ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.C_2009.314.gre

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 314

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

52ό έτος
22 Δεκεμβρίου 2009


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

 

Επιτροπή εποπτείας της OLAF

2009/C 314/01

Έκθεση δραστηριοτήτων της Επιτροπής Εποπτείας της OLAF (Ioύνιος 2008 – Μάιος 2009)

1

EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

Επιτροπή εποπτείας της OLAF

22.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 314/1


Έκθεση δραστηριοτήτων της Επιτροπής Εποπτείας της OLAF

Ioύνιος 2008 – Μάιος 2009

(2009/C 000/01)

Μέλη της Επιτροπής Εποπτείας της OLAFLuis LÓPEZ SANZ-ARANGUEZΠρόεδροςΕισαγγελέας στο Ανώτατο Δικαστήριο, ΙσπανίαKálmán GYÖRGYIΚύριος σύμβουλος του υπουργού δικαιοσύνης και δημόσιας τάξης,Γενικός Εισαγγελέας της Ουγγρικής Δημοκρατίας (συνταξιοδοτηθείς), ΟυγγαρίαPeter STRÖMBERGΔιευθυντής του Εποπτικού Συμβουλίου Ορκωτών Λογιστών, ΣουηδίαDiemut R. THEATOΠρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρώην Πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού, ΓερμανίαRosalind WRIGHTΠρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Απάτη, Ηνωμένο Βασίλειο

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

I.

ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

I – 1.

Συνεδριάσεις

I – 2.

Εισηγητές

I – 3.

Γραμματεία

II

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ OLAF

II – 1.

Παρακολούθηση της ερευνητικής λειτουργίας της OLAF: ενίσχυση της ανεξαρτησίας της OLAF

II – 1.1.

Τακτική παρακολούθηση με βάση τις πληροφορίες που διαβιβάζει στην Επιτροπή Εποπτείας ο Γενικός Διευθυντής της OLAF (άρθρο 11.7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999)

II – 1.1.1.

Έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών

II – 1.1.2.

Συστάσεις στα όργανα

II – 1.1.3.

Υποθέσεις που απαιτούν τη διαβίβαση πληροφοριών στις εθνικές δικαστικές αρχές: οι συνέπειες της απόφασης του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-48/05

II – 1.2.

Πολιτική «De minimis» της OLAF: παραπτώματα ήσσονος σημασίας που μπορούν να αντιμετωπιστούν ικανοποιητικά από άλλες υπηρεσίες

II – 1.3.

Τακτική παρακολούθηση με πρωτοβουλία της Επιτροπής Εποπτείας (άρθρο 11.1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999)

II – 1.3.1.

Προγραμματισμός και στρατηγική διεύθυνση των ερευνών

II – 2.

Διαδικαστικοί κανόνες για τις έρευνες της OLAF: Εγχειρίδιο OLAF – Επιχειρησιακές διαδικασίες

II – 3.

Διοικητική οργάνωση, προϋπολογισμός και πολιτική προσωπικού όσον αφορά την ερευνητική λειτουργία της OLAF

III

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ OLAF, ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΕΕ, ΤΟΥΣ ΕΤΑΙΡΟΥΣ ΤΗΣ OLAF ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ

III – 1.

Σχέσεις με την OLAF

III – 2.

Σχέσεις με τα όργανα της Κοινότητας και τους εταίρους και φορείς της OLAF

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Χρονοδιάγραμμα των συνεδριάσεων της Επιτροπής Εποπτείας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 Κατάλογος των γνωμών που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή Εποπτείας από την 1η Ιουνίου 2008 έως τις 31 Μαΐου 2009

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 Γνώμη αριθ. 5/2008 Πολιτική de minimis της OLAF

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4 Γνώμη αριθ. 1/2009 Ετήσιο διαχειριστικό πρόγραμμα της OLAF για το 2009

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5 Γνώμη αριθ. 2/2009 Εκθέσεις για έρευνες της OLAF που βρίσκονται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6 Γνώμη αριθ. 3/2009 Προσχέδιο προϋπολογισμού της OLAF για το 2010

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ

Βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να παρουσιάσω την τρίτη έκθεση δραστηριοτήτων της παρούσας Επιτροπής Εποπτείας της OLAF που καλύπτει την περίοδο από τον Ιούνιο 2008 έως τον Μάιο 2009.

Τώρα που η Επιτροπή Εποπτείας έχει ολοκληρώσει την πρώτη θητεία της και, βάσει της κτηθείσας πείρας κατά τη διάρκεια αυτών των τριών ετών, ελπίζουμε να συνεχίσουμε με σταθερή προσήλωση τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της OLAF εκπληρώνοντας το σημαντικό καθήκον που ανατέθηκε στην Επιτροπή Εποπτείας και να εργασθούμε εντατικά για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της OLAF.

Η Επιτροπή Εποπτείας ασκεί τον ρόλο της όσον αφορά την ενίσχυση και την εγγύηση της ανεξαρτησίας της OLAF και τη συνδρομή στον Γενικό Διευθυντή της για την εκπλήρωση των καθηκόντων του κατά τρόπο που διασφαλίζει τη βέλτιστη παροχή στην OLAF της απαραίτητης υποστήριξης και των συμβουλών που χρειάζεται ώστε να μπορεί να ασκεί αποτελεσματικά τα καθήκοντα του διοικητικού ελεγκτή, με πλήρη ανεξαρτησία από αθέμιτες εξωτερικές πιέσεις και παρεμβάσεις. Όσο περισσότερο αυστηρή και αμερόληπτη θεωρείται η OLAF στον επιχειρησιακό της ρόλο τόσο περισσότερο θα είναι σε θέση να υπερασπίζεται τον εαυτό της από αδικαιολόγητες κριτικές από οιαδήποτε πηγή και έτσι να διασφαλίζει την ικανότητά της να εκπληρώσει τις λειτουργίες της με πλήρη ανεξαρτησία.

Η βασική δραστηριότητα της Επιτροπής Εποπτείας συνίσταται στην τακτική παρακολούθηση των ερευνών της OLAF. Ένα παράδειγμα της διεξαχθείσας εργασίας σε αυτόν τον τομέα είναι η γνωμοδότηση της Επιτροπής Εποπτείας αριθ. 2/2009 σχετικά με τις υποθέσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών. Χρησιμοποιώντας μια αυστηρή μέθοδο στη μελέτη των μεμονωμένων εκθέσεων, η γνωμοδότηση τονίζει μία σειρά ελλείψεων στη διεξαγωγή των ερευνών, μερικές από τις οποίες είναι σχετικές με επιχειρησιακούς παράγοντες ενώ άλλες είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας στον προγραμματισμό ή στην εσωτερική οργάνωση. Η Επιτροπή Εποπτείας συνέστησε τροποποιήσεις στις επιχειρησιακές μεθόδους της OLAF, οι οποίες ευελπιστεί ότι θα βοηθήσουν στην υπέρβαση αυτών των προβλημάτων.

Η Επιτροπή Εποπτείας υποστήριξε πάντοτε ότι υπάρχει ανάγκη για σαφείς διαδικαστικούς κανόνες οι οποίοι να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την καθοδήγηση των ελεγκτών της OLAF και οι οποίοι θα έπρεπε να είναι γνωστοί στους υποκείμενους σε έρευνα πράγμα που θα τους βοηθήσει να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους. Είναι γνωστόν τοις πάσι ότι το ισχύον εγχειρίδιο διαδικασιών της OLAF του 2005 δεν πληροί αυτές τις απαιτήσεις. Η Επιτροπή Εποπτείας είναι ενήμερη για το έργο ενημέρωσης του εγχειριδίου που πραγματοποίησε η OLAF κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Το έργο μέχρι τώρα είναι ημιτελές, μολονότι έχει βελτιωθεί και υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος να διανυθεί πριν ένας πρακτικός οδηγός να είναι έτοιμος να χρησιμοποιηθεί από τους ελεγκτές.

Οι δημοσιονομικοί περιορισμοί που επηρεάζουν όλα τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα επηρεάζουν επίσης και την OLAF. Ο προϋπολογισμός του 2010 δεν περιλαμβάνει συμπληρωματικές θέσεις για την Υπηρεσία και συνεπώς απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια για τη βελτίωση του προγραμματισμού, της διαχείρισης και της ικανοποιητικής χρήσης των υφισταμένων πόρων. Η Επιτροπή Εποπτείας κάλεσε για μια ακόμη φορά την OLAF να διαθέσει την πλειονότητα του προσωπικού της για την άσκηση της βασική της δραστηριότητας, δηλαδή τις επιχειρησιακές έρευνες.

Η μεταρρύθμιση της νομικής βάσης της OLAF, του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999, αποτέλεσε αντικείμενο εντόνων συζητήσεων κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτει η παρούσα έκθεση στην Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (COCOBU), οι οποίες κατέληξαν στην έγκριση του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με την προσέγγιση του Συμβουλίου στην αναθεώρηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999 για την OLAF. Η Επιτροπή Εποπτείας, έχοντας επίγνωση της σημασίας αυτής της μεταρρύθμισης, επεδίωξε να συμμετάσχει ενεργητικά και εποικοδομητικά στη συζήτηση εμφανιζόμενη ενώπιον της COCOBU για να υποβάλει σ’ αυτήν προτάσεις σχετικά με τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Εποπτείας στον νέο κανονισμό.

Η Επιτροπή Εποπτείας επέμεινε στην ανάγκη διατήρησης της λειτουργίας τακτικής παρακολούθησης των ερευνών ως την καλύτερη μέθοδο εγγύησης της ανεξαρτησίας της OLAF.

Η Επιτροπή Εποπτείας είναι ικανοποιημένη διότι η OLAF έχει λάβει μέτρα για να εφαρμόσει πολλές από τις συστάσεις της. Ιδίως, υπήρξε πρόοδος στην εφαρμογή μιας πολιτικής «de minimis». Ωστόσο, ζητήματα σχετικά με τη διαχείριση των ερευνών, ιδίως όσον αφορά τη μακρά διάρκεια των ερευνών και τα συστήματα ελέγχου και εποπτείας, δεν έχουν ακόμα επιλυθεί.

Επίσης, εφέτος είναι και η δεκάτη επέτειος της OLAF. Αυτή η επέτειος αποτελεί μια καλή ευκαιρία να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίον η OLAF εκπλήρωσε τον σκοπό της: την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων οι οποίες ζημιώνουν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ, μέσω της διεξαγωγής ανεξάρτητων ερευνών, καθώς και με ποιον τρόπο προτίθεται να συνεχίσει.

Η OLAF διαθέτει την εξαιρετική πείρα 10 ετών διενέργειας εσωτερικών και εξωτερικών ελέγχων οι οποίοι έχουν επιπλέον διεθνή διάσταση. Η σημασία και η φήμη της συνεχώς αυξάνονται. Βασιζόμενη στα επιτεύγματά της και την εμπειρία της, η OLAF πρέπει να διατηρήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ευρωπαϊκή δέσμευση για την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς. Η Επιτροπή Εποπτείας φρονεί ότι η OLAF πρέπει να διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο στη σύσταση της ευρωπαϊκής εισαγγελικής αρχής η οποία προβλέπεται στη συνθήκη της Λισαβόνας.

Η Επιτροπή Εποπτείας είναι πρόθυμη να στηρίξει την OLAF στις προσπάθειές της για τη βελτίωση της ποιότητας του έργου της και τη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας της.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τη Γραμματεία της Επιτροπής Εποπτείας για το έργο που εκτέλεσε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Επιτροπή Εποπτείας της OLAF συστήθηκε με σκοπό την ενίσχυση και την εγγύηση της ανεξαρτησίας της OLAF, καθώς και τη συνδρομή στον Γενικό Διευθυντή για την εκπλήρωση των καθηκόντων του. Η Επιτροπή Εποπτείας εκδίδει γνωμοδοτήσεις στον Γενικό Διευθυντή της OLAF και υποχρεούται να υποβάλλει στα θεσμικά όργανα κάθε έτος έκθεση για τις δραστηριότητές της. Αυτή η τρίτη έκθεση αναφέρεται στις δραστηριότητες που πραγματοποίησε η Επιτροπή Εποπτείας από τον Ιούνιο 2008 έως τον Μάιο 2009.

Στη δεύτερη έκθεση δραστηριοτήτων της, η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε την ανάγκη να περιορίσει η OLAF την υπερβολική διάρκεια ορισμένων ερευνών, να θεσπίσει σαφείς διαδικασίες έρευνας, προθεσμίες και μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου για την αποτροπή ενδεχομένων συγκρούσεων συμφερόντων κατά τη διάρκεια των ερευνών. Επιπλέον, προτάθηκε οι δικαστικοί της μονάδας δικαστικών και νομικών συμβουλών να συμμετέχουν πλήρως σε ένα προγενέστερο στάδιο των ερευνών για να αποφεύγεται η παραγραφή των υποθέσεων και για να διασφαλιστεί η συλλογή αποδεικτικών στοιχείων που θα είναι χρήσιμα στις εθνικές δικαστικές αρχές.

Η έκθεση συζητήθηκε με τον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής κ. Siim Kallas, τη Γενική Γραμματέα της Επιτροπής κα Catherine Day, την Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (COCOBU) και την ομάδα εργασίας του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της απάτης, κατά τη διάρκεια της γαλλικής προεδρίας. Η Επιτροπή Εποπτείας εκφράζει την ικανοποίησή της για τη θετική ανταπόκριση και την υποστήριξη που έλαβε. Ο κ. Franz-Hermann Brüner, Γενικός Διευθυντής της OLAF, εκτίμησε την εποικοδομητική προσέγγιση που ακολούθησε η Επιτροπή Εποπτείας και δήλωσε ότι οι περισσότερες από τις συστάσεις που εξέδωσε η Επιτροπή Εποπτείας στις γνωμοδοτήσεις της είχαν εφαρμοστεί ή βρίσκονταν στη διαδικασία εφαρμογής.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, Πρόεδρος της Επιτροπής Εποπτείας ήταν ο κ. Luis López Sanz-Aranguez.

I.   ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

I – 1.   Συνεδριάσεις

Η Επιτροπή Εποπτείας πραγματοποίησε δέκα συνεδριάσεις της ολομέλειας στις Βρυξέλλες (1). Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής Εποπτείας δεν είναι ανοιχτές στο κοινό και όλα τα σχετικά έγγραφα είναι εμπιστευτικά, παρόλο που τα πρακτικά των συνεδριάσεων κοινοποιούνται στην OLAF και στις Γενικές Γραμματείες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για λόγους διαφάνειας, όπως επίσης και για να τους παρέχονται τακτικές πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής Εποπτείας.

Όπως και κατά την προηγούμενη περίοδο αναφοράς, η Επιτροπή Εποπτείας συνέχισε την πρακτική να προσκαλεί στις συνεδριάσεις της τον Γενικό Διευθυντή της OLAF και ορισμένα μέλη του προσωπικού της προκειμένου να συμμετέχουν στη συζήτηση και να ενημερώνονται για θέματα σχετικά με το έργο της Επιτροπής Εποπτείας και επίσης για να ενημερώνεται η OLAF σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής Εποπτείας. Οι παράγοντες της Επιτροπής Εποπτείας καθώς και οι εταίροι της OLAF συμμετείχαν επίσης κατά καιρούς στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Εποπτείας μετά από πρόσκλησή της.

I – 2.   Εισηγητές

Οι γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εποπτείας προς τον Γενικό Διευθυντή της OLAF εγκρίθηκαν ομόφωνα από τα μέλη της και διατηρήθηκε η πρακτική του διορισμού εισηγητών  (2) ώστε να είναι πιο αποτελεσματική η προετοιμασία και η παρακολούθηση ορισμένων θεμάτων που ενδιαφέρουν την Επιτροπή Εποπτείας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ένα μέλος της Επιτροπής Εποπτείας διορίζεται ως εισηγητής για ένα ορισμένο τομέα του έργου της, για παράδειγμα, ανάλυση των εκθέσεων για υποθέσεις στις οποίες οι έρευνες βρίσκονταν σε εξέλιξη πέραν των εννέα μηνών, λειτουργία της πολιτικής «de minimis», προϋπολογισμός της OLAF, επιχειρησιακό εγχειρίδιο της OLAF κλπ … και εργασίες με τη Γραμματεία της Επιτροπής Εποπτείας για την προετοιμασία σχεδίου γνωμοδότησης προς συζήτηση με την Επιτροπή Εποπτείας για την έγκρισή του.

I – 3.   Γραμματεία

Οι αρμοδιότητες της Γραμματείας της Επιτροπής Εποπτείας καθορίζονται στον εσωτερικό κανονισμό της Επιτροπής Εποπτείας (3), ο οποίος προβλέπει ότι η Γραμματεία διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο διευκολύνοντας και συμβάλλοντας στην εκτέλεση όλων των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην Επιτροπή Εποπτείας και διασφαλίζοντας ότι η τελευταία είναι σε θέση να εκπληρώσει τη νομοθετική της εντολή με πλήρη ανεξαρτησία.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Επιτροπή Εποπτείας ζήτησε την προκήρυξη της θέσης προϊσταμένου της Γραμματείας, η οποία θα έμενε κενή τον Ιούνιο, με βαθμό Διευθυντή, για τη διασφάλιση του αδιάβλητου της διαδικασίας επιλογής. Μετά από συζητήσεις με τον αντιπρόεδρο κ. Siim Kallas, η θέση προκηρύχθηκε με βαθμό προϊσταμένου διοικητικής μονάδας, τονίζοντας όμως ότι ο προϊστάμενος της Γραμματείας αναφέρεται στον Πρόεδρο της Επιτροπής Εποπτείας και είναι υπόλογος σ’ αυτόν.

Οι διορισμοί των μελών της Γραμματείας της Επιτροπής Εποπτείας πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο με τη σύμφωνη γνώμη της τελευταίας, διασφαλίζοντας έτσι την πλήρη ανεξαρτησία της Επιτροπής Εποπτείας κατά την άσκηση των καθηκόντων της (4). Η απαραίτητη συμμετοχή της Επιτροπής Εποπτείας στη διαδικασία πρόσληψης γι’ αυτή τη σημαντική θέση έγινε δεκτή από την OLAF και από την Επιτροπή.

Ως αποτέλεσμα της απόφασης του Πρωτοδικείου (5) ο ρόλος παρακολούθησης της Επιτροπής Εποπτείας θα επεκταθεί με επακόλουθες συνέπειες για το προσωπικό της Γραμματείας το 2010. Επειδή ο νέος μηχανισμός δεν έχει ακόμα τεθεί σε εφαρμογή, η Επιτροπή Εποπτείας δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει τις ειδικές πρόσθετες ανάγκες προσωπικού, αλλά θα το πράξει στις αρχές του 2010.

Η Επιτροπή Εποπτείας αναγνωρίζει ότι ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και το σύστημα αξιολόγησης και προαγωγών δεν επιτρέπουν σήμερα στα μέλη της Επιτροπής Εποπτείας να αξιολογήσουν την απόδοση του προσωπικού της Γραμματείας. Ωστόσο, η Επιτροπή Εποπτείας δεν κρίνει ικανοποιητικό το γεγονός ότι ο Γενικός Διευθυντής της OLAF έχει τον τελευταίο λόγο όσον αφορά το ετήσιο επίπεδο απόδοσης του προσωπικού της Γραμματείας και ότι η Επιτροπή Εποπτείας δεν συμμετέχει σ’ αυτή τη διαδικασία παρά την άμεση υπαγωγή της Γραμματείας στην αρμοδιότητά της.

II   ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ OLAF

II – 1.   Παρακολούθηση της ερευνητικής λειτουργίας της OLAF: ενίσχυση της ανεξαρτησίας της OLAF

Η βασική λειτουργία της Επιτροπής Εποπτείας είναι η παρακολούθηση της ερευνητικής λειτουργίας της OLAF έτσι ώστε να μη διακυβεύεται η ανεξαρτησία της.

Η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε το ζήτημα της ανεξαρτησίας σε ένα ευρύ πλαίσιο σε σχέση με τον ρόλο της. Η Επιτροπή Εποπτείας γνωρίζει τον κίνδυνο της καταχρηστική επιρροής που μπορεί να ασκηθεί από οποιαδήποτε πηγή κατά το άνοιγμα, συνέχιση ή περάτωση μιας έρευνας. Υπάρχουν δυνητικές απειλές από κυβερνήσεις, θεσμικά όργανα, οργανισμούς ή φορείς, αλλά επίσης και από άτομα ή νομικά πρόσωπα τα οποία αποτελούν αντικείμενο έρευνας ή και από ξένες πηγές. Υπάρχουν περισσότερο διακριτικές πιέσεις οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την ανεξαρτησία της OLAF κατά την άσκηση της ερευνητικής της λειτουργίας. Σ’αυτές συμπεριλαμβάνονται:

Προσπάθειες θεσμικών οργάνων, οργανισμών ή οργανώσεων να παρακωλύσουν την OLAF στο στάδιο έναρξης μιας έρευνας ή κατά τη διάρκεια της έρευνας·

Αποφυγή ή καθυστέρηση της διαβίβασης των αποδεικτικών στοιχείων ή των εγγράφων στην OLAF για να εμποδιστεί η ερευνητική δραστηριότητα της OLAF·

Αδικαιολόγητος περιορισμός των πόρων της OLAF, οικονομικών ή ανθρωπίνων, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών που επιβάλλονται στον αριθμό των θέσεων ή στην απαιτούμενη αρχαιότητα γι’ αυτές.

Μόνο με συνεχείς προσπάθειες κατά την εξέταση ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος μίας σειράς φακέλων που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα και με τη σχετική συζήτησή τους με τους ελεγκτές, στελέχη και διευθυντές της OLAF είναι δυνατή η αποκάλυψη οιασδήποτε αθέμιτης πίεσης επί της OLAF η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει στη διακύβευση της ανεξαρτησίας της.

Κατά συνέπεια, διεξήχθησαν, γι’ αυτόν τον σκοπό, συζητήσεις με την OLAF για τη σκιαγράφηση ενός συστήματος παρακολούθησης υποθέσεων που θα επιτρέπει στην Επιτροπή Εποπτείας και στη Γραμματεία της να έχουν πρόσβαση σε έναν κατάλογο με μεγάλο αριθμό φακέλων σχετικών υποθέσεων. Η πρόσβαση στο σύστημα παρακολούθησης υποθέσεων της Επιτροπής Εποπτείας και της Γραμματείας της προξενεί συνέπειες για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και τα σχετικά ζητήματα αποτελούν σήμερα αντικείμενο συζητήσεων με τον ευρωπαίο επόπτη προστασίας δεδομένων (EDPS) και με τη Νομική Υπηρεσία της Επιτροπής.

Το άρθρο 22α του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης επιβάλλει την υποχρέωση στους υπαλλήλους να ενημερώνουν την ιεραρχία τους, τη Γενική Γραμματεία ή την OLAF άμεσα, εάν πληροφορηθούν γεγονότα τα οποία δημιουργούν υπόνοιες πιθανής παράνομης δραστηριότητας, ή συμπεριφοράς σχετικά με την εκπλήρωση επαγγελματικών καθηκόντων τα οποία ενδεχομένως συνιστούν σοβαρή παράλειψη στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων των υπαλλήλων των Κοινοτήτων (6).

Κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή Εποπτείας ο Γενικός Διευθυντής της OLAF κοινοποίησε στα μέλη του προσωπικού της OLAF τη συμπληρωματική δυνατότητα που τους παρέχεται να αναφέρουν στον Πρόεδρο της Επιτροπής Εποπτείας οποιαδήποτε πραγματικά περιστατικά και αποδείξεις για ενδεχόμενες παράνομες δραστηριότητες ή σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα στο πλαίσιο της OLAF για το οποίο λαμβάνουν γνώση (7). Κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την έκθεση δεν ελήφθησαν τέτοιες εκθέσεις.

Από τους ελέγχους που η Επιτροπή Εποπτείας διενήργησε σχετικά με την έκθεση εννεάμηνου, δεν εντόπισε καμία πραγματική απειλή όσον αφορά την επιχειρησιακή ανεξαρτησία της OLAF.

II – 1.1.   Τακτική παρακολούθηση με βάση τις πληροφορίες που διαβιβάζει στην Επιτροπή Εποπτείας ο Γενικός Διευθυντής της OLAF (άρθρο 11.7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999)

II – 1.1.1.   Έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών

Ο Γενικός Διευθυντής της OLAF υποβάλλει μηνιαία έκθεση στην Επιτροπή Εποπτείας με συνοπτική παρουσίαση κάθε έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών (εφεξής «εκθέσεις εννεάμηνου»). Οι «εκθέσεις εννεάμηνου» εκθέτουν τους λόγους της μη ολοκλήρωσης των ερευνών, καθώς και το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα για την περάτωση κάθε υπόθεσης.

Η Επιτροπή Εποπτείας εξέδωσε γνωμοδότηση (8) που βασίστηκε σε 275 «εκθέσεις εννεάμηνου» (επί 424 εκκρεμών υποθέσεων) που καλύπτουν την περίοδο από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο 2008 και επί 115 «εκτιμήσεων αρχικών πληροφοριών» που συνέταξαν οι ελεγκτές της OLAF πριν να ληφθεί η απόφαση έναρξης της έρευνας, που καλύπτουν την περίοδο από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο 2008. Αυτές «οι εκτιμήσεις αρχικών πληροφοριών» περιλαμβάνουν επίσης «αρχικές υποδείξεις για πρόγραμμα εργασίας».

Η Επιτροπή Εποπτείας επεδίωξε να διασαφηνίσει το κατά πόσο το υψηλό ποσοστό ερευνών που ήταν σε εξέλιξη για πλέον των εννέα μηνών (άνω του 78 % τον Δεκέμβριο 2008) οφείλετο σε αντικειμενικές και αναπόφευκτες αιτίες. Εξάλλου, η Επιτροπή Εποπτείας μπορεί να ελέγχει μόνον τη διάρκεια των ερευνών της OLAF προκειμένου να αποκλείει εξωτερικές παρεμβάσεις ή μεροληπτικές αποφάσεις, εφόσον παρέχεται αντικειμενική και επαληθεύσιμη αιτιολόγηση των καθυστερήσεων. Επίσης, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στον αναμενόμενο χρόνο για την περάτωση των ερευνών και για το κατά πόσο οι έρευνες είχαν διεξαχθεί αδιαλείπτως κατά τη διάρκεια χρονικής περιόδου ανάλογης προς τις περιστάσεις και την πολυπλοκότητα της υπόθεσης (9)

Διεξήχθη μία ανάλυση και οι εκθέσεις κατανεμήθηκαν με βάση τις διάφορες δραστηριότητες της OLAF. Η Επιτροπή Εποπτείας διαπίστωσε ότι, σε ένα υψηλό αριθμό υποθέσεων, ανεξαρτήτως κατηγορίας, ο λόγος που προβάλλεται στην έκθεση για την αιτιολόγηση του γεγονότος ότι η έρευνα ήταν σε εξέλιξη πέραν των εννέα μηνών δεν προέκυπτε συχνά από τις περιστάσεις που εκτίθενται στο φάκελο της έρευνας ή ακόμα και στην ίδια την έκθεση. Οι προβαλλόμενοι λόγοι για τις καθυστερήσεις σε πολλές υποθέσεις δεν είναι κατά συνέπεια αξιόπιστοι και μπορούν να οδηγήσουν την OLAF σε παραπλανητικά συμπεράσματα. Ανακριβείς λόγοι για τις καθυστερήσεις μπορούν να παρακωλύσουν τις προσπάθειες της OLAF να διασφαλίσει ότι διατίθενται για τις υποθέσεις οι κατάλληλοι ανθρώπινοι και δημοσιονομικοί πόροι, και γενικά, να εμποδίσουν την αποτελεσματική διαχείριση των ερευνών και να μην επιτρέψουν την κατάλληλη αξιολόγηση για το κατά πόσο το υψηλό ποσοστό καθυστερήσεων στις έρευνες είναι δικαιολογημένο.

Παρατηρήθηκε επίσης ότι οι προϊστάμενοι μονάδας καθώς και οι διευθυντές συχνά προσυπέγραφαν εκθέσεις υποθέσεων οι οποίες εμφάνιζαν παραπλανητικούς λόγους για την μη περάτωση των υποθέσεων. Τούτο καταδεικνύει ότι η εποπτεία και ο έλεγχος της καθημερινής διαχείρισης των υποθέσεων δεν ήταν επαρκείς.

Επισημάνθηκε ότι υπήρξε έλλειψη ειδικού στόχου και επαληθεύσιμων λόγων για τις καθυστερήσεις στις έρευνες και η Επιτροπή Εποπτείας συνέστησε την επανεξέταση ολόκληρης της διαδικασίας υποβολής εκθέσεων στο τέλος των εννέα μηνών ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην Επιτροπή Εποπτείας να επαληθεύσει τους πραγματικούς λόγους των καθυστερήσεων. Γι’ αυτόν τον σκοπό, η Επιτροπή Εποπτείας παρέσχε ειδικές συμβουλές για τις ενέργειες που θα έπρεπε να γίνουν (10).

Η Επιτροπή Εποπτείας εντόπισε ένα σοβαρό πρόβλημα ποιότητας στις «εκθέσεις εννεάμηνου» λόγω της συχνής έλλειψης αναφοράς στον αναμενόμενο χρόνο για την περάτωση των ερευνών. Η αναγραφή του «προβλεπόμενου χρόνου ολοκλήρωσης» δεν αποτελεί μόνο νομική υποχρέωση της OLAF έναντι της Επιτροπής Εποπτείας, αλλά και στοιχειώδες εργαλείο για τη διαχείριση των ερευνών και την αποτροπή των αρνητικών συνεπειών που συνεπάγεται η υπερβολική χρονική τους διάρκεια. Η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά, όπως έπραξε και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, ότι οι εκθέσεις εννεάμηνου πρέπει να χρησιμοποιούνται ως εργαλείο για την αποτελεσματική διαχείριση των ερευνών.

Κλειδί για επιτυχημένες και στοχοθετημένες έρευνες είναι ο καλός προγραμματισμός τους. Συνεπώς, η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά στην OLAF να αναπτύξει ένα σύστημα που να περιέχει λεπτομερή σχέδια ερευνών για κάθε έρευνα που έχει αρχίσει. Η OLAF αντέδρασε ευνοϊκά σ’ αυτή την πρόταση, αλλά η Επιτροπή Εποπτείας αναμένει τη γραπτή πρότασή της για δράση.

II – 1.1.2.   Συστάσεις στα όργανα

Ο Γενικός Διευθυντής της OLAF υποχρεούται να ενημερώνει την Επιτροπή Εποπτείας σχετικά με υποθέσεις στις οποίες ένα ενεχόμενο όργανο, οργανισμός ή φορέας δεν ενήργησε σύμφωνα με τις συστάσεις της OLAF (11). Κατά την περίοδο αναφοράς δεν αναφέρθηκαν τέτοιες υποθέσεις στην Επιτροπή Εποπτείας.

II – 1.1.3.   Υποθέσεις που απαιτούν τη διαβίβαση πληροφοριών στις εθνικές δικαστικές αρχές: οι συνέπειες της απόφασης του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-48/05

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε 36 εκθέσεις που της διαβίβασε η OLAF οι οποίες έπρεπε να διαβιβασθούν στις εθνικές δικαστικές αρχές. Οι εκθέσεις παρουσιάζονται στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Εποπτείας από τους δικαστικούς της μονάδας δικαστικών και νομικών συμβουλών.

Η Επιτροπή Εποπτείας πραγματοποιεί προκαταρκτική ανάλυση που της επιτρέπει να συζητήσει τα ζητήματα με τους εκπροσώπους της OLAF και να κατανοήσει την ουσία και τα διαδικαστικά ζητήματα που προκύπτουν από κάθε υπόθεση. Η Επιτροπή Εποπτείας δίδει ιδιαίτερη σημασία στην ποιότητα της έκθεσης προκειμένου να εντοπίσει υποθέσεις των οποίων ενδεχομένως οι εθνικές δικαστικές αρχές δεν έχουν επιληφθεί λόγω παραγραφής (περίοδος παραγραφής), εμφανούς έλλειψης αποδείξεων ή άλλων λόγων. Στο παρελθόν, η Επιτροπή Εποπτείας εντόπισε αρκετές υποθέσεις στις οποίες η παραγραφή αποτέλεσε πρόβλημα. Στη συγκεκριμένη περίοδο υπήρξαν σημαντικά λιγότερες υποθέσεις στις οποίες οι εθνικές δικαστικές αρχές δεν μπόρεσαν να αναλάβουν δράση λόγω παραγραφής. Η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε επίσης βελτίωση στην ποιότητα των πληροφοριών που παρέχονται στις εκθέσεις, ιδίως την ανάλυση των κατ’ ισχυρισμό διαπραχθεισών αξιοποίνων πράξεων και τους εφαρμοζόμενους κανόνες στο κράτος μέλος στο οποίο διαβιβάζεται η έκθεση.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς της παρούσας έκθεσης, η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε με ανησυχία τον μειούμενο ρόλο των δικαστικών της μονάδας δικαστικών και νομικών συμβουλών. Αυτοί οι δικαστικοί εκπληρώνουν μία μοναδική και χρήσιμη λειτουργία εντός της OLAF ως το κύριο σημείο επαφής με τις εθνικές δικαστικές αρχές και διασφαλίζουν επίσης ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους οι οποίοι διαβιβάζονται στις εθνικές δικαστικές αρχές είναι σύννομα με τις νομικές απαιτήσεις του αντιστοίχου κράτους μέλους.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή Εποπτείας παροτρύνει την OLAF να κάνει πλήρη χρήση των υπηρεσιών των δικαστικών σ’ αυτούς τους τομείς σε μία προγενέστερη φάση της διαδικασίας έρευνας. Οι δικαστικοί θα έπρεπε επίσης να ασχοληθούν με τις ενδεχόμενες παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μερών της έρευνας και οι ελεγκτές θα έπρεπε να τους συμβουλεύονται εκεί όπου μπορεί να προκύψει ένα θέμα όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα. Αυτές οι διατάξεις θα έπρεπε να αναφέρονται ρητώς στο νέο επιχειρησιακό εγχειρίδιο όπως και στο παρελθόν.

Τα αποτελέσματα πρόσφατων αποφάσεων

Σε πολλές περιπτώσεις, οι εκθέσεις για τις ελεγχθείσες υποθέσεις εξετάστηκαν από την Επιτροπή Εποπτείας μετά τη διαβίβασή τους στις εθνικές δικαστικές αρχές.

Ωστόσο, σε πρόσφατη απόφασή του το Πρωτοδικείο (12) αποφάνθηκε ότι η έλλειψη ενημέρωσης της Επιτροπής Εποπτείας πριν τη διαβίβαση των εκθέσεων στις εθνικές δικαστικές αρχές συνιστά παράβαση του άρθρου 11 παράγραφος 7 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999. Το Δικαστήριο αποφάνθηκε επίσης ότι θα έπρεπε να ζητείται η άποψη της Επιτροπή Εποπτείας πριν τη διαβίβαση, για λόγους προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Οι συνέπειες αυτής της τελευταίας θεώρησης στην απόφαση φάνηκε, καταρχήν, να υπερβαίνουν τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Εποπτείας δυνάμει του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999. Η Επιτροπή Εποπτείας εκφράζει ανησυχίες για τις συνέπειες αυτής της απόφασης. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η νομική υποχρέωση της Επιτροπής Εποπτείας να μην παρεμβαίνει στη διεξαγωγή των τρεχουσών ερευνών, ο μη δεσμευτικός χαρακτήρας των γνωμοδοτήσεων της Επιτροπής Εποπτείας, η έλλειψη εξουσίας της Επιτροπής Εποπτείας όσον αφορά τη διαβίβαση των εκθέσεων στις εθνικές δικαστικές αρχές, η οποία αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της OLAF, καθώς και η ανάγκη για εξέταση όλων των εγγράφων σε κάθε υπόθεση, πράγμα που συνεπάγεται μεγαλύτερο φόρτο εργασίας για την ήδη επιβαρυμένη Γραμματεία της Επιτροπής Εποπτείας. Για όλους αυτούς τους λόγους, η Επιτροπή Εποπτείας συνέστησε στην Επιτροπή να εφεσιβάλει την απόφαση του Πρωτοδικείου (13). Ωστόσο, η Επιτροπή αποφάσισε να μην εφεσιβάλει αυτή την απόφαση.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Επιτροπή Εποπτείας αποφάσισε να καθορίσει νέες πρακτικές εργασίας με την OLAF για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου. Η εξασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε μία έρευνα αποτελεί διαρκή υποχρέωση. Από το στάδιο διαβίβασης της υπόθεσης στην Επιτροπή Εποπτείας, ο ρόλος της Επιτροπής Εποπτείας στον έλεγχο της τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι απλώς αναδρομικής φύσεως. Κάθε γνωμοδότηση που θα εκδιδόταν στο στάδιο αυτό από την Επιτροπή Εποπτείας θα στερείτο πρακτικής αξίας για μία συγκεκριμένη υπόθεση.

Η OLAF προτίθεται να διαβιβάζει τις εκθέσεις στην Επιτροπή Εποπτείας πέντε εργάσιμες ημέρες πριν τη διαβίβασή τους στις εθνικές δικαστικές αρχές. Η Επιτροπή Εποπτείας προτείνει να ζητείται από την OLAF σε κάθε υπόθεση να παρέχει λεπτομερή έκθεση για την τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των διαδικαστικών εγγυήσεων. Σε υποθέσεις στις οποίες φαίνεται να υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με το κατά πόσον τηρήθηκαν τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι διαδικαστικές εγγυήσεις, η Επιτροπή Εποπτείας θα ζητά πρόσβαση στον πλήρη φάκελο.

Γι’ αυτόν τον σκοπό, η Επιτροπή Εποπτείας επιθυμεί να ενημερώνεται για όλες τις καταγγελίες που έχει λάβει ή έχει εξετάσει η OLAF από τα μέρη έρευνας όταν τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι διαδικαστικές εγγυήσεις φαίνεται να έχουν διακυβευτεί. Όντως, η Επιτροπή Εποπτείας επιθυμεί η OLAF να την ενημερώνει για όλες τις υποθέσεις, όχι μόνο για εκείνες τις υποθέσεις που διαβιβάζονται στις εθνικές δικαστικές αρχές, για τις οποίες υπεβλήθη καταγγελία για εικαζόμενη κατάχρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των διαδικαστικών εγγυήσεων.

Τα τελευταία πορίσματα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (14) και του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή (15) αναδεικνύουν την ανάγκη η OLAF να λαμβάνει υπόψη την τήρηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των υποκείμενων σε έρευνα προσώπων.

II – 1.2.   Πολιτική «De minimis» της OLAF: παραπτώματα ήσσονος σημασίας που μπορούν να αντιμετωπιστούν ικανοποιητικά από άλλες υπηρεσίες

Η Επιτροπή Εποπτείας επανεξέτασε την πολιτική «de minimis» της OLAF στο πλαίσιο της εξέτασης του τρόπου με τον οποίο η OLAF συμβιβάζει την ανάγκη αντιμετώπισης του ζητήματος των παρατυπιών των ήσσονος σημασίας παραπτωμάτων με τη μεγιστοποίηση των περιορισμένων πόρων που έχει στη διάθεσή της. Ιδίως, η Επιτροπή Εποπτείας προσπάθησε να εκτιμήσει κατά πόσο η πρακτική «de minimis» που εφαρμόζεται σήμερα είναι αποτελεσματική και αποδοτική και αντιστοιχεί στις τρέχουσες ανάγκες της OLAF.

Βάσει εξέτασης 45 επιλεχθεισών υποθέσεων (16) με κατ’ εκτίμηση χρηματοοικονομική επίπτωση κάτω των 50 000 ευρώ, η Επιτροπή Εποπτείας διαπίστωσε ότι:

Το τρέχον εγχειρίδιο επιχειρησιακών διαδικασιών δεν περιλαμβάνει ακριβή «de minimis» κριτήρια για την επιλογή και την επεξεργασία «de minimis» υποθέσεων σε κανέναν από τους τομείς των επιχειρήσεων της OLAF·

Η κατανομή των πόρων σε «de minimis» εσωτερικές έρευνες δεν αντικατοπτρίζει τη βέλτιστη χρήση των πόρων. Χρειάζεται να προσδιοριστεί μάλλον ο ρόλος της OLAF σε σχέση με την πολιτική μηδενικής ανοχής στις εσωτερικές έρευνες, να αποφασιστεί ο τρόπος επεξεργασίας των εισερχόμενων πληροφοριών και να διαβιβασθούν οι εισερχόμενες πληροφορίες σχετικά με ήσσονος σημασίας παραπτώματα ή/και υποθέσεις χαμηλής επίπτωσης σε άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής, παρά να αποφασιστεί η έναρξη έρευνας της OLAF. Η OLAF δεν είναι σε θέση να επεξεργαστεί όλες τις εισερχόμενες πληροφορίες, αλλά θα έπρεπε να στοχεύει στον επιμερισμό του φόρτου εργασίας με άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής, εκεί όπου αυτό ενδείκνυται·

Η Επιτροπή αποφάσισε την πολιτική μηδενικής ανοχής, αλλά τούτο δεν απαιτεί από την OLAF να ερευνά υποθέσεις για μικρά ποσά, ιδίως εσωτερικές έρευνες, αφού υπάρχουν άλλοι φορείς οι οποίοι θα μπορούσαν να αναλάβουν αυτές τις έρευνες. Στο μέλλον, η OLAF δεν είναι σε θέση να εξετάσει όλες τις εισερχόμενες πληροφορίες ακόμη και αν αυτές εμπίπτουν στη νομική αρμοδιότητα της OLAF.

Σε ορισμένους τομείς εξωτερικών ερευνών (και συνδρομής, παρακολούθησης και συντονισμού) συμφωνήθηκε η πολιτική «de minimis» κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του ετήσιου σχεδίου διαχείρισης, αλλά παραμένει ευρέως θεωρητική και απαιτεί περαιτέρω ανάπτυξη, μελέτη και αποτελεσματική εφαρμογή.

Τον Απρίλιο 2009, η Επιτροπή Εποπτείας συνεδρίασε με τη διοίκηση της OLAF για να συζητήσει την πολιτική «de minimis» και την έχει ενθαρρύνει το γεγονός ότι υπάρχει μία γενική συμφωνία για την επείγουσα ανάγκη να εφαρμοστεί μία περισσότερο αποτελεσματική και αποδοτική πολιτική «de minimis» σε όλους τους τομείς ερευνών. Η Επιτροπή Εποπτείας λαμβάνει γνώση με ικανοποίηση της στενότερης συνεργασίας μεταξύ της Διεύθυνσης Α Ερευνών και Επιχειρησιακών Δραστηριοτήτων και της Υπηρεσίας Ερευνών και Πειθαρχικών Κυρώσεων της Επιτροπής (IDOC), με στόχο να αποσαφηνιστεί ο επιμερισμός της εργασίας μεταξύ των δύο, και να συμφωνηθούν σαφή όρια «de minimis» στους τομείς εξωτερικών ερευνών (τομείς τελωνείων και γεωργίας, SAPARD και διαρθρωτικών ταμείων).

Δεδομένου ότι η OLAF διαθέτει πολύ περιορισμένους πόρους για την ανάληψη ερευνών και απαιτείται από αυτήν να διενεργήσει έρευνες σε σοβαρές υποθέσεις απάτης και παρατυπιών, η Επιτροπή Εποπτείας ενθαρρύνει την OLAF να βρει τον τρόπο να επικεντρωθεί σε περισσότερο πολύπλοκες και σοβαρές υποθέσεις έτσι ώστε να γίνεται η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των πόρων για την Κοινότητα.

II – 1.3.   Τακτική παρακολούθηση με πρωτοβουλία της Επιτροπής Εποπτείας (άρθρο 11.1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999)

II – 1.3.1.   Προγραμματισμός και στρατηγική διεύθυνση των ερευνών

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, η Επιτροπή Εποπτείας άρχισε να επανεξετάζει τον τρόπο με τον οποίο οι μονάδες ερευνών και επιχειρήσεων αξιολογούν και προγραμματίζουν τις «εκτιμήσεις αρχικών πληροφοριών» πριν την έναρξη των ερευνών και τις «τελικές εκθέσεις ελεγχθείσας υπόθεσης» και πραγματοποίησε μία σειρά από εποικοδομητικές συζητήσεις με το προσωπικό της OLAF και με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη αμφοτέρων των διευθύνσεων Α και Β - Ερευνών και Επιχειρησιακών Δραστηριοτήτων. Η Επιτροπή Εποπτείας εξεπλάγη από τη αξιοσημείωτη αποτελεσματικότητα και επαγγελματισμό με τους οποίους διεξήγαγε τις έρευνες υποθέσεων η Διεύθυνση Β όπως και η Διεύθυνση Α για μία σειρά υποθέσεων. Η Επιτροπή Εποπτείας εκφράζει την ικανοποίησή της ότι μετά από μία πολύ μακρά περίοδο αβεβαιότητας, ο διορισμός Διευθυντή της Διεύθυνσης Α «Έρευνες και Επιχειρησιακές Δραστηριότητες Ι» έλαβε χώρα. Η Επιτροπή Εποπτείας εκτιμά ότι τούτο θα οδηγήσει σε μακρόχρονη βελτίωση στη διαχείριση και διεύθυνση των ερευνών από αυτή τη Διεύθυνση.

Στην εν λόγω περίοδο αναφοράς, η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε περίπου 40 έντυπα «εκτιμήσεων αρχικών πληροφοριών» και τις αντίστοιχες «τελικές εκθέσεις ελεγχθείσας υπόθεσης». Εξετάζονται αναλυτικά οι λόγοι βάσει των οποίων άνοιξαν οι υποθέσεις, η χρηματοοικονομική επίπτωση και κατά πόσον ορίστηκαν χρονοδιαγράμματα για τις έρευνες. Η εξέταση του προγραμματισμού της υπόθεσης και της στρατηγικής διεύθυνσης των υποθέσεων αποτελεί βασικό μέρος της εργασίας της Επιτροπής Εποπτείας στην παρακολούθηση των ερευνών για την αξιολόγηση του κατά πόσον τηρήθηκαν οι αρχές ανεξαρτησίας, αμεροληψίας και νομιμότητας.

Η Επιτροπή Εποπτείας θεωρεί ενθαρρυντικό ότι είναι καθ’ οδόν βελτιώσεις για την καλύτερη διεξαγωγή των ερευνών.

Η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε το ετήσιο πρόγραμμα διαχείρισης της OLAF. Οι επιχειρησιακές προτεραιότητες αυτού του προγράμματος συνεχίζουν να είναι θεωρητικές και οι μέχρι τώρα διενεργηθείσες δράσεις παρακολούθησης δείχνουν ότι, στην ουσία, αυτές οι προτεραιότητες δεν χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό του κατά πόσο πρέπει ή όχι να ανοιχθούν οι υποθέσεις. Η OLAF πραγματοποιεί μικρή ή καμία διάκριση μεταξύ ερευνών και άλλων υποθέσεων (όπως υποθέσεις ποινικής συνδρομής και συντονισμού) και αντιμετωπίζει όλες τις υποθέσεις ισότιμα, παρόλο που η OLAF διαδραματίζει ουσιαστικά διαφορετικούς ρόλους σ’ αυτούς τους τομείς.

Τούτου δοθέντος και εξαιτίας του γεγονότος ότι οι εκτιμήσεις των εισερχομένων καταγγελιών και πληροφοριών διενεργούνται από τα κλιμάκια που ακολούθως διεξάγουν τις έρευνες, καθίσταται δύσκολη η διαχείριση του αυξανόμενου όγκου των εισερχόμενων πληροφοριών και η αποδοτική κατανομή των καθηκόντων. Κατά την άποψη της Επιτροπής Εποπτείας τα ληφθέντα μέχρι τώρα μέτρα από τη διοίκηση της OLAF όσον αφορά το άνοιγμα των υποθέσεων θα έπρεπε να είναι σαφέστερα.

Οι ερευνητικοί στόχοι παραμένουν αόριστοι και τούτο επιδρά στην πρόοδο της έρευνας, στο χρονοδιάγραμμά της και στη χρήση των πόρων. Η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά να συμφωνηθούν και να καθοριστούν χρονοδιαγράμματα ή προθεσμίες για όλα τα στάδια του κύκλου της έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των εκτιμήσεων και των δραστηριοτήτων παρακολούθησης και να ενισχυθεί περαιτέρω το σύστημα αξιολόγησης των αποτελεσμάτων, βάσει κυρίων δεικτών απόδοσης.

Κάθε ελεγκτικό κλιμάκιο πρέπει να καταστρώνει λεπτομερές πρόγραμμα έρευνας κατά την έναρξη εκάστης έρευνας, το οποίο πρέπει να είναι αρκούντως αναλυτικό, ώστε να επιτρέπει την πρόβλεψη της ημερομηνίας έκδοσης της τελικής απόφασης. Το πρόγραμμα αυτό πρέπει να καλύπτει όλα τα προβλεπόμενα στάδια της έρευνας και να συναρτάται με προκαταρκτικό χρονοδιάγραμμα για το κάθε στάδιο. Η Επιτροπή Εποπτείας προτείνει την έκδοση πρόσθετης και πιο διεξοδικής γνωμοδότησης σχετικά με τον προγραμματισμό των ερευνών (10)

Η Επιτροπή Εποπτείας εξέδωσε γνωμοδότηση για το ετήσιο πρόγραμμα διαχείρισης της OLAF για το 2010 (17) στην οποία διατυπώνει μία σειρά προτάσεων για τη βελτίωση των στόχων της έρευνας και των μετρήσιμων δεικτών απόδοσης. Η Επιτροπή Εποπτείας ευελπιστεί ότι οι απόψεις της θα βοηθήσουν την OLAF να βελτιώσει τον προγραμματισμό και τη στρατηγική ανάπτυξη των ερευνών.

II – 2.   Διαδικαστικοί κανόνες για τις έρευνες της OLAF: Εγχειρίδιο OLAF – Επιχειρησιακές διαδικασίες

Κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, η OLAF συνέχισε να εργάζεται για την ενημέρωση του εγχειριδίου διαδικαστικών κανόνων για τις έρευνες. Η Επιτροπή Εποπτείας παρακολούθησε την πρόοδο των εργασιών με μεγάλο ενδιαφέρον. Μετά από σχεδόν πέντε έτη ισχύος ήταν σαφές στην Επιτροπή Εποπτείας ότι οι περισσότερες από τις διατάξεις του προηγουμένου εγχειριδίου χρειάζονταν επαναδιατύπωση. Η Επιτροπή Εποπτείας ανησυχεί ιδίως για το ότι οι μονάδες ερευνών συνεχίζουν να λειτουργούν βάσει πληθώρας εντολών και πρακτικών και ότι υπάρχει έλλειψη σαφών κανόνων και εντολών. Τον Αύγουστο 2008, η OLAF διαβίβασε στην Επιτροπή Εποπτείας πλήρες σχέδιο του νέου εγχειριδίου επιχειρησιακών διαδικασιών το οποίο περιλαμβάνει τους βασικούς κανόνες και αρχές όσον αφορά τις ερευνητικές διαδικασίες.

Η Επιτροπή Εποπτείας έστειλε σημείωμα στον Γενικό Διευθυντή της OLAF (18) τονίζοντας ότι κατά την άποψή της το σχέδιο εγχειριδίου ήταν ακόμα σε πολύ πρώιμη φάση και δεν ήταν έτοιμο για έγκριση. Η βασική αδυναμία του εγγράφου, όπως και στη σύντομη έκδοση, είναι η έλλειψη σαφούς καθοδήγησης και ακριβών κανόνων σχετικά με τις διαδικασίες έρευνας. Η εντύπωση της Επιτροπής Εποπτείας ήταν ότι το έγγραφο χρειαζόταν βελτίωση τόσο στη συνολική του δομή, στην παρουσίασή του, στην ευκολία χρήσης του και στη σαφήνειά του και όσο και ριζική αναθεώρηση για την αντιμετώπιση αντινομιών, επαναλήψεων και ανακριβειών.

Γενικά, η Επιτροπή Εποπτείας ανησυχούσε ότι το σχέδιο εγχειριδίου δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες. Ιδίως, υπάρχει απουσία σαφούς καθοδήγησης σε σχέση με τα κριτήρια για την έναρξη των υποθέσεων και την ακόλουθη διαχείρισή τους και σαφών προθεσμιών για τις έρευνες και τις εκτιμήσεις. Η Επιτροπή Εποπτείας επισημαίνει ιδίως την έλλειψη αναφοράς στην ανάγκη εποπτείας από τους δικαστικούς της μονάδας δικαστικών και νομικών συμβουλών όσον αφορά την προάσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και διαδικαστικών εγγυήσεων κατά τη διάρκεια των ερευνών.

Η Επιτροπή Εποπτείας συνέστησε στην OLAF να συνεχίσει τη σύνταξη πρακτικού οδηγού ο οποίος θα ενίσχυε τη νομιμότητα, την αποδοτικότητα, τη διαφάνεια και την υποχρέωση λογοδοσίας των επιχειρήσεων της OLAF. Η σύνταξη δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί και ένα νέο, βελτιωμένο σχέδιο του εγχειριδίου εστάλη στην Επιτροπή Εποπτείας μετά την περάτωση της περιόδου της παρούσας έκθεσης.

II – 3.   Διοικητική οργάνωση, προϋπολογισμός και πολιτική προσωπικού όσον αφορά την ερευνητική λειτουργία της OLAF

Η Επιτροπή Εποπτείας συνεχίζει να ενδιαφέρεται εκ του σύνεγγυς για την πολιτική προσωπικού της OLAF, διότι αποτελεί το θεμέλιο για την επιτυχία των ερευνών και κάλεσε τη διοίκηση της OLAF να ενισχύσει την ερευνητική ικανότητά της και το δυναμικό της. Η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε τον προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2010 της OLAF και εξέδωσε σχετική γνωμοδότηση (4).

Η Επιτροπή Εποπτείας παρατήρησε ότι η ερευνητική πολιτική της OLAF καθιστά δύσκολη την επισκόπηση του μελλοντικού φόρτου εργασίας και την κατανομή των πόρων σε τομείς όπου αυτοί θα χρειάζονται περισσότερο. Η διαδικασία κατανομής πόρων μεταξύ των Διευθύνσεων και μεταξύ μονάδων εντός των Διευθύνσεων Α και Β ερευνών και επιχειρησιακών δραστηριοτήτων θα μπορούσε, κατά την άποψη της Επιτροπής Εποπτείας, να είναι περισσότερο διαφανής και ο φόρτος εργασίας θα έπρεπε να παρακολουθείται συνεχώς. Μια συνοπτική εικόνα των στατιστικών προσωπικού για τον Δεκέμβριο 2008 δείχνει ότι το 34 % του προσωπικού της OLAF ασχολείτο με έρευνες στις Διευθύνσεις A και B.

Η Επιτροπή Εποπτείας, στη γνωμοδότησή της για τον προϋπολογισμό του 2010, επισημαίνει τη σημασία της επικέντρωσης των πόρων της OLAF στις ερευνητικές δραστηριότητες (το βασικό της καθήκον) αποφεύγοντας οποιοδήποτε πρόσθετο προσωπικό στους τομείς διοικητικής στήριξης και λειτουργιών συντονισμού. Κατά την άποψη της Επιτροπής Εποπτείας, υπάρχει πιεστική ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα σε όλες τις δραστηριότητες ενόψει μιας περισσότερο αποτελεσματικής χρήσης των ανθρωπίνων και χρηματοοικονομικών πόρων. Ιδίως, η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά τη διασαφήνιση των δαπανών της OLAF για αποστολές και ταξίδια, οι οποίες αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο του συνολικού προϋπολογισμού της.

Η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε ότι η επιτυχία στις έρευνες απαιτεί προσωπικό ενθουσιώδες και με προσόντα, το οποίο να είναι έμπειρο και να διαθέτει ειδικές δεξιότητες και γνώσεις που να έχουν αποκτηθεί μέσω ορθής πολιτικής και στρατηγικής ανθρωπίνων πόρων. Η Επιτροπή Εποπτείας αναγνωρίζει ότι έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος, ιδίως όσον αφορά την επίλυση του θέματος του έκτακτου προσωπικού. Η Επιτροπή Εποπτείας καλεί την OLAF να μην μειώσει τις προσπάθειές της όσον αφορά την επαγγελματική κατάρτιση ειδικευμένου προσωπικού έρευνας και ελπίζει ότι μερικά άλλα βασικά ζητήματα για το προσωπικό, όπως η ανάπτυξη και η κινητικότητα θα αντιμετωπιστούν επειγόντως.

Όσον αφορά τα διοικητικά και δημοσιονομικά ζητήματα, η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε ότι υπάρχουν πρακτικές δυσκολίες στη θέση σε εφαρμογή μιας αποτελεσματικής πολιτικής προσωπικού. Ο Γενικός Διευθυντής της OLAF δεν έχει πλήρη αυτονομία όσον αφορά τις δημοσιονομικές και διοικητικές διευθετήσεις, αλλά απαιτείται από αυτόν να ακολουθεί τους κανονισμούς για τα δημοσιονομικά και το προσωπικό της Επιτροπής σύμφωνα με το πνεύμα της αποκεντρωμένης άσκησης καθηκόντων. Ενόψει αυτών, η Επιτροπή Εποπτείας θεωρεί ότι περαιτέρω προσπάθειες θα έπρεπε να καταβληθούν για να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ της OLAF και της διοίκησης της Επιτροπής ώστε να συμφωνηθούν εσωτερικές διοικητικές διευθετήσεις οι οποίες θα επιτρέψουν στην OLAF να εφαρμόσει συνολικά τη δική της πολιτική προσωπικού.

Όσον αφορά το έκτακτο προσωπικό της OLAF, η Επιτροπή Εποπτείας εκφράζει την ικανοποίησή της για την ολοκλήρωση ανοιχτών διαγωνισμών και τη δημοσίευση δύο εσωτερικών διαγωνισμών. Ωστόσο, αυτοί αντιμετωπίζουν το πρόβλημα μόνο εν μέρει. Ως εκ τούτου, απαιτούνται συμπληρωματικά μέτρα. Η Επιτροπή Εποπτείας καλεί την OLAF να αυξήσει την κινητικότητα του έκτακτου προσωπικού της, ενώ παράλληλα να προγραμματίζει προσεχτικά τη συνολική πολιτική προσλήψεων μετά την ολοκλήρωση τόσο των σε εξέλιξη όσο και των προγραμματισμένων διαγωνισμών. Η Επιτροπή Εποπτείας είναι ικανοποιημένη διότι άρχισαν να καταβάλλονται προσπάθειες που παρέχουν τη δυνατότητα στο έκτακτο προσωπικό της OLAF να τυγχάνει επαναπροσδιορισμού του βαθμού ή προαγωγής.

III   ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ OLAF, ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΕΕ, ΤΟΥΣ ΕΤΑΙΡΟΥΣ ΤΗΣ OLAF ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ

III – 1.   Σχέσεις με την OLAF

Οι σχέσεις με την OLAF εξελίχθηκαν σε εποικοδομητική και αμοιβαία πληροφόρηση κατά τη διάρκεια της περιόδου της παρούσας έκθεσης. Τα μέλη της Επιτροπής Εποπτείας συναντήθηκαν με τους υπαλλήλους και τους διευθυντές της OLAF σε πολυάριθμες ευκαιρίες, τόσο σε εντός όσο και εκτός επισήμων συνεδριάσεων, για να συζητήσουν θέματα κοινού προβληματισμού. Οι συνεδριάσεις έλαβαν χώρα σε ήρεμο και εγκάρδιο κλίμα και τα θέματα συζητήθηκαν ανοιχτά και ειλικρινά.

Τα μέλη του προσωπικού της OLAF, συμπεριλαμβανομένου σε πολλές περιπτώσεις του Γενικού Διευθυντή, παρέστησαν στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Εποπτείας κατά την περίοδο που καλύπτεται από την παρούσα έκθεση. Στην πλειονότητα των συνεδριάσεων της Επιτροπής Εποπτείας κατά τη διάρκεια του έτους, οι δικαστικοί της μονάδας δικαστικών και νομικών συμβουλών παρουσίασαν στην Επιτροπή Εποπτείας υποθέσεις που διαβιβάσθηκαν στις εθνικές δικαστικές αρχές και τα μέλη της Επιτροπής Εποπτείας είχαν την ευκαιρία να ζητήσουν περαιτέρω λεπτομέρειες για τις υποθέσεις. Ειδικότερα, η Επιτροπή Εποπτείας είχε διεξοδική συζήτηση με την OLAF για τον τρόπο που η απόφαση του Δικαστηρίου T-48/05 (5) θα έπρεπε να εφαρμοστεί, ιδίως όσον αφορά την αρχή της διαβούλευσης με την Επιτροπή Εποπτείας πριν την αποστολή πληροφοριών στις εθνικές δικαστικές αρχές.

Επιπλέον αυτών των παρουσιάσεων, κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την παρούσα έκθεση, η Επιτροπή Εποπτείας συνάντησε τον Γενικό Διευθυντή, τους Διευθυντές, τους προϊσταμένους μονάδας, καθώς και τον αρμόδιο προστασίας δεδομένων της OLAF για να συζητήσουν θέματα, συμπεριλαμβανομένου του τελευταίου σχεδίου επιχειρησιακού εγχειριδίου, της προτεινόμενης αναθεώρησης του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999, των προαναφερθεισών αποφάσεων του Δικαστηρίου και της απόφασης της Επιτροπής να μην εφεσιβάλει την απόφαση του Δικαστηρίου. Μεταξύ των άλλων συζητηθέντων θεμάτων περιλαμβάνονταν η γνωμοδότηση της Επιτροπής Εποπτείας για τις υποθέσεις «de minimis» της OLAF, το προσχέδιο προϋπολογισμού της OLAF για το 2010, η ανανέωση της εντολής των μελών της Επιτροπής Εποπτείας και το ζήτημα της διαδοχής του προϊσταμένου της Γραμματείας της Επιτροπής Εποπτείας.

Μετά από πρόσκληση της OLAF, η Επιτροπή Εποπτείας συμμετείχε ως παρατηρητής στις συσκέψεις της εκτελεστικής επιτροπής της οποίας προΐσταται ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Α ώστε να κατανοήσει καλύτερα τις μεθόδους εργασίας όσον αφορά την έναρξη και τη διεξαγωγή των ερευνών.

Όσον αφορά τα ζητήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων, η απόφαση για ίση πρόσβαση στο σύστημα παρακολούθησης υποθέσεων της Επιτροπής Εποπτείας είναι ακόμα σε εκκρεμότητα.

III – 2.   Σχέσεις με τα όργανα της Κοινότητας και τους εταίρους και φορείς της OLAF

Η Επιτροπή Εποπτείας θεώρησε πάντοτε σημαντική τη διατήρηση καλών σχέσεων με τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και με τους εταίρους και φορείς της OLAF από τη στιγμή που η OLAF βασίζεται σ’ αυτούς για την αποτελεσματική εφαρμογή των συστάσεών της μετά από τις έρευνες.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, η Επιτροπή Εποπτείας συναντήθηκε με τους εξής: τον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής, κ. Siim Kallas αρκετές φορές, τη Γενική Γραμματέα της Επιτροπής κα Catherine Day· δύο φορές με την Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (COCOBU) και με την ομάδα εργασίας για την καταπολέμηση της απάτης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά τη διάρκεια της γαλλικής προεδρίας. Η Επιτροπή Εποπτείας σημειώνει με ικανοποίηση τη θερμή στήριξη του έργου της OLAF και της ιδίας εκ μέρους όλων αυτών.

Η Επιτροπή Εποπτείας επί τη ευκαιρία έθιξε με τον Αντιπρόεδρο κ. Kallas και τη Γενική Γραμματέα της Επιτροπής το ζήτημα της ανανέωσης της εντολής των μελών της Επιτροπής Εποπτείας, εντολή που έληξε στο τέλος Νοεμβρίου 2008. Η Επιτροπή πρόσφερε τη στήριξή της για την ανανέωση της εντολής των σημερινών μελών.

Η Γενική Γραμματέας κα Catherine Day, συμφώνησε με την Επιτροπή Εποπτείας για την ανάγκη ενίσχυσης του ελέγχου της μακράς διάρκειας των ερευνών και κάλεσε την Επιτροπή Εποπτείας να πράξει ό,τι δυνατόν για να εξαλείψει τις καθυστερήσεις στη διαδικασία έρευνας. Επίσης, η ίδια αναφέρθηκε ιδίως στις ανησυχίες της σχετικά με τη σημασία της έγκαιρης συμμετοχής των δικαστικών της μονάδας δικαστικών και νομικών συμβουλών της OLAF, ιδίως όσον αφορά τα ζητήματα χρόνου παραγραφής. Η Επιτροπή Εποπτείας συμμερίζεται πλήρως τις ανησυχίες της Γενικής Γραμματέως.

Η Επιτροπή Εποπτείας συναντήθηκε με τον Διευθυντή της IDOC, κ. Michel Magnier, για να συζητήσουν τις σχέσεις μεταξύ της OLAF και της IDOC. Η Επιτροπή Εποπτείας συμμερίζεται τις απόψεις του Magnier όσον αφορά τη σπουδαιότητα της διευκρίνισης των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των δύο υπηρεσιών και της βελτίωσης των σχέσεων και της καθημερινής επιχειρησιακής εργασίας· τούτο θα ωφελήσει αμφότερες τις υπηρεσίες. Είναι απαραίτητη μία καλύτερη ανταλλαγή πληροφοριών τόσο κατά την έναρξη μίας έρευνας όσο και κατά τη διάρκεια της έρευνας, όταν διεξάγονται δραστηριότητες παρακολούθησης. Μολονότι η Επιτροπή Εποπτείας σημείωσε με ικανοποίηση τη βελτίωση της σχέσης μεταξύ OLAF και IDOC, φρονεί ότι μπορεί να επιτευχθεί στο μέλλον ακόμη καλύτερη συνεργασία εάν υπάρχει πολιτική βούληση και υπό τον όρο ότι η OLAF και η IDOC καταβάλλουν προσπάθειες για καλύτερο και στενότερο συντονισμό.

Επίσης, η Επιτροπή Εποπτείας πραγματοποίησε διάφορες παρουσιάσεις ενώπιον της COCOBU. Τον Σεπτέμβριο 2008, η Επιτροπή Εποπτείας συμμετείχε ενεργώς στη συζήτηση για την πρόταση τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999, τονίζοντας τον ρόλο της Επιτροπής Εποπτείας στην τακτική παρακολούθηση των ερευνών ως τον κατάλληλο μηχανισμό για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας της OLAF. Η θέση της Επιτροπής Εποπτείας υποστηρίχθηκε στην τελική πρόταση για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999 που υποβλήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο 2008, το οποίο όχι μόνο στήριξε το ρόλο της Επιτροπής Εποπτείας στην παρακολούθηση των υποθέσεων, αλλά πρότεινε η Επιτροπή Εποπτείας να έχει πρόσβαση στον πλήρη φάκελο σε υποθέσεις όπου η έρευνα είχε υπερβεί τους 24 μήνες (19).

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, η Επιτροπή Εποπτείας συναντήθηκε με τον Γενικό Εισαγγελέα της Ουγγαρίας, κ. Tamás Kovács με στόχο την αξιολόγηση της ποιότητας και της χρησιμότητας των εκθέσεων της OLAF που διαβιβάζονται στις εθνικές δικαστικές αρχές και την ενθάρρυνση μιας καλής και συνεχούς ροής πληροφοριών μεταξύ της OLAF και των ουγγρικών δικαστικών αρχών. Ο κ. Tamás Kovács τόνισε την προθυμία των ουγγρικών αρχών να ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ της Ουγγαρίας και άλλων κρατών μελών και αναφέρθηκε ιδίως στην αρμονική εργασιακή σχέση μεταξύ του γραφείου του και της OLAF, στον βαθμό που προβλέπεται ενδεχομένως να δημιουργηθεί ξεχωριστή μονάδα εντός της ουγγρικής γενικής εισαγγελίας που θα ασχολείται ειδικά με το έργο της OLAF. Η Επιτροπή Εποπτείας εκφράζει την ικανοποίησή της γι’ αυτή την προσέγγιση η οποία θα διευκόλυνε την αποτελεσματική παρακολούθηση των ερευνών της OLAF στην Ουγγαρία. Διευκρινίστηκε ο ρόλος των ουγγρικών υπηρεσιών συντονισμού καταπολέμησης της απάτης (AFCOS) στις σχέσεις με την OLAF. Η Επιτροπή Εποπτείας θεωρεί υψίστης σημασίας τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι το σημείο επαφής για την OLAF θα είναι οι εθνικές δικαστικές αρχές, όπου αυτές υπάρχουν.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

I.   Η Επιτροπή Εποπτείας είχε την ευκαιρία να εξετάσει τις επιπτώσεις της ανεξαρτησίας στο πλαίσιο των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων της OLAF και συμπεραίνει ότι, πέραν των εμφανών δυνητικών άμεσων απειλών, υπάρχουν πιο ανεπαίσθητοι κίνδυνοι που θα μπορούσαν να βλάψουν την ανεξαρτησία της OLAF στην έναρξη και τη διεξαγωγή ερευνών. Τούτο οδήγησε την Επιτροπή Εποπτείας να διπλασιάσει τις προσπάθειές της με την εξέταση ενός ποικίλου δείγματος φακέλων υποθέσεων και να συζητήσει με το προσωπικό της OLAF για να εντοπίσει οιεσδήποτε αδικαιολόγητες πιέσεις οι οποίες θα μπορούσαν να διακυβεύσουν την ανεξαρτησία της OLAF σε επιχειρησιακό πεδίο.

II.   Η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε 275 εκθέσεις ερευνών οι οποίες ήταν σε εξέλιξη πέραν των εννέα μηνών («εκθέσεις εννεάμηνου») που καλύπτουν την περίοδο από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο 2008 και 115 «εκτιμήσεις αρχικών πληροφοριών» που καλύπτουν την περίοδο από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο 2008. Η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε ότι ένα πολύ υψηλό μερίδιο (78 %) των ερευνών της OLAF υπερέβη τη διάρκεια των εννέα μηνών. Η Επιτροπή Εποπτείας διαπίστωσε την έλλειψη στόχου και επαληθεύσιμων λόγων για τις καθυστερήσεις. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή Εποπτείας δεν ήταν σε θέση να αποφανθεί κατά πόσο ο χρόνος που χρειάστηκε για την περάτωση αυτών των υποθέσεων ήταν δικαιολογημένος. Η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά στην OLAF να παρέχει περισσότερο συγκεκριμένους και ακριβείς λόγους για την αδικαιολόγητη καθυστέρηση κατά την περάτωση των ερευνών και διατύπωσε ένα πλαίσιο συστάσεων.

III.   Η Επιτροπή Εποπτείας εντόπισε ένα σοβαρό ποιοτικό πρόβλημα στις «εκθέσεις εννεάμηνου» που ήταν η συχνή έλλειψη αναφοράς στον αναμενόμενο χρόνο ολοκλήρωσης των ερευνών. Η επισήμανση του «αναμενόμενου χρόνου ολοκλήρωσης» δεν αποτελεί απλώς νομική υποχρέωση της OLAF έναντι της Επιτροπής Εποπτείας, αλλά και στοιχειώδες εργαλείο για τη διαχείριση των ερευνών και την αντιμετώπιση της υπερβολικής διάρκειάς τους. Η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά, όπως έπραξε και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις, οι «εκθέσεις εννεάμηνου» να χρησιμοποιούνται ως ένα εργαλείο για την αποτελεσματική διαχείριση των ερευνών.

IV.   Η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε ένα ακατάλληλο επίπεδο εποπτείας και ελέγχου στην καθημερινή διαχείριση των ερευνών, που πρέπει να διευθετηθεί. Λεπτομερή προγράμματα ερευνών πρέπει να συντάσσονται για κάθε έναρξη έρευνας με συμφωνημένα και καθορισμένα χρονοδιαγράμματα και προθεσμίες για όλα τα στάδια του κύκλου της έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των εκτιμήσεων και των δραστηριοτήτων παρακολούθησης και του συστήματος αξιολόγησης των αποτελεσμάτων, βάσει κυρίων δεικτών απόδοσης.

V.   Η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε 155 «εκτιμήσεις αρχικών πληροφοριών» που προηγούνται της έναρξης εξέτασης υπόθεσης και βρίσκεται στη διαδικασία ανάλυσής τους προκειμένου να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίον οι μονάδες ερευνών και επιχειρησιακών δραστηριοτήτων αξιολογούν και προγραμματίζουν τις έρευνες στο πλαίσιο της τακτικής παρακολούθησης της εφαρμογής του έργου ερευνητικής λειτουργίας από μέρους της Επιτροπής Εποπτείας και να εκτιμήσει κατά πόσο τηρούνται οι αρχές ανεξαρτησίας, αμεροληψίας και νομιμότητας.

VI.   Η Επιτροπή Εποπτείας ανέλυσε την πολιτική «de minimis» της OLAF και εξέτασε 45 επιλεγμένες υποθέσεις με κατ’ εκτίμηση χρηματοοικονομική επίπτωση μικρότερη από 50 000 EUR η καθεμία. Η Επιτροπή Εποπτείας συμπέρανε ότι η κατανομή των πόρων της OLAF σε μικρές εσωτερικές έρευνες δεν αντιπροσωπεύει την καλύτερη χρήση των πόρων. Η πολιτική μηδενικής ανοχής που θέσπισε η Επιτροπή δεν εμποδίζει άλλους φορείς (για παράδειγμα την IDOC), αντί για την OLAF, να ερευνήσουν αυτές τις υποθέσεις. Η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά ότι το εγχειρίδιο επιχειρησιακών διαδικασιών θα έπρεπε να περιέχει κριτήρια για την επιλογή και την επεξεργασία των υποθέσεων «de minimis».

VII.   Η Επιτροπή Εποπτείας φρονεί ότι απαιτείται καλύτερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της OLAF και της IDOC, τόσο κατά την έναρξη μιας έρευνας όσο και κατά τη διάρκεια αυτής, όταν διεξάγονται δραστηριότητες παρακολούθησης. Μολονότι η Επιτροπή Εποπτείας παρατήρησε με ικανοποίηση τη βελτίωση της σχέσης μεταξύ OLAF και IDOC, φρονεί ότι ακόμη καλύτερη συνεργασία μπορεί να επιτευχθεί στο μέλλον εάν υπάρχει πολιτική βούληση και υπό τον όρο ότι η OLAF και η IDOC καταβάλλουν προσπάθειες για καλύτερο και στενότερο συντονισμό.

VIII.   Η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε 36 εκθέσεις υποθέσεων που διαβιβάσθηκαν από την OLAF στις εθνικές δικαστικές αρχές. Η Επιτροπή Εποπτείας επισημαίνει με ικανοποίηση ότι κατά την παρούσα περίοδο αναφοράς οι υποθέσεις στις οποίες η παραγραφή αποτελούσε πρόβλημα ήταν λιγότερες απ’ ότι στην προηγούμενη.

IX.   Το Πρωτοδικείο απεφάνθη ότι η Επιτροπή Εποπτείας πρέπει να είναι ενημερωμένη για υποθέσεις που χρήζουν διαβίβασης στις εθνικές δικαστικές αρχές πριν τη διαβίβασή τους, ως μέτρο προάσπισης των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μερών της έρευνας. Η Επιτροπή Εποπτείας εργάζεται με την OLAF για να εκπονήσουν μία νέα μέθοδο εργασίας που θα λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι δεν επιτρέπεται στην Επιτροπή Εποπτείας να παρεμβαίνει στη διεξαγωγή εν εξελίξει ερευνών.

X.   Η Επιτροπή Εποπτείας επιθυμεί να ενημερώνεται για όλες τις καταγγελίες που έχει λάβει ή έχει εξετάσει η OLAF από τα μέρη έρευνας όταν τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι διαδικαστικές εγγυήσεις φαίνεται να έχουν διακυβευτεί. Όντως, η Επιτροπή Εποπτείας επιθυμεί να την ενημερώνει η OLAF για όλες τις υποθέσεις, όχι μόνο για εκείνες που διαβιβάζονται στις εθνικές δικαστικές αρχές, για τις οποίες υπεβλήθη καταγγελία εικαζόμενης κατάχρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των διαδικαστικών εγγυήσεων.

XI.   Η Επιτροπή Εποπτείας καλεί την OLAF να χρησιμοποιήσει πλήρως τις υπηρεσίες των δικαστικών της μονάδας δικαστικών και νομικών συμβουλών σε αρχικό στάδιο της διαδικασίας έρευνας σε υποθέσεις που χρήζουν διαβίβασης στις εθνικές δικαστικές αρχές. Οι δικαστικοί πρέπει επίσης να δώσουν προσοχή σε θέματα θεμελιωδών δικαιωμάτων των μερών της έρευνας και οι ελεγκτές να συμβουλεύονται τους δικαστικούς όταν ανακύπτει ζήτημα αναφορικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα. Αυτές οι διατάξεις θα πρέπει να διατυπωθούν ρητώς στο νέο εγχειρίδιο της OLAF – Επιχειρησιακές Διαδικασίες.

XII.   Η Επιτροπή Εποπτείας παρακολούθησε την πρόοδο των εργασιών της OLAF για την ενημέρωση του εγχειριδίου επιχειρησιακών διαδικασιών. Η Επιτροπή Εποπτείας εξέφρασε τους προβληματισμούς της στον Γενικό Διευθυντή σχετικά με μία σειρά ελλείψεων στο σχέδιο του εγγράφου. Η OLAF θα έπρεπε να συνεχίσει τη σύνταξη πρακτικού οδηγού ο οποίος θα ενισχύσει τη νομιμότητα, την αποδοτικότητα, τη διαφάνεια και την υποχρέωση λογοδοσίας των επιχειρήσεων της OLAF.

XIII.   Η Επιτροπή Εποπτείας επισημαίνει τη σημασία της επικέντρωσης των πόρων της OLAF στις ερευνητικές δραστηριότητες (το βασικό της καθήκον) αποφεύγοντας οποιοδήποτε πρόσθετο προσωπικό στους τομείς διοικητικής στήριξης και λειτουργιών συντονισμού. Κατά την άποψη της Επιτροπής Εποπτείας, υπάρχει πιεστική ανάγκη ιεράρχησης όλων των δραστηριοτήτων ενόψει μιας περισσότερο αποτελεσματικής χρήσης των ανθρωπίνων και χρηματοοικονομικών πόρων. Ιδίως, η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά την αποσαφήνιση των δαπανών της OLAF για αποστολές και ταξίδια, οι οποίες αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο του συνολικού προϋπολογισμού της.

XIV.   Η Επιτροπή Εποπτείας επεσήμανε ότι η επιτυχία στις έρευνες απαιτεί προσωπικό ενθουσιώδες και με προσόντα, το οποίο να είναι έμπειρο και να διαθέτει ειδικές δεξιότητες και γνώσεις που να έχουν αποκτηθεί μέσω μιας ορθής πολιτικής και στρατηγικής ανθρωπίνων πόρων. Η Επιτροπή Εποπτείας αναγνωρίζει ότι έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος, ιδίως όσον αφορά την επίλυση του θέματος του έκτακτου προσωπικού. Η Επιτροπή Εποπτείας καλεί την OLAF να μην μειώσει τις προσπάθειές της όσον αφορά την κατάρτιση ειδικευμένου προσωπικού έρευνας και ελπίζει ότι μερικά άλλα βασικά ζητήματα για το προσωπικό, όπως η εξέλιξη και η κινητικότητα θα αντιμετωπιστούν επειγόντως.

XV.   Η Επιτροπή Εποπτείας θεωρεί ότι θα έπρεπε να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ της OLAF και της διοίκησης της Επιτροπής ώστε να συμφωνηθούν εσωτερικές διοικητικές διευθετήσεις οι οποίες θα επιτρέψουν στην OLAF να αναπτύξει και να εφαρμόσει πλήρως τη δική της πολιτική προσωπικού.


(1)  Βλ. Παράρτημα 1: Χρονοδιάγραμμα συνεδριάσεων της Επιτροπής Εποπτείας.

(2)  Άρθρο 8 του εσωτερικού κανονισμού της Επιτροπής Εποπτείας της OLAF (ΕΕ L 33 της 7.2.2007).

(3)  Ο κανονισμός εκδόθηκε από την Επιτροπή Εποπτείας τον Αύγουστο 2006 και δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο 2007 (Εσωτερικός κανονισμός της Επιτροπής Εποπτείας της OLAF (ΕΕ L 33 της 7.2.2007)).

(4)  Βλέπε παράρτημα 6. Γνώμη αριθ. 3/2009 «Προσχέδιο προϋπολογισμού της OLAF για το 2010».

(5)  Υπόθεση T-48/05 Yves Franchet και Daniel Byk κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(6)  Βλ. Άρθρα 22α και 22β του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

(7)  Σημείωμα προς τα μέλη του προσωπικού της OLAF, 10 Νοεμβρίου 2008.

(8)  Βλ. παράρτημα 5: Γνωμοδότηση αριθ. 2/2009 για τις εκθέσεις της OLAF για έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών.

(9)  Άρθρο 6 παράγραφο 5 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999.

(10)  Βλ. παράρτημα 5: Γνωμοδότηση αριθ. 2/2009 για τις εκθέσεις ερευνών της OLAF που βρίσκονται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών, τελικά συμπεράσματα και συστάσεις (σελίδες 60 έως 63).

(11)  Άρθρο 11 παράγραφος 7 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999.

(12)  Απόφαση εκδοθείσα στις 8 Ιουλίου 2008 από το τρίτο τμήμα του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση T-48/05 Yves Franchet και Daniel Byk κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(13)  Υποσημείωση D 53/02-09-08.

(14)  Υπόθεση F-05/05 και F-07/05 Violetti και άλλοι κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

(15)  http://www.ombudsman.europa.eu/cases/decision.faces/en/3831/html.bookmark

(16)  Βλ. παράρτημα 3. Γνωμοδότηση αριθ. 5/2008 OLAF για την πολιτική de minimis της OLAF.

(17)  Βλέπε παράρτημα 4. Γνωμοδότηση αριθ. 1/2009 σχετικά με το ετήσιο πρόγραμμα διαχείρισης της OLAF για το 2009.

(18)  Η Επιτροπή Εποπτείας έστειλε σημείωμα στις 25 Φεβρουαρίου 2009 στο οποίο περιέχονταν λεπτομερείς παρατηρήσεις όσον αφορά τη συνολική δομή του εγχειριδίου και επίσης βασικές προτάσεις όσον αφορά συγκεκριμένα μέρη του εγγράφου.

(19)  Βλ. άρθρο 11.3 και 14 του τελικού σχεδίου πρότασης του ΕΚ για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1073/1999.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

2008

Μήνας

Ημερομηνία συνεδρίασης

ΙΟΥΝΙΟΣ

Τρίτη, 24 – Τετάρτη, 25

ΙΟΥΛΙΟΣ

Τρίτη, 8 – Τετάρτη, 9

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ

Πέμπτη, 18

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ

Δευτέρα, 6 – Τρίτη, 7

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ

Τρίτη, 11 – Τετάρτη, 12

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Τρίτη, 16 – Τετάρτη 17


2009

Μήνας

Ημερομηνία συνεδρίασης

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ

Τρίτη, 20 -Τετάρτη, 21

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ

Τρίτη, 17 – Τετάρτη, 18

ΜΑΡΤΙΟΣ

Τρίτη, 24 – Τετάρτη, 25

ΑΠΡΙΛΙΟΣ

Τρίτη, 21 – Τετάρτη, 22


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΓΝΩΜΩΝ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ 1Η ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 ΕΩΣ ΤΙΣ 31 ΜΑΪΟΥ 2009

2008

Γνώμη αριθ. 5/2008 Πολιτική de minimis της OLAF

2009

Γνώμη αριθ. 1/2009 Ετήσιο Πρόγραμμα Διαχείρισης της OLAF για το 2009

Γνωμοδότηση αριθ. 2/2009 Εκθέσεις ερευνών της OLAF που βρίσκονται σε εξέλιξη επί διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών

Γνώμη αριθ. 3/2009 Προσχέδιο προϋπολογισμού της OLAF για το 2010


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΓΝΩΜΗ αριθ. 5/2008

Πολιτική de minimis της OLAF

2 Δεκεμβρίου 2008

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η OLAF διαθέτει περιορισμένους πόρους για έρευνες σε σχέση με τον αριθμό των ερευνών που καλείται να αναλάβει. Επιβάλλεται συνεπώς η αποτελεσματική χρήση των πόρων που έχει στη διάθεσή της, ώστε να χειρίζεται με τη δέουσα ταχύτητα και αποτελεσματικότητα τις σοβαρές υποθέσεις απάτης και παρατυπιών που συνεπάγονται βλάβη των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ. Η Επιτροπή Εποπτείας εξέφρασε στο παρελθόν την ανησυχία της (1) για το γεγονός ότι η OLAF δεν έχει ακόμη αναπτύξει σαφή και συστηματική πολιτική και στρατηγική ερευνών.

Οι κανονισμοί της ΕΚ και η απόφαση της Επιτροπής για τη σύσταση της OLAF (2) δεν περιλαμβάνουν καμία ιδιαίτερη αναφορά στην ιεράρχηση των εισερχόμενων πληροφοριών ή καταγγελιών που αφορούν μικρά χρηματικά ποσά (υποθέσεις «de minimis»). Συνάγεται επομένως ότι η OLAF επιφυλάσσει, κατ’ αρχήν, ίση μεταχείριση στις πληροφορίες που λαμβάνει και στις έρευνες που διενεργεί, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων de minimis. Οι προτεραιότητες της OLAF στον τομέα των ερευνών καθορίζονται στο Εγχειρίδιό της (3) και στο τρέχον ετήσιο πρόγραμμα διαχείρισης. Το σημείωμα της OLAF προς την Επιτροπή Εποπτείας τον Ιούνιο του 2007 (4) συνοψίζει την πρακτική της όσον αφορά τη «μηδενική ανοχή» και επικαλείται τον κανόνα de minimis στις εσωτερικές έρευνες.

Η Επιτροπή Εποπτείας αποφάσισε λοιπόν να εξετάσει τον τρόπο χειρισμού των υποθέσεων de minimis, προκειμένου να αξιολογήσει την πρακτική της OLAF και την αποτελεσματικότητα της τρέχουσας πολιτικής της στον τομέα αυτό.

1.   ΕΠΙΛΟΓΗ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

Για την περίοδο από τον Δεκέμβριο του 2005 έως τον Νοέμβριο του 2008 (36 μήνες), η OLAF είχε περίπου 2 000 διεκπεραιωθείσες υποθέσεις στη βάση δεδομένων CMS. Από τον κατάλογο αυτό, η Επιτροπή Εποπτείας επέλεξε 45 υποθέσεις (για περισσότερες πληροφορίες βλ. παράρτημα 1 (5)) οι δημοσιονομικές επιπτώσεις των οποίων δεν υπερβαίνουν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, τις 50 000 EUR. Το όριο των 50 000 EUR επελέγη βάσει υπολογισμού αποδοτικότητας/κόστους για τον προσδιορισμό του ελάχιστου κόστους μιας μέσης έρευνας, συνεκτιμώντας τη χρονική διάρκεια μιας μέσης έρευνας της OLAF (28 μήνες) και τους απαιτούμενους πόρους (δύο ελεγκτές με μέσο όρο 15 υποθέσεις κατ’ άτομο). Οι δημοσιονομικές επιπτώσεις των υποθέσεων που επελέγησαν κατανεμήθηκαν ως εξής:

Δημοσιονομικές επιπτώσεις σε EUR

Αριθμός υποθέσεων στο δείγμα

0- 500

6

501 – 25 000

20

25 001 – 50 000

19

Σύνολο

45

Το δείγμα καλύπτει όλα τα είδη υποθέσεων που χειρίζεται η OLAF, από εσωτερικές και εξωτερικές έρευνες μέχρι υποθέσεις συνδρομής, παρακολούθησης και συντονισμού. Η Επιτροπή Εποπτείας παρακολούθησε τις υποθέσεις αυτές εξετάζοντας τις εκθέσεις αξιολόγησης, καθώς και τις ενδιάμεσες και τελικές εκθέσεις και τις εκθέσεις παρακολούθησης προκειμένου να καθορίσει:

Αν η έναρξη έρευνας κάθε υπόθεσης ήταν σύμφωνη με τους κανόνες που προβλέπονται στο εγχειρίδιο της OLAF

Αν η OLAF ήταν ο μοναδικός ή ο πλέον ενδεδειγμένος φορέας για να ερευνήσει την υπόθεση (ιδίως όσον αφορά τις εσωτερικές υποθέσεις)

Τη διάρκεια της έρευνας (σε μήνες) και το είδος της υπόθεσης

Τις επιπτώσεις της έρευνας και τα επακόλουθα μέτρα που λαμβάνουν οι εθνικές αρχές/τα όργανα και οι οργανισμοί της ΕΕ μετά την περαίωση μιας έρευνας

Την εκτίμηση των χρησιμοποιηθέντων πόρων (πόσα άτομα συμμετείχαν στην έρευνα)

Αν η διαβίβαση των εισερχόμενων πληροφοριών ή των περαιωμένων υποθέσεων στις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής υπήρξε ικανοποιητική

2.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

2.1.   Γενικές παρατηρήσεις

Απαιτήθηκαν κατά μέσο όρο πέντε μήνες για να αξιολογήσει η OLAF τις εισερχόμενες πληροφορίες και 15 μήνες για να ερευνήσει τις επιλεγείσες υποθέσεις. Οι περισσότερες υποθέσεις απασχόλησαν δύο ελεγκτές και ταξινομήθηκαν ως υποθέσεις χαμηλής προτεραιότητας από τον αρχικό αξιολογητή. Σε έξι υποθέσεις, μετά το πέρας των ερευνών δεν υπήρξε σύσταση για να δοθεί συνέχεια.

Η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε το σκεπτικό στο οποίο βασίστηκε η έναρξη της έρευνας βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στο εγχειρίδιο και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, στις περισσότερες υποθέσεις, η αιτιολόγηση για την έναρξη της έρευνας δεν ήταν ακριβής, ενώ στα αρχικά έντυπα αξιολόγησης οριζόταν ανεπαρκώς. Το αρχικό έντυπο αξιολόγησης περιγράφει τις καταγγελίες, τη νομική βάση της OLAF και την αξιοπιστία της πηγής, αλλά δεν εξηγεί τον λόγο έναρξης της έρευνας μιας υπόθεσης βάσει των κριτηρίων του εγχειριδίου. Η «αρκούντως σοβαρή υπόνοια» (6) που χρησιμοποιείται ως κριτήριο έναρξης της έρευνας μιας υπόθεσης δεν ορίζεται σε κανένα σημείο του εγχειριδίου. Κατά συνέπεια, βάσει του κριτηρίου αυτού, εναπόκειται αποκλειστικά στον αξιολογητή να αποφασίσει τη μέθοδο ερμηνείας και εφαρμογής που θα χρησιμοποιήσει. Σε πολλές υποθέσεις, ο αξιολογητής απηύθυνε σύσταση για την έναρξη της έρευνας η οποία εγκρίθηκε κατόπιν από τον Προϊστάμενο της διοικητικής μονάδας, τον Διευθυντή και το Διοικητικό Συμβούλιο, χωρίς στο έντυπο της αρχικής αξιολόγησης να αναφέρεται κανένα σαφές κριτήριο ή αιτία που να δικαιολογεί την έναρξη της έρευνας και χωρίς να υπάρχει καμία άλλη σχετική γραπτή αιτιολόγηση στους φακέλους των υποθέσεων.

Το εγχειρίδιο της OLAF που ισχύει σήμερα, το οποίο απευθύνεται στους ελεγκτές και τους αξιολογητές, δεν παρέχει τις σαφείς οδηγίες που χρειάζονται οι αξιολογητές που διενεργούν την αρχική αξιολόγηση των εισερχόμενων πληροφοριών ώστε να απευθύνουν σύσταση για την έναρξη έρευνας. Καλύτερα καθορισμένα κριτήρια για την έναρξη μιας έρευνας θα βελτίωναν τη διαφάνεια και θα επέτρεπαν μεγαλύτερη συνέπεια και πλέον ενδεδειγμένη και συνεκτική μεταχείριση των εισερχόμενων πληροφοριών.

Βάσει της τρέχουσας πρακτικής, το πρόσωπο που διενεργεί την καθαυτό έρευνα είναι εκείνο που πραγματοποιεί και την αρχική αξιολόγηση των εισερχόμενων πληροφοριών. Η πρακτική αυτή, αν και δεν εφαρμόζεται μόνο στην OLAF, ενδέχεται να εμποδίσει την ουδέτερη και αμερόληπτη αξιολόγηση των πληροφοριών αν δεν αντισταθμίζεται από σαφή και διαφανή κριτήρια ως προς την έναρξη των ερευνών, καθώς και από εμπεριστατωμένο διαχειριστικό έλεγχο.

Παρά το γεγονός ότι οι έρευνες ταξινομούνται ως υψηλής, μεσαίας και χαμηλής προτεραιότητας, η Επιτροπή Εποπτείας δεν κατόρθωσε να εντοπίσει κάποια ειδική μεταχείριση για τις δύο τελευταίες κατηγορίες. Απαιτείται αποσαφήνιση όσον αφορά τον χειρισμό των υποθέσεων χαμηλής προτεραιότητας όταν και εφόσον αποδεσμεύονται πόροι από άλλες υποθέσεις. Όπως φαίνεται, η μεταχείριση των ερευνών του δείγματος υπήρξε ίδια με τη μεταχείριση κάθε άλλης έρευνας, έστω και αν στην αρχή είχαν ταξινομηθεί ως υποθέσεις χαμηλής ή μεσαίας προτεραιότητας.

Σε γενικές γραμμές, διαθέτουμε ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται για τον σχεδιασμό μιας έρευνας μετά τη λήψη της απόφασης έναρξης της διαδικασίας. Ένα σαφές και συνοπτικό σχέδιο έρευνας (το οποίο θα παρουσιάζει τους συγκεκριμένους στόχους, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, ανάλυση των κινδύνων, τα ακριβή χρονοδιαγράμματα, τα κριτήρια αξιολόγησης και την προβλεπόμενη κατανομή των πόρων) έχει ουσιαστική σημασία για κάθε έρευνα ώστε να εξασφαλίζεται η καθοδήγηση και η διάρθρωση των εργασιών, και το σχέδιο αυτό θα πρέπει να επικαιροποιείται όποτε κρίνεται αναγκαίο.

Συστάσεις1.   Το τμήμα του εγχειριδίου «επιχειρησιακές προτεραιότητες» θα πρέπει να αναπτυχθεί ώστε να συμπεριλαμβάνει σαφείς οδηγίες και να χαράζει σαφή πολιτική όσον αφορά τις υποθέσεις de minimis. Θα πρέπει να καθοριστούν ενδεικτικά κατώτατα όρια de minimis για τα διαφορετικά είδη έρευνας, καθώς και κριτήρια που θα καθορίζουν την αναγκαιότητα έναρξης μιας συγκεκριμένης έρευνας de minimis.2.   Απαιτείται αποσαφήνιση των πρακτικών συνεπειών που έχει για τις έρευνες ο τρόπος με τον οποίο ορίζονται η χαμηλή, η μεσαία και η υψηλή προτεραιότητα.3.   Πριν από τη δρομολόγηση μιας έρευνας, πρέπει να καταρτίζεται σχέδιο που να περιγράφει τον σκοπό της έρευνας.4.   Η OLAF πρέπει να διαχωρίζει, στο μέτρο του δυνατού, τους ρόλους του αξιολογητή και του ελεγκτή (εφόσον το επιτρέπουν οι γλωσσικές ικανότητες).

2.2.   Εσωτερικές έρευνες

Η OLAF ακολουθεί την πολιτική μηδενικής ανοχής της Επιτροπής (7) στον τομέα, και με την ιδιότητά της ως κοινοτικός οργανισμός επιφορτισμένος με την προστασία και τη διαφύλαξη των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, θεωρεί ότι όλες οι εσωτερικές υποθέσεις είναι ίσης σημασίας. Πέραν των δυνητικών δημοσιονομικών επιπτώσεων στον κοινοτικό προϋπολογισμό, η OLAF οφείλει επίσης να εξετάζει και άλλους παράγοντες, μεταξύ των οποίων η πολιτική σημασία των πληροφοριών, η εικόνα της Κοινότητας και/ή η σοβαρότητα της υπόθεσης, ιδίως όσον αφορά την επαγγελματική συμπεριφορά του προσωπικού της Κοινότητας (8). Ως εκ τούτου, η OLAF δήλωσε (9) ότι δεν έχει μεγάλο περιθώριο ελιγμών για να αποφασίσει για την κίνηση μιας διαδικασίας έρευνας· εκτιμά, μάλλον, ότι οφείλει να ερευνά όλες τις υποθέσεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της εκτός των παραπτωμάτων ήσσονος σημασίας, τα οποία μπορεί να παραπέμπει σε άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής, όπως π.χ. το Γραφείο Ασφαλείας της Επιτροπής ή η IDOC (η Υπηρεσία Ερευνών και Πειθαρχικών Κυρώσεων της Επιτροπής).

Κύρια αποστολή της OLAF είναι η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας. Στις περιπτώσεις που οι καταγγελίες αφορούσαν την απώλεια ή τον κίνδυνο απώλειας μικρών σχετικά ποσών των κοινοτικών ταμείων εξαιτίας αδικαιολόγητων ή παραποιημένων αιτήσεων επιστροφής χρημάτων, σύγκρουσης συμφερόντων, μη επιλέξιμων δαπανών ή μη κοινοποιημένων εξωτερικών δραστηριοτήτων, οι εισερχόμενες πληροφορίες θα μπορούσαν, σύμφωνα με την Επιτροπή Εποπτείας, να έχουν παραπεμφθεί αμέσως στην IDOC. Εξαιρούνται υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται ανώτεροι υπάλληλοι ή οι οποίες συνίστανται σε σοβαρή και διαρκή παρατυπία ή απάτη, ή εκείνες που συνδέονται με άλλη έρευνα της OLAF ή με κοινοτικό οργανισμό που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της IDOC. Η Επιτροπή Εποπτείας εκτιμά ότι απαιτείται περαιτέρω καθοδήγηση όσον αφορά το είδος των πληροφοριών που μπορούν να ταξινομούνται ως «παραπτώματα ήσσονος σημασίας» και τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι πληροφορίες θα μπορούσαν να διαβιβαστούν σε άλλες υπηρεσίες.

Όσον αφορά τη συνεργασία με την IDOC, η Επιτροπή Εποπτείας επισημαίνει ότι η OLAF οφείλει να διαβιβάζει εγκαίρως στην IDOC τις πληροφορίες που αφορούν παραπτώματα ήσσονος σημασίας και/ή υποθέσεις που έχουν πολύ περιορισμένες δημοσιονομικές επιπτώσεις, επιτρέποντας έτσι την χωρίς καθυστέρηση κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας και εξασφαλίζοντας την αποτελεσματική και άμεση κύρωση κάθε παράβασης. Στο 99 % των υποθέσεων του εξετασθέντος δείγματος, τις έρευνες της OLAF ακολούθησαν διοικητικές έρευνες της IDOC και στη συνέχεια ελήφθησαν πειθαρχικά μέτρα.

Σε γενικές γραμμές, η Επιτροπή Εποπτείας εκτιμά ότι πρέπει να λαμβάνονται πειθαρχικά μέτρα αμελλητί, όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (10). Αυτό απαιτεί την ταχεία διαβίβαση των πληροφοριών από την OLAF στην IDOC ή στις άλλες αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής, αλλά επίσης την αποφυγή διπλών ερευνών. Το γεγονός αυτό προσλαμβάνει μεγαλύτερη σημασία όταν οι ενδιαφερόμενοι δεν είναι υπάλληλοι ή όταν υπάρχει ο κίνδυνος να εγκαταλείψουν σύντομα την υπηρεσία, πράγμα που συνέβη σε ορισμένες έρευνες του δείγματος. Η άποψη της Επιτροπής Εποπτείας είναι ότι, στις περιπτώσεις αυτές, δεν υπήρχε κανένας λόγος να μη διαβιβαστούν εξαρχής οι πληροφορίες στην IDOC χωρίς να έχει κινηθεί διαδικασία έρευνας από την OLAF.

Η Επιτροπή Εποπτείας εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προσπάθειες που κατέβαλε προσφάτως η OLAF να ενισχύσει τη συνεργασία της τόσο με την IDOC όσο και με άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής και την ενθαρρύνει να εντείνει τη δραστηριότητά της στον τομέα αυτόν. Η στενότερη συνεργασία θα διευκολύνει την απευθείας διοχέτευση των εισερχόμενων πληροφοριών στις αρμόδιες υπηρεσίες χωρίς να απαιτείται παρέμβαση της OLAF. Ειδικότερα, η OLAF θα πρέπει να προσπαθήσει να βελτιώσει τη διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας με τις υπηρεσίες αυτές. Οι συμφωνίες συνεργασίας δεν θα πρέπει, ωστόσο, να περιορίζουν ούτε τις βασικές ικανότητες της OLAF ούτε την ανεξαρτησία της. Η Επιτροπή Εποπτείας είναι πεπεισμένη ότι με την ενίσχυση της συνεργασίας η OLAF θα μπορούσε να αποδεσμεύσει περισσότερους πόρους για σοβαρότερες υποθέσεις απάτης και παρατυπιών, αφού, προφανώς, είναι ο μοναδικός κοινοτικός οργανισμός που μπορεί να διερευνήσει τις υποθέσεις αυτές. Δεδομένου ότι σκοπός της OLAF είναι η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων, η Επιτροπή Εποπτείας εκτιμά ότι θα ήταν θετικό για την OLAF, καθώς και για τις άλλες υπηρεσίες, να μοιράζεται την εμπειρία και τις γνώσεις που αντλεί από τις εσωτερικές υποθέσεις μέσω της τακτικής ανταλλαγής πληροφοριών και της τακτικής συζήτησης εκκρεμών υποθέσεων χωρίς να θέτει υπερβολικά αυστηρούς και λεπτομερείς κανόνες.

Μια τελική παρατήρηση αφορά τη δικαστική συνέχεια που δίδεται στις εσωτερικές έρευνες. Στο μεγαλύτερο μέρος των υποθέσεων του δείγματος, δεν υπήρξε δικαστική συνέχεια ούτε δόθηκε σχετική σύσταση, για διάφορους λόγους, όπως οι προθεσμίες παραγραφής ή η έλλειψη επαρκών αποδεικτικών στοιχείων ώστε να κινηθεί διαδικασία ποινικής έρευνας. Το συμπέρασμα της Επιτροπής Εποπτείας είναι ότι, σε πολλές υποθέσεις του δείγματος, οι εθνικές δικαστικές αρχές δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν τις υποθέσεις de minimis λόγω φόρτου εργασίας και αντικρουόμενων προτεραιοτήτων. Εκτιμά λοιπόν ότι θα πρέπει να αξιολογείται με μεγαλύτερη προσοχή η σκοπιμότητα της αποτελεσματικής δικαστικής συνέχειας των υποθέσεων de minimis πριν από την κίνηση της διαδικασίας ή τη διαβίβαση των υποθέσεων· ομοίως, η εποικοδομητική επικοινωνία με τις εθνικές δικαστικές αρχές είναι εξαιρετικά σημαντική ώστε να εξασφαλίζεται αποτελεσματική παρακολούθηση μετά την αρχειοθέτηση της υπόθεσης.

Συστάσεις1.   Η OLAF πρέπει να καθορίσει καλύτερα την πολιτική μηδενικής ανοχής όσον αφορά τις εσωτερικές έρευνες και, κυρίως, να αποφασίσει με ποιον τρόπο θα χειρίζεται τις πληροφορίες που αφορούν έρευνες με περιορισμένες δημοσιονομικές επιπτώσεις. Αυτό θα πρέπει να αναφέρεται σαφώς στο εγχειρίδιο.2.   Η OLAF θα πρέπει, όταν υπάρχουν άλλα μέσα έρευνας, να διαβιβάζει τις εισερχόμενες πληροφορίες σχετικά με παραπτώματα ήσσονος σημασίας και/ή υποθέσεις περιορισμένου δημοσιονομικού αντικτύπου σε άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής αντί να αποφασίζει να αρχίσει η ίδια την έρευνα. Είναι ανάγκη να διευκρινιστεί πότε πρέπει οι πληροφορίες να διαβιβάζονται στην IDOC και στις άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής και να αποσαφηνιστεί ο όρος «παράπτωμα ήσσονος σημασίας».3.   Η OLAF πρέπει να βελτιώσει τη διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με τις εσωτερικές υποθέσεις de minimis.4.   Οι γενικές επιχειρησιακές προτεραιότητες της OLAF θα πρέπει να εστιάζονται στις σοβαρές και πολύπλοκες υποθέσεις ώστε να γίνεται καλύτερη χρήση των περιορισμένων πόρων της, βελτιστοποιώντας έτσι τη χρήση των κοινοτικών πόρων.

2.3.   Εξωτερικές έρευνες

Όσον αφορά τις εξωτερικές έρευνες, η OLAF μοιράζεται την ευθύνη της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών (11). Στον τομέα αυτό, η OLAF διαθέτει εν γένει μεγαλύτερη ελευθερία και ευελιξία να αποφασίζει αν είναι σκόπιμο να ξεκινήσει μια έρευνα. Σύμφωνα με το εγχειρίδιο (12) κατά την έναρξη μιας έρευνας θα πρέπει να συνεκτιμώνται ορισμένα κριτήρια, όπως οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Από την άλλη πλευρά, όταν σε ένα κράτος μέλος δεν υπάρχει καμία αρμόδια αρχή για να κινήσει διαδικασίας έρευνας, η OLAF είναι ο μόνος οργανισμός που διαθέτει εξουσίες διεξαγωγής ερευνών.

Οι υποθέσεις του δείγματος αφορούσαν παραπτώματα ήσσονος σημασίας κατά την υλοποίηση κοινοτικών προγραμμάτων και στις περισσότερες περιπτώσεις υπήρχε υπόνοια σύγκρουσης συμφερόντων, αδικαιολόγητων πληρωμών ή κακοδιαχείρισης των κεφαλαίων ενός σχεδίου. Κατά την παρακολούθηση των υποθέσεων αυτών, η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε ιδίως τη σοβαρότητά τους, τα κριτήρια έναρξης της έρευνας, τα μέτρα που έλαβαν οι εθνικές αρχές και τη συνέχεια που δόθηκε στην υπόθεση.

Όπως στην περίπτωση των εσωτερικών υποθέσεων de minimis που εξετάστηκαν, η Επιτροπή Εποπτείας έκρινε ότι δεν χρησιμοποιήθηκε κανένα σαφές κριτήριο κατά τη λήψη της απόφασης για κίνηση της διαδικασίας έρευνας στις εν λόγω υποθέσεις. Εκτιμά συνεπώς ότι η τρέχουσα στρατηγική και η ιεράρχηση των εξωτερικών ερευνών δεν είναι σαφείς. Θα πρέπει να καθοριστούν πιο αναλυτικά τα κριτήρια έναρξης της έρευνας (καθώς και τα ελάχιστα ενδεικτικά όρια) στις εξωτερικές υποθέσεις ώστε να αποφεύγεται η έναρξη έρευνας σε υποθέσεις de minimis. Σύμφωνα με την Επιτροπή Εποπτείας, η χάραξη μιας στρατηγικής και ο καθορισμός σαφών προτεραιοτήτων θα εξασφάλιζαν καλύτερη χρήση των περιορισμένων κοινοτικών πόρων και θα επέτρεπαν την καλύτερη κατανομή τους, στο μέτρο του δυνατού, για τη διερεύνηση σοβαρότερων υποθέσεων. Η Επιτροπή Εποπτείας δεν είναι πεπεισμένη ότι γίνεται βέλτιστη χρήση των πόρων της OLAF, αν κινείται τακτικά η διαδικασία έρευνας για υποθέσεις με ελάχιστες δημοσιονομικές επιπτώσεις που υπερβαίνουν μόλις το κόστος της έρευνας.

Η Επιτροπή Εποπτείας παρατηρεί ότι, όσον αφορά τις υποθέσεις του δείγματος, πολύ συχνά η αρμόδια κοινοτική υπηρεσία ή οργανισμός είχαν εκπληρώσει με επιτυχία ή είχαν ήδη δρομολογήσει τη δημοσιονομική παρακολούθηση, την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων χρηματικών ποσών και/ή, κατά περίπτωση, τα πειθαρχικά μέτρα (λ.χ. την εγγραφή του ονόματος της εταιρείας στο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης) κατά τη διάρκεια της έρευνας της OLAF ή πριν από τη διεξαγωγή της. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή Εποπτείας εκτιμά ότι δεν προκύπτει με σαφήνεια από τις εκθέσεις ποια ήταν η προστιθέμενη αξία της έρευνας της OLAF όσον αφορά αυτές τις παρατυπίες ήσσονος σημασίας, ιδίως όσον αφορά τη δημοσιονομική παρακολούθηση, δεδομένου ότι είχε ήδη εκδοθεί εντολή ανάκτησης από την υπηρεσία που ήταν υπεύθυνη για την υλοποίηση του προγράμματος και η υπηρεσία αυτή ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στο έργο αυτό αφής στιγμής είχε στη διάθεσή της πληροφορίες σχετικά με πιθανή απάτη η παρατυπία. Η Επιτροπή Εποπτείας ανέφερε επίσης την πρακτική βάσει της οποίας, αμέσως μετά την κίνηση της διαδικασίας έρευνας της OLAF από το Διοικητικό Συμβούλιο, η έρευνα ολοκληρωνόταν χωρίς να ληφθεί κανένα μέτρο για να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο, έστω και αν τα προβλεπόμενα μέτρα παρακολούθησης είχαν περατωθεί κατά τη διάρκεια της έρευνας.

Όσον αφορά τη δικαστική παρακολούθηση, η Επιτροπή Εποπτείας παρατήρησε ότι η OLAF, για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή της, συναντά συχνά δυσκολίες στη συγκέντρωση πληροφοριακών στοιχείων από τρίτες χώρες σχετικά με την εξέλιξη μιας υπόθεσης. Για τον λόγο αυτό, οι αντιπροσωπίες της Επιτροπής στις συγκεκριμένες χώρες είναι εκείνες που επεξεργάζονται κυρίως τις πληροφορίες αυτές, οπότε η συμβολή της OLAF είναι περιορισμένη.

Σύσταση1.   Επιβάλλεται η χάραξη μιας στρατηγικής de minimis για τις εξωτερικές έρευνες και ο καθορισμός των ελάχιστων κατώτατων ορίων για τις έρευνες αυτές.

2.4.   Υποθέσεις συνδρομής, παρακολούθησης και συντονισμού

Κατά την παρακολούθηση των υποθέσεων de minimis, συμπεριελήφθησαν στο δείγμα ορισμένες υποθέσεις συνδρομής, παρακολούθησης και συντονισμού. Σε γενικές γραμμές, νομική βάση των δραστηριοτήτων αυτών είναι η συνθήκη ΕΚ και οι σχετικοί κανονισμοί εφαρμογής (13), που υποχρεώνουν την OLAF να συνδράμει τα κράτη μέλη όσον αφορά την οργάνωση της συνεργασίας και τον συντονισμό των δραστηριοτήτων τους με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων έναντι της απάτης.

Όπως και στις εξωτερικές και εσωτερικές υποθέσεις de minimis, η Επιτροπή Εποπτείας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα ήταν πολύ χρήσιμο να παρέχει το εγχειρίδιο κατευθύνσεις σχετικά με τον τρόπο που πρέπει να χειρίζεται η OLAF τις εισερχόμενες πληροφορίες όσον αφορά αυτά τα είδη υποθέσεων, ιδίως όσον αφορά την ιεράρχηση και την επιλογή των υποθέσεων που θα αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας (κριτήρια καθορισμού της ενδεχόμενης κίνησης της διαδικασίας σε μια υπόθεση). Όσον αφορά το εξετασθέν δείγμα, η Επιτροπή Εποπτείας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι την ευθύνη των φακέλων των υποθέσεων (διεξαγωγή της έρευνας και επακόλουθες ενέργειες) αναλάμβαναν πάντοτε οι εθνικές αρχές, και συνεπώς ο ρόλος της OLAF ήταν πολύ περιορισμένος σε σύγκριση με τις εξωτερικές και τις εσωτερικές υποθέσεις κατά τις οποίες αυτή ήταν εκείνη που πραγματοποιούσε τις καθαυτό δραστηριότητες έρευνας (επιθεωρήσεις, ελέγχους και επαλήθευση πληροφοριών). Για τον λόγο αυτό ήταν δύσκολο για την Επιτροπή Εποπτείας να διακρίνει τη δυνητική προστιθέμενη αξία που συνεισφέρει η OLAF στον τομέα αυτό και έκρινε σκόπιμο να εξεταστεί σε ποιο βαθμό θα πρέπει να χρησιμοποιούνται πόροι της OLAF για τις δραστηριότητες αυτές, όταν δεν υπάρχει επάρκεια πόρων για εξωτερικές και εσωτερικές έρευνες.

Σύσταση1.   Το εγχειρίδιο της OLAF θα πρέπει να περιλαμβάνει κριτήρια ιεράρχησης και επιλογής για τις υποθέσεις συνδρομής, παρακολούθησης και συντονισμού.


(1)  Βλ. για παράδειγμα τα συμπεράσματα και τις συστάσεις των ετήσιων εκθέσεων δραστηριοτήτων της Επιτροπής Εποπτείας για τις περιόδους μεταξύ Δεκεμβρίου 2005 και Μαΐου 2007 και μεταξύ Ιουνίου 2007 και Μαΐου 2008.

(2)  Κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και αριθ. 1074/1999· απόφαση της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 1999 (ΕΕ L 136/20 της 31.5.1999).

(3)  Εγχειρίδιο της OLAF της 25ης Φεβρουαρίου 2005 σημείο 3.2 Επιχειρησιακές προτεραιότητες: στον τομέα των εσωτερικών ερευνών, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια: η σοβαρότητα του ποινικού ή πειθαρχικού αδικήματος, η ύπαρξη συνωμοσίας ή η εμπλοκή ενός μόνο αυτουργού, ή ανώτερων υπαλλήλων· η ενδεχόμενη κατάχρηση εξουσίας, ο αρνητικός αντίκτυπος για τη φήμη/αξιοπιστία της ΕΕ ή η ενδεχόμενη αίτηση υποβολής έρευνας από υπηρεσία/όργανο. Στον τομέα των εξωτερικών ερευνών υπάρχουν δεκαπέντε κριτήρια όπως η σημασία των δημοσιονομικών επιπτώσεων, το δημόσιο συμφέρον κτλ.

(4)  Εσωτερικό σημείωμα της 18ης Ιουνίου 2007 σχετικά με την πρακτική της OLAF όσον αφορά τη μηδενική ανοχή και τον κανόνα de minimis στον τομέα των εσωτερικών ερευνών. Το σημείωμα εκθέτει συνοπτικά τις γενικές αρχές της πολιτικής μηδενικής ανοχής της Επιτροπής και του κανόνα de minimis στον τομέα των εσωτερικών ερευνών κατά την έναρξη των ερευνών και τη διαβίβαση τελικών εκθέσεων στις εθνικές αρχές. Το σημείωμα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η OLAF πρέπει να σέβεται τα όρια των αρμοδιοτήτων της κατά την κίνηση μιας διαδικασίας, και ότι άλλες υπηρεσίες και όχι η OLAF θα πρέπει να επιλαμβάνονται του χειρισμού των παραπτωμάτων ήσσονος σημασίας που δεν συνδέονται με τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων.

(5)  Παράρτημα 1: έγγραφο 12 σελίδων που αναλύει πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση· δεν θα δημοσιοποιηθεί.

(6)  ΔΕΚ-11/00 ΕΚ/ΕΤΕ - 10 Ιουλίου 2003 σημείο 141 και C-15/00 ΕΚ/ΕΤΕ - 10 Ιουλίου 2003 σημείο 164.

(7)  Εσωτερικό σημείωμα της 18ης Ιουνίου 2007 σχετικά με την πρακτική της OLAF όσον αφορά τη μηδενική ανοχή και τον κανόνα de minimis στον τομέα των εσωτερικών ερευνών.

(8)  Άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 1999 (ΕΕ L 136/20 της 31.5.1999).

(9)  Σημείο 3.2.1.1.του εγχειριδίου σχετικά με τις επιχειρησιακές προτεραιότητες των εσωτερικών ερευνών.

(10)  ΔΕΚ C-270/99 της 27ης Νοεμβρίου 2001· Πρωτοδικείο T-307/01 της 10ης Ιουνίου 2004· Γνώμη του γενικού εισαγγελέα C-270/99 της 22ας Μαρτίου 2001.

(11)  Συνθήκη ΕΚ άρθρο 280 παράγραφος 2

(12)  Σημείο 3.2.1.2 Εξωτερικές έρευνες – αρχή της σκοπιμότητας σ. 63

(13)  Άρθρο 280 της συνθήκης ΕΚ, άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού 1073/99 και άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού 2988/95.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4

ΓΝΩΜΗ αριθ. 1/2009

Ετήσιο Πρόγραμμα Διαχείρισης της OLAF για το 2009

Βρυξέλλες, 19 Μαρτίου 2008.

Η Εποπτεύουσα επιτροπή εξέτασε τόσο το δημοσιευμένο μέρος όσο και τα εσωτερικά παραρτήματα του Ετήσιου Σχεδίου Διαχείρισης της OLAF (ΕΣΔ) για το 2009 και έδωσε ιδιαίτερο βάρος στους στόχους, τους δείκτες και τα αναμενόμενα αποτελέσματα των ερευνών και τους μεταξύ τους συσχετισμούς, καθώς και σε άλλες δραστηριότητες της υπηρεσίας. Συνολικά η Εποπτεύουσα επιτροπή συγχαίρει την OLAF για το σαφές, καλοδιαρθρωμένο και ακριβές ΕΣΔ, καθώς και για τη συμπερίληψη παραπομπής στις δικές της συστάσεις. Η Εποπτεύουσα επιτροπή θα ήθελε να συνεισφέρει με ορισμένες σκέψεις και παρατηρήσεις για το ΕΣΔ του 2009.

1.   Δημοσιευμένο μέρος

Η Εποπτεύουσα επιτροπή σημειώνει ότι σε σύγκριση με το 2008 ο δείκτης και το στοχοθετημένο επίπεδο του γενικότερου στόχου έχουν αλλάξει, από την «ελαχιστοποίηση της απάτης» πέρασε στον σχολιασμό από μέρους πελατών. Η Εποπτεύουσα επιτροπή συμφωνεί με την προσέγγιση αυτή και σημειώνει ότι ανταποκρίνεται στη σύσταση που διατύπωσε στη γνώμη αριθ. 3 του 2006, στην οποία τόνιζε την ανάγκη συμμετοχής των ενδιαφερομένων μερών της OLAF στον καθορισμό ποιοτικών και ποσοτικών προτύπων και κριτηρίων αξιολόγησης για τις δραστηριότητές της. Προς τούτο, η Εποπτεύουσα επιτροπή επαναλαμβάνει ότι είναι ανάγκη για την OLAF να δημιουργήσει ένα σύστημα τακτικού σχολιασμού με τα βασικά ενδιαφερόμενα μέρη της.

Όσον αφορά τον δείκτη του γενικού στόχου «αποτελεσματική χρήση των αποτελεσμάτων των ερευνών για τα ενδιαφερόμενα μέρη» η Εποπτεύουσα επιτροπή εξέτασε τα αποτελέσματα και την ανάλυση (όπως διαβιβάστηκαν από την υπηρεσία σας) των ερευνών της Επιτροπής και του Ευρωβαρομέτρου για το 2007 και το 2008. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι έρευνες ούτε παρέχουν λύσεις ούτε πληροφορίες σχετικά με την επιχειρησιακή αποδοτικότητα ή αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών της OLAF. Συνεπώς, η Εποπτεύουσα επιτροπή αμφιβάλλει αν η OLAF είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα αυτά για να αξιολογήσει την επίτευξη των στόχων του ΕΣΔ από επιχειρησιακή πλευρά. Επιπλέον, η Εποπτεύουσα επιτροπή έχει επιφυλάξεις όσον αφορά τις έρευνες αυτές δεδομένου ότι εν γένει δεν απευθύνονται σε μεμονωμένα άτομα που συνεργάζονται άμεσα με την OLAF. Ως εκ τούτου, η Εποπτεύουσα επιτροπή προτείνει στην OLAF να διενεργήσει μια πιο στοχευμένη και κατάλληλα προσαρμοσμένη έρευνα για να διαπιστωθούν οι απόψεις των εκπροσώπων αυτών, των αρχών των κρατών μελών και των οργάνων και οργανισμών της Εποπτεύουσας επιτροπής που συναλλάσσονται με την OLAF σε καθημερινή βάση. Οι πληροφορίες αυτές θα ήταν πιο χρήσιμες για τους σκοπούς του ΕΣΔ του 2009.

Άλλη παρατήρηση σχετικά με τα αποτελέσματα των ερευνών ήταν ότι εν γένει η OLAF δεν είναι πολύ γνωστή, πράγμα το οποίο πρέπει να προβληματίσει την OLAF σε σχέση με τον σχεδιασμό των μελλοντικών της δραστηριοτήτων. Για παράδειγμα τα κυριότερα πορίσματα της έρευνας του Ευρωβαρομέτρου του 2008 (τυχαίο δείγμα 25 000 πολιτών της Εποπτεύουσας επιτροπής) ήταν ότι το 59 % των ερωτηθέντων δεν είχαν ποτέ ακούσει για την OLAF, ενώ ένα 20 % των ατόμων που είχαν ακούσει γι’ αυτήν είτε δεν ήταν σε θέση είτε δεν ήθελαν να πουν αν της είχαν εμπιστοσύνη. Παρόμοια ήταν τα αποτελέσματα στην έρευνα της Επιτροπής, όπου το προσωπικό δεν είχε πείρα στις επαφές με την OLAF και για τον λόγο αυτόν δεν μπορούσε να εκφέρει γνώμη για τις δραστηριότητές της. Ορμώμενη από τα αποτελέσματα αυτά η Εποπτεύουσα επιτροπή ενθαρρύνει την OLAF να τα λάβει υπόψη της στο ΕΣΔ του 2010.

Η Εποπτεύουσα επιτροπή εκφράζει ιδιαίτερη ικανοποίηση για τον «συγκεκριμένο στόχο αριθ. 1» ο οποίος τονίζει την μέτρηση τόσο της αποδοτικότητας όσο και της αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων της OLAF. Ο στόχος του 2009 είναι να δοθεί βάρος στις σοβαρότερες περιπτώσεις απάτης, πράγμα που συνάδει με τις παρατηρήσεις της Εποπτεύουσας επιτροπής για το ΕΣΔ του 2008 και στη γνώμη αριθ. 3 για τις υποθέσεις de minimis. Η Εποπτεύουσα επιτροπή χαιρετίζει τη βελτιωμένη στρατηγική όσον αφορά τον κανόνα de minimis για τις εσωτερικές έρευνες, ο οποίος εξηγήθηκε στην πρόσφατη επιστολή για την πολιτική de minimis.

Η Εποπτεύουσα επιτροπή θα ήθελε περισσότερες πληροφορίες, ιδίως σχετικά με τα κριτήρια επιλογής των εξωτερικών ερευνών για τις σοβαρές υποθέσεις και παροτρύνει την OLAF να υποβάλει μια σαφέστερη και συνεπέστερη στρατηγική, καθώς και κατευθυντήριες γραμμές, για τα είδη υποθέσεων που προτίθεται να διερευνήσει το 2009. Η Εποπτεύουσα επιτροπή θα ήθελε να τονίσει επίσης ότι το σχέδιο εγχειριδίου για τις επιχειρησιακές διαδικασίες (σημείο 2.3) πρέπει να περιλαμβάνει εξήγηση του τρόπου προσδιορισμού των επιχειρησιακών προτεραιοτήτων.

Η Εποπτεύουσα επιτροπή συμμερίζεται την άποψη της OLAF σύμφωνα με την οποία η αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων της αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην επίτευξη του γενικότερου στόχου και ζητά διευκρινίσεις ως προς τον τρόπο με τον οποίο η «συμμόρφωση με κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τα όρια και κριτήρια για την άνοιγμα νέων οδών παρακολούθησης (δείκτης1.1)» θα συμβάλει στην επίτευξή του το 2009.

Εκτός από τα κριτήρια του δείκτη εκκαθάρισης και της διάρκειας, η Εποπτεύουσα επιτροπή θεωρεί ότι η αποδοτικότητα των ερευνών μπορεί να μετρηθεί με ένα σύστημα ή μηχανισμό τακτικού ελέγχου (περιλαμβανομένου του ποιοτικού ελέγχου) των ερευνών, για τη μείωση των καθυστερήσεων και την αντιμετώπιση των προβλημάτων λίγο μετά την εμφάνισή τους. Η Εποπτεύουσα επιτροπή θα ήθελε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με «το σύστημα προειδοποίησης 18 μηνών» το οποίο αναφέρεται στο ΕΣΔ υπό τον συγκεκριμένο στόχο αριθ. 1. Όπως αναφέρεται στο ΕΣΔ, περίπου το 25 % των ερευνών δεν διεκπεραιώνεται εντός της περιόδου των 24 μηνών που αποτελεί τον διαχειριστικό στόχο. Δεδομένου ότι αυτό είναι κάτι που συνεχίζεται από τα προηγούμενα χρόνια, η Εποπτεύουσα επιτροπή διερωτάται αν οι δείκτες αποδοτικότητας αρκούν για την αντιμετώπιση και τη μείωση των καθυστερήσεων αυτών.

Όπως και στο ΕΣΔ του 2008, η Εποπτεύουσα επιτροπή θεωρεί προβληματικό το γεγονός ότι ο δείκτης εκκαθάρισης υποθέσεων (δείκτης αποτελεσμάτων 2.2.) πρέπει να πλησιάζει το 1, όταν υπολογίζεται με βάση τις νέες υποθέσεις ενός ημερολογιακού έτους. Απαιτείται η λήψη επιπρόσθετων μέτρων από τη διοίκηση της OLAF για να αντιμετωπίσει τον υφιστάμενο φόρτο εργασίας (περίπου 440 υποθέσεις το Δεκέμβριο του 2008), καθώς η υλοποίηση του εν λόγω στόχου δεν θα συμβάλει στη μείωση του φόρτου υποθέσεων. Αυτό επιβεβαιώθηκε στα πρακτικά της συνεδρίασης των διευθυντών που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2008 όπου αναφέρεται ότι, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2008, ο δείκτης εκκαθάρισης χειροτέρευσε και ότι δημιουργήθηκε νέα σειρά καθυστερημένων υποθέσεων.

Πέραν αυτού, η Εποπτεύουσα επιτροπή σημειώνει ότι η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των δραστηριοτήτων μετράται αποκλειστικά από την πλευρά των ερευνών και δεν περιλαμβάνει άλλες επιχειρησιακές δραστηριότητες και υπηρεσίες στήριξης. Ωστόσο, η Εποπτεύουσα επιτροπή θεωρεί ότι οι υπηρεσίες στήριξης της OLAF (επιχειρησιακές και διοικητικές υπηρεσίες) πρέπει επίσης να ενσωματωθούν στην στρατηγική αυτή προκειμένου να καταστεί η OLAF «μια παγκοσμίου κλάσεως διοικητική ερευνητική υπηρεσία». Στο μέλλον, θα άξιζε να μελετηθεί ο τρόπος με τον οποίο άλλες δραστηριότητες, εκτός από τις έρευνες, συμβάλλουν υπέρ των ερευνών της OLAF, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο η συμβολή αυτή θα μπορούσε να μετρηθεί στο ΕΣΔ.

Η Εποπτεύουσα επιτροπή σημειώνει ότι η αποτελεσματική στρατηγική επικοινωνίας σε σχέση με τον συγκεκριμένο στόχο αριθ. 2 «προώθηση ενός κλίματος συνεργασίας για την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς» δεν περιλαμβάνει κάποια σαφή εσωτερική πολιτική επικοινωνίας. Σε σχέση με την παρακολούθηση υποθέσεων της OLAF από την ΕΕ, είναι εμφανές ότι ο γενικός συντονισμός των δραστηριοτήτων μεταξύ μονάδων και τμημάτων θα μπορούσε να βελτιωθεί. Ως εκ τούτου, η Εποπτεύουσα επιτροπή συνιστά την ενσωμάτωση μιας εσωτερικής επικοινωνιακής στρατηγικής στο ΕΣΔ προκειμένου να βελτιωθεί η ανταλλαγή γνώσεων και να κατανοηθούν περισσότερο οι δραστηριότητές της OLAF από το ίδιο το προσωπικό της.

2.   Εσωτερικά παραρτήματα

Η Εποπτεύουσα επιτροπή εκφράζει ικανοποίηση για τον ειδικό δείκτη δημοσιονομικού αντίκτυπου των ερευνών που πραγματοποιούνται στον τομέα του εμπορίου και των δασμών, καθώς και το μεγαλύτερο βάρος που δίδεται σε υποθέσεις των οποίων ο εκτιμώμενος δημοσιονομικός αντίκτυπος υπερβαίνει το 1 εκατ. ευρώ.

Όσον αφορά την αποδοτικότητα των ερευνών και των δραστηριοτήτων των Διευθύνσεων Α και Β, η Εποπτεύουσα επιτροπή θα ήθελε ιδιαίτερα να πληροφορηθεί τον τρόπο με τον οποίο παρακολουθείται επί του παρόντος η διάρκεια των ερευνών και οι πιθανές καθυστερήσεις, ενώ εκφράζει την ικανοποίησή της για την συστηματική επανεξέταση των υποθέσεων ανά 18 μήνες. Συγχρόνως καλεί την OLAF να εξετάσει αν το σύστημα αυτό επαρκεί για την θέση των καθυστερήσεων υπό έλεγχο. Η Εποπτεύουσα επιτροπή θα ήθελε διευκρινίσεις για τη «νέα φάση εκκρεμότητας». Συνολικά, η Εποπτεύουσα επιτροπή υπογραμμίζει την ανάγκη ενός συστήματος αυστηρών ελέγχων με σκοπό τη μείωση των καθυστερήσεων και τη διατήρηση της ποιότητας των εργασιών.

Όπως και στο ΕΣΔ του 2008, η Εποπτεύουσα επιτροπή αμφισβητεί την αξία και την χρησιμότητα ενός ποσοστιαίου δείκτη των υποθέσεων που τακτοποιήθηκαν με δημοσιονομικές/δικαστικές/διοικητικές επακόλουθες ενέργειες σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των υποθέσεων, δεδομένου ότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί εκ των προτέρων το αποτέλεσμα των ερευνών.

Η Εποπτεύουσα επιτροπή θα ήθελε να επαναλάβει ότι για ακόμη μια φορά ο δείκτης των 24 μηνών όσον αφορά τη διάρκεια των υποθέσεων δεν επιτεύχθηκε ούτε το 2008, όπως και τα τελευταία τέσσερα έτη. Τα πρακτικά της συνεδρίασης των διευθυντών που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2008 αναφέρουν ότι μόνον το 49 % των υποθέσεων περατώθηκε σε λιγότερο από 24 μήνες κατά το πρώτο εξάμηνο του 2008. Η μέση διάρκεια μιας ενεργούς υπόθεσης το πρώτο εξάμηνο του 2008 ήταν 27 μήνες. Η Εποπτεύουσα επιτροπή έχει αμφιβολίες αν θα επιτευχθεί ο στόχος το 2009, ιδίως εάν η OLAF ασχοληθεί με πολυπλοκότερες υποθέσεις, ενώ δεν θα έχει επιπρόσθετους πόρους στη διάθεσή της.

Το ΕΣΔ αναφέρει (σημείο 1.2 αποδοτικότητα) ότι οι αξιολογήσεις (ή εκτιμήσεις) αντιπροσωπεύουν περίπου το 50 % του φόρτου εργασίας των ερευνητών (48 % Διεύθυνση Α και 54 % Διεύθυνση Β). Η Εποπτεύουσα επιτροπή σημειώνει ότι οι διάφοροι στόχοι δεν έχουν διατυπωθεί για τη «μη ενεργό φάση» των ερευνών και ότι δεν υπήρχαν πληροφορίες στο ΕΣΔ σχετικά με τη μέση έκταση των αξιολογήσεων. Η Εποπτεύουσα επιτροπή προτείνει να μελετηθεί ο τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να συμπεριληφθεί η μη ενεργός φάση μιας έρευνας στο ΕΣΔ, δεδομένοι ότι απορροφά πόρους που σπανίζουν και αποτελεί σημαντικό παράγοντα κατά τον προσδιορισμό π.χ. του χρόνου παραγραφής αποδεικτικών στοιχείων και τη συνέχεια που δίδεται στις τελικές εκθέσεις που συντάσσει η OLAF για κάθε υπόθεση.

Τέλος, η Εποπτεύουσα επιτροπή θα επιθυμούσε να τονίσει ότι ορισμένοι από τους δείκτες αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων στήριξης (π.χ. «αριθμός των συναντήσεων που διοργανώνονται», «ομαλή συνεργασία» και «ληφθέντα σχόλια») είναι πολύ γενικής φύσεως, δύσκολο να μετρηθούν ή/και δεν είναι ακριβής ο τρόπος παρακολούθησής τους σε σχέση με τους καθορισμένους στόχους και διερωτάται αν πράγματι αποτελούν καλή και αποδοτική μέθοδο αξιολόγησης των επιδόσεων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ αριθ. 2/2009

Εκθέσεις ερευνών της OLAF που βρίσκονται σε εξέλιξη επί διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών

Βρυξέλλες, 28 Μαΐου 2009

ΜΕΡΟΣ Ι

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Γενικός Διευθυντής της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) υποβάλλει μηνιαία έκθεση στην επιτροπή εποπτείας με συνοπτική παρουσίαση κάθε έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών (στο εξής, «εκθέσεις εννεαμήνου»). Οι «εκθέσεις εννεαμήνου» εκθέτουν τις αιτίες της μη ολοκλήρωσης των ερευνών, καθώς και το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα για την περάτωση κάθε υπόθεσης.

Η διάρκεια των ερευνών αποτελεί θέμα κοινού προβληματισμού για τα θεσμικά όργανα και την ίδια την OLAF (1), σε συνάρτηση με τις αρνητικές συνέπειες που ενδέχεται να έχουν οι καθυστερήσεις για τα μέρη που αφορά η έρευνα, καθώς και για τη διοικητική, δικαστική και δημοσιονομική συνέχεια των ερευνών που διεξάγει η OLAF.

Ο μεγάλος όγκος των εκκρεμών υποθέσεων, που απορρέει από τον μεγάλο αριθμό καθυστερημένων υποθέσεων, είναι επίσης επιζήμιος για το καθημερινό έργο της OLAF, δεδομένου ότι η διαχείριση και μόνον των παλαιών υποθέσεων στερεί σημαντικούς πόρους από τα κύρια καθήκοντα της υπηρεσίας.

Η OLAF διαθέτει την εξαιρετική και αξιοσημείωτη πείρα 10ετούς διενέργειας ευρωπαϊκών και διεθνών ερευνών. Η σημασία και η φήμη της συνεχώς αυξάνονται. Είναι συνεπώς ουσιώδες να απαιτείται όσο το δυνατόν λιγότερος χρόνος για την έρευνα και την περάτωση των υποθέσεων.

Τα καθήκοντα της επιτροπής εποπτείας

Γενικός στόχος της παρούσας επισκόπησης που πραγματοποιεί η επιτροπή εποπτείας είναι να αξιολογηθεί η διάρκεια των ερευνών και οι λόγοι ενδεχόμενων αδικαιολόγητων καθυστερήσεων, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι έρευνες διεξάγονται αδιαλείπτως κατά τη διάρκεια χρονικής περιόδου ανάλογης προς τις περιστάσεις και την πολυπλοκότητα της υπόθεσης (2).

Μέσω αυτής της τακτικής διαδικασίας παρακολούθησης, η επιτροπή εποπτείας ενισχύει πρωτίστως την ανεξαρτησία της OLAF, εξακριβώνοντας ότι δεν υπάρχουν εξωτερικές παρεμβάσεις στην αμερόληπτη διεξαγωγή των ερευνών και ότι οι όποιες καθυστερήσεις δεν εμποδίζουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της έρευνας, υπερβαίνοντας, για παράδειγμα, τον χρόνο παραγραφής.

Πρόκειται για τη δεύτερη γνώμη που εκδίδει η επιτροπή εποπτείας σχετικά με τις «εκθέσεις εννεαμήνου».

Τον Απρίλιο του 2007, η επιτροπή εποπτείας εξέδωσε τη γνώμη 1/2007 αφού εξέτασε και τις 150 «εκθέσεις εννεαμήνου» που κάλυπταν την περίοδο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2006. Στόχος εκείνης της γνώμης ήταν να αξιολογηθούν δύο διαφορετικές πτυχές: αφενός, να ελεγχθεί κατά πόσον οι εκθέσεις αυτές περιλάμβαναν επαρκείς πληροφορίες για να συνδράμουν την επιτροπή εποπτείας στην άσκηση του έργου παρακολούθησης και, αφετέρου, να αξιολογηθεί ο βαθμός στον οποίο οι εκθέσεις αυτές μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως διαχειριστικό εργαλείο από την OLAF ούτως ώστε να διεκπεραιώνονται επιτυχώς οι έρευνες εντός ανάλογης περιόδου. Τα συμπεράσματα και οι συστάσεις της εν λόγω γνώμης έγιναν δεκτά από την OLAF και δόθηκε η σχετική συνέχεια (3).

Η επιτροπή εποπτείας ανέφερε στην προαναφερθείσα γνώμη, ως μελλοντική δράση, ότι θα ελέγχονται εξονυχιστικά οι λόγοι μη ολοκλήρωσης των ερευνών εντός του καθορισμένου χρόνου που υποδεικνύει η OLAF.

Οι «εκθέσεις εννεαμήνου» της OLAF

Η παρούσα γνώμη βασίζεται σήμερα στην εξέταση 275 «εκθέσεων εννεαμήνου» (από 424 εκκρεμείς υποθέσεις), που καλύπτουν την περίοδο μεταξύ Ιανουαρίου 2007 και Δεκεμβρίου 2008, καθώς και 115 «εκτιμήσεων αρχικών πληροφοριών», που αφορούν καθεμία από τις «εκθέσεις εννεαμήνου» που η OLAF απέστειλε στην επιτροπή εποπτείας μεταξύ Μαρτίου και Δεκεμβρίου 2008 (4). Τις «αξιολογήσεις» αυτές συντάσσουν οι ελεγκτές της OLAF πριν ληφθεί η απόφαση για την κίνηση έρευνας και περιλαμβάνουν επίσης «προτάσεις του αρχικού προγράμματος εργασίας». Πραγματοποιήθηκε επίσης έλεγχος του συστήματος διαχείρισης υποθέσεων (CMS), προκειμένου να προσδιοριστεί το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι υποθέσεις.

Οι εκθέσεις που παρελήφθησαν, ανά τομέα, ήταν οι εξής (5):

47 εσωτερικές έρευνες: ευρωπαϊκά όργανα: όπου η OLAF διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και έχει σαφείς διαδικαστικές αρμοδιότητες (6).

11 εσωτερικές/εξωτερικές έρευνες: οργανισμοί της ΕΕ: όπου η OLAF διαδραματίζει τον κύριο ρόλο (7).

51 στον τομέα «Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια»: όπου η OLAF διαδραματίζει τον κύριο ρόλο και όπου οι κανόνες για τη διεξαγωγή των ερευνών βασίζονται επίσης στις «ισχύουσες συμφωνίες με τρίτες χώρες» (8).

46 στον τομέα «Εξωτερική βοήθεια»: όπου η OLAF διαδραματίζει τον κύριο ρόλο και όπου οι κανόνες για τη διεξαγωγή των ερευνών βασίζονται επίσης στις «ισχύουσες συμφωνίες με τρίτες χώρες» (9).

43 στον τομέα «Γεωργία»: όπου η OLAF διαθέτει ισχυρές και καλά θεμελιωμένες νομικές αρμοδιότητες. Ωστόσο, ο εν λόγω τομέας καλύπτει επίσης τελωνειακές υποθέσεις οι οποίες αφορούν γεωργικά προϊόντα, ως προς τις οποίες η OLAF ασκεί πρωτίστως καθήκοντα συντονισμού και συνδρομής (10).

51 για τα Τελωνεία I και II: όπου η OLAF ασκεί καθήκοντα συντονισμού και συνδρομής και όπου η διάρκεια των υποθέσεων εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις ενέργειες των κρατών μελών (ΚΜ) ή των εμπλεκόμενων τρίτων χωρών (11).

26 στον τομέα «Διαρθρωτικά μέτρα»: όπου η OLAF διαθέτει στέρεα νομική βάση για τη διεξαγωγή ερευνών (12).

Η OLAF έχει καθιερώσει ενιαίο έντυπο για τις «εκθέσεις εννεαμήνου». Οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η μη ολοκλήρωση των υποθέσεων, όπως αυτοί προκαθορίζονται στο ενιαίο έντυπο της OLAF για τις «εκθέσεις εννεαμήνου» και όπως έχουν επισημανθεί από τους υπαλλήλους που διεξήγαγαν τις έρευνες, είναι οι εξής (13):

«Διατέθηκαν σημαντικοί πόροι, αλλά απαιτείται περισσότερος χρόνος λόγω του όγκου του επιχειρησιακού/ελεγκτικού έργου»: σε 133 εκθέσεις (50 %)·

«Αναστολή της έρευνας για λόγους τακτικής»: σε 16 εκθέσεις (6 %)·

«Έλλειψη πόρων»: σε 30 εκθέσεις (11 %)·

«Χαμηλή προτεραιότητα σε συνδυασμό με τη διάθεση περιορισμένων πόρων»: σε 12 εκθέσεις (5 %)·

«Έλλειψη συνεργασίας: από το ΚΜ· από τις υπηρεσίες της Επιτροπής· από άλλο όργανο· από ιδιώτη/εταιρεία»: σε 43 εκθέσεις (15 %)· και

«Άλλος λόγος: βλ. υπόθεση»: σε 77 εκθέσεις (27 %).

Το περιεχόμενο των εν λόγω «εκθέσεων εννεαμήνου», οι οποίες καταρτίζονται από ελεγκτές της OLAF, προσυπογράφεται («θεωρείται») από τον προϊστάμενο διοικητικής μονάδας στην οποία υπάγεται ο εκάστοτε τομέας, καθώς από τον διευθυντή τόσο της διεύθυνσης ερευνών όσο και της διεύθυνσης επιχειρήσεων.

Από τον Ιανουάριο του 2008 και μετά την τροποποίηση του ενιαίου εντύπου που χρησιμοποιείται για τις εκθέσεις εννεαμήνου (14), οι λόγοι «Αναστολή της έρευνας για λόγους τακτικής» και «Χαμηλή προτεραιότητα σε συνδυασμό με τη διάθεση περιορισμένων πόρων» απαλείφθηκαν από τον σχετικό κατάλογο.

Σκοπός και μεθοδολογία της τρέχουσας επανεξέτασης

Έχει θεμελιώδη σημασία για κάθε υπηρεσία που διεξάγει έρευνες να μπορεί να επισημαίνει με σαφήνεια τους λόγους τυχόν καθυστερήσεων και τα εμπόδια που ανακύπτουν κατά τις έρευνες. Τούτο επιτρέπει τον επακριβή προγραμματισμό και καθορισμό στρατηγικής για τις έρευνες, την κατανομή κατάλληλου προσωπικού, την αναλυτική αξιολόγηση της εξωτερικής συνεργασίας, την ιεράρχηση των υποθέσεων και την κατάστρωση πολιτικής ερευνών.

Εξάλλου, η επιτροπή εποπτείας μπορεί να ελέγχει μόνον τη χρονική διάρκεια των ερευνών της OLAF προκειμένου να αποκλείει εξωτερικές παρεμβάσεις ή μεροληπτικές αποφάσεις, εφόσον παρέχεται αντικειμενική και επαληθεύσιμη αιτιολόγηση των όποιων καθυστερήσεων.

Τον Δεκέμβριο του 2008, το 78 % των ερευνών της OLAF ήταν σε εξέλιξη επί χρονικό διάστημα άνω των εννέα μηνών, ενώ το 40 % ήταν σε εξέλιξη επί χρονικό διάστημα άνω των δύο ετών. Επιπλέον της σφαιρικής ανάλυσης των στοιχείων που παρέχονται με τις «εκθέσεις εννεαμήνου», η επιτροπή εποπτείας αποφάσισε να ελέγξει τη συνέπεια των λόγων που επιλέγονται ως ισχύοντες από τους ελεγκτές της OLAF στις «εκθέσεις εννεαμήνου» για τη μη ολοκλήρωση των υποθέσεων, σε διασταύρωση με τους λόγους που εξηγούνται αναλυτικά στο κύριο σώμα της έκθεσης.

Η επιτροπή εποπτείας εξέτασε επίσης τους δηλωθέντες λόγους των καθυστερήσεων, με σκοπό να διερευνήσει μέχρι ποιου σημείου συνέβαλλαν στην κατανόηση του πραγματικού λόγου ή των σημαντικότερων παραγόντων που επιβραδύνουν τις διεξαγόμενες έρευνες. Για τον σκοπό αυτό, η επιτροπή εποπτείας ανέλυσε επίσης τις «εκτιμήσεις αρχικών πληροφοριών», με έμφαση στις προτάσεις σχετικά με το αρχικό πρόγραμμα εργασίας.

Μέσω της ανάλυσης αυτής, η επιτροπή εποπτείας απέβλεπε επίσης στο να αποσαφηνίσει κατά πόσον το μεγάλο ποσοστό ερευνών με διάρκεια άνω του «εννεαμήνου» υπαγορευόταν από αντικειμενικά και αναπόφευκτα αίτια.

Ιδιαίτερη προσοχή έχει αποδοθεί επίσης στο αναμενόμενο χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση των ερευνών, το οποίο η OLAF είναι υποχρεωμένη να γνωστοποιεί στην επιτροπή εποπτείας στο πλαίσιο των «εκθέσεων εννεαμήνου» (15).

Μεθοδολογία

Λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη φύση του κάθε τομέα, καθώς και τις διαφορετικές εξουσίες και διαδικαστικούς κανόνες που εφαρμόζονται σε καθέναν από αυτούς, η ανάλυση πραγματοποιήθηκε για κάθε τομέα χωριστά (16). Εντούτοις, σε σχέση με τον κύριο σκοπό της παρούσας γνωμοδότησης, ταξινομήσαμε επίσης τις εκθέσεις της OLAF με κριτήριο τους προκαθορισμένους λόγους που επιλέγονται ως ισχύοντες στο υπόδειγμα «έκθεσης εννεαμήνου» για να αιτιολογηθεί η μη ολοκλήρωση των υποθέσεων εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.

Ειδικά συμπεράσματα και συστάσεις θα διατυπωθούν ανά τομέα· επιπλέον, όμως, θα διατυπωθούν και συνολικά συμπεράσματα και συστάσεις.

ΜΕΡΟΣ 2

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙΚΑΛΕΙΤΑΙ Η OLAF ΓΙΑ ΤΗ ΜΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΕΝΤΟΣ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟΥ

1.   «ΔΙΑΤΕΘΗΚΑΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ, ΑΛΛΑ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΟΓΚΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ/ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ»

Για το 50 % περίπου των ερευνών που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας, η OLAF απέδιδε την καθυστέρησή τους στον συγκεκριμένο λόγο (17).

Εσωτερικές έρευνες: ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα

Εξετάστηκαν 15 υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (31 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Ορισμένες από τις υποθέσεις εξηγούνταν ικανοποιητικά, ενώ ο «όγκος του ελεγκτικού έργου» μπορούσε να γίνει αντιληπτός με ευχέρεια στο πλαίσιο της έκθεσης (18). Παρόλα αυτά, οι βαθύτεροι λόγοι για την καθυστέρηση πολλών εκ των ερευνών ήταν ποικίλοι: μεγάλες περίοδοι αδράνειας (μέχρι 7 μήνες) πριν από την έναρξη της έρευνας· εξάρτηση της προόδου της υπόθεσης από ενδεχόμενες πληροφορίες προερχόμενες από εξωτερικές πηγές για τις οποίες στην πραγματικότητα η OLAF δεν προέβη σε ελεγκτικό έργο, καθώς και μη εξηγηθέντες λόγοι καθυστερήσεων (19). Η έλλειψη συνεργασίας από πλευράς ιδιωτών, η μετάθεση για μεταγενέστερη ημερομηνία ορισμένων ραντεβού για συνέντευξη και η αναμονή απαντήσεων από πλευράς ιδιωτών ή οργάνων επισημαίνονταν επίσης ως λόγοι (20).

Ένας σημαντικός παράγοντας που εντοπίσαμε ήταν ότι ορισμένοι ελεγκτές ασχολούνταν με άλλες υποθέσεις ή με υποθέσεις υψηλότερης προτεραιότητας (21).

Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις, παρά τον σημαντικό αριθμό ελεγκτών που είχε διατεθεί για μια συγκεκριμένη υπόθεση, οι λόγοι που δηλώνονταν για την καθυστέρηση περιελάμβαναν τόσο τη διάθεση «σημαντικών πόρων» όσο και την «ανεπάρκεια πόρων» (22). Μολονότι ενδέχεται να υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι για τη συγκεκριμένη αντίφαση, σχετικοί με την ανόμοια διάθεση προσωπικού κατά τα διάφορα στάδια της έρευνας, παρόλα αυτά, εκ πρώτης όψεως, η δήλωση αντιφατικών λόγων οπωσδήποτε δημιουργεί συγκεχυμένη εικόνα.

Εσωτερικές/εξωτερικές έρευνες: οργανισμοί της ΕΕ

Εξετάστηκαν οκτώ υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (72 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Σε μια σειρά υποθέσεων, ο «όγκος του ελεγκτικού έργου» ως λόγος της καθυστέρησης τεκμηριώνεται επαρκώς και γίνεται αντιληπτός με ευχέρεια στο πλαίσιο της έκθεσης (23).

Σε άλλες περιπτώσεις η επιτροπή εποπτείας σημείωσε ότι είχε παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα αδράνειας από την ημερομηνία ανοίγματος της υπόθεσης μέχρι τον διορισμό ελεγκτών ή μέχρι την ημερομηνία έναρξης της σχετικής έρευνας (έως 6 μήνες), καθώς επίσης ότι η ανεξήγητη και συναγόμενη αλλαγή του επιφορτισμένου ελεγκτή αποτελεί σε ορισμένες περιπτώσεις την ουσιαστική αιτία της καθυστέρησης (24). Η καθυστερημένη συνεργασία από πλευράς ιδιωτών έχει επίσης δηλωθεί ως αιτία σε μία υπόθεση με πολύ περιορισμένο οικονομικό αντίκτυπο (25). Πανομοιότυπες περιγραφές της υπόθεσης και των σχετικών πορισμάτων αναφέρονται σε δύο διαφορετικές «εκθέσεις εννεαμήνου», για τις οποίες ανελήφθησαν διαφορετικές επιχειρησιακές ενέργειες (26).

Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν 21 υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (41 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Μολονότι στις πλείστες έρευνες ο λόγος που δηλώνεται τεκμηριώνεται επαρκώς και αντιστοιχεί στον φόρτο εργασίας της εκάστοτε υπόθεσης (27), διαπιστώθηκε επιπλέον ότι το ένα τρίτο των υποθέσεων αφορούσε την παροχή ποινικής συνδρομής και ότι η OLAF δεν προέβη σε καμία επιχειρησιακή ενέργεια (28) ή ότι εξακολουθεί να εκκρεμεί η ανταπόκριση άλλων φορέων (29).

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν 20 υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (43 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Σε ορισμένες υποθέσεις, ο προγραμματισμός είναι ικανοποιητικός, ο στόχος της έρευνας είναι σαφής και εμπεριστατωμένος, η διεξαγωγή των ερευνών είναι ομαλή και οι όποιες καθυστερήσεις αιτιολογούνται εύλογα και με σαφήνεια (30).

Πλην όμως, σε άλλες υποθέσεις, ο «όγκος του ελεγκτικού έργου» δεν αντιστοιχεί σε εργασίες στις οποίες προέβη η ίδια η OLAF, αλλά σε μη ολοκληρωθέντες διαχειριστικούς ελέγχους τους οποίους η OLAF είχε παραγγείλει σε εξωτερικές εταιρείες ή εμπειρογνώμονες, χωρίς καμία ενεργό συμμετοχή ή στενή παρακολούθηση από πλευράς OLAF (31). Όπως επισημαίνεται στην πρώτη γνωμοδότηση της επιτροπής εποπτείας για το συγκεκριμένο θέμα, δεν καταδεικνύεται η προστιθέμενη αξία του έργου της OLAF στον συγκεκριμένο τομέα. Η επιτροπή εποπτείας έχει επισημάνει τη μέχρι ενός σημείου έλλειψη σαφήνειας στον προγραμματισμό των ερευνών έπειτα από αποστολές σε τρίτες χώρες και μερικούς μήνες μετά τη διενέργεια ελεγκτικών πράξεων (32).

Η επιτροπή εποπτείας κατέγραψε έλλειψη επαρκούς σχεδιασμού σε ορισμένες αποστολές προς τρίτες χώρες (33). Η συμπίληση κατάλληλης τεκμηρίωσης δεν γίνεται σύμφωνα με κοινή προσέγγιση· σε ορισμένες περιπτώσεις, οργανώνονται αποστολές με σκοπό τη συγκέντρωση έγγραφου αποδεικτικού υλικού, ενίοτε δε για τη διαβίβαση εγγράφων μεριμνά απευθείας η οικεία αντιπροσωπία της ΕΚ (34) χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με την αρμόδια ΓΔ, με αποτέλεσμα να προκαλούνται καθυστερήσεις στην υλοποίηση των ερευνών (35). Επιπλέον, εξ αυτού συνάγεται η έλλειψη αξιολόγησης του κόστους σε συνάρτηση με την αποτελεσματικότητα.

Σε μερικές περιπτώσεις οι καθυστερήσεις αποδίδονται στη μη υποβολή αίτησης από τις εθνικές δικαστικές αρχές (36). Έχει επίσης επισημανθεί η επίκληση αντιφατικών λόγων προς αιτιολόγηση της καθυστέρησης, π.χ. στο έντυπο έκθεσης επιλέγονται ως ισχύοντες λόγοι τόσο η διάθεση «σημαντικών πόρων» όσο και η «χαμηλή προτεραιότητα σε συνδυασμό με τη διάθεση περιορισμένων πόρων» (37).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Ο λόγος «διατέθηκαν σημαντικοί πόροι, αλλά απαιτείται περισσότερος χρόνος λόγω του όγκου του επιχειρησιακού/ελεγκτικού έργου» δεν ανταποκρίνεται στο πραγματικό αίτιο της καθυστέρησης στις μισές και πλέον από τις έρευνες που εξετάστηκαν. Το γεγονός ότι οι ελεγκτές σημειώνουν τον συγκεκριμένο λόγο στο έντυπο έκθεσης τη στιγμή που ο πραγματικός λόγος είναι άλλος προκαλεί προβληματισμό στην επιτροπή εποπτείας. Η επιτροπή εποπτείας έχει παρατηρήσει ότι ο συγκεκριμένος λόγος δηλώνεται συλλήβδην (αδιακρίτως) και ότι δεν ερμηνεύεται με ενιαίο τρόπο από τους διάφορους ελεγκτές της ίδιας διοικητικής μονάδας. Το γεγονός ότι εκθέσεις στις οποίες δηλώνονται αντιφατικοί λόγοι για τη μη ολοκλήρωση των υποθέσεων προσυπογράφονται τυπικώς («θεωρούνται») από την ιεραρχία (δηλαδή από τον εκάστοτε προϊστάμενο διοικητικής μονάδας και τον διευθυντή) αποκαλύπτει τη μη απόδοση επαρκούς προσοχής στον εσωτερικό έλεγχο των ερευνών. Η μη αξιόπιστη επίκληση του συγκεκριμένου λόγου καθυστερήσεων ενδέχεται να οδηγεί την OLAF σε εσφαλμένα συμπεράσματα αναφορικά με τις ανάγκες σε προσωπικό, τις δημοσιονομικές απαιτήσεις και τη θέσπιση μέτρων με στόχο τον περιορισμό των καθυστερήσεων κατά τις έρευνες. Οι εν λόγω εκθέσεις πρέπει να χρησιμεύουν ως διαχειριστικό βοήθημα για τις έρευνες. Η επιτροπή εποπτείας συνιστά στην OLAF να προβεί σε επανεξέταση των ερευνών στις οποίες ο συγκεκριμένος λόγος έχει επιλεγεί ως ισχύων στο σχετικό έντυπο έκθεσης, προκειμένου να επανεκτιμηθεί η στρατηγική ερευνών, λαμβανομένου υπόψη του πραγματικού λόγου της μη ολοκλήρωσης των υποθέσεων.

Γεωργία

Εξετάστηκαν 28 υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (65 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας παρατήρησε ότι οι υποθέσεις εξηγούνται επαρκώς και ότι το έργο των ελεγκτών της OLAF υπήρξε αδιάλειπτο (38). Παρόλα αυτά, στις περισσότερες από τις υποθέσεις συντονισμού οι οποίες διεκπεραιώνονται στον συγκεκριμένο τομέα, ο βασικός λόγος των καθυστερήσεων δεν είναι ο όγκος του ελεγκτικού έργου των ελεγκτών της OLAF, αλλά μάλλον η παντελής έλλειψη αντίδρασης ή η μη άμεση αντίδραση από την πλευρά των εθνικών αρχών των κρατών μελών. Στις συγκεκριμένες υποθέσεις, η OLAF αναμένει την ανταπόκριση των εν λόγω αρχών (39).

Το ίδιο πρόβλημα εντοπίστηκε σε ορισμένες υποθέσεις εξωτερικής έρευνας (40) και, ενίοτε, διαπιστώθηκε ότι μερικές από τις πληροφορίες που παρέχονται στα διάφορα στάδια των ερευνών δεν ήταν ούτε σαφή ούτε σε χρονολογική σειρά, πράγμα που δυσχεραίνει τον προσδιορισμό του ακριβούς αιτίου της καθυστέρησης (41).

Πέραν αυτού, διαπιστώθηκε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξαν μεγάλα χρονικά διαστήματα αδράνειας στο στάδιο της «εκτίμησης αρχικών πληροφοριών», με συνέπεια την ανάληψη περιορισμένου επιχειρησιακού έργου κατά τη διάρκεια του εννεαμήνου (42).

Επίσης διαπιστώθηκε ότι μερικές από τις υποθέσεις αυτές περιελάμβαναν ποινικά στοιχεία, τα οποία ήταν αντικείμενο δικαστικών ερευνών στο οικείο κράτος μέλος. Σε τέτοιου είδους υποθέσεις, οι έρευνες της OLAF τελούσαν υπό αναστολή λόγω της έλλειψης ομαλής ανταλλαγής πληροφοριών με τις δικαστικές αρχές των κρατών μελών (43).

Τελωνεία Ι και ΙΙ

Εξετάστηκαν 28 υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (55 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Οι συγκεκριμένες υποθέσεις, στην πλειονότητά τους, εξαρτώνται από τη συνεργασία με τις αρχές των κρατών μελών και, ως επί το πλείστον, η OLAF ενεργεί υποστηρικτικά σε σχέση με τη διεξαγωγή των ερευνών από τις αρχές των κρατών μελών. Σε άλλες υποθέσεις, η OLAF αναμένει την παροχή πληροφοριών από το οικείο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα (44).

Η επιτροπή εποπτείας κατανοεί την εξήγηση που παρέχει η OLAF σε σχέση με τις εξωτερικές έρευνες για υποθέσεις αντιντάμπινγκ, δηλαδή το γεγονός ότι, λόγω του χαρακτήρα τους, της κλίμακάς τους και της ανάμειξης σε αυτές περισσοτέρων κρατών μελών υπό τη μορφή αμοιβαίας συνδρομής και αποστολών σε τρίτες χώρες, δεν ήταν δυνατή η ολοκλήρωση της έρευνας εντός εννεαμήνου (45). Επίσης αναφέρθηκαν υψηλότερες προτεραιότητες εργασίας, και επισημάνθηκε ότι εξακολουθούν να εκκρεμούν ορισμένες παλαιές υποθέσεις για τις οποίες αναμένεται ακόμη αντίδραση από πλευράς κρατών μελών (46).

Παρατηρήθηκε επίσης ότι, στις υποθέσεις συντονισμού, οι λόγοι υπέρβασης του εννεαμήνου εξηγούνταν ικανοποιητικά και ήταν βάσιμοι. Εξάλλου, καταστρώνονταν ευθύς εξαρχής αναλυτικά προγράμματα ελεγκτικών εργασιών (47).

Εντοπίστηκαν ορισμένες υποθέσεις ποινικής συνδρομής, η πρόοδος των οποίων εξαρτάται από το έργο εθνικών δικαστηρίων ή από την εκτέλεση αιτήσεων δικαστικής συνδρομής (48).

Η επιτροπή εποπτείας σημείωσε με ικανοποίηση το γεγονός ότι η «έκθεση εννεαμήνου» χρησιμοποιήθηκε ρητώς ως βοήθημα διαχείρισης για την επανεκτίμηση υποθέσεων μετά από διεξοδική ανάλυση των αναπόφευκτων αιτίων καθυστερήσεων (49).

Διαρθρωτικά μέτρα

Εξετάστηκαν 13 υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (50 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Σε ορισμένες υποθέσεις, ο «όγκος του ελεγκτικού έργου» αντιστοιχεί σε αλλαγή του επιφορτισμένου με την έρευνα ελεγκτή (50). Σε άλλες υποθέσεις, η πραγματική αιτία της καθυστέρησης έγκειται στον φόρτο εργασίας του αρμόδιου ελεγκτή (51). Ο «όγκος του ελεγκτικού έργου» δεν φαίνεται δικαιολογημένος με βάση τον κατάλογο επιχειρησιακών ενεργειών (52).

Η επιτροπή εποπτείας παρατήρησε ότι τόσο η διάρκεια της «εκτίμησης αρχικών πληροφοριών» όσο και ο χρόνος που απαιτείται για το επιχειρησιακό έργο ήταν υπερβολικά, δεδομένου ότι η πρώτη υπερέβαινε το ένα έτος, ενώ ο δεύτερος έφθανε ενίοτε τους δέκα μήνες ανά υπόθεση, χωρίς να επισημαίνεται σαφής αιτιολογία στη σχετική έκθεση (53).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Παρατηρείται γενική έλλειψη ακρίβειας όσον αφορά τον ορισμό και την επίκληση του λόγου «όγκος του επιχειρησιακού/ελεγκτικού έργου», ο οποίος δεν κάνει διάκριση μεταξύ του όγκου των εργασιών που εκτελούνται από την OLAF και του όγκου των εργασιών που υπάγονται στην ευθύνη των εθνικών αρχών στην πλειονότητα των υποθέσεων συνδρομής και συντονισμού. Αυτή η έλλειψη ακρίβειας δεν επιτρέπει να σχηματισθεί σαφής εικόνα για τη στάθμη και την έκταση της συνδρομής και της συνεργασίας με τις εξωτερικές εθνικές αρχές, γεγονός που δυσχεραίνει την προσπάθεια της OLAF να βελτιώσει τις επιδόσεις της. Σε ό,τι αφορά τις εξωτερικές έρευνες, με εξαίρεση τους τομείς των τελωνείων, τα πραγματικά αίτια των καθυστερήσεων ήταν διαφορετικά και ποικίλα. Θα ήταν σκόπιμο να επανεξετασθεί ο ορισμός του «όγκου εργασιών» όπως εφαρμόζεται σε κάθε υπόθεση, ούτως ώστε να προσδιορίζεται ορθότερα ποιος φέρει την ευθύνη για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κάθε φορά.

2.   «ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΤΑΚΤΙΚΗΣ»

Η επιτροπή εποπτείας έχει ήδη εκφράσει την άποψη στην προηγούμενη γνωμοδότησή της επί του συγκεκριμένου θέματος ότι ο όρος «αναστολή της έρευνας για λόγους τακτικής», ο οποίος χρησιμοποιείται στις «εκθέσεις εννεαμήνου», πρέπει είτε να περισταλεί είτε να καταργηθεί. Εξάλλου, η επίκληση της αιτίας αυτής για τη μη ολοκλήρωση μιας έρευνας πρέπει να γίνεται με σύνεση και ακρίβεια.

Παρατηρούμε με ικανοποίηση ότι κατά το 2008 καμία έκθεση υπόθεσης δεν διαβιβάστηκε στην επιτροπή εποπτείας στην οποία να δηλώνεται επίσημα ο συγκεκριμένος λόγος για τις τυχόν καθυστερήσεις, αν και, όπως έχει επισημανθεί, ο λόγος αυτός έχει δηλωθεί σε «εκθέσεις εννεαμήνου» στις οποίες αναφερόταν κάποιος «Άλλος λόγος» (54). Επιπλέον, ο συγκεκριμένος λόγος έχει δηλωθεί σε μια σειρά εκκρεμών υποθέσεων (55):

Εσωτερικές έρευνες: ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα

Εξετάστηκαν τέσσερις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (8 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Διαπιστώθηκε ότι ο συγκεκριμένος λόγος δεν εξηγείτο ούτε τεκμηριωνόταν με σαφήνεια. Σε ορισμένες υποθέσεις έχει χρησιμοποιηθεί για το πάγωμα δύο σχετικών μεταξύ τους υποθέσεων (56) χωρίς να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα διαδικαστικά δικαιώματα των εμπλεκόμενων προσώπων. Επίσης εντοπίστηκαν έρευνες οι οποίες δεν έχουν οικονομικό αντίκρισμα και φαίνεται να στηρίζονται σε αόριστες αιτιάσεις.

Επίσης διαπιστώθηκε η ύπαρξη εκθέσεων επί υποθέσεων για τις οποίες πραγματοποιήθηκαν αποστολές σε τρίτες χώρες χωρίς σαφή ελεγκτική στρατηγική. Ο όρος «αναστολή για λόγους τακτικής» συνδυάζεται σε μερικές περιπτώσεις με άλλους λόγους: φόρτος εργασίας των αρμόδιων ελεγκτών και «έλλειψη συνεργασίας από μέρους άλλου ιδιώτη» (57), όταν ο πραγματικός λόγος για τη μη ολοκλήρωση της υπόθεσης είναι το γεγονός ότι η OLAF δεν έχει την εξουσία να ανακρίνει τρίτους σε χώρες μη μέλη.

Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν επτά υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (13 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Σε μερικές υποθέσεις, η επίκληση ως λόγου της «αναστολής για λόγους τακτικής» τεκμηριώνεται επαρκώς (58). Παρόλα αυτά, διαπιστώθηκε ότι σε μερικές περιπτώσεις η OLAF δεν προέβη σε περαιτέρω ελεγκτικές ενέργειες, αλλά διαβιβάστηκαν πληροφορίες στις δικαστικές αρχές ενός κράτους μέλους και η OLAF έχει αφήσει τις συγκεκριμένες υποθέσεις σε αναμονή για το ενδεχόμενο να χρειαστούν οι εν λόγω αρχές τη συνδρομή της (59).

Ενίοτε, ο ουσιαστικός λόγος της καθυστέρησης έγκειται στην ανάγκη συνεργασίας με άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής (60).

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν πέντε υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (11 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Διαπιστώθηκε ότι σε όλες αυτές τις υποθέσεις η «αναστολή της έρευνας για λόγους τακτικής» οφειλόταν στο ότι η OLAF ανέμενε την ολοκλήρωση διαχειριστικών ελέγχων που είχαν ανατεθεί σε εξωτερικές εταιρείες ή ότι η OLAF δεν προέβη σε καμία περαιτέρω ελεγκτική εργασία (61).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Η επίκληση του λόγου «αναστολή για λόγους τακτικής» με σκοπό να διατηρείται μια έρευνα ανοικτή πρέπει να γίνεται με σύνεση, και πρέπει εν προκειμένω να παρέχονται λεπτομερείς εξηγήσεις, ούτως ώστε να σχηματίζεται σαφής εικόνα για τη στρατηγική που διέπει την έρευνα. Οι έρευνες εκείνες που εξακολουθούν να εκκρεμούν και για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος πρέπει να επανεξετασθούν, με ιδιαίτερη έμφαση στις έρευνες που χρονολογούνται από τις εκθέσεις εννεαμήνου που υποβλήθηκαν το 2007.

3.   «ΕΛΛΕΙΨΗ ΠΟΡΩΝ»

Εσωτερικές έρευνες

Εξετάστηκαν εννιά υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (19 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας διαπίστωσε ότι οι λόγοι των καθυστερήσεων είναι ποικίλοι και κοινοί για περισσότερες υποθέσεις: δίδεται προτεραιότητα σε άλλες υποθέσεις οι οποίες ανοίχθηκαν προγενέστερα· διαπιστώθηκαν μεγάλα χρονικά διαστήματα αδράνειας (από τέσσερις ή πέντε έως 11 μήνες) μετά τη συγκέντρωση εγγράφων με αποστολές σε τρίτες χώρες ή την αντιγραφή δεδομένων, χωρίς περαιτέρω εξέταση υποθέσεων με πολύ μικρό ή μη δυνάμενο να εκτιμηθεί οικονομικό αντίκτυπο (62).

Στο σύνολο των εν λόγω υποθέσεων, ο αριθμός των επιφορτισμένων ελεγκτών ήταν ίσος ή και μεγαλύτερος από τον αριθμό υπαλλήλων που είχε προτείνει να ορισθούν για την εκάστοτε υπόθεση ο αξιολογητής στο πλαίσιο της «εκτίμησης αρχικών πληροφοριών».

Σε ορισμένες υποθέσεις, ο λόγος «έλλειψη πόρων» διευκρινίζεται ως έλλειψη προσωπικού, εξαιτίας της πρόσκαιρης απουσίας του επιφορτισμένου με την εκάστοτε υπόθεση ελεγκτή (63).

Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν τέσσερις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (7 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Στις συγκεκριμένες υποθέσεις, ο λόγος «έλλειψη πόρων» εξηγείται λεπτομερώς και αναφέρεται στον φόρτο εργασίας των επιφορτισμένων ελεγκτών, καθώς και στη μέση προτεραιότητα της εκάστοτε υπόθεσης (64) ή σχετίζεται με την έλλειψη στο πλαίσιο της OLAF ελεγκτών με τις απαιτούμενες γλωσσικές δεξιότητες (65).

Ενίοτε, διαπιστώθηκε ότι δεν δινόταν καμιά εξήγηση προς αιτιολόγηση της έλλειψης πόρων σε μια υπόθεση υψηλής προτεραιότητας για την οποία, καταρχήν, είχε διατεθεί επαρκές προσωπικό (66).

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν εννιά υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (19 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας είναι προβληματισμένη με το γεγονός ότι, όπως διαπίστωσε, δεν ανελήφθη καμία ελεγκτική ενέργεια επί μεγάλα χρονικά διαστήματα από την ημερομηνία ανοίγματος της υπόθεσης (από εννιά μέχρι 13 μήνες), και επιπλέον δεν ξεκίνησε η διαδικασία του προγράμματος εργασίας παρά το γεγονός ότι ο αριθμός ελεγκτών αντιστοιχεί στον αριθμό που προτεινόταν στη σχετική εκτίμηση αρχικών πληροφοριών (67).

Σε ορισμένες υποθέσεις, έχουν επιλεγεί στις «εκθέσεις εννεαμήνου» ως ισχύοντες αντιφατικοί λόγοι: «σημαντικοί πόροι», «περιπλοκότητα της υπόθεσης» και «έλλειψη πόρων» (68). Πέραν αυτού, η επιτροπή εποπτείας διαπίστωσε ότι, σε μερικές υποθέσεις, μετά την απόφαση για το άνοιγμα υπόθεσης, η OLAF είτε τηρούσε στάση αναμονής επί αρκετούς μήνες μέχρι την ολοκλήρωση εξωτερικών διαχειριστικών ελέγχων χωρίς να προβεί σε καμία ελεγκτική ενέργεια, είτε, σε άλλες υποθέσεις, παρέπεμπε στην προτεραιότητα άλλων υποθέσεων (69).

Σε άλλες υποθέσεις, ο πραγματικός λόγος, ο οποίος επισημαίνεται σε άλλα τμήματα του εντύπου, είναι η περιπλοκότητα της υπόθεσης και ο όγκος του ελεγκτικού έργου (70) ή η «έλλειψη χρόνου», χωρίς να παρέχονται περαιτέρω εξηγήσεις (71).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Η επίκληση του λόγου «έλλειψη πόρων» προς αιτιολόγηση της μη ολοκλήρωσης της έρευνας εντός εννεαμήνου δεν δικαιολογείται στην πλειονότητα των υποθέσεων που εξετάστηκαν. Το στοιχείο αυτό προκαλεί ιδιαίτερο προβληματισμό στην επιτροπή εποπτείας, λαμβανομένου υπόψη ότι τα αιτήματα της OLAF για αύξηση του αριθμού προσωπικού στον ετήσιο προϋπολογισμό είναι λογικό, καταρχήν, να στηρίζονται σε ανάλυση της «έλλειψης πόρων» στο ελεγκτικό και επιχειρησιακό πεδίο. Κατά συνέπεια, το συγκεκριμένο ζήτημα χρήζει ενδελεχούς διερεύνησης. Το θέμα αυτό έχει επίσης σημασία για την επιτροπή εποπτείας, καθώς ζητείται η γνώμη της επί του ετήσιου σχεδίου προϋπολογισμού της OLAF. Οποιαδήποτε ανακρίβεια σε σχέση με την επίκληση του συγκεκριμένου λόγου μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένα συμπεράσματα όσον αφορά τον προϋπολογισμό της OLAF. Η επίκληση του συγκεκριμένου λόγου πρέπει να επεξηγείται αναλυτικά στην έκθεση εννεαμήνου. Εξάλλου, είναι σκόπιμο να μελετηθούν πρακτικές λύσεις για τη διευθέτηση της προαναφερθείσας κατάστασης, και να εξηγούνται αυτές σε όλες ανεξαιρέτως τις εκθέσεις στις οποίες μνημονεύεται ο συγκεκριμένος λόγος.

Τελωνεία Ι και ΙΙ

Εξετάστηκαν δύο υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (3 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Υψηλότερες επιχειρησιακές προτεραιότητες αναφέρονται σε μία από τις υποθέσεις (72) και επεξηγούνται με σαφήνεια οι λόγοι της μη πλήρους ενασχόλησης με συγκεκριμένη υπόθεση, συμπεριλαμβανομένων λύσεων για τη διευθέτηση του προβλήματος της έλλειψης πόρων (73).

Διαρθρωτικά μέτρα

Εξετάστηκαν έξι υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (23 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Για όλες τις υποθέσεις, η μη ολοκλήρωσή τους αποδίδεται στον ίδιο λόγο: «έλλειψη πόρων και σημαντικός όγκος ελεγκτικού έργου» (74)· παρόλα αυτά, με εξαίρεση μία υπόθεση (75), δεν παρατίθεται καμία εξήγηση που να επιτρέπει τον σχηματισμό αντίληψης για οποιονδήποτε από τους συγκεκριμένους δύο λόγους.

Συμπεράσματα και συστάσεις: Με εξαίρεση τον τομέα των τελωνείων, στον οποίον οι εκθέσεις εννεαμήνου έχουν χρησιμοποιηθεί σωστά ως διαχειριστικό βοήθημα για την επανεξέταση των ελεγκτικών αναγκών, επιβάλλεται να παρέχονται εξηγήσεις με σκοπό την κατανόηση των λόγων που δηλώνονται σε σχέση με τη μη ολοκλήρωση των υποθέσεων.

4.   «ΧΑΜΗΛΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΠΟΡΩΝ»

Η επιτροπή εποπτείας έχει ήδη εκφράσει την άποψη στην προηγούμενη γνωμοδότησή της επί του συγκεκριμένου θέματος ότι, από την άποψη της πολιτικής ερευνών, όταν μία υπόθεση θεωρείται ότι έχει «χαμηλή προτεραιότητα», σε συνδυασμό με τη «διάθεση περιορισμένων πόρων», δεν είναι αναγκαίο να παρέχεται εξήγηση για τη μη ολοκλήρωση της υπόθεσης, αλλά, μάλλον, για το γεγονός ότι η υπόθεση παραμένει ανοικτή εννιά μήνες αργότερα.

Διαπιστώνουμε με ικανοποίηση ότι, το 2008, ο συγκεκριμένος λόγος μη ολοκλήρωσης των υποθέσεων εξαλείφθηκε από το έντυπο έκθεσης εννεαμήνου. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να υπάρχει ένας αριθμός εκκρεμών υποθέσεων για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος και, συνεπώς, υπάρχει κατεπείγουσα ανάγκη επανεξέτασης των υποθέσεων αυτών.

Εσωτερικές έρευνες: Θεσμικά όργανα της ΕΕ

Εξετάστηκαν πέντε υποθέσεις (10 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας διαπίστωσε ότι ορισμένες υποθέσεις παρέμειναν ανοικτές επί μεγάλα χρονικά διαστήματα (ακόμη και μετά από δεκάμηνης διάρκειας «εκτίμηση αρχικών πληροφοριών») και ότι δεν ανελήφθη καμία ελεγκτική ενέργεια, ενώ ο λόγος που προβάλλεται σχετικά ήταν ότι ο αρμόδιος ελεγκτής ανέμενε τα πορίσματα εσωτερικής έρευνας (76).

Σε ορισμένες υποθέσεις, οι υπόψη λόγοι συνδυάζονται με τον «όγκο του ελεγκτικού έργου» ή με την «έλλειψη συνεργασίας από μέρους ιδιώτη» (77). Σε μερικές περιπτώσεις, δεν αναφέρεται ο οικονομικός αντίκτυπος, ούτε επιτυγχάνονται χειροπιαστά αποτελέσματα, αλλά απλώς αναφέρονται ενδεχόμενες παρατυπίες (78).

Στο σύνολο των εν λόγω υποθέσεων, ο αριθμός των ελεγκτών που έχουν επιφορτισθεί με αυτές είναι επαρκής (κυμαίνεται από δύο έως τέσσερις ελεγκτές), και μερικές από τις έρευνες παραμένουν σε εκκρεμότητα, ενώ για άλλες χρειάστηκαν πάνω από δύο έτη μέχρι να ολοκληρωθούν.

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν τέσσερις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (8 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας διαπίστωσε με ανησυχία ότι κινήθηκαν έρευνες «χωρίς δυσμενείς δημοσιονομικές συνέπειες για τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», όπως περιγράφονται στην έκθεση, και ότι πραγματοποιήθηκαν αποστολές σε τρίτες χώρες για υποθέσεις περιορισμένου οικονομικού αντικτύπου (79).

Διαπιστώθηκε επίσης ότι, για ορισμένες έρευνες, έχουν επιλεγεί στο έντυπο έκθεσης ως ισχύοντες αντιφατικοί λόγοι προκειμένου να αιτιολογηθεί η μη ολοκλήρωση των ερευνών: π.χ. «διατέθηκαν σημαντικοί πόροι» και «χαμηλή προτεραιότητα σε συνδυασμό με τη διάθεση περιορισμένων πόρων», αν και στην τελευταία αυτή περίπτωση πραγματοποιήθηκαν αποστολές για επιτόπιους ελέγχους σε τρίτες χώρες (80).

Σε όλες τις υποθέσεις που μνημονεύονται παραπάνω, ο αριθμός των ελεγκτών που είχαν ορισθεί για την κάθε υπόθεση φαίνεται επαρκής και δεν αποτελεί αντικείμενο αμφισβήτησης.

Συμπεράσματα και συστάσεις: Η αιτιολογία «διάθεση περιορισμένων πόρων» δεν ευσταθεί σε καμία από τις «εκθέσεις εννεαμήνου» που εξετάστηκαν. Σε ό,τι αφορά τους ανθρώπινους πόρους, ο αριθμός των ελεγκτών φαίνεται επαρκής σε σχέση με τον όγκο του ελεγκτικού έργου και τις προτάσεις που διατυπώνονται σχετικά στο πρόγραμμα εργασίας, επιπλέον δε σε καμία από τις υποθέσεις δεν εκφράστηκαν επιφυλάξεις γι’ αυτόν. Μερικές από τις υποθέσεις αυτές έχουν πολύ περιορισμένο δημοσιονομικό αντίκτυπο ή δεν έχουν καθόλου δημοσιονομικό αντίκτυπο για τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Το γεγονός ότι οι εν λόγω εκθέσεις προσυπογράφονται τυπικώς («θεωρούνται») από την ιεραρχία (δηλαδή από τον εκάστοτε προϊστάμενο διοικητικής μονάδας και τον διευθυντή) αποκαλύπτει τη μη απόδοση επαρκούς προσοχής στον εσωτερικό έλεγχο των ερευνών. Οσάκις γίνεται λόγος για «διάθεση περιορισμένων πόρων», πρέπει να παρέχονται σαφείς εξηγήσεις προκειμένου να αποφεύγονται παραπλανητικά συμπεράσματα σχετικά με τη διάθεση προσωπικού και τους δημοσιονομικούς πόρους της OLAF. Η εκτίμηση αξιολόγησης που υποβάλλεται στο διοικητικό συμβούλιο πρέπει να συμπεριλαμβάνει αξιολόγηση του κόστους σε συνάρτηση με την αποτελεσματικότητα, καθώς και ανασκόπηση των ανθρώπινων πόρων της διοικητικής μονάδας. Είναι σκόπιμο να επισημαίνεται επίσης η διάθεση των συγκεκριμένων ελεγκτών για άλλες υποθέσεις, καθώς και ο αριθμός άλλων υποθέσεων που εξακολουθούν να εκκρεμούν και θεωρούνται ως «υψηλής προτεραιότητας» και για τις οποίες ενδέχεται να απαιτηθεί η απασχόληση των συγκεκριμένων ελεγκτών.

Τελωνεία Ι και ΙΙ

Εξετάστηκαν τρεις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (5 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Οι υποθέσεις αυτές περιγράφονται και επεξηγούνται επαρκώς, το δε χρονοδιάγραμμα που είχε καταρτισθεί για την ολοκλήρωσή τους τηρήθηκε. Η παρέμβαση της OLAF είναι ακριβής (81). Τόσο η «χαμηλή προτεραιότητα» όσο και η «διάθεση περιορισμένων πόρων» αιτιολογούνται καταλλήλως στο περιεχόμενο των εκθέσεων.

Διαρθρωτικά μέτρα

Εξετάστηκε μία υπόθεση για την οποία έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (3 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Δεν κινήθηκε καμία έρευνα, λόγω του ότι το κόστος τους θεωρήθηκε υπερβολικό σε σχέση με την αποτελεσματικότητά τους. Απλώς «εφαρμόστηκαν βασικές τεχνικές επαλήθευσης, οι οποίες παρέχουν ενδείξεις για τον κίνδυνο παρατυπιών κατά την έγκριση της χρηματοδότησης σχεδίων». Σε περίπτωση που η εκάστοτε υπόθεση είναι «χαμηλής προτεραιότητας», είναι ενδεχομένως περιττό να κινηθεί εξωτερική έρευνα (82).

Συμπεράσματα: Ο λόγος της μη ολοκλήρωσης της υπόθεσης αιτιολογήθηκε και επεξηγήθηκε επαρκώς, και διενεργήθηκε αξιολόγηση του κόστους σε σχέση με την αποτελεσματικότητα.

5.   «ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ»

Έλλειψη συνεργασίας από μέρους του κράτους μέλους

Η επιτροπή εποπτείας έλαβε επτά εκθέσεις σχετικά με υποθέσεις το 2007 και έξι το 2008.

Εσωτερικές έρευνες: ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα

Εξετάστηκε μία υπόθεση για την οποία έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (2 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για εξωτερική έρευνα με την οποία ασχολούνται δύο διοικητικές μονάδες και ως προς την οποία υποστηρίζεται ότι υπάρχει έλλειψη συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής. Δεν φαίνεται να έχουν προγραμματισθεί ενέργειες αναφορικά με την εν λόγω έλλειψη συνεργασίας (83).

Εσωτερικές/εξωτερικές έρευνες: οργανισμοί της ΕΕ

Εξετάστηκε μία υπόθεση για την οποία έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (9 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας διαπίστωσε ότι ο λόγος της μη ολοκλήρωσης της συγκεκριμένης υπόθεσης είναι η έλλειψη συνεργασίας όχι από μέρους κράτους μέλους, αλλά από μέρους τρίτης χώρας, στην οποία βρίσκεται σε εξέλιξη ποινική έρευνα. Η OLAF δεν έχει προβεί σε καμία ελεγκτική ενέργεια κατά τη διάρκεια του εννεαμήνου και αναμένει να λάβει έκθεση εξωτερικού φορέα, ούτως ώστε να λάβει τα «κατάλληλα μέτρα» (84).

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν δύο υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (9 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας παρατήρησε την ύπαρξη κάποιας σύγχυσης σε σχέση με τις ημερομηνίες της περιόδου αξιολόγησης (διάρκειας μέχρι ένα έτος και έναν μήνα από τέσσερις αξιολογητές) και με την ημερομηνία κατάρτισης της «εκτίμησης αρχικών πληροφοριών» (η οποία καταρτίστηκε μόλις τρεις ημέρες πριν από την ημερομηνία κίνησης της έρευνας). Καμία ελεγκτική ενέργεια δεν πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του εννεαμήνου λόγω του ότι οι εθνικές δικαστικές αρχές του οικείου κράτους μέλους δεν είχαν υποβάλει στην OLAF αίτηση για την παροχή συνδρομής (85).

Η επιτροπή εποπτείας διαπίστωσε ακόμη ότι η OLAF δεν έχει υλοποιήσει τις ενέργειες που απαριθμούνται στο πρόγραμμα έρευνας σε μία υπόθεση στην οποία δηλώνεται έλλειψη συνεργασίας από την πλευρά του οικείου κράτους μέλους, με παραπομπή στον κανονισμό 2185/96 (35).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Η επίκληση της έλλειψης συνεργασίας από την πλευρά του κράτους μέλους στις υποθέσεις που εξετάστηκαν είναι εσφαλμένη. Σε μερικές περιπτώσεις πρόκειται για την έλλειψη συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής ή από μέρους των εθνικών αρχών τρίτων χωρών. Σε άλλες περιπτώσεις, είναι πιθανό να πρόκειται για τη μη υποβολή αίτησης από τις εθνικές αρχές του οικείου κράτους μέλους προς την OLAF για την παροχή συνδρομής. Εξάλλου, δεν προβλέπεται η εφαρμογή καμίας λύσης για τη διευθέτηση του προβλήματος της έλλειψης συνεργασίας. Η επιτροπή εποπτείας συνιστά να επιδεικνύουν οι ελεγκτές μεγάλη περίσκεψη για το αν θα επικαλεσθούν τον συγκεκριμένο λόγο και τάσσεται υπέρ του ενδελεχούς ελέγχου της χρήσης του από τα διευθυντικά στελέχη.

Γεωργία

Εξετάστηκαν επτά υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (16 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας.

Οι υποθέσεις που εξετάστηκαν είναι εξωτερικές έρευνες και υποθέσεις συντονισμού επί γεωργικών θεμάτων, όπου η OLAF αναμένει τις απαντήσεις των αρχών κρατών μελών, μερικές εκ των οποίων έχουν βεβαρημένο ιστορικό όσον αφορά τη συνεργασία με την OLAF (86). Με βάση τα στοιχεία που παρέχονται στις εκθέσεις εννεαμήνου, η OLAF δεν φαίνεται να επιδιώκει ενεργά την απόκτηση των πληροφοριών που έχουν ήδη ζητηθεί (87).

Τελωνεία Ι και ΙΙ

Εξετάστηκαν δύο υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (4 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Οι υποθέσεις που μελετήθηκαν είναι υποθέσεις «συντονισμού» και «ποινικής συνδρομής», στις οποίες οι εθνικές αρχές ζητούν τη συνδρομή της OLAF (88).

Διαρθρωτικά μέτρα

Εξετάστηκαν δύο υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (7 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η επιτροπή εποπτείας εξακρίβωσε ότι είχαν παρέλθει μεγάλα χρονικά διαστήματα (οκτώ μήνες και τέσσερις μήνες) χωρίς καμία ανταπόκριση των εθνικών αρχών σε υποθέσεις εξωτερικής έρευνας (89).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Η επίκληση της έλλειψης συνεργασίας από την πλευρά του κράτους μέλους σε όλες τις υποθέσεις που εξετάστηκαν είναι ορθή· υπάρχει ανάγκη για πιο αποτελεσματική συνεργασία με τα κράτη μέλη, αλλά και από μέρους τους. Η OLAF είναι σκόπιμο να καταβάλλει πιο δραστήριες προσπάθειες προς τον σκοπό αυτό.

Έλλειψη συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής

Η επιτροπή εποπτείας έλαβε δύο εκθέσεις σχετικά με υποθέσεις το 2007 και τρεις το 2008.

Εσωτερικές έρευνες: ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα

Εξετάστηκαν τρεις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (16 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Στις συγκεκριμένες τρεις υποθέσεις, η «έλλειψη συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής» δεν αποτελεί τον μοναδικό λόγο στον οποίον αποδίδονται οι καθυστερήσεις. Ο λόγος αυτός συνοδεύεται από άλλου είδους εξηγήσεις, π.χ. αναστολή της υπόθεσης για λόγους τακτικής, υψηλότερες προτεραιότητες των ελεγκτών σε άλλες υποθέσεις, ανάληψη ενεργειών για τη συνεργασία με εθνικές δικαστικές αρχές (90).

Διαπιστώθηκε ότι η «έλλειψη συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής», η οποία μνημονεύεται στις εκθέσεις, δεν οδήγησε στην καταβολή δραστήριων προσπαθειών από μέρους της OLAF για τη διευθέτηση του προβλήματος.

Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν δύο υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος.

Διαπιστώθηκε ότι η έννοια της έλλειψης συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής ήταν ένα στοιχείο το οποίο δεν είχε συνέπειες για την έρευνα της OLAF καθ’ εαυτήν και το οποίο προκαλεί κάποια σύγχυση (91).

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν δύο υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (4 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Στις συγκεκριμένες υποθέσεις, η «έλλειψη συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής» δεν είναι προφανής. Στη μία από τις υποθέσεις αυτές, η συγκεκριμένη μορφή «έλλειψης συνεργασίας» δεν εξηγείται, ενώ στην άλλη οι υπηρεσίες της Επιτροπής φαίνεται ότι αιτιολόγησαν την καθυστέρηση επικαλούμενες εξωγενείς παράγοντες (92).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Στις υποθέσεις που εξετάστηκαν στις οποίες δηλώθηκε ως λόγος η έλλειψη συνεργασίας από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής, η OLAF δεν φαίνεται να έχει λάβει συγκεκριμένα μέτρα για τη διευθέτηση του προβλήματος. Η OLAF πρέπει να αναζητήσει τρόπους για την επιτάχυνση της ροής επικοινωνίας στον συγκεκριμένο τομέα.

Έλλειψη συνεργασίας από μέρους άλλων οργάνων

Η επιτροπή εποπτείας έλαβε τρεις εκθέσεις σχετικά με υποθέσεις το 2007 και έξι το 2008.

Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκε μία υπόθεση για την οποία έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (2 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Ο λόγος εξηγείται επαρκώς και συνδυάζεται με διάφορους άλλους λόγους για τη μη ολοκλήρωση της έρευνας (93).

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν δύο υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (4 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Ο ουσιαστικός λόγος σε αμφότερες τις υποθέσεις σχετίζεται με τις εθνικές δικαστικές αρχές και όχι με άλλα όργανα: μη υποβολή αίτησης προς την OLAF από τις εθνικές δικαστικές αρχές για την παροχή συνδρομής (85) και έλλειψη ανταπόκρισης από μέρους των ίδιων αυτών εθνικών δικαστικών αρχών (94).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Διαπιστώθηκε εσφαλμένη επίκληση του συγκεκριμένου λόγου σε μερικές από τις αναφερθείσες υποθέσεις. Η επιτροπή εποπτείας συνιστά την επανεξέταση της χρήσης του συγκεκριμένου λόγου προς αποφυγή σύγχυσης.

Γεωργία

Εξετάστηκε μία υπόθεση για την οποία έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (2 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Η υπόθεση εξηγείται επαρκώς, η δε OLAF διαδραμάτισε ενεργό ρόλο για την πρόοδο της υπόθεσης και για την εξασφάλιση θετικής απάντησης από την πλευρά των εθνικών αρχών τρίτης χώρας σε εξωτερική έρευνα (95).

Τελωνεία Ι και ΙΙ

Εξετάστηκαν πέντε υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (10 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Όλες οι υποθέσεις παρουσιάζονται με πολύ ικανοποιητικό τρόπο και εξηγούνται διεξοδικά. Ωστόσο, οι αρμόδιοι ελεγκτές σημειώνουν συστηματικά το τετραγωνίδιο «έλλειψη συνεργασίας από μέρους άλλου οργάνου», αλλά επισημαίνουν παρενθετικά ότι η έλλειψη συνεργασίας επιδεικνύεται από τις εθνικές αρχές τρίτων χωρών· σε όλες τις σχετικές υποθέσεις συντονισμού, ο πραγματικός λόγος για τη μη ολοκλήρωσή τους ήταν αυτή η τελευταία μορφή έλλειψης συνεργασίας (96).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Όλες οι εν λόγω υποθέσεις εξηγούνται με σαφήνεια. Εντούτοις, ο λόγος της μη ολοκλήρωσής τους είναι η «έλλειψη συνεργασίας από μέρους των εθνικών αρχών τρίτων χωρών», ο οποίος διαφέρει από την «έλλειψη συνεργασίας από μέρους άλλων οργάνων». Καμία «έκθεση εννεαμήνου» περί έλλειψης συνεργασίας από μέρους άλλων οργάνων δεν έχει υποβληθεί στην επιτροπή εποπτείας για τους συγκεκριμένους τομείς. Προς χάριν σαφήνειας, ο λόγος «έλλειψη συνεργασίας από μέρους τρίτων χωρών» είναι σκόπιμο να παρατίθεται σε χωριστό τετραγωνίδιο.

Έλλειψη συνεργασίας από μέρους ιδιώτη/εταιρείας

Η επιτροπή εποπτείας έλαβε 13 εκθέσεις σχετικά με υποθέσεις το 2007 και τρεις το 2008.

Εσωτερικές έρευνες: ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα

Εξετάστηκαν τρεις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (6 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Σε δύο από τις εν λόγω υποθέσεις, ο λόγος εξηγείται και τεκμηριώνεται επαρκώς (97). Ωστόσο, στην τρίτη υπόθεση η OLAF δεν διέθετε την εξουσία για την εξέταση του εμπλεκόμενου ιδιώτη (57).

Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκε μία υπόθεση για την οποία έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (2 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Ο λόγος τεκμηριώνεται επαρκώς στην συγκεκριμένη υπόθεση (98).

Εξωτερική βοήθεια

Εξετάστηκαν πέντε υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (10 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Σε όλες τις εν λόγω υποθέσεις, ο συγκεκριμένος λόγος συνδυάζεται οπωσδήποτε με άλλους λόγους, οι οποίοι στην πραγματικότητα αποτελούν το πρωταρχικό αίτιο της μη ολοκλήρωσης των υποθέσεων. Οι λόγοι αυτοί είναι ποικίλοι και κοινοί για περισσότερες υποθέσεις: αναμονή εκθέσεων εξωτερικών ελεγκτών, περιπλοκότητα των υποθέσεων και σύνδεση με άλλες έρευνες της OLAF, χαμηλή προτεραιότητα και μη μετρήσιμη δημοσιονομική ζημία (99).

Συμπέρασμα και συστάσεις: Τα βαθύτερα αίτια των καθυστερήσεων σε ορισμένες από τις εν λόγω υποθέσεις που εξετάστηκαν δεν συνίστανται στην «έλλειψη συνεργασίας από μέρους ιδιώτη/εταιρείας». Πρέπει να αποδίδεται σχολαστική προσοχή στην ορθή επίκληση του συγκεκριμένου λόγου.

Γεωργία

Εξετάστηκαν τρεις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (7 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Όλες οι εν λόγω υποθέσεις εξηγούνται επαρκώς και επισημαίνεται σωστά ο λόγος της καθυστέρησης: έλλειψη συνεργασίας από μέρους τρίτης χώρας.

Τελωνεία Ι και ΙΙ

Εξετάστηκαν τέσσερις υποθέσεις για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος (7 % των υποθέσεων του συγκεκριμένου τομέα που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή εποπτείας).

Οι υποθέσεις εξηγούνται ικανοποιητικά και με πληρότητα· ωστόσο, η πραγματική αιτία των καθυστερήσεων είναι στην πραγματικότητα η έλλειψη συνεργασίας από μέρους τρίτης χώρας (100).

Οι άλλες τρεις υποθέσεις είναι στην πραγματικότητα υποθέσεις ποινικής συνδρομής, χωρίς συμμετοχή δικαστικών της μονάδας νομικών και δικαστικών συμβουλών (101).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Ο λόγος στον οποίον οφείλεται η υπέρβαση του εννεαμήνου για την ολοκλήρωση των υποθέσεων είναι η έλλειψη συνεργασίας από μέρους τρίτης χώρας και όχι η έλλειψη συνεργασίας από μέρους ιδιώτη/εταιρείας. Είναι σκόπιμο να καθιερωθεί νέα κατηγορία, με την οποία να δηλώνεται ο εν λόγω διαφορετικός και πραγματικός λόγος της καθυστέρησης, ήτοι η «έλλειψη συνεργασίας από μέρους τρίτης χώρας».

6.   «ΑΛΛΟΣ ΛΟΓΟΣ: ΒΛ. ΥΠΟΘΕΣΗ»

Εξετάστηκαν 73 υποθέσεις στις οποίες δηλώνεται «άλλος λόγος» ως αιτία των καθυστερήσεων (27 %) (102).

Ο συγκεκριμένος λόγος έχει δηλωθεί σε μεγάλο αριθμό εκθέσεων σχετικά με υποθέσεις: 16 το 2007 και 57 το 2008, γεγονός που τον καθιστά τον δεύτερο πιο συνηθισμένο προβαλλόμενο λόγο καθυστέρησης κατά την εξετασθείσα χρονική περίοδο.

Ο αριθμός των υποθέσεων για τις οποίες έχει δηλωθεί ο συγκεκριμένος λόγος σημείωσε επίσης μεγάλη αύξηση κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2008. Από συνολική ανάλυση προκύπτει ότι, σε σημαντικό αριθμό από τις υποθέσεις αυτές (σχεδόν στις μισές), η αιτιολογία «Άλλος λόγος» φαίνεται ενδεδειγμένη με βάση το περιεχόμενο της έκθεσης (103).

Ειδικότερα, σε πολλές υποθέσεις ο λόγος της καθυστέρησης είναι ο εξής: περιπλοκότητα της έρευνας, αλλαγή ελεγκτή, άλλες προτεραιότητες για τη διερεύνηση υποθέσεων, υπόθεση ποινικής συνδρομής (μη υποβολή αίτησης από τις εθνικές δικαστικές αρχές), αναστολή της έρευνας για λόγους τακτικής, κ.λπ (104)..

Πέραν αυτού, ως λόγοι έχουν δηλωθεί επίσης το ότι η OLAF «αναμένει το αποτέλεσμα εξακριβώσεων στο κράτος μέλος» ή «συνεργασία από μέρους τρίτης χώρας» ή το γεγονός ότι πρόκειται για «μακροχρόνια» έρευνα (105).

Ωστόσο, σε πολλές υποθέσεις, η πραγματική αιτία της καθυστέρησης φαίνεται να είναι διαφορετική, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει απόκλιση από τον προκαθορισμένο κατάλογο λόγων που παρατίθεται στο υπόδειγμα υποβολής έκθεσης (106).

Σε άλλες υποθέσεις δυσκολευτήκαμε να κατανοήσουμε τον λόγο στον οποίον αποδιδόταν η μη ολοκλήρωση της υπόθεσης, ενώ, σε ορισμένες υποθέσεις, ο λόγος αυτός στερείτο νοήματος ή ήταν ακόμη και αβάσιμος. Ως παραδείγματα αυτής της τελευταίας περίπτωσης, μπορούν να επισημανθούν δύο υποθέσεις στις οποίες ως αιτία της καθυστέρησης επισημαίνεται ότι «η έρευνα εξακολουθεί να είναι σε εξέλιξη» (107).

Η επιτροπή εποπτείας θεωρεί ακόμη λίαν προβληματικό το γεγονός ότι ως «άλλος» λόγος για την καθυστέρηση δηλώνεται το ότι δεν έχει διεξαχθεί ακόμη η διαβούλευση σχετικά με την τελική έκθεση επί της υπόθεσης, τη στιγμή κατά την οποία η έρευνα έχει ολοκληρωθεί (πρόκειται για μεγάλα χρονικά διαστήματα, από πέντε μήνες μέχρι ένα έτος και πλέον) (108).

Συμπεράσματα και συστάσεις: Η επιλογή της αιτίας «Άλλος λόγος» σε τόσο υψηλό ποσοστό ερευνών φανερώνει την ανάγκη περαιτέρω διεύρυνσης και συγκεκριμενοποίησης του καταλόγου των λόγων για τη μη περάτωση των υποθέσεων. Η μη ενδεδειγμένη δήλωση «άλλου λόγου» ενώ το σωστό θα ήταν να επιλεγεί ως ισχύων ένας από τους ήδη προκαθορισμένους λόγους, σε συνδυασμό με την αδικαιολόγητη χρήση του, καταδεικνύει την ανάγκη ενδελεχούς επανεξέτασης της επιλογής του συγκεκριμένου λόγου και αναθεώρησης των σχετικών υποθέσεων.

ΜΗ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ: ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

Το έντυπο για την υποβολή έκθεσης στην επιτροπή εποπτείας σχετικά με υποθέσεις με διάρκεια άνω του εννεαμήνου περιλαμβάνει ένα τμήμα όπου η OLAF καλείται να διευκρινίσει το κατά προσέγγιση χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για την ολοκλήρωση της υπόθεσης.

Από τις 275 εκθέσεις που εξετάστηκαν, διαπιστώσαμε ότι στις 64 απουσιάζει παντελώς η διευκρίνιση του κατά προσέγγιση χρονικού διαστήματος, δηλαδή δεν προσδιορίζεται ο χρόνος που απαιτείται για την ολοκλήρωση της υπόθεσης. 20 υποθέσεις περατώθηκαν εντός του αναμενόμενου χρόνου ολοκλήρωσής τους· 105 υποθέσεις περατώθηκαν έναν μήνα και πλέον μετά την παρέλευση του αναμενόμενου χρόνου ολοκλήρωσής τους. Στη συντριπτική πλειονότητα των υποθέσεων αυτών, η καθυστέρηση ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από τον ένα μήνα, ενώ σε ορισμένες υποθέσεις υπερέβη τους 18 μήνες, και 72 υποθέσεις περατώθηκαν έναν ή περισσότερους μήνες αργότερα από ό,τι αναμενόταν.

Συμπεράσματα και συστάσεις: Από την παραπάνω απλώς στατιστική και συνοπτική ανάλυση είναι δυσχερές να μην εξαχθεί το συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο τμήμα των «εκθέσεων εννεαμήνου» υποφέρει από σοβαρό πρόβλημα ποιότητας. Προκειμένου να είναι χρήσιμη για την OLAF η διαδικασία υποβολής εκθέσεων εννεαμήνου και να μπορεί να χρησιμεύει ως βοήθημα για τη διαχείριση των υποθέσεων, οι προβλέψεις για τον αναμενόμενο χρόνο ολοκλήρωσης των υποθέσεων πρέπει στο εξής να είναι πολύ πιο ακριβείς και αξιόπιστες.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Η επιτροπή εποπτείας εκτιμά πάρα πολύ τις πληροφορίες που της παρέχουν οι ελεγκτές της OLAF με τις «εκθέσεις εννεαμήνου». Επίσης διαπιστώνουμε με ικανοποίηση ότι το νέο υπόδειγμα έκθεσης, το οποίο καθιερώθηκε μετά τη γνωμοδότηση της επιτροπής εποπτείας του Ιανουαρίου 2007, επιτρέπει την παροχή στην επιτροπή εποπτείας σαφέστερων πληροφοριών για την εκπλήρωση της αποστολής της.

Παρόλα αυτά, από την παρούσα επανεξέταση προέκυψαν τρία επίπεδα προβλημάτων τα οποία έχουν αρνητικές συνέπειες για τη σωστή υλοποίηση του έργου παρακολούθησης της επιτροπής εποπτείας με στόχο την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της OLAF:

I.

Έλλειψη συνεπούς και εύλογης προσέγγισης σε πλήθος υποθέσεων, η οποία θέτει εν αμφιβόλω τη βασιμότητα των δηλωθέντων λόγων των καθυστερήσεων.

Δεδομένου ότι οι λόγοι που επιλέγονται ως ισχύοντες στο έντυπο της «έκθεσης εννεαμήνου» για τη μη ολοκλήρωση των υποθέσεων εντός εννεαμήνου δεν αντιστοιχούν στις πραγματικές αιτίες της καθυστέρησης στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η επιτροπή εποπτείας αδυνατεί να δηλώσει ότι είναι δικαιολογημένο το υψηλό ποσοστό ερευνών της OLAF με χρονική διάρκεια μεγαλύτερη της προβλεπόμενης.

Από την εξέταση των «εκθέσεων εννεαμήνου» προκύπτει με σαφήνεια ότι υπάρχουν σοβαρές αδυναμίες όσον αφορά τους κανόνες που ακολουθεί επί του παρόντος η διοίκηση της OLAF για τη διαχείριση και τον έλεγχο της διαδικασίας διεξαγωγής των ερευνών.

Η διοίκηση και οι ελεγκτές της OLAF πρέπει να χρησιμοποιούν τις «εκθέσεις εννεαμήνου» ως διαχειριστικό εργαλείο, με στόχο την αναθεώρηση της στρατηγικής και του προγραμματισμού των ερευνών που βρίσκονται σε εξέλιξη.

II.   Έλλειψη ελεγκτικής μεθοδολογίας και σχολαστικότητας και ανάγκη βελτίωσης των εσωτερικών επιπέδων διαχείρισης και ελέγχου των ερευνών.

Το κλειδί για την επιτυχημένη και στοχοθετημένη διεξαγωγή ερευνών είναι ο καλός προγραμματισμός τους.

Κάθε ελεγκτικό κλιμάκιο πρέπει να καταστρώνει λεπτομερές πρόγραμμα έρευνας κατά την έναρξη εκάστης έρευνας, το οποίο πρέπει να είναι αρκούντως αναλυτικό, ώστε να επιτρέπει την πρόβλεψη της ημερομηνίας έκδοσης της τελικής απόφασης. Η επισήμανση του «αναμενόμενου χρόνου ολοκλήρωσης» δεν αποτελεί απλώς νομική υποχρέωση της OLAF έναντι της επιτροπής εποπτείας, αλλά και στοιχειώδες εργαλείο για τη διαχείριση των ερευνών και την αποτροπή των αρνητικών συνεπειών που συνεπάγεται η υπερβολική χρονική τους διάρκεια.

Το πρόγραμμα αυτό πρέπει να καλύπτει όλα τα προβλεπόμενα στάδια της έρευνας και να συναρτάται με προκαταρκτικό χρονοδιάγραμμα για το κάθε στάδιο. Ο εν λόγω προγραμματισμός πρέπει να είναι γραπτός και να επισυνάπτεται κατά σύστημα στον φάκελο της υπόθεσης, διευκολύνοντας την επανεξέταση και τη μελέτη του σε περίπτωση που οι ελεγκτές λάβουν αιτήματα για αναβολές ή αντιμετωπίσουν άλλου είδους καθυστερήσεις.

Η διοίκηση, σε επίπεδο διοικητικής μονάδας, οφείλει να εξετάζει τακτικά τα προγράμματα ερευνών, προκειμένου να παρακολουθεί και, εν ανάγκη, να καθοδηγεί την εξέλιξη των υποθέσεων.

Η επιτροπή εποπτείας προτείνει την έκδοση πρόσθετης και πιο διεξοδικής γνωμοδότησης σχετικά με τον προγραμματισμό των ερευνών αργότερα φέτος.

III.   Έλλειψη συγκεκριμένου στόχου και επαληθεύσιμων λόγων των καθυστερήσεων.

Για να μπορεί η επιτροπή εποπτείας να εκτελεί με τον καλύτερο τρόπο τα καθήκοντα παρακολούθησης που της έχουν ανατεθεί, πρέπει η OLAF να παρέχει πιο ακριβείς και αξιόπιστους λόγους για τη μη ολοκλήρωση των ερευνών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

Έπειτα από ενδελεχή έλεγχο της διαδικασίας αξιολόγησης των λόγων που έχουν δηλωθεί για τη μη ολοκλήρωση των υποθέσεων εντός εννεαμήνου, η επιτροπή εποπτείας εισηγείται την επανεξέταση της διαδικασίας αυτής στο σύνολό της.

Μια τέτοια επανεξέταση θα βοηθούσε επιπλέον την OLAF να εντοπίσει τις πραγματικές αιτίες των καθυστερήσεων και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για τη συντόμευση των ερευνών.

Η επιτροπή εποπτείας διατυπώνει τις ακόλουθες συστάσεις για τη συγκεκριμενοποίηση από την OLAF των λόγων στους οποίους αποδίδεται η μη ολοκλήρωση των ερευνών εντός εννεαμήνου.

1.    Όγκος επιχειρησιακού/ελεγκτικού έργου της OLAF/άλλων φορέων ή εταίρων.

Πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ του όγκου εργασιών που φέρει σε πέρας η OLAF και του όγκου εργασιών που φέρουν σε πέρας εξωτερικοί φορείς ή εταίροι. Η επιτροπή εποπτείας συνιστά τον διαχωρισμό του «όγκου επιχειρησιακού/ελεγκτικού έργου» μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών. Με βάση το πρόγραμμα έρευνας, πρέπει να παρέχεται λεπτομερής εξήγηση για τα αίτια τυχόν καθυστερήσεων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, εξήγηση του λόγου για τον οποίον απαιτήθηκαν επιπλέον ενέργειες οι οποίες δεν προβλέπονταν αρχικά.

Κάθε μείζων υπόθεση πρέπει να επανεξετάζεται από το αρμόδιο κλιμάκιο ελεγκτών μετά την ολοκλήρωσή της, ούτως ώστε να αντλούνται διδάγματα από τη διαδικασία διεκπεραίωσης της συγκεκριμένης υπόθεσης.

2.    Φόρτος εργασίας των ελεγκτών.

Πρέπει να παρέχονται εξηγήσεις για τον συνολικό φόρτο εργασίας, με την παροχή αναλυτικών στοιχείων για τις υπόλοιπες έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη και για τον βαθμό στον οποίο θα επηρεάσουν δυσμενώς την τρέχουσα έρευνα.

3.    Αλλαγή του αρμόδιου ελεγκτή.

Η επιτροπή εποπτείας έχει επίγνωση του γεγονότος ότι αλλαγές του αρμόδιου ελεγκτή μπορεί μερικές φορές να οδηγήσουν σε πολύμηνη καθυστέρηση. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να επισημαίνονται οι λόγοι της αλλαγής, ιδίως σε περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων.

4.    Άλλες, υψηλότερες, προτεραιότητες της διεκπεραίωσης υποθέσεων.

Η επιτροπή εποπτείας γνωρίζει ότι η προτεραιότητα μιας υπόθεσης μπορεί να μεταβληθεί στη διάρκειά της και πρέπει να επεξηγείται ο λόγος για τον οποίο δόθηκε προτεραιότητα σε άλλες έρευνες έναντι της συγκεκριμένης έρευνας και τι μέτρα έρευνας ελήφθησαν. Η πολιτική ερευνών αποτελεί αντικείμενο διαρκούς αναθεώρησης: ιδιαίτερα σημαντική είναι η διενέργεια κοινών και τακτικών συζητήσεων μεταξύ της διεύθυνσης επιχειρήσεων και της διεύθυνσης ερευνών σχετικά με τις εν εξελίξει έρευνες.

5.    Αδράνεια για περισσότερους από τρεις μήνες: ο τριμηνιαίος κατάλογος.

Κάθε ελεγκτής θα πρέπει να επανεξετάζει τις υποθέσεις του σε μηνιαία βάση την πρώτη ημέρα κάθε μήνα. Αν δεν έχει συμβεί τίποτε σε μια υπόθεση επί τρεις μήνες, ο ελεγκτής θα πρέπει να υποβάλει έκθεση για την υπόθεση στον προϊστάμενο της διοικητικής μονάδας. Στην έκθεση αυτή θα πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι της μακροχρόνιας αυτής αδράνειας και να παρέχεται αναλυτικό πρόγραμμα δράσης για την ανακίνηση της υπόθεσης. Πρέπει να παρέχονται ακριβείς ημερομηνίες για κάθε μέτρο που αναμένεται να ληφθεί, τα δε προγράμματα δράσης που προκύπτουν από τους εν λόγω «τριμηνιαίους καταλόγους» πρέπει να παρακολουθούνται πολύ επισταμένως.

6.    Έλλειψη πόρων.

Πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ της έλλειψης πόρων είτε στους κόλπους της διοικητικής μονάδας είτε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου κλιμακίου ελεγκτών. Αν η έλλειψη πόρων αφορά το συγκεκριμένο κλιμάκιο, πρέπει να εξηγούνται τα μέτρα που είναι σκόπιμο να επιδιωχθούν με σκοπό την ενίσχυση του προσωπικού που ασχολείται με τη συγκεκριμένη έρευνα. Η επιτροπή εποπτείας αντιλαμβάνεται ότι οι υποθέσεις ενδέχεται να καθίστανται σταδιακά πιο περίπλοκες από ό,τι εκτιμάτο προηγουμένως και ότι είναι πιθανό να υπάρχει είτε έλλειψη πόρων είτε υπερβολικός φόρτος υποθέσεων.

7.    Αποστολές σε τρίτες χώρες και συγκέντρωση εγγράφων: εμφάνιση προβλημάτων.

Ο διεθνής χαρακτήρας πολλών ερευνών της OLAF σημαίνει ότι πρέπει να παρέχεται πριν από την πραγματοποίηση της αποστολής έγγραφο αναλυτικό πρόγραμμα δράσης σε σχέση με την εκάστοτε αποστολή.

8.    Έλλειψη συνεργασίας: από τις υπηρεσίες της Επιτροπής· από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ· από τις αρχές των κρατών μελών· από τις εθνικές αρχές τρίτων χωρών· από ιδιώτη/εταιρεία.

Ο χαρακτήρας της έλλειψης συνεργασίας θα πρέπει να είναι σαφής (π.χ. όχι αρκετά άμεση αντίδραση από μέρους των κρατών μελών, κτλ.) και σε κάθε ανεξαιρέτως υπόθεση πρέπει να περιγράφεται μια πρακτική λύση για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου κωλύματος.

Η επιτροπή εποπτείας επεσήμανε σε πολλές περιπτώσεις κάποια έλλειψη προορατικότητας στις περιπτώσεις που η OLAF έρχεται αντιμέτωπη με έλλειψη συνεργασίας εκ μέρους των αρχών των κρατών μελών, των οργάνων, των υπηρεσιών της Επιτροπής, τρίτων χωρών ή ιδιωτών. Η επιτροπή εποπτείας ως εκ τούτου συνιστά να επανεξετάσει η OLAF υποθέσεις στις οποίες αναφέρονται αυτοί οι ιδιαίτεροι λόγοι, προκειμένου να αναπτύξει στρατηγικές για μια πιο προορατική στάση έναντι εκείνων που δεν επιδεικνύουν πνεύμα συνεργασίας.

9.    Μη υποβολή αίτησης από τις εθνικές αρχές των κρατών μελών για παροχή συνδρομής από την OLAF.

Πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των περιπτώσεων συνδρομής κατόπιν αιτήσεως των εθνικών αρχών του οικείου κράτους μέλους, δεδομένου ότι πρόκειται για διαφορετικό τομέα των αρμοδιοτήτων της OLAF.

10.    Εξωτερικοί έλεγχοι: ανακύπτοντα προβλήματα.

Στην «έκθεση εννεαμήνου» πρέπει να περιλαμβάνεται αναφορά στη συνέχεια που δίνεται από την OLAF σε ελέγχους που πραγματοποιούν εξωτερικές επιχειρήσεις, καθώς και στη συμβολή της OLAF σε αυτές.

ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Η επιτροπή εποπτείας θα συνεχίσει την εξέταση των «εκθέσεων εννεαμήνου» που θα λάβει από τον Γενικό Διευθυντή της OLAF για την περίοδο 2009 μαζί με μελέτη των «εκτιμήσεων αρχικών πληροφοριών» που συνοδεύουν τις εκθέσεις.

Λαμβάνοντας υπόψη το σοβαρό πρόβλημα ποιότητας που εντοπίστηκε στις «εκθέσεις εννεαμήνου» λόγω της συχνής έλλειψης αναφοράς στον προσδοκώμενο χρόνο ολοκλήρωσης των ερευνών, στο μέλλον θα γίνεται αυστηρός έλεγχος της νομικής υποχρέωσης της OLAF στον συγκεκριμένο τομέα.


(1)  Βλ. ετήσια έκθεση δραστηριότητας της OLAF για το 2007.

(2)  Άρθρο 6 σημείο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

(3)  Βλ. ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της επιτροπής εποπτείας, σελίδα 28 (ΕΕ C 123 της 20.5.2008, σ. 22-23 και/η παράρτημα 1.

(4)  Βλ. παράρτημα 2: υπόδειγμα αριθμός 40.

(5)  Βλ. παράρτημα 3: υπόδειγμα αριθμός 20.

(6)  Μονάδα A1 (88 εκκρεμείς υποθέσεις)· άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

(7)  Μονάδα A2 (27 εκκρεμείς υποθέσεις)· άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

(8)  Μονάδα A3 (79 εκκρεμείς υποθέσεις)· άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και «ισχύουσες συμφωνίες με τρίτες χώρες».

(9)  Μονάδα A4 (54 εκκρεμείς υποθέσεις)· άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και «ισχύουσες συμφωνίες με τρίτες χώρες».

(10)  Μονάδα B1 (68 εκκρεμείς υποθέσεις)· άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999, κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95, κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 515/97, κ.λπ.

(11)  Μονάδα B2 Τελωνεία I (38 εκκρεμείς υποθέσεις)· Μονάδα B3 Τελωνεία ΙI (27 εκκρεμείς υποθέσεις).

(12)  Μονάδα Β 4 (43 εκκρεμείς υποθέσεις). Άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999, κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95, κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96.

(13)  Για ορισμένες υποθέσεις η καθυστέρηση αποδίδεται σε περισσότερους λόγους, π.χ. έλλειψη πόρων ή έλλειψη συνεργασίας.

(14)  Βλ. παράρτημα 2Β: προηγούμενη μορφή του ενιαίου εντύπου 40.

(15)  Άρθρο 11.4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/99.

(16)  Η Διεύθυνση A «Έρευνες και επιχειρήσεις» καλύπτει τέσσερις τομείς: Μονάδα A1 Εσωτερικές έρευνες: ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα· Μονάδα Α2 Εσωτερικές/εξωτερικές έρευνες: οργανισμοί της ΕΕ· Μονάδα A3 Άμεσες δαπάνες και εξωτερική βοήθεια· Μονάδα A4 Εξωτερική βοήθεια. Η Διεύθυνση Β «Έρευνες και επιχειρήσεις» καλύπτει ομοίως τέσσερις τομείς: Μονάδα B1 Γεωργία· Μονάδα B2 Τελωνεία I· Μονάδα B3 Τελωνεία ΙI· Μονάδα B4 Διαρθρωτικά μέτρα.

(17)  48,36 %.

(18)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 31 και 44.

(19)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 17, 14, 19 και 5.

(20)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 3 και 19.

(21)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 22, 14 και 1.

(22)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 26.

(23)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 50.

(24)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 47, 40 και 48.

(25)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 49.

(26)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 53 και 54.

(27)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 77 και 68, κ.λπ.

(28)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 59, 61, 60, 62, 75 και 70.

(29)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 64.

(30)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 117, 15 και 135.

(31)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 112 και 115.

(32)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 120 και 123.

(33)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 128.

(34)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 130.

(35)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 147.

(36)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 145.

(37)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 126, 122, 121 και 150.

(38)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 181, 169, 178, 179, 176 και 194.

(39)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 159, 161, 162, 167, 165, 166, 175, 191 και 193.

(40)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 171 και 177.

(41)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 179.

(42)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 189.

(43)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 186 και 183.

(44)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 201, 207, 215, κ.λπ.

(45)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 202, 208, 211, 212, 234, 214, 229 και 237.

(46)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 198 και 205.

(47)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 240, 241, 242, 245 και 246.

(48)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 244, 231 και 238.

(49)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 241.

(50)  Βλ. παράρτημα 4, π.χ. υπόθεση αριθ. 254.

(51)  Βλ. παράρτημα 4, π.χ. υπόθεση αριθ. 168.

(52)  Βλ. παράρτημα 4, π.χ. υπόθεση αριθ. 260.

(53)  Βλ. παράρτημα 4, π.χ. υπόθεση αριθ. 264.

(54)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 79, 38 και 76.

(55)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 18, 79, 76, 38 και 36.

(56)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 6 και 21.

(57)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 21.

(58)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 69 και 78.

(59)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 63.

(60)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 66.

(61)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 110, 111, 114, 115 και 125.

(62)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 7, 36, 9 και 8.

(63)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 45 και 41.

(64)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 72.

(65)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 94.

(66)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 104.

(67)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 140, 144 και 131.

(68)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 150.

(69)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 154 και 119.

(70)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 126.

(71)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 129.

(72)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 204.

(73)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 230.

(74)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 252, 253, 256, 257, 258 και 259.

(75)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 253.

(76)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 12.

(77)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 13 και 15.

(78)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 16 και 18.

(79)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 116 και 118.

(80)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 121 και 122.

(81)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 206, 209 και 210.

(82)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 250.

(83)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 24.

(84)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 55.

(85)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 133.

(86)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 188.

(87)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 157, 163 και 180.

(88)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 224 και 225.

(89)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 262 και 255.

(90)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 2, 24 και 43.

(91)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 96 και 100.

(92)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 53 και 148.

(93)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 100.

(94)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 134.

(95)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 195.

(96)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 233, 235, 201, 203 και 207.

(97)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 1 και 15.

(98)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 98.

(99)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 116, 124 και 150.

(100)  Βλ. παράρτημα 4, υπόθεση αριθ. 218.

(101)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 200, 199 και 217.

(102)  Σε 17 από αυτές τις εκθέσεις, ο υπόψη «άλλος» λόγος συνδυάζεται με έναν επιπλέον λόγο.

(103)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 153, 106, 89, 86, 94, 139, 151, 42 και 39.

(104)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 147, 152, 102, 100, 109, 80 και 93, μεταξύ άλλων.

(105)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 173, 174, 232, 243, μεταξύ άλλων.

(106)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 95, 100, 94, 137, 138, 140, 144, 148 και 43, μεταξύ άλλων.

(107)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 97, 82, 105, 25, 29 και 30, μεταξύ άλλων.

(108)  Βλ. παράρτημα 4, υποθέσεις αριθ. 142, 146, 34 και 28.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Γνωμοδότηση αριθ. 1/2007

Εκθέσεις ερευνών της OLAF που βρίσκονται σε εξέλιξη επί διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2007

Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται επί του παρόντος στις «εκθέσεις των εννέα μηνών» που διαβιβάζονται στην επιτροπή εποπτείας είναι συναφείς και χρήσιμες. Στοιχεία όπως η περιγραφή της υπόθεσης, τα ληφθέντα μέτρα, η δημοσιονομική επίπτωση και τα προτεινόμενα μελλοντικά μέτρα εξακολουθούν να είναι σημαντικά για την κατανόηση της έρευνας που αξιολογείται. Ωστόσο, κατά την εξέταση των «εκθέσεων για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών», κατέστη σαφές ότι λείπουν καθοριστικά στοιχεία που είναι απαραίτητα στην επιτροπή εποπτείας για να ασκήσει το εποπτικό της έργο σε σχέση με τη διάρκεια των ερευνών. Επιπλέον, η επιτροπή εποπτείας πιστεύει ότι η ενσωμάτωση των εν λόγω στοιχείων στις «εκθέσεις των εννέα μηνών» θα είναι επίσης χρήσιμη για τη βελτίωση της διαχείρισης κατά το στάδιο της υπόθεσης για το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη η έρευνα.

Η εποπτική λειτουργία της εποπτικής επιτροπής

Το σημερινό μορφότυπο των «εκθέσεων για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» δεν περιλαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες που είναι απαραίτητες ούτως ώστε η επιτροπή εποπτείας να μπορεί να αποφανθεί εάν οι έρευνες διεξάγονται αδιαλείπτως σε περίοδο ανάλογη προς τις περιστάσεις και την περιπλοκότητα της υπόθεσης.

Το μορφότυπο της περίληψης των «εκθέσεων για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» πρέπει να μεταβληθεί ούτως ώστε να ενσωματωθούν συμπληρωματικά στοιχεία που θα επιτρέψουν την αποτελεσματική αξιολόγηση της προόδου των ερευνών. Στα στοιχεία αυτά πρέπει να περιλαμβάνονται: η νομική περιγραφή της παρατυπίας, η ημερομηνία ή η περίοδος τέλεσης των υπό έρευνα πράξεων, η διάρκεια της «φάσης αξιολόγησης» πριν ληφθεί η απόφαση έναρξης εξέτασης της υπόθεσης, οι πιθανές κυρώσεις ή νομικές συνέπειες των υπό έρευνα πράξεων και οι προθεσμίες παραγραφής των υπό έρευνα πράξεων.

Το γεγονός ότι οι «εκθέσεις για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» δεν αναφέρουν τις προθεσμίες παραγραφής δεν επιτρέπει στην επιτροπή εποπτείας να αξιολογήσει την αναλογική διάρκεια των ληφθέντων και των προτεινόμενων μέτρων για τη διενέργεια των ερευνών.

Πρέπει να γίνεται ιδιαίτερη προβολή και ανάλυση των προθεσμιών παραγραφής στις περιλήψεις των «εκθέσεων για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών».

Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις «εκθέσεις για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» δεν είναι σε ορισμένους τομείς επαρκείς ώστε να σχηματιστεί σαφής εικόνα του στόχου των ερευνών, των αιτιών των καθυστερήσεων και των νομικών τους συνεπειών. Ειδικότερα, η επίκληση της «αναστολής της έρευνας για λόγους τακτικής» όταν μια έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι ούτε δεόντως αιτιολογημένη ούτε μπορεί να εξηγηθεί.

Εξάλλου, η συχνή χρήση μιας αιτίας όπως η «χαμηλή προτεραιότητα σε συνδυασμό με την έλλειψη πόρων» θα μπορούσε να υποδηλώσει έλλειψη σαφούς πολιτικής στον τομέα των ερευνών.

Ο όρος «τακτική αναστολής της έρευνας» που χρησιμοποιείται στις «εκθέσεις για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» πρέπει είτε να προσδιοριστεί είτε να διαγραφεί. Η επίκληση της αιτίας αυτής για τη μη ολοκλήρωση μιας έρευνας πρέπει να γίνεται με σύνεση και ακρίβεια. Συνιστάται επίσης να μελετηθούν οι συνέπειες της επικαλούμενης αιτίας «χαμηλή προτεραιότητα σε συνδυασμό με την έλλειψη πόρων».

Ο προβλεπόμενος χρόνος ολοκλήρωσης των ερευνών δεν αναφέρεται επακριβώς στις «εκθέσεις για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών». Στο ένα τρίτο των περιπτώσεων δεν αναφέρεται καθόλου αλλά και όταν αναφέρεται δεν τηρείται ποτέ.

Είναι απαραίτητο να αναφέρεται και να εξηγείται δεόντως ο προβλεπόμενος χρόνος ολοκλήρωσης. Τα μελλοντικά μέτρα για τις έρευνες πρέπει να παρουσιάζονται καλύτερα.

Η διαχείριση των ερευνών της OLAF

Οι «εκθέσεις για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» που διαβιβάζονται στην επιτροπή εποπτείας δεν αποτελούν πλέον ένα σύστημα προειδοποίησης όσον αφορά τη διάρκεια των ερευνών αλλά μια διαδικασία απολογισμού για το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση. Η μεγάλη πλειοψηφία των ερευνών της OLAF βρίσκεται σε εξέλιξη για μεγαλύτερη χρονική περίοδο. Σε πολλές περιπτώσεις διαπιστώνονται μακρές περίοδοι απραξίας. Η επιτροπή εποπτείας εκτιμά ότι, στη σημερινή τους μορφή, οι εν λόγω «εκθέσεις για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» δεν αποτελούν για την OLAF διαχειριστικό εργαλείο που αποβλέπει στην επανεξέταση της στρατηγικής της έρευνας και στη διευκρίνιση των στόχων της. Το γεγονός ότι 75 % των ερευνών βρίσκονται σε εξέλιξη για διάστημα μεγαλύτερο των εννέα μηνών αποτελεί σοβαρή ένδειξη για την ανάγκη λήψης επειγόντων διαχειριστικών μέτρων.

Συνιστάται η εφαρμογή ενός συστήματος ελέγχου της διαχείρισης το οποίο θα μπορούσε να εμποδίσει με αποτελεσματικό τρόπο την αποτελμάτωση των ερευνών. Στο πλαίσιο αυτό θα ήταν σκόπιμος ένας τακτικός και αυστηρός έλεγχος της συνεχούς προόδου των ερευνών από τους προϊσταμένους των διοικητικών μονάδων.

ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Η επιτροπή εποπτείας θα συνεχίσει την εξέταση των «εκθέσεων για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» που της έχουν διαβιβαστεί από το Γενικό Διευθυντή για την περίοδο 2007. Θα εξεταστούν αναλυτικότερα οι αιτίες της μη ολοκλήρωσης των ερευνών εντός της προβλεπόμενης χρονικής προθεσμίας και θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη συνεργασία των κρατών μελών. Η επιτροπή θα παρακολουθήσει επίσης επισταμένα την χάραξη μιας σαφούς πολιτικής στον τομέα των ερευνών και τη βελτίωση του συστήματος διαχείρισης υποθέσεων.

Επισημαίνεται ότι λαμβανομένης υπόψη της ταχείας αντίδρασης της OLAF για τη βελτίωση του περιεχομένου των «εκθέσεων για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» μετά από τη συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε μεταξύ της Υπηρεσίας και της επιτροπή εποπτείας (1), η επιτροπή αναμένει μια εξίσου ταχεία απάντηση στις προαναφερόμενες συστάσεις. Η ενσωμάτωση των προτεινομένων αλλαγών όπως παρουσιάζονται θα χρησίμευε ως βάση για όλες τις μελλοντικές εξετάσεις των «εκθέσεων για έρευνες διάρκειας άνω των εννέα μηνών» από την επιτροπή εποπτείας.


(1)  Βλ. σημείωμα I/01068 της 05.02.07

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2A

Image

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2B

Image

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6

ΓΝΩΜΗ αριθ. 3/2009

Προσχέδιο προϋπολογισμού της OLAF για το 2010

Βρυξέλλες, 28 Μαΐου 2009

Σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού 1073/99 αποστολή της Επιτροπής Εποπτείας της OLAF είναι η ενίσχυση της ανεξαρτησίας της OLAF κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της διεξαγωγής ερευνών. Για να επιτευχθεί αυτό και να διασφαλιστεί ότι η OLAF είναι σε θέση να λειτουργήσει κατά τρόπο αποτελεσματικό και αποδοτικό δημιουργήθηκε γι’ αυτήν ένα ειδικό άρθρο στον προϋπολογισμό της Επιτροπής. Σ’ αυτό το πλαίσιο, και δυνάμει των αρμοδιοτήτων που της παρέσχε η Επιτροπή (1), η Επιτροπή Εποπτείας εξέτασε το προσχέδιο προϋπολογισμού (ΠΣΠ) της OLAF και εκδίδει την ακόλουθη γνώμη.

I.   Διάθεση πόρων σε δραστηριότητες προτεραιότητας

Η Επιτροπή Εποπτείας επισημαίνει ότι ο αριθμός των κενών θέσεων (γενικό ποσοστό απασχόλησης 94,5 % στις 31 Δεκεμβρίου 2008) συνέχισε να μειώνεται από το τελευταίο έτος. Η Επιτροπή Εποπτείας επιδοκιμάζει αυτήν την τάση η οποία θα ενισχύσει την ικανότητα της OLAF να διεξάγει τις δραστηριότητές της περισσότερο αποδοτικά. Επιπλέον, η Επιτροπή Εποπτείας είναι ικανοποιημένη από το γεγονός ότι προκηρύχθηκαν ορισμένες από τις θέσεις που μέχρι τώρα ήταν καλυμμένες από «εκτελούντα χρέη» διοικητικό προσωπικό. Η Επιτροπή Εποπτείας ευελπιστεί ότι η OLAF θα περατώσει την πρόσληψη προσωπικού γι’ αυτές τις θέσεις το συντομότερο δυνατό και θα ολοκληρώσει την επιλογή προσωπικού από εφεδρικούς πίνακες προσλήψεων από εξωτερικούς διαγωνισμούς για να πληρώσει τις κενές μόνιμες θέσεις.

Το ΠΣΠ του 2010 δεν περιλαμβάνει αύξηση του αριθμού των θέσεων, και, ως αποτέλεσμα, ο συνολικός προϋπολογισμός θα μειωθεί (–1,22 %) το 2010. Από τις στατιστικές που υπέβαλε στην Επιτροπή Εποπτείας η OLAF προκύπτει ότι το προσωπικό στο τέλος του 2008 ήταν κατανεμημένο ως εξής:

Διεύθυνση A (έρευνες και επιχειρήσεις):

84

(17 %)

Διεύθυνση B (έρευνες και επιχειρήσεις):

84

(17 %)

Διεύθυνση Γ (επιχειρησιακή στήριξη):

125

(25 %)

Διεύθυνση Δ (διοίκηση και γενικές υποθέσεις):

181

(36 %)

Γενικός Διευθυντής και Επιτροπή Εποπτείας:

25

(5 %)

Σύνολο προσωπικού

499

(100 %)

Αυτές οι πληροφορίες δείχνουν ότι ένα μικρό μέρος των συνολικών πόρων (34 %) είναι διατεθειμένο σήμερα για τις έρευνες, με δύο υπαλλήλους στήριξης ή/και διοικητικούς για κάθε ελεγκτή. Η OLAF εξήγησε ότι ενώ ένα μικρότερο τμήμα του προσωπικού διεξάγει έρευνες, σχεδόν όλο το προσωπικό θα έπρεπε να θεωρείται ότι εργάζεται στον τομέα «επιχειρήσεων» της OLAF, μολονότι δεν είναι απαραίτητα άμεσα συνδεδεμένο με τις μονάδες ερευνών.

Η διάκριση που πραγματοποιεί η OLAF μεταξύ ερευνών και επιχειρήσεων εγείρει ορισμένα θέματα τα οποία θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της κατανομής των πόρων. Η Επιτροπή Εποπτείας δεν είναι σαφής όσον αφορά τον λόγο της περίληψης ορισμένων δραστηριοτήτων εντός του τομέα «επιχειρήσεων» των καθηκόντων της OLAF, τόσο όσον αφορά τη φύση του διεξαγόμενου έργου όσο και όσον αφορά την προστιθέμενη αξία της προσφοράς της OLAF σ’ αυτούς τους τομείς. Δεδομένης της αυξανόμενης ποικιλίας και πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων της OLAF (τόσο αυτεπάγγελτα όσο και από την Επιτροπή), είναι πλέον σκόπιμο να οριστεί και να σταθμιστεί η σημασία εκείνων των δραστηριοτήτων που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα. Κατά την άποψη της Επιτροπή Εποπτείας η OLAF θα μπορούσε να πραγματοποιήσει γενική αξιολόγηση των δραστηριοτήτων της με στόχο την καλύτερη κατανομή και ιεράρχηση των προτεραιοτήτων των πόρων της, ακολουθούμενες από βαθμιαία κατάργηση ή ενίσχυση δραστηριοτήτων.

Όπως σε προηγούμενους προϋπολογισμούς, το σημείωμα που παρέσχε η OLAF στην Επιτροπή Εποπτείας όσον αφορά το ΠΣΠ δεν περιέχει εξηγήσεις σχετικά με τις προτεραιότητες για το 2010, τον προγραμματισμό των πόρων ή την πολιτική όσον αφορά το προσωπικό της OLAF. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τον καθορισμό της μελλοντικής κατεύθυνσης της OLAF ούτε και ενδείξεις για το κατά πόσο για τις διεξαχθείσες δραστηριότητες έγινε αποτελεσματική χρήση του προϋπολογισμού της OLAF.

Η Επιτροπή Εποπτείας συνιστά οι μελλοντικές δραστηριότητες της OLAF να στηριχθούν στο υφιστάμενο δυναμικό της, στις βασικές της αρμοδιότητες και στα πεδία εμπειρογνωσίας τα οποία θα διασφαλίσουν τη μελλοντική της επιτυχία. Η Επιτροπή Εποπτείας αμφισβητεί την ανάγκη ενίσχυσης των τομέων διοικητικής εργασίας από την OLAF που δεν απαιτούν εξειδικευμένη γνώση ή ικανότητα κατά της απάτης, αφού η μακροπρόθεσμη ύπαρξή της εξαρτάται από την εμπειρογνωσία και την αποτελεσματικότητα των ομάδων της ερευνών.

Η Επιτροπή Εποπτείας επαναλαμβάνει τη σημασία της στρατηγικής ανθρωπίνων πόρων που στηρίζεται σε διαπιστωμένες και πραγματικές ανάγκες της οργάνωσης και των προτεραιοτήτων της, με στόχο τον καθορισμό της κατεύθυνσης και της μεγιστοποίησης της χρήσης των υφισταμένων πόρων. Η Επιτροπή Εποπτείας εκφράζει τις ανησυχίες της για την ικανότητα των Διευθύνσεων A και B να αντιμετωπίσουν τον αυξημένο φόρτο εργασίας που προβλέπεται για τα προσεχή έτη (και που επιβεβαιώθηκε στις εκθέσεις δραστηριότητας της OLAF) όταν είναι σαφές ότι οι πόροι δεν θα αυξηθούν. Η Επιτροπή Εποπτείας αναφέρθηκε σ’ αυτά τα σημεία στις γνώμες της 3/2008 και 2/2007 και σε μια σειρά συζητήσεων με τη διοίκηση της OLAF.

Η Επιτροπή Εποπτείας τονίζει επίσης τη σημασία της εξεύρεσης πρακτικής λύσης για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ της OLAF και της ΓΔ Διοίκησης και την παροχή συνεχούς επαγγελματικής επιμόρφωσης στους ελεγκτές. Δεύτερον, πρέπει να μελετηθεί με ποιον τρόπο η OLAF θα μπορεί να ωφεληθεί από την εσωτερική κινητικότητα και εναλλαγή, με στόχο τη βελτιωμένη ανάπτυξη του προσωπικού. Η επένδυση στην ανάπτυξη του προσωπικού είναι σημαντική, αφού ορισμένοι ελεγκτές, ιδίως το έκτακτο προσωπικό, θα παραμείνουν για μακρά περίοδο στην OLAF.

Ένα άλλο σημείο ανησυχίας για την Επιτροπή Εποπτείας είναι η δυσκολία θέσης σε εφαρμογή ενός συστήματος προαγωγών (ή ανακατάταξης) του έκτακτου προσωπικού. Η Επιτροπή Εποπτείας βρίσκει απογοητευτικό το γεγονός ότι δεν έχει βρεθεί καμία λύση γι’ αυτό το πρόβλημα παρά τις πολλές συζητήσεις μεταξύ της ίδιας και της OLAF.

Συστάσεις:

Η OLAF πρέπει να δικαιολογήσει τον σημερινό διαχωρισμό του προσωπικού σε προσωπικό ερευνών και προσωπικό άλλου επιχειρησιακού έργου και να ορίσει τι σημαίνει στην πράξη «δραστηριότητες επιχειρήσεων».

Θα πρέπει να αναπτυχθεί μια στρατηγική ανθρωπίνων πόρων που να βασίζεται σε αξιολόγηση ή εκτίμηση των αναγκών για τις τρέχουσες δραστηριότητες της OLAF και να γίνει επικέντρωση στη συνεργασία με την ΓΔ Διοίκησης και στην επαγγελματική κατάρτιση, καθώς και στην κινητικότητα των ελεγκτών.

Οι προαγωγές των εκτάκτων υπαλλήλων πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή το συντομότερο δυνατόν.

II.   Μεμονωμένα κονδύλια δαπανών

Συνολικά, η Επιτροπή Εποπτείας επισημαίνει τη μείωση κατά 1,22 % του προϋπολογισμού της OLAF για το 2010, λόγω της χαμηλότερης διοικητικής δαπάνης σχετικά με τις διάφορες μορφές δαπανών προσωπικού. Η Επιτροπή Εποπτείας επισημαίνει επίσης ότι παρά τη συνολική μείωση του ΠΣΠ, ορισμένα κονδύλια διοικητικών δαπανών αναμένεται να αυξηθούν το 2010, ιδίως στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης συστημάτων ΤΠ (αύξηση κατά 35 % κατά τη διάρκεια δύο ετών). Επιπλέον, βάσει των ανωτέρω παρατηρήσεων όσον αφορά την ανάγκη εντατικοποίησης της επαγγελματικής επιμόρφωσης των ελεγκτών, η Επιτροπή Εποπτείας ανησυχεί για την εκτιμώμενη μείωση (12 %) στην «επαγγελματική επιμόρφωση του προσωπικού, επανεκπαίδευση και πληροφόρηση του προσωπικού».

Τρίτον, η Επιτροπή Εποπτείας θεωρεί ότι το σύνολο των δαπανών αποστολών, ταξιδίων και παρεπόμενων (2,5 εκατ. EUR), παρόλη τη μείωση κατά 2 % το 2010, αντιπροσωπεύει ακόμα σημαντικό μερίδιο του συνολικού προϋπολογισμού, ιδίως αφού το προσωπικό για έρευνες αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό μερίδιο του συνόλου του προσωπικού. Αυτή η παρατήρηση γίνεται βάσει στοιχείων που προκύπτουν από την παρακολούθηση και τα οποία δείχνουν ότι ο έλεγχος της διαχείρισης όσον αφορά τις δαπάνες αποστολών μπορεί ακόμα να βελτιωθεί.

Συστάσεις: Η OLAF καλείται να διασαφηνίσει

Την αύξηση των δαπανών στον τομέα «έρευνας και ανάπτυξης συστημάτων ΤΠ».

Τη μείωση των δαπανών για «επαγγελματική επιμόρφωση, επανεκπαίδευση και πληροφόρηση του προσωπικού».

Τις δαπάνες για τη «συνολική δαπάνη αποστολών, ταξιδίων και παρεπόμενων».

III.   Η γραμματεία της Επιτροπής Εποπτείας

Η Επιτροπή Εποπτείας εμμένει στη θέση της όσον αφορά τον ελάχιστο αριθμό οκτώ υπαλλήλων για τη γραμματεία, που απαιτείται σύμφωνα με τις τρέχουσες ανάγκες της Επιτροπής Εποπτείας, και επαναλαμβάνει ότι ο αριθμός των υπαλλήλων πρέπει να οριστεί στον πίνακα προσωπικού της OLAF για την Επιτροπή Εποπτείας χρησιμοποιώντας την «υποσημείωση» ή οποιαδήποτε άλλη κατάλληλη μέθοδο διάθεσης αυτών των θέσεων για την γραμματεία.

Η Επιτροπή Εποπτείας ζήτησε την προκήρυξη μίας θέσης προϊσταμένου της γραμματείας και μίας θέσης σε επίπεδο AD. Επιπλέον, η Επιτροπή Εποπτείας εξέφρασε την επιθυμία να κληθεί να συμμετάσχει εκ του σύνεγγυς σε αμφότερες τις διαδικασίες επιλογής

Ως αποτέλεσμα της απόφασης του Πρωτοδικείου (2) ο ρόλος παρακολούθησης της Επιτροπής Εποπτείας θα επεκταθεί με επακόλουθες συνέπειες για το προσωπικό της γραμματείας το 2010. Επειδή ο νέος μηχανισμός δεν έχει ακόμα τεθεί σε εφαρμογή, η Επιτροπή Εποπτείας δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει τις ειδικές πρόσθετες ανάγκες προσωπικού, αλλά θα το πράξει νωρίς το 2010.

Η Επιτροπή Εποπτείας αναγνωρίζει ότι ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και το σύστημα αξιολόγησης και προαγωγών δεν επιτρέπουν σήμερα στα μέλη της Επιτροπής Εποπτείας να αξιολογήσουν την απόδοση του προσωπικού της γραμματείας. Ωστόσο, η Επιτροπή Εποπτείας δεν κρίνει ικανοποιητικό το γεγονός ότι ο Γενικός Διευθυντής της OLAF έχει τον τελευταίο λόγο όσον αφορά το ετήσιο επίπεδο απόδοσης του προσωπικού της γραμματείας και ότι η Επιτροπή Εποπτείας δεν συμμετέχει σ’ αυτή τη διαδικασία παρά την άμεση υπαγωγή της γραμματείας στην αρμοδιότητά της.

Συστάσεις/παρατηρήσεις:

Η OLAF θα πρέπει να προβεί στην τοποθέτηση οκτώ μελών του προσωπικού στη γραμματεία.

Το προσωπικό της γραμματείας της Επιτροπής Εποπτείας θα πρέπει να διορίζεται μόνο μετά την έγκριση της Επιτροπής Εποπτείας, διασφαλίζοντας έτσι την πλήρη ανεξαρτησία της Επιτροπής Εποπτείας κατά την άσκηση των καθηκόντων της.

Το τρέχον σύστημα αξιολόγησης και προαγωγών του προσωπικού της γραμματείας της Επιτροπής Εποπτείας δεν είναι κατάλληλο.

IV.   Συμπέρασμα

Η Επιτροπή Εποπτείας εγκρίνει την πρόταση προϋπολογισμού της OLAF για το 2010 υπό τον όρο ότι θα ληφθούν υπόψη οι ανωτέρω συστάσεις.

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της απόφασης της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 1999 η γνώμη πρέπει να διαβιβασθεί από την OLAF στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή. Επιπλέον, η Επιτροπή Εποπτείας επιθυμεί να ενημερώνεται τακτικά για τα μέτρα που λαμβάνει η OLAF όσον αφορά την υλοποίηση των συστάσεων της γνώμης.


(1)  Άρθρο 6 της απόφασης της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 1999.

(2)  T-48/05 Francet and Byk/Ευρωπαϊκή Επιτροπή.