| ISSN 1725-2415 doi:10.3000/17252415.C_2009.175.gre | ||
| Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175 | |
|   | ||
| Έκδοση στην ελληνική γλώσσα | Ανακοινώσεις και Πληροφορίες | 52ό έτος | 
| Ανακοίνωση αριθ | Περιεχόμενα | Σελίδα | 
| 
 | I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις | |
| 
 | ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ | |
| 
 | 449 η σύνοδος ολομέλειας της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 | |
| 2009/C 175/01 | ||
| 2009/C 175/02 | ||
| 2009/C 175/03 | ||
| 2009/C 175/04 | ||
| 2009/C 175/05 | ||
| 2009/C 175/06 | ||
| 2009/C 175/07 | ||
| 2009/C 175/08 | ||
| 2009/C 175/09 | ||
| 2009/C 175/10 | ||
| 2009/C 175/11 | ||
| 
 | III Προπαρασκευαστικές πράξεις | |
| 
 | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ | |
| 
 | 449 η σύνοδος ολομέλειας της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 | |
| 2009/C 175/12 | ||
| 2009/C 175/13 | ||
| 2009/C 175/14 | ||
| 2009/C 175/15 | ||
| 2009/C 175/16 | ||
| 2009/C 175/17 | ||
| 2009/C 175/18 | ||
| 2009/C 175/19 | ||
| 2009/C 175/20 | ||
| 2009/C 175/21 | ||
| 2009/C 175/22 | ||
| 2009/C 175/23 | ||
| 2009/C 175/24 | ||
| EL | 
 | 
I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
449 η σύνοδος ολομέλειας της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/1 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Οι μελλοντικές επενδύσεις στην πυρηνική βιομηχανία και ο ρόλος τους στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ»
(2009/C 175/01)
Με επιστολή της 27ης Μαΐου 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα:
«Οι μελλοντικές επενδύσεις στην πυρηνική βιομηχανία και ο ρόλος τους στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ»
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 10 Νοεμβρίου 2008 με βάση την εισηγητική έκθεση του ο κ. IOZIA.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 122 ψήφους υπέρ, 15 ψήφους κατά και 16 αποχές.
1. Παρατηρήσεις και συστάσεις
1.1 Απαιτούνται σχεδόν δέκα έτη για την κατασκευή ενός πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας, με επενδυτικό κόστος κυμαινόμενο από 2 έως 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ για εγκατάσταση ισχύος 1 000 MWe ή 1 600 Mwe. Λαμβανομένου υπόψη του χρόνου που μεσολαβεί μεταξύ της πραγματοποίησης των επενδύσεων και της έναρξης εμπορίας της παραγόμενης ενέργειας, θεωρείται απολύτως αναγκαία η παροχή εγγυήσεων μέσω ενός σταθερού νομοθετικού πλαισίου. Η επιλογή της πυρηνικής ενέργειας και η αντίστοιχη νομοθεσία θα πρέπει να τυγχάνουν ευρείας υποστήριξης εκ μέρους της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών και του πολιτικού κόσμου.
1.2 Σύμφωνα με τα υφιστάμενα προγράμματα θα πρέπει μέχρι το 2030 να έχει παροπλιστεί το ήμισυ περίπου των εν λόγω σταθμών. Η ΕΟΚΕ θεωρεί απολύτως αναγκαία την υιοθέτηση αυστηρών μέτρων τα οποία να εξασφαλίζουν επαρκείς οικονομικούς πόρους για τον παροπλισμό των σταθμών αυτών βάσει της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» και υψηλό επίπεδο της προστασίας των εργαζομένων και των πολιτών· εν προκειμένω επικροτεί πλήρως τις προτάσεις της Επιτροπής για την ταχεία μετατροπή της σύστασης 2006/851/Ευρατόμ σε οδηγία με στόχο τη δημιουργία ανεξάρτητων αρχών επιφορτισμένων με τη διαχείριση των πόρων που προορίζονται για τον παροπλισμό και την απενεργοποίηση τέτοιων σταθμών.
Η ΕΟΚΕ:
1.3 Τονίζει ότι τα κυριότερα κωλύματα σχετίζονται με τις πολιτικές αβεβαιότητες και με τις διαδικασίες απόκτησης αδείας, την απουσία διαφάνειας, την έλλειψη πλήρους, σαφούς και αληθούς πληροφόρησης σχετικά με τους πραγματικούς κινδύνους, καθώς και με την απουσία αποφάσεων για τον προσδιορισμό οριστικών και ασφαλών χώρων αποθήκευσης των αποβλήτων. Ο κίνδυνος για τους ιδιώτες επενδυτές είναι ιδιαίτερα υψηλός και η οικονομική κρίση καθιστά ακόμη πιο προβληματική την εξεύρεση κεφαλαίων μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, όπως αυτά που απαιτούνται για την πυρηνική βιομηχανία. Επειδή οι κρατικές ενισχύσεις αποκλείονται στον τομέα αυτό, οι χρηματοδοτήσεις θα μπορούσαν να διευκολυνθούν με ένα σταθερό και ασφαλές νομοθετικό πλαίσιο για τους επενδυτές, με τη δυνατότητα σύναψης συμβάσεων προμήθειας μεγάλης διάρκειας που να εγγυώνται την επιστροφή της επένδυσης. Οι δυσκολίες που σημειώθηκαν για να αυξηθούν λίγο οι πόροι της Ευρατόμ για χρηματοδοτήσεις (δάνεια Ευρατόμ) δείχνουν ότι δεν προβλέπονται ταχείες αλλαγές στην πολιτική της Ένωσης.
1.4 Είναι πεπεισμένη ότι απαιτείται μεγαλύτερη δημοκρατική δραστηριοποίηση των πολιτών προκειμένου να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα εις βάθος ενημέρωσής τους σχετικά με τους κινδύνους και τα οφέλη της πυρηνικής ενέργειας, κατά τρόπο ώστε να είναι σε θέση να έχουν ενεργό συμμετοχή στις επιλογές που τους επηρεάζουν άμεσα. Η ΕΟΚΕ εμμένει στην απαίτηση αυτή και ζητά από την Επιτροπή να ευαισθητοποιήσει τα κράτη μέλη και να προβεί στην ανάληψη μίας εκστρατείας για την προαγωγή της διαφάνειας και την παροχή διαβεβαιώσεων όσον αφορά τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης, την ενεργειακή απόδοση και τις διάφορες δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής ενέργειας.
1.5 Εκτιμά ότι η επιλογή που συνίσταται στη συνέχιση της εκμετάλλευσης των πυρηνικών σταθμών είναι οικονομικώς δικαιολογημένη, επί τη βάσει των αυστηρών προδιαγραφών ασφάλειας, έστω και δεν υπάρχει πλέον αξίωση σημαντικής αύξησης της θερμοδυναμικής απόδοσης (15-20 %).
1.6 Κρίνει σκόπιμο να διευκολυνθούν οι επενδύσεις που προορίζονται αφενός στην έρευνα σχετικά με την ασφάλεια και την προστασία των εργαζομένων και των πολιτών και αφετέρου στην υποστήριξη προγραμμάτων κατάρτισης, επιμόρφωσης και επαγγελματικής ανάπτυξης που αποσκοπούν στην εξασφάλιση σταθερά υψηλού επιπέδου τεχνικής και τεχνολογικής ικανότητας για τη βιομηχανία του εν λόγω τομέα και για τις εθνικές ρυθμιστικές και ελεγκτικές αρχές. Οι επενδύσεις αυτές θα πρέπει, πέραν του 7ου Προγράμματος Πλαισίου της Ευρατόμ, να χρηματοδοτηθούν και από εθνικά δημόσια προγράμματα.
1.7 Θεωρεί ανεπαρκή και αδικαιολόγητα τα διάφορα καθεστώτα αντιστάθμισης και προσδιορισμού της ευθύνης σε περίπτωση ατυχήματος. Προσβλέπει, ως πρώτο βήμα, σε εναρμόνιση των όρων που περιλαμβάνονται στις Συμβάσεις του Παρισιού και της Βιέννης οι οποίες δεν προβλέπουν ούτε το ίδιο είδος εφαρμοστέου νομικού πλαισίου ούτε τα ίδια μέτρα αντιστάθμισης σε περίπτωση πρόκλησης ζημιών εξαιτίας του πυρηνικού τομέα. Κρίνεται σκόπιμη η υιοθέτηση οδηγίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 98 της Συνθήκης Ευρατόμ σχετικά με την ασφάλιση κινδύνων, η οποία θα προσδιορίζει σαφώς ότι η ευθύνη σε περίπτωση ατυχήματος βαρύνει εξ ολοκλήρου τους φορείς του πυρηνικού τομέα. Λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών του κινδύνου, θα μπορούσε να προταθεί η κατανομή των κινδύνων μεταξύ των ευρωπαϊκών φορέων του τομέα στη βάση των υφιστάμενων παραδειγμάτων.
1.8 Θεωρεί ότι για να αντιμετωπίσει η ευρωπαϊκή βιομηχανία μια υποθετική έντονη αύξηση της ζήτησης για νέους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας, πρέπει να προγραμματισθούν εκτεταμένες επενδύσεις στον τομέα της γνώσης και της κατάρτισης και στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης που είναι απολύτως αναγκαίες για το μέλλον του τομέα στην Ευρώπη. Ποσοστά πυρηνικά παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλότερα του 10-15 % της ετήσιας παραγωγής δεν θα έχουν μεγάλο νόημα δεδομένου ότι οι διοικητικές δαπάνες και η διαχείριση των αποβλήτων χρειάζονται μια κρίσιμη μάζα για την πραγματοποίηση οικονομιών κλίμακας.
1.9 Γνωρίζει ότι δεν είναι πρακτική λύση ο προσδιορισμός ενός μοναδικού ή περισσοτέρων κοινών ευρωπαϊκών τοποθεσιών αποθήκευσης, όπως έγινε στις ΗΠΑ και προτρέπει τα κράτη μέλη να επισπεύσουν τις διαδικασίες επιλογής οριστικών εθνικών τοποθεσιών αποθήκευσης Χρειάζεται να καθοριστούν εναρμονισμένες απαιτήσεις ασφαλείας για τις οποίες η έκδοση οδηγίας επί του θέματος απαιτείται από την Ένωση των Ρυθμιστικών Αρχών της Δυτικής Ευρώπης για την Πυρηνική Ενέργεια (WENRA) και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
1.10 Προτρέπει την Επιτροπή να υποστηρίξει τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης ιδίως όσον αφορά την πυρηνική τεχνολογία τέταρτης γενιάς.
1.11 Οι πόροι που διατίθενται στην έρευνα δεν θεωρούνται επαρκείς για την επεξεργασία αποβλήτων και την προστασία από ιονίζουσες ακτινοβολίες. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να χορηγήσουν πρόσθετους πόρους στο 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο της Ευρατόμ για την υποστήριξη κοινών τεχνολογικών πρωτοβουλιών σε συγκεκριμένους τομείς, όπως συμβαίνει παραδείγματος χάρη στους τομείς των κυψελών καυσίμου (fuel cells) και των φαρμάκων. Η ΕΟΚΕ καλεί επίσης τα κράτη μέλη να καταβάλουν σαφώς μεγαλύτερες προσπάθειες, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, για την επίλυση του προβλήματος αυτού. Τον Ιούλιο του 2008 η αρμόδια αρχή για τον παροπλισμό των πυρηνικών σταθμών (Nuclear Decommissioning Authority — NDA) αναθεώρησε προς τα πάνω — κατά 30 % σε σχέση με το 2003 — τους δημόσιους πόρους χρηματοδότησης που απαιτούνται για τον παροπλισμό των σταθμών αυτών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της NDA χρειάζονται 73 δισεκατομμύρια λίρες στερλίνες, ποσό που αντιστοιχεί σε 92 δισεκατομμύρια ευρώ και παρουσιάζει τάση αύξησης (1). Η Ηλεκτρική Εταιρεία Γαλλίας (EDF), που έχει υψηλό επίπεδο τυποποίησης, δηλώνει ότι το σχετικό κόστος ισοδυναμεί με το 15/20 % του αρχικού κόστους κατασκευής.
1.12 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι υπάρχουν διάφορα μέτρα που θα μπορούσαν να λάβουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη για να μειώσουν τις αβεβαιότητες:
| — | σε πολιτικό επίπεδο, θα πρέπει να επιδιώξουν να χαράξουν μια μακροπρόθεσμη πολιτική συναίνεση σε όλο πολιτικό φάσμα σχετικά με τον ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η πυρηνική ενέργεια για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, | 
| — | σε οικονομικό επίπεδο, θα πρέπει να διασαφηνίσουν τις απαιτήσεις που θα προβληθούν όσον αφορά τόσο τον παροπλισμό και τη διάθεση των πυρηνικών αποβλήτων όσο και τις χρηματοπιστωτικές προβλέψεις των διαφόρων φορέων για την αντιμετώπιση μακροπρόθεσμα αυτού του κόστους. Οι αρμόδιοι φορείς και οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να διασαφηνίσουν τους όρους βάσει των οποίων η παραγόμενη ενέργεια από τον πυρηνικό σταθμό θα παρέχεται στο δίκτυο και τη φύση των μακροπρόθεσμων συμβάσεων παροχής που θα είναι αποδεκτές, | 
| — | σε επίπεδο έρευνας, η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη θα μπορούσαν ενδεχομένως να στηρίξουν περαιτέρω την Ε&Α στην τρίτη και τέταρτη γενιά πυρηνικής τεχνολογίας (συμπεριλαμβανομένης της σύντηξης) με καλύτερα πρότυπα απόδοσης, σεβασμού στο περιβάλλον και ασφάλειας από ό,τι η παρούσα γενιά πυρηνικών σταθμών, | 
| — | σε επίπεδο χωροταξικού σχεδιασμού, οι μακροπρόθεσμες διαδικασίες εντοπισμού και αδειοδότησης των κατάλληλων χώρων θα πρέπει να επισπευσθεί, | 
| — | σε επίπεδο χρηματοπιστωτικό, τα ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να είναι σε θέση να κινητοποιήσουν πόρους χρηματοδότησης μέσω δανεισμού έτσι ώστε να ενθαρρυνθούν και άλλοι επενδυτές να εκδηλώσουν ενδιαφέρον. | 
2. Η χρηματοδότηση του πυρηνικού τομέα
2.1 Οι ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης και το ύψος των προβλεπόμενων δαπανών
2.1.1 Κατά την επόμενη εικοσαετία, η Ευρώπη θα πρέπει να προβεί σε επενδύσεις ύψους 800-1 000 δις ευρώ περίπου για την αντικατάσταση των σημερινών μονάδων παραγωγής θέρμανσης και ηλεκτρισμού, ανεξαρτήτως του χρησιμοποιούμενου καυσίμου. Όσον αφορά τους πυρηνικούς αντιδραστήρες, εκτιμάται ότι από τον συνολικό αριθμό των 146, οι 50 έως 70 είναι απηρχαιωμένοι (η αντικατάσταση των οποίων συνεπάγεται πιθανό κόστος μεταξύ 100 και 200 δις ευρώ).
2.1.2 Οι δαπάνες που απαιτούνται για την παράταση του κύκλου ζωής των πυρηνικών εγκαταστάσεων που λειτουργούν σήμερα ισοδυναμούν περίπου με το 25 % του κόστους μιας νέας εγκατάστασης και μπορούν να παραμείνουν εν χρήσει για περίοδο που κυμαίνεται από 10 έως 20 χρόνια Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη (2), οι σχετικές δαπάνες δεν είναι ενιαίες, αλλά κυμαίνονται από 80 έως 500 Euro/Kwe, αναλόγως με τις χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες και αναφέρονται σε σχέδια για την παράταση του κύκλου ζωής λειτουργίας κατά δέκα χρόνια περίπου.
2.1.3 Η αβεβαιότητα σχετικά με τις μελλοντικές επιλογές στον τομέα της ενέργειας, η δυνατότητα περαιτέρω κέρδους από την επένδυση, ωθεί τους φορείς να ζητούν την παράταση της χρήσης των υφιστάμενων εγκαταστάσεων, αντί να επενδύσουν τεράστια ποσά σε νέες και αποδοτικότερες εγκαταστάσεις. Η παράταση του κύκλου ζωής, με την εγγύηση τουλάχιστον του αυτού επιπέδου ασφάλειας, έχει ασφαλώς ενδιαφέρον από οικονομικής πλευράς και από πλευράς αλλαγής του κλίματος, αλλά δεν επιλύει το πρόβλημα, αναβάλλει απλώς τη λύση του.
2.1.4 Σε περίπτωση προοδευτικής μείωσης της παραγωγής ηλεκτρισμού μέσω πυρηνικής ενέργειας, θα πρέπει η ηλεκτρική παραγωγή να αντικατασταθεί από άλλες μορφές ενέργειας που θα διασφαλίζουν το ίδιο επίπεδο εκπομπών και το ίδιο βασικό φορτίο. Σε περίπτωση αντικατάστασης των παροπλισμένων εγκαταστάσεων, οι δαπάνες που απαιτούνται κυμαίνονται μεταξύ 100 και 200 δις ευρώ και σε περίπτωση διατήρησης του σημερινού ποσοστού πυρηνικής παραγωγής, μεταξύ 200 και 400 δις ευρώ, αναλόγως με τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας.
2.1.5 Το κόστος ενός νέου πυρηνικού σταθμού εκτιμάται σε 2 έως 4,5 δις Ευρώ. Η ΕΤΕ θεωρεί μακροπρόθεσμη την αβεβαιότητα σχετικά με την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας, και προβλέπει ότι η Ευρώπη θα προβεί σε δραστική μείωση κατά 40 % το 2030 σε σχέση με το 2004. Ο Πρόεδρος της ΕΤΕ σε πρόσφατη ακρόαση στην ΕΟΚΕ επιβεβαίωσε την πρόβλεψη αυτή. Ο Διεθνής Οργανισμός για την Ατομική Ενέργεια (ΔΟΑΕ) προβλέπει ότι η ικανότητα παραγωγής ηλεκτρισμού μέσω πυρηνικών σταθμών θα ανέλθει την ίδια περίοδο από 368 GW σε 416 GW, με αύξηση κατά 13 % σε παγκόσμιο επίπεδο ενώ στην Ευρώπη προβλέπεται ωστόσο μείωση κατά 15 GW (3).
2.2 Η κλιματική αλλαγή, οι εκπομπές CO2και η πυρηνική ενέργεια
2.2.1 Για την επίτευξη των στόχων του Κυότο και μάλιστα των αυστηρότερων στόχων που θα τεθούν στην Κοπεγχάγη, η ΕΕ θα έπρεπε να παράγει το 60 % της ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς εκπομπές CO2. Σήμερα, το 40 % περίπου των εκπομπών CO2 της ΕΕ προέρχεται από την παραγωγή ενέργειας. Ο ρόλος της πυρηνικής ενέργειας δεν μπορεί να αγνοείται. Ο στόχος του 20 % ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για το 2020, θα μπορούσε ενδεχομένως να ανέλθει σε 30 % έως το 2030.
2.2.2 Προβλέπεται η αύξηση των εκπομπών CO2 που συνδέονται με την παραγωγή, την επεξεργασία ουράνιου, λόγω κυρίως της προοδευτικής εξάντλησης των κοιτασμάτων υψηλότερης συγκέντρωσης ουρανίου και στην αύξηση του φαινομένου του θερμοκηπίου από τη χρήση φθορίου και χλωρίου που απαιτούνται για τις διαδικασίες προπαρασκευής της εξόδου ουρανίου και καθαρισμού του ζιρκονίου που είναι αναγκαίο για τους σωλήνες όπου τίθεται το εμπλουτισμένο ουράνιο.
2.2.3 Το κατάλοιπο του CO2 που εκπέμπεται για την παραγωγή ηλεκτρισμού μέσω πυρηνικής ενέργειας θα είναι συνεπώς πολύ χαμηλό και αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στη μελέτη.
2.2.4 Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για τις δημόσιες και ιδιωτικές μεταφορές θα αυξηθεί, όπως και οι απαιτήσεις παραγωγής υδρογόνου, που σήμερα προέρχεται κατά 95 % από τους υδρογονάνθρακες. Το υδρογόνο θα βοηθήσει στην επίλυση του προβλήματος της διατήρησης του ηλεκτρισμού, διότι παράγεται από καύσιμα με πολύ χαμηλή εκπομπή.
2.3 Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο πυρηνικός τομέας
2.3.1 Η μεγαλύτερη δυσκολία είναι η ασάφεια του διοικητικού και ρυθμιστικού πλαισίου. Οι διαδικασίες διαφέρουν από χώρα σε χώρα και σε ορισμένες περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι ο διπλασιασμός ή τριπλασιασμός των χρόνων εκτέλεσης του έργου. Για τη Φιλανδία, η Επιτροπή υπολογίζει τουλάχιστον 10 χρόνια, αλλά λόγω των προβλημάτων που προέκυψαν κατά την εκτέλεση του έργου, διακόπηκαν οι εργασίες και υπολογίζεται ότι θα υπάρξει καθυστέρηση τουλάχιστον 18 μηνών. Η διοικητική πορεία άρχισε το 2000, αλλά η σύνδεση με το δίκτυο δεν θεωρείται πιθανό να πραγματοποιηθεί πριν από το 2011.
2.3.2 Οι επενδύσεις στον πυρηνικό τομέα χαρακτηρίζονται από ιδιαιτέρως υψηλό ποσοστό συμμετοχής αρχικού κεφαλαίου, περί το 60 % του συνολικού ύψους της επένδυσης και μόνο μετά από μία δεκαετία περίπου, αρχίζει η πώληση ηλεκτρισμού. Απαιτείται διάστημα 20 χρόνων περίπου για την απόσβεση του επενδυθέντος κεφαλαίου και του χρηματοπιστωτικού του κόστους. Τούτο αποδεικνύει τη σημασία των επαρκώς παρατεταμένων κύκλων ζωής για την οικονομική αποδοτικότητα της εν λόγω τεχνολογίας.
2.3.3 Οι επενδύσεις είναι πολύ μακράς διάρκειας, ενώ η κατασκευή, η θέση σε λειτουργία και οι εργασίες απορρύπανσης και παροπλισμού μπορούν να υπερβούν τα εκατό χρόνια. Είναι απαραίτητη η διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας των φορέων σε μακροπρόθεσμη βάση καθώς και η μακροπρόθεσμη δέσμευση των κρατών όσον αφορά τις προοπτικές του πυρηνικού τομέα.
2.3.4 Η χρηματοδότηση του πυρηνικού τομέα αποτελεί, περισσότερο από ό,τι σε άλλες περιπτώσεις, ζήτημα πολιτικής επιλογής των εθνικών κυβερνήσεων. Ο πρώτος παράγοντας αβεβαιότητας έγκειται πράγματι στην ανάγκη καθιέρωσης ενός ασφαλούς και σταθερού πολιτικού πλαισίου. Χρειάζεται απαραιτήτως μια πολιτική επικεντρωμένη στη συμμετοχή και στην ευαισθητοποίηση των πολιτών προκειμένου να είναι σε θέση να συμβάλουν στην πραγματοποίηση της επιλογής αυτής βάσει πλήρους, διαφανούς, κατανοητής και αληθούς πληροφόρησης. Μόνο μια δημοκρατική διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε συνειδητή επιλογή η οποία είναι καθοριστική για το μέλλον της ευρωπαϊκής πυρηνικής βιομηχανίας.
2.3.5 Η σημαντική επίπτωση του οικονομικού κόστους επιφέρει την ανάγκη «πώλησης» του συνόλου της παραγόμενης ενέργειας δεδομένου ότι οι πυρηνικές εγκαταστάσεις πρέπει να λειτουργούν για την παροχή βασικού φορτίου με στόχο τη διανομή της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας επί πάρα πολλές ώρες ετησίως. Εν προκειμένω προκύπτει ένα πρόβλημα όσον αφορά την εξασφάλιση της απόδοσης που θα μπορούσε να επιλυθεί με τη δυνατότητα σύναψης μακροχρόνιων συμβάσεων, όπως συμβαίνει στη Φιλανδία.
2.3.6 Ένας ακόμη παράγοντας αβεβαιότητας είναι το καθεστώς αντισταθμίσεων και ο προσδιορισμός των ευθυνών που διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών σε περίπτωση ατυχήματος. Θα ήταν σκόπιμο να θεσπιστεί ένα ενιαίο ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης με στόχο τη βελτίωση των υφισταμένων συστημάτων και της τρέχουσας ασφαλιστικής κάλυψης που είναι εντελώς ανεπαρκή σε περίπτωση σοβαρού ατυχήματος. Οι παραγωγοί πρέπει να επωμίζονται εξ ολοκλήρου τις δαπάνες και την ευθύνη, όπως συμβαίνει και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα.. Λαμβανομένης υπόψη της φύσεως του κινδύνου (υψηλότατο κόστος σε περίπτωση σοβαρού ατυχήματος και ελάχιστες πιθανότητες να συμβεί), θα πρέπει να ενθαρρυνθούν μορφές συνασφάλισης σε αμοιβαία βάση μεταξύ των διάφορων παραγωγών πυρηνικής ενέργειας.
2.3.7 Η κοινή γνώμη. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση (4), υπάρχει μία μεταστροφή της στάσης έναντι της πυρηνικής ενέργειας, με εντόνως θετική αξιολόγηση στις χώρες που χρησιμοποιούν αυτή την τεχνολογία· πλην όμως στην ΕΕ των 27 εξακολουθεί να επικρατεί η αρνητική στάση, έστω και οριακά (45 % προς 44 %). Η έλλειψη διαφάνειας, η ανάγκη σαφούς και πλήρους πληροφόρησης επισημαίνονται και από το Ευρωπαϊκό Φόρουμ.
2.4 Οι κοινοτικοί πόροι
2.4.1 Η Συνθήκη Ευρατόμ προβλέπει ειδική χρηματοδότηση για δραστηριότητες έρευνας, ανάπτυξης και επίδειξης από το πρόγραμμα πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.
Το πρώτο πρόγραμμα (έμμεσες δράσεις) αφορά τους ακόλουθους τομείς:
| — | έρευνα στο πεδίο της ενέργειας σύντηξης (5), | 
| — | πυρηνική σχάση και ακτινοπροστασία, | 
Το δεύτερο πρόγραμμα (άμεσες δράσεις) προβλέπει επενδύσεις στους εξής τομείς:
| — | σύντηξη (1 947 εκατομμύρια ευρώ εκ των οποίων τουλάχιστον 900 εκατομμύρια ευρώ για δραστηριότητες που αφορούν το σχέδιο ITER)· | 
| — | πυρηνική σχάση και ακτινοπροστασία (287 εκατομμύρια ευρώ)· | 
| — | πυρηνικές δραστηριότητες του Κοινού Κέντρου Ερευνών (517 εκατομμύρια ευρώ). | 
2.4.2 Η ΕΤΕ αποτελεί ένα άλλο κοινοτικό όργανο χρηματοδότησης το οποίο έχει εξασφαλίσει στον κλάδο τη χορήγηση κονδυλίων που υπερβαίνουν συνολικά τα 6 589 εκατομμύρια ευρώ τα οποία προορίζονται τόσο για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών όσο και για τη διάθεση των αποβλήτων· στο ποσό αυτό προστίθενται ακόμη 2 773 εκατομμύρια ευρώ που διατέθηκαν από την Ευρατόμ για τον ίδιο σκοπό.
2.4.3 Κατά την ανάλυση επενδύσεων, η ΕΤΕ, έπειτα από θετική γνώμη της Επιτροπής, λαμβάνει υπόψη της όχι μόνο την κινητοποίηση των τεράστιων οικονομικών πόρων που απαιτούνται για την κατασκευή των πυρηνικών εγκαταστάσεων, αλλά και τις δαπάνες διαχείρισης και παροπλισμού τους. Εντούτοις, η εσωτερίκευση των δαπανών που αναγγέλλει η ΕΤΕ δεν προβλέπει άλλες έμμεσες δαπάνες, όπως εκείνες που σχετίζονται με την εξωτερική προστασία των εγκαταστάσεων από τις δυνάμεις ασφαλείας ή με τις παρεπόμενες ενέργειες παροπλισμού, όπως η κατασκευή φραγμάτων στους ποταμούς για την επίτευξη σταθερής ροής του ύδατος στους αντιδραστήρες ακόμη και σε περιόδους ξηρασίας.
2.4.4 Οι διαφορετικοί τρόποι υπολογισμού των δαπανών και η απαίτηση σχετικά με την ύπαρξη ενός εγγυημένου συστήματος ειδικά αφιερωμένων κεφαλαίων περιγράφονται σαφώς στην Ανακοίνωση της Επιτροπής — Δεύτερη έκθεση σχετικά με τη χρησιμοποίηση των οικονομικών πόρων που προορίζονται για τον παροπλισμό πυρηνικών εγκαταστάσεων, τα αναλωμένα καύσιμα και τα ραδιενεργά απόβλητα (6).
2.4.5 Στην έκθεση αυτή επισημαίνονται επίσης οι καταχρηστικές χρήσεις των ταμείων που προορίζονται για τον παροπλισμό των εγκαταστάσεων και τη διαχείριση των αποβλήτων οι οποίες παρατηρούνται σε ορισμένα κράτη μέλη. Σε μερικές χώρες τα εν λόγω ταμεία χρηματοδοτούνται με πόρους του Δημοσίου οι οποίοι συχνά χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς. Το γεγονός αυτό στρεβλώνει σημαντικά τον ανταγωνισμό διότι θεωρείται σκόπιμη η εσωτερίκευση των δαπανών σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
2.4.6 Η πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή το 2002 για την ενοποίηση των αποφάσεων 270/77 και 179/94 και τη βελτίωση της διαθεσιμότητας των κονδυλίων της Ευρατόμ δεν υποστηρίχθηκε ομόφωνα από το Συμβούλιο, με αποτέλεσμα τα διαθέσιμα κονδύλια της Ευρατόμ, με τα οποία μπορεί να καλυφθεί κατ’ ανώτατο όριο το 20 % της συνολικής δαπάνης,) να μην επαρκούν για την ικανοποίηση ορισμένων αιτημάτων τα οποία δεν έχουν ακόμη παγιωθεί αλλά αποτελούν αντικείμενο προκαταρκτικών συναντήσεων με την Επιτροπή.
2.4.7 Τα κεφάλαια της Ευρατόμ και οι τίτλοι της ΕΤΕ θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την προαγωγή της έρευνας και των εφαρμογών με στόχο την ασφαλή και βιώσιμη ανάπτυξη της πυρηνικής βιομηχανίας. Τα υφιστάμενα μέτρα δεν θεωρούνται επαρκή έναντι των αυξανόμενων χρηματοδοτικών αναγκών για την εξασφάλιση υψηλών προτύπων ασφαλείας και για τον περιορισμό των κινδύνων στο ελάχιστο. Οι εν λόγω πόροι θα έπρεπε να αφορούν ειδικά τις χώρες εκείνες που διαθέτουν αποδεδειγμένα δημόσιες πολιτικές στον τομέα της επεξεργασίας αποβλήτων.
2.5 Οι χρηματοδοτήσεις σε εθνικό επίπεδο
2.5.1 Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων δεν προβλέπει τη δυνατότητα χρηματοδότησης της κατασκευής πυρηνικών σταθμών, ενώ η δημόσια χρηματοδότηση θεωρείται δυνατή και επιθυμητή για την αύξηση των μέτρων ασφαλείας, για την ανάπτυξη και την καθιέρωση κοινών και διαφανών μεθόδων όσον αφορά την έκδοση των αδειών και την επιλογή των τοποθεσιών, καθώς και για την υποστήριξη προγραμμάτων κατάρτισης και επαγγελματικής εξέλιξης. Ανεξάρτητα από την κατασκευή ή μη πυρηνικών σταθμών, κρίνεται απολύτως αναγκαίο να μπορεί κανείς να βασιστεί σε μηχανικούς και τεχνικούς με υψηλή εξειδίκευση, ικανούς να εγγυηθούν μακροπρόθεσμα την ασφαλή διαχείριση των πυρηνικών σταθμών τόσο εκείνων που λειτουργούν όσο και εκείνων που βρίσκονται στο στάδιο του παροπλισμού.
2.5.2 Η ευρωπαϊκή βιομηχανία ασχολείται επί του παρόντος με την κατασκευή τεσσάρων πυρηνικών αντιδραστήρων στην Ευρώπη (2 στη Βουλγαρία, 1 στη Φινλανδία και 1 στη Γαλλία). Υπό τις παρούσες συνθήκες είναι δύσκολο να προβλεφθεί κάποια αισθητή αύξηση αυτής της παραγωγικής ικανότητας, ειδικότερα όσον αφορά το σκέλος της σύντηξης. Σε πρόσφατη μελέτη της, η βρετανική ένωση του πυρηνικού τομέα ΝΙΑ, διαβεβαιώνει ότι θα μπορούσε να καλύψει το 70-80 % ενός νέου πυρηνικού προγράμματος, με την εξαίρεση των «βασικών» συστατικών μερών του αντιδραστήρα, όπως ο λέβητας πιέσεως, οι γεννήτριες τούρμπο και άλλα σημαντικά συστατικά μέρη (7). Η έλλειψη τεχνικών και μηχανικών αποτελεί τη σημαντικότερη τροχοπέδη για την έντονη ανάπτυξη του κλάδου. Αυτή η έλλειψη, που παρατηρείται ιδίως στα κράτη μέλη που δεν έχουν αναπτύξει, ή έχουν αναπτύξει σε περιορισμένο βαθμό την πυρηνική ενέργεια, μπορεί να ξεπερασθεί στο βαθμό που η διάρκεια της κατάρτισης ενός μηχανικού είναι πέντε χρόνια κατά μέσο όρο, ενώ ο χρόνος που χωρίζει την απόφαση κατασκευής πυρηνικού αντιδραστήρα από την εφαρμογή της είναι περίπου 10 χρόνια
2.5.3 Απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις από πλευράς τεχνικής και επιστημονικής κατάρτισης. Οι νεότερες γενεές δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για σπουδές στον πυρηνικό τομέα με εξαίρεση τα κράτη μέλη που ανέπτυξαν συνεπές πυρηνικό πρόγραμμα, δημιουργώντας έτσι πραγματικές επαγγελματικές διεξόδους. Στο εγγύς μέλλον θα χρειαστούν επιστήμονες, τεχνικοί και μηχανικοί, αλλά και ειδικοί για την κατασκευή βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν την πυρηνική τεχνολογία και ιδίως αυτά που θα επιλέξουν να την αναπτύξουν, επιβάλλεται να εφοδιασθούν με συγκεκριμένα και συνεπή προγράμματα επενδύσεων στον τομέα της κατάρτισης.
2.5.4 Το Φόρουμ για την Πυρηνική Ενέργεια έχει τονίσει τη σημασία της εναρμόνισης των απαιτήσεων ασφαλείας. Η Σύμβαση για την Πυρηνική Ασφάλεια (Σύμβαση CNS) και τα πρότυπα ασφαλείας της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) αναγνωρίζονται ως θεμελιώδεις παράμετροι αναφοράς. Η Ένωση των Ρυθμιστικών Αρχών της Δυτικής Ευρώπης για την Πυρηνική Ενέργεια (WENRA) προγραμματίζει έως το 2010 την ανάληψη εναρμονισμένου προγράμματος μεταξύ των χωρών της ΕΕ και της Ελβετίας. Βάσει ανάλυσης SWOT προτάθηκε η εκπόνηση ευρωπαϊκής οδηγίας με θέμα τις βασικές αρχές για την ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων.
3. Οι ευκαιρίες
3.1 Το πρόβλημα της χρησιμοποίησης της πυρηνικής ενέργειας και η χρηματοδότησή της συνδέονται με το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής που συνεπάγεται η εκπομπή CO2. Το ένα τρίτο περίπου της παραγωγής ηλεκτρισμού και το 15 % της ενέργειας που καταναλώνεται στην ΕΕ προέρχονται από πυρηνικούς σταθμούς με πολύ χαμηλό επίπεδο εκπομπής CO2. Ακόμη και αν ληφθεί υπόψη η πιθανή αύξηση της συμβολής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (η άλλη διαθέσιμη πηγή που υπάρχει δεν εκλύει διοξείδιο του άνθρακα και πρέπει να χρησιμοποιηθεί από κοινού με την εξοικονόμηση ενέργειας), φαίνεται ότι θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί μείωση των εκπομπών CO2 εντός των επόμενων δεκαετιών, χωρίς τη διατήρηση της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας στα σημερινά επίπεδα.
3.2 Η πυρηνική ενέργεια είναι λιγότερο δέσμια των διακυμάνσεων των τιμών, λόγω της χαμηλής επίπτωσης του κόστους του ουρανίου επί του συνολικού κόστους.
3.3 Η διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος αυξάνει τις ευκαιρίες, και ειδικότερα των χωρών εκείνων που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές.
3.4 Το κόστος της kWh που παράγεται από την πυρηνική ενέργεια είναι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής και των ενδιαφερόμενων φορέων, υψηλότερο από το αντίστοιχο κόστος των θερμοηλεκτρικών μονάδων, αλλά χαμηλότερο σε σύγκριση με τις ανανεώσιμες ενέργειες. Τα στοιχεία δεν λαμβάνουν υπόψη το προβλεπόμενο κόστος των αδειών εκπομπής CO2, ούτε της μερικής εσωτερίκευσης των δαπανών που συνεπάγεται η απορρύπανση και ο παροπλισμός στο τέλος του κύκλου λειτουργίας. Θα πρέπει, για κάθε είδος πηγής ενέργειας, να υιοθετείται η μέθοδος εσωτερίκευσης όλων των εξωτερικών δαπανών. Ορισμένοι φορείς και ορισμένες πρόσφατες μελέτες (8) βεβαιώνουν ότι το κόστος της kWh που παράγεται από την πυρηνική ενέργεια είναι χαμηλότερο.
3.5 Διάρκεια των αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων. Με τον σημερινό αριθμό μονάδων και την τεχνολογία αντιδραστήρων, τα γνωστά αποθέματα επιτρέπουν την οικονομική λειτουργία με χαμηλό επίπεδο εκπομπής CO2 για περίοδο, που σύμφωνα με τις διάφορες εκτιμήσεις, κυμαίνεται από λίγες δεκαετίες έως έναν αιώνα (9) (10). Η αβεβαιότητα απορρέει από το γεγονός ότι λόγω της προοδευτικής εξάντλησης των κοιτασμάτων «καθαρότερου» ουρανίου, το κόστος εξόρυξης και διύλισης θα αυξάνεται και μαζί η χρήση των χημικών ουσιών που παράγουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η μελλοντική γενιά πυρηνικών σταθμών θα μπορούσε ωστόσο να μειώσει απολύτως την κατανάλωση με την ανάπτυξη αυτοτροφοδοτούμενων αντιδραστήρων. Θα είχε ενδιαφέρον η χρήση θορίου, που υπάρχει σε μεγαλύτερη αφθονία από το ουράνιο, είναι αποδοτικότερο σε νετρόνια με μεγαλύτερη απορροφητικότητα και συνεπώς απαιτεί μικρότερο εμπλουτισμό του υλικού καύσεως ανά μονάδα παραγόμενης ενέργειας. Εξάλλου, θα μπορούσε να τροφοδοτήσει και μη ταχείς αυτοτροφοδοτούμενους αντιδραστήρες με σημαντική μείωση της παραγωγής ραδιοτοξικών κατάλοιπων και πλουτωνίου για πολεμικούς σκοπούς.
4. Κίνδυνοι
4.1 Κίνδυνος καταστροφικών συμβάντων και εναποθέσεων (fall out): Παρότι η εξέλιξη της τεχνολογίας αντιδραστήρων έχει αντικειμενικά ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους χάρη στην υιοθέτηση πολυάριθμων μέτρων ελέγχου, ωστόσο δεν μπορεί θεωρητικά να αποκλειστεί το ενδεχόμενο τήξης του πυρήνα των αντιδραστήρων. Τα παθητικά συστήματα ασφαλείας, όπως το σύστημα «core catcher»(εξάρτημα αποκοπής του πυρήνα) που έχει ήδη υιοθετηθεί για τον αντιδραστήρα EPR (ευρωπαϊκός αντιδραστήρας ύδατος υπό πίεση) που βρίσκεται υπό κατασκευήν στη Φιλανδία, εξασφαλίζουν την μη απώλεια ραδιενέργειας, ακόμη και στην εξαιρετικά απίθανη περίπτωση τήξης του πυρήνα των αντιδραστήρων. Οι μελλοντικοί αντιδραστήρες με συστήματα εσωτερικής ασφάλειας είναι πιθανό να εξαλείψουν αυτό τον κίνδυνο. Παραδείγματος χάρη, το ευρωπαϊκό πρόγραμμα VHTR Raphael θα μπορούσε να εξασφαλίσει — ακόμη και σε περίπτωση παρεμπόδισης της λειτουργίας του συστήματος ψύξης — μια αργή θερμική μετάβαση προς μια κατάσταση ισορροπίας κατά την οποία η απαγωγή της θερμότητας θα αντιστάθμιζε την παραγωγή ενέργειας, ενώ στην περίπτωση των υφισταμένων αντιδραστήρων απαιτείται ταχεία παρέμβαση για να σταματήσει την αύξηση της θερμοκρασίας του πυρήνα.
4.2 Κίνδυνοι για την υγεία υπό συνθήκες κανονικής λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών: Από μια πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 1990 και 1998 για την εμφάνιση λευχαιμίας σε παιδιά που κατοικούν κοντά σε πυρηνικούς σταθμούς, προκύπτει ότι διαπιστώθηκαν 670 κρούσματα λευχαιμίας χωρίς όμως να αποδειχτεί αύξηση των κρουσμάτων σε παιδιά που κατοικούν σε απόσταση σε μικρότερη των 20 χιλιομέτρων από μια πυρηνική εγκατάσταση. Μία πιο πρόσφατη επιδημιολογική έρευνα (KIKK) που διενεργήθηκε στη Γερμανία έπειτα από πρωτοβουλία του Ομοσπονδιακού Γραφείου Προστασίας από τη Ραδιενέργεια (Bundesamt fόr Strahlenschutz — BfS) για την προστασία από ραδιενέργεια (BfS) σε ένα εκτεταμένο δείγμα (1 592 περιπτώσεις και 4 735 έλεγχοι) κατέδειξε αντιθέτως ότι υπάρχει αλληλουχία μεταξύ του αριθμού των περιπτώσεων καρκίνου και λευχαιμίας στα παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών και της απόστασης που χωρίζει το σπίτι τους από έναν σταθμό παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το επίπεδο ακτινοβολίας που μετρήθηκε, είναι τόσο χαμηλό ώστε, βάσει των υφιστάμενων ραδιοβιολογικών γνώσεων, είναι αδύνατον να υποστηριχθεί μετά βεβαιότητας ότι αιτία του καρκίνου είναι η έκθεση στις ιονίζουσες ακτινοβολίες. Μια ανεξάρτητη ομάδα ειδικών (11) δήλωσε όμως ότι τα αποτελέσματα της μελέτης KIKK είναι αξιόπιστα και ότι τα επίπεδα ακτινοβολίας που μετρήθηκαν υποδεικνύουν ότι πρέπει να μελετηθεί ενδελεχώς το ενδεχόμενο υπερευαισθησίας των παιδιών έναντι των ακτινοβολιών και να διασφαλισθεί μόνιμη παρακολούθηση των πληθυσμών που διαμένουν κοντά σε πυρηνικές εγκαταστάσεις (12). Τον Σεπτέμβριο του 2008 η ομοσπονδιακή υπηρεσία υγείας της ελβετικής κυβέρνησης ξεκίνησε το πρόγραμμα Canupis (Childhood Cancer and Nuclear Power Plants in Switzerland), με βάση τα αποτελέσματα της γερμανικής μελέτης και την ανάλυση για το θέμα αυτό που ζήτησε η ASN, η Γαλλική Αρχή για την Πυρηνική Ασφάλεια μετά τις συστάσεις της έκθεσης Vroussos.
4.3 Απόβλητα: Ελάχιστα κράτη έχουν επιλύσει το πρόβλημα αυτό καθορίζοντας τοποθεσίες μόνιμης αποθήκευσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάστηκε να αποχαρακτηρίσουν την τοποθεσία του Νέου Μεξικού (Waste Isolation Pilot Plant — WIPP) που λειτουργούσε από το 1999, λόγω διείσδυσης υγρών τα οποία σε συνδυασμό με το ορυκτό αλάτι του εδάφους είχαν τρομερά διαβρωτική επίδραση στα δοχεία αποθήκευσης· εξαιτίας της επίδρασης αυτής οι τοποθεσίες αποθήκευσης σε αλατούχους σχηματισμούς θεωρούνται γεωλογικά ασταθείς. Στην Ευρώπη, μόνο η Φινλανδία και η Σουηδία έχουν αναγγείλει τον καθορισμό τοποθεσίας μόνιμης αποθήκευσης. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην επανεπεξεργασία των αποβλήτων. Πρέπει να συνεχιστούν οι έρευνες για τη μόνιμη αποθήκευση των αποβλήτων μετά την επανεπεξεργασία των ακτινοβοληθέντων καυσίμων. Η ποιότητα της αποθήκευσης και η συσκευασία των αποβλήτων είναι καθοριστικής σημασίας παράγοντες για την ασφάλεια του κύκλου του πυρηνικού καυσίμου.
4.4 Επεξεργασία και μεταφορά. Περαιτέρω προβλήματα τίθενται όσον αφορά τη διαχείριση των εγκαταστάσεων επεξεργασίας και μεταφοράς του ακτινοβοληθέντος καυσίμου, οι υπεύθυνοι των οποίων δεν επέδειξαν κατά το παρελθόν εξίσου άμεμπτη και υποδειγματική συμπεριφορά με τους τεχνικούς των σταθμών πυρηνικής ενέργειας, χρησιμοποιώντας παραδείγματος χάρη ακατάλληλα σκάφη για τη μεταφορά του εν λόγω καυσίμου (μάλιστα ένα από τα σκάφη αυτά βυθίστηκε χωρίς ευτυχώς να μεταφέρει ραδιενεργά υλικά) ή προβαίνοντας στην απόρριψη επικίνδυνου υλικού στη θάλασσα.
4.5 Γεωλογικοί και υδρογεωλογικοί κίνδυνοι: Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα συνίσταται στο γεγονός ότι πολλοί πυρηνικοί σταθμοί βρίσκονται σε σεισμογενείς περιοχές. Η Ιαπωνία επέλεξε να διακόψει τη λειτουργία του μεγαλύτερου πυρηνικού σταθμού στον κόσμο, ο οποίος βρίσκεται στο τοποθεσία Kashiwazaki Kariwa της επαρχία Nigata, με ηθελημένη απώλεια ισχύος 8 000 MWe. Το κλείσιμο του σταθμού αυτού έπειτα από τον σεισμό της 16ης Ιουλίου 2007 επέφερε μείωση της παραγωγής ηλεκτρισμού από πυρηνική ενέργεια κατά 25 TWh. Σήμερα, εκτελούνται έργα για την επανέναρξη της λειτουργίας των δύο αντιδραστήρων.
4.6 Εξάπλωση των πυρηνικών και τρομοκρατία: Οι ανησυχίες αυξήθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της νέας απειλής εκ μέρους τρομοκρατικών ομάδων. Μία πυρηνική εγκατάσταση καθόλα ασφαλής θα μπορούσε να υποστεί την πτώση αεροσκάφους χωρίς να προκληθεί διαρροή ραδιενεργού υλικού.
4.7 Ύδωρ: Μια άλλη πτυχή ζωτικής σημασίας αφορά τις κλιματικές αλλαγές και τη σταδιακή έλλειψη ύδατος. Όπως σε όλους τους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς, συμπεριλαμβανομένων των σταθμών άνθρακα, πετρελαίου ή ηλιακής ενέργειας, έτσι και για τους πυρηνικούς σταθμούς η ανάγκη ύδατος για τις διεργασίες είναι πολύ υψηλή εκτός εάν χρησιμοποιείται η λιγότερο αποτελεσματική τεχνική της ψύξης με αέρα. (Στη Γαλλία, οι υδρευτικές ανάγκες για την παραγωγή ηλεκτρισμού ισοδυναμούν με το 57 % του συνόλου αναλήψεων ετησίως, 19,3 δισεκατομμύρια m3 επί συνόλου 33,7 δισεκατομμυρίων m3. Το μεγαλύτερο ποσοστό του ύδατος αυτού αποκαθίσταται (93 %) μετά από την ψύξη της διεργασίας σύντηξης και την παραγωγή ηλεκτρισμού (13)). Η ψύξη μεγάλων ποσοτήτων ύδατος από τους πυρηνικούς σταθμούς και η ανησυχητική μείωση των επιφανειακών ρεόντων υδάτων και των υδροφόρων οριζόντων, θέτει πρόσθετα ερωτήματα ως προς την επιλογή των τοποθεσιών και ερωτηματικά προς την κοινή γνώμη στα οποία πρέπει να δοθούν σαφείς απαντήσεις από τις δημόσιες αρχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις χρειάσθηκε να μειωθεί ή και να διακοπεί η παραγωγή ηλεκτρισμού λόγω της ξηρασίας.
4.8 Η ΕΕ στερείται πρώτης ύλης: Το 2007 μόνον το 3 % των αναγκών της ήταν διαθέσιμο εντός των συνόρων της. Η Ρωσία είναι ο πρώτος προμηθευτής της με 25 % περίπου (5 144 tU), ακολουθούν δε ο Καναδάς με 18 %, η Νιγηρία με 17 % και η Αυστραλία με 15 %., Επομένως, η πυρηνική ενέργεια δεν μειώνει την εξάρτηση από τρίτες χώρες, έστω κι αν οι λοιποί προμηθευτές είναι ως επί το πλείστον χώρες με πολιτική σταθερότητα.
4.9 Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση και σε μακροπρόθεσμα κεφάλαια. Η ανάγκη σημαντικών χρηματοοικονομικών πόρων και η μακρά διάρκεια των χρόνων σχεδιασμού και εκτέλεσης, που συνήθως υπερβαίνουν το διάστημα των 10 ετών για την έναρξη της λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών, καθιστούν προφανώς τις επενδύσεις πολύ επικίνδυνες. Οι χρόνοι εκτέλεσης πού έχουν αρχικώς προβλεφθεί δεν τηρούνται ποτέ, ο δε μέσος όρος της χρονικής διάρκειας που απαιτείται για την εμπορευματοποίηση του παραγόμενου ηλεκτρισμού υπερβαίνει τις προβλέψεις με αποτέλεσμα η χρηματοδότηση να έχει επιπρόσθετο κόστος.
4.10 Πρόσφατα συμβάντα: Κατά την κατάρτιση της παρούσας γνωμοδότησης σημειώθηκαν πολυάριθμα συμβάντα, ένα στη Σλοβενία και τέσσερα στη Γαλλία. Η απαγόρευση της χρήσης ύδατος και της κατανάλωσης ψαριών από τους ποταμούς όπου παρατηρήθηκε διαρροή ραδιενεργού ύδατος στη Γαλλία επηρέασε αρνητικά την κοινή γνώμη στην Ευρώπη. Τα γεγονότα αυτά και ο εξαιρετικά αρνητικός αντίκτυπος που είχαν στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης καταδεικνύουν ότι απαιτείται να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή στις διαδικασίες συντήρησης και στην επιλογή των επιχειρήσεων που αναπτύσσουν δραστηριότητες σε περιοχές με πυρηνικές εγκαταστάσεις.
5. Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ
5.1 Η σημασία της πυρηνικά παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας είναι τόσο βαρύνουσα ώστε να καθίσταται αδιανόητη η βραχυπρόθεσμη υποκατάσταση της ουσιαστικής συμβολής που παρέχει στο ενεργειακό ισοζύγιο της ΕΕ..
5.2 Η χρηματοδότηση του πυρηνικού τομέα αποτελεί, περισσότερο από ό,τι σε άλλες περιπτώσεις, ζήτημα πολιτικής επιλογής των εθνικών κυβερνήσεων. Ο πρώτος παράγοντας αβεβαιότητας έγκειται πράγματι στην ανάγκη καθιέρωσης ενός ασφαλούς και σταθερού νπμοθετικού πλαισίου. Χρειάζεται απαραιτήτως μια πολιτική επικεντρωμένη στη συμμετοχή και στην ευαισθητοποίηση των πολιτών προκειμένου να είναι σε θέση να συμβάλουν στην πραγματοποίηση της επιλογής αυτής βάσει πλήρους, διαφανούς, κατανοητής και αληθούς πληροφόρησης. Μόνο μια δημοκρατική διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε συνειδητή επιλογή η οποία είναι καθοριστική για το μέλλον της ευρωπαϊκής πυρηνικής βιομηχανίας.
5.3 Η απουσία διαφάνειας και η ελλιπής και αντιφατική πληροφόρηση σχετικά με θέματα όπως η χορήγηση των κονδυλίων που προορίζονται για τη διάθεση των αποβλήτων και τον παροπλισμό των απενεργοποιημένων πυρηνικών σταθμών αυξάνουν, όπως διαπιστώνει και η ίδια η Επιτροπή, την ανησυχία των πολιτών. Η ΕΟΚΕ ζητά από την Επιτροπή να ευαισθητοποιήσει τα κράτη μέλη για την ανάληψη μιας εκστρατείας προαγωγής της διαφάνειας και παροχής διαβεβαιώσεων όσον αφορά τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης, την ενεργειακή απόδοση και τις διάφορες δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής ενέργειας.
5.4 Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι πολυάριθμοι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής στην Ευρώπη που λειτουργούν είτε με ορυκτά καύσιμα, είτε με πυρηνική ενέργεια φθάνουν στο τέλος του κύκλου ζωής τους κατά την επόμενη εικοσαετία και τούτο ενδέχεται να οδηγήσει σε ελλείψεις στην προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας εκτός εάν πραγματοποιηθούν νέες ουσιαστικές επενδύσεις.
5.5 Η ΕΟΚΕ έχει αναφέρει σε διάφορες γνωμοδοτήσεις της ότι η κυριότερη προτεραιότητα στον τομέα της ενέργειας είναι η δυναμική προώθηση της ενεργειακής απόδοσης και η μεγαλύτερη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
5.6 Η ΕΟΚΕ συνειδητοποιεί ωστόσο ότι, ακόμη και με τις μέγιστες δυνατές προσπάθειες, η αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης με δυσκολία θα καλύψουν το κενό που θα έχουν αφήσει οι πιθανές ελλείψεις προμήθειας ηλεκτρισμού. Θα χρειαστούν νέες επενδύσεις τόσο στην ηλεκτροπαραγωγή με βάση τον άνθρακα όσο και στους πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής.
5.7 Και στις δύο περιπτώσεις, η ΕΟΚΕ θεωρεί θεμελιώδους σημασίας ότι όλοι οι εξωτερικοί παράγοντες που αφορούν το περιβάλλον και την ασφάλεια θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων και στο κόστος λειτουργίας τους.
5.8 Ενόψει της αυξανόμενης απειλής της κλιματικής αλλαγής, στο σχέδιο κάθε νέου σταθμού ηλεκτροπαραγωγής θα πρέπει να προβλέπεται η υιοθέτηση συστημάτων δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα ενώ το σχετικό κόστος θα πρέπει να ενσωματώνεται στην αξιολόγηση και στα επιχειρηματικά σχέδια. Επίσης, το κόστος του ενδεχόμενου παροπλισμού και διάθεσης των αποβλήτων θα πρέπει να ενσωματώνεται στην αξιολόγηση και στα επιχειρηματικά σχέδια κάθε νέου πυρηνικού σταθμού στον οποίο χορηγείται άδεια. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν κρυφές επιδοτήσεις για πλήρως αναπτυγμένα συστήματα ενέργειας.
5.9 Επί του παρόντος, οι επενδυτές και οι άλλες πηγές χρηματοδότησης διστάζουν να δεσμεύσουν σημαντικούς πόρους για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών νέας γενιάς στην Ευρώπη εξαιτίας των πολλών αβεβαιοτήτων σχετικά με το οικονομικό, πολιτικό και ρυθμιστικό πλαίσιο και το μεγάλο χρονικό διάστημα που παρεμβάλλεται μεταξύ των εξαιρετικά σημαντικών επενδύσεων και της οικονομικής ανταπόδοσης.
5.10 Θα πρέπει να ενθαρρυνθεί και διευκολυνθεί η φινλανδική προσέγγιση που συνίσταται στη δημιουργία κοινοπραξίας των μεγάλων χρηστών που απέκτησαν με σταθερές τιμές το μεγαλύτερο μέρος της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
5.11 Η Επιτροπή οφείλει να υποστηρίξει τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης ιδίως όσον αφορά την τήξη και την πυρηνική τεχνολογία τέταρτης γενιάς, παρότι έχει επίγνωση ότι η εν λόγω τεχνολογία δεν θα είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί για εμπορικούς σκοπούς πριν από το 2030 (14). Η τέταρτη γενιά προτείνει μια πιο «καθαρή» πυρηνική τεχνολογία η οποία θα συμβάλει στην εξάλειψη των προβλημάτων που σχετίζονται με τη διαχείριση και την εξάπλωση των αποβλήτων, την περαιτέρω μείωση του κινδύνου εναποθέσεων και συγχρόνως τον περιορισμό της κατανάλωσης σχάσιμων υλικών. Η τέταρτη γενιά μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στην παραγωγή υδρογόνου. Θα πρέπει εξάλλου να προωθηθεί δυναμικά η ανάπτυξη της ενέργειας σύντηξης, προκειμένου να επωφεληθούμε, στο δεύτερο μισό του 21ου αιώνα, των ειδικών πλεονεκτημάτων της σε σχέση με την ασφάλεια και τους πόρους.
5.12 Οι πόροι που διατίθενται από την Ευρατόμ για την υποστήριξη των επενδύσεων με την παροχή εγγυήσεων — και κατά συνέπεια για τον περιορισμό της οικονομικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων που μπορούν να επωφεληθούν από τις πολύ υψηλές οικονομικές εκτιμήσεις (rating) των ευρωπαϊκών οργάνων — παρακρατούνται και ενδέχεται να προσαρμοστούν στο υψηλότερο κόστος και στον πληθωρισμό που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου χωρίς αυτό να αποβεί εις βάρος άλλων προγραμμάτων στήριξης που αφορούν παραδείγματος χάρη την ενεργειακή απόδοση ή τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας προβλέποντας ενδεχομένως ειδικά πρόσθετα μέσα.
5.13 Οι διαθέσιμοι πόροι και τα αντίστοιχα ερευνητικά προγράμματα δεν επαρκούν για την επεξεργασία αποβλήτων και την προστασία από ιονίζουσες ακτινοβολίες. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να χορηγήσουν πρόσθετους πόρους στο 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο της Ευρατόμ για τον σκοπό αυτό μεταξύ άλλων και διαμέσου κοινών τεχνολογικών πρωτοβουλιών σε συγκεκριμένους τομείς, όπως συμβαίνει παραδείγματος χάρη στους τομείς των κυψελών καυσίμου (fuel cells) και των φαρμάκων. Η ΕΟΚΕ καλεί επίσης τα κράτη μέλη να συμβάλουν και αυτά με τη σειρά τους μέσω ενισχυμένων ερευνητικών προγραμμάτων στους τομείς της ραδιοβιολογίας, της ακτινοπροστασίας, της επιδημιολογίας και οριστικής αποθήκευσης.
5.14 Το μοντέλο χρηματοδότησης, το οποίο προβλέπεται για τον πυρηνικό τομέα και είναι ανεξάρτητο από άλλα προγράμματα πλαίσιο, καλό θα ήταν να επεκταθεί και σε προγράμματα εστιασμένα στην ενεργειακή απόδοση και στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
5.15 Τα κράτη μέλη θα ήταν σκόπιμο να διοργανώσουν φόρουμ για την πυρηνική ενέργεια σε εθνικό επίπεδο, με πρότυπο τα φόρουμ που οργάνωσε η Επιτροπή για τα εξής τρία θέματα στην Πράγα και την Μπρατισλάβα: ευκαιρίες, κίνδυνοι, διαφάνεια και πληροφόρηση.
5.16 Ο εξορθολογισμός της έκδοσης των αδειών και η επιλογή των τοποθεσιών μέσω μιας ενιαίας ευρωπαϊκής διαδικασίας θα είχε αναμφίβολα θετική επίδραση στην ασφάλεια των επενδύσεων και στον χρόνο έναρξης λειτουργίας, αλλά σε καμιά περίπτωση η κοινή γνώμη δεν πρόκειται να αποδεχθεί ευρωπαϊκές κανονιστικές διατάξεις λιγότερο αυστηρές από τις αντίστοιχες εθνικές διατάξεις. Όσον αφορά την ασφάλεια πρέπει να ληφθεί υπόψη η σημασία που έχει για την Ευρώπη ο καθορισμός αυστηρών και εναρμονισμένων κανόνων, δεδομένης της διακρατικής φύσης των συναφών κινδύνων (για παράδειγμα, οι πυρηνικοί σταθμοί που βρίσκονται κοντά στα εθνικά σύνορα). Η εναρμόνιση του σχεδιασμού και των ρυθμιστικών διατάξεων θα μπορούσε να εφαρμοσθεί στην επόμενη γενεά αντιδραστήρων.
5.17 Η φθηνότερη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να αποβαίνει προς όφελος των καταναλωτών. Σήμερα οι τιμές στα χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενέργειας διαμορφώνονται βάσει του ακριβότερου κόστους ηλεκτρισμού (συνδυασμός φυσικού αερίου και άνθρακα), ενώ θα πρέπει να αναφέρονται οι διάφορες πηγές με διαφοροποίηση των τιμών.
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) House of Commons Committee of Public Accounts Nuclear Decomissioning Authority 38° Report of Session 2007/2008,
(2) Osterreichisches Okologie Institut Wien 2007
(3) Έκθεση ΔΟΑΕ/ΕΙΑ -0484 (2008) Ιούνιος 2008.
(4) Special Eurobarometer 297 Attitudes towards radioactive waste (Ιούνιος 2008)
(5) P. Vandenplas, G. H. Wolf 50 years of controlled nuclear fusion in the European Union, Europhysics News, 39, 21 (2008).
(6) Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2007, COM(2007) 794 τελικό.
(7) NIA (Nuclear Industry association. The Uk capability to dliver a new nuclear build programme 2008 update.
(8) DGEMP- Couts de reference de la production electrique Ministère de l’économie des finances et de l’indstrie-Decembre 2003
(9) Storm van Leeuwen, Nuclear power — the energy balance (2008), www.stormsmith.nl.
(10) World Nuclear Association, www.world-nuclear.org/info/info.html.
(11) Δρ. Brüske-Hohlfeld, GSF, Neuherberg, Καθ. Greiser BIPS, Bremen, Καθ. Hoffmann, Uni Greifswald, Δρ. Körblein Umweltinstitut München, Καθ. Jöckel, Uni Essen Duisburg, Δρ. Küchenhoff, LMU München, Δρ. Pflugbeil, Berlin, Δρ. Scherb GSF, Neuherberg, Δρ. Straif IARC, Lyon, Καθ. Walther Uni München, Καθ. Wirth, Wuppertal, Δρ. Wurzbacher Umweltinstituts München.
(12) Mélanie White-Koning, Denis Hémon, Dominique Laurier, Margot Tirmarche, Eric Jougla, Aurélie Goubin, Jacqueline Clave
(13) Eau France e IFEN Institut Français de lì’Environnment –στοιχεία που αφορούν την κατανάλωση του 2004.
(14) GIF Generation IV International Forum 2008
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/8 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πρόσβαση για όλους στο Διαδίκτυο υψηλής ταχύτητας: Προβληματισμοί για τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της καθολικής υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών»
(2009/C 175/02)
Η γαλλική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με επιστολή της από 3ης Ιουλίου 2008, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα:
«Πρόσβαση για όλους στο Διαδίκτυο υψηλής ταχύτητας: Προβληματισμοί για τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της καθολικής υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών».
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 10 Νοεμβρίου 2008. με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. M. HENCKS.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 125 ψήφους υπέρ και 3 ψήφους κατά.
1. Συστάσεις
1.1 Δεδομένου του ότι οι τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) αποτελούν, στις μέρες μας, τη βάση της κοινωνίας της πληροφορίας, η οποία φιλοδοξεί να είναι προσβάσιμη σε όλους, πρέπει να ενσωματώνουν τις ανάγκες όλων των μελών της κοινωνίας.
1.2 Ωστόσο, πολλοί πολίτες εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση στα νέα μέσα ηλεκτρονικών επικοινωνιών ελλείψει πρόσβασης στις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών ή σχετικών δεξιοτήτων. Η καθολική υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η οποία έχει ως αποστολή της την παροχή προκαθορισμένων υπηρεσιών ορισμένης ποιότητας σε τιμές προσιτές σε όλους τους χρήστες, δεν κατάφερε μέχρι σήμερα να καλύψει το ψηφιακό χάσμα.
1.3 Το πεδίο εφαρμογής της καθολικής υπηρεσίας παραμένει από την υιοθέτησή του μέχρι σήμερα ουσιαστικά αναλλοίωτο και περιορίζεται ακόμη στη σύνδεση με το δημόσιο δίκτυο τηλεφωνίας στενής ζώνης.
1.4 Κι όμως, η γενικευμένη ευρυζωνική πρόσβαση δεν είναι μόνο παράγοντας-κλειδί για την ανάπτυξη των σύγχρονων οικονομιών και σημαντική πτυχή της Ατζέντας της Λισσαβώνας, αλλά έχει καταστεί ουσιώδες στοιχείο της ευημερίας και της ψηφιακής ένταξης.
1.5 Επομένως, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι επιβάλλεται η προσαρμογή της έννοιας της καθολικής υπηρεσίας στις τεχνολογικές εξελίξεις και στις ανάγκες των χρηστών και για το λόγο αυτό προτείνει:
| — | να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της καθολικής υπηρεσίας και να παρέχεται υποχρεωτικά και σε όλους, μέσα σε εύλογη και τακτή προθεσμία που θα ορισθεί, στα πλαίσια ενός πολυετούς προγράμματος, πρόσβαση στον ψηφιακό συνδρομητικό βρόχο με ταχύτητα μετάδοσης ίση με τουλάχιστον 2 έως -10Mbit/s (μεγαμπίτ ανά δευτερόλεπτο) ή κινητή ή ασύρματη πρόσβαση (WIMAX, δορυφόρος κλπ.) σε αντίστοιχες ταχύτητες μετάδοσης· | 
| — | να μην εκφράζονται ανησυχίες αποκλειστικά για το γεωγραφικό αποκλεισμό εξαιτίας της απομόνωσης ορισμένων τόπων και περιοχών αλλά και για τον κοινωνικό αποκλεισμό ο οποίος συμπίπτει με περιορισμένες οικονομικές ικανότητες ή μικρό βαθμό δεξιότητας ορισμένων ομάδων χρηστών και να διευρυνθεί η έννοια της καθολικής υπηρεσίας ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα πρόσβασης σε όλους τους χρήστες, οποιαδήποτε κι αν είναι η γεωγραφική, οικονομική ή κοινωνική τους θέση· | 
| — | να υποστηριχθούν τα εθνικά και τοπικά σχέδια πρόσβασης στο Διαδίκτυο και τα μικρά έργα κοινοτήτων και οργανώσεων που βοηθούν το κοινό που αντιμετωπίζει δυσκολίες να προμηθευθεί τεχνολογικό εξοπλισμό, και συγκεκριμένα με τη χορήγηση μικροπιστώσεων για τη χρηματοδότηση τοπικών προγραμμάτων των δημόσιων κέντρων συλλογικής πρόσβασης στο Διαδίκτυο και τερματικών που αλληλεπιδρούν σε δημόσιους χώρους τα οποία θα παρέχουν ελεύθερη πρόσβαση στο διαδίκτυο· | 
| — | να κληθούν τα κράτη μέλη να προβλέψουν οικονομικές ενισχύσεις για οικογένειες ή άτομα για τα οποία το κόστος του βασικού εξοπλισμού (υπολογιστής, λογισμικό, μόντεμ), της πρόσβασης και της υπηρεσίας είναι απαγορευτικά· | 
| — | να ευνοηθεί η χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας μέσω ενισχύσεων και κοινοτικών κονδυλίων, το οποίο και αποτελεί το μόνο ταιριαστό μέσο σε χώρες όπου το οικονομικό βάρος των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας επιβαρύνει υπερβολικά τον τελεστή· | 
| — | να κληθεί η Επιτροπή να δημοσιεύει, σε τακτά χρονικά διαστήματα, παραδείγματα των καλύτερων πρωτοβουλιών στον τομέα αυτό. | 
2. Εισαγωγή
2.1 Το 1993 (1), η Επιτροπή ασχολήθηκε για πρώτη φορά λεπτομερώς με την έννοια της καθολικής υπηρεσίας στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Τότε, η υπηρεσία είχε θεωρηθεί ως δίχτυ ασφαλείας που θα έδινε σε όλους «πρόσβαση σε ένα ελάχιστο σύνολο ορισμένων υπηρεσιών προκαθορισμένης ποιότητας, καθώς και στην παροχή των υπηρεσιών αυτών σε προσιτές τιμές σε όλους τους χρήστες ανεξαρτήτως της γεωγραφικής τους θέσης και ενόψει των ειδικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα τους».
2.2 Μεταγενέστερα, περισσότερες οδηγίες (2) παγίωσαν την έννοια της καθολικής υπηρεσίας και, ενόψει της συνεχιζόμενης σύγκλισης ανάμεσα στις τηλεπικοινωνίες, τα μέσα και τις υπηρεσίες τεχνολογιών πληροφόρησης, η καθολική υπηρεσία διευρύνθηκε ούτως ώστε να περιλάβει και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
2.3 Με την ανάπτυξη της κοινωνίας των πληροφοριών, το χάσμα μεταξύ εκείνων που χρησιμοποιούν τις δυνατότητες που προσφέρουν τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών αντλώντας προσωπικά ή επαγγελματικά οφέλη και εκείνων οι οποίοι δεν είναι σε θέση να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες αυτές («ψηφιακό χάσμα») διευρύνθηκε ελλείψει πρόσβασης στις ΤΠΕ ή ελλείψει σχετικών δεξιοτήτων ή ενδιαφέροντος.
2.4 Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση του Ευρωβαρομέτρου (3), 49 % των νοικοκυριών της ΕΕ των 27 ήταν συνδεδεμένα (το χειμώνα του 2007) στο διαδίκτυο (52 % στην Ευρώπη των 15 παλαιότερων κρατών μελών και 33 % στα 12 νέα κράτη μέλη) ενώ περισσότεροι από τους μισούς Ευρωπαίους (57 %) διέθεταν έναν υπολογιστή στο σπίτι τους.
2.5 Παρόλο που ο ρυθμός σύνδεσης με το διαδίκτυο αυξάνεται διαρκώς σε όλη την ΕΕ, κατά μέσο όρο περίπου τα μισά νοικοκυριά στην ΕΕ και μόνο το ένα τέταρτο των νοικοκυριών στη Βουλγαρία, στην Ελλάδα και στη Ρουμανία έχουν σύνδεση με το διαδίκτυο.
2.6 Επομένως, πολλοί πολίτες δεν έχουν πρόσβαση στα μέσα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα οποία είναι απαραίτητα για τη δημιουργία της κοινωνίας της πληροφορίας, ενώ ένας μεγάλος αριθμός πληροφοριών δεν μεταδίδονται πια παρά μόνο μέσω των ΤΠΕ.
2.7 Εδώ και αρκετά χρόνια, οι κίνδυνοι που εγκυμονεί το ψηφιακό χάσμα προξενούν διαρκώς ανησυχίες στην ΕΕ. Η Ένωση προσαρμόζει και ολοκληρώνει συστηματικά τους ρυθμιστικούς κανόνες για τις τηλεπικοινωνίες με ειδικές ρυθμίσεις οι οποίες έχουν ως στόχο να διασφαλίσουν την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών, καθώς και την προστασία των προσωπικών δεδομένων, πρωτοβουλίες τις οποίες η ΕΟΚΕ συνόδευσε με πολλές γνωμοδοτήσεις (4).
2.8 Στην διακήρυξη της Ρίγας (5) για την ηλ-ένταξη, η οποία υιοθετήθηκε στις 11 Ιουνίου 2006, τα κράτη μέλη δεσμεύθηκαν να μειώσουν σημαντικά τις γεωγραφικές ανισότητες ως προς την πρόσβαση στο διαδίκτυο στην ΕΕ αυξάνοντας την ευρυζωνική κάλυψη σε περιοχές όπου η πρόσβαση δεν είναι επαρκής, και να μεριμνήσουν ούτως ώστε, μέχρι το 2010, να περιοριστεί στο μισό ο αριθμός των ατόμων που δεν χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο και ανήκουν σε ομάδες που απειλούνται από αποκλεισμό.
2.9 Παρά τη διακήρυξη αυτή, το πεδίο εφαρμογής της καθολικής υπηρεσίας δεν έχει αλλάξει.
2.10 Η Επιτροπή υπέβαλε, το 2007, μια εκτενή πρόταση για αναθεώρηση των υφιστάμενων ευρωπαϊκών ρυθμίσεων οι οποίες εφαρμόζονται στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, συμπεριλαμβανόμενης και μιας τροποποίησης της οδηγίας της «καθολικής υπηρεσίας» (6).
2.11 Οι κύριες τροποποιήσεις που πρότεινε να ισχύσουν ως προς την οδηγία της «καθολικής υπηρεσίας» αφορούν στη βελτιωμένη πληροφόρηση των τελικών χρηστών, τη χρήση και την πρόσβαση των χρηστών με ειδικές ανάγκες στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, τον αριθμό τηλεφώνου επειγόντων περιστατικών καθώς και τη διατήρηση της δυνατότητας σύνδεσης και ποιότητας των βασικών υπηρεσιών (7).
2.12 Τα άτομα με ειδικές ανάγκες εξακολουθούν να δυσκολεύονται να αποκτήσουν πρόσβαση σε υπηρεσίες σημαντικές για την κοινωνική και οικονομική ζωή (8). Η ΕΟΚΕ επικροτεί λοιπόν το γεγονός ότι στην πρόταση αναθεώρησης της οδηγίας καθολικής υπηρεσίας του 2007 (9) η δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα προς όφελος των ατόμων με ειδικές ανάγκες αντικαθίσταται από τη σαφή υποχρέωσή τους να ενεργήσουν προς αυτή την κατεύθυνση (10).
2.13 Αντίθετα, η πρόταση τροποποίησης της οδηγίας της «καθολικής υπηρεσίας» δεν τροποποιεί το πεδίο εφαρμογής της, ούτε την παροχή της στους καταναλωτές και τους τελικούς χρήστες.
3. Το πεδίο εφαρμογής της καθολικής υπηρεσίας που ισχύει σήμερα
3.1 Τα κράτη μέλη οφείλουν να μεριμνούν ούτως ώστε κάθε εύλογο αίτημα για σύνδεση με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε ένα ορισμένο σημείο και για πρόσβαση σε διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες (υπηρεσίες πληροφοριών, τηλεφωνικού καταλόγου, κοινόχρηστα τηλέφωνα ή ειδικά μέτρα προς όφελος των χρηστών με ειδικές ανάγκες), να ικανοποιείται από μια τουλάχιστον επιχείρηση.
3.2 Εφόσον οι άδειες των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας καλύπτουν υποχρεωτικά όλο το έδαφος ή/και τον πληθυσμό κάθε κράτους μέλους, η φωνητική τηλεφωνία έχει γίνει εντωμεταξύ καθολική, αν και συχνά το σύστημα χρεώσεων δεν είναι πολύ διαφανές.
3.3 Το αίτημα σύνδεσης με το δίκτυο περιορίζεται πάντως σε μία μόνο σύνδεση στενής ζώνης. Δεν απαιτείται συγκεκριμένος ρυθμός μετάδοσης δεδομένων ή δυαδικός ρυθμός εξυπηρέτησης, αλλά η σύνδεση πρέπει να επιτρέπει «τη λειτουργική πρόσβαση στο Διαδίκτυο, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες τεχνολογίες που χρησιμοποιεί η πλειοψηφία των συνδρομητών και την τεχνολογική σκοπιμότητα» (11).
4. Διεύρυνση της έννοιας της καθολικής υπηρεσίας
4.1 Γενικές παρατηρήσεις
4.1.1 Η έννοια και το πεδίο εφαρμογής της «καθολικής υπηρεσίας» οφείλουν να εξελιχθούν σύμφωνα με το ρυθμό προόδου της τεχνολογίας, της αγοράς και των αναγκών των χρηστών.
4.1.2 Στο πλαίσιο της πρόσφατης επανεξέτασης του πεδίου εφαρμογής της καθολικής υπηρεσίας των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (12), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι δεν πληρούνται ακόμη οι προϋποθέσεις διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής όπως αυτές ορίσθηκαν στο Παράρτημα 5 της οδηγίας της καθολικής υπηρεσίας. Αντίθετα, αναγνωρίζει ότι «είναι, εξάλλου εύλογο να αναμένεται ότι, σχετικά σύντομα, οι στενοζωνικές συνδέσεις δεν θα ανταποκρίνονται πλέον στην απαίτηση να είναι επαρκείς προκειμένου να επιτρέπουν τη λειτουργική πρόσβαση στο Διαδίκτυο».
4.1.3 Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, μια τέτοια αναθεώρηση επιβάλλεται από τώρα κιόλας και πρέπει να περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία:
4.2 Πρόσβαση σε μια δέσμη βασικών υπηρεσιών
4.2.1 Ορισμένα είδη ψηφιακού αποκλεισμού, που μπορεί να αμβλυνθούν με τον καιρό, οφείλονται στη συμπεριφορά του χρήστη ή στο πολιτιστικό περιβάλλον, ενώ άλλες προκύπτουν από διαρθρωτικές ανισότητες στην οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας.
4.2.2 Οι ανισότητες αυτές συσσωρεύονται με την άνιση πρόσβαση στην εργασία, την επιμόρφωση και τις δυνατότητες διαρκούς εκμάθησης, τα καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες, τις δημόσιες υπηρεσίες, την κοινωνική ένταξη, τη δημοκρατική έκφραση και συμμετοχή.
4.2.3 Ο ψηφιακός αποκλεισμός περιλαμβάνει διαφορετικούς τομείς σχετικούς με το στοιχειώδη εξοπλισμό, την πρόσβαση, την απαραίτητη κατάρτιση και την καθοδήγηση του χρήστη. Συμπληρωματική δράση είναι απαραίτητη, και μάλιστα ως προς τα ακόλουθα:
| — | Δυνατότητα κατάρτισης του χρήστη στις νέες τεχνολογίες· | 
| — | Πρόσβαση σε εξοπλισμό· | 
| — | Σύνδεση. | 
4.3 Κατάρτιση των χρηστών
4.3.1 Οι αυξημένες δεξιότητες, που είναι προϋπόθεση χρήσης των εξελιγμένων ψηφιακών τεχνολογιών, ενισχύουν τις ανισότητες ως προς τη χρήση ή την πρόσβαση στις τεχνολογίες αυτές, ακόμη κι αν όλοι είχαν τα απαιτούμενα μέσα.
4.3.2 Η αδυναμία να χειρισθεί κανείς ένα υπολογιστή ή το διαδίκτυο, που συχνά εκφράζεται με παγερή αδιαφορία, πλήττει όλο και περισσότερο τους ενδιαφερόμενους, στο μέτρο που δημιουργεί ένα κοινωνικό χάσμα όχι μόνο για τους εντελώς αποκομμένους, αλλά και για όσους αντιμετωπίζουν δυσκολίες να προσαρμοσθούν στις νέες τεχνολογίες.
4.3.3 Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να επιδειχθεί προς τα ηλικιωμένα άτομα που δεν εννοούν να εξοικειωθούν με το ψηφιακό περιβάλλον (ηλικιακό χάσμα) και για τα οποία θα πρέπει να προβλεφθούν προγράμματα «ψηφιακής στοιχείωσης», ειδικώς προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους (13).
4.3.4 Χρειάζεται συνεπώς να υποστηριχθούν τα εθνικά και τοπικά σχέδια πρόσβασης στο Διαδίκτυο και τα μικρά έργα κοινοτήτων και οργανώσεων που βοηθούν το κοινό που αντιμετωπίζει δυσκολίες για την απόκτηση τεχνικού εξοπλισμού και συγκεκριμένα με τη χορήγηση μικροπιστώσεων για τη χρηματοδότηση τοπικών προγραμμάτων των δημόσιων κέντρων συλλογικής πρόσβασης στο Διαδίκτυο και τερματικών που αλληλεπιδρούν σε δημόσιους χώρους τα οποία θα παρέχουν ελεύθερη πρόσβαση στο διαδίκτυο. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να δημοσιεύει σε τακτά χρονικά διαστήματα παραδείγματα από τις καλύτερες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται στον τομέα αυτό.
4.4 Πρόσβαση σε εξοπλισμό
4.4.1 Πολλές οικογένειες ή άτομα στερούνται πρόσβασης στο δίκτυο και στις υπηρεσίες των ηλεκτρονικών υπηρεσιών, εφόσον το κόστος του βασικού εξοπλισμού (υπολογιστής, λογισμικό, μόντεμ) μπορεί να είναι απαγορευτικό για τα άτομα αυτά.
4.4.2 Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει στα κράτη μέλη ότι πρέπει να προβλέψουν, στα πλαίσια της καθολικής υπηρεσίας, οικονομικές ενισχύσεις για να διευκολύνουν την πρόσβαση και χρήση του διαδικτύου.
4.5 Η σύνδεση
4.5.1 Είναι σαφές ότι, στις μέρες μας, οι ΤΠΕ, οι οποίες αποτελούν τη βάση της κοινωνίας της πληροφορίας, που φιλοδοξεί να είναι ανοικτή σε όλους, οφείλουν να ενσωματώσουν τις ανάγκες όλων των ανθρώπων, και ιδίως όσων απειλούνται με κοινωνικό αποκλεισμό, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα του ψηφιακού χάσματος και της ανάπτυξης μιας κοινωνίας δύο ταχυτήτων.
4.5.2 Τα αθροιστικά αποτελέσματα της σύγκλισης του παγκόσμιου περιβάλλοντος του διαδικτύου και της ψηφιακής τεχνολογίας προϋποθέτουν όλο και περισσότερο μια γρήγορη σύνδεση στο δίκτυο για τη χρήση νέων εφαρμογών.
4.5.3 Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Μαρτίου 2006 (14)«η γεφύρωση του ευρυζωνικού φάσματος» σημειώνεται ότι «η εκτεταμένη ευρυζωνική πρόσβαση αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη των σύγχρονων οικονομιών και είναι ένα από τα κύρια σημεία στο πρόγραμμα της Λισσαβώνας». Η ανακοίνωση της 29.09.2008 παραδέχεται ότι «θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν γεωγραφικές περιοχές όπου είναι μάλλον απίθανο ότι η αγορά θα παράσχει την υπηρεσία σε εύλογο χρονικό διάστημα και θα έρθει η στιγμή που ο“πληροφορικός αποκλεισμός”θα καταστεί σημαντικό θέμα».
4.5.4 Εδώ και χρόνια, η ΕΟΚΕ ζητεί η πρόσβαση στο ευρυζωνικό δίκτυο να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος της καθολικής υπηρεσίας.
4.5.5 Η οδηγία για την «καθολική υπηρεσία» ολοκληρώθηκε το 2002 και συμπεριλάμβανε τη «λειτουργική πρόσβαση στο Διαδίκτυο» στο περιεχόμενο της καθολικής υπηρεσίας. Αυτή η λειτουργική πρόσβαση ορίζεται ως η διεκπεραίωση των επικοινωνιών δεδομένων σε ταχύτητες οι οποίες επιτρέπουν την πρόσβαση στο διαδίκτυο.
4.5.6 Αυτή η προσθήκη φαινόταν, εκείνη τη χρονική στιγμή, να εμπλουτίζει την έννοια, εφόσον οι επικοινωνίες πρόσβασης στο διαδίκτυο διεκπεραιώνονταν μέσω του τηλεφωνικού δικτύου μεταγωγής. Στις μέρες μας όμως, εφαρμογές ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη και την ποιότητα ζωής στην Ευρώπη στα χρόνια που έρχονται, όπως παραδείγματος χάριν η «ηλεκτρονική υγεία», το «ηλεκτρονικό επιχειρείν» (e-business), η «ηλεκτρονική διακυβέρνηση» και η «ηλεκτρονική εκπαίδευση» προϋποθέτουν ευρυζωνικές συνδέσεις.
4.5.7 Συνεπώς, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία προϋπόθεση τον προσδιορισμό του περιεχομένου της «λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο» και προτείνει να υποχρεωθούν οι φορείς παροχής της καθολικής υπηρεσίας να προσφέρουν, σε εύλογες προθεσμίες που θα προσδιορισθούν στα πλαίσια ενός πολυετούς προγράμματος, πρόσβαση σε ψηφιακή συνδρομητική γραμμή με ελάχιστη ταχύτητα μετάδοσης από 2Mbit/s (μεγαμπίτ ανά δευτερόλεπτο) έως 10Mbit/s ή κινητή ή ασύρματη πρόσβαση (WIMAX, δορυφορική κλπ.) σε ανάλογες ταχύτητες μετάδοσης, δεδομένου ότι πρόκειται εδώ για αξίες που θα εξελιχθούν αναλόγως της εξέλιξης των τεχνολογιών και σύμφωνα με τις ανάγκες των καταναλωτών.
4.6 Διαθεσιμότητα σε όλους τους χρήστες ανεξαρτήτως γεωγραφικής θέσης
4.6.1 Σε απομακρυσμένες και αγροτικές περιοχές, κυρίως σε ορισμένα από τα νέα κράτη μέλη, η αγορά συχνά δεν είναι ακόμη σε θέση να εγγυηθεί την πρόσβαση στην υποδομή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε προσιτές τιμές και σε επίπεδο που να επιτρέπει την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών.
4.6.2 Ως προς τη διαθεσιμότητα συνδέσεων υψηλής ταχύτητας, μεγάλες είναι οι διαφορές ανάμεσα στις αστικές και τις αγροτικές περιοχές. Το ποσοστό κάλυψης με ψηφιακές συνδρομητικές γραμμές στις αγροτικές περιοχές είναι 71,3 % έναντι ποσοστού κάλυψης 94 % στις πόλεις (8). Εξάλλου, οι πολύ ασθενείς ταχύτητες μετάδοσης δυσχεραίνουν τη χρήση της «ευρείας ζώνης» από επιχειρήσεις σε αγροτικές περιοχές ενώ και στα σπίτια δεν μπορεί να δημιουργηθεί ένα αυθεντικό περιβάλλον πολυμέσων.
4.6.3 Ο ψηφιακός αποκλεισμός αγγίζει διαφορετικές κοινωνικές ομάδες σύμφωνα με δημογραφικές (ηλικία, φύλο, τύπος νοικοκυριού), κοινωνικο-επαγγελματικές (μόρφωση, εργασία, κοινωνική θέση, εισόδημα) ή γεωγραφικές παραμέτρους (οικισμός, τοποθεσία, περιφερειακά ή τοπικά χαρακτηριστικά, γεωπολιτικοί παράγοντες).
4.6.4 Επομένως, δεν πρέπει να μας προβληματίζει μόνο ο αποκλεισμός που οφείλεται στη γεωγραφική απόσταση, αλλά και ο κοινωνικός αποκλεισμός ο οποίος εξαρτάται από την οικονομική ευχέρεια ή εξοικείωση με την τεχνολογία ορισμένων ομάδων χρηστών.
4.6.5 Συνεπώς, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η έννοια της καθολικής υπηρεσίας θα έπρεπε να διευρυνθεί ούτως ώστε να εξασφαλισθεί η πρόσβαση όλων των χρηστών ανεξαρτήτως της γεωγραφικής, οικονομικής ή κοινωνικής τους κατάστασης.
4.7 Προκαθορισμένη ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών
4.7.1 Στην πρόταση τροποποίησης της οδηγίας «καθολικής υπηρεσίας» η Επιτροπή προτείνει να δοθεί η εξουσία στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να εμποδίζουν φαινόμενα υποβάθμισης της ποιότητας υπηρεσιών, φραγμού πρόσβασης και επιβράδυνσης της κίνησης στα δίκτυα ορίζοντας ελάχιστα όρια ποιότητας ανά δίκτυο για τις υπηρεσίες μεταφοράς που προορίζονται για τους τελικούς χρήστες.
4.7.2 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το επίπεδο της ελάχιστης ποιότητας θα έπρεπε να είναι το ίδιο για όλα τα κράτη μέλη με την έννοια του ότι θα έπρεπε, εκ πρώτης όψεως, οι ελάχιστοι κανόνες ποιότητας να ορίζονται από τον ευρωπαίο νομοθέτη και όχι από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.
4.8 Προσιτές τιμές
4.8.1 Αντί για «προσιτές» ή «λογικές τιμές» θα έπρεπε να γίνεται λόγος για «τιμές προσιτές σε όλους», ούτως ώστε να εκφράζεται καλύτερα ο επιδιωκόμενος στόχος.
4.8.2 Η «προσιτή» πρόσβαση και υπηρεσία περιλαμβάνονται στον ορισμό της καθολικής υπηρεσίας, αλλά δεν αποτελούν, σε κοινοτικό επίπεδο, μέρος του πεδίου εφαρμογής της, δεδομένου του ότι η έννοια των «προσιτών τιμών» εξαρτάται από ειδικές εθνικές συνθήκες όπως λ.χ. το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών.
4.8.3 Η ΕΟΚΕ προτείνει να εξετασθεί, σε κοινοτικό επίπεδο και στα πλαίσια της καθολικής υπηρεσίας, κατά πόσο είναι δυνατό να θεσπισθούν από τα κράτη μέλη «κοινωνικές χρεώσεις» για την πρόσβαση και χρήση του διαδικτύου με γρήγορες συνδέσεις.
5. Χρηματοδότηση
5.1 Η ΕΟΚΕ συνειδητοποιεί ότι οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από μια καθολική υπηρεσία σε υψηλές ταχύτητες μετάδοσης αποτελούν μια σημαντική οικονομική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις που τις φέρουν η οποία ξεπερνά τις κανονικές συνθήκες εμπορικής εκμετάλλευσης και, συχνά, δεν μπορεί να αναληφθεί χωρίς ζημίες.
5.2 Αυτό το κόστος εξαρτάται πάντως σε μεγάλο βαθμό από τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία. Από τη μία πλευρά, τα έξοδα μπορούν να μειωθούν χάρη στην αντικατάσταση της σταθερής από την κινητή τηλεφωνία λόγω του οριακού κόστους πρόσθεσης ενός ακόμη νέου συνδρομητή στο δίκτυο των τηλεπικοινωνιών που είναι κοινό στους συνδρομητές. Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονούμε, απ' την άλλη πλευρά, ότι τα έξοδα για το χρήστη στις επικοινωνίες σταθερής τηλεφωνίας είναι μικρότερα από τα αντίστοιχα της κινητής.
5.3 Από τη στιγμή που η υποχρεωτική παροχή καθολικής υπηρεσίας επιβαρύνει υπερβολικά τον φορέα παροχής της, η οδηγία της καθολικής υπηρεσίας του 2002 επιτρέπει στα κράτη μέλη να θέσουν σε ισχύ μηχανισμούς χρηματοδότησης, και συγκεκριμένα:
| — | κάλυψη από δημόσια κεφάλαια· | 
| — | φόρους από τους χρήστες· | 
| — | υποχρέωση συνεισφοράς από όλες τις επιχειρήσεις ή από συγκεκριμένες προκαθορισμένες ομάδες επιχειρήσεων. | 
5.4 Επιπρόσθετα, τα Διαρθρωτικά Ταμεία και τα ταμεία αγροτικής ανάπτυξης μπορούν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειακών και αγροτικών περιοχών.
5.5 Όσον αφορά την πρόσβαση σε δίκτυα ΤΠΕ σε ευρωπαϊκές περιφέρειες και περιοχές που υποφέρουν από το ψηφιακό χάσμα, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει το αίτημά της (15) να προβλεφθούν, στα πλαίσια των Διαρθρωτικών Ταμείων, πόροι χρηματοδότησης αγροτικής ανάπτυξης καθώς και χρηματοδότηση Ε+Α και ειδικά τμήματα του προϋπολογισμού να αφιερωθούν στην ηλ-ένταξη.
5.6 Ενόψει της σύγκλισης του παγκόσμιου περιβάλλοντος του διαδικτύου και της πληθώρας των οικονομικών παραγόντων (επιχειρήσεις παρέχουσες υποδομές πρόσβασης, πλατφόρμες διαδικτύου, περιεχομένου), ο προσδιορισμός των αγορών οι οποίες θα συνεισφέρουν στο ανταποδοτικό ταμείο γίνεται ολοένα και δυσκολότερος και πηγή συγκρούσεων και μόνιμων αμφισβητήσεων.
5.7 Πέραν τούτου, οι φόροι που επιβάλλονται στους οικονομικούς παράγοντες μεταβιβάζονται γενικά (τουλάχιστον εν μέρει) στην τελική τιμή.
5.8 Η ΕΟΚΕ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σε περίπτωση που το υπόλοιπο κόστος παροχής της καθολικής υπηρεσίας αντισταθμισθεί από την άμεση ή έμμεση επιβολή μιας εισφοράς ή αύξησης των τιμών για τους χρήστες -κάτι το οποίο θα ήταν ασυμβίβαστο με την έννοια της «προσιτής τιμής».
5.9 Η χρηματοδότηση μέσω κρατικών επιδοτήσεων, σε συνδυασμό με επενδύσεις συγχρηματοδοτούμενες από τα ταμεία της κοινότητας, αποτελεί για την ΕΟΚΕ το μόνο μέσο προσαρμοσμένο στις χώρες όπου το οικονομικό βάρος των υποχρεώσεων παροχής της καθολικής υπηρεσίας ξεπερνά τις φυσιολογικές συνθήκες εμπορικής εκμετάλλευσης.
5.10 Η χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας από ένα γενικό φορολογικό σύστημα — το οποίο θα μοιράσει το κόστος σε ευρύτατη φορολογική βάση — συνεπάγεται μικρότερη μείωση της κοινωνικής ευημερίας από τη μείωση που θα επέφερε η αποκλειστική χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας από τις επιχειρήσεις ή τους καταναλωτές.
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Έγγραφο COM(93) 159 τελικό.
(2) Οδηγίες 95/62EΚ· 97/33/EΚ· 98/10/EΚ· 2022/22/EΚ.
(3) Eιδικό Ευρωβαρόμετρο 293/Ιούνιος 2008: Δημοσκόπηση σχετικά με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες στα νοικοκυριά, Νοέμβριος –Δεκέμβριος 2007.
(4) Ανακοίνωση της Επιτροπής «Ηλεκτρονικές επικοινωνίες: προς μια οικονομία της γνώσης», COM(2003) 65 τελικό, Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, «Συνδέσεις υψηλών ταχυτήτων στην Ευρώπη» (εισηγητής ο κ. McDonogh), ΕΕ C 120 της, 20.5.2005, σελ. 22 Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, «Γεφύρωση του ευρυζωνικού χάσματος» (εισηγητής ο κ. McDonogh), ΕΕ C 318 της, 23.12.2006, σελ. 229, Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, «Η στρατηγική i2010 — Ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση» (εισηγητής ο κ. Lagerholm), ΕΕ C110, 9.5.2006, σελ. 83, Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, «Ηλεκτρονική προσβασιμότητα (e-Accessibility)» (εισηγητής ο κ. Cabra de Luna), JO C 110, 9.5.2006, σελ. 26.
(5) Βλ. http://ec.europa.eu/information_society/events/ict_riga_2006/doc/declaration_riga.pdf.
(6) Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/EΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/EΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, (COM(2007) 698 τελικό.
(7) Πρβ. γνωμοδότηση ΕΟΚΕ; «Δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών/Τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών», JO C 224, 30.8.2008, σελ. 50,.(εισηγητής o κ. Hernández Bataller).
(8) Έκθεση Προόδου για την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών το 2007 (13η έκθεση) COM(2008)153.
(9) COM(2007) 698 τελικό.
(10) Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ «Ηλεκτρονική προσβασιμότητα (e-Accessibility)», (εισηγητής M. Cabra de Luna), ΕΕ C 110 της, 9.5.2006, σελ. 26.
(11) Βλέπε COM(2007) 698 τελικό.
(12) COM(2008) 572 τελικό.
(13) Βλ. τη διερευνητική γνωμοδότηση CESE 1524/2008, «Ανταπόκριση στις ανάγκες των ηλικιωμένων», (εισηγήτρια η κα. Heinisch).
(14) COM(2006) 129 τελικό.
(15) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Μελλοντική νομοθεσία για την ηλεκτρονική προσβασιμότητα» (εισηγητής: ο κ. Hernandez Bataller), ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σ. 91.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/13 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αποτελεσματική διακυβέρνηση της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισσαβώνας»
(2009/C 175/03)
Με επιστολή που απηύθυνε στις 11 Ιουνίου 2008 προς τον κ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα:
Αποτελεσματική διακυβέρνηση της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισσαβώνας.
Στις 25 Μαΐου 2008, το Προεδρείο της ΕΟΚΕ ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή» να προετοιμάσει τις εργασίες της ΕΟΚΕ επί του θέματος.
Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου 2008), όρισε την κ. FLORIO γενική εισηγήτρια και υιοθέτησε με 100 ψήφους υπέρ, 5 ψήφους κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
ΠΡΟΟΊΜΙΟ
Σε περιόδους μεγάλης αβεβαιότητας υπάρχει ανάγκη μακρόπνοου οράματος, συνεκτικών πολιτικών και συμμετοχής όλων των ενδιαφερομένων φορέων. Η στρατηγική της Λισσαβώνας διαμορφώνει ένα συνολικό πλαίσιο το οποίο παρέχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση τη δυνατότητα να υιοθετήσει μια περισσότερο ενιαία στάση σε διεθνές επίπεδο.
Η ακόμη πιο δραστήρια συμμετοχή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών θα αποδεσμεύσει λανθάνον δυναμικό. Η σύλληψη και η εφαρμογή της εν λόγω στρατηγικής αποδεικνύουν ότι πρέπει να αποτελεί συνδυασμό προσεγγίσεων τόσο εκ των άνω προς τα κάτω όσο και των κάτω προς τα άνω. Η χρηστή διακυβέρνηση της στρατηγικής της Λισσαβώνας θα πρέπει να χρησιμεύσει για την προώθηση της σύγκλισης μεταξύ των διαφόρων πολιτικών, αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η στρατηγική της Λισσαβώνας αποτελεί ένα σχέδιο για το σύνολο της ευρωπαϊκής κοινωνίας, το οποίο της παρέχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις προκλήσεις ενός παγκοσμιοποιημένου κόσμου. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι λόγω της τρέχουσας κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές και των συνακόλουθων οικονομικών επιπτώσεων, καθώς και λόγω της επιδεινούμενης αβεβαιότητας, η ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, η βιώσιμη ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή παραμένουν στοιχεία ζωτικής σημασίας. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι οι τρεις πυλώνες της Ατζέντας της Λισσαβώνας — ανάπτυξη και απασχόληση, κοινωνική συνοχή και βιωσιμότητα — απαιτούν μια σταθερή διαδραστική και ισορροπημένη προσέγγιση.
1.2 Η παρούσα γνωμοδότηση αποτελεί, κατά πρώτο και κύριο λόγο, απάντηση στο αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1). Η γνωμοδότηση αυτή εστιάζεται στη διακυβέρνηση της στρατηγικής της Λισσαβώνας και είναι συνεκτική με προγενέστερες συμβολές στη διαδικασία της Λισσαβώνας τόσο εκ μέρους της ΕΟΚΕ όσο και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της ΕΕ.
1.3 Η ΕΟΚΕ τονίζει το γεγονός ότι η εν λόγω στρατηγική απαιτεί επαρκή στήριξη εκ μέρους των εθνικών κυβερνήσεων και υπογραμμίζει ως εκ τούτου ότι οι εν λόγω κυβερνήσεις έχουν πολιτική και ηθική υποχρέωση να συμφωνούν και να σχεδιάζουν τις μεταρρυθμίσεις με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Θεωρείται μείζονος σημασίας να διαθέτουν οι μη κυβερνητικοί ενδιαφερόμενοι φορείς δυνατότητα πλήρους συμμετοχής στη διαμόρφωση της ατζέντας της διαδικασίας της Λισσαβώνας στα διάφορα κράτη μέλη. Οι εθνικές Οικονομικές και Κοινωνικές Επιτροπές (ΟΚΕ) ή οι παρεμφερείς οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θα πρέπει να εκπληρώνουν το ρόλο που τους ανατίθεται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και την επικρατούσα πρακτική έναντι της στρατηγικής της Λισσαβώνας (2).
1.4 Υφίστανται ουσιαστικές διαφορές ως προς τη διακυβέρνηση μεταξύ των κρατών μελών. Σε ορισμένα εξ αυτών οι διαδικασίες διαβούλευσης και ενημέρωσης είναι ικανοποιητικά οργανωμένες, ενώ και σε κάποια άλλα οι εν λόγω διαδικασίες χρήζουν ιδιαίτερης βελτίωσης· κρίνεται εν προκειμένω σκόπιμο να προαχθεί η ανταλλαγή πρακτικών. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ πραγματοποιεί διερευνητικές αποστολές στα κράτη μέλη προκειμένου να συζητήσει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων με τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών (3).
1.5 Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι μεταρρυθμίσεις της υπό εξέταση στρατηγικής εξασφαλίζουν σημαντική οικονομική και κοινωνική σταθερότητα στους πολίτες, σε συνδυασμό με στόχους βιώσιμης ανάπτυξης. Έκαστος των διαφόρων φορέων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να προσδιορίσει το δικό του ρόλο και τη δική του θετική συμβολή, συνδυάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την οικονομική αποτελεσματικότητα με την κοινωνική δικαιοσύνη προς όφελος της ευημερίας των πολιτών της Ευρώπης.
1.6 Η ΕΟΚΕ θεωρεί άκρως επιθυμητή την άμεση συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων φορέων (σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο) στον καθορισμό αποτελεσματικής διακυβέρνησης στο ενδεδειγμένο επίπεδο. Τα διαφορετικά επίπεδα διαβούλευσης απαιτούν διαφορετικές μορφές συμμετοχής και διαφορετικές μεθόδους εργασίας.
1.7 Λαμβανομένων υπόψη των διαφορών που υφίστανται μεταξύ των κρατών μελών, η ΕΟΚΕ συνιστά τη δημιουργία μόνιμων δομών διαλόγου στα κράτη μέλη με τη συμμετοχή, αφενός, των εθνικών ΟΚΕ, αφετέρου, των κοινωνικών εταίρων, ενδεχομένως δε και άλλων φορέων της κοινωνίας (ΜΜΕ, κοινωνική οικονομία (4)), και ακαδημαϊκών κύκλων ή εργαστηρίων ιδεών. Θα μπορούσαν ενδεχομένως να συμμετάσχουν επίσης οργανισμοί που δραστηριοποιούνται για την προαγωγή της κοινωνικής συνοχής και των ίσων ευκαιριών.
1.8 Η ΕΟΚΕ προτείνει, στο τέλος κάθε κύκλου της Λισσαβώνας, να διεξάγεται μια διάσκεψη (ως συνέχεια του διαρκούς διαλόγου σε εθνικό επίπεδο) με τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων φορέων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για την εξέταση των επιτευγμάτων και των ανεπαρκειών. Κατά γενικό κανόνα, η προβολή και η προώθηση των επιτυχιών και των επιτευγμάτων αναμένεται ότι θα προσφέρει μια ισχυρότερη βάση στην κοινωνία για την εξακολούθηση της διαδικασίας μεταρρύθμισης.
1.9 Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι απαιτείται ένα καλύτερο και λεπτομερέστερο σύστημα παρακολούθησης (όσον αφορά το ρόλο και τις ενέργειες των διαφόρων ενδιαφερομένων φορέων κατά τη διαδικασία εφαρμογής) και προτείνει, συνεπώς, να γενικευθεί περαιτέρω η χρήση του συστήματος ποσοτικής και ποιοτικής συγκριτικής αξιολόγησης (βλ. σημείο 2.8) το οποίο χρησιμοποιείται επί του παρόντος δοκιμαστικά σε ορισμένες χώρες, ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το ρόλο των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στις διαδικασίες εφαρμογής και παρακολούθησης.
1.10 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι υπάρχει επιτακτική ανάγκη για την πραγματοποίηση εκτενέστερης δημόσιας συζήτησης σχετικά με τις πτυχές της μεθοδολογίας και της εφαρμογής της στρατηγικής της Λισσαβώνας και καλεί όλους τους φορείς της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών να επιδιώξουν τη διεξαγωγή μιας ευρύτερης και ενδελεχέστερης συζήτησης σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις της Λισσαβώνας στα διάφορα επίπεδα. Ο ιδιαίτερος ρόλος που επωμίζονται οι εθνικές ΟΚΕ ή οι παρεμφερείς οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν εθνικές ΟΚΕ θα πρέπει να ενισχυθεί στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο εν λόγω ρόλος είναι ανεπαρκώς ανεπτυγμένος. Σε αυτό το πλαίσιο κρίνεται επίσης σκόπιμη η συμμετοχή και άλλων συμβουλευτικών οργάνων που ασχολούνται με συγκεκριμένες πτυχές της στρατηγικής της Λισσαβώνας (όπως τα Εθνικά Συμβούλια για τη βιώσιμη ανάπτυξη, τις ίσες ευκαιρίες ή την καταπολέμηση της φτώχειας), εκ παραλλήλου με τα όργανα που είναι αρμόδια για την πραγματοποίηση διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους.
1.11 Η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαίο να γίνουν νέα συγκεκριμένα βήματα εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών για την ενίσχυση της εφαρμογής, χρησιμοποιώντας διάφορες μεθόδους επικοινωνίας, και κυρίως μεθόδους ηλεκτρονικής επικοινωνίας (όπως ο προσδιορισμός βέλτιστων πρακτικών, οι πίνακες αποτελεσμάτων κ.ά.). Η διασυνοριακή συνεργασία και η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών χρήζουν επίσης προώθησης.
1.12 Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να έχει αποφασιστική συμβολή ως πλατφόρμα για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών ΟΚΕ, των κοινωνικών εταίρων, των λοιπών φορέων της κοινωνίας των πολιτών και των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, καθώς και ως πλατφόρμα για την ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών μεταξύ των εθνικών μη κυβερνητικών ενδιαφερομένων φορέων. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ιδιαίτερα τη συμβολή των εθνικών ΟΚΕ και των λοιπών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στις συζητήσεις.
1.13 Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι οι εθνικοί συντονιστές της στρατηγικής της Λισσαβώνας θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να συνεργάζονται τακτικά κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας, της εφαρμογής και της αξιολόγησης των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ), από κοινού με όλους τους σαφώς υποδειχθέντες φορείς. Η ΕΟΚΕ καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την ενημέρωση των πολιτών τους σχετικά με τα αποτελέσματα του κοινωνικού διαλόγου και του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών έναντι των στόχων της Λισσαβώνας.
2. Ο ρόλος των ενδιαφερομένων φορέων στη διαδικασία διακυβέρνησης — νέες μορφές και νέα μέσα αποτελεσματικής διακυβέρνησης
2.1 Καθώς η διεθνής οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με πολύ σοβαρές προκλήσεις και παράγοντες αβεβαιότητας, το θετικό οικονομικό κλίμα έχει υποχωρήσει αισθητά στην Ευρώπη. Υπό αυτές τις συνθήκες, η ατζέντα της Λισσαβώνας και η εφαρμογή ισορροπημένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων καθίστανται ακόμη σημαντικότερες και συγχρόνως απαιτείται η εξεύρεση άμεσων λύσεων.
2.2 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η αποτελεσματική διακυβέρνηση της εν λόγω στρατηγικής είναι ζωτικής σημασίας για τη συνεκτική εφαρμογή της και υπογραμμίζει ότι η ενδυνάμωση των διαφόρων επιπέδων (του εθνικού, του περιφερειακού και του τοπικού) θα μπορούσε να ενθαρρύνει τη διατύπωση προτάσεων και την επίτευξη λύσεων.
2.3 Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι σε πολλά κράτη μέλη η στρατηγική της Λισσαβώνας είχε αρχικά εκληφθεί ως αλληλεπίδραση μεταξύ των εθνικών κυβερνήσεων και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Η ΕΟΚΕ, από κοινού με εθνικές ΟΚΕ και άλλες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο για τη βελτίωση της διακυβέρνησης σε σχέση με την αρχική κατάσταση. Η ΕΟΚΕ με λύπη της διαπιστώνει ότι η συμμετοχή δεν έχει σημειώσει τον ίδιο βαθμό προόδου σε όλα τα κράτη μέλη.
2.4 Οι εθνικοί συντονιστές της στρατηγικής της Λισσαβώνας θα πρέπει να ενθαρρύνουν περισσότερο τη συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των κοινωνικών εταίρων στις δραστηριότητες και στις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την υποστήριξη της εν λόγω στρατηγικής (π.χ. μέσω έγκαιρης πληροφόρησης, κοινού προγραμματισμού εκδηλώσεων, κλπ.) και να ενημερώνουν πιο αποτελεσματικά την κοινή γνώμη σχετικά με τη στρατηγική αυτή.
2.5 Η στενή συνεργασία μεταξύ των εθνικών ΟΚΕ, των κοινωνικών εταίρων και άλλων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών θα είχε θετικές εξωγενείς επιδράσεις από πλευράς πολιτικής και θα συνέβαλε στη δημιουργία νέων συνεργιών. Κρίνεται σκόπιμο να εξασφαλιστεί η συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων φορέων, συμπεριλαμβανομένων και εκπροσώπων των μειονεκτουσών ομάδων (των ατόμων με ειδικές ανάγκες, των μεταναστών, κλπ.).
2.6 Η επιτυχής εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας θα απαιτήσει την αποτελεσματικότερη χρήση της χρηματοδότησης της ΕΕ στο πλαίσιο των διαφόρων Ταμείων (Διαρθρωτικά Ταμεία, κλπ.), κατά τρόπο σύμφωνο προς τους στόχους της Λισσαβώνας.
2.7 Αποτελεσματική πολυεπίπεδη διακυβέρνηση
2.7.1 Για την ενδεδειγμένη ανταπόκριση στις παγκόσμιες προκλήσεις χρειάζονται νέες και καινοτόμες μορφές διακυβέρνησης. Η ΕΟΚΕ συνιστά την καθιέρωση μόνιμων δομών διαλόγου (με τη συμμετοχή των εθνικών ΟΚΕ, των κοινωνικών εταίρων, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), των πανεπιστημίων, καθώς και άλλων φορέων της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων κοινωνικής οικονομίας και εκείνων που δραστηριοποιούνται για την προαγωγή της κοινωνικής συνοχής και των ίσων ευκαιριών για όλους). Οι εν λόγω δομές διαλόγου θα μπορούσαν να βοηθήσουν στον εντοπισμό δυσχερειών κατά τη διαδικασία εφαρμογής και να προωθήσουν την παροχή νέων κινήτρων στις περιοχές που υστερούν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι εθνικές ΟΚΕ ή οι παρεμφερείς οργανώσεις δύνανται να συμβάλουν στη διατύπωση προτάσεων με στόχο τη διευθέτηση των διαπιστωθέντων προβλημάτων.
2.7.2 Στις χώρες όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, οι προαναφερθείσες μόνιμες δομές διαλόγου θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως μέσα για την επίτευξη αποτελεσματικής πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, σε συνεργασία με το γραφείο του εθνικού συντονιστή της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Οι εν λόγω δομές θα μπορούσαν επίσης να συνεισφέρουν στην αξιολόγηση των ενεργειών που αναλαμβάνονται σε κάθε τομέα προτεραιότητας (βάσει συστάσεων της Επιτροπής για κάθε χώρα), χρησιμοποιώντας ενδεχομένως ένα σύστημα ποσοτικής και ποιοτικής συγκριτικής αξιολόγησης σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο (βλ. σημείο 2.8)· το σύστημα αυτό μπορεί επίσης να συμβάλει στη διασυνοριακή συγκριτική αξιολόγηση.
2.7.3 Η διαφάνεια (πρόσβαση στα δεδομένα, τήρηση των προθεσμιών) θα πρέπει να διασφαλίζεται κατά τις συνεδριάσεις που πραγματοποιούνται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κοινωνικών εταίρων, των ΜΚΟ και των διαφόρων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών.
2.7.4 Ένα μέσο που θα μπορούσε να βοηθήσει στην εφαρμογή της Ατζέντας της Λισσαβώνας είναι η Ανοικτή Μέθοδος Συνεργασίας (ΑΜΣ). Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι η ΑΜΣ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί καλύτερα και αποτελεσματικότερα, γεγονός το οποίο μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση της νεοεισαχθείσας προσέγγισης των «κοινών αρχών» (5) και με τη συμμετοχή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στη διατύπωση ή ακόμη και στη διαπραγμάτευση των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εντούτοις, κατά την παρούσα δυσχερή χρηματοπιστωτική και οικονομική συγκυρία, απαιτείται να γίνουν περαιτέρω βήματα από το σύνολο των κυβερνήσεων και των ενδιαφερομένων φορέων για τον καθορισμό καλύτερων στόχων.
2.7.5 Οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα πρέπει να αναπτύξουν νέες μεθόδους ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών: η πολυεπίπεδη δικτύωση θα περιελάμβανε την αμφίδρομη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης, ενώ η στενότερη συνεργασία μεταξύ παραμεθόριων περιοχών σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη θα είχε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση διασυνοριακών στόχων.
2.8 Ποσοτική και ποιοτική συγκριτική αξιολόγηση
2.8.1 Μεταξύ των διαφορών που υφίστανται μεταξύ κρατών μελών διαπιστώνονται αποκλίσεις όσον αφορά τη συλλογή κατάλληλων δεδομένων για τους διαρθρωτικούς δείκτες. Απαιτείται η εξεύρεση ενδεδειγμένων τρόπων και μέσων για την απόκτηση αντικειμενικών πληροφοριών υψηλής ποιότητας σχετικά με τους δείκτες που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη. Προς το σκοπό αυτό, κρίνεται πολύ πιο επιθυμητή η ενίσχυση των υφιστάμενων δεσμών μεταξύ των αρμοδίων οργανισμών (παραδείγματος χάρη μεταξύ των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών) κατά το πρότυπο της Eurostat για τη βελτίωση της απολύτως αναγκαίας κοινής στατιστικής βάσης. Τα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να είναι ευρέως προσβάσιμα, οι δε συζητήσεις σχετικά με την επιλογή των κριτηρίων θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο διαφανείς.
2.8.2 Μια ποσοτική και ποιοτική συγκριτική αξιολόγηση, βασισμένη στους στόχους των ΕΠΜ και οργανωμένη από ενδιαφερομένους φορείς σε συνεργασία με κυβερνητικούς εκπροσώπους, θα προσέφερε αποτελεσματικές και συγκεκριμένες πληροφορίες για τη μέτρηση της προόδου που επιτυγχάνεται σε κάθε κράτος μέλος, βάσει τόσο των διαρθρωτικών δεικτών (6) όσο και των γενικών στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Κάθε εθνική ΟΚΕ ή παρεμφερής οργάνωση θα πρέπει να αναλύσει και να διαμορφώσει τα δικά της κριτήρια προτεραιότητας. Οι εθνικές ΟΚΕ σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Βουλγαρία και η Γαλλία έχουν ήδη αρχίσει την ανά τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. ανά διετία) ποσοτική και ποιοτική συγκριτική αξιολόγηση των 14 δεικτών που συμφωνήθηκαν από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, καθώς και ορισμένων πρόσθετων διαρθρωτικών δεικτών, χρησιμοποιώντας στατιστικές ελεύθερης πρόσβασης που είναι διαθέσιμες στον ιστοχώρο της EUROSTAT· και άλλες εθνικές ΟΚΕ θα μπορούσαν να ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα, εάν βεβαίως το επέλεγαν.
2.8.3 Τα εθνικά κριτήρια θα μπορούσαν να τροποποιούνται βάσει των απαιτήσεων κάθε επιπέδου (εθνικού, περιφερειακού, τοπικού και τομεακού (7)) και να προσαρμόζονται αναλόγως. Τα εθνικά κριτήρια αξιολόγησης σε κάθε τομέα προτεραιότητας (όπως ορίστηκαν από το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2006) θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στη συλλογή εθνικών και περιφερειακών δεδομένων, προκειμένου να παρασχεθούν συγκεκριμένοι δείκτες και μέτρα επιδόσεων. Η βάση δεδομένων θα πρέπει να είναι ανοικτή στις εθνικές ΟΚΕ, καθώς και στους κοινωνικούς εταίρους και σε άλλους φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Προτείνονται τα ακόλουθα πρακτικά βήματα:
| — | ένα προσιτό και βασισμένο στο Διαδίκτυο σύστημα συγκριτικής αξιολόγησης το οποίο θα φιλοξενείται στο δικτυακό τόπο της ΕΟΚΕ (δικτυακός τόπος CESLink (8)) για την αποτελεσματική συλλογή και ανάλυση των δεδομένων σε πραγματικό χρόνο (9)· | 
| — | τα δεδομένα θα μπορούσαν είτε να συλλέγονται μια ή περισσότερες φορές ανά τριετή κύκλο της στρατηγικής της Λισσαβώνας από τις εθνικές ΟΚΕ ή τις παρεμφερείς οργανώσεις είτε να εξασφαλίζονται από τα ήδη υπάρχοντα εθνικά συστήματα συμμετοχής· | 
| — | τα αποτελέσματα θα μπορούσαν επίσης να αναλύονται από περιοδικώς συνερχόμενες στρογγυλές τράπεζες και να παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια ετήσιας διάσκεψης που θα διοργανώνει η ΕΟΚΕ. | 
2.8.4 Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα ήταν σε θέση να θέτουν ρεαλιστικούς στόχους και να παρέχουν συνεκτικές πληροφορίες για την αναθεώρηση των ΕΠΜ. Συγχρόνως, αναμένεται ότι θα διευκολυνθεί τόσο η ενημέρωση και η διαρκής αξιολόγησή τους όσο και ο προσδιορισμός των βέλτιστων πρακτικών στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Η κ. Wallström, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με επιστολή που απέστειλε στις 11 Ιουνίου 2008 προς τον Πρόεδρο της ΕΟΚΕ κ. Δημητριάδη, ζήτησε από την ΕΟΚΕ να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα «Στρατηγική της Λισσαβώνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση». Το εν λόγω αίτημα που διατύπωσε η Επιτροπή προς την ΕΟΚΕ είναι σύμφωνο με τη γενική εντολή του εαρινού Συμβουλίου του 2008 το οποίο «… καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων φορέων στη διαδικασία της Λισσαβώνας …».
(2) Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι δεν παρεμβαίνει κατά κανέναν τρόπο στα κράτη μέλη όσον αφορά τις ισχύουσες διαδικασίες διαβούλευσης, τις αρμοδιότητες και τη νομιμότητα των κοινωνικών εταίρων.
(3) Εκπρόσωποι από τη Γαλλία, την Ισπανία, το Βέλγιο και τις Κάτω Χώρες εξέφρασαν την ικανοποίησή τους σχετικά με το χειρισμό της εν λόγω διαδικασίας στα αντίστοιχα κράτη μέλη. Παρακαλείσθε να λάβετε γνώση των συμπερασμάτων της πρώτης αποστολής που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα 2.
(4) «Η κοινωνική οικονομία διαρθρώνεται γύρω από τρεις μεγάλες κατηγορίες οργανώσεων: τους συνεταιρισμούς, τις αλληλασφαλιστικές εταιρείες και τις ενώσεις, με την πρόσφατη προσθήκη των ιδρυμάτων», Η Κοινωνική Οικονομία στην ΕΕ, σελ. 11, CESE/COMM/05/2005.
(5) Η μέθοδος των κοινών αρχών επικεντρώνεται σε πολύ συγκεκριμένα θέματα, στα οποία τα κράτη μέλη επιθυμούν να επιτευχθεί πρόοδος ακόμη και εάν η αρμοδιότητα της ΕΕ είναι περιορισμένη, πρβλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με τίτλο «Ένα νέο ευρωπαϊκό πρόγραμμα κοινωνικής δράσης», ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 99.
(6) Τον Δεκέμβριο του 2003, 14 διαρθρωτικοί δείκτες συμφωνήθηκαν από κοινού από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών. Οι εν λόγω 14 διαρθρωτικοί δείκτες είναι οι ακόλουθοι: κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ΜΑΔ, παραγωγικότητα της εργασίας, ποσοστό απασχόλησης, ποσοστό απασχόλησης εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, μορφωτικό επίπεδο των νέων ανά φύλο, ακαθάριστες εγχώριες δαπάνες σε Ε&Α, συγκριτικά επίπεδα τιμών, επιχειρηματικές επενδύσεις, ποσοστό πληθυσμού που διατρέχει κίνδυνο φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας, διασπορά περιφερειακών ποσοστών ανεργίας, εκπομπές αερίων του συντελούν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, ενεργειακή ένταση της οικονομίας και όγκος μεταφορικού φορτίου σε σχέση με το ΑΕΠ. Η Eurostat παρέχει τακτικά πληροφορίες σχετικά με τους διαρθρωτικούς δείκτες:
http://epp.eurostat.ec.europa.eu/portal/page?_pageid=1133,47800773,1133_47802588&_dad=portal&_schema=PORTAL.
(7) Τομεακό επίπεδο — κάθε τομέας οικονομικής δραστηριότητας θα πρέπει να καθορίσει τις ενέργειες που χρειάζεται να αναληφθούν για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβώνας (π.χ.: καινοτομία και ανταγωνιστικότητα).
(8) http://www.eesc.europa.eu/ceslink/09-fr/presentation-ceslink-fr.html
(9) Η ΕΟΚΕ μπορεί να συμβάλει στην εν λόγω διαδικασία με την παροχή διαθέσιμου χώρου στο δικτυακό τόπο της για την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων και την ανταλλαγή πληροφοριών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΤΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΟΚΕ, ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΗΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΟΚΕ ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΦΕΡΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ
Συνοπτικές εκθέσεις προς το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο:
| — | Η εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας — Συμβολές κατόπιν της εντολής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας και 23ης Μαρτίου 2005 — Συνοπτική έκθεση που εκπονήθηκε σε συνεργασία με τα εθνικά ΟΚΣ της ΕΕ — Συμβολές δύο υποψηφίων χωρών Έκθεση της ομάδας συνδέσμου CESE 1468/2005 rev. (στο δικτυακό τόπο της ΕΟΚΕ, στη διεύθυνση: http://www.eesc.europa.eu/lisbon_strategy/events/09_03_06_improving/documents/ces1468-2005_rev_d_en.pdf) | 
| — | Στρατηγική της Λισσαβώνας 2008-2010. Ο ρόλος της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών. Συνοπτική έκθεση προς το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (13 και 14 Μαρτίου 2008). Εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας: Τρέχουσα κατάσταση και μελλοντικές προοπτικές. CESE 40/2008 Ψήφισμα προς το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο: | 
| — | Ψήφισμα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα « Η εφαρμογή της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισσαβώνας » (Ψήφισμα — Άνοιξη 2007) CESE 298/2007 Εισηγητής: ο κ. van IERSEL Συνεισηγητής: ο κ. BARABAS | 
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΗΣ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑΣ
| — | Η πορεία προς την ευρωπαϊκή κοινωνία της γνώσης — Η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στη στρατηγική της Λισσαβώνας (διερευνητική γνωμοδότηση) Εισηγητής: ο κ. OLSSON Συνεισηγητές: η κ. BELABED, ο κ. Mr van IERSEL | 
| — | Το δυναμικό των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των ΜΜΕ (Στρατηγική της Λισσαβώνας) (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας) Εισηγήτρια: η κ. FAES | 
| — | Επενδύσεις στη γνώση και την καινοτομία (Στρατηγική της Λισσαβώνας) (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας) ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 17 Εισηγητής: ο κ. WOLF | 
| — | Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας) ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 93 Εισηγητής: ο κ. GREIF | 
| — | Η χάραξη μιας ενεργειακής πολιτικής για την Ευρώπη (Στρατηγική της Λισσαβώνας) (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας) ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 31 Εισηγήτρια: η κ. SIRKEINEN | 
ΑΛΛΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΟΥ ΑΠΟΡΡΕΟΥΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΟΜΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑΣ
| — | Ενημερωτικό φυλλάδιο με θέμα « 58 συγκεκριμένα μέτρα για να διασφαλιστεί η επιτυχία της στρατηγικής της Λισσαβώνας » | 
ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΡΤΙΣΤΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΟΜΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑΣ
| — | Κλιματική αλλαγή και στρατηγική της Λισσαβώνας (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας) Εισηγητής: ο κ. EHNMARK | 
| — | Επιχειρηματικό πνεύμα και Ατζέντα της Λισσαβώνας (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας) Εισηγήτρια: η κ. SHARMA Συνεισηγητής: ο κ. OLSSON | 
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Συνοπτική έκθεση σχετικά με την αποστολή που πραγματοποιήθηκε στο Βουκουρέστι στις 13 Οκτωβρίου 2008
Η αντιπροσωπεία της ΕΟΚΕ συναντήθηκε με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών της Ρουμανίας στην έδρα της εθνικής ΟΚΕ της εν λόγω χώρας. Πραγματοποιήθηκαν συζητήσεις με τους εκπροσώπους 17 οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών.
Οι εργοδότες και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις συμφωνούν σχετικά με διάφορα ζητήματα, αλλά δεν εισακούονται από την κυβέρνηση. Εν προκειμένω, εξήχθησαν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Γενικές παρατηρήσεις:
| — | Η κυβέρνηση ζητά τη γνώμη των κοινωνικών εταίρων σχετικά με το ΕΜΠ, αλλά οι προθεσμίες είναι συχνά υπερβολικά σύντομες. Η συνεκτίμηση ή η απεικόνιση στο ΕΜΠ προτάσεων που διατυπώνονται από τους κοινωνικούς εταίρους είναι εξαιρετικά σπάνια. | 
| — | Το ΕΜΠ αντιμετωπίζει ικανοποιητικά τις προκλήσεις που τίθενται από πλευράς ενέργειας/κλίματος στη χώρα αυτή. | 
| — | Ο κοινωνικός διάλογος δεν λειτουργεί σωστά και τα πλεονεκτήματά του θα πρέπει να προβληθούν ορθότερα στους πολίτες. Κατά συνέπεια, θα πρέπει όλοι οι κοινωνικοί εταίροι να συνεργαστούν καλύτερα και να ενώσουν τις προσπάθειές τους για την εκπροσώπηση των κοινωνικοοικονομικών συμφερόντων. | 
| — | Ελλείψει ισορροπημένης μισθολογικής πολιτικής, περισσότεροι από τρία εκατομμύρια εργαζόμενοι μεταξύ των ανταγωνιστικότερων της χώρας εγκατέλειψαν τη Ρουμανία, η οποία αντιμετωπίζει πλέον σοβαρές ελλείψεις εργατικού δυναμικού. Για να καλυφθούν οι ανάγκες των διαφόρων τομέων, χρειάζονται τουλάχιστον 500 000 εργαζόμενοι. | 
| — | Το νομικό πλαίσιο για τη σύσταση και τη λειτουργία των ΜΜΕ χρήζει μεταρρύθμισης. | 
| — | Χρειάζονται περισσότερα φορολογικά μέσα για την υποστήριξη της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης στη Ρουμανία, ενώ απαιτείται να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή στα 750 000 άτομα με ειδικές ανάγκες. | 
| — | Η ανάπτυξη του συστήματος δια βίου μάθησης είναι παντελώς ανεπαρκής. | 
| — | Η κοινωνία των πολιτών της Ρουμανίας ανησυχεί σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού με βασικά αγαθά, ενέργεια κλπ. | 
| — | Η διαφθορά εξακολουθεί να υπονομεύει την ανάπτυξη σε διάφορους τομείς. | 
Ειδικές παρατηρήσεις:
| — | Η εφαρμογή του εργατικού δικαίου παραμένει προβληματική και η Εθνική Επιθεώρηση Εργασίας είναι αναποτελεσματική (παραοικονομία). | 
| — | Η εφαρμογή της ευελιξίας με ασφάλεια είναι προβληματική· η ερμηνεία και η εφαρμογή του εν λόγω συστήματος εκ μέρους των αρχών δημιουργούν αβεβαιότητα. | 
| — | Το σύστημα επαγγελματικής κατάρτισης, παράλληλα με το επονομαζόμενο «σύστημα πιστοποίησης», απαιτείται να προσαρμοστεί καλύτερα στις ανάγκες των διαφόρων τομέων. Η παρούσα κατάσταση υπονομεύει σοβαρά την ανταγωνιστικότητα ολόκληρης της οικονομίας. Η παροχή βοήθειας κατά το στάδιο της δημιουργίας, της εφαρμογής και της αξιολόγησης κρίνεται αναγκαία. | 
| — | Οι φόροι υπέρ τρίτων λειτουργούν ανασταλτικά για τις ΜΜΕ. | 
| — | Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών αντιμετωπίζουν μόνιμο πρόβλημα ικανότητας/χρηματοδότησης και δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί δεόντως. Ένας συνασπισμός ΜΚΟ είναι παρών στις Διευθύνουσες Επιτροπές των Διαρθρωτικών Ταμείων, αλλά εξακολουθεί να απαιτείται μεγαλύτερη συμμετοχή. | 
| — | Τα εκπαιδευτικά προγράμματα (κατά γενικό κανόνα τα σχολικά προγράμματα χρήζουν καλύτερου συντονισμού) οφείλουν να ασχοληθούν με τις προκλήσεις που τίθενται όσον αφορά την ενέργεια/το κλίμα και την αειφορία. | 
Οι κοινωνικοί εταίροι όντως ενημερώνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στο εθνικό επίπεδο όλοι οι εταίροι απηύθυναν έκκληση στην κυβέρνηση προκειμένου να ζητά τη γνώμη και άλλων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και να αναπτύξει έναν καλύτερα δομημένο διάλογο με τους πολίτες. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να αντικατοπτριστεί στη μεταρρύθμιση της εθνικής ΟΚΕ της Ρουμανίας, δεδομένου ότι η νομική βάση υπάρχει και είχε αρχικά προταθεί από την κυβέρνηση, αλλά οι λοιπές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών δεν εκπροσωπούνται ακόμη.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/20 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Οικονομική δημοκρατία στην εσωτερική αγορά»
(2009/C 175/04)
Στις 27 Σεπτεμβρίου 2007, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
«Οικονομική δημοκρατία στην εσωτερική αγορά».
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 6 Νοεμβρίου 2008, με βάση εισηγητική έκθεση της κ. SÁNCHEZ MIGUEL.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειας, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 110 ψήφους υπέρ, 29 ψήφους κατά και 22 αποχές.
1. Συμπεράσματα
1.1 Βασική προϋπόθεση για την έμπρακτη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών είναι, μεταξύ άλλων, η επίτευξη πραγματικής δημοκρατίας στην εσωτερική αγορά. Μόνο όταν υλοποιηθεί αυτή η έννοια, θα είναι σε θέση όλοι οι φορείς της αγοράς να κατανοήσουν και να υποστηρίξουν τη σημασία που έχει για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
1.2 Μέχρι σήμερα, η πρόοδος προς την ισορροπία μεταξύ των διάφορων μερών που μετέχουν στην αγορά επιτεύχθηκε κυρίως μέσω της προστασίας των καταναλωτών, αν και η ευρωπαϊκή πολιτική ανταγωνισμού παρέσχε νομοθετικά μέσα που αποτρέπουν τους περιορισμούς του ανταγωνισμού, και τα οποία είναι πολύ επιζήμια για τους καταναλωτές, τους εργαζομένους και γενικά τους πολίτες.
1.3 Η οικονομική δημοκρατία στην αγορά επιφέρει, όχι μόνο ισότητα μεταξύ όλων των φορέων της αγοράς, αλλά και βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών, η οποία θα επιτευχθεί μέσω:
| — | της ανάπτυξης και εφαρμογής των νομοθετικών μέσων της πολιτικής ανταγωνισμού και της απαραίτητης συμμετοχής των καταναλωτών και των λοιπών ενδιαφερόμενων μερών στους αρμόδιους κοινοτικούς και εθνικούς οργανισμούς· | 
| — | της διεύρυνσης της εν λόγω πολιτικής, ούτως ώστε να προστατεύονται τα οικονομικά συμφέροντα των άμεσα πληττομένων από τις απαγορευμένες πρακτικές στρέβλωσης του ανταγωνισμού. | 
1.4 Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, πρέπει να αναληφθούν συγκεκριμένες δράσεις για την εξασφάλιση και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης όλων των εμπλεκόμενων στην εσωτερική αγορά. Οι δράσεις αυτές θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στις εξής πτυχές:
| — | εναρμόνιση όλων των νομοθεσιών, ούτως ώστε να καταστούν ανάλογες, τουλάχιστον ως προς κεντρικά ζητήματα, τόσο ουσιαστικού όσο και δικονομικού δικαίου· | 
| — | σύνδεση της προστασίας των φορέων της αγοράς με τα θεμελιώδη δικαιώματα που αναγνωρίζονται από τις Συνθήκες, ώστε να μην απαιτείται θέσπιση νέων διαδικασιών που θα συνεπάγονταν αύξηση του διοικητικού φόρτου· | 
| — | συμμετοχή των διάφορων φορέων της αγοράς στους αρμόδιους για τον ανταγωνισμό οργανισμούς, όπως έχει προτείνει επανειλημμένα η ΕΟΚΕ σε πολλές γνωμοδοτήσεις της, και θέσπιση ενός δικτύου ευχερούς ενημέρωσης. | 
1.5 Η ΕΟΚΕ έχει διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην προώθηση των ίσων δικαιωμάτων σε όλες τις πολιτικές και στην αύξηση της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στους κοινοτικούς οργανισμούς, ιδίως δε σε εκείνους που ασχολούνται με την πολιτική ανταγωνισμού. Πιστεύει ότι η υλοποίηση των στόχων της Λισσαβώνας για μια ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία έχει σήμερα ως προϋπόθεση την εξασφάλιση της οικονομικής δημοκρατίας στην εσωτερική αγορά.
2. Ιστορικό
2.1 Η Συνθήκη της Λισσαβώνας, στο άρθρο 6 της ΣΕΕ (1), ορίζει ότι η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2), ο οποίος θα έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες.
2.2 Ως θεμελιώδη δικαιώματα της Ένωσης, ο Χάρτης θεσπίζει, μεταξύ άλλων, την ισότητα, το δικαίωμα ιδιοκτησίας, την προστασία του καταναλωτή και την πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος. Πρόκειται για δικαιώματα που επηρεάζουν τη λειτουργία και την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς.
2.3 Η αρχή της ισότητας των πολιτών είναι μία από τις αξίες στις οποίες βασίζεται η Ένωση (άρθρο 2), ενώ παράλληλα, ως δημοκρατική αρχή της Ένωσης, συνιστά υποχρέωση την οποία η Ένωση, δυνάμει του άρθρου 9 της ΣΕΕ, οφείλει να τηρεί σε όλες τις δραστηριότητές της, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται στην εσωτερική αγορά.
Από την πλευρά της, η Ένωση διαθέτει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη θέσπιση των κανόνων ανταγωνισμού (3) που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς (άρθρο 3, παρ. 1, στοιχείο β) της ΣΛΕΕ).
2.4.1 Συγκεκριμένα, είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά και, συνεπώς, απαγορεύονται οι αθέμιτες συμφωνίες και η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης (αντιμονοπωλιακοί κανόνες), ιδίως επειδή, μεταξύ άλλων επιπτώσεων, ζημιώνουν τους καταναλωτές, τις επιχειρήσεις και άλλους φορείς της αγοράς, όπως οι εργαζόμενοι.
2.4.2 Επίσης, η πλημμελής εφαρμογή ή η μη εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τη συγκέντρωση επιχειρήσεων ενδέχεται να επιφέρει σοβαρή ζημία στους καταναλωτές, στις επιχειρήσεις και σε άλλους φορείς της εσωτερικής αγοράς, όπως οι εργαζόμενοι.
2.4.3 Για την αξιολόγηση των επικαλούμενων λόγων αποτελεσματικότητας, το κατάλληλο σημείο αναφοράς είναι να μην ζημιώνονται οι καταναλωτές από τη συγκέντρωση. Προς τούτο, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας πρέπει να είναι ουσιώδης, να επιτυγχάνεται σύντομα, και να αποβαίνει εις όφελος των καταναλωτών στις αγορές αναφοράς στις οποίες, διαφορετικά, θα προέκυπταν πιθανότατα προβλήματα ανταγωνισμού.
Όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, η Ένωση διαθέτει συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη (άρθρο 4, παρ. 2, στοιχείο στ), της ΣΛΕΕ).
2.5.1 Σύμφωνα με το νέο άρθρο 12 της ΣΛΕΕ, οι απαιτήσεις προστασίας του καταναλωτή λαμβάνονται υπόψη και κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή άλλων πολιτικών και δραστηριοτήτων της Ένωσης.
2.5.2 Αυτό σημαίνει οριζόντια προσέγγιση της πολιτικής των καταναλωτών, η οποία αναγνωρίζεται ρητά σε επίπεδο πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου, και βάσει της οποίας, για την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς, είναι καθοριστικό να λαμβάνεται υπόψη το συμφέρον των καταναλωτών σε όλους τους πολιτικούς και οικονομικούς τομείς που ενδέχεται να το επηρεάζουν, προκειμένου να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας για όλους τους καταναλωτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
2.5.3 Στις προτάσεις για την προσέγγιση των νομοθεσιών που αφορούν την προστασία των καταναλωτών, η Επιτροπή οφείλει να λαμβάνει ως βάση ένα υψηλό επίπεδο προστασίας (άρθρο 114, παρ. 3, της ΣΛΕΕ). Η υποχρέωση αυτή λαμβάνει συγκεκριμένη μορφή ως καθήκον της Ένωσης να προωθεί τα συμφέροντα των καταναλωτών και να τους εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας (άρθρο 169 της ΣΛΕΕ).
2.5.4 Μέχρι στιγμής, γενικά (4), η εναρμόνιση σε θέματα προστασίας των καταναλωτών στηριζόταν στην αρχή της «ελάχιστης εναρμόνισης», σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να υιοθετούν ή να διατηρούν μέτρα που εξασφαλίζουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας. Το γεγονός αυτό, σε κάποιες περιπτώσεις, έχει οδηγήσει σε σύγκρουση μεταξύ των ρυθμίσεων για την προστασία του καταναλωτή και των ρυθμίσεων για την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς.
Η ΕΟΚΕ, στη γνωμοδότησή της με θέμα «Ρύθμιση του ανταγωνισμού και καταναλωτές» (5), επεσήμανε ότι ο ελεύθερος ανταγωνισμός συνεπάγεται μεν οφέλη για όλους όσους ανταγωνίζονται εντός της αγοράς και ιδιαίτερα για τους καταναλωτές, ωστόσο, στους σημαντικότερους κλάδους που έχουν απελευθερωθεί, επήλθε σταδιακά πραγματικός περιορισμός του ελεύθερου ανταγωνισμού, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό ορισμένων ανταγωνιστών και τον σαφή περιορισμό των οικονομικών δικαιωμάτων των καταναλωτών.
2.6.1 Τόνιζε επίσης την ανάγκη ενίσχυσης των συστημάτων ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους καταναλωτές. Για τον σκοπό αυτό, το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού θα έπρεπε να προσαρμόσει τη δράση του, ώστε να λαμβάνει υπόψη τις πληροφορίες και παρατηρήσεις που επιθυμούν να παράσχουν οι εθνικές ή κοινοτικές οργανώσεις των καταναλωτών, προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικότερη η πολιτική ανταγωνισμού στις αγορές και να αναγνωρίζονται τα οικονομικά τους δικαιώματα.
2.6.2 Όσον αφορά τις αποζημιώσεις για παράβαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων, η ΕΟΚΕ, με την ευκαιρία της γνωμοδότησής της (6) για την Πράσινη Βίβλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχει ήδη ταχθεί υπέρ της κατάρτισης κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών που να καθορίζουν τις προϋποθέσεις για την άσκηση αγωγής για παράβαση των άρθρων 81 και 82 της ΣΛΕΕ.
2.6.3 Ακόμη, η ΕΟΚΕ έχει επίσης τοποθετηθεί υπέρ της θέσπισης, σε κοινοτικό επίπεδο, μιας ρύθμισης για τις συλλογικές αγωγές αποζημίωσης, τις οποίες θα μπορούν να ασκούν οι φορείς που εκπροσωπούν τους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες που δρουν στην εσωτερική αγορά και όλως ιδιαιτέρως οι οργανώσεις καταναλωτών (7).
2.6.4 Η ΕΟΚΕ καταρτίζει επί του παρόντος γνωμοδότηση για τη «Λευκή Βίβλο σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της ΕΚ» (8). Αναμένοντας την υιοθέτησή της, παραπέμπουμε για το ζήτημα αυτό στο περιεχόμενό της.
2.6.5 Κατά συνέπεια, η παρούσα γνωμοδότηση δεν προτίθεται να καλύψει θέματα που αφορούν τις αστικές αποζημιώσεις για παράβαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων, ούτε θέματα σχετικά με την άσκηση συλλογικών αγωγών εκ μέρους των οργανώσεων των καταναλωτών στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι πρόκειται για ζητήματα επί των οποίων η ΕΟΚΕ έχει ήδη εκφέρει γνώμη. Θα περιοριστούμε εδώ στο θέμα της οικονομικής δημοκρατίας στην εσωτερική αγορά.
3. Προσέγγιση της έννοιας της οικονομικής δημοκρατίας στην εσωτερική αγορά
3.1 Η πολιτική ανταγωνισμού επιδιώκει τη δημιουργία και διατήρηση των προϋποθέσεων που επιτρέπουν τη λειτουργία των αγορών υπό συνθήκες ανταγωνισμού, προς όφελος τόσο των καταναλωτών όσο και των επιχειρήσεων. Αυτό προϋποθέτει:
| — | να καταπολεμούνται όλο και πιο αποτελεσματικά οι πρακτικές που αποβαίνουν σε στρέβλωση των συνθηκών ανταγωνισμού στην αγορά· | 
| — | να δημιουργηθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ενεργό συμμετοχή στην πολιτική ανταγωνισμού των καταναλωτών και όλων όσων έχουν οικονομικά δικαιώματα απορρέοντα από τις οικονομικές τους δραστηριότητες στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων· | 
| — | να προωθείται η συνεχής ροή της ενημέρωσης και η ευχερής διεξαγωγή των διαβουλεύσεων, με ορατά αποτελέσματα· | 
| — | να θεσπιστούν τα κατάλληλα νομικά μέσα και δίαυλοι, ώστε να εξασφαλίζονται δεόντως η αρχή της ισότητας των μερών που συμμετέχουν στην αγορά —χωρίς να λησμονούνται οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που θα ωφεληθούν επίσης πολύ από αυτήν την κοινοτική πολιτική—, το δικαίωμα ιδιοκτησίας, η προστασία των καταναλωτών και η πρόσβαση στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. | 
3.2 Υπό την έννοια αυτή, άρχισε να γίνεται λόγος για την ανάγκη εξασφάλισης της «οικονομικής δημοκρατίας στην εσωτερική αγορά». Η επίτευξή της συνιστά προσδοκία που εμπεριέχεται σιωπηρά στην ατζέντα της Λισσαβώνας, εφόσον στόχος της είναι να γίνει η Ένωση «η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο, ικανή για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή» (9).
Για να εξασφαλιστεί μέσα στην εσωτερική αγορά η ύπαρξη μιας οικονομικής δημοκρατίας που θα βελτιώνει την ποιότητα ζωής των πολιτών της Ευρώπης, τρεις είναι, κυρίως και σε αδρές γραμμές, οι κατευθύνσεις προς τις οποίες πρέπει να αναπτυχθεί η δράση και να συνεχιστεί η πρόοδος:
Κατά πρώτον, η ανάπτυξη και εφαρμογή των παραδοσιακών μηχανισμών της πολιτικής ανταγωνισμού, δηλαδή των αντιμονοπωλιακών κανόνων σχετικά με τις συγκεντρώσεις και τις κρατικές ενισχύσεις, με ιδιαίτερη προσοχή σε επιλεγμένους κλάδους, κατά προτεραιότητα δε στους κλάδους στους οποίους έχει επέλθει απελευθέρωση.
3.3.1.1 Δηλαδή, στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, στη διαχείριση των οποίων σημειώθηκε μετάβαση από το μονοπωλιακό καθεστώς σε ένα καθεστώς πρόσφατου ανοίγματος της αγοράς, με μία επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση στην συγκεκριμένη αγορά και με τις επακόλουθες περιοριστικές του ανταγωνισμού συνέπειες, λόγω της μικρής διείσδυσης νέων φορέων στην αγορά.
3.3.1.2 Στον χώρο αυτό, θα πρέπει να ενισχυθεί η παρέμβαση των καταναλωτών που θα καθιστά δυνατή στην πράξη την εφαρμογή των αντιμονοπωλιακών κανόνων, δηλαδή, να είναι πλέον οι καταναλωτές, εφόσον νομιμοποιούνται σχετικά, εκείνοι που θα κινούν τις κατάλληλες διαδικασίες, όταν διαπιστώνουν πιθανή παράβαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων. Τα κύρια μέσα προς τούτο είναι η ενημέρωση, εκπαίδευση και συνειδητοποίηση των ίδιων των καταναλωτών, καθώς επίσης βέβαια και η διευκόλυνση της νομιμοποίησης και της πρόσβασης των καταναλωτών και των οργανώσεών τους τόσο στους αντίστοιχους θεσμούς όσο και στις συναφείς διαδικασίες.
Κατά δεύτερον, η περαιτέρω εμβάθυνση στην πολιτική του ανταγωνισμού που επηρεάζει τους καταναλωτές και, γενικά, τα πρόσωπα που εισπράττουν εισοδήματα από τις οικονομικές δραστηριότητες που αναπτύσσουν στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων.
3.3.2.1 Οι στρεβλωτικές του ανταγωνισμού πρακτικές, τις οποίες αναπτύσσουν οι παραβαίνουσες επιχειρήσεις, είτε με τη μορφή συγκέντρωσης είτε με τη μορφή κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης τους, συνεπάγονται, σε τελική ανάλυση, μείωση των εσόδων ή αύξηση των δαπανών εκείνων που ζημιώνονται. Αυτό θίγει το δικαίωμα ιδιοκτησίας που έχουν οι ενδιαφερόμενοι επί των εσόδων αυτών, καθιστώντας τους θύματα παράβασης του νόμου.
3.3.2.2 Ως εκ τούτου, οι συνέπειες που επιφέρουν οι παραβάσεις των κανόνων περί ανταγωνισμού μπορούν να εξομοιωθούν με αθέμιτη οικειοποίηση της ιδιοκτησίας των εισοδημάτων των καταναλωτών, όλων των προσώπων που εισπράττουν εισοδήματα από τις οικονομικές τους δραστηριότητες, καθώς και των επιχειρήσεων των οποίων οι δραστηριότητες στην αγορά τηρούν τους κανόνες περί ανταγωνισμού. Αυτή η νέα θεώρηση της πολιτικής για την προστασία του ανταγωνισμού θα ενισχύσει, επιπλέον, και τη θέση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες, ως γνωστόν, συνιστούν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Κατά τρίτον, η εδραίωση και περαιτέρω ανάπτυξη της αναγκαίας συνεργασίας μεταξύ των μελών του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού και της Επιτροπής, μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και της Επιτροπής και μεταξύ των εθνικών αρχών κατανάλωσης, των εθνικών οργανώσεων καταναλωτών και της Επιτροπής.
3.3.3.1 Χάρη στην αμοιβαία συνδρομή, θα μπορεί να αποφασίζεται ταχύτερα ποιος είναι εκείνος που πρέπει να διεξαγάγει την έρευνα για τη συγκεκριμένη καταγγελία και να επιτυγχάνεται αποτελεσματικότερη και καλύτερη εκδίκαση των υποθέσεων.
4. Παρατηρήσεις σχετικά με τα ζητήματα που επηρεάζουν την έννοια της οικονομικής δημοκρατίας
4.1 Προκειμένου να καθιερωθεί μια πραγματική οικονομική δημοκρατία, η ΕΕ πρέπει να προσαρμόσει την πολιτική της για τον ανταγωνισμό, καθώς και τα μέτρα προσέγγισης των εθνικών νομοθεσιών, στις ανάγκες και τις προσδοκίες των ευρωπαίων καταναλωτών, αλλά και όλων των μερών που συμμετέχουν στην αγορά. Καθοριστική σημασία γι’ αυτό έχει η ανάπτυξη συγκεκριμένων δράσεων ως προς τα ζητήματα που εξασφαλίζουν και αυξάνουν την εμπιστοσύνη όλων των εμπλεκόμενων στην εσωτερική αγορά.
4.2 Εναρμόνιση των νομοθεσιών
Εάν οι νομοθεσίες δεν είναι ανάλογες, τουλάχιστον ως προς κεντρικά ζητήματα, τόσο ουσιαστικού όσο και δικονομικού δικαίου, είναι πολύ δύσκολο να γίνεται λόγος για πραγματική οικονομική δημοκρατία εντός της εσωτερικής αγοράς, έτσι όπως αυτή νοείται στα άρθρα 114 και επόμενα της ΣΛΕΕ, κυρίως δε στο άρθρο 116.
4.2.1.1 Λόγος για πραγματική εσωτερική αγορά, μπορεί να γίνεται μόνον όταν ο καταναλωτής έχει αρκετή ασφάλεια και εμπιστοσύνη ώστε να πραγματοποιεί αγορές σε οποιοδήποτε σημείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βέβαιος ότι διαθέτει πραγματική και ιδίου επιπέδου προστασία έναντι ενδεχόμενης καταστρατήγησης των οικονομικών του δικαιωμάτων εκ μέρους των επιχειρήσεων. Η διασυνοριακή κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών θα προσφέρει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να αναζητούν ευνοϊκές προσφορές και καινοτόμα προϊόντα ή υπηρεσίες, καθώς και να λαμβάνουν τις πλέον συμφέρουσες αποφάσεις. Επομένως, έχει πρωταρχική σημασία να επιτευχθεί η μείωση των διακυμάνσεων ως προς τους κανόνες προστασίας των καταναλωτών στο εσωτερικό της ΕΕ.
Παρότι τα κράτη μέλη έχουν σταδιακά υιοθετήσει εθνικές διατάξεις αντίστοιχες προς τα άρθρα 101 και 102 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρα 81 και 82 της ΣΕΚ), εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων εθνικών νομοθεσιών περί ανταγωνισμού. Οι διαφορές αυτές διαπιστώνονται τόσο στην οριοθέτηση του ουσιαστικού πεδίου εννοιών όπως δεσπόζουσα θέση, κατάχρηση, οικονομική εξάρτηση, όσο και στο δικονομικό καταναλωτικό δίκαιο, στην αναγνώριση του ρόλου των οργανώσεων καταναλωτών ή ακόμη στις σχέσεις μεταξύ των οργανώσεων αυτών και των αρμόδιων για τον ανταγωνισμό εθνικών αρχών.
4.2.2.1 Η αρχή της «ελάχιστης εναρμόνισης», ως μέσον για την εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών, είναι η καταλληλότερη που μπορεί να εφαρμοστεί ώστε να συνδυάζονται οι στόχοι που έχουν οριστεί για την εσωτερική αγορά και για την προστασία των καταναλωτών. Όμως, η αρχή αυτή, σε αντιπαράθεση με την αρχή της «χώρας προέλευσης», παράλληλα με άλλου είδους «ρήτρες της εσωτερικής αγοράς» σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών, δεν συμβιβάζεται με το «υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών».
4.2.2.2 Για να επιτευχθεί το εν λόγω «υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών», σύμφωνα και με τις τελευταίες κοινοτικές στρατηγικές σε θέματα πολιτικής των καταναλωτών 2002/2006 και 2007/2013, θα είχε νόημα να πορευθούμε προς την πλήρη εναρμόνιση σε μεμονωμένα ζητήματα που κρίνονται καθοριστικής σημασίας, όπως οι αρχές, οι ορισμοί και συγκεκριμένες διαδικαστικές πτυχές.
Τα θύματα παραβάσεων των κανόνων περί ανταγωνισμού πρέπει να επιτυγχάνουν ουσιαστική και πλήρη αποκατάσταση, ώστε να αποτρέπεται ο αδικαιολόγητος πλουτισμός του παραβάτη. Για τον σκοπό αυτόν, θα μπορούσαν να υιοθετηθούν μηχανισμοί όπως οι εξής:
| — | Να διαμορφωθούν διαδικασίες κατάσχεσης των αδικαιολόγητων κερδών, εκ μέρους των δημοσίων αρχών. Οι πόροι που θα προέρχονται από την κατάσχεση των παράνομων αυτών εσόδων θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για σκοπούς κοινής ωφέλειας, οι οποίοι θα θεσπίζονται εκ των προτέρων στις εθνικές νομοθεσίες, και κατά προτεραιότητα για τη χρηματοδότηση δημοσίων μέτρων στήριξης των θυμάτων. Στην περίπτωση που θα πρόκειται για εθνικά μέτρα, θα πρέπει να πληρούν τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, όπως ορίζονται από το ΔΕΚ. | 
| — | Να θεσπιστούν μέτρα καταναγκασμού —διοικητικού ή ποινικού χαρακτήρα—, που να είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά, για τις πλέον σοβαρές παραβάσεις που θίγουν τη λειτουργία και την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς. Ο ορισμός του παράνομου θα πρέπει να αφορά θέματα αποκλειστικής αρμοδιότητας της Ένωσης, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότερη δυνατή εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, μέσω του καθορισμού κοινών ελάχιστων κριτηρίων για τις παραβάσεις (10). Η Συνθήκη της Λισσαβώνας προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης —βάσει της διαδικασίας της συναπόφασης— ελάχιστων κανόνων για τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων στους τομείς της ιδιαιτέρως σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση (άρθρο 83, παρ. 1, της ΣΛΕΕ). | 
| — | Ένα αποτελεσματικό μέτρο θα μπορούσε να είναι η δημοσιοποίηση των κυρώσεων, με τη θέσπιση μέσων για την πρόσβαση του κοινού, όπως λ.χ. μια βάση δεδομένων των παραβατών. Οι κυρώσεις για συμπεριφορά που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό συνιστούν αποτρεπτικό στοιχείο για ενδεχόμενους παραβάτες. Σε περίπτωση απόφασης επιβολής κυρώσεων, η δημοσιοποίησή της ενημερώνει τα θύματα της παράβασης σχετικά με τη σοβαρότητα της υπόθεσης, ενώ συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση των πολιτών σχετικά με τα μέτρα προστασίας του ανταγωνισμού. | 
| — | Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά τα μέτρα είναι συμπληρωματικά προς τις αποζημιώσεις, οι οποίες, όπως προαναφέρεται, δεν εξετάζονται στην παρούσα γνωμοδότηση, δεδομένου ότι αναμένεται η γνωμοδότηση για τη «Λευκή Βίβλο σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της ΕΚ». | 
4.2.3.1 Για να είναι αποτελεσματικότερη η αποκατάσταση των ζημιών, θα ήταν σκόπιμο να τεθεί το ερώτημα εάν τα εθνικά δικαστήρια θα έχουν δικαιοδοσία να αποφασίζουν σχετικά με την τελική χρήση του προϊόντος των διοικητικών προστίμων και να τα συμπεριλαμβάνουν στην αστική διαδικασία αξιολόγησης της αποζημίωσης των θυμάτων της παράβασης.
4.2.4 Η αναζήτηση του κατάλληλου συνδυασμού ώστε να επιτευχθεί πλήρης εναρμόνιση των νομοθεσιών για ορισμένες περιπτώσεις, χωρίς όμως να επέλθει μείωση του επιπέδου προστασίας των καταναλωτών σε ορισμένα κράτη μέλη, θα μπορούσε να είναι ένας από τους στόχους που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τις νομοθετικές μεταρρυθμίσεις που επηρεάζουν τη ρύθμιση της εσωτερικής αγοράς.
4.3 Καταπάτηση θεμελιωδών δικαιωμάτων
4.3.1 Η παράβαση των κανόνων της εσωτερικής αγοράς θίγει πολλά θεμελιώδη δικαιώματα της Ένωσης —όπως η αρχή της ισότητας (άρθρο 20 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — ΧΘΔ), το δικαίωμα ιδιοκτησίας (άρθρο 17 του ΧΘΔ), η προστασία του καταναλωτή (άρθρο 38 του ΧΘΔ) και η πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος (άρθρο 36 του ΧΘΔ)—, η διαφύλαξη των οποίων αποτελεί επίσης καθήκον των θεσμικών και λοιπών οργάνων της Ένωσης. Ένα από τα δικαιώματα αυτά —συγκεκριμένα, η αρχή της ισότητας ή η απαγόρευση της άνισης μεταχείρισης— έχει επίσης νομοθετική κατοχύρωση στο πλαίσιο του ανταγωνισμού, ως αρχή που διέπει την συμπεριφορά όλων των φορέων της οικονομικής ζωής, τόσο έναντι των ανταγωνιστών τους όσο και έναντι των καταναλωτών (11).
4.3.2 Εγείρονται, επομένως, τα ακόλουθα ερωτήματα:
| — | Υπάρχει ανάγκη ειδικής προστασίας έναντι της προσβολής των δικαιωμάτων αυτών; | 
| — | Εάν ναι, ποιο θα ήταν το κατάλληλο μέσον, στο κοινοτικό δίκαιο; | 
| — | Θα ήταν σκόπιμο, δυνάμει των άρθρων 17, 20 και 38 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, να προσδιοριστούν συγκεκριμένα, μέσω ειδικών κανόνων της κοινοτικής νομοθεσίας περί ελεύθερου ανταγωνισμού, τα δικαιώματα των καταναλωτών, των επιχειρήσεων και όλων των προσώπων που έχουν οικονομικά δικαιώματα απορρέοντα από τις οικονομικές τους δραστηριότητες εντός της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων; | 
4.3.3 Ως μέσον για την εφαρμογή και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων εντός της αγοράς, θα μπορούσε να εξετασθεί το ενδεχόμενο θέσπισης «υψηλού επιπέδου προστασίας», δεδομένου ότι η καθιέρωση μιας ειδικής μεθόδου ή μιας ενιαίας διαδικασίας θα συνεπαγόταν αύξηση του διοικητικού φόρτου. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα ήταν προτιμότερο να αξιοποιηθούν οι ήδη υφιστάμενοι μηχανισμοί, με την ενίσχυση της νομιμοποίησης των οργανώσεων των καταναλωτών. Εκείνο που θα ήταν επιθυμητό θα ήταν να προωθηθεί, μέσω των κατάλληλων πολιτικών και διόδων, η συμπερίληψη στις ειδικές ρυθμίσεις της ΕΕ και των κρατών μελών, ιδιαίτερα σε ορισμένους τομείς (συμβάσεις για θεμελιώδη αγαθά και υπηρεσίες, προστασία του ανταγωνισμού, αθέμιτες πρακτικές), ρητρών που θα αναγνωρίζουν ρητά τα δικαιώματα του καταναλωτή ή οιουδήποτε άλλου προσώπου διαθέτει οικονομικά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων, και που θα τα νομιμοποιούν. Αυτό θα συνέβαλε επίσης στην ενημέρωση και τη συνειδητοποίηση των ίδιων των πολιτών, την οποία, όπως συχνά επαναλαμβάνουμε, θεωρούμε καθοριστικής σημασίας.
4.4 Συμμετοχή των διαφόρων φορέων της αγοράς
4.4.1 Στη Συνθήκη της Λισσαβώνας, στο άρθρο 15 της ΣΛΕΕ, θεσπίζεται ότι «προκειμένου να προωθήσουν τη χρηστή διακυβέρνηση και να διασφαλίσουν τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης διεξάγουν τις εργασίες τους όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά». Η διαφάνεια συνιστά βασική προϋπόθεση για την αποδοχή των κοινοτικών πολιτικών εκ μέρους των πολιτών.
Πρέπει να αναπτυχθεί περαιτέρω η εν λόγω συμμετοχή, με τη θέσπιση μηχανισμών για την ευχερή και πραγματική επικοινωνία ανάμεσα στην Επιτροπή, στις αρμόδιες για τον ανταγωνισμό αρχές και στις οργανώσεις των καταναλωτών, προκειμένου να επιτευχθεί η προληπτική δράση σε αρχικό στάδιο έναντι των διασυνοριακών παραβάσεων. Αυτό απαιτεί την επίλυση των εξής ζητημάτων:
| — | Με ποια μέτρα θα μπορούσε να βελτιωθεί η συνεργασία; | 
| — | Πώς μπορεί να ενισχυθεί η προληπτική πτυχή; | 
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει προτείνει (12) τη θέσπιση «ευρωπαίου διαμεσολαβητή για τους καταναλωτές» και έχει ταχθεί υπέρ της πρότασης να οριστούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπάλληλοι-σύνδεσμοι για θέματα καταναλωτών. Για τον σκοπό αυτόν, θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί το ενδεχόμενο σύστασης ειδικού οργάνου ως ευρωπαίου διαμεσολαβητή για τους καταναλωτές ή, ακόμα καλύτερα, να διευρυνθούν οι αρμοδιότητες του ήδη υφιστάμενου ευρωπαίου διαμεσολαβητή. Προκειμένου να εισαχθεί ένα κριτήριο ορθολογισμού όσον αφορά τα μέσα που χρησιμοποιεί η πολιτική ανταγωνισμού για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, καθώς και να βελτιστοποιηθούν οι υφιστάμενοι πόροι, φρονούμε ότι, αρχικά, θα αρκούσε ο ορισμός ενός υπαλλήλου-συνδέσμου επιφορτισμένου με τις σχέσεις με τους καταναλωτές (13) στις υπηρεσίες εκείνες της Επιτροπής που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πολιτική των καταναλωτών.
4.4.3 Είναι πιθανόν να χρειαστεί αναθεώρηση της διοικητικής διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής όσον αφορά την παράσταση των ενδιαφερομένων σε περιπτώσεις κίνησης διαδικασίας επιβολής κυρώσεων, με πλήρη τήρηση της αρχής της εχεμύθειας. Το πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί με τις αρχές του άρθρου 41 του Ευρωπαϊκού Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, όπου διασφαλίζεται η πρόσβαση στον φάκελο, η ακρόαση, η υποχρέωση αιτιολόγησης των αποφάσεων και το δικαίωμα προσφυγής.
4.4.4 Όσον αφορά τους ελάχιστους κανόνες για τις διαβουλεύσεις, θα πρέπει, όπως ήδη έχει συστήσει η ΕΟΚΕ (14), να βελτιωθεί η «ανατροφοδότηση», με την καθιέρωση της υποχρέωσης της εκάστοτε Γενικής Διεύθυνσης να διεξάγει αξιολόγηση του αντίκτυπου της διαβούλευσης ως προς όλες τις προτάσεις που έχει παρουσιάσει και όχι μόνον ως προς τις στρατηγικές προτάσεις. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να μελετήσει ορισμένα ζητήματα που έχουν ιδιαίτερη σημασία για όλους τους ευρωπαίους πολίτες, όπως η γλώσσα στην οποία διεξάγονται οι διαβουλεύσεις, η ουδετερότητα των ερωτήσεων και οι προθεσμίες απάντησης.
4.4.5 Ο ρόλος που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι ενώσεις καταναλωτών και οι λοιποί αντιπροσωπευτικοί φορείς είναι ένα από τα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν, αφού θα έχει γίνει δεκτή η ενεργητική νομιμοποίησή τους για ολόκληρη τη διαδικασία της αγωγής. Το ζήτημα αυτό θα πρέπει να επιλυθεί με κατάλληλο νομοθετικό μέσον, αφού ολοκληρωθεί η διαβούλευση σχετικά με την προαναφερόμενη «Λευκή Βίβλο σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της ΕΚ».
4.4.6 Μία σημαντική πτυχή αφορά την προώθηση της συμπεριφοράς ενσυνείδητου πολίτη, όσον αφορά τη σημασία της ενεργού συμμετοχής των πολιτών στην πολιτική ανταγωνισμού. Δεν γίνεται να θεωρούν οι πολίτες ότι οι απαγορευμένες πρακτικές, όπως οι συμπράξεις, στις οποίες προβαίνουν ορισμένες επιχειρήσεις, δεν επιδέχονται αμφισβήτηση ή ότι μπορούν να διευθετηθούν μόνο στις υψηλές πολιτικές ή οικονομικές σφαίρες. Πρέπει να γίνονται αντιληπτές ως δραστηριότητες με σοβαρές κοινωνικές συνέπειες, που θέτουν σε κίνδυνο και ορισμένες φορές θίγουν άμεσα το δικαίωμα ιδιοκτησίας των θυμάτων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να συζητηθεί και να επιλυθεί το ερώτημα ποια θα ήταν τα προσφορότερα μέτρα για την εκπαίδευση και τη συνειδητοποίηση του ευρωπαίου καταναλωτή, ώστε να γνωρίζει τις συνέπειες τέτοιου είδους παράνομων πρακτικών. Αυτό προϋποθέτει, κατά πρώτο λόγο, να εξακολουθήσει η προώθηση της δράσης του Δικτύου Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτή, υπό όλες τις πτυχές της. Είναι σημαντικό να συνεχιστούν οι επενδύσεις για το άνοιγμα κέντρων, τουλάχιστον από ένα στην καθεμιά ανεξαιρέτως από τις κυριότερες πόλεις κάθε κράτους μέλους, καθώς και για τη διεξαγωγή εκστρατειών ενημέρωσης, τόσο γενικών όσο και ειδικών για συγκεκριμένους κλάδους, ώστε να ενημερώνονται οι πολίτες γρήγορα και απλά για τα δικαιώματά τους ως καταναλωτών και για τα κέντρα ή τους οργανισμούς όπου θα πρέπει να απευθύνονται για αγωγές απαιτήσεων ή για την αναζήτηση συμβουλών.
4.5 Υπηρεσίες γενικού συμφέροντος
4.5.1 Για τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, υφίσταται νομική βάση για την κοινοτική παρέμβαση: πρόκειται για το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26. Προκειμένου να διαφυλαχθούν το υψηλό επίπεδο ως προς την ποιότητα, την ασφάλεια και την οικονομική προσβασιμότητα, η ισότητα μεταχείρισης και η προώθηση της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών, θα πρέπει να τεθούν και να επιλυθούν τα ακόλουθα ερωτήματα:
| — | Πώς θα πρέπει να διενεργούνται οι περιοδικές αξιολογήσεις σε κοινοτικό επίπεδο; | 
| — | Ποια μέτρα θα πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στους τομείς που έχουν πρόσφατα απελευθερωθεί; | 
| — | Πώς θα επιτευχθεί να είναι ο καταναλωτής εκείνος που θα επωφελείται από τις διαδικασίες ανοίγματος των αγορών; | 
4.5.2 Γενικά, η έλλειψη διαφάνειας ως προς τη διαχείριση των υπηρεσιών αυτών, καθώς και τα αδικαιολόγητα τιμολόγια που βαρύνουν τους βιομηχανικούς πελάτες και τους καταναλωτές, καθιστούν αναγκαία την επίλυση των παραπάνω ερωτημάτων.
4.6 Ρόλος της πολιτικής ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά
4.6.1 Η θέσπιση των κανόνων περί ανταγωνισμού που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης.
4.6.2 Η πολιτική ανταγωνισμού πρέπει να διασφαλίζει ότι οι καταναλωτές διαθέτουν τις καλύτερες δυνατές επιλογές από άποψη τιμής, ποιότητας και ποικιλίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τα βασικά αγαθά και υπηρεσίες, όπως τροφή, στέγη, παιδεία, υγεία, ενέργεια, μεταφορές και επικοινωνίες, προσφέροντας στους καταναλωτές χαμηλότερες τιμές.
Ωστόσο, στην αποδοτικότητα της αγοράς, πρέπει να προστεθούν, ως απώτερος στόχος, η βελτίωση της ποιότητας ζωής και η ευημερία των καταναλωτών. Η επίτευξη του στόχου αυτού απαιτεί την θεσμοθέτηση της ενεργού συμμετοχής των καταναλωτών, ώστε να μην καταλήγουν να είναι παθητικοί αποδέκτες της έννοιας της ευημερίας.
4.6.3.1 Για τον σκοπό αυτόν, το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο πρέπει να εξελιχθεί προς έναν νέο ερμηνευτικό προσανατολισμό της νομοθεσίας ή προς νέους νομικούς θεσμούς για την πολιτική του ανταγωνισμού. Τέλος, θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί το ενδεχόμενο υιοθέτησης νέων νομοθετικών μέτρων, που θα συμπληρώνουν ή θα αντικαθιστούν τα ισχύοντα.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Χρησιμοποιείται, εδώ, η αρίθμηση των άρθρων σύμφωνα με την Ενοποιημένη απόδοση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 115, της 9.5.2008.
(2) Αναφέρεται στον Χάρτη, όπως αυτός προσαρμόσθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2007, στο Στρασβούργο, και δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 303, της 14.12.2007. Η δεύτερη αυτή διακήρυξη κατέστη αναγκαία λόγω των επεξηγήσεων που προστέθηκαν στον Χάρτη μετά την πρώτη διακήρυξή του, τον Δεκέμβριο του 2000, στη Σύνοδο Κορυφής της Νίκαιας.
(3) Βλ. τις Κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση των οριζόντιων συγκεντρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ C 31, της 5.2.2004, σ. 5).
(4) Ως εξαίρεση μπορεί να αναφερθεί η οδηγία 2005/27/ΕΚ, σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.
(5) ΕΕ C 309, της 16.12.2006, σ. 1.
(6) ΕΕ C 324, της 30.12.2006, σ. 1.
(7) ΕΕ C 162, της 25.06.2008, σ. 1.
(8) COM(2008) 165 τελικό. ΕΕ C 309, της 16.12.2006, σ. 1. (Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ: INT/429)
(9) Συμπεράσματα της Προεδρίας. Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Σάντα Μαρία Ντα Φέιρα, 2000.
(10) Βλ. επ’ αυτού την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου, COM(2007) 51 τελικό, και την νομολογία του ΔΕΚ, υποθέσεις C-176/03 και C-440/05.
(11) Βλ. άρθρο 101, παρ. 1, στοιχείο δ) και άρθρο 102, στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ.
(12) Έκθεση του Ευρωβουλευτή κ. Lasse Lehtinen σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την πολιτική καταναλωτών 2007-2013, A6-0155/2008.
(13) Το άρθρο 153, παρ. 2, της ΣΕΚ ορίζει ότι «Οι απαιτήσεις προστασίας του καταναλωτή λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή άλλων κοινοτικών πολιτικών και δραστηριοτήτων». Η υποχρέωση αυτή αφορά όλους τους υπαλλήλους των ευρωπαϊκών οργάνων. Ο ορισμός υπαλλήλου-συνδέσμου, υπεύθυνου για τις σχέσεις με τους καταναλωτές, θα μπορούσε να συντελέσει στην ευαισθητοποίηση και των υπόλοιπων υπαλλήλων, υπενθυμίζοντάς τους τις υποχρεώσεις τους έναντι των καταναλωτών στην καθημερινή εργασία τους.
(14) Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα: «Πράσινη Βίβλος — Ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη διαφάνεια» (ΕΕ C 324, της 30.12.2006, σ. 74).
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/26 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η προσέγγιση της προορατικής νομοθεσίας: ένα ακόμη βήμα προς τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ»
(2009/C 175/05)
Στις 17 Ιανουαρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
Η προσέγγιση της προορατικής νομοθεσίας: ένα ακόμη βήμα προς τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ.
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Νοεμβρίου 2008 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Pegado Liz.
Κατά την 449η σύνοδο ολομελείας της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 155 ψήφους υπέρ και 5 αποχές.
1. Συμπεράσματα
1.1 Η παρούσα γνωμοδότηση βασίζεται στην παραδοχή ότι το δίκαιο, περισσότερο από τη νομοθεσία που επινοούν οι νομικοί εμπειρογνώμονες, αντικατοπτρίζει τη διαγωγή που μια δεδομένη κοινωνία αποδέχεται και απαιτεί ως προϋπόθεση κοινωνικής τάξης· το δίκαιο δεν αποτελείται από τυπικές έννοιες παντοτινής διάρκειας, παγιωμένες και αμετάβλητες· πρόκειται μάλλον για κανόνες και αρχές — γραπτές και άγραφες — που αντικατοπτρίζουν τα θεμιτά συλλογικά συμφέροντα καθενός και όλων των πολιτών μια δεδομένη χρονική στιγμή στην ιστορία.
1.2 Σε όλα τα νομικά συστήματα, καθήκον του νομοθέτη κατά παράδοση είναι να ερμηνεύει τα συλλογικά συμφέροντα της κοινωνίας, να προσδιορίζει στη νομοθεσία, όπου κρίνεται απαραίτητο, τι συνιστά σύννομη διαγωγή και να θεσπίζει κυρώσεις για τις πρακτικές που παραβαίνουν αυτή τη διαγωγή. Μακρόθεν αναγνωρίζεται ότι οι νόμοι που εκπονούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να είναι όχι μόνο δίκαιοι και ισότιμοι· θα πρέπει να είναι και κατανοητοί, προσβάσιμοι, αποδεκτοί και εφαρμόσιμοι. Εντούτοις, στη σημερινή κοινωνία αυτό δεν αρκεί πλέον.
1.3 Για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, η έμφαση στον νομικό χώρο αποδιδόταν στο παρελθόν. Οι νομοθέτες και το δικαστικό σώμα ανταποκρίνονταν σε ελλείψεις, αντιδικίες, μη τηρούμενες προθεσμίες και παραβάσεις, επιδιώκοντας τη λύση και την αποκατάσταση. Οι αντιδικίες, οι δικαστικές διαδικασίες και οι αποζημιώσεις προς επιβολή της συμμόρφωσης στοιχίζουν υπερβολικά. Το κόστος αυτών δεν μπορεί να υπολογίζεται μόνο σε χρήμα.
1.4 Η ΕΟΚΕ ζητεί αλλαγή προτύπου. Είναι πλέον η κατάλληλη στιγμή να εγκαταλειφθεί η από αιώνες αντιδραστική προσέγγιση στο δίκαιο και να υιοθετηθεί μια προορατική προσέγγιση. Είναι καιρός να δούμε το δίκαιο διαφορετικά: να κοιτάξουμε προς τα εμπρός αντί να στρεφόμαστε προς τα πίσω, να εστιάσουμε στο πώς χρησιμοποιείται και πώς λειτουργεί το δίκαιο στην καθημερινή ζωή και στο πώς το υποδέχεται η κοινότητα την οποία επιδιώκει να ρυθμίσει. Μολονότι η ανταπόκριση στα προβλήματα και η επίλυση αυτών εξακολουθούν να έχουν σημασία, η πρόληψη των αιτιών των προβλημάτων είναι ζωτικής σημασίας, παράλληλα με την κάλυψη των αναγκών και τη διευκόλυνση της γόνιμης αλληλεπίδρασης πολιτών και επιχειρήσεων.
1.5 Η προορατική νομοθεσία σημαίνει χορήγηση δυνατοτήτων και εξουσιών — υλοποιείται δε από, με και για τους χρήστες του δικαίου, τα άτομα και τις επιχειρήσεις· το όραμά της είναι μια κοινωνία όπου άτομα και επιχειρήσεις γνωρίζουν τα δικαιώματα και τις ευθύνες τους, είναι σε θέση να αξιοποιούν τα οφέλη που μπορεί να τους παράσχει η νομοθεσία, γνωρίζουν τις νομικές τους υποχρεώσεις, ώστε στον βαθμό του δυνατού να αποφεύγουν τα προβλήματα, και είναι σε θέση να επιλύσουν έγκαιρα τις αναπόφευκτες αντιδικίες με χρήση των πλέον ενδεδειγμένων μεθόδων.
1.6 Η προσέγγιση της προορατικής νομοθεσίας αναζητά ένα μείγμα μεθόδων προς επίτευξη των επιθυμητών στόχων: δεν εστιάζει μόνο στους νομικούς κανόνες και στην τυπική τους εφαρμογή. Η θέση επιθυμητών στόχων και η διασφάλιση του πλέον ενδεδειγμένου μείγματος μέσων για την επίτευξή τους απαιτεί την έγκαιρη εμπλοκή των ενδιαφερομένων μερών, την ευθυγράμμιση των στόχων, τη διαμόρφωση ενός κοινού οράματος και την οικοδόμηση περιβάλλοντος υποστήριξης και καθοδήγησης για την επιτυχή εφαρμογή από τα πρώτα στάδια. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η νέα νοοτροπία που εκφράζεται από την προορατική προσέγγιση μπορεί να εφαρμοστεί ευρύτερα στο δίκαιο και στη νομοθεσία.
1.7 Από την ίδια του τη φύση, το νομικό σύστημα της Κοινότητας είναι ακριβώς αυτού του είδους ο χώρος όπου η προορατική προσέγγιση θα πρέπει να υιοθετηθεί κατά τον σχεδιασμό, την κατάρτιση και την εφαρμογή της νομοθεσίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι οι κανόνες και οι κανονισμοί δεν είναι ο μόνος ούτε πάντοτε ο καλύτερος τρόπος επίτευξης των επιθυμητών στόχων· ενίοτε, οι ρυθμιστικές αρχές ενδέχεται να υποστηρίζουν καλύτερα αξιόλογους στόχους απέχοντας από το ρυθμιστικό έργο και, όπου κρίνεται αρμόζον, ενθαρρύνοντας την αυτορρύθμιση και την από κοινού ρύθμιση. Με αυτά τα δεδομένα, οι θεμελιώδεις αρχές της επικουρικότητας, της αναλογικότητας, της πρόληψης και της αειφορίας αποκτούν νέα σημασία και νέα διάσταση.
1.8 Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ενιαία αγορά μπορεί να ωφεληθεί τα μάλα όταν η κοινοτική νομοθεσία και οι φορείς που τη διαμορφώνουν — οι νομοθετικές και διοικητικές αρχές με την ευρύτερη έννοια — μετατοπίσουν το επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους από τα έσω, από το εσωτερικό του νομικού συστήματος, τους κανόνες και τους θεσμούς, προς τα έξω, προς τους χρήστες της νομοθεσίας: προς την κοινωνία, τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, τους οποίους υπηρετεί το νομικό σύστημα.
1.9 Μολονότι η μεταφορά και η εφαρμογή της νομοθεσίας είναι σημαντικά βήματα προς τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ, η επιτυχία του ρυθμιστικού πλαισίου θα πρέπει να υπολογίζεται ανάλογα με τους στόχους που επιτυγχάνονται σε επίπεδο χρηστών της νομοθεσίας, τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της ΕΕ. Οι νόμοι θα πρέπει να κοινωνούνται με τρόπους κατανοητούς από το κοινό στο οποίο απευθύνονται, πρώτα και κύρια προς αυτούς των οποίων η συμπεριφορά επηρεάζεται και όχι μόνο στους συναφείς θεσμικούς και διοικητικούς φορείς.
1.10 Η εφαρμογή της προσέγγισης της προορατικής νομοθεσίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνιμα κατά την εκπόνηση και την εφαρμογή παντός νόμου εντός ΕΕ. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι αν καταστεί αυτή η προσέγγιση όχι μόνο τμήμα της ατζέντας για βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου, αλλά και προτεραιότητα των νομοθετικών και διοικητικών φορέων σε επίπεδο κοινοτικό, εθνικό και περιφερειακό, θα καταστεί δυνατή η οικοδόμηση μιας ισχυρής νομικής βάσης για την ευημερία των ατόμων και των επιχειρήσεων.
2. Συστάσεις
2.1 Η νομική βεβαιότητα συνιστά μία από τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις μιας κοινωνίας που λειτουργεί ομαλά. Οι χρήστες του δικαίου οφείλουν να γνωρίζουν και να κατανοούν τους νόμους ώστε να μεριμνούν για την ορθή τους χρήση. Στο σημείο αυτό η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στην προορατική προσέγγιση της νομοθεσίας. Πρόκειται για μια προσέγγιση προσανατολισμένη προς το μέλλον, με στόχο την προαγωγή του ευκταίου και την εκ των προτέρων μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων με παράλληλη ελαχιστοποίηση των προβλημάτων και των κινδύνων.
2.2 Εγκρίνοντας την παρούσα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η «βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου» θα πρέπει να προσανατολιστεί προς ένα βέλτιστο μείγμα ρυθμιστικών μέσων που θα προαγάγουν με τον καλύτερο τρόπο τους στόχους της κοινωνίας και ένα εύρυθμο νομικό περιβάλλον, φιλικό προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
2.3 Σκοπός της παρούσας γνωμοδότησης είναι να υποδείξει τον τρόπο κατά τον οποίο η προσέγγιση της προορατικής νομοθεσίας μπορεί να ευνοήσει τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου, παρέχοντας μια νέα νοοτροπία: μια νοοτροπία με σημείο εκκίνησης τις πραγματικές ανάγκες και προσδοκίες των ατόμων και των επιχειρήσεων.
2.4 Κατά τη σύνταξη των νόμων, ο νομοθέτης θα πρέπει να μεριμνά για την παραγωγή λειτουργικά αποδοτικών κανόνων που αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες της πραγματικής ζωής και εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε να εκπληρώνονται οι απώτεροι στόχοι αυτών των κανόνων.
2.5 Ο κύκλος ζωής μιας νομοθετικής πράξης δεν ξεκινά με τη σύνταξη μιας πρότασης ούτε ολοκληρώνεται με την επίσημη έγκρισή της. Η νομοθετική πράξη δεν συνιστά σκοπό· ο σκοπός είναι η επιτυχής εφαρμογή της. Και εφαρμογή δεν σημαίνει απλώς επιβολή από τους θεσμικούς φορείς, αλλά σημαίνει και υιοθέτηση και αποδοχή της νομοθετικής πράξης από τα άτομα και τους φορείς στους οποίους απευθύνεται και, εάν είναι απαραίτητο, σημαίνει επίσης αλλαγή της συμπεριφοράς τους.
2.6 Μπορούμε να προβλέψουμε ορισμένες συνέπειες αυτής της προσέγγισης — περιλαμβανομένων και ορισμένων πρακτικής φύσεως:
| — | η ενεργός και αποτελεσματική συμμετοχή, και όχι η απλή διαβούλευση, των ενδιαφερομένων μερών πριν και κατά τη σύνταξη κάθε είδους προτάσεων και καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων· | 
| — | οι αξιολογήσεις του αντικτύπου θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τα οικονομικά, αλλά και τα κοινωνικά και τα ηθικά ζητήματα· όχι μόνο το περιβάλλον των επιχειρήσεων, αλλά και τους καταναλωτές· όχι μόνο τις απόψεις της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, αλλά και τη φωνή του ανώνυμου πολίτη· | 
| — | η πρόβλεψη λύσεων και όχι προβλημάτων, και η χρήση του νόμου για την επίτευξη και επιβολή στόχων και για την μετατροπή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών σε πραγματικότητα σε ένα δεδομένο πολιτισμικό πλαίσιο· | 
| — | η διατύπωση της νομοθεσίας όσο το δυνατόν σαφέστερα και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους χρήστες της, με μέριμνα για τη χρήση εύκολα κατανοητής και σαφούς γλώσσας· | 
| — | η κατάργηση της περιττής, ασυνεπούς, απηρχαιωμένης και μη εφαρμόσιμης νομοθεσίας και η εναρμόνιση του τρόπου κατανόησης των όρων, ορισμών, περιγραφών, περιορισμών και ερμηνειών σε κοινά πλαίσια αναφοράς· | 
| — | η άσκηση πίεσης για την καθιέρωση νέων τομέων συμβατικής ελευθερίας, αυτορρύθμισης και από κοινού ρύθμισης και τομέων που δύνανται να καλύπτονται από πρότυπα και κώδικες συμπεριφοράς σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο· | 
| — | η εστίαση στην προσέγγιση των «πρότυπων νόμων» στη νομοθεσία («28ο καθεστώς») αντί για μια υπερβολικά αναλυτική και περιττή ολική εναρμόνιση. | 
2.7 Ο τρόπος επίτευξης των ανωτέρω θα μπορούσε να προέλθει από προγράμματα έρευνας και διαλόγου με τους ενδιαφερόμενους φορείς επί του συγκεκριμένου ρόλου της προσέγγισης της προορατικής νομοθεσίας σε όλον τον κύκλο ζωής και σε όλα τα επίπεδα του ρυθμιστικού πλαισίου.
2.8 Η ΕΟΚΕ συνιστά, επομένως, στην Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να υιοθετούν την προορατική προσέγγιση κατά τον σχεδιασμό, την εκπόνηση, την αναθεώρηση και την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας και προτρέπει τα κράτη μέλη να πράττουν το ίδιο όπου κρίνεται δέον.
3. Εισαγωγή: ολίγη νομική θεωρία
3.1 Στον τομέα των κανόνων ή του «τι θα έπρεπε να ισχύει», οι «νομικές» διατάξεις, σε αντίθεση προς τους ηθικούς ή αισθητικούς κανόνες, χαρακτηρίζονται από την δυνατότητα επιβολής τους, από τη δυνατότητα να απαιτηθεί συμμόρφωση από τα δικαστήρια και να επιβληθούν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασής τους. Τυπικό χαρακτηριστικό του «jus cogens» ή «αναγκαστικού δικαίου» είναι η δυνατότητα «επιβολής» αυτού, κατ’ αρχήν μέσω ενός δικαστικού μηχανισμού, προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή του νόμου και, στην αντίθετη περίπτωση, η τιμωρία των παραβατών αυτού.
3.2 Στο επίκεντρο του «τι θα έπρεπε να ισχύει», εντούτοις, βρίσκεται η έννοια ότι η συμμόρφωση προς τους νόμους γενικά λειτουργεί σε εθελούσια βάση και ότι η προσφυγή σε νομικές διαδικασίες αποτελεί την εξαίρεση — την έσχατη λύση. Χωρίς την εθελούσια και εκτενή συμφωνία του κοινού να συμμορφώνεται προς τα καθήκοντα που επιβάλλονται από τους κανόνες, η αποτελεσματικότητα αυτών θα διακυβευόταν ανεπανόρθωτα.
3.3 Εξ ου και η ευθύνη του νομοθέτη να εκπονεί νόμους που γενικότερα ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να τους τηρούν εθελουσίως και να συμμορφώνονται προς αυτούς αυθορμήτως. Οι αντιδράσεις αυτές είναι, στην ουσία, προϋποθέσεις για τον σεβασμό των δικαιωμάτων όλων και συνιστούν τον ακρογωνιαίο λίθο της συμβίωσης σε μια κοινωνία. Σε αυτό το πλαίσιο, η έννοια της «καλής νομοθεσίας» και της «βελτίωσης της νομοθεσίας» (1) αποκτά ιδιαίτερη σημασία και ενέχει σημαντικές επιπτώσεις για την ερμηνεία, την ενσωμάτωση και την εφαρμογή των νόμων.
3.4 Αυτό σημαίνει ότι εκτός από ισότιμο ή «δίκαιο» (2), το δίκαιο πρέπει να είναι:
| — | κατανοητό, | 
| — | προσβάσιμο, | 
| — | αποδεκτό (3) και | 
| — | εφαρμόσιμο. | 
Εάν δεν πληρούνται τα ως άνω κριτήρια, η νομοθεσία συνήθως απορρίπτεται από αυτούς στους οποίους προβλέπεται να εφαρμοστεί, δεν επιβάλλεται από αυτούς που έχουν καθήκον να διασφαλίσουν την τήρησή της και περιπίπτει σε αχρηστία, καθώς η «ισχύς» της δικαιοσύνης δεν είναι σε θέση να την εφαρμόσει αποτελεσματικά.
3.5 Παρότι συνιστά σημαντικό ζήτημα για τα εθνικά νομικά συστήματα, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία σε ένα νομικό σύστημα όπως αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου τα δύο «ημίσεα» του κράτους δικαίου συνήθως είναι διαχωρισμένα: η «υποχρέωση», εγγενής έννοια της νομοθέτησης, συνιστά αρμοδιότητα της Κοινότητας, ενώ η εφαρμογή και οι συναφείς κυρώσεις επαφίενται κατ’ αρχήν στις εξουσίες εξαναγκασμού των εθνικών νομικών συστημάτων.
3.6 Ενδεχομένως αυτό να εξηγεί γιατί το ενδιαφέρον για «βελτίωση της νομοθεσίας» που παρατηρείται σε όλα τα κράτη μέλη, και το οποίο σε καμία περίπτωση δεν είναι κάτι καινούργιο, τελευταία έχει αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία για τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας.
3.7 Η προνοητικότητα, η αειφορία και η προβλεψιμότητα συνιστούν βασικές προϋποθέσεις για ένα εύρυθμο νομικό περιβάλλον, φιλικό προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Τα ενδιαφερόμενα μέρη χρειάζονται έναν εύλογο βαθμό νομικής βεβαιότητας προκειμένου να θέσουν τους στόχους τους, να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους και να επιτύχουν προβλέψιμα αποτελέσματα. Οι νομοθετικές αρχές, με την ευρύτερη δυνατή έννοια, θα πρέπει να μεριμνούν για τη διασφάλιση αυτής της βεβαιότητας και την παροχή μιας στέρεης νομικής υποδομής, επιτυγχάνοντας παράλληλα τους στόχους της εκάστοτε νομοθεσίας.
3.8 Αυτό είναι το πλαίσιο της παρούσας γνωμοδότησης πρωτοβουλίας, η οποία αποσκοπεί στην ανάδειξη μιας καινοτόμου προσέγγισης στη νομοθεσία, με ρίζες στη Σκανδιναβική Σχολή Προορατικού Δικαίου [Nordic School of Proactive Law] (4) και τους προδρόμους της, και στην εξέταση του βαθμού κατά τον οποίο αυτό θα μπορούσε να συνιστά ένα βήμα ακόμη προς τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ. Ελήφθησαν δεόντως υπόψη όλες οι συναφείς γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ, οι οποίες συνιστούν ήδη πολύ σημαντικό σύνολο αρχών, που επιδοκιμάζονται και ενσωματώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση.
4. Μια ματιά στη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου, τη βελτιωμένη εφαρμογή και τη βελτιωμένη επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας
4.1 Η έννοια της βελτίωσης της νομοθεσίας, που εστιάζει στην οπτική γωνία των χρηστών της νομοθεσίας (5), συγκεντρώνει ορισμένες αρχές που τα τελευταία χρόνια απέκτησαν μεγάλη δυναμική: την προκαταρκτική διαβούλευση, την καταπολέμηση του νομοθετικού πληθωρισμού, την κατάργηση απηρχαιωμένων νόμων ή προτάσεων, τη μείωση του διοικητικού φόρτου και κόστους, την απλοποίηση του κοινοτικού κεκτημένου, τη βελτίωση της σύνταξης των νομοθετικών προτάσεων, συμπεριλαμβανομένων των αξιολογήσεων του αντικτύπου ex ante και ex post, τη μείωση της νομοθεσίας στα απαραίτητα επίπεδα και την εστίαση στους στόχους και στην αειφορία της νομοθεσίας, με παράλληλη διατήρηση της ευελιξίας της.
4.2 Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (6), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (7) και η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (8) εδώ και καιρό προωθούν και τάσσονται υπέρ της βελτίωσης του ρυθμιστικού πλαισίου, της απλοποίησης και της επικοινωνίας, τις οποίες θεωρούν βασικούς στόχους πολιτικής στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς. Μεταξύ των πρώτων συναφών εγγράφων δεν θα πρέπει να ξεχνούμε τη σημαντική ΕΚΘΕΣΗ MOLITOR του 1995, με τις 18 συστάσεις της, οι οποίες είναι ακόμη επίκαιρες (9).
4.3 Η βελτίωση της νομοθεσίας περιλαμβάνει επίσης τις έννοιες της αναλογικότητας και της επικουρικότητας και ενδέχεται να εμπλέκει τα ενδιαφερόμενα μέρη στη σύνταξη της νομοθεσίας, δηλαδή μέσω της αυτορρύθμισης ή της από κοινού ρύθμισης, υπό τον αυστηρό έλεγχο του νομοθέτη, όπως ορίστηκε στη Διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας του 2003 (10), και αναπτύχθηκε στις διαδοχικές ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής.
4.4 Η βελτίωση της νομοθεσίας δεν σημαίνει απαραίτητα λιγότερη ρύθμιση ή απορρύθμιση (11) και πράγματι η νομική βεβαιότητα είναι μία εκ των ουσιωδών προϋποθέσεων για μια εύρυθμη ενιαία αγορά (12).
4.5 Από το 2000 και εξής, το Παρατηρητήριο Ενιαίας Αγοράς (ΠΕΑ) της ΕΟΚΕ εστιάζει στις πρωτοβουλίες των ενδιαφερομένων μερών που προωθούν τη βελτίωση της νομοθεσίας από την οπτική γωνία της κοινωνίας των πολιτών. Παρακολουθώντας στενά το πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως θεσμικό βήμα έκφρασης της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, η ΕΟΚΕ ανά τα έτη παρέχει στην Επιτροπή συμβουλές σε διάφορες γνωμοδοτήσεις επί ζητημάτων που άπτονται της βελτίωσης της νομοθεσίας (13).
4.6 Σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΠΕΑ –έχει αναπτύξει μια βάση δεδομένων για την αυτορρύθμιση και την από κοινού ρύθμιση στην Ευρώπη (14). Βάσει των δεδομένων που έχει συγκεντρώσει σχετικά με πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης, το ΠΕΑ σκοπεύει τώρα να εκπονήσει ορισμένα μοντέλα (δείκτες αποδοτικότητας, κατευθυντήριες γραμμές για την παρακολούθηση και την εφαρμογή κλπ.) και να διαμορφώσει ένα σύνολο φορέων για θέματα αυτορρύθμισης και από κοινού ρύθμισης που θα αποτελείται από ακαδημαϊκούς κύκλους, ομάδες προβληματισμού, ενδιαφερόμενα μέρη και θεσμικούς φορείς.
5. Των φρονίμων τα παιδιά …: η προορατική προσέγγιση
5.1 Κατά παράδοση, ο νομικός χώρος εστιάζει στο παρελθόν. Η νομική έρευνα ασχολείται κυρίως με τη μη πραγμάτωση- ελλείψεις, καθυστερήσεις και μη συμμόρφωση προς τη νομοθεσία.
5.2 Η προορατική προσέγγιση εστιάζει αλλού: εστιάζει στο μέλλον. Προορατικός είναι το αντίθετο του αντιδραστικός ή παθητικός. Η προσέγγιση που συγκεκριμένα αποκαλείται Προορατικό Δίκαιο εμφανίστηκε στη Φινλανδία τη δεκαετία του 1990. Ανταποκρινόμενη σε μια ανάγκη περαιτέρω ανάπτυξης πρακτικών μεθόδων και νομικών θεωριών σε αυτόν τον νέο τομέα, ιδρύθηκε το 2004 η Σκανδιναβική Σχολή Προορατικού Δικαίου [Nordic School of Proactive Law (NSPL)] (15).
5.3 Ο όρος προορατικός υπονοεί την προνοητική δράση, την ανάληψη ελέγχου και την αυτόβουλη ενέργεια (16). Τα στοιχεία αυτά εντάσσονται στην προσέγγιση του προορατικού δικαίου, το οποίο διακρίνει δύο περαιτέρω πτυχές της προορατικότητας: μία είναι η διάσταση της προώθησης (προώθηση του επιθυμητού, ενθάρρυνση της ορθής συμπεριφοράς) και η άλλη είναι η διάσταση της πρόληψης (πρόληψη του μη επιθυμητού, αποτροπή της πραγμάτωσης νομικών κινδύνων).
5.4 Η προσέγγιση του προορατικού δικαίου εστιάζει περισσότερο στην πραγμάτωση παρά στη μη πραγμάτωση. Πρόκειται για την ανάληψη της πρωτοβουλίας προαγωγής και ενίσχυσης των παραγόντων που οδηγούν στην επιτυχία. Οι ρίζες του προορατικού δικαίου εντοπίζονται στην προορατική σύναψη συμβάσεων (17). Αρχικά ο στόχος ήταν η διαμόρφωση ενός πλαισίου για την ενσωμάτωση της νομικής πρόβλεψης στην απτή πρακτική των καθημερινών συναλλαγών και τη συγχώνευση ορθών πρακτικών σύναψης συμβάσεων, νομοθεσίας, ανάληψης έργων, ποιότητας και διαχείρισης κινδύνων.
5.5 Μολονότι το προορατικό δίκαιο έχει αντλήσει σε μεγάλο βαθμό έμπνευση από το προληπτικό δίκαιο (18), αυτό το τελευταίο εξετάζει τα ζητήματα κυρίως από την οπτική γωνία του νομικού, εστιάζοντας στους νομικούς κινδύνους και στις αντιδικίες. Στο προορατικό δίκαιο η έμφαση αποδίδεται στη διασφάλιση της επιτυχίας και στο να καταστεί εφικτή η επίτευξη των επιθυμητών στόχων σε μια δεδομένη κατάσταση. Κατά την αναλογία της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και της προληπτικής ιατρικής, μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η προσέγγιση του προορατικού δικαίου συνδυάζει στοιχεία προαγωγής της υγείας με στοιχεία πρόληψης των νόσων: ο στόχος είναι η συνδρομή προς άτομα και επιχειρήσεις ούτως ώστε να παραμένουν «νομικά υγιείς» και να αποφεύγουν τη «νόσο» των νομικών αβεβαιοτήτων, των αντιδικιών και των δικαστικών αγώνων.
6. Πώς μπορεί η προορατική προσέγγιση να συμβάλει περαιτέρω στη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου, της υλοποίησης και της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας
6.1 Ένας από τους θεμελιώδεις στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να παρέχει στους πολίτες της έναν χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης χωρίς εσωτερικά σύνορα· έναν χώρο που βασίζεται στις αρχές της διαφάνειας και του δημοκρατικού ελέγχου. Εντούτοις, η δικαιοσύνη δεν υλοποιείται απλώς με την πρόσβαση σε δικαστήρια ή σε διορθωτικές ενέργειες εκ των υστέρων. Αυτό που απαιτείται είναι μια ισχυρή νομική βάση για την ευημερία ατόμων και επιχειρήσεων.
6.2 Τα άτομα και οι επιχειρήσεις αναμένουν έναν εύλογο βαθμό βεβαιότητας, σαφήνειας και συνοχής εκ μέρους του νομοθέτη, ώστε να μπορούν να θέσουν τους στόχους τους, να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους και να επιτύχουν προβλέψιμα αποτελέσματα.
6.3 Οι νομοθέτες ασφαλώς θα πρέπει να ενδιαφέρονται για την επαρκή ενημέρωση των ατόμων ή των επιχειρήσεων ως προς το πότε ισχύει η εκάστοτε νομοθεσία για αυτούς, για το εάν μπορούν να ενημερωθούν περαιτέρω για τη νομική τους κατάσταση εφόσον το θελήσουν ή για το εάν είναι σε θέση να αποφύγουν αντιδικίες όπου αυτό είναι δυνατό ή να τις επιλύσουν με χρήση των πλέον ενδεδειγμένων τεχνικών (19). Από την εμπειρία και την έρευνα προκύπτει ότι σήμερα τα άτομα και οι επιχειρήσεις, οι καταναλωτές και οι ΜΜΕ συγκεκριμένα, δεν διαθέτουν πάντοτε επαρκή πληροφόρηση.
6.4 Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή όρισαν στη Διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας ορισμένες κοινές δεσμεύσεις και κοινούς στόχους για βελτίωση της ποιότητας της νομοθεσίας και για την προώθηση της απλότητας, της σαφήνειας και της συνοχής κατά τη σύνταξη νόμων, και της διαφάνειας κατά τη νομοθετική διαδικασία.
6.5 Εντούτοις, είναι προφανές ότι η βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο από τα συμβαλλόμενα θεσμικά όργανα (20). Η απλοποίηση και τα λοιπά προγράμματα πρέπει να αναπτυχθούν και να ενισχυθούν σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Απαιτείται συντονισμένη δέσμευση και συμμετοχή τόσο των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας όσο και των χρηστών της νομοθεσίας (21).
6.6 Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη κινηθεί προς την κατεύθυνση της προορατικής προσέγγισης. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει:
| — | την απόφαση για τη δημιουργία ενιαίας αγοράς και, αργότερα, την καθιέρωση ενιαίου νομίσματος· | 
| — | τη δυνατότητα των κοινωνικών εταίρων, σύμφωνα με τη Συνθήκη, να διαπραγματεύονται το ρυθμιστικό πλαίσιο στον κοινωνικό τομέα· | 
| — | την ανακοίνωση «Προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις/Μια “Small Business Act” (SBA) για την Ευρώπη» (COM(2008) 394 τελικό, 25.6.2008) με το παράρτημα αυτής: «Ανταλλαγή ορθών πρακτικών στην πολιτική για τις ΜΜΕ» (22)· | 
| — | τα παραδείγματα ορθών πρακτικών από τα κράτη μέλη που λειτουργούν ως έμπνευση για την εφαρμογή της SBA (23), όπως έχουν συγκεντρωθεί στον Ευρωπαϊκό Χάρτη των μικρών επιχειρήσεων, και | 
| — | τα Ευρωπαϊκά Επιχειρηματικά Βραβεία που αναγνωρίζουν την αριστεία σε πρωτοβουλίες που προωθούν την περιφερειακή επιχειρηματικότητα· | 
| — | τις αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση αντικτύπου (COM(2008) 32 τελικό)· | 
| — | το ηλεκτρονικό δίκτυο επίλυσης προβλημάτων Solvit· | 
| — | την υπηρεσία του γραφείου τεχνικής συνδρομής ΔΔΙ (για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας)· | 
| — | την ενθάρρυνση της Επιτροπής προς την ανάπτυξη ευρωπαϊκών προτύπων· | 
| — | τον ιστοτόπο και τη βάση δεδομένων της ΕΟΚΕ σχετικά με την αυτορρύθμιση και την από κοινού ρύθμιση. | 
6.7 Μέχρι τούδε, αυτά τα βήματα μοιάζουν κάπως ανόμοια, και δεν φαίνεται να πραγματοποιείται επαρκής έρευνα ή διατομεακή άντληση γνώσης από την εμπειρία που αποκτάται. Θα άξιζε ωστόσο να μελετηθούν τα αποτελέσματα αυτών των βημάτων, καθώς και η συνάφειά τους, οι συνέπειές τους και η αξία τους ως προς την εφαρμογή σε άλλους τομείς. Η ΕΟΚΕ προτείνει τη στενή παρακολούθηση αυτών των πρωτοβουλιών και τη χρήση αυτών για εντοπισμό και επιμερισμό των βέλτιστων πρακτικών.
6.8 Αφετέρου, ορισμένα πρόσφατα παραδείγματα περιττών προβλημάτων και δυσκολιών μαρτυρούν την ανάγκη για μια προορατική προσέγγιση:
| — | Η οδηγία 2006/123/ΕΚ της 12ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (γνωστή ως οδηγία «Bolkestein») (24) | 
| — | Η οδηγία 2005/29/ΕΚ της 11/05/2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές (25) | 
| — | Η οδηγία 2008/48/EΚ της 23ης Απριλίου 2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης (26), παρότι αμφισβητείται ήδη ευρέως από σχεδόν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (27) | 
| — | Το σύνολο του κοινοτικού κεκτημένου σε θέματα καταναλωτών (28), που ευρύτερα αναγνωρίζεται ότι δεν χαίρει ορθής διατύπωσης, ικανοποιητικής μεταφοράς και επαρκούς εφαρμογής (29) | 
| — | Η πρακτική του «κοινού πλαισίου αναφοράς» (ΚΠΑ) με τον υγιή σκοπό απλοποίησης της νομοθεσίας σχετικά με το συμβατικό δίκαιο, η οποία κατέληξε σε μια τερατώδη έκδοση 800 σελίδων, που καλύπτουν μόνο το «γενικό μέρος»! (30) | 
| — | Η πρόσφατη πρόταση οδηγίας για τη μετανάστευση (31) | 
| — | Η παραδεδεγμένη αποτυχία στον τομέα των λιανικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και ιδιαίτερα της υπερχρέωσης (32) | 
| — | Το ολοένα και αυξανόμενο έλλειμμα μεταφοράς της νομοθεσίας στα κράτη μέλη, όπως έχει αναγνωρίσει και η ίδια η Επιτροπή (33). | 
6.9 Σκοπός της παρούσας γνωμοδότησης είναι να υποδείξει τον τρόπο κατά τον οποίο η προσέγγιση της προορατικής νομοθεσίας μπορεί να ευνοήσει τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου παρέχοντας μια νέα νοοτροπία: μια νοοτροπία με σημείο εκκίνησης τις ανάγκες της πραγματικής ζωής και τις προσδοκίες των ατόμων και των επιχειρήσεων, και όχι τα νομικά εργαλεία και την ορθή χρήση αυτών.
6.10 Αυτό σημαίνει ότι κατά τη σύνταξη των νόμων, ο νομοθέτης θα πρέπει να μεριμνά για την παραγωγή λειτουργικά αποδοτικών κανόνων που αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες της πραγματικής ζωής και υλοποιούνται κατά τρόπο ώστε να εκπληρώνονται οι απώτεροι στόχοι αυτών των κανόνων. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει δε να κοινωνούνται κατά τρόπους κατανοητούς από το κοινό στο οποίο απευθύνονται, ώστε να μπορούν να τους καταλάβουν και να τους τηρούν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι.
6.11 Ο κύκλος ζωής μιας νομοθετικής πράξης δεν ξεκινά με τη σύνταξη μιας πρότασης ούτε ολοκληρώνεται με την επίσημη έγκρισή της. Η νομοθετική πράξη δεν συνιστά σκοπό· ο σκοπός είναι η επιτυχής εφαρμογή της. Και εφαρμογή δεν σημαίνει απλώς επιβολή από τους θεσμικούς φορείς, αλλά σημαίνει και υιοθέτηση και αποδοχή της νομοθετικής πράξης από τα άτομα και τους φορείς στους οποίους απευθύνεται και, εάν κρίνεται απαραίτητο, σημαίνει επίσης αλλαγή της συμπεριφοράς τους. Ως προς αυτό το τελευταίο, η έρευνα δείχνει πως όταν οι κοινωνικοί εταίροι συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις συμφωνιών που αργότερα ενσωματώνονται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, τότε η εφαρμογή είναι επιτυχέστερη.
Μπορούμε να προβλέψουμε ορισμένες συνέπειες αυτής της προσέγγισης — περιλαμβανομένων και ορισμένων πρακτικής φύσεως — όσον αφορά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της σύνταξης, της εφαρμογής και της επιβολής της νομοθεσίας της ΕΕ.
6.12.1 Πρώτον, η ενεργός και αποτελεσματική συμμετοχή, και όχι η απλή διαβούλευση, των ενδιαφερομένων μερών πριν και κατά τη σύνταξη κάθε είδους προτάσεων και καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, ώστε το σημείο εκκίνησης να είναι τα προβλήματα της πραγματικής ζωής και οι λύσεις τους και η διαδικασία λήψης αποφάσεων να καταστεί ένας συνεχής διάλογος και μια διαδικασία αμοιβαίας μάθησης βάσει της επίτευξης συγκεκριμένων στόχων (34).
6.12.2 Δεύτερον, οι αξιολογήσεις του αντικτύπου θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τα οικονομικά, αλλά και τα κοινωνικά και τα ηθικά ζητήματα· όχι μόνο το περιβάλλον των επιχειρήσεων, αλλά και τους καταναλωτές ως τελικούς αποδέκτες των νομικών μέτρων και πρωτοβουλιών· όχι μόνο τις απόψεις της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, αλλά και τη φωνή του ανώνυμου πολίτη (35).
6.12.3 Τρίτον, η πρόβλεψη λύσεων και όχι προβλημάτων, και η χρήση του νόμου για την επίτευξη και επιβολή στόχων και για την μετατροπή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών σε πραγματικότητα σε ένα δεδομένο πολιτισμικό πλαίσιο, αντί για την εστίαση σε μια φορμαλιστική νομική λογική (36).
6.12.4 Επίσης, η διατύπωση της νομοθεσίας όσο το δυνατόν σαφέστερα και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους χρήστες της, με μέριμνα για τη χρήση εύκολα κατανοητής και σαφούς γλώσσας, και η παρουσίαση του περιεχομένου των νομοθετικών πράξεων με τον δέοντα τρόπο, καθώς και η συνοδεία και η καθοδήγηση της εφαρμογής και της επιβολής τους σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής τους.
6.12.5 Επιπροσθέτως, η κατάργηση της περιττής, ασυνεπούς, απηρχαιωμένης και μη εφαρμόσιμης νομοθεσίας, και η εναρμόνιση του τρόπου κατανόησης των όρων, ορισμών, περιγραφών, περιορισμών και ερμηνειών σε κοινά πλαίσια αναφοράς (37). Είναι επίσης πολύ σημαντικό να σταματήσει η δημιουργία κοινοτικών νεολογισμών ή «Eurospeak» («ευρωγλώσσας») αμφίβολης σημασίας, που χρησιμοποιούνται ευρέως χωρίς να γνωρίζουν οι περισσότεροι τι σημαίνουν.
6.12.6 Επίσης, η άσκηση πίεσης για την καθιέρωση νέων τομέων συμβατικής ελευθερίας, αυτορρύθμισης και από κοινού ρύθμισης και τομέων που δύνανται να καλύπτονται από πρότυπα και κώδικες συμπεριφοράς σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο (38) και ο εντοπισμός και η άρση των συναφών νομοθετικών εμποδίων.
6.12.7 Τέλος, η εστίαση στην προσέγγιση των «πρότυπων νόμων» στη νομοθεσία («28ο καθεστώς») αντί για μια υπερβολικά αναλυτική και περιττή ολική εναρμόνιση, αφήνοντας εύλογο και δέον περιθώριο για αυτορρύθμιση και από κοινού ρύθμιση όποτε κρίνεται επαρκές.
6.13 Ο τρόπος επίτευξης των ανωτέρω θα μπορούσε να προέλθει από προγράμματα έρευνας και διαλόγου με τους ενδιαφερόμενους φορείς επί του συγκεκριμένου ρόλου της προσέγγισης της προορατικής νομοθεσίας σε όλον τον κύκλο ζωής και σε όλα τα επίπεδα του ρυθμιστικού πλαισίου. Τα πρώτα βήματα θα πρέπει να περιλαμβάνουν συζητήσεις στρογγυλής τράπεζας ή σεμινάρια με ακαδημαϊκούς κύκλους, ομάδες προβληματισμού, ενδιαφερόμενα μέρη και θεσμικούς φορείς, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο και ένα σχέδιο δράσης για περαιτέρω πρωτοβουλίες με στόχο να λαμβάνεται υπόψη η προορατική προσέγγιση σε κάθε βαθμίδα, όπως επί του παρόντος λαμβάνονται πάντοτε υπόψη η επικουρικότητα και η αναλογικότητα. Δεδομένης της σαφούς εστίασής του σε ζητήματα βελτίωσης του ρυθμιστικού πλαισίου, το ΠΕΑ θα μπορούσε να είναι η πλατφόρμα διεξαγωγής περαιτέρω συζητήσεων σχετικά με την προσέγγιση της προορατικής νομοθεσίας.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Η έννοια της «βελτίωσης της νομοθεσίας» όπως χρησιμοποιείται από τα θεσμικά όργανα της ΕΚ περιέχεται στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Βελτίωση της νομοθεσίας», CESE, ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 39, με εισηγητή τον κ. Retureau. Το «νομικό» περιεχόμενο της έννοιας περιέχεται στη Διοργανική συμφωνία του 2003, ΕΕ C 321 της 31.12.2003.
(2) Ανάλογα με το τι σημαίνει υπό το πρίσμα των κυριάρχων αξιών σε μια δεδομένη κοινωνία και σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή στην ιστορία· πολυάριθμες αρχαίες ελληνικές τραγωδίες εξετάζουν αυτή τη σύγκρουση μεταξύ «νομοθετημένου» δικαίου και «δίκαιου» δικαίου.
(3) Οι δύο βασικές προϋποθέσεις προκειμένου οι νομοθετικές ρυθμίσεις να είναι αποδεκτές είναι να είναι «συναφείς και αναλογικές» (πρβλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ ΕΕ C 48 της 21.2.2002, σ. 130 με θέμα «Απλοποίηση» της 29/11/2001, σημείο 1.6, με εισηγητή τον κ. Walker.
(4) Επιπλέον πληροφορίες περιέχονται στο Helena Haapio, An Ounce of Prevention — Proactive Legal Care for Corporate Contracting Success, που δημοσιεύθηκε στη φινλανδική νομική επιθεώρηση JFT, Tidskrift utgiven av Juridiska Föreningen i Finland, τεύχος 1/2007, καθώς και στο Helena Haapio (Ed.): A Proactive Approach to Contracting and Law, Turku 2008. και στο Peter Wahlgren & Cecilia Magnusson Sjöberg (Eds): A Proactive Approach, Volume 49 of Scandinavian Studies in Law, Stockholm 2006· βλ. http://www.cenneth.com/sisl/tom.php? choice=volumes&page=49.html.
(5) Όπως πολύ ορθά διατυπώθηκε στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Βελτίωση της νομοθεσίας» (ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 39, σημείο 1.1.2., με εισηγητή τον κ. Retureau), «Βελτίωση της νομοθεσίας σημαίνει κατ’ αρχάς αντιμετώπιση της κατάστασης από τη θέση του χρήστη της νομοθεσίας. Γι’ αυτό και είναι σημαντική μια συμμετοχική προσέγγιση, η οποία να περιλαμβάνει τη διοργάνωση προκαταρκτικών διαβουλεύσεων με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τους κοινωνικούς εταίρους, λαμβάνοντας υπόψη την αντιπροσωπευτικότητά τους …»
(6) Βασικά έγγραφα της Επιτροπής εν προκειμένω:
| — | Στρατηγική της Ευρωπαϊκή Ένωσης για την αειφόρο ανάπτυξη, COM(2001) 264 τελικό | 
| — | Ανακοίνωση για την αξιολόγηση αντίκτυπου, COM(2002) 276 τελικό | 
| — | Σχέδιο δράσης για βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος — Απλούστευση και βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος COM(2002) 278 τελικό | 
| — | Συγκέντρωση και χρήση εμπειρογνωσίας, COM(2002) 713 τελικό | 
| — | Ενημέρωση και απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου, COM(2003) 71 τελικό | 
| — | Εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισσαβώνας: στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, COM(2005) 535 τελικό | 
| — | Στρατηγική επισκόπηση του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, COM(2006) 689 | 
| — | Πρώτη έκθεση προόδου όσον αφορά τη στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, COM(2006) 690 τελικό | 
| — | Δεύτερη έκθεση προόδου σχετικά με τη στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, COM(2008) 33 τελικό | 
| — | Κοινός πρακτικός οδηγός σύνταξης νομοθετικών κειμένων (για τα πρόσωπα που συμβάλλουν στη σύνταξη των νομοθετικών κειμένων στο πλαίσιο των κοινοτικών οργάνων) | 
(7) Βασικά έγγραφα του ΕΚ:
| — | Έκθεση σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας 2004: εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας: 12η ετήσια έκθεση, A6-0082/2006 | 
| — | Έκθεση σχετικά με την 21η και 22η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, A6-0089/2006 | 
| — | Έκθεση σχετικά με τις θεσμικές και νομικές επιπτώσεις της χρήσης μέσων μη δεσμευτικής νομοθεσίας, A6-0259/2007 | 
| — | Έκθεση σχετικά με τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, A6-0273/2007 | 
| — | Έκθεση σχετικά με την ελαχιστοποίηση του διοικητικού κόστους που επιβάλλει η νομοθεσία, A6-0275/2007 | 
| — | Έκθεση για τη βελτίωση της νομοθεσίας 2005: εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας — 13η ετήσια έκθεση, A6-0280/2007 | 
| — | Έκθεση σχετικά με την επανεξέταση της ενιαίας αγοράς: εξάλειψη των εμποδίων και της αναποτελεσματικότητας με τη βελτίωση της υλοποίησης και της εφαρμογής, A6-0295/2007 | 
| — | Έκθεση σχετικά με την 23η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2005), A6-0462/2007 | 
(8) Βασικά έγγραφα ΕΟΚΕ:
| — | Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα Απλοποίηση της νομοθεσίας στο εσωτερικό της ενιαίας αγοράς, CESE 1174/2000, ΕΕ C 14 της 16.1.2001, σ. 1 | 
| — | Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα Απλοποίηση, ΕΕ C 48 της 21.2.2002, σ. 130 | 
| — | Διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα Απλούστευση και βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, COM(2001) 726 τελικό, ΕΕ C 125 της 27.5.2002, σ. 105 C 125, της | 
| — | Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα Απλούστευση με ειδική μνεία στην Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση: βελτιωμένη νομοθεσία, ΕΕ C 133 της 6.6.2003, σ. 5 | 
| — | Γνωμοδότηση με θέμα Ενημέρωση και απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου, COM(2003) 71 τελικό, ΕΕ C 112 της 30.4.2004, σ. 4 | 
| — | Φυλλάδιο με τίτλο Ποια είναι η κατάσταση της διευρυμένης ενιαίας αγοράς· — 25 πορίσματα του Παρατηρητηρίου Ενιαίας Αγοράς EESC C-2004-07-EN | 
| — | Ενημερωτική έκθεση με θέμα Η παρούσα κατάσταση όσον αφορά την από κοινού ρύθμιση και την αυτορρύθμιση στην ενιαία αγορά, CESE 1182/2004 fin | 
| — | Φυλλάδιο με θέμα Βελτιώνοντας το ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ — ανάντη και κατάντη ως προς τη ροή της νομοθετικής διαδικασίας, EESC 2005-16-EN | 
| — | Διερευνητική γνωμοδότηση κατόπιν αιτήσεως της βρετανικής Προεδρίας με θέμα Βελτίωση της νομοθεσίας, ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 39 | 
| — | Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα Τρόποι βελτίωσης της εφαρμογής και επιβολής της κοινοτικής νομοθεσίας, ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 52 | 
| — | Γνωμοδότηση με θέμα Εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισσαβώνας: Στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, COM(2005) 535 τελικό, ΕΕ C 309 της 16.12.2006, σ. 18 | 
| — | Διερευνητική γνωμοδότηση κατόπιν αιτήσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με θέμα Απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος του τομέα των μηχανημάτων, ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 8 | 
(9) Έκθεση της ομάδας ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για την απλούστευση της νομοθεσίας και των διοικητικών διαδικασιών (COM(95)0288 — C4-0255/95 — SEC(95)1379). Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στην ΕΚΘΕΣΗ MANDELKERN (Νοέμβριος 2001) και στις συστάσεις αυτής που συνοψίζονται στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ ΕΕ C 125 της 27.5.2002, σ. 105, με εισηγητή τον κ. Walker.
(10) http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do? uri=OJ:C:2003:321:0001:0005:EL:PDF
(11) Ήδη στη γνωμοδότησή της CES ΕΕ C 14 της 16.1.2001, σ. 1, με εισηγητή τον κ. Vever, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι «δεν μπορεί να υποστηριχθεί μια βίαιη και απλοϊκή άρση των ρυθμίσεων που θα αντιστρατεύονταν την ποιότητα των προϊόντων, των υπηρεσιών και των συλλογικών συμφερόντων όλων των χρηστών, είτε πρόκειται για επιχειρηματίες είτε για μισθωτούς ή καταναλωτές. Η οικονομία και η κοινωνία χρειάζονται κανόνες για να λειτουργήσουν“(σημείο 2.8). Στη γνωμοδότησή της με θέμα”Βελτίωση της νομοθεσίας» (ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 39), η ΕΟΚΕ ορίζει ότι «απλοποίηση σημαίνει όσο το δυνατόν λιγότερο περίπλοκη νομοθεσία, χωρίς όμως αναγκαστική δραστική μείωση του κοινοτικού νομοθετικού έργου ή απορρύθμιση, διότι αυτό θα αντέβαινε στις προσδοκίες της κοινωνίας των πολιτών για ασφάλεια και στις ανάγκες των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των ΜΜΕ, για νομική βεβαιότητα και σταθερότητα»· και, στη γνωμοδότηση με θέμα «Αναθεώρηση της Ενιαίας Αγοράς» (ΕΕ C 93 της 27.4.2007, σ. 25, με εισηγητή τον κ. Cassidy), η ΕΟΚΕ ενθυμείται ότι «η θέσπιση λιγότερων ρυθμίσεων δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη καλύτερο ρυθμιστικό πλαίσιο» (σημείο 1.1.7.).
(12) «Less (legislation) is more», http://bre.berr.gov.uk/regulation/news/2005/050720_bill.asp
(13) Η Επιτροπή επανειλημμένως έχει συνεισφέρει στις Προεδρίες του Συμβουλίου της ΕΕ μέσω διερευνητικών γνωμοδοτήσεων(ΕΕ C 175 της 27.7.2007).
(14) http://eesc.europa.eu/self-and-coregulation/index.asp
(15) Βλ. http://www.proactivelaw.org.
(16) Οι ορισμοί των λεξικών στο λήμμα προορατικός [proactive] τονίζουν δύο καίρια στοιχεία: ένα προνοητικό στοιχείο, που εμπεριέχει την εκ των προτέρων ανάληψη δράσης για μια μελλοντική κατάσταση, όπως είναι η «ανάληψη δράσης προνοώντας για μελλοντικά προβλήματα, ανάγκες ή αλλαγές» (Merriam-Webster Online Dictionary), και ένα στοιχείο ανάληψης ελέγχου και πρόκλησης αλλαγής, για παράδειγμα: «ο έλεγχος μιας κατάστασης προκαλώντας κάτι να συμβεί, αντί να περιμένει κανείς να αντιδράσει σε αυτό αφού συμβεί» (proactive. Dictionary.com. WordNet® 3.0. Princeton University). — Η πρόσφατη έρευνα για την προορατική συμπεριφορά βασίζεται σε παρεμφερείς ορισμούς. Οι Parker et al. (2006) ορίζουν την προορατική συμπεριφορά ως μια αυτόβουλη προνοητική ενέργεια που αποσκοπεί στην αλλαγή και βελτίωση της κατάστασης ή του εαυτού. Βλ. Proactivity Research in Organisations Programme, http://proactivity.group.shef.ac.uk/.
(17) Το πρώτο βιβλίο σχετικά με την προορατική σύναψη συμβάσεων [Proactive Contracting] δημοσιεύθηκε στα φινλανδικά το 2002: Soile Pohjonen (Ed.): Ennakoiva sopiminen. Helsinki 2002.
(18) Ο Louis M. Brown ήταν ο πρώτος που εισήγαγε αυτή την προσέγγιση με αυτή την ονομασία στη διατριβή του με τίτλο Manual of Preventive Law, Prentice-Hall, Inc., New York 1950.
(19) Βλ. civil.justice.2000 — A Vision of the Civil Justice System in the Information Age 2000. http://www.dca.gov.uk/consult/meta/cj2000fr.htm#section1.
(20) Στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας για την «Απλοποίηση της νομοθεσίας στο εσωτερικό της ενιαίας αγοράς»ΕΕ C 14 της 16.1.2001, σ. 1 ο εισηγητής κ. Vever ήδη επέστησε την προσοχή μας στο γεγονός ότι «το σύνολο σχεδόν των κοινοτικών κανόνων προέρχεται αποκλειστικά από τον στενό κύκλο των ευρωπαϊκών οργάνων που διαθέτουν εξουσία απόφασης ή συναπόφασης» και ότι «αυτή η έλλειψη πνεύματος σύμπραξης, προς όφελος μιας ουσιαστικά πολιτικής και διοικητικής προσέγγισης των αποφάσεων, περιορίζει τη συμμετοχή και την ευθύνη των φορέων της κοινωνίας των πολιτών στην πολιτική της» (σημείο 3.5.).
(21) Οι σύνδεσμοι μεταξύ κοινοτικών, εθνικών και περιφερειακών διοικήσεων τονίστηκαν στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ CESE ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σ. 3 με εισηγητή τον κ. van Iersel.
(22) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 7, με εισηγητή τον κ. Cappellini και γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με εισηγητή τον κ. Malosse (εν εξελίξει).
(23) Βλ. Παράρτημα 1 της ως άνω ανακοίνωσης.
(24) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ CESE ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σ. 14, με εισηγήτρια την κ. Alleweldt.
(25) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ CESE ΕΕ C 108 της 30.4.2004, σ. 81, με εισηγητή τον κ. Hernández Bataller.
(26) ΕΕ L 133 της 22.5.2008, σ. 66
(27) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ CESE ΕΕ C 234 της 30.9.2003, σ. 1, με εισηγητή τον κ. Pegado Liz.
(28) Τουλάχιστον οι 8 οδηγίες που επελέγησαν από τις 22 που είναι γνωστές ως το «βασικό κεκτημένο σε θέματα προστασίας των καταναλωτών», για «τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος» (85/577/ΕΟΚ της 20/12/85), «οργανωμένα ταξίδια και οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις» (οδηγία 90/314/ΕΟΚ της 13/06/1990), «καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές» (οδηγία 93/13 της 05/04/1993), «χρονομεριστική μίσθωση» (οδηγία 94/47/ΕΚ της 26/10/1994), «εξ αποστάσεως συμβάσεις» (οδηγία 97/7/ΕΚ της 20/05/1997, «αναγραφή των τιμών» (οδηγία 98/6/ΕΚ της 16/02/1998), «αγωγές παραλείψεως» (οδηγία 98/27/ΕΚ της 19/05/1998) και «πώληση και εγγυήσεις καταναλωτικών αγαθών» (οδηγία 1999/44/ΕΚ της 25/05/1999).
(29) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ CESE ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 27, με εισηγητή τον κ. Adams.
(30) Πρβλ. «EC Consumer Law Compendium — Comparative Analysis», Πανεπιστήμιο του Bielefeld, (12/12/2006), καθηγητές Hans Schulte-Nolke, Christian Twig-Felsener και Dr. Martin Ebers.
(31) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ CESE ΕΕ C 44 της 16.2.2008, σ. 91, με εισηγητή τον κ. Pariza Castaños.
(32) Βλ. Έκθεση προόδου 2006 για την ενιαία αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών της 21/02/2007 και τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ ΕΕ C 151 της 17.6.2008, σ. 1 με θέμα «Πράσινη Βίβλος για τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στην ενιαία αγορά», με εισηγητές τον κ. Iozia και την κ. Mader Saussaye· ΕΕ C 44 της 16.2.2008, σ. 74 με θέμα «Πίστωση και κοινωνικός αποκλεισμός στην κοινωνία της αφθονίας», με εισηγητή τον κ. Pegado Liz· ΕΕ C 65 της 17.3.2006, σ. 113 με θέμα «Πράσινο βιβλίο για την ενυπόθηκη πίστη στην ΕΕ», με εισηγητή τον κ. Burani· ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 18 με θέμα «Λευκή Βίβλος για την ολοκλήρωση των αγορών ενυπόθηκης πίστης στην ΕΕ», με εισηγητή τον κ. Grasso.
(33) Βλ. την ανακοίνωση της Επιτροπή «Μια Ευρώπη αποτελεσμάτων — Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου» (COM(2007)502 τελικό), τη συναφή γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 9, με εισηγητή τον κ. Retureau και το ιδιαιτέρως εντυπωσιακό άρθρο με τίτλο «Active Transposition of EU Legislation» του δρα Michael Kaeding (EIPASCOPE 2007/03, σελ. 27).
(34) Στη γνωμοδότησή της για την «Απλούστευση», η ΕΟΚΕ δήλωνε ήδη ότι «η επίσημη διαβούλευση δεν πρέπει να περιορίζεται σε συνομιλητές που επιλέγει η ίδια η Επιτροπή. Στη διαδικασία αυτή πρέπει να συμμετέχουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (…) [συστήνεται η] διεύρυνση της διαδικασίας διαβούλευσης με την πρόσκληση για την υποβολή προτάσεων από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ώστε η διαβούλευση να αποτελεί στην ουσία δικαίωμα επιλογής των ενδιαφερόμενων» (ΕΕ C 133 της 6.6.2003, σ. 5, σημεία 4.1 και 4.1.1.1., με εισηγητή τον κ. Simpson).
(35) Βλ. συγκεκριμένα τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα «Βελτίωση της νομοθεσίας» (ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 39) και «Ποιοτικά πρότυπα για το περιεχόμενο, τις διαδικασίες και τις μεθόδους των μελετών κοινωνικού αντικτύπου από την άποψη των κοινωνικών εταίρων και άλλων παραγόντων της κοινωνίας των πολιτών» (ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σ. 21), αμφότερες με εισηγητή τον κ. Retureau.
(36) Όπως ήδη τονίστηκε στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Τρόποι βελτίωσης της εφαρμογής και επιβολής της κοινοτικής νομοθεσίας» (ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 52, με εισηγητή τον κ. van Iersel) «προκειμένου να είναι εφαρμόσιμη μια νομοθετική πράξη πρέπει να είναι επαρκώς σαφής, ενώ η αποτελεσματικότητά της συνίσταται στη δυνατότητα παροχής ενδεδειγμένων λύσεων σε συγκεκριμένα προβλήματα. Η κακή νομοθεσία οδηγεί σε πολλαπλασιασμό των νόμων και σε υπερβολικό αριθμό κανόνων που επιβάλλουν περιττές υποχρεώσεις συμμόρφωσης στις επιχειρήσεις και προκαλούν σύγχυση στους πολίτες» (σημείο 1.6).
(37) Μια πρώτη προσέγγιση σε αυτή τη μέθοδο έχει θεσπισθεί στην ανακοίνωση της Επιτροπής «Ενημέρωση και απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου» (COM(2003)71 τελικό), αντικείμενο της γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ CESE ΕΕ C 112 της 30.4.2004, σ. 4, με εισηγητή τον κ. Retureau.
(38) Γνωμοδότηση με θέμα «Προτεραιότητες της ενιαίας αγοράς 2005-2010» (ΕΕ C 255 της 14.10.2005, σ. 22), με εισηγητή τον κ. Cassidy.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/34 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτει η διαχείριση των αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ) στην ΕΕ»
(2009/C 175/06)
Στις 17 Ιανουαρίου 2008 και σύμφωνα με το άρθρο 29 παρ. 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
«Αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτει η διαχείριση των αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ) στην ΕΕ» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).
Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 30 Οκτωβρίου 2008 με βάση την εισηγητική έκθεση της κ. SYLVIA GAUCI.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου 2008) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 119 ψήφους υπέρ και 1 αποχή.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η Οδηγία ΑΗΗΕ μπορεί να συμβάλλει στην απλοποίηση ώστε να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος των δυνάμεων της αγοράς.
1.2 Με την αναθεώρηση της οδηγίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι εθνικές αρχές οφείλουν να διασφαλίσουν ότι η οδηγία διαμορφώνει ισότιμες συνθήκες σε όλες τα κράτη μέλη της ΕΕ. Τούτο θα είναι ευεργετικό για το περιβάλλον, τους επιχειρηματίες και τους ευρωπαίους πολίτες.
1.3 Λόγω του ό,τι έχει αυξηθεί η αξία των υλικών σε σχέση με τα 5 ή 10 τελευταία χρόνια, πολλά είδη ΑΗΗΕ διαφεύγουν τις προκαθορισμένες οδούς συλλογής. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα ότι ορισμένα είδη δεν τυγχάνουν σωστής επεξεργασίας. Επικίνδυνα, ευτελούς αξίας μέρη ψυγείων που απορρίπτονται, π.χ. πυκνωτές, αφαιρούνται χωρίς να υποστούν επεξεργασία. Σήμερα, οι παραγωγοί είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση ΑΗΗΕ ενώ οι δυνατότητες ελέγχου τους είναι ελάχιστες έως μηδαμινές. Όλοι οι παράγοντες στην αλυσίδα, συμπεριλαμβανομένων βεβαίως των εμπόρων παλαιών σιδερικών ή άλλων εμπόρων, θα πρέπει να αναλάβουν τις ίδιες ευθύνες.
1.4 Τα σχολεία διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην εκπαίδευση των νέων πολιτών ώστε τούτοι να συμβάλλουν στην καταπολέμηση του προβλήματος των αποβλήτων. Συνεπώς, οι νέοι πολίτες θα πρέπει να είναι ενημερωμένοι για τους κινδύνους που σχετίζονται με τα ηλεκτρονικά απορρίμματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους έτσι ώστε να επιδιωχθεί η προώθηση της πρόληψης, της ποιοτικής αποκατάστασης, της ανακύκλωσης και της επαναχρησιμοποίησης. Η εκπαίδευση είναι πρώτη και κύρια αρμοδιότητα των κρατών μελών αλλά οι οργανώσεις των παραγωγών μπορούν και αυτές να διαδραματίσουν καίριο ρόλο.
1.5 Η αναθεώρηση της οδηγίας θα πρέπει να δώσει τη δυνατότητα για καλύτερη ισορροπία μεταξύ των διατάξεων για την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, αφενός, και των κανόνων που διέπουν την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, αφετέρου. Ειδικότερα, ο ορισμός του κατασκευαστή δεν πρέπει να οδηγήσει σε περισσότερους φραγμούς στην εσωτερική αγορά. Ακόμη, τούτο θα σημάνει και συμμόρφωση με την πρόσφατη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που απαιτεί η προστασία του περιβάλλοντος να μην αντιβαίνει στις αρχές της εσωτερικής αγοράς.
1.6 Επί του παρόντος, συλλογικά συστήματα με βάση τα μερίδια αγοράς έχουν σημειώσει επιτυχία στη σωστή διαχείριση των ΑΗΗΕ. Μια αναθεωρημένη οδηγία δεν θα πρέπει να θέτει εμπόδια στην πρακτική του επιμερισμού του κόστους διαχείρισης των ΑΗΕΕ με βάση τα υφιστάμενα μερίδια αγοράς. Όσον αφορά το Παράρτημα ΙΙ, στόχος είναι να επιτρέψει στα ενδιαφερόμενα μέρη να συνεχίσουν να αναπτύσσουν νέα πρότυπα επεξεργασίας.
1.7 Τέλος, η αντιμετώπιση των διαφόρων κατηγοριών ΑΗΗΕ στην ΕΕ με τον πλέον αποδοτικό ως προς τις δαπάνες τρόπο αναμένεται να συμβάλλει στην εξάλειψη της μεταφοράς των αποβλήτων αυτών σε τρίτες χώρες όπου τα περιβαλλοντικά πρότυπα είναι χαμηλότερα και οι κίνδυνοι για το εργατικό δυναμικό που τα χειρίζεται υψηλότεροι. Συνεπώς, η οδηγία θα ανταποκριθεί στον κοινωνικό της στόχο που είναι η προστασία του περιβάλλοντος και η μείωση των επιπτώσεων των αποβλήτων στην ανθρώπινη υγεία. Ακόμη, θα πρέπει να προωθηθεί η εφαρμογή των προτύπων επεξεργασίας στις τρίτες χώρες.
2. Εισαγωγή
2.1 Η οδηγία 2002/96/ΕΚ (1) σχετικά με τα απόβλητα ειδών ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΗΗΕ) έχει σχεδιαστεί για να αντιμετωπίσει την ταχέως αυξανόμενη ροή ΑΗΗΕ και συμπληρώνει τα μέτρα της ΕΕ για την υγειονομική ταφή και αποτέφρωση των αποβλήτων.
2.2 Με βάση πολλές πηγές και διαφορετικές τεχνικές εκτίμησης, ο όγκος ΗΕΕ που τίθεται στην αγορά της ΕΕ των 27 υπολογίζεται σε 10,3 εκατ. τόνους ετησίως. Σύμφωνα με προβλέψεις, εκτιμάται ότι έως το 2020, το σύνολο των ΑΗΗΕ θα αυξηθεί ετησίως μεταξύ 2,5 % και 2,7 % και θα ανέλθει σε 12,3 εκατ. τόνους. Η συνολική ποσότητα που συλλέχθηκε το 2006 ανήλθε σε 2 εκατ. τόνους.
2.3 Στο στάδιο αυτό, είναι σημαντικό να αξιολογηθεί κατά πόσο η οδηγία έχει επιτύχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα όσον αφορά την περιβαλλοντική προστασία. Επίσης, είναι σημαντικό να βρεθεί ποιες είναι οι δυνατές βελτιώσεις και ποια είναι τα καταλληλότερα μέσα επίτευξής τους.
2.4 Ειδικότερα, η οδηγία ΑΗΗΕ θεσπίζει ορισμένα πρότυπα διαχείρισης αποβλήτων προκειμένου να αυξηθεί η ανακύκλωση του ΗΗΕ και να περιοριστεί ο συνολικός όγκος των αποβλήτων προς τελική διάθεση.
2.5 Δίνονται κίνητρα στους παραγωγούς να σχεδιάζουν ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό με πιο αποτελεσματικό περιβαλλοντικό τρόπο και, ταυτόχρονα, να λαμβάνει πλήρως υπόψη τις πτυχές διαχείρισης αποβλήτων. Για το λόγο αυτό, η οδηγία ΑΗΗΕ αναφέρει την έννοια της διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού. Προκειμένου να συμμορφωθούν με τη νομοθεσία, οι παραγωγοί ΗΗΕ πρέπει να συνεκτιμήσουν το συνολικό κύκλο ζωής των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών προϊόντων, τη βιωσιμότητα, την αναβάθμιση, την επισκευή, την αποσυναρμολόγηση και τη χρήση εύκολα ανακυκλούμενων υλικών. Είναι, επίσης, υπεύθυνοι για την επιστροφή σε αυτούς και την ανακύκλωση ΗΗΕ, με την προϋπόθεση ότι ο εξοπλισμός αυτός εμπίπτει σε μία από τις δέκα μεγάλες κατηγορίες προϊόντων (2). Τέλος, οφείλουν να παρέχουν στοιχεία για να αποδεικνύουν τη συμμόρφωση.
2.6 Η διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού υπεισέρχεται αμέσως μόλις ένας παράγοντας της αγοράς εμφανίζεται στα εθνικά μητρώα παραγωγών τα οποία καταρτίζονται από τις εθνικές αρχές κάθε κράτους μέλους. Ο όρος «παραγωγός» καλύπτει διάφορους τύπους δραστηριοτήτων και περιλαμβάνει, συγκεκριμένα, τους παραγωγούς ίδιων προϊόντων, τους εισαγωγείς ή τους μεταπωλητές. Η εμβέλεια του όρου «παραγωγός» είναι τόσο ευρεία που περιλαμβάνει εξαιρετικά μεγάλο αριθμό επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και επιτυγχάνει ένα αποτελεσματικό από πλευράς κόστους σύστημα διαχείρισης. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι ότι η ευρεία κάλυψη οδηγεί σε μια κατάσταση όπου ένα προϊόν μπορεί να έχει πολλούς παραγωγούς υπεύθυνους για τη διαχείρισή του, γεγονός που νομικά είναι απαράδεκτο.
2.7 Η οδηγία ΑΗΗΕ επιδιώκει να προωθήσει τη χωριστή συλλογή με τη θέσπιση ποσοτικών στόχων. Το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 2006, τα κράτη μέλη της ΕΕ όφειλαν να έχουν επιτύχει ένα ποσοστό χωριστής συλλογής τουλάχιστον 4 κιλών ανά κάτοικο ΑΗΗΕ από νοικοκυριά. Ένας νέος υποχρεωτικός στόχος αναμένεται να θεσπιστεί το Δεκέμβριο 2008.
2.8 Η οδηγία ΑΗΗΕ προωθεί επίσης την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση με τη θέσπιση στόχων αποκατάστασης, ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης.
2.9 Ο τελευταίος πυλώνας της οδηγίας ΑΗΗΕ αφορά το ρόλο των τελικών χρηστών, δηλαδή, των καταναλωτών. Οι καταναλωτές μπορούν να επιστρέφουν τον εξοπλισμό τους χωρίς χρέωση. Προκειμένου να προλαμβάνεται η δημιουργία επικίνδυνων αποβλήτων ΗΗΕ, η οδηγία 2002/95/ΕΚ (RoHS) έχει θεσπίσει απαγορεύσεις και περιορισμούς για διάφορες ουσίες (3).
3. Γενικές παρατηρήσεις — Προβλήματα που εντοπίστηκαν
3.1 Σύμφωνα με τα ανωτέρω, τα κράτη μέλη έπρεπε να καταρτίσουν εθνικά σχέδια διαχείρισης των ΑΗΗΕ έτσι ώστε να συμμορφωθούν με την οδηγία. Από την πρώτη αξιολόγηση της εθνικής εφαρμογής της νομοθεσίας ΑΗΗΕ μπορούν να συναχθούν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
| — | το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας έχει δώσει αφορμή για αποκλίνουσες ερμηνείες στην ΕΕ δεδομένου ότι το ίδιο προϊόν δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας σε όλα τα κράτη μέλη, γεγονός που επηρεάζει τους παραγωγούς οι οποίοι είναι αντιμέτωποι με διαφορετικά επίπεδα συμμόρφωσης στην ΕΕ· | 
| — | οι στόχοι συλλογής μπορούν να επιτευχθούν εύκολα στην ΕΕ των 15 αλλά παραμένουν πρόκληση για τα περισσότερα νέα κράτη μέλη· | 
| — | η απόδοση είναι χαμηλή για τη συλλογή προϊόντων κατηγορίας άλλης από την Κατηγορία 1 (4)· | 
| — | τα μικρού μεγέθους αντικείμενα δεν επιστρέφονται συνήθως στα σημεία συλλογής και, συνεπώς, διαφεύγουν των καθιερωμένων οδών ΑΗΗΕ· | 
| — | σε ορισμένα κράτη μέλη, δεν διατίθενται επαρκή σημεία συλλογής ΑΗΗΕ όπως θα έπρεπε· | 
| — | δεν καταρτίζονται εκθέσεις (5) για την ποιότητα επεξεργασίας των ΑΗΗΕ· | 
| — | οι δύο σημαντικότερες δραστηριότητες ως προς το διοικητικό φόρτο είναι η εγγραφή στα εθνικά μητρώα παραγωγών και η υποβολή εκθέσεων· | 
| — | η μεταφορά της οδηγίας ΑΗΗΕ πραγματοποιήθηκε από τα κράτη μέλη μετά τις 13 Αυγούστου 2004 και σε ορισμένα κράτη μέλη είναι ακόμη ατελής. Συνεπώς, είναι ακόμη πολύ νωρίς για μια πλήρη κοινωνική παρακολούθηση και αξιολόγηση. | 
4. Ειδικές παρατηρήσεις — Προοπτικές
4.1 Η αναθεώρηση της οδηγίας πρέπει να επιδιώξει τη μεγιστοποίηση των περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων (μεγαλύτερη συλλογή) και την αύξηση της αποδοτικότητας ως προς το κόστος της επεξεργασίας των ΑΗΗΕ (καλύτερη επεξεργασία).
4.2 Η αντιμετώπιση των προκλήσεων της διαχείρισης των ΑΗΗΕ στην ΕΕ σημαίνει επίσης μείωση του διοικητικού φόρτου των επιχειρήσεων έτσι ώστε να παραμείνουν οικονομικά ανταγωνιστικές και να μπορούν να επενδύουν στη βελτίωση της περιβαλλοντικής απόδοσης των δραστηριοτήτων τους, στο σχεδιασμό του προϊόντος, στα συστήματα επιστροφής του προϊόντος στον παραγωγό ή στην ενημέρωση του κοινού.
4.3 Οι εθνικές διοικήσεις καθώς και ιδιωτικές πρωτοβουλίες μπορούν να χρηματοδοτήσουν εκπαιδευτικά προγράμματα σε σχολεία προκειμένου τα παιδιά να μάθουν, από νεαρή ηλικία, τις ορθές πρακτικές σχετικά με τη διάθεση και την ανακύκλωση του ΗΗΕ. Τα προγράμματα αυτά θα πρέπει να εφαρμόζονται σε τοπικό επίπεδο διότι το περιεχόμενό τους πρέπει να προσαρμόζεται στις τοπικές συνθήκες και στις καταναλωτικές συνήθειες.
4.4 Οι μεγαλύτερες περιβαλλοντικές βελτιώσεις και η υψηλότερη αποδοτικότητα από πλευράς κόστους μπορεί να επιτευχθεί ως εξής:
| — | Μετατροπή της προσέγγισης με βάση το προϊόν (6) προς μια προσέγγιση με βάση την κατηγορία· | 
| — | Διαφοροποίηση του καθορισμού του στόχου όσον αφορά τον όγκο συλλογής, το ποσοστό ανακύκλωσης και τις απαιτήσεις επεξεργασίας· | 
| — | Επίτευξη ισότιμων συνθηκών για τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη στην ΕΕ· Ειδικότερα: 
 
 
 
 | 
| — | Διασαφήνιση και στη συνέχεια εφαρμογή, κατά τρόπο ομοιογενή, της εναρμονισμένης προσέγγισης σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. | 
| — | Εξέταση του τρόπου με τον οποίο οι εθνικές κυβερνήσεις μπορούν να ενθαρρύνουν την έρευνα για βελτίωση της περιβαλλοντικής πτυχής στη διαχείριση των ΑΗΗΕ. | 
| — | Τέλος, πρέπει να αναλυθεί περαιτέρω ο ρόλος του καταναλωτή στην διαμόρφωση της πολιτικής για τα ΑΗΗΕ. Διότι, τελικά, ο καταναλωτής οφείλει να επιστρέψει τα ηλεκτρονικά απόβλητα και να πληρώσει, ανεξάρτητα από τον τρόπο διαμόρφωσης της χρηματοδότησης. | 
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ για τα ΑΗΗΕ, EE C 116, της 20.04.2001, σελ. 38-43
(2) Η οδηγία καλύπτει δέκα κατηγορίες ΗΗΕ:
| — | Κατηγορία 1 — Μεγάλες οικιακές συσκευές | 
| — | Κατηγορία 2 — Μικρές οικιακές συσκευές | 
| — | Κατηγορία 3 — Τηλεπικοινωνιακό υλικό | 
| — | Κατηγορία 4 — Καταναλωτικός εξοπλισμός | 
| — | Κατηγορία 5 — Εξοπλισμός φωτισμού | 
| — | Κατηγορία 6 — Ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά εργαλεία | 
| — | Κατηγορία 7 — Παιχνίδια, εξοπλισμός ψυχαγωγίας και αθλητισμού | 
| — | Κατηγορία 8 — Ιατροτεχνολογικά προϊόντα | 
| — | Κατηγορία 9 — Εξοπλισμός παρακολούθησης και ελέγχου | 
| — | Κατηγορία 10 — Συσκευές αυτόματης διανομής | 
(3) Η οδηγία RoHS απαιτεί την αντικατάσταση διαφόρων βαρέων μετάλλων (μολύβδου, υδραργύρου, καδμίου και εξασθενούς χρωμίου) καθώς των βρωμιούχων φλογοεπιβραδυντών ((πολυβρωμιωμένα διφαινύλια (PBB) και πολυβρωμοδιφαινυλαιθέρες (PBDE)) σε νέο ΗΗΕ που τίθεται στην αγορά από την 1η Ιουλίου 2006.
(4) Βλ. υποσημείωση 2
(5) Σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας ΑΗΗΕ όσον αφορά την «Ενημέρωση και υποβολή εκθέσεων», οι παραγωγοί συλλέγουν πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωμένων εκτιμήσεων, σχετικά με τις ποσότητες και τις κατηγορίες ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού που διατίθενται στην αγορά τους, συλλέγονται με οποιοδήποτε τρόπο, επαναχρησιμοποιούνται, ανακυκλώνονται και ανακτώνται εντός των κρατών μελών, και σχετικά με τα συλλεγέντα απόβλητα που έχουν εξαχθεί, κατά βάρος, ή, αν αυτό είναι αδύνατο, κατά αριθμό τεμαχίων.
(6) Βλ. Κατηγορίες προϊόντων στην υποσημείωση 2
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/37 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η ανάγκη ανάληψης συντονισμένης δράσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές ζώνες, ειδικότερα στα νέα κράτη μέλη»
(2009/C 175/07)
τις 17 Ιανουαρίου 2008 η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε δυνάμει του άρθρου 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, να προβεί στην κατάρτιση γνωμοδότησης με θέμα:
«Η ανάγκη ανάληψης συντονισμένης δράσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές ζώνες, ειδικότερα στα νέα κράτη μέλη»
Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές εργασίες της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 30 Οκτωβρίου 2008, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. KAMIENIECKI.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειας της 3ης. και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 107 ψήφους υπέρ, 6 ψήφους κατά και 11 αποχές.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Επί σειρά ετών η πολιτική για τις αγροτικές περιοχές επικεντρωνόταν αποκλειστικά στα θέματα άμεσης σχέσης με τη γεωργική παραγωγή. Έπρεπε να περιμένουμε τα τέλη της δεκαετίας του '80 για να εξαπλωθεί η ιδέα ότι οι αγροτικές ζώνες παρουσιάζουν τεράστια πολυμορφία που δεν ευνοεί την εφαρμογή ενιαίων πολιτικών μέσων σε ευρωπαϊκό ή εθνικό επίπεδο, και ότι οι στόχοι της ανάπτυξης και της ισότητας των ευκαιριών, μεταξύ άλλων, δεν μπορούν να υλοποιηθούν αποτελεσματικά χωρίς τη συνεισφορά και τη συμμετοχή των κατοίκων των αγροτικών περιοχών
1.2 Η συζήτηση που διεξάγεται επί του παρόντος με θέμα την κοινή γεωργική πολιτική και τα μέτρα υπέρ των αγροτικών περιοχών είναι καίριας σημασίας για το μέλλον της υπαίθρου στην Ευρώπη. Σε αυτήν τη συζήτηση είναι σημαντικό να ακουστεί και η φωνή των αγροτικών κύκλων, πέραν των εμπειρογνωμόνων και των πολιτικών προσωπικοτήτων.
1.3 Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία Leader συνιστά ένα θετικό παράδειγμα, στο βαθμό που τα νέα κράτη μέλη την εκλαμβάνουν ως μια ευκαιρία για την ανάπτυξη δραστηριότητας στις αγροτικές περιοχές και για την αποτελεσματικότερη εκμετάλλευση των πόρων που προορίζονται για αναπτυξιακούς σκοπούς. Είναι σημαντικό να εξασφαλίζεται η συνδρομή, σε επίπεδο κοινοτικών και εθνικών πόρων, προς όφελος των διαφόρων δράσεων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές περιοχές.
1.4 Σε καθεμία από τις χώρες της Ευρώπης, η κοινωνία των πολιτών στις αγροτικές ζώνες διαμορφώνεται ανάλογα με τις οικονομικές (αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές), κοινωνικές (ερήμωση της υπαίθρου) ή οικολογικές (κλιματικές αλλαγές) μεταλλαγές, οι οποίες εκδηλώνονται με αυξημένη ένταση τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτές οι ταυτόχρονες διεργασίες έρχονται να προστεθούν σε βαθύτατους ιστορικούς παράγοντες που ρυθμίζουν την οικονομική ανάπτυξη. Στα νέα κράτη μέλη, οι αλλαγές που επηρεάζουν τις αγροτικές ζώνες είναι ιδιαίτερα θεαματικές.
1.5 Μια προνομιακή μέθοδος για την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών στην ύπαιθρο είναι η προσαρμογή των αναπτυξιακών μέσων στις συγκεκριμένες ανάγκες και δυνατότητες των αγροτικών περιοχών, γεγονός που απαιτεί την υιοθέτηση ολοένα και περισσότερο μιας προσέγγισης από τη βάση στην κορυφή. Η εκπαίδευση μπορεί εξίσου να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο σημείο αυτό.
1.6 Οι πρώτες μη κυβερνητικές οργανώσεις εμφανίζονται στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του '80. Σε σχέση με τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στις χώρες της ΕΕ των 15, έρχονται συνεχώς αντιμέτωπες με περισσότερα εμπόδια, τα οποία συνδέονται με τις αποκλίσεις ως προς τον βαθμό οικονομικής ανάπτυξης, μια δυσκολότερη πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες και στις ποικίλες πηγές χρηματοδότησης, ιδίως τις ιδιωτικές, καθώς και με το νομικό πλαίσιο ή ακόμη τη στάση των δημόσιων αρχών.
1.7 Επίσης θα πρέπει να δοθεί περισσότερη έμφαση στη δυνατότητα πρόσβασης των αγροτικών οργανώσεων σε μορφές χρηματοδότησης. Η χρηματοδότηση αυτή θα πρέπει να είναι σταθερή και ομαλή, και να μπορεί να διατίθεται για την κάλυψη εξόδων, τα οποία οι εν λόγω οργανώσεις υφίστανται για την ίδια τη λειτουργία τους (θεσμικές επιδοτήσεις).
1.8 Θα πρέπει να προβλεφθούν θεσμοθετημένοι μηχανισμοί ειδικά για την ενίσχυση των δυνατοτήτων των αγροτικών οργανώσεων, μεταξύ άλλων στις χώρες που προετοιμάζονται για προσχώρηση στην ΕΕ. Επίσης είναι απαραίτητη η εφαρμογή ποικίλων μέσων, χάρη στα οποία οι τοπικές κοινότητες θα έχουν ευκολότερη πρόσβαση στην ενημέρωση.
1.9 Οι κάτοικοι των χωριών έχουν γενικά κατώτερο επίπεδο εκπαίδευσης και δυσκολότερη πρόσβαση στην ενημέρωση, και ως εκ τούτου αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα προσαρμογής σε ένα περιβάλλον ραγδαίων εξελίξεων.
1.10 Στο σύνολο της ΕΕ, η ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές περιοχές έρχεται αντιμέτωπη με τα ακόλουθα εμπόδια:
| — | τα εμπόδια σε επίπεδο πρόσβασης στη γνώση και την πληροφόρηση, | 
| — | την έλλειψη ικανοτήτων για την έναρξη οικονομικών δραστηριοτήτων, | 
| — | τα δημογραφικά προβλήματα ή τα προβλήματα ανισότητας των δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών (1), | 
| — | τις κοινωνικές υποδομές κατώτερου επιπέδου από τις αντίστοιχες των πόλεων. | 
1.11 Σε επίπεδο εθνικής πολιτικής, χρειάζεται περαιτέρω συντονισμός μεταξύ των αποφάσεων που λαμβάνονται υπέρ των αγροτικών περιοχών στον τομέα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, της παιδείας και της κοινωνικής πρόνοιας αφενός, και της γεωργικής πολιτικής με τη στενή έννοια του όρου αφετέρου. Ομοίως, επιβάλλεται η ανάληψη δράσεων που προωθούν την ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ της υπαίθρου και της πόλης.
1.12 Τα μέσα που επιτρέπουν στους κατοίκους των αγροτικών περιοχών να αξιοποιούν πηγές εσόδων πέραν της γεωργίας παραμένουν σχεδόν ανύπαρκτα. Στο σημείο αυτό, ο ρόλος του κράτους συνίσταται στη δημιουργία των συνθηκών ενός διαλόγου μεταξύ των φορέων του και της τοπικής κοινωνίας.
1.13 Οι τοπικές αρχές έχουν έναν ρόλο ζωτικής σημασίας. Θα πρέπει να λειτουργούν ως καταλύτες για την ανάπτυξη των αγροτικών κοινωνιών και να τις στρέφουν σε κοινοτικές δράσεις.
1.14 Στα νέα κράτη μέλη, το πρόβλημα της έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών κοινοτήτων είναι ιδιαίτερα έντονο. Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θεωρούν ότι οι δήμοι εμποδίζουν την υλοποίηση κοινοτικών πρωτοβουλιών, ενώ οι τοπικές αρχές φοβούνται τον ανταγωνισμό των ηγετικών προσωπικοτήτων των τοπικών κοινοτήτων.
1.15 Σκόπιμη θα ήταν η εισαγωγή, σε μεγαλύτερη κλίμακα, ενός μηχανισμού που ελέγχει με ποιον τρόπο η μία ή η άλλη νομική ρύθμιση, χωρίς άμεση σχέση με τις αγροτικές περιοχές αλλά σε τομείς όπως η εκπαίδευση ή οι δημόσιες συμβάσεις, επηρεάζει την κατάσταση στις αγροτικές ζώνες.
2. Το πλαίσιο
2.1 Οι αλλαγές που πραγματοποιούνται στις αγροτικές ζώνες της ΕΕ επιβάλλουν έναν προβληματισμό σχετικά με τις κατευθύνσεις που θα λάβει η ανάπτυξη των κοινοτήτων της υπαίθρου, την ικανότητα να αποφασίζουν μόνες τους για το μέλλον τους και το βαθμό στον οποίο η πολιτική δράση, το δίκαιο και οι δημόσιοι οργανισμοί στηρίζουν τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων ή τις αναδυόμενες ανάγκες συνεργασίας.
2.2 Δεδομένου ότι η κοινωνία των πολιτών έχει αναλάβει πολλούς ρόλους, μπορεί να υποτεθεί ότι διευκολύνει τη ζωή και καλύπτει την απόσταση μεταξύ ατόμων, οικογένειας και κράτους.
2.3 Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση επηρεάζει τη δυναμική της μεταμόρφωσης της υπαίθρου, και μία από τις σημαντικότερες αποστολές της ΕΟΚΕ συνίσταται στη συνέχιση αυτής της διαδικασίας με στόχο τη θεμελίωση της κοινωνίας των πολιτών.
2.4 Σε καθεμία από τις χώρες της Ευρώπης, η κοινωνία των πολιτών στις αγροτικές ζώνες διαμορφώνεται ανάλογα με τις οικονομικές (αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές), κοινωνικές (ερήμωση της υπαίθρου) ή οικολογικές (κλιματικές αλλαγές) μεταλλαγές, οι οποίες εκδηλώνονται με αυξημένη ένταση τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτές οι ταυτόχρονες διεργασίες έρχονται να προστεθούν σε βαθύτατους ιστορικούς παράγοντες που ρυθμίζουν την οικονομική ανάπτυξη.
2.5 Στα νέα κράτη μέλη, οι αλλαγές που επηρεάζουν τις αγροτικές ζώνες είναι ιδιαίτερα θεαματικές. Αφορούν ταυτόχρονα όλες τις πτυχές της ύπαρξης, σε οικονομικό επίπεδο (όπως για παράδειγμα στον τραπεζικό τομέα) αλλά και σε κοινωνικό (μεταρρυθμίσεις των υπηρεσιών υγείας, του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας) και νομικό επίπεδο (ανατροπές ως προς τον ρόλο των τοπικών κοινοτήτων, δίκαιο των μη κυβερνητικών οργανώσεων, φορολογικές και οικονομικές ρυθμίσεις, κλπ.).
2.6 Οι εργαζόμενοι στις μεγάλες παραγωγικές καλλιέργειες, στις οποίες τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά της αγροτικής κοινωνίας παραμορφώνονται, αντιπροσωπεύουν την κληρονομιά της προηγούμενης εποχής.
2.7 Οι κάτοικοι των χωριών έχουν γενικά κατώτερο επίπεδο εκπαίδευσης και δυσκολότερη πρόσβαση στην ενημέρωση, και ως εκ τούτου αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα προσαρμογής σε ένα περιβάλλον ραγδαίων εξελίξεων.
2.8 Στις χώρες της ΕΕ των 15, η υλοποίηση αυτών των διεργασιών ήταν εν μέρει πρώιμη και διήρκεσε περισσότερο. Ωστόσο, ακόμη και αυτά τα κράτη δεν κατάφεραν να αποφύγουν τις αρνητικές επιπτώσεις λόγω της συγκέντρωσης της γεωργικής παραγωγής.
2.9 Επιπλέον, οι 15 έχουν σαφώς μεγαλύτερη συναίσθηση της αξίας που παρουσιάζουν οι αγροτικές περιοχές από ό,τι τα νέα κράτη μέλη. Στα νέα κράτη μέλη, η κοινή γνώμη και τα μέσα ενημέρωσης εστιάζουν συνήθως την προσοχή τους στα προβλήματα που συνδέονται με τη γεωργία.
Οι πρώτες μη κυβερνητικές οργανώσεις με τη δέουσα μορφή εμφανίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του '80 και είχαν ως στόχο την υποστήριξη της ανάπτυξης της υπαίθρου στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Σε σχέση με τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στις χώρες της ΕΕ των 15, έρχονται συνεχώς αντιμέτωπες με περισσότερα εμπόδια, τα οποία συνδέονται με τις αποκλίσεις ως προς τον βαθμό οικονομικής ανάπτυξης, μια δυσκολότερη πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες και στις ποικίλες πηγές χρηματοδότησης, ιδίως τις ιδιωτικές, καθώς και με το νομικό πλαίσιο ή ακόμη τη στάση των δημόσιων αρχών, οι οποίες δεν διαθέτουν πείρα ή είναι δύσπιστες σε θέματα συνεργασίας με τον κοινωνικό τομέα.
2.10.1 Τα επίσημα στοιχεία, για παράδειγμα όσα αφορούν τον αριθμό μη κυβερνητικών οργανώσεων σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό, καταδεικνύουν ότι το επίπεδο κοινωνικής συνεισφοράς είναι χαμηλότερο στις αγροτικές περιοχές. Ωστόσο, εάν λάβει κανείς υπόψη τις άτυπες ομάδες, τις σχέσεις γειτονίας, καθώς και το επίπεδο συμμετοχής των τοπικών πληθυσμών στις υποθέσεις που αφορούν την περιοχή τους ή ακόμη το επίπεδο γνώσης των πρωτοβουλιών που λαμβάνονται από τις τοπικές αρχές, προκύπτει ότι αυτό το είδος κοινωνικού κεφαλαίου είναι ενίοτε πιο ανεπτυγμένο στην ύπαιθρο παρά στις μεγάλες πόλεις.
2.11 Από την αρχή του εικοστού πρώτου αιώνα, οι αγροτικές οργανώσεις αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς εντός της ΕΕ. Άρχισαν να συνεργάζονται μεταξύ τους και να δημιουργούν δομές σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Σε ορισμένες χώρες ακολούθησαν πιστά το παράδειγμα της Σκανδιναβίας, όπου κάθε χωριό έχει τις δικές του τοπικές ενώσεις. Σε άλλες, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην ύπαιθρο ανέπτυξαν εθνικές συμμαχίες ή «φόρουμ» με σκοπό τη συνεργασία, την ανταλλαγή εμπειριών και την εκπροσώπηση των αγροτικών κοινοτήτων στις επαφές τους με τις αρχές. Με την υποστήριξη των σκανδιναβικών οργανώσεων, οι ενώσεις αυτού του είδους στα νέα κράτη μέλη ίδρυσαν το δίκτυο Prepare («Εταιρική σχέση για την αγροτική Ευρώπη»), το οποίο συμβάλλει στην αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των ενώσεων και στη βελτίωση του τρόπου λειτουργίας τους.
3. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η κοινωνία των πολιτών στις αγροτικές ζώνες
3.1 Επί σειρά ετών η πολιτική για τις αγροτικές περιοχές επικεντρωνόταν αποκλειστικά στα θέματα άμεσης σχέσης με τη γεωργική παραγωγή και ήταν ενιαία για ολόκληρη την ΕΕ. Αντίθετα, τα μέτρα που αφορούσαν για παράδειγμα τις επενδύσεις σε έργα υποδομής στις αγροτικές περιοχές καταρτίζονταν γενικά σε εθνικό επίπεδο. Έπρεπε να περιμένουμε τα τέλη της δεκαετίας του '80 για να εξαπλωθεί η ιδέα ότι οι αγροτικές ζώνες παρουσιάζουν τεράστια πολυμορφία που δεν ευνοεί την εφαρμογή ενιαίων πολιτικών μέσων σε ευρωπαϊκό ή εθνικό επίπεδο, και ότι οι στόχοι της ανάπτυξης και της ισότητας των ευκαιριών, μεταξύ άλλων, δεν μπορούν να υλοποιηθούν αποτελεσματικά χωρίς τη συνεισφορά και τη συμμετοχή των κατοίκων των αγροτικών περιοχών.
3.2 Τα προγράμματα ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών, τα οποία καταρτίστηκαν τα τελευταία χρόνια, περιλαμβάνουν μέσα και λύσεις που ανταποκρίνονται σε κάποιο βαθμό στις ανάγκες της κοινωνίας των πολιτών της υπαίθρου. Ένα από τα μέσα αυτά είναι το πρόγραμμα Leader, το οποίο αναθέτει έναν σημαντικό ρόλο στις μη κυβερνητικές οργανώσεις στο πλαίσιο ομάδων τοπικής δράσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη νέα περίοδο προγραμματισμού, το σχέδιο Leader θα καλύψει 40 % των αγροτικών περιοχών της ΕΕ.
3.3 Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις μπορούν επίσης να αξιοποιήσουν λοιπές δράσεις στο πλαίσιο των προγραμμάτων γεωργικής ανάπτυξης. Ωστόσο είναι σημαντική για κάθε χώρα η δημιουργία μηχανισμών που θα προσφέρουν σε οργανώσεις τη δυνατότητα παροχής υπηρεσιών και ανάπτυξης συμπράξεων μεταξύ του κράτους και της κοινωνίας ή μεταξύ του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, στις οποίες θα μπορούν να συμμετέχουν μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η παροχή υποστήριξης σε μη κυβερνητικές οργανώσεις προβλέπεται εξίσου στο πλαίσιο των εθνικών δικτύων αγροτικών περιοχών.
3.4 Η προσέγγιση της πρωτοβουλίας Leader προσαρμόζεται ανάλογα με τις συνθήκες και τις ανάγκες κάθε κράτους μέλους. Σε πολλές χώρες, η προσέγγιση αυτή υλοποιήθηκε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, πέραν της πρωτοβουλίας Leader, χάρη στη δέσμευση εθνικών και περιφερειακών πόρων για την αποτελεσματική στήριξη των τοπικών πρωτοβουλιών. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της Ιρλανδίας, της Ισπανίας ή της Γερμανίας.
Με την πρωτοβουλία Leader, τα νέα κράτη μέλη έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν δράσεις στις αγροτικές περιοχές και να εκμεταλλευτούν πιο αποτελεσματικά τους πόρους που προορίζονται για αναπτυξιακούς σκοπούς. Είναι σημαντικό να εξασφαλίζεται η συνδρομή, σε επίπεδο κοινοτικών και εθνικών πόρων, προς όφελος των διαφόρων δράσεων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές περιοχές.
3.5.1 Η υποστήριξη της συλλογικής δράσης για την κάλυψη των τοπικών αναγκών των αγροτικών κοινοτήτων αποτελεί μια ιδιαίτερα θετική τάση για την πολιτική της ΕΕ. Η ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών σύμφωνα με ένα μοντέλο από τη βάση προς την κορυφή έρχεται αντιμέτωπη με μια σειρά προβλημάτων, τα οποία προκύπτουν ιδίως από την αναγκαιότητα άρσης των διοικητικών φραγμών.
4. Οι εθνικές πολιτικές και η κοινωνία των πολιτών στις αγροτικές ζώνες
4.1 Επί του παρόντος διενεργείται μια συζήτηση με θέμα την κοινή γεωργική πολιτική και τα μέτρα υπέρ των αγροτικών περιοχών. Τα συμπεράσματα αυτής της συζήτησης θα οδηγήσουν σε πιθανές αλλαγές όσον αφορά τους προβλεπόμενους πόρους για τις περιοχές αυτές στο πλαίσιο της τρέχουσας περιόδου δημοσιονομικού προγραμματισμού, καθώς και σε νέους προσανατολισμούς στον εν λόγω τομέα δράσης για την περίοδο 2013-2020 και μετά. Σε αυτήν τη συζήτηση είναι σημαντικό να ακουστεί και η φωνή των αγροτικών κύκλων, πέραν των εμπειρογνωμόνων και των πολιτικών προσωπικοτήτων.
4.2 Τα νέα κράτη μέλη δεν έχουν ισχυρή παράδοση συνεργασίας μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και της κυβέρνησης, και μεταξύ των διαφόρων υπουργείων και υπηρεσιών. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει πρακτικά κανένας συντονισμός μεταξύ των αποφάσεων που λαμβάνονται υπέρ των αγροτικών περιοχών στον τομέα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, της παιδείας και της κοινωνικής πρόνοιας αφενός, και της γεωργικής πολιτικής με τη στενή έννοια του όρου αφετέρου.
4.3 Για τα νέα κράτη μέλη, ο προγραμματισμός της δέσμευσης κοινοτικών πόρων στο πλαίσιο της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013 αποτελεί τη δεύτερη «άσκηση» αυτού του είδους και αυτός ο νεωτερισμός, ο οποίος έρχεται να προστεθεί στην ανεπαρκή πείρα των δημοσίων υπαλλήλων και στις συχνές αλλαγές των κυβερνήσεων, έχει ως αποτέλεσμα να μην αξιοποιούνται όλες οι δυνατότητες ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών, τις οποίες προσφέρουν οι κοινοτικές πολιτικές.
4.4 Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την εξασφάλιση οικονομικής και κοινωνικής συνοχής στη διευρυμένη ΕΕ είναι η ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των αγροτικών και αστικών περιοχών. Στο όνομα, παραδείγματος χάρη, της υποχρέωσης τήρησης των «διαχωριστικών γραμμών» μεταξύ των πόρων που προέρχονται από ξεχωριστά κοινοτικά ταμεία (όπως το ΕΤΠΑ και το ΕΓΤΑΑ), και αυτό σε ένα πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από συχνές αλλαγές στα κριτήρια επιλεξιμότητας και αδυναμία σύνδεσης των διαδικασιών λήψης αποφάσεων που διέπουν αυτούς τους μηχανισμούς βοήθειας, καθιερώνονται επίσημοι και συχνά πλασματικοί διαχωρισμοί, οι οποίοι μπορούν να εμποδίσουν τις παρεμβάσεις συμπληρωματικού χαρακτήρα και να διευρύνουν το χάσμα μεταξύ των αγροτικών και αστικών περιοχών.
4.5 Οι δράσεις υπέρ των αγροτικών περιοχών αφορούν την κλασσική γεωργική παραγωγή ή καθαρά «κοινωνικούς» μηχανισμούς, όπως τα επιδόματα για ανέργους ή η στήριξη των καλλιεργειών χαμηλής παραγωγής. Οι δράσεις αυτές είναι αναμφισβήτητα απαραίτητες, ιδίως σε χώρες όπου η φτώχεια συγκεντρώνεται στα χωριά, όπως στην περίπτωση της Ρουμανίας ή της Πολωνίας. Οι παρεμβάσεις αυτές, ωστόσο, έχουν ως αποτέλεσμα τη διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης, χωρίς να θέτουν τις βάσεις για την αλλαγή. Τα μέσα που επιτρέπουν στους κατοίκους των αγροτικών περιοχών να αξιοποιούν πηγές εσόδων πέραν της γεωργίας παραμένουν σχεδόν ανύπαρκτα. Οι οργανισμοί που συνδέονται με τη γεωργική ανάπτυξη είναι εκείνοι που προωθούν τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης στην ύπαιθρο, ενώ τα προτεινόμενα προγράμματα δεν στηρίζουν σε ικανοποιητικό βαθμό τα μη γεωργικά επαγγέλματα.
4.6 Η στρατηγική της Λισσαβόνας θα μπορούσε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο βαθμό που η καινοτομία και η ανταγωνιστικότητα με την ευρεία έννοια μπορούν να αναπτυχθούν εξίσου στις αγροτικές περιοχές. Δυστυχώς, οι έννοιες αυτές συνδέονται συνήθως αποκλειστικά με τις νέες τεχνολογίες ή τα ερευνητικά κέντρα στις μεγάλες πόλεις. Με αυτό το δεδομένο, μένει αναξιοποίητο ένα ευρύ πεδίο καινοτομιών κοινωνικού χαρακτήρα ή καινοτομιών που συνδέονται με την παράδοση, τις οικολογικές αξίες ή τα τοπικά ήθη.
4.7 Πολλά κράτη μέλη, ιδίως όσα προσχώρησαν πρόσφατα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εμμένουν σε μια στενή αντίληψη της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας: για παράδειγμα οι απαιτήσεις για τη χορήγηση κοινοτικής υποστήριξης στις επιχειρήσεις είναι εξαιρετικά υψηλές, καθώς το προβλεπόμενο κατώτατο όριο ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ για κάθε επιχείρηση που είναι υποψήφια για μια τέτοια βοήθεια, και έτσι αποκλείονται πρακτικά όλοι οι πιθανοί δικαιούχοι που προέρχονται από αγροτικές ζώνες ή μικρά χωριά.
4.8 Οι εθνικές πολιτικές διατηρούν μια συντηρητική και ευκαιριακή στάση έναντι των αγροτικών κοινοτήτων, η οποία οφείλεται στην έλλειψη αποφασιστικότητας των αρχών όσον αφορά τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων για την ανάπτυξή τους, στην απουσία προοπτικής για τις αγροτικές περιοχές και στον φόβο ανάπτυξης του ρόλου της κοινωνίας των πολιτών, γεγονός που θα μπορούσε να περιορίσει τον ρόλο των πολιτικών κομμάτων. Απέναντι σε αυτήν την πολιτική των εθνικών αρχών, πολλές είναι οι αγροτικές κοινότητες που προσδοκούν ότι η αλλαγή θα προέλθει από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
4.9 Αποστολή των εθνικών αρχών είναι, ωστόσο, η δημιουργία των συνθηκών ενός διαλόγου μεταξύ των εθνικών φορέων και της κοινωνίας, καθώς και η ανάπτυξη ενός πνεύματος ανεκτικότητας και διαφάνειας. Αυτή η αποστολή είναι ακόμα πιο σημαντική, καθώς οι αγροτικές κοινότητες δεν είναι παρά ελάχιστα πεπεισμένες (σε ποσοστό 17 % στην Πολωνία, για παράδειγμα) όσον αφορά τη σημασία που έχει η δημοκρατία στη συλλογική ζωή.
5. Οι τοπικές αρχές και η κοινωνία των πολιτών στις αγροτικές ζώνες
5.1 Στις αγροτικές περιοχές, ο ρόλος των τοπικών αρχών για τη στήριξη των πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών και τη συνεργασία με τους εκπροσώπους της είναι ζωτικής σημασίας. Οι τοπικές αρχές μπορούν να λειτουργούν ως καταλύτες για την ανάπτυξη των αγροτικών κοινωνιών και να τις στρέφουν σε κοινοτικές δράσεις.
5.2 Συχνά η συνεργασία μεταξύ των οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στις αγροτικές περιοχές και των τοπικών αρχών δεν είναι ικανοποιητική. Οι αδυναμίες που επηρεάζουν τις αμοιβαίες σχέσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης και των κοινωνικών οργανώσεων αποτελούν κοινό πρόβλημα σε όλα τα κράτη μέλη, ακόμη κι αν το φαινόμενο παρουσιάζεται με διαφορετική ένταση. Τα παραδείγματα ορθών πρακτικών σε πολλές περιοχές ενθαρρύνουν τις θετικές στάσεις και επιβεβαιώνουν τις αλλαγές και τις ευκαιρίες.
5.3 Στα νέα κράτη μέλη, το πρόβλημα της έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών κοινοτήτων είναι ιδιαίτερα έντονο. Οι τοπικές αρχές εξακολουθούν να εκλαμβάνονται ως εμπόδιο για την υλοποίηση κοινωνικών πρωτοβουλιών, ενώ οι εκπρόσωποί τους διακρίνουν στις ηγετικές προσωπικότητες της κοινωνίας των πολιτών που αναπτύσσουν δραστηριότητες στο έδαφός τους μια μορφή ανταγωνισμού που απειλεί τη θέση τους. Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίες προσδοκούν ότι οι δήμοι θα στηρίξουν τις πρωτοβουλίες τους ή θα συμμετάσχουν σε αυτές ως εταίροι, αντιμετωπίζονται με καχυποψία ή περιφρόνηση.
5.4 Τα εμπόδια που οφείλονται σε αυτήν την έλλειψη εμπιστοσύνης εξαλείφονται μόλις τα σχέδια ολοκληρωθούν και διαπιστωθούν τα προφανή πλεονεκτήματα για τις κοινότητες, στις οποίες οι τοπικές αρχές συνεργάζονται στενά με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
5.5 Στις αγροτικές ζώνες καταβάλλονται προσπάθειες για την ανάπτυξη θετικών σχέσεων και επικοινωνίας μεταξύ των τοπικών αρχών και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Πιο συγκεκριμένα πραγματοποιούνται προσπάθειες στον τομέα της κατάρτισης, παρόλο που για τη βιώσιμη επίλυση αυτού του προβλήματος χρειάζονται περαιτέρω εκπαιδευτικά μέτρα.
6. Τα εμπόδια ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές ζώνες
6.1 Πέραν των τυπικών προβλημάτων των χωρών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, οι αγροτικές περιοχές σε ολόκληρη την ΕΕ αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα. Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για:
| — | τις δυσκολίες πρόσβασης στη γνώση και την αναγκαιότητα ανάπτυξης διαφόρων εκπαιδευτικών προγραμμάτων στις αγροτικές κοινότητες | 
| — | τη μειωμένη δυνατότητα πρόσβασης στην ενημέρωση ή τις μειωμένες ικανότητες αξιοποίησής της | 
| — | το έλλειμμα ικανοτήτων ως προς την έναρξη οικονομικών δραστηριοτήτων και τις δυσκολίες μετάβασης από τη γεωργική επιχειρηματικότητα στην επιχειρηματικότητα της υπαίθρου | 
| — | την ανισότητα στον τομέα των δικαιωμάτων των ανδρών και γυναικών (1) | 
| — | περιφερειακά δημογραφικά προβλήματα, τα οποία μεταφράζονται στις αγροτικές περιοχές με έναν χαμηλότερο δείκτη ανδρών και γυναικών που ζουν ως σύντροφοι σε ένα νοικοκυριό, και σε ορισμένες περιοχές με την ερήμωση της υπαίθρου | 
| — | κοινωνικές υποδομές κατώτερου επιπέδου από τις αντίστοιχες των πόλεων | 
| — | γραφειοκρατικά εμπόδια και ελλιπή στήριξη από την πλευρά της δημόσιας διοίκησης. | 
7. Προοπτικές ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές ζώνες
7.1 Η δραστηριότητα της κοινωνίας των πολιτών μπορεί να αυξηθεί στις αγροτικές περιοχές με τη βελτίωση των μεθόδων λήψης αποφάσεων στον τομέα της διακυβέρνησης τόσο σε εθνικό επίπεδο (συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην κοινή χάραξη αγροτικών πολιτικών, και όχι απλή διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών σχετικά με έτοιμες λύσεις που έχουν ήδη καταρτιστεί από δημόσιους υπαλλήλους), όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο (συμμετοχή των κοινοτήτων σε αποφάσεις σχετικά με τη διάθεση αναπτυξιακών πόρων σε συγκεκριμένα σχέδια).
7.2 Για την προσαρμογή των αναπτυξιακών μέσων στις ανάγκες και τις δυνατότητες των αγροτικών περιοχών απαιτείται η ευρύτερη χρήση της προσέγγισης «από τη βάση στην κορυφή». Με άλλα λόγια, αυτή η προσέγγιση θα πρέπει να χρησιμοποιείται όχι μόνο σε ορισμένες δράσεις στο πλαίσιο ενός προγράμματος ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών, αλλά και στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων και της εθνικής πολιτικής.
7.3 Η επίλυση των καίριων προβλημάτων των αγροτικών περιοχών μπορεί να προκύψει μέσα από μια σύμπραξη του δημόσιου, ιδιωτικού (επιχειρήσεις) και μη κυβερνητικού τομέα. Η παροχή δυνατότητας σε μια κοινότητα να δημιουργήσει μια τοπική σύμπραξη προκειμένου να αποφασίζει ή τουλάχιστον να συναποφασίζει ως προς τη χρήση των πόρων για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την κινητοποίηση ανέργων ή την πρόληψη του αποκλεισμού, μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση του αισθήματος υπευθυνότητας των κατοίκων σχετικά με την κατάσταση της περιοχής τους και στη δραστηριοποίησή τους προς όφελος της τοπικής κοινότητας.
7.4 Περισσότερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ του τομέα της έρευνας και των αγροτικών οργανώσεων. Ομοίως, θα πρέπει να καταγραφούν και να εξαπλωθούν οι ορθές πρακτικές που αναπτύχθηκαν στον τομέα αυτόν σε διάφορες χώρες.
7.5 Η εκπαίδευση ασκεί τεράστια επιρροή στην ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές περιοχές. Στο πλαίσιο μεταρρύθμισης των εκπαιδευτικών συστημάτων των αγροτικών περιοχών, θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα ενίσχυσης των μηχανισμών που διευκολύνουν τις πρωτοβουλίες των τοπικών πληθυσμών σχετικά με την οργάνωση τοπικών σχολείων ως έκφραση του προβληματισμού τους για την εκπαίδευση των μελλοντικών γενεών και ως μορφή κοινωνικής δράσης που απαιτεί τη συνεργασία με τις αρχές. Σκόπιμη είναι επίσης η διάδοση ορθών πρακτικών που εφαρμόζονται σε ορισμένες χώρες στον τομέα της εκπαίδευσης ενηλίκων, όπως τα «λαϊκά πανεπιστήμια».
7.6 Η δραστηριοποίηση για την υλοποίηση κοινωνικών στόχων ενισχύει την κοινότητα. Παρατηρήσεις των τελευταίων ετών δείχνουν ότι οι κοινότητες που έχουν καταφέρει χάρη στη συλλογική δυναμική τους να απαλλαγούν από βάρη και να ξεφύγουν από την αδράνεια είναι πρόθυμες να μοιραστούν τις εμπειρίες τους με άλλες λιγότερο ενεργές κοινότητες (2).
7.7 Επίσης θα πρέπει να δοθεί περισσότερη έμφαση στη δυνατότητα πρόσβασης των αγροτικών οργανώσεων σε μορφές χρηματοδότησης. Στη θεωρία, η δυνατότητα αυτή παρέχεται στο πλαίσιο κοινοτικών και εθνικών ή διεθνών κονδυλίων. Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι οι μικρές μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες είναι εκείνες που κατά κανόνα δραστηριοποιούνται στις αγροτικές περιοχές, δεν εκμεταλλεύονται επαρκώς τους διαθέσιμους πόρους χρηματοδότησης.
7.8 Ως εκ τούτου, θα πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την παροχή σταθερής και ομαλής χρηματοδότησης στις μη κυβερνητικές οργανώσεις, ιδίως για την κάλυψη της ίδιας της λειτουργίας τους (θεσμικές επιδοτήσεις σε αντίθεση προς τις επιδοτήσεις «ανά σχέδιο»), και να προσδιορισθούν οι μηχανισμοί που διευκολύνουν την πρόσβαση αυτών των οργανώσεων στις αγροτικές περιοχές σε τέτοιους πόρους, για παράδειγμα με τη δημιουργία μηχανισμών «αναδιανομής» από ενδιάμεσες δομές, όπως στην περίπτωση του σχεδίου Leader, αλλά σε ευρύτερη κλίμακα.
7.9 Οι λύσεις αυτού του είδους παρέχουν επίσης τη δυνατότητα συντόμευσης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σχετικά με τη διάθεση των μέσων, γεγονός που έχει εξαιρετική σημασία στην περίπτωση των σχεδίων μικρής κλίμακας ή τοπικού χαρακτήρα.
7.10 Μια ενισχυμένη δραστηριότητα της κοινωνίας των πολιτών στις αγροτικές περιοχές μπορεί επίσης να συμβάλλει στη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των διαφόρων «τομεακών» πολιτικών (παιδεία, υγεία, κοινωνικές παροχές, προστασία του περιβάλλοντος κλπ.), αν μη τι άλλο διότι σε σχέση με τους οργανισμούς του δημόσιου τομέα, οι ΜΚΟ έχουν μεγαλύτερη πείρα στη σύσταση δικτύων συνεργασίας.
7.11 Αξίζει ωστόσο να εξετασθεί η δυνατότητα θέσπισης, σε ευρύτερη κλίμακα, του μηχανισμού ελέγχου της συμμόρφωσης των μέτρων με τα συμφέροντα των αγροτικών περιοχών, όπως συμβαίνει σε ορισμένα κράτη μέλη. Η βάση στην οποία θα μπορούσε να στηριχθεί ο μηχανισμός αυτός συνίσταται στην ανάλυση του τρόπου με τον οποίο η μια ή η άλλη νομική ρύθμιση, χωρίς άμεση σχέση με τις αγροτικές περιοχές αλλά σε τομείς όπως η παιδεία ή οι δημόσιες συμβάσεις, επηρεάζει την κατάσταση στις αγροτικές ζώνες. Θα ήταν επίσης εξαιρετικά σημαντικό να εξασφαλισθεί αυτή η αξιολόγηση με τη συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών.
7.12 Αναγκαίος είναι ο προβληματισμός σχετικά με τους ειδικούς θεσμικούς μηχανισμούς που θα είναι κατάλληλοι για την ενίσχυση των δυνατοτήτων των αγροτικών οργανώσεων. Είναι βέβαιο ότι τα μέτρα αυτού του είδους, όπως η θεσμική υποστήριξη, η συνδρομή για την ανάπτυξη οργανωτικών ικανοτήτων ή η διάδοση της σύμπραξης δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, είναι άκρως ενδεδειγμένα για τις χώρες που προετοιμάζονται για προσχώρηση στην ΕΕ.
7.13 Είναι απαραίτητη η εφαρμογή διαφόρων μέσων για την ευκολότερη πρόσβαση των τοπικών κοινοτήτων στην ενημέρωση, με δεδομένο ότι τα μέσα αυτά θα πρέπει να προσαρμοστούν στις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας, για παράδειγμα με τη συμμετοχή των μέσων ενημέρωσης ή της τοπικής διοίκησης, ή με τη δημιουργία σημείων ενημέρωσης, ενώ θα πρέπει να συνεκτιμηθεί και ο βαθμός διείσδυσης του διαδικτύου. Τα σχολεία, οι αγροτικές ενώσεις ή τα συνδικάτα μπορούν επίσης να αναλάβουν σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη διαδικασία ενημέρωσης σε συνεργασία με τις μη κυβερνητικές οργανώσεις.
7.14 Στο ίδιο πλαίσιο, θα πρέπει να διευκολυνθεί η ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των νέων κρατών μελών και των υποψήφιων προς ένταξη χωρών.
7.15 Ομοίως, θα ήταν σκόπιμος ο προσδιορισμός μηχανισμών που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ των αστικών και αγροτικών οργανώσεων, ιδίως με τη δέουσα κατάρτιση αρχών εκμετάλλευσης των κοινοτικών πόρων. Για το σκοπό αυτό, είναι απαραίτητη η ρήξη με έναν «τομεακό» τρόπο σκέψης και ο περιορισμός της τάσης εφαρμογής αυστηρών διαχωρισμών μεταξύ των διαφόρων ταμείων.
7.16 Η συζήτηση που διεξάγεται επί του παρόντος για το μέλλον των αγροτικών περιοχών μπορεί να ευαισθητοποιήσει εξίσου τους κατοίκους των πόλεων σχετικά με τα προβλήματα των περιοχών αυτών. Διάφορες ενδιαφέρουσες δράσεις πειραματικού χαρακτήρα που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, για παράδειγμα στο πλαίσιο του σχεδίου «Επιτροπή ευρωπαίων πολιτών» (3), άνοιξαν τη συζήτηση για τις αγροτικές περιοχές σε ένα ευρύτερο κοινό, το οποίο παλαιότερα δεν ενδιαφερόταν για τα θέματα αυτά. Οι αγροτικές και αστικές οργανώσεις θα μπορούσαν να δράσουν συντονισμένα στο πλαίσιο πρωτοβουλιών ευαισθητοποίησης.
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Η ΕΟΚΕ εξετάζει το πρόβλημα των γυναικών στις αγροτικές περιοχές στη γνωμοδότησή της ΕΕ C 204 της 18.7.2000, σ. 29.
(2) Το γεγονός διαπιστώθηκε όχι μόνο σε κάθε χώρα ξεχωριστά, για παράδειγμα στην Πολωνία, όπου οι πιο αναπτυγμένες ομάδες παρέχουν βοήθεια και στήριξη σε όσες έχουν λιγότερη πείρα στο πλαίσιο του εθνικού δικτύου εταιρικών ομάδων, αλλά και από το ένα κράτος στο άλλο, όπως στην περίπτωση της συνεισφοράς των πολωνικών αγροτικών οργανώσεων στην Ουκρανία, των σλοβακικών στη Σερβία ή των ουγγρικών στην Αλβανία. Οι δράσεις αυτού του είδους χρειάζονται ωστόσο θεσμική υποστήριξη και ευρύτερη προώθηση ως ορθές πρακτικές.
(3) www.citizenspanel.eu
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/43 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Οι κοινωνικές συνέπειες των εξελίξεων στις μεταφορές και στην ενέργεια»
(2009/C 175/08)
Στις 17 Ιανουαρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
«Οι κοινωνικές συνέπειες των εξελίξεων στις μεταφορές και στην ενέργεια».
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 10 Νοεμβρίου 2008, με βάση την εισηγητική έκθεση της κ. BATUT.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 107 ψήφους υπέρ, 29 ψήφους κατά και 15 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Συμπεράσματα
1.1.1 Οι μεταφορές και η ενέργεια, ζεύγος αδιαίρετο και ζωτικής σημασίας για την ανταγωνιστικότητα, την ανάπτυξη, την ευημερία και τη συνοχή, υφίστανται πιέσεις, οι οποίες προέρχονται από τρεις πηγές — την οικονομία, την κοινωνία, το περιβάλλον — σε συνθήκες σπανιότητας και αστάθειας σε ό,τι αφορά αντιστοίχως στη ευρωπαϊκή και την εξωτερική προσφορά ενέργειας, καταστάσεις οι οποίες προκαλούν διακύμανση των τιμών της ενέργειας ενώ μπορούν να τις διατηρήσουν σε ανοδική πορεία για χρόνια.
H EOKE θεωρεί σκόπιμο να προωθήσει έναν εγκάρσιο προβληματισμό όσον αφορά τη ζωτική σημασία που έχουν οι μεταφορές και η ενέργεια για τους ευρωπαίους πολίτες, καθώς και για τις συνέπειες στον τρόπο ζωής τους, ιδιαίτερα σε περίπτωση δυσχερών περιστάσεων, καθώς και για τα μέτρα που θα μπορούσε να λάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση για να βελτιώσει την ευημερία των πολιτών της.
1.1.2 Η διατήρηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου εξαρτάται εν μέρει από το ζεύγος μεταφορές-ενέργεια, η συνεχής αύξηση του κόστους του οποίου μακροπρόθεσμα επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων, των επιχειρήσεων, των μισθωτών, αλλά και την κινητικότητα και την απασχόληση γενικότερα. Το εν λόγω ζεύγος έχει εξελιχθεί σε τέταρτο παράγοντα αποκλεισμού, μετά τη στέγαση, την απασχόληση και την αμοιβή. Η αδυναμία ορισμένων πολιτών να αποκτήσουν πρόσβαση στις μεταφορές και στην ενέργεια τους αποκλείει από την «e-κοινωνία». Η επιτυχία της στρατηγικής της Λισαβόνας διακυβεύεται στις τρεις πτυχές της: την κοινωνική, την οικονομική και την περιβαλλοντική.
1.1.3 Η αγορά και οι τιμές: οι τιμές καταναλωτή ενσωματώνουν παράγοντες όπως η απελευθέρωση των συναλλαγών, η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, η κατάσταση της χρηματαγοράς, η φορολογία, το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ο αγώνας για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, εξωτερικά στοιχεία. Η αγορά δεν μπορεί να ρυθμίζει τα πάντα μόνη της. Πρέπει να αναπτυχθούν διάφορα εργαλεία με στόχο τη μεγαλύτερη ένταξη των πολιτών και τη δικαιότερη κατανομή του κόστους και των τιμών.
1.2 Συστάσεις
1.2.1 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι για ορισμένες κατηγορίες αποδεκτών είναι κοινωνικά σκόπιμο να γίνει, σε περιόδους αυξήσεων, με ευρωπαϊκή προτροπή, διάκριση μεταξύ του«ζωτικής σημασίας»τμήματος και του«προαιρετικού»τμήματος στην κατανάλωση μεταφορών και ενέργειας, που μπορεί να υποστηρίξει το πρώτο, τα οποία πρέπει να προσδιορισθούν κατόπιν διαλόγου.
1.2.2 Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν να διαδραματίσουν κάποιον ρόλο σε θέματα ενεργειακής αλληλεγγύης και διαφύλαξης της κινητικότητας των πολιτών.
1.2.3 Η κατανομή των δημόσιων κονδυλίων μεταξύ των δράσεων Ε & Α πρέπει να είναι ισορροπημένη σε επίπεδο ΕΕ για τη βελτιστοποίηση της προστασίας του κλίματος και της ενεργειακής αυτονομίας της Ένωσης.
Η ΕΟΚΕ επιθυμεί συνεχή δράση για την επίτευξη ενός επιπέδου έρευνας το οποίο θα προωθήσει σημαντική και ταχεία πρόοδο όσον αφορά τις νέες πηγές ενέργειας και τη χρήση τους, μέσω μιας σταθερής δέσμευσης που δεν θα είναι οπισθοδρομική, όπως συνέβη κατά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση, μετά την πτώση των τιμών.
1.2.4 Το νομικό καθεστώς των κρατικών ενισχύσεων πρέπει να εγγυάται συστηματικά την εξαίρεση από τους κανόνες του ανταγωνισμού των εθνικών ενισχύσεων στον τομέα της έρευνας, παρέχοντας στους επενδυτές την ασφάλεια που ευνοεί την εκμετάλλευση νέων τεχνολογιών και τη δημιουργία και τη διατήρηση θέσεων απασχόλησης.
1.2.5 Η επέκταση του MFPR (1) στις καινοτομικές ΜΜΕ θα επέτρεπε την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας αυτών ευνοώντας συγκεκριμένες βελτιώσεις του ζεύγους μεταφορές — ενέργεια.
1.2.6 Η επέκταση του FEM (2) , η διεύρυνση των κριτηρίων πρόσβασης σ'αυτό, θα συμβάλει στον περιορισμό των αρνητικών συνεπειών που έχουν για τους εργαζομένους τα μέτρα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
1.2.7 Προκειμένου να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας ταυτόχρονα με την κοινωνική συνοχή, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ:
| — | ενός κατευθυντήριου σχεδίου για μια κοινή βιομηχανική πολιτική, η οποία θα επιδιώκει τη βιώσιμη ανάπτυξη και την επιτυχημένη συντροπικότητα (3) των μεταφορών· | 
| — | μιας ενεργειακής πολιτικής βασισμένης στην αλληλεγγύη των κρατών μελών και συνδυασμένης με την προστασία του κλίματος · | 
| — | της εκπόνησης μελετών για την σκοπιμότητα και τη δυνατότητα πραγματοποίησης ενός ευρωπαϊκού πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης της ενέργειας στην υπηρεσία των πολιτών, με κοινή προσέγγιση σε θέματα τιμών, φορολόγησης στην πηγή, οικονομικών κανόνων ασφαλείας, οικονομικής ανάπτυξης, προστασίας του περιβάλλοντος· ο ρόλος των δημόσιων υπηρεσιών ενέργειας και μεταφορών (4) στα κράτη μέλη, στο σταυροδρόμι των κανονισμών, των περιοχών, του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων του πολίτη και της απασχόλησης, θα βελτιωθεί με την ύπαρξη ενός τέτοιου συστήματος· | 
| — | ποσοτικών στόχων και εργαλείων μετρήσεων, τόσο ποιοτικών όσο και ποσοτικών, για την αποδοτικότητα του διαχωρισμού των δραστηριοτήτων δικτύου από τις δραστηριότητες διανομής και του αντικτύπου του εν λόγω διαχωρισμού στις τιμές· | 
| — | σφυγμομετρήσεων των καταναλωτών σχετικά με την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών φορολογιών στο πρατήριο, με ευρεία διάδοση των αποτελεσμάτων, καθώς και μετά την κατάρτιση δεικτών που χρησιμεύουν στον υπολογισμό των επιδράσεων που έχουν οι επιβεβλημένες μεταφορές στο περιβάλλον· | 
| — | της έναρξης πραγματικού διαλόγου σχετικά με τα μελλοντικά σχέδια για το κλίμα, με στόχο την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και κοινωνικού ντάμπινγκ. | 
1.2.8 Επιπλέον, από μικροοικονομική άποψη, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι σε επίπεδο επιχειρήσεων και υπηρεσιών στην ΕΕ είναι αναγκαία τα εξής:
| — | η προαγωγή της έναρξης κοινωνικού διαλόγου και διαπραγματεύσεων σχετικά με τις δαπάνες μεταφορών και ενέργειας που δεν είναι δυνατόν να συμπιεστούν, ως στοιχείο του ελάχιστου μισθού· | 
| — | να προβλεφθούν διαπραγμάτευσεις για την καθιέρωση ενός βιώσιμου σχεδίου κινητικότητας για την επιχείρηση ή την υπηρεσία · | 
| — | καθώς και η θέσπιση πιστοποιήσεων της επιχείρησης, τύπου EMAS· | 
| — | η αξιολόγηση των κερδών που οφείλονται στην πιστοποιημένη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και μεταφορών στην επιχείρηση ή στην υπηρεσία, σύμφωνα με κριτήρια που πρέπει επίσης να καθορισθούν στο πλαίσιο του διαλόγου, και με στόχο τον καταμερισμό αυτών σύμφωνα με όρους που θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγματεύσεων μεταξύ της επιχείρησης και των υπαλλήλων της· | 
| — | η εκπόνηση ποιοτικών μελετών σχετικά με την κατάσταση της υγείας των υπαλλήλων σε σχέση με τη χρήση των μεταφορών και τις πηγές ενέργειας στις οποίες εκτίθενται με στόχο τη θέσπιση μέτρων προφύλαξης. | 
1.2.9 Σε κοινοτικό επίπεδο, η ΕΟΚΕ εκτιμά αναγκαία την έναρξη κοινωνικού διαλόγου σχετικά με
| — | την πολιτιστική διάσταση και την ανθρώπινη πρόκληση που πρέπει να ληφθούν υπόψη στην επικράτεια της Ένωσης, ώστε οι μεταφορές και η ενέργεια στις οποίες πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι σε προσιτές τιμές να συμβάλουν στην ευημερία των πολιτών και στην κατανόηση ολόκληρης της ποικιλίας της Ένωσης· | 
| — | την προώθηση μιας αγωγής του πολίτη όσον αφορά την ορθή διαχείριση των μεταφορών και της ενέργειας από τον πρώτο κύκλο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης· | 
| — | την υγεία των πολιτών γενικά με τη διενέργεια εκτεταμένων μελετών με αντικείμενο τη χρήση των μεταφορών και τις πηγές ενέργειας στις οποίες εκτίθενται με στόχο τη θέσπιση μέτρων προφύλαξης· | 
| — | η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η ΕΕ μπορεί να καθιερώσει ένα τυποποιημένο σύστημα απεικόνισης αντίστοιχο εκείνου που ισχύει για τον ΦΠΑ (όχι μια επισήμανση), με στόχο την ευαισθητοποίηση όλων των πολιτών απέναντι στα διακυβεύματα των μεταφορών/της ενέργειας/του περιβάλλοντος, προκειμένου να εμφανίζεται στην ετικέτα κάθε καταναλωτικού αγαθού μια γραμμή με την ονομασία «APCO2 — Added Production of CO2 »· | 
| — | η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι παγκόσμιες εμπορικές διαπραγματεύσεις θα μπορούσαν στη συνέχεια να χρησιμοποιήσουν την τυποποίηση αυτή που ανέπτυξαν οι Ευρωπαίοι, και ότι τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα εμπορικά έγγραφα, κατά το πρότυπο του EDIFACT (5), υπό τον ετήσιο έλεγχο της κοινωνίας των πολιτών, όπως πράττει η «Οικονομική Επιτροπή για την Ευρώπη» στο πλαίσιο του συστήματος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών υποβάλλοντας σε ετήσια βάση στο Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών μια έκθεση σχετικά με την κατάσταση του EDIFACT (6), πράγμα το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιήσει η Ένωση σε παγκόσμιο επίπεδο. | 
2. Πιθανοί τομείς δράσης για την Ένωση
2.1 Διπλωματία
2.1.1 Η ενεργειακή αυτονομία της Ένωσης, η ανάπτυξη της οικονομίας, η διατήρηση του επιπέδου διαβίωσης των Ευρωπαίων, η κοινωνική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα συνδέονται με την ικανότητα εφοδιασμού των κρατών μελών.
2.2 Αγορές
2.2.1 Η ζήτηση για μεταφορές και ενέργεια και η παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου επιταχύνονται. Όσον αφορά την ενέργεια και τις βιομηχανίες δικτύου, οι ευρωπαϊκές αγορές παραμένουν κατακερματισμένες παρά την παρατηρούμενη τάση ενοποίησης («ζεύξη» το 2006 των αγορών της Γαλλίας, του Βελγίου και των Κάτω Χωρών, η οποία ενδέχεται να διευρυνθεί στη Γερμανία το 2009, δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς «spot» (7), αναζήτηση συγχωνεύσεων). Η οδός της απελευθέρωσης με διαχωρισμό των δικτύων (φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός, σιδηροδρομικές μεταφορές) που επελέγη μπορεί να εγκυμονεί κινδύνους, όπως αγορά από κεφάλαια εκτός της Ένωσης (κρατικά επενδυτικά ταμεία), κρίσεις χωρίς δυνατότητα δημιουργίας αποθεμάτων που αποτελούν αντικείμενο κοινής διαχείρισης, πολιτικές τιμών ανεξέλεγκτες και καταστροφικές για τους καταναλωτές. Η πυρηνική ενέργεια καθίσταται ένα ζήτημα το οποίο η Ένωση δεν μπορεί να αποφύγει πλέον: η μη εξέταση του ζητήματος αυτού σε κοινοτικό επίπεδο ισοδυναμεί με ανευθυνότητα.
2.2.2 Η δυνατότητα μετακίνησης επιτρέπει την εργασία, τον τουρισμό, τη γνωριμία άλλων Ευρωπαίων και της Ευρώπης. Η δυνατότητα αυτή περιορίζεται όταν οι τιμές της ενέργειας είναι υπερβολικά υψηλές και επηρεάζει σοβαρά τη ζωή των προσώπων, των εταιρειών, καθώς και την απασχόληση και την οικονομική δραστηριότητα.
2.2.3 Είναι απαραίτητη η ανάπτυξη ενός ενεργειακού μείγματος και μορφών διευρωπαϊκής αλληλεγγύης για την αποφυγή νέων κατατμήσεων της αγοράς. Μια κοινωνία που θα χαρακτηρίζεται ταυτόχρονα από κινητικότητα και πολυσυλλεκτικότητα έχει ανάγκη συνεκτικών ρυθμίσεων και οργανισμών που θα μεριμνούν για την τήρησή τους. Η κοινωνία πολιτών μπορεί να αναδείξει τα χαρακτηριστικά αυτά.
2.3 Διαμόρφωση των τιμών
2.3.1 Παράγοντες που παρεμβαίνουν στη διαμόρφωση των τιμών καταναλωτή:
| — | η απελευθέρωση: οι καταναλωτές δεν διαπίστωσαν όλες τις προαναγγελθείσες πτώσεις των τιμών· | 
| — | η αλληλεπίδραση των τιμών: που ασκούν επίδραση μεταξύ τους, οι τιμές της ενέργειας στις τιμές των μεταφορών, οι τιμές του πετρελαίου στις τιμές του φυσικού αερίου, και έχουν ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας πολιτικής πώλησης, πρακτικές των παραγωγών και διανομέων που ωθούν σε αυξήσεις και αποκομίζουν το μεγαλύτερο όφελος από αυτές, και μειώνουν την τιμή κατά το ήμισυ όταν υπάρχει έλλειψη ρευστότητας· | 
| — | η συναλλαγματική ισοτιμία: η αξία του ευρώ έναντι του δολαρίου έπρεπε να είναι παράγοντας απόσβεσης της αύξησης των τιμών, αλλά η ζήτηση που είναι πολύ έντονη και οι τιμές πριν την κρίση έχουν τελικά αντίκτυπο στις χώρες της Ευρωομάδας, ο οποίος ενισχύεται από το γεγονός ότι στο πρατήριο το επίπεδο των συναφών εθνικών φόρων είναι υψηλό (8)· και κατά τη διάρκεια της κρίσης, η πτώση του ευρώ έναντι του δολαρίου μειώνει την επίδραση της πτώσης της τιμής παραγωγής· | 
| — | η κατάσταση των χρηματαγορών: η έλλειψη ρευστότητας που προκλήθηκε από την κρίση στα τέλη του 2008 επέφερε κάθετη πτώση των τιμών του αργού πετρελαίου, με τους πωλητές να προσαρμόζονται στις δυνατότητες των αγοραστών προκειμένου να περιορίσουν τις απώλειές τους. Όμως, η τιμή της βενζίνης στη λιανική κατά την αρχή της κρίσης δεν βελτιώθηκε αισθητά με τις πτώσεις τιμών, παρόλο που οι όικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της άρχιζαν να γίνονται αισθητές· | 
| — | ο ρόλος της φορολογίας που επιβαρύνει ιδιαίτερα την ενέργεια, και διαφοροποιείται ανάλογα με τα κράτη μέλη, θα έπρεπε να επανεξετασθεί και να εναρμονισθεί πραγματικά μεταξύ των Ευρωπαίων· | 
| — | ο τομέας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας: εκμεταλλεύονταν την παγκόσμια αύξηση των τιμών, η οποία επεσκίαζε το αρχικό κόστος τους, αλλά τα κέρδη για τον μέσο καταναλωτή δεν είναι ακόμη ιδιαίτερα εμφανή·αντιθέτως, η μείωση του κόστους καθιστά εύθραυστη τη θέση τους. | 
| — | τα εξωτερικά στοιχεία, όπως το κόστος της αρχής ο ρυπαίνων πληρώνει, παρεμβαίνουν ή μπορεί να παρέμβουν, όπως στην περίπτωση ενός πραγματικού ανταγωνισμού μεταξύ των προμηθευτών πετρελαϊκών προϊόντων ή της εναρμόνισης της τιμής του ντήζελ στην Ευρώπη. | 
2.3.2 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο ρόλος της ΕΕ πρέπει είναι η διευκόλυνση των διαφόρων μορφών αλληλεγγύης, στην προώθηση ενός κατευθυντήριου σχεδίου για μια κοινή βιομηχανική πολιτική βασισμένη στην επιδίωξη της βιώσιμης ανάπτυξης και μιας επιτυχημένης συντροπικότητας των μεταφορών, και στην ανάδειξη της πολιτικής σταθερότητάς της μέσω κανονισμών. Για την επεξεργασία των πολιτικών αυτών θα ήταν σκόπιμο να μελετηθεί σε βάθος η επίδραση που έχει στις τιμές ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων δικτύων και διανομής ή εκμετάλλευσης.
2.4 Χρηματοδότηση
2.4.1 Σε δημόσιο επίπεδο
Σκοπός του παρόντος εγγράφου είναι να υπογραμμισθούν μερικές πτυχές σε επίπεδο κοινωνικών συνεπειών (9). Όσον αφορά τη χρήση των δημόσιων κονδυλίων, η κατανομή μεταξύ δράσεων με βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα και ερευνητικών προσπαθειών πρέπει να εξισορροπηθεί με προσοχή σε επίπεδο ΕΕ μεταξύ της προστασίας του κλίματος, της ενεργειακής αυτονομίας της Ένωσης και της ευημερίας των πολιτών. Τα υπόλοιπα κοινοτικών προϋπολογισμών που διατέθηκαν αλλά δεν χρησιμοποιήθηκαν θα πρέπει να διατίθενται συστηματικά σε ένα ταμείο ενίσχυσης της έρευνας και της καινοτομίας. Το νομικό καθεστώς των κρατικών ενισχύσεων θα μπορούσε να εγγυηθεί την απαλλαγή των κρατικών κονδυλίων ενισχύσεων από τους κανόνες του ανταγωνισμού, εξασφαλίζοντας ασφάλεια δικαίου για τους επενδυτές και διευκολύνοντας την εκμετάλλευση νέων τεχνολογιών και τη δημιουργία και τη διατήρηση θέσεων απασχόλησης. Οι ΜΜΕ πρέπει να υποστηριχθούν ώστε να επιτύχουν το ωφέλιμο επίπεδο ανάπτυξης που καθορίσθηκε στη Λισαβόνα το 2000, να διατηρήσουν και να αναπτύξουν την απασχόληση και να διατηρήσουν την ικανότητά τους στον τομέα της καινοτομίας.
2.4.2 Σε επίπεδο καταναλωτών:
Η Ένωση διαθέτει ισχυρά εργαλεία (διαρθρωτικά ταμεία, περιφερειακή πολιτική). Οι παγκόσμιοι εμπειρογνώμονες πριν την κρίση θεωρούσαν ότι η ανοδική τάση των τιμών των ενεργειακών πρώτων υλών θα έχει διάρκεια. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορούσε να οργανώσει έναν προβληματισμό σχετικά με την κοινοτική αλληλεγγύη, η οποία πρέπει να κινητοποιηθεί σε περίπτωση ανόδου των τιμών προκειμένου να περιορισθεί ο αποκλεισμός λόγω της ενεργειακής πενίας και να αποφευχθούν με τον τρόπο αυτό οι αρνητικές συνέπειες για το ΑΕγχΠ της ΕΕ, και σε περίπτωση ύφεσης (πτώση τιμών συνοδευόμενη από μείωση της κατανάλωσης λόγω μείωσης της αγοραστικής σύναμης, μεταξύ άλλων) για τη στήριξη της ζήτησης.
Μια από τις κοινωνικές συνέπειες των εξελίξεων στις μεταφορές και στην ενέργεια είναι ότι όλοι καθίστανται δέσμιοι της ανόδου των τιμών όταν αυτή εμφανίζεται, ενώ οι εξωτερικές πιέσεις, οι οποίες προέρχονται από την παγκοσμιοποίηση και τη χρηματιστικοποίηση της οικονομίας, οι οποίες οδήγησαν στην κρίση, γίνονται αισθητές στους μισθούς και στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και η ΕΕ βρίσκεται σε κατάσταση υποαπασχόλησης. Εξ' άλλου, σε σημαντικό βαθμό, οι τιμές διαμορφώνονται από την έμμεση φορολογία, η οποία δεν έχει προοδευτικό χαρακτήρα.
Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι θα ήταν κοινωνικά σκόπιμο να θεσπισθεί, με ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, η διαφοροποίηση της τιμής μεταξύ «ζωτικής σημασίας» μέρους και «προαιρετικού» μέρους για τα πρώτα διανυθέντα χιλιόμετρα, τα πρώτα καταναλωθέντα λίτρα βενζίνης, τις πρώτες κιλοβατώρες ενέργειας κλπ. βάσει μιας εκτίμησης της χρήσης και αποδεκτών κατηγοριών που θα πρέπει να καθορισθούν κατόπιν διαλόγου. Έτσι, θα καταστεί εφικτή η θέσπιση συστημάτων ενίσχυσης των λιγότερο ευνοημένων κοινωνικών ομάδων για το ζωτικό μέρος, το οποίο δεν είναι δυνατόν να συμπιεστεί.
Ένα ευρωπαϊκό πληροφοριακό σύστημα διαχείρισης της ενέργειας θα μπορούσε να τεθεί στην υπηρεσία της κοινής ενεργειακής πολιτικής. Μια κοινή προσέγγιση των τιμών θα καθιστούσε την παράμετρο αυτή εργαλείο στην προσπάθεια διατήρησης της οικονομικής ανάπτυξης ταυτόχρονα με την προστασία του κλίματος και των συμφερόντων των καταναλωτών μέσω της δικαιότερης κατανομής του κόστους
2.5 Φορολογία
2.5.1 Η φορολογία παρεμβαίνει στη διαμόρφωση των τιμών (με πιο πρόσφατο στοιχείο την οικολογική επισήμανση). Τα κράτη μέλη διατηρούν ένα περιθώριο ελιγμών. Μια πιο ολοκληρωμένη πολιτική αγοράς θα ανάγκαζε την ΕΕ να επανεξετάσει την κατάσταση στον τομέα της φορολογίας και θα βελτίωνε τη διαφάνεια προς όφελος του πολίτη-καταναλωτή.
2.5.2 Ο TIPP (10), φόρος που καθορίζεται από την Ένωση, βασίζεται στον όγκο και ο ΦΠΑ βασίζεται στην αξία· ο ΦΠΑ είναι, όπως κάθε έμμεσος φόρος, άδικος, καθώς επιβάλλεται χωρίς διάκριση των ικανοτήτων φορολογικής συνεισφοράς: επομένως, βαραίνει περισσότερο τις λιγότερο προνομιούχες κοινωνικοοικονομικές κατηγορίες. Η μεταχείριση των πολιτών των κρατών μελών στο πρατήριο είναι, ωστόσο, άνιση, και πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο μελετών και ερευνών, οι οποίες θα πρέπει να γνωστοποιηθούν στους καταναλωτές με σκοπό την αναζήτηση του καλύτερου συστήματος από πλευράς σύγκλισης. Το «ευρωπαϊκό» ντήζελ θα είχε άμεσο αντίκτυπο στη διαφάνεια (11).
2.6 Έρευνα
2.6.1 Το επίπεδο ανάκαμψης των παραγωγικών επενδύσεων πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να προκαλέσει σημαντική και ταχεία πρόοδο, χωρίς την οποία δεν είναι δυνατή η διαφύλαξη της ενεργειακής αυτονομίας ούτε η διατήρηση της ηγετικής θέσης της Ένωσης στον τομέα της καταπολέμησης της αλλαγής του κλίματος, ούτε το επίπεδο διαβίωσης των Ευρωπαίων, ούτε η διασφάλιση του μέλλοντος της Ευρώπης. Η θέσπιση ενός ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που θα χορηγείται δωρεάν στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των καθαρών και οικονομικών μεταφορών θα μπορούσε να μειώσει τον χρόνο που μεσολαβεί ανάμεσα στην ανακάλυψη και τη διάθεση στην αγορά. Μια τέτοια πολιτική δεν θα αντέβαινε στο άρθρο 194 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της συνθήκης της Λισαβόνας. Είναι απαραίτητο να αναληφθούν κάποιοι εύλογοι κίνδυνοι. Η ΕΤΕ απαιτεί πλέον, για την πραγματοποίηση επενδύσεων, την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης κατά 20 %. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αφορά την καινοτομία (12) και να παρέχεται σε πολλές επιχειρήσεις.
Η προσφορά στις ΜΜΕ της δυνατότητας να επωφεληθούν από το χρηματοδοτικό μέσο με επιμερισμό των κινδύνων (βλ. σημείο 1. 2. 5) θα μπορούσε να προωθήσει συνολικά την καινοτομία σε περιφερειακό επίπεδο. Π.χ., πρωτοβουλίες όπως η κοινή χρήση οχημάτων (car-sharing) ευρίσκονται μεν στο στάδιο της ανάπτυξης, εξακολουθούν όμως να εξαρτώνται από τοπικές επιδοτήσεις — όπως συμβαίνει στους δήμους Saint-Brieuc και Rennes (13), παρότι συμβάλλουν στην διευκόλυνση της κινητικότητας, τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, την εξοικονόμηση χρόνου και την υλοποίηση κοινωνικών προγραμμάτων επειδή, λόγω του χαμηλού κόστους τους, προσφέρουν πρόσβαση και σε πρόσωπα με περισσότερο περιορισμένους οικονομικούς πόρους.
2.7 Περιφέρειες
2.7.1 Οι μεταφορές και η ενέργεια τροφοδοτούν τις περιφέρειες και αποτελούν ευκαιρία για την τοπική ανάπτυξη (βλέπε αντίκτυπο της δημιουργίας των γραμμών τρένων μεγάλης ταχύτητας (TGV) στις περιφέρειες στη Γαλλία). Αλλά οι μετακινήσεις, οι οποίες αποτελούσαν κατά παράδοση μία από τις κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας και του χωροταξικού σχεδιασμού, γίνονται τροχοπέδη όταν το κόστος της ενέργειας είναι υψηλό.
2.7.2 Η Ένωση αποκτά μια ενεργειακή και κλιματική πολιτική με ποσοτικούς στόχους και θα χρειασθεί εργαλεία μετρήσεων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο υπολογισμός με εναρμονισμένο τρόπο των ποιοτικών πτυχών στην ΕΕ, και για την αξιολόγηση των αναγκών η καλύτερη μέθοδος που μπορεί να εφαρμοστεί φαίνεται να είναι η εστίαση στην περιφερειακή διάσταση της ανεργίας και των μεταφορών. Η επίγνωση των τάσεων που επικρατούν σε τοπικό επίπεδο επιτρέπει την καλύτερη διαχείριση των πόρων.
2.7.3 Μέσω της περιφερειακής πολιτικής της Ένωσης, οι περιφέρειες λαμβάνουν ενισχύσεις. Η κατανομή αυτών μπορεί να αποτελέσει ερευνητικό δείκτη ευημερίας των πολιτών στον τομέα των μεταφορών και της ενέργειας. Η εξέλιξη του ζεύγους μεταφορές — ενέργεια μπορεί να επηρεάσει ολόκληρους κλάδους της οικονομίας και να έχει σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις στην περίπτωση που μια αρνητική εξέλιξη πλήξει άμεσα έναν τομέα, όπως αυτός της αλιείας, με τον περιορισμό του κέρδους λόγω αύξησης των τιμών.
2.7.4 Η κατανομή των οικονομικών δραστηριοτήτων και η διαχείριση της κινητικότητας του τοπικού πληθυσμού στις πόλεις (14) καθορίζουν τις επαγγελματικές μετακινήσεις δύο φορές την ημέρα. Η καθιέρωση υποχρεωτικής ρήτρας πρόσληψης κατοίκων της περιοχής θα μπορούσε να υποστηριχθεί από κατάλληλα προσαρμοσμένα διαρθρωτικά ταμεία (ποσοστό θέσεων απασχόλησης το οποίο θα διατίθεται στους κατοίκους των συγκεκριμένων περιοχών και παροχή φορολογικών απαλλαγών στις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν την πρακτική αυτή). Η απασχόληση, η στέγαση, οι ίσες ευκαιρίες και συνεπώς ο μισθός, καθώς και ο τέταρτος παράγοντας, οι μεταφορές, μπορούν να επιδράσουν θετικά ή αρνητικά στην κοινωνική ένταξη.
Η αύξηση του συνολικού κόστους, δεν θα πρέπει να «διορθωθεί» με έναν από κοινωνική άποψη λιγότερο ευτυχή τρόπο. Πρέπει να προτιμηθούν λύσεις με τις οποίες η αστική πολιτική για τις μετακινήσεις μεταξύ κατοικίας και τόπου εργασίας θα συντονίζεται με διαφορετικό τρόπο και με νέες προτεραιότητες.
Με ένα κατοχυρωμένο εθνικό και ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο, ο καταμερισμός των δράσεων μπορεί να πραγματοποιηθεί με τον καλύτερο τρόπο μεταξύ περιφερειακών και τοπικών αρχών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
2.8 Δημόσιες υπηρεσίες
2.8.1 Όσον αφορά την ενέργεια, η κατάσταση είναι μάλλον «ολιγοπωλιακή» παρά ανταγωνιστική. Οι πολίτες βιώνουν άσχημα τις συνέπειες που αφορούν την πρόσβαση στο δίκτυο και τις πολιτικές των τιμών (π.χ. κατάργηση μικρών σιδηροδρομικών σταθμών και δικτύων λεωφορείων που κρίνονται ως μη αποδοτικοί, αύξηση των τιμών καταναλωτή, ενεργειακό κόστος κλπ.). Ο ρόλος των εθνικών δημόσιων αρχών εντοπίζεται στη διασταύρωση στην οποία συναντώνται οι ρυθμίσεις, οι τοπικές δράσεις, ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων του πολίτη και η απασχόληση.
Ο ρόλος των τοπικών αρχών συνίσταται στην απορρόφηση των επιδράσεων που έχουν οι εξελίξεις και της αβεβαιότητας που προξενούν στον πολίτη. Οι τοπικές αρχές πρέπει να δραστηριοποιηθούν στο χώρο τους με στόχο την απόσβεση αυτών των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών διαταραχών. Επειδή αντιμετωπίζουν έντονα τις εξελίξεις που αφορούν στο ζεύγος μεταφορές — ενέργεια, αναζητούν σήμερα λύσεις.
Θα χρειασθούν νέα μέσα διακυβέρνησης στα διάφορα επίπεδα παρέμβασης — τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και κοινοτικό. Τα προγράμματα της Κοινότητας θα μπορούσαν να προβληθούν καλύτερα και να είναι περισσότερο ανοιχτά με σε πειραματισμούς.
2.8.2 Η κατανομή των θέσεων απασχόλησης στις περιοχές των αγορών εργασίας θα μπορούσε να βελτιωθεί εάν συνδεόταν με την οργάνωση των αστικών μεταφορών. Μεγάλη σημασία έχει ο ρόλος που διαδραματίζουν οι τοπικές δημόσιες υπηρεσίες στο χώρο της απασχόλησης· εδώ θα πρέπει να συνεκτιμηθούν οι νέοι περιορισμοί στους οποίους εκτίθενται οι κλάδοι των μεταφορών και της ενέργειας.
2.8.3 Η ζεύξη των περιοχών είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών και επενδύσεων. Παρέμβαση στη διαμόρφωση των τιμών σημαίνει παροχή πρόσβασης σε προσιτό κόστος και ένταξη των λιγότερο προνομιούχων. Οι μεταφορές, οι οποίες είναι αναγκαίες, ακριβές και ενίοτε σπάνιες, μπορούν να θεωρηθούν ο τέταρτος παράγοντας αποκλεισμού, μετά τη στέγαση, την απασχόληση, την αμοιβή. Επιβάλλεται επίσης κοινωνική επαγρύπνηση όσον αφορά τις συνέπειες των νέων υποχρεώσεων που θα επιβληθούν στις μεταφορές (δέσμη ενέργεια-κλίμα). Η οικονομική αποδοτικότητα θα μπορούσε να αναζητηθεί σε μια σε συστημική προσέγγιση των πολιτικών που έχουν σχέση με τις μετακινήσεις, τους διατροπικούς κόμβους διασύνδεσης, την ανταγωνιστική και αποδοτική διαμόρφωση όλων των γεωγραφικών και χρονικών θυλάκων (15), την τεχνολογική και κοινωνική έρευνα, με στόχο τη βελτιστοποίηση των πόρων και τη μείωση του κόστους. Αυτό βεβαίως εξαρτάται από την ύπαρξη πολιτικής βούλησης και την κινητοποίηση των διαφόρων παραγόντων.
2.9 Υγεία
Οι συνέπειες των εξελίξεων στις μεταφορές και στην ενέργεια γίνονται επίσης αισθητές στην υγεία των πολιτών. Αυτό καθιστά εύλογη τη λήψη μέτρων για την επανεξισορρόπηση των προηγούμενων επιλογών με σεβασμό στη «δέσμη ενέργειας και κλίματος», που μελετώνται ήδη στη Λευκή Βίβλο για τις μεταφορές της Επιτροπής.
2.9.1 Τα προβλήματα υγείας λόγω της καθημερινής και πολλαπλής χρήσης των μέσων μεταφοράς για μεγάλες διαδρομές μεταξύ κατοικίας και τόπου εργασίας έχουν συνέπειες για τα κοινωνικά συστήματα: δυσκολία διατήρησης της απασχόλησης, άγχος, αδυναμία, ασθένειες ενηλίκων: αλλεργίες, μυοσκελετικές διαταραχές, και παιδιών: αλλεργίες, βρογχιολίτιδες κλπ.
Η χρήση μη βιώσιμων μορφών ενέργειας προκαλεί αλλοίωση του αέρα, των γλυκών και των αλμυρών υδάτων, του εδάφους, των τροφίμων που αντλούνται από αυτό κλπ. Εξάλλου, η επάνοδος στην πυρηνική ενέργεια και οι δυνητικοί κίνδυνοί της πρέπει να επανεξετασθούν, όπως και η εκπαίδευση του πληθυσμού σχετικά με την πυρηνική ενέργεια, η οποία καθίσταται αναγκαία λόγω της αύξησης της ζήτησης πυρηνικής ενέργειας στις χώρες μέλη που παράγουν πυρηνική ενέργεια και της γήρανσης των πυρηνικών μονάδων τους.
2.10 Απασχόληση
2.10.1 Η οικονομική μεγέθυνση, η απασχόληση (στρατηγική της Λισσαβώνας) και η βιώσιμη ανάπτυξη βρίσκονται αντιμέτωπες με την ακρίβεια της ενέργειας και των μεταφορών, και εν συνεχεία με τις επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Πρέπει να ληφθούν υπόψη τα κοινωνικά ζητήματα και τα ζητήματα που συνδέονται με την απασχόληση, τα οποία προκύπτουν από την κοινωνική διάσταση της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Η απελευθέρωση προκάλεσε ήδη σημαντικές συνέπειες για τους εργαζομένους στα επαγγέλματα των τομέων του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας.
2.10.2 Η αυξανόμενη κοινοτικοποίηση της κλιματικής πολιτικής της Ένωσης απαιτεί σε μακροοικονομικό επίπεδο την έναρξη ενός πραγματικού κοινωνικού διαλόγου με στόχο τη διαπραγμάτευση των μελλοντικών σχεδίων της Ευρώπης για το κλίμα, προκειμένου να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και το κοινωνικό ντάμπινγκ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορούσε να βοηθήσει τους κοινωνικούς εταίρους με έναν μηχανισμό που θα τους επιτρέψει «να προβλέψουν, να αποτρέψουν και να συνοδεύσουν, ανάλογα με την περίπτωση» τις οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές που θα προκύψουν από τη θέσπιση των νέων κλιματικών πολιτικών που θα έχουν αντίκτυπο στις μεταφορές και στην ενέργεια.
2.10.3 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι τα μέσα που διατίθενται για την εφαρμοσμένη έρευνα πρέπει να αυξηθούν πραγματικά, ώστε η ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών να καταστήσει εφικτή την αύξηση του αριθμού των θέσεων απασχόλησης, ιδίως στις ΜΜΕ και στις ΠΜΕ.
2.10.4 Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της επέκτασης του FEM (Ευρωπαϊκό Ταμείο για την Εξισορρόπηση της Παγκοσμιοποίησης) για τον περιορισμό των αρνητικών συνεπειών στους εργαζομένους των μέτρων καταπολέμησης της αλλαγής του κλίματος. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι υπάρχουν πληθυσμοί που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, που απειλούνται από τη φτώχεια ή που αποκλείονται, οι οποίοι πρέπει να καλυφθούν, και ότι, επομένως, οι μηχανισμοί λειτουργίας του εν λόγω ταμείου πρέπει να επανεξετασθούν, αρχής γενομένης με τη διεύρυνση των κριτηρίων πρόσβασης στο FEM.
2.10.5 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι υποχρεωτικές δαπάνες βαραίνουν ολοένα και περισσότερο τους λιγότερο προνομιούχους και θέτουν σε κίνδυνο την e-ένταξή τους, πρόσθετο παράγοντα αποκλεισμού από την εργασία και κοινωνικού αποκλεισμού. Η Ένωση πρέπει να μπορέσει να εξασφαλίσει στους πολίτες της μια ανεκτή εξέλιξη των τιμών, ενισχύοντας ταυτόχρονα την ενεργειακή της ασφάλεια.
2.11 Κοινωνικός διάλογος στην επιχείρηση
2.11.1 Οι εξελίξεις στις μεταφορές και στην ενέργεια έχουν μικροοικονομικές συνέπειες σε επίπεδο επιχειρήσεων και πρέπει να ληφθούν υπόψη στα πλαίσια του κοινωνικού διαλόγου.
| — | Ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να ενδιαφερθεί για την κατάρτιση του προσωπικού και των στελεχών στις βιώσιμες συμπεριφορές εξοικονόμησης ενέργειας και στις μεταφορές που δεν ρυπαίνουν. | 
| — | Οι διαπραγματεύσεις μπορούν να περιλαμβάνουν την υποχρέωση διαπραγμάτευσης ενός προγράμματος βιώσιμης κινητικότητας για την επιχείρηση ή την υπηρεσία. | 
| — | Ο εργοδότης μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο αναγνώρισης των εξόδων μεταφοράς των υπαλλήλων ως στοιχείου του ελάχιστου μισθού, σύμφωνα με κλίμακες που θα πρέπει να καθορισθούν στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου. | 
| — | Η θέσπιση πιστοποιήσεων της επιχείρησης μπορεί να καθορισθεί μέσω του κοινωνικού διαλόγου (16). | 
| — | Ο καταμερισμός των κερδών που αποκτήθηκαν από τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και των μεταφορών στην επαγγελματική δραστηριότητα, τα οποία θα αποτιμηθούν σύμφωνα με κριτήρια που πρέπει επίσης να καθορισθούν στο πλαίσιο του διαλόγου, θα πρέπει επίσης να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων. | 
Το πεδίο έναρξης κοινωνικού διαλόγου στην επιχείρηση σχετικά με τα εν λόγω θέματα είναι ευρύ.
2.12 Πολιτισμός και εκπαίδευση
2.12.1 Οι μεταφορές και η ενέργεια έχουν αποκτήσει εδώ και καιρό μια πολιτιστική διάσταση, προσιτή σε μεγάλο αριθμό πολιτών λόγω του εκδημοκρατισμού τους. Η διάσταση αυτή, η οποία είναι σήμερα συνυφασμένη με το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, πρέπει να διαφυλαχθεί και συνιστά μια ανθρώπινη πρόκληση που πρέπει να απαντηθεί για την κατανόηση και την πρακτική της ευρωπαϊκής ποικιλίας.
2.12.2 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι τρέχουσες εξελίξεις μπορούν να αποτελέσουν ευκαιρία προώθησης της αγωγής του πολίτη στο σχολείο για την καλύτερη γνωριμία των άλλων Ευρωπαίων και την ορθή διαχείριση της χρήσης των δύο ροών. Η εκπαίδευση θα αφορά επίσης τη διδασκαλία δράσεων στην καθημερινή ζωή των πολιτών, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τους λιγότερο προνομιούχους πληθυσμούς λόγω αναπηρίας, γήρατος, αποκλεισμού. Μπορεί επίσης να συνδυάζεται με την εκπαίδευση για την υγεία, την οποία θα ενισχύει (17).
2.13 Δράσεις της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών
2.13.1 Ατομική δράση
Κάθε πολίτης έχει υποχρέωση να ενημερώνεται και δικαιούται να προσδοκά διαφάνεια στις αποφάσεις θεσμικών οργάνων και δομών, όπως οι ρυθμιστικοί οργανισμοί. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, στον συγκεκριμένο τομέα, απαιτείται εκτεταμένη δράση για τη διάδοση των σχετικών πληροφοριών.
Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τη στήριξή της στην πρόταση της Επιτροπής της 5ης Ιουλίου 2007 (18) για έναν χάρτη των δικαιωμάτων των καταναλωτών ενέργειας, ο οποίος θα εγγυάται τα δικαιώματά τους, «τα οποία δεν μπορούν να εξασφαλιστούν εάν αφεθούν μόνο στους μηχανισμούς της αγοράς» (βλ. σημεία 1.2 και 1.8 στο χάρτη).
2.13.2 Συλλογική δράση
Η απόκριση στις προκλήσεις της ενεργειακής πολιτικής απαιτεί μια κοινωνική κινητοποίηση, η οποία προϋποθέτει την ενεργοποίηση των πολιτών και τη συνειδητή δράση τους.
Για τον σκοπό αυτό, η ΕΟΚΕ υποβάλλει μια πρόταση η οποία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της συνειδητοποίησης από τους πολίτες και τους καταναλωτές, δηλαδή την επισήμανση της παραγωγής πρόσθετου CO2 σε όλα τα καταναλωτικά προϊόντα.
Οι πολίτες, όταν έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε υπεύθυνες επιλογές, δεν διαθέτουν ενημέρωση. Δύο συμπληρωματικά επίπεδα δράσης θα επιτρέψουν στην Ένωση να λάβει μέτρα διατηρώντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών της:
| — | το μακροοικονομικό επίπεδο, όπως καταδεικνύεται στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20ής Φεβρουαρίου 2008 (19), | 
| — | το μικροοικονομικό επίπεδο, στο οποίο η επιλογή των καταναλωτών καθίσταται εφικτή εάν οι επιχειρήσεις, βάσει μιας τυποποιημένης πιστοποίησης τύπου EMAS, εμφανίζουν σε κάθε στάδιο της αλυσίδας αξίας, σε μια ετικέτα σε κάθε προϊόν, αγαθό ή υπηρεσία, την ποσότητα πρόσθετου διοξειδίου του άνθρακα. Ήδη διεξάγονται τμηματικά πειράματα προς την κατεύθυνση αυτή στη Μεγάλη Βρετανία και, εκτός ΕΕ, στο Βανκούβερ στον Καναδά, για παράδειγμα. | 
Αυτό το σύστημα απεικόνισης, ανάλογο με εκείνο που ισχύει για τον ΦΠΑ, θα έχει ως αποτέλεσμα την ευαισθητοποίηση όλων των πολιτών κατά την κατανάλωση κάθε αγαθού ή υπηρεσίας: η φράση « APC Added Production of CO2 » θα εμφανίζεται σε κάθε λογιστικό έγγραφο, από την απόδειξη αγορών στο σουπερμάρκετ έως την κατάσταση αποδοχών, για κάθε προϊόν ή υπηρεσία, και θα επιτρέπει σε κάθε πρόσωπο στην Ένωση να οικειοποιηθεί το διακύβευμα σε αντικειμενικές βάσεις.
Η πληρωμή του κόστους παραγωγής CO2 δεν θα συνδέεται με το σύστημα αυτό. Αυτό που επείγει είναι η συνειδητοποίηση από όλους και με απλό τρόπο, σε όλους τους τομείς.
Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι παγκόσμιες εμπορικές διαπραγματεύσεις θα μπορούσαν να υιοθετήσουν τη συγκεκριμένη ευρωπαϊκή πρακτική. Τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να ενταχθούν στα ήδη τυποποιημένα εμπορικά έγγραφα, κατά το πρότυπο του EDIFACT υπό τον ετήσιο έλεγχο της κοινωνίας των πολιτών: έτσι, η Οικονομική Επιτροπή για την Ευρώπη υποβάλλει σε ετήσια βάση στο Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών έκθεση σχετικά με την κατάσταση του EDIFACT.
Η ΕΕ προηγείται σε ό,τι αφορά στη συνειδητοποίηση της ανάγκης κοινής θεώρησης των τριών κεφαλαίων «Μεταφορές — Ενέργεια — Περιβάλλον» ως πτυχών της ίδιας πολιτικής. Τη θέση αυτή θα μπορούσε να την εκμεταλλευτεί σε παγκόσμια κλίμακα.
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) MFPR: Μηχανισμός χρηματοδότησης με επιμερισμό των κινδύνων. Συμφωνία συνεργασίας που εφαρμόστηκε από την ΕΤΕ στις 5.6.2007 με σκοπό την ενίσχυση της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας στην Ευρώπη. Προϋπολογισμός 10 δις ευρώ
(2) FEM: Ευρωπαϊκό Ταμείο για την Εξισορρόπηση της Παγκοσμιοποίησης.
(3) Ορισμός της «συντροπικότητας»: «συντροπικότητα, ήτοι η αποτελεσματική χρήση των διαφόρων τρόπων μεταφοράς, μεμονωμένα και σε συνδυασμό» Ενδιάμεση εξέταση, τον Ιούνιο 2006, της Λευκής Βίβλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπήςγια την ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010·
(4) Άρθρο 73 ΣΕΚ: «Οι ενισχύσεις που ανταποκρίνονται στις ανάγκες συντονισμού των μεταφορών ή που αντιστοιχούν στην αποκατάσταση ορισμένων βαρών συνυφασμένων με την έννοια της δημοσίας υπηρεσίας είναι συμβιβάσιμες με την παρούσα συνθήκη». Βλ. επίσης Κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70, της 4ης Ιουνίου 1970, περί ενισχύσεων που χορηγούνται στον τομέα των σιδηροδρομικών, οδικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών, ΕΕ αριθ. L 130 της 15/6/1970 σ. 1-3 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τις δημόσιες σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές επιβατών και την κατάργηση των Κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και 1107/70.
(5) EDIFACT: ακρωνύμιο της ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων για τις διοικητικές υπηρεσίες, το εμπόριο και τις μεταφορές, πρότυπο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το οποίο καθορίζει ταυτόχρονα μια διατύπωση και ένα περιεχόμενο· προσαρμόσθηκε από τους εθνικούς και τομεακούς οργανισμούς τυποποίησης προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες κάθε δραστηριότητας.
(6) Η Οικονομική Επιτροπή για την Ευρώπη απαρτίζεται από 56 μέλη και είναι μία από τις πέντε περιφερειακές επιτροπές του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών, η ΟΚΕ των Ηνωμένων Εθνών. Περιλαμβάνει, εκτός από τις χώρες της Ευρώπης, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, το Ισραήλ και τις δημοκρατίες της κεντρικής Ασίας.
(7) Η αγορά «spot» αφορά συνάλλαγμα, επιτόκια ή πρώτες ύλες, για εξαιρετικά ταχεία παράδοση την επόμενη ημέρα ή σε διάστημα βραχύτερο της μίας ημέρας.
(8) DESTATIS, γερμανική ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία: οι τιμές της ενέργειας προκάλεσαν την αύξηση των τιμών παραγωγού κατά 3,8 % σε ένα έτος. Στο ίδιο διάστημα, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 7 %, τα παράγωγα πετρελαίου κατά 19 % και η ηλεκτρική ενέργεια κατά σχεδόν 10 %. Μη συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας, οι τιμές θα είχαν αυξηθεί μόνον κατά 2,7 % σε ένα έτος (εφημερίδα Les ECHOS, Γαλλία, 21/22 Μαρτίου 2008).
(9) Γνωμοδοτήσεις ΕΟΚΕ και ειδικότερα: Allewelt, «Υποδομές μεταφορών για το μέλλον», 28.1.2004, ces 93.2004· Krzaklewkski, «Διευρωπαϊκά δίκτυα: προς μια ενοποιημένη θεώρηση», 28.3.2008, ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 25
(10) ΦΠΑ και TIPP: στη Γαλλία, ο εσωτερικός φόρος επί των πετρελαϊκών προϊόντων (TIPP) αντιπροσωπεύει 74 % της τιμής της βενζίνης, 67 % της τιμής του ντίζελ και 17,6 δισεκατομμύρια ευρώ για το κράτος. Ο ΦΠΑ αντιπροσωπεύει 19,6 % της βασικής τιμής επαυξημένης με τον TIPP (ευρωπαϊκοί κανόνες, οδηγία 2003/96/ΕΚ), ήτοι 7,1 δισεκατομμύρια ευρώ.
(11) Η φορολογία επί των καυσίμων συμπληρώνει την τιμολόγηση της χρήσης των υποδομών μεταφορών για να ενσωματώσει το εξωτερικό κόστος στις τιμές που καταβάλλουν οι χρήστες. Συγκεκριμένα, επιτρέπει να ενσωματωθεί η συνιστώσα του εξωτερικού κόστους που συνδέεται με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου. Όμως, τη στιγμή που ο ανταγωνισμός στον τομέα των οδικών μεταφορών είναι πλήρης η έλλειψη εναρμονισμένης φορολογίας των καυσίμων αποδεικνύεται ότι αποτελεί όλο και περισσότερο εμπόδιο στην καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Λευκή βίβλος για τις μεταφορές στον ορίζοντα του 2010, Ευρωπαϊκή Επιτροπή 2001.
(12) Βλέπε γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, εισηγητής ο κ. Wolff, «Θετικός και αρνητικός αντίκτυπος των αυξανόμενων απαιτήσεων στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας», 20.02.2008, ΕΕ C 162 της 25.6.2008, σ. 72.
(13) Δήμοι της Βρετάνης (22), Γαλλία. H ομάδα μελέτης η οποία ασχολείται με την κατάρτιση αυτής της γνωμοδότησης διοργάνωσε ακρόαση στην πόλη Saint-Brieuc.
(14) Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, Ribbe, «Οι μεταφορές στις αστικές και μητροπολιτικές περιοχές»,, ces ΕΕ C 168 της 20.7.2007, σ. 77.
(15) (Δήμος Saint-Brieuc, Βρετάνη (22), Γαλλία, ακρόαση της 6ης Οκτωβρίου: Ανάπτυξη «εικονικών») διαδρόμων τοπικών μεταφορών που ενεργοποιούνται κατόπιν παραγγελίας σε συγκεκριμένες διαδρομές χάρη σε ένα μηχανοργανωμένο κέντρο κινητικότητας το οποίο ασχολείται με την ολοκληρωμένη διαχείριση των μέσων μεταφοράς από τοπικούς χρήστες και την παροχή πληροφοριών σχετικά με άλλα δίκτυα (Ευφυές σύστημα μεταφορών)
(16) Πιστοποιήσεις τύπου EMAS, «Σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου», κανονισμός του 1995 που τροποποιήθηκε το 2002 και 2004, Κανονισμός 761/2001 για την εθελούσια συμμετοχή
(17) Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, Sharma, «Η παχυσαρκία στην Ευρώπη — ρόλος και ευθύνες των εταίρων της κοινωνίας των πολιτών», (ces ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 63).
(18) Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ, Iozia, «Ευρωπαϊκός χάρτης δικαιωμάτων των καταναλωτών ενέργειας», 16.1.2008, ΕΕ C 151 της 17.6.2008, σ. 27.
(19) Γνωμοδότηση CESE, εισηγητής ο κ. Wolf, βλ. παραπάνω.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/50 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ευρωπαϊκή αεροναυτική βιομηχανία: κατάσταση και προοπτικές»
(2009/C 175/09)
Στις 27 Σεπτεμβρίου 2007, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
«Ευρωπαϊκή αεροναυτική βιομηχανία: κατάσταση και προοπτικές».
Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 18 Νοεμβρίου 2008, με βάση την έκθεση του εισηγητή κ. OPRAN και του συνεισηγητή κ. BAUDOUIN.
Κατά την 449ή σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 110 ψήφους υπέρ, 9 κατά και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
ΕΙΣΑΓΩΓΉ
Η παρούσα γνωμοδότηση αφορά τον κλάδο της ευρωπαϊκής αεροναυτικής βιομηχανίας που εξυπηρετεί την αγορά των πολιτικών μεταφορών επιβατών και εμπορευμάτων με αεροσκάφη σταθερών πτερύγων. Όλοι οι άλλοι κλάδοι (στρατιωτικές αεροπορικές μεταφορές, ελικόπτερα, συντήρηση κλπ.) αποκλείονται ρητά από το πεδίο εφαρμογής της γνωμοδότησης.
Μέρος Ι — Συμπεράσματα και συστάσεις
Στόχος: «Διατήρηση της παγκόσμιας ηγετικής θέσης της πολιτικής αεροναυτικής βιομηχανίας της ΕΕ στην αγορά των αεροσκαφών σταθερών πτερύγων: εντοπισμός των απειλών, καθορισμός των προτεραιοτήτων και διατύπωση προτάσεων για μια επιτυχημένη στρατηγική την περίοδο 2008-2012»
Η έκθεση «STAR 21» για την αεροδιαστημική βιομηχανία κατά τον 21ο αιώνα έδειξε ότι ο τομέας της αεροναυτικής έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη συμπράξεων με τον κόσμο της έρευνας (πανεπιστήμια, ανώτερες σχολές, δημόσια εργαστήρια κλπ.). Ο τομέας της αεροναυτικής είναι χοάνη συγκέντρωσης πολλών δεξιοτήτων και βασικών τεχνολογιών, καθώς και σημαντικός μοχλός καινοτομίας. Η ανάπτυξή του στηρίζεται στον πολιτικό και στον αμυντικό τομέα, που είναι αλληλεξαρτώμενοι και βασίζονται στην εφαρμογή τεχνολογιών αιχμής.
1.1 Η αεροναυτική βιομηχανία, πολιτική και στρατιωτική, συμβάλλει καθοριστικά στη δημιουργία μιας στέρεης βιομηχανικής βάσης, όπως και στην τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη. Ενισχύει, επίσης, τη βαρύτητα της ΕΕ στη διεθνή σκηνή και την ικανότητά της να επηρεάζει τις οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις.
1.2 Επιπλέον, συμβάλλει στην αύξηση της ειδικευμένης απασχόλησης στην Ευρώπη, χορηγώντας μάλλον υψηλούς μισθούς σε σύγκριση με άλλους κλάδους.
1.3 Με λίγα λόγια, η στρατηγική της Λισσαβώνας (2000) και τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης (2002) (1) είναι σήμερα πιο επίκαιρα από ποτέ.
Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι υπάρχουν πέντε βασικοί παράγοντες που θα αποτελέσουν πραγματική απειλή για την ευρωπαϊκή αεροναυτική βιομηχανία, εάν δεν αντιμετωπιστούν εκ των προτέρων από τους πολιτικούς και βιομηχανικούς ιθύνοντες.
2.1 Η γεωμετρική αύξηση του κόστους ανάπτυξης των αεροπλάνων, σε συνδυασμό με την αδυναμία των κατασκευαστών να χρηματοδοτήσουν μόνοι τους την ανάπτυξη νέων μοντέλων λόγω των ευρωπαϊκών βιομηχανικών στρατηγικών τους, συνεπάγεται μεταβίβαση της χρηματοδότησης και του χρηματοοικονομικού κινδύνου στους προμηθευτές και τους υπεργολάβους του εξοπλισμού, ακόμα μεγαλύτερες καθυστερήσεις της απόδοσης των επενδύσεων και αύξηση του χρέους και της ανασφάλειας των προμηθευτών εξοπλισμού και των υπεργολάβων.
2.2 Η εξασθένηση του δολαρίου ΗΠΑ, η οποία άρχισε να εμφανίζεται από το 2005 μέχρι την εκδήλωση της σημερινής διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης και συνεχίζεται προς το παρόν με μια άστατη διακύμανση αυτού του νομίσματος, η οποία χαρακτηρίζεται από μια αδικαιολόγητη, από οικονομική άποψη, αύξηση του δολαρίου έναντι του ευρώ:
| — | επιφέρει απώλεια ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας (2) | 
| — | συνεπάγεται μόνιμη επιδίωξη ελαχιστοποίησης των πάγιων δαπανών (μισθολογικό κόστος) | 
| — | ευνοεί τις μετεγκαταστάσεις στη ζώνη του δολαρίου | 
| — | οδηγεί στη μείωση του αριθμού των υπεργολάβων στην Ευρώπη | 
| — | ευνοεί την ανάπτυξη «συμπράξεων» σε περιοχές εκτός Ευρώπης. | 
2.3 Το φαινόμενο «pappy boom», το οποίο θα φθάσει στο αποκορύφωμά του το 2015 (3), θα επιφέρει απώλεια πολλών θέσεων υψηλής εξειδίκευσης (το μισό εργατικό δυναμικό του τομέα των αεροπορικών μεταφορών της Ευρώπης θα συνταξιοδοτηθεί μέχρι το 2015), με κίνδυνο οριστικής απώλειας στρατηγικών ικανοτήτων.
2.4 Η αύξηση του ανταγωνισμού, με την εμφάνιση νέων, πολύ επιθετικών παραγόντων στον τομέα των αεροσκαφών τοπικών πτήσεων (Ινδία και Βραζιλία), ωθεί τους βιομηχάνους να μειώσουν το κόστος, προκειμένου να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα και την αποδοτικότητά τους, και να αναπτύξουν εταιρικές σχέσεις με αναδυόμενες χώρες όπως η Κίνα, παρά τους κινδύνους που συνδέονται με τη μεταφορά τεχνολογίας και την επιτόπου εγκατάσταση για την κατάκτηση αυτών των νέων αγορών. Ο ανταγωνισμός αυτός οδηγεί επίσης τους κατασκευαστές να εστιάσουν στις κύριες δραστηριότητες των πελατών τους.
2.5 Η παρούσα συμφέρουσα τιμή του πετρελαίου δεν θα πρέπει να αποκρύψει τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα όσον αφορά την εξέλιξή της βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, της οποίας δεν μπορούμε ακόμη να υπολογίσουμε όλες τις προεκτάσεις και τη διάρκεια. Οι παράγοντες αυτοί επιβαρύνουν τη ζήτηση, αποδυναμώνουν τις αεροπορικές εταιρείες και υποχρεώνουν τους κατασκευαστές να αναζητήσουν μέσα για τη μείωση του κόστους χρήσεως των αεροσκαφών, ιδίως με την προσφυγή σε εναλλακτικά καύσιμα και σε αντίστοιχες τεχνολογίες.
3. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, οι κύριες προκλήσεις του τομέα συνίστανται στη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητάς του, στη διατήρηση της χρησιμότητάς του απέναντι στο κοινό και στη διεύρυνση της διεθνούς απήχησής του.
Για να επιτευχθεί αυτό, η ΕΟΚΕ διατυπώνει συγκεκριμένες συστάσεις και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να υπογραμμίσουν τον ζωτικό ρόλο που διαδραματίζει η αεροναυτική βιομηχανία στην ΕΕ και τη σημασία που έχει για τους πολίτες, λόγω της επίδρασής της σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές βιομηχανίες.
Στο πεδίο της τεχνολογικής ανάπτυξης, της οικονομικής μεγέθυνσης και της συνεργασίας, θα πρέπει να προβλεφθεί η θέσπιση ενός νέου πλαισίου, το οποίο θα επιτρέπει και θα προτρέπει τις επιχειρήσεις από τις διάφορες χώρες της ΕΕ να συνεργαστούν ουσιαστικότερα για τον καθορισμό και την υλοποίηση των βιομηχανικών τους προτεραιοτήτων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα και θα βελτιωθεί η ικανότητα αντίδρασης στις διακυμάνσεις των αγορών. Επείγει να καθοριστούν νέες προδιαγραφές ποιότητας και αποτελεσματικότητας, με την αποδοτικότερη δυνατή αξιοποίηση της χρηματοδότησης της Ε & Α.
4.1.1 Θα πρέπει να ενισχυθεί ο συντονισμός μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (ΕΟΑ), προκειμένου να προαχθεί η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών διπλής χρήσης που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο από το στρατιωτικό όσο και από το πολιτικό σκέλος της αεροναυτικής βιομηχανίας. Παράλληλα, είναι σκόπιμο να διασφαλισθεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας θα ελέγχουν κάθε περαιτέρω διάδοση των τεχνολογιών που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο από το στρατιωτικό όσο και από το πολιτικό σκέλος της αεροναυτικής βιομηχανίας.
4.1.2 Πρέπει να παρασχεθεί υποστήριξη στους βιομηχάνους — με ιδιαίτερη προσοχή στην ανάπτυξη των ΜΜΕ του τομέα των κατασκευαστών εξοπλισμού στην αλυσίδα εφοδιασμού — για την ταχεία και ευρεία εφαρμογή της κοινής τεχνολογικής πρωτοβουλίας CLEAN SKY, αφενός, για να επιτευχθούν οι περιβαλλοντικοί στόχοι που έχει θέσει η Ευρώπη και, αφετέρου, για να μπορέσει η βιομηχανία να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή ενός συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (SESAR-ATM) προς υποστήριξη του προγράμματος «Ενιαίος Ευρωπαϊκός Ουρανός» (4) (SES).
4.2 Η ΕΟΚΕ συνιστά να προαχθεί η άμεση και ενεργός συμμετοχή των χωρών της ΕΕ που διαθέτουν αναγνωρισμένο δυναμικό στον τομέα της αεροναυτικής, στην ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού δικτύου υπεργολάβων που θα μπορεί να υποστηρίζει αποτελεσματικά κατασκευαστές αεροσκαφών όπως η Airbus, η SAAB, η Alenia, η ATR κλπ. Είναι σημαντικό να διατηρηθούν και να αυξηθούν οι ικανότητές τους, με επικέντρωση ιδίως στις νέες τεχνολογίες.
4.3 Ο τομέας της περιφερειακής αεροναυτικής στην Ευρώπη γνωρίζει σημαντική αναζωογόνηση, με πρωτοστάτη τα αεροπλάνα της ATR (5) και τις οικονομίες καυσίμου που παρέχουν. Η αεροναυτική αγορά εξελίσσεται επίσης προς τα αεροπλάνα τύπου RJ (Regional Jets) (6). Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία της υποστήριξης των επιχειρήσεων που έχουν αναπτύξει καινοτόμους βιομηχανικές στρατηγικές τύπου «Open Innovation», με καλύτερο σημερινό παράδειγμα ίσως τη SuperJet International.
4.4 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ουσιώδες να ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη τη μείωση του βαθμού εξάρτησης των υπεργολάβων από τους σημερινούς παραγγελιοδότες (ενισχύσεις για τη διαφοροποίηση των αγορών και τη διεθνοποίηση) και την κατάρτιση ενός χάρτη αμοιβαίων μακροπρόθεσμων δεσμεύσεων μεταξύ κατασκευαστών και υπεργολάβων.
4.5 Η ΕΟΚΕ έχει την πεποίθηση ότι πρέπει να παρασχεθεί υποστήριξη για τον καθορισμό στρατηγικών καινοτομίας των υπεργολάβων, ώστε να μπορούν να παρέχουν με βιώσιμο τρόπο νέα προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας μακροπρόθεσμα, και ταυτόχρονα να διευκολυνθούν οι συνεργασίες για να επιτευχθεί κρίσιμη μάζα.
4.6 Παρά τις διαφορές μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ έναντι του ΠΟΕ, η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη να μελετήσουν μια χρηματοδοτική διαδικασία, η οποία να διασφαλίζει τη συνέχεια των διεργασιών της κατασκευής. Η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να λάβει τη μορφή του αλληλέγγυου δανεισμού των υπεργολάβων του τομέα. Θα μπορούσε επίσης να έχει τη μορφή είτε εγγύησης των δανείων είτε δανείων με τα προτιμησιακά επιτόκια που έχουν συμφωνηθεί από την ΕΤΕ (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων). Θα ήταν επίσης σκόπιμο να προβλεφθούν μηχανισμοί προστασίας από τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους, π.χ. εκείνους που απορρέουν από τις συναλλαγματικές ισοτιμίες.
4.7 Πέρα από τη βιομηχανική πτυχή, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να προβλεφθούν οι εξελίξεις και οι αλλαγές που θα επέλθουν στον κλάδο, με την καθιέρωση προληπτικής διαχείρισης των θέσεων απασχόλησης και των επαγγελματικών δεξιοτήτων στα διάφορα επίπεδα (κλαδικό, τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό). Η σύσταση παρατηρητηρίων των αεροναυτικών επαγγελμάτων αναμένεται ότι θα δώσει τη δυνατότητα να εντοπιστούν τα επαγγέλματα του μέλλοντος και οι σχετικές ανάγκες κατάρτισης, σε συνεργασία με τις ακαδημαϊκές αρχές.
4.8 Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία της δημιουργίας εργαλείων οικονομικής επαγρύπνησης, για την παρακολούθηση της εξέλιξης των επιδόσεων των επιχειρήσεων και τον νωρίτερο δυνατό εντοπισμό των κινδύνων. Τα εργαλεία αυτά θα πρέπει, από τη μία πλευρά, να είναι καινοτόμα όσον αφορά την επαγγελματική κατάρτιση και, από την άλλη, να συσφίγγουν τις σχέσεις έρευνας-πανεπιστημίου-βιομηχανίας για την καλύτερη προετοιμασία τόσο των νέων όσο και των εργαζομένων για τα επαγγέλματα του μέλλοντος και τις διαφαινόμενες τεχνολογικές μεταβολές.
4.9 Η ανάπτυξη των διεπαφών μεταξύ των διάφορων πόλων ανταγωνιστικότητας, προκειμένου να επιτευχθούν οι περιβαλλοντικοί και τεχνολογικοί στόχοι που έχει θέσει η ΕΕ, θα επιτρέψει τη δικτύωση και, επομένως, τον καλύτερο καταμερισμό των ρόλων και των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ώστε να αποφευχθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ των ευρωπαϊκών περιφερειών, αλλά να αυξηθούν οι συνέργειες.
4.10 Η χρηματοδοτική συμμετοχή της ΕΕ πρέπει να εγγραφεί στο πλαίσιο των πόλων ανταγωνιστικότητας, Οι πόλοι αυτοί δημιουργήθηκαν για να διατηρήσει η ΕΕ την ηγετική της θέση στις τεχνολογίες αιχμής και να έχει μια ανταγωνιστική και καινοτόμο αεροναυτική βιομηχανία που ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της υψηλής περιβαλλοντικής ποιότητας (ΥΠΠ). Για παράδειγμα, όταν χρησιμοποιούνται σύνθετα υλικά λόγω της ανθεκτικότητας και της ελαφρότητάς τους, δεν πρέπει να παραβλέπεται η δυνατότητα ή μάλλον η μη δυνατότητα ανακύκλωσης ή καταστροφής των υλικών αυτών.
4.11 Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία της ταχείας λήψης μιας δέσμης μέτρων σχετικά με:
| — | την περιβαλλοντική συνείδηση των αεροπορικών μεταφορών· | 
| — | την ικανοποίηση και την ασφάλεια των επιβατών· | 
| — | τη μείωση των εκπομπών CO2 του τομέα των αεροπορικών μεταφορών (σύμφωνα με την ευρωπαϊκή πολιτική για τη γενική μείωση των εκπομπών CO2 στην Ευρώπη), όπως και των ηχητικών οχλήσεων και της κατανάλωσης καυσίμων· | 
| — | την ανάπτυξη προσεγγίσεων που διευκολύνουν την απομάκρυνση των παλιών εξοπλισμών (χρήση ανακυκλώσιμων υλών κ.ά.). | 
4.12 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να ανταποκριθούν τάχιστα στην ανάγκη χάραξης μιας στρατηγικής πολιτικής για την αεροναυτική βιομηχανία. Η πολιτική αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένες δράσεις στο ευρωπαϊκό επίπεδο και στις περιφέρειες με αεροναυτική παράδοση για την καλύτερη πρόβλεψη των επερχόμενων μεταβολών και την ελαχιστοποίηση του κοινωνικού αντικτύπου. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη συγκρότηση μιας επιτροπής κοινωνικού διαλόγου στον τομέα της ευρωπαϊκής αεροναυτικής βιομηχανίας, όπως συνιστούν οι κοινωνικοί εταίροι.
Μέρος ΙΙ — Αιτιολόγηση
5. Πλαίσιο και ιστορικό
5.1 Το 2007 οι αναλυτές προέβλεπαν διπλασιασμό της εναέριας κυκλοφορίας μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, με μέση αύξηση της τάξεως του 6 % κατ’ έτος (προβλέπονται 5 δισεκατομμύρια επιβάτες το 2025, έναντι 2 εκατομμυρίων περίπου το 2006). Για να αντιμετωπιστεί η αναμενόμενη αύξηση της κυκλοφορίας, οι προβλέψεις για τις παραγγελίες νέων αεροσκαφών (άνω των 90 θέσεων) κατά τα 20 επόμενα έτη είναι αισιόδοξες και ποικίλλουν μεταξύ 22 600 (πηγή: Airbus) και 23 600 (πηγή: Boeing).
5.2 Η αυξανόμενη ελευθέρωση των αεροπορικών μεταφορών, η εκρηκτική αύξηση της ζήτησης στις αναδυόμενες χώρες (Ασία-Ειρηνικός και Μέση Ανατολή) και η ανάκτηση της οικονομικής υγείας των αεροπορικών εταιρειών το 2007 αναμένεται ότι θα μπορέσουν να στηρίξουν αυτήν τη διεργασία.
Στις 27 Σεπτεμβρίου 2007, η Ολομέλεια της ΕΟΚΕ ενέκρινε την κατάρτιση γνωμοδότησης πρωτοβουλίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής Βιομηχανικών Μεταλλαγών (ΣΕΒΜ) σχετικά με το μέλλον της αεροναυτικής βιομηχανίας στην Ευρώπη (εξαιρουμένων των τομέων της στρατιωτικής αεροναυτικής, των ελικοπτέρων, της συντήρησης κλπ.).
5.3.1 Τα κίνητρα που ώθησαν την ΕΟΚΕ στην εκπόνηση του παρόντος εγγράφου είναι ο σπουδαίος ρόλος που διαδραματίζει ο τομέας της αεροναυτικής στο σύνολο της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, λόγω της μεγάλης σημασίας του σε σχέση με την παραγωγή, τις εξαγωγές, την απασχόληση και τις επενδύσεις για Ε & Α. Επιπροσθέτως, δρα ως κινητήριος μηχανισμός για μια πληθώρα βιομηχανιών (υπεργολάβοι και κατάντη τομείς, όπως η συντήρηση των αεροσκαφών) και ως στοιχείο ενίσχυσης του δυναμισμού ολόκληρων περιφερειών. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι αποτελεί λάβαρο της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας και απόδειξη ότι οι συνδυασμένες προσπάθειες μπορούν να ενισχύσουν τη θέση της Ευρώπης έναντι των διεθνών ανταγωνιστών της, εν προκειμένω έναντι των ΗΠΑ.
5.3.2 Η πείρα που απέκτησε η ΣΕΒΜ χάρη στην κατάρτιση της γνωμοδότησής της με θέμα «Ανάπτυξη των αλυσίδων αξίας και εφοδιασμού στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές πλαίσιο» (7) είναι χρήσιμη για την ανάλυση της αεροναυτικής βιομηχανίας, η οποία από αυτήν την άποψη είναι ένας εξαιρετικά πολύπλοκος τομέας.
Επιπλέον, μια νέα σειρά κινδύνων επαπειλεί την ανάπτυξη, δημιουργώντας νέα δυνητικά προβλήματα.
5.4.1 Η έντονη εξάρτηση των κατασκευαστών από τις αναδυόμενες αγορές μπορεί να οδηγήσει σε απροσδόκητη επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Ασία (όχι μόνο στην Κίνα και την Ινδία), με άμεσο και εξαιρετικά αρνητικό αντίκτυπο στο σύνολο του τομέα.
5.4.2 Οι βαθιές αλλαγές στις σχέσεις μεταξύ παραγγελιοδοτών και προμηθευτών εξοπλισμού, μαζί με τις συνεχείς αναδιοργανώσεις στις οποίες προβαίνουν οι παραγγελιοδότες, έχουν διαταράξει την ισορροπία του τομέα. Σήμερα είναι δύσκολο να αποτιμηθούν οι συνέπειες της αύξησης των χρηματοοικονομικών κινδύνων που επωμίζονται οι προμηθευτές εξοπλισμού της πρώτης βαθμίδας υπό την πίεση των παραγγελιοδοτών, στο πλαίσιο συμφωνιών επιμερισμού του κινδύνου.
5.4.3 Υπάρχει ανεπαρκής χρηματοδότηση, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Θα ήταν χρήσιμο να διατεθούν κονδύλια για βασική έρευνα σε σχέση με τη στρατηγική των επιχειρήσεων και τη στρατηγική της καινοτομίας.
5.4.4 Ο προσανατολισμός προς τα σύνθετα υλικά επιβάλλει πλήρη αναδιοργάνωση της αλυσίδας (κλείσιμο εργοστασίων της Airbus κλπ.), πριν ακόμη μπορέσει να επικυρωθεί επαρκώς αυτή η τεχνολογία (πρβλ. π.χ. τη μαζική χρήση σύνθετων υλικών στο B787, του οποίου οι παραγγελίες ξεπερνούν τα 800 τεμάχια, ενώ το αεροπλάνο δεν έχει ακόμη λάβει οριστική έγκριση).
5.4.5 Μεταξύ 2000 και 2007, το ευρώ ανατιμήθηκε κατά 48 % (κατά 66 % εάν ληφθεί υπόψη η μέση τιμή συναλλάγματος κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του 2008) έναντι του δολαρίου ΗΠΑ. Εάν αυτό το φαινόμενο, το οποίο επί του παρόντος έχει σταματήσει, ξεκινήσει πάλι ή και επιταθεί, μπορεί να αναγκάσει την Airbus να δρομολογήσει σχέδιο περαιτέρω εξοικονομήσεων (μια υποτίμηση του δολαρίου κατά 10 σεντς κοστίζει στον κατασκευαστή αεροσκαφών 1 δισεκατομμύριο ευρώ, όπως έχει επισημάνει επανειλημμένα ο Πρόεδρος της Airbus), με δραματικές επιπτώσεις στον ιστό των υπεργολάβων, πολλοί από τους οποίους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν ασφαλιστική κάλυψη, και πολλαπλασιασμό των μετεγκαταστάσεων, με καταστροφικές κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες.
5.4.6 Οι τεχνικές αποτυχίες που γνώρισαν, εκτός από το B787, και τα A380 και A400M, και οι άμεσες συνέπειές τους δείχνουν πολύ παραστατικά τη δυσκολία των κατασκευαστών να ελέγξουν την αυξανόμενη πολυπλοκότητα των νέων αεροπλάνων.
5.4.7 Επί του παρόντος, δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν οι επιπτώσεις της σημερινής διεθνούς κρίσης. Η μείωση της τιμής αργού πετρελαίου ενδέχεται να έχει, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, ευνοϊκές επιπτώσεις για τις αεροπορικές εταιρείες. Αντιθέτως, η οικονομική ύφεση μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στον διεθνή τουρισμό και κατά συνέπεια στη ζήτηση αεροπορικών εισιτηρίων.
5.5 Όποιες και αν είναι οι δυνατές εξελίξεις του τομέα των αεροπορικών μεταφορών στην Ευρώπη και παρά την τρέχουσα αύξησή τους, οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της σημερινής και της μελλοντικής αναδιοργάνωσης του κλάδου στην Ευρώπη είναι πραγματικές και υπάρχει σοβαρή απειλή να αυξηθεί η αποβιομηχάνιση του ευρωπαϊκού τομέα των αεροπορικών μεταφορών.
5.6 Αυτή η αποβιομηχάνιση ενέχει δυνητικά σημαντικούς κινδύνους όπως η εξαφάνιση βασικών δεξιοτήτων, η απώλεια της ηγετικής θέσης της Ευρώπης στον κόσμο λόγω της αδυναμίας της να προβεί στις απαραίτητες επενδύσεις για την ανάπτυξη βασικών νέων τεχνολογιών, η εξαφάνιση σημαντικού αριθμού ευρωπαίων υπεργολάβων από την αλυσίδα εφοδιασμού και εκτενείς απώλειες θέσεων απασχόλησης.
6. Οι κυριότεροι στόχοι και προκλήσεις για την αεροναυτική βιομηχανία της ΕΕ
6.1 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι τα σημαντικότερα εγγενή προβλήματα του τομέα σχετίζονται με τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και τη βελτίωση της δημόσιας εικόνας του.
6.2 Είναι δύσκολο να εισέλθουν νέες επιχειρήσεις στον τομέα της αεροναυτικής βιομηχανίας και είναι πλέον αδύνατο να φθάσουν αυτές οι επιχειρήσεις στην πρώτη βαθμίδα. Σε παγκόσμιο επίπεδο, σήμερα επιβιώνουν μόνο δύο κατασκευαστές αεροσκαφών άνω των 100 θέσεων: η Airbus και η Boeing. Δύσκολα μπορούν να ανακτηθούν τεχνολογίες, δεξιότητες ή υποδομές που διαβρώνονται σταθερά ή χάνονται εντελώς.
Η Ευρώπη πρέπει, συνεπώς, να διασφαλίσει ότι οι χώρες που διαθέτουν αναγνωρισμένο δυναμικό στον τομέα της αεροναυτικής:
6.3.1 θα διατηρήσουν και θα αυξήσουν τις ικανότητές τους, με επικέντρωση ιδίως στην υψηλή τεχνολογία, και θα συμμετάσχουν στη σύσταση ενός ευρωπαϊκού δικτύου υπεργολάβων που θα μπορεί να υποστηρίζει αποτελεσματικά τους μεγάλους παραγγελιοδότες όπως η Airbus, η SAAB, η ATR κλπ. και
6.3.2 θα συμμετάσχουν πιο ενεργά στην ανάπτυξη συμπράξεων με τον κόσμο της έρευνας (πανεπιστήμια, ανώτερες σχολές, δημόσια εργαστήρια κλπ.) στον τομέα της βασικής έρευνας.
6.4 Η Ευρώπη δεν μπορεί να αγνοήσει τις στενές σχέσεις που υφίστανται στις ΗΠΑ μεταξύ της έρευνας για στρατιωτικούς και της έρευνας για πολιτικούς σκοπούς. Παρά την καθυστέρηση που παρουσιάζει το πρόγραμμα B787, η Boeing έλαβε χρηματοδοτικές ενισχύσεις από τη NASA και τη DARPA για να επιτελέσει το τεχνολογικό άλμα της μετάβασης στις δομές σύνθετων υλικών. Γι' αυτό, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να ενισχυθεί ο συντονισμός μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (ΕΟΑ), προκειμένου να προαχθεί η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών διπλής (στρατιωτικής και πολιτικής) χρήσης για την αεροναυτική βιομηχανία.
6.5 Η αεροναυτική βιομηχανία δεν μπορεί να αγνοήσει τον κανονισμό REACH 1907/2006/ΕΚ που υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στις 18 Δεκεμβρίου 2006 και τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιουνίου 2007. Αρχικά αναμενόταν ότι θα απαιτηθεί η αξιολόγηση, έγκριση και, ενδεχομένως, η θέση περιορισμών σε 30 000 περίπου ουσίες που κυκλοφορούν στην ευρωπαϊκή αγορά σε σημαντικές ποσότητες. Τις τελευταίες, ωστόσο, εβδομάδες αναφέρεται ότι και οι 100 000«υπάρχουσες ουσίες» έχουν καταχωρηθεί προκαταρκτικά. Το γεγονός αυτό θα αυξήσει τον κίνδυνο να διακοπεί η προσφορά ιδιαίτερα κατά την αξιολόγηση ουσιών που χρησιμοποιούνται σε πολύπλοκα ή σύνθετα υλικά. Υπάρχει, λοιπόν, επιτακτική ανάγκη να στηρίξει η ΕΕ τις επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητες υψηλής εντάσεως στους πόλους ανταγωνιστικότητας, προκειμένου να αξιολογήσουν τους κινδύνους των επιμέρους σύνθετων υλικών. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να βοηθήσουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία αεροπορικών μεταφορών να επιτύχει τους περιβαλλοντικούς στόχους.
6.6 Η ΕΕ έχει αναλάβει τη δέσμευση να μειώσει τις εκπομπές CO2, τις ηχητικές οχλήσεις και την κατανάλωση καυσίμων (μεταξύ άλλων, προωθώντας τα βιοκαύσιμα). Η Επιτροπή οφείλει, συνεπώς, να παράσχει στη βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, το απαραίτητο πλαίσιο για την ταχεία και αρμονική εφαρμογή της κοινής τεχνολογικής πρωτοβουλίας «Clean Sky».
Στον τομέα των αεροσκαφών μικρής ακτίνας δράσης, η Ευρώπη πρέπει να προβλέψει εγκαίρως ένα πρόγραμμα Ε & Α επικεντρωμένο στα αεροσκάφη αυτού του τύπου, διευκολύνοντας έτσι την αντικατάσταση του A320 με το NSR (8) και βοηθώντας την ευρωπαϊκή βιομηχανία να μην επαναλάβει το σφάλμα του A350. Αυτό επιβάλλεται να γίνει αμέσως, διότι διαφαίνεται ριζική εξέλιξη του βιομηχανικού τοπίου σε αυτό το τμήμα της αγοράς (αεροσκάφη μονού διαδρόμου άνω των 100 θέσεων).
6.7.1 Πιο συγκεκριμένα, μέσα στην επόμενη δεκαετία θα δούμε κατά πάσα πιθανότητα να τερματίζεται η κυριαρχία του δυοπωλίου Boeing-Airbus στο στρατηγικό αυτό τμήμα της αγοράς, στο οποίο αντιστοιχεί περίπου το 65 % των 29 400 νέων αεροπλάνων που θα κατασκευαστούν μέχρι το 2027 (δηλαδή περίπου 19 160 αεροπλάνα) (9), αλλά μόνο το 40 % της αξίας, πράγμα που αποτελεί ένδειξη αυξημένου ανταγωνισμού και έντονης πίεσης στις τιμές των αεροσκαφών αυτού του τύπου.
6.7.2 Το 2015-2020, πιθανότατα θα είναι έτοιμες για λειτουργία νεοεισελθούσες στην αγορά επιχειρήσεις όπως οι (πρόσφατα συγχωνευθείσες) Avic 1+2 στην Κίνα, η Sukhoi στη Ρωσία ή ακόμη η Bombardier (Καναδάς) και η Embraer (Βραζιλία). Η Ευρώπη δεν θα κερδίσει οπωσδήποτε τον πόλεμο των τιμών σε αυτό το τμήμα της αγοράς, αλλά θα μπορέσει να βγει από αυτόν αρτιμελής, εάν διατηρήσει το τεχνολογικό της πλεονέκτημα χάρη στην καινοτομία.
Οι περιφερειακές αεροπορικές μεταφορές αυξάνονται με ρυθμό 8 % ετησίως. Οι παραγγελίες έφθασαν στο ανώτατο επίπεδο το 2007, τόσο όσον αφορά τα Regional Jets (περιφερειακά αεριωθούμενα) όσο και τα ελικοστροβιλοκινητήρια αεροσκάφη (για τα οποία η ζήτηση έχει διπλασιαστεί). Λαμβανομένης υπόψη της σημερινής συγκυρίας (αύξηση της τιμής των καυσίμων και χρηματοπιστωτική κρίση) αναμένεται να παραταθεί η επιτυχία των ελικοστροβιλοκινητηρίων αεροσκαφών με ενδεχόμενη μεταφορά της αγοράς των RJ προς την αγορά των ελικοστροβιλοκινητηρίων αεροσκαφών. Ωστόσο, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να συνεχιστεί συγχρόνως και η ανάπτυξη της αγοράς των RJ (Regional Jets), διότι η ζήτηση αυτής της κατηγορίας αεροσκαφών είναι ακόμη μεγάλη και μπορεί να καλύψει εν μέρει τον τομέα των δύο κατασκευαστών αεροσκαφών Boeing και Airbus με νέες σειρές αεροσκαφών όπως η «C series» της εταιρείας Bombardier ή με σειρές των νεοεμφανιζόμενων στην αγορά κατασκευαστών όπως η Sukhoi και η Avic.
6.8.1 Ο τομέας της περιφερειακής αεροναυτικής στην Ευρώπη γνωρίζει σημαντική αναζωογόνηση, με πρωτοστάτη τα αεροπλάνα της ATR και τις οικονομίες καυσίμου που παρέχουν. Η αεροναυτική αγορά εξελίσσεται επίσης προς τα αεροπλάνα τύπου RJ, τμήμα το οποίο — αντίθετα από τον περιορισμένο ανταγωνισμό που υπάρχει για τα LCA (δυοπώλιο Boeing-Airbus) — γνωρίζει έντονο ανταγωνισμό μεταξύ των κυρίαρχων παραγγελιοδοτών Bombardier (Καναδάς) και Embraer (Βραζιλία), τους οποίους ακολουθούν από απόσταση η ATR και άλλοι εθνικοί φορείς (π.χ. Ιαπωνία, Ρωσία, Κίνα).
6.8.2 Στο τμήμα των RJ, η ευρωπαϊκή πρωτοκαθεδρία, η οποία έχει εξαφανιστεί σχεδόν εντελώς, θα μπορούσε να αποκατασταθεί με την εμφάνιση της SuperJet International. Αυτή η κοινή επιχείρηση της Alenia Aeronautica (Ιταλία) και της Sukhoi Aircraft (Ρωσία), με ποσοστά συμμετοχής 51 % και 49 % αντιστοίχως, η οποία αναπτύσσει ένα πρόγραμμα βιομηχανικής παραγωγής περιφερειακών αεριωθούμενων με 75-100 θέσεις, αποτελεί συγκεκριμένο παράδειγμα βέλτιστης πρακτικής για την αναζωογόνηση της ευρωπαϊκής παραγωγής περιφερειακών αεριωθούμενων, προσαρμοσμένης στο σημερινό οικονομικό πλαίσιο των διακυμάνσεων της τιμής του πετρελαίου.
6.8.3 Το πρόγραμμα αυτό βασίζεται στη βέλτιστη ευρωπαϊκή και παγκόσμια εμπειρογνωσία, ιδίως μέσω συμπράξεων με σημαντικούς γάλλους προμηθευτές (οι Thales-Safran προμηθεύουν πάνω από το 30 % της αξίας του αεροσκάφους), αλλά και άλλους προμηθευτές από την Ευρώπη, όπως η Liebherr (Γερμανία) και η Intertechnique (Γαλλία), ή εκτός αυτής, όπως η Honeywell (ΗΠΑ), και με διεθνή κέντρα αριστείας σαν εκείνα που υπάρχουν στην Ινδία.
6.9 Η αεροναυτική βιομηχανία αποτελεί αντικείμενο έριδας μεταξύ της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Πάντως, η χρηματοδότηση πολιτικών δραστηριοτήτων της αμερικανικής αεροναυτικής με στρατιωτικές συμβάσεις μπορεί να θεωρηθεί συγκαλυμμένη κρατική επιδότηση, που στην πραγματικότητα δημιουργεί στρέβλωση του ανταγωνισμού. Μέχρι πριν λίγους μήνες, το γεγονός αυτό επιτεινόταν ακόμα περισσότερο λόγω της εξασθένησης του δολαρίου. Οι ενισχύσεις από τα ευρωπαϊκά και τα εθνικά όργανα, με τη μορφή επιστρεπτέων προκαταβολών ή άλλων παρόμοιων διευκολύνσεων, όχι μόνο συνάδουν με τη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με τα «μεγάλα πολιτικά αεροσκάφη», αλλά και συνιστούν διάφανο και συμβατό με τους κανόνες τις αγοράς μέσο, το οποίο είναι ουσιώδες για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης νέων προγραμμάτων.
Ενώπιον των διακυμάνσεων της ισοτιμίας ευρώ-δολαρίου δεν είναι καθόλου λογικό να μεταβιβάζουν οι μεγάλοι παραγγελιοδότες (Airbus) τον συναλλαγματικό κίνδυνο στους υπεργολάβους τους, πληρώνοντάς τους σε δολάρια, ενώ η EADS, η μητρική επιχείρηση της Airbus, έχει ασύγκριτα μεγαλύτερες δυνατότητες κάλυψης του συναλλαγματικού κινδύνου από εκείνες που είναι διαθέσιμες στους υπεργολάβους της. Οι ίδιοι αυτοί παραγγελιοδότες προσπαθούν να μεταβιβάσουν τους χρηματοοικονομικούς και τους τεχνολογικούς κινδύνους των νέων προγραμμάτων στους υπεργολάβους των βαθμίδων 1 και 2.
6.10.1 Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε ίσως να εξεταστεί ως ενδεχόμενο η οικοδόμηση ενεργών εταιρικών σχέσεων μεταξύ παραγγελιοδοτών και υπεργολάβων. Οι σχέσεις αυτές μπορούν να λάβουν πολλές και διάφορες μορφές. Θα πρέπει να μελετηθούν τα ζητήματα του επιμερισμού του κινδύνου (Risk Sharing) και της υπεργολαβίας κατά δέσμες ή κατά τμήματα έργων (Work Packages). Η εταιρική σχέση θα πρέπει να καλύπτει και τον τομέα της Ε & Α: ο παραγγελιοδότης θα πρέπει να αναλαμβάνει το πλήρες κόστος της εφαρμοσμένης έρευνας υψηλότερου επιπέδου, ενώ οι ΜΜΕ-ΜΜΒ (10) θα συμμετέχουν στο κόστος της έρευνας για τις βιομηχανικές διεργασίες.
6.10.2 Μια άλλη μορφή ενεργού εταιρικής σχέσης θα μπορούσε να αφορά τον εφοδιασμό των επιχειρήσεων με πρώτες ύλες. Γνωρίζουμε ότι η Airbus αγοράζει το τιτάνιο και το μεταπωλεί στους υπεργολάβους της σε τιμή κόστους. Θα ήταν αναμφίβολα χρήσιμο να συμμετέχουν οι παραγγελιοδότες στην από κοινού αγορά των πρώτων υλών. Προτείνεται να εξεταστεί η δυνατότητα ανάπτυξης ενός μηχανισμού που θα επιτρέπει στις υπεργολάβους ΜΜΕ-ΜΜΒ και στους παραγγελιοδότες τους να συνδυάζουν τον εφοδιασμό τους με πρώτες ύλες, με αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους εφοδιασμού.
Παρατηρείται σήμερα ότι οι ΜΜΕ-ΜΜΒ εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από έναν και μοναδικό αεροναυτικό παραγγελιοδότη (την Airbus, για παράδειγμα). Σε πολλές περιπτώσεις, αυτή η εξάρτηση είναι γύρω στο 70 % στους τομείς της γενικής μηχανολογίας, της μεταλλουργίας και των ηλεκτρονικών εξαρτημάτων και πλησιάζει το 67 % στον τομέα των υπηρεσιών (11).
6.11.1 Έχει συνεπώς ζωτική σημασία, ιδίως προκειμένου να μετριαστούν οι κυκλικές επιπτώσεις του τομέα της αεροναυτικής, να διαφοροποιήσουν οι ΜΜΕ-ΜΜΒ τις δραστηριότητές τους, στρεφόμενες και σε άλλους τομείς και στηριζόμενες ιδίως στα καλύτερα στοιχεία της Ευρώπης. Οι επιχειρήσεις αυτές θα πρέπει, εντούτοις, να διαθέτουν μεγάλη προσαρμοστική ικανότητα για να επιβληθούν σε τομείς δραστηριότητας που διαφέρουν από τη δική τους. Θα πρέπει επίσης να είναι ικανές να διαχειριστούν ταυτόχρονα περισσότερους τύπους δραστηριοτήτων, διαθέτοντας τους απαραίτητους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για τον καθένα. Αυτό σημαίνει, αφενός, ότι οι υπεργολάβοι ΜΜΕ-ΜΜΒ θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στις περιφερειακές, εθνικές ή/και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις για την ανάπτυξη, διαχείριση και εκβιομηχάνιση μιας δραστηριότητας διαφοροποίησης και, αφετέρου, ότι ο παραγγελιοδότης θα πρέπει να συμμετέχει σε αυτήν την επιδίωξη διαφοροποίησης και να παρέχει τις απαραίτητες δεξιότητες σε διάφορους τομείς.
6.11.2 Αυτό δημιουργεί, βέβαια, το πρόβλημα των τεχνοβλαστών (spin-out) με τη μία ή την άλλη μορφή. Ένα παράδειγμα είναι η περιφέρεια Aquitaine, όπου μια εγκατάσταση της πρώην Aérospatiale ανέπτυξε μια τεχνολογία δαυλών πλάσματος, οι οποίοι διατίθενται στο εμπόριο από την εταιρεία Europlasma.
Όλες οι βιομηχανικές μεταλλαγές χρειάζονται κινητοποίηση σημαντικών χρηματοδοτικών πόρων. Γι’ αυτό, οι επιχειρήσεις έχουν ανάγκη την υποστήριξη των δημόσιων αρχών, τόσο των εθνικών όσο και των ευρωπαϊκών. Με αυτό το πνεύμα και με πλήρη σεβασμό των κανόνων του ΠΟΕ, η ΕΕ θα πρέπει να μελετήσει βαθύτερα το φαινόμενο των διακυμάνσεων του δολαρίου. Τι μπορεί να κάνει η ΕΕ για να περιορίσει τον χρηματοπιστωτικό κίνδυνο που απειλεί τον αεροναυτικό τομέα σε συνδυασμό με την συναλλαγματική τιμή του ευρώ/δολαρίου; Η μεταβίβαση του συναλλαγματικού κινδύνου στους υπεργολάβους δεν μπορεί να θεωρηθεί γενικά ικανοποιητική λύση, επειδή δεν παύει να αληθεύει ότι η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου παραμένει μειονέκτημα για τον ανταγωνισμό, ιδίως έναντι των ΗΠΑ.
6.12.1 Μία ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι η περιφέρεια Midi-Pyrénées. Το 2000, με την ευκαιρία της εγκαινίασης του A380, η περιφέρεια έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο ADER (Σχέδιο Δράσεων για την Ανάπτυξη των Περιφερειακών Επιχειρήσεων Υπεργολαβίας) για την υποστήριξη των ΜΜΕ-ΜΜΒ που είναι υπεργολάβοι αεροναυτικών επιχειρήσεων. Το πείραμα αυτό είχε ενδιαφέροντα αποτελέσματα και πρέπει να συνεχιστεί, προκειμένου να βοηθήσει τις ΜΜΕ-ΜΜΒ να προσαρμοστούν στο σχέδιο Power8 που αποφασίσθηκε από την Airbus.
6.12.2 Το νέο πρόγραμμα, το οποίο ονομάστηκε ADER II, έχει σκοπό να βοηθήσει τις επιχειρήσεις, κατά περίπτωση, να δικτυωθούν, να αυξήσουν το τεχνολογικό δυναμικό τους, να εισέλθουν σε νέες αγορές, να συγκεντρώσουν πόρους για την από κοινού αγορά πρώτων υλών κλπ.
Η παγκοσμιοποίηση της αεροναυτικής έχει εξαιρετικά έντονο αντίκτυπο στους μισθωτούς εργαζόμενους και στην απασχόληση. Για να αντιμετωπιστεί αυτός ο αντίκτυπος, πρέπει να ενισχυθούν και να υποστηριχθούν τα μέτρα για την έρευνα και την κατάρτιση, ούτως ώστε να δημιουργηθεί ένα «κοίτασμα» απασχόλησης. Μία πρόσφορη μέθοδος για τον σκοπό αυτό μπορεί να είναι η προληπτική διαχείριση των επαγγελμάτων και των δεξιοτήτων (ΠΔΕΔ).
6.13.1 Η ΠΔΕΔ πρέπει να χρησιμεύει για την πρόβλεψη των μελλοντικών αλλαγών. Πρέπει να επιτρέπει στους μεν μισθωτούς να αντιμετωπίζουν καλύτερα την αβεβαιότητα για το μέλλον, να κάνουν μακροπρόθεσμα σχέδια, να βρίσκουν νόημα στη δουλειά τους, να εξελίσσονται στη σταδιοδρομία τους και να επενδύουν στην επιχείρηση, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις δικές τους ανάγκες και επιθυμίες, στη δε επιχείρηση να προσαρμόζεται στις αλλαγές και στον ανταγωνισμό.
6.13.2 Η ΠΔΕΔ πρέπει να αποτελεί τμήμα ενός πραγματικού προοπτικού σχεδιασμού των επαγγελμάτων και των δεξιοτήτων με πολύ μακροπρόθεσμο ορίζοντα (30 χρόνια). Σκοπός της πρέπει να είναι ο προσδιορισμός των αναγκών κατάρτισης και η ανάπτυξη των δεξιοτήτων που θα ήταν επιθυμητό να εισαχθούν μεσοπρόθεσμα στην παροχή της αρχικής κατάρτισης και της συνεχούς επιμόρφωσης, τόσο από πλευράς των βιομηχάνων όσο και από πλευράς των φορέων παροχής επαγγελματικής κατάρτισης και των εκπροσώπων των μισθωτών. Θα μπορούσε να ενταχθεί στο πλαίσιο ενός προβληματισμού γύρω από την πηγή της αγοράς εργασίας.
Η διατήρηση μιας αεροναυτικής παραγωγικής αλυσίδας με υψηλό επίπεδο τεχνολογίας και τεχνογνωσίας προϋποθέτει ότι αυτή η βιομηχανία μπορεί να προσλάβει προσωπικό με αρχική κατάρτιση υψηλού επιπέδου σε αναπτυσσόμενους κλάδους όπως τα σύνθετα υλικά ή το περιβάλλον. Με ανάλογο τρόπο πρέπει να αναπτυχθούν και άλλοι κλάδοι όπως η διαχείριση των βιομηχανικών κινδύνων, τα νέα υλικά, τα καθαρά συστήματα κίνησης κλπ.
6.14.1 Τα συστήματα κατάρτισης δεν πρέπει να αφορούν μόνο το διοικητικό προσωπικό των επιχειρήσεων, αλλά να δημιουργούν και να ενισχύουν και τους κλάδους των τεχνικών επαγγελμάτων, που είχαν επί μακρόν άσχημη εικόνα και δεν υπολογίζονταν επαρκώς στα περισσότερα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα. Ωστόσο, τα τεχνικά επαγγέλματα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αεροναυτικής βιομηχανίας.
6.14.2 Η αρχική κατάρτιση θα πρέπει να περιλαμβάνει και τη μαθητεία, με σχετικές συμφωνίες μεταξύ των σχολείων, των πανεπιστημίων ή των χειρωνακτικών επαγγελμάτων και των επιχειρήσεων. Η συνεχής επιμόρφωση, πάλι, θα πρέπει να επιτρέπει τον ριζικό αναπροσανατολισμό του ατόμου, όπως και των εργαζομένων χαμηλής ειδίκευσης. Πρωτίστως, όμως, είναι ένα ουσιώδες, πρακτικό εργαλείο, στο πλαίσιο της εφαρμογής ενός στρατηγικού σχεδίου, για τη μείωση των ενδεχόμενων διαφορών μεταξύ των σημερινών πόρων και των μελλοντικών αναγκών. Γενικότερα, κάθε ευρωπαίος εργαζόμενος πρέπει να μπορεί να απολαύει ενός ελάχιστου επιπέδου κατάρτισης καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
6.15 Όλα τα μέτρα, όποια και αν είναι η φύση τους, χρειάζονται την ευρύτερη δυνατή διαβούλευση μεταξύ της διεύθυνσης των επιχειρήσεων και των εκπροσώπων των εργαζομένων. Η διαβούλευση αυτή υπάρχει συχνά στο εθνικό επίπεδο, αλλά πρέπει να επεκταθεί και στο ευρωπαϊκό. Το πρώτο βήμα έγινε με την εφαρμογή της ευρωπαϊκής οδηγίας 94/45/EΚ για τη θέσπιση των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης. Καθώς οι διευθύνσεις των επιχειρήσεων καθορίζουν τη στρατηγική τους στο ευρωπαϊκό επίπεδο, οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης είναι ο μοναδικός πρόσφορος χώρος για τη συλλογή των οικονομικών πληροφοριών στο κατάλληλο επίπεδο και τη διαπίστωση της κατάστασης πριν από οποιαδήποτε διαπραγμάτευση. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να ενθαρρύνουν τη συγκρότηση μιας επιτροπής κοινωνικού διαλόγου στο επίπεδο της ευρωπαϊκής αεροναυτικής βιομηχανίας.
7. Προτάσεις για μελλοντικές γνωμοδοτήσεις
7.1 Ο τομέας της αεροναυτικής είναι τόσο πολύπλοκος ώστε είναι αδύνατο να εξεταστούν όλες οι συνιστώσες του στην παρούσα γνωμοδότηση. Η ΣΕΒΜ θα πρέπει, συνεπώς, να εξετάσει χωρίς χρονοτριβή το ενδεχόμενο να συνεχίσει τις εργασίες της για το θέμα αυτό σε μελλοντικές γνωμοδοτήσεις.
7.2 Οι γνωμοδοτήσεις αυτές θα μπορούσαν να καλύπτουν τα εξής θέματα:
| — | στρατιωτική αεροναυτική βιομηχανία· | 
| — | στρατιωτικά και πολιτικά ελικόπτερα· | 
| — | συντήρηση των αεροσκαφών· | 
| — | ηλεκτρονικά συστήματα των αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων των προηγμένων οπλικών συστημάτων· | 
| — | νέες διαδικασίες, κανόνες και εξοπλισμοί αιχμής για την προσγείωση των αεροσκαφών σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. | 
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) «Για να καλυφθεί το χάσμα μεταξύ της ΕΕ και των σοβαρότερων ανταγωνιστών της, θα πρέπει να ενταθεί σημαντικά η όλη προσπάθεια της Ένωσης στην Ε & Α και στην καινοτομία, με ιδιαίτερη έμφαση στις πρωτοποριακές τεχνολογίες».
(2) Μεταξύ 2000 και 2007, το ευρώ ανατιμήθηκε κατά 48 % (κατά 66 % εάν ληφθεί υπόψη η μέση τιμή συναλλάγματος κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του 2008) έναντι του δολαρίου ΗΠΑ· εάν αυτό το φαινόμενο, το οποίο επί του παρόντος έχει σταματήσει, ξεκινήσει πάλι ή και ενισχυθεί, μπορεί να αναγκάσει την Airbus να ακυρώσει το σχέδιο αναδιάρθρωσης με την ονομασία «Power8» (το οποίο αναπτύχθηκε με βάση την ισοτιμία 1,37 €/$ κατά μέγιστο όριο) και να εισαγάγει και άλλα μέτρα εξοικονόμησης, με καταστροφικές κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες.
(3) «Pappy boom» («εκρηκτική αύξηση των παππούδων») ονομάζεται το φαινόμενο του μεγάλου αριθμού των συνταξιοδοτήσεων που θα πραγματοποιηθούν μεταξύ 2000 και 2020 στις αναπτυγμένες χώρες. Αυτό αποτελεί λογική και αναπόφευκτη συνέπεια της εκρηκτικής αύξησης των γεννήσεων μετά τον πόλεμο («baby boom») και της μείωσης της γεννητικότητας στη συνέχεια, με αποτέλεσμα τη δημογραφική γήρανση. Η εξέλιξη αυτή θα έχει σημαντική επίδραση στην οικονομία και θα επιφέρει αύξηση των δαπανών για την υγεία και τις συντάξεις, με παράλληλη μείωση του ενεργού πληθυσμού.
(4) Πρωτοβουλία της ΕΕ για τη διάρθρωση του εναέριου χώρου και των υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο για την καλύτερη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και την εξασφάλιση ομοιόμορφου υψηλού επιπέδου ασφάλειας στους ευρωπαϊκούς ουρανούς.
(5) Η ATR είχε λάβει 12 παραγγελίες το 2004 και 113 επιβεβαιωμένες παραγγελίες το 2007 (πηγή: ATR).
(6) Regional Jet [Περιφερειακό Αεριωθούμενο]: αεροπλάνο πολιτικών επιβατικών μεταφορών με λιγότερες από 100 θέσεις (το οποίο αναμένεται να καλύψει τμήμα της αγοράς αεροσκαφών με έναν μόνο διάδρομο «περιορισμένης ακτίνας»).
(7) Γνωμοδοτηση CESE, ΕΕ C 168 της 20.7.2007, σ. 1.
(8) Νέα μικρή ακτίνα.
(9) Πηγή: Boeing Forecast 2008-2027
(10) ΜΜΕ-ΜΜΒ: Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις — Μικρές και Μεσαίες Βιομηχανίες
(11) Πηγή: Insee, φάκελος αριθ. 138, Μάρτιος 2007.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/57 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Εξελίξεις στον κλάδο διανομής μεγάλης κλίμακας και επιπτώσεις στους προμηθευτές και στους καταναλωτές»
(2009/C 175/10)
Στις 27 Σεπτεμβρίου 2007, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
«Εξελίξεις στον κλάδο διανομής μεγάλης κλίμακας και επιπτώσεις στους προμηθευτές και στους καταναλωτές».
Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 18 Νοεμβρίου 2008 με βάση την έκθεση της εισηγήτριας, κ. SHARMA.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 136 ψήφους υπέρ, 21ψήφους κατά και 20 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα, συστάσεις και προτάσεις
1.1 Ο κλάδος διανομής μεγάλης κλίμακας (ΚΔΜΚ) διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην Ευρώπη συμβάλλοντας στην οικονομία, στην δημιουργία απασχόλησης και στην προσφορά ποικιλίας στους καταναλωτές. Πρόσφατα, οι επιπτώσεις της ανάπτυξης τέθηκαν υπό αμφισβήτηση βάσει ορισμένων στοιχείων. Στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισσαβώνας υπέρ της ανταγωνιστικότητας, της οικονομικής ανάπτυξης και των περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης, η παρούσα γνωμοδότηση έχει εντοπίσει ορισμένους τομείς που πρέπει να βελτιώσουν τη διαφάνειά τους, να επιδείξουν μεγαλύτερη εργατικότητα στον κλάδο τους και να παρέχουν προστασία στους λιανοπωλητές, τους προμηθευτές, τους εργαζόμενους και τους καταναλωτές.
1.2 Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΓΔ Εσωτερική αγορά και ΓΔ Επιχειρήσεις) επεξεργάζεται επί του παρόντος ερευνητικές μελέτες όσον αφορά τις εξελίξεις στον κλάδο διανομής μεγάλης κλίμακας, ιδίως όσον αφορά τα περιθώρια, το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού και τον αριθμό των ενεχόμενων μερών καθώς και τον τομέα λιανικής πώλησης συνολικά. Η ΓΔ Απασχόληση θα εξετάσει τις απαιτήσεις όσον αφορά το εύρος των δεξιοτήτων στον κλάδο διανομής μεγάλης κλίμακας στον ορίζοντα του 2020. Η ΕΟΚΕ παρέχει, όπου είναι δυνατόν, τη στήριξή της στην Επιτροπή.
1.3 Η ΕΟΚΕ προβαίνει στις ακόλουθες συστάσεις προτείνοντας μέτρα για την διατήρηση της ανάπτυξης και τη διασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού στον τομέα της λιανικής πώλησης και των προμηθευτών και για την προστασία των εργαζομένων που παρέχουν, επιπροσθέτως, μακροπρόθεσμα οφέλη στους καταναλωτές, λαμβάνοντας βεβαίως υπόψη τις επιταγές της βιωσιμότητας.
1.4 Η ΕΟΚΕ θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξη του ΚΔΜΚ, και συγκεκριμένα αναλύοντας την ανάπτυξη των μεγάλων εταιριών λιανικού εμπορίου στις μικρότερες ευρωπαϊκές χώρες και ως προς τομείς που δεν συμπεριλαμβάνονται στις τρέχουσες μελέτες, όπως για παράδειγμα ο κλάδος των οικιακών ηλεκτρικών συσκευών.
1.5 Από τα συμπεράσματα της έρευνας που ανέθεσε η ΕΟΚΕ (1), προκύπτει με σαφήνεια ότι στη Δυτική Ευρώπη τόσο στα τρόφιμα όσο και στην ένδυση, καθώς και σε άλλους τομείς όπως τα μαστορέματα, οι αθλητικές δραστηριότητες, η διασκέδαση και τα πολιτιστικά αγαθά σημειώνεται συγκέντρωση του ΚΔΜΚ. Ωστόσο, τούτο δεν προκύπτει, κυρίως, ως συνέπεια συγχωνεύσεων, απόκτησης εταιρικών μεριδίων ή εξαγορών στον τομέα. Αν και τελευταία έχουν αναδειχθεί μεγάλες διεθνείς επιχειρήσεις λιανικής πώλησης, ο κλάδος παραμένει ακόμη εστιασμένος κυρίως σε εθνικό επίπεδο.
1.6 Η ανάπτυξη και η επιτυχία του λιανικού εμπορίου αποτελεί ένα από τα θετικά δείγματα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Πολλές επιχειρήσεις λιανικής πώλησης ήταν παλιά ΜΜΕ οι οποίες έγιναν αποτελεσματικότερες, ανταγωνιστικότερες, παραγωγικότερες και πιο ευέλικτες στις ανάγκες των καταναλωτών προκειμένου να επιτύχουν. Τόσο τα ιδιωτικά πρότυπα όσο και οι συνεταιρισμοί και τα πρότυπα κοινωνικής οικονομίας σημείωσαν ανάπτυξη. Πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις είναι πλέον παγκόσμιες επιχειρήσεις που έχουν επεκταθεί στην Κίνα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Άπω Ανατολή και τη Ρωσία. Η ισχύς τους στην εγχώρια αγορά επέτρεψε στις πλέον επιτυχημένες επιχειρήσεις να εξάγουν τα επιχειρηματικά τους πρότυπα σε ορισμένες από τις πιο δύσκολες αγορές γενικού εμπορίου στο κόσμο. Τούτο είχε ως συνέπεια μεγάλα οφέλη για τους εργαζόμενους, τους μετόχους και, βεβαίως, τους καταναλωτές στην Ευρώπη οι οποίοι επωφελούνται λόγω της μεγαλύτερης ποικιλίας προϊόντων και των ανταγωνιστικών τιμών.
1.7 Το λιανικό εμπόριο είναι ένας δυναμικός, καινοτόμος και ανταγωνιστικός κλάδος ο οποίος, σύμφωνα με τις έρευνες εθνικών αρχών ανταγωνισμού παρουσιάσει μεγάλη ζωτικότητα και ανταγωνιστικότητα (2). Είναι σημαντικό να μην εμποδίζεται η εμπορική επιτυχία, εκτός εάν εφαρμόζονται πρακτικές που δε συνάδουν με την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, όπως η ύπαρξη σαφών ενδείξεων κατάχρησης θέσης στην αγορά ή βλάβης των καταναλωτών οι οποίες συνιστούν παραβίαση του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ. Μια ανταγωνιστική αγορά αποτελεί ουσιαστικό τρόπο προστασίας των καταναλωτών και η αποτελεσματική λειτουργία μπορεί να προσφέρει περισσότερα οφέλη. Σε μια ελεύθερη και δίκαιη αγορά, οι επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου ανταγωνίζονται με βάση τις προσφερόμενες υπηρεσίες, την ποιότητα των προϊόντων και τη σχέση ποιότητας/τιμής.
1.8 Ακόμη και αν υπάρχουν ευνόητες διαφορές και αποκλίσεις στο οικονομικό σύνολο των 27 κρατών μελών, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι υπάρχει ανάγκη συνεργασίας, ή ακόμη και συντονισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να είναι δυνατόν το εμπόριο να διαδραματίσει τον ρόλο του ως καθολική υπηρεσία. Μια τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να οδηγήσει στη δημιουργία ενός περισσότερο εναρμονισμένου ευρωπαϊκού συστήματος μέτρησης και ιχνηλάτησης της εμπορικής δραστηριότητας προκειμένου να ενθαρρυνθεί περισσότερο η ανάπτυξή της.
1.9 Προκειμένου να διασφαλιστούν διαφανείς διαδικασίες λειτουργίας μεταξύ προμηθευτών και ΚΔΜΚ, η ΕΟΚΕ συνιστά να συνεχιστεί η συζήτηση όσον αφορά την προστιθέμενη αξία και τη συμβατότητα με το ευρωπαϊκό δίκαιο για τον ανταγωνισμό που θα έχει ένας εθελοντικός κώδικας δεοντολογίας που θα διέπει τις σχέσεις επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου και προμηθευτών σε εθνικό επίπεδο καθώς και τη σαφή και διαφανή ανάλυση της αλυσίδας εφοδιασμού στην οποία συμμετέχουν πολυάριθμοι παράγοντες εκτός από τον αρχικό προμηθευτή και τις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου.
1.10 Θα μπορούσε να θεσπιστεί σε εθνικό επίπεδο ένας αυτορρυθμιζόμενος εθελοντικός κώδικας δεοντολογίας, ο οποίος θα στηρίζεται σε γραπτές συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου και προμηθευτών, καλύπτοντας τις συναλλαγές ολόκληρης της αλυσίδας προσφοράς, από το «αγρόκτημα έως το τραπέζι».
1.11 Αυτός ο κώδικας θα πρέπει επίσης να εξασφαλίσει σε έναν μεγαλύτερο αριθμό μεσαίων, ή ακόμη και μικρών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων των κλάδων παραγωγής και διανομής την πρόσβαση στον κλάδο διανομής μεγάλης κλίμακας (ΚΔΜΚ) με ένα ελάχιστο σύνολο εγγυήσεων.
1.12 Ο κώδικας θα καθιστά δυνατή και θα διασφαλίζει την παρούσα ευελιξία στις εμπορικές σχέσεις και στις διαπραγματεύσεις σε περίπτωση απότομης αλλαγής των συνθηκών (π.χ. πληθωρισμός ή τιμές του πετρελαίου) προς όφελος τόσο του προμηθευτή όσο και των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου αλλά θα προλαμβάνει την άσκηση πιέσεων ή καταχρηστικών πρακτικών εκ μέρους του ΚΔΜΚ και/ή των μεγάλων προμηθευτών.
1.13 Ένας τέτοιος κώδικας θα πρέπει να περιλαμβάνει τα εξής:
| — | τυποποιημένους όρους επιχειρηματικής λειτουργίας μεταξύ λιανοπωλητών και προμηθευτών, με καθορισμένη προθεσμία προειδοποίησης για τη θέση σε ισχύ οιωνδήποτε αλλαγών, συμπεριλαμβανομένης και της λήξης των συμβάσεων· | 
| — | καμία αναδρομική μείωση των συμφωνημένων τιμών μέσω της άσκησης πιέσεων· | 
| — | καμία υποχρέωση, που υποβάλλεται μέσω πίεσης, για τη συνδρομή στο κόστος εμπορίας ή στο κόστος που βαρύνει τον λιανοπωλητή επιπλέον από αυτό που έχει συμφωνηθεί στην αρχική σύμβαση· | 
| — | καμία αντισταθμιστική πληρωμή από τους προμηθευτές για την απώλεια κέρδους από τους λιανοπωλητές εκτός εάν τούτο έχει καθοριστεί και συμφωνηθεί εκ των προτέρων ή εάν ο προμηθευτής δεν έχει προμηθεύσει τον απαιτούμενο όγκο εμπορευμάτων· | 
| — | καμία επιστροφή απώλητων αγαθών, εκτός και αν υπάρχουν ειδικοί λόγοι οι οποίοι συμφωνήθηκαν με συγκεκριμένους όρους στη σύμβαση· | 
| — | καμία αποζημίωση για απώλεια, αμέλεια ή ελάττωμα εκτός από ό,τι αναφέρεται στην αρχική σύμβαση όπου οι λεπτομέρειες είναι σαφώς καθορισμένες· | 
| — | καμία κατ' αποκοπή πληρωμή για την εξασφάλιση παραγγελιών ή θέσεων. Σε σχέση με τις προσφορές, όλες οι πληρωμές πρέπει να είναι σαφείς και διαφανείς· | 
| — | όλες οι προσφορές πρέπει να έχουν συμφωνηθεί εκ των προτέρων από τα δύο μέρη με συγκεκριμένη περίοδο προειδοποίησης και να διέπονται από διαφανείς συνθήκες· | 
| — | οι λανθασμένες προβλέψεις του λιανοπωλητή δεν πρέπει να μετακυλούνται στον προμηθευτή, ακόμα και σε περιόδους προσφορών. Όταν οι προβλέψεις πραγματοποιούνται σε συνεννόηση με τον προμηθευτή, οι όροι θα πρέπει να τεκμηριώνονται· | 
| — | τα χαρακτηριστικά και οι συνθήκες παραγωγής των προϊόντων προς πώληση, ιδίως των εισαγόμενων, θα πρέπει να παρέχονται από τους παραγωγούς και τους διανομείς σύμφωνα με τις απαιτήσεις των καταναλωτών· | 
| — | μια γραπτή διαδικασία παραπόνων του καταναλωτή θα πρέπει να παρέχεται στον προμηθευτή και να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των όρων της σύμβασης. | 
1.14 Ο κώδικας αυτός θα πρέπει να διαβιβάζεται στο σύνολο του προσωπικού του λιανοπωλητή που είναι επιφορτισμένο με τις αγορές και τη διαχείριση. Ακόμη, οι λιανοπωλητές θα οφείλουν να ορίζουν έναν εσωτερικό αρμόδιο για την τήρηση του κώδικα, ο οποίος θα διατηρεί αντίγραφα των συμβάσεων που έχουν συναφθεί με τους προμηθευτές και των προειδοποιήσεων που λαμβάνουν αυτόματα για κάθε τροποποίηση των συμβατικών όρων.
1.15 Επιπλέον, η ΕΟΚΕ συνιστά να οριστεί σε εθνικό επίπεδο ένας διαμεσολαβητής για τη διαιτησία των διαφορών, την αξιολόγηση και παρακολούθηση της εφαρμογής του κώδικα, ο οποίος θα έχει την αρμοδιότητα να συγκεντρώνει πληροφορίες από όλες τις ενδεχόμενες πλευρές και να ερευνά προληπτικά παραβάσεις του κώδικα. Η πρόταση αυτή συνάδει με τη σύσταση της ΕΟΚΕ για το «Νόμο για τις μικρές επιχειρήσεις».
1.16 Η ευρωπαϊκή νομοθεσία πρέπει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά όσον αφορά το εμπόριο. Ωστόσο, ειδικότερα ο καθορισμός των όρων πληρωμής πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει μια μέγιστη περίοδο πληρωμής. Αν και η νομοθεσία αυτή υφίσταται, έχει μεταφερθεί σε εθνικό επίπεδο με ελάχιστη εναρμόνιση ή ακόμη με ρήτρες εξαίρεσης.
1.17 Όσον αφορά τη διαχείριση των αιτήσεων εγκατάστασης του κλάδου διανομής μεγάλης κλίμακας οι αρμόδιες κυβερνητικές υπηρεσίες θα πρέπει θα σχεδιάσουν με βάση το υπόδειγμα «έλεγχος των αναγκών» ή την πολιτική που ευνοεί το κέντρο της πόλης, έναν «έλεγχο του ανταγωνισμού» χάρη στον οποίο οι τοπικές αρχές θα μπορούν να αξιολογήσουν τον πραγματικό ανταγωνισμό μεταξύ των διαφόρων μορφών διανομής σε αυτή την κλίμακα, τις τρέχουσες κτηματικές δεσμεύσεις, τις υποδομές και τα συλλογικά οφέλη. Στόχος είναι να λαμβάνονται υπόψη οι υπάρχουσες ανησυχίες όσον αφορά την παρούσα και μελλοντική ποικιλότητα της εμπορικής προσφοράς, την απαραίτητη συνύπαρξη μεταξύ τοπικών εμπόρων, υπεραγορών και εμπορικών κέντρων στα οικιστικά κέντρα.
1.18 Ο κλάδος διανομής μεγάλης κλίμακας υπάρχει συνήθως σε εθνικό επίπεδο και ως εκ τούτου, προκειμένου να εξασφαλισθεί η πραγματική εφαρμογή του κώδικα, η δημόσια αρχή (εθνικές αρχές ανταγωνισμού) θα πρέπει να επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα τις εκθέσεις που υποβάλλει ο διαμεσολαβητής για τις προβληματικές πρακτικές, δίνοντάς του τη δυνατότητα να ζητά πληροφορίες απευθείας από τους διανομείς/προμηθευτές ούτως ώστε να διαθέτει μια βασική ανάλυση και το ιστορικό της προόδου του κλάδου. Σε περίπτωση επανειλημμένων καταγγελιών, πρέπει να αναπτυχθεί νομοθεσία για την επίλυση του προβλήματος. Η δημόσια αρχή θα πρέπει να ενθαρρυνθεί ώστε να κοινοποιεί σε όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς της αλυσίδας τον τρόπο χρήσεως και τα οφέλη παρόμοιου δεοντολογικού κώδικα και να εξασφαλίζει την τήρησή του.
1.19 Συνοψίζοντας, τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίσουν το κατάλληλο περιβάλλον για έναν ανταγωνισμό υψηλού επιπέδου μεταξύ λιανοπωλητών, με την επιφύλαξη της διασφάλισης των απαραίτητων διακλαδικών ισορροπιών και της προστασίας του χωροταξικού σχεδιασμού, επιτυγχάνοντας έτσι οφέλη για τον καταναλωτή μέσω μειωμένων τιμών και αυξημένης δυνατότητας επιλογής.
2. Αιτιολογική έκθεση
2.1 Η CCMI προωθεί το συντονισμό και τη συνεκτικότητα της κοινοτικής δράσης ως προς τις κυριότερες βιομηχανικές μεταλλαγές στο πλαίσιο μιας διευρυμένης Ευρώπης και διασφαλίζει την ισορροπία μεταξύ της ανάγκης κοινωνικά αποδεκτών αλλαγών και της διατήρησης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
2.2 Υπάρχουν πρόσφατες ενδείξεις σχετικά με την ανάπτυξη που ΚΔΜΚ και των επιπτώσεων και της επιρροής στην κοινωνία. Στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισσαβώνας υπέρ της ανταγωνιστικότητας, της οικονομικής ανάπτυξης και των περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης, η παρούσα γνωμοδότηση θα εξετάσει όλο το μήκος της αλυσίδας παραγωγής αξίας, έως τους καταναλωτές, εντοπίζοντας ειδικούς τομείς που απαιτούν κοινοτική παρέμβαση ή μηχανισμούς.
2.3 Για τους σκοπούς της παρούσας γνωμοδότησης, η ΕΟΚΕ ανέθεσε την κατάρτιση μελέτης σχετικά με τον ορισμό του κλάδου διανομής μεγάλης κλίμακας (βλέπε παράρτημα 1 London Economic Study). Ωστόσο, όπως φαίνεται από τη μελέτη οι παράμετροι που εφαρμόζονται σε κάθε εξεταζόμενο ορισμό παρήγαγαν διαφορετικά αποτελέσματα. Λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου αριθμού μεγάλων επιχειρήσεων λιανικής πώλησης που υπερβαίνουν το πλαίσιο του ορισμού μιας ΜΜΕ και της έλλειψης στατιστικών δεδομένων, ειδικότερα στα νέα κράτη μέλη, η παρούσα γνωμοδότηση βασίστηκε σε σωρευτικούς ορισμούς. Οι μεγάλες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου (ΚΔΜΚ) είναι επιχειρήσεις με μερίδιο αγοράς άνω του 5 % ή με κύκλο εργασιών υψηλότερο των €200 εκατ., και απασχολούν 250 υπαλλήλους ή περισσότερους. Ακόμη, αξίζει να αναλυθούν οι 5 μεγαλύτερες επιχειρήσεις σε κάθε αγορά καθώς και η ιδιωτική ή κοινωνική φύση του επιχειρηματικού προτύπου.
2.4 Επιπλέον, η μελέτη επικεντρώθηκε σε 8 ευρωπαϊκές χώρες: ΗΒ, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Ρουμανία, Πολωνία και Τσεχική Δημοκρατία στον κλάδο των τροφίμων και της ένδυσης. Η συγκέντρωση είναι προφανής και σε άλλους τομείς όπως τα μαστορέματα, τα ηλεκτρικά είδη, τα είδη για τον ελεύθερο χρόνο και τα πολιτιστικά αγαθά αλλά δεν καλύπτεται σε αυτή την έκθεση. Η ανάλυση που πραγματοποιείται στην παρούσα γνωμοδότηση βασίζεται σε στατιστικά δεδομένα (3). Έχουν πραγματοποιηθεί πολλές πρόσθετες μελέτες από διάφορους κλάδους της αλυσίδας εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των καταναλωτών, στις οποίες γίνονται πολλές αναφορές προκειμένου να υπογραμμιστεί η δυσκολία συλλογής συγκεκριμένων στοιχείων καθώς και για να τονιστεί ο όγκος των ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα (4).
2.5 Οι μεγάλες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου σε όλη την Ευρώπη προσελκύουν περισσότερους πελάτες μέσω της ενίσχυσης της προσφοράς τους. Τα στοιχεία για το 2005 δείχνουν ότι οι εταιρίες Carrefour (Γαλλία), Metro Group (Γερμανία), Tesco (ΗΒ) και Rewe (Γερμανία) διαθέτουν τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς στη Δυτική, Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιρλανδία και τη Σουηδία, οι 5 μεγαλύτερες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου κατέχουν περισσότερο από το 70 % της αγοράς παντοπωλείων για το 2005.
2.6 Πολλές επιχειρήσεις του ΚΔΜΚ, συμπεριλαμβανομένων των συνεταιρισμών και των προτύπων λιανοπωλητών κοινωνικής οικονομίας ξεκίνησαν την εμπορική δραστηριότητά τους ως ΜΜΕ και μπορούν να δώσουν πολλά μαθήματα σχετικά με την θεαματική ανάπτυξή τους. Όλες οι επιχειρήσεις έχουν συμβάλει σημαντικά στην ατζέντα της Λισσαβώνας ως προς την ανταγωνιστικότητα, τις θέσεις εργασίας και την ανάπτυξη. Ο κλάδος ΔΜΚ στηρίζεται από ένα ισχυρό και συχνά συγκεντρωμένο κλάδο χονδρεμπορίου και μεταποίησης. Η πίεση που ασκείται από τους προμηθευτές που διαθέτουν δεσπόζουσα θέση έχει αντίκτυπο στα περιθώρια των λιανοπωλητών και στην ανταγωνιστικότητα των ΜΜΕ που τους προμηθεύουν. Η ΕΟΚΕ ελπίζει ότι τα συμπεράσματα των μελετών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (συγκεκριμένα της ΓΔ Εσωτερική αγορά και της ΓΔ Επιχειρήσεις) θα εστιάζονται κατά τα προσεχή έτη στο μήκος και στους ενεχόμενους στην αλυσίδα εφοδιασμού, καθώς και στα περιθώρια της διανομής και του τομέα λιανικής πώλησης συνολικά.
2.7 Η ανάπτυξη και οι νέες εξελίξεις στο λιανεμπόριο, όπως η άφιξη ειδικών καταστημάτων ένδυσης, έχουν σημαντικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, για τους αυτοαπασχολούμενους, τους εργαζόμενους, τους προμηθευτές και τους καταναλωτές. Η παρούσα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της CCMI αναλύει αντικειμενικά δεδομένα για την ανάπτυξη του κλάδου διανομής μεγάλης κλίμακας κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας και επικεντρώνεται, ειδικότερα, στον ευρωπαϊκό ΚΔΜΚ και στα προϊόντα παντοπωλείου (τρόφιμα) και την ένδυση.
2.8 Επισκόπηση της παρούσας κατάστασης στα τρόφιμα και την ένδυση:
| — | Οι πωλήσεις λιανικής τροφίμων ανήλθαν σε 754 δισεκ. ευρώ το 2006 (5), γεγονός που αποτελεί αύξηση κατά 3,4 % σε πραγματικές τιμές από το 2003. Προκύπτει ότι η Γαλλία, το ΗΒ και η Γερμανία συγκεντρώνουν ποσοστό μεγαλύτερο του 65 % των συνολικών πωλήσεων ενώ η Ιταλία, η Ισπανία και η Πολωνία ένα ποσοστό 30 %. Ποσοστό συνολικών δαπανών μικρότερο του 5 % σημειώθηκε συνολικά στη Ρουμανία, την Ουγγαρία και την Τσεχική Δημοκρατία. | 
| — | Δυσκολότερο είναι να συλλεχθούν στοιχεία για τις λιανικές πωλήσεις ένδυσης. Οι λιανικές πωλήσεις ανέρχονται σε 120 δισεκ. ευρώ το 2006, σημειώνοντας αύξηση κατά 2,5 % σε πραγματικές τιμές από το 2003. Σχεδόν όλες οι πωλήσεις λιανικής πραγματοποιήθηκαν στο ΗΒ, τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία αν και τούτο μπορεί να οφείλεται στα περιορισμένα στοιχεία που υπάρχουν για τα νέα κράτη μέλη. | 
| — | Οι λιανοπωλητές με το μεγαλύτερο κύκλο εργασιών σε εθνικό επίπεδο δραστηριοποιούνται στον κλάδο των τροφίμων. Η μεγαλύτερη επιχείρηση, η Tesco, προηγείται σημαντικά από τους αντιπάλους της και το 2006 οι πωλήσεις ανέρχονταν σε 10 δισ. € περισσότερα από την δεύτερη σε κατάταξη επιχείρηση, την Carrefour. | 
| — | Κατά τη σύγκριση των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου τροφίμων και ένδυσης, η μεγαλύτερη επιχείρηση ένδυσης (Marks and Spencer) κατέχει μόλις την 25η θέση. | 
| — | Πολλοί διανομείς μεγάλης κλίμακας που έχουν ταξινομηθεί ως παντοπώλες πωλούν επίσης είδη ρουχισμού, υφάσματα και ηλεκτρικά είδη και ο κύκλος εργασιών τους δεν μπορεί να υποτεθεί ότι οφείλεται μόνο στα τρόφιμα. | 
| — | Από το 2003 έχει σημειωθεί αύξηση άνω του 25 % στις πωλήσεις του ΚΔΜΚ στον κλάδο των τροφίμων τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία. Οι μεγάλες επιχειρήσεις γενικού εμπορίου στην Τσεχική Δημοκρατία και τη Ρουμανία σημείωσαν σημαντική ανάπτυξη (αν και στη Ρουμανία το σημείο αφετηρίας ήταν εξαιρετικά χαμηλό). | 
| — | Στον τομέα της ένδυσης, οι μεγάλες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου είναι παρούσες μόνο σε τρεις από τις εννέα αγορές που εξετάζει η μελέτη. Οι επιχειρήσεις αυτές, τόσο στη Γερμανία όσο και στο ΗΒ σημείωσαν σταθερή αύξηση των πωλήσεων (5 % και 3 % αντίστοιχα). Ωστόσο, η μία αντίστοιχη επιχείρηση που εξετάστηκε στην Ιταλία (Όμιλος Benetton) παρουσίασε μείωση των πωλήσεων σε πραγματικές τιμές μεταξύ 2003 και 2006 (6). | 
2.9 Ο κλάδος των τροφίμων και των ποτών (είδη παντοπωλείου) σημειώνει επί του παρόντος την ταχύτερη αύξηση του βασικού κόστους (πρώτες ύλες) με πρωτοφανείς ρυθμούς. Συγκεκριμένα, οι τιμές των σιτηρών έχουν επίπτωση στα τρόφιμα από φυτικές ίνες και στις ζωοτροφές λόγω της παγκόσμιας εξάπλωσης της κοινωνίας της αφθονίας, της μείωσης της εσοδείας και των διαφόρων κυβερνητικών στόχων για τα βιοκαύσιμα που επηρεάζουν την προσφορά και αναμένεται να ωθήσουν τις τιμές σε νέα ύψη με αντίκτυπο στους καταναλωτές.
2.10 Σήμερα, ένα αντιπροσωπευτικό καλάθι προϊόντων είναι σημαντικά ακριβότερο από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια και παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Οι πρόσφατες αυξήσεις των πρώτων υλών μειώνουν τα κέρδη των προμηθευτών. Οι λιανοπωλητές λειτουργούν με ακόμα μικρότερα περιθώρια κέρδους και οι αυξήσεις των τιμών έχουν επίπτωση στον πληθωρισμό του οποίου το ποσοστό υπολογίζεται από το υπουργείο οικονομικών με αποτέλεσμα την αύξηση των αιτημάτων του εργατικού δυναμικού στις διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Η αύξηση των τιμών στο ράφι σε συνδυασμό με τη σημερινή αύξηση στις τιμές του πετρελαίου έχει επιπτώσεις στο σύνολο της αλυσίδας εφοδιασμού καθώς και στους καταναλωτές και προκαλεί, επί του παρόντος, ανησυχία.
2.11 Οι καταναλωτές, λόγω του υψηλού ανταγωνισμού, έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν κατάστημα διανομής. Κατά συνέπεια, οι λιανοπωλητές καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα και τις οικονομίες κλίμακος. Πολύ προμηθευτές ανέπτυξαν το μέγεθός τους παράλληλα με την ανάπτυξη των λιανοπωλητών από τις στρατηγικές των οποίων μπορούν να αποκομιστούν χρήσιμα μαθήματα.
Η ίδια η αλυσίδα εφοδιασμού μπορεί να είναι πολύ μακριά και να προστίθενται περιθώρια σε όλο το μήκος της από τα διάφορα ενδεχόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των προμηθευτών, συσκευαστών, δευτερευόντων παραγωγών, μεταποιητών και χονδρεμπόρων τόσο στον κλάδο των τροφίμων όσο και της ένδυσης.
2.12 Ο κλάδος της ένδυσης σε όλη την Ευρώπη παρουσιάζει σχετική σταθερότητα των τιμών και τούτο οφείλεται κυρίως στην χαμηλή ανάπτυξη της οικονομίας στην ΕΕ, στην αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών, στην ελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, στην ενίσχυση της θέσης της Κίνας (πρώτης παγκοσμίως στην παραγωγή ειδών ένδυσης) καθώς και στην συνεχή ανατίμηση των ευρωπαϊκών νομισμάτων. Ακόμη, μεταβάλλεται η δυναμική της αγοράς δεδομένου ότι τα παραδοσιακά σουπερμάρκετ τροφίμων επεκτείνουν την προσφορά τους και σε είδη εκτός διατροφής και, συγκεκριμένα, στην ένδυση. Επίσης, τα μικρά ανεξάρτητα εξειδικευμένα καταστήματα δίνουν τη θέση τους σε αλυσίδες καταστημάτων όπως το Zara και το H & M (7).
2.13 Η εξέλιξη της διαφοράς μεταξύ των δεικτών των τιμών δεν αντικατοπτρίζει απαραίτητα την εξέλιξη των διαφορών στις τιμές, δηλαδή στις διαφορές στο επίπεδο των τιμών (8). Ακόμη, πρέπει να εξεταστούν πολύ προσεκτικά τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την ανάλυση αυτή. Οι διαφορές στην εξέλιξη των τιμών δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις διαφορές των περιθωρίων κέρδους των παραγωγών και των διανομέων. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι τιμές εξαρτώνται από πολλές άλλες μεταβλητές π.χ. η εξέλιξη του ΦΠΑ (9), οι μισθοί, οι τιμές εισαγωγής ή οι τεχνικές βελτιώσεις που μπορούν να εξηγήσουν μείωση ή αύξηση των τιμών καταναλωτή χωρίς να υπάρχει σχέση με την τιμή που καταβάλλεται στους παραγωγούς.
2.14 Οι ευρωπαίοι διανομείς συμφωνούν ότι η επίτευξη βιώσιμης κατανάλωσης και παραγωγής αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες μελλοντικές προκλήσεις. Οι διανομείς διαπιστώνουν καθημερινά τις νέες απαιτήσεις των πελατών τους, τη συνεχή αύξηση των αναγκών τους για κατάλληλη και ακριβή ενημέρωση, την ταχεία εισαγωγή στην αγορά προϊόντων που σέβονται το περιβάλλον και ολοένα και πιο «φιλοπεριβαλλοντικών» διεργασιών της αλυσίδας εφοδιασμού. Στο πλαίσιο αυτό, οι ευρωπαίοι διανομείς προτείνουν, με δική τους πρωτοβουλία, ένα πρόγραμμα δράσης για τη βιώσιμη κατανάλωση και ένα πρόγραμμα περιβαλλοντικής δράσης των διανομέων (REAP) ενώ, παράλληλα, συνεργάζονται στενά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την στήριξη της επίτευξης των στόχων της ΕΕ για το 2020 σχετικά με την κλιματική αλλαγή.
3. Τομείς παρακολούθησης:
3.1 Η μελλοντική συζήτηση για τους πιθανούς μηχανισμούς που θα επιδιωχθούν, προκειμένου να καταπραΰνει τις ακόλουθες ανησυχίες που εξέφρασε η κοινωνία των πολιτών, θα πρέπει να βασίζεται σε σαφείς και διαφανείς διαδικασίες αναφοράς σχετικά με κακές πρακτικές και, σε κάθε περίπτωση, στην παροχή αποδείξεων για τη στήριξη των παραπόνων. Τούτο αφορά όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.
3.2 Τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν επίπεδα ανταγωνισμού που θα εγγυώνται την κατάλληλη ανάπτυξη όλων των μορφών εμπορίου, έτσι ώστε να δημιουργηθεί όφελος του καταναλωτή ως προς τις μειωμένες τιμές και την ποικιλία επιλογής.
3.3 Οι ρυθμίσεις που προωθούν τις θεμιτές εμπορικές πρακτικές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις τοπικές κοινωνικές προτιμήσεις, όπως το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων καθώς και τα εργατικά ζητήματα. Συνεπώς, η σύσταση της ΕΟΚΕ για εθελοντικούς κώδικες δεοντολογίας θα πρέπει να διαμορφωθεί και να εφαρμοστεί σε επίπεδο κρατών μελών, ιδίως διότι η διανομή αφορά σε μεγάλο βαθμό την τοπική αγορά.
3.4 Με σκοπό τη «Βελτίωση της νομοθεσίας» (10) πραγματοποιήθηκαν μεταρρυθμίσεις υπέρ του ανταγωνισμού σε επίπεδο ΕΕ προκειμένου να εξαλειφθεί η περιοριστική νομοθεσία. Συνεπώς, η σύσταση της ΕΟΚΕ αφορά την αυτορρύθμιση από τον κλάδο. Η θέσπιση ενός κώδικα δεοντολογίας από τους διανομείς σε εθνικό επίπεδο μπορεί να ερμηνευθεί ότι υποβοηθά την αθέμιτη συνεργασία μεταξύ διανομέων και ότι στην πράξη αποτελεί τροχοπέδη στον ανταγωνισμό. Ωστόσο, οι δημόσιες πολιτικές θα πρέπει να επιδιώκουν την αναθεώρηση τέτοιων κωδίκων δεοντολογίας με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας και του δέοντος νομικού ελέγχου τόσο για τους διανομείς όσο και για τους προμηθευτές έτσι ώστε, μακροπρόθεσμα, να αυξηθούν τα οφέλη για τον καταναλωτή.
3.5 Οι πρακτικές της διανομής και της αλυσίδας εφοδιασμού αποτελούν αντικείμενο επικρίσεων. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ συνιστά την επιλογή των συμβάσεων και ενός κώδικα δεοντολογίας σε επίπεδο κρατών μελών (βλ. συστάσεις και συμπεράσματα), προκειμένου να εξετάζονται οι καταγγελίες κατά τρόπο πιο διαφανή ενώ, παράλληλα, προστατεύονται τα συμφέροντα τόσο των διανομέων όσο και των προμηθευτών και επιτρέπεται η παρέμβαση διαμεσολαβητή σε περίπτωση ανάγκης.
3.6 Η πολιτική για τον ανταγωνισμό και άλλες ρυθμιστικές πολιτικές που επηρεάζουν τον τομέα της διανομής είναι συμπληρωματικές ως προς την εμπορική πολιτική. Φαίνεται ότι μια σημαντική πολιτική πρόκληση είναι η επίτευξη ισορροπίας που να επιτρέπει στους διανομείς να αξιοποιούν τις οικονομίες κλίμακος στον εφοδιασμό και στη λειτουργία αλλά να μην καταχρώνται την ισχύ τους στην αγορά.
3.7 Ένας ακόμη τομέας παρακολούθησης όπου μπορεί να εφαρμοστεί ο κώδικας δεοντολογίας είναι οι εισαγωγές. Σήμερα, οι εισαγωγές τόσο στα τρόφιμα όσο και στην ένδυση διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διαμόρφωση των δυνάμεων της αγοράς. Η αναλογία των εισαγόμενων τροφίμων είναι γενικά υψηλότερη στις Δυτικές χώρες αλλά η αναλογία των εισαγόμενων τροφίμων που καταναλώνονται στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αυξάνεται με ταχύτητα.
3.8 Στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης παρατηρείται πολύ υψηλό ποσοστό διείσδυσης στην αγορά των εισαγόμενων ειδών ένδυσης (11). Σε πολλές περιπτώσεις το ποσοστό είναι υψηλότερο του 100 %. Τούτο οφείλεται στο ό,τι η συνολική αξία των εισαγωγών είναι μεγαλύτερη από τη συνολική αξία της παραγωγής και σημαίνει ότι ορισμένα αγαθά εισάγονται και, στη συνέχεια, εξάγονται σε άλλες αγορές.
4. Εργαζόμενοι στον κλάδο της διανομής
4.1 Ο κλάδος της διανομής έχει ζωτική σημασία για τη στρατηγική της Λισσαβώνας λόγω του αριθμού των ατόμων που απασχολούνται στον τομέα. Η ΓΔ Απασχόληση διεξάγει επί του παρόντος έρευνα για την επισήμανση των αναδυόμενων δεξιοτήτων και την εξέλιξη των μελλοντικών αναγκών σε δεξιότητες και απασχόληση στον τομέα διανομής και στον εμπορικό τομέα μέχρι το 2020. Παρόμοια μελέτη διεξάγεται για την υφαντουργία, την ένδυση και τα δερμάτινα είδη. Οι δύο αυτές μελέτες αποτελούν τμήμα ενός σχεδίου που καλύπτει 16 οικονομικούς τομείς οι οποίοι εφαρμόζουν κοινή μεθοδολογία πρόβλεψης για να εντοπίσουν τις μελλοντικές δεξιότητες και την εξέλιξη της απασχόλησης βάσει της ανάλυσης υποθέσεων.
4.2 Στη μελέτη που πραγματοποιήθηκε, αναφέρεται ότι 1,2 εκατ. άτομα απασχολούνται στον ΚΔΜΚ τροφίμων στο ΗΒ. Στις υπόλοιπες χώρες, απασχολούνται πολύ λιγότερα άτομα αλλά ο γενικός ΚΔΜΚ στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης απασχολεί υψηλότερο αριθμό εργαζομένων από ό,τι στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ο αριθμός των εργαζομένων αυξάνεται από το 2003 σε κάθε χώρα με εξαίρεση την Γαλλία και τη Δημοκρατία της Τσεχίας όπου παραμένει σταθερός.
4.3 Το μερίδιο της απασχόλησης στον ΚΔΜΚ διαφέρει σημαντικά από τη μια χώρα της Ευρώπης στην άλλη. Στο ΗΒ και τη Γερμανία, ο ΚΔΜΚ απασχολεί περισσότερο από το 75 % και το 60 % αντίστοιχα των εργαζομένων στον κλάδο των τροφίμων και των μεγάλων καταστημάτων ενώ στην Πολωνία απασχολεί ποσοστό περίπου 20 % και στην Ρουμανία λιγότερο από το 5 %.
4.4 Γενικά, το ποσοστό των γυναικών στον κλάδο του χονδρεμπορίου και της διανομής είναι υψηλότερο από το ποσοστό των γυναικών στο συνολικό ενεργό πληθυσμό στην Ευρώπη αλλά η διαφορά αυτή είναι πιο έντονη στα δέκα νέα κράτη μέλη από ό,τι στην ΕΕ των 15. Η μοναδική εξαίρεση είναι η Γαλλία όπου η αναλογία των γυναικών στον κλάδο του χονδρεμπορίου και της διανομής είναι μικρότερη σε σύγκριση με την οικονομία γενικά.
4.5 Υπάρχουν ορισμένες ενδιαφέρουσες διαφορές στην ηλικιακή κατανομή από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Στο ΗΒ, για παράδειγμα, είναι πολύ μεγαλύτερη η αναλογία των νέων εργαζομένων (κάτω των 25 ετών) από οπουδήποτε αλλού αλλά και υψηλότερη αναλογία εργαζομένων άνω των 65 (αν και το ποσοστό είναι πολύ χαμηλό). Στην Ιταλία, την Τσεχική Δημοκρατία και την Ουγγαρία ο αριθμός των νέων εργαζομένων είναι χαμηλότερος αλλά η αναλογία των εργαζομένων μεταξύ 25-49 είναι υψηλότερη.
4.6 Η απασχόληση μερικού χρόνου είναι συχνότερη στον κλάδο του χονδρεμπορίου και της διανομής από ό,τι στη συνολική ευρωπαϊκή οικονομία, αν και υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών, καθώς και μεταξύ της ΕΕ των 15 και των 10 νέων κρατών μελών.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Εξελίξεις στον κλάδο διανομής μεγάλης κλίμακας στην Ευρώπη κατά την τελευταία πενταετία, CCMI της ΕΟΚΕ, που κατήρτισε η London Economicshttp://www.eesc.europa.eu/sections/ccmi/externalstudies/documents/HVR_Final_Report_revised_with_annex.doc
(2) Έρευνα της Επιτροπής ανταγωνισμού του ΗΒ για την αγορά ειδών παντοπωλείου:
http://www.competition-commission.org.uk/inquiries/ref2006/grocery/index.htm. Η τελική μορφή αναμένεται να δημοσιευτεί κατά το 2ο εξάμηνο του 2008.
[2] Έρευνα της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ανταγωνισμού της Αυστρίας για την αγοραστική δύναμη των υπεραγορών: http://www.bwb.gv.at/BWB/English/groceries_sector_inquiry.htm
(3) Βλ. υποσημείωση 1
(4) I) Impact of Textiles and Clothing Sectors Liberalisation on Prices (Επίδραση της ελευθέρωσης του τομέα υφαντουργίας και ένδυσης επί των τιμών), The Kiel Institute For The World Economy, Kiel, Γερμανία. Επιτροπή ΕΕ, Trade. Τελική έκθεση 2007-4-18 http://trade.ec.europa.eu/doclib/docs/2007/june/tradoc_134778.pdf
II) Business relations in the EU Clothing Chain: from industry to retail and distribution (Εμπορικές σχέσεις στην αλυσίδα ένδυσης στην ΕΕ: από τη βιομηχανία στη λιανική πώληση και στη διανομή). Bocconi University, ESSEC Business School, Baker McKenzie. Τελική έκθεση, Οκτώβριος 2007 http://ec.europa.eu/enterprise/textile/documents/clothing_study_oct_2007.pdf
(5) Οι διαδικτυακές πωλήσεις λιανικής περιλαμβάνονται στα στοιχεία για τις συνολικές πωλήσεις και δεν εξετάστηκαν χωριστά στο παρόν έγγραφο δεδομένου ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι, παρά το γεγονός ότι οι πωλήσεις αυξάνονται, αποτελούν το 1-2 % των πωλήσεων ειδών παντοπωλείου στο ΗΒ.
(6) Ενδιάμεση έκθεση της London Economics· Εξελίξεις στον κλάδο διανομής μεγάλης κλίμακας στην Ευρώπη κατά την τελευταία πενταετία. Φεβρουάριος 2008.
(7) Bocconi University· Εμπορικές σχέσεις στην αλυσίδα ένδυσης στην ΕΕ · Τελική έκθεση, Οκτώβριος 2007 http://ec.europa.eu/enterprise/textile/documents/clothing_study_oct_2007.pdf
(8) Για παράδειγμα, εάν οι τιμές παραγωγού είναι 100 και οι τιμές καταναλωτή 200, μια αύξηση 10 % και στις δύο τιμές δεν σημαίνει ότι τα περιθώρια παραμένουν σταθερά. Τούτο οφείλεται στα διαφορετικά επίπεδα στα οποία επεκτείνονται τα περιθώρια, δηλ. από το 100 (200-100) έως το 110 (220-110).
(9) «Οι τιμές που μετρήθηκαν είναι όντως οι τιμές που καταβάλλουν οι καταναλωτές, περιλαμβάνουν π.χ. τους φόρους επί των πωλήσεων των προϊόντων όπως ο ΦΠΑ, και αντικατοπτρίζουν τις εποχιακές εκπτώσεις», Εναρμονισμένοι δείκτες τιμών καταναλωτή (HICPs) Σύντομος οδηγός για τους χρήστες, Στατιστική Υπηρεσία, Μάρτιος 2004
(10) http://ec.europa.eu/governance/better_regulation/index_en.htm
(11) Ο τομέας ένδυσης περιλαμβάνει όλα τα είδη ιματισμού και γούνας.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/63 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές, εδαφική ανάπτυξη και ευθύνη των επιχειρήσεων»
(2009/C 175/11)
Στις 17 Ιανουαρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
Βιομηχανικές μεταλλαγές, εδαφική ανάπτυξη και ευθύνη των επιχειρήσεων.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των εργασιών της ΕΟΚΕ, κατήρτισε τη γνωμοδότησή της στις 18 Νοεμβρίου 2008, βάσει της έκθεσης του εισηγητή κ. PEZZINI και του συνεισηγητή κ. GAY.
Κατά την 449η σύνοδο ολομελείας της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 168 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 3 αποχές.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισσαβώνας και του Göteborg, η ΕΟΚΕ θεωρεί θεμελιώδους σημασίας την αναζωογόνηση των τοπικών εδαφικών συστημάτων, με τη μορφή οργανικών συνόλων δομών, υποδομών και φορέων του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα, τα οποία αποσκοπούν να συνδυάσουν υψηλό επίπεδο ευημερίας και ανταγωνιστικότητας με εκτεταμένες κοινωνικές και περιβαλλοντικές αρμοδιότητες σε ένα κοινό αναπτυξιακό όραμα στέρεα «αγκυροβολημένο» στην εδαφική περιοχή. Ουσιαστικά, το ζητούμενο είναι μια διαδικασία η οποία να προσδιορίζει το αποτέλεσμα μιας σειράς αλληλεπιδράσεων.
1.2 Η ΕΟΚΕ συνιστά να αναληφθεί μια κοινοτική πρωτοβουλία για την ανάπτυξη«της κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής» (ΚΥΠ). Η ΚΥΠ μπορεί να οριστεί ως συνδετικός κρίκος μεταξύ των στόχων της δημοκρατίας της εγγύτητας και των στόχων της ανάληψης ευθυνών εκ μέρους των διοικήσεων, αλλά και των δημοσίων και ιδιωτικών φορέων στο σύνολό τους, ενόψει της υιοθέτησης μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής προσέγγισης για την ανταγωνιστική αξιοποίηση των εδαφικών ιδιαιτεροτήτων.
1.3 Η ΕΟΚΕ ζητεί η πρωτοβουλία ΚΥΠ να συνοδεύεται από ένα Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης το οποίο να αποσκοπεί:
| — | στην προώθηση της ένταξης της εδαφικής διάστασης των κοινοτικών πολιτικών, ιδίως στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισσαβώνας και του Göteborg· | 
| — | στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης στις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές πολιτικές των προτεραιοτήτων που ορίζονται στην Εδαφική Ατζέντα και στο Χάρτη της Λειψίας· | 
| — | στην ενθάρρυνση και στη συγχρηματοδότηση δράσεων εδαφικής προοπτικής διερεύνησης (foresight), με στόχο να προαχθούν κοινά οράματα για μια κοινωνικά υπεύθυνη εδαφική ανάπτυξη· | 
| — | στην έναρξη λειτουργίας δικτύων εδαφικής αριστείας και ευρωπαϊκών ομίλων συνεργασίας. | 
1.4 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι για να δοθεί συνέχεια στην Κοινοτική Πρωτοβουλία ΚΥΠ (1) και στο σχετικό Πρόγραμμα Δράσης:
| — | η Ευρωπαϊκή Κοινότητα πρέπει να μειώσει αισθητά τον διοικητικό και γραφειοκρατικό φόρτο των τοπικών οικονομικών και κοινωνικών φορέων με την απλοποίηση των διαδικασιών και με την εφαρμογή της «ανοικτής μεθόδου συντονισμού»· | 
| — | τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν ομοιόμορφα τις κοινοτικές διατάξεις προκειμένου να διαφυλαχθεί η ενότητα της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς· | 
| — | οι τοπικές και περιφερειακές αρχές πρέπει να δίνουν τη δυνατότητα πλήρους συμμετοχής στους οικονομικούς και κοινωνικούς φορείς και να αναπτύσσουν στρατηγικές συμβατές με τη συνεργασία, την καινοτομία και τον ανταγωνισμό· | 
| — | ο ιδιωτικός τομέας οφείλει να αναπτύξει έναν εποικοδομητικό κοινωνικό διάλογο, ο οποίος να διευρυνθεί και στην κοινωνία των πολιτών, σχετικά με τα κοινά οράματα που προοιωνίζουν τις βιομηχανικές μεταλλαγές. | 
1.5 Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ένθερμα την ανάπτυξη της δημοκρατίας της εγγύτητας, σύμφωνα με την οποία οι αρμόδιοι πολιτικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί φορείς της περιοχής συμμετέχουν στις δράσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και στην ανταγωνιστική και βιώσιμη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των περιοχών της Ένωσης.
1.6 Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, πρέπει να καταβληθούν μεγάλες προσπάθειες για την καλλιέργεια ενός πνεύματος καινοτομίας και συμμετοχής: η ζήτηση δημοκρατικών αξιών πρέπει να εκπορεύεται από το σύνολο της κοινωνίας της ενδιαφερόμενης περιοχής και από μεγάλο αριθμό φορέων και θεσμικών οργάνων που αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των διαφόρων τομέων δραστηριότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, η επιχείρηση εκλαμβάνεται ως μια κοινότητα που παράγει πλούτο για την ανάπτυξη μιας καλύτερης κοινωνίας στην εκάστοτε περιοχή.
1.7 Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να υλοποιηθούν άμεσα οι δηλώσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 13ης και 14ης Μαρτίου 2008 για τον σημαντικό ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών στη δημιουργία οικονομικής μεγέθυνσης και θέσεων εργασίας και στην ανάπτυξη ικανοτήτων διακυβέρνησης της περιοχής μεταξύ όλων των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών συνιστωσών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
1.8 Η ΕΟΚΕ είναι επίσης πεπεισμένη ότι η Ευρώπη πρέπει να καταστεί πόλος αριστείας όσον αφορά την ανάπτυξη της ΚΥΠ (2), να αξιοποιήσει τις θετικές εμπειρίες του EMAS και της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ), αλλά και να διευρύνει το πλαίσιο αναφοράς στην εδαφική διάσταση κατά τρόπο ώστε να εξασφαλιστεί ότι η κληρονομιά της κοινής ευθύνης αποτελεί σταθερό στοιχείο της συνιστώσας των επιχειρήσεων, αρκεί να επωφελείται από τα συστήματα δικτύου και τους συνεργατικούς σχηματισμούς (clusters) και να έχει πλήρη συμμετοχή στη διαδικασία της στρατηγικής εδαφικής ανάπτυξης.
1.9 Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η συνιστώσα των πολύ μικρών και των μικρών επιχειρήσεων και η τεράστια και σημαντική εμπειρία της κοινωνικής οικονομίας πρέπει να τύχουν συνδρομής και εμπειρογνωμοσύνης, καθώς και καλύτερης πρόσβασης στην πίστωση και στην μικροπίστωση, προκειμένου να επιτευχθεί η ανάπτυξη μιας διαχείρισης επιχειρήσεων φιλικής προς το περιβάλλον, την εδαφική περιοχή και τους κατοίκους της.
1.10 Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η κοινοτική πρωτοβουλία ΚΥΠ και το Σχέδιο Δράσης της θα πρέπει συγχρόνως να προωθούν τον διαρθρωμένο στην εδαφική περιοχή κοινωνικό διάλογο, καθώς και τις αδελφοποιήσεις μεταξύ τοπικών θεσμικών οργάνων, ιδιαίτερα σε διασυνοριακό επίπεδο. Στόχος είναι να καταστεί δυνατή — μέσω ισχυρότερων εταιρικών σχέσεων — η συνολική ενίσχυση της ανάπτυξης ικανοτήτων (capacity building), των γνώσεων και των αποτελεσμάτων των εδαφικών κοινοτήτων που εκφράζονται σε διαφορετικά επίπεδα ικανοτήτων και βρίσκονται συχνά σε συνθήκες αμοιβαίου ανταγωνισμού.
1.11 Η ΕΟΚΕ εξαίρει, εν κατακλείδι, τη σημασία που έχει η διασφάλιση υψηλού επιπέδου συντονισμού από συστήματα πολυεπίπεδης διακυβέρνησης προκειμένου να μην κατατμηθούν σε τοπικό επίπεδο όλα όσα έχουν ενωθεί από την ενιαία αγορά, αποφεύγοντας το ενδεχόμενο κατακερματισμού και διακριτικής μεταχείρισης στην περιοχή, γεγονός το οποίο θα καθιστούσε την ευρωπαϊκή οικονομία ακόμη ευπαθέστερη στις παγκόσμιες αγορές.
2. Εισαγωγή
2.1 Με την ευκαιρία της διάσκεψης της 4ης Μαρτίου 2008 που διοργανώθηκε από την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ για τον εδαφικό διάλογο, ο ρόλος των τοπικών και περιφερειακών κοινοτήτων για την επίτευξη των στόχων της αναθεωρημένης στρατηγικής της Λισσαβώνας τέθηκε ως προτεραιότητα στο πλαίσιο της πολιτικής για τη συνοχή.
2.2 Με την παρούσα γνωμοδότηση η ΕΟΚΕ προτίθεται να προσδιορίσει τις σχέσεις μεταξύ της εδαφικής περιοχής και των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών φορέων για την εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας και την ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής κοινωνίας της γνώσης στην εσωτερική και παγκόσμια αγορά.
2.3 Ως σημείο εκκίνησης τίθεται, αφενός, η βελτίωση των οραμάτων που προοιωνίζουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές αλλαγές και της οργάνωσης όσων συμβάλλουν στην υλοποίηση μιας «κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής» (ΚΥΠ) (3) και, αφετέρου, ο προσδιορισμός των ευθυνών των επιχειρήσεων, των διοικήσεων, των κοινωνικών εταίρων και όλων των φορέων που συμβάλλουν στην αξιοποίηση της ανταγωνιστικότητας της περιοχής, με στόχο την καθιέρωση ενός δυναμικού, αλληλέγγυου και συνεκτικού ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου (4).
Η εδαφική οικονομία, ανάλογα με τη σύνθεσή της, μπορεί να εκτίθεται λιγότερο ή περισσότερο στον διεθνή οικονομικό ανταγωνισμό. Εξάλλου, ο δείκτης του ΑΕγχΠ (ή της προστιθέμενης αξίας) δεν αντικατοπτρίζει το επίπεδο πλούτου μιας περιοχής κι αυτό για δύο λόγους. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόσφατη δημοσίευση εκ μέρους της Επιτροπής της Πράσινης Βίβλου που φέρει τον τίτλο: «Πράσινη Βίβλος για την εδαφική συνοχή — Μετατροπή της εδαφικής ποικιλομορφίας σε προτέρημα» (5) και θα αποτελέσει αντικείμενο άλλης γνωμοδότησης.
2.4.1 Πρώτον, τα διανεμόμενα κέρδη που προέρχονται από την εργασία και το κεφάλαιο, καθώς και η φορολογία που καταβάλλεται από τις παραγωγικές δυνάμεις της αγοράς, δεν παραμένουν στο σύνολό τους στην περιοχή όπου δημιουργήθηκαν διότι σημειώνεται «εξαγωγή» ορισμένων πόρων.
2.4.2 Δεύτερον, και κυριότερο, οι εδαφικές περιοχές εξαρτώνται και από άλλους πόρους και όχι μόνον από τους πόρους των παραγωγικών δυνάμεων (μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων, συντάξεις, έσοδα, δαπάνες των τουριστών, εισοδήματα των εργαζομένων που απασχολούνται αλλού, κοινωνικές παροχές εκτός των συντάξεων, κλπ).
Το φάσμα των μέσων διαχείρισης και υποστήριξης πολιτικών και προγραμμάτων βιώσιμης ανάπτυξης από κυβερνητικές αρχές και επιχειρήσεις είναι ολοένα και μεγαλύτερο και λεπτομερέστερο και βασίζεται:
2.5.1 σε κανόνες
| — | οδηγίες και κανονισμοί για το περιβάλλον· | 
| — | συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης· | 
| — | η πιστοποίηση ISO 14000 και οι κατευθυντήριες γραμμές ISO 26000· | 
| — | BS OHSAS 18001/2007, δηλαδή κανόνες ασφάλειας στο χώρο εργασίας· | 
| — | κανονισμός EMAS· | 
| — | κοινωνικός έλεγχος (SA8000)· | 
| — | «πράσινες αγορές» και «πράσινες» συμβάσεις· | 
| — | αναλύσεις του κύκλου ζωής των προϊόντων· | 
| — | ολοκληρωμένες πολιτικές για τα προϊόντα· | 
2.5.2 σε δομές
| — | συνεργατικοί σχηματισμοί, πόλοι ανταγωνιστικότητας, βιομηχανικές περιοχές και τεχνολογικά πάρκα· | 
| — | σχέδια δράσης της τοπικής ατζέντας 21· | 
| — | περιφερειακά και τοπικά παρατηρητήρια για τον εδαφικό αντίκτυπο της ανάπτυξης· | 
| — | τοπικοί επιχειρηματικοί όμιλοι· | 
| — | υποστήριξη της εδαφικής διακυβέρνησης του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου· | 
| — | Ευρωπαϊκοί Όμιλοι Εδαφικής Συνεργασίας (ΕΟΕΣ), νέα μέσα που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 της 5ης Ιουλίου 2006 (6)· | 
| — | πλατφόρμες ανάλυσης και προοπτικής διερεύνησης (foresight) | 
| — | Συμπράξεις Δημοσίου-Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ)· | 
2.5.3 σε συμφωνίες
| — | πρωτοβουλίες «ευελιξία με ασφάλεια» (7)· | 
| — | κοινωνική εταιρική ευθύνη — ΕΚΕ· | 
| — | διαρθρωμένος εδαφικός κοινωνικός διάλογος· | 
| — | περιβαλλοντικός απολογισμός/υπολογισμός· | 
| — | υποβολή εκθέσεων (reporting) για τη βιωσιμότητα· | 
| — | μέσα εδαφικού σχεδιασμού και προγραμματισμού· | 
| — | τοπικοί περιβαλλοντικοί απολογισμοί· | 
| — | εδαφικές κοινωνικοοικονομικές συμφωνίες (εδαφικά σύμφωνα, προγραμματικές συμφωνίες …)· | 
| — | ειδικές οικονομικές ζώνες, εντός των ορίων που αναγνωρίζονται από την πολιτική ανταγωνισμού (8). | 
2.6 Η ΕΟΚΕ θεωρεί εντελώς απαραίτητο να ενισχυθεί η εδραίωση, η ολοκλήρωση και ο συντονισμός της εφαρμογής αυτών των κανονιστικών, ρυθμιστικών και εθελοντικών μέσων, προκειμένου να συντονιστούν οι ποικίλοι στόχοι και τα διάφορα επίπεδα συμμετοχής και να επιτευχθούν αποτελεσματικά, αποδοτικά και κοινά αποτελέσματα.
2.7 Η εδαφική συνοχή, υπό το φως του Χάρτη της Λειψίας (9) και της εδαφικής ατζέντας της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 2007, για την οποία η ΕΟΚΕ έχει καταρτίσει σχετική γνωμοδότηση (10), έχει αποκτήσει μεγαλύτερη βαρύτητα με στόχο:
| — | τη μεγαλύτερη συμμετοχή των φορέων εκπροσώπησης των τοπικών οντοτήτων· | 
| — | το συνδυασμό της ισόρροπης και βιώσιμης ανάπτυξης με την απαίτηση για αύξηση του επιπέδου της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, μέσω επενδύσεων σε περιοχές με υψηλότερο δυναμικό ανάπτυξης· | 
| — | την επίτευξη συνεργειών και συμπληρωματικότητας μεταξύ των κοινοτικών πολιτικών· | 
| — | τη χάραξη καλύτερων μηχανισμών διακυβέρνησης (11). | 
2.8 Η Εδαφική Ατζέντα αποτελεί ένα στρατηγικό πλαίσιο για τον προσανατολισμό των πολιτικών εδαφικής ανάπτυξης μέσω της εφαρμογής των στρατηγικών της Λισσαβώνας και του Göteborg.
2.9 Η ΕΟΚΕ, στη γνωμοδότησή της σχετικά με τη διακυβέρνηση των βιομηχανικών μεταλλαγών σε τοπικό επίπεδο (12), επεσήμανε ότι για «την αξιοποίηση της τοπικής ταυτότητας, απαιτείται ένα αμάλγαμα στοιχείων που προκύπτει από την υιοθέτηση, την αναγνώριση και την προσήλωση σε ένα σύνολο κοινών αξιών, στο πλαίσιο ενός κοινού οράματος για το μέλλον» με μια ολοκληρωμένη τοπική προσέγγιση (ΟΤΠ) και μια στρατηγική διακυβέρνησης για την ανάπτυξη μιας «κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής» (ΚΥΠ), διευκρινίζοντας ότι η στρατηγική αυτή θα καταστεί αποτελεσματική κυρίως μέσω:
| — | συνεχών βελτιώσεων της ποιότητας και της ικανότητας του τοπικού παραγωγικού συστήματος όσον αφορά τις γνώσεις, τις δεξιότητες και την καινοτομία· | 
| — | της ανάπτυξης εδαφικών δικτυακών δομών για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα· | 
| — | υψηλών επιπέδων περιβαλλοντικής και κοινωνικής βιωσιμότητας της ανάπτυξης· | 
| — | αποτελεσματικών και εδραιωμένων διαδικασιών για τη δημιουργία, τη διάδοση και την κυκλοφορία των γνώσεων, καθώς και για την ενημέρωση και τη συνεχή κατάρτιση· | 
| — | της εκπόνησης «εδαφικών κοινωνικών απολογισμών»· | 
| — | συγκριτικών αναλύσεων των βιώσιμων εδαφικών συστημάτων εκ μέρους των ίδιων των κοινωνικών φορέων. | 
Οι πρωτοβουλίες αυτές, εκτός από τον υψηλό βαθμό συντονισμού για την εξασφάλιση συνεργειών και την αποφυγή επικαλύψεων και ασυνεπειών, απαιτούν από τις τοπικές, περιφερειακές, εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές:
| — | προηγμένες δομές εκπαίδευσης και κατάρτισης, οι οποίες θα έχουν αποστολή να προσφέρουν λειτουργικές λύσεις στις απαιτήσεις της οικονομικής ανάπτυξης που βασίζεται στη γνώση και στην ανταγωνιστικότητα· | 
| — | δράσεις για την ανάπτυξη θεσμικών και συλλογικών ικανοτήτων, καθώς και ικανοτήτων έναντι του κοινωνικού διαλόγου· | 
| — | μια ολοκληρωμένη περιφερειακή πολιτική, η οποία να είναι σε θέση να αξιοποιεί το τοπικό αναπτυξιακό δυναμικό και να ενισχύει τις ικανότητες προσαρμογής στην καινοτομίας και προοπτικής διερεύνησης· | 
| — | έναν εδραιωμένο κοινωνικό διάλογο σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο (13), ως καθοριστικό στοιχείο για τη βελτιστοποίηση των πλεονεκτημάτων που μπορούν να αντληθούν από τα οράματα που προοιωνίζουν τις βιομηχανικές μεταλλαγές στην αγορά, καθώς και των τάσεων που παρατηρούνται όσον αφορά την εκπαίδευση και την κατάρτιση των ανθρώπινων πόρων· | 
| — | την προώθηση της κοινωνικής δέσμευσης των επιχειρήσεων με την εθελοντική υιοθέτηση της ΕΚΕ ως συμβολή των επιχειρήσεων στη βιώσιμη ανάπτυξη· | 
| — | τη βελτίωση του συστήματος ολοκληρωμένης πολυεπίπεδης διακυβέρνησης της «κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής» (14), η οποία ορίζεται ως η περιοχή η οποία επιτυγχάνει να συνδυάσει επίπεδα επαρκούς ευημερίας με τις υποχρεώσεις που αποτελούν τμήμα της κοινωνικής ευθύνης. | 
2.10.1 Σε αυτή τη διαδικασία εμφανίζονται και αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία οι ικανότητες και οι αρμοδιότητες των κέντρων λήψεως αποφάσεων σε πολιτικό και διοικητικό επίπεδο προκειμένου να εξασφαλιστούν οι ασφαλείς προϋποθέσεις που απαιτούνται για την προσέλκυση επενδύσεων και για τη δημιουργία πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων σε ένα πλαίσιο διαρκούς ανάπτυξης.
Η ΕΟΚΕ έχει αποδώσει μεγάλη σημασία στη διαδικασία που μπορεί να οδηγήσει μια εδαφική περιοχή να οριστεί ως «κοινωνικά υπεύθυνη περιοχή» (ΚΥΠ) (15).
2.11.1 Τούτο επιτυγχάνεται εάν μια περιοχή καταφέρει να ενσωματώσει κοινωνικές και περιβαλλοντικές πτυχές στις οικονομικές αποφάσεις· πρότυπα και αξίες για ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας· βέλτιστες πρακτικές και συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ των φορέων συμφερόντων προκειμένου να αυξηθεί η καινοτομία και η ανταγωνιστικότητα.
3. Η «δημοκρατία της εγγύτητας» για μια ανταγωνιστική και βιώσιμη ανάπτυξη
3.1 Για να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής και η ανταγωνιστική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των περιφερειών της Ένωσης, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι πρέπει να αναπτυχθεί η δημοκρατία της εγγύτητας, κατά τρόπο ώστε οι πολιτικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί ιθύνοντες που βρίσκονται στην περιοχή να συμμετέχουν στα δυνατά και αδύνατα σημεία και στις προοπτικές ανάπτυξης των επιχειρήσεων και της αύξησης της απασχόλησης.
3.2 Η δημοκρατία της εγγύτητας, ως βασικός πυλώνας της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης, περιλαμβάνει μορφές και διαδικασίες που διαφέρουν πολύ στα διάφορα εθνικά πλαίσια, αλλά πρέπει να έχουν ως συνδετικά στοιχεία τα εξής:
| — | μια διαδικασία συντονισμού φορέων, κοινωνικών ομάδων, θεσμικών οργάνων για την επίτευξη των στόχων που συζητούνται και συντονίζονται στο πλαίσιο διαρθρωμένου διαλόγου και ατομικής και συλλογικής ευθύνης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και, ιδίως, με τις αντιπροσωπείες των εργαζομένων και με τους ομίλους των επιχειρήσεων· | 
| — | η εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας, της εδαφικής συνοχής, της συμμετοχικής δημοκρατίας, όπως ορίζεται στη Συνθήκη της Λισσαβώνας· | 
| — | η αρμονική διάρθρωση της δομής της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, κατά τρόπο ώστε να διασφαλιστεί η επίτευξη συνοχής, αφενός, μεταξύ των πλησιέστερων στον πολίτη κέντρων λήψεως αποφάσεων και, αφετέρου, μεταξύ των πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών ευθυνών που είναι περισσότερο αντιπροσωπευτικές των εδαφικών αρμοδιοτήτων και ταυτοτήτων, με σεβασμό των εθνικών και ευρωπαϊκών πλαισίων συνοχής, βάσει ανοικτής, συνεργατικής και συντονισμένης προσέγγισης και έχοντας ως στόχο τη «συνεργειακή» αλληλεπίδραση των διαφόρων βαθμίδων· | 
| — | η ανάπτυξη μιας εδαφικής «κοινότητας μάθησης» (learning community) που να βασίζεται στην ικανότητα της αυτοαξιολόγησης και της συνεχούς διόρθωσης των στόχων και των στρατηγικών τοπικής ανάπτυξης, καθώς και στην ενίσχυση ενός διαδεδομένου και γενικευμένου πνεύματος καινοτομίας· | 
| — | η ανάπτυξη ενός προορατικού, κοινού και συλλογικά αποδεκτού οράματος για την κατάσταση της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας κατά τρόπο ώστε: 
 
 
 
 
 | 
| — | η προώθηση της δημιουργίας και της αξιοποίησης των τοπικών οικονομικών και κοινωνικών επιτροπών ή ανάλογων οργάνων (16) — που ήδη λειτουργούν σε ορισμένα κράτη μέλη — ως θεσμικών συνομιλητών στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων, με δικαίωμα πρωτοβουλίας και ελέγχου των δράσεων που έχουν υλοποιηθεί· | 
| — | η υιοθέτηση προηγμένων μέσων συλλογικής εδαφικής διαχείρισης, όπως η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, οι αναλύσεις SWOT (17), οι ενέργειες προοπτικής διερεύνησης (foresight) (18), η γενίκευση των μηχανισμών EMAS (19) που εφαρμόζονται στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα, η υιοθέτηση προτύπων εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, οι τεχνικές συγκριτικής αξιολόγησης (benchmarking), ο πίνακας αποτελεσμάτων (scoreboard) ανοικτού συντονισμού, περιφερειακά και διαπεριφερειακά συστήματα δικτύων (20), συστήματα μάθησης μέσω του διαδικτύου· | 
| — | ο ενεργός ρόλος των εμπορικών, βιομηχανικών, βιοτεχνικών και γεωργικών επιμελητηρίων, των επαγγελματικών ομοσπονδιών, καθώς και των οργανώσεων των καταναλωτών· | 
| — | η πολιτιστική προαγωγή της αριστείας στην πανεπιστημιακή κατάρτιση και η βελτιστοποίηση των σχέσεων μεταξύ της βιομηχανίας και της ακαδημαϊκής κοινότητας. | 
3.3 Η εδαφική ανάπτυξη συνεπάγεται την πλήρη εφαρμογή της δημοκρατίας της εγγύτητας, αλλά και της διαρθρωμένης τοπικής διακυβέρνησης για τη διαχείριση της ανάπτυξης (21).
3.4 Μια χρηστή εδαφική διακυβέρνηση πρέπει πρωτίστως να προωθεί την ανάπτυξη κάθε είδους συνεργασίας, κάθε διαδικασίας εταιρικής σχέσης η οποία μπορεί να είναι επιτυχημένη τόσο σε διεπιχειρησιακό επίπεδο όσο και σε επίπεδο επιχειρήσεων και συλλογικών φορέων.
3.5 Η εδαφική δημοκρατική διακυβέρνηση είναι μια αποκεντρωμένη σφαιρική διαδικασία λήψεως αποφάσεων που πρέπει να βασίζεται, κατά τη άποψη της ΕΟΚΕ, στις αρχές της διαφάνειας και της υπευθυνότητας και σε μια συμμετοχική προσέγγιση όσον αφορά την ανάλυση, τη διαμόρφωση, την εφαρμογή και τη διαχείριση ενός κοινού στρατηγικού οράματος ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
3.6 Σε ένα σύστημα πολυεπίπεδης εταιρικής σχέσης, η ΕΟΚΕ θεωρεί απολύτως αναγκαία τη βέλτιστη δυνατή σύζευξη διαδικασιών «εκ των κάτω προς τα άνω» (bottom-up) και «εκ των άνω προς τα κάτω» (top-down): ο συγκερασμός αμφοτέρων των διαδικασιών αποτελεί πράγματι αναπόδραστη προϋπόθεση επιτυχίας.
3.7 Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, απαιτείται να επενδυθούν τα μάλα για την ανάπτυξη ενός πνεύματος καινοτομίας και συμμετοχής, δεδομένου ότι η ζήτηση δημοκρατικών αξιών πρέπει να προέρχεται από το σύνολο της ενδιαφερόμενης τοπικής κοινωνίας και από μεγάλο αριθμό φορέων και θεσμικών οργάνων που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των διαφόρων κλάδων.
Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι για την αξιοποίηση της εδαφικής περιοχής της Ένωσης προϋποτίθεται η βελτιστοποίηση του ιδιαίτερου δυναμικού τους, χάρη σε αποτελεσματικές και βιώσιμες στρατηγικές ανάπτυξης βασισμένες στην έννοια της «κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής».
3.8.1 Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει εν προκειμένω όσα υποστηρίζει στην πρόσφατη σχετική γνωμοδότησή της (22).
4. Η δέσμευση σε κοινοτικό επίπεδο για την υλοποίηση μιας «κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής»
Η ΕΟΚΕ ζητεί ένθερμα την ανάληψη μιας κοινοτικής πρωτοβουλίας για την ανάπτυξη της«κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής» (ΚΥΠ), η οποία να περιλαμβάνει τους στόχους της δημοκρατίας της εγγύτητας, της ενίσχυσης ενός πνεύματος καινοτομίας και συμμετοχής, της επίτευξης μιας αποτελεσματικής και συνεκτικής εδαφικής διαχείρισης σύμφωνα με το εθνικό και κοινοτικό πλαίσιο της ατζέντας της Λισσαβώνας, της ανάπτυξης μιας εταιρικής σχέσης πολλαπλών φορέων σε πολλαπλούς τομείς προκειμένου να ενισχυθεί η ελκυστικότητα και η ανταγωνιστικότητα της εκάστοτε συγκεκριμένης περιοχής στην παγκόσμια αγορά, προβλέποντας τις βιομηχανικές μεταλλαγές και αξιοποιώντας το τοπικό κοινωνικό κεφάλαιο.
4.1.1 Πρώτιστο μέλημα της πρωτοβουλίας ΚΥΠ είναι να εξασφαλίσει τον συντονισμό και τη συνοχή μεταξύ των διαφόρων επιπέδων: ευρωπαϊκού, εθνικού, περιφερειακού και τοπικού.
4.2 Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η πρωτοβουλία ΚΥΠ πρέπει να συνοδεύεται από ένα Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης το οποίο να αποσκοπεί:
| — | στην προώθηση της ενσωμάτωσης της εδαφικής διάστασης στις κοινοτικές πολιτικές· | 
| — | στην υποστήριξη της ολοκλήρωσης των προτεραιοτήτων, όπως αυτές ορίζονται στην Εδαφική Ατζέντα και στο Χάρτη της Λειψίας· | 
| — | στην ενθάρρυνση και στη συγχρηματοδότηση ενεργειών συλλογικής προοπτικής διερεύνησης (foresight)· | 
| — | στη σταδιακή εισαγωγή της ανοικτής μεθόδου συντονισμού και στη στήριξη της υλοποίησης των μέσων της δημοκρατίας της εγγύτητας· | 
| — | στον ενιαίο έλεγχο και συντονισμό της εφαρμογής των διαφόρων κοινοτικών μέσων εδαφικής συνεργασίας, ιδίως των ΕΟΕΣ (23)· | 
| — | στη σύσταση εντός της Επιτροπής μιας διυπηρεσιακής μονάδας συντονισμού για την εδαφική ανάπτυξη, επιφορτισμένης με τη χάραξη και την εφαρμογή μιας στρατηγικής πληροφόρησης και επικοινωνίας για την ΚΥΠ· | 
| — | στην ανάπτυξη της χρήσης των μέσων αξιολόγησης του εδαφικού αντικτύπου πριν και μετά την υιοθέτηση των μέτρων που εφαρμόζονται στην περιοχή, ιδίως για τις ΜΜΕ· | 
| — | στη συγχρηματοδότηση δράσεων κατάρτισης και ανάπτυξης ικανοτήτων των τοπικών δημοσίων και ιδιωτικών φορέων για την ανάληψη των δράσεων της ΚΥΠ· | 
| — | στην προώθηση ενός διαρθρωμένου κοινωνικού διαλόγου στην περιοχή, ενός «σήματος ποιότητας ΚΥΠ 21»· | 
| — | στην προαγωγή και υποστήριξη της δημιουργίας και της ανάπτυξης των Ευρωπεριφερειών (24) | 
| — | στην υποστήριξη της ανάπτυξης των βιομηχανικών περιοχών (και «υπερ-περιοχών» (25)) και των δικτύων των εν λόγω περιοχών για την αξιοποίηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στην παγκόσμια αγορά. | 
4.3 Η ευρωπαϊκή δέσμευση έναντι της πρωτοβουλίας ΚΥΠ — σε συνδυασμό με το Πρόγραμμα Δράσης — πρέπει, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, να συγκεντρώσει και να συντονίσει τα εθελοντικά και ρυθμιστικά μέσα που αναφέρεται στο σημείο 2.7 σε ένα συνεκτικό σύστημα, στο οποίο η ευθύνη των επιχειρήσεων όλων των τομέων — συμπεριλαμβανομένου του χρηματοπιστωτικού και του τοπικού δημόσιου τομέα — είναι καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη των στόχων της τοπικής στρατηγικής για την ανάπτυξη και την απασχόληση, στο πλαίσιο τόσο των εθνικών στρατηγικών όσο και της ευρωπαϊκής στρατηγικής στον εν λόγω τομέα.
Κατά την ΕΟΚΕ, η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ) (26) οφείλει εν προκειμένω, να εκληφθεί ως εκούσια συνιστώσα ανοικτού συντονισμού που χρήζει διευκόλυνσης και ενθάρρυνσης, ιδίως στην περίπτωση των πολύ μικρών και των μικρών επιχειρήσεων οι οποίες αποτελούν βασικό άξονα της τοπικής ανάπτυξης, μέσω της συμμετοχής τους και του κοινού και συλλογικού οράματός τους.
4.4.1 Η πρωτοβουλία ΚΥΠ πρέπει να συμβάλει στην ανάπτυξη των ηθικών και προσωπικών αξιών ενός συμμετοχικού πνεύματος υπέρ της καινοτομίας γύρω από μια κοινή ταυτότητα, που δεν πρέπει να ανήκει αποκλειστικά στον επιχειρηματία αλλά να διαποτίζει όλες τις δημόσιες και ιδιωτικές συνιστώσες του εδαφικού συστήματος, καθώς και των δικτύων και των συνεργατικών σχηματισμών/περιφερειακών και διαπεριφερειακών περιοχών αναφοράς.
4.5 Η εδαφική«κοινότητα μάθησης» πρέπει να μπορεί να βασίζεται σε διαλειτουργικές και διαλογικές υποδομές τηλεματικής, από την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και την πλατφόρμα IDABC (27) — που αποσκοπεί στην παροχή πανευρωπαϊκών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στις δημόσιες διοικήσεις — έως τις επιχειρήσεις και τους πολίτες με στόχο τη βελτίωση της απόδοσης των ευρωπαϊκών δημοσίων διοικήσεων και της συνεργασίας τόσο μεταξύ τους όσο και με την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών.
Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η Ευρώπη πρέπει να καταστεί πόλος αριστείας για την ανάπτυξη της ΚΥΠ, εμπνεόμενη από τις θετικές εμπειρίες του EMAS και της ΕΚΕ, αλλά επεκτείνοντας το πλαίσιο αναφοράς στην εδαφική διάσταση.
4.6.1 Η διαδικασία της στρατηγικής εδαφικής ανάπτυξης, για να είναι αποτελεσματική, θα πρέπει να διαχωριστεί από τους πολιτικούς παράγοντες της εκλογικής ανανέωσης των εδαφικών κοινοτήτων και να προωθήσει την αλληλεπίδραση όλων των τοπικών πολιτικών συνιστωσών κυβέρνησης και αντιπολίτευσης της εδαφικής περιοχής, κατά τρόπο ώστε να υπάρξει μια συνέχεια στην κοινή ευθύνη του πολίτη εκλογέα ή/και εκλεγμένου.
Η συνιστώσα της πολύ μικρής και μικρής επιχείρησης, θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να επωφελείται από την παροχή εμπειρογνωμοσύνης για να προωθεί, με απλή γλώσσα και απλές διαδικασίες, αλλά και με καλύτερη πρόσβαση στις πιστώσεις και στις μικροπιστώσεις, μια επιχειρηματική διαχείριση που να σέβεται το περιβάλλον, την εδαφική περιοχή και το κοινωνικό της κεφάλαιο.
4.7.1 Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας καλούνται, εξάλλου, να συμβάλουν στην ανάπτυξη της κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής εφόσον ευνοούν την κοινωνική συνοχή και τη βιωσιμότητα, κατανέμουν τα οφέλη μεταξύ των μελών του προσωπικού τους και εμπνέονται από μια συμμετοχική και δημοκρατική διαχείριση.
4.8 Το σύστημα εκπαίδευσης, πανεπιστημιακής παιδείας και τοπικής έρευνας θα πρέπει να συνδεθεί σε ευρωπαϊκά περιφερειακά και διαπεριφερειακά δίκτυα αριστείας και αρμοδιοτήτων — όπως επίσης προβλέπεται στο πρόγραμμα «Ικανότητες» του 7ου ΠΠ έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης και στο πρόγραμμα «Εκπαίδευση 2010» — προκειμένου να εξασφαλιστούν στο τοπικό σύστημα οι δεξιότητες και οι ικανότητες που απαιτούνται για την επίτευξη της στρατηγικής εδαφικής ανάπτυξης, στοιχεία ιδιαίτερα δύσκολα να βρεθούν από μια μικρή επιχείρηση.
4.9 Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η κοινοτική πρωτοβουλία ΚΥΠ θα πρέπει εξάλλου να προωθεί τον διαρθρωμένο τοπικό κοινωνικό διάλογο, καθώς και τις αδελφοποιήσεις των τοπικών θεσμικών οργάνων, κατά τρόπο ώστε να προαχθούν ισχυρότερες εταιρικές σχέσεις για την ανάπτυξη ικανοτήτων μεταξύ εδαφικών κοινοτήτων και τη μείωση των διαφορών απόδοσης, αλλά και να εκπονηθεί ένας νέος Χάρτης ΚΥΠ 21, ως μέσο για την ενίσχυση της εναρμόνισης και της αποτελεσματικότητας της ΚΥΠ.
4.10 Τέλος, η ΕΟΚΕ ζητεί να συμπεριληφθεί στην κοινοτική πρωτοβουλία ΚΥΠ μια δράση εκτίμησης, συγκριτικής αξιολόγησης και ελέγχου, εκτός από τη δημιουργία μιας τράπεζας δεδομένων για τα κατά κεφαλήν εισοδήματα σε εδαφικό επίπεδο και την ανά διετία εκπόνηση έκθεσης προς υποβολή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην ΕΟΚΕ.
5. Η δέσμευση των εθνικών δημοσίων αρχών
5.1 Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν τις διατάξεις με ομοιογενή τρόπο, ούτως ώστε να διαφυλαχθεί η ενότητα της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς χρησιμοποιώντας μηχανισμούς στήριξης και αποτροπής. Οι δημόσιες εθνικές αρχές θα πρέπει μεταξύ άλλων:
| — | να επιδιώξουν την εξάλειψη του περιττού γραφειοκρατικού φόρτου και την απλοποίηση των διαδικαστικών δομών και μηχανισμών προκειμένου να ελευθερώσουν πόρους για την απασχόληση και τη βιώσιμη και ανταγωνιστική ανάπτυξη· | 
| — | να διαμορφώσουν από κοινού και συναινετικά, καθώς και με την άμεση συμβολή των κοινωνικών εταίρων και των εκπροσώπων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, ένα γενικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς για την εθνική ανάπτυξη των πολιτικών της κοινωνικά υπεύθυνης περιοχής· | 
| — | να ενισχύσουν τα πλαίσια συντονισμού και αποκέντρωσης του δημόσιου τομέα που να προσδιορίζει ρόλους και ευθύνες διακυβέρνησης σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο· | 
| — | να χαράξουν τις βασικές γραμμές της πολιτικής για τη φορολογική αποκέντρωση, οι οποίες ώστε να περιλαμβάνουν τις μεθόδους μεταφοράς μεταξύ των διαφόρων βαθμίδων διακυβέρνησης, όπως έχει ήδη προτείνει προγενέστερα η ΕΟΚΕ (28)· | 
| — | να βελτιώσουν και για να ενισχύσουν περαιτέρω τη δράση των οργανισμών διαχείρισης και συντονισμού της διαδικασίας αποκέντρωσης και διακυβέρνησης σε τοπικό επίπεδο· | 
| — | να ορίσουν κονδύλια του προϋπολογισμού για την ανάπτυξη ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και για τη συγχρηματοδότηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, τη δημιουργία δικτύων και διαλειτουργικών τηλεματικών βάσεων σε εθνική και ευρωπαϊκή κλίμακα· | 
| — | να εξασφαλίσουν συνοχή κατά την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο των μέσων του Interreg IV και του κανονισμού ΕΟΕΣ, ως οργανισμού διασυνοριακού χαρακτήρα, επιτρέποντας στα κράτη μέλη να συμμετέχουν, μαζί με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, σε οντότητες εδαφικής συνεργασίας με νομική προσωπικότητα δυνάμει του κοινοτικού δικαίου· | 
| — | να αναπτύξουν μια νέα εταιρική σχέση μεταξύ των πόλεων και της υπαίθρου με την προώθηση ολοκληρωμένων προσεγγίσεων σε περιφερειακή κλίμακα και την προαγωγή της ισότητας πρόσβασης στις υποδομές και στη γνώση· | 
| — | να προωθήσουν διακρατικούς καινοτόμους και ανταγωνιστικούς συνεργατικούς σχηματισμούς, να ενισχύσουν τα διευρωπαϊκά τεχνολογικά δίκτυα, να ενδυναμώσουν τη διευρωπαϊκή διαχείριση κινδύνων και να υποστηρίξουν την πολυκεντρική αστική ανάπτυξη και την ανάπτυξη οικολογικών δομών και πολιτιστικών πόρων· | 
| — | να εξασφαλίσουν τη συνοχή και τον συντονισμό της εδαφικής διάστασης των τομεακών πολιτικών, αποφεύγοντας αντικρουόμενα κλαδικά μέτρα που ενδέχεται να μην είναι ενδεδειγμένα και να αποδειχτούν εντελώς αναποτελεσματικά και αντιπαραγωγικά επί τόπου· να αναπτύξουν μέσα Αξιολόγησης Εδαφικού Αντικτύπου (Territorial Impact Assessment — TIA) με την κατάλληλη χρήση της Αξιολόγησης των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Environmental Impact Assessment) (EIA) (29) και της Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης (Strategic Environmental Assessment) (SEA) (30). | 
5.2 Οι δημόσιες τοπικές και περιφερειακές αρχές θα πρέπει:
| — | να συνδέουν τις οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις πριν από την επεξεργασία στρατηγικών σχεδίων εδαφικής ανάπτυξης· | 
| — | να αναπτύσσουν εκπαιδευτικά συστήματα, πανεπιστήμια και σχολεία αριστείας, τα οποία είναι ουσιώδη για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΚΥΠ· | 
| — | να εισάγουν ολοένα και περισσότερο κατά την επιλογή των δημοσίων επενδύσεων και κατά τη διαχείριση των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (ΥΚΩ) κριτήρια κόστους/αποτελεσματικότητας, ποιότητας, βιώσιμης ανάπτυξης· | 
| — | να προβαίνουν σε περιοδικούς ελέγχους των σχεδίων δημοσίων επενδύσεων· | 
| — | να εξασφαλίζουν πριν από την έναρξη των σχεδίων δημοσίων επενδύσεων ότι το σχέδιο χρηματοδότησης είναι εγγυημένο στο σύνολό του όσον αφορά τόσο τα ποσά όσο και τις προθεσμίες· | 
| — | να εξασφαλίζουν ότι οι εξωτερικές ενισχύσεις για τη χρηματοδότηση του σχεδίου χρησιμοποιούνται πράγματι εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών· | 
| — | να εξασφαλίζουν επίσης ότι υπάρχει στην περιοχή ένας ζωτικός ιστός ΜΜΕ, ένα είδος επιχειρήσεων ικανών να εξασφαλίζουν τη σύνδεση μεταξύ αστικών, περιαστικών και αγροτικών ζωνών, διασφαλίζοντας σε αυτές τις τελευταίες απασχόληση, εισόδημα, πληθυσμό και φορολογικούς πόρους· | 
| — | να προωθούν την εκ νέου επένδυση των κεφαλαίων και των κερδών σε τοπικό επίπεδο για τη δημιουργία επιδοτήσεων σχεδίων, την αγορά τοπικών επιχειρήσεων και περιφερειακών χρηματοπιστωτικών μέσων όσον αφορά τα αναπτυξιακά κεφάλαια και τα κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου, χωρίς να ζημιώνεται η ενιαία αγορά· | 
| — | να μην διαφεύγει από την περιοχή στην οποία δημιουργείται (με τη μεταφορά σε υπερπεριφερειακά επίπεδα) το προϊόν του φόρου που παράγουν οι επιχειρήσεις, χωρίς να παρεμποδίζεται η αναγκαία ανακατανομή του συστήματος φορολογικής αλληλεγγύης· | 
| — | να ενημερώνουν τους τοπικούς πολιτικούς εκπροσώπους για τους σύγχρονους μηχανισμούς χωροταξικού σχεδιασμού που αφορούν υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος και υποδομές στήριξης της οικονομίας για μια σύγχρονη διαχείριση της βιώσιμης ανάπτυξης των επιχειρήσεων. | 
5.3 Η ανταλλαγή ορθών πρακτικών και τα διαπεριφερειακά δίκτυα θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο δράσεων προτεραιότητας εκ μέρους των τοπικών και περιφερειακών αρχών μαζί με την εφαρμογή κατάλληλων μηχανισμών προοπτικής διερεύνησης (foresight) για τον καθορισμό ενός κοινού και συλλογικού οράματος.
6. Η δέσμευση των επιχειρήσεων για μια επιχείρηση υπεύθυνη έναντι της εδαφικής της επικράτειας
6.1 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει — αποφεύγοντας περαιτέρω γραφειοκρατικές και διαδικαστικές επιβαρύνσεις — να συμβάλουν στην αναζωογόνηση του εδαφικού συστήματος, του οποίου αποτελούν αφενός κινητήρια δύναμη και αφετέρου αναπόσπαστο τμήμα, επιδιώκοντας:
| — | να υποβάλλουν εκθέσεις (reporting) σχετικά με τις ορθές πρακτικές της επιχείρησης σε θέματα κοινωνικά, περιβαλλοντικά, εδαφικά (ή εταιρικά) και να θέτουν σε εφαρμογή μέσα ικανά να προσδιορίσουν τα διάφορα επίπεδα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης· | 
| — | να ενθαρρύνουν τις ανθρώπινες δεξιότητες, εντός και πλησίον της επιχείρησης, με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την κατάρτιση του προσωπικού ή των μελλοντικών υπαλλήλων· | 
| — | να επικοινωνούν με τους υπαλλήλους τους προκειμένου να τους ενημερώνουν για τη στρατηγική της επιχείρησης και τα σχέδια της, ιδιαίτερα σε θέματα απασχόλησης και κατάρτισης· | 
| — | να συνεργάζονται με τους τοπικούς οικονομικούς κύκλους για τη δημιουργία ενός δυναμικού βιώσιμης ανάπτυξης στην περιοχή βασισμένου σε υγιείς διεπιχειρησιακές εμπορικές σχέσεις και σε σχέσεις εμπιστοσύνης· | 
| — | να εξασφαλίζουν, ει δυνατόν, τη μεταφορά τεχνολογιών προς τις τοπικές επιχειρήσεις, ιδίως προς τις ΜΜΕ, προκειμένου να επιτευχθεί η αναζωογόνηση της περιοχής από πλευράς τεχνολογικής προόδου και υψηλού επιπέδου εξειδίκευσης του προσωπικού· | 
| — | να δεσμευτούν, με τρόπο προορατικό, σε δράσεις επιστημονικής και τεχνολογικής ανάπτυξης της εδαφικής περιοχής για την εδραίωση γνώσεων και τεχνογνωσίας, σε συνεργασία με τα ερευνητικά ιδρύματα και τα πανεπιστήμια, καθώς και με άλλες επιχειρήσεις και τοπικές επαγγελματικές οργανώσεις· | 
| — | να ενθαρρύνουν τους προμηθευτές και τους υπεργολάβους να υιοθετήσουν τις ίδιες αρχές συνεργασίας με τις τοπικές αρχές και να τηρούν στις επιχειρήσεις τους, τους ίδιους κανόνες κοινωνικής, περιβαλλοντικής και εδαφικής διαχείρισης· | 
| — | να συνάψουν (και τούτο ισχύει κυρίως για τις επιχειρήσεις μεγάλων διαστάσεων) σχέσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς (τις τοπικές αρχές και τους πολίτες) για τη συζήτηση και την επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων και των προβλημάτων που συναντούν οι επιχειρήσεις, είτε από τεχνολογικής είτε από εμπορικής και κοινωνικής πλευράς. | 
7. Επιτεύγματα επί τόπου: παραδείγματα προς μίμηση
7.1 Ποικίλες ευρωπαϊκές πολιτικές και πρωτοβουλίες έχουν αναληφθεί για την αντιμετώπιση της πρόκλησης που συνεπάγεται η κοινωνικά υπεύθυνη ανάπτυξη της επικράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για τη μεγαλύτερη προβολή μιας θετικής εικόνας της εδαφικής διάστασης στις κοινοτικές πολιτικές. Πολυάριθμα παραδείγματα των εν λόγω πρωτοβουλιών είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ΣΕΒΜ (http://www.eesc.europa.eu/sections/ccmi/index_el.asp), η οποία περιλαμβάνει επίσης πληροφορίες σχετικά με μια ακρόαση που πραγματοποιήθηκε στη Lille, στις 25 Σεπτεμβρίου 2008 ενόψει της προετοιμασίας της παρούσας γνωμοδότησης (πρβλ. την αντίστοιχη ενότητα της παρούσας γνωμοδότησης).
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Πρβλ. σημείο 1.2.
(2) Αυτόθι.
(3) Πρβλ. σημείο 1.2.
(4) «Το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο πρέπει να προβάλει την ιδέα μιας δημοκρατικής, οικολογικής, ανταγωνιστικής, βασιζόμενης στην αλληλεγγύη, κοινωνίας της ευημερίας, χωρίς αποκλεισμούς για όλους τους πολίτες της Ευρώπης» (γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Κοινωνική συνοχή: να δοθεί περιεχόμενο σ' ένα ευρωπαϊκό πρότυπο», ΕΕ C 309 της 16.12.2006, σελ. 119).
(5) COM(2008) 616 τελικό.
(6) Ο κατάλογος των κρατών μελών που προσάρμοσαν τη νομοθεσία τους για να καταστεί δυνατή η υλοποίηση των ΕΟΕΣ υπάρχει στην ιστοσελίδα της Επιτροπής των Περιφερειών (Κατηγορία «Δραστηριότητες/Εκδηλώσεις»)
(7) Για τον προσδιορισμό και τη συγκεκριμενοποίηση — με την υποστήριξη των κοινωνικών εταίρων — των νέων πηγών απασχόλησης.
(8) Πρβλ. Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, αριθ. 145 σειρά L. της 4ης Ιουνίου 2008, Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 της 23ης Απριλίου 2008.
(9) Πρβλ. Χάρτη της Λειψίας για τις βιώσιμες ευρωπαϊκές πόλεις της 25ης Μαΐου 2007.
(10) Πρβλ. Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Εδαφική ατζέντα»ΕΕ C 168 της 20.7.2007, σελ. 16-21.
(11) Πρβλ. Γνωμοδότηση με θέμα «Η διακυβέρνηση σε τοπικό επίπεδο των βιομηχανικών μεταλλαγών: ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων και η συμβολή του προγράμματος-πλαισίου για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία». ΕΕ C 318 της 23.12.2006, σελ. 12-19.
(12) Πρβλ. προηγούμενη υποσημείωση.
(13) Πρβλ. Γνωμοδότηση με θέμα «Αναδιαρθρώσεις και απασχόληση — Πρόβλεψη και πλαισίωση των αναδιαρθρώσεων για την ανάπτυξη της απασχόλησης: ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης» COM (2005) 120 τελικό ΕΕ C 65 της 17.3.2006, σελ. 58-62.
(14) Πρβλ. Γνωμοδότηση με θέμα «Μια θεματική στρατηγική για το αστικό περιβάλλον» — COM(2005) 718 τελικό — {SEC(2006) 16} ΕΕ C318 της 23.12.2006, σελ. 86-92.
(15) Πρβλ. τη νέα στρατηγική του Συμβουλίου (έγγρ. 10117/06 της l 9ης Ιουνίου 2006, σημεία 29 και 30). Πρβλ. επίσης σημείο 1.2 της παρούσας γνωμοδότησης.
(16) Πρβλ. π.χ. τις περιφερειακές επιτροπές κοινωνικού διαλόγου στην Πολωνία
(17) SWOT = Strengths, Weaknesses, Opportunities and Threats analysis (Ανάλυση των δυνατοτήτων, των αδυναμιών, των ευκαιριών και των απειλών)
(18) «Foresight — Προοπτική διερεύνησης είναι η συστηματική, συμμετοχική διαδικασία που περιλαμβάνει την συλλογή πληροφοριών και την επεξεργασία ενός οράματος του μέλλοντος, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα».
(19) EMAS = κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου
(20) Πρβλ. Γνωμοδότηση με θέμα «Οι ευρωπαϊκές βιομηχανικές περιοχές και τα νέα δίκτυα της γνώσης» ΕΕ C 255 της 14.10.2005, σελ. 1-13.
(21) Πρβλ. ΟΟΣΑ Territorial Outlook — 2001 Edition.
(22) Πρβλ Γνωμοδότηση με θέμα «Η διακυβέρνηση σε τοπικό επίπεδο των βιομηχανικών μεταλλαγών». υποσημείωση 11.
(23) ΕΟΕΣ: Ευρωπαϊκοί Όμιλοι Εδαφικής Συνεργασίας· χρησιμεύουν ως μέσο συνεργασίας σε κοινοτικό επίπεδο και επιτρέπουν σε ομίλους συνεργασίας την υλοποίηση σχεδίων τοπικής συνεργασίας συγχρηματοδοτούμενων από την Κοινότητα ή την εκτέλεση ενεργειών τοπικής συνεργασίας με πρωτοβουλία των κρατών μελών — Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 [ΕΕ L 210 της 31.7.2006].
(24) ΕΥΡΩΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ: δομές διεθνικής συνεργασίας μεταξύ δύο ή περισσότερων εδαφικών περιοχών που βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και σε γειτονικά κράτη, οι οποίες αποσκοπούν στην προάσπιση κοινών συμφερόντων πέραν των συνόρων και στη συνεργασία προς το κοινό όφελος των όμορων πληθυσμών.
(25) Πρβλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, με θέμα «Οι ευρωπαϊκές βιομηχανικές περιοχές και τα νέα δίκτυα της γνώσης», ΕΕ της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 255 της 14.10.2005.
(26) Πρβλ. Γνωμοδοτήσεις με θέμα «Πραγμάτωση της εταιρικής σχέσης για τη μεγέθυνση και την απασχόληση: Να γίνει η Ευρώπη πόλος αριστείας στον τομέα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης» (COM (2006) 136 τελικό), ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σελ. 53-60, και με θέμα «Πράσινη Βίβλος: Ευρωπαϊκό πλαίσιο συνθηκών για την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων» (COM(2001)366 τελικό), ΕΕ C 125 της 27.5.2002, σελ. 44-55.
(27) IDABC = Interoperable Delivery of Pan-European e-Government Services to Public Administrations, Business and Citizens (διαλειτουργική παροχή πανευρωπαϊκών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στις δημόσιες διοικήσεις, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες)· πρβλ. επίσης γνωμοδότηση ΕΟΚΕ 1610/2003 — Εισηγητής: PEZZINI
(28) Πρβλ. γνωμοδότηση με θέμα «Επιπτώσεις της εδαφικότητας των φορολογικών νομοθεσιών στις βιομηχανικές μεταλλαγές», ΕΕ C 120 της 16.5.2008, σελ. 51-57.
(29) Οδηγία (85/337/ΕΟΚ), που τροποποιήθηκε από την οδηγία του Συμβουλίου 97/11/ΕΚ της 03.03.1997 και από την οδηγία 2003/35/ΕΚ της 26.05.2003.
(30) SEA — Οδηγία 2001/42/ΕΚ. Στόχος της οδηγίας SEA είναι να εξασφαλίσει τον καθορισμό και την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων — ιδίως στην εδαφική διάσταση — κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας τους και πριν να υιοθετηθούν.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
στη γνωμοδότηση «Βιομηχανικές μεταλλαγές, εδαφική ανάπτυξη και ευθύνη των επιχειρήσεων»
(CCMI/055)
Report on the hearing held in Lille on 25 September 2008, at the headquarters of the Nord-Pas de Calais Regional Council
Under the French presidency of the European Union, the European Economic and Social Committee's Consultative Commission on Industrial Change (CCMI) and the Nord-Pas de Calais (NPdC) Regional Council organised a hearing on Industrial change, territorial development and responsibility of companies (subject of the opinion for which this is the appendix), which took place in the regional council's hemicycle. The hearing was attended by over 90 key guests from 12 European countries and high-level local and regional bodies, both public and private, together with representatives from three of the European Commission's directorates-general.
With the participation of the regional council president, Daniel Percheron, the CCMI president, Joost van Iersel, the study group president, Martin Siecker, the rapporteur, Antonello Pezzini, and the co-rapporteur, Bernard Gay, promoter of this important initiative, a wide-ranging and animated debate was held on regional and local development, governance, the revitalisation of production, the need for shared views of future trends, sectoral and inter-sectoral prospects for the growth of competitive employment, and mechanisms for active democracy through the development of a participatory culture in an area successfully combining an adequate level of wellbeing with the duties which are an integral part of social responsibility.
In our globalised economy, territorial development and industrial change are closely connected and interdependent. The opinion aims to take a territorial approach to assessing the prospects for socio-economic change, focusing primarily on the development strategies designed by local and regional bodies and on the centres of competence set up by private and public stakeholders. The analysis thus focuses on the regions' capacity to cope with and adapt to irreversible changes through collective responsibility-sharing systems, taking into account the concept of corporate societal responsibility.
NPdC is considered a region with a rich fund of experience in these fields and the CCMI therefore asked it to cooperate in organising a hearing in Lille. The two organisations pooled their resources with a view to taking stock of the experiences of regional development stakeholders and noting their proposals for harmonious regional development.
Listening to the problems, solutions and experiences outlined by the most qualified representatives of the «real world» in the NPdC region (businessmen, presidents of business clubs and hubs of competitiveness, trade unions and representatives of the social economy, universities, the professions and public administration at various levels) and the wide-ranging exchange of ideas which ensued led to the identification of innovative strategies and key priorities which, alongside the generous hospitality of the NPdC regional council and the friendly relations established during the hearing, forged strong contacts with a profound impact on the CCMI's work.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
στη γνωμοδότηση «Βιομηχανικές μεταλλαγές, εδαφική ανάπτυξη και ευθύνη των επιχειρήσεων»
(CCMI/055)
Various European initiatives and policies have been launched to address the challenge of socially responsible regional development in the EU and to give increased, positive visibility to the territorial dimension of EU policies:
| — | Lille-Kortrijk-Tournai — Eurometropolis (France-Belgium): Eurometropolis is the first significant example of a European Grouping of Territorial Cooperation (EGTC). It was launched on 28 January 2008 and comprises 14 partners — four in France (central government, Nord-Pas de Calais region, Département du Nord and the Urban Community of Lille Métropole) and 10 in Belgium (the federal government, region of Flanders, the French-speaking Community, provinces and joint municipal authorities). Equally important was the establishment in the 1990s of the Transmanche Euroregion, comprising the English county of Kent, the French Nord-Pas de Calais region and Belgium, in a network useful for identifying cooperation projects, thus maximising the capacity to take action in the EU's 2007-2013 programming period. | 
| — | Bilbao Metropoli 30: The process of revitalising the Bilbao metropolitan area was launched in the early 1990s with a public-private partnership involving over 80 public and private bodies, over 30 associated bodies and 17 international networks. It was based on a joint strategic plan and a shared vision of the territorial, economic, social, environmental and cultural development needed to transform the metropolitan area — and by extension the entire Basque Country — into one of the most advanced and competitive areas in Europe. | 
| — | ALSO — Marche region: The ALSO project (Achievement of Lisbon and Gothenburg Strategy Objectives) has been developed by Italy's Marche region, together with numerous partners, including local and regional authorities, development agencies and universities from various EU countries, in the context of the INTERACT programme. Its ultimate aim is to orient territorial cooperation towards achieving the objectives of the Lisbon and Gothenburg Strategies. | 
| — | Metropolis Hamburg — interregional cooperation: Partnership between the city of Hamburg and the regions of Lower Saxony and Schleswig-Holstein, based on voluntary cooperation between three federal states on both sides of the river Elbe. | 
| — | Alps-Mediterranean Euroregion (France — Italy): This Euroregion comprises three Italian regions (Liguria, Piedmont and Valle d'Aosta) and two French regions (Provence-Alpes-Côte d’Azur and Rhône-Alpes). It is aimed at close cooperation on increasing exchanges in common areas of competence, so as to strengthen ties between the respective communities in the political, economic, social and cultural spheres. | 
| — | Ister-Granum: This Euroregion is the first EGTC in central Europe. Recently formed, though based on previous cooperation schemes, the Ister-Granum Euroregion incorporates 47 local authority areas in Hungary and 39 in Slovakia. This new EGTC has about 20 joint projects in the pipeline, specifically in the fields of health systems and medical care, IT and media, tourism, and integrated transport infrastructure, particularly regarding the Danube. It is based in Esztergom, Hungary and provides for the participation of local and regional authorities solely and not of central government. | 
| — | Baltic Euroregion: This partnership between the regions grouped around the Baltic Sea has existed since 1998. For the 2007-2013 programming period, the European Commission has approved EUR 75 million in financing for this Euroregion which henceforth includes parts of Poland, Sweden, Germany, Denmark and Lithuania. The Euroregion's objective is to boost sustainable development and the economic competitiveness of its constituent regions. | 
III Προπαρασκευαστικές πράξεις
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
449 η σύνοδος ολομέλειας της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/73 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πράσινη Βίβλος Αποτελεσματική εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Η διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη»
COM(2008) 128 τελικό
(2009/C 175/12)
Στις 6 Μαρτίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:
«Πράσινη Βίβλος — Αποτελεσματική εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Η διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη»
COM(2008) 128 τελικό.
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 6 Νοεμβρίου 2008 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. J. PEGADO LIZ.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειας, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 161 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά, και 7 αποχές.
1. Συμπεράσματα
1.1 Η πράσινη βίβλος για την «αποτελεσματική εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση: η διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη» [COM(2008) 128 τελικό, της 6ης Μαρτίου 2008] έρχεται ύστερα από την πράσινη βίβλο σχετικά με την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών [COM(2006) 618 τελικό] και εγγράφεται σε ένα ευρύ σύνολο μέτρων που λαμβάνει σταδιακά η Επιτροπή με στόχο τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου, ο οποίος θα χρησιμεύει ως υπόβαθρο, από άποψη δικαστικών πτυχών, για την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς.
1.2 Η ΕΟΚΕ έχει γενικώς υποστηρίξει τις πρωτοβουλίες αυτές, εφιστώντας όμως την προσοχή στην ανάγκη να δικαιολογούνται δεόντως, από άποψη επικουρικότητας και αναλογικότητας αφενός, και, αφετέρου, από άποψη συμβατότητας με θεμελιώδεις αρχές του αστικού δικονομικού δικαίου, κοινές στα κράτη μέλη, καθώς και πλήρους σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
1.3 Όμως, και στην περίπτωση της γνωμοδότησης επί της προηγούμενης πράσινης βίβλου, σχετικά με την κατάσχεση, και στην παρούσα περίπτωση, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι πρωτοβουλίες όχι μόνον κρίνεται ότι δεν θεμελιώνονται δεόντως σε ουσιαστικές βάσεις που να προσδιορίζουν και να χαρακτηρίζουν την κατάσταση που επιχειρείται να επιλυθεί, αλλά επίσης ορισμένα από τα προτεινόμενα μέτρα υπερβαίνουν κατά πολύ, από άποψη αναλογικότητας, εκείνο που θα είναι αναγκαίο και που δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί από τα ήδη υφιστάμενα εθνικά μέσα, ενώ μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, ενδέχεται να συνιστούν προσβολή ορισμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών, όπως η προστασία της προσωπικής ζωής ή η ισορροπία των μέσων υπεράσπισης.
1.4 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι, στους υπό εξέταση τομείς, μπορεί και πρέπει να σημειωθεί μεγάλη πρόοδος όσον αφορά την βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αρχών, την αύξηση της αποτελεσματικότητας και την επιτάχυνση της λειτουργίας των υφιστάμενων εθνικών μέσων, την βελτίωση της πρόσβασης στις υφιστάμενες πληροφορίες και μητρώα, καθώς και τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών και της αμοιβαίας γνώσης του τρόπου λειτουργίας των εθνικών συστημάτων και των μεθόδων βελτιστοποίησής τους.
1.5 Η ΕΟΚΕ τάσσεται, λοιπόν, σαφώς ενάντια στις ιδέες της δημιουργίας ενός κεντρικού μητρώου του ευρωπαϊκού πληθυσμού, της γενικευμένης και χωρίς διακρίσεις πρόσβασης εκ μέρους οιωνδήποτε πιστωτών στους φορολογικούς καταλόγους και τους καταλόγους κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και της υιοθέτησης σε κοινοτικό επίπεδο ενός τυποποιημένου συστήματος για τη δήλωση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών.
1.6 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η καλύτερη γνώση των εθνικών συστημάτων εκτέλεσης και του τρόπου κατά τον οποίο λειτουργούν, στην πράξη, τα δικαστήρια θα μπορούσε να προωθηθεί με τη δημιουργία βάσης δεδομένων συγκριτικού δικαίου, η οποία θα πρέπει να καταρτιστεί από έγκριτους επαγγελματίες και να τηρείται διαρκώς ενήμερη.
1.7 Τέλος, η ΕΟΚΕ, στις ειδικές παρατηρήσεις της (σημείο 5.8), προτείνει να εξεταστεί η δυνατότητα ορισμένων εναλλακτικών πρωτοβουλιών, οι οποίες οδηγούν προς την κατεύθυνση του στόχου που επιδιώκεται στην πράσινη βίβλο, χωρίς όμως να απαιτούν περισσότερη κοινοτική νομοθεσία.
2. Σύντομη περίληψη της πράσινης βίβλου
2.1 Με την υπό εξέταση πράσινη βίβλο, η Επιτροπή κηρύσσει την έναρξη της δεύτερης (1) διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τις μεθόδους βελτίωσης της εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων, ετούτη τη φορά όσον αφορά την υπερπήδηση των εμποδίων που προκύπτουν από τις δυσχέρειες πρόσβασης σε αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τον τόπο διαμονής των οφειλετών ή με τα περιουσιακά τους στοιχεία.
2.2 Η Επιτροπή πιστεύει ότι η γνώση της σωστής διεύθυνσης του οφειλέτη και η πρόσβαση σε ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά του στοιχεία αποτελούν τη βάση για αποτελεσματικότερες διαδικασίες εκτέλεσης, αναγνωρίζει όμως ότι τα εθνικά συστήματα μητρώων και δηλώσεων των οφειλετών σχετικά με τα περιουσιακά τους στοιχεία, παρότι είναι παρεμφερή, παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις προϋποθέσεις πρόσβασης, τις διαδικασίες λήψης πληροφοριών και το περιεχόμενό τους, οι οποίες θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία και την δυνατότητα έγκαιρης αξιοποίησής τους.
2.3 Λαμβάνοντας υπόψη ότι η διασυνοριακή είσπραξη απαιτήσεων καθίσταται δυσχερής λόγω των διαφορών που υπάρχουν μεταξύ των εθνικών νομικών συστημάτων και της ανεπαρκούς γνώσης, εκ μέρους των πιστωτών, των δομών πληροφόρησης που υπάρχουν στα κράτη μέλη, η Επιτροπή, με την υπό εξέταση πράσινη βίβλο, έχει ως απώτερο στόχο την ενδεχόμενη υιοθέτηση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μέτρων για την αύξηση της διαφάνειας των περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών και για την ενίσχυση του δικαιώματος των πιστωτών και των εθνικών αρχών εκτέλεσης να λαμβάνουν πληροφορίες που θα εξασφαλίζουν την αποτελεσματική εκτέλεση των εκτελεστών αποφάσεων για την πληρωμή χρεών αστικής και εμπορικής φύσεως, με τήρηση πάντοτε των αρχών περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτές θεσπίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.
2.4 Για την επίτευξη του στόχου αυτού, η Επιτροπή εξετάζει λεπτομερώς τη φύση των ενδεχόμενων μέτρων, και αναλύει τα χαρακτηριστικά τους σε δέκα ερωτήσεις.
3. Πλαίσιο της πρωτοβουλίας
3.1 Η πρωτοβουλία αυτή εγγράφεται, ορθά, σε ένα ευρύ σύνολο μέτρων που λαμβάνει σταδιακά η Επιτροπή με τον επικροτούμενο στόχο να δημιουργηθεί ένας ευρωπαϊκός δικαστικός χώρος ο οποίος θα χρησιμεύει ως υπόβαθρο, από άποψη δικαστικών πτυχών, για την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς (2), και ειδικότερα θα διευκολύνει την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, βάσει μέτρων που θα επιτρέπουν τον εντοπισμό της διεύθυνσης ή έδρας του οφειλέτη, όπου μπορεί να του κοινοποιηθεί η εκτελεστή απόφαση, και την ακριβή πληροφόρηση σχετικά με τα περιουσιακά του στοιχεία που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή του απαιτητού χρέους, σε οποιοδήποτε κράτος μέλος και οποιοδήποτε μέρος της επικράτειάς του και εάν αυτά βρίσκονται.
3.2 Η Επιτροπή φρόντισε αυτή τη φορά, γεγονός που είναι αξιέπαινο, να ζητήσει απαντήσεις όχι μόνον από τα 15 κράτη μέλη των οποίων η κατάσταση είχε εξεταστεί στη μελέτη που χρησίμευσε ως βάση της πράσινης βίβλου (3), αλλά και στα λοιπά 12 κράτη που συναπαρτίζουν πλέον την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν δεν είναι πάντοτε ακριβή ή δεν έχουν πάντα ερμηνευθεί σωστά.
3.3 Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η πρωτοβουλία φαίνεται να λαμβάνει υπόψη τη σύσταση που είχε διατυπώσει η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της για την πράσινη βίβλο για την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών, όσον αφορά την επιτακτική ανάγκη για «[…] κατάλληλη στάθμιση των μέτρων για την αύξηση της διαφάνειας όσον αφορά την περιουσιακή κατάσταση των οφειλετών […]».
3.4 Δυστυχώς, η Επιτροπή δεν παρέχει καθόλου στοιχεία, κυρίως στατιστικά, όσον αφορά την έκταση του προβλήματος που προτίθεται να αντιμετωπίσει, ούτε και προσδιορίζει επακριβώς ποια είναι η φύση του προβλήματος αυτού ή σε ποιον ακριβώς χρησιμεύουν τα μέτρα που ενδεχομένως προτείνει.
4. Γενικές παρατηρήσεις
4.1 Η υπό εξέταση πράσινη βίβλος αποτελεί συνέχεια και συμπλήρωμα της πράσινης βίβλου για την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών [COM(2006) 618 τελικό], επί της οποίας η ΕΟΚΕ εξέδωσε στις 31.07.2007 γνωμοδότηση (4), στις παρατηρήσεις της οποίας και παραπέμπουμε.
4.2 Όπως αναφερόταν στη γνωμοδότηση εκείνη, το ζήτημα που εξετάζεται σε ετούτη την πράσινη βίβλο προηγείται λογικά του ζητήματος της κατάσχεσης τραπεζικών λογαριασμών και εκφράζει ορθά την ανάγκη να υπάρχει επαρκής γνώση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, με στόχο τη σύσταση μιας πραγματικής κοινής εγγύησης για τους πιστωτές, η οποία συνιστά θεμελιώδη και χαρακτηριστική αρχή του αστικού δικονομικού δικαίου. Το ζήτημα αυτό δεν μπορεί, όμως, να νοηθεί εάν δεν τεθεί το θέμα της εναρμόνισης, σε κοινοτικό επίπεδο, ενός ολόκληρου συνόλου πεδίων του ουσιαστικού αστικού δικαίου, τα οποία λογικά προηγούνται από αυτό.
4.3 Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει, λοιπόν, ότι είναι αναγκαίο οι αρμόδιες αρχές εκτέλεσης οποιουδήποτε κράτους μέλους να έχουν πρόσβαση σε ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τον τόπο διαμονής των οφειλετών, αρχής γενομένης από την έδρα ή τη διεύθυνση κατοικίας, και σχετικά με τα κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία που απαρτίζουν την περιουσία τους, ανεξαρτήτως πού βρίσκονται αυτά.
4.4 Ωστόσο, όπως αναφέρεται και στην προαναφερθείσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις και βάσιμες αμφιβολίες όσον αφορά την πραγματική ανάγκη λήψης ειδικών μέτρων για την νομοθετική εναρμόνιση σε κοινοτικό επίπεδο, στον προκείμενο τομέα, παρότι αναγνωρίζει την αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος και την ύπαρξη νομικής βάσης προς τον σκοπό αυτόν.
4.5 Πράγματι, από το σύνολο των αναγκών καλύτερης πληροφόρησης, καλύτερων στοιχείων και καλύτερης πρόσβασης, που εντοπίζονται στην πράσινη βίβλο, δεν προκύπτει υποχρεωτικά η ανάγκη δημιουργίας νέων μητρώων σε κοινοτικό επίπεδο ή νέων υποχρεώσεων δήλωσης περιουσιακών στοιχείων. Εκφράζεται, εξάλλου, ο φόβος ότι τα μέτρα αυτά δεν συμβαδίζουν με το κριτήριο της αναλογικότητας, πέραν του ότι θα συνιστούσαν, ενδεχομένως, απαράδεκτη παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων.
4.6 Στην πραγματικότητα, περισσότερο παρά η δημιουργία μητρώων πληθυσμού, εμπόρων ή καταναλωτών, κινητών ή ακίνητων περιουσιακών στοιχείων, φορολογικών καταλόγων και καταλόγων κοινωνικής ασφάλισης, συγκεντρωμένων στις Βρυξέλλες, κρίνεται ότι η καλύτερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών και η ευχερέστερη και ταχύτερη πρόσβαση στα υπάρχοντα στοιχεία, θα ήταν επαρκής για να εξασφαλιστεί η ισότητα ευκαιριών και μεταχείρισης ως προς τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών, όποια και εάν είναι η φύση ή η εθνικότητα του πιστωτή.
4.7 Αυτό, βέβαια, δεν εμποδίζει να θεσπιστούν κίνητρα και να προσδιοριστούν προσανατολισμοί σε κοινοτικό επίπεδο όσον αφορά τις βελτιώσεις που πρέπει να εισαχθούν σχετικά με το περιεχόμενο, τη λειτουργία και την πρόσβαση στα προαναφερόμενα δημόσια μητρώα και άλλες ιδιωτικές βάσεις δεδομένων, υπό τον όρον ότι θα εξασφαλίζεται δεόντως η απαιτούμενη προστασία των δεδομένων αυτών, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες κοινοτικές οδηγίες, και πάντοτε με την επιφύλαξη ότι η γνώση αυτή θα πρέπει να περιορίζεται, αποκλειστικά, στους επιδιωκόμενους στόχους και στο μέτρο που είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των απαιτητών οφειλών.
4.8 Δεν θα πρέπει, επίσης, να υπάρχει διάκριση, όσον αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα, μεταξύ πιστωτών του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ενώ οι τελευταίοι, λόγω της προνομιούχου κατάστασής τους, δεν θα πρέπει να επωφελούνται από το γεγονός ότι έχουν ταχύτερη και αποτελεσματικότερη πρόσβαση στα δημόσια μητρώα, είτε αυτά προέρχονται από το φορολογικό σύστημα, είτε από το ασφαλιστικό, είτε από δημόσια αρχεία περιουσιακών στοιχείων.
4.9 Θα πρέπει, επίσης, να εξασφαλιστεί η συνεργασία με τρίτες χώρες, ειδικότερα δε με την Ανδόρα, την Ελβετία, το Λιχτενστάιν και όλες τις άλλες χώρες που έχουν ισχυρούς δεσμούς με «φορολογικούς παραδείσους» ή χρηματοοικονομικά κέντρα στην Ευρώπη.
5. Ειδικές παρατηρήσεις: οι 8 ερωτήσεις
5.1 Πρωτοβουλίες σε κοινοτικό επίπεδο
5.1.1 Οι δέκα ερωτήσεις που τίθενται στην υπό εξέταση πράσινη βίβλο, στην πραγματικότητα είναι οκτώ, και αναλύονται λεπτομερώς παρακάτω.
5.1.2 Όσον αφορά το ερώτημα κατά πόσον πρέπει να ληφθούν μέτρα σε κοινοτικό επίπεδο για τη βελτίωση της διαφάνειας των οφειλετών, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, σύμφωνα με τις επιφυλάξεις που διατυπώνονται παραπάνω, στις γενικές παρατηρήσεις, πρέπει απλώς να ληφθούν κοινοτικές πρωτοβουλίες όσον αφορά τον καλύτερο συντονισμό και συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών, καθώς και την τελειοποίηση, από άποψη περιεχομένου και πρόσβασης, των υφιστάμενων εθνικών μητρώων που επιτρέπουν τον εντοπισμό της ταυτότητας και της διεύθυνσης των οφειλετών και των περιουσιακών τους στοιχείων, των αναγκαίων για την ικανοποίηση των απαιτητών οφειλών.
5.2 Εγχειρίδιο σχετικά με τα εθνικά συστήματα εκτέλεσης
5.2.1 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οτιδήποτε μπορεί να συμβάλει στην καλύτερη γνώση και καλύτερη ενημέρωση σχετικά με τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές πρέπει να υποστηριχθεί και να προωθηθεί. Ωστόσο, δεν πιστεύει ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εξασφαλιστεί απλώς με την κατάρτιση ενός «εγχειριδίου», δεδομένου ότι το ζήτημα είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο απλούστευσης για χρήση από το ευρύ κοινό, γιατί θα παρουσίαζε έλλειμμα από άποψη ποιότητας και ασφάλειας.
5.2.2 Στο μέτρο αυτό, η ΕΟΚΕ θεωρεί προτιμότερο να εξετάσει η Επιτροπή τη δυνατότητα οργάνωσης μιας «βάσης δεδομένων» συγκριτικού δικαίου για θέματα διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης στα 27 κράτη μέλη, με εξασφάλιση της συνεχούς τήρησης της ενημέρωσης και του σχολιασμού της, και στην οποία να διατίθεται πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα, σε όλες τις γλώσσες των κρατών μελών. Η βάση αυτή θα πρέπει να εκπονηθεί από κατάλληλα κατηρτισμένους και εξουσιοδοτημένους επαγγελματίες των αντίστοιχων κρατών μελών.
5.3 Καλύτερη πληροφόρηση και καλύτερη πρόσβαση στα εμπορικά μητρώα
5.3.1 Ο ήδη υπάρχων βαθμός εναρμόνισης στον τομέα αυτόν φαίνεται επαρκής για τους επιδιωκόμενους στόχους. Επομένως, δεν κρίνεται αναγκαία ή σκόπιμη η πρόοδος προς τη δημιουργία κεντρικών εμπορικών μητρώων σε κοινοτικό επίπεδο, παρότι θα μπορούσαν να εναρμονιστούν τα κοινά τους στοιχεία.
5.3.2 Βέβαια, τίποτε δεν εμποδίζει να ληφθούν πρωτοβουλίες προκειμένου να βελτιωθεί το περιεχόμενο των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στα εν λόγω μητρώα — συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, των μεμονωμένων επιχειρηματιών—, η συνεχής τους ενημέρωση και η ευκολότερη πρόσβαση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα.
5.3.3 Το αυτό θα πρέπει να συμβεί και για τα κτηματολόγια, σύμφωνα με το παράδειγμα της EULIS (European Land Information Service), μιας ευρωπαϊκής σύμπραξης των αρμόδιων για τα κτηματολόγια αρχών (5).
5.4 Καλύτερη πρόσβαση στα δημοτολόγια
5.4.1 Ομοίως, φαίνεται μάλλον αδιανόητη η δημιουργία οιουδήποτε κεντρικού μητρώου του ευρωπαϊκού πληθυσμού, δεδομένου ότι η αρμοδιότητα για την τήρηση κεντρικών ή τοπικών μητρώων του πληθυσμού ανήκει στα αντίστοιχα κράτη μέλη, καθώς και η αρμοδιότητα για τον καθορισμό των προϋποθέσεων πρόσβασης και την εξασφάλιση της μη ύπαρξης αδικαιολόγητων διακρίσεων.
5.4.2 Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε να εξασφαλίζεται στις αρχές εκτέλεσης οποιασδήποτε χώρας η ευχερής πρόσβαση σε αυτά τα μητρώα για την λήψη των πληροφοριών σχετικά με την διεύθυνση κατοικίας των ιδιωτών οφειλετών, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα.
5.5 Καλύτερη πρόσβαση στα μητρώα φορολογίας και κοινωνικής ασφάλισης
5.5.1 Η ΕΟΚΕ απορρίπτει κατηγορηματικά την ιδέα της παροχής γενικευμένης πρόσβασης, χωρίς διακρίσεις, στα φορολογικά μητρώα και τα μητρώα κοινωνικής ασφάλισης.
5.5.2 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι μόνον οι δικαστικές αρχές θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα στοιχεία των μητρώων αυτών, σε αυστηρά καθορισμένες περιπτώσεις και με εγγυήσεις αποτελεσματικής προστασίας των προσωπικών δεδομένων που περιλαμβάνονται στα εν λόγω μητρώα.
5.5.3 Σε κάθε περίπτωση, η πρόσβαση σε τέτοιου είδους μητρώα άλλης χώρας από εκείνη της αρχής εκτέλεσης, θα πρέπει οπωσδήποτε να διενεργείται μέσω της συνεργασίας με δικαστική αρχή της χώρας όπου βρίσκεται το εκάστοτε μητρώο.
5.6 Καλύτερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρχών εκτέλεσης
5.6.1 Όπως αναφέρεται στις γενικές παρατηρήσεις, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι το πεδίο όπου πρέπει να προωθηθούν κοινοτικές πρωτοβουλίες είναι ακριβώς το πεδίο της καλύτερης συνεργασίας για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών εκτέλεσης, ιδίως με τη δημιουργία ενός συστήματος άμεσης ανταλλαγής πληροφοριών, μέσω ηλεκτρονικής οδού, με στόχο τον εντοπισμό της ταυτότητας και της διεύθυνσης των οφειλετών και την εξακρίβωση των περιουσιακών τους στοιχείων.
5.6.2 Ωστόσο, θα πρέπει πάντοτε να εξασφαλίζεται ότι, στα κράτη μέλη όπου οι αρχές εκτέλεσης δεν είναι δημόσιοι οργανισμοί, οι πληροφορίες που θα δίδονται θα ελέγχονται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές που θα εποπτεύουν τις διαδικασίες εκτέλεσης.
5.6.3 Συστήματα όπως αυτά που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) 1206/2001 (6), για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, ή στην οδηγία 76/308/ΕΟΚ (7), θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πρότυπο, με τις απαραίτητες προσαρμογές.
5.6.4 Καθοριστική θα πρέπει να θεωρηθεί η χρήση ηλεκτρονικών μέσων ή ακόμη και της δημιουργίας ενός συστήματος ενδοδικτύου, μέσω του οποίου θα μπορούσαν να είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους όλες οι εθνικές αρχές.
5.6.5 Η πληροφορίες που κυκλοφορούν μέσω αυτού του δικτύου συνεργασίας θα πρέπει να είναι προσπελάσιμες αποκλειστικά στις αρχές τις επιφορτισμένες με υποθέσεις εκτέλεσης, όπως εκτελεστικοί φορείς, «solicitadores de execução», δικαστήρια, εκκαθαριστές, ενώ τα αποτελέσματά τους θα πρέπει πάντοτε να γνωστοποιούνται στους οφειλέτες.
5.6.6 Δεν θα πρέπει να αποκλειστεί η δυνατότητα χρήσης του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI) για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εθνικών αρχών εκτέλεσης.
5.7 Ευρωπαϊκή δήλωση περιουσιακών στοιχείων
5.7.1 Η ΕΟΚΕ απορρίπτει πλήρως την υιοθέτηση, σε κοινοτικό επίπεδο, ενός τυποποιημένου συστήματος για τη δήλωση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, για τους σκοπούς της εκτέλεσης, και αποκλείει, εκ προοιμίου, να γίνει δεκτό ότι η πλημμελής εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής θα μπορεί να επιφέρει, ενδεχομένως, ποινή φυλάκισης του οφειλέτη.
5.7.2 Κατά πρώτο λόγο, επειδή ο οφειλέτης, όσον αφορά τα χρέη του, δεν ευθύνεται με το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων. Ο καθορισμός των περιουσιακών στοιχείων τα οποία είναι απολύτως ή μερικώς ακατάσχετα ή κατασχετά υπό όρους αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών.
5.7.3 Επιπλέον, η υποχρέωση αποκάλυψης των περιουσιακών στοιχείων πρέπει να περιορίζεται σε εκείνα που απαιτούνται για την εξασφάλιση της πληρωμής του χρέους, ενώ εναπόκειται στα εθνικά δικαστικά συστήματα να εξασφαλίζουν ότι η υπόδειξη αυτή των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη είναι ειλικρινής, επί ποινή χρηματικών κυρώσεων.
5.7.4 Από την άλλη πλευρά, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η θέσπιση, σε κοινοτικό επίπεδο, ενός τυποποιημένου εντύπου για την ομοιογενή δήλωση περιουσιακών στοιχείων υπερβαίνει σαφώς τους στόχους στους οποίους πρέπει να αντιστοιχεί ένα τέτοιου είδους μέτρο. Αντίθετα, πιστεύει ότι ο τομέας αυτός είναι κατεξοχήν κατάλληλος για μεγαλύτερη συνεργασία και σύμπραξη μεταξύ των εκτελεστικών φορέων, υπό την έννοια του να διεκπεραιώνουν οι ίδιοι οι φορείς αυτοί, με τα έννομα μέσα που διαθέτουν, τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη που απαιτούνται για την πληρωμή του χρέους, κυρίως με την εκχώρηση, στο δικαστήριο της εκτέλεσης, εξουσιών για την αυτεπάγγελτη έρευνα για τα περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών.
5.7.5 Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει πάντοτε να εξασφαλίζεται στον οφειλέτη η δυνατότητα αποφυγής της διάδοσης των δυνάμενων να κατασχεθούν περιουσιακών του στοιχείων, υπό τον όρο να πληρώσει προκαταβολικά το απαιτητό χρέος ή να υποδείξει επαρκή περιουσιακά στοιχεία για την πληρωμή του ή να συστήσει ικανές ασφάλειες ή εγγυήσεις της πληρωμής, όπως τραπεζικές ή ανάλογες εγγυήσεις, καθώς και το δικαίωμα να αντιταχθεί στην κατάσχεση στοιχείων που υπερβαίνουν τα αναγκαία για την πληρωμή του απαιτητού χρέους και των νόμιμων προσαυξήσεων.
5.7.6 Η δημοσίευση οιωνδήποτε δηλώσεων περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών σε μητρώα προσβάσιμα στο κοινό («κατάλογος οφειλετών») πρέπει επίσης να αποκλεισθεί απολύτως, δεδομένου ότι καταστρατηγεί θεμελιώδεις αρχές σεβασμού της ιδιωτικής ζωής του οφειλέτη.
5.8 Άλλα μέτρα για την αύξηση της διαφάνειας
5.8.1 Ως απλές σκέψεις, προτείνονται τα ακόλουθα:
| α) | Δημιουργία πρόσβασης στο μητρώο των μετοχών και εταιρικών μεριδίων οποιασδήποτε εμπορικής εταιρίας, που κατέχει ο οφειλέτης· | 
| β) | Πρόσβαση, με τις δέουσες προφυλάξεις, στα μητρώα στοιχείων των καταναλωτών για σκοπούς καταναλωτικής ή στεγαστικής πίστης· | 
| γ) | Δημιουργία ενιαίου συστήματος ταξινόμησης των οχημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (8)· | 
| δ) | Δημιουργία μητρώου με όλες τις εκκρεμούσες διαδικασίες εκτέλεσης, με δυνατότητα πρόσβασης σε απευθείας σύνδεση (on-line) από οποιοδήποτε κράτος μέλος· | 
| ε) | Πρόσβαση στα μητρώα επενδύσεων στο χρηματιστήριο, από ένα συγκεκριμένο ελάχιστο όριο και άνω· | 
| στ) | Πρόσβαση στα κτηματολόγια, με πληροφορίες σχετικά με τους ιδιοκτήτες των ακινήτων. | 
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Η πρώτη υπήρξε η πράσινη βίβλος σχετικά με την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών [COM(2006) 618 τελικό], γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 2.
(2) Για μια αρκετά εξαντλητική απαρίθμηση τέτοιου είδους μέτρων, παραπέμπουμε στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ (ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 2), σχετικά με την προαναφερόμενη πράσινη βίβλο για την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών.
(3) Για την πλήρη κατανόηση του περιεχομένου της υπό εξέταση πράσινης βίβλου, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη όχι μόνο το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής SEC(2006) 1341 της 24.10.2006, αλλά και η μελέτη αριθ. JAI/A3/2002/02, υπό την ενημερωμένη έκδοσή της με ημερομηνία 18.02.2004, του Δρα Burkhard HESS, Διευθυντή του Ινστιτούτου συγκριτικού ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, το κείμενο της οποίας βρίσκεται στην εξής διεύθυνση:http://europa.eu.int.comm/justice_home/doc_centr/civil/studies/doc_civil_studies_en.htm.
(4) ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 2.
(5) Πρόκειται για ένωση αρμόδιων για τα κτηματολόγια αρχών, η οποία συστάθηκε το 2006 και αντιπροσωπεύει ένα πρώτο βήμα στον τομέα της πρόσβασης στα κτηματολόγια των χωρών μελών της (Αγγλία, Ιρλανδία, Λιθουανία, Νορβηγία, Ουαλία, Κάτω Χώρες και Σουηδία). Ιστοθέση στο διαδίκτυο: www.eulis.org.
(6) Κανονισμός 1206/2001 του Συμβουλίου, της 28.05.2001, ΕΕ L 174, της 27.06.2001, σ. 1. Στον τομέα αυτόν, ξεχωρίζει ως ιδιαίτερα σημαντικό το πρόβλημα της επικοινωνίας μεταξύ των αρχών, λόγω των διαφορετικών γλωσσών, ως προς το οποίο οι διατάξεις του άρθρου 5 του εν λόγω κανονισμού αποδεικνύονται ανεπαρκείς.
(7) Οδηγία 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15.03.1976, ΕΕ L 073, της 19.03.1976, σ. 18 (Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 02 τόμος 2 σ. 0126).
(8) Όπως ήδη έχει προταθεί στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας CESE της ΕΟΚΕ, σχετικά με τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας και την ευρωπαϊκή ταξινόμηση οχημάτων, με εισηγητή τον εισηγητή της παρούσας γνωμοδότησης (ΕΕ C 157 της 28.6.2005, σ. 34).
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/78 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 98/26/EΚ σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων καθώς και της οδηγίας 2002/47/EΚ για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, όσον αφορά τα συνδεδεμένα συστήματα και τις πιστωτικές απαιτήσεις»
COM(2008) 213 τελικό — 2008/0082 (COD)
(2009/C 175/13)
Στις 22 Μαΐου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την
«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 98/26/EΚ σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων καθώς και της οδηγίας 2002/47/EΚ για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, όσον αφορά τα συνδεδεμένα συστήματα και τις πιστωτικές απαιτήσεις»
COM(2008) 213 τελικό — 2008/0082 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Νοεμβρίου 2008 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BURANI.
Κατά τη 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008.(συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 172 ψήφους υπέρ, μία ψήφο κατά και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η πρωτοβουλία της Επιτροπής στον τομέα των συστημάτων πληρωμών, η οποία ανελήφθη κατόπιν σχετικού αιτήματος του Συμβουλίου και έτυχε ευνοϊκής υποδοχής από την αγορά, έχει ως στόχο να επικαιροποιήσει και να καταστήσει ασφαλέστερους τους κανόνες που διέπουν το αμετάκλητο του διακανονισμού και τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας. Υπό αυτό το πρίσμα, η εν λόγω πρωτοβουλία χρήζει επίσης υποστήριξης εκ μέρους της ΕΟΚΕ. Σε ένα τόσο εξειδικευμένο θέμα όπως αυτό που τελεί υπό εξέταση είναι αναπόφευκτο να εγείρονται αμφιβολίες ή ερωτηματικά σχετικά με τις τεχνικές παραμέτρους των προτάσεων• οι εν λόγω ανησυχίες εκφράστηκαν κατά τα διάφορα στάδια της εξέτασης των προτάσεων της Επιτροπής εκ μέρους τόσο των ειδικών επί του θέματος όσο και των οργάνων που είναι αρμόδια για τη λήψη των αποφάσεων. Η ΕΟΚΕ υπεισέρχεται μόνον οριακά στα θέματα αυτά και προτιμά να επιδιώξει να έχει μια συμβολή επικεντρωμένη στην εξέταση της κοινοτικής πολιτικής για τα συστήματα πληρωμών.
1.2 Η εν λόγω πρωτοβουλία έκανε την εμφάνισή της πριν από ένα και πλέον έτος, προτού εκδηλωθεί στις ΗΠΑ η κρίση των επισφαλών ενυπόθηκων πιστώσεων (των λεγόμενων subprime), η οποία εν συνεχεία επεκτάθηκε στους παγκόσμιους χρηματοπιστωτικούς κύκλους με τις γνωστές πλέον συνέπειες. Τα πρώτα συμπτώματα της κρίσης — στο επίπεδο των μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων — εκδηλώθηκαν με τη μορφή προβλημάτων ρευστότητας τα οποία γρήγορα μετατράπηκαν σε προβλήματα φερεγγυότητας: η κατάσταση που προκλήθηκε εξαιτίας αυτής της κρίσης αποδείχθηκε τόσο σοβαρή ώστε να απαιτήσει την αναπόφευκτη παρέμβαση των δημοσίων αρχών, όχι μόνον στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και στην Ευρώπη. Η παρούσα κατάσταση καθιστά έκδηλη την ανάγκη εξασφάλισης της αγοράς μέσω επιβοηθητικής εγγύησης• νέες μορφές επιβοηθητικής εγγύησης θεωρούνται ευπρόσδεκτες υπό τον όρο ότι δεν μειώνουν την ποιότητα των εγγυήσεων.
1.3 Τίθεται εν προκειμένω το εύλογο ερώτημα εάν ο κανόνας, βάσει του οποίου προβλέπεται η συμπερίληψη των πιστωτικών απαιτήσεων μεταξύ των απαιτήσεων που θεωρούνται επιλέξιμες ως επιβοηθητική εγγύηση στο πλαίσιο των συμφωνιών παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, θα είχε εισαχθεί στην πρόταση της Επιτροπής σε περίπτωση που το ζήτημα αυτό είχε ανακύψει σήμερα και όχι πριν από ένα έτος. Οι πιστωτικές απαιτήσεις (τραπεζικά δάνεια) γίνονται ήδη δεκτές σε διάφορες χώρες και συμβάλλουν αποτελεσματικά στην επίτευξη ρευστότητας στην αγοράς• για αυτόν ακριβώς το λόγο χρήζουν ευνοϊκής αντιμετώπισης. Εντούτοις, υπό τις παρούσες συνθήκες ευπάθειας και αστάθειας των αγορών, η επέκταση των εν λόγω απαιτήσεων σε όλα τα κράτη μέλη — και χωρίς την προληπτική εναρμόνιση των κανόνων που τις διέπουν — θα μπορούσε να συνηγορήσει υπέρ της επίδειξης μεγαλύτερης σύνεσης, παρέχοντας σε κάθε κεντρική τράπεζα τη δυνατότητα να συνεχίσει να «ελέγχει» τη δική της αγορά, κατά τη δική της εκτίμηση και σύμφωνα με τις δικές της ανάγκες.
1.4 Ένα άλλο θέμα προς εξέταση αφορά όχι τόσο την ασφάλεια δικαίου που επιδιώκεται κατά τρόπο αξιέπαινο να καθιερωθεί με την παρούσα πρόταση, αλλά τη χρονική διάρκεια των κανόνων που περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη πρόταση: η Ομάδα Νομικής Ασφάλειας (Legal Certainty Group) δεν έχει ακόμη ολοκληρώσει τις εργασίες της, η πρωτοβουλία UNIDROIT (Διεθνές Ινστιτούτο για την Ενοποίηση του Ιδιωτικού Δικαίου) βρίσκεται μόλις στο στάδιο της οριστικοποίησής της, αλλά δεν έχει ακόμη υπογραφθεί, πολλώ δε μάλλον επικυρωθεί, η εναρμόνιση των κανόνων περί συμψηφισμού (netting) εμπίπτει στο πλαίσιο μελλοντικών προγραμμάτων, ενώ η ενοποίηση των διαδικασιών αφερεγγυότητας αποτελεί μακροπρόθεσμο στόχο. Διατυπώνοντας τις εν λόγω παρατηρήσεις, η ΕΟΚΕ δεν επιθυμεί να υπαινιχθεί ότι η προσπάθεια της Επιτροπής δεν είναι αξιόλογη ούτε ότι δεν πρέπει να υποστηριχθεί, απλώς επισημαίνει ότι η αγορά χρειάζεται κανόνες όχι μόνον ασφαλείς, αλλά και διαρκείς• από τα ανωτέρω συνάγεται λοιπόν η ανάγκη επιτάχυνσης των νομοθετικών και των κανονιστικών εργασιών.
1.5 Τελευταίο, αλλά διόλου υποδεέστερο σε σημασία, τίθεται το ζήτημα των επιπτώσεων από πλευράς συνετής εποπτείας: η ΕΟΚΕ διερωτάται, αφενός, εάν οι διάφορες πτυχές του συστημικού κινδύνου που σχετίζονται με τα διαλειτουργικά συστήματα, με τη συμμετοχή ενός συστήματος σε κάποιο άλλο σύστημα, καθώς και με την ποιότητα των ελέγχων σε ολόκληρο το ευρύ φάσμα συμμετεχόντων, έχουν εξεταστεί προσεκτικά από τις εποπτικές αρχές και, αφετέρου, εάν έχει ζητηθεί η άμεση συμμετοχή των εν λόγω αρχών κατά τη διατύπωση των σχετικών προτάσεων. Όπως τονίζεται στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, η ευρωστία των αγορών προέχει έναντι οποιασδήποτε άλλης άποψης.
1.6 Στη γνωμοδότηση της EOKE δεν λαμβάνεται υπόψη η παρούσα συγκυρία. Υπό κανονικές συνθήκες οι κανόνες όσον αφορά την λειτουργικότητα των συμμετεχόντων και των συστημάτων, καθώς και την ποιότητα της επιβοηθητικής εγγύησης, πρέπει να είναι αυστηροί, αλλά σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης πρέπει να γίνονται εύκαμπτοι χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μειώνεται η ισχύς τους. Η οδηγία θα έπρεπε να περιέχει ένα κανόνα που να επιτρέπει στα συστήματα, με ευθύνη των ελεγκτικών αρχών, να υιοθετούν έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων.
2. Εισαγωγή
2.1 Η πρωτοβουλία της Επιτροπής στοχεύει στην προσαρμογή της οδηγίας σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (SFD) και της οδηγίας για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (FCD) στις πλέον πρόσφατες εξελίξεις των αγορών. Οι υφιστάμενοι κανόνες, καθώς και ορισμένοι άλλοι πρόσφατα εισαχθέντες κανόνες, επεκτείνονται τόσο στους νυκτερινούς διακανονισμούς όσο και στους διακανονισμούς μεταξύ συνδεδεμένων συστημάτων.
2.2 Η διασύνδεση των αγορών, η οποία έχει αρχίσει προ καιρού, διευρύνεται επί του παρόντος ολοένα και περισσότερο: με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/EK και του ευρωπαϊκού κώδικα δεοντολογίας για την εκκαθάριση και τον διακανονισμό (στο εξής «ο κώδικας δεοντολογίας»), η διασύνδεση διέπεται από σαφείς και επακριβείς κανόνες που διευκολύνουν τη διάδοσή της. Εκτός από την εισαγωγή νέων μορφών διακανονισμού, η πρόταση της Επιτροπής επεκτείνει τον κατάλογο των διαφόρων ειδών περιουσιακών στοιχείων τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτόν και τις πιστωτικές απαιτήσεις (τραπεζικά δάνεια) που αναγνωρίζονται ως αποδεκτή ασφάλεια για τις πιστωτικές πράξεις των κεντρικών τραπεζών («πιστωτικές απαιτήσεις»). Από τον Ιανουάριο του 2007, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) συμπεριλαμβάνει τις πιστωτικές απαιτήσεις μεταξύ των ενδεδειγμένων παρεχόμενων ασφαλειών για τις πιστωτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος• η εν λόγω πρωτοβουλία έχει ήδη υιοθετηθεί κατά τρόπο αυτόνομο από ορισμένες κεντρικές τράπεζες, παρότι δεν υπήρχε έως τώρα κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο για τη χρησιμοποίηση των πιστωτικών απαιτήσεων στις διασυνοριακές συναλλαγές.
2.3 Συνοψίζοντας, το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο που επιδιώκεται να τροποποιηθεί με την παρούσα πρόταση οδηγίας περιλαμβάνεται στις εξής δύο οδηγίες ΕΚ: στην οδηγία 98/26/ΕΚ σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού (SFD, Settlement Finality Directive) και στην οδηγία 2002/47/EΚ για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (FCD, Financial Collateral Directive).
2.4 Επιπλέον, και όπως κατά κανόνα συνηθίζεται στην περίπτωση των οδηγιών που αποσκοπούν σε προσαρμογή, η Επιτροπή επωφελείται της ευκαιρίας προκειμένου να προβεί στην εισαγωγή ενός ορισμένου αριθμού απλοποιήσεων και αποσαφηνίσεων. Τέλος, επιδιώκεται η προσαρμογή των κανονιστικών ρυθμίσεων στις εξελίξεις που σημειώνονται στην αγορά και το μέτρο αυτό καθίσταται ακόμη πιο αναγκαίο λόγω της πρόσφατης αναταραχής στις χρηματαγορές, της οποίας ο αντίκτυπος ενδέχεται να μεγιστοποιηθεί πολύ περισσότερο εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης.
2.5 Προτού αναληφθεί η εν λόγω πρωτοβουλία της Επιτροπής μεσολάβησε ένα προπαρασκευαστικό στάδιο το οποίο διήρκεσε περισσότερο από ένα έτος. Η έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής με θέμα την εφαρμογή και τη μεταφορά της οδηγίας σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σύστημα «λειτουργεί ικανοποιητικά» παρότι εκτιμάται ότι χρήζει περαιτέρω ανάλυσης. Η παρούσα πρόταση καταρτίστηκε με βάση μια σειρά διαβουλεύσεων που πραγματοποιήθηκαν με την ΕΚΤ, με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες και με ένα ευρύ φάσμα βασικών παραγόντων και οργανώσεων του εν λόγω κλάδου. Τα δικαιώματα των καταναλωτών απετέλεσαν αντικείμενο ενδελεχούς εξέτασης και στην πρόταση επισημαίνεται ότι «οι διατάξεις σχετικά με τις πιστωτικές απαιτήσεις δεν έχουν ως στόχο να περιορίσουν τα δικαιώματα των καταναλωτών και ειδικά τα δικαιώματα που προβλέπει η προσφάτως εκδοθείσα οδηγία σχετικά με την καταναλωτική πίστη», δεδομένου ότι οι εν λόγω πιστωτικές απαιτήσεις είναι εκείνες οι οποίες είναι επιλέξιμες ως ασφάλεια για τις πιστωτικές πράξεις των κεντρικών τραπεζών, «πράγμα που αποκλείει κατ’ αρχήν τις πιστωτικές απαιτήσεις μεμονωμένων καταναλωτών».
2.6 Υπό κανονικές συνθήκες, οι νέοι ευρωπαϊκοί κανόνες φαίνεται ότι ορθώς επιδιώκουν την αντιμετώπιση των καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης: η ευρωστία της αγοράς αναμένεται να εξασφαλιστεί χάρη στην ολοένα και μεγαλύτερη διασύνδεση των συστημάτων διακανονισμού αξιογράφων και των συστημάτων πληρωμών τα οποία λειτουργούν ήδη, έχουν στο σύνολό τους στέρεες βάσεις, διαθέτουν ικανοποιητική ρευστότητα και ελέγχονται κατά τα φαινόμενα σωστά. Επιπλέον, ο κώδικας δεοντολογίας (που υιοθετήθηκε στα τέλη του 2006) εισήγαγε ένα στοιχείο ανταγωνιστικότητας — και άρα μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας — στα συστήματα εκκαθάρισης και διακανονισμού εξ ολοκλήρου προς όφελος των χρηστών.
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1 Οι ενδιαφερόμενοι φορείς εκλαμβάνουν την εν λόγω πρωτοβουλία ως αποφασιστικό βήμα προόδου ενόψει της δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού χώρου με εναρμονισμένους κανόνες: η νέα οδηγία θα διευκόλυνε πράγματι τα μελλοντικά μέτρα που ενδέχεται να ληφθούν κατόπιν των συστάσεων της ομάδας εμπειρογνωμόνων που δημιουργήθηκε από την Επιτροπή (Ομάδα Νομικής Ασφάλειας — Legal Certainty Group) για την εξάλειψη των νομικών φραγμών που παρακωλύουν την ολοκλήρωση των αγορών της Ένωσης. Η συγκεκριμένη οδηγία θα είχε επίσης σημαντική συμβολή στην υλοποίηση της πρωτοβουλίας UNIDROIT (Διεθνές Ινστιτούτο για την Ενοποίηση του Ιδιωτικού Δικαίου) που αποσκοπεί στη θέσπιση ομοιόμορφων κανόνων ουσιαστικού δικαίου για τους τίτλους που βρίσκονται στην κατοχή διαμεσολαβητή, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι κανόνες για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας.
3.2 Από την άλλη πλευρά, καμία εναρμόνιση — είτε σε ευρωπαϊκό είτε σε διεθνές επίπεδο — δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει επιτευχθεί χωρίς μια σειρά πρόσθετων ή συμπληρωματικών μέτρων, τα οποία αναμένεται κατά πάσα πιθανότητα να συμπεριληφθούν στα μελλοντικά προγράμματα της Επιτροπής. Ένα τέτοιο πρόσθετο μέτρο θα έπρεπε να προβλέπει την εναρμόνιση των κανόνων που διέπουν τις συμφωνίες συμψηφισμού ( netting ), που αφορούν δηλαδή τον εκκαθαριστικό συμψηφισμό μεταξύ των συμβαλλομένων μερών επί του καθαρού υπολοίπου, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών συμψηφισμού στο πλαίσιο των οποίων οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών καθίστανται άμεσα απαιτητές (close out netting).
3.3 Μεταξύ των συμπληρωματικών, και ασφαλώς πιο μακρόπνοων, μέτρων, η βέλτιστη ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών πιστεύεται ότι θα ευνοούσε την επίτευξη μεγαλύτερης συνοχής μεταξύ των εθνικών καθεστώτων που διέπουν τις διαδικασίες αφερεγγυότητας: η ανομοιογένεια που επικρατεί επί του παρόντος σε εθνικό επίπεδο ενδέχεται να ασκήσει αρνητική επίδραση τόσο στις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας όσο και στις διαδικασίες συμψηφισμού και διακανονισμού, με συνακόλουθη μεγιστοποίηση του συστημικού κινδύνου αστάθειας.
4. Παρατηρήσεις σχετικά με τις προτάσεις που αφορούν την οδηγία 98/26/EΚ (SFD)
Το άρθρο 2 εισάγει μια σειρά επεξηγήσεων και διευκρινίσεων, ορισμένες εκ των οποίων αφορούν την τρέχουσα διαχείριση, ενώ κάποιες άλλες έχουν μεγαλύτερη σημασία. Ειδικότερα στο στοιχείο β) αποσαφηνίζεται η θέση των επιχειρήσεων ηλεκτρονικού χρήματος και καθορίζεται κατηγορηματικά ότι, για τους σκοπούς της οδηγίας, οι εν λόγω επιχειρήσεις χαρακτηρίζονται από κάθε άποψη ως πιστωτικά ιδρύματα.
4.1.1 Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει μεν ότι ως συμμετέχουσες στα συστήματα πληρωμών οι επιχειρήσεις αυτές είναι εξομοιώσιμες με τα αμιγή πιστωτικά ιδρύματα, αλλά εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι οι κανόνες εποπτείας είτε δεν είναι οι ίδιοι είτε συμπίπτουν μόνον εν μέρει. Απομένει να διερευνηθεί εάν το γεγονός αυτό μπορεί να έχει επίπτωση στην αξιοπιστία των επιχειρήσεων ηλεκτρονικού χρήματος σε περίπτωση σοβαρών διαταραχών στις αγορές• η ΕΟΚΕ είχε εκφράσει παλαιότερα ορισμένες επιφυλάξεις όσον αφορά την αποδοχή τους ως μέλη του συστήματος πληρωμών. Εν πάση περιπτώσει, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επαναλάβει μια σύσταση η οποία έχει ήδη διατυπωθεί κατά το παρελθόν: οι πολιτικές που αποσκοπούν στην καθιέρωση ίσων όρων ανταγωνισμού πρέπει να θεωρούνται δευτερευούσης σημασίας έναντι εκείνων — που είναι υπέρτατης αξίας — οι οποίες εξασφαλίζουν πρωτίστως την ευρωστία των αγορών και άρα την προστασία των καταναλωτών (τελικών επενδυτών).
4.1.2 Οι προαναφερθείσες παρατηρήσεις αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα διαλειτουργικά συστήματα (ο ορισμός των οποίων παρέχεται στο νέο στοιχείο ιδ) του άρθρου 2) διευκολύνουν την πρόσβαση των συμμετεχόντων στα συστήματα συμψηφισμού και διακανονισμού χάρη στις συνδέσεις που δημιουργούνται μεταξύ τους, γεγονός το οποίο επιφέρει αναπόφευκτα μια δυνητική αύξηση του συστημικού κινδύνου. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται ειδικότερα στα συστήματα διακανονισμού κινητών αξιών λόγω των σχέσεων που καθιερώνονται μεταξύ κεντρικών αποθετηρίων αξιών (Central Securities Depositories — CSD) — που φέρουν την ευθύνη για τη συγκεντρωτική και άυλη (1) κατοχή των ανταλλαγέντων χρηματοπιστωτικών μέσων — και κεντρικών αντισυμβαλλομένων (Central Counterparties — CCP) — που διαδραματίζουν ρόλο αποκλειστικού αντισυμβαλλομένου των ιδρυμάτων που συμμετέχουν σε ένα σύστημα όσον αφορά τις δικές τους εντολές μεταβίβασης των ανταλλαγέντων χρηματοπιστωτικών μέσων. Θεωρείται εξάλλου ενδεδειγμένο να καταστεί σαφές στο κείμενο της οδηγίας ότι η εισαγωγή ορισμού για τα «διαλειτουργικά συστήματα» δεν αποσκοπεί τόσο στην προώθηση της — αιτιολογημένης από νομικής πλευράς — καθιέρωσης ενός «υπερσυστήματος» όσο, κατά κύριο λόγο, στην επέκταση της νομικής προστασίας — η οποία αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του αμετάκλητου του διακανονισμού — και στις πράξεις διακανονισμού μεταξύ των συστημάτων.
4.2 Πρόσθετη πηγή ανησυχίας συνιστά το γεγονός ότι σύμφωνα με την υπό εξέταση πρόταση θα επιτρέπεται σε ένα σύστημα να συμμετέχει σε κάποιο άλλο σύστημα. Επιβάλλεται εν προκειμένω μια διευκρίνιση: ένα σύστημα, όπως αυτό καθορίζεται από την οδηγία 98/26/ΕΚ, είναι μια συμφωνία ή ένα σύνολο κανόνων χωρίς νομική υπόσταση που αναγνωρίζει, αντίθετα, τη νομική υπόσταση των διαφόρων συμμετεχόντων. Θεωρείται σκόπιμη η αποσαφήνιση της εν λόγω διάκρισης, με στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας δικαίου και τον καθορισμό των ευθυνών των διαφόρων συμβαλλομένων μερών, ιδίως στην περίπτωση της νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας.
4.3 Το άρθρο 3 εισάγει μια τροποποίηση κατά τρόπο «ώστε να εξαλειφθεί οποιαδήποτε αβεβαιότητα σχετικά με τους διακανονισμούς κατά τις νυκτερινές ώρες»: προτείνεται να διευκρινιστεί η επί του παρόντος χρησιμοποιούμενη λέξη «ημέρα» με την προσθήκη του επιθέτου «εργάσιμη», προκειμένου να χρησιμοποιείται πλέον ο όρος «εργάσιμη ημέρα» συνεκτιμώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το γεγονός ότι οι περισσότερες αγορές λειτουργούν χωρίς διακοπή ακόμη και κατά τις νυκτερινές ώρες. Το προτεινόμενο μέτρο είναι μεν αναγκαίο, αλλά θα πρέπει να συμπληρωθεί με την εναρμόνιση των συμφωνιών συμψηφισμού. Επιπλέον, ενδείκνυται να διευθετηθεί το ζήτημα της προαναφερθείσας ανομοιογένειας των καθεστώτων που διέπουν τις διαδικασίες αφερεγγυότητας, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει τις διαδικασίες συμψηφισμού και διακανονισμού: η εναρμόνιση του εν λόγω τομέα — η οποία είναι μεν επιθυμητή, αλλά δύσκολα υλοποιήσιμη — έχει συνολικό χαρακτήρα και υπερβαίνει τις παραμέτρους που σχετίζονται αμιγώς με τα συστήματα πληρωμών.
5. Παρατηρήσεις σχετικά με τις προτάσεις που αφορούν την οδηγία 2002/47/CE (FCD)
5.1 Η επέκταση της οδηγίας 2002/47/ΕΚ στις πιστωτικές απαιτήσεις (τροποποίηση του άρθρου 1, παράγραφος 4, στοιχείο α) θεωρείται αξιέπαινη διότι καθιστά ευρύτερα διαθέσιμη την επιβοηθητική εγγύηση (collateral) και άρα έχει πιθανότητες βελτίωσης της ρευστότητας στην αγορά. Εντούτοις, ο ορισμός των «πιστωτικών απαιτήσεων που είναι επιλέξιμες για την παροχή ασφάλειας στις πιστωτικές πράξεις των κεντρικών τραπεζών» εγείρει ορισμένες αμφιβολίες: ο ορισμός της «επιλεξιμότητας» αφήνει τεράστια περιθώρια διακριτικής ευχέρειας σε κάθε κεντρική τράπεζα, και δεν διευκρινίζει ποιος είναι κατάλληλος και ποιος όχι. Μια λύση του προβλήματος θα μπορούσε να ήταν η διαγραφή στο κείμενο του σημείου 4, στοιχείο α) του άρθρου 2, των λέξεων «ή πιστωτικές απαιτήσεις επιλέξιμες ως χρηματοοικονομική ασφάλεια στις πιστωτικές πράξεις των κεντρικών τραπεζών».
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Η διαχείριση του συνόλου σχεδόν των συγκεντρωτικών αξιογράφων γίνεται σε άϋλη μορφή• τα αξιόγραφα που παραμένουν ακόμη ενσώματα είναι ομαδοποιημένα σε πιστοποιητικά μεγάλου μεγέθους (ενιαίοι τίτλοι ή μεγάλα πιστοποιητικά) σε κεντρικά αποθετήρια στα διάφορα κράτη μέλη.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/81 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Καλύτερες σταδιοδρομίες και περισσότερη κινητικότητα: μια ευρωπαϊκή σύμπραξη για τους ερευνητές»
COM(2008) 317 τελικό
(2009/C 175/14)
Στις 23 Μαΐου 2008, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο –Καλύτερες σταδιοδρομίες και περισσότερη κινητικότητα: μια ευρωπαϊκή σύμπραξη για τους ερευνητές
COM(2008) 317 τελικό.
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 6 Νοεμβρίου 2008, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. SALVATORE.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 176 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή συμφωνεί πλήρως με την ανακοίνωση της Επιτροπής, της οποίας οι αρχές προβάλλουν τον στρατηγικό ρόλο ενός αποτελεσματικού Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ΕΧΕ) για την οικονομική ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη των γνώσεων. Ο στόχος αυτός μπορεί να υλοποιηθεί με την προώθηση μιας ευρωπαϊκής σύμπραξης με στόχο τη βελτίωση της σταδιοδρομίας των ερευνητών και την παροχή περισσότερων κινήτρων για την κινητικότητά τους. Κατ’ αυτό τον τρόπο θα καταστεί δυνατό να περιοριστεί η «διαφυγή εγκεφάλων» προκειμένου εν συνεχεία να προσελκυστούν οι καλύτεροι ερευνητές στην ΕΕ.
Αναγνωρίζει τη σημασία να πραγματοποιηθούν αποφασιστικά βήματα για την υιοθέτηση εκ μέρους των κρατών μελών ανοικτών, διαφανών και αξιοκρατικών διαδικασιών πρόσληψης και την άρση κάθε εμποδίου στην ελεύθερη κυκλοφορία των ερευνητών εντός της ΕΕ. Εν προκειμένω το σύστημα πληροφόρησης EURAXESS, με το οποίο εμφανίζονται στο διαδίκτυο οι προσφορές εργασίας για τους ερευνητές στην ΕΕ και οι δυνατότητες χρηματοδότησης της έρευνας, αποτελεί το κατάλληλο μέσο. Για την εφαρμογή του συστήματος αυτού πρέπει να παρακινηθούν οι ενδιαφερόμενες αρχές να το χρησιμοποιούν αποτελεσματικά.
1.2.1 Η αξία, από την πρόσληψη έως το τέλος της σταδιοδρομίας του ερευνητή, δεν θα πρέπει να υπολογίζεται μόνο στη βάση του αριθμού και της ποιότητας των δημοσιεύσεων, αλλά και βάσει των επιστημονικών αποτελεσμάτων. Πρέπει να εξεταστούν οι ικανότητες καινοτομίας, ιδίως στην αρχική φάση, σε σχέση με τα καθήκοντα που ανατίθενται και οι ικανότητες οργάνωσης και διαχείρισης κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας. Πρέπει ωστόσο να επιβραβεύονται πάντα οι εμπειρίες διεθνών συμπράξεων.
1.3 Είναι πράγματι απαραίτητη, για την επαγγελματική ανάπτυξη των ερευνητών, η προσφυγή σε κάθε είδους κινητικότητα, που σήμερα είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί λόγω νομικών και διοικητικών προβλημάτων. Η κινητικότητα, νοούμενη ως διαμονή σε μια χώρα ή σε μια περιοχή ή σε άλλο ερευνητικό κέντρο (δημόσιο ή ιδιωτικό), ή ως αλλαγή αντικειμένου ή κλάδου, θα πρέπει να θεωρείται πολύτιμη συνεισφορά στην επαγγελματική ανέλιξη του ερευνητή και, για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να ενθαρρύνεται ανάλογα με το οικονομικό και ασφαλιστικό καθεστώς καθώς και με τις οικογενειακές ανάγκες.
1.4 Ειδικότερα, θα πρέπει να εξαλειφθεί η αβεβαιότητα που συχνά συνδέεται με τον ρόλο των ερευνητών. Πρέπει συνεπώς να υποστηριχθεί ένθερμα η δυνατότητα λήψης μέτρων με στόχο την εξασφάλιση της συνέχειας της σύμβασης, την προώθηση της κοινωνικής ασφάλισης, τα δικαιώματα σε διάφορες μορφές ασφάλισης και η μεταφορά τους σε περίπτωση κινητικότητας. Η πτυχή αυτή καθιστά ιδιαιτέρως μειονεκτική τη θέση των ερευνητριών, οι οποίες δύσκολα ανέρχονται στην κορυφή της σταδιοδρομίας τους.
1.5 Προσδοκάται η ενεργός συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στους αρμόδιους οργανισμούς προκειμένου να διευκολυνθεί η πλήρης και ταχεία επίτευξη των προβλεπόμενων στόχων.
2. Εισαγωγή
2.1 Η ανακοίνωση COM(2008) 317 τελικό, εμφορούμενη από τις αρχές της στρατηγικής της Λισσαβώνας, αποσκοπεί στη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής σύμπραξης για τη βελτίωση της σταδιοδρομίας των ερευνητών, οι οποίοι θεωρούνται ως ο πρωταρχικός και θεμελιώδης άξονας στην πορεία προς μια οικονομία και μια κοινωνία της γνώσης.
2.2 Οι αλλαγές εποχής που αφορούν την κοινωνία φαίνονται ολοένα και περισσότερο πολύπλοκες, απροσδόκητες και καθοριστικά καινοτόμες, και για τον λόγο αυτό απαιτούν μια πολιτική που να επικεντρώνεται στην παραγωγή γνώσης και κατά συνέπεια στη διάδοσή της.
2.3 Οι αλλαγές αυτές συνδέονται με την ανάπτυξη μορφών παραγωγής της γνώσης που από το εσωτερικό μιας χώρας περνούν σε μια διάσταση της γνώσης που υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα. Οι ανταλλαγές γνώσεων μαζί με το οικονομικό εμπόριο αναζητούν νέες μορφές ρύθμισης ικανές να διαχειριστούν την αλλαγή μέσω μιας κοινής πολιτιστικής βάσης: το ευρωπαϊκό γόνιμο έδαφος (humus).
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1 Ο στόχος να καταστεί η Ευρώπη πιο ελκυστική ώστε να αναπτυχθούν δράσεις έρευνας πρέπει να υλοποιηθεί σε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο πολιτικών υποστήριξης των ερευνητών. Η διαδικασία αυτή πρέπει να προβλέπει τη συνειδητή και αρμονική συμμετοχή των κρατών μελών και να μην εδράζεται, όπως ισχύει με το παρόν νομοθετικό πλαίσιο, αποκλειστικά σε εθελοντική βάση.
3.2 Η ΕΟΚΕ επικροτεί αυτή την προσέγγιση που, ενώ φωτογραφίζει την υπάρχουσα κατάσταση, αποφεύγει κάθε τολμηρό βήμα και με βάση την πεπατημένη ζητεί από τα κράτη μέλη ταχείς και μετρήσιμες καινοτομίες, ούτως ώστε:
| — | να καθιερωθούν συστηματικά ανοικτές διαδικασίες πρόσληψης· | 
| — | να ικανοποιηθούν οι ανάγκες κοινωνικής ασφάλισης και συμπληρωματικής συνταξιοδότησης των διακινούμενων ερευνητών· | 
| — | να δοθούν ευνοϊκότερες συνθήκες απασχόλησης και εργασίας· και | 
| — | να βελτιωθούν η κατάρτιση και οι δεξιότητες και να αυξηθεί η πείρα των ερευνητών. | 
Οι πρωτοβουλίες αυτές θα πραγματοποιηθούν με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.
3.3 Με την πάροδο των ετών, οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα είναι τεράστιες· αρκεί να αναφερθούμε: στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας που ξεκίνησε με το έγγραφο COM(2000) 6 τελικό, της 18ης Ιανουαρίου 2000, στον στόχο που έθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Λισσαβώνα να καταστεί η οικονομία της γνώσης η πιο ανταγωνιστική και η πιο δυναμική οικονομία στον κόσμο έως το 2010· στα πρώτα μέτρα που αφορούν τους ερευνητές έως την Ευρωπαϊκή Χάρτα του Ερευνητή και τον κώδικα δεοντολογίας για την πρόσληψη ερευνητών. Οι προσπάθειες αυτές προβάλλουν τον κεντρικό χαρακτήρα του ερευνητικού συστήματος για την προώθηση της καινοτομίας, αποδίδουν δε στους ερευνητές έναν πρωταρχικής σημασίας ρόλο.
3.4 Rebus sic stantibus, ο Ευρωπαϊκός Χώρος Έρευνας πρέπει να διαθέτει τις βέλτιστες δυνατές συνθήκες ώστε να οργανώσει ένα έντονα ανταγωνιστικό και δυναμικό πλαίσιο στο οποίο οι ανθρώπινοι πόροι να μπορούν να αναζητήσουν καλύτερες προοπτικές σταδιοδρομίας καθ' όλη την επαγγελματική τους πορεία.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1 Ο ορισμός της Ευρωπαϊκής Χάρτας του Ερευνητή (που έχει ήδη υποδείξει η ΕΟΚΕ το 2004), ότι δηλαδή ερευνητές είναι: «επαγγελματίες που καταγίνονται με τη σύλληψη της ιδέας ή τη δημιουργία νέων γνώσεων, προϊόντων, διαδικασιών, μεθόδων και συστημάτων και με τη διαχείριση των αντιστοίχων έργων», υιοθετείται από την Επιτροπή με τον σκοπό της μεταφοράς νέων γνώσεων. Σε αυτό το πλαίσιο όμως ο ερευνητής πρέπει να ενθαρρύνεται από τις αρχές για τη διάδοση των αποτελεσμάτων της έρευνας ως έγκυρη πηγή για τους ειδικούς της επικοινωνίας, ούτως ώστε και οι πολίτες «μη ειδικοί» να μπορούν να κατανοούν καλύτερα τα επιστημονικά θέματα, ιδίως όταν αυτά επηρεάζουν έντονα την κοινή γνώμη (υγεία, κίνδυνοι διατροφής, περιβαλλοντικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης…).
4.2 Συμφωνεί συνεπώς με τη θέση να προσδιοριστούν ειδικές προτεραιότητες για να οργανωθεί ένα ευνοϊκό και ελκυστικό ευρωπαϊκό πλαίσιο για όσους εργάζονται στον κόσμο της έρευνας.
4.3 Αρχικά υπογραμμίζεται η σημασία να πραγματοποιηθούν αποφασιστικά βήματα για την υιοθέτηση εκ μέρους των κρατών μελών ανοικτών, διαφανών και αξιοκρατικών διαδικασιών πρόσληψης. Η μη εγγύηση της πλήρους πληροφόρησης κατά την πρόσληψη και την επιλογή προσωπικού θα σημαίνει υποστήριξη ενός αδιαφανούς συστήματος· οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι πλήρως διαθέσιμες και προσιτές, Για τον σκοπό αυτό η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως και εύχεται την ανάπτυξη του συστήματος πληροφόρησης EURAXESS, ώστε να τεθεί στο διαδίκτυο και κατά συνέπεια να ευνοηθεί η ζήτηση και η προσφορά ερευνητών στους διάφορους οργανισμούς και στα ευρωπαϊκά σχέδια. Για να συμπληρωθεί αυτό το σύστημα πληροφόρησης απαιτείται η πλήρης υποστήριξη των κρατών μελών και των διαφόρων οργανώσεων έρευνας και η δέσμευσή τους να θέσουν στο διαδίκτυο όλες τις πληροφορίες σχετικά με τις θέσεις ερευνητών και τα σχέδια έρευνας.
4.4 Στη συνέχεια, πρέπει να πριμοδοτείται η αξία και να προωθούνται καλύτερες συνθήκες εργασίας και κατάρτισης στην αρχική φάση της σταδιοδρομίας των ερευνητών: πρέπει να αλλάξουμε πορεία. Η παράταση της αβεβαιότητας, μετά από σκληρή και κοπιαστική μελέτη κατά την εκπαίδευση για την έρευνα, ωθεί στην εγκατάλειψη αυτής της σταδιοδρομίας και δημιουργούνται συνθήκες που δεν συγκρατούν ούτε αξιοποιούν τα καλύτερα ταλέντα. Η αξιολόγηση πρέπει να πραγματοποιείται με καινοτόμες μεθόδους κατάρτισης προκειμένου να εξασφαλιστεί η ποιότητα στην έρευνα και να μπορέσουν οι ερευνητές να αναπτύξουν τις κατάλληλες δεξιότητες που θα τους επιτρέψουν να καταλάβουν διευθυντικές θέσεις.
4.5 Πράγματι, η αξία θα πρέπει να κρίνεται όχι μόνο με βάση τον αριθμό και την ποιότητα των δημοσιεύσεων, αλλά και με την στάθμιση των ακόλουθων ικανοτήτων:
| — | διαχείριση της έρευνας, | 
| — | βαθμός καινοτομίας, | 
| — | δράση διδασκαλίας και εποπτείας, | 
| — | εργασία σε ομάδα, | 
| — | διεθνής σύμπραξη, | 
| — | μεταφορά γνώσεων, | 
| — | προσέλκυση οικονομικών πόρων για την έρευνα, | 
| — | διάδοση και επικοινωνία των επιστημονικών θεμάτων, | 
| — | εμπειρία σε επιχειρήσεις και δυνατότητα εφαρμογής των αποτελεσμάτων της έρευνας στον οικονομικό τομέα, | 
| — | διπλώματα ευρεσιτεχνίας, δράσεις ανάπτυξης ή εφευρέσεις, | 
| — | δημιουργικότητα και ανεξαρτησία. | 
Τέλος όσον αφορά τον άτυπο χαρακτήρα των συμβάσεων εργασίας των ερευνητών, δεν πρέπει να υφίστανται κυρώσεις σε περιπτώσεις διακοπής των επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
4.6 Ο άτυπος χαρακτήρας του ρόλου του ερευνητή, που συνοψίζεται με την αβεβαιότητα της σχέσης εργασίας, δεν θα πρέπει να επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα του επαγγελματικού και οικογενειακού βίου του ερευνητή. Ειδικότερα, θα πρέπει να διευκολύνεται κάθε μορφή κινητικότητας, ιδίως γεωγραφικής, που ενδείκνυται για την επαγγελματική ανέλιξη. Η κινητικότητα αποτελεί, πράγματι, έναν ισχυρό παράγοντα ανάπτυξης του συστήματος της ελευθερίας της γνώσης· συμβάλλει δε στην κατάρτιση και στην πολιτιστική ανάπτυξη του εργαζομένου και του συστήματος της έρευνας.
4.7 Προτείνονται ωστόσο μέτρα για τη διευκόλυνση των σχέσεων μεταξύ των ερευνητών διαφόρων πραγματικοτήτων: μόνον έτσι θα πολλαπλασιαστούν τα ενδιαφέροντα, οι εμπειρίες σύγκρισης και η κινητικότητα θα καταστεί παράγοντας γνώσης. Ενδείκνυται η σύγκριση των εμφανέστερων διαφορών μεταξύ του ευρωπαϊκού ερευνητικού συστήματος και του αντίστοιχου αμερικανικού το οποίο έχει την ικανότητα προσελκύει και να κρατεί τα ταλέντα, ώστε να υιοθετηθούν οι θετικές πτυχές αυτού του μοντέλου και να προσαρμοστούν στη δική μας πραγματικότητα· για παράδειγμα, από τις διαδικασίες πρόσληψης έως τα συστήματα αξιολόγησης και προώθησης της σταδιοδρομίας ενός ερευνητή.
4.8 Για την οικοδόμηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας πρέπει συνεπώς να υποστηριχθεί όχι μόνο η δυνατότητα μεταφοράς από το ένα κράτος (ή ερευνητικό οργανισμό) στο άλλο των χρηματοδοτήσεων που έχει λάβει ο μεμονωμένος ερευνητής, αλλά να κινηθεί μια ενάρετη διαδικασία στη βάση της οποίας οι οργανισμοί θα έχουν όφελος από την πρόσληψη των πλέον επιστημονικά καταρτισμένων ατόμων. Οι ερευνητές, όπως και οι άλλες κατηγορίες στις οποίες απαιτείται κινητικότητα, θα πρέπει να υποστηριχθούν, με την παροχή συγκεκριμένων κινήτρων (αμοιβές και διευκολύνσεις) κατά τις μετακινήσεις σε διαφορετικές έδρες, και να μην εμποδίζονται όπως συχνά συμβαίνει σήμερα (αιτία απώλειας εγκεφάλων). Προς αυτή την κατεύθυνση, ένας μηχανισμός που χρησιμοποιείται ευρέως στα αγγλοαμερικανικά πανεπιστήμια συνίσταται στη χορήγηση από τον οργανισμό χρηματοδότησης πρόσθετης χρηματοδότησης (overhead), ανάλογης με την ίδια τη χρηματοδότηση της έρευνας, στο ίδρυμα που φιλοξενεί τον ερευνητή που χρηματοδοτείται.
4.9 Από την άλλη πλευρά, ο ερευνητής που ενδιαφέρεται για κινητικότητα συχνά βρίσκεται, στο μεταξύ, με συμβάσεις επισφαλούς απασχόλησης. Η κατάσταση αυτή (κινητικότητα συν αβεβαιότητα), συνεπάγεται περαιτέρω επιβαρύνσεις στο επίπεδο της κοινωνικής ασφάλισης. Η ΕΟΚΕ επικροτεί συνεπώς την πρόταση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία οι ερευνητές και οι εργοδότες τους έχουν πρόσβαση σε ευπρόσιτες και στοχοθετημένες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων κοινωνικής ασφάλισης της ΕΕ στα διάφορα κράτη μέλη. Πρέπει να εξασφαλιστεί η κοινωνική ασφάλιση και να διευκολυνθεί η απόκτηση και η μεταφορά κάθε είδους δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης και της συμπληρωματικής συνταξιοδότησης. Πρέπει επίσης να υποστηριχθεί η λήψη μέτρων για την εξασφάλιση της συνέχειας της σύμβασης εργασίας των ερευνητών, για τους οποίους μπορεί να είναι φυσιολογική μια περίοδος αβεβαιότητας για λίγα χρόνια στην αρχή της σταδιοδρομίας αλλά που καθίσταται ταπεινωτική στην ηλικία των 40 ετών με μειωμένες δυνατότητες αυτονομίας και ελάχιστες πιθανότητες ανέλιξης σε διευθυντικές θέσεις.
4.10 Πρέπει επίσης να προωθηθεί μια διαφοροποίηση των επαγγελματικών σταδιοδρομιών του προσωπικού που ασχολείται με την έρευνα με τη δημιουργία μη παραδοσιακών δίαυλων εξόδου που να επιτρέπουν στον μεμονωμένο ερευνητή να χρησιμοποιήσει αποδοτικότερα τις γνώσεις του. Προς την ίδια κατεύθυνση βαίνει και η ιδέα δημιουργίας στενότερων σχέσεων με άλλους τομείς της δημόσιας διοίκησης και του χώρου της έρευνας· για παράδειγμα, η δημιουργία γεφυρών μεταξύ του εκπαιδευτικού και του ερευνητικού χώρου θα επιτρέψει στα εκπαιδευτικά ιδρύματα να αξιοποιήσουν εξαιρετικούς πόρους όπως το προσωπικό της έρευνας σε ποιοτικές και διαφοροποιημένες διδασκαλίες. Αντίστοιχα, οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ιδιαίτερα ευαίσθητοι σε θέματα έρευνας, θα μπορούσαν να συνεργαστούν σε αυτόν τον στρατηγικό τομέα, παρέχοντας μια συνεισφορά πολιτιστικού χαρακτήρα και εμπλουτίζοντας παράλληλα τις προς μετάδοση γνώσεις στους μαθητευόμενους.
4.11 Εάν αληθεύει ότι η έρευνα αποτελεί τον μοχλό της ανάπτυξης, οι σχέσεις της με τον επιχειρηματικό κόσμο καθίστανται ολοένα και περισσότερο ισχυρές. Η προηγμένη τεχνολογικά και καινοτόμα βιομηχανική και επιχειρηματική έρευνα πρέπει να παρακινεί την οικονομική ανάπτυξη. Εν προκειμένω πρέπει να υποστηριχθεί η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος μεταξύ έρευνας, καινοτομίας και επιχείρησης· είναι απαραίτητη λοιπόν η προώθηση της επωφελούς ανταλλαγής των επαγγελματιών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Ανταλλαγή που συχνά επιβραδύνεται από τις διάφορες πολιτικές διαχείρισης ανθρώπινων πόρων, οι οποίες χαρακτηρίζονται, για παράδειγμα, από καλύτερες αμοιβές και ελλιπή ασφάλεια εργασίας για τους ερευνητές του ιδιωτικού τομέα και από χαμηλότερες αμοιβές αλλά μεγαλύτερη ασφάλεια του δημόσιου τομέα. Ας ελπίσουμε ότι οι νόμοι των επιμέρους κρατών και οι εθνικές συμβάσεις εργασίας θα μπορέσουν σύντομα να μειώσουν το χάσμα αυτό με ειδικά μέτρα (φορολογικά κίνητρα, περιόδους άσκησης, κινητικότητα, κοινοτικά προγράμματα…).
4.12 Επίσης πρέπει να υποστηριχθούν μορφές επιχείρησης (νεοσύστατες, θυγατρικές) όπου οι δεξιότητες των ερευνητών μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε οικονομικές καινοτόμες δραστηριότητες. Η υποστήριξη μπορεί να πραγματοποιηθεί με ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης από τον τραπεζικό κόσμο και όχι μόνο (δημόσια οικονομικά), φορολογικές και ασφαλιστικές διευκολύνσεις.
4.13 Η ΕΟΚΕ επικροτεί το σχέδιο δράσης που υιοθετεί η Επιτροπή στο έγγραφό COM(2008) 317 τελικό· το εθνικό σχέδιο δράσης του 2009 που θα εκπονήσουν τα κράτη μέλη θα πρέπει αμέσως, μετά τη διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς, να εστιαστεί στους στόχους που έχουν δηλωθεί λαμβανομένων υπόψη του υφιστάμενου νομικού κοινοτικού πλαισίου, των βέλτιστων πρακτικών αλλά και των πρακτικών που είναι κοινές στα κράτη μέλη.
4.14 Τέλος κρίνεται αποφασιστικής σημασίας το συνέδριο του 2009 για την αξιολόγηση της κατάστασης και τη διαμόρφωση κοινής γνώσης για ενδεχόμενες τροποποιητικές ή βελτιωτικές παρεμβάσεις των κοινοτικών οργάνων.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/84 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση για απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της απόφασης 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις»
COM(2008) 380-2008/0122 (COD)
(2009/C 175/15)
Στις 12 Νοεμβρίου 2008 και σύμφωνα με τα άρθρα 61γ και 67, παρ.5 της ΣΕΚ, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το ακόλουθο θέμα:
«Πρόταση για απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της απόφασης 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις»
COM(2008) 380 τελικό — 2008/0122 (COD).
Στις 8 Ιουλίου 2008, το Προεδρείο ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», την προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ.
Λόγω του επείγοντος των εργασιών, κατά την 449η σύνοδο ολομέλειας, που πραγματοποιήθηκε στις 3 και 4 Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή απεφάσισε να ορίσει γενική εισηγήτρια την κυρία SÁNCHEZ MIGUEL και υιοθέτησε με ψήφους 124 υπέρ, 2 ψήφους κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα
1.1 Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόταση για την τροποποίηση της απόφασης 2001/470/ΕΚ με την οποία θεσπίστηκε ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο για αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όχι μόνο επειδή ανταποκρίνεται στην εντολή αναθεώρησης που ορίζεται στην ίδια την πρόταση, αλλά και επειδή αυτό συμβαίνει με βάση πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν την ίδια περίοδο σχετικά με τη λειτουργία του, και αποσκοπεί στην επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων σε ό,τι αφορά στο στόχο της πληροφόρησης των ευρωπαίων πολιτών.
1.2 Πρέπει να δοθεί προσοχή στο βέλτιστο συντονισμό μεταξύ των αρχών που συναποτελούν το ευρωπαϊκό δίκτυο και των εθνικών αρμοδίων επαφής, που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία και τη λειτουργία του δικτύου, ενώ το ίδιο ισχύει και για την απλούστευση των πληροφοριών με τη χρήση των κατάλληλων τεχνολογιών. Όλα αυτά θα συμβάλουν στη διευκόλυνση της πρόσβασης των νομικών επαγγελμάτων αλλά και των ενδιαφερομένων πολιτών που επιθυμούν να πληροφορηθούν σχετικά με τις δυνατότητες που υπάρχουν για τη διευθέτηση διασυνοριακών αστικών και εμπορικών διαφορών.
1.3 Με τη συμμετοχή όχι μόνο των δικαστικών αρχών, αλλά και των νομικών επαγγελμάτων θα προσδιοριστούν τα νομικά μέσα τα οποία είναι κατάλληλα για την τήρηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των ευρωπαίων πολιτών στις διάφορες αστικές και εμπορικές δραστηριότητές τους. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ ενός όσο το δυνατό περισσότερο ανοικτού και προσπελάσιμου δικτύου για όλους τους ενδιαφερόμενους, με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και της διαδικασίας για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
2. Εισαγωγή
2.1 Την επομένη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε, στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε μια διαδικασία για την εναρμόνιση και τη δημιουργία νομικών μέσων που θα επέτρεπαν την δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, και θα εξασφάλιζαν την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων εντός των συνόρων της Ε.Ε.. Ένα από τα πιο σημαντικά από αυτά τα μέσα είναι ο κανονισμός για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (1), ο οποίος καθιερώνει, μεταξύ άλλων, απλοποιημένες διαδικασίες εφαρμογής, τροποποιήσεις των προστατευτικών μέτρων για την εξασφάλιση της εφαρμογής αποφάσεων και την αναγνώριση προστατευτικών μέτρων που ισχύουν σε όλη την Ευρώπη.
2.2 Με γνώμονα την ίδια προσέγγιση, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2001/470/ΕΚ (2), με την οποία δημιουργήθηκε ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο για αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με βασικό στόχο τη θέσπιση ευρωπαϊκού μέσου δικαστικής συνεργασίας για την πληροφόρηση των νομικών επαγγελμάτων, ιδρυμάτων, διοικητικών φορέων και του ευρύτερου κοινού σχετικά με τα δικαιώματα που ισχύουν στα διάφορα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και τις διαδικασίες για την διευθέτηση διασυνοριακών νομικών διαφορών.
2.3 Το δίκτυο αποσκοπούσε επίσης στη διευκόλυνση της πρόσβασης των πολιτών στη δικαιοσύνη και ιδιαιτέρως στην περίπτωση διασυνοριακών διαφορών, όπως υποδείχθηκε ήδη, στην περίπτωση των οποίων δεν υπάρχει πάντα σύμπτωση ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς τη διαδικασία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δίνεται ιδιαίτερη σημασία στους αρμόδιους επαφής στους οποίους έχουν άμεση πρόσβαση όλοι οι ενδιαφερόμενοι, επαγγελματίες και μη. Η Επιτροπή αναφέρθηκε στην κατάσταση στις αρχές του 2008, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν 102 αρμόδιοι επαφής, 140 κεντρικές αρχές, 12 δικαστές-σύνδεσμοι και 181 δικαστικές αρχές που συμμετέχουν στο δίκτυο δικαστικής συνεργασίας.
2.4 Σ' αυτά πρέπει να προστεθεί ότι στην οδηγία 2008/52/ΕΚ (3) για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, γίνεται αναφορά στο δίκτυο ως απαραίτητο μέσο για την αποτελεσματική διαμεσολάβηση στην περίπτωση διασυνοριακών νομικών διαφορών.
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1 Όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 της απόφασης 2001/470/ΕΚ, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει ανά πενταετία έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα του δικτύου την ίδια περίοδο, στηριζόμενη σε πληροφορίες που παρέχονται από τους αρμόδιους επαφής στα κράτη μέλη. Με βάση τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να προταθούν τροποποιήσεις. Αυτός είναι ο σκοπός της τροποποιημένης απόφασης, έτσι ώστε να υλοποιηθούν οι στόχοι που έχουν οριστεί και έχουν ως νομική βάση το άρθρο 61γ της Συνθήκης, και να τηρηθούν οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.
3.2 Μέχρι στιγμής, το δίκτυο έχει επιτύχει την ενίσχυση της συνεργασίας και τη βελτίωση της πληροφόρησης μεταξύ δικαστών και νομικών επαγγελμάτων εντός της Ε.Ε.. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι αρμόδιοι επαφής πρέπει να προσφέρονται ως ολοκληρωμένα κέντρα πληροφόρησης για θέματα εθνικής νομοθεσίας και διαδικασιών που ισχύουν στην περίπτωση διασυνοριακών νομικών διαφορών. Θα ήταν ευκταία η πρόσβαση των πολιτών στο δίκτυο πληροφόρησης.
3.3 Η προτεινόμενη μεταρρύθμιση δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να τελειοποιεί ένα μηχανισμό, το δίκτυο, που θα επιτρέψει την ενίσχυση των προγραμματισμένων στόχων, ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά στον εξοπλισμό και τους ανθρώπινους πόρους που διατίθενται σε αυτό.
Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την προτεινόμενη μεταρρύθμιση, όχι μόνο λόγω των μέτρων για την ενίσχυση της λειτουργίας του δικτύου, αλλά και για την διασαφήνιση της ορολογίας η οποία θα επιτρέψει τη χρήση του με μεγαλύτερη νομική ακρίβεια.
3.4.1 Στην τροποποίηση του άρθρου 2 της απόφασης, για παράδειγμα, αναφέρεται ότι στόχος του δικτύου είναι η «δικαστική συνεργασία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», αντί της προηγούμενης γενικής διατύπωσης «συνεργασία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις».
3.4.2 Επίσης, λαμβάνεται μέριμνα για το συντονισμό των αρμόδιων επαφής, στην περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός σε ένα κράτος μέλος, με την απαίτηση για τον ορισμό κύριου αρμόδιου επαφής.
3.4.3 Ο κύριος αρμόδιος επαφής επικουρείται από δικαστή ο οποίος όχι μόνο είναι μέλος του δικτύου αλλά και λειτουργεί ως σύνδεσμος με τις τοπικές δικαστικές αρχές.
3.5 Σε συμφωνία με τον βασικό στόχο της μεταρρύθμισης, το άρθρο 5 τροποποιείται για να επεκταθεί η συνεργασία σε ό,τι αφορά στην πληροφόρηση εντός του δικτύου και των δικαστικών αρχών, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή της νομοθεσίας σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση, ακόμη και αν η νομοθεσία αυτή προέρχεται από άλλο κράτος μέλος ή αποτελεί διεθνές νομικό μέσο. Η ΕΟΚΕ θα θεωρούσε ότι προκύπτει προστιθέμενη αξία αν το δίκτυο αυτό χρησίμευε για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με την υφιστάμενη δικαστική συνεργασία και τα διάφορα δικαιοδοτικά συστήματα. Αυτή η λειτουργική επέκταση θα αποσκοπούσε στην κατοχύρωση και την εξασφάλιση των δικαιωμάτων που απόκτησαν οι πολίτες στα πλαίσια των αστικών και εμπορικών σχέσεων που ανέπτυξαν εντός της ΕΕ.
3.6 Ένα σημαντικό στοιχείο είναι η τροποποίηση που επήλθε στη διαδικασία πληροφόρησης — με την αναδιατύπωση του άρθρου 8 — η οποία αναγνωρίζει το ηλεκτρονικό μητρώο που θα τηρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να κάνει ένα μόνο σχόλιο επί του σημείου αυτού: Για να τεθεί το συντομότερο δυνατό σε εφαρμογή το ηλεκτρονικό μητρώο, πρέπει να διατεθούν τα τεχνικά και οικονομικά μέσα που είναι απαραίτητα για την αποτελεσματική λειτουργία του.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1 Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το περιεχόμενο της προτεινόμενης μεταρρύθμισης, καθώς και με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για την προώθησή της. Επιπλέον, το δίκτυο συνεργασίας μεταξύ δικαστικών αρχών και νομικών επαγγελμάτων στα κράτη μέλη μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά μείζον επίτευγμα.
4.2 Παρότι αναγνωρίζεται ότι έχει θετικό χαρακτήρα, πρέπει να επισημανθεί ότι η θέση της Δανίας ως παρατηρητή στο δίκτυο εγκαταλείπει ένα μέρος του κοινού ευρωπαϊκού χώρου χωρίς δικαστικό συντονισμό, παρόλο που καλύπτεται από την ίδια κοινοτική νομοθεσία. Εντούτοις, το νέο άρθρο 11α προβλέπει τη συμμετοχή παρατηρητών στο δίκτυο, καθώς και των νέων κρατών μελών και τρίτων χωρών που θα έχουν προσχωρήσει στη νέα σύμβαση του Λουγκάνο (4) που θα μπορούν να συμμετέχουν σε ορισμένες συνεδριάσεις του δικτύου.
4.3 Ένα σημείο στο οποίο θεωρούμε ότι έπρεπε να υπάρχει περισσότερη ευελιξία είναι η μικρή προθεσμία απάντησης σε αιτήματα δικαστικής συνεργασίας. Παρότι αναγνωρίζουμε τη σημερινή αποτελεσματικότητα, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι με τη βελτίωση των πληροφοριών και την αύξηση των χωρών που συμμετέχουν, θα είναι αδύνατο να τηρηθούν οι προθεσμίες. Πρέπει να ληφθούν υπόψη διάφορες καταστάσεις που έχουν σχέση με την οργάνωση αλλά και τα τεχνικά μέσα που υφίσταται στα διάφορα κράτη, ακόμη και σε περιφερειακό επίπεδο. Θα πρέπει να αναμείνουμε τα αποτελέσματα της νέας μεταρρύθμισης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στα τεχνικά μέσα που παρέχονται στους αρμόδιους επαφής και το δίκτυο, και ιδιαιτέρως τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το μητρώο.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 44/2001 της 22ας Δεκεμβρίου 2000 — ΕΕ L 12 της 16.1.2001.
Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ — ΕΕ C 117 της 26.4.2000, σ. 6.
(2) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ — ΕΕ C 139 της 11.5.2001, σ. 6.
(3) Οδηγία 2008/52/EC του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008; ΕΕ L 136 της 24.5.2008.
Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ — ΕΕ C 286 της 17.11.2005, σ. 1.
(4) Υιοθετήθηκε στις 30.10.2007.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/87 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών Βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μέσω των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών»
(COM(2008) 241 τελικό)
(2009/C 175/16)
Στις 13 Μαΐου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την
«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μέσω των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών»
COM(2008) 241 τελικό.
Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 10 Νοεμβρίου 2008 με εισηγητή τον κ. HERNÁNDEZ BATALLER.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειας, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 123 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 21 αποχές.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 H Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή θεωρεί ότι η αειφόρος ανάπτυξη πρέπει να είναι ένας πρωταρχικός στόχος των πολιτικών της ΕΕ. Η αειφόρος ανάπτυξη οφείλει να επιτυγχάνεται, ανάμεσα σ’ άλλα, μέσω της ενεργειακής απόδοσης, της ανάπτυξης καινούριων εναλλακτικών πηγών ενέργειας («ανανεώσιμων», «καθαρών» ή «πράσινων») και, τελικά, μέσω της υιοθέτησης μέτρων προς μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2), ενώπιον της αλλαγής του κλίματος.
1.2 Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αντιπροσωπεύει πρόοδο προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς προτείνει τη δημιουργία εθνικών και περιφερειακών προγραμμάτων στον τομέα της έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης (Ε & ΤΑ), και αντιλαμβάνεται τις τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ) ως κινητήριο μοχλό για αυξημένη ενεργειακή απόδοση.
1.3 Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι οι ΤΠΕ συνεισφέρουν διπλά στους στόχους της αειφόρου ανάπτυξης: Απ’ τη μια πλευρά, η έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία των συστατικών, του εξοπλισμού και των υπηρεσιών των ΤΠΕ θα συνεισφέρει στην εξοικονόμηση ενέργειας κατά τη χρήση τους. Απ’ την άλλη πλευρά, η εφαρμογή των ΤΠΕ σε διαφορετικούς τομείς της οικονομίας, τόσο από την οπτική της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης, επιτρέπει την «αποϋλοποίηση» πολλών διαδικασιών και την αντικατάσταση των ενσώματων ή υλικών συναλλαγών με την on line παροχή υπηρεσιών, που συνεπάγεται, επίσης, αντίστοιχη εξοικονόμηση ενέργειας. Επιπλέον όμως, για την ΕΟΚΕ είναι σημαντικό να εφαρμοσθούν σχήματα εξοικονόμησης ενέργειας σε ολόκληρη την διαδικασία κατασκευής και χρήσης του τεχνολογικού εξοπλισμού και να μην στρέφεται η προσοχή αποκλειστικά στην αποδοτικότητα στον τομέα της κατανάλωσης κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής των μηχανημάτων.
1.4 Η ανακοίνωση της Επιτροπής θέλει να προωθήσει, σύμφωνα με τους παραπάνω στόχους, μια αρχική περίοδο συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών, ως στάδιο που θα προηγηθεί μιας δεύτερης ανακοίνωσης, στην οποία θα ορισθούν οι βασικοί άξονες δράσης (1). Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να προωθηθούν βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες δράσεις ενίσχυσης της ενεργειακής απόδοσης.
1.5 Ένας σημαντικός παράγοντας για την επίτευξη υψηλής ενεργειακής απόδοσης, από την πλευρά της προσφοράς, είναι η αντικατάσταση του εξοπλισμού ο οποίος δαπανά πολλή ενέργεια, επειδή είναι παρωχημένος τεχνολογικά ή έχει υποστεί σημαντική φθορά καθώς βρίσκεται πια στο τέλος του κύκλου ζωής του. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ποσοστό μεγαλύτερο του 50 % των ηλεκτρικών οικιακών συσκευών που υπάρχουν στα νοικοκυριά είναι πάνω από δέκα χρόνων και μπορούν να θεωρηθούν ως ενεργειακά ανεπαρκείς. Η Επιτροπή μπορεί, πριν από την ανάπτυξη προσανατολισμών ως προς το ζήτημα αυτό, ή και εναλλακτικά προς αυτούς, να προωθήσει κριτήρια για τη βιομηχανία. Με την υποστήριξη των εθνικών κυβερνήσεων και τη συνδρομή των οργανώσεων καταναλωτών και των χρηστών, τα κριτήρια αυτά θα συμβάλλουν στην προσπάθεια αντικατάστασης του προαναφερθέντος εξοπλισμού.
1.6 Η ΕΟΚΕ θεωρεί, για παράδειγμα, ότι η παροχή ψηφιακής επίγειας τηλεόρασης στα διάφορα κράτη μέλη πρέπει να αποτελέσει εφαλτήριο για την ανανέωση του συνόλου των δεκτών και την αντικατάσταση των παραδοσιακών δεκτών που βασίζονται σε καθοδικές λυχνίες (LCD) από τηλεοράσεις με οθόνη υγρών κρυστάλλων (CRT). Αυτό προϋποθέτει, παραδείγματος χάριν, την υποστήριξη, μέσω συμφωνιών με κατασκευαστές και οργανώσεις χρηστών, της παραγωγής και της αγοράς ολοκληρωμένου εξοπλισμού που θα εγγυάται την αλληλεπίδραση αντί της χρήσης περιφερειακών αποκωδικοποιητών οι οποίοι προσαρμόζονται σε τηλεοράσεις αναλογικής τεχνολογίας. Οι τεχνικές μελέτες δείχνουν ότι οι τηλεοράσεις τεχνολογίας CRT καταναλώνουν κατά ένα τρίτο περισσότερη ενέργεια από τις τηλεοράσεις τεχνολογίας LCD, ενώ οι ενεργειακές δαπάνες στη θέση «αναμονής» ή stand by είναι έως και κατά 60 % υψηλότερες.
1.7 Η Επιτροπή μπορεί να υιοθετήσει αντίστοιχες θέσεις ως προς άλλους τομείς, όπως το ηλεκτρικό δίκτυο (παραγωγή και διανομή), τα «ενεργειακά έξυπνα» κτίρια και τον «έξυπνο» φωτισμό: Έτσι λοιπόν πρέπει να αναπτυχθούν η ηλεκτρονική εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας και οι τεχνολογικές καινοτομίες σε σχέση με την παραγωγή και τη διανομή της, τα συστήματα διαχείρισης, υπολογισμού και απεικόνισης της εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια, καθώς και οι εξελίξεις στον τομέα του έξυπνου φωτισμού, τόσο εσωτερικού όσο και εξωτερικού χώρου και στους δρόμους, μέσω πηγών φωτισμού ικανών να αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους και να προσαρμόζονται ηλεκτρονικά στις ανάγκες φωτισμού.
Παραδείγματος χάριν, είναι γνωστό ότι η ενέργεια που δαπανάται για την κατασκευή και την εξέλιξη των υπολογιστών είναι διπλάσια από όση δαπανάται συνολικά κατά τη χρήση τους στον κύκλο ζωής τους. Επίσης, πρέπει να δοθεί η δέουσα προσοχή στην υψηλή ενεργειακή κατανάλωση των εξυπηρετητών και των μηχανών αναζήτησης του Διαδικτύου και να αναπτυχθούν συγκεκριμένες λύσεις σε αυτό τον τομέα, λαμβανομένης υπόψη, ιδιαίτερα, της ολοένα και αυξανόμενης χρήσης του Διαδικτύου, καθώς και της αύξησης της ενεργειακής κατανάλωσης που εμφανίζεται ως συνδεόμενη με την τεχνολογική σύγκλιση. Ομοίως, πολύ σημαντικό είναι να αξιολογηθεί η εξοικονόμηση ενέργειας που μπορεί να προκύψει από τη χρήση διαλειτουργικών εξοπλισμών, τυποποιημένων από άποψη τεχνολογικών προτύπων, η οποία καταλήγει σε μικρότερη αύξηση των εξοπλισμών και μεγαλύτερη αξιοποίησή τους, σύμφωνα και με τα όσα επισημαίνονται στην οδηγία 2005/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2005, για θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια (2).
Οι καταναλωτές μπορούν να συνεισφέρουν με καθοριστικό τρόπο στο σχέδιο εξοικονόμησης ενέργειας χρησιμοποιώντας δεόντως τις νέες τεχνολογίες· επίσης, στην περίπτωση αυτή, η ανάπτυξη προγραμμάτων πληροφορικής και τεχνολογικών μέσων δίνει στους καταναλωτές την ευκαιρία να προβάλλουν, γρήγορα και απλά, τις απαραίτητες πληροφορίες ως προς τη σωστή χρήση του εξοπλισμού, καθώς και να υπολογίζουν το ποσό ενέργειας που μπορεί να εξοικονομηθεί. Για παράδειγμα, περιορίζοντας το χρόνο λειτουργίας των υπολογιστών και των περιφερειακών μονάδων στον καθαρό χρόνο χρήσης τους, αποφεύγοντας την προφύλαξη οθόνης ή το διάστημα λειτουργίας σε χαμηλή κατανάλωση, βελτιώνοντας τη χρήση των εκτυπωτών κλπ.. Χονδρικά, εκτιμάται ότι η «κατανάλωση-φάντασμα» που έχουν τα μηχανήματα στην ήδη προαναφερθείσα θέση «αναμονής» ή stand by μπορεί να αντιστοιχεί σε περίπου 12 % του ετήσιου λογαριασμού ηλεκτρικού σε ένα νοικοκυριό. Αν προστεθούν και η κακή χρήση της τεχνολογίας και τα πεπαλαιωμένα μηχανήματα, το κόστος αυτό εκτοξεύεται. Είναι προφανές ότι η ανάγκη αντικατάστασης του εξοπλισμού συνεπάγεται σημαντικό κόστος για τους καταναλωτές, το οποίο, σε ορισμένες περιπτώσεις, θα έπρεπε να καλύπτεται με κοινωνικές ενισχύσεις.
1.8 Σε όλες αυτές τις πρωτοβουλίες θα πρέπει να προστεθούν πιστοποιητικά ποιότητας και επισημάνσεις με ακριβείς και σαφείς πληροφορίες για τους χρήστες σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των διαφόρων συσκευών, τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον ή το «αποτύπωμα άνθρακά» τους κλπ., ούτως ώστε να επιτυγχάνεται η συνειδητοποίηση των πολιτών και να προσανατολίζεται η ζήτηση και η ίδια η χρήση σε αποδοτικές και βιώσιμες επιλογές από ενεργειακή σκοπιά. Οι εμπειρίες ως προς τις ΤΠΕ που αποκτώνται σε τομείς όπως ο οπτικοακουστικός, οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες, οι ηλεκτρικές συσκευές, τα «έξυπνα» κτίρια ή ο φωτισμός θα βοηθήσουν στη λήψη μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας σε άλλους βασικούς τομείς στους οποίους η Επιτροπή ενεργοποιήθηκε σχετικά, όπως στην αυτοκινητοβιομηχανία, την μεταποιητική βιομηχανία και τις μεταφορές.
Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να λάβει πρωτοβουλίες ενημέρωσης των καταναλωτών, των επιχειρήσεων, της δημόσιας διοίκησης κλπ., με εκστρατείες ευαισθητοποίησης διεξαγόμενες με διάφορα μέσα.
1.9 Η Επιτροπή πρέπει, επίσης, να προωθήσει την ανάπτυξη τυποποιημένων και αξιόπιστων δεικτών για την ποσοτική εκτίμηση και τη στάθμιση της εξοικονόμησης ενέργειας που μπορεί να προέλθει από τη χρήση ΤΠΕ. Αυτό θα συνέβαλε στον περιορισμό της χρήσης του όρου «καθαρή» ή «πράσινη ενέργεια», ο οποίος όλο και περισσότερο χρησιμοποιείται παραπλανητικά και με ασάφεια, ως απλή στρατηγική προώθησης των πωλήσεων και χωρίς πραγματική αιτιολόγηση, που να μπορεί να αποδειχθεί και να αξιολογηθεί ποσοτικά, ως προς την εξοικονόμηση ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών ρύπων. Η καθιέρωση τέτοιων δεικτών θα επιτρέψει να διευκρινίζεται πότε πρόκειται για αθέμιτη εμπορική πρακτική, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για εμπορικές επικοινωνίες που χρησιμοποιούν τέτοια επιχειρήματα «οικολογικού μάρκετινγκ».
Σε ένα περιβάλλον ιδιωτικοποιήσεων και απελευθέρωσης της ενεργειακής αγοράς, είναι σημαντικό να ενθαρρυνθούν οι επιχειρήσεις για την υιοθέτηση επενδύσεων σε εξοικονόμηση ενέργειας και ενεργειακή βιωσιμότητα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί εάν βοηθηθούν οι επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν τις εν λόγω επενδύσεις ως επιχειρηματική ευκαιρία και ως πεδίο σταθερής και εξειδικευμένης απασχόλησης.
1.10 Η ΕΟΚΕ κρίνει απαραίτητο να εντατικοποιηθούν οι πολιτικές πρωτοβουλίες στην ΕΕ ούτως ώστε να εξασφαλισθούν οι πόροι που θα επιτρέψουν να υλοποιηθούν τέτοιοι στόχοι εξοικονόμησης ενέργειας, με υποχρεωτικά μέτρα εξοπλισμού που θα συμπληρώσουν τα κενά των εθνικών προγραμμάτων στο θέμα αυτό. Η κοινοτική παρέμβαση στο ζήτημα αυτό, μέσω της υιοθέτησης μιας οδηγίας, θα επιφέρει προστιθέμενη αξία στις δράσεις των κρατών μελών, χωρίς να παραγνωρίζεται η στήριξη της Επιτροπής για την καθιέρωση, σε εθνικό επίπεδο, κωδίκων ορθών πρακτικών και η εκπόνηση συγκριτικών μελετών σχετικά με την βελτιστοποίηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως κίνητρο στο εσωτερικό της ΕΕ και να δώσουν ώθηση στην κατάρτιση εκθέσεων ενεργειακής εξοικονόμησης εκ μέρους των επιχειρήσεων.
2. Αιτιολογία
2.1 Ιστορικό
2.1.1 Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εγγράφεται στο εξής πλαίσιο:
| — | στις προτεραιότητες που έθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων στην Εαρινή Σύνοδο του 2007, όπου τονίσθηκε η ανάγκη να ανακοπεί η αλλαγή του κλίματος· να εξασφαλισθεί επαρκής, ασφαλής και ανταγωνιστική ενέργεια και να κατοχυρωθεί ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης του 21ου αιώνα. Στο προαναφερθέν Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επετεύχθη συναίνεση ως προς την ανάγκη η συνδυαστική πολιτική κλίματος και ενέργειας να αποτελεί στο εξής την ίδια τη βάση του πολιτικού προγράμματος της ΕΕ, θεσπίζοντας συγκεκριμένους και νομικά δεσμευτικούς στόχους — γεγονός ενδεικτικό της αποφασιστικότητάς του στον τομέα αυτό. Η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο να αποδεσμευθεί στο μέλλον η συνεχής ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας — στοιχείο απαραίτητο για την επίτευξη της πλήρους απασχόλησης και της κοινωνικής ένταξης— από την ενεργειακή κατανάλωση. Οι τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) (3) οφείλουν να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στη μείωση της ενεργειακής έντασης και την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης της οικονομίας· | 
| — | στη δέσμη μέτρων που υιοθέτησε η Επιτροπή στις 23 Ιανουαρίου 2008, τα οποία προσανατολίζονταν στην απόδειξη ότι οι παραπάνω στόχοι δεν είναι απλώς βιώσιμοι τεχνολογικά και οικονομικά, αλλά και ότι επίσης αποτελούν μια επιχειρηματική ευκαιρία για χιλιάδες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις· | 
| — | στο Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Σχέδιο για την Ενεργειακή Τεχνολογία, καθώς και σε διάφορες άλλες δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε διαφορετικούς τομείς, οι οποίες όλες προσπαθούν να ανταπεξέλθουν στην πρόκληση των κλιματολογικών αλλαγών. | 
2.2 Γενικές παρατηρήσεις
2.2.1 Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα, η υπό εξέταση ανακοίνωση προτίθεται να προωθήσει τις τρέχουσες διαβουλεύσεις ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα μέρη σε διάφορους επιλεγμένους τομείς, όπως λόγου χάριν ο ίδιος ο τομέας παραγωγής των ΤΠΕ, ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας, τα έξυπνα κτίρια και ο έξυπνος φωτισμός. Αυτό προϋποθέτει μια διαδικασία συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών, αλλά και μια συμβουλευτική διαδικασία και συνεργασία του μέγιστου αριθμού φορέων: των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων (Κοινοβούλιο, Επιτροπή των Περιφερειών, Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή), των κρατών μελών, της βιομηχανίας, των ερευνητικών φορέων και των καταναλωτών. Οι καταναλωτές μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην πειραματική χρήση των νέων εξοπλισμών και συστατικών.
Η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει την όσο το δυνατόν ευρύτερη συμμετοχή των καταναλωτών και των χρηστών στους στόχους εξοικονόμησης ενέργειας μέσω των ΤΠΕ, έτσι ώστε να είναι «έξυπνα» όχι μόνο τα συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας, αλλά και η χρήση των εν λόγω συστημάτων εκ μέρους των πολιτών. Η συμμετοχή αυτή μπορεί να ενσωματωθεί στις διαδικασίες έρευνας, ανάπτυξης και καινοτομίας μέσω διαφόρων μεθόδων, όπως είναι το ευρωπαϊκό δίκτυο των «living labs», τα οποία δίνουν ευθέως πρόσβαση στη γνώμη, τη στάση και τη συμπεριφορά των χρηστών μέσω ακριβώς της μηχανικής παρατήρησης μέσω των ίδιων των ΤΠΕ.
2.2.2 Οι συνέργειες και οι συμφωνίες καλής πρακτικής που μπορούν να αναπτυχθούν σε αυτό το πλαίσιο θα επιτρέψουν να υλοποιηθούν πρότυπα προγράμματα προς ενίσχυση της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης (Ε & ΤΑ). Στον συγκεκριμένο τομέα των ΤΠΕ, η έρευνα για την ενεργειακή αποδοτικότητα εκφράζεται μέσω εθνικών και περιφερειακών προγραμμάτων, του προγράμματος της ΕΕ για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία και των λειτουργικών προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται στα πλαίσια της πολιτικής για την συνοχή. Με τον τρόπο αυτό, ορισμένες επιχειρήσεις θα έχουν κίνητρα να αξιολογήσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της δράσης τους και να λάβουν αποφάσεις με βάση αυτή τη διάγνωση και βασιζόμενες στο συνδυασμό των δικτύων προηγμένων επικοινωνιών και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας («negawatts»).
2.2.3 Η ΕΟΚΕ έχει ήδη διατυπώσει τις απόψεις της, σε διάφορες περιστάσεις, ως προς τη σημασία των ΤΠΕ για την επίτευξη της δομικής αλλαγής και τη σημαντική συνεισφορά τους στην καινοτομία, μεταξύ άλλων στις γνωμοδοτήσεις της για τις νανοτεχνολογίες (4), τις βιοτεχνολογίες (5), την έρευνα σχετικά με την υγεία (6), και ιδιαίτερα στη γνωμοδότησή της σχετικά με τις τεχνολογίες των πληροφοριών. Στο έβδομο πρόγραμμα πλαίσιο, οι ΤΠΕ αντιμετωπίζονται κατά τρόπο κατ’ εξοχήν οριζόντιο και, ως προς τα μέτρα Ε & Α, είναι κρίσιμο, από οικονομική και περιβαλλοντική οπτική γωνία, να χρησιμοποιούνται οι πιο σύγχρονες τεχνολογίες και να αφιερώνονται περισσότεροι πόροι του κοινοτικού προϋπολογισμού για την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας (7).
2.3 Ειδικές παρατηρήσεις
Η Επιτροπή αναλύει ιδιαίτερα τον ηλεκτρονικό τομέα, όπου στις μέρες μας παρατηρείται σωρεία αλλαγών που χαρακτηρίζονται από την απελευθέρωση της αγοράς, την αύξηση του αριθμού των τοπικών ενεργειακών δικτύων, την ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τη διάδοση της συμπαραγωγής και της μικροπαραγωγής (μικροδίκτυα, εικονικές μονάδες παραγωγής), την συρρίκνωση της αλυσίδας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, τις ενεργειακές αντισταθμίσεις μεταξύ χρηστών, καθώς και τις νέες απαιτήσεις των πολιτών.
2.3.1.1 Η βελτίωση των ηλεκτρικών δικτύων, από την παραγωγή έως τη διανομή — συμπεριλαμβανομένης της αύξησης της αποτελεσματικότητας των εν λόγω δικτύων, για την αποφυγή απωλειών ενέργειας—, παρουσιάζεται στην αξιολόγηση του σχεδίου δράσης για την ενεργειακή απόδοση, επί της οποίας η ΕΟΚΕ εξέδωσε πρόσφατα γνωμοδότηση, στην οποία και παραπέμπουμε (8).
2.3.1.2 Η Επιτροπή προσανατολίζεται επίσης στις δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας που παρέχουν τα έξυπνα κτίρια, είτε χρησιμοποιούνται ως κατοικίες είτε για εμπορικές δραστηριότητες. Στον εν λόγω τομέα αναφέρεται ιδιαίτερα η ανάπτυξη συστημάτων διαχείρισης, υπολογισμού και απεικόνισης των ενεργειακών δαπανών, τα οποία παρουσιάζουν επιπλέον το πλεονέκτημα ότι οι χρήστες θα συνειδητοποιούν περισσότερο τις δαπάνες αυτές. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ποσοστό μεγαλύτερο του 40 % της ενεργειακής κατανάλωσης στην Ευρώπη σχετίζεται με τα κτίρια.
2.3.1.3 Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ (9) πρέπει να δοθούν νέα πολιτιστικά ερεθίσματα και κίνητρα, απ’ τη μια πλευρά προκειμένου να αντισταθμισθεί η αύξηση του κόστους κι απ’ την άλλη προκειμένου να τονωθεί το ενδιαφέρον για:
| — | την έρευνα υπό μορφήν σχεδίων, | 
| — | την αναθεώρηση των μεθόδων κατασκευής, | 
| — | τη χρήση καλύτερων ποιοτικά υλικών τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία της κατασκευής και | 
| — | καινούριες διαρθρωτικές λύσεις. | 
2.3.1.4 Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει (10) ότι από πλευράς τελικού καταναλωτή πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη τα εμπόδια που υφίστανται κατά την προώθηση και εφαρμογή της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων στην Ευρώπη: εμπόδια τεχνικά, οικονομικά, δημοσιονομικά, νομικά, διοικητικά και γραφειοκρατικά, θεσμικά και διαχειριστικά, κοινωνικά, εμπόδια λόγω συμπεριφοράς καθώς και λόγω έλλειψης μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης (έλλειψη ισορροπίας μεταξύ θέρμανσης/ψύξης, μη συνεκτίμηση των κλιματικών συνθηκών κλπ.).
Τα έξυπνα σπίτια συνεισφέρουν τόσο στην ποιότητα ζωής, την άνεση και την ασφάλεια των ενοίκων τους όσο και στην εξοικονόμηση χρημάτων και ενέργειας. Η συνδεσιμότητα παρέχει πρόσβαση σε υπηρεσίες επικοινωνιών [λήψη, προσαρμογή και διανομή των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σημάτων μέσω επίγειων και δορυφορικών κυμάτων, ασύμμετρης ψηφιακής συνδρομητικής γραμμής (ADSL), καλωδιακών συνδέσεων, ηλεκτρικού δικτύου], όπως και σε άλλες υπηρεσίες μεγάλης αποδοτικότητας ως προς την εξοικονόμηση ενέργειας: στον εντοπισμό διαρροών αερίου και ύδατος, ή υπερβολικής κατανάλωσης ηλεκτρικού λόγω ελαττώματος ή βλάβης, στον αυτόματο έλεγχο ποτίσματος, στον κλιματισμό.
Χάρη στην ενσωμάτωση τόσο ενεργητικών όσο και παθητικών μεθόδων για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών των κατοικιών, η κατανάλωση των νοικοκυριών μπορεί να μειωθεί κατά ποσοστό 50 % και, σύμφωνα με ορισμένες μελέτες, έως και κατά 70 % αν συνδυασθούν οι καθαρές πηγές ενέργειας με τα μηχανικά συστήματα περιβαλλοντικού ελέγχου.
Η πρόοδος στον τομέα του έξυπνου φωτισμού, τόσο για εσωτερικούς όσο και για εξωτερικούς χώρους και για το οδικό δίκτυο, μας παρέχει φωτεινές πηγές ικανές να αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους και να προσαρμόζονται ηλεκτρονικά στις ανάγκες φωτισμού. Ήδη υπάρχουν στην αγορά τεχνολογίες με μεγάλο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας όπως οι φωτοδίοδοι (LED), ή οι νεότερες ακόμη οργανικές φωτοδίοδοι (OLED). Περίπου ένα πέμπτο της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας ξοδεύεται στο φωτισμό.
2.3.2.1 Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ του να προωθηθούν και ενθαρρυνθούν οι εθελοντικές συμφωνίες που εισάγουν μέτρα όλο και πιο έξυπνου φωτισμού για καλύτερη ενεργειακή απόδοση σε όλους τους δημόσιους χώρους, εσωτερικούς και εξωτερικούς.
2.3.2.2 Προκειμένου να επιτευχθεί ένας ανθρακικά ουδέτερος κλάδος, βάσει της σύναψης εθελοντικών συμφωνιών για πρότυπα προγράμματα, η προώθηση των «οικολογικών δημοσίων συμβάσεων» στο πλαίσιο του οικοσυστήματος των ΤΠΕ μπορεί να αποτελέσει μία κατεύθυνση και μορφή αναζήτησης διαρθρωτικών αλλαγών.
Η Επιτροπή πρέπει να φροντίσει ούτως ώστε οι επιχειρήσεις που επενδύουν στον περιορισμό της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης να κερδίζουν την εύνοια των καταναλωτών, πέραν του μειωμένου κόστους λειτουργίας που επιτυγχάνουν χάρη στην εξοικονόμηση ενέργειας. Όμως και οι επιχειρήσεις πρέπει να προβούν, ως μέρος της περιβαλλοντικής τους πολιτικής, στην ενδεδειγμένη ανακύκλωση των ηλεκτρονικών συστατικών, των αποβλήτων και των πλεονασμάτων. Η ανακύκλωση πρέπει να προβλέπεται ήδη κατά την παραγωγή του εξοπλισμού ούτως ώστε ένα υψηλό ποσοστό των χρησιμοποιούμενων υλικών και συστατικών να μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν. Δεδομένης της μεγάλης σημασίας του θέματος, η ΕΟΚΕ επεξεργάζεται σχετική γνωμοδότηση πρωτοβουλίας, στην οποία θα διατυπώσει προτάσεις για τα συστήματα διαχείρισης αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού.
2.3.2.3 Η ΕΟΚΕ έχει ήδη προτείνει (11) να προωθηθούν οι οικολογικές δημόσιες συμβάσεις, με τον ορισμό των τεχνικών χαρακτηριστικών των «οικολογικών» προϊόντων, με σημείο αφετηρίας τα προϊόντα με τις βέλτιστες περιβαλλοντικές επιπτώσεις, την αναφορά του κόστους των προϊόντων ή του κύκλου ζωής των υπηρεσιών στις προδιαγραφές τους, τη δημιουργία ειδικής βάσης δεδομένων στο διαδίκτυο, την ενημέρωση των κοινοτικών οδηγιών σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις συμπεριλαμβάνοντας σ’ αυτές αναφορές σε πρότυπα, σε συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, στα οικολογικά σήματα και στον οικολογικό σχεδιασμό και, τέλος, με τη θέσπιση εθνικών σχεδίων δράσης για την υιοθέτηση των οικολογικών δημόσιων συμβάσεων. Η στήριξη αυτή πρέπει να επικεντρωθεί ιδιαίτερα στις ΜΜΕ, λόγω του σημαντικού ποσοστού που αντιπροσωπεύουν στον συνολικό όγκο παραγωγής και απασχόλησης, σύμφωνα και με την τοποθέτηση της Επιτροπής υπέρ των επιχειρήσεων αυτών.
Οι ΤΠΕ είναι σε προνομιούχο θέση για να συμβάλλουν στη μείωση των επιπτώσεων των κλιματολογικών αλλαγών (12), καθώς τα προϊόντα και οι υπηρεσίες τους μπορούν να συμβάλλουν στην αντικατάσταση προϊόντων και στη μείωση των μετακινήσεων (για παράδειγμα, προωθώντας τα συστήματα τηλεδιασκέψεων με εικόνα). Επίσης, θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά η χρήση πρωτογενών πηγών ενέργειας, και επομένως οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, μέσω της καθιέρωσης νέων μορφών εργασίας (τηλεργασίας), της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, της τηλεδιδασκαλίας ή της χρήσης ηλεκτρονικών εντύπων, για παράδειγμα.
2.3.3.1 Οι επιχειρήσεις μπορούν να βρουν νέες πηγές εσόδων, προσφέροντας λύσεις ΤΠΕ για υπηρεσίες που θα βοηθήσουν άλλους τομείς να γίνουν αποδοτικότεροι. Τέτοιες υπηρεσίες θα μπορούσαν να είναι:
| — | προώθηση της αναζήτησης και υλοποίησης δυνατοτήτων προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου· | 
| — | εκπόνηση ενός καταλόγου δυνατοτήτων μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ο οποίος θα απευθύνεται στις επιχειρήσεις ή σε ορισμένους κλάδους επιχειρήσεων· | 
| — | δυνατότητα ανάπτυξης, εντός των επιχειρήσεων, προγραμμάτων αυξημένης ενεργειακής απόδοσης· | 
| — | ανεύρεση δυνατοτήτων μείωσης των εκπομπών στις υπηρεσίες· | 
| — | αντιμετώπιση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ως «δείκτη» εσόδων/εξόδων κατά την αξιολόγηση νέων προγραμμάτων. | 
2.3.3.2 Η δημιουργία ενός «γραφείου κλιματολογικών αλλαγών» στις επιχειρήσεις που σχετίζονται με τις ΤΠΕ μπορεί να λειτουργήσει θετικά. Αυτά τα γραφεία μπορούν, ανάμεσα στ’ άλλα, να επιδιώξουν τους παρακάτω σκοπούς:
| — | να τονώσουν την αξιοποίηση ανανεώσιμων ή πλεονασματικών πηγών ενεργείας· | 
| — | να διασφαλίσουν τη συμβατότητα των δραστηριοτήτων με την ενεργειακή πολιτική της επιχείρησης, βελτιώνοντας την ενεργειακή απόδοση των εκάστοτε δραστηριοτήτων· | 
| — | να εντοπίσουν τις ήδη εφαρμοζόμενες βέλτιστες πρακτικές στις διαφορετικές εργασίες που διενεργούνται και να τις προωθήσουν μελλοντικά· | 
| — | να θέσουν στόχους μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα· | 
| — | να επιδιώξουν την πιστοποίηση του οικείου συστήματος ενεργειακής διαχείρισης από εξωτερικό φορέα· | 
| — | να πραγματοποιήσουν μια ενεργειακή διάγνωση η οποία θα εντοπίσει τα σημεία όπου οι δαπάνες είναι υψηλότερες. | 
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Ένα δείγμα του προκαταρκτικού αυτού έργου συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών είναι η πρόσφατη μελέτη της Επιτροπής «The implications of ICT for Energy Consumption» (e-Business Watch, Study report no 09/2008, http://www.ebusiness-watch.org/studies/special_topics/2007/documents/Study_09-2008_Energy.pdf).
(2) ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σ. 29
(3) Οι ΤΠΕ περιλαμβάνουν τα μικροηλεκτρονικά και νανοηλεκτρονικά συστήματα και συστατικά, αλλά και τεχνολογίες του μέλλοντος όπως η φωτονική, οι οποίες επαγγέλλονται σημαντική υπολογιστική ισχύ έναντι τμήματος μόλις της σημερινής κατανάλωσης ενέργειας καθώς και ενεργειακά αποδοτικές εγκαταστάσεις φωτισμού με υψηλή φωτεινότητα και ευχρηστία.
(4) ΕΕ C 157 της 28.6.2005, σ. 22.
(5) ΕΕ C 234 της 30.9.2003, σ. 13· ΕΕ C 61 της 14.3.2003, σ. 22· και ΕΕ C 94 της 18.4.2002, σ. 23.
(6) ΕΕ C 74 της 23.3.2005, σ. 44.
(7) ΕΕ C 65 της 17.3.2006, σ. 9, γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα την «Πρόταση για απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο δραστηριοτήτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (2007-2013)» και την «Πρόταση για απόφαση του Συμβουλίου για το έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο δραστηριοτήτων πυρηνικής έρευνας και εκπαίδευσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (Ευρατόμ) (2007-2011)», εισηγητής ο κ. Wolf, συνεισηγητής ο κ. Pezzini.
(8) Γνωμοδότηση CESE 1513/2008 εισηγητής ο κ. Iozia, «Ενεργειακή απόδοση — Πρώτη αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων δράσης».
(9) Γνωμοδότηση CESE, εισηγητής κ. Pezzini, ΕΕ C 162 της 25.6.2008, σ. 62. «Ενεργειακή απόδοση των κτηρίων — Συμβολή των τελικών χρηστών», διερευνητική γνωμοδότηση.
(10) ΕΕ C 162 της 25.6.2008, σ. 62, σημείο 1.11.
(11) ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 1«Οικολογικές μέθοδοι παραγωγής», εισηγήτρια η κ. Darmanin.
(12) Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU), αυτός ο τομέας θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση κατά τουλάχιστον 48,4 εκατομμύρια τόνους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε άλλους σχετικούς τομείς, αν εφαρμοσθούν όπως πρέπει λύσεις που βασίζονται στις τηλεπικοινωνίες (υγεία, αστική κινητικότητα, δημόσια διοίκηση κλπ.).
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/92 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών Προώθηση του Ίντερνετ Σχέδιο δράσης για την εισαγωγή στην Ευρώπη του Πρωτοκόλλου Ίντερνετ, 6η έκδοση (IPv6)»
COM(2008) 313 τελικό
(2009/C 175/17)
Στις 27 Μαΐου 2008 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Προώθηση του Ίντερνετ — Σχέδιο δράσης για την εισαγωγή στην Ευρώπη του Πρωτοκόλλου Ίντερνετ, 6η έκδοση (IPv6)»
COM(2008) 313 τελικό.
Στις 8 Ιουλίου 2008, το Προεδρείο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ανέθεσε την προετοιμασία των σχετικών εργασιών στο ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία των πληροφοριών».
Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), όρισε τον κ. McDONOGH γενικό εισηγητή και υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα
1.1 Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα το σχέδιο δράσης για την εισαγωγή στην Ευρώπη της 6ης έκδοσης του Πρωτοκόλλου Ίντερνετ (IPv6). Συμμερίζεται την ανησυχία της Επιτροπής αναφορικά με τον αργό ρυθμό υιοθέτησης του IPv6 στην Ευρώπη και συμφωνεί ότι απαιτείται επειγόντως δράση για να υποστηριχθεί η ευρύτερη εισαγωγή της νέας έκδοσης του Πρωτοκόλλου Ίντερνετ.
1.2 Η αργή πρόοδος στην εισαγωγή του IPv6 αποτελεί απειλή για τη Στρατηγική της Λισσαβώνας, όπως υλοποιείται με την πρωτοβουλία i2010 (1). Το οικονομικό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα της χρήσης του διαδικτύου και της καινοτομίας έχει τεράστια σημασία για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Όπως και η διαθεσιμότητα των συνδέσεων ευρείας ζώνης, έτσι και η διαθεσιμότητα του IPv6 θα αποτελέσει σημαντική κινητήρια δύναμη της διαδικτυακής οικονομίας. Η Ευρώπη υπολείπεται ήδη έναντι άλλων περιοχών του κόσμου ως προς την εισαγωγή του IPv6 (π.χ. το IPv6 χρησιμοποιείται για την υλοποίηση του κινεζικού προγράμματος CGNI για το διαδίκτυο της επόμενης γενιάς) (2) και δεν έχει πλέον την πολυτέλεια να υστερεί έναντι των κύριων εμπορικών της εταίρων στη μετάβαση στο IPv6.
1.3 Η ΕΟΚΕ επικροτεί πολλές από τις προτεινόμενες δράσεις που περιέχονται στην ανακοίνωση· προτρέπει, εντούτοις, την Επιτροπή να προβάλει πιο δυναμικά τον ηγετικό ρόλο, τον οποίο πρέπει να αναλάβει σήμερα η ΕΕ, προκειμένου να επιταχύνει άμεσα την υιοθέτηση του IPv6. Ελλείψει αυτού του ηγετικού ρόλου, η ΕΟΚΕ θεωρεί υπέρμετρα αισιόδοξο τον στόχο της Επιτροπής να μπορεί το 25 % των ευρωπαίων χρηστών να συνδέεται στο διαδίκτυο με το IPv6 έως το 2010.
1.4 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι στην ανακοίνωση δεν δίνεται επαρκής προσοχή στα ζητήματα της ιδιωτικής ζωής και της ασφάλειας, τα οποία εγείρει η υιοθέτηση του IPv6 για τη λειτουργία του «Διαδικτύου των Αντικειμένων» (3). Τα ζητήματα αυτά έχουν μεγάλη σημασία για τους πολίτες της Ένωσης και πρέπει να διευθετηθούν καταλλήλως, ούτως ώστε να προστατευθούν τα δικαιώματα των πολιτών και να διευκολυνθεί η αποδοχή του προτύπου IPv6.
1.5 Το ήδη σοβαρό πρόβλημα του γεωγραφικού ψηφιακού χάσματος στην Ευρώπη θα οξυνθεί με τη μετάβαση στο IPv6, εκτός αν η Επιτροπή αναλάβει συγκεκριμένη δράση για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και διασφαλίσει ότι θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις μειονεκτούσες περιοχές. Χρειάζεται πανευρωπαϊκή δράση, ούτως ώστε να εξασφαλισθεί ισοτιμία σε όλα κράτη μέλη όσον αφορά τη διαθεσιμότητα του IPv6 το συντομότερο δυνατόν.
1.6 Το IPv6 θα ανοίξει τον δρόμο για ένα τεράστιο φάσμα νέων τεχνολογιών και υπηρεσιών βασισμένων στο διαδίκτυο, οι οποίες θα βελτιώσουν τη ζωή όλων των πολιτών, ιδίως δε όσων βρίσκονται σε μειονεκτική θέση — των ηλικιωμένων, των ατόμων με ειδικές ανάγκες, των ατόμων χαμηλής μόρφωσης. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η διάδοση του IPv6 σε όλη την ΕΕ απαιτεί ισχυρή κυβερνητική δράση και δεν θα πρέπει να αφεθεί στον χαμηλότερο κοινό παρανομαστή των στενών εμπορικών συμφερόντων.
1.7 Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή της Επιτροπής σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, οι οποίες αφορούσαν την προώθηση της χρήσης του διαδικτύου, θέματα προστασίας των δεδομένων και ασφάλειας στο διαδίκτυο και το γεωγραφικό ψηφιακό χάσμα (4).
1.8 Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να σχολιάσει ορισμένα σημεία ιδιαίτερου ενδιαφέροντος και να διατυπώσει ορισμένες συστάσεις.
2. Συστάσεις
2.1 Η Επιτροπή θα πρέπει να αναλάβει ισχυρό ηγετικό ρόλο σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να στηρίξει την ταχεία διάδοση του IPv6 στην Ευρώπη.
2.2 Ο ηγετικός αυτός ρόλος θα πρέπει να βασίζεται σε ένα επιτακτικό όραμα για τους ορίζοντες που ανοίγει για τον Παγκόσμιο Ιστό το IPv6 και τα πολυάριθμα οφέλη που θα αποκομίσουν όλοι οι παράγοντες.
2.3 Η Επιτροπή πρέπει να συνεργασθεί στενότερα με τους οργανισμούς του διαδικτύου για να διασφαλίσει ότι υπάρχει μία ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα παράσχει στη βιομηχανία ηγετική θέση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την ταχεία εισαγωγή του IPv6.
2.4 Θα πρέπει να προβλεφθούν εκτενή προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης σε όλη την ΕΕ, ούτως ώστε να διασφαλισθούν η μεγαλύτερη δυνατή κατανόηση της τεχνολογίας του IPv6 και η ικανότητα επιτυχούς της υιοθέτησης.
2.5 Το πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (ΠΑΚ) (5) θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να συμβάλει στην κάλυψη του κόστους της μετάβασης από το IPv4 στο IPv6 από τους μικρούς φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ (ISP) και τους παρόχους περιεχομένου.
2.6 Το ΠΑΚ θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθεί για να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη εφαρμογών και υπηρεσιών, οι οποίες θα προωθήσουν την ευρύτερη υιοθέτηση του νέου προτύπου.
2.7 Για να αρθεί η ανισορροπία μεταξύ των συμφερόντων των παραγόντων των εταιρειών παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ (ISP) και των συμφερόντων των πολιτών, οι μεγάλοι φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ θα πρέπει να υποχρεωθούν να αναλάβουν ηγετικό ρόλο σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την υιοθέτηση του IPv6 σε όλη την ΕΕ. Η ανανέωση των αδειών λειτουργίας των ISP θα πρέπει να εξαρτάται από την υποχρέωση παροχής πλήρους συνδετικότητας IPv6 μέχρι το 2010, χωρίς περιορισμούς, όπως επίσης εκτενούς κατάρτισης του καταναλωτή στην εφαρμογή του IPv6.
2.8 Η Επιτροπή θα πρέπει να ηγηθεί μίας συντονισμένης προσπάθειας, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων για την ασφάλεια και την ιδιωτική ζωή, τα οποία εγείρει η υιοθέτηση του IPv6.
2.9 Η ΕΟΚΕ συνιστά να αντιμετωπιστεί το δυνητικό πρόβλημα του γεωγραφικού ψηφιακού χάσματος μεταξύ των «εχόντων» και των «μη εχόντων» IPv6 μέσω του μηχανισμού των Εθνικών Ευρυζωνικών Στρατηγικών (6) ή ενός παρόμοιου μέσου. Επιπλέον, για τη στήριξη της διάδοσης του IPv6 θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί, όπου χρειάζεται, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ).
3. Ιστορικό πλαίσιο
3.1 Επισκόπηση του σχεδίου δράσης
Στο σχέδιο δράσης που καταρτίσθηκε για να υποστηρίξει την ευρύτερη διάδοση της επόμενης έκδοσης του Πρωτοκόλλου Ίντερνετ (IPv6) μέχρι το 2010, σημειώνονται τα εξής:
| — | απαιτείται επείγουσα υλοποίηση του IPv6, καθώς εξαντλείται το απόθεμα των διευθύνσεων IP που παρέχει το ισχύον πρωτόκολλο της 4ης έκδοσης· | 
| — | το IPv6 αποτελεί πλατφόρμα καινοτομίας για υπηρεσίες και εφαρμογές που βασίζονται στο IP και έχει ζωτική σημασία προκειμένου να παραμείνει η Ευρώπη στην πρώτη γραμμή της ανάπτυξης μέσω της τεχνολογίας. | 
3.2 Το Πρωτόκολλο Ίντερνετ
Το «Πρωτόκολλο Ίντερνετ» (IP) απονέμει σε κάθε συσκευή που συνδέεται με το διαδίκτυο έναν αριθμό, δηλαδή μία διεύθυνση, ώστε να μπορεί να επικοινωνεί με άλλες συνδεδεμένες συσκευές. Η ισχύουσα έκδοση, η IPv4, παρέχει ήδη περισσότερες από 4 δισεκατομμύρια τέτοιες διευθύνσεις (7).
Από το τέλος της δεκαετίας του 1990 εισήχθη σταδιακά ένα αναβαθμισμένο πρωτόκολλο, το IPv6 (8)· η υιοθέτησή του εντούτοις βραδυπορεί — η κίνηση του IPv6 εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει ένα ελάχιστο ποσοστό (>1 %) της συνολικής κίνησης στο διαδίκτυο (9).
Το απόθεμα των διευθύνσεων του IPv4 προβλέπεται ότι θα εξαντληθεί κάπου μεταξύ 2010 και 2012 (10). Η ανάπτυξη του διαδικτύου, καθώς και η ικανότητα καινοτομίας στα δίκτυα που βασίζονται στο IP, θα παρακωλυθούν εάν δεν εξευρεθεί κατάλληλη λύση για το πρόβλημα των διευθύνσεων του IPv4.
3.3 Η αναγκαιότητα του IPv6
Το IPv6 παρέχει μακροπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα του χώρου διευθύνσεων: ο αριθμός διευθύνσεων που ορίζονται από το πρωτόκολλο IPv6 είναι τεράστιος (3.4 x 1038). Το IPv6 παρέχει τη δυνατότητα σε κάθε πολίτη, σε κάθε φορέα εκμετάλλευσης δικτύου και σε κάθε οργανισμό στον κόσμο να διαθέτει όσες διευθύνσεις IP χρειάζονται για σύνδεση οποιασδήποτε πιθανής συσκευής ή προϊόντος απευθείας με το παγκόσμιο διαδίκτυο.
Όπως σχολίασε παραστατικά η Επίτροπος Reding «… Εάν οι ευρωπαίοι επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τις τελευταίες διαδικτυακές εφαρμογές όπως“έξυπνες ετικέτες” στα καταστήματα, στα εργοστάσια και στα αεροδρόμια, έξυπνα συστήματα θέρμανσης και φωτισμού τα οποία εξοικονομούν ενέργεια, και συστήματα δικτύωσης και πλοήγησης στα αυτοκίνητά τους, τότε η ζήτηση για διευθύνσεις Διαδικτύου θα πολλαπλασιαστεί επί χίλια…» (11).
Μια μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από την Επιτροπή (12) κατέδειξε το δυναμικό αυτό σε σειρά τομέων της αγοράς, όπως τα οικιακά δίκτυα, η διαχείριση κτηρίων, οι κινητές επικοινωνίες, ο τομέας της άμυνας και της ασφάλειας και η αυτοκινητοβιομηχανία.
3.4 IPv6 και διεθνής ανταγωνιστικότητα
Άλλες περιοχές του κόσμου, ιδίως η ασιατική, έχουν ήδη εκδηλώσει έντονο ενδιαφέρον για το IPv6.
3.5 Μετάβαση στο IPv6
Θα υπάρξει μια μεταβατική φάση (που αναμένεται να διαρκέσει 20 ή και περισσότερα έτη), κατά την οποία το IPv4 και το IPv6 θα συνυπάρχουν στις ίδιες συσκευές και θα μεταδίδονται μέσω των ίδιων δικτυακών συνδέσμων. Κατά τη διάρκεια της μετάβασης αυτής θα χρησιμοποιηθούν ακριβοί μηχανισμοί προσαρμογής για την αντιμετώπιση της εναπομένουσας εξάρτησης από το IPv4: τεχνολογίες επικάλυψης, όπως πρωτόκολλα διεπαφής διπλής στοίβας (dual stack) και στρατηγικές «λαθροδιοχέτευσης» (tunnelling), καθώς και τακτικές υπερκερασμού των προβλημάτων, όπως υποδιευθυνσιοδότηση NAT και πλειστηριασμοί διευθύνσεων του IPv4.
3.6 Ενδιαφερόμενοι
Για τη διάδοση του IPv6 απαιτείται να αποδώσουν προσοχή πολλοί συντελεστές παγκοσμίως:
| — | Οι οργανισμοί του διαδικτύου (όπως το ICANN, τα RIR και η IETF), που πρέπει να διαχειριστούν κοινούς πόρους και υπηρεσίες IPv6. | 
| — | Οι φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ (ISP), οι οποίοι θα χρειαστεί με τον χρόνο να παρέχουν στους πελάτες συνδετικότητα IPv6 και υπηρεσίες βάσει του IPv6. | 
| — | Οι πωλητές υποδομής, που πρέπει να εντάξουν στην προσφορά τους προϊόντα με δυνατότητες IPv6. | 
| — | Οι πάροχοι περιεχομένου και υπηρεσιών (όπως ιστότοπων, άμεσης ανταλλαγής μηνυμάτων, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κτλ.), που πρέπει να υποστηρίζουν το IPv6 στους εξυπηρετητές τους. | 
| — | Οι πωλητές επαγγελματικών και καταναλωτικών εφαρμογών, που πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι λύσεις που προσφέρουν είναι συμβατές με το IPv6 και να αναπτύσσουν προϊόντα και υπηρεσίες που εκμεταλλεύονται τα χαρακτηριστικά του IPv6. | 
| — | Οι τελικοί χρήστες (καταναλωτές, εταιρείες, ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και δημόσιες διοικήσεις), που πρέπει να αγοράζουν προϊόντα και υπηρεσίες ικανές να υποστηρίζουν το IPv6 και να παρέχουν τη δυνατότητα αυτή στα δίκτυά τους. | 
3.7 Κόστος της εισαγωγής του IPv6
H αξιόπιστη εκτίμηση του κόστους της παγκόσμιας εισαγωγής του IPv6 είναι ουσιαστικά αδύνατη. Η σταθερά αυξανόμενη υιοθέτηση του IPv6 από τους διάφορους ενδιαφερομένους θα συμβάλει στον έλεγχο των δαπανών.
3.8 Η ανάγκη λήψης πολιτικών μέτρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο
Οι περισσότεροι ενδιαφερόμενοι δεν διαθέτουν σήμερα σαφή εικόνα των πλεονεκτημάτων της υιοθέτησης του IPv6. Τα οφέλη είναι μακροπρόθεσμα και, ως εκ τούτου, πολλοί ενδιαφερόμενοι τηρούν στάση αναμονής.
Το σωρευτικό αποτέλεσμα που προκύπτει είναι η καθυστέρηση στην ευρύτερη υιοθέτηση του IPv6· αν δεν αναληφθεί δράση σήμερα, «…η Ευρώπη δεν θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί την πλέον πρόσφατη διαδικτυακή τεχνολογία και ενδέχεται να αντιμετωπίσει κρίση όταν το παλαιό σύστημα κορεστεί εντελώς από διευθύνσεις…» (13). Η λήψη ενδεδειγμένων μέτρων πολιτικής σε ευρωπαϊκή κλίμακα θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για την αγορά, ενθαρρύνοντας τα άτομα και τους οργανισμούς να εξετάσουν με θετικό πνεύμα τη μετάβαση στο νέο πρωτόκολλο.
3.9 Δράσεις που προτείνονται από την Επιτροπή
3.9.1 Ευρεία εφαρμογή του IPv6 στην Ευρώπη έως το 2010
3.9.2 Τόνωση της προσβασιμότητας του IPv6 σε περιεχόμενο, υπηρεσίες και εφαρμογές
| — | Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διευκολύνουν την εφαρμογή του IPv6 σε ιστότοπους του δημόσιου τομέα και σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης | 
| — | Οι ενδιαφερόμενοι του κλάδου θα πρέπει να εξετάσουν την εισαγωγή του IPv6 ως κύριας πλατφόρμας για την ανάπτυξη εφαρμογών ή συσκευών. | 
| — | Παροχή οικονομικής βοήθειας μέσω δράσεων στήριξης της τυποποίησης, προκειμένου να βελτιωθεί η διαλειτουργικότητα των δικτύων. | 
| — | Ενθάρρυνση των ερευνητικών έργων που χρηματοδοτούνται από το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο να χρησιμοποιούν το IPv6, όπου είναι εφικτό. | 
3.9.3 Αύξηση της ζήτησης για συνδετικότητα και προϊόντα IPv6 μέσω δημοσίων συμβάσεων
| — | Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προετοιμαστούν για τη μετάβαση στο IPv6 στα δίκτυά τους. | 
3.9.4 Εξασφάλιση έγκαιρης προετοιμασίας για την εισαγωγή του IPv6
| — | Στοχοθετημένες εκστρατείες ευαισθητοποίησης που θα απευθύνονται σε διάφορες ομάδες χρηστών. | 
| — | Υποστήριξη «δράσεων ειδικής στήριξης» (στο 7ο πρόγραμμα πλαίσιο) για τη διάδοση πρακτικών γνώσεων σχετικά με την εισαγωγή. | 
| — | Ενθάρρυνση των φορέων παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ (ISP) να έχουν, ως το 2010, εξασφαλίσει στους πελάτες τους την παροχή πλήρους συνδετικότητας IPv6. | 
3.9.5 Θέματα ασφαλείας και προστασίας της ιδιωτικής ζωής
| — | Η Επιτροπή θα παρακολουθήσει τις συνέπειες από την ευρεία εισαγωγή του IPv6 στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και την ασφάλεια, ιδίως με διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους, όπως οι αρχές προστασίας δεδομένων ή επιβολής του νόμου. | 
Σχετικά με το IPv6 και την προστασία της ιδιωτικής ζωής έχουν επίσης διατυπωθεί ορισμένες επιφυλάξεις, ιδίως από την ομάδα εργασίας της προστασίας δεδομένων του άρθρου 29 (14).
3.10 Εκτέλεση του σχεδίου δράσης
| — | Το σχέδιο δράσης προγραμματίζεται να εκτελεστεί κατά τη διάρκεια της επόμενης τριετίας. | 
| — | Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις δραστηριότητες των οργανισμών του διαδικτύου και θα καταθέτει τη συμβολή της στις συζητήσεις, όπου αυτό κριθεί απαραίτητο. | 
| — | Η Επιτροπή θα υποβάλλει στην ομάδα υψηλού επιπέδου i2010 τακτικές εκθέσεις προόδου. | 
4. Γενικές παρατηρήσεις
4.1 Η μετάβαση στο IPv6 έχει καθοριστική σημασία, καθότι οι διαθέσιμες διευθύνσεις του ισχύοντος Πρωτοκόλλου Ίντερνετ — του IPv4 — εξαντλούνται με ταχύ ρυθμό: προβλέπεται ότι το απόθεμα των διευθύνσεων του IPv4 θα εξαντληθεί πριν από το 2012. Εάν δεν επιταχυνθεί δραστικά η εισαγωγή του IPv6, η ανάπτυξη του διαδικτύου θα σημειώσει δραματική επιβράδυνση, το δε κόστος της χρήσης του διαδικτύου θα επηρεασθεί αρνητικά από τα κατάλοιπα του IPv4 στα δίκτυα της ΕΕ. Η καθυστέρηση αυτή θα επιφέρει υψηλότερο κόστος σε όλους τους τομείς του εμπορίου μέσω του διαδικτύου, επιβράδυνση της καινοτομίας που βασίζεται στο IP, καθώς επίσης επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης.
4.2 Στην ανακοίνωση επισημαίνεται ότι σημειώνεται αργή πρόοδος όσον αφορά το νέο πρότυπο, διότι δεν υπάρχει ενιαία καθοδηγητική αρχή για την εισαγωγή του IPv6. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει μεν ότι μεμονωμένες χώρες και ενδιαφερόμενοι έχουν δρομολογήσει προγράμματα για τη διάδοση του IPv6 σε εθνικό επίπεδο, δηλώνει ωστόσο μη ικανοποιημένη όσον αφορά την υποστήριξη που έχει λάβει μέχρι σήμερα η εισαγωγή του IPv6 σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία ότι η εισαγωγή του IPv6 έχει εξαρτηθεί σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό από τα εμπορικά συμφέροντα, ιδίως των φορέων παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ (ISP), με αποτέλεσμα παταγώδη αποτυχία. Οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της καθυστέρησης του IPv6 είναι τόσο μεγάλες, ώστε η εισαγωγή του IPv6 δεν θα πρέπει να επαφίεται στα στενά εμπορικά συμφέροντα, αλλά να αποτελέσει ζήτημα διακυβέρνησης. Η Επιτροπή οφείλει σήμερα να προωθήσει και να διαδραματίσει επειγόντως έναν ισχυρότερο ηγετικό ρόλο για την ΕΕ, με τη στήριξη των κατάλληλων μέσων και πολιτικών.
4.3 Η έλλειψη αποτελεσματικής δράσης για την εισαγωγή του IPv6 αποτελεί απειλή για τη Στρατηγική της Λισσαβώνας, όπως υλοποιείται με την πρωτοβουλία i2010 (1). Το οικονομικό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα της χρήσης του διαδικτύου και της καινοτομίας έχει τεράστια σημασία για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης· δεν μπορούμε πλέον να υστερούμε έναντι των κύριων εμπορικών μας εταίρων ως προς την μετάβαση στο IPv6. Παρότι ορισμένες χώρες στην Ευρωπαϊκή 'Ένωση έχουν καταβάλει ειδικές προσπάθειες για να διασφαλίσουν την ετοιμότητά τους για το IPv6, η ΕΕ, ως περιφέρεια, υστερεί έναντι άλλων περιοχών του κόσμου στη διάδοση του IPv6.
4.4 Στο πλαίσιο της «Διακυβέρνησης του Διαδικτύου», η Επιτροπή πρέπει να ηγηθεί μίας συντονισμένης προσπάθειας, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και παγκοσμίως, για την αντιμετώπιση των σοβαρών ανησυχιών για την ασφάλεια και την ιδιωτική ζωή, τις οποίες εγείρει η υιοθέτηση του IPv6. Το IPv6, σε συνδυασμό με τεχνολογίες όπως οι ετικέτες ραδιοσυχνικής αναγνώρισης (RFID), θα επιτρέψει τη δικτύωση δισεκατομμυρίων αντικειμένων στο «Διαδίκτυο των Αντικειμένων», δημιουργώντας σοβαρά και σύνθετα ζητήματα όσον αφορά την ιδιωτική ζωή και την ασφάλεια.
Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η Επιτροπή πρόκειται να παρουσιάσει, στις αρχές του 2009, προτάσεις για την προστασία κρίσιμων υποδομών των πληροφοριών, προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητα αντιμετώπισης των ζητημάτων που αφορούν τη ασφάλεια στο διαδίκτυο (15). Η ΕΟΚΕ προτείνει, επομένως, να περιέχουν οι εν λόγω προτάσεις ισχυρά συστήματα για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων που δημιουργεί η εισαγωγή του IPv6.
4.5 Η ΕΟΚΕ αναμένει την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τα ζητήματα ασφάλειας των RFID και τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου των Αντικειμένων (16). Το νέο πρωτόκολλο IPv6 θα διευκολύνει μία μαζική επέκταση της συνδετικότητας, στο πλαίσιο της οποίας δισεκατομμύρια καθημερινά αντικείμενα (αυτοκίνητα, είδη ένδυσης, εργαλεία κλπ.) θα συνδέονται τελικά με το διαδίκτυο μέσω της δικής τους αποκλειστικής διεύθυνσης IP. Όπως χαρακτηριστικά επισήμανε η Επίτροπος Reding, «… Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους αυτούς προκειμένου να αναπτύξει το“διαδίκτυο των αντικειμένων”το πλήρες δυναμικό του για οικονομική μεγέθυνση. Θα πρέπει ιδιαίτερα να απαντήσουμε στις ανησυχίες των πολιτών, προκειμένου να μην υπάρξει απόρριψη των νέων αυτών τεχνολογιών…» (15).
4.6 Η Επιτροπή θα πρέπει να αναλάβει ισχυρό ηγετικό ρόλο σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να στηρίξει την ταχεία διάδοση του IPv6 στην Ευρώπη. Ο ηγετικός αυτός ρόλος θα πρέπει να βασίζεται σε ένα επιτακτικό όραμα για τους ορίζοντες που ανοίγει για τον Παγκόσμιο Ιστό το IPv6 — «Διαδίκτυο των Αντικειμένων», «Ευφυές Περιβάλλον» (17) κλπ. — και τα πολυάριθμα οφέλη που θα αποκομίσουν όλοι οι παράγοντες.
4.7 Το όραμα αυτό θα πρέπει να προβληθεί μέσω πολλαπλών διαύλων και καταλλήλων μηνυμάτων που θα απευθύνονται σε συγκεκριμένους αποδέκτες (φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ, πάροχοι περιεχομένου, πωλητές εφαρμογών και τελικοί χρήστες), στο πλαίσιο μίας πανευρωπαϊκής ενημερωτικής εκστρατείας.
4.8 Η εισαγωγή του IPv6 θα διευκολυνθεί σημαντικά με την υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η τεχνολογία υπερτερεί σε μεγάλο βαθμό του Ipv4, η ορθή ωστόσο εφαρμογή της προϋποθέτει καλή κατάρτιση. Η Επιτροπή, οι κυβερνήσεις των κρατών μελών, οι φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ και άλλοι ανώτεροι φορείς οφείλουν να διασφαλίσουν ότι τα προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης για το IPv6 θα είναι ευπρόσιτα σε όλες τις ομάδες-στόχους που πρόκειται να το υιοθετήσουν.
4.9 Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεργασθεί στενότερα με τους οργανισμούς του διαδικτύου — Οργανισμός του Διαδικτύου για την Εκχώρηση Ονομάτων και Αριθμών (ICANN), Δίκτυα Ευρωπαϊκών Πρωτοκόλλων του Διαδικτύου (RIPE), Περιφερειακά Πρωτόκολλα του Διαδικτύου (RIR), Επιχειρησιακή Ομάδα Τεχνολογίας του Διαδικτύου (IETF) και άλλοι — προκειμένου να εξασφαλισθεί μία ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα προσδώσει ηγετική θέση στον τομέα της πληροφορικής και της τεχνολογίας για την ταχεία εισαγωγή του IPv6.
4.10 Οι φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διάδοση και την υιοθέτηση του IPv6. Εξαιτίας, δυστυχώς, της απειλής την οποία συνιστά για τα σημερινά μοντέλα εσόδων τους η φωνητική τηλεφωνία μέσω διαδικτυακού πρωτοκόλλου (VoIP), οι φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ που παρέχουν επίσης υπηρεσίες κινητής ή σταθερής τηλεφωνίας, εναντιώνονται στο IPv6 και στην επανάσταση που αυτό πρόκειται να σηματοδοτήσει για τις επικοινωνίες. Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να επιτραπεί στα στενά εμπορικά συμφέροντα των φορέων παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ δεν να βλάψουν τα συμφέροντα του συνόλου των πολιτών της ΕΕ. Οι μεγάλοι φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ θα πρέπει να υποχρεωθούν — μέσω της χρήσης κυρώσεων, ποινών και κανόνων αδειοδότησης — να αναλάβουν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ηγετική θέση για την υιοθέτηση του IPv6 σε όλη την ΕΕ. Διαθέτουν τη δύναμη και τους πόρους να ασκήσουν αποφασιστική επιρροή επί του ζητήματος.
4.11 Το πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (ΠΑΚ) (5) θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να συμβάλει στην κάλυψη του κόστους της μετάβασης από το IPv4 στο IPv6 από τους μικρούς φορείς παροχής υπηρεσιών Ίντερνετ (ISP) και τους παρόχους περιεχομένου. Το ΠΑΚ θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθεί για να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη εφαρμογών και υπηρεσιών, οι οποίες θα προωθήσουν την ευρύτερη υιοθέτηση του νέου προτύπου.
4.12 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι στην ανακοίνωση δεν δίνεται επαρκής προσοχή στα ζητήματα της ιδιωτικής ζωής και της ασφάλειας, τα οποία εγείρει η υιοθέτηση του IPv6. Τα ζητήματα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους πολίτες της Ένωσης και πρέπει να αντιμετωπιστούν καταλλήλως, ούτως ώστε να προστατευθούν τα δικαιώματα των πολιτών, να καλλιεργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης και να διευκολυνθεί η αποδοχή του πρότυπου IPv6.
4.13 Το γεωγραφικό ψηφιακό χάσμα (18) στην Ευρώπη θα οξυνθεί με τη μετάβαση στο IPv6, εκτός αν η Επιτροπή αναλάβει συγκεκριμένη δράση για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Ορισμένα κράτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν δρομολογήσει προγράμματα σε εθνικό επίπεδο, ούτως ώστε να διασφαλισθεί ότι όλοι οι χρήστες του διαδικτύου θα είναι σε θέση να συνδέονται στο IPv6 έως το 2010. Χρειάζεται πανευρωπαϊκή δράση, προκειμένου να εξασφαλισθεί ισοτιμία σε όλα κράτη μέλη όσον αφορά τη διαθεσιμότητα του IPv6 το συντομότερο δυνατόν.
4.14 Η ΕΟΚΕ συνιστά να αντιμετωπιστεί το δυνητικό πρόβλημα του γεωγραφικού ψηφιακού χάσματος μεταξύ των «εχόντων» και των «μη εχόντων» IPv6 μέσω του μηχανισμού των Εθνικών Ευρυζωνικών Στρατηγικών (6) ή ενός παρόμοιου μέσου. Επιπλέον, για τη στήριξη της διάδοσης του IPv6 θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί, όπου χρειάζεται, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ).
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) COM(2005) 229 τελικό «Η στρατηγική i2010 — Ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση».
(2) http://www.ipv6.com/articles/general/IPv6-Olympics-2008.htm
(3) Βλ. τις γνωμοδοτήσεις CESE «Ραδιοσυχνική αναγνώριση (RFID)», ΕΕ C 256 της 27.10.2007 και CESE «Το διαδίκτυο των αντικειμένων», ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σ. 60.
(4) Βλ. παραδείγματος χάρη τις γνωμοδοτήσεις CESE «Κοινωνία της πληροφορίας/καταπολέμηση του εγκλήματος πληροφορικής», ΕΕ C 311 της 7.11.2001, σ. 12, «Ασφάλεια δικτύων/ηλεκτρονικές επικοινωνίες», ΕΕ C 48 της 21.2.2002, σ. 33, «Ασφαλέστερη χρήση του Διαδικτύου», ΕΕ C 157 της 28.6.2005, σ. 136, «Ηλεκτρονικό επιχειρείν/Πρωτοβουλία Go Digital», ΕΕ C 108 της 30.4.2004, σ. 23, «Ασφαλής κοινωνία της πληροφορίας», ΕΕ C 97 της 28.4.2007, σ. 21, κ.ά.
(5) Απόφαση αριθ. 1639/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος-πλαισίου για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (2007-2013)
(6) Συνδέσεις υψηλών ταχυτήτων στην Ευρώπη: εθνικές ευρυζωνικές στρατηγικές COM(2004) 369.
(7) Οι προδιαγραφές του IPv4 περιλαμβάνονται στην RFC 791 του 1981. RFC είναι τα αρχικά του «Request for Comments» (αίτηση σχολίων) και αναφέρεται στα πρότυπα Ίντερνετ της «Internet Engineering Task Force» (IETF)· http://www.ietf.org.
(8) RFC 2460, 1998. http://www.ietf.org/html.charters/OLD/ipv6-charter.html and http://www.ietf.org/html.charters/6man-charter.html
(9) «Tracking the Ipv6 Migration» Αύγουστος 2008, ερευνητική έκθεση του Arbor Networks http://www.arbornetworks.com/en/ipv6-report.html
(10) http://www.potaroo.net/tools/ipv4/index.html, http://www.tndh.net/~tony/ietf/ipv4-pool-combined-view.pdf. Παλαιότερη εκτίμηση που περιλαμβάνει περιγραφή του αναλυτικού ιστορικού:
http://www.cisco.com/web/about/ac123/ac147/archived_issues/ipj_8-3/ipv4.html
(11) IP/08/803, Βρυξέλλες, 27/5/2008.
(12) «Impact of IPv6 on Vertical Markets» (Ο αντίκτυπος του IPv6 σε κάθετες αγορές), Οκτώβριος 2007. (http://ec.europa.eu/information_society/policy/ipv6/docs/short-report_en.pdf).
(13) IP/08/803, Βρυξέλλες, 27 Μαΐου 2008.
(14) Γνώμη 2/2002 σχετικά με τη χρήση αποκλειστικών αναγνωριστικών σε τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό: το παράδειγμα του IPV6. http://ec.europa.eu/justice_home/fsj/privacy/docs/wpdocs/2002/wp58_en.pdf.
(15) Ομιλία /08/336, 17/6/2008, «Εκμετάλλευση των ευκαιριών της παγκόσμιας οικονομίας του διαδικτύου», Υπουργική συνάντηση του ΟΟΣΑ «Το μέλλον της οικονομίας του διαδικτύου», Σεούλ, Κορέα, 17-18 Ιουνίου 2008.
(16) http://en.wikipedia.org/wiki/Internet_of_Things και http://www.itu.int/osg/spu/publications/internetofthings/InternetofThings_summary.pdf.
(17) http://en.wikipedia.org/wiki/Ambient_intelligence.
(18) COM(2003) 65, COM(2003) 673, COM(2004) 61, COM(2004) 369, COM(2004) 380.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/97 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Πρόταση κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 219/2007 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (SESAR)»
COM(2008) 483 τελικό — 2008/0159 (CNS)
(2009/C 175/18)
Στις 4 Σεπτεμβρίου 2008, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε, σύμφωνα με τα άρθρα 171 και 172 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:
«Πρόταση κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 219/2007 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (SESAR)»
COM(2008) 483 τελικό –2008/0159 (CNS).
Στις 16 Σεπτεμβρίου 2008, το Προεδρείο της ΕΟΚΕ ανέθεσε την προετοιμασία των σχετικών εργασιών στο ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών».
Λόγω του επείγοντος των εργασιών, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), να ορίσει την κ. LE NOUAIL MARLIERE γενική εισηγήτρια και υιοθέτησε την παρούσα γνωμοδότηση με 99 ψήφους υπέρ, 16 ψήφους κατά και 10 αποχές.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση να εναρμονισθούν ο κανονισμός και το καθεστώς της κοινής επιχείρησης (ΚΕ) SESAR.
1.2 Η ΕΟΚΕ συνιστά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μεριμνά προκειμένου να δώσει το καλό παράδειγμα ως προς την ίση μεταχείριση του αποσπασμένου προσωπικού και του προσωπικού που έχει προσληφθεί για τους σκοπούς υλοποίησης του Προγράμματος SESAR, ως προς τη διάρκεια των συμβολαίων και των ανακατατάξεων σε συνέχεια ενός προγράμματος υλοποίησης του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας.
2. Πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
2.1 Ζητείται η γνώμη της ΕΟΚΕ επί της πρότασης εναρμόνισης του κανονισμού και του καθεστώτος της κοινής επιχείρησης (ΚΕ) SESAR (1) σύμφωνα με τη νέα προσέγγιση της ΕΕ ως προς την ίδρυση άλλων κοινών επιχειρήσεων στα πλαίσια του 7ου προγράμματος-πλαισίου έρευνας και ανάπτυξης (7ο ΠΠ): CLEAN SKY (2), ENIAC (3), IMI (4), ARTEMIS (5) και FCH (6). Η ΕΟΚΕ έχει γνωμοδοτήσει για όλες αυτές οι προτάσεις, πλην μίας.
Καταστατικό της κοινής επιχείρησης SESAR
2.2.1 Η κοινή επιχείρηση SESAR υφίσταται νομικά από τις 03.03.07 και έχει την έδρα της στις Βρυξέλλες. Έχει δύο ιδρυτικά μέλη: την Κοινότητα, που εκπροσωπείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (Eurocontrol), που εκπροσωπείται από το εκτελεστικό του όργανο.
2.2.2 Η ίδρυση της κοινής επιχείρησης SESAR ξεκίνησε αμέσως μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αρ. 219/2007. Το 2007 ορίσθηκαν τα όργανα διακυβέρνησης (το Διοικητικό Συμβούλιο και ο εκτελεστικός διευθυντής) και η αρχική δομή διοίκησης της SESAR.
2.2.3 Τον Ιούνιο του 2007 η κοινή επιχείρηση SESAR απηύθυνε μια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε υποψήφια μέλη. Στη συνέχεια, προεπιλέχθηκαν 15 υποψήφιοι για να συνθέσουν μια ισχυρή αρχική κεντρική ομάδα μελών για να ξεκινήσουν με τη διαδικασία ανάπτυξης του SESAR. Τα 15 υποψήφια μέλη αντιπροσωπεύουν τους μεγαλύτερους ενδιαφερόμενους παράγοντες του τομέα (βιομηχανίας) διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη: τους φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας, τα αεροδρόμια και τους κατασκευαστές εξοπλισμού. Οι αρχικές προσφορές για συνεισφορές στην κοινή επιχείρηση SESAR υπερέβησαν το 1,4 δισεκατομμύριο ευρώ.
2.2.4 Η βιομηχανία επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της ως προς το πρόγραμμα που ήδη φάνηκε στη φάση καθορισμού αυτού. Συνεργάζεται με την κοινή επιχείρηση προκειμένου να σχηματίσουν από κοινού άποψη ως προς τον τρόπο συνεργασίας στα πλαίσια της κοινής επιχείρησης SESAR. Η ευθυγράμμιση των δράσεων έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης ως προς τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας («ATM») με την SESAR και η διάθεση των απαραίτητων πόρων καθιστούν μεγάλο επίτευγμα. Η οριστικοποίηση της διαδικασίας συμμετοχής έχει προγραμματισθεί για το τέλος του 2008 με το στόχο οι αναπτυξιακές δραστηριότητες να ξεκινήσουν στις αρχές του 2009.
2.2.5 Αν και το άρθρο 2(2) του Κανονισμού (ΕΚ) αρ. 219/2007 ορίζει: «Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα δυνατά μέτρα για να παράσχουν στην κοινή επιχείρηση την ευρύτερη δυνατή φορολογική απαλλαγή όσον αφορά το ΦΠΑ και άλλους φόρους και ειδικούς φόρους κατανάλωσης», ο Κανονισμός ίδρυσης δεν αποτελεί νομική βάση εξαίρεσης της κοινής επιχείρησης από τον ΦΠΑ και τους άλλους φόρους κατανάλωσης ή χορήγησης προνομίων που απορρέουν από το Πρωτόκολλο σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες που χορηγούνται σε κοινοτικά θεσμικά όργανα και οργανισμούς. Ούτε προβλέπεται ότι το προσωπικό αυτής θα υπόκειται στις συνθήκες εργασίας του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ούτε στο καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών. Κατά συνέπεια, η κοινή επιχείρηση και το προσωπικό της υπόκεινται στη βελγική εργατική και φορολογική νομοθεσία.
2.2.6 Οι δαπάνες διοικητικής φύσεως που απορρέουν από το ειδικό καθεστώς υπολογίζονται να ανέρχονται σε 300 εκατομμύρια ευρώ για όλη τη διάρκεια ζωής της κοινής επιχείρησης. Μόνο το ποσό του ΦΠΑ και των άλλων φόρων που πρέπει να καταβάλλει η κοινή επιχείρηση SESAR ανέρχεται σε 290 εκατομμύρια ευρώ. Τα υπόλοιπα 10 εκατομμύρια ευρώ έχουν να κάνουν με τα έξοδα προσωπικού.
2.2.7 Το ποσό αυτό θα συγκεντρωθεί από τις συνεισφορές των μελών στην κοινή επιχείρηση SESAR και ιδιαίτερα από τα κοινοτικά κονδύλια έρευνας και ανάπτυξης και επομένως θα πρέπει να αφαιρεθεί από τη χρηματοδότηση των αναπτυξιακών δράσεων.
Φύση των προτεινόμενων τροποποιήσεων
2.3.1 Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις του Κανονισμού 219/2007 λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι η κοινή επιχείρηση SESAR έχει ήδη ξεκινήσει τις δραστηριότητές της με διαφορετικό νομικό καθεστώς. Οι αλλαγές μπορούν να συνοψισθούν ως εξής:
| — | Αναγνώριση της κοινής επιχείρησης SESAR ως κοινοτικού οργανισμού (άρθρο 2 του Κανονισμού). | 
| — | Εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, των συνθηκών εργασίας του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των διατάξεων που ισχύουν από κοινού από τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προκειμένου να εφαρμοσθούν στο προσωπικό της κοινής επιχείρησης SESAR (άρθρο 2α του Κανονισμού) | 
| — | Εφαρμογή του Πρωτοκόλλου σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην κοινή επιχείρηση SESAR, στο προσωπικό και στον εκτελεστικό διευθυντή της (άρθρο 2β του Κανονισμού) | 
| — | Υιοθέτηση των διατάξεων περί ευθύνης (άρθρο 2γ του Κανονισμού) | 
| — | Υιοθέτηση των διατάξεων περί αρμοδιότητας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί εφαρμοστέου δικαίου (άρθρο 2δ του Κανονισμού) | 
| — | Ποσοτικός προσδιορισμός της συνεισφοράς της Κοινότητας και πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με τη μεταφορά αυτής στην κοινή επιχείρηση (άρθρο 4(2) του Κανονισμού) | 
| — | Τροποποίηση της διάταξης της σχετικής με την τροποποίηση του καθεστώτος της κοινής επιχείρησης (άρθρα 3(2) και 5(4) του Κανονισμού και 24(2) του Καταστατικού). Αυτή η τροποποίηση δεν σχετίζεται με την αλλαγή του καθεστώτος της κοινής επιχείρησης. Πρόκειται για μια βελτίωση της διαδικασίας υιοθέτησης τροποποιήσεων του Καταστατικού της κοινής επιχείρησης. Σκοπός της αρχικής διάταξης ήταν να καταστεί δυνατή η έγκριση τροποποιήσεων του Καταστατικού μέσω διαδικασίας ρυθμιστικής επιτροπολογίας με τη συμμετοχή της Επιτροπής Ενιαίου Ουρανού. Ωστόσο, η διατύπωση της αρχικής διάταξης δεν εκφράζει σαφώς αυτή την πρόθεση και, κατά συνέπεια, πρέπει να προσαρμοστεί. | 
| — | Εφαρμογή του άρθρου 185 του δημοσιονομικού Κανονισμού, ιδιαίτερα ως προς τη θέσπιση δημοσιονομικών κανόνων σύμφωνα με το δημοσιονομικό Κανονισμό Πλαίσιο για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του δημοσιονομικού Κανονισμού (άρθρο 4α του Κανονισμού) καθώς και απαλλαγή (άρθρο 4β του Κανονισμού) και υποβολή του προϋπολογισμού (άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 4 του Καταστατικού). | 
| — | Προσαρμογή της διαδικασίας διορισμού του εκτελεστικού διευθυντή (άρθρο 7 παράγραφος 5 του Καταστατικού). | 
| — | Προσαρμογή των διατάξεων περί προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας (άρθρο 17 παράγραφος 3 του Καταστατικού). | 
| — | Μεταβατικές διατάξεις για την υπαγωγή του προσωπικού της κοινής επιχείρησης στον Κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης της ΕΕ (άρθρο 2 της πρότασης). | 
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1 Η ΕΟΚΕ εγκρίνει το γενικό στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αξιοποιήσει τα διδάγματα που αντλήθηκαν από τη διαχείριση της κοινής επιχείρησης Galileo και από τη δημιουργία της κοινής επιχείρησης της ΚΕ SESAR (7), καθώς και να προτρέψει το Συμβούλιο να αποσαφηνίσει το καθεστώς της ΚΕ SESAR και δεδομένου του αυξανόμενου αριθμού κοινών τεχνολογικών πρωτοβουλιών (ITC) στα πλαίσια του 7ου προγράμματος-πλαισίου για την έρευνα, να εξασφαλίσει τη συνοχή με τη γενική προσέγγιση ως προς τις κοινές επιχειρήσεις.
3.2 Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις προσπάθειες να επιμερισθούν οι οικονομικοί πόροι της SESAR κατά τρόπο ώστε το μεγαλύτερο μέρος τους να αφιερωθεί σε δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης προκειμένου να εναρμονισθεί η ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας. Τροποποιώντας το καθεστώς της ΚΕ SESAR, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προεξοφλεί ένα κέρδος περίπου 290 εκατομμυρίων ευρώ χάρη στην εξαίρεση από το φόρο προστιθέμενης αξίας και άλλους φόρους και ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Η μετάβαση του προσωπικού στο καθεστώς υπαλλήλων της ΕΕ θα αποτελέσει μία βελτίωση και θα υπάρχει η δυνατότητα να επιλεγεί το καθεστώς των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, χωρίς ωστόσο αυτό να είναι υποχρεωτικό. Αυτές οι αλλαγές θα έχουν επίσης θετικό αντίκτυπο (ύψους 10 εκατομμυρίων ευρώ) στα διοικητικά έξοδα χωρίς να μειωθεί το επίπεδο των μισθών, των πλεονεκτημάτων και του δικαιώματος σε επιπλέον σύνταξη. Αυτό συμβαίνει επειδή, κατά τη δημιουργία της ΚΕ SESAR, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ήδη προβλέψει ότι ανά πάσα στιγμή το καθεστώς της ΚΕ SESAR ως προς τις συνθήκες εργασίας «εμπνέεται από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων».
3.3 Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει το ότι ο κοινοτικός έλεγχος του SESAR θα ενισχυθεί με την εφαρμογή των κοινοτικών δημοσιονομικών κανόνων, της απαλλαγής για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, της στρατηγικής διαχείρισης και των δημόσιων πόρων. Αυτή η πρόταση συνάδει με τη σύσταση της ΕΟΚΕ που υπογράμμισε, σε προηγούμενη γνωμοδότησή της επί του θέματος της SESAR, «ότι είναι επιτακτική η ανάγκη δημιουργίας μιας νομικής οντότητας ικανής να εξασφαλίσει τη συντονισμένη διαχείριση των πόρων που προορίζονται για την SESAR κατά τη διάρκεια της θέσης της επιχείρησης αυτής σε λειτουργία». Η πρόταση αναμένεται να έχει θετικές επιπτώσεις ως προς την επιτήρηση του προγράμματος. Η ΕΟΚΕ σημειώνει την ενίσχυση της ευθύνης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καταλήγει στη χρηματοδότηση του προγράμματος από πλευράς ΕΕ ύψους 700 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ το Eurocontrol θα χρηματοδοτήσει το πρόγραμμα με εισφορές ύψους 700 εκατομμυρίων ευρώ και η βιομηχανία αεροπορίας με εισφορές ύψους άλλων 700 εκατομμυρίων ευρώ, οι εισφορές των δύο τελευταίων θα είναι κυρίως σε είδος και οι σχετικές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης θα απαλλαγούν από το φόρο προστιθέμενης αξίας.
3.4 Η διαδικασία ανάπτυξης της ΚΕ SESAR προβλέπεται να ξεκινήσει στις αρχές του 2009 προκειμένου να εξασφαλισθεί η ενεργή συμμετοχή της βιομηχανίας και να μπορέσει αυτή να σχεδιάσει τις δραστηριότητές της βασιζόμενη στους στόχους της SESAR. Για το λόγο αυτό η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόταση της Επιτροπής για τη γρήγορη υιοθέτηση του κανονισμού αυτού, προκειμένου να μπορέσουν οι συμφωνίες με τα μέλη της SESAR να προσαρμοσθούν στις νέες διατάξεις. Οι καθυστερήσεις ως προς την υλοποίηση της SESAR πρέπει να αποφευχθούν ενόψει της ανταγωνιστικής πρωτοβουλίας NextGen των Ηνωμένων Πολιτειών.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1 Η διάρκεια ζωής της KE SESAR, η οποία είναι σημαντική και έχει ήδη ορισθεί στα οκτώ έτη. Μετά την υλοποίηση του προγράμματος, το προσωπικό με απόσπαση θα επιστρέψει στο Eurocontrol ή στις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τις οποίες αποσπάσθηκαν. Τα συμβόλαια των εξωτερικών υπαλλήλων θα λήξουν σύμφωνα με τους όρους που ορίσθηκαν ήδη από την πρόσληψή τους. Η ΕΟΚΕ σημειώνει το προηγούμενο που δημιουργείται (Δημιουργία μιας επιχείρησης ορισμένου χρόνου) και τις επιπτώσεις ως προς την εργασιακή ανασφάλεια για ορισμένες από τις δημιουργηθείσες θέσεις εργασίας. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προσπαθήσει να δώσει ένα καλύτερο παράδειγμα ως προς την ίση μεταχείρηση των υπαλλήλων αυτών που προσλαμβάνονται προκειμένου να υλοποιηθεί το πρόγραμμα SESAR.
4.2 Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του τομέα (εθνική κυριαρχία των Κρατών Μελών στον εναέριο χώρο τους, συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, υπηρεσίες που εμπίπτουν στα κυριαρχικά δικαιώματα) και συνιστά οι στόχοι της KE SESAR να είναι η εναρμόνιση και η έρευνα προκειμένου να υλοποιηθεί η μέγιστη ευρωπαϊκή ασφάλεια των αιθέρων, όχι μόνο από άποψης τεχνικής (εξοπλισμού) ή εμπορικής (γραμμές), αλλά και από άποψης συνοχής με τη δημιουργία του από ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες που συνεισφέρουν και πρέπει οπωσδήποτε να συνδέονται στενότερα με το πρόγραμμα και να λαμβάνονται υπόψη περισσότερο.
4.3 Η ΕΟΚΕ σημειώνει την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της KE SESAR της 24ης Απριλίου 2008, στο οποίο συμμετείχαν οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Eurocontrol, στρατιωτικοί, χρήστες εναερίου χώρου, πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, κατασκευαστές εξοπλισμών, υπεύθυνοι αερολιμένων, εκπρόσωποι του προσωπικού του τομέα ελέγχου της εναέριας κυκλοφορίας, η επιστημονική κοινότητα, ο γενικός διευθυντής, ο προσωρινός διευθυντής διοικητικών και οικονομικών θεμάτων και η γραμματεία που «ενέκρινε τις αρχές τροποποίησης του Καταστατικού και των σχετικών συνεπειών».
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Που ιδρύθηκε από τον Κανονισμό (ΕΚ) αρ.219/2007 του Συμβουλίου της 27ης Φεβρουαρίου 2007; ΕΟΚΕ ΕΕ C 309 της 16.12.2006, σ. 133.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αρ.71/2008 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2007, ΕΕ L 30 της 4.2.2008, σ. 1; ΕΟΚΕ.
(3) Κανονισμός (ΕΚ) αρ.72/2008 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2007, ΕΕ L 30 της 4.2.2008, σ. 21; ΕΟΚΕ.
(4) Κανονισμός (ΕΚ) αρ.73/2008 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2007, ΕΕ L 30 της 4.2.2008, σ. 38; ΕΟΚΕ.
(5) Κανονισμός (ΕΚ) αρ.74/2008 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2007, ΕΕ L 30 της 4.2.2008, σ. 52.
(6) Κανονισμός (ΕΚ) αρ. 521/2008 του Συμβουλίου της 30ης Μαϊου 2008, ΕΕ L 153 της 12.6.2008, σ. 1; ΕΟΚΕ.
(7) Η κοινή επιχείρηση SESAR ήταν μόλις η δεύτερη αυτού του τύπου οντότητας που δημιουργήθηκε βάσει του άρθρου 171 της Συνθήκης ΕΚ ύστερα από την κοινή επιχείρηση GALILEO.
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/100 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την Ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών μετάλλων — Συνεισφορά στη στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση»
COM(2008) 108 τελικό SEC(2008) 246
(2009/C 175/19)
Στις 22 Φεβρουαρίου 2008 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης ΕΚ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το ακόλουθο θέμα:
«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την Ανταγωνιστικότητα των βιομηχανικών μετάλλων — Συνεισφορά στη στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση»
COM(2008) 108 τελικό
Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της, στις 18 Νοεμβρίου 2008, βάσει της έκθεσης του εισηγητή κ. ZÖHRER και του συνεισηγητή κ. CHRUSZCZOW.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειας της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008) η Ευρωπαϊκή Οικονομικής και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 160 ψήφους υπέρ, 6 ψήφους κατά και 7 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η τεράστια πραγματική προστιθέμενη αξία που παράγουν οι βιομηχανίες μετάλλων αλλά και οι μεταγενέστεροι κλάδοι, συνιστά πολύτιμη συμβολή στην ανάπτυξη της συνολικής ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Είναι εκτεθειμένες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και τα τελευταία χρόνια υπέστησαν εκ νέου εκτενείς αλλαγές και αναδιαρθρώσεις
1.2 Οι μελλοντικές αναδιαρθρώσεις θα συνδέονται στενά με την εντεινόμενη παγκοσμιοποίηση των αλυσίδων προστιθέμενης αξίας της βιομηχανίας μετάλλου (από τις πρώτες ύλες μέχρι τη μεταποίηση). Το γεγονός αυτό απαιτεί μια νέα προσέγγιση στην βιομηχανική πολιτική, η οποία να προσανατολίζεται προς την καινοτομία, την ανάπτυξη δεξιοτήτων και τη δημιουργία δίκαιων παγκόσμιων κανόνων ανταγωνισμού
Καταρχήν, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ανάλυση της Επιτροπής όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του κλάδου. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι η βιομηχανία μετάλλου δεν συνιστά ομοιογενή τομέα και επομένως δύσκολα μπορούν να διατυπωθούν γενικεύσεις. Πολλά από τα μέτρα που προτείνει η Επιτροπή έχουν υπερβολικά γενικό χαρακτήρα. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να καταρτίσει σε συνέχεια της παρούσας ανακοίνωσης ένα χρονοδιάγραμμα με έναν συγκεκριμένο κατάλογο μέτρων, ο οποίος θα αφορά επίσης και στους μεμονωμένους υποτομείς.
1.3.1 Η ΕΟΚΕ συνιστά τη διεξαγωγή ειδικών μελετών για επιμέρους τομείς οι οποίες να βασίζονται στις εμπειρίες της ΕΚΑΧ και να περιλαμβάνουν διαδικασίες παρακολούθησης και έναν κοινωνικό διάλογο.
1.4 Στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τα μέτρα που, μέσω της διαφάνειας της αγοράς και των τιμών, συμβάλλουν σε έναν εφοδιασμό στηριζόμενο σε ασφαλείς και βιώσιμες συμβάσεις. Δεν πρέπει να υπάρχουν κενά στην αλυσίδα εφοδιασμού. Επισημαίνεται επίσης η σημασία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας καθώς και της συμβολής της ίδιας της βιομηχανία ς στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος και θερμότητας.
Βασική επιδίωξη της πολιτικής περιβάλλοντος είναι η εξεύρεση λύσεων που να συνδυάζουν τους στόχους για την προστασία του κλίματος με την απασχόληση, την μεγέθυνση και την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα. Προκειμένου να μην αντιμετωπίσει η ευρωπαϊκή βιομηχανία μετάλλου μειονεκτήματα όσον αφορά τον ανταγωνισμό, η ΕΟΚΕ συνιστά τα εξής:
| — | Να δοθεί προτεραιότητα στις διεθνείς συμφωνίες | 
| — | Να προωθείται η διάδοση των καλύτερων και ενεργειακά αποδοτικότερων τεχνολογιών | 
| — | Να λαμβάνονται υπόψη οι ήδη πραγματοποιηθείσες επενδύσεις | 
| — | Να συνυπολογίζεται η ικανότητα ορισμένων τομέων να αποφεύγουν την παραγωγή εκπομπών, λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών προτύπων. | 
| — | Να ληφθεί σύντομα απόφαση σχετικά με την αναγνώριση του κινδύνου της μετατόπισης των πηγών εκπομπής CO2 (carbon leakage) | 
1.5.1 Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις προτάσεις της Επιτροπής για τη νομοθεσία περί αποβλήτων, για το REACH και για την τυποποίηση, αναμένει ωστόσο μία συγκεκριμένη διατύπωση των επιμέρους μέτρων.
1.6 Η ανακύκλωση των πρώτων υλών, η μείωση της έντασης χρήσης υλών, όπως επίσης η αναζήτηση «προϊόντων υποκαταστάσεως» θα αποκτήσουν μελλοντικά ακόμα μεγαλύτερη σημασία (τόσο για περιβαλλοντικούς λόγους όσο και για λόγους εμπορικής πολιτικής).
1.7 Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τη δέσμευση της Επιτροπής να εντατικοποιήσει τις δράσεις για την καινοτομία, την έρευνα και ανάπτυξη και τη βελτίωση των δεξιοτήτων. Σχετικά παραδείγματα αποτελούν το σχέδιο ULCOS (Ultra Low CO2 Steelmaking/Παραγωγή Χάλυβα με Πολύ Χαμηλές Εκπομπές CO2) στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Τεχνολογικής Πλατφόρμας του Χάλυβα (ESTEP) Σχετικά με το δεύτερο τμήμα του 7ου προγράμματος-πλαισίου η ΕΟΚΕ συνιστά να επανεξετασθεί η αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων προγραμμάτων και αναμένει μια καλύτερη εναρμόνιση και στήριξη. Σε ό,τι αφορά την επαγγελματική κατάρτιση και επιμόρφωση χρειάζονται σημαντικές επενδύσεις για τη βελτίωση της βάσης δεξιοτήτων.
1.8 Τα θέματα εμπορικής πολιτικής έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας μετάλλου. Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι χρειάζεται ένας στενός διάλογος με τρίτες χώρες με θέμα τα εμπορικά ζητήματα Θα πρέπει ωστόσο να εξακολουθήσουν να είναι διαθέσιμα τα αναγνωρισμένα από τον ΠΟΕ εμπορικά μέσα καταπολέμησης πρακτικών, οι οποίες ζημιώνουν την βιομηχανία μετάλλων της ΕΕ ή εισάγουν διακρίσεις εις βάρος αυτής.
1.9 Η βιομηχανία μετάλλου βρίσκεται αντιμέτωπη με ευρύτατες κοινωνικές προκλήσεις όπως:
| — | Περαιτέρω αναδιαρθρώσεις | 
| — | Γήρανση του εργατικού δυναμικού | 
| — | Αυξανόμενες απαιτήσεις ως προς τα επαγγελματικά προσόντα | 
| — | Ασφάλεια και προστασία της υγείας. | 
Η ΕΟΚΕ εκπλήσσεται που η Επιτροπή δεν αναφέρει στην ανακοίνωσή της συγκεκριμένα μέτρα ή συστάσεις σχετικά με τις κοινωνικές πτυχές. Καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει (περαιτέρω) τον κοινωνικό διάλογο στους ενδιαφερόμενους κλάδους, διότι αποτελούν το κατάλληλο πλαίσιο για την εξέταση αυτών των θεμάτων.
2. Αιτιολογία/Περιεχόμενο της ανακοίνωσης
2.1 Στην ανακοίνωση αξιολογείται η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας μετάλλου και διατυπώνονται συστάσεις για το μέλλον. Αποτελεί συνέχεια της ανακοίνωσης της Επιτροπής του 2005 με θέμα την βιομηχανική πολιτική της ΕΕ, στην οποία είχαν εξαγγελθεί διάφορες τομεακές πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένης και μίας ανακοίνωσης για την εκτίμηση του αντικτύπου που έχει ο ενεργειακός εφοδιασμός και ο εφοδιασμός σε πρώτες ύλες στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών βιομηχανιών μετάλλου (1) Συνεκτιμάται εξάλλου και η ενδιάμεση αξιολόγηση της βιομηχανικής πολιτικής του 2007 (2)
2.2 Οι βιομηχανίες μετάλλων, επειδή αποτελούν από τη φύση τους ενεργοβόρο κλάδο, επηρεάζονται άμεσα από τις κοινοτικές πολιτικές για την ενέργεια και την αλλαγή του κλίματος Τον Μάρτιο του 2007, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογράμμισε «τη μεγάλη σημασία του τομέα έντασης ενέργειας» Τόνισε επίσης ότι «είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων για τη βελτίωση τόσο της ανταγωνιστικότητας όσο και του περιβαλλοντικού αντικτύπου των σχετικών ευρωπαϊκών βιομηχανιών». Στο πλαίσιο αυτό, με τη δέσμη μέτρων για την αλλαγή του κλίματος και τις και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας της 23ης Ιανουαρίου 2008, η Επιτροπή αναγνωρίζει την ειδική κατάσταση των ενεργοβόρων βιομηχανιών, που εκτίθενται άμεσα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
2.3 Η Επιτροπή προτείνει μία δέσμη 16 μέτρων στους τομείς ενέργεια, περιβάλλον, τυποποίηση, καινοτομία, έρευνα και ανάπτυξη, δεξιότητες, εξωτερικές σχέσεις και εμπορικές πολιτικές
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1 Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τη γενική της ικανοποίηση για τις τομεακές δραστηριότητες της Επιτροπής για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη διασφάλιση της απασχόλησης, την οποία έχει ήδη εκφράσει στη γνωμοδότησή από τις 20 Απριλίου 2006 με θέμα: «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισσαβώνας: Πλαίσιο πολιτικής για την ενίσχυση του μεταποιητικού τομέα της ΕΕ — Προς μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση της βιομηχανικής πολιτικής» (COM(2005) 474 τελ.).
Η ευρωπαϊκή βιομηχανία μετάλλου συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους τομείς της αλυσίδας αξιών πολλών οικονομικών κλάδων. Βάσει υπολογισμών της βιομηχανίας εκτιμάται, παραδείγματος χάρη, ότι οι μεταγενέστεροι κλάδοι παραγωγής της βιομηχανίας χάλυβα αποκομίζουν κέρδη ύψους 3 157 δισεκατομμύρια ευρώ και απασχολούν 23 εκατομμύρια εργαζόμενους (βλ. Παράρτημα 1). Για τους υπόλοιπους κλάδους των βιομηχανιών μετάλλων δεν διατίθενται δυστυχώς στοιχεία. Τα προϊόντα χάλυβα εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ως σημαντικό κατασκευαστικό υλικό κυρίως για την κατασκευή ενεργειακά αποδοτικών υποδομών. Συνεπώς η ικανότητα της Ευρώπης για περαιτέρω εξέλιξη και προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος θα εξαρτηθεί καθοριστικά από την εξασφάλιση σταθερού εφοδιασμού της ευρωπαϊκής αγοράς με χάλυβα.
3.2.1 Λαμβανομένης υπόψη της σημερινής κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ιδιαίτερα ότι η τεράστια προστιθέμενη αξία που επιτυγχάνεται στη βιομηχανία μετάλλου και στους μεταγενέστερους τομείς παραγωγής συνιστά πολύτιμη συμβολή στην ανάπτυξη της συνολικής ευρωπαϊκής οικονομίας. Ο ηγετικός ρόλος που κατέχει η ευρωπαϊκή βιομηχανία μετάλλου σε πολλούς τομείς αποτελεί τη βάση της ανταγωνιστικότητας και για άλλους βιομηχανικούς τομείς. Η τεχνογνωσία της Ευρώπης σε αυτόν τον τομέα πρέπει να διατηρηθεί και να αναπτυχθεί περαιτέρω.
Οι βιομηχανίες μετάλλου είναι εκτεθειμένες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και τα τελευταία χρόνια υπέστησαν εκ νέου εκτενείς αλλαγές και αναδιαρθρώσεις Οι αλλαγές αυτές μπορεί να συνέβαλαν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας αλλά προκάλεσαν συγχρόνως μαζικές απώλειες σε θέσεις εργασίας. Οι αναδιαρθρώσεις αυτές δεν υπαγορεύθηκαν μόνον από τεχνολογικούς λόγους ή από την ανάγκη βελτίωσης της παραγωγικότητας. Ένα τμήμα τους οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι ορισμένοι τομείς παραγωγής μεταφέρθηκαν εκτός Ευρώπης (παραδείγματος χάρη η παραγωγή ακατέργαστου αλουμινίου), λόγω του κόστους της ενέργειας, των περιβαλλοντικών απαιτήσεων και της εγγύτητας στις πρώτες ύλες. Η διαδικασία αυτή δεν έχει ολοκληρωθεί, καθότι αναμένονται περαιτέρω αναδιαρθρώσεις. Οι μελλοντικές αναδιαρθρώσεις θα συνδέονται στενά με την εντεινόμενη παγκοσμιοποίηση των αλυσίδων προστιθέμενης αξίας της βιομηχανίας μετάλλου (από τις πρώτες ύλες μέχρι τη μεταποίηση).
3.3 Οι σημερινές συζητήσεις σχετικά με την προστασία του κλίματος αφορούν ιδιαίτερα αυτούς τους βιομηχανικούς κλάδους εξαιτίας της υψηλής τους κατανάλωσης ενέργειας Δεν επιδιώκεται μόνον η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, αλλά και η διασφάλιση της απασχόλησης στις συγκεκριμένες βιομηχανίες Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας καλεί μέσω των συμπερασμάτων του της 3ης Ιουνίου 2008 την Επιτροπή και τα κράτη μέλη «… να συνεχίσουν ενεργά τις συζητήσεις με τη βιομηχανία και με τρίτες χώρες ως προς το θέμα των τομεακών προσεγγίσεων, προκειμένου να προωθηθούν αποτελεσματικά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και ταυτόχρονα να αντιμετωπιστεί και η διαρροή άνθρακα …»
Η ΕΟΚΕ συμφωνεί εξάλλου με την ανάλυση των χαρακτηριστικών του τομέα, όπως επιχειρήθηκε από την Επιτροπή. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η ανακοίνωση βασίζεται σε προηγούμενες εργασίες που ξεκίνησαν ήδη το 2004 καθώς και το γεγονός ότι η βιομηχανία μετάλλου δεν αποτελεί ομοιογενή τομέα.
3.4.1 Εξακολουθεί εντούτοις να επικρατεί ασάφεια αναφορικά με την οριοθέτηση των υπό εξέταση τομέων. Η Επιτροπή βασίζεται για τον προσδιορισμό της στον κώδικα NACE 27, ενώ τα στοιχεία των εγγράφων (ανακοίνωση και παράρτημα) αντανακλούν μόνον ένα τμήμα των υποτομέων (πρωτογενής βιομηχανία και μεταποίηση ημιτελών προϊόντων). Εν προκειμένω η Επιτροπή πρέπει να προβεί σε ακριβέστερη περιγραφή, δεδομένου ότι εξαιτίας της πολυμορφίας των διαφόρων υποτομέων (26 βιομηχανικοί τομείς σε 5 ομάδες/NACE 27) και των διαφορετικών δομών, (στη βιομηχανία βασικών προϊόντων κυρίως μεγάλες επιχειρήσεις και στη μεταποίηση πολλές ΜΜΕ) δεν μπορούν να υιοθετηθούν εύκολα γενικές δηλώσεις).
Η Επιτροπή προτείνει στην ανακοίνωσή της μία σειρά μέτρων, τα οποία αποσκοπούν στη βελτίωση του πλαισίου για τις συγκεκριμένες βιομηχανίες. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει όμως να εξετασθούν και σε συνάρτηση με άλλους, φαινομενικά αντιφατικούς πολιτικούς στόχους της Κοινότητας, οι οποίοι εξετάζονται ταυτόχρονα. Η ΕΟΚΕ εκφράζει συνεπώς τη λύπη της για τον πολύ γενικό χαρακτήρα πολλών εξ αυτών των προτάσεων και καλεί τη Επιτροπή να καταρτίσει σε συνέχεια της παρούσας ανακοίνωσης ένα χρονοδιάγραμμα με έναν συγκεκριμένο κατάλογο μέτρων, ο οποίος θα αφορά επίσης και στους μεμονωμένους υποτομείς. Αυτό είναι αναγκαίο ιδιαίτερα επειδή ότι οι αποφάσεις σχετικά με επενδύσεις στη βιομηχανία μετάλλου έχουν μεσοπρόθεσμο ή και μακροπρόθεσμο χαρακτήρα και επηρεάζονται επομένως από τα μέτρα αυτά.
3.5.1 Η ΕΟΚΕ συνιστά να διεξαχθούν σε συνεργασία με τους ενδιαφερόμενους ειδικές μελέτες σχετικά με την εξέλιξη της ζήτησης, της παραγωγής και των τεχνολογιών στους επιμέρους τομείς οι οποίες να βασίζονται στις εμπειρίες της ΕΚΑΧ και να περιλαμβάνουν διαδικασίες παρακολούθησης και έναν κοινωνικό διάλογο. Η βιομηχανία χάλυβα αποτελεί παράδειγμα σε αυτή την περίπτωση. Η Συνθήκη της ΕΚΑΧ προέβλεπε για την συγκέντρωση δεδομένων στον τομέα του σιδήρου και του χάλυβα η οποία δεν περιοριζόταν σε μια «γενική στατιστική βιομηχανικών στοιχείων» Μετά τη λήξη της Συνθήκης ΕΚΑΧ το 2002, η ευρωπαϊκή βιομηχανία χάλυβα επέτυχε να συνεχισθεί, τουλάχιστον προσωρινά, η συλλογή ορισμένων σημαντικών στατιστικών στοιχείων, που δεν καλύπτονται από τις «Γενικές βιομηχανικές στατιστικές». Το αίτημα αυτό υλοποιήθηκε σε ευρωπαϊκό επίπεδο με την οδηγία (ΕΚ) 48/2004. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της παράτασης της ισχύος του κανονισμού αυτού και προτείνει να επεκταθεί η κατάρτιση παρόμοιων εκτεταμένων στατιστικών και σε άλλους τομείς της βιομηχανίας μετάλλου, διότι, όπως έχει αποδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις, οι γενικές βιομηχανικές στατιστικές δεν περιέχουν επαρκή στοιχεία που να επιτρέπουν την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με συγκεκριμένες δράσεις.
4. Ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με τις προτάσεις της Επιτροπής
4.1 Ενεργειακή πολιτική
4.1.1 Όπως ορθά διαπιστώνει η Επιτροπή, η ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών μετάλλου της ΕΕ επηρεάζεται από την ταχεία αύξηση των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, όπως επίσης από τους περιορισμούς της διασφάλισης μακροπρόθεσμων συμβάσεων εφοδιασμού
4.1.2 Πρέπει να ληφθούν κατάλληλα μέτρα, τα οποία θα καταστούν δυνατή μία βελτιωμένη πρόβλεψη της εξέλιξης των τιμών, θα εγγυώνται μεγαλύτερη διαφάνεια της αγοράς και θα επιτρέπουν την ελεύθερη επιλογή του παρόχου ενέργειας. Στα παραπάνω θα συμβάλλουν τόσο η νομοθεσία, όσο και η αναγνώριση της συμβατότητας των εφαρμοσμένων πρακτικών με το κοινοτικό δίκαιο.
4.1.3 Η εξέταση των δυνατοτήτων για μακροπρόθεσμες συμβάσεις προμηθειών συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα μέτρα, προκειμένου να βελτιωθεί η προβλεψιμότητα των όρων εφοδιασμού Εν προκειμένω θα πρέπει επίσης να εξεταστεί εάν και σε ποιο βαθμό θα μπορούν οι ενδιαφερόμενοι πάροχοι ενέργειας να λαμβάνουν μέρος στο σύστημα πλειστηριασμού του ETS (σύστημα εμπορίας εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
4.1.4 Απαιτούνται λύσεις για την κάλυψη των κενών στις υποδομές της μεταφοράς της ενέργειας, (Διευρωπαϊκά Δίκτυα) προκειμένου να διασφαλιστεί η ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά ενέργειας για όλες τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις
4.1.5 Η περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων πόρων ενέργειας συνιστά μακροπρόθεσμα έναν ουσιαστικό παράγοντα για τον ανεξάρτητο εφοδιασμό των βιομηχανιών της ΕΕ. Η βιομηχανίες μετάλλου συμβάλλουν στην επιτυχία της ευρωπαϊκής πολιτικής για την αύξηση της παραγωγής ενέργειας (ηλεκτρικό ρεύμα και θερμότητα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Κατά τη διαδικασία παραγωγής χάλυβα καθώς και στις εγκαταστάσεις παραγωγής οπτάνθρακα εκπέμπονται πολύτιμα αέρια όπως το αέριο υψικαμίνου, το αέριο υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου και το αέριο εγκαταστάσεων οπτανθρακοποίησης. Τα αέρια αυτά περιέχουν διαφορετικά ποσοστά μονοξειδίου του άνθρακα (έως και 65 % στην περίπτωση του αερίου υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου), διοξειδίου του άνθρακα και υδρογόνου (έως και 60 % στην περίπτωση του αερίου υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου). Τα αέρια αυτά, αντί να εκπέμπονται ή να υπόκεινται σε καύση, μπορούν πράγματι να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος και/ή θερμότητας. Η αξιοποίηση αυτή ήδη πραγματοποιείται σε μεγάλο μέρος αλλά χρειάζεται να καταβληθούν προσπάθειες για την περαιτέρω ανάπτυξη αυτών των τεχνολογιών.
4.1.6 Κατά τα λοιπά, η ΕΟΚΕ παραπέμπει στα όσα έχει επισημάνει σε διάφορες γνωμοδοτήσεις της με θέμα την ενεργειακή πολιτική (πρόσφατα στη γνωμοδότηση CCMI/052 και σε διάφορες γνωμοδοτήσεις του τμήματος TEN)
4.2 Περιβαλλοντική πολιτική
4.2.1 Η βιομηχανία των μετάλλων ήδη επηρεάζεται από έναν μεγάλο αριθμό κοινοτικών διατάξεων στο χώρο της περιβαλλοντικής πολιτικής, των οποίων η μεταφορά και τήρηση θέτει για την βιομηχανία την πρόκληση να συνδέσει τους διάφορους στόχους (παραδείγματος χάρη η μερική σύνδεση της πρόληψης εκπομπών ρύπων με την υψηλή κατανάλωση ενέργειας, γεγονός που θίγει επίσης την ενεργειακή απόδοση) Ορισμένα τμήματα της βιομηχανίας μετάλλου συγκαταλέγονται αναμφισβήτητα στους ενεργοβόρους κλάδους, οι οποίοι είναι εκτεθειμένοι σε έναν οξύ διεθνή ανταγωνισμό ως προς το κόστος. Οι εν λόγω βιομηχανικοί κλάδοι συγκαταλέγονται στους υπαίτιους μεγάλων ποσοτήτων CO2. Εάν εφαρμοσθούν τα μέτρα που προβλέπει η Επιτροπή για την κλιματική αλλαγή και ιδίως η επέκταση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας χωρίς περαιτέρω περιορισμούς για τη βιομηχανία μετάλλων, ενδέχεται να προκληθεί μετατόπιση των επενδύσεων (οι οποίες διαπιστώνονται ήδη σήμερα) και απώλεια θέσεων εργασίας (κίνδυνος «διαρροής άνθρακα») Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα για την κλιματική αλλαγή θα υπολείπεται ωστόσο, μέχρις ότου ενστερνιστούν τους στόχους αυτούς όλα τα κράτη.
4.2.2 Πρωταρχική προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η σύναψη διεθνών συμφωνιών με σαφή κριτήρια όσον αφορά την αποτελεσματικότητα και τον έλεγχό τους, προκειμένου να αποφευχθούν ανταγωνιστικά μειονεκτήματα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία και να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο.
Μεγάλα τμήματα της βιομηχανίας μετάλλων πραγματοποίησαν ήδη στο παρελθόν εκτεταμένες επενδύσεις σε τεχνολογίες ενεργειακής απόδοσης. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία χάλυβα κατέχει παραδείγματος χάρη ηγετική θέση, σε ό,τι αφορά στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και πολλές επιχειρήσεις κατόρθωσαν να αγγίξουν τα όρια του τεχνολογικά εφικτού όσον αφορά στη μείωση των εκπομπών κατά την παραγωγή Επομένως ο στόχος της μείωσης κατά 21 % των εκπομπών CO2 έως το έτος 2020 (με βάση τις τιμές του 2005) πρέπει να επιτευχθεί με τη συμβολή όλων των τομέων που εμπίπτουν στο σύστημα εμπορίας εκπομπών (παραγωγή ενέργειας, ενεργοβόροι τομείς). Κατά την κατανομή των προσπαθειών που πρέπει να καταβληθούν θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η ικανότητα των επιμέρους τομέων για τη μείωση των εκπομπών και να συνεκτιμηθούν οι τεχνικοί περιορισμοί που δεν συντελούν σε μείωση της παραγωγικής ικανότητας.
4.2.3.1 Το Συμβούλιο υπολογίζει ότι με την σχεδιαζόμενη διεθνή συμφωνία θα τεθεί ένας πραγματικά φιλόδοξος στόχος μείωσης του CO2 σε ποσοστό έως και 30 %. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι θα πρέπει εν προκειμένω να διευκρινισθούν οι τομείς στους οποίους θα πρέπει να επιτευχθεί η εν λόγω μείωση Αναμφισβήτητα το παραπάνω δεν θα αφορά μόνον τους τομείς εκείνους, οι οποίοι υπάγονται στο σύστημα εμπορίας εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ θα πρέπει να ληφθούν επίσης υπόψη μέτρα όσον αφορά μεταξύ άλλων στη μόνωση των κτηρίων, την οργάνωση των μεταφορών και των συγκοινωνιών, τη γενικότερη ενεργειακή αποδοτικότητα κτλ.
4.2.4 Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, προτεραιότητα των μέτρων αυτών θα πρέπει να αποτελέσει, καταρχάς η προώθηση των καλύτερων και ενεργειακά πιο αποδοτικών τεχνολογιών και εν συνεχεία η έρευνα και η ανάπτυξη με σκοπό τη βελτίωση των εν λόγω τεχνολογιών και των νέων υλικών Τα τεχνικά πρότυπα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τόσο στα μέτρα σε επίπεδο ΕΕ, όσο και στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη μίας διεθνούς συμφωνίας για την προστασία του κλίματος.
Η Επιτροπή οφείλει να καταρτίσει ένα σχετικό σχέδιο, στο οποίο θα περιλαμβάνονται όλα τα σχεδιαζόμενα μέτρα και βήματα, προκειμένου να εξαλειφθούν τυχόν περαιτέρω ανησυχίες εκ μέρους της βιομηχανίας Η ΕΟΚΕ παραπέμπει σχετικά στο άρθρο 10β της πρότασης της Επιτροπής για το Ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας αερίων (3).
4.2.5 Όσον αφορά στην οδηγία σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης (Οδηγία IPPC), η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το σχέδιο εναρμόνισης της Επιτροπής, το οποίο θα συμβάλει μεταξύ άλλων στην απλούστευση και τη βελτίωση της νομοθεσίας. Η κωδικοποιημένη ωστόσο οδηγία θα πρέπει να λάβει υπόψη της ως βάση για την πιστοποίηση και τη λειτουργία βιομηχανικών χώρων τα επιμέρους επίπεδα τεχνολογικής ανάπτυξης. Η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας μετάλλων της ΕΕ δεν θα πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο λόγω απαιτήσεων, οι οποίες δεν συνάδουν με τις τεχνολογικές δυνατότητες.
4.2.6 Σχετικά με τις προτάσεις για τη νομοθεσία περί αποβλήτων, για το REACH και για την τυποποίηση, η ΕΟΚΕ συμφωνεί καταρχήν με την Επιτροπή, αναμένει ωστόσο μία συγκεκριμένη διατύπωση των επιμέρους προτάσεων.
4.3 Καινοτομία, έρευνα και ανάπτυξη και δεξιότητες
4.3.1 Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τη δέσμευση της Επιτροπής να εντατικοποιήσει τις δράσεις για την καινοτομία, την έρευνα και ανάπτυξη και τη βελτίωση των δεξιοτήτων.
4.3.2 Η Ευρωπαϊκή Τεχνολογική Πλατφόρμα του Χάλυβα (ESTEP) συμβάλλει στη διαμόρφωση του μέλλοντος μέσω της πρότασης φιλόδοξων προγραμμάτων Ε&Α (στρατηγικό πρόγραμμα ερευνών, αποκαλούμενο και SRA) για μία βιώσιμη ανταγωνιστικότητα. Οι προτεραιότητες του SRA στοχεύουν στη μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος εξαιτίας των διαδικασιών και στην ανάπτυξη σύγχρονων προϊόντων προστιθέμενης αξία, τα οποία θα είναι πιο αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Το ULCOS παραδείγματος χάρη (Ultra Low CO2 Steelmaking/Παραγωγή Χάλυβα με Πολύ Χαμηλές Εκπομπές CO2) αποτελεί το πρώτο μεγάλο σχέδιο της ESTEP, το οποίο στοχεύει στη δραστική μείωση των εκπομπών CO2. Επί του παρόντος πρόκειται για το πιο φιλόδοξο σχέδιο παγκοσμίως και έχει ήδη σημειώσει μεγάλη επιτυχία δεδομένου ότι έχουν επιλεγεί 4 υποσχόμενοι τρόποι, οι οποίοι πρέπει τώρα να εξετασθούν σε βιομηχανική κλίμακα και να συνδεθούν με τις τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS). Η ESTEP συμβάλλει εξάλλου έμμεσα στα ζητήματα τόσο της κλιματικής αλλαγής, όσο και της ενέργειας, μέσω της εφεύρεσης πλήρως ανακυκλώσιμων λύσεων ελαφρού χάλυβα, π.χ. για τους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας και των κατασκευών, όπως επίσης αποτελεσματικών νέων λύσεων για την ανάπτυξη πηγών ενέργειας για το μέλλον (π.χ. αιολική ενέργεια).
4.3.3 Μολοταύτα, δεδομένου ότι η εκπαίδευση και η κατάρτιση του προσωπικού είναι απαραίτητη για τη δημιουργία βιώσιμης βιομηχανίας στην Ευρώπη, χρειάζονται σημαντικές επενδύσεις για τη βελτίωση της βάσης δεξιοτήτων• παραδείγματος χάρη μέσω της πρόσληψης ταλαντούχων ατόμων από το Πανεπιστήμιο και της ανάπτυξης της δια βίου μάθησης, ιδίως της ηλεκτρονικής μάθησης (e-Learning). Για την επίτευξη του κοινωνικού αυτού στόχου χρειάζεται απαραίτητα η στήριξη εκ μέρους τόσο της ΕΕ, όσο και των Πανεπιστημίων (4)
4.3.4 Προτείνεται ωστόσο η επανεξέταση της αποτελεσματικότητας των σημερινών προγραμμάτων. Το στρατηγικό πρόγραμμα ερευνών (SRA) της Ευρωπαϊκής Τεχνολογικής Πλατφόρμας του Χάλυβα παραδείγματος χάρη παρουσίασε ορισμένα απογοητευτικά αποτελέσματα μετά την πρώτη πρόσκληση υποβολής προσφορών του 7ου προγράμματος-πλαισίου (ποσοστό επιτυχίας μικρότερο του 10 %) διότι οι εν λόγω προσκλήσεις δεν φαίνεται να καλύπτουν τις προτεραιότητες του στρατηγικού προγράμματος. Στο δεύτερο τμήμα του 7ου προγράμματος-πλαισίου αναμένεται καλύτερη στήριξη.
4.4 Εξωτερικές σχέσεις και εμπορικές πολιτικές
4.4.1 Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να δώσει προτεραιότητα στον εφοδιασμό της βιομηχανίες με πρώτες ύλες Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει ωστόσο να τονισθεί ότι δεν πρόκειται για ένα ζήτημα που άπτεται μόνον των εξωτερικών σχέσεων και του εξωτερικού, γεγονός που η ΕΟΚΕ επισήμανε στη γνωμοδότηση CCMI/056 «Η μη ενεργειακή μεταλλευτική βιομηχανία στην Ευρώπη». Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να επισημανθεί ότι η ανακύκλωση των πρώτων υλών, η μείωση της έντασης χρήσης υλών, όπως επίσης η αναζήτηση «προϊόντων υποκαταστάσεως» θα αποκτήσουν μελλοντικά ακόμα μεγαλύτερη σημασία (τόσο για περιβαλλοντικούς λόγους όσο και για λόγους εμπορικής πολιτικής).
4.4.2 Εν προκειμένω θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ανακύκλωση των πρώτων υλών, η μείωση της έντασης χρήσης υλών, όπως επίσης η αναζήτηση «προϊόντων υποκαταστάσεως» θα αποκτήσουν μελλοντικά ακόμα μεγαλύτερη σημασία
4.4.3 Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι χρειάζεται ένας στενός διάλογος με τρίτες χώρες με θέμα τα εμπορικά ζητήματα Θα πρέπει ωστόσο να εξακολουθήσουν να είναι διαθέσιμα τα αναγνωρισμένα από τον ΠΟΕ εμπορικά μέσα καταπολέμησης πρακτικών, οι οποίες ζημιώνουν την βιομηχανία μετάλλων της ΕΕ ή εισάγουν διακρίσεις εις βάρος αυτής. Συγχρόνως θα πρέπει να δοθούν συγκεκριμένα κίνητρα ώστε να εφαρμόζονται τα μέσα αυτά όταν δεν επιτυγχάνεται πρόοδος μέσω του διαλόγου.
4.5 Κοινωνικές πτυχές
4.5.1 Ενόψει των προκλήσεων, όπως παραδείγματος χάρη της γήρανσης του εργατικού δυναμικού (κυρίως στη βιομηχανία χάλυβα), των απαιτήσεων ως προς την ειδίκευση και των συνεχιζόμενων διαρθρωτικών αλλαγών, η ΕΟΚΕ εκπλήσσεται από το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν προβαίνει σε κανένα μέτρο ή πρόταση προς τη βιομηχανία σε σχέση με τις κοινωνικές πτυχές, τις οποίες αναφέρει στην ανακοίνωσή της.
4.5.2 Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στο θέμα της ασφάλειας και της προστασίας της υγείας διότι η βιομηχανία μετάλλου συγκαταλέγεται στις βιομηχανίες με τους μεγαλύτερους κινδύνους ατυχημάτων.
4.5.3 Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει εκ νέου τη σημασία του κοινωνικού διαλόγου.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) COM(2005) 474 τελικό, παράρτημα ΙΙ
(2) COM (2007) 374 τελικό της 4.7.2007
(3) COM(2008) 16 τελικό Της 23.1.2008
(4) Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη έχουν ληφθεί πρωτοβουλίες στη βιομηχανία μετάλλου για την προώθηση/αύξηση της κινητικότητας των εργαζομένων στον τομέα αυτό στην Ευρώπη, όπως π.χ το πάσο «EMU-Pass» (www.emu-pass.com).
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/105 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Καινοτομία και αειφορία των δασικών βιομηχανιών στην ΕΕ Συνεισφορά στη στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση»
COM(2008) 113 τελικό
(2009/C 175/20)
Στις 27 Φεβρουαρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την
«Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την καινοτομία και την αειφορία των δασικών βιομηχανιών στην ΕΕ: Συνεισφορά στη στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση»
COM(2008) 113 τελικό.
Η συμβουλευτική επιτροπή βιομηχανικών μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 18 Νοεμβρίου 2008 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BURNS και του συνεισηγητή κ. STUDENT.
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 167 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συστάσεις
Για τους λόγους που αναφέρονται στη γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ προτείνει τα εξής:
1.1 Να διευρυνθεί η έννοια των δασικών βιομηχανιών (ΔΒ) ούτως ώστε να περιλάβει τους ιδιοκτήτες δασών, καθώς και άλλους οικονομικούς φορείς, όπως οι εργολάβοι δασικών εργασιών, για να εντοπισθούν, κατά τον τρόπο αυτό, προβλήματα αλλά και ευκαιρίες από την αρχή της αλυσίδας αξίας.
1.2 Να αναπτυχθούν περαιτέρω, και μέσω μελετών, οι υπάρχουσες ευρωπαϊκές βάσεις δεδομένων με ακριβή στοιχεία σχετικά με τον όγκο και την πιθανή ποιότητα του συνόλου της εκμεταλλεύσιμης ξυλείας, καθώς και με τη χρήση της ξυλείας (τόσο από ευρωπαϊκές όσο και από εισαγόμενες πηγές) από τις ΔΒ, ούτως ώστε αυτές να είναι ολοκληρωμένες, χρονικά έγκυρες και συγκρίσιμες.
1.3 Να στηριχθεί η αυξημένη παραγωγή και αξιοποίηση του ξύλου από τα δάση της Ευρώπης και η δίκαιη χρήση για διάφορους σκοπούς σε εθνικό επίπεδο.
1.4 Να προωθηθεί η αυξανόμενη χρήση της ξυλείας και των υλικών που βασίζονται σε αυτή.
1.5 Να ενισχυθούν τα μέτρα για τη βελτίωση της εικόνας των ΔΒ.
1.6 Να γίνουν προσπάθειες ούτως ώστε να αναγνωρισθεί ο ρόλος της ξυλείας και των προϊόντων ξύλου στην άμβλυνση των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος, π.χ. μέσω της λειτουργίας τους ως αποθηκών άνθρακα.
1.7 Να προστατευθεί ο τομέας από τις αρνητικές επιπτώσεις που απορρέουν από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων.
1.8 Να αρθούν οι φραγμοί στο εμπόριο ξυλείας και προϊόντων ξυλείας. Να διασφαλισθεί το ελεύθερο αλλά και δίκαιο εμπόριο.
1.9 Να καλυφθούν οι ερευνητικές ανάγκες των βιομηχανιών, όπως ορίζονται στο πλαίσιο του Τεχνολογικού Κλιμακίου για το Δασικό Τομέα (ΤΚΔΤ), μέσω του έβδομου προγράμματος πλαισίου και συναφών προγραμμάτων.
1.10 Να ενθαρρυνθούν τόσο τα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΕΕ όσο και η βιομηχανία να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στην ενίσχυση της εφαρμογής των πολιτικών, των κανονισμών και των προγραμμάτων της ΕΕ που αφορούν θέματα υγείας και ασφάλειας στον τόπο εργασίας και έχουν σχέση με τις δασικές βιομηχανίες, έτσι ώστε να ισχύουν τα ίδια. πρότυπα σε όλες τις χώρες της ΕΕ.
1.11 Να αναπτυχθεί η ευρωπαϊκή επαγγελματική κατάρτιση και εξειδίκευση σε ολόκληρη την αλυσίδα δάσους-ξυλείας, βάσει των αναγκών της βιομηχανίας.
1.12 Να ενθαρρυνθούν οι εθνικές και υποεθνικές αρχές να αναγνωρίσουν και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες της εμπορικής δασοκομίας και των ΔΒ. Να δοθεί η δέουσα προσοχή στην ενίσχυση των επενδύσεων στις οδικές υποδομές των αγροτικών περιοχών.
1.13 Να αναπτυχθούν, σε συνδυασμό με το Πρόγραμμα δράσης για τα δάση, συστήματα για την αξιολόγηση της οικονομικής και κοινωνικής αξίας της πολυλειτουργικής δασοκομίας και των άλλων δασικών υπηρεσιών εκτός της ξυλείας και να εξασφαλισθεί η μελλοντική τους αναγνώριση ως συστατικών στοιχείων ενός ενιαίου κλάδου ο οποίος συμπεριλαμβάνει ιδιοκτήτες, εργολάβους δασών κλπ.
2. Ιστορικό
2.1 Η ανακοίνωση σχετικά με την «καινοτομία και αειφορία των δασικών βιομηχανιών στην ΕΕ» (COM(2008) 113 τελικό, εφεξής «η ανακοίνωση»), η οποία αποτελεί τη βάση της παρούσας γνωμοδότησης, έχει τις ρίζες της στην ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των περιφερειών με τίτλο «Η κατάσταση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών δασικών και συναφών βιομηχανιών» (COM(1999) 457 τελικό) και στην ανακοίνωση σχετικά με την «εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισσαβώνας» (COM(2005) 474 τελικό). Επιπλέον, σχετίζεται με το Σχέδιο Δράσης της ΕΕ για τα Δάση (COM(2006) 302 τελικό), το οποίο έχει πενταετή διάρκεια (2007-2011) και ως στόχο τη στήριξη και την ενίσχυση της αειφόρου διαχείρισης των δασών και του πολυλειτουργικού ρόλου τους μέσω 18 «κεντρικών δράσεων». Μία εξ αυτών (η υπ'αριθμόν 17) στοχεύει συγκεκριμένα στην «ενθάρρυνση της χρήσης ξύλου και άλλων δασικών προϊόντων που προέρχονται από δάση υπό αειφόρο διαχείριση».
2.2 Η ανακοίνωση ασχολείται καταρχάς με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι «δασικές βιομηχανίες» (ΔΒ), οι οποίες ορίζονται ως οι βιομηχανίες παραγωγής πολτού, χαρτιού, χαρτιού συσκευασίας, οι βιομηχανίες επεξεργασίας ξύλου, όπως πριονιστήρια και βιομηχανίες πλακών με βάση το ξύλο, η βιομηχανία φελλού και η τυπογραφική βιομηχανία. Ως εκ τούτου, δεν ασχολείται άμεσα με τον τομέα της δασοκομίας που παρέχει τη βασική πρώτη ύλη των ΔΒ –το ξύλο– ούτε και με άλλες ομάδες που ασχολούνται επιχειρηματικά με το δάσος ή όσων ζουν από αυτό.
3. Περίληψη της πρότασης της Επιτροπής
3.1 Στην ανακοίνωσή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ΔΒ, όπως ο παγκόσμιος ανταγωνισμός, η αλλαγή του κλίματος, η ενέργεια, η προσφορά ξυλείας κλπ., καθώς και τον αντίκτυπο που θα μπορούσαν να έχουν όλα αυτά στη μελλοντική κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα του τομέα.
3.2 Οι ΔΒ αποτελούν σημαντικό τμήμα της ευρωπαϊκής οικονομίας και συχνά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της αειφόρου απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές.
3.3 Τα προβλήματα αντιμετωπίζονται μέσω 19 «δράσεων» που εμπίπτουν στις ακόλουθες βασικές κατηγορίες:
| α) | Πρόσβαση στις πρώτες ύλες (8 δράσεις) | 
| β) | Πολιτικές για την αλλαγή του κλίματος και περιβαλλοντική νομοθεσία (4 δράσεις) | 
| γ) | Καινοτομία και Ε&Α (4 δράσεις) | 
| δ) | Εμπόριο και συνεργασία με τρίτες χώρες (2 δράσεις) | 
| ε) | Επικοινωνία και ενημέρωση (1 δράση). | 
4. Γενικές παρατηρήσεις
4.1 Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή εφιστά την προσοχή στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ΔΒ, καθώς και τον κατάλογο των δράσεων που προτείνεται. Απευθύνει δε επείγουσα έκκληση οι δράσεις αυτές να μην παραμείνουν προτάσεις, αλλά να εφαρμοσθούν όσο το δυνατόν συντομότερα.
4.2 Παρότι κατανοεί το ιστορικό και τη βάση της ανακοίνωσης, η ΕΟΚΕ οφείλει να εκφράσει τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι δεν δίδεται καμία προσοχή ή έστω η δέουσα προσοχή στους φορείς που βρίσκονται στην αρχή της αλυσίδας αξίας, όπως οι ιδιοκτήτες δασών και οι εργολάβοι δασικών εργασιών, ούτε και στις λοιπές λειτουργίες που επιτελούνται από τα δάση και εντός αυτών (αποκαλούμενες ενίοτε «δασική ομάδα»).
4.3 Η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στην ανάγκη μιας κερδοφόρου δασοκομίας ως προϋπόθεσης για την ανταγωνιστικότητα ολόκληρης της αλυσίδας αξίας. Η κερδοφόρος δασοκομία ενισχύει την αειφόρο διαχείριση των δασών (SFM) και παρέχει κίνητρα για επενδύσεις στον τομέα και μια εγγυημένη προσφορά ξυλείας.
5. Ειδικές παρατηρήσεις
5.1 Πρόσβαση στις πρώτες ύλες
5.1.1 Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για το γεγονός ότι οι αποφάσεις για τη δασοκομία και τις δασικές βιομηχανίες δεν βασίζονται πάντοτε σε επίκαιρα και συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και τη χρήση της ξυλείας από τα δάση της Ευρώπης, γεγονός που οδηγεί σε αναντιστοιχία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και σε αδυναμία επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί. Παρομοίως, θα ήταν σημαντικό να είναι γνωστός και προβλέψιμος ο όγκος της ξυλείας που χρησιμοποιούν οι ΔΒ, είτε από ευρωπαϊκές πηγές είτε από εισαγωγές.
5.1.2 Οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες χάραξης πολιτικής, ιδίως εκείνες για την προώθηση της χρήσης της βιομάζας και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ασκούν πρόσθετη πίεση στη διαθεσιμότητα πρώτων υλών (ξυλείας) για τις ΔΒ, εν μέρει λόγω της εμφάνισης συστημάτων επιδοτήσεων που διαταράσσουν την αγορά. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για τον αντίκτυπο αυτών στις ΔΒ. Ενόψει του αυξανόμενου ανταγωνισμού για πρώτες ύλες (ξυλεία) ως ενεργειακή πηγή, η ΕΟΚΕ θεωρεί δίκαιη τη χρήση των δασικών πόρων για διαφορετικούς σκοπούς. Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ερευνήσει περαιτέρω την έννοια των «ενεργειακών δασών» (δέντρα σύντομης εναλλαγής) για τον εφοδιασμό της αγοράς ενέργειας από βιομάζα.
5.1.3 Η αγορά πρέπει να διέπεται από φυσιολογικούς μηχανισμούς αγοράς και να μην διαταράσσεται από επιδοτήσεις που προωθούν κάποιες χρήσεις έναντι άλλων.
5.1.4 Αν και οι αυξημένες εισαγωγές ξυλείας δεν αποτελούν πρόσφορη λύση αυτού του αναδυόμενου προβλήματος, οι εισαγωγές αυτές δεν πρέπει να επιβαρύνονται ποσοτικά, νομοθετικά ή με άλλο τρόπο.
5.1.5 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η μόνη μακροπρόθεσμη λύση είναι η αύξηση του όγκου της ξυλείας από τα δάση της Ευρώπης, μέσω
| — | της ενίσχυσης της αειφόρου διαχείρισης των υφιστάμενων δασών, ώστε να μπορεί να παράγεται περισσότερη εμπορικώς βιώσιμη ξυλεία | 
| — | της αύξησης των δασικών εκτάσεων, ώστε η προσφορά να μπορεί να ανταποκριθεί καλύτερα στη ζήτηση. | 
5.1.6 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι, λόγω της ζωτικής σημασίας των πρώτων υλών για τις ΔΒ, η ανακοίνωση θα έπρεπε να έχει αξιοποιήσει την ευκαιρία για να ασχοληθεί με ζητήματα επικουρικότητας, δηλαδή ενέργειες σε εθνικό και υποεθνικό επίπεδο για την εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης προσφοράς ξυλείας.
Είναι γεγονός ότι η παρότρυνση μιας πιο εμπορικής δασοκαλλιέργειας δεν έχει φέρει αποτέλεσμα σε αρκετές χώρες της ΕΕ. Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό ποικίλλουν από την αδιαφορία, σε ορισμένες χώρες, μέχρι την υπόθεση ότι υπάρχει ήδη διαθέσιμη επαρκής ευρωπαϊκή ξυλεία σε άλλες χώρες. Εντωμεταξύ, ορισμένες μελέτες καταδεικνύουν έλλειψη ξυλείας σε επίπεδο ΕΕ (1).
5.1.7 Για να μπορεί να μεταφερθεί η ξυλεία στους πελάτες απαιτείται καλό οδικό δίκτυο και άλλες υποδομές. Οι χαμηλές επενδύσεις στις οδικές υποδομές στις αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές αυξάνουν το κόστος των μεταφορών. Παραδείγματος χάριν, ένα φορτωμένο φορτηγό που κινείται σε αγροτικό δρόμο κοστίζει, για την ίδια διανυόμενη απόσταση, 75 % περισσότερο (σε χρόνο και καύσιμα) από ότι αν ήταν σε ευθύ και επίπεδο αυτοκινητόδρομο. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για το γεγονός ότι οι εθνικές και υποεθνικές αρχές δεν δίνουν προσοχή στο γεγονός αυτό. Το κόστος αυξάνουν επίσης όλο και περισσότερο οι περιορισμοί των διαστάσεων του επιτρεπόμενου φορτίου στις οδικές μεταφορές ξυλείας.
5.2 Πολιτικές για την κλιματική αλλαγή και περιβαλλοντική νομοθεσία
5.2.1 Τα προϊόντα ξυλείας αποθηκεύουν άνθρακα καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής τους και μπορούν, αντικαθιστώντας άλλα υλικά, να οδηγήσουν σε σημαντική εξοικονόμηση CO2. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η ΕΕ θα έπρεπε να ασχοληθεί πιο ενεργά με την προώθηση της αποθήκευσης άνθρακα από τα προϊόντα ξυλείας και τη θετική συμβολή που μπορούν να έχουν τα προϊόντα αυτά στον μετριασμό των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος.
Ο θετικός αυτός ρόλος της ξυλείας πρέπει να αναγνωρισθεί πλήρως στο πλαίσιο της μετά το 2010 διαδικασίας του Κιότο και η ΕΟΚΕ ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επιτύχουν την αναγνώριση αυτή κατά τις επικείμενες «Διασκέψεις των Μερών του Πρωτοκόλλου του Κιότο», COP14 (Poznan 2008) και COP15 (Κοπεγχάγη 2009).
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει εκτιμήσει σωστά τις διαστάσεις της απειλής που συνιστά η εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής αερίων για τις βιομηχανίες πολτού και χαρτιού και, εν μέρει, για τον κλάδο της επεξεργασίας του ξύλου. Οι κλάδοι αυτοί επηρεάζονται από την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής κατά διττό τρόπο: άμεσα, καθώς βρίσκονται στο σύστημα και έμμεσα, μέσω των απότομων αυξήσεων της τιμής του ηλεκτρικού που είναι αποτέλεσμα της εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής (2). Τα υφιστάμενα σχέδια σχετικά με την οδηγία για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θα επιβαρύνουν εξαιρετικά την κερδοφορία της βιομηχανίας και θα μπορούσαν κάλλιστα να οδηγήσουν στο κλείσιμο ή στη μετεγκατάσταση πολλών εργοστασίων. Η τελευταία επιλογή μάλιστα θα ήταν οικονομικά εφικτή μόνο για τις μεγάλες εταιρείες· σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί επιλογή για τις μικρότερες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
5.2.2.1 Στην τωρινή της μορφή, η νέα οδηγία για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θα οδηγήσει σε σημαντικές στρεβλώσεις της αγοράς της ευρωπαϊκής βιομηχανίας χαρτιού και άλλων τομέων που χρησιμοποιούν πολλή ενέργεια, σε μειονεκτική θέση αυτών στον ανταγωνισμό και, τελικά, στο φαινόμενο διαρροής διοξειδίου του άνθρακα αφού οι μεγάλες ανταγωνίστριες χώρες εκτός της ΕΕ δεν θα φέρουν αντίστοιχα βάρη και έξοδα. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι απαραίτητο οι βιομηχανίες πολτού και χαρτιού καθώς και η βιομηχανία ξυλόφυλλου να αναγνωρισθούν ως βιομηχανίες υψηλής έντασης ενέργειας, ευάλωτες σε φαινόμενα διαρροής διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό πρέπει να συμβεί αμέσως. Είναι πολύ αργά να αποφασισθεί μόλις το 2010, όπως προτείνεται, σε ποιους τομείς θα χορηγηθούν — εν μέρει — δωρεάν δικαιώματα εκπομπής CO2.
5.3 Καινοτομία, Ε&Α, εκπαίδευση και κατάρτιση
5.3.1 Η καινοτομία και η Ε&Α θα συμβάλουν αναμφίβολα στη εξασφάλιση του μέλλοντος των ΔΒ. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τη δημιουργία, από τον τομέα, του «Τεχνολογικού Κλιμακίου για τον Δασικό Τομέα» και ζητεί να δοθεί η δέουσα προσοχή στις μελλοντικές ανάγκες όλων των υποτομέων. Η χρηματοδότηση της Ε&Α εντός του τομέα πρέπει να ενισχυθεί, ειδικότερα στα πλαίσια του FP7 και άλλων σχετικών προγραμμάτων, και να προσανατολιστεί προς την καινοτόμο χρήση των πρώτων υλών και των προϊόντων.
5.3.2 Οι διαδικασίες για την ενθάρρυνση της ευελιξίας εντός της Ευρώπης δεν έχουν θεσπίσει ασφαλή και προσβάσιμα μέτρα ώστε οι σπουδαστές και οι εργαζόμενοι στις ΔΒ να μπορούν να αποκτούν κοινούς και ευρέως αποδεκτούς τίτλους ειδίκευσης ή να αναπτύσσουν νέες δεξιότητες μέσω προγραμμάτων διά βίου μάθησης. Παρομοίως, ούτε οι διάφορες πιλοτικές πρωτοβουλίες στο πλαίσιο κοινοτικών προγραμμάτων εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης έχουν προσφέρει ένα εργαλείο μέσω του οποίου οι αλλαγές στον τρόπο εργασίας θα μπορούν να παρατηρούνται συλλογικά και να ενσωματώνονται ταυτόχρονα στις εθνικές τους ρυθμίσεις. Τέτοιες δυσχέρειες περιορίζουν τη διασυνοριακή κινητικότητα, αποτελούν τροχοπέδη για κάθε φιλοδοξία διεθνούς σταδιοδρομίας και περιορίζουν την πρόσβαση των εργοδοτών σε ολόκληρο το φάσμα των ικανοτήτων εντός του κλάδου των ΔΒ. Κάτι τέτοιο συμβάλλει δε ενδεχομένως στην ανάπτυξη μιας γενικής αντίληψης ότι η ειδίκευση στα επαγγέλματα που σχετίζονται με τη δασοκομική παραγωγή χαρτιού και ξυλείας δεν έχει ιδιαίτερη αξία.
5.4 Υγεία και ασφάλεια
5.4.1 Όπως ισχύει για οποιαδήποτε βιομηχανική δραστηριότητα, η εργασία στις δασικές βιομηχανίες προϋποθέτει ένα ορισμένο επίπεδο κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων. Παρά το γεγονός ότι η βιομηχανία έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες στον τομέα αυτό κατά τις τελευταίες δεκαετίες, πολλά μένουν ακόμα να γίνουν. Επιπλέον, επειδή δεν αντιμετωπίζουν όλα τα κράτη μέλη τα ίδια προβλήματα στον τομέα αυτό, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην προσαρμογή των απαιτούμενων απαντήσεων στις επιμέρους συνθήκες που ισχύουν στο έδαφος του κάθε κράτους μέλους.
5.4.2 Κατά τις τελευταίες διευρύνσεις της ΕΕ παρατηρήθηκε ότι τα νέα κράτη μέλη έχουν σχετικά μεγαλύτερη ανάγκη βελτίωσης της πολιτικής υγείας και ασφάλειας από ό,τι συνήθως ισχύει στο υπόλοιπο της ΕΕ. Στα πλαίσια αυτά, η ΕΟΚΕ θα ήθελε να τονίσει τη σημασία τόσο των χρηματοδοτικών μέσων της ΕΕ όσο και των κατάλληλων επιπέδων δέσμευσης έναντι του τομέα των δασικών βιομηχανιών σε αυτά τα κράτη μέλη (3).
5.5 Εμπόριο και συνεργασία με τρίτες χώρες
5.5.1 Οι ΔΒ δραστηριοποιούνται σε παγκόσμιο επίπεδο και οι εξαγωγές είναι ζωτικές για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για το ότι οι εξαγωγές των κοινοτικών επιχειρήσεων προσκρούουν σε περιττά εμπόδια δασμολογικής και μη φύσεως. Η Επιτροπή πρέπει να θέσει ως προτεραιότητά της την άρση των εμποδίων αυτών.
5.5.2 Η ΕΟΚΕ εκφράζει επίσης την ανησυχία της για τα μέτρα που λαμβάνουν μείζονες εμπορικοί εταίροι, όπως η Ρωσία, και τα οποία έχουν μεγάλο αντίκτυπο στον εφοδιασμό της ΕΕ σε πρώτες ύλες ξυλείας, ενώ οδηγούν και σε μείωση της παραγωγής.
5.6 Επικοινωνία και ενημέρωση
5.6.1 Παρά τη σημαντική συνεισφορά τους στην κοινωνία και την οικονομία, η δημόσια εικόνα των ΔΒ δεν είναι καλή. Γενικά, δεν γίνεται αντιληπτή η αξία των ευρωπαϊκών δασών για την κοινωνία και τους πολίτες. Στα σχολεία συχνά οι μαθητές διδάσκονται ότι η υλοτομία είναι κάτι το κακό και ότι ο κόσμος χρειάζεται όσο το δυνατόν περισσότερα δέντρα. Η εικόνα της βιομηχανίας της ξυλείας πλήττεται επίσης από τη δημοσιότητα που λαμβάνει η παράνομη υλοτομία και άλλες μη βιώσιμες πρακτικές διαχείρισης δασών στη Νότια Αμερική, στη Μαλαισία και σε άλλες χώρες.
5.6.2 Δεδομένου του εν εξελίξει διαλόγου για την κλιματική αλλαγή και τη βιοενέργεια, τώρα είναι η καταλληλότερη στιγμή για την προώθηση της μεγαλύτερης χρήσης της ξυλείας και των υλικών που βασίζονται σε αυτή. Τα δάση απορροφούν CO2 και ο άνθρακας αυτός μπορεί στη συνέχεια να αποθηκευθεί σε προϊόντα ξυλείας. Η εικόνα ολόκληρου του κλάδου και των προϊόντων του θα μπορούσε να ενισχυθεί χάρη σε αυτά τα κλιματικά επιχειρήματα• πρόκειται για ένα μοναδικό χαρακτηριστικό του κλάδου, το οποίο πρέπει να προωθηθεί μαζί με περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την εμπορική αξία των δασών μας.
5.6.3 Σήμερα, υπάρχουν διάφορες μέθοδοι προώθησης των ΔΒ που τυγχάνουν της υποστήριξης της βιομηχανίας. Ωστόσο, ο αντίκτυπός τους στη βελτίωση της εικόνας των δασικών βιομηχανιών είναι περιορισμένος. Οι μέθοδοι αυτές πρέπει να αναπτυχθούν και να φτάσουν σε όλα τα σχολεία και στην ευρύτερη κοινωνία, προκειμένου όλοι οι τομείς της κοινωνίας να κατανοήσουν και να εκτιμήσουν τη σημασία της καλλιέργειας και χρήσης (ευρωπαϊκής) ξυλείας.
5.7 Η προώθηση της χρήσης ξυλείας
Η ανακοίνωση εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή στον εφοδιασμό των βιομηχανιών με πρώτες ύλες (βλ. σημείο 5.1 ανωτέρω), αλλά δεν ασχολείται με τη χρήση των προϊόντων ξυλείας και των προϊόντων που βασίζονται στην ξυλεία. Στο πλαίσιο της προσπάθειας για μια πιο αειφόρο παραγωγή και κατανάλωση, θα ήταν σκόπιμο να δοθεί έμφαση στην άρση των φραγμών και των περιττών νομοθετικών, διοικητικών, χρηματοοικονομικών και λοιπών προσκομμάτων, καθιστώντας έτσι εφικτή τη χρήση της ξυλείας σε ευρύτερη βάση, π.χ. στον τομέα των κατασκευών. Γενικά, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ιδιαίτερη φύση και ο ρόλος της ξυλείας και των βασιζόμενων στην ξυλεία προϊόντων θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη σε διάφορα πλαίσια χάραξης πολιτικής.
5.8 Πολυλειτουργική δασοκομία
Μια από τις βασικές συστάσεις του κοινοτικού σχεδίου δράσης για τα δάση του 2006 είναι ότι η δασοκομία πρέπει να καταστεί «πολυλειτουργική» και να προσφέρει στην κοινωνία οφέλη πέρα από την παροχή ξυλείας. Λόγω έλλειψης πληροφοριών και δεδομένων, δεν έχει υπολογιστεί η ακριβής αξία που έχουν για την κοινωνία οι μη σχετιζόμενες με την ξυλεία υπηρεσίες (συλλογή φρούτων και μανιταριών, φυτικά φάρμακα, κυνήγι και τουρισμός). Ωστόσο, οι επιχειρήσεις αυτές παράγουν κέρδη και δημιουργούν θέσεις απασχόλησης και ευκαιρίες, και επομένως δικαιούνται να θεωρούνται μέρος της δασοκομίας.
Παρόλο τον αναγνωρισμένο ρόλο της «πολυλειτουργικής δασοκομίας», η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της επειδή διάφορες εθνικές κυβερνήσεις δίνουν υπερβολική έμφαση στις υπηρεσίες που δεν σχετίζονται με την ξυλεία, εις βάρος του εμπορικού ρόλου των δασών ως πηγών παραγωγής ξυλείας.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Συγκεκριμένα, μια μελέτη της UNECE του 2007 σχετικά με τις «Διαθέσιμες προμήθειες ξυλείας και ζήτηση», που βασίζεται στην Κοινή Έρευνα Ξυλείας και Ενέργειας του 2006.
(2) Τα αυτό.
(3) Βλ. «Perception of the wood-based industry — Qualitative study of the image of wood-based industries amongst the public in the Member States of the European Union» (European Communities, 2002, ISBN 92-894-4125-9). Η μελέτη παρατίθεται στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/enterprise/forest_based/perception study_en.pdf
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/109 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους»
COM(2008) 419 τελικό — 2008/0141 (COD)
(2009/C 175/21)
Στις 22 Ιουλίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:
«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους»
COM (2008) 419 τελικό — 2008/0141 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 4 Νοεμβρίου 2008, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. GREIF.
Κατά την 449η σύνοδο της ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 108 ψήφους υπέρ, 31 ψήφους κατά και 7 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα: Αύξηση των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης και βελτίωση του διακρατικού κοινωνικού διαλόγου
1.1 Η ΕΟΚΕ επικροτεί σθεναρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέλαβε νομοθετική δράση, δεδομένου ότι δεν επαναλήφθηκαν οι διαπραγματεύσεις με τους ευρωπαίους κοινωνικούς εταίρους σύμφωνα με το άρθρο 138, παράγραφος 4 της Συνθήκης. Η παρούσα πρόταση της Επιτροπής αποσκοπεί στην προσαρμογή των δικαιωμάτων των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης (ΕΕΕ) στις πραγματικές συνθήκες της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς. Η ΕΟΚΕ εντοπίζει στην πρόταση αυτή ορισμένες ουσιαστικές βελτιώσεις για την προσαρμογή της κοινοτικής νομικής βάσης των ΕΕΕ στην πραγματικότητα που επικρατεί στην Ευρώπη και την εξασφάλιση μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου και συνέπειας στην κοινοτική νομοθεσία όσον αφορά την ενημέρωση και διαβούλευση των εργαζομένων.
1.2 Η ΕΟΚΕ αναμένει ότι οι προτεινόμενες διευκρινίσεις και τροποποιήσεις στο κείμενο και τους ορισμούς που περιέχονται στην παρούσα οδηγία θα ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας των ΕΕΕ και θα συμβάλουν στην ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, καθώς και στην καλύτερη εφαρμογή της οδηγίας και, ως εκ τούτου, στη σύσταση περισσότερων ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει εξάλλου με τη σημασία που έχουν οι πραγματιστικές λύσεις, οι οποίες αυξάνουν την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα του έργου των ΕΕΕ, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην επιβαρύνουν αλλά πολύ μάλλον να ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Αυτό συνεπάγεται ότι:
| — | Η διεύθυνση της επιχείρησης υποχρεούται πλέον να χορηγεί όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τη σύσταση μιας ΕΕΕ. | 
| — | Οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι θα συμμετέχουν άμεσα στην προσπάθεια για τη σύσταση ευρωπαϊκών επιτροπών επιχειρήσεως, καθότι είναι υποχρεωτικό να ενημερώνονται σχετικά με την έναρξη των διαπραγματεύσεων. | 
| — | Οι καθημερινές δραστηριότητες των ΕΕΕ μπορούν να καταστούν πιο αποτελεσματικές μέσω της συγκρότησης επιτροπής περιορισμένης σύνθεσης, με τη διεύρυνση αρμοδιοτήτων βάσει κατάρτισης που θα χορηγείται στα μέλη των ΕΕΕ χωρίς απώλεια εισοδήματος, καθώς και με την αναγνώριση της ΕΕΕ ως συλλογικού οργάνου που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εργαζομένων. | 
| — | Μια υφιστάμενη ΕΕΕ μπορεί να προσαρμοστεί καλύτερα στις νέες συνθήκες, δεδομένου ότι μπορεί να ζητήσει την επαναδιαπραγμάτευση συμφωνιών ΕΕΕ, ιδίως σε περιπτώσεις ουσιαστικών διαρθρωτικών αλλαγών που δεν εξασφαλίζουν πλέον την πρακτικά εφαρμόσιμη ενημέρωση και διαβούλευση όλων των εργαζομένων σε έναν όμιλο επιχειρήσεων σύμφωνα με το πρότυπο που έχει συμφωνηθεί. | 
1.3 Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επικρίνει το γεγονός ότι στην προτεινόμενη αναδιατύπωση της οδηγίας δεν επιδιώκονται με αρκετή συνέπεια οι στόχοι που έχουν τεθεί και παρατίθενται στην αιτιολογική έκθεση και στις αιτιολογικές σκέψεις και εξακολουθούν να υπάρχουν ασάφειες. Αυτό ισχύει ιδίως για τα ακόλουθα σημεία:
| — | Ενώ η πρόταση των κοινωνικών εταίρων θα καθιστούσε πιο σαφείς τις διατάξεις σχετικά με την ενημέρωση και τη διαβούλευση, οι κανόνες που προτείνει η Επιτροπή για την ορθή και πρακτικά εφαρμόσιμη διασύνδεση της εκπροσώπησης μεταξύ εθνικού και ευρωπαϊκού επιπέδου παραμένουν ασαφείς. | 
| — | Ο ορισμός του πεδίου διακρατικής αρμοδιότητας της ΕΕΕ περιορίζει, δεν αποσαφηνίζει, όπως αρχικά επιδιωκόταν, την αρμοδιότητα της ΕΕΕ. Ως «διακρατικές» πρέπει να θεωρούνται και οι αποφάσεις που αφορούν μία μόνο εγκατάσταση σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ, οι οποίες όμως δεν λαμβάνονται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος. | 
| — | Ορισμένοι περιορισμοί στην εφαρμογή και το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας διατηρούνται ή επανεισάγονται. | 
1.4 Προτεραιότητα της ΕΟΚΕ αποτελεί η βελτίωση της οδηγίας ΕΕΕ, ιδίως η ενίσχυση της ελκυστικότητας της εφαρμογής της και η αύξηση του αριθμού των ΕΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ επικροτεί επίσης, για λόγους αποτελεσματικότητας, την πρόθεση να διατηρηθούν οι διαπραγματεύσεις ως πρωταρχική βάση για τις συμφωνίες ΕΕΕ. Αυτό καθιστά δυνατή την εξεύρεση ευέλικτων, προσαρμοσμένων στην κάθε επιχείρηση λύσεων, προκειμένου να διαμορφωθεί ο διακρατικός κοινωνικός διάλογος σύμφωνα με τις ειδικές απαιτήσεις κάθε περίπτωσης.
1.5 Προκειμένου να διασφαλιστεί στην πράξη ότι με τις νέες διατάξεις βελτιώνονται η ουσία και η αποτελεσματικότητα των εργασιών των ΕΕΕ, η ΕΟΚΕ συνιστά να αρθούν εναπομένουσες ασάφειες και ελλείψεις συνοχής στα επόμενα στάδια της νομοθετικής διαδικασίας και, κυρίως, να υπάρξουν βελτιώσεις όσον αφορά τα ακόλουθα σημεία:
| — | Ο προβλεπόμενος περιορισμός του διακρατικού πεδίου αρμοδιότητας μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στα δικαιώματα και την πιθανή αποτελεσματικότητα της ΕΕΕ. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να επανεξεταστεί αυτή η πρόταση. Κανένα ενδιαφερόμενο όργανο εκπροσώπησης των εργαζομένων δεν πρέπει να αποκοπεί από τη ροή πληροφοριών στη διεθνή έδρα της επιχείρησης μέσω πολύ περιοριστικών κανόνων. | 
| — | Η περίοδος διαπραγματεύσεων θα πρέπει να μειωθεί στους 18 μήνες, δεδομένου ότι η πρακτική εμπειρία υποδεικνύει ότι χρειάζεται λιγότερος χρόνος για τη σύσταση μιας ΕΕΕ και δεν κρίνεται αναγκαία η πρόβλεψη μεγαλύτερης περιόδου. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να προβλεφθούν αποτελεσματικά μέτρα που να διασφαλίζουν ότι κανένας από τους διαπραγματευόμενους εταίρους δεν μπορεί να αποφύγει τις ευθύνες του, όταν συγκροτείται ένα ευρωπαϊκό όργανο εκπροσώπησης συμφερόντων. | 
| — | Η αποσαφήνιση των όρων ενημέρωση και διαβούλευση ενισχύουν την αποτελεσματικότητα καθώς και την αναγνώριση των ΕΕΕ, εάν καταστεί σαφές ότι η γνώμη τους ζητείται κατά τη λήψη των αποφάσεων της επιχείρησης και όχι όταν πλέον τίθενται σε εφαρμογή. | 
| — | Πρέπει να αποσαφηνιστεί η ευθύνη της διεύθυνσης της επιχείρησης για τη δέουσα ενημέρωση των εκπροσώπων των εργαζομένων, τόσο σε διακρατικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η προσπάθεια για καλύτερο συντονισμό του δικαιώματος ενημέρωσης και διαβούλευσης μεταξύ των διαφόρων επιπέδων δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε νέες ασάφειες ή νέους περιορισμούς σχετικά με αυτή την υποχρέωση. | 
| — | Η διατήρηση των υφιστάμενων κατώτατων αριθμητικών ορίων για τις ΕΕΕ ή η εισαγωγή νέων έρχεται σε σύγκρουση με το ευρωπαϊκό θεμελιώδες δικαίωμα κάθε εργαζομένου για έγκαιρη ενημέρωση και διαβούλευση. | 
| — | Πρέπει να διασαφηνιστεί ότι οι νέες συμφωνίες για τις ΕΕΕ που συνάπτονται κατά την περίοδο μεταφοράς στην εθνική νομοθεσία, πρέπει να πληρούν τουλάχιστον τις ουσιαστικές προδιαγραφές της ισχύουσας οδηγίας για την ΕΕΕ που έχουν ήδη επιτευχθεί (άρθρο 6, οδηγία αριθ. 94/45/ΕΚ και άρθρο 3, παράγραφος 1 της οδηγίας 97/74/ΕΚ)· αυτή είναι η απαίτηση ασφάλειας δικαίου για όλους τους ενδιαφερόμενους. | 
| — | Για να καταστεί πιο αποτελεσματικό το έργο των ΕΕΕ, και προκειμένου να εκπληρώσουν καλύτερα τη λειτουργία τους στην επιχείρηση, η αναδιατύπωση της οδηγίας ΕΕΕ θα πρέπει τουλάχιστον να ενθαρρύνει την αύξηση των δυνατοτήτων διεξαγωγής συνεδριάσεων. Γενικά, πρέπει να αναφέρεται σαφώς ότι αυτές οι νομικές διατάξεις ισχύουν ως ελάχιστες προδιαγραφές και ότι, σε κάθε περίπτωση, τα κράτη μέλη μπορούν πάντοτε να προχωρήσουν κι άλλο κατά τη μεταφορά τους στο εθνικό δίκαιο. | 
1.6 Είναι ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι μια τέτοια βελτίωση της κοινοτικής νομοθεσίας θα συνιστούσε όχι απλώς σημαντική συμβολή στην εξασφάλιση καλής και, ως εκ τούτου, κοινωνικά υπεύθυνης επιχειρηματικής διοίκησης στην Ευρώπη, αλλά θα ενίσχυε επίσης το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ευρωπαϊκής οικονομίας και θα αποτελούσε ταυτόχρονα θεμέλιο λίθο του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου.
2. Εισαγωγή: κριτήρια για την αξιολόγηση της πρότασης της Επιτροπής σχετικά με αναδιατύπωση της οδηγίας για τις ΕΕΕ
2.1 Στις 2 Ιουλίου 2008, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση αναδιατύπωσης της οδηγίας για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης (1).
Η ΕΟΚΕ επικροτεί σθεναρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέλαβε νομοθετική δράση για την προσαρμογή των δικαιωμάτων των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης (ΕΕΕ) στην πραγματικότητα της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς. Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ εξετάζει κατά πόσο μπορούν να επιτευχθούν και, στο πλαίσιο αυτό, επιδιώκει να την συμπληρώσει ή να προτείνει τροποποιήσεις για την επίτευξη αυτού του στόχου.
2.2 Η ΕΟΚΕ στηρίζει τη θέση της στις δικές της γνωμοδοτήσεις σχετικά με τη συμμετοχή των εργαζομένων, ιδίως όσον αφορά τις ΕΕΕ (2). Επιπλέον, τονίζει εκ νέου τον θετικό ρόλο της εθνικής και διακρατικής συμμετοχής των εργαζομένων για την περαιτέρω κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική ολοκλήρωση της Ευρώπης (στόχοι της Λισσαβώνας) και τον ιδιαίτερο ρόλο της ΕΕΕ.
Ο ρόλος των διακρατικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων είναι πολύ σημαντικός για την επιτυχία της Ευρώπης. Η Ευρώπη μπορεί να διατηρήσει τη θέση της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό μόνο μέσω μιας ποιοτικής στρατηγικής, η οποία, εκτός από το επιχειρηματικό κόστος, θα συνυπολογίζει και την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων, καθώς και τη συμμετοχή των εργαζομένων στην επιχείρηση. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ΕΕΕ αποτελεί σημαντικό μέσο ευρωπαϊκής πολιτικής για να ενισχυθεί η βάση συνεργασίας μεταξύ των κύριων οικονομικών παραγόντων στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής για την αειφορία. Αυτός είναι ο τρόπος συμβολής των επιχειρήσεων στην ευρωπαϊκή κοινωνία. Καθότι η συμμετοχή και οι δεξιότητες των εργαζομένων είναι αναγκαία στοιχεία για την ευρωπαϊκή στρατηγική όσον αφορά την ποιότητα, η αποτελεσματική συμμετοχή τους συνιστά καθοριστικό στοιχείο επιτυχημένης επιχειρηματικής διοίκησης.
2.3 Η ΕΟΚΕ θεωρεί την πρόταση οδηγίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το λογικό αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας πολιτικής συζήτησης. Στην παρούσα γνωμοδότησή της, η ΕΟΚΕ βασίζεται στα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2001 (3), του 2006 και του 2007 (4), καθώς και στην κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων του 2005 (5).
Αυτά τα έγγραφα εστιάζονται και σε θέματα που αναφέρονται επίσης στην παρούσα συμφωνία των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων για τη βελτίωση της πρότασης που υπέβαλε η Επιτροπή: καλύτερος ορισμός του δικαιώματος για ενημέρωση και διαβούλευση με στόχο να δοθεί στους εργαζομένους πραγματική δυνατότητα άσκησης επιρροής στη λήψη αποφάσεων της επιχείρησης, ενίσχυση των δικαιωμάτων συμμετοχής των συνδικαλιστικών οργανώσεων, καθώς και βελτίωση της λειτουργίας των ΕΕΕ, λόγου χάρη, με την παροχή δυνατοτήτων κατάρτισης και την εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων. Ως περαιτέρω λόγος για την αναδιατύπωση της οδηγίας επισημαίνεται η ανάγκη να δημιουργηθεί ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό νομικό πλαίσιο και να αντιμετωπιστούν οι ανεπάρκειες όσον αφορά τη μεταφορά της οδηγίας για τις ΕΕΕ.
2.4 Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι, στο πλαίσιο αυτό, οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι αποδέχονται την τρέχουσα πρόταση της Επιτροπής ως βάση για την αναθεώρηση της οδηγίας και εντοπίζουν πολλές κοινές θέσεις σε βασικά σημεία, τα οποία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στην παραπέρα διαδικασία αναθεώρησης. Η ΕΟΚΕ τάσσεται ρητά υπέρ αυτής της συναίνεσης και συνεκτιμά το περιεχόμενο αυτών των σημείων στις προτάσεις της, διότι, με αυτόν τον τρόπο, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα οι στόχοι της πρότασης οδηγίας.
2.5 Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τους στόχους της αναδιατύπωσης της οδηγίας για τις ΕΕΕ, οι οποίοι έχουν ήδη προσδιοριστεί από την Επιτροπή ως ζωτικής σημασίας στην πρόταση της 2ας Ιουλίου 2008 (6):
| — | ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, δηλ. εργοδότες και εργαζόμενοι· | 
| — | εξασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης των δικαιωμάτων ενημέρωσης και διαβούλευσης των εργαζομένων σε διακρατικό επίπεδο στην ΕΕ και στον ΕΟΧ, προκειμένου να βελτιωθεί κατ' αυτόν τον τρόπο η αποτελεσματικότητα των ΕΕΕ· | 
| — | βελτίωση της εφαρμογής της οδηγίας για τις ΕΕΕ και αύξηση του αριθμού των ΕΕΕ που δημιουργούνται· | 
| — | ενίσχυση της συνεκτικότητας των ευρωπαϊκών οδηγιών σχετικά με την ενημέρωση και τη διαβούλευση των εργαζομένων. | 
3. Βελτίωση της ασφάλειας δικαίου — Εξασφάλιση της συνεκτικότητας της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την ενημέρωση και τη διαβούλευση
3.1 Με την αναθεώρηση της οδηγίας 94/45/ΕΚ επιδιώκεται η ευθυγράμμιση του ορισμού της ενημέρωσης και της διαβούλευσης των εργαζομένων με τα άλλα κοινοτικά νομικά μέσα και έτσι η απλούστευση του νομικού πλαισίου.
Η ΕΟΚΕ επικροτεί ρητά αυτή την πρόθεση, η οποία διατυπώνεται επανειλημμένα στις αιτιολογικές σκέψεις της πρότασης αναθεώρησης, σημειώνει, όμως, ότι σε μια πιο προσεκτική εξέταση της παρούσας πρότασης της Επιτροπής αυτός ο στόχος υλοποιείται εν μέρει μόνο.
Ως παράδειγμα μπορεί να ληφθεί η αναδιατύπωση του περιορισμού του πεδίου αρμοδιότητας της ΕΕΕ σε διακρατικές υποθέσεις:
3.2.1 Με τη μεταφορά των διατάξεων όσον αφορά τον διακρατικό χαρακτήρα των αποφάσεων της επιχείρησης από τις ισχύουσες επικουρικές υποχρεώσεις της οδηγίας στο άρθρο 1, παράγραφος 4 της πρότασης της Επιτροπής, η ΕΕΕ θα μπορεί να ασχολείται με ένα ζήτημα μόνον εάν η απόφαση της επιχείρησης αφορά το σύνολο της επιχείρησης ή τουλάχιστον δύο εγκαταστάσεις σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη.
3.2.2 Αυτός ο νέος περιορισμός του πεδίου διακρατικής αρμοδιότητας που εισάγεται στο κείμενο της οδηγίας δεν είναι κατανοητός και, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, δεν είναι σκόπιμος. Παραδείγματος χάρη, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποκοπή των εργαζομένων ενός κράτους μέλους της ΕΕ από το υψηλότερο επίπεδο λήψης αποφάσεων, σε περίπτωση που μια πολυεθνική επιχείρηση με έδρα σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ λαμβάνει μια απόφαση που επιφέρει ουσιαστικές μεταβολές στους όρους απασχόλησής τους. Σε αυτή την περίπτωση, σύμφωνα με τον νέο ορισμό, η επιχείρηση δεν θα υποχρεούταν να ενημερώσει την ΕΕΕ και να διαβουλευτεί με αυτήν.
3.2.3 Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, πρέπει να διατηρηθεί η εγγύηση ότι η ΕΕΕ θα συμμετέχει σε τακτική βάση ακόμη και αν η απόφαση μιας επιχείρησης φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, να έχει αντίκτυπο σε ένα μόνο κράτος μέλος, ωστόσο, αποτελεί τμήμα μιας απόφασης διακρατικού χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ συνιστά να τροποποιηθεί το άρθρο 1, παράγραφος 4, ώστε να εξασφαλίζεται –όπως ορθά επισημαίνεται στην 12η αιτιολογική σκέψη της αναδιατύπωσης– «η ορθή ενημέρωση των εργαζομένων στις κοινοτικής κλίμακας επιχειρήσεις ή ομίλους επιχειρήσεων και η ορθή διαβούλευση μαζί τους στις περιπτώσεις που αποφάσεις, οι οποίες ενδέχεται να τους επηρεάζουν, λαμβάνονται σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο εργάζονται», ή επηρεάζουν το σύνολο της επιχείρησης. Εντούτοις, η αναδιατύπωση της οδηγίας για τις ΕΕΕ δεν θα πρέπει να περιορίζει το πεδίο δράσης της ΕΕΕ.
Μολονότι η αναδιατύπωση των ορισμών της ενημέρωσης και της διαβούλευσης που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 αξιολογείται κατ' αρχήν ως θετική, ωστόσο, στην πρότασή της, η Επιτροπή δεν κατορθώνει να ανταποκριθεί στην απαίτησή της για προσαρμογή της κοινοτικής βάσης σε αυτόν τον τομέα.
3.3.1 Παρόλο που στις επικουρικές υποχρεώσεις του παραρτήματος της οδηγίας για την ΕΕΕ διατυπώνεται σαφώς ότι η διαβούλευση πρέπει να διεξάγεται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζει στους εκπροσώπους των εργαζομένων τη δυνατότητα να συζητούν την απόκριση της διοίκησης σε γνώμη που έχει εκφράσει η ΕΕΕ πριν από την λήψη μιας προβλεπόμενης απόφασης. Αυτοί οι κανόνες, όμως, δεν πρέπει αυτόματα να αποτελέσουν πρότυπο για όλες τις ΕΕΕ.
3.3.2 Στην προκειμένη περίπτωση, μόνον η κοινή πρόταση των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων με την οποία θα ενσωματωθούν οι κάτωθι ακριβείς ορισμοί στο άρθρο 2 θα εξασφαλίσει σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου:
| — | Η μορφή και το περιεχόμενο της ενημέρωσης πρέπει να διαμορφώνονται κατά τρόπο ώστε να παρέχεται στους εκπροσώπους των εργαζομένων η δυνατότητα να εξετάσουν ενδελεχώς τον πιθανό αντίκτυπο προγραμματισμένων αποφάσεων, ούτως ώστε να μπορούν να προετοιμαστούν για πιθανές διαβουλεύσεις με αρμόδιους εκπροσώπους της διοίκησης. | 
| — | Η διαβούλευση πρέπει να θεωρηθεί ως μια διαδικασία που παρέχει στην ΕΕΕ τη δυνατότητα να υποβάλει τις προτάσεις της σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, οι οποίες μπορούν να συνεκτιμηθούν από τη διεύθυνση της επιχείρησης, ενόσω η διαδικασία λήψης αποφάσεων δεν έχει ολοκληρωθεί. | 
3.3.3 Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή σε έλλειψη συνοχής όσον αφορά τη διατύπωση στο σημείο 3 των επικουρικών υποχρεώσεων (παράρτημα Ι), όπου διαφυλάσσονται τα δικαιώματα των εκπροσώπων των εργαζομένων σε περίπτωση έκτακτων περιστάσεων:
Στη νέα πρόταση της Επιτροπής αναφέρεται ότι τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και «σε περίπτωση αποφάσεων» που επηρεάζουν σημαντικά τα συμφέροντα των εργαζομένων. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να γίνει λόγος για «σχεδιαζόμενα μέτρα». Σε διαφορετική περίπτωση, το συγκεκριμένο σημείο έρχεται σε αντίθεση με την πρόθεση που διατυπώνεται στο υπόλοιπο κείμενο της Επιτροπής σχετικά με την έγκαιρη ενημέρωση και διαβούλευση. Η ΕΟΚΕ ζητεί την αποσαφήνιση της διατύπωσης κατά αυτή την έννοια.
3.4 Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο άρθρο 12, να βελτιώσει τον συντονισμό των αρμοδιοτήτων και, ως εκ τούτου, του καταμερισμού της εργασίας μεταξύ του διακρατικού οργάνου και του εθνικού επιπέδου της εκπροσώπησης των συμφερόντων και να προβεί σε σαφέστερη διάκριση ανάμεσά τους. Ωστόσο, και στην προκειμένη περίπτωση αμφιβάλλει κατά πόσο έχει επιτευχθεί επαρκώς ο στόχος:
Είναι προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερόμενων μερών, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων σε διάφορα επίπεδα να μην λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με το ίδιο θέμα σε διαφορετικά χρονικά σημεία. Συνεπώς, στο κείμενο της οδηγίας πρέπει να διασφαλιστεί ότι η ΕΕΕ, όπως και οι εκπρόσωποι των εργαζόμενων σε εθνικό επίπεδο, ενημερώνονται για σχεδιαζόμενες αποφάσεις, οι οποίες ενδέχεται να επιφέρουν σοβαρές αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας ή στις συμβάσεις εργασίας. Αυτό υπογράμμισαν σθεναρά και οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι στη συμφωνία τους.
3.5 Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το ότι, σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 5 της πρότασης της Επιτροπής, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι βελτιωμένες προδιαγραφές που περιέχονται στην αναθεωρημένη οδηγία για τις ΕΕΕ –στο πλαίσιο του συντονισμού μεταξύ εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας– για να περιορίσουν υψηλότερες προδιαγραφές που έχουν ήδη καθιερωθεί στο εθνικό δίκαιο.
Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η διατύπωση «δεν δύναται να αποτελέσει επαρκή αιτιολογία για οπισθοδρόμηση» που περιέχεται στην πρόταση της Επιτροπής μπορεί να οδηγήσει σε παρανοήσεις και δεν εγγυάται τον προαναφερόμενο στόχο. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να καταστεί σαφές στο κείμενο της οδηγίας ότι, εν προκειμένω, γίνεται αναφορά στην «μη οπισθοδόμηση του γενικού επιπέδου προστασίας των εργαζομένων» σε εθνικό επίπεδο, όπως προσδιορίζεται στο σημείο 36 της αιτιολογικής έκθεσης της πρότασης της Επιτροπής.
3.6 Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις προτεινόμενες τροπολογίες που εισάγονται στη διάταξη, βάσει των οποίων μπορεί να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση μιας συμφωνίας ΕΕΕ, όταν επέρχονται σοβαρές αλλαγές στη δομή της επιχείρησης που δεν εξασφαλίζουν πλέον την πρακτικά εφαρμόσιμη ενημέρωση και διαβούλευση όλων των εργαζομένων, σύμφωνα με το πρότυπο που έχει συμφωνηθεί (άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο στ), και άρθρο 13, παράγραφοι 2 και 3).
| — | Στο πλαίσιο αυτό επικροτούνται ιδιαίτερα οι διευκρινήσεις στο άρθρο 13, παράγραφος 3, σύμφωνα με τις οποίες, κατά τη διάρκεια των νέων διαπραγματεύσεων, εξακολουθούν να ισχύουν οι υπάρχουσες ρυθμίσεις. | 
| — | Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ κρίνει απαραίτητο, σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, να εφαρμοστούν οι επικουρικές υποχρεώσεις, όπως και στην περίπτωση αδυναμίας κατάληξης σε συμφωνία δυνάμει του άρθρου 7. Η νομοθετική ρύθμιση πρέπει να εξασφαλίζει τη βεβαιότητα ότι, σε περίπτωση νέων διαπραγματεύσεων, δεν θα δημιουργηθούν κενά εκπροσώπησης σε διακρατικό επίπεδο. | 
3.7 Τέλος, η ΕΟΚΕ επικροτεί επίσης το γεγονός ότι, στην πρότασή της, η Επιτροπή επιδιώκει να καταρτίσει εντολή συλλογικής εκπροσώπησης για την ΕΕΕ. Και αυτή η προσπάθεια επικροτείται ρητά από τους ευρωπαίους κοινωνικούς εταίρους, μολονότι, στη δήλωσή τους, υπογραμμίζουν ότι η ΕΕΕ πρέπει να διαθέτει όλους τους αναγκαίους πόρους για να εκπληρώσει την εντολή της που απορρέει από την οδηγία.
4. Εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης — Βελτίωση της αποτελεσματικότητας στις καθημερινές επαγγελματικές δραστηριότητες
4.1 Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επισημάνει σε άλλη γνωμοδότηση τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης και έχει υπογραμμίσει ότι τα μέλη τους «συνεισφέρουν άμεσα και ενεργά στην οικοδόμηση μιας νέας (ευρωπαϊκής) κοινωνίας» (7).
Συνεπώς, η ευρωπαϊκή νομοθεσία πρέπει να εξασφαλίσει στην ΕΕΕ όλα τα απαραίτητα μέσα, ώστε να μπορεί να εκπληρώσει αποτελεσματικά τον δημοκρατικό και, συγχρόνως, οικονομικό της ρόλο. Ειδικότερα, πρέπει να δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε η ΕΕΕ να έχει στη διάθεσή της τα αναγκαία μέσα εργασίας, καθώς και δυνατότητες επικοινωνίας και κατάρτισης. Αυτό έχουν τονίσει και οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι.
4.2 Η πρόταση της Επιτροπής ανταποκρίνεται σε αυτές τις απαιτήσεις, με το να εξασφαλίζει ρητώς, για πρώτη φορά, στα μέλη των ΕΕΕ από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ τη δυνατότητα επιμόρφωσης χωρίς απώλεια μισθού, ως άμεση απόρροια της εντολής της ΕΕΕ.
Αυτή η δυνατότητα για διεύρυνση των δεξιοτήτων θα συμβάλει ασφαλώς στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και των επιδόσεων. Εντούτοις, θα ήταν συνεπέστερο να διασαφηνιστεί ότι το κόστος για τέτοιου είδους επιμόρφωση θα καλύπτεται από την επιχείρηση, σύμφωνα με τις συνήθεις πρακτικές.
4.3 Η πυκνότητα και συχνότητα της επικοινωνίας μεταξύ των μελών της ΕΕΕ επηρεάζει την ικανότητα εργασίας αυτού του οργάνου. Η ΕΟΚΕ εκφράζει, επίσης, την ικανοποίησή της για το ότι η πρόταση της Επιτροπής περιέχει ορισμένες βελτιώσεις ως προς αυτό το θέμα:
| — | Έτσι, η ΕΕΕ μπορεί να ενσωματώσει στη συμφωνία ΕΕΕ μια «επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης» (άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο ε) για την εκτέλεση των καθηκόντων της όσον αφορά τη διεύθυνση και τον συντονισμό· αυτή η επιτροπή μπορεί να απαρτίζεται από έως και πέντε μέλη και να συνεδριάζει σε τακτική βάση, σύμφωνα με τη νέα διάταξη που περιλαμβάνεται στο σημείο 1, στοιχείο δ) του παραρτήματος Ι της οδηγίας. | 
| — | Με αυτόν τον τρόπο, τόσο οι εργαζόμενοι όσο και η διεύθυνση της επιχείρησης διαθέτουν ένα αξιόπιστο και διαρκές σημείο επαφής σε διακρατικό επίπεδο, σε περίπτωση έκτακτων περιστάσεων. | 
4.4 Εντούτοις, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι αυτή η πρόθεση για υλοποίηση της πρακτικής δραστηριότητας της ΕΕΕ δεν ακολουθείται με συνέπεια σε όλο το έγγραφο:
| — | Η πρακτική εμπειρία υποδεικνύει ότι η ΕΕΕ λειτουργεί αποτελεσματικά όπου η επιχείρηση παρέχει επαρκείς δυνατότητες επικοινωνίας. Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι αυτό επιτυγχάνεται κυρίως στις επιχειρήσεις στις οποίες, κατά κανόνα, διεξάγονται περισσότερες από μια συνεδριάσεις ετησίως, οι οποίες συνοδεύονται από προπαρασκευαστικές συνεδριάσεις λίγο πριν και αμέσως μετά τις επίσημες συνεδριάσεις χωρίς την παρουσία της διεύθυνσης της επιχείρησης. Συχνά, αυτή η προσέγγιση έχει συμφωνηθεί σε εθελοντική βάση πέρα από τη νομική απαίτηση. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ως εκ τούτου ότι η αναδιατύπωση της οδηγίας για τις ΕΕΕ πρέπει τουλάχιστον να ενθαρρύνει την αύξηση των δυνατοτήτων συνεδρίασης, με τη ρητή αναγνώριση των νομικών διατάξεων ως ελάχιστων προδιαγραφών. | 
4.5 Στο σημείο αυτό, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να εκφράσει μια γενική παρατήρηση και να υπενθυμίσει ότι, κατά τη μεταφορά της νέας οδηγίας για τις ΕΕΕ στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη της ΕΕ μπορούν να υπερβούν τις ελάχιστες απαιτήσεις που ορίζει η οδηγία όσον αφορά τον καθορισμό των αναγκαίων πόρων για τη δραστηριότητα της ΕΕΕ.
| — | Αυτό αφορά, λόγου χάρη, τη νέα υποχρέωση των μελών της ΕΕΕ — που καθορίζεται στο άρθρο 10, παράγραφος 2 και συνιστά μια θετική προσθήκη — να ενημερώνουν τους εκπροσώπους των εργαζομένων στις εγκαταστάσεις ή, εάν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, να ενημερώνουν το σύνολο των εργαζομένων σχετικά με το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης στο πλαίσιο της ΕΕΕ. | 
| — | Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, κατά την εφαρμογή της οδηγίας, τα κράτη μέλη καλούνται να προβλέψουν μέτρα, τα οποία να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική ροή πληροφοριών μεταξύ ευρωπαϊκού και εθνικού/τοπικού επιπέδου εκπροσώπησης συμφερόντων. Στο πλαίσιο αυτό κρίνεται σκόπιμο να θεσπιστούν κανόνες που καθιστούν δυνατή την άμεση πρόσβαση στις εγκαταστάσεις, τουλάχιστον για τους τοπικούς εκπροσώπους και για τα μέλη της διευθύνουσας επιτροπής μιας ΕΕΕ. Επιπλέον, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα διεξαγωγής συνάντησης των εκπροσώπων των εργαζομένων σε επίπεδο χώρας με σκοπό τη μεταφορά πληροφοριών, όταν σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ ο αριθμός των εγκαταστάσεων είναι μεγαλύτερος απ' ό,τι εκείνος των εκπροσώπων στην ΕΕΕ, και όταν στο εν λόγω κράτος δεν έχουν εδραιωθεί όργανα εκπροσώπησης των εργαζομένων σε όλες τις εγκαταστάσεις. | 
4.6 Από την πρακτική εμπειρία των δραστηριοτήτων της ΕΕΕ καταδεικνύεται ότι το φάσμα θεμάτων της διαβούλευσής της δεν θα πρέπει οπωσδήποτε να περιοριστεί στον κατάλογο που παρατίθεται στις επικουρικές υποχρεώσεις (παράρτημα Ι, σημείο 1α). Η πράξη καταδεικνύει ότι η ΕΕΕ μπορεί να δραστηριοποιηθεί σε πολύ περισσότερα θέματα απ' ό,τι απλώς οι αναδιαρθρώσεις.
Ο διάλογος με πολλές κεντρικές διευθύνσεις επιχειρήσεων καταδεικνύει ότι το φάσμα θεμάτων μπορεί να είναι πολύ ευρύτερο, π.χ. ζητήματα επιμόρφωσης ή θέματα υγείας και ασφάλειας στο χώρο εργασίας ή η προστασία των δεδομένων. Η ΕΟΚΕ θα ανέμενε ότι αυτή η παράμετρος θα είχε ενσωματωθεί στην αναθεώρηση της νομικής βάσης της ΕΕΕ και ότι θα είχε προβλεφθεί το δικαίωμα της ΕΕΕ να προτείνει θέματα διαβούλευσης.
4.7 Η EOKE εγκρίνει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να προωθηθεί η συμμετοχή όλων των κατηγοριών εργαζομένων στις EEE. Υπενθυμίζει, σχετικά, την πρόταση να περιληφθούν και τα διοικητικά στελέχη, που έχει ήδη διατυπώσει σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις
5. Βελτίωση της εφαρμογής της οδηγίας και αύξηση του αριθμού των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης
5.1 Πάνω από 12 000 μέλη ευρωπαϊκών επιτροπών επιχειρήσεων σε 850 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε διακρατικό επίπεδο αναζωογονούν σήμερα τη δημοκρατική δομή της Ευρώπης. Όλοι συμφωνούν ότι οι ΕΕΕ βελτιώνουν τον κοινωνικό διάλογο σε αυτές τις επιχειρήσεις και συμβάλλουν στην καλύτερη λήψη και εφαρμογή των αποφάσεων. Είναι σαφώς προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αυξήσει τον αριθμό των ΕΕΕ που καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ αυτής της θέσης.
Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, προκειμένου να αυξηθεί το δυναμικό σύστασης νέων ΕΕΕ στο μέλλον, η αναδιατύπωση της οδηγίας θα πρέπει, στο άρθρο 11, παράγραφος 2, να περιέχει κανόνες και αποτελεσματικά μέτρα που να καθιστούν ελκυστικότερη την εφαρμογή τους και δυσκολότερη την αποφυγή, καθώς και την παράνομη παράλειψη εφαρμογής τους, όπως επιδιώκεται ήδη σε έγγραφο της Επιτροπής σχετικά με τη διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους (8).
5.2 Από το παρόν σχέδιο αναδιατύπωσης συμπεραίνουμε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να διαδραματίσουν πολύ σημαντικό και υπεύθυνο ρόλο στην πρακτική μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας για τις ΕΕΕ.
| — | Συνεπώς, στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο γ) εισάγεται μια νέα υποχρέωση, σύμφωνα με την οποία, οι κοινωνικοί εταίροι σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με την έναρξη των διαπραγματεύσεων και τη σύνθεση της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας (άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο γ)). | 
| — | Ως εκ τούτου, από την μέχρι σήμερα πρακτική εμπειρία αναγνωρίζεται επίσης ρητά ο θετικός ρόλος που διαδραματίζουν οι (ευρωπαϊκές) συνδικαλιστικές και εργοδοτικές οργανώσεις στην υποστήριξη των διαπραγματεύσεων και επαναδιαπραγματεύσεων των συμφωνιών ΕΕΕ (άρθρο 5, παράγραφος 4/αιτιολογική σκέψη 39). | 
5.3 Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει επίσης το γεγονός ότι η παρούσα πρόταση της Επιτροπής βελτιώνει σημαντικά την κατάσταση κατά το στάδιο σύστασης μιας ΕΕΕ.
| — | Σύμφωνα με την παρούσα πρόταση η κεντρική διεύθυνση της επιχείρησης οφείλει να διαβιβάζει σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τις πληροφορίες που αφορούν τη δομή της επιχείρησης και τον αριθμό των εργαζομένων και απαιτούνται για την έναρξη των διαπραγματεύσεων (άρθρο 4, παράγραφος 4). | 
| — | Αναμένεται ότι αυτή η αναγκαία διευκρίνιση θα συμβάλει ώστε, στο μέλλον, να αποφεύγονται πιθανές αντιπαραθέσεις σχετικά με αυτό το θέμα. Κατά το παρελθόν, για τέτοια προβλήματα έπρεπε επανειλημμένα να ασκηθούν προσφυγές στο ΔΕΚ (9). | 
5.4 Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η σύσταση ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης θα μπορούσε να είναι σαφώς ταχύτερη, αν η νόμιμη προθεσμία για τη σύναψη συμφωνίας μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων ήταν σαφώς συντομότερη.
| — | Στην πράξη, η ισχύουσα τριετής περίοδος διαπραγματεύσεων δεν έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη, καθότι είναι πολύ μεγάλη. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι διαπραγματεύσεις για τις ΕΕΕ ολοκληρώθηκαν σε σαφώς συντομότερο χρονικό διάστημα. | 
| — | Σε κρίσιμες περιπτώσεις η εκτενής προθεσμία οδήγησε σε ασυνέχειες και καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις. Για αυτό τον λόγο, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν κατέστη δυνατή η σύναψη συμφωνιών σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 6. | 
Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ συνιστά τη μείωση της μέγιστης προθεσμίας διεξαγωγής διαπραγματεύσεων στη νέα οδηγία για τις ΕΕΕ, π.χ. στους 18 μήνες, όπως πρότεινε ήδη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2001.
5.5 Τέλος, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την ελπίδα να συσταθούν νέες ΕΕΕ και κατά την περίοδο μεταφοράς της αναδιατυπωμένης οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι συμφωνίες για τη σύσταση νέων οργάνων κατά την περίοδο αυτή θα ανταποκρίνονται πλήρως στις προδιαγραφές του άρθρου 6 της ισχύουσας οδηγίας 94/45/ΕΚ ή της εκδοχής που έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, και ότι αυτές οι συμφωνίες θα έχουν νομική ισχύ δυνάμει της νέας οδηγίας.
5.6 Ισχύον κατώτατο όριο εφαρμογής και περιορισμοί: Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι και στην παρούσα πρόταση της Επιτροπής για αναδιατύπωση της οδηγίας για τις ΕΕΕ διατηρούνται τα κατώτατα όρια όσον αφορά τη σύσταση ΕΕΕ, εξαιρούνται ορισμένες ομάδες εργαζομένων σε συγκεκριμένους κλάδους (π.χ. στην εμπορική ναυτιλία) και περιορίζονται η ενημέρωση και η διαβούλευση σε οικονομικά θέματα (νομικού προστασία του ιδεολογικού σκοπού). Μάλιστα, προστίθεται ένα νέο κατώτατο όριο (τουλάχιστον 50 εργαζόμενοι ανά χώρα) για την εκπροσώπηση σε διακρατικό επίπεδο. Στα πλαίσια αυτά, δεν λαμβάνεται υπόψη ότι υπάρχουν διάφορα κράτη μέλη στα οποία οι εργαζόμενοι πρέπει να εκπροσωπούνται ακόμα και στην περίπτωση που δεν καλύπτεται το όριο αυτό. Για το λόγο αυτό, η διατύπωση του άρθρου 5, παράγραφος 2, εδάφιο β (σύνθεση της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας) και στην παράγραφο 1γ του παραρτήματος Ι — επικουρικές υποχρεώσεις (σύνθεση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχειρήσεως) της προτάσεως της Επιτροπής πρέπει να εστιάζει και στην εκπροσώπηση των εργαζομένων σε εθνικό επίπεδο.
Σχετικά με αυτό το σημείο, η ΕΟΚΕ εντοπίζει σημαντική σύγκρουση με το θεμελιώδες δικαίωμα κάθε εργαζομένου σε έγκαιρη ενημέρωση και διαβούλευση, όταν αυτός επηρεάζεται από μια απόφαση. Η ΕΟΚΕ θα ανέμενε επίσης ότι αυτή η παράμετρος θα είχε ληφθεί υπόψη στην αναδιατύπωση της οδηγίας.
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής; Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής; Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) COM(2008) 419 τελικό
(2) Βλέπε τις ακόλουθες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ: «Η εφαρμογή στην πράξη της οδηγίας 94/45/ΕΚ για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης και ορισμένες πτυχές που ενδεχομένως χρήζουν αναθεώρησης», εισηγητής: ο κ. PIETTE (ΕΕ αριθ. C 10 της 14.1.2004)· «Ο κοινωνικός διάλογος και η συμμετοχή των εργαζομένων, βασικά στοιχεία για την πρόβλεψη και τη διαχείριση των βιομηχανικών μεταλλαγών», εισηγητής: ο κ. ZÖHRER (ΕΕ C 24 της 31.1.2006)· «Ευρωπαϊκές Επιτροπές Επιχειρήσεων: ένας νέος ρόλος για την προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», εισηγητής: ο κ. Iozia (ΕΕ C 318 της 23.12.2006).
(3) Στηρίζεται στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16.7.2001, εισηγητής: ο κ. MENRAD (A5-0282/2001-τελικό).
(4) Ψήφισμα P6-TA (2007)0185.
(5) Κοινό πρόγραμμα εργασίας των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων 2003-2005. Βλέπε επίσης την κοινή δήλωση της 7ης Απριλίου 2005 με τίτλο «Lessons learned on European Work Councils» (Διδάγματα όσον αφορά τις Ευρωπαϊκές Επιτροπές Επιχειρήσεων). Σε αυτή τη δήλωση, οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι υπογράμμισαν τη θετική εξέλιξη του κοινωνικού διαλόγου μέσω των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχειρήσεων βάσει εκτενών μελετών που διεξήγαγαν σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας τους, στις οποίες υπογραμμίζεται, μεταξύ άλλων, η σημασία του κοινωνικού διαλόγου στις επιχειρήσεις.
(6) Βλέπε το έγγραφο της Επιτροπής σχετικά με τη διαβούλευση με τους ευρωπαίους κοινωνικούς εταίρους, C/2008/660 της 20.2.2008.
(7) Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ «Ευρωπαϊκές Επιτροπές Επιχειρήσεων: ένας νέος ρόλος για την προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», εισηγητής: ο κ. Iozia (ΕΕ C 318 της 23.12.2006).
(8) Σε αυτό το έγγραφο της Επιτροπής προτείνεται, με τη νέα οδηγία, τα κράτη μέλη της ΕΕ να κληθούν να θεσπίσουν «αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές κυρώσεις», βλέπε: C/2008/660, σ. 7.
(9) Βλέπε σχετικά τις αποφάσεις του ΔΕΚ για τις υποθέσεις Bofrost (C-62/99), Kühne & Nagel (C-440/00) και ADS Anker GmbH (C-349/01).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
στη γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Οι τροπολογίες που αναφέρονται στη συνέχεια συγκέντρωσαν το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων και απορρίφθηκαν στην πορεία των συζητήσεων:
Σημείο 1.5
Τροποποίηση του 4ου στοιχείου ως ακολούθως:
| «— | Πρέπει να αποσαφηνιστεί η ευθύνη της διεύθυνσης της επιχείρησης για τη δέουσα ενημέρωση των εκπροσώπων των εργαζομένων, τόσο σε διακρατικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η προσπάθεια για καλύτερο συντονισμό του δικαιώματος ενημέρωσης και διαβούλευσης μεταξύ των διαφόρων επιπέδων δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε νέες ασάφειες ή νέους περιορισμούς σχετικά με αυτή την υποχρέωση ούτε στην επιβράδυνση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων ». | 
| Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας | Ψήφοι υπέρ 43 | Ψήφοι κατά 91 | Αποχές 5 | 
Από σημείο 3.2 έως και 3.2.3
Να διαγραφούν.
| Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας | Ψήφοι υπέρ 35 | Ψήφοι κατά 100 | Αποχές 5 | 
Σημείο 3.3.2
Τροποποίηση της πρώτης περίπτωσης ως εξής:
| «— | Η μορφή και το περιεχόμενο της ενημέρωσης πρέπει να διαμορφώνονται κατά τρόπο ώστε να παρέχεται στους εκπροσώπους των εργαζομένων η δυνατότητα να εξετάσουν ενδελεχώς τον πιθανό αντίκτυπο προγραμματισμένων αποφάσεων, ούτως ώστε να μπορούν να προετοιμαστούν για πιθανές διαβουλεύσεις με αρμόδιους εκπροσώπους της διοίκησης χωρίς να καθυστερήσουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων των επιχειρήσεων ». | 
| Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας | Ψήφοι υπέρ 43 | Ψήφοι κατά 91 | Αποχές 5 | 
Σημείο 4.2
Τροποποίηση του 2ου εδαφίου ως εξής:
| «— | Αυτή η δυνατότητα για διεύρυνση των δεξιοτήτων θα συμβάλει ασφαλώς στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και των επιδόσεων. Εντούτοις, θα ήταν συνεπέστερο να διασαφηνιστεί ότι το κόστος για τέτοιου είδους επιμόρφωση θα καλύπτεται από την επιχείρηση, σύμφωνα με τις συνήθεις πρακτικές ». | 
| Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας | Ψήφοι υπέρ 37 | Ψήφοι κατά 98 | Αποχές 9 | 
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/116 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή των δικαιωμάτων των ασθενών στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη»
COM(2008) 414 τελικό — 2008/0142 (COD)
(2009/C 175/22)
Στις 23 Ιουλίου 2008, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει, σύμφωνα με το άρθρο 262 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:
«Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή των δικαιωμάτων των ασθενών στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη»
COM(2008) 414 τελικό — 2008/0142 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις και δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η επεξεργασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 4 Νοεμβρίου 2008 (εισηγητής: ο κ. BOUIS).
Κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου (συνεδρίαση της 4ης Δεκεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 80 ψήφους υπέρ και 3 κατά την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Παρατηρήσεις και συστάσεις
1.1 Η ΕΟΚΕ έχοντας εξετάσει, μέσω διαφόρων γνωμοδοτήσεων, τα προβλήματα που αφορούν την υγεία και τα δικαιώματα των ασθενών, λαμβάνει υπόψη την εν λόγω πρόταση οδηγίας, και τούτο παρά την απάντηση στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το κείμενο αυτό βασίζεται στα δικαιώματα του ασθενούς και στη διαμόρφωση του συντονισμού των εθνικών πολιτικών για την υγεία.
1.2 Το κείμενο επαναβεβαιώνει ότι τα συστήματα υγείας υπάγονται στις αρμοδιότητες των κρατών μελών και δεν τροποποιεί τις πρακτικές επιστροφής των εξόδων. Παρόλα αυτά, οι προτεινόμενες διατάξεις θα έχουν μακροπρόθεσμα, επιπτώσεις στα συστήματα υγείας που βασίζονται στην αλληλεγγύη και στην οικονομική βιωσιμότητα. Η ΕΟΚΕ διερωτάται σχετικά με τους συγκεκριμένους όρους εφαρμογής σε ό,τι αφορά στην τήρηση της αρχής της επικουρικότητας στον τομέα της πολιτικής για την υγεία και διατυπώνει ορισμένες παρατηρήσεις και συστάσεις.
1.3 Η ΕΟΚΕ επειδή ανησυχεί για τον κίνδυνο να αυξηθούν οι διαφορές όσον αφορά την περίθαλψη των διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να αναφέρεται στην οδηγία ότι η περίθαλψη πρέπει να παρέχεται στα πλαίσια του σεβασμού της ισότιμης αξίας όλων των ανθρώπων και ότι αυτός που έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη για τις υπηρεσίας υγείας και/ή την ασθενέστερη κοινωνική κάλυψη πρέπει να έχει προτεραιότητα στην περίθαλψη.
1.4 Το θεμελιώδες δικαίωμα κάθε χρήστη να απολαμβάνει τις απαραίτητες εγγυήσεις όσον αφορά την ποιότητα και την ασφάλεια δημιουργεί υποχρεώσεις τυποποίησης, πιστοποίησης και αξιολόγησης των υλικών και ανθρωπίνων δυνατοτήτων οργάνωσης για την παροχή περίθαλψης.
1.5 Η πρόσβαση στη διασυνοριακή περίθαλψη προϋποθέτει ότι οι δυνατότητες οργάνωσης των υπηρεσιών υγείας των διαφόρων χωρών είναι συμπληρωματικές και ισορροπημένες, σε όρους παροχής τεχνικών και ανθρώπινων υπηρεσιών, ιατρικών εξοπλισμών και ευθυνών των φορέων παροχής. Αυτό προϋποθέτει μια πολιτική ευρωπαϊκής βοήθειας στον τομέα της επαγγελματικής επιμόρφωσης και του υγειονομικού εξοπλισμού. Ιδιαίτερη δε προσοχή πρέπει να δοθεί σε ορισμένους ιατρικούς κινδύνους που συνδέονται με την αύξηση της κινητικότητας των ασθενών.
1.6 Για την ΕΟΚΕ, το κείμενο αυτό δεν πρέπει να επισημαίνει τη βούληση να γενικευθεί η κινητικότητα των ασθενών αλλά να προτείνει ένα πλαίσιο που θα επιτρέπει την άσκηση του δικαιώματος αυτού, χωρίς να παραμελείται η ανάγκη παροχής ποιοτικής περίθαλψης, όσο το δυνατόν πλησιέστερα του τόπου διαμονής. Οι μηχανισμοί που έχουν θεσπιστεί δεν θα πρέπει να είναι δυσανάλογοι σε σχέση με την έκταση της διασυνοριακής περίθαλψης.
1.7 Η ΕΟΚΕ, επειδή ανησυχεί για τη διάκριση στην οποία προβαίνει η οδηγία μεταξύ νοσοκομειακής και εξωνοσοκομειακής περίθαλψης, διάκριση που βασίζεται περισσότερο σε οικονομικές πτυχές παρά στις πραγματικότητες που αντιμετωπίζει η οργάνωση υγείας κάθε χώρας, συνιστά σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και με το άρθρο 86 παράγραφος 2 της Συνθήκης, να ορίσει κάθε κράτος μέλος το τι εννοεί με νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη.
1.8 Η πρόσβαση στις υπηρεσίες περίθαλψης άλλου κράτους μέλους που προσφέρονται σε κάθε πολίτη πρέπει να γίνεται χωρίς διάκριση, όπως ορίζεται στο άρθρο 13 της Συνθήκης και στα πλαίσια του σεβασμού των δικαιωμάτων των ασθενών όπως εκτίθενται από την ΕΟΚΕ (1), ιδίως με το βιβλιάριο υγείας και ενός ευρωπαϊκού ιατρικού μητρώου τα οποία θα πρέπει να είναι δεόντως ενημερωμένα και προσιτά στους επαγγελματίες της περίθαλψης και στον ίδιο τον ασθενή.
1.9 Μια αποτελεσματική πολιτική ενημέρωσης είναι απαραίτητη στον τομέα της διασυνοριακής περίθαλψης ώστε μόνο αυτή να μπορεί να δώσει περιεχόμενο στην αρχή της ίσης πρόσβασης στην περίθαλψη και να επιτρέψει στον χρήστη να προβαίνει σε ελεύθερες και με επίγνωση επιλογές. Η πολιτική αυτή πρέπει να χαράσσεται υπ' ευθύνη κάθε κράτους μέλους.
1.10 Η ενημέρωση αφορά επίσης τα συστήματα προσφυγής σε περίπτωση βλάβης και τους όρους εξέτασης των διαφορών· η καθιέρωση υπηρεσίας ενιαίας εξυπηρέτησης θα ήταν εύστοχη και συνεπώς, αναγκαία η προσφυγή στην δικαιοδοσία του τόπου διαμονής του ασθενούς. Εξάλλου, η ΕΟΚΕ συνιστά να επεκταθεί το σύστημα υποχρεωτικής ασφάλισης σε κάθε επαγγελματία.
1.11 Προκειμένου να περιοριστούν οι ανισότητες πρόσβασης στην περίθαλψη, οι μηχανισμοί σχετικά με τις προϋποθέσεις της εκ των υστέρων επιστροφής των εξόδων θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί στις προθεσμίες επιστροφής τους και στις διαφορές των θεραπευτικών πρακτικών, χορήγησης φαρμάκων, ή συσκευών μεταξύ της χώρας νοσηλείας και της χώρας ασφάλισης.
1.12 Το σύστημα επιστροφών πρέπει επίσης να είναι πολύ προσεκτικό όσον αφορά τον κίνδυνο ανισότητας, και μάλιστα των διαφορών που μπορεί να προκύψουν, λόγω της ανομοιογένειας των ασφαλιστικών συστημάτων υγείας που παρουσιάζουν εθνικές ιδιαιτερότητες: πληρωμή από τρίτο, συμμετοχή του ασφαλισμένου στα έξοδα ιατρικής περίθαλψης, διαφορετικές ιατρικές αμοιβές, γιατρός εισηγητής, κωδικοποίηση των πράξεων.
1.13 Το σύνολο των όρων ενημέρωσης, πρέπει όχι μόνον να ανταποκρίνεται στις επιταγές ασφαλείας και ποιότητας των μηνυμάτων που μεταδίδονται, αλλά και να αποτελεί ένα στοιχείο που θα επιτρέπει την ελεύθερη επιλογή του ατόμου και θα διευκολύνει τη διαιτησία μεταξύ οικονομικής ανταγωνιστικότητας, συνοχής, κοινωνικής δικαιοσύνης και συλλογικής αλληλεγγύης.
1.14 Τα εθνικά σημεία επαφής πρέπει να συνδέονται με τις διάφορες οργανώσεις των εργαζομένων, των οικογενειών, και χρηστών και να συνεργάζονται στενά με τους φορείς παροχής υγειονομικής ασφάλισης για να μεταβιβάζουν τις πληροφορίες αυτές. Πρέπει επίσης να αναπτύξουν δράσεις ενημέρωσης/επιμόρφωσης για τους γιατρούς, το παραϊατρικό προσωπικό και τους κοινωνικούς λειτουργούς όσον αφορά τις δυνατότητες παροχής διασυνοριακής περίθαλψης.
1.15 Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη συνέχεια της περίθαλψης, στην παρακολούθηση των ασθενών, στην προσαρμογή των ιατρικών μηχανισμών, στην κατανάλωση των φαρμάκων. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο να συντονίζονται οι επαγγελματίες και οι δομές υγείας σε όλες τις πτυχές της περίθαλψης και της θεραπευτικής αγωγής για την ασφαλιστική κάλυψη καθόλη τη διάρκεια της ασθένειας.
1.16 Η καθιέρωση ευρωπαϊκών δικτύων αναφοράς πρέπει να συνοδεύεται από την ανάπτυξη των τεχνολογιών της πληροφορίας, που να είναι πλήρως λειτουργική, ώστε να επωφελείται κάθε ασθενής οπουδήποτε και αν ζει. Η ανταλλαγή εμπειριών θα επιτρέψει τη βελτίωση της ποιότητας των συστημάτων των κρατών μελών προς όφελος όλον των φορέων: ιδρυμάτων επαγγελματιών, ασθενών.
1.17 Η ομαδοποίηση των στατιστικών στοιχείων που συλλέγονται από τα κράτη μέλη πρέπει να συμβάλει στην πραγματοποίηση ενός απολογισμού σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας. Πρέπει επίσης, να επιτρέψει την παραγωγή δεικτών που θα επιτρέψουν τον προσδιορισμό των πλεονεκτημάτων και των αδυναμιών των συστημάτων υγείας καθώς και τις ανάγκες και τις προτιμήσεις των πληθυσμών. Θα ήταν σκόπιμο να υποβάλλεται και η έκθεση αυτή στην ΕΟΚΕ η οποία, δεσμεύεται να παρακολουθεί και, ενδεχομένως, να καταρτίσει νέες γνωμοδοτήσεις πρωτοβουλίας..
1.18 Η εφαρμογή ενός πραγματικού δικαιώματος των ασθενών στον τομέα της διασυνοριακής περίθαλψης χρειάζεται κάποιο χρόνο προσαρμογής, προκειμένου να τροποποιηθούν σε βάθος οι πρακτικές, και να εξελιχθούν επίσης οι νοοτροπίες και η επιμόρφωση των επαγγελματιών. Συνεπάγεται την ενσωμάτωση στους εθνικούς κανόνες των αρχών ενός ευρωπαϊκού χάρτη αμοιβαίων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των διαφόρων φορέων στον τομέα της υγείας.
1.19 Για την ΕΟΚΕ είναι σαφές ότι η προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αδυνατεί να συμβιβάσει πλήρως το θέμα της επικουρικότητας στον τομέα της περίθαλψης με την ανάγκη ενός συνεκτικού τρόπου λειτουργίας του συστήματος διασυνοριακής περίθαλψης. Παραμένει συνεπώς ανοικτό το ενδεχόμενο αποκλινουσών ερμηνειών και, κατά συνέπεια, νομικών δυσχερειών τόσο για τους ασθενείς όσο και για το νοσηλευτικό προσωπικό.
2. Περίληψη της ανακοίνωσης
2.1 Το νομικό πλαίσιο και πολιτική της ζήτησης
2.1.1 Έχοντας υπόψη τη νομολογία του Δικαστηρίου, η Επιτροπή κλήθηκε από το 2003, να μελετήσει τα μέσα για τη βελτίωση της νομικής ασφάλειας στον τομέα της διασυνοριακής περίθαλψης.
2.1.2 Η οδηγία για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, που υποβλήθηκε το 2004, περιείχε σχετικές διατάξεις. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τις απέρριψαν, εκτιμώντας ότι δεν ελάμβαναν αρκετά υπόψη τις ιδιαιτερότητες των πολιτικών υγείας, διότι οι διαφορές ήταν τεράστιες από τη μια χώρα στην άλλη, ήταν τεχνικά περίπλοκες και υπήρχαν κίνδυνοι για τη χρηματοδότησή τους. Άλλωστε, πρέπει να επισημανθεί η ευαισθησία της κοινής γνώμης επί του θέματος.
Η Επιτροπή αποφάσισε να προτείνει το 2008 μια ανακοίνωση και μια οδηγία με στόχο την καθιέρωση ενός σαφούς και διαφανούς πλαισίου για την παροχή διασυνοριακής περίθαλψης στην Ένωση. Πρόκειται για την περίθαλψη στο εξωτερικό, δηλαδή όταν ένας ασθενής μεταβαίνει για να υποβληθεί στην κατάλληλη θεραπεία σε φορέα παροχής υπηρεσιών υγείας, που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος. Για να πραγματοποιηθεί αυτό, η Επιτροπή προτείνει έναν ορισμό για τη νοσοκομειακή και την εξωνοσοκομειακή περίθαλψη.
2.2 Προτεινόμενο πλαίσιο
2.2.1 Η υποβληθείσα πρόταση βασίζεται στο άρθρο 95 της Συνθήκης σχετικά με την καθιέρωση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, στο άρθρο 152 για την δημόσια υγεία και στις αρχές του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως περιέχονται στις διατάξεις της τροποποιημένης Συνθήκης.
2.2.2 Για να επιτευχθούν οι στόχοι, οι νομικοί ορισμοί και οι γενικές διατάξεις διαρθρώνονται γύρω από τους εξής τρεις βασικούς άξονες: τις κοινές αρχές για όλα τα συστήματα υγείας της Ένωσης, ένα ειδικό πλαίσιο για τη διασυνοριακή περίθαλψη, και την ευρωπαϊκή συνεργασία στον τομέα της υγείας. Στην οδηγία αναφέρονται επακριβώς οι αρχές που εφαρμόζονται για την επιστροφή των εξόδων υγείας σε ένα άλλο κράτος μέλος καθώς και οι προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες θα ασκηθούν, στην πράξη, τα δικαιώματα των ασθενών, με τη διάκριση της νοσοκομειακής από την εξωνοσοκομειακή περίθαλψη.
2.2.3 Η πρόταση αυτή δεν τροποποιεί το κανονιστικό πλαίσιο που υπάρχει για τον συντονισμό των καθεστώτων κοινωνικής ασφάλισης.
2.2.4 Η οδηγία διευκρινίζει τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται και προβλέπει επίσης την καθιέρωση κατάλληλων μηχανισμών για να πληροφορούν και να βοηθούν τους ασθενείς μέσω των εθνικών σημείων επαφών. Κάθε ασθενής που δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε εύλογο χρονικό διάστημα στις υπηρεσίες υγείας της χώρας του θα του επιτρέπεται να προσφεύγει στις υπηρεσίες υγείας άλλου κράτους μέλους.
2.2.5 Η οδηγία προτρέπει σε μεγαλύτερη ευρωπαϊκή συνεργασία με την καθιέρωση ευρωπαϊκών δικτύων αναφοράς, την αξιολόγηση των τεχνολογιών υγείας, και την ανάπτυξη τεχνολογιών των πληροφοριών και της επιγραμμικής επικοινωνίας.
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1 Η ΕΟΚΕ έχοντας εξετάσει, μέσω διαφόρων γνωμοδοτήσεων, τα προβλήματα που αφορούν την υγεία και τα δικαιώματα των ασθενών, εκτιμά τη βούληση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ενδιαφερθεί για την διασυνοριακή περίθαλψη.
3.2 Για την ΕΟΚΕ η ενέργεια αυτή δεν πρέπει να επισημαίνει τη βούληση να γενικευθεί η κινητικότητα των ασθενών. Με την ενέργεια αυτή προτείνεται ένα πλαίσιο που θα επιτρέπει την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος. Οι μηχανισμοί που έχουν καθιερωθεί δεν πρέπει να είναι δυσανάλογοι, όσον αφορά το εύρος τους ή το κόστος τους, έχοντας υπόψη την έκταση της δραστηριότητας της διασυνοριακής περίθαλψης.
3.3 Το κείμενο αυτό εντάσσεται στις αξίες της ΕΕ και σε εκείνες του χάρτη του Ταλίν (2). Τα κείμενα αυτά αποσκοπούν στην παροχή παντού στην Ευρώπη υψηλής ποιότητας περίθαλψης και προσιτής σε όλους.
Σήμερα, η προτεινόμενη οδηγία τείνει να αγνοήσει τον πολύπλοκο, ποικίλο και διαφορετικό χαρακτήρα των συστημάτων υγείας των 27 κρατών μελών. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η οδηγία δεν θα ερμηνευθεί με τον ίδιο τρόπο από τα διαφορετικά συστήματα υγείας στα διάφορα κράτη μέλη. Για τον λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ διερωτάται για τους όρους εφαρμογής της στην πράξη και επιθυμεί η νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη να καθοριστούν με σαφήνεια ώστε να ενισχυθεί η νομική ασφάλεια των ασθενών και των υπηρεσιών υγείας.
3.4.1 Το κείμενο επαναβεβαιώνει ότι τα συστήματα υγείας υπάγονται στις αρμοδιότητες των κρατών μελών και τείνει να σεβασθεί πλήρως τις αρμοδιότητες τους όσον αφορά την οργάνωση των συστημάτων υγείας, παροχής υπηρεσιών περίθαλψης και την επιστροφή των εξόδων. Παρόλα αυτά, οι προτεινόμενες διατάξεις θα έχουν μακροπρόθεσμα, επιπτώσεις στα συστήματα υγείας που βασίζονται στην αλληλεγγύη, στην οικονομική βιωσιμότητα και στα δικαιώματα που τα συνοδεύουν.
3.4.2 Δεδομένων των τεράστιων διαφορών όσον αφορά τους όρους των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας και του κόστους τους, το σύστημα επιστροφών μετά την πληρωμή της παροχής από τον ασθενή παρουσιάζει κινδύνους ανισότητας, και μάλιστα διαφορών που μπορεί να προκύψουν, λόγω της ανομοιογένειας των ασφαλιστικών συστημάτων υγείας που παρουσιάζουν εθνικές ιδιαιτερότητες. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τον φόβο μήπως η οδηγία αποτελέσει ευκαιρία να ανοίξει η αγορά της υγείας στον ανταγωνισμό και, στην πράξη, μετά τη θέση σε ισχύ της οδηγίας για τις υπηρεσίες μήπως υπονομεύσει το σύνολο της προστασίας της υγείας στην Ευρώπη.
3.4.3 Η αποτελεσματικότητα και η ορθή χρήση των υπηρεσιών υγείας σε διασυνοριακό πλαίσιο προϋποθέτουν ότι οι δυνατότητες οργάνωσης των υπηρεσιών υγείας των διαφόρων χωρών είναι συμπληρωματικές και ισορροπημένες, σε όρους παροχής τεχνικών και ανθρώπινων υπηρεσιών, ιατρικών εξοπλισμών και ευθυνών των φορέων παροχής.
3.4.4 Εν πάση περιπτώσει, όταν παρασχεθεί η διασυνοριακή περίθαλψη, οι ασθενείς δικαιούνται να έχουν εγγυήσεις όσον αφορά την ποιότητα και την ασφάλεια. Αυτό το θεμελιώδες δικαίωμα συνεπάγεται την εναρμόνιση των διαδικασιών πιστοποίησης, αξιολόγησης των επαγγελματικών πρακτικών, των δυνατοτήτων των ιατρικών εξοπλισμών, οργάνωσης του συστήματος αποζημίωσης σε περίπτωση βλάβης.
3.4.5 Στον τομέα της διασυνοριακής περίθαλψης η ποιοτική κάλυψη και η εμπιστοσύνη στις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος υποδοχής συνεπάγεται τη συγκέντρωση ορισμένου αριθμού προϋποθέσεων για να διασφαλισθεί η συνέχεια της περίθαλψης, μεταξύ άλλων:
| — | την καθιέρωση ατομικού βιβλιαρίου υγείας για όλους, από τη γέννηση τους, | 
| — | τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ιατρικού μητρώου που θα ενημερώνεται δεόντως και θα είναι προσιτό στους επαγγελματίες και στον ασθενή, | 
| — | την κοινή διατύπωση των θεραπευτικών αγωγών που ακολουθούνται, | 
| — | τις συντονισμένες πρακτικές συνταγογράφησης και κυρίως, τη γενίκευση της χρήσης της ονομασίας των μορίων και όχι της εμπορικής ονομασίας τους και τούτο παρά το γεγονός ότι τα φάρμακα διέπονται από τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου, | 
| — | την τυποποίηση και πιστοποίηση των εμφυτευμάτων, των συσκευών και των ιατρικών μηχανισμών, | 
| — | την καθιέρωση πράξης πιστοποίησης και μάλιστα ευρωπαϊκής πιστοποίησης των νοσοκομειακών, ιατρικών, και παραϊατρικών εξοπλισμών, | 
| — | την κοινοτική διαδικασία χορήγησης αδειών για τη διάθεση φαρμάκων. | 
Όλες αυτές οι προϋποθέσεις χρειάζονται την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών και τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων πληροφορικής.
3.4.6 Παρόμοιες μεταβολές όσον αφορά την οργάνωση των συστημάτων και των επαγγελματικών πρακτικών χρειάζονται την εξέλιξη της επαγγελματικής νοοτροπίας και κατάρτισης, αλλά και τη νομική εξέλιξη του ορισμού των αρμοδιοτήτων, του ρόλου και των ευθυνών των υγειονομικών αρχών κάθε χώρας, πράγμα που απαιτεί κάποιο χρόνο προσαρμογής.
Η δυνατότητα που προσφέρεται σε κάθε ασθενή στον τομέα της διασυνοριακής περίθαλψης πρέπει να εντάσσεται στην ίση πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες και τους επαγγελματίες της υγείας, χωρίς διακρίσεις που βασίζονται στο φύλο, τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις, την αναπηρία, την ηλικία ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Μεταξύ άλλων, είναι απαραίτητη μια αποτελεσματική πολιτική πληροφόρησης όσον αφορά δύο διαστάσεις:
3.4.7.1 Πληροφορίες για την προσφορά υπηρεσιών περίθαλψης τις οποίες μπορεί να έχει στη διάθεσή του κάθε πολίτης ώστε να αποφασίζει τη χρήση διασυνοριακής περίθαλψης, και οι οποίες θα δημοσιεύονται υπ' ευθύνη των αρμόδιων υγειονομικών υπηρεσιών. Αυτές θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν την πρόσβαση στην πληροφόρηση αυτή ορισμένων ευάλωτων ομάδων όπως είναι τα άτομα σε κοινωνική απομόνωση, σε κατάσταση ανασφάλειας.
3.4.7.2 Πληροφορίες για την ασθένεια, τις δυνατές θεραπείες με τα πλεονεκτήματα και τους κινδύνους τους, τα χαρακτηριστικά των δομών ή των επαγγελματιών που παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές.
3.4.7.3 Οι πληροφορίες αυτές που παρέχονται μέσω διαλογικής επικοινωνίας με τον επαγγελματία του κλάδου υγείας, προϋποθέτουν ότι ο ίδιος ο επαγγελματίας είναι ενημερωμένος σχετικά με το τι υπάρχει στην Ευρώπη. Είναι συνεπώς σημαντικό να δημιουργηθεί ένας σύνδεσμος μεταξύ των φορέων παροχής των υπηρεσιών υγείας και των εθνικών σημείων επαφής, πράγμα που προϋποθέτει τη διάθεση οικονομικών μέσων για τον σκοπό αυτό. Εξάλλου, πρέπει να ξεπεραστεί το εμπόδιο της γλώσσας.
3.4.8 Οι πληροφορίες πρέπει να είναι πλήρεις, ακριβείς ώστε να μπορέσει ο ασθενής να προβεί σε ελεύθερες και με επίγνωση επιλογές και να μην καταστεί θύμα σφετερισμού της πελατείας ή εμπορικών παραπλανήσεων.
3.4.9 Μόνο παρόμοιες υποχρεώσεις πληροφόρησης μπορούν να δώσουν περιεχόμενο στην αρχή της ίσης πρόσβασης στην παροχή υπηρεσιών υγείας που αναφέρονται στην οδηγία οποιαδήποτε και εάν είναι η ανάγκη προσφυγής στη διασυνοριακή περίθαλψη.
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1 Άρθρο 3
4.1.1 Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η προτεινόμενη οδηγία πρέπει να εφαρμοσθεί με την επιφύλαξη των κοινοτικών διατάξεων που έχουν ήδη θεσπισθεί και ιδίως με τους κανονισμούς 1408/71 και 883/2004.
4.2 Άρθρο 4 δ)
4.2.1 Η ΕΟΚΕ δεν θεωρεί τον κατάλογο των επαγγελματιών υγείας ως πλήρη και επιθυμεί να προστεθούν τα παραϊατρικά επαγγέλματα όπως οι λογοθεραπευτές και οι ορθοπτικοί…
4.3 Άρθρο 5
4.3.1 Η ΕΟΚΕ λαμβάνει ιδιαιτέρως αυτό το άρθρο και τονίζει ότι η πρόκληση συνίσταται στην εγγύηση για περίθαλψη σύμφωνα με την εικόνα των αναγκών και των προσδοκιών των πολιτών, λόγω των δικαιωμάτων που τους έχουν χορηγηθεί αλλά και των ευθυνών, προκειμένου να βελτιωθεί η ευημερία σε συνδυασμό με την οικονομική ανταγωνιστικότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη συλλογική αλληλεγγύη. Η ΕΟΚΕ θα είναι ιδιαίτερα προσεκτική ώστε οι ορισμοί των κανόνων ποιότητας και ασφάλεια να μην απειλούν σε τίποτα τη διαφορετικότητα των συστημάτων υγείας των κρατών μελών (Άρθρο 152§5).
4.3.2 Η ΕΟΚΕ τονίζει τη σημασία των συστημάτων υγείας για τους πληθυσμούς και κυρίως για τους άπορους, αλλά και το αποτέλεσμα που έχει η καλύτερη πρόσβαση στην περίθαλψη στην οικονομική ανάπτυξη. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι όλες οι επενδύσεις που επιτρέπουν την πρόσβαση στην περίθαλψη θα είναι πιο αποτελεσματικές εάν είναι συντονισμένες.
4.4 Άρθρο 6
4.4.1 Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον ισχύοντα μηχανισμό όσον αφορά την εκ των υστέρων επιστροφή των εξόδων, επειδή οι θεραπευτικές πρακτικές, η χορήγηση φαρμάκων ή συσκευών θα πραγματοποιούνται στην χώρα θεραπείας και όχι στη χώρα ασφάλισης, η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό των κριτηρίων κάλυψης. Επομένως, είναι απαραίτητο να καθοριστούν κατάλογοι αντιστοιχίας τόσο για τα ποσοστά επιστροφών όσο και για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη συνέχιση της περίθαλψης.
4.4.2 Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για το υπερβάλλον κόστος που θα πρέπει να αναλάβει ο ασθενής σε περίπτωση μη προβλεπόμενης επιστροφής. Μακροπρόθεσμα, για να διασφαλισθεί η συνέχεια θα πρέπει να εξετάζεται η οικονομική ανάληψη των εν λόγω θεραπειών από τη χώρα ασφάλισης. Αυτό μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες στα συστήματα χρηματοδότησης.
4.4.3 Η ΕΟΚΕ, για να αποφευχθεί μια ιατρική δύο ταχυτήτων τόσο από πλευράς ασθενών όσο και από πλευράς κρατών, θεωρεί ότι πρέπει να διευκρινιστεί το θέμα των όρων υπολογισμού του κόστους στη χώρα θεραπείας και των όρων πληρωμής. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι για την εξόφληση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες δομές και πρακτικές.
4.5 Άρθρα 7 και 8
4.5.1 Η ΕΟΚΕ ανησυχεί ιδιαίτερα για τη διάκριση στην οποία προβαίνει η οδηγία μεταξύ νοσοκομειακής και εξωνοσοκομειακής περίθαλψης. Παρατηρεί ότι αυτή βασίζεται περισσότερο στις οικονομικές πτυχές παρά στην πραγματικότητα της υγειονομικής οργάνωσης κάθε χώρας.
4.5.2 Ενώ η Επιτροπή προτείνει την έκδοση συμπληρωματικού καταλόγου, η ΕΟΚΕ συνιστά, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και με το άρθρο 86 παράγραφος 2 της Συνθήκης, ότι τα κράτη μέλη οφείλουν, εκτός κατάφωρης κατάχρησης, να ορίζουν το τι εννοούν με νοσοκομειακή περίθαλψη. Οι παράγραφοι 1 και 2 πρέπει να τροποποιηθούν κατάλληλα.
4.6 Άρθρο 9
4.6.1 Για την ΕΟΚΕ τα συστήματα προηγούμενης έγκρισης μπορεί να αποδειχθούν θετικά, όταν δίνουν την ευκαιρία στον ασθενή να προβληματισθεί και να αποκτήσει πληροφορίες, χάρη στο διάλογο που μπορεί να διεξαχθεί μεταξύ του ασθενούς και του ασφαλιστικού του οργανισμού. Εξάλλου, μπορεί να υπάρχει η εγγύηση της κάλυψης συγκεκριμένης παροχής, όπως των εξόδων μεταφοράς
4.6.2 Η ΕΟΚΕ θεωρεί, ανεξάρτητα από την προηγούμενη δημοσίευση των κριτηρίων όσον αφορά την εκ των προτέρων έγκριση, ότι είναι απαραίτητο κάθε λόγος απόρριψης να αιτιολογείται δεόντως και να εξηγείται στον ασθενή.
4.7 Άρθρο 10
4.7.1 Για την ΕΟΚΕ είναι σημαντικό να καθιερωθούν μηχανισμοί που θα παρέχουν στους ασθενείς πληροφορίες, προκειμένου να προβαίνουν στην επιλογή της διασυνοριακής περίθαλψης. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να αναφέρουν τις υποχρεώσεις και τους περιορισμούς της παροχής καθώς και τις προϋποθέσεις επιστροφής των εξόδων και το υπόλοιπο που θα επιβαρύνει τον ασθενή.
4.7.2 Η ΕΟΚΕ συνιστά την επέκταση του συστήματος υποχρεωτικής ασφάλισης (3) σε κάθε επαγγελματία και την παροχή πληροφόρησης για τα συστήματα προσφυγής σε περίπτωση βλάβης, λόγω ιατρικού ατυχήματος με ή χωρίς λάθος (θεραπευτικός κίνδυνος).
4.7.3 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι είναι σκόπιμο να διατηρηθεί η αρχή της υπηρεσίας ενιαίας εξυπηρέτησης στα πλαίσια των διαδικασιών και κατάθεσης αγωγής και κάθε διαφορά να υπάγεται στην αρμοδιότητα των δικαστηρίων του τόπου διαμονής του ασθενούς.
4.7.4 Για την ΕΟΚΕ, οι υπηρεσίες και οι ιστοσελίδες επιγραμμικής πληροφόρησης αποτελούν στοιχείο ενημέρωσης των ασθενών που πρέπει να αναπτυχθούν. Παρόλα αυτά, οι πηγές και οι τρόποι πληροφόρησης δεν μπορούν να περιορίζονται σε ένα μόνο εργαλείο, εφόσον μεγάλος αριθμός συμπολιτών μας δεν διαθέτει ή έχει ελάχιστη πρόσβαση στο διαδίκτυο. Θα ήταν επικίνδυνο να προωθηθεί ένα σύστημα υγείας δύο ταχυτήτων όπου μόνο οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις και οι πιο ενημερωμένοι θα μπορούσαν να ωφεληθούν από την πρόσβαση στη διασυνοριακή περίθαλψη
4.8 Άρθρο 12
4.8.1 Τα εθνικά σημεία επαφής πρέπει να συνδέονται με τις διάφορες οργανώσεις εργαζομένων, οικογενειών και χρηστών υγείας, να συνεργάζονται στενά με τους φορείς παροχής υγειονομικής ασφάλισης και τα ανεξάρτητα όργανα παροχής και να λειτουργούν ως σημαντικά σημεία παροχής πληροφοριών. Επιπλέον, είναι απαραίτητο τα σημεία επαφής να αναπτύσσουν δράσεις πληροφόρησης/επιμόρφωσης για τους γιατρούς, το παραϊατρικό προσωπικό και τους κοινωνικούς λειτουργούς όσον αφορά τις δυνατότητες που προσφέρονται από την διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη. Κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την δημιουργία του εθνικού σημείου επαφής.
4.9 Άρθρο 14
4.9.1 Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπόψη το άρθρο αυτό που επιτρέπει την εγγύηση για τη συνέχιση της περίθαλψης με φάρμακα, ωστόσο επιθυμεί την αυστηρή εφαρμογή του, έχοντας υπόψη τους κινδύνους της υπερκατανάλωσης και μάλιστα του εμπορίου που θα μπορούσε να αναπτυχθεί. Επισημαίνει ότι στην οδηγία δεν λαμβάνεται υπόψη η παράδοση φαρμάκου περιορισμένης συνταγογράφησης.
4.10 Άρθρο 15
4.10.1 Για την ΕΟΚΕ το άρθρο αυτό αποκρίνεται εν μέρει στην ανησυχία της όσον αφορά την ανισότητα των ποιοτικών παροχών υγείας στα κράτη μέλη. Η δημιουργία των ευρωπαϊκών δικτύων αναφοράς πρέπει να συνοδεύεται από την ανάπτυξη των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών που επιτρέπουν σε κάθε ασθενή να επωφελείται από αυτές ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής του.
4.10.2 Στους στόχους των ευρωπαϊκών δικτύων πρέπει επίσης να περιλαμβάνονται:
| — | η συμπλήρωση του σημείου 2 α) ως εξής: «η εκτίμηση και η καταγραφή των θεραπευτικών πρακτικών» | 
| — | η συμπλήρωση του σημείου 2 δ) ως εξής: «η αναγνώριση των διπλωμάτων και της τήρησης των δεοντολογικών κανόνων». | 
4.10.3 Εξάλλου, εάν έχει προβλεφθεί μια διαδικασία σχετικά με την ένταξη μελών στα δίκτυα αυτά, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τη σημασία μιας αξιολόγησης και μάλιστα της καθιέρωσης της διαδικασίας πιστοποίησης.
4.10.4 Στον κατάλογο των συγκεκριμένων κριτηρίων και προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούν τα δίκτυα, η ΕΟΚΕ επιθυμεί όπως:
| — | το σημείο 3. α) ix), να συμπληρωθεί ως εξής: «παρόμοια συνεργασία θεωρείται από τις πιο αναγκαίες, ιδιαίτερα όσον αφορά τη συμμετοχή των χρηστών στον ορισμό της εύλογης προθεσμίας αναμονή»ς· | 
| — | Στο σημείο 3. α) x) να προστεθεί «η προτροπή για την αναγνώριση και την τήρηση ενός κοινού χάρτη των δικαιωμάτων του ασθενούς που θα εγγυάται την αποτελεσματική εφαρμογή των εν λόγω δικαιωμάτων τόσο στη χώρα προέλευσης όσο και στη διασυνοριακή περίθαλψη» | 
4.11 Άρθρο 18
4.11.1 Η ομαδοποίηση των στατιστικών στοιχείων που συλλέγονται από τα κράτη μέλη πρέπει να συμβάλει στην πραγματοποίηση ενός απολογισμού σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας. Πρέπει επίσης, να καταστήσει δυνατή την δημιουργία δεικτών που θα συμβάλουν στον λεπτομερέστερο προσδιορισμό των πλεονεκτημάτων και των αδυναμιών των συστημάτων υγείας καθώς και την αναγνώριση των αναγκών και των προτιμήσεων των πληθυσμών.
4.12 Άρθρο 20
4.12.1 Οι προϋποθέσεις για προηγούμενη έγκριση πρέπει να είναι σαφείς και να αποστέλλονται στην Επιτροπή ως δεδομένα για ανάλυση.
4.12.2 Θα ήταν σκόπιμο η έκθεση αυτή να υποβάλλεται και στην ΕΟΚΕ.
Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
(1) Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με θέμα Τα δικαιώματα του ασθενή, εισηγητής ο κ. Bouis (ΕΕ C 10 της 15 Ιανουαρίου 2008)
(2) Ο Χάρτης υπεγράφη στις 27 Ιουνίου 2008 από τους υπουργούς Υγείας των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας του ΠΟΥ στο Ταλίν.
(3) Ασφάλιση αστικής ευθύνης
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/122 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας …/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της […] περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιριών, κατά την έννοια του άρθρου 48 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων, με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά την σύσταση της ανωνύμου εταιρίας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της»
COM(2008) 544 τελικό 2008/0173 (COD)
(2009/C 175/23)
Στις 8 Οκτωβρίου 2008, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 44 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την:
«Πρόταση οδηγίας …/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της […]περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιριών, κατά την έννοια του άρθρου 48 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων, με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά την σύσταση της ανωνύμου εταιρίας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της» (κωδικοποιημένη έκδοση)
COM(2008) 544 τελικό — 2008/0173 (COD).
Επειδή θεωρεί ότι η πρόταση είναι απολύτως ικανοποιητική και δεν χρήζει περαιτέρω σχολίων εκ μέρους της, η ΕΟΚΕ, κατά την 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008) απεφάσισε, με 169 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 4 αποχές, να εκδώσει θετική γνωμοδότηση για το προτεινόμενο κείμενο.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE
| 28.7.2009 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | C 175/123 | 
Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 143, σημεία β) και γ) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας ορισμένων οριστικών εισαγωγών αγαθών (κωδικοποίηση)»
COM(2008) 575 τελικό — 2008/0181 (CNS)
(2009/C 175/24)
Στις 8 Οκτωβρίου, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 93 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την:
«Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 143 σημεία β) και γ) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας ορισμένων οριστικών εισαγωγών αγαθών (κωδικοποίηση»
COM(2008) 575 τελικό — 2008/0181 (CNS)
Επειδή θεωρεί ότι η πρόταση είναι απολύτως ικανοποιητική και δεν χρήζει περαιτέρω σχολίων εκ μέρους της, η ΕΟΚΕ, κατά τη 449η σύνοδο ολομέλειάς της, της 3ης και 4ης Δεκεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 2008), απεφάσισε, με 167 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 3 αποχές, να εκδώσει θετική γνωμοδότηση για το προτεινόμενο κείμενο.
Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
Ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Martin WESTLAKE