αντί μελετών θυματοποίησης, οι οποίες είναι κατά το μάλλον ή ήττον υποκειμενικές.
3.2. Γενικά, οι αποκρίσεις των κρατών μελών προσλαμβάνουν τις ακόλουθες μορφές:
— |
Πρωτοβουλίες θετικής διάκρισης υπέρ των ευαίσθητων συνοικιών, όπως οι ζώνες εκπαιδευτικής δράσης και προετοιμασίας για την πρώτη θέση απασχόλησης στη Γαλλία, ή στο Βερολίνο, όπου αστυνομικοί και νεαροί εθελοντές πραγματοποιούν μαζί τακτικές περιπολίες για την αποφυγή και την πρόληψη καταστάσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε επεισόδια αστικής βίας. Μετά τη σύσταση αυτών των μεικτών αστυνομικών περιπόλων (στην οποία χρειάσθηκε να πειστούν να συνεργασθούν οι πρώην αρχηγοί συμμοριών), η εγκληματικότητα μειώθηκε κατά 20 % στις περιοχές όπου παρεμβαίνουν μαζί (10). |
— |
Ενίσχυση της αστυνομικής παρουσίας και της βιντεοπαρακολούθησης στις ευαίσθητες περιοχές, όπως τα σχολεία ή οι χώροι αναψυχής. Τα μέτρα αυτά, από μόνα τους, δεν ανταποκρίνονται πλήρως στο συγκεκριμένο πρόβλημα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον στιγματισμό των συγκεκριμένων χώρων και την πρόκληση στους νέους μιας αίσθησης διαρκούς ελέγχου και κατασταλτικής δράσης. |
— |
Πολιτικές αστικής ανάπλασης, λιγότερο ή περισσότερο εκτεταμένες ανάλογα με τη χώρα: στη Γαλλία, κυρίως μέσω της υπηρεσίας για την αστική ανάπλαση (11)· στη Γερμανία, μέσω των αστικών αναπλάσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά την επανένωση της χώρας. |
3.3. Από την άλλη πλευρά, μια αποτελεσματική πολιτική εδαφικής συνοχής μπορεί να συμβάλει στην αποφυγή της συγκέντρωσης στις αστικές περιοχές παραγόντων που ευνοούν την ανάπτυξη βίαιων συμπεριφορών των νέων. Εξ ου και οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την ανάπλαση και την ενίσχυση του οικιστικού χαρακτήρα του αστικού χώρου. Η αναβάθμιση προϋποθέτει έναν μακροπρόθεσμο προβληματισμό σχετικά με τις δράσεις αστικής ανάπλασης στο πλαίσιο ενός συνολικού στρατηγικού χωροταξικού σχεδίου, σε συνεργασία με όλους τους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένων των νέων. Στόχος είναι η επανένταξη των συνοικιών στην πόλη και η αποκατάστασή τους, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη του τοπικού πληθυσμού και να ενισχυθεί η κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική λειτουργία των δημόσιων αυτών χώρων. Στόχος της έννοιας της οικιστικής διαμόρφωσης (résidentialisation), η οποία ορίζεται ως ειδική μέθοδος αναβάθμισης του αστικού χώρου, είναι η ρύθμιση των ιδιαίτερων προβλημάτων των κατοικημένων περιοχών ώστε η πόλη να καταστεί τόπος ένταξης και πρόληψης, με απώτερο σκοπό την καταπολέμηση των σημερινών αστικών προβλημάτων: εμπόριο ναρκωτικών, κινήματα καταλήψεων, βία και υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Βασικός στόχος είναι η αποτροπή του αποκλεισμού σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, χάρη στη διευκόλυνση της κυκλοφορίας, ώστε οι συνοικίες αυτές να μπορούν να ανοιχθούν στην πόλη, γεγονός που θα ενισχύσει την προβολή και την ένταξη του αστικού πληθυσμού στο σύνολό του. Ωστόσο, οι δράσεις αστικής αναμόρφωσης πρέπει να συνοδεύονται από ισχυρές στρατηγικές στους τομείς της παιδείας, της επαγγελματικής κατάρτισης και της πρόσβασης στην απασχόληση, χωρίς τις οποίες δεν είναι δυνατή καμία βιώσιμη βελτίωση.
3.4. Η βία των νέων έχει τις ρίζες της στην έλλειψη κοινωνικής συνοχής, η οποία συνδέεται με την κρίση της ιδιότητας του πολίτη μιας πόλης. Ο δημόσιος χώρος, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι ότι επιτρέπει τη συμβίωση πολύ διαφορετικών πολιτών, απαιτεί την τήρηση των κοινών κανόνων που στοχεύουν στην προστασία των ατομικών ελευθεριών. Όμως, οι μεγαλουπόλεις βρίσκονται αντιμέτωπες με την εύθραυστη συγκατοίκηση πληθυσμών με πολλαπλούς κώδικες και πολιτισμούς, οι οποίοι είναι, ως εκ τούτου, ξένοι μεταξύ τους, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αποδυνάμωση των κοινωνικών δεσμών και ορισμένων μορφών αλληλεγγύης (12). Επιβάλλεται μια διοργανική και πολυαιτιακή απόκριση, προκειμένου να εφαρμοστούν αποτελεσματικά και ενδεδειγμένα μέτρα πρόληψης για όλους τους άμεσα ή έμμεσα ενδιαφερομένους: αστυνομία, δικαιοσύνη, κοινωνικές υπηρεσίες, στέγαση, απασχόληση, εκπαίδευση. Ωστόσο, οι τοπικές αρχές αποκτούν ιδιαίτερη σημασία στον τομέα αυτό, καθώς οι αρμοδιότητές τους περιλαμβάνουν, ειδικότερα, τον καθορισμό των αστικών χώρων και των υπηρεσιών που παρέχονται στους πολίτες.
3.5. Στην Ευρώπη, η αστική βία των ανηλίκων εκδηλώνεται βεβαίως σε διαφορετικά πλαίσια και με διαφορετικούς βαθμούς έντασης, αλλά η ανάλυσή της και η μελέτη των αποκρίσεων εντάσσονται σε ένα ευρύτερο νομοθετικό και νομικό πλαίσιο, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα, οι μελέτες και οι αξιολογήσεις σχετικά με την πρόληψη της νεανικής εγκληματικότητας απαιτούν την διεπιστημονική και διοργανική συνεργασία των κρατικών υπηρεσιών και, σε πιο πρακτικό επίπεδο, των επαγγελματιών της άμεσης παρέμβασης (κοινωνικοί λειτουργοί, αστυνομία, δικαστήρια, επαγγελματικό πλαίσιο κλπ.). Οι χώρες, οι περιφέρειες και οι πόλεις της Ευρώπης που γνώρισαν επεισόδια συλλογικής βίας δυσκολεύονται να επανέλθουν σε μια ομαλή κατάσταση, στην κοινωνική συγκατοίκηση και στον σεβασμό των θεσμών, για το σύνολο του πληθυσμού. Επιπλέον, η αστική βία έχει πολύ υψηλό κόστος από υλική άποψη, αλλά επίσης, και κυρίως, από κοινωνική και πολιτική άποψη (13).
3.6. Σε μια συγκυρία όπου η εγκληματικότητα των ανηλίκων στην Ευρώπη παραμένει ουσιαστικά σταθερή, αλλά οι πράξεις που διαπράττονται χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη βιαιότητα, ορισμένα τοπικά προγράμματα, που υλοποιούνται σε διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταδεικνύουν τη σημασία της πρόληψης και των ολοκληρωμένων κοινωνικών στρατηγικών για τους νέους στις αστικές περιοχές (14). Στην περίπτωση του προγράμματος των ασφαλών συνοικιών του Birmingham (ευρωπαϊκό βραβείο πρόληψης της εγκληματικότητας το 2004), θεμελιώδεις στόχοι ήταν η μείωση των διαφόρων μορφών βίας και εγκληματικότητας, η βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών και η ενθάρρυνση των κοινοτήτων να συμμετάσχουν οι ίδιες ενεργά στην κοινωνική τους ένταξη (15).
3.7. Η ενίσχυση μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας οργανωμένης και αλληλέγγυας, χάρη στη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς καινοτόμα σχέδια που διαθέτουν κοινωνική διάσταση και διάσταση ένταξης, εγγυάται την ενίσχυση της ασφάλειας και της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης. Ενδεικτικά, τα προγράμματα URBAN είναι μια κοινοτική πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) για τη βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων και των συνοικιών σε κρίση, η οποία ευνοεί τη σαφή βελτίωση της πρόληψης της βίας των ανηλίκων και της εγκληματικότητας γενικότερα.
3.8. Εξάλλου, η ανάπτυξη της συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία λήψης τοπικών αποφάσεων, ανταλλαγής εμπειριών και ορθών πρακτικών επιτρέπει την προώθηση της έννοιας της «αστικής διακυβέρνησης», η οποία προσδιορίζεται από μια σειρά μελετών για την αναδιοργάνωση και τη βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση νέων δομών αστικής διαχείρισης· τη θέσπιση σταθερών δεικτών αξιολόγησης της τοπικής διαχείρισης· τη διεξαγωγή εκστρατειών ενημέρωσης και βελτίωσης της πρόσβασης στις πληροφορίες για τους πολίτες, χωρίς ωστόσο να περιπίπτουμε στον στιγματισμό και στην αυτάρεσκη περιγραφή της ανθρώπινης αθλιότητας.
3.9. Υπάρχουν και άλλες πρωτοβουλίες, όπως το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Νεολαία, στόχος του οποίου είναι η βελτίωση της κατάρτισης, της κινητικότητας, της επαγγελματικής ένταξης και της κοινωνικής ενσωμάτωσης των νεαρών ευρωπαίων και η παράλληλη διευκόλυνση του συνδυασμού οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής.
3.10. Κατά γενικό κανόνα, η ενεργός συμμετοχή των νέων στα κοινά έχει ευνοηθεί από το τεράστιο έργο που έχουν επιτελέσει οι οργανώσεις που αναπτύσσουν καθημερινά επιτόπιες δραστηριότητες, συμμετέχοντας έτσι στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών, εθνικών ή τοπικών στρατηγικών για την ανάπτυξη και για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού.
4. Προτάσεις για μια ευρωπαϊκή πολιτική για την καταπολέμηση της βίας των νέων στους αστικούς χώρους
4.1. Οι κατευθυντήριες γραμμές ή προσανατολισμοί που παρατίθενται στη συνέχεια προκύπτουν από όσα προαναφέρθηκαν στην παρούσα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας:
— |
Οι απαντήσεις στη συλλογική βία, τόσο την εγκληματικότητα όσο και τις άλλες αντικοινωνικές πράξεις που διαπράττουν ανήλικοι, πρέπει να είναι πολλαπλές. Πρέπει να υποβάλλονται σε συνεχείς αξιολογήσεις, προκειμένου να βελτιώνονται συνεχώς, ενισχύοντας πάντοτε τη συνιστώσα της παιδείας και της κατάρτισης, καθώς και τη συμμετοχή των ίδιων των ανηλίκων στην ανάπτυξή τους και στην οικοδόμηση του μέλλοντός τους. |
— |
Οι διάφορες στρατηγικές πρόληψης και εναλλακτικών δυνατοτήτων πρέπει να προωθηθούν μέσω μιας σαφούς και βιώσιμης ευρωπαϊκής πολιτικής, η οποία θα βασίζεται σε προτεραιότητες που θα καθορισθούν σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για να συμβάλουν στην επίλυση των προβλημάτων βίας ανηλίκων στους αστικούς χώρους, αποφεύγοντας στο μέτρο του δυνατού τη δικαστική παρέμβαση. |
— |
Τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, πρέπει να αναγνωριστεί ιδιαιτέρως το έργο των κοινωνικών δομών που απευθύνονται στους νέους. Πολλές από αυτές, είτε πρόκειται για συλλόγους και οργανώσεις είτε για δημόσιους φορείς, διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στη ζωή των νέων, κυρίως προσφέροντάς τους δραστηριότητες ώστε να μην μένουν σε απραξία και να μην κινδυνεύουν να περιέλθουν σε καθεστώς παρανομίας. Ο ρόλος, λοιπόν, των σχολείων και των οργανώσεων πρέπει να ληφθεί ιδιαιτέρως υπόψη και να υποστηριχθεί, κυρίως με δημόσια χρηματοδότηση. |
— |
Πρέπει να εναρμονισθούν σε ευρωπαϊκό και σε διεθνές επίπεδο οι αρχές που αφορούν τη βία και την εγκληματικότητα των ανηλίκων, με τον ορισμό ελάχιστων κανόνων που πρέπει να τηρούνται στο πλαίσιο των εθνικών νομοθεσιών. Οι αρχές αυτές πρέπει να χρησιμοποιούνται ως δείκτες εγγύησης των δικαιωμάτων των ανηλίκων. Λαμβάνοντας υπόψη τον πολυκλαδικό χαρακτήρα των κρατικών υπηρεσιών και οργάνων που ασχολούνται με τη διαχείριση του ευρωπαϊκού αστικού χώρου, πρέπει να αναπτυχθούν πρωτοβουλίες και να θεσπισθούν κανόνες ορθών πρακτικών, οι οποίοι θα μπορούν να αξιολογούνται και να αναλύονται από ένα ευρωπαϊκό παρατηρητήριο της δικαιοσύνης ανηλίκων, για παράδειγμα, ώστε να διαθέτουμε αξιόπιστα και συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη βία των νέων στους αστικούς χώρους. |
— |
Οι κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται από τις εθνικές δικαιοδοτικές αρχές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το ύψιστο συμφέρον του εφήβου ανάλογα με την ηλικία του, την ψυχολογική του ωριμότητα, τη φυσική του κατάσταση, την ανάπτυξη και τις ικανότητές του (16). Πρέπει να προσαρμόζονται πάντοτε στις συγκεκριμένες προσωπικές συνθήκες (αρχή της εξατομίκευσης των μέτρων). |
— |
Οι στρατηγικές αστικής ανάπλασης, συνοδευόμενες από βιώσιμες κοινωνικές πολιτικές, πρέπει να ενθαρρυνθούν από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, με την προοπτική πάντοτε μιας καλύτερης κατανομής των χρήσεων γης και καλύτερης χωροταξίας, για την αποφυγή του αποκλεισμού και τη διευκόλυνση της αστικής ένταξης των πιο ευάλωτων πληθυσμών. |
— |
Οι αρχές πρέπει να παράσχουν στα ιδρύματα επαρκείς πόρους για την προστασία και την επανένταξη των ανηλίκων, προσφέροντάς τους κατάλληλα μέσα και προσωπικό, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι παρεμβάσεις έχουν σημαντική επίδραση στη ζωή των ανηλίκων. |
— |
Η κατάλληλη επιλογή και η ειδική κατάρτιση των κοινωνικών και των νομικών φορέων και των δυνάμεων της αστυνομίας πρέπει να διασφαλίζονται, ει δυνατόν σε επίπεδο ευρωπαϊκών προτύπων αναφοράς, και να τηρούνται διαρκώς σε ενημερότητα, στη βάση μιας πολυθεσμικής και πολυκλαδικής συνεργασίας σε πλαίσιο διεθνικών ανταλλαγών — ειδικότερα δε, για την εγκαθίδρυση διαλόγου και σχέσεων μεταξύ των δυνάμεων της τάξης και των νέων. |
— |
Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη πρέπει να θεωρήσουν το 2010, το οποίο έχει ανακηρυχθεί ευρωπαϊκό έτος καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ως ευκαιρία για να καταδείξουν την αποφασιστικότητά τους να αναγάγουν την προστασία των δικαιωμάτων των νέων που βρίσκονται σε σύγκρουση με τον νόμο, καθώς και την πρόληψη της βίας στους αστικούς χώρους, σε προτεραιότητα για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. |
— |
Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να δημιουργήσουν ένα κονδύλιο χρηματοδότησης για την προστασία των ανηλίκων από τον κοινωνικό αποκλεισμό στους πλέον περιθωριοποιημένους αστικούς χώρους, με στόχο την υποστήριξη καινοτόμων σχεδίων στο πλαίσιο της ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής της κοινωνίας των πολιτών και, μέσω αυτής, την προώθηση του πνεύματος πρωτοβουλίας και επιχειρηματικότητας των νέων. |
— |
Η εφαρμογή κοινών κριτηρίων και ορθών πρακτικών πρέπει να αποσκοπεί στην πρόληψη, στην αποκατάσταση και στην επανένταξη των ανηλίκων με παραβατική συμπεριφορά. |
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Όπως καταδεικνύει, για παράδειγμα, η έκθεση της Γενικής Εισαγγελίας της Ισπανίας, όπου η εγκληματικότητα μειώθηκε το 2007 σχεδόν κατά 2 % σε σχέση με το 2007.
(2) Rapport du Comite d’études sur la violence, la criminalité et la délinquance. Réponses à la violence, Παρίσι, Presse Pocket 1977, σελ. 41.
(3) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 15 Μαρτίου 2006 με θέμα «Η πρόληψη της νεανικής εγκληματικότητας, οι τρόποι αντιμετώπισής της και ο ρόλος της δικαιοσύνης των ανηλίκων στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (εισηγητής: ο κ. ZUFIAUR NARVAIZA (ΕΕ C 110 της 9.5.2006, σ. 75).
(4) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Ιουνίου 2007 σχετικά με την παραβατικότητα ανηλίκων: ο ρόλος της γυναίκας, της οικογένειας και της κοινωνίας.
http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?type=TA&reference=P6-TA-2007-0283&language=EL&ring=A6-2007-0212
(5) «Résurgence de la violence en France», BUI-TRONG Lucienne, Futuribles, Φεβρουάριος 1996, σσ. 17-18.
(6) Le Goaziou (V.), Mucchielli (L.) 2006, Quand les banlieues brulent. Retour sur les émeutes de 2005, Παρίσι, La Découverte.
(7) Bachmann (C.), Le Guennec (N.), 1997, Autopsie d’une émeute. Histoire exemplaire du soulèvement d’un quartier, Παρίσι, Albin Michel.
(8) The Politics of Protest. Extra-Parliamentary Politics in Britain since 1970. Peter JOYCE. Palgrave MACMILLAN, 2002.
(9) Centre d’analyse stratégique. “Les violences urbaines: une exception française? Enseignements d’une comparaison internationale”, Note de veille no 31, 23 Οκτωβρίου 2006. (http://www.strategie.gouv.fr/IMG/pdf/NoteExterneDeVeille31.pdf)
(10) «Jeunes et policiers font cause commune à Berlin» http://www.oijj.org/news_ficha.php?cod=54117&home=SI&idioma=es.
(11) ANRU.fr.
(12) «La dynamique de la disqualification sociale» στο Sciences humaines no 28, Μάιος 1993.
(13) Στην περίπτωση του Clichy-sous-Bois, στη Γαλλία, οι υλικές ζημίες το 2005 ανήλθαν σε 150 εκατομμύρια ευρώ.
(14) «Prévenir la délinquance en milieu urbain et auprès des jeunes. Recueil international de pratiques inspirantes». Centre international pour la prévention de la criminalité, 2005. (www.crime-prevention-intl.org/publications/pub_113_1.pdf)
(15) Τα επιτευχθέντα αποτελέσματα περιλάμβαναν μείωση κατά 29 % κατά μέσο όρο των διαπραχθέντων από νέους αδικημάτων, έναντι 12 % σε άλλους συγκρίσιμους τομείς.
(16) Βλ. την Κοινή διακήρυξη της Βαλένθια, Διεθνές Παρατηρητήριο της Δικαιοσύνης Ανηλίκων.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/43 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Προστασία των παιδιών από τους μετακινούμενους δράστες σεξουαλικών αδικημάτων» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
(2009/C 317/07)
Εισηγήτρια: η κ. SHARMA
Στις 10 Ιουλίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 29 (2) του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να εκπονήσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα
«Προστασία των παιδιών από τους μετακινούμενους δράστες σεξουαλικών αδικημάτων» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση της κ. Sharma.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 157 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συστάσεις – «Όχι στα ταξίδια με σκοπό την κακοποίηση των παιδιών» (1)
1.1. Πρέπει να θεσπισθεί, να εφαρμοσθεί και να αναγνωρισθεί ως προτεραιότητα μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την προστασία των ευάλωτων παιδιών από μετακινούμενους δράστες σεξουαλικών αδικημάτων.
Οι δράστες σεξουαλικών αδικημάτων δεν πρέπει να υπάγονται στην αρμοδιότητα των ξένων δικαιοδοσιών. Οι καταδικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται σε τρίτες χώρες δεν επιβάλλουν πάντοτε στερητικές της ελευθερίας ποινές. Οι υπότροποι δράστες παραμένουν συχνά στην ίδια χώρα ή ταξιδεύουν σε άλλες χώρες για να αποφύγουν τον εντοπισμό. Αυτό σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές αρχές και οι εθνικές κυβερνήσεις δεν γνωρίζουν πότε ένας δράστης σεξουαλικών αδικημάτων εισέρχεται στην Ευρώπη. Η κατάσταση αυτή αυξάνει τον κίνδυνο για τα παιδιά που ζουν στην Ευρώπη.
Πρέπει να υιοθετηθεί μια προσέγγιση αυστηρά ολιστική, που θα εστιάζεται στα παιδιά και θα περιλαμβάνει:
— |
την προστασία από την κακοποίηση. Πρέπει να πραγματοποιούνται έρευνες για το παρελθόν των μετακινούμενων δραστών σεξουαλικών αδικημάτων (2) |
— |
την προστασία των «ευάλωτων» και των θυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ταυτοποίησης των ευάλωτων παιδιών (3) με την καθιέρωση τηλεφωνικών γραμμών παροχής πληροφοριών και ανοικτών γραμμών επικοινωνίας |
— |
τη δίωξη των δραστών κακοποιήσεων με την επιβολή του νομικού πλαισίου |
— |
τη σύναψη εταιρικών σχέσεων με τις μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) και με όσες δεν συμμετέχουν ακόμη |
— |
τη συμμετοχή των νέων και της κοινωνίας των πολιτών για να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση. |
Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Σχετικά με μια στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού», τη Σύσταση (4) του ΕΚ και τη Σύμβαση (5) του Συμβουλίου της Ευρώπης, αφού όλες επικεντρώνονται στην προστασία των παιδιών από την εκμετάλλευση. Πάντως, η ΕΟΚΕ ζητά από τα κράτη μέλη (6) που δεν έχουν ακόμη υπογράψει και επικυρώσει το πρωτόκολλο (7) των Ηνωμένων Εθνών και τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης να τα υπογράψουν και να τα επικυρώσουν επειγόντως προκειμένου η Ευρώπη να αναθεωρήσει αποτελεσματικά τη μεταχείριση των ευρωπαίων που κακοποιούν παιδιά ενώ εργάζονται στο εξωτερικό ή βρίσκονται σε αυτό ως τουρίστες.
1.2. Στα αναγκαία μέτρα για μια αποτελεσματική και προορατική στρατηγική πρέπει να περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
— |
αποτελεσματικές διεθνείς συνεργασίες για την καλύτερη διοχέτευση των πληροφοριών, οι οποίες συμπεριλαμβάνουν τη συνεργασία μεταξύ των αστυνομικών υπηρεσιών και την ενίσχυση των μέσων πληροφορικής που χρησιμοποιούνται για τον εντοπισμό των μετακινούμενων δραστών σεξουαλικών αδικημάτων, |
— |
ισχυρότερες διμερείς συμφωνίες συνεργασίας με τις σχετικές χώρες, |
— |
κοινές ομάδες ερευνών με άλλες υπηρεσίες εφαρμογής του νόμου, |
— |
συμφωνίες με ξένες κυβερνήσεις για την απέλαση και τη συνοδεία καταδικασθέντων δραστών· εξέταση της χρήσης των εντολών αποστολής στο εξωτερικό (Foreign Travel Orders (FTO)) για τον περιορισμό των ταξιδιών των υψηλού κινδύνου δραστών σεξουαλικών αδικημάτων, |
— |
διαδικασία έλεγχου και επιβολή απαγόρευσης στους δράστες σεξουαλικών αδικημάτωννα εργασθούν στο εξωτερικό (8), |
— |
καθιέρωση ευρωπαϊκής και, ει δυνατόν, παγκόσμιας εκστρατείας ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης για την καταγγελία δραστών σεξουαλικών αδικημάτων. Η εκστρατεία αυτή πρέπει να υποστηρίζεται από μια δωρεάν διεθνή τηλεφωνική γραμμή παροχής πληροφοριών με επιγραμμικό μηχανισμό (9) αναφοράς σε «πραγματικό χρόνο», |
— |
συμμετοχή των παραγόντων της κοινωνίας των πολιτών και των κοινωνικών εταίρων στην ευαισθητοποίηση, |
— |
πρόβλεψη μηχανισμών εκπαίδευσης, παροχής συμβουλών και θεραπείας/ιατρικών υπηρεσιών για τα θύματα και για την κατάρτιση όσων ειδικεύονται στον τομέα. |
1.3. Η κύρια πρόκληση είναι η αύξηση της ευαισθητοποίησης του κοινού όσον αφορά το εύρος του προβλήματος. Αυτό μπορεί να γίνει με την εφαρμογή ενός ευρωπαϊκού προγράμματος: Η Ευρώπη κατά της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών (10). Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα μπορούσαν να αναλάβουν ηγετικό ρόλο προβάλλοντας την πολιτική τους για τη δεοντολογία των ταξιδιών και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών σε όλα τα έντυπα για τις επιστροφές των εξόδων ταξιδίου.
1.4. Η γνωμοδότηση αυτή δεν καλύπτει τα θέματα της εμπορίας ούτε της απαγωγής, για τα οποία απαιτείται χωριστή νομοθεσία και χωριστά μέτρα. Θα πρέπει δηλαδή να εξεταστούν σε ειδικό έγγραφο.
2. Ιστορικό
2.1. Η γνωμοδότηση αυτή εξετάζει τα ταξίδια με σκοπό την σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών εντός και εκτός της Ευρώπης.
2.2. Η πλειονότητα των ανθρώπων που κακοποιούν ή εκμεταλλεύονται παιδιά για σεξουαλικούς σκοπούς ανήκουν στο τοπικό περιβάλλον. Αυτό συμβαίνει σε όλο τον κόσμο. Παρόλα αυτά, σήμερα η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών μέσω του τουρισμού αποτελεί μέρος μιας παγκόσμιας, καλά οργανωμένης και κερδοσκοπικής βιομηχανίας του σεξ.
2.3. Τα φθηνότερα ταξίδια, τα ταξίδια χωρίς βίζα και οι νέες τεχνολογίες επιτρέπουν στους δράστες να θέσουν στο στόχαστρο τα πιο ευάλωτα παιδιά, τόσο σε παγκόσμιο, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ιδίως, εκεί όπου η φτώχεια, η στέρηση, η συναισθηματική ανάγκη και οι κοινωνικές συνθήκες είναι οι χειρότερες. Οι πράξεις κακοποίησης παγιδεύονται συχνά ψηφιακά και μεταδίδονται σε παγκόσμιο επίπεδο. Πολλές ΜΚΟ, όπως η ECPAT (11) που είναι και η πιο γνωστή, συνεργάζονται με την αστυνομία και τους φορείς του τομέα ταξιδίων και τουρισμού για την προστασία των εν λόγω παιδιών.
2.4. Το 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο κατά της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών για εμπορικούς σκοπούς πραγματοποιήθηκε στη Στοκχόλμη το 1996. 122 χώρες δεσμεύτηκαν για μια παγκόσμια συνεργασία κατά της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών για εμπορικούς σκοπούς. Σήμερα, τοπικές (12) και διεθνείς διασκέψεις (13) αναφέρουν και επαναλαμβάνουν την ύπαρξη των ίδιων εμποδίων για μια αποτελεσματική πρόληψη.
2.5. Εντός της ΕΕ συντάχθηκαν πολλές πρόσθετες εκθέσεις και ανελήφθησαν δεσμεύσεις (14). Πάντως, όπως επισημαίνεται σε πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (15), πολλά κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη υπογράψει ή επικυρώσει τις συμβάσεις αυτές.
2.6. Αυτό σημαίνει ότι ατυχώς, παρά το εξαίρετο έργο (16) και τις πολλές θετικές ενέργειες, σε επίπεδο ΕΕ (17), η Ευρώπη απέτυχε να προστατεύσει τα πιο ευάλωτα παιδιά, να εμποδίσει την κακοποίηση από ευρωπαίους πολίτες ή να τηρήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε στη Στοκχόλμη. Μόνο εάν τα λόγια γίνουν έργα θα προστατεύονται τα παιδιά στην πατρίδα τους και στο εξωτερικό.
2.7. Είναι αδύνατον να εκτιμηθεί ο αριθμός των παιδιών που έχουν πέσει θύματα κακοποίησης από μετακινούμενους δράστες σεξουαλικών αδικημάτων. Η συγκάλυψη και η εγκληματική φύση των σεξουαλικών αδικημάτων εις βάρος των παιδιών και το ευάλωτο των παιδιών, ιδίως εκείνων που ζουν μέσα στη φτώχεια, καθιστά τη συλλογή στοιχείων πολύ δύσκολη. Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών αποτελεί μέρος του παγκόσμιου φαινομένου της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών για εμπορικούς σκοπούς. Περιλαμβάνει:
— |
την αγορά και πώληση παιδιών με σκοπό την πορνεία |
— |
την παιδοφιλία που συνδέεται με την σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών |
— |
την παραγωγή απεικονίσεων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών καθώς και άλλες μορφές παιδικής πορνογραφίας. |
2.8. Συνήθως, οι δράστες μεταβαίνουν σε χώρους όπου νομίζουν ότι δεν θα συλληφθούν, συχνά σε τόπους όπου το επίπεδο εκπαίδευσης είναι χαμηλό, υπάρχει φτώχεια, άγνοια, διαφθορά, αδιαφορία, έλλειψη επιβολής του νόμου ή κυβερνητικής πολιτικής. Η κακοποίηση παιδιών διαπράττεται από ανθρώπους οι οποίοι έχουν εκ προθέσεως ιδρύσει ορφανοτροφεία (18) και σχολεία, καταρτίσει προγράμματα για παιδιά σε ευάλωτες κοινότητες με μοναδικό σκοπό την ικανοποίηση της ασελγούς συμπεριφοράς τους και των ομοίων τους. Οι υπότροποι ταξιδεύουν από χώρα σε χώρα για να αποφύγουν τον εντοπισμό από τους μηχανισμούς αντιμετώπισης των δραστών σεξουαλικών αδικημάτων. Πρέπει να διερευνηθεί περισσότερο η νοοτροπία και αντίληψη των ατόμων που ασελγούν επί των παιδιών.. Ο κ. Finkelhors αναφέρει τέσσερις προϋποθέσεις από τις οποίες εξαρτάται ποια σεξουαλικά αδικήματα εις βάρος παιδιών είναι πιθανόννα διαπραχθούν (19) ή όχι:
— |
Αίτια κακοποίησης |
— |
εσωτερικές αναστολές που οφείλονται στην προσωπική ηθική |
— |
εξωτερικές αναστολές |
— |
αντίσταση των θυμάτων. |
2.9. Η πληροφόρηση σχετικά με τα αδικήματα που διαπράττονται στο εξωτερικό είναι περιορισμένη μεταξύ των ειδικών για την προστασία του παιδιού και γενικότερα του κοινού. Τα ΜΜΕ ασχολούνται μόνο με τις πιο εντυπωσιακές περιπτώσεις. Αποσιωπάται δε γενικότερα ο κίνδυνος που διατρέχουν τα παιδιά στην Ευρώπη, από τους ασελγείς που επιστρέφουν στη χώρα τους.
2.10. Η CEOP (20) χρησιμοποιεί τον κατάλληλο όρο «μετακινούμενοι δράστες σεξουαλικών αδικημάτων» για να περιγράψει όσους ταξιδεύουν στο εξωτερικό και προβαίνουν σε σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Το κοινό πιστεύει, γενικά, ότι όποιος διαπράττει αδίκημα στο εξωτερικό καταχωρείται αυτόματα σε κατάλογο σεξουαλικών δραστών. Πλην όμως, αυτό συμβαίνει σπανίως, λόγω πολλών και περίπλοκων προβλημάτων: είτε δεν υφίστανται κατάλογοι, είτε η πληροφορία δεν μεταβιβάζεται, είτε οι κανονισμοί για την προστασία των προσωπικών δεδομένων δεν επιτρέπουν την παρακολούθηση.
2.11. Ο σεξουαλικός τουρισμός πρέπει να εξετασθεί ως φαινόμενο που υπερβαίνει τον τουρισμό στο πλαίσιο των«διακοπών». Σήμερα πολλές επιχειρήσεις μετεγκαθίστανται ή έχουν γραφεία και πρακτορεία σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι εργοδότες, τα συνδικαλιστικά σωματεία και οι οργανώσεις των εργαζομένων οφείλουν να καθιστούν σαφές ότι η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών δεν θα γίνεται ανεκτή σε καμία περίπτωση.
3. Παγκόσμια ευθύνη
3.1. Γενικότερα, οι κυβερνήσεις είναι υπεύθυνες απέναντι στους πολίτες τους για την προστασία των ευάλωτων παιδιών οπουδήποτε και αν βρίσκονται. Η εξάπλωση του τουρισμού τα τελευταία πενήντα χρόνια συνοδεύτηκε πρόσφατα με την αύξηση του παιδικού σεξουαλικού τουρισμού. Οι κυριότεροι δράστες είναι συχνά άτομα που εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι διαμένουν σε σε άλλη χώρα για να αγνοήσουν τα κοινωνικά ταμπού τα οποία καθορίζουν κανονικά τη συμπεριφορά τους.
3.2. Ο Παγκόσμιος Κώδικας Δεοντολογίας του Τουρισμού (21) ορίζει ένα πλαίσιο αναφοράς για την υπεύθυνη και βιώσιμη ανάπτυξη του παγκόσμιου τουρισμού. Στην Ευρώπη, είναι στίγμα για την Κοινότητα να υπάρχουν ευρωπαίοι που ασελγούν σε παιδιά εντός της ΕΕ και ανά την υφήλιο. Η Ευρώπη είναι υπεύθυνη για τους ευρωπαίους πολίτες, είναι δε παντελώς απαράδεκτο το γεγονός ότι οι δράστες μπορεί να διώκονται ποινικώς στη χώρα τους και εν συνεχεία να τους επιτρέπεται να ταξιδεύουν ελεύθερα σε άλλες χώρες ανεξέλεγκτα. Η Ευρώπη πρέπει να εγκύψει στο πρόβλημα της νομικής αντίφασης, βάσει της οποίας επιτρέπεται μεν η ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών της, αλλά επιτρέπεται και στους δράστες επίσης να ταξιδεύουν χωρίς περιορισμούς.
3.3. Μία από τις αρχές του δικαίου που ισχύουν διεθνώς είναι ότι απαγορεύεται να καταδικασθεί άτομο δύο φορές για το ίδιο αδίκημα. Όταν ο δράστης επιστρέφει στη χώρα διαμονής του, η ίδια ποινή πρέπει να συνεχισθεί στην χώρα αυτή, ή σε περίπτωση που υπάρχουν νέα αποδεικτικά στοιχεία, θα πρέπει να εκδίδεται νέα απόφαση. Η διεθνής συνεργασία αποτελεί εν προκειμένω δικλείδα ασφαλείας. Η ΕΟΚΕ επαινεί τη νέα απόφαση πλαίσιο της Επιτροπής για την αντιμετώπιση του θέματος αυτού (22).
3.4. Πρέπει να υπάρξει συντονισμός των δραστηριοτήτων, παρακολούθηση και αξιολόγηση των στατιστικών και έγκαιρη διατύπωση πρακτικών συστάσεων. Εντούτοις, στο εσωτερικό της Ένωσης, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν τομέα στον οποίο οι αποφάσεις που λαμβάνονται μπορεί να φθάσουν μέχρι τη στέρηση της ελευθερίας και ως εκ τούτου να θίξουν τις θεμελιώδεις ελευθερίες του ατόμου, μόνο τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν αποφάσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις που ρυθμίζουν τις αστυνομικές και δικαστικές πρακτικές τους. Πολλές ευρωπαϊκές και διεθνείς ΜΚΟ επιτελούν εξαιρετικό έργο στον τομέα της προστασίας των παιδιών, δεν μπορούν όμως να υποκαταστήσουν την αστυνομία ή τη δικαιοσύνη.
Η αναπτυξιακή συνεργασία και ενίσχυση στους τομείς της καταπολέμησης της φτώχειας (23), της εκπαίδευσης, της υγείας και της κοινωνικής ανάπτυξης, θα ισχυροποιήσουν περισσότερο την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση. Οι ΜΚΟ και οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και να υποστηρίζονται μέσω της κατάρτισης και της συναισθηματικής/ψυχολογικής υποστήριξης. Είναι σημαντικό να βελτιωθεί η εκπαίδευση και η κατάρτιση όσων εργάζονται στον τομέα αυτόν και στον ευρύ τομέα παροχής υπηρεσιών (π.χ. στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στον τομέα της φιλοξενίας, ως δάσκαλοι, ως πάροχοι φροντίδων και στην αστυνομία), ούτως ώστε να γίνουν κατανοητά και να αρθούν τα εμπόδια που παρεμβάλλονται στην κατάθεση στοιχείων. Όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση (24) του δανικού ιδρύματος «Save the Children» (Σώστε τα παιδιά), πρέπει να καθοδηγούνται τα παιδιά, ειδικότερα όσα διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, προκειμένου να αποκτούν επίγνωση της κατάστασης και να γνωρίζουν πώς θα την αντιμετωπίσουν. Στις ανεπτυγμένες χώρες, τα παιδιά πρέπει να διδάσκονται πώς θα χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο, ώστε να προειδοποιούνται για τις πρακτικές των ασελγών, οι οποίοι ειδικεύονται στο εργαλείο αυτό για την επιλογή των θυμάτων τους.
3.5. Πρέπει να ληφθούν μέτρα θεραπείας και παροχής συμβουλών προς τους δράστες για την επανένταξή τους (25).
4. Ευθύνη της κοινωνίας των πολιτών
4.1. Η ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών έχει την υποχρέωση να καταγγέλλει τα εν λόγω αδικήματα και να αναλαμβάνει δράση οποτεδήποτε υπάρχει πιθανή απειλή εις βάρος άλλων, είτε είναι στην ίδια την χώρα είτε στο εξωτερικό, και ειδικότερα σε περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Υπολογίζεται ότι σήμερα στην Ευρώπη, μεταξύ 10 και 20 % των παιδιών πέφτουν θύματα ασέλγειας κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας, και ότι το φαινόμενο αυτό διογκώνεται και εξαπλώνεται γεωγραφικά. Ορισμένοι ευρωπαίοι πολίτες είναι μετακινούμενοι δράστες σεξουαλικών αδικημάτων εντός και εκτός της Ευρώπης.
4.2. Επιπλέον, είναι ανάγκη να αναπτυχθούν κοινές στρατηγικές και να αναληφθούν περισσότερες δράσεις που θα εστιάζονται στην πρόληψη και στις κυρώσεις για την καταπολέμηση της εν λόγω μάστιγας. Για τους ευρωπαίους εργοδότες, η καταπολέμηση της παιδικής πορνείας και πορνογραφίας θα πρέπει τώρα να θεωρείται ως θέμα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.
4.3. Το 4,5% από τα 842 εκατομμύρια (2006) ταξιδιωτών είναι δράστες σεξουαλικών αδικημάτων και το 10% από αυτούς είναι παιδόφιλοι (26). Από το 2003, οι επιχειρήσεις ταξιδίων μπορούν να συμμετάσχουν στον «Κώδικα συμπεριφοράς για την προστασία των παιδιών από την σεξουαλική εκμετάλλευση των ταξιδιωτών και τουριστών» (27). Σήμερα, περισσότερες από 600 εταιρείες σε περισσότερες από τριάντα χώρες έχουν υπογράψει τον κώδικα συμπεριφοράς. Πάντως, η ευθύνη για τη σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών από τους ταξιδιώτες δεν μπορεί να επιρριφθεί αποκλειστικώς στον τομέα των ταξιδιών. Όλοι οι επιχειρηματικοί τομείς πρέπει να απαγορεύσουν παρόμοιες δραστηριότητες.
4.4. Η Διεθνής Συνδικαλιστική Συνομοσπονδία (ITUC) ενθαρρύνει τα μέλη της να δημιουργήσουν υπηρεσιακές δομές, επιτροπές και ομάδες εργασίας για να ενισχύσουν τις στρατηγικές. Για να φθάσει στη βάση, η ITUC υιοθέτησε κλαδική προσέγγιση και σύναψε πολύτιμες εταιρικές σχέσεις για την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών πλαισίων. Εφόσον η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών αποτελεί σοβαρή παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων εργασίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, η καταπολέμηση των χειρότερων μορφών παιδικής εργασίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των εργασιών τους (28). Συνπεώς, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις πρέπει να συνεχίσουν να διαδραματίζουν τον ρόλο τους όσον αφορά την προώθηση της κύρωσης των σχετικών διεθνών κανόνων, και τον έλεγχο για την αποτελεσματική εφαρμογή των πολιτικών και των κανονισμών, τόσο από τις κυβερνήσεις όσο και από τους εργοδότες (29), ευαισθητοποιώντας τα μέλη τους και γενικότερα το κοινό (30), και εξετάζοντας το θέμα μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων (31).
4.5. Στη Σύμβασή του, που υιοθέτησε η Επιτροπή Υπουργών, στις 12 Ιουλίου 2007, το Συμβούλιο της Ευρώπης ορίζει ότι κάθε συμβαλλόμενο μέρος θα ενθαρρύνει τον ιδιωτικό τομέα καθώς και την κοινωνία των πολιτών, να συμμετέχουν στη χάραξη και την εφαρμογή πολιτικών για την προστασία των παιδιών κατά της γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης καθώς και στη θέσπιση διεθνών κανόνων μέσω αυτορύθμισης και συρρύθμισης. Συνεπώς, είναι εφικτό ένα κοινό ευρωπαϊκό πρόγραμμα.
5. Ειδικά μέτρα
5.1. Αποκλειστικός στόχος κάθε ενέργειας πρέπει να είναι η παρεμπόδιση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών και η προστασία των ευάλωτων. Εάν παύσει η κακοποίηση των παιδιών τότε δεν θα υπάρχουν θύματα. Αυτό πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα και πρωταρχικό στόχο για όλες τις πολιτικές με επίκεντρο το παιδί.
5.2. Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ μπορούν να δείξουν τον δρόμο, ενσωματώνοντας την καταδίκη της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών στη δεοντολογία της ταξιδιωτικής πολιτικής της, με ειδική αναφορά σε όλα τα έντυπα επιστροφής των εξόδων ταξιδίου.
Τα μέτρα και παραδείγματα που ακολουθούν, εκτίθενται συνοπτικά, είναι δε αποτέλεσμα συνεργασίας με την ECPAT (32), μια από τις σημαντικότερες παγκοσμίως οργανώσεις, για τα δικαιώματα του παιδιού που αγωνίζεται για την προστασία τους από την σεξουαλική εκμετάλλευση για εμπορικούς σκοπούς. Η ECPAT αναπτύσσει δραστηριότητες σε περισσότερες από 70 χώρες, στα υψηλότερα κυβερνητικά επίπεδα, και συνεργάζεται επίσης με ιατρούς και με όσους εργάζονται απευθείας με παιδιά μέσω ερευνών, κατάρτισης και απόκτησης δεξιοτήτων.
5.3.1. Έλεγχος και μηχανισμός απαγόρευσης: Σήμερα τα σχολεία στο εξωτερικό δεν διαθέτουν μηχανισμούς για τον έλεγχο του παρελθόντος των υποψηφίων ή την καταλληλότητα τους να εργαστούν με παιδιά. Πρόκειται για σοβαρή έλλειψη όσον αφορά την προστασία των ευάλωτων παιδιών. Πρέπει να δημιουργηθούν μηχανισμοί που θα καθιστούν δυνατή τη σχετική πληροφόρηση αναγνωρισμένων διεθνών οργανώσεων ή των αστυνομικών δυνάμεων.
5.3.2. Διμερείς συμφωνίες συνεργασίας: Οι ΜΚΟ σε όλο τον κόσμο μεταδίδουν όλο και περισσότερο ζωτικές πληροφορίες όσον αφορά πρώην δράστες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ταχεία και έγκαιρη ανάληψη δράσης. Αποτελεί ειρωνεία να τελματώνουν οι κυβερνήσεις στη γραφειοκρατία και στους κανόνες για την προστασία των δεδομένων και να μην μπορούν να αναλάβουν τη δέουσα δράση και να βασίζονται στις ΜΚΟ για να ενεργήσουν εκεί όπου αποτυγχάνει η διεθνής αστυνόμευση. Η προστασία του παιδιού θα έπρεπε να έχει πάντοτε προτεραιότητα έναντι των κανόνων της προστασίας των δεδομένων. Η ανάπτυξη εμπιστοσύνης και γνώσεων μεταξύ των χωρών μέσα από ένα πλαίσιο συνεργασίας αναπτύσσει μια προορατική απόκριση στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης. Αυτή πρέπει να προηγηθεί και να τεθεί υπεράνω της εκπαίδευσης ή της αποτελεσματικής δημιουργίας ικανοτήτων.
5.3.3. Πρέπει να προβλεφθεί η εγκατάσταση διεθνών τηλεφωνικών γραμμών παροχής πληροφοριών και ανοικτών γραμμών επικοινωνίας προκειμένου να αποφεύγονται τα σενάρια της νοοτροπίας της σιωπής ή του στρουθοκαμηλισμού. Οι μηχανισμοί πρέπει να καθιστούν δυνατή την ανάληψη δράσης «σε πραγματικό χρόνο». Πρέπει να δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο σύστημα προστασίας του παιδιού από επαγγελματικούς φορείς και πάροχους υπηρεσιών που θα συνεργάζεται με τις ΜΚΟ για την υποστήριξη της προστασίας και του εντοπισμού θυμάτων ή παιδιών που διατρέχουν κίνδυνο.
5.3.4. Κοινές ομάδες ερευνών και εθνικές υπηρεσίες επιβολής του νόμου: Η Ευρώπη χρειάζεται υπηρεσίες προσηλωμένες στις προτεραιότητες για την προστασία του παιδιού που να επεκτείνονται και στο εξωτερικό και να διαθέτουν τους κατάλληλους πόρους για να διεξάγουν έρευνες σχετικά με γνωστούς δράστες σεξουαλικών αδικημάτων που ταξιδεύουν στο εξωτερικό ή να συλλέγουν αποδεικτικά στοιχεία για εκείνους που αναπτύσσουν δραστηριότητες στο εξωτερικό.
5.3.5. Συμφωνίες απέλασης και συνοδείας καταδικασθέντων δραστών: Οι μηχανισμοί πληροφόρησης μεταξύ των χωρών δεν είναι υποχρεωτικοί όσον αφορά τις ποινικές διώξεις ή τις καταδικαστικές αποφάσεις. Επιπλέον, οι δράστες σεξουαλικών αδικημάτων μπορεί να καταδικαστούν στο εξωτερικό και αυτό να μη γίνει γνωστό στη χώρα τους. Αποτελεί ευθύνη των πρεσβειών ή των διπλωματικών αποστολών να ενημερώσουν τη χώρα τους εάν πληροφορηθούν μία καταδίκη. Πολλοί δράστες αφού καταδικαστούν και εκτίσουν την ποινή τους στο εξωτερικό, παραμένουν στην ίδια χώρα ή μετακινούνται σε άλλες χώρες, δεν επιστρέφουν όμως στη χώρα τους προκειμένου να μην καταχωρηθούν στον κατάλογο των δραστών σεξουαλικών αδικημάτων. Όσον αφορά εκείνους που καταδικάστηκαν και απελάθησαν στην πατρίδα τους, υπάρχει κίνδυνος να διαφύγουν κατά τις στάσεις που πραγματοποιούνται στις πτήσεις μεγάλων αποστάσεων. Είναι ανάγκη να συναφθούν διμερείς συμφωνίες συνεργασίας και να προβλεφθούν συνοδοί για την επιβολή του νόμου.
5.3.6. Πρότυπο μηχανισμών δημόσιας προστασίας από πολλαπλές υπηρεσίες (Multi-Agency Public Protection Arrangements (MAPPA) Model): Πρόκειται για ένα πρότυπο που χρησιμοποιείται στο Ηνωμένο Βασίλειο για την εκτίμηση και αντιμετώπιση των δραστών σεξουαλικών αδικημάτων από την Κοινότητα. Συμμετέχουν πολλές υπηρεσίες (ποινική δικαιοσύνη, κοινωνική πρόνοια, στέγαση, υγεία) για να ελαχιστοποιηθούν οι σοβαρές βλάβες εις βάρος του κοινού και να παρασχεθεί συνδρομή για την ανίχνευση των υπότροπων δραστών. Το πλαίσιο περιλαμβάνει τέσσερις βασικές λειτουργίες, δεν καλύπτει όμως τους πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που ταξιδεύουν στο εξωτερικό:
— |
Ταυτοποίηση των δραστών |
— |
Μετάδοση σημαντικών πληροφοριών που αφορούν την αξιολόγηση του κινδύνου |
— |
Αξιολόγηση του κινδύνου και σοβαρές βλάβες |
— |
Διαχείριση του κινδύνου. |
5.3.7. Η χρήση και η αποτελεσματικότητα των εντολών αποστολής στο εξωτερικό (FTO): Οι εντολές αυτές μπορεί να χρησιμοποιούνται από τα δικαστήρια για να απαγορεύσουν σε άτομα να ταξιδέψουν στο εξωτερικό είτε σε συγκεκριμένη χώρα είτε οπουδήποτε στον κόσμο. Η διαδικασία αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προστασία ορισμένου παιδιού, ή για την προστασία των παιδιών γενικότερα. Οι εντολές αυτές ισχύουν για ορισμένη χρονική περίοδο. Το 2005, η κυβέρνηση της Αυστραλίας τροποποίησε τον νόμο περί διαβατηρίων (Australian Passport Act), ώστε να επιτρέπεται στην αστυνομία να ζητά την ακύρωση των διαβατηρίων όσων διέπραξαν σεξουαλικά αδικήματα και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι.
5.4. Ένα πολύ ειδικό μέτρο: Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα «Η Ευρώπη κατά της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών – ΠΕΙΤΕ ΟΧΙ!»
Μπορεί να εκπονηθεί ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα που να συμπεριλαμβάνει όλες τις εργασίες και τους χάρτες που έχουν ήδη εκπονηθεί και θα αυξάνει την ευαισθητοποίηση, η οποία με την απλή προβολή βασικών γεγονότων θα οδηγήσει τις οργανώσεις να συμμετάσχουν στην καταπολέμηση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών. Ένας «κώδικας» ή «χάρτης» που υιοθετήθηκε ήδη σε παγκόσμιο επίπεδο μπορεί να συνοδεύσει την «δήλωση αρχών» που προτείνεται στο παράρτημα Ι. Εάν η νομοθεσία εφαρμοσθεί αποτελεσματικά, είτε ισχύουσα είτε νέα, θα προσφέρει τη συνδρομή της στην υπόθεση αυτή.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Σύνθημα εκστρατείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού.
(2) Save the Children (Σώστε τα παιδιά), Denmark (Δανία). «Sex Offenders without Borders» Report, («Δράστες σεξουαλικών αδικημάτων χωρίς σύνορα», Έκθεση, Μάϊος 2009.
(3) Η δήλωση του Ρίο ντε Τζανέϊρο και η έκκληση για την ανάληψη προληπτικής δράσης και για να δοθεί τέλος στη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και εφήβων, Νοέμβριος 2008
(4) Σύσταση του ΕΚ της 3.2.09 προς το «Συμβούλιο για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης των παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας» (2008/2144(INI)).
(5) Σύμβαση του «Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των παιδιών από την σεξουαλική εκμετάλλευση και κακοποίηση», 25.10.07, βλ.: http://conventions.coe.int/Treaty/EN/treaties/Html/201.htm.
(6) http://conventions.coe.int/Treaty/Commun/ChercheSig.asp?NT=201&CM=&DF=&CL=ENG Κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη κυρώσει το προαιρετικό πρωτόκολλο των Ηνωμένων Εθνών (UN CRC Optional Protocol): Γερμανία, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Ηνωμ. Βασίλειο. Κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη υπογράψει τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης: Τσεχική Δημοκρατία, Ουγγαρία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Σλοβακία. Μόνο η Ελλάδα την επικύρωσε.
(7) «Προαιρετικό πρωτόκολλο του ΟΗΕ για τη Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού, το οποίο αφορά την εμπορία παιδιών, την παιδική πορνεία και την παιδοπορνογραφία». Εγκρίθηκε το Μάϊο του 2000.Έναρξη ισχύος τον Ιανουάριο του 2002. βλ.: http://www.unhchr.ch/html/menu2/6/crc/treaties/opsc.htm.
(8) «The End of the Line for Child Exploitation». Βλ. έκθεση 2006 του ECPAT (Ending Child Prostitution, Pornography and Trafficking).
(9) Βλ. Childwise ECPAT Αυστραλία.
(10) Βλ. παράρτημα Ι.
(11) ECPAT – End Child Prostitution, Child Pornography and the Trafficking of Children for Sexual Purposes (Τέλος στην παιδική πορνεία, στην παιδική πορνογραφία και στην εμπορία των παιδιών για σεξουαλικούς σκοπούς)-διαθέτει ειδικό συμβουλευτικό καθεστώς στο Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο (ECOSOC) του ΟΗΕ
(12) «When Travelling, Put a Stop to Indifference» (Όταν ταξιδεύεις, σταμάτησε να είσαι αδιάφορος)· Stopchildprostitution.be, «Travelling abusers in Europe» (Ασελγοί που ταξιδεύουν στην Ευρώπη), Μάιος 2007.
(13) 3ο Παγκόσμιο Συνέδριο κατά της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και εφήβων, Νοέμβριος 2008.
(14) Βλ. υποσημ. 4 και 5. Βλ. επίσης:
http://www.nspcc.org.uk/Inform/policyandpublicaffairs/Europe/Briefings/councilofeurope_wdf51232.pdf και http://www.unhchr.ch/html/menu2/6/crc/treaties/opsc.htm.
(15) Βλ. υποσημ. 1.
(16) PE 410.671 Jan 2009.
(17) COM(1996) 547 τελικό; COM(1999) 262 τελικό, Απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου 2000/375/JHA (ΕΕ L 138 της 9.6.2000), Απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου 2004/68/JHA (ΕΕ L 13 της 20.1.2004)) συν COM(2009) 135 τελικό.
(18) Οι δράστες χρησιμοποιούν τον επίσημο όρο «ορφανοτροφεία» για να αποκρύψουν τις δραστηριότητες τους. Έχουν οργανώσει σπίτια με παιδιά με σκοπό την κακοποίηση των παιδιών.
(19) «Sex Offenders Without Borders» (Ασελγείς χωρίς σύνορα) – Save the Children Δα.νία, Μάιος 2009.
(20) CEOP Ηνωμ. Βασιλείου - Child Exploitation and Online Centre.
(21) Υιοθετήθηκε με το ψήφισμα A/RES/406(XIII) στη 13η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού (UNWTO) (27/9 – 1/10/1999).
(22) COM(2009) 135 τελικό.
(23) Μελέτη με θέμα τη λήψη πολιτικών μέτρων για την καταπολέμηση της φτώχειας των παιδιών (Thematic study on policy measures on child poverty).
(24) Βλ. υποσημ. 25.
(25) Sarah Macgregor: «Sex offenders treatment programs: effectiveness of prison and community based programs in Australia and New Zealand»(Προγράμματα θεραπείας των δραστών σεξουαλικών αδικημάτων: αποτελεσματικότητα της φυλακής και προγράμματα που βασίζονται στην κοινότητα, στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία) στον: http://www.indigenousjustice.gov.au/briefs/brief003.pdf; Dario Dosio, Friedemann Pfaefflin, Reinhard Eher (Eds.): «Preventing Sexual Violence Through Effective Sexual Offender Treatment and Public Policy»(Πρόληψη της σεξουαλικής βίας χάρη στην αποτελεσματική θεραπεία δραστών σεξουαλικών αδικημάτων και στην κρατική πολιτική), 10th Conference of the International Association for the Treatment of Sexual Offenders (IATSO) (10ο Συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης για τη θεραπεία δραστών σεξουαλικών αδικημάτων) στην: www.iatso.org.
(26) Πηγή: ACPE - Association against child prostitution (Ένωση κατά της παιδικής πορνείας)
(27) Ο κώδικας αυτός ξεκίνησε το 1998από την ECPAT Σουηδίας. Αναγνωρίσθηκε από τη UNICEF και τον ΠΟΕ. Βλ. επίσης: www.thecode.org.
(28) Σύμβαση του ΔΟΕ αριθ.182
(29) http://www.ituc-csi.org/IMG/pdf/FINAL_EU_CLS_2009_report__2_.pdf
(30) http://www.itfglobal.org/campaigns/traffickingstate.cfm.
(31) http://www.iiicongressomundial.net/congresso/arquivos/thematic_paper_csr_eng.pdf.
(32) ECPAT - End Child Prostitution, Child Pornography and Trafficking of Children for Sexual Purposes.
Παράρτημα 1
Η Ευρώπη κατά της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών
Η σεξουαλική κακοποίηση προσώπου κάτω των 18 αποτελεί αδίκημα οπουδήποτε στον κόσμο
Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και οι κοινωνικοί εταίροι δεν θα το ανεχτούν!
Οπουδήποτε στον κόσμο, τα παιδιά έχουν το δικαίωμα να μεγαλώνουν ειρηνικά και να προστατεύονται από οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικής εκμετάλλευσης, φυσικής ή Διαδικτυακής.
Δήλωση αρχών της … «ονομασία της οργάνωσης»:
— |
Συμβάλλουμε στην ανάπτυξη μίας δεοντολογικής και υπεύθυνης οικονομικής μεγέθυνσης. |
— |
Σεβόμαστε και προστατεύουμε τα δικαιώματα των παιδιών. |
— |
Καταδικάζουμε τη σεξουαλική εκμετάλλευση των παιδιών σε οποιαδήποτε μορφή, φυσική ή Διαδικτυακή. |
— |
Διατηρούμε το δικαίωμα να καταγγείλουμε κάθε πρόσωπο ύποπτο για την άσκηση οιωνδήποτε δραστηριοτήτων που οδηγούν σε απώλεια αξιοπρέπειας ή σε σεξουαλική κακοποίηση προσώπου κάτω των 18 ετών. |
Οι εργαζόμενοι της … «Όνομα της οργάνωσης» δεσμεύονται:
— |
Να υιοθετήσουν τις αρχές της εταιρίας που αναφέρονται ανωτέρω και να σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα για την προστασία του παιδιού, |
— |
Να συμβάλουν στην ηθική και υπεύθυνη ανάπτυξη της επιχείρησης, |
— |
Να σέβονται και να προστατεύουν τα δικαιώματα του παιδιού, |
— |
Να μην παρέχουν πληροφορίες ή υλικό που οδηγούν ενδεχομένως σε σεξουαλική εκμετάλλευση των παιδιών, |
— |
Να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομίας, για ύποπτες δραστηριότητες που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο ή να οδηγήσουν σε σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού. |
Προσδοκίες πελατών και προμηθευτών της … «Όνομα της οργάνωσης»:
Γνωρίζουμε και τηρούμε τους νόμους που έχουν θεσπισθεί παγκοσμίως και οι οποίοι αποσκοπούν στην προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική εκμετάλλευση. Εγγυώμεθα ότι δεν θα προβούμε σε παρόμοιες πράξεις είτε φυσικώς είτε μέσω του Διαδικτύου, στην πατρίδα μας, σε επαγγελματικό ταξίδι ή κατά τη διάρκεια των διακοπών.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/49 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Το μέλλον των μη αστικών περιοχών στην εποχή της κοινωνίας της γνώσης»
(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
(2009/C 317/08)
Εισηγητής: ο κ. Sergio SANTILLÁN CABEZA
Στις 10 Ιουλίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 29, εδάφιο 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να προβεί στην κατάρτιση γνωμοδότησης πρωτοβουλίας με θέμα:
«Το μέλλον των μη αστικών περιοχών στην εποχή της κοινωνίας της γνώσης».
Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 24 Ιουνίου 2009, με βάση εισηγητική έκθεση του κ. SANTILLÁN CABEZA.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Η μεγάλη ποικιλομορφία της Ευρώπης
1.1. Η ΕΕ διαθέτει μια απίστευτα πλούσια εδαφική ποικιλομορφία και ένα ιδιότυπο οικιστικό πρότυπο, το οποίο συμβάλλει στην ποιότητα ζωής τόσο των κατοίκων της πόλης που ζουν κοντά σε αγροτικές περιοχές όσο και των κατοίκων της υπαίθρου, οι οποίοι έχουν εύκολη πρόσβαση στις υπηρεσίες. Επίσης, είναι πιο αποδοτικό ως προς τη χρήση των πόρων, επειδή παρακάμπτει τις δυσκολίες των μεγάλων αστικών συγκροτημάτων και των υψηλών επιπέδων χρήσης της ενέργειας και της γης που χαρακτηρίζουν την αστική εξάπλωση, οι οποίες θα γίνουν ακόμα πιο σημαντικές με την αλλαγή του κλίματος και τα μέτρα για την προσαρμογή σ’ αυτήν ή για την καταπολέμησή της (1).
Για τη διάκριση μεταξύ αγροτικών και μη αγροτικών περιοχών, ο ΟΟΣΑ θεσπίζει μία διάκριση μεταξύ τοπικών διοικητικών μονάδων (LAU 1 ή 2) και περιφερειών (NUTS 3). Μία τοπική μονάδα είναι αγροτική εάν έχει πυκνότητα πληθυσμού κάτω των 150 κατοίκων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Οι περιφέρειες (NUTS 3) διακρίνονται ανάλογα με τον βαθμό αγροτικότητας, δηλαδή το μερίδιο του πληθυσμού τους που ζει σε αγροτικές τοπικές διοικητικές μονάδες.
1.2.1. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ διακρίνονται, επιπλέον, άλλα τρία είδη περιφερειών:
— |
κυρίως αγροτικές: πάνω από το 50 % του πληθυσμού ζει σε αγροτικές κοινότητες |
— |
περιφέρειες με σημαντική αγροτική συνιστώσα: μεταξύ 15 και 50 % του πληθυσμού ζει σε αγροτικές κοινότητες |
— |
κυρίως αστικές: κάτω από το 15 % του πληθυσμού ζει σε αγροτικές κοινότητες |
Περισσότερο από το 50 % της επικράτειας της ΕΕ-25 θεωρείται ότι είναι αγροτική περιοχή.
1.2.2. Η έννοια της αστυφιλίας που εφαρμόζει η Eurostat διακρίνει τρία είδη περιοχών:
— |
πυκνοκατοικημένη περιοχή: ένα συνεχόμενο σύνολο τοπικών μονάδων με πυκνότητα άνω των 500 κατοίκων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο η καθεμία και συνολικό για την περιοχή πληθυσμό άνω των 50 000 κατοίκων· |
— |
ενδιάμεση περιοχή: ένα συνεχόμενο σύνολο τοπικών μονάδων, με πυκνότητα άνω των 100 κατοίκων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο η καθεμία, που όμως δεν ανήκουν σε πυκνοκατοικημένη περιοχή. Ο συνολικός πληθυσμός της περιοχής πρέπει να είναι τουλάχιστον 50 000 ή η περιοχή πρέπει να συνορεύει με άλλη πυκνοκατοικημένη περιοχή· |
— |
αραιοκατοικημένη περιοχή: ένα συνεχόμενο σύνολο τοπικών μονάδων που δεν ανήκουν ούτε σε πυκνοκατοικημένη ούτε σε ενδιάμεση περιοχή (2). |
— |
Στα περισσότερα κράτη μέλη, μια «τοπική μονάδα» αντιστοιχεί σε ένα δήμο ή μια κοινότητα. Οι αραιοκατοικημένες περιοχές καλύπτουν σχεδόν το 84 % της συνολικής έκτασης της ΕΕ-25 (3). |
2. Αστικές και αγροτικές περιοχές: άνιση ανάπτυξη
2.1. Εδώ και χρόνια είναι γενικά αποδεκτή η ιδέα ότι μια αυξημένη προσπάθεια στον τομέα της Ε&A θα επιτρέψει στην ΕΕ να αντεπεξέλθει στην πρόκληση της παγκοσμιοποίησης. Πράγματι, η στρατηγική της Λισσαβώνας περιλαμβάνει ως ρητό στόχο την αύξηση των επενδύσεων σε αυτό το πεδίο στο 3 % του ΑΕγχΠ.
2.2. Πρέπει να αναλυθούν περαιτέρω οι δυνατότητες των περιφερειών οι οποίες διαφέρουν λόγω των δημογραφικών (ποσοστό γήρανσης του πληθυσμού) ή των κοινωνιολογικών (ανθρώπινο κεφάλαιο) χαρακτηριστικών τους, των οικονομικών παραγόντων (κινητικότητα του κεφαλαίου και ειδικευμένου του εργατικού δυναμικού και, συνεπώς, κινητικότητα μέρους της φορολογικής βάσης) και της παραγωγικής τους διάρθρωσης (κληρονομιά του παρελθόντος, ελκυστικότητα για επενδύσεις).
2.3. Παρόλο που οι αγροτικές περιοχές δεν μπορούν να συνδεθούν αυτομάτως με την παρακμή ή οι ενδιάμεσες με την επέκταση (4), εν γένει οι κυρίως αγροτικές περιοχές (17,9 % του ευρωπαϊκού πληθυσμού) και οι ενδιάμεσες περιοχές (37,8 %, με άλλα λόγια συνολικά 55,7 % του ευρωπαϊκού πληθυσμού) ευρίσκονται σε λιγότερο πλεονεκτική κατάσταση. Επιπλέον, στα κράτη μέλη με χαμηλότερα εισοδήματα, οι διαφορές μεταξύ των αστικών και των μη αστικών περιοχών είναι μεγαλύτερες (5).
2.4. Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί ή δημιουργηθεί πολλά εργαλεία για την προώθηση της καινοτομίας (ΠΠ7, PIC, JEREMIE, κοινές τεχνολογικές πρωτοβουλίες, «πρωτοπόροι αγορές» …). Η δραστηριότητα αυτή, η οποία πρέπει να επαινεθεί, έρχεται σε αντίθεση με τη σχετική έλλειψη ενδιαφέροντος για τις περιφέρειες που δεν είναι σε θέση να κινητοποιήσουν αυτές τις δυνατότητες με ελπίδα επιτυχίας.
2.5. Δεδομένου ότι οι περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες συγκεντρώνονται στις πόλεις, είναι απαραίτητο να επιτευχθεί καλύτερη ισορροπία όσον αφορά την ανάπτυξη της κοινωνίας της γνώσης.
3. Προτάσεις αποκατάστασης της ισορροπίας προς όφελος των μη αστικών περιοχών
3.1. Ποιοτικές υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (ΥΚΩ) για την εξασφάλιση της κοινωνικής και της εδαφικής συνοχής
3.1.1. Στην ανακοίνωσή της για τις ΥΚΩ (6), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύθηκε να υποβάλει στο Κοινοβούλιο «… μια συνολική ανάλυση των μέχρι σήμερα αποτελεσμάτων της “ελευθέρωσης”. … Η Επιτροπή θα προβεί επίσης σε ανασκόπηση της προόδου εφαρμογής του πρωτοκόλλου, μόλις η νέα Συνθήκη τεθεί σε ισχύ. Επιπλέον, θα εκδίδει έκθεση για τις κοινωνικές υπηρεσίες ανά δύο έτη ως μέσο ανταλλαγής με τους ενδιαφερόμενους.». Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό να αναλύσει η Επιτροπή τον ενδεχόμενο αντίκτυπο της ελευθέρωσης στην εδαφική συνοχή. Η ανάλυση θα πρέπει να παρέχει αναλυτικά στοιχεία ανάλογα με τον αστικό ή αγροτικό χαρακτήρα των τοπικών μονάδων και τις αντιλήψεις του πληθυσμού τους.
3.1.2. Η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη που αναγνωρίζεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (άρθρο 35) μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολη στις μη αστικές περιοχές, εξαιτίας της έλλειψης ειδικευμένου προσωπικού, κατάλληλων υποδομών και δημοσιονομικών πόρων. Η Επιτροπή θα πρέπει, κατά συνέπεια, να αρχίσει μια συζήτηση με τις τοπικές αρχές και τις ευρωπαϊκές εργοδοτικές και συνδικαλιστικές ομοσπονδίες, για να εξετάσει πώς μπορούν να σχεδιαστούν μέσα όπως οι συμφωνίες μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, οι κρατικές ενισχύσεις και οι κοινοτικές πρωτοβουλίες, έτσι ώστε να δώσουν νέα ώθηση σε αυτό το πεδίο.
3.2. Η κοινωνία της πληροφορίας και η κοινωνία της γνώσης
3.2.1. Αν και μερικές φορές συγχέονται, η έννοια της κοινωνίας της γνώσης (ένα ιδανικό ή εξελικτικό στάδιο της ανθρωπότητας) πρέπει να διακρίνεται από την έννοια της κοινωνίας της πληροφορίας (ευρεία χρήση των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών). Η πληροφόρηση είναι μόνο ένα εργαλείο για την απόκτηση γνώσης.
3.2.2. Η εκπαίδευση είναι βασικός παράγοντας για τη μετάβαση στην κοινωνία της γνώσης. Στις μη αστικές περιοχές, καθοριστικός παράγοντας είναι η δημογραφική εξέλιξη (μετανάστευση, υψηλό ποσοστό εξάρτησης, γήρανση του πληθυσμού κλπ.). Κάθε χρόνο, διάφορα μικρά σχολεία σε λιγότερο δυναμικές περιοχές αναγκάζονται να κλείσουν, γιατί δεν έχουν αρκετούς μαθητές. Το γεγονός αυτό μπορεί να ενισχύσει την τάση εγκατάλειψης της υπαίθρου, αφού οι γονείς θα προτιμήσουν να εγκατασταθούν σε πιο δυναμικές περιοχές από άποψη δραστηριότητας, απασχόλησης, σχολείων και διαθέσιμων υποδομών υποδοχής (7).
3.2.3. Όσον αφορά το ποσοστό ενηλίκων με μέσο ή υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, στην ΕΕ παρατηρείται σταθερή τάση μείωσης της διαφοράς των κυρίως αγροτικών και των ενδιάμεσων περιοχών από τις αστικές. Η κατάσταση στη Βόρεια Ευρώπη και σε ορισμένα νέα κράτη μέλη (FR, NL, FI, IE, BE, PL, CZ, HU) είναι καλύτερη από αυτήν την άποψη (<10 μονάδες διαφορά), ενώ σε ορισμένες χώρες (UK, DE, AT) το επίπεδο εκπαίδευσης είναι υψηλότερο στις αγροτικές περιοχές από ό,τι στις αστικές. Οι μεγαλύτερες διαφορές (>20 μονάδες) παρατηρούνται στις χώρες της Μεσογείου (GR, ES, IT, PT).
3.2.4. Το ποσοστό ενηλίκων που συμμετέχουν σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης (διά βίου μάθηση) είναι σχετικά χαμηλό (περίπου 12 % στην ΕΕ-25) και δεν παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των αγροτικών και των αστικών περιοχών. Ορισμένες χώρες (DK, ES, NL, AT, SL, SK, SE, UK) υποστηρίζουν ευρέως την κατάρτιση των ενηλίκων, ενώ άλλες σε πιο περιορισμένο βαθμό. Η τάση είναι προς ελαφρώς μεγαλύτερη αύξηση της συμμετοχής στις αγροτικές περιοχές από ό,τι στις αστικές (8).
3.2.5. Αν και η εγγύτητα αυξάνει τη συμμετοχή φοιτητών από κοντινές αγροτικές περιοχές, η απόσταση από τα πανεπιστήμια (που βρίσκονται ως επί το πλείστον σε αστικές περιοχές) δεν φαίνεται να αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την παρακολούθηση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αν και μπορεί να περιορίσει το εύρος των επιλογών επιστημονικών κλάδων.
3.2.6. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επισημάνει ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν καταβάλλουν επαρκείς προσπάθειες για την καταπολέμηση του φαινομένου της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου και την προαγωγή της διά βίου μάθησης για την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί στο πλαίσιο της Ατζέντας της Λισσαβώνας.
3.3. Η ηλεκτρονική μάθηση (e-learning) και η σημασία των ευρυζωνικών συνδέσεων (9)
3.3.1. Η συγκέντρωση υψηλού επιπέδου δαπανών στην Ε&Α σε έναν αρκετά περιορισμένο αριθμό περιφερειών της ΕΕ προκαλεί ανησυχία: το 70 % των δαπανών Ε&Α πραγματοποιείται στη Γερμανία, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Εκτιμήσεις των δαπανών Ε & Α ανά περιφέρεια δείχνουν 35 περιφέρειες με ένταση Ε&Α που υπερβαίνει τον στόχο της Λισσαβώνας (10).
3.3.2. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η βασική προϋπόθεση για τη χρήση των ΤΠΕ στη διά βίου μάθηση, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές της Κοινότητας και στις μικρές πόλεις, είναι η στήριξη από την ΕΕ και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών των ευρυζωνικών συνδέσεων στο Internet (11), που παρέχουν πρόσβαση σε συστήματα ηλεκτρονικής μάθησης.
3.3.3. Τον Δεκέμβριο του 2007 η ευρυζωνική κάλυψη (DSL) έφτανε κατά μέσο όρο το 98 % του πληθυσμού στις αστικές περιοχές, ενώ η κάλυψη των αγροτικών περιοχών περιοριζόταν μόλις στο 70 % του αγροτικού πληθυσμού της ΕΕ-27 (12).
3.3.4. Η πρόσβαση σε ευρυζωνικές συνδέσεις αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής που αποσκοπεί στην αναγνώριση της πρόσβασης στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες ως υπηρεσίας κοινής ωφελείας (13). Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην τιμή της υπηρεσίας, η οποία σε ορισμένα κράτη μέλη είναι πολύ υψηλή.
3.4. Απασχόληση και γεωγραφική θέση
3.4.1. Επί του παρόντος, το 10 % του ευρωπαϊκού οδικού δικτύου υποφέρει από κυκλοφοριακή συμφόρηση, ιδιαιτέρως οι μεγάλοι οδικοί άξονες που συνδέουν τις περιφερειακές περιοχές κατοικίας με τα αστικά κέντρα που παρέχουν απασχόληση στον πληθυσμό τους. Το ετήσιο κόστος της κατάστασης αυτής ανέρχεται στο 0,5 % του ΑΕγχΠ. Για να περιοριστεί αυτό το πρόβλημα, η Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, θα μπορούσε να προσπαθήσει να προωθήσει περισσότερο την τηλεργασία. Έτσι, αυτό το στοιχείο της ευελιξίας με ασφάλεια θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ενίσχυση της εδαφικής συνοχής, διότι θα ευνοούσε τις τοπικές εμπορικές επιχειρήσεις και θα περιόριζε το περιβαλλοντικό κόστος (14).
3.4.2. Η αποτελεσματική αναζήτηση εργασίας μπορεί να περιοριστεί με την αύξηση της απόστασης από τον τόπο εργασίας (υπολογιζόμενη με βάση τον χρόνο μεταφοράς και το κόστος που συνεπάγεται), διότι οι ενδιαφερόμενοι έχουν λιγότερες πληροφορίες σχετικά με τις ευκαιρίες απασχόλησης μακριά από το σπίτι τους (15).
Στέγαση, ύδρευση, ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο και άλλα καύσιμα ως% των συνολικών δαπανών (2005)
|
Εργαζόμενοι |
Μισθωτοί |
Αυτοαπασχ/νοι |
Άνεργοι |
Αποσυρθέντες/Συνταξιούχοι |
Λοιποίμη ενεργοί |
Διαφορά μεταξύ μέγιστων και ελάχιστων τιμών |
Διαφορά μέσου όρου ενεργών και μη ενεργών |
Βέλγιο |
26,3 |
22,5 |
|
36,3 |
29,9 |
23,7 |
13,8 |
5,6 |
Δανία |
27,8 |
25,6 |
28,7 |
|
|
33,1 |
7,5 |
5,7 |
Γερμανία |
29,9 |
27 |
27,6 |
35,8 |
32,5 |
35,5 |
8,8 |
6,4 |
Ιρλανδία |
20,3 |
21,1 |
22,3 |
25 |
30,4 |
28,3 |
10,1 |
6,7 |
Ελλάδα |
22,1 |
22,1 |
20,6 |
24,7 |
29 |
31,5 |
10,9 |
6,8 |
Ισπανία |
26,3 |
28,9 |
26,9 |
29,5 |
35 |
34,9 |
8,7 |
5,8 |
Γαλλία |
25,8 |
23,2 |
22 |
30,9 |
31,1 |
33,4 |
11,4 |
8,1 |
Ιταλία |
25,8 |
27,2 |
26,6 |
28,1 |
34,2 |
35,3 |
9,5 |
6,0 |
Λουξεμβούργο |
29,6 |
27,4 |
30,9 |
32,9 |
34,9 |
34,2 |
7,5 |
4,7 |
Κάτω Χώρες |
23,6 |
22,3 |
24,3 |
32 |
32,8 |
28,8 |
10,5 |
7,8 |
Αυστρία |
22,2 |
20,7 |
21,5 |
27,1 |
24,3 |
23,4 |
6,4 |
3,5 |
Πορτογαλία |
|
|
26,3 |
27,1 |
30,6 |
31,7 |
5,4 |
3,5 |
Φινλανδία |
25 |
23 |
26,6 |
34,4 |
35,6 |
27,1 |
12,6 |
7,5 |
Σουηδία |
28,4 |
27,5 |
|
32,9 |
35,5 |
30,8 |
8 |
5,1 |
Ην. Βασίλειο |
27,9 |
25,4 |
25,4 |
39,5 |
39,7 |
34,8 |
14,3 |
11,8 |
Πηγή: Eurostat, ίδιοι υπολογισμοί |
3.4.3. Όμως, οι περιφερειακές περιοχές ενδέχεται να έχουν οφέλη από τη σχετική τους απομόνωση, από άποψη στέγασης και ποιότητας ζωής. Υπάρχει ακόμη μεγάλο αναπτυξιακό δυναμικό, ιδίως στις χώρες της συνοχής, διότι όταν το εισόδημα αυξάνεται κατά 1 %, αυξάνεται επίσης κατά 0,7-0,8 % η κατανάλωση οικιακού χώρου από τα νοικοκυριά, μετά τη συνεκτίμηση των επιπτώσεων στις τιμές.
3.4.4. Θα πρέπει να γίνει αναφορά στο φαινόμενο που είναι γνωστό ως άναρχη εξάπλωση των πόλεων (urban sprawl), η οποία είναι ιδιαίτερα έντονη στις χώρες και τις περιφέρειες που έχουν υψηλή πυκνότητα πληθυσμού και δυναμική οικονομία ή/και έχουν ωφεληθεί από τα διαρθρωτικά ταμεία. Μεταξύ 1990 και 2000, η έκταση των αστικών περιοχών αυξήθηκε κατά πάνω από 8 000 km2, το υπερτριπλάσιο της έκτασης του Λουξεμβούργου (16). Το γεγονός αυτό δεν ήταν άμοιρο συνεπειών, ιδίως για τη βιοποικιλότητα.
3.5. Ο πολιτιστικός τουρισμός ως παράγοντας ανάπτυξης
3.5.1. Ο τουρισμός αντιπροσωπεύει το 3-8 % του ΑΕγχΠ των κρατών μελών, απασχολώντας 9 εκατομμύρια εργαζόμενους στην ΕΕ. Ο τομέας «είναι επίσης κινητήρια δύναμη και για άλλους τομείς της οικονομίας: από τη βιομηχανία (κυρίως όσον αφορά τους τομείς που συνδέονται με τη μόδα), την αγροτοβιομηχανία, το εμπόριο και άλλες κατηγορίες παροχής υπηρεσιών» (17).
3.5.2. Η προβολή της καλλιτεχνικής κληρονομιάς, οι παραστάσεις, οι εκθέσεις και άλλες εκδηλώσεις, η οινογαστρονομία, ο αγροτουρισμός, ο κινηματογραφικός τουρισμός και τα θεματικά πάρκα μπορούν να αποτελέσουν σημαντικές πηγές επενδύσεων και απασχόλησης. Η ΕΟΚΕ παραπέμπει στις προτάσεις που έχει διατυπώσει κατά το πρόσφατο παρελθόν για την προώθηση του εν λόγω τομέα.
3.5.3. Στον ίδιο τομέα, αξίζει να επισημανθούν οι πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο του Natura 2000 (18).
4. Τα δίκτυα πόλεων διευκολύνουν τη διάδοση των ΤΠΕ
4.1. Η Συνθήκη της Λισσαβώνας προβλέπει μια νέα διάσταση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, συγκεκριμένα την εδαφική συνοχή. Ένα ολοκληρωμένο όραμα της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης μπορεί να επιτύχει μόνον εάν συμπληρωθεί με μία χωροταξική προσέγγιση –αφού η χωροταξία είναι το σημαντικότερο μέσο για την επίτευξη της εδαφικής συνοχής– η οποία να λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο των Τεχνολογιών των Πληροφοριών και των Επικοινωνιών.
4.2. Η δημόσια δράση πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλες τις γεωγραφικές ζώνες. Για να επιτευχθεί ο νέος στόχος της εδαφικής συνοχής, η ύπαιθρος χρειάζεται στενότερους δεσμούς με τις μικρές και μεσαίου μεγέθους πόλεις. Τα δίκτυα μικρών και μεσαίου μεγέθους πόλεων μπορούν και πρέπει να συμβάλουν στην εδαφική συνοχή, λειτουργώντας ως ενδιάμεσα σκαλοπάτια για τη διάδοση των διεργασιών εισαγωγής των ΤΠΕ στην ύπαιθρο.
5. Συμπεράσματα και συστάσεις
5.1. Όχι στη μοιρολατρία: οι μη αστικές περιοχές έχουν μέλλον. Η ΕΕ έχει πολλές αγροτικές περιοχές με υψηλή ποιότητα ζωής. Στις φτωχότερες περιοχές, η ανάπτυξη κατάλληλων υποδομών, οι προσπάθειες βελτίωσης της εκπαίδευσης και η αποτελεσματική χρήση των ΤΠΕ, μεταξύ άλλων παραγόντων, μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας (19), στην προαγωγή της προόδου και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής στις αγροτικές και στις ενδιάμεσες περιοχές.
5.2. Πρέπει να ενισχυθούν οι σύνδεσμοι μεταξύ αγροτικών και αστικών περιοχών. Επί δεκαετίες, η αστική και η αγροτική ανάπτυξη θεωρούνταν δύο χωριστά πράγματα. Κατά παράδοση, η αγροτική πολιτική επικεντρωνόταν αποκλειστικά και μόνο στη γεωργική παραγωγή. Οι καιροί, όμως, αλλάζουν και η μεγαλύτερη αλληλεπίδραση και επικοινωνία μεταξύ υπαίθρου και πόλης καθιστούν την «παραδοσιακή» διάκριση λιγότερο προφανή και τα σύνορα μεταξύ τους πιο θολά. Αυτό που χρειάζεται, επομένως, είναι μια ολοκληρωμένη προσέγγιση των αναπτυξιακών πολιτικών (20).
5.3. Το δυναμικό των ΤΠΕ στις αγροτικές περιοχές. Σήμερα υπάρχουν ειδικές πολιτικές για την προώθηση των ΤΠΕ στον αγροτικό κόσμο μέσω των διαρθρωτικών ταμείων και του ΕΓΤΑΑ, όμως για τη γεφύρωση του υφιστάμενου χάσματος απαιτούνται πιο εντατικά μέτρα για τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, τις μικρομεσαίες και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, τους νέους, τις γυναίκες (ιδιαίτερα για την προώθηση της επιχειρηματικότητας των γυναικών στον αγροτικό τομέα), τους ηλικιωμένους εργαζόμενους και τις μειονεκτούσες ομάδες (21). Τα δίκτυα μικρών και μεσαίου μεγέθους πόλεων συμβάλλουν στην εδαφική συνοχή και στην τεχνολογική καινοτομία στην ύπαιθρο.
5.4. Τα διαρθρωτικά ταμεία αποτελούν εργαλεία για όλες τις χρήσεις. Μια σε βάθος συζήτηση για το μέλλον των περιοχών αυτών, στο πλαίσιο μιας μελλοντοστραφούς οπτικής, θα συμβάλει στην καλύτερη ρύθμιση των διαρθρωτικών ταμείων, ώστε να μεγιστοποιηθεί ο αντίκτυπός τους και, όπου χρειάζεται, να προταθούν νέες προσεγγίσεις.
5.5. Συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Η μεγάλη ποικιλομορφία της ΕΕ-27 περιορίζει την αποτελεσματικότητα των αναπτυξιακών στόχων στις αγροτικές περιοχές, αν αυτοί ορίζονται από το κέντρο. Ως εκ τούτου, η κοινωνία των πολιτών στις αγροτικές περιοχές πρέπει οπωσδήποτε να συμμετέχει στη χάραξη των πολιτικών που αφορούν το μέλλον τους (22).
5.6. Κατάλληλοι δείκτες. Όπως έχει ήδη επισημάνει η ΕΟΚΕ, θα ήταν χρήσιμο να καθιερωθεί «ένας πιο αντιπροσωπευτικός δείκτης για τη συνοχή, ο οποίος θα πρέπει να περιλαμβάνει, εκτός από το ΑΕγχΠ, παραμέτρους όπως τα επίπεδα απασχόλησης και ανεργίας, η έκταση της κοινωνικής προστασίας, το επίπεδο της πρόσβασης στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας κλπ» (23).. Οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να συμπληρωθούν με δείκτες των εισοδηματικών διαφορών (συντελεστής Gini ή λόγος του ανώτατου προς το κατώτατο πεμπτημόριο του πληθυσμού) και των εκπομπών CO2 (ανά κάτοικο ή εξέλιξη από το 1990). Σε γενικές γραμμές, έχει ζωτική σημασία να παγιωθούν τα στατιστικά εργαλεία της ΕΕ, ιδίως σε επίπεδο NUTS, και να σφυρηλατηθούν στενότεροι δεσμοί μεταξύ της Eurostat και των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών, ώστε να επιτραπεί η ταχύτερη δυνατή πρόσβαση στα πληρέστερα και ακριβέστερα διαθέσιμα στοιχεία (24) (25).
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής καιΚοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Υπάρχουν περίπου 5 000 κωμοπόλεις και 1 000 πόλεις διάσπαρτες σε όλη την ΕΕ, οι οποίες λειτουργούν ως κέντρα οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής δραστηριότητας. Αυτό το σχετικά πυκνό αστικό δίκτυο περιλαμβάνει πολύ λίγες μεγάλες πόλεις. Στην ΕΕ μόνο το 7 % του πληθυσμού ζει σε πόλεις άνω των 5 εκατομμυρίων κατοίκων, έναντι του 25 % στις ΗΠΑ, και μόνο πέντε πόλεις της ΕΕ περιλαμβάνονται στις 100 μεγαλύτερες του κόσμου. Πράσινη Βίβλος για την εδαφική συνοχή, COM(2008) 616 τελικό.
(2) Ένα σύνολο τοπικών μονάδων με συνολική έκταση κάτω των 100 km2 που δεν φθάνει την απαιτούμενη πληθυσμιακή πυκνότητα, αλλά είναι πλήρως ενθυλακωμένο σε μια πυκνοκατοικημένη ή μια ενδιάμεση περιοχή πρέπει να θεωρείται τμήμα της περιοχής αυτής. Αν το σύνολο αυτό είναι ενθυλακωμένο μεταξύ μιας πυκνοκατοικημένης και μιας ενδιάμεσης περιοχής, θεωρείται τμήμα της ενδιάμεσης.
(3) Régions: Annuaire 2006 (Στοιχεία 2000-2004 – σ. 162).
(4) Την περίοδο 1995-2004, η αύξηση του ΑΕγχΠ υπερέβη τον μέσο όρο στο 43 % των κυρίως αγροτικών περιφερειών, έναντι του 36 % των αστικών και του 39 % των ενδιάμεσων.
(5) Τέταρτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή, COM(2007) 273 τελικό.
(6) Υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, περιλαμβανομένων των κοινωνικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος: Μια νέα ευρωπαϊκή δέσμευση, COM(2007) 725 τελικό.
(7) Η ΕΟΚΕ έχει προτείνει την ίδρυση Δημογραφικού Ταμείου για την αντιμετώπιση όλων αυτών των δυσχερειών.
(8) «Delivering quality education to rural regions» της Elena Saraceno. Innovative Service Delivery: Meeting the Challenges of Rural Regions. Κολωνία, 3-4 Απριλίου 2008.
(9) Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Ανταγωνιστικές ευρωπαϊκές περιφέρειες μέσω της έρευνας και της καινοτομίας – Συμβολή στη μεγέθυνση και την απασχόληση», ΕΕ C 211 της 19.8.2008, σ. 1.
(10) Σε αυτές τις 35 περιφέρειες αντιστοιχεί το 46 % των συνολικών δαπανών για Ε&Α στην ΕΕ-27, ποσοστό που είναι διπλάσιο του μεριδίου τους στο ΑΕγχΠ. Στο υψηλότερο άκρο, οι δαπάνες για Ε&Α ανέρχονται στο 7 % του ΑΕγχΠ στο Braunsweig (DE) και υπερβαίνουν το l 4 % σε άλλες 12 περιφέρειες. Τετάρτη ενδιάμεση έκθεση για τη συνοχή, COM(2006) 281 τελικό.
(11) Ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο: Υψηλού δυναμικού δίαυλοι επικοινωνίας, οι οποίοι επιτρέπουν ταχεία και εύκολη πρόσβαση στα συστήματα πληροφόρησης και ηλεκτρονικής μάθησης (πηγή: http://www.elearningeuropa.info).
(12) Ανακοίνωση της Επιτροπής: «Βελτίωση της πρόσβασης των αγροτικών περιοχών στις σύγχρονες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ)» COM(2009) 103 τελικό. Η κάλυψη των αγροτικών περιοχών παραμένει ανεπαρκής στη Σλοβακία (39 %), την Πολωνία (43 %),, την Ελλάδα (50 %) και τη Λετονία (65 %), καθώς και στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
(13) Βλ. τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με τίτλο: «Η συμβολή της διά βίου μάθησης με τη χρήση των ΤΠ στην ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, τις βιομηχανικές μεταλλαγές και την ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου», ΕΕ C 318, 23-12-2006, σ. 20.
(14) Πάνω από το 50 % της κατανάλωσης καυσίμων οφείλεται στη συμφόρηση του οδικού δικτύου ή στην ανάρμοστη οδήγηση. Εκτιμάται ότι το συνολικό κόστος για το περιβάλλον (ατμοσφαιρική ρύπανση, θόρυβος και αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη) του τομέα των μεταφορών είναι 1,1 % (βλ. «Ενδιάμεση αξιολόγηση της Λευκής Βίβλου του 2001 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις μεταφορές», COM(2006) 314 τελικό, 22 Ιουνίου 2006).
(15) Y. Zenou, «Les inégalités dans la ville» en Villes et économie, La documentation française, 2004.
(16) Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, Urban Sprawl in Europe: the Ignored Challenge, 2006.
(17) Βλ. τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ: Τουρισμός και πολιτισμός: Πέραν του ΑΕγχΠ – μέτρα υπέρ της βιώσιμης ανάπτυξης, ΕΕ C 110 της 9.5.2006, σ. 1.
(18) Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας.
(19) Για παράδειγμα, η παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, όπως η αιολική, μπορεί να αποτελέσει σημαντική πηγή εσόδων για τις αγροτικές περιοχές.
(20) Τον Ιανουάριο του 2009, η ΓΔ REGIO διοργάνωσε σεμινάριο για το θέμα αυτό, στο οποίο παρουσιάστηκαν παραδείγματα επιτυχών σχέσεων υπαίθρου-πόλης, μεταξύ των οποίων και το επιχειρησιακό πρόγραμμα Skane-Blekinge στη Σουηδία. Βλ. «Urban-Rural linkages fostering sustainable development in Europe», Inforegio.
(21) Ανακοίνωση της Επιτροπής: «Βελτίωση της πρόσβασης των αγροτικών περιοχών στις σύγχρονες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ)» COM(2009) 103 τελικό.
(22) Βλ. τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ «Η ανάγκη ανάληψης συντονισμένης δράσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές ζώνες, ειδικότερα στα νέα κράτη μέλη», ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σ. 37.
(23) Βλ. τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με τίτλο «Πέραν του ΑΕγχΠ – μέτρα υπέρ της βιώσιμης ανάπτυξης», ΕΕ C 100 της 30.4.2009, σ. 53.
(24) Με την ευκαιρία της ανανέωσης της στρατηγικής της Λισσαβώνας τον Μάρτιο του 2005, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημείωσε ότι η στρατηγική αυτή εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία οι ανάγκες του παρόντος πρέπει να καλύπτονται χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαιώνει τη δέσμευσή του υπέρ της αειφόρου ανάπτυξης ως βασικής αρχής που διέπει όλες τις πολιτικές και τις δράσεις της Ένωσης. Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου 2005.
(25) Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με την «Τέταρτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή», ΕΕ C 120 της 16.5.2008, σ. 73.
III Προπαρασκευαστικές πράξεις
Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή
455η σύνοδος ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/54 |
455Η ΣΫΝΟΔΟΣ ΟΛΟΜΈΛΕΙΑΣ ΤΗΣ 15ΗΣ ΚΑΙ 16ΗΣ ΙΟΥΛΊΟΥ 2009
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των καταναλωτών»
COM(2008) 614 τελικό – 2008/0196 (COD)
(2009/C 317/09)
Εισηγητής: ο κ. Hernández BATALLER
Συνεισηγητής: ο κ. MULEWICZ
Στις 6 Νοεμβρίου 2008 το Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την
«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των καταναλωτών»
COM(2008) 614 τελικό – 2008/0196 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 22 Ιουνίου 2009 με βάση την έκθεση του εισηγητή, κ. Bernardo Hernández Bataller, και του συνεισηγητή, κ. Jaroslaw Mulewicz.
Κατά την 455η σύνοδο ολομελείας της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 68 ψήφους υπέρ και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα
1.1. Η ΕΟΚΕ συνιστά να αναδιατυπωθεί η πρόταση της Επιτροπής για τα δικαιώματα των καταναλωτών όπως προβλέπεται στην παρούσα γνωμοδότηση και να περιορισθεί, συνεπώς, η πλήρης εναρμόνιση μόνο στην οριζόντια εναρμόνιση της προστασίας των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων πώλησης εκτός εμπορικού καταστήματος και κατά τη σύναψη συμβάσεων εξ αποστάσεως, επειδή αυτές τις περιπτώσεις αφορούν περισσότερο οι διασυνοριακές εμπορικές συναλλαγές.
Τα τμήματα της πρότασης που σχετίζονται με τις καταχρηστικές ρήτρες και με τις πωλήσεις και εγγυήσεις καταναλωτικών αγαθών θα πρέπει να διαγραφούν και να αφαιρεθούν, επειδή αφορούν πτυχές που, στη παρούσα φάση ανάπτυξης του κοινοτικού δικαίου, δεν θεωρείται σκόπιμο να υποβληθούν σε πλήρη εναρμόνιση.
1.2.1. Η πρόταση δεν παρουσιάζει καινοτομίες σε ορισμένες σημαντικές πτυχές όπως είναι π.χ. η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και τα ανταλλακτικά ή η άμεση ευθύνη του παραγωγού και των δικτύων διανομής.
Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ύπαρξη «κοινών» ορισμών μπορεί να παράσχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και ασφάλεια δικαίου στους εμπόρους και στους καταναλωτές. Η Επιτροπή θα πρέπει, ως εκ τούτου, να εξαλείψει τις αντιφάσεις που υπάρχουν σήμερα στην πρόταση σε σχέση με αυτό το θέμα.
1.3.1. Η ΕΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να διευκρινίσει στο κείμενο της πρότασης, για λόγους ασφάλειας δικαίου, εάν οι προβλεπόμενοι ορισμοί είναι πλήρως εναρμονισμένοι ή τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια, εάν συντρέχει λόγος, να συμπληρώσουν αυτές τις έννοιες.
1.3.2. Ο ευρωπαίος καταναλωτής δεν πρέπει να νοείται αποκλειστικά και μόνο από την οπτική της εσωτερικής αγοράς, ούτε να θεωρείται ορθολογικός, ενημερωμένος και κατατοπισμένος, φορέας της αγοράς, ο οποίος λαμβάνει τις αποφάσεις του καθαρά βάσει της λογικής του ανταγωνισμού και του οποίου η προστασία μπορεί να συνοψιστεί σε μια καλύτερη και μεγαλύτερη ενημέρωση.
1.4. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει ότι ένας καθοριστικός, αν όχι ο πιο καθοριστικός, παράγοντας για την ανυπαρξία της επιθυμητής ανάπτυξης του διασυνοριακού εμπορίου είναι οι σοβαρές ελλείψεις που γίνονται αισθητές στο επίπεδο της επίλυσης των διαφορών και των αποζημιώσεων. Η πρόταση της Επιτροπής παραβλέπει, εντούτοις, αυτήν την πτυχή, η οποία αντανακλάται στο Ευρωβαρόμετρο.
2. Εισαγωγή
2.1. H πρόταση αποτελεί αποτέλεσμα ευρείας συζήτησης που πραγματοποιήθηκε σε κοινοτικό επίπεδο σχετικά με τις δυνατότητες ενοποίησης της νομοθεσίας για τις συμβάσεις, με βάση ένα «Κοινό Πλαίσιο Αναφοράς», για το οποίο η Επιτροπή έχει εκδώσει ανακοίνωση με τίτλο «Το ευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων» (1). Στο πλαίσιο της πολιτικής για την προστασία των καταναλωτών, πραγματοποιήθηκε επίσης συζήτηση για την επανεξέταση του σχετικού κοινοτικού κεκτημένου, η οποία κάλυψε τόσο οριζόντιες (2) όσο και κάθετες πτυχές (3) των υφιστάμενων οδηγιών για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων.
2.2. Στη γνωμοδότησή της σχετικά με την επανεξέταση του κοινοτικού κεκτημένου για την προστασία των καταναλωτών (4), η ΕΟΚΕ είχε δηλώσει ότι «η πολιτική στον τομέα των καταναλωτών δεν αποτελεί απλώς αναπόσπαστο τμήμα της στρατηγικής της ΕΕ στον τομέα της εσωτερικής αγοράς, αλλά επίσης ένα σημαντικό στοιχείο που ενδυναμώνει την ιθαγένεια». Όσο για την εναρμόνιση της νομοθεσίας σε κοινοτική κλίμακα, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να έχει ως κατευθυντήρια αρχή την υιοθέτηση του καλύτερου και υψηλότερου επιπέδου προστασίας μεταξύ εκείνων που υπάρχουν σήμερα στα κράτη μέλη.
3. Σύνοψη της πρότασης
3.1. Η πρόταση που υποβάλλει τώρα η Επιτροπή αποτελεί άμεση συνέχεια του Πράσινου Βιβλίου της, της 8ης Φεβρουαρίου 2007, σχετικά με την επανεξέταση του κοινοτικού κεκτημένου για την προστασία των καταναλωτών (COM(2006) 744 τελικό), το οποίο είχε ως αιτιολογία και ως στόχο την απλοποίηση και τη συμπλήρωση του υφιστάμενου κανονιστικού πλαισίου και κάλυπτε οκτώ οδηγίες σχετικά με την προστασία των καταναλωτών (5). Οι απαντήσεις στο Πράσινο Βιβλίο αναλύονται σε μία λεπτομερή έκθεση που ανέθεσε σε εξωτερικούς συμβούλους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επισημαίνεται ότι, από το σύνολο των συμβολών που παρελήφθησαν, οι μισές προέρχονταν από τον επιχειρηματικό κόσμο(150), ενώ οι άλλες μισές κατανέμονταν μεταξύ των οργανώσεων προστασίας των καταναλωτών (53), των νομικών και άλλων επαγγελματιών (33), των δημόσιων αρχών (39) και του ακαδημαϊκού κόσμου (32) (6).
3.2. Η πρόταση αριθμεί πενήντα άρθρα, τα οποία χωρίζονται σε επτά κεφάλαια: Ι) Αντικείμενο, ορισμοί και πεδίο εφαρμογής (άρθρα 1-4), II) Πληροφορίες για τον καταναλωτή (άρθρα 5-7), ΙII) Ενημέρωση σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης για τις εξ αποστάσεως συμβάσεις και τις συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος (άρθρα 8-20), IV) Άλλα ειδικά δικαιώματα του καταναλωτή ως προς τις συμβάσεις πώλησης (άρθρα 21-29), V) Δικαιώματα του καταναλωτή σχετικά με τις συμβατικές ρήτρες (άρθρα 30-39), VI) Γενικές διατάξεις (άρθρα 40-46) και VII) Τελικές διατάξεις (άρθρα 47-50). Σε αυτά προστίθενται πέντε παραρτήματα, δύο εκ των οποίων αφορούν τις συμβατικές ρήτρες.
3.3. Η Επιτροπή επιθυμεί την πλήρη κατάργηση (βλ. άρθρο 47) των ακόλουθων κοινοτικών οδηγιών: α) της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος, β) της οδηγίας 1993/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, γ) της οδηγίας 1997/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997, για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις και δ) της οδηγίας 1999/44/ΕΚ σχετικά με ορισμένες πτυχές της πώλησης και των εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών.
4. Γενικές παρατηρήσεις
Πλήρης εναρμόνιση: Η πρόταση της Επιτροπής έγινε δεκτή με πολύ διαφορετικούς τρόπους από τους διάφορους παράγοντες της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών:
4.1.1. Οι ενώσεις των επιχειρήσεων υποστηρίζουν την πρόταση, επειδή θεωρούν ότι συμβάλλει στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ότι μπορεί να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά τους, καθώς μειώνει τόσο τις επιφυλάξεις που υπάρχουν σήμερα έναντι των διασυνοριακών εμπορικών συναλλαγών όσο και τις διοικητικές επιβαρύνσεις και το κόστος συμμόρφωσης των εμπόρων. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις ΜΜΕ.
4.1.2. Οι ενώσεις των καταναλωτών θεωρούν ότι η πρόταση θίγει κεκτημένα δικαιώματά τους που αποτελούν τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου και ότι οποιοσδήποτε περιορισμός των δικαιωμάτων των καταναλωτών είναι απαράδεκτος. Γενικά, θεωρείται ότι η πρόταση θα περιορίσει τα δικαιώματα των καταναλωτών, επειδή οι συνέπειες της πλήρους εναρμόνισης θα είναι υπερβολικές, δυσανάλογες προς τους στόχους που επιδιώκει η πρόταση και θα εμποδίσουν τις μελλοντικές εξελίξεις.
4.1.3. Για να συμβιβάσει αυτές τις αποκλίνουσες απόψεις, η ΕΟΚΕ προτείνει:
α) |
να περιοριστεί το πεδίο εφαρμογής της πρότασης αποκλειστικά και μόνο στις πωλήσεις εκτός εμπορικού καταστήματος και στις πωλήσεις εξ αποστάσεως, αφού αυτά είναι τα πεδία διασυνοριακών συναλλαγών στα οποία η πρόταση προσπαθεί να εξαλείψει τα εμπόδια και στα οποία φαίνεται πιο λογική η πλήρης εναρμόνιση· να εξαιρεθούν από την πλήρη εναρμόνιση οι καταχρηστικές ρήτρες και οι εγγυήσεις κατά την πώληση· |
β) |
να συμπεριληφθούν στην πρόταση κοινοί ορισμοί και να εξαλειφθούν οι υφιστάμενες αντιφάσεις· |
γ) |
να επέλθουν οι λοιπές αλλαγές που συνιστώνται στην παρούσα γνωμοδότηση. |
4.2. Έλλειψη εσωτερικής συνοχής της πρότασης
4.2.1. Λαμβάνοντας υπόψη τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν από τις πολυάριθμες συζητήσεις, εργασίες και μελέτες που διεξήχθησαν τα τελευταία είκοσι και πλέον χρόνια σχετικά με το ευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων, πριν ή ταυτόχρονα με το Πράσινο Βιβλίο ή, ακόμη, μέσω και στο πλαίσιο του παράλληλου σχεδίου του Κοινού Πλαισίου Αναφοράς (ΚΠΑ) (7), η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η πρόταση που υποβάλλει η Επιτροπή υπολείπεται του αναμενόμενου και του επιθυμητού.
4.2.2. Αφενός, ο στόχος της αναθεώρησης του κεκτημένου καλύπτει οκτώ οδηγίες, ενώ η Επιτροπή, στην πρότασή της για την επανεξέταση και την ενοποίηση, περιορίζεται σε τέσσερις από αυτές. Αφετέρου, οι εργασίες που επιτελέσθηκαν στο πλαίσιο του ΚΠΑ αποσκοπούσαν στην άρση των ασυνεπειών και στην ενοποίηση των κανόνων του ευρωπαϊκού δικαίου για τις συμβάσεις σε μία προαιρετική νομική πράξη, που θα αποτελούσε χρήσιμο εργαλείο για τους επαγγελματίες, τους καταναλωτές, τους υπευθύνους για την εφαρμογή του νόμου και τους νομοθέτες.
4.2.3. Στο πλαίσιο αυτό, το συγκεκριμένο περιεχόμενο που προτείνεται σήμερα, παρότι έχει και ορισμένες θετικές πτυχές, καθώς περιορίζεται στη συγκέντρωση σε ένα ενιαίο κείμενο, που αρχίζει με μια σειρά κοινών ορισμών, τις διατάξεις τεσσάρων οδηγιών, αποδεικνύεται τελικά ότι υπολείπεται από άποψη καινοτομίας και διάρθρωσης και ότι δεν ανταποκρίνεται στα μελήματα της ενοποίησης, της αποσαφήνισης και της τελειοποίησης που απαιτεί το υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, το οποίο οφείλει να παρέχει η ΕΕ. Επιπλέον, αφήνοντας στη νομοθεσία των κρατών μελών ουσιαστικές πτυχές του νομικού καθεστώτος των τροποποιημένων οδηγιών και προτιμώντας τη χρήση «οδηγίας» αντί «κανονισμού», η πρόταση δεν συνάδει καν με τον προτεινόμενο στόχο της πλήρους εναρμόνισης, τον οποίο δεν επιτυγχάνει επαρκώς, δημιουργώντας αντ’ αυτού νέες ασάφειες και διαφορές καθεστώτος μεταξύ των κρατών μελών.
4.2.4. Η ΕΟΚΕ διαδραματίζει ενεργό ρόλο στο πεδίο της προστασίας των καταναλωτών, εκδίδοντας συχνά γνωμοδοτήσεις πρωτοβουλίας στις οποίες εκφράζει τις απόψεις της και οι οποίες αποτελούν το δικό της κοινοτικό κεκτημένο για την προστασία των καταναλωτών, βάσει του οποίου εξετάζει τώρα την πρόταση που υποβάλλει η Επιτροπή.
4.2.5. Η υλοποίηση μιας ενιαίας αγοράς για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές είναι ένας στόχος τον οποίο συμμερίζεται η ΕΟΚΕ, η οποία αναγνωρίζει πως η εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των καταναλωτών στα διάφορα κράτη μέλη δημιουργεί ένα κόστος συναλλαγής, το οποίο μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο για την προσφορά μεγαλύτερης ποικιλίας αγαθών και προϊόντων στην εσωτερική αγορά, προς όφελος των καταναλωτών. Η πείρα, όμως, δείχνει ότι υπάρχουν και άλλα, σοβαρότερα εμπόδια, σύμφωνα με τα Ευρωβαρόμετρα (8), όπως η έλλειψη εμπιστοσύνης στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
4.3. Διασυνοριακά εμπόδια
Η Επιτροπή φαίνεται πως θεωρεί ότι το κυριότερο εμπόδιο για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, ιδίως όσον αφορά τις διασυνοριακές συναλλαγές, από τη μεν πλευρά της προσφοράς είναι το κόστος και οι επιφυλάξεις των επαγγελματιών, από τη δε πλευρά της ζήτησης η έλλειψη εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Προσδιορίζει δε ως αιτίες των διαγνωσθέντων προβλημάτων τον κατακερματισμό και τη διαφοροποίηση των δικαιωμάτων εξαιτίας της ελάχιστης εναρμόνισης.
4.3.1.1. Αν και οι οδηγίες περί ελάχιστης εναρμόνισης ήταν το νομικό μέσο με τη συχνότερη χρήση στο κοινοτικό δίκαιο για την προστασία των καταναλωτών, το παράδειγμα της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές δείχνει ότι η πλήρης εναρμόνιση είναι επιζήμια ρυθμιστική επιλογή για τα κεκτημένα δικαιώματα των καταναλωτών, τα οποία καταπατεί παραβιάζοντας εμφανώς το άρθρο 153 της Συνθήκης (9).
4.4. Αρμοδιότητες του κοινοτικού επιπέδου
4.4.1. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι οι κοινοτικές πολιτικές για την προστασία των καταναλωτών και για την προστασία του ανταγωνισμού έχουν πολύ διαφορετικές προελεύσεις.
4.4.2. Ενώ η Συνθήκη της Ρώμης καθιέρωνε την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας στον τομέα της πολιτικής ανταγωνισμού, δεν ανέφερε την προστασία των καταναλωτών ως αυτόνομο πολιτικό στόχο. Στην πραγματικότητα, παρότι είχαν ληφθεί ορισμένα μέτρα (10), το πλαίσιο αυτής της κοινοτικής πολιτικής τέθηκε με ένα ψήφισμα του Συμβουλίου «περί προκαταρκτικού προγράμματος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας για πολιτική προστασίας και ενημέρωσης των καταναλωτών», που χρονολογείται μόλις από τις 14 Απριλίου 1975.
4.4.3. Η ανάληψη κοινοτικής πολιτικής για την προστασία των καταναλωτών αποτελεί, λοιπόν, αποτέλεσμα επανειλημμένων και συστηματικών παρεμβάσεων των οργανώσεων των καταναλωτών, που επέβαλαν στα κράτη μέλη τους την ανάληψη τέτοιων πολιτικών, τις οποίες η ΕΕ τελικά αναγνώρισε.
4.4.4. Για αυτόν τον λόγο, στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών, η Κοινότητα βρίσκεται σήμερα διχασμένη μεταξύ της υποχρέωσης να εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και της υποχρέωσης να σεβαστεί την κοινή και επικουρική αρμοδιότητα των κρατών μελών (11).
4.4.5. Οι πολιτικές προστασίας των καταναλωτών συνεχίστηκαν από τα κράτη μέλη, εξασφαλίζοντας υψηλότερα επίπεδα προστασίας και τη διατήρηση των μέτρων, μεταξύ άλλων και για λόγους παρέμβασης και κοινωνικής ειρήνης.
4.4.6. Ο ευρωπαίος καταναλωτής δεν μπορεί, συνεπώς, να νοείται αποκλειστικά και μόνο από την οπτική της εσωτερικής αγοράς, ούτε να θεωρείται ορθολογικός, ενημερωμένος και κατατοπισμένος, φορέας της αγοράς, ο οποίος λαμβάνει τις αποφάσεις του καθαρά βάσει της λογικής του ανταγωνισμού και του οποίου η προστασία μπορεί να συνοψιστεί σε μια καλύτερη και μεγαλύτερη ενημέρωση.
4.4.7. Όπως έχει δηλώσει και παλαιότερα η ΕΟΚΕ, κάθε πρόταση που αποσκοπεί στη μέγιστη εναρμόνιση στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών πρέπει να επικεντρώνεται σε πολύ συγκεκριμένες πτυχές και να συνοδεύεται από ειδικές προφυλάξεις για τη διασφάλιση τόσο του υψηλού επιπέδου προστασίας που εγγυάται η Συνθήκη όσο και του σεβασμού της αρχής της επικουρικότητας· διαφορετικά, μπορεί να έχει ως συνέπεια την καθυστέρηση και την παρεμπόδιση της ανάπτυξης των δικαιωμάτων των καταναλωτών στα διάφορα κράτη μέλη.
4.5. Νομική βάση
4.5.1. Για παρόμοιους λόγους, η ΕΟΚΕ αμφισβητεί τη νομική βάση που προβάλλεται για την οδηγία: το άρθρο 95 και όχι το άρθρο 153.
4.5.2. Η ΕΟΚΕ έχει εκφραστεί επανειλημμένα υπέρ της χρήσης του άρθρου 153 της Συνθήκης ως νομικής βάσης στις νομοθετικές προτάσεις που αφορούν την προστασία των καταναλωτών, αντί για το άρθρο 95 της ΣΕΚ, το οποίο αφορά την εσωτερική αγορά. Ωστόσο, σε όλες τις πρόσφατες προτάσεις της, η Επιτροπή χρησιμοποιεί το άρθρο 95 της ΣΕΚ, θεωρώντας το κατάλληλο λόγω της φύσης της πρότασης οδηγίας και της σχέσης της με την εσωτερική αγορά.
5. Ειδικές παρατηρήσεις
5.1. Το κείμενο της πρότασης είναι γενικά περίπλοκο, με υπερβολική χρήση παραπομπών (βλ. π.χ. άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 4, άρθρο 6, άρθρο 9 στοιχείο α), άρθρο 10, άρθρο 21 παράγραφοι 1 και 3, άρθρο 28, άρθρο 32 παράγραφος 2 και άρθρο 35), που δυσχεραίνουν την κατανόηση και την ανάγνωση, και συχνή προσφυγή σε ασαφείς ή αόριστες εκφράσεις, που θα προξενήσουν δυσκολίες κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο. Σε αυτά προστίθεται και το γεγονός ότι η συστηματοποίηση δεν είναι πάντοτε κατανοητή (πρβλ. π.χ. την τοποθέτηση του άρθρου 45, που αφορά την παροχή μη παραγγελθέντων, στο κεφάλαιο VI «Γενικές διατάξεις»). Εάν οι ασάφειες που προαναφέρθηκαν διατηρηθούν στην οδηγία, τότε είναι απαραίτητο να συμπεριληφθεί, τόσο στην οδηγία όσο και στη νομοθεσία των κρατών μελών, συγκεκριμένη διάταξη σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση διαφοράς εξαιτίας των ασαφειών, πρέπει να επιλέγεται η ερμηνεία η οποία αποβαίνει προς όφελος του καταναλωτή, που είναι και το πιο αδύναμο μέρος.
5.2. Επιπλέον, το κείμενο παραλείπει πρακτικά εντελώς τους κανόνες για τις κυρώσεις και τις διαδικασίες επιβολής τους, οι οποίοι, καθώς αποτελούν λογική συνέπεια της πλήρους εναρμόνισης, παραμένουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών (πρβλ. αιτιολογική σκέψη 58 και άρθρο 42). Η πτυχή αυτή μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές ασυνέπειες στην εναρμόνιση. Παραπέμπουμε, για παράδειγμα, στις εξής περιπτώσεις: α) στις απαιτήσεις ενημέρωσης (άρθρο 5): επαφίεται στα κράτη μέλη να καθορίζουν τις συνέπειες τυχόν παράβασης αυτών των απαιτήσεων, σύμφωνα όμως με μια περίεργη διατύπωση («στο πλαίσιο του δικαίου των συμβάσεων»), η οποία αφήνει αμφιβολίες για το αν ο καθορισμός των διοικητικών ή ποινικών κυρώσεων θεωρείται ή όχι παράβαση της οδηγίας· β) στις συνέπειες του χαρακτηρισμού μιας συμβατικής ρήτρας ως καταχρηστικής, ενώ το κείμενο αναφέρει απλώς ότι οι ρήτρες αυτές δεν είναι δεσμευτικές για τον καταναλωτή και ότι τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε έννοια του εθνικού δικαίου περί συμβάσεων ικανοποιεί αυτόν τον στόχο (πρβλ. αιτιολογική σκέψη 54 και άρθρο 37)· στη ρύθμιση του δικαιώματος υπαναχώρησης.
5.3. Το δικαίωμα υπαναχώρησης ρυθμίζεται με διαφορετικό τρόπο από κάθε εθνική έννομη τάξη. Το δικαίωμα αυτό, το οποίο φαίνεται ότι εξαιρεί από το ενοχικό δίκαιο την υποχρέωση τήρησης των συμπεφωνημένων (pacta sunt servanda), έχει διαφορετική νομική φύση σε κάθε κράτος μέλος, η οποία κυμαίνεται από τη μονομερή υπαναχώρηση μέχρι τον διακανονισμό και την καταγγελία της σύμβασης, που έχουν διαφορετικές νομικές συνέπειες. Η Επιτροπή θα πρέπει να μελετήσει βαθύτερα αυτό το θέμα και να συμπεριλάβει στην πρόταση μια συνεκτική ρύθμιση αυτής της πτυχής των συμβάσεων.
5.4. Ορισμοί και πεδίο εφαρμογής
Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να διευκρινίσει στο κείμενο της πρότασης αν οι ορισμοί που περιλαμβάνει επιδέχονται ή όχι περαιτέρω ανάπτυξη από τα κράτη μέλη.
5.4.1. Καταναλωτής (άρθρο 2 σημείο 1): Ο προτεινόμενος ορισμός, αν και συνάδει με την πλειονότητα των κοινοτικών κειμένων, παραλείπει να προσδιορίσει εάν η έννοια μπορεί να επεκταθεί και στα φυσικά πρόσωπα που ενεργούν για μικτούς σκοπούς (12), όπως αναγνωρίζεται σε ορισμένα κράτη μέλη (13), ή και στα νομικά πρόσωπα. Ο στενός αυτός ορισμός του καταναλωτή, αν ερμηνευθεί σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και με την οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, σε συνδυασμό με τον κανόνα του άρθρου 4 –το οποίο απαγορεύει την ύπαρξη αυστηρότερων διατάξεων που αποσκοπούν στην εξασφάλιση διαφορετικού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή– αποκλείει την προστασία των ευάλωτων καταναλωτών, μιας κατηγορίας που είναι εκτεθειμένη στις συμβάσεις τις οποίες καλύπτει η πρόταση. Σημειωτέον ότι η ίδια η οδηγία 2005/29/ΕΚ αναγνωρίζει (στο άρθρο 5 παράγραφος 3) την ύπαρξη ευάλωτων καταναλωτών, οι οποίοι θα ήταν σημαντικό να εξαιρεθούν και στην προκειμένη περίπτωση.
5.4.2. Έμπορος (άρθρο 2 σημείο 2): Η υποβληθείσα πρόταση δεν διευκρινίζει την κατάσταση των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, ούτε των δημόσιων οργανισμών όταν δεν ενεργούν στο πλαίσιο της άσκησης της κρατικής εξουσίας (jure imperii).
5.4.3. Εμπόρευμα και προϊόν (άρθρο 2 σημείο 4 και άρθρο 12): Η υιοθέτηση δύο διαφορετικών ορισμών για το «εμπόρευμα» και για το «προϊόν» (ο δεύτερος από τους οποίους συμπίπτει με τον ορισμό της οδηγίας 2005/29/ΕΚ) προξενεί σύγχυση και είναι ακατανόητη. Αυτό ισχύει ιδίως για την περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία θα αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα ή ως υπηρεσία ανάλογα με το αν παράγει εξωσυμβατική ή συμβατική ευθύνη, γεγονός που φυσικά δεν συμβάλλει στη συνοχή του κοινοτικού δικαίου. Η εξαίρεση της ηλεκτρικής ενέργειας από την οδηγία αποτελεί αντίφαση, τη στιγμή που η οδηγία εφαρμόζεται σε συσσωρευτές ηλεκτρικής ενέργειας όπως οι μπαταρίες, πράγμα που συμβαίνει σε πολλά κράτη μέλη.
5.4.4. Εξ αποστάσεως σύμβαση (άρθρο 2 σημείο 6): Ο ορισμός αυτός είναι ευρύτερος από εκείνον που διατυπώνεται στην ισχύουσα οδηγία για τις πωλήσεις εξ αποστάσεως και αυτό δημιουργεί προβλήματα. Ο νέος ορισμός απαιτεί να υπάρχει αποκλειστική χρήση του μέσου επικοινωνίας εξ αποστάσεως «για τη σύναψη της [σύμβασης]». Έτσι, πολλές συμβάσεις που προηγουμένως δεν ήταν συμβάσεις εξ αποστάσεως, τώρα θα είναι. Ας αναφέρουμε δύο παραδείγματα: στο πρώτο, ο καταναλωτής Χ μπαίνει σε ένα κατάστημα και μιλά για μια πιθανή αγορά· έπειτα, επιστρέφει στο σπίτι του και τηλεφωνεί στο κατάστημα για να την επιβεβαιώσει. Δεν είναι σαφές γιατί είναι απαραίτητο να διευρυνθεί ο ορισμός για να συμπεριλάβει αυτό το παράδειγμα. Στο δεύτερο παράδειγμα, ο καταναλωτής Ψ δέχεται στο σπίτι του επίσκεψη ενός πωλητή και, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, ο καταναλωτής Ψ κάνει στον πωλητή μια προσφορά για την αγορά των προϊόντων του. Την προσφορά αυτή την κάνει προφορικά ή συμπληρώνοντας ένα έντυπο παραγγελίας. Αργότερα, ο πωλητής κοινοποιεί στον καταναλωτή Ψ τηλεφωνικώς ή ταχυδρομικώς την αποδοχή της προσφοράς του από πλευράς του. Στο δεύτερο παράδειγμα, η σύμβαση φαίνεται να είναι τόσο σύμβαση εξ αποστάσεως όσο και σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος. Τι από τα δύο είναι; Η προθεσμία υπαναχώρησης είναι δεκατέσσερις ημέρες από την ημέρα της σύναψης της σύμβασης (σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος) ή από την ημέρα της εκτέλεσής της (σύμβαση εξ αποστάσεως); Οι ορισμοί της «σύμβασης εξ αποστάσεως» και της «σύμβασης εκτός εμπορικού καταστήματος» δεν μπορούν να επικαλύπτονται.
5.4.5. Εμπορικό κατάστημα (άρθρο 2 σημείο 9): Πρόκειται για άλλον έναν ορισμό με δυσδιάκριτο πεδίο εφαρμογής. Όπως ερμηνεύεται στην αιτιολογική σκέψη 15, δημιουργείται η εξής απορία: οι πωλήσεις που πραγματοποιούνται σε αεροπλάνα ή πλοία θα θεωρούνται πωλήσεις εντός ή εκτός εμπορικού καταστήματος;
5.4.6. Εμπορική εγγύηση: Η πρόταση παίρνει τον όρο «εμπορική εγγύηση» (άρθρο 2 σημείο 18) από το Πράσινο Βιβλίο για τις εγγυήσεις των καταναλωτικών αγαθών και την εξυπηρέτηση μετά την πώληση, αλλά χωρίς να τον διαφοροποιεί πλέον από τη νόμιμη εγγύηση, η οποία καλύπτεται μόνο από την οδηγία 99/44/ΕΚ (βλ. άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας). Η αντικατάσταση αυτή ενδέχεται να προξενήσει σύγχυση στους καταναλωτές όσον αφορά το πραγματικό πεδίο εφαρμογής του κάθε τύπου εγγύησης. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι, σε κάθε περίπτωση, η εμπορική εγγύηση βασίζεται στην ελεύθερη προαίρεση του εμπόρου, ενώ η «νόμιμη εγγύηση» έχει επιτακτικό χαρακτήρα.
5.4.7. Μεσάζων: Τόσο ο ορισμός του μεσάζοντα (άρθρο 2 σημείο 19) όσο και οι ειδικές απαιτήσεις ενημέρωσης που ισχύουν για αυτόν (άρθρο 7) είναι δυσνόητες. Πραγματικά, είτε πρόκειται για επαγγελματική δραστηριότητα, οπότε υπόκειται στην οδηγία, είτε δεν είναι, οπότε δεν υπάρχει και ανάγκη ρύθμισής της. Η ΕΟΚΕ συνιστά να διευκρινιστεί αυτό το σημείο.
5.4.8. Ενημέρωση των καταναλωτών (άρθρο 5): Το κείμενο που αφορά τις γενικές απαιτήσεις ενημέρωσης πριν από τη σύναψη της σύμβασης αφήνει ανοιχτή τη δυνατότητα να μην παρασχεθεί τέτοια ενημέρωση («1. Πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης πώλησης ή παροχής υπηρεσιών, ο έμπορος παρέχει στον καταναλωτή τις ακόλουθες πληροφορίες, εάν δεν είναι ήδη εμφανείς από το συγκεκριμένο πλαίσιο:»). Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με αυτή τη διατύπωση, επειδή θεωρεί ότι δημιουργεί πολλές αμφιβολίες και μεγάλη ανασφάλεια.
5.4.9. Από άποψη διεθνούς ιδιωτικού δικαίου, πάλι δεν είναι σαφές αν είναι εφαρμοστέος ο κανονισμός «Ρώμη Ι» (όπως υποδηλώνει το άρθρο 5 παράγραφος 3) ή, αφού πρόκειται για παράβαση υποχρέωσης ενημέρωσης, το άρθρο 12 του κανονισμού «Ρώμη ΙΙ» (αιτιολογική σκέψη 30 του κανονισμού «Ρώμη ΙΙ»).
5.4.10. Η διάταξη του άρθρου 6 παράγραφος 2 της πρότασης, να καθορίζονται σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο οι συνέπειες τυχόν παράβασης της υποχρέωσης ενημέρωσης, δεν κρίνεται λογική· θα οδηγήσει σε αποκλίνουσες λύσεις. Θα πρέπει, συνεπώς, να εναρμονιστεί αυτό το ζήτημα.
5.4.11. Πλειστηριασμοί: Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι αναγκαστικοί πλειστηριασμοί που διενεργούνται από τις δημόσιες αρχές αποκλείονται σε κάθε περίπτωση από το πεδίο εφαρμογής της πρότασης, το οποίο περιλαμβάνει μεν τις έννοιες του «πλειστηριασμού» και του «δημόσιου πλειστηριασμού», όταν όμως αυτοί διενεργούνται εκουσίως από τον επαγγελματία.
5.5. Συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος και συμβάσεις εξ αποστάσεως
Η οδηγία 85/577/ΕΟΚ, μία από τις πρώτες ευρωπαϊκές νομοθετικές πρωτοβουλίες στο πεδίο της προστασίας των καταναλωτών, παρουσιάζει χαμηλό βαθμό στρεβλώσεων κατά τη μεταφορά της στις εθνικές νομοθεσίες –και αυτές οι στρεβλώσεις σχετίζονται κυρίως με τη χρήση της δυνατότητας εξαίρεσης ορισμένων τύπων συμβάσεων (κάτω από μια συγκεκριμένη αξία ή για συγκεκριμένους τύπους προϊόντων) ή την επέκταση της προστασίας των καταναλωτών που επιτρέπει η ρήτρα ελάχιστης εναρμόνισης (άρθρο 8 της οδηγίας)· γι’ αυτό, η μέγιστη εναρμόνιση που προβλέπεται γενικά δεν δημιουργεί προβλήματα και αποδεικνύεται ισορροπημένη και θετική. Η οδηγία 85/577/ΕΟΚ εφαρμόζεται μόνον όταν η επίσκεψη του εμπόρου στο σπίτι ή στον τόπο εργασίας του καταναλωτή δεν έχει γίνει μετά από ρητή αίτηση του καταναλωτή. Η πρόταση να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής και στις επισκέψεις που έχουν ζητηθεί από τον καταναλωτή είναι αποδεκτή, υπό τον όρο ότι θα διευρυνθούν οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2. Στις συμβάσεις όπου δεν εφαρμόζεται το δικαίωμα υπαναχώρησης θα πρέπει να προστεθούν (όπως στις συμβάσεις εξ αποστάσεως) και οι εξής περιπτώσεις:
α) |
παροχή υπηρεσιών η εκτέλεση των οποίων έχει αρχίσει, με την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή, πριν από το τέλος της προθεσμίας υπαναχώρησης και |
β) |
προμήθεια εμπορευμάτων που κατασκευάζονται σύμφωνα με τις προδιαγραφές του καταναλωτή ή σαφώς εξατομικευμένων, ή τα οποία μπορούν να αλλοιωθούν ή λήγουν σύντομα. |
5.5.1.1. Εάν η πρώτη από αυτές τις εξαιρέσεις δεν συμπεριληφθεί στο άρθρο 19 παράγραφος 2, οι πάροχοι των υπηρεσιών θα μπορούσαν να ζητούν από τους καταναλωτές που επιθυμούν την ταχεία εκτέλεση μιας εργασίας στο σπίτι τους (π.χ. ανακαίνιση της κουζίνας ή κούρεμα κατ’ οίκον) να περιμένουν τουλάχιστον 14 ημέρες. Αν δεν συμπεριληφθεί η δεύτερη εξαίρεση, ένας έμπορος που κατασκευάζει εμπορεύματα επί παραγγελία (π.χ. έπιπλα κουζίνας ή κοστούμι) θα μπορούσε να αρνηθεί να αρχίσει την εκτέλεση της σύμβασης πριν περάσουν τουλάχιστον 14 ημέρες. Διαφορετικά, ο καταναλωτής θα μπορούσε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, αφήνοντας στον έμπορο εμπορεύματα που δεν μπορεί να πωλήσει.
5.5.2. Για τις συμβάσεις εξ αποστάσεως, αν και μια συγκριτική ανάλυση (14) δεν βρήκε μεγάλες αποκλίσεις κατά τη μεταφορά της οδηγίας 1997/7/ΕΚ, παρατηρείται ότι και σε αυτή την περίπτωση τα κράτη μέλη έκαναν χρήση των δυνατοτήτων επιλογής και της ρήτρας ελάχιστης εναρμόνισης για να θεσπίσουν ευνοϊκότερους για τους καταναλωτές κανόνες. Θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθούν δυνατότητες προστασίας των καταναλωτών στην περίπτωση εξ αποστάσεως συναλλαγών με τρίτες χώρες
5.5.3. Είναι, ωστόσο, εμφανή τα δυνητικά εμπόδια που παρουσιάζουν για την εσωτερική αγορά οι διαφορετικοί κατάλογοι εξαιρέσεων ή οι διαφορετικές απαιτήσεις ενημέρωσης που επιβάλλονται στους εμπόρους.
5.5.4. Η ΕΟΚΕ παραδέχεται ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης όσον αφορά το φάσμα των εφαρμοστέων εξαιρέσεων, π.χ. με τη συμπερίληψη των εμπορευμάτων (ή των υπηρεσιών) περιορισμένης αξίας (15) ή των εμπορευμάτων που θα πρέπει να συμπεριληφθούν για λόγους υγείας, υγιεινής ή ασφάλειας. Αυτό ισχύει ιδίως για την περίπτωση της ασφάλειας των τροφίμων (πρβλ. άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο δ), όπου θα πρέπει να περιληφθεί ρητή παραπομπή στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 (16). Όσον αφορά την εξαίρεση των εμπορευμάτων (και των υπηρεσιών) περιορισμένης αξίας, υπάρχει περιθώριο για σημαντική αύξηση του ποσού των 60 ευρώ (που προβλέπεται στην οδηγία 85/577/ΕΟΚ).
5.5.5. Όσον αφορά το δικαίωμα υπαναχώρησης από αυτές τις συμβάσεις, για το οποίο η πρόταση προβλέπει ενιαία προθεσμία 14 ημερών, η ΕΟΚΕ θεωρεί θετική τη διευκρίνιση του τρόπου μέτρησης των προθεσμιών. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, θα πρέπει να εναρμονιστούν η έννοια και οι συνέπειες αυτού του δικαιώματος.
5.5.6. Η ΕΟΚΕ αμφισβητεί επίσης τη σκοπιμότητα της θέσπισης του κανόνα περί ευθύνης του καταναλωτή, που προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 («Ο καταναλωτής ευθύνεται για τυχόν μείωση της αξίας των εμπορευμάτων ως αποτέλεσμα της διακίνησης πλην εκείνης που είναι αναγκαία για την αναγνώριση της φύσης και της λειτουργίας των εμπορευμάτων»), επειδή θεωρεί ότι θα δημιουργήσει αμφιβολίες και δυνητικά προβλήματα απόδειξης, τα οποία θα βαρύνουν τους καταναλωτές.
5.5.7. Με την επιφύλαξη της απαραίτητης βελτίωσης των προτεινόμενων κανόνων, η ΕΟΚΕ (17) θα θεωρούσε ενδιαφέρον να περιοριστεί η προτεινόμενη μέγιστη εναρμόνιση μόνο σε αυτές τις δύο οδηγίες, οι οποίες ρυθμίζουν τις μεθόδους πώλησης με τις μεγαλύτερες πιθανότητες διασυνοριακής εφαρμογής.
6. Καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές
Το θέμα αυτό, το οποίο διέπεται επί του παρόντος από την οδηγία 1993/13/ΕΟΚ, είναι συγκεντρωμένο στο κεφάλαιο V και στα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ, αν και η ΕΟΚΕ φρονεί –σύμφωνα και με τις μελέτες της ίδιας της Επιτροπής– ότι δεν πρέπει να εξεταστεί στην παρούσα πρόταση, αλλά να αφαιρεθεί από αυτήν, αφού η πλήρης εναρμόνισή του, στη παρούσα φάση ανάπτυξης του κοινοτικού δικαίου, θα προξενήσει σίγουρα δυσλειτουργίες στις έννομες τάξεις διαφόρων κρατών μελών.
Ωστόσο, αν η Επιτροπή δεν αποσύρει εξ ολοκλήρου από την πρόταση τη ρύθμιση των καταχρηστικών ρητρών των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, η ΕΟΚΕ θέλει να διατυπώσει τις εξής παρατηρήσεις:
6.1.1.1. Πρόκειται, ως γνωστόν, για βασική πτυχή του δικαίου των συμβάσεων, η οποία, πριν από την υιοθέτηση της οδηγίας, ρυθμιζόταν εν μέρει από τα κράτη μέλη.
6.1.1.2. Η συγκριτική ανάλυση της μεταφοράς στις εθνικές νομοθεσίες δείχνει ότι τα κράτη μέλη, στη μεγάλη πλειονότητά τους, έκαναν χρήση της ρήτρας ελάχιστης εναρμόνισης (άρθρο 8) και διαθέτουν σήμερα πιο ευνοϊκούς κανόνες για τους καταναλωτές από εκείνους που θεσπίζονται στην οδηγία. Πρόκειται ακριβώς για ένα θέμα του οποίου, στη παρούσα φάση ανάπτυξης του κοινοτικού δικαίου, αντενδείκνυται η εναρμόνιση (14).
6.1.1.3. Ελπίζεται, συνεπώς, ότι η πρόταση που υποβάλλεται τώρα, ζητώντας την οριστική κατάργηση της ισχύουσας οδηγίας, δεν θα ευθυγραμμίζεται μόνο με τα υψηλότερα επίπεδα μεταφοράς, αλλά και θα διευκρινίζει τα διάφορα ασαφή σημεία που έχουν διχάσει τη θεωρία και τη νομολογία.
6.1.1.4. Αναφερόμαστε, φυσικά, στο θέμα της σχέσης μεταξύ της αρχής της καλής πίστης και του κριτηρίου της ανισορροπίας των παροχών, που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της ισχύουσας οδηγίας και διατηρείται σχεδόν απαράλλαχτο στο άρθρο 32 παράγραφος 1 της πρότασης σε σχέση με τις συνέπειες της παράβασης των απαιτήσεων διαφάνειας που ρυθμίζονται από το άρθρο 31.
6.1.1.5. Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, επισημαίνεται η εισαγωγή ενός ιδιαίτερου περιορισμού, που θα αποβεί επιζήμιος για τους καταναλωτές. Συγκεκριμένα, ενώ η παρούσα πρόταση καλύπτει μόνο τις ρήτρες που περιέχονται στις γραπτές συμβάσεις («που συντάσσονται εκ των προτέρων», σύμφωνα με τη διατύπωση του άρθρου 30 παράγραφος 1), απαγορεύοντας «στα κράτη μέλη [να] επιβάλλουν τυχόν απαιτήσεις παρουσίασης όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο εκφράζονται οι συμβατικοί όροι ή καθίστανται διαθέσιμοι στον καταναλωτή», η ισχύουσα οδηγία 93/13/ΕΟΚ εφαρμόζεται και στις προφορικές συμβάσεις (πρβλ. συνέπειες του άρθρου 5 της οδηγίας), όπως συμβαίνει σε ορισμένα κράτη μέλη.
6.1.1.6. Στην πραγματικότητα, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η διατήρηση του ισχύοντος καθεστώτος, συν τη θεσμοθέτηση ειδικής επιτροπής και ειδικού μητρώου καταχώρισης των ρητρών που έχουν κριθεί καταχρηστικές από τις εθνικές αρχές, αποτελεί επαρκές βήμα προόδου όσον αφορά την ενημέρωση για τις καταχρηστικές ρήτρες και θα αποβεί πολύ χρήσιμη για τους επαγγελματίες (λόγω της μείωσης του κόστους συμμόρφωσης), για τους υπευθύνους για την εφαρμογή του νόμου και για τους καταναλωτές.
6.1.1.7. Το θέμα των καταχρηστικών ρητρών στις συμβάσεις εφαρμόζεται οριζόντια σε όλες τις συμβάσεις που συνάπτονται με καταναλωτές, αλλά, επίσης, σε πολλές περιπτώσεις, και στις συμβάσεις που συνάπτονται ανάμεσα σε επαγγελματίες. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η πρόταση της Επιτροπής θα έχει πολύ σημαντικό και αρνητικό αντίκτυπο στο δίκαιο των συμβάσεων, γενικά, και στην προστασία των καταναλωτών, ειδικότερα, σε όλα τα κράτη μέλη.
7. Ορισμένες πτυχές της πώλησης και των εγγυήσεων καταναλωτικών αγαθών
7.1. Η ΕΟΚΕ δεν θεωρεί σκόπιμο να συμπεριληφθεί αυτό το θέμα στην οδηγία και ζητεί τη διαγραφή του από την πρόταση, επειδή η κοινοτική παρέμβαση εδώ δεν παρέχει καμία προστιθέμενη αξία, ούτε εξασφαλίζει υψηλότερο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.
7.2. Η οδηγία 1999/44/ΕΚ επέτρεπε στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν εν ισχύ μέτρα μεγαλύτερης προστασίας των καταναλωτών, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση διαφορετικών εθνικών κανόνων.
7.3. Στην περίπτωση αυτή, δεν παρατηρούνται αξιοσημείωτες τάσεις προς οποιαδήποτε κατεύθυνση κατά τη μεταφορά της οδηγίας (18), επειδή όλα ανεξαιρέτως τα κράτη μέλη διέθεταν ήδη από πριν νομοθεσία για τις πτυχές των συμβάσεων αγοράς και πώλησης καταναλωτικών αγαθών που ρυθμίζονται από την οδηγία.
7.4. Αναφερόμενη στη μετάθεση του κινδύνου (άρθρο 23), η πρόταση προσπαθεί να άρει τις διαφορές σε σχέση με την έννοια της παράδοσης· γι’ αυτό, ορίζει (άρθρο 25) ότι ο έμπορος αρχίζει να ευθύνεται έναντι του καταναλωτή από τη στιγμή που πραγματοποιείται αυτή η μετάθεση του κινδύνου, γεγονός που μπορεί να θεωρηθεί θετική και διευκρινιστική βελτίωση.
7.5. Ο καθορισμός ενιαίας προθεσμίας για την παράδοση των εμπορευμάτων δεν θεωρείται ενδεδειγμένος παρά μόνο για συγκεκριμένους τύπους πωλήσεων (τις πωλήσεις εκτός εμπορικού καταστήματος και τις πωλήσεις εξ αποστάσεως). Η διάταξη του άρθρου 22 της πρότασης, που απαιτεί από τον έμπορο να παραδίδει τα εμπορεύματα εντός τριάντα ημερών από την ημέρα της σύναψης της σύμβασης, κρίνεται δυσανάλογη.
7.6. Ωστόσο, καταργώντας την επιλογή των κρατών μελών να ορίζουν την προθεσμία παράδοσης κατά τεκμήριο, όπως προβλέπεται στην ισχύουσα οδηγία, και θεσπίζοντας πλέον ενιαία προθεσμία έξι μηνών, η πρόταση περιορίζει τα δικαιώματα των καταναλωτών, στον βαθμό που μετακυλίει σε αυτούς το βάρος της απόδειξης για τα ελαττώματα που θα εκδηλωθούν αργότερα.
7.7. Ομοίως, όσον αφορά την προθεσμία και το βάρος της απόδειξης σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης, αν υιοθετηθεί o κανόνας της υποχρεωτικής καταγγελίας που προβλέπεται στην πρόταση, η προθεσμία της εγγύησης θα περιοριστεί, στην πράξη, στην προθεσμία που προβλέπεται για την καταγγελία σε όλα τα κράτη μέλη που δεν έχουν επιλέξει αυτόν τον μηχανισμό, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του άρθρου 28 παράγραφοι 4 και 5.
8. Δικονομικές ελλείψεις
8.1. Η πρόταση περιλαμβάνει στα άρθρα της διάφορους κανόνες δικονομικού χαρακτήρα, π.χ. για το βάρος της απόδειξης ή για την ενεργητική νομιμοποίηση, οι οποίοι θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν περισσότερο για την εξασφάλιση της συνοχής των δικονομικών κανόνων. Απουσιάζει μια ρύθμιση σχετικά με τη δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων, η οποία να προβλέπει και ανασταλτική δράση πέραν της επανορθωτικής ή της δημοσίευσης των αποφάσεων.
8.2. Όσο για τις συλλογικές αγωγές, η ΕΟΚΕ παραπέμπει στη θέση που έχει εκφράσει στο παρελθόν για το θέμα (19).
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(3) ΕΕ C 175 της 27.7.2007 και ΕΕ C 44 της 16.2.2008.
(4) Βλ. υποσημείωση αριθ. 2.
(5) Η διαδικασία της επανεξέτασης είχε περιγραφεί περιληπτικά στην ανακοίνωση της Επιτροπής «Το ευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων και η αναθεώρηση του κοινοτικού κεκτημένου: πορεία προς τα εμπρός», COM(2004) 651 τελικό, ΕΕ C 14 της 20.1.2005.
(6) Προπαρασκευαστική εργασία για την αξιολόγηση του αντικτύπου της επανεξέτασης του κοινοτικού κεκτημένου για την προστασία των καταναλωτών/Αναλυτική έκθεση GP, της 6.11.2007, που καταρτίστηκε από τους εξωτερικούς συμβούλους GHK/CIVIC Consulting/Bureau Van Dijk και είναι διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
(7) Βλ. COM(2007) 447 τελικό της 25ης Ιουλίου 2007: Δεύτερη έκθεση προόδου για το Κοινό Πλαίσιο Αναφοράς· Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με το κοινό πλαίσιο αναφοράς για το ευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων· Ψήφισμα αριθ. 2863 του Συμβουλίου της 18ης Απριλίου 2008, σ. 18.
(8) Βλ. Ειδικό Ευρωβαρόμετρο αριθ. 298 (Προστασία των καταναλωτών στην εσωτερική αγορά, 2008), Ειδικό Ευρωβαρόμετρο αριθ. 224 (Η συμπεριφορά των επιχειρήσεων προς τις διασυνοριακές πωλήσεις και την προστασία των καταναλωτών, 2008), Ειδικό Ευρωβαρόμετρο αριθ. 250 (Εμπιστοσύνη στην κοινωνία των πληροφοριών, Μάιος 2009) και Έκθεση για το διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο στην ΕΕ, SEC(2009) 283 τελικό, 05.03.2009.
(9) Όπως καταδείχθηκε στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 23ης Απριλίου 2009 (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-261/07 και C-299/07).
(10) Π.χ. η δημιουργία Υπηρεσίας Προστασίας των Καταναλωτών, η οποία μόλις το 1989 ανεξαρτητοποιήθηκε από άλλα θέματα, ή η συγκρότηση Συμβουλευτικής Επιτροπής των Καταναλωτών.
(11) Κοινή αρμοδιότητα σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ευρώπης, όπως και με το άρθρο 169 της Συνθήκης της Λισσαβώνας, ΕΕ C 115 της 9.5.2008, σ. 51.
(12) Σύμφωνα με το σχέδιο Κοινού Πλαισίου Αναφοράς (ΚΠΑ), συνοπτική έκδοση (Δεκέμβριος 2008), καταναλωτής είναι κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί, κατά κύριο λόγο, για σκοπούς άσχετους με την επαγγελματική του δραστηριότητα..
(13) Επί παραδείγματι, η Αυστρία, το Βέλγιο, η Δανία, η Ελλάδα, η Φινλανδία, η Σουηδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία επέκτειναν την έννοια του καταναλωτή κατά τη μεταφορά της οδηγίας 85/577/EΚ στο εθνικό τους δίκαιο.
(14) Βλ. EC Consumer Law Compendium – Comparative Analysis (Επισκόπηση της νομοθεσίας της ΕΚ για την προστασία των καταναλωτών – Συγκριτική ανάλυση), επιμέλεια του καθηγ. Hans Schulte-Nolke σε συνεργασία με τον δρ Christian Twingg-Flesner και τον δρ Martin Ebers, Φεβρουάριος 2008· καταρτίστηκε για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάσει της σύμβασης παροχής υπηρεσιών αριθ. 17.020100/04/389299: «Σχολιασμένη επισκόπηση και συγκριτική ανάλυση του κοινοτικού κεκτημένου για την προστασία των καταναλωτών».
(15) Πρβλ. το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 85/577/ΕΚ, επιλογή που ασκήθηκε από 18 κράτη μέλη.
(16) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).
(17) ΕΕ C 175 της 27.7.2007 και ΕΕ C 162 της 25.6.2008.
(18) Βλ. EC Consumer Law Compendium – Comparative Analysis (Επισκόπηση της νομοθεσίας της ΕΚ για την προστασία των καταναλωτών – Συγκριτική ανάλυση), επιμέλεια του καθηγ. Hans Schulte-Nolke σε συνεργασία με τον δρ Christian Twingg-Flesner και τον δρ Martin Ebers, Φεβρουάριος 2008· καταρτίστηκε για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάσει της σύμβασης παροχής υπηρεσιών αριθ. 17.020100/04/389299: «Σχολιασμένη επισκόπηση και συγκριτική ανάλυση του κοινοτικού κεκτημένου για την προστασία των καταναλωτών».
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/62 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά την πρόληψη της εισόδου, στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού, φαρμάκων που είναι ψευδεπίγραφα ως προς την ταυτότητα, το ιστορικό ή την πηγή τους»
COM(2008) 668 τελικό – 2008/0261 (COD)
(2009/C 317/10)
Εισηγητής: ο κ. MORGAN
Στις 12 Φεβρουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την:
Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά την πρόληψη της εισόδου, στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού, φαρμάκων που είναι ψευδεπίγραφα ως προς την ταυτότητα, το ιστορικό ή την πηγή τους
COM(2008) 668 τελικό - 2008/0261 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 22 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Morgan.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 150 ψήφους υπέρ και 2 ψήφους κατά.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την εν λόγω πρωτοβουλία. Η δημόσια υγεία αποτελεί βασική μέριμνα όλων των μελών της ΕΟΚΕ. Ωστόσο, είναι πεποίθηση της ΕΟΚΕ ότι η οδηγία από μόνη της δεν θα επιφέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, αφού αποτελεί μέρος μιας πολύπλευρης προσπάθειας που συνδυάζει το ποινικό δίκαιο, την επιβολή του νόμου, την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, την τελωνειακή επιτήρηση και τη διεθνή συνεργασία. Η ΕΟΚΕ προτρέπει τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα μέτρα εφαρμογής.
1.2. Η ΕΟΚΕ προτείνει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες εναρμόνισης των ονομάτων και των εμπορικών σημάτων που χρησιμοποιούνται για τα φάρμακα στην ΕΕ καθώς και εναρμόνισης των συσκευασιών και των κωδικών αναγνώρισης των φαρμακευτικών προϊόντων σε όλη την ΕΕ. Αντί των τουλάχιστον δέκα διαφορετικών υφιστάμενων συστημάτων κωδικοποίησης, που δεν επικεντρώνονται ιδιαίτερα στην ασφάλεια όσον αφορά τον αριθμό παρτίδας και την ημερομηνία παρασκευής και λήξης, πρέπει να θεσπισθεί ένα εναρμονισμένο ευρωπαϊκό πρότυπο ταυτοποίησης των φαρμακευτικών προϊόντων ούτως ώστε να διασφαλίζεται η ανίχνευσή τους καθ’ όλη την αλυσίδα διανομής μέχρι τον ασθενή. Η εναρμόνιση θα ενισχύσει την εσωτερική αγορά και θα ανοίξει τον δρόμο για την ασφαλή ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων στην ΕΕ. Θα διευκολύνει επίσης τη διαδικασία εξακρίβωσης της γνησιότητας των φαρμακευτικών προϊόντων όσο βρίσκονται στον ίδιο τον παρασκευαστή, ανά πάσα στιγμή και σε κάθε σημείο, καταρχάς τουλάχιστον στο επίπεδο της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ. Τελικώς, τούτο θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ευρύτερη πρωτοβουλία.
1.3. Η τεχνολογία μπορεί να συμβάλει στην πραγματοποίηση σημαντικής προόδου όσον αφορά τους κωδικούς, την ταυτοποίηση και την εξακρίβωση της γνησιότητας των φαρμακευτικών προϊόντων, η οποία μαζί με την ανίχνευση, αποτελούν καθοριστικής σημασίας ζητήματα. Οι στρατηγικές αυτές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνον εντός των ορίων των στόχων που εξυπηρετούν, ευνοώντας τις άμεσες επαληθεύσεις – χωρίς μεσάζοντα – μέσω των γνησίων καταλόγων αναφοράς των παρασκευαστών, οι οποίοι είναι οι μόνοι που μπορούν να βεβαιώσουν τη γνησιότητα της παραγωγής τους. Υπάρχουν διαφορετικά συστήματα αναγνώρισης, παραδείγματος χάρη η ραδιοσυχνική αναγνώριση (RFID) ή η αναγνώριση με δισδιάστατο γραμμωτό κώδικα (Data Matrix). Στο Βέλγιο, εφαρμόζεται ένα σύστημα εξατομικευμένης καταχώρησης των συσκευασιών, με αύξοντα αριθμό και μονοδιάστατο γραμμωτό κώδικα, που θεσπίσθηκε από το σύστημα ασφάλισης ασθένειας, προκειμένου να αποφευχθεί, στο πλαίσιο του συστήματος της συμμετοχής χρηματοδότησης από τρίτους, η εις βάρος του ασφαλιστικού φορέα πολλαπλή έκδοση τιμολογίων για την ίδια συσκευασία. Εντούτοις, το εν λόγω βελγικό σύστημα δεν περιλαμβάνει ούτε αριθμό παρτίδας, ούτε ημερομηνία λήξης. Η εξέλιξη αυτού του βελγικού Ενιαίου Γραμμωτού Κώδικα (CBU) προς μία σήμανση με το σύστημα Data Matrix θα επιτρέψει την αντιμετώπιση των υφιστάμενων κενών σε ό,τι αφορά την ανίχνευση και την εξακρίβωση της γνησιότητας σύμφωνα με τις σημερινές επιταγές του κοινοτικού κώδικα για τα φάρμακα. Παρότι αυτού του είδους οι τεχνικές δυνατότητες μπορούν να εφαρμοσθούν με ελάχιστο κόστος άμεσα και πλήρως, η Επιτροπή, παραδόξως πιστεύει ότι είναι πολύ νωρίς για να λάβει απόφαση επί των κωδικών αναγνώρισης και ότι χρειάζονται περισσότερες δοκιμές. Όσο περισσότερο καθυστερήσει η εφαρμογή των κωδικών αναγνώρισης, τόσο πιο κατακερματισμένη και συγκεχυμένη θα είναι η κατάσταση. Επομένως, η ΕΟΚΕ προτείνει την καθιέρωση μιας ειδικής ομάδας «κωδικών αναγνώρισης» για την αξιολόγηση της εφαρμογής των υφιστάμενων τυποποιημένων διαδικασιών, καταρχάς τουλάχιστον σε επίπεδο εσωτερικής αγοράς της ΕΕ. Τούτο θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανάληψη ηγετικού ρόλου παγκοσμίως.
1.4. Δεν αρκεί να δοθεί προσοχή στην νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού. Εάν δεν επιλυθεί το θέμα του διαδικτύου, η δημόσια υγεία θα απειλείται όλο και περισσότερο. Πρόκειται για μία σημαντική κοινωνική διάσταση του ζητήματος επειδή τα παράνομα φθηνά φάρμακα που διοχετεύονται μέσω του διαδικτύου δημιουργούν ένα σύστημα υγειονομικής περίθαλψης δύο ταχυτήτων. Η ΕΟΚΕ παροτρύνει την Επιτροπή να αναλάβει δράση.
1.5. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι πρέπει να διώκεται αμείλικτα οιοσδήποτε φορέας επιτρέπει την εισαγωγή παραποιημένων φαρμάκων στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού. Οι κυρώσεις θα πρέπει να είναι δρακόντειες και να κλιμακώνονται από απλά πρόστιμα μέχρι τη δήμευση των εν λόγω επιχειρήσεων. Η ΕΟΚΕ προτρέπει την Επιτροπή να δημοσιεύσει, υπόψη των κρατών μελών, κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα πρόστιμα.
1.6. Οι διαστάσεις που έχει λάβει το φαινόμενο των προϊόντων απομιμήσεων και οι πηγές των φαρμάκων απομιμήσεων φαίνεται ότι δεν έχουν γίνει ακόμη πλήρως αντιληπτές. Το σχέδιο οδηγίας θα πρέπει να συμπεριλάβει τρόπους αντιμετώπισης αυτών των αδυναμιών στα συστήματα εποπτείας και ελέγχου.
1.7. Με βάση την ΠΟΥ, η ΕΟΚΕ θα προτιμούσε να γίνεται λόγος στην οδηγία για «παραποιημένα» προϊόντα αντί για «ψευδεπίγραφα» προϊόντα.
1.8. Η πολυπλοκότητα του κειμένου, στο οποίο προστέθηκαν πολλές τροπολογίες τόσο κατά το παρελθόν όσο και πρόσφατα, το καθιστά δυσνόητο. Η ΕΟΚΕ συνιστά να δημοσιευτεί ένα επιμέρους έγγραφο που θα περιλαμβάνει το βασικό κείμενο και τις τροπολογίες ούτως ώστε το κείμενο που αφορά τα παραποιημένα προϊόντα να είναι ευανάγνωστο και ευνόητο.
2. Εισαγωγή
2.1. Τον Νοέμβριο του 2001, η ΕΕ θέσπισε την οδηγία 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος αναφορικά με τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση. Η οδηγία αποτελεί μία εγκυκλοπαιδική σύνοψη όλων των πτυχώντου θέματος. Στη συνέχεια, τροποποιήθηκε από έναν κανονισμό και πέντε περαιτέρω οδηγίες. Σήμερα φτάνει τις 70 σελίδες και περιέχει 130 άρθρα. Σε αυτές προστίθενται 44 ακόμη σελίδες με παραρτήματα.
2.2. Το θέμα της παρούσας γνωμοδότησης είναι ακόμη μία οδηγία τροποποίησης. Αφορά την είσοδο στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού φαρμάκων που είναι ψευδεπίγραφα ως προς την ταυτότητα, το ιστορικό ή την πηγή τους. Η οδηγία τροποποίησης είναι μια από τις τρεις οδηγίες που υποβάλλονται ταυτόχρονα για την εξέταση διαφόρων πλευρών του κοινοτικού κώδικα. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ θα ήταν σκόπιμο, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την υπό εξέταση οδηγία, να εκπονηθεί ένα επιμέρους έγγραφο που να περιλαμβάνει την βασική οδηγία και τις τροποποιήσεις που προτείνονται στην παρούσα οδηγία ούτως ώστε τα ενδιαφερόμενα μέρη να έχουν στη διάθεσή τους ένα συνοπτικό, ολοκληρωμένο, συνεκτικό και ουσιώδες κείμενο. Το παρόν κείμενο είναι ασαφές και δυσνόητο.
2.3. Τα παραποιημένα φάρμακα συνοδεύονται σκόπιμα και παράνομα από μια ετικέτα που περιέχει παραπλανητικές πληροφορίες σε σχέση με την ταυτότητα ή την πηγή τους. Η ποιότητά τους είναι απρόβλεπτη, δεδομένου ότι μπορεί να περιέχουν ακατάλληλη ποσότητα δραστικών ουσιών, ακατάλληλες ουσίες ή καμία δραστική ουσία. Σε όλες τις περιπτώσεις τα παραποιημένα φάρμακα παρασκευάζονται σε παράνομα εργαστήρια, όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα ελέγχου.
2.4. Τα παραποιημένα φάρμακα συνιστούν σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία. Υπονομεύουν την κοινοτική φαρμακευτική νομοθεσία και τη φαρμακοβιομηχανία της ΕΕ. Ο αριθμός ψευδεπίγραφων καινοτόμων και ζωτικών φαρμάκων αυξάνεται. Επιπλέον, τα προϊόντα αυτά, για να αυξηθεί η διατιθέμενη ποσότητά τους, διοχετεύονται μέσω της νόμιμης αλυσίδας εφοδιασμού προς τους ασθενείς.
2.5. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ), η κλίμακα του προβλήματος έχει ως εξής:
— |
λιγότερο από 1 % στις περισσότερες βιομηχανοποιημένες χώρες και στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, |
— |
περισσότερο από 20 % στο μεγαλύτερο μέρος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, |
— |
περισσότερο από 30 % σε ορισμένα μέρη της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, |
— |
περισσότερο από 50 % από παράνομους δικτυακούς τόπους. |
Σε ό,τι αφορά το διαδίκτυο, η Επιτροπή δήλωσε ότι «η επίλυση του προβλήματος των παράνομων αλυσίδων εφοδιασμού θα απαιτούσε χωριστό ορισμό του προβλήματος, με συγκεκριμένες ουσιαστικές αιτίες, συγκεκριμένους στόχους και συγκεκριμένες επιλογές πολιτικής». Τα θέματα αυτά δεν θίγονται στην υπό εξέταση οδηγία.
2.6. Η Επιτροπή εκτιμά ότι οι βαθύτερες αιτίες για τις οποίες τα ψευδεπίγραφα φάρμακα εξακολουθούν να μην εντοπίζονται στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού είναι πολλαπλές, αλλά μπορούν να συνοψιστούν στις εξής τέσσερις:
— |
τα ψευδεπίγραφα φάρμακα δεν μπορούν πάντα να διακρίνονται ευχερώς από τα γνήσια φάρμακα λόγω των προβλημάτων που αφορούν την ανίχνευση και ταυτοποίηση· |
— |
η αλυσίδα εφοδιασμού έχει καταστεί ιδιαίτερα περίπλοκη και αποδεικνύεται τόσο ισχυρή όσο και ο πιο αδύναμος κρίκος της· |
— |
υπάρχει ανασφάλεια δικαίου ως προς το καθεστώς που εφαρμόζεται στα προϊόντα τα οποία εισέρχονται στην ΕΕ ενώ φέρεται να μην διατίθενται στην αγορά· και |
— |
ήδη οι δραστικές φαρμακευτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία παρασκευής μπορεί να είναι ψευδεπίγραφες ουσίες των πρωτότυπων δραστικών φαρμακευτικών ουσιών. |
3. Κύρια σημεία της πρότασης οδηγίας
3.1. Ο στόχος της βασικής οδηγίας 2001/83/ΕΚ, καθώς και της παρούσας πρότασης τροποποίησης, είναι να καθιερωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φαρμάκων και να εξασφαλιστεί, παράλληλα, υψηλό επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας στην ΕΕ. Οι βασικές διατάξεις της τροποποίησης αναλύονται στις επόμενες παραγράφους. Οι παραπομπές στα άρθρα αφορούν το άρθρο 1 της οδηγίας τροποποίησης.
Ανίχνευση και ταυτοποίηση
3.2. Έλεγχος των παρασκευαστών δραστικών φαρμακευτικών ουσιών. (4)
3.3. Δημιουργία νομικής βάσεως ώστε να μπορεί η Επιτροπή να καθιστά υποχρεωτικά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ασφαλείας, όπως ο κωδικός αναγνώρισης ή η ανεξίτηλη σφραγίδα, επί της συσκευασίας φαρμάκων τα οποία χορηγούνται με ιατρική συνταγή προκειμένου να καταστεί δυνατή η ταυτοποίηση, η εξακρίβωση της γνησιότητας και η ιχνηλασιμότητα των φαρμάκων. (6), (8), (9)
3.4. Η κατ’ αρχήν απαγόρευση επεμβάσεων (δηλ. της αφαίρεσης, της αλλοίωσης ή της υπερβολικής επισήμανσης), όσον αφορά τα χαρακτηριστικά ασφάλειας στη συσκευασία από τους συμμετέχοντες που βρίσκονται ανάμεσα στον αρχικό παρασκευαστή και τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας διανομής – συνήθως τον φαρμακοποιό – ή τον τελικό χρήστη – τον γιατρό ή τον ασθενή. Οποιοσδήποτε φορέας στην αλυσίδα εφοδιασμού συσκευάζει φαρμακευτικά προϊόντα πρέπει να είναι κάτοχος αδείας παρασκευής και να είναι υπεύθυνος για οποιαδήποτε ζημία προκαλείται από ψευδεπίγραφα προϊόντα. (9), (10)
Αλυσίδα διανομής
3.5. Ορισμένες υποχρεώσεις για όσους συμμετέχουν στην αλυσίδα διανομής εκτός από τους χονδρεμπόρους-διανομείς. Οι παράγοντες που συμμετέχουν τυπικά, όπως οι πράκτορες και οι δημοπράτες, μπορούν να συμμετέχουν στις συναλλαγές χωρίς ουσιαστικά να έρχονται σε επαφή με τα προϊόντα. (1), (14)
3.6. Κανόνες που συμπληρώνουν τις υφιστάμενες ορθές πρακτικές για τους διανομείς. (13)
3.7. Οι χονδρέμποροι-διανομείς θα εξακολουθήσουν να χρειάζονται άδεια. (12), (13), (14)
3.8. Υποχρεωτικοί έλεγχοι των χονδρεμπόρων-διανομέων φαρμάκων, ώστε να εξασφαλίζεται η αξιοπιστία των επιχειρηματικών εταίρων. (15)
Ανασφάλεια δικαίου
3.9. Εξάλειψη της ανασφάλειας δικαίου όσον αφορά την εισαγωγή φαρμάκων που προορίζονται για επανεξαγωγή. (2), (7)
Παραποίηση των πρωτότυπων δραστικών φαρμακευτικών ουσιών
3.10. Πιστοποίηση από τους παρασκευαστές ότι οι προμηθευτές των δραστικών ουσιών συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις. (3), (5), (7)
3.11. Αυστηρότεροι έλεγχοι για τις εισαγωγές δραστικών φαρμακευτικών ουσιών από τρίτες χώρες, εάν δεν μπορεί να διαπιστωθεί ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο στην αντίστοιχη τρίτη χώρα εξασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου για τα προϊόντα που εξάγονται στην ΕΕ. (4), (16)
Γενικές διατάξεις
3.12. Αυστηρότεροι κανόνες για τις επιθεωρήσεις, καθώς και μεγαλύτερη διαφάνεια ως προς τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων με τη δημοσίευσή τους στη βάση δεδομένων EudraGMP. (12), (15)
3.13. Η επίβλεψη διενεργείται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, οι οποίες και εφαρμόζουν τυχόν αναγκαίες κυρώσεις. Η Επιτροπή θα εκδώσει νέες κατευθυντήριες γραμμές. (16), (17)
4. Η προοπτική της ΕΟΚΕ
4.1. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία. Η δημόσια υγεία αποτελεί βασικό μέλημα της ΕΟΚΕ.
4.2. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) περιγράφει τα «ψευδεπίγραφα» προϊόντα ως «παραποιημένα» προϊόντα. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να ακολουθήσει την κατεύθυνση της ΠΟΥ. Ο όρος «παραποιημένα» αποδίδει καλύτερα τον εγκληματικό χαρακτήρα αυτής της δραστηριότητας. Η ΠΟΥ επισημαίνει σχετικά με αυτό «Η παραποίηση φαρμάκων, περιλαμβανομένου του όλου φάσματος δραστηριοτήτων από την παρασκευή έως τη χορήγησή τους στους ασθενείς, αποτελεί σοβαρή αξιόποινη πράξη που θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή και υπονομεύει την αξιοπιστία των συστημάτων υγείας» (1).
4.3. Στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού, η παρεμπόδιση της εισόδου παραποιημένων φαρμάκων βασίζεται στη συνεργασία μεταξύ έμπιστων και αξιόπιστων επιχειρηματικών εταίρων. Για να βελτιωθεί η συνεργασία πρέπει να θεσπιστεί η υποχρεωτική πιστοποίηση όλων των παραγόντων που συμμετέχουν στην αλυσίδα εφοδιασμού, και οι λεπτομέρειες πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια βάση δεδομένων στην οποία να έχει πρόσβαση το κοινό.
Ανίχνευση και ταυτοποίηση
4.4. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η Επιτροπή υποτιμά το πρόβλημα της ανίχνευσης και της αναγνώρισης. «Τα ψευδεπίγραφα φάρμακα δεν μπορούν ποτέ να διακρίνονται ευχερώς από τα γνήσια φάρμακα χωρίς τυποποιημένους κωδικούς αναγνώρισης, γεγονός που συνεπάγεται προβλήματα ως προς την ανίχνευση.»
4.5. Η ΕΟΚΕ προτείνει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες εναρμόνισης των ονομάτων και των εμπορικών σημάτων που χρησιμοποιούνται για τα φάρμακα στην ΕΕ καθώς και εναρμόνισης των συσκευασιών και των κωδικών αναγνώρισης των φαρμακευτικών προϊόντων σε όλη την ΕΕ. Αντί των τουλάχιστον δέκα διαφορετικών υφιστάμενων συστημάτων κωδικοποίησης, που δεν επικεντρώνονται ιδιαίτερα στην ασφάλεια όσον αφορά τον αριθμό παρτίδας και την ημερομηνία παρασκευής και λήξης, πρέπει να θεσπισθεί ένα εναρμονισμένο ευρωπαϊκό πρότυπο ταυτοποίησης των φαρμακευτικών προϊόντων ούτως ώστε να διασφαλίζεται η ανίχνευσή τους από την αλυσίδα διανομής μέχρι τον ασθενή. Η εναρμόνιση θα ενισχύσει την εσωτερική αγορά και θα ανοίξει το δρόμο για την ασφαλή ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων στην ΕΕ. Θα διευκολύνει επίσης τη διαδικασία εξακρίβωσης της γνησιότητας των φαρμακευτικών προϊόντων όσο βρίσκονται στον ίδιο τον παρασκευαστή, ανά πάσα στιγμή και σε κάθε σημείο, καταρχάς τουλάχιστον στο επίπεδο της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ. Τελικώς, τούτο θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ευρύτερη πρωτοβουλία.
4.6. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα μειωθούν οι απάτες εάν εντοπίζονται αμέσως οι αυθεντικές συσκευασίες. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να αναλάβει την πρωτοβουλία για τη δημιουργία μιας οπτικής βάσης δεδομένων όσον αφορά τη συσκευασία των φαρμακευτικών προϊόντων.
4.7. Το κείμενο του σημείου 3.4 φαίνεται ότι δεν λαμβάνει υπόψη τους παράλληλους διανομείς. Θα ήταν σαφέστερο να απαγορευθεί η επέμβαση επί των χαρακτηριστικών ασφαλείας των συσκευασιών σε κάθε φορέα ο οποίος δεν είναι κάτοχος άδειας παρασκευής. Οι παράλληλοι διανομείς πρέπει να επανασυσκευάσουν. Δεν πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αντικαταστήσουν τα στοιχεία ασφαλείας και να διαταράξουν την αλυσίδα ανίχνευσης.
4.8. Η τεχνολογία μπορεί να συμβάλει στην πραγματοποίηση σημαντικής προόδου όσον αφορά τους κωδικούς, την ταυτοποίηση και την εξακρίβωση της γνησιότητας των φαρμακευτικών προϊόντων, η οποία μαζί με την ανίχνευση, αποτελούν κεντρικά ζητήματα. Οι στρατηγικές αυτές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνον εντός των ορίων των στόχων που εξυπηρετούν, ευνοώντας τις άμεσες επαληθεύσεις – χωρίς μεσάζοντα – μέσω των γνησίων καταλόγων αναφοράς των παρασκευαστών, οι οποίοι είναι οι μόνοι που μπορούν να βεβαιώσουν τη γνησιότητα της παραγωγής τους. Υπάρχουν διαφορετικά συστήματα αναγνώρισης, παραδείγματος χάρη η ραδιοσυχνική αναγνώριση (RFID) ή η αναγνώριση με δισδιάστατο γραμμωτό κώδικα (Data Matrix). Στο Βέλγιο, εφαρμόζεται ένα σύστημα εξατομικευμένης καταχώρησης των συσκευασιών, με αύξοντα αριθμό και μονοδιάστατο γραμμωτό κώδικα, που θεσπίσθηκε από το σύστημα ασφάλισης ασθένειας, προκειμένου να αποφευχθεί, στο πλαίσιο του συστήματος της συμμετοχής χρηματοδότησης από τρίτους, η εις βάρος του ασφαλιστικού φορέα πολλαπλή έκδοση τιμολογίων για την ίδια συσκευασία. Εντούτοις, το εν λόγω βελγικό σύστημα δεν περιλαμβάνει ούτε αριθμό παρτίδας, ούτε ημερομηνία λήξης. Η εξέλιξη αυτού του βελγικού Ενιαίου Γραμμωτού Κώδικα (CBU) προς μία σήμανση με το σύστημα DataMatrix θα επιτρέψει την αντιμετώπιση των υφιστάμενων κενών σε ό,τι αφορά την ανίχνευση και την εξακρίβωση της γνησιότητας, σύμφωνα με τις σημερινές επιταγές του κοινοτικού κώδικα για τα φάρμακα. Παρότι αυτού του είδους οι τεχνικές δυνατότητες μπορούν να εφαρμοσθούν με ελάχιστο κόστος άμεσα και πλήρως, η Επιτροπή, παραδόξως, πιστεύει ότι είναι πολύ νωρίς για να λάβει απόφαση επί των κωδικών αναγνώρισης και ότι χρειάζονται περισσότερες δοκιμές. Όσο περισσότερο καθυστερήσει η εφαρμογή των κωδικών αναγνώρισης, τόσο πιο κατακερματισμένη και συγκεχυμένη θα είναι η κατάσταση. Επομένως, η ΕΟΚΕ προτείνει την καθιέρωση μιας ειδικής ομάδας «κωδικών αναγνώρισης» για την αξιολόγηση της εφαρμογής των υφιστάμενων τυποποιημένων διαδικασιών, καταρχάς τουλάχιστον σε επίπεδο εσωτερικής αγοράς της ΕΕ. Τούτο θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανάληψη ηγετικού ρόλου παγκοσμίως.
Αλυσίδα διανομής
4.9. Από τη στιγμή που ένα φάρμακο συσκευάζεται, η εκ νέου συσκευασία του χωρίς την τήρηση των απαιτούμενων διασφαλίσεων πρέπει να αποτελεί ποινικό αδίκημα. Τα παραποιημένα φάρμακα εισέρχονται στη νόμιμη αλυσίδα διανομής μέσω των πλαστών συσκευασιών. Η συσκευασία φαρμάκων που διατίθενται από νόμιμα διαδικτυακά φαρμακεία πρέπει να υποβάλλεται σε επιθεώρηση.
4.10. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η οδηγία προτείνει βαριές κυρώσεις σε περίπτωση που δεν καταστεί δυνατό να εμποδιστεί η εισαγωγή ψευδεπίγραφων προϊόντων στην αλυσίδα διανομής. Η ΕΟΚΕ συνιστά να είναι οι κυρώσεις ιδιαίτερα αυστηρές. Οι ένοχες επιχειρήσεις πρέπει να κλείσουν.
Ανασφάλεια δικαίου
4.11. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι στο σχέδιο οδηγίας εξετάζεται η ανασφάλεια δικαίου σχετικά με την εισαγωγή για λόγους εξαγωγής.
Παραποίηση των πρωτότυπων δραστικών φαρμακευτικών ουσιών
4.12. Όπως αναφέρθηκε στο τμήμα στο οποίο εξετάζεται η αλυσίδα διανομής, οι επιχειρήσεις που εμπλέκονται στην παραποίηση πρέπει να κλείσουν.
Παράνομη αλυσίδα εφοδιασμού
4.13. Η εισαγωγή των παραποιημένων προϊόντων, μέσω της παράνομης αλυσίδας εφοδιασμού, δεν εξετάζεται στην παρούσα οδηγία. Ωστόσο, η απειλή για τη δημόσια υγεία είναι πολύ σοβαρή, ειδικά σε σχέση με το διαδίκτυο. Οι στατιστικές της ΠΟΥ παρατίθενται στο σημείο 2.5. Πρόσφατα αναφέρθηκε ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, ένας στους τέσσερις ιατρούς είχε περιθάλψει ασθενείς για παρενέργειες που προκαλούνται από φάρμακα που αγοράζονται στο διαδίκτυο. Το ίδιο αποδίδεται και σε ένα ποσοστό οκτώ τοις εκατό επιπλέον, χωρίς όμως να επιβεβαιώνεται απολύτως.. Σε πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής (2) γίνεται αναφορά στην «Έκθεση για τις δραστηριότητες των κοινοτικών τελωνείων όσον αφορά την παραποίηση και την πειρατεία» για το 2007. Τα φάρμακα που κατασχέθηκαν από τις τελωνειακές αρχές, αυξήθηκαν κατά 628 % μεταξύ του 2005 και του 2007. Δεν πρόκειται για προϊόντα που συνδέονται μόνο με τον τρόπο ζωής, αλλά και με θεραπείες κατά θανατηφόρων ασθενειών.
4.14. Οι δράσεις πρέπει να επικεντρωθούν στο διαδίκτυο. Τα διαδικτυακά φαρμακεία δεν είναι νόμιμα παρά μόνον εφόσον είναι καταχωρημένα και εγκεκριμένα σε κάθε κράτος μέλος, ενώ η πρόσβαση στην καταχώρηση πρέπει να είναι εύκολη μέσω μιας δημόσιας βάσης δεδομένων, όπως ήδη γίνεται για τα παραδοσιακά φαρμακεία. Ενώ, σε αυτόν τον τομέα, είναι σαφής η ανάγκη για ευρωπαϊκή και διεθνή συνεργασία, κάθε χώρα θεσπίζει τους δικούς της κανόνες για το διαδίκτυο. Επιπλέον, το λιανικό εμπόριο δεν ρυθμίζεται κανονιστικά προς το παρόν σε επίπεδο ΕΕ, επομένως τα περιθώρια ανάληψης κοινοτικής δράσης είναι περιορισμένα και θα πρέπει να επεκταθούν, όπως ήδη γίνεται στην περίπτωση των χονδρεμπόρων και των προμηθευτών χονδρικής.
4.15. Οι λόγοι για τους οποίους οι ασθενείς στρέφονται προς το διαδίκτυο και δεν απευθύνονται στους γιατρούς τους είναι εύκολα κατανοητοί. Ένα συγκεκριμένο φάρμακο μπορεί να μην είναι διαθέσιμο σε ένα συγκεκριμένο νομικό καθεστώς, ενώ ένα φάρμακο – κυρίως αν είναι απομίμηση – πιθανόν να είναι φθηνότερο στο διαδίκτυο. Τέλος, μπορεί ορισμένοι ασθενείς να αισθάνονται μικρότερη αμηχανία, αγοράζοντας φάρμακα μέσω του διαδικτύου παρά να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο μιας δύσκολης ιατρικής επίσκεψης. Επιπλέον, ο ασθενής δεν διώκεται, επειδή αγοράζει φάρμακα μέσω του διαδικτύου.
4.16. Σε κάθε κράτος μέλος πρέπει να προωθηθεί μια ενημερωτική εκστρατεία προκειμένου να κατευθύνει το κοινό προς τα καταχωρημένα διαδικτυακά φαρμακεία και να το απομακρύνει από εγκληματικούς οργανισμούς. Η εκστρατεία πρέπει να προβάλει τον πιθανό θανάσιμο κίνδυνο που συνεπάγονται τα προϊόντα, τα οποία αγοράζονται στο διαδίκτυο από μη καταχωρημένες πηγές. Θα πρέπει να παρέχονται πληροφορίες στο κοινό σε κάθε φαρμακείο, σε κάθε ιατρείο, σε κάθε νοσοκομείο και σε κάθε εγκεκριμένη ιστοσελίδα.
4.17. Θα πρέπει να επιβάλλονται αυστηρές οικονομικές και ποινικές κυρώσεις σε οποιονδήποτε διαπιστώνεται ότι δραστηριοποιείται στον τομέα των παραποιημένων φαρμάκων. Όπως συμβαίνει με τη διαδικτυακή αστυνόμευση της πορνείας, έτσι θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί και το ζήτημα της συνεργασίας μεταξύ δημοσίων αρχών (όπως περιγράφεται στην παράγραφο 4.3) και διαφόρων ενδιαφερόμενων φορέων, όπως π.χ. φορείς παροχής υπηρεσιών διαδικτύου, μηχανές αναζήτησης, υπηρεσίες μεταφοράς εμπορευμάτων και εταιρείες πιστωτικών καρτών, ούτως ώστε να εντοπίζονται καλύτερα οι παράνομοι παράγοντες που συμμετέχουν στην εμπορία παραποιημένων φαρμάκων. Όπως υπογραμμίζεται από την Επιτροπή, οι οδηγίες της αποτελούν μόνο ένα μέρος της πολύπλευρης προσπάθειας εφαρμογής αυτών των διατάξεων.
Γενικές διατάξεις
4.18. Δεν φαίνεται να έχει γίνει αντιληπτή η έκταση της παραποίησης, ούτε να είναι επαρκώς γνωστές οι πηγές των παραποιημένων φαρμάκων. Στην πρόταση οδηγίας πρέπει να συμπεριληφθούν σχέδια για την αντιμετώπιση αυτών των ελλείψεων στα συστήματα επιθεώρησης και επίβλεψης.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Βλέπε την έκθεση IMPACT (Διεθνής ειδική ομάδα για την καταπολέμηση της παραποίησης φαρμάκων) της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, η οποία επικαιροποιήθηκε τον Μάιο του 2008.
(2) COM(2008) 666 τελικό.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/67 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 78/660/EOK του Συμβουλίου περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών όσον αφορά τις μικρομονάδες»
COM(2009) 83 τελικό/2 – 2009/0035 (COD)
(2009/C 317/11)
Εισηγητής: ο κ. PEZZINI
Στις 20 Μαρτίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 44, § 1 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:
«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 78/660/EOK του Συμβουλίου περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών όσον αφορά τις μικρομονάδες»
COM(2009) 83 τελικό/2 – 2009/0035 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 22 Ιουνίου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. PEZZINI.
Κατά την 455ή σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 144 ψήφους υπέρ, 10 κατά και 17 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) υπογραμμίζει την ανάγκη ικανοποίησης των αναγκών των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων και της βιοτεχνίας, προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις διαρθρωτικές προκλήσεις που υφίστανται σε μια πολύπλοκη κοινωνία, με την πλήρη εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τις μικρές επιχειρήσεις (1), στα πλαίσια μια διαδικασίας που εντάσσεται στη στρατηγική της Λισσαβώνας.
1.2. Η EOKE λαμβάνει γνώση της πρωτοβουλίας της Επιτροπής που αποσκοπεί στην απαλλαγή των μικρομονάδων από τις λογιστικές και διοικητικές απαιτήσεις, οι οποίες συχνά είναι δαπανηρές και υπερβολικές, σε σχέση με το μέγεθος των επιχειρήσεων αυτών και εφιστά την προσοχή στις θέσεις που υιοθετήθηκαν παλαιότερα στις γνωμοδοτήσεις της CESE 1187/2008 (2)και CESE 1506/2008 (3).
1.3. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό η πρωτοβουλία αυτή να τηρεί τις ακόλουθες αρχές:
— |
Νομιμότητα, κάθε κράτος υποχρεούται να καθορίζει κριτήρια απαλλαγής για τις μικρομονάδες· |
— |
Ευελιξία, ενδείκνυται τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα προσαρμογής των κριτηρίων απαλλαγής στις απαιτήσεις της ιδιαίτερης κατάστασής τους, εντός κοινών ορίων· |
— |
Απλούστευση, οι τροποποιήσεις απαλλαγής πρέπει να τυγχάνουν απλής εφαρμογής· |
— |
Διαφάνεια, πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να εξασφαλίζεται η δέουσα διαφάνεια της εσωτερικής αγοράς. |
1.4. Η ΕΟΚΕ, αν και αναγνωρίζει ότι η Κοινότητα δεν έχει αποκλειστική αρμοδιότητα επί του θέματος, επιθυμεί, για την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς και για τη μη διάκριση των φορέων που δραστηριοποιούνται σε αυτή, να προβλέπεται στα μελλοντικά μέτρα αναθεώρησης της τέταρτης και της έβδομης οδηγίας για το εταιρικό δίκαιο, η αυτόματη παροχή διευκολύνσεων σε όλες τις μικροεπιχειρήσεις που υπάρχουν στην Ένωση, σύμφωνα με κριτήρια που θα καθορίζει με σαφήνεια κάθε κράτος μέλος.
1.5. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ ζητεί να εφαρμοστεί η αρχή «Σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα» (Think Small First) μέσω μιας διοργανικής συμφωνίας, που να βασίζεται στις ίδιες νομικές βάσεις με τη συμφωνία για τη Βελτίωση της νομοθεσίας (4), με μια σειρά σαφών και διαφανών δεσμεύσεων, σε κοινοτικό και σε εθνικό επίπεδο, όσον αφορά την εξάλειψη/ μείωση των γραφειοκρατικών επιβαρύνσεων, ώστε να εξασφαλιστεί η συστηματική εφαρμογή τους τόσο στις νομοθετικές όσο και στις πρακτικές διαδικασίες, ειδικότερα για τις πολύ μικρές και τις μικρές επιχειρήσεις.
1.6. Η ΕΟΚΕ κρίνει εξάλλου σκόπιμο να υποβάλλει η Επιτροπή στο Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην ΕΟΚΕ μία έκθεση, τρία χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας πρότασης, στην οποία να αξιολογούνται οι συνέπειες και η λειτουργία της απαλλαγής υπέρ των μικρομονάδων, σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, καθώς και οι οικονομίες που πραγματοποιήθηκαν από τις ευρωπαϊκές μικρομονάδες.
2. Εισαγωγή
2.1. Από τον εορτασμό του «Ευρωπαϊκού Έτους των ΜΜΕ και της Βιοτεχνίας» (5), που είχε σαν επακόλουθο τη δημιουργία της ΓΔ XXIII (6) και μια σειρά ευρωπαϊκών διασκέψεων (7), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες για την ικανοποίηση των αναγκών των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων και της βιοτεχνίας προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις πολυάριθμες οικονομικές και διαρθρωτικές προκλήσεις. Τούτο εξάλλου προβλήθηκε σε πολλές γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ (8).
2.2. Συχνά για τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις ισχύουν οι ίδιοι κανόνες που εφαρμόζονται στις μεγάλες επιχειρήσεις. Οι ειδικές απαιτήσεις, όσον αφορά τη λογιστική, σπανίως αναλύονται, και οι κανόνες για την χρηματοοικονομική πληροφόρηση συνεπάγονται σημαντικά οικονομικά έξοδα, εκτός του ότι παρεμποδίζουν την αποτελεσματική χρήση των κεφαλαίων, που είναι πιο χρήσιμα αν επενδυθούν στην παραγωγή και στην απασχόληση.
2.3. Εάν, από την μια πλευρά, όσον αφορά τη λογιστική και τον λογιστικό έλεγχο, ο στόχος για τη βελτίωση της ποιότητας των λογαριασμών των εταιρειών κεφαλαίων και την αύξηση της διαφάνειας είναι θεμελιώδους σημασίας, από την άλλη, οι μεγαλύτερες υποχρεώσεις που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις αποδεικνύονται συχνά ιδιαίτερα επαχθείς για τις πολύ μικρές και τις μικρές επιχειρήσεις.
2.4. Ειδικότερα ως προς αυτό, η Επιτροπή είχε πρόσφατα υποβάλει μια πρόταση για την απαλλαγή των μεσαίων επιχειρήσεων από ορισμένες απαιτήσεις επικοινωνίας και από την υποχρέωση σύνταξης ενοποιημένων λογαριασμών (9), για την οποία η ΕΟΚΕ εξέδωσε θετική γνωμοδότηση (10).
2.5. Το υψηλό διοικητικό κόστος που προκύπτει από την κοινοτική νομοθεσία περιορίζει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Εξάλλου, η νομοθεσία σχετικά με το δίκαιο, τη λογιστική και τον λογιστικό έλεγχο δεν εξελίχτηκε παράλληλα με το πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων. Εκ των πραγμάτων οι οδηγίες που εξασφαλίζουν την ποιότητα της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και του λογιστικού ελέγχου στην ΕΕ, συνεπάγονται υψηλό διοικητικό κόστος για τις επιχειρήσεις και ειδικότερα για τις μικρότερες.
2.6. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, οι οποίες ωστόσο δεν φαίνονται αξιόπιστες από επιστημονικής και μεθοδολογικής πλευράς, οι μικρομονάδες τις οποίες αφορά το μέτρο είναι περίπου 5 εκατομμύρια 400 χιλιάδες και το συνολικό διοικητικό κόστος, για την εκπλήρωση των διοικητικών και λογιστικών απαιτήσεων, που προβλέπει η οδηγία, ανέρχεται σε σχεδόν 6,3 δις ευρώ ετησίως
2.7. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη δέσμευση, που έχει αναλάβει η Επιτροπή, να μειώσει κατά 25 % τις διοικητικές δαπάνες των επιχειρήσεων (11) και την οποία έχει στηρίξει ανεπιφύλακτα η ΕΟΚΕ (12).
2.8. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ «πρέπει να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να εξασφαλισθεί ότι όλα τα κράτη μέλη εφαρμόζουν έγκαιρα και ποιοτικά όλες τις οδηγίες, ώστε να πεισθούν οι εθνικές και οι περιφερειακές κυβερνήσεις και οι νομοθέτες να αρχίσουν το δικό τους σχέδιο απλοποίησης, ξεκινώντας από εκείνες τις ρυθμίσεις όπου υπήρξε υπερβολική συσσώρευση ρυθμιστικών παρεμβάσεων (“gold-plating”) κατά την εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου» (13).
3. Το πλαίσιο
3.1. Στα πλαίσια της τέταρτης φάσης της πρωτοβουλίας απλούστευσης της νομοθεσίας σχετικά με την εσωτερική αγορά (Simplification of the Legislation on the Internal Market - SLIM), εκσυγχρονίστηκαν η πρώτη και η δεύτερη οδηγία για το εταιρικό δίκαιο.
3.2. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 8ης και 9ης Μαρτίου 2007 υπογράμμισε ότι η μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων αποτελεί σημαντικό μέτρο για την τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας, ιδίως λόγω των συνεπειών του μέτρου αυτού στις μικρότερες επιχειρήσεις, και τόνισε ότι απαιτείται μια έντονη και από κοινού προσπάθεια για τη μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων εντός της ΕΕ.
3.3. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 13ης και 14ης Μαρτίου 2008 κάλεσε την Επιτροπή να διατυπώσει νέες νομοθετικές προτάσεις «ταχείας διαδικασίας» προκειμένου να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος (14) και να ορίσει ως βασικούς τομείς παρέμβασης τη λογιστική και τους λογιστικούς ελέγχους για τη μείωση του διοικητικού φόρτου των ευρωπαϊκών εταιρειών.
3.4. Στην Small Business Act (15) για την Ευρώπη, που υποβλήθηκε τον Ιούνιο του 2008 από την Επιτροπή και για την οποία η ΕΟΚΕ εξέδωσε σχετική γνωμοδότηση (16), τονίστηκε επίσης η ανάγκη απλούστευσης των απαιτήσεων για τις μικρότερες επιχειρήσεις.
3.5. Εξάλλου, στο ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας, που υποβλήθηκε τέλη Νοεμβρίου του 2008 ορίζεται ως βασικό μέτρο η μείωση του διοικητικού φόρτου των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των μικρομονάδων, μεταξύ άλλων, με την κατάργηση της «απαίτησης βάσει της οποίας οι μικρές επιχειρήσεις οφείλουν να καταρτίζουν ετήσιους λογαριασμούς» (17).
3.6. Από την πλευρά του, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 8ης Δεκεμβρίου 2008 (18) τάχθηκε υπέρ της απαλλαγής των υποχρεώσεων όσον αφορά την χρηματοοικονομική πληροφόρηση από τις μικρομονάδες, προκειμένου να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά τους και το αναπτυξιακό τους δυναμικό, και κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση που να επιτρέπει στα κράτη μέλη να εξαιρούν τις επιχειρήσεις αυτές από το πεδίο εφαρμογής της 4ης οδηγίας 78/660/ΕΟΚ.
3.7. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων είκοσι έως τριάντα ετών η οδηγία 78/660/ΕΟΚ τροποποιήθηκε πολλάκις (19).
4. Περίληψη της πρότασης της Επιτροπής
4.1. Η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή της έννοιας της μικρομονάδας, που ήδη προβλέπεται σε ορισμένα κράτη μέλη, και την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής της τέταρτης οδηγίας 78/660/ΕΟΚ για τους ετήσιους λογαριασμούς. Οι μικρομονάδες, για να τύχουν απαλλαγής, θα πρέπει να πληρούν δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια:
— |
10 ή λιγότερους εργαζόμενους, |
— |
σύνολο ισολογισμού κατώτερο των 500 000 ευρώ και |
— |
καθαρό ύψος κύκλου εργασιών λιγότερο από 1 000 000 ευρώ. |
4.2. Γι αυτές τις πολύ μικρές επιχειρήσεις το κόστος κατάρτισης των ετήσιων λογαριασμών είναι ιδιαίτερα μεγάλο. Από την άλλη πλευρά δεν υπάρχει έντονη ζήτηση όσο αφορά την χρηματοοικονομική τους κατάσταση εφόσον πρόκειται κυρίως για επιχειρήσεις που δρουν σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο.
4.3. Με την εισαγωγή της απαλλαγής στις οδηγίες λογιστικής, τα κράτη μέλη έχουν τη διακριτική ευχέρεια να ορίσουν τους κανόνες που θα πρέπει να τηρούν οι μικρομονάδες.
4.4. Για τον λόγο αυτό η Επιτροπή αποφάσισε να τροποποιήσει την κοινοτική νομοθεσία. Όσον αφορά τις μικρομονάδες προτάθηκαν διάφορα μέτρα:
— |
απαλλαγή των επιχειρήσεων αυτών να καταρτίζουν ετήσιους λογαριασμούς, |
— |
δυνατότητα για τις μικρομονάδες να καταρτίζουν ετήσιους λογαριασμούς, επί εθελοντικής βάσεως, να τους υποβάλλουν σε λογιστικό έλεγχο και να τους αποστέλλουν στο εθνικό μητρώο, |
— |
διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να απαλλάσσουν τις μικρομονάδες από το πεδίο εφαρμογής της τέταρτης οδηγίας για το εταιρικό δίκαιο. |
5. Γενικές παρατηρήσεις
5.1. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής περί απαλλαγής των μικρομονάδων από τις διοικητικές υποχρεώσεις λογιστικής, πολυδάπανες και εντελώς δυσανάλογες σε σχέση με τις απαιτήσεις των μικρομονάδων και των κυριότερων χρηστών των χρηματοοικονομικών πληροφοριών.
5.2. Η ΕΟΚΕ θεωρεί πρωταρχικής σημασίας, ειδικότερα κατά την σημερινή οικονομική κρίση η οποία πλήττει ιδιαίτερα τις μικρότερες επιχειρήσεις ολόκληρης της Ευρώπης, να εφαρμοστούν άμεσα (πρότυπο «fast track» - ταχεία διαδικασία) (20) και καθολικά σε ολόκληρο τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο τα μέτρα απαλλαγής για τις μικρομονάδες, να είναι δε ευέλικτα και προσαρμοσμένα στις επιμέρους εθνικές ιδιαιτερότητες, καθώς και να εφαρμοστούν με διαφάνεια έναντι των φυσικών και νομικών προσώπων της Ευρώπης.
5.3. Η πρόταση της Επιτροπής αποτελεί, εξάλλου, ένα ισχυρό κίνητρο για την καταπολέμηση της παραοικονομίας (moonlight economy), όπως επανειλημμένα έχει επισημάνει η ΕΟΚΕ, η οποία έχει «τονίσει την πραγματικά αρνητική επίδραση της λαθραίας εργασίας επί των δημόσιων οικονομικών, λόγω της απώλειας εισοδημάτων από φορολογία και από κοινωνικές εισφορές» (21) και ότι «για να αποφευχθεί η ραγδαία εξέλιξη της παραοικονομίας, το τίμημα μιας ενάρετης συμπεριφοράς δεν πρέπει να είναι υπέρογκο» (22).
5.4. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση απλοποίησης της Επιτροπής που αποσκοπεί στην εξασφάλιση ενός κανονιστικού πλαισίου για την τόνωση της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας των πολύ μικρών και των μικρών επιχειρήσεων, ώστε να καταστούν περισσότερο ανταγωνιστικές και να αξιοποιούν περισσότερο τις δυνατότητες της εσωτερικής αγοράς.
5.5. Η ΕΟΚΕ, αν και αναγνωρίζει την μη αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας επί του θέματος και την αναγκαία εφαρμογή του άρθρου 5 της Συνθήκης σχετικά με την επικουρικότητα, θεωρεί σκόπιμο, για την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς και για τη μη διάκριση των φορέων που δραστηριοποιούνται σε αυτή, οι διευκολύνσεις προς τις μικρομονάδες στα μελλοντικά μέτρα αναθεώρησης της τέταρτης και της έβδομης οδηγίας για το εταιρικό δίκαιο να μην επαφίενται στη διακριτική ευχέρεια των επιμέρους κρατών μελών αλλά να παρέχονται αυτομάτως σε όλες τις μικροεπιχειρήσεις που υπάρχουν στην Ένωση.
5.6. Η ΕΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εφαρμόσουν κατά την προσεχή γενική αναθεώρηση της τέταρτης και της έβδομης οδηγίας για το εταιρικό δίκαιο την αρχή «Σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα» (Think Small First) μέσω μιας διοργανικής συμφωνίας, που να βασίζεται στις ίδιες νομικές βάσεις με τη συμφωνία για τη Βελτίωση της νομοθεσίας (23), με μια σειρά σαφών και διαφανών δεσμεύσεων όσον αφορά την εξάλειψη/μείωση των γραφειοκρατικών επιβαρύνσεων.
5.7. Η ΕΟΚΕ ζητεί εξάλλου από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην ΕΟΚΕ μία έκθεση, τρία χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας πρότασης, στην οποία να αξιολογούνται οι συνέπειες και η λειτουργία της απαλλαγής, υπέρ των μικρομονάδων, σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, καθώς και οι οικονομίες που πραγματοποιήθηκαν από τις ευρωπαϊκές μικρομονάδες.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Πρβλ. Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας, 2000.
(2) ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 7.
(3) ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σ. 37.
(4) Βλ. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ στην Επίσημη Εφημερίδα αριθ. ΕΕ C 182 της 4/8/2009, σελ. 30, σύσταση αριθ. 1, εισηγητής: MALOSSE και συνεισηγητής: CAPPELLINI.
(5) Έτος 1983.
(6) Πρώτα δημιουργήθηκε μια Task Force υπό την εποπτεία της Edith Cresson, που στη συνέχεια έγινε μια νέα ΓΔ: η ΓΔ XXIII.
(7) Αβινιόν, 1990· Βερολίνο, 1994· Μιλάνο, 1997.
(8) Βλέπε μεταξύ άλλων: ΕΕ C 161 της 14.6.1993, σ. 6· ΕΕ C 388, της 31.12.1994, σελ. 14· ΕΕ C 295 της 7.10.1996, σ. 6· ΕΕ C 56 της 24.2.1997, σ. 7 ΕΕ C 89 της 19.3.1997, σ. 27· ΕΕ C 235 της 27.7.1998, σ. 13· ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 1· ΕΕ C 374 της 3.12.1998, σ. 4· ΕΕ C 116 της 20.4.2001, σ. 20.
(9) COM(2008) 195 τελικό της 18ης Σεπτεμβρίου 2008.
(10) ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σ. 37, εισηγητής: CAPPELLINI.
(11) COM(2006) 689, 690 και 691 τελικό της 14ης Νοεμβρίου 2006.
(12) ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 8.
(13) ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 8, σημείο 4.3.6, και ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 9, σημείο 6.2.
(14) Συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών, σημείο 9.
(15) COM(2008) 394 τελικό της 25ης Ιουνίου 2008.
(16) ΕΕ C 182 της 4.8.2009, εισηγητής: MALOSSE και συνεισηγητής: CAPPELLINI.
(17) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ένα Ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας (COM(2008) 800 τελικό, της 26ης Νοεμβρίου 2008, σημείο 4).
(18) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τις λογιστικές απαιτήσεις όσον αφορά τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και ιδίως τις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
(19) Πρόκειται για πάνω από δέκα τροποποιήσεις: οδηγία 83/349/ΕΟΚ, οδηγία 84/569/ΕΟΚ, οδηγία 89/666/ΕΟΚ, οδηγία 90/604/ΕΟΚ, οδηγία 90/605/ΕΟΚ, οδηγία 94/8/ΕΚ, οδηγία 1999/60/ΕΚ, οδηγία 2001/65/ΕΚ, οδηγία 2003/38/ΕΚ, οδηγία 2003/51/ΕΚ, οδηγία 2006/43/ΕΚ, οδηγία 2006/46/ΕΚ.
(20) Fast track: προκειμένου να υπάρξουν γρήγορα αποτελέσματα η Επιτροπή υπέβαλε τρεις προτάσεις ταχείας διαδικασίας. Η πρώτη, που αποσκοπούσε στην ευθυγράμμιση ορισμένων κανόνων σχετικά με τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων στην περίπτωση των εγχώριων συγχωνεύσεων και διασπάσεων εταιρειών με τους κανόνες που υπάρχουν στην Οδηγία για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις (οδηγία 2005/56/ΕΚ) εγκρίθηκε από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Νοέμβριο του 2007 (οδηγία 2007/63/ΕΚ). Επιπλέον, τον Απρίλιο του 2008, η Επιτροπή κατέθεσε δύο προτάσεις για την τροποποίηση της πρώτης και της ενδέκατης οδηγίας για το εταιρικό δίκαιο και τις λογιστικές οδηγίες.
(21) Βλ. ΕΕ C 101 της 12.4.1999, εισηγητής GIRON.
(22) Βλ. ΕΕ C 255 της 14.10.2005.
(23) Βλ. ΕΕ C 182 της 4.8.2009, σ. 30, σύσταση αριθ. 1, εισηγητής: MALOSSE, συνεισηγητής: CAPPELLINI. Ειδικότερα το σημείο 3.2: «Όσον αφορά την αρχή “προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις”, η ΕΟΚΕ επιβεβαιώνει την προγενέστερη θέση της (ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 27) και ζητά να μετατραπεί η εν λόγω πρωτοβουλία σε δεσμευτικό κανόνα λαμβάνοντας μια μορφή η οποία απομένει να προσδιοριστεί (κώδικας δεοντολογίας, διοργανική συμφωνία, απόφαση του Συμβουλίου), αλλά θα πρέπει να είναι δεσμευτική για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και το Συμβούλιο. Η επιλογή μιας διοργανικής συμφωνίας εδραζόμενης στις ίδιες νομικές βάσεις με τη συμφωνία του 2003 για τη βελτίωση της νομοθεσίας …».
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
στη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Το ακόλουθο κείμενο που υπήρχε στη γνωμοδότηση του τμήματος, τροποποιήθηκε λόγω της τροπολογίας που υιοθέτησε η ολομέλεια, έλαβε όμως τουλάχιστον το ένα τέταρτο των ψήφων:
«2.6. |
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, οι μικρομονάδες τις οποίες αφορά το μέτρο είναι περίπου 5 εκατομμύρια 400 χιλιάδες και το συνολικό διοικητικό κόστος, για την εκπλήρωση των διοικητικών και λογιστικών απαιτήσεων, που προβλέπει η οδηγία, ανέρχεται σε σχεδόν 6,3 δις ευρώ ετησίως.» |
Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την τροπολογία: 89 ψήφοι υπέρ, 40 ψήφοι κατά και 30 αποχές.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/72 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου ορισμένων πράξεων που υπόκεινται στη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, όσον αφορά την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο — Προσαρμογή στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο — Μέρος πέμπτο»
COM(2009) 142 τελικό – 2009/0048 (COD)
(2009/C 317/12)
Γενικός εισηγητής: ο κ. RETUREAU
Στις 14 Μαΐου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 152 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την
«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου ορισμένων πράξεων που υπόκεινται στη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, όσον αφορά την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο - Προσαρμογή στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο - Μέρος πέμπτο»
COM(2009) 142 τελικό – 2009/0048 (COD)
Στις 12 Μαΐου 2009, το Προεδρείο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» την προετοιμασία των σχετικών εργασιών.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειας, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), και σύμφωνα με το άρθρο 20 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να ορίσει γενικό εισηγητή τον κ. RETUREAU, και υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 122 ψήφους υπέρ και 2 ψήφους κατά.
1. Συμπεράσματα
1.1. Η ΕΟΚΕ αποδέχεται τις προτάσεις της Επιτροπής σχετικά με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, διερωτάται όμως μήπως θα έπρεπε να εξεταστεί το ενδεχόμενο ειδικής διαδικασίας στις περιπτώσεις όπου οι τροποποιήσεις, χωρίς να αλλάζουν το αντικείμενο και τους στόχους της πράξης, προχωρούν και λίγο πέραν του κριτηρίου της μη ουσιώδους τροποποίησης, και έχουν πιθανόν σημαντικές κοινωνικές, οικονομικές επιπτώσεις ή επιπτώσεις στην υγεία.
1.2. Θεωρεί, πάντως, ότι είναι δύσκολο να εφαρμοσθεί ο έλεγχος, για λόγους οργάνωσης της κοινοβουλευτικής εργασίας.
1.3. Η προστιθέμενη αξία της νέας διαδικασίας δεν είναι ακόμη σαφής για τους πολίτες, επειδή οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, τις οποίες αφορά η «συμπληρωματική» κανονιστική ρύθμιση που πραγματοποιήθηκε από την επιτροπολογία, μπορεί να συναντήσουν δυσκολίες όσον αφορά την παρακολούθηση των διαδοχικών κανονιστικών τροποποιήσεων της αρχικής πράξης.
2. Υπόμνηση των διαδικασιών προσαρμογής στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο κατά το 2007 και 2008
2.1. Η κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του Κοινοβουλίου επιταχύνθηκε τα τελευταία δύο χρόνια με μια προσαρμογή γενικού χαρακτήρα («omnibus») των νομικών πράξεων που υιοθετούνταν στο παρελθόν με την «συνήθη» διαδικασία της επιτροπολογίας. Η «συνήθης» διαδικασία επιτροπολογίας παραμένει σε ισχύ όταν δεν εφαρμόζονται οι όροι της διαδικασίας με έλεγχο.
2.2. Η απόφαση του Συμβουλίου αριθ.2006/512/ΕΚ, της 17ης Ιουλίου 2006, τροποποίησε την απόφαση του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999, περί καθορισμού των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (1999/468/ΕΚ), κυρίως με την προσθήκη του άρθρου 5α, με το οποίο θεσπίζεται νέα διαδικασία καλούμενη «κανονιστική διαδικασία με έλεγχο». Η διαδικασία αυτή επιτρέπει στο Κοινοβούλιο να ασκεί δικαίωμα επίβλεψης όσον αφορά τις τροποποιήσεις που επιφέρονται από την επιτροπολογία σε συγκεκριμένες πράξεις, στο μέτρο που οι τροποποιήσεις αυτές δεν είναι ουσιαστικές ή στην περίπτωση που αφορούν προσθήκη ή απόσυρση διατάξεων ή στοιχείων που δεν είναι ουσιαστικού χαρακτήρα.
2.3. Οι διαδικασίες της επιτροπολογίας που διασφαλίζουν τη συνέχεια κάθε νομοθετικής πράξης θα διαθέτουν, επομένως, μία επιπλέον επιλογή, η οποία θα ενισχύσει τον έλεγχο του Κοινοβουλίου όσον αφορά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή από την πράξη, και τούτο σχετικά με ορισμένες πράξεις που υπάγονται στη νέα αυτή επιλογή και διέπονται από τη διαδικασία της συναπόφασης και από το άρθρο 251 της Συνθήκης ή από τη διαδικασία Lamfallussy για τον χρηματοπιστωτικό τομέα (1).
Με κοινή τους δήλωση, η Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο εξέδωσαν κατάλογο βασικών πράξεων που θα πρέπει να προσαρμοστούν επειγόντως στις διατάξεις της τροποποιημένης απόφασης, ούτως ώστε να ενσωματωθεί η κανονιστική διαδικασία με έλεγχο σε αντικατάσταση της αρχικής διαδικασίας. Η κοινή δήλωση προβλέπει εξάλλου ότι, βάσει των αρχών της καλής νομοθεσίας, η διάρκεια των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή δεν θα πρέπει να περιορίζεται χρονικά.
2.4.1. Η Επιτροπή επέλεξε να προχωρήσει στην προσαρμογή των παλαιών πράξεων τις οποίες αφορά η νέα διαδικασία, με προτάσεις κανονισμών «omnibus», δηλαδή κανονισμών που τροποποιούν μια σειρά πράξεων, αντί να υιοθετηθεί ξεχωριστός κανονισμός για την εκάστοτε συγκεκριμένη πράξη.
2.4.2. Οι τρεις πρώτες σειρές υιοθετήθηκαν στα τέλη του 2007, και η τέταρτη στις 11 Φεβρουαρίου 2008 (2). Έτσι, η Επιτροπή πρότεινε την αναδρομική τροποποίηση όλων των πράξεων οι οποίες κατά τη γνώμη της εμπίπτουν στην νέα διαδικασία επιτροπολογίας με έλεγχο, προκειμένου να την εισαγάγει και, κατά περίπτωση, να καταργήσει τους χρονικούς περιορισμούς των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ενδεχομένως περιελάμβαναν.
2.5. Το Κοινοβούλιο, από την πλευρά του, με ψήφισμα της 23ης Σεπτεμβρίου 2008, συνέστησε στην Επιτροπή να επανεξετάσει τον κατάλογο των 14 πράξεων για τις οποίες προτείνει να εισαχθεί η κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, αντί της επιτροπολογίας χωρίς έλεγχο που είχε προβλεφθεί αρχικά. Η παρούσα γνωμοδότηση αφορά την απάντηση και τις πράξεις που προτείνει η Επιτροπή μετά το ψήφισμα.
2.6. Εξάλλου, το Κοινοβούλιο θεωρεί «ότι οι λεπτομέρειες εφαρμογής της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου δεν ήσαν καθόλου ικανοποιητικές και, με εξαίρεση τις λεπτομέρειες εφαρμογής της νέας κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, εξακολουθούν να μην είναι ικανοποιητικές, πράγμα που οφείλεται μεταξύ άλλων στον τρόπο λειτουργίας της τράπεζας δεδομένων για την επιτροπολογία· ότι τα έγγραφα διαβιβάζονται συχνά αποσπασματικά και χωρίς σαφή διευκρίνιση του καθεστώτος που τα διέπει και ορισμένες φορές με παραπλανητικούς τίτλους, π.χ. σχέδια εκτελεστικών μέτρων για τα οποία δεν έχει ακόμη διεξαχθεί ψηφοφορία στην επιτροπή διαβιβάζονται με τον τίτλο “δικαίωμα ελέγχου”, ενώ θα έπρεπε να είχαν διαβιβαστεί με τον τίτλο “δικαίωμα ενημέρωσης”, πράγμα που καθιστά ασαφές ποιες προθεσμίες ισχύουν» (3).
3. Προτάσεις της Επιτροπής
3.1. Στην πρόταση κανονισμού που αναφέρεται στον τίτλο της γνωμοδότησης, η Επιτροπή προτείνει την προσαρμογή στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο δύο πράξεων από τις 14 που πρότεινε το Κοινοβούλιο, ενώ εξηγεί, για κάθε μία από τις πράξεις που δεν έγιναν δεκτές, την απόρριψή τους με νομικές αιτιολογίες που άπτονται της φύσης των εν λόγω πράξεων, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται, κατά την άποψή της, στους όρους εφαρμογής της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο.
Πρόκειται για τις ακόλουθες πράξεις:
Πράξεις η προσαρμογή των οποίων έχει ήδη πραγματοποιηθεί ή προταθεί
— |
Οδηγία 2000/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ του Συμβουλίου (4). |
— |
Οδηγία 2001/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, για τροποποίηση της οδηγίας 92/23/ΕΟΚ του Συμβουλίου (5). |
— |
Οδηγία 2004/3/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για την τροποποίηση των οδηγιών 70/156/ΕΟΚ και 80/1268/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6). Σύμφωνα με την Επιτροπή οι δύο αυτές οδηγίες υπήχθησαν αυτομάτως στη κανονιστική διαδικασία με έλεγχο. |
— |
Οδηγία 2005/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, για την τροποποίηση της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου (7). |
— |
Οδηγία 2006/40/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για την τροποποίηση της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου (8). |
— |
Οδηγία 2005/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2005, για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/32/ΕΚ (9). |
Πράξη που δεν εμπίπτει στη συναπόφαση
— |
Κανονισμός (EK) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 (10). |
Νομική πράξη που εγκρίθηκε μετά την έναρξη ισχύος της μεταρρύθμισης του 2006
— |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006 (11). Η πράξη αυτή εγκρίθηκε μετά τις 23 Ιουλίου 2006, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος της μεταρρύθμισης που θέσπισε τη κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, και δεν χρειάζεται καμία προσαρμογή. |
Πράξεις που δεν περιλαμβάνουν καμία διάταξη που να εμπίπτει στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο
— |
Οδηγία 2001/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου, καθώς και των οδηγιών 70/524/ΕΟΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ του Συμβουλίου (12). |
— |
Οδηγία 2002/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2002, για την τροποποίηση των οδηγιών 90/425/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου (13). |
— |
Οδηγία 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 95/408/EK του Συμβουλίου (14). |
— |
Απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002 (15). |
3.3. Τέλος, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι ακόλουθες βασικές πράξεις περιέχουν ορισμένες διατάξεις που χρειάζεται να προσαρμοσθούν στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο:
— |
Οδηγία 2000/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών (16), και |
— |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 820/97 του Συμβουλίου (17). |
3.4. Σκοπός της υπό εξέταση πρότασης είναι η προσαρμογή των δύο αυτών βασικών πράξεων στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο.
4. Γενικές παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ
4.1. Η ΕΟΚΕ παρακολούθησε με ενδιαφέρον την εφαρμογή της νέας διαδικασίας επιτροπολογίας: την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο.
4.2. Η ΕΟΚΕ αποδέχεται τις προτάσεις της Επιτροπής, διερωτάται όμως μήπως θα έπρεπε να εξεταστεί το ενδεχόμενο ειδικής διαδικασίας στις περιπτώσεις όπου οι τροποποιήσεις, χωρίς να αλλάζουν το αντικείμενο και τους στόχους της πράξης, προχωρούν και λίγο πέραν του κριτηρίου της μη ουσιώδους τροποποίησης, και έχουν πιθανόν σημαντικές κοινωνικές, οικονομικές επιπτώσεις, ή επιπτώσεις στην υγεία, όπως στην περίπτωση του κανονισμού για τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ).
4.3. Θεωρεί ότι η επιτροπολογία με έλεγχο αποτελεί δημοκρατική πρόοδο όσον αφορά την παρακολούθηση της διαχείρισης ορισμένων εξελικτικών πράξεων, καθώς επιτρέπει την αποφυγή επαχθέστερων διαδικασιών, όπως η αναθεώρηση, η οποία θα επιβάρυνε χωρίς λόγο τα θεσμικά όργανα. Ωστόσο, για το Κοινοβούλιο είναι δύσκολο να οργανωθεί ο έλεγχος, για λόγους που άπτονται της οργάνωσης των κοινοβουλευτικών εργασιών.
4.4. Η προστιθέμενη αξία της νέας διαδικασίας δεν είναι ακόμη σαφής για τους πολίτες, επειδή οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, τις οποίες αφορά η «συμπληρωματική» κανονιστική ρύθμιση που πραγματοποιήθηκε από την επιτροπολογία, μπορεί να συναντήσουν δυσκολίες όσον αφορά την παρακολούθηση των διαδοχικών κανονιστικών τροποποιήσεων της αρχικής πράξης.
4.5. Η κατάσταση περιπλέκεται περισσότερο όταν οι κανονιστικές τροποποιήσεις έχουν στην πραγματικότητα εμβέλεια που υπερβαίνει ευρέως το κριτήριο της «μη ουσιώδους» τροποποίησης, μιας έννοιας που παραμένει ανακριβής όσον αφορά ορισμένες εφαρμογές. Αυτό ισχύει π.χ. στην περίπτωση της νέας ρύθμισης σχετικά με τα τοξικά προϊόντα στα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Η προσθήκη ή η αφαίρεση τοξικών ουσιών από τον κατάλογο προτείνεται σύμφωνα με τη διαδικασία με έλεγχο, όμως η ΕΟΚΕ, στη σχετική γνωμοδότηση της (18), είχε ζητήσει, σε περίπτωση τροποποίησης του καταλόγου, να ερωτώνται, αφενός, οι σχετικές βιομηχανίες και οι ενδιαφερόμενοι εργαζόμενοι, καθώς και οι οργανώσεις των καταναλωτών και, αφετέρου, να πραγματοποιείται μελέτη αντικτύπου, διότι τέτοιες τροποποιήσεις θεωρούνται ουσιώδεις στην συγκεκριμένη περίπτωση της εν λόγω ρύθμισης.
4.6. Με την παρατήρηση αυτή, που μπορεί να αφορά κάποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις, και να ληφθεί υπόψη στην πράξη χωρίς να είναι αναγκαία η τροποποίηση των σημερινών κανόνων, η ΕΟΚΕ μπορεί να αποδεχθεί τις προτάσεις της Επιτροπής.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Το άρθρο 5α της τροποποιημένης απόφασης 1999/468/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11) εισάγει μια νέα κανονιστική διαδικασία με έλεγχο για τα μέτρα γενικής εμβέλειας που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων μιας βασικής πράξης που θεσπίζεται κατά τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, περιλαμβανομένης και της κατάργησης ορισμένων εκ των στοιχείων αυτών ή της συμπλήρωσης της πράξης με την προσθήκη νέων μη ουσιωδών στοιχείων.
(2) COM(2007) 740 τελικό, COM(2007) 741 τελικό, COM(2007) 822 τελικό, COM(2007) 824 τελικό και COM(2008) 71 τελικό, γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 35.
(3) ΕΚ, Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων, Εισηγήτρια: η κ. Monica Frassoni, A6-0107/2008. Πρόταση απόφασης, αιτιολογική σκέψη B.
(4) ΕΕ L 173 της 12.7.2000, σ. 1.
(5) ΕΕ L 211 της 4.8.2001, σ. 25.
(6) ΕΕ L 49 της 19.2.2004, σ. 36.
(7) ΕΕ L 310 της 25.11.2005, σ. 10.
(8) ΕΕ L 161 της 14.6.2006, σ. 12.
(9) ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σ. 59.
(10) ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25.
(11) ΕΕ L 378 της 27.12.2006, σ. 41.
(12) ΕΕ L 234 της 1.9.2001, σ. 55.
(13) ΕΕ L 315 της 19.11.2002, σ. 14.
(14) ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 33.
(15) ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 1.
(16) ΕΕ L 105 της 3.5.2000, σ. 34.
(17) ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1.
(18) COM(2008) 809 τελικό και CESE 1032/2009 της 10.06.2009.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/75 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Ενδιάμεση αξιολόγηση της εφαρμογής του προγράμματος δράσης της ΕΚ για τη βιοποικιλότητα»
COM(2008) 864 τελικό
(2009/C 317/13)
Εισηγητής: ο κ. RIBBE
Στις 16 Δεκεμβρίου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 262, παρ. 1 της Συνθήκης για τη ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με το ακόλουθο θέμα:
«Ενδιάμεση αξιολόγηση της εφαρμογής του προγράμματος δράσης της ΕΚ για τη βιοποικιλότητα»
COM(2008) 864 τελικό.
Το τμήμα «Γεωργία, Αγροτική Ανάπτυξη, Περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 18 Ιουνίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RIBBE.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, στις 15 και 16 Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 162 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 7 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει μεγάλη απογοήτευση, διαπιστώνοντας ότι δεν προβλέπεται να επιτευχθεί ο στόχος αναφορικά με την ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας που είχε τεθεί για το 2010.
1.2. Θεωρεί ωστόσο ενθαρρυντικό το γεγονός ότι οι οδηγίες περί οικοτόπων και πτηνών επέφεραν ορισμένα θετικά αποτελέσματα στον εν λόγω τομέα. Καταδεικνύεται έτσι ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προστασία της φύσης είναι αποτελεσματική, όταν εφαρμόζεται ορθά.
1.3. Εντούτοις όμως, η ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι αδύνατο να αναχαιτίσει τη συνεχιζόμενη και σοβαρή απώλεια βιοποικιλότητας που παρατηρείται εκτός των προστατευμένων περιοχών και η οποία είναι προϊόν απολύτως νόμιμων οικονομικών δραστηριοτήτων. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι η ενσωμάτωση της προβληματικής για τη βιοποικιλότητα σε άλλους πολιτικούς τομείς δεν έχει προχωρήσει αρκετά.
1.4. Μολαταύτα, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι δεν είναι αναγκαία η εκ βάθρων αλλαγή των στόχων. Απεναντίας, χρειάζεται να επιδειχθεί μεγαλύτερη σοβαρότητα από πλευράς Επιτροπής και κρατών μελών στον ορθά καθορισμένο στόχο του 2001 όσον αφορά την αναχαίτιση της απώλειας βιοποικιλότητας και την αποκατάσταση των φυσικών ενδιαιτημάτων, και να υποστηριχθεί η υλοποίησή του με μεγαλύτερη ενεργητικότητα στο μέλλον.
1.5. Από την άποψη της οικονομικής πολιτικής, η προστασία της φύσης εκλαμβάνεται συχνά ως εμπόδιο ή απειλή. Το επιχείρημα της οικονομικής αξίας της βιοποικιλότητας δεν έχει βρει ακόμη αντίκτυπο στην πολιτική πρακτική. Καλείται η Επιτροπή να αναφέρει με ποιο τρόπο προτίθεται να λύσει το πρόβλημα αυτό, π.χ. στα πλαίσια συζητήσεων για την ενισχυμένη εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους.
1.6. Θα πρέπει να προβληθούν περισσότερο τα παραδείγματα των θετικών εξελίξεων που καταδεικνύουν τη στενή σχέση που υφίσταται μεταξύ της βιοποικιλότητας και της ανάπτυξης της περιφερειακής οικονομίας (π.χ. τουρισμός).
1.7. Η απόφαση που έλαβε το Συμβούλιο για τη χρηματοδότηση του προγράμματος Natura 2000 με πόρους των διαρθρωτικών ταμείων και του δεύτερου πυλώνα της ΚΓΠ αποδείχτηκε αναποτελεσματική. Τα κράτη μέλη δεν δίνουν την προτεραιότητα που θα έπρεπε στην προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας στα αντίστοιχα προγράμματά τους. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της καθιέρωσης ιδιαίτερης θέσης στον προϋπολογισμό για την περίοδο 2014 - 2020. Πρέπει να επανεισαχθούν κίνητρα στα γεωργοπεριβαλλοντικά προγράμματα.
1.8. Σε πολλές περιφέρειες και περιοχές, όπως π.χ. σε τυρφώνες, στις ορεινές και τις παράκτιες περιοχές, σε βοσκοτόπους, σε ποτάμιες κοιλάδες κλπ., η προστασία και η αποκατάσταση των φυσικών βιοτόπων συμβάλλουν επίσης σημαντικά στην προστασία του κλίματος. Οι πολιτικές για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα πρέπει να είναι αλληλένδετες, παρόλον ότι για την προστασία της βιοποικιλότητας συντρέχουν φυσικά πολύ περισσότεροι λόγοι από αυτούς που συντρέχουν για την προστασία του κλίματος.
1.9. Για να καταστεί δυνατή η προσαρμογή των ειδών στην αλλαγή των κλιματικών συνθηκών, είναι απαραίτητο να υπάρχει στενότερη διασύνδεση μεταξύ των ενδιαιτημάτων τους. Θα πρέπει να μελετηθεί η δημιουργία «Διευρωπαϊκού Δικτύου για τη Φύση».
1.10. Όλο και περισσότερες εκτάσεις χτίζονται ή καλύπτονται από δρόμους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα για την προστασία της φύσης. Πρέπει να περιοριστεί αυτή η χρήση γης στην Ευρώπη.
1.11. Αν και η προστασία της φύσης έχει μεγάλη απήχηση στην κοινωνία των πολιτών, εντούτοις ο κόσμος δεν έχει σαφή γνώση του θέματος. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει το γεγονός ότι επιδιώκεται επιτέλους η ενίσχυση των προσπαθειών για την απαραίτητη κατανόηση των λόγων στους οποίους οφείλεται η απώλεια βιοποικιλότητας και της ανάγκης να ληφθούν μέτρα. Στην προσπάθεια αυτή περιλαμβάνονται επίσης η καλύτερη πληροφόρηση των καταναλωτών σχετικά με τις επιπτώσεις ορισμένων παραγωγικών διαδικασιών και η ανάπτυξη παραγωγικών πρακτικών που προάγουν την αειφορία.
2. Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
2.1. Στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή καταλήγει στο αποκαλυπτικό συμπέρασμα ότι, παρά την θέσπιση του προγράμματος δράσης για την προστασία της βιοποικιλότητας το 2006, το οποίο περιλάμβανε ούτε λίγο ούτε πολύ 160 διαφορετικά μέτρα, υπάρχουν «ελάχιστες πιθανότητες … να επιτύχει η ΕΕ τον στόχο που έχει θέσει για το 2010 όσον αφορά την ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας. Θα χρειαστούν εντατικές προσπάθειες την επόμενη διετία, τόσο σε κοινοτικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, απλώς και μόνο για να πλησιάσουμε τον εν λόγω στόχο». Ο αρμόδιος για το περιβάλλον Επίτροπος της ΕΕ κ. Δήμας, έχει εν τω μεταξύ παραδεχθεί ότι ο στόχος της ανάσχεσης της απώλειας βιοποικιλότητας μέχρι το 2010 δεν θα επιτευχθεί!
2.2. Η απώλεια βιοποικιλότητας σε παγκόσμια κλίμακα θεωρείται «καταστροφική». Δεν διαταράσσονται μόνο φυσικές διαδικασίες, αλλά προκύπτουν και σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Ευρώπη είναι συνυπεύθυνη για τις αρνητικές εξελίξεις που παρατηρούνται σε παγκόσμια κλίμακα. Έτσι «Νέα ζητήματα, όπως η επέκταση του γεωργικού τομέα για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης τροφίμων και η ανάδυση εναλλακτικών αγορών, π.χ. βιοκαυσίμων, έχουν αναδειχθεί σε μείζονες προκλήσεις».
2.3. Παρόλον ότι οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η μέχρι τούδε σημαντική αποτυχία της πολιτικής για τη βιοποικιλότητα είναι πολλοί και διάφοροι, η Επιτροπή αναφέρει στα συμπεράσματα της ενδιάμεσης αξιολόγησης ότι: «Η ενσωμάτωση του σχετικού με τη βιοποικιλότητα προβληματισμού σε άλλες τομεακές πολιτικές παραμένει βασική πρόκληση». Αποφασιστική σημασία για την αποκαλυπτική ενδιάμεση αξιολόγηση έχει η διαπίστωση ότι, τα τελευταία χρόνια, δεν σημειώθηκε πραγματική πρόοδος σε ό,τι αφορά στην ενσωμάτωση των αναγκών της βιοποικιλότητας σε άλλες τομεακές πολιτικές.
2.4. Από τα αρχικά αποτελέσματα του πρώτου «διαγνωστικού ελέγχου» του σχεδίου για την προστασία της βιοποικιλότητας, προκύπτει ότι το 50 % περίπου των ειδών και, ενδεχομένως, μέχρι και το 80 % των τύπων ενδιαιτημάτων ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος των ειδών και των τύπων ενδιαιτημάτων που προστατεύονται βάσει της οδηγίας για τους οικοτόπους (1) βρίσκονται σε «δυσμενή κατάσταση διατήρησης».
2.5. Όμως, στην περίπτωση ορισμένων ειδών που υπάγονται στην οδηγία για την προστασία των οικοτόπων ή των πτηνών, παρατηρείται πρόοδος. Διαπιστώνεται ανάσχεση της φθίνουσας πορείας πολλών από τα πλέον απειλούμενα πτηνά της Ευρώπης. «Είναι σαφές ότι η οδηγία βοήθησε τα εν λόγω είδη, ιδίως μέσω του χαρακτηρισμού ζωνών ειδικής προστασίας».
2.6. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το συνδυασμένο δίκτυο Natura 2000 περιλαμβάνει τώρα περισσότερες από 25 000 περιοχές και καλύπτει περίπου το 17 % της συνολικής χερσαίας επιφάνειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, εκτός των προστατευόμενων περιοχών, η τάση παραμένει ιδιαιτέρως αρνητική.
2.7. Η Επιτροπή εξετάζει τα πρώτα πορίσματα της μελέτης σχετικά με την εκτίμηση της οικονομικής αξίας των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας («The Economics of Ecosystems and Biodiversity, TEEB“ (2) – έκθεση” Sukhdev»). Η έκθεση αυτή καταλήγει σε παρεμφερή συμπεράσματα με αυτά που περιλαμβάνονται στην έκθεση STERN για την προστασία του κλίματος: Η προστασία της βιοποικιλότητας επιβάλλεται όχι μόνο για ηθικούς αλλά και για οικονομικούς λόγους. «Η εν λόγω απώλεια βιοποικιλότητας και οικοσυστημάτων απειλεί τη λειτουργία του πλανήτη, της οικονομίας μας και της ανθρώπινης κοινωνίας. Εάν διατηρηθεί η υφιστάμενη κατάσταση, η ετήσια απώλεια ευημερίας λόγω της απώλειας υπηρεσιών οικοσυστήματος μέχρι το 2050 εκτιμάται σε 6 % του παγκοσμίου ΑΕΠ».
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1. Η ΕΕ παραδέχεται για πρώτη φορά ευθέως ότι μία από τις βασικές υποσχέσεις που δόθηκαν στους πολίτες εκ μέρους των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων αλλά και της Επιτροπής σε ό,τι αφορά την περιβαλλοντική πολιτική, η ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας μέχρι το 2010, δεν πρόκειται να τηρηθεί.
3.2. Η δήλωση αυτή δεν εκπλήσσει την ΕΟΚΕ η οποία, στη γνωμοδότηση που εξέδωσε για το πρόγραμμα δράσης, συμμερίζεται την κριτική ανάλυση της Επιτροπής και αναγνωρίζει ότι και τα 160 μέτρα είναι στην ουσία ορθά και απαραίτητα. Ταυτόχρονα όμως εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες για το αν και κατά πόσον οι διοικητικοί φορείς και οι πολιτικές/οι πολιτικοί που δεν είναι άμεσα εξοικειωμένοι με την πολιτική για τη βιοποικιλότητα θα αναλάβουν δεσμεύσεις και θα καταβάλουν τις απαιτούμενες προσπάθειες. Δυστυχώς, οι αμφιβολίες αυτές επαληθεύτηκαν.
3.3. Οι θέσεις της ΕΟΚΕ σχετικά με το πρόγραμμα δράσης για τη βιοποικιλότητα παραμένουν - δυστυχώς - το ίδιο επίκαιρες όπως και πριν από δύο χρόνια, όταν υιοθετήθηκαν από τη σύνοδο ολομέλειας. Τότε, η ΕΟΚΕ σημείωνε κατά λέξη τα ακόλουθα (3):
— |
Οι απόψεις της ΕΟΚΕ και της Επιτροπής συμπίπτουν όσον αφορά την περιγραφή της κατάστασης: Η διατήρηση της βιοποικιλότητας αποτελεί αναγκαίο και βασικό στόχο που επιβάλλεται όχι μόνο για ηθικούς λόγους ή για λόγους δεοντολογίας. Υπάρχουν και πολυάριθμα οικονομικά τεκμήρια τα οποία δικαιολογούν μια ταχύτερη και πιο επιτυχημένη δράση. Οι οικονομικές απώλειες που προκύπτουν από την μείωση των υπηρεσιών που προσφέρουν τα οικοσυστήματα υπολογίζονται ήδη σήμερα σε πολλές εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Πρόκειται για σπατάλη το βάρος της οποίας δεν είναι πλέον σε θέση να σηκώσουν οι εθνικές οικονομίες μας. |
— |
Η απώλεια ειδών στην Ευρώπη είναι το αποτέλεσμα εκατομμυρίων μεμονωμένων αξιολογικών αποφάσεων που λήφθηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες με απόλυτα νόμιμο τρόπο, στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας. Το ποσοστό των παράνομων μέτρων που συνέβαλαν στην απώλεια της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη είναι απειροελάχιστο. |
— |
Δυστυχώς, η εξέλιξη της βιοποικιλότητας εξακολουθεί να είναι αρνητική, παρά τις πολιτικές υποσχέσεις, και αυτό όχι λόγω άγνοιας σχετικά με τον τρόπο αναχαίτισης της εξαφάνισης των ειδών. Απλώς δεν υπήρχε η πολιτική βούληση για την πραγματική υλοποίηση των μέτρων που έχουν αναγνωριστεί από πολύ καιρό ως αναγκαία. Αυτό επιβεβαιώνουν και οι εμπειρίες που αποκτήθηκαν με το δίκτυο Natura 2000. |
— |
Τα αίτια που κατονομάζει η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της είναι σωστά: μεταξύ αυτών είναι και «η προβληματική διακυβέρνηση και η αδυναμία των παραδοσιακών οικονομιών να αναγνωρίσουν την οικονομική αξία του φυσικού κεφαλαίου και των υπηρεσιών που παρέχουν τα οικοσυστήματα». |
— |
Το μέλλον θα δείξει αν με την υποβολή αυτού του προγράμματος δράσης θα βρουν οι πολιτικοί παράγοντες επιτέλους το κουράγιο να προβούν «σε ουσιαστικές αλλαγές» ή αν θα επιβεβαιωθούν οι φόβοι των οργανισμών προστασίας της Φύσης ότι οι πολιτικοί καλύπτουν και πάλι με λόγια ένα πεδίο κρίσιμης σημασίας για την κοινωνία χωρίς να προχωρούν σε πράξεις. |
— |
Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαίο να δοθεί προτεραιότητα στον 4ο πολιτικό τομέα, δηλαδή «στη βελτίωση του γνωστικού υπόβαθρου», ώστε τόσο οι πολίτες όσο και οι πολιτικοί να συνειδητοποιήσουν τις πραγματικές συνέπειες των πράξεών τους. |
3.4. Η Επιτροπή επικυρώνει στην παρούσα ανακοίνωσή της πολλές από τις δηλώσεις που είχαν γίνει τότε, οι οποίες σχετίζονται με την περαιτέρω απώλεια βιοποικιλότητας. Συνεπώς, δεν χρειάζεται να εκδοθεί νέα γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ. Είναι προτιμότερο να εξετασθούν τα σημεία τα οποία είτε είναι νέα, είτε έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με την προ διετίας κατάσταση.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
Νομοθεσία και διαχείριση
4.1. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σαφές ότι οι ευρωπαϊκές οδηγίες για την προστασία της Φύσης είναι κατάλληλες για την προώθηση θετικών εξελίξεων εφόσον εφαρμόζονται ορθά και εφόσον υπάρχει η κατάλληλη μέριμνα για τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων ιδιοκτητών (4). Ωστόσο, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι στις περιοχές του δικτύου N2000 εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά προβλήματα για τα οποία πρέπει να βρεθούν λύσεις. Επίσης, «μόνον» το 17 % των εκτάσεων υπάγονται στην προστασία των κατονομαζόμενων οδηγιών της ΕΕ.
4.2. Μετά την - υπερβολικά καθυστερημένη - ολοκλήρωση του δικτύου NATURA 2000, η ευρωπαϊκή προσπάθεια για την προστασία της φύσης περιήλθε σε μια νέα φάση. Πρέπει πλέον να χαραχθούν τα κατάλληλα σχέδια διαχείρισης για τις καθορισμένες περιοχές. Η ΕΟΚΕ αμφιβάλει αν υπάρχουν επαρκείς ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι για την κατάρτιση και την εφαρμογή των σχεδίων αυτών στα κράτη μέλη. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι να καταρτιστούν τα σχέδια αυτά σε στενή συνεργασία με όλες τις ενδιαφερόμενες κοινωνικές ομάδες, γιατί μόνον έτσι μπορεί να γίνουν αποδεκτά.
4.3. Με δεδομένη την τεράστια πίεση που ασκείται επί των εκτάσεων, και την οποία ορθώς επισημαίνει η Επιτροπή, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα πώς θα επιτευχθεί η αποκατάσταση κατεστραμμένων βιοτόπων σε ευρύτερη κλίμακα. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι στη σύνοδο κορυφής του Γκέτεμποργκ των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων όχι μόνο δόθηκε η υπόσχεση της ανάσχεση της απώλειας βιoποικιλότητας μέχρι το 2010, αλλά και αναλήφθηκε δέσμευση για την αποκατάσταση βιοτόπων και οικοσυστημάτων. Η ενδιάμεση έκθεση δεν περιλαμβάνει δηλώσεις επί του θέματος.
4.4. Αμέσως μετά την σύσταση του δικτύου NATURA 2000, άρχισαν συζητήσεις για την αφαίρεση ορισμένων περιοχών ή τμημάτων από αυτό, τουλάχιστον για την υλοποίηση έργων υποδομής που συχνά συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής γίνεται αναφορά στο παράδειγμα που είναι ασφαλώς πιο γνωστό, την κοιλάδα Rospuda στη βορειοανατολική Πολωνία. Ακόμη και αν η νέα πολωνική κυβέρνηση αναζητεί εναλλακτικές λύσεις για τη χάραξη της οδού Via Baltica, προκύπτει σαφώς ότι δεν έχει ρυθμιστεί ούτε κατά διάνοια το πρόβλημα της σύγκρουσης μεταξύ προστασίας της φύσης και οικονομικής ανάπτυξης.
4.5. Για το λόγο αυτό, πρέπει να θεωρείται αναμφισβήτητο ότι οι υπηρεσίες της ΕΕ θα αντιμετωπίσουν τα επόμενα χρόνια ένα κύμα προσφυγών για την εκχώρηση παρόμοιων «εξαιρέσεων». Η ΕΟΚΕ δεν πιστεύει ότι η Επιτροπή διαθέτει σήμερα το προσωπικό που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει την πρόκληση, ούτε ουσιαστικά αλλά ούτε και από τεχνική και διοικητική άποψη.
4.6. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη αναφέρει στη γνωμοδότηση που εξέδωσε σχετικά με το σχέδιο δράσης για τη βιοποικιλότητα ότι η συνεχιζόμενη απώλεια βιοποικιλότητας στις εκτάσεις καλλιέργειας συντελείται στα πλαίσια «ορθών επαγγελματικών πρακτικών» και σε συμφωνία με τις διατάξεις της ΕΕ περί «ικανοποιητικής αγροτικής και οικολογικής κατάστασης». Αυτό συμβαίνει σύννομα και χωρίς παραβάσεις. Είναι λοιπόν απαράδεκτο.
4.7. Ακριβώς αυτός είναι και ο λόγος των πολυάριθμων συζητήσεων σχετικά με τα αποκαλούμενα «κριτήρια πολλαπλής συμμόρφωσης». Σε συνδυασμό με την καλή αγροτική και οικολογική κατάσταση και τις ορθές επαγγελματικές πρακτικές, τα κριτήρια αυτά θα οδηγήσουν στη συνεκτίμηση των πτυχών της βιοποικιλότητας. Τη στιγμή όμως που μεγάλο μέρος της απώλειας βιοποικιλότητας συντελείται στα πλαίσια της ισχύουσας νομοθεσίας, είναι λογικό να υπάρξουν αντιπαραθέσεις στις συζητήσεις για τα κριτήρια αυτά. Παρατηρήσεις επί του θέματος αυτού κάνει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην ειδική έκθεσή του σχετικά με την πολλαπλή συμμόρφωση. Τα κράτη μέλη, αλλά και η Επιτροπή, πρέπει επιτέλους να αντιδράσουν.
4.8. Το αυτό ισχύει και για πολλά νομοσχέδια τα οποία εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να έχουν άμεση σχέση με το θέμα της βιοποικιλότητας. Στα πλαίσια της προσπάθειας για την καταπολέμηση της BSE/TSE, απαγορεύθηκε με την έκδοση του κανονισμού 1774/2002, η εγκατάλειψη σφαγίων στη φύση. Η πράξη αυτή προκάλεσε σοβαρή έλλειψη τροφής για σαπροφάγα ζώα και πτηνά όπως οι λύκοι, οι αρκούδες και οι γύπες. Εάν λοιπόν αυτά τα σπάνια πτηνά εμφανίζονται σήμερα πολύ μακριά από τις λιγοστές περιοχές στις οποίες διαβιούν, δεν πρόκειται περί θετικής ενδείξεως αλλά για ένα φαινόμενο το οποίο οφείλεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι είναι υποχρεωμένα να διανύουν ακραίες αποστάσεις για να βρουν τροφή. Το πρόβλημα αυτό με την ευρωπαϊκή νομοθεσία υποχρεώθηκαν να επισημάνουν περιβαλλοντικές ομάδες και μια Ισπανίδα ευρωβουλευτής, ενώ η Επιτροπή αντέδρασε μετά από πολύ μεγάλο διάστημα. Φαίνεται ότι δεν διενεργούνται «αξιολογήσεις του αντίκτυπου για τη βιοποικιλότητα».
Πολιτικές/οικονομικές συνέπειες
4.9. Το πρόβλημα της σύγκρουσης μεταξύ της οικονομικής εκμετάλλευσης εκτάσεων και της προστασίας της φύσης/βιοποικιλότητας παραμένει ανεπίλυτο, ιδιαιτέρως στις περιοχές που δεν προστατεύονται. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, στα πλαίσια των ελέγχων υγείας έχει υποβάλει αρκετές προτάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση, όπως π.χ. η πρόταση για «… διάθεση επιπλέον χρηματοδοτικών πόρων της αγροτικής ανάπτυξης, μεταξύ άλλων για τη βιοποικιλότητα, μέσω της αύξησης της μεταφοράς κονδυλίων από τον πρώτο στον δεύτερο πυλώνα της ΚΓΠ (δηλαδή διαφοροποίηση)». Δυστυχώς, πρέπει να διαπιστωθεί ότι η απόφαση του Συμβουλίου δεν ακολουθεί απόλυτα τις προτάσεις. Όπως προκύπτει, τα κράτη μέλη δεν ακολουθούν στο μέτρο που απαιτείται ορισμένες από τις κατευθύνσεις που θεωρούνται αναγκαίες εκ μέρους της ΕΕ.
4.10. Ένα τέτοιο πρόβλημα είναι η χρηματοδότηση του δικτύου N2000, συμπεριλαμβανομένων των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων για ιδιαίτερους λόγους. Η ΕΟΚΕ ανησυχεί ιδιαιτέρως για το γεγονός ότι, μετά την διαμόρφωση των προγραμμάτων από τα κράτη μέλη, τα κονδύλια που απομένουν για τη χρηματοδότηση του δικτύου Natura 2000 είναι πάρα πολύ λίγα, κατάσταση η οποία επιφέρει ακραίες συγκρούσεις. Για το λόγο αυτό, τάσσεται υπέρ της θέσπισης ειδικής θέσης για τη βιοποικιλότητα στον προϋπολογισμό της περιόδου 2014 – 2020.
4.11. Εν γένει, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ μιας βελτιωμένης και στοχοθετημένης χρηματοδότησης των δράσεων για την προστασία της φύσης. Στη γνωμοδότησή της για το σχέδιο δράσης για τη βιοποικιλότητα έχει ήδη επισημάνει ότι:
— |
Οι άμεσες πληρωμές που καταβάλλονται στους γεωργούς, οι οποίες συνιστούν το μεγαλύτερο μέρος του γεωργικού προϋπολογισμού, από τη φύση τους δεν στοχεύουν στη διατήρηση της βιοποικιλότητας αλλά στην προετοιμασία των γεωργών για τις προκλήσεις των παγκόσμιων αγορών. |
— |
«Όσο οι συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια αγορά παρεμποδίζουν μάλλον τη γενική εξάπλωση μιας γεωργίας που σέβεται τη φύση, η πολιτική είναι υποχρεωμένη να καταβάλει ιδιαίτερες προσπάθειες …»«ώστε οι συντελεστές ενίσχυσης για τα γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα …. να αυξηθούν τόσο ώστε να επιτρέπουν σε όλους τους γεωργούς της ΕΕ να αποκομίζουν κέρδη όταν εφαρμόζουν φιλοπεριβαλλοντικές παραγωγικές διαδικασίες» (5). Και σε αυτή την περίπτωση δεν ταυτίζονται οι προθέσεις και τα έργα. |
4.12. Η Επιτροπή καλείται να διασαφηνίσει επιτέλους την κατάσταση ενόψει της επικείμενης μεταρρύθμισης της ΚΓΠ και της κατάρτισης του προϋπολογισμού. Τα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα θα αποβούν επιτυχή μόνο εφόσον προσφέρουν στους αγρότες και οικονομικά κίνητρα. Η κατάργηση των κινήτρων ήταν ένα σφάλμα το οποίο πρέπει να επανορθωθεί. Το πολιτικό μήνυμα προς τους αγρότες (και προς την κοινωνία) πρέπει να είναι ότι εμείς, ως κοινωνικό σύνολο, εκτιμάμε τις ενέργειες των αγροτών οι προσπάθειες των οποίων υπερβαίνουν τους όρους που προβλέπει η νομοθεσία για την προστασία της βιοποικιλότητας.
4.13. Στα κράτη μέλη διεξάγονται σήμερα συζητήσεις σχετικά με την εξέλιξη της γεωργικής πολιτικής. Οι συζητήσεις αυτές πρέπει να αξιοποιηθούν και στα πλαίσια της προαγωγής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δηλαδή και της βιοενέργειας, θέμα που ενδιαφέρει από την άποψη της βιοποικιλότητας όχι μόνο σε εθνική, αλλά και σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι «Μεγάλη πρόκληση θα είναι η διασφάλιση της τήρησης των συστάσεων που περιέχονται στις εκτιμήσεις των επιπτώσεων στη βιωσιμότητα και η εκ μέρους μας πληρέστερη κατανόηση των επιπτώσεων της κατανάλωσης, στην ΕΕ, τροφίμων και μη εδώδιμων προϊόντων (π.χ. κρέατος, σπόρων σόγιας, φοινικέλαιου, μεταλλευμάτων) που ενδέχεται να συμβάλλουν στην απώλεια βιοποικιλότητας. Αυτό θα οδηγούσε στην εξέταση επιλογών πολιτικής για τον περιορισμό των εν λόγω επιπτώσεων». η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να ασχοληθεί ιδιαιτέρως με τη διενέργεια των ενδεδειγμένων μελετών.
4.14. Έτσι, η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ μετά το 2013 θα δείξει αν θα είναι εφικτό να ενισχυθεί ο συντελεστής της προστασίας της βιοποικιλότητας και της βιωσιμότητας στη γεωργική πολιτική.
Γενικές και οικονομικές πτυχές
4.15. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι με τη συνεπή προστασία της φύσης μπορεί ταυτόχρονα να υλοποιηθούν και στόχοι της κλιματικής πολιτικής. Έτσι, η προστασία και η αναζωογόνηση τυρφώνων και υδροβιοτόπων συμβάλλουν ενεργά στην προστασία του κλίματος. Το ίδιο ισχύει και για τη χρήση λειμώνων στην Ευρώπη σε όλες τις διαφορετικές μορφές τους (όπως π.χ. οι Dehesas στην Ιβηρική Χερσόνησο). Όμως, υπάρχουν πολλά είδη γεωργικών χρήσεων που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση αυτών των βιοτόπων, οι οποίες τα τελευταία χρόνια γίνονται ολοένα και πιο ασύμφορες για τους αγρότες. Η βιοποικιλότητα δεν έχει αγοραστική αξία! Οι τιμές δεν καταδεικνύουν με πόσο φιλοπεριβαλλοντικό τρόπο έχει παραχθεί ένα προϊόν. Μέχρι τώρα, η πολιτική της ΕΕ και των κρατών μελών δεν ήταν αυτή που έπρεπε·
4.16. Στην ομοσπονδιακή δημοκρατία της Γερμανίας, 15 από τα 16 ομόσπονδα κρατίδια ζήτησαν το Μάιο του 2006, δηλαδή το μήνα κατά τον οποίο δημοσιεύθηκε το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για τη βιοποικιλότητα, την τροποποίηση - δηλαδή την αποδυνάμωση - της κοινοτικής οδηγίας για την προστασία της φύσης. Ιδιαιτέρως το κρατίδιο της Έσσης συνεχίζει να παρεμβαίνει προς αυτή την κατεύθυνση, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων, το (οικονομικό) επιχείρημα ότι κανένα βιομηχανικό κράτος δεν μπορεί να αντεπεξέλθει σε τόσο αυστηρές διατάξεις για την προστασία της φύσης. Αυτό δείχνει ότι υπάρχουν πολλοί πολιτικοί που αγνοούν την οικονομική σημασία της βιοποικιλότητας.
4.17. Είναι αξιοσημείωτο ότι η κοινωνία και η πολιτική δεν αντιδρούν σχεδόν καθόλου στα στοιχεία της έκθεσης TEEB, με βάση τα οποία η απώλεια βιοποικιλότητας μπορεί να οδηγήσει σε μείωση έως και κατά 6 % του παγκόσμιου ΑΕγχΠ, ενώ στα πλαίσια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης πολύ μικρότερες μειώσεις του ΑΕγχΠ αποτελούν αφορμή για τη διοργάνωση εκτάκτων συναντήσεων κορυφής και την εξαγγελία προγραμμάτων αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ για την αντιστροφή της συγκυρίας. Μία από τις σημαντικότερες αποστολές της Επιτροπής είναι να προωθήσει και να μετατρέψει σε πολιτική πράξη, παράλληλα με διάφορες ηθικές αξίες, την οικονομική αξία της βιοποικιλότητας.
4.18. Στα κράτη μέλη εξακολουθεί πάντα να ασκείται τεράστια πίεση στη βιοποικιλότητα. Όλο και περισσότερες εκτάσεις χτίζονται ή καλύπτονται από δρόμους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα για την προστασία της φύσης. Η κάλυψη των εκτάσεων παραμένει υπερβολικά υψηλή, ενώ η πίεση που ασκείται με την εκμετάλλευση του φυσικού τοπίου αυξάνει σταθερά. Έτσι, το θέμα της προστασίας της φύσης κινδυνεύει να περιθωριοποιηθεί.
Συνειδητοποίηση/Επικοινωνία
4.19. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημειώνει, στο σημείο E. 4 («Πληροφόρηση, ευαισθητοποίηση και συμμετοχή του κοινού») ότι «μόνο η μειοψηφία των πολιτών της ΕΕ είναι σωστά πληροφορημένη ως προς τα ζητήματα της απώλειας της βιοποικιλότητας». Το ίδιο πρέπει να ισχύει και για τους πολιτικούς και τους διοικητικούς υπαλλήλους με τους οποίους συνεργάζονται. Οι προϋποθέσεις για να σημειωθεί πολιτική επιτυχία δεν είναι επομένως ευνοϊκές. Η ΕΟΚΕ στηρίζει πλήρως την παρούσα πρόταση σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή και τα κράτη μέλη σχεδιάζουν «να διεξάγουν μία δημόσια εκστρατεία επικοινωνίας προς υποστήριξη των εθνικών και λοιπών σχετικών εκστρατειών».
4.20. Ακόμη και σε πόλεις, όπου οι άνθρωποι δεν έχουν συχνά άμεση επαφή με τη φύση, αναλαμβάνονται σήμερα πολλές θετικές πρωτοβουλίες για τη συνειδητοποίηση των πολιτών, οι οποίες αξίζει να τύχουν περισσότερης δημόσιας υποστήριξης. Στο Βερολίνο για παράδειγμα διεξάγεται κάθε χρόνο η «Ημερίδα της Φύσης στην πόλη», στην οποία συμμετέχουν πάνω από 100 000 άτομα.
4.21. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να παρουσιάζεται το θέμα της προστασίας της φύσης με όσο το δυνατόν πιο άμεσο και συγκεκριμένο τρόπο στους πολίτες. Θα ήταν χρήσιμο λοιπόν να υπάρξει κατά τόπους πληροφόρηση σχετικά με το ποιες περιοχές θα υπάγονται στο NATURA 2000 και γιατί, ποιά είδη ζουν εκεί, πώς θα προστατευθούν και από ποιόν. Οι άνθρωποι πρέπει να συλλάβουν και να κατανοήσουν την προστασία της Φύσης με την ευρύτερη δυνατή έννοια. Η έννοια της «βιοποικιλότητας» από μόνη της δεν είναι κατανοητή και γι' αυτό το λόγο πολλοί άνθρωποι δεν μπορούν να δραστηριοποιηθούν στο συγκεκριμένο χώρο.
4.22. Η ΕΟΚΕ προτείνει να δοθεί στους παραγωγούς η δυνατότητα σήμανσης των προϊόντων προς ενημέρωση των καταναλωτών, εφόσον η παραγωγή γίνεται με ειδικές διαδικασίες προς όφελος του περιβάλλοντος.
Η συμμετοχή των πολιτών στην προσπάθεια για την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας είναι απαραίτητη. Αυτό δεν επιτυγχάνεται μόνο με εκστρατείες της Επιτροπής υπέρ ενός βιώσιμου τρόπου ζωής. Απαιτούνται επίσης στρατηγικές μέσω των οποίων θα δοθούν στους καταναλωτές πρακτικά εργαλεία με τη βοήθεια των οποίων θα μπορούν να προσμετρούν τις επιπτώσεις των καθημερινών τους πράξεων προκειμένου να δρομολογηθούν, με τον τρόπο αυτό, οι απαραίτητες αλλαγές των καταναλωτικών προτύπων.
Μερικά παραδείγματα τέτοιων μέτρων:
— |
Σχολικά μαθήματα με θέμα την προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας στην πράξη. |
— |
Σχεδιασμός μέσων για την προσμέτρηση του αντίκτυπου που έχει στη βιοποικιλότητα η κατανάλωση ορισμένων τροφίμων (επί συνόλου επιλεγμένων προϊόντων καθημερινής κατανάλωσης και πιθανών εναλλακτικών προϊόντων) – κάτι που θα πραγματοποιηθεί μεθοδολογικά βάσει της ανάλυσης του κύκλου ζωής. |
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Οδηγία 92/43/EWG του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 1992 zur Erhaltung der natürlichen Lebensräume sowie der wildlebenden Tiere und Pflanzen (Χλωρίδα, Πανίδα, οδηγία Habitat).
(2) http://ec.europa.eu/environment/nature/biodiversity/economics/pdf/teeb_report.pdf
(3) ΕΕ C 97 της 28.4.2007, σ. 6
(4) ΕΕ C 97 της 28.4.2007, σ. 6.
(5) «Η κατάσταση της Φύσης και η προστασία της Φύσης στην Ευρώπη», ΕΕ C 221 της 7-8-2001, σ. 130-137.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/80 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Στρατηγική για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους»
COM(2008) 435 τελικό/2
(2009/C 317/14)
Εισηγητής: ο κ. SIMONS
Στις 8 Ιουλίου 2008, το Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Στρατηγική για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους
COM(2008) 435 τελικό/2.
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 20 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Simons.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 133 ψήφους υπέρ, 6 κατά και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα
1.1. Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η Επιτροπή έχει καταβάλει σημαντική προσπάθεια προκειμένου να διαμορφώσει ένα σύστημα καταλογισμού του εξωτερικού κόστους για όλα τα μέσα μεταφοράς. Λαμβανομένης υπόψη της δυσκολίας του εγχειρήματος, η ΕΟΚΕ εκτιμά ιδιαίτερα την προσπάθεια αυτή, αλλά επισημαίνει ότι χρειάζεται να εξαλειφθούν ακόμη αρκετά εμπόδια σε σχέση με την πρακτική εφαρμογή του συστήματος, καθώς και ότι έχει μεγάλη σημασία να διατηρηθεί η υφιστάμενη ευρεία υποστήριξη της προσπάθειας αυτής από την κοινωνία.
1.2. Η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους πρέπει να περιορίσει τη ρύπανση και τις οχλήσεις που προκαλεί καθένα από τα υφιστάμενα μέσα μεταφοράς.
1.3. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει εξ αρχής για την ομαλή ένταξη των μεταφορέων από τρίτες χώρες στην εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να βρεθούν σε ευνοϊκότερη θέση.
1.4. Η παρούσα κατάσταση, κατά την οποία το εξωτερικό κόστος δεν καταλογίζεται στα διάφορα μέσα μεταφοράς και στους χρήστες τους, δημιουργεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τα μέσα μεταφοράς με υψηλό εξωτερικό κόστος. Η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους θα εξασφάλιζε υγιή ανταγωνισμό, πράγμα που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μετάβαση σε πιο φιλικά προς το περιβάλλον μέσα μεταφοράς. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να διαδοθεί αποτελεσματικότερα αυτή η αρχή, διότι θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει διαρθρωτικές αλλαγές στην προσφορά και στη χρήση των υπηρεσιών μεταφοράς.
Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Επιτροπής ότι χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο κοινοτικού επιπέδου. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, κανένα κράτος μέλος δεν θα πρέπει να μπορεί να επιλέξει να μείνει εκτός αυτού του πλαισίου.
1.5.1. Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, το πλαίσιο αυτό πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένους βασικούς όρους (όπως π.χ. καθορισμό του ύψους της επιβάρυνσης σε συνάρτηση με το βιοτικό επίπεδο, με σημαντική διαφοροποίηση όσον αφορά τον τόπο και τον χρόνο, με βάση τη γεωγραφική περιοχή και όχι τα κρατικά σύνορα) που θα πρέπει να πληρούνται, εντός ορισμένων περιθωρίων ανοχής, όσον αφορά το ποσό της επιβάρυνσης, προκειμένου να εξουδετερωθεί το εξωτερικό κόστος.
1.5.2. Οι αρμόδιες για την είσπραξη των εισφορών αρχές, είτε πρόκειται για κράτος μέλος είτε για περιφερειακή ή τοπική αρχή, έχοντας επακριβή γνώση της κατάστασης, θα πρέπει στη συνέχεια να φροντίζουν για τον ακριβέστερο υπολογισμό των τελών, εντός των προαναφερθέντων περιθωρίων.
1.6. Η ΕΟΚΕ θεωρεί επείγον να υποβάλει η Επιτροπή –ακόμη και τώρα, κατά την περίοδο της κρίσης– συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά με ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τη χρέωση του εξωτερικού κόστους για όλα τα μέσα μεταφοράς και να προβλέψει την περαιτέρω επεξεργασία και εφαρμογή του από τα κράτη μέλη σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι προτάσεις αυτές θα πρέπει βέβαια να έχουν την υποστήριξη της κοινωνίας και των μέσων μεταφοράς και να λαμβάνουν υπόψη τις περιβαλλοντικές ανησυχίες. Οι οφειλόμενες πληρωμές ή εισφορές θα πρέπει να συνδέονται με τη χρήση και όχι με την ιδιοκτησία των μέσων μεταφοράς.
1.7. Σε περίπτωση που η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους εφαρμοστεί στην πράξη, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι τα έσοδα που θα παράγει πρέπει να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους εθνικούς δημοσιονομικούς κανόνες για την υλοποίηση μέτρων που συμβάλλουν στη μείωση, κατά προτίμηση στην πηγή, των εξωτερικών επιπτώσεων των μέσων μεταφοράς, όπως η άμεση ρύπανση του περιβάλλοντος ή οι επιπτώσεις στη δημόσια υγεία.
2. Εισαγωγή
2.1. Το θέμα της εσωτερίκευσης του εξωτερικού κόστους δεν θίγεται για πρώτη φορά. Ο άγγλος οικονομολόγος Pigou, το 1924, και ο συμπατριώτης του Coase, το 1960, ανέπτυξαν θεωρίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το κόστος των θετικών και των αρνητικών εξωτερικών επιπτώσεων μπορεί να συμπεριληφθεί στον μηχανισμό της αγοράς μέσω της τιμολόγησης: κατά τον μεν Pigou, μέσω επιδοτήσεων και φόρων, κατά τον δε Coase, μέσω εμπορεύσιμων δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, υπό αυστηρές προϋποθέσεις (μηδενικό ή ελάχιστο κόστος μεταβίβασης, μετρήσιμη ζημία και περιορισμένος αριθμός εμπλεκομένων).
2.2. Και στις μεταφορές, δηλαδή στην καθοδηγούμενη μετακίνηση μέσων μεταφοράς επί των υποδομών των μεταφορών, προκύπτουν εξωτερικές επιπτώσεις. Όταν ο αριθμός των εμπλεκόμενων παραγόντων είναι μεγάλος, όπως π.χ. στην περίπτωση των χερσαίων μεταφορών, πρέπει να προτιμηθεί η προσέγγιση του Pigou, κυρίως επειδή επιτρέπει την αποτελεσματική κατανομή του κόστους, εφόσον η προσαρμογή γίνεται με βάση το οριακό εξωτερικό κόστος.
2.3. Το θέμα αυτό αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλά οι επιστημονικές γνώσεις της εποχής δεν επαρκούσαν για να προσδιοριστεί επακριβώς ο τρόπος μέτρησης των πρακτικών επιπτώσεων και να εκτιμηθεί το σχετικό κόστος. Ο στόχος τότε ήταν να εξισορροπηθούν οι υποτιθέμενοι άνισοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των διάφορων μέσων μεταφοράς.
2.4. Παρόλα αυτά, η ΕΕ δεν έμεινε με τα χέρια σταυρωμένα. Μπορούμε να αναφέρουμε, για παράδειγμα την Πράσινη Βίβλο με τίτλο «Προς ένα δίκαιο και αποτελεσματικό καθορισμό των τιμών στις μεταφορές» που εκδόθηκε το 1995, τη Λευκή Βίβλο με τίτλο «Δίκαιη πληρωμή για τη χρήση της υποδομής: μια σταδιακή θέσπιση ενός κοινού πλαισίου για τη χρέωση του κόστους της υποδομής των μεταφορών στην ΕΕ» που εκδόθηκε το 1998, τη Λευκή Βίβλο «Η ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010: η ώρα των επιλογών» που εκδόθηκε το 2001, καθώς και την ενδιάμεση αξιολόγηση της τελευταίας το 2006.
2.5. Το 2006, ζητήθηκε από την Επιτροπή (1) να παρουσιάσει το αργότερο «στις 10 Ιουνίου 2008, […], αφού εξετάσει όλες τις επιλογές, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που συνδέονται με το περιβάλλον, το θόρυβο, την κυκλοφοριακή συμφόρηση και την υγεία, […] ένα γενικώς εφαρμόσιμο, διαφανές και συνεκτικό πρότυπο για την αξιολόγηση όλων των εξωτερικών δαπανών το οποίο χρησιμοποιείται ως βάση για μελλοντικούς υπολογισμούς τελών χρήσης υποδομών. Το πρότυπο αυτό πρέπει να συνοδεύεται από ανάλυση των επιπτώσεων από τον εσωτερικό καταλογισμό των εξωτερικών δαπανών για όλα τα μέσα μεταφοράς και μια στρατηγική για τη σταδιακή εφαρμογή του προτύπου αυτού σε όλα τα μέσα μεταφοράς».
2.6. Ο στόχος είναι ο καταλογισμός του εξωτερικού κόστους για όλα τα μέσα μεταφοράς, προκειμένου να προσδιοριστεί ένα δίκαιο επίπεδο τιμών και να επιβαρύνονται οι χρήστες με το πραγματικό κόστος που προκαλούν. Με αυτές τις πληροφορίες, οι χρήστες θα ενεργούν έχοντας καλύτερη επίγνωση των συνεπειών της δραστηριότητάς τους, με αποτέλεσμα να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους έτσι ώστε να μειώνεται το εξωτερικό κόστος.
2.7. Η ΕΟΚΕ έχει ασχοληθεί επανειλημμένα με το θέμα του υπολογισμού του εξωτερικού κόστους στο πλαίσιο πολυάριθμων παλαιότερων γνωμοδοτήσεών της. Στη γνωμοδότηση του 1996 επισημαίνει ότι «ο μερικός καταμερισμός των διαφόρων μορφών του κόστους υποδομών και του εξωτερικού κόστους στους επιμέρους μεταφορείς μπορεί να δημιουργήσει στρέβλωση του ανταγωνισμού». Στη γνωμοδότηση που είχε αφιερώσει στη Λευκή Βίβλο του 2001 είχε δηλώσει π.χ. ότι συμφωνεί με την άποψη ότι «η δράση της Κοινότητας θα πρέπει […] να αποσκοπεί στη σταδιακή αντικατάσταση της ισχύουσας φορολογίας του συστήματος των μεταφορών με αποτελεσματικότερα μέτρα για την ενσωμάτωση του κόστους των υποδομών και του εξωτερικού κόστους».
2.8. Στη γνωμοδότησή της για την ενδιάμεση εξέταση της Λευκής Βίβλου του 2001 για τις μεταφορές, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη νέα προσέγγιση της Επιτροπής, η οποία συνεπάγεται στροφή από την πολιτική που εστιάζεται υποχρεωτικά σε ένα μέσο μεταφοράς προς μια πολιτική που προωθεί την επονομαζόμενη συντροπικότητα (2)· μια προσέγγιση που προωθεί την βέλτιστη αξιοποίηση κάθε μέσου, καθιστώντας το πιο ανταγωνιστικό, πιο βιώσιμο, κοινωνικά αποδοτικότερο, πιο φιλικό προς το περιβάλλον και ασφαλέστερο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο περισσότεροι και καλύτεροι συνδυασμοί μεταφορών.
2.9. Με αυτό το σκεπτικό, η ΕΟΚΕ θεωρεί λογικό να επιβαρύνεται κάθε μέσο μεταφοράς (3) με το σύνολο του κόστους του.
2.10. Η ΕΟΚΕ έχει εκδώσει επίσης διάφορες γνωμοδοτήσεις σχετικά με τις βιώσιμες αστικές μεταφορές, όπως τη γνωμοδότηση για την «Πράσινη Βίβλο: Διαμόρφωση νέας παιδείας αστικής κινητικότητας» (4) ή τη διερευνητική γνωμοδότηση «Το ενεργειακό μείγμα στις μεταφορές» (5). Στη θεώρηση της ΕΟΚΕ προστίθεται μια νέα διάσταση: η αρχή «ο χρήστης πληρώνει» μετατρέπεται στην αρχή «ο ρυπαίνων, στην προκειμένη περίπτωση ο χρήστης, πληρώνει».
2.11. Ουσιώδες στοιχείο της προτεινόμενης στρατηγικής αποτελεί το γεγονός ότι η «τιμολόγηση με βάση το οριακό κοινωνικό κόστος» χρησιμοποιείται ως γενική αρχή για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους.
2.12. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, οι τιμές στις μεταφορές πρέπει να είναι ίσες με το πρόσθετο κόστος που δημιουργεί ένας επιπλέον χρήστης της υποδομής. Θεωρητικά, το πρόσθετο αυτό κόστος θα πρέπει να καλύπτει τόσο το κόστος του χρήστη όσο και το εξωτερικό κόστος και να οδηγεί σε αποτελεσματική χρήση των υποδομών και σε μια άμεση σύνδεση μεταξύ της χρήσης των δημόσιων πόρων και των μέσων μεταφοράς. Η τιμολόγηση με βάση το οριακό κοινωνικό κόστος θα οδηγήσει έτσι στην αποδοτική χρήση των υφιστάμενων υποδομών (6).
2.13. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους θα έχει και κοινωνικές επιπτώσεις. Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να συμμετέχουν οι κοινωνικοί εταίροι από όσο το δυνατό πιο πρώιμο στάδιο στη συζήτηση, προκειμένου να συμφωνηθεί πώς θα εφαρμοστεί η εσωτερίκευση στους διάφορους τομείς.
3. Περίληψη της ανακοίνωσης της Επιτροπής και των συμπερασμάτων του Συμβουλίου
3.1. Με τη δέσμη μέτρων «Πράσινες μεταφορές», η οποία περιλαμβάνει μια γενική ανακοίνωση, μια πρόταση αναθεώρησης της οδηγίας για την ευρωβινιέτα, μια ανακοίνωση για τα μέτρα περιορισμού του σιδηροδρομικού θορύβου για τον υφιστάμενο στόλο και μια ανακοίνωση στρατηγικής, η Επιτροπή επιδιώκει την ενσωμάτωση του εξωτερικού κόστους (CΟ2, ατμοσφαιρική ρύπανση, θόρυβος και συμφόρηση) στην τιμή των μεταφορών, ώστε οι χρήστες να επιβαρύνονται με το πραγματικό κόστος που δημιουργούν.
3.2. Είναι, όμως, απαραίτητο να αναληφθούν και άλλες δράσεις, όπως μια πολιτική για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στην πηγή ή πρωτοβουλίες για την εσωτερική αγορά και για την προώθηση της τεχνολογικής καινοτομίας. Τα κέρδη που θα αποκομισθούν θα πρέπει να επενδυθούν στη μείωση του εξωτερικού κόστους, π.χ. μέσω επενδύσεων στην έρευνα και την καινοτομία, στην κατασκευή φιλικότερων προς το περιβάλλον υποδομών και στην ανάπτυξη των δημόσιων μεταφορών. Το 2013 θα πρέπει να πραγματοποιηθεί ένας απολογισμός της κατάστασης.
3.3. Στη συνεδρίασή του της 8ης και 9ης Δεκεμβρίου 2008, το Συμβούλιο δήλωσε ότι είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί για όλα τα μέσα μεταφοράς μια σταδιακή, δίκαιη, αποτελεσματική και ισορροπημένη προσέγγιση, καθώς και η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας. Έλαβε, επίσης, γνώση του γεγονότος ότι η Επιτροπή έχει ορίσει το 2013 ως χρονικό ορίζοντα για την αξιολόγηση της εφαρμογής της στρατηγικής. Το Συμβούλιο αναφέρει, ακόμη, ότι η τήρηση των προαναφερόμενων αρχών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της κοινωνικής αποδοχής της προσπάθειας για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους.
4. Γενικές παρατηρήσεις
4.1. Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η Επιτροπή αναπτύσσει εκτενή δράση για το θέμα από το 2006 και έπειτα. Διοργάνωσε δημόσιες ακροάσεις και ομάδες εργασίας με τους ενδιαφερόμενους φορείς, υπέβαλε πρόταση για τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους, διεξήγαγε αξιολόγηση του αντικτύπου και χάραξε στρατηγική για την βαθμιαία ενσωμάτωση του εξωτερικού κόστους σε όλα τα μέσα μεταφοράς.
4.2. Κοντολογίς, η Επιτροπή επιτέλεσε σημαντικό έργο εντός μιας εξαιρετικά σύντομης περιόδου, για ένα θέμα όπως η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους, το οποίο ασφαλώς δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί εύκολο. Η ΕΟΚΕ θεωρεί τα έγγραφα εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής SEC(2008) 2009, SEC(2008) 2208 και SEC(2008) 2207 πολύ λογικά, αν εξαιρέσουμε τα συμπεράσματα που εξάγονται. Δυστυχώς, στην επίσημη ανακοίνωση της Επιτροπής δεν αξιοποιείται επαρκώς το περιεχόμενο αυτών των εγγράφων και ιδιαίτερα οι «βέλτιστες λύσεις» που προκύπτουν από την ανάλυση. Κατά την ΕΟΚΕ, αξίζει να εξετασθεί αν είναι σκόπιμο να αναπτυχθούν περαιτέρω τα βασικά στοιχεία που περιλαμβάνει το «Εγχειρίδιο εκτίμησης του εξωτερικού κόστους στον τομέα των μεταφορών».
4.3. Τόσο η Επιτροπή όσο και το Συμβούλιο θεωρούν ουσιώδη τη διατήρηση της υφιστάμενης αποδοχής από το κοινωνικό σύνολο, αλλά και από τους επιμέρους τρόπους μεταφοράς, προκειμένου να εξασφαλισθεί ένα αντικειμενικό, γενικώς εφαρμόσιμο, διαφανές και κατανοητό σύστημα.
4.4. Επιπροσθέτως, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένες βασικές προϋποθέσεις όπως η τεχνολογική εξέλιξη, ο κοινωνικός αντίκτυπος της εισαγωγής του συστήματος, οι συνέπειες για τις νησιωτικές, τις μεσόγειες και τις παραμεθόριες περιοχές της Ένωσης, το ύψος των επενδύσεων στον τομέα και η συμβολή στην αειφορία της πολιτικής μεταφορών.
4.5. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι είναι σημαντικό, τα έσοδα που παράγονται από την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους των μέσων μεταφοράς, να χρησιμοποιούνται κατά προτίμηση για τη χρηματοδότηση μέτρων που αναμένεται να έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση όσον αφορά την καταπολέμηση της ρύπανσης, του θορύβου και της συμφόρησης στους διάφορους τρόπους μεταφοράς και για την προαγωγή της βιώσιμης λειτουργίας τους, σύμφωνα με τις προσπάθειες συνδυασμού και της βελτιστοποίησής τους.
4.6. Τα έσοδα θα πρέπει να διατίθενται για την πρόληψη ή/και τον περιορισμό των ανεπιθύμητων εξωτερικών επιπτώσεων, π.χ. σε μέτρα για την καταπολέμηση της ρύπανσης στην πηγή ή για την κάλυψη των δαπανών δημόσιας υγείας που συνδέονται άμεσα και σαφώς με το συγκεκριμένο μέσο μεταφοράς ή, ακόμη, για τις δεξαμενές αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα.
4.7. Η ΕΟΚΕ θεωρεί επίσης ουσιώδες να είναι γνωστές και αναγνωρισμένες οι διάφορες συνιστώσες του εξωτερικού κόστους για κάθε μέσο μεταφοράς.
4.8. Σε ό,τι αφορά για παράδειγμα τις οδικές μεταφορές, το κόστος της κυκλοφοριακής συμφόρησης θα πρέπει να καταλογισθεί δίκαια και αναλογικά τόσο στις επιβατικές όσο και στις εμπορευματικές μεταφορές.
4.9. Προς όφελος της βιώσιμης ανάπτυξης των διάφορων τρόπων μεταφοράς, η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στη συνεκτίμηση των κοινωνικών πτυχών στο πλαίσιο της συζήτησης για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους.
4.10. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί επίσης, να τονίσει ότι η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους δεν πρέπει να έχει επιπτώσεις στους μισθούς των εργαζομένων, αλλά να επιβαρύνει τους χρήστες των μέσων μεταφοράς.
4.11. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί, συνεπώς, καταρχήν με το σκεπτικό της Επιτροπής να καταλογίζονται όλα τα είδη εξωτερικού κόστους (7). Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα θα επιτευχθεί, ωστόσο, μόνον εάν το σκεπτικό αυτό εφαρμοστεί στον ίδιο βαθμό παντού όπου προκύπτει εξωτερικό κόστος.
4.12. Η παρούσα κατάσταση, κατά την οποία το εξωτερικό κόστος δεν καταλογίζεται στα διάφορα μέσα μεταφοράς και στους χρήστες τους, δημιουργεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τα μέσα μεταφοράς με υψηλό εξωτερικό κόστος. Η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους θα εξασφάλιζε υγιή ανταγωνισμό, πράγμα που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μετάβαση σε πιο φιλικά προς το περιβάλλον μέσα μεταφοράς. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να διαδοθεί αποτελεσματικότερα αυτή η αρχή, διότι θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει διαρθρωτικές αλλαγές στην προσφορά και στη χρήση των υπηρεσιών μεταφοράς.
Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Επιτροπής ότι χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο κοινοτικού επιπέδου.
4.13.1. Η ΕΟΚΕ φρονεί, εντούτοις, ότι το πλαίσιο αυτό πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένους βασικούς όρους που πρέπει να πληρούνται, εντός ορισμένων περιθωρίων ανοχής, όσον αφορά το ποσό της επιβάρυνσης, προκειμένου να εξουδετερωθεί το εξωτερικό κόστος. Θα μπορούσαν για το σκοπό αυτό να ληφθούν υπόψη πτυχές όπως το είδος του εξωτερικού κόστους, ο καθορισμός του ύψους των επιβαρύνσεων σε συνάρτηση με το βιοτικό επίπεδο, με σημαντική διαφοροποίηση όσον αφορά τον τόπο και τον χρόνο με βάση τα γεωγραφικά και όχι τα κρατικά σύνορα.
4.13.2. Οι αρμόδιες για την είσπραξη των εισφορών αρχές, είτε πρόκειται για κράτος μέλος είτε για περιφερειακή ή τοπική αρχή, έχοντας επακριβή γνώση της κατάστασης, θα πρέπει στη συνέχεια να φροντίζουν για τον ακριβέστερο υπολογισμό των τελών, εντός των προαναφερθέντων περιθωρίων, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές βιοτικού επιπέδου που υφίστανται μεταξύ των περιφερειών.
Στις θαλάσσιες και στις αεροπορικές μεταφορές, η εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον παγκόσμιο ανταγωνισμό που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα μέσα αυτά.
4.13.3.1. Στα τρία «κλασικά» μέσα χερσαίων μεταφορών που χρησιμοποιούνται στην ευρωπαϊκή επικράτεια, δηλαδή στις οδικές, στις σιδηροδρομικές και στις εσωτερικές πλωτές μεταφορές, θα πρέπει, για λόγους ανταγωνισμού, να εφαρμόζεται με ισορροπημένο τρόπο η ίδια στρατηγική και μεθοδολογία, αν και τα αποτελέσματα που θα προκύψουν μπορεί βεβαίως να διαφέρουν ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του κάθε μέσου.
4.13.3.2. Αυτή η μορφή εσωτερίκευσης συνάδει με τις πολιτικές της συντροπικότητας και του ανταγωνισμού και μας φέρνει πιο κοντά στο «1992»(!), δηλαδή στην ολοκλήρωση μιας εσωτερικής αγοράς χωρίς εθνικά σύνορα.
5. Ειδικές παρατηρήσεις
5.1. Η Επιτροπή ορθώς χαρακτηρίζει τη Σύμβαση του Mannheim ως ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο αξίζει να ληφθεί υπόψη για τις εσωτερικές πλωτές μεταφορές. Η Σύμβαση αυτή ισχύει για τη ναυσιπλοΐα στον Ρήνο, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος που διασχίζει την Ελβετία, και στους παραποτάμους του. Η Σύμβαση, στην οποία προσχώρησε και μια τρίτη χώρα, είναι παλαιότερη από τις Συνθήκες της Ένωσης και επομένως έχει προτεραιότητα (8). Απαγορεύει την επιβολή φόρων στη ναυσιπλοΐα, δηλαδή στις μεταφορές στον Ρήνο.
5.2. Έχοντας επίγνωση των περιορισμών της βαθιάς παγκόσμιας κρίσης που διανύουμε, αλλά και ευνοϊκά διακείμενη έναντι της ιδέας της εσωτερίκευσης του εξωτερικού κόστους, που υποκινείται κυρίως από περιβαλλοντικά μελήματα, η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση να μην αποθαρρυνθούμε.
5.3. Αντιθέτως, εύχεται να γίνουν, ακόμη και κατά τη διάρκεια της κρίσης, θετικά βήματα προς την περαιτέρω ανάπτυξη και τελειοποίηση του πλαισίου για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους, όπως αναφέρεται στο σημείο 4.13.1. και στα επόμενα. Πρόκειται, κατά τη γνώμη της, για έναν στόχο που πρέπει να επιδιωχθεί με τη στενή συνεργασία των ευρωπαϊκών οργάνων, των κρατών μελών και των επιχειρήσεων.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Βλ. άρθρο 11 της οδηγίας 2006/38/ΕΚ.
(2) COM(2006) 314, σημεία 1.1 και 9.
(3) Το οποίο υπόκειται στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εξαιρούνται επομένως τα στρατιωτικά και παρόμοια οχήματα.
(4) ΕΕ C 224 της 30.08.09, σ. 39
(5) ΕΕ C 162 της 25.6.2008, σ. 52.
(6) Σύμφωνα με την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Στρατηγική για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους», COM(2008) 435 τελικό.
(7) Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι τα επίγεια, πλωτά ή εναέρια μνημεία των μεταφορών, δηλαδή τα μεταφορικά μέσα που συνιστούν ιστορικά μνημεία, πρέπει να εξαιρούνται.
(8) Άρθρο 307 της Συνθήκης ΕΚ.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/84 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών για την τηλεϊατρική, προς όφελος των ασθενών, των συστημάτων υγείας και της κοινωνίας»
COM(2008) 689 τελικό
(2009/C 317/15)
Εισηγητής: ο κ. BOUIS
Στις 4 Νοεμβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να γνωμοδοτήσει για την:
«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών για την τηλεϊατρική, προς όφελος των ασθενών, των συστημάτων υγείας και της κοινωνίας»
COM(2008) 689 τελικό.
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BOUIS.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 160 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Παρατηρήσεις και συστάσεις
1.1. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ανακοίνωση της Επιτροπής, που στηρίζει και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν την τηλεϊατρική στα οικεία συστήματα υγείας.
1.2. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την κίνηση της Επιτροπής, η οποία, σεβόμενη την αρχή της επικουρικότητας, έχει σκοπό να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην τηλεϊατρική, να συμβάλει στην αποδοχή της, να αυξήσει τη νομική σαφήνεια του τομέα, να επιλύσει τα τεχνικά προβλήματα και να διευκολύνει την ανάπτυξη της σχετικής αγοράς. Τα κράτη μέλη παραμένουν υπεύθυνα για την πολιτική τους όσον αφορά τη δημόσια υγεία και για την ανάπτυξη της τηλεϊατρικής ανάλογα με τις επενδυτικές τους ικανότητες.
1.3. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ενδείκνυται να ενημερωθούν περισσότερο οι υπεύθυνοι για τη δημόσια υγεία, οι επαγγελματίες του κλάδου και οι ασθενείς, στους οποίους είναι σκόπιμο να παρέχονται σε σταθερή βάση επιστημονικές αποδείξεις για τη σχέσης κόστους/απόδοσης.
1.4. Η ΕΟΚΕ θα παρακολουθεί ώστε οι εργασίες έρευνας και ανάπτυξης να παρέχουν όλες τις εγγυήσεις όσον αφορά την ασφάλεια της χρήσης, την απλοποιημένη εργονομία και το ελάχιστο κόστος αγοράς και χρήσης. Σημειώνει ότι η Επιτροπή έχει τη βούληση να στηρίξει ένα ευρείας κλίμακας πιλοτικό έργο τηλεπαρακολούθησης.
1.5. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει τις δυσκολίες ανάπτυξης της τηλεϊατρικής, παρόλον ότι, υπό ορισμένες σαφώς καθορισμένες προϋποθέσεις, αποτελεί παράγοντα βελτίωσης του συστήματος υγείας προς όφελος των ασθενών, των ιατρών και των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης. Κρίνει αναγκαίο τον καθορισμό των πεδίων εφαρμογής της και την απόκτηση μιας σταθερής νομικής βάσης.
1.6. Η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμη την ύπαρξη ενός απλοποιημένου ορισμού των ιατρικών πράξεων που εντάσσονται στο πεδίο της τηλεϊατρικής, προκειμένου να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή εμπιστευτικότητα και η μέγιστη δυνατή ασφάλεια για τον ασθενή.
1.7. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τη δημιουργία, ήδη από το 2009, μιας ευρωπαϊκής πλατφόρμας στήριξης των κρατών μελών όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα ισχύοντα εθνικά νομοθετικά πλαίσια.
1.8. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η ιατρική πράξη που χρησιμοποιεί την τηλεϊατρική ως συμπληρωματική μέθοδο πρέπει να σέβεται τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που συνδέονται με κάθε ιατρική πράξη, αλλά και να λαμβάνει υπόψη τις υποχρεώσεις που συνδέονται με την ιδιαιτερότητά της, όπως η ενημέρωση για τα τεχνικά μέσα διαβίβασης δεδομένων και την προστασία τους.
1.9. Για την ΕΟΚΕ είναι σαφές ότι η ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο (1), της ίδιας ποιότητας σε κάθε χώρα, και η πλήρης δυνατότητα σύνδεσης αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της τηλεϊατρικής. Ο ψηφιακός εξοπλισμός των περιφερειών, κυρίως των αγροτικών και εξόχως απόκεντρων ζωνών, πρέπει να ενισχυθεί ώστε να εξασφαλιστεί η ίση πρόσβαση των πολιτών στις ιατρικές φροντίδες.
1.10. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόθεση της Επιτροπής να δημοσιεύσει ένα έγγραφο στρατηγικής για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας, της ποιότητας και της ασφάλειας των συστημάτων τηλεπαρακολούθησης που βασίζονται στα υφιστάμενα ή υπό κατάρτιση πρότυπα.
1.11. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, πέρα από τις τεχνικές και τις οργανωτικές πτυχές, είναι απαραίτητη η ανάπτυξη των ανταλλαγών των βέλτιστων κλινικών πρακτικών σε θέματα τηλεϊατρικής.
1.12. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόταση που αποσκοπεί στον καθορισμό τριών επιπέδων μέτρων για τα προσεχή έτη.
1.13. Σε επίπεδο κρατών μελών πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ταξινόμηση των ιατρικών πράξεων, του κόστους τους και των ποσοστών αποζημιώσεων.
1.14. Στα κράτη μέλη που θα τύχουν κοινοτικής ενίσχυσης πρέπει να εφαρμοστούν οι μηχανισμοί καθοδήγησης και αξιολόγησης σχετικά με τις τεχνικές πτυχές και την αποτελεσματικότητα της τηλεϊατρικής.
1.15. Εφόσον πρόκειται για δράσεις που προωθούνται από την Επιτροπή, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, για να καθησυχαστούν οι φόβοι των χρηστών και να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης, η Επιτροπή θα πρέπει να στηρίξει προγράμματα ενημέρωσης και κατάρτισης όσον αφορά τη χρήση των νέων τεχνολογιών που απευθύνονται στους επαγγελματίες του κλάδου υγείας και στο ευρύ κοινό.
1.16. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της που οι πτυχές σχετικά με την εκπαίδευση στα εργαλεία της τηλεϊατρικής δεν έτυχαν της δέουσας προσοχής. Απαιτείται ένα δομημένο σχέδιο εκπαίδευσης στην τηλεϊατρική κατά τις πανεπιστημιακές σπουδές, αλλά και κατά τη διάρκεια της άσκησης του επαγγέλματος. Η εκπαίδευση αυτή δεν πρέπει ωστόσο να οδηγήσει στη διαμόρφωση «τηλεϊατρών», αλλά στην κατάρτιση όλων των ιατρών στην τηλεϊατρική.
1.17. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να τηρήσουν αυστηρά τις συστάσεις της παρούσας σύστασης και το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα δράσεων.
1.18. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι οργανώσεις εκπροσώπησης των ασθενών, των καταναλωτών και των επαγγελματιών του κλάδου υγείας πρέπει να συμμετέχουν στον καθορισμό των όρων ανάπτυξης αυτών των νέων τεχνολογιών. Κρίνει δε ότι πρέπει να συμμετάσχει στην ανάλυση των διαφόρων φάσεων εφαρμογής των αναληφθεισών δεσμεύσεων.
1.19. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ανάπτυξη της τηλεϊατρικής προς όφελος των ασθενών, των συστημάτων υγείας και της κοινωνίας, πρέπει να υλοποιηθεί στο πλαίσιο της γενικής εξέλιξης των συστημάτων υγείας και των συναφών πολιτικών.
2. Περίληψη της ανακοίνωσης
2.1. Το ιστορικό της δράσης
2.1.1. Η τηλεϊατρική (2), δηλαδή η εξ αποστάσεως παροχή υπηρεσιών υγείας, μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ευρωπαίων πολιτών, τόσο των ασθενών όσο και των επαγγελματιών του κλάδου της υγείας, και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των συστημάτων υγείας (γήρανση του πληθυσμού, ανάπτυξη χρόνιων ασθενειών, παραμονή στο σπίτι, ασθενείς απομονωμένοι ή με δυσκολίες μετακίνησης, ιατρική δημογραφία, έλλειψη ισορροπίας στην γεωγραφική κατανομή παροχής ιατρικών φροντίδων κλπ.).
2.1.2. Πέραν της βελτίωσης των ιατρικών φροντίδων και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων υγείας, η τηλεϊατρική μπορεί να συμβάλει στην οικονομία της ΕΕ λόγω του δυναμισμού που χαρακτηρίζει τον εν λόγω τομέα (κυρίως ΜΜΕ). Εντούτοις η προσφυγή στην τηλεϊατρική είναι ακόμη περιορισμένη και η αγορά παραμένει κατακερματισμένη.
2.2. Η προσέγγιση της ανακοίνωσης
2.2.1. Η ανακοίνωση στηρίζει και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν την τηλεϊατρική στα οικεία συστήματα υγείας εντοπίζοντας τα κύρια κωλύματα στην χρήση της τηλεϊατρικής, συμβάλλοντας στην αντιμετώπισή τους και προβάλλοντας επιτεύγματα ώστε να αυξηθεί η αποδοχή της τηλεϊατρικής και η εμπιστοσύνη της ιατρικής κοινότητας και των ασθενών στην τηλεϊατρική.
2.2.2. Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για την οργάνωση, τη χρηματοδότηση και την παροχή υπηρεσιών υγείας και ότι μόνο αυτά έχουν τη δυνατότητα να καταστήσουν τη τηλεϊατρική πραγματικότητα τηρουμένης της αρχής της επικουρικότητας, η Επιτροπή καθορίζει τις δράσεις που πρέπει να αναλάβουν τα κράτη μέλη, η ίδια και τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Γενικές παρατηρήσεις
3.1. Η ΕΟΚΕ σημειώνει τον ορισμό του πεδίου εφαρμογής της ανακοίνωσης της Επιτροπής, αλλά επιθυμεί να υπενθυμίσει την ανάγκη μηχανοργάνωσης των ιατρικών θεμάτων και τη στενή σχέση της μηχανοργάνωσης με την ανάπτυξη της τηλεϊατρικής.
Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ανάπτυξη της τηλεϊατρικής προκειμένου να επιτευχθεί ο πρωταρχικός στόχος της εξασφάλισης ίσης πρόσβασης σε ιατρικές φροντίδες ποιότητας. Επισημαίνει τον προβλεπόμενο αντίκτυπο στο σύστημα υγείας και στις μεθόδους των επαγγελματιών του κλάδου και θεωρεί αναγκαία μια αυξημένη εποπτεία έναντι των κινδύνων εμπορευματοποίησης.
3.2.1. Εάν η ανάπτυξη της τηλεϊατρικής είναι ένα κίνητρο για την τυποποίηση των μεθόδων των ιατρών και την οργάνωση των ιατρικών φροντίδων σε δίκτυο, καθώς και παράγοντας βελτίωσης της ποιότητας και της πρόσβασης σε ιατρικές φροντίδες, πρέπει ωστόσο να προβλεφθούν και να συνοδεύσουν τις αλλαγές αυτές προβληματισμοί για την οργάνωση, την ιεράρχηση και την ανάθεση καθηκόντων, καθώς και για την εγγραφή σε πρωτόκολλο των πρακτικών.
Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τα τρία επίπεδα μέτρων που προτείνονται και διατυπώνει ορισμένες παρατηρήσεις ως προς αυτά.
3.3.1. Εμπιστοσύνη στις υπηρεσίες τηλεϊατρικής και αποδοχή τους
3.3.1.1. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι πρέπει να ενημερωθούν περισσότερο οι αρμόδιοι για τη δημόσια υγεία φορείς, οι επαγγελματίες του κλάδου και οι ασθενείς, καθώς και οι αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις, με τη δημιουργία χώρων συζήτησης και την προβολή των επιστημονικών αποδείξεων της αποτελεσματικότητας της τηλεϊατρικής. Προς τούτο, απαιτούνται επιστημονικές αποδείξεις της σχέσης κόστους/απόδοσης. Εν προκειμένω, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η ανάπτυξη και η βιωσιμότητα της προσφυγής στην τηλεϊατρική εξαρτώνται από το επίπεδο επιστροφών των εξόδων αυτών των υπηρεσιών και από το ποσοστό επιβάρυνσης των ασθενών.
3.3.1.2. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει, όσον αφορά την έρευνα και ανάπτυξη, ότι οι ΜΜΕ του κλάδου δεν διαθέτουν επαρκή οικονομική επιφάνεια. Γι’ αυτό, η παρέμβαση του δημόσιου τομέα, καθώς και η σύμπραξη ιδιωτικού/δημόσιου τομέα, αποτελούν ένα μέσο για τη διάδοση σε μεγάλη κλίμακα των συστημάτων τηλεπαρακολούθησης. Όσον αφορά τον εξοπλισμό, η ΕΟΚΕ θα παρακολουθεί ώστε να παρέχονται όλες οι εγγυήσεις για ασφάλεια της χρήσης, απλοποιημένη εργονομία και ελάχιστο κόστος αγοράς και χρήσης. Οι τεχνικές εξελίξεις δεν μπορούν να υλοποιούνται μόνο από τους βιομηχάνους.
3.3.1.3. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η ανάπτυξη της τηλεϊατρικής και ειδικότερα της τηλεπαρακολούθησης θέτει νέα προβλήματα δεοντολογίας λόγω της αλλαγής της σχέσης του ασθενούς με τον ιατρό. Για να γίνουν αποδεκτές αυτές οι τεχνικές, που δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την ανθρώπινη σχέση, θεωρεί απαραίτητο να οριοθετηθούν οι σχέσεις νοσηλευτή και νοσηλευόμενου για τους ασθενείς που αναζητούν την ανθρώπινη ζεστασιά αλλά και κατανοητές, ακριβείς και καθησυχαστικές εξηγήσεις.
3.3.1.4. Η ΕΟΚΕ κρίνει βασικό να εκδημοκρατιστεί η χρήση των τεχνικών εργαλείων, ώστε να μπορούν οι ασθενείς να διατηρούν τον έλεγχο της ζωής τους και της υγείας τους.
3.3.1.5. Επίσης, το ιατρικό προσωπικό που έρχεται σε επαφή με τους ασθενείς μέσω τηλεφώνου ή οθόνης θα πρέπει να έχει εκπαιδευτεί και στον ψυχολογικό τομέα προκειμένου να είναι πιο ανθρώπινη η σχέση εξ αποστάσεως και να αντισταθμιστεί η έλλειψη φυσικής παρουσίας πάνω στην οποία έχει θεμελιωθεί η έως τώρα σχέση ιατρού/ασθενούς.
3.3.1.6. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόθεση της Επιτροπής να στηρίξει, μέσω του οικείου προγράμματος για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία, ένα ευρείας κλίμακας πιλοτικό έργο τηλεπαρακολούθησης, που θα συνδέει τους οργανισμούς που πληρώνουν τις υπηρεσίες υγείας. Επιμένει στο γεγονός ότι τα κράτη μέλη πρέπει να εκτιμήσουν τις ανάγκες τους και τις προτεραιότητές τους στον τομέα της τηλεϊατρικής έως τα τέλη του 2009.
3.3.1.7. Η ΕΟΚΕ επικροτεί επίσης τη χρηματοδότηση προγραμμάτων όπως «Αυτόνομη διαβίωση υποβοηθούμενη από το περιβάλλον» (AAD) (3), που εφαρμόζονται βάσει του άρθρου 169 της Συνθήκης. και παροτρύνει τα κράτη μέλη να συμμετέχουν σε αυτά.
3.3.2. Ανάγκη μεγαλύτερης νομικής σαφήνειας
3.3.2.1. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η τηλεϊατρική αναπτύσσεται με δυσκολία ενώ, υπό ορισμένες σαφώς καθορισμένες προϋποθέσεις, αποτελεί παράγοντα βελτίωσης του συστήματος υγείας προς όφελος των ασθενών, των ιατρών και των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης: είναι ένα αποτελεσματικό μέσο βελτιστοποίησης της ποιότητας των ιατρικών φροντίδων λόγω της ταχύτητας των ανταλλαγών και συμβάλλει στη βελτίωση της απόδοσης του «ιατρικού χρόνου». Η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαίο τον ορισμό των πεδίων εφαρμογής της και την επίτευξη νομικής σαφήνειας.
3.3.2.2. Η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμο έναν απλό ορισμό των ιατρικών πράξεων που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της τηλεϊατρικής, όπως:
— |
η τηλεξέταση: ιατρική πράξη που πραγματοποιείται μέσω συνδέσεως με τον ασθενή, ο οποίος συνομιλεί εξ αποστάσεως με τον ιατρό, η δε διάγνωση μπορεί να καταλήξει σε συνταγογράφηση θεραπείας ή φαρμάκων· |
— |
η ιατρική τηλεδιάσκεψη: διάγνωση ή/και θεραπεία που πραγματοποιείται χωρίς την παρουσία του ασθενούς. Πρόκειται για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ περισσοτέρων ιατρών που προβαίνουν σε διάγνωση με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν στον ιατρικό φάκελο· |
— |
η τηλεβοήθεια: πράξη που επιτρέπει σε έναν ιατρό να βοηθά εξ αποστάσεως άλλον ιατρό που πραγματοποιεί ιατρική ή χειρουργική πράξη. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται επίσης και σε επείγουσες καταστάσεις για τη βοήθεια ενός εθελοντή για την παροχή πρώτων βοηθειών. |
Για τις πράξεις αυτές είναι πρωταρχικής σημασίας να βελτιωθεί η νομική σαφήνεια, να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για την ενίσχυση των συστημάτων προστασίας των δεδομένων και να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή ασφάλεια για τον ασθενή, τόσο σε επίπεδο συλλογής όσο και αποθήκευσης και χρήσης των στοιχείων.
3.3.2.3. Η ΕΟΚΕ, έχοντας επισημάνει ότι οι ορισμοί των ιατρικών πράξεων και οι συνέπειές τους, τόσο σε νομικό όσο και σε δικαστικό επίπεδο, αλλά και όσον αφορά τις επιστροφές των εξόδων, είναι διαφορετικοί από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, υπενθυμίζει ότι οι δικαιούχοι ιατρικών φροντίδων είναι ελεύθεροι να εξετάζονται και να δέχονται ιατρική θεραπεία σε διαφορετικό από το οικείο κράτος μέλος και τούτο ανεξαρτήτως του τρόπου παροχής της υπηρεσίας (4), συμπεριλαμβανομένης δηλαδή και της τηλεϊατρικής.
3.3.2.4. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει το ενδιαφέρον της για τη δημιουργία συστημάτων προσφυγής σε περίπτωση βλάβης και καθορισμού σαφών διατάξεων για την επίλυση των διαφορών, συμπεριλαμβανομένου και του διακρατικού επιπέδου, πράγμα που πρέπει να οδηγήσει στη γενίκευση ενός συστήματος υποχρεωτικής ασφάλισης για όλους τους επαγγελματίες του κλάδου.
3.3.2.5. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τη δημιουργία, ήδη από το 2009, μιας ευρωπαϊκής πλατφόρμας στήριξης των κρατών μελών στην ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα ισχύοντα εθνικά νομοθετικά πλαίσια και τις ενδεχόμενες τροποποιήσεις που συνδέονται με την τηλεϊατρική.
3.3.2.6. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η τηλεϊατρική δεν μπορεί και δεν πρέπει να αντικαταστήσει την ιατρική πράξη. Είναι συμπληρωματική και περιορισμένη λόγω της απουσίας κλινικών εξετάσεων. Υπόκειται στα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις που συνδέονται με κάθε ιατρική πράξη. Επίσης ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στα εξής σημεία:
— |
πρέπει να αναφέρεται η ιδιότητα του ιατρού· |
— |
ο ασθενής πρέπει να ωφελείται των τελευταίων ιατρικών γνώσεων ανεξαρτήτως ηλικίας, οικονομικής κατάστασης και παθολογίας· |
— |
ο ασθενής πρέπει να ενημερώνεται για τη σημασία και τις συνέπειες της πράξης, καθώς και για τα μέσα που εφαρμόζονται· |
— |
ο ασθενής πρέπει να μπορεί να δίνει τη συγκατάθεσή του· |
— |
πρέπει να διασφαλίζεται το ιατρικό απόρρητο· |
— |
πρέπει να αναγνωρίζεται η συνταγογράφηση· |
— |
ο ασθενής πρέπει να κατανοεί τις ερωτήσεις και τις απαντήσεις του ιατρού· |
— |
τα έγγραφα που προκύπτουν πρέπει να ασφαλιστούν και να εγγραφούν στον ιατρικό φάκελο· |
— |
πρέπει να διασφαλίζεται η συνέχεια της θεραπείας· |
— |
η ιατρική πράξη πρέπει να είναι της ίδιας ποιότητας με της παραδοσιακής πράξης· |
— |
η απουσία κλινικής εξέτασης δεν πρέπει να αντισταθμίζεται με πολλαπλασιασμό των ακτινολογικών ή βιοχημικών εξετάσεων· |
— |
πρέπει να εξασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα όσον αφορά τους τεχνικούς όρους διαβίβασης των στοιχείων και τους όρους διαχείρισής τους από το ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό. |
Ειδικότερα, στην υλοποίηση πράξεων τηλεϊατρικής πρέπει να περιλαμβάνεται η ενημέρωση για τα τεχνικά μέσα που εφαρμόζονται για τη διαβίβαση των στοιχείων.
3.3.3. Επίλυση των τεχνικών προβλημάτων και διευκόλυνση της ανάπτυξης της αγοράς
Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο (1), που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της μέγιστης ασφάλειας, και η δυνατότητα πλήρους σύνδεσης αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη της τηλεϊατρικής. Η εμπιστοσύνη των ιατρών και των ασθενών στην μέθοδο αυτή βασίζεται πράγματι στην εγγύηση της ασφάλειας των τεχνολογιών που εφαρμόζονται και στην ευκολία της χρήσης τους.
3.3.3.1.1. Ο ψηφιακός εξοπλισμός των περιφερειών, κυρίως των αγροτικών και των εξόχως απόκεντρων ζωνών, πρέπει να ενισχυθεί επειδή η τηλεϊατρική χρειάζεται ένα αποτελεσματικό δίκτυο ιδιαίτερα για τους πληθυσμούς των εν λόγω ζωνών.
3.3.3.1.2. Η απουσία ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο συνεπάγεται για τους επαγγελματίες του κλάδου μη αποδεκτό χρόνο απάντησης και παρακωλύει τη διαβίβαση ογκωδών φακέλων· η χαμηλή ποιότητα ορισμένων πληροφοριών μπορεί να προκαλέσει σοβαρούς ιατρικούς κινδύνους.
3.3.3.2. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόθεση της Επιτροπής να δημοσιεύσει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ένα έγγραφο στρατηγικής για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας, της ποιότητας και της ασφάλειας των συστημάτων τηλεπαρακολούθησης βάσει των υφιστάμενων ή υπό κατάρτιση προτύπων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ΕΟΚΕ εκτιμά, ότι λόγω της συνεχούς εξέλιξης των εν λόγω τεχνολογιών, μόνο μια τακτική αξιολόγηση της αξιοπιστίας των υλικών θα συμβάλει στην εδραίωση της εμπιστοσύνης.
3.4. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι εάν η ανάπτυξη των τεχνολογιών αυτών αποτελεί μια ευκαιρία για την οικονομία γενικά, ο αντίκτυπος στην εύθραυστη χρηματοδότηση των συστημάτων υγείας χρήζει αξιολόγησης και ενδείκνυται η παροχή κοινοτικών ενισχύσεων στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης. Θεωρεί ότι το πρόγραμμα «ΤΠΕ για ευγηρία» (5) θα πρέπει στο μέλλον να εστιαστεί στις ιδιαιτερότητες της τηλεϊατρικής.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
Δεδομένου ότι η τηλεϊατρική δεν πρέπει να θεωρείται μόνο ως τομέας που υπάγεται αποκλειστικά στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, εφόσον παραμένει μια πλήρης ιατρική πράξη, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τον καθορισμό τριών επιπέδων μέτρων για τα προσεχή έτη.
Σε επίπεδο κρατών μελών, η ΕΟΚΕ εστιάζει στην προσοχή που θα πρέπει να δοθεί στην ταξινόμηση των πράξεων και στις αποζημιώσεις τους. Πράγματι, δεν έχουν όλα τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης αποδεχτεί την τηλεϊατρική ως ιατρική πράξη και είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικά όσον αφορά τους όρους συνταγογράφησής της.
4.1.1.1. Είναι σαφές, δεδομένου του κόστους των επενδύσεων, ότι πρέπει τα αρμόδια για τη δημόσια υγεία ιδρύματα ή/και οργανισμοί να αναζητήσουν, στο πλαίσιο της πλατφόρμας ανταλλαγών μεταξύ των πολλών ενδιαφερόμενων μερών, τις δυνατότητες χρηματοδότησης και να προσδιορίσουν τις πηγές της. Εντούτοις η ΕΟΚΕ ανησυχεί για τον κίνδυνο σημαντικής αύξησης της ασφαλιστικής συνεισφοράς των ασθενών με το πρόσχημα των νέων αυτών διατάξεων.
Σε επίπεδο των κρατών μελών που θα υποστηριχθούν από την ΕΕ, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, λόγω της ποικιλίας των κανονισμών στις διάφορες χώρες, καθώς και λόγω των πρακτικών και των συνηθειών, ενδείκνυται να δημοσιευτεί ήδη από το 2009 η ανάλυση ενός κοινοτικού νομικού πλαισίου ικανού να εφαρμοστεί στις υπηρεσίες τηλεϊατρικής.
4.1.2.1. Η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμο, πέρα από την ανάλυση αυτή, να καθοριστούν οι μηχανισμοί καθοδήγησης και αξιολόγησης με τη βοήθεια της ΕΕ. Επίσης θα πρέπει να τεθούν σαφείς και στρατηγικοί στόχοι προκειμένου να εξασφαλιστεί η προβολή που χρειάζονται τα κέντρα λήψεως αποφάσεων. Η προβολή αυτή πραγματοποιείται μέσω μιας ιατρικοοικονομικής αξιολόγησης προσαρμοσμένης στις δημογραφικές προκλήσεις και στις προκλήσεις της ανάπτυξης των συστημάτων υγείας προς όφελος των ασθενών.
Σε επίπεδο μέτρων που πρέπει να ληφθούν από την Επιτροπή, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι για την αντιμετώπιση των φόβων των χρηστών και του συναφούς προβλήματος της εμπιστοσύνης, η Επιτροπή θα πρέπει να προωθήσει εκπαιδευτικά προγράμματα με στόχο την εξοικείωση των ασθενών με τις εν λόγω πρακτικές και τα νέα μέσα, ιδιαίτερα δε καθώς οι ασθενείς αυτοί είναι συχνά ηλικιωμένα άτομα.
Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της που η Επιτροπή δεν δίδει ιδιαίτερη προσοχή στην κατάρτιση των ιατρών ώστε να εξοικειωθούν με αυτές τις νέες συνθήκες εξάσκησης του επαγγέλματός τους. Η συνέχεια και ο συντονισμός της θεραπείας απαιτούν επίσης τον έλεγχο των νέων εργαλείων διαλόγου με τον ασθενή.
4.1.3.1.1. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι, στον τομέα της τηλεϊατρικής όπως και σε πολλούς άλλους, η κατάλληλη κατάρτιση για κάθε κατηγορία επαγγελματιών του κλάδου υγείας πρέπει να θεωρείται μείζονος σημασίας εργαλείο της αλλαγής. Απαιτείται ένα δομημένο σχέδιο εκπαίδευσης στην τηλεϊατρική κατά τις πανεπιστημιακές σπουδές, αλλά και κατά τη διάρκεια της άσκησης του επαγγέλματος. Τούτο συνεπάγεται επίσης συνεχή ενημέρωση του ευρέος κοινού.
4.1.3.1.2. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει εξάλλου ότι η διαδραστική και διεπαγγελματική φύση της χρήσης των νέων τεχνολογιών αποτελεί αφ’ εαυτής ένα παιδαγωγικό μέσο αυτοεκμάθησης, στο πλαίσιο ενός έργου σύμπραξης, που καλείται να αναπτυχθεί.
4.1.4. Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο, τόσο από πλευράς τεχνολογικής έρευνας, ανάπτυξης υλικού και λογισμικού, καθώς και των οικονομικών πτυχών προμήθειας εξοπλισμού και επιστροφής εξόδων, όσο και από πλευράς αποδοχής και εμπιστοσύνης στην τηλεϊατρική, να θεωρηθεί η τηλεϊατρική πλήρης ιατρική μέθοδος και όχι μόδα ή υποκατάστατο. Θα πρέπει να προβλεφθεί εναρμόνιση και έγκριση τύπου, ώστε να διευκολυνθούν οι ανταλλαγές μεταξύ των επαγγελματιών του κλάδου και η συμμετοχή των ασθενών, χάρη σε ένα φιλικό περιβάλλον.
5. Συμπεράσματα
5.1. Η τηλεϊατρική αποτελεί πολιτιστική εξέλιξη, η οποία και πρέπει να διαδοθεί ευρέως. Ενδέχεται να αναπτυχθούν νέα επαγγέλματα για να την συνδράμουν.
5.2. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ανάπτυξη της τηλεϊατρικής πρέπει να υλοποιηθεί στο πλαίσιο της εξέλιξης των συστημάτων υγείας και των συναφών πολιτικών.
5.3. Οι χρήστες του συστήματος υγείας καλούνται να γίνουν πρωταγωνιστές της υγείας τους. Οι αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις και οι οργανώσεις των επαγγελματιών του κλάδου υγείας πρέπει να συμμετέχουν στον καθορισμό των όρων ανάπτυξης και χρηματοδότησης αυτών των νέων τεχνολογιών.
5.4. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντική τη συμμετοχή της στις περιοδικές αξιολογήσεις της προόδου όσον αφορά την εφαρμογή των αναληφθεισών δεσμεύσεων: πέρα από την λειτουργική ανάπτυξη της τηλεϊατρικής και των μέσων που θα διατεθούν προέχει η ισότητα των πολιτών όσον αφορά την πρόσβαση στις ιατρικές φροντίδες.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σ. 8.
(2) Η τηλεϊατρική περιλαμβάνει ευρύ φάσμα υπηρεσιών όπως η τηλεακτινολογία, η τηλεπαθολογία, η τηλεδερματολογία, οι τηλεξετάσεις, η τηλεπαρακολούθηση, η τηλεοφθαλμολογία εκτός της τηλεχειρουργικής. Ωστόσο στην ανακοίνωση δεν αναφέρονται ως υπηρεσίες της τηλεϊατρικής οι δικτυακές πύλες ενημέρωσης/υγείας, τα ηλεκτρονικά συστήματα μητρώων υγείας, η ηλεκτρονική διαβίβαση συνταγών ή η παραπομπή των ασθενών σε έναν ειδικό γιατρό.
(4) ΕΕ C 175, της 28.7.2009, σ. 116.
(5) Καλύπτεται από το 7e Πρόγραμμα-Πλαίσιο.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/89 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των επιβατών στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών»
COM(2008) 816 τελικό – 2008/0246 (COD)
(2009/C 317/16)
Εισηγητής: ο κ. Bernardo Hernández BATALLER
Συνεισηγητής: ο κ. Jörg RUSCHE
Στις 12 Φεβρουαρίου 2009 και σύμφωνα με το άρθρο 71 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την:
«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των επιβατών στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών»
COM(2008) 816 τελικό – 2008/0246 (COD)
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Ιουνίου 2009 με βάση την έκθεση του εισηγητή κ. Hernández Bataller και του συνεισηγητή κ. Rusche.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 65 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής, καθότι σε γενικές γραμμές η εφαρμογή του κανονισμού θα οδηγήσει σε εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς και των δικαιωμάτων των επιβατών, ιδίως δε των ατόμων με αναπηρία.
1.2. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της γιατί η πρόταση δεν εστιάζει πιο συγκεκριμένα και λεπτομερέστερα στην κατάσταση των ατόμων με αναπηρία, καθώς και σε πιο προηγμένες προδιαγραφές προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των οικονομικών δικαιωμάτων των καταναλωτών.
1.3. Ως προς τα άτομα με αναπηρία, θα πρέπει να θεσπισθεί πλαίσιο που θα εγγυάται, σε κάθε περίπτωση, την προσπελασιμότητα υπό τους όρους που προτείνει η ΕΟΚΕ στην παρούσα γνωμοδότηση.
1.4. Για τα ζητήματα ασφαλείας, θα πρέπει να λαμβάνονται πάντοτε υπόψη οι αυστηρότερες δυνατές προδιαγραφές, εντός του κανονιστικού πλαισίου που εφαρμόζεται ή πρόκειται να εφαρμοστεί προς τούτο στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
1.5. Αναφορικά με άλλα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η προστασία της ιδιωτικότητας στις βάσεις δεδομένων, θα πρέπει και αυτά να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικής νομοθεσίας που θα ενισχύει τις παρεχόμενες εγγυήσεις.
1.6. Σχετικά με τα οικονομικά δικαιώματα των καταναλωτών, ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει να βελτιωθεί σημαντικά σε ποικίλα ζητήματα, όπως η μεταφορά με άλλο δρομολόγιο και η επιστροφή χρημάτων, η αποζημίωση επί της τιμής του εισιτηρίου, η ενημέρωση των επιβατών και το σύστημα των παραπόνων.
2. Πλαίσιο της πρότασης
2.1. Το άρθρο 38 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1) προβλέπει ότι οι πολιτικές της Ένωσης διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Επίσης, το άρθρο 3 της Συνθήκης ΕΚ καθιερώνει την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών ως μία από τις δράσεις της Κοινότητας, ενώ το άρθρο 153 περιλαμβάνει την εντολή της προώθησης των συμφερόντων των καταναλωτών και της διασφάλισης υψηλού επιπέδου προστασίας τους.
2.2. Η Επιτροπή, στη Λευκή Βίβλο «Η ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010: η ώρα των επιλογών» (2), επεδίωξε να ορίσει τα δικαιώματα των επιβατών θεσπίζοντας κοινές αρχές για όλα τα μέσα μεταφοράς (3) και διέγνωσε την ανάγκη να ενισχυθούν μια σειρά δικαιώματα, όπως: ειδικά μέτρα υπέρ των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα, αυτόματες και άμεσες λύσεις σε περίπτωση διακοπής του ταξιδίου (μεγάλες καθυστερήσεις, ακυρώσεις ή άρνηση επιβίβασης), υποχρεώσεις ενημέρωσης των επιβατών και διαδικασίες διεκπεραίωσης των παραπόνων και προσφυγής.
2.3. Η Επιτροπή ξεκίνησε το 2006 δημόσια διαβούλευση για τα δικαιώματα των επιβατών των ναυτιλιακών γραμμών, που εστίαζε εν μέρει στην προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα κατά τις θαλάσσιες και τις εσωτερικές πλωτές μεταφορές. Οι περισσότεροι από τους μετέχοντες στη διαβούλευση τάχθηκαν υπέρ της ύπαρξης κοινού ελαχίστου επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων των επιβατών σε ολόκληρη την ΕΕ, ανεξάρτητα από το μέσο μεταφοράς που χρησιμοποιείται ή από το εάν το ταξίδι πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου εντός ενός κράτους μέλους ή περιλαμβάνει διέλευση συνόρων, εσωτερικών ή εξωτερικών.
2.4. Εξάλλου, σύμφωνα με τα γενικά συμπεράσματα ανεξάρτητης έρευνας (4), η προστασία των επιβατών στην ΕΕ δεν είναι απόλυτα ικανοποιητική, πράγμα που οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην έλλειψη ομοιογένειας ως προς την εμβέλεια και τον βαθμό προστασίας των δικαιωμάτων τους, στην ανυπαρξία πλαισίου που να περιλαμβάνει άμεσες και προκαθορισμένες λύσεις για περιπτώσεις ματαιώσεων ή καθυστερήσεων και στην έλλειψη ενημέρωσης των επιβατών για τα δικαιώματά τους σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
2.5. Η αξιολόγηση των επιπτώσεων κάλυπτε κυρίως τις αρχές της αποζημίωσης και της παροχής συνδρομής σε περίπτωση ματαιώσεων και καθυστερήσεων, τους κανόνες προσπελασιμότητας, αποφυγής διακρίσεων και παροχής βοήθειας στα άτομα με αναπηρία και στα άτομα με μειωμένη κινητικότητα, τις προδιαγραφές ποιότητας και τις υποχρεώσεις ενημέρωσης, καθώς και τις διατάξεις για τη διεκπεραίωση των παραπόνων και τον έλεγχο της τήρησης των κανόνων.
3. Πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
3.1. Η πρόταση έχει στόχο τη θέσπιση, μέσω κανονισμού, κοινών ελαχίστων κανόνων σχετικά με τα εξής: την αποφυγή διακριτικής μεταχείρισης μεταξύ επιβατών, όσον αφορά τους όρους μεταφοράς που προσφέρονται από μεταφορείς· την αποφυγή διακριτικής μεταχείρισης και την υποχρεωτική παροχή συνδρομής σε άτομα με αναπηρία και σε άτομα με μειωμένη κινητικότητα τις υποχρεώσεις των μεταφορέων έναντι των επιβατών σε περιπτώσεις ματαίωσης ή καθυστέρησης· τις ελάχιστες πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους επιβάτες· τη διεκπεραίωση των παραπόνων και τον έλεγχο του σεβασμού των δικαιωμάτων των επιβατών.
3.2. Ο προτεινόμενος κανονισμός θα εφαρμόζεται στις εμπορικές θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές επιβατών, συμπεριλαμβανομένων των κρουαζιερών, μεταξύ ή εντός λιμένων ή οιωνδήποτε σημείων επιβίβασης/αποβίβασης που ευρίσκονται στο έδαφος κράτους μέλους όπου ισχύει η Συνθήκη.
3.3. Προβλέπονται υποχρεώσεις των μεταφορέων σε περίπτωση διακοπής του ταξιδίου και σχετικά με την παροχή πληροφοριών, το δικαίωμα στην παροχή συνδρομής, τη μεταφορά με άλλο δρομολόγιο και την επιστροφή χρημάτων, την αποζημίωση επί της τιμής του εισιτηρίου και άλλα μέτρα υπέρ των επιβατών.
3.4. Προβλέπεται ότι κάθε κράτος μέλος ορίζει έναν ή περισσότερους ανεξάρτητους φορείς υπεύθυνους για τον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Κάθε φορέας λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ο σεβασμός των δικαιωμάτων των επιβατών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τους κανόνες προσπελασιμότητας.
4. Γενικές παρατηρήσεις
Η ΕΟΚΕ αντιμετωπίζει θετικά την πρόταση κοινών ελαχίστων ρυθμίσεων που περιέχεται στην πρόταση κανονισμού, ελπίζοντας στο μέλλον αυτός να εξελιχθεί προς ένα υψηλότερο και ευνοϊκότερο επίπεδο προστασίας για τους καταναλωτές, σύμφωνα με την εντολή της Συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή θα πρέπει να διασαφηνίσει ρητά ότι οι τουριστικές εκδρομές διάρκειας μικρότερης της μίας ημέρας δεν συμπεριλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας πρότασης.
4.1.1. Πρόκειται για μια τολμηρή πρόταση που, σύμφωνα με την πρόσφατη προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θέτει τους καταναλωτές στο επίκεντρο της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, και τους θεωρεί απώτερους δικαιούχους των οφελών του ανοίγματος των εθνικών αγορών.
4.1.2. Πέραν της καθιέρωσης συνόλου κανόνων και αρχών που εγγυώνται τα οικονομικά δικαιώματα των επιβατών θαλασσίων ή εσωτερικών πλωτών μεταφορών, ενδοκρατικών και διακρατικών, ο κανονισμός αναγνωρίζει και προστατεύει τα ίδια τα δικαιώματα των πολιτών και των ατόμων εν γένει.
4.1.3. Επιπλέον, η πρόταση συμπληρώνει τις νομοθεσίες πολλών κρατών μελών της ΕΕ που είτε δεν ασχολούνται με το ζήτημα είτε ασχολούνται με αβέβαιο τρόπο που δεν εγγυάται στην πράξη τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία ή προχωρημένης ηλικίας. Αυτό επηρεάζει, σήμερα, τα συστήματα προσπελασιμότητας, ενημέρωσης και συνδρομής εντός του σκάφους, καθώς και την προκαταρκτική ενημέρωση, η οποία εμφανώς επιδέχεται σημαντικές βελτιώσεις σε πολλές περιπτώσεις.
4.1.4. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη διαφωνία της ως προς τη δυνατότητα των κρατών μελών να εξαιρέσουν από το πεδίο εφαρμογής της πρότασης τις υπηρεσίες που καλύπτονται από συμβάσεις του δημοσίου τομέα, και αυτό διότι αυτές χρησιμοποιούνται περισσότερο από τους πολίτες και είναι αυτές που πιθανόν χρησιμοποιούνται περισσότερο από τα άτομα με αναπηρία. Η Επιτροπή θα μπορούσε, μετά τα εδάφια α) και β) του άρθρου 19, να προσθέσει νέο εδάφιο γ) που θα ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να προβλέψουν τη θέσπιση αυτόματου συστήματος αποζημίωσης για τις περιπτώσεις αυτές.
Παρά τις υπάρχουσες ρυθμίσεις για την ασφάλεια των θαλάσσιων μεταφορών (οδηγίες 1999/35/ΕΚ, 1998/18/ΕΟΚ και 1998/41/ΕΚ), η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να συμπεριληφθεί ρητά στον κανονισμό το δικαίωμα των επιβατών στην ασφάλεια, ως αυτοτελές και συγκεκριμένο δικαίωμα των επιβατών.
Σχετικά, εννοείται ότι η έννοια της ασφάλειας περιλαμβάνει επίσης την προσπελασιμότητα, δηλαδή αυτή θα πρέπει να διασφαλίζεται όχι μόνο κατά την είσοδο και έξοδο των επιβατών στο σκάφος, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής.
Ομοίως, θα πρέπει να διασφαλίζεται ρητά για κάθε πλοίο και κάθε διαδρομή που περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού η είσοδος των σκύλων συνοδείας που αποτελούν αδιαίρετη μονάδα με το άτομο με αναπηρία προκειμένου να μπορεί να ασκήσει πλήρως το δικαίωμά του στην ελεύθερη κυκλοφορία και την κινητικότητα.
4.1.5. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι οφείλει να υιοθετήσει και να προτείνει, σε κοινοτικό επίπεδο, όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα άτομα με αναπηρία ή με μειωμένη κινητικότητα να έχουν τα ίδια δικαιώματα με όλους τους υπόλοιπους πολίτες ως προς την ελευθερία κυκλοφορίας, την ελευθερία επιλογής και τη μη διακριτική μεταχείριση. Πρέπει να εφαρμοστεί στην πράξη το «κοινωνικό πρότυπο της αναπηρίας», συμπεριλαμβανομένης της παχυσαρκίας, ώστε όλοι να μπορούν να χρησιμοποιούν τα μέσα μεταφοράς.
4.1.6. Σχετικά με τη νομική βάση των άρθρων 70 και 81 της Συνθήκης, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα έπρεπε να προστεθεί το άρθρο 153 της Συνθήκης, το οποίο προβλέπει υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών στις δράσεις της Κοινότητας.
4.1.7. Σχετικά με τη χρήση του κανονισμού ως νομικού μέσου, η ΕΟΚΕ την κρίνει σκόπιμη, καθότι οι κανόνες που θεσπίζονται στην πρόταση πρέπει να εφαρμόζονται ομοιόμορφα και αποτελεσματικά σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να διασφαλίζουν στους επιβάτες των ναυτιλιακών γραμμών επαρκές επίπεδο προστασίας και στους μεταφορείς ισότιμους όρους ανταγωνισμού.
4.1.8. Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη των ευρωπαίων νομοθετών, σύμφωνα με την οποία οι μηχανισμοί από κοινού ρύθμισης και αυτορρύθμισης «δεν εφαρμόζονται αν διακυβεύονται θεμελιώδη δικαιώματα ή σημαντικές πολιτικές επιλογές ή σε καταστάσεις όπου οι κανόνες πρέπει να εφαρμόζονται ομοιόμορφα σε όλα τα κράτη μέλη» (5), για αυτόν δε το λόγο η πρόταση κανονισμού κρίνεται σύμφωνη με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.
4.1.9. Σχετικά με το κεφάλαιο ΙΙΙ, ωστόσο, ο στόχος της διασφάλισης ομοιόμορφων συνθηκών για τους οικονομικούς παράγοντες στην εσωτερική αγορά επιτυγχάνεται σε περιορισμένο μόνο βαθμό, καθώς ο κανονισμός δίνει στα κράτη μέλη μεγάλη ευχέρεια σε σχέση με τα δικαιώματα που ισχύουν σε περίπτωση καθυστερήσεων ή ματαιώσεων. Στην έκθεση που πρέπει να καταρτίσει η Επιτροπή σε διάστημα τριών ετών από την έγκριση του κανονισμού (άρθρο 30), θα πρέπει να εξετασθεί, συγκεκριμένα, εάν ενδεχόμενες διαφορές στις νομοθεσίες επί του θέματος θίγουν τον ανταγωνισμό ή την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.
4.1.10. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι οι μεταφορές που εξυπηρετούν κυρίως τουριστικούς σκοπούς και, ειδικότερα, τουριστικού ενδιαφέροντος εκδρομές και επισκέψεις, δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού. Μολαταύτα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η περίπτωση των επιβατών που περιέρχονται σε δύσκολη θέση, λόγω αδυναμίας υλοποίησης ενός ενδιάμεσου σταδίου του ταξιδιού τους.
Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντική την εξομοίωση του εισιτηρίου με απόδειξη σύναψης σύμβασης μεταφοράς και θεωρεί σημαντικό οι υποχρεώσεις που ορίζει ο κανονισμός να θεωρούνται επιτακτικό δικαίωμα των επιβατών από το οποίο δεν χωρεί παραίτηση, χωρίς να θίγεται το ισχύον κεκτημένο ως προς την προστασία, ιδίως σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες (6) και τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές (7).
Θα πρέπει να αναζητηθεί ειδική λύση για την κατάργηση ή, ενδεχομένως, την τροποποίηση προς το μεγαλύτερο δυνατό όφελος των ατόμων με αναπηρία, της υπάρχουσας υποχρέωσης γενικής, σχεδόν, εφαρμογής, σύμφωνα με την οποία αυτά τα άτομα πρέπει να γνωστοποιούν στους μεταφορείς σε διάστημα όχι μικρότερο των 48 ωρών την πρόθεσή τους να πραγματοποιήσουν μια συγκεκριμένη διαδρομή. Είναι προφανές πως αυτή η άκαμπτη προθεσμία που δεσμεύει τα άτομα με αναπηρία δύναται να εμποδίσει την πλήρη άσκηση ορισμένων δικαιωμάτων που σχετίζονται με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, όπως το δικαίωμα στην ψυχαγωγία ή το δικαίωμα αντιμετώπισης οποιασδήποτε κατάστασης έκτακτης ανάγκης στην οποία ενδέχεται κανείς να βρεθεί.
Η ΕΟΚΕ ζητά να επιτραπεί κάποια ευελιξία στο σύστημα ειδοποίησης για την παροχή συνδρομής στο σκάφος. Αυτός ο τρόπος μεταφοράς δεν απαιτεί προηγούμενη κράτηση από τους επιβάτες, και η υποχρέωση, για τα άτομα με αναπηρία, πρότερης γνωστοποίησης της ανάγκης για συνδρομή θίγει το δικαίωμα ίσης μεταχείρισής τους. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να υπάρξει διαφοροποίηση μεταξύ των διαδρομών μεγάλης και μικρής απόστασης ή ανάλογα με το σκάφος/πλοίο που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να υποχρεώσει τους μεταφορείς να παρέχουν στους επιβάτες επιβεβαίωση της ληφθείσας γνωστοποίησης, ώστε να διασφαλισθεί ότι ο επιβάτης θα είναι σε θέση να αποδείξει ότι όντως γνωστοποίησε τις ανάγκες συνδρομής του, σε περίπτωση που υπάρξει βλάβη στο σύστημα μετάδοσης των πληροφοριών.
4.2.1. Για να εφαρμοσθούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, θα πρέπει να παρέχεται σε αυτά τα άτομα συνδρομή στα λιμάνια, τα σημεία επιβίβασης και αποβίβασης και εντός των επιβατικών πλοίων. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί απόλυτα ότι για να επιτευχθούν όλοι οι στόχοι κοινωνικής ένταξης, η συνδρομή πρέπει να παρέχεται δωρεάν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς το δικαίωμα ένταξης των ατόμων με αναπηρία.
4.2.2. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι εξαιρέσεις σχετικά με την άρνηση επιβίβασης σε άτομα με αναπηρία ή με μειωμένη κινητικότητα θα πρέπει να βασίζονται σε αντικειμενικά, διαφανή και επαληθεύσιμα κριτήρια που να μην αποτελούν διακριτική μεταχείριση.
4.3. Η ΕΟΚΕ κρίνει θετικές τις διατάξεις του άρθρου 8 της πρότασης κανονισμού όσον αφορά τον διάλογο και τις διαβουλεύσεις μεταξύ των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των δημοσίων αρχών με βάση τις οποίες οι μεταφορείς καθορίζουν τους κανόνες πρόσβασης σε συνεργασία με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των ατόμων με αναπηρία και των εθνικών φορέων ελέγχου της εφαρμογής. Όσον αφορά τις προδιαγραφές ποιότητας, τούτες θα πρέπει να καθορίζονται σε συνεργασία με τις ενώσεις καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 22 της πρότασης, λαμβανομένων υπόψη των συστάσεων του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού και άλλων αρμοδίων διεθνών οργανισμών.
4.4. Η είσπραξη «ειδικού τέλους», σύμφωνα με τα όσα ορίζει το άρθρο 9 παράγραφος 3 της πρότασης αντιβαίνει πλήρως στην αρχή της δωρεάν κάλυψης των στόχων κοινωνικής ένταξης, για τον πρόσθετο λόγο ότι η διάταξη αυτή έχει μονομερή χαρακτήρα. Ωστόσο, ο λογιστικός διαχωρισμός είναι φυσική συνέπεια της ελάχιστης απαιτούμενης διαφάνειας, ακόμη και αν η ετήσια ελεγμένη ανασκόπηση θα πρέπει να είναι στη διάθεση των οργανισμών των ατόμων με αναπηρία και των καταναλωτικών οργανώσεων. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ προτείνει να εξετασθεί εάν ο φόρτος που συνεπάγεται η πραγματοποίηση αυτής της ανασκόπησης θα πρέπει να επιβαρύνει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
4.5. Η αποζημίωση για τα αναπηρικά αμαξίδια και τον εξοπλισμό μετακίνησης συνάδει με τους στόχους προστασίας που επιδιώκει ο κανονισμός, όπως και η διάταξη όσον αφορά τον εξοπλισμό αντικατάστασης που παρέχεται στους ενδιαφερόμενους. Η αποζημίωση πρέπει να είναι πλήρης και να καλύπτει όλη τη ζημία που προκλήθηκε.
Οι υποχρεώσεις σε περίπτωση διακοπής του ταξιδίου, ως ελάχιστοι ενιαίοι κανόνες, κρίνονται εύλογες ενώπιον της σημερινής ανυπαρξίας ρυθμίσεων. Η ΕΟΚΕ αντιλαμβάνεται βεβαίως τους λόγους για τους οποίους προβλέπεται εν πρώτοις, σε κοινοτικό επίπεδο, μια ορισμένη εξομοίωση με τους κανόνες προστασίας των επιβατών των εναερίων μεταφορών, εύχεται όμως να γίνει συγκεκριμένη σύσταση προκειμένου να επιτευχθεί ταχύτατα το υψηλότερο δυνατό επίπεδο προστασίας.
4.6.1. Η αποζημίωση επί της τιμής του εισιτηρίου, ως σύστημα αυτόματης αποζημίωσης, μπορεί να αποτελέσει ένα δίκαιο σύστημα, εφόσον λειτουργεί άμεσα και αποτελεσματικά. Αυτό το σύστημα θα πρέπει να εξελιχθεί προς την κατεύθυνση υψηλότερων ποσοστών για περιπτώσεις καθυστερήσεων στο μέλλον.
4.6.2. Θα πρέπει να διασαφηνισθεί η διάταξη του άρθρου 20 παράγραφος 4 της πρότασης που εξαιρεί από την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου τις καθυστερήσεις που οφείλονται σε «εξαιρετικές συνθήκες». Αυτό η διάταξη θα πρέπει να διασαφηνισθεί σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (8), ώστε να μην εφαρμόζεται για τεχνική βλάβη που ανέκυψε στο αεροσκάφος και προκαλεί τη ματαίωση της πτήσης, εκτός αν το πρόβλημα αυτό οφείλεται σε γεγονότα τα οποία, ως εκ της φύσεως και των αιτίων τους, δεν συνδέονται αναπόσπαστα με την κανονική άσκηση της δραστηριότητας του μεταφορέα. Επιπλέον, το γεγονός ότι ένας μεταφορέας έχει τηρήσει τους κανόνες περί κατωτάτων ορίων συντηρήσεως σκάφους δεν αρκεί, από μόνο του, για να αποδείξει ότι ο μεταφορέας αυτός έλαβε «κάθε εύλογο» ή χρήσιμο μέτρο και, κατά συνέπεια, να απαλλαγεί ο εν λόγω μεταφορέας από την υποχρέωση αποζημιώσεως. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη οι ιδιαιτερότητες του εκάστοτε συγκεκριμένου δρομολογίου από άποψη ναυσιπλοΐας.
4.6.3. Σε κάθε περίπτωση, η διάταξη του άρθρου 21 της πρότασης σύμφωνα με την οποία ουδεμία διάταξη του κανονισμού δεν αποκλείει την άσκηση από τους επιβάτες ενδίκων μέσων ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων για καταβολή αποζημίωσης λόγω ματαίωσης ή καθυστέρησης των δρομολογίων, συμφωνεί απόλυτα με το θεμελιώδες δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, όπως προβλέπεται από το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4.7. Η ενημέρωση είναι μια σημαντική πτυχή για τους επιβάτες, και πρέπει να είναι προσιτή και ανάλογη των τεχνολογικών εξελίξεων. Συνεπώς, η πρόταση ως προς το συγκεκριμένο πεδίο κρίνεται σκόπιμη.
4.8. Όσον αφορά τα παράπονα, εφόσον πρόκειται για ζημία που εμπίπτει στο αστικό και/η εμπορικό δίκαιο, θα πρέπει να παραπέμπονται στα εξωδικαστικά όργανα επίλυσης καταναλωτικών διαφορών, που θεσπίστηκαν δυνάμει της σύστασης της Επιτροπής 1998/257/ΕΚ, της 30ής Μαρτίου 1998, ή τουλάχιστον σε όργανα που πληρούν τις αρχές της ανεξαρτησίας, της διαφάνειας, της εκατέρωθεν ακροάσεως, της αποτελεσματικότητας, της νομιμότητας, της ελευθερίας και της εκπροσώπησης.
4.9. Οι εθνικοί φορείς ελέγχου της εφαρμογής πρέπει να έχουν αρμοδιότητα για την πλήρη εφαρμογή ενός αποτελεσματικού, αποτρεπτικού και αναλογικού συστήματος κυρώσεων που θα περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, τη δυνατότητα εντολής καταβολής αποζημίωσης στους επιβάτες, ως συνέπεια της υποβολής παραπόνου.
Θα πρέπει να συμπεριληφθεί στον κανονισμό η υποχρέωση που αφορά την ύπαρξη κατάλληλης και προσήκουσας, δεόντως προσιτής, ενημέρωσης σχετικά με τις ποινές και την υποβολή παραπόνων από τους επιβάτες.
4.10. Αναφορικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων και την ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων (9), η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την ανησυχία της Επιτροπής για την αυστηρή εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας με στόχο τη διασφάλιση της ιδιωτικότητας των επιβατών, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ιδίως δε όταν πρόκειται για προσωπικά δεδομένα που μπορεί να διαβιβαστούν σε τρίτες χώρες επ’ ευκαιρία παροχής μεταφορικών υπηρεσιών. Ανά πάσα στιγμή, όσοι περιλαμβάνονται σε ένα αρχείο πρέπει να το γνωρίζουν και να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης και αίτησης διόρθωσης ή διαγραφής των στοιχείων τους.
4.11. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει στην Επιτροπή την ανάγκη αναθεώρησης της οδηγίας 90/314/ΕΚ, ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη συνοχή με την εν υπό εξέταση πρόταση και με άλλους κανόνες του παραγώγου κοινοτικού δικαίου, και, εν πάση περιπτώσει, ώστε:
— |
να εκσυγχρονισθούν οι ορισμοί και να διασαφηνισθούν όροι όπως «τιμή κατ’ αποκοπή», «οργανωμένο ταξίδι» ή «προκαθορισμένος συνδυασμός»· |
— |
να καθορισθεί σαφέστερα η ακριβής ευθύνη του μεταφορέα και του πράκτορα σε περίπτωση μη εκτέλεσης ή πλημμελούς εκτέλεσης της σύμβασης, ανεξάρτητα από το αν ο μεταφορέας ή ο πράκτορας παρείχε την εν λόγω υπηρεσία άμεσα ή έμμεσα· |
— |
να καθορισθεί σαφέστερη και πληρέστερη αποζημίωση των καταναλωτών στις περιπτώσεις ακύρωσης του συμβολαίου από τον οργανωτή. |
4.12. Επίσης, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι ο κανονισμός πρέπει να περιλαμβάνει ειδική αναφορά στις οδηγίες σχετικά με τις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές, οι οποίες αποσκοπούν στη διασφάλιση υψηλότερου επιπέδου προστασίας, ιδίως των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα, και να προσαρμόσει, εάν χρειάζεται, το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής τους.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) ΕΕ C 303 της 14ης Δεκεμβρίου 2007, σελ. 1.
(2) COM(2001) 370 τελικό, της 12ης Σεπτεμβρίου 2001.
(3) Παρόμοιες με αυτές που προβλέπονται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης. ΕΕ L 46 της 17ης Φεβρουαρίου 2004.
(4) Ανεξάρτητη έρευνα που ανατέθηκε από τη ΓΔ TREN της Επιτροπής, το 2005-2006: «Ανάλυση και αξιολόγηση του επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων των επιβατών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών της ΕΕ».
(5) «Διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας», μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1), σημείο 17.
(6) Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές. ΕΕ L 95 της 21ης Απριλίου 1993, σ. 29.
(7) Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά. ΕΕ L 149 της 11ης Ιουνίου 2005, σ. 22.
(8) Απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2008, υπόθεση C-549/07 (Friederike Wallentin-Hermann / Alitalia-Linee Aeree Italiane SpA).
(9) Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/94 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο για ανταγωνιστικές εμπορευματικές μεταφορές»
COM(2008) 852 τελικό – 2008/0247 (COD)
(2009/C 317/17)
Εισηγητής: ο κ. FORNEA
Στις 19 Ιανουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την:
«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο για ανταγωνιστικές εμπορευματικές μεταφορές»
COM(2008) 852 τελικό – 2008/0247 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Fornea.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 164 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα
1.1. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως θετική εξέλιξη για την υποστήριξη της δημιουργίας διεθνών σιδηροδρομικών διαδρόμων για τις εμπορευματικές μεταφορές και για την ανάπτυξη αυτού του τρόπου μεταφοράς στην Ευρώπη.
1.2. Για να αναπτυχθούν οι σιδηροδρομικοί εμπορευματικοί διάδρομοι, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε νομοθετική διαδικασία, χρειάζεται συγκεκριμένη πολιτική δράση για κάθε διάδρομο. Ο κανονισμός από μόνος του δεν επαρκεί για να προωθήσει τους σιδηροδρομικούς εμπορευματικούς διαδρόμους. Προτεραιότητα πρέπει να έχουν καταρχάς οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις για να βελτιωθεί η ποιότητα γενικά, η αποδοτικότητα και η χωρητικότητα των υποδομών, καθώς και η πλήρης εφαρμογή της πρώτης και της δεύτερης δέσμης μέτρων για τους σιδηροδρόμους σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
1.3. Ο αποτελεσματικός συντονισμός σε υψηλό επίπεδο κρίνεται απαραίτητος για κάθε έναν από τους διαδρόμους αυτούς, προκειμένου να βελτιωθούν οι σιδηροδρομικές υποδομές. Ύστερα από διακυβερνητικές συζητήσεις, θα πρέπει να τεθούν όροι και να αναληφθούν δεσμεύσεις από τα κράτη μέλη. Ο ίδιος ο επίτροπος αρμόδιος για τις μεταφορές θα πρέπει να διαδραματίσει έναν πιο ενεργό ρόλο, δραστηριοποιώντας τους αρμόδιους υπουργούς στους επιμέρους διαδρόμους, στο πλαίσιο συντονισμένων δράσεων πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ.
1.4. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι η διατήρηση αποθέματος χωρητικότητας δεν πρέπει να είναι υποχρεωτική, αλλά να επαφίεται στην κρίση των διαχειριστών υποδομής. Η υποχρέωση των διαχειριστών υποδομής να προβλέπουν αποθέματα πιθανόν να οδηγήσει σε κατασπατάληση αντί για βέλτιστη χρήση της χωρητικότητας. Οι διαχειριστές υποδομής θα πρέπει, ωστόσο, να διατηρούν τη δυνατότητα δέσμευσης αποθεμάτων.
Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, οι διαχειριστές υποδομής πρέπει να έχουν τη διακριτική ευχέρεια να εφαρμόζουν σε ρεαλιστική βάση κανόνες σχετικά με τις προτεραιότητες, εφόσον τέτοια αποθέματα κρίνονται απαραίτητα. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι σημαντικό να «ελαχιστοποιηθούν οι καθυστερήσεις στα δίκτυα γενικότερα» αντί να δοθεί προτίμηση σε ένα είδος μεταφορών έναντι ενός άλλου. Στην πράξη, ανεξάρτητα από τους κανόνες που εφαρμόζονται, αυτό που έχει σημασία είναι να διευκρινίσουν οι διαχειριστές υποδομής στους φορείς εκμετάλλευσης τους κανόνες που εφαρμόζουν ως προς τις καθυστερήσεις των τρένων.
1.5. Πρέπει να διεξαχθούν διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ή να συμμετάσχουν αυτά σε ένα όργανο διακυβέρνησης σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων: πρόκειται για τους διαχειριστές υποδομής, τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, τους εκπροσώπους των κρατών μελών, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, τις οργανώσεις χρηστών και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις. Οι φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρόμων πρέπει να εκπροσωπούνται πλήρως στο όργανο διακυβέρνησης σιδηροδρομικών διαδρόμων λόγω της θέσης τους στην αγορά και καθώς καλούνται να υλοποιήσουν ή να συμμορφωθούν με αποφάσεις βελτίωσης των σιδηροδρόμων.
1.6. Η χρήση του συστήματος μονοαπευθυντικής θυρίδας δεν πρέπει να είναι υποχρεωτική για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, ώστε να υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων φορέων υποδομής. Ο παραδοσιακός τρόπος σύμφωνα με τον οποίο ζητείται διέλευση από ένα σιδηροδρομικό διάδρομο από τον εκάστοτε εθνικό ή κεντρικό διαχειριστή υποδομής πρέπει να διατηρηθεί, τουλάχιστον ως λύση ανάγκης, σε περίπτωση που δεν επιτύχει το σύστημα μονοαπευθυντικής θυρίδας.
1.7. Δεν πρέπει να επιτρέπεται πρόσβαση σε ένα διάδρομο σε εξουσιοδοτημένους αιτούντες στους οποίους δεν έχει επιτραπεί η πρόσβαση από μία έστω από τις χώρες που διασχίζει. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει να μελετήσει εις βάθος τα ζητήματα τα σχετικά με τους εξουσιοδοτημένους αιτούντες προκειμένου να παράσχει όλες τις απαραίτητες εξηγήσεις στο κοινό σχετικά με τα οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα που προκύπτουν από την ρύθμιση αυτή. Η ΕΟΚΕ δεν είναι κατ’ ανάγκη αντίθετη στην άνευ διακρίσεων πρόσβαση στις υποδομές, πιστεύει όμως ότι, στην προκειμένη περίπτωση, χρειάζονται περισσότερες μελέτες και διαβουλεύσεις με τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, με τις ευρωπαϊκές και εθνικές οργανώσεις των κοινωνικών εταίρων, με τους αποδέκτες σιδηροδρομικών υπηρεσιών καθώς και με άλλες ενδιαφερόμενες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
1.8. Η συμμετοχή στο διευρωπαϊκό δίκτυο μεταφορών ΔΕΔ-Μ δεν πρέπει να αποτελεί αποκλειστικό κριτήριο για την επιλογή των εμπορευματικών διαδρόμων. Οι διάδρομοι δεν πρέπει να καθορίζονται βάσει τυπικών, δηλαδή αποκλειστικά γεωγραφικών και πολιτικών κριτηρίων αλλά πρέπει να διασφαλίζεται η ευέλικτη επιλογή διαδρόμων βάσει των στόχων της αγοράς που αφορούν επίσης την κάλυψη σημαντικών υφιστάμενων και πιθανών εμπορευματικών ροών. Καθοριστικοί παράγοντες πρέπει να είναι η αγορά και η σχέση κόστους/οφέλους.
1.9. Στον κανονισμό πρέπει να προστεθεί η δυνατότητα επέκτασης της επιλογής εμπορευματικών διαδρόμων πέραν του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών ΔΕΔ-Μ. Για παράδειγμα, αν ένα τμήμα εκτός ΔΕΔ-Μ είναι απαραίτητο για να υπάρξουν δυναμικές σιδηροδρομικές μεταφορές, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα να συμπεριληφθεί στο διάδρομο από την αρχή, και αργότερα στο δίκτυο ΔΕΔ-Μ.
1.10. Η έννοια των στρατηγικών τερματικών σταθμών δεν ευνοεί τον ανταγωνισμό. Μπορεί να οδηγήσει στην ενίσχυση της ισχυρής θέσης των λεγόμενων «στρατηγικών τερματικών σταθμών» εις βάρος όσων δεν θεωρούνται «στρατηγικοί». Η αναφορά σε στρατηγικούς τερματικούς σταθμούς πρέπει να διαγραφεί από την πρόταση κανονισμού, για να δοθεί η ευκαιρία στους υπόλοιπους τερματικούς σταθμούς να αναπτυχθούν περαιτέρω και να καταστούν, ενδεχομένως και αυτοί, στρατηγικοί στο μέλλον.
1.11. Οι απασχολούμενοι στους σιδηροδρομικούς εμπορευματικούς διαδρόμους δεν πρέπει να εκπίπτουν του θεμελιώδους δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων.
2. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
2.1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύθηκε να επιταχύνει τη δημιουργία και την οργάνωση ενός ευρωπαϊκού δικτύου ανταγωνιστικών εμπορευματικών μεταφορών, το οποίο θα βασίζεται σε διεθνείς σιδηροδρομικούς διαδρόμους. Προς επίτευξη του στόχου αυτού, η Επιτροπή αποφάσισε να παρουσιάσει την παρούσα πρόταση κανονισμού, αφού διεξήγαγε εκτεταμένες διαβουλεύσεις και εξέτασε διάφορες επιλογές στηριζόμενη σε αξιολόγηση του αντίκτυπου. Η αξιολόγηση κατέδειξε ότι τα επιδιωκόμενα οικονομικά αποτελέσματα μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα με νομοθετικά μέσα παρά με προαιρετικά μέτρα, τα οποία πιθανόν να οδηγήσουν στην εκπλήρωση των στόχων που έχουν τεθεί.
2.2. Οι διατάξεις του κανονισμού αφορούν κυρίως τους εμπλεκόμενους οικονομικούς φορείς, δηλαδή τους διαχειριστές υποδομής και τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, και σχετίζονται κυρίως με:
— |
τις διαδικασίες επιλογής σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων |
— |
τη διαχείριση όλων αυτών των διαδρόμων |
— |
τις ιδιότητες που πρέπει να έχουν οι σιδηροδρομικοί εμπορευματικοί διάδρομοι. |
2.3. Ο κανονισμός δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση:
— |
αυτόνομων τοπικών και περιφερειακών δικτύων που έχουν σκοπό την παροχή υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών με χρήση σιδηροδρομικής υποδομής· |
— |
δικτύων με μόνο σκοπό την εκμετάλλευση αστικών και προαστιακών υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών· |
— |
περιφερειακών δικτύων τα οποία δεν χρησιμοποιούνται για περιφερειακές υπηρεσίες εμπορευματικών μεταφορών, παρά μόνο από μία σιδηροδρομική επιχείρηση που δεν διέπεται από τις διατάξεις της οδηγίας 91/440/ΕΟΚ, μέχρις ότου κάποιος άλλος υποψήφιος ζητήσει να χρησιμοποιήσει τη χωρητικότητα του εν λόγω δικτύου· |
— |
ιδιωτικών σιδηροδρομικών υποδομών που προορίζονται να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο από τον ιδιοκτήτη τους για ίδιες εμπορευματικές δραστηριότητες (1). |
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1. Η κατεύθυνση που χαράσσεται για την ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών, όπως προσδιορίζεται στο έγγραφο COM (2006) 314, σχετικά με την ενδιάμεση επισκόπηση της Λευκής Βίβλου της Επιτροπής του 2001, συνίσταται στη βέλτιστη ανάπτυξη όλων των μέσων μεταφοράς στα κράτη μέλη με σεβασμό στην περιβαλλοντική προστασία, την ασφάλεια, τον ανταγωνισμό και την ενεργειακή αποδοτικότητα.
3.2. Η ΕΕ έχει αναλάβει τη δέσμευση να μειώσει τις εκπομπές αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 20 % μέχρι το 2020. Ο στόχος θα επιτευχθεί μόνο εάν μειωθούν δραστικά οι εκπομπές στον τομέα των μεταφορών. Για το λόγο αυτό, πρέπει να δοθεί ύψιστη προτεραιότητα στους πιο ενεργειακά αποτελεσματικούς και φιλικούς προς το περιβάλλον τρόπους μεταφοράς. Είναι κοινώς αποδεκτό άλλωστε ότι οι σιδηροδρομικές μεταφορές είναι φιλικές προς το περιβάλλον τόσο από την άποψη της κατανάλωσης, όσο και από την άποψη των εκπομπών ρύπων (2).
3.3. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει ήδη εκφράσει τη θέση της ως προς την ανάπτυξη σιδηροδρομικού δικτύου που θα δίνει προτεραιότητα στη μεταφορά εμπορευμάτων (3). Στην παρούσα γνωμοδότηση δεν θα επαναληφθούν οι γενικές παρατηρήσεις που ισχύουν εξίσου και για την πρόταση κανονισμού σχετικά με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο για ανταγωνιστικές εμπορευματικές μεταφορές.
3.4. Η παρούσα κατάσταση σχετικά με τη μεταφορά εμπορευμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση προϋποθέτει αποτελεσματικά ευρωπαϊκά και εθνικά νομοθετικά μέσα και πολιτική κινητοποίηση για τον προσδιορισμό των απαραίτητων επενδύσεων σε σιδηροδρομικές υποδομές. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την οποία θεωρεί θετική εξέλιξη για την υποστήριξη της δημιουργίας διεθνών σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων και για την ανάπτυξη αυτού του τρόπου μεταφοράς στην Ευρώπη (4).
3.5. Πιθανά οφέλη από τη δημιουργία των διαδρόμων:
— |
φιλικός προς το περιβάλλον τρόπος μεταφορών – συνολική μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις μεταφορές στην Ευρώπη |
— |
μείωση των ατυχημάτων που συμβαίνουν στον τομέα των μεταφορών |
— |
η πρωτοβουλία ανταποκρίνεται στους αναπτυξιακούς στόχους της Ατζέντας της Λισσαβώνας |
— |
σημαντική συνεισφορά προς τη μείωση της κυκλοφοριακής συμφόρησης |
— |
προώθηση της συντροπικότητας (σιδηροδρομικό, θαλάσσιο/ποτάμιο, οδικό δίκτυο μεταφορών) |
— |
η δημιουργία διαδρόμων θα συνεισφέρει στην εξασφάλιση του εφοδιασμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με πρώτες ύλες, με πιο οικολογικές μεταφορές μεγάλων ποσοτήτων φορτίου χύδην |
— |
υποστήριξη της δημιουργίας εμπορευματικών σταθμών συνδεδεμένων με τους σιδηροδρόμους (Οι εμπορευματικοί τερματικοί σταθμοί μπορούν να λειτουργήσουν όλο και περισσότερο και ως αποθήκες διανομής, οι οποίες προς το παρόν αποτελούν στις περισσότερες περιπτώσεις προέκταση των εγκαταστάσεων παραγωγής) |
— |
ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. |
3.6. Περιβαλλοντικοί στόχοι σχετικοί με τη χρήση εμπορευματικών διαδρόμων:
— |
Υποδομές φιλικές προς το περιβάλλον και οχήματα για σιδηροδρομικές εμπορευματικές μεταφορές |
— |
Χαμηλές εκπομπές συγκεκριμένων αερίων |
— |
Χαμηλά επίπεδα ηχορύπανσης λόγω της χρήσης μονωτικών τοιχωμάτων και τεχνολογιών ηχομόνωσης των τρένων και των σιδηροδρομικών υποδομών |
— |
100 % ηλεκτροδοτούμενοι σιδηροδρομικοί εμπορευματικοί διάδρομοι |
— |
Αύξηση του ποσοστού ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό μείγμα που χρησιμοποιείται σήμερα ως κινητήρια δύναμη. |
4. Ειδικές παρατηρήσεις επί του προτεινόμενου κανονισμού
4.1. Επενδύσεις στις υποδομές των σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων, στους τερματικούς σταθμούς και στον εξοπλισμό αυτών
4.1.1. Την περασμένη δεκαετία σημειώθηκε κάποια πρόοδος, χάρη στις ευρωπαϊκές πολιτικές για την ελευθέρωση της αγοράς. Ωστόσο, σε επίπεδο κρατών μελών, τα αποτελέσματα ως προς τον υγιή ανταγωνισμό ανάμεσα στα διάφορα μέσα μεταφοράς και ως προς την πραγματοποίηση αποτελεσματικών επενδύσεων σε σύγχρονες διαλειτουργικές υποδομές υπήρξαν μάλλον περιορισμένα.
4.1.2. Οι οικονομικές δυνατότητες των κρατών μελών φαίνεται ότι δεν επαρκούν για την εκπλήρωση των φιλόδοξων στόχων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Για το λόγο αυτό, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα θα πρέπει να διαδραματίσουν καίριο ρόλο προς τη διάθεση μέσων στήριξης της ΕΕ προκειμένου να αναπτυχθεί ένα ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο ανταγωνιστικών εμπορευματικών μεταφορών. Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί με τη συγχρηματοδότηση της δημιουργίας των σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων από τον προϋπολογισμό του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών (ΔΕΔ-Μ), του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ταμείου Συνοχής, καθώς και από δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ).
4.1.3. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να τονισθεί με μεγαλύτερη έμφαση στο κείμενο του κανονισμού (5) οι επενδυτικές ανάγκες (και η χρηματοδότησή τους). Μεταξύ 1970 και 2004, το οδικό δίκτυο στην ΕΕ των 15 επιμηκύνθηκε κατά 350 %, ενώ αντίθετα το σιδηροδρομικό συρρικνώθηκε κατά 14 %. Όταν υπάρχει κυκλοφοριακή συμφόρηση, γρήγορα υλοποιούνται οι αποφάσεις αναβάθμισης ή δημιουργίας νέων οδικών υποδομών. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η αύξηση του όγκου των μεταφορών δεν θα μπορέσει να απορροφηθεί από τους σιδηροδρόμους αν δεν εφαρμοσθεί και σε αυτόν τον κλάδο η ίδια επενδυτική πολιτική που εφαρμόζεται στο οδικό δίκτυο εδώ και σαράντα τουλάχιστον χρόνια.
4.1.4. Στο πλαίσιο αυτό δεν πρέπει να παραβλέπεται η ανάγκη χρηματοδότησης των σιδηροδρομικών γραμμών που συνδέουν βιομηχανικές εγκαταστάσεις με το κυρίως σιδηροδρομικό δίκτυο. Οι αυτοκινητόδρομοι που συνδέουν τις βιομηχανικές ζώνες με το κυρίως οδικό δίκτυο χρηματοδοτούνται, συνήθως, από δημόσιους προϋπολογισμούς. Ωστόσο, στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, οι σιδηροδρομικές γραμμές που συνδέουν βιομηχανικές εγκαταστάσεις με το κυρίως σιδηροδρομικό δίκτυο δεν τυγχάνουν τις ίδιας μεταχείρισης. Συνήθως τα έξοδα διατήρησής τους αναλαμβάνουν από κοινού οι βιομηχανίες που έχουν τις εγκαταστάσεις τους στην τοποθεσία αυτή και ο πράκτορας διαμετακόμισης που συνεργάζεται με τις βιομηχανίες αυτές. Απαιτούνται λοιπόν επενδυτικές λύσεις τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο για να διευκολυνθούν οι σιδηροδρομικές μεταφορές εμπορευμάτων (λ.χ. με δημόσια χρηματοδοτικά προγράμματα, όπως συμβαίνει ήδη στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία).
4.1.5. Ένας από τους στόχους της Επιτροπής είναι η εφαρμογή όλων των τεχνικών και νομοθετικών μέσων για την ασφάλεια του εφοδιασμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με πρώτες ύλες. Οι σιδηροδρομικοί διάδρομοι θα συμβάλουν σημαντικά στην επίτευξη αυτού του στρατηγικού στόχου, και οι εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ανατολικών εταίρων της είναι πολύ σημαντικές στο πλαίσιο αυτό. Προς επίτευξη του σκοπού αυτού, η ΕΕ πρέπει οπωσδήποτε να επενδύσει για την αναβάθμιση των σιδηροδρομικών υποδομών μεταξύ Ανατολής και Δύσης καθώς και των σχετικών εγκαταστάσεων μεταφόρτωσης. Επίσης, η αναθεώρηση της ΔΕΔ-Μ θα συμβάλει στην επίτευξη του στόχου αυτού.
4.1.6. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στις τελωνειακές υπηρεσίες, με σκοπό την απλοποίηση των διαδικασιών στο εσωτερικό της ΕΕ (6), ώστε να εξασφαλιστεί η ταχεία συνοριακή διέλευση των εμπορευμάτων που μεταφέρονται με τους σιδηροδρόμους. Η ευρωπαϊκή οικονομική ενίσχυση είναι απαραίτητη για την εγκαθίδρυση ενός συστήματος καταγραφής των τελωνειακών υποχρεώσεων που θα βασίζεται στην ηλεκτρονική ανταλλαγή εγγράφων (7), καθώς και για τη διασφάλιση των επενδύσεων σε σιδηροδρόμους, οι οποίοι σήμερα δεν είναι εξοπλισμένοι με αυτόματα συστήματα προς εκπλήρωση των τελωνειακών υποχρεώσεων.
4.1.7. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να εκπονηθούν σαφείς κατευθυντήριες γραμμές ως προς τις κρατικές ενισχύσεις, για να διασαφηνιστεί υποδειγματικά ποια κρατική οικονομική ενίσχυση προς τους σιδηροδρόμους θεωρούν αποδεκτή οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η χρήση πολυετών συμβολαίων θα μπορούσε να συμβάλει στη βιώσιμη χρηματοδότηση του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού δικτύου.
4.1.8. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η έννοια των «στρατηγικών τερματικών σταθμών», όπως διατυπώνεται στο άρθρο 9 του προτεινόμενου κανονισμού, μπορεί να οδηγήσει στην ενίσχυση της ισχυρής θέσης των λεγόμενων «στρατηγικά σημαντικών τερματικών σταθμών» εις βάρος όσων τερματικών σταθμών δεν θεωρούνται «στρατηγικοί».
4.1.9. Όποιος εργάζεται στους σιδηροδρομικούς εμπορευματικούς διαδρόμους δεν πρέπει να εκπίπτει του δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων κατά την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του.
4.2. Επιλογή των σιδηροδρομικών διαδρόμων εμπορευμάτων και διαχείριση του δικτύου
4.2.1. Η αναθεώρηση της πολιτικής ΔΕΔ-Μ, προσφέρει τη δυνατότητα να εξαρθεί η σημασία της περαιτέρω ανάπτυξης ευέλικτων σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων που θα καλύπτουν μεγάλες αποστάσεις και θα αποτελέσουν συστατικά στοιχεία του δικτύου μεταφορών της ΕΕ.
4.2.2. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι οι διάδρομοι δεν πρέπει να περιορίζονται σε όσους περιλαμβάνονται στα σχέδια ΔΕΔ-Μ (όπως ορίζεται στο κεφάλαιο 2, άρθρο 3, 1α της πρότασης κανονισμού) ή στους υφιστάμενους διαδρόμους του συστήματος ERTMS, καθώς κατ' αυτό τον τρόπο θα αποκλείονταν διαδρομές οι οποίες είναι, ή μπορεί να καταστούν, σημαντικές για τη μεταφορά εμπορευμάτων αλλά δεν περιλαμβάνονται ακόμη στους διαδρόμους των σχεδίων ΔΕΔ-Μ ή του συστήματος ERTMS. Αντιθέτως, τα σχέδια ΔΕΔ-Μ πρέπει να προσαρμοσθούν ύστερα από τη δημιουργία νέων σιδηροδρομικών εμπορευματικών διαδρόμων.
4.2.3. Πρέπει να διεξαχθούν υποχρεωτικώς διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ή να συμμετάσχουν στο όργανο διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών συνδικαλιστικών, καταναλωτικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων. Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις θα πρέπει να συμμετέχουν στο εν λόγω όργανο στον ίδιο βαθμό με τους διαχειριστές υποδομής, δεδομένου ότι κάνουν χρήση των διαδρόμων, συναλλάσσονται με τους πελάτες και κατέχουν την πλησιέστερη θέση στην αγορά. Επηρεάζονται επομένως από τις αποφάσεις του οργάνου αυτού και ίσως κληθούν να υλοποιήσουν ορισμένες εξ αυτών. Συνεπώς, είναι ορθό και δίκαιο να εκπροσωπούνται στο όργανο διακυβέρνησης.
4.2.4. Είναι δυνατό να εκπροσωπηθούν οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις χωρίς να επιβαρυνθεί υπερβολικά η δομή διακυβέρνησης, π.χ. ως μεμονωμένες επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων ή συνδυασμός των δύο. Ωστόσο, προκειμένου να υπάρξει ουσιαστική συμβολή στη βελτίωση των διαδρόμων, τούτο πρέπει να αφορά μόνο τις επιχειρήσεις που «χρησιμοποιούν τους διαδρόμους».
4.3. Επιχειρησιακά μέτρα
4.3.1. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η θέσπιση κανόνων προτεραιότητας (σχετικά με τον προσδιορισμό των χρονοδιαδρόμων, τη διάθεση χωρητικότητας, την προτεραιότητα σε περίπτωση καθυστέρησης) αποτελεί δύσκολο και ευαίσθητο ζήτημα για όλους τους εμπορευματικούς διαδρόμους γενικότερα (κεφάλαιο ΙV, άρθρα 11, 12, 14). Οι σχετικοί κανόνες πρέπει να διατυπωθούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε η εφαρμογή τους να γίνεται ρεαλιστικά σε επίπεδο κάθε διαδρόμου και οι διαχειριστές υποδομής να κατανέμουν τους χρονοδιαδρόμους όσο το δυνατόν δικαιότερα και με περισσότερη διαφάνεια.
4.3.2. Η πρόβλεψη αποθέματος χωρητικότητας δεν πρέπει να είναι υποχρεωτική, αλλά να επαφίεται στην κρίση των διαχειριστών υποδομής, όταν η διατήρηση αποθεμάτων κρίνεται απαραίτητη. Η υποχρέωση των διαχειριστών υποδομής να δεσμεύουν αποθέματα πιθανόν να οδηγήσει σε κατασπατάληση αντί για βέλτιστη χρήση χωρητικότητας, ιδιαίτερα αν δεν καθορίζεται αρκετούς μήνες εκ των προτέρων ότι θα υπάρξουν δρομολόγια τρένων.
4.3.3. Επίσης, η αλλαγή των κανόνων προτεραιότητας μπορεί να μην είναι απαραίτητη και δεν αυξάνει οπωσδήποτε τη χωρητικότητα. Η αλλαγή των κανόνων προτεραιότητας θα μετατοπίσει απλώς τη δυσαρέσκεια από μία κατηγορία χρηστών σε μια άλλη. Βασικό κανόνα, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να αποτελεί η μείωση των καθυστερήσεων στο δίκτυο συνολικά και η ταχύτερη δυνατή αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού προβλήματος.
4.3.4. Ως προς τις διατάξεις του κεφαλαίου IV άρθρο 10 για θέσπιση «μονοαπευθυντικής θυρίδας», η γνώμη της ΕΟΚΕ είναι ότι η απόφαση πρέπει να ληφθεί από τους φορείς που είναι υπεύθυνοι για τους διαδρόμους, οι οποίοι θα λάβουν υπόψη τις απαιτήσεις της αγοράς ή των σιδηροδρομικών εταιριών που τους χρησιμοποιούν.
4.3.5. Οι επιχειρήσεις σιδηροδρόμων πρέπει να διατηρήσουν τη δυνατότητα να παραγγέλλουν κατά βούληση χρονοδιαδρόμους (είτε μέσω μονοαπευθυντικών θυρίδων, είτε με τον παραδοσιακό τρόπο). Η προαιρετική εφαρμογή του συστήματος μονοαπευθυντικής θυρίδας δίνει στις εν λόγω επιχειρήσεις την ευκαιρία να εντάξουν στο ίδιο ανταγωνιστικό πλαίσιο τους διάφορους φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα των υποδομών (μονοαπευθυντική θυρίδα ή μεμονωμένοι διαχειριστές υποδομής μαζί σε κάθε διάδρομο) και να τους παράσχουν κίνητρα βελτίωσης.
4.3.6. Η υποχρεωτική εφαρμογή του συστήματος μονοαπευθυντικής θυρίδας πιθανόν να οδηγήσει στη δημιουργία μεγάλου μονοπωλίου στις υποδομές διαδρόμων, χωρίς καμία εγγύηση ότι με το καθεστώς αυτό θα παρασχεθούν καλύτερες υπηρεσίες απ'ό, τι συμβαίνει μέχρι τώρα με τους διαχειριστές υποδομής. Επιπλέον, ο παραδοσιακός τρόπος λειτουργίας των μονοαπευθυντικών θυρίδων δεν αποδίδει.
4.3.7. Εάν επιτραπεί στους εξουσιοδοτημένους αιτούντες (αποστολείς, διακομιστές, ενδιάμεσους παρόχους υπηρεσιών) να αγοράζουν χρονοδιαδρόμους, μπορεί να αποθαρρύνει τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις (ιδιαίτερα τις νεοσύστατες) να επενδύσουν σε ανθρώπινο δυναμικό και τεχνικό εξοπλισμό λόγω της σημαντικής αβεβαιότητας ως προς τη διαθεσιμότητα των χρονοδιαδρόμων. Κάτι τέτοιο πιθανόν να οδηγούσε σε στρέβλωση του ανταγωνισμού στις τοπικές αγορές εις βάρος των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και της ποιότητας των θέσεων εργασίας που προσφέρουν. Τούτο θα οδηγούσε ενδεχομένως σε αύξηση των τιμών και κερδοσκοπία, ενώ η διαθέσιμη χωρητικότητα θα παρέμεινε περιορισμένη.
4.3.8. Ωστόσο, στη Ευρωπαϊκή Ένωση των ημερών μας, είναι γεγονός ότι και άλλες επιχειρήσεις εκτός των σιδηροδρομικών (π.χ. υπηρεσίες υλικοτεχνικής υποστήριξης, έμποροι, κατασκευαστές) ενδιαφέρονται πολύ να χρησιμοποιήσουν περισσότερο το σιδηροδρομικό δίκτυο (8). Ορισμένες ευρωπαϊκές σιδηροδρομικές επιχειρήσεις εξαγόρασαν ήδη επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες υλικοτεχνικής υποστήριξης με στόχο να προσελκύσουν εμπορεύματα που μέχρι σήμερα μεταφέρονταν οδικώς. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, είναι πιθανό ότι στο άμεσο μέλλον οι εξουσιοδοτημένοι αιτούντες θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών χάρη σε μια κοινωνικά υπεύθυνη και καινοτόμο προσέγγιση.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Άρθρο 1, σημείο 2 από το έγγραφο COM (2008) 852 τελικό.
(2) Περίπου 80 % του σιδηροδρομικού δικτύου στην Ευρώπη συνίσταται σε ηλεκτροδοτούμενες γραμμές.
(3) ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 41-44.
(4) Η ανάγκη αποτελεσματικών νομοθετικών μέσων, πολιτικής κινητοποίησης και επενδύσεων τονίσθηκε, για μια ακόμη φορά, στα πλαίσια της Ακρόασης σχετικά με το «Ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο για ανταγωνιστικές εμπορευματικές μεταφορές» που διοργάνωσε η ΕΟΚΕ στις 28.4.2009 στο Brno της Δημοκρατίας της Τσεχίας υπό την αιγίδα της Τσεχικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(5) Μία έρευνα της εταιρίας McKinsey σχετικά με τους σιδηροδρομικούς εμπορευματικούς διαδρόμους για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Σιδηροδρόμων έδειξε ότι με τη διάθεση 145 δισ. ευρώ μέχρι το 2020, η χωρητικότητα του σιδηροδρομικού δικτύου μπορεί να αυξηθεί κατά 72 % σε έξι μεγάλους σιδηροδρομικούς εμπορευματικούς διαδρόμους βάσει του ευρωπαϊκού συστήματος σιδηροδρομικής σηματοδότησης (ERTMS), ποσοστό που αντιστοιχεί στο 34 % του όγκου των αγαθών που μεταφέρονται στην Ευρώπη.
(6) Επομένως είναι καθοριστικής σημασίας η αποτελεσματική εφαρμογή από τα κράτη μέλη του κανονισμού (ΕΚ) αρ. 1875/2006 περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα.
(7) EDI: ηλεκτρονική ανταλλαγή εγγράφων
(8) Έγγραφο της CLECAT, Βρυξέλλες, 19.1.2009.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/99 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών»
COM(2008) 817 τελικό – 2008/237 (COD)
(2009/C 317/18)
Εισηγήτρια: η κ. DARMANIN
Στις 19 Ιανουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 71 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την:
«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών»
COM(2008) 817 τελικό - 2008/237 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες της ΕΟΚΕ για το θέμα, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Ιουνίου 2009 και με εισηγήτρια την κα Darmanin.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 75 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα και Συστάσεις
1.1. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν, αναγνωρίζοντας ότι αποτελούν ευρέως χρησιμοποιούμενο μέσο μεταφοράς και φθηνότερη εναλλακτική ταξιδιωτική επιλογή για τους επιβάτες.
1.2. Η πρόταση περιγράφει διάφορα θεμελιώδη δικαιώματα που αναγνωρίζονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων, η μη διακριτική μεταχείριση λόγω αναπηρίας, και η προστασία του καταναλωτή. Η ΕΟΚΕ στηρίζει μεν, σε γενικές γραμμές, την πρόταση Κανονισμού της Επιτροπής, υποβάλλει δε προτάσεις για τη βελτίωσή της.
1.3. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να διευκρινισθούν ορισμένα ζητήματα, οποία σήμερα δίνουν λαβή για παρερμηνείες. Συγκεκριμένα:
— |
Το κείμενο θα έπρεπε να εκφράζει σαφέστερα ότι ο κύριος στόχος της Επιτροπής ως προς την ευθύνη για την παροχή υπηρεσιών σε άτομα με αναπηρία είναι ο περιορισμός της διακριτικής μεταχείρισης όσον αφορά τις πληροφορίες προς τους επιβάτες σχετικά με τις υπηρεσίες που είναι προσιτές (και για εκείνες που δεν είναι) στα άτομα με αναπηρία. |
— |
Η ευθύνη του μεταφορέα όσον αφορά την απώλεια αποσκευών θα πρέπει να καθορισθεί με σαφήνεια και να θεσπισθεί σύστημα ελέγχου. |
— |
Είναι πολύ δυσχερής η παροχή πληροφοριών σε στάσεις λεωφορείων ή πούλμαν μετά την έναρξη της διαδρομής, και συνεπώς θα πρέπει να ρυθμισθούν οι πρακτικές λεπτομέρειες της προέλευσης και ανακοίνωσης των σχετικών πληροφοριών. |
— |
Η λέξη «τερματικός σταθμός» δεν είναι κατάλληλη για τη μεταφορά μέσω λεωφορείων και πούλμαν, καθότι πολύ συχνά δεν υφίστανται σταθμοί παρά μόνο στάσεις λεωφορείων, και όταν υπάρχουν, δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία του μεταφορέα. |
1.4. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η επέκταση των διατάξεων για τα δικαιώματα των επιβατών στις αστικές και προαστιακές συγκοινωνίες θα βελτιώσει την ποιότητα των υπηρεσιών και την εικόνα του κλάδου. Αναγνωρίζει ωστόσο ορισμένες διαφορές μεταξύ των υπηρεσιών των αστικών λεωφορείων και αυτών των διεθνών μεταφορών με λεωφορείο, και συνεπώς αναγνωρίζει ότι ίσως είναι πρακτικότερος ο διαχωρισμός των δικαιωμάτων των επιβατών βάσει των δύο αυτών διακριτών μέσων μεταφοράς και η θέσπιση ειδικών δικαιωμάτων των επιβατών για όλες τις αστικές και προαστιακές συγκοινωνίες. Η ΕΟΚΕ φρονεί, κατά συνέπεια, ότι οι διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού δεν θα πρέπει απαραιτήτως να εφαρμόζονται στις αστικές και προαστιακές συγκοινωνίες.
1.5. Η κατάρτιση του προσωπικού είναι καθοριστική για την παροχή υπηρεσιών στα άτομα με αναπηρία. Προς τούτο η ΕΟΚΕ υποστηρίζει θερμά τη συμπερίληψη του άρθρου 18 που ορίζει την κατάρτιση που θα πρέπει να παρέχεται στους οδηγούς λεωφορείων και πούλμαν.
2. Πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
2.1. Η Επιτροπή ξεκίνησε τη διαδικασία διαβούλευσης για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν διεθνών μεταφορών το 2005. Υπήρξε μεγάλη ανταπόκριση από ειδικευμένους οργανισμούς, την κοινωνία των πολιτών, εθνικές υπηρεσίες και κράτη μέλη.
2.2. Η Επιτροπή εκπόνησε επίσης μια αξιολόγηση επιπτώσεων για επιλογές πολιτικής που περιελάμβαναν:
— |
διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης· |
— |
παροχή ελάχιστης προστασίας· |
— |
παροχή μέγιστης προστασίας· |
— |
προαιρετική δέσμευση και αυτορρύθμιση. |
Μετά την αξιολόγηση, χρησιμοποιήθηκε συνδυασμός επιλογών για τις διάφορες πτυχές της προστασίας.
2.3. Η πρόταση αποσκοπεί, κατ' ουσίαν, στην καθιέρωση δικαιωμάτων των επιβατών πούλμαν και λεωφορείων, προκειμένου να γίνουν ελκυστικότερες οι μεταφορές με πούλμαν και λεωφορεία, να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη σε αυτόν τον τρόπο μεταφοράς και να εξασφαλιστεί ισότιμος ανταγωνισμός μεταξύ μεταφορέων από διάφορα κράτη μέλη, όπως και με άλλους τρόπους μεταφοράς.
2.4. Κατ’ αρχήν, η πρόταση προβλέπει διατάξεις σχετικά με τα εξής:
— |
ευθύνη σε περίπτωση θανάτου ή τραυματισμού επιβατών και σε περίπτωση απώλειας ή φθοράς των αποσκευών τους· |
— |
αποφυγή διακριτικής μεταχείρισης, λόγω ιθαγένειας ή τόπου κατοικίας, όσον αφορά τους όρους μεταφοράς που προσφέρονται στους επιβάτες από επιχειρήσεις λεωφορείων ή πούλμαν· |
— |
παροχή συνδρομής σε άτομα με αναπηρία και άτομα με μειωμένη κινητικότητα· |
— |
υποχρεώσεις των επιχειρήσεων λεωφορείων και πούλμαν σε περίπτωση ματαίωσης ή καθυστέρησης του ταξιδίου· |
— |
υποχρεώσεις ενημέρωσης· |
— |
διεκπεραίωση παραπόνων· |
— |
γενικοί κανόνες για τον έλεγχο της εφαρμογής. |
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν, που μέχρι σήμερα διαφέρουν σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι απαιτούνται σαφείς κατευθυντήριες γραμμές για την προστασία των επιβατών αυτής της μορφής μεταφοράς, ιδίως επειδή στις περισσότερες χώρες η μεταφορά μέσω λεωφορείου ή πούλμαν είναι ο τρόπος μεταφοράς που διέπεται από τις λιγότερες ρυθμίσεις.
3.2. Η ΕΟΚΕ επικροτεί τον τρόπο κατά τον οποίο η πρόταση ενισχύει την αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης και στηρίζει τα άτομα με αναπηρία ή με μειωμένη κινητικότητα. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ ζητά να γίνουν συγκεκριμένες διευκρινήσεις στο κείμενο της Επιτροπής, ώστε να εξαλειφθούν ορισμένες αοριστίες που μπορεί να προκαλέσουν παρερμηνεία του κειμένου.
3.3. Επειδή ορισμένες από τις υποχρεώσεις πηγάζουν από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν σύστημα ποινών που θα εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις μεταφορών σε περίπτωση παραβίασης των εν λόγω δικαιωμάτων.
3.4. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η προσέγγιση της μέγιστης προστασίας είναι η κατάλληλη όσον αφορά τα δικαιώματα των επιβατών με αναπηρία. Αυτή η προσέγγιση εγγυάται τον πραγματικό σεβασμό, την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα του ατόμου. Η ΕΟΚΕ εκφράζει ωστόσο την ανησυχία της σχετικά με την ορθή εφαρμογή αυτών των κανόνων, για αυτό και κρίνεται επιτακτική η ταχύτερη δυνατή εφαρμογή αυτών των ρυθμιστικών προδιαγραφών και η αυστηρή παρακολούθησή τους.
3.5. Η πρόταση είναι σκόπιμο να περιλαμβάνει διατάξεις για τις υπηρεσίες λεωφορείων και πούλμαν. Το άρθρο 2.2 της πρότασης κανονισμού εγγυάται παρόμοιο επίπεδο δικαιωμάτων σε όλη την Ένωση, κάτι που συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας και λαμβάνει υπόψη την πολυμορφία των συνθηκών.
3.6. Όσον αφορά την ευθύνη των μεταφορικών επιχειρήσεων λεωφορείων και πούλμαν για τους επιβάτες και τις αποσκευές τους, θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι τα επίπεδα αποζημίωσης που ορίζονται στην πρόταση δεν εμποδίζουν τους θιγόμενους καταναλωτές να αναζητήσουν ενδεχομένως νομική προστασία. Θα πρέπει να θεσπισθεί σύστημα αποζημιώσεων παρόμοιο με αυτό που χρησιμοποιείται στις άλλες μορφές μεταφοράς.
3.7. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι πρόκειται συχνότατα για το μέσο διασυνοριακής μεταφοράς που επιλέγεται κυρίως από τις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες, και για αυτό τον λόγο η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τα νέα μέτρα προστασίας που σκοπεύει να εφαρμόσει η Επιτροπή.
3.8. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι θα πρέπει να εκπονηθούν σχέδια δράσης για να διασφαλισθεί ότι τα άτομα με περιορισμένη κινητικότητα θα έχουν τη συνδρομή που χρειάζονται σε σταθμούς και στάσεις λεωφορείων αλλά και μέσα στο όχημα, και ότι οι εκπρόσωποι των ατόμων με αναπηρία και οι εκπρόσωποι των μεταφορικών επιχειρήσεων λεωφορείων και πούλμαν θα διαδραματίσουν καίριο ρόλο στη διαδικασία.
3.9. Αν και η ΕΟΚΕ φρονεί ότι ο περιορισμός των δυσχερειών των επιβατών πρέπει πάντα να αποτελεί τον κύριο στόχο, οι προβλέψεις για την αποζημίωση και την επιστροφή χρημάτων πρέπει να καλύπτουν τις ακόλουθες πτυχές:
— |
τραυματισμό ή θάνατο ως αποτέλεσμα της χρήσης αυτών των μέσων μεταφοράς· |
— |
ακύρωση, καθυστέρηση ή τροποποίηση δρομολογίου· |
— |
απώλεια ιδιοκτησίας από τον μεταφορέα· και |
— |
έλλειψη ενημέρωσης. |
3.10. Ωστόσο σε όλες τις προαναφερθείσες περιπτώσεις θα πρέπει να αποδεικνύεται η ευθύνη του μεταφορέα, το δε ύψος της αποζημίωσης να μην οδηγεί σε παύση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του μεταφορέα. Κατά συνέπεια οι αποζημιώσεις πρέπει να είναι ρεαλιστικές και δίκαιες τόσο για τον καταναλωτή όσο και για τον μεταφορέα.
3.11. Η διαδικασία για την υποβολή αίτησης αποκατάστασης θα πρέπει να είναι σχετικά απλή, οι δε κανονισμοί να προβλέπουν ότι η αίτηση μπορεί να υποβάλλεται σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο ταξίδεψε ο επιβάτης, όπως και στη χώρα διαμονής του.
3.12. Η πρόσβαση στην ενημέρωση έχει μεγάλη σημασία και συνεπώς η ΕΟΚΕ επικροτεί την προσέγγιση μέγιστης προστασίας που έχει υιοθετηθεί, καθώς η ενημέρωση αποτελεί σημαντικό μέσο για τον περιορισμό των δυσχερειών που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές κατά τη μεταφορά.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1. Αστικές συγκοινωνίες
4.1.1. Η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόταση της Επιτροπής εφόσον, σε γενικές γραμμές, η εφαρμογή του κανονισμού θα οδηγήσει σε ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς και των δικαιωμάτων των επιβατών, ιδίως αυτών με αναπηρία.
Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρέσουν από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού τις αστικές, προαστιακές και περιφερειακές συγκοινωνίες που καλύπτονται από τον κανονισμό 1370/2007 της 23ης Οκτωβρίου 2007.
Η ΕΟΚΕ εκτιμά, ωστόσο, ότι η προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών στο βαθμό που προβλέπεται στην εν λόγω πρόταση κανονισμού συνεπάγεται την ανάγκη τροποποίησης ολόκληρης σειράς δημοσίων συμβάσεων που συνήφθησαν βάσει του κανονισμού 1370/2007. Ομοίως, δεδομένης της μεγάλης διαφοράς μεταξύ των συνθηκών, της υποδομής και του εξοπλισμού που απαιτείται για τις υπηρεσίες οδικών μεταφορών (τις οποίες καλύπτει ο κανονισμός 1307/2007) και αυτών που απαιτούνται για τη διεθνή μεταφορά επιβατών με λεωφορείο ή πούλμαν, δεν είναι δυνατή η σύγκριση στην πράξη.
Η ΕΟΚΕ θα προτιμούσε να εξαιρεθούν πλήρως από την πρόταση οι αστικές, προαστιακές και περιφερειακές συγκοινωνίες και τα δικαιώματα των καταναλωτών που χρησιμοποιούν τις δημόσιες συγκοινωνίες να αποτελέσουν αντικείμενο χωριστού κανονισμού.
4.2. Προσπελασιμότητα
4.2.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η πρόταση δεν αναγνωρίζει με πιο συγκεκριμένο και λεπτομερή τρόπο την κατάσταση των ατόμων με αναπηρία ή με περιορισμένη κινητικότητα· η διασφάλιση της πρόσβασης στις μεταφορές αυτών των ομάδων είναι ζωτικής σημασίας.
Η πρακτική εφαρμογή των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία δεν θα δημιουργήσει πρόσθετο φόρτο στις επιχειρήσεις, καθώς οι περισσότερες υποχρεώσεις που ορίζονται στον κανονισμό πηγάζουν από τις διατάξεις άλλων κοινοτικών νομικών μέσων, όπως η οδηγία 2001/85/ΕΚ (1), όπου στην ενδέκατη αιτιολογική σκέψη αναφέρεται ότι «…είναι επί πλέον αναγκαία, σύμφωνα με την κοινωνική πολιτική και την πολιτική μεταφορών της Κοινότητας, η πρόβλεψη τεχνικών προδιαγραφών αναφορικά με τη δυνατότητα προσπέλασης ατόμων μειωμένης κινητικότητας στα οχήματα που διέπονται από την παρούσα οδηγία. Πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια να βελτιωθεί η δυνατότητα προσπέλασης στα οχήματα αυτά».
4.2.2. Η ΕΟΚΕ συνεπώς φρονεί ότι οι νέες υποχρεώσεις του μεταφορέα θα πρέπει να θεωρηθούν υποχρεώσεις παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, και άρα θα πρέπει να παρέχεται οικονομική αποζημίωση, όπως ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) 1370/2007 για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές.
4.2.3. Στόχος είναι να παρασχεθεί η δυνατότητα στα άτομα με περιορισμένη κινητικότητα και στους παχύσαρκους να ταξιδεύουν με λεωφορείο και πούλμαν, όπως ακριβώς και ο υπόλοιπος πληθυσμός. Η ΕΟΚΕ στηρίζει συνεπώς τη θέσπιση κανόνων για την αποτροπή της διακριτικής μεταχείρισης και την πρόβλεψη καθ' οδόν συνδρομής σε αυτές τις ομάδες επιβατών σύμφωνα με όσα προτείνονται, αν και ανεπαρκώς, στην πρόταση κανονισμού. Προς τούτο η ΕΟΚΕ κρίνει επιτακτική τη συνεργασία των οργανώσεων μεταφορέων και των οργανώσεων ατόμων με αναπηρία για να καθορισθούν τα στοιχεία προσπελασιμότητας μιας υπηρεσίας.
4.2.4. Η προσπελασιμότητα μπορεί να απορριφθεί για έγκυρους λόγους, όπως η οδική ασφάλεια, ωστόσο η παροχή παρόμοιων υπηρεσιών δεν θα πρέπει να εμποδίζεται βάσει καθαρώς οικονομικών λόγων. Η πρόσβαση θα πρέπει να απορρίπτεται μόνο για λόγους αντικειμενικούς, χωρίς διακρίσεις, αναλογικούς προς το σκοπό, εκ των προτέρων δημοσιευμένους και με αυστηρή ερμηνεία, καθότι περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Πρόκειται για αναφαίρετα δικαιώματα, όπως διευκρινίζει ορθά το άρθρο 5 της πρότασης.
4.2.5. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να εφαρμόσει την απαραίτητη διαδικασία για την τυποποίηση της παραγωγής αναπηρικών πολυθρόνων και συστημάτων πρόσδεσης αυτών, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιούνται ασφαλώς σε λεωφορεία και πούλμαν.
4.2.6. Η ΕΟΚΕ στηρίζει πρωτοβουλίες όπως η κατά παραγγελία μεταφορά, που μπορεί να αποτελεί καλή εναλλακτική επιλογή για τη μεταφορά ατόμων με αναπηρία. Προς τούτο η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει τη συμπερίληψη αυτής της υπηρεσίας κατά την προκήρυξη δημοσίων διαγωνισμών για τις μεταφορές.
4.2.7. Το κεφάλαιο ΙΙΙ της πρότασης απαγορεύει την άρνηση πρόσβασης και περιλαμβάνει διατάξεις για το δικαίωμα συνδρομής στους τερματικούς σταθμούς και καθ' οδόν, τους όρους παροχής συνδρομής, τη μετάδοση των πληροφοριών και την αποζημίωση σχετικά με τις αναπηρικές πολυθρόνες και τον κινητικό εξοπλισμό, οι οποίες είναι επαρκείς, αλλά επιδέχονται βελτιώσεων. Η ΕΟΚΕ συνιστά την καθιέρωση βραβείων για τους μεταφορείς που καταβάλλουν περισσότερες από τις απαιτούμενες προσπάθειες για την παροχή πραγματικά φιλικών προς τα άτομα με αναπηρίες μεταφορικών υπηρεσιών.
4.3. Κατάρτιση του προσωπικού
4.3.1. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η κατάρτιση είναι ζωτικής σημασίας για την παροχή υπηρεσιών στα άτομα με αναπηρία. Για αυτό το λόγο η ΕΟΚΕ επικροτεί το άρθρο 18. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι πρόκειται για εξαιρετική ευκαιρία περαιτέρω συνεργασίας μεταξύ των οργανώσεων μεταφορέων και των οργανώσεων ατόμων με αναπηρία, εφόσον οι τελευταίες παρέχουν τη σχετική κατάρτιση.
4.4. Καταβολή αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου
4.4.1. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι σήμερα η προκαταβολή αποζημίωσης σε εξαρτώμενα μέλη που έχασαν αγαπημένο τους πρόσωπο σε τροχαίο δυστύχημα καταβάλλεται ενίοτε ύστερα από υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι δεκαπέντε ημέρες είναι μία εύλογη προθεσμία πληρωμής προκαταβολών για τις άμεσες οικονομικές ανάγκες των οικογενειών των θυμάτων θανατηφόρων ατυχημάτων, δεδομένης της ζημίας που υπέστησαν, ή των ιδίων των θυμάτων που υπέστησαν σωματική ή ψυχική βλάβη ως αποτέλεσμα ατυχήματος.
4.4.2. Υπό αυτήν την έννοια, η ΕΟΚΕ συνιστά να διευκρινισθεί αναλόγως το άρθρο 8, ώστε να ορισθούν σαφώς τα εξαρτώμενα μέλη ως ανήλικοι που έχασαν τον γονέα (ή, ελλείψει αυτού, τον κηδεμόνα) που τους στηρίζει.
4.5. Απώλεια αποσκευών
4.5.1. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι τα δικαιώματα των επιβατών πρέπει να γίνονται σεβαστά σε περίπτωση κλοπής ή απώλειας αποσκευών για την οποία δικαιούνται αποζημίωση. Οι μεταφορικές επιχειρήσεις λεωφορείων και πούλμαν θα πρέπει να φέρουν ευθύνη για την απώλεια αποσκευών που τους παραδίδονται. Η Επιτροπή θα πρέπει, συνεπώς, να αποσαφηνίσει τις διατάξεις του άρθρου 9 της πρότασης για την επίτευξη ασφάλειας δικαίου, διότι η παρούσα διατύπωση είναι ασαφής και οδηγεί σε διαφορετική αντιμετώπιση διαφόρων καταστάσεων.
4.5.2. Προς τούτο, η ΕΟΚΕ διευκρινίζει ότι η παροχή υπηρεσίας ελέγχου στον καταναλωτή δεν εμπίπτει στις υποχρεώσεις του μεταφορέα.
4.5.3. Η ΕΟΚΕ κρίνει επίσης ότι θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για την περίπτωση απώλειας ή φθοράς εξοπλισμού ατόμων με αναπηρία.
4.6. Ενημέρωση σχετικά με διακοπή υπηρεσίας
4.6.1. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι θα πρέπει να ληφθούν όλα τα μέτρα για να διασφαλισθεί η έγκαιρη πληροφόρηση των επιβατών σχετικά με τις καθυστερήσεις ή την διακοπή μιας υπηρεσίας. Εκτιμά, ωστόσο, ότι η μετάδοση των σχετικών πληροφοριών αποβαίνει ενίοτε πολύ δυσχερής. Από την άποψη αυτή συνεπώς, οι διατάξεις του άρθρου 21 κρίνονται ως μη πρακτικώς ανέφικτες και δυσεφάρμοστες, λόγω της φύσης των στάσεων λεωφορείων και του γεγονότος ότι συνήθως δεν είναι επανδρωμένες.
4.6.2. Η ΕΟΚΕ προτείνει να προβλεφθούν επενδύσεις μέσω των ταμείων έρευνας και ανάπτυξης της Επιτροπής για την ανάπτυξη και εφαρμογή εργαλείων ΤΠΕ για συστήματα ενημέρωσης επιβατών που θα είναι αξιόπιστα, έγκαιρα και ασφαλώς τοποθετημένα στις στάσεις λεωφορείων, καθώς και για την ανάπτυξη ελαφρών συστημάτων πληροφορικής που θα τοποθετηθούν επί των οχημάτων και θα καθιστούν δυνατή την ορθολογική διαχείριση του ταξιδιού (ευφυές σύστημα μεταφορών).
4.7. Τερματικοί σταθμοί στις μεταφορές με λεωφορείο και πούλμαν
4.7.1. Η πρόταση περιλαμβάνει σειρά αναφορών σε τερματικούς σταθμούς δρομολογίων λεωφορείων ή πούλμαν. Ας σημειωθεί επίσης ότι κατά γενικό κανόνα δεν υφίστανται τέτοιοι σταθμοί, και όπου υφίστανται, υπάγονται στη δικαιοδοσία ενός σιδηροδρομικού σταθμού ή αεροδρομίου. Ως επί το πλείστον μάλιστα, δεν πρόκειται για σταθμούς, αλλά απλώς και μόνο για μη επανδρωμένες στάσεις.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) ΕΕ L 42 της 13.2.2002, σ. 1-102.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/103 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1321/2004 σχετικά με τη δημιουργία δομών διαχείρισης για τα ευρωπαϊκά προγράμματα δορυφορικής ραδιοπλοήγησης»
COM(2009) 139 τελικό – 2009/0047 (COD)
(2009/C 317/19)
Εισηγητής: ο κ. MCDONOGH
Στις 21 Απριλίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 156 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1321/2004 σχετικά με τη δημιουργία δομών διαχείρισης για τα ευρωπαϊκά προγράμματα δορυφορικής ραδιοπλοήγησης
COM(2009) 139 τελικό – 2009/0047 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 26 Ιουνίου 2009 με εισηγητή τον κ. McDonogh.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 174 ψήφους υπέρ και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Υποστηρίζουμε απολύτως τις προτάσεις της Επιτροπής, καθότι η σχετική νομοθεσία του 2004 είναι μάλλον πολύ απαρχαιωμένη.
1.2. Η ασφάλεια των συστημάτων είναι ζωτικής σημασίας και θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την πάταξη των πειρατών πληροφορικής «hackers».
1.3. Οι προτεινόμενοι έλεγχοι για λόγους ασφαλείας πρέπει να πραγματοποιούνται στους υπαλλήλους, καθώς η διοίκηση απαρτίζεται από πολιτικό προσωπικό. Το προσωπικό οφείλει επίσης να έχει συναίσθηση της μεγάλης ευθύνης που έχει απέναντι στον τελικό χρήστη για τη διασφάλιση της συνεχούς παροχής και της αξιοπιστίας των υπηρεσιών.
1.4. Το κόστος χρήσης πρέπει να είναι ανταγωνιστικό σε σχέση με τα υπόλοιπα παρεμφερή προγράμματα.
1.5. Είναι σημαντικό η Ευρωπαϊκή Ένωση να διατηρήσει την ανεξαρτησία της από τους υπόλοιπους παρόχους, οι οποίοι θα μπορούσαν να απενεργοποιήσουν τα συστήματά τους κατά βούληση και να παρακολουθούν τις δραστηριότητες του τελικού χρήστη για εμπορικούς ή στρατιωτικούς λόγους.
1.6. Θα πρέπει να εξηγηθεί καταλλήλως στους πολίτες της ΕΕ το πρόγραμμα Galileo, δεδομένου ότι θα επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα τη ζωή των περισσοτέρων εξ αυτών, από τους πιλότους μέχρι τους ανθρακωρύχους και τους αγρότες, έτσι ώστε να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι δυνατότητες που προσφέρει.
1.7. Θα πρέπει να ζητηθεί η γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σε διάφορα στάδια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σχετικά με την πρόοδο της εφαρμογής του σχεδίου.
1.8. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της χρηματοδότησης των κοινοτικών προγραμμάτων του Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης και τονίζει ότι είναι απαραίτητο να διασφαλισθεί πολυετής χρηματοδότηση για την επιτυχία των προγραμμάτων.
1.9. Θα πρέπει να αναγνωριστεί ο ρόλος της ΕΟΚΕ. Τα προγράμματα του Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης έχουν άμεση επίδραση στους πολίτες και, συνεπώς, η ΕΟΚΕ θα πρέπει είναι πλήρως ενήμερη και να συμμετέχει στις διαβουλεύσεις. Το πρόγραμμα Galileo έχει αναπτυχθεί και ελέγχεται από πολιτικό προσωπικό και, συνεπώς, απαιτείται διαφάνεια. Η Επιτροπή οφείλει να συνεχίσει να διαβουλεύεται με την ΕΟΚΕ, καθώς στο μέλλον αναμένεται να ανακύψουν σημαντικά θέματα που άπτονται της παρακολούθησης, των ατομικών δικαιωμάτων και του ιδιωτικού βίου.
2. Εισαγωγή
2.1. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη υιοθετήσει αρκετές γνωμοδοτήσεις με θέμα το πρόγραμμα Galileo (1).
2.2. Είναι σημαντικό να ολοκληρωθεί και να τεθεί σε λειτουργία το πρόγραμμα Galileo το ταχύτερο δυνατόν, έτσι ώστε η Ευρώπη να αποκτήσει, όπως και οι Η.Π.Α., το δικό της σύστημα πλοήγησης και να μην εξαρτάται από τους τρίτους για την παροχή αυτού του είδους των υπηρεσιών.
2.3. Αυτό θα αυξήσει το επίπεδο εθνικής ασφάλειας και, παράλληλα, μέσω της εμπορευματοποίησής του, θα αποτελέσει πολύτιμη πηγή εσόδων.
2.4. Η ΕΟΚΕ προτίθεται να παράσχει την πλήρη στηριξή της στην Επιτροπή σε θέματα νομοθεσίας που χρήζουν άμεσης παρέμβασης.
3. Γενικές παρατηρήσεις για τα ευρωπαϊκά προγράμματα του Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης
3.1. Είναι σημαντικό η ΕΕ να διατηρήσει την ανεξαρτησία της από τους υπόλοιπους κύριους παρόχους παγκόσμιων δορυφορικών υπηρεσιών. Ωστόσο, το πρόγραμμα Galileo θα είναι πιο αποτελεσματικό στην παγκόσμια αγορά, ενώ το πρόγραμμα EGNOS θα συμπληρώσει τα υπόλοιπα συστήματα και θα βελτιώσει την ποιότητα των πληροφοριών.
3.2. Το πρόγραμμα Galileo παρέχει επίσης τη δυνατότητα πρόσβασης στο διάστημα σε ορισμένα κράτη μέλη, τα οποία ειδάλλως δεν θα συμμετείχαν σε διαστημικά προγράμματα. Τα προγράμματα του Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης θα πρέπει να βασίζονται σε καλές «δημόσιες σχέσεις» με σκοπό την προβολή της εικόνας της ΕΕ στο κοινό και τη διασφάλιση της επιτυχίας των προγραμμάτων. Απαιτούνται ενέργειες για την ενημέρωση του κοινού αναφορικά με τα οφέλη των ευρωπαϊκών προγραμμάτων του Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης, έτσι ώστε το κοινό να αξιοποιήσει στο έπακρο τις νέες δυνατότητες που του προσφέρονται.
3.3. Τα ευρωπαϊκά προγράμματα του Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης μπορούν να επηρεάσουν θετικά τις υπόλοιπες πολιτικές της ΕΕ.
3.4. Θα πρέπει δε να ενθαρρυνθεί η έρευνα στον συγκεκριμένο τομέα.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1. Είναι ανάγκη να τροποποιηθεί ρητώς και ταχέως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1321/2004 για τους ακόλουθους λόγους:
— |
Το ισχύον καθεστώς, το οποίο χαρακτηρίζεται από τη συνύπαρξη δύο κειμένων, εν μέρει αντιφατικών – του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1321/2004 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 683/2008 – δεν είναι ικανοποιητικό από νομική άποψη. |
— |
Αν και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 683/2008 προβλέπει ότι η Επιτροπή διαχειρίζεται όλα τα θέματα που αφορούν την ασφάλεια των συστημάτων, αναθέτει ταυτοχρόνως στην εποπτική αρχή το καθήκον της διαπίστευσης («accreditation») ασφαλείας. Πρέπει να αποσαφηνιστεί ταχέως ο επακριβής ρόλος της Αρχής όσον αφορά την ασφάλεια και τη διαπίστευση. |
4.2. Με την παρούσα τροποποίηση του κανονισμού ανατίθενται στον Οργανισμό οι ακόλουθοι στόχοι:
— |
η διαπίστευση ασφαλείας ο Οργανισμός πρέπει να κινεί διαδικασίες ασφαλείας, να παρακολουθεί την εφαρμογή τους και να προβαίνει σε ελέγχους ασφαλείας των ευρωπαϊκών συστημάτων Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης, |
— |
η συμβολή στην προετοιμασία της εμπορικής εκμετάλλευσης των ευρωπαϊκών συστημάτων Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης, καθώς και της απαραίτητης ανάλυσης αγοράς, |
— |
η λειτουργία του κέντρου ασφαλείας Galileo. |
4.3. Η εκ των προτέρων αξιολόγηση διενεργήθηκε κατά την ίδρυση του οργανισμού, το 2004.
4.4. Σκοπός της παρούσας τροποποίησης του κανονισμού του οργανισμού είναι να ληφθούν υπόψη τα διδάγματα της πείρας από τη διαχείριση του οργανισμού και από τη συμβολή και τον ρόλο του στα ευρωπαϊκά προγράμματα δορυφορικής ραδιοπλοήγησης.
4.5. Συνεπώς, απαιτείται ένα νέο πλαίσιο δημόσιας διακυβέρνησης. Σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 683/2008:
— |
προβλέπεται η αρχή του αυστηρού καταμερισμού ευθυνών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εκπροσωπούμενης από την Επιτροπή, της Αρχής και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος, |
— |
ανατίθεται στην Επιτροπή η ευθύνη διαχείρισης των προγραμμάτων και |
— |
απαριθμούνται επακριβώς τα καθήκοντα που ανατίθενται εφεξής στην Αρχή. |
4.6. Η δημιουργία συστημάτων δορυφορικής ραδιοπλοήγησης δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, διότι υπερβαίνει τις οικονομικές και τεχνικές δυνατότητες κάθε επιμέρους κράτους μέλους. Επομένως, η υλοποίηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων Παγκόσμιου Δορυφορικού Συστήματος Πλοήγησης (Galileo και EGNOS) μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με ανάληψη δράσης σε κοινοτικό επίπεδο.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 73-75.
ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 47.
ΕΕ C 324 της 30.12.2006, σ. 41-42.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/105 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πράσινη βίβλος για το ευρωπαϊκό υγειονομικό δυναμικό»
COM(2008) 725 τελικό
(2009/C 317/20)
Εισηγητής: ο κ. Arno METZLER
Στις 10 Δεκεμβρίου 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών ανακοίνωση με θέμα:
«Πράσινη Βίβλος για το ευρωπαϊκό υγειονομικό δυναμικό»
COM(2008) 725 τελικό
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Metzler.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009) η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 104 ψήφους υπέρ, 29 ψήφους κατά και 29 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα και συστάσεις της ΕΟΚΕ
1.1. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την υποβολή εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της Πράσινης Βίβλου για το ευρωπαϊκό υγειονομικό δυναμικό. Η Πράσινη Βίβλος περιγράφει την δημογραφική εξέλιξη και τις επιπτώσεις της για τους εργαζόμενους και το φόρτο εργασίας στον τομέα της υγείας.
1.2. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, πρέπει να ληφθούν μέτρα για να γίνουν τα επαγγέλματα του τομέα της υγείας πιο ελκυστικά για τους νέους, προκειμένου να επιλέγουν περισσότεροι νέοι τα επαγγέλματα αυτά.
1.3. Η ΕΟΚΕ συνιστά να διασφαλισθεί η επάρκεια προσωπικού στον τομέα της δημόσιας υγείας, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης και να ενισχυθούν οι μαζικοί διαγνωστικοί έλεγχοι, η προστασία της υγείας και η πρόληψη. Αυτό θα αύξανε και την ελκυστικότητα του κλάδου.
1.4. Η ανεπιθύμητη μετανάστευση ειδικευμένων εργαζομένων του τομέα της υγείας σε άλλες χώρες, μπορεί, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ να αναχαιτισθεί μέσω τις αύξησης των αμοιβών, καλύτερων συνθηκών εργασίας και ενδεχομένως μέσω της ανάθεσης νέων καθηκόντων. Η ανάθεση νέων καθηκόντων προϋποθέτει ανάλογα προσόντα.
1.5. Πρέπει να αυξηθεί αισθητά η έκταση των στατιστικών στοιχείων σχετικά με τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας στην ΕΕ και ιδιαίτερα τα στοιχεία σχετικά με τη μετανάστευση, δεδομένου ότι οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με βάση τα στοιχεία αυτά.
1.6. Κρίνεται, επίσης, σκόπιμη η ενθάρρυνση της χρήσης των νέων τεχνολογιών στον τομέα της υγείας, διότι συμβάλλουν στην ελάφρυνση του φόρτου εργασίας των εργαζομένων στον τομέα αυτό, στην βελτίωση της ποιότητας της περίθαλψης και στη στήριξη των ασθενών. Η ΕΟΚΕ έχει επίγνωση του γεγονότος ότι αυτό μπορεί καταστήσει αναγκαία την επανεξέταση του τρόπου λειτουργίας της αλυσίδας αρμοδιοτήτων του ιατρικού σώματος.
1.7. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία του ρόλου που διαδραματίζουν τα κοινωνικά πρότυπα για τη διασφάλιση υγειονομικής περίθαλψης υψηλού επιπέδου και για την ασφάλεια των ασθενών και απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε προσπάθεια χαλάρωσης των προτύπων αυτών (εξίσωση προς τα κάτω)
1.8. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει τον σημαντικό ρόλο των ελευθέρων επαγγελμάτων στον τομέα της υγείας, παράλληλα με τα νοσοκομεία και τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας που αποτελούν τον κεντρικό πόλο, επειδή μέσω αυτών μπορεί να εξασφαλιστεί η θεραπεία και φροντίδα των ατόμων από ικανό προσωπικό και με ασφάλεια. Τα μέλη τους έχουν λάβει εξαιρετική κατάρτιση χάρη στις προσπάθειες που κατέβαλε η κοινωνία των πολιτών στα κράτη μέλη υπέρ της κρατικής εκπαίδευσης. Τα μέλη της ΕΟΚΕ που αντιπροσωπεύουν την κοινωνία των πολιτών αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη την πρόθεση της Επιτροπής να ενθαρρύνει τα μέλη του υγειονομικού δυναμικού να εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες. Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ αντιμετωπίζει με κριτική προδιάθεση την τάση αύξησης των ψευδοαυτοαπασχολούμενων παντού όπου φαίνεται να δημιουργούνται προβλήματα για τον κλάδο (π.χ. στο χώρο της περίθαλψης ασθενών και ηλικιωμένων).
1.9. Η ΕΟΚΕ παρακολουθεί με ανησυχία τη συζήτηση σχετικά με την κατανομή καθηκόντων στον τομέα της δημόσιας υγείας με σκοπό να μην καλύπτεται η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη με εξειδικευμένο προσωπικό αλλά με φθηνότερες εναλλακτικές λύσεις. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι ο προβληματισμός σχετικά με τη διάθρωση της κατανομής καθηκόντων στα επαγγέλματα στον τομέα της υγείας πρέπει να προσανατολίζονται προς τις απαιτήσεις της ιατρικής, το επίπεδο ειδίκευσης καθώς τις ανάγκες των ασθενών.
1.10. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι οι τα ιδρύματα δημόσιας υγείας συνιστούν μαζί με τους εργαζόμενους που απασχολούνται σε αυτά ιδρύματα κοινής ωφέλειας και ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται πιο εντατικά οι πόροι των διαρθρωτικών ταμείων για την κατάρτιση του υγειονομικού προσωπικού. Η ΕΟΚΕ επιμένει ότι είναι απολύτως αναγκαίο να εξασφαλισθούν όσον αφορά τους εν λόγω εργαζομένους οι όροι που να τους επιτρέπουν να βελτιώνουν σε βάθος και σε εύρος την εξειδίκευσή τους, αλλά και προκειμένου τα εξαλειφθεί η ανεπαρκής περίθαλψη σε περιοχές που πάσχουν από έλλειψη υποδομών.
1.11. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τον εξέχοντα ρόλο των κοινωνικών εταίρων και του κοινωνικού διαλόγου όσον αφορά τη διαμόρφωση των συνθηκών εργασίας, αμοιβής και κατάρτισης των εργαζομένων στον τομέα της υγείας.
1.12. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, τα κοινωνικά επαγγέλματα διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην περίθαλψη και φροντίδα των ασθενών και κατά συνέπεια και στον τομέα την υγείας γενικά.
2. Περίληψη των κυριότερων σημείων του εγγράφου της Επιτροπής
2.1. Η Πράσινη Βίβλος θα αποτελέσει τη βάση για μια διαδικασία εντατικού διαλόγου μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, των κρατών μελών της ΕΕ και των καθοριστικών κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο. Συνιστά το πλαίσιο εντός του οποίου θα μπορούν να εξασφαλίζονται μακροπρόθεσμα οι σχετικές απαιτήσεις.
2.2. Η Πράσινη Βίβλος επικεντρώνεται σε εννέα καίρια θέματα:
— |
Δημογραφική εξέλιξη |
— |
Επάρκεια προσωπικού στον τομέα της υγείας |
— |
Εκπαίδευση, κατάρτιση και επιμόρφωση |
— |
Διαχείριση της κινητικότητας και της εγκατάστασης σε άλλο κράτος του υγειονομικού δυναμικού στην ΕΕ |
— |
Διεθνής μετανάστευση εργαζομένων στον τομέα της υγείας |
— |
Συλλογή δεδομένων για τη στήριξη της διαδικασίας λήψης αποφάσεων |
— |
Εισαγωγή και διάδοση της χρήσης νέων τεχνολογιών με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας της περίθαλψης. |
— |
Ενίσχυση της αρχής της ελεύθερης επαγγελματικής δραστηριότητας |
— |
Πολιτική συνοχής |
2.3. Το ιστορικό
2.3.1. Τα συστήματα υγείας της ΕΕ αντιμετωπίζουν συνεχή αύξηση της ζήτησης για περίθαλψη, αναγκάζονται να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες ανάγκες για περίθαλψη και υποχρεούνται να είναι έτοιμα να αντιμετωπίσουν σοβαρότερες κρίσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας. Οι απαιτήσεις αυτές συνδέονται και με ένα επίπεδο προσδοκιών που προϋποθέτει υψηλής ποιότητας υγειονομική περίθαλψη. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι πρόκειται για έναν οικονομικό τομέα με υψηλή ένταση εργασίας στον οποίο απασχολείται κάθε δέκατος ευρωπαίος εργαζόμενος και ότι στον τομέα αυτό το 70 % των δαπανών κατά μέσο όρο αφορά τις δαπάνες για μισθούς και αμοιβές.
2.3.2. Το άρθρο 152 της Συνθήκης της ΕΕ ορίζει ότι «Η δράση της Κοινότητας στον τομέα της δημόσιας υγείας αναπτύσσεται χωρίς να θίγονται στο παραμικρό οι αρμοδιότητες των κρατών μελών σε ό,τι αφορά την οργάνωση και την παροχή των υγειονομικών υπηρεσιών και της ιατρικής περίθαλψης»καθώς και ότι πρέπει να ενθαρρύνεται η συνεργασία μεταξύ κρατών μελών προκειμένου να ενισχυθεί ο συντονισμός των στρατηγικών και των προγραμμάτων αλλά και η αμοιβαία ενημέρωση των κρατών μελών σχετικά με επιτυχημένα προγράμματα.
2.3.3. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θίγει σημαντικά θέματα στην Πράσινη Βίβλο, τα οποία αφορούν προβλήματα και προκλήσεις του τομέα της δημόσιας υγείας προκειμένου να διεξαχθεί συζήτηση σχετικά με τα θέματα αυτά. Στα καίρια αυτά θέματα συγκαταλέγονται και τα εξής:
— |
ο γηράσκοντας πληθυσμός, |
— |
οι νέες τεχνολογίες, |
— |
η ανάγκη βελτίωσης της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη, |
— |
η ποιότητα της προσφοράς με συνέπεια την αύξηση του κόστους της περίθαλψης, |
— |
η εμφάνιση και το δυναμικό επιδημιολογικών νοσημάτων και |
— |
η διαθεσιμότητα υγειονομικών υπηρεσιών κοντά στον τόπο κατοικίας. |
Ορισμός των εργαζομένων: Ως εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας νοούνται όλα τα άτομα που προσφέρουν στον τομέα αυτό υπηρεσίες όσον αφορά την περίθαλψη και φροντίδα ασθενών, την φροντίδα άλλων ατόμων, την παροχή κοινωνικής φροντίδας και υπηρεσιών καθώς και όλοι οι εργαζόμενοι στον παραϊατρικό τομέα.
2.3.4. Σε όλα τα κράτη μέλη διεξάγεται συζήτηση σχετικά με την πρόβλεψη της απαραίτητης έκτασης και της διαθεσιμότητας δυναμικού στον τομέα της υγείας και πέρα από την επόμενη δεκαετία. Σε ορισμένα κράτη μέλη υπάρχει ήδη σημαντική έλλειψη νέου και εξειδικευμένου δυναμικού, ιδίως στους τομείς όπου εργάζονται κυρίως πιο ηλικιωμένοι πάροχοι υπηρεσιών.
2.3.5. Εκτός από την έλλειψη δυναμικού για τον παραπάνω λόγο, σημειώνεται και διαρροή δυναμικού από την ΕΕ σε άλλες χώρες, π.χ. στις ΗΠΑ ή την Ελβετία, ιδίως στον τομέα υγειονομικού δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης.
Μεγάλο ποσοστό μετανάστευσης και κινητικότητας σημειώνεται και εντός ΕΕ. Σημαντικές μετακινήσεις διεξάγονται και μεταξύ των επιμέρους χωρών.
Η μετακίνηση εργαζομένων στον τομέα της υγείας είναι ζωτικής σημασίας για τους ενδιαφερόμενους εργαζόμενους. Οι διαφορές ως προς τις αμοιβές και τις συνθήκες εργασίας αποτελούν τα αίτια της εξέλιξης αυτής. Οι διαρθρωτικές διαφορές μεταξύ των συστημάτων ασκούν σημαντική επίδραση στις δομές της προσφοράς και της επαγγελματικής εξειδίκευσης.
2.3.6. Με την Πράσινη Βίβλο, η Επιτροπή θέλει επίσης να φέρει περισσότερο στο προσκήνιο τα προβλήματα των επαγγελμάτων του τομέα της υγείας μέσω μιας δημόσιας διαβούλευσης για το μέλλον του ευρωπαϊκού υγειονομικού δυναμικού και να δώσει μια σαφή εικόνα των μελλοντικών προκλήσεων. Με τον τρόπο αυτόν ανταποκρίνεται στο γεγονός ότι η υγειονομική περίθαλψη συνιστά απολύτως κεντρική και ουσιαστική ανάγκη όλων των πολιτών της ΕΕ. Επίσης λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η ανεπαρκής υγειονομική περίθαλψη θα μπορούσε πολύ γρήγορα να περιορίσει τις θεμελιώδεις ελευθερίες εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
2.3.7. Η υγειονομική πρόληψη και περίθαλψη περιέχουν και μια οικονομική πτυχή. Οι υπηρεσίες της υγείας χρειάζονται εκπαιδευμένο και πολύ έμπειρο προσωπικό το οποίο διαθέτει αναγνωρισμένα προσόντα και αποτελεί μέρος της κοινωνίας της γνώσης.
3. Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ σχετικά με τις λύσεις που προτείνονται στην Πράσινη Βίβλο
3.1. Προσεγγίσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:
Επειδή η ΕΕ διαθέτει περιορισμένες αρμοδιότητες στον τομέα της υγείας, η Επιτροπή διστάζει να προτείνει λύσεις. Αφενός, βλέπει ότι τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε η αναλογία των γυναικών στα επαγγέλματα που σχετίζονται με την υγεία και, για τον λόγο αυτόν, προτείνει να βελτιωθεί η συμβατότητα επαγγέλματος, οικογένειας και ιδιωτικής ζωής και να ληφθούν τα απαραίτητα γι’ αυτό μέτρα με σκοπό την εξασφάλιση υγειονομικού και εξειδικευμένου προσωπικού. Αφετέρου, ζητεί αξιόπιστες στρατηγικές προγραμματισμού και συνιστά την αύξηση των επενδύσεων για την επέκταση της κατάρτισης σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, προκειμένου οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας να μην εκπαιδεύονται σε λίγα μόνο κράτη και στα άλλα απλώς να χρησιμοποιούνται, γιατί αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση της επάρκειας της παρεχόμενης κατάρτισης. Η βελτίωση των δυνατοτήτων εξειδίκευσης, ιδίως στον τομέα της κατάρτισης και της επιμόρφωσης, θα βελτίωνε και τα κίνητρα για πρόσληψη προσωπικού αλλά και για την εκπαίδευση.
3.2. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) επιδοκιμάζει την Πράσινη Βίβλο ως ολοκληρωμένο έγγραφο συζήτησης για τις μεγάλες προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζουν τα συστήματα υγείας και ο υγειονομικός τομέας και αφορούν το υγειονομικό δυναμικό στην Ευρώπη. Το έγγραφο προτείνει τη διεξαγωγή δημόσιας συζήτησης στα πλαίσια της στρατηγικής της Λισσαβώνας με στόχο την προώθηση της παροχής υπηρεσιών που στηρίζονται στη γνώση. Επίσης, εξετάζει τον τομέα της υγείας ως έναν ενιαίο κλάδο.
3.3. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι ο τομέας της υγειονομικής περίθαλψης πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια αγορά με ειδικούς κανόνες εφόσον έχει άμεσο αντίκτυπο στην υγεία του πληθυσμού. Η ΕΟΚΕ προτείνει γι αυτό να διεξαχθεί συζήτηση σχετικά με τα προβλήματα που δημιουργεί ο κατακερματισμός της υγειονομικής περίθαλψης σε ορισμένα κράτη μέλη και κυρίως σε εκείνα στα οποία τα συστήματα υγείας δεν ελέγχονται άμεσα από το κράτος, γεγονός που δυσχεραίνει ιδιαίτερα τη θέσπιση ενιαίων προτύπων σχετικά με την ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης και της επιμόρφωσης.
3.4. Η δημογραφία και η προώθηση της αειφόρου επάρκειας εργαζομένων
3.4.1. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι το ποσοστό των γυναικών στα επαγγέλματα του τομέα της υγείας είναι σήμερα ήδη υψηλό και ότι αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Αυτό ισχύει για όλες τις δραστηριότητες. Η ισότητα είναι απαραίτητη, προκειμένου να επιτευχθούν, σύμφωνα με τις οδηγίες περί ισότητας των δύο φύλων, οι ίδιες συνθήκες για τα δύο φύλλα, αλλά και για την παρότρυνση των ανδρών να επιλέγουν σε μεγαλύτερο βαθμό επαγγέλματα στους διάφορους κλάδους του τομέα της υγείας. Γι αυτό χρειάζονται, μεταξύ άλλων και μέτρα με τα οποία αφενός βελτιώνεται η συμβατότητα της επαγγελματικής δραστηριότητας με την οικογενειακή ζωή και αναγνωρίζονται τα απαιτούμενα προσόντα και το επίπονο της εργασίας, και αφετέρου βοηθούν τις γυναίκες να συνεχίσουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα ή να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας μετά από μακρόχρονη διακοπή για οικογενειακούς λόγους.
3.4.2. Δεν εκπλήσσει το μέγεθος του αντικτύπου ικανοποιητικών συνθηκών εργασίας, της υγείας και της ασφάλειας στον χώρο εργασίας για τους εργαζόμενους στον τομέα της δημόσιας υγείας. Όταν οι εργαζόμενοι είναι ικανοποιημένοι και νιώθουν ασφαλείς φροντίζουν πιο ευσυνείδητα τους ασθενείς. Προκειμένου να διασφαλιστούν ένα υψηλό επίπεδο ποιότητας, η ασφάλεια των ασθενών και η απαραίτητη ασφάλεια της παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, έχουν ιδιαίτερη σημασία η ποιότητα της θέσης εργασίας, η μέριμνα για το προσωπικό και η αντιμετώπιση της ιδιαίτερης επιβάρυνσης που υφίστανται οι εργαζόμενοι στον τόπο εργασίας. Η Πράσινη Βίβλος δεν εξετάζει σχεδόν καθόλου αυτές τις πτυχές.
3.4.3. Η ΕΟΚΕ λαμβάνει γνώση των ερευνών που διεξάγονται από τους κοινωνικούς εταίρους όσον αφορά τα προγράμματα «επιστροφής στην εργασία». Θεωρεί ότι αυτού του είδους τα προγράμματα μπορούν να διαδραματίσουν ζωτικό ρόλο όσον αφορά τη διατήρηση και την επανένταξη των εργαζομένων του τομέα της υγείας, και ιδιαίτερα των γυναικών, στο εργατικό δυναμικό και ότι θα αποκτήσουν στο μέλλον αυξανόμενη σημασία για την αντιμετώπιση της έλλειψης ειδικευμένων εργαζομένων.
3.4.4. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, πρέπει να ληφθούν μέτρα για να γίνουν τα επαγγέλματα του τομέα της υγείας πιο ελκυστικά για τους νέους, για να επιλέγουν περισσότεροι νέοι αυτά τα επαγγέλματα και να αναζητούν εργασία σε αυτόν τον τομέα. Προκειμένου να ενθαρρύνονται περισσότεροι νέοι και κυρίως περισσότεροι άνδρες να επιλέγουν αυτά τα επαγγέλματα, θα πρέπει να καταστούν ελκυστικότερες οι συνθήκες εργασίας και αμοιβής στον τομέα της υγείας καθ' όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας.
3.5. Επάρκεια προσωπικού στον τομέα της υγείας
3.5.1. Η επιτυχημένη πρόληψη και προαγωγή της υγείας μπορούν να μειώσουν τις ανάγκες σε θεραπεία και φροντίδα. Η ΕΟΚΕ συνιστά να δημιουργηθεί επαρκές δυναμικό στον τομέα της υγείας προκειμένου να μπορούν να ενισχυθούν η υγειονομική περίθαλψη, η προστασία της υγείας και η πρόληψη Προϋπόθεση είναι, όμως, ότι θα υπάρχουν επιστημονικά τεκμηριωμένες δράσεις σε ευρύτερο εδαφικό επίπεδο και με σταθερή χρηματοδότηση Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η Κοινότητα πρέπει να έχει ως στόχο και την προαγωγή της υγείας στον χώρο της εργασίας και για το ίδιο το προσωπικό στον τομέα της υγείας, ώστε να διασφαλίζεται η υγεία και η αποδοτικότητα αυτών των εργαζομένων («σύνδρομο εργασιακής εξάντλησης» (Burn Out Syndrom). Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δίνεται στην αποδοτικότητα των εργαζομένων, που έχουν φθάσει στο τέλος της σταδιοδρομίας τους, ώστε οι εργαζόμενοι αυτοί να είναι σε μεγαλύτερο βαθμό σε θέση να εργάζονται χωρίς να έχουν προβλήματα υγείας, και να λαμβάνεται υπόψη το επίπονο της εργασίας τους για τον προσδιορισμό των όρων συνταξιοδότησης τους.
3.6. Εκπαίδευση, κατάρτιση και επιμόρφωση
3.6.1. Η ΕΟΚΕ συνιστά να εξεταστούν τα προβλήματα του κατακερματισμού στις δομές προσφοράς στον τομέα της υγείας στις επιμέρους χώρες, ιδίως σε εκείνες όπου δεν υπάρχει έμμεση κρατική εποπτεία, τα οποία δυσκολεύουν την ενιαία εξειδίκευση και την εκπαίδευση και την κατάρτιση υψηλού επιπέδου. Θεωρεί σημαντικό να εξεταστεί το ερώτημα κατά πόσον αυτές οι κατακερματισμένες δομές της προσφοράς μπορούν να υποστηριχθούν καλύτερα με σκοπό τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η ΕΟΚΕ θέτει το θέμα της υποχρεωτικής κατάρτισης και επιμόρφωσης και της επιβολής υψηλών προδιαγραφών, που θα καταστούν διαφανείς και θα εξασφαλιστούν με την πιστοποίηση και με ενιαίες προδιαγραφές σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Διερωτάται επίσης εάν δόθηκαν στις χώρες σχετικά κίνητρα για πρόοδο.
3.6.2. Η ΕΟΚΕ θέτει ερωτήματα σχετικά με τη σύνδεση της οδηγίας για την αναγνώριση διπλωμάτων και μιας ενδεχόμενης οδηγίας για τα επαγγελματικά προσόντα στον τομέα της υγείας. Διερωτάται αν αυτό μπορεί να συνδεθεί με τις ειδικές οδηγίες που ισχύουν για ορισμένα επαγγέλματα. Θέτει επίσης το ερώτημα κατά πόσο οι οδηγίες αυτές επηρέασαν την ενιαία διαμόρφωση της ειδίκευσης και της απόκτησης επαγγελματικών προσόντων, της βασικής και συνεχούς κατάρτισης στην Ευρώπη αλλά και την ομοιομορφία των καθημερινών συνθηκών εργασίας.
3.6.3. Η ΕΟΚΕ σκοπεύει να ασχοληθεί με το ζήτημα του κόστους και του οφέλους μιας ανάλογης δομής που θα αφορά τις απαιτήσεις σχετικά με την περαιτέρω εξειδίκευση του ευρωπαϊκού υγειονομικού δυναμικού.
3.7. Διαχείριση της κινητικότητας και της μετανάστευσης του υγειονομικού δυναμικού στην ΕΕ
3.7.1. Η ΕΟΚΕ ερωτά ποιες είναι οι επιπτώσεις των προσφορών και των προγραμμάτων στήριξης και ζητεί να παρουσιαστεί επιστημονικά κατά πόσον τα εθνικά αλλά και τα γλωσσικά σύνορα, καθώς και οι ενδεχόμενες πολιτισμικές διαφορές στην Ευρώπη, επηρεάζουν τη μετανάστευση των εργαζομένων σε αυτόν τον τομέα που απαιτεί αφοσίωση και ειδικές γνώσεις.
3.8. Διεθνής μετανάστευση εργαζομένων στον τομέα της υγείας
3.8.1. Όπως προτείνεται και στην Πράσινη Βίβλο, θα πρέπει κατά την πρόσληψη εξειδικευμένου προσωπικού να τηρούνται δεοντολογικοί κανόνες. Χρειάζεται, συνεπώς, να προωθηθεί επαρκώς η πρόσληψη εγχώριου νέου δυναμικού παράλληλα με τη δυνατότητα πρόσληψης προσωπικού από άλλες χώρες. Η έλλειψη της προώθησης νέων εργαζομένων δεν πρέπει να αναπληρώνεται με την πρόσληψη εξειδικευμένου δυναμικού από άλλες χώρες. Λαμβανομένων υπόψη των διάφορων υφιστάμενων αυτοδεσμεύσεων και της συμμετοχής της ΕΕ στην εκπόνηση του κώδικα δεοντολογίας του ΠΟΥ, η ΕΟΚΕ ζητεί να εξεταστεί ποιο επιπλέον όφελος θα είχε ένας κώδικας δεοντολογίας της ΕΕ παράλληλα με εκείνον του ΠΟΥ.
3.8.2. Είναι επίσης απαραίτητο να ληφθεί μέριμνα για την πρόληψη της εξόδου εγκεφάλων από τις αναπτυσσόμενες χώρες. Η πρόσληψη υγειονομικού προσωπικού θα πρέπει να πραγματοποιείται κατά το δυνατόν σε θεσμοποιημένο πλαίσιο, βάσει του οποίου η κινητικότητα των εργαζομένων θα υποστηρίζεται από διμερή ή πολυμερή προγράμματα συνεργασίας. Τούτο μπορεί να επιτευχθεί με την πραγματοποίηση επενδύσεων σε υποδομές εκπαίδευσης στον τομέα της υγείας και με τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Εάν δεν αντιμετωπισθούν οι αιτίες που ωθούν στη μετανάστευση, όπως οι τεράστιες ανισότητες στις αμοιβές και στις συνθήκες εργασίας, η μετανάστευση θα εξακολουθήσει και θα προκληθούν ακόμη μεγαλύτερες ελλείψεις σε προσωπικό στον τομέα της υγείας στις αναπτυσσόμενες χώρες.
3.9. Συλλογή δεδομένων για τη στήριξη της διαδικασίας λήψης αποφάσεων
3.9.1. Η ΕΟΚΕ ζητεί να είναι συγκρίσιμα τα εθνικά στατιστικά στοιχεία ολόκληρης της Ευρώπης. Αυτό, ωστόσο, δυσχεραίνεται εν μέρει από τις διαφορετικές ταξινομήσεις των επαγγελμάτων του τομέα της υγείας στα κράτη μέλη. Οι εθνικές ιδιαιτερότητες αναφορικά με τις αρμοδιότητες και τους χαρακτηρισμούς των επαγγελμάτων του τομέα της υγείας δεν πρέπει να εξαλείφονται εξαιτίας της προτεραιότητας των ενιαίων δεικτών. Η ΕΟΚΕ συνιστά να συγκεντρώσει η Eurostat αντίστοιχες στατιστικές για τα επαγγέλματα του τομέα της υγείας στην Ευρώπη καθώς και για τη διασυνοριακή μετανάστευση. Σχετικά με την πρόταση που διατυπώνεται στην Πράσινη Βίβλο όσον αφορά τη δημιουργία παρατηρητηρίου για την ενίσχυση του υγειονομικού δυναμικού, εγείρεται το ερώτημα αν ο μηχανισμός αυτός είναι πράγματι αναγκαίος και μήπως επαρκούν τα υφιστάμενα ιδρύματα για το σκοπό αυτό όπως η Eurostat ή το Ίδρυμα του Δουβλίνου.
3.9.2. Γενικά, όμως, θα πρέπει να βελτιωθούν τα διαθέσιμα στοιχεία μέσω της σύστασης μητρώου. Η ΕΟΚΕ συνιστά να συνδυαστεί η παρακολούθηση των επαγγελμάτων του τομέα της υγείας που αναφέρεται στην Πράσινη Βίβλο με άλλα σχέδια της ΕΕ, όπως η προώθηση των συστημάτων πληροφοριών υγείας και να βελτιωθεί η διαβίβαση εθνικών μητρώων, εφόσον υπάρχουν, για όλα τα επαγγέλματα.
3.9.3. Εφόσον στα περισσότερα κράτη μέλη η οργάνωση και ρύθμιση του συστήματος υγείας αποτελεί κρατική αρμοδιότητα, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την παροχή υποστήριξης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με στόχο τον καλύτερο προγραμματισμό. Προτείνει συνεπώς να διαθέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση πόρους για την εκπόνηση ανάλυσης των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης των κρατών μελών. Οι αναλύσεις αυτές θα αποτελέσουν τη βάση για την ανάπτυξη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και φροντίδας που να προσφέρεται σε όλη την επικράτεια και κοντά στον τόπο κατοικίας των πολιτών.
3.10. Εισαγωγή και διάδοση της χρήσης νέων τεχνολογιών με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας της περίθαλψης.
3.10.1. Η ΕΟΚΕ συνιστά να εξεταστεί εάν μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς όφελος των εργαζομένων νέες τεχνολογίες με νέες δυνατότητες θεραπευτικής αγωγής που συνδέονται με ηλεκτρονικά δίκτυα επικοινωνίας και μπορούν να παρέχονται γενικευμένα και σε απομακρυσμένες περιοχές, ακόμη και για τη διάγνωση από τον ίδιο τον ασθενή ή με στοιχεία που δίνει ο ασθενής. Για τον σκοπό αυτόν, πρέπει να ληφθούν υπόψη εμπειρίες από άλλα κράτη. Όμως, για να καθιερωθούν οι νέες τεχνολογίες, πρέπει πρώτα να εξασφαλιστεί η αποδοχή τους από το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Και για να επιτευχθεί αυτή η αποδοχή, πρέπει το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό να συμμετάσχει στην ανάπτυξη της τεχνολογίας e-health, για να εξασφαλιστεί ότι τα ηλεκτρονικά εργαλεία θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ευκολία και ασφάλεια στην καθημερινή πρακτική. Προκειμένου να είναι επιτυχής η διαδικασία καθιέρωσης της νέας τεχνολογίας, είναι απολύτως απαραίτητη η καλύτερη δυνατή κατάρτιση του ιατρικού προσωπικού. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, παρ’ όλα τα πλεονεκτήματα των νέων τεχνολογιών, πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπόψη και οι κίνδυνοι, όπως π.χ. οι πτυχές της προστασίας των δεδομένων. Η χρησιμοποίηση νέων τεχνολογιών πρέπει να προσαρμόζεται στα διαφορετικά εθνικά συστήματα υγείας και ενδέχεται να οδηγήσει στην προσαρμογή των εθνικών νομοθεσιών που διέπουν την ευθύνη του ιατρικού σώματος σε κάθε κράτος μέλος. Η ΕΟΚΕ ερωτά κατά πόσον τα διάφορα μέτρα και πιλοτικά προγράμματα που προωθούνται από την Επιτροπή εμποδίζουν ή είναι αντίθετα προς τη δημιουργία εθνικών υποδομών τεχνολογίας των πληροφοριών.
3.11. Ο ρόλος των ελεύθερων επαγγελματιών για εργατικό δυναμικό στο χώρο της υγείας
3.11.1. Σε ορισμένα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι επαγγελματίες στον τομέα της υγείας που ασκούν ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα και θέτουν έτσι σε εφαρμογή την αρχή της επιχειρηματικότητας, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προσφορά υγειονομικής περίθαλψης στα κράτη μέλη. Η Πράσινη Βίβλος αναγνωρίζει τον ρόλο των ελευθέρων επαγγελμάτων υγείας και τη λειτουργία που ασκούν, μαζί με το δημόσιο τομέα. Χάρη σε αυτά μπορεί συχνά να εξασφαλιστεί θεραπεία και φροντίδα των ατόμων με εγγύηση ικανότητας και ασφάλειας. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι, στην Ένωση, οι ελεύθεροι επαγγελματίες υγείας απέκτησαν, στην πλειονότητά τους, τις δεξιότητές και τους τίτλους τους σε μεγάλο βαθμό χάρη στην προσπάθεια της κοινότητας υπέρ της δωρεάν κρατικής εκπαίδευση. Επίσης η κοινωνία των πολιτών δικαιούται να προσδοκά ανταπόδοση (τιμή και κόστος)και οι εκπρόσωποί της δεν μπορούν παρά να βλέπουν με επιφύλαξη την πρόθεση της Επιτροπής, όπως εκφράζεται στο σημείο 6, που φαίνεται να ενθαρρύνει την αύξηση ιδιωτικών μορφών της αλυσίδας συστημάτων υγείας. Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ αντιμετωπίζει με ιδιαίτερα κριτική προδιάθεση την τάση αύξησης των ψευδοαυτοαπασχολούμενων παντού όπου φαίνεται να δημιουργούνται προβλήματα για τον κλάδο (π.χ. στο χώρο της περίθαλψης ασθενών και ηλικιωμένων).
3.12. Πολιτική συνοχής
3.12.1. Η ΕΟΚΕ συνηγορεί υπέρ της ευρύτερης χρησιμοποίησης των διαρθρωτικών ταμείων για την εκπαίδευση και την κατάρτιση εξειδικευμένου υγειονομικού προσωπικού. Για παράδειγμα, η ελλειμματική ιατρική περίθαλψη στις περιφέρειες που πάσχουν από έλλειψη διαρθρώσεων θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την ανάπτυξη και ενίσχυση της εκπαίδευσης και κατάρτισης στις περιφέρειες όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη εξειδικευμένου προσωπικού. Το αίτημα αυτό βασίζεται στην παρατήρηση ότι το υγειονομικό δυναμικό εγκαθίσταται κατά προτεραιότητα εκεί όπου απόκτησε την εξειδίκευσή του. Η πολιτική συνοχής θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει ένα πλαίσιο ενίσχυσης πρότυπων προγραμμάτων τα οποία θα έχουν ως αντικείμενο τα ερωτήματα που τέθηκαν. Συνιστά επίσης να διατεθούν πόροι του Ευρωπαϊκού Διαρθρωτικού Ταμείου για τη βελτίωση των υποδομών στον τομέα της υγείας, και ενδεχομένως για τη βελτίωση των δυνατοτήτων επικοινωνίας ή την εφαρμογή νέων προτύπων θεραπευτικής αγωγής (θεραπεία βασιζόμενη σε αποδείξεις).
3.12.2. Η ΕΟΚΕ παρακολουθεί με ανησυχία τη συζήτηση που διεξάγεται - ουσιαστικά με οικονομικά κίνητρα - ιδίως από παράγοντες της διοίκησης επιχειρήσεων και ενδιαφερόμενες επαγγελματικές ομάδες σχετικά με μια νέα κατανομή καθηκόντων στον τομέα της υγείας, με σκοπό να μην καλύπτεται η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη από εξειδικευμένο προσωπικό αλλά με φθηνότερες εναλλακτικές λύσεις. Αντίθετα, καλύτερη λύση θα αποτελούσε ο καλύτερος συντονισμός, η βελτιστοποίηση των διαδικασιών και η διασύνδεση με μια πιο ευέλικτη κατανομή καθηκόντων. Η ΕΟΚΕ αποδίδει σε αυτό το πλαίσιο πολύ μεγάλη σημασία στην απόκτηση κατάλληλης εξειδίκευσης ώστε να αποφευχθεί η πτώση του ποιοτικού επιπέδου της περίθαλψης.
3.12.3. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η κατάταξη των επαγγελματικών προσόντων και των επαγγελμάτων ανάλογα με τα καθήκοντα θα πρέπει:
1. |
να είναι αναγκαία για ιατρικούς λόγους· |
2. |
να ανταποκρίνεται στην κατάρτιση, στα καθήκοντα και στην ευθύνη· |
3. |
να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ασθενών. |
3.12.4. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την άποψη ότι και λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης τα κράτη μέλη πρέπει να εξακολουθήσουν να επιδιώκουν την ικανοποιητική χρηματοδότηση των εθνικών συστημάτων υγείας (οικονομική διαχείριση) προκειμένου να εξασφαλιστεί η επάρκεια δυναμικού ικανού να προσφέρει υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και να διασφαλίσουν για το σκοπό αυτό καλύτερες συνθήκες εργασίας για τους εργαζόμενους στον τομέα αυτό.
3.13. Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων
3.13.1. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία του ρόλου και της ευθύνης των κοινωνικών εταίρων κατά τη διαμόρφωση των συνθηκών εργασίας των εργαζομένων του τομέα της υγείας, επισημαίνει την έντονη πολυμορφία των επαγγελμάτων στον τομέα αυτό και υπενθυμίζει ότι οι κοινωνικοί εταίροι έχουν ήδη πραγματοποιήσει μια σχετική προεργασία.
3.13.2. Η δημογραφική αλλαγή που συνεπάγεται έλλειψη νέου δυναμικού, δεν πρέπει να οδηγήσει στη μείωση της ποιότητας και των αμοιβών (εξίσωση προς τα κάτω). Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι τα κράτη μέλη έχουν υποχρέωση να αναλάβουν τις ευθύνες τους στο θέμα αυτό.
3.13.3. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την έναρξη ενός κοινωνικού διαλόγου στον ευρωπαϊκό νοσοκομειακό κλάδο και σημειώνει ότι το πρόγραμμα Εργασίας που συμφωνήθηκε από τους κοινωνικούς εταίρους καλύπτει όλα τα ζητήματα που διαπραγματεύεται η Πράσινη Βίβλος. Ως εκ τούτου η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η Πράσινη Βίβλος δεν περιέχει καμία αναφορά στην εν λόγω διαδικασία.
3.13.4. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία του ρόλου που διαδραματίζει η αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία, ανεξάρτητα από το φύλλο.
3.13.5. Συνθήκες απασχόλησης που απαιτούν παρουσία στο χώρο εργασίας σε 24ωρη βάση, 7 ημέρες την εβδομάδα απαιτούν και ιδιαίτερους μηχανισμούς αντιστάθμισης (πληρωμή υπερωριών και νυχτερινής εργασίας, αντίστοιχος χρόνος ανάπαυσης) ώστε να περιοριστεί ο μεγάλος φόρτος εργασίας του προσωπικού. Σε σχέση με αυτά, η ΕΟΚΕ αντιμετωπίζει με κριτική προδιάθεση την ενίσχυση των κινήτρων για την αύξηση των ψευδοαυτοαπασχολούμενων, και μαζί μ' αυτήν την απώλεια της κοινωνικής και εργασιακής προστασίας στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/110 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη» (αναδιατύπωση)
COM(2008) 815 τελικό – 2008/0244 (COD)
(2009/C 317/21)
Εισηγήτρια: η κα LE NOUAIL-MARLIÈRE
Την 1η Απριλίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την
Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (αναδιατύπωση)
COM(2008) 815 τελικό – 2008/0244 COD.
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση της κας LE NOUAIL MARLIÈRE.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 154 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 4 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα
1.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για το ενδεχόμενο έμμεσης υποστήριξης των πιο αυταρχικών ή λιγότερο δημοκρατικών καθεστώτων λόγω ενός υπερβολικά περιοριστικού ή ανελαστικού κανονιστικού πλαισίου και γι’ αυτόν τον λόγο επικροτεί την αναδιατύπωση και τη βελτίωση της οδηγίας για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο. Ωστόσο, θα επιθυμούσε να επαναλάβει ορισμένες συστάσεις που έχει διατυπώσει και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της και ιδίως στην απάντησή της για την Πράσινη Βίβλο σχετικά με το μέλλον του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου (1) και το σχέδιο δράσης για ένα μελλοντικό κοινό σύστημα ασύλου (2).
Όσον αφορά την υποδοχή των αιτούντων άσυλο, κρίνεται ότι η πρόταση αναδιατύπωσης της οδηγίας θα πρέπει να θεσπίζει κοινούς και όχι ελάχιστους κανόνες και να περιλαμβάνει τις ρήτρες διασφάλισης των κανόνων που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη που κατοχυρώνουν στον μεγαλύτερο βαθμό τα θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων διεθνή προστασία, τη χορήγηση της ιδιότητας του πρόσφυγα ή την επικουρική προστασία. Συγκεκριμένα:
— |
την εγγύηση πρόσβασης στην επικράτεια, |
— |
την ελευθερία επιλογής του τόπου υποβολής της αίτησης χορήγησης ασύλου και προστασίας, |
— |
την εξέταση, πρώτον, του συμβατικού καθεστώτος και, δεύτερον, της επικουρικής προστασίας, εάν και μόνο εάν δεν πληρούνται οι απαιτήσεις του πρώτου καθεστώτος, |
— |
τη μη επαναπροώθηση, εάν κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητα του αιτούντος στη χώρα προέλευσης ή στην τελευταία χώρα διέλευσής του, |
— |
την προσφυγή για αναστολή των μέτρων απέλασης, αφ’ ης στιγμής η απόφαση δεν έχει εκδοθεί από το αρμόδιο δικαστήριο, προκειμένου να καταστεί ουσιαστικό το συγκεκριμένο δικαίωμα προσφυγής και να τηρηθεί η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (βλ. κατωτέρω σημείο 4.8.1), |
— |
την ειδική προστασία που απαιτείται για τους ανηλίκους ή τους υποτιθέμενους ανηλίκους, |
— |
τον σεβασμό των αυτοτελών δικαιωμάτων του ατόμου, και ιδίως των γυναικών που υποβάλλουν αίτηση προστασίας. |
1.2. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί, στην περίπτωση των ανηλίκων, να προσδιοριστεί με τρόπο συστηματικό ότι «το απώτερο συμφέρον του παιδιού» πρέπει να ερμηνεύεται με βάση το άρθρο 3(1) της Διεθνούς Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Παιδιού [άρθρο 22(1)].
1.3. Ο «περιορισμός/κράτηση» θα πρέπει να αποτελεί έσχατη λύση, εφόσον θα έχουν εξαντληθεί όλες οι εναλλακτικές λύσεις και δεν θα πρέπει ποτέ να εφαρμόζεται αν το αρμόδιο δικαστήριο δεν έχει εκδώσει σχετική απόφαση που να τηρεί τα δικαιώματα υπεράσπισης βάσει της Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.
1.4. Οι αρμόδιοι ΜΚΟ, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στον χώρο των δικαιωμάτων του ανθρώπου θα πρέπει να έχουν συνεχώς πρόσβαση στους αιτούντες προστασία και οι αιτούντες, από την πλευρά τους, θα πρέπει να μπορούν συνεχώς να απολαύουν νομικής και ανθρωπιστικής βοήθειας, είτε αυτή προέρχεται από το κράτος είτε από τους ΜΚΟ.
1.5. Η ΕΟΚΕ προτρέπει τα κράτη μέλη να επισπεύσουν τις διαπραγματεύσεις για την υιοθέτηση, μέσω της διαδικασίας της συναπόφασης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της εν λόγω αναδιατύπωσης, χάρη στην οποία η ΕΕ θα μπορεί ευκολότερα να ανταποκριθεί αξιοπρεπώς και να παράσχει προστασία στους αιτούντες άσυλο.
1.6. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της σύστασης μιας υπηρεσίας υποστήριξης των κρατών μελών σε θέματα ασύλου και διεθνούς προστασίας, εάν με αυτόν τον τρόπο α) επιταχυνθεί η διαδικασία κατανομής υποχρεώσεων υποδοχής και προστασίας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, β) υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια ως προς την υποδοχή των αιτούντων άσυλο και διεθνή προστασία, γ) αξιοποιηθεί καλύτερα η πείρα των ενώσεων και των οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στον χώρο της παροχής βοήθειας των αιτούντων άσυλο και διεθνή προστασία και δ) αναβαθμιστεί η διαδικασία της κατά περίπτωση εξέτασης.
2. Εισαγωγή και κύρια σημεία της πρότασης της Επιτροπής
2.1. Το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου (ΚΕΣΑ) αναπτύχθηκε σε δύο διακριτές φάσεις. Η πρώτη φάση ξεκίνησε με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε (1999), μετά την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ, η οποία προσέδωσε κοινοτική διάσταση στις πολιτικές για τη μετανάστευση και το άσυλο. Η πρώτη φάση ολοκληρώθηκε το 2005.
2.2. Κατά την περίοδο αυτή, σημειώθηκε πρόοδος στην εκπόνηση οδηγιών με θέμα το άσυλο, σχετική βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και πρόοδος, μέχρι ενός σημείου, όσον αφορά την εξωτερική διάσταση του ασύλου.
2.3. Την έναρξη της δεύτερης φάσης οικοδόμησης του ΚΕΣΑ σηματοδότησε η θέσπιση του Προγράμματος της Χάγης (που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2004), όπου θεσπίζεται ότι, έως το 2010, θα πρέπει να έχουν επιτευχθεί οι κύριοι στόχοι του ΚΕΣΑ, βάσει της υιοθέτησης μηχανισμών και μέτρων για την περαιτέρω εναρμόνιση και τη βελτίωση των απαιτήσεων προστασίας ενόψει της καθιέρωσης του ΚΕΣΑ.
2.4. Πριν υιοθετήσει νέες πρωτοβουλίες, η Επιτροπή κατήρτισε το 2007 μια Πράσινη Βίβλο (3) την οποία υπέβαλε στα διάφορα ευρωπαϊκά όργανα, στα κράτη μέλη και στην κοινωνία πολιτών (4). Η Επιτροπή υιοθέτησε στη συνέχεια βάσει της Πράσινης Βίβλου ένα σχέδιο δράσης στον τομέα του ασύλου. Η εν λόγω Πράσινη Βίβλος καθόριζε ένα χρονοδιάγραμμα για τα επόμενα χρόνια απαριθμώντας τα μέτρα που επρόκειτο να λάβει η Επιτροπή για την υλοποίηση της δεύτερης φάσης του ΚΕΣΑ.
2.5. Σε αυτό το πλαίσιο εγγράφεται και η οδηγία, την αναδιατύπωση της οποίας προτείνει εν προκειμένω η Επιτροπή, μια πρόταση που υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο στις 27 Ιανουαρίου 2003 και παράλληλα αποτέλεσε αντικείμενο γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ (5).
2.6. Κύριος στόχος της υπό εξέταση πρότασης είναι να εξασφαλιστούν υψηλότερα πρότυπα μεταχείρισης των αιτούντων άσυλο όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής, ώστε να τους παρέχονται αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Απαιτείται επίσης περαιτέρω εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών για τις συνθήκες υποδοχής ώστε να περιοριστεί το φαινόμενο των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο μεταξύ των κρατών μελών, στο βαθμό που οι μετακινήσεις αυτές οφείλονται στις αποκλίνουσες εθνικές πολιτικές περί υποδοχής.
2.7. Με την πρόταση διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ώστε να καλύπτει τους αιτούντες επικουρική προστασία και θα ισχύει για κάθε είδος διαδικασίας ασύλου και για όλες τις γεωγραφικές περιοχές και τις εγκαταστάσεις φιλοξενίας αιτούντων άσυλο.
Επίσης, αποσκοπεί στη διευκόλυνση της πρόσβασης στην αγορά εργασίας. Προβλέπει δε ότι οι αιτούντες άσυλο θα έχουν πρόσβαση στην απασχόληση το αργότερο έξι μήνες αφότου υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας, και αναφέρει ότι η επιβολή των όρων που ισχύουν στην εθνική αγορά εργασίας δεν πρέπει να περιορίζει υπέρ το δέον την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας.
2.8. Η πρόταση επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη κατά τη χορήγηση οικονομικής στήριξης στους αιτούντες άσυλο το επίπεδο κοινωνικής αρωγής που παρέχουν στους υπηκόους τους, ούτως ώστε η πρόσβαση στις υλικές συνθήκες υποδοχής να παρέχει «επαρκές επίπεδο διαβίωσης για την υγεία του αιτούντα άσυλο και ικανό να του/της εξασφαλίσει τα προς το ζην».
2.9. Με την πρόταση εξασφαλίζεται ότι η κράτηση μπορεί να επιτρέπεται μόνο για εξαιρετικούς λόγους, οι οποίοι προβλέπονται στην οδηγία.
2.10. Η πρόταση εγγυάται επίσης ότι οι αιτούντες άσυλο που τελούν υπό κράτηση θα τυγχάνουν ανθρώπινης και αξιοπρεπούς μεταχείρισης, με σεβασμό των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων και σύμφωνα με το Διεθνές και το Εθνικό Δίκαιο.
2.11. Με την πρόταση εξασφαλίζεται η εφαρμογή μέτρων σε εθνικό επίπεδο για τον άμεσο εντοπισμό ειδικών αναγκών.
Επιπλέον, στην πρόταση ενσωματώνονται πολυάριθμες εγγυήσεις ώστε να εξασφαλίζονται συνθήκες υποδοχής ειδικά σχεδιασμένες για να ανταποκρίνονται στις ειδικές ανάγκες των αιτούντων άσυλο.
2.12. Όσον αφορά την εφαρμογή και βελτίωση των εθνικών συστημάτων, η πρόταση περιλαμβάνει μέτρα που εξασφαλίζουν τη συνεχή παρακολούθηση και την ενίσχυση του ρόλου της Επιτροπής ως θεματοφύλακα της νομοθεσίας της EE.
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τόσο τις αλλαγές που στοχεύουν να επιφέρουν οι προτάσεις της Επιτροπής στις συνθήκες υποδοχής των ατόμων που αιτούνται τη χορήγηση διεθνούς προστασίας, όσο και τη βούληση εναρμόνισης των διεθνών διατάξεων και της διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής προκειμένου να καλύπτει και την επικουρική προστασία. Εντούτοις, υπενθυμίζει ότι πρέπει πάντα να εξετάζεται κάθε περίπτωση αιτούντος χωριστά – ακόμα και όταν καθορίζεται ποιο κράτος μέλος είναι αρμόδιο για τη διεξοδική εξέταση κάθε αίτησης – και πρέπει επίσης να τίθεται θέμα επικουρικής προστασίας εάν και μόνο εάν δεν πληρούνται οι απαιτήσεις του πρώτου συμβατικού καθεστώτος (του πρόσφυγα).
3.2. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τους στόχους της εξασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης στους αιτούντες προστασία, της διευκόλυνσης της ένταξής τους στη χώρα υποδοχής (6), καθώς και της εγκατάστασής τους μέσω της δυνατότητας πρόσβασής τους στην αγορά εργασίας εντός έξι μηνών και χωρίς προσκόμματα «υπέρ το δέον» [άρθ. 15(2)] λόγω εθνικής εργατικής νομοθεσίας. Τούτο γίνεται με γνώμονα τον απόλυτο σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτούντων, όπως αυτά θα πρέπει να αντανακλώνται στο ευρωπαϊκό θετικό δίκαιο βάσει του άρθρου 23(1) της Οικουμενικής διακήρυξης για τα ανθρώπινα δικαιώματα (7), του Διεθνούς συμφώνου για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα (άρθρα 2, 9, 10, 11 και 12), της Σύμβασης υπ. αριθ. 118 της Δ.Ο.Ε. με θέμα την ίση μεταχείριση ιθαγενών και μη στο ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης, του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων καθώς και της Σύμβασης της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων (8). Το ίδιο ισχύει και για το ύψος του χορηγούμενου κοινωνικού επιδόματος και για τις συνθήκες στέγασης, οι οποίες διαφοροποιούνται αναλόγως με τις ανάγκες του κάθε ατόμου και, κατ’ επέκταση, τους οικογενειακούς δεσμούς του αιτούντος· αυτές οι παράμετροι θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται δεόντως υπόψη κατά την εξέταση της αίτησής του.
3.3. Όσον αφορά τις γενικές αρχές και τις διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές που διέπουν την αναγνώριση και την προάσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων που βρίσκονται σε απόγνωση, καθώς και όσον αφορά την κράτηση των αιτούντων διεθνή προστασία, κατ’ εφαρμογή της Σύμβασης της Γενεύης, και δη των άρθρων 26 περί ελεύθερης κυκλοφορίας και 31 περί παρανόμως διατελούντων προσφύγων στη χώρα υποδοχής τους (9), απαγορεύεται η κράτηση ατόμου με το απλό αιτιολογικό της αίτησης παροχής προστασίας –όπως άλλωστε σημειώνει και η Επιτροπή στην αιτιολογική της έκθεση (§16). Συνεπώς, η κράτηση δεν πρέπει να εφαρμόζεται παρά μόνο αν παραστεί απόλυτη και ορθά τεκμηριωμένη ανάγκη και δεν πρέπει να θεωρείται αποδεκτή πρακτική σε περιπτώσεις όπου δεν συντρέχουν λόγοι πρόθεσης απάτης ή παρελκυστικής τακτικής εκ μέρους του αιτούντος.
3.4. Όσον αφορά τα ανήλικα τέκνα, η ΕΟΚΕ εγκρίνει τα μέτρα που προβλέπει η οδηγία για την κάλυψη των ειδικών αναγκών τους. Βάσει των ανωτέρω, η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η αναφορά στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 περί δικαιωμάτων των ανηλίκων θα καθίστατο ακόμα σαφέστερη εάν, πέραν του άρθρου 37 (10), γινόταν συστηματική αναφορά και στο άρθρο 3(1) (11) αντί της απλής μνείας ότι «πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού», το οποίο, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, μπορεί να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως.
3.5. Τέλος, η ΕΟΚΕ αποδίδει μεγάλη σημασία στη συστηματική θέσπιση της δυνατότητας προσφυγής των αιτούντων ή των προσφύγων κατά δικαστικών ή διοικητικών αποφάσεων που τους αφορούν. Σημειώνει, ωστόσο, ότι αυτή η προσφυγή πρέπει να έχει συστηματικά ανασταλτικό χαρακτήρα προκειμένου να είναι ουσιαστική.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1. Ως προς την ενημέρωση (κεφ. II – άρθρο 5)
4.1.1. Η ΕΟΚΕ προτείνει την προσθήκη της φράσης «τα κράτη μέλη ενημερώνουν τα μέλη της οικογένειας του αιτούντος άσυλο ότι έχουν το δικαίωμα ανεξάρτητης υποβολής αίτησης».
4.2. Κράτηση και όροι κράτησης (κεφ. II – άρθρα 8 έως 11)
Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι οι γενικοί κανόνες μεταχείρισης των αιτούντων άσυλο πρέπει να βασίζονται στο άρθρο 7 της πρότασης οδηγίας περί της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των ατόμων και της προτίμησης εναλλακτικών λύσεων αντί της κράτησης.
4.2.1.1. Η κράτηση των αιτούντων (άρθρο 8) δεν μπορεί και δεν πρέπει να εφαρμόζεται παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ήτοι:
— |
εάν η αίτηση ασύλου υποβληθεί ενώ έχει ήδη κοινοποιηθεί διαταγή απομάκρυνσης στον αιτούντα ή |
— |
προκειμένου να εκδοθεί απόφαση για την αίτηση χορήγησης ασύλου ως μέρος της διαδικασίας καθορισμού του δικαιώματός τους να εισέλθουν στο έδαφος της χώρας, σε περίπτωση κράτησης ή περιορισμού σε ζώνη παραμονής. |
4.2.1.2. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, με εξαίρεση τις δύο προαναφερθείσες περιπτώσεις, κανένας αιτών άσυλο δεν μπορεί να κρατείται και ότι μια απόφαση κράτησης δεν δικαιολογείται επ’ ουδενί από την ανάγκη «για τη βεβαίωση, την επαλήθευση ή την εξακρίβωση της ταυτότητας ή της εθνικότητάς του», πολλώ δε μάλλον «για τον προσδιορισμό των στοιχείων στα οποία βασίζεται η αίτηση για άσυλο, τα οποία υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να χαθούν».
4.2.1.3. Η ΕΟΚΕ προτείνει την αναδιατύπωση του άρθρου 9(5) ως εξής: «Η κράτηση επανεξετάζεται αυτεπαγγέλτως από δικαστική αρχή ανά εύλογα χρονικά διαστήματα και κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου αιτούντος άσυλο, εάν συντρέχουν σχετικοί λόγοι ή προκύψουν νέα στοιχεία αφορούντα το νόμιμο της κράτησης».
4.2.2. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι πρέπει να εξασφαλίζεται η ανθρώπινη μεταχείριση και ο σεβασμός της εγγενούς αξιοπρέπειας του ατόμου κατά τις συνθήκες κράτησης. Ως προς τους όρους κράτησης (άρθρο 10) σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης και όχι σε σωφρονιστικά καταστήματα, για λόγους νομιμότητας, θα ήταν σκόπιμο να μην κρατείται ο αιτών μαζί με υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν έχουν υποβάλει αίτηση χορήγησης ασύλου, χωρίς τη γραπτή συγκατάθεσή του [άρθρο 10(1)].
Εξάλλου, δεδομένου ότι οι μέθοδοι κράτησης διαφοροποιούνται από χώρα σε χώρα της ΕΕ, θα ήταν σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και άλλοι οργανισμοί δικαιούνται επίσης να επικοινωνούν με τους αιτούντες και να τους επισκέπτονται σε όλους τους χώρους κράτησης [άρθρο 10(2)]· η ίδια δε ορολογία θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί και στο άρθρο 10(3).
4.2.3.1. Επιπλέον, επαναλαμβάνοντας τις συστάσεις της για την πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού του Δουβλίνου 2 με θέμα τη «Θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα» (12), η ΕΟΚΕ προτείνει ο αιτών χορήγηση διεθνούς προστασίας να πληροφορείται όσα και όπως τα περιγράφει το άρθρο 10(3) «στη γλώσσα του ή σε γλώσσα που ευλόγως εικάζεται ότι κατανοεί» μέσω ορκωτού διερμηνέα ή νόμιμα επικυρωμένης μετάφρασης.
4.2.4. Για λόγους ομοιομορφίας του κειμένου, η φράση «αιτούντες διεθνή προστασία» πρέπει να αντικατασταθεί από τη φράση «αιτούντες άσυλο» [άρθρο 11(4)].
4.2.5. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί τόσο με την απαγόρευση κράτησης ασυνόδευτων ανηλίκων [αναδιατυπωμένο άρθρο 11(1)] όσο και με την επιβεβαίωση ότι, κατ’ αρχήν, τα άτομα με ειδικές ανάγκες δεν κρατούνται [αναδιατυπωμένο άρθρο 11(5)].
4.3. Ως προς τη φοίτηση των ανηλίκων στο σχολείο, την απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση (κεφ. ΙΙ – άρθρα 14 έως 16)
Η πρόταση οδηγίας στοχεύει στη διευκόλυνση και στην επίσπευση της ένταξης των αιτούντων στη χώρα υποδοχής. Η φοίτηση των ανηλίκων στο σχολείο, η δυνατότητα απασχόλησης και η επαγγελματική κατάρτιση αναμένεται να συντείνουν σε αυτόν τον σκοπό.
4.3.1.1. Υπό αυτό το πρίσμα, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι ανήλικοι πρέπει να ενσωματωθούν στο εκπαιδευτικό σύστημα το ταχύτερο δυνατό και ότι μια καθυστέρηση της τάξης των «τριών μηνών» είναι αδικαιολόγητα μακρά και ότι θα ήταν σκόπιμη η μείωσή της στους δύο μήνες [άρθρο 14(2)].
Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να επιτρέψει στους αιτούντες άσυλο την πρόσβαση στην αγορά εργασίας εντός ενός χρονικού διαστήματος που δεν θα ξεπερνά τους έξι μήνες· θεωρεί δε ότι πρέπει να μειωθεί το χρονικό περιθώριο ερμηνείας του άρθρου 15(1) διευκρινίζοντας ότι «τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στους αιτούντες άσυλο ουσιαστική πρόσβαση στην αγορά εργασίας», γεγονός που συνεπάγεται την πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες που διατίθενται σε όσους αναζητούν εργασία.
4.3.2.1. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι οι κανόνες υποδοχής μπορούν να είναι προς όφελος τόσο του κράτους όσο και του αιτούντος άσυλο, στο μέτρο που επιτρέπουν στον αιτούντα να επιτύχει μια ορισμένη αυτάρκεια.
4.3.3. Επικαλούμενη τη γνωμοδότηση (13) που εξέδωσε με θέμα την πρώτη οδηγία, η ΕΟΚΕ εμμένει στο γεγονός ότι «Η κατάρτιση πρέπει να παρέχεται όσο το δυνατόν ευρύτερα στους πολίτες τρίτων χωρών που τελούν υπό την αιγίδα κράτους μέλους. Η εκτίμηση αυτή οφείλεται σε δύο λόγους: Πριν απ' όλα, όποια κι αν είναι η κατάρτιση που παρέχεται στα πρόσωπα αυτά θα έχει θετικές συνέπειες για την ανάπτυξη της χώρας προέλευσης στην περίπτωση που επιστρέψουν σε αυτή. (…). Κατά δεύτερο λόγο, στην περίπτωση που τα πρόσωπα αυτά παραμείνουν στο κράτος μέλος, θα διευκολυνθεί η πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας λόγω της κατάρτισης που θα έχουν αποκτήσει.» Υπό αυτή την έννοια, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι πρέπει να επιβληθούν ορισμένοι περιορισμοί στον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη ερμηνεύουν το άρθρο 16 και ότι πρέπει να προτιμηθεί μια αμεσότερη και πληρέστερη διατύπωση: «Τα κράτη μέλη επιτρέπουν και οργανώνουν την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην επαγγελματική κατάρτιση, ασχέτως του αν έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας».
4.4. Ως προς τους γενικούς κανόνες για τις υλικές συνθήκες υποδοχής και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (άρθρο 17)
4.4.1. Η ΕΟΚΕ συνιστά να διευκρινιστεί ότι οι κανόνες εξακολουθούν να ισχύουν κατά τη διαδικασία προσφυγής.
4.4.2. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την αναδιατύπωση του άρθρου 17(5), το οποίο προβλέπει την αύξηση των παροχών υλικής βοήθειας κατά την υποδοχή σε όσα κράτη μέλη τα τρέχοντα επίπεδα κρίνονται χαμηλά.
4.5. Ως προς τον περιορισμό ή ανάκληση των υλικών συνθηκών υποδοχής (κεφ. ΙΙ – άρθρο 20)
4.5.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τις αμφιβολίες της για το συγκεκριμένο μέτρο στην περίπτωση που ο αιτών άσυλο «έχει υποβάλει ήδη αίτηση ασύλου στο ίδιο κράτος μέλος». Όντως, στην πράξη προκύπτει ότι μιας πρώτης αίτησης έπεται ενδεχομένως μια αίτηση για επανεξέταση με την αιτιολογία είτε της προσκόμισης επιπρόσθετων πληροφοριών ως προς την κατάσταση του αιτούντος είτε της προσκόμισης συμπληρωματικών εγγράφων. Άρα, κρίνεται ιδιαίτερα αυστηρός ο αποκλεισμός του αιτούντος από το υλικό σύστημα υποδοχής. Υπό αυτό το πρίσμα, η ΕΟΚΕ εισηγείται την διαγραφή αυτής της αναφοράς [άρθρο 20(1)γ].
Επιπλέον, ένα τέτοιο μέτρο αντιβαίνει στο πνεύμα της πρότασης αναδιατύπωσης του «κανονισμού για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας» (14), καθώς και στις προσαρμογές που προβλέπει ο κανονισμός αυτός.
4.5.2. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις προτάσεις του αναδιατυπωμένου άρθρου 20(2) για τον περιορισμό ή την ανάκληση των υλικών συνθηκών υποδοχής, καθώς και την πρόταση του αναδιατυπωμένου άρθρου 20(4) για παροχή ελάχιστων υλικών συνθηκών υποδοχής σε όλους τους αιτούντες άσυλο.
4.6. Ως προς τις διατάξεις σχετικά με τα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες (κεφ. – άρθρα 21 έως 24)
Η ΕΟΚΕ ζητά, στην περίπτωση των ανηλίκων, να προσδιοριστεί με τρόπο συστηματικό ότι «το απώτερο συμφέρον του παιδιού» πρέπει να ερμηνεύεται με βάση το άρθρο 3(1) της Διεθνούς Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Παιδιού [άρθρο 22(1)].
4.7. Ως προς τα θύματα βίας ή βασανιστηρίων (άρθρο 24)
4.7.1. Η ΕΟΚΕ προτείνει τα θύματα βίας ή βασανιστηρίων και τα άτομα με προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας να περιθάλπονται σε κατάλληλο νοσηλευτικό ίδρυμα.
4.7.2. Θα πρέπει επίσης να έχουν δυνατότητα πρόσβασης σε ειδικές νοσηλευτικές μονάδες. Το υγειονομικό προσωπικό, είτε πρόκειται για παθολόγους είτε για ειδικευμένους ιατρούς, πρέπει να έχει πρόσβαση στα κέντρα υποδοχής ή κράτησης· οι δε αιτούντες χορήγηση διεθνούς προστασίας πρέπει να δικαιούνται ιατρικής εξέτασης και ειδικής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από υγειονομικό προσωπικό εγνωσμένης αξίας βάσει του συστήματος υγείας της εκάστοτε χώρας υποδοχής.
4.7.3. Αν και η Επιτροπή δεν προτείνει τροποποιήσεις στο άρθρο 13, βάσει του οποίου τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν τους αιτούντες σε ιατρικές εξετάσεις για λόγους δημόσιας υγείας, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η υποχρεωτική εξέταση για διάγνωση του ιού HIV συνιστά σωρεία παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ιδίως του δικαιώματος του ιδιωτικού βίου (15). Η υποβολή σε ιατρικούς ελέγχους δεν πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την είσοδο στην επικράτεια της χώρας ή για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας χορήγησης ασύλου στους αιτούντες διεθνή προστασία. Γενικότερα, οι ιατρικές εξετάσεις πρέπει να συνοδεύονται από την κατάλληλη ενημέρωση σε γλώσσα που κατανοεί ο αιτών (βλ. 4.2.3.1) καθώς και από τη συγκατάθεση, την παροχή συμβουλών, την υποχρέωση εχεμύθειας, καθώς και την κατάλληλη ιατρική παρακολούθηση και θεραπεία.
4.8. Ως προς τις προσφυγές (κεφ. V – άρθρο 25)
4.8.1. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίζουν πρόσβαση σε νομική βοήθεια στους αιτούντες [άρθρο 25(2)], αλλά κρίνει απαραίτητη τη διευκρίνιση ότι η προσφυγή έχει ανασταλτικό χαρακτήρα [άρθρο 25(1)], διαφορετικά, η διάταξη καθίσταται κενό γράμμα (16).
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ στις 12.3.2008 με τίτλο «Πράσινη Βίβλος σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου» με εισηγήτρια την κα LE NOUAIL MARLIERE (ΕΕ C 204, στις 9.8.2008).
(2) Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ στις 25.2.2009 με τίτλο «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Σχέδιο πολιτικής για το άσυλο – Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της προστασίας σε όλη την ΕΕ» με εισηγητή τον κ. PARIZA CASTAÑOS και συνεισηγήτρια την κα BONTEA (ΕΕ C 218 της 11.9.2009).
(3) COM(2007) 301 τελικό που υποβλήθηκε στις 6 Ιουνίου 2007.
(4) Επί της οποίας η ΕΟΚΕ εξέδωσε τη γνωμοδότηση στις 12.3.2008 με τίτλο «Πράσινη Βίβλος σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου» με εισηγήτρια την κα LE NOUAIL MARLIERE (ΕΕ C 204 στις 9.8.2008).
(5) Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ στις 28.11.2001 με τίτλο «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη» με εισηγητή τον κ. DANTIN και συνεισηγητή τον κ. PARÍZA CASTAÑOS (ΕΕ C 48 στις 21.2.2002).
(6) Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ στις 28.11.2001 με τίτλο «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη» με εισηγητή τον κ. DANTIN και συνεισηγητή τον κ. PARÍZA CASTAÑOS (ΕΕ C 48 στις 21.2.2002).
(7) «Καθένας έχει το δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελμά του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες δουλειάς και να προστατεύεται από την ανεργία».
(8) 1951.
(9) Σύμβασης της Γενεύης, άρθρο 31: «Αι συμβαλλόμεναι χώραι δεν θα επιβάλλουν ποινικάς κυρώσεις εις πρόσφυγας λόγω παρανόμου εισόδου ή διαμονής, εάν ούτοι, προερχόμενοι απ' ευθείας εκ χώρας ένθα η ζωή ή η ελευθερία αυτών ηπειλείτο, εν τη εννοία του άρθρου 1, εισέρχονται ή ευρίσκονται ήδη επί του εδάφους αυτών άνευ αδείας, υπό την επιφύλαξιν πάντως, ότι ούτοι αφ' ενός μεν θα παρουσιασθούν αμελλητί εις τας αρχάς αφ' ετέρου δε θα δώσουν επαρκείς εξηγήσεις περί της παρανόμου αυτών εισόδου ή διαμονής».
(10) Το άρθρο 37 αναφέρεται κυρίως στην κράτηση.
(11) Διεθνής Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού, άρθ. 3(1): «Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού.»
(12) Βλέπε σελίδα 115 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
(13) Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ στις 28.11.2001 με τίτλο «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη» με εισηγητή τον κ. MENGOZZI και συνεισηγητή τον κ. PARÍZA CASTAÑOS (ΕΕ C 48 στις 21.2.2002) – Οδηγία 2003/9/ΕΚ.
(14) COM(2008) 820 τελικό που αποτελεί αντικείμενο γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ στις 16.7.2009 για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)» με εισηγήτρια την κα LE NOUAIL MARLIÈRE (CESE 443/2009 - SOC/333 - Βρίσκεται επίσης στην ίδια δημοσίευση).
(15) Όπως ορίζεται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 8 ΕΣΔΑ.
(16) Βλ. Υπόθεση Gebremedhin γ) Γαλλία, Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της 26ης Απριλίου 2007: Σύμβαση για τη Διαφύλαξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών του Συμβουλίου της Ευρώπης, 1950, άρθρα 3 και 13, σχετικά με την ανεπανόρθωτη βλάβη που μπορεί να προκληθεί σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί ο κίνδυνος βασανιστηρίων ή κακοποίησης, πλήρες δικαίωμα προσφυγής με ανασταλτικό αποτέλεσμα. Παράγραφοι 66 και 67, http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=816069&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/115 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα» (αναδιατύπωση)
COM(2008) 820 τελικό – 2008/0243 (COD)
(2009/C 317/22)
Εισηγήτρια: η κ. LE NOUAIL-MARLIÈRE
Την 1η Απριλίου 2009 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την
Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)
COM(2008) 820 τελικό – 2008/0243 (COD)
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Ιουνίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση της κ. LE NOUAIL MARLIÈRE.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότησης με 154 ψήφους υπέρ, 6 ψήφους κατά και 7 αποχές.
1. Συμπεράσματα
1.1. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την εξέλιξη του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ» με στόχο, αφενός, την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του συστήματος και της διασφάλισης, κατά την εφαρμογή της διαδικασίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων κάθε ατόμου που χρειάζεται διεθνή προστασία και, αφετέρου, την αντιμετώπιση καταστάσεων σε ορισμένα κράτη μέλη τα οποία διαθέτουν περιορισμένες δυνατότητες υποδοχής και συνεπώς δεν μπορούν να προσφέρουν το απαραίτητο επίπεδο προστασίας.
1.2. Η ΕΟΚΕ επικροτεί, τασσόμενη υπέρ της διασφάλισης ουσιαστικής πρόσβασης στη διαδικασία αίτησης ασύλου και συμφωνεί με την υποχρέωση κάθε υπεύθυνου κράτους μέλους να προβαίνει σε πλήρη αξιολόγηση της προστασίας των αιτούντων άσυλο οι οποίοι προωθήθηκαν στο έδαφός του.
1.3. Η ΕΟΚΕ σημειώνει τα προοδευτικά βήματα που γίνονται στην πρόταση της Επιτροπής όσον αφορά την διασφάλιση ενισχυμένων κανόνων προστασίας, ιδιαίτερα μέσω της καλύτερης ενημέρωσης των αιτούντων άσυλο σχετικά με τη διαδικαστική πορεία της αίτησής τους· διατυπώνει, ωστόσο, ορισμένες επιφυλάξεις όσον αφορά τις γλωσσικές πτυχές και τη γλώσσα στην οποία διατυπώνεται η ενημέρωση σχετικά με το καθεστώς της αίτησης ή της μεταφοράς. Πράγματι, δεδομένου ότι η ενημέρωση λειτουργεί ως κοινοποίηση και συνεπάγεται το δικαίωμα προσφυγής και συγκεκριμένες προθεσμίες, ο αιτών διεθνή προστασία θα πρέπει να ενημερώνεται στη γλώσσα του ή σε μια γλώσσα που κατανοεί, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης ορκωτού διερμηνέα ή μιας επικυρωμένης μετάφρασης, και ενός συνηγόρου που ορίζεται αυτεπαγγέλτως από τα δικαστήρια ή επιλέγεται από τον αιτούντα.
1.4. Οι αιτούντες διεθνή προστασία θα πρέπει να δικαιούνται αυτεπαγγέλτως συνηγόρου και δωρεάν δικαστικής αρωγής.
1.5. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την επέκταση των ανθρωπιστικών ρητρών σε ρήτρες διακριτικής ευχέρειας, αλλά επιθυμεί να διευκρινιστεί το πεδίο εφαρμογής, ούτως ώστε οι ρήτρες διακριτικής ευχέρειας και κυριαρχίας να μην αποβούν εις βάρος του συμφέροντος και της προστασίας των αιτούντων άσυλο.
1.6. Υπογραμμίζει ότι είναι απαραίτητο να εξετάζεται πάντα σε ατομική βάση η κατάσταση κάθε αιτούντος συμπεριλαμβανομένης και της φάσης προσδιορισμού της ευθύνης του κράτους μέλους ενόψει της αναλυτικής εξέτασης της αίτησης, να παρέχεται δε η επικουρική προστασία, εάν και εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται κατά το πρώτο συμβατικό καθεστώς (του πρόσφυγα).
1.7. Επαναλαμβάνει τη σύστασή της προς τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση να μην χρησιμοποιούν δήθεν ασφαλείς καταλόγους από τρίτες χώρες, εάν δεν καταρτιστεί κοινός κατάλογος στα κράτη μέλη, που θα υποβληθεί στις ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στα εθνικά κοινοβούλια, ιδίως κατά τη φάση προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους για την εξέταση της αίτησης.
1.8. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η κράτηση των αιτούντων άσυλο δεν έχει χαρακτηρισθεί ακόμη ως απαράδεκτη πρακτική, εφόσον δεν διατάσσεται από αρμόδια δικαστική αρχή.
1.9. Επιθυμεί, σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, να χαρακτηρίζονται οι προσφυγές συστηματικά ως «αναστολή της αναγκαστικής επιστροφής ή της αποκαλούμενης εθελουσίας επιστροφής».
1.10. Συνιστά να αξιοποιηθεί η εμπειρία των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διασφαλίζοντας τη δυνατότητα προσβάσεώς τους στους αιτούντες διεθνή προστασία και παροχής συνδρομής στους αιτούντες άσυλο· συνιστά δε στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν τις δεξιότητες των οργανώσεων αυτών ενόψει της ενδεχόμενης συμμετοχής τους στα προγράμματα επιμόρφωσης των υπαλλήλων των φορέων εξέτασης των αιτήσεων προστασίας, ακόμη και κατά την κρίσιμη φάση προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους, να λαμβάνεται δε υπόψη η τοπική διάσταση, ώστε οι τοπικές ή οι περιφερειακές αρχές να μπορούν να ζητούν τη βοήθεια και τη στήριξη των αρμόδιων ΜΚΟ.
1.11. Συνιστά στα κράτη μέλη να δραστηριοποιηθούν περισσότερο κατά των εγκληματιών που ευθύνονται για την εμπορία ανθρώπων και να επικυρώσουν τις διεθνείς συμφωνίες καταπολέμησης της εγκληματικότητας συμπεριλαμβανομένων των δύο Πρωτοκόλλων της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του οργανωμένου διασυνοριακού εγκλήματος· να απαλείψουν από τον κατάλογό τους των ασφαλών τρίτων χωρών τις χώρες που δεν έχουν επικυρώσει ούτε τις συμφωνίες αυτές, ούτε τη Σύμβαση της Γενεύης για την προστασία των προσφύγων· τέλος, να εξασφαλίσουν την προστασία και την απαλλαγή από διώξεις σε θύματα λαθρεμπορίου και εμπορίας ανθρώπων με τη συνεπέστερη τήρηση των δικαιωμάτων τους για διεθνή προστασία όταν ζητούν άσυλο και προστασία, και τούτο μόλις οι υπάλληλοι των δημόσιων αρχών λαμβάνουν γνώση, καθώς και να εξασφαλίζουν την εκπαίδευση των τελευταίων.
1.12. Εμπιστευτικός χαρακτήρας και διαχείριση των προσωπικών δεδομένων
— |
Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προτάσεις που διατυπώνονται με σκοπό την παροχή αυξημένης ασφάλειας των δεδομένων στο Eurodac (COM 2008/825-3)· σύμφωνα με αυτές, κάθε κράτος μέλος οφείλει να διαθέτει σχέδιο ασφάλειας ειδικά για την προστασία των δεδομένων, να εμποδίζει την πρόσβαση σε μη εξουσιοδοτημένα άτομα και να εμποδίζει τη μη εξουσιοδοτημένη χρήση, ανάγνωση, αντιγραφή ή προσθήκη των δεδομένων (1). Η ιδιαίτερα ευάλωτη θέση των αιτούντων άσυλο έναντι των κινδύνων που ενέχει η δημοσίευση των δεδομένων τους απαιτεί τη θέσπιση δεσμευτικών κανόνων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας. |
— |
Η ΕΟΚΕ επικροτεί και άλλες διατάξεις με τις οποίες επιδιώκεται να διασφαλιστεί «πιο αποτελεσματική διαχείριση των διαγραφών», διότι έτσι οι ευαίσθητες πληροφορίες δεν θα διατηρούνται στη βάση δεδομένων για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το απαιτούμενο, ιδίως μετά την χορήγηση άδειας παραμονής ή την αποχώρηση του ενδιαφερόμενου από την επικράτεια του κράτους μέλους. |
1.13. Προστασία των προσφύγων σε τρίτες χώρες που γειτονεύουν με την ΕΕ
Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει την ΕΕ να μην εκχωρήσει την αρμοδιότητα διαχείρισης και εξέτασης των ατομικών περιπτώσεων των αιτούντων άσυλο σε χώρες που δεν έχουν κυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση για την προστασία των προσφύγων (2) ή το πρόσθετο πρωτόκολλό της (3).
2. Εισαγωγή και περίληψη της πρότασης της Επιτροπής
2.1. Το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου (ΚΕΣΑ) αναπτύχθηκε σε δύο χωριστές φάσεις. Η πρώτη άρχισε με το Συμβούλιο του Τάμπερε (1999), μετά την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ, η οποία προσέδωσε κοινοτική διάσταση στις πολιτικές για τη μετανάστευση και το άσυλο. Η πρώτη αυτή φάση ολοκληρώθηκε το 2005.
2.2. Κατά τη διάρκεια της φάσης αυτής εκπονήθηκαν οδηγίες για το άσυλο και τέθηκαν τα θεμέλια για μια στοιχειώδη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.
2.3. Την έναρξη της δεύτερης φάσης οικοδόμησης του ΚΕΣΑ σηματοδότησε η θέσπιση του Προγράμματος της Χάγης (που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2004), όπου ορίζεται ότι, έως το 2010, θα πρέπει να έχουν επιτευχθεί οι κύριοι στόχοι του ΚΕΣΑ, με βάση την υιοθέτηση μηχανισμών και μέτρων για την περαιτέρω εναρμόνιση και τη βελτίωση των απαιτήσεων προστασίας ενόψει της καθιέρωσης του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.
2.4. Πριν υιοθετήσει νέες πρωτοβουλίες, η Επιτροπή εκπόνησε, το 2007, μια Πράσινη Βίβλο (4) την οποία υπέβαλε στα διάφορα ευρωπαϊκά όργανα, στα κράτη μέλη και στην κοινωνία των πολιτών (5), με βάση την οποία η Επιτροπή υιοθέτησε στη συνέχεια ένα σχέδιο δράσης στον τομέα του ασύλου. Στο σχέδιο αυτό περιλαμβάνεται απαρίθμηση των μέτρων που σκοπεύει να υιοθετήσει η Επιτροπή για την υλοποίηση της δεύτερης φάσης του ΚΕΣΑ.
2.5. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2003, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών όσον αφορά τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας (εφεξής: «κανονισμός του Δουβλίνου» (6)), την αναδιατύπωση του οποίου προτείνει σήμερα η Επιτροπή, έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ (7).
2.6. Κύριος στόχος της αναδιατύπωσης είναι να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος και να ενισχυθούν οι κανόνες προστασίας των ατόμων που υπόκεινται στη «διαδικασία του Δουβλίνου», σκοπός της οποίας είναι ουσιαστικά να προσδιορίσει το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου ή επικουρικής προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή διεθνούς προστασίας με την έννοια της Σύμβασης της Γενεύης του 1965, του Πρωτοκόλλου της Νέας Υόρκης του 1967 και της οδηγίας «υποδοχή», 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 2003 και «αναγνώριση» 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004, (επίσης υπό αναδιατύπωση). Ταυτόχρονα, η πρόταση έχει ως στόχο να συμβάλει στην καλύτερη αντιμετώπιση καταστάσεων ιδιαίτερης πίεσης των εγκαταστάσεων υποδοχής των κρατών μελών.
2.7. Η πρόταση διατηρεί τις ίδιες βασικές αρχές όπως ο υφιστάμενος κανονισμός του Δουβλίνου, δηλαδή ότι η ευθύνη για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας βαρύνει κυρίως το κράτος μέλος που διαδραμάτισε τον μεγαλύτερο ρόλο κατά την είσοδο ή τη διαμονή του αιτούντος στα εδάφη των κρατών μελών, εκτός από εξαιρέσεις που αφορούν την προστασία της ενότητας της οικογένειας.
2.8. Διατηρεί ουσιαστικά τις υποχρεώσεις των κρατών μελών έναντι αλλήλων και εισάγει διατάξεις για τη ρύθμιση των υποχρεώσεων των κρατών μελών έναντι των αιτούντων άσυλο που υπόκεινται στη διαδικασία του Δουβλίνου, στο μέτρο που οι διατάξεις αυτές επηρεάζουν τη ροή των διαδικασιών μεταξύ κρατών μελών ή είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση της συνοχής με άλλες πράξεις για το άσυλο. Οι νέες νομικές διατάξεις συμβάλλουν στη βελτίωση των υφιστάμενων διαδικαστικών εγγυήσεων με στόχο την επίτευξη υψηλότερου βαθμού προστασίας ώστε να δίδεται καλύτερη απάντηση στις ειδικές ανάγκες των προσώπων που υπόκεινται στη διαδικασία ενώ θα αποφεύγονται ενδεχόμενα κενά στην προστασία τους.
Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή της με την οδηγία «αναγνώριση» 2004/83/CE η πρόταση επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού για να συμπεριλάβει τους αιτούντες επικουρική προστασία (και τους δικαιούχους αυτής) σε αντίθεση με τον αρχικό κανονισμό ΕΚ/343/2003 που περιελάμβανε μόνο τους αιτούντες άσυλο, και ταυτόχρονα βελτιώνει ορισμένες διατάξεις προκειμένου να διασφαλισθεί η απρόσκοπτη λειτουργία της διαδικασίας και του συστήματος προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους και να ενισχυθούν οι νομικές εγγυήσεις που παρέχονται στους αιτούντες διεθνή προστασία ώστε να μπορούν να υπερασπίζονται καλύτερα τα δικαιώματά τους.
Δίνει επίσης ιδιαίτερη έμφαση στα μέτρα που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ενότητας της οικογένειας και στην προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων και «άλλων ευάλωτων ομάδων».
Τέλος, για να αποφευχθεί η περίπτωση όπου, σε καταστάσεις ιδιαίτερης πίεσης σε ορισμένα κράτη μέλη με περιορισμένες ικανότητες υποδοχής και απορρόφησης, οι μεταφορές στα πλαίσια της διαδικασίας του Δουβλίνου επιβαρύνουν περαιτέρω αυτά τα κράτη μέλη, καθιερώνεται νέα διαδικασία στον κανονισμό που επιτρέπει την αναστολή των μεταφορών του Δουβλίνου προς το υπεύθυνο κράτος μέλος.
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1. Η πρόταση αποτελεί μέρος ενός συνόλου μέτρων που ανακοινώνονται στο σχέδιο δράσης για το άσυλο ενόψει της θέσπισης του ΚΕΣΑ (Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου) (8) και εντάσσεται στο πλαίσιο της εναρμόνισης, την οποία επιθυμεί διακαώς η ΕΟΚΕ. Ταυτόχρονα, η πρόταση λαμβάνει υπόψη τις ατέλειες που διαπιστώθηκαν κατά τη διαβούλευση για την Πράσινη Βίβλο σχετικά με το μελλοντικό Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Διαπιστώνεται όμως, ότι η πρόταση δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την αρχή σύμφωνα με την οποία η ευθύνη για την εξέταση μιας αίτησης πρέπει να βαρύνει, εκτός εξαιρέσεων, πρωταρχικά το κράτος μέλος που διαδραμάτισε το μεγαλύτερο ρόλο κατά την είσοδο και τη διαμονή του αιτούντος άσυλο. Η Επιτροπή προτείνει, εξάλλου, με δική της πρωτοβουλία, να προβεί σε ορισμένες πιο ουσιαστικές αλλαγές αλλά χωρίς να προσδιορίζει την προθεσμία (περίληψη της αξιολόγησης του αντικτύπου, SEC(2008) 2962/2963 2ο κεφάλαιο, παρακολούθηση και αξιολόγηση, τρίτο εδάφιο), προσέγγιση που βασίζεται στην κατανομή της ευθύνης ανάλογα με τον τόπο υποβολής (COM(2008) 820 Αιτιολογική έκθεση σημείο 2, «διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους», εδάφιο 3).
3.2. Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η θέση που υιοθέτησε η Επιτροπή αποτελεί προφανώς τη θέση που υποστηρίζει η πλειοψηφία των κρατών μελών, αλλά υπενθυμίζει ότι η ίδια υποστηρίζει από το 2001 με έμφαση την άποψη ότι πρέπει να εξασφαλιστεί η δυνατότητα του αιτούντος άσυλο να επιλέγει «τη χώρα υποβολής αιτήσεως, λαμβανομένων υπόψη των πολιτιστικών και κοινωνικών κινήτρων (…) που είναι καθοριστικά για την ταχύτερη ένταξη» (9) και παρατηρεί σχετικά με το μελλοντικό ΚΕΣΑ (10) ότι η θέση της αυτή υποστηρίζεται από «πολυάριθμες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών» καθώς και από την ίδια την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR).
3.3. Κατόπιν της επιφυλάξεως αυτής επί της αρχής, η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι πρέπει να προβλεφθεί μια νέα διαδικασία προκειμένου να ανασταλεί η μεταφορά με βάση τον κανονισμό του Δουβλίνου προς ένα υπεύθυνο κράτος μέλος σε περίπτωση που αυτό δημιουργεί επιπλέον πιέσεις στο εν λόγω κράτος μέλος.
3.4. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι τα μέτρα αυτά εκφράζουν την πρόθεση για την παροχή ενισχυμένων νομικών και διαδικαστικών εγγυήσεων όσον αφορά τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο.
3.5. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η κράτηση των αιτούντων άσυλο δεν έχει χαρακτηρισθεί ακόμη ως απαράδεκτη πρακτική, - εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες έχουν διαπιστωθεί δικαστικά παράνομες ή παρελκυστικές προθέσεις του αιτούντα άσυλο – και προβλέπεται σε ορισμένες περιπτώσεις, που χαρακτηρίζονται ως «εξαιρετικές», σύμφωνα με κριτήρια που αφήνουν στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη πολύ μεγάλα περιθώρια ερμηνείας, με αποτέλεσμα οι συνήγοροι των αιτούντων να προσφεύγουν σε πολυάριθμες και χρονοβόρες διαδικασίες.
3.6. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την συστηματική εφαρμογή της αρχής της δικαστικής προσφυγής για κάθε απόφαση και ειδικά για εκείνες που συνεπάγονται «μεταφορά», κρίνει δε ότι η κάθε προσφυγή πρέπει να συνεπάγεται «αναστολή», ώστε να επιτυγχάνεται πλήρως η εγγύηση των δικαιωμάτων, σύμφωνα με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1. Όσον αφορά τις αιτιολογικές σκέψεις
4.1.1. Σχετικά με την ενότητα της οικογένειας (12): Η κοινή εξέταση των αιτήσεων των μελών μιας οικογένειας δεν πρέπει να αποτελεί απλώς μέτρο που επιτρέπει «να αποφευχθεί ο χωρισμός των μελών οικογένειας» αλλά να αποσκοπεί στη διασφάλιση της οικογενειακή επανένωσης ατόμων που ζητούν διεθνή προστασία και στον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων κάθε αιτούντα και ιδιαίτερα των γυναικών.
4.1.2. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει με έμφαση την πρόταση σύμφωνα με την οποία κάθε κράτος μέλος μπορεί να παρεκκλίνει από τα κριτήρια ευθύνης, κυρίως για λόγους ανθρωπιστικού χαρακτήρα (14).
4.1.3. Το δικαίωμα προσφυγής σχετικά με τη μεταφορά προς το υπεύθυνο κράτος μέλος (16, 17) πρέπει να συνεπάγεται αναστολή της μεταφοράς, ώστε να μην διακυβεύεται η ουσιαστική άσκηση αυτού του δικαιώματος (11).
4.1.4. Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης, η κράτηση των αιτούντων άσυλο (18) επιτρέπεται μόνο σε «εξαιρετικές περιπτώσεις». Σε αντίθεση με τα αιτιολογικά σημεία του προτεινόμενου κειμένου, οι εξαιρετικές περιπτώσεις δεν διευκρινίζονται με σαφήνεια. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι δεν θα πρέπει να λαμβάνεται απόφαση για την κράτηση ενός αιτούντα άσυλο, παρά μόνο όταν υποβάλει την αίτησή του ενώ έχει ήδη λάβει ειδοποίηση ότι πρόκειται να απομακρυνθεί.
4.2. Όσον αφορά τον στόχο και τους ορισμούς (κεφάλαιο Ι, άρθρα 1 και 2)
4.2.1. H EOKE διερωτάται αν είναι σκόπιμη η προσθήκη της έννοιας «κίνδυνος διαφυγής» στον κατάλογο των ορισμών (άρθρο 2.1.), καθότι η έννοια αυτή χρησιμοποιείται στη συνέχεια του κειμένου αναδιατύπωσης του κανονισμού για τον προσδιορισμό των περιπτώσεων κράτησης. Τονίζει, πάντως, ότι πρέπει να περιοριστούν «οι λόγοι που βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια τα οποία καθορίζονται από το νόμο» και οι οποίοι επιτρέπουν να εικάζεται ότι ένα άτομο που υπόκειται σε απόφαση μεταφοράς μπορεί να διαφύγει· να διευκρινιστεί δε ότι οι λόγοι αυτοί πρέπει να αποφασίζονται από το αρμόδιο δικαστήριο ώστε να τηρούνται τα δικαιώματα της υπεράσπισης, σύμφωνα με τη Σύμβαση Διαφύλαξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.
4.3. Όσον αφορά τις γενικές αρχές και εγγυήσεις (κεφάλαιο ΙΙ, άρθρα 3 έως 6)
Το δικαίωμα ενημέρωσης
4.3.1. Ο αιτών άσυλο πρέπει να είναι ενήμερος για το δικαίωμά του να υποβάλει ένσταση κατά της απόφασης μεταφοράς καθώς και για τα ένδικα μέσα που διαθέτει και όχι απλώς ότι είναι «δυνατότητά» του (άρθρο 4.1, εδάφιο ε).
4.3.2. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, όταν «οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται γραπτώς σε γλώσσα την οποία ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί ο αιτών» αυτό σημαίνει ότι οι εκπρόσωποι των αρχών διαθέτουν ικανότητα εκτίμησης, ενώ δεν είναι βέβαιο ότι διαθέτουν τις απαραίτητες γλωσσικές γνώσεις για τον σκοπό αυτό (άρθρο 4.2). Προτείνει να διευκρινισθεί στο άρθρο αυτό ότι οι πληροφορίες παρέχονται σε μία γλώσσα την οποία ο αιτών δηλώνει ότι κατανοεί.
Εγγυήσεις για ανηλίκους
4.3.3. Εφόσον «το μείζον συμφέρον του παιδιού» αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα σε όλες τις διαδικασίες (άρθρο 6.1), θα ήταν σκόπιμο να αναφέρεται ρητά ότι αυτό ισχύει με βάση το άρθρο 3.1. της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού, ώστε να καθίσταται δυνατή η επίκληση του δικαιώματος αυτού ενώπιον του δικαστηρίου.
Εξαρτώμενοι συγγενείς (άρθρο 11.1)
4.3.4. Για να εξασφαλισθεί η ομοιογένεια του κειμένου, προτείνεται να αντικατασταθεί ο όρος ο «αιτών άσυλο» από τον όρο «ο αιτών διεθνή προστασία».
4.3.5. Το γεγονός ότι τα ενδιαφερόμενα άτομα πρέπει να εκφράσουν την επιθυμία τους «γραπτώς», περιορίζει τις δυνατότητες έκφρασης του αιτούντα, πράγμα που είναι αντίθετο προς το πνεύμα του κειμένου. Θα ήταν ορθότερο να διευκρινιστεί το σημείο αυτό ως εξής: «το αίτημα αυτό μπορεί να διατυπωθεί σε οποιαδήποτε μορφή, αρκεί να επιτρέπει στις αρχές την καταγραφή του (γραπτώς, προφορικώς, ερωτηματολόγιο)».
Όσον αφορά τις ρήτρες διακριτικής ευχέρειας (κεφάλαιο IV άρθρο 17)
4.3.6. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι «η απόφαση (του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα αναδοχής)που απορρίπτει το αίτημα [πρέπει να]αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται». (Άρθρο 17.2 εδάφιο 3) Κρίνει επίσης απαραίτητη τη διευκρίνιση ότι: «εάν δεν δοθεί απάντηση εντός προθεσμίας δύο μηνών, το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση καθίσταται υπεύθυνο για την εξέτασή της»
Όσον αφορά τις διαδικασίες για τα αιτήματα αναδοχής και εκ νέου ανάληψης (κεφάλαιο VI, άρθρα 20 έως 31)
4.3.7. Η ΕΟΚΕ προτρέπει τα κράτη μέλη να διατυπώνουν όσο το δυνατό συντομότερα (άρθρο 23.2) το αίτημα εκ νέου ανάληψης και, εν πάση περιπτώσει, εντός της προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή (δύο μήνες εάν πρόκειται για EURODAC, τρεις μήνες στις υπόλοιπες περιπτώσεις).
4.3.8. Ο στόχος να παρέχεται στον αιτούντα όσο το δυνατό πιο ολοκληρωμένη πληροφόρηση την οποία να κατανοεί, δεν μπορεί να περιορίζεται σε μια κοινοποίηση «σε γλώσσα την οποία το πρόσωπο ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί» (άρθρο 25.1). Για τους ίδιους λόγους που προέβαλε σχετικά με το άρθρο 4.2., η ΕΟΚΕ επιθυμεί να διευκρινιστεί ότι η κοινοποίηση πρέπει να γίνει σε μια γλώσσα την οποία ο αιτών δηλώνει ότι κατανοεί.
Να διευκρινισθεί επίσης ότι η προσφυγή έχει ανασταλτικό χαρακτήρα (άρθρα 25.2 και 26.1), όπως ζητήθηκε στα σημεία που προηγούνται (αιτιολογικές σκέψεις 16 και 17):
4.3.9. Κατά την γνώμη της ΕΟΚΕ συνιστά αντίφαση το γεγονός ότι προωθείται, από τη μία πλευρά, το δικαίωμα προσφυγής (με ανασταλτικό αποτέλεσμα) του αιτούντα για τον οποίο εκδόθηκε απόφαση μεταφοράς και προβλέπεται, από την άλλη, το ενδεχόμενο να μην έχει το δικαίωμα παραμονής στο έδαφος του κράτους μέλους, εν αναμονή του αποτελέσματος της προσφυγής ή της αναθεώρησης της απόφασης (άρθρα 26.3 και 26.4)
4.3.10. Προκειμένου να δοθεί έμφαση στην αρχή που απορρέει από τη Σύμβαση της Γενεύης, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη δεν υποβάλλουν σε κράτηση ένα πρόσωπο για τον λόγο και μόνο ότι ζητεί διεθνή προστασία (άρθρο 27.1), η ΕΟΚΕ προτείνει να παρεμβληθεί το άρθρο 27.3 πριν από το άρθρο 27.2, ώστε να υπογραμμίζονται περισσότερο οι εναλλακτικές προς την κράτηση λύσεις.
4.3.11. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί να διευκρινισθεί ρητά ότι μόνο οι ανήλικοι που συνοδεύονται μπορούν ενδεχομένως να τεθούν υπό κράτηση (άρθρο 27.10).
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Βλ. Άρθρο 19 (COM-2008/825-3).
(2) Γενεύη 1951.
(3) Νέα Υόρκη 1967.
(4) COM(2007) 301 τελικό που υποβλήθηκε στις 6 Ιουνίου 2007.
(5) Επί της οποίας η ΕΟΚΕ εξέδωσε τη γνωμοδότηση της 12.3.2008 με θέμα «Πράσινη Βίβλος σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου» με εισηγήτρια την κ. LE NOUAIL MARLIERE (ΕΕ C 204 της 9.8.2008).
(6) Πρβλ. κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2003, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας (ΕΕ L 50 της 25ης Φεβρουαρίου 2003, σ. 1).
(7) Βλέπε τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20.03.2002«Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας», εισηγητής ο κ. SHARMA (ΕΕ C 125 της 27.5.2002).
(8) Δεν έχει ζητηθεί η γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με τις τροποποιήσεις του κανονισμού Eurodac [COM (2008) 825]. Ο κανονισμός αυτός (CE) 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000 συμπληρώνει άμεσα τον κανονισμό του Δουβλίνου.
(9) Πρβλ. ιδιαίτερα:
— |
Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20.3.2002«Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας», εισηγητής ο κ. SHARMA (ΕΕ C 125 της 27.5.2002, σ. 28-31). |
— |
Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 12.3.2008 για την «Πράσινη Βίβλο σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου» (COM(2007) 301 τελικό), εισηγήτρια η κα LE NOUAIL MARLIÈRE (ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 77-84). |
(10) Πράσινη Βίβλος σχετικά με το μέλλον του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, COM (2007) 301.
(11) Πρβλ. Υπόθεση Gebremedhin γ) Γαλλία, Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της 26Απριλίου 2007 Σύμβαση για τη Διαφύλαξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών του Συμβουλίου της Ευρώπης, 1950, άρθρα 3 και 13, σχετικά με την ανεπανόρθωτη βλάβη που μπορεί να προκληθεί σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί ο κίνδυνος βασανιστηρίων ή κακοποίησης, πλήρες δικαίωμα προσφυγής με ανασταλτικό αποτέλεσμα Εδάφια 66 και 67: http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=816069&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/120 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα»
COM(2009) 28 τελικό – 2009/0007 (CNS)
και την
«Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας»
COM(2009) 29 τελικό – 2009/0004 (CNS)
(2009/C 317/23)
Εισηγητής: ο κ. SANTILLÁN CABEZA
Στις 13 Φεβρουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 93 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τα ακόλουθα έγγραφα:
«Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα»
[COM(2009) 28 τελικό – 2009/0004 (CNS)]
και
«Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας» [COM(2009) 29 τελικό – 2009/0007 (CNS)].
Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 24 Ιουνίου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Sergio SANTILLÁN CABEZA.
Κατά την 455ή σύνοδο ολομέλειας, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 114 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις δύο προτάσεις οδηγίας, σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων που αφορούν φόρους και σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, καθώς ανταποκρίνονται σε μια πραγματική επιτακτική ανάγκη. Οι κανόνες τους οποίους αντικαθιστούν οι εν λόγω πράξεις είχαν θεσπιστεί προ τριακονταετίας και αποδείχθηκαν αναποτελεσματικοί για τις σύγχρονες απαιτήσεις. Το γεγονός ότι σήμερα, από τις απαιτήσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί αίτηση είσπραξης, εισπράττεται μόνο ένα 5 %, απαιτεί επείγουσα αντιμετώπιση.
1.2. Οι προτάσεις της Επιτροπής ανταποκρίνονται σε μελέτες, προτάσεις και συστάσεις που έχουν διατυπωθεί στους κόλπους της ΕΕ, των κρατών μελών και σε διεθνή φόρουμ και θεσμούς, όπως το G-20 και ο ΟΟΣΑ. Η ΕΟΚΕ έχει επίσης υποστηρίξει ανεπιφύλακτα, σε διάφορες γνωμοδοτήσεις, τις προτάσεις για αύξηση της αποδοτικότητας των συστημάτων συνεργασίας μεταξύ κρατών σε φορολογικά θέματα (σημείο 4.8 της παρούσας γνωμοδότησης).
1.3. Η αναγκαιότητα της μεταρρύθμισης είναι αυξημένη στη σημερινή συγκυρία, όπου οι κοινωνίες καλούνται να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες της οικονομικής λαίλαπας που έχουν προκαλέσει διάφορες κερδοσκοπικές και δόλιες χρηματοπιστωτικές πρακτικές, που αποκαλύφθηκαν από τα τέλη του 2007. Λόγω της κατάστασης αυτής, που θα προκαλέσει σημαντική επιβάρυνση των φορολογουμένων για πολλά χρόνια, έχει τεθεί επί τάπητος η επείγουσα απαίτηση υιοθέτησης αποτελεσματικών μέτρων κατά των απατεώνων, οι οποίοι δρουν υπό την κάλυψη των φορολογικών παραδείσων ή χρησιμοποιούν νομικά τεχνάσματα για να αποφεύγουν την πληρωμή των φόρων.
1.4. Η παγκοσμιοποίηση αυξάνει την ανάγκη συνεργασίας των κρατών σε φορολογικά θέματα. Στην ΕΕ, οι βασικές ελευθερίες που συγκροτούν τα θεμέλια της λειτουργίας της δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται ως κάλυψη για την παραβίαση της γενικής υποχρέωσης πληρωμής των φόρων.
1.5. Για όλους αυτούς τους λόγους, η Επιτροπή ορθά επέλεξε να θεσπίσει νέα ρύθμιση για τα ζητήματα αυτά, αντί να επιφέρει επιμέρους μεταρρυθμίσεις στην ισχύουσα νομοθεσία.
1.6. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τον κεντρικό στόχο των προτάσεων, να εδραιωθεί, δηλαδή, μια κοινοτική διοικητική νοοτροπία και να αποκτήσουν οι διοικητικές υπηρεσίες κατάλληλους μηχανισμούς με τη χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών (όπως τα έντυπα που διεκπεραιώνονται διά της ηλεκτρονικής οδού), ώστε να επιτευχθεί η απλούστευση και επιτάχυνση των διαδικασιών. Αξίζει να επισημανθούν επίσης οι προβλέψεις που θεσπίζονται σχετικά με το γλωσσικό καθεστώς, ένα από τα κύρια εμπόδια που παρεμβάλλονται για συνεργασία σε φορολογικά θέματα (σημείο 5.1).
1.7. Η υποχρέωση παροχής πληροφοριών και τα σχετικά όρια που θεσπίζονται (σημείο 5.2) συνάδουν με τους κανόνες του ΟΟΣΑ και στόχος τους — ορθώς κατά την άποψη της ΕΟΚΕ — είναι να αποτρέπουν την καταχρηστική επίκληση του τραπεζικού απορρήτου και άλλων νομιμοφανών τεχνασμάτων για εξαπάτηση των φορολογικών αρχών.
1.8. Όσον αφορά τη συμμετοχή δημοσίων υπαλλήλων του αιτούντος κράτους στις έρευνες που διεξάγονται στο κράτος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, υπάρχουν ανάλογα προηγούμενα στην ισχύουσα νομοθεσία (σημείο 5.3). Ως προς αυτήν την πτυχή, αλλά και άλλες, οι προτάσεις διαφυλάσσουν την αρχή της εθνικής κυριαρχίας (σημείο 5.5).
1.9. Οι εγγυήσεις που διαθέτει ο φορολογούμενος έναντι των φορολογικών αρχών διατηρούνται στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ κρατών, δεδομένου ότι ο φορολογούμενος διαθέτει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει τη νομιμότητα των ερευνών και των ενεργειών των αρχών (σημείο 5.4).
1.10. Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να εξετάσει μελλοντικά το ενδεχόμενο ενοποίησης των φορολογικών κανόνων (σημείο 5.6).
2. Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα [COM(2009) 28 τελικό]
2.1. Αιτιολογική έκθεση της Επιτροπής
2.1.1. Η ισχύουσα νομοθεσία περί αμοιβαίας συνδρομής (1) χαρακτηρίζεται από χρονοβόρες διαδικασίες και από έλλειψη συνοχής, συντονισμού και διαφάνειας.
2.1.2. Οι φορολογικές αρχές δεν διαθέτουν αρμοδιότητα να προβαίνουν σε είσπραξη φόρων εκτός της επικράτειας του κράτους τους, διότι τα νομικά πλαίσια έχουν εθνικό χαρακτήρα: για να το πράξουν, υποχρεούνται να ζητούν τη συνδρομή ενός ή περισσοτέρων κρατών, μέσω διαδικασιών που έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές. Αυτός ο περιορισμός των αρμοδιοτήτων προκαλεί ένα οξυνόμενο πρόβλημα δεδομένης της αυξανόμενης κινητικότητας κεφαλαίων και προσώπων. Έτσι λοιπόν, η ελεύθερη κυκλοφορία —ένας από τους κεντρικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης— αποκτά εν προκειμένω αρνητική διάσταση, καθότι διευκολύνει τους απατεώνες. Ως εκ τούτου, είναι προφανής η ανάγκη υιοθέτησης νέων μέτρων.
2.1.3. Για να γίνει αυτό σαφές, αρκεί να αναφερθεί ότι, το 2007, τα κράτη μέλη έλαβαν 11 794 αιτήσεις συνδρομής από άλλα κράτη μέλη για την είσπραξη φορολογικών οφειλών. Όμως, τα ποσά που εντέλει εισπράττονται ανέρχονται μόλις στο 5 % περίπου του συνόλου.
2.1.4. Η φοροδιαφυγή είναι ιδιαίτερα σημαντική στην περίπτωση του ΦΠΑ, γεγονός που έχει δύο αποφευκτέες συνέπειες: στρέβλωση των όρων ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά και μείωση των φορολογικών εσόδων των κρατών μελών και της Κοινότητας (2).
2.2. Προτεινόμενα μέτρα σχετικά με την είσπραξη απαιτήσεων
2.2.1. Διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της αμοιβαίας συνδρομής. Σε αντίθεση με την οδηγία 2008/55/ΕΚ, που περιλαμβάνει περιοριστική απαρίθμηση των απαιτήσεων που μπορούν να ανακτηθούν, η υπό εξέταση πρόταση καλύπτει «όλους τους φόρους και τους δασμούς οι οποίοι επιβάλλονται από τις εδαφικές ή τις διοικητικές υποδιαιρέσεις των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών αρχών, ή για λογαριασμό τους», τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης δημόσιου χαρακτήρα, τις «επιστροφές, παρεμβάσεις και άλλα μέτρα» που σχετίζονται με το ΕΓΤΠΕ (3) και το ΕΓΤΑΑ (4) και τις «εισφορές και άλλους δασμούς που προβλέπονται βάσει της κοινής οργάνωσης της αγοράς για τον τομέα της ζάχαρης» (άρθρα 1 και 2).
2.2.2. Βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών. Εκτός από την αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών (άρθρο 5), προστίθεται, και τούτο έχει μεγάλη σημασία, η δυνατότητα των υπαλλήλων του αιτούντος κράτος μέλους να συμμετέχουν στη διενέργεια διοικητικών ερευνών στο έδαφος άλλου κράτους μέλους (άρθρο 6).
2.2.3. Απλούστευση της διαδικασίας κοινοποίησης εγγράφων (άρθρα 7 και 8).
2.2.4. Μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των μέτρων είσπραξης και των συντηρητικών μέτρων (Κεφάλαιο IV). Στις διατάξεις αυτές, που συγκροτούν μια αξιοσημείωτη πτυχή της πρότασης, εξετάζονται τα ακόλουθα ζητήματα:
— |
Η ρύθμιση της αίτησης είσπραξης με σκοπό την εκτέλεσή της στο αιτούν κράτος μέλος (άρθρα 9 έως 12). |
— |
Η αντιμετώπιση της απαίτησης: «Για τον σκοπό της είσπραξης στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, κάθε απαίτηση που αποτελεί αντικείμενο αίτησης είσπραξης εξετάζεται ως απαίτηση του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, εκτός εάν η παρούσα οδηγία ορίζει διαφορετικά» (άρθρο 12 παρ. 1) (5). Η είσπραξη γίνεται στο νόμισμα του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. |
— |
Ενημέρωση του αιτούντος κράτους, μεταφορά των όποιων εισπραχθέντων ποσών, τόκοι υπερημερίας, πληρωμή σε δόσεις (άρθρο 12 παράγραφοι 2 έως 5) |
— |
Τα συντηρητικά μέτρα για την εγγύηση της είσπραξης των απαιτήσεων (άρθρα 15 και 16). |
— |
Τα όρια των υποχρεώσεων της αρχής-αποδέκτη της αίτησης (άρθρο 17). |
— |
Η παραγραφή των οφειλών (άρθρο 18). |
— |
Τα έξοδα που συνδέονται με την είσπραξη (άρθρο 19). |
2.2.5. Ομοιομορφία και απλούστευση των γενικών κανόνων περί αιτήσεων συνδρομής όσον αφορά τα τυποποιημένα έντυπα, τα μέσα κοινοποίησης, το γλωσσικό καθεστώς κλπ. (άρθρα 20 έως 23).
3. Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας [COM(2009) 29 τελικό]
3.1. Αιτιολογική έκθεση της Επιτροπής
3.1.1. Τόσο η ομάδα υψηλού επιπέδου του Συμβουλίου για τη φοροδιαφυγή (6) όσο και η Επιτροπή (7) και τα κράτη μέλη, έχουν διαπιστώσει ότι οι διατάξεις περί της αμοιβαίας συνδρομής των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των αμέσων φόρων και των φόρων επί ασφαλίστρων δεν συνιστούν πρόσφορο εργαλείο (8). Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι σημαντικές ελλείψεις της οδηγίας 77/799/ΕΚ προκαλούν αυξανόμενη δυσκολία όσον αφορά τον ορθό προσδιορισμό των φόρων, επηρεάζουν τη λειτουργία των φορολογικών συστημάτων και συνεπάγονται διπλή φορολόγηση, γεγονός το οποίο αυτό καθαυτό εξωθεί σε φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή, ενώ οι εξουσίες διενέργειας ελέγχων περιορίζονται σε εθνικό επίπεδο (9).
3.1.2. Συνεπώς, προτείνεται να υιοθετηθεί μια καινοτόμος προσέγγιση που να υπερβαίνει την απλή εισαγωγή τροποποιήσεων στην ισχύουσα οδηγία. Για το λόγο αυτό, το νέο καθεστώς αποτελεί ένα νέο ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο που καλύπτει όλες τις βασικές πτυχές της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας και ενισχύει σημαντικά την ικανότητα των αρχών να καταπολεμούν την φοροδιαφυγή και την φοροαποφυγή.
3.1.3. Δεδομένου ότι το ζητούμενο είναι η θέσπιση αποτελεσματικών μηχανισμών συνεργασίας, αφενός, μεταξύ των κοινοτικών αρχών και των κρατών μελών και, αφετέρου, μεταξύ των ίδιων των κρατών μελών, κεντρικός στόχος και των δύο προτάσεων οδηγίας είναι να θεσπιστούν κοινοί κανόνες χωρίς να θίγεται η πλήρης εθνική κυριαρχία στον φορολογικό τομέα.
3.2. Προτεινόμενα μέτρα για τη βελτίωση της διοικητικής συνεργασίας μεταξύ κρατών
3.2.1. Διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής κατά τρόπο ανάλογο με της προηγούμενης πρότασης (είσπραξη απαιτήσεων).
3.2.2. Ανταλλαγή πληροφοριών. Προβλέπονται τρεις περιπτώσεις ανταλλαγής:
— |
Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσης αρχής (άρθρα 5 έως 7). Η αίτηση παροχής πληροφοριών μπορεί να συνεπάγεται τη «διεξαγωγή οιωνδήποτε διοικητικών ερευνών» οι οποίες απαιτούνται για τη συγκέντρωση των πληροφοριών. |
— |
Αυτόματη ανταλλαγή (άρθρο 8). Αφορά τη συστηματική κοινοποίηση, χωρίς προηγούμενη αίτηση, προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος, ανά τακτά εκ των προτέρων καθορισμένα διαστήματα ή μόλις οι πληροφορίες αυτές καθίστανται διαθέσιμες (άρθρο 3, παρ. 4). Ωστόσο, οι ειδικές πτυχές της εν λόγω ανταλλαγής πληροφοριών θα καθοριστούν εντός διετίας, μέσω της διαδικασίας της επιτροπολογίας (άρθρο 24). |
— |
Αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών, όταν η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους το κρίνει σκόπιμο (άρθρο 9). |
3.2.3. Λοιπές μορφές συνεργασίας:
— |
Παρουσία υπαλλήλων της αιτούσης αρχής σε διοικητικές υπηρεσίες και συμμετοχή τους σε διοικητικές έρευνες της αρχής-αποδέκτη της αίτησης (άρθρο 10). |
— |
Ταυτόχρονοι έλεγχοι με αντικείμενο ένα ή περισσότερα πρόσωπα σε διαφορετικά εδάφη (άρθρο 11). |
— |
Διατυπώσεις για διοικητική κοινοποίηση που έχει αποφασιστεί σε άλλο κράτος (άρθρο 12). |
3.2.4. Γενικές πτυχές της διοικητικής συνεργασίας
— |
Ανατροφοδότηση (άρθρο 13). Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται, μεταξύ άλλων, στην ταχύτητα των απαντήσεων. |
— |
Ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και εμπειριών (άρθρο 14). |
— |
Διάφορες πτυχές της συνεργασίας. Η αιτούσα αρχή και η αρχή αποδέκτης μπορούν να γνωστοποιούν τις πληροφορίες και τα έγγραφα που έχουν συγκεντρώσει σε άλλες αρχές και να τα χρησιμοποιούν για άλλους σκοπούς εκτός αυτών που είχαν αρχικά προβλεφθεί (άρθρο 15). Άλλες πτυχές που λαμβάνονται υπόψη είναι οι προϋποθέσεις στις οποίες υπόκεινται οι υποχρεώσεις των κρατών (άρθρο 16)· τα όρια των υποχρεώσεων συνεργασίας (άρθρο 17)· η εφαρμογή της αρχής του πλέον ευνοουμένου κράτους (άρθρο 18)· τυποποιημένα έντυπα και ηλεκτρονικοί μορφότυποι (άρθρο 19)· και χρήση του κοινού δικτύου πληροφοριών (δίκτυο CCN, άρθρο 20). |
4. Γενικές παρατηρήσεις
4.1. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την άποψη της Επιτροπής ότι «στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η ανάγκη των κρατών μελών για αμοιβαία συνδρομή στον τομέα της φορολογίας, και ειδικότερα στον τομέα της άμεσης φορολογίας, αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς. Παρατηρείται μια τεραστίων διαστάσεων εξέλιξη της κινητικότητας των φορολογουμένων, του αριθμού των διασυνοριακών συναλλαγών και της διεθνοποίησης των χρηματοοικονομικών μέσων, γεγονός το οποίο καθιστά ολοένα και δυσκολότερο για τα κράτη μέλη τον ορθό προσδιορισμό της φορολογικής οφειλής, ενώ αυτά εμμένουν στην αρχή της εθνικής κυριαρχίας όσον αφορά το επίπεδο των φόρων» (10).
4.2. Και οι δύο προτάσεις ξεκινούν από τη διαπίστωση ότι οι κανόνες που θεσπίστηκαν εδώ και περισσότερο από μια τριακονταετία (σε μια εποχή όπου η ΕΕ απαρτιζόταν από εννέα κράτη μέλη) δεν είναι επαρκείς σήμερα, λόγω των μεταβολών που υπέστη έκτοτε η εσωτερική αγορά: κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του ’70, η ελεύθερη κυκλοφορία δεν είχε επιτευχθεί ακόμη και η ολοκλήρωση ήταν περιορισμένη.
4.3. Εδώ και χρόνια προκαλούν ανησυχία τα υψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής στην ΕΕ. Το 2004, η Επιτροπή αναφέρθηκε στο ζήτημα αυτό, με αφορμή σκάνδαλα που προκλήθηκαν από τις αθέμιτες πρακτικές ορισμένων επιχειρήσεων (11), και πρότεινε μια σειρά μέτρων για την «αύξηση της διαφάνειας των φορολογικών συστημάτων», ενώ δήλωσε την πρόθεσή της να εργασθεί για την «επεξεργασία συγκεκριμένων προτάσεων ειδικά για τις υποθέσεις φορολογικής απάτης ή [φοροαποφυγής] οι οποίες εμπεριέχουν το στοιχείο των περίπλοκων ή νεφελωδών εταιρικών δομών». Αναφερόμενη σε συγκεκριμένα παραδείγματα (12), η Επιτροπή επεσήμαινε ότι η σειρά σκανδάλων «προκάλεσε αβεβαιότητα στις κεφαλαιαγορές, βλάπτοντας την οικονομία συνολικά».
4.4. Μια πενταετία μετά, διαπιστώνεται ότι τα γεγονότα που περιγράφονταν στην ανακοίνωση του 2004 φαντάζουν ασήμαντα σε σύγκριση με τα σκάνδαλα που ξέσπασαν τελευταία, ενώ οι ζημίες που υπέστη η οικονομία είναι επίσης σαφώς μεγαλύτερες.
4.5. Το ζήτημα αποκτά σήμερα παγκόσμια εμβέλεια, ως συνέπεια της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής λαίλαπας που προκάλεσαν οι δόλιες πρακτικές που άρχισαν να αποκαλύπτονται από τα τέλη του 2007. Ένα από τα καθήκοντα του G-20 είναι να προτείνει τη θέσπιση διεθνών κανόνων για τη διαφάνεια και την αξιοπιστία των εμπορικών συναλλαγών και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής (13).
4.6. Τα σκάνδαλα που προέκυψαν σε ορισμένα κράτη της Ένωσης από τους μηχανισμούς φοροαποφυγής υπό την κάλυψη των φορολογικών παραδείσων (όπως είναι οι απάτες που διαπράττονται στο Λιχτενστάιν εις βάρος των δημοσίων οικονομικών της Γερμανίας) έχουν προκαλέσει μια γενικευμένη απόρριψη εκ μέρους του πληθυσμού, που απαιτεί αποτελεσματικότερα μέτρα για την πάταξη της φοροαποφυγής και του οικονομικού εγκλήματος.
4.7. Η ανταλλαγή πληροφοριών και η διευκόλυνση της πρόσβασης στα σχετικά στοιχεία για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής αποτελούν επίσης έναν από τους στόχους του ΟΟΣΑ (14).
4.8. Εδώ και πολλά χρόνια, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει σθεναρά τα μέτρα ενίσχυσης της συνεργασίας και απαιτεί καλύτερα μέσα και μηχανισμούς ελέγχου (15).
4.9. Στο ίδιο πνεύμα με τις προηγούμενες θέσεις της, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις δύο προτάσεις οδηγίας, διότι συνεπάγονται αισθητή πρόοδο για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η τήρηση των φορολογικών υποχρεώσεων συνιστά καθοριστική προϋπόθεση για τη λειτουργία του κοινωνικού κράτους.
5. Ειδικές παρατηρήσεις
5.1. Η ανάπτυξη μιας κοινοτικής διοικητικής νοοτροπίας
5.1.1. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η πιο αξιοσημείωτη πτυχή των δύο προτάσεων —ιδίως δε εκείνης που αφορά την διοικητική συνεργασία— είναι η βούληση για την ανάπτυξη μιας κοινοτικής διοικητικής νοοτροπίας, η οποία αποδεικνύεται καθοριστική για την πάταξη της απάτης, όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση του 2006 (16).
5.1.2. Η απόφαση αυτή, που ανταποκρίνεται στη μακροχρόνια εμπειρία των φορολογικών αρχών, εκδηλώνεται σε διάφορες πτυχές της πρότασης, όπως είναι: η υποχρέωση ορισμού, στο κάθε κράτος μέλος, μίας κεντρικής φορολογικής υπηρεσίας διασύνδεσης, ενώ είναι δυνατός και ο ορισμός επιμέρους φορολογικών υπηρεσιών διασύνδεσης, που θα ανταλλάσσουν άμεσα πληροφορίες μεταξύ τους· η δυνατότητα ορισμού αρμόδιων υπαλλήλων, εξουσιοδοτημένων να συμμετέχουν άμεσα στη διοικητική συνεργασία· η θέσπιση προθεσμιών (που σήμερα δεν υπάρχουν) για τη διαβίβαση των πληροφοριών· η υποχρέωση «ανατροφοδότησης» κλπ.
5.1.3. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την καθιέρωση τυποποιημένων εντύπων και ηλεκτρονικών μορφότυπων, δεδομένου ότι θα διευκολύνουν αισθητά την διεκπεραίωση των διαδικασιών.
5.1.4. Επισημαίνεται, επίσης, η απλούστευση του γλωσσικού καθεστώτος —που αποτελούσε σημαντικό εμπόδιο για τη συνεργασία και αιτία αύξησης του κόστους των διαδικασιών—, καθώς και η χρήση των νέων τεχνολογιών στον τομέα αυτόν, καθώς τα τυποποιημένα έντυπα μπορούν να μεταφράζονται αυτόματα.
5.2. Τα όρια της διοικητικής συνεργασίας, το τραπεζικό απόρρητο, η δραστηριότητα πρακτόρων και η συμμετοχή σε κεφάλαιο.
5.2.1. Η προβλεπόμενη διοικητική συνεργασία υπόκειται σε περιορισμούς. Το κράτος μέλος αποδέκτης της αίτησης οφείλει να παράσχει τις αιτούμενες πληροφορίες με την προϋπόθεση ότι «δεν επιβάλλουν δυσανάλογο διοικητικό φόρτο» και ότι το αιτούν κράτος μέλος «έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφόρησης» που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει. Εντούτοις, το κράτος αποδέκτης της αίτησης μπορεί να αρνηθεί την διαβίβαση πληροφοριών σε συγκεκριμένες περιπτώσεις: α) εάν η διεξαγωγή των ερευνών ή η συγκέντρωση των αιτούμενων πληροφοριών είναι αντίθετη με την εσωτερική του νομοθεσία· β) εάν το αιτούν κράτος μέλος δεν θα ήταν σε θέση, για νομικούς λόγους, να παράσχει ανάλογες πληροφορίες με αυτές που ζητά· γ) εάν η διαβίβαση των πληροφοριών θα οδηγούσε στην κοινολόγηση ενός εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή μιας εμπορικής μεθόδου ή μιας πληροφορίας της οποίας η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη (17). Η ΕΟΚΕ θεωρεί ορθούς τους περιορισμούς αυτούς.
5.2.2. Αντιθέτως, το κράτος αποδέκτης της αίτησης δεν μπορεί να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών «αποκλειστικά και μόνο επειδή κάτοχος των πληροφοριών αυτών είναι τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή άτομο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πράκτορα ή του διαχειριστή ή επειδή η πληροφορία αφορά ιδιοκτησιακά συμφέροντα ατόμου» (18). Λόγω της επανειλημμένως διαπιστωθείσας εμπειρίας σε θέματα φοροδιαφυγής, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη διευκρίνιση αυτή, χωρίς την οποία θα ετίθεντο σε κίνδυνο οι επιδιωκόμενοι στόχοι των δύο προτάσεων για επίτευξη της τήρησης των φορολογικών υποχρεώσεων (19).
5.2.3. Αξίζει να επισημανθεί ότι οι υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών και τα όριά τους προβλέπονται με ανάλογους όρους στο πρότυπο σύμβασης του ΟΟΣΑ (20).
5.3. Η παρουσία υπαλλήλων άλλου κράτους μέλους
5.3.1. Και στις δύο προτάσεις οδηγίας —για την διοικητική συνεργασία και για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων—, θεσπίζεται η δυνατότητα παρουσίας υπαλλήλων του αιτούντος κράτους στις διοικητικές έρευνες που διεξάγονται στο κράτος αποδέκτη της αίτησης. Η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμη αυτή τη μορφή συνεργασίας, η οποία υπόκειται σε δύο σημαντικές προϋποθέσεις: να υπάρχει συμφωνία μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής αποδέκτη της αίτησης και οι υπάλληλοι να «ασκούν τις εν λόγω εξουσίες σύμφωνα με τους νόμους, τους κανονισμούς ή τις διοικητικές διατάξεις του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση» (21).
5.3.2. Η παρουσία υπαλλήλων άλλου κράτους μέλους προβλέπεται ήδη στην περίπτωση των ειδικών φόρων (22) και του ΦΠΑ (23), πλην όμως, στην παρούσα περίπτωση, οι αρμοδιότητες που τους εκχωρούνται είναι μεγαλύτερες, εφόσον μπορούν να ασκούν και εξουσίες ελέγχου.
5.4. Νομιμότητα του εκτελεστού τίτλου της φορολογικής απαίτησης
5.4.1. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα σχετικά με τη νομιμότητα των διαδικασιών έρευνας που μπορούν να διενεργήσουν οι φορολογικές αρχές. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το ζήτημα αυτό αντιμετωπίζεται δεόντως στην πρόταση οδηγίας για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων. Πρέπει να είναι σαφές εξ αρχής ότι τα συστήματα που προβλέπονται, τόσο στις δύο υπό εξέταση προτάσεις οδηγίας όσο και στις περιπτώσεις του ΦΠΑ και των ειδικών φόρων, θεσπίζουν αποκλειστικά διαδικασίες συνεργασίας μεταξύ των κρατών, τα οποία διατηρούν την πλήρη εθνική κυριαρχία όσον αφορά τον καθορισμό της νομιμότητας των διαδικασιών έρευνας που διεξάγονται στην επικράτειά τους.
5.4.2. Σύμφωνα με τις γενικά αποδεκτές αρχές, οι υπάλληλοι οφείλουν να ενεργούν σύμφωνα με τον νόμο (24), οι δε διοικητικές πράξεις να καλύπτονται από το «τεκμήριο εγκυρότητας». Ως εκ τούτου, η συμμόρφωση προς αυτές είναι υποχρεωτική, με την επιφύλαξη του δικαιώματος του ενδιαφερομένου να τις προσβάλει ενώπιον της δικαιοσύνης. Σε θέματα διαφορών σχετικών με την είσπραξη απαιτήσεων, εμπίπτει στην αρμοδιότητα του αιτούντος κράτους μέλους να προσδιορίσει την εγκυρότητα της απαίτησης, του αρχικού εκτελεστού τίτλου, του ομοιόμορφου τίτλου και των κοινοποιήσεων εκ μέρους του εν λόγω κράτους (25).
5.4.3. Αντιθέτως, σε περίπτωση διαφορών, εμπίπτει στην αρμοδιότητα των αντίστοιχων αρχών του κράτους αποδέκτη της αίτησης να καθορίσουν, εφόσον αμφισβητηθούν, τα εκτελεστικά μέτρα ή τις κοινοποιήσεις που πραγματοποιεί αυτό το κράτος (26). Και στις δύο περιπτώσεις, οι εγγυήσεις του φορολογούμενου είναι εξασφαλισμένες, δεδομένου ότι η διαδικασία εκτέλεσης του αμφισβητούμενου μέρους της απαίτησης αναστέλλεται, εκτός εάν ο νόμος προβλέπει τη δυνατότητα που αναφέρεται στο επόμενο σημείο. Τα κράτη έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν σχετικά με τις αμφισβητήσεις, παρότι, βέβαια, μπορούν να το πράξουν και οι ενδιαφερόμενοι.
5.4.4. Σε περίπτωση αμφισβήτησης της απαίτησης, μπορούν να ληφθούν συντηρητικά μέτρα, εφόσον το επιτρέπει η νομοθεσία του κράτους αποδέκτη της αίτησης. Επιπλέον, εφόσον αυτό προβλέπεται από τη νομοθεσία του αιτούντος κράτους, το κράτος αυτό μπορεί να απαιτήσει την είσπραξη ενώπιον των δικαστηρίων, μέσω αιτιολογημένης αίτησης (27).
5.4.5. Όσον αφορά την ποινική νομοθεσία, υπενθυμίζεται ότι συνιστά αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών (28).
5.5. Η εθνική κυριαρχία των κρατών μελών
5.5.1. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι προτάσεις σέβονται πλήρως την εθνική κυριαρχία των κρατών μελών, τα οποία, τελικά, στο πλαίσιο των οδηγιών, εφαρμόζουν τη δική τους νομοθεσία και χρησιμοποιούν τις δικές τους υπηρεσίες στους τομείς που ανήκουν στην αρμοδιότητά τους. Ενδεικτικές ως προς αυτό είναι οι περιπτώσεις που αναφέρονται στα σημεία 5.3 και 5.4 της παρούσας γνωμοδότησης.
5.5.2. Αυτό αφορά επίσης την κοινοποίηση πληροφοριών και εγγράφων των οποίων λαμβάνουν γνώση δυνάμει της οδηγίας, διότι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα:
— |
Η αιτούσα αρχή ή η αρχή αποδέκτης της αίτησης δύναται να τα διαβιβάσει σε άλλες αρχές του ιδίου κράτους μέλους, εφόσον το επιτρέπει η νομοθεσία του. Οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακόμη και για μη φορολογικούς σκοπούς. |
— |
Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους μπορεί να διαβιβάσει με την σειρά της την πληροφορία στην αρμόδια αρχή τρίτου κράτους μέλους «με την προϋπόθεση ότι η διαβίβαση αυτή συνάδει με τους κανόνες και τις διαδικασίες που ορίζει η παρούσα οδηγία». |
— |
Εξάλλου, οι πληροφορίες και έγγραφα που συγκεντρώνει η αιτούσα αρχή μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία υπό τις ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για πληροφορίες και έγγραφα που συγκεντρώνει στην επικράτεια του δικού της κράτους (29). |
5.5.3. Σε αντίθεση προς τις διατάξεις της συμφωνίας περί ανταλλαγής φορολογικών πληροφοριών του ΟΟΣΑ (30), δεν απαιτείται σχετική εξουσιοδότηση του κράτους αποδέκτη της αίτησης.
5.6. Σκοπιμότητα της ενοποίησης των διατάξεων
5.6.1. Οι δύο προτάσεις οδηγίας περιλαμβάνουν διατάξεις με ταυτόσημο ή παρόμοιο περιεχόμενο. Ένα παράδειγμα είναι οι διατάξεις περί κοινοποίησης εγγράφων (31), αλλά μπορούν να αναφερθούν και άλλα. Όπως επισημαίνεται παραπάνω, η παρουσία υπαλλήλων άλλων κρατών προβλέπεται σε δύο οδηγίες και δύο κανονισμούς, και μάλιστα με διαφορές ως προς το εύρος των εξουσιών.
5.6.2. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, ως βέλτιστη νομοθετική πρακτική, θα πρέπει να καταβληθούν στο μέλλον προσπάθειες για ενοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας, στο μέτρο του δυνατού.
5.7. Η εφαρμογή του νέου συστήματος
5.7.1. Η θέση σε ισχύ του περίπλοκου συστήματος που υποβάλλεται προς θέσπιση θα απαιτήσει σημαντικές προσπάθειες εκ μέρους των κοινοτικών και των εθνικών αρχών. Κατ’ αρχάς, λόγω των προθεσμιών: ως προθεσμία για την μεταφορά των δύο οδηγιών (που επηρεάζουν διάφορα πεδία της έννομης τάξης), ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2009 –και η τήρησή της κρίνεται δύσκολη. Επίσης, θα απαιτηθούν εντατικές εργασίες από την πλευρά της Επιτροπής Διοικητικής Συνεργασίας για τη Φορολογία, προκειμένου να καταρτισθούν οι κανόνες περί αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών εντός δύο ετών.
5.7.2. Κατά δεύτερο λόγο, η προσαρμογή του διοικητικού μηχανισμού στις νέες απαιτήσεις προϋποθέτει ότι θα παρασχεθούν οι κατάλληλοι υλικοί και ανθρώπινοι πόροι στις φορολογικές υπηρεσίες. Ιδιαιτέρως αξίζει να επισημανθεί ότι χρειάζεται να καταβληθούν προσπάθειες για την κατάρτιση των υπαλλήλων, πράγμα το οποίο, σε πολλές περιπτώσεις, συνεπάγεται πρόσθετες δημοσιονομικές πιστώσεις.
5.7.3. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι οι στόχοι των προτάσεων θα έχουν απτά αποτελέσματα για την πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, εάν και μόνον υπάρξει σθεναρή πολιτική βούληση για τη διάθεση των κατάλληλων μέσων.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Οδηγία 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 1976, όπως κωδικοποιήθηκε από την οδηγία 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2008.
(2) COM(2009) 29 τελικό: «Η εφαρμογή της οδηγίας 2000/65/ΕΚ, με την οποία καταργήθηκε η δυνατότητα αξίωσης επιλεγμένων φορολογικών εκπροσώπων, και η επέκταση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ —ιδίως της λεγόμενης απάτης τύπου καρουζέλ— έχουν οδηγήσει σε μια κατάσταση κατά την οποία το 57,50 % όλων των αιτήσεων είσπραξης αφορούν απαιτήσεις καταβολής ΦΠΑ (κατάσταση κατά το 2007)». Βλ. επίσης την ανακοίνωση της Επιτροπής «σχετικά με μια συντονισμένη στρατηγική για τη βελτίωση της καταπολέμησης της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση» COM(2008) 807 τελικό.
(3) Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων.
(4) Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο για την Αγροτική Ανάπτυξη.
(5) Παρόμοια διάταξη περιλαμβάνεται στην ισχύουσα οδηγία 2008/55/ΕΚ (άρθρο 6 δεύτερο εδάφιο). Σύμφωνα με τον κανόνα αυτόν, η απαίτηση δεν συνιστά απαίτηση του αρμόδιου κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, αλλά εξετάζεται ως τέτοια, δηλαδή, τυγχάνει της ίδιας αντιμετώπισης με αυτήν που επιφυλάσσει το εν λόγω κράτος στις δικές του απαιτήσεις.
(6) Έκθεση του Μαΐου του 2000 (Έγγραφο 8668/00 του Συμβουλίου με τίτλο «Καταπολέμηση της φορολογικής απάτης»).
(7) Βλ. ανακοινώσεις του 2004 [COM(2004) 611 τελικό] και του 2006 [COM(2006) 254 τελικό].
(8) Οδηγία 77/799/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977.
(9) COM(2009) 29 τελικό, σ. 2.
(10) Αιτιολογική έκθεση, COM(2009) 29 τελικό.
(11) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση αθέμιτων εταιρικών και χρηματοοικονομικών πρακτικών [COM(2004) 611 τελικό].
(12) Όπως οι υποθέσεις της Parmalat και της Enron, οι μέτοχοι της οποίας έχασαν 67 εκατομμύρια δολάρια.
(13) Διακήρυξη της Ουάσιγκτον του G-20 (15.11.2008): «Tax authorities, drawing upon the work of relevant bodies such as the Organization for Economic Cooperation and Development (OECD), should continue efforts to promote tax information exchange. Lack of transparency and a failure to exchange tax information should be vigorously addressed.»
(14) Παγκόσμιο φόρουμ φορολογίας, στο οποίο συμμετείχαν και χώρες εκτός ΟΟΣΑ. Βλ. Tax co-operation:. towards a level playing field – 2008 Assessment by the Global Forum on Taxation, ΟΟΣΑ, Αύγουστος 2008.
(15) Βλ τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ανάγκη χάραξης συντονισμένης στρατηγικής με σκοπό τη βελτίωση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής», ΕΕ C 161 της 13.7.2007, σ. 8. Στη γνωμοδότηση αυτή παρουσιάζεται εκτενής αναφορά στην κοινοτική νομοθεσία. Επίσης, τις ακόλουθες γνωμοδοτήσεις:
— |
Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου της προστιθέμενης αξίας» και την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα της άμεσης και έμμεσης φορολογίας», ΕΕ C 80 της 3.4.2002, σ. 76. |
— |
Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης» και την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της αμοιβαίας συνδρομής των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων, ορισμένων ειδικών φόρων κατανάλωσης και των φόρων επί των ασφαλίστρων και της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης», ΕΕ C 112 της 30.4.2004, σ. 64. |
— |
Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα την «Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για τη βελτίωση της λειτουργίας των συστημάτων φορολογίας στην εσωτερική αγορά (Fiscalis 2013)», ΕΕ C 93 της 27.4.2007, σ. 1. |
(16) Όπου περιλαμβάνεται παρατήρηση της ειδικής ομάδας του Συμβουλίου για την φοροδιαφυγή (βλ. εγγρ. COM(2006) 254, σημείο 3.1).
(17) COM(2009) 29 τελικό, άρθρο 16.
(18) COM(2009) 29 τελικό, άρθρο 17,2.
(19) Υπολογίζεται ότι το ένα τρίτο περίπου από τα 11 δισεκατομμύρια δολάρια των παγκόσμιων λαθραίων ιδίων κεφαλαίων βρίσκονται στην Ελβετία. «Swiss banks ban top executive travel. Concern that employees will be detained» (Financial Times, 27.3.09).
(20) «Model Convention with respect to taxes on income and capital», άρθρα 26 και 16, ΟΟΣΑ, 17 Ιουλίου 2008.
(21) COM(2009) 28 τελικό, άρθρο 6 παρ. 2, και COM(2009) 29 τελικό, άρθρο 10 παρ. 2.
(22) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2004, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης, άρθρο 11.
(23) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2003, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθεμένης αξίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 218/92, άρθρο 11.
(24) Σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κώδικα ορθής διοικητικής συμπεριφοράς, άρθρο 4, ο υπάλληλος μεριμνά ώστε οι αποφάσεις που επηρεάζουν τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα των πολιτών να έχουν νομική βάση και το περιεχόμενό τους να είναι σύμφωνο προς την νομοθεσία.
(25) COM(2009) 28 τελικό, άρθρο 13 παρ. 1.
(26) COM(2009) 28 τελικό, άρθρο 13.2.
(27) Εάν η έκβαση της αμφισβήτησης αποβεί ευνοϊκή για τον οφειλέτη, η αιτούσα αρχή υποχρεούται να επιστρέψει κάθε εισπραχθέν ποσό, προσαυξημένο κατά την τυχόν οφειλόμενη αποζημίωση, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση της αίτησης. COM(2009) 28 τελικό, άρθρο 13 παρ. 4 τελευταίο εδάφιο.
(28) «Ο παρών τίτλος δεν θίγει την άσκηση των αρμοδιοτήτων που εμπίπτουν στα κράτη μέλη για την τήρηση της δημόσιας τάξης και τη διαφύλαξη της εσωτερικής ασφαλείας», Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, άρθρο 33.
(29) COM(2009) 29 τελικό, άρθρο 15 παρ. 1, 2 και 3.
(30) Οι πληροφορίες δεν μπορούν να κοινοποιηθούν σε κανένα άλλο πρόσωπο, φορέα, αρχή ή οιοδήποτε δικαιοδοτικό όργανο χωρίς την ρητή γραπτή συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής του κράτους αποδέκτη της αίτησης (άρθρο 8).
(31) COM(2009) 28 τελικό, άρθρα 7 και 8, COM(2009) 29 τελικό, άρθρο 12.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/126 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών: Περιφερειακή ολοκλήρωση για την ανάπτυξη στις χώρες ΑΚΕ»
COM(2008) 604 τελικό
(2009/C 317/24)
Εισηγητής: ο κ. DANTIN
Συνεισηγητής: ο κ. JAHIER
Την1η Οκτωβρίου 2008 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την
«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Περιφερειακή ολοκλήρωση για την ανάπτυξη στις χώρες ΑΚΕ»
COM(2008) 604 τελικό.
Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 27 Μαΐου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. DANTIN και του κ. JAHIER, συνεισηγητή.
Κατά την 455η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 132 ψήφους υπέρ και 2 αποχές.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Όπως έχει ήδη τονίσει σε προηγούμενες εργασίες της, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η περιφερειακή ολοκλήρωση των χωρών ΑΚΕ αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την ανάπτυξή τους. Η ανάπτυξη θα συμβάλει με τη σειρά της στην εμβάθυνση της ολοκλήρωσης, πυροδοτώντας κατά τον τρόπο αυτό έναν «ενάρετο κύκλο».
1.2. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις αναλύσεις και τους προσανατολισμούς που περιέχει η υπό εξέταση ανακοίνωση και ευελπιστεί, επιπλέον, ότι η περιφερειακή ολοκλήρωση θα αποτελέσει βασικό άξονα της αναθεώρησης της Συμφωνίας του Κοτονού το 2010.
1.3. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι δυστυχώς στην ανακοίνωση δεν εξετάζονται οι δυσκολίες που έχουν αντιμετωπιστεί μέχρι τώρα και δεν προσδιορίζονται με απόλυτη σαφήνεια ποιες πτυχές θα υλοποιηθούν με προτεραιότητα.
1.4. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι ορισμένοι παράγοντες συμβάλουν καθοριστικά στην πρόοδο της περιφερειακής ολοκλήρωσης. Η ΕΕ μπορεί και πρέπει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε κάθε έναν από αυτούς τους παράγοντες.
1.5. Η περιφερειακή ολοκλήρωση δεν μπορεί να αναπτυχθεί περαιτέρω εάν δεν ενισχυθεί η πολιτική σταθερότητα των ενδιαφερόμενων κρατών. Η ειρήνη και η ασφάλεια πρέπει να ανήκουν στις προτεραιότητες της ΕΕ.
1.6. Η ανάπτυξη των χωρών ΑΚΕ αποτελεί μια από τις προϋποθέσεις για την περιφερειακή τους ολοκλήρωση η οποία θα συμβάλει με τη σειρά της στην ανάπτυξή τους.
1.7. Η ανάπτυξη αυτή εξαρτάται ιδιαίτερα από τους ακόλουθους παράγοντες:
— |
τον αναπροσανατολισμό του περιεχομένου της ανάπτυξης με στόχο τη διαφοροποίηση της οικονομίας, των διαρθρώσεων παραγωγής και των συστημάτων παροχής υπηρεσιών· |
— |
μία αειφόρο αγροτική ανάπτυξη η οποία να συμβάλει στην επισιτιστική ασφάλεια· |
— |
την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων· |
— |
την χρηστή διακυβέρνηση από γενική άποψη και κυρίως όσον αφορά τα δικαιώματα του ανθρώπου και των εργαζομένων, το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και την καταπολέμηση της διαφθοράς· ως προς το τελευταίο αυτό ζήτημα, η ΕΟΚΕ εκπλήσσεται που το θέμα της διαφθοράς δεν αναφέρεται σε κανένα σημείο της ανακοίνωσης, και εκφράζει συγκεκριμένα την ευχή να τεθεί ως όρος για την χορήγηση του 1,75 δις ευρώ από το 10ο ΕΤΑ, που σκοπό έχει να συμβάλει στην ανάπτυξη της ολοκλήρωσης, η δυνατότητα ανίχνευσης της χρησιμοποίησης του· |
— |
την ουσιαστική συμμετοχή των μη κρατικών φορέων όπως καταγράφεται στη συμφωνία με το Φόρουμ Καραϊβικής των κρατών ΑΚΕ/ΕΕ (CARIFORUM)· από αυτή την άποψη κρίνεται απαραίτητο να προαχθούν τόσο με πολιτικά όσο και με οικονομικά μέσα τα περιφερειακά κοινωνικά και επαγγελματικά δίκτυα. |
1.8. Η ΕΟΚΕ εύχεται να συνεχιστεί ο προβληματισμός ή η δρομολόγηση των ακόλουθων πτυχών:
— |
η χρησιμότητα και η δυνατότητα προώθησης μορφών περιφερειακής συνεργασίας των εξόχως απόκεντρων περιοχών της ΕΕ με τις ολοκληρωμένες περιφέρειες των χωρών ΑΚΕ που ανήκουν στο άμεσο γεωγραφικό τους περιβάλλον· |
— |
το γεγονός ότι οι ενδιάμεσες ΣΟΕΣ (Συμφωνία Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης) που αφορούν ένα μόνο κράτος θα μπορούσαν να εμποδίσουν τη σύναψη περιφερειακών ΣΟΕΣ και πιθανοί τρόποι αντιμετώπισης· |
— |
το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ΣΟΕΣ με διαφορετικές ομάδες κρατών από αυτές πού έχουν ήδη συσταθεί, θα μπορούσαν επίσης να εμποδίσουν την περιφερειακή ολοκλήρωση· |
— |
η επίδραση της μορφής και της ποικιλομορφίας των οικονομικών «δυνάμεων» που μεταβλήθηκαν και ενισχύθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια, στην περιφερειακή ολοκλήρωση ιδιαίτερα στην Αφρική· |
— |
οι συνέπειες της σημερινής χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης. |
2. Εισαγωγή
2.1. Μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ότι η σημαντικότερη τάση που χαρακτηρίζει την νέα χιλιετία είναι ο παγκόσμιος ανταγωνισμός. Ενόψει των ευκαιριών και των προκλήσεων που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση, μία από τις απαντήσεις που θα μπορούσαν να δώσουν τα κράτη όλων των ηπείρων, είναι η περιφερειακή ενοποίηση των οικονομιών τους με την οικονομία των γειτόνων χωρών τους και η δημιουργία πιο σημαντικών και ανταγωνιστικότερων οικονομικών συνασπισμών (NAFTA, ASEAN, ΟΣΑΕ, MERCOSUR, CARIFORUM, κλπ.) ώστε να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή τους στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές όχι μόνον ως κράτη αλλά και ως περιφερειακή δύναμη.
2.2. Πουθενά αλλού η εξέλιξη αυτή δεν είναι τόσο επείγουσα όσο στις χώρες ΑΚΕ και ιδιαίτερα στην Αφρική (1), όπου διάφοροι παράγοντες (χαμηλή οικονομική ανάπτυξη, μεγάλη έκταση της ένδειας, συνθήκες εμπορικών συναλλαγών, χάραξη των συνόρων όπως κληρονομήθηκε από την εποχή της αποικιοκρατίας, κακή διακυβέρνηση, συγκρούσεις συχνά ενδημικές, διαφθορά, κ.ά.) δεν επιτρέπουν στα κράτη να συμμετάσχουν ουσιαστικά στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές, παρά το αξιοσημείωτο μέγεθος των αγορών τους και των δυνατοτήτων που προσφέρουν.
2.3. Υπό αυτό το πρίσμα η στήριξη της περιφερειακής ολοκλήρωσης αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία με τις χώρες ΑΚΕ. Η υποστήριξη που παρέχει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα στην οικονομική ολοκλήρωση έχει τις ρίζες της στη Σύμβαση του Γιαουντέ του 1969 στην οποία δίνεται ο ορισμός της έννοιας της συνεργασίας σε συνδυασμό με την ενίσχυση της εταιρικής σχέσης. Η ΕΕ συνέχισε από τότε την συνεργασία τόσο σε πολιτικό όσο και σε τεχνικό και οικονομικό επίπεδο (2) στα πλαίσια διάφορων συμβάσεων (Λομέ, Κοτονού). Στη συνέχεια, το θέμα αυτό αναπτύχθηκε και επεκτάθηκε, πέρα από τις χώρες ΑΚΕ, σε όλες τις αναπτυσσόμενες χώρες (3). Αξίζει, εξάλλου, να υπενθυμιστεί ότι ένα από τα οκτώ σχέδια δράσης που υιοθετήθηκαν κατά τη συνάντηση κορυφής ΕΕ/Αφρικής, στις 8 και 9 Δεκεμβρίου 2007 στη Λισσαβώνα, αφορά «την περιφερειακή ολοκλήρωση και τις υποδομές» (4).
2.4. Στόχος της ανακοίνωσης είναι να επαναπροσδιοριστούν το πλαίσιο και οι όροι της περιφερειακής ολοκλήρωσης, Προσδιορίζει επίσης τους επιδιωκόμενους στόχους και προτείνει μια υποστηρικτική προσέγγιση για την επίτευξή τους.
2.5. Στην παρούσα γνωμοδότηση, περιγράφονται και εξετάζονται τα κυριότερα σημεία της ανακοίνωσης και στη συνέχεια διατυπώνονται ορισμένες σκέψεις και γενικές, ιδιαίτερες και ειδικές παρατηρήσεις. Για το σκοπό αυτό η γνωμοδότηση στηρίζεται στο σύνολο των εργασιών που έχει παράγει η ΕΟΚΕ, τόσο στα πλαίσια προηγούμενων γνωμοδοτήσεών της όσο και στα πλαίσια περιφερειακών σεμιναρίων που διοργάνωσε με την συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών διαφόρων περιοχών των χωρών ΑΚΕ ή ακόμη στα πλαίσια διασκέψεων στις οποίες συμμετείχαν μη κυβερνητικοί παράγοντες από όλες τις χώρες ΑΚΕ.
3. Κύρια σημεία της ανακοίνωσης
3.1. Μετά από τη σύντομη περιγραφή ενός «μεταβαλλόμενου πλαισίου», την αναφορά στην πολύχρονη και αδιάλειπτη δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και σε ορισμένες πρόσφατες πολιτικές πρωτοβουλίες για την προαγωγή της περιφερειακής ολοκλήρωσης των χωρών ΑΚΕ (ο περιφερειακός προγραμματισμός του 10ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης, εντατικοποίηση της διαπραγμάτευσης Συμφωνιών Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης με τις χώρες ΑΚΕ …) η ανακοίνωση προτείνει να γίνει απολογισμός, να επανεξεταστεί η συνοχή της κοινοτικής δράσης και να χαραχθεί ο δρόμος που πρέπει να ακολουθηθεί με την αξιοποίηση των μέσων που διαθέτει η ΕΕ.
3.2. Ο απολογισμός της δράσης που αναπτύχθηκε κατά το παρελθόν και οι προοπτικές περιγράφονται σε τέσσερα κύρια κεφάλαια:
— |
βασικοί στόχοι της περιφερειακής ολοκλήρωσης· |
— |
επιτεύγματα και προκλήσεις της περιφερειακής ολοκλήρωσης στις χώρες ΑΚΕ· |
— |
ανάπτυξη της προσέγγισης της στήριξης που παρέχει η ΕΕ με βάση 5 προτεραιότητες:
|
— |
καλύτερη δυνατή χρήση των μέσων της ΕΕ με την ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου σε διεθνές, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο υποστηρίζοντας συστηματικά τη δημιουργία ή την ενίσχυση περιφερειακών φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών. Αυτή η ενισχυμένη κοινοτική στήριξη οδήγησε στην καλύτερη αξιοποίηση του 10ου ΕΤΑ. |
4. Γενικές παρατηρήσεις
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει εξετάσει επανειλημμένα στις εργασίες της το θέμα της οικονομικής περιφερειακής ολοκλήρωσης των χωρών ΑΚΕ.
4.1.1. Για το λόγο αυτό, η περιφερειακή ολοκλήρωση ήταν κεντρικό θέμα των τριών περιφερειακών σεμιναρίων που διοργάνωσε (στο Γιαουντέ το Μάιο 2003, στις Νήσους Φίτζι τον Οκτώβριο 2004 και στο Μπαμακό τον Φεβρουάριο 2006) και αντικείμενο δύο γνωμοδοτήσεων.
4.1.2. Ο προβληματισμός αυτός πήρε πιο συγκεκριμένη μορφή κατά τη διάσκεψη των μη κρατικών φορέων των χωρών ΑΚΕ, τον Ιούνιο 2005 στις Βρυξέλλες. Στα πρακτικά της διάσκεψης αυτής δηλώνονται τα εξής: Η προσαρμογή των χωρών ΑΚΕ στην ελευθέρωση του εμπορίου συνεπάγεται την ενίσχυση της περιφερειακής τους ολοκλήρωσης. Είναι αναγκαίο να επιταχυνθεί η δημιουργία πραγματικά ενοποιημένων αγορών στην Αφρική, στην Καραϊβική και στον Ειρηνικό. Αν επιτύχουν τη βελτίωση της οργάνωσης των αγορών τους σε αυτή τη βάση, οι χώρες αυτές θα μπορούν να προασπίζουν καλύτερα τα οικονομικά και κοινωνικά τους συμφέροντα ενόψει της παγκοσμιοποίησης.
4.1.3. Σε πρόσφατη διερευνητική γνωμοδότηση που καταρτίσθηκε μετά από αίτηση του Επιτρόπου Michel με τίτλο «Η στρατηγική ΕΕ/Αφρικής» (5), η ΕΟΚΕ δήλωσε τα εξής: « Η οικονομική ανάπτυξη της Αφρικής εξαρτάται πρωτίστως από την εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς της, ώστε να μπορέσει να αναπτύξει μια ενδογενή οικονομική μεγέθυνση που θα επιτρέψει τη σταθεροποίηση και την εδραίωση της θέσης της ηπείρου στην παγκόσμια οικονομία. Η περιφερειακή ολοκλήρωση και η ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς αποτελούν σημεία στήριξης, εφαλτήρια, που θα επιτρέψουν στην Αφρική να ανοιχθεί θετικά στο παγκόσμιο εμπόριο . Από την άποψη αυτή, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί οι περιφερειακές διαπραγματεύσεις των Συμφωνιών Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης, ένας από τους στόχους των οποίων είναι ακριβώς η οικονομική ολοκλήρωση.»
4.2. Με βάση τις σκέψεις και τις θέσεις που έχει υιοθετήσει κατά το παρελθόν η Ευρωπαϊκή Οικονομική και κοινωνική Επιτροπή επιδοκιμάζει την εξεταζόμενη ανακοίνωση καθώς και το σύνολο των προσανατολισμών που περιέχει. Φρονεί, επιπλέον, ότι η περιφερειακή ολοκλήρωση θα αποτελέσει, δεδομένης της σημασίας της, έναν από τους βασικούς άξονες της αναθεώρησης της Συμφωνίας του Κοτονού το 2010, τόσο όσον αφορά την κοινή αξιολόγηση των παραγόντων της εταιρικής σχέσης, όσο και την ενίσχυση και την προώθηση κατά προτεραιότητα του σχετικού μηχανισμού κατά τα επόμενα χρόνια.
4.3. Ωστόσο, διαπιστώνει ότι δυστυχώς στην ανακοίνωση δεν καταγράφονται λεπτομερώς και με εξαντλητικό τρόπο οι δυσκολίες που έχουν αντιμετωπιστεί μέχρι τώρα οι οποίες και εμπόδισαν την περιφερειακή ολοκλήρωση. Παρόμοια ανάλυση θα είχε συμβάλει στην αποφυγή σφαλμάτων αλλά και στην εδραίωση ενός λογικού προσδιορισμού των προτεινόμενων συνεργασιών. Επίσης, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η ανακοίνωση θα ήταν πιο ευανάγνωστη και πιο κατανοητή αν είχε καθιερωθεί μια σαφέστερη ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, παρά το γεγονός ότι κατά τη φάση εφαρμογής θα χρειαστούν ορισμένες τροποποιήσεις λόγω του διαφορετικού βαθμού ανάπτυξης των ενδιαφερόμενων κρατών.
4.4. Στα πλαίσια των γενικών και ιδιαίτερων παρατηρήσεων που ακολουθούν, η ΕΟΚΕ έκρινε χρήσιμο να επισημάνει ορισμένα ζητήματα. Πρόκειται για ζητήματα τα οποία είτε θίγονται συνολικά είτε καθόλου στην ανακοίνωση αλλά τα οποία χαρακτηρίζονται από πτυχές οι οποίες, κατά τη γνώμη της, είναι καθοριστικές για την εμβάθυνση της περιφερειακής ολοκλήρωσης, γεγονός που δικαιολογεί την προβολή τους ως ακρογωνιαίων λίθων και επιβεβλημένων και αναπόδραστων σταδίων αυτής της οικοδόμησης.
5. Γενικές και ειδικές παρατηρήσεις
5.1. Είναι γενικώς αποδεκτό ότι στην επιτυχημένη υλοποίηση της περιφερειακής ολοκλήρωσης συμβάλει ένας ορισμένος αριθμός παραγόντων. Τέτοιοι παράγοντες είναι η πολιτική δέσμευση, η ειρήνη και η ασφάλεια, το κράτος δικαίου, η δημοκρατία, η χρηστή διαχείριση των δημόσιων θεμάτων και η μακροοικονομική σταθερότητα. Απαραίτητες προϋποθέσεις είναι, επίσης, η εύρυθμη λειτουργία των αγορών, το άνοιγμα των αγορών προς τρίτες χώρες, ισχυρά θεσμικά όργανα με σαφή εντολή, κατάλληλη χρηματοδότηση και πολιτική υποστήριξη καθώς και η ευρεία συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας των πολιτών.
5.2. Ωστόσο, προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος στην υλοποίηση της περιφερειακής ολοκλήρωσης, ιδιαίτερα με την επιδίωξη του σκεπτικού της ευρείας ερμηνείας όπως προτείνεται στη Συμφωνία του Κοτονού (6), είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψη οι πτυχές που αναπτύσσονται στις επόμενες παραγράφους και οι οποίες συμβάλουν στην ανάπτυξη των χωρών ΑΚΕ, διότι αν αληθεύει ότι η ολοκλήρωση είναι πηγή ανάπτυξης, άλλο τόσο αληθεύει ότι η ανάπτυξη ευνοεί την ολοκλήρωση. Η ΕΕ οφείλει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για κάθε μία από τις πτυχές αυτές.
5.3. Η ειρήνη και η ασφάλεια – Η ανάπτυξη, ειδικά στην Αφρική, και κατά συνέπεια η περιφερειακή ολοκλήρωση, δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς μια μεγαλύτερη σταθερότητα των κρατών. Όμως, σημαντικός αριθμός χωρών εξακολουθεί να βιώνει ατέρμονες συγκρούσεις. Τα δέκα τελευταία χρόνια, στη Γουινέα, στη Λιβερία και στη Σιέρρα Λεόνε, χώρες που διαθέτουν φυσικούς πόρους, και ιδίως διαμάντια και ξυλεία, οι συγκρούσεις προκάλεσαν σοβαρή κρίση στην περιοχή, η οποία είχε με τη σειρά της ως αποτέλεσμα σημαντικές μετακινήσεις προσφύγων. Χωρίς να αναφερθούμε στη σύγκρουση στο Νταρφούρ που μαίνεται στο Σουδάν, στον «ξεχασμένο πόλεμο» στη βόρεια Ουγκάντα, στις σφαγές στο Κίβου με αφορμή τα κοιτάσματα κολουμβίτη-τανταλίτη που μοιάζουν με εθνοτικό πόλεμο και θυμίζουν τη γενοκτονία της Ρουάντας, στη διαρκή ανασφάλεια στα ανατολικά και στα βόρεια της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας και στην αστάθεια στο Κονγκό, στη Μαυριτανία και στις νήσους Φίτζι, τις «δυσκολίες» που αντιμετωπίστηκαν πρόσφατα στην Κένυα και στο Ζιμπάμπουε, φαινόμενα που συνιστούν ανυπέρβλητο εμπόδιο για την περιφερειακή ολοκλήρωση. Η συμβολή στην ενίσχυση της σταθερότητας αυτών των κρατών και στην ειρήνη πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να προωθηθεί η ανάπτυξη, η οποία με τη σειρά της μπορεί να συμβάλει στην εμβάθυνση της ολοκλήρωσης.
5.4. Καταρχάς τα κράτη … – Η περιφερειακή ολοκλήρωση, μολονότι έχει θεμελιώδη σημασία για την ανάπτυξη των κρατών ΑΚΕ, εξαρτάται από την ανάπτυξη κάθε κράτους (7), το βαθμό συμπληρωματικότητας, την κατάσταση της οικονομίας του και το είδος πολιτικών που εφαρμόζει. Θα ήταν μάταιο να επιδιωχθεί η ενοποίηση ανύπαρκτων στοιχείων. Η περιφερειακή ενοποίηση των δικτύων μεταφορών, η διασύνδεση των υποδομών, μπορούν να επιτευχθούν μόνο στο βαθμό που υπάρχουν και έχουν ήδη αναπτυχθεί στα επιμέρους κράτη. Από αυτή την άποψη, έχει θεμελιώδη σημασία η ποιότητα της επεξεργασίας (συμμετοχή των ΜΚΟ) του περιεχομένου και της εκτέλεσης, καταρχάς των εθνικών και στη συνέχεια των περιφερειακών, ενδεικτικών προγραμμάτων. Η ευθύνη της ΕΕ είναι δεδομένη κυρίως όσον αφορά τη «χρησιμοποίηση» των διατιθέμενων πόρων του ΕΤΑ. Η ΕΟΚΕ συνιστά ωστόσο να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στο ζήτημα της χρηματοδότησης των μέτρων συνοχής στην περίπτωση που οι ενισχύσεις για την περιφερειακή οικονομική ολοκλήρωση χορηγούνται σε διάφορα κράτη με διαφορετικές οικονομικές διαρθρώσεις και διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης. Στην αντίθετη περίπτωση οι ενισχύσεις μπορεί να βλάψουν παρά να ωφελήσουν.
5.5. Η διαφθορά – Το φαινόμενο αυτό απαντάται, κυρίως στην Αφρική, σχεδόν σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας και εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη (8). Κατά συνέπεια συνιστά εμπόδιο και για την περιφερειακή ολοκλήρωση (9). Η ΕΟΚΕ εκπλήσσεται που σε κανένα σημείο της ανακοίνωσης δεν αναφέρεται η διαφθορά ενώ η εξάλειψή της αποτελεί έναν από τους στόχους της «Αφρικανικής Ένωσης» και καταλαμβάνει εξέχουσα θέση στη συμφωνία του Κοτονού (πρβλ. άρθρο 30, εδάφιο στ). Ασφαλώς, οι πολιτικές και οικονομικές συνέπειες είναι σημαντικές κυρίως στις αφρικανικές χώρες και αν η διπλωματία πρέπει να διαδραματίζει σοβαρό ρόλο, σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί. Πράγματι, μολονότι η ΕΕ, ως δανειστής, δεν έχει δικαίωμα να επιβάλλει στους εταίρους της την επιλογή των δράσεων που εφαρμόζουν, έχει υποχρέωση να μεριμνά για τη σωστή χρήση και τον ορθό προορισμό των πόρων της συνεργασίας, διότι πρόκειται, σε τελική ανάλυση, για τα χρήματα των ευρωπαίων φορολογούμενων. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ συνιστά να εξαρτηθεί η χορήγηση των 1,75 δισεκατομμυρίων ευρώ του 10ου ΕΤΑ, που προορίζονται για την προώθηση της ολοκλήρωσης, από την δυνατότητα ιχνηλασίας της χρήσης τους.
5.6. Το περιεχόμενο της ανάπτυξης πρέπει να αναπροσανατολιστεί μέσω της διαφοροποίησης της οικονομίας, των διαρθρώσεων παραγωγής και του συστήματος υπηρεσιών. Η περιφερειακή οικονομική ολοκλήρωση θα διευκολυνθεί μέσω μιας διαφοροποιημένης και αναπτυσσόμενης αγοράς. Αυτό δεν πρόκειται να επιτευχθεί με την απλή εκμετάλλευση των φυσικών πόρων ή με την παραδοσιακή και μαζική γεωργική παραγωγή (ζαχαροκάλαμο, βαμβάκι, μπανάνες, φιστίκι, κακάο …). Θα είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης μιας μεταποιητικής βιομηχανίας που παράγει επεξεργασμένα προϊόντα σημαντικής προστιθέμενης αξίας, που αποτελεί μακροπρόθεσμα τον καλύτερο τρόπο για την αποφυγή στρέβλωσης των εμπορικών συναλλαγών, για τη θετική συμμετοχή και την περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη (8).
5.7. Η διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας και της αειφόρου αγροτικής ανάπτυξης – Η περιφερειακή οικονομική ολοκλήρωση δεν θα επιτευχθεί αν δεν διασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια όλων των κρατών που συμμετέχουν σε αυτή την ολοκλήρωση (8). Συνεπώς, η γεωργία, ως σημαντική πτυχή της αειφόρου ανάπτυξης, πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα στρατηγικής σημασίας. Θα πρέπει να εξαγάγει όλα τα απαραίτητα διδάγματα από την επισιτιστική κρίση του 2007 και 2008, καθώς και από τη σημερινή επισιτιστική κρίση, που είναι αποτέλεσμα της ραγδαίας αύξησης των τιμών των γεωργικών προϊόντων και της ενέργειας το 2008. Η προοδευτική ανάπτυξη της γεωργίας που αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της δημιουργίας και της ανάπτυξης της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων και αποτυπώνει τη νέα προτεραιότητα που δίνεται στην αγροτική διάσταση της ανάπτυξης, μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω μιας σοβαρής αγροτικής πολιτικής και χάρη σε μία πολιτική επισιτιστικής ασφάλειας και ολοκληρωμένης αγροτικής ανάπτυξης, τόσο σε κρατικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, η οποία να είναι διαρθρωμένη και να διαθέτει βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο προγραμματισμό. Η πολιτική αυτή πρέπει να αποδέχεται τη δημοσιονομική και οικονομική προτεραιότητα με την ευρεία έννοια και να είναι προσαρμοσμένη στους ιδιαίτερους περιορισμούς κάθε χώρας ενώ θα πρέπει να εμπεριέχει και μια περιφερειακή προσέγγιση. Στα πλαίσια του 10ου ΕΤΑ θα πρέπει να προαχθεί ένα πρόγραμμα προτεραιοτήτων στον τομέα της γεωργικής ανάπτυξης σε κάθε χώρα ΑΚΕ που εντάσσεται στην περιφερειακή ολοκλήρωση. Στόχος είναι να τερματιστεί ο τρόπος χρήσης του 9ου ΕΤΑ όπου μόνο 4 από τις 78 χώρες ΑΚΕ χαρακτήρισαν τη γεωργία ως τομέα προτεραιότητας και μόνο 15 επέλεξαν την αγροτική ανάπτυξη. Επιπλέον, μόνο 7 % του 9ου ΕΤΑ χρησιμοποιήθηκε για την αειφόρο ανάπτυξη και 1,1 % για δραστηριότητες που συνδέονται σαφώς με τη γεωργία. Σχετικά με αυτό το θέμα πρέπει να τονισθεί ότι η ευρύτερη, σταθερή και διαρθρωμένη συμμετοχή των μη κρατικών φορέων (ΜΚΟ), ιδιαίτερα των γεωργών και των αγροτικών οργανώσεων, αλλά και των τοπικών αρχών συνιστά καθοριστική προϋπόθεση για την υλοποίηση αναπτυξιακών πολιτικών με αειφόρο προοπτική.
5.8. Ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα – Η ενίσχυση και η διαφοροποίηση του ιδιωτικού τομέα, έχουν καθοριστική σημασία για τη βιώσιμη ανάπτυξη, τη δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας και συνεπώς για τη μείωση της ένδειας. Η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και ιδιαίτερα των βιομηχανικών ΜΜΕ (8), συμβάλλει στη βελτίωση των εμπορικών συναλλαγών και αποτελεί, συνεπώς, απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της ολοκλήρωσης. Για να χαρακτηρίζεται από συνέπεια η ανάπτυξη θα πρέπει να ενισχυθεί η οργάνωση των ΜΜΕ σε περιφερειακό επίπεδο και ταυτόχρονα να λαμβάνεται υπόψη η αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων (10) σε ό,τι αφορά, βεβαίως, την εκπαίδευση και κατάρτιση, αλλά επίσης και τα θέματα υγείας: καταπολέμηση του HIV/ΑIDS (11), πρόσβαση σε πόσιμο νερό, εύκολη πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη (Κοινωνική Ασφάλιση), υγεία και ασφάλεια στον τόπο εργασίας κλπ. Η ΕΟΚΕ εκφράζει συνεπώς την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή χαρακτήρισε την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και ειδικά των ΜΜΕ, ως έναν από τους άξονες της δράσης της για την ενίσχυση της περιφερειακής ολοκλήρωσης. Από αυτή την άποψη, ο κοινωνικός διάλογος, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και, γενικά, ο ρόλος των αντιπροσωπευτικών κοινωνικών εταίρων αποτελούν απαραίτητα στοιχεία για την επιτυχία της διαδικασίας και συνεπώς πρέπει να προωθούνται σε περιφερειακό επίπεδο. Η ΔΟΕ είχε δώσει προτεραιότητα στην ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου στη δυτική Αφρική, στα πλαίσια του προγράμματος επαγγελματικής κατάρτισης «PRODIAF» (12). Η ΕΟΚΕ εύχεται, όπως έχει τονίσει και σε διάφορες τελικές δηλώσεις που εκδόθηκαν κατά τα σεμινάρια και τις διασκέψεις που διοργάνωσε, να επαναληφθεί το παράδειγμα αυτό και στην αγγλόφωνη Αφρική καθώς και στις χώρες του Ειρηνικού, για παράδειγμα μέσω της προώθησης της περιφερειακής συλλογικής σύμβασης όπως ήδη συνέβη στην γαλλόφωνη Αφρική.
5.9. Η χρηστή διακυβέρνηση– Η κακή και ανομοιογενής διακυβέρνηση μεταξύ των κρατών της περιοχής συνιστά εμπόδιο τόσο για την ολοκλήρωση όσο και για τις άμεσες ξένες επενδύσεις. Η χρηστή διακυβέρνηση πρέπει να εξετάζεται από γενική άποψη και κυρίως υπό το πρίσμα των δικαιωμάτων του ανθρώπου, των παιδιών και των εργαζομένων, του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας και της καταπολέμησης της διαφθοράς (13)· Η χρηστή διακυβέρνηση, για να είναι αποτελεσματική θα πρέπει να συνοδεύεται συγχρόνως από συλλόγους και αντιπροσωπευτικές ενώσεις εργοδοτών και εργαζομένων που να είναι ισχυρές και ανεξάρτητες από την πολιτική εξουσία.
5.10. Η συμμετοχή των μη κρατικών φορέων (8) – Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή δηλώνει στην ανακοίνωση την πρόθεσή της «να υποστηρίζει συστηματικά τη δημιουργία ή την ενίσχυση περιφερειακών φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών» με στόχο την παρακολούθηση της περιφερειακής ολοκλήρωσης. Οι διαπραγματεύσεις για τη σύναψη Συμφωνίας Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης αποτελούν μια ευκαιρία για το σκοπό αυτό. Η ευκαιρία αυτή αξιοποιήθηκε με εντυπωσιακό τρόπο στα πλαίσια της ΣΟΕΣ CARIFORUM/CE, με την οποία καθιερώθηκε η συμμετοχή μη κρατικών φορέων στην παρακολούθηση της εφαρμογής αυτής της συμφωνίας. Επειδή κρίνει ότι η αρχή αυτή συμβάλλει, με την συγκέντρωση των γνώσεων, στην εμβάθυνση της περιφερειακής οικοδόμησης και στην αποδοχή της ιδιότητας του πολίτη σε περιφερειακό επίπεδο, αξιοποιώντας κατ' αυτό τον τρόπο την εταιρική σχέση ΑΚΕ/ΕE, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή καθώς και τις χώρες ΑΚΕ που διεξάγουν διαπραγματεύσεις να εφαρμόσουν αυτή την αρχή σε όλες τις μελλοντικές περιφερειακές ΣΟΕΣ. Ωστόσο, προκειμένου η βούληση που εκδηλώνεται να λάβει μορφή και να γίνει πράξη, προκειμένου η κοινωνία των πολιτών να συμμετάσχει πλήρως και αποτελεσματικά στη διαδικασία περιφερειακής ολοκλήρωσης, κρίνεται σκόπιμο να προωθηθεί, τόσο με πολιτικά όσο και με οικονομικά μέσα, η δημιουργία ή/και η ενίσχυση δικτύων των κοινωνικών και επαγγελματικών φορέων σε περιφερειακό επίπεδο. Πράγματι, οι εμπειρίες αποδεικνύουν ότι αυτό αποτελεί απαραίτητο βήμα προς την οργάνωση συνεκτικού και αποτελεσματικού διαλόγου μεταξύ ΜΚΟ σε περιφερειακό επίπεδο.
Η υιοθέτηση αυτού του προσανατολισμού προϋποθέτει τη συνεκτίμηση των δυσκολιών που αντιμετωπίστηκαν σχετικά με το θέμα αυτό στα πλαίσια της εφαρμογής της Συμφωνίας του Κοτονού και ιδιαίτερα όσον αφορά την ενίσχυση των ικανοτήτων των ΜΚΟ, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αποτυχίας. Αυτό είναι απαραίτητο ενόψει των αναγκών και των αδυναμιών που διαπιστώθηκαν όσον αφορά τους κρατικούς και περιφερειακούς θεσμούς.
6. Ειδικές παρατηρήσεις
6.1. Συνέχεια του προβληματισμού – Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τον αντίκτυπο των πολιτισμικών και εθνικών πτυχών καθώς και της χάραξης των συνόρων επί της προώθησης της περιφερειακής ολοκλήρωσης καθώς και να προσδιορίσει τις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν προκειμένου νε περιοριστούν οι αρνητικές συνέπειες.
6.2. Δημιουργία συνεργασιών – Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να προωθήσει ή/και να στηρίξει τις περιφερειακές συνεργασίες μεταξύ των εξόχως απόκεντρων περιοχών της Ένωσης και κρατών ή ολοκληρωμένων περιφερειών ΑΚΕ που συνιστούν το άμεσο γεωγραφικό τους περιβάλλον με την προοπτική μιας συνεργασίας βασισμένης στις αναπτυξιακές ανάγκες των διαφόρων εταίρων η οποία να σέβεται τα συμφέροντα κάθε εταίρου.
6.3. Οι ΣΟΕΣ και η περιφερειακή ολοκλήρωση – Υπενθυμίζεται ότι στο σημείο 4.1.3 της γνωμοδότησης «Η στρατηγική ΕΕ-Αφρικής» του Σεπτεμβρίου 2008, η ΕΟΚΕ είχε εκφράσει ουσιαστικά τη λύπη της επειδή δεν έχει συναφθεί ακόμη καμία συμφωνία οικονομικής περιφερειακής συνεργασίας (με εξαίρεση τη συμφωνία CARIFORUM-CE) με αντικείμενο συγκεκριμένα την περιφερειακή ολοκλήρωση. Σήμερα, η σύναψη ενδιάμεσων ΣΟΕΣ που να αφορούν μεμονωμένα κράτη, αντικατέστησε προς το παρόν τη σύναψη περιφερειακών ΣΟΕΣ. Η ΕΚΕ εκφράζει την άποψη ότι παρόμοια προσέγγιση ενδέχεται να εμποδίσει τη σύναψη περιφερειακών ΣΟΕΣ και κατά συνέπεια την περιφερειακή ολοκλήρωση στο βαθμό που συνεκτιμά ως επί τω πλείστον τις ιδιαιτερότητες μεμονωμένων κρατών σε βάρος μιας σύνθεσης που θα αποτύπωνε τις ιδιαιτερότητες που συνιστούν την ταυτότητα της περιφέρειας. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε αυτή την κατάσταση που θα δυσκολέψει τη μετάβαση από εθνικές προς περιφερειακές ΣΕΟΣ.
Εξάλλου, η ΕΟΚΕ κρίνει απαραίτητο να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις που ενδέχεται να έχουν στην περιφερειακή ολοκλήρωση οι διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ΣΟΕΣ που αφορούν ομάδες περιφερειών διαφορετικές από αυτές που έχουν ήδη συσταθεί (14).
6.4. Η παρουσία νέων δυνάμεων - Σε πολυάριθμες χώρες ΑΚΕ και ιδιαίτερα στην Αφρική σημειώνονται αλλαγές όσον αφορά τη φύση και την πολυμορφία των «δυνάμεων» που δρουν ως οικονομικοί παράγοντες και έχει αυξηθεί η παρουσία τους. Προκειμένου να είναι αποτελεσματική η μελλοντική πολιτική, θα ήταν χρήσιμο να είχε συμπεριληφθεί στην ανακοίνωση η ανάλυση των επιπτώσεων που έχουν στην περιφερειακή ολοκλήρωση η πανταχού παρουσία της Κίνας, η εμφανής επιστροφή των ΗΠΑ, καθώς και η εμφανιζόμενη διείσδυση της Ινδίας, της Ιαπωνίας και της Κορέας. Θα ήταν επίσης χρήσιμο να είχε διασταυρωθεί η εξέταση της παρούσας ανακοίνωσης με αυτήν της ανακοίνωσης «Η EE, η Αφρική και η Κίνα: για ένα τριμερή διάλογο και για τη συνεργασία» (15), υπό το φώς της περιφερειακής ολοκλήρωσης.
6.5. Η ανακοίνωση συντάχθηκε πολύ πριν η παγκόσμια οικονομική κρίση λάβει τις σημερινές της διαστάσεις, και επομένως δεν συμπεριλαμβάνει ανάλυση της κρίσης. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι η κρίση δικαιολογεί ακόμη περισσότερο την ανάγκη της ολοκλήρωσης. Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων που σημειώθηκαν στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, υπάρχει φόβος να συμβεί ακριβώς το αντίθετο, να παρατηρηθεί δηλαδή αναδίπλωση των κρατών με την επιδίωξη αυτάρκειας και επιστροφής στον εθνικισμό. Είναι προφανές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει για τις επιλογές που θα υιοθετήσουν οι χώρες ΑΚΕ. Ωστόσο, η ΕΕ με την εφαρμογή της Συμφωνίας του Κοτονού και τη σύναψη περιφερειακών ΣΟΕΣ, και καταβάλλοντας ιδιαίτερη προσπάθεια με σκοπό να αποφευχθεί μια ενδεχόμενη αναθεώρηση προς τα κάτω των χρηματοδοτικών δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν αρχικά από τα κράτη μέλη και διασφαλίζοντας την καλή εκτέλεση των αποφάσεων της G20 υπέρ των αναπτυσσομένων χωρών, οφείλει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο προκειμένου να αποφευχθεί μια εξέλιξη που θα ήταν αντίθετη με την οικονομική ανάπτυξη των χωρών ΑΚΕ. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των μεταναστευτικών ροών, λαμβανομένου κυρίως υπόψη του γεγονότος ότι υπάρχει κίνδυνος να μειωθούν δραστικά τα κεφάλαια που αποστέλλονται μέσω της διασποράς στις χώρες ΑΚΕ και ειδικά στην Αφρική (16).
Επιπλέον, είναι πολύ πιθανό, η ενίσχυση της περιφερειακής διάστασης να αποτελεί για τις χώρες ΑΚΕ, αλλά ειδικά για την Αφρική, τη μοναδική απτή ευκαιρία για την προορατική αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης με στόχο να διαδραματίσουν έναν ρόλο στα πλαίσια της μελλοντικής δυναμικής της παγκοσμιοποίησης και να διασφαλίσουν ταυτόχρονα μια αναπτυξιακή προοπτική.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2009
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Εκτός από το σημαντικό της μέγεθος σε σχέση προς τις άλλες ομάδες χωρών ΑΚΕ, η Αφρική απορροφά και το 95 % των ενισχύσεων.
(2) Βλ. σχετικά τις πολύ σαφείς πρόνοιες της Σύμβασης του Κοτονού τόσο ως προς τους στόχους (άρθρο 1) όσο και την στρατηγική συνεργασίας και περιφερειακής ολοκλήρωσης (άρθρα 28, 29 και 30 – πρβλ. παράρτημα 1) Οι πρόνοιες αυτές είναι ακόμη επίκαιρες και πρέπει να ενεργοποιηθούν και να χρησιμοποιηθούν εκ νέου
(3) Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα προσπαθειών περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης μεταξύ αναπτυσσομένων χωρών, COM (1995) 219 τελικό της 16ης Ιουνίου 1995.
(4) Στόχος είναι η υποστήριξη του προγράμματος αφρικανικής ολοκλήρωσης, ενίσχυση των ικανοτήτων των αφρικανικών χωρών όσον αφορά την εφαρμογή κανόνων, προτύπων και του ελέγχου ποιότητας, υλοποίηση της εταιρικής σχέσης ΕΕ/Αφρικής στον τομέα των υποδομών. Βλ. επίσης σχετικά τη γνωμοδότηση ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σ. 148-156 με τίτλο «Η στρατηγική ΕΕ-Αφρικής»
(5) REX 247 – ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σ. 148-156. Εισηγητής: Gérard Dantin.
(6) «… η περιφερειακή ολοκλήρωση είναι η διαδικασία της υπέρβασης, με κοινή συμφωνία, των πολιτικών, φυσικών, οικονομικών και κοινωνικών φραγμών που χωρίζουν τις χώρες από τους γείτονες τους, καθώς και της συνεργασίας για τη διαχείριση κοινών πόρων και κοινών περιφερειακών αγαθών …».
(7) Βλ. στη γνωμοδότηση «Η στρατηγική ΕΕ-Αφρικής» – ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σ. 148-156, τις αναλύσεις και τις προτάσεις της ΕΟΚΕ για το θέμα αυτό.
(8) Αυτόθι 7.
(9) Αξίζει να αναφερθεί η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, του Μαΐου 2008 για την Ακτή του Ελεφαντοστού, στην οποία αναφέρεται ότι οι πρακτικές προσφοράς «προστασίας» έναντι χρημάτων των αρχών ασφαλείας της Ακτής του Ελεφαντοστού και οι ταλαιπωρίες που προκαλούν τα οδοφράγματα στη χώρα αυτή, εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών και προσώπων. Ταυτόχρονα αυτός ο εκβιασμός για την προσφορά προστασίας έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα διότι κοστίζει, μέσω «είσπραξης» ή «υπεξαίρεσης» από 230 έως 363 εκατομμύρια δολάρια για τους μεταφορείς. Στη μελέτη υπογραμμίζεται ότι το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 30-50 % των δαπανών για επενδύσεις που προβλέπονταν στον εθνικό προϋπολογισμό της χώρας για το 2007.
(10) Αυτόθι, 7: άρθρο 7,5 και Παράρτημα V.
(11) Αυτόθι, 7. Επί του σημείου αυτού, θα παρουσίαζε ενδιαφέρον η ανάγνωση της γνωμοδότησης του κ. BEDOSSA του Μαΐου 2006 «Μία απαραίτητη προτεραιότητα στην Αφρική: η άποψη της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών»ΕΕ C 195 της 18.8.2006, σ. 104-109
(12) «Προώθηση του κοινωνικού διαλόγου στη γαλλόφωνη Αφρική».
(13) Αυτόθι 7. Βλ. επίσης και το άρθρο 30 της ισχύουσας Συμφωνίας του Κοτονού.
(14) Για παράδειγμα, η SADC (Κοινότητα για την Ανάπτυξη της Μεσημβρινής Αφρικής) απαρτίζεται από 15 κράτη μέλη. 7 από τα κράτη αυτά συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις στα πλαίσια της νοτίου Αφρικής, 6 στα πλαίσια της νοτιοανατολικής Αφρικής (ESA, Eastern Southern african Communauty), 1 στα πλαίσια της ανατολικής Αφρικής (EAC, Eastern Africa) και 1 στα πλαίσια της κεντρικής Αφρικής..
(15) COM(2008) 654 τελικό
(16) Βλ. ΕΕ C 120 της 16.5.2008, σ. 82-88«Μετανάστευση και ανάπτυξη: ευκαιρίες και προκλήσεις» εισηγητής: ο κ. SHARMA.
23.12.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 317/132 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Τροποποιημένη πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου περί των καθαρόαιμων βοοειδών αναπαραγωγής» (κωδικοποιημένη έκδοση)
COM(2009) 235 τελικό – 2006/0250 (CNS)
(2009/C 317/25)
Στις 26 Ιουνίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 37, παράγραφος 94 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα
«Τροποποιημένη πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου περί των καθαρόαιμων βοοειδών αναπαραγωγής» (κωδικοποιημένη έκδοση)
COM(2009) 235 τελικό – 2006/0250 (CNS).
Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ανεπιφύλακτα την πρόταση και έχει ήδη διατυπώσει τις απόψεις της επί του θέματος στην προηγούμενη γνωμοδότησή της, που υιοθετήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2007 (1). Ως εκ τούτου, κατά την 455η σύνοδο ολομελείας της που πραγματοποιήθηκε στις 15 και 16 Ιουλίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2009), αποφάσισε με 185 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 4 αποχές να εκδώσει γνωμοδότηση στην οποία υποστηρίζει την πρόταση και παραπέμπει στη θέση που έλαβε στο προαναφερθέν έγγραφο.
Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου περί των καθαρόαιμων βοοειδών αναπαραγωγής (κωδικοποιημένη έκδοση)» - ΕΕ C 97 της 28.4.2007, σ. 13.