ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.C_2009.223.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

52ό έτος
16 Σεπτεμβρίου # 2009


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2009/C 223/01

Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ — Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση ( 1 )

1

2009/C 223/02

Ανακοίνωση της επιτροπής, κριτήρια για την αναλυτική αξιολόγηση περιφερειακών ενισχύσεών προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια

3

2009/C 223/03

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5582 — Gonvarri/Severstal/JV) ( 1 )

11

2009/C 223/04

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5518 — Fiat/Chrysler) ( 1 )

11

2009/C 223/05

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5585 — Centrica/Venture Production) ( 1 )

12

2009/C 223/06

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5609 — ISP/RDM/Manucor) ( 1 )

12

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2009/C 223/07

Ισοτιμίες του ευρώ

13

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Επιτροπή

2009/C 223/08

Επιμόρφωση εθνικών δικαστών στο ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού και δικαστική συνεργασία μεταξύ εθνικών δικαστών

14

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Επιτροπή

2009/C 223/09

Κρατικές ενισχύσεις — Γαλλική δημοκρατία — Κρατική ενίσχυση C 4/09 (πρώην N 679/97) — Τροποποίηση ενός καθεστώτος ενισχύσεων υπέρ της ραδιοφωνίας — Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ ( 1 )

15

 

ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

 

Επιτροπή

2009/C 223/10

Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

20

2009/C 223/11

Δημοσίευση αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

23

2009/C 223/12

Δημοσίευση αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

26

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/1


Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ

Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2009/C 223/01

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

10.3.2009

Αριθμός αναφοράς κρατικής ενίσχυσης

N 70/09

Κράτος μέλος

Ηνωμένο Βασίλειο

Περιφέρεια

Nothern Ireland

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Northern Ireland Screen Fund (the ‘Screen Fund’)

Νομική βάση

Education and Library Services Etc. Grants Regulation (Northern Ireland) 1994

The Industrial Development (Northern Ireland) Order 1982

Είδος μέτρου

Καθεστώς Ενισχύσεων

Στόχος

Πολιτισμός

Είδος ενίσχυσης

Δάνειο με ευνοϊκούς όρους

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 12 εκατ. GBP; Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 51,5 εκατ. GBP

Ένταση

90 %

Διάρκεια

1.4.2007-31.3.2012

Κλάδοι της οικονομίας

Ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Northern Ireland Screen Alfred House

Alfred Street

Belfast

BT2 8ED

Northern Ireland

UNITED KINGDOM

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/state_aids_texts_el.htm

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

12.5.2009

Αριθμός αναφοράς κρατικής ενίσχυσης

N 241/09

Κράτος μέλος

Ιρλανδία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Allied Irish Bank

Νομική βάση

The Credit Institutions (Financial Support) Act 2008

Είδος μέτρου

Ατομική Ενίσχυση

Στόχος

Αποκατάσταση σοβαρής διαταραχής στην οικονομία

Είδος ενίσχυσης

Άλλες μορφές εισφοράς μετοχικού κεφαλαίου

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 3 500 εκατ. EUR

Ένταση

Διάρκεια

12.5.2009-12.11.2009

Κλάδοι της οικονομίας

Χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

The Minister, acting on behalf of the Government, in accordance with the Act. Department of Finance, Government Building, Upper Merrion Street, Dublin 2, IRELAND

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/state_aids_texts_el.htm


16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/3


Ανακοίνωση της επιτροπής, κριτήρια για την αναλυτική αξιολόγηση περιφερειακών ενισχύσεών προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια

2009/C 223/02

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1.   Γενικοί κανόνες για τα μέτρα περιφερειακής ενίσχυσης

1.

Οι κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα 2007-2013 (1) (ΚΓΠΕ) διευκρινίζουν την γενική προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά τις περιφερειακές κρατικές ενισχύσεις. Σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στις ΚΓΠΕ, και παρά τις αρνητικές συνέπειες που μπορούν να έχουν οι περιφερειακές κρατικές ενισχύσεις για το εμπόριο και τον ανταγωνισμό, η Επιτροπή δύναται να θεωρήσει τις κρατικές ενισχύσεις συμβατές με την κοινή αγορά εφόσον χορηγούνται για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης ορισμένων περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρουσιάζουν μειονεκτήματα.

2.

Γενικά, οι ΚΓΠΕ λαμβάνουν υπόψη τη σχετική σοβαρότητα των προβλημάτων που επηρεάζουν την ανάπτυξη των εν λόγω περιφερειών θεσπίζοντας ειδικά ανώτατα όρια για τις περιφερειακές ενισχύσεις. Οι εν λόγω ανώτατες εντάσεις ενίσχυσης κυμαίνονται από 10 % έως 50 % των επιλέξιμων δαπανών, κυρίως βάσει του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των υπόψη περιφερειών, παρέχοντας, ωστόσο, στα κράτη μέλη κάποια ευελιξία ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι τοπικές συνθήκες. Οι χάρτες περιφερειακών ενισχύσεων για κάθε κράτος μέλος δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο Εuropa (2). Οι διαβαθμισμένες αυτές εντάσεις ενίσχυσης αντικατοπτρίζουν, κατ'ουσία, την προσπάθεια που πρέπει να καταβάλλει η Επιτροπή προκειμένου να σταθμίσει, αφενός, τις θετικές συνέπειες που μπορεί να έχει μια περιφερειακή επενδυτική ενίσχυση, ιδίως από την άποψη της προώθησης της συνοχής μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων σε μειονεκτικές περιοχές, και, αφετέρου, τον περιορισμό των πιθανών αρνητικών επιπτώσεων που ενδέχεται να έχει μια τέτοια ενίσχυση προς μεμονωμένες επιχειρήσεις, π.χ. για οικονομικούς φορείς και για περιοχές, το σχετικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των οποίων μειώνεται αντίστοιχα.

3.

Μεγάλο επενδυτικό σχέδιο είναι μια αρχική επένδυση που προβλέπει επιλέξιμες δαπάνες άνω των 50 εκατ. ευρώ (3). Τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια επηρεάζονται λιγότερο από προβλήματα που χαρακτηρίζουν τις μειονεκτούσες περιοχές παρά τα επενδυτικά σχέδια μικρότερης κλίμακας. Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια να επηρεάσουν το εμπόριο και, ως εκ τούτου, κίνδυνος μεγαλύτερης στρέβλωσης έναντι άλλων ανταγωνιστών από άλλες περιοχές. Ως προς τα σχέδια αυτά υπάρχει επίσης κίνδυνος το ποσό της ενίσχυσης να υπερβαίνει το ελάχιστο αναγκαίο ποσό για την αντιστάθμιση των περιφερειακών μειονεκτημάτων και υπάρχει κίνδυνος η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για τέτοια σχέδια να έχει αντιπαραγωγικά αποτελέσματα, όπως αναποτελεσματική επιλογή τόπου εγκατάστασης, μεγαλύτερη στρέβλωση του ανταγωνισμού και καθαρή απώλεια ευημερίας δεδομένου ότι οι ενισχύσεις είναι ένας ακριβός τρόπος διοχέτευσης χρημάτων από τους φορολογούμενους προς τους αποδέκτες των ενισχύσεων, δηλαδή το κόστος της ενίσχυσης υπερβαίνει τα οφέλη για τους καταναλωτές και τους παραγωγούς.

4.

Οι ΚΓΠΕ προβλέπουν ειδικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια (4). Οι ΚΓΠΕ προβλέπουν την αυτόματη, προοδευτική αποκλιμάκωση των ανώτατων ορίων για περιφερειακές ενισχύσεις προοριζόμενες για τέτοια μεγάλα επενδυτικά σχέδια, με σκοπό να περιορισθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού σε επίπεδα που μπορεί γενικά να θεωρηθεί ότι αντισταθμίζονται από τα οφέλη που αποφέρουν οι ενισχύσεις από άποψη ανάπτυξης των υπόψη περιφερειών (5).

5.

Επιπλέον, τα κράτη μέλη πρέπει να κοινοποιούν μεμονωμένα τις ενισχύσεις για επενδυτικά σχέδια εάν οι προτεινόμενες ενισχύσεις υπερβαίνουν το ανώτατο επιτρεπόμενο ποσό ενίσχυσης που μπορεί να χορηγηθεί για επενδύσεις με επιλέξιμες δαπάνες ύψους 100 εκατ. ευρώ βάσει των ισχυόντων κανόνων (όριο κοινοποίησης) (6). Σε σχέση με τις εν λόγω κοινοποιούμενες περιπτώσεις, η Επιτροπή ελέγχει ιδίως τις εντάσεις ενίσχυσης, το κατά πόσον συμβιβάζονται με τα γενικά κριτήρια των ΚΓΠΕ και αν οι κοινοποιούμενες επενδύσεις αντιπροσωπεύουν μείζονα αύξηση της παραγωγικής ικανότητας και ταυτόχρονα αφορούν υποτονική ή ακόμη και παρακμάζουσα αγορά ή αν ωφελούν επιχειρήσεις που κατέχουν μεγάλα μερίδια αγοράς.

1.2.   Μέτρα περιφερειακής ενίσχυσης υπαγόμενα σε αναλυτική αξιολόγηση

6.

Παρά την αυτόματη αποκλιμάκωση, ορισμένα μεγάλα ποσά περιφερειακών ενισχύσεων για μεγάλα επενδυτικά σχέδια μπορούν να επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό το εμπόριο, και να οδηγήσουν σε ουσιώδεις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Προς τούτο, παλαιότερη πολιτική της Επιτροπής ήταν να μην εγκρίνει ενισχύσεις για μεγάλα επενδυτικά σχέδια που υπερέβαιναν τα κάτωθι όρια (7):

στον δικαιούχο της ενίσχυσης αντιστοιχεί περισσότερο από το 25 % των πωλήσεων του σχετικού προϊόντος (ή προϊόντων) στη σχετική αγορά (ή αγορές), ή

η παραγωγική ικανότητα που δημιουργείται με το σχέδιο υπερβαίνει το 5 % της αγοράς, και ο ρυθμός ανάπτυξης της σχετικής αγοράς είναι κατώτερος από τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ στον ΕΟΧ.

7.

Ωστόσο, με τις τρέχουσες ΚΓΠΕ, η Επιτροπή επέλεξε μια πιο εξατομικευμένη προσέγγιση που παρέχει τη δυνατότητα να ληφθούν υπόψη, με όσο το δυνατόν πιο συγκεκριμένο τρόπο, η συνοχή και άλλα οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τέτοια σχέδια. Τα οφέλη αυτά, όμως, πρέπει να σταθμιστούν έναντι των τυχόν αρνητικών συνεπειών για το εμπόριο και τον ανταγωνισμό, που θα πρέπει επίσης να διαπιστωθούν με όσο το δυνατόν πιο συγκεκριμένο τρόπο. Ως εκ τούτου, η παράγραφος 68 των ΚΓΠΕ προβλέπει ότι η Επιτροπή θα κινεί επίσημη διαδικασία έρευνας δυνάμει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για περιπτώσεις που υπερβαίνουν το όριο κοινοποίησης και πληρούν τουλάχιστον το ένα από τα δύο κριτήρια της παραγράφου 68 στοιχεία α) και β) των ΚΓΠΕ (τα όρια αναλυτικής αξιολόγησης που είναι τα ίδια με εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 6 της παρούσας ανακοίνωσης). Στις περιπτώσεις αυτές, στόχος της επίσημης έρευνας είναι η λεπτομερής επαλήθευση «ότι η ενίσχυση είναι αναγκαία ως έναυσμα για επενδύσεις και ότι τα οφέλη από την ενίσχυση υπερκαλύπτουν την προκύπτουσα νόθευση του ανταγωνισμού και την επίδραση επί των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών» (8).

8.

Στην υποσημείωση 63 των ΚΓΠΕ, η Επιτροπή εξήγγειλε την πρόθεσή της να «καταρτίσει και άλλες [...κατευθύνσεις…], σχετικά με τα κριτήρια που θα λαμβάνει υπόψη της κατά την αξιολόγηση αυτή.» Η Επιτροπή παραθέτει κατωτέρω ορισμένες κατευθύνσεις ως προς τις πληροφορίες που μπορεί να ζητήσει και την μεθοδο που θα ακολουθεί για μέτρα τα οποία υπόκεινται σε λεπτομερή αξιολόγηση. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης για τις κρατικές ενισχύσεις (9), η Επιτροπή θα προβεί σε συνολική αξιολόγηση της ενίσχυσης με βάση τις θετικές και αρνητικές επιπτώσεις της προκειμένου να διαπιστώσει αν, στο σύνολό του, το μέτρο ενίσχυσης δύναται να εγκριθεί.

9.

Η λεπτομερής αξιολόγηση πρέπει να είναι ανάλογη των δυνητικών στρεβλώσεων που μπορεί να προκαλέσει η ενίσχυση. Αυτό σημαίνει ότι το εύρος της ανάλυσης θα εξαρτάται από τη φύση της εκάστοτε περίπτωσης. Ως εκ τούτου, η φύση και το επίπεδο των απαιτούμενων αποδεικτικών στοιχείων θα εξαρτάται επίσης από τα χαρακτηριστικά της εκάστοτε περίπτωσης. Εκτός αυτού, η Επιτροπή θα τηρεί μεν τις διατάξεις περί διεξαγωγής επίσημης διαδικασίας έρευνας των άρθρων 6 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για την θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (10), αλλά θα δύναται, μεταξύ άλλων, να ζητήσει από το κράτος μέλος να υποβάλει ανεξάρτητες μελέτες για να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην κοινοποίηση ή να ζητήσει στοιχεία από άλλους οικονομικούς φορείς δραστηριοποιούμενους στις σχετικές αγορές ή από εμπειρογνώμονες ειδικευμένους σε θέματα περιφερειακής ανάπτυξης. Επιπλέον, κατά τη διεξαγωγή της επίσημης έρευνας είναι ευπρόσδεκτη η υποβολή παρατηρήσεων από ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή θα προσδιορίζει τα βασικά θέματα για τα οποία αναζητά στοιχεία κατά την κίνηση της διαδικασίας.

10.

Η παρούσα ανακοίνωση σκοπό έχει να διασφαλίσει την διαφάνεια και την προβλεψιμότητα της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων της Επιτροπής. καθώς και την ίση μεταχείριση των κρατών μελών. Η Επιτροπή διατηρεί το δικαίωμα να τροποποιεί ή να αναθεωρεί τις παρούσες κατευθύνσεις βάσει της πείρας που θα αποκομίζει στην πράξη.

2.   ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

2.1.   Στόχος των ενισχύσεων

11.

Οι περιφερειακές ενισχύσεις έχουν ως στόχο κοινού ενδιαφέροντος τη δίκαιη μεταχείριση, καθώς αποσκοπούν στην προώθηση της οικονομικής συνοχής συμβάλλοντας στη μείωση της απόστασης που χωρίζει τα επίπεδα ανάπτυξης των διαφόρων περιφερειών της Κοινότητας. Στη παράγραφο 2 των ΚΓΠΕ αναφέρεται ότι: «Αντιμετωπίζοντας τα μειονεκτήματα των μειονεκτικών περιοχών, οι κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα προάγουν την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως συνόλου.» Η παράγραφος 3 των ΚΓΠΕ προσθέτει ότι: «Οι εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα προορίζονται να συμβάλουν στην ανάπτυξη των πλέον μειονεκτικών περιφερειών, μέσω της υποστήριξης των επενδύσεων και της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Προωθούν δε την οικονομική επέκταση και τη διαφοροποίηση των οικονομικών δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες στις λιγότερο ευνοημένες περιφέρειες, ιδίως ενθαρρύνοντάς τες να δημιουργήσουν νέες εγκαταστάσεις εκεί.»

12.

Όσον αφορά τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια που πληρούν τις προϋποθέσεις αναλυτικής αξιολόγησης, το οικείο κράτος μέλος θα καλείται να αποδείξει ότι η ενίσχυση ανταποκρίνεται στον στόχο της δίκαιης μεταχείρισης. Το κράτος μέλος, ως εκ τούτου, θα πρέπει να τεκμηριώσει την συμβολή του επενδυτικού σχεδίου στην ανάπτυξη της εκάστοτε περιφέρειας.

13.

Ενώ οι περιφερειακές ενισχύσεις έχουν ως πρωταρχικό στόχο την αντιμετώπιση θεμάτων δίκαιης μεταχείρισης, όπως η οικονομική συνοχή, μπορούν επίσης να αποβλέπουν στην αντιμετώπιση αδυναμιών της αγοράς. Τα περιφερειακά μειονεκτήματα μπορούν να συνδέονται με δυσλειτουργίες της αγοράς όπως η ατελής πληροφόρηση, τα προβλήματα συντονισμού, οι δυσκολίες για τους δικαιούχους ως προς τις κατάλληλες επενδύσεις σε δημόσια αγαθά ή οι εσωτερικότητες από επενδύσεις. Στις περιπτώσεις στις οποίες, εκτός από τους στόχους δίκαιης μεταχείρισης, μια περιφερειακή ενίσχυση αποβλέπει στην αντιμετώπιση θεμάτων αποδοτικότητας, θα θεωρείται ότι η συνολική θετική επίπτωση της ενίσχυσης είναι μεγαλύτερη.

14.

Ο μη εξαντλητικός κατάλογος ενδεικτικών κριτηρίων που ακολουθεί μπορεί να χρησιμεύσει για να αποδειχθεί η συνεισφορά της ενίσχυσης σε περιφερειακό επίπεδο, στο μέτρο που προσελκύει πρόσθετες επενδύσεις και δραστηριότητες στην υπόψη περιφέρεια. Οι θετικές αυτές επιπτώσεις της ενίσχυσης μπορεί να έχουν άμεσο (π.χ. άμεσα δημιουργούμενες θέσεις απασχόλησης) και έμμεσο (π.χ. τοπική καινοτομία) χαρακτήρα.

Ο αριθμός των δημιουργούμενων, μέσω της επένδυσης, άμεσων θέσεων απασχόλησης αποτελεί σημαντική ένδειξη συνεισφοράς στην περιφερειακή ανάπτυξη. Η ποιότητα των δημιουργούμενων θέσεων απασχόλησης και το απαιτούμενο επίπεδο δεξιοτήτων πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη.

Ένας ακόμη μεγαλύτερος αριθμός θέσεων απασχόλησης μπορεί να δημιουργηθεί στο τοπικό δίκτυο (υπο-) προμηθευτών και να συμβάλει στην καλύτερη ένταξη της επένδυσης στην εκάστοτε περιφέρεια, καθώς και να εξασφαλίσει ευρύτερα δευτερογενή αποτελέσματα. Ο αριθμός των δημιουργούμενων έμμεσων θέσεων απασχόλησης θα πρέπει, συνεπώς, να λαμβάνεται επίσης υπόψη.

Η δέσμευση του δικαιούχου να αναλάβει ευρείας κλίμακας εκπαιδευτικές δραστηριότητες για τη βελτίωση των δεξιοτήτων (γενικών και ειδικών) του προσωπικού που απασχολεί πρέπει να θεωρείται ως στοιχείο το οποίο συμβάλλει στην περιφερειακή ανάπτυξη. Έμφαση θα δίδεται επίσης στην εκπαίδευση που βελτιώνει τις γνώσεις και τις δυνατότητες απασχόλησης εργαζομένων εκτός της επιχείρησης. Γενική ή ειδική εκπαίδευση για την οποία έχουν εγκριθεί εκπαιδευτικές ενισχύσεις δεν θα λαμβάνεται ως θετική επίπτωση των περιφερειακών ενισχύσεων, ούτως ώστε να μην γίνεται διπλή καταμέτρηση.

Εξωτερικές οικονομίες κλίμακας ή άλλα οφέλη από πλευράς περιφερειακής ανάπτυξης μπορεί να προκύψουν λόγω γεωγραφικής εγγύτητας (δημιουργία συστάδων επιχειρήσεων). Η δημιουργία συστάδων από επιχειρήσεις του ιδίου κλάδου επιτρέπει στις επί μέρους μονάδες παραγωγής να ειδικευθούν περισσότερο, πράγμα που οδηγεί σε μεγαλύτερη αποδοτικότητα. Η γεωγραφική εγγύτητα διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών, ιδεών και γνώσεων μεταξύ επιχειρήσεων. Η συγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων προσελκύει πολλά άτομα που αναζητούν εργασία πράγμα το οποίο εξασφαλίζει στις επιχειρήσεις ένα μεγάλο σύνολο εργατικού δυναμικού με διάφορες δεξιότητες. Εξασφαλίζεται πρόσβαση σε νομικές και εμπορικές υπηρεσίες, πράγμα το οποίο αυξάνει την παραγωγικότητα. Γενικά, η συγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων μπορεί με τη σειρά της να προσελκύσει άλλες επενδύσεις οι οποίες μπορούν να αυξήσουν τα θετικά δευτερογενή αποτελέσματα («ενάρετος κύκλος»).

Οι επενδύσεις συνιστούν ένα σύνολο τεχνικών γνώσεων που μπορεί να αποτελέσει πηγή σημαντικής μεταφοράς τεχνολογίας (διάχυση γνώσεων). Οι επενδύσεις που λαμβάνουν χώρα σε κλάδους εντάσεως τεχνολογίας είναι πιθανότερο να συνεπάγονται την μεταφορά τεχνολογίας στην αποδέκτρια περιφέρεια. Ο βαθμός διάδοσης γνώσεων, καθώς και το αντικείμενο το οποίο αφορά, αποτελούν επίσης σημαντικά στοιχεία.

Μπορεί επίσης να ληφθεί υπόψη η συμβολή του σχεδίου στην ικανότητα της περιφέρειας να δημιουργήσει νέες τεχνολογίες μέσω τοπικής καινοτομίας. Η συνεργασία της νέας μονάδας παραγωγής με τοπικά ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως θετικό στοιχείο.

Η διάρκεια της επένδυσης και το ενδεχόμενο πραγματοποίησης άλλων συναφών επενδύσεων στο μέλλον αποτελούν ένδειξη της μονιμότερης δέσμευσης μιας επιχείρησης στην εκάστοτε περιφέρεια.

15.

Τα κράτη μέλη καλούνται, συγκεκριμένα, να βασισθούν σε αξιολογήσεις παλαιότερων καθεστώτων ή μέτρων κρατικής ενίσχυσης, σε εκτιμήσεις αντικτύπου που πραγματοποίησαν οι χορηγούσες αρχές, σε γνώμες εμπειρογνωμόνων και άλλες τυχόν μελέτες που σχετίζονται με το υπό αξιολόγηση επενδυτικό σχέδιο. Το επιχειρηματικό πρόγραμμα του δικαιούχου της ενίσχυσης μπορεί να παράσχει πληροφορίες ως προς τον αριθμό των δημιουργούμενων θέσεων απασχόλησης, τους καταβαλλόμενους μισθούς (αύξηση του πλούτου των νοικοκυριών ως δευτερογενές αποτέλεσμα), τον όγκο πωλήσεων από τοπικούς παραγωγούς, τον κύκλο εργασιών που παράγει η επένδυση και ωφελεί, ενδεχομένως, την περιφέρεια λόγω επιπρόσθετων φορολογικών εσόδων.

16.

Εφόσον είναι σκόπιμο, πρέπει να λαμβάνoνται επίσης υπόψη η σχέση του προγραμματιζόμενου επενδυτικού σχεδίου με το εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς, καθώς και η σχέση του σχεδίου με τα επιχειρησιακά προγράμματα που συγχρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία. Από την άποψη αυτή, η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει ειδικά υπόψη τις αποφάσεις που έχει τυχόν εκδώσει σχετικά με το υπόψη μέτρο στο πλαίσιο της ανάλυσης μεγάλων έργων για τα διαρθρωτικά ταμεία ή το Ταμείο Συνοχής (11). Οι αποφάσεις αυτές βασίζονται, μεταξύ άλλων, σε «ανάλυση κόστους-οφέλους, που περιλαμβάνει εκτίμηση των κινδύνων και τις προβλεπόμενες επιπτώσεις στον οικείο τομέα και στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση του κράτους μέλους ή/και της περιφέρειας και, όταν αυτό είναι δυνατόν και ανάλογα με την περίπτωση, άλλων περιφερειών της Κοινότητας.»

2.2.   Καταλληλότητα του μέσου ενίσχυσης

17.

Οι κρατικές ενισχύσεις που λαμβάνουν τη μορφή επενδυτικών επιδοτήσεων δεν αποτελούν το μόνο μέσο άσκησης πολιτικής που διαθέτουν τα κράτη μέλη προκειμένου να υποστηρίξουν τις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε μειονεκτούσες περιφέρειες. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιήσουν γενικά μέτρα όπως ανάπτυξη υποδομών, αύξηση της ποιότητας της εκπαίδευσης και της κατάρτισης ή βελτιώσεις του γενικότερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

18.

Κατάλληλο μέσο θεωρείται ότι αποτελούν τα μέτρα ως προς τα οποία το κράτος μέλος εξέτασε και άλλες επιλογές πολιτικής και ως προς τα οποία αποδείχθηκε ότι η χρήση ενός επιλεκτικού μέσου, όπως η χορήγηση κρατικής ενίσχυσης σε συγκεκριμένη επιχείρηση, παρουσιάζει πλεονεκτήματα. Η Επιτροπή θα λαμβάνει ιδίως υπόψη την εκτίμηση αντικτύπου που ενδεχομένως έχει κάνει το κράτος μέλος για ένα προτεινόμενο μέτρο.

2.3.   Δημιουργία κινήτρων

19.

Η ανάλυση της δημιουργίας κινήτρων από το μέτρο ενίσχυσης αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της αναλυτικής αξιολόγησης των περιφερειακών ενισχύσεων προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια. Η Επιτροπή θα αξιολογεί κατά πόσο η προτεινόμενη ενίσχυση είναι απαραίτητη, ώστε να παρέχεται «πραγματικό κίνητρο για την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών οι οποίες σε διαφορετική περίπτωση δεν θα πραγματοποιούνταν στις ενισχυόμενες περιφέρειες» (12). Η αξιολόγηση αυτή θα πραγματοποιείται σε δύο επίπεδα: πρώτον, σε γενικό, διαδικαστικό επίπεδο και, δεύτερον, σε αναλυτικότερο, οικονομικό επίπεδο.

20.

Στην παράγραφο 38, οι ΚΓΠΕ περιλαμβάνουν γενικά κριτήρια για την επίσημη αξιολόγηση της δημιουργίας κινήτρων από περιφερειακές ενισχύσεις. Τα κριτήρια αυτά ισχύουν για όλες τις περιφερειακές ενισχύσεις και όχι μόνον για τις περιφερειακές ενισχύσεις προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια.

21.

Στην περίπτωση των περιφερειακών ενισχύσεων προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια που καλύπτονται από την παρούσα ανακοίνωση, η Επιτροπή θα επαληθεύσει λεπτομερώς «ότι η ενίσχυση είναι αναγκαία ως έναυσμα για επενδύσεις» (13). Στόχος της λεπτομερούς αξιολόγησης είναι να προσδιοριστεί αν η ενίσχυση όντως συμβάλλει στην αλλαγή της συμπεριφοράς του δικαιούχου, ούτως ώστε να προβεί σε (επιπρόσθετες) επενδύσεις στην υπόψη ενισχυόμενη περιφέρεια. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μια επιχείρηση εγκαθίσταται σε μια συγκεκριμένη περιφέρεια, ακόμη και χωρίς τη χορήγηση ενίσχυσης.

22.

Λαμβάνοντας υπόψη τον στόχο της δίκαιης μεταχείρισης που απορρέει από την πολιτική συνοχής και στο μέτρο που η ενίσχυση συμβάλλει στην επίτευξη του στόχου αυτού, η δημιουργία κινήτρων μπορεί να αποδειχθεί με βάση δύο σενάρια:

1)

Η ενίσχυση παρέχει κίνητρο για τη λήψη θετικής απόφασης όσον αφορά την πραγματοποίηση της επένδυσης, διότι μια επένδυση, που σε διαφορετική περίπτωση δεν θα ήταν κερδοφόρα για την επιχείρηση σε καμία περιοχή, μπορεί πλέον να πραγματοποιηθεί σε μια ενισχυόμενη περιφέρεια (14).

2)

Η ενίσχυση παρέχει κίνητρο για την πραγματοποίηση μιας προγραμματιζόμενης επένδυσης στην υπόψη περιοχή αντί σε άλλη, διότι με αυτήν αντισταθμίζονται τα καθαρά μειονεκτήματα και το καθαρό κόστος που συνεπάγεται η πραγματοποίηση επένδυσης στην ενισχυόμενη περιοχή.

23.

Το κράτος μέλος θα πρέπει να αποδείξει στην Επιτροπή ότι η ενίσχυση δημιουργεί κίνητρα. Θα πρέπει να παράσχει σαφείς αποδείξεις ότι η ενίσχυση θα επηρεάσει την επιλογή για την πραγματοποίηση της επένδυσης ή την επιλογή του τόπου εγκατάστασης. Θα πρέπει να προσδιορίσει το σενάριο το οποίο ισχύει. Προκειμένου να καταστεί δυνατή μια διεξοδική αξιολόγηση, το κράτος μέλος θα πρέπει να παράσχει όχι μόνον πληροφορίες για το ενισχυόμενο σχέδιο αλλά και διεξοδική περιγραφή της αντίθετης περίπτωσης, δηλαδή εκείνης στην οποία το κράτος μέλος δεν θα χορηγούσε ενίσχυση στον δικαιούχο.

24.

Στο σενάριο 1, το κράτος μέλος δύναται να αποδείξει ότι η ενίσχυση δημιουργεί κίνητρα, προσκομίζοντας έγγραφα της επιχείρησης από τα οποία προκύπτει ότι η επένδυση δεν θα ήταν κερδοφόρα χωρίς την χορήγηση ενίσχυσης και ότι κανένας άλλος τόπος εγκατάστασης, πλην της ενισχυόμενης περιφέρειας, δεν θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη.

25.

Στο σενάριο 2, το κράτος μέλος δύναται να αποδείξει ότι η ενίσχυση δημιουργεί κίνητρα, προσκομίζοντας έγγραφα της επιχείρησης από τα οποία προκύπτει ότι έγινε σύγκριση του κόστους και του οφέλους που συνεπάγεται η εγκατάσταση στην εν λόγω ενισχυόμενη περιφέρεια με εκείνα που συνεπάγεται η εγκατάσταση σε άλλη, εναλλακτική περιφέρεια. Τέτοια συγκριτικά σενάρια θα πρέπει να θεωρηθούν ρεαλιστικά από την Επιτροπή.

26.

Τα κράτη μέλη καλούνται, ιδίως, να βασίζονται σε εκτιμήσεις κινδύνων (περιλαμβανομένων των εκτιμήσεων των κινδύνων που αφορούν ειδικά έναν συγκεκριμένο τόπο εγκατάστασης), οικονομικές εκθέσεις, εσωτερικά επιχειρηματικά προγράμματα, γνώμες εμπειρογνωμόνων και άλλες μελέτες που σχετίζονται με το υπό αξιολόγηση επενδυτικό σχέδιο. Για την επαλήθευση της δημιουργίας κινήτρων μπορούν να χρησιμεύσουν έγγραφα που περιλαμβάνουν πληροφορίες για την προβλεπόμενη ζήτηση, προβλέψεις ως προς το κόστος, οικονομικές προβλέψεις, έγγραφα που υποβάλλονται σε επενδυτική επιτροπή και πραγματεύονται διάφορα επενδυτικά σενάρια ή έγγραφα που παρέχονται προς τις χρηματοπιστωτικές αγορές.

27.

Στο πλαίσιο αυτό και, ιδίως, στο σενάριο 1, το επίπεδο της κερδοφορίας μπορεί να αξιολογείται με αναφορά σε μεθόδους που εφαρμόζονται σε πάγια βάση στον εκάστοτε κλάδο και που μπορεί να περιλαμβάνουν μεθόδους για τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας (ΚΠΑ) του σχεδίου, του εσωτερικού ποσοστού απόδοσης (ΕΠΑ) ή της απόδοσης του απασχολούμενου κεφαλαίου (ΑΑΚ).

28.

Εάν η ενίσχυση δεν μεταβάλλει την συμπεριφορά του δικαιούχου οδηγώντας σε (επιπρόσθετες) επενδύσεις στην εκάστοτε ενισχυόμενη περιφέρεια, τότε δεν υπάρχει δημιουργία κινήτρων για την επίτευξη του περιφερειακού στόχου. Εάν η ενίσχυση δεν δημιουργεί κίνητρα για την επίτευξη του περιφερειακού στόχου, τότε πρέπει να θεωρηθεί ως χαριστική χορήγηση κεφαλαίων στην αποδέκτρια επιχείρηση. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση αναλυτικής αξιολόγησης περιφερειακών ενισχύσεων προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια, μια ενίσχυση δεν θα εγκρίνεται όταν προκύπτει ότι η ίδια επένδυση θα ελάμβανε χώρα στην ίδια περιφέρεια ακόμα και χωρίς την ενίσχυση.

2.4.   Αναλογικότητα της ενίσχυσης

29.

Για να εξασφαλιστεί η αναλογικότητα των περιφερειακών ενισχύσεων, το ύψος και η ένταση ενίσχυσης πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο απαιτούμενο ώστε να πραγματοποιηθεί η επένδυση στην ενισχυόμενη περιοχή.

30.

Οι ΚΓΠΕ διασφαλίζουν γενικά την αναλογικότητα των περιφερειακών ενισχύσεων προς την σοβαρότητα των προβλημάτων που πλήττουν τις ενισχυόμενες περιφέρειες, με την θέσπιση ανώτατων ορίων για τις περιφερειακές ενισχύσεις εν γένει, καθώς και μιας αυτόματης, προοδευτικής αποκλιμάκωσης των εν λόγω ανώτατων ορίων για μεγάλα επενδυτικά σχέδια (βλ. παραγράφους 1 και 3).

31.

Σε περιπτώσεις περιφερειακών ενισχύσεων που απαιτούν αναλυτική αξιολόγηση, είναι αναγκαία μια λεπτομερέστερη επαλήθευση της εν λόγω γενικής αρχής της αναλογικότητας στην οποία αναφέρονται οι ΚΓΠΕ.

32.

Στο σενάριο 1, για τα επενδυτικά κίνητρα, η ενίσχυση θα πρέπει γενικά να θεωρείται αναλογική εφόσον, εξαιτίας αυτής, η απόδοση της επένδυσης ανταποκρίνεται στο κανονικό ποσοστό απόδοσης που εφαρμόζει η επιχείρηση για άλλα επενδυτικά σχέδια, σε σχέση με το κόστος κεφαλαίου της επιχείρησης ως σύνολο ή με τις αποδόσεις που συνήθως παρατηρούνται στον σχετικό κλάδο.

33.

Στο σενάριο 2, για τα κίνητρα εγκατάστασης, η ενίσχυση θα πρέπει γενικά να θεωρείται αναλογική εφόσον ισούται με τη διαφορά μεταξύ του καθαρού κόστους που συνεπάγεται η πραγματοποίηση της επένδυσης στην ενισχυόμενη περιφέρεια για την δικαιούχο επιχείρηση και του καθαρού κόστους που συνεπάγεται η πραγματοποίηση της επένδυσης στην εναλλακτική περιφέρεια (ή περιφέρειες). Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κάθε είδους δαπάνες και οφέλη, περιλαμβανομένου π.χ. του διοικητικού κόστους, του κόστους μεταφοράς, των εκπαιδευτικών δαπανών που δεν καλύπτονται από εκπαιδευτικές ενισχύσεις, καθώς και οι μισθολογικές διαφορές.

34.

Εν τέλει, το καθαρό αυτό κόστος, το οποίο θεωρείται ότι συνδέεται με τα περιφερειακά μειονεκτήματα, καθιστά την επένδυση λιγότερο αποδοτική. Για τον λόγο αυτόν, οι υπολογισμοί που γίνονται για την ανάλυση της δημιουργίας κινήτρων μπορούν επίσης να χρησιμεύσουν για να αξιολογηθεί αν η ενίσχυση είναι αναλογική.

35.

Το κράτος μέλος πρέπει να αποδείξει την αναλογικότητα βάσει κατάλληλης τεκμηρίωσης όπως εκείνη που αναφέρεται στην παράγραφο 26.

36.

Η ένταση ενίσχυσης δεν επιτρέπεται, σε καμία περίπτωση, να υπερβαίνει τα ανώτατα όρια περιφερειακών ενισχύσεων, όπως αυτά διορθώνονται με τον μηχανισμό αποκλιμάκωσης, σύμφωνα με τα όσα διατυπώνονται στις ΚΓΠΕ.

3.   ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

37.

Προκειμένου να αξιολογηθούν τα μερίδια αγοράς και η δυνητική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε μια αγορά που βρίσκεται σε διαρθρωτική παρακμή, η Επιτροπή πρέπει να προσδιορίσει τη σχετική αγορά του προϊόντος και τη σχετική γεωγραφική αγορά. Ως εκ τούτου, συνήθως (15), η σχετική αγορά θα έχει ήδη προσδιορισθεί για όλα τα μέτρα περιφερειακών ενισχύσεων που υπάγονται σε αναλυτική αξιολόγηση.

38.

Οι δύο κυριότερες ενδείξεις περί δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων της ενίσχυσης ήδη προσδιορίσθηκαν στην παράγραφο 68 των ΚΓΠΕ. Πρόκειται για τα υψηλά μερίδια αγοράς και την δυνητική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε μια αγορά που βρίσκεται σε φάση διαρθρωτικής παρακμής. Συνδέονται με δύο θεωρίες επιβλαβών επιπτώσεων στο πλαίσιο του ανταγωνισμού: αφενός, τη δημιουργία ισχύος στην αγορά και, αφετέρου, τη δημιουργία ή διατήρηση αναποτελεσματικών δομών της αγοράς. Μια εκ πρώτης όψεως μέτρηση των δύο αυτών δεικτών θα έχει ήδη γίνει πριν από την κίνηση της διαδικασίας έρευνας. Προκειμένου να συγκεντρωθούν όλα τα στοιχεία για την τελική στάθμιση θετικών και αρνητικών επιπτώσεων, η εκτίμηση των δύο δεικτών θα γίνεται λεπτομερώς κατά την αναλυτική αξιολόγηση. Ένας τρίτος δείκτης δυνητικών επιβλαβών επιπτώσεων από την ενίσχυση, η οποία πρόκειται να αξιολογηθεί αναλυτικά, είναι η επίδραση της ενίσχυσης επί του εμπορίου. Μολονότι οι τρεις αυτοί δείκτες θεωρούνται ως οι κυριότερες αρνητικές επιπτώσεις που ενδεχομένως να προκύψουν από περιφερειακές ενισχύσεις προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια, η Επιτροπή δεν αποκλείει το ενδεχόμενο, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, να υπάρχουν και άλλοι σχετικοί δείκτες.

39.

Η Επιτροπή θα δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις αρνητικές επιπτώσεις που συνδέονται με την έννοια της ισχύος στην αγορά και της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας σε περιπτώσεις στις οποίες η ενίσχυση παρέχει κίνητρα για την αλλαγή της επενδυτικής απόφασης, ώστε χωρίς την ενίσχυση να μην γινόταν καμία επένδυση (σενάριο 1 περί δημιουργίας κινήτρων).

40.

Ωστόσο, σε περίπτωση που από το αντιπαράδειγμα απορρέει ότι η επένδυση θα είχε ούτως ή άλλως πραγματοποιηθεί και χωρίς την ενίσχυση, αλλά ενδεχομένως σε άλλον τόπο εγκατάστασης (σενάριο 2) και εφόσον η ενίσχυση είναι αναλογική, οι πιθανές ενδείξεις στρεβλώσεων, όπως μεγάλο μερίδιο αγοράς και αύξηση της παραγωγικής ικανότητας σε μια υποτονική αγορά, θα ήταν, κατ’ αρχήν, οι ίδιες ανεξαρτήτως της ενίσχυσης.

3.1.   Παραγκωνισμός των ιδιωτικών επενδύσεων

3.1.1.   Ισχύς στην αγορά

41.

Για να προσδιοριστεί το βέλτιστο επίπεδο επένδυσης σε αγορές με περιορισμένο αριθμό συμμετεχόντων (κάτι το σύνηθες στην περίπτωση μεγάλων επενδυτικών σχεδίων) κάθε επιχείρηση λαμβάνει υπόψη τις επενδύσεις που πραγματοποιούν οι ανταγωνιστές της. Εάν η ενίσχυση ωθεί μια συγκεκριμένη επιχείρηση να επενδύσει περισσότερο, οι ανταγωνιστές της ενδέχεται να αντιδράσουν με μείωση των δικών τους δαπανών στον τομέα αυτόν. Σε τέτοια περίπτωση η ενίσχυση οδηγεί σε παραγκωνισμό των ιδιωτικών επενδύσεων. Εάν, ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης, οι ανταγωνιστές εξασθενούν ή αναγκάζονται να αποχωρήσουν από την αγορά, η ενίσχυση στρεβλώνει τον ανταγωνισμό. Στο πλαίσιο αυτό, όπως προαναφέρεται στη παράγραφο 38, οι ΚΓΠΕ κάνουν διάκριση μεταξύ περιπτώσεων στις οποίες ο δικαιούχος της ενίσχυσης διαθέτει ισχύ στην αγορά και περιπτώσεων στις οποίες η ενίσχυση οδηγεί σε σημαντική επέκταση της παραγωγικής ικανότητας σε μια παρακμάζουσα αγορά.

42.

Εν γένει, οι ενισχύσεις που χορηγούνται σε έναν δικαιούχο σε μια αγορά χαρακτηριζόμενη από μεγάλο βαθμό συγκέντρωσης είναι πιθανότερο να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό, δεδομένου ότι οι αποφάσεις κάθε επιχείρησης είναι πιθανότερο να επηρεάσουν αμεσότερα τους ανταγωνιστές της. Αυτό συμβαίνει ιδίως στην περίπτωση επιδότησης μιας επιχείρησης με δεσπόζουσα θέση στην αγορά. Ως εκ τούτου, εάν εξαιτίας της ενίσχυσης ο δικαιούχος διατηρεί ή αυξάνει την ισχύ του στην αγορά (16), οι περιφερειακές ενισχύσεις προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια μπορεί να έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα στις επενδυτικές αποφάσεις ανταγωνιστών και, συνεπώς, να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό. Αυτό θα ήταν εις βάρος των καταναλωτών. Συνεπώς, η Επιτροπή επιθυμεί να περιορίσει την χορήγηση κρατικών ενισχύσεων σε επιχειρήσεις που διαθέτουν ισχύ στην αγορά.

43.

Σε όλες τις περιπτώσεις περιφερειακών ενισχύσεων στις οποίες ενεργοποιείται το όριο κοινοποίησης (παράγραφος 64 των ΚΓΠΕ), η Επιτροπή πρέπει να εκτιμήσει (παράγραφος 68 των ΚΓΠΕ) το μερίδιο του δικαιούχου της ενίσχυσης (ή του ομίλου στον οποίο αυτός ανήκει) επί των πωλήσεων του υπόψη προϊόντος ή προϊόντων στην(στις) σχετική(ές) αγορά(ές) προϊόντος ή στην(στις) σχετική(ές) γεωγραφική(ές) αγορά(ές). Ωστόσο, τα μερίδια αγοράς παρέχουν μόνον μια πρώτη ένδειξη των δυνητικών προβλημάτων. Ως εκ τούτου, κατά την αναλυτική αξιολόγηση, η Επιτροπή θα λαμβάνει, κατά περίπτωση, υπόψη και άλλους παράγοντες περιλαμβανομένης π.χ. της διάρθρωσης της αγοράς εξετάζοντας τον βαθμό συγκέντρωσης στην αγορά (17), τυχόν φραγμούς εισόδου σε αυτήν (18), την ισχύ των αγοραστών (19) και τους φραγμούς εξόδου από αυτήν.

44.

Η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη τα μερίδα αγοράς και άλλους συναφείς παράγοντες πριν και μετά την επένδυση (κατά κανόνα, για το έτος πριν από την έναρξη της επένδυσης και για το έτος μετά την επίτευξη πλήρους παραγωγής). Κατά την λεπτομερή αξιολόγηση αρνητικών επιπτώσεων, η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη ότι, ενώ ορισμένα επενδυτικά σχέδια είναι σχετικά μικρής διάρκειας ενός ή δύο ετών, στην πλειονότητά τους τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια διαρκούν πολύ περισσότερο. Ως εκ τούτου, στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτούνται μακροπρόθεσμες αναλύσεις της εξέλιξης των αγορών. Ωστόσο, η Επιτροπή θα αναγνωρίζει το γεγονός ότι οι μακροπρόθεσμες αυτές αναλύσεις είναι πιο θεωρητικές, ιδίως στην περίπτωση αγορών που παρουσιάζουν αστάθεια ή αγορών που διανύουν φάση ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης. Ως εκ τούτου, όσο πιο μακροπρόθεσμη και, ως εκ τούτου, θεωρητική είναι η ανάλυση, τόσο μικρότερο βάρος θα δίδεται στην πιθανή αρνητική επίπτωση της ισχύος στην αγορά ή στη δυνατότητα να αναπτυχθεί συμπεριφορά αποκλεισμού.

3.1.2.   Δημιουργία ή διατήρηση μη αποδοτικών δομών της αγοράς

45.

Όταν μη αποδοτικές επιχειρήσεις αναγκάζονται να αποχωρήσουν από μια αγορά, αυτό αποτελεί ένδειξη της ύπαρξης αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Μακροπρόθεσμα, η διαδικασία αυτή ευνοεί την τεχνολογική πρόοδο και την αποδοτική χρήση πόρων οι οποίοι δεν αφθονούν στην οικονομία. Ωστόσο, η σημαντική αύξηση της παραγωγικής ικανότητας εξαιτίας μιας κρατικής ενίσχυσης σε μια υποτονική αγορά μπορεί να στρεβλώσει αδικαιολόγητα τον ανταγωνισμό, καθώς η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα μπορεί να οδηγήσει σε συμπίεση των περιθωρίων κέρδους και μείωση της παραγωγικής ικανότητας των ανταγωνιστών ή ακόμη και στην αποχώρησή τους από την αγορά. Αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια τον εκτοπισμό ανταγωνιστών από την αγορά εξαιτίας της χορήγησης κρατικών ενισχύσεων, οι οποίοι υπό άλλες συνθήκες θα παρέμεναν σε αυτήν. Μπορεί επίσης να εμποδίσει επιχειρήσεις χαμηλού κόστους να εισέλθουν στην αγορά, ενώ μπορεί να εξασθενήσει τα κίνητρα καινοτομίας από μέρους των ανταγωνιστών. Αυτό οδηγεί σε μη αποδοτικές δομές της αγοράς οι οποίες, μακροπρόθεσμα, βλάπτουν και τους καταναλωτές.

46.

Προκειμένου να αξιολογηθεί αν η ενίσχυση μπορεί να χρησιμεύσει για τη δημιουργία ή τη διατήρηση μη αποδοτικών δομών της αγοράς, όπως επισημαίνεται ανωτέρω, η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη την επιπρόσθετη παραγωγική ικανότητα που δημιουργείται με το σχέδιο, καθώς και το εάν η αγορά είναι υποτονική (20). Σύμφωνα με τις ΚΓΠΕ, η επιπρόσθετη παραγωγική ικανότητα θα θεωρείται προβληματική μόνον εφόσον δημιουργείται σε υποτονική αγορά και εφόσον αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 5 % της σχετικής αγοράς.

47.

Δεδομένου ότι η παραγωγική ικανότητα που δημιουργείται σε αγορά που βρίσκεται σε απόλυτη παρακμή προκαλεί, κατά κανόνα, μεγαλύτερες στρεβλώσεις από την παραγωγική ικανότητα που δημιουργείται σε αγορά που βρίσκεται σε σχετική παρακμή, η Επιτροπή θα κάνει διάκριση μεταξύ περιπτώσεων στις οποίες, από μακροπρόθεσμη άποψη, η σχετική αγορά βρίσκεται σε διαρθρωτική παρακμή (δηλαδή παρουσιάζει αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης) και περιπτώσεων στις οποίες η σχετική αγορά βρίσκεται σε σχετική παρακμή [δηλαδή παρουσιάζει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης οι οποίοι, όμως, δεν υπερβαίνουν ένα ποσοστό αναφοράς (βλ. παράγραφο 48)]. Όταν το σχέδιο δημιουργεί παραγωγική ικανότητα σε μια αγορά που βρίσκεται από διαρθρωτική άποψη σε απόλυτη παρακμή, η Επιτροπή θα την εκλαμβάνει ως αρνητικό στοιχείο κατά τη στάθμιση των επιπτώσεων, το οποίο δεν είναι πιθανό να αντισταθμιστεί από άλλα θετικά στοιχεία. Στις περιπτώσεις αυτές είναι επίσης πιο αμφίβολο αν θα υπάρξουν μακροπρόθεσμα οφέλη για την υπόψη περιφέρεια.

48.

Η υποτονικότητα της αγοράς κατά κανόνα θα μετράται σε σύγκριση με το ΑΕΠ του ΕΟΧ της πενταετίας που προηγήθηκε της έναρξης του σχεδίου (ποσοστό αναφοράς). Στοιχεία για παρελθούσες επιδόσεις είναι πιο διαθέσιμα και λιγότερο θεωρητικά σε σχέση με προβλέψεις που αφορούν το μέλλον. Ωστόσο, κατά την αναλυτική αξιολόγηση η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει επίσης υπόψη αναμενόμενες μελλοντικές τάσεις, δεδομένου ότι τα αποτελέσματα της αύξησης της παραγωγικής ικανότητας θα φανούν κατά την διάρκεια των ετών που θα ακολουθήσουν μετά την επένδυση. Ως δείκτες μπορούν να ληφθούν η προβλεπόμενη μελλοντική ανάπτυξη της υπόψη αγοράς και οι επακόλουθοι αναμενόμενοι συντελεστές αξιοποίησης της παραγωγικής ικανότητας, καθώς και ο πιθανός αντίκτυπος της αύξησης της παραγωγικής ικανότητας στους ανταγωνιστές, μέσω της επίδρασής της επί των τιμών και των περιθωρίων κέρδους.

49.

Η πείρα καταδεικνύει επίσης ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, η ανάπτυξη του υπόψη προϊόντος στον ΕΟΧ ενδέχεται να μην αποτελεί το κατάλληλο μέγεθος αναφοράς προκειμένου να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις της ενίσχυσης, ιδίως όταν η αγορά θεωρείται ότι είναι παγκόσμια και η παραγωγή ή η κατανάλωση των υπόψη προϊόντων στον ΕΟΧ είναι περιορισμένη. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή θα εξετάζει σε ευρύτερη βάση τις επιπτώσεις της ενίσχυσης στις δομές της αγοράς, αναλύοντας ιδίως αν έχει τη δυνατότητα να παραγκωνίσει παραγωγούς του ΕΟΧ.

3.2.   Αρνητικές συνέπειες για το εμπόριο

50.

Όπως εξηγείται στην παράγραφο 2 των ΚΓΠΕ, η γεωγραφική ιδιαιτερότητα των περιφερειακών ενισχύσεων τις διακρίνει από άλλα είδη οριζόντιας ενίσχυσης. Αποτελεί χαρακτηριστικό των περιφερειακών ενισχύσεων ότι σκοπός τους είναι να επηρεάσουν την επιλογή των επενδυτών ως προς τον τόπο πραγματοποίησης των επενδύσεών τους. Όταν οι περιφερειακές ενισχύσεις αντισταθμίζουν το επιπλέον κόστος που αντιπροσωπεύουν τα περιφερειακά μειονεκτήματα και στηρίζουν την πραγματοποίηση επιπρόσθετων επενδύσεων σε ενισχυόμενες περιοχές, συμβάλλουν όχι μόνον στην ανάπτυξη της εκάστοτε περιφέρειας, αλλά και στην συνοχή, και εν τέλει ωφελούν ολόκληρη την Κοινότητα (21). Όσον αφορά τις δυνητικές αρνητικές συνέπειες των περιφερειακών ενισχύσεων ως προς τον τόπο πραγματοποίησης των επενδύσεων, αυτές έχουν ήδη αναγνωριστεί και περιορίζονται ως ένα βαθμό από τις ΚΓΠΕ και τους χάρτες περιφερειακών ενισχύσεων, οι οποίοι προσδιορίζουν με εξαντλητικό τρόπο τις επιλέξιμες για τη χορήγηση περιφερειακών ενισχύσεων περιοχές, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους πολιτικής περί δίκαιης μεταχείρισης και συνοχής και τις επιλέξιμες εντάσεις ενίσχυσης. Ενισχύσεις δεν μπορούν να χορηγηθούν για την προσέλκυση επενδύσεων σε άλλες περιοχές. Κατά την αξιολόγηση μεγάλων επενδυτικών σχεδίων που υπάγονται στις κατευθυντήριες γραμμές, η Επιτροπή πρέπει να έχει στη διάθεσή της όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες προκειμένου να κρίνει αν οι κρατικές ενισχύσεις θα είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας σε υφιστάμενους τόπους εγκατάστασης εντός της Κοινότητας.

51.

Πιο συγκεκριμένα, όταν λόγω κρατικών ενισχύσεων καθίστανται δυνατές επενδύσεις που αυξάνουν την παραγωγική ικανότητα σε μια αγορά, υφίσταται κίνδυνος να επηρεαστούν αρνητικά η παραγωγή ή οι επενδύσεις σε άλλες περιοχές της Κοινότητας. Αυτό είναι ιδιαίτερα πιθανό εάν η αύξηση της παραγωγικής ικανότητας υπερβαίνει την ανάπτυξη της αγοράς, πράγμα που γενικά συμβαίνει στην περίπτωση μεγάλων επενδυτικών σχεδίων που πληρούν το δεύτερο κριτήριο της παραγράφου 68 των ΚΓΠΕ. Οι αρνητικές συνέπειες όσον αφορά το εμπόριο, λόγω της απώλειας οικονομικής δραστηριότητας στις περιοχές που επηρεάζονται από την ενίσχυση, μπορεί να γίνουν αισθητές σε επίπεδο απασχόλησης με την απώλεια θέσεων εργασίας στην υπόψη αγορά, σε επίπεδο υπεργολάβων (22), καθώς και ως αποτέλεσμα της απώλειας θετικών εξωτερικοτήτων (π.χ. δημιουργία συστάδων επιχειρήσεων, διάχυση γνώσεων, εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, κ.λπ.).

4.   ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

52.

Αφού διαπιστώσει ότι η ενίσχυση είναι απαραίτητη ως κίνητρο για την πραγματοποίηση της επένδυσης στην υπόψη περιφέρεια, η Επιτροπή θα σταθμίζει τις θετικές και αρνητικές επιπτώσεις της περιφερειακής ενίσχυσης προς ένα μεγάλο επενδυτικό σχέδιο. Θα εξετάζεται προσεκτικά η συνολική επίπτωση της ενίσχυσης όσον αφορά την συνοχή εντός της Κοινότητας. Η Επιτροπή δεν θα εφαρμόζει μηχανικά τα κριτήρια που θέτει η παρούσα ανακοίνωση, αλλά θα προβαίνει σε συνολική αξιολόγηση της σχετικής σημασίας τους. Στο πλαίσιο της στάθμισης αρνητικών και θετικών συνεπειών, κανένα επιμέρους στοιχείο δεν είναι καθοριστικής σημασίας και κανένα σύνολο στοιχείων δεν μπορεί να θεωρηθεί από μόνο του ως επαρκές για να διασφαλίσει τη συμβατότητα του υπό εξέταση μέτρου.

53.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή θεωρεί ότι η προσέλκυση μιας επένδυσης σε μια φτωχότερη περιφέρεια (όπως απορρέει από το υψηλότερο ανώτατο όριο περιφερειακής ενίσχυσης) ωφελεί περισσότερο τη συνοχή εντός της Κοινότητας από ό,τι η πραγματοποίηση της ίδιας επένδυσης σε άλλη περιφέρεια με περισσότερα πλεονεκτήματα. Επομένως, βάσει του σεναρίου 2, στις περιπτώσεις που πρέπει να δοθούν αποδείξεις ως προς έναν εναλλακτικό τόπο εγκατάστασης, η εκτίμηση ότι χωρίς την ενίσχυση η επένδυση θα είχε πραγματοποιηθεί σε μια φτωχότερη περιφέρεια (περισσότερα περιφερειακά μειονεκτήματα — μεγαλύτερη μέγιστη ένταση περιφερειακής ενίσχυσης) ή σε μια περιφέρεια που θεωρείται ότι παρουσιάζει τα ίδια περιφερειακά μειονεκτήματα με την περιφέρεια-στόχο (ίδια μέγιστη ένταση περιφερειακής ενίσχυσης), θα συνιστά αρνητικό στοιχείο κατά την συνολική στάθμιση των συνεπειών, το οποίο δεν είναι πιθανό να αντισταθμιστεί από άλλα θετικά στοιχεία, διότι αντιβαίνει στο ίδιο το σκεπτικό στο οποίο βασίζεται η περιφερειακή ενίσχυση. Από την άλλη πλευρά, οι θετικές συνέπειες των περιφερειακών ενισχύσεων που απλώς αντισταθμίζουν τη διαφορά του καθαρού κόστους σε σχέση με έναν πιο ανεπτυγμένο εναλλακτικό τόπο εγκατάστασης (και ως εκ τούτου πληρούν το προαναφερόμενο κριτήριο της αναλογικότητας, πέραν του κριτηρίου των «θετικών συνεπειών» ως προς τον στόχο, την καταλληλότητα και την παροχή κινήτρων) κατά κανόνα, στο πλαίσιο της στάθμισης, θα θεωρείται ότι υπερκαλύπτουν τις τυχόν αρνητικές συνέπειες για τον εναλλακτικό τόπο πραγματοποίησης μιας νέας επένδυσης.

54.

Ωστόσο, όταν υπάρχουν αξιόπιστες αποδείξεις ότι η κρατική ενίσχυση θα έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές απώλειες θέσεων απασχόλησης σε υφιστάμενους τόπους εγκατάστασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που διαφορετικά θα είχαν ενδεχομένως διατηρηθεί μεσοπρόθεσμα, οι κοινωνικοοικονομικές συνέπειες για τους υφιστάμενους τόπους εγκατάστασης θα ληφθούν υπόψη κατά την στάθμιση θετικών και αρνητικών συνεπειών.

55.

Η Επιτροπή δύναται, στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας έρευνας που θεσπίζει το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, να περατώσει την διαδικασία με απόφαση βάσει του άρθρου 7 του ιδίου κανονισμού.

56.

Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να εγκρίνει την ενίσχυση, να θέσει όρους για την χορήγησή της ή να την απαγορεύσει (23). Εάν εκδώσει απόφαση έγκρισης υπό όρους βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 4 του κανονισμού, δύναται να θέσει όρους με σκοπό τον περιορισμό της δυνητικής στρέβλωσης του ανταγωνισμού και την εξασφάλιση της αναλογικότητας. Συγκεκριμένα, δύναται να μειώσει το κοινοποιηθέν ποσό ενίσχυσης ή την κοινοποιηθείσα ένταση ενίσχυσης σε επίπεδο που θεωρείται αναλογικό και ως εκ τούτου συμβατό με την κοινή αγορά.


(1)  ΕΕ C 54 της 4.3.2006, σ. 13.

(2)  http://ec.europa.eu/comm/competition/state_aid/regional_aid/regional_aid.html

(3)  Όπως ορίζεται στη παράγραφο 60 και στις υποσημειώσεις 54 και 55 των ΚΓΠΕ.

(4)  Βλ. ενότητα 4.3. των ΚΓΠΕ.

(5)  Βλ. παράγραφο 67 των ΚΓΠΕ.

(6)  Βλ. παράγραφο 64 των ΚΓΠΕ.

(7)  Βλ. παράγραφο 24 του Πολυτομεακού πλαισίου για τις περιφερειακές ενισχύσεις προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια, του 2002 (ΕΕ C 70 της 19.3.2002, σ. 8, όπως τροποποιήθηκε στην ΕΕ C 263 της 1.11.2003, σ. 3).

(8)  Βλ. παράγραφο 68 των ΚΓΠΕ.

(9)  Βλ. παραγράφους 11 και 20 του ΣΔΚΕ [COM(2005) 107 τελικό].

(10)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(11)  Βλ. τμήμα 2 του κεφαλαίου ΙΙ του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25).

(12)  Βλ. παράγραφο 38 των ΚΓΠΕ.

(13)  Βλ. παράγραφο 68 των ΚΓΠΕ.

(14)  Τέτοιες επενδύσεις μπορούν να δημιουργήσουν συνθήκες που επιτρέπουν την πραγματοποίηση περαιτέρω επενδύσεων για να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις χωρίς επιπρόσθετες ενισχύσεις.

(15)  Στις περιπτώσεις που διατηρούνται αμφιβολίες ως προς τον κατάλληλο προσδιορισμό των σχετικών αγορών, η Επιτροπή θα τις αναφέρει στην απόφασή της για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας δυνάμει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης.

(16)  Ισχύς στην αγορά είναι η δυνατότητα επηρεασμού των τιμών της αγοράς, της παραγωγής, της ποικιλίας ή της ποιότητας των αγαθών και υπηρεσιών, ή άλλων παραμέτρων του ανταγωνισμού στην αγορά για σημαντικό χρονικό διάστημα.

(17)  Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή δύναται να λάβει υπόψη τον δείκτη Herfindahl-Hirschman (HHI). ο οποίος παρέχει μια βασική ανάλυση της διάρθρωσης της αγοράς. Σε μια αγορά με μικρό αριθμό φορέων, εκ των οποίων ορισμένοι διαθέτουν σχετικά μεγάλα μερίδια αγοράς, το να διαθέτει ο δικαιούχος ενίσχυσης μεγάλο μερίδιο αγοράς μπορεί να έχει μικρότερη σημασία από άποψη στρέβλωσης του ανταγωνισμού.

(18)  Οι εν λόγω φραγμοί εισόδου περιλαμβάνουν νομικά εμπόδια (ιδίως δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας), οικονομίες κλίμακας και φάσματος, φραγμούς πρόσβασης σε δίκτυα και υποδομές. Όταν η ενίσχυση αφορά αγορά στην οποία ο δικαιούχος αποτελεί κατεστημένο φορέα, οι τυχόν φραγμοί εισόδου σε αυτήν μπορούν να αυξήσουν την δυνητική ισχύ που ασκείται στην αγορά από τον δικαιούχο της ενίσχυσης και κατ’ επέκταση τις αρνητικές επιπτώσεις της εν λόγω ισχύος στην αγορά.

(19)  Όταν υπάρχουν ισχυροί αγοραστές στην αγορά, ο δικαιούχος της ενίσχυσης είναι λιγότερο πιθανό να είναι σε θέση να αυξήσει τις τιμές του έναντι των ισχυρών αυτών αγοραστών.

(20)  Στο πλαίσιο αυτό, μια αγορά θεωρείται «υποτονική» όταν ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξής της την περίοδο αναφοράς δεν υπερβαίνει τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ στον ΕΟΧ.

(21)  Συγκεκριμένα, η ανάπτυξη επιπρόσθετης δραστηριότητας ή η αύξηση του βιοτικού επιπέδου στην ενισχυόμενη περιοχή ενδέχεται να αυξήσει τη ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών προερχόμενων από άλλα μέρη της Κοινότητας.

(22)  Ιδίως εάν αναπτύσσουν δραστηριότητα σε τοπικές αγορές της περιοχής.

(23)  Επισημαίνεται ότι όταν η ενίσχυση χορηγείται βάσει υφιστάμενου καθεστώτος περιφερειακών ενισχύσεων το κράτος μέλος εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να χορηγήσει ενίσχυση του τύπου αυτού έως το ποσό που αντιστοιχεί στο μέγιστο επιτρεπόμενο ποσό που δύναται να λάβει μια ενίσχυση με επιλέξιμες δαπάνες ύψους 100 εκατ. EUR βάσει των εφαρμοστέων κανόνων.


16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/11


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5582 — Gonvarri/Severstal/JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2009/C 223/03

Στις 4 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνον στα αγγλική και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου για τον ανταγωνισμό της Επιτροπής (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων, και ημερομηνιών και τομεακά ευρετήρια,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/en/index.htm) με αριθμό εγγράφου 32009M5582. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/11


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5518 — Fiat/Chrysler)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2009/C 223/04

Στις 24 Ιουλίου 2009, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνον στα αγγλική και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου για τον ανταγωνισμό της Επιτροπής (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων, και ημερομηνιών και τομεακά ευρετήρια,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/en/index.htm) με αριθμό εγγράφου 32009M5518. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/12


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5585 — Centrica/Venture Production)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2009/C 223/05

Στις 21 Αυγούστου 2009, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνον στα αγγλική και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου για τον ανταγωνισμό της Επιτροπής (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων, και ημερομηνιών και τομεακά ευρετήρια,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/en/index.htm) με αριθμό εγγράφου 32009M5585. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/12


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5609 — ISP/RDM/Manucor)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2009/C 223/06

Στις 3 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνον στα ιταλικά και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου για τον ανταγωνισμό της Επιτροπής (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων, και ημερομηνιών και τομεακά ευρετήρια,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/en/index.htm) με αριθμό εγγράφου 32009M5609. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/13


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

15 Σεπτεμβρίου 2009

2009/C 223/07

1 ευρώ =


 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,4611

JPY

ιαπωνικό γιεν

133,26

DKK

δανική κορόνα

7,4430

GBP

λίρα στερλίνα

0,88690

SEK

σουηδική κορόνα

10,2438

CHF

ελβετικό φράγκο

1,5162

ISK

ισλανδική κορόνα

 

NOK

νορβηγική κορόνα

8,6390

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

25,351

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

272,02

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,7023

PLN

πολωνικό ζλότι

4,1635

RON

ρουμανικό λέι

4,2678

TRY

τουρκική λίρα

2,1781

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,7014

CAD

καναδικό δολάριο

1,5869

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

11,3235

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

2,0883

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

2,0796

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 780,25

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

10,8246

CNY

κινεζικό γιουάν

9,9777

HRK

κροατικό κούνα

7,3252

IDR

ινδονησιακή ρουπία

14 502,11

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

5,1175

PHP

πέσο Φιλιππινών

70,622

RUB

ρωσικό ρούβλι

45,0950

THB

ταϊλανδικό μπατ

49,524

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

2,6464

MXN

μεξικανικό πέσο

19,4908

INR

ινδική ρουπία

71,0680


(1)  Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Επιτροπή

16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/14


Επιμόρφωση εθνικών δικαστών στο ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού και δικαστική συνεργασία μεταξύ εθνικών δικαστών

2009/C 223/08

Μια νέα πρόσκληση υποβολής προτάσεων σε θέματα επιμόρφωση εθνικών δικαστών στο ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού και δικαστική συνεργασία μεταξύ εθνικών δικαστών έχει δημοσιευθεί στη διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/dgs/competition/proposals2/

Προθεσμία υποβολής προτάσεων: 13 Νοεμβρίου 2009


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Επιτροπή

16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/15


ΚΡΑΤΙΚΈΣ ΕΝΙΣΧΫΣΕΙΣ — ΓΑΛΛΙΚΉ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

Κρατική ενίσχυση C 4/09 (πρώην N 679/97) — Τροποποίηση ενός καθεστώτος ενισχύσεων υπέρ της ραδιοφωνίας

Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2009/C 223/09

Με επιστολή της 11ης Φεβρουαρίου 2009 που αναδημοσιεύεται στην αυθεντική γλώσσα του κειμένου της επιστολής στις σελίδες που ακολουθούν την παρούσα περίληψη, η Επιτροπή κοινοποίησε στη Γαλλική Δημοκρατία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την ανωτέρω ενίσχυση.

Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας περίληψης και της επιστολής που ακολουθεί, στην εξής διεύθυνση:

Commission européenne

Direction générale de la Concurrence

Greffe Aides d’Etat

SPA 3 6/5

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË

Φαξ +32 22961242

E-mail: stateaidgreffe@ec.europa.eu

Οι παρατηρήσεις αυτές θα κοινοποιηθούν στη Γαλλική Δημοκρατία. Το απόρρητο της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου μέρους που υποβάλει τις παρατηρήσεις μπορεί να ζητηθεί γραπτώς με μνεία των σχετικών λόγων.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Με επιστολή της 2ας Οκτωβρίου 1997 της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση που καταχωρίστηκε την επομένη, η Γαλλική Κυβέρνηση κοινοποίησε δυνάμει του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ –που στη συνέχεια κατέστη το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ-, ένα σχέδιο διατάγματος που στοχεύει στην τροποποίηση του καθεστώτος ενισχύσεων υπέρ της ραδιοφωνίας που είχε θεσπιστεί με το διάταγμα 92-1053 της 30ής Σεπτεμβρίου 1992.

Με επιστολή της 10ης Νοεμβρίου 1997 (SG(97) D/9265), η Επιτροπή ενημέρωσε τη Γαλλική Δημοκρατία για την απόφασή της να μην εγείρει αντιρρήσεις στις τροποποιήσεις του καθεστώτος, όπως κοινοποιήθηκαν. Η απόφαση αυτή παρήγαγε αποτελέσματα μέχρι την απόφαση της Επιτροπής της 28ης Ιουλίου 2003, σχετικά με το μέτρο ενίσχυσης αριθ. NN 42/03 (πρώην N752/02) που κήρυξε συμβατό προς την κοινή αγορά δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο ΕΚ, το νομοσχέδιο για την τροποποίηση του καθεστώτος ενισχύσεων υπέρ της ραδιοφωνίας που είχε εγκριθεί με την απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 1997.

Με την απόφασή του της 22ας Δεκεμβρίου 2008 (υπόθεση C-333/07 Régie Networks, που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή), το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κήρυξε άκυρη την απόφαση της Επιτροπής της 10ης Νοεμβρίου 1997. Εφιστάται η προσοχή των τρίτων ενδιαφερομένων στο σκεπτικό της απόφασης αυτής.

2.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

2.1.   Δικαιούχοι του καθεστώτος ενισχύσεων

Το κοινοποιηθέν, εκ μέρους των γαλλικών αρχών, σχέδιο διατάγματος εφαρμόζει το καθεστώς ενισχύσεων που προβλέπεται στο άρθρο 80 του νόμου αριθ. 86-1067, της 30ής Σεπτεμβρίου 1986, περί της ελευθερίας της επικοινωνίας, όπως τροποποιήθηκε από τα άρθρα 25 του νόμου αριθ. 89-25, της 17ης Ιανουαρίου 1989, και 27 του νόμου αριθ. 90-1170, της 29ης Δεκεμβρίου 1990, που ορίζει τα εξής:

«Οι υπηρεσίες ραδιοφωνικής μετάδοσης ηχητικών μηνυμάτων των οποίων τα εμπορικά έσοδα από τη μετάδοση διαφημίσεων σήματος ή από χορηγίες δεν υπερβαίνουν το 20 % του συνολικού κύκλου εργασιών τους τυγχάνουν ενισχύσεων κατά τους όρους διατάγματος του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας).»

2.2.   Τρόποι χρηματοδότησης του καθεστώτος ενισχύσεων

Το άρθρο 1 του κοινοποιηθέντος, εκ μέρους των γαλλικών αρχών, σχεδίου διατάγματος που κατέστη το διάταγμα αριθ. 97-1263 της 29ης Δεκεμβρίου 1997 (JORF της 30ής Δεκεμβρίου 1997, σ. 19194), θέσπισε έναν φόρο υπέρ τρίτων υπέρ του ταμείου στήριξης της ραδιοφωνίας.

Το άρθρο 2 του σχεδίου διατάγματος προβλέπει ότι ο φόρος υπολογίζεται βάσει των ποσών που καταβάλλουν οι διαφημιζόμενοι για τη μετάδοση των διαφημιστικών μηνυμάτων τους στη γαλλική επικράτεια και οφείλεται από τα πρόσωπα που διαχειρίζονται τα διαφημιστικά μηνύματα. Κατά συνέπεια τα ποσά που καταβάλλονται στους σταθμούς που μεταδίδουν προγράμματα από άλλα κράτη μέλη εκτός της Γαλλίας είναι φορολογητέα.

3.   ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΕΝΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

3.1.   Ύπαρξη ενίσχυσης δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ

Το καθεστώς ενισχύσεων χρηματοδοτείται με πόρους που προέρχονται από φόρο υπέρ τρίτων ο οποίος θεσπίστηκε μέσω νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων και εισπράττεται από τη φορολογική διοίκηση, και κατά συνέπεια αποτελούν δημόσιους πόρους του γαλλικού κράτους.

Το καθεστώς ενισχύσεων ευνοεί αποκλειστικά τις υπηρεσίες ραδιοφωνικής μετάδοσης ηχητικών μηνυμάτων. Οι δικαιούχοι του καθεστώτος ενισχύσεων είναι οι φορείς παροχής υπηρεσιών των οποίων τα έσοδα από τη μετάδοση διαφημίσεων δεν υπερβαίνουν το 20 % του συνολικού κύκλου εργασιών τους. Οι υπηρεσίες αυτές βρίσκονται σε ανταγωνισμό όσον αφορά την ακροαματικότητα και τα έσοδα από διαφημίσεις, ιδίως με τις άλλες υπηρεσίες ραδιοφωνικής μετάδοσης ηχητικών μηνυμάτων στην γαλλική επικράτεια. Οι συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών κινδυνεύουν να θιγούν από το κοινοποιηθέν καθεστώς ενισχύσεων.

Εφόσον το καθεστώς υπέρ της ραδιοφωνίας που αποτελεί αντικείμενο της κοινοποίησης εκ μέρους των γαλλικών αρχών εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή οφείλει να αναλύσει τη συμβατότητά του προς την κοινή αγορά.

3.2.   Συμβατότητα της ενίσχυσης βάσει του άρθρου 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ

Λόγω του σκοπού του να ευνοεί την ύπαρξη πολλών σταθμών που παρέχουν υπηρεσίες ραδιοφωνικής μετάδοσης ηχητικών μηνυμάτων, το καθεστώς ενισχύσεων στοχεύει στην εξασφάλιση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης στη γαλλική επικράτεια, που αποτελεί γενικό νόμιμο οικονομικό στόχο. Έτσι, η εξέταση της πτυχής της ενίσχυσης στους δικαιούχους θα μπορούσε να γίνει με βάση τους όρους που προβλέπονται στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 87 της συνθήκης ΕΚ.

Πάντως, ο τρόπος χρηματοδότησης του καθεστώτος ενισχύσεων μέσω του εν λόγω φόρου υπέρ τρίτων αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του μέτρου, όπως εξάλλου διαπίστωσε το Δικαστήριο στην απόφασή του Régie Networks (σκέψεις 99 έως 112). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή οφείλει να λάβει υπόψη τον εν λόγω φόρο κατά την εξέταση της συμβατότητας του καθεστώτος ενισχύσεων με την κοινή αγορά.

Ως προς αυτό, η εν λόγω φορολογικού χαρακτήρα επιβάρυνση των διαφημίσεων φαίνεται ότι αντίκειται στη γενική αρχή, που τακτικά επαναλαμβάνει η Επιτροπή και επιβεβαίωσε το Δικαστήριο στην απόφασή του της 25ης Ιουνίου 1970, Γαλλία κατά Επιτροπής (47/69, Συλλ. σ. 487), σύμφωνα με την οποία, τα εισαγόμενα προϊόντα ή υπηρεσίες πρέπει να απαλλάσσονται από οποιονδήποτε φόρο υπέρ τρίτων που προορίζεται να χρηματοδοτήσει καθεστώς ενισχύσεων από το οποίο επωφελούνται αποκλειστικά οι εθνικές επιχειρήσεις, όπως το διαπίστωσε το Δικαστήριο στην απόφασή του Régie Networks (σκέψη 115).

Κάτω από τις συνθήκες αυτές, στο παρόν στάδιο, η Επιτροπή εκφράζει επιφυλάξεις όσον αφορά τη συμβατότητα προς την κοινή αγορά του κοινοποιηθέντος καθεστώτος ενισχύσεων ιδίως με βάση τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή σημειώνει ότι εάν ο τρόπος χρηματοδότησης ήταν παράνομος, αυτό θα προκαλούσε ανισότητα και ab initio και in toto του καθεστώτος ενισχύσεων.

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου (1), κάθε παράνομη ενίσχυση μπορεί να ανακτηθεί από τον δικαιούχο.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

«Par la présente, la Commission européenne a l’honneur d’informer la République française qu’après avoir examiné les informations fournies par vos autorités, elle a décidé d’ouvrir la procédure prévue à l’article 88, paragraphe 2, du traité CE.

1.   PROCÉDURE

Par lettre du 2 octobre 1997 de la Représentation Permanente de la France auprès de l'Union européenne, enregistrée le lendemain, le gouvernement français a notifié au titre de l'article 93, paragraphe 3 du Traité CE — devenu depuis l'article 88, paragraphe 3 du Traité CE — un projet de décret visant à modifier le régime d'aide à l'expression radiophonique qui avait été mis en place par le décret 92-1053 du 30 septembre 1992.

Par lettre du 10 novembre 1997 [SG(97) D/9265], la Commission a informé la République française de sa décision de ne pas soulever d'objection aux modifications du régime, telles que notifiées. Cette décision a produit ses effets jusqu'à la décision de la Commission en date du 28 juillet 2003, relative à la mesure d'aide NN 42/03 (ex N 752/02) qui a déclaré compatible avec le marché commun au titre de l'article 87, paragraphe 3 alinéa c) CE, le projet de loi visant à modifier le régime d'aides à l'expression radiophonique ayant été approuvé par la décision du 10 novembre 1997.

Par son arrêt du 22 décembre 2008 (affaire C-333/07 Régie Networks, non encore publié au recueil), la Cour de Justice des Communautés européennes a déclaré invalide la décision de la Commission du 10 novembre 1997.

La déclaration d'invalidité de la Cour amène la Commission à prendre toutes les mesures nécessaires pour remédier à l'illégalité constatée et donc à réexaminer les informations ci-dessus fournies par les autorités françaises.

2.   DESCRIPTION DÉTAILLÉE DE L’AIDE

2.1.   Bénéficiaires du régime d'aides

Le projet notifié par les autorités françaises met en application le régime d'aides prévu à l’article 80 de la loi no 86-1067, du 30 septembre 1986, relative à la liberté de communication, tel que modifié par les articles 25 de la loi no 89-25, du 17 janvier 1989, et 27 de la loi no 90-1170, du 29 décembre 1990, qui dispose:

«Les services de radiodiffusion sonore par voie hertzienne dont les ressources commerciales provenant de messages diffusés à l’antenne et présentant le caractère de publicité de marque ou de parrainage sont inférieures à 20 % de leur chiffre d’affaires total bénéficient d’une aide selon les modalités fixées par décret en Conseil d’État.

Le financement de cette aide est assuré par un prélèvement sur les ressources provenant de la publicité diffusée par voie de radiodiffusion sonore et de télévision.

La rémunération perçue par les services de radiodiffusion sonore par voie hertzienne lors de la diffusion de messages destinés à soutenir des actions collectives ou d’intérêt général n’est pas prise en compte pour la détermination du seuil visé à l’alinéa 1er du présent article».

2.2.   Mode de financement du régime d'aides

Pour ce qui est du volet financement du régime d'aides, l'article 1 du projet notifié par les autorités françaises le 2 Octobre 1997, qui est devenu le décret no 97-1263, du 29 décembre 1997, portant création d’une taxe parafiscale au profit d’un fonds de soutien à l’expression radiophonique (JORF du 30 décembre 1997, p. 19194), dispose:

«Il est institué, à compter du 1er janvier 1998 et pour une durée de cinq ans, une taxe parafiscale sur la publicité diffusée par voie de radiodiffusion sonore et de télévision [(ci-après la “taxe sur les régies publicitaires”)] destinée à financer un fonds d’aide aux titulaires d’une autorisation de service de radiodiffusion sonore par voie hertzienne dont les ressources commerciales provenant de messages diffusés à l’antenne et présentant le caractère de publicité de marque ou de parrainage sont inférieures à 20 % de leur chiffre d’affaires total. Cette taxe a pour objet de favoriser l’expression radiophonique.»

L’article 2 de du projet de décret dispose:

«La taxe est assise sur les sommes, hors commission d’agence et hors taxe sur la valeur ajoutée, payées par les annonceurs pour la diffusion de leurs messages publicitaires à destination du territoire français.

Elle est due par les personnes qui assurent la régie de ces messages publicitaires.

Un arrêté conjoint des ministres chargés du budget et de la communication fixe le tarif d’imposition par paliers de recettes trimestrielles perçues par les régies assujetties dans les limites suivantes:

[…]»

L’article 4 de ce même projet de décret prévoit que cette taxe est assise, liquidée et recouvrée par la direction générale des impôts pour le compte du Fonds de soutien à l’expression radiophonique selon les mêmes règles, garanties et sanctions que celles qui sont prévues pour la taxe sur la valeur ajoutée.

3.   EVALUATION DES MESURES NOTIFIEES

3.1.   Présence d’aide au sens de l’article 87, paragraphe 1, du traité CE

L’article 87, paragraphe 1 du traité CE dispose que:

«Sauf dérogations prévues par le présent traité, sont incompatibles avec le marché commun, dans la mesure où elles affectent les échanges entre États membres, les aides accordées par les États ou au moyen de ressources d'État sous quelque forme que ce soit qui faussent ou qui menacent de fausser la concurrence en favorisant certaines entreprises ou certaines productions».

Ces conditions d'application sont examinées ci-après.

Aide accordée par l'État au moyen de ressources d'État

Le régime d'aides est financé au moyen de ressources provenant d'une taxe parafiscale prévue par des dispositions législatives et règlementaires et perçue par l'administration fiscale, qui grève la publicité diffusée par voie de radiodiffusion sonore et de télévision.

Les aides sont donc accordées au moyen de ressources publiques de l'État français.

L’effet de fausser ou menacer de fausser la concurrence en favorisant certaines entreprises ou productions

Le régime d'aides favorise uniquement la prestation de services de radiodiffusion sonore par voie hertzienne. Les bénéficiaires du régime d'aides sont des prestataires de tels services dont les ressources publicitaires sont inférieures à 20 % de leur chiffre d’affaires total. Ces services sont en situation de concurrence quant à la captation d'audience et de recettes publicitaires, notamment avec d'autres services de radiodiffusion sonore sur le territoire français dont les ressources commerciales dépassent ce seuil et qui, eux, ne bénéficient pas du soutient publique au titre du régime d'aides.

Les aides en question faussent donc ou, à tout le moins, menacent de fausser la concurrence entre ces deux catégories de prestataires de services.

Affectation des échanges entre États membres

Les services de radiodiffusion sonore par voie hertzienne émis à partir du territoire français, notamment par les bénéficiaires du régime d'aides, peuvent être captés dans d'autres États membres, fût-ce seulement dans des zones transfrontalières. De même, il apparaît que la taxe parafiscale prévue par les dispositions législatives et règlementaires notifiées grève aussi les ressources publicitaires de services prestés à partir d'autres États membres vers le territoire français.

Il en résulte que les échanges entre États membres sont ou risquent d'être affectés par le régime d'aides notifié.

Conclusion sur la présence d'aide d'État

Dans ces conditions, à ce stade et sous réserve des observations de la France et des tiers intéressés, la Commission estime que le régime d'aide à l'expression radiophonique objet de la notification des autorités françaises tombe sous le coup des dispositions prévues par l'article 87, paragraphe 1 du traité CE. Pour autant que cette mesure constitue une aide d'État, la Commission se doit d'analyser sa compatibilité avec le marché commun.

3.2.   Compatibilité de l’aide à la lumière de l’article 87, paragraphes 2 et 3 du traité CE

De par son objet et son champ d'application, la mesure d'aide notifiée ne satisfait manifestement pas aux dérogations prévues dans le paragraphe 2 de l'article 87 du traité CE ni dans les alinéas a) et b) du paragraphe 3 dudit article.

De par son but de favoriser la pluralité des stations prestant des services de radiodiffusion sonore par voie hertzienne sur le territoire français, notamment en soutenant celles dont les ressources publicitaires sont les plus faibles, le régime d'aide vise à garantir la pluralité des médias sur le territoire français, qui est un objectif économique général légitime. Ainsi, l'examen du volet d'aide aux bénéficiaires pourrait être fait au regard des conditions énoncées dans l'alinéa c) du paragraphe 3 de l'article 87 du traité CE. Celui-ci dispose que: «Peuvent être considérées comme compatibles avec le marché commun: (…) les aides destinées à faciliter le développement de certaines activités ou de certaines régions économiques, quand elles n'altèrent pas les conditions des échanges dans une mesure contraire à l'intérêt commun (…)».

Toutefois, il ressort de l'examen de l'information fournie par les autorités françaises que le mode de financement du régime d'aides au moyen de la taxe parafiscale en question fait partie intégrante de la mesure, comme l'a constaté par ailleurs la Cour dans son arrêt Régie Networks (points 99 à 112).

En effet, ainsi qu'elle a pu le rappeler dans son arrêt Régie Networks (point 89): «la Cour a jugé que le mode de financement d’une aide peut rendre l’ensemble du régime d’aides qu’il sert à financer incompatible avec le marché commun. Dès lors, l’examen d’une aide ne saurait être séparé des effets de son mode de financement. Tout au contraire, l’examen d’une mesure d’aide par la Commission doit nécessairement aussi prendre en considération le mode de financement de l’aide dans le cas où ce dernier fait partie intégrante de la mesure (voir en ce sens, notamment, arrêts van Calster e.a., précité, point 49, ainsi que du 15 juillet 2004, Pearle e.a., C-345/02, Rec. p. I7139, point 29)».

Il en résulte que la Commission se doit de prendre en considération ladite taxe lors de son examen de la compatibilité du régime d'aides avec le marché commun. A cet égard, la taxe sur les régies publicitaires en cause apparaît contraire au principe général, régulièrement réaffirmé par la Commission et confirmé par la Cour dans son arrêt du 25 juin 1970, France/Commission (47/69, Rec. p. 487), selon lequel les produits ou services importés doivent être exonérés de toute taxe parafiscale destinée à financer un régime d’aides dont seules bénéficient des entreprises nationales, comme l'a constaté la Cour dans son arrêt Régie Networks (point 115).

La Commission considère à ce stade que la non exonération des services de radiodiffusion sonore par voie hertzienne prestés en France à partir de stations sises dans d'autres États membres et qui ne peuvent en aucun cas prétendre bénéficier des aides octroyées au titre du régime notifié altère les conditions des échanges dans une mesure contraire à l'intérêt commun. Quand bien même le but général du volet d'aide aux bénéficiaires visé par le régime notifié est légitime et pourrait être déclaré compatible avec le marché commun, il en est tout autrement du mode de financement du régime, qui n'est pas dissociable de celui-là dans l'examen de la compatibilité.

Conclusion sur la compatibilité de l'aide d'État avec le marché commun

Dans ces conditions, à ce stade, la Commission a des doutes quant à la compatibilité avec le marché commun du régime d'aides notifié, notamment à l'aune des critères énoncés dans l'article 87, paragraphe 3, alinéa c) CE. La Commission note qu'une illégalité du mode de financement entacherait d'illégalité ab initio le régime d'aides.

4.   CONCLUSION

Compte tenu des considérations qui précèdent, la Commission a des doutes sérieux que la mesure en cause soit compatible avec le marché commun. Par conséquent, la Commission invite la France, dans le cadre de la procédure prévue à l’article 88, paragraphe 2, du traité CE, à présenter ses observations et à fournir toute information utile pour l’évaluation des mesures dans un délai d’un mois à compter de la date de réception de la présente.

La Commission rappelle à la France que toute aide incompatible pourra faire l’objet d’une récupération auprès de son bénéficiaire.

La Commission invite la République française à lui transmettre ses observations, notamment sur les aspects suivants:

Le rendement annuel de la taxe parafiscale finançant le régime et, dans la mesure où celui-ci différerait, le montant total des aides versées par an entre 1998 et 2002.

Une description des bénéficiaires du régime d'aides suivant une typologie par catégories et selon des critères objectifs quant au chiffre d'affaires, domaine d'activité (émissions culturelles, musicales, associatives etc.) et l'estimation de leur nombre par catégorie entre 1998 et 2002.

Le nombre des contributeurs à la taxe parafiscale finançant le régime assorti de fourchettes de contribution moyenne annuelle entre 1998 et 2002 en identifiant, parmi ceux-ci, ceux prestant en France des services de radiodiffusion sonore par voie hertzienne à partir de stations sises dans d'autres États membres.

Les mesures qu'envisagerait éventuellement de prendre la République française pour ce qui est du remboursement de la taxe parafiscale payée entre 1998 et 2002 par les opérateurs prestant en France des services de radiodiffusion à partir de stations ou régies sises dans d'autres États membres, notamment au regard des modifications concernant la taxe parafiscale finançant le régime d'aides, qui ont fait l'objet de la décision de la Commission du 28 juillet 2003, (Aide d'État NN 42/03 (ex N 752/02) déclarant compatible avec le marché commun ledit régime tel que modifié au titre de l'article 87, paragraphe 3 alinéa c) CE.

Toute argumentation concernant les circonstances exceptionnelles ou les considérations de sécurité juridique intervenant dans l'espèce qui pourraient être invoquées par rapport au recouvrement des aides versées pendant la période couverte par l'invalidité de la décision du 10 novembre 1997 de la Commission.

Par la présente, la Commission avise la France qu’elle informera les intéressés par la publication de la présente lettre et d'un résumé de celle-ci au Journal officiel de l’Union européenne. Elle informera également les intéressés dans les pays de l’AELE signataires de l’accord EEE par la publication d’une communication dans le supplément EEE du Journal officiel, ainsi que l’autorité de surveillance de l’AELE en leur envoyant une copie de la présente. Tous les intéressés susmentionnés seront invités à présenter leurs observations dans un délai d’un mois à compter de la date de cette publication.»


(1)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.


ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Επιτροπή

16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/20


Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

2009/C 223/10

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου. Οι δηλώσεις ένστασης υποβάλλονται στην Επιτροπή εντός εξαμήνου από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.

ΣΥΝΟΨΗ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

«HOPFEN AUS DER HALLERTAU»

Αριθ. ΕΚ: DE-005-0529-14.03.2006

ΠΟΠ ( ) ΠΓΕ ( X )

Στην παρούσα σύνοψη παρατίθενται τα κύρια στοιχεία των προδιαγραφών του προϊόντος για ενημερωτικούς σκοπούς.

1.   Αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους:

Όνομα:

Bundesministerium der Justiz

Διεύθυνση:

Mohrenstraße 37

10117 Berlin

DEUTSCHLAND

Τηλ.

+49 3020259333

Φαξ

+49 3020258251

E-mail:

2.   Ομάδα:

Όνομα:

Hopfenpflanzerverband Hallertau e.V.

Διεύθυνση:

Kellerstraße 1

85283 Wolnzach

DEUTSCHLAND

Τηλ.

+49 8442957200

Φαξ

+49 8442957270

Ε-mail:

info@deutscher-hopfen.de

Σύνθεση:

Παραγωγοί/μεταποιητές ( X ) άλλοι ( )

3.   Τύπος προϊόντος:

1.

Λυκίσκος, Κλάση 1.8: Άλλα προϊόντα που υπάγονται στο παράρτημα Ι της Συνθήκης

4.   Προδιαγραφές:

[Σύνοψη των απαιτήσεων του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

4.1.   Ονομασία:

«Hopfen aus der Hallertau»

4.2.   Περιγραφή:

 

Από βοτανική άποψη:

Ο λυκίσκος ανήκει στην ίδια οικογένεια με την κάνναβη, ήτοι στα κανναβοειδή (Cannabinaceae) και στην τάξη των τσουκνίδων (κνίδη) (Urticaceae). Αποτελεί δίοικο φυτό, δηλαδή τα θηλυκά και τα αρσενικά άνθη δεν συνυπάρχουν στο ίδιο και το αυτό φυτό. Μόνο τα θηλυκά φυτά μπορούν να σχηματίσουν καρπούς, τους κώνους (lupuli strobulus), οι οποίοι συνήθως αποκαλούνται επίσης σφαιρίδια λυκίσκου Hopfendolde ή Trolle.

 

Προϊόντα:

Η προστασία βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, η οποία ζητείται με την παρούσα αίτηση να ισχύσει για την ονομασία «Hopfen aus der Hallertau», αναφέρεται αποκλειστικά στους αποξηραμένους κώνους λυκίσκου (lupuli strobulus), καθώς και στα προϊόντα που προκύπτουν κατά την επεξεργασία του λυκίσκου με τη μορφή των σβόλων ή των εκχυλισμάτων λυκίσκου. Στα συμβατικά προϊόντα λυκίσκου ανήκουν για παράδειγμα τα σφαιρίδια Τύπου 90, αλλά και τα σφαιρίδια Τύπου 45 που εμπλουτίζονται με λουπουλίνη, όπως και τα εκχυλίσματα λυκίσκου με CO2 και τα εκχυλίσματα λυκίσκου αιθανόλης. Κατά τη διαδικασία της κοκκοποίησης συνθλίβεται ο λυκίσκος και μορφοποιείται με συμπίεση, ενώ κατά τη διαδικασία της εξαγωγής χρησιμοποιούνται ως διαλύτες το CO2 και η αιθανόλη για να εξαχθούν οι ουσίες από τους σβόλους.

 

Χρήσεις:

Ο λυκίσκος από την περιοχή του Hallertau και τα προϊόντα που λαμβάνονται με την επεξεργασία του χρησιμοποιούνται κατά 99% στη ζυθοποιία. Κατά τη διαδικασία αυτή, οι πικρές ουσίες και τα αιθέρια έλαια των ποικιλιών λυκίσκου που καλλιεργούνται στην περιοχή του Hallertau επηρεάζουν σε καθοριστικό βαθμό τη συγκεκριμένη αξία του παραγόμενου ζύθου.

Στην περιοχή Hallertau, που αποτελεί τη μεγαλύτερη συνεχόμενη περιοχή καλλιέργειας λυκίσκου στον κόσμο, καλλιεργείται σήμερα το ένα τρίτο περίπου της παγκόσμιας παραγωγής λυκίσκου. Ανάλογα εκτεταμένο είναι και το φάσμα των καλλιεργούμενων ποικιλιών λυκίσκου, τόσο στο χώρο των πικρών ποικιλιών, όσο και στο χώρο των αρωματικών ποικιλιών λυκίσκου.

Στις πικρές ποικιλίες που καλλιεργούνται στην περιοχή του Hallertau ανήκουν για παράδειγμα οι ποικιλίες:

Hallertauer Magnum

Hallertauer Taurus

Herkules

Northern Brewer

Στις αρωματικές ποικιλίες που καλλιεργούνται στην περιοχή του Hallertau ανήκουν για παράδειγμα οι ποικιλίες:

Hallertauer Tradition

Perle

Spalter Select

Saphir

Hallertauer Mittelfrüh

Hersbrucker Spät

4.3.   Γεωγραφική περιοχή:

Η συνολική γεωγραφική έκταση που καλλιεργείται με λυκίσκο στην περιοχή του Hallertau συγκαλύπτει τα αγροτικά διοικητικά διαμερίσματα Eichstätt, Freising, Kehlheim, Landshut, Nürnberger Land και Pfaffenhofen.

4.4.   Απόδειξη καταγωγής:

Η υφιστάμενη επίσημη διαδικασία πιστοποίησης για κάθε ποικιλία, έτος συγκομιδής και έκταση που καλλιεργείται με λυκίσκο έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει σήμερα ένα κλειστό, επίσημα ελεγχόμενο καθεστώς ιχνηλασιμότητας στο συνολικό κύκλο παραγωγής, από την παραγωγή από τους καλλιεργητές και την επεξεργασία από τις μονάδες μεταποίησης έως τα ζυθοποιεία. Για τους σκοπούς του ελέγχου διενεργείται σε κάθε στάδιο της εμπορίας ή της επεξεργασίας η επίσημη διαδικασία πιστοποίησης, η οποία καταγράφεται επίσης από το επίσημο εποπτικό όργανο. Όταν έχει ολοκληρωθεί η συγκομιδή του λυκίσκου, όλες οι παρτίδες ελέγχονται από ένα εργαστήριο και μόλις περατωθεί η επίσημη διαδικασία πιστοποίησης, οι παρτίδες αναλαμβάνονται από τις επιχειρήσεις εμπορίας και τις μονάδες μεταποίησης.

4.5.   Μέθοδος παραγωγής:

 

Καλλιέργεια λυκίσκου:

Ο λυκίσκος της περιοχής του Hallertau αναπτύσσεται με τη βοήθεια υποστηρίξεων από δικτυωτό πλέγμα στην περιοχή καλλιέργειας. März Οι εαρινές εργασίες αρχίζουν το Μάρτιο με την κοπή και την ανάρτηση των δικτυωτών πλεγμάτων, ενώ ακολουθούνται στη συνέχεια από εργασίες κατεύθυνσης των πλεγμάτων, καθαρισμού, φυτοπροστασίας και οργώματος με μηχανήματα. Ανάλογα με την ποικιλία, οι λυκίσκοι συγκομίζονται από το τέλος Αυγούστου έως τα μέσα Σεπτεμβρίου.

 

Περαιτέρω επεξεργασία:

Για να εξασφαλίζεται η ποιότητα του λυκίσκου από την περιοχή του Hallertau, ο λυκίσκος, αμέσως μετά τη συγκομιδή και τη συσκευασία από τον παραγωγό του στο πρώτο στάδιο εμπορίας, πρέπει να αποθηκεύεται σε δροσερό μέρος. Στο μεταξύ έχουν κατασκευασθεί από τις επιχειρήσεις διεθνούς εμπορίας του λυκίσκου κατάλληλες εγκαταστάσεις αποθήκευσης στην περιοχή παραγωγής λυκίσκου του Hallertau. Μετά από την αποθήκευση του ακατέργαστου λυκίσκου σε δροσερό μέρος, τα προϊόντα λυκίσκου από την περιοχή Hallertau μετατρέπονται στα αποκαλούμενα προϊόντα του λυκίσκου — τους σβόλους και τα εκχυλίσματα λυκίσκου — και υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία. Κατά τη διαδικασία κοκκοποίησης οι ξηροί κώνοι λυκίσκου αλέθονται καταρχάς και με τη βοήθεια συμπίεσης διαμορφώνονται σε σβόλους. Τα σφαιρίδια που προκύπτουν υφίστανται περαιτέρω επεξεργασία και μετατρέπονται σε εκχύλισμα. Αυτό επιτυγχάνεται με την εξαγωγή των συγκεκριμένων ουσιών που περιέχονται στους σβόλους.

4.6.   Δεσμός με το γεωγραφικό περιβάλλον:

Η καλλιέργεια του λυκίσκου στην περιοχή του Hallertau αποτελεί παράδοση που χρονολογείται παραπάνω από 1 100 χρόνια, εφόσον η πρώτη αναφορά σε επίσημα έγγραφα ανάγεται στο έτος 860. Η περιοχή καλλιέργειας λυκίσκου του Hallertau προσφέρει ευνοϊκές εδαφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες για την καλλιέργεια του φυτού. Η θέση της περιοχής σε τριτογενείς λόφους με το βαθύ, χαλαρό έδαφός τους, σε συνδυασμό με την έλλειψη παγετού από το τέλος Απριλίου, με μέση θερμοκρασία που φτάνει τους 7,7 °C, με μέση ετήσια ηλιοφάνεια 1 673 ωρών και με άφθονες ετήσιες βροχοπτώσεις 816 mm αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό παράγοντα. Λόγω των ειδικών κλιματολογικών και εδαφολογικών όρων της, η περιοχή καλλιέργειας του Hallertau χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης από τη διεθνή βιομηχανία ζύθου σε όλο τον κόσμο. Η τεχνογνωσία που έχουν συσσωρεύσει οι γενεές των καλλιεργητών λυκίσκου στην περιοχή του Hallertau, από κοινού με τη διαρκή και εξειδικευμένη παροχή συμβουλών, έχουν εξέχουσα σημασία για την καλλιέργεια του λυκίσκου από το Hallertau, ο οποίος με ένα εξαγωγικό μερίδιο που ανέρχεται σε περίπου 70 %, εξάγεται σε πέρισσότερες από 100 χώρες σε όλη την υφήλιο. Για τους περισσότερους ζυθοποιούς σε όλο τον κόσμο, ο λυκίσκος που προέρχεται από την περιοχή του Hallertau αποτελεί σήμερα ένα προϊόν άριστης ποιότητας και η φήμη του είναι εξαίρετη, τόσο σε εθνική, όσο και σε διεθνή κλίμακα. Αλλά και η προσεκτική και ιδιαίτερη φροντίδα που περιβάλλει την επεξεργασία του λυκίσκου, αποτελεί άλλον έναν παράγοντα που συμβάλλει στην εδραίωση της άριστης φήμης που απολαμβάνει στο χώρο της ζυθοποιίας σε διεθνές επίπεδο. Πολλοί αγοραστές ορκίζονται σε αυτά τα προϊότα, λόγω της υψηλής τους ποιότητας, που αποτελεί πλέον βασικό συστατικό που είναι αδιανόητο να διαχωρισθεί από την παραγωγή τους. Τα παραδοσιακά φεστιβάλ για τον εορτασμό του λυκίσκου και των λαϊκών παραδόσεων, όπως το «Wolnzacher Volksfest» που γίνεται τον Αύγουστο ή το «Mainburger Gallimarkt», στις αρχές Οκτωβρίου, καθώς και η εκλογή της βασίλισσας του λυκίσκου που γίνεται κάθε χρόνο, προσδίνουν στην περιοχή καλλιέργειας μια μοναδική γοητεία.

4.7.   Οργανισμός επιθεώρησης:

Όνομα:

Bayerische Landesanstalt für Landwirtschaft, Institut für Ernährungswirtschaft und Markt

Διεύθυνση:

Menzinger Strasse 54

80638 München

DEUTSCHLAND

Τηλ.

+49 8917800333

Φαξ

+49 8917800332

E-mail:

4.8.   Σήμανση:


16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/23


Δημοσίευση αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

2009/C 223/11

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου. Η δήλωση ένστασης υποβάλλεται στην Επιτροπή εντός εξαμήνου από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

«TARTA DE SANTIAGO»

Αριθ. ΕΚ: ES-PGI-0005-0616-03.07.2007

ΠΓΕ ( X ) ΠΟΠ ( )

1.   Ονομασία:

«Tarta de Santiago»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα:

Ισπανία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου:

3.1.   Τύπος προϊόντος (όπως προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙ):

Κλάση 2.4.

Προϊόντα αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής, ζαχαρώδη παρασκευάσματα ή προϊόντα μπισκοτοποιίας

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος που φέρει την προβλεπόμενη στο σημείο 1 ονομασία:

Παραδοσιακό γλύκισμα (τάρτα) της Γαλικίας, παρασκευαζόμενο με αμύγδαλα, ζάχαρη και αυγά ως βασικά συστατικά, στις αναλογίες και με τον τρόπο που παρουσιάζονται στο τμήμα 3.3 του παρόντος εγγράφου.

Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά:

Σχήμα: στρογγυλό με επικάλυψη από ζάχαρη άχνη στην οποία εμφαίνεται ο Σταυρός του Τάγματος του Αγίου Ιακώβου (Cruz de la Orden de Santiago) ως σήμα ταυτοποίησης.

Άρωμα: τυπικό κρόκου αυγού και αμύγδαλου.

Χρώμα: λευκό στην επιφάνεια, οφειλόμενο στη διακόσμηση με ζάχαρη άχνη, και χρυσοκίτρινο στην τομή.

Γεύση: τυπική αμυγδάλου.

Υφή: σπογγώδης και κοκκώδης.

Παρουσίαση: Υπάρχουν δύο βασικές παρουσιάσεις: «forrada», δηλαδή με βάση, και «sin forrar», δηλαδή χωρίς βάση. Με τη σειρά της, κάθε παρουσίαση έχει διαφορετικό σχήμα αναλόγως του μεγέθους της τάρτας.

3.3.   Πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Τα συστατικά της Tarta de Santiago (χωρίς βάση ή, στην περίπτωση της τάρτας με βάση, του σώματός της) είναι τα εξής:

υψηλής ποιότητας αμύγδαλα, τα οποία πρέπει να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον 33% του συνολικού βάρους του μίγματος. Τα αμύγδαλα πρέπει να έχουν περιεκτικότητα σε λίπος μεγαλύτερη του 50 %, μετρούμενη στο αναποφλοίωτο προϊόν. Οι προδιαγραφές αυτές πληρούνται γενικά από τις μεσογειακές ποικιλίες αμύγδαλου (συμπεριλαμβανόμενων των «Comuna», «Marcona», «Mollar», «Largueta» και «Planeta») που είναι οι συνήθως χρησιμοποιούμενες ποικιλίες·

ραφιναρισμένη ζάχαρη (σακχαρόζη), σε αναλογία τουλάχιστον 33 % του συνολικού βάρους του μίγματος·

αυγά, σε αναλογία τουλάχιστον 25 % του συνολικού βάρους του μίγματος·

ξύσμα λεμονιού και ζάχαρη άχνη, γλυκός οίνος, μπράντι ή στέμφυλα σταφυλιών, αναλόγως της συνταγής.

Για την τάρτα με βάση, η βάση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 25 % του βάρους της τάρτας και μπορεί να αποτελείται από:

ζύμη σφολιάτα, παρασκευαζόμενη με αλεύρι, βούτυρο, νερό και αλάτι·

ζύμη τάρτας (μπριζέ/masa quebrada), της οποίας τα συστατικά είναι: σιτάλευρο, βούτυρο, ραφιναρισμένη ζάχαρη (σακχαρόζη), ολόκληρα αυγά, γάλα και αλάτι.

3.4.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης):

3.5.   Συγκεκριμένα στάδια της παραγωγής που πρέπει να εκτελούνται στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή:

Παρασκευή και διακόσμηση της «Tarta de Santiago».

3.6.   Ειδικοί κανόνες σχετικά με τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λ.π.:

Η συσκευασία πρέπει να εκτελείται στις εγκαταστάσεις παραγωγής οι οποίες είναι εγγεγραμμένες στο μητρώο που τηρεί ο οργανισμός ελέγχου. Η αναγκαιότητα να εκτελείται η συσκευασία στις ίδιες εγκαταστάσεις με αυτές της παραγωγής προκύπτει, κατά πρώτο λόγο, επειδή το προϊόν είναι εξαιρετικά ευαίσθητο γλύκισμα (εύθρυπτη μάζα και επικάλυψη με ζάχαρη άχνη), με αποτέλεσμα να είναι δυσχερής ο χειρισμός και η μεταφορά του χωρίς την προστασία που προσφέρει η ίδια η συσκευασία. Ο δεύτερος λόγος είναι η ανάγκη να διαφυλαχθούν οι συνθήκες υγιεινής και να αποφευχθεί η μόλυνση από παθογόνους παράγοντες. Υπό τις συνθήκες αυτές, η διεργασία συσκευασίας μπορεί να θεωρηθεί ως τμήμα της διεργασίας παραγωγής του προϊόντος.

Οι χρησιμοποιούμενες συσκευασίες πρέπει να είναι καινούργιες, καθαρές, χωριστές για κάθε μονάδα και κατασκευασμένες από υλικά κατάλληλα για την διατήρηση και την μεταφορά του προϊόντος.

3.7.   Ειδικοί κανόνες επισήμανσης:

Οι τάρτες που διατίθενται στο εμπόριο με την προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη «Tarta de Santiago», αφού έχει πιστοποιηθεί ότι είναι σύμφωνες με τις προδιαγραφές, πρέπει να φέρουν στη συσκευασία σφραγίδα, ετικέτα ή συμπληρωματική ετικέτα με αλφαριθμητικό κωδικό συσχετιστικής αρίθμησης, η οποία εγκρίνεται και διατίθεται από τον οργανισμό ελέγχου και περιλαμβάνει τον επίσημο λογότυπο της γεωγραφικής ένδειξης (βλ. παρακάτω).

Τόσο οι εμπορικές, όσο και οι συμπληρωματικές ετικέτες πρέπει υποχρεωτικά να φέρουν την ένδειξη: «Indicación Geográfica Protegida “Tarta de Santiago”». Η ένδειξη «Indicación Geográfica Protegida “Tarta de Santiago”» πρέπει να εμφανίζεται υποχρεωτικά στις χρησιμοποιούμενες ετικέτες και συσκευασίες, επιπλέον των άλλων στοιχείων γενικού χαρακτήρα που απαιτούνται από τη νομοθεσία, και να ξεχωρίζει.

Image

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής:

Η γεωγραφική περιοχή της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης «Tarta de Santiago» καλύπτει το σύνολο της Αυτόνομης Κοινότητας της Γαλικίας.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή:

5.1.   Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής:

Στη Γαλικία, παρόλο που οι αμυγδαλιές είναι ελάχιστες, καταναλώνονται προϊόντα από αμύγδαλο από παλαιοτάτων χρόνων, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί ένα παραδοσιακό γλύκισμα, το οποίο αποτελεί τμήμα της μαγειρικής παράδοσης που είναι σήμερα γνωστή ως «κουζίνα της Γαλικίας».

Αυτά τα προϊόντα με βάση το αμύγδαλο αρχικά καταναλώνονταν από τις εύπορες τάξεις, στη συνέχεια όμως η κατανάλωσή τους γενικεύθηκε, τόσο ώστε να αποτελούν σήμερα βασικό και τυπικό συστατικό των παραδοσιακών γλυκισμάτων της Γαλικίας. Η «Tarta de Santiago» αποτελεί ένα από τα τυπικά εδέσματα που συνδέονται με τις παλαιότερες παραδόσεις της υψηλής ζαχαροπλαστικής της Γαλικίας.

5.2.   Ιδιοτυπία του προϊόντος:

Η «Tarta de Santiago» είναι ένα γλύκισμα σαφώς διαφορετικό ως προς την εμφάνιση αλλά και τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του, που διακρίνεται όχι μόνο για τη γεύση αλλά και για το χρώμα και την σπογγώδη και κοκκώδη υφή του. Το σχήμα του και ο Σταυρός του Τάγματος του Αγίου Ιακώβου (Cruz de la Orden de Santiago), που εμφανίζεται στην άνω πλευρά του, καθιστούν το γλύκισμα αυτό εύκολα αναγνωρίσιμο.

5.3.   Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με συγκεκριμένη ποιότητα, με τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ):

Η παλαιότερη αναφορά στην παρασκευή και την κατανάλωση του σπογγώδους κέικ αμυγδάλου, γνωστού σήμερα ως «Tarta de Santiago», ανάγεται στο έτος 1577, στο πλαίσιο μιας επιθεώρησης ή επίσκεψης του Don Pedro de Portocarrero στο Πανεπιστήμιο του Santiago de Compostela και της μελέτης που εκπόνησε με θέμα τα γεύματα που προσφέρονταν στους καθηγητές κατά την τελετή απονομής των ακαδημαϊκών τίτλων.

Οι πρώτες αξιόπιστες συνταγές περιέχονται στο «Cuaderno de confitería», συλλογή συνταγών που συγκέντρωσε ο Luís Bartolomé de Leybar περίπου το 1838, καθώς και στο «El confitero y el pastelero», ένα βιβλίο του Eduardo Merín ιδιαίτερα χρήσιμο για μαγείρους, ξενοδόχους και ζαχαροπλάστες. Η χρονολογία αυτών των έργων και η αδιαμφισβήτητη προέλευσή τους από τη Γαλικία επιβεβαιώνουν τόσο την παλαιότητα της παρασκευής του προϊόντος, όσο και τη σύνδεσή του με την τοπική γαστρονομική παράδοση. Το γεγονός ότι το γλύκισμα αυτό δεν εμφανίζεται σε βιβλία ζαχαροπλαστικής άλλων περιοχών της Ισπανίας έως τον 20ό αιώνα αποδεικνύει ότι δεν θεωρούνταν τμήμα της κοινής ζαχαροπλαστικής παράδοσης και ότι, επί μεγάλο χρονικό διάστημα, θεωρούνταν τοπικό παραδοσιακό έδεσμα. Όλες αυτές οι ενδείξεις ενισχύουν την άποψη περί προέλευσης του γλυκίσματος από τη Γαλικία και επιβεβαιώνουν τον στενό δεσμό του με την παράδοση, τη γαστρονομία και με τις γευστικές προτιμήσεις στην Γαλικία.

Παράλληλα, στα παραδοσιακά εργαστήρια ζαχαροπλαστικής της Γαλικίας, η «Tarta de Santiago» παρασκευάζεται ακόμη με συνταγές που ανάγονται τουλάχιστον στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο ιδρυτής του εργαστηρίου ζαχαροπλαστικής «Casa Mora» του Santiago de Compostela άρχισε το 1924 να διακοσμεί τις τάρτες αμυγδάλου με ένα περίγραμμα του Σταυρού του Αγίου Ιακώβου. Αυτή η ιδέα είχε μεγάλη επιτυχία και σύντομα διαδόθηκε σε όλη τη Γαλικία.

Τέλος, στον κατάλογο «Inventario Español de Productos Tradicionales», που δημοσιεύθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας, Αλιείας και Τροφίμων το 1996, αναφέρεται η «Tarta de Santiago», στο κεφάλαιο για τα προϊόντα ζαχαροπλαστικής, γεγονός το οποίο αποτελεί μία επιπλέον απόδειξη του δεσμού του προϊόντος με την Αυτόνομη Κοινότητα της Γαλικίας.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών:

Orden de 29 de diciembre de 2006 por la que adopta decisión favorable en relación con la solicitud de registro de la indicación geográfica protegida Tarta de Santiago (Διάταγμα της 29ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την έγκριση της αίτησης καταχώρισης της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης «Tarta de Santiago»).

Diario Oficial de Galicia número 5, del día 8 de enero de 2007 (Επίσημη Εφημερίδα της Γαλικίας αριθ. 5, της 8ης Ιανουαρίου 2007.

http://www.xunta.es/doc/Dog2007.nsf/a6d9af76b0474e95c1257251004554c3/9eff9ab5be0f8a9ec125725a004cf842/$FILE/00500D006P012.PDF


16.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 223/26


Δημοσίευση αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

2009/C 223/12

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου. Οι δηλώσεις ένστασης υποβάλλονται στην Επιτροπή εντός εξαμήνου από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.

ΣΥΝΟΨΗ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

«PEMENTO DE OÍMBRA»

Αριθ. ΕΚ: ES-PDO-0005-0486-20.07.2005

ΠΟΠ ( ) ΠΓΕ ( X )

Στην παρούσα σύνοψη παρατίθενται τα κύρια στοιχεία των προδιαγραφών του προϊόντος για ενημερωτικούς σκοπούς.

1.   Αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους:

Όνομα:

Subdirección General de Calidad y Agricultura ecológica — Dirección General de Industrias y Mercados Agroalimentarios — Secretaría General de Medio Rural del Ministerio de Medio Ambiente, y Medio Rural y Marino de España

Διεύθυνση:

Paseo Infanta Isabel, 1

28071 Madrid

ESPAÑA

Τηλ.

+34 913475394

Φαξ

+34 913475410

E-mail:

sgcaae@mapya.es

2.   Ομάδα:

Όνομα:

Hortoflor 2 SCG

Διεύθυνση:

Barbantes-estación

32454 Cenlle (Ourense)

ESPAÑA

Τηλ.

+34 988280402

Φαξ

+34 988280399

E-mail:

hortoflor@hortoflor.com

Σύνθεση:

Παραγωγοί/μεταποιητές ( X ) Λοιποί ( )

3.   Τύπος προϊόντος:

1.

Κλάση 1.6 — Φρούτα, λαχανικά και δημητριακά νωπά ή μεταποιημένα

4.   Προδιαγραφές:

[σύνοψη των απαιτήσεων του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

4.1.   Ονομασία:

«Pemento de Oímbra»

4.2.   Περιγραφή:

Οι πιπεριές που φέρουν την Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) «Pemento de Oímbra» είναι καρποί που ανήκουν στον οικότυπο του είδους Capsicum annuun, L, ο οποίος καλλιεργείται παραδοσιακά στην περιοχή παραγωγής, προοριζόμενοι για κατανάλωση από τον άνθρωπο και εμπορία σε νωπή κατάσταση, πριν από την ωρίμαση του καρπού.

Τα χαρακτηριστικά του προϊόντος είναι τα ακόλουθα:

Φυσικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά:

Σχήμα: περικάρπιο με κανονικό, επίμηκες σχήμα, με 3 ή 4 αύλακες και χωρίς έντονες νευρώσεις.

Βάρος: μεταξύ 100 και 200 g ανά μονάδα.

Μήκος του καρπού: 10 έως 20 cm.

Πλάτος στη βάση: 6 έως 8 cm.

Εγκάρσια τομή με 3 ή 4 λοβούς.

Σχήμα του ομφαλού: αιχμηρό ή στρογγυλεμένο.

Επιδερμίδα: λεία και στιλπνή, χρώματος ανοιχτοπράσινου με κιτρινωπές αποχρώσεις.

Πάχος του τοιχώματος ή της σάρκας: 6 έως 8 mm.

Δοκιμασία από επιτροπή γευσιγνωστών: γεύση γλυκιά, όχι καυτερή, λόγω απουσίας καψικίνης, και άρωμα μέτριας έντασης.

Χημικά χαρακτηριστικά (μέσες τιμές)

Χημική σύσταση: υγρασία (93 %), πρωτεΐνες (1,3 g/100 g νωπού βάρους)

4.3.   Γεωγραφική περιοχή:

Η περιοχή παραγωγής καλύπτει το σύνολο του διοικητικού διαμερίσματος Verín στην επαρχία Ourense, το οποίο αποτελείται από τις ακόλουθες κοινότητες: Oímbra, Verín, Castrelo do Val, Monterrei, Cualedro, Laza, Riós και Vilardevós.

Η περιοχή περιλαμβάνει την κοιλάδα του ποταμού Támega, η οποία προσφέρει πολύ ευνοϊκές κλιματικές και εδαφολογικές συνθήκες για τη συγκεκριμένη καλλιέργεια.

4.4.   Απόδειξη προέλευσης:

Η ιχνηλασιμότητα του προϊόντος εξασφαλίζεται με την ταυτοποίησή του σε κάθε στάδιο της παραγωγής και της εμπορίας.

Για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τους όρους των προδιαγραφών, ο οργανισμός ελέγχου τηρεί μητρώο παραγωγών και φυτειών, το οποίο ενημερώνεται συνεχώς.

Μόνο οι πιπεριές που καλλιεργούνται σύμφωνα με τους όρους των προδιαγραφών και τους συμπληρωματικούς τους κανόνες, στις φυτείες και από τους παραγωγούς που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο, επιτρέπεται να φέρουν την ΠΓΕ «Pemento de Oímbra».

Οι εγγεγραμμένοι παραγωγοί οφείλουν επίσης να δηλώνουν την ποσότητα πιπεριάς με ΠΓΕ την οποία πραγματικά παράγουν και διαθέτουν στο εμπόριο, καταγράφοντας τα σχετικά στοιχεία στο αντίστοιχο αρχείο. Ο οργανισμός ελέγχου επαληθεύει την αντιστοιχία μεταξύ των ποσοτήτων που διατίθενται στο εμπόριο από τα συσκευαστήρια και της παραγωγής των γεωργών που τους προμηθεύουν το προϊόν, καθώς και τη σχέση της εν λόγω παραγωγής με τη γεωπονική απόδοση των εγγεγραμμένων αγροτεμαχίων.

Όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο, καθώς και οι φυτείες, οι αποθήκες, οι βιομηχανίες και τα προϊόντα υποβάλλονται σε ελέγχους από τον οργανισμό ελέγχου προκειμένου να διαπιστωθεί αν τα προστατευόμενα προϊόντα πληρούν τις απαιτήσεις των προδιαγραφών και των συμπληρωματικών τους κανόνων. Κατά τους ελέγχους επιθεωρούνται οι φυτείες, οι αποθήκες και οι βιομηχανίες, εξετάζονται τα έγγραφα και εξακριβώνεται εάν το προϊόν διαθέτει τα απαιτούμενα φυσικά χαρακτηριστικά που περιγράφονται στο σημείο 4.2 του παρόντος εγγράφου, ώστε οι πιπεριές που έχουν συγκομιστεί να είναι ακέραιες, υγιείς, καθαρές και χωρίς βλάβες και πληγές. Επιπλέον, είναι δυνατόν να εκτελούνται αναλύσεις πολλαπλών υπολειμμάτων, ώστε να επαληθεύεται ότι οι τιμές φυτοφαρμάκων είναι μικρότερες των ανωτάτων ορίων υπολειμμάτων που προβλέπονται από την ισχύουσα για την καλλιέργεια αυτή νομοθεσία.

4.5.   Μέθοδος παραγωγής:

Η εργασία επιλογής των φυτών και των καρπών που προορίζονται για την παραγωγή των σπόρων προς σπορά εκτελείται με παραδοσιακό τρόπο από τους ίδιους τους γεωργούς οι οποίοι, βασιζόμενοι στην πείρα τους, επιλέγουν το υλικό που παρουσιάζει τα καλύτερα χαρακτηριστικά (μέγεθος, σχήμα και όψη) ώστε η πιπεριά που θα καλλιεργήσουν στη συνέχεια να έχει την βέλτιστη ποιότητα.

Η διεργασία παραγωγής του προϊόντος είναι η ακόλουθη:

Πολλαπλασιασμός και μεταφύτευση:

Ο ώριμος (κόκκινος) καρπός ξηραίνεται και αφαιρούνται τα σπέρματά του. Στις αρχές Μαρτίου φυτεύονται τα σπέρματα στα σπορεία. Η μεταφύτευση στα αγροτεμάχια καλλιέργειας αρχίζει στα μέσα Μαΐου. Οι μέσες διαστάσεις του πλαισίου φύτευσης είναι 50 × 40 cm. Τα φυτάρια πρέπει να προέρχονται από εγκεκριμένους παραγωγούς, εγγεγραμμένους στο αντίστοιχο μητρώο.

Περιορισμοί της παραγωγής:

Η προστασία που παρέχεται με την ΠΓΕ «Pemento de Oímbra» καλύπτει τις πιπεριές που καλλιεργούνται τόσο στο ύπαιθρο όσο και υπό κάλυψη. Η μέγιστη επιτρεπόμενη απόδοση είναι, γενικά, 4,5 kg/m2.

Καλλιεργητικές εργασίες:

Η άρδευση είναι θεμελιώδους σημασίας για την καλλιέργεια αυτή και πρέπει να εκτελείται στη βάση του φυτού, γιατί κάθε άλλη μορφή άρδευσης θα έβλαπτε τα άνθη ή ακόμη και τον καρπό.

Η οργανική λίπανση συνίσταται σε μία μόνο βασική λίπανση, με κοπριά βοοειδών ή ορνίθων.

Η καταπολέμηση των παρασίτων και των ασθενειών στηρίζεται κυρίως στην εφαρμογή καλλιεργητικών μεθόδων όπως η απολύμανση των σπόρων προς σπορά, η αγωγή των σπορείων και η περιορισμένη άρδευση. Εάν είναι απαραίτητη η χρήση προϊόντων φυτοπροστασίας, επιλέγονται οι δραστικές ουσίες που έχουν τη μικρότερη επίπτωση στο περιβάλλον και συνεπάγονται μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, μικρότερη τοξικότητα και λιγότερα προβλήματα υπολειμμάτων, μικρότερες επιδράσεις στη μη στοχευόμενη πανίδα και λιγότερα προβλήματα αντοχής.

Συγκομιδή:

Η συγκομιδή εκτελείται χειρωνακτικά, πριν από την πλήρη ωρίμαση του καρπού και τη στιγμή κατά την οποία, βάσει της πείρας των γεωργών, ο καρπός έχει αποκτήσει τα ιδανικά χαρακτηριστικά για την εμπορία του, σύμφωνα με τα φυσικά χαρακτηριστικά που περιγράφονται στο σημείο 4.2. Εκτελούνται όσα περάσματα είναι αναγκαία και χρησιμοποιούνται τα υλικά μέσα (εργαλεία, τελάρα ή περιέκτες, κ.λπ.) και το ανθρώπινο δυναμικό που είναι απαραίτητα ώστε να μη υποβαθμίζεται η ποιότητα των καρπών.

Μεταφορά και αποθήκευση:

Οι πιπεριές μεταφέρονται σε άκαμπτους περιέκτες ώστε να μην συνθλίβονται. Η εκφόρτωση εκτελείται με τρόπο που ελαχιστοποιεί τους οι κινδύνους πτώσης του προϊόντος. Οι χώροι αποθήκευσης αερίζονται δεόντως.

Εμπορία:

Το προϊόν διατίθεται στο εμπόριο σε δικτυωτούς σάκους των 1 kg έως 5 kg ή σε χαρτοκιβώτια των 5 kg έως 10 kg. Χρησιμοποιούνται τα υλικά που επιτρέπει η ισχύουσα νομοθεσία περί τροφίμων. Το περιεχόμενο κάθε συσκευασίας είναι ομοιογενές όσον αφορά την ποιότητα, την ωριμότητα και το χρώμα. Επιτρέπονται και άλλοι τρόποι παρουσίασης, εφόσον δεν επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα του προϊόντος. Η περίοδος εμπορίας εκτείνεται από τις 15 Ιουνίου έως τις 15 Οκτωβρίου, αλλά είναι δυνατόν να μεταβληθεί, εάν το απαιτήσουν τα χαρακτηριστικά του προϊόντος, λόγω των καιρικών συνθηκών της εποχής.

4.6.   Δεσμός:

Η πιπεριά αυτή ανήκει σε τοπικό οικότυπο που καλλιεργείται από παλαιοτάτων χρόνων από τους γεωργούς της καθορισμένης γεωγραφικής περιοχής. Λόγω της περιορισμένης παραγωγής και διάδοσής του, η καλλιέργειά του δεν εξαπλώθηκε εκτός της σχετικής γεωγραφικής περιοχής, η οποία παραμένει έως σήμερα ο μοναδικός τόπος παραγωγής αυτού του τύπου πιπεριάς.

Ως έκφραση της φήμης και της αναγνώρισης του προϊόντος γεννήθηκε το 1998 η Γιορτή της Πιπεριάς, που διοργανώνεται ετησίως στις αρχές Αυγούστου. Στην εορταστική αυτή εκδήλωση προβάλλονται οι γαστρονομικές αρετές του «Pemento de Oímbra» και, επιπλέον της προσφοράς πιπεριών στους επισκέπτες για δοκιμή και της προώθησης του προϊόντος, διοργανώνονται γαστρονομικοί διαγωνισμοί και διαλέξεις τεχνικού χαρακτήρα απευθυνόμενες στους παραγωγούς. Απόδειξη της φήμης του προϊόντος αποτελεί και ο αριθμός των εστιατορίων της περιοχής του Verín που περιλαμβάνουν στο εδεσματολόγιό τους το «Pemento de Oímbra», καθώς αποτελεί ένα εξαιρετικό διαφημιστικό μέσο χάρη στις μαγειρικές του ιδιότητες και τις πολυάριθμες δυνατότητες παρασκευής.

Η φήμη αυτή είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού πολλών παραγόντων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται το φυτικό υλικό, το έδαφος και το μικροκλίμα των κοιλάδων παραγωγής.

Φυτικό υλικό

Οι παραδοσιακές πρακτικές των τοπικών γεωργών, οι οποίοι διατηρούν και επιλέγουν τα καλύτερα φυτά, προσαρμόζοντας ταυτόχρονα τις τεχνικές παραγωγής στις συνθήκες του εδάφους, είχαν ως αποτέλεσμα να προκύψει ένα προϊόν που έχει αποκτήσει εξαιρετική φήμη λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και της ποιότητάς του.

Εδαφολογικά χαρακτηριστικά

Τα εδαφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής την καθιστούν ιδανική για την καλλιέργεια της πιπεριάς, δεδομένου ότι αφθονούν τα τυρφοπηλώδη και αμμοπηλώδη εδάφη, πλούσια σε οργανική ύλη και καλά στραγγιζόμενα, γεγονός που ευνοεί την κατείσδυση και, επομένως, επιτρέπει τη συχνή άρδευση της καλλιέργειας (επειδή το φυτό είναι ευαίσθητο στην ξηρασία, το έδαφος πρέπει να διατηρείται μονίμως υγρό), χωρίς να δημιουργούνται λιμνάζοντα ύδατα (που μπορούν να προκαλέσουν ασφυξία ή σήψη των καρπών στον ομφαλό).

Κλιματολογικά χαρακτηριστικά

Τα κλιματολογικά χαρακτηριστικά της οριοθετημένης περιοχής είναι ιδιαιτέρως προσαρμοσμένα στην καλλιέργεια του οικοτύπου Oímbra και εξηγούν τη μακρόχρονη παράδοση που συνδέεται με την καλλιέργειά του στην περιοχή αυτή, καθώς και τις ιδιαιτερότητές του.

Το «Pemento de Oímbra», όπως και η πλειονότητα των γλυκοπιπεριών, είναι φυτό πολύ απαιτητικό, τόσο σε φως, οπότε ωφελείται από τον νοτιοανατολικό προσανατολισμό της περιοχής παραγωγής, όσο και σε θερμοκρασία, περιβαλλοντικός παράγοντας που, στην οριοθετημένη περιοχή, παρουσιάζει βέλτιστες τιμές για κάθε στάδιο της καλλιέργειας.

Για τη βλάστηση απαιτείται ελάχιστη θερμοκρασία 13 °C, η οποία επιτυγχάνεται στην περιοχή αυτή από τον Απρίλιο· οι βέλτιστες ημερήσιες και νυκτερινές θερμοκρασίες για την καλή ανάπτυξη του φυτού κυμαίνονται, αντιστοίχως, μεταξύ 20 και 25 °C και μεταξύ 16 και 18 °C, τιμές συνήθεις για την περιοχή κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Κατά τον μήνα Σεπτέμβριο, οι νυκτερινές θερμοκρασίες (μέσος όρος 14,4 °C) είναι, τα περισσότερα έτη, πολύ χαμηλές για την καλλιέργεια γλυκοπιπεριάς ποιότητας στο ύπαιθρο. Για τον λόγο αυτό, έχει καθιερωθεί ως ένα βαθμό στον κλάδο η χρήση σηράγγων κάλυψης.

4.7.   Οργανισμός ελέγχου:

Όνομα:

Instituto Galego da Calidade Alimentaria (INGACAL)

Διεύθυνση:

Rúa Fonte dos Concheiros, 11 bajo

15703 Santiago de Compostela

ESPAÑA

Τηλ.

+34 881997276

Φαξ

+34 981546676

E-mail:

ingacal@xunta.es

Ο INGACAL είναι δημόσιος οργανισμός υπαγόμενος στην Consellería do Medio Rural της Xunta de Galicia.

4.8.   Επισήμανση:

Οι πιπεριές που διατίθενται στο εμπόριο με την Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη «Pemento de Oímbra» πρέπει να φέρουν την εμπορική ετικέτα με το εμπορικό σήμα κάθε παραγωγού/συσκευαστή και συμπληρωματική ετικέτα αλφαριθμητικής κωδικοποίησης με συσχετιστική αρίθμηση, εγκεκριμένη από τον οργανισμό ελέγχου, καθώς και τον λογότυπο της Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης. Τόσο στην εμπορική, όσο και στη συμπληρωματική ετικέτα πρέπει να αναγράφεται υποχρεωτικά η ένδειξη «Indicación Geográfica Protegida “Pemento de Oímbra”».