ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.C_2009.306.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

52ό έτος
16 Δεκεμβρίου 2009


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

 

454η σύνοδος ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009

2009/C 306/01

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Διατλαντικές σχέσεις μεταξύ ΕΕ και χωρών της Βόρειας Αμερικής στον τομέα των αερομεταφορών — μια πραγματική ρυθμιστική σύγκλιση (διερευνητική γνωμοδότηση)

1

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

 

454η σύνοδος ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009

2009/C 306/02

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή: Μια στρατηγική για την Ευρώπη στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίαςCOM(2008) 465 τελικό

7

2009/C 306/03

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Ευρωπαϊκό στρατηγικό πλαίσιο για διεθνή επιστημονική και τεχνολογική συνεργασίαCOM(2008) 588 τελικό

13

2009/C 306/04

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήσηCOM(2008) 663 τελικό — 2008/0256 (COD)

18

2009/C 306/05

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση, όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση για φάρμακα ανθρώπινης χρήσης, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού ΦαρμάκωνCOM(2008) 664 τελικό — 2008/0257 (COD)

22

2009/C 306/06

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση, όσον αφορά τη φαρμακoεπαγρύπνηση, της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήσηCOM(2008) 665 τελικό — 2008/0260 (COD)

28

2009/C 306/07

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση, όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για ανθρώπινη χρήση για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726 /2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού ΦαρμάκωνCOM(2008) 662 τελικό — 2008/0255 (COD)

33

2009/C 306/08

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (αναδιατύπωση) COM(2008) 809 τελικό — 2008/0240 (COD)

36

2009/C 306/09

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ)COM(2008) 810 τελικό — 2008/0241 (COD)

39

2009/C 306/10

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών — Προς τη χάραξη στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα χωροκατακτητικά είδηCOM(2008) 789 τελικό

42

2009/C 306/11

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών Ευρωπαϊκή στρατηγική για θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα — Ένα συνεκτικό πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας προς υποστήριξη της αειφόρου χρήσης των ωκεανών και των θαλασσών(COM(2008) 534 τελικό)

46

2009/C 306/12

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πράσινη βίβλο Προς ένα ασφαλές, αειφόρο και ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό δίκτυο ενέργειαςCOM(2008) 782 τελικό/2

51

2009/C 306/13

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας (Ευρατόμ) του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού πλαισίου για την πυρηνική ασφάλειαCOM(2008) 790 τελικό — 2008/0231 (CNS)

56

2009/C 306/14

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας και ασφάλειας των ανθρώπινων οργάνων που προορίζονται για μεταμόσχευσηCOM(2008) 818 τελικό — 2008/0238 (COD)

64

2009/C 306/15

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίαςCOM(2009) 71 τελικό/2 — 2006/0222 (COD)

68

2009/C 306/16

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής για την απασχόληση

70

2009/C 306/17

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας όσον αφορά τους κανόνες τιμολόγησηςCOM(2009) 21 τελικό — 2009/0009 (CNS)

76

2009/C 306/18

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (κωδικοποιημένη έκδοση) COM(2009) 129 τελικό — 2009/0043 (COD)

79

2009/C 306/19

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού των γενικών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων (κωδικοποιημένη έκδοση) COM(2009) 113 τελικό — 2009/0037 (COD)

80

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

454η σύνοδος ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009

16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/1


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Διατλαντικές σχέσεις μεταξύ ΕΕ και χωρών της Βόρειας Αμερικής στον τομέα των αερομεταφορών — μια πραγματική ρυθμιστική σύγκλιση» (διερευνητική γνωμοδότηση)

2009/C 306/01

Με επιστολή της 15ης Δεκεμβρίου 2008 και με βάση το άρθρο 262 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Τσεχική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να εκπονήσει διερευνητική γνωμοδότηση για το ακόλουθο θέμα:

«Διατλαντικές σχέσεις μεταξύ ΕΕ και χωρών της Βορείου Αμερικής στον τομέα των αερομεταφορών – μια πραγματική ρυθμιστική σύγκλιση».

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία της πληροφορίας», στο οποίο ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 20 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. KRAWCZYK.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, υιοθέτησε με 143 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα

1.1

Η σχέση μεταξύ της ΕΕ και της Βόρειας Αμερικής είναι πέραν πάσης συγκρίσεως η πιο σημαντική όσον αφορά τις διηπειρωτικές αερομεταφορές επιβατών. Το 2007 μεταφέρθηκαν περισσότεροι από 60 εκατομμύρια επιβάτες και περισσότεροι από 3,1 εκατομμύρια τόνοι φορτίου. Το γεγονός αυτό καθιστά την εν λόγω ροή εναέριας κυκλοφορίας την πιο σημαντική μεταξύ όλων των περιοχών του κόσμου.

1.2

Διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία ανοικτών εναέριων χώρων (ΑΕΧ) έχουν ξεκινήσει μεταξύ τόσο της ΕΕ και του Καναδά, όσο και της ΕΕ και των ΗΠΑ. Μέσω του ανοικτού εναέριου χώρου κατοχυρώνεται πλήρης ελευθερία των αιθέρων υπέρ αμφότερων των συμβαλλόμενων μερών.

1.3

Στις 30 Απριλίου 2007, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέγραψε το κείμενο μίας προκαταρκτικής συνολικής συμφωνίας αερομεταφορών (προκαταρκτική συμφωνία) με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

1.3.1

Αν και η συμφωνία αυτή υπήρξε τεράστια επιτυχία, δεν επέτυχε εντούτοις τον κύριο στόχο της, τη δημιουργία δηλαδή ενός ΑΕΧ.

1.4

Στις 30 Μαρτίου 2009, το Συμβούλιο Μεταφορών υιοθέτησε πολιτική θέση με την οποία εγκρίθηκε η υπογραφή της συμφωνίας ΕΕ — Καναδά. Στις 6 Μαΐου 2009, κατά τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Καναδά στην Πράγα, μονογραφήθηκε το τελικό κείμενο της εν λόγω συμφωνίας.

1.4.1

Η συμφωνία ΕΕ – Καναδά αποτελεί την πρώτη συμφωνία της ΕΕ με την οποία πραγματοποιείται ένα πλήρες άνοιγμα των αγορών, όσον αφορά τα δικαιώματα εκτέλεσης αεροπορικών μεταφορών και τις επενδύσεις, ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται ένα πρωτοφανές επίπεδο ρυθμιστικής σύγκλισης και συνεργασίας των αρχών.

1.4.2

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη συμφωνία αερομεταφορών ΕΕ — Καναδά, καθότι συνιστά την πρώτη συμφωνία που εναρμονίζεται πλήρως με τις νέες εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου το 2005.

1.4.3

Η ΕΟΚΕ στηρίζει με θέρμη την προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να επιτύχει παρόμοια αποτελέσματα κατά τον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων ΕΕ – ΗΠΑ.

1.5

Στον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων ΕΕ — ΗΠΑ, που ξεκίνησε το 2008, θα συμπεριληφθούν, βάσει του άρθρου 21 της προκαταρκτικής συμφωνίας, τα ακόλουθα ζητήματα προτεραιότητας, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την μία ή για αμφότερες τις πλευρές: περαιτέρω απελευθέρωση των δικαιωμάτων εκτέλεσης αεροπορικών μεταφορών, πρόσθετες ευκαιρίες για ξένες επενδύσεις, επίπτωση των περιβαλλοντικών μέτρων και των περιορισμών ως προς τις υποδομές στην άσκηση των μεταφορικών δικαιωμάτων, περαιτέρω πρόσβαση στις χρηματοδοτούμενες από τις κυβερνήσεις αερομεταφορές και πρόβλεψη αεροσκαφών με πλήρωμα. Οι ευρωπαϊκοί παράγοντες προσδοκούν ότι οι διαπραγματεύσεις του δεύτερου γύρου θα ενισχύσουν περαιτέρω τη ρυθμιστική σύγκλιση.

1.5.1

Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι τα χρονικά περιθώρια στενεύουν και ότι οι πληρεξούσιοι της ΕΕ και των ΗΠΑ θα πρέπει να επαναλάβουν τις διαπραγματεύσεις μόλις αυτό καταστεί εφικτό. Εάν δεν σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος μέχρι τον Νοέμβριο του 2010, η ΕΕ μπορεί να αποφασίσει την αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων που έχουν παραχωρηθεί σε αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες.

1.5.2

Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να αποδοθεί στα εργασιακά ζητήματα, τα οποία αποτελούν σημαντικό τμήμα του δεύτερου γύρου των διαπραγματεύσεων. Η στήριξη των εργαζομένων είναι πολύ σημαντική. Η ΕΟΚΕ καλεί το δεύτερο Φόρουμ για την εργασία, που θα πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες τον Ιούνιο του 2009, να καταλήξει σε απτά αποτελέσματα υπό τη μορφή συστάσεων, αναφορικά με σημαντικά κοινωνικά ζητήματα.

1.5.3

Η καθιέρωση του ανοικτού εναέριου χώρου θα αυξήσει τις μεταφορές μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ, γεγονός που ενδέχεται να έχει ορισμένες αρνητικές συνέπειες για το περιβάλλον. Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διενεργήσει στρατηγική ανάλυση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της δυνητικής συμφωνίας.

1.6

Οι προτεραιότητες της ΕΟΚΕ για το δεύτερο στάδιο της συμφωνίας – με την οποία επιδιώκεται να δημιουργηθούν τα βασικά συστατικά ενός ΑΕΧ – είναι οι εξής:

άρση των περιορισμών όσον αφορά την ιδιοκτησία και τον έλεγχο,

εξάλειψη κάθε μεροληπτικής πρακτικής στην αγορά,

δικαίωμα εγκατάστασης, ούτως ώστε να επιτραπούν οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις, οι εξαγορές και η είσοδος νεοεισερχόμενων στην αγορά,

όσο το δυνατόν περισσότερη ρυθμιστική συνεργασία και σύγκλιση μπορεί εύλογα να επιτευχθεί,

άρση των περιττών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαίοι υπήκοοι κατά τα ταξίδια τους εξαιτίας των υπερβολικών μέτρων ασφάλειας που επιβάλλουν οι ΗΠΑ.

1.7

Η ΕΟΚΕ παροτρύνει με έμφαση το Διατλαντικό Οικονομικό Συμβούλιο να στηρίξει τον δεύτερο γύρο των διαπραγματεύσεων, με την αναβάθμιση της πολιτικής τους προτεραιότητας, καθώς και με τη διενέργεια διαβουλεύσεων στο πλαίσιο του Διατλαντικού Διαλόγου για την Εργασία (TALD), του Διατλαντικού Διαλόγου για το Περιβάλλον (TAED) και άλλων διαλόγων, στους οποίους συμμετέχει επισήμως το Διατλαντικό Οικονομικό Συμβούλιο.

1.8

Η συμφωνία αερομεταφορών ΕΕ – Καναδά πρέπει να αποτελέσει κείμενο αναφοράς για το δεύτερο στάδιο της συμφωνίας ΕΕ – ΗΠΑ. Η αλλαγή είναι εφικτή – αυτό είναι το κύριο μήνυμα από τις διαπραγματεύσεις ΕΕ – Καναδά.

2.   Εισαγωγή

2.1

Σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT για τις διηπειρωτικές αερομεταφορές επιβατών, η σχέση μεταξύ της ΕΕ και της Βόρειας Αμερικής είναι πέραν πάσης συγκρίσεως η πιο σημαντική. Το 2007 μεταφέρθηκαν περισσότεροι από 60 εκατομμύρια επιβάτες (αύξηση κατά 5,6 % σε σχέση με το 2006· 22,3 % της εναέριας κυκλοφορίας της ΕΕ-27 με τρίτες χώρες).

2.2

Σύμφωνα με την Διεθνή Ένωση Αεροπορικών Μεταφορών (IATA), ο αριθμός των επιβατών που ταξίδεψαν το 2007 στην βορειοατλαντική διαδρομή μεταξύ Βόρειας Αμερικής και Ευρώπης (συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας) ανήλθε στα 57,3 εκατομμύρια, σημειώνοντας αύξηση κατά 7,6 % (σε σχέση με το 2006). Το γεγονός αυτό την καθιστά πέραν πάσης συγκρίσεως την πιο σημαντική ροή εναέριας κυκλοφορίας μεταξύ των διαφόρων περιοχών παγκοσμίως.

2.3

Το 2007 διακομίστηκαν μεταξύ Βόρειας Αμερικής και Ευρώπης πάνω από 3,1 εκατομμύρια τόνοι φορτίου, γεγονός που κατατάσσει τον εν λόγω άξονα μεταφορών μεταξύ των τριών κυριότερων παγκοσμίως.

2.4

Η κλιμάκωση στην αγορά αερομεταφορών ΕΕ – ΗΠΑ οφείλεται σε γεωγραφικούς, πολιτιστικούς καθώς και οικονομικούς λόγους. Το 2007, η ΕΕ και οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν το 40 % του παγκόσμιου εμπορίου και το 60 % των παγκόσμιων άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ). Αναμφισβήτητα, οι αερομεταφορές συνέβαλαν στην ανάπτυξη αυτής της παγκοσμίως κορυφαίας εμπορικής και επενδυτικής σχέσης. Πολύ στενή είναι εξάλλου και η σχέση μεταξύ Καναδά και ΕΕ (η ΕΕ αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο άμεσο επενδυτή στον Καναδά).

2.5

Η ευρεία οικονομική σχέση μεταξύ ΕΕ και Βόρειας Αμερικής στηρίζεται μέσω στενότερης ρυθμιστικής συνεργασίας. Το Διατλαντικό Οικονομικό Συμβούλιο (TEC), το οποίο συστάθηκε το 2007, αποτελεί ένα υψηλού επιπέδου βήμα για τη διεξαγωγή συζητήσεων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ επί στρατηγικών οικονομικών ζητημάτων, με στόχο να υπάρξει περισσότερη ρυθμιστική σύγκλιση και να ενισχυθούν το εμπόριο και οι επενδύσεις. Επί του παρόντος διεξάγονται προπαρασκευαστικές συζητήσεις με θέμα μία ενδεχόμενη συνολική εμπορική συμφωνία ΕΕ – Καναδά.

2.6

Στο πλαίσιο ακριβώς μίας τέτοιου είδους ρυθμιστικής και οικονομικής συνεργασίας, ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις EU – Καναδά και ΕΕ – ΗΠΑ για τη δημιουργία ανοικτών εναέριων χώρων (ΑΕΧ). Μία μελέτη που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Επιτροπής (πριν την έναρξη της σημερινής κρίσης) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένας ανοικτός εναέριος χώρος ΕΕ – ΗΠΑ θα επιφέρει, κατά τα 5 πρώτα χρόνια, τα εξής αποτελέσματα: αύξηση του αριθμού των επιβατών που μετακινούνται μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ κατά τουλάχιστον 25 εκατομμύρια, ωφέλειες άνω των 15 δισεκατομμυρίων ευρώ για τους καταναλωτές και δημιουργία 80 000 νέων θέσεων εργασίας στην ΕΕ και τις ΗΠΑ. Αυτό θα καταστεί δυνατό με:

την άρση των περιορισμών στη δραστηριότητα (που ίσχυαν δυνάμει διμερών συμφωνιών αερομεταφορών),

τη διευκόλυνση της βελτιωμένης συνεργασίας μεταξύ των αεροπορικών εταιρειών μέσω στενότερων συμμαχιών,

τη μείωση του αεροπορικού κόστους λόγω των αυξημένων ανταγωνιστικών πιέσεων.

2.6.1

Η δημιουργία του ανοικτού εναέριου χώρου θα αυξήσει την κυκλοφορία μεταξύ EE και ΗΠΑ, γεγονός που ενδέχεται να επιφέρει ορισμένες επιπτώσεις για το περιβάλλον, μεταξύ άλλων: υψηλότερο ποσοστό εκπομπών, επιπλέον απόβλητα, αύξηση της ηχορρύπανσης. Τόσο αυτά, όσο και άλλα περιβαλλοντικά ζητήματα, αντιμετωπίσθηκαν στο παρελθόν, χωρίς εντούτοις ιδιαίτερη επιτυχία.

2.7

Με τη δημιουργία ενός ανοικτού εναέριου χώρου επεκτείνεται η ελευθερία των αιθέρων και στα δύο μέρη, αίρονται οι περιορισμοί στις ξένες επενδύσεις και επιτρέπεται η πλήρης εκμίσθωση αεροσκαφών υπό διαφανείς και ισότιμους όρους. Αναλαμβάνεται επίσης μία γενικότερη δέσμευση για ρυθμιστική σύγκλιση και εναρμόνιση των προδιαγραφών στις αερομεταφορές όσον αφορά στην ασφάλεια, την προστασία και το περιβάλλον.

3.   Ο πρώτος γύρος των διαπραγματεύσεων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ

3.1

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε αρχικά τις διαπραγματεύσεις για μία νέα συμφωνία αερομεταφορών ΕΕ – ΗΠΑ με βάση την εντολή που της ανέθεσε το Συμβούλιο Μεταφορών της 5ης Ιουνίου 2003.

3.2

Στις 30 Απριλίου 2007, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέγραψε το κείμενο μίας προκαταρκτικής συνολικής συμφωνίας αερομεταφορών (προκαταρκτική συμφωνία) με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η οποία εφαρμόζεται από τις 30 Μαρτίου 2008. Η εν λόγω συμφωνία αντικατέστησε τις μέχρι τότε ισχύουσες διμερείς συμφωνίες που είχαν συναφθεί με τα επιμέρους κράτη μέλη.

3.3

Τα κύρια στοιχεία της συμφωνίας αερομεταφορών ΕΕ – ΗΠΑ είναι τα ακόλουθα:

3.3.1

Πρόσβαση στην αγορά

Η ιδιότητα του «κοινοτικού αερομεταφορέα» επιτρέπει στις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες να εκτελούν δρομολόγια προς τις ΗΠΑ από κάθε σημείο στην ΕΕ,

Άρση κάθε περιορισμού στα διεθνή δρομολόγια μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ,

Άρση κάθε περιορισμού ως προς την τιμολόγηση σε όλα τα δρομολόγια μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ,

Απεριόριστη χρήση του συστήματος πτήσεων με κοινό κωδικό μεταξύ αεροπορικών εταιρειών της ΕΕ, των ΗΠΑ και τρίτων χωρών,

Δημιουργία νέων ευκαιριών για τις αεροπορικές εταιρείες της ΕΕ, όσον αφορά την πλήρη εκμίσθωση αεροσκαφών σε αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες, προκειμένου να δρομολογηθούν σε διεθνείς πτήσεις μεταξύ των ΗΠΑ και τρίτων χωρών.

3.3.2

Ρυθμιστική συνεργασία

Προστασία: κατόπιν σχετικού αιτήματος της ΕΕ, οι ΗΠΑ συμφώνησαν να λάβουν υπόψη τους τα μέτρα προστασίας που ήδη εφαρμόζονται στην ΕΕ,

Ασφάλεια: διαδικασίες διαβούλευσης στην περίπτωση που διατυπωθούν ανησυχίες ως προς την ασφάλεια και αναγνώριση της προόδου που έχει σημειωθεί στον τομέα της ευθύνης για θέματα ασφάλειας σε επίπεδο ΕΕ,

Κοινή Επιτροπή: σύσταση Κοινής Επιτροπής, αρμόδιας για την επίλυση ζητημάτων σε σχέση με την ερμηνεία και την εφαρμογή της συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων κοινωνικών ζητημάτων,

Ανταγωνισμός: δέσμευση για την προώθηση συμβατών ρυθμιστικών προσεγγίσεων,

Κυβερνητικές επιδοτήσεις και στήριξη: αποδοχή του γεγονότος ότι οι κυβερνητικές επιδοτήσεις ενδέχεται να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό· η Κοινή Επιτροπή θα πρέπει να τηρεί κατάλογο των ζητημάτων που εγείρουν οι δύο πλευρές,

Περιβάλλον: αποδοχή της ενδεχόμενης επιβολής φόρου καυσίμων στις αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες, σε ό,τι αφορά τα δρομολόγια που εκτελούν μεταξύ κρατών μελών, στην περίπτωση που δύο κράτη μέλη κάνουν χρήση του δικαιώματός τους, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό δίκαιο, για άρση της υφιστάμενης φοροαπαλλαγής.

3.3.3

Ιδιοκτησία και έλεγχος

αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες: εγγυήσεις σχετικά με το επιτρεπόμενο ποσοστό ιδιοκτησίας των ευρωπαίων υπηκόων, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας υπέρβασης του 50 % του συνόλου ιδίων κεφαλαίων· εγγύηση σχετικά με τη δίκαιη και ταχεία εξέταση των συναλλαγών που αφορούν ευρωπαϊκές επενδύσεις σε αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες,

ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες: δικαίωμα αμοιβαίου περιορισμού των αμερικανικών επενδύσεων σε ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες στο 25 % των μετοχών με δικαίωμα ψήφου· αποδοχή εκ μέρους των ΗΠΑ κάθε αεροπορικής εταιρείας της ΕΕ η οποία ανήκει σε υπηκόους είτε της ΕΕ είτε του Κοινού Εναέριου Ευρωπαϊκού Χώρου (ΚΕΕΧ), ή ελέγχεται από αυτούς,

αεροπορικές εταιρείες τρίτων κρατών: μονομερής αποδοχή από τις ΗΠΑ της ιδιοκτησίας ή/και του έλεγχου εκ μέρους της ΕΕ οιασδήποτε αεροπορικής εταιρείας στον ΕΟΧ, τον ΚΕΕΧ και σε 18 κράτη της Αφρικής.

3.3.4

Άλλα ζητήματα

Επίγεια εξυπηρέτηση: παραδοσιακές διατάξεις που εγγυώνται την πρόσβαση στις υπηρεσίες επίγειας εξυπηρέτησης,

Ζητήματα σχετικά με την άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων: παραδείγματος χάρη διατάξεις σε σχέση με το δικαίωμα εγκατάστασης γραφείων, στελέχωσής τους με προσωπικό και χρήσης πρακτόρων πωλήσεων στο έδαφος του έτερου συμβαλλόμενου μέρους,

Ηλεκτρονικά συστήματα κράτησης θέσεων (ΗΣΚ): οι ΗΠΑ έκαναν δεκτές τις διατάξεις, που εγγυώνται στους ευρωπαίους παρόχους ΗΣΚ το δικαίωμα να δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ. Εκκρεμεί η ανάληψη από τις ΗΠΑ των σχετικών δεσμεύσεων στο πλαίσιο της ΓΣΕΥ και του ΠΟΕ.

3.4

Η προκαταρκτική συμφωνία υπήρξε σημαντικό βήμα στην πορεία προς ένα ΑΕΧ. Μέσω αυτής καθιερώθηκαν σημαντικές αρχές για ρυθμιστική συνεργασία και συστάθηκε μία Κοινή Επιτροπή για να επιτηρεί την πρόοδό της. Συνέβαλε επίσης στην άρση ορισμένων εμποδίων στην πρόσβαση στην αγορά.

3.5

Παρά την τεράστια επιτυχία της, η προκαταρκτική συμφωνία δεν επέτυχε τον κύριο στόχο της, ήτοι τη δημιουργία ενός ΑΕΧ. Ειδικότερα, δεν είναι ισορροπημένη όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά, καθότι, ενώ χορηγεί στις αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες απεριόριστα δικαιώματα της πέμπτης ελευθερίας εντός της ΕΕ, δεν αναγνωρίζει στις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες αντίστοιχα δικαιώματα εντός της αμερικανικής αγοράς (η πέμπτη ελευθερία παρέχει στις αεροπορικές εταιρείες το δικαίωμα να μεταφέρουν επιβάτες από τη χώρα προέλευσής τους σε άλλη συμβαλλόμενη χώρα και εν συνεχεία σε τρίτες χώρες). Κάποιες μεμονωμένες πρακτικές της αγοράς εξακολουθούν να ευνοούν τις αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες , (λ.χ. το πρόγραμμα «Fly America»). Τέλος, η συμφωνία επιτρέπει στους αμερικανούς επενδυτές να έχουν στην κυριότητά τους μεγαλύτερο ποσοστό μετοχών ή μεριδίων με δικαίωμα ψήφου στις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες (49 %), από το αντίστοιχο ποσοστό των ευρωπαίων επενδυτών στις αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες (25 %).

3.6

Αμφότερες οι πλευρές συμφώνησαν να ξεκινήσουν τον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων 60 μέρες μετά την έναρξη της ισχύος της πρώτης συμφωνίας.

4.   Συμφωνία αερομεταφορών ΕΕ – Καναδά

4.1

Μετά τη σύναψη της προκαταρκτικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε στις αρχές Οκτωβρίου 2007 διαπραγματευτική εντολή από το Συμβούλιο με αντικείμενο την έναρξη διαπραγματεύσεων για μία συμφωνία αερομεταφορών μεταξύ ΕΕ και Καναδά. Μετά από τέσσερις γύρους διαπραγματεύσεων και σύμφωνα με τις οδηγίες που δόθηκαν στη Σύνοδο ΕΕ – Καναδά στο Κεμπέκ το 2008, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μονογράφησε στις 30 Νοεμβρίου 2008 το σχέδιο συμφωνίας αερομεταφορών ΕΕ – Καναδά. Στις 30 Μαρτίου 2009, το Συμβούλιο Μεταφορών υιοθέτησε πολιτική θέση με την οποία ενεκρίθη η υπογραφή της συμφωνίας ΕΕ – Καναδά. Στις 6 Μαΐου 2009, κατά τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Καναδά στην Πράγα, μονογραφήθηκε το τελικό κείμενο της εν λόγω συμφωνίας.

4.2

Τα κύρια χαρακτηριστικά του σχεδίου συμφωνίας είναι τα ακόλουθα:

4.2.1

Ρυθμιστική συνεργασία:

ενιαίος έλεγχος ασφάλειας («one-stop security») και στενή συνεργασία,

βαρυσήμαντο άρθρο για τη συνεργασία στον τομέα του περιβάλλοντος: συμφωνία σχετικά με τη σημασία της συνεργασίας στον τομέα αυτό και ευχέρεια των συμβαλλομένων μερών να προβαίνουν στη λήψη μέτρων,

ρητή συμφωνία αναφορικά με τη σημασία των κοινωνικών ζητημάτων· συνεργασία επί των εν λόγω ζητημάτων μέσω μίας Κοινής Επιτροπής,

ρόλος της Κοινής Επιτροπής όσον αφορά την επίβλεψη της εφαρμογής της συμφωνίας,

αμοιβαία αναγνώριση των προδιαγραφών ασφαλείας και στενή συνεργασία,

εμπορικός μηχανισμός που επιτρέπει τη λήψη μέτρων στην περίπτωση πρακτικών διακριτικής και άδικης μεταχείρισης.

4.2.2

Μεταφορικά δικαιώματα και επενδύσεις: η συμφωνία προβλέπει βαθμιαία άρση των περιορισμών στα μεταφορικά δικαιώματα και άνοιγμα του επενδυτικού και ελεγκτικού συστήματος σε τέσσερις φάσεις:

στη πρώτη φάση θα αρθούν όλοι οι περιορισμοί που υφίστανται στις μεταφορές μεταξύ ΕΕ και Καναδά,

στη δεύτερη φάση, η καναδική πλευρά θα προχωρήσει σε άνοιγμα των επενδύσεων στις αεροπορικές της εταιρείες σε ποσοστό 49 %, κατόπιν δε τούτου οι καναδικές αεροπορικές εταιρείες θα αποκτήσουν επιπλέον μεταφορικά δικαιώματα,

στην τρίτη φάση, αμφότερα τα μέρη θα επιτρέψουν στις αεροπορικές εταιρίες του αντισυμβαλλόμενου κράτους να αποκτήσουν εγκαταστάσεις επί του εδάφους τους και θα χορηγηθεί στις αεροπορικές εταιρείες το δικαίωμα να μεταφέρουν επιβάτες από τη χώρα προέλευσής τους στην αντισυμβαλλόμενη χώρα και εν συνεχεία σε τρίτες χώρες (πλήρη δικαιώματα της πέμπτης ελευθερίας),

στην τέταρτη φάση θα αναγνωρισθεί το δικαίωμα πλήρους (δηλαδή κατά 100 %) κυριότητας και ελέγχου αεροπορικών εταιρειών της αντισυμβαλλόμενης χώρας, καθώς και το δικαίωμα εκτέλεσης ενδομεταφορών.

4.3

Η συμφωνία ΕΕ – Καναδά αποτελεί την πρώτη συμφωνία της ΕΕ με την οποία πραγματοποιείται ένα πλήρες άνοιγμα των αγορών όσον αφορά τα μεταφορικά δικαιώματα και τις επενδύσεις, ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται ένα πρωτοφανές επίπεδο ρυθμιστικής σύγκλισης και συνεργασίας μεταξύ των αρχών.

4.4

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη συμφωνία αερομεταφορών ΕΕ – Καναδά, καθότι αποτελεί την πρώτη συμφωνία που εναρμονίζεται πλήρως με τις νέες εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου το 2005.

4.5

Η ΕΟΚΕ στηρίζει ανεπιφύλακτα την προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να επιτύχει παρόμοια αποτελέσματα κατά τον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων ΕΕ – ΗΠΑ.

5.   Δεύτερος γύρος διαπραγματεύσεων μεταξύ ΕΕ – ΗΠΑ

5.1

Στον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων θα συμπεριληφθούν, βάσει του άρθρου 21 της προκαταρκτικής συμφωνίας, τα ακόλουθα ζητήματα προτεραιότητας, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τη μία ή για αμφότερες τις πλευρές:

περαιτέρω απελευθέρωση των δικαιωμάτων εκτέλεσης αεροπορικών μεταφορών,

πρόσθετες ευκαιρίες για ξένες επενδύσεις,

επίπτωση των περιβαλλοντικών μέτρων και των περιορισμών ως προς τις υποδομές στην άσκηση των μεταφορικών δικαιωμάτων,

περαιτέρω πρόσβαση στις χρηματοδοτούμενες από τις κυβερνήσεις αερομεταφορές,

πρόβλεψη επανδρωμένων αεροσκαφών.

5.2

Σύμφωνα με ενδείξεις από τη διαδικασία διαβούλευσης, οι ευρωπαϊκοί παράγοντες προσδοκούν ότι ο δεύτερος γύρος θα ενισχύσει περαιτέρω τη ρυθμιστική σύγκλιση.

5.3

Κατά το δεύτερο γύρο, τα διαπραγματευόμενα μέρη ενδέχεται να επιτύχουν μεγαλύτερη πρόοδο σε τομείς συνεργασίας που αποτέλεσαν αντικείμενο του πρώτου γύρου, όπως στους ακόλουθους:

Συνεργασία για την προστασία: στον τομέα αυτό απαιτούνται περαιτέρω διεργασίες, προκειμένου να επιτευχθεί αμοιβαία αποδοχή των μέτρων προστασίας κάθε πλευράς,

Ασφάλεια: τα μέρη συμφώνησαν μεν επί ενός χωριστού σχεδίου συμφωνίας ΕΕ – ΗΠΑ, σημειώνεται ωστόσο καθυστέρηση εξαιτίας των ανησυχιών των ΗΠΑ όσον αφορά τους σταθμούς επισκευής στο εξωτερικό, καθώς και τους φόρους και τις επιβαρύνσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφαλείας της Αεροπορίας,

Περιβάλλον: αμφότερες οι πλευρές θα εξετάσουν διεξοδικότερα κατά το δεύτερο γύρο τη δυνατότητα εναρμόνισης σε περιβαλλοντικά θέματα,

Ανταγωνισμός: η επίτευξη περαιτέρω προόδου είναι μεν πολύ σημαντική, παρουσιάζονται ωστόσο δυσκολίες λόγω των διαφορετικών διαδικασιών που εφαρμόζονται στην ΕΕ και στις ΗΠΑ,

Μικτή Επιτροπή: υπό το φως της εμπειρίας από την προκαταρκτική συμφωνία , θα πρέπει να ανατεθούν περισσότερες εξουσίες στη Μικτή Επιτροπή, ούτως ώστε να αναλαμβάνει δράση σε ρυθμιστικά ζητήματα, τα οποία σχετίζονται με θέματα όπως: «άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων» ή κυβερνητικές επιδοτήσεις και στήριξη.

6.   Εργασιακά ζητήματα

6.1

Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να αποδοθεί στα εργασιακά ζητήματα, τα οποία αποτελούν σημαντικό τμήμα του δεύτερου γύρου των διαπραγματεύσεων. Ειδικότερα, θα πρέπει να αναπτυχθεί περαιτέρω η πολλά υποσχόμενη πρωτοβουλία του «EU – US Aviation Forum on Liberalisation and Labor: past, present and future» (Φόρουμ αεροπορίας ΕΕ – ΗΠΑ για την ελευθέρωση και την εργασία: παρελθόν, παρόν και μέλλον), που πραγματοποιήθηκε το Δεκέμβριο του 2008 στην Ουάσινγκτον, καθώς και να ληφθούν υπόψη κατά το δυνατόν περισσότερο τα πορίσματά του σε τομείς όπως οι εξής: συλλογικές συμβάσεις, ατομικά δικαιώματα σε σχέση με τις συμβάσεις εργασίες, ωράριο εργασίας, επαγγελματική κατάρτιση, κοινωνικές παροχές και συνδικαλιστική εκπροσώπηση.

6.2

Η ΕΟΚΕ καλεί το δεύτερο Φόρουμ για την εργασία, που θα πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες τον Ιούνιο του 2009, να καταλήξει σε απτά αποτελέσματα υπό τη μορφή συστάσεων, αναφορικά με σημαντικά κοινωνικά ζητήματα τα οποία σχετίζονται με τη μελλοντική εφαρμογή ενός ΑΕΧ. Η στήριξη των εργαζομένων έχει ουσιαστική σημασία για την επιτυχή εφαρμογή των διαπραγματεύσεων του δεύτερου γύρου.

6.3

Ο Διατλαντικός Διάλογος για την Εργασία (TALD) πρέπει να συμμετάσχει στο δεύτερο γύρο των διαπραγματεύσεων. Στην γνωμοδότησή της με θέμα «Διατλαντικές σχέσεις: Τρόποι βελτίωσης της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών» (1) η ΕΟΚΕ στήριξε με έμφαση την επανασυμμετοχή του TALD στον θεσμοθετημένο διάλογο μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ. Επίσης, η ΕΟΚΕ πρότεινε τη διεύρυνση της συμβουλευτικής ομάδας του Διατλαντικού Οικονομικού Συμβουλίου (TEC) με τη συμμετοχή του TALD και του Διατλαντικού Διαλόγου για το Περιβάλλον (TAED).

7.   Η χρονική πρόκληση

7.1

Τα μέρη που υπέγραψαν την προκαταρκτική συμφωνία, αρχικά συμφώνησαν να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις του δεύτερου γύρου σύμφωνα με το εξής χρονοδιάγραμμα:

1η ΦΑΣΗ. (Μάιος 2008 – Μάρτιος 2009). Έναρξη των διαπραγματεύσεων,

2η ΦΑΣΗ. (Μάρτιος 2009 – Νοέμβριος 2010). Έκδοση λειτουργικής απόφασης της αμερικανικής διοίκησης με θέμα την ενδεχόμενη αναστολή δικαιωμάτων,

3η ΦΑΣΗ. (Νοέμβριος 2010 – Μάρτιος 2012). Απόφαση περί ενδεχόμενης αναστολής των δικαιωμάτων εκτέλεσης αεροπορικών μεταφορών – πιθανή εφαρμογή τον Μάρτιο του 2012.

7.1.1

Εάν δεν σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος μέχρι τον Νοέμβριο του 2010, η ΕΕ μπορεί να αποφασίσει την αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων που έχουν παραχωρηθεί σε αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι τα χρονικά περιθώρια στενεύουν και ότι οι πληρεξούσιοι της ΕΕ και των ΗΠΑ πρέπει να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις μόλις αυτό καταστεί εφικτό.

8.   Προτεραιότητες της ΕΟΚΕ για το δεύτερο στάδιο της συμφωνίας

8.1

Με το δεύτερο στάδιο της συμφωνίας πρέπει να δημιουργηθούν τα βασικά συστατικά ενός ΑΕΧ:

άρση των περιορισμών όσον αφορά την ιδιοκτησία και τον έλεγχο των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών αεροπορικών εταιρειών εκ μέρους επενδυτών από την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Η άρση των σημερινών περιορισμών ευθυγραμμίζει πλήρως με τη Συμφωνία Πλαίσιο, η οποία συνήφθη στη σύνοδο ΕΕ/ΗΠΑ τον Απρίλιο του 2007, και με την οποία ζητήθηκε η άρση των περιττών εμποδίων στις επενδύσεις μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ,

εξάλειψη κάθε μεροληπτικής πρακτικής στην αγορά, ιδίως του προγράμματος «Fly America»,

δικαίωμα εγκατάστασης, ούτως ώστε να επιτραπούν οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις, οι εξαγορές και η είσοδος νέων παραγόντων,

όσο το δυνατόν περισσότερη ρυθμιστική συνεργασία και σύγκλιση μπορεί εύλογα να επιτευχθεί,

αντιμετώπιση των εργασιακών ζητημάτων που ανακύπτουν συνεπεία της εφαρμογής της προκαταρκτικής συμφωνίας ,

άρση των περιττών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν κατά τα ταξίδια τους οι πολίτες της ΕΕ εξαιτίας των υπερβολικών μέτρων ασφάλειας που επιβάλλουν οι ΗΠΑ.

8.2

Δεδομένης της σημασίας του δεύτερου γύρου των διαπραγματεύσεων, θα πρέπει να τους αποδοθεί ύψιστη προσοχή και να συμπεριληφθούν επομένως στην ατζέντα του Διατλαντικού Οικονομικού Συμβουλίου. Η ΕΟΚΕ παροτρύνει με έμφαση το Διατλαντικό Οικονομικό Συμβούλιο να στηρίξει τον δεύτερο γύρο των διαπραγματεύσεων, μέσω της αναβάθμισης της πολιτικής τους προτεραιότητας, καθώς και μέσω της πραγματοποίησης διαβουλεύσεων, στο πλαίσιο του Διατλαντικού Διαλόγου για την Εργασία (TALD), και άλλων διαλόγων, στους οποίους συμμετέχει επισήμως το Διατλαντικό Οικονομικό Συμβούλιο.

8.3

Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιχειρήσει (κατά την έναρξη του δεύτερου γύρου των διαπραγματεύσεων) μία στρατηγική ανάλυση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ο προσδιορισμός, μέσω της εν λόγω ανάλυσης, δυνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον θα συμβάλλει στην εξάλειψη ή την ελαχιστοποίησή τους κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ΕΕ – ΗΠΑ.

8.4

Η συμφωνία αερομεταφορών ΕΕ – Καναδά πρέπει να αποτελέσει αναφορά για το δεύτερο στάδιο της συμφωνίας ΕΕ – ΗΠΑ. Η αλλαγή είναι εφικτή - αυτό είναι το κύριο μήνυμα από τις διαπραγματεύσεις ΕΕ – Καναδά.

8.5

Η επιτυχής εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ – Καναδά, καθώς και η επιτυχής ολοκλήρωση του δεύτερου γύρου των διαπραγματεύσεων ΕΕ – ΗΠΑ ενδέχεται να επηρεάσουν θετικά τις μελλοντικές εξελίξεις όσον αφορά τις συμφωνίες αερομεταφορών μεταξύ της ΕΕ και των κρατών της Λατινικής Αμερικής.

9.   Οι διεθνείς πτυχές της ενδεχόμενης συμφωνίας

9.1

Δεδομένου του εύρους των δύο αντίστοιχων αγορών, η συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ μπορεί να σηματοδοτήσει την έναρξη μίας νέας εποχής, «μετά το Σικάγο», στον τομέα των αερομεταφορών.

9.2

Με τη δημιουργία μίας «όασης» ρυθμιστικής σύγκλισης και ανοικτού χαρακτήρα, που θα είναι επίσης προσβάσιμη και στους νεοεισερχόμενους στην αγορά, η συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ θα μπορούσε να υποκαταστήσει τη Σύμβαση του Σικάγο του 1944, επεκτεινόμενη και σε άλλα κράτη, τα οποία ασπάζονται τις ίδιες θέσεις, και ενθαρρύνοντας εν τέλει ολοένα περισσότερα κράτη να αναθεωρήσουν τις πολιτικές τους προκειμένου να επωφεληθούν των αρχών που αυτή καθιερώνει.

Βρυξέλλες, 11 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  ΕΕ C 228 της 22.9.2009, σελ. 32.


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

454η σύνοδος ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009

16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/7


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή: Μια στρατηγική για την Ευρώπη στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας»

COM(2008) 465 τελικό

2009/C 306/02

Στις 16 Ιουλίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή: Μια στρατηγική για την Ευρώπη στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 19 Μαΐου με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RETUREAU.

Κατά τη 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 98 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Επιγραμματικά συμπεράσματα της ΕΟΚΕ

1.1

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την κοινοτική στρατηγική που εισηγείται η Επιτροπή στον τομέα της βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Επιθυμεί δε να εμμείνει σε ορισμένα θέματα που έθιξε και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις.

1.2

Πρωτίστως, καλεί τα κράτη μέλη να στηρίξουν αυτή τη στρατηγική, τόσο αναφορικά με το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, όσο και με τις υπό εξέλιξη διεθνείς διαπραγματεύσεις, ιδίως στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Διανοητικής Ιδιοκτησίας (Π.Ο.Δ.Ι.). Οι συνεχιζόμενες συζητήσεις με θέμα την κατανομή των φόρων των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, οι οποίες καθυστερούν την υιοθέτηση του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, αντιμετωπίζονται αρνητικά από την κοινωνία πολιτών. Η τελευταία, από την πλευρά της, προκρίνει ένα μακρόπνοο όραμα προόδου και αναμένει την εξαγωγή ουσιαστικών και πρακτικών συμπερασμάτων που θα περιορίζουν σημαντικά το κόστος απόκτησης και διατήρησης ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

1.3

Η ΕΟΚΕ εμμένει ειδικά στην ανάγκη ευκολότερης πρόσβασης στους τίτλους βιομηχανικής ιδιοκτησίας, αποτελεσματικότερης προστασίας τους καθώς και καταπολέμησης των απομιμήσεων, οι οποίες συχνά προέρχονται από το οργανωμένο έγκλημα επιβαρύνοντας την οικονομία και τις επιχειρήσεις και ενέχοντας, ενίοτε σοβαρούς, κινδύνους για τους καταναλωτές (φάρμακα, παιχνίδια, οικιακές συσκευές κ.τ.λ.).

1.4

Αυτό συνεπάγεται μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα του συστήματος επίλυσης διαφορών, ελεύθερη διάδοση των τελικών δικαστικών αποφάσεων που λαμβάνονται σε κάθε κράτος μέλος (κατάργηση της κήρυξης εκτελεστότητας), καθώς και ευρύτερη και πιο οργανωμένη συνεργασία των αστυνομικών και τελωνειακών αρχών.

1.5

Η πιο ενεργή συμμετοχή της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών στις διεθνείς διαπραγματεύσεις θα ευνοήσει τόσο την ενίσχυση των θέσεων των ευρωπαίων διαπραγματευτών, όσο και τη μεταφορά τεχνογνωσίας στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες με γνώμονα την αειφόρο τεχνολογική πρόοδο.

2.   Προτάσεις της Επιτροπής

2.1

Το αντικείμενο της ανακοίνωσης της Επιτροπής είναι η ευρωπαϊκή στρατηγική στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, δεδομένης της ολοένα αυξανόμενης σημασίας τους για την καινοτομία και την παραγωγή αξίας καθώς και του ρόλου τους στη βιομηχανική ανάπτυξη, ιδίως για τις ΜΜΕ.

2.2

Αν η πλειονότητα των άυλων αγαθών βιομηχανικής ιδιοκτησίας προστατεύεται από ένα εναρμονισμένο κοινοτικό πλαίσιο, δεν ισχύει το ίδιο και για ένα άλλο σημαντικό αγαθό, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Κι’ αυτό γιατί, αν και υπάρχει ένα ευρωπαϊκό σύστημα προστασίας βασισμένο στη σύμβαση του Μονάχου, το σύστημα αυτό ούτε εγκαθιδρύει ενιαία δικαιοδοσία ούτε συνεπάγεται κοινή νομολογία μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων, τα οποία είναι αρμόδια για θέματα που αφορούν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Το κόστος του υφιστάμενου κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας κρίνεται υπερβολικό, ιδίως εξαιτίας του κόστους μετάφρασής του στη γλώσσα κάθε χώρας.

2.3

Με στόχο τη μείωση του κόστους του μεταφραστικού έργου, τέθηκε την 1η Μαΐου 2008 σε ισχύ η συμφωνία του Λονδίνου, χωρίς ωστόσο να έχει επιτευχθεί ακόμα οριστική συμφωνία ως προς τα γλωσσικά ζητήματα και τα κονδύλια που θα διατίθενται στα εθνικά γραφεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

2.4

Η Επιτροπή εκτιμά ότι σημειώθηκε προσφάτως ουσιαστική πρόοδος στο θέμα του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας ανοίγοντας τον δρόμο σε ένα συμπαγές σύστημα προστασίας των αγαθών βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Αυτή πρόοδος πιστοποιείται κυρίως από τη σύσταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για την έναρξη των διαπραγματεύσεων με σκοπό την ψήφιση μιας συμφωνίας που θα προβλέπει την εγκαθίδρυση ενός ενιαίου συστήματος επίλυσης διαφορών σε θέματα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (1).

2.5

Σύμφωνα με την Επιτροπή, «[το] σύστημα της διανοητικής ιδιοκτησίας θα πρέπει να εξακολουθήσει να δρα ως καταλύτης για την καινοτομία και να συμβάλει στην επιτυχία της γενικότερης στρατηγικής της Λισσαβώνας». Τέλος, στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή εκθέτει τις ενέργειες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυτό το ευρωπαϊκό σύστημα βιομηχανικής ιδιοκτησίας, καθιστώντας παράλληλα πιο αποτελεσματική την καταπολέμηση των απομιμήσεων.

3.   Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

3.1

Η ανακοίνωση εντάσσεται στο σύνολο των προτάσεων, προβληματισμών και αναλύσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά το διάστημα που μεσολάβησε από την αποτυχία της σύμβασης του Λουξεμβούργου για το κοινοτικό σύστημα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Η ΕΟΚΕ, η οποία ανέκαθεν στήριζε τη δημιουργία του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, δεν μπορεί παρά να εκφράσει την ικανοποίησή της για την ουσιαστική πρόοδο που σημειώθηκε προσφάτως.

3.2

Τα γλωσσικά επιχειρήματα που επικαλέστηκαν ορισμένα κράτη μέλη προκειμένου να μην κάνουν δεκτές τις προτάσεις της Επιτροπής ποτέ δεν έπεισαν την ΕΟΚΕ. Μάλιστα, η τελευταία είναι πεπεισμένη ότι τα μεν ζητήματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας εμπίπτουν στο ιδιωτικό δίκαιο, το δε ζήτημα των επίσημων γλωσσών εμπίπτει στο συνταγματικό δίκαιο κάθε χώρας, κάτι το οποίο κατ’ αρχήν δεν θα πρέπει να επηρεάζει ούτε τις συμβάσεις ή διαφορές ιδιωτικού χαρακτήρα, αλλά ούτε και να περιορίζει την αποτελεσματικότητα της κοινοτικής νομοθεσίας περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

3.3

Πέραν της πολιτικής ή νομικής συζήτησης, αυτό που θα πρέπει να υπερισχύσει είναι το συμφέρον της ευρωπαϊκής οικονομίας, των επιχειρήσεων και των εφευρετών με το αναφαίρετο δικαίωμα στην ιδιοκτησία, με σκοπό τη δημιουργία πλούτου και θέσεων εργασίας, ιδίως δε για τις ΜΜΕ, οι οποίες στην πράξη αδυνατούν να προστατεύσουν επαρκώς τη βιομηχανική τους ιδιοκτησία από την πειρατεία και τις απομιμήσεις. Οι διαδοχικές γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, την καταπολέμηση των απομιμήσεων (2) καθώς και το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (3) εξακολουθούν να ισχύουν και να εκφράζουν το μέγα κοινωνικό αίτημα για περισσότερες θέσεις εργασίας και βιομηχανική ανάπτυξη.

3.4

Η παρούσα ανακοίνωση πρέπει να θεωρηθεί συμπληρωματική της ανακοίνωσης COM(2007) 165 τελικό με θέμα τη βελτίωση του συστήματος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στην Ευρώπη.

3.5   Ένα περιβάλλον καινοτομίας και εξέλιξης

3.5.1

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την ανάλυση της Επιτροπής ως προς την ολοένα αυξανόμενη σημασία της καινοτομίας ως πηγής πλεονεκτήματος ανταγωνισμού στην οικονομία της γνώσης, δεδομένου ότι η μεταφορά γνώσης μεταξύ των δημόσιας έρευνας, των επιχειρήσεων και της ιδιωτικής Ε&Α είναι απαραίτητη για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα. Η ΕΟΚΕ ενδιαφέρεται άμεσα για την πρόταση δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού πλαισίου μεταφοράς γνώσης και, συγκεκριμένα, στηρίζει την πρόταση για ένα εναρμονισμένο ορισμό και εφαρμογή της ερευνητικής εξαίρεσης στην παραβίαση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

3.5.2

Αυτό το κοινοτικό πλαίσιο πρέπει να ευνοεί την καλύτερη σύνδεση της βασικής έρευνας με την Ε&Α και την προώθηση νέων εφαρμογών. Επίσης, το πλαίσιο πρέπει προασπίζει τα δικαιώματα κάθε εμπλεκόμενου παράγοντα στο θέμα της διατήρησης της αυτονομίας της βασικής έρευνας καθότι συχνά είναι αδύνατον να προβλεφθούν οι πρακτικές εφαρμογές των ερευνητικών προγραμμάτων, τα οποία, συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να εξελίσσονται αποκλειστικά βάσει της ζήτησης για βιομηχανικές εφαρμογές. Άλλωστε, η έρευνα αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της οικονομίας της γνώσης και της Στρατηγικής της Λισσαβώνας.

3.5.3

Υπό αυτό το πρίσμα, τα μεν κράτη μέλη πρέπει να συνεχίσουν να αντλούν έμπνευση από την αρχή της «βελτίωσης της νομοθεσίας», τα δε λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη (εφευρέτες, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, βιομηχανία και τελικοί χρήστες) πρέπει ομοίως να είναι σε θέση να κάνουν ορθή χρήση των δικαιωμάτων τους βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

3.6   Δομή των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας

3.6.1

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη ότι το ευρωπαϊκό σύστημα βιομηχανικής ιδιοκτησίας οφείλει να ενθαρρύνει την έρευνα, την καινοτομία και τη διάδοση γνώσης και τεχνολογίας, δημιουργώντας προοπτικές για νέες έρευνες και εφαρμογές.

3.7   Διπλώματα ευρεσιτεχνίας

3.7.1

Παράλληλα, πρέπει να διευκολυνθεί η πρόσβαση στη βιομηχανική ιδιοκτησία μέσω του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Επίσης, πρέπει να αποτραπεί η χρήση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας με σκοπό την παραβίαση του συστήματος προστασίας μέσω των «σφετεριστών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας» (patent trolls), οι οποίοι εκμεταλλεύονται την κακή ποιότητα των διπλωμάτων (επανάληψη πληροφοριών, επικαλύψεις, περίπλοκη ως και ακατανόητη διατύπωση των απαιτήσεων) για την ιδιοποίηση εφευρέσεων τρίτων, με τρόπο που παρεμποδίζει την κατάθεση αιτήσεων για νέα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή που προκαλεί σύγχυση· συνέπεια αυτού είναι αφενός η παραβίαση των κανόνων περί ανταγωνισμού και η παρακώλυση, σε σημείο κορεσμού, του έργου της δικαιοσύνης, αφετέρου δε η υποβάθμιση της ενημέρωσης όπως στην περίπτωση των ερευνών για τη στάθμη της τεχνικής.

3.7.2

Το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρέπει να χορηγείται μόνο για πραγματικές εφευρέσεις που προάγουν την υπάρχουσα τεχνική και μπορούν να εφαρμοστούν στη βιομηχανία. Αντιθέτως, θα πρέπει να απορρίπτονται όλες οι αιτήσεις που δεν αφορούν πραγματική δραστηριότητα εφευρέτη στον τομέα της φυσικής, ενώ πρέπει να ενθαρρύνεται η δημιουργία κατηγοριών συμπληρωματικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας με διάφορες εφαρμογές. Οι απαιτήσεις πρέπει να ανταποκρίνονται αποκλειστικά στην τεχνική καινοτομία που συνεισφέρει η εκάστοτε εφεύρεση και η ερμηνεία τους να περιορίζεται στη χρήση του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, όπως στην περίπτωση της διαμάχης μεταξύ κατόχων αντίστοιχων διπλωμάτων.

3.7.3

Κρίνεται απαραίτητη η χρήση εμπειρογνωμόνων και κώδικα δεοντολογίας για τη βελτίωση της ποιότητας των αιτήσεων για τη χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας καθότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι κάτοχοί τους θα έχουν αποκλειστικά δικαιώματα για μια σχετικά μακρά περίοδο. Τα δικαιώματα αυτά αποτελούν το αντίτιμο για τη δημοσίευση που επιτρέπει τη διάδοση και, συνεπώς, και την αναπαραγωγή των εφευρέσεων, με σκοπό να ενθαρρυνθεί η υποβολή αιτήσεων της βιομηχανίας για χορήγηση σχετικών αδειών.

3.7.4

Επίσης, η ποιότητα του διπλώματος ευρεσιτεχνίας αποτελεί για την ΕΟΚΕ ουσιαστική εγγύηση για τους αιτούντες χορήγηση άδειας, καθώς και για την προώθηση νέων εφαρμογών. Συνεπώς, υποστηρίζει εν προκειμένω τις προτάσεις της Επιτροπής όσον αφορά, για παράδειγμα, την ποιότητα του μηχανισμού επιστημονικής και τεχνικής αξιολόγησης των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, τη συνεργασία εθνικών και ευρωπαίων αξιολογητών, καθώς και τη σημασία της στελέχωσης με πιστοποιημένους αξιολογητές, οι οποίοι αποτελούν, άλλωστε, και τον πυρήνα των κοινοτικών εμπειρογνωμόνων σε θέματα τεχνολογίας και εφαρμογών. Οι αξιολογητές και οι λοιποί κορυφαίοι ειδήμονες απαρτίζουν τη βάση του ανθρώπινου δυναμικού που απαιτείται για τη διασφάλιση της ποιότητας του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Η Επιτροπή, λοιπόν, θα πρέπει να εξετάσει πιο προσεκτικά το συγκεκριμένο ζήτημα, προκειμένου να παράσχει στους πλέον ικανούς επαγγελματίες τις απαραίτητες υλικές και ηθικές συνθήκες ποιοτικής αξιολόγησης, προς όφελος τόσο των αιτούντων όσο και της βιομηχανίας.

3.7.5

Τα κράτη μέλη που χορηγούν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας χωρίς αξιολόγηση, και άρα χωρίς εγγυήσεις, οφείλουν, όπως προτείνει και η Επιτροπή, να επανεξετάσουν την ποιότητα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που χορηγούν. Ως προς τούτο, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι σε ορισμένες σύνθετες και μη προφανείς περιπτώσεις, το εκάστοτε κράτος μέλος οφείλει να απευθύνεται στην αυθεντία των αξιολογητών και των εθνικών ή, πόσω μάλλον, αλλοδαπών εμπειρογνωμόνων προκειμένου να αναβαθμίσουν τα εθνικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας που χορηγούν.

3.7.6

Τα γραφεία διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας πρέπει επίσης να μεριμνούν για τον απόλυτο σεβασμό των τομέων που εξαιρούνται από την υποχρέωση βάσει της σύμβασης του Μονάχου, όπως είναι τα λογισμικά και οι μέθοδοι, οι αλγόριθμοι ή τα στοιχεία του ανθρώπινου σώματος (γονίδια κ.τ.λ.) (4), τα οποία εμπίπτουν στις επιστημονικές ανακαλύψεις που δεν κατοχυρώνονται ευρεσιτεχνιακά.

3.7.7

Αν η διάρκεια του κοινοτικού διπλώματος είναι θεωρητικά 20 χρόνια (συμφωνίες για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου/TRIPs), η μέση πραγματική διάρκεια κυμαίνεται μεταξύ 5 και 6 χρόνων στην περίπτωση των ΤΠΕ, μέχρι 20-25 χρόνια στην περίπτωση των φαρμάκων και γενικότερα, κατά μέσο όρο, 10-12 χρόνια. Τα δε υποδείγματα χρησιμότητας έχουν ακόμα βραχύτερη πραγματική ισχύ.

3.8   Σήματα

3.8.1

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής να προβεί σε μια επισταμένη έρευνα του κοινοτικού συστήματος σημάτων και επιθυμεί την πρόοδο της συνεργασίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και των αντίστοιχων εθνικών γραφείων.

3.9   Άλλα δικαιώματα

3.9.1

Η ΕΟΚΕ στηρίζει επίσης την προτεινόμενη αξιολόγηση για τη δημιουργία φυτικών ποικιλιών, η οποία δεν θα πρέπει να συγχέεται με τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς και τάσσεται υπέρ της προβλεπόμενης δημόσιας διαβούλευσης όσον αφορά τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις (ΠΓΕ) των μη τυπικών γεωργικών προϊόντων.

3.9.2

Η ΕΟΚΕ θα παρακολουθήσει με προσοχή τις συμφωνίες για την καταχώριση των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης (ΠΟΠ) και των ΠΓΕ, οι οποίες καλύπτουν τα γεωργικά προϊόντα και τα αλκοολούχα ποτά. Θεωρεί δε ότι οι προστατευόμενες ονομασίες μπορούν να εφαρμοστούν και σε ορισμένα μη εδώδιμα τυπικά προϊόντα, για παράδειγμα παραδοσιακού χαρακτήρα. Εξάλλου, τάσσεται υπέρ της περαιτέρω επισήμανσης προϊόντων (π.χ. βιολογικής ή αειφόρου παραγωγής) — μαζί με αυτή της προστατευόμενης ονομασίας, όπου αυτό ισχύει — ακόμα και αν δεν πληρούν απαραίτητα τις προϋποθέσεις για την απόδοση των εν λόγω ονομασιών.

3.9.3

Όσον αφορά την επιθυμία της Επιτροπής να απελευθερώσει τη δευτερεύουσα αγορά ανταλλακτικών αυτοκινήτων, η ΕΟΚΕ παρατηρεί μια αντίφαση μεταξύ της πολιτικής φιλελευθεροποίησης και της αντίστοιχης για την προστασία των σχεδίων και των υποδειγμάτων. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ έχει ήδη υιοθετήσει μια γνωμοδότηση υπέρ αυτής της προσέγγισης (5). Εντούτοις, εφιστάται η προσοχή στο γεγονός ότι η προσέγγιση αυτή αντίκειται στην αρχή των αποκλειστικών δικαιωμάτων και ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν υποχρέωση προμήθειας αυθεντικών ανταλλακτικών για μια συγκεκριμένη ελάχιστη περίοδο, κάτι που δεν ισχύει αντιστοίχως και για τους υπόλοιπους κατασκευαστές. Σύμφωνα με τη λογική, πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται η αρχή της χορήγησης άδειας καθώς και αυτή της χρήσης των ίδιων υλικών, αν τα ανταλλακτικά είναι αναπόσπαστο μέρος του αυτοκινήτου.

4.   Δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας και ανταγωνισμός

4.1

Όπως και το Πρωτοδικείο, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, όλο και πιο συχνά, λόγω της πληθώρας τίτλων χαμηλής ποιότητας από ορισμένες χώρες, η λύση σε ορισμένα από τα προβλήματα σύγκρουσης κανόνων δικαίου είναι η εφαρμογή της θεωρίας της κατάχρηση δικαιώματος. Θα πρέπει να προκύψει, λοιπόν, μια πραγματική αρχή υποχρεωτικής άδειας, η οποία θα συνιστά απλό μαχητό τεκμήριο υποχρέωσης χορήγησης άδειας έναντι λογικού αντιτίμου με δίκαιους και ισότιμους όρους. Σε κάθε περίπτωση, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας από την αλλοδαπή που εμπίπτουν σε τομείς εκτός Κοινοτικού Δικαίου ή είναι ιδιαίτερα χαμηλής ποιότητας δεν πρέπει να αναγνωρίζονται ως εκτελεστοί τίτλοι με ανακλητή ισχύ.

4.2

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η τυποποίηση συμβάλει σε ένα καλύτερο βιομηχανικό περιβάλλον, ενώ η ΕΟΚΕ κρίνει ότι είναι προς όφελος των καταναλωτών και των ΜΜΕ και πρέπει να εφαρμοστεί με ανοικτό και διαφανή τρόπο. Επίσης, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη ότι ο κάτοχος σημαντικής τεχνολογίας που αργότερα μπορεί να εξελιχθεί σε τυποποιημένο πρότυπο, επωφελείται από μια υπερβολική αξία του τίτλου του, αν αποκρύψει την ύπαρξη της ευρεσιτεχνίας του κατά την προκαταρκτική συμβουλευτική διαδικασία της τυποποίησης. Θα πρέπει λοιπόν να προβλεφθεί ένα σύστημα κυρώσεων για τέτοιες περιπτώσεις.

4.3

Το μελλοντικό κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρέπει αφενός να είναι υψηλής ποιότητας βάσει των κριτηρίων της Επιτροπής για την ευρωπαϊκή στρατηγική και αφετέρου πρέπει να βασίζεται σε ένα ειδικευμένο δικαιοδοτικό σύστημα για την πρόληψη των λεγόμενων «patent ambushes» (ενέδρα μέσω διπλώματος ευρεσιτεχνίας) καθώς και άλλων μεθόδων στρέβλωσης του ανταγωνισμού, οι οποίες συνήθως βασίζονται σε τίτλους χαμηλής ποιότητας. Με άλλα λόγια, τα κακά διπλώματα διώχνουν τα καλά.

4.4

Η ΕΟΚΕ βρίσκει ενδιαφέρουσα την πρόταση για διεξαγωγή μελέτης με αντικείμενο την αλληλεπίδραση των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας και των προτύπων για την ενίσχυση της καινοτομίας. Θα συμμετάσχει δε και στη προβλεπόμενη διαβούλευση με θέμα την τυποποίηση των ΤΠΕ και η οποία θα θίξει το ζήτημα της εν λόγω αλληλεπίδρασης.

4.5

Στη σημερινή εποχή της εξέλιξης νέων και σύνθετων τεχνολογιών, όπου η κατασκευή ενός προϊόντος προϋποθέτει πολυάριθμες ανακαλύψεις, εφευρέσεις και διπλώματα ευρεσιτεχνίας, επιβάλλεται η χάραξη μιας στρατηγικής συνεργασίας μέσω, για παράδειγμα, συνδυαστικών συστημάτων χορήγησης άδειας ή κατηγοριών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί μια ισορροπία μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων προκειμένου να αποφευχθούν ενδεχόμενες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και παραβιάσεις των δικαιωμάτων των «μικρών εφευρετών» εξαιτίας των τεράστιων προϋπολογισμών για διπλώματα ευρεσιτεχνίας που διαθέτουν ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις, και οι οποίες κάθε χρόνο καταθέτουν χιλιάδες αιτήσεις για διπλώματα στον τομέα των ΤΠΕ.

5.   ΜΜΕ

5.1

Σε μια διεθνοποιημένη αγορά, οι ΜΜΕ και οι μικροεπιχειρήσεις (6) δυσκολεύονται ιδιαίτερα να προστατεύσουν τα όποια σήματα και διπλώματά τους δεδομένου ότι πολλές από αυτές δραστηριοποιούνται στον τομέα της υπεργολαβίας. Ωστόσο, μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων διστάζουν να καταθέσουν αιτήσεις για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, συχνά λόγω ανεπαρκούς πληροφόρησης ή και φόβου προς ένα περίπλοκο και δαπανηρό σύστημα. Ενίοτε τα αποκλειστικά δικαιώματα που εκχωρούνται σε ορισμένες χώρες παρακάμπτονται μέσω των προϊόντων απομιμήσεων προερχόμενων από άλλες χώρες όπου δεν προστατεύονται τα δικαιώματα του κατόχου του διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

5.2

Με αυτό τον τρόπο, οι κατασκευαστές συχνά επαφίενται στο απόρρητο της παραγωγής, το οποίο ωστόσο, εξαιτίας των χημικών αναλύσεων των προϊόντων ή της ανάπτυξης της βιομηχανικής κατασκοπείας, δεν φυλάσσεται πάντα καλά. Για παράδειγμα, στην αρωματοποιεία δεν υπήρχε κανένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας καθώς αυτό θα σήμαινε τη δημοσίευση του χημικού τύπου των συστατικών του αρώματος. Σήμερα, αυτή η προστασία μέσω του απορρήτου έχει παύσει να υφίσταται εξαιτίας των σύγχρονων τεχνικών χημικής ανάλυσης και γι’ αυτό το λόγο θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθεί κατάλληλη νομική προστασία των σύνθετων προϊόντων, αντίστοιχης για παράδειγμα με το δικαίωμα του δημιουργού.

5.3

Η διστακτικότητα ορισμένων να καταθέσουν αίτηση για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας –ακόμα και αν αυτό οφείλεται στα τέλη κατάθεσης και ανανέωσης του ισχύοντος ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας– έχει ως συνέπεια την παρεμπόδιση της μεταφοράς τεχνογνωσίας με αποτέλεσμα οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές να μην μπορούν να αποκτήσουν τις άδειες· και αυτό συνιστά απώλεια για την ευρωπαϊκή οικονομία. Συνεπώς, το ζητούμενο είναι να στηριχθούν οι ΜΜΕ και οι μικροεπιχειρήσεις και να ενθαρρυνθούν να κάνουν χρήση των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας σε οικονομικές στρατηγικές με τη συμμετοχή διαφορετικών επιχειρήσεων που είναι κάτοχοι τίτλων και οι οποίες δραστηριοποιούνται στον ίδιο κλάδο, εφαρμόζοντας εφευρέσεις που συνδυάζουν πολλαπλές ανακαλύψεις. Σε κάθε περίπτωση, ο κάτοχος τίτλου βιομηχανικής ιδιοκτησίας βρίσκεται έτσι σε πιο ευνοϊκή θέση προκειμένου να προσελκύσει τους επενδυτές ή να εξασφαλίσει πίστωση για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του.

5.4

Όπως η ΕΟΚΕ έχει συχνά τονίσει κατά το παρελθόν, η ευρωπαϊκή βιομηχανία χρειάζεται διπλώματα ευρεσιτεχνίας υψηλής ποιότητας έναντι λογικού αντιτίμου, τα οποία θα ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και παράλληλα θα δίνουν νέα ώθηση στην εσωτερική αγορά.

5.5

Επιπλέον, απαιτείται ένα ταχύ και μη δαπανηρό σύστημα επίλυσης διαφορών. Παράλληλα, θα πρέπει να ενθαρρύνεται η διαμεσολάβηση ως τρόπος διευθέτησης ορισμένων διενέξεων, ενώ και η διαιτησία αποτελεί μια εναλλακτική λύση. Από την πλευρά του, το δικαστικό σύστημα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας πρέπει να είναι εξειδικευμένο, προσιτό και σύντομο, έτσι ώστε να μην αποτελεί τροχοπέδη για την οικονομία.

5.6

Πρόκειται για θέματα δημόσιου συμφέροντος και, ως εκ τούτου, διερωτάται κανείς γιατί για τόσα χρόνια είχαν παραμείνει στάσιμα. Είναι αλήθεια ότι οι πολύ μεγάλες εταιρείες έχουν τη δυνατότητα να καταθέτουν αιτήσεις για διπλώματα ευρεσιτεχνίας βάσει του ισχύοντος συστήματος εξασφαλίζοντας σημαντικότατα έσοδα στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και τα αντίστοιχα εθνικά γραφεία. Εντούτοις, ο λόγος ύπαρξης του συστήματος δεν έγκειται εκεί, αλλά στην προώθηση της καινοτομίας και της ανάπτυξης της βιομηχανίας προς όφελος των επιχειρήσεων, δημιουργώντας νέες θέσεις ειδικευμένης εργασίας, ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται επιπλέον δαπάνες για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και της επέκτασης των τίτλων που χορηγούνται στους καινοτόμους ιδιώτες και επιχειρήσεις.

5.7

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την πεποίθησή της ότι τα άτομα που, στο πλαίσιο μιας επιχείρησης, συμβάλλουν άμεσα στην καινοτομία και την κατάθεση αιτήσεων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας δικαιούνται ποσοστό επί των κερδών που αποκομίζονται από τις εφευρέσεις τους (πρόβλημα του μισθωτού εφευρέτη ή το λεγόμενο «work for hire»). Αυτό το καθεστώς ισχύει ήδη σε μερικές χώρες, αλλά θα πρέπει να επεκταθεί και στις υπόλοιπες προκειμένου να δοθεί ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στην καινοτομία.

6.   Σεβασμός των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΔΔΙ)

6.1

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη τοποθετηθεί λεπτομερώς σε διαφορετικές γνωμοδοτήσεις ως προς τα ΔΔΙ και την καταπολέμηση της πειρατείας και των απομιμήσεων και ιδίως στη γνωμοδότηση (7) της παραπομπής.

6.2

Στην ουσία, εναπόκειται στα κράτη που εξέδωσαν τους τίτλους διανοητικής ιδιοκτησίας να μεριμνήσουν για το σεβασμό των αποκλειστικών δικαιωμάτων που εκχωρούνται με την επιφύλαξη της γενικής αρχής περί κατάχρησης δικαιώματος. Η παραγωγή απομιμήσεων συνιστά σοβαρή προσβολή των οικονομικών συμφερόντων των καινοτόμων επιχειρήσεων και της εικόνας του σήματος της κοινοτικής βιομηχανίας και παράλληλα ενέχει σημαντικούς κινδύνους για τους καταναλωτές. Εξάλλου, οι ΜΜΕ δυσκολεύονται να υπερασπίσουν από μόνες τους τα συμφέροντά τους και γι’ αυτό το λόγο χρειάζονται συγκεκριμένη βοήθεια.

6.3

Το επίπεδο της νομοθεσίας, των δικαστικών συστημάτων και των τελωνειακών ελέγχων είναι στοιχεία απαραίτητα για την καταπολέμηση των απομιμήσεων.

6.4

Συνεπώς, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ του αυστηρού σεβασμού του κανονισμού «Βρυξέλλες Ι» καθώς και της δικαστικής και τελωνειακής συνεργασίας προς αυτή την κατεύθυνση. Οι τελικές δικαστικές αποφάσεις που λαμβάνονται σε ένα κράτος μέλος πρέπει να γίνονται δεκτές χωρίς την ανάγκη κήρυξης εκτελεστότητας και στα υπόλοιπα κράτη μέλη.

6.5

Σύμφωνα με το Κοινοτικό Δίκαιο, η «μηδενική ανοχή» που επιθυμεί η Επιτροπή αναφορικά με την παραβίαση των ΔΔΙ και του δικαιώματος του δημιουργού αφορά και την εμπορική παραγωγή απομιμήσεων ή αντιγράφων εκ μέρους των παραβατών, όπως έχει ήδη σημειώσει η ΕΟΚΕ σε παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της. Η προστασία των ΔΔΙ δεν μπορεί ωστόσο να γίνει με την επιβολή περιορισμών αδιακρίτως. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στους μεγάλους παραγωγούς και τα κυκλώματα απομίμησης του οργανωμένου εγκλήματος προκειμένου να παταχθεί οριστικά μια βιομηχανία που πλήττει την ανάπτυξη και την απασχόληση στα κράτη μέλη.

6.6

Η εκπαίδευση και η ενημέρωση διαδραματίζουν εξίσου ουσιαστικό ρόλο όσον αφορά τους καταναλωτές, οι οποίοι πρέπει να γνωρίζουν υπό ποιες συνθήκες κατασκευάζονται οι απομιμήσεις (π.χ. παιδική ή καταναγκαστική εργασία). Πρέπει επίσης να είναι ενήμεροι των κινδύνων που ενέχει η αγορά ορισμένων προϊόντων, όπως είναι τα φάρμακα, μέσω ιστοσελίδων που διαθέτουν κυρίως απομιμήσεις ενδεχομένως ιδιαίτερα επικίνδυνες για την υγεία.

7.   Διεθνής διάσταση

7.1

Σε διεθνές επίπεδο, είναι απαραίτητο να χαραχθεί μια στρατηγική για τον σεβασμό των ευρωπαϊκών ΔΔΙ, τόσο εντός όσο και εκτός Ευρώπης, καθώς και για την καταπολέμηση της πειρατείας και των απομιμήσεων. Παράλληλα, η Ευρώπη οφείλει να ενισχύσει τη μεταφορά αειφόρου τεχνογνωσίας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες.

7.2

Οι διεθνείς συμβάσεις περί σημάτων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή δικαιώματος του δημιουργού βασίζονται στους παλαιούς κανόνες δικαίου των συμφωνιών (σύμβαση της Βιέννης). Η ΕΟΚΕ κατακρίνει την έλλειψη διαφάνειας. Δεν τίθεται μόνο θέμα συνεργασίας των κορυφαίων ειδημόνων με τις εθνικές αντιπροσωπείες, αλλά και υιοθέτησης μιας ευρωπαϊκής προσέγγισης, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα των προστατευόμενων τίτλων. Επιπλέον, η κοινωνία πολιτών και οι οργανώσεις της πρέπει να συμμετάσχουν ακόμα πιο ενεργά σε τέτοιου είδους διαπραγματεύσεις, έτσι ώστε οι οικονομικοί εταίροι να της ΕΕ να γνωρίζουν ότι οι «ευρωπαϊκές αντιπροσωπείες» τυγχάνουν ευρείας υποστήριξης μέσω των προκαταρκτικών διαβουλεύσεων και της συμμετοχής τους σε διαπραγματεύσεις που ενδέχεται να συνεχιστούν για αρκετά ακόμα χρόνια.

7.3

Υπό αυτό πρίσμα, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στα κριτήρια της αειφόρου ανάπτυξης και της διεθνούς συνεργασίας στον παγκόσμιο οικονομικό χώρο. Όλες οι διαπραγματεύσεις πρέπει να προκρίνουν λύσεις ανάλογες με τις προσδοκίες των πολιτών και τα συμφέροντα των εμπλεκόμενων οργανώσεων.

8.   Τελικές παρατηρήσεις

8.1

Η ΕΟΚΕ στηρίζει την προτεινόμενη στρατηγική της Επιτροπής με ορισμένες επιφυλάξεις και παρατηρήσεις, όπως εκτίθενται παραπάνω.

8.2

Γνωρίζει απολύτως τα εμπόδια και τις δυσχέρειες που παρουσιάζει το εγχείρημα αυτών των δύσκολων όσο και δαπανηρών μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, είναι πεπεισμένη ότι ένα ευρωπαϊκό σύστημα προστασίας μπορεί να αποφέρει φορολογικά έσοδα μέσω της αειφόρου ανάπτυξης.

8.3

Το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρόκειται να δώσει νέα ώθηση στις επενδύσεις στον τομέα της καινοτόμου τεχνολογίας.

8.4

Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ θα συνεχίσει να στηρίζει όλες τις ουσιαστικές κοινοτικές πρωτοβουλίες με στόχο τη βελτίωση του δικαίου, του μηχανισμού επίλυσης διαφορών, καθώς και της προστασίας των κατόχων τίτλου διανοητικής ιδιοκτησία από τους κατασκευαστές απομιμήσεων του οργανωμένου εγκλήματος. Τέλος, για μια ακόμα φορά, σημειώνει πόσο επιτακτικό είναι να εφαρμοστούν οι λύσεις που περιμένουν εδώ και τόσα χρόνια τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι πολίτες.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  SEC(2009) 330 τελικό της 20.3.2009.

(2)  ΕΕ C 116 της 28.4.1999, σ. 35 (εισηγητής: ο κ. H. Malosse) και ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 20 (εισηγητής: ο κ. H. Malosse).

(3)  ΕΕ C 155 της 29.5.2001, σ. 80 (εισηγητής: ο κ. J. Simpson), ΕΕ C 225 της 30.4.2004, σ. 76 και σ. 81 (εισηγητής: ο κ. D. Retureau).

(4)  Με τη διευκρίνιση της οδηγίας για τη Βιοτεχνολογία (οδηγ όσον αφορά ορισμένα γονίδια που έχουν απομονωθεί.)

(5)  ΕΕ C 286 της 17/11/2005, σ. 8 (εισηγητής: ο κ. V. Ranocchiari).

(6)  Πρόκειται για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και μικροεπιχειρήσεις.

(7)  ΕΕ C 116 της 28.4.1999, σ. 35 (εισηγητής: ο κ. H. Malosse).


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/13


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Ευρωπαϊκό στρατηγικό πλαίσιο για διεθνή επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία»

COM(2008) 588 τελικό

2009/C 306/03

Στις 24 Σεπτεμβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της συνθήκης ΕΚ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το ακόλουθο θέμα:

«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Ευρωπαϊκό στρατηγικό πλαίσιο για διεθνή επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 19 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. WOLF.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της στις 10 και 11 Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 111 ψήφους υπέρ και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Περίληψη και συστάσεις

1.1

Η διεθνής επιστημονική συνεργασία έχει πολλές και θετικές επιδράσεις στην επιστημονική-τεχνολογική πρόοδο των εμπλεκόμενων εταίρων και την αμοιβαία κατανόηση των λαών. Αυτό ισχύει όχι μόνον εντός του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ΕΧΕ), αλλά και παγκοσμίως.

1.2

Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ επικροτεί την ανακοίνωση της Επιτροπής και συντάσσεται υπέρ των βασικών της στόχων. Ομοίως, επικροτεί και στηρίζει τις αντίστοιχες αποφάσεις (1) του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της 2ας Δεκεμβρίου 2008, όπως επίσης και την απόφαση για σύσταση ομάδας εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου (ειδικός σχηματισμός της Επιτροπής επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας — CREST ).

1.3

Η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να επιτευχθεί μία συντονισμένη προσέγγιση εκ μέρους των κρατών μελών με στόχο τη σύναψη διεθνών συμφωνιών πλαισίων, καθώς επίσης να ενσωματωθούν καταλλήλως οι θεματικές προτεραιότητες της διεθνούς συνεργασίας στον από κοινού σχεδιασμό ερευνητικών προγραμμάτων και στην προετοιμασία του 8ου προγράμματος πλαισίου ΕΤΑ.

1.4

Πρόκειται αφενός για σημαντικά ζητήματα, π.χ. σε σχέση με την κινητικότητα των ερευνητών ή τις συμφωνίες για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, αφετέρου για την προώθηση πρωτοβουλιών και ειδικών διασκέψεων ως πλατφόρμων για επικοινωνία και ανταλλαγή γνώσεων, όπως επίσης για την απαραίτητη ελκυστικότητα του ΕΧΕ.

1.5

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η Επιτροπή μπορεί — υπό το πρίσμα εξάλλου και της αρχής της επικουρικότητας — να διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στις διεθνείς συμφωνίες για τις μεγάλες επιστημονικές-τεχνολογικές υποδομές, καθότι το κόστος (κατασκευή και λειτουργία) και η χρήση τους υπερβαίνουν κατά κανόνα τις δυνατότητες ενός μεμονωμένου κράτους μέλους και, επομένως, εμπίπτουν κατεξοχήν στο πεδίο των κοινοτικών αρμοδιοτήτων. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ στηρίζει εξίσου το στόχο για διεθνείς ερευνητικές υποδομές (όπως συνέβη ήδη στην περίπτωση του ITER) ή για την επιδίωξη συμμετοχής εταίρων από το διεθνή χώρο στις ευρωπαϊκές ερευνητικές υποδομές.

1.6

Η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόταση της Επιτροπής να αναγάγει τις ΤΠΕ (τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών) σε θέμα διεθνούς συνεργασίας και, στο πλαίσιο αυτό, προτείνει επίσης να εισαχθεί η νέα κατηγορία «ΤΠΕ για την επιστήμη και την έρευνα». Συνιστά έξαλλου να δοθεί ανάλογη σημασία και σε άλλα σημαντικά διεθνή ζητήματα, όπως η ενέργεια, το κλίμα, το περιβάλλον και η υγεία. Αυτό δεν θα πρέπει όμως να οδηγήσει στον αποκλεισμό άλλων ζητημάτων από τη διεθνή συνεργασία, ιδίως αυτού της βασικής έρευνας.

1.7

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η επιτυχία της διεθνούς συνεργασίας εξαρτάται σε αποφασιστικό βαθμό από την ελκυστικότητα του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας και από τις επιδόσεις των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων. Τα μέτρα που απαιτούνται επί τούτου αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία της Στρατηγικής της Λισσαβώνας. Συνεπώς, στο πλαίσιο της σημερινής χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, καθίσταται ολοένα επιτακτικότερη η εφαρμογή μίας αντικυκλικής πολιτικής, η ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας και της βάσης του, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς του διάστασης, με κάθε είδους οικονομικά και διαρθρωτικά μέτρα, καθώς και η τόνωση της ελκυστικότητάς του.

2.   Ανακοίνωση της Επιτροπής

2.1

Στην παρούσα ανακοίνωση παρουσιάζεται ένα ευρωπαϊκό στρατηγικό πλαίσιο για διεθνή επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία, που έχει ως στόχο

να βελτιώσει τον συντονισμό των δράσεων των κρατών μελών και της ΕΕ οι οποίες αποσκοπούν στην ενίσχυση της στρατηγικής επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας και του διαλόγου για την κοινωνία της πληροφορίας με τους εταίρους σε παγκόσμια κλίμακα,

να δημιουργήσει πρόσθετες συνέργειες μεταξύ των δημόσιων αρχών, της βιομηχανίας και της κοινωνίας των πολιτών, ούτως ώστε να καταστούν αποτελεσματικότερα τα μέτρα της ΕΕ στους εν λόγω τομείς πολιτικής,

να διευκολύνει την πρόσβαση στη γνώση, σε πόρους και στις αγορές παγκοσμίως,

να ασκήσει θετική επίδραση στο παγκόσμιο επιστημονικό και τεχνολογικό θεματολόγιο συνδυάζοντας τους πόρους,

να βελτιώσει το πλαίσιο εντός του οποίου διεξάγεται η διεθνής έρευνα,

να διευκολύνει τους ερευνητές και τα πανεπιστήμια της Ευρώπης να συνεργαστούν με τους καλύτερους επιστήμονες και τις καλύτερες ερευνητικές υποδομές στον κόσμο,

να ενισχύσει τη θέση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας στις παγκόσμιες ηλεκτρονικές επικοινωνίες και στις άλλες προηγμένες τεχνολογίες.

2.2

Η ανακοίνωση αντανακλά το πνεύμα των συμπερασμάτων του Συμβουλίου του Φεβρουαρίου 2008 και αποτελεί μία εκ των πέντε πρωτοβουλιών της Επιτροπής για το μέλλον του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ΕΧΕ). Το προτεινόμενο πλαίσιο θα συμβάλει στην ελεύθερη κυκλοφορία των γνώσεων («η πέμπτη ελευθερία της ΕΕ») σε παγκόσμιο επίπεδο, στην ενίσχυση της εικόνας της Ευρώπης στον τομέα της επιστήμης και της τεχνολογίας παγκοσμίως και στη διάδοση της ευρωπαϊκής τεχνογνωσίας στον τομέα των ΤΠΕ (τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών).

2.3

Εν προκειμένω η κινητικότητα των ερευνητών συνιστά κεντρικό ζήτημα.

2.4

Η συνεργασία με επιστημονικά προηγμένους εταίρους θα διαφέρει από την αντίστοιχη με χώρες που τώρα αναπτύσσουν την επιστημονική τους βάση· Ωστόσο, αμφότεροι οι τύποι συνεργασίας είναι απαραίτητοι.

2.5

Πρέπει να δρομολογηθεί ένας διάλογος για την επιστήμη και την τεχνολογία με τις χώρεςοι οποίες εκδηλώνουν ενδιαφέρον να συνδεθούν με το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο ΕΤΑ,

2.6

Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο τμήμα των ενισχύσεων Ε&Α χρηματοδοτείται από τα κράτη μέλη μέσω δημόσιων πόρων, η ΕΕ μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στη διεθνή συνεργασία, μόνον εφόσον ενισχυθεί η εταιρική σχέση μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΚ).

3.   Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

3.1

Προκαταρκτικές παρατηρήσεις. Στη γνωμοδότησή της (2), του 2000, με θέμα την ανακοίνωση της Επιτροπής «Για έναν ευρωπαϊκό χώρο στον τομέα της έρευνας», η ΕΟΚΕ είχε ήδη επισημάνει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της έρευνας στο χώρο των θετικών επιστημών, ήτοι: «η μέθοδος και οι επιστημονικές έννοιες που σχετίζονται με αυτήν είναι κοινές σε όλα τα έθνη και όλους τους λαούς. Συνεπώς, στο χώρο των (θετικών) επιστημών υπάρχει μόνο μια “παγκόσμια κουλτούρα” και μόνο μια “γλώσσα” που συνδέονται με κοινές αξίες… Αυτό επιτρέπει την ανταλλαγή γνώσεων και την συνεργασία σε παγκόσμια κλίμακα»

3.2

Αφετηρία. Είναι θετικό το γεγονός ότι σε πολλά κράτη μέλη υπάρχει ήδη εδώ και δεκαετίες πολύπλευρη διεθνής — που υπερβαίνει δηλαδή τα σύνορα της ΕΕ — συνεργασία στο επιστημονικό και το τεχνολογικό πεδίο, και μάλιστα τόσο μεταξύ επιχειρήσεων («global players»), όσο και μεταξύ των ερευνητικών ιδρυμάτων που στηρίζονται από το δημόσιο τομέα και των επιμέρους ερευνητικών τους ομάδων. Σημαντικό ρόλο επί τούτου διαδραματίζει επίσης η καταλυτική επίδραση διάφορων επιστημονικών και τεχνολογικών εταιρειών (3) και ειδικών διεθνών οργανισμών, όπως π.χ. της Διεθνούς Οργάνωσης Ενέργειας (4) (ΙΕΑ), της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ), της Διεθνούς Ένωσης Θεωρητικής και Εφαρμοσμένης Φυσικής (IUPAP), της Διεθνούς Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) ή π.χ. του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ΕΟΔ) και της Ευρωπαϊκής Οργάνωσης Πυρηνικών Ερευνών CERN. Η μέχρι σήμερα εμπειρία έχει γενικά καταδείξει ότι τα κράτη εκείνα, τα οποία προβαίνουν σε ανοικτή ανταλλαγή γνώσεων και συνεργάζονται σε αυτόν τον τομέα, αντλούν μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα τόσο πολιτιστικά όσο και οικονομικά οφέλη.

3.3

Γενική συναίνεση. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τους βασικούς στόχους της ανακοίνωσης: η παγκόσμια διεθνής συνεργασία συμβάλλει στην εξοικονόμηση πόρων και στην επιτάχυνση της διάδοσης νέων γνώσεων· έχει συνολικά πολλαπλές και ανεξαιρέτως θετικές επιπτώσεις στην επιστημονική-τεχνολογική πρόοδο, όπως επίσης και στην αμοιβαία κατανόηση των λαών. Χρησιμεύει επομένως ιδιαίτερα και στη δημιουργία καλών σχέσεων με τα γειτονικά κράτη της ΕΕ. Ωστόσο η συνεργασία δεν πρέπει να αναχθεί σε αυτοσκοπό, διότι απαιτεί πρόσθετες δαπάνες, που πρέπει αντιστοίχως να δικαιολογούνται από την αναμενόμενη προστιθέμενη αξία.

3.4

Πεδίο έντασης μεταξύ ανταγωνισμού και συνεργασίας. Η εξεταζόμενη διεθνής συνεργασία στην έρευνα και την ανάπτυξη συνδέεται και αυτή με το πεδίο έντασης μεταξύ ανταγωνισμού και συνεργασίας (5). Παρότι στο πεδίο της βασικής έρευνας ο ανταγωνισμός περιορίζεται βασικά στην προτεραιότητα των επιστημονικών πορισμάτων και το γόητρο που αυτή συνεπάγεται, τα ζητήματα του ανταγωνισμού αποκτούν επίσης ολοένα μεγαλύτερη οικονομική σημασία, καθόσον, βάσει των πορισμάτων της Ε&Α, δημιουργούνται εμπορεύσιμες διαδικασίες/προϊόντα και εν συνεχεία αντλούνται οικονομικά οφέλη.

3.5

Προώθηση και αναγνώριση του πνεύματος πρωτοβουλίας και της κινητικότητας. Οι σημαντικότεροι εμπνευστές και φορείς της διεθνούς συνεργασίας είναι οι ίδιοι οι ερευνητές (επιστήμονες και μηχανικοί). Για αυτό το λόγο πρέπει να προωθηθούν και να αναγνωρισθούν οι πρωτοβουλίες και η κινητικότητά τους, κάτι που απαιτεί τόσο την προσωπική τους στήριξη, όσο και την προώθηση της κινητικότητας μέσω παρεμφερών μέτρων, όπως έχει ήδη εν μέρει επιτευχθεί ή εξακολουθεί να επιδιώκεται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας.

3.6

Προώθηση διεθνών ειδικών διασκέψεων και επιστημονικών και τεχνολογικών εταιρειών. Οι ειδικές διασκέψεις είναι το κύριο φόρουμ για την κοινοποίηση και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, την ανταλλαγή γνώσης και ιδεών, την προώθηση της συνεργασίας και την ανάπτυξη νέων ή βελτιωμένων προτύπων. Τέτοιες διασκέψεις οργανώνονται συνήθως από τις επιστημονικές και τεχνολογικές κοινότητες που αποτελούν χαρακτηριστικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Για τον λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ συστήνει να ληφθεί περισσότερο υπόψη και να αναγνωριστεί το έργο τους, και να αξιοποιηθούν καλύτερα και να στηριχθούν οι προσπάθειές τους για διάδοση της γνώσης, την αξιολόγηση των συμπερασμάτων και το συντονισμό της έρευνας (6).

3.7

Προώθηση και αναγνώριση της αυτόνομης οργάνωσης. Μεταξύ των διαφόρων ερευνητικών φορέων συγκαταλέγονται κυρίως τα ερευνητικά ιδρύματα και τα πανεπιστήμια, τα οποία, έκαστο στο χώρο της εξειδίκευσής τους, δρομολογούν, κατοχυρώνουν νομικά και προάγουν, τη — συχνά μάλιστα πολλαπλή και πολύπλευρη — διεθνή συνεργασία με επιλεγμένα ιδρύματα εταίρους. Τούτο αξίζει κίνητρα και στήριξη, ιδιαίτερα μέσω αξιόπιστων νομικών, οικονομικών και προσωπικών ρυθμιστικών πλαισίων, που έχουν την απαιτούμενη συνέχεια.

3.8

Πρόσθετα μέτρα στήριξης. Προκειμένου να διευκολυνθούν ή να δρομολογηθούν τα προαναφερθέντα μέτρα, χρήσιμες, αν όχι απαραίτητες, είναι οι συμφωνίες-πλαίσια σε επίπεδο κυβερνήσεων μεταξύ των κρατών μελών και των εκάστοτε τρίτων χωρών εκτός Ευρώπης. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, αυτή ακριβώς είναι και η σημαντικότερη συντονιστική αποστολή, ήτοι να εξασφαλισθεί στο πλαίσιο της διεθνούς συνεργασίας Ε&Α — και με ευρωπαϊκά όσο και εθνικά μέσα — η συνοχή της πολιτικής (ερευνητική πολιτική, όπως επίσης πολιτική γειτονίας, αναπτυξιακή πολιτική, βιομηχανική και οικονομική πολιτική) έναντι των τρίτων κρατών.

3.9

Ο ρόλος της Επιτροπής της ΕΕ. Η ΕΟΚΕ τονίζει μεν ότι οι ερευνητικοί οργανισμοί και οι επιχειρήσεις οφείλουν να δρομολογήσουν και να διαμορφώσουν με δική τους ευθύνη τα στοιχεία και τα προγράμματα διεθνούς συνεργασίας που ενίοτε τους αφορούν, θεωρεί ωστόσο ότι τα κράτη μέλη και η Κοινότητα έχουν σημαντικά καθήκοντα, που αφορούν βασικά και ουσιαστικά ζητήματα. Επομένως θα πρέπει, παραδείγματος χάρη, να προβληθούν και να συζητηθούν από κοινού μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τα ακόλουθα θέματα:

Βασικά ζητήματα της πολιτικής κινητικότητας, όπως θέματα θεωρήσεων, φορολογικά ζητήματα, προσωπική νομική προστασία, ασφάλειες, δικαίωμα σύνταξης γήρατος κτλ. Εν προκειμένω, πρέπει καταρχήν να διασφαλισθούν τα συμφέροντα της ευρωπαϊκής έρευνας και των ερευνητών, αλλά και να τηρηθεί παράλληλα ο στόχος επίτευξης συμμετρικών ρυθμίσεων με τους διεθνείς εταίρους,

Η ενδεχόμενη σύνδεση και άλλων κρατών εκτός ΕΕ — κυρίως γειτονικών κρατών της ΕΕ — με το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο ΕΤΑ, συμπεριλαμβανομένων των αντιστοίχων αμοιβαίων συμφωνιών πρόσβασης,

Βασικά ζητήματα που ανακύπτουν στις διεθνείς συμφωνίες για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας (7) στο πλαίσιο της έρευνας και ανάπτυξης (8). Εν προκειμένω αναδεικνύεται εκ νέου η αδύναμη θέση στην οποία βρίσκεται η Ευρώπη λόγω της έλλειψης ενός ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας και μίας περιόδου χάριτος για τις νέες ανακαλύψεις,

Στήριξη της συνεργασίας με ομάδες εργασίας από τρίτες χώρες σε προγράμματα που προωθούνται από το πρόγραμμα πλαίσιο ΕΤΑ και αντίστοιχη συνεργασία ομάδων εργασίας της ΕΕ σε προγράμματα που προωθούνται στις τρίτες αυτές χώρες. Ανάλογη προσαρμογή των κανόνων πρόσβασης,

Συμβολή στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για τον από κοινού σχεδιασμό ερευνητικών προγραμμάτων, ούτως ώστε να διατίθενται από τα κράτη μέλη επαρκείς πόροι για τη χρηματοδότηση της διεθνούς συνεργασίας,

Συντονισμός των εν λόγω στόχων με την προετοιμασία και τη διαμόρφωση του 8ου προγράμματος πλαισίου ΕΤΑ. Ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας με την περαιτέρω ανάπτυξη ήδη καθιερωμένων μέσων ή την προετοιμασία νέων.

3.10

Βασικό μήνυμα της ανακοίνωσης. Βάσει των παραπάνω, το βασικό μήνυμα της ανακοίνωσης σύμφωνα με την ΕΟΚΕ είναι να επισταθεί η προσοχή του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου στην ολοένα μεγαλύτερη σημασία της διεθνούς συνεργασίας, να επιτευχθεί μία συντονισμένη προσέγγιση των κρατών μελών και της Κοινότητας με στόχο διεθνείς συμφωνίες πλαίσιο, όπως επίσης να διερευνηθούν οι θεματικές και οι περιφερειακές προτεραιότητες της διεθνούς συνεργασίας και να ληφθούν επαρκώς υπόψη στον κοινό σχεδιασμό ερευνητικών προγραμμάτων και στην προετοιμασία του 8ου Προγράμματος πλαισίου ΕΤΑ.

3.11

Ευρωπαϊκές υποδομές έρευνας. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η Επιτροπή πρέπει να διαδραματίσει έναν ισχυρότερο και αμεσότερο ρόλο — υπό το πρίσμα επίσης της αρχής της επικουρικότητας — στη διεθνή συνεργασία όσον αφορά τις μεγάλες συσκευές και τα προγράμματα που εντάσσονται στις ευρωπαϊκές υποδομές έρευνας, δεδομένου ότι το κόστος τους (κατασκευής και λειτουργίας) και η χρήση τους υπερβαίνουν συνήθως τις δυνατότητες ενός μεμονωμένου κράτους μέλους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για εκείνα τα προγράμματα που προωθούνται και συντονίζονται από την Επιτροπή και στα οποία η ΕΕ είτε εμφανίζεται ως άμεσος εταίρος (π.χ. πρόγραμμα σύντηξης του ITER) είτε αναλαμβάνει έναν σημαντικό συντονιστικό ρόλο, όπως στην περίπτωση του Ευρωπαϊκού Στρατηγικού Φόρουμ για τις Υποδομές Έρευνας (9) (ESFRI) και τα περαιτέρω μέτρα που δημιουργούνται μέσω αυτού. Η ΕΟΚΕ στηρίζει επομένως ιδιαίτερα το στόχο της Επιτροπής για «Αντιμετώπιση των επιστημονικών προκλήσεων μέσω παγκόσμιων ερευνητικών υποδομών». Επί τούτου ενδέχεται να απαιτείται και η συμμετοχή διεθνών εταίρων στις ευρωπαϊκές υποδομές έρευνας. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ληφθούν υπόψη και η γεωγραφική διάσταση καθώς και το διαθέσιμο επιστημονικό δυναμικό.

3.12

Στρατηγικό Φόρουμ για διεθνή συνεργασία — CREST. Η ΕΟΚΕ επικροτεί και στηρίζει το Στρατηγικό Φόρουμ (με τη μορφή ειδικού σχηματισμού της Επιτροπής επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας — CREST) για τη διεθνή επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία, το οποίο συστάθηκε σύμφωνα με την προπαρασκευαστική πρόταση του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της 14ης Νοεμβρίου 2008, καθώς και την πρόταση που εμπεριέχεται στην αντίστοιχη απόφαση της 2ας Δεκεμβρίου 2008 (10). Επικροτεί και στηρίζει επίσης τους αντίστοιχους στόχους, ήτοι:

μακροπρόθεσμη εταιρική σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών με σκοπό τον καλύτερο συντονισμό των στόχων, των μέσων και των δραστηριοτήτων της διεθνούς επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας. Τούτο περιλαμβάνει επίσης μία ενισχυμένη διεθνή συνεργασία στο Πρόγραμμα πλαίσιο ΕΤΑ,

περαιτέρω ανάπτυξη της διεθνούς διάστασης του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας,

συντονισμός των δραστηριοτήτων και των θέσεων έναντι τρίτων κρατών, ούτως ώστε να είναι η Ευρώπη σε θέση να εκπροσωπείται με μία φωνή ενώπιον των διεθνών οργάνων.

3.13

Διεθνής διάσταση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας. Η ΕΟΚΕ τονίζει με ιδιαίτερη έμφαση τη διεθνή διάσταση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας, η οποία περιλαμβάνει τόσο μία ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών (11) σε μεταβλητή γεωμετρία (12) όσο και τον συντονισμό των δραστηριοτήτων Ε&Α σε διεθνές επίπεδο.

3.14

Σύγκλιση των ανθρωπιστικών και των φυσικών επιστημών. Η ΕΟΚΕ προτείνει, πέραν της αμιγώς επιστημονικής-τεχνολογικής διεθνούς συνεργασίας, να συμπεριληφθούν στις συνεργασίες και εκείνοι επίσης οι τομείς στους οποίους παρουσιάζονται εμφανή συνδετικά στοιχεία με τις ανθρωπιστικές επιστήμες και τα συγγενή με αυτές θέματα ηθικής δεοντολογίας.

3.15

Κενά στην ανακοίνωση. Η ΕΟΚΕ εκφράζει ωστόσο τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι στην ανακοίνωση δεν επισημαίνονται επαρκώς οι πολυάριθμες ήδη υφιστάμενες συνεργασίες και συμβάσεις (βλ. σημείο 3.2) ούτε οι εμπνευστές ή τα μέσα τους, με αποτέλεσμα να ενδέχεται ένας μη ενημερωμένος αναγνώστης της ανακοίνωσης να σχηματίσει μία πολύ αρνητική εικόνα ως προς την αφετηρία. Επιπλέον, οι περαιτέρω ενέργειες πρέπει να στηριχθούν στην ήδη αποκομισθείσα σχετική πείρα, ενώ θα πρέπει να αξιοποιηθούν καλύτερα όλες οι πρωτοβουλίες , πχ. αυτές των επιστημονικών εταιρειών.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Πτυχές των επιμέρους θεμάτων

4.1.1

ΤΠΕ συμπεριλαμβανομένων των «ΤΠΕ για την επιστήμη και την έρευνα»: Μεταξύ των σημαντικών ζητημάτων για τη διεθνή συνεργασία, η Επιτροπή επισημαίνει τις ΤΠΕ ως βασική εγκάρσια τεχνολογία για την επιστήμη και τη βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένου του στόχου για παγκόσμια διάδοση της ευρωπαϊκής τεχνογνωσίας στον εν λόγω τομέα. Ως προς τούτο η ΕΟΚΕ παρέχει την πλήρη στήριξή της, υπογραμμίζει ωστόσο παράλληλα, ότι το θέμα των ΤΠΕ δεν θα πρέπει να εξετάζεται υπό στενή έννοια, αλλά θα πρέπει να περιλαμβάνει ολόκληρο τον χώρο που καλύπτει την ενοποίηση των διαφορετικών προτύπων, έως τα δίκτυα επικοινωνιών και τους υπολογιστές υψηλών επιδόσεων με τα ολοένα πιο απαιτητικά λογισμικά τους. Τούτο, διότι ο πλούσιος τομέας του επιστημονικού υπολογισμού (13) (συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών πλέγματος «grid» και «cloud computing») έχει στο μεταξύ εξελιχθεί σε έναν πολύ σημαντικό περαιτέρω πυλώνα της επιστημονικής-τεχνολογικής μεθοδολογίας, πράγμα που ενδέχεται να επιτευχθεί καλύτερα με τη δημιουργία υποκατηγορίας «ΤΠΕ για την επιστήμη και την έρευνα». Η ΕΟΚΕ επισημαίνει εξάλλου ότι, εν προκειμένω, η συνεργασία στο διεθνή χώρο με ομάδες εμπειρογνωμόνων των κρατών εταίρων δύναται να αποφέρει πολλά οφέλη.

4.1.2

Ενέργεια, κλίμα, περιβάλλον και υγεία. Υπάρχουν και άλλα, εξίσου σημαντικά θέματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος, όπως π.χ. ενεργειακά και κλιματικά ζητήματα, καθώς και η έρευνα στον τομέα του περιβάλλοντος ή της υγείας. Τα ζητήματα αυτά θα πρέπει να εξίσου να προβληθούν επαρκώς στην προτεινόμενη στρατηγική.

4.1.3

Ανοικτή στάση ως προς άλλα ζητήματα. Είναι γεγονός ότι κάποια μεμονωμένα ερωτήματα και θέματα — όπως λ.χ. επί του παρόντος τα σχετικά με την ενέργεια και το κλίμα — εμφανίζονται ενίοτε ως ιδιαίτερα σημαντικά και επείγοντα, καθώς και ότι χρειάζεται να συγκεντρωθούν τα λιγοστά μέσα που υπάρχουν. Λόγω όμως του απρόβλεπτου χαρακτήρα των νέων ανακαλύψεων και των χρονοδιαγραμμάτων που απαιτούνται για να μετατραπούν σε τεχνικές εφαρμογές, η ΕΟΚΕ προτείνει να μην περιορίζεται εκ των προτέρων το θεματικό φάσμα των διεθνών συμφωνιών πλαισίων, αλλά να υιοθετείται μία ανοικτή στάση ενόψει ενδεχομένων μελλοντικών προβλημάτων. Η διεθνής συνεργασία έχει εξάλλου μεγάλη σημασία και στην ίδια τη βασική έρευνα.

4.1.4

Καθαρή έρευνα (ή βασική έρευνα). Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει την αποφασιστική συμβολή της βασικής έρευνας στην ανακάλυψη εκείνων των φυσικών νόμων βάσει των οποίων αναπτύχθηκαν σχεδόν όλες οι σύγχρονες τεχνολογίες, ανοίγοντας το δρόμο στην επίτευξη ιατρικών επιτευγμάτων. Όσον αφορά την εφαρμογή αυτή καθεαυτή, προτείνει να ζητηθεί η συνδρομή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (European Research Council, ERC).

4.2

Το ευρωπαϊκό ίδιο συμφέρον και οι διάφορες κατηγορίες. Το ευρωπαϊκό ίδιο συμφέρον επιτάσσει έναν σαφή διαχωρισμό μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών διεθνούς συνεργασίας, ήτοι:

Σύνδεση με το Πρόγραμμα πλαίσιο ΕΤΑ της ΕΕ. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ προτείνει, πέραν των γειτονικών κρατών της ΕΕ που έχουν ήδη συνδεθεί μέσω του προγράμματος πλαισίου ΕΤΑ, όπως η Νορβηγία ή η Ελβετία, να δρομολογηθούν ιδίως ενταξιακές διαπραγματεύσεις σύνδεσης, π.χ. με τη Ρωσία ή ακόμα και με την Ουκρανία (14),

Ιδιαίτερη σημασία έχει η συνεργασία με κράτη που παρουσιάζουν υψηλό επίπεδο ανάπτυξης αλλά δεν γειτνιάζουν με την ΕΕ, δηλαδή κράτη που διαθέτουν εκπαιδευτικά ιδρύματα υψηλής ποιότητας και προηγμένες υποδομές Ε&Α, όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, καθώς επίσης η Κίνα, η Βραζιλία και η Ινδία,

Συνεργασία με άλλα κράτη, με κύριο καταρχάς σκοπό την αξιοποίηση, την προαγωγή και την εκμετάλλευση του δυναμικού τους προς το αμοιβαίο συμφέρον.

4.3

Το γλωσσικό ζήτημα — ένα πρόβλημα, όχι όμως ταμπού. Η διεθνής επιστημονική γλώσσα είναι τα αγγλικά. Για αυτόν το λόγο, τα κράτη εκείνα της ΕΕ στα οποία τα αγγλικά είτε είναι η επίσημη γλώσσα, είτε χρησιμοποιούνται από την πλειοψηφία των παραγόντων που δραστηριοποιούνται στον τομέα Ε&Α, έχουν ένα φυσικό πλεονέκτημα όσον άφορα την ελκυστικότητά τους για τους φοιτητές που θα αποτελέσουν τους μελλοντικούς φορείς λήψης αποφάσεων για την επιστημονική συνεργασία, όπως επίσης και για τις επιστημονικές ανταλλαγές. Τα υπόλοιπα κράτη πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για την αναζήτηση εξίσου κατάλληλων λύσεων, οι οποίες θα διευκολύνουν τόσο τα ίδια, όσο και τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας.

4.4

Κινητικότητα και αποφυγή της διαφυγής εγκεφάλων (brain drain). Η κινητικότητα των επιστημόνων, δηλαδή των φοιτητών, των εκπαιδευτικών και των ερευνητών, είναι σημαντική προϋπόθεση για την ανταλλαγή γνώσης και τη συνεργασία· αποτελεί πλέον κατά κανόνα και προϋπόθεση για περαιτέρω σταδιοδρομία στο χώρο της έρευνας. Η κινητικότητα μπορεί ωστόσο να έχει ως επακόλουθο, να κατευθύνονται μακροπρόθεσμα τα καλύτερα ταλέντα μίας χώρας εκεί όπου υφίστανται οι καλύτερες και πιο ελκυστικές ερευνητικές συνθήκες και ευκαιρίες για προσωπική σταδιοδρομία. Αυτό συνιστά πρόβλημα τόσο όσον αφορά τις σχέσεις της ΕΕ με τα γειτονικά της κράτη ή π.χ. έναντι των ΗΠΑ, όσο και μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.

4.5

Παροχή ευκαιριών. Δεδομένου ότι δεν πρέπει επ' ουδενί να παρακωλυθεί η κινητικότητα και να στερούνται κατ' αυτόν τον τρόπο ταλαντούχα νέα άτομα ευκαιριών για πρόοδο, απαιτείται να καταβληθούν στο εσωτερικό της ΕΕ προσπάθειες εκ μέρους όλων των κρατών μελών και της Κοινότητας — ιδιαίτερα μέσω της χρήσης μέσων από το Διαρθρωτικό Ταμείο — για την ανάπτυξη κέντρων αριστείας ή άλλων ελκυστικών προτύπων, προκειμένου να επιτευχθεί μία ισορροπία ως προς την επιδιωκόμενη ροή της κινητικότητας (κυκλοφορία «εγκεφάλων»).

4.6

Ενίσχυση της ελκυστικότητας της Ευρώπης — ο Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος. Αυτό ισχύει εξίσου και στη σχέση της ΕΕ ως συνολικής οντότητας με τους εταίρους της από το διεθνή χώρο. Αποφασιστικής σημασίας για την επιτυχία της διεθνούς συνεργασίας και για τη διαπραγματευτική θέση της ΕΕ στις εκάστοτε συμφωνίες είναι η ελκυστικότητα της έρευνας και της ανάπτυξης που πραγματοποιούνται στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων και των υποδομών της, καθώς και των προσωπικών ευκαιριών σταδιοδρομίας για τους ερευνητές τους. Για αυτόν το λόγο η ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας συγκαταλέγεται στα αποτελεσματικότερα μέσα για να αναχαιτιστεί η διαφυγή εγκεφάλων από την ΕΕ, για την προσέλκυση των καλύτερων επιστημόνων από ολόκληρο τον κόσμο και για τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης διεθνών συμφωνιών από μία ισχυρή θέση.

4.7

Η Στρατηγική της Λισσαβώνας, η σημερινή κρίση και η αντικυκλική πολιτική. Η επιτυχία της διεθνούς συνεργασίας εξαρτάται ουσιαστικά από την ελκυστικότητα του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας και από τις επιδόσεις των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων. Τα μέτρα που απαιτούνται επί τούτου αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία της Στρατηγικής της Λισσαβώνας. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της σημερινής χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, καθίσταται ολοένα επιτακτικότερη η εφαρμογή μίας αντικυκλικής πολιτικής, η ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας και της βάσης του, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς του διάστασης, με κάθε είδους οικονομικά και διαρθρωτικά μέτρα, καθώς και η τόνωση της ελκυστικότητάς του. Η ΕΟΚΕ απευθύνει ταυτόχρονα έκκληση προς την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν, μέσω μίας αντικυκλικής πολιτικής όσον αφορά τους ανθρώπινους πόρους, την απειλή της ανεργίας των νέων πτυχιούχων πανεπιστημίων, που ελλοχεύει εξαιτίας της μείωσης των δραστηριοτήτων Ε&Α στον ιδιωτικό τομέα (15).

Βρυξέλλες, 11 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  2891η Σύνοδος του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας, Βρυξέλλες, 2 Δεκεμβρίου 2008. Συμπεράσματα σχετικά με μία Ευρωπαϊκή εταιρική σχέση για διεθνή επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία.

(2)  ΕΕ. C 204/5.70 από 18.7.2000.

(3)  Οι ανάλογα με τις επιμέρους επιστήμες διαρθρωμένες εθνικές, ευρωπαϊκές η ακόμα και διεθνείς επιστημονικές εταιρείες χρηματοδοτούνται κυρίως μέσω των εισφορών των μελών τους και αποτελούν επομένως χαρακτηριστικούς εκπροσώπους της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών.

(4)  Βλ. Συμφωνίες για τη θέση σε εφαρμογή (Implementing Agreements).

(5)  Βλ. ΕΕ. C 218 της 11.9.2009 σελ. 8.

(6)  Σημείο 3.10.1, CESE 1440 2007 — ΕΕ. C 44 της 16.2.2008 σελ. 1

(7)  Εν προκειμένω δε γίνεται ωστόσο λόγος για περιορισμό του αντίστοιχου περιθωρίου συμφωνιών, που πρέπει μεταξύ άλλων να κατευθύνεται ανάλογα με την ισορροπία ή μη των προκαταρκτικών γνώσεων και των προσόντων των εταίρων.

(8)  Βλ. ΕΕ. C 218 της 11.9.2009 σελ. 8

(9)  Βλ. ΕΕ. C 182 της 4.8.2009 σελ.40.

(10)  2891η Σύνοδος του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας, Βρυξέλλες, 2 Δεκεμβρίου 2008. Συμπεράσματα σχετικά με μία Ευρωπαϊκή εταιρική σχέση για διεθνή επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία.

(11)  ΕΕ. C 182 της 4.8.2009 σελ. 40.

(12)  Η έννοια της μεταβλητής γεωμετρίας αναφέρεται εν προκειμένω στη δυνατότητα συνεργασίας ή συμμετοχής μεμονωμένων κρατών μελών με διαφορετική κάθε φορά σύνθεση (βλ. επίσης παράγραφο 169 της ενοποιημένης έκδοσης των Συνθηκών).

(13)  Συχνά αναφέρεται και ως «Simulation-Science» (επιστήμη προσομοίωσης) ή «Numerical Modelling» (δημιουργία ψηφιακών μοντέλων). Χάρη στη μέθοδο αυτή εξετάζονται άκρως περίπλοκα ερωτήματα, τα οποία προηγουμένως δεν ήταν δυνατόν να διερευνηθούν συστηματικά..

(14)  Πρόκειται για μία σύσταση της ΕΟΚΕ που υπερβαίνει την πρόταση της Επιτροπής.

(15)  Βλ. ΕΟΚΕ 864/2009, σημείο 1.7.(δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα)


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/18


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση»

COM(2008) 663 τελικό — 2008/0256 (COD)

2009/C 306/04

Στις 23 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να γνωμοδοτήσει για την

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση»

Το τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 19 Μαΐου με βάση την εισηγητική έκθεση της κυρίας HEINISCH.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009) η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 94 ψήφους υπέρ και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

H ΕΟΚΕ λαμβάνει γνώση του στόχου καλύτερης πληροφόρησης του ευρέος κοινού σχετικά με φάρμακα που χορηγούνται με ιατρική συνταγή. Εκφράζει, ωστόσο, τις επιφυλάξεις της όσον αφορά ορισμένα μεμονωμένα σημεία της πρότασης οδηγίας που επιδέχονται κριτική. Η θέσπιση ενιαίου νομικού πλαισίου ενισχύει τη νομική ασφάλεια και τη σαφήνεια της νομοθεσίας στην Κοινότητα. Η ΕΟΚΕ διερωτάται ως προς την αρχή που διέπει την πρόταση οδηγίας COM(2008) 663 τελ., που σκοπό έχει να επιτραπεί στην φαρμακευτική βιομηχανία να παράσχει στους ασθενείς άμεσα πληροφορίες.

1.2

Για τον ίδιο σκοπό, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι σημαντικές διακυμάνσεις των ισχυόντων νομικών καθεστώτων από ένα κράτος μέλος σε ένα άλλο σχετικά με τη συνταγογράφηση και τη χορήγηση φαρμάκων συνιστούν εμπόδιο για τη σωστή και κατανοητή ενημέρωση σχετικά με τα φάρμακα. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβεί σε μια εναρμόνιση του νομικού καθεστώτος συνταγογράφησης και χορήγησης φαρμάκων.

1.3

Κάθε πολίτης (ασθενής) έχει δικαίωμα σε εκτενή και κατανοητή ενημέρωση στη μητρική του γλώσσα. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνονται και τα φάρμακα που διατίθενται στο διαδίκτυο με ιατρική συνταγή. Η ενημέρωση πρέπει να παράσχεται σε συνάρτηση με την εκάστοτε ασθένεια, ο ασθενής δηλαδή θα πρέπει να ενημερώνεται τόσο για τα φάρμακα, όσο και για την ασθένεια η οποία μπορεί να αντιμετωπισθεί με αυτά (1). Λαμβανομένης υπόψη της γήρανσης του πληθυσμού, θα πρέπει να διατίθενται και μέσα ενημέρωσης ειδικά για ηλικιωμένους ασθενείς. (2)

1.4

Η ΕΟΚΕ προτείνει τη δημιουργία ανεξάρτητων φορέων, οι οποίοι θα παρέχουν πληροφορίες παράλληλα με τον κάτοχο άδειας. Οι ανεξάρτητοι αυτοί φορείς θα έχουν έτσι τη δυνατότητα να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με φάρμακα διάφορων παρασκευαστών τα οποία αφορούν μια συγκεκριμένη θεραπευτική ένδειξη. Η ΕΟΚΕ συνιστά επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως η πρόταση οδηγίας και να προωθηθούν αυτού του είδους οι ανεξάρτητοι φορείς.

1.5

Οι δικτυακοί τόποι θα πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100η , παράγραφος 1, να καταχωρίζονται προηγουμένως από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Έτσι προασπίζεται καλύτερα και διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον και στο διαδίκτυο.

1.6

Η διάκριση μεταξύ διαφήμισης και ενημέρωσης είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δύσκολη, τα δε όρια είναι διάχυτα. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, αντί να αναμένουμε τις «κατευθυντήριες γραμμές» που σκοπεύει να θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα πρέπει, μέσω της παρούσας οδηγίας να καθοριστεί, βάσει ποιοτικών κριτηρίων, ποιά ενημέρωση είναι επιτρεπτή: ήτοι η αντικειμενική, συγκριτική και κατανοητή ενημέρωση.

1.7

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι οι πληροφορίες σχετικά με μη παρεμβατικές επιστημονικές μελέτες δεν πρέπει να θεωρούνται ως πληροφορίες που πρέπει να διατίθενται στο ευρύ κοινό και ότι πρέπει να διαγραφούν τα σχετικά σημεία της πρότασης της Επιτροπής.

1.8

Οι «έντυπες δημοσιεύσεις για την υγεία» δεν αποτελούν κατάλληλο μέσο διάδοσης πληροφοριών σχετικά με φάρμακα που διατίθενται με συνταγή γιατρού. Σε αυτή την περίπτωση θα επρόκειτο ενδεχομένως για «παροτρυντική πληροφορία», ενώ η οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται σε πληροφορίες που αναζητά ο ασθενής αυτόβουλα. Συνεπώς δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στην οδηγία η δυνατότητα διάδοσης πληροφοριών σχετικά με «έντυπες δημοσιεύσεις για την υγεία». Οι δικτυακοί τόποι, απεναντίας, θα μπορούσαν να αποτελέσουν δίαυλο πληροφόρησης. Ωστόσο, το καινούριο άρθρο 100γ περίπτωση (β) θα πρέπει να προβλέπει ότι πρόκειται για δικτυακούς τόπους που αφορούν αποκλειστικά φάρμακα εγκεκριμένα από τον Ευρωπαϊκό και τους εθνικούς Οργανισμούς Φαρμάκων.

1.9

Η πρόταση οδηγίας καταδεικνύει ότι είναι αναγκαίο να καταστούν πιο ευανάγνωστες οι πληροφορίες που έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές και κυρίως οι πληροφορίες που περιέχονται στο φύλλο οδηγιών. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ανεπιφύλακτα παρόμοιες προσπάθειες, ανεξάρτητα από την εξεταζόμενη οδηγία. Οι ασθενείς πρέπει να μπορούν να ενημερώνονται εκτενώς και με κατανοητό τρόπο ειδικά για τις παρενέργειες του φαρμάκου αλλά και σχετικά με τις επιλογές όσον αφορά τον τρόπο ζωής τους. Απαιτείται επίσης κατάλληλη κατάρτιση των ιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού.

1.10

Η ΕΟΚΕ καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν, σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη της ισχύος αυτής της οδηγίας, μια ανεξάρτητη από τις βιομηχανίες δικτυακή πύλη μέσω της οποίας θα διαδίδονται πληροφορίες σχετικά με φάρμακα που χορηγούνται μόνο με συνταγή γιατρού. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να διοργανωθούν στα κράτη μέλη διασκέψεις και φόρουμ, σε συνεργασία με τις οργανώσεις των ασθενών και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των φορέων συμπληρωματικής ασφάλειας υγείας.

1.11

Οι Γενικές Διευθύνσεις καλούνται να ενημερώσουν τους ασθενείς σχετικά με τις δυνατότητες που προσφέρει, αλλά και τους κινδύνους που εγκυμονεί το διαδίκτυο, όσον αφορά τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τα φάρμακα.

1.12

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις μεθόδους για τον έλεγχο των πληροφοριών όπως προβλέπονται στο άρθρο 100η της πρότασης οδηγίας. Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να διενεργείται σε κάθε περίπτωση στην οποία κρίνεται εκ των προτέρων αναγκαίος. Σε περίπτωση όμως που η δημοσίευση έχει ήδη εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές ή διασφαλίζεται ισότιμος, κατάλληλος και αποτελεσματικός έλεγχος μέσω άλλου μηχανισμού, δεν είναι απαραίτητος ο εκ των προτέρων έλεγχος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την αρμοδιότητα να κρίνουν κατά πόσον υφίσταται στην επικράτειά τους ένας μηχανισμός, ο οποίας να εξασφαλίζει έναν ισότιμο και κατάλληλο έλεγχο. Από αυτή την άποψη, το άρθρο 100η συνιστά μια ισορροπημένη ρύθμιση.

1.13

Η επικοινωνία μεταξύ ασθενούς και επαγγελματιών του τομέα της υγείας — ιδιαίτερα ιατρού και φαρμακοποιού - πρέπει να εξακολουθήσει να αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Η παροχή εξατομικευμένων συμβουλών εκ μέρους όσων ανήκουν στον κλάδο της υγείας είναι απαραίτητη για την ασφαλή χρήση των φαρμάκων που χορηγούνται με συνταγή γιατρού.

2.   Εισαγωγή

2.1

Στόχος της προτεινόμενης οδηγίας είναι να δημιουργηθεί ένα σαφές πλαίσιο για την παροχή πληροφοριών από τους κατόχους αδειών κυκλοφορίας στο ευρύ κοινό σχετικά με τα φάρμακα που χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή, με σκοπό να αυξηθεί η ορθολογική χρήση των φαρμάκων αυτών.

2.2

Σκοπός είναι, επίσης, η εξασφάλιση υψηλής ποιότητας των παρεχόμενων πληροφοριών μέσω της συνεκτικής εφαρμογής σαφώς καθορισμένων προτύπων σε ολόκληρη την Κοινότητα.

2.3

Οι πληροφορίες πρέπει να μπορούν να διατίθενται μέσω διαύλων που ανταποκρίνονται στις ανάγκες και στις ικανότητες διαφορετικών κατηγοριών.

2.4

Θα επιτρέπεται στους κατόχους άδειας κυκλοφορίας να παρέχουν, με εύληπτο τρόπο, αντικειμενικές και μη διαφημιστικού χαρακτήρα πληροφορίες σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τους κινδύνους των φαρμάκων τους.

2.5

Θεσπίζονται μέτρα παρακολούθησης και εκτέλεσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι πάροχοι πληροφοριών τηρούν τα κριτήρια ποιότητας και να αποφεύγεται η περιττή γραφειοκρατία.

3.   Γενικό πλαίσιο

3.1

Η οδηγία 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικα για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (3) προβλέπει εναρμονισμένο πλαίσιο για τη διαφήμιση των φαρμάκων σε κοινοτικό επίπεδο. Η οδηγία απαγορεύει τη διαφήμιση στο κοινό των φαρμάκων για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή. Η οδηγία δεν περιλαμβάνει, ωστόσο, λεπτομερείς διατάξεις όσον αφορά τις πληροφορίες για τα φάρμακα· απλώς, ορίζει ότι ορισμένες ενημερωτικές δραστηριότητες εξαιρούνται από τις διατάξεις για τη διαφήμιση.

3.2

Με βάση το άρθρο 88α της οδηγίας 2001/83/ΕΚ (4), εγκρίθηκε ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την «Έκθεση για τις τρέχουσες πρακτικές όσον αφορά την ενημέρωση των ασθενών σχετικά με τα φάρμακα», η οποία υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στις 20 Δεκεμβρίου 2007. (5) Από την έκθεση συνάγεται ότι οι κανόνες και οι πρακτικές ως προς το ποιές πληροφορίες μπορούν να παρέχονται στο κοινό διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Ορισμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν πολύ περιοριστικούς κανόνες, ενώ άλλα επιτρέπουν την παροχή διαφόρων πληροφοριών μη διαφημιστικού χαρακτήρα.

4.   Πρόταση της Επιτροπής

4.1

Η πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικα για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση προβλέπει την εξαίρεση ορισμένων πληροφοριών από το πεδίο εφαρμογής της διάταξης για την διαφήμιση φαρμάκων (Τίτλος VIII) και τη ρύθμιση των πληροφοριών για φάρμακα που χορηγούνται με ιατρική συνταγή σε έναν νέο Τίτλο VΙΙΙα.

4.2

Τα είδη πληροφοριών που επιτρέπεται να παρέχουν οι κάτοχοι άδειας κυκλοφορίας στο ευρύ κοινό ή σε μεμονωμένα πρόσωπα, σχετικά με εγκεκριμένα φάρμακα για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, απαριθμούνται στο άρθρο 100β της πρότασης οδηγίας. Στις πληροφορίες αυτές συγκαταλέγονται για παράδειγμα η περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος, η επισήμανση και το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου, όπως εγκρίθηκαν από τις αρμόδιες αρχές. Επίσης, επιτρέπονται πληροφορίες, σχετικές με το φάρμακο, για μη παρεμβατικές επιστημονικές μελέτες.

4.3

Η παροχή σχετικών πληροφοριών επιτρέπεται μόνο μέσω έντυπων δημοσιεύσεων για την υγεία, δικτυακών τόπων για φάρμακα καθώς και γραπτών απαντήσεων σε αιτήματα για την παροχή πληροφοριών οιουδήποτε προσώπου (Άρθρο 100γ)

4.4

Το άρθρο 100δ προσδιορίζει τις απαιτήσεις όσον αφορά την ποιότητα και το περιεχόμενο των πληροφοριών.

4.5

Το άρθρο 100ζ περιέχει διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο των πληροφοριών. Οι μέθοδοι βασίζονται στον έλεγχο των πληροφοριών πριν από την παροχή τους, εκτός εάν το περιεχόμενο των πληροφοριών έχει ήδη εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές, ή εάν εξασφαλίζεται παρόμοιου επιπέδου επαρκής και αποτελεσματική παρακολούθηση μέσω διαφορετικού μηχανισμού.

4.6

Οι δικτυακοί τόποι με πληροφορίες για φάρμακα που χορηγούνται με ιατρική συνταγή πρέπει να έχουν καταχωριστεί και να μην περιέχουν διαδικτυακή τηλεόραση.

5.   Γενικές παρατηρήσεις

5.1

Η ΕΟΚΕ επιφυλάσσεται σε μεγάλο βαθμό ως προς το σχέδιο παροχής στο ευρύ κοινό καλύτερης πληροφόρησης σχετικά με φάρμακα που χορηγούνται με ιατρική συνταγή ως προς τη δυνατότητα που παρέχεται στη βιομηχανία φαρμάκων να ενημερώνει άμεσα τους ασθενείς.

5.2

Παράλληλα με τη ρύθμιση της πληροφόρησης του ευρύτερου κοινού χρειάζεται και η λήψη συνοδευτικών μέτρων κυρίως με στόχο τη διάθεση προσιτών και κατανοητών πληροφοριών. Ιδιαίτερα πρέπει να ληφθεί υπόψη η δημογραφική εξέλιξη του πληθυσμού, μέσω της εξοικείωσης και των ηλικιωμένων καθώς και άλλων κατηγοριών ατόμων που έχουν ιδιαίτερη ανάγκη ενημέρωσης, με τις δυνατότητες χρήσης του διαδικτύου με έναν γι αυτούς κατανοητό τρόπο.

5.3

Μετά από την εφαρμογή της πρότασης οδηγίας, θα προκύψει ωστόσο και το πρόβλημα ότι ορισμένα φάρμακα υπόκεινται σε διαφορετικό καθεστώς στα κράτη μέλη. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να επιτρέπεται η διαφήμιση ενός φαρμάκου σε κάποιο κράτος μέλος, ενώ σε άλλο να επιτρέπεται μόνο η παροχή πληροφοριών σχετικά με το φάρμακο αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις της εξεταζόμενης πρότασης οδηγίας. Συνεπώς, θα εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές ως προς το είδος και την ποιότητα των πληροφοριών που διατίθενται στα κράτη μέλη.

5.4

Με την παρούσα πρόταση λαμβάνεται υπόψη το αυξημένο ενδιαφέρον των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για πληροφορίες σχετικά με φάρμακα που κυκλοφορούν καθώς και σχετικά με θεραπευτικές δυνατότητες. Οι ασθενείς έχουν αποκτήσει περισσότερα δικαιώματα και είναι πλέον πιο υπεύθυνοι χρήστες της υγειονομικής περίθαλψης, αναζητώντας ολοένα και μεγαλύτερη ενημέρωση σχετικά με τα φάρμακα και τις θεραπείες. Πρότυπο αποτελεί εντούτοις ο «χειραφετημένος καταναλωτής».

5.5

Ολοένα περισσότεροι πολίτες αναζητούν στο διαδίκτυο πληροφορίες σχετικά με φάρμακα που χορηγούνται με ιατρική συνταγή. Η αυξανόμενη σπουδαιότητα του διαδικτύου μπορεί να ληφθεί υπόψη εφόσον θεωρηθεί το διαδίκτυο σημαντικό μέσο ενημέρωσης μέσω του οποίου οι πολίτες έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες για φάρμακα. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να μπορούν να αξιοποιούν καλύτερα τις δυνατότητες του διαδικτύου και κατηγορίες του πληθυσμού που χρησιμοποιούν προς το παρόν λιγότερο εντατικά αυτό το μέσο (πρβλ. σημείο 5.2).

5.6

Η ανάγκη δημιουργίας ενός κοινοτικού νομικού πλαισίου για την παροχή πληροφοριών σχετικά με φάρμακα που χορηγούνται με ιατρική συνταγή αιτιολογείται και από το γεγονός ότι στο διαδίκτυο διατίθενται και πληροφορίες αμφίβολης ποιότητας. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί η παροχή πληροφοριών υψηλής ποιότητας. Οι καταχωρημένοι δικτυακοί τόποι θα πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100η, παράγραφος 1 της πρότασης να φέρουν σαφή σχετική ένδειξη, προκειμένου να τις διακρίνουν οι πολίτες από άλλες αναξιόπιστες προσφορές.

5.7

Εφόσον το φύλλο οδηγιών που περιλαμβάνεται στη συσκευασία συγκαταλέγεται στις πληροφορίες που επιτρέπεται να παρέχει ο κάτοχος άδειας σχετικά με φάρμακα που χορηγούνται με ιατρική συνταγή, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει, ανεξάρτητα από την εξεταζόμενη πρόταση, τις προσπάθειες που καταβάλλονται για να καταστούν πιο ευανάγνωστα τα φύλλα οδηγιών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί και με σε συνεργασία με τις οργανώσεις ασθενών. H ΕΟΚΕ προτείνει τη συγκρότηση μίας ομάδας εργασίας, η οποία θα επιληφθεί του εν λόγω ζητήματος.

5.8

Η ΕΟΚΕ προτείνει τη δημιουργία ανεξάρτητων φορέων, οι οποίοι θα παρέχουν πληροφορίες παράλληλα με τον κάτοχο άδειας. Οι ανεξάρτητοι αυτοί φορείς θα έχουν έτσι τη δυνατότητα να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με φάρμακα διάφορων παρασκευαστών και να παρουσιάζουν για παράδειγμα διάφορα φάρμακα (ιδίως τα γενόσημα φάρμακα) τα οποία αφορούν μια συγκεκριμένη θεραπευτική ένδειξη.

6.   Ειδικές παρατηρήσεις

6.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη διατήρηση της ισχύουσας απαγόρευσης απευθείας διαφήμισης στους καταναλωτές των φαρμάκων που χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή.

6.2

Πολύ ορθά η πρόταση οδηγίας θεωρεί δεδομένο ότι οι πληροφορίες που έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές, όπως η περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος, η επισήμανση και το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου, όπως εγκρίθηκαν από τις αρμόδιες αρχές, και η έκθεση αξιολόγησης την οποία καταρτίζουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές, υπό τη μορφή στην οποία έχει πρόσβαση το κοινό, δεν πρέπει να χαρακτηρίζονται ως διαφήμιση αλλά ως πληροφορία. Παρόμοιες πληροφορίες πρέπει να μπορούν να τίθενται στη διάθεση του ευρύτερου κοινού.

6.3

Σε περίπτωση που τα κριτήρια που αναφέρονται στο σημείο 6.2. δεν διατίθενται με τη μορφή που έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές, πρέπει να διασφαλίζεται ότι τηρούνται τα κριτήρια ποιότητας που ορίζει το άρθρο 100δ. Για λόγους σαφήνειας, θα πρέπει το άρθρο 100β, στοιχείο β να παραπέμπει ρητά στις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 100δ. Η απαίτηση για την παρουσίαση των πληροφοριών με διαφορετική μορφή από αυτήν που έχουν εγκρίνει οι αρμόδιες αρχές οφείλεται στο ότι προς το παρόν, οι εγκεκριμένες πληροφορίες, όπως το φύλλο οδηγιών και η περίληψη των χαρακτηριστικών των φαρμάκων είναι εξαιρετικά δυσανάγνωστες για τους ασθενείς. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει, συνεπώς, το αίτημά της να διατυπωθούν με πιο εύληπτο και κατανοητό τρόπο οι πληροφορίες που έχουν εγκριθεί από τις αρχές (πρβλ. σημείο 5.7.).

6.4

Διαφωνεί με την παροχή πληροφοριών σχετικά με μη παρεμβατικές επιστημονικές μελέτες στο ευρύ κοινό. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν ο ασθενής είναι σε θέση να αξιολογήσει σωστά πληροφορίες σχετικά με μη παρεμβατικές επιστημονικές μελέτες και να εξαγάγει τα απαραίτητα γι αυτό συμπεράσματα. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από το ερώτημα σχετικά με την ποιότητα παρόμοιων πληροφοριών. Η ενημέρωση σχετικά με τις μελέτες αυτές θα πρέπει να επαφίεται και στο μέλλον στους εκπρόσωπους των ιατρικών επαγγελμάτων και να περιορίζεται σε ορισμένες περιπτώσεις.

6.5

Οι «έντυπες δημοσιεύσεις για την υγεία» δεν αποτελούν κατάλληλο μέσο διάδοσης πληροφοριών σχετικά με φάρμακα που διατίθενται με συνταγή γιατρού. Ήδη η έννοια αυτή καθαυτή είναι διφορούμενη, με αποτέλεσμα να είναι αμφισβητήσιμο αν είναι εφικτή η ενιαία ερμηνεία του όρου στα διάφορα κράτη μέλη. Αυτή η μορφή παροχής πληροφοριών δημιουργεί επίσης το ερώτημα μήπως πρόκειται για υπέρβαση του ορίου μεταξύ των πληροφοριών που ζητά ο ίδιος ο ασθενής («ζητούμενες» πληροφορίες) και των πληροφοριών που προωθούνται στους ασθενείς («ωθούμενες» πληροφορίες), δεδομένου ότι ο ασθενής, όταν αγοράζει μια έντυπη δημοσίευση για την υγεία, δεν αναζητά οπωσδήποτε πληροφορίες για ένα συγκεκριμένο φάρμακο (6).

6.6

Οι δικτυακοί τόποι θα πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100η, παράγραφος 1 της πρότασης, να καταχωρίζονται προηγουμένως από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Έτσι προασπίζεται καλύτερα και διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον και στο διαδίκτυο.

6.7

Τα έξοδα της καταχώρησης θα πρέπει να κυμαίνονται εντός ενός ανεκτού επιπέδου γραφειοκρατικής επιβάρυνσης, τόσο για τις δημόσιες αρχές όσο και για τη βιομηχανία.

6.8

Θα ήταν σκόπιμο να προστεθεί στις πληροφορίες η ένδειξη ότι, σε περίπτωση που ο ασθενής χρειάζεται λεπτομερέστερες πληροφορίες από αυτές που του παρέχονται, θα πρέπει να απευθύνεται σε έναν γιατρό. Ακόμη και αν η αυξημένη ανάγκη των ασθενών και η μεταβαλλόμενη εικόνα του ενημερωμένου καταναλωτή λαμβάνονται υπόψη μέσω της παροχής πληροφοριών για φάρμακα που χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή, οι πληροφορίες που επιτρέπεται να παρέχονται με βάση την πρόταση οδηγίας δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την εμπεριστατωμένη ενημέρωση από έναν εκπρόσωπο των ιατρικών επαγγελμάτων.

6.9

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις μεθόδους για τον έλεγχο των πληροφοριών όπως προβλέπονται στο άρθρο 100η της πρότασης οδηγίας. Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να διενεργείται σε κάθε περίπτωση στην οποία ο εκ των προτέρων έλεγχος κρίνεται αναγκαίος. Σε περίπτωση όμως που η δημοσίευση έχει ήδη εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές ή διασφαλίζεται ισότιμος, κατάλληλος και αποτελεσματικός έλεγχος μέσω άλλου μηχανισμού, δεν είναι απαραίτητος ο εκ των προτέρων έλεγχος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την αρμοδιότητα να κρίνουν κατά πόσον υφίσταται στην επικράτειά τους ένας μηχανισμός, ο οποίας να εξασφαλίζει έναν ισότιμο και κατάλληλο έλεγχο. Από αυτή την άποψη, το άρθρο 100η συνιστά μια ισορροπημένη ρύθμιση.

6.10

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει ρητά το άρθρο 100ζ, παράγραφος 2 της πρότασης οδηγίας στο οποίο προβλέπεται η κατάρτιση κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις πληροφορίες που επιτρέπονται βάσει του παρόντος τίτλου. Σε αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές και στον κώδικα δεοντολογίας που θα περιλαμβάνουν θα μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια το όριο μεταξύ ανεπίτρεπτων διαφημίσεων και επιτρεπτών πληροφοριών. Αυτό κρίνεται αναγκαίο καθότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ένας αφηρημένος και γενικός διαχωρισμός με τη μορφή ενός «γενικού ορισμού».

6.11

Αξιολογείται θετικά η απαγόρευση της σύνδεσης δικτυακού τόπου με δικτυακή τηλεόραση καθώς και η απαγόρευση της διάδοσης πληροφοριών μέσω της τηλεόρασης ή του ραδιοφώνου.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Βλ. την γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα την Πρόταση Οδηγίας για την εφαρμογή των δικαιωμάτων των ασθενών στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη, ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σ. 116.

(2)  Βλ. την γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα Ανταπόκριση στις ανάγκες των ηλικιωμένων ατόμων, ΕΕ C 77 από 31.3.2009, σελ. 115.

(3)  ΕΕ L 311 της 28ης Νοεμβρίου 2001, σ. 67, που τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/29/ΕΚ (ΕΕ L 81 της 20ής Μαρτίου 2008, σ. 51).

(4)  Τέθηκε σε ισχύ με την οδηγία 2004/27/ΕΚ (ΕΕ L 136 της 30ής Απριλίου 2004, σ. 34).

(5)  COM(2007) 862 τελ.

(6)  Ειδικότερα στις περιπτώσεις εκείνες όπου η «έντυπη δημοσίευση για την υγεία» αποτελεί ένθετο εφημερίδας.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/22


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση, όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση για φάρμακα ανθρώπινης χρήσης, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων»

COM(2008) 664 τελικό — 2008/0257 (COD)

2009/C 306/05

Στις 23 Ιανουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

«Πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση, όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση για φάρμακα ανθρώπινης χρήσης, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 19 Μαΐου 2009 με εισηγήτρια την κ. GAUCI.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 92 ψήφους υπέρ και 3 αποχές.

1.   Σύνοψη και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να καθιερώσει ισχυρότερο σύστημα φαρμακοεπαγρύπνησης μέσω αυξημένης εποπτείας της αγοράς, ενισχύοντας τις διαδικασίες παρακολούθησης που θα εξασφαλίζουν σαφείς ρόλους και αρμοδιότητες για τους κύριους φορείς ευθύνης και διαφανή διαδικασία λήψης αποφάσεων στην ΕΕ.

1.2

Η ΕΟΚΕ συνιστά θερμά το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο να θέτει τον ασθενή στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, προβλέποντας επαρκείς εναρμονισμένους κανόνες σε αυτόν τον τομέα. Έτσι, θα διασφαλισθεί για τους πολίτες της ΕΕ, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα, ίση πρόσβαση στην κατάλληλη πληροφόρηση ανά την ΕΕ και πλήρης διαθεσιμότητα ασφαλών, καινοτόμων και προσιτών φαρμάκων που θα είναι καταχωρισμένα σε οποιαδήποτε αγορά του ΕΟΧ σε λογική τιμή.

1.3

Σε αυτά τα πλαίσια, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ των σημαντικών βελτιώσεων που επέρχονται στη σημερινή κατάσταση, καθότι ανακύπτουν διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθετικών, ρυθμιστικών και διοικητικών διατάξεων για τα φάρμακα οι οποίες έχουν σημαντικές επιπτώσεις στους ασθενείς και δύνανται να παρεμποδίσουν το εμπόριο εντός του ΕΟΧ και να επηρεάσουν δυσμενώς την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

1.4

Η ΕΟΚΕ, κατά συνέπεια, υπογραμμίζει τη σημασία της συμμετοχής των ασθενών στη φαρμακοεπαγρύπνηση, συμπεριλαμβανομένων των διαδραστικών άμεσων εκθέσεων των ασθενών για ύποπτες ανεπιθύμητες ενέργειες: η ευθύνη για την υγειονομική περίθαλψη πρέπει να επιμερίζεται ολοένα και περισσότερο στους ασθενείς, οι οποίοι ενδιαφέρονται πιο ενεργά για τις δυνατότητες υγειονομικής περίθαλψης που τους παρέχονται και για έναν αμφίδρομο δίαυλο επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της ορθής χρήσης του διαδικτύου.

1.5

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της αποσαφήνισης και της κωδικοποίησης των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων όλων των ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και μεταξύ των εν λόγω μερών: αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, EMEA (συμπεριλαμβανομένων των επιτροπών του), Επιτροπή και κάτοχοι αδειών κυκλοφορίας, συμπεριλαμβανομένου του ειδικευμένου προσώπου τους για τη φαρμακοεπαγρύπνηση, ασθενείς. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι τα νέα στοιχεία που εισάγουν οι προτάσεις δεν πρέπει να αμφισβητούν ή να θίγουν τις υπάρχουσες δομές και διαδικασίες σε τοπικό επίπεδο, ιδίως όσες αναφέρονται στον ασθενή και στους επαγγελματίες του κλάδου της υγείας, εφόσον διασφαλίζονται κοινές παράμετροι για συγκρίσιμα δεδομένα με διαφανή και ταχεία διαδικασία.

1.6

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη σύσταση μιας νέας επιτροπής φαρμακοεπαγρύπνησης για την αντικατάσταση της υφιστάμενης ομάδας εργασίας σχετικά με τη φαρμακοεπαγρύπνηση στο εσωτερικό του EMEA και θεωρεί ότι η σύσταση μιας τέτοιας επιτροπής θα οδηγήσει σε καλύτερη και ταχύτερη λειτουργία του συστήματος της ΕΕ, εφόσον αποσαφηνισθούν περαιτέρω οι εργασίες, διαδικασίες και σχέσεις με τις λοιπές υπάρχουσες επιτροπές.

1.7

Η συλλογή, αλλά και η διαχείριση, των στοιχείων φαρμακοεπαγρύπνησης στη βάση δεδομένων EudraVigilance πρέπει να ενισχυθούν με νέους ανθρώπινους και δημοσιονομικούς πόρους, προκειμένου να καταστεί η εν λόγω βάση δεδομένων το μοναδικό διαδραστικό σημείο ταχείας λήψης και αποστολής πληροφοριών φαρμακοεπαγρύπνησης σχετικά με τα φάρμακα, καθώς και αποτελεσματικής διαχείρισης των δεδομένων. Είναι ζωτικής σημασίας για την εμπιστοσύνη του κοινού μια διαφανής και φιλική προς το χρήστη πολιτική πρόσβασης, ανοιχτή σε όλους τους ενδιαφερομένους και ιδίως στους ασθενείς, κατά τρόπο διαδραστικό, με σεβασμό της προστασίας των δεδομένων και της εμπιστευτικότητας.

1.8

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία απλουστευμένων διαδικασιών για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και ζητά την βελτιστοποίηση της «Υπηρεσίας ΜΜΕ», που συνδράμει οικονομικά και διοικητικά τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

1.9

Καθώς οι διεθνείς αγορές επεκτείνονται και οι εταιρίες λειτουργούν ολοένα και περισσότερο σε διεθνή βάση, η ΕΟΚΕ συνιστά την ενθάρρυνση του συντονισμού των δράσεων των κρατών μελών και της Ένωσης σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

1.10

Η ΕΟΚΕ ζητά να παρουσιάσει ο ΕΟΦΠ στο Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την ΕΟΚΕ, εντός 5 ετών, ανεξάρτητη εξωτερική αξιολόγηση των επιτευγμάτων του στη βάση του νέου κανονισμού και προγράμματος εργασίας του, μαζί με αξιολογητική έκθεση των πρακτικών εργασίας και των επιπτώσεων του νέου μηχανισμού που θεσπίζει αυτή η πρόταση, καθώς και της διαδραστικής λειτουργίας της βάσης δεδομένων EudraVigilance.

2.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

2.1

Οι εναρμονισμένοι κοινοτικοί κανόνες σχετικά με τη φαρμακοεπαγρύπνηση όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 726/2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων όσον αφορά τα φάρμακα που εγκρίνονται από την Επιτροπή με την «κεντρική διαδικασία» που προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό, καθώς και στην οδηγία 2001/83/ΕΚ.

2.2

Η εκτίμηση της επικινδυνότητας κατά την ανάπτυξη φαρμακευτικών προϊόντων θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με εμπεριστατωμένα και αυστηρά κριτήρια ακόμη κι αν είναι αδύνατο να εντοπιστούν όλες οι ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια κατά τη διάρκεια των κλινικών δοκιμών. Αμέσως μόλις κυκλοφορήσει ένα φάρμακο στην αγορά, παρατηρείται κατά κανόνα αισθητή αύξηση του αριθμού των εκτεθειμένων ασθενών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πάσχουν από άλλη σχετική πάθηση (co-morbid conditions) και εκείνων στους οποίους χορηγείται φαρμακευτική αγωγή με παρεμφερή σκευάσματα. Επομένως, η συλλογή δεδομένων σχετικών με την ασφάλεια έπειτα από την κυκλοφορία στην αγορά και η εκτίμηση της επικινδυνότητας βάσει στοιχείων παρατήρησης είναι καθοριστικής σημασίας τόσο για την αξιολόγηση και τον προσδιορισμό του προφίλ κινδύνου ενός φαρμάκου όσο και για τη λήψη συνειδητών αποφάσεων σχετικά με την ελαχιστοποίηση του κινδύνου.

2.3

Η παρούσα γνωμοδότηση εστιάζεται αποκλειστικά στις προτάσεις της Επιτροπής για την τροποποίηση του υπό εξέταση κανονισμού, ενώ οι τροποποιήσεις που προτείνονται για την οδηγία 2001/83/ΕΚ αποτελούν αντικείμενο άλλης γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ (1).

2.4

Η ΕΟΚΕ τάσσεται απολύτως υπέρ των σημαντικών βελτιώσεων που επέρχονται στο υφιστάμενο κοινοτικό νομικό πλαίσιο, καθότι ανακύπτουν διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθετικών, ρυθμιστικών και διοικητικών διατάξεων για τα φάρμακα οι οποίες ενδέχεται να παρεμποδίσουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και να επηρεάσουν δυσμενώς την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

2.5

Εάν δεν υπήρχε συντονισμός, δεν θα μπορούσαν τα κράτη μέλη να έχουν πρόσβαση στην καλύτερη επιστημονική και φαρμακολογική εμπειρογνωμοσύνη για την αξιολόγηση της ασφάλειας των φαρμάκων και για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου.

2.6

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επισημάνει ότι «ένα ισχυρό σύστημα φαρμακοεπαγρύπνησης είναι καθοριστικής σημασίας και πιστεύει ότι τα υφιστάμενα συστήματα πρέπει να ενισχυθούν. Όλοι οι επαγγελματίες της υγειονομικής περίθαλψης που εμπλέκονται στις διαδικασίες συνταγογράφησης ή χορήγησης φαρμάκων, καθώς και οι ασθενείς, θα πρέπει να συμμετέχουν σε ένα αποτελεσματικό σύστημα για την παρακολούθηση όλων των φαρμάκων μετά την αγορά τους» (2).

2.7

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να αυξήσει την επιτήρηση της αγοράς, με την ενδυνάμωση των διαδικασιών παρακολούθησης, με τον καθορισμό σαφών ρόλων και αρμοδιοτήτων για τους βασικούς συντελεστές, καθώς και με τη διασφάλιση της διαφάνειας στο πλαίσιο της κοινοτικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων για θέματα ασφάλειας των φαρμάκων ώστε να θεσπιστούν μέτρα που θα εφαρμόζονται πλήρως και εξίσου για όλα τα σχετικά προϊόντα στην ΕΕ.

2.8

Η ευθύνη για την υγειονομική περίθαλψη επιμερίζεται ολοένα και περισσότερο στους ασθενείς, οι οποίοι ενδιαφέρονται πιο ενεργά για τις δυνατότητες υγειονομικής περίθαλψης που τους παρέχονται. Η σημασία της συμμετοχής των ασθενών στη φαρμακοεπαγρύπνηση, μεταξύ άλλων με την απευθείας αναφορά ύποπτων ανεπιθύμητων ενεργειών, έχει ήδη αναγνωριστεί και η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την έμφαση που δίδεται στην ανάπτυξη και την υποστήριξη διαδικασιών ικανών να διασφαλίσουν τη συμμετοχή των ασθενών σε όλα τα επίπεδα.

2.9

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τα οφέλη που συνεπάγονται για τους πολίτες και τους ασθενείς της ΕΕ οι νέες διατάξεις, οι οποίες θα έχουν ως αποτέλεσμα τόσο τη βελτίωση της πρόσβασης σε πληροφορίες για την υγεία και τα φάρμακα όσο και την ενεργό συλλογή στοιχείων υψηλής ποιότητας σχετικά με την ασφάλεια των φαρμάκων. Η συλλογή, αλλά και η διαχείριση, των στοιχείων φαρμακοεπαγρύπνησης στη βάση δεδομένων EudraVigilance πρέπει να ενισχυθούν με νέους ανθρώπινους και δημοσιονομικούς πόρους, προκειμένου να καταστεί η εν λόγω βάση δεδομένων το μοναδικό διαδραστικό σημείο λήψης και αποστολής πληροφοριών φαρμακοεπαγρύπνησης σχετικά με τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση.

2.10

Η ΕΟΚΕ ασχολείται επί του παρόντος με όλες τις πτυχές της δέσμης προτάσεων για τα φάρμακα, οι οποίες εξετάζονται σε διάφορες γνωμοδοτήσεις (3) για συγκεκριμένα θέματα. Σε αυτά τα πλαίσια, πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες μια σημαντική και γόνιμη δημόσια ακρόαση υπό την προεδρία του κ. Bryan Cassidy με τη συμμετοχή εκπροσώπων εταιρειών και εθνικών και ευρωπαϊκών οργανισμών.

3.   Οι προτάσεις της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού

3.1

Στόχος των προτάσεων είναι η βελτίωση της προστασίας της δημόσιας υγείας στην Κοινότητα, με την παράλληλη ενίσχυση της ενιαίας αγοράς στον τομέα των φαρμάκων, μέσω της ενίσχυσης και του εξορθολογισμού της φαρμακοεπαγρύπνησης στην ΕΕ, καθώς και με την εξάλειψη των διαφορών μεταξύ των εθνικών διατάξεων, κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φαρμακευτικών προϊόντων.

3.2

Οι προτάσεις αποσκοπούν να συμβάλλουν στους στρατηγικούς στόχους του κοινοτικού πλαισίου για την έγκριση, την εποπτεία και την παρακολούθηση των φαρμάκων, διαμέσου:

της βελτίωσης της προστασίας της δημόσιας υγείας στην Κοινότητα σε σχέση με την ασφάλεια των φαρμάκων,

της στήριξης της υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς στον φαρμακευτικό τομέα.

3.3

Οι ειδικοί στόχοι των προτάσεων είναι οι ακόλουθοι:

ο καθορισμός σαφών ρόλων, αρμοδιοτήτων και προτύπων, με την τακτική υποβολή εκθέσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τη διενέργεια επιθεωρήσεων φαρμακοεπαγρύπνησης και τη διεξαγωγή ελέγχου από τον EMEA,

ο εξορθολογισμός της κοινοτικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων, του χρονοδιαγράμματος θέσπισης της νέας δομής της επιτροπής του EMEA και του αριθμού διαδικασιών παραπομπής στον EMEA όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση,

η δημιουργία δικτυακών τόπων σχετικά με την ασφάλεια των φαρμάκων από κάθε κράτος μέλος, η δρομολόγηση της νέας δικτυακής πύλης της ΕΕ για την ασφάλεια από τον EMEA ώστε να ενισχυθεί η διαφάνεια και η επικοινωνία για την ασφάλεια των φαρμάκων και να βελτιωθεί η κατανόηση και να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των ασθενών και των επαγγελματιών του τομέα της υγείας ως προς αυτά τα ζητήματα,

η ενίσχυση των συστημάτων φαρμακοεπαγρύπνησης των εταιρειών, μειώνοντας ταυτόχρονα το διοικητικό φόρτο τους,

η υποστήριξη της βάσης δεδομένων EudraVigilance για την ασφάλεια των φαρμάκων, μέσω της διαχείρισης των κινδύνων, της συγκροτημένης συλλογής δεδομένων και της υποβολής περιοδικών εκθέσεων για ύποπτες ανεπιθύμητες ενέργειες,

ο μεγαλύτερος συντονισμός των δράσεων των κρατών μελών και της Επιτροπής που αποσκοπούν στην ενίσχυση της στρατηγικής επιστημονικής και τεχνολογικής (Ε&T) συνεργασίας για την ενθάρρυνση της καινοτομίας στον φαρμακευτικό τομέα, μέσω του 7ου προγράμματος πλαισίου και της πρωτοβουλίας για τα καινοτόμα φάρμακα,

η συμμετοχή των ενδιαφερόμενων παραγόντων στη φαρμακοεπαγρύπνηση,

η απλούστευση των ισχυουσών κοινοτικών διαδικασιών φαρμακοεπαγρύπνησης.

3.4

Στις προτάσεις τονίζεται ιδιαίτερα η ανάγκη να χρηματοδοτούνται επαρκώς από τον Οργανισμό οι δραστηριότητες που συνδέονται με τη φαρμακοεπαγρύπνηση μέσω της είσπραξης των τελών που χρεώνονται στους κατόχους αδειών κυκλοφορίας, των πόρων που διατίθενται στο κύριο σχέδιο του EMEA για την τηλεπληροφορική και του συνολικού αντικτύπου στον προϋπολογισμό του EMEA.

4.   Οι παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

4.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τους βασικούς στόχους των προτάσεων για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς στον φαρμακευτικό τομέα με τη βελτίωση της προστασίας της δημόσιας υγείας, όπως προαναφέρθηκε.

4.1.1

Στο πλαίσιο της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισσαβώνας, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την ανησυχία που εκφράστηκε σχετικά με τη σημασία που έχει η απλοποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου προς όφελος των πολιτών, των ασθενών, των εταιρειών και της κοινωνίας και δίδει έμφαση στην απαιτούμενη «ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης ώστε να ενισχυθούν τα οφέλη για τη βιομηχανία και τους ασθενείς και να ενθαρρυνθεί η συνεχής ανάπτυξή της ως παράγοντα που συμβάλλει σημαντικά σε μια δυναμική, βασισμένη στη γνώση και ανταγωνιστική ευρωπαϊκή οικονομία.» (4).

4.2

Σαφείς ρόλοι και αρμοδιότητες: Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι «όλοι οι επαγγελματίες της υγειονομικής περίθαλψης που εμπλέκονται στις διαδικασίες συνταγογράφησης ή χορήγησης φαρμάκων, καθώς και οι ασθενείς, θα πρέπει να συμμετέχουν σε ένα αποτελεσματικό σύστημα για την παρακολούθηση όλων των φαρμάκων μετά την αγορά τους. Το αυθόρμητο αυτό σύστημα αναφοράς θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηρό για τα φάρμακα που έχουν τεθεί σε κυκλοφορία προσφάτως» (5).

4.2.1

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι οι κανόνες, με την υπάρχουσα μορφή τους, μπορούν να βελτιωθούν περαιτέρω με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων, δεδομένου ότι μία από τις υφιστάμενες αδυναμίες συνίσταται στην έλλειψη γνώσεων ή πληροφοριών σχετικά με τα διάφορα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους που παρουσιάζουν τα φάρμακα τα οποία κυκλοφορούν στην αγορά.

4.2.2

Η ΕΟΚΕ τάσσεται σθεναρά υπέρ της αποσαφήνισης και της κωδικοποίησης των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων όλων των ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και μεταξύ των εν λόγω μερών: αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, EMEA (συμπεριλαμβανομένων των επιτροπών του), Επιτροπής και κατόχων αδειών κυκλοφορίας, συμπεριλαμβανομένου του Ειδικευμένου Προσώπου τους για τη Φαρμακοεπαγρύπνηση. Οι νέες προτάσεις σχετικά με την κωδικοποίηση εξετάζονται σε άλλη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ.

4.3

Εξορθολογισμός της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της ΕΕ: Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη δημιουργία μιας νέας επιτροπής για την αντικατάσταση της υφιστάμενης ομάδας εργασίας σχετικά με τη φαρμακοεπαγρύπνηση στο εσωτερικό του EMEA και θεωρεί ότι η σύσταση μιας τέτοιας επιτροπής ειδικά επιφορτισμένης με θέματα φαρμακοεπαγρύπνησης σε ολόκληρη την ΕΕ αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση ενόψει της εναρμόνισης των σημάτων ασφαλείας εντός της επικράτειας της ΕΕ.

4.3.1

Η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε μεγαλύτερη αποσαφήνιση και περαιτέρω διευκρίνιση ορισμένων από τις προτάσεις, ειδικότερα όσον αφορά τα εξής: τη διασύνδεση μεταξύ της Επιτροπής Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση και της νέας Επιτροπής Φαρμακοεπαγρύπνησης, τη συμμετοχή των ασθενών και του κοινού, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων των ασθενών για ύποπτες ανεπιθύμητες ενέργειες, τον ρόλο του καταλόγου των φαρμάκων που υπόκεινται σε εντατική παρακολούθηση και την έννοια των μη παρεμβατικών μελετών.

Η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να αναφερθεί στην προσφάτως συσταθείσα Επιτροπή Προηγμένων Θεραπειών, η οποία ασχολείται ειδικότερα με θέματα που αφορούν τη χορήγηση άδειας και τις εξελίξεις που έπονται της κυκλοφορίας ενός φαρμάκου στην αγορά, συμπεριλαμβανομένης της φαρμακοεπαγρύπνησης και της παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας και των φαρμάκων προηγμένων θεραπειών, όπως ορίζονται στον κανονισμό αριθ. (ΕΚ) 1394/2007. Ο εν λόγω κανονισμός βασίστηκε στην ανάγκη εξασφάλισης της δέουσας εμπειρογνωμοσύνης για την αξιολόγηση τόσο σύνθετων και εξειδικευμένων φαρμακευτικών προϊόντων.

4.3.2

Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ διερωτάται εάν μια γενική Επιτροπή Φαρμακοεπαγρύπνησης θα διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία για τη διευθέτηση θεμάτων φαρμακοεπαγρύπνησης που αφορούν εξειδικευμένα φαρμακευτικά προϊόντα, όπως τα φάρμακα προηγμένων θεραπειών. Προτείνεται επομένως, κατά την εκτίμηση κινδύνου-οφέλους των συγκεκριμένων φαρμάκων, να ζητείται η γνώμη της ΕΦΑΧ, διαμέσου της ΕΠΘ.

4.3.3

Η συμβολή της μελλοντικής Επιτροπής Φαρμακοεπαγρύπνησης στην ανάλυση της ασφάλειας χρήζει επανεξέτασης εντός του γενικότερου πλαισίου ανάλυσης της σχέσης κινδύνου-οφέλους που είναι ήδη και θα πρέπει να παραμείνει αρμοδιότητα της Επιτροπής Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση.

4.4

Προτεραιότητα στους ασθενείς: Οι ασθενείς πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο του προτεινόμενου νέου ρυθμιστικού πλαισίου. Σήμερα η νομοθεσία της ΕΕ δεν προβλέπει επαρκώς εναρμονισμένους κανόνες στον εν λόγω τομέα και κατά συνέπεια οι πολίτες της ΕΕ έχουν άνιση πρόσβαση στις πληροφορίες εντός της επικράτειας της ΕΕ. Οι ασθενείς πρέπει να ενθαρρυνθούν να αναφέρουν άμεσα τις ανεπιθύμητες ενέργειες στην αρμόδια εθνική αρχή για όλα τα φάρμακα και όχι στους κατόχους της άδειας κυκλοφορίας. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της άμεσης υποβολής εκθέσεων ως ουσιαστικό μέσο για την ενίσχυση της θέσης των ασθενών και για τη βελτίωση τη συμμετοχή τους στη διαχείριση της υγείας τους.

4.4.1

Κρίνεται σημαντικό να δημοσιοποιούνται σαφείς και διαφανείς πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια — δηλαδή, εν προκειμένω, ένα εικονόγραμμα (6) για την παροχή βοήθειας στους καταναλωτές με στόχο την διάκριση μεταξύ των φαρμάκων που υπόκεινται σε άμεση εντατική παρακολούθηση — τα συμπεράσματα και οι συστάσεις των ενημερωμένων εκθέσεων για την ασφάλεια των ασθενών (Patient Safety Update Reports — PSUR), καθώς και τα στοιχεία σχετικά με την κατανάλωση φαρμάκων, τηρώντας την εμπιστευτικότητα όσον αφορά την προστασία των δεδομένων και των εμπορικών συμφερόντων. Η βάση δεδομένων Eudravigilance πρέπει να ενημερώνεται τακτικά και να εξασφαλίζει πλήρη και εύκολη πρόσβαση στους ασθενείς.

4.4.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι τα φυλλάδια οδηγιών που προορίζονται για τους ασθενείς πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να προβάλουν σαφέστερα τις ενδεχόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες με την ενσωμάτωση στα εν λόγω φυλλάδια πληροφοριών σχετικών με την ασφάλεια καθώς και προειδοποίησης για τα φάρμακα που τελούν υπό εντατική εποπτεία. Εν πάση περιπτώσει, απαιτείται να αποφευχθεί η εμπορική άμυνα (dumping) στον τομέα της πληροφόρησης, η οποία πρέπει να εστιάζει το ενδιαφέρον της στις διάφορες ανάγκες των ασθενών και να υποστηρίζεται από την κατάλληλη χρήση του Διαδικτύου: για αυτό το ζήτημα, η ΕΟΚΕ εκδίδει ειδική γνωμοδότηση (7).

4.4.3

Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι ο απώτερος στόχος πρέπει να είναι η ολοκλήρωση μιας αποτελεσματικής ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς φαρμακευτικών προϊόντων, με γνώμονα τις ανάγκες και το συμφέρον των ευρωπαίων ασθενών και πολιτών, προκειμένου να καταστούν διαθέσιμα τα ασφαλή, καινοτόμα και προσβάσιμα φάρμακα που χρειάζονται οι ασθενείς στο πλαίσιο μιας ενοποιημένης προσέγγισης της ΕΕ, ικανής να περιορίσει την εξάρτηση της αγοράς από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων 30 διαφορετικών εθνικών κυβερνήσεων.

4.5

Διαφάνεια και επικοινωνία: Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις παρούσες προτάσεις για τη βελτίωση της επικοινωνίας με τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας και τους ασθενείς, μέσω της παροχής πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα, ενώ παράλληλα συνιστά ενθέρμως να αξιοποιηθεί αυτή η ευκαιρία προκειμένου να καταστούν πιο χρήσιμα, φιλικά προς τον χρήστη και συνεκτικά τόσο τα ΦΟ όσο και η ΣΧΠ (8).

4.5.1

Οι πληροφορίες φαρμακοεπαγρύπνησης σχετικά με τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση χρειάζονται μια ευρωπαϊκής κλίμακας διαλογική βάση δεδομένων σε δίκτυο βάσεων. Η ΕΟΚΕ επικροτεί πλήρως την ενίσχυση της βάσης δεδομένων Eudravigilance προκειμένου να καταστεί το μοναδικό σημείο συγκένρωσης πληροφοριών σχετικά με τις ανεπιθύμητες ενέργειες, καθώς και σχετικά με «οποιαδήποτε άλλη χρήση, μεταξύ άλλων υπερδοσολογία, εσφαλμένη χρήση, κατάχρηση, λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή, καθώς και πληροφορίες για τις ανεπιθύμητες ενέργειες που εκδηλώνονται κατά τη διεξαγωγή μελετών για το φάρμακο ή μετά από επαγγελματική έκθεση».

4.5.2

Η διαφάνεια πρέπει να προαχθεί με πράξεις και αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα των αρμοδίων υπηρεσιών και του EMEA. Σημαντική πτυχή αυτού είναι η ακριβής και έγκαιρη κοινοποίηση νέων στοιχείων που αφορούν κινδύνους, ως ζωτική πτυχή της φαρμακοεπαγρύπνησης. Η πληροφόρηση για τους κινδύνους αποτελεί σημαντικό βήμα για διαχείριση των κινδύνων καθώς και δραστηριότητα που ελαχιστοποιεί τους τελευταίους. Οι ασθενείς και οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας χρειάζονται ακριβή και ορθά παρεχόμενη ενημέρωση για τους κινδύνους που σχετίζονται τόσο με το φαρμακευτικό προϊόν όσο και με την πάθηση για την οποία αυτό χρησιμοποιείται (9).

4.5.3

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, το βασικό μήνυμα έγκειται στην προβολή της διαρκώς μεγαλύτερης σημασίας που έχει μια διαφανής πολιτική για την πρόσβαση του κοινού στα σχετικά δεδομένα, αλλά και η ανταπόκριση σε ανάλογα αιτήματα εντός της προβλεπόμενης από τη νομοθεσία προθεσμίας. Για την εμπιστοσύνη του κοινού έχει καθοριστική σημασία η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ όλων των κρατών μελών σχετικά με μια διαφανή πολιτική για την πρόσβαση του κοινού. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να αιτιολογείται σαφέστερα η άρνηση της πρόσβασης του κοινού σε διαφανείς και μη διαφημιστικού χαρακτήρα μελέτες που διενεργούνται μετά την κυκλοφορία ενός προϊόντος στην αγορά ή στα πορίσματα των μελετών αυτών, δρομολογώντας ταυτόχρονα τη δικτυακή πύλη της ΕΕ για την ασφάλεια εκ μέρους του EMEA. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σθεναρή υποστήριξή της στις κατευθυντήριες αρχές και την επισκόπηση ενός υποσυνόλου των μελετών σχετικά με την ασφάλεια μετά τη χορήγηση της άδειας κυκλοφορίας –PASS (10), σύμφωνα με τα άρθρα 24, 26 και 57(1)(δ) του Κανονισμού (ΕΚ) Αρ. 726/2004 (11).

4.5.4

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση σχετικά με την παρακολούθηση της βιβλιογραφίας από τον EMEA, διότι αυτό θα επέφερε σημαντική μείωση των διπλών εργασιών. Ο εν λόγω Οργανισμός θα αναλάβει την παρακολούθηση επιλεγμένης ιατρικής βιβλιογραφίας, σε συνεργασία με τους κατόχους αδειών κυκλοφορίας, έτσι ώστε οι αναφορές περί ύποπτων ανεπιθύμητων ενεργειών φαρμάκων προς ανθρώπινη χρήση τα οποία περιέχουν ορισμένες δραστικές ουσίες να καταχωρούνται τόσο στη βάση δεδομένων Eudravigilance όσο και σε ένα δημοσιευμένο κατάλογο των δραστικών ουσιών που τελούν υπό έλεγχο.

4.6

Απλούστευση των διαδικασιών: Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την προτεινόμενη πρωτοβουλία που αποσκοπεί στη μείωση του διοικητικού φόρτου όσον αφορά την υποβολή εκθέσεων για τις ανεπιθύμητες ενέργειες και στον περιορισμό του υφιστάμενου συστήματος διπλής υποβολής εκθέσεων που εφαρμόζεται σε ολόκληρη την ΕΕ όσον αφορά τις συνοπτικές εκθέσεις για την αναφορά μεμονωμένων περιστατικών οι οποίες υποβάλλονται τόσο σε έντυπη όσο και σε ηλεκτρονική μορφή στα διάφορα κράτη μέλη. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα ήταν χρήσιμο να επιβληθεί μια συγκεκριμένη νομική υποχρέωση για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της Διεθνούς Διάσκεψης για την Εναρμόνιση (ICH) (12) σχετικά με την ηλεκτρονική υποβολή στοιχείων.

4.6.1

Κρίνεται επιπλέον σημαντικό να επισημανθεί ότι, επί του παρόντος, πληθώρα πολύτιμων πόρων για τη φαρμακοεπαγρύπνηση αναλώνονται, σε επίπεδο εθνικών αρμόδιων αρχών, κατά την παραλαβή και επεξεργασία Περιπτωσιολογικών Εκθέσεων Ασφαλείας (ICSRs) τις οποίες υποβάλλουν επιχειρήσεις με αντιπαραγωγικές διπλές εργασίες. Αυτοί οι πόροι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ενθάρρυνση τηςστενότερης συνεργασίας μεταξύ των αρχών, τη βελτίωση της διαθέσιμης εμπειρογνωμοσύνης, τον καταμερισμό της εργασίας και την απλούστευση των διοικητικών πτυχών των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την υποβολή και τη διαχείριση όλων των εκθέσεων ασφαλείας.

4.6.2

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία απλουστευμένων διαδικασιών για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και ζητά τη βελτιστοποίηση της «Υπηρεσίας ΜΜΕ», που συνδράμει οικονομικά και διοικητικά τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) σύμφωνα με τον Κανονισμό της Επιτροπής (ΕΚ) Αρ. 2049/2005.

4.7

Συντονισμός των δράσεων των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Καθώς οι διεθνείς αγορές επεκτείνονται και οι επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται συνεχώς περισσότερο σε διεθνή βάση, η αποστολή των ρυθμιστικών αρχών όσον αφορά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία και την παρακολούθηση της ασφάλειας των φαρμάκων προσλαμβάνει διαρκώς μεγαλύτερη σημασία και απαιτεί ολοένα και περισσότερους πόρους, καθώς «η φαρμακοβιομηχανία της ΕΕ δραστηριοποιείται στην παγκόσμια οικονομία» (13). Για την αντιμετώπιση αυτής της γενικής κατάστασης και για την ανταπόκριση στις προκλήσεις της εσωτερικής και διεθνούς αγοράς που ενδέχεται να εγκυμονούν κινδύνους για τη δημόσια υγεία, απαιτείται επίταση της παγκόσμιας συνεργασίας σε δύο επίπεδα:

σε κοινοτικό επίπεδο, για την ενίσχυση του δυναμικού συντονισμού μεταξύ των κοινοτικών οργάνων και των εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων εθνικών υπηρεσιών η αποστολή των οποίων συνίσταται στον συντονισμό, την εμπειρογνωμοσύνη και τη λήψη αποφάσεων,

σε Ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, για την ενίσχυση της φωνής της ΕΕ στο Συμβούλιο ης Ευρώπης, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τη Διεθνή Οργάνωση κατά της Πλαστογράφησης Ιατρικών Προϊόντων (IMPACT), τη Διεθνή Διάσκεψη για την Εναρμόνιση (ICH) και την Ομάδα Παγκόσμιας Συνεργασίας (Global Cooperation Group) της ICH, το Πλαίσιο Προώθησης της Διατλαντικής Οικονομικής Ενοποίησης ΕΕ-ΗΠΑ όσον αφορά τη διοικητική απλοποίηση των κανονιστικών ρυθμίσεων για τα φάρμακα (14), τον Κοινό Οικονομικό Χώρο ΕΕ-Ρωσίας και τον Ρυθμιστικό Διάλογο για τα βιομηχανικά προϊόντα, τις Συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την Ελβετία, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τον Καναδά και την Ιαπωνία, και τον Μηχανισμό Διαβούλευσης και Συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας σχετικά με τα φαρμακευτικά και τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα.

4.7.1

Όπως δήλωσε ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, κ. Günter Verheugen (15), «η συμβολή της ευρωπαϊκής φαρμακοβιομηχανίας στην ευρωπαϊκή αλλά και στην παγκόσμια ευημερία μέσω της διάθεσης φαρμάκων, της οικονομικής μεγέθυνσης και της βιώσιμης απασχόλησης, είναι σημαντική».

4.7.2

Η αυξανόμενη διεθνοποίηση του εν λόγω κλάδου και οι αδυναμίες που παρατηρούνται στη φαρμακευτική αγορά της ΕΕ, οι οποίες έχουν δυσμενείς επιπτώσεις για την πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα και στις σχετικές πληροφορίες, παρακωλύουν την ανταγωνιστικότητα της φαρμακοβιομηχανίας (16). Ως προς τούτο, η ΕΟΚΕ συνιστά ενθέρμως τα εξής:

την υποστήριξη πρωτοβουλιών που εστιάζονται στη φαρμακευτική έρευνα της ΕΕ και στη διεθνή ερευνητική συνεργασία,

την ενδυνάμωση της συνεργασίας με τους μείζονες εταίρους (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Καναδάς) για τη βελτίωση της ασφάλειας των φαρμάκων σε παγκόσμια κλίμακα,

την ενίσχυση της συνεργασίας με τους αναδυόμενους εταίρους (Ρωσία, Ινδία, Κίνα).

4.8

Ανεξάρτητη εξωτερική αξιολόγηση των επιτευγμάτων του ΕΟΦΠ. Η ΕΟΚΕ ζητά, στα πλαίσια της έκθεσής του για το έτος 2015, να παρουσιάσει ο ΕΟΦΠ στο Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την ΕΟΚΕ, ανεξάρτητη εξωτερική αξιολόγηση των επιτευγμάτων του στη βάση του νέου κανονισμού και προγράμματος εργασίας του, καθώς και αξιολογητική έκθεση των πρακτικών εργασίας και των επιπτώσεων του νέου μηχανισμού που θεσπίζεται για την ΕΦΑΧ, την ΕΠΘ και τη νέα Επιτροπή Φαρμακοεπαγρύπνησης, λαμβανομένων υπόψη των απόψεων των ενδιαφερομένων πλευρών, τόσο σε κοινοτικό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Βλ. τη γνωμοδότηση CESE 1024/2009 (η γνωμοδότηση δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 241/7 της 28.9.2004.

(3)  Εργασίες της ΕΟΚΕ στις γνωμοδοτήσεις CESE 1022/2009, εισηγήτρια: η κ. Heinisch, CESE 1023/2009, εισηγήτρια: η κ. Gauci, CESE 1024/2009, εισηγητής: ο κ. Cedrone, CESE 1191/2009 (INT/472), εισηγητής: ο κ. Morgan, CESE 1025/2009, εισηγητής: ο κ. Cedrone και R/CESE 925/2009 (INT/478), εισηγητής: ο κ. van Iersel (η γνωμοδότηση δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  Βλ. υποσημείωση αριθ. 2.

(5)  Βλ. υποσημείωση αριθ. 2.

(6)  Όπως το μαύρο τρίγωνο που χρησιμοποιείται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

(7)  Βλ. CESE 1024/2009 , εισηγητής: ο κ. Cedrone (η γνωμοδότηση δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(8)  ΦΟ & ΣΧΠ = Φυλλάδια οδηγιών και Σύνοψη χαρακτηριστικών προϊόντος.

(9)  Βλ. επίσης: προτεινόμενη σύσταση για «Επείγοντα μέτρα φαρμακοεπαγρύπνησης», διαδικασία βάσει άρθ. 107 της Οδηγίας 2001/83/ΕΚ, και τροποποιημένη Οδηγία 65/65/ΕΟΚ , Κανονισμός του Συμβουλίου 2309/93 για ένα σύστημα ταχείας ειδοποίησης για τη φαρμακοεπαγρύπνηση

(10)  PASS: ο προτεινόμενος ορισμός είναι «φαρμακο-επιδημιολογική μελέτη ή κλινική δοκιμή με εγκεκριμένο ιατρικό προϊόν που διεξάγεται με σκοπό την αναγνώριση, χαρακτηρισμό ή ποσοτικό προσδιορισμό του κινδύνου για την ασφάλεια ενός φαρμάκου.»

(11)  Το σχέδιο πρότασης περί της Πολιτικής πρόσβασης στο EudraVigilance διατίθεται για δημόσια διαβούλευση στην ιστοσελίδα του ΕΟΦΠ ((http://www.emea.europa.eu/htms/human/raguidelines/pharmacovigilance.htm).

(12)  Η Διεθνής Διάσκεψη για την Εναρμόνιση (International Conference on Harmonisation) είναι ένας διεθνής οργανισμός που επιδιώκει τη συνολική τυποποίηση των κανονιστικών και επιστημονικών πτυχών της κλινικής έρευνας, της ανάπτυξης φαρμάκων και της καταχώρισης των φαρμακευτικών προϊόντων.

(13)  Βλ. COM (2008) 666 τελικό της 10.12.2008 και CESE 1456/2009, (INT/478), εισηγητής: ο κ. van Iersel (η γνωμοδότηση δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(14)  Βλέπε επίσης τη συμφωνία για αμοιβαία αναγνώριση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

(15)  Βλέπε δήλωση του Αντιπροέδρου της Επιτροπής, κ. Günter Verheugen, έγγρ. IP/08/1924 — Βρυξέλλες, 10 Δεκεμβρίου 2008

(16)  Βλ. Ανακοίνωση Τύπου της Επιτροπής IP/08/1924, 10.12.2008


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/28


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση, όσον αφορά τη φαρμακoεπαγρύπνηση, της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση»

COM(2008) 665 τελικό — 2008/0260 (COD)

2009/C 306/06

Στις 23 Ιανουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση, όσον αφορά τη φαρμακoεπαγρύπνηση, της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 19 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. CEDRONE.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 93 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής που αποβλέπει στη βελτίωση του συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης και στην εναρμόνισή του σε επίπεδο ευρωπαϊκό, θέτοντας στο επίκεντρο τον ασθενή και τις υγειονομικές του ανάγκες.

1.2

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η προοδευτική ενίσχυση του μέσου της φαρμακοεπαγρύπνησης έχει σημασία να βασίζεται, κατά πρώτο λόγο, στη διαφάνεια και την απλοποίηση των διαδικασιών σε ένα ολοένα και περισσότερο συγκεκριμένο πλαίσιο μεγαλύτερης εναρμόνισης των διαδικασιών των διαφόρων κρατών μελών, με σκοπό να αναπτυχθεί κοινή μεθοδολογία, επειδή πιστεύει ότι πρέπει να τεθεί ως στόχος η ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων και η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς του τομέα.

1.3

Συνεπώς, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη βελτίωση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου με την τροποποίηση και την ουσιαστική βελτίωση τόσο της υπό εξέταση οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσο και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 (επί του οποίου καταρτίσθηκε ξεχωριστή γνωμοδότηση –CESE 1023/2009- με εισηγήτρια την κ. Sylvia GAUCI). Οι παρεμβάσεις αυτές λαμβάνουν υπόψη τα προβλήματα που συναντήθηκαν κατά την εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων, με σκοπό να υπερβούν τις σημερινές εθνικές ρυθμίσεις που κινδυνεύουν να αποτελέσουν ένα, συχνά, τεχνητό εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ταυτόχρονα παρεμποδίζουν την συγκεκριμένη διαδικασία για τη μείωση των κινδύνων.

1.4

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τον στόχο για την άμεση συμμετοχή όλων των φορέων στην διαδικασία φαρμακοεπαγρύπνησης, δηλαδή όχι μόνο των επαγγελματιών του τομέα και των συγκεκριμένων δημοσίων δομών, αλλά και των ίδιων των ασθενών που συμμετέχουν ενεργώς στην διαδικασία για τη μείωση του κινδύνου και παρεμβαίνουν όλο και περισσότερο στις θεραπευτικές επιλογές που είναι περισσότερο ενδεδειγμένες για την προστασία της υγείας τους. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ωστόσο ότι τα νέα στοιχεία που εισάγουν οι προτάσεις δεν πρέπει να αμφισβητούν ή να θίγουν τις υπάρχουσες δομές και διαδικασίες σε τοπικό επίπεδο, ιδίως όσες αναφέρονται στον ασθενή και στους επαγγελματίες του κλάδου της υγείας αρκεί να εξασφαλίζονται κοινές παράμετροι για τη σύγκριση των στοιχείων μέσω διαφανούς και ταχείας διαδικασίας.

1.5

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η πρωτοβουλία αυτή εντάσσεται πλήρως στην ανανεωμένη στρατηγική της Λισσαβώνας, η οποία επιδιώκει, εκτός από την απλοποίηση των διαδικασιών, την επίτευξη συνεχούς ανάπτυξης στον φαρμακευτικό τομέα κατά τρόπον ώστε να δημιουργηθεί ένας τομέας που να βασίζεται σε μια δυναμική οικονομία της γνώσεως, η οποία να μπορεί να συμβάλει αισθητά στην απασχόληση υψηλής εξειδίκευσης και να ανταποκριθεί απολύτως στη ζήτηση για υγεία που προβάλλει ολοένα και πιο έντονα η κοινωνία των πολιτών.

1.6

Θεωρεί ότι η θέσπιση στα πλαίσια του EMEA νέας επιτροπής με συγκεκριμένο και αποκλειστικό καθήκον την φαρμακοεπαγρύπνηση και η ύπαρξη κοινοτικής βάσης δεδομένων για τους ενδεχόμενους κινδύνους (Eudravigilance) που θα ενημερώνεται συνεχώς και στην οποία θα έχουν εύκολη πρόσβαση όλοι οι πολίτες, αποτελούν τα ισχυρά σημεία της νομοθετικής παρέμβασης που συνοψίζεται στην ζήτηση ολοένα και απλούστερων και συγκεκριμένων μέσων για τη σύνταξη των φύλλων με τις οδηγίες χρήσεως που συνοδεύουν όλα τα φάρμακα.

1.7

Η ΕΟΚΕ επικροτεί συνεπώς την πρωτοβουλία διότι θα μειώσει τις διοικητικές διατυπώσεις και θα απλουστεύσει τις διαδικασίες για την αναφορά αρνητικών επιπτώσεων με τη μείωση της σημερινής έντυπης διαδικασίας αναφοράς μεταξύ κρατών μελών.

1.8

Λόγω της σημασίας που έχει η φαρμακοεπαγρύπνηση για την ασφάλεια των πολιτών στα πλαίσια του δικαιώματός τους να διαθέτουν ασφαλή και αποτελεσματικά φάρμακα, η ΕΟΚΕ ζητά να ενσωματωθεί πλήρως στα προγράμματα κοινοτικής έρευνας, περιλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στον τομέα της υγείας από το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο, το θέμα της φαρμακοεπαγρύπνησης με προγράμματα που να αφορούν άμεσα την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη, τις βιομηχανίες, τα πανεπιστήμια, και τα δημόσια και ιδιωτικά ερευνητικά κέντρα.

1.9

Η ΕΟΚΕ πιστεύει, ότι μετά την αντιμετώπιση του σημαντικού θέματος της φαρμακοεπαγρύπνησης, παραμένει ακόμη σειρά προβλημάτων στον τομέα όπως, για παράδειγμα, το θέμα της τιμής των φαρμάκων, η διαφορετική διαθεσιμότητα των ιδιοσκευασμάτων στο εσωτερικό των ίδιων των κρατών μελών, το πρόβλημα της χρήσης των γενικών φαρμάκων και η εναρμονισμένη διανομή τους, η προστασία από την παραγωγή πλαστών φαρμάκων και τα παράνομα συστήματα εφοδιασμού, η ασφάλεια της εισαγωγής των δραστικών ουσιών και των εκδόχων κτλ. Τα προβλήματα αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν προκειμένου να επιτευχθεί η επιθυμούμενη ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων στην ΕΕ και η υλοποίηση της ενιαίας αγοράς.

2.   Εισαγωγή

2.1

Το αίτημα για «καλή υγεία» και βελτίωση της ποιότητας ζωής, το οποίο προβάλλεται επί μονίμου βάσεως από την κοινωνία των πολιτών, θέτει σε πρώτο πλάνο την ανάγκη ενδεδειγμένης αντιμετώπισης των προκλήσεων στον τομέα της υγείας, αρχίζοντας από τα θέματα της πρόληψης, της σωστής χρήσης και του ελέγχου των φαρμάκων.

2.2

Μεταξύ των κυριότερων μέσων που αποσκοπούν στην προστασία της δημόσιας υγείας πολύτιμο αγαθό είναι τα φάρμακα, των οποίων η ανακάλυψη και η δέουσα διαθεσιμότητα αποτελούν θεμελιώδες στοιχείο για την προστασία της υγείας των πολιτών. Η ορθή χρήση του εν λόγω αγαθού συνιστά έναν από τους βασικούς λόγους στους οποίους οφείλεται η σταδιακή αύξηση της μέσης ηλικίας του πληθυσμού και συγχρόνως συμβάλλει στη μείωση των δαπανών υγειονομικής περίθαλψης, στον βαθμό που περιορίζει την πραγματοποίηση εξόδων νοσηλείας και εξειδικευμένης ιατρικής γνωμάτευσης.

2.3

Η ανάγκη προσαρμογής των κανόνων φαρμακοεπαγρύπνησης απορρέει από προσεκτική εξέταση της αποκτηθείσας εμπειρίας, καθώς και από ανεξάρτητη μελέτη που δρομολογήθηκε από τις υπηρεσίες της Επιτροπής το 2004, στο πλαίσιο της οποίας διαπιστώθηκαν ορισμένες ελλείψεις και κατέστη σαφής η ανάγκη καλύτερου προσδιορισμού των κανόνων που διέπουν το εν λόγω θέμα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε να προσαρμόσει τους ισχύοντες κανόνες φαρμακοεπαγρύπνησης, με γνώμονα την προοδευτική εξέλιξη της γενικής νομοθεσίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων και την επιδίωξη μεγαλύτερης ασφάλειας για τους πολίτες κατά τη χρήση των φαρμάκων.

2.3.1

Είναι γεγονός ότι μετά από το 1965, έτος κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η πρώτη νομοθετική παρέμβαση της Κοινότητας σχετικά με τη φαρμακοεπαγρύπνηση, έχουν αναληφθεί μόνον επί μέρους και περιορισμένες παρεμβάσεις. Επί του παρόντος, και λαμβανομένων υπόψη των περιορισμών που απαντώνται κατά την καθημερινή πρακτική, απαιτείται ένα ποιοτικό άλμα ως προς τη διαμόρφωση των κανόνων φαρμακοεπαγρύπνησης, προκειμένου να αποφευχθεί μεταξύ άλλων η πρόκληση, συχνά τεχνητών, εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατάσταση η οποία είναι εντελώς απαράδεκτη.

2.4

Οι κανόνες που διέπουν επί του παρόντος το συγκεκριμένο θέμα ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 726/2004 της 31ης Μαρτίου 2004 και στην οδηγία 2001/83/ΕΚ, της οποίας η τροποποίηση αποτελεί το αντικείμενο της υπό εξέταση οδηγίας. Αμφότερα τα προαναφερθέντα νομοθετικά μέσα είχαν θετική επίδραση στον έλεγχο των παρενεργειών των φαρμάκων, αλλά τόσο η εξέταση που διενεργήθηκε όσο και η διαβούλευση που πραγματοποιήθηκε στη συνέχεια με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών κατέδειξαν ότι υπάρχουν περαιτέρω περιθώρια βελτίωσης για τον επακριβέστερο προσδιορισμό των εν λόγω κανόνων.

2.5

Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις εμπίπτουν σε ένα στρατηγικό πλαίσιο σχετικό με την έγκριση της διάθεσης στο εμπόριο φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων και τη μετέπειτα εποπτεία για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της δημόσιας υγείας, καθώς και για την επίτευξη του στόχου περί ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των φαρμάκων, λαμβάνοντας υπόψη την κοινωνική διάσταση που εμπεριέχει η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων, η οποία πρέπει να έχει πάντοτε ως κεντρικό γνώμονα το όφελος του ασθενούς.

3.   Ιστορικό

3.1

Η ΕΟΚΕ έχει ανέκαθεν υπογραμμίσει, στις προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, τη σημασία της παρουσίας μιας ανταγωνιστικής και εξαιρετικά καινοτόμου φαρμακοβιομηχανίας στην Ευρώπη, η οποία κατά την τελευταία πεντηκονταετία έχει αποτελέσει έναν από τους τομείς πολύ υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας, αλλά και εξαιρετικά ανεπτυγμένων επαγγελματικών ικανοτήτων, με ανάλογη προστιθέμενη αξία και αντίστοιχο ρυθμό ανάπτυξης στο σύγχρονο βιομηχανικό τοπίο.

3.2

Εντούτοις, παράλληλα με τα πλεονεκτήματά τους, τα φάρμακα έχουν επίσης επιβλαβείς και ανεπιθύμητες παρενέργειες που σχετίζονται τόσο με τη χρήση τους όσο και με τη λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή, συμπεριλαμβανομένης της εσφαλμένης χρήσης ή/και της κατάχρησης του προϊόντος· το 5 % του συνόλου των εισαγωγών για νοσηλεία σε νοσοκομεία οφείλεται ακριβώς σε τέτοιου είδους εσφαλμένη χρήση κάποιου φαρμάκου.

3.3

Η αποστολή της λειτουργίας αυτής θεωρείται ζωτικής σημασίας και προϋποθέτει — προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία της υγείας των πολιτών — την επίδειξη μεγάλης προσοχής, κυρίως όσον αφορά τη διαδικασία εμπορευματοποίησης νέων μορίων, των οποίων οι ανεπιθύμητες ενέργειες — όταν εμφανίζονται — εκδηλώνονται μόνον έπειτα από την έγκριση και τη συνακόλουθη κυκλοφορία των νέων φαρμάκων στην αγορά.

4.   Ορισμοί

4.1

Η φαρμακοεπαγρύπνηση θα μπορούσε να ορισθεί ως η φαρμακολογική επιστήμη που αφορά τον εντοπισμό, την εκτίμηση, την κατανόηση και την πρόληψη των ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων — κυρίως των μακροπρόθεσμων και των βραχυπρόθεσμων.

4.2

Η εκτίμηση της επικινδυνότητας κατά την ανάπτυξη φαρμακευτικών προϊόντων θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με εμπεριστατωμένα και αυστηρά κριτήρια ακόμη κι αν είναι αδύνατο να εντοπιστούν όλοι οι κίνδυνοι σχετικά με την ασφάλεια κατά τη διάρκεια των κλινικών δοκιμών. Αμέσως μόλις κυκλοφορήσει ένα φάρμακο στην αγορά, παρατηρείται κατά κανόνα αισθητή αύξηση του αριθμού των εκτεθειμένων ασθενών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πάσχουν ταυτόχρονα από πολλαπλές παθήσεις και στους οποίους χορηγούνται διάφορα φάρμακα.

4.3

Η έκφραση «ανεπιθύμητη ενέργεια φαρμάκου» υποδεικνύει τις δυσάρεστες, αρνητικές συνέπειες που συνδέονται με τη χρήση συγκεκριμένων φαρμάκων. Ως ανεπιθύμητη ενέργεια φαρμάκου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί οποιαδήποτε απρόσμενη ή επικίνδυνη αντίδραση σε ένα φάρμακο. Η έννοια της έκφρασης αυτής διαφέρει από την έννοια της «παρενέργειας» δεδομένου ότι αυτή η τελευταία μπορεί επίσης να υποδηλώσει τη δυνατότητα ευεργετικής επίδρασης ενός φαρμάκου. Η ανεπιθύμητη ενέργεια φαρμάκου καλύπτει τις επιβλαβείς και ακούσιες ενέργειες ενός φαρμάκου που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση οι οποίες προκύπτουν κατά τη χορήγηση του φαρμάκου στις κανονικές δόσεις είτε για την προληπτική, διαγνωστική ή θεραπευτική αντιμετώπιση μιας νόσου είτε για την τροποποίηση μιας φυσιολογικής λειτουργίας.

5.   Σύνοψη της πρότασης της Επιτροπής

5.1

Η υπό εξέταση οδηγία αποσκοπεί να ενισχύσει και να εκλογικεύσει το σύστημα φαρμακοεπαγρύπνησης, με πρώτιστο μέλημα τον σαφή καθορισμό των ρόλων και των αρμοδιοτήτων για την ανάληψη ευθύνης, μέσω της τροποποίησης της οδηγίας 2001/83/ΕΚ, η οποία αποτελούσε έως τώρα το νομικό πλαίσιο αναφοράς σχετικά με τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση.

5.2

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να τροποποιήσει την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία προκειμένου να επιτευχθούν οι ακόλουθοι στόχοι:

ο καθορισμός σαφών ρόλων και αρμοδιοτήτων για τους βασικούς συντελεστές,

ο εξορθολογισμός της κοινοτικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων για θέματα ασφάλειας των φαρμάκων,

η ενίσχυση της διαφάνειας και η βελτίωση της επικοινωνίας, κατά τρόπο ώστε να βελτιωθεί η κατανόηση και να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των ασθενών και των επαγγελματιών του τομέα της υγείας στην ασφάλεια των φαρμάκων,

η ενίσχυση των συστημάτων φαρμακοεπαγρύπνησης των εταιρειών,

η συλλογή, σε προληπτική και αναλογική βάση, δεδομένων υψηλής ποιότητας για την ασφάλεια των φαρμάκων και τη διαχείριση των κινδύνων μετά την έγκριση,

η συμμετοχή των ενδιαφερομένων παραγόντων στη φαρμακοεπαγρύπνηση, παρέχοντας τη δυνατότητα στους ασθενείς να αναφέρουν ύποπτες ανεπιθύμητες ενέργειες και να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων,

η απλούστευση των ισχυουσών κοινοτικών διαδικασιών φαρμακοεπαγρύπνησης, με συνακόλουθη βελτίωση της αποτελεσματικότητας τόσο της φαρμακοβιομηχανίας όσο και των ρυθμιστικών φορέων του κλάδου.

5.3

Κατά την άποψη της Επιτροπής, οι προτάσεις είναι συνεπείς προς τον γενικό στόχο της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων, η οποία αποβλέπει στην εξάλειψη των διαφορών που υφίστανται ακόμη μεταξύ των ποικίλων εθνικών διατάξεων, δεδομένου ότι συνδυάζουν την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας της δημόσιας υγείας με την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φαρμάκων.

5.4

Οι εν λόγω προτάσεις αποτέλεσαν αντικείμενο ευρείας δημόσιας διαβούλευσης με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών, των ασθενών και των επαγγελματιών του κλάδου της υγείας, των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών και των εκπροσώπων της φαρμακοβιομηχανίας. Στην εκτίμηση επιπτώσεων υποστηρίχθηκε η αύξηση της σαφήνειας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας του υφισταμένου συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης, λαμβανομένων υπόψη τόσο των τροποποιήσεων που θα επέλθουν στο πλαίσιο της δημόσιας υγείας όσο και της συνολικής εξοικονόμησης κόστους για τον φαρμακευτικό τομέα της ΕΕ.

5.5

Ενόψει του σαφέστερου καθορισμού των ρόλων και των αρμοδιοτήτων για την ανάληψη ευθύνης, αποσαφηνίζονται και κωδικοποιούνται τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες όλων των ενδιαφερομένων μερών. Τα μεμονωμένα κράτη μέλη παραμένουν μεν υπεύθυνα για το σύστημα φαρμακοεπαγρύπνησης, αλλά οι κάτοχοι αδειών κυκλοφορίας οφείλουν να υποβάλλουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία αποκλειστικά στην κοινοτική βάση δεδομένων «Eudravigilance», ώστε να διασφαλίζεται αυτομάτως μια κοινοτική αξιολόγηση των συναφών θεμάτων.

5.6

Η ενίσχυση των κανόνων σχετικά με την ασφάλεια των φαρμάκων έχει ως στόχο τη βελτίωση της εμπιστοσύνης των ασθενών και των επαγγελματιών του κλάδου υγείας χάρη στην προσθήκη ενός νέου τμήματος με τίτλο «βασικές πληροφορίες» στα χαρακτηριστικά του προϊόντος και στις οδηγίες χρήσεως που συνοδεύουν κάθε φάρμακο.

5.7

Τα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων ενισχύονται με τη σύσταση, στο εσωτερικό του, μιας νέας επιστημονικής επιτροπής αρμόδιας για τη φαρμακοεπαγρύπνηση — που προβλέπεται από το άρθρο 27 του νέου κειμένου — στην οποία ανατίθεται μια πρόσθετη αποστολή που αφορά την εκτίμηση της επικινδυνότητας: η εν λόγω αποστολή συνίσταται στην παροχή υποστήριξης τόσο στην επιτροπή φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση που λειτουργεί στο πλαίσιο του Οργανισμού όσο και στην ομάδα συντονισμού των κρατών μελών.

5.8

Στις εταιρείες που διαθέτουν άδεια κυκλοφορίας στην αγορά επιβάλλεται η υποχρέωση να διατηρούν «μόνιμο φάκελο του συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης» και να παρέχουν ένα σύστημα διαχείρισης του κινδύνου για κάθε φάρμακο που εγκρίνεται για πρώτη φορά, το οποίο θα πρέπει να είναι ανάλογο είτε με τους κινδύνους που εντοπίστηκαν είτε με τους πιθανούς κινδύνους.

5.9

Στο πλαίσιο της νέας προτεινόμενης νομοθεσίας θα καταστεί δυνατό να βελτιωθεί ακόμη περισσότερο η φαρμακοεπαγρύπνηση με τη χρήση εργαλείων της τεχνολογίας των πληροφοριών (άρθρο 24) για τον εντοπισμό περιστατικών ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων. Όσον αφορά τη βάση δεδομένων «Eudravigilance», εισάγεται μια τροποποίηση του πεδίου εφαρμογής των περιοδικών επικαιροποιημένων εκθέσεων για την ασφάλεια προκειμένου να έχουν πλέον τη μορφή ανάλυσης της σχέσης κινδύνου-οφέλους ενός φαρμάκου. Προβλέπεται, επιπλέον, η ρυθμιστική παρακολούθηση των εν λόγω περιοδικών επικαιροποιημένων εκθέσεων για την ασφάλεια. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η βάση δεδομένων «Eudravigilance» θα επιτύχει τη σαφή διασύνδεση μεταξύ των αξιολογήσεων φαρμακοεπαγρύπνησης, αφενός, και της επανεξέτασης και επικαιροποίησης των αδειών κυκλοφορίας στην αγορά, αφετέρου, και θα καταστήσει συγχρόνως δυνατή την πρόσβαση σε πραγματικό χρόνο σε όλα τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη βάση δεδομένων.

5.10

Με τη νέα νομοθετική πρόταση επιδιώκεται η παρουσίαση των εκθέσεων να είναι ανάλογη προς τους κινδύνους καθώς και η απλούστευση των κανόνων αναφοράς περιστατικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Ως εκ τούτου, παρέχεται η δυνατότητα τόσο στους επαγγελματίες του τομέα της υγείας όσο και στους ασθενείς να αναφέρουν ενδεχόμενες ανεπιθύμητες παρενέργειες που προκύπτουν από τη χρησιμοποίηση ενός φαρμάκου σε κανονικές ποσότητες αλλά και τις επιπτώσεις από υπερβολικές ποσότητες ή από λανθασμένη αγωγή. Παράλληλα, οι κανόνες αναφοράς περιστατικών ενοποιούνται κατά τρόπο ώστε να ισχύουν πλέον οι ίδιοι κανόνες αναφοράς για φάρμακα εγκεκριμένα με κεντρική διαδικασία και για φάρμακα εγκεκριμένα στα κράτη μέλη.

5.11

Το Τμήμα 1 του 3ου κεφαλαίου αφορά την καταχώριση και γνωστοποίηση ανεπιθύμητων ενεργειών. Στα επόμενα τμήματα εξετάζονται λεπτομερώς άλλοι τρόποι γνωστοποίησης και αξιολόγησης των πληροφοριών της φαρμακοεπαγρύπνησης με λεπτομερέστερες τεχνικές παρατηρήσεις. Το Τμήμα 2 αναφέρεται στις «Επικαιροποιημένες περιοδικές εκθέσεις για την ασφάλεια», στο Τμήμα 3 καθορίζεται η «κοινοτική διαδικασία» που προβλέπεται στο άρθρο107θ, την οποία οφείλει να ακολουθεί κάθε κράτος μέλος όταν εξετάζει το ενδεχόμενο αναστολής ή ανάκλησης μιας άδειας κυκλοφορίας σε περίπτωση διαπίστωσης σοβαρών ελλείψεων, ενώ το Τμήμα 4 που τιτλοφορείται «Δημοσίευση των αξιολογήσεων» είναι εξαιρετικά σημαντικό διότι αφορά την επίβλεψη των μετεγκριτικών μελετών ασφάλειας για τα φάρμακα, έπειτα από τη χορήγηση της άδειας κυκλοφορίας τους στην αγορά.

6.   Νομική βάση

6.1

Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ το οποίο ορίζει τη διαδικασία συναπόφασης και συνιστά τη νομική βάση για την επίτευξη των στόχων που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών στον τομέα των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση. Από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ, το άρθρο 95 αποσκοπεί επίσης στην άρση των φραγμών που παρεμποδίζουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και, συνεπώς, αιτιολογεί την ανάληψη κοινοτικής δράσης στον τομέα των φαρμάκων.

7.   Αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας

7.1

Οι κοινοτικές ρυθμίσεις στον τομέα της φαρμακοεπαγρύπνησης εξασφαλίζουν την καλύτερη προστασία της δημόσιας υγείας βάσει των ίδιων κανόνων σε όλη την Κοινότητα. Οι ρυθμίσεις σέβονται επίσης την αρχή της αναλογικότητας διότι προβλέπουν καλύτερη προστασία της δημόσιας υγείας χωρίς να επιβληθεί περιττός κανονιστικός φόρτος, βασιζόμενες στις δομές, τις διαδικασίες, τους πόρους και τις πρακτικές που υφίστανται ήδη. Προβλέπεται δε ότι ο στόχος για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του κοινοτικού συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης μπορεί να επιτευχθεί μέσω της εξοικονόμησης κόστους που θα προκύψει για τη φαρμακοβιομηχανία χάρη στην προτεινόμενη απλούστευση.

7.2

Η βελτίωση της ασφάλειας των φαρμάκων που τίθενται σε κυκλοφορία στην αγορά της Κοινότητας μπορεί να επιτευχθεί σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Δυνάμει του εν λόγω άρθρου, οι στόχοι της υπό εξέταση πρότασης μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, δεδομένου ότι οι διατάξεις σχετικά με την εποπτεία των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση, καθώς και η εποπτεία της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των φαρμακευτικών προϊόντων, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 15 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008.

7.3

Εξάλλου, η πρόταση — η οποία περιέχει κανόνες για την απλούστευση του κοινοτικού συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης — αποτελεί μέρος των πρωτοβουλιών απλούστευσης που ορίζονται στο παράρτημα 1 του νομοθετικού προγράμματος και του προγράμματος εργασίας της Επιτροπής για το 2008.

8.   Γενικές παρατηρήσεις

8.1

Η ΕΟΚΕ, η οποία αναγνωρίζει τη θετική επίδραση και τη σημασία του ρόλου που ασκούν τα φάρμακα για την ποιότητα ζωής των πολιτών, έχει ανέκαθεν ταχθεί υπέρ του συνόλου των πρωτοβουλιών που αποσκοπούν στην προαγωγή της ασφάλειας κατά τη χρήση των φαρμάκων η οποία αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο για την προστασία της δημόσιας υγείας.

8.2

Έναντι της επιλογής που συνίσταται στην εις βάθος επανεξέταση των υφισταμένων κανόνων με συνεκτίμηση της προγενέστερης εμπειρίας, η ΕΟΚΕ προβαίνει σε μια πρώτη θετική αξιολόγηση της εν λόγω στρατηγικής διότι ο στόχος της βελτίωσης της ασφάλειας που επιδιώκεται με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα όλων των προηγούμενων γνωμοδοτήσεων που έχει καταρτίσει η ΕΟΚΕ επί διαφόρων θεμάτων σχετικών με την πολιτική στον τομέα των φαρμάκων.

Επομένως, η ΕΟΚΕ επικροτεί την απόπειρα απλούστευσης που επιχειρείται από την Επιτροπή προς όφελος τόσο των πολιτών-ασθενών όσο και των εταιρειών και τάσσεται υπέρ της προσπάθειας που αναλαμβάνεται προκειμένου να συνεχισθεί η υλοποίηση της ενιαίας αγοράς σε έναν τόσο σύνθετο και σημαντικό τομέα, όπως είναι ο τομέας των φαρμάκων.

8.3

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις τροποποιήσεις που αποσαφηνίζουν και προσδιορίζουν επακριβέστερα τους παλαιότερους ορισμούς της οδηγίας 2001/83/ΕΚ. Οι νέοι ορισμοί αποσκοπούν στην επίλυση των προβλημάτων που σχετίζονται με τις προηγούμενες ερμηνείες, οι οποίες ευθύνονταν ορισμένες φορές για αμφιβολίες και διαφορετικές αξιολογήσεις. Ειδικότερα όσον αφορά το άρθρο 1, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τον νέο ορισμό που παρέχεται για την «ανεπιθύμητη ενέργεια» στο σημείο 11, καθώς και τη διάκριση που πραγματοποιείται μεταξύ της έννοιας αυτής και του όρου «εικαζόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια» που προβλέπεται και προσδιορίζεται στο σημείο 14 του ίδιου άρθρου, της οποίας ο ορισμός πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο σύγχυσης με τον ορισμό της Διεθνούς Διάσκεψης για την Εναρμόνιση (ICH).

9.   Ειδικές παρατηρήσεις

9.1

Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ εκφέρει θετική γνώμη όσον αφορά, αφενός, τις διευκρινίσεις που παρέχονται στο νέο σημείο 15 σχετικά με τον ορισμό του όρου «μετεγκριτική μελέτη ασφάλειας» και, αφετέρου, τη νέα διατύπωση που προβλέπεται στο σημείο 28 για το «σύστημα διαχείρισης του κινδύνου» και περιγράφεται εν συνεχεία λεπτομερώς στην απαιτούμενη τεκμηρίωση που προσδιορίζεται στο στοιχείο ιαα) του νέου άρθρου 8, καθώς και στο σημείο 28γ σχετικά με το «σύστημα φαρμακοεπαγρύπνησης» και στο επόμενο σημείο 28δ σχετικά με τον μόνιμο φάκελο του συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης που επεξηγείται σαφέστερα στο άρθρο 8 παράγραφος 3.

9.2

Η ΕΟΚΕ αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στο νέο άρθρο 21α δεδομένου ότι ο νέος ορισμός αποτελεί ένα πρόσθετο στοιχείο ασφάλειας, υπάγοντας τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας ενός νέου φαρμάκου στην αγορά σε ορισμένες προϋποθέσεις όσον αφορά την παροχή αναλυτικών στοιχείων τεκμηρίωσης τα οποία πρέπει να πιστοποιούν την πλήρη τήρηση των βασικών κανόνων ασφάλειας που εξηγούνται σαφώς στο αμέσως επόμενο άρθρο 22, με την επιφύλαξη ορισμένων συνθηκών ασφαλείας που καθόρισαν οι αρμόδιες αρχές.

9.3

Σύμφωνα με το άρθρο 22α ανατίθεται στην αρμόδια αρχή του εκάστοτε κράτους μέλους η υποχρέωση να απαιτεί την εκπόνηση μετεγκριτικής μελέτης ασφάλειας εάν υφίστανται ανησυχίες σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου. Βάσει των στοιχείων τεκμηρίωσης που προσκομίζονται στο πλαίσιο των εν λόγω μελετών, η αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου κράτους μέλους μπορεί να επιβεβαιώσει ή να αποσύρει την άδεια κυκλοφορίας. Η ΕΟΚΕ κρίνει θετικά το άρθρο 23, δυνάμει του οποίου ο κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας υποχρεούται, βάσει των παρατηρήσεων της μελέτης, να ενημερώνει αμέσως την αρμόδια εθνική αρχή για κάθε απαγόρευση ή περιορισμό που επιβάλλεται από τις αρμόδιες αρχές οποιασδήποτε άλλης χώρας.

9.4

Στο άρθρο 101 καθορίζεται με σαφήνεια ο ρόλος που διαδραματίζουν τα κράτη μέλη για την άμεση διαχείριση του συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης· τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τη συλλογή όλων των πληροφοριών σχετικά με τους κινδύνους των φαρμάκων όσον αφορά την υγεία των ασθενών ή τη δημόσια υγεία, οι οποίες συγκεντρώνονται σε μια ενιαία βάση δεδομένων επονομαζόμενη «Eudravigilance» σύμφωνα με διαδικασίες που καθορίζονται λεπτομερώς στο άρθρο 24. Σε κάθε κράτος μέλος προβλέπεται ο διορισμός μιας αρμόδιας αρχής η οποία επιφορτίζεται με τη συλλογή των πληροφοριών που αφορούν τις ανεπιθύμητες ενέργειες ενός φαρμάκου, σε περίπτωση χρήσης του σύμφωνα με τους όρους της άδειας κυκλοφορίας, καθώς και σε περίπτωση οποιασδήποτε άλλης χρήσης, όπως υπερδοσολογία, εσφαλμένη χρήση, κατάχρηση, λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή.

9.5

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η διατύπωση που προτείνεται στο άρθρο 102 αυξάνει την ασφάλεια που παρέχεται στους ασθενείς κατά τη χρήση των φαρμάκων διότι παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να επιβάλλουν ειδικές απαιτήσεις στους γιατρούς, τους φαρμακοποιούς και τους άλλους επαγγελματίες του τομέα της υγείας σχετικά με την αναφορά υπαρκτών ή εικαζόμενων ανεπιθύμητων ενεργειών.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/33


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση, όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για ανθρώπινη χρήση για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726 /2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων»

COM(2008) 662 τελικό — 2008/0255 (COD)

2009/C 306/07

Στις 12 Φεβρουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 152, παράγραφος 1, της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την:

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση, όσον αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για ανθρώπινη χρήση για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726 /2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 19 Μαΐου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. CEDRONE.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 91 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την προτεινόμενη τροποποίηση του υπό εξέταση κανονισμού διότι πληροί τους στόχους της απλοποίησης και της εναρμόνισης των πληροφοριών που παρέχονται στους ασθενείς.

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι σημαντικές διαφορές που υφίστανται μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τους κανόνες που διέπουν το νομικό καθεστώς συνταγογράφησης και διάθεσης των φαρμάκων παρεμποδίζουν τη σωστή και κατανοητή ενημέρωση σχετικά με τα φάρμακα.

Συνεπώς, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να καταβάλει προσπάθειες για την εναρμόνιση του ορισμού του νομικού καθεστώτος συνταγογράφησης και διάθεσης των φαρμάκων που περιέχουν τις ίδιες δραστικές ουσίες, με την ίδια δοσολογία, για τις ίδιες θεραπευτικές ενδείξεις και παρουσιάζονται με την ίδια μορφή, αλλά έχουν καταχωρηθεί με διαφορετικά εμπορικά σήματα στα κράτη μέλη.

1.2

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ανέκαθεν τις νομοθετικές παρεμβάσεις στον τομέα των φαρμάκων, όποτε αυτές προβλέπουν την εναρμονισμένη επέκταση της εφαρμογής των σχετικών κανόνων στο σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ και εισάγουν μια διαδικασία απλοποίησης. Τούτο –πέραν του γεγονότος ότι αποβαίνει προς όφελος των ασθενών– συνιστά επίσης πλεονέκτημα για τις ΜΜΕ, των οποίων οι ελπίδες συχνά μετριάζονται λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών.

1.3

Για την επίτευξη διαρκώς υψηλότερου επιπέδου ενημέρωσης των ασθενών, η ΕΟΚΕ προτείνει –εκτός από τα μέτρα που προβλέπονται από την Επιτροπή– να γίνεται η παρουσίαση των πληροφοριών, οι οποίες περιέχονται στα φυλλάδια οδηγιών που συνοδεύουν κάθε φαρμακευτικό προϊόν, με απλή και άμεσα αναγνωρίσιμη οπτική μορφή βάσει χρωματικής διάκρισης, με τη χρήση, παραδείγματος χάρη, πράσινου χρώματος για τις «ενδείξεις», κίτρινου χρώματος για τις «αντενδείξεις» και κόκκινου χρώματος για τους «πιθανούς κινδύνους».

1.4

Κρίνεται εξάλλου σκόπιμη η κατάρτιση καταλόγου με «γενόσημα φάρμακα», δηλαδή με φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία δεν καλύπτονται πλέον από διπλώματα ευρεσιτεχνίας και περιέχουν την ίδια δραστική ουσία. Ο εν λόγω κατάλογος θα μπορούσε να καταρτισθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων και να κοινοποιηθεί στα φαρμακεία και σε όλα τα κέντρα διανομής φαρμάκων που βρίσκονται στη διάθεση των ασθενών.

1.5

Παρότι γνωρίζει ότι η χρήση της πληροφορικής δεν έχει ακόμη γενικευθεί μεταξύ των πολιτών, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα ήταν επωφελές να προαχθεί μια διαδικασία προκειμένου να παρέχονται οι απαιτούμενες πληροφορίες για τα φάρμακα στους ασθενείς και μέσω του Διαδικτύου. Αυτό το είδος ενημέρωσης, το οποίο συμπληρώνει χωρίς να υποκαθιστά την ήδη υπάρχουσα, πρέπει να υπόκειται σε έλεγχο και να φέρει ένα κοινοτικό «διακριτικό σήμα», με στόχο να αποτραπεί το ενδεχόμενο καταχρήσεων ή η χρήση διαστρεβλωμένων πληροφοριών.

1.6

Η ΕΟΚΕ, ενώ επαναλαμβάνει το αίτημά της για τη συνέχιση μιας αναπτυξιακής πολιτικής η οποία να συμβάλλει στην απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών και των πληροφοριών που παρέχονται στους ασθενείς, καλεί ωστόσο την Επιτροπή να αναλάβει πρόσθετες νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη διευθέτηση όλων των ζητημάτων τα οποία θέτουν ακόμη προβλήματα στον φαρμακευτικό τομέα λόγω μη εναρμονισμένης εφαρμογής στα επιμέρους κράτη μέλη, δεδομένου ότι η κατάσταση αυτή παρεμποδίζει την πλήρη και ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων στην ΕΕ.

2.   Αιτιολόγηση της υπό εξέταση πρότασης

2.1

Με την υπό εξέταση πρόταση τροποποιούνται οι ισχύουσες πρακτικές που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 726/2004 αποκλειστικά όσον αφορά «την ενημέρωση των ασθενών σχετικά με τα φάρμακα για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή».

2.2

Οι εν λόγω τροποποιήσεις αφορούν τους κανόνες που διέπουν την απευθείας ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τα φάρμακα για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή και αποσκοπούν να εξασφαλίσουν την απρόσκοπτη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φαρμάκων που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση. Ο κανονισμός τροποποιεί τους κανόνες για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση, ενώ ταυτόχρονα επιβεβαιώνει τη νομοθετική απαγόρευση της διαφήμισης, όπως προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα ΕΕ αριθ. L 311 της 28ης Νοεμβρίου 2001 και της πρόσφατης τροποποίησής της από την οδηγία 2008/29/EK.

2.3

Η ανάγκη προσαρμογής των διατάξεων του ισχύοντος κανονισμού ανάγεται χρονικά στην ανακοίνωση που υπέβαλε η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 20 Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με την «Έκθεση για τις τρέχουσες πρακτικές όσον αφορά την ενημέρωση των ασθενών σχετικά με τα φάρμακα». Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, η εφαρμογή των κανόνων και των πρακτικών εκ μέρους των κρατών μελών διαφέρει ορισμένες φορές σημαντικά, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ανομοιογενείς καταστάσεις και να παρατηρείται άνιση πρόσβαση του κοινού στην ενημέρωση.

3.   Σύνοψη της υπό εξέταση πρότασης

3.1

Με την πρόταση κανονισμού, έγγρ. COM(2008) 662 τελικό, επιδιώκονται τα εξής:

εξασφάλιση υψηλού επιπέδου ποιότητας των παρεχόμενων πληροφοριών,

διασφάλιση της παροχής των πληροφοριών μέσω διαύλων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ασθενών,

δυνατότητα για τους κατόχους άδειας κυκλοφορίας να παρέχουν, με κατανοητό τρόπο, αντικειμενικές και μη διαφημιστικού χαρακτήρα πληροφορίες.

3.2

Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις αποσκοπούν να καλύψουν τα κενά που παρατηρούνται επί του παρόντος κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας για τα φαρμακευτικά προϊόντα –η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 726/2004 όσον αφορά την παροχή πληροφοριών στο ευρύ κοινό σχετικά με τα φάρμακα για ανθρώπινη χρήση– και έχουν ειδικότερα ως στόχο τα εξής:

να επιτρέπεται στους κατόχους άδειας κυκλοφορίας να παρέχουν στο κοινό πληροφορίες για τα φάρμακα, με την επιφύλαξη ότι διατηρείται η απαγόρευση της διαφήμισης,

να καθιερωθούν εναρμονισμένοι όροι υψηλής ποιότητας όσον αφορά το περιεχόμενο των πληροφοριών που επιτρέπεται να παρέχονται από τους κατόχους άδειας κυκλοφορίας,

να διαμορφωθούν εναρμονισμένοι δίαυλοι για την παροχή των εν λόγω πληροφοριών, προκειμένου να αποκλείεται η ανεπιθύμητη παροχή πληροφοριών,

να υποχρεωθούν τα κράτη μέλη να καθιερώσουν μηχανισμούς παρακολούθησης, οι οποίοι πρέπει ωστόσο να τίθενται σε λειτουργία μόνον μετά τη διάδοση των πληροφοριών,

να εξασφαλισθεί ότι οι πληροφορίες αυτές έχουν εγκριθεί από τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας, καθώς και ότι θα επεκταθούν κατά τρόπο ώστε να συμπεριλάβουν και τις πληροφορίες που παρέχονται μέσω δικτυακών τόπων.

3.3

Με την εισαγωγή νέου τίτλου VΙΙΙα επιδιώκεται η εξάλειψη των υπαρχουσών διαφορών με την εξασφάλιση εναρμονισμένης, καλής ποιότητας και μη διαφημιστικής φύσης ενημέρωσης. Το ζητούμενο είναι να πάψουν να υφίστανται οι διαφορές που δεν δικαιολογούνται στην περίπτωση φαρμάκων για τα οποία έχει χορηγηθεί άδεια βάσει του τίτλου ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004, ο οποίος προβλέπει απλώς μια ενιαία περίληψη των χαρακτηριστικών των φαρμάκων, εφαρμόζοντας στα εν λόγω φάρμακα τον τίτλο VΙΙΙα της οδηγίας 2001/83/ΕΚ.

3.4

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 100ζ παράγραφος 1 της οδηγίας 2001/83/ΕΚ, οι πληροφορίες για τα φάρμακα που αναφέρονται στο άρθρο 100β στοιχείο δ) της εν λόγω οδηγίας ελέγχονται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων πριν από τη δημοσιοποίησή τους (άρθρο 20α, COM(2008) 662 τελικό).

3.5

Προβλέπεται, συνεπώς, να προστεθεί στα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων, τα οποία ορίζονται στο άρθρο 57 παράγραφος 1, ένα στοιχείο υ) σύμφωνα με το οποίο ανατίθεται στον Οργανισμό να «εκδίδει γνωμοδοτήσεις σχετικά με την ενημέρωση του κοινού για τα φάρμακα για ανθρώπινη χρήση για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή».

3.6

Στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 20 προβλέπεται ότι ο Οργανισμός μπορεί να απορρίψει τις υποβληθείσες πληροφορίες εντός 60 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης. Ελλείψει αντίδρασης εκ μέρους του Οργανισμού, οι πληροφορίες μπορούν να δημοσιευθούν σύμφωνα με τη διαδικασία της «σιωπηρής συναίνεσης».

4.   Καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων

4.1

Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων, η Επιτροπή Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση (CMPH) είναι επιφορτισμένη με τη διατύπωση της γνώμης του Οργανισμού για κάθε θέμα που αφορά την αξιολόγηση φαρμάκων τα οποία προορίζονται για ανθρώπινη χρήση. Κάθε απόφαση για τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας λαμβάνεται βάσει επιστημονικών κριτηρίων σχετικά με την ποιότητα, την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του εκάστοτε φαρμάκου.

4.2

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων αποτελείται από διάφορες επιτροπές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η Επιτροπή Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση. Ο εν λόγω Οργανισμός είναι υπεύθυνος για τα εξής:

την παροχή επιστημονικών συμβουλών προς τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας σε θέματα ποιότητας, ασφάλειας και αποτελεσματικότητας των φαρμάκων,

το συντονισμό της επιστημονικής αξιολόγησης των φαρμάκων που υπόκεινται στις κοινοτικές διαδικασίες χορήγησης άδειας κυκλοφορίας, καθώς και των επιστημονικών πόρων που θέτουν στη διάθεσή του τα κράτη μέλη για την αξιολόγηση, την εποπτεία και τη φαρμακοεπαγρύπνηση όσον αφορά τα φάρμακα,

τη διάδοση πληροφοριών σχετικά με τις ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων που έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας στην Κοινότητα, μέσω της EudraVigilance, μιας βάσης δεδομένων στην οποία έχουν διαρκώς πρόσβαση όλα τα κράτη μέλη,

τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων για τα φάρμακα προσιτής στο ευρύ κοινό.

4.3

Ο υπό εξέταση κανονισμός συμπληρώνεται από:

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2049/2005 για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τα τέλη που πρέπει να καταβάλλουν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και τη διοικητική συνδρομή που μπορούν να λαμβάνουν από αυτόν,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 507/2006 για την άδεια κυκλοφορίας υπό αίρεση φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 658/2007 σχετικά με τις οικονομικές κυρώσεις λόγω παράβασης ορισμένων υποχρεώσεων επιβαλλομένων στο πλαίσιο αδειών κυκλοφορίας.

5.   Νομική βάση, επικουρικότητα και αναλογικότητα

5.1

Η Επιτροπή εκτιμά ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις συνάδουν με τις λοιπές πολιτικές και τους στόχους της Ένωσης, ότι η επιλογή του άρθρου 95 της Συνθήκης είναι ενδεδειγμένη, εφόσον το συγκεκριμένο άρθρο αποτελεί τη νομική βάση της συνολικής κοινοτικής νομοθεσίας για τα φαρμακευτικά προϊόντα, καθώς και ότι το περιεχόμενο των προτεινόμενων τροποποιήσεων ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που θέτει το άρθρο 5 της ως άνω Συνθήκης όσον αφορά την αρχή της επικουρικότητας και την αρχή της αναλογικότητας.

6.   Γενικές παρατηρήσεις

6.1

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ανέκαθεν τις νομοθετικές παρεμβάσεις με τις οποίες εισάγεται μια διαδικασία απλοποίησης των κανόνων, καθώς και την εναρμονισμένη εφαρμογή τους στο σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ.

6.2

Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση για την τροποποίηση του υπό εξέταση κανονισμού διότι πληροί τους στόχους της απλοποίησης και της εναρμόνισης των πληροφοριών που παρέχονται στους ασθενείς και, συγχρόνως, καθιστά απλούστερη την ανάληψη πρωτοβουλιών εκ μέρους των επιχειρήσεων, αρχής γενομένης από τις ΜΜΕ.

6.3

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα ήταν χρήσιμο να προαχθεί μια διαδικασία πληροφορικής για τη διαβίβαση επαληθευμένων πληροφοριών μέσω του Διαδικτύου, ως αναπόσπαστο τμήμα των ισχυουσών διατάξεων, και κρίνει επίσης σκόπιμο να βελτιωθεί οπτικά η δομή των φυλλαδίων οδηγιών που συνοδεύουν κάθε φαρμακευτικό προϊόν (βλέπε σημ. 1.3).

6.4

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αναλάβει πρόσθετες νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη διευθέτηση όλων των ζητημάτων τα οποία θέτουν ακόμη προβλήματα στον φαρμακευτικό τομέα λόγω μη εναρμονισμένης εφαρμογής στα επιμέρους κράτη μέλη –συμπεριλαμβανομένου τόσο του ζητήματος της τιμής πώλησης όσο και του νομικού καθεστώτος συνταγογράφησης και διάθεσης των φαρμάκων– και παρεμποδίζουν την πλήρη και ελεύθερη κυκλοφορία των φαρμάκων στην ΕΕ.

6.5

Η ΕΟΚΕ ζητά να ενημερωθεί σχετικά με τους λόγους για τους οποίους η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων απαίτησε δύο ξεχωριστές –παράλληλες και ταυτόχρονες– νομοθετικές παρεμβάσεις, εκ των οποίων η πρώτη (έγγρ. COM(2008) 664 τελικό) προβλέπει τροποποιήσεις όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση και η δεύτερη (έγγρ. COM(2008) 662 τελικό) αφορά την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα φάρμακα για ανθρώπινη χρήση για τα οποία απαιτείται ιατρική συνταγή.

6.6

Η ΕΟΚΕ αποδοκιμάζει την αποσπασματική μέθοδο εργασίας της Επιτροπής, επειδή η ανάληψη δύο ξεχωριστών νομοθετικών παρεμβάσεων συνεπάγεται σπατάλη διαδικαστικών πόρων και ενδέχεται να επιβραδύνει τη διαδικασία θέσπισης ενός ενιαίου κανονισμού.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/36


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό» (αναδιατύπωση)

COM(2008) 809 τελικό — 2008/0240 (COD)

2009/C 306/08

Στις 16 Φεβρουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (αναδιατύπωση)»

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη και περιβάλλον », στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 18 Μαΐου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RETUREAU.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 109 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα της ΕΟΚΕ

1.1

Το άρθρο 95 της ΣΕΚ αποτελεί ορθώς τη νομική βάση της αναδιατυπωμένης οδηγίας που ενοποιεί τους όρους παραγωγής και διανομής των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών εξοπλισμών στην εσωτερική αγορά. Η νομική μορφή της οδηγίας δικαιολογείται διπλά, αφενός, λόγω της αναδιατύπωσης της οδηγίας και, αφετέρου, διότι ο έλεγχος και η εφαρμογή της, σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, αποτελούν ευθύνη των κρατών μελών.

1.2

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο έλεγχος της εφαρμογής της αναδιατυπωμένης οδηγίας πρέπει να αποσκοπεί στη μέγιστη δυνατή εναρμόνιση της εφαρμογής της στην εσωτερική αγορά, προκειμένου να αποφευχθούν οι ενδεχόμενες διοικητικές περιπλοκές σε διασυνοριακό επίπεδο και οι επακόλουθες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

1.3

Σε ό,τι αφορά τις ενδεχόμενες τροποποιήσεις στον κατάλογο των τοξικών ή των επικίνδυνων ουσιών η χρήση των οποίων απαγορεύεται ή είναι αυστηρά περιορισμένη, η ΕΟΚΕ θα ικανοποιηθεί από τη χρήση της μεθόδου της επιτροπολογίας μόνον εάν ζητηθεί η γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών και εκπονηθεί μελέτη αντικτύπου για κάθε ουσία που προστίθεται ή αποσύρεται από τον κατάλογο.

2.   Προτάσεις της Επιτροπής

2.1

Προτείνοντας την αντικατάσταση της οδηγίας ΑΗΗΕ (απόβλητα ειδών ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού) από μια αναδιατυπωμένη οδηγία, η οποία αποσκοπεί να αυξήσει τα ποσοστά ανάκτησης και επεξεργασίας των αποβλήτων, να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και στα όργανα ελέγχου και να προωθήσει την επαναχρησιμοποίηση των υλικών που έχουν ανακτηθεί, η Επιτροπή στοχεύει ταυτόχρονα στην καλύτερη προστασία του περιβάλλοντος και στη διοικητική απλοποίηση· στην πρόταση οδηγίας που αποσκοπεί στον περιορισμό της χρήσης επικίνδυνων ή τοξικών ουσιών στους ηλεκτρικούς και ηλεκτρονικούς εξοπλισμούς «ΠΧΕΟ» που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ είναι συμπληρωματική και αλληλένδετη με την αναδιατύπωση της οδηγίας ΑΗΗΕ και πρέπει να αναδιατυπωθεί και αυτή δεόντως.

2.2

Όσον αφορά τις τοξικές ή επικίνδυνες ουσίες, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εκτιμούν ότι Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εκτιμούν ότι γενικώς θα προκύψουν καθαρά οφέλη, μολονότι θα είναι περιορισμένα. Επιπλέον, οι συνιστώμενες επιλογές θα έχουν σημαντικό σωρευτικό αντίκτυπο λόγω της διασαφήνισης της οδηγίας και της εναρμόνισης της εφαρμογής και επιβολής της, με αποτέλεσμα θετική συμβολή στη βελτίωση της νομοθεσίας.

2.3

Πρόκειται ειδικότερα για την επέκταση του πεδίου εφαρμογής των δύο οδηγιών με την προσθήκη των ιατροτεχνολογικών προϊόντων και των οργάνων παρακολούθησης και ελέγχου στους άλλους εξοπλισμούς που ήδη προβλέπονται σε προηγούμενες οδηγίες· επισημαίνεται επίσης η αναγκαιότητα επαναχρησιμοποίησης τμήματος των εξοπλισμών αντί της επεξεργασίας τους ως αποβλήτων· η διάκριση μεταξύ ανακυκλωμένων εξοπλισμών και αποβλήτων αποτελεί αντικείμενο κατάλληλων ελέγχων και δηλώσεων συμμόρφωσης.

2.4

Η αναδιατυπωμένη οδηγία ΠΧΕΟ διατηρεί τη νομική της βάση (άρθρο 95, εσωτερική αγορά), όπως και η αναδιατυπωμένη οδηγία ΑΗΗΕ (άρθρο 175, περιβάλλον), σύμφωνα με τους αντίστοιχους στόχους τους που στην ουσία παραμένουν οι ίδιοι.

2.5

Τα παραρτήματα της αναδιατυπωμένης οδηγίας ΠΧΕΟ διευκρινίζουν τη φύση των εξοπλισμών αυτών (παραρτήματα Ι και ΙΙ) και αποτελούν τη νέα αναφορά για την αναδιατυπωμένη οδηγία ΑΗΗΕ. Οι τοξικές ή επικίνδυνες ουσίες στον περιορισμό των οποίων στοχεύει η οδηγία ΠΧΕΟ, παραμένουν οι ίδιες ως προς τη φύση τους και τις ελάχιστες αποδεκτές ποσότητες· η επιστημονική και τεχνολογική εξέλιξη, όπως και οι ενδεχόμενες παρεκκλίσεις, θα ληφθούν υπόψη από την διαδικασία επιτροπολογίας κατόπιν ελέγχου.

2.6

Σύμφωνα με την Επιτροπή, τα περιβαλλοντικά οφέλη θα είναι πιθανόν τεράστια: πολλοί τόνοι βαρέων μετάλλων που περιλαμβάνονται στην οδηγία ΠΧΕΟ (> 1 400 τόνοι μολύβδου, περίπου 2,2 τόνοι καδμίου) χρησιμοποιούνται σε ιατροτεχνολογικά προϊόντα και σε όργανα παρακολούθησης και ελέγχου, πράγμα που αντιστοιχεί σε βάρος στο 0,2 έως 0,3 % των αποβλήτων ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών εξοπλισμών· οι ουσίες αυτές, σε περίπτωση κακής διαχείρισης των αποβλήτων, ενδέχεται να απορριφθούν στο περιβάλλον (μόνον το 49,7 % των αποβλήτων ιατροτεχνολογικών προϊόντων και το 65,2 % των αποβλήτων οργάνων παρακολούθησης και ελέγχου τυγχάνουν ξεχωριστής συλλογής)· ο περιορισμός της χρήσης των ουσιών αυτών στο πλαίσιο της οδηγίας ΠΧΕΟ θα συμβάλει, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, στην εξάλειψη της παρουσίας τους στα προϊόντα και στα απόβλητα των εξοπλισμών αυτών· μια πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση δείχνει ότι, ακόμη και στην περίπτωση υψηλότερων ποσοστών ανακύκλωσης, η συμπερίληψη των εξοπλισμών αυτών στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΠΧΕΟ είναι προς όφελος του περιβάλλοντος.

2.7

Εναρμονισμένοι ορισμοί στις σχετικές οδηγίες θα συμβάλουν στην καλύτερη εφαρμογή και στην άρση των διοικητικών εμποδίων ( βλέπε σημείο 3.3 παρακάτω) και την κατάργηση, πολύ διαφορετικών, διαδικασιών εφαρμογής.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η μέθοδος αναδιατύπωσης μέσων, όπως οι οδηγίες ΑΗΗΕ και ΠΧΕΟ, ενδέχεται, όπως στην προκείμενη περίπτωση, να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στην προηγούμενη νομοθεσία.

3.2

Όλες οι αβεβαιότητες σχετικά με το πεδίο εφαρμογής, τους ορισμούς και τις αποκλίνουσες πρακτικές των κρατών μελών σε ό,τι αφορά τη συμμόρφωση των προϊόντων και την ενδεχόμενη συμπληρωματικότητα των παλαιών οδηγιών με το νέο κανονιστικό πλαίσιο REACH, θα πρέπει να αρθούν. Απαιτείται πραγματική εναρμόνιση ώστε να περιοριστούν το κόστος εφαρμογής των προβλεπόμενων μέτρων και οι διοικητικές επιβαρύνσεις.

3.3

Η συμπληρωματικότητα και η συνοχή των δύο οδηγιών με τις άλλες κοινοτικές νομοθεσίες που αφορούν τον σχεδιασμό των εξοπλισμών (κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (1), REACH (2), προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια (3)) θα πρέπει να αυξηθούν.

3.4

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει με ικανοποίηση ότι τελικά ο κατάλογος των ουσιών που απαγορεύονται ή περιορίζεται η χρήση τους στους ηλεκτρικούς και ηλεκτρονικούς εξοπλισμούς δεν έχει τροποποιηθεί, με αποτέλεσμα να διατηρείται το ίδιο επίπεδο προστασίας των εργαζομένων και των καταναλωτών.

3.5

Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι απαιτείται επαγρύπνηση έναντι του μεγάλου αριθμού παράνομων μεταφορών επικίνδυνων αποβλήτων σε χώρες που δεν είναι τεχνικώς εξοπλισμένες για τη σωστή τους επεξεργασία, πράγμα που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για το περιβάλλον και την υγεία στις χώρες αυτές· η επεξεργασία των ηλεκτρονικών αποβλήτων δημιουργεί ήδη σοβαρά προβλήματα δημόσιας υγείας σε ορισμένες από αυτές τις χώρες. Η κατάσταση αυτή ενδεχομένως να επιδεινωθεί αν η προκαταρκτική επεξεργασία των αποβλήτων, όπως προβλέπεται από την οδηγία ΑΕΕΗ, δεν πραγματοποιηθεί σωστά, αλλά και από την προσθήκη νέων κινδύνων λόγω της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής στις κατηγορίες 8 και 9.

3.6

Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι ο κατάλογος των ουσιών που απαγορεύονται ή περιορίζεται η χρήση τους, δεν επηρεάζεται από την προτεινόμενη αναδιατύπωση· πριν δοθεί άδεια εμπορίας θα πρέπει να ελέγχεται ότι ενδεχόμενα προϊόντα υποκατάστασης των πλέον τοξικών ή πλέον επικίνδυνων ουσιών δεν παρουσιάζουν αφ' εαυτών κινδύνους. Οι πιθανές εξαιρέσεις θα πρέπει να αφορούν μόνον ουσίες απολύτως αναντικατάστατες, βάσει των σημερινών γνώσεων και των τεχνολογικών εξελίξεων, και σύμφωνα με το σύνολο των διατάξεων προστασίας και προφύλαξης που επιβάλλονται.

3.7

Το πεδίο εφαρμογής που ορίζεται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ της αναδιατυπωμένης ΠΧΟΕ μπορεί να τροποποιηθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπολογίας κατόπιν ελέγχων· η ΕΟΚΕ εκτιμά ωστόσο ότι όλες οι μεταγενέστερες ουσιαστικές τροποποιήσεις θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο νέων αναλύσεων αντικτύπου και νέων προκαταρκτικών διαβουλεύσεων. Εκφράζει την ικανοποίησή της για τη χρησιμοποίηση της μεθοδολογίας REACH όσον αφορά την ενδεχόμενη εισαγωγή νέων απαγορεύσεων ουσιών.

3.8

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η εναρμόνιση των εγκάρσιων ορισμών σε όλες τις σχετικές οδηγίες (βλέπε ανωτέρω σημείο 3.3) αποτελεί μέτρο που ευνοεί τη σαφήνεια και τη μείωση του διοικητικού κόστους.

3.9

Αναγνωρίζει επίσης ότι ο καθορισμός της μέγιστης λογικής διάρκειας για τις εξαιρέσεις ορισμένων ουσιών σε τέσσερα έτη συμβάλλει στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων και παράλληλα παρέχει επαρκή ασφάλεια δικαίου στους κατασκευαστές.

3.10

Η ΕΟΚΕ έχει επίγνωση ότι το τροποποιημένο ρυθμιστικό πλαίσιο επηρεάζει την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και την αύξηση της απασχόλησης και εκφράζει την ικανοποίησή της για τη βελτίωση της συνοχής μεταξύ των δύο οδηγιών καθώς και για την προαγωγή της νομοθετικής και της διοικητικής απλοποίησης.

3.11

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας ΠΧΕΟ σε δύο επιπλέον κατηγορίες εξοπλισμών (κατηγορίες 8 και 9: ιατροτεχνολογικά προϊόντα και όργανα παρακολούθησης και ελέγχου), και την υιοθέτηση της αρχής της επαναχρησιμοποίησης μέρους των εξοπλισμών που έχουν συλλεχθεί· θεωρεί δε ορθό τον έλεγχο που επιτρέπει τη διάκριση των αποβλήτων βάσει των δηλώσεων συμμόρφωσης και ελέγχων.

3.12

Επικροτεί επίσης την εναρμόνιση των ορισμών των σχετικών οικονομικών φορέων με τους ορισμούς της δέσμης «εμπορία των προϊόντων», καθώς και τους νέους ορισμούς που προστέθηκαν (ορισμός των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, για παράδειγμα).

3.13

Η ΕΟΚΕ ελπίζει ότι με τον τρόπο αυτό η πραγματική εναρμόνιση της εφαρμογής σε επίπεδο κρατών μελών θα είναι αποτελεσματικότερη από ό,τι στο πλαίσιο των προηγούμενων οδηγιών πριν την αναδιατύπωση. Και καλό θα ήταν να γίνει αξιολόγηση μετά από ορισμένα χρόνια εφαρμογής, προκειμένου να επαληθευτεί κατά πόσον οι επιδιωκόμενοι στόχοι επιτεύχθηκαν πραγματικά.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  ΕΕ L 218 της 13.2.2008, σελ 82

(2)  ΕΕ L 396 της 30.12.2006

(3)  ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σελ. 29


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/39


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ)»

COM(2008) 810 τελικό — 2008/0241 (COD)

2009/C 306/09

Στις 20 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο αποφάσισε με βάση το άρθρο 175 παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΚ να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής , για την

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ)»

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον », το οποίο είχε την ευθύνη της προετοιμασίας των εργασιών της ΕΟΚΕ επί του θέματος, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 18 Μαΐου 2009. Η εισηγήτρια ήταν η κυρία Sylvia GAUCI.

Κατά τη 454η σύνοδο ολομελείας, που διεξήχθη στις 10 και 11 Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 103 ψήφους υπέρ και 3 αποχές.

1.   Εισαγωγή

1.1

Σκοπός της αναθεώρησης της οδηγίας για τα ΑΗΗΕ θα πρέπει να είναι ο θετικός αντίκτυπος τόσο στο περιβάλλον όσο και στην οικονομία. Θα ωφεληθούν, έτσι, το περιβάλλον, οι επιχειρηματικοί παράγοντες και οι ευρωπαίοι πολίτες.

1.2

Η πείρα δείχνει ότι ο στόχος της οδηγίας για τα ΑΗΗΕ, που είναι η επίτευξη μιας προσέγγισης της διαχείρισης των αποβλήτων συμβατής με την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς, δεν έχει υλοποιηθεί.

1.3

Κατά την εφαρμογή της οδηγίας για τα ΑΗΗΕ υπήρξαν πολλά προβλήματα και πολλές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών.

1.4

Οι διαφορές αυτές οφείλονται εν μέρει στους ασαφείς ορισμούς της οδηγίας, αλλά και στην ευχέρεια, που παρέχει στα κράτη μέλη το άρθρο 175 της Συνθήκης ΕΚ, όσον αφορά την εφαρμογή.

2.   Συμπεράσματα και συστάσεις

2.1

Η ΕΟΚΕ μπορεί να συνοψίσει ως εξής τα ζητήματα που πρέπει να εξεταστούν σήμερα, στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας για τα ΑΗΗΕ:

2.2

Η οδηγία μπορεί να συμβάλει στην απλοποίηση μέσω της μείωσης του διοικητικού φόρτου των παραγόντων της αγοράς.

2.3

Κατά την αναθεώρηση της οδηγίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να μεριμνήσει, από κοινού με τις εθνικές αρχές, ώστε η οδηγία να εξασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Καλό θα ήταν να εξασφαλισθεί η διττή νομική βάση των άρθρων 95 και 175 της ΕΚ, δυνάμει της οποίας οι διατάξεις που αφορούν το πεδίο εφαρμογής, οι ορισμοί, οι απαιτήσεις του προϊόντος και οι ευθύνες του παραγωγού σχετικά με την εμπορία των νέων προϊόντων θα έχουν ως νομική βάση το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, οι δε διατάξεις που αφορούν τους στόχους και τη διαχείριση των αποβλήτων, το άρθρο 175 της αυτής Συνθήκης.

2.4

Όλοι οι παράγοντες της αλυσίδας, από τους παραγωγούς και τους εισαγωγείς μέχρι τους εμπόρους, τους λιανοπωλητές και τους εμπόρους παλαιοσιδήρου, θα πρέπει να έχουν τις ίδιες ευθύνες όσον αφορά τα ΑΗΗΕ.

2.5

Η αναθεώρηση της οδηγίας θα πρέπει να δώσει τη δυνατότητα να βελτιωθεί η ισορροπία μεταξύ των διατάξεων για την προστασία του περιβάλλοντος, από τη μία πλευρά, και των κανόνων για την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς, από την άλλη.

2.6

Ειδικότερα, ο ορισμός του παραγωγού δεν θα πρέπει να δημιουργεί περισσότερα εμπόδια στην ενιαία αγορά. Θα επιτευχθεί, έτσι, μεγαλύτερη συμμόρφωση με την πρόσφατη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που απαιτεί να μην αντιβαίνει η προστασία του περιβάλλοντος στις αρχές της Εσωτερικής Αγοράς. Ο ορισμός του παραγωγού που δίδεται στο άρθρο 3, στοιχείο ι), της αναδιατυπωμένης οδηγίας για τα ΑΗΗΕ θα πρέπει επίσης να συνδέεται στο μέτρο του δυνατού με τους συναφείς ορισμούς της οδηγίας 768/2008/ΕΚ, και παράλληλα να αναγνωρίζει την ειδική υποχρέωση που απορρέει από την οδηγία για τα ΑΗΗΕ, ότι δηλαδή η καταγραφή καθώς και η χρηματοδότηση της συλλογής και ανάκτησης δεν είναι χαρακτηριστικά των προϊόντων ( πχ. σύνθεση, συστατικά, περιβαλλοντικές επιπτώσεις), αλλά επιπρόσθετες υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούνται αποκλειστικώς σε εθνικό επίπεδο (ήτοι επιτήρηση της αγοράς και εκτέλεση των σχετικών κανόνων)

2.7

Η αναθεωρημένη οδηγία δεν θα πρέπει να θέτει εμπόδια στην πρακτική του επιμερισμού του κόστους διαχείρισης των ΑΗΕΕ με βάση τα υφιστάμενα μερίδια αγοράς. Το Παράρτημα ΙΙ θα πρέπει να επιτρέπει στα ενδιαφερόμενα μέρη να συνεχίσουν να αναπτύσσουν νέα πρότυπα επεξεργασίας. Επί του παρόντος, τα συλλογικά συστήματα με βάση τα μερίδια αγοράς έχουν αποδειχθεί επιτυχή για την ορθή διαχείριση των ΑΗΗΕ.

2.8

Η οδηγία θα πρέπει να εκπληρώσει τον κοινωνικό της στόχο, που είναι η προστασία του περιβάλλοντος και η μείωση των επιπτώσεων των αποβλήτων στην ανθρώπινη υγεία. Η αντιμετώπιση της ροής των ΑΗΗΕ στην ΕΕ με τον πλέον αποδοτικό τρόπο αναμένεται να συμβάλει στην εξάλειψη της μεταφοράς των αποβλήτων αυτών σε τρίτες χώρες, όπου τα περιβαλλοντικά πρότυπα είναι χαμηλότερα και οι κίνδυνοι για το εργατικό δυναμικό που τα χειρίζεται υψηλότεροι.

3.   Ειδικές παρατηρήσεις για επιμέρους άρθρα

3.1   Άρθρο 3, νέο στοιχείο ι): Ορισμός του παραγωγού

3.1.1

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί καταρχήν με τον νέο ορισμό του παραγωγού, ταυτόχρονα όμως υπογραμμίζει ότι ο ορισμός αυτός δύναται να έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση «λαθρεπιβατών» και τη στρέβλωση του ανταγωνισμού

3.1.2

Αποβλέπει στην εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Για το σκοπό αυτό, η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση στην Επιτροπή να απλοποιήσει τις διαδικασίες, εμποδίζοντας τις καταχρήσεις εκ μέρους των λαθρεπιβατών.

3.1.3

Ο τροποποιημένος ορισμός του παραγωγού, σε συνδυασμό με τη διευκρίνιση των όρων «κυκλοφορία στην αγορά» στο νέο στοιχείο ιε) και «διάθεση στην αγορά» στο νέο στοιχείο ιστ) του άρθρου 3, επιτρέπει στους επιχειρηματίες να αναλαμβάνουν εθελοντικά ορισμένες ενέργειες, χωρίς να κινδυνεύουν να επωμιστούν το κόστος που συνδέεται με το τέλος του κύκλου ζωής του προϊόντος.

3.1.4

Με τη διάκριση του ρόλου του κάθε παράγοντα, οι επιχειρήσεις μπορούν να προβλέπουν το κόστος και, συνεπώς, να αναλαμβάνουν σαφέστερο μερίδιο της ευθύνης που απορρέει από τη συμμετοχή τους στην αλυσίδα εφοδιασμού ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού.

3.1.5

Σε ό,τι αφορά την πρακτική εφαρμογή, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλουν εθνικές υποχρεώσεις στα φυσικά η νομικά πρόσωπα που θέτουν σε εμπορία προϊόντα στις εθνικές αγορές για πρώτη φορά προερχόμενα από τρίτες χώρες ή από χώρες της Κοινότητας (ενδοευρωπαϊκό εμπόριο). Συνεπώς, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν αναλογικές διατάξεις που τους επιτρέπουν να εντοπίζουν ποια είναι αυτά τα πρόσωπα και να τους ζητούν να παρέχουν την καταχώριση και χρηματοδότηση της διαχείρισης των ΑΗΗΕ που απορρέει από τις πωλήσεις τους.

3.1.6

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι μεγαλύτερες περιβαλλοντικές βελτιώσεις και η υψηλότερη αποδοτικότητα, ως αποτέλεσμα του σαφέστερου ορισμού του παραγωγού, μπορούν να επιτευχθούν με τους εξής τρόπους:

Ο ορισμός του παραγωγού θα πρέπει να καλύπτει τους ίδιους επιχειρηματικούς παράγοντες σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ,

Η ΕΟΚΕ πιστεύει επίσης ότι τα εθνικά μητρώα παραγωγών θα πρέπει να λειτουργούν με πιο εναρμονισμένο τρόπο. Οι διαφορετικές διοικητικές απαιτήσεις των ποικίλων εθνικών συστημάτων καταχώρισης και υποβολής εκθέσεων συνεπάγονται, πράγματι, μεγαλύτερο κόστος για τους παραγωγούς που ασκούν διασυνοριακή δραστηριότητα στην ενιαία αγορά,

Τα μητρώα παραγωγών διαφέρουν ως προς τις πληροφορίες που συλλέγονται από τους παραγωγούς και ως προς τις αρχές λειτουργίας τους. Μεταξύ άλλων, οι ορισμοί των τύπων του εξοπλισμού, τα κριτήρια του βάρους, η βάση για τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στις εκθέσεις και ο συνυπολογισμός των πωλήσεων σε άλλα κράτη μέλη διαφέρουν από το ένα μητρώο στο άλλο. Ποικίλλουν, επίσης, η συχνότητα και η περιοδικότητα της υποβολής των δεδομένων,

Η ΕΟΚΕ θεωρεί, συνεπώς, σημαντικό να εκδώσουν τα ευρωπαϊκά όργανα συστάσεις και κατευθυντήριες γραμμές για την επίτευξη αυτού του στόχου, έπειτα από τις κατάλληλες διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη,

Η ΕΟΚΕ πιστεύει, επίσης, ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό δίκτυο εθνικών μητρώων, για την ανταλλαγή πληροφοριών. Το δίκτυο αυτό θα διευκολύνει την εναρμόνιση της καταχώρισης των παραγωγών στα κράτη μέλη, αλλά θα παρουσιάζει τις δραστηριότητες των καταχωρηθέντων σε όλη την ΕΕ. Θα ελαφρυνθεί, έτσι, ο διοικητικός φόρτος για τους καταχωρισμένους και θα επιτευχθεί ταυτόχρονα καλύτερη εφαρμογή της οδηγίας. Η μεγαλύτερη εναρμόνιση και η μείωση της γραφειοκρατίας θα διευκολύνουν την επίτευξη των περιβαλλοντικών βελτιώσεων και στόχων,

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι για την αποτροπή του φαινομένου λαθρεπιβατών, θα πρέπει να συσταθεί ένα ευρωπαϊκό γραφείο συμψηφισμού για τον έλεγχο και την παρακολούθηση των ροών αγαθών, για τις χρηματικές αντισταθμίσεις των ευρωπαϊκών συστημάτων συλλογής και ανάκτησης, καθώς και για την αμοιβαία (διοικητική) επιβολή της νομοθεσίας και την αποτελεσματική νομική συνδρομή μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.2   Άρθρο 5: Χωριστή συλλογή

3.2.1

Τα συστήματα επιστροφής των ΑΗΗΕ αποτελούν απαραίτητο μέτρο για τη μαζική συλλογή σε μεγάλη κλίμακα των ΑΗΗΕ από τον εξοπλισμό που ευρίσκεται στην κατοχή ιδιωτών.

3.2.2

Η ΕΟΚΕ επιμένει ότι αυτά τα απόβλητα θα πρέπει να μπορούν να επιστρέφονται στον διανομέα δωρεάν, με αντιστοιχία ένα προς ένα, εφόσον ο εξοπλισμός είναι ισοδύναμου τύπου και επιτελεί τις ίδιες λειτουργίες με τον προσφερόμενο εξοπλισμό.

3.2.3

Η ΕΟΚΕ πιστεύει, ωστόσο, ότι οι καταναλωτές θα πρέπει να ενημερωθούν για το εύρος των δικαιωμάτων τους, ώστε να αποφευχθεί η σύγχυση όσον αφορά τον ρόλο των παραγόντων της αγοράς. Πράγματι, οι παράγοντες της αγοράς δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως συλλέκτες αποβλήτων εις βάρος των πελατών, χωρίς κανένα όριο. Ειδικότερα, οι παράγοντες της αγοράς θα πρέπει να διατηρήσουν την ευχέρεια να αποφασίζουν οι ίδιοι πώς θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την ανάκτηση, εφόσον τούτη δεν πραγματοποιείται τη στιγμή της παράδοσης του αγορασμένου αγαθού. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι με αυτόν τον τρόπο οι επιχειρήσεις θα κάνουν οικονομίες στα έξοδα μεταφοράς και εργατικού δυναμικού, με θετικές συνέπειες για το περιβάλλον και την ανταγωνιστικότητα.

3.3   Άρθρο 7: Ποσοστό συλλογής

3.3.1

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της αναθεώρησης του επιδιωκόμενου ποσοστού συλλογής ΑΗΕΕ. Ωστόσο, ένα ποσοστό συλλογής ΑΗΕΕ που θα βασίζεται στον όγκο των πωλήσεων είναι ακατάλληλο δεδομένου ότι, σχεδόν πάντα, τα προϊόντα έχουν κύκλο ζωής που ξεπερνά κατά πολύ τα 1-2 χρόνια και, συνεπώς, δεν ανακυκλώνονται 2 χρόνια μετά από την ημερομηνία πώλησής τους.

3.3.2

Επειδή τα υλικά είναι πολυτιμότερα τώρα από ό,τι ήταν πριν από 5-10 χρόνια, τα ΑΗΕΕ με καθαρή αξία (ήτοι με υψηλή περιεκτικότητα σε μέταλλα) δεν περιλαμβάνονται στα αναγνωρισμένα συστήματα συλλογής. Αποτέλεσμα αυτού είναι η συλλογή των συγκεκριμένων ΑΗΕΕ να μην εμφανίζεται στον επίσημο κατάλογο ΑΗΕΕ. Τα διαφυγόντα ΑΗΕΕ αυτού του είδους ενδέχεται να υποστούν κατάλληλη ή μη επεξεργασία, να καταλήξουν σε ΧΥΤΑ, χωρίς καμία επεξεργασία ή να αποτελέσουν αντικείμενο νόμιμης ή παράνομης εξαγωγής. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν διαθέσιμα ακριβή στοιχεία για τον προορισμό των διαφυγόντων ΑΗΕΕ (βλ. Έκθεση της Περιβαλλοντικής Υπηρεσίας, Μάρτιος 2009)

3.3.3

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, στο μέλλον, όλοι οι παράγοντες της αγοράς πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνοι για τη διαχείριση των ΑΗΗΕ, και να αποκτήσουν μεγαλύτερο έλεγχο επ' αυτής.

3.3.4

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η επιτυχής εκπλήρωση των στόχων συλλογής εξαρτάται από παράγοντες εκτός του αποκλειστικού ελέγχου των παραγωγών, οι οποίοι κυμαίνονται από τη διαθεσιμότητα σημείων συλλογής μέχρι τον όγκο των ΑΗΗΕ που παράγονται από τους τελικούς χρήστες.

3.3.5

Η ΕΟΚΕ πιστεύει, επομένως, ότι οι παραγωγοί δεν θα πρέπει να θεωρούνται οι μόνοι υπεύθυνοι: μελέτες έχουν δείξει ότι υπάρχουν μεγάλες ροές ΑΗΗΕ που συλλέγονται και υφίστανται επεξεργασία εκτός των επίσημων συστημάτων συλλογής και ότι υπάρχουν πολλοί ενδιαφερόμενοι, πέραν των παραγωγών, οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν τους όγκους που συλλέγονται και ανακυκλώνονται.

3.3.6

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η αναθεώρηση της οδηγίας για τα ΑΗΗΕ θα πρέπει να επιδιώξει τη μεγιστοποίηση των περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων (συλλογή περισσότερων ΑΗΗΕ) και την αύξηση της αποδοτικότητας της επεξεργασίας τους (καλύτερη επεξεργασία).

3.3.7

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, εάν ο υπολογισμός των στόχων συλλογής γίνεται τη στιγμή της άφιξης των ΑΗΗΕ στα συστήματα ανακύκλωσης, η λειτουργία παράλληλων ροών εμποδίζει τους παραγωγούς να συλλέξουν αρκετά ΑΗΗΕ για να επιτύχουν τον στόχο. Προτείνει συνεπώς, ως αποτελεσματικότερο τρόπο επίτευξης των στόχων συλλογής να γίνεται ο υπολογισμός τους όταν τα υλικά φθάνουν στην ανακύκλωση, διότι με την εν λόγω μέθοδο θα μπορούν να καλύπτονται όλες οι ροές ΑΗΗΕ και όχι μόνο οι ροές μέσω του παραγωγού.

Γενικά, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι οι παράλληλες ροές θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ρύθμισης, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανακύκλωση όλων των ΑΗΗΕ σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας. Ειδικότερα δε ότι άλλοι παράγοντες όπως οι παραγωγοί ΗΗΕ θα είναι υποχρεωμένοι να κοινοποιούν τα ΑΗΗΕ που έχουν συλλέξει.

3.4   Άρθρο 12: Χρηματοδότηση ως προς τα AHHE οικιακής προέλευσης

3.4.1

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ευθύνη της χρηματοδότησης για τα AHHE οικιακής προέλευσης δεν θα πρέπει να ανατεθεί αποκλειστικά στους παραγωγούς, όπως υποδηλώνει η πρόταση της Επιτροπής στο νέο άρθρο 12.

3.4.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να δοθούν κίνητρα στους παραγωγούς να επιλέξουν μεταξύ ατομικών ή συλλογικών λύσεων με βάση το φάσμα των προϊόντων τους και το επιχειρηματικό τους πρότυπο.

3.4.3

Μέχρι σήμερα, το άρθρο 8 της οδηγίας για τα ΑΗΗΕ υποχρεώνει τους παραγωγούς ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού να αναλαμβάνουν το κόστος της ανακύκλωσης των προϊόντων τους στο τέλος του κύκλου ζωής τους. Με το άρθρο 8 παράγραφος 2 της οδηγίας για τα ΑΗΗΕ, η ΕΕ έχει θεσπίσει μια υποχρέωση ατομικής ευθύνης του παραγωγού, σύμφωνα με την οποία κάθε παραγωγός είναι οικονομικά υπεύθυνος για την ανακύκλωση των αποβλήτων οικιακής προέλευσης με το δικό του εμπορικό σήμα, τα οποία διατέθηκαν στην αγορά μετά τις 13 Αυγούστου 2005. Ο παραγωγός μπορεί να επιλέξει να εκπληρώσει αυτήν την υποχρέωση, είτε ατομικά, είτε με την ένταξή του σε συλλογικό σύστημα.

3.4.4

Οι παραγωγοί διερευνούν σήμερα τις διάφορες λύσεις. Στο εγγύς μέλλον, ενδέχεται να εκφράσουν την επιθυμία να αντιμετωπίζουν αυτό το ζήτημα, είτε ατομικά, είτε με συλλογικά συστήματα.

3.4.5

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη ότι το άρθρο 8 παράγραφος 2 είναι το κατάλληλο νομικό πλαίσιο για την εφαρμογή της αρχής της ευθύνης του παραγωγού όσον αφορά τα ΑΗΗΕ.

3.4.6

Η αναθεώρηση της οδηγίας πρέπει να εκληφθεί ως ευκαιρία για ενίσχυση της ελευθερίας επιλογής μεταξύ της ατομικής ευθύνης του παραγωγού και των συλλογικών λύσεων.

Βρυξέλλες, 11 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/42


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών — Προς τη χάραξη στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα χωροκατακτητικά είδη»

COM(2008) 789 τελικό

2009/C 306/10

Στις 3 Δεκεμβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

«Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Προς τη χάραξη στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα χωροκατακτητικά είδη»

Στις 24 Φεβρουαρίου 2009, το Προεδρείο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής αποφάσισε να αναθέσει την προετοιμασία των σχετικών εργασιών στο ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον».

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα του θέματος, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 2009), να ορίσει γενικό εισηγητή τον κ. SIECKER και υιοθέτησε με 109 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Τα χωροκατακτητικά είδη (ΧΕ) συνιστούν αυξανόμενη απειλή για τη βιοποικιλότητα, τη γεωργία και τη δημόσια υγεία. Σήμερα, το κόστος που προκαλούν εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 10-12 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, πράγμα το οποίο τα μετατρέπει σε πραγματική απειλή και για την οικονομία.

1.2

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι υπάρχει σαφής ανάγκη δράσης, όπως άλλωστε έχει επισημανθεί και στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο, και σημειώνει τις τέσσερις πολιτικές επιλογές για την αντιμετώπιση των ΧΕ, όπως αναφέρονται στην ανακοίνωση: να διατηρηθεί η υφιστάμενη κατάσταση, να μεγιστοποιηθεί η χρήση των υφιστάμενων νομικών μέσων σε συνδυασμό με εθελοντικά μέτρα, να προσαρμοστεί η υφιστάμενη νομοθεσία και να θεσπισθεί ένα ολοκληρωμένο και ειδικό νομικό μέσο της ΕΕ.

1.3

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η ανάλυση που γίνεται στο έγγραφο είναι άριστη, ταυτόχρονα όμως σημειώνει ότι η Κοινότητα θα έπρεπε να είχε αντιδράσει ήδη πριν από τρία χρόνια, όταν υιοθετήθηκε το σχέδιο δράσης για τη βιοποικιλότητα, και για το λόγο αυτό ζητεί να αναληφθεί άμεση δράση.

1.4

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η καλύτερη προσέγγιση για την αντιμετώπιση της απειλής που συνιστούν τα ΧΕ θα ήταν η θέσπιση ενός ολοκληρωμένου και ειδικού νομικού μέσου της ΕΕ, σε συνδυασμό με την σύσταση ευρωπαϊκής υπηρεσίας για την παρακολούθηση της εφαρμογής.

1.5

Η ΕΟΚΕ τονίζει με έμφαση την ανάγκη να συνειδητοποιήσουν καλύτερα οι πολίτες της ΕΕ την απειλή που αποτελούν τα ΧΕ λόγω της ταχείας αύξησης των εμπορικών συναλλαγών και των μεταφορών. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με επικοινωνιακές και εκπαιδευτικές δράσεις, οι οποίες θα προβάλλουν τις διάφορες απειλές και το οικονομικό κόστος της αδράνειας/ανεπαρκούς δράσης.

1.6

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι σημαντικό να συνεκτιμηθούν κατά τον δέοντα τρόπο οι κοινωνικές πτυχές του θέματος της αντιμετώπισης των ΧΕ κατά την εφαρμογή των σημερινών κανόνων της ΕΕ ή στο μελλοντικό ολοκληρωμένο νομικό μέσο της ΕΕ, όπως καθίσταται προφανές από τους σημαντικούς κινδύνους για την υγεία που σχετίζονται με την αεριοποίηση των δεξαμενόπλοιων κατά την άφιξή τους σε λιμένες της ΕΕ.

2.   Τα ζητήματα που διακυβεύονται

2.1   Τι είναι τα χωροκατακτητικά είδη;

2.1.1

Ο όρος «χωροκατακτητικά είδη» που χρησιμοποιείται στο παρόν έγγραφο εμπερικλείει τους όρους «χωροκατακτητικά ξενικά είδη» που συναντάται στη Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα και «χωροκατακτητικά μη ιθαγενή είδη». Τα χωροκατακτητικά είδη ορίζονται σε γενικές γραμμές ως εκείνα τα είδη των οποίων η εισαγωγή ή/και η εξάπλωση μπορεί να απειλήσει τη βιοποικιλότητα ή να έχει άλλες απρόβλεπτες συνέπειες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει στην ανακοίνωσή της ότι τα χωροκατακτητικά είδη (ΧΕ) εξελίσσονται σε αυξανόμενης σημασίας πρόβλημα για την ΕΕ.

2.1.2

Στο πλαίσιο του έργου DAISIE, που χρηματοδοτήθηκε βάσει του 6ου προγράμματος-πλαισίου έρευνας, διαπιστώθηκε ότι στην Ευρώπη υπάρχουν 10 822 μη ιθαγενή είδη, από τα οποία ποσοστό 10-15 % αναμένεται να έχει αρνητικές οικονομικές ή οικολογικές επιπτώσεις. Οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν άμεσα τη βιοποικιλότητα είναι οι αλλαγές στα ενδιαιτήματα, η κλιματική αλλαγή, η υπερεκμετάλλευση, η ρύπανση και τα ΧΕ.

2.2   Ανάγκη δράσης

2.2.1

Ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) διαθέτει μέσα για την αντιμετώπιση των τεσσάρων από τους εν λόγω πέντε παράγοντες, δεν υπάρχει επί του παρόντος, σε αντίθεση με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, γενικό μέσο σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπιση των ΧΕ. Για να επιτύχει η ΕΕ τον στόχο της «να σταματήσει η υποβάθμιση της βιοποικιλότητας μέχρι το 2010», επιβάλλεται να καλυφθεί η έλλειψη αυτή. Επιπλέον, τα ΧΕ συνιστούν και μείζονα οικονομική απειλή για την ΕΕ.

2.2.2

Η ανάγκη συντονισμένης δράσης για την αντιμετώπιση του ζητήματος των ΧΕ έχει επισημανθεί σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Το Συμβούλιο Περιβάλλοντος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Επιτροπή των Περιφερειών (1) και η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (2) έχουν τονίσει ότι απαιτούνται, αφενός μεν, η ύπαρξη στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ΧΕ και αποτελεσματικού συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης, αφετέρου δε, αποτελεσματικοί μηχανισμοί αντίδρασης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ανάλογες δεσμεύσεις περιλαμβάνονται στο 6ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον (6ο ΠΔΠ), στην ανακοίνωση της Επιτροπής με τον τίτλο «Η ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας έως το 2010 και μετέπειτα», καθώς και στο σχετικό με την τελευταία σχέδιο δράσης.

2.3   Κύριες οδοί εισαγωγής

2.3.1

Τα χωροκατακτητικά είδη (ΧΕ) μπορούν να εμφανισθούν σε μια νέα περιοχή με τρεις κύριους μηχανισμούς: να εισαχθούν ως εμπόρευμα, να εισαχθούν μέσω ενός φορέα μεταφοράς ή/και να εξαπλωθούν με φυσικό τρόπο από μια γειτονική περιοχή στην οποία είναι επίσης ξένα. Αυτοί οι τρεις μηχανισμοί διαμορφώνουν έξι κλασικές οδούς εισαγωγής: ελευθέρωση, διαφυγή, πρόσμιξη, «λαθρεπιβίβαση», διάδρομοι και μη υποβοηθούμενη εισαγωγή.

2.3.2

Η ταχεία ανάπτυξη των εμπορικών και μεταφορικών δραστηριοτήτων δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες εισαγωγής ΧΕ και περιβαλλοντικές πιέσεις. Λόγω της ύπαρξης της εσωτερικής αγοράς, από τη στιγμή που ένα ΧΕ εισαχθεί στο έδαφος ενός κράτους μέλους, μπορεί να διαδοθεί ταχύτατα σε όλη την ΕΕ. Για το λόγο αυτό, τα ζητήματα εμπορικής φύσεως μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μόνο στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Με δεδομένο τον τρόπο εγκατάστασης και εξάπλωσης των ειδών αυτών, τα μέτρα που λαμβάνει ένα κράτος μέλος είναι δυνατόν να εξουδετερωθούν πλήρως, εάν οι γειτονικές χώρες δεν λάβουν μέτρα ή αντιδράσουν ασυντόνιστα.

2.3.3

Η αύξηση των συγκεντρώσεων διοξειδίου του άνθρακα, η άνοδος της θερμοκρασίας, η αυξημένη εναπόθεση αζώτου, η μεταβολή των συνθηκών διαταραχής και η επιτεινόμενη υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων πιθανόν να διευκολύνουν την περαιτέρω εισβολή.

3.   Επιπτώσεις

3.1   Επιπτώσεις των ΧΕ στην οικολογία

Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των ΧΕ είναι σοβαρές και εκτείνονται από την πλήρη διαταραχή ενός οικοσυστήματος και την σχεδόν εξαφάνιση ιθαγενών ειδών έως λιγότερο αισθητές οικολογικές αλλαγές. Τα ΧΕ θεωρούνται μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τη βιοποικιλότητα.

3.2   Επιπτώσεις των ΧΕ στην οικονομία

Τα ΧΕ μπορούν να μειώσουν την απόδοση της γεωργίας, της δασοκομίας και της αλιείας. Είναι επίσης γνωστό ότι τα ΧΕ ελαττώνουν το διαθέσιμο νερό και υποβαθμίζουν το έδαφος με την αύξηση της διάβρωσης.

3.3   Επιπτώσεις στη δημόσια υγεία

Ορισμένα προβλήματα υγείας του ανθρώπου, π.χ. αλλεργίες και δερματικές παθήσεις, οφείλονται σε ΧΕ, τα αποτελέσματα των οποίων επιδεινώνονται από την κλιματική αλλαγή.

3.4   Δημοσιονομικές επιπτώσεις

Το 2008, σε μια πρώτη εκτίμηση, υπολογίστηκε ότι οι δαπάνες που συνδέονται με τα ΧΕ στην Ευρώπη κυμαίνονται μεταξύ 9,6 και 12,7 δισ. ευρώ ετησίως. Αναμφισβήτητα, τα ποσά αυτά υπολείπονται των πραγματικών, επειδή βασίζονται στις τρέχουσες δαπάνες για την εξάλειψη και τον έλεγχο των ΧΕ, στις οποίες προστίθεται το τεκμηριωμένο κόστος των οικονομικών επιπτώσεων.

4.   Στρατηγικές αντιμετώπισης των ΧΕ

4.1   Όσον αφορά την πολιτική αντίδραση στην απειλή που συνιστούν τα ΧΕ, μια «ιεραρχική προσέγγιση τριών σταδίων», που συμφωνήθηκε σε διεθνές επίπεδο, υποστηρίζει τη λήψη μέτρων με βάση 1) την πρόληψη, 2) την έγκαιρη ανίχνευση και εξάλειψη και 3) τον έλεγχο και τη μακροπρόθεσμη συγκράτηση.

4.1.1   Πρόληψη

Για τον περιορισμό ή την πρόληψη των περαιτέρω εισαγωγών μέσω του εμπορίου, είναι απαραίτητο να ενταθούν οι έλεγχοι και οι επιθεωρήσεις στα σύνορα. Η πρόληψη των εσκεμμένων εισαγωγών θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της επιβολής αυστηρότερων κανόνων, έπειτα από ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών, των περιφερειακών και των διεθνών φορέων που ασχολούνται με τον έλεγχο των ΧΕ. Η κύρωση και εφαρμογή της σύμβασης για το υδάτινο έρμα των πλοίων θα συντελούσε θετικά στην πρόληψη της εισβολής οργανισμών-λαθρεπιβατών μέσω των κυτών ή του υδάτινου έρματος.

4.1.2   Έγκαιρη ανίχνευση και ταχεία εξάλειψη

Η έγκαιρη ανίχνευση και η ταχεία εξάλειψη των ΧΕ εξαρτώνται από τον συνδυασμό αποτελεσματικών προγραμμάτων παρακολούθησης με έναν μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης για την ταχύτερη δυνατή ενημέρωση άλλων περιοχών που έχουν ενδεχομένως προσβληθεί και για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με δυνητικές στρατηγικές εξάλειψης.

4.1.3   Έλεγχος και συγκράτηση

Στην περίπτωση των εγκατεστημένων και, ταυτόχρονα, ευρέως εξαπλωμένων ΧΕ, πρέπει να δίνεται έμφαση στον έλεγχο και τη συγκράτηση. Για τον σκοπό αυτό, απαιτείται και πάλι αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών και ανάληψη συντονισμένων εκστρατειών και δράσεων για τον έλεγχο/τερματισμό της εξάπλωσης του εκάστοτε είδους.

5.   Υφιστάμενα μέσα αντιμετώπισης και επιλογές άσκησης πολιτικής

5.1   Ισχύουσα νομοθεσία

Λαμβάνοντας υπόψη τα διάφορα στοιχεία στρατηγικής που εκτίθενται ανωτέρω, η Επιτροπή εξέτασε την ισχύουσα νομοθεσία και τα τρέχοντα ερευνητικά προγράμματα, σχέδια δράσης και λοιπές πρωτοβουλίες της ΕΕ. Το συμπέρασμά της ήταν ότι υπάρχουν σημαντικά κενά μεταξύ όλων των υφιστάμενων νομικών μέσων της ΕΕ, πράγμα που καθιστά πρακτικά αδύνατη την ανεύρεση της κατάλληλης ανταπόκρισης στο πρόβλημα των ΧΕ. Σε διεθνές επίπεδο υπάρχει η σύμβαση για τη διαχείριση του ερματικού ύδατος η οποία υιοθετήθηκε από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό το 2004 και θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ 12 μήνες έπειτα από την επικύρωσή της από 30 κράτη, τα οποία αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 35 % της χωρητικότητας της παγκόσμιας εμπορικής ναυτιλίας. Έως και τις 28 Φεβρουαρίου 2009, μόνο 18 κράτη είχαν επικυρώσει τη συνθήκη, τα οποία αντιπροσωπεύουν το 15,36 % της χωρητικότητας της παγκόσμιας εμπορικής ναυτιλίας. Τα 18 κράτη περιλαμβάνουν μόνο δύο κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ισπανία και τη Γαλλία. Η συνθήκη έχει επίσης επικυρωθεί από τη Νορβηγία, μία από τις χώρες του ΕΟΧ (Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου).

5.2   Επιλογές άσκησης πολιτικής

Στην ανακοίνωση περιγράφονται οι ακόλουθες τέσσερις επιλογές για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ΧΕ:

5.2.1   Διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης

Η επιλογή που συνίσταται στη «διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης» παρέχει ένα σημείο αναφοράς ως προς το οποίο μπορούν να κριθούν οι άλλες επιλογές.

5.2.2   Μεγιστοποίηση της χρήσης υφιστάμενων νομικών μέσων σε συνδυασμό με εθελοντικά μέτρα

Οι επίσημες απαιτήσεις της νομοθεσίας θα παραμείνουν αμετάβλητες, αλλά θα ληφθεί συνειδητά η απόφαση να αντιμετωπιστούν προορατικά τα προβλήματα που συνδέονται με τα ΧΕ, στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας. Τα κράτη μέλη θα εντάξουν εθελοντικά τα ζητήματα ΧΕ στους συνοριακούς ελέγχους της αρμοδιότητάς τους. Θα μπορούσε επίσης να συσταθεί πανευρωπαϊκό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης και ενημέρωσης, βασισμένο σε ήδη ανειλημμένες δραστηριότητες.

5.2.3   Προσαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας

Η επιλογή αυτή μοιάζει, στα περισσότερα σημεία, με την επιλογή 5.2.1, αλλά περιλαμβάνει την τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας για την υγεία των φυτών/ζώων, ώστε να καλυφθεί ένα ευρύτερο φάσμα δυνητικά χωροκατακτητικών οργανισμών.

5.2.4   Θέσπιση συνολικού ειδικού νομικού μέσου της ΕΕ

Η επιλογή αυτή συνεπάγεται τη θέσπιση συνολικού ειδικού νομικού πλαισίου για την αντιμετώπιση των ΧΕ, με ανεξάρτητες διαδικασίες εκτίμησης και παρέμβασης, λαμβάνοντας υπόψη την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν θεωρηθεί σκόπιμο και οικονομικά συμφέρον, οι τεχνικές πτυχές της εφαρμογής θα μπορούσαν να ανατεθούν σε κεντρικό ειδικό οργανισμό. Τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, θα υποχρεούνται να διενεργούν ελέγχους στα σύνορα και να ανταλλάσσουν πληροφορίες για τα ΧΕ. Επίσης, θα συσταθούν ενδεχομένως διαδικασίες υποχρεωτικής παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων και αποτελεσματικοί μηχανισμοί ταχείας αντίδρασης. Μολονότι είναι δυνατόν να προβλεφθεί χρηματοδότηση από την ΕΕ αποκλειστικά για τη στήριξη δράσεων εξάλειψης και ελέγχου, οι δράσεις αυτές θα μπορούσαν επίσης να χρηματοδοτούνται άμεσα από τα κράτη μέλη. Η επιλογή αυτή είναι η αποτελεσματικότερη από πλευράς ελέγχου των ΧΕ. Παρέχει τη μέγιστη νομική σαφήνεια, ενώ ταυτόχρονα τηρείται η αρχή της αναλογικότητας.

6.   Παρατηρήσεις

6.1   Επανάληψη

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει πως η ανακοίνωση αναλύει με εξαιρετικό τρόπο την κατάσταση. Δίνει σαφή εικόνα της σοβαρότητας της απειλής των ΧΕ για τη βιοποικιλότητα, τη γεωργία, τη δημόσια υγεία και την οικονομία. Εντούτοις, παρατηρεί με έκπληξη ότι η ίδια ανάλυση - ίσως όχι με τα ίδια λόγια αλλά σίγουρα με το ίδιο πνεύμα - είχε ήδη παρουσιασθεί στο πρόγραμμα δράσης για τη βιοποικιλότητα του 2006, με την ίδια επιχειρηματολογία. Η ΕΟΚΕ ήλπιζε ότι μέχρι σήμερα θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί κάτι περισσότερο από την απλή επανάληψη μιας προ τριετίας ανάλυσης. Η ανακοίνωση ζητά να γίνουν ενέργειες οι οποίες θα έπρεπε είχαν γίνει προ πολλού.

6.2   Η αναγκαιότητα μιας συνολικής προσέγγισης

6.2.1

Η Επιτροπή υποστηρίζει στην ανακοίνωση πως η ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι δυνατή χωρίς την συνολική αντιμετώπιση των ΧΕ. Οι οικολογικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των ΧΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σημαντικές και προϋποθέτουν συντονισμένα μέτρα αντιμετώπισης. Η Κοινότητα αδυνατεί επί του παρόντος να χειριστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα των ΧΕ και δεν αποδίδεται η ενδεδειγμένη προσοχή σε περιοχές με πλούσια βιοποικιλότητα, όπως είναι τα υπερπόντια εδάφη της ΕΕ. Η ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ, που καλύπτει εν μέρει διάφορες πτυχές των ΧΕ, δυσχεραίνει τη συντονισμένη εφαρμογή. Η συνοχή μεταξύ των ασκούμενων από τα κράτη μέλη πολιτικών είναι ως επί το πλείστον ανεπαρκής ή ανύπαρκτη. Από τα επιστημονικά σενάρια προκύπτει δραματική αύξηση των βιολογικών εισβολών. Είναι επομένως πιθανόν να επιδεινωθεί η κατάσταση.

6.2.2

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί η απειλή των ΧΕ είναι διαμέσου της θέσπισης ενός ολοκληρωμένου και εξειδικευμένου νομικού μέσου της ΕΕ, σε συνδυασμό με την ίδρυση ενός νέου ευρωπαϊκού οργανισμού για τον συντονισμό και την διαχείριση των ΧΕ σύμφωνα με την ιεραρχική προσέγγιση τριών σταδίων. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί αποτελεσματική δράση, όπως τονίζεται και στο περιοδικό Science. Το κατ’ εκτίμηση κόστος ενός τέτοιου ευρωπαϊκού οργανισμού θα κυμανθεί μεταξύ 4 και 10 εκατομμυρίων € το χρόνο, ποσό ασήμαντο σε σύγκριση με το κόστος των οικολογικών, οικονομικών και υγειονομικών επιπτώσεων στην περίπτωση όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αναλάβει δράση. Η πρωτοβουλία της Επιτροπής να ενθαρρύνει την όσο το δυνατόν ταχύτερη κύρωση στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης της σύμβασης για τη διαχείριση του ερματικού ύδατος θα αποτελέσει επίσης ένα σημαντικό βήμα για την επαρκή διαχείριση των ΧΕ.

6.3   Πιθανή αντίσταση

6.3.1

Η θέσπιση ενός ευρωπαϊκού, νομικά δεσμευτικού μέσου και η ίδρυση ενός νέου ευρωπαϊκού οργανισμού για την εφαρμογή της νέας νομοθεσίας δύνανται να προκαλέσουν την αντίδραση ορισμένων κρατών μελών για οικονομικούς λόγους. Κατά την άποψή τους, τέτοιου είδους μέτρα θα πρέπει να καλύπτονται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, δεδομένου ότι θα ήταν άδικο να καταστούν οικονομικά υπεύθυνα, για μία πολιτική από την οποία θα ωφεληθούν όλα τα κράτη της Ένωσης, μόνο εκείνα τα κράτη μέλη που διαθέτουν σημαντικούς λιμένες και αεροδρόμια – τα μέρη από τα οποία εισέρχονται εξ ορισμού στην Ευρώπη τα περισσότερα ΧΕ. Οι πολιτικοί των κρατών μελών μπορεί να θεωρήσουν ότι η θέσπιση πρόσθετων νομοθετικών και ρυθμιστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της αυξανόμενης βιολογικής εισβολής συνεπάγεται κόστος και ότι, ως εκ τούτου, αποτελεί εμπόδιο για την εθνική οικονομική ανάπτυξη, ενώ οι φορολογούμενοι κατά πάσα πιθανότητα θα αρνηθούν τις πρόσθετες αυτές δαπάνες, αφού δεν αναγνωρίζουν ακόμη τις απειλές που εγκυμονούν τα ΧΕ. Ωστόσο, η απροθυμία αυτή δεν πρέπει να αποτελέσει πρόσχημα για απραξία.

6.4   Επικοινωνία και εκπαίδευση

6.4.1

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα ζητήματα που συνδέονται με τα ΧΕ, είναι σημαντική η ενημέρωση και η στράτευση του κοινού. Σήμερα, μόνο το 2 % των ευρωπαίων πολιτών πιστεύει πως οι βιολογικές εισβολές αποτελούν σοβαρές απειλές κατά της βιοποικιλότητας. Θα πρέπει να δημιουργηθεί, με επικοινωνιακές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, αίσθημα ευθύνης μεταξύ των πολιτών, των αρχών και της βιομηχανίας της Ευρώπης όσον αφορά το εμπόριο και τη διακίνηση δυνητικών ΧΕ. Αν αυτές οι επικοινωνιακές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες δεν περιοριστούν στην απειλή για τη βιοποικιλότητα, αλλά δώσουν έμφαση και στους άλλους κινδύνους – για τη δημόσια υγεία και τη γεωργία – μπορεί να μεταστρέψουν την κοινή γνώμη υπέρ της ίδρυσης του νέου ευρωπαϊκού οργανισμού, ιδιαίτερα όταν καταστεί σαφές ότι η απραξία θα κοστίσει μακροπρόθεσμα πολύ περισσότερο από την ανάληψη δράσης. Όσο πιο γρήγορα δε γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες, τόσο μικρότερο θα είναι και το συνολικό κόστος.

6.5   Κοινωνικές πτυχές

6.5.1

Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να εξετάσει όλα τα υπάρχοντα εργαλεία και νομοθετικά μέσα για την αντιμετώπιση των ΧΕ και των βλαβερών, από κοινωνική άποψη, παρενεργειών τους. Ενδεικτικό αυτού είναι το παράδειγμα της αεριοποίησης των εμπορευματοκιβωτίων που μεταφέρονται στην ευρωπαϊκή αγορά από άλλες ηπείρους, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα φτάσουν στους λιμένες της Ευρώπης απαλλαγμένα από ΧΕ.

6.5.2

Η διασφάλιση της άφιξης στους λιμένες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμπορευματοκιβωτίων απαλλαγμένων από ΧΕ μπορεί να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους. Ωστόσο, ο πιο κοινός τρόπος είναι η αεριοποίηση των εμπορευματοκιβωτίων με βρωμιούχο μεθύλιο. Παρόλο που αυτός είναι ο ευκολότερος και φθηνότερος τρόπος αεριοποίησης στους λιμένες από όπου αποστέλλονται τα εμπορευματοκιβώτια, είναι ταυτόχρονα ο πιο περίπλοκος, ακριβός και επικίνδυνος τρόπος στους λιμένες προορισμού.

6.5.3

Πράγματι, τα αεριοποιημένα εμπορευματοκιβώτια απαιτούν σημαντικό χρόνο «απαεριοποίησης» προτού θεωρηθεί ασφαλής η είσοδος σε αυτά. Ωστόσο, εφόσον η συνολική οικονομία στηρίζεται σε συστήματα έγκαιρης παράδοσης και τα εμπορευματοκιβώτια πρέπει να εκφορτώνονται άμεσα, συχνά δεν υπάρχει χρόνος για τη δέουσα απαεριοποίηση. Λόγω της πίεσης, οι λιμενεργάτες ενδέχεται να εισέλθουν στα εμπορευματοκιβώτια πολύ νωρίς και δίχως τις απαραίτητες προφυλάξεις. Επιπλέον, πολλές φορές δεν επισημαίνεται σωστά στα αεριοποιημένα εμπορευματοκιβώτια ότι πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή. Η αποστολή αεριοποιημένων εμπορευματοκιβωτίων είναι πιο ακριβή από την αποστολή μη αεριοποιημένων και, για να περιοριστούν τα έξοδα, πολλά εμπορευματοκιβώτια αποστέλλονται χωρίς την προβλεπόμενη επισήμανση ότι πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι λιμενεργάτες εισέρχονται στα εμπορευματοκιβώτια χωρίς προφυλάξεις προκειμένου να τα εκφορτώσουν αμέσως μετά την άφιξή τους. Δεδομένου ότι το βρωμιούχο μεθύλιο είναι αόρατο και άοσμο, το δηλητηριώδες αέριο μπορεί να τελέσει το καταστροφικό έργο του δίχως να γίνει αντιληπτό από τους λιμενεργάτες. Κατά συνέπεια, αυξημένος αριθμός λιμενεργατών έχουν μολυνθεί από το βρωμιούχο μεθύλιο και έχουν μείνει ανάπηροι για το υπόλοιπο της ζωής τους. Δεδομένου ότι υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις στην επεξεργασία με βρωμιούχο μεθύλιο, η απαγόρευση αεριοποίησης εμπορευματοκιβωτίων θα μπορούσε να ενσωματωθεί κατάλληλα στο μελλοντικό πλαίσιο βιώσιμων μέτρων ελέγχου για την πρώιμη ανίχνευση των ΧΕ.

Βρυξέλλες, 11 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  ΕΕ C 57 της 10.03.2007.

(2)  ΕΕ C 97 της 28.04.2007.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/46


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών «Ευρωπαϊκή στρατηγική για θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα — Ένα συνεκτικό πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας προς υποστήριξη της αειφόρου χρήσης των ωκεανών και των θαλασσών»

(COM(2008) 534 τελικό)

2009/C 306/11

Στις 3 Σεπτεμβρίου 2008 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών “Ευρωπαϊκή στρατηγική για θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα — Ένα συνεκτικό πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας προς υποστήριξη της αειφόρου χρήσης των ωκεανών και των θαλασσών”»

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 20 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. KRZAKLEWSKI.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την παρούσα γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αναγνωρίζει το περιεχόμενο και τις προτάσεις που περιέχονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής COM(2008) 534 ως επωφελείς για την ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας για τη θάλασσα και τη ναυτιλία στην ΕΕ και θεωρεί ότι η στρατηγική για τη θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα που περιγράφεται στην ανακοίνωση αποτελεί μια ευκαιρία για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στην ανακοίνωση.

1.2

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τους κύριους στόχους της νέας στρατηγικής για τη θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα και ιδίως αυτούς που, όταν επιτευχθούν, θα βοηθήσουν στην ολοκλήρωση των επιμέρους θαλασσίων και ναυτιλιακών ερευνητικών κέντρων και προγραμμάτων που υπάρχουν στα διάφορα κράτη μέλη.

1.2.1

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι ένας αποτελεσματικός τρόπος για την αντιμετώπιση της έλλειψης ολοκλήρωσης στον τομέα της έρευνας είναι η ανάπτυξη κατάλληλων ερευνητικών υποδομών. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η γενική περιγραφή για την ανάπτυξη των εν λόγω υποδομών, η οποία περιέχεται στην ανακοίνωση, εξυπηρετεί την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου.

1.2.2

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι, για την ενίσχυση της ολοκλήρωσης στον τομέα της έρευνας, τα κράτη μέλη πρέπει να προσαρμόσουν τις στρατηγικές τους στους στόχους της ευρωπαϊκής έρευνας οι οποίοι αναφέρονται στην ανακοίνωση. Ομοίως, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να συνεκτιμούν κάθε πληροφορία και παρατήρηση (1) που λαμβάνουν από τα κράτη μέλη.

1.3

Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στη σημασία της ενημέρωσης της κοινωνίας των πολιτών σχετικά με τα αποτελέσματα της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας. Οι παράκτιες κοινότητες ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τα αποτελέσματα της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας, τα οποία θα έχουν όλο και μεγαλύτερο αντίκτυπο στην ανάπτυξη των εν λόγω περιοχών.

1.4

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η εξασφάλιση της πρόσβασης των διάφορων ευρωπαϊκών ερευνητικών κέντρων για τη θάλασσα και τη ναυτιλία στις βάσεις δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την εν λόγω έρευνα στις διάφορες χώρες της ΕΕ είναι μια πτυχή η οποία μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αποτελεσματική υλοποίηση των στρατηγικών για τη θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων θα μπορούσε να αυξηθεί με μια πρόταση της Επιτροπής για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικτύου θαλάσσιων παρατηρήσεων και δεδομένων (EMODnet).

1.5

Η ΕΟΚΕ δίνει προτεραιότητα στην έρευνα σχετικά με τα περιφερειακά και τα παγκόσμια οικοσυστήματα και το πώς αυτά σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της.

1.6

Η ΕΟΚΕ θεωρεί τις εξής τέσσερεις περιοχές ζωτικούς τομείς της ευρωπαϊκής θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας:

α)

περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας·

β)

περιοχή της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας,

γ)

περιοχή του Ατλαντικού και της Βόρειας Θάλασσας,

δ)

περιοχή του Αρκτικού Ωκεανού.

1.7

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να υπογραμμίσει τη σημασία της θέσπισης ενός κοινού συνόλου γενικών δεικτών (για καθεμία από τις περιοχές του σημείου 1.6), οι οποίοι θα υπολογίζονται βάσει κοινόχρηστων βάσεων δεδομένων. Το ζήτημα αυτό πρέπει να εξετασθεί λεπτομερέστερα από την Επιτροπή και το Συμβούλιο στις εργασίες που θα δώσουν συνέχεια στην ανακοίνωση. Η ΕΟΚΕ εκτιμά πως θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να αναπτυχθούν περαιτέρω οι δείκτες που περιγράφουν την κατάσταση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και την εξέλιξή τους.

1.7.1

Οι δείκτες που περιγράφουν την κατάσταση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων θα παράσχουν τη βάση για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας κάθε δράσης που αναλαμβάνεται για τη διασφάλιση της προστασίας και της βιώσιμης διαχείρισης των θαλάσσιων πόρων και θα καταστήσουν εφικτή την παρατήρηση και την αξιολόγηση τυχόν αλλαγών που συμβαίνουν στα θαλάσσια οικοσυστήματα.

1.8

Είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί η συνέχεια του ερευνητικού έργου για τη θάλασσα και τη ναυτιλία και η νέα στρατηγική πρέπει να διασφαλίσει κάτι τέτοιο σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Πρόσφατα υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις σημαντικών σχεδίων θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας τα οποία διακόπηκαν.

1.9

Έχει ζωτική σημασία να διασφαλισθεί ότι η ζητούμενη έρευνα θα είναι συναφής προς την οικονομική δραστηριότητα τόσο των μεγάλων επιχειρήσεων όσο και των ΜΜΕ. Ομοίως, είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί καλύτερη πρόσβαση των επιχειρήσεων στα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας, ώστε να μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν. Για τον λόγο αυτό, η διαδικασία ενημέρωσης των ενδιαφερομένων και των παράκτιων κοινοτήτων σχετικά με τα σχέδια, το πεδίο και τα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο.

1.10

Είναι επίσης αναγκαίο να επιλυθεί το ζήτημα των τομέων της επιστημονικής έρευνας για τη θάλασσα και τη ναυτιλία που δεν καλύπτονται από την ευρωπαϊκή στρατηγική έρευνας και οι οποίοι, ως εκ τούτου, δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση για τα σχέδιά τους. Για τον λόγο αυτό, στα έγγραφα που θα εκπονηθούν στο πλαίσιο της συνέχειας που θα δοθεί στην παρούσα ανακοίνωση πρέπει να περιληφθεί μια αναφορά στη στήριξη της έρευνας μέσω ειδικών κονδυλίων της Επιτροπής.

1.11

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, στις μελλοντικές δράσεις της Επιτροπής στον τομέα της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας, θα πρέπει να εξεταστεί ευρύτερα το ζήτημα της απειλής, που συνιστά για τη φυσική βιοποικιλότητα της Μεσογείου, της Βαλτικής, της Βόρειας Θάλασσας και του Ευξείνου Πόντου, η προϊούσα απώλεια των φυσικών οικοτόπων της θαλάσσιας πανίδας και χλωρίδας.

1.12

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η προώθηση της δημιουργίας και η στήριξη της ανάπτυξης των υφιστάμενων εταιρικών σχέσεων θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας αποτελεί καθοριστική πτυχή της στρατηγικής. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το σχέδιο της Επιτροπής για τη δρομολόγηση ενός νέου μοντέλου διαχείρισης της έρευνας υπό τη μορφή «φόρουμ», στο οποίο θα συσταθεί μια «βιώσιμη μακροπρόθεσμη εταιρική σχέση», και καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει σύντομα προτάσεις για τη δημιουργία ενός δικτύου επαφών μεταξύ των επιστημονικών κοινοτήτων που ασχολούνται με τη θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην εναρμόνιση της διαδικασίας δημιουργίας εταιρικών σχέσεων.

1.12.1

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, το προτεινόμενο «φόρουμ» θα πρέπει, εκτός από τους επιστήμονες, να ενθαρρύνει επίσης τη συμμετοχή εκπροσώπων των διαφόρων ενδιαφερομένων, καθώς και των υπεύθυνων για τη χάραξη πολιτικής σε θαλάσσια και ναυτιλιακά θέματα.

1.12.2

Κατόπιν της πρόσφατης σύστασης της Κοινοτικής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας, θα ήταν σκόπιμη η συμμετοχή της στις εργασίες του «φόρουμ». Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η υπηρεσία αυτή θα πρέπει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο «φόρουμ». Θα πρέπει επίσης να ζητείται η γνώμη της κατά την κατάρτιση ερευνητικών σχεδίων, στα πεδία αρμοδιότητάς της.

1.12.3

Η ΕΟΚΕ προτρέπει την Επιτροπή να συστήσει τον σχεδιαζόμενο συμβουλευτικό μηχανισμό για την αμφίδρομη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της επιστημονικής κοινότητας και των υπευθύνων για τη χάραξη της ναυτιλιακής πολιτικής.

1.13

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να στηρίξει τη ναυπήγηση σκαφών ωκεανογραφικής έρευνας στα κράτη μέλη προκειμένου να εντατικοποιηθεί η θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα, να βελτιωθεί η ποιότητά της και να διευρυνθεί το φάσμα των ερευνητικών πεδίων που καλύπτει. Κατά την ΕΟΚΕ, θα πρέπει να ληφθεί απόφαση για την καθιέρωση πανευρωπαϊκών εγκαταστάσεων θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας.

1.14

Λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη, τη σημασία και την ανάπτυξη μιας περιφερειακής υποδομής θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας στην ΕΕ (2), η ΕΟΚΕ, παρότι αναγνωρίζει και υποστηρίζει τη βοήθεια που πρέπει να παρασχεθεί σε σχέση με την καταγραφή των περιφερειακών αναγκών, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, καλεί την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο ανάπτυξης δεσμών μεταξύ των «μεγάλων» (ευρωπαϊκών και εθνικών) και των «μικρών» (περιφερειακών) ερευνητικών δικτύων για τον καθορισμό του πεδίου των εν λόγω αναγκών.

1.15

Ως τελικό σχόλιο στα συμπεράσματα και στις συστάσεις που παρουσιάζονται στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει, στις εργασίες της στα πλαίσια της ανακοίνωσης, τον αντίκτυπο της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας όχι μόνον στη βιώσιμη ναυτιλιακή οικονομία, αλλά και στη βιώσιμη ανάπτυξη γενικότερα.

2.   Πλαίσιο

2.1

Η ευρωπαϊκή στρατηγική για θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα που παρουσιάζει η Επιτροπή στην ανακοίνωση COM(2008) 534 αποτελεί ουσιαστικό τμήμα του σχεδίου δράσης (3) που συνοδεύει την ανακοίνωση με τίτλο «Μια ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση» (4). Η προτεινόμενη στρατηγική αποτελεί επίσης συνέχεια των δηλώσεων του Galway (5) και του Aberdeen (6), δύο σημαντικών εγγράφων για την πολιτική για τη θάλασσα.

2.2

Η στρατηγική που διατυπώνεται στην υπό εξέταση ανακοίνωση δρομολογεί τόσο το ευρωπαϊκό πρόγραμμα που παρουσιάζεται στην Πράσινη Βίβλο «Ευρωπαϊκός Χώρος Έρευνας: Νέες προοπτικές» (7) όσο και τις ειδικές συστάσεις της που περιλαμβάνονται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου (8) για την έναρξη της «Διαδικασίας της Λιουμπλιάνα» — «Προς την πλήρη υλοποίηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας».

2.2.1

Στο πλαίσιο αυτό, η υπό εξέταση ανακοίνωση αποτελεί παράδειγμα ενός συνεκτικού πλαισίου για έναν Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας για τη στήριξη της βιώσιμης χρήσης των ωκεανών και των θαλασσών.

2.3

Κατά τα τελευταία έτη, με πολυάριθμες γνωμοδοτήσεις της, η ΕΟΚΕ διευκρίνισε τις απόψεις της για μια σειρά εγγράφων της Επιτροπής που αφορούσαν την πολιτική για τη θάλασσα γενικά, καθώς και τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές δεν εξέταζαν αναλυτικά το ζήτημα της ευρωπαϊκής έρευνας στον τομέα της θάλασσας και της ναυτιλίας κυρίως λόγω του ότι τα όργανα της ΕΕ δεν είχαν υποβάλει έγγραφα που εξέταζαν πλήρως το ζήτημα της επιστημονικής έρευνας για τη θάλασσα και τη ναυτιλία.

2.3.1

Μεταξύ των προαναφερθεισών γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ, αξίζει να επισημανθούν αυτές όπου η ΕΟΚΕ ζητά περισσότερη θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα στον κλάδο της αλιείας (9).

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Λόγω του αυξανόμενου πεδίου της έρευνας για τη θάλασσα και τη ναυτιλία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και του όλο και σημαντικότερου ρόλου της, είναι ουσιαστικό να διασφαλιστεί η ολοκλήρωση και ο συντονισμός της έρευνας αυτής.

3.2

Η προσέγγιση που διατυπώνεται στην ανακοίνωση αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για την ανάπτυξη ευρωπαϊκής έρευνας για τη θάλασσα και τη ναυτιλία, κυρίως με τους ακόλουθους τρόπους:

να βελτιωθεί η χρήση της χρηματοδότησης για την έρευνα για τη θάλασσα και τη ναυτιλία·

να ενισχυθεί η διεθνής διάσταση της έρευνας ως κοινή πηγή γνώσης και προσόντων·

να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στα περιβαλλοντικά ζητήματα και στην καινοτομία·

να ολοκληρωθούν οι διάφοροι τομείς έρευνας.

3.3

Η πρόταση της ανακοίνωσης για τη θέσπιση στενότερων δεσμών μεταξύ των ευρωπαϊκών ιδρυμάτων που ειδικεύονται στον τομέα της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας, με τελικό στόχο τη δημιουργία ευρωπαϊκού δικτύου ιδρυμάτων θαλάσσιας και ωκεανογραφικής έρευνας, παρέχει σημαντική ώθηση για την ανάληψη περαιτέρω κοινής δράσης στον τομέα της ευρωπαϊκής θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας και μπορεί να θεωρηθεί σημαντικό βήμα για την ανάπτυξη των ικανοτήτων της ΕΕ στον εν λόγω ερευνητικό τομέα.

3.4

Η ανακοίνωση αναφέρεται στις δραστηριότητες που ασκούν επιστημονικές ερευνητικές δομές όπως η ESFRI (10) και στην αρχή της εξασφάλισης ευρωπαϊκής στήριξης για τη θαλάσσια ή ναυτιλιακή έρευνα με παγκόσμια διάσταση, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής της ΕΕ.

3.4.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία ESFRI, που αποτελεί σημαντική ευκαιρία για τις ερευνητικές κοινότητες για τη θάλασσα και τη ναυτιλία σε όλη την Ευρώπη. Η δραστηριότητα ESFRI πρέπει να χρησιμεύσει επίσης σε ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων μερών, συμπεριλαμβανόμενων της βιομηχανίας, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και των περιφερειακών επιστημονικών και ερευνητικών κοινοτήτων. Έχει ιδιαίτερη σημασία να διασφαλιστεί η πρόσβαση των ΜΜΕ στην κοινή ερευνητική υποδομή.

3.4.2

Είναι επίσης ουσιαστικό να διασφαλιστεί στενή συνεργασία μεταξύ επιστημόνων και χρηστών των θαλάσσιων/ναυτιλιακών πόρων, καθώς και μεταξύ επιστημόνων και ιδρυμάτων που ειδικεύονται στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και ΜΚΟ.

3.5

Όσον αφορά το ζήτημα της ολοκλήρωσης των καθιερωμένων ερευνητικών κλάδων για τη θάλασσα και τη ναυτιλία, που προτείνεται στην ανακοίνωση, κατά την εφαρμογή της προτεινόμενης στρατηγικής θα πρέπει να αξιοποιηθούν τα αποτελέσματα της συνεργασίας των κρατών μελών της ΕΕ στο πλαίσιο πρωτοβουλιών όπως οι ERA-NET και ERA-NET PLUS, που επιδιώκουν τον συντονισμό της επιστημονικής έρευνας. Τα αποτελέσματα αυτά θα προσφέρουν στοιχεία και πληροφορίες για τις κοινές ερευνητικές προτεραιότητες της ΕΕ στους τομείς εκείνους όπου τα κράτη μέλη προτίθενται να ενισχύσουν τη συνεργασία τους.

3.5.1

Ένα παράδειγμα θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας που περιλαμβάνει τη συμμετοχή όλων των χωρών που βρέχονται από μια ευρωπαϊκή θάλασσα είναι ο Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Ενδιαφέροντος (European Economic Interest Grouping) που πρόκειται να εφαρμόσει ένα κοινό ερευνητικό πρόγραμμα στη Βαλτική (BONUS) με βάση το άρθρο 169 της Συνθήκης.

3.5.2

Κατά τη γνώμη της Συνέλευσης των Περιφερειακών Παραθαλάσσιων Περιοχών της Ευρώπης (11), πρέπει να διασφαλιστεί πραγματικός συντονισμός μεταξύ των πρωτοβουλιών που στοχεύουν στην ολοκλήρωση των ερευνητικών δραστηριοτήτων, π.χ. μέσω των δικτύων πόλων αριστείας, καθώς και μέσω πρωτοβουλιών που στοχεύουν στην ολοκλήρωση χρηματοδότησης ερευνητικών προγραμμάτων, π.χ. μέσω των προγραμμάτων ERA-NET.

3.5.3

Με την ολοκλήρωση και τον συντονισμό της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας αναμένεται ότι θα επιτευχθεί ευκολότερη πρόσβαση στην πληροφόρηση για το θαλάσσιο περιβάλλον. Αναμένεται ότι θα επιτευχθεί επίσης εξοικονόμηση πόρων, δεδομένου ότι, σήμερα, η χρηματοδότηση χρησιμοποιείται συχνά για την παράλληλη διενέργεια ακριβώς ίδιας ή παρόμοιας έρευνας σε διαφορετικά ερευνητικά κέντρα.

3.6

Η στρατηγική για την έρευνα στον τομέα της θαλάσσιας και της ναυτιλιακής έρευνας που προβλέπεται στην ανακοίνωση αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο να διασφαλιστεί ότι η χρηματοδότηση από το 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο χρησιμοποιείται ως μοχλός προώθησης αποτελέσματος συνεργειών μεταξύ των ερευνητικών προσπαθειών των κρατών μελών και, όπου απαιτείται, επίτευξης κρίσιμης μάζας για την αντιμετώπιση σημαντικών διαθεματικών προκλήσεων όσον αφορά τις θαλάσσιες έρευνες.

3.6.1

Λόγω της ανάγκης επίτευξης συνεργειών μεταξύ των ερευνητικών δραστηριοτήτων, έχει ζωτική σημασία να επικεντρωθούν οι μελλοντικές επιστημονικές μελέτες, μεταξύ άλλων, στη διαρκή υποστήριξη, συλλογή και διαχείριση των δεδομένων που αφορούν τις θάλασσες.

3.6.2

Πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι δράσεις για την επίτευξη συνεργειών μεταξύ των ερευνητικών σχεδίων θα λαμβάνουν υπόψη τις διάφορες περιφερειακές προσεγγίσεις. Σύμφωνα με τη Συνέλευση των Περιφερειακών Παραθαλάσσιων Περιοχών της Ευρώπης (CPMR) (12), οι περιφέρειες υποστηρίζουν τον στόχο του βελτιωμένου συντονισμού των προγραμμάτων θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας στην Ευρώπη, έναν στόχο που επιδιώκεται, για παράδειγμα, στο πρόγραμμα ERA-NET και, στο μέλλον, στον κοινό προγραμματισμό.

3.6.3

Ωστόσο, όπως αναφέρεται και στα έγγραφα της CPMR, τα προγράμματα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του ERA-NET δεν έχουν συμπεριλάβει μέχρι στιγμής τις περιφέρειες. Συνεπώς, θα ήταν χρήσιμο, είτε να συσταθούν νέοι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί για τον συντονισμό των περιφερειακών ερευνητικών προγραμμάτων που δεν διαθέτουν επαρκή κρίσιμη μάζα για να ενταχθούν σε μεγάλα σχέδια ERA-NET, είτε να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες συντονισμού των περιφερειακών αρχών και των ενδιαφερομένων μερών στο πλαίσιο των προγραμμάτων ERA-NET. Επίσης, ο συντονισμός αυτός θα πρέπει να οργανώνεται με βάση τις θαλάσσιες λεκάνες.

3.6.4

Καίριο στόχο αποτελεί επίσης ο συντονισμός μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων, του προγράμματος-πλαισίου και άλλων πηγών χρηματοδότησης. Ο συντονισμός αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη συνεκτική χρήση των ευρωπαϊκών πηγών χρηματοδότησης από δικαιούχους όπως οι ερευνητές και οι ΜΜΕ και με τον συνεκτικό προγραμματισμό των κονδυλίων, όπου σημαντικό ρόλο διαδραματίζει ο περιφερειακός παράγοντας.

3.7

Η στρατηγική που παρουσιάζεται στην ανακοίνωση συνιστά την κατάρτιση ενός αποτελεσματικού και καινοτόμου πλαισίου διαχείρισης της έρευνας με τη συμμετοχή των επιστημόνων, των φορέων χάραξης πολιτικής και του κοινού, έτσι ώστε να επιτευχθεί κοινή κατανόηση και λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων με βάση επαρκείς επιστημονικές γνώσεις.

3.7.1

Η προσέγγιση αυτή της διαχείρισης της έρευνας κρίνεται θετική. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέστησε δυνατόν να θεσπίσουν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών ένα νέο πλαίσιο θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας, στο οποίο να συμμετέχουν επιστήμονες, εκπρόσωποι του τομέα και των δημόσιων αρχών· πρόκειται για μια ευκαιρία που θα πρέπει να θεωρηθεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

3.7.2

Λόγω του ρόλου που διαδραματίζουν στη στήριξη των θαλάσσιων μεταφορών και της θαλάσσιας έρευνας –παράλληλα με τις περιφερειακές οικονομικές και κοινωνικές επιτροπές που δραστηριοποιούνται συχνά σε τοπικό επίπεδο– οι περιφέρειες θα πρέπει να θεωρούνται εταίροι στο προτεινόμενο σύστημα διακυβέρνησης της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι ο κατάλογος των σημαντικών ερευνητικών θεμάτων που απαιτούν διαθεματική προσέγγιση και παρατίθενται στο πλαίσιο 2 πρέπει να συμπληρωθεί ως ακολούθως:

με τη συμπερίληψη στον προαναφερόμενο κατάλογο της πολιτισμικής και της κοινωνιολογικής έρευνας σχετικά με τις συνθήκες και την εξέλιξη των κοινοτήτων που ζουν στις θαλάσσιες και ωκεάνιες περιφέρειες της ΕΕ·

με τη διασφάλιση ότι το πεδίο της έρευνας που διεξάγεται από το δίκτυο ερευνητικών ιδρυμάτων καλύπτει τη δημιουργία και την ανάπτυξη δομών για τη βιώσιμη στήριξη και διαχείριση δεδομένων σχετικά με τις θάλασσες (σε σύνδεση με τους στόχους του προγράμματος Natura 2000), συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας χαρτών του ΣΓΠ (Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών) για τις θαλάσσιες περιοχές, οι οποίοι θα είναι χρήσιμοι για τον χωροταξικό σχεδιασμό και την ολοκληρωμένη διαχείριση των θαλάσσιων περιοχών·

με την απόδοση μεγαλύτερης σημασίας στη θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα που διεξάγεται εκτός Ευρώπης με στόχο την υλοποίηση οικονομικών στρατηγικών, π.χ. στην έρευνα σχετικά με νέες δυνατότητες μεταφορών ή εξόρυξης πρώτων υλών στην περιοχή της Αρκτικής, ως αποτέλεσμα των συνεπειών της αλλαγής του κλίματος, καθώς και στην έρευνα για την αλιεία σε περιοχές εκτός Ευρώπης που είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τις ανάγκες εφοδιασμού της ΕΕ·

είναι σημαντικό να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην έρευνα που αφορά τον πυθμένα και τα ορύγματα των ωκεανών· στην περίπτωση σχεδίων του τύπου αυτού, είναι σημαντική η συνεργασία με χώρες εκτός ΕΕ. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να υπογραφούν συμφωνίες με τον Καναδά, τη Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ή την Ιαπωνία σχετικά με την έρευνα στην περιοχή της Αρκτικής·

με την εντονότερη επισήμανση της ανάγκης ανταλλαγής ερευνητικών ευρημάτων για τις νέες τεχνολογίες στα πεδία των θαλασσών και των ωκεανών που σχετίζονται, για παράδειγμα, με εξορυκτικές δραστηριότητες στις ευρωπαϊκές θαλάσσιες περιοχές ή με επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε αυτές τις περιοχές·

με προσπάθειες συνδυασμού ορισμένων από τα θέματα της έρευνας που παρατίθενται στον πίνακα με τις εργασίες θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας που διεξάγονται από τις ένοπλες δυνάμεις·

είναι σημαντικό να διενεργηθούν οι εργασίες σχετικά με τα θέματα έρευνας που παρατίθενται στον πίνακα σύμφωνα με την αρχή της περιφερειακής προσέγγισης.

4.2

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να παραπέμψει άμεσα στον κατάλογο των παραδειγμάτων πανευρωπαϊκών σχεδίων ερευνητικών υποδομών, όπως προσδιορίζονται από το ESFRI, τα οποία μπορούν να αναπτυχθούν κατά τη διάρκεια του 7ου ΠΠ (2007-2013), στα έγγραφα που θα εκπονηθούν βάσει της ανακοίνωσης, κατά τη συζήτηση και την αξιολόγηση της προόδου όσον αφορά την κατασκευή νέων υποδομών παρατήρησης και έρευνας.

4.2.1

Τα ακόλουθα σχέδια που περιλαμβάνονται στον κατάλογο εμπίπτουν στον τομέα της επιστημονικής έρευνας για τη θάλασσα και τη ναυτιλία:

σκάφη για παράκτιες έρευνες (κυρίως στη Βαλτική Θάλασσα)

το ερευνητικό παγοθραυστικό «Aurora Borealis»

το Ευρωπαϊκό Πολυεπιστημονικό Παρατηρητήριο Θαλασσίου Πυθμένα (EMSO)

η ευρωπαϊκή υποδομή για την έρευνα και την προστασία της βιοποικιλότητας EURO ARGO (παγκόσμια υποδομή παρατήρησης ωκεανών).

4.3

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι χρήζει ιδιαίτερης προσοχής η επικέντρωση της στήριξης στη ναυπήγηση περισσότερων σκαφών ωκεανογραφικής έρευνας, που αποτελούν το κύριο μέσο διεξαγωγής της θαλάσσιας και της ναυτιλιακής έρευνας.

4.3.1

Αν και οι συντονιστικές και ερευνητικές δραστηριότητες των ερευνητικών ιδρυμάτων είναι πολύ σημαντικές, απαιτούνται σκάφη ωκεανογραφικής έρευνας προκειμένου να ερευνήσουμε όσα συμβαίνουν ανοιχτά των ακτών. Δυστυχώς, ωστόσο, η Ευρώπη έχει περιορισμένο στόλο ερευνητικών σκαφών. Προκειμένου να διεξάγει πλήρη και αποτελεσματική θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα, η ΕΕ πρέπει πρωτίστως να έχει στη διάθεσή της όλα τα απαραίτητα ερευνητικά σκάφη.

4.4

Όσον αφορά το θέμα της ανάπτυξης νέων μοντέλων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση στους τομείς της θάλασσας και της ναυτιλίας, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι ένα πεδίο μελετών στο οποίο έχουν επιτευχθεί συνέργειες και το οποίο αξίζει να εξετασθεί κατά τον προσδιορισμό παραδειγμάτων εκπαιδευτικής καινοτομίας είναι η σωζολογία. Το πανεπιστημιακό αυτό πεδίο καλύπτει τις φυσικές, τεχνικές, οικονομικές και νομικές πτυχές που είναι εγγενείς στη σύγχρονη προσέγγιση της βιώσιμης ανάπτυξης και, επομένως, συνδυάζεται με τη σύγχρονη προσέγγιση της ναυτιλιακής οικονομίας.

4.5

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας από τους κύριους στόχους της ανακοίνωσης είναι η επίτευξη συνεργειών στον τομέα της ευρωπαϊκής θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι είναι δυνατό να εξασφαλισθεί στενότερη ολοκλήρωση της έρευνας και, κατά συνέπεια, να επιτευχθούν αυξημένες συνέργειες μέσω της υιοθέτησης μιας συνολικής προσέγγισης στον τομέα της εν λόγω έρευνας.

4.5.1

Ένα παράδειγμα της δραστηριότητας αυτής είναι η βασισμένη στη συνέργεια προσέγγιση της έρευνας στις παράκτιες περιοχές, η οποία καλύπτει τόσο την αλλαγή του κλίματος (π.χ. άνοδος της στάθμης των θαλασσών) και τα γεωλογικά συμβάντα όσο και τις ευκαιρίες αναψυχής κλπ. (αναγκαία συνεργασία στον περιβαλλοντικό, τον τεχνικό, τον οικονομικό και τον νομικό τομέα).

4.6

Προκειμένου να επιτευχθούν συνέργειες στον τομέα της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα ήταν σκόπιμο να δημιουργηθεί ένα σύστημα τριών επιπέδων (οργανωτική πυραμίδα) για τη διαχείριση των πόρων που διατίθενται σε ερευνητικά σχέδια. Οι ακόλουθες βασικές περιοχές (περιφέρειες) θα αποτελούν τα θεμέλια της εν λόγω δομής.

α)

η περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας·

β)

η περιοχή της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας,

γ)

η περιοχή του Ατλαντικού και της Βόρειας Θάλασσας,

δ)

η περιοχή του Αρκτικού Ωκεανού.

4.6.1

Πρέπει να συσταθεί ένα περιφερειακό ή διαπεριφερειακό κέντρο διαρθρωτικής διαχείρισης για τον συντονισμό όλων των δράσεων που αναλαμβάνονται για την ανταλλαγή πληροφοριών και τη θέσπιση διεπιστημονικών ερευνητικών στόχων, το οποίο θα ενσωματώσει τις ερευνητικές πολιτικές των χωρών που βρίσκονται στις τέσσερεις προαναφερθείσες λεκάνες (ή γειτνιάζουν με αυτές), αξιοποιώντας την πείρα και τις θαλάσσιες/ναυτιλιακές επιστημονικές/ερευνητικές υποδομές των τεσσάρων αυτών βασικών περιοχών.

4.6.2

Το κεντρικό σύστημα συντονισμού, το οποίο θα βρίσκεται στον ευρωπαϊκό χώρο έρευνας, θα αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο της συγκεκριμένης οργανωτικής δομής, ενώ θα λειτουργεί επίσης σαν ενημερωτικό κέντρο για τη χρηματοδότηση της έρευνας.

4.7

Η περιφερειακή προσέγγιση είναι αναγκαία, δεδομένων των περιβαλλοντικών και των φυσικών ιδιαιτεροτήτων των διαφόρων θαλάσσιων λεκανών. Παρότι εμφανίζουν πολλά χαρακτηριστικά τα οποία είναι κοινά στο σύνολο του θαλάσσιου περιβάλλοντος, τα φυσικά συμβάντα και οι διεργασίες στις θάλασσες αυτές διαφέρουν ως προς τη φύση και τον τρόπο εκδήλωσής τους. Αυτό διαπιστώνουμε, για παράδειγμα, όταν συγκρίνουμε την κατάσταση στην περιοχή της Βαλτικής με την κατάσταση σε πιο θερμές θάλασσες π.χ. στη Μεσόγειο ή στη Μαύρη Θάλασσα, ή στις ακτές του Ατλαντικού, χαρακτηριστικό των οποίων είναι οι παλίρροιες.

4.8

Υπάρχει επείγουσα ανάγκη σύστασης «ενώσεων» στις συγκεκριμένες αυτές περιοχές, χρησιμοποιώντας την υπάρχουσα υποδομή ως βάση. Για παράδειγμα θα μπορούσε να συσταθεί μια βαλτική ένωση ερευνητικών σταθμών, ερευνητικών σκαφών, ερευνητικών ιδρυμάτων ή ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

4.8.1

Στόχος των ενώσεων αυτών πρέπει να είναι η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το εκτελούμενο ερευνητικό και εκπαιδευτικό έργο και η από κοινού διεξαγωγή συμφωνηθέντων ερευνητικών και εκπαιδευτικών σχεδίων.

4.9

Ένας σημαντικός τομέας θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας ο οποίος δημιούργησε σαφείς συνέργειες είναι η έρευνα σχετικά με τον ευτροφισμό και τις επιπτώσεις του. Αν και ο ευτροφισμός είναι παγκόσμιο φαινόμενο, ορισμένα από τα αίτια και τις επιπτώσεις του διαφέρουν σε καθεμία από τις προτεινόμενες περιοχές (λεκάνες), γεγονός που επιβεβαιώνει την ανάγκη υιοθέτησης μιας περιφερειακής προσέγγισης. Ομοίως, ωστόσο, υπάρχει πεδίο για σαφείς συνέργειες, εάν ληφθούν υπόψη τα αίτια του φαινομένου, οι ερευνητικές μέθοδοι, η ανάλυση του αντικτύπου και ιδίως η οικονομική ανάλυση, καθώς και οι συναφείς ιατρικές/επιδημιολογικές πτυχές.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Εν είδει «ανατροφοδότησης» (feedback).

(2)  Σύμφωνα με τη Συνέλευση των Περιφερειακών Παραθαλάσσιων Περιοχών της Ευρώπης (CPMRE), το 20% της θαλάσσιας και ναυτιλιακής έρευνας διεξάγεται στις περιφέρειες.

(3)  SEC(2007) 1278.

(4)  COM(2007) 575.

(5)  Δήλωση του Galway: http://www.eurocean2004.com/pdf/galway_declaration.pdf

(6)  Δήλωση του Aberdeen: http://ec.europa.eu/maritimeaffairs/pdf/Aberdeen_Declaration_final_2007.pdf

(7)  COM(2007) 161.

(8)  Συμπεράσματα του Συμβουλίου για τη δρομολόγηση της «Διαδικασίας της Λιουμπλιάνα» — Ιούνιος 2008.

(9)  Για τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ που ζητούν περισσότερα κονδύλια για τη θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα, βλ, ΕΕ C 318, 23. 12. 2006, σσ. 117-121, και ΕΕ C 224, 30.8.2008, σσ. 77-80.

(10)  Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Φόρουμ για τις Υποδομές Έρευνας.

(11)  Συνέλευση των Περιφερειακών Παραθαλάσσιων Περιοχών της Ευρώπης (CPMR): Σχέδιο εγγράφου εργασίας για τη θαλάσσια και τη ναυτιλιακή έρευνα — Νοέμβριος 2008.

(12)  Βλ. υποσημείωση αριθ. 11.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/51


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πράσινη βίβλο «Προς ένα ασφαλές, αειφόρο και ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό δίκτυο ενέργειας»

COM(2008) 782 τελικό/2

2009/C 306/12

Στις 13 Νοεμβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

«Πράσινη Βίβλο Προς ένα ασφαλές, αειφόρο και ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό δίκτυο ενέργειας»

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 20 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση της κ. BATUT.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 124 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

Ως απάντηση στα ερωτήματα που θέτει η Επιτροπή στην Πράσινη Βίβλο, η ΕΟΚΕ δηλώνει τα εξής:

Σε ό,τι αφορά την πολιτική σε θέματα δικτύων

1.1

Σχετικά με τα εμπόδια και τα επίπεδα δράσης: Η θέσπιση εναρμονισμένων διαδικασιών, υποκείμενων σε δημοκρατικό έλεγχο, θα ενισχύσει τη διαφάνεια των διεθνών σχέσεων, των επιλογών της ΕΕ, των αγορών, της τιμολόγησης και των κερδών των φορέων (ρυθμιστών και διαχειριστών των δικτύων). Είναι απαραίτητο να εισακούγονται οι περίοικοι και να ενημερώνονται οι καταναλωτές.

1.2

Σχετικά με την επίλυση των διαφορών: Τα κράτη μέλη πρέπει να διατηρήσουν την ελευθερία των ενεργειακών τους επιλογών. Η Επιτροπή θα μπορούσε να αναλάβει συντονιστικό ρόλο, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις των πολιτών όσον αφορά τον ενεργειακό εφοδιασμό και τη χωροταξία. Πρέπει να διευκρινισθούν, αφενός, ο ρόλος των συνεργαζόμενων φορέων διαχείρισης (ENTSO-Ε) και του ρυθμιστικού οργανισμού (ACER) (1) και, αφετέρου, η νομική ισχύς και η δυνατότητα εκτέλεσης των αποφάσεών τους.

1.3

Σχετικά με την Ε&Ε: Το ποσοστό χρηματοδότησης της Έρευνας και Επίδειξης πρέπει να αξιολογηθεί και οπωσδήποτε να αυξηθεί. Οι χρηματοδοτήσεις αυτές συμβάλλουν στην αποτελεσματικότητα, στη συντήρηση και στη βιωσιμότητα των δικτύων, καθώς και στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, η οποία μπορεί να περιορίσει την εξάρτηση και οδηγήσει την ΕΕ στην επόμενη ενεργειακή εποχή.

1.4

Σχετικά με τη σημαντικότερη δράση: Πάντα με γνώμονα το συμφέρον του τελικού καταναλωτή, είναι απαραίτητη η ολοκλήρωση των δικτύων, όπως και ο προσδιορισμός κοινών προσανατολισμών στρατηγικής και κανόνων πλαισίωσης της αγοράς, ο εντοπισμός και η αποκατάσταση των αδυναμιών των δικτύων ώστε να διασφαλισθεί η μεταφορά ενέργειας σε όλη την ΕΕ, η ασφάλεια του εφοδιασμού και της αποθήκευσης και ο σαφής προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών. Για την εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος χρειάζονται καλά δίκτυα, ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας και όλα τα μέσα που εξασφαλίζουν την καθολικότητα, την ασφάλεια και τη συνέχειά της σε προσιτή τιμή.

1.5

Σχετικά με τις σχέσεις με τρίτες χώρες: Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να μιλά η ΕΕ με ενιαία φωνή στους διεθνείς οργανισμούς σε θέματα ενέργειας και δικτύων μεταφοράς της ενέργειας, να θεωρεί αυτά τα ζητήματα αναπόσπαστη πτυχή της διπλωματίας της (Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας) και να προτείνει πρότυπα διαχείρισης στις χώρες διαμετακόμισης.

Η ανάπτυξη του διαλόγου με την Τουρκία κρίνεται χρήσιμη. Είναι απαραίτητο να σταθμισθεί σωστά ο κίνδυνος των επενδύσεων σε σχέση με τα αναμενόμενα οφέλη, όπως είναι εξίσου απαραίτητος ο σεβασμός των δικαιωμάτων των τοπικών εργαζομένων και η σύνδεση των δράσεων στον τομέα της ενέργειας με την αναπτυξιακή πολιτική. Κατά την ΕΟΚΕ, η ενέργεια, οι μεταφορές και το περιβάλλον συνιστούν ένα τρίπτυχο.

Σε ό,τι αφορά τα ΔΕΔ-Ε:

1.6

Σχετικά με την προσέγγιση, την υποστήριξη και τις επενδύσεις: Μόνο η ΕΕ είναι σε θέση να διαθέτει συνολική εικόνα του εφοδιασμού και να ενεργεί σε διασυνοριακό επίπεδο. Η διπλωματική της δραστηριότητα συνιστά ασπίδα έναντι των τοπικών κινδύνων και στήριγμα στις ζώνες επιρροής άλλων δυνάμεων. Η Επιτροπή θα πρέπει να διευκρινίσει αν μιλά για τις υποδομές ή για τον εφοδιασμό. Για τις υποδομές, τα ΔΕΔ-Ε είναι απαραίτητα. Πρέπει να αποφασίζονται από τις δημόσιες αρχές και να διαθέτουν ειδική χρηματοδότηση, κατάλληλου επιπέδου, από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Η απόσβεση των κοινοτικών ενισχύσεων που επενδύονται σε αυτά τα δίκτυα δεν θα πρέπει να μετακυλίεται στις τιμές κατανάλωσης. Οι προϋπολογισμοί των φορέων διαχείρισης πρέπει να χαρακτηρίζονται από διαφάνεια. Χρειάζεται να αναπτυχθούν περαιτέρω οι δυνατότητες παροχής κοινοτικών εγγυήσεων στους επενδυτές και δανείων στους φορείς διαχείρισης. Η ΕΕ θα πρέπει να επινοήσει μια νέα μορφή δημόσιας διαχείρισης των επενδύσεων.

1.7

Σχετικά με την αναθεώρηση των προσανατολισμών: Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των τοπικών υποδομών μέσω της έρευνας και να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση των πολιτών σε σχέση με τις προκλήσεις και προτείνει: 1) την ανάπτυξη ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου και πραγματικών κλαδικών διαλόγων και 2) τη διενέργεια μελετών σχετικά με τη σκοπιμότητα και τη δυνατότητα υλοποίησης μιας ευρωπαϊκής ΥΚΩ ενέργειας στην υπηρεσία των πολιτών (2).

1.8

Σχετικά με την επέκταση των ΔΕΔ-Ε: Η ΕΟΚΕ συμφωνεί να επεκταθούν τα ΔΕΔ-Ε στις πετρελαϊκές υποδομές και να επιφυλάσσονται οι κοινοτικές επιδοτήσεις, μετά την απογραφή της τρέχουσας κατάστασης, μόνο για τις ελλειμματικές πετρελαϊκές εταιρείες. Διαφωνεί, ωστόσο, με την επέκτασή τους στα δίκτυα μεταφοράς CO2. Θεωρεί πρόωρη την επέκταση του πεδίου αρμοδιότητας των ΔΕΔ-Ε στα δίκτυα δέσμευσης CO2, μέχρι να αποδειχθεί το συμφέρον και η ασφάλεια της μεταφοράς του CO2 μέσω δικτύου· τούτο προϋποθέτει τη διεξαγωγή ευρείας κοινωνικής συζήτησης επί σαφών προτάσεων, οι οποίες θα πρέπει να περιληφθούν στο κείμενο.

1.9

Σχετικά με τα νέα έργα προτεραιότητας: Η εστίαση στην ανεπάρκεια της διασύνδεσης συνιστά θετικό βήμα. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ένταξη στο δίκτυο των πηγών ανανεώσιμης ενέργειας όπως η αιολική ενέργεια από τα πάρκα ανεμογεννητριών της Βορείου και της Βαλτικής Θάλασσας. Σε ό,τι αφορά τα έργα με χρονικό ορίζοντα το 2050, θα πρέπει να προβλεφθεί και η σύνδεση με τις αναπτυσσόμενες πηγές (υπεράκτιους υποθαλάσσιους πόρους ενέργειας κ.ά.).

1.10

Σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού και την αλληλεγγύη: Η διαφάνεια για τους πολίτες θα επιτευχθεί μέσω της αποτελεσματικής επικοινωνίας και των απτών αποτελεσμάτων όσον αφορά την τιμή κατανάλωσης. Η Πράσινη Βίβλος δεν διευκρινίζει ποια ακριβώς θα είναι τα μέσα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών. Στηρίζεται στην υπόθεση ότι όλοι συμβάλλουν στην κυκλοφορία της ενέργειας στο εσωτερικό της ΕΕ και δημιουργούν στρατηγικά αποθέματα, τα οποία θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών σε περίπτωση ανάγκης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προασπίζουν, μαζί με την ΕΕ, αυτήν την αλληλεγγύη στον ενεργειακό τομέα σε παγκόσμιο επίπεδο και να σέβονται την αρχή του γενικού συμφέροντος εντός της Ένωσης.

1.11

Σχετικά με τα συμπληρωματικά μέτρα για τη διασφάλιση βιώσιμων υποδομών: Υποτίθεται ότι η ενεργειακή βιωσιμότητα έγκειται στη σύνδεση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με το δίκτυο, αλλά αυτό δεν είναι αποδεδειγμένο. Σε ό,τι αφορά τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, απαιτείται εκσυγχρονισμός έναντι των προβλημάτων που δημιουργούν οι απώλειες γραμμής, η συχνότητα, η τάση και η εναρμόνιση των εθνικών κωδίκων, ενώ, σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, πρέπει να αυξηθεί η χωρητικότητα και να βελτιωθεί η ασφάλεια των ζωνών αποθήκευσης.

Επιπλέον:

1.12

ΤΑ ΔΕΔ-Ε χρειάζονται συντήρηση υψηλής ποιότητας, για την οποία απαιτείται πολύ ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι, σύμφωνα με τη στρατηγική της Λισσαβώνας και τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη, είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη και η κοινωνική πτυχή, την οποία αγνοεί η Πράσινη Βίβλος. Θεωρεί ότι η τεχνογνωσία των ευρωπαίων επαγγελματιών στον τομέα των δικτύων πρέπει να αναπτυχθεί, προκειμένου να διατηρηθούν η εμπειρογνωσία και οι θέσεις εργασίας στην Ευρώπη. Συνιστά τη δημιουργία ευρωπαϊκής συμβουλευτικής επιτροπής σε θέματα ενέργειας και αλλαγής του κλίματος.

1.13

Η ΕΟΚΕ συνιστά τη δημιουργία ειδικού ευρωπαϊκού ταμείου για την απτή διασφάλιση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης υπέρ των πολιτών. Θα πρέπει ακόμη να αναπτυχθεί, ως απολύτως αναγκαίο συμπλήρωμα μιας ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής, ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την ευθύνη των εταιρειών έναντι των πολιτών και να τεθεί σε εφαρμογή ο Χάρτης Δικαιωμάτων των Καταναλωτών Ενέργειας.

2.   Εισαγωγή

2.1

Κατά την Επιτροπή, η σημερινή κατάσταση των ενεργειακών δικτύων της ΕΕ δεν της επιτρέπει να υλοποιήσει τις φιλοδοξίες της στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής (βιώσιμη, ανταγωνιστική και ασφαλής ενέργεια), ούτε τους στόχους «20-20-20» για την προστασία του κλίματος. Χρειάζεται αναπροσαρμογή τόσο των ΔΕΔ-Ε όσο και της πολιτικής σχετικά με τα δίκτυα. Η Πράσινη Βίβλος αφορά την αναθεώρηση των προσανατολισμών των ΔΕΔ και των μέσων χρηματοδότησής τους.

2.2

Τον τελευταίο καιρό σημειώθηκαν εντάσεις, όπως η νέα κρίση σχετικά με το φυσικό αέριο στην Ανατολική Ευρώπη, η νέα σύρραξη στη Μέση Ανατολή και η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι οποίες ενδέχεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ολοκλήρωση των ΔΕΔ-Ε.

3.   Σύνοψη της Πράσινης Βίβλου

3.1

Η ΕΕ θα αναπτύξει την πολιτική της για τις υποδομές με βάση 6 περιφερειακούς άξονες: τη διασύνδεση των χωρών της Βαλτικής, τον νοτιοανατολικό διάδρομο μεταφοράς φυσικού αερίου, τον μεσογειακό ενεργειακό δακτύλιο, τη διασύνδεση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, το σχέδιο δράσης για το υγροποιημένο φυσικό αέριο (ΥΦΑ), την ανάπτυξη του αιολικού πάρκου στον Βορρά της ΕΕ, τη διασύνδεση των ΔΕΔ-Ε και την ολοκλήρωση της αγοράς.

3.2

Η ΕΕ θα μπορούσε να εξετάσει ως ενδεχόμενο τις εξής ενέργειες:

την ανάπτυξη της πολιτικής των δικτύων, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων εισαγωγής·

τη βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού και της αλληλεγγύης των κρατών μελών, ιδίως μέσω έργων υποδομής με στόχο ένα πραγματικά ευρωπαϊκό ενεργειακό δίκτυο·

τη διεξαγωγή γενικών μελετών προς όφελος όλων, παράλληλα με τη στήριξη συγκεκριμένων έργων·

τη διασύνδεση των νέων πηγών ενέργειας και την εξασφάλιση της ενσωμάτωσης των δυνατοτήτων μηδενικού άνθρακα και των νέων τεχνολογιών δικτύου·

την ενθάρρυνση της ιδιωτικής χρηματοδότησης και την εξέλιξη προς ένα νέο χρηματοδοτικό μέσο·

την εξάρτηση της χορήγησης ενισχύσεων από την ταύτιση των εθνικών στρατηγικών σχεδίων με τα ευρωπαϊκά έργα προτεραιότητας·

την δικαιολόγηση της παρέμβασης του δημόσιου τομέα όταν η αγορά δεν καλύπτει τις ανάγκες·

τη συμβολή στην καθιέρωση πιο ευέλικτων διοικητικών διαδικασιών σε όλα τα επίπεδα.

3.3

Στόχος της εξεταζόμενης Πράσινης Βίβλου είναι η προαγωγή της ευαισθητοποίησης των πολιτών και της αλληλεγγύης για την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για το 2020.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1

Ο τίτλος και η εισαγωγή της Πράσινης Βίβλου αφήνουν να εννοηθεί μια σφαιρική προσέγγιση με στόχο την ασφάλεια και τη βιωσιμότητα των ενεργειακών δικτύων. Αντί γι’ αυτό, το έγγραφο επικεντρώνεται στην ανάπτυξη διεθνών συνδέσεων, χωρίς να προτείνει να γίνει ένας απολογισμός της κατάστασης όσον αφορά τη συντήρηση, την κατάρτιση και την ειδίκευση του ανθρώπινου δυναμικού ή την έρευνα και ανάπτυξη, που είναι σημαντικά στοιχεία της ασφάλειας και της βιωσιμότητας.

4.2

Ο ανταγωνισμός ενδιαφέρει τους καταναλωτές ως μέσο και όχι ως αυτοσκοπός, όταν δηλαδή τους επιτρέπει να εξοικονομούν χρήματα και τους προσφέρει ταυτόχρονα υπηρεσίες εξίσου αξιόπιστες με εκείνες που προσφέρει ένα μονοπωλιακό σύστημα. Η ιδιωτική χρηματοδότηση και η ενθάρρυνση συμπράξεων για την ολοκλήρωση των ΔΕΔ-Ε συνιστούν ασφαλώς σωστή προσέγγιση, αλλά συγχρόνως καταδεικνύουν την ύπαρξη ενός πραγματικού εμποδίου για την ανάπτυξη ολοκληρωμένων ευρωπαϊκών δικτύων φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, που είναι η ανυπαρξία ισχυρής βούλησης των δημόσιων και των κοινοτικών αρχών, συνοδευόμενης από την κατάλληλη χρηματοδότηση.

4.3

Η ενέργεια συνιστά υπηρεσία γενικού συμφέροντος, ενώ οι ιδιωτικές επενδύσεις δύσκολα συμβιβάζονται με την έννοια του μακροπρόθεσμου. Η αγορά δεν θα μπορέσει να διασφαλίσει το πέρασμα στη νέα ενεργειακή εποχή, στην οποία προσβλέπει η δέσμη μέτρων για την ενέργεια και την αλλαγή του κλίματος, αν συνεχίσει να στηρίζεται σε παλαιούς τρόπους παραγωγής και μεταφοράς. Η Επιτροπή, η οποία επιθυμεί να ενθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις, μπορεί να δράσει άμεσα σε διασυνοριακό επίπεδο για την κατάρτιση ενός νέου γενικού σχεδίου και να προτείνει μια νέα μορφή δημόσιας διαχείρισης των επενδύσεων, για να διασφαλισθεί, μέσω των δικτύων, η αρχή της συνέχειας της υπηρεσίας γενικού συμφέροντος του ενεργειακού εφοδιασμού.

5.   Η παρούσα κατάσταση της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής

5.1

Κατά την ΕΟΚΕ, τα ΔΕΔ απαιτούν τον συντονισμό όλων των ενδιαφερόμενων παραγόντων από έναν φορέα αναγκαστικά κεντρικό, γεγονός που αντιβαίνει στην επιδιωκόμενη λογική της αγοράς. Η Επιτροπή θα πρέπει να επιβεβαιώσει ότι ο επιδιωκόμενος στόχος είναι η εξεύρεση βέλτιστων λύσεων όσον αφορά τη σχέση κόστους/οφέλους, οι οποίες να αποβαίνουν προς όφελος των καταναλωτών· διαφορετικά, οι τελευταίοι μπορεί να διερωτηθούν ποια είναι η χρησιμότητα της εσωτερικής αγοράς ενέργειας.

Ο ρόλος των ENTSO-Ε και του ACER είναι ασαφής στην Πράσινη Βίβλο. Οι φορείς αυτοί θα είναι πόλοι συντονισμού, αλλά δεν θα πρέπει να εμπλέκονται στις αποφάσεις σχετικά με τη χρήση των δημόσιων πόρων. Η ΕΕ θα πρέπει, εξάλλου, να μεριμνήσει για τη διασφάλιση της συνέχειας της έρευνας και ανάπτυξης, θέμα το οποίο δεν μπορεί να ανατεθεί στους εν λόγω οργανισμούς.

6.   Ειδικές παρατηρήσεις

Τα δίκτυα

6.1

Αν αυξηθούν οι διατιθέμενοι πόροι, τα δίκτυα θα συντελέσουν στην ενίσχυση της ενεργειακής αλληλεγγύης. Η ΕΕ θα πρέπει να εντοπίσει τους ελλείποντες κρίκους στις συνδέσεις της και να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην κάλυψη αυτών των ελλείψεων. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι οι επιτυχίες που θα σημειώσει η Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας θα αποτελέσουν εχέγγυο για την επιτυχία της πολιτικής στον τομέα των δικτύων. Παρατηρεί ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στα γεωγραφικά όρια των συνδέσεων, στον τρόπο κατασκευής τους, στους φορείς που είναι υπεύθυνοι για τη διατήρηση της συχνότητας και της τάσης, στην πολιτική που πρέπει να εφαρμοστεί σε περίπτωση βλάβης σε ένα τμήμα του δικτύου και στον καταμερισμό των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων, μεταξύ άλλων και της ΕΕ όσον αφορά τον συντονισμό.

Θεωρεί ότι, επειδή πρόκειται για πολύ βαριές υποδομές με εξαιρετικά διαμορφωτικές παρεμβάσεις και πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής, οι επενδυτές και οι πολίτες πρέπει να ενημερώνονται με πλήρη διαφάνεια σχετικά με τις προοπτικές της αγοράς.

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να διενεργηθούν μελέτες σχετικά με τη σκοπιμότητα και τη δυνατότητα υλοποίησης μιας ευρωπαϊκής ΥΚΩ ενέργειας στην υπηρεσία των πολιτών, με κοινή προσέγγιση όσον αφορά τις τιμές, τη φορολογία, τους κανόνες οικονομικής εγγύησης, τη συνέχεια, την οικονομική ανάπτυξη και την προστασία του κλίματος.

6.2

Η βιωσιμότητα υποτίθεται ότι θα εξασφαλισθεί από τη σύνδεση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (του βόρειου αιολικού πάρκου) με το δίκτυο και τη μεταφορά του CO2 στους τόπους αποθήκευσης· στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται όμως για την βιωσιμότητα των ΔΕΔ-Ε. Σε ό,τι αφορά τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή θα έπρεπε να μιλήσει για εκσυγχρονισμό έναντι των προβλημάτων που σχετίζονται με τις απώλειες γραμμής, τη συχνότητα, την τάση και την εναρμόνιση των κωδίκων μεταξύ των κρατών μελών και την ανάπτυξη ευφυών δικτύων.

6.3

Η ΕΟΚΕ, παρότι γνωρίζει ότι η τεχνολογία επιτρέπει τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα, κρίνει ότι είναι πρόωρη η επέκταση του πεδίου αρμοδιότητας των ΔΕΔ-Ε στα δίκτυα μεταφοράς CO2. Το θέμα αυτό θα πρέπει να αποτελέσει προηγουμένως αντικείμενο ευρείας κοινωνικής συζήτησης (3).

Η ασφάλεια του εφοδιασμού

6.4

Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η ασφάλεια του εφοδιασμού αφορά δύο επίπεδα:

το διεθνές: με τη σύναψη συμφωνιών για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε τρίτες χώρες, οι οποίες θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στις επενδύσεις αυτές· η ένταξη των αγωγών πετρελαίου στα ΔΕΔ-Ε, που προτείνει η Επιτροπή, θα μειώσει τους σοβαρούς κινδύνους που ενέχει ο αυξανόμενος όγκος του μεταφερόμενου διά θαλάσσης πετρελαίου τόσο για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας (4) όσο και για το οικοσύστημα, αλλά προϋποθέτει εμπεριστατωμένη αξιολόγηση, διότι, από τη σκοπιά των πολιτών, ενδέχεται να είναι επικίνδυνο να πληρώνει η ΕΕ στις πλούσιες εταιρείες πετρελαίου τις εγκαταστάσεις που δεν θέλησε να αναλάβει η αγορά·

το εθνικό: με την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την αύξηση των δυνατοτήτων αποθήκευσης και τη βελτίωση της τεχνικής ασφάλειας των δικτύων.

Διεθνείς σχέσεις

6.5

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ΕΕ πρέπει να μιλά με ενιαία φωνή στους διεθνείς οργανισμούς όσον αφορά τα δίκτυα μεταφοράς της ενέργειας. Η πτυχή της ενέργειας πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διπλωματίας της Ένωσης και να συμβάλει στη δημιουργία μιας νέας πολιτικής αλληλεγγύης τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και με τα όμορα με την Ένωση κράτη. Η Πράσινη Βίβλος θα μπορούσε να περιλαμβάνει συγκεκριμένες σχετικές δράσεις.

6.6

Τα δίκτυα δεν πρέπει να μετατραπούν σε αντικείμενο διαφορών που οδηγούν σε ένοπλες συγκρούσεις ή σε θύλακες απουσίας δικαίου, ιδίως για τους εργαζομένους. Αντιθέτως, θα πρέπει να είναι μέσα προώθησης της αναπτυξιακής πολιτικής. Θα πρέπει να αναπτυχθεί ο διάλογος, σε θέματα ενέργειας, με την Τουρκία, που αποτελεί περιοχή στρατηγικής σημασίας, όπως και η συστηματική χρήση του ευρώ στις συναλλαγές.

Αλληλεγγύη

6.7

Η αλληλεγγύη στον τομέα της ενέργειας εκφράζεται σε τρία επίπεδα: μεταξύ των κρατών μελών, μεταξύ των πολιτών και της ΕΕ και μεταξύ των φορέων. Η Πράσινη Βίβλος δεν διευκρινίζει ποια ακριβώς θα είναι τα μέσα αλληλεγγύης, ούτε καν μεταξύ των κρατών μελών. Οι εμπορικές ή οι συμβατικές πρακτικές των φορέων δεν ευνοούν την ανάπτυξη της αλληλεγγύης μεταξύ τους (απαιτήσεις των μετόχων), ενώ θα έπρεπε να προασπίζουν την αλληλεγγύη τους σε θέματα ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο. Όλοι οι εμπλεκόμενοι θα πρέπει να συμβάλλουν στην κυκλοφορία της ενέργειας στο εσωτερικό της ΕΕ χωρίς να αρνούνται ή να εμποδίζουν τις διασυνδέσεις. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της θέσπισης ρυθμιστικών μέσων που θα επιτρέπουν, σε ώρα έκτακτης ανάγκης και έπειτα από συλλογική απόφαση, τη διάθεση στην αγορά των ανεκμετάλλευτων ποσοτήτων ενέργειας (υποχρεωτική πώληση σύμφωνα με τη ρήτρα «χρήση ή απώλεια»).

6.8

Η σύσταση ειδικού ευρωπαϊκού αποθεματικού για τις παρεμβάσεις έκτακτης ανάγκης θα μπορούσε να αποτελέσει μια άλλη εκδήλωση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης για την προστασία των κρατών μελών και των πολιτών από τους κινδύνους που σχετίζονται με τους τόπους παραγωγής και τη γεωγραφική και γεωπολιτική τους θέση.

ENTSO-E και ACΕR, οι υπεύθυνοι του σχεδιασμού

6.9

Ο σχεδιασμός των ΔΕΔ-Ε πρέπει να αναθέτει σαφή αποστολή στους ENTSO και στον ΑCER και να προσδιορίζει τον διαμεσολαβητικό ρόλο της ΕΕ. Η Πράσινη Βίβλος δεν είναι αρκετά σαφής σε σχέση με αυτό το θέμα. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με λύπη ότι η νόμιμη αποστολή της πλειονότητας των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών περιορίζεται στη δημιουργία ανταγωνιστικής αγοράς, χωρίς καμία μνεία στην ασφάλεια του εφοδιασμού, καθώς και ότι δεν προσδιορίζονται σαφώς οι αρμοδιότητες της Επιτροπής. Η Ένωση Εθνικών Ρυθμιστικών Αρχών δεν συνιστά αυτομάτως ευρωπαϊκή ρυθμιστική αρχή. Η ΕΟΚΕ διερωτάται σχετικά με τη νομική μορφή ενός τέτοιου οργανισμού, την έκταση των αρμοδιοτήτων του και τον τρόπο με τον οποίο θα ελέγχονται. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι ένας από τους ρόλους της Επιτροπής πρέπει να είναι η προληπτική δράση για την αποφυγή διαφορών κατά την υλοποίηση των δικτύων, φροντίζοντας να συμμετέχουν ήδη από πολύ πρώιμο στάδιο οι τοπικές αρχές στα έργα των ΔΕΔ-Ε.

Η ευρωπαϊκή διάσταση του γενικού συμφέροντος

6.10

Η διάσταση αυτή αναφέρεται στο υπό εξέταση έγγραφο προκειμένου να δικαιολογηθεί η παρέμβαση του δημόσιου τομέα σε περίπτωση αδυναμίας της αγοράς. Ενώ είναι σημαντική, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με λύπη ότι δεν διευκρινίζονται οι προϋποθέσεις της.

Η χρηματοδότηση

6.11

Η χρηματοδότηση με πόρους της ΕΕ (5) λειτουργεί καταλυτικά στην ανάπτυξη νέων έργων. Το μεγαλύτερο μέρος τους πρέπει να χρηματοδοτηθεί από τα κράτη μέλη· σε συγκεκριμένα έργα μπορούν να χορηγηθούν άμεσες ενισχύσεις. Για την περίοδο προγραμματισμού 2007-20013 η κοινοτική χρηματοδότηση παραμένει σχετικά σταθερή σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο και, επομένως, σημειώνει μείωση σε πραγματικούς αριθμούς. Η Επιτροπή προτείνει να διενεργηθούν γενικές μελέτες, από τις οποίες θα ωφεληθούν όλοι.

6.12

Δεν φαίνεται να έχουν ληφθεί υπόψη: 1) η μελλοντική κατανάλωση, 2) η κατάσταση των δικτύων και το κόστος της συντήρησής τους και 3) ο αντίκτυπος των νέων τεχνολογιών (νέες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας, νέοι τρόποι μεταφοράς –ευφυή δίκτυα– και κατανάλωσης αυτών των ενεργειών και ενεργειακή απόδοση).

6.13

Η Πράσινη Βίβλος προτείνει τον συνδυασμό των υφιστάμενων μέσων χρηματοδότησης με την αύξηση της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα. Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η αγορά δεν φαίνεται πρόθυμη να αναλάβει επενδύσεις με υπερβολικά μακροπρόθεσμη απόδοση· είναι, ωστόσο, υπέρ της αναζήτησης καινοτόμων μεθόδων χρηματοδότησης για τα έργα στρατηγικής σημασίας, υπό τον όρο ότι δεν θα επιβαρυνθεί το δημόσιο ταμείο. Πιστεύει, πάντως, ότι οι αποφάσεις για τα ΔΕΔ-Ε πρέπει να λαμβάνονται από τις δημόσιες αρχές.

Η ανταγωνιστικότητα των δικτύων

6.14

Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι τα ΔΕΔ-Ε «αποτελούσαν αρχικά μηχανισμό της πολιτικής για την εσωτερική αγορά» και ότι «… θεωρείτο δεδομένο ότι το κόστος των επενδύσεων επιβαρύνει αρχικά τους παίκτες της αγοράς οι οποίοι στη συνέχεια το μετακυλίουν στους καταναλωτές». Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι, εφόσον η ΕΕ συγχρηματοδοτεί τα ΔΕΔ-Ε, θα πρέπει να σχεδιάσει μια νέα μορφή δημόσιας διαχείρισης των επενδύσεων. Η απόσβεση των ποσών που επενδύονται στα δίκτυα δεν πρέπει να μετακυλίεται στην τιμή κατανάλωσης.

6.15

Η Πράσινη Βίβλος δεν διευκρινίζει γιατί η νέα κατάσταση θα είναι πιο «ανταγωνιστική», ούτε για ποιο λόγο η πιο ελεύθερη ροή της ενέργειας θα συμβάλει σε μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα ή πώς θα ωφεληθούν από αυτό οι καταναλωτές. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τη θέση της Επιτροπής για μια συνέργεια όλων των διευρωπαϊκών δικτύων.

Έρευνα και κατάρτιση

6.16

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην έρευνα, ώστε να διατηρηθεί το επίπεδο της τεχνολογικής εμπειρογνωσίας στην Ευρώπη, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ενεργειακή απόδοση και τη μεταφορά της ενέργειας.

Απασχόληση

6.17

Επειδή η τεχνογνωσία δεν διατίθεται πάντα στη χώρα στην οποία βρίσκονται τα δίκτυα και οι διασυνδέσεις, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να μην εφαρμόζεται περιοριστικά η οδηγία για την «απόσπαση εργαζομένων». Η ΕΟΚΕ συνιστά τη δημιουργία ευρωπαϊκής συμβουλευτικής επιτροπής σε θέματα ενέργειας και αλλαγής του κλίματος.

Πληροφόρηση του κοινού και επικοινωνία

6.18

Η ΕΟΚΕ συνιστά να υιοθετηθεί η πρόταση της Επιτροπής για τη βελτίωση της πληροφόρησης του κοινού. Τα μεγάλα έργα που χρηματοδοτεί η ΕΕ πρέπει να αποσκοπούν στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών και στην παροχή καθολικών υπηρεσιών, μέσω τεχνικών που διασφαλίζουν όσο το δυνατόν πιο προσιτές τιμές, γεγονός που δεν επιτυγχάνεται οπωσδήποτε σε μια ανταγωνιστική αγορά. Επιπλέον, για να μπορούν τα κράτη μέλη να παρέχουν καλύτερη βοήθεια στους πολίτες σε περίπτωση μη τήρησης των δεσμεύσεων ή/και εμπλοκής των δικτύων, ένα ευρωπαϊκό ταμείο παρέμβασης έκτακτης ανάγκης θα επέτρεπε να εξασφαλιστεί η συνέχεια της υπηρεσίας παρά τα προβλήματα στα δίκτυα (περιπτώσεις ανωτέρας βίας, πολέμου, χρεοκοπίας, χρηματιστηριακών διαταραχών κλπ.). Θα μπορούσε να μελετηθεί η ευθύνη των εταιρειών έναντι των πολιτών.

6.19

Οι φορείς ελέγχου και αξιολόγησης πρέπει να προσφέρουν τη δυνατότητα ευρύτερης συμμετοχής όλων των ενδιαφερόμενων παραγόντων, τόσο των κοινωνικών εταίρων όσο και της κοινωνίας των πολιτών.

6.20

Προκειμένου να επιτευχθεί η αλληλεγγύη των πολιτών, πρέπει να καταβληθούν συγκεκριμένες προσπάθειες πέρα από τις προσπάθειες επικοινωνίας. Τα αίτια της συστηματικής άρνησης των περιοίκων σε κάθε έργο διασύνδεσης (6) πρέπει να εξεταστούν και να αντιμετωπιστούν με πλήρη διαφάνεια.

6.21

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ασφάλεια του εφοδιασμού, η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών και η καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος μπορούν να συμβάλουν σε μια νέα οικονομική μεγέθυνση.

6.22

Η ΕΟΚΕ επιμένει στην άποψη ότι οι πολιτικές ενέργειας, μεταφορών και περιβάλλοντος πρέπει να παρουσιάζονται ως ενιαίο τρίπτυχο.

Βρυξέλλες, 11 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  ENTSO-E: European Network of Transmission System Operators for Electricity (Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας). Συγκεντρώνει 42 διαχειριστές δικτύων από 34 ευρωπαϊκές χώρες.

ACER: Agency for the Cooperation of Energy Regulators (Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας.) Διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου.

(2)  ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σελ. 43.

(3)  Το ιδανικό για την ανθρωπότητα θα ήταν να μπορεί να χρησιμοποιεί το CO2 ως πηγή ενέργειας απευθείας, χωρίς να χρειάζεται να είναι απολιθωμένο. Θα μπορέσει άραγε η έρευνα να φθάσει κάποτε σ’ αυτό το σημείο;

(4)  Βλ. έγγραφο SEC(2008) 2869.

(5)  Όπως θεσπίζεται από διάφορους κανονισμούς ΕΚ, οι οποίοι εκτείνονται από τον 2236/95 έως τον 680/2007 για την περίοδο 2007-2013.

(6)  COM(2006) 846 τελικό/2 «Σχέδιο διασυνδέσεων προτεραιότητας», 23 Φεβρουαρίου 2007.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/56


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας (Ευρατόμ) του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού πλαισίου για την πυρηνική ασφάλεια»

COM(2008) 790 τελικό — 2008/0231 (CNS)

2009/C 306/13

Στις 30 Ιανουαρίου 2003, και σύμφωνα με το άρθρο 31 της Συνθήκης Ευρατόμ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε αποφασίσει να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

«Πρόταση οδηγίας (Euratom) του Συμβουλίου με την οποία προσδιορίζονται οι βασικές υποχρεώσεις και αρχές σχετικά με την ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων και την»

«Πρόταση οδηγίας (Euratom) του Συμβουλίου σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων ραδιενεργών καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων»

(COM(2003) 32 τελικό — 2003/0021 (CNS) — 2003/0022 (CNS)).

Η ΕΟΚΕ εξέδωσε γνωμοδότηση για τις προτάσεις αυτές στις 26 Μαρτίου 2003.

Στις 4 Ιουνίου 2009, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την τροποποιημένη έκδοση μίας εκ των οδηγιών αυτών:

«Πρόταση οδηγίας (Ευρατόμ) του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού πλαισίου για την πυρηνική ασφάλεια»

με σκοπό να λάβει τις παρατηρήσεις της με τη μορφή γνωμοδότησης η οποία θα συμπληρώνει την γνωμοδότηση της 26ης Μαρτίου 2003.

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 20 Μαΐου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. DANTIN.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειας, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 100 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η πυρηνική ενέργεια αποτελεί σήμερα αντικείμενο ανανεωμένου ενδιαφέροντος για οικονομικούς λόγους, για λόγους διαφοροποίησης των πηγών εφοδιασμού και για λόγους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

1.2

Η υψηλού επιπέδου ασφάλεια και η υποδειγματική διαφάνεια συνιστούν προϋποθέσεις για την ύπαρξη και την ανάπτυξη της πυρηνικής τεχνολογίας.

1.3

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ καλωσορίζει την οδηγία, εκτιμώντας ότι εμφανίζει σημαντικό τεχνικό και στρατηγικό ενδιαφέρον για την ασφάλεια των πληθυσμών, των εργαζομένων στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας και του περιβάλλοντος, ενώ παράλληλα αφήνει τα κράτη μέλη ελεύθερα να επιλέξουν κατά πόσον θα χρησιμοποιήσουν την συγκεκριμένη μορφή ενέργειας.

1.4

Η ΕΟΚΕ δείχνει ευαισθησία απέναντι στο γεγονός ότι η πυρηνική ενέργεια θα αναπτυχθεί επίσης εκτός των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενίοτε σε κράτη που δεν διαθέτουν τεχνολογική παράδοση και παράδοση διαχείρισης των κινδύνων τόσο προηγμένες όσο αυτές των κρατών μελών. Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση αυτή, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να διαδραματίσει η ΕΕ πρωτοποριακό ρόλο και να είναι σε θέση να υποβάλει προτάσεις σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας πέρα από το έδαφός της, όπως πράττει και στον τομέα της δέσμης μέτρων για την αλλαγή του κλίματος.

1.5

Η πυρηνική ασφάλεια πρέπει να αποτελεί «παγκόσμιο δημόσιο αγαθό», δεδομένου ότι ένα ενδεχόμενο πυρηνικό ατύχημα θα είχε συνέπειες στους πληθυσμούς και στο περιβάλλον σε μεγάλη απόσταση από το κράτος στο οποίο θα συνέβαινε. Έτσι, καθιστώντας υποχρεωτική την τήρηση, στο έδαφός της, των θεμελιωδών αρχών ασφάλειας που ενέκρινε το σύνολο των κρατών στους κόλπους του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ), πράγμα που αποτελεί αντικείμενο της οδηγίας, η Ένωση θα είναι σε θέση να εξαγάγει το «πρότυπο ασφάλειάς» της εκτός των συνόρων της.

1.6

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η προσέγγιση που συνίσταται στην υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίσουν απολύτως ανεξάρτητες εθνικές αρχές ασφάλειας, στην ανάθεση της ευθύνης για την ασφάλεια αποκλειστικά στους κατόχους άδειας λειτουργίας και στη διασφάλιση της διαφάνειας της ενημέρωσης σχετικά με τα θέματα αυτά είναι η καλύτερη, και επιθυμεί, ως εκ τούτου, τη διατήρηση της συγκεκριμένης πτυχής της οδηγίας και της προσέγγισης που εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο υπευθυνότητας.

1.7

Η ΕΟΚΕ δείχνει μεγάλη ευαισθησία στο ζήτημα της απόκτησης, της διατήρησης και της ανάπτυξης ικανοτήτων στα κράτη μέλη, και ιδίως σε εκείνα που διαθέτουν ελάχιστη ή μηδενική πείρα σε θέματα πυρηνικής ενέργειας. Τα εν λόγω κράτη μέλη οφείλουν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα αυτό χωρίς καθυστέρηση, ιδίως με την ανάπτυξη των αναγκαίων κύκλων σπουδών. Εξάλλου, η ΕΟΚΕ προτείνει να εξεταστεί το ενδεχόμενο θέσπισης ευρωπαϊκής πιστοποίησης για την ικανότητα λειτουργίας πυρηνικών εγκαταστάσεων, καθώς και σπουδών που να καλύπτουν την διαχείριση των επιπτώσεων πυρηνικών ατυχημάτων τόσο από την τεχνική άποψη όσο και από την άποψη της υγείας.

1.8

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η ασφάλεια είναι επίσης ζήτημα βιομηχανικής φιλοσοφίας και συμπεριφορών και δεν είναι δυνατόν να συνοψισθεί στην επεξεργασία κανόνων και περιορισμών λειτουργίας.

2.   Εισαγωγή

2.1

Η πυρηνική βιομηχανία αναπτύχθηκε δυναμικά στην Ένωση μετά την κρίση του 1973, και η αναγκαιότητα εναρμόνισης των πρακτικών ασφάλειας έγινε γρήγορα εμφανής.

2.2

Το ψήφισμα του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1975 περί των τεχνολογικών προβλημάτων πυρηνικής ασφάλειας (1) αναγνώρισε στην Επιτροπή ρόλο καταλύτη σε πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται σε διεθνές επίπεδο στον τομέα της πυρηνικής ασφάλειας.

2.3

Το Συμβούλιο ενέκρινε νέο ψήφισμα το 1992 (2), με το οποίο καλούσε τα κράτη μέλη να συνεχίσουν και να εντείνουν τις συντονισμένες προσπάθειες με στόχο την εναρμόνιση σε θέματα ασφάλειας. Στην απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 2002, για την υπόθεση C-29/99, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επιβεβαίωσε την αρμοδιότητα της Κοινότητας να νομοθετεί στον τομέα της πυρηνικής ασφάλειας.

2.4

Στις 30 Ιανουαρίου 2003, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 31 της συνθήκης Ευρατόμ, η Επιτροπή πρότεινε οδηγία για την ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων (3), επί της οποίας η ΕΟΚΕ εξέδωσε γνωμοδότηση (4).

2.5

Ελλείψει πλειοψηφίας, το Συμβούλιο δεν ενέκρινε την εν λόγω οδηγία, αλλά η διαβούλευση συνεχίσθηκε, ιδίως με τη δημιουργία το 2004 της «ομάδας για την πυρηνική ασφάλεια».

2.6

Σήμερα, η Επιτροπή επιθυμεί να δρομολογήσει εκ νέου τη θέσπιση ενός κοινοτικού πλαισίου για την πυρηνική ασφάλεια και να εμβαθύνει περαιτέρω στο θέμα.

3.   Στόχοι, προσέγγιση και βασικό περιεχόμενο του νέου σχεδίου οδηγίας

3.1

Γενικός στόχος της πρότασης είναι η επίτευξη, η διατήρηση και η συνεχής βελτίωση της πυρηνικής ασφάλειας στην Κοινότητα, και η ενίσχυση του ρόλου των ρυθμιστικών φορέων. Το πεδίο εφαρμογής της αφορά το σχεδιασμό, την επιλογή της τοποθεσίας, την κατασκευή, τη συντήρηση, τη λειτουργία και τον παροπλισμό των πυρηνικών εγκαταστάσεων, δραστηριότητες για τις οποίες απαιτείται να λαμβάνεται υπόψη ο παράγοντας της ασφάλειας βάσει του νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου του οικείου κράτους μέλους. Το δικαίωμα κάθε κράτους μέλους να αποφασίζει αν θα συμπεριλάβει ή όχι την πυρηνική ενέργεια στο ενεργειακό του μείγμα αναγνωρίζεται και γίνεται πλήρως σεβαστό.

3.2

Η προσέγγιση της οδηγίας για την πυρηνική ασφάλεια συνίσταται στη θέσπιση κοινοτικής ρύθμισης που να ενσωματώνει ένα σύνολο κοινών αρχών οι οποίες περιλαμβάνονται ήδη στη σύμβαση του ΔΟΑΕ, την οποία έχουν αποδεχτεί όλα τα κράτη μέλη, και οι οποίες συμπληρώνονται με πρόσθετες απαιτήσεις ασφάλειας που θα ισχύουν για τους νέους πυρηνικούς αντιδραστήρες.

3.3

Επομένως, σκοπός είναι να καταστούν υποχρεωτικές οι διεθνώς αναγνωρισμένες αρχές ασφάλειας (ΔΟΑΕ, σύμβαση για την πυρηνική ασφάλεια, WENRA κλπ.) των οποίων η εφαρμογή είναι σήμερα προαιρετική.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1

Η ενέργεια που προέρχεται από την πυρηνική σχάση αντιπροσωπεύει επί του παρόντος στην Ευρωπαϊκή Ένωση ποσοστό της τάξεως του 14,6 % της πρωτογενούς ενέργειας που καταναλώνεται και του 31 % της ηλεκτροπαραγωγής. Για τα κράτη μέλη που τη χρησιμοποιούν (δεκαπέντε (5) από τα είκοσι επτά) αποτελεί την πηγή ενέργειας με τη σταθερότερη τιμή και μία από εκείνες που εμφανίζουν τις χαμηλότερες εκπομπές CO2. Όμως, η χρήση της δίνει λαβή για διαφωνίες σε ορισμένες από τις χώρες που τη χρησιμοποιούν, και κυρίως στα κράτη μέλη που δεν την έχουν περιλάβει στο ενεργειακό τους μείγμα, φοβούμενα, ιδίως, την ραδιενεργό ρύπανση από ενδεχόμενες δυσλειτουργίες και από τη διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων.

4.2

Σύμφωνα με τις προοπτικές που παρουσιάζονται στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Οι προκλήσεις του πυρηνικού τομέα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας» (6), η πυρηνική ενέργεια αποτελεί σήμερα αντικείμενο ανανεωμένου ενδιαφέροντος λόγω του οικονομικού ενδιαφέροντος που παρουσιάζει καθώς και για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (πολιτικές προστασίας του κλίματος). Εντός της ΕΕ, ορισμένα κράτη μέλη που είχαν αποφασίσει να εγκαταλείψουν την πυρηνική ενέργεια, επανεξετάζουν σήμερα τις αποφάσεις τους.

4.3

Για να γίνει αποδεκτή από τους πολίτες η νέα αυτή ώθηση της πυρηνικής ενέργειας, απαιτείται η εξασφάλιση του ύψιστου δυνατού επιπέδου ασφάλειας.

4.4

Αυτό το «παγκόσμιο» ανανεωμένο ενδιαφέρον εγείρει με καινούριο τρόπο τα ζητήματα της πυρηνικής ασφάλειας, ιδίως όσον αφορά την οργάνωση και τον έλεγχό της. Η πυρηνική ασφάλεια πρέπει να αποτελεί «παγκόσμιο δημόσιο αγαθό». Για τον σκοπό αυτό, η απόκριση πρέπει να είναι «παγκοσμιοποιημένη», καθώς ο πυρηνικός κίνδυνος δεν περιορίζεται εντός των συνόρων των κρατών που χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη τεχνολογία.

4.5

Για την επίτευξη προόδου προς την κατεύθυνση του συγκεκριμένου στόχου, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο, λαμβάνοντας υπόψη τη ανάπτυξη της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας στο έδαφός της και τη βιομηχανική τεχνογνωσία της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να δώσει το παράδειγμα, όπως πράττει στα θέματα που αφορούν το κλίμα, ξεκινώντας με την εσωτερική ενοποίηση των κανόνων και των φορέων ασφάλειας που διαθέτει, προσδιορίζοντας και ξεπερνώντας τα εμπόδια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

4.6

Στο πλαίσιο αυτό, η οδηγία που προτείνει η Επιτροπή υποβάλλεται την κατάλληλη στιγμή. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή την καλωσορίζει και εκτιμά ότι παρουσιάζει σημαντικό τεχνικό και στρατηγικό ενδιαφέρον για την ασφάλεια των πληθυσμών, των εργαζομένων στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, και του περιβάλλοντος, τόσο στα κράτη μέλη που επέλεξαν να χρησιμοποιούν την πυρηνική ενέργεια όσο και σε εκείνα που απέρριψαν την επιλογή αυτή.

4.6.1

Η ΕΟΚΕ εγκρίνει τη νέα προσέγγιση της Επιτροπής, η οποία, προκειμένου να εξασφαλίσει ευρεία συναίνεση, καθιστά πλήρως υπεύθυνα τα κράτη μέλη και τον εθνικό ρυθμιστικό φορέα τους. Πράγματι, το κάθε κράτος μέλος διαθέτει διαφορετική ιστορία, οργάνωση και πρακτικές. Συνεπώς, η προσέγγιση που συνίσταται ουσιαστικά στην επιβολή της τήρησης των κοινών κανόνων που έχουν αναπτυχθεί στους κόλπους του ΔΟΑΕ, στη θέσπιση πραγματικά ανεξάρτητων ρυθμιστικών φορέων και στην πλήρη ανάθεση της ευθύνης στους κατόχους των αδειών, χωρίς δυνατότητα μεταβίβασης της εν λόγω ευθύνης, είναι οπωσδήποτε η πλέον αποδεκτή σήμερα από το σύνολο των μερών, και είναι η προσέγγιση που εγγυάται καλύτερα την ασφάλεια των εγκαταστάσεων.

4.6.2

Η ΕΟΚΕ εκτιμά, επίσης, ότι η υπό εξέταση οδηγία αποτελεί ένα στάδιο της διαδικασίας βελτίωσης της ασφάλειας. Θα πρέπει να αναπτυχθεί ένας τεκμηριωμένος και συνεχής προβληματισμός, προκειμένου να κατανοηθούν και να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές, οι προσθήκες ή οι τροποποιήσεις που δικαιολογούνται με βάση τις ενδεχόμενες εξελίξεις του πλαισίου, των τεχνικών και των οργανωτικών σχεδιασμών.

4.6.3

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι το υπό εξέταση έγγραφο, τόσο στις «κύριες διατάξεις» του όσο και στο άρθρο 5, αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στη διαφάνεια και στην αξιοπιστία της ενημέρωσης του κοινού στο πλαίσιο των διαδικασιών λήψης αποφάσεων. Υπό την έννοια αυτή, η σύμβαση του Aarhus (7) για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τους παράγοντες της κοινωνίας των πολιτών.

4.6.4

Πέρα από τα όσα προαναφέρθηκαν και από το περιεχόμενο του σχεδίου οδηγίας, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και να γίνει συνείδηση το γεγονός ότι η ασφάλεια δεν συνίσταται απλώς στην αυστηρή προσθήκη τεχνικών και βιομηχανικών κανόνων. Πρόκειται επίσης για μια φιλοσοφία, για ένα σύνολο πρακτικών που τοποθετούν την ασφάλεια στο επίκεντρο των μελημάτων και ωθούν, πέρα από την αναγκαία τήρηση των διαδικασιών, στη συνεχή αναζήτηση της βελτίωσης της ασφάλειας και του προσδιορισμού των ενδογενών και εξωγενών παραγόντων που θα μπορούσαν να την θέσουν σε κίνδυνο. Η φιλοσοφία αυτή δεν χτίζεται σε μια ημέρα και πρέπει να διακατέχει τόσο τους βιομηχάνους, τους φορείς εκμετάλλευσης και τους ελεγκτές όσο και τους πολιτικούς υπευθύνους, προκειμένου να αναπτυχθεί πλήρως όλο της το δυναμικό.

4.7

Η ανάπτυξη της ασφάλειας μπορεί να προσκρούσει σε περιορισμένες ικανότητες στις ηλεκτροπυρηνικές τεχνολογίες, ειδικότερα λόγω ανεπαρκούς εμπειρίας και τεχνογνωσίας καθώς και ακατάλληλου επιστημονικού και τεχνολογικού περιβάλλοντος. Θα πρέπει, λοιπόν, να καταβληθούν σημαντικές προσπάθειες κατάρτισης (8). Για την καλύτερη απόκριση, ειδικότερα, στις απαιτήσεις που καθορίζονται στα άρθρα 4, 7 και 9 σε θέματα κατάρτισης και ανθρώπινων πόρων, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί ενδοευρωπαϊκή μεταφορά θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων και να θεσπισθούν μέτρα στήριξης. Θα πρέπει, επίσης, να επιδιωχθεί η ευρωπαϊκή πιστοποίηση της κατάρτισης, των προσόντων και των ικανοτήτων για τη λειτουργία πυρηνικών εγκαταστάσεων και την πυρηνική ασφάλεια.

4.8

Το ευρωπαϊκό φόρουμ για την πυρηνική ενέργεια, το οποίο θεσπίσθηκε από την Επιτροπή και υποστηρίχθηκε από το Συμβούλιο του Μαρτίου του 2007, συγκεντρώνει ανώτατους εκπροσώπους των δημοσίων αρχών, βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, εκπροσώπους των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, του κλάδου της πυρηνικής ενέργειας, των καταναλωτών, του χρηματοπιστωτικού κλάδου και της κοινωνίας των πολιτών. Είναι ταυτόχρονα ένας χώρος εμπειρογνωμοσύνης και συζήτησης σχετικά με τις δυνατότητες και τους κινδύνους της πυρηνικής ενέργειας. Τον Ιανουάριο του 2009 διατύπωσε ορισμένες προτάσεις και παρατηρήσεις (9) για το σχέδιο οδηγίας, και η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη, τόσο λόγω της ποιότητάς τους όσο και λόγω της σημασίας τους από την άποψη της αποδοχής από τους πολίτες και τους εκπροσώπους τους.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1   Πεδίο εφαρμογής και περιεχόμενο της οδηγίας

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της παραπομπής στις θεμελιώδεις αρχές ασφάλειας (SF-1, 2006) του ΔΟΑΕ και στις απαιτήσεις της σύμβασης για την πυρηνική ασφάλεια, αλλά επιθυμεί να διευκρινισθούν τα μέρη αυτών των θεμελιωδών αρχών που αντιστοιχούν ακριβώς στο αντικείμενο της παρούσας οδηγίας. Αυτό πρέπει να γίνει με τη μορφή ενός παραρτήματος της οδηγίας, το οποίο παρουσιάζεται στο σημείο 6 της παρούσας γνωμοδότησης και επισυνάπτεται ως παράρτημα. Αυτό θα αποσαφηνίσει το σχέδιο οδηγίας και θα επιτρέψει επίσης την απλούστευση ορισμένων από τα άρθρα της.

5.2   Άρθρο 1

Η ΕΟΚΕ προτείνει ένα σαφέστερο κείμενο για την παράγραφο 1: στόχος της παρούσας οδηγίας «είναι η θέσπιση ενός ευρωπαϊκού ρυθμιστικού πλαισίου για την πυρηνική ασφάλεια, το οποίο θα καθορίζει τις βασικές αρχές προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι νόμοι και οι κανονισμοί που θεσπίζονται στο επίπεδο των κρατών μελών, σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας, για τη διατήρηση και τη συνεχή βελτίωση της πυρηνικής ασφάλειας στην Κοινότητα, καθώς και η βελτίωση του ρόλου των εθνικών ρυθμιστικών φορέων».

5.3   Άρθρο 2

5.3.1

Ορισμός (1) «πυρηνική εγκατάσταση»: η ΕΟΚΕ προτείνει να προστεθούν τα «ραδιενεργά απόβλητα» μετά το αναλωμένο καύσιμο.

5.3.2

Ορισμός (8) «ρυθμιστικός φορέας»: η ΕΟΚΕ παροτρύνει την Επιτροπή να επαναλάβει αυτολεξεί τον ορισμό του γλωσσαρίου για την ασφάλεια που εκδόθηκε το 2007: «Αρχή ή δίκτυο αρχών στις οποίες η κυβέρνηση ενός κράτους έχει αναθέσει την κατά νόμον εξουσία να προβαίνει στη ρυθμιστική διεργασία, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης αδειών, και επομένως να θεσπίζει τις ρυθμιστικές διατάξεις της πυρηνικής ασφαλείας, της ασφάλειας από την ακτινοβολία, της ασφάλειας από τα ραδιενεργά απόβλητα και της ασφάλειας κατά την μεταφορά».

5.3.3

Ορισμός (10) «νέοι αντιδραστήρες ισχύος»: η ΕΟΚΕ προτιμά να γίνεται αναφορά στην κατασκευή των εγκαταστάσεων μετά την εφαρμογή της οδηγίας. Οι εξελίξεις που σημειώνονται κατά την αρχή της κατασκευής μπορούν να ληφθούν υπόψη από τον κάτοχο της άδειας. Αντίθετα, κάθε αλλαγή που γίνεται μετά την κατασκευή θα είναι δυσκολότερο να εφαρμοσθεί, εάν η εγκατάσταση δεν έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί κατάλληλα. Επειδή υπάρχουν κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις σταθμών, των οποίων η κατασκευή διακόπηκε και πρέπει να ξαναρχίσει, η ΕΟΚΕ προτείνει την ακόλουθη διατύπωση: «νέοι αντιδραστήρες ισχύος», «οι αντιδραστήρες παραγωγής πυρηνικής ενέργειας για τους οποίους χορηγείται άδεια κατασκευής (ή των οποίων η κατασκευή επαναλαμβάνεται κατόπιν διακοπής για διάστημα τουλάχιστον 5 ετών) μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας» .

5.4   Άρθρο 3

5.4.1

Η ΕΟΚΕ προτείνει, στη διατύπωση του άρθρου αυτού, να διευκρινίζεται πρώτα το πλαίσιο, δηλαδή η γενική πτυχή της ασφάλειας, και έπειτα η ευθύνη, η οποία αφορά την υλοποίησή της. Προτείνει να περιληφθεί στο εν λόγω άρθρο η δυνατότητα ανάκλησης των αδειών σε περίπτωση παραλείψεων, καθώς κάτι τέτοιο εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο και ενισχύει την εξουσία του ρυθμιστικού φορέα. Κατά συνέπεια, το άρθρο 8 δεν έχει πλέον λόγο ύπαρξης. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή έχει την εξουσία να εξακριβώνει την ποιότητα της μεταφοράς της οδηγίας, καθώς και τη δυνατότητα, όταν αυτό απαιτείται, να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει έναντι ενός κράτους μέλους, εάν αυτό παραβεί τις αρχές της οδηγίας.

5.4.2

Το άρθρο 3 διαμορφώνεται επομένως ως εξής:

1.

«Τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν και να διατηρούν ένα νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο για την ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων. Το πλαίσιο περιλαμβάνει εθνικές απαιτήσεις ασφάλειας, σύστημα χορήγησης αδειών και ελέγχου των πυρηνικών εγκαταστάσεων, απαγόρευση της λειτουργίας πυρηνικών εγκαταστάσεων χωρίς άδεια, και σύστημα κανονιστικής εποπτείας, καθώς και τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την αναστολή και την ανάκληση των αδειών. Πρέπει να επιβεβαιώνεται ότι ο ρυθμιστικός φορέας διαθέτει εξουσία ανάκλησης της άδειας εκμετάλλευσης σε περίπτωση σοβαρών ή επαναλαμβανόμενων παραβιάσεων των κανόνων ασφάλειας στην πυρηνική εγκατάσταση».

2.

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η πρωταρχική ευθύνη για την ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων να ανήκει στον κάτοχο της άδειας, υπό τον έλεγχο του αρμόδιου ρυθμιστικού φορέα, και η ευθύνη αυτή να παραμείνει καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής των πυρηνικών εγκαταστάσεων έως ότου να μην υπάγονται πλέον στη ρύθμιση ασφάλειας. Η εν λόγω ευθύνη του κατόχου της άδειας δεν μεταβιβάζεται. Τα μέτρα που συνδέονται με τη διαχείριση και τον έλεγχο της ασφάλειας, τα οποία πρόκειται να εφαρμοσθούν σε μια πυρηνική εγκατάσταση, πρέπει να προτείνονται από τον κάτοχο της άδειας και να υποβάλλονται για έγκριση στον ρυθμιστικό φορέα. Εφαρμόζονται από τον κάτοχο της άδειας υπό τον έλεγχο του ρυθμιστικού φορέα».

5.5   Άρθρο 4 παράγραφος 1

5.5.1

Για την ανεξαρτησία του ρυθμιστικού φορέα, στην οποία η ΕΟΚΕ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία, προτιμάται η ακόλουθη διατύπωση: «Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ρυθμιστικός φορέας, στόχος του οποίου είναι αποκλειστικά η ασφάλεια, είναι πραγματικά ανεξάρτητος από τους πάσης φύσεως οργανισμούς με αποστολή να προωθούν ή να εκμεταλλεύονται πυρηνικές εγκαταστάσεις. Δεν πρέπει να υπόκειται σε επιρροές οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν το ρυθμιστικό του έργο». Η αναφορά σε φορείς που «δικαιολογούν κοινωνικά οφέλη» είναι περιττή σε σχέση με την ιδέα της προώθησης της πυρηνικής ενέργειας και, εάν η αναφορά αυτή διατηρηθεί, πρέπει επίσης να αναφερθεί η ανεξαρτησία σε σχέση με φορείς που δραστηριοποιούνται κατά της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας.

5.6   Άρθρο 4 παράγραφος 3

Η ΕΟΚΕ προτείνει τη συνένωση των δύο παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 4 της πρότασης και τη διατύπωση του κειμένου ως εξής: «Ο ρυθμιστικός φορέας χορηγεί άδειες με βάση τα δικαιολογητικά που προσκομίζει ο αιτών, τα οποία πιστοποιούν ότι η επιλογή της τοποθεσίας, ο σχεδιασμός, η κατασκευή, η θέση σε λειτουργία, η λειτουργία, η παράταση της διάρκειας λειτουργίας, τα προσόντα και η αριθμητική δύναμη του προσωπικού έως και τον παροπλισμό, είναι σύμφωνα προς τις ισχύουσες απαιτήσεις, τους όρους και τους κανόνες ασφάλειας. Ελέγχει την καλή εκτέλεση των δεσμεύσεων που αναλαμβάνει ο κάτοχος της άδειας σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας».

5.7   Άρθρο 4 παράγραφος 4

Διαγράφεται και το κείμενό της προσαρτάται στην νέα παράγραφο 3.

5.8   Άρθρο 4 παράγραφος 6

Προσθήκη μιας νέας παραγράφου 6, για την ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ των ρυθμιστικών φορέων εντός της Ένωσης: «Οι ρυθμιστικοί φορείς των κρατών μελών ανταλλάσσουν μεταξύ τους τις βέλτιστες πρακτικές ρύθμισης και αναπτύσσουν μια κοινή αντίληψη όσον αφορά τις διεθνείς απαιτήσεις που έχουν εγκριθεί».

5.9   Άρθρο 5

«Διαφάνεια»: η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία του παρόντος άρθρου ως απόκριση στην επίκριση που διατυπώνεται συχνά κατά της πυρηνικής βιομηχανίας ότι καλλιεργεί τη μυστικότητα, και επίσης επειδή η ενημέρωση σχετικά με τη λειτουργία των πυρηνικών εγκαταστάσεων αφορά όλα ανεξαιρέτως τα κράτη μέλη, είτε χρησιμοποιούν είτε όχι τη συγκεκριμένη μορφή ενέργειας στο έδαφός τους, καθώς είναι υπεύθυνα για την προστασία των πολιτών τους λόγω του διασυνοριακού χαρακτήρα του πυρηνικού κινδύνου.

5.10   Άρθρο 6 παράγραφος 1

Η ΕΟΚΕ προτείνει να διευκρινίζονται οι αναφορές στις θεμελιώδεις αρχές ασφάλειας του ΔΟΑΕ και για τον λόγο αυτό να γίνεται παραπομπή στο προαναφερθέν παράρτημα. Το άρθρο 6 παράγραφος 1 θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί ως εξής: «Όσον αφορά την επιλογή τοποθεσίας, τον σχεδιασμό, την κατασκευή, τη λειτουργία και τον παροπλισμό των πυρηνικών εγκαταστάσεων, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις θεμελιώδεις αρχές ασφάλειας του ΔΟΑΕ (IAEA Safety Fundamentals: Fundamental safety principles (Θεμελιώδεις αρχές ασφάλειας), IAEA Safety Standard Series αριθ. SF-1 (2006)), οι οποίες προσδιορίζονται στο παράρτημα».

5.11   Άρθρο 6 παράγραφος 2

Το συγκεκριμένο άρθρο, το οποίο παραπέμπει με αόριστο τρόπο στη WENRA και στην ομάδα υψηλού επιπέδου, εγείρει προβλήματα: πώς μπορεί να υποχρεωθεί ένα κράτος μέλος να λάβει υπόψη μελλοντικά αποτελέσματα, τα οποία δεν καθορίζονται από άποψη περιεχομένου και χρονοδιαγράμματος κατά τον χρόνο έγκρισης της οδηγίας; Η ΕΟΚΕ προτείνει την διαγραφή της συγκεκριμένης παραγράφου, καθώς ο σεβασμός των θεμελιωδών αρχών ασφάλειας και η ανάπτυξη μιας φιλοσοφίας ασφάλειας εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με την πρόοδο των επιστημών και των τεχνολογιών.

5.12   Άρθρο 7

Το παρόν άρθρο εξετάζει την ευθύνη των κατόχων αδειών, αλλά, δεδομένου ότι η οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη, η ΕΟΚΕ προτείνει να μεταφερθούν στο παράρτημα οι πτυχές που δεν συνδέονται αυστηρά με τον ρόλο των κρατών μελών. Το άρθρο 7 θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής:

Υποχρεώσεις κατόχων αδείας.«Τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι κάτοχοι αδείας είναι υπεύθυνοι για τον σχεδιασμό, την κατασκευή, τη λειτουργία και τον παροπλισμό των πυρηνικών τους εγκαταστάσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6».

5.13   Άρθρο 8

Το κείμενό του ενσωματώθηκε στα άρθρα 3 και 4, και επομένως διαγράφεται από το σημείο αυτό.

5.14   Άρθρο 10

Ο τίτλος «Προτεραιότητα στην ασφάλεια» μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, καθώς δίνει την εντύπωση ότι τα κράτη μέλη που δεν λαμβάνουν μέτρα αυστηρότερα από αυτά της οδηγίας δεν δίνουν προτεραιότητα στην ασφάλεια ή ότι η ίδια η οδηγία δεν πράττει κάτι τέτοιο. Η ΕΟΚΕ προτείνει την αντικατάστασή του με τον ακόλουθο τίτλο: « Ενίσχυση της ασφάλειας ».

5.15   Άρθρο 11

Το άρθρο 11 αφορά την περιοδική έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα της οδηγίας που υποβάλλεται στην Επιτροπή, πράγμα αναγκαίο και επιθυμητό. Η σύμβαση για την πυρηνική ασφάλεια επιβάλλει ήδη έναν ρυθμό υποβολής εκθέσεων, και η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμο τον συντονισμό του συνόλου των εκθέσεων σε ένα κοινό χρονοδιάγραμμα, προκειμένου να καταστούν οι διαδικασίες απλούστερες και συνεκτικότερες.

Η διατύπωση του άρθρου διαμορφώνεται ως εξής: «Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ταυτόχρονα και με την ίδια συχνότητα με τις εθνικές εκθέσεις που υποβάλλουν στις συνόδους αξιολόγησης που προβλέπονται από τη σύμβαση για την πυρηνική ασφάλεια. Με βάση την έκθεση αυτή, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση για την πρόοδο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας συνοδευόμενη, κατά περίπτωση, από νομοθετικές προτάσεις».

6.   Πρόταση προσθήκης παραρτήματος στην οδηγία

6.1

Στόχος του παραρτήματος της οδηγίας είναι:

να διατυπώσει τις υποχρεώσεις των φορέων εκμετάλλευσης πυρηνικών εγκαταστάσεων, τις οποίες δεν μπορεί να επιβάλει η οδηγία, εφόσον δεσμεύει μόνον τα κράτη μέλη·

να διατυπώσει, με βάση τις δέκα θεμελιώδεις αρχές του ΔΟΑΕ, τους όρους που η οδηγία προτίθεται να καταστήσει δεσμευτικούς για τα κράτη μέλη.

6.2

Το παράρτημα περιλαμβάνει έξι αρχές:

6.2.1

Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο κάτοχος της άδειας αναλαμβάνει την ευθύνη για την ασφάλεια.

6.2.2

Η ευθύνη και η διαχείριση της ασφάλειας πρέπει να προσδιορίζονται στο υψηλότερο επίπεδο της επιχείρησης.

6.2.3

Η αξιολόγηση της ασφάλειας πρέπει να διενεργείται από την έναρξη της κατασκευής μιας εγκατάστασης και καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής της.

6.2.4

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη βελτιστοποίηση των πυρηνικών εγκαταστάσεων ώστε να ανταποκρίνονται στο υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας που μπορεί ευλόγως να επιτευχθεί.

6.2.5

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καταβάλλεται κάθε προσπάθεια για την πρόληψη και τον μετριασμό των πυρηνικών συμβάντων και ατυχημάτων.

6.2.6

Τα κράτη μέλη, ανεξαιρέτως, διασφαλίζουν τη λήψη μέτρων όσον αφορά την ικανότητα αντίδρασης και απόκρισης σε επείγουσες καταστάσεις πυρηνικών ατυχημάτων, σύμφωνα με την οδηγία 96/29.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  ΕΕ C 185 της 14.8.1975, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 172 της 8.7.1992, σ. 2.

(3)  COM(2003) 32 τελικό και COM(2004) 526 τελικό (αναθεωρημένη έκδοση).

(4)  ΕΕ C 133 της 6.6.2003, σσ. 70–74.

(5)  Βέλγιο, Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Κάτω Χώρες, Λιθουανία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία, Σουηδία, Τσεχική Δημοκρατία, Φινλανδία.

(6)  ΕΕ C 110 της 30.4.2004, σσ. 77-95.

(7)  Διεθνής σύμβαση, η οποία αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη των Ηνωμένων Εθνών (ΟΕΕ-ΗΕ). Υπογράφηκε από 40 από τις 55 χώρες της ΟΕΕ-ΗΕ (ΕΕ L 124 της 17.5.2005, σ. 4).

(8)  EE C 175 της 28.7.2009, σσ. 1–7.

(9)  Βλ. το έγγραφο που εξέδωσε η υπο-ομάδα «εναρμόνιση» του ευρωπαϊκού φόρουμ για την πυρηνική ενέργεια σχετικά με την πρόταση ευρωπαϊκής οδηγίας για την πυρηνική ασφάλεια.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

της γνωμοδότησης TEN/377 του ειδικευμένου τμήματος «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών» για την «Πρόταση οδηγίας (Ευρατόμ) του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού πλαισίου για την πυρηνική ασφάλεια»

COM(2008) 790 τελικό — 2008/0231 (CNS)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ  (1)

OBJECTIF DE SÛRETÉ

L'objectif fondamental de sûreté est de protéger les travailleurs et le grand public des effets nocifs des rayonnements ionisants pouvant provenir des installations nucléaires.

Afin de garantir la protection des travailleurs et du grand public, le mode de fonctionnement des installations nucléaires doit permettre de respecter les normes de sûreté maximales pouvant raisonnablement être atteintes compte tenu des facteurs économiques et sociaux.

Outre la protection des personnes définie dans les normes de base Euratom (directive 96/29), il convient de prendre des mesures

pour limiter les risques de survenue d'évènements pouvant entraîner la perte de contrôle du cœur d'un réacteur nucléaire, d'une réaction en chaîne nucléaire ou d'une source radioactive; et

pour atténuer les conséquences de tels événements s'ils surviennent.

L'objectif fondamental de sûreté doit être pris en compte pour toutes les installations nucléaires et à tous les stades du cycle de vie de l'installation nucléaire.

PRINCIPES DE SÛRETÉ

1.   Principe 1: Responsabilité de la sûreté

Chaque État membre garantit que la responsabilité première de la sûreté d'une installation nucléaire est entre les mains du titulaire de l'autorisation concerné et fait en sorte de s'assurer que tous les titulaires d'autorisations assument leurs responsabilités.

Chaque État membre s'assure que le titulaire d'une autorisation a pris des dispositions pour:

établir et conserver les compétences nécessaires;

fournir la formation et l'information adéquates;

instaurer des procédures et des mécanismes permettant de préserver la sûreté dans toutes les situations;

vérifier si la conception et la qualité des installations nucléaires sont appropriées;

garantir la gestion sans danger de tous les matériaux radioactifs utilisés, produits ou stockés;

garantir l'élimination sans danger de tous les déchets radioactifs générés,

afin de s'acquitter de ses responsabilités en matière de sûreté de l'installation nucléaire.

Ces responsabilités doivent être assumées conformément aux objectifs et exigences de sûreté applicables tels que définis ou approuvés par l'organisme de réglementation et leur respect doit être garanti tout au long de la mise en œuvre d'un système de gestion

2.   Principe 2: Direction et gestion de la sûreté

Chaque entreprise concernée par la sûreté nucléaire doit mettre en place et conserver une direction et une gestion efficaces de la sûreté.

2.1

Ce sont les niveaux les plus élevés de l'entreprise qui sont responsables de la direction de la sûreté. Il convient de mettre en œuvre et de conserver un système de gestion efficace, qui doit intégrer toutes les composantes de la gestion afin que l'élaboration et la mise en œuvre des exigences de sûreté soient cohérentes avec les autres exigences, notamment celles concernant la performance humaine, la qualité et la sécurité, et que la sûreté ne soit pas compromise par d'autres exigences ou revendications.

Le système de gestion doit également garantir la promotion d'une culture de la sûreté, l'évaluation régulière des performances en matière de sûreté et l'application des leçons tirées de l'expérience.

2.2

Le système de gestion intègre une culture de la sûreté qui préside aux attitudes et comportements en matière de sûreté de tous les individus et entreprises concernés. La culture de la sûreté inclut:

l'engagement individuel et collectif envers la sûreté de la part de la direction, des cadres et du personnel à tous les niveaux;

la responsabilité des entreprises et des individus en matière de sûreté à tous les niveaux;

des mesures visant à encourager la curiosité et l'apprentissage et à décourager la suffisance en matière de sûreté.

2.3

Le système de gestion reconnaît les nombreuses interactions des individus, à tous les niveaux, avec la technologie et les entreprises. Pour prévenir les erreurs humaines et organisationnelles ayant des conséquences sur le plan de la sûreté, il convient de tenir compte des facteurs humains et d'encourager les bons résultats et les bonnes pratiques.

3.   Principe 3: Évaluation de la sûreté

Des évaluations complètes et systématiques de la sûreté sont réalisées avant la construction et la mise en service d'une installation nucléaire et tout au long de son cycle de vie. Il convient d'adopter une approche progressive tenant compte du degré de risques potentiels de l'installation nucléaire concernée.

3.1

L'organisme de réglementation exige une évaluation de la sûreté nucléaire de la part de toutes les installations nucléaires, en respectant une approche progressive. Cette évaluation de la sûreté comprend l'analyse systématique du fonctionnement normal et de ses effets, ainsi que des éventuelles survenues de problèmes et de leurs conséquences. Les évaluations de la sûreté couvrent les mesures de sûreté nécessaires pour le contrôle des risques; la conception et les mesures de sûreté étudiées sont évaluées pour prouver qu'elles remplissent les fonctions de sûreté qui leur sont assignées. Lorsque des mesures de contrôle ou des actions spécifiques de la part de l'exploitant sont nécessaires pour maintenir la sûreté, une évaluation initiale de la sûreté est réalisée pour vérifier que les dispositifs mis en œuvre sont solides et fiables. Un État membre ne délivre l'autorisation pour une installation nucléaire que lorsqu'il a été démontré auprès de l'organisme de réglementation que les mesures de sûreté proposées par le titulaire sont adéquates.

3.2

L'évaluation de sûreté requise est répétée en totalité ou en partie si nécessaire ultérieurement dans la conduite des opérations afin de prendre en compte les circonstances nouvelles (telles que l'application de nouvelles normes ou de nouveautés scientifiques ou technologiques), le retour d'information des expériences tirées de l'exploitation du site en cours, les modifications éventuelles et les effets du vieillissement. Dans le cas d'une exploitation sur une longue période, les évaluations sont révisées et répétées aussi souvent que nécessaire. La poursuite de l'exploitation est alors conditionnée à ces réévaluations qui prouvent que les mesures de sûreté demeurent adéquates.

3.3

Dans le cadre de l'évaluation de sûreté requise, il convient d'identifier et d'analyser les éléments précurseurs d'accidents (événements amorceurs pouvant conduire aux conditions de l'accident) et de prendre des mesures pour empêcher la survenue d'accidents.

3.4

Afin d'améliorer encore la sûreté, il convient d'instaurer dans chaque installation des procédures pour le retour d'information et l'analyse des expériences en cours, y compris en ce qui concerne les événements amorceurs, les éléments précurseurs d'accidents, les quasi-incidents, les accidents et les actions non autorisées, de façon à en tirer des leçons, à partager les expériences et à s'y conformer.

4.   Principe 4: Optimisation de la sûreté

Les États membres s'assurent que les installations nucléaires sont optimisées pour répondre au niveau de sûreté maximal pouvant raisonnablement être atteint en pratique sans limiter leur fonctionnement outre mesure.

4.1

L'optimisation de la sûreté implique de réaliser une estimation de l'importance relative de différents facteurs, notamment:

La probabilité de survenue d'évènements prévisibles et les conséquences qui en découlent;

L'ampleur et la répartition des doses d'irradiation;

Les facteurs économiques, sociaux et environnementaux découlant des risques d'irradiation;

L'optimisation de la sûreté implique également de recourir aux bonnes pratiques et au bon sens dans la mesure du possible au quotidien.

5.   Principe 5: Prévention et atténuation

Chaque État membre s'assure que tous les efforts sont mis en œuvre, dans la pratique, pour prévenir et atténuer les incidents et accidents nucléaires dans ses installations nucléaires.

5.1

Chaque État membre s'assure que les titulaires d'autorisations mettent en œuvre tous les efforts pratiques:

pour empêcher la survenue de situations anormales ou d'incidents pouvant entraîner une perte de contrôle;

pour empêcher l'intensification de toute situation anormale ou incident éventuel; et

pour atténuer tout effet nocif d'un accident

en appliquant le principe de «défense en profondeur».

5.2

L'application du principe de «défense en profondeur» garantit qu'aucun problème technique, humain ou organisationnel ne peut avoir d'effets nocifs et que la probabilité est très faible de voir se combiner plusieurs erreurs pouvant avoir d'importants effets nocifs.

5.3

Le principe de «défense en profondeur» est mis en œuvre en associant plusieurs niveaux de protection consécutifs et indépendants qui devraient tous faillir avant qu'apparaissent les premiers effets nocifs pour les travailleurs ou le grand public. Les niveaux de défense en profondeur incluent:

a)

un choix adéquat du site;

b)

une conception adéquate de l'installation nucléaire, consistant en:

une qualité élevée de conception et de construction

une fiabilité élevée des composants et de l'équipement

des systèmes de contrôle, de limitation et de protection et des dispositifs de surveillance

une association adéquate de mesures de sûreté étudiées

c)

une organisation adéquate dotée de:

un système de gestion efficace, avec un fort engagement des cadres envers la culture de la sûreté;

procédures et pratiques opérationnelles globales;

procédures de gestion globale des accidents;

dispositifs de réaction à l'urgence.

6.   Principe 6: Capacité de réaction et de réponse à l'urgence

Les États membres s'assurent que les dispositions sont prises en matière de capacité de réaction et de réponse à l'urgence pour les accidents nucléaires, conformément à la directive 96/29.


(1)  Το παρόν κείμενο περιλαμβάνει μέρος του εγγράφου που εξέδωσε η υπο-ομάδα «εναρμόνιση» του ευρωπαϊκού φόρουμ για την πυρηνική ενέργεια σχετικά με την πρόταση ευρωπαϊκής οδηγίας για την πυρηνική ασφάλεια.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/64


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας και ασφάλειας των ανθρώπινων οργάνων που προορίζονται για μεταμόσχευση»

COM(2008) 818 τελικό — 2008/0238 (COD)

2009/C 306/14

Στις 21 Ιανουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 242 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

“Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας και ασφάλειας των ανθρώπινων οργάνων που προορίζονται για μεταμόσχευση”

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RODRÍGUEZ GARCÍA-CARO Jose Isaias.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειας, που πραγματοποιήθηκε στις 10 και 11 Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 114 ψήφους υπέρ και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) δέχεται ευνοϊκά την πρόταση οδηγίας και εκφράζει την ικανοποίησή της για τη διαμόρφωση νομικής πράξης με κύριο στόχο την καλύτερη προστασία της υγείας των πολιτών της ΕΕ, μέσα από τον συνδυασμό της ασφάλειας με μέτρα τόσο για τη βελτίωση της ποιότητας των θεραπειών που στηρίζονται σε μεταμόσχευση οργάνων, όσο και για την ευκολότερη πρόσβαση σε αυτές τις θεραπείες.

1.2

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι μια ορθή πολιτική προσέλκυσης δωρητών οργάνων εξαρτάται κυρίως από τους ακόλουθους παράγοντες: την ευαισθητοποίηση του πληθυσμού, τη διαμόρφωση συλλογικής συνείδησης των πολιτών, την ενεργό και ανιδιοτελή συμμετοχή των μέσων μαζικής επικοινωνίας καθώς και την κινητοποίηση και συμμετοχή του προσωπικού του κλάδου της υγείας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι, χάρη σε αυτά τα στοιχεία, είναι δυνατόν να επιτευχθούν ανάλογα επίπεδα δωρητών οργάνων σε όλα τα κράτη μέλη και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη.

1.3

Η πρακτική της δωρεάς οργάνων ανά την ΕΕ πρέπει να βασιστεί στην εθελοντική, ανιδιοτελή, αλληλέγγυα και αφιλοκερδή δωρεά οργάνων. Η νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους πρέπει να αποτρέπει οποιαδήποτε προσπάθεια εμπορίας οργάνων και να κολάζει αυστηρά την παράνομη διακίνηση οργάνων για μεταμόσχευση. Μέσω της κοινής και συντονισμένης τους δράσης, τα κράτη μέλη της ΕΕ μπορούν να επιτύχουν υψηλά ποσοστά δωρεάς οργάνων, αποτρέποντας παράλληλα οποιαδήποτε προσπάθεια διείσδυσης του οργανωμένου εγκλήματος στον χώρο της μεταμόσχευσης οργάνων.

1.4

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι νομικοί, πολιτισμικοί, ηθικοί, θρησκευτικοί, ιστορικοί, κοινωνικοί και λοιποί παράγοντες δεν θα πρέπει να αποτρέπουν τμήματα του πληθυσμού να γίνουν δωρητές, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπιθύμητη έλλειψη οργάνων. Η πιθανή έλλειψη οργάνων για μη επιστημονικούς ή μη δημογραφικούς λόγους δεν πρέπει να αντισταθμίζεται μέσω των εισαγωγών από άλλες περιοχές με μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση και υψηλότερο αίσθημα αλληλεγγύης του πληθυσμού ως προς τη μεταμόσχευση οργάνων.

1.5

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την εμπιστοσύνη της προς το έργο των αρμόδιων εθνικών αρχών, όπως αυτό περιγράφεται στην εν λόγω πρόταση οδηγίας. Θεωρεί ότι μια ισχυρή και καλά οργανωμένη δημόσια διοίκηση υγείας αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για τη διασφάλιση της τήρησης των προτύπων ποιότητας και ασφάλειας στον χώρο της μεταμόσχευσης οργάνων. Γι’ αυτό το λόγο κρίνει απαραίτητο να υπογραμμιστεί σαφώς στην οδηγία η ανάγκη τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα περιοδικού ελέγχου και επιθεώρησης του βαθμού συμμόρφωσης προς τα πρότυπα των κέντρων αφαίρεσης και μεταμόσχευσης οργάνων.

1.6

Ταυτόχρονα με την έκδοση της παρούσας πρότασης οδηγίας, η Επιτροπή παρουσίασε μια ανακοίνωση με τίτλο «Σχέδιο δράσης σχετικά με τη δωρεά και τη μεταμόσχευση οργάνων (2009-2015): ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών» (1). Παρά το γεγονός ότι δεν υποβλήθηκε αίτηση γνωμοδότησης, η ΕΟΚΕ, λόγω της σημασίας του θέματος για τους πολίτες της ΕΕ, κρίνει απαραίτητο να τοποθετηθεί επί του συγκεκριμένου σχεδίου και, ως εκ τούτου, θα καταρτίσει σχετική γνωμοδότηση πρωτοβουλίας.

1.7

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με το διατακτικό της οδηγίας, όπως αυτές παρατίθενται στο σημείο 4 της παρούσας γνωμοδότησης, διευκολύνουν την κατανόηση και τη συνοχή του συνόλου του κειμένου, βελτιώνοντας έτσι τη σύνταξη της τελικής μορφής της εν λόγω κοινοτικής νομικής πράξης. Ειδική μνεία γίνεται στις παρατηρήσεις που επισημαίνουν πιθανές ανακολουθίες μεταξύ των άρθρων.

1.8

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει, μεταξύ των ειδικών παρατηρήσεών της, δύο θεμελιώδη στοιχεία που συνιστούν οπισθοδρόμηση σε σύγκριση με το περιεχόμενο της οδηγίας 2004/23/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων (2). Υπό αυτή την έννοια, σημειώνουμε την έλλειψη άρθρου αντίστοιχου με το άρθρο 7, με τίτλο «Επιθεωρήσεις και μέτρα ελέγχου», καθώς και με το άρθρο 10 με τίτλο «Μητρώο ιδρυμάτων ιστών και υποχρέωση υποβολής εκθέσεων». Πιστεύουμε ότι αμφότερα τα άρθρα πρέπει να αποτυπωθούν εξίσου στην πρόταση οδηγίας για λόγους βελτίωσης της διατύπωσης.

2.   Εισαγωγή στην πρόταση οδηγίας

2.1

Με βάση το άρθρο 152 παράγραφος 4 σημείο α της Συνθήκης περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Συμβούλιο, σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία υπό το άρθρο 251, και κατόπιν διαβούλευσης με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και με την Επιτροπή των Περιφερειών, θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων του εν λόγω άρθρου λαμβάνοντας μέτρα για την καθιέρωση υψηλών προτύπων ποιότητας και ασφάλειας των οργάνων και των ουσιών ανθρώπινης προέλευσης, του αίματος και των παραγώγων του αίματος.

2.2

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν ήδη εκδώσει τόσο την οδηγία 2004/23/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων, όσο και την οδηγία 2002/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη συλλογή, τον έλεγχο, την επεξεργασία, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρωπίνου αίματος και συστατικών του αίματος (3). Για αμφότερες τις οδηγίες, η ΕΟΚΕ εξέδωσε σχετικές γνωμοδοτήσεις βάσει υποχρεωτικής διαβούλευσης (4).

2.3

Τον Μάιο του 2007, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με θέμα τη δωρεά και τη μεταμόσχευση οργάνων, δίνοντας τις κατευθυντήριες γραμμές για την εξέταση των μετέπειτα ενεργειών για τη δημιουργία ενός πλαισίου ποιότητας και ασφάλειας των δωρεών και των μεταμοσχεύσεων οργάνων και την προώθηση της συνεργασίας των κρατών μελών. Ως προς τη συγκεκριμένη ανακοίνωση, η ΕΟΚΕ δεν έχει υιοθετήσει κάποια γνωμοδότηση.

2.4

Στα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 6ης Δεκεμβρίου 2007, αναγνωρίζεται η σημασία της ύπαρξης αυστηρών προτύπων ασφάλειας και ποιότητας για τα όργανα προκειμένου να διασφαλίζεται η προστασία των ασθενών.

2.5

Η Επιτροπή παρουσίασε ταυτόχρονα την υπό εξέταση πρόταση οδηγίας και την ανακοίνωση της Επιτροπής «Σχέδιο δράσης σχετικά με τη δωρεά και τη μεταμόσχευση οργάνων (2009-2015): ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών», για την οποία δεν ζητήθηκε γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ.

2.6

Τέλος, θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 με τίτλο «Δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων (5): ενέργειες πολιτικής σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης». Η ΕΟΚΕ εκφράζει την υποστήριξή της προς το περιεχόμενο του εν λόγω ψηφίσματος.

2.7

Η πρόταση οδηγίας έχει στόχο τη θέσπιση προτύπων για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ασφάλειας των οργάνων ανθρώπινης προέλευσης που προορίζονται για μεταμόσχευση σε άλλους ανθρώπους, και είναι εφαρμοστέα σε ολόκληρη τη διαδικασία δωρεάς, αφαίρεσης, ελέγχου, συντήρησης, μεταφοράς και μεταμόσχευσης ανθρώπινων οργάνων.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η ΕΟΚΕ δέχεται ευνοϊκά την πρόταση οδηγίας σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας και ασφάλειας των ανθρώπινων οργάνων που προορίζονται για μεταμόσχευση, με την επιφύλαξη των γενικών και ειδικών παρατηρήσεων που διατυπώνονται στο παρόν έγγραφο. Συμφωνούμε απολύτως με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι ο απώτερος στόχος της οδηγίας πρέπει να είναι η διασφάλιση της προστασίας της ανθρώπινης υγείας. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να επιτύχουμε τα ανώτατα επίπεδα ποιότητας και ασφάλειας καθ’ όλη τη μεταμοσχευτική διαδικασία.

3.2

Η μεταμόσχευση ενός οργάνου προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ζώντος ή μη δωρητή από τον οποίο είναι δυνατόν να αφαιρεθεί το όργανο. Γι’ αυτό το λόγο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το πιο σημαντικό για όλη τη διαδικασία είναι η διευκόλυνση και η διασφάλιση της ύπαρξης δωρητών. Αυτό είναι η κύρια παράμετρος στην οποία πρέπει να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας σε επίπεδο ΕΕ. Η ευαισθητοποίηση του πληθυσμού, η διαμόρφωση συλλογικής συνείδησης των πολιτών, η ενεργός και ανιδιοτελής συμμετοχή των μέσων μαζικής επικοινωνίας, καθώς και η κινητοποίηση και η συμμετοχή του προσωπικού του κλάδου της υγείας αποτελούν βασικά στοιχεία για την αύξηση του αριθμού δωρητών οργάνων.

3.3

Υπό αυτό πρίσμα, η ΕΟΚΕ στηρίζει απολύτως την πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την καθιέρωση της διεθνούς ημέρας του δωρητή. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να καθιερώσουν αυτή τη διεθνή ημέρα ως μέσο προβολής της δωρεάς οργάνων στους πολίτες της ΕΕ και γι’ αυτό χρειάζονται την υποστήριξη και την εμπειρία της κοινωνίας πολιτών, όπως αυτή εκπροσωπείται από τις διάφορες οργανώσεις και ενώσεις ασθενών που έχουν προβεί σε μεταμόσχευση.

3.4

Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη σύμφωνη γνώμη της με την αρχή της εθελοντικής, ανιδιοτελούς και αφιλοκερδούς δωρεάς οργάνων σύμφωνα με την πρόταση οδηγίας. Όλα τα κράτη μέλη οφείλουν να αποκλείσουν από την εθνική τους νομοθεσία κάθε νομικό κενό που θα μπορούσε να δώσει λαβή για την εμπορία οργάνων ή την επιλογή ληπτών με κριτήρια ελεγχόμενης επιστημονικής φύσεως.

3.5

Η δωρεά οργάνων είναι η κύρια και απαραίτητη προϋπόθεση σε μια διαδικασία που καταλήγει στη μεταμόσχευση ενός οργάνου σε ασθενή. Η ευαισθητοποίηση και η συνειδητοποίηση του πληθυσμού αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της μεταμοσχευτικής διαδικασίας. Ως εκ τούτου, η απαίτηση συναίνεσης για την αφαίρεση οργάνων από άτομα που έχουν χάσει τη ζωή τους θα πρέπει μεν να γίνεται νομικά σεβαστή, αλλά θα πρέπει να απλοποιηθεί διαδικαστικά προκειμένου να επιτευχθεί ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός δωρητών οργάνων. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι νομικοί, πολιτισμικοί, ηθικοί, θρησκευτικοί, ιστορικοί, κοινωνικοί και λοιποί παράγοντες δεν θα πρέπει να αποτρέπουν τμήματα του πληθυσμού να γίνουν δωρητές δεδομένου ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπιθύμητη έλλειψη οργάνων. Η πιθανή έλλειψη οργάνων για μη επιστημονικούς ή μη δημογραφικούς λόγους δεν πρέπει να αντισταθμίζεται μέσω των εισαγωγών οργάνων από άλλα κράτη με μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση και υψηλότερο αίσθημα αλληλεγγύης του πληθυσμού ως προς τη μεταμόσχευση οργάνων.

3.6

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η ευαισθητοποίηση του πληθυσμού στο θέμα της δωρεάς οργάνων είναι τόσο σημαντική όσο και η κινητοποίηση του προσωπικού του κλάδου της υγείας. Όσο σημαντικές είναι η τεχνογνωσία και η επιστημονική κατάρτιση του προσωπικού για τη διαδικασία της δωρεάς και της μεταμόσχευσης, άλλο τόσο απαραίτητη είναι η παροχή κινήτρων στο προσωπικό του κλάδου, έτσι ώστε να λειτουργεί ως μεσάζων για την αφαίρεση των οργάνων· πρέπει, συνεπώς, να ενισχυθούν οι επικοινωνιακές του ικανότητες έτσι ώστε να διευκολύνουν τη διαδικασία της δωρεάς.

3.7

Υπό αυτή την έννοια, σε ορισμένα κράτη μέλη υφίσταται ένας φορέας εγνωσμένης αξίας και πείρας επί του θέματος, και συγκεκριμένα στην Ισπανία είναι ο ενδο-νοσοκομειακός συντονιστής μεταμοσχεύσεων. Ο δε ρόλος του συνίσταται στη βελτιστοποίηση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού οργάνων προς μεταμόσχευση, μέσω της παρακολούθησης δυνάμει δωρητών και της ευαισθητοποίησης του προσωπικού των νοσοκομειακών μονάδων που είναι πιθανότερο να υποδεχθούν τους εν λόγω δωρητές. Ο ενδο-νοσοκομειακός συντονιστής μεταμοσχεύσεων επιβλέπει, προωθεί και συντονίζει τη δωρεά, την αφαίρεση, τη μεταφορά και τη διαθεσιμότητα των οργάνων προς μεταμόσχευση. Η ΕΟΚΕ κρίνει απαραίτητο τα νοσοκομειακά ιδρύματα της ΕΕ να είναι στελεχωμένα με ειδικούς στον τομέα της υγείας επιφορτισμένους με αυτά τα καθήκοντα, και γι’ αυτό προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επιδιώξουν όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται την καθιέρωσή τους στα ευρωπαϊκά νοσοκομειακά ιδρύματα.

3.8

Η ΕΟΚΕ στηρίζει την εκπόνηση σε όλα τα κράτη μέλη εθνικών προγραμμάτων ποιότητας ως μέσων διασφάλισης της τήρησης των προτύπων ποιότητας και ασφάλειας της οδηγίας. Ομοίως, θεωρεί επιβεβλημένο το διορισμό εθνικών αρχών επιφορτισμένων με το καθήκον της εφαρμογής των απαιτήσεων της οδηγίας. Προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για μια ισχυρή οργανωτική δομή εθνικής εμβέλειας, επιβάλλεται τόσο η εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων ποιότητας και ο διορισμός εθνικών αρχών που θα ασκούν με τρόπο αποτελεσματικό τα καθήκοντά τους, όσο και η ενεργός συμμετοχή του πληθυσμού σε μία πτυχή της ατομικής και δημόσιας υγείας η οποία αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία και ενδιαφέρον για τους πολίτες.

3.9

Οι αρχές του τομέα της υγείας των κρατών μελών είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ασφάλειας της μεταμοσχευτικής διαδικασίας. Η υιοθέτηση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας κατά τη διαδικασία δωρεάς και μεταμόσχευσης οργάνων, καθώς και η εφαρμογή κοινών κανόνων ως προς τις προδιαγραφές οργάνωσης, εξοπλισμού και κατάρτισης του προσωπικού που πρέπει να πληρούν οι οργανισμοί αφαίρεσης και τα μεταμοσχευτικά κέντρα αποτελούν προτεραιότητα για την επίτευξη ενός υψηλού επιπέδου αποτελεσματικότητας και ασφάλειας αυτού του τύπου χειρουργικών θεραπειών. Υπό αυτή την έννοια, είναι σημαντικό οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να αναπτύξουν λεπτομερή προγράμματα περιοδικού ελέγχου και επιθεώρησης των συγκεκριμένων κέντρων και οργανισμών με σκοπό τη διασφάλιση της πλήρους τήρησης των προτύπων ποιότητας και ασφάλειας των ανθρώπινων οργάνων προς μεταμόσχευση.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Όσον αφορά το άρθρο 1:

Η πρόταση οδηγίας θέτει ως αντικειμενικό σκοπό τη διασφάλιση «υψηλών» προτύπων ποιότητας και ασφάλειας όσον αφορά τα όργανα καθώς και «υψηλού» επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι δεν πρέπει να αρκεστούμε σε φράσεις όπως «διασφάλιση υψηλού επιπέδου» λόγω της ασάφειας που προκύπτει όσον αφορά την πρακτική εφαρμογή. Στον τομέα των μεταμοσχεύσεων οφείλουμε να επιδιώκουμε το άριστο, χωρίς την παραμικρή ατέλεια. Ως εκ τούτου, προτείνουμε την απαλοιφή του επιθέτου «υψηλός» από το άρθρο και την αναδιατύπωση της σχετικής παραγράφου ως εξής: «[…] με σκοπό να εξασφαλίζονται τα αναγκαία επίπεδα ποιότητας και ασφάλειας των οργάνων ανθρώπινης προέλευσης που προορίζονται για μεταμόσχευση στο ανθρώπινο σώμα, ώστε να διασφαλίζεται το ανώτατο επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας».

4.2   Όσον αφορά το άρθρο 3 στοιχείο ι):

Στον ορισμό του «οργανισμού αφαίρεσης» συμπεριλαμβάνονται ιδρύματα, μονάδες, ομάδες και φορείς. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ο ορισμός είναι ασαφής και ότι ο όρος βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τον ορισμό του στοιχείου ιζ) του ίδιου άρθρου. Εφόσον στο στοιχείο ιζ) ο όρος αναγράφεται ως «μεταμοσχευτικό κέντρο», θα έπρεπε αντιστοίχως να γίνεται λόγος για «κέντρο αφαίρεσης» αντί του «οργανισμού αφαίρεσης». Ομοίως, η λέξη «φορέας» που περιλαμβάνεται σε αμφότερα τα στοιχεία, πρέπει να απαλειφθεί, δεδομένου ότι τόσο η αφαίρεση όσο και η μεταμόσχευση οργάνου πραγματοποιούνται από επαγγελματίες που στελεχώνουν ομάδες ή μονάδες που εργάζονται σε νοσηλευτικά ιδρύματα, τα οποία με τη σειρά τους υπάγονται σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς. Την έγκριση από την αρμόδια αρχή για τις συγκεκριμένες δραστηριότητες, την λαμβάνουν τα εν λόγω ιδρύματα, μονάδες και ομάδες. Ως απόρροια, λοιπόν, αυτής της παρατήρησης, το άρθρο 5, το οποίο αναφέρεται στους οργανισμούς αφαίρεσης, πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

4.3   Όσον αφορά το άρθρο 3 στοιχείο ιη):

Στο συγκεκριμένο στοιχείο, που αφορά τον ορισμό της ιχνηλασιμότητας, προτείνεται να αντικατασταθεί ο όρος «οργανισμός αφαίρεσης» με τον όρο «κέντρο αφαίρεσης», σύμφωνα με την προηγούμενη παρατήρηση.

4.4   Όσον αφορά τους ορισμούς που απουσιάζουν από το άρθρο 3:

Στο άρθρο 2 της πρότασης οδηγίας, αναφέρεται ότι η οδηγία εφαρμόζεται στις διάφορες φάσεις της διαδικασίας κατά την οποία ένα ανθρώπινο όργανο προορίζεται για μεταμόσχευση. Όλες οι εν λόγω φάσεις ορίζονται στο άρθρο 3, πλην του ελέγχου και της μεταφοράς. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να παρατίθενται με σαφήνεια οι ορισμοί όλων των φάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2, πολύ περισσότερο μάλιστα που το άρθρο 8 της πρότασης οδηγίας είναι αφιερωμένο αποκλειστικά στη μεταφορά οργάνων.

4.5   Όσον αφορά το άρθρο 6:

Το συγκεκριμένο άρθρο, το οποίο αναφέρεται στην αφαίρεση οργάνων, κάνει μνεία εν συντομία στις απαιτήσεις για τα χειρουργεία στα οποία πραγματοποιείται αφαίρεση οργάνων. Οι απαιτήσεις που παρατίθενται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β) είναι τόσο προφανείς και υποτυπώδεις, ώστε η ΕΟΚΕ προτείνει την απαλοιφή τους από το κείμενο και την παραπομπή σε ένα παράρτημα ή μεταγενέστερο έγγραφο, όπου θα προσδιορίζονται διεξοδικά οι ελάχιστες απαιτήσεις ως προς τη διάρθρωση, τον εξοπλισμό και τη στελέχωση ενός χειρουργείου στο οποίο πραγματοποιείται αφαίρεση οργάνων, είτε από ζώντες είτε από νεκρούς δότες.

4.6

Επίσης, η ΕΟΚΕ εκφράζει την απορία της για την απουσία ενός άρθρου με θέμα τις επιθεωρήσεις και τα μέτρα ελέγχου, κατ’ αναλογία με το άρθρο 7 της οδηγίας 2004/23/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων. Στην πρόταση οδηγίας, και συγκεκριμένα στο άρθρο 18, αναφέρεται εν συντομία ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών «εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί αφαίρεσης και τα μεταμοσχευτικά κέντρα υποβάλλονται τακτικά σε έλεγχο και σε λογιστικό έλεγχο». Κρίνουμε απαραίτητο να συμπεριληφθεί ένα νέο άρθρο στην πρόταση, με περιεχόμενο στο ίδιο πνεύμα με το προαναφερθέν.

4.7   Όσον αφορά το άρθρο 7 της πρότασης οδηγίας:

4.7.1

Στην παράγραφο 1 αναφέρεται: «οι δοκιμές που απαιτούνται για το χαρακτηρισμό οργάνου διενεργούνται από ειδικευμένο εργαστήριο». Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι στους ορισμούς του άρθρου 3 δεν συμπεριλαμβάνεται η λέξη «ειδικευμένο». Φρονούμε ότι το εργαστήριο πρέπει να έχει εγκριθεί, διαπιστευθεί, οριστεί ή αδειοδοτηθεί προκειμένου να δύναται να ασκεί τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο α). Σε κάθε περίπτωση, είναι επίσης δυνατόν να οριστεί πότε ένα εργαστήριο στην επικράτεια της ΕΕ θεωρείται επαρκώς ειδικευμένο για το χαρακτηρισμό οργάνου, δωρητή ή λήπτη.

4.7.2

Η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση καθότι, πέραν των ειδικευμένων εργαστηρίων, γίνεται λόγος για οργανισμούς και φορείς χαρακτηρισμού οργάνων και δοτών. Στη μητρική γλώσσα του εισηγητή, το νόημα που συνάγεται είναι ότι υφίστανται ειδικευμένα εργαστήρια, αλλά δεν είναι ευνόητο σε τι ακριβώς αναφέρεται το κείμενο της πρότασης στο σημείο όπου κάνει λόγο για οργανισμούς και φορείς, εξισώνοντάς τους με τα εργαστήρια. Επιμένουμε ότι το κείμενο πρέπει να διατηρεί μια λεξιλογική συνοχή που να αποτρέπει τυχόν παρανοήσεις.

4.8   Όσον αφορά το άρθρο 9:

4.8.1

Στην παράγραφο 2 πρέπει να απαλειφθούν οι λέξεις «διαπίστευση», «ορισμός» και «έγκριση» δεδομένου ότι εμπεριέχονται όλες στον ορισμό της άδειας, όπως αυτός παρατίθεται στο άρθρο 3 στοιχείο α). Ομοίως, φρονούμε ότι η άδεια των μεταμοσχευτικών κέντρων πρέπει να διευκρινίζει «για ποιού είδους μεταμοσχεύσεις είναι διαπιστευμένο το οικείο κέντρο». Αυτή η συγκεκριμένη διατύπωση είναι πιο σαφής από τη λέξη «δραστηριότητες» που χρησιμοποιείται στο κείμενο.

4.8.2

Στην παράγραφο 3 στοιχείο β), χρησιμοποιείται η λέξη «αποθήκευση» που ούτε ορίζεται στο άρθρο 3 ούτε συμπεριλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2. Αυτό που υποθέτουμε —εκτός αν υπάρχει λόγος που να δικαιολογεί το αντίθετο— είναι ότι πρόκειται για αβλεψία, εφόσον η λέξη που χρησιμοποιείται στο πεδίο εφαρμογής και στους ορισμούς είναι «συντήρηση». Συνεπώς, ζητούμε τη διόρθωση του κειμένου αναλόγως.

4.8.3

Τέλος, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι είναι σημαντικό οι εθνικές απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας στα μεταμοσχευτικά κέντρα να βρίσκονται στη διάθεση κάθε κράτους μέλους που θα τις ζητά· ωστόσο θεωρούμε ότι, για λόγους ευελιξίας και αποτελεσματικότητας, θα ήταν προτιμότερο να χορηγούνται χωρίς να απαιτείται καν σχετική αίτηση. Η Επιτροπή, υποβοηθούμενη από τις εκάστοτε αρμόδιες αρχές, θα μπορούσε να λειτουργεί ως θεματοφύλακας των πληροφοριών αυτών να είναι αυτή που θα τις διαθέτει προς κάθε ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή κράτους μέλους.

4.9   Όσον αφορά το άρθρο 11:

Αναφορικά με τις ανεπιθύμητες αντιδράσεις που μπορούν να προκύψουν σε μία ή περισσότερες φάσεις της διαδικασίας δωρεάς ή μεταμόσχευσης, και όπως επισημάναμε στην παρατήρηση του σημείου 4.4, θεωρούμε ότι το κείμενο περιλαμβάνει μία φάση που δεν αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, τη φάση του ελέγχου, ενώ παραλείπει δύο άλλες φάσεις, τον χαρακτηρισμό και τη συντήρηση, οι οποίες περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής, και κατά τις οποίες θα μπορούσαν να προκληθούν ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Συνεπώς, κρίνουμε επιβεβλημένη τη διόρθωση του κειμένου αναλόγως.

4.10   Όσον αφορά το άρθρο 15:

Αναφορικά με την προστασία των ζώντων δοτών, το άρθρο καθορίζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών προκειμένου οι εν λόγω πολίτες τους να είναι πλήρως ενήμεροι των παραμέτρων αυτής της ανιδιοτελούς πράξης, καθώς και των μέτρων για την προστασία της υγείας τους. Κατ’ αναλογία με την επικεφαλίδα του άρθρου και με το περιεχόμενό του, προτείνουμε τη μερική απαλοιφή της τελευταίας φράσης της παραγράφου 2, όπου γίνεται αναφορά σε τρίτους, κρατώντας την εξής διατύπωση: «Η εξέταση αυτών των στοιχείων ενδέχεται να οδηγήσει στον αποκλεισμό προσώπων των οποίων η δωρεά θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρό κίνδυνο για τους ίδιους».

4.11   Όσον αφορά το άρθρο 19 παράγραφος 2:

Στην εν λόγω παράγραφο αναγνωρίζεται το δικαίωμα πρόσβασης της Επιτροπής και των κρατών μελών στα αρχεία των οργανισμών αφαίρεσης οργάνων και των μεταμοσχευτικών κέντρων των υπολοίπων κρατών μελών, κατόπιν σχετικής αίτησης. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το συγκεκριμένο άρθρο συνιστά οπισθοδρόμηση σε σχέση με τη διατύπωση του άρθρου 10 της οδηγίας 2004/23/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων. Συνεπώς, κρίνουμε απαραίτητο, για το ζήτημα αυτό, να υιοθετηθεί η διατύπωση της προαναφερθείσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία εθνικών μητρώων δημόσιου χαρακτήρα για τους οργανισμούς αφαίρεσης οργάνων και τα μεταμοσχευτικά κέντρα· αναλόγως, θα πρέπει να διατυπωθεί και η αναφορά στη σύσταση δικτύου που θα συμπεριλαμβάνει, σε επίπεδο ΕΕ, όλα αυτά τα εθνικά μητρώα.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  COM(2008) 819 τελικό.

(2)  ΕΕ L 102 της 7.4.2004, σ. 48-58

(3)  ΕΕ L 33 της 8.2.2003, σ. 30-40.

(4)  ΕΕ C 85 της 8.4.2003, σ. 44-51(εισηγητής: ο κ. Bedossa) και ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 106-109(εισηγητής: ο κ. Ribeiro).

(5)  P6_TA(2008)0130


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/68


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας»

COM(2009) 71 τελικό/2 — 2006/0222 (COD)

2009/C 306/15

Στις 11 Μαρτίου 2009, το Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει γνωμοδότηση για την

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας»

Το ειδικευμένο τμήμα “Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη”, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Μαΐου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. VERBOVEN.

Κατά την 454η σύνοδο της ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ουσία της εξεταζόμενης πρότασης, καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις τρείς επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν και να τροποποιήσει ανάλογα το κείμενο των αιτιολογικών σκέψεων. Εύχεται δε η πρόταση να υιοθετηθεί το συντομότερο δυνατόν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

2.   Αιτιολογία

2.1   Σύνοψη της πρότασης της Επιτροπής

2.1.1

Σκοπός της παρούσας πρότασης είναι η κωδικοποίηση της οδηγίας 83/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Σεπτεμβρίου 1983, για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που συνεπάγεται η έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 8 της οδηγίας 80/1107/ΕΟΚ). Η νέα οδηγία θα αντικαταστήσει τις διάφορες πράξεις που αποτελούν αντικείμενο της κωδικοποίησης (1)· σύμφωνα με την Επιτροπή, η παρούσα πρόταση σέβεται πλήρως την ουσία των κωδικοποιούμενων κειμένων και αρκείται απλώς στη συγκέντρωσή τους, επιφέροντας μόνο τις τυπικές τροποποιήσεις που απαιτούνται από την ίδια τη διαδικασία κωδικοποίησης.

2.2   Γενικές παρατηρήσεις

2.2.1

Η έκθεση στον αμίαντο εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για διάφορες κατηγορίες εργαζομένων, ιδίως στον οικοδομικό τομέα. Υπολογίζεται γενικά ότι η Ευρώπη κατανάλωσε πολλές δεκάδες εκατομμύρια τόνους αμιάντου κατά τον 20ο αιώνα. Παρά την απαγόρευση του αμιάντου που αποφάσισε η ΕΕ το 1999, η έκθεση στον αμίαντο θα συνεχιστεί επί δεκαετίες, κυρίως εξαιτίας του αριθμού των κτιρίων που περιέχουν αμίαντο. Εξάλλου, η αχρήστευση ποικίλων εξοπλισμών που περιέχουν αμίαντο και η διαχείριση των αποβλήτων παρουσιάζουν επίσης κινδύνους έκθεσης στον αμίαντο. Η ύπαρξη αγοράς διαφόρων μεταχειρισμένων ειδών που περιέχουν αμίαντο αποτελεί επίσης παράγοντα ανησυχίας.

2.2.2

Η ΕΤΠ έχει εξετάσει επανειλημμένως ζητήματα σχετικά με την προστασία των εργαζομένων που εκτίθενται στον αμίαντο. Υπενθυμίζεται ειδικότερα η γνωμοδότηση πρωτοβουλίας που υιοθετήθηκε στις 4 Μαρτίου 1999 (2).

2.2.3

Η πρώτη οδηγία για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους της έκθεσης σε αμίαντο ανάγεται στο 1983. Η οδηγία αυτή τροποποιήθηκε επανειλημμένα προκειμένου να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της, να ενισχυθούν τα μέτρα πρόληψης και να μειωθούν οι οριακές τιμές έκθεσης.

2.2.4

Οι διάφορες αυτές αναθεωρήσεις ενδέχεται να προξενήσουν δυσχέρειες στους αποδέκτες της εν λόγω νομοθεσίας. Η παρούσα πρόταση κωδικοποίησης επιτρέπει τη συγκέντρωση σε μια μόνο νομοθετική πράξη των διάφορων εν ισχύ διατάξεων χωρίς να θίγεται το περιεχόμενό τους. Επιφέρει απλώς και μόνο τις τυπικές τροποποιήσεις που απαιτεί η κωδικοποίηση.

2.2.5

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ωστόσο ότι η κωδικοποίηση των αιτιολογικών σκέψεων παρουσιάζει ορισμένες ελλείψεις. Πολλές αιτιολογικές σκέψεις παλαιότερων οδηγιών δεν συμπεριελήφθησαν στην κωδικοποίηση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παραλείψεις αυτές προχωρούν και πέραν της απλής συντακτικής προσαρμογής. Επηρεάζουν ουσιαστικά στοιχεία που ο κοινοτικός νομοθέτης τα θεώρησε σημαντικά.

2.2.6

Πρόκειται για την αιτιολογική σκέψη αριθμός 2 της οδηγίας 2003/18/ΕΚ στην οποία ο κοινοτικός νομοθέτης τονίζει τη σημασία της προληπτικής προσέγγισης όσον αφορά τις ίνες υποκατάστασης του αμιάντου. Το σημείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για να αποφευχθούν εναλλακτικές λύσεις που προκαλούν προβλήματα υγείας.

2.2.7

Το ίδιο ισχύει επίσης και για την περίπτωση της διαγραφής της αιτιολογικής σκέψης αριθμός 4 της ίδιας οδηγίας που εφιστούσε την προσοχή στη σημασία της κοινοτικής απόφασης να απαγορεύσει τον χρυσότιλο αμίαντο από την 1η Ιανουαρίου 2005. Η παράλειψη αυτή είναι πιο αδικαιολόγητη ακόμη, δεδομένου ότι έχει διαγραφεί εξίσου και η αιτιολογική σκέψη 4 της οδηγίας 91/382/ΕΟΚ, η οποία αναφερόταν στη σημασία της αρχής της υποκατάστασης για την πρόληψη των κινδύνων που οφείλονται στις επικίνδυνες ουσίες. Η απόσυρση των εν λόγω δύο αιτιολογικών σκέψεων φαίνεται αναιτιολόγητη, όταν ληφθεί υπόψη η δέσμευση της ΕΕ να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την απαγόρευση του αμιάντου σε παγκόσμια κλίμακα.

2.2.8

Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση της αιτιολογικής σκέψης αριθμός 15 της οδηγίας 2003/18/ΕΚ, η οποία ζητά από τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν το περιεχόμενο των καταλόγων και των φακέλων των εργαζομένων που εκτέθηκαν στον αμίαντο σε εκείνο των φακέλων που προβλέπονται για τους εργαζόμενους που εκτέθηκαν σε άλλες καρκινογόνες ουσίες.

2.2.9

Η διαγραφή των εν λόγω αιτιολογικών σκέψεων φαίνεται να υπερβαίνει τα συνήθη πλαίσια της κωδικοποίησης. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η πρόταση πρέπει να συμπεριλάβει αιτιολογικές σκέψεις αντίστοιχης εμβέλειας ώστε να διασαφηνισθεί η νομική εμβέλεια της προτεινόμενης πράξης για τα συγκεκριμένα σημεία.

2.2.10

Μία κωδικοποίηση δεν είναι δυνατόν να εισαγάγει ουσιαστικές τροποποιήσεις. Η ΕΟΚΕ, μετά την εξέταση της πρότασης, εκτιμά ότι το κείμενο τηρεί αυτή την αρχή, με την επιφύλαξη των παρατηρήσεων που διατυπώθηκαν σχετικά με την κατάργηση ορισμένων αιτιολογικών σκέψεων. Η πρόταση της Επιτροπής συνίσταται στην ορθολογική συγκέντρωση των ισχυουσών διατάξεων, καθιστώντας τις σαφέστερες, και, επομένως, δεν θέτει κανένα πρόβλημα ουσίας.

2.2.11

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η παρούσα πρόταση πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαβούλευσης της συμβουλευτικής επιτροπής για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στον χώρο εργασίας, σύμφωνα με την απόφαση 2003/ C 218/01 του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003. Η διαβούλευση αυτή θα πρέπει να αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις σύμφωνα με την μέχρι σήμερα ακολουθούμενη πρακτική.

2.2.12

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ουσία της εξεταζόμενης πρότασης, καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις τρείς επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν και να τροποποιήσει ανάλογα το κείμενο των αιτιολογικών σκέψεων. Εύχεται δε η πρόταση να υιοθετηθεί το συντομότερο δυνατόν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

3.   Ειδικές παρατηρήσεις

Η ΕΤΠ υπενθυμίζει τη γνωμοδότησή της που υιοθετήθηκε στις 4 Μαρτίου 1999 και, ειδικότερα, επαναλαμβάνει την επιθυμία της για ταχεία επικύρωση από τα κράτη μέλη της Σύμβασης αριθ. 162 της ΔΟΕ για την ασφάλεια κατά τη χρήση αμιάντου. Μέχρι σήμερα, μόνο 10 από τα 27 κράτη μέλη την έχουν επικυρώσει. Η επικύρωση της Σύμβασης από τα κράτη μέλη της ΕΕ θα προσδώσει κύρος στη σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ως μείζονος μέσου προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων σε παγκόσμια κλίμακα.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Οδηγία 83/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, οδηγία 91/382/ΕΟΚ του Συμβουλίου, οδηγία 98/24/ΕΚ του Συμβουλίου (μόνο όσον αφορά το άρθρο 13) και οδηγία 2003/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

(2)  Βλ. γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, 24.3.1999 με θέμα «Ο αμίαντος», εισηγητής ο κ. ETTY, (ΕΕ C 138 της 18ης Μαΐου 1999).


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/70


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής για την απασχόληση»

2009/C 306/16

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ζήτησε, με επιστολή του στις 13 Μαρτίου 2009, από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να εκπονήσει γνωμοδότηση σχετικά με τα

«Αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής για την απασχόληση»

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Μαΐου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. GREIF.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειας της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 2009) η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 140 ψήφους υπέρ, 27 ψήφους κατά και 24 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συστάσεις

1.1

Η σημερινή χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έπληξε καίρια τα κράτη μέλη της ΕΕ. Η ανεργία αυξάνεται ανησυχητικά. Ύψιστη προτεραιότητα σε ολόκληρη την ΕΕ πρέπει να αποτελέσει ο περιορισμός των μαζικών απολύσεων και της κλιμάκωσης της ανεργίας. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι αυτό απαιτεί την καταβολή υπέρτατης προσπάθειας εκ μέρους όλων των ιθυνόντων, τόσο στα κράτη μέλη όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Δεν είναι σωστό να συνεχίσουμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα («business as usual»), διότι η στάση αυτή δεν ενδείκνυται ενόψει της ιδιαίτερης κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε σήμερα αλλά ούτε αποτελεί λύση για την πολιτική απασχόλησης.

1.2

Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ προβαίνει στις ακόλουθες συστάσεις για την αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης της αγοράς εργασίας, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην προετοιμασία των σχετικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 18ης και 19ης Ιουνίου:

Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των επενδυτών με την εξασφάλιση και την τόνωση της ιδιωτικής και δημόσιας ζήτησης.

Αξιοποίηση των μηχανισμών των ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας που στηρίζονται από το δημόσιο, με στόχο τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και παράλληλα τη βελτίωση των δεξιοτήτων των εργαζομένων.

Αποφυγή, στο μέτρο του δυνατού, της μείωσης των εισοδημάτων και προώθηση της ισότητας των ευκαιριών, συνεκτίμηση των ανισοτήτων και περισσότερη ασφάλεια στην αγορά εργασίας.

Διασφάλιση των δημόσιων επενδύσεων μέσω προσωρινής ευέλικτης εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας και διεύρυνση της φορολογικής βάσης στα κράτη μέλη.

Αύξηση της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, διευκόλυνση της πρόσβασης στα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία και λήψη άμεσων διορθωτικών μέτρων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση.

Συνέχιση των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αναβάθμιση των δεξιοτήτων, αποτελεσματικότερη ανταπόκριση στις ανάγκες της αγοράς εργασίας, βελτίωση της κινητικότητας και τόνωση της επιχειρηματικότητας.

1.3

Οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι εκπρόσωποι της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κρίσης. Όλοι οι ιθύνοντες στον τομέα της οικονομίας, της πολιτικής και της κοινωνίας οφείλουν να διασφαλίσουν σήμερα ότι μια τέτοια κρίση δεν πρόκειται ποτέ να επαναληφθεί.

2.   Εισαγωγή: Δραματική αύξηση της ανεργίας στην ΕΕ – Η διατήρησης της σημερινής κατάστασης δεν συνιστά την ενδεδειγμένη πολιτική απασχόλησης

2.1

Η σημερινή χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έπληξε καίρια τα κράτη μέλη της ΕΕ. Ο αριθμός των επιχειρήσεων που επλήγησαν έχει αυξηθεί δραματικά από το Σεπτέμβριο του 2008. Παράλληλα, η ανεργία αυξάνεται ανησυχητικά.

Σύμφωνα με πρόσφατες προβλέψεις, η ανεργία στην ευρωζώνη θα αυξηθεί από 7,5 % το 2008 σε 10 % το 2009 και ίσως αγγίξει και το 12 % το 2010 (1).

Σε σχέση με προηγούμενες περιόδους ύφεσης, η ανεργία αυξάνεται με πολύ ταχύτερο ρυθμό. Ενώ στις αρχές της δεκαετίας του '90 αυξανόταν κατά 1 % περίπου κάθε 4-5 τρίμηνα, το 2009 θα αυξηθεί μόνο στην Ευρωζώνη κατά 3 % (2).

Σε πολλούς τομείς παρατηρούνται ήδη μαζικές απολύσεις, τόσο στον τομέα παροχής υπηρεσιών (κυρίως στον τραπεζικό τομέα) όσο και στον παραγωγικό τομέα (ιδιαίτερα στην αυτοκινητοβιομηχανία, καθώς και στη βιομηχανία εξοπλισμού αυτοκινήτων, στη χημική βιομηχανία και στον κατασκευαστικό τομέα).

Πρέπει να προετοιμασθούμε ενόψει μίας περαιτέρω, επώδυνης αύξησης: σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΟΟΣΑ, αναμένονται περισσότεροι από 8 εκατομμύρια νέοι άνεργοι.

2.2

Δεδομένης της ανησυχητικής αυτής τάσης στην αγορά εργασίας, ύψιστη προτεραιότητα σε όλη την ΕΕ πρέπει σήμερα να αποτελεί ο περιορισμός των μαζικών απολύσεων και της περαιτέρω αύξησης της ανεργίας. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι αυτό απαιτεί ιδιαίτερες προσπάθειες εκ μέρους όλων των ιθυνόντων, τόσο στα κράτη μέλη όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Δεν είναι σωστό να συνεχίσουμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα («business as usual»), διότι η στάση αυτή δεν ενδείκνυται ενόψει της ιδιαίτερης κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε σήμερα αλλά ούτε αποτελεί λύση για την πολιτική απασχόλησης. Η ΕΟΚΕ χαιρέτισε, ως εκ τούτου, τη σύγκληση Συνόδου Κορυφής για την απασχόληση ως κατάλληλη ευκαιρία για τη διεξαγωγή συζήτησης σχετικά με το τι πρέπει να γίνει ούτως ώστε να μην επαναληφθεί μια παρόμοια κρίση με τέτοιες δραματικές επιπτώσεις στην αγορά εργασίας. Ως εκ τούτου, αποδέχθηκε την πρόσκληση ενεργού συμμετοχής των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών και των κοινωνικών εταίρων.

2.3

Η ΕΟΚΕ υπογράμμισε ήδη στο «Πρόγραμμα για την Ευρώπη» (3) και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της (ιδιαίτερα στη γνωμοδότησή της σχετικά με το ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας), ορισμένα καίρια σημεία που έχουν ιδιαίτερη σημασία ως βραχυπρόθεσμα μέτρα για την αντιμετώπιση περιόδων κρίσης.

2.4

Επιπλέον, η ΕΟΚΕ παραθέτει στην παρούσα γνωμοδότηση κι άλλες συστάσεις για το πώς πρέπει να αντιμετωπισθεί η περαιτέρω αύξηση της ανεργίας. Με αυτές επιδιώκει να συμβάλει στην προετοιμασία των σχετικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 18ης-19ης Ιουνίου 2009.

3.   Συστάσεις της ΕΟΚΕ για την αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης στην αγορά εργασίας

3.1   Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των επενδυτών, η οποία θα επιτευχθεί με την εξασφάλιση και την τόνωση της ιδιωτικής και της δημόσιας ζήτησης

3.1.1

Η πολιτική για την αγορά εργασίας δεν δημιουργεί από μόνη της θέσεις εργασίας. Μπορεί να στηρίξει τη δημιουργία απασχόλησης, δεν μπορεί εντούτοις να υποκαταστήσει την απαραίτητη δυναμική για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η βάση για μια αποτελεσματική πολιτική για την αγορά εργασίας είναι μια σταθερή οικονομία. Χωρίς ανάκαμψη της οικονομίας δεν θα υπάρξει καμία θετική εξέλιξη για την απασχόληση. Με αυτή την έννοια, τα μέτρα της πολιτικής για την αγορά εργασίας μπορούν να αποδώσουν καρπούς μόνο σε ένα ευνοϊκότερο μακροοικονομικό περιβάλλον, δεδομένης της παρούσας τεταμένης κατάστασης στην αγορά εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ επικρότησε το ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας του Δεκεμβρίου 2008. Πιστεύει ότι το σχέδιο αυτό αποτελεί τη σωστή προσέγγιση για την αντιμετώπιση των επικείμενων προκλήσεων, προτρέπει εντούτοις την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τα προγράμματα που έχουν δρομολογηθεί χωρίς καμία περαιτέρω καθυστέρηση (4).

3.1.2

Ωστόσο, για να αποφευχθούν μαζικές απολύσεις και να περισταλεί η μαζική ανεργία, απαιτούνται πολύ πιο εντατικές προσπάθειες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Επομένως, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τις ανησυχίες που έχει ήδη εκφράσει στο παρελθόν, ότι δηλαδή τα προγράμματα ανάκαμψης της οικονομίας που δρομολογήθηκαν μέχρι στιγμής δεν επαρκούν (5) Εάν μέχρι το φθινόπωρο αποδειχθούν ανεπαρκή τα μέτρα που ελήφθησαν μέχρι σήμερα για να αποφευχθεί η μαζική ανεργία, η ΕΟΚΕ συνιστά την υιοθέτηση ενός δεύτερου ευρωπαϊκού προγράμματος οικονομικής ανάκαμψης, της τάξης δύο πρόσθετων ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕγχΠ, που θα ασκήσει ευρεία επίδραση στην αγορά εργασίας. Οι επιπρόσθετες εγχώριες επενδύσεις θα πρέπει να συντονισθούν πολύ περισσότερο απ' ό,τι μέχρι τώρα, προκειμένου να αποφέρει η πολιτική απασχόλησης περισσότερα αποτελέσματα. Πέραν των εν λόγω επενδύσεων, θα πρέπει να καταρτιστούν σημαντικά ευρωπαϊκά σχέδια επενδύσεων.

3.1.3

Τα μέτρα για την αγορά εργασίας όπως και η ανάκαμψη της οικονομίας έχουν καθοριστική σημασία. Για το λόγο αυτό, αυτές οι προβλεπόμενες δαπάνες πρέπει να είναι της τάξης του 1% και να αφορούν ρητά μέτρα της πολιτικής για την αγορά εργασίας. Σε συνάρτηση με την κατάσταση της αγοράς εργασίας στις χώρες της ΕΕ, τα μέτρα αυτά μπορούν να λάβουν ποικίλες μορφές (ενίσχυση της στήριξης των ανέργων, προώθηση προτύπων ευελιξίας με ασφάλεια καθώς και προτύπων μερικής ανεργίας με εξασφαλισμένο ελάχιστο εισόδημα, επενδύσεις στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, μεγαλύτερη αξιοποίηση των κινήτρων για την απασχόληση, μέτρα πρόληψης και μέτρα που να σχετίζονται με τις επιχειρήσεις, δημιουργία θέσεων απασχόλησης στον τριτογενή τομέα κ.λπ.), ενώ μπορεί και να διατεθεί ένα πρόσθετο 1 % για τις επενδύσεις εκείνες που επιδρούν σημαντικά στην απασχόληση. Οι επενδύσεις για την επίλυση οικολογικών και κοινωνικών προβλημάτων και για την προώθηση της καινοτομίας υπόσχονται διπλά οφέλη, εφόσον συντελούν, όχι μόνον στη βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά περαιτέρω, και σύμφωνα με το πνεύμα της στρατηγικής της Λισσαβώνας, στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και του μελλοντικού αναπτυξιακού δυναμικού.

3.2   Αξιοποίηση των μηχανισμών των ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας που στηρίζονται από το δημόσιο, με στόχο τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και, παράλληλα, βελτίωση των δεξιοτήτων των εργαζομένων.

3.2.1

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει το γεγονός ότι, υπό το φως της δραματικής κατάστασης στην αγορά εργασίας και της δύσκολης θέσης στην οποία περιήλθαν πολλές επιχειρήσεις, όλο και περισσότερες χώρες της ΕΕ εφαρμόζουν μέτρα για την αγορά εργασίας που στηρίζονται από το δημόσιο, με στόχο τόσο την παραμονή των εργαζομένων στις επιχειρήσεις – αντί της απόλυσής τους – όσο και την περαιτέρω κατάρτισή τους (λέξη-κλειδί: μερική ανεργία). Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εφαρμογή τέτοιων προτύπων, τα οποία παρέχουν στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να διατηρήσουν τους εργαζόμενους, παρά την οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με μία σημαντική ενίσχυση του εισοδήματός τους για την αντιστάθμιση της μείωσης του χρόνου εργασίας, αποτελεί έναν πολύ ευφυέστερο τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης από ό,τι η απόλυση ειδικευμένων εργαζομένων με τις πρώτες δυσκολίες. Κατ'αυτόν τον τρόπο, όταν η οικονομία ανακάμψει, θα υπάρχει επάρκεια ειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, τέτοια πρότυπα πρέπει να δημιουργηθούν και στα κράτη μέλη στα οποία δεν υφίστανται μέχρι τώρα, και να επεκταθούν οπωσδήποτε και σε εργαζομένους με άτυπες συμβάσεις εργασίας.

3.2.2

Παρότι τα εν λόγω πρότυπα επιφέρουν μια παροδική εκτόνωση στους τομείς και τις επιχειρήσεις που πλήττονται περισσότερο, πρέπει να αναρωτηθούμε τι θα πρέπει να πράξουμε, εάν η οικονομική ύφεση διαρκέσει παραπάνω και τα εν λόγω μέτρα για τις επιχειρήσεις αποδειχθούν ανεπαρκή για την αποφυγή απολύσεων. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αναζητηθούν, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, πρόσθετα μέσα για την διασφάλιση σε όλη την Ένωση της απασχόλησης και του επαγγελματικού αναπροσανατολισμού, καθώς και να διασφαλισθεί η χρηματοδότησή τους, ούτως ώστε να μετριαστούν οι συνολικές επιπτώσεις της κρίσης στην αγορά εργασίας (π.χ. δίκτυα προστασίας για ορισμένους τομείς, εξειδίκευση που να προσαρμόζεται στη ζήτηση σε κλάδους με προοπτικές όπως περιβάλλον, ενέργεια, υγεία).

3.2.3

Απαιτούνται εξάλλου επαρκέστερα, αποτελεσματικότερα και πιο βιώσιμα δίκτυα κοινωνικής προστασίας, τα οποία πρέπει να βοηθήσουν κυρίως όσους επλήγησαν περισσότερο, δηλαδή τις κοινωνικά ευάλωτες και τις μειονεκτούσες ομάδες στην αγορά εργασίας. Τούτο, διότι η κρίση πλήττει, κατά κανόνα, πρώτα τους ασθενέστερους, δηλαδή τους εργαζόμενους με επισφαλείς θέσεις εργασίας, όπως για παράδειγμα όσους απασχολούνται προσωρινώς ή με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, αλλά και τις μειονεκτούσες ομάδες. Οι νέοι πλήττονται επίσης δυσανάλογα περισσότερο. Για αυτόν το λόγο, η ένταξή τους στην αγορά εργασίας αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα σε περιόδους κρίσης. Η κοινωνική οικονομία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση κρίσεων, ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία ωφέλιμων για την κοινωνία θέσεων απασχόλησης. Επ' αυτού, πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε να μην προκληθούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

3.3   Αποφυγή, στο μέτρο του δυνατού, της μείωσης των εισοδημάτων και προώθηση της ισότητας των ευκαιριών, συνεκτίμηση των ανισοτήτων και μεγαλύτερη ασφάλεια στην αγορά εργασίας

3.3.1

Η έντονη αύξηση της ανεργίας καθώς και η υιοθέτηση προτύπων μερικής ανεργίας καταδεικνύουν ότι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ η ελαστικότητα που χαρακτηρίζει τις αγορές εργασίας επαρκεί για να είναι οι επιχειρήσεις σε θέση να αντιδράσουν βραχυπρόθεσμα στη μείωση της ζήτησης. Δεν μπορεί επομένως να γίνει λόγος για υπερβολικά «άκαμπτες» αγορές εργασίας στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο της σημερινής κρίσης, είναι εντελώς αβάσιμες οι εκκλήσεις για μείωση των υφιστάμενων κανόνων προστασίας της εργασίας. Λόγω των αυξανόμενων κινδύνων που προκύπτουν από τη δυσχερή κατάσταση για ολοένα περισσότερους εργαζόμενους, προέχει η ανάγκη για ακόμα περισσότερη ουσιαστική ασφάλεια στην αγορά εργασίας. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η ασφάλεια αυτή περιλαμβάνει επίσης τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες κοινωνικής στήριξης, ιδίως στην περίπτωση της ανεργίας, και τη διεύρυνσή τους, προκειμένου να αποφευχθεί η όξυνση των ανισοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να επαναφέρει την πρότασή της για παράταση της διάρκειας των παροχών προς τους ανέργους (6).

3.3.2

Σε ό,τι αφορά τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της κρίσης, πρέπει σε κάθε περίπτωση να δοθεί προσοχή, ούτως ώστε αυτά να μην αντιβαίνουν στο στόχο τόνωσης της ζήτησης και της απασχόλησης και της μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων. Θα πρέπει όχι μόνον να διαμορφώνονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι κοινωνικά αποδεκτά, αλλά να προωθούν επίσης την ανάπτυξη και την απασχόληση. Στο ίδιο πλαίσιο χρειάζεται, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, να ενισχυθεί στα κράτη μέλη και η ιδιωτική κατανάλωση, μέσω της κατάλληλης φορολογικής και εισοδηματικής πολιτικής.

3.3.3

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επισημάνει στο παρελθόν, ότι μια μισθολογική πολιτική η οποία θα συνάδει με το διττό ρόλο των μισθών στην οικονομία, μπορεί να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κρίσης. Επειδή οι επιχειρήσεις επενδύουν και δημιουργούν θέσεις απασχόλησης μόνο όταν υπάρχουν ανάλογες προγνώσεις όσον αφορά την εξέλιξη της ζήτησης, η μεσοπρόθεσμη προσαρμογή των μισθών στην αύξηση της εκάστοτε εθνικής γενικής παραγωγικότητας διασφαλίζει, από μακροοικονομική άποψη, την ισορροπία μεταξύ μιας ικανοποιητικής εξέλιξης της ζήτησης και της ανταγωνιστικότητας των τιμών. Συνεπώς, οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να αποφεύγουν τέτοια συγκράτηση των μισθών που οδηγεί σε πολιτική «παρασιτισμού» (7).

3.4   Διασφάλιση των δημόσιων επενδύσεων μέσω προσωρινής ευέλικτης εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας και διεύρυνση της φορολογικής βάσης στα κράτη μέλη.

3.4.1

Τα μέτρα οικονομικής ανάκαμψης και σταθεροποίησης της αγοράς εργασίας θα είναι εξαιρετικά δαπανηρά. Τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ θα υπερβούν το όριο του 3 % όσον αφορά το δημόσιο έλλειμμα. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη δηλώσει ότι, στο πλαίσιο της ευελιξίας του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και δεδομένων των έκτακτων περιστάσεων, αυτό είναι θεμιτό και αναγκαίο. Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι τα κράτη μέλη δεν πρέπει να υποστούν κυρώσεις. Οι όροι του Συμφώνου δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παρακωλύσουν τις μελλοντικές δημόσιες επενδύσεις στην έρευνα, την ανάπτυξη και την εκπαίδευση (8), ώστε να δημιουργηθεί το δυναμικό για την μελλοντική οικονομική μεγέθυνση. Διότι η μεγέθυνση αυτή θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την επιστροφή, μετά από την υπέρβαση της κρίσης, σε μια βιώσιμη πορεία των δημόσιων οικονομικών. Θα πρέπει, όμως να εξετασθεί από τώρα το ερώτημα με ποιό τρόπο θα επιτευχθεί μετά την έξοδο από την κρίση αυτή η μακροπρόθεσμα αειφόρος πορεία

3.4.2

Οι πόροι του κρατικού προϋπολογισμού δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται για οιονδήποτε σκοπό, ήτοι από τη διάσωση τραπεζών και τις αυξήσεις στις κοινωνικές δαπάνες και καινοτόμες επενδύσεις μέχρι τη στήριξη επιχειρήσεων. Η αναζήτηση νέων πηγών εσόδων είναι, επομένως, απολύτως αναπόφευκτη για κάθε κράτος. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι αναγκαία η ενίσχυση της βάσης φορολογικών εσόδων των κρατών μελών, η οποία θα επιτευχθεί μεταξύ άλλων με την κατάργηση των φορολογικών παραδείσων και την εξάλειψη του φορολογικού ανταγωνισμού, καθώς και με μέτρα πάταξης της φοροδιαφυγής. Περαιτέρω, κρίνεται απαραίτητη μια γενική αναθεώρηση ολόκληρου του φορολογικού συστήματος, στο πλαίσιο της οποίας θα εξετασθεί και το ζήτημα της δίκαιης κατανομής διαφόρων ειδών εισοδημάτων και περιουσιακών αγαθών (9).

3.4.3

Η ενίσχυση της ευρωπαϊκής διάστασης σημαίνει, επίσης, ότι θα ήταν σκόπιμο να εξετασθούν τα προγράμματα ευρωπαϊκής εμβέλειας, όπως π.χ. προγράμματα στον τομέα του ενεργειακού εφοδιασμού. Μία αυξημένη ευελιξία μεταξύ των επιμέρους θέσεων του προϋπολογισμού της ΕΕ, θα μπορούσε να συμβάλει στη χρηματοδότηση παρόμοιων προγραμμάτων μέσω κονδυλίων που δεν απορροφήθηκαν. Στο πλαίσιο αυτό αξίζει επίσης να εξετασθεί και η ιδέα για την έκδοση ευρωπαϊκού ομολόγου, καθώς και την ίδρυση ευρωπαϊκού επενδυτικού ταμείου.

3.5   Αύξηση της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, διευκόλυνση της πρόσβασης στα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία και άμεση λήψη διορθωτικών μέτρων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση.

3.5.1

Κατά τη χορήγηση κονδυλίων από διάφορα ευρωπαϊκά ταμεία, εκτός από την αποτελεσματικότητα, πρέπει να δίνεται έμφαση στην ευελιξία και να επιδεικνύεται πρακτικό πνεύμα, προκειμένου να επιταχύνεται η ανταποδοτικότητα. Κατά την έννοια αυτή, είναι αναγκαίο να απλουστευθεί η διαχείριση όσον αφορά τη χρήση των πόρων, όπως επίσης να αυξηθεί ενδεχομένως η χρηματοδότηση μέσω της χρήσης αδιάθετων πόρων από άλλους τομείς κοινοτικής πολιτικής.

3.5.2

Σε ό,τι αφορά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, η ΕΟΚΕ εξέδωσε πρόσφατα χωριστή γνωμοδότηση (10), στην οποία υποστήριξε θερμά την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να συμπεριληφθεί στο πεδίο εφαρμογής του και η ενίσχυση των εργαζομένων που απολύθηκαν λόγω της σημερινής παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

3.5.3

Επιπλέον, η ΕΟΚΕ πρότεινε να διπλασιασθούν οι πόροι του ταμείου στο 1 δισ. ευρώ, και η διάρκεια στήριξης στους 24 μήνες. Ακόμη, προτάθηκε να μειωθεί ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός απολυθέντων στο μισό – δηλαδή στους 500 – και να αυξηθεί το ποσοστό συγχρηματοδότησης. Η ΕΟΚΕ κρίνει επίσης απαραίτητη τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων σε όλα τα επίπεδα στο στάδιο επεξεργασίας των αιτήσεων ενίσχυσης. Αν η οικονομική κρίση διαρκέσει παραπάνω, θα πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο μιας περαιτέρω αύξησης των πόρων, καθώς επίσης η ενδεχόμενη μείωση του ελάχιστου αριθμού των 500 απολυθέντων, που απαιτείται για την αίτηση παροχής ενίσχυσης.

3.6   Αναβάθμιση των δεξιοτήτων, αποτελεσματικότερη ανταπόκριση στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και βελτίωση της κινητικότητας.

3.6.1

Η αναβάθμιση των δεξιοτήτων έχει καταλυτική σημασία για τη μελλοντική οικονομική μεγέθυνση και παραγωγικότητα της Ευρώπης, για την ικανότητά της να προσαρμόζεται στις αλλαγές, όπως επίσης για την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική συνοχή. Είναι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για την αξιοποίηση νέων δυνατοτήτων για τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας.

3.6.2

Όταν η οικονομία δείξει σημεία ανάκαμψης θα χρειασθεί να επιστρατευθεί σύσσωμο το εργατικό δυναμικό, πολύ περισσότερο δε λόγω των δημογραφικών αλλαγών και της παρατηρούμενης συρρίκνωσης του ενεργού εργατικού δυναμικού.

3.6.3

Η κινητικότητα των εργαζομένων αποτελεί ένα καίριο μέσο την απρόσκοπτη λειτουργία της Ενιαίας Αγοράς και είναι απαραίτητη προκειμένου να δίνεται σε περισσότερα άτομα η δυνατότητα εξεύρεσης καλύτερων θέσεων εργασίας, γεγονός που συνιστά στόχο κλειδί της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Οι εργαζόμενοι πρέπει να διαθέτουν μεγαλύτερα περιθώρια κινητικότητας τόσο μεταξύ των διάφορων θέσεων εργασίας, όσο και μεταξύ των περιφερειών και των κρατών μελών, υπό την προϋπόθεση τήρησης των ισχυόντων συλλογικών συμβάσεων εργασίας και των εθνικών κανόνων εργατικού δικαίου. Η κινητικότητα προωθεί εξάλλου την οικονομική μεγέθυνση και την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ στο πλαίσιο του παγκόσμιου οικονομικού ανταγωνισμού.

4.   Παρατηρήσεις σχετικά με τις προτεραιότητες που συμφωνήθηκαν κατά τη Διάσκεψη Κορυφής για την Απασχόληση

4.1

Με βάση τα ανωτέρω καίρια σημεία, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ των προτεραιοτήτων που συμφωνήθηκαν κατά τη Διάσκεψη Κορυφής για την Απασχόληση, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στη σταθεροποίηση της κατάστασης στην αγορά εργασίας.

4.1.1

Διατήρηση της απασχόλησης: Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τεθούν στο επίκεντρο τόσο η διάσταση της ποιότητας της εργασίας («περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας»), όσο και η τελεσφόρος μετάβαση από μια θέση εργασίας σε μια άλλη («μετάβαση που αξίζει τον κόπο»). Η έννοια της ευελιξίας με ασφάλεια πρέπει να εμπεριέχει το στοιχείο μιας ουσιαστικής «ασφάλειας κατά την αλλαγή», στο πλαίσιο της οποίας θα δίνεται ίση προτεραιότητα στη διατήρηση της απασχολησιμότητας, στην κοινωνική ασφάλιση και στην ευελιξία της αγοράς εργασίας στην πράξη. Η διέξοδος από την κρίση και η νέα αναπτυξιακή πορεία θα πρέπει, ως εκ τούτου, να συνοδεύεται από μεγαλύτερα εχέγγυα ασφάλειας των εργαζομένων, λιγότερη ευελιξία και λιγότερο επισφαλείς συνθήκες απασχόλησης.

4.1.2

Προώθηση της κινητικότητας: Οι μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες απαιτούν υψηλό βαθμό καινοτόμου προσαρμοστικότητας και στις αγορές εργασίας. Οι δομές που αλλάζουν γρήγορα προϋποθέτουν την ικανότητα ευφυούς προσαρμογής. Για την εφαρμογή της προσέγγισης της ευελιξίας με ασφάλεια πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι είναι προετοιμασμένοι για τις νέες προκλήσεις στο χώρο εργασίας κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι δυνατή η κινητικότητα μεταξύ αξιόλογων θέσεων εργασίας. Δεδομένης της σημερινής κρίσης, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη διατήρηση της απασχολησιμότητας. Είναι σημαντικό να δημιουργηθούν και να διασφαλιστούν οι θέσεις απασχόλησης αντί να προσφέρεται απλή στήριξη στους ανέργους. Επιπλέον, πρέπει να εφαρμοσθούν όλα τα μέτρα της πολιτικής απασχόλησης και αγοράς εργασίας, τα οποία οδηγούν πράγματι από απολεσθείσες θέσεις εργασίας σε νεοδημιουργηθείσες και όχι στην ανεργία ή στην παγίδα μιας ουσιαστικά υποβαθμισμένης απασχόλησης.

4.1.3

Επιμόρφωση σε συνάρτηση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας: Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η πρόσβαση στην κατάρτιση και την επιμόρφωση, η χρηματοδότησή τους, καθώς και η χρήση του χρόνου εργασίας στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης έχουν εξέχουσα σημασία. Τα παραπάνω πρέπει ωστόσο να συνοδεύονται με τη δημιουργία παραγωγικών, καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, ούτως ώστε να μην εξαναγκάζονται οι εργαζόμενοι - όπως πολύ συχνά συμβαίνει - να αποδέχονται θέσεις εργασίας χαμηλής ειδίκευσης. Προκειμένου να προωθηθούν οι νέοι στην αγορά εργασίας και να τονωθούν ο ανταγωνισμός και η ευημερία, χρειάζεται άρτια εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό και παραγωγική απασχόληση.

4.1.4

Ενίσχυση της πρόσβασης στην αγορά εργασίας: πρόκειται για σημαντικότατη προτεραιότητα, δεδομένης της σημερινής κρίσης, η οποία οξύνει τις ανισότητες και θέτει όλο και περισσότερους ανθρώπους αντιμέτωπους με προβλήματα επιβίωσης. Ιδιαίτερη σημασία έχουν κυρίως η δημιουργία θέσεων απασχόλησης για όσους έχουν αποκλεισθεί από την αγορά εργασίας, καθώς και οι αποτελεσματικές προσπάθειες εξάλειψης των διακρίσεων όσον αφορά την πρόσβαση και την παραμονή στην αγορά εργασίας. Η ΕΟΚΕ έχει ασχοληθεί σε χωριστή γνωμοδότηση με την ενίσχυση της πρόσβασης των κατηγοριών που έχουν προτεραιότητα στην αγορά εργασίας και διαπίστωσε ότι η (επαν)είσοδος πρέπει να συνοδεύεται πάντα από προοπτικές παραμονής και εξέλιξης στην αγορά εργασίας (11). Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ πρέπει να θεσπίσει επαρκείς κανόνες και για την άτυπη απασχόληση, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και σεβόμενη την αυτονομία τους. Χρειάζεται εξάλλου να επισημανθεί ότι οι εργασιακές σχέσεις αορίστου χρόνου πρέπει να εξακολουθήσουν να αποτελούν και στο μέλλον τον κανόνα.

4.1.5

Ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας και της δημιουργίας θέσεων εργασίας: Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα πρέπει να συνοδεύονται από μακροπρόθεσμα μέτρα και από μία στρατηγική προσανατολισμένη στο μέλλον. Οι επιχειρήσεις πρέπει να υποστηριχθούν προκειμένου να υπερκεράσουν την πιστωτική κρίση και να αναζωογονήσουν την καθημερινή τους αποστολή που συνίσταται στην παραγωγή, την παροχή υπηρεσιών και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Χρειάζεται να προωθηθεί το επιχειρηματικό πνεύμα. Οι άνεργοι, ιδίως οι άνεργοι νέοι, που είναι διατεθειμένοι να δημιουργήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις, πρέπει να υποστηριχθούν με οικονομικά μέσα, μέτρα για παραγωγικές επενδύσεις και ειδικά προγράμματα εξειδίκευσης.

4.1.6

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στη στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση πρέπει να συνεχιστούν. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές πρέπει να είναι κοινωνικά αποδεκτές και να μην εμποδίζουν τις προσπάθειες ενίσχυσης της ιδιωτικής και δημόσιας ζήτησης καθώς και τις προσπάθειες άμβλυνσης των οδυνηρών κοινωνικών προβλημάτων.

4.2

Οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι εκπρόσωποι της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κρίσης. Είναι απαραίτητο να ενισχυθεί ο κοινωνικός διάλογος, όπως επίσης να ενισχυθούν οι συλλογικές συμβάσεις, προκειμένου, αφενός να προσδιοριστεί και να υλοποιηθεί η πολιτική που θα οδηγήσει σύντομα σε υπερκέραση της κρίσης, αφετέρου να αμβλυνθούν όσο το δυνατό περισσότερο οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις για τους πολίτες. Όλοι οι ιθύνοντες στον τομέα της οικονομίας, της πολιτικής και της κοινωνίας οφείλουν να διασφαλίσουν σήμερα ότι μια τέτοια κρίση δεν πρόκειται ποτέ να επαναληφθεί.

Βρυξέλλες, 11 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Προσωρινή Πρόβλεψη του ΟΟΣΑ, Μάρτιος 2009. Συγκριτικά, οι προβλέψεις σχετικά την ανεργία στην ομάδα των 16 κρατών μελών το 1999 ανέφεραν ποσοστό 9,9 % για την ΕΕ-15 και για την ΕΕ-11 ποσοστό 10,9 % (URL: http://www.oecd.org/dataoecd/7/20/2666439.pdf)

(2)  ό. π.

(3)  Πρβλ. ΕΟΚΕ- Ένα Πρόγραμμα για την Ευρώπη: οι προτάσεις της κοινωνίας των πολιτών – www.eesc.europa.eu

(4)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 24ης Μαρτίου 2009 με θέμα: «Ένα ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας» - Εισηγητής: ο κ. Delapina (ECO/246) ΕΕ C 228 της 22.09.2009

(5)  ό.π.

(6)  Ανακοίνωση της Επιτροπής: «Η υλοποίηση της ευρωπαϊκής ανάκαμψης», 4 Μαρτίου 2009 – COM(2009) 114 τελικό

(7)  Βλ. υποσημείωση 4.

(8)  ό.π.

(9)  ό.π.

(10)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 24ης Μαρτίου 2009 με θέμα: «Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση», εισηγητής: ο κ. Pariza Castaños (CCMI/063) (ΕΕ C 228 της 22.9.2009)

(11)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 12ης Ιουλίου 2007 με θέμα «Απασχόληση των κατηγοριών με προτεραιότητα (Στρατηγική της Λισσαβώνας)», εισηγητής: ο κ. Greif (ΕΕ C 256, 27.10.2007)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Η ακόλουθη τροπολογία, η οποία έλαβε πάνω από το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων, απορρίφθηκε κατά τη συζήτηση (άρθρο 54, παρ. 3, του Εσωτερικού Κανονισμού):

Σημείο 3.3

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«Αποφυγή, στο μέτρο του δυνατού, της μείωσης των εισοδημάτων και προώθηση της ισότητας των ευκαιριών, συνεκτίμηση των ανισοτήτων και μεγαλύτερη ασφάλεια στην αγορά εργασίας –η ευελιξία με ασφάλεια ως ορθή προσέγγιση εκμοντερνισμού και προώθησης της προσαρμοστικότητας των αγορών εργασίας.»

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

Υπέρ: 84 Κατά: 90 Αποχές: 11

Σημείο 3.3.1

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«Η έντονη αύξηση της ανεργίας καθώς και η υιοθέτηση προτύπων μερικής ανεργίας καταδεικνύουν ότι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ η ελαστικότητα που χαρακτηρίζει τις αγορές εργασίας επαρκεί συμβάλλει σημαντικά προκειμένου να είναι οι επιχειρήσεις σε θέση να αντιδράσουν βραχυπρόθεσμα στη μείωση της ζήτησης. Δεν μπορεί επομένως να γίνει λόγος για υπερβολικά «άκαμπτες» αγορές εργασίας στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο της σημερινής κρίσης, είναι εντελώς αβάσιμες οι εκκλήσεις για μείωση των υφιστάμενων κανόνων προστασίας της εργασίας. Λόγω των αυξανόμενων κινδύνων που προκύπτουν από τη δυσχερή κατάσταση στην αγορά εργασίας για ολοένα περισσότερους εργαζόμενους, προέχει η ανάγκη για ακόμα περισσότερη ασφάλεια στην αγορά εργασίας. Προκειμένου να προωθηθεί η ισότητα των ευκαιριών και να εμποδιστεί η αύξηση των ανισοτήτων, θα πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, κυρίως υπέρ αυτών που πλήττονται περισσότερο. Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, στα μέτρα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται η μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας καθώς και η καταβολή κατάλληλων ενισχύσεων του εισοδήματος, παράλληλα με τη διατήρηση των κινήτρων για την επανένταξη. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η ασφάλεια αυτή περιλαμβάνει επίσης τη διευκόλυνση πρόσβασης σε υπηρεσίες κοινωνικής στήριξης, ιδίως στην περίπτωση της ανεργίας, και τη διεύρυνσή τους, προκειμένου να αποφευχθεί η όξυνση των ανισοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να επαναφέρει την πρότασή της για παράταση της διάρκειας των παροχών προς τους ανέργους.»

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

Υπέρ: 78 Κατά: 96 Αποχές: 9


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/76


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας όσον αφορά τους κανόνες τιμολόγησης»

COM(2009) 21 τελικό — 2009/0009 (CNS)

2009/C 306/17

Στις 27 Φεβρουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 93 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

«Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας όσον αφορά τους κανόνες τιμολόγησης»

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 28 Μαΐου 2009, με βάση την έκθεση του μόνου εισηγητή, κ. BURANI.

Κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 114 ψήφους υπέρ και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Το έγγραφο της Επιτροπής παρουσιάζεται ως συνέχεια της δέσμευσης που ανελήφθη από το Συμβούλιο για την υποβολή, έως την 31η Δεκεμβρίου 2008, έκθεσης και ενδεχόμενων προτάσεων αναφορικά με τις τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα της τιμολόγησης. Οι σχετικοί κανόνες που περιλαμβάνονται στην οδηγία 2006/112/ΕΚ περί ΦΠΑ δεν κατέστησαν δυνατή την επίτευξη των στόχων τους, ενώ, από την άλλη πλευρά, η αναθεώρησή τους αποτέλεσε έναυσμα για περαιτέρω προβληματισμό ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό και άλλων ελλείψεων. Η πρόταση οδηγίας αποσκοπεί να συνεισφέρει σε μια πολιτική με στόχο την επίτευξη απλούστευσης, τη μείωση των επιβαρύνσεων που επιβάλλονται στους ενδιαφερόμενους φορείς και ιδίως στις ΜΜΕ, καθώς και –κατά τρόπο έμμεσο αλλά αποτελεσματικό– την καταπολέμηση της απάτης.

1.2

Όσον αφορά την τιμολόγηση, οι προτάσεις είναι λεπτομερείς και εξαιρετικά τεχνικού χαρακτήρα και αποσκοπούν, εξάλλου, όλες τους στην επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων· αξίζει να υπενθυμισθεί, ειδικότερα, η ρητή αναγνώριση της ίσης μεταχείρισης των τιμολογίων σε ηλεκτρονική και σε έντυπη μορφή. H EOKE δηλώνει σύμφωνη με τα προτεινόμενα μέτρα, τα οποία φαίνονται λογικά και συνεπή προς τις αρχές της χρηστής διαχείρισης· εκφράζει, ωστόσο, σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με την υπερβολική διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στα κράτη μέλη για την υιοθέτηση ή μη μιας σειράς διατάξεων. Αντιλαμβανόμαστε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Επιτροπή για τη θέσπιση υποχρεωτικών κανόνων με ισχύ σε ολόκληρη την επικράτεια της ΕΕ· από την άλλη πλευρά, η αντίσταση που προβάλλουν τα κράτη μέλη έναντι της υιοθέτησης ορισμένων κανόνων ενδέχεται να οφείλεται επίσης στο διαφορετικό επίπεδο πολυπλοκότητας των διοικητικών διαδικασιών ή στην ύπαρξη νομοθετικής ακαμψίας. Η κατάσταση αυτή έχει εντούτοις ως αποτέλεσμα την επίδειξη ευελιξίας κατά την εφαρμογή των κανόνων, με συνακόλουθη επιβράδυνση της πορείας προς την εναρμόνιση, καθώς και την αύξηση του διοικητικού φόρτου των επιχειρήσεων.

1.3

H EOKE θεωρεί ότι οφείλει να διατυπώσει σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά μόνο με ένα σημείο: την πρόταση για την παροχή προς τις αρχές άλλων κρατών μελών πρόσβασης στα ηλεκτρονικά αρχεία των ενδιαφερομένων φορέων. Η εκχώρηση του εν λόγω δικαιώματος υπερβαίνει κατά πολύ τις αρχές της διοικητικής συνεργασίας και δεν φαίνεται να αιτιολογείται από νομική άποψη, κυρίως δε εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι καταργείται συγχρόνως ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο η χρήση των στοιχείων πρέπει να περιορίζεται αποκλειστικά σε σκοπούς ελέγχου.

2.   Ιστορικό

2.1

Οι κανόνες τιμολόγησης του ΦΠΑ, οι οποίοι σε τελική ανάλυση αποτελούν τη νομική και κανονιστική βάση για την είσπραξη του φόρου και, έμμεσα, για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, περιλαμβάνονται στην οδηγία 2001/115/ΕΚ η οποία έχει πλέον ενσωματωθεί στην «οδηγία περί ΦΠΑ». Στο άρθρο 237 της τελευταίας προβλέπεται ότι η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει έκθεση στο Συμβούλιο συνοδευόμενη ενδεχομένως από πρόταση για την τροποποίηση των προϋποθέσεων ηλεκτρονικής τιμολόγησης, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα. Στην υπό εξέταση πρόταση οδηγίας, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι αρχικοί κανόνες δεν συνέβαλαν στην πλήρη επίτευξη των προβλεπόμενων στόχων· δράττεται, συνεπώς, της ευκαιρίας για τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των προτάσεων ώστε να αντιμετωπισθούν οι ελλείψεις που διαπιστώνονται στον εν λόγω τομέα.

2.2

Το σύνολο των νέων κανόνων έχει τέσσερις θεμελιώδεις στόχους: απλούστευση των κανόνων για τη μείωση του διοικητικού φόρτου των επιχειρήσεων· προώθηση των ΜΜΕ· αύξηση της χρήσης του ηλεκτρονικής τιμολόγησης· και, τέλος, παροχή βοήθειας για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ: δεν πρόκειται ασφαλώς για απλό εγχείρημα, αλλά η Επιτροπή το έχει ωστόσο επιχειρήσει διαπνεόμενη από τις καλύτερες δυνατές προθέσεις· τα αποτελέσματα θα εξαρτηθούν, εντούτοις, από την καλή θέληση και την αποτελεσματικότητα που θα επιδείξουν οι εθνικές αρχές κατά την έμπρακτη εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας.

2.3

Η μείωση του διοικητικού φόρτου αποτελεί δέσμευση η οποία ανελήφθη από την Επιτροπή με την υιοθέτηση του «προγράμματος δράσης» του 2007. Με την πρόταση αυτή η Επιτροπή –η οποία συμπεριλαμβάνει την ηλεκτρονική τιμολόγηση σε μια δέσμη μέτρων για τη «βελτίωση της νομοθεσίας» που αποσκοπεί στη μείωση του διοικητικού φόρτου των επιχειρήσεων– επιδιώκει, πρώτον, να εξασφαλίσει ότι φορολογικές αρχές αποδίδουν στα τιμολόγια σε ηλεκτρονική μορφή την ίδια αποδεικτική αξία με εκείνη που ισχύει για τα τιμολόγια σε έντυπη μορφή και, δεύτερον, να θεσπίσει ένα σύνολο εναρμονισμένων κανόνων τιμολόγησης για τη μείωση των επιλογών που παρέχονται αυτή τη στιγμή στα κράτη μέλη, κυρίως στην περίπτωση της αυτοπιστοποίησης.

2.4

Όσον αφορά τις ΜΜΕ, ενδείκνυται όλως ιδιαιτέρως η αποδοχή δύο μέτρων, εκ των οποίων το πρώτο προβλέπει την επέκταση της χρήσης απλουστευμένων τιμολογίων και το δεύτερο παρέχει δυνατότητα απόδοσης του ΦΠΑ σε ταμειακή βάση: χάρη στα εν λόγω μέτρα αναμένεται να επέλθει μείωση του κόστους, απλούστευση των διαδικασιών και έμμεση ενθάρρυνση των ΜΜΕ για την επέκταση ή/και τη συνέχιση του φάσματος των δραστηριοτήτων τους και πέραν των εθνικών συνόρων.

2.5

Η πρόταση εμπίπτει εντός του πλαισίου της στρατηγικής της Λισσαβώνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση και έχει μείζονα πολιτική σημασία διότι συντελεί στην περαιτέρω εδραίωση της ενιαίας αγοράς. Σε μια τέτοια περίπτωση, η προώθηση της αυξημένης χρήσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης και της διατήρησής της θα έχει ως αποτέλεσμα να προσδοθεί μεγαλύτερη ρευστότητα στις εμπορικές πράξεις, να παρασχεθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να δράξουν νέες ευκαιρίες και να επωφεληθούν –από πλευράς μείωσης των δαπανών και ανάκτησης της παραγωγικότητας– από τη χρήση των νέων τεχνολογιών, προπαντός μέσω του αναπροσανατολισμού των πόρων που διατίθενται για την παραλαβή, την καταχώριση και την αρχειοθέτηση των δεδομένων.

2.6

Ως συνεισφορά στην προσπάθεια καταπολέμησης της απάτης, η πρόταση της Επιτροπής –πέραν του γεγονότος ότι αποσκοπεί στην άρση των νομικών φραγμών που τίθενται όσον αφορά τα ηλεκτρονικά τιμολόγια– έχει ως στόχο να καταστήσει αυστηρότερους τους κανόνες που διέπουν το ρόλο του τιμολογίου στην έκπτωση ΦΠΑ, προωθώντας συγχρόνως την ταχύτερη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις ενδοκοινοτικές παραδόσεις ή παροχές.

2.7

H EOKE εκτιμά ότι οι υπό εξέταση κανόνες είναι στο σύνολό τους σύμφωνοι προς τις αρχές στις οποίες βασίζεται η πρόταση και, σε γενικές γραμμές, τους επιδοκιμάζει διατυπώνοντας ωστόσο ορισμένες παρατηρήσεις και προτάσεις που αποσκοπούν –εφόσον γίνουν δεκτές– στη βελτίωση των δυνατοτήτων έμπρακτης εφαρμογής των εν λόγω κανόνων.

3.   Κυριότερα προτεινόμενα μέτρα και παρατηρήσεις

3.1

Όσον αφορά τις τμηματικές καταβολές έναντι λογαριασμού ή τις μεταγενέστερες πληρωμές (άρθρο 64, παράγραφος 2), οι νέοι κανόνες ορίζουν ότι οι συνεχείς παραδόσεις αγαθών επί χρονική περίοδο μεγαλύτερη του ημερολογιακού μήνα, τα οποία παραδίδονται ή μεταφέρονται με απαλλαγή από τον ΦΠΑ, θεωρείται ότι ολοκληρώνονται κατά τη λήξη κάθε ημερολογιακού μήνα· οι συνεχείς παροχές υπηρεσιών, οι οποίες υπόκεινται στον ΦΠΑ και πραγματοποιούνται επί χρονική περίοδο μεγαλύτερη του έτους, θεωρείται ότι ολοκληρώνονται κατά τη λήξη κάθε ημερολογιακού έτους. Τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόζουν «σε ορισμένες περιπτώσεις» τη συμβατική προθεσμία του ημερολογιακού έτους στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών που δεν εμπίπτουν στις δύο προαναφερθείσες κατηγορίες.

3.1.1

Η απλούστευση που εισάγεται με τους εν λόγω κανόνες πρέπει να τύχει ευνοϊκής αντιμετώπισης, μεταξύ άλλων επειδή επιτρέπει επίσης τον καλύτερο έλεγχο των μεταφορών που πραγματοποιούνται σε συνεχή βάση· η ΕΟΚΕ διατυπώνει εντούτοις ορισμένες επιφυλάξεις σχετικά με τη δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τη συμβατική προθεσμία του ημερολογιακού έτους σε περιπτώσεις που δεν προβλέπονται από την οδηγία: κατ’ αυτόν τον τρόπο αποδυναμώνεται η εναρμόνιση και η αοριστία της διατύπωσης θα μπορούσε να προκαλέσει σύγχυση ή ακόμη και αμφισβητήσεις.

3.2

Το άρθρο 167α προβλέπει ότι, σε όσες περιπτώσεις ο εκπεστέος φόρος είναι απαιτητός κατά τη λήψη της πληρωμής («αρχή των ταμειακών συναλλαγών»), τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το δικαίωμα έκπτωσης θα ασκείται είτε κατά την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών είτε κατά την έκδοση του τιμολογίου. Οι εν λόγω επιλογές καθίστανται δυνατές μόνον υπό την προϋπόθεση ότι εφαρμόζεται η αρχή των ταμειακών συναλλαγών στην περίπτωση του υποκείμενου στον φόρο και ότι ο ετήσιος κύκλος εργασιών του υποκείμενου στον φόρο δεν υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια ευρώ.

3.2.1

Με τους κανόνες αυτούς διευκολύνονται σημαντικά οι ΜΜΕ που υιοθετούν την αρχή των ταμειακών συναλλαγών, καθώς και οι επιχειρήσεις που επωφελούνται από την αντιστροφή της επιβάρυνσης, αλλά δεν διαθέτουν τιμολόγιο. Εντούτοις, οι εν λόγω κανόνες προβλέπουν ότι τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα, όχι την υποχρέωση, να προβούν στην υιοθέτησή τους: το γεγονός αυτό επιφέρει περαιτέρω αποδυνάμωση της εναρμόνισης και, μέχρι ενός ορισμένου σημείου, της αρχής της ισότητας ως προς τον ανταγωνισμό. Στη συνοδευτική έκθεση, η Επιτροπή προτείνει τον περιορισμό των προαιρετικών μέτρων σε όλα τα κράτη μέλη· ωστόσο, η διατύπωση του κειμένου του ως άνω άρθρου («μπορούν») δημιουργεί ασάφεια σχετικά με τη δεδηλωμένη πρόθεση.

3.3

Το άρθρο 1.9 της πρότασης εισάγει μια σειρά τροποποιήσεων στα σημεία (α), (γ) και (στ) του άρθρου 178 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Κατ’ ουσία, για την αξιοποίηση των προβλεπόμενων εκπτώσεων, τα τιμολόγια πρέπει να έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στην Ενότητα 3 του Τίτλου ΧΙ της οδηγίας περί ΦΠΑ· εν ολίγοις, όταν ο προμηθευτής αποδίδει τον ΦΠΑ σύμφωνα με την αρχή των ταμειακών συναλλαγών, τα κράτη μέλη μπορούν να δώσουν τη δυνατότητα στον παραλήπτη να απαιτεί άμεσο δικαίωμα έκπτωσης. Ο κανόνας ορίζει μια αρχή που ευνοεί τη ρευστότητα των εμπορικών πράξεων· όμως, για άλλη μια φορά, η δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή ή τη μη εφαρμογή της εν λόγω αρχής δεν ευνοεί την προσδοκώμενη εναρμόνιση.

3.4

Μια δέσμη μέτρων (διαγραφή των άρθρων 181 και 182, θέσπιση νέων άρθρων 218α και 219α) αναμένεται ότι θα καταστήσει δυνατή την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις προμηθευτές άλλων επιχειρήσεων, οι οποίες επί του παρόντος οφείλουν –κατά κανόνα, αλλά συχνά με δυσκολίες ως προς την ερμηνεία– να τηρούν τους κανόνες τιμολόγησης που ισχύουν στο κράτος μέλος προορισμού. Εισάγεται ένα σύνολο εναρμονισμένων προτάσεων για τα τιμολόγια, τόσο σε ηλεκτρονική όσο και σε έντυπη μορφή, με στόχο να καταστεί δυνατή η χρήση τους σε ολόκληρη την επικράτεια της ΕΕ· το ίδιο ισχύει και όσον αφορά τα τιμολόγια που εκδίδονται για ιδιώτες πελάτες, στην περίπτωση των οποίων οι εφαρμοστέοι κανόνες θα εξακολουθήσουν να είναι αυτοί του τόπου επιβολής του φόρου.

3.4.1

Νέοι κανόνες αφορούν τα απλουστευμένα τιμολόγια, τα οποία μπορούν να επιτρέπονται σε ορισμένες περιπτώσεις, κυρίως όταν το φορολογητέο ποσό είναι μικρότερο από 200 ευρώ και όταν η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ χωρίς δικαίωμα έκπτωσης αυτού του φόρου· η εν λόγω δυνατότητα μετατρέπεται σε υποχρέωση την οποία τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλουν σε περίπτωση παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών εντός της επικράτειάς τους.

3.4.2

Η διάκριση μεταξύ «πλήρους» και απλουστευμένου τιμολογίου έγκειται στη διαφορετική χρήση τους: το πρώτο χρησιμεύει για την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης, ενώ το δεύτερο δεν εξυπηρετεί κατά κανόνα αυτό τον σκοπό, εκτός από τις επιτρεπόμενες περιπτώσεις, και περιορίζεται εντός της επικράτειας ενός και του αυτού κράτους μέλους. Οι εισαχθείσες καινοτομίες συνάδουν με τη βούληση της Επιτροπής να προβεί στην απλούστευση των διαδικασιών και στην ελάφρυνση του φόρτου των επιχειρήσεων, αλλά οι διάφορες επιλογές που παρέχονται στα κράτη μέλη αντιβαίνουν, για άλλη μια φορά, προς την αρχή της εναρμόνισης: γεγονός το οποίο καταδεικνύει πασιφανώς την αντίσταση που εξακολουθούν να προβάλλουν τα κράτη μέλη έναντι της υιοθέτησης ενιαίων διαδικασιών και διοικητικών συστημάτων. Όσον αφορά τους κανόνες που σχετίζονται με το απλουστευμένο τιμολόγιο, θα ήταν προτιμότερο να εισαχθεί μια δεσμευτική διάταξη, αντί της προαιρετικής που προβλέπεται στην πρόταση κανονισμού, προκειμένου να αποφευχθούν οι πρόσθετες διοικητικές δαπάνες για τις επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητα σε διάφορα κράτη μέλη, οι οποίες θα υποχρεούνται σε αυτήν την περίπτωση να εφαρμόζουν διαφορετικούς κανόνες.

3.5

Τα κράτη μέλη μπορούν να θέτουν τις προθεσμίες έκδοσης τιμολογίου εκ μέρους των υποκείμενων στον φόρο που παραδίδουν αγαθά και παρέχουν υπηρεσίες στην επικράτειά τους. Στην υπό εξέταση πρόταση κανονισμού προβλέπεται να εισαχθεί στο άρθρο 222 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ένας περιορισμός ως προς την οριζόμενη προθεσμία, εφόσον το τιμολόγιο πρέπει να εκδίδεται το αργότερο την 15η ημέρα του επόμενου μήνα μετά την επέλευση της γενεσιουργού αιτίας. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η προτεινόμενη προθεσμία είναι υπερβολικά σύντομη για πολλούς κλάδους –όπως παραδείγματος χάρη για τον κλάδο των κατασκευών– και συνιστά είτε τη διαγραφή της εν λόγω τροποποίησης και τη συνακόλουθη διατήρηση του άρθρου 222 στην παρούσα μορφή του, είτε την παράταση της προθεσμίας έκδοσης τιμολογίου κατά τουλάχιστον δύο μήνες.

3.6

Για τις διαδικασίες καταχώρισης, λογιστικής καταγραφής και (ακόμη και ηλεκτρονικής) αρχειοθέτησης των συναλλαγών, φορολογητέων ή μη φορολογητέων, προβλέπεται μια σειρά νέων κανόνων. Η ΕΟΚΕ δεν θεωρεί σκόπιμο να διατυπώσει ειδικές παρατηρήσεις επί του θέματος, κάνοντας ωστόσο μια εξαίρεση όσον αφορά τη δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη να απαιτούν τη μετάφραση συγκεκριμένων τιμολογίων στις επίσημες γλώσσες τους: πρόκειται για υποχρέωση που επιβάλλεται ήδη σε ορισμένες χώρες, αλλά η οποία δεν παύει εντούτοις να αποτελεί μια διόλου ευκαταφρόνητη πρόσθετη επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις.

3.7

Μια σημαντική καινοτομία σχετικά με τους ελέγχους εισάγεται με το νέο άρθρο 249: σύμφωνα με την αρχική διατύπωση, η πρόσβαση στο ηλεκτρονικό αρχείο των τιμολογίων επιτρέπεται μόνον στις αρχές της χώρας όπου έχει την έδρα του ο εκάστοτε ενδιαφερόμενος· στο νέο κείμενο προτείνεται να επεκταθεί το δικαίωμα πρόσβασης στις αρχές ενός άλλου κράτους μέλους, στο οποίο είναι οφειλόμενος ο ΦΠΑ. Επίσης, παύει να ισχύει ο επί του παρόντος επιβαλλόμενος περιορισμός, σύμφωνα με τον οποίο οι εθνικές αρχές έχουν δυνατότητα πρόσβασης –εφόσον το θεωρούν απαραίτητο– «για σκοπούς ελέγχου».

3.7.1

Κατά την άποψη της EOKE, η επέκταση της δυνατότητας πρόσβασης στις αρχές άλλου κράτους μέλους, και δη άνευ περιορισμών, αποτελεί εκχώρηση δικαιώματος το οποίο υπερβαίνει τους κανόνες που εφαρμόζονται στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας. Δεν υπάρχει, έως τώρα, κάποια διάταξη βάσει της οποίας να επιτρέπεται στη διοίκηση μιας ξένης χώρας, με ή χωρίς την εντολή της δικαστικής αρχής της αρμόδιας χώρας, να υποβάλλει ερωτήσεις ή να διεξάγει έρευνα σε κάποιον ημεδαπό φορέα· ο νέος κανόνας εισάγει μια έννοια που ισοδυναμεί με έρευνα δια της ηλεκτρονικής οδού. Επιπλέον, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μπορεί κάποιος ο οποίος αποκτά πρόσβαση σε ένα ηλεκτρονικό αρχείο να λάβει γνώση μόνο των στοιχείων που τον ενδιαφέρουν, αγνοώντας όσα στοιχεία είναι άσχετα προς τους σκοπούς της έρευνάς του.

3.8

Εν κατακλείδι, η ΕΟΚΕ δεν μπορεί παρά να συγχαρεί την Επιτροπή για τη νέα ώθηση που έδωσε στο εγχείρημα το οποίο έχει ήδη αναληφθεί για την απλούστευση των διαδικασιών, την ελάφρυνση του διοικητικού και λογιστικού φόρτου και την επίδειξη μεγαλύτερης αυστηρότητας για την καταπολέμηση της απάτης· διερωτάται σχετικά με την ελάχιστη πρόοδο που σημειώθηκε προς την κατεύθυνση της εναρμόνισης των κανόνων, παρότι αναγνωρίζει τις δυσκολίες που προκύπτουν εξαιτίας της αντίστασης την οποία προβάλλουν τα κράτη μέλη, διατηρεί δε ισχυρές επιφυλάξεις, τόσο νομικής φύσεως όσο και επί της αρχής, σχετικά με τους νέους κανόνες που διέπουν την πρόσβαση στα ηλεκτρονικά αρχεία.

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/79


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών» (κωδικοποιημένη έκδοση)

COM(2009) 129 τελικό — 2009/0043 (COD)

2009/C 306/18

Στις 3 Απριλίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 175 παράγραφος 1 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο, απεφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών» (Κωδικοποιημένη έκδοση)

Επειδή συμφωνεί ανεπιφύλακτα με την πρόταση και έχει ήδη εκφέρει γνώμη επί του θέματος στις σχετικές γνωμοδοτήσεις που υιοθέτησε στις 25 Μαΐου 1977 (1), στις 14 Σεπτεμβρίου 1994 (2) και στις 22 Απριλίου 2008 (3) η ΕΟΚΕ, κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009) απεφάσισε, με 110 ψήφους υπέρ και 5 αποχές, να εκδώσει θετική γνωμοδότηση για την εν λόγω πρόταση και να παραπέμψει στις θέσεις που υποστηρίζει στα προαναφερόμενα έγγραφα.

 

Βρυξέλλες, 10 Απριλίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση Οδηγίας του Συμβουλίου περί διατήρησης των πουλιών» - ΕΕ C 152 της 29.6.1977, σελ. 3

(2)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών» (94/C 393/19)ΕΕ C 393 της 31.12.1994, σελ. 93

(3)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Προσαρμογή στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο/Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση, όσον αφορά τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή», της οδηγίας του Συμβουλίου 79/409/ΕΚ περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών - ΕΕ C 211 της 19.8.2008, σελ. 46


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 306/80


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού των γενικών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων» (κωδικοποιημένη έκδοση)

COM(2009) 113 τελικό — 2009/0037 (COD)

2009/C 306/19

Στις 26 Μαΐου 2009, βάσει του Άρθρου 156 της Συνθήκης, το Συμβούλιο απεφάσισε να ζητήσει την κατάρτιση γνωμοδότησης από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή για την

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού των γενικών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων» (κωδικοποιημένη έκδοση)

Επειδή θεωρεί ότι η πρόταση είναι απολύτως ικανοποιητική και δεν χρήζει περαιτέρω σχολίων εκ μέρους της, η ΕΟΚΕ, κατά την 454η σύνοδο ολομέλειάς της, της 10ης και 11ης Ιουνίου 2009 (συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2009), απεφάσισε, με 112 ψήφους υπέρ και 2 αποχές, να εκδώσει θετική γνωμοδότηση για το προτεινόμενο κείμενο

 

Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2009

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI