ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 62E

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

52ό έτος
17 Μαρτίου 2009


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

2009/C 062E/01

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 5/2009 της 9ης Ιανουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου ( 1 )

1

2009/C 062E/02

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 6/2009 της 9ης Ιανουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στην διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία (αναδιατύπωση) ( 1 )

25

2009/C 062E/03

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 7/2009 της 9ης Ιανουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (αναδιατύπωση) ( 1 )

46

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

17.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 62/1


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 5/2009

που ενέκρινε το Συμβούλιο στις 9 Ιανουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 62 E/01)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71, παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων (2),

αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ολοκλήρωση μιας εσωτερικής αγοράς οδικών μεταφορών με θεμιτούς όρους ανταγωνισμού απαιτεί την ομοιόμορφη εφαρμογή κοινών κανόνων χορήγησης αδειών πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων ή επιβατών («επάγγελμα του οδικού μεταφορέα»). Αυτοί οι κοινοί κανόνες θα συμβάλουν στην επίτευξη υψηλού επιπέδου επαγγελματικής επάρκειας των οδικών μεταφορέων, στην ορθολογική οργάνωση της αγοράς και στη βελτίωση της ποιότητας εξυπηρέτησης προς όφελος των οδικών μεταφορέων, των πελατών τους και της οικονομίας γενικότερα, καθώς και σε μεγαλύτερη οδική ασφάλεια. Μπορούν επίσης να ευνοήσουν την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης από τους οδικούς μεταφορείς.

(2)

Η οδηγία 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων και επιβατών και την αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων που διευκολύνουν την πραγμάτωση του δικαιώματος εγκαταστάσεως των μεταφορέων αυτών στον τομέα των εθνικών και διεθνών μεταφορών (4), καθόρισε τους ελάχιστους όρους για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, καθώς και για την αμοιβαία αναγνώριση των εγγράφων που απαιτούνται προς το σκοπό αυτό. Ωστόσο, η πείρα, η ανάλυση επιπτώσεων και διάφορες μελέτες δείχνουν ότι η οδηγία εφαρμόζεται με διαφορετικό τρόπο στα κράτη μέλη. Οι διαφορές αυτές έχουν πολλές αρνητικές συνέπειες, συγκεκριμένα την στρέβλωση του ανταγωνισμού, έλλειψη διαφάνειας στην αγορά και ομοιόμορφου ελέγχου, ελλοχεύει δε ο κίνδυνος επιχειρήσεις που απασχολούν προσωπικό με χαμηλό επίπεδο επαγγελματικής επάρκειας να είναι αμελείς ή να τηρούν λιγότερο αυστηρά τους κανόνες οδικής ασφάλειας και κοινωνικής πρόνοιας, γεγονός που μπορεί να βλάψει την εικόνα του κλάδου.

(3)

Οι συνέπειες αυτές είναι ακόμη πιο βλαπτικές ως προς το ότι μπορούν να διαταράξουν την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς οδικών μεταφορών, καθώς η αγορά διεθνών μεταφορών εμπορευμάτων και ορισμένων ενδομεταφορών είναι προσβάσιμη στις επιχειρήσεις όλης της Κοινότητας. Ο μόνος όρος που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις αυτές είναι να διαθέτουν κοινοτική άδεια, την οποία μπορούν να αποκτήσουν εφόσον πληρούν τους όρους πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (αναδιατύπωση) (5) και στον κανονισμό(ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στην αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία (αναδιατύπωση) (5).

(4)

Κρίνεται επομένως σκόπιμος ο εκσυγχρονισμός των ισχυόντων κανόνων για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, ώστε να εξασφαλισθεί η εφαρμογή τους με πιο ομοιογενή και αποτελεσματικό τρόπο. Καθώς η τήρηση αυτών των κανόνων αποτελεί την κύρια προϋπόθεση για την πρόσβαση στην κοινοτική αγορά και, επειδή για την πρόσβαση στην αγορά, οι ισχύουσες κοινοτικές νομοθετικές πράξεις είναι κανονισμοί, κρίνεται ότι ο κανονισμός αποτελεί την καταλληλότερη νομοθετική πράξη για τη ρύθμιση της πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα.

(5)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αναπροσαρμόζουν τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα στις υπερπόντιες περιοχές οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της Συνθήκης, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και περιορισμών στις εν λόγω περιοχές. Ωστόσο, οι εγκατεστημένες στις εν λόγω περιοχές επιχειρήσεις που πληρούν τους όρους άσκησης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα μόνον κατόπιν της αναπροσαρμογής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν θα πρέπει να λαμβάνουν κοινοτική άδεια. Η αναπροσαρμογή των όρων άσκησης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις επιχειρήσεις οι οποίες έχουν πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα και οι οποίες συμμορφώνονται με τους γενικούς όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, να πραγματοποιούν μεταφορές στις υπερπόντιες περιοχές.

(6)

Για την εξασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού, οι κοινοί κανόνες άσκησης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα θα πρέπει να εφαρμόζονται όσο το δυνατόν ευρύτερα σε όλες τις επιχειρήσεις. Δεν είναι, ωστόσο, αναγκαίο να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού οι επιχειρήσεις που εκτελούν μόνον μεταφορές με πολύ μικρό αντίκτυπο στην αγορά μεταφορών.

(7)

Τα κράτη μέλη εγκατάστασης θα πρέπει να μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις να πληρούν συνεχώς τους όρους που προβλέπει ο παρών κανονισμός και κατά τον τρόπο αυτό να μπορούν οι αρμόδιες αρχές του κράτους εγκατάστασης, εφόσον χρειασθεί, να αποφασίζουν την αναστολή ή την αφαίρεση των αδειών που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις αυτές να λειτουργούν στην αγορά. Η ορθή τήρηση και ο αξιόπιστος έλεγχος των όρων πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα προϋποθέτουν ότι οι επιχειρήσεις διαθέτουν πραγματικό και σταθερό τόπο εγκατάστασης.

(8)

Φυσικά πρόσωπα με τα απαιτούμενα εχέγγυα αξιοπιστίας και επαγγελματικής επάρκειας θα πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς και να γνωστοποιούνται στις αρμόδιες αρχές. Τα πρόσωπα αυτά («διαχειριστές μεταφορών»), θα πρέπει να είναι εκείνα που διαχειρίζονται συνεχώς και πραγματικά τις δραστηριότητες μεταφορών των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών. Είναι σκόπιμο, επομένως, να διευκρινισθούν οι όροι υπό τους οποίους θεωρείται ότι ένα πρόσωπο που διαχειρίζεται συνεχώς και πραγματικά τις μεταφορικές δραστηριότητες μιας επιχείρησης.

(9)

Όσον αφορά τα εχέγγυα αξιοπιστίας του διαχειριστή μεταφορών, το πρόσωπο αυτό απαιτείται να μην έχει καταδικασθεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα ή να μην του έχει επιβληθεί κύρωση για σοβαρή παραβίαση κοινοτικών διατάξεων, ιδίως στον τομέα των οδικών μεταφορών. Η καταδίκη ή η επιβολή κυρώσεων εις βάρος ενός διαχειριστή μεταφορών ή μιας επιχείρησης οδικών μεταφορών σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη για σοβαρότατες παραβάσεις των κοινοτικών κανόνων θα πρέπει να συνεπάγεται την απώλεια των απαιτούμενων εχεγγύων αξιοπιστίας, υπό την προϋπόθεση ότι η αρμόδια αρχή έχει επιβεβαιώσει ότι έχει διεξαχθεί δεόντως ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη διαδικασία έρευνας, η οποία εξασφαλίζει τα βασικά δικονομικά δικαιώματα πριν την λήψη της τελικής της απόφασης και ότι έχουν τηρηθεί τα πρόσφορα δικαιώματα προσφυγής.

(10)

Είναι αναγκαίο οι επιχειρήσεις οδικών μεταφορών να διαθέτουν ελάχιστη οικονομική επιφάνεια ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή έναρξη λειτουργίας και διαχείρισή τους. Η τραπεζική εγγύηση ή η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης μπορεί να είναι μια απλή και οικονομικά συμφέρουσα μέθοδος για την απόδειξη της οικονομικής επιφάνειας των επιχειρήσεων.

(11)

Το υψηλό επίπεδο επαγγελματικών προσόντων μπορεί να αυξήσει την κοινωνικοοικονομική αποδοτικότητα του τομέα των οδικών μεταφορών. Αρμόζει, συνεπώς, σε όσους είναι υποψήφιοι για τη θέση του διαχειριστή μεταφορών να κατέχουν επαγγελματική γνώση υψηλής ποιότητας. Για να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη ομοιογένεια στους όρους εξέτασης, όπως επίσης και για να προωθηθεί η υψηλή ποιότητα της εκπαίδευσης, χρειάζεται να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη μπορούν να εγκρίνουν τα κέντρα εκπαίδευσης και εξέτασης με βάση τα κριτήρια που εκείνα θα καθορίσουν. Οι διαχειριστές μεταφορών θα πρέπει να έχουν τις αναγκαίες γνώσεις για να διαχειρίζονται εθνικές και διεθνείς μεταφορικές δραστηριότητες. Τα γνωστικά αντικείμενα των οποίων η γνώση απαιτείται για την απόκτηση πιστοποιητικού επαγγελματικής επάρκειας και οι τρόποι διοργάνωσης των εξετάσεων ενδέχεται να εξελίσσονται ανάλογα με την τεχνική πρόοδο και για το λόγο αυτό πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα επικαιροποίησής τους. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαλλάσσουν από την εξέταση τα άτομα που μπορούν να αποδείξουν συνεχή πείρα στη διαχείριση μεταφορικών δραστηριοτήτων.

(12)

Η άσκηση θεμιτού ανταγωνισμού και η πλήρης τήρηση των κανόνων που ισχύουν στις οδικές μεταφορές απαιτούν την ύπαρξη ομοιογενούς επιπέδου επιτήρησης και παρακολούθησης στα κράτη μέλη. Οι εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την επιτήρηση των επιχειρήσεων και για την εγκυρότητα της άδειάς τους έχουν καίριο ρόλο να διαδραματίσουν και θα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι, εφόσον χρειάζεται, οι εν λόγω αρχές θα λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, ιδίως την αναστολή ή την αφαίρεση αδειών, ή την κήρυξη ακαταλληλότητας των κατ' εξακολούθηση αμελών ή ενεργούντων κακή τη πίστει διαχειριστών μεταφορών.

(13)

Μια πιο οργανωμένη διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών θα βοηθούσε στην αποτελεσματικότερη επιτήρηση των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε πολλά κράτη μέλη και στη μείωση του διοικητικού κόστους στο μέλλον. Τα διασυνδεδεμένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο ηλεκτρονικά μητρώα επιχειρήσεων, που τηρούν τους κοινοτικούς κανόνες για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, θα διευκόλυναν τη συνεργασία αυτή και θα μείωναν το κόστος των ελέγχων τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τις διοικήσεις. Εθνικά μητρώα επιχειρήσεων υπάρχουν ήδη σε αρκετά κράτη μέλη. Έχουν δε ήδη δημιουργηθεί οι υποδομές για την προώθηση της διασύνδεσης μεταξύ των κρατών μελών. Μια συστηματικότερη χρήση των ηλεκτρονικών μητρώων θα μπορούσε, επομένως, να συμβάλει σημαντικά στη μείωση του διοικητικού κόστους των ελέγχων και στη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους.

(14)

Ορισμένα δεδομένα των εθνικών ηλεκτρονικών μητρώων που αφορούν παραβάσεις και κυρώσεις είναι προσωπικού χαρακτήρα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επομένως να λάβουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (6), ιδίως σε ό,τι αφορά τον έλεγχο της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις δημόσιες αρχές, το δικαίωμα πληροφόρησης των ενδιαφερομένων, το δικαίωμά τους για πρόσβαση στα δεδομένα και το δικαίωμα εναντίωσής τους. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, κρίνεται αναγκαίο να διατηρούνται αυτού του είδους τα δεδομένα επί τουλάχιστον δύο χρόνια, έτσι ώστε να αποφεύγεται η εγκατάσταση αποκλεισμένων επιχειρήσεων σε άλλα κράτη μέλη.

(15)

Η προοδευτική διασύνδεση των εθνικών ηλεκτρονικών μητρώων είναι ουσιώδους σημασίας για την ταχεία και αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών και για να εξασφαλίζεται ότι οι οδικοί μεταφορείς ούτε θα δελεάζονται ούτε θα αναλαμβάνουν τον κίνδυνο να διαπράξουν σοβαρές παραβάσεις σε άλλα κράτη μέλη εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασής τους. Για τη διασύνδεση αυτή απαιτείται να καθορισθεί από κοινού η ακριβής μορφή των ανταλλασσόμενων δεδομένων και οι τεχνικές διαδικασίες ανταλλαγής τους.

(16)

Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών, θα πρέπει να δημιουργηθούν εθνικά σημεία επαφής και να προσδιορισθούν ορισμένες κοινές διαδικασίες όσον αφορά τουλάχιστον τις προθεσμίες και τη φύση των πληροφοριών που πρέπει να διαβιβάζονται.

(17)

Για να διευκολυνθεί η ελευθερία εγκατάστασης, η κατάθεση κατάλληλων εγγράφων που εκδίδονται από αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου συνήθιζε να διαμένει ο διαχειριστής μεταφορών θα πρέπει να γίνεται δεκτή ως επαρκής απόδειξη των εχεγγύων αξιοπιστίας για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα στο κράτος μέλος εγκατάστασης, αρκεί οι ενδιαφερόμενοι να μην έχουν κηρυχθεί ακατάλληλοι για την άσκηση του επαγγέλματος αυτού σε άλλα κράτη μέλη.

(18)

Όσον αφορά την επαγγελματική επάρκεια, θα πρέπει να αναγνωρίζεται ως επαρκής απόδειξη από το κράτος μέλος εγκατάστασης ένα ενιαίο υπόδειγμα πιστοποιητικού εκδιδόμενο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(19)

Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σε κοινοτικό επίπεδο θα πρέπει να παρακολουθείται στενότερα. Αυτό προϋποθέτει τη διαβίβαση στην Επιτροπή τακτικών εκθέσεων, βασισμένων στα εθνικά μητρώα, για τα εχέγγυα αξιοπιστίας, την οικονομική επιφάνεια και την επαγγελματική επάρκεια των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών.

(20)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέψουν τις κυρώσεις που θα ισχύουν για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού. Οι κυρώσεις αυτές θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(21)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή ο εκσυγχρονισμός των κανόνων που διέπουν την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα και η εξασφάλιση πιο ομοιογενούς και αποτελεσματικής εφαρμογής τους στα κράτη μέλη, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(22)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (7).

(23)

Ειδικότερα, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να καταρτίσει κατάλογο των κατηγοριών, των τύπων και των βαθμών σοβαρότητας των παραβάσεων που οδηγούν σε απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας των οδικών μεταφορέων να προσαρμόσει τα Παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού στην τεχνική πρόοδο όσον αφορά τις γνώσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την αναγνώριση της επαγγελματικής επάρκειας από τα κράτη μέλη και το υπόδειγμα πιστοποιητικού επαγγελματικής επάρκειας και να καταρτίσει κατάλογο των παραβάσεων που μαζί με τις παραβάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙV του παρόντος κανονισμού μπορούν να οδηγήσουν σε απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων, με τη συμπλήρωσή του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, τα εν λόγω μέτρα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(24)

Η οδηγία 96/26/ΕΟΚ θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

KEΦAΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός διέπει την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα και την άσκηση του επαγγέλματος αυτού.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλες τις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στην Κοινότητα και ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα. Εφαρμόζεται επίσης στις επιχειρήσεις που προτίθενται να ασκήσουν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα. Oι αναφορές στις επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα θεωρούνται, κατά περίπτωση, ότι περιλαμβάνουν αναφορά στις επιχειρήσεις που προτίθενται να ασκήσουν το εν λόγω επάγγελμα.

3.   Όσον αφορά τις περιοχές που αναφέρονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της Συνθήκης, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούν να αναπροσαρμόζουν τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα, εφόσον οι μεταφορές εκτελούνται πλήρως στις εν λόγω περιοχές από επιχειρήσεις οι οποίες είναι εγκατεστημένες εκεί.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, ο παρών κανονισμός, εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει άλλως, δεν εφαρμόζεται:

α)

στις επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων αποκλειστικά και μόνο με μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων, των οποίων το μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να μειώσουν το όριο αυτό για όλες ή για ορισμένες από τις κατηγορίες οδικών μεταφορών·

β)

στις επιχειρήσεις που εκτελούν οδικές μεταφορές επιβατών αποκλειστικά για μη εμπορικούς σκοπούς ή δωρεάν ή των οποίων η κύρια δραστηριότητα δεν είναι οι οδικές μεταφορές επιβατών·

γ)

στις επιχειρήσεις που εκτελούν οδικές μεταφορές αποκλειστικά με μηχανοκίνητα οχήματα με μέγιστη επιτρεπόμενη ταχύτητα που δεν ξεπερνά τα 40 χλμ. την ώρα.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάξουν από την εφαρμογή όλων ή μέρους των διατάξεων του παρόντος κανονισμού τους οδικούς μεταφορείς οι οποίοι εκτελούν αποκλειστικά εθνικές μεταφορές που έχουν μικρό μόνον αντίκτυπο στην αγορά των μεταφορών λόγω:

α)

της φύσης των μεταφερόμενων εμπορευμάτων· ή

β)

των μικρών αποστάσεων που διανύονται.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)

«επάγγελμα οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων», η δραστηριότητα κάθε επιχείρησης που εκτελεί είτε με μηχανοκίνητο όχημα είτε με συνδυασμό οχημάτων μεταφορά εμπορευμάτων για λογαριασμό τρίτων·

2)

«επάγγελμα οδικού μεταφορέα επιβατών», η δραστηριότητα κάθε επιχείρησης που εκτελεί με μηχανοκίνητα οχήματα, τα οποία λόγω του τύπου κατασκευής τους και του εξοπλισμού τους είναι κατάλληλα για τη μεταφορά άνω των εννέα επιβατών, συμπεριλαμβανομένου του οδηγού, και διατίθενται για τη χρήση αυτή, μεταφορές επιβατών παρεχόμενες στο κοινό ή σε ορισμένες κατηγορίες χρηστών έναντι κομίστρου καταβαλλόμενου από τον επιβάτη ή από τον διοργανωτή της μεταφοράς·

3)

«επάγγελμα του οδικού μεταφορέα», το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα επιβατών και το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων·

4)

«επιχείρηση», κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί κερδοσκοπική ή μη δραστηριότητα, κάθε ένωση ή ομάδα προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα που ασκεί κερδοσκοπική ή μη δραστηριότητα ή κάθε επίσημος οργανισμός που έχει ιδία νομική προσωπικότητα ή εξαρτάται από αρχή με νομική προσωπικότητα και εκτελεί επιβατικές μεταφορές ή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί εμπορευματικές μεταφορές με σκοπό το κέρδος·

5)

«διαχειριστής μεταφορών», το φυσικό πρόσωπο που απασχολείται από μια επιχείρηση ή, εφόσον η επιχείρηση αυτή είναι φυσικό πρόσωπο, το πρόσωπο αυτό ή, όταν προβλέπεται, άλλο φυσικό πρόσωπο που η επιχείρηση έχει ορίσει με σύμβαση, το οποίο διευθύνει πραγματικά και σε μόνιμη βάση τις μεταφορικές δραστηριότητες της επιχείρησης·

6)

«άδεια άσκησης επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα», η διοικητική απόφαση η οποία επιτρέπει σε μια επιχείρηση που πληροί τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό να ασκεί το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα·

7)

«αρμόδια αρχή», η εθνική, περιφερειακή ή τοπική αρχή κράτους μέλους, η οποία, προκειμένου να επιτρέψει την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα, ελέγχει αν μια επιχείρηση πληροί τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και είναι εξουσιοδοτημένη να χορηγεί, να αναστέλλει ή να αφαιρεί την άδεια άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα·

8)

«κράτος μέλος εγκατάστασης», το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη μια επιχείρηση, ανεξάρτητα από το εάν ο διαχειριστής μεταφορών της οποίας προέρχεται ή όχι από άλλη χώρα.

Άρθρο 3

Απαιτήσεις για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα

1.   Οι επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα πρέπει:

α)

να έχουν πραγματικό και σταθερό τόπο εγκατάστασης σε ένα κράτος μέλος·

β)

να παρέχουν εχέγγυα αξιοπιστίας·

γ)

να διαθέτουν την κατάλληλη οικονομική επιφάνεια·

δ)

να διαθέτουν την κατάλληλη επαγγελματική επάρκεια.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν την επιβολή πρόσθετων απαιτήσεων, οι οποίες πρέπει να είναι αναλογικές και να μην επιφέρουν διακρίσεις και τις οποίες πρέπει να πληρούν οι επιχειρήσεις για να λάβουν άδεια άσκησης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα.

Άρθρο 4

Διαχειριστής μεταφορών

1.   Η επιχείρηση που ασκεί το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα ορίζει ένα τουλάχιστον φυσικό πρόσωπο, τον διαχειριστή μεταφορών, ο οποίος ικανοποιεί τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ) και ο οποίος:

α)

διαχειρίζεται συνεχώς και πραγματικά τις μεταφορικές δραστηριότητες της επιχείρησης·

β)

έχει γνήσια σχέση με την επιχείρηση ως μισθωτός, διευθυντής, κύριος ή μέτοχος ή τη διοικεί ή, εάν η επιχείρηση είναι φυσικό πρόσωπο, είναι το πρόσωπο αυτό· και

γ)

έχει την κατοικία του εντός της Κοινότητας.

2.   Εάν μια επιχείρηση δεν πληροί την απαίτηση επαγγελματικής επάρκειας που προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ), η αρμόδια αρχή μπορεί να της επιτρέψει να ασκεί το επάγγελμα του μεταφορέα χωρίς να έχει ορισθεί διαχειριστής μεταφορών σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α)

η επιχείρηση θα ορίσει ένα φυσικό πρόσωπο με κατοικία εντός της Κοινότητας, το οποίο θα πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ) και το οποίο θα είναι εξουσιοδοτημένο, βάσει σύμβασης, να εκτελεί τα καθήκοντα του διαχειριστή μεταφορών για λογαριασμό της επιχείρησης·

β)

η σύμβαση που συνδέει την επιχείρηση με το πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο α) θα διευκρινίζει τα καθήκοντα που πρέπει να φέρει σε πέρας το πρόσωπο αυτό κατά τρόπο αποτελεσματικό και συνεχή και θα αναφέρει τις αρμοδιότητές του ως διαχειριστή μεταφορών. Στα προσδιοριζόμενα καθήκοντα περιλαμβάνονται ιδίως αυτά που συνδέονται με τη διαχείριση της συντήρησης των οχημάτων, τον έλεγχο των συμβάσεων και των παραστατικών μεταφοράς, τη βασική λογιστική, τη διάθεση των φορτίων ή την κατανομή των υπηρεσιών σε οδηγούς και οχήματα και τον έλεγχο των διαδικασιών που αφορούν την ασφάλεια·

γ)

υπό την ιδιότητά του/της ως διαχειριστή μεταφορών, το πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο α) δύναται να διευθύνει τις δραστηριότητες μεταφοράς το πολύ τεσσάρων διαφορετικών επιχειρήσεων, οι οποίες εκτελούνται με μέγιστο συνδυασμένο στόλο 50 οχημάτων συνολικά. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να περιορίσουν τον αριθμό των επιχειρήσεων ή/και το μέγεθος του συνολικού στόλου οχημάτων τα οποία μπορεί να διαχειρίζεται το πρόσωπο αυτό· και

δ)

το πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο α) θα εκτελεί τα συγκεκριμένα καθήκοντα αποκλειστικά προς όφελος της επιχείρησης και οι αρμοδιότητές του θα ασκούνται ανεξάρτητα από όλες τις επιχειρήσεις για τις οποίες η επιχείρηση εκτελεί μεταφορές.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι ο διαχειριστής μεταφορών που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν μπορεί, επιπρόσθετα, να έχει διοριστεί για τα καθήκοντα που ασκούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή ότι μπορεί να έχει διοριστεί μόνο για περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων ή για στόλο οχημάτων μικρότερο από τον προβλεπόμενο στην παράγραφο 2 στοιχείο γ).

4.   Η επιχείρηση ενημερώνει την αρμόδια αρχή σχετικά με τον διαχειριστή ή τους διαχειριστές μεταφορών που έχουν οριστεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 3

Άρθρο 5

Όροι σχετικοί με την απαίτηση εγκατάστασης

Για να πληροί την απαίτηση του άρθρου 3 στοιχείο α), η επιχείρηση στο οικείο κράτος μέλος πρέπει:

α)

να διαθέτει εγκατάσταση στο εν λόγω κράτος μέλος, με χώρο όπου μπορεί να επιδεικνύει, κατόπιν αιτήματος, στην αρμόδια αρχή τα έγγραφα της επιχείρησης, ιδίως τα λογιστικά έγγραφα, τα έγγραφα διαχείρισης του προσωπικού, τα έγγραφα που περιέχουν στοιχεία σχετικά με το χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης και κάθε άλλο έγγραφο στο οποίο πρέπει να έχει πρόσβαση η αρμόδια αρχή για να ελέγξει τη συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό. Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν από τις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στο έδαφός τους να διαθέτουν αυτά τα έγγραφα στο χώρο τους ανά πάσα στιγμή·

β)

μόλις χορηγηθεί εξουσιοδότηση, να διαθέτει ένα ή περισσότερα οχήματα, τα οποία έχουν ταξινομηθεί ή έχουν τεθεί αλλιώς σε κυκλοφορία σύμφωνα με τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους και τα οποία είτε της ανήκουν κατά πλήρη κυριότητα είτε, για παράδειγμα, τα κατέχει βάσει σύμβασης αγοράς με δόσεις, βάσει σύμβασης μίσθωσης ή χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing)·

γ)

να εκτελεί τις εργασίες της πραγματικά και συνεχώς με τον αναγκαίο εξοπλισμό από κέντρο επιχειρήσεων στο εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 6

Όροι σχετικοί με την απαίτηση των εχεγγύων αξιοπιστίας

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη καθορίζουν τους όρους που πρέπει να πληροί μια επιχείρηση και ένας διαχειριστής μεταφορών για να πληροί την απαίτηση των εχεγγύων αξιοπιστίας που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β).

Προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον μια επιχείρηση πληροί την απαίτηση αυτή, τα κράτη μέλη εξετάζουν τη συμπεριφορά της επιχείρησης, των διαχειριστών μεταφοράς της επιχείρησης και οιουδήποτε άλλου σχετικού προσώπου καθορίσει το κάθε κράτος μέλος. Τυχόν αναφορά στο παρόν άρθρο σε καταδίκες, κυρώσεις ή παραβάσεις περιλαμβάνει καταδίκες, κυρώσεις ή παραβάσεις της ίδιας της επιχείρησης, των διαχειριστών μεταφοράς της επιχείρησης ή οιουδήποτε άλλου σχετικού προσώπου καθορίσει το κάθε κράτος μέλος.

Οι όροι που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

ότι δεν υπάρχει σοβαρός λόγος που να θέτει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία του διαχειριστή μεταφορών ή της επιχείρησης μεταφορών, όπως καταδίκη ή επιβολή κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας στους τομείς:

(i)

του εμπορικού δικαίου,

(ii)

του δικαίου περί αφερεγγυότητας,

(iii)

των όρων αμοιβής και άσκησης του επαγγέλματος,

(iv)

της οδικής κυκλοφορίας,

(v)

της επαγγελματικής ευθύνης, και

β)

ότι ο διαχειριστής μεταφορών ή η επιχείρηση μεταφορών δεν έχει, σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, καταδικασθεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα ή δεν του/της έχει επιβληθεί κύρωση για σοβαρή παράβαση των κοινοτικών κανόνων ιδίως σχετικά με:

(i)

τον χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης των οδηγών, τον χρόνο εργασίας και την τοποθέτηση και χρήση των συσκευών ελέγχου,

(ii)

τα μέγιστα βάρη και οι διαστάσεις των επαγγελματικής χρήσεως οχημάτων στις διεθνείς μεταφορές,

(iii)

τα αρχικά προσόντα και τη συνεχή εκπαίδευση των οδηγών,

(iv)

τον οδικό τεχνικό έλεγχο των επαγγελματικής χρήσεως οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεωτικών τεχνικών επιθεωρήσεων των μηχανοκίνητων οχημάτων,

(v)

την πρόσβαση στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών ή, ανάλογα με την περίπτωση, την πρόσβαση στην αγορά οδικών επιβατικών μεταφορών,

(vi)

την ασφάλεια των οδικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων,

(vii)

την τοποθέτηση και τη χρήση συσκευών περιορισμού της ταχύτητας σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων,

(viii)

την άδεια οδήγησης,

(ix)

την πρόσβαση στο επάγγελμα,

(x)

τη μεταφορά ζώων.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 τρίτο εδάφιο στοιχείο β):

α)

σε περίπτωση που ο διαχειριστής μεταφορών ή η επιχείρηση μεταφορών έχει, σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, καταδικαστεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα ή του/της έχει επιβληθεί κύρωση για μια από τις σοβαρότατες παραβάσεις των κοινοτικών κανόνων που εκτίθενται στο Παράρτημα ΙV, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης κινεί με τον κατάλληλο τρόπο και σε εύθετο χρόνο κατάλληλα ολοκληρωμένη διοικητική διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει, ενδεχομένως, έλεγχο των χώρων της επιχείρησης.

Η διαδικασία αυτή καθορίζει κατά πόσον, λόγω εξαιρετικών συνθηκών, η απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας, θα συνιστούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση δυσανάλογη αντίδραση. Κάθε τέτοια απόφαση αιτιολογείται δεόντως.

Εάν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας θα συνιστούσε δυσανάλογη αντίδραση, μπορεί να αποφασίσει ότι τα εχέγγυα αξιοπιστίας διατηρούνται ανέπαφα. Σε αυτήν την περίπτωση, οι λόγοι καταχωρίζονται στο εθνικό μητρώο. Τα στοιχεία αναφοράς των σχετικών αποφάσεων επισημαίνονται στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1.

Εάν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας δεν συνιστά δυσανάλογη αντίδραση, η καταδίκη ή η κύρωση οδηγεί στην απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας·

β)

η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο των κατηγοριών, των τύπων και των βαθμών σοβαρότητας των παραβάσεων των κοινοτικών κανόνων οι οποίες πέραν των παραβάσεων του Παραρτήματος ΙV ενδέχεται να οδηγούν σε απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας. Κατά τον καθορισμό των προτεραιοτήτων για τους ελέγχους δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις πληροφορίες σχετικά με αυτές τις παραβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που δέχονται από άλλα κράτη μέλη.

Τα μέτρα αυτά τα οποία αποβλέπουν σε τροποποίηση των μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, διά της συμπληρώσεώς του και τα οποία αφορούν τον κατάλογο αυτό, αποφασίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 3.

Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή:

(i)

καθορίζει τις κατηγορίες και τους τύπους παραβάσεων που απαντώνται συχνότερα,

(ii)

καθορίζει το επίπεδο σοβαρότητας των παραβάσεων ανάλογα με τις πιθανότητές τους να δημιουργήσουν κινδύνους θανάτου ή σοβαρού τραυματισμού, και

(iii)

προβλέπει τη συχνότητα των παραβάσεων, πέραν της οποίας οι επανειλημμένες παραβάσεις θεωρούνται σοβαρότερες, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό οδηγών που απασχολούνται στις δραστηριότητες μεταφορών που διευθύνει ο διαχειριστής μεταφορών.

3.   Η απαίτηση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) εξακολουθεί να μην πληρούται, έως ότου μεσολαβήσει μέτρο αποκατάστασης ή άλλο μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος κατ' εφαρμογή των οικείων διατάξεων του εθνικού δικαίου.

Άρθρο 7

Όροι σχετικοί με την απαίτηση οικονομικής επιφάνειας

1.   Για να πληροί την απαίτηση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ), μια επιχείρηση οφείλει να είναι ανά πάσα στιγμή σε θέση να αντιμετωπίζει τις οικονομικές υποχρεώσεις της κατά τη διάρκεια της ετήσιας λογιστικής χρήσης. Προς τούτο, η επιχείρηση αποδεικνύει με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς της, έπειτα από επικύρωσή τους από ελεγκτή ή από δεόντως διαπιστευμένο πρόσωπο, ότι κάθε χρόνο διαθέτει κεφάλαιο και αποθεματικά συνολικής αξίας τουλάχιστον ίσης προς 9 000 ευρώ όταν χρησιμοποιείται μόνο ένα όχημα και 5 000 ευρώ για κάθε επιπλέον χρησιμοποιούμενο όχημα.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η τιμή του ευρώ στα νομίσματα των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν στο τρίτο στάδιο της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης καθορίζεται ανά πενταετία. Οι εφαρμοστέες ισοτιμίες είναι αυτές της πρώτης εργάσιμης ημέρας του μηνός Οκτωβρίου, οι οποίες δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αρχίζουν να ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου ημερολογιακού έτους.

Ως λογιστικά στοιχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο νοούνται εκείνα που καθορίζονται στην τετάρτη οδηγία 78/660/EOK του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, βασιζομένη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 περίπτωση ζ) της συνθήκης περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών (8).

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή μπορεί να δεχθεί ή να απαιτεί να αποδεικνύει μια επιχείρηση την οικονομική της επιφάνεια με βεβαίωση όπως ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης από μία ή περισσότερες τράπεζες ή άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εταιριών, τα οποία εγγυώνται εις ολόκληρον για την επιχείρηση τα ποσά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η εγγύηση δύναται να αποτελέσει το αντικείμενο αιτήματος κατάπτωσης με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής που έδωσε την άδεια άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα και δε δύναται να αποδεσμευθεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη αυτής της αρχής.

3.   Οι ετήσιοι λογαριασμοί της παραγράφου 1 και η εγγύηση της παραγράφου 2 που πρέπει να ελέγχονται, είναι εκείνοι της οικονομικής οντότητας που είναι εγκατεστημένη στο έδαφος του κράτους μέλους όπου έχει ζητηθεί άδεια και όχι εκείνοι τυχόν άλλων οικονομικών οντοτήτων εγκατεστημένων σε άλλο κράτος μέλος.

Άρθρο 8

Όροι σχετικοί με την απαίτηση επαγγελματικής επάρκειας

1.   Για να πληρούν την απαίτηση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ), οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να έχουν γνώσεις που να αντιστοιχούν στο επίπεδο που προβλέπεται στο Παράρτημα Ι, Μέρος Ι, στα θέματα που αναφέρει το εν λόγω Παράρτημα. Η γνώση αυτή αποδεικνύεται με υποχρεωτική γραπτή εξέταση, η οποία, εφόσον το αποφασίσει ένα κράτος μέλος, μπορεί να συμπληρωθεί από προφορική εξέταση. Η οργάνωση αυτών των εξετάσεων πραγματοποιείται σύμφωνα με το Παράρτημα I, Μέρος ΙΙ. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν υποχρεωτική εκπαίδευση πριν από την εξέταση.

2.   Τις γραπτές και προφορικές εξετάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να οργανώνουν και να πιστοποιούν μόνον δεόντως εξουσιοδοτημένες προς τούτο αρμόδιες αρχές ή οργανισμοί κράτους μέλους σύμφωνα με κριτήρια που αυτό καθορίζει. Τα κράτη μέλη ελέγχουν τακτικά εάν οι συνθήκες υπό τις οποίες οργανώνουν τις εξετάσεις οι εν λόγω αρχές ή οργανισμοί είναι σύμφωνες προς το Παράρτημα I.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εξουσιοδοτούν δεόντως, σύμφωνα με κριτήρια που καθορίζουν τα ίδια, τους οργανισμούς που μπορούν να παρέχουν στους υποψήφιους εκπαίδευση υψηλής ποιότητας, προκειμένου να προετοιμαστούν για τις εξετάσεις και στους διαχειριστές μεταφορών συνεχή εκπαίδευση που να τους επιτρέπει να ανανεώνουν τις γνώσεις τους εφόσον το επιθυμούν.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τους κατόχους ορισμένων τίτλων σπουδών τριτοβάθμιας ή τεχνικής εκπαίδευσης που χορηγούν τα εν λόγω κράτη μέλη, που έχουν καθοριστεί ειδικά για το σκοπό αυτό και που συνεπάγονται τη γνώση όλων των θεμάτων που αναφέρονται στον κατάλογο του Παραρτήματος Ι από την εξέταση στα θέματα που καλύπτονται από αυτούς τους τίτλους σπουδών. Η απαλλαγή αυτή εφαρμόζεται μόνον στα τμήματα του Μέρους Ι του Παραρτήματος Ι για τα οποία οι τίτλοι σπουδών καλύπτουν όλα τα θέματα που απαριθμούνται υπό τον τίτλο κάθε τμήματος.

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν από συγκεκριμένα τμήματα των εξετάσεων τους κατόχους πιστοποιητικών επαγγελματικής επάρκειας που ισχύουν για δραστηριότητες εθνικών μεταφορών στα εν λόγω κράτη μέλη.

5.   Ως απόδειξη επαγγελματικής επάρκειας χορηγείται πιστοποιητικό από την αρχή ή τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Το πιστοποιητικό αυτό δεν μεταβιβάζεται σε κανέναν άλλον. Το πιστοποιητικό συντάσσεται σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά ασφαλείας και το υπόδειγμα του πιστοποιητικού που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα ΙΙ και IΙΙ και φέρει τη σφραγίδα της αρχής ή του δεόντως εξουσιοδοτημένου οργανισμού που το εξέδωσε.

6.   Η Επιτροπή προσαρμόζει στην τεχνική πρόοδο τα Παραρτήματα I, II και ΙΙΙ. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 3.

7.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει την ανταλλαγή πείρας και πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών, ή μέσω οιουδήποτε οργάνου υποδείξει ενδεχομένως, σχετικά με θέματα εκπαίδευσης, εξετάσεων και εξουσιοδοτήσεων.

Άρθρο 9

Απαλλαγή από την εξέταση

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν από την εξέταση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 τα πρόσωπα τα οποία αποδεικνύουν ότι εργάζονταν συνεχώς ως διαχειριστές επιχείρησης οδικών μεταφορών εμπορευμάτων ή επιβατών σε κράτος μέλος κατά τα τελευταία 15 έτη πριν από … (9).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙI

ΑΔΕΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ

Άρθρο 10

Αρμόδιες αρχές

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές για να εξασφαλίσει την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές εξουσιοδοτούνται:

α)

να εξετάζουν τις αιτήσεις που υποβάλλουν οι επιχειρήσεις,

β)

να χορηγούν άδεια άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα, καθώς και να αναστέλλουν ή να αφαιρούν τις άδειες αυτές,

γ)

να κηρύσσουν ένα φυσικό πρόσωπο ακατάλληλο να διευθύνει, ως διαχειριστής μεταφορών, τις μεταφορικές δραστηριότητες της επιχείρησης,

δ)

να πραγματοποιούν τους ελέγχους που απαιτούνται προκειμένου να διαπιστώσουν κατά πόσον μια επιχείρηση πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 3.

2.   Οι αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν όλους τους όρους που απαιτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, τυχόν άλλες εθνικές διατάξεις, τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται από τους ενδιαφερόμενους υποψήφιους, καθώς και τις αντίστοιχες επεξηγήσεις.

Άρθρο 11

Εξέταση και καταχώριση των αιτήσεων

1.   Επιχείρηση μεταφορών η οποία συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 3 μπορεί, κατόπιν αιτήσεως, να λάβει άδεια άσκησης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα. Η αρμόδια αρχή βεβαιώνει ότι η επιχείρηση η οποία έχει υποβάλει αίτηση πληροί τις απαιτήσεις του εν λόγω άρθρου. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν σε συναφή εθνική νομοθεσία τη διάρκεια των αδειών άσκησης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα.

Η αξιολόγηση σχετικής αιτήσεως είναι δυνατόν να οδηγήσει στη χορήγηση κοινοτικής άδειας σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. …/2009 και (ΕΚ) αριθ. …/2009. Ένα κράτος μέλος δύναται να χορηγήσει άδεια πλην της κοινοτικής για τις επιχειρήσεις οι οποίες εκτελούν δραστηριότητες μεταφορών μόνον εντός του εδάφους του οικείου κράτους μέλους.

2.   Η αρμόδια αρχή καταχωρίζει στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 16 τα δεδομένα που αφορούν τις επιχειρήσεις στις οποίες χορηγεί άδεια και που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 16 παράγραφος 2..

3.   Ο χρόνος εξέτασης αίτησης αδείας από την αρμόδια αρχή είναι ο δυνατόν συντομότερος και δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες αρχής γενομένης από την ημερομηνία κατά την οποία η αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα αναγκαία έγγραφα ώστε να αξιολογήσει την αίτηση. Η αρμόδια αρχή δύναται να παρατείνει την προθεσμία αυτή για συμπληρωματική περίοδο δύο μηνών σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

4.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012, η αρμόδια αρχή ελέγχει, σε περίπτωση αμφιβολιών κατά την αξιολόγηση των εχεγγύων αξιοπιστίας μιας επιχείρησης, αν, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, ο διορισμένος διαχειριστής ή οι διορισμένοι διαχειριστές μεταφορών έχουν κηρυχθεί σε κάποιο κράτος μέλος ακατάλληλοι να διαχειρίζονται τις μεταφορικές δραστηριότητες επιχείρησης δυνάμει του άρθρου 14.

Από την 1η Ιανουαρίου 2013, κατά την αξιολόγηση των εχεγγύων αξιοπιστίας μιας επιχείρησης, η αρμόδια αρχή ελέγχει, με πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ), είτε με άμεση ασφαλή πρόσβαση στο αντίστοιχο τμήμα των εθνικών μητρώων είτε κατόπιν σχετικού αιτήματος, αν, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, ο διορισμένος διαχειριστής ή οι διορισμένοι διαχειριστές μεταφορών έχουν κηρυχθεί σε κάποιο κράτος μέλος ακατάλληλοι να διευθύνουν τις μεταφορικές δραστηριότητες επιχείρησης δυνάμει του άρθρου 14.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού και αφορούν τη μετάθεση για τρία το πολύ έτη των ημερομηνιών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 3.

5.   Οι επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος οδικού μεταφορέα κοινοποιούν στην αρμόδια αρχή που εξέδωσε την άδεια, εντός προθεσμίας 28 ημερών ή βραχύτερης, όπως καθορίζεται από το κράτος μέλος εγκατάστασης, τις μεταβολές στα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 12

Έλεγχοι

1.   Οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν αν οι επιχειρήσεις στις οποίες έχουν χορηγήσει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος οδικού μεταφορέα συνεχίζουν να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3. Προς τούτο, τα κράτη μέλη ελέγχουν τις επιχειρήσεις που έχουν χαρακτηρισθεί ότι παρουσιάζουν αυξημένη επικινδυνότητα. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη επεκτείνουν το σύστημα ταξινόμησης των κινδύνων που έχουν θεσπίσει βάσει του άρθρου 9 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών (10) σε όλες τις παραβάσεις που αναφέρει το άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού.

2.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014, τα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους τουλάχιστον ανά πενταετία προκειμένου να διαπιστώνουν εάν οι εν λόγω επιχειρήσεις πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού και αφορούν τη μετάθεση της ημερομηνίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 3.

3.   Τα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους προς επαλήθευση του κατά πόσον μια επιχείρηση πληροί τους όρους πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, εφόσον το ζητήσει η Επιτροπή σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα αποτελέσματα αυτών των ελέγχων και για τα μέτρα που έλαβαν εάν διαπιστώθηκε ότι μια επιχείρηση δεν πληροί πλέον τους όρους του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 13

Διαδικασία αναστολής και ανάκλησης της αδείας

1.   Εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι υπάρχει ο κίνδυνος μια επιχείρηση να μην πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 3, αποστέλλει στην επιχείρηση σχετική προειδοποίηση. Εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι δεν πληρούνται πλέον μία ή περισσότερες από τις εν λόγω απαιτήσεις, τάσσει ένα από τα εξής χρονικά όρια στην επιχείρηση προκειμένου να τακτοποιήσει την κατάστασή της:

α)

εντός περιόδου έξι το πολύ μηνών, η οποία δύναται να παραταθεί κατά έξι μήνες σε περίπτωση θανάτου ή φυσικής αδυναμίας του διαχειριστή μεταφορών, για την πρόσληψη αντικαταστάτη του διαχειριστή μεταφορών, σε περίπτωση που ο διαχειριστής μεταφορών δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις εχεγγύων αξιοπιστίας ή επαγγελματικής επάρκειας·

β)

εντός προθεσμίας έξι το πολύ μηνών όταν η επιχείρηση οφείλει να τακτοποιήσει την κατάστασή της αποδεικνύοντας ότι διαθέτει πραγματική και σταθερή εγκατάσταση·

γ)

εντός προθεσμίας έξι το πολύ μηνών, σε περίπτωση που δεν πληρούται η απαίτηση οικονομικής επιφάνειας, για να αποδείξει ότι η απαίτηση αυτής θα πληρούται και πάλι σε διαρκή βάση.

2.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να απαιτήσει από επιχείρηση της οποίας η άδεια έχει ανακληθεί ή ανασταλεί να διασφαλίσει ότι οι διαχειριστές μεταφορών της θα έχουν υποβληθεί στην εξέταση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, πριν τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου αποκατάστασης.

3.   Εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι μια επιχείρηση δεν πληροί πλέον μία ή περισσότερες από τις απαιτήσεις του άρθρου 3, αναστέλλει ή ανακαλεί την άδεια άσκησης του επαγγέλματος οδικού μεταφορέα εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 14

Κήρυξη ακαταλληλότητας του διαχειριστή μεταφορών

1.   Σε περίπτωση που ένας διαχειριστής μεταφορών απολέσει τα εχέγγυα αξιοπιστίας σύμφωνα με το άρθρο 6, η αρμόδια αρχή τον κηρύσσει ακατάλληλο να διευθύνει τις μεταφορικές δραστηριότητες μιας επιχείρησης.

2.   Εκτός εάν ληφθεί μέτρο αποκατάστασης σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του εθνικού δικαίου και έως ότου ληφθεί, το πιστοποιητικό επαγγελματικής επάρκειας του διαχειριστή μεταφορών που έχει κηρυχθεί ακατάλληλος, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5, δεν ισχύει πλέον σε κανένα κράτος μέλος.

Άρθρο 15

Αποφάσεις των αρμόδιων αρχών και προσφυγή

1.   Οι αρνητικές αποφάσεις που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δυνάμει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της απόρριψης αίτησης, της αναστολής ή αφαίρεσης υπάρχουσας αδείας και της κήρυξης ακαταλληλότητας του οδικού μεταφορέα, πρέπει να αιτιολογούνται.

Στις αποφάσεις αυτές λαμβάνονται υπόψη οι διαθέσιμες πληροφορίες για παραβάσεις που έχει διαπράξει η επιχείρηση ή ο διαχειριστής μεταφορών, οι οποίες μπορούν να θίξουν την αξιοπιστία της επιχείρησης, καθώς και όλες οι πληροφορίες που διαθέτει η αρμόδια αρχή. Στις αποφάσεις διευκρινίζονται τα μέτρα αποκατάστασης που εφαρμόζονται σε περίπτωση αναστολής της αδείας ή κήρυξης ακαταλληλότητας.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις και πρόσωπα να έχουν τη δυνατότητα να προσφύγουν κατά των αποφάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ενώπιον τουλάχιστον ενός ανεξάρτητου και αμερόληπτου οργάνου ή δικαστικής αρχής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 16

Εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα

1.   Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και ιδίως των άρθρων 11 έως 14 και 26, κάθε κράτος μέλος τηρεί εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών στις οποίες έχει χορηγηθεί άδεια άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα από αρμόδια αρχή που αυτό έχει καθορίσει. Η επεξεργασία των δεδομένων του μητρώου πραγματοποιείται προς το σκοπό αυτό υπό τον έλεγχο της δημόσιας αρχής. Στα δεδομένα που περιέχονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο έχουν πρόσβαση όλες οι αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους.

Το αργότερο την 1η Ιουνίου 2009, η Επιτροπή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για τις στοιχειώδεις απαιτήσεις των δεδομένων που θα πρέπει να εισαχθούν στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο από την ημερομηνία δημιουργίας του, προκειμένου να διευκολυνθεί η μελλοντική διασύνδεση μητρώων. Μπορεί να συστήσει να περιληφθεί ο αριθμός πινακίδας κυκλοφορίας πέραν των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

2.   Τα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα περιέχουν τουλάχιστον τα εξής δεδομένα:

α)

την ονομασία και τη νομική μορφή της επιχείρησης,

β)

τη διεύθυνση της εγκατάστασης,

γ)

το ονοματεπώνυμο των καθορισμένων διαχειριστών μεταφορών που πρέπει να πληρούν τον όρο των εχεγγύων αξιοπιστίας και τον όρο της επαγγελματικής επάρκειας και, εφόσον πρόκειται για άλλο πρόσωπο, το ονοματεπώνυμο του νόμιμου αντιπροσώπου,

δ)

τον τύπο αδείας, τον αριθμό οχημάτων που καλύπτει η άδεια και ενδεχομένως τον αύξοντα αριθμό της κοινοτικής αδείας και τον αριθμό των επικυρωμένων αντιγράφων,

ε)

τον αριθμό, την κατηγορία και τον τύπο σοβαρών παραβάσεων, όπως αυτές αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β), οι οποίες οδήγησαν σε καταδίκη ή επιβολή κυρώσεων κατά τα τελευταία δύο έτη,

στ)

το ονοματεπώνυμο των προσώπων που έχουν κηρυχθεί ακατάλληλα να διευθύνουν τις μεταφορικές δραστηριότητες μιας επιχείρησης εφόσον δεν έχει αποκατασταθεί η αξιοπιστία των εν λόγω προσώπων, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3, καθώς και τα εφαρμοστέα μέτρα αποκατάστασης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου ε), τα κράτη μέλη μπορούν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015, να επιλέγουν να περιλαμβάνουν στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο μόνον τις πλέον σοβαρές παραβάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα IV.

Τα κράτη μέλη δύνανται να διατηρούν τις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία ε) και στ) του πρώτου εδαφίου σε ξεχωριστά μητρώα. Στην περίπτωση αυτή, τα σχετικά δεδομένα είναι διαθέσιμα κατόπιν αιτήσεως ή είναι απευθείας προσβάσιμα από όλες τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους. Οι ζητηθείσες πληροφορίες παρέχονται εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.

Σε κάθε περίπτωση, στις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία ε) και στ) του πρώτου εδαφίου έχουν πρόσβαση μόνον όσες αρχές, πέραν των αρμοδίων, έχουν τις δέουσες εξουσίες ελέγχου και επιβολής κυρώσεων στις οδικές μεταφορές και οι υπάλληλοί τους είναι ορκωτοί ή άλλως δεσμεύονται από υποχρέωση εχεμύθειας.

3.   Τα δεδομένα που αφορούν επιχειρήσεις των οποίων η άδεια έχει αφαιρεθεί ή ανασταλεί παραμένουν στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επί δύο χρόνια από την ημερομηνία εκπνοής της αναστολής ή της αφαίρεσης της άδειας και στη συνέχεια διαγράφονται αμέσως.

Τα δεδομένα που αφορούν πρόσωπο το οποίο έχει κηρυχθεί ακατάλληλο να ασκήσει το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα παραμένουν στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο εφόσον δεν αποκατασταθεί η αξιοπιστία του εν λόγω προσώπου δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 3. Σε περίπτωση που λαμβάνεται μέτρο αποκατάστασης ή μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος, τα δεδομένα διαγράφονται αμέσως.

Τα δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο διευκρινίζουν τους λόγους που οδήγησαν σε αναστολή ή αφαίρεση της άδειας ή σε κήρυξη ακαταλληλότητας, κατά περίπτωση, και η αντίστοιχη διάρκεια.

4.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ενημέρωση και την ακρίβεια όλων των στοιχείων του εθνικού ηλεκτρονικού μητρώου, και ιδίως εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία ε) και στ).

5.   Υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της προσβασιμότητας στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα σε επίπεδο Κοινότητας μέσω των εθνικών σημείων επαφής που ορίζονται στο άρθρο 18. Η προσβασιμότητα μέσω εθνικών σημείων επαφής εφαρμόζεται το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2012 κατά τρόπο ώστε η αρμόδια αρχή οποιουδήποτε κράτους μέλους να μπορεί να συμβουλεύεται τα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα κάθε κράτους μέλους.

6.   Κοινές διατάξεις που αφορούν την εφαρμογή της παραγράφου 5, όπως τον μορφότυπο των ανταλλασσόμενων δεδομένων, τις τεχνικές διαδικασίες ηλεκτρονικής διαβούλευσης των εθνικών ηλεκτρονικών μητρώων των άλλων κρατών μελών και την προώθηση της διαλειτουργικότητας αυτών των μητρώων με άλλες βάσεις δεδομένων θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 2. Οι εν λόγω κοινές διατάξεις καθορίζουν την αρχή η οποία είναι αρμόδια για την πρόσβαση στα δεδομένα, για την περαιτέρω χρήση και για την επικαιροποίηση των δεδομένων μετά την πρόσβαση σε αυτά και προς το σκοπό αυτό περιλαμβάνουν κανόνες σχετικά με την είσοδο στο σύστημα και την παρακολούθηση των δεδομένων.

7.   Μέτρα που αποβλέπουν σε τροποποίηση των μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού και αφορούν τη μετάθεση των προθεσμιών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 5 θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφο 3.

Άρθρο 17

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ιδίως ότι:

α)

κάθε πρόσωπο ενημερώνεται όταν καταγράφονται δεδομένα που το αφορούν ή όταν τα δεδομένα αυτά πρόκειται να διαβιβασθούν σε τρίτους. Στα στοιχεία που παρέχονται διευκρινίζεται η ταυτότητα της αρχή που είναι αρμόδια για την επεξεργασία των δεδομένων, το είδος των προς επεξεργασία δεδομένων και οι λόγοι της καταχώρισης·

β)

κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα που το αφορούν στην αρχή η οποία είναι αρμόδια για την επεξεργασία των δεδομένων αυτών. Το δικαίωμα αυτό δύναται να ασκηθεί χωρίς περιορισμούς, σε εύλογα χρονικά διαστήματα και χωρίς υπερβολικές προθεσμίες ή έξοδα για τον ενδιαφερόμενο·

γ)

κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να ζητήσει τη διόρθωση, τη διαγραφή ή το κλείδωμα των ατελών ή ανακριβών δεδομένων που το αφορούν·

δ)

κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να αντιταχθεί, για νόμιμους και επιτακτικούς λόγους, στην επεξεργασία των δεδομένων που το αφορούν. Σε περίπτωση δικαιολογημένης εναντίωσης, δεν πραγματοποιείται επεξεργασία αυτών των δεδομένων.

Άρθρο 18

Διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής, αρμόδιο για την ανταλλαγή πληροφοριών με τα λοιπά κράτη μέλη όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή την ονομασία και τη διεύθυνση του εθνικού σημείου επαφής το αργότερο στις … (11). Η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο με όλα τα εθνικά σημεία επαφής και τον διαβιβάζει στα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιούν τα εθνικά σημεία επαφής που έχουν ορισθεί κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1.

3.   Τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν πληροφορίες για τις παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 ή για τυχόν διαχειριστές μεταφορών που έχουν κηρυχθεί ακατάλληλοι, τηρούν τη διαδικασία και τις προθεσμίες που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 ή, ανάλογα με την περίπτωση, στο άρθρο 23 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009. Το κράτος μέλος, το οποίο παραλαμβάνει κοινοποίηση σοβαρής παράβασης η οποία έχει οδηγήσει σε καταδίκη ή κύρωση από άλλο κράτος μέλος, καταχωρίζει την παράβαση στο εθνικό του ηλεκτρονικό μητρώο.

ΚΕΦΑΛΑIΟ V

ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΤΙΤΛΩΝ

Άρθρο 19

Πιστοποιητικά αξιοπιστίας και ισοδύναμα έγγραφα

1.   Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 4, το κράτος μέλος εγκατάστασης αποδέχεται ως επαρκή απόδειξη αξιοπιστίας για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα την προσκόμιση αποσπάσματος ποινικού μητρώου ή, ελλείψει αυτού, ισοδύναμου εγγράφου που έχει εκδοθεί από αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο διέμενε ο διαχειριστής μεταφορών.

2.   Όταν κράτος μέλος απαιτεί από τους υπηκόους του ορισμένα εχέγγυα αξιοπιστίας, τα οποία δεν είναι δυνατόν να αποδειχθούν με το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, αποδέχεται ως επαρκή απόδειξη για τους υπηκόους των άλλων κρατών μελών βεβαίωση που έχει χορηγηθεί από αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του ή των κρατών μελών όπου διέμενε ο διαχειριστής μεταφορών, η οποία πιστοποιεί ότι πληρούνται οι όροι αυτοί. Η βεβαίωση αφορά τις συγκεκριμένες πληροφορίες που λαμβάνονται υπόψη στο κράτος μέλος εγκατάστασης.

3.   Εάν το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή το πιστοποιητικό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν έχει χορηγηθεί από το κράτος μέλος όπου συνήθιζε να διαμένει ο διαχειριστής μεταφορών, το έγγραφο ή το πιστοποιητικό αυτό είναι δυνατόν να αντικατασταθεί από ένορκη ή υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή μεταφορών ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής ή, ενδεχομένως, ενώπιον συμβολαιογράφου του κράτους μέλους όπου διέμενε ο διαχειριστής μεταφορών. Η εν λόγω αρχή ή ο συμβολαιογράφος εκδίδει βεβαίωση που πιστοποιεί την ένορκη ή την υπεύθυνη αυτή δήλωση.

4.   Το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και το πιστοποιητικό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δε γίνονται δεκτά εάν προσκομιστούν μετά την παρέλευση τριών μηνών από την ημερομηνία έκδοσής τους. Ο όρος αυτός ισχύει και για τη δήλωση που γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 20

Βεβαιώσεις που αφορούν την οικονομική επιφάνεια

Όταν ένα κράτος μέλος απαιτεί από τους υπηκόους άλλων κρατών μελών ορισμένους όρους οικονομικής επιφάνειας επιπλέον εκείνων που προβλέπονται στο άρθρο 7, αποδέχεται ως επαρκή απόδειξη ως προς τους υπηκόους άλλων κρατών μελών βεβαίωση που έχει χορηγήσει αρμόδια διοικητική αρχή του ή των κρατών μελών όπου διέμενε ο διαχειριστής μεταφορών, η οποία πιστοποιεί ότι πληρούνται οι όροι αυτοί. Οι βεβαιώσεις αυτές αφορούν τις συγκεκριμένες πληροφορίες που λαμβάνονται υπόψη στο νέο κράτος μέλος εγκατάστασης.

Άρθρο 21

Πιστοποιητικά επαγγελματικής επάρκειας

1.   Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν ως επαρκή απόδειξη επαγγελματικής επάρκειας τα πιστοποιητικά που είναι σύμφωνα με το υπόδειγμα πιστοποιητικού του Παραρτήματος ΙΙΙ και τα οποία εκδίδουν οι αρχές ή τα δεόντως εξουσιοδοτημένα για το σκοπό αυτό όργανα.

2.   Τα πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί πριν από τις … (12), ως απόδειξη επαγγελματικής επάρκειας δυνάμει των διατάξεων που ίσχυαν την ημερομηνία αυτή, εξομοιώνονται με πιστοποιητικό που συμμορφούται με το υπόδειγμα πιστοποιητικού του Παραρτήματος IIΙ και αναγνωρίζονται ως απόδειξη επαγγελματικής επάρκειας σε όλα τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν από τους κατόχους πιστοποιητικών επαγγελματικής επάρκειας που ισχύουν μόνον για δραστηριότητες εθνικών μεταφορών να υποβληθούν σε εξετάσεις ή σε συγκεκριμένα τμήματα των εξετάσεων του άρθρου 8 παράγραφος 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή το αργότερο στις … (11) καθώς και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους χωρίς καθυστέρηση. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλα τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης της επιχείρησης.

2.   Οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν ιδίως την αναστολή της αδείας άσκησης επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα, την ανάκληση των αδειών αυτών και την κήρυξη ακαταλληλότητας του διαχειριστή μεταφορών.

Άρθρο 23

Μεταβατικές διατάξεις

Οι επιχειρήσεις οι οποίες, πριν από τις … (9), διαθέτουν άδεια άσκησης επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα, συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού το αργότερο στις … (11).

Άρθρο 24

Αμοιβαία συνδρομή

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται στενά και παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ανταλλάσσουν πληροφορίες για τις καταδίκες και κυρώσεις για τυχόν σοβαρές παραβάσεις και άλλες συγκεκριμένες πληροφορίες δυνάμενες να έχουν συνέπειες στην άσκηση επαγγέλματος οδικού μεταφορέα, τηρουμένων των διατάξεων που ισχύουν για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 25

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή η οποία συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών (13).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 26

Εκθέσεις

1.   Τα κράτη μέλη συντάσσουν ανά διετία έκθεση πεπραγμένων των αρμόδιων αρχών και τη διαβιβάζουν στην Επιτροπή. Η έκθεση περιλαμβάνει:

α)

ανασκόπηση του τομέα όσον αφορά τα εχέγγυα αξιοπιστίας, την οικονομική επιφάνεια και την επαγγελματική επάρκεια,

β)

τον αριθμό των αδειών που χορηγήθηκαν ανά τύπο και ανά έτος, των αδειών που ανεστάλησαν, των αδειών που ανακλήθηκαν, τον αριθμό των πράξεων κήρυξης ακαταλληλότητας και τους λόγους στους οποίους στηρίζονται οι αποφάσεις αυτές,

γ)

τον αριθμό των πιστοποιητικών επαγγελματικής επάρκειας που εκδίδονται κάθε χρόνο,

δ)

τις βασικές στατιστικές σχετικά με τα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα και τη χρήση τους από τις αρμόδιες αρχές και

ε)

ανασκόπηση των ανταλλαγών πληροφοριών με τα άλλα κράτη μέλη, η οποία περιλαμβάνει ιδίως τον ετήσιο αριθμό παραβάσεων που έχουν διαπιστωθεί και κοινοποιηθεί σε άλλα κράτη μέλη και τις αντίστοιχες απαντήσεις κατ' εφαρμογή του άρθρου 18 παράγραφος 2, καθώς και τον ετήσιο αριθμό αιτήσεων και απαντήσεων κατ' εφαρμογή του άρθρου 18 παράγραφος 3.

2.   Με βάση τις εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή ανά διετία υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την άσκηση του επαγγέλματος οδικού μεταφορέα. Στην έκθεση αυτή περιλαμβάνονται ειδικότερα αξιολόγηση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών και επισκόπηση της λειτουργίας και των δεδομένων που περιέχονται στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα. Η έκθεση δημοσιεύεται ταυτόχρονα με την έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (14).

Άρθρο 27

Κατάλογοι των αρμόδιων αρχών

Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή, το αργότερο στις … (9), κατάλογο των αρχών που έχει ορίσει ως αρμόδιες για την έκδοση αδειών άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα, καθώς και κατάλογο των αρχών ή των εξουσιοδοτημένων οργάνων για τη διοργάνωση των εξετάσεων του άρθρου 8 παράγραφος 1 και την έκδοση πιστοποιητικών. Ο ενοποιημένος κατάλογος των αρχών ή των οργάνων αυτών όλης της Κοινότητας δημοσιεύεται από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 28

Ανακοίνωση εθνικών μέτρων

Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από τον παρόντα κανονισμό το αργότερο 30 ημέρες από την ημερομηνία έκδοσής τους και για πρώτη φορά το αργότερο στις … (9).

Άρθρο 29

Κατάργηση

Η οδηγία 96/26/ΕΟΚ καταργείται.

Άρθρο 30

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παράγει αποτελέσματα από τις … (11).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 151, 17.6.2008, σ. 16.

(2)  ΕΕ C 14, 19.1.2008, σ. 1.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμβουλίου της …

(4)  ΕΕ L 124, 23.5.1996, σ. 1.

(5)  ΕΕ L …

(6)  ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31.

(7)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(8)  ΕΕ L 222, 14.8.1978, σ. 11.

(9)  Η ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(10)  ΕΕ L 102, 11.4.2006, σ. 35.

(11)  Δύο έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(12)  Η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(13)  ΕΕ L 370, 31.12.1985, σ. 8.

(14)  ΕΕ L 102, 11.4.2006, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

I.   ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΠΕΔΙΩΝ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 8

Οι γνώσεις που λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να διαπιστώνεται η επαγγελματική επάρκεια από τα κράτη μέλη πρέπει να αφορούν τουλάχιστον τα θέματα του παρόντος καταλόγου για τις οδικές μεταφορές εμπορευμάτων και επιβατών, αντίστοιχα. Όσον αφορά αυτά τα θέματα, οι υποψήφιοι οδικοί μεταφορείς πρέπει να διαθέτουν το επίπεδο γνώσεων και πρακτικών ικανοτήτων που είναι αναγκαίο για να διευθύνουν μια επιχείρηση μεταφορών.

Το ελάχιστο επίπεδο γνώσεων, όπως αυτό καθορίζεται στη συνέχεια, δεν μπορεί να είναι κατώτερο του επιπέδου 3 της δομής των επιπέδων εκπαίδευσης που προβλέπεται στο παράρτημα της απόφασης 85/368/ΕΟΚ (1), δηλαδή του επιπέδου που αποκτάται κατά την υποχρεωτική σχολική εκπαίδευση την οποία συμπληρώνει είτε επαγγελματική εκπαίδευση και συμπληρωματική τεχνική εκπαίδευση είτε σχολική τεχνική ή άλλη εκπαίδευση, επιπέδου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

A.   ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών:

1)

να γνωρίζει τις κύριες συμβάσεις που χρησιμοποιούνται στις δραστηριότητες οδικών μεταφορών, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές,

2)

να είναι σε θέση να διαπραγματευθεί μια νομικά έγκυρη σύμβαση μεταφοράς, ιδίως σε ό,τι αφορά τους όρους μεταφοράς,

σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων:

3)

να μπορεί να αναλύει τυχόν αξίωση του εντολέα του σχετική με αποζημίωση, είτε για απώλεια ή αβαρίες του εμπορεύματος κατά τη διάρκεια της μεταφοράς είτε για καθυστέρηση της παράδοσής του, καθώς και τα αποτελέσματα της αξίωσης αυτής επί της συμβατικής του ευθύνης,

4)

να γνωρίζει τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση CMR περί του συμβολαίου για τη διεθνή οδική μεταφορά εμπορευμάτων,

σε σχέση με την οδική μεταφορά επιβατών:

5)

να είναι σε θέση να αναλύει τυχόν αξίωση του εντολέα του σχετική με ζημίες που προκλήθηκαν στους επιβάτες ή τις αποσκευές τους από ατύχημα που συνέβη κατά τη μεταφορά ή σχετική με τυχόν ζημίες που οφείλονται σε καθυστερήσεις, καθώς και τα αποτελέσματα της αξίωσης αυτής επί της συμβατικής του ευθύνης.

B.   ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών:

1)

να γνωρίζει τους προβλεπόμενους όρους και διατυπώσεις για την άσκηση της σχετικής εμπορικής δραστηριότητας, καθώς και τις γενικές υποχρεώσεις των οδικών μεταφορέων (εγγραφή σε μητρώα, εμπορικά βιβλία κ.λπ.), καθώς και τις συνέπειες τυχόν πτώχευσης,

2)

να έχει κατάλληλες γνώσεις των διαφόρων τύπων εμπορικών εταιρειών, καθώς και των κανόνων σύστασης και λειτουργίας τους.

Γ.   ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών, να γνωρίζει τα εξής:

1)

τον ρόλο και τη λειτουργία των διαφόρων κοινωνικών θεσμικών οργάνων που υπεισέρχονται στον τομέα των οδικών μεταφορών (εργατικά συνδικάτα, επιτροπές επιχειρήσεων, εκπρόσωποι προσωπικού, επιθεωρητές εργασίας κλπ.),

2)

τις υποχρεώσεις των εργοδοτών σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης,

3)

τους εφαρμοστέους κανόνες στις συμβάσεις εργασίας των διαφόρων κατηγοριών εργαζομένων στις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών (τύπος συμβάσεων, υποχρεώσεις των αντισυμβαλλομένων μερών, όροι και διάρκεια εργασίας, άδειες μετ' αποδοχών, αμοιβές, αθέτηση όρων της σύμβασης κλπ.),

4)

τους εφαρμοστέους κανόνες σε θέματα χρόνου οδήγησης, χρόνου ανάπαυσης και χρόνου εργασίας, και ιδίως τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, της οδηγίας 2002/15/ΕΚ (2) και της οδηγίας 2006/22/ΕΚ, καθώς και τα πρακτικά μέτρα εφαρμογής των κανονισμών αυτών, και

5)

τους εφαρμοστέους κανόνες σε θέματα αρχικής και συνεχούς εκπαίδευσης των οδηγών, ιδίως εκείνους που απορρέουν από την οδηγία 2003/59/ΕΚ (3).

Δ.   ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών, να γνωρίζει τους κανόνες σχετικά με:

1)

τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) με τον οποίο επιβαρύνονται οι υπηρεσίες μεταφοράς,

2)

τον φόρο κυκλοφορίας των οχημάτων,

3)

τους φόρους με τους οποίους επιβαρύνονται ορισμένα οχήματα που χρησιμοποιούνται στην οδική μεταφορά εμπορευμάτων, καθώς και τα διόδια και τα τέλη χρήσης που εισπράττονται για τη χρήση ορισμένων έργων υποδομής,

4)

τη φορολογία εισοδήματος.

E.   ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗς ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών:

1)

να έχει γνώση των νομικών διατάξεων και των πρακτικών που διέπουν τη χρήση επιταγών, συναλλαγματικών, γραμματίων, πιστωτικών καρτών και άλλων μέσων ή μεθόδων πληρωμής,

2)

να γνωρίζει τις διάφορες μορφές πίστωσης (τραπεζική πίστωση, ενέγγυο πίστωση, κατάθεση εγγύησης, ενυπόθηκη πίστωση, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση, εκχώρηση απαιτήσεων κ.λπ.), καθώς και τις επιβαρύνσεις και τις υποχρεώσεις που αυτές συνεπάγονται,

3)

να γνωρίζει τι είναι ισολογισμός, πώς παρουσιάζεται και να είναι σε θέση να τον ερμηνεύει,

4)

να μπορεί να διαβάζει και να ερμηνεύει έναν λογαριασμό κερδών και ζημιών,

5)

να μπορεί να πραγματοποιεί ανάλυση της χρηματοοικονομικής κατάστασης και της αποδοτικότητας της επιχείρησης, βασιζόμενος ιδίως σε χρηματοοικονομικούς δείκτες,

6)

να είναι σε θέση να καταρτίζει προϋπολογισμό,

7)

να γνωρίζει τα διάφορα στοιχεία που συνθέτουν το κόστος παραγωγής της επιχείρησης (σταθερό κόστος, μεταβλητό κόστος, κεφάλαιο κίνησης, αποσβέσεις κ.λπ.) και να είναι σε θέση να το υπολογίζει ανά όχημα, ανά χιλιόμετρο, ανά επιβάτη ή ανά τόνο,

8)

να μπορεί να συντάσσει οργανόγραμμα για το συνολικό αριθμό των απασχολουμένων στην επιχείρηση και να διαμορφώνει προγράμματα εργασίας κ.λπ.,

9)

να γνωρίζει τις βασικές αρχές έρευνας της αγοράς (marketing), προώθησης των πωλήσεων μεταφορικών υπηρεσιών, επεξεργασίας πελατολογίων, διαφήμισης, δημοσίων σχέσεων κ.λπ.,

10)

να γνωρίζει τις διάφορες κατηγορίες ασφάλισης στον κλάδο των οδικών μεταφορών (ασφάλιση ευθύνης, προσώπων, αγαθών, αποσκευών), καθώς και τις αντίστοιχες εγγυήσεις και υποχρεώσεις που συνεπάγονται οι ασφάλειες αυτές,

11)

να γνωρίζει τις τηλεματικές εφαρμογές (ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων) στον τομέα των οδικών μεταφορών,

σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων:

12)

να είναι σε θέση να εφαρμόζει τους κανόνες τιμολόγησης των υπηρεσιών οδικής μεταφοράς εμπορευμάτων αλλά και να γνωρίζει τη σημασία και τις επιπτώσεις των διεθνών εμπορικών όρων Incoterms,

13)

να γνωρίζει τις διάφορες κατηγορίες βοηθητικών επαγγελμάτων μεταφορών, το ρόλο τους, τα λειτουργικά τους καθήκοντα και το καθεστώς που ενδεχομένως τα διέπει,

σε σχέση με την οδική μεταφορά επιβατών:

14)

να είναι σε θέση να εφαρμόζει τους κανόνες για τους ναύλους και τη διαμόρφωση των τιμών στη μεταφορά επιβατών με δημόσια και ιδιωτικά μέσα,

15)

να μπορεί να εφαρμόζει τους κανόνες τιμολόγησης των υπηρεσιών οδικής μεταφοράς επιβατών.

ΣΤ.   ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών, να γνωρίζει τα εξής:

1)

τις ρυθμίσεις που διέπουν τον επαγγελματικό κλάδο των οδικών μεταφορών για λογαριασμό τρίτων, καθώς και τις αντίστοιχες ρυθμίσεις για την εκμίσθωση βιομηχανικών οχημάτων και την υπεργολαβία και ιδίως τους κανόνες που αφορούν την τυπική οργάνωση του επαγγέλματος, την πρόσβαση στο επάγγελμα, τις άδειες που χορηγούνται για τις ενδοκοινοτικές και εξωκοινοτικές οδικές μεταφορές, τον έλεγχο και τις κυρώσεις,

2)

τις ρυθμίσεις που διέπουν τη σύσταση επιχείρησης οδικών μεταφορών,

3)

τα διάφορα έγγραφα που απαιτούνται για την εκτέλεση δρομολογίων οδικής μεταφοράς και να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή διαδικασίες εξακρίβωσης για να διασφαλίζει την ύπαρξη, τόσο στην επιχείρηση όσο και επί των οχημάτων, νομότυπων εγγράφων για κάθε πραγματοποιούμενη μεταφορά, και ιδίως των εγγράφων που αφορούν το όχημα, τον οδηγό, το εμπόρευμα ή τις αποσκευές,

σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων:

4)

τους κανόνες που διέπουν την οργάνωση της αγοράς των οδικών μεταφορών εμπορευμάτων, καθώς και τους κανόνες των γραφείων ναύλωσης και της εφοδιαστικής,

5)

τις διατυπώσεις για τη διέλευση συνόρων, το ρόλο και την έκταση εφαρμογής των παραστατικών Τ και των δελτίων TIR, καθώς και των υποχρεώσεων και ευθυνών που συνεπάγεται η χρήση τους,

σε σχέση με την οδική μεταφορά επιβατών:

6)

τους αντίστοιχους κανόνες οργάνωσης της αγοράς οδικών μεταφορών επιβατών,

7)

τους κανόνες που ισχύουν για την έναρξη δρομολογίων και την κατάρτιση σχεδίων μεταφοράς.

Ζ.   ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών:

1)

να γνωρίζει τους κανόνες που εφαρμόζονται για τα βάρη και τις διαστάσεις των οχημάτων στα κράτη μέλη, καθώς και τις διαδικασίες που ισχύουν για τις έκτακτες μεταφορές κατά παρέκκλιση από τους κανόνες αυτούς,

2)

να είναι σε θέση να επιλέγει, ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης, τα οχήματα και τα ιδιαίτερα στοιχεία τους (πλαίσιο, κινητήρας, όργανα μετάδοσης της κίνησης, συστήματα πέδησης κ.λπ.),

3)

να γνωρίζει τις διατυπώσεις έγκρισης, ταξινόμησης και τεχνικού ελέγχου των οχημάτων αυτών,

4)

να μπορεί να λαμβάνει υπόψη τα μέτρα που απαιτούνται για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τις εκπομπές των μηχανοκίνητων οχημάτων, καθώς και για την καταπολέμηση της ηχορύπανσης,

5)

να μπορεί να καταρτίσει προγράμματα περιοδικής συντήρησης των οχημάτων και του εξοπλισμού τους,

σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων:

6)

να γνωρίζει τους διάφορους τύπους μέσων διακίνησης φορτίων και φόρτωσης (οπίσθια πλατφόρμα φορτοεκφόρτωσης, εμπορευματοκιβώτια, παλέτες κλπ.) και να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή μεθόδους και οδηγίες για τις εργασίες φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων (κατανομή του βάρους, στοίχιση, στοιβασία, σφήνωση φορτίου κλπ.),

7)

να γνωρίζει τις διάφορες τεχνικές συνδυασμένων οδικών-σιδηροδρομικών μεταφορών ή με πορθμεία roll on/rol off,

8)

να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή τις διαδικασίες που στοχεύουν στην τήρηση των κανόνων μεταφοράς επικίνδυνων εμπορευμάτων και αποβλήτων, ιδίως των κανόνων που απορρέουν από την οδηγία 94/55/ΕΚ (4), την οδηγία 96/35/ΕΚ (5) και τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 259/93 (6),

9)

να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή τις διαδικασίες για την τήρηση των κανόνων μεταφοράς ευπαθών τροφίμων, ιδίως των κανόνων που απορρέουν από τη συμφωνία για τις διεθνείς μεταφορές ευπαθών τροφίμων και για τον ειδικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για τις μεταφορές αυτές (ATP),

10)

να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή τις διαδικασίες για την τήρηση των ρυθμίσεων σχετικά με τη μεταφορά ζώντων ζώων.

H.   ΟΔΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ

Ο υποψήφιος οφείλει, ιδίως, σε σχέση με την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών:

1)

να γνωρίζει τα προσόντα που απαιτούνται για το προσωπικό οδήγησης (άδεια οδήγησης, ιατρικά πιστοποιητικά, βεβαιώσεις επάρκειας, κ.λπ.),

2)

να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή συγκεκριμένα μέτρα για να διασφαλίζει ότι οι οδηγοί τηρούν τους κανόνες, τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς κυκλοφορίας που ισχύουν στα διάφορα κράτη μέλη (όρια ταχύτητας, κανόνες προτεραιότητας, στάση και στάθμευση, χρήση φανών, οδική σήμανση, κ.λπ.),

3)

να μπορεί να δίνει στους οδηγούς οδηγίες για τον έλεγχο τήρησης των κανόνων ασφαλείας, αφενός, για την κατάσταση του τροχαίου οδικού εξοπλισμού του και του φορτίου και, αφετέρου, για οδήγηση με στόχο την πρόληψη των ατυχημάτων,

4)

να μπορεί να καθιερώσει διαδικασίες συμπεριφοράς σε περίπτωση ατυχήματος και να θέτει σε εφαρμογή κατάλληλες διαδικασίες για την αποφυγή επανάληψης ατυχημάτων ή σοβαρών παραβάσεων,

5)

να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή διαδικασίες ασφαλούς στοιβασίας των εμπορευμάτων και να γνωρίζει τις σχετικές τεχνικές.

σε σχέση με την οδική μεταφορά επιβατών:

6)

να έχει στοιχειώδεις γνώσεις της γεωγραφικής διάταξης του οδικού δικτύου των κρατών μελών.

II.   ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

1.

Τα κράτη μέλη θα οργανώνουν υποχρεωτική γραπτή εξέταση, την οποία μπορούν να συμπληρώνουν με προφορική εξέταση, προκειμένου να εξακριβώνουν εάν οι υποψήφιοι οδικοί μεταφορείς διαθέτουν το απαιτούμενο επίπεδο γνώσεων στα θέματα που αναφέρονται στο Μέρος Ι και, ιδίως, ότι είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τα σχετικά εργαλεία και τεχνικές και να εκπληρώνουν τα προβλεπόμενα εκτελεστικά και συντονιστικά καθήκοντα.

α)

Η υποχρεωτική γραπτή εξέταση θα συνίσταται σε δύο δοκιμασίες, οι οποίες είναι οι εξής:

i)

γραπτό ερωτηματολόγιο είτε πολλαπλών επιλογών (multiple choice) (τέσσερις εναλλακτικές απαντήσεις) ή ερωτήσεων απευθείας απάντησης, είτε συνδυασμού των δύο συστημάτων,

ii)

γραπτές ασκήσεις/μελέτες περιπτώσεων.

Κάθε δοκιμασία θα είναι ελάχιστης διάρκειας δύο ωρών.

β)

Στην περίπτωση που οργανώνεται προφορική εξέταση, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν ως προϋπόθεση συμμετοχής να έχει επιτύχει ο υποψήφιος στη γραπτή εξέταση.

2.

Εάν τα κράτη μέλη οργανώνουν επίσης προφορική εξέταση, πρέπει να προβλέπουν για καθεμία από τις τρεις δοκιμασίες στάθμιση των βαθμών με συντελεστές, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 25 % ούτε ανώτερη του 40 % της συνολικής βαθμολογίας.

Εάν τα κράτη μέλη οργανώνουν μόνο γραπτή εξέταση, οφείλουν να προβλέπουν, για κάθε δοκιμασία, στάθμιση των βαθμών με συντελεστές, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 40 % ούτε ανώτερη του 60 % της συνολικής βαθμολογίας.

3.

Στο σύνολο των δοκιμασιών, οι υποψήφιοι οφείλουν να επιτύχουν μέσο όρο τουλάχιστον 60 % του συνόλου της δυνατής βαθμολογίας, χωρίς όμως η βαθμολογία κάθε δοκιμασίας να μπορεί να είναι κατώτερη του 50 % της συνολικής δυνατής βαθμολογίας. Ένα κράτος μέλος μπορεί, μόνον για μια δοκιμασία, να μειώνει το ποσοστό από 50 % σε 40 %.


(1)  Απόφαση 85/368/EΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουλίου 1985, για την αντιστοιχία των τίτλων επαγγελματικής εκπαίδευσης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 199, 31.7.1985, σ. 56).

(2)  Οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ L 80, 23.3.2002, σ. 35).

(3)  Οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2003, σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών (ΕΕ L 226, 10.9.2003, σ. 4).

(4)  Οδηγία 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 1994, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 319, 12.12.1994, σ. 7).

(5)  Οδηγία 96/35/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1996, σχετικά με το διορισμό και την επαγγελματική κατάρτιση συμβούλων ασφαλείας για την οδική, σιδηροδρομική και πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 145, 19.6.1996, σ. 10).

(6)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 259/93 του Συμβουλίου, της 1ης Φεβρουαρίου 1993, σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο των μεταφορών αποβλήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας καθώς και κατά την είσοδο και έξοδό τους (ΕΕ L 30, 6.2.1993, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ

Το πιστοποιητικό πρέπει να φέρει τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά ασφαλείας:

ολόγραμμα,

ειδικές ίνες στο χαρτί οι οποίες γίνονται ορατές με υπεριώδη φωτισμό,

τουλάχιστον μία γραμμή μικροεκτύπωσης (εκτύπωση ορατή μόνο με μεγεθυντικό φακό που δεν αναπαράγεται με φωτοαντιγραφικά μηχανήματα),

ψηλαφητούς χαρακτήρες, σύμβολα ή σχέδια,

διπλή αρίθμηση: αύξων αριθμός και αριθμός έκδοσης,

φόντο με σχέδιο ασφαλείας, με λεπτό γραμμοκόσμημα και εκτύπωση ίριδας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV

ΠΛΕΟΝ ΣΟΒΑΡΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΣΤΟΙΧΕΙΟ Α)

1.

α)

Υπέρβαση κατά 25 % ή περισσότερο των μέγιστων χρονικών ορίων εξαήμερου ή δεκαπενθήμερου χρόνου οδήγησης.

β)

Υπέρβαση κατά 50 % ή περισσότερο, κατά τη διάρκεια ημερήσιας περιόδου εργασίας, του μέγιστου χρονικού ορίου ημερήσιου χρόνου εργασίας, χωρίς να υπάρχει διάλειμμα ή περίοδος συνεχούς ανάπαυσης 4,5 ωρών.

2.

Έλλειψη εγκατάστασης ταχογράφου ή/και μηχανισμού για τον περιορισμό της ταχύτητας, ή δολία χρήση συσκευής ικανής να τροποποιήσει την καταγραφή στοιχείων στη συσκευή ελέγχου ή/και τον μηχανισμό για τον περιορισμό της ταχύτητας ή παραποίηση των φύλλων καταγραφής ή των δεδομένων που τηλεφορτώνονται από τον ταχογράφο ή/και την κάρτα οδηγού.

3.

Οδήγηση χωρίς να έχει χορηγηθεί πιστοποιητικό τεχνικού ελέγχου εφόσον απαιτείται το έγγραφο αυτό δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας ή/και οδήγηση με ύπαρξη σοβαρότατου ελαττώματος μεταξύ άλλων στο σύστημα πέδησης, στις ράβδους διεύθυνσης, στους τροχούς/ελαστικά, στις αναρτήσεις ή στο αμάξωμα, δυνάμενη να δημιουργήσει άμεσο κίνδυνο για την οδική ασφάλεια σε τέτοιο βαθμό ώστε να ληφθεί απόφαση για ακινητοποίηση του οχήματος.

4.

Μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων των οποίων η μεταφορά απαγορεύεται ή των οποίων η μεταφορά πραγματοποιείται με απαγορευμένο ή μη εγκεκριμένο περίβλημα ή χωρίς να έχει τεθεί επισήμανση ότι το όχημα μεταφέρει επικίνδυνα εμπορεύματα, με αποτέλεσμα να συνιστά απειλή για τη ζωή ή το περιβάλλον σε τέτοιο βαθμό ώστε να ληφθεί απόφαση για ακινητοποίηση του οχήματος.

5.

Μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων χωρίς την κατοχή ισχύουσας άδειας οδήγησης ή μεταφορά από επιχείρηση χωρίς την κατοχή ισχύουσας κοινοτικής άδειας.

6.

Οδήγηση με παραποιημένη κάρτα οδηγού ή με κάρτα της οποίας δεν είναι κάτοχος ο οδηγός ή η οποία έχει αποκτηθεί βάσει ψευδών δηλώσεων ή/και πλαστών εγγράφων.

7.

Μεταφορά εμπορευμάτων καθ' υπέρβαση του μέγιστου επιτρεπόμενου μεικτού βάρους κατά 20 % ή περισσότερο για οχήματα των οποίων το επιτρεπόμενο μεικτό βάρος υπερβαίνει τους 12 τόνους και κατά 25 % ή περισσότερο για οχήματα των οποίων το επιτρεπόμενο μεικτό βάρος δεν υπερβαίνει τους 12 τόνους.


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Επιτροπή παρουσίασε, στις 25 Μαΐου 2007, την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα, ως μια από τις τρεις προτάσεις της αποκαλούμενης «Δέσμης μέτρων για τις οδικές μεταφορές» (1).

Στις 21 Μαΐου 2008, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τη γνώμη του σε πρώτη ανάγνωση.

Στις 9 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή θέση του σύμφωνα με το άρθρο 251 της Συνθήκης.

Το Συμβούλιο έλαβε υπόψη, κατά τις εργασίες του, τις γνώμες της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Η Επιτροπή των Περιφερειών αποφάσισε να μη διατυπώσει γνώμη επί των τριών προτάσεων.

II.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Σε συνέχεια των συμπερασμάτων του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2007 «για τη συμβολή του τομέα των μεταφορών στη Στρατηγική της Λισσαβώνας», η Επιτροπή αποφάσισε να εκδώσει προτάσεις για επανεξέταση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου σχετικά με την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα και την πρόσβαση στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών, καθώς επίσης στην αγορά διεθνών μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να εξασφαλιστεί η καταλληλότητα και αναλογικότητα των διοικητικών επιβαρύνσεων. Συνολικά, με τις νέες αυτές προτάσεις επιδιώκεται ο εκσυγχρονισμός, η αντικατάσταση και η συγχώνευση διατάξεων περί οδικών μεταφορέων και πρόσβασης στις αγορές των οδικών μεταφορών.

Η πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα αποσκοπεί στην καθιέρωση ενιαίων και εκτελεστέων διατάξεων σχετικά με την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα. Επιπλέον θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβόνας, δεδομένου ότι θα δημιουργήσει δικαιότερους όρους άσκησης του ανταγωνισμού μέσα στον κλάδο και θα καταστήσει την αγορά οδικών μεταφορών πιο διαφανή για τους πελάτες. Σε τελική ανάλυση, θα συμβάλει στην παροχή πιο αποτελεσματικής και ποιοτικής εξυπηρέτησης στις οδικές μεταφορές. Δεδομένου του πρωταρχικού ρόλου των οδικών μεταφορών στα συστήματα παραγωγής και διανομής της βιομηχανίας, θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της Ένωσης.

2.   Βασικά θέματα πολιτικής

i)   Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Το Συμβούλιο ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την πρόταση της Επιτροπής για διασάφηση και εξορθολογισμό των νομικών διατάξεων. Ωστόσο, το Συμβούλιο διευκρίνισε ότι ο κανονισμός αυτός δεν θα ισχύει για τις υπηρεσίες οδικών μεταφορών επιβατών που διεξάγονται αποκλειστικά για μη εμπορικούς σκοπούς ή δωρεάν, καθώς και για τις επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα αποκλειστικά και μόνον με μηχανοκίνητα οχήματα τα οποία δεν μπορούν να υπερβούν την ταχύτητα των 40 χλμ. την ώρα. Την τελευταία αυτή εξαίρεση πρότεινε και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Επιπλέον, η κοινή θέση προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάξουν από την εφαρμογή όλων ή μέρους των διατάξεων του παρόντος κανονισμού τους οδικούς μεταφορείς οι οποίοι εκτελούν αποκλειστικά εθνικές μεταφορές που έχουν μικρές μόνο επιπτώσεις στην αγορά των μεταφορών λόγω της φύσης των μεταφερόμενων εμπορευμάτων ή της μικρής απόστασης που διανύεται.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την πρόταση της Επιτροπής.

ii)   Διαχειριστής μεταφορών

Η πρόταση της Επιτροπής διευκρινίζει τους δεσμούς τους οποίους πρέπει να έχει με την επιχείρηση της οποίας τις μεταφορικές δραστηριότητες καλείται να διευθύνει, το πρόσωπο που διαθέτει την απαραίτητη επαγγελματική επάρκεια (ονομαζόμενο «διαχειριστής μεταφορών»). Το πρόσωπο αυτό πρέπει να εργάζεται στην επιχείρηση και να αμείβεται από αυτήν.

Καθώς το πρόσωπο αυτό θεωρείται ότι διευθύνει πραγματικά και σε μόνιμη βάση τη δραστηριότητα εκτέλεσης μεταφορών της επιχείρησης, πρέπει να αναλαμβάνει την ευθύνη για τις συνέπειες των αποφάσεών του και συνεπώς καθίσταται υπεύθυνος για τις παραβάσεις που διαπράττονται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που διευθύνει. Η ευθύνη του νοείται ως η οριζόμενη βάσει του παρόντος κανονισμού, χωρίς πάντως να προδικάζει τις ποινικές ή χρηματικές ευθύνες που υπέχει βάσει της οικείας εθνικής νομοθεσίας σε κάθε κράτος μέλος. Η δυνατότητα των μικροεπαγγελματιών να προσφεύγουν σε άλλο («εξωτερικό») διαχειριστή μεταφορών για να αποκτήσουν άδεια πλαισιώνεται κανονιστικά, ιδίως με σκοπό να ενισχυθεί η ανεξαρτησία τους έναντι των μεγαλύτερων μεταφορικών επιχειρήσεων που τους αναθέτουν τις μεταφορές (αποστολές) τους, και να προστατευθούν έτσι από την πρακτική της συγκαλυμμένης απασχόλησης.

Το Συμβούλιο ακολούθησε εν γένει την πρόταση της Επιτροπής. Εντούτοις, η κοινή θέση αποσαφηνίζει τη διαφορά μεταξύ «εσωτερικού» και «εξωτερικού» διαχειριστή μεταφορών, ιδίως μέσω του καθορισμού διαφορετικών απαιτήσεων για να γίνει κάποιος διαχειριστής μεταφορών, λόγου χάρη να έχει την κατοικία του εντός της Κοινότητας. Ο δεύτερος είναι ανεξάρτητο πρόσωπο ορισμένο από επιχείρηση το οποίο διαχειρίζεται, υπό την ιδιότητα διαχειριστή μεταφορών, τις δραστηριότητες μεταφορών, όπως η διαχείριση της συντήρησης των οχημάτων, ο έλεγχος των συμβάσεων και των παραστατικών μεταφοράς, η βασική λογιστική, η διάθεση των φορτίων ή η κατανομή των υπηρεσιών σε οδηγούς και οχήματα και ο έλεγχος των διαδικασιών που αφορούν την ασφάλεια. Ο εξωτερικός διαχειριστής έχει το δικαίωμα να διαχειρίζεται έως τέσσερις διαφορετικές επιχειρήσεις που εκτελούν μεταφορές με μέγιστο συνδυασμένο στόλο 50 οχημάτων συνολικά. Εν προκειμένω, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να περιορίσουν τον αριθμό των επιχειρήσεων ή/και τον αριθμό του συνολικού στόλου οχημάτων. Επιπλέον, η κοινή θέση προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαγορεύουν ή να περιορίζουν το δικαίωμα ενός εσωτερικού διαχειριστή μεταφορών να λειτουργεί και ως εξωτερικός διαχειριστής μεταφορών άλλης επιχείρησης.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ακολούθησε επίσης εκ του σύνεγγυς την πρόταση της Επιτροπής. Ωστόσο, όπως και το Συμβούλιο, διευκρίνισε τη γνήσια σχέση μεταξύ της επιχείρησης μεταφορών και του (εσωτερικού) διαχειριστή μεταφορών. Όσον αφορά τον εξωτερικό διαχειριστή μεταφορών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρότεινε να αποφασίζει η εθνική αρμόδια αρχή σχετικά με τον μέγιστο αριθμό οχημάτων που διαχειρίζεται ο διαχειριστής μεταφορών.

iii)   Όροι σχετικοί με την απαίτηση εγκατάστασης

Η πρόταση τηςΕπιτροπής καθορίζει κοινούς κανόνες ούτως ώστε μόνον οι επιχειρήσεις που διαθέτουν πραγματική και σταθερή εγκατάσταση να μπορούν να αποκτούν άδεια άσκησης επαγγέλματος του διαχειριστή μεταφορών. Στόχος είναι να υπόκεινται όλες οι επιχειρήσεις στο ίδιο επίπεδο επιτήρησης και να αποφεύγεται το ενδεχόμενο να διαφεύγει κάποια επιχείρηση της επιτήρησης των αρχών των κρατών μελών όπου είναι εγκατεστημένη. Επιπλέον καθορίζεται ότι η σταθερή και πραγματική εγκατάσταση συνεπάγεται την ύπαρξη γραφείου, ταξινομημένων οχημάτων και κέντρου εκμετάλλευσης.

Το Συμβούλιο ακολούθησε την πρόταση της Επιτροπής, με εξαίρεση την απαίτηση να υπάρχει επαρκής αριθμός θέσεων στάθμευσης οχημάτων για τακτική χρήση από τα οχήματά της, η οποία διαγράφηκε.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση της Επιτροπής.

iv)   Όροι σχετικοί με την απαίτηση των εχεγγύων αξιοπιστίας

Η πρόταση της Επιτροπής περιέχει έναν κατάλογο των σοβαρών παραβάσεων των κοινοτικών κανονιστικών ρυθμίσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας, έστω και εάν διαπραχθούν σε άλλα κράτη μέλη. Επισημαίνει επίσης ότι οι ήσσονος σημασίας παραβάσεις, μετά από ορισμένο αριθμό επαναλήψεών τους, μπορούν να θεωρηθούν σοβαρές. Παρέχει στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για την κατάρτιση κοινού καταλόγου παραβάσεων, ο οποίος αποτελεί προϋπόθεση για κάθε οργανωμένη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και για τον καθορισμό κοινών ορίων, η υπέρβαση των οποίων πρέπει να συνεπάγεται αφαίρεση της άδειας.

Το Συμβούλιο ακολουθεί εκ του σύνεγγυς την πρόταση της Επιτροπής. Ωστόσο, το Συμβούλιο διέγραψε την αναφορά στις επανειλημμένες παραβάσεις ήσσονος σημασίας και πρόσθεσε τη μεταφορά ζώων ως μια από τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να τηρεί ο διαχειριστής ή η επιχείρηση μεταφορών. Επιπλέον, το Συμβούλιο διασαφηνίζει τη διαδικασία που έπεται των σοβαρότερων παραβάσεων, όπως ορίζεται στο Παράρτημα ΙΙΙ και της οποίας το Συμβούλιο διέγραψε τη δυνατότητα προσαρμογής με τη διαδικασία επιτροπολογίας. Εν προκειμένω, η κοινή θέση αφήνει στη διακριτική ευχέρεια των αρμόδιων αρχών να καθορίσουν, σε συγκεκριμένη περίπτωση πολύ σοβαρής παράβασης, εάν η απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας θα συνιστούσε δυσανάλογη αντίδραση.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την πρόταση της Επιτροπής. Ωστόσο, όπως το Συμβούλιο, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διέγραψε την αναφορά στις επανειλημμένες παραβάσεις ήσσονος σημασίας. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ορίζει την 1η Ιανουαρίου 2010 ως προθεσμία εντός της οποίας η Επιτροπή οφείλει να καταρτίσει κατάλογο κατηγοριών, τύπων και βαθμών σοβαρότητας των παραβάσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας.

v)   Νέοι δείκτες για τη μέτρηση της χρηματοπιστωτικής ικανότητας μιας επιχείρησης

Η πρόταση της Επιτροπής εισάγει σαφέστερους δείκτες για τη μέτρηση της χρηματοπιστωτικής ικανότητας μιας επιχείρησης. Οι επιχειρήσεις ή τα κράτη μέλη έχουν δύο επιλογές: είτε το κυκλοφορούν ενεργητικό και ο δείκτης ρευστότητας (σύμφωνα με την ορολογία της τέταρτης λογιστικής οδηγίας) που καθορίζονται με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς της επιχείρησης πρέπει να τοποθετούνται εντός ορισμένων ορίων, είτε η επιχείρηση πρέπει να αποδείξει τη χρηματοπιστωτική της ικανότητα με τραπεζική εγγύηση. Οι χρηματοοικονομικοί δείκτες που προτείνονται χρησιμοποιούνται ευρέως στη χρηματοοικονομική ανάλυση για να εκτιμηθεί κατά πόσον μια επιχείρηση είναι σε θέση να εκπληρώνει τις βραχυπρόθεσμες οφειλές της.

Το Συμβούλιο διέγραψε την αναφορά στον «δείκτη ρευστότητας», αλλά σε αντάλλαγμα παραχώρησε στον μεταφορέα τη δυνατότητα να αποδεικνύει την οικονομική του επιφάνεια με βεβαίωση όπως ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης από μια ή περισσότερες τράπεζες ή άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εταιριών.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε επίσης να διαγράψει την αναφορά στον «δείκτη ρευστότητας» και να επιτρέψει να θεωρείται η ασφάλιση ως απόδειξη της χρηματοπιστωτικής ικανότητας της επιχείρησης. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρότεινε να αποδεικνύεται η ύπαρξη κεφαλαίου με ελεγμένο εμπορικό ισολογισμό ή με φορολογικό ισολογισμό. Όποιος υποβάλλει για πρώτη φορά αίτηση για άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα, πρέπει να προσκομίζει ελεγμένο ισολογισμό έναρξης. Τέλος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρότεινε να αναπροσαρμόζεται η συναλλαγματική ισοτιμία ετησίως αντί ανά πενταετία.

vi)   Όροι σχετικοί με την απαίτηση επαγγελματικής επάρκειας

Η πρόταση της Επιτροπής εισάγει κοινή προσέγγιση, στην οποία συνδυάζεται η εκπαίδευση με την υποχρεωτική εξέταση για τον έλεγχο της επαγγελματικής επάρκειας και η οποία ισχύει για όλους τους υποψηφίους, ακόμη και για εκείνους που έχουν επαγγελματική πείρα, όπως και για τους κατόχους διπλωμάτων. Προβλέπει άλλωστε ένα ελάχιστο σύστημα διαπίστευσης των κέντρων εκπαίδευσης και των εξεταστικών κέντρων και προάγει την ανταλλαγή πείρας μεταξύ κρατών μελών στο πεδίο αυτό. Τέλος, καταργείται πλέον η δυνατότητα των κρατών μελών να κάνουν διάκριση του επιπέδου των προσόντων ανάλογα με το διεθνή ή μη χαρακτήρα της μεταφοράς.

Το Συμβούλιο διέγραψε τη διάταξη σχετικά με την υποχρεωτική εκπαίδευση που πρέπει να παρέχεται σε οποίον πρόκειται να γίνει διαχειριστής μεταφορών. Επιπλέον, η κοινή θέση του Συμβουλίου προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν από συγκεκριμένα τμήματα της εξέτασης τους κατόχους ορισμένων τίτλων σπουδών τριτοβάθμιας ή τεχνικής εκπαίδευσης που χορηγούν τα εν λόγω κράτη μέλη, καθώς και τους κατόχους πιστοποιητικών επαγγελματικής επάρκειας που ισχύουν για δραστηριότητες εθνικών μεταφορών στα ίδια κράτη μέλη. Τέλος, το Συμβούλιο εισήγαγε τη δυνατότητα των κρατών μελών να απαλλάσσουν από την εξέταση τα πρόσωπα που τα τελευταία 15 έτη εργάζονταν συνεχώς ως διαχειριστές επιχείρησης οδικών μεταφορών εμπορευμάτων ή επιβατών σε κράτος μέλος.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε επίσης να διαγράψει τη διάταξη για την υποχρεωτική εκπαίδευση, αλλά σε αντάλλαγμα παρείχε στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να προωθήσουν τακτική εκπαίδευση των διαχειριστών μεταφορών. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δέχτηκε επίσης ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν από την εξέταση τα πρόσωπα που έχουν τουλάχιστον δεκαετή συνεχή πρακτική πείρα σε επιχείρηση μεταφορών σε διευθυντικό επίπεδο. Για την αποφυγή καταχρήσεων, παραδείγματος χάριν με την προσέλευση «τουριστών» στην εξέταση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβλέπει ότι κάθε πρόσωπο πρέπει να συμμετέχει μόνο στην εξέταση που διενεργείται στο κράτος μέλος κατοικίας του. Επιπλέον, προτείνεται να συμβαδίζουν μεταξύ τους τα κριτήρια για τη διαπίστευση των φορέων εκπαίδευσης και εξέτασης των υποψηφίων διαχειριστών μεταφορών. Τέλος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εισήγαγε την υποχρέωση των διαχειριστών μεταφορών να τυγχάνουν επανεκπαίδευσης μετά από επαγγελματική απουσία πέντε ετών.

vii)   Άδεια και επιτήρηση

Η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει ενίσχυση του ρόλου των αρχών που έχουν ορίσει τα κράτη μέλη να ελέγχουν ότι πράγματι οι επιχειρήσεις πληρούν τους όρους που προβλέπονται από τον κανονισμό. Η πρόταση εισάγει κοινές αρχές έτσι ώστε να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια, συγκρισιμότητα και, εν τέλει, αξιοπιστία των κανόνων πρόσβασης στο επάγγελμα. Επιπλέον, η πρόταση καθορίζει τις προθεσμίες που πρέπει να τηρούν οι εν λόγω αρχές για την εξέταση των υποψηφιοτήτων αλλά και τις προθεσμίες που μπορούν να τάσσονται στις επιχειρήσεις ώστε να τακτοποιούν την κατάστασή τους προτού υποστούν κυρώσεις. Υποχρεώνει επίσης τις αρμόδιες αρχές να προειδοποιούν τις επιχειρήσεις που κινδυνεύουν να μην πληρούν πλέον τους όρους του κανονισμού. Η πρόταση ορίζει κλίμακα διοικητικών κυρώσεων, η οποία κυμαίνεται από τη μερική αφαίρεση της αδείας έως τον πλήρη αποκλεισμό του διαχειριστή μεταφορών. Όσον αφορά τους ελέγχους, η πρόταση επιβάλλει στοχοθετημένους ελέγχους τους οποίους τα κράτη μέλη θα διενεργούν συχνότερα από τους ισχύοντες ανά πενταετία ελέγχους.

Ενώ ακολουθεί σε γενικές γραμμές την πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο αποφάσισε να εισαγάγει διατάξεις για τη βελτίωση και την απλούστευση των βασικών αρχών. Τα κράτη μέλη δύνανται να εκδίδουν διαφορετική άδεια για τις επιχειρήσεις που εκτελούν μόνο εθνικές υπηρεσίες μεταφορών. Τα κράτη μέλη δύνανται να βραχύνουν την προθεσμία εντός της οποίας η επιχείρηση πρέπει να κοινοποιούν τις αλλαγές στα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την αίτηση αδείας. Επιπλέον, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να παρατείνουν το χρόνο εξέτασης μιας αίτησης αδείας. Έως την 31η Δεκεμβρίου 2012, η αρμόδια αρχή θα εξακριβώνει, σε περίπτωση αμφιβολιών, ότι ο διαχειριστής μεταφορών δεν έχει κηρυχθεί σε κάποιο κράτος μέλος ακατάλληλος να διαχειριστεί τις μεταφορικές δραστηριότητες επιχείρησης, ενώ από την 1η Ιανουαρίου 2013 η αρμόδια αρχή θα πράττει το ίδιο με πρόσβαση στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα. Η κοινή θέση ενσωματώνει επίσης την προσέγγιση σχετικά με την προσαρμογή της περιοδικότητας των ελέγχων των επιχειρήσεων στην τεχνική πρόοδο. Το αργότερο ως το 2015, τα κράτη μέλη πρέπει να διενεργούν ελέγχους τουλάχιστον ανά πενταετία, ενώ από το 2015 και μετά οι έλεγχοι θα διενεργούνται βάσει συστήματος ταξινόμησης των κινδύνων.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εισήγαγε επίσης μερικές τροποποιήσεις επί της πρότασης της Επιτροπής. Από την 1η Ιανουαρίου 2012, η αρμόδια αρχή θα εξακριβώνει, σε περίπτωση αμφιβολιών, ότι ο διαχειριστής μεταφορών δεν έχει κηρυχθεί, σε κάποιο κράτος μέλος, ακατάλληλος να διαχειριστεί τις μεταφορικές δραστηριότητες επιχείρησης. Όσον αφορά την περιοδικότητα των ελέγχων, η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει το διάστημα των πέντε ετών για τους τακτικούς ελέγχους σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο. Επιπλέον, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν εκπαίδευση και εξέταση των διαχειριστών μεταφορών των επιχειρήσεων των οποίων έχει ανασταλεί ή αφαιρεθεί η άδεια. Τέλος, διευκρινίζεται ότι κυρώσεις επιβάλλονται κατά διαχειριστή μεταφορών μόνο εάν είναι υπεύθυνος των αντίστοιχων παραβάσεων.

viii)   Εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο

Η πρόταση της Επιτροπής ζητεί σε κάθε κράτος μέλος τη σύσταση ηλεκτρονικού μητρώου των επιχειρήσεων μεταφορών, το οποίο πρέπει μέχρι τα τέλη του 2010 να είναι διασυνδεδεμένο σε όλη την Κοινότητα. Προβλέπει επίσης τη δημιουργία εθνικών κέντρων επαφής για την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και ορισμένες διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται.

Το Συμβούλιο συμφώνησε κατ' αρχήν με την πρόταση της Επιτροπής για τη σύσταση εθνικών ηλεκτρονικών μητρώων. Εισήχθησαν, ωστόσο, ορισμένες συμπληρωματικές διατάξεις. Η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη δομή του μητρώου έως την 1η Ιουνίου 2009. Τα κράτη μέλη πρέπει να προβούν στη σύσταση του εθνικού μητρώου τους 24 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού, δηλ. 20 ημέρες μετά τη δημοσίευσή του. Τα εθνικά μητρώα πρέπει να έχουν διασυνδεθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012. Τα κράτη μέλη πρέπει να εισαγάγουν τις σοβαρές παραβάσεις στο εθνικό μητρώο μόνο από το 2016 και μετά. Επιπλέον, όλα τα προβλεπόμενα χρονικά όρια μπορούν να τροποποιούνται και (εφόσον είναι απαραίτητο) να μετατίθενται με τη διαδικασία της επιτροπολογίας. Τέλος, καλείται η Επιτροπή να επανεξετάσει στην έκθεσή της τη λειτουργία και τα στοιχεία των εθνικών ηλεκτρονικών μητρώων.

Το Κοινοβούλιο προτείνει να υπάρχει δημόσιο και ιδιωτικό τμήμα στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο. Το δεύτερο θα είναι προσβάσιμο μόνο στις αρμόδιες αρχές και υπό ειδικές προϋποθέσεις (δηλ. όσες έχουν τις δέουσες εξουσίες στον τομέα των οδικών μεταφορών και ορκωτούς υπαλλήλους). Το Κοινοβούλιο προτείνει περαιτέρω να καθιερωθεί μητρώο διαχειριστών μεταφορών. Ενώ το Κοινοβούλιο ζητά να περιλαμβάνεται στο μητρώο ο αριθμός πινακίδας κυκλοφορίας των οχημάτων που δραστηριοποιούνται εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης, η κοινή θέση του Συμβουλίου προβλέπει ότι η Επιτροπή δύναται να υποβάλει, το 2009, σύσταση σχετικά με την συμπερίληψη του αριθμού πινακίδας κυκλοφορίας. Τέλος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει να είναι η αρμόδια αρχή υπεύθυνη για την ενημέρωση και τη διατήρηση του ηλεκτρονικού μητρώου.

3.   Άλλα θέματα πολιτικής

Το Συμβούλιο αποφάσισε να αντικαταστήσει, στο αγγλικό κείμενο, τον όρο «sanction» από τον όρο «penalty».

Το Συμβούλιο αποφάσισε να διαγράψει τις διατάξεις σχετικά με τα «ιστορικά δικαιώματα», δηλ. να εξαιρέσει τις επιχειρήσεις που μπορούν να αποδείξουν ότι διέθεταν σε κράτος μέλος άδεια άσκησης επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων ή επιβατών από την υποχρέωση να προσκομίσουν το αποδεικτικό της επαγγελματικής τους επάρκειας.

Το Συμβούλιο τροποποίησε τις διατάξεις σχετικά με τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων με σκοπό τη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης.

Η κοινή θέση του Συμβουλίου προβλέπει ότι ο κανονισμός είναι εφαρμοστέος 24 μήνες (αντί των 18 μηνών) μετά την έναρξη ισχύος του.

Το Συμβούλιο αποφάσισε να καταστήσει σαφέστερο το Παράρτημα ΙΙ με την προσθήκη μιας σειράς χαρακτηριστικών ασφαλείας, τουλάχιστον δύο εκ των οποίων πρέπει να περιλαμβάνονται στα έγγραφα.

Το Συμβούλιο κατήρτισε Παράρτημα ΙΙΙ με κατάλογο των πλέον σοβαρών παραβάσεων.

4.   Άλλες τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Περαιτέρω τροποποιήσεις που δεν συμπεριλαμβάνονται στην κοινή θέση αφορούν:

αναφορά σε ασφαλή υποθέματα δεδομένων ως προϋπόθεση για την απαίτηση εγκατάστασης,

υποχρέωση των κρατών μελών να ενημερώνουν την Επιτροπή για τα πιστοποιητικά που αναγνωρίζουν ως απόδειξη επαγγελματικής επάρκειας,

αναφορά στην αρχειοθέτηση των δεδομένων και στην προστασία των δεδομένων ως κοινοτικών κανόνων, η έλλειψη τήρησης των οποίων θα μπορούσε να θέσει υπό αμφισβήτηση τα εχέγγυα αξιοπιστίας ενός διαχειριστή μεταφορών,

αναφορά σε απαγόρευση διαβίβασης του πιστοποιητικού επαγγελματικής επάρκειας σε νομικά πρόσωπα,

μείωση των χρονικών ορίων αντικατάστασης ενός διαχειριστή μεταφορών από επιχείρηση,

απαλοιφή της δυνατότητας αναβολής της διασύνδεσης των εθνικών μητρώων μέσω της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο,

μείωση των χρονικών ορίων που χρειάζεται μια επιχείρηση για να αποδείξει ότι διαθέτει πραγματική και σταθερή εγκατάσταση,

ζήτηση μελέτης για τον πιθανό συνυπολογισμό των αγοραίων οχημάτων (ταξί) στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού,

προτεινόμενη ημερομηνία η 1η Ιουνίου 2009 για την εφαρμογή του κανονισμού.

III.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Κατά τον καθορισμό της κοινής θέσης του, το Συμβούλιο έλαβε πλήρως υπόψη του την πρόταση της Επιτροπής και τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση. Όσον αφορά τις τροποποιήσεις που προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο παρατηρεί ότι σημαντικός αριθμός τροποποιήσεων έχει ήδη περιληφθεί —ουσιαστικώς, εν μέρει ή πλήρως— στην κοινή θέση του.


(1)  Οι άλλες δύο νομοθετικές προτάσεις αφορούν:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών (αναδιατύπωση)

πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στην αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία (αναδιατύπωση)


17.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 62/25


KOΙΝΉ ΘΈΣΗ (EK) αριθ. 6/2009

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 9 Ιανουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στην διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 62 E/02)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 684/92 του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 1992, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία (3), και ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 12/98 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1997, για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές μεταφορές επιβατών σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό (4), πρέπει να τροποποιηθούν ουσιωδώς. Για λόγους σαφήνειας και απλοποίησης είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση των εν λόγω κανονισμών και η ενσωμάτωσή τους σε έναν κανονισμό.

(2)

Η κοινή πολιτική μεταφορών συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, τη θέσπιση κοινών κανόνων που εφαρμόζονται στις διεθνείς οδικές μεταφορές επιβατών, όπως και τη θέσπιση των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές μεταφορές σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό.

(3)

Για να εξασφαλισθεί ένα συνεκτικό πλαίσιο για τις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία σε ολόκληρη την Κοινότητα, ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις διεθνείς μεταφορές στο έδαφος της Κοινότητας. Οι μεταφορές με αφετηρία κράτη μέλη και προορισμό τρίτες χώρες διέπονται ακόμη σε μεγάλο βαθμό από διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και των οικείων τρίτων χωρών. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εφαρμόζεται σε εκείνο το τμήμα της διαδρομής στο έδαφος του κράτους μέλους όπου επιβιβάζονται ή αποβιβάζονται επιβάτες, εφόσον δεν έχουν συναφθεί οι αναγκαίες συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και των οικείων τρίτων χωρών. Πρέπει, ωστόσο, να εφαρμόζεται στο έδαφος του κράτους μέλους διέλευσης.

(4)

Η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών είναι βασική αρχή της κοινής πολιτικής μεταφορών και απαιτεί να εξασφαλίζεται η πρόσβαση στις αγορές των διεθνών μεταφορών στους μεταφορείς όλων των κρατών μελών, χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης.

(5)

H εκτέλεση διεθνών μεταφορών επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία πρέπει να εξαρτάται από την κατοχή κοινοτικής άδειας. Πρέπει να απαιτείται από τους μεταφορείς να φυλάσσουν ένα επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας σε κάθε όχημά τους, ώστε να διευκολύνεται η διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων από τις εκτελεστικές αρχές, ιδίως αυτές που βρίσκονται εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα. Πρέπει να καθορισθούν οι όροι που διέπουν την έκδοση και την ανάκληση κοινοτικών αδειών, τη διάρκεια ισχύος τους και τους λεπτομερείς κανόνες χρήσης τους. Είναι επίσης αναγκαίο να θεσπισθούν λεπτομερείς προδιαγραφές για τη μορφή και τα λοιπά χαρακτηριστικά της κοινοτικής άδειας και των επικυρωμένων αντιγράφων της.

(6)

Πρέπει να προβλεφθεί ευέλικτο καθεστώς υπό ορισμένες προϋποθέσεις, για τις ειδικές τακτικές γραμμές και ορισμένες έκτακτες γραμμές, ώστε να αντιμετωπισθούν οι απαιτήσεις της αγοράς.

(7)

Ενώ πρέπει να διατηρηθεί το καθεστώς αδείας για τις τακτικές γραμμές, ενδείκνυται να τροποποιηθούν ορισμένοι κανόνες, ιδίως όσον αφορά τη διαδικασία χορήγησης αδειών.

(8)

Πρέπει εφεξής να χορηγείται άδεια για τακτικές γραμμές, κατόπιν διαδικασίας έγκρισης, εκτός εάν υπάρχουν σαφείς και συγκεκριμένοι λόγοι που θεμελιώνουν την απόρριψη της σχετικής αίτησης και μπορούν να αποδοθούν στον αιτούντα. Οι λόγοι απόρριψης της αίτησης που συνδέονται με την οικεία αγορά πρέπει να είναι είτε ότι με τη χορήγηση της άδειας για την οικεία γραμμή διακυβεύεται σοβαρά η βιωσιμότητα ανάλογης γραμμής, η οποία εκτελείται με βάση μία ή περισσότερες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στα αντίστοιχα τμήματα της διαδρομής είτε ότι κύριος σκοπός της γραμμής δεν είναι η μεταφορά επιβατών μεταξύ στάσεων που βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη.

(9)

Πρέπει να επιτραπεί η πρόσβαση των μη εγκατεστημένων μεταφορέων σε εγχώριες οδικές μεταφορές επιβατών, αλλά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε είδους μεταφοράς. Όταν εκτελούνται τέτοιες ενδομεταφορές, πρέπει να υπόκεινται στην κοινοτική νομοθεσία όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (5) και στο εθνικό δίκαιο που ισχύει σε συγκεκριμένους τομείς στο κράτος μέλος υποδοχής.

(10)

Οι διατάξεις της οδηγίας 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (6) εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις μεταφορών που εκτελούν ενδομεταφορές.

(11)

Όσον αφορά τις τακτικές γραμμές, μόνον οι τακτικές γραμμές που εκτελούνται ως τμήμα διεθνούς τακτικής γραμμής αποκλειομένων των αστικών και προαστιακών γραμμών θα πρέπει να καταστούν προσβάσιμες στους μη εγκατεστημένους μεταφορείς, υπό ορισμένες προϋποθέσεις και κυρίως την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας του κράτους μέλους υποδοχής.

(12)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή μεταξύ τους για την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(13)

Οι διοικητικές διατυπώσεις ενδείκνυται να απλουστευθούν, κατά το δυνατόν, χωρίς όμως να καταργηθούν οι έλεγχοι και οι κυρώσεις που εξασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή και την αποτελεσματική επιβολή του παρόντος κανονισμού. Προς το σκοπό αυτό, θα πρέπει να αποσαφηνισθούν και να καταστούν αυστηρότεροι οι υφιστάμενοι κανόνες για την ανάκληση κοινοτικής άδειας. Οι ισχύοντες κανόνες θα πρέπει να αναπροσαρμοσθούν, ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική επιβολή κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις που διαπράττονται σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα. Οι κυρώσεις θα πρέπει να επιβάλλονται χωρίς διακρίσεις και να είναι ανάλογες της σοβαρότητας των παραβάσεων. Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά των επιβαλλομένων κυρώσεων.

(14)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταχωρίζουν στο εθνικό τους ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών όλες τις σοβαρές παραβάσεις που είναι καταλογιστέες στους μεταφορείς και για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις.

(15)

Προκειμένου να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν τις σχετικές πληροφορίες μέσω των εθνικών κέντρων επαφής που συστήνονται δυνάμει του κανονισμού (EΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος οδικού μεταφορέα (7).

(16)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EΚ, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (8).

(17)

Ενδείκνυται ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει τα υποδείγματα ορισμένων εγγράφων που πρέπει να χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και να προσαρμόζει τα Παραρτήματα I και ΙΙ του παρόντος κανονισμού στην τεχνική πρόοδο. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβελείας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, με τη συμπλήρωσή του με την προσθήκη νέων μη ουσιωδών στοιχείων, θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(18)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τη θέσπιση αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων.

(19)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η εξασφάλιση συνεκτικού πλαισίου για τις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία σε ολόκληρη την Κοινότητα, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και κατά συνέπεια μπορεί, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεών του, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία στο έδαφος της Κοινότητας, οι οποίες εκτελούνται από μεταφορείς, για λογαριασμό τρίτου ή για δικό τους λογαριασμό, εγκατεστημένους σε κράτος μέλος σύμφωνα με τη νομοθεσία του, με τη χρησιμοποίηση οχημάτων με άδεια κυκλοφορίας αυτού του κράτους μέλους, τα οποία είναι κατάλληλα και προορισμένα, σύμφωνα με τον τύπο και τον εξοπλισμό τους, για να μεταφέρουν πάνω από εννέα άτομα, συμπεριλαμβανομένου του οδηγού, καθώς και στις μετακινήσεις κενών οχημάτων για τις μεταφορές αυτές.

Το γεγονός ότι η μεταφορά διακόπτεται από διαδρομή που εκτελείται με άλλο τρόπο μεταφοράς ή συνεπάγεται αλλαγή οχήματος δεν θίγει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.   Στην περίπτωση μεταφοράς από κράτος μέλος σε τρίτη χώρα και αντιστρόφως, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στο τμήμα μέσα στο έδαφος του κράτους μέλους από το οποίο διέρχεται η διαδρομή. Δεν εφαρμόζεται στο τμήμα της διαδρομής που εκτελείται στο έδαφος του κράτους μέλους επιβίβασης ή αποβίβασης, εφόσον η απαραίτητη συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της οικείας τρίτης χώρας δεν έχει συναφθεί.

3.   Έως ότου συναφθούν οι συμφωνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις διατάξεις για τις μεταφορές από κράτος μέλος προς τρίτη χώρα και αντιστρόφως, οι οποίες περιλαμβάνονται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και των εν λόγω τρίτων χωρών.

4.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις εγχώριες οδικές μεταφορές επιβατών για λογαριασμό τρίτου που εκτελούνται σε προσωρινή βάση από μη εγκατεστημένο μεταφορέα, όπως προβλέπονται στο κεφάλαιο V.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)

«διεθνείς μεταφορές»:

α)

οι μετακινήσεις ενός οχήματος των οποίων το σημείο αναχώρησης και το σημείο άφιξης ευρίσκονται σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη, με ή χωρίς διέλευση από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες·

β)

οι μετακινήσεις ενός οχήματος, το σημείο αναχώρησης και το σημείο άφιξης των οποίων βρίσκεται στο ίδιο κράτος μέλος, ενώ η επιβίβαση ή αποβίβαση επιβατών γίνεται σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα·

γ)

οι μετακινήσεις ενός οχήματος από ένα κράτος μέλος προς μια τρίτη χώρα ή αντιστρόφως, με ή χωρίς διέλευση από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες· ή

δ)

οι μετακινήσεις ενός οχήματος μεταξύ τρίτων χωρών με διέλευση μέσω του εδάφους ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών·

2)

«τακτικές γραμμές», οι γραμμές εκείνες με τις οποίες μεταφέρονται επιβάτες, σε καθορισμένα χρονικά διαστήματα και διαδρομές, κατά τις οποίες οι επιβάτες μπορούν να επιβιβάζονται και να αποβιβάζονται από το όχημα σε προκαθορισμένα σημεία στάσης.

3)

«ειδικές τακτικές γραμμές», οι γραμμές με τις οποίες μεταφέρονται ειδικές κατηγορίες επιβατών, αποκλειομένων άλλων επιβατών, από οποιονδήποτε και αν οργανώνονται.

4)

«έκτακτες γραμμές», εκείνες οι οποίες δεν εμπίπτουν στον ορισμό των τακτικών γραμμών, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών τακτικών γραμμών, και των οποίων το κύριο χαρακτηριστικό είναι η μεταφορά ομάδων επιβατών που έχουν συσταθεί κατόπιν πρωτοβουλίας ενός εντολέα ή του ίδιου του μεταφορέα.

5)

«μεταφορές για ίδιο λογαριασμό», οι μεταφορές που εκτελούνται για μη κερδοσκοπικούς και μη εμπορικούς σκοπούς από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εφόσον:

η μεταφορά αποτελεί απλώς παρεπόμενη δραστηριότητα γι' αυτό το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, και

τα χρησιμοποιούμενα οχήματα ανήκουν κατά κυριότητα σ' αυτό το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ή έχουν αγορασθεί από αυτό με δόσεις ή έχουν αποτελέσει αντικείμενο μακροπρόθεσμης σύμβασης μίσθωσης, και οδηγούνται από μέλος του προσωπικού αυτού του φυσικού ή νομικού προσώπου ή από το ίδιο το φυσικό πρόσωπο ή από προσωπικό που απασχολεί η επιχείρηση ή που έχει τεθεί στη διάθεση της επιχείρησης βάσει συμβατικής υποχρέωσης.

6)

«κράτος μέλος υποδοχής», ένα κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα, στο οποίο ο μεταφορέας ασκεί δραστηριότητες.

7)

«ενδομεταφορές»,

οι εγχώριες οδικές μεταφορές επιβατών για λογαριασμό τρίτου που εκτελούνται σε προσωρινή βάση από μεταφορέα στο κράτος μέλος υποδοχής, ή

η επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών εντός του ιδίου κράτους μέλους, στο πλαίσιο τακτικής διεθνούς γραμμής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, με την προϋπόθεση ότι δεν πρόκειται για τον κύριο στόχο της γραμμής.

8)

«σοβαρή παράβαση της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές», η παράβαση που ενδέχεται να οδηγεί σε απώλεια της αξιοπιστίας σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και/ή σε προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση κοινοτικής άδειας.

Άρθρο 3

Ελευθερία παροχής υπηρεσιών

1.   Οποιοσδήποτε μεταφορέας για λογαριασμό άλλου που αναφέρεται στο άρθρο 1 μπορεί να εκτελεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό τακτικές μεταφορές, καθώς και ειδικές τακτικές και έκτακτες μεταφορές με πούλμαν και λεωφορεία, χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης, εφόσον:

(α)

στο κράτος μέλος εγκατάστασης έχει την άδεια να εκτελεί μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία, με τη μορφή τακτικών γραμμών, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών τακτικών γραμμών ή των έκτακτων γραμμών σύμφωνα με τους όρους της εθνικής νομοθεσίας σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά·

(β)

πληροί τους όρους που ορίζονται από την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα επιβατών στον τομέα των εθνικών και διεθνών μεταφορών· και

(γ)

τηρεί τους κανόνες που αφορούν τα πρότυπα που ισχύουν για τους οδηγούς και τα οχήματα όπως αυτά ορίζονται ιδίως στην οδηγία 92/6/EΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με την εγκατάσταση και τη χρήση διατάξεων περιορισμού της ταχύτητας σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων με κινητήρα στην Κοινότητα (9), την οδηγία 96/53/EΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1996, σχετικά με τον καθορισμό, για ορισμένα οδικά οχήματα που κυκλοφορούν στην Κοινότητα, των μέγιστων επιτρεπόμενων διαστάσεων στις εθνικές και διεθνείς μεταφορές και των μέγιστων επιτρεπόμενων βαρών στις διεθνείς μεταφορές (10) και την οδηγία 2003/59/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2003, σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών (11).

2.   Κάθε μεταφορέας που ενεργεί για ίδιο λογαριασμό και αναφέρεται στο άρθρο 1 μπορεί να εκτελεί τις μεταφορές που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 5 χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης, εφόσον:

(α)

στο κράτος μέλος εγκατάστασης έχει την άδεια να εκτελεί μεταφορές με πούλμαν και λεωφορεία, σύμφωνα με τους όρους πρόσβασης στην αγορά όπως ορίζονται στην εθνική νομοθεσία· και

(β)

τηρεί τους κανόνες που αφορούν τα πρότυπα που ισχύουν για τους οδηγούς και τα οχήματα όπως αυτά ορίζονται ιδίως στις οδηγίες 92/6/EΟΚ, 96/53/EΚ, και 2003/59/EΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΑΔΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ

Άρθρο 4

Κοινοτική άδεια

1.   Οι διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία εκτελούνται υπό την προϋπόθεση κατοχής κοινοτικής άδειας εκδοθείσας από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης.

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης χορηγούν στον δικαιούχο το πρωτότυπο της κοινοτικής άδειας, το οποίο διατηρεί ο μεταφορέας, και έναν αριθμό επικυρωμένων αντιγράφων αντίστοιχο με αυτό των οχημάτων που διαθέτει ο δικαιούχος της κοινοτικής άδειας είτε με πλήρη ιδιοκτησία, είτε με άλλη ιδιότητα, ιδίως με συμβόλαιο αγοράς με δόσεις, συμβόλαιο μίσθωσης ή σύμβαση χρηματοπιστωτικής μίσθωσης (leasing).

Η κοινοτική άδεια και τα γνήσια επικυρωμένα αντίγραφά της ανταποκρίνονται στο υπόδειγμα του Παραρτήματος IΙ. Περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο από τα χαρακτηριστικά ασφάλειας που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι.

Η Επιτροπή προσαρμόζει το Παράρτημα Ι στην τεχνική πρόοδο. Δεδομένου ότι αυτά τα μέτρα αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 26 παράγραφος 2.

Η κοινοτική άδεια και τα γνήσια επικυρωμένα αντίγραφά της φέρουν τη σφραγίδα της εκδίδουσας αρχής, καθώς και υπογραφή και αύξοντα αριθμό. Ο αύξων αριθμός της κοινοτικής άδειας και των επικυρωμένων γνησίων αντιγράφων της καταχωρίζονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών που προβλέπεται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 ως μέρος των δεδομένων που αφορούν τον μεταφορέα.

3.   Η κοινοτική άδεια εκδίδεται στο όνομα του μεταφορέα και δεν μπορεί να μεταβιβασθεί από αυτόν σε τρίτους. Επικυρωμένο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας πρέπει να βρίσκεται σε κάθε όχημα του μεταφορέα και να επιδεικνύεται στους εξουσιοδοτημένους για τον έλεγχο υπαλλήλους όποτε ζητηθεί.

4.   Η κοινοτική άδεια εκδίδεται για ανανεώσιμη περίοδο έως και δέκα ετών.

Οι κοινοτικές άδειες και τα γνήσια επικυρωμένα αντίγραφά τους που έχουν εκδοθεί πριν την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να ισχύουν έως την ημερομηνία λήξης τους.

5.   Όταν υποβάλλεται αίτηση χορήγησης κοινοτικής άδειας ή όταν ανανεώνεται κοινοτική άδεια σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης ελέγχουν κατά πόσον ο μεταφορέας πληροί ή εξακολουθεί να πληροί τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

6.   Στην περίπτωση που οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 δεν πληρούνται, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης αρνούνται τη χορήγηση ή την ανανέωση της κοινοτικής άδειας ή την ανακαλούν με αιτιολογημένη απόφαση.

7.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο αιτών ή ο κάτοχος κοινοτικής άδειας μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης απόρριψης ή ανάκλησης της άδειας αυτής από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης.

8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η κοινοτική άδεια θα ισχύει επίσης και για την εκτέλεση εγχώριων μεταφορών.

Άρθρο 5

Πρόσβαση στην αγορά

1.   Οι τακτικές γραμμές είναι ανοικτές σε όλους εφόσον, ενδεχομένως, έχει κρατηθεί θέση.

Οι γραμμές αυτές υπόκεινται σε χορήγηση άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου III.

Η εκτέλεση τακτικών γραμμών από κράτος μέλος προς τρίτη χώρα και αντιστρόφως υπόκειται σε χορήγηση άδειας δυνάμει της διμερούς συμφωνίας μεταξύ του κράτους μέλους και της τρίτης χώρας, ενδεχομένως δε του κράτους μέλους διέλευσης, εφ' όσον δεν έχει συναφθεί η απαραίτητη συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της οικείας τρίτης χώρας.

Ο τακτικός χαρακτήρας της γραμμής δεν επηρεάζεται από ενδεχόμενη προσαρμογή των όρων εκμετάλλευσης της γραμμής.

Η οργάνωση παράλληλων ή προσωρινών γραμμών, οι οποίες απευθύνονται στους ίδιους πελάτες με τις υφιστάμενες τακτικές γραμμές, η μη εξυπηρέτηση ορισμένων στάσεων ή η πραγματοποίηση συμπληρωματικών στάσεων από τις υφιστάμενες τακτικές γραμμές, υπόκεινται στους ίδιους κανόνες με εκείνους που ισχύουν για τις υφιστάμενες τακτικές γραμμές.

2.   Οι ειδικές τακτικές γραμμές περιλαμβάνουν:

α)

τη μεταφορά των εργαζομένων μεταξύ της κατοικίας και της εργασίας τους,

β)

τη μεταφορά των μαθητών και σπουδαστών μεταξύ της κατοικίας και του εκπαιδευτηρίου τους.

Ο τακτικός χαρακτήρας των ειδικών γραμμών δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι η οργάνωση της μεταφοράς προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των χρηστών.

Οι ειδικές τακτικές γραμμές δεν υπόκεινται σε χορήγηση άδειας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ σε περίπτωση που καλύπτονται από σύμβαση η οποία συνάπτεται μεταξύ του οργανωτή και του μεταφορέα.

3.   Δεν απαιτείται άδεια για τις έκτακτες γραμμές σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ.

Ωστόσο, για την οργάνωση παράλληλων ή προσωρινών γραμμών ανάλογων με τις υφιστάμενες τακτικές γραμμές που απευθύνονται στην ίδια πελατεία με τις τελευταίες, απαιτείται άδεια σύμφωνα με την διαδικασία που καθορίζεται στο κεφάλαιο III.

Οι έκτακτες γραμμές δεν παύουν να έχουν το χαρακτήρα της έκτακτης γραμμής μόνο για το λόγο ότι εκτελούνται με μια κάποια συχνότητα.

Τις έκτακτες γραμμές μπορεί να εκμεταλλεύεται ομάδα μεταφορέων που ενεργούν για λογαριασμό του ίδιου εντολέα, και οι επιβάτες μπορούν να παίρνουν ανταπόκριση κατά το δρομολόγιο με άλλο μεταφορέα της αυτής ομάδας, διερχόμενη από το έδαφος κράτους μέλους.

Η Επιτροπή θεσπίζει τις διαδικασίες ανακοίνωσης των ονομάτων αυτών των μεταφορέων και των σημείων ανταπόκρισης του δρομολογίου στις αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών. Δεδομένου ότι αυτά τα μέτρα αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού δια της συμπλήρωσής του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 26 παράγραφος 2.

4.   Άδεια δεν απαιτείται ούτε για τις μετακινήσεις κενών οχημάτων οι οποίες συνδέονται με τις μεταφορές που αναφέρονται στην παράγραφο 2, τρίτο εδάφιο, και στην παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο.

5.   Οι μεταφορές για ίδιο λογαριασμό αποδεσμεύονται από κάθε καθεστώς αδείας, υπάγονται όμως σε καθεστώς βεβαίωσης.

Οι βεβαιώσεις εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο έχει εκδοθεί η άδεια κυκλοφορίας του οχήματος και ισχύουν για το σύνολο της διαδρομής, στην οποία περιλαμβάνεται η διέλευση.

Η Επιτροπή θεσπίζει το υπόδειγμα των πιστοποιητικών. Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού δια της συμπλήρωσής του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 26 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΑΔΕΙΑ

Άρθρο 6

Φύση της άδειας

1.   Η άδεια εκδίδεται στο όνομα του μεταφορέα και δεν μπορεί να μεταβιβαστεί. Ωστόσο, ο μεταφορέας που λαμβάνει άδεια μπορεί, με τη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται το σημείο αναχώρησης η οποία καλείται στο εξής «εκδίδουσα αρχή», να εκτελέσει τη μεταφορά με υπεργολάβο. Στην περίπτωση αυτή, η άδεια αναφέρει το όνομα του υπεργολάβου και τον ρόλο του. Ο υπεργολάβος πληροί τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, «σημείο αναχώρησης» θεωρείται «ένα από τα τέρματα της γραμμής».

Σε περίπτωση κοινοπραξίας επιχειρήσεων για την εκμετάλλευση τακτικής γραμμής, η άδεια εκδίδεται στο όνομα όλων των επιχειρήσεων και αναφέρει τα ονόματα όλων των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται τη γραμμή. Χορηγείται στη διαχειρίστρια επιχείρηση και διαβιβάζεται αντίγραφο στις άλλες επιχειρήσεις.

2.   Η ανώτατη διάρκεια ισχύος της άδειας είναι πενταετής. Η περίοδος αυτή μπορεί να μειώνεται είτε κατόπιν αιτήσεως του αιτούντος την άδεια είτε κατόπιν κοινής συμφωνίας των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στο έδαφος των οποίων οι επιβάτες επιβιβάζονται ή αποβιβάζονται.

3.   Η άδεια καθορίζει:

(α)

το είδος της γραμμής·

(β)

το δρομολόγιο της γραμμής, και ιδίως το σημείο αναχώρησης και το σημείο άφιξης·

(γ)

τη διάρκεια ισχύος της·

(δ)

τις στάσεις και τα ωράρια.

4.   Η Επιτροπή θεσπίζει το υπόδειγμα για τις άδειες. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, δια της συμπλήρωσής του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 26 παράγραφος 2.

5.   Η άδεια παρέχει το δικαίωμα στον ή τους κατόχους της να εκτελούν, στο έδαφος όλων των κρατών μελών από τα οποία διέρχεται το δρομολόγιο, μεταφορές επιβατών σε τακτικές γραμμές.

6.   Η επιχείρηση που εκμεταλλεύεται τακτική γραμμή μπορεί να χρησιμοποιεί συμπληρωματικά οχήματα για την αντιμετώπιση προσωρινών και εξαιρετικών καταστάσεων.

Στην περίπτωση αυτή, ο μεταφορέας διασφαλίζει ότι υπάρχουν επί του οχήματος τα ακόλουθα έγγραφα:

(α)

αντίγραφο της άδειας της τακτικής γραμμής·

(β)

αντίγραφο της σύμβασης που έχει συναφθεί μεταξύ της επιχείρησης που εκμεταλλεύεται την τακτική γραμμή και της επιχείρησης που διαθέτει τα συμπληρωματικά οχήματα ή αντίστοιχο έγγραφο·

(γ)

επικυρωμένο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας που έχει χορηγηθεί στην επιχείρηση που παρέχει τα συμπληρωματικά οχήματα για τη μεταφορά.

Άρθρο 7

Υποβολή των αιτήσεων για τη χορήγηση αδειών

1.   Οι αιτήσεις για τη χορήγηση αδειών για τακτικές γραμμές υποβάλλονται στην «εκδίδουσα αρχή».

2.   Η Επιτροπή θεσπίζει το υπόδειγμα για τις αιτήσεις. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, δια της συμπλήρωσής του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 26 παράγραφος 2.

3.   Ο αιτών υποβάλλει, προς υποστήριξη της αίτησης άδειας, κάθε συμπληρωματική πληροφορία που θεωρεί χρήσιμη ο ίδιος ή του ζητά η εκδίδουσα αρχή, και κυρίως ένα πρόγραμμα οδήγησης που να επιτρέπει τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με το χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης, καθώς και αντίγραφο της κοινοτικής άδειας.

Άρθρο 8

Διαδικασία χορήγησης της άδειας

1.   Η άδεια εκδίδεται κατόπιν συμφωνίας με τις αρχές όλων των κρατών μελών στο έδαφος των οποίων επιβιβάζονται ή αποβιβάζονται επιβάτες. Η εκδίδουσα αρχή διαβιβάζει στις αρχές αυτές, καθώς και στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών από τα οποία γίνεται διέλευση χωρίς επιβίβαση ή αποβίβαση επιβατών, αντίγραφο της αίτησης, καθώς και οποιοδήποτε χρήσιμο έγγραφο, συνοδευόμενα από σχετική εκτίμησή της.

2.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών των οποίων ζητήθηκε η συμφωνία γνωστοποιούν την απόφασή τους στην εκδίδουσα αρχή εντός προθεσμίας δύο μηνών. Η προθεσμία αυτή υπολογίζεται από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης για σύμφωνη γνώμη η οποία περιλαμβάνεται στην απόδειξη παραλαβής. Σε περίπτωση που η απάντηση των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους από το οποίο ζητήθηκε να συμφωνήσει είναι αρνητική, περιλαμβάνει την προσήκουσα αιτιολόγηση. Εάν η εκδίδουσα αρχή δεν λάβει απάντηση εντός δύο μηνών, λογίζεται ότι οι εν λόγω αρχές έχουν συμφωνήσει και η εκδίδουσα αρχή μπορεί να χορηγήσει την άδεια.

Οι αρχές των κρατών μελών από τα οποία γίνεται διέλευση χωρίς επιβίβαση ή αποβίβαση επιβατών μπορούν να γνωστοποιήσουν στην εκδίδουσα αρχή τις παρατηρήσεις τους εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

3.   Η εκδίδουσα αρχή αποφασίζει εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης από τον μεταφορέα.

4.   Η άδεια χορηγείται εκτός και εάν:

(α)

ο αιτών δεν είναι σε θέση, με το υλικό το οποίο έχει στην άμεση διάθεσή του, να εκτελέσει τη μεταφορά για την οποία υποβάλει την αίτηση·

(β)

ο αιτών δεν τήρησε την εθνική ή διεθνή νομοθεσία για τις οδικές μεταφορές, και ιδιαίτερα τους όρους και τις προδιαγραφές για τις άδειες γραμμών διεθνών μεταφορών επιβατών ή διέπραξε σοβαρές παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας περί οδικών μεταφορών ιδίως όσον αφορά τα πρότυπα που ισχύουν για τα οχήματα και το χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης των οδηγών·

(γ)

σε περίπτωση ανανέωσης της άδειας, δεν είχαν τηρηθεί οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας·

(δ)

ένα κράτος μέλος αποφασίσει, βάσει εμπεριστατωμένης ανάλυσης, ότι η οικεία γραμμή θα έθιγε σοβαρά τη βιωσιμότητα ανάλογης γραμμής που καλύπτεται από μια ή περισσότερες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνες προς το κοινοτικό δίκαιο και εξυπηρετεί τα ίδια τμήματα απευθείας διαδρομής. Σε μια τέτοια περίπτωση, το κράτος μέλος θεσπίζει κριτήρια, χωρίς διακρίσεις, βάσει των οποίων καθορίζεται κατά πόσον η γραμμή για την οποία υποβάλλεται αίτηση θα έθιγε σοβαρά τη βιωσιμότητα της προαναφερόμενης ανάλογης γραμμής και τα κοινοποιεί στην Επιτροπή κατόπιν σχετικού αιτήματός της.

(ε)

ένα κράτος μέλος αποφασίσει, βάσει εμπεριστατωμένης ανάλυσης, ότι κύριος σκοπός της γραμμής δεν είναι η μεταφορά επιβατών μεταξύ στάσεων που βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη.

Στην περίπτωση που μία υπάρχουσα διεθνής γραμμή με πούλμαν και λεωφορεία θίγει σοβαρά τη βιωσιμότητα ανάλογης γραμμής που καλύπτεται από μια ή περισσότερες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνες προς το κοινοτικό δίκαιο και εξυπηρετεί τα ίδια τμήματα απευθείας διαδρομής, ένα κράτος μέλος μπορεί, εφόσον συμφωνήσει η Επιτροπή, να αναστείλει ή να ανακαλέσει την άδεια εκμετάλλευσης της διεθνούς γραμμής με πούλμαν και λεωφορεία, αφού ειδοποιήσει τον μεταφορέα έξι μήνες πριν.

Το γεγονός ότι ένας μεταφορέας προσφέρει τιμές κατώτερες από εκείνες που προσφέρουν άλλοι οδικοί μεταφορείς ή το γεγονός ότι άλλοι οδικοί μεταφορείς εκμεταλλεύονται το εν λόγω δρομολόγιο, δεν δικαιολογεί καθαυτό την απόρριψη της αίτησης.

5.   Η εκδίδουσα αρχή, καθώς και οι αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών που πρέπει να παρέμβουν κατά τη διαδικασία επίτευξης της συμφωνίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, μπορούν να απορρίπτουν τις αιτήσεις μόνο για λόγους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

6.   Μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία που προβλέπεται στις παραγράφους 1 έως 5, η εκδίδουσα αρχή χορηγεί την άδεια ή απορρίπτει ρητά την αίτηση.

Η απόρριψη μιας αίτησης αιτιολογείται. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στους μεταφορείς τη δυνατότητα να υπερασπίζουν με πρόσφορα μέσα τα συμφέροντά τους, σε περίπτωση απόρριψης της αίτησής τους.

Η εκδίδουσα αρχή ενημερώνει για την απόφασή της όλες τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 με την αποστολή αντιγράφου κάθε αδείας.

7.   Εάν η διαδικασία επίτευξης συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν καταλήξει σε αποτέλεσμα, το θέμα παραπέμπεται στην Επιτροπή εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της αρνητικής απόφασης ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών των οποίων ζητήθηκε η γνώμη δυνάμει της παραγράφου 1.

8.   Η Επιτροπή, αφού συμβουλευθεί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, λαμβάνει, εντός τεσσάρων μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης της εκδίδουσας αρχής, απόφαση η οποία παράγει αποτελέσματα μετά από τριάντα ημέρες από την κοινοποίησή της στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

9.   Η απόφαση της Επιτροπής ισχύει μέχρις ότου επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

Άρθρο 9

Ανανέωση και τροποποίηση της άδειας

Το άρθρο 8 εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, στις αιτήσεις ανανέωσης άδειας ή τροποποίησης των όρων υπό τους οποίους πρέπει να λειτουργούν οι γραμμές οι οποίες υπόκεινται σε άδεια.

Στην περίπτωση δευτερεύουσας τροποποίησης των όρων εκμετάλλευσης, ιδίως δε προσαρμογής της συχνότητας, των κομίστρων και των ωραρίων, αρκεί να διαβιβάσει η εκδίδουσα αρχή τις πληροφορίες που αφορούν την εν λόγω τροποποίηση στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στην εκδίδουσα αρχή να αποφασίζει μόνη της την τροποποίηση των όρων εκμετάλλευσης μιας γραμμής.

Άρθρο 10

Λήξη ισχύος της άδειας

1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές (12) η άδεια τακτικής γραμμής παύει να ισχύει στο τέλος της περιόδου ισχύος της ή τρεις μήνες από τη στιγμή που η εκδίδουσα αρχή παραλαμβάνει ειδοποίηση του κατόχου της άδειας σχετικά με την πρόθεσή του να διακόψει την εκμετάλλευση της γραμμής. Η ειδοποίηση αυτή αιτιολογείται.

2.   Σε περίπτωση που δεν υπάρχει πλέον ζήτηση για τη μεταφορά, η προθεσμία της παραγράφου ορίζεται σε ένα μήνα.

3.   Η εκδίδουσα αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών σχετικά με τη λήξη ισχύος της άδειας.

4.   Ο κάτοχος της άδειας ενημερώνει τους χρήστες, με κατάλληλη δημοσιότητα και ένα μήνα πριν, για τη διακοπή λειτουργίας της γραμμής.

Άρθρο 11

Υποχρεώσεις των μεταφορέων

1.   Εκτός περιπτώσεων ανωτέρας βίας, το πρόσωπο που εκμεταλλεύεται τακτική γραμμή υποχρεούται να λαμβάνει, μέχρι τη λήξη ισχύος της άδειας, όλα τα μέτρα που εξασφαλίζουν ότι η μεταφορά ανταποκρίνεται στα πρότυπα συνέχειας, κανονικότητας και μεταφορικής ικανότητας καθώς και στις άλλες προϋποθέσεις που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3.

2.   Ο μεταφορέας υποχρεούται να δημοσιεύει το δρομολόγιο της γραμμής, τις στάσεις, το πρόγραμμα των δρομολογίων, τα κόμιστρα και τους άλλους όρους εκμετάλλευσης, έτσι ώστε οι πληροφορίες αυτές να είναι εύκολα προσιτές σε όλους τους χρήστες.

3.   Με την επιφύλαξη του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1370/2007, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να επιφέρουν, με κοινή συμφωνία, τροποποίηση των όρων εκμετάλλευσης τακτικής γραμμής, εφόσον συμφωνεί και ο κάτοχος της αδείας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΚΤΑΚΤΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΑΔΕΙΑ

Άρθρο 12

Έγγραφα ελέγχου

1.   Οι έκτακτες γραμμές εκτελούνται υπό την κάλυψη φύλλου πορείας εξαιρουμένων των γραμμών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο.

2.   Οι μεταφορείς που εκτελούν έκτακτες γραμμές πρέπει να συμπληρώσουν το φύλλο πορείας πριν από κάθε ταξίδι.

3.   Το φύλλο πορείας περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το είδος της γραμμής·

β)

το βασικό δρομολόγιο·

γ)

τον ή τους οικείους μεταφορείς.

4.   Τα βιβλιάρια φύλλων πορείας εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο μεταφορέας από οργανισμούς που καθορίζονται από τις αρχές αυτές.

5.   Η Επιτροπή θεσπίζει το υπόδειγμα του φύλλου πορείας, του βιβλιαρίου φύλλων πορείας και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού δια της συμπλήρωσής του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 26 παράγραφος 2.

6.   Στην περίπτωση των ειδικών τακτικών γραμμών που αναφέρονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, ως έγγραφο ελέγχου χρησιμεύει η σύμβαση ή το γνήσιο επικυρωμένο αντίγραφό της.

Άρθρο 13

Τοπικές εκδρομές

Ένας μεταφορέας μπορεί να εκτελεί μεταφορές επιβατών σε έκτακτες γραμμές (τοπικές εκδρομές) σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος, στο πλαίσιο διεθνούς έκτακτης γραμμής.

Οι μεταφορές αυτές αφορούν επιβάτες μη κατοίκους, οι οποίοι έχουν μεταφερθεί προηγουμένως από τον ίδιο μεταφορέα μέσω των διεθνών γραμμών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και εκτελούνται με το ίδιο όχημα ή όχημα του ίδιου μεταφορέα ή της ίδιας ομάδας μεταφορέων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Άρθρο 14

Γενική αρχή

Κάθε μεταφορέας που εκτελεί οδικές μεταφορές επιβατών για λογαριασμό τρίτου, και ο οποίος έχει κοινοτική άδεια, έχει δικαίωμα, υπό τους όρους που καθορίζονται στο παρόν κεφάλαιο και χωρίς διάκριση όσον αφορά την ιθαγένειά του ή τον τόπο εγκατάστασής του, να εκτελεί τις ενδομεταφορές που καθορίζονται στο άρθρο 15.

Άρθρο 15

Χορήγηση άδειας για ενδομεταφορές

Γίνονται δεκτές οι ενδομεταφορές («καμποτάζ») για τις ακόλουθες γραμμές:

(α)

τις ειδικές τακτικές γραμμές, με την προϋπόθεση ότι καλύπτονται από σύμβαση μεταξύ του διοργανωτή και του μεταφορέα·

(β)

τις έκτακτες γραμμές·

(γ)

τις τακτικές γραμμές, υπό τον όρο ότι εκτελούνται από μεταφορέα μη εγκατεστημένο στο κράτος μέλος υποδοχής κατά τη διεξαγωγή διεθνούς τακτικής γραμμής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό εξαιρουμένων των γραμμών που ανταποκρίνονται σε ανάγκες μεταφορών μεταξύ των αστικών κέντρων και των ευρύτερων περιοχών τους. Δεν εκτελούνται ενδομεταφορές ανεξάρτητα από αυτή τη διεθνή γραμμή.

Άρθρο 16

Κανόνες εφαρμοστέοι στις ενδομεταφορές

1.   Η εκτέλεση των ενδομεταφορών υπόκειται, με την επιφύλαξη της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, στις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής όσον αφορά τα ακόλουθα:

(α)

τους όρους που διέπουν τη σύμβαση μεταφοράς·

(β)

το βάρος και τις διαστάσεις των οδικών οχημάτων·

(γ)

τις προϋποθέσεις σχετικά με τις μεταφορές ορισμένων κατηγοριών επιβατών, και συγκεκριμένα μαθητών, παιδιών και ατόμων με μειωμένη κινητική ικανότητα·

(δ)

τον χρόνο οδήγησης και του χρόνου ανάπαυσης·

(ε)

τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) επί των υπηρεσιών μεταφοράς.

Τα βάρη και οι διαστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β), πρώτο εδάφιο μπορούν, ενδεχομένως, να υπερβαίνουν εκείνες που ισχύουν στο κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορούν να υπερβαίνουν τα όρια που έχει καθορίσει το κράτος μέλος υποδοχής για την εγχώρια κυκλοφορία ή τα τεχνικά χαρακτηριστικά που αναφέρονται στα αποδεικτικά που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/53/ΕΚ.

2.   Η εκτέλεση των ενδομεταφορών για τις γραμμές που προβλέπονται στο άρθρο 15 στοιχείο γ) υπόκειται, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, στις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις του κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά τις άδειες, τις διαδικασίες πρόσκλησης υποβολής προσφορών, τις γραμμές που πρέπει να εξυπηρετούνται, την κανονική εξυπηρέτηση, τη συνέχεια, τη συχνότητα καθώς και τα ακολουθητέα δρομολόγια.

3.   Οι τεχνικές προδιαγραφές που αφορούν την κατασκευή και τον εξοπλισμό των οχημάτων, τις οποίες πρέπει να πληρούν τα οχήματα που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση ενδομεταφορών, είναι οι ίδιες με εκείνες που επιβάλλονται στα οχήματα τα οποία γίνονται δεκτά στις διεθνείς μεταφορές.

4.   Οι εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 εφαρμόζονται στους μη εγκατεστημένους μεταφορείς με τους ίδιους όρους που εφαρμόζονται στους μεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος υποδοχής, ώστε να αποφεύγεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης.

Άρθρο 17

Έγγραφα ελέγχου για ενδομεταφορές

1.   Οι ενδομεταφορές υπό μορφή έκτακτων γραμμών διενεργούνται με την κάλυψη του φύλλου πορείας όπως αναφέρεται στο άρθρο 12, το οποίο βρίσκεται εντός του οχήματος και να επιδεικνύεται εφόσον ζητηθεί από αρμόδιο για τον έλεγχο υπάλληλο.

2.   Το φύλλο πορείας περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α)

τα σημεία αναχώρησης και άφιξης της γραμμής·

(β)

τις ημερομηνίες αναχώρησης και τέλους της γραμμής.

3.   Τα φύλλα πορείας χορηγούνται σε βιβλιάρια όπως αναφέρεται στο άρθρο 12 επικυρωμένα από την αρμόδια αρχή ή τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους εγκατάστασης.

4.   Στην περίπτωση των ειδικών τακτικών γραμμών, η σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ του μεταφορέα και του διοργανωτή των μεταφορών ή επικυρωμένο αντίγραφό της επέχει θέση ελεγκτικού εγγράφου.

Ωστόσο, το φύλλο πορείας συμπληρώνεται υπό τύπον μηνιαίου ανακεφαλαιωτικού πίνακα.

5.   Τα χρησιμοποιηθέντα φύλλα πορείας αποστέλλονται στην αρμόδια αρχή ή τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους εγκατάστασης, σύμφωνα με τον τρόπο που καθορίζει η εν λόγω αρχή ή οργανισμός.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΛΕΓΧΟΙ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 18

Εισιτήρια

1.   Οι μεταφορείς που εκτελούν τακτικές γραμμές, με εξαίρεση τις ειδικές τακτικές γραμμές, εκδίδουν, ατομικό ή ομαδικό εισιτήριο, στο οποίο αναφέρονται:

(α)

τα σημεία αναχώρησης και άφιξης και, ενδεχομένως, η επιστροφή,

(β)

η περίοδος ισχύος του εισιτηρίου,

(γ)

το κόμιστρο.

2.   Το εισιτήριο που προβλέπεται στην παράγραφο 1 επιδεικνύεται στους αρμόδιους για τον έλεγχο υπαλλήλους, όποτε ζητηθεί.

Άρθρο 19

Έλεγχοι καθοδόν και στις επιχειρήσεις

1.   Η άδεια ή το έγγραφο ελέγχου πρέπει να βρίσκονται επί του οχήματος και να επιδεικνύονται εφόσον ζητηθεί από τους αρμόδιους για τον έλεγχο υπαλλήλους.

2.   Οι μεταφορείς που εκτελούν διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία πρέπει να επιτρέπουν κάθε έλεγχο που έχει σκοπό να εξασφαλίσει τη σωστή διεξαγωγή των μεταφορών, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, οι αρμόδιοι για τον έλεγχο υπάλληλοι μπορούν:

(α)

να ελέγχουν τα βιβλία και κάθε άλλο έγγραφο που είναι σχετικό με τη λειτουργία της επιχείρησης·

(β)

να κάνουν αντίγραφα ή να λαμβάνουν αποσπάσματα από τα βιβλία και τα έγγραφα που βρίσκονται στα γραφεία της επιχείρησης·

(γ)

να έχουν πρόσβαση σε όλα τα γραφεία, εγκαταστάσεις και οχήματα της επιχείρησης·

(δ)

να λαμβάνουν γνώση κάθε πληροφορίας που περιλαμβάνεται στα βιβλία, τα έγγραφα και τις τράπεζες δεδομένων.

Άρθρο 20

Αμοιβαία συνδρομή

Τα κράτη μέλη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή και παρακολούθηση του παρόντος κανονισμού. Ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσω των εθνικών κέντρων επαφής που συστήνονται με βάση το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009.

Άρθρο 21

Ανάκληση κοινοτικών αδειών και εξουσιοδοτήσεων

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που είναι εγκατεστημένος ο μεταφορέας ανακαλούν την κοινοτική άδεια όταν ο κάτοχός της:

(α)

δεν πληροί πλέον στους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1· ή

(β)

έχει χορηγήσει ανακριβείς πληροφορίες όσον αφορά τα αναγκαία για την έκδοση της κοινοτικής άδειας στοιχεία.

2.   Η εκδίδουσα αρχή ανακαλεί την άδεια σε περίπτωση που ο κάτοχός της δεν ανταποκρίνεται πλέον στους όρους που καθόρισαν τη χορήγησή τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και ιδίως όταν η σχετική αίτηση είχε υποβληθεί από το κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος ο μεταφορέας. Η εκδίδουσα αρχή ειδοποιεί αμέσως τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους.

Άρθρο 22

Κυρώσεις από το κράτος μέλος εγκατάστασης για παραβάσεις

1.   Σε περίπτωση σοβαρής παράβασης της κοινοτικής νομοθεσίας περί οδικών μεταφορών που διαπράττεται ή διαπιστώνεται σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, ιδιαίτερα όσον αφορά τους κανόνες που ισχύουν για τα οχήματα, το χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης των οδηγών και την άνευ αδείας εκτέλεση των παράλληλων ή προσωρινών γραμμών που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, πέμπτο εδάφιο, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο μεταφορέας ο οποίος διέπραξε την παράβαση λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση του θέματος, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει μεταξύ άλλων στην επιβολή των ακόλουθων διοικητικών κυρώσεων:

(α)

προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση ορισμένων ή όλων των επικυρωμένων αντιγράφων της κοινοτικής άδειας·

(β)

προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής αδείας.

Οι κυρώσεις αυτές μπορούν να καθορίζονται αφού ληφθεί η οριστική απόφαση για το συγκεκριμένο θέμα, λαμβάνουν δε υπ' όψη τη σοβαρότητα της παράβασης που έχει διαπράξει ο κάτοχος της κοινοτικής άδειας και το συνολικό αριθμό των επικυρωμένων αντιγράφων της άδειας που διαθέτει για διεθνείς μεταφορές.

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου διαπιστώθηκαν οι παραβάσεις, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός δύο μηνών μετά την οριστική απόφασή τους επί του θέματος, ποιες τυχόν από τις κυρώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 επιβλήθηκαν.

Εάν δεν επιβλήθηκαν τέτοιες κυρώσεις, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης κοινοποιούν τους σχετικούς λόγους.

3.   Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις που επιβάλλονται στον ενεχόμενο μεταφορέα είναι, στο σύνολό τους, ανάλογες προς την ή τις παραβάσεις για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις λαμβανομένης υπόψη της κύρωσης που επιβλήθηκε ενδεχομένως στο κράτος μέλος στο οποίο διαπιστώθηκαν οι παραβάσεις.

4.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τη δυνατότητα των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα να κινούν διαδικασίες ενώπιον εθνικού δικαστηρίου ή δικαιοδοτικού οργάνου. Σε περίπτωση που κινηθούν διαδικασίες, οι εν προκειμένω αρχές ενημερώνουν σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκαν οι παραβάσεις.

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μεταφορείς έχουν δικαίωμα να προσφεύγουν στα δικαστήρια κατά οιασδήποτε διοικητικής κύρωσης τους έχει επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 23

Επιβολή κυρώσεων από το κράτος μέλος υποδοχής για παραβάσεις

1.   Όταν οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους λαμβάνουν γνώση σοβαρών παραβιάσεων του παρόντος κανονισμού ή της κοινοτικής νομοθεσίας περί οδικών μεταφορών, που τελέστηκαν από μη εγκατεστημένο μεταφορέα, το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαπιστώθηκε η παράβαση διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός δύο μηνών από την οριστική τους απόφαση τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α)

περιγραφή της παράβασης, ημερομηνία και ώρα που διαπράχθηκε·

(β)

την κατηγορία, το είδος και τη σοβαρότητα της παράβασης· και

(γ)

τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν και τις κυρώσεις που εκτελέσθηκαν.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής μπορούν να ζητήσουν από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 22.

2.   Με την επιφύλαξη ποινικών διώξεων, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δύναται να επιβάλει κυρώσεις κατά μη εγκατεστημένου μεταφορέα εφόσον διαπράξει στο έδαφός του κατά την εκτέλεση ενδομεταφορών παράβαση του παρόντος κανονισμού ή της εθνικής ή κοινοτικής νομοθεσίας περί οδικών μεταφορών. Οι κυρώσεις αυτές επιβάλλονται χωρίς διακρίσεις και είναι δυνατόν να συνίστανται, μεταξύ άλλων, σε προειδοποίηση ή σε περίπτωση σοβαρής παράβασης, σε προσωρινή απαγόρευση εκτέλεσης ενδομεταφορών στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής όπου διαπράχθηκε η παράβαση.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μεταφορείς έχουν δικαίωμα να προσφεύγουν στα δικαστήρια κατά οιασδήποτε διοικητικής κύρωσης τους έχει επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 24

Καταχώριση στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι σοβαρές παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές που είναι καταλογιστέες σε μεταφορείς εγκατεστημένους στο έδαφός τους και οι οποίες οδηγούν στην επιβολή κύρωσης από οιοδήποτε κράτος μέλος, καθώς και οποιαδήποτε προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής άδειας ή του επικυρωμένου αντίγραφου της καταχωρίζονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών. Καταχωρίσεις στο μητρώο, οι οποίες αφορούν προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής άδειας, παραμένουν στη βάση δεδομένων επί δύο τουλάχιστον έτη από την πάροδο της περιόδου ανάκλησης της άδειας, στην περίπτωση προσωρινής ανάκλησης, ή από την ημερομηνία της ανάκλησης, στην περίπτωση μόνιμης ανάκλησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ

ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Άρθρο 25

Συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες για την ευρύτερη ελευθέρωση των υπηρεσιών που εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό, ιδίως όσον αφορά το καθεστώς των αδειών και την απλούστευση ή την κατάργηση των εγγράφων ελέγχου.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις συμφωνίες που συνάπτονται δυνάμει της παραγράφου 1.

Άρθρο 26

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου, της 20ή Δεκεμβρίου 1985, σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών (13).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και παράγραφος 5 στοιχείο β), και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/EΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 27

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα κυρώσεων που επιβάλλουν στις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλιστεί η θέση τους σε εφαρμογή. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή έως … (14), καθώς και κάθε σχετική μεταγενέστερη τροποποίησή τους το συντομότερο δυνατό.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλα αυτά τα μέτρα λαμβάνονται χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης του μεταφορέα.

Άρθρο 28

Υποβολή εκθέσεων

1.   Κάθε δύο έτη, τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τον αριθμό των αδειών που εξέδωσαν για τακτικές γραμμές το προηγούμενο έτος και τον συνολικό αριθμό έγκυρων αδειών για τακτικές γραμμές στο τέλος της αντίστοιχης περιόδου που καλύπτει η έκθεση. Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται ανά χώρα προορισμού της τακτικής γραμμής. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν επίσης στην Επιτροπή τα δεδομένα που αφορούν τις ενδομεταφορές, υπό μορφή ειδικών τακτικών γραμμών και έκτακτων γραμμών, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από εγκατεστημένους μεταφορείς κατά την περίοδο που καλύπτει η έκθεση.

2.   Κάθε δύο έτη οι αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού αποστέλλουν στην Επιτροπή τις στατιστικές που αφορούν τον αριθμό αδειών που έχουν εκδώσει για ενδομεταφορές υπό μορφή τακτικών γραμμών που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχείο γ).

3.   Η Επιτροπή θεσπίζει το υπόδειγμα του πίνακα που χρησιμοποιείται για την ανακοίνωση των στατιστικών που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, δια της συμπλήρωσής του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 26 παράγραφος 2.

4.   Το αργότερο στις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τον αριθμό των μεταφορέων οι οποίοι ήταν κάτοχοι κοινοτικής άδειας στις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, καθώς και τον αριθμό των επικυρωμένων αντιγράφων που αντιστοιχούν στα κυκλοφορούντα οχήματα κατά την ανωτέρω ημερομηνία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 29

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 684/92 και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 12/98 καταργούνται.

Οι αναφορές στους κανονισμούς που καταργούνται νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του Παραρτήματος IIΙ.

Άρθρο 30

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από… (14).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα από όλα τα κράτη μέλη.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 10, 15.1.2008, σ. 44.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουνίου 2008 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009, και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν δημοσιεύθηκε ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμβουλίου της …

(3)  ΕΕ L 74, 20.3.1992, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 4, 8.1.1998, σ. 4.

(5)  ΕΕ L 102, 11.4.2006, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 18, 21.1.1997, σ. 1.

(7)  ΕΕ L …

(8)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(9)  ΕΕ L 57, 2.3.1992, σ. 27.

(10)  ΕΕ L 235, 17.9.1996, σ. 59.

(11)  ΕΕ L 226, 10.9.2003, σ. 4.

(12)  ΕΕ L 315, 3.12.2007, σ. 1.

(13)  ΕΕ L 370, 31.12.1985, σ. 8.

(14)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΔΕΙΑΣ

Η κοινοτική άδεια πρέπει να φέρει τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά ασφαλείας:

ολόγραμμα

ειδικές ίνες στο χαρτί οι οποίες γίνονται ορατές με υπεριώδη φωτισμό·

τουλάχιστον μία γραμμή μικροεκτύπωσης (εκτύπωση ορατή μόνο με μεγεθυντικό φακό που δεν αναπαράγεται με φωτοαντιγραφικά μηχανήματα)·

ψηλαφητούς χαρακτήρες, σύμβολα ή σχέδια·

διπλή αρίθμηση: αύξοντα αριθμό και αριθμό έκδοσης·

φόντο με σχέδιο ασφαλείας, με λεπτό γραμμοκόσμημα και εκτύπωση ίριδας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙ

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 684/92

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 12/98

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

 

Άρθρο 1

Άρθρο 2 σημείο 1.1.

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2, Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 2 σημείο 1.2.

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 3, Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 2 σημείο 1.3.

 

Άρθρο 5 παράγραφος 1, πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 2 σημείο 3.1.

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 4, Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 2 σημείο 3.3.

 

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 2 σημείο 3.4.

 

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 2 σημείο 4.

 

Άρθρο 2 παράγραφος 5, Άρθρο 5 παράγραφος 5

 

Άρθρο 2 παράγραφοι 5, 6, 7 και 8

Άρθρο 3

 

Άρθρο 3

Άρθρο 3α

 

Άρθρο 4

Άρθρο 4

 

Άρθρο 5

Άρθρο 5

 

Άρθρο 6

Άρθρο 6

 

Άρθρο 7

Άρθρο 7

 

Άρθρο 8

Άρθρο 8

 

Άρθρο 9

Άρθρο 9

 

Άρθρο 10

Άρθρο 10

 

Άρθρο 11

Άρθρο 11

 

Άρθρο 12

Άρθρο 12

 

Άρθρο 13

Άρθρο 13

 

Άρθρο 5 παράγραφος 5

 

Άρθρο 1

Άρθρο 14

 

Άρθρο 2 παράγραφος 4

 

 

Άρθρο 3

Άρθρο 15

 

Άρθρο 4

Άρθρο 16

 

Άρθρο 5

Άρθρο 4 παράγραφος 3

 

Άρθρο 6

Άρθρο 17

 

Άρθρο 7

Άρθρο 28 παράγραφος 3

 

Άρθρο 8

Άρθρο 26

 

Άρθρο 9

Άρθρο 14

 

Άρθρο 18

Άρθρο 15

 

Άρθρο 19

 

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 20

Άρθρο 16 παράγραφος 1

 

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 2

 

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 3

 

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 4

 

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 5

 

Άρθρο 22 παράγραφος 2

 

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

 

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 2

 

Άρθρο 11 παράγραφος 4

 

Άρθρο 12

Άρθρο 22 παράγραφος 5, άρθρο 23

 

Άρθρο 13

Άρθρο 16α

Άρθρο 10

Άρθρο 26

Άρθρο 17

 

Άρθρο 18

 

Άρθρο 25

Άρθρο 19

Άρθρο 14

Άρθρο 27

Άρθρο 20

 

 

Άρθρο 21

 

Άρθρο 29

Άρθρο 22

Άρθρο 15

Άρθρο 30

Παράρτημα

 

Παράρτημα ΙΙ


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Επιτροπή υπέβαλε την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στην αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία (αναδιατύπωση) στις 25 Μαΐου 2007 ως μια από τις τρεις προτάσεις της καλούμενης «δέσμης μέτρων για τις οδικές μεταφορές» (1).

Στις 5 Ιουνίου 2008 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τη γνώμη του σε πρώτη ανάγνωση.

Στις 9 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο ενέκρινε την κοινή θέση του σύμφωνα με το άρθρο 251 της Συνθήκης.

Κατά τις εργασίες του το Συμβούλιο έλαβε υπόψη του τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Η Επιτροπή των Περιφερειών αποφάσισε να μην γνωμοδοτήσει για τις εν λόγω τρεις προτάσεις.

II.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Έπειτα από τα «Συμπεράσματα για τη συμβολή του τομέα των μεταφορών στη Στρατηγική της Λισσαβώνας» του Εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2007, η Επιτροπή αποφάσισε να εκδώσει προτάσεις για την επανεξέταση του υφισταμένου νομοθετικού πλαισίου σχετικά με την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα και την πρόσβαση στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών καθώς επίσης και την πρόσβαση στη διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να εξασφαλιστεί η επιβολή κατάλληλων και αναλογικών διοικητικών επιβαρύνσεων. Γενικά, οι εν λόγω νέες προτάσεις επιδιώκουν τον εκσυγχρονισμό, την αντικατάσταση και τη συγχώνευση των διατάξεων που διέπουν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα τόσο για τα εμπορεύματα όσο και για τους επιβάτες καθώς και την πρόσβαση στις αγορές οδικών μεταφορών.

Η πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στην αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία αντικαθιστά δύο κανονισμούς που ισχύουν σήμερα (2). Ο κυριότερος στόχος είναι να απλουστευθεί η διαδικασία αδειοδότησης για τις διεθνείς τακτικές επιβατικές γραμμές, ούτως ώστε να επιτευχθεί καλύτερη εναρμόνιση και να προωθηθεί ένας υγιέστερος ανταγωνισμός εντός της εσωτερικής αγοράς.

Η κοινή θέση την οποία ενέκρινε το Συμβούλιο, καθιερώνει ένα συνεκτικό πλαίσιο για τις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία σε όλη την Κοινότητα. Προβλέπει δε μια απλούστερη και ταχύτερη διαδικασία αδειοδότησης για τις διεθνείς τακτικές γραμμές. Επίσης, απλουστεύει τη διαδικασία και θεσπίζει ενιαίο τύπο κοινοτικής άδειας και γνησίων επικυρωμένων αντιγράφων προκειμένου να μειωθούν οι διοικητικές επιβαρύνσεις και καθυστερήσεις, ιδίως κατά τους καθ' οδόν ελέγχους. Επιπλέον, η κοινή θέση ενισχύει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, καθιερώνοντας εθνικά σημεία επαφής τα οποία πρέπει να καθορίζονται βάσει του κανονισμού για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα.

2.   Βασικά θέματα πολιτικής

i)   Αποσαφήνιση του πεδίο εφαρμογής, των ορισμών και των βασικών αρχών

Το Συμβούλιο ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την πρόταση της Επιτροπής και η κοινή θέση του προβλέπει ότι ο κανονισμός εφαρμόζεται σε όλες τις διεθνείς μεταφορές στο έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών από και προς τρίτες χώρες, καθώς και στις εγχώριες οδικές μεταφορές επιβατών που εκτελούνται σε προσωρινή βάση από μη εγκατεστημένη επιχείρηση μεταφορών («ενδομεταφορές»). Όσον αφορά τις διεθνείς μεταφορές, το Συμβούλιο κατάρτισε έναν γενικό ορισμό: για τις μεταφορές από ή προς τρίτη χώρα, προβλέπεται ότι, εφόσον δεν υφίσταται συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της συγκεκριμένης τρίτης χώρας, ο κανονισμός δεν εφαρμόζεται στο μέρος εκείνο της διαδρομής που πραγματοποιείται μέσα στο κράτος μέλος στο οποίο επιβιβάζονται ή αποβιβάζονται επιβάτες. Εφαρμόζεται όμως στο κράτος μέλος διέλευσης. Προκειμένου να διευκολύνεται η διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές, ιδίως εκτός του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο μεταφορέας, απαιτείται από τους μεταφορείς να έχουν μαζί τους επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας σε κάθε ένα από τα οχήματά τους όταν εκτελούν διεθνείς μεταφορές.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ακολουθήσει την προσέγγιση της Επιτροπής και δεν ενέκρινε τροπολογίες για το θέμα αυτό.

ii)   Κοινοτική άδεια και επικυρωμένα αντίγραφα

Η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει την έκδοση κοινοτικής άδειας για ανανεώσιμη περίοδο πέντε ετών. Επιπλέον, υποχρεώνει τα κράτη μέλη να καταχωρίζουν τους αύξοντες αριθμούς της άδειας και των επικυρωμένων γνησίων αντιγράφων στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών που προβλέπεται στην πρόταση κανονισμού για τη χορήγηση άδειας πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα.

Το Συμβούλιο στην κοινή θέση του επιτρέπει μια πλέον ευέλικτη προσέγγιση και μια μεγαλύτερη περίοδο ισχύος της κοινοτικής άδειας, δεδομένου ότι το προαναφερόμενο μητρώο θα επιτρέπει την άμεση επαλήθευση του ισχύοντος καθεστώτος μιας επιχείρησης μεταφορών. Ως εκ τούτου, με την κοινή θέση παρατείνεται η ισχύς της ανανεώσιμης κοινοτικής άδειας για χρονικό διάστημα «μέχρι 10 ετών», θεσπίζεται η κανονιστική διαδικασία με έλεγχο (επιτροπολογία) όσον αφορά τις μελλοντικές αναγκαίες τεχνικές αναπροσαρμογές της ισχύος της κοινοτικής άδειας, καθώς επίσης και τροποποιούνται αναλόγως οι διατάξεις που αφορούν την εξακρίβωση των όρων για τη χορήγηση και την ανανέωση της άδειας.

Προκειμένου να αποφεύγεται το ενδεχόμενο παραποιήσεων των παραπάνω εγγράφων, το Συμβούλιο αποφάσισε να τροποποιήσει το παράρτημα Ι προσθέτοντας σειρές χαρακτηριστικών ασφαλείας, εκ των οποίων δύο τουλάχιστον πρέπει να περιλαμβάνονται στα έγγραφα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ακολουθήσει την προσέγγιση της Επιτροπής και δεν ενέκρινε τροπολογίες για το θέμα αυτό.

iii)   Διαδικασία αδειοδότησης διεθνών τακτικών γραμμών

Το Συμβούλιο ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό την πρόταση της Επιτροπής, και η κοινή θέση του προβλέπει μια διαδικασία εξορθολογισμένη και απλουστευμένη σε σύγκριση με εκείνη του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 684/92. Στο εξής θα χορηγείται η άδεια, με μοναδική εξαίρεση τις ακόλουθες δύο περιπτώσεις: όταν η γραμμή για την οποία ζητείται άδεια θίγει σοβαρά τη βιωσιμότητα παρεμφερούς γραμμής που καλύπτεται από μία ή περισσότερες συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στις συγκεκριμένες διαδρομές σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, ή όταν ο κύριος σκοπός της γραμμής δεν είναι η μεταφορά επιβατών μεταξύ στάσεων που βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη. Στη συνάρτηση αυτή, τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κριτήρια αποφυγής διακρίσεων κατά την αξιολόγηση της βιωσιμότητας μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης διεθνών τακτικών γραμμών. Το Συμβούλιο ακολούθησε την προσέγγιση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία οι αρχές των κρατών μελών, των οποίων το έδαφος απλώς και μόνο διασχίζεται υπό καθεστώς διέλευσης χωρίς να επιβιβάζονται ή να αποβιβάζονται επιβάτες, θα ενημερώνονται απλώς όταν τα συγκεκριμένα κράτη μέλη θα έχουν συμφωνήσει να χορηγήσουν άδεια για την εν λόγω τακτική γραμμή. Ωστόσο, το Συμβούλιο καθόρισε επιπλέον μια προθεσμία δύο μηνών για την Επιτροπή, προκειμένου αυτή να καταλήξει σε απόφαση για την αδειοδότηση σε περιπτώσεις όπου η εκδίδουσα αρχή αδυνατεί να καταλήξει σε τέτοια απόφαση.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, απεναντίας, απέκλεισε τη δυνατότητα για το κράτος μέλος να αναστέλλει ή να αποσύρει μια άδεια σε περίπτωση όπου αυτή θίγει σοβαρά τη βιωσιμότητα μιας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

iv)   Ενδομεταφορές

Όσον αφορά τις ενδομεταφορές, το Συμβούλιο ακολούθησε γενικά την πρόταση της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, οι κανόνες σχετικά με τις ενδομεταφορές παραμένουν ουσιαστικά σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητοι. Ειδικότερα, το Συμβούλιο ενέκρινε την απάλειψη της διάταξης του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 12/98 για τα μέτρα διασφάλισης σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής στην εθνική αγορά μεταφορών. Η διάταξη αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ από τότε που άνοιξαν οι εγχώριες αγορές στις ενδομεταφορές και επομένως μπορεί να θεωρηθεί περιττή. Όσον αφορά τις δραστηριότητες ενδομεταφορών κατά τη διάρκεια διεθνών τακτικών γραμμών, το Συμβούλιο προσδιορίζει ότι τούτο σημαίνει «την επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών» εντός του ιδίου κράτους μέλους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν αποτελεί τον βασικό σκοπό αυτής της γραμμής.

Επιπλέον, το Συμβούλιο, σε συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, απάλειψε στην κοινή θέση του, από τους κανόνες που εφαρμόζονται για τις ενδομεταφορές, οποιαδήποτε αναφορά σε διατάξεις για τον χρόνο εργασίας, δεδομένου ότι δεν υφίστανται στον τομέα αυτόν εναρμονισμένοι κοινοτικοί κανόνες.

v)   Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών

Ακολουθώντας την πρόταση της Επιτροπής και προκειμένου να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών, το Συμβούλιο αποφάσισε να περιλάβει στην κοινή θέση του μια διάταξη με την οποία υποχρεούνται τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσω των εθνικών σημείων επαφής. Το Συμβούλιο ακολούθησε επίσης την πρόταση της Επιτροπής όσον αφορά την υποχρέωση των κρατών μελών να καταχωρίζουν, στο εθνικό τους μητρώο των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών, όλες τις σοβαρές παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα των μεταφορών οι οποίες έχουν οδηγήσει στην επιβολή κυρώσεων. Επιπλέον, το Συμβούλιο αποφάσισε να καταχωρίζεται στα εθνικά μητρώα οποιαδήποτε προσωρινή ή οριστική ανάκληση κοινοτικής άδειας ή των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων. Οι αναφορές αυτές θα διατηρούνται στη βάση δεδομένων για δύο έτη.

Οι διατάξεις που αφορούν την καθιέρωση εθνικών σημείων επαφής καθώς επίσης και τα εθνικά μητρώα περιλαμβάνονται επίσης στο σχέδιο κανονισμού για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ακολουθήσει την πρόταση της Επιτροπής και δεν ενέκρινε τροπολογίες για το θέμα αυτό.

vi)   Επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις

Προκειμένου να εναρμονιστούν τα σημερινά συστήματα παρακολούθησης και ελέγχου των κρατών μελών, η Επιτροπή προτείνει να ενισχυθούν οι εξουσίες και τα μέσα δράσης των εθνικών αρχών που είναι εξουσιοδοτημένες να χορηγούν ή να ανακαλούν την κοινοτική άδεια. Κατά συνέπεια, η πρόταση προβλέπει την υποχρέωση της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους εγκατάστασης της επιχείρησης μεταφορών να εκδίδει προειδοποίηση, όταν η επιχείρηση μεταφορών έχει διαπράξει σοβαρή παράβαση της νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές, ή επανειλημμένες παραβάσεις ήσσονος σημασίας. Η υποχρέωση αυτή εφαρμόζεται επίσης στις περιπτώσεις όπου η επιχείρηση μεταφορών έχει διαπράξει μια τέτοια παράβαση σε άλλο κράτος μέλος. Μια άλλη διάταξη αποσαφηνίζει τις κυρώσεις τις οποίες το κράτος μέλος μπορεί να επιβάλει σε επιχειρήσεις μεταφορών εγκατεστημένες στο έδαφός του, όπως την προσωρινή ή μερική ανάκληση των επικυρωμένων αντιγράφων της κοινοτικής αδείας, της ίδιας της κοινοτικής αδείας ή των βεβαιώσεων οδηγού.

Η κοινή θέση για την οποία συμφώνησε το Συμβούλιο, ακολουθεί σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση της Επιτροπής σχετικά με τις σοβαρές παραβάσεις. Ωστόσο, το Συμβούλιο τάχθηκε εναντίον της έκδοσης προειδοποιήσεων και συμφώνησε να αφήνεται η επιλογή του τρόπου δράσης στα κράτη μέλη. Επιπλέον, το Συμβούλιο συμφώνησε να αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών η εκτίμηση των ήσσονος σημασίας παραβάσεων. Η κοινή θέση θεσπίζει επίσης την υποχρέωση, για την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης της επιχείρησης μεταφορών, να κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο διαπιστώθηκε παράβαση το κατά πόσον επιβλήθηκαν κυρώσεις, και ενδεχομένως τις κυρώσεις οι οποίες επιβλήθηκαν. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να κοινοποιούνται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη οριστική απόφαση για το θέμα.

Η πρόταση της Επιτροπής θεσπίζει επίσης μια νέα διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται από το κράτος μέλος το οποίο διαπιστώνει τη διάπραξη σοβαρής παράβασης από μη εγκατεστημένη επιχείρηση μεταφορών. Η εν λόγω διαδικασία προβλέπει ότι το κράτος μέλος κοινοποιεί τις πληροφορίες εντός ενός μηνός στο κράτος μέλος εγκατάστασης, το οποίο μπορεί να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις. Το κράτος μέλος εγκατάστασης της σχετικής επιχείρησης διαθέτει προθεσμία τριών μηνών για να ενημερώσει το άλλο κράτος μέλος για τη συνέχεια που δόθηκε στο θέμα.

Η κοινή θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει αυτή τη διάταξη, αλλά προβλέπει δύο μήνες για την κοινοποίηση των πληροφοριών. Η κοινή θέση του Συμβουλίου δεν προβλέπει καμία υποχρέωση για το κράτος μέλος εγκατάστασης της επιχείρησης μεταφορών να κοινοποιεί τη συνέχεια που δόθηκε.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τάχθηκε επίσης εναντίον της συμπερίληψης διατάξεων σχετικά με τις επανειλημμένες παραβάσεις ήσσονος σημασίας. Επιπλέον, ψήφισε υπέρ μια διάταξης που επιτρέπει την επιβολή προστίμων ως πιθανής μορφής κυρώσεων.

3.   Άλλες τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η κοινή θέση δεν περιλαμβάνει ορισμένες άλλες τροπολογίες, και οι οποίες αφορούν:

τον καθορισμό της 1ης Ιανουαρίου 2009 ως ημερομηνίας εφαρμογής του κανονισμού,

την αναφορά της οδηγίας σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων μεταξύ των κανόνων που εφαρμόζονται στις ενδομεταφορές,

τη δυνατότητα να απαλλάσσονται από τη διαδικασία αδειοδότησης οι διασυνοριακές τακτικές γραμμές που δεν υπερβαίνουν τα 50 km πέραν των συνόρων,

τη διεύρυνση της εμβέλειας της άδειας για τοπικές εκδρομές, και

την εκ νέου καθιέρωση του «κανόνα των 12 ημερών» στη νομοθεσία σχετικά με τον χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης.

III.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Κατά τον καθορισμό της κοινής θέσης του, το Συμβούλιο έλαβε πλήρως υπόψη του την πρόταση της Επιτροπής και τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση. Όσον αφορά τις τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο παρατηρεί ότι, σε πολλές περιπτώσεις, οι τροπολογίες έχουν περιληφθεί —ουσιαστικώς, εν μέρει ή πλήρως— στην κοινή θέση του.


(1)  Οι άλλες δύο νομοθετικές προτάσεις αφορούν:

πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών (αναδιατύπωση)

πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα.

(2)  Κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 684/92 και (ΕΚ) αριθ. 12/98.


17.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 62/46


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (EK) αριθ. 7/2009

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 9 Ιανουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 62 E/03)

TΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 881/92 του Συμβουλίου, της 26ης Μαρτίου 1992, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά των οδικών εμπορευματικών μεταφορών μέσα στην Κοινότητα, οι οποίες έχουν ως σημείο αναχώρησης ή προορισμού το έδαφος κράτους μέλους ή διέρχονται από το έδαφος ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών (3), ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 3118/93 του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1993, για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό (4), και η οδηγία 2006/94/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες οδικές μεταφορές εμπορευμάτων (5) πρέπει να τροποποιηθούν ουσιωδώς. Για λόγους σαφήνειας και απλοποίησης είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση των εν λόγω νομοθετικών πράξεων και η ενσωμάτωσή τους σε έναν κανονισμό.

(2)

Η κοινή πολιτική μεταφορών συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, τη θέσπιση κοινών κανόνων που εφαρμόζονται στις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές στο έδαφος της Κοινότητας, καθώς και τη θέσπιση των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις μεταφορές σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να θεσπιστούν έτσι ώστε να συμβάλλουν στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μεταφορών.

(3)

Για να εξασφαλιστεί ένα συνεκτικό πλαίσιο για τις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές σε ολόκληρη την Κοινότητα, ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις διεθνείς μεταφορές στο έδαφος της Κοινότητας. Οι μεταφορές με αφετηρία κράτη μέλη και προορισμό τρίτες χώρες διέπονται ακόμη σε μεγάλο βαθμό από διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και των οικείων τρίτων χωρών. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εφαρμόζεται σε εκείνο το τμήμα της διαδρομής στο έδαφος του κράτους μέλους φόρτωσης ή εκφόρτωσης εμπορευμάτων, εφόσον δεν έχουν συναφθεί οι αναγκαίες συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και των οικείων τρίτων χωρών. Πρέπει ωστόσο να εφαρμόζεται στο έδαφος του κράτους μέλους διέλευσης.

(4)

Η θέσπιση κοινής πολιτικής των μεταφορών συνεπάγεται για τον παρέχοντα υπηρεσίες μεταφορών την κατάργηση κάθε περιορισμού λόγω της ιθαγένειάς του ή λόγω του ότι είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο όπου παρέχεται η υπηρεσία.

(5)

Για να επιτευχθεί αυτό ανεμπόδιστα και ευέλικτα πρέπει να προβλεφθεί ένα μεταβατικό καθεστώς ενδομεταφορών (καμποτάζ) ενόσω δεν έχει ακόμα εναρμονισθεί η αγορά των οδικών εμπορευματικών μεταφορών.

(6)

Δυνάμει της οδηγίας 2006/94/EΚ, ορισμένες μεταφορές απαλλάσσονται της υποχρέωσης να έχουν κοινοτική άδεια ή οποιαδήποτε άλλη άδεια μεταφοράς. Στο πλαίσιο της οργάνωσης της αγοράς που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να διατηρηθεί, για ορισμένες από αυτές τις μεταφορές, λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους, καθεστώς εξαίρεσης από το καθεστώς της κοινοτικής άδειας και από κάθε άλλη άδεια μεταφοράς.

(7)

Δυνάμει της οδηγίας 2006/94/EΚ, η μεταφορά εμπορευμάτων με οχήματα που έχουν μέγιστο μικτό βάρος από 3,5 έως 6 τόνους απαλλάσσεται από την απαίτηση κοινοτικής άδειας. Ωστόσο, οι κοινοτικοί κανόνες στον τομέα των οδικών εμπορευματικών και επιβατικών μεταφορών εφαρμόζονται γενικά σε οχήματα με μέγιστο μικτό βάρος άνω των 3,5 τόνων. Συνεπώς, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να ευθυγραμμισθούν με το γενικό πεδίο εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων για τις οδικές μεταφορές και θα πρέπει να προβλέπουν εξαίρεση μόνο για οχήματα με μέγιστο μικτό βάρος 3,5 τόνων.

(8)

Η εκτέλεση των διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών θα πρέπει να εξαρτάται από την κατοχή κοινοτικής άδειας. Πρέπει να απαιτείται από τους μεταφορείς να φυλάσσουν ένα επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας σε κάθε όχημά τους, ώστε να διευκολύνουν τις εκτελεστικές αρχές, ιδίως αυτά που βρίσκονται εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα, να διενεργούν αποτελεσματικούς ελέγχους. Για τον σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν λεπτομερείς προδιαγραφές για τη μορφή και τα λοιπά χαρακτηριστικά της κοινοτικής άδειας και των επικυρωμένων αντιγράφων της.

(9)

Θα πρέπει να καθοριστούν οι όροι χορήγησης και ανάκλησης των κοινοτικών αδειών καθώς και οι μεταφορές τις οποίες αφορούν, η διάρκεια ισχύος τους και οι λεπτομέρειες χρησιμοποίησής τους.

(10)

Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί η βεβαίωση οδηγού ώστε τα κράτη μέλη να είναι σε θέση να ελέγχουν αποτελεσματικά εάν οι οδηγοί τρίτων χωρών απασχολούνται νόμιμα ή τίθενται νόμιμα στη διάθεση του μεταφορέα που είναι υπεύθυνος για συγκεκριμένη μεταφορά.

(11)

Θα πρέπει να επιτρέπεται στους μεταφορείς που είναι κάτοχοι της κοινοτικής άδειας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και στους μεταφορείς που έχουν δικαίωμα να εκτελούν ορισμένες κατηγορίες διεθνών εμπορευματικών μεταφορών να εκτελούν εθνικές μεταφορές εντός ενός κράτους μέλους σε προσωρινή βάση, χωρίς να διαθέτουν στο εν λόγω κράτος έδρα ή άλλη εγκατάσταση. Όταν εκτελούνται τέτοιες ενδομεταφορές, θα πρέπει να υπόκεινται στην κοινοτική νομοθεσία, όπως στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (6), και στην ισχύουσα εθνική νομοθεσία σε συγκεκριμένους τομείς στο κράτος μέλους υποδοχής.

(12)

Θα πρέπει να θεσπισθούν διατάξεις που να επιτρέπουν την παρέμβαση στην αγορά των συγκεκριμένων μεταφορών σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής. Προς το σκοπό αυτό, επιβάλλεται η θέσπιση προσαρμοσμένης διαδικασίας λήψεως αποφάσεων και η συλλογή των αναγκαίων στατιστικών στοιχείων.

(13)

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της Συνθήκης για το δικαίωμα εγκατάστασης, οι πράξεις ενδομεταφορών συνίστανται στην παροχή υπηρεσιών από μεταφορείς εντός κράτους μέλους στο οποίο δεν είναι εγκατεστημένοι και δεν θα πρέπει να απαγορεύονται εφόσον δεν διεξάγονται κατά τρόπο που δημιουργεί σταθερή ή συνεχή δραστηριότητα εντός του εν λόγω κράτους μέλους. Για να διευκολυνθεί η επιβολή αυτής της απαίτησης, θα πρέπει να είναι περιορισμένη η συχνότητα των πράξεων ενδομεταφορών και η περίοδος στην οποία εκτελούνται. Κατά το παρελθόν, η εκτέλεση τέτοιων εθνικών γραμμών μεταφορών επιτρέπονταν σε προσωρινή βάση. Στην πράξη, αποδείχθηκε δύσκολο να προσδιοριστεί ποιες μεταφορές επιτρέπονται. Συνεπώς, χρειάζονται σαφείς και εύκολα εφαρμοστέοι κανόνες.

(14)

Οι διατάξεις της οδηγίας 96/71/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (7), εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις μεταφορών για την εκτέλεση ενδομεταφορών.

(15)

Για τη διεξαγωγή αποτελεσματικών ελέγχων των ενδομεταφορών, οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών υποδοχής θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον πρόσβαση στα δεδομένα από τα δελτία αποστολής καθώς και από τις συσκευές ελέγχου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 1985 σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών (8).

(16)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή με σκοπό την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(17)

Οι διοικητικές διατυπώσεις ενδείκνυται να ελαττωθούν, κατά το δυνατόν, χωρίς όμως να καταργηθούν οι έλεγχοι και οι κυρώσεις που εξασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή και την αποτελεσματική επιβολή του παρόντος κανονισμού. Προς το σκοπό αυτό, θα πρέπει να αποσαφηνισθούν και να ενισχυθούν οι υφιστάμενοι κανόνες για την ανάκληση κοινοτικής άδειας. Οι ισχύοντες κανόνες θα πρέπει να αναπροσαρμοσθούν, ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική επιβολή κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις που διαπράττονται σε κράτος μέλος υποδοχής. Οι κυρώσεις θα πρέπει να επιβάλλονται χωρίς διακρίσεις και να είναι ανάλογες της σοβαρότητας των παραβάσεων. Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά των επιβαλλομένων κυρώσεων.

(18)

Τα κράτη μέλη πρέπει να καταχωρίζουν στο εθνικό τους ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών όλες τις σοβαρές παραβάσεις τις οποίες έχουν διαπράξει μεταφορείς και για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις.

(19)

Προκειμένου να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν τις σχετικές πληροφορίες μέσω των εθνικών κέντρων επαφής που συστήνονται δυνάμει του κανονισμού (EΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος οδικού μεταφορέα (9).

(20)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (10).

(21)

Ενδείκνυται, ιδίως, να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να προσαρμόζει τα Παραρτήματα I, ΙΙ και IIΙ του παρόντος κανονισμού στην τεχνική πρόοδο. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβελείας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(22)

Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τη θέσπιση αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων.

(23)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η εξασφάλιση συνεκτικού πλαισίου για τις διεθνείς εμπορευματικές μεταφορές σε ολόκληρη την Κοινότητα, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και κατά συνέπεια μπορούν, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεών του, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές που εκτελούνται για λογαριασμό τρίτου για τις διαδρομές που πραγματοποιούνται στο έδαφος της Κοινότητας.

2.   Στην περίπτωση μεταφοράς με σημείο αναχώρησης ένα κράτος μέλος και προορισμό τρίτη χώρα ή αντίστροφα, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε εκείνο το τμήμα της διαδρομής που πραγματοποιείται στο έδαφος ενός κράτους μέλους διέλευσης. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στο τμήμα εκείνο της διαδρομής που πραγματοποιείται στο έδαφος του κράτους μέλους φόρτωσης ή εκφόρτωσης, εφόσον η αναγκαία συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της συγκεκριμένης τρίτης χώρας δεν έχει συναφθεί.

3.   Έως ότου συναφθούν οι συμφωνίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2, ο παρών κανονισμός δεν θίγει:

α)

τις διατάξεις για τις μεταφορές, με αφετηρία ένα κράτος μέλος και προορισμό τρίτη χώρα και αντιστρόφως οι οποίες περιλαμβάνονται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και των εν λόγω τρίτων χωρών·

β)

τις διατάξεις για τις μεταφορές, με αφετηρία ένα κράτος μέλος και προορισμό τρίτη χώρα και αντιστρόφως οι οποίες περιλαμβάνονται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και επιτρέπουν, είτε δυνάμει αδειών, είτε δυνάμει ελεύθερου καθεστώτος, τις φορτώσεις και εκφορτώσεις σε ένα κράτος μέλος από μεταφορείς μη εγκατεστημένους σε αυτό το κράτος μέλος.

4.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές που εκτελούνται προσωρινά από μη εγκατεστημένο μεταφορέα, όπως προβλέπεται στο κεφάλαιο III.

5.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες κατηγορίες μεταφορών και στις διαδρομές χωρίς φορτίο που πραγματοποιούνται σε συνδυασμό με τις εν λόγω μεταφορές:

α)

τις ταχυδρομικές μεταφορές που εκτελούνται στο πλαίσιο καθεστώτος καθολικής υπηρεσίας·

β)

τις μεταφορές οχημάτων που έχουν υποστεί ζημία ή βλάβη·

γ)

τις εμπορευματικές μεταφορές με μηχανοκίνητα οχήματα των οποίων το συνολικό επιτρεπόμενο μικτό βάρος, συμπεριλαμβανομένου του βάρους των ρυμουλκουμένων, δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους·

δ)

τη μεταφορά εμπορευμάτων με μηχανοκίνητα οχήματα εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

τα μεταφερόμενα εμπορεύματα ανήκουν στην επιχείρηση ή έχουν πωληθεί, αγορασθεί, μισθωθεί ή εκμισθωθεί, παραχθεί, εξορυχθεί, μεταποιηθεί ή επισκευασθεί από αυτήν·

ii)

η μεταφορά εξυπηρετεί την προσκόμιση των εμπορευμάτων προς την επιχείρηση, την αποστολή τους από αυτήν, ή τη μετακίνησή τους, είτε εντός είτε εκτός της επιχείρησης για λογαριασμό της·

iii)

τα μηχανοκίνητα οχήματα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αυτή οδηγούνται από το προσωπικό που απασχολείται από την επιχείρηση ή από προσωπικό που τίθεται στη διάθεση της επιχείρησης δυνάμει συμβατικής υποχρέωσης·

iv)

τα οχήματα που μεταφέρουν τα εμπορεύματα ανήκουν στην επιχείρηση ή έχουν αγορασθεί από αυτήν επί πιστώσει ή έχουν μισθωθεί εφόσον, στην τελευταία αυτή περίπτωση, πληρούν τους όρους που προβλέπει η οδηγία 2006/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη χρησιμοποίηση μισθωμένων οχημάτων χωρίς οδηγό στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές (11)· και

v)

μια τέτοια μεταφορά είναι απλώς επικουρική δραστηριότητα στο πλαίσιο του συνόλου των δραστηριοτήτων της επιχείρησης·

ε)

τις μεταφορές φαρμάκων, ιατρικών συσκευών και ιατρικού εξοπλισμού καθώς και άλλων αναγκαίων αντικειμένων σε περίπτωση βοηθειών έκτακτης ανάγκης, ιδίως, κατόπιν φυσικών καταστροφών.

Το πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) περίπτωση iv) δεν εφαρμόζεται όταν χρησιμοποιείται εφεδρικό όχημα κατά τη διάρκεια σύντομης βλάβης του οχήματος που χρησιμοποιείται κανονικά.

6.   Οι διατάξεις της παραγράφου 5 δεν τροποποιούν τις προϋποθέσεις από τις οποίες ένα κράτος μέλος εξαρτά τη χορήγηση στους υπηκόους του της άδειας για την άσκηση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

1)

«όχημα»: το μηχανοκίνητο όχημα με άδεια κυκλοφορίας σε ένα κράτος μέλος, ή οι συνδυασμοί συζευγμένων οχημάτων των οποίων τουλάχιστον το μηχανοκίνητο όχημα έχει άδεια κυκλοφορίας σε ένα κράτος μέλος, που προορίζονται αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων·

2)

«διεθνείς μεταφορές»:

α)

οι μετακινήσεις ενός οχήματος με φορτίο, με σημείο αφετηρίας και σημείο άφιξης σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη, με ή χωρίς διέλευση υπό καθεστώς διαμετακόμισης από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες·

β)

οι μετακινήσεις ενός οχήματος με φορτίο από ένα κράτος μέλος προς τρίτη χώρα και αντίστροφα, με ή χωρίς διέλευση υπό καθεστώς διαμετακόμισης από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες·

γ)

οι μετακινήσεις ενός οχήματος με φορτίο μεταξύ τρίτων χωρών, με διέλευση υπό καθεστώς διαμετακόμισης από το έδαφος ενός ή περισσότερων κρατών μελών· ή

δ)

οι μετακινήσεις χωρίς φορτίο σε συνδυασμό με τις μεταφορές που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ)·

3)

«κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος στο οποίο ο μεταφορέας εκτελεί μεταφορές, διαφορετικό από το κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα·

4)

«μη εγκατεστημένος μεταφορέας»: η επιχείρηση οδικών μεταφορών η οποία εκτελεί μεταφορές σε κράτος μέλος υποδοχής·

5)

«οδηγός»: οιοδήποτε πρόσωπο οδηγεί το όχημα ακόμη και για σύντομο χρονικό διάστημα, ή το οποίο έχει επιβιβασθεί στο όχημα ως μέρος των καθηκόντων του ώστε να είναι σε θέση να το οδηγήσει, εφόσον χρειασθεί·

6)

«ενδομεταφορές»: εθνικές μεταφορές για λογαριασμό τρίτου που εκτελούνται σε προσωρινή βάση σε κράτος μέλος υποδοχής·

7)

«σοβαρή παράβαση της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές»: παράβαση που είναι δυνατόν να οδηγήσει στην απώλεια της αξιοπιστίας σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 ή/και στην προσωρινή ή μόνιμη αφαίρεση κοινοτικής άδειας.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ II

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Άρθρο 3

Γενική αρχή

Οι διεθνείς μεταφορές εκτελούνται υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει κοινοτική άδεια και, εφόσον ο οδηγός είναι υπήκοος τρίτης χώρας, σε συνδυασμό με βεβαίωση οδηγού.

Άρθρο 4

Κοινοτική άδεια

1.   Η κοινοτική άδεια χορηγείται από ένα κράτος μέλος, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, σε κάθε μεταφορέα που εκτελεί οδικές εμπορευματικές μεταφορές για λογαριασμό τρίτου και ο οποίος:

α)

είναι εγκατεστημένος σε αυτό το κράτος μέλος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και την εθνική νομοθεσία του συγκεκριμένου κράτους μέλους· και

β)

έχει το δικαίωμα στο κράτος μέλος εγκατάστασης, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και την εθνική νομοθεσία του συγκεκριμένου κράτους μέλους όσον αφορά την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, να εκτελεί διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές.

2.   Η κοινοτική άδεια εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης για ανανεώσιμη περίοδο μέχρι δέκα ετών.

Οι κοινοτικές άδειες και τα επικυρωμένα αντίγραφα που έχουν εκδοθεί πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού παραμένουν σε ισχύ έως την ημερομηνία λήξης τους.

Η Επιτροπή προσαρμόζει την περίοδο ισχύος της κοινοτικής άδειας στην τεχνική πρόοδο, και συγκεκριμένα στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα επιχειρήσεων οδικών μεταφορών που προβλέπονται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, εκδίδονται διά της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2.

3.   Το κράτος μέλος εγκατάστασης χορηγεί στον δικαιούχο το πρωτότυπο της κοινοτικής άδειας, το οποίο φυλάσσεται από τον μεταφορέα, και αριθμό επικυρωμένων αντιγράφων αντίστοιχο με τον αριθμό των οχημάτων που διαθέτει ο κάτοχος της κοινοτικής άδειας, είτε κατά πλήρη κυριότητα είτε για παράδειγμα, με σύμβαση αγοράς με δόσεις, σύμβαση μίσθωσης ή σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης.

4.   Η κοινοτική άδεια και τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα πρέπει να είναι σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο Παράρτημα ΙΙ. Το παράρτημα αυτό καθορίζει επίσης τους όρους χρήσης της κοινοτικής άδειας και περιέχει τουλάχιστον δύο από τα χαρακτηριστικά ασφαλείας που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι.

Η Επιτροπή προσαρμόζει τα Παραρτήματα Ι και ΙΙ στην τεχνική πρόοδο. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2.

5.   Η κοινοτική άδεια και τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα φέρουν τη σφραγίδα της εκδίδουσας αρχής, καθώς και υπογραφή και αύξοντα αριθμό. Οι αύξοντες αριθμοί της κοινοτικής άδειας και των επικυρωμένων γνησίων αντιγράφων καταχωρίζονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών και συμπεριλαμβάνεται στο τμήμα που αφορά τα στοιχεία του μεταφορέα.

6.   Η κοινοτική άδεια εκδίδεται στο όνομα του μεταφορέα και δεν μεταβιβάζεται σε τρίτους. Ένα επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας φυλάσσεται μέσα σε κάθε όχημα του μεταφορέα και επιδεικνύεται εφόσον το ζητήσουν οι αρμόδιοι για τον έλεγχο υπάλληλοι.

Στην περίπτωση συνδυασμού συζευγμένων οχημάτων, το επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο συνοδεύει το μηχανοκίνητο όχημα. Το εν λόγω αντίγραφο καλύπτει το σύνολο των συζευγμένων οχημάτων ακόμα και σε περίπτωση που το ρυμουλκούμενο ή το ημιρυμουλκούμενο δεν είναι εγγεγραμμένα ούτε έχουν τεθεί σε κυκλοφορία στο όνομα του δικαιούχου της άδειας ή σε περίπτωση που είναι εγγεγραμμένα και έχουν τεθεί σε κυκλοφορία σε άλλο κράτος μέλος.

Άρθρο 5

Βεβαίωση οδηγού

1.   Το κράτος μέλος εκδίδει βεβαίωση οδηγού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, για οποιοδήποτε μεταφορέα, ο οποίος:

α)

είναι κάτοχος κοινοτικής άδειας· και

β)

στο κράτος μέλος αυτό απασχολεί νομίμως οδηγό που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια της οδηγίας 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες (12) ή χρησιμοποιεί νομίμως οδηγό που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια της εν λόγω οδηγίας και που έχει τεθεί στη διάθεση του μεταφορέα σύμφωνα με τους όρους απασχόλησης και επαγγελματικής κατάρτισης των οδηγών που έχουν θεσπιστεί στο εν λόγω κράτος μέλος:

i)

με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις· και, ενδεχομένως,

ii)

με συλλογικές συμβάσεις, σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

2.   Η βεβαίωση οδηγού εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα κατόπιν αίτησης του κατόχου κοινοτικής άδειας για κάθε οδηγό που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια της οδηγίας 2003/109/ΕΚ που απασχολεί νομίμως ο μεταφορέας ή για κάθε οδηγό, ο οποίος δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια αυτής της οδηγίας και που έχει τεθεί στη διάθεση του μεταφορέα. Κάθε βεβαίωση οδηγού πιστοποιεί ότι ο αναγραφόμενος σε αυτήν οδηγός απασχολείται σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 1.

3.   Η βεβαίωση οδηγού πρέπει να αντιστοιχεί στο υπόδειγμα του Παραρτήματος IIΙ και να περιέχει τουλάχιστον δύο από τα χαρακτηριστικά ασφαλείας που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι.

4.   Η Επιτροπή προσαρμόζει το Παράρτημα ΙΙΙ στην τεχνική πρόοδο. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2.

5.   Η βεβαίωση οδηγού φέρει τη σφραγίδα της εκδίδουσας αρχής, καθώς και υπογραφή και αύξοντα αριθμό. Ο αύξων αριθμός της βεβαίωσης οδηγού καταχωρίζεται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών και συμπεριλαμβάνεται στα δεδομένα που αφορούν τον μεταφορέα, ο οποίος θέτει τη βεβαίωση οδηγού στη διάθεση του αναγραφόμενου σε αυτήν οδηγού.

6.   Η βεβαίωση οδηγού ανήκει στον μεταφορέα, ο οποίος την παραδίδει στον αναγραφόμενο στη βεβαίωση οδηγό, όταν ο εν λόγω οδηγός οδηγεί όχημα εκτελώντας μεταφορές βάσει της κοινοτικής άδειας που έχει εκδοθεί στο όνομα του μεταφορέα αυτού. Ένα επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της βεβαίωσης οδηγού που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα φυλάσσεται στις εγκαταστάσεις του μεταφορέα. Η βεβαίωση οδηγού πρέπει να επιδεικνύεται εφόσον το ζητήσει αρμόδιος για τον έλεγχο υπάλληλος.

7.   Η βεβαίωση οδηγού εκδίδεται για περίοδο την οποία καθορίζει το κράτος μέλος έκδοσης, είναι δε μέγιστης διάρκειας ισχύος πέντε ετών. Οι βεβαιώσεις οδηγού που έχουν εκδοθεί πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού παραμένουν σε ισχύ μέχρι την ημερομηνία λήξης τους.

Η βεβαίωση οδηγού είναι έγκυρη μόνον εφόσον πληρούνται οι όροι υπό τους οποίους εκδόθηκε. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι οι βεβαιώσεις επιστρέφονται αμέσως από τον μεταφορέα στις αρχές έκδοσης όταν οι όροι αυτοί παύουν να πληρούνται.

Άρθρο 6

Εξακρίβωση της τήρησης των όρων

1.   Κατά την υποβολή αίτησης χορήγησης άδειας, ή κατά την υποβολή αίτησης για την ανανέωση της κοινοτικής άδειας, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης εξακριβώνουν κατά πόσον ο μεταφορέας πληροί ή εξακολουθεί να πληροί τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1.

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης εξακριβώνουν τακτικά διενεργώντας κάθε χρόνο ελέγχους σε ποσοστό τουλάχιστον 20 % των έγκυρων βεβαιώσεων οδηγού που εκδίδονται από το εν λόγω κράτος μέλος, κατά πόσον εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι του άρθρου 5 παράγραφος 1 για την έκδοση βεβαίωσης οδηγού.

Άρθρο 7

Μη χορήγηση και ανάκληση της κοινοτικής άδειας και της βεβαίωσης οδηγού

1.   Εάν δεν πληρούνται οι όροι του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5 παράγραφος 1, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης απορρίπτουν την αίτηση χορήγησης ή παράτασης κοινοτικής άδειας ή χορήγησης βεβαίωσης οδηγού, με αιτιολογημένη απόφαση.

2.   Οι αρμόδιες αρχές ανακαλούν την κοινοτική άδεια ή τη βεβαίωση οδηγού όταν ο δικαιούχος:

α)

δεν πληροί πλέον τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5 παράγραφος 1, ή

β)

έδωσε ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με την αίτηση έκδοσης της κοινοτικής άδειας ή της βεβαίωσης οδηγού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Άρθρο 8

Γενική αρχή

1.   Κάθε μεταφορέας που εκτελεί οδικές εμπορευματικές μεταφορές για λογαριασμό τρίτου, ο οποίος είναι κάτοχος κοινοτικής άδειας και του οποίου ο οδηγός, εφόσον είναι υπήκοος τρίτης χώρας, έχει στην κατοχή του βεβαίωση οδηγού, έχει δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται από το παρόν κεφάλαιο, να εκτελεί ενδομεταφορές.

2.   Αφού παραδώσουν τα εμπορεύματα που μεταφέρθηκαν στο πλαίσιο της εισερχόμενης διεθνούς μεταφοράς, οι μεταφορείς οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 1 επιτρέπεται να εκτελούν, με το ίδιο όχημα, ή αν πρόκειται για συνδυασμούς συζευγμένων οχημάτων το μηχανοκίνητο όχημα του ίδιου οχήματος, έως και τρεις ενδομεταφορές αφού εκτελέσουν διεθνή μεταφορά με αφετηρία άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα και προορισμό το κράτος μέλος υποδοχής. Η τελευταία εκφόρτωση στο πλαίσιο της ενδομεταφοράς πριν από την αναχώρηση από το κράτος μέλος υποδοχής πραγματοποιείται εντός επτά ημερών από την τελευταία εκφόρτωση στο κράτος μέλος υποδοχής στο πλαίσιο της διεθνούς μεταφοράς εισόδου.

Εντός του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι μεταφορείς μπορούν να εκτελούν ορισμένες ή όλες τις ενδομεταφορές που επιτρέπονται στο πλαίσιο του εν λόγω εδαφίου σε οποιοδήποτε κράτος μέλος εφόσον περιορίζονται σε μία πράξη ενδομεταφοράς ανά κράτος μέλος διέλευσης εντός τριημέρου από την είσοδο άνευ φορτίου στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους.

3.   Οι εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές που πραγματοποιούνται στο κράτος μέλος υποδοχής από μη εγκατεστημένο μεταφορέα λογίζονται σύμφωνες προς τον παρόντα κανονισμό μόνο εάν ο μεταφορέας μπορεί να παράσχει σαφείς αποδείξεις σχετικά με τη διεθνή μεταφορά στο πλαίσιο της οποίας αφίχθη στο κράτος μέλος υποδοχής και κάθε μετέπειτα ενδομεταφορά που πραγματοποιήθηκε σε αυτό.

Οι αποδείξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνουν τα ακόλουθα λεπτομερή στοιχεία για κάθε μεταφορά:

α)

το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και την υπογραφή του αποστολέα·

β)

το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και την υπογραφή του μεταφορέα·

γ)

το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του παραλήπτη, καθώς και την υπογραφή και την ημερομηνία παράδοσης, αφού παραδοθούν τα εμπορεύματα·

δ)

τον τόπο και την ημερομηνία παραλαβής των εμπορευμάτων και τον τόπο που έχει ορισθεί για την παράδοση·

ε)

την κοινώς αποδεκτή περιγραφή της φύσης των εμπορευμάτων και τη μέθοδο συσκευασίας τους και, σε περίπτωση επικίνδυνων εμπορευμάτων, την γενικώς αναγνωρισμένη περιγραφή τους, καθώς και τον αριθμό των δεμάτων, και τα ειδικά τους σήματα και αριθμούς·

στ)

το μικτό βάρος των εμπορευμάτων ή την ποσότητά τους εκφρασμένη με άλλο τρόπο·

ζ)

τον αριθμό των πινακίδων κυκλοφορίας του μηχανοκίνητου οχήματος και του ρυμουλκούμενου.

4.   Κάθε μεταφορέας που έχει, στο κράτος μέλος εγκατάστασης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, το δικαίωμα να εκτελεί για λογαριασμό τρίτου τις οδικές εμπορευματικές μεταφορές που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 στοιχεία α), β) και γ) γίνεται δεκτός, υπό τους όρους του παρόντος κεφαλαίου, να εκτελεί, κατά περίπτωση, ίδιας φύσεως ενδομεταφορές ή ενδομεταφορές με οχήματα της ίδιας κατηγορίας.

5.   Η αποδοχή στις ενδομεταφορές, στο πλαίσιο των μεταφορών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 στοιχείο δ) και ε), δεν υπόκειται σε κανέναν περιορισμό.

Άρθρο 9

Κανόνες που εφαρμόζονται στις ενδομεταφορές

1.   Η εκτέλεση των ενδομεταφορών υπόκειται, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, στις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής, όσον αφορά τα ακόλουθα:

α)

τους όρους που διέπουν τη σύμβαση μεταφοράς·

β)

το βάρος και τις διαστάσεις των οχημάτων·

γ)

τις προϋποθέσεις σχετικά με τη μεταφορά ορισμένων κατηγοριών εμπορευμάτων, ιδίως επικίνδυνων εμπορευμάτων, ευαλλοίωτων τροφίμων και ζώντων ζώων·

δ)

το χρόνο οδήγησης και τις περιόδους ανάπαυσης·

ε)

το φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) στις υπηρεσίες μεταφορών.

Το βάρος και οι διαστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β), πρώτο εδάφιο, είναι δυνατόν, κατά περίπτωση, να υπερβαίνουν αυτά που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα, αλλά δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υπερβαίνουν τα όρια που τίθενται από το κράτος μέλος υποδοχής για την εθνική του κυκλοφορία ή τα τεχνικά χαρακτηριστικά που αναγράφονται στα αποδεικτικά που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/53/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1996, σχετικά με τον καθορισμό, για ορισμένα οδικά οχήματα που κυκλοφορούν στην Κοινότητα, των μέγιστων επιτρεπόμενων διαστάσεων στις εθνικές και διεθνείς μεταφορές και των μέγιστων επιτρεπόμενων βαρών στις διεθνείς μεταφορές (13).

2.   Οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται στους μη εγκατεστημένους μεταφορείς υπό τους ιδίους όρους με αυτούς που επιβάλλονται στους μεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος υποδοχής, ώστε να εμποδίζεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης.

Άρθρο 10

Διαδικασία διασφάλισης

1.   Σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης ή επιδείνωσης της διατάραξης της αγοράς των εθνικών μεταφορών στο εσωτερικό μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής ζώνης, λόγω των δραστηριοτήτων ενδομεταφορών, κάθε κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να θεσπίσει μέτρα διασφάλισης και της γνωστοποιεί τις απαραίτητες πληροφορίες και τα μέτρα που προτίθεται να λάβει έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, νοούνται ως:

«σοβαρή διατάραξη της αγοράς των εθνικών μεταφορών στο εσωτερικό μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής ζώνης» η εμφάνιση, στην εν λόγω αγορά, συγκεκριμένων προβλημάτων αυτής της αγοράς, η φύση των οποίων είναι δυνατόν να οδηγήσει σε σοβαρό και, ενδεχομένως, διαρκές πλεόνασμα προσφοράς σε σχέση προς τη ζήτηση, και τα οποία συνιστούν απειλή για την οικονομική ισορροπία και την επιβίωση σημαντικού αριθμού μεταφορέων,

«γεωγραφική ζώνη», ζώνη η οποία περιλαμβάνει ένα μέρος ή το σύνολο του εδάφους ενός κράτους μέλους ή εκτείνεται σε ένα μέρος ή στο σύνολο του εδάφους άλλων κρατών μελών.

3.   Η Επιτροπή εξετάζει την κατάσταση, βάσει ιδίως των πιο πρόσφατων στοιχείων και, αφού συμβουλευθεί την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1, αποφασίζει, εντός προθεσμίας ενός μηνός αφότου λάβει την αίτηση του κράτους μέλους, εάν είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα διασφάλισης ή όχι, και τα θεσπίζει, εάν κριθεί αναγκαίο.

Τα μέτρα αυτά μπορούν να συνεπάγονται τον προσωρινό αποκλεισμό της σχετικής ζώνης από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο παραμένουν σε ισχύ για περίοδο η οποία δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, και η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά με τα ίδια όρια ισχύος.

Η Επιτροπή κοινοποιεί αμελλητί στα κράτη μέλη και στο Συμβούλιο κάθε απόφαση που λαμβάνει δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

4.   Αν η Επιτροπή αποφασίσει να λάβει μέτρα διασφάλισης που αφορούν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών υποχρεούνται να λάβουν μέτρα αντίστοιχης εμβέλειας έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή. Τα τελευταία αυτά μέτρα εφαρμόζονται το αργότερο από την ίδια ημερομηνία με τα μέτρα διασφάλισης που λαμβάνει η Επιτροπή.

5.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να φέρει ενώπιον του Συμβουλίου την απόφαση που έλαβε η Επιτροπή δυνάμει της παραγράφου 3 εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίησή της. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, μπορεί, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής του θέματος ή, εάν το θέμα υποβλήθηκε από περισσότερα του ενός κράτη μέλη, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία της πρώτης υποβολής, να λάβει διαφορετική απόφαση.

Τα όρια ισχύος που προβλέπονται στην παράγραφο 3 τρίτο εδάφιο εφαρμόζονται στην απόφαση του Συμβουλίου. Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα αντίστοιχης εμβέλειας έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Αν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η απόφαση της Επιτροπής καθίσταται οριστική.

6.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα μέτρα που αναφέρει η παράγραφος 3 πρέπει να ανανεωθούν, υποβάλλει πρόταση στο Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 11

Αμοιβαία συνδρομή

Τα κράτη μέλη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και για τον έλεγχο της τήρησής του. Ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσω των εθνικών κέντρων επαφής που συστήνονται δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού (EΚ) αριθ. …/2009.

Άρθρο 12

Επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις από το κράτος μέλος εγκατάστασης

1.   Σε περίπτωση σοβαρής παράβασης της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές που διαπράχθηκαν ή βεβαιώθηκαν σε ένα κράτος μέλος, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα ο οποίος διέπραξε τις εν λόγω παραβάσεις τον προειδοποιούν και αναλαμβάνουν την προσήκουσα δράση για παρακολούθηση της υπόθεσης η οποία μπορεί, μεταξύ άλλων, να οδηγήσει στην επιβολή των ακόλουθων διοικητικών κυρώσεων:

α)

προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση ορισμένων ή όλων των επικυρωμένων γνησίων αντιγράφων της κοινοτικής άδειας·

β)

προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής άδειας.

Οι κυρώσεις αυτές μπορεί να καθορίζονται, αφού ληφθεί οριστική απόφαση για την υπόθεση, και λαμβάνουν υπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης που διέπραξε ο κάτοχος της κοινοτικής άδειας και το συνολικό αριθμό επικυρωμένων γνησίων αντιγράφων της άδειας που κατέχει για διεθνείς μεταφορές.

2.   Σε περίπτωση σοβαρής παράβασης σχετικά με οποιαδήποτε κατάχρηση των βεβαιώσεων οδηγού, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα που έχει διαπράξει τις εν λόγω παραβάσεις επιβάλλουν τις δέουσες κυρώσεις, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ειδικότερα στις εξής:

α)

αναστολή της έκδοσης βεβαιώσεων οδηγού,

β)

αφαίρεση των βεβαιώσεων οδηγού,

γ)

επιβολή πρόσθετων όρων για την έκδοση βεβαιώσεων οδηγού έτσι ώστε να αποτραπεί οποιαδήποτε κατάχρηση,

δ)

προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση ορισμένων ή όλων των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων της κοινοτικής άδειας,

ε)

προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής άδειας.

Οι κυρώσεις αυτές μπορεί να καθορίζονται αφού ληφθεί οριστική απόφαση για την υπόθεση και λαμβάνουν υπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης που διέπραξε ο κάτοχος της κοινοτικής άδειας.

3.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διαπιστώθηκαν οι παραβάσεις, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός δύο μηνών μετά την οριστική απόφαση, ως προς το αν έχουν επιβληθεί οι κυρώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και ποιες εξ αυτών.

Εάν δεν επιβληθούν τέτοιες κυρώσεις, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης παρέχουν τη δέουσα αιτιολόγηση.

4.   Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις που επιβάλλονται στον ενεχόμενο μεταφορέα είναι, στο σύνολό τους, ανάλογες προς την ή τις παραβάσεις για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις λαμβάνοντας υπόψη κυρώσεις για την ίδια παράβαση που επιβλήθηκαν ενδεχομένως στο κράτος μέλος στο οποίο διαπιστώθηκε η παράβαση.

5.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα μπορούν επίσης, κατ' εφαρμογή του εθνικού δικαίου, να προσφύγουν κατά του ενεχόμενου μεταφορέα ενώπιον του αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου. Οι εν λόγω αρχές ενημερώνουν την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με όποιες αποφάσεις ελήφθησαν εν προκειμένω.

6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι μεταφορείς έχουν δικαίωμα να προσφεύγουν κατά οιασδήποτε διοικητικής κύρωσης που τους έχει επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 13

Επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις από το κράτος μέλος υποδοχής

1.   Όταν οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους λάβουν γνώση μιας σοβαρής του παρόντος κανονισμού ή της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές που καταλογίζονται σε μη εγκατεστημένο μεταφορέα, το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαπιστώθηκε η παράβαση, διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός δύο μηνών μηνός μετά την οριστική τους απόφαση για το ζήτημα, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

περιγραφή της παράβασης και την ημερομηνία και χρόνο κατά τον οποίο διαπράχθηκε.

β)

την κατηγορία, το είδος και τη σοβαρότητα της παράβασης· και

γ)

τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν και τις κυρώσεις που εκτελέστηκαν.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δύνανται να ζητήσουν από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 12.

2.   Με την επιφύλαξη ποινικής δίωξης, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δικαιούνται να επιβάλλουν κυρώσεις κατά μη εγκατεστημένου μεταφορέα ο οποίος παραβιάζει, στο έδαφος του κράτους αυτού, τον παρόντα κανονισμό ή την εθνική ή κοινοτική νομοθεσία για τις οδικές μεταφορές επ' ευκαιρία ενδομεταφοράς. Οι κυρώσεις αυτές επιβάλλονται χωρίς διακρίσεις. Οι εν λόγω κυρώσεις μπορούν, ιδίως, να συνίστανται σε προειδοποίηση ή, σε περίπτωση κάποιας σοβαρής παράβασης, σε προσωρινή απαγόρευση των ενδομεταφορών στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής όπου διεπράχθη η παράβαση.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι μεταφορείς έχουν δικαίωμα να ασκούν προσφυγή κατά οιασδήποτε διοικητικής ποινής που τους επιβλήθηκε σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 14

Καταχώριση στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι σοβαρές παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές, τις οποίες διαπράττουν μεταφορείς εγκατεστημένοι στο έδαφός τους και οδηγούν στην επιβολή κύρωσης από οιοδήποτε κράτος μέλος, καθώς και στην προσωρινή ή τη μόνιμη αφαίρεση της κοινοτικής άδειας ή του επικυρωμένου γνησίου αντιγράφου, καταχωρίζονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών. Καταχωρίσεις στο μητρώο που αφορούν προσωρινή ή μόνιμη αφαίρεση της κοινοτικής άδειας παραμένουν στη βάση δεδομένων επί δύο έτη μετά την πάροδο της περιόδου αφαίρεσης της άδειας στην περίπτωση προσωρινής αφαίρεσης ή μετά την ημερομηνία αφαίρεσης της άδειας στην περίπτωση μόνιμης αφαίρεσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Άρθρο 15

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 3821/85.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 16

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα κυρώσεων που επιβάλλονται στις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή έως … (14), και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους το συντομότερο δυνατόν.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλα αυτά τα μέτρα λαμβάνονται χωρίς διακρίσεις ως προς την ιθαγένεια ή τον τόπο εγκατάστασης του μεταφορέα.

Άρθρο 17

Υποβολή εκθέσεων

1.   Ανά διετία, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τον αριθμό των μεταφορέων που είναι κάτοχοι κοινοτικής άδειας στις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους και για τον αριθμό των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων που αντιστοιχούν στα οχήματα που κυκλοφορούν κατά την ημερομηνία αυτή.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν επίσης την Επιτροπή για τον αριθμό των βεβαιώσεων οδηγού που εξέδωσαν το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, καθώς και για τον αριθμό των βεβαιώσεων οδηγού σε κυκλοφορία στις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

3.   Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση για την κατάσταση της κοινοτικής αγοράς οδικών μεταφορών μέχρι τα τέλη του 2013. Η έκθεση περιλαμβάνει ανάλυση της κατάστασης της αγοράς, στην οποία περιλαμβάνεται αξιολόγηση της αποθεματικότητας των ελέγχων και εξέλιξη των ορών άσκησης του επαγγέλματος καθώς και αξιολογική κρίση για το αν η εναρμόνιση των κανόνων στους τομείς, μεταξύ άλλων, της επιβολής και των οδικών τελών καθώς και στον κοινωνικό τομέα και στον τομέα της ασφάλειας προόδευσε σε βαθμό που να εξετάζεται το ενδεχόμενο μεγαλύτερου ανοίγματος των εγχώριων αγορών οδικών μεταφορών καθώς και ενδομεταφορών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 18

Κατάργηση

Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 881/92, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3118/93 και η οδηγία 2006/94/EΚ καταργούνται.

Οι αναφορές στους καταργηθέντες κανονισμούς και στην καταργηθείσα οδηγία νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του Παραρτήματος IV.

Άρθρο 19

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από … (14).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 204, 9.8.2008, σ. 31.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα), απόφαση του Συμβουλίου της …

(3)  ΕΕ L 95, 9.4.1992, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 279, 12.11.1993, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 374, 27.12.2006, σ. 5.

(6)  ΕΕ L 102, 11.4.2006, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 18, 21.1.1997, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 370, 31.12.1985, σ. 8.

(9)  ΕΕ L …

(10)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(11)  ΕΕ L 33, 4.2.2006, σ. 82.

(12)  ΕΕ L 16, 23.1.2004, σ. 44.

(13)  ΕΕ L 235, 17.9.1996, σ. 59.

(14)  Δύο έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΟΔΗΓΟΥ

Η κοινοτική άδεια και η βεβαίωση οδηγού πρέπει να έχει τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά ασφαλείας:

ολογράφημα·

ειδικές ίνες του χαρτιού που γίνονται ορατές κάτω από υπεριώδη ακτινοβολία·

μία τουλάχιστον γραμμή με μικροστοιχεία (εκτύπωση που γίνεται ορατή μόνο με μεγεθυντικό φακό και δεν αναπαράγεται από φωτοτυπικά μηχανήματα)·

ανάγλυφους χαρακτήρες, σύμβολα ή σχέδια·

διπλή αρίθμηση: σειριακό αριθμό κοινοτικής αδείας, επικυρωμένου αντιγράφου της ή βεβαίωσης οδηγού, καθώς και, σε κάθε περίπτωση, τον αριθμό έκδοσης·

σχέδιο ασφαλείας του φόντου με σύμπλεκτες κυματοειδείς γραμμές και εκτύπωση με ιριδισμό.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙ

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙ

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 881/92

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3118/93

Οδηγία 2006/94/ΕΚ

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Παράρτημα ΙΙ

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2, Παράρτημα I· Άρθρο 2

Άρθρο 1 παράγραφος 5

 

 

Άρθρο 2

Άρθρο 1 παράγραφος 6

Άρθρο 2

 

 

Άρθρο 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 3

Άρθρο 3 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 4

 

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 4, Παράρτημα I

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφος 5

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 4

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 6 παράγραφος 5

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 7

Άρθρο 7

 

 

Άρθρο 6

Άρθρο 8 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 4

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 6

 

Άρθρο 1 παράγραφος 1

 

Άρθρο 8 παράγραφος 1

 

Άρθρο 1 παράγραφος 2

 

Άρθρο 8 παράγραφος 4

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 3 και 4

 

Άρθρο 8 παράγραφος 5

 

Άρθρο 2

 

 

Άρθρο 3

 

 

Άρθρο 4

 

 

Άρθρο 5

 

 

Άρθρο 6 παράγραφος 1

 

Άρθρο 9 παράγραφος 1

 

Άρθρο 6 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 6 παράγραφος 3

 

Άρθρο 9 παράγραφος 2

 

Άρθρο 6 παράγραφος 4

 

 

Άρθρο 7

 

Άρθρο 10

Άρθρο 10

 

 

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

 

Άρθρο 11

Άρθρο 11 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 4

Άρθρο 11α

 

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3

 

Άρθρο 13 παράγραφος 2

 

Άρθρο 8 παράγραφος 4 εδάφια 1 και 3

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφος 4 εδάφιο 2

 

Άρθρο 12 παράγραφος 4

 

Άρθρο 8 παράγραφος 4 εδάφια 4 και 5

 

Άρθρο 12 παράγραφος 5

 

Άρθρο 9

 

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 12

 

 

Άρθρο 18

Άρθρο 13

 

 

 

Άρθρο 14

Άρθρο 10

 

 

 

Άρθρο 11

 

 

Άρθρο 15

Άρθρο 12

Άρθρο 4

Άρθρο 19

 

 

Άρθρο 3

 

 

 

Άρθρο 5

 

 

 

Παραρτήματα II, III

 

Παράρτημα Ι

 

 

Παράρτημα II

Παράρτημα III

 

 

Παράρτημα IIΙ

 

Παράρτημα I

 

 

 

Παράρτημα II

 

 

 

Παράρτημα III

 

 

 

Παράρτημα IV

 

 


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Επιτροπή υπέβαλε στις 25 Μαΐου 2007 την πρόταση κανονισμού για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών (αναδιατύπωση), η οποία είναι μια από τις τρεις προτάσεις της λεγόμενης «Δέσμης μέτρων για τις οδικές μεταφορές» (1).

Στις 21 Μαΐου 2008, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γνωμοδότησε σε πρώτη ανάγνωση.

Στις 9 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση σύμφωνα με το άρθρο 251 της Συνθήκης.

Κατά τις εργασίες του, το Συμβούλιο έλαβε υπόψη τις γνώμες της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Η Επιτροπή των Περιφερειών αποφάσισε να μην διατυπώσει γνώμη επί των τριών προτάσεων της δέσμης μέτρων για τις οδικές μεταφορές.

II.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Σε συνέχεια των «Συμπερασμάτων για τη συμβολή του τομέα των μεταφορών στη Στρατηγική της Λισσαβόνας» του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2007, η Επιτροπή αποφάσισε να υποβάλει προτάσεις για την επανεξέταση του ισχύοντος νομοθετικού σχετικά με την πρόσβαση στο επάγγελμα του μεταφορέα και την πρόσβαση στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών, καθώς και στην αγορά διεθνών μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διασφαλιστούν η αναλογικότητα και η καταλληλότητα των διοικητικών επιβαρύνσεων. Συνολικά, με τις νέες αυτές προτάσεις επιδιώκεται ο εκσυγχρονισμός, η αντικατάσταση και η συγχώνευση διατάξεων περί οδικών μεταφορέων και πρόσβασης στις αγορές των οδικών μεταφορών.

Η πρόταση κανονισμού για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών, όπως υποβλήθηκε από την Επιτροπή, αποβλέπει σε πιο θεμιτούς όρους λειτουργίας του ανταγωνισμού, καθιστώντας τους κανόνες αυτούς περισσότερο συγκρίσιμους, συνεκτικούς και εκτελεστούς. Ενθαρρύνει επίσης τη βελτιστοποίηση των μεταφερόμενων φορτίων των οχημάτων σε διεθνείς διαδρομές, που συμβάλλει στον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των μεταφορών.

Η κοινή θέση που συμφωνήθηκε από το Συμβούλιο προβλέπει κανόνες σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά διεθνών εμπορευματικών μεταφορών. Ενοποιεί, συγχωνεύει και τροποποιεί ουσιαστικά την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία παρέχοντας έναν απλό, σαφή και εφαρμοστέο ορισμό των ενδομεταφορών. Απλουστεύει επίσης τον τυποποιημένο μορφότυπο της κοινοτικής άδειας, των επικυρωμένων αντιγράφων και της βεβαίωσης του οδηγού. Ειδικότερα, ρυθμίζει τις περιόδους ισχύος της κοινοτικής άδειας και την εξακρίβωση της συμμόρφωσης, και προβλέπει κατάλογο με τα χαρακτηριστικά ασφαλείας για την αποφυγή των παραποιήσεων και παραχαράξεων των εγγράφων αυτών. Επιπλέον, η κοινή θέση ενισχύει τις ισχύουσες νομικές διατάξεις περί ανταλλαγής πληροφοριών και αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των κρατών μελών και περί κυρώσεων, δηλαδή την επιβολή κυρώσεων για τις παραβάσεις από το κράτος μέλος εγκατάστασης και το κράτος μέλος υποδοχής. Υποχρεώνει επίσης τα κράτη μέλη να καταχωρίζουν στο εθνικό τους μητρώο των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών όλες τις σοβαρές παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί από τους μεταφορείς τους και οι οποίες οδήγησαν στην επιβολή κυρώσεων. Η κοινή θέση εισάγει επίσης την υποχρέωση της Επιτροπής να αξιολογήσει —σε έκθεση που θα δημοσιευτεί στο τέλος του 2013— εάν η πρόοδος στην εναρμόνιση ορισμένων κανόνων (δηλ. όσον αφορά την επιβολή και τα οδικά τέλη) επιτρέπει περαιτέρω άνοιγμα των εγχώριων αγορών μεταφορών, συμπεριλαμβανομένων των ενδομεταφορών.

2.   Τα σημαντικότερα πολιτικά θέματα

i)   Κοινοτική άδεια και βεβαίωση του οδηγού

Η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει την έκδοση κοινοτικής άδειας για ανανεώσιμη περίοδο πέντε ετών. Επιπλέον, υποχρεώνει τα κράτη μέλη να καταχωρίζουν τους αύξοντες αριθμούς της άδειας και των επικυρωμένων αντιγράφων της στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών που προβλέπεται στην πρόταση κανονισμού για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα.

Στην κοινή του θέση, το Συμβούλιο προβλέπει μια πιο ευέλικτη προσέγγιση και μεγαλύτερη περίοδο ισχύος της κοινοτικής άδειας, δεδομένου ότι το προαναφερόμενο μητρώο θα επιτρέπει άμεσο έλεγχο της τρέχουσας κατάστασης των μεταφορικών επιχειρήσεων. Η κοινή θέση παρατείνει την ισχύ της ανανεώσιμης κοινοτικής άδειας για διάστημα «έως δέκα έτη», εισάγει την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο (επιτροπολογία) για τις μελλοντικές αναγκαίες τροποποιήσεις της ισχύος της κοινοτικής αδείας και τροποποιεί επίσης αναλόγως τις διατάξεις για τον έλεγχο των όρων έκδοσης και ανανέωσης της άδειας.

Όσον αφορά την έκδοση βεβαίωσης οδηγού, το Συμβούλιο αποφάσισε να περιλάβει στην κοινή του θέση παραπομπή στην οδηγία 2003/109/EΚ σχετικά με το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες (άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 5 παράγραφος 2). Ως προς την καταχώριση του αύξοντος αριθμού της βεβαίωσης οδηγού στο εθνικό ηλεκτρονικό αρχείο, η κοινή θέση παρεκκλίνει από την πρόταση της Επιτροπής και αφήνει τη διάταξη αυτή προαιρετική (άρθρο 5 παράγραφος 5).

Για την αποφυγή πιθανής παραποίησης των εγγράφων αυτών, το Συμβούλιο αποφάσισε να τροποποιήσει τα παραρτήματα I και II με την προσθήκη χαρακτηριστικών ασφαλείας, δύο τουλάχιστον από τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται στα έγγραφα αυτά. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ακολουθήσει την προσέγγιση της Επιτροπής και δεν ενέκρινε τροπολογίες επί του θέματος αυτού.

ii)   Ενδομεταφορές

Για να αποσαφηνιστεί ο προσωρινός χαρακτήρας των ενδομεταφορών, η αρχική πρόταση της Επιτροπής εισάγει ένα νέο ορισμό της εννοίας αυτής με τον περιορισμό του αριθμού των ενδομεταφορών σε τρεις εντός χρονικού διαστήματος επτά ημερών μετά την εκτέλεση της διεθνούς μεταφοράς εμπορευμάτων. Οι περιορισμοί αυτοί αποβλέπουν στη διευκόλυνση της επιβολής, εφόσον οι συναφείς πληροφορίες μπορούν να συλλεγούν από τις φορτωτικές CMR, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε όλες τις διεθνείς μεταφορές. Για λόγους πληρότητας, η πρόταση της Επιτροπής περιλαμβάνει επίσης, στο σχετικό άρθρο, τις πληροφορίες που πρέπει να είναι τεκμηριωμένες και διαθέσιμες εντός του οχήματος.

Στην κοινή του θέση, το Συμβούλιο ακολουθεί την πρόταση της Επιτροπής, αλλά, προκειμένου να αποφευχθούν οι διαδρομές χωρίς φορτίο στο κοινοτικό οδικό δίκτυο, εισάγει μια συμπληρωματική διάταξη που επιτρέπει στους μεταφορείς να πραγματοποιούν δρομολόγια ενδομεταφορών στα κράτη μέλη από τα οποία διέρχονται. Τα δρομολόγια αυτά περιορίζονται σε ένα ανά κράτος μέλος διέλευσης εντός τριών ημερών μετά την είσοδο χωρίς φορτίο στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους. Ο συνολικός αριθμός δρομολογίων, ωστόσο, θα περιορίζεται σε τρία εντός επτά ημερών. Η ευρύτερη αυτή προσέγγιση παρέχει στους κοινοτικούς μεταφορείς μεγαλύτερη ευελιξία εντός του κοινοτικού πλαισίου που θεσπίστηκε με την αρχική πρόταση της Επιτροπής, ενώ παράλληλα τίθεται όριο στις ανεξέλεγκτες δραστηριότητες ενδομεταφορών και συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος με τη μείωση του αριθμού των διαδρομών των οχημάτων χωρίς φορτίο.

Η κοινή θέση του Συμβουλίου επανεισάγει επίσης ορισμένα μέτρα διασφάλισης που ισχύουν επί του παρόντος και τα οποία επιτρέπουν στα κράτη μέλη, μετά από έγκριση της Επιτροπής, να λαμβάνουν προστατευτικά μέτρα σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής στην εθνική αγορά μεταφορών σε ορισμένη γεωγραφική περιοχή που προκαλείται ή επιδεινώνεται από τις ενδομεταφορές.

Το Συμβούλιο αποφάσισε επίσης να εισαγάγει στην κοινή του θέση την υποχρέωση της Επιτροπής να αξιολογήσει, σε μελλοντική έκθεση για την κατάσταση της κοινοτικής αγοράς οδικών μεταφορών, εάν η πρόοδος στην εναρμόνιση ορισμένων κανόνων (δηλ. όσον αφορά την επιβολή και τα οδικά τέλη) επιτρέπει περαιτέρω άνοιγμα των εγχώριων αγορών μεταφορών, συμπεριλαμβανομένων των ενδομεταφορών. Η έκθεση αυτή θα περιλαμβάνει επίσης ανάλυσης της κατάστασης στην αγορά και την εξέλιξη των συνθηκών απασχόλησης στο επάγγελμα. Η ημερομηνία παράδοσης της έκθεσης αυτής ορίστηκε για το τέλος του 2013.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δέχτηκε επίσης την πρόταση της Επιτροπής να επιτραπούν τρία συνεχόμενα δρομολόγια ενδομεταφορών εντός επτά ημερών. Θέσπισε, ωστόσο, μια συμπληρωματική διάταξη που επιτρέπει δρομολόγια ενδομεταφοράς σε κράτη μέλη από τα οποία διέρχεται το όχημα κατά την επιστροφή του, υπό τον όρο ότι η συντομότερη διαδρομή επιστροφής διέρχεται από τα κράτη μέλη αυτά και τηρείται το χρονικό όριο των επτά ημερών. Επίσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να επανεισαγάγει μέτρα διασφάλισης σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής στην εθνική αγορά μεταφορών σε ορισμένη γεωγραφική περιοχή που προκαλείται ή επιδεινώνεται από τις ενδομεταφορές.

Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε διατάξεις που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να συνάπτουν διμερείς συμφωνίες που να προβλέπουν μια λιγότερο περιοριστική προσέγγιση για τις ενδομεταφορές, επιτρέποντας την εκτέλεση ενδομεταφορών μετά από μερική εκφόρτωση και ζητώντας την εισαγωγή ενιαίου εναρμονισμένο μοντέλο φορτωτικής σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση για όλες τις μεταφορές, συμπεριλαμβανομένων των ενδομεταφορών.

Αντίθετα με την προσέγγιση του Συμβουλίου και της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της πλήρους απελευθέρωσης των ενδομεταφορών από την 1η Ιανουαρίου 2014.

iii)   Συνεργασία μεταξύ κρατών μελών

Μετά την πρόταση της Επιτροπής και για να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εθνικών αρχών, το Συμβούλιο αποφάσισε να συμπεριλάβει στην κοινή του θέση διάταξη που υποχρεώνει τα κράτη μέλη τα ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσων των εθνικών κέντρων επαφής. Το Συμβούλιο ακολούθησε επίσης την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την υποχρέωση των κρατών μελών να καταχωρίζουν στο εθνικό τους μητρώο των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών όλες τις σοβαρές παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας για τις μεταφορές, οι οποίες οδήγησαν στην επιβολή κυρώσεων. Επιπλέον, το Συμβούλιο αποφάσισε να εισάγεται στα εθνικά μητρώα κάθε προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής άδειας ή των επικυρωμένων αυθεντικών αντιγράφων. Οι τελευταίες καταχωρίσεις παραμένουν στη βάση δεδομένων επί διετία.

Οι διατάξεις αναφορικά με τη δημιουργία εθνικών κέντρων επαφής και εθνικών μητρώων περιλαμβάνονται επίσης στο σχέδιο κανονισμού για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να υιοθετήσει την πρόταση της Επιτροπής και δεν θέσπισε τροπολογίες για το θέμα αυτό.

iv)   Επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις

Η Επιτροπή προτείνει να ενισχυθούν οι εξουσίες και τα μέσα που διαθέτουν οι εθνικές αρχές οι οποίες είναι αρμόδιες για την έκδοση και ανάκληση της κοινοτικής άδειας, προκειμένου να υπάρξει ομοιογένεια στα συστήματα παρακολούθησης και ελέγχου που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, η πρόταση περιλαμβάνεται η υποχρέωση για την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα να εκδώσει προειδοποίηση, όταν ένας μεταφορέας διαπράττει σοβαρή παράβαση ή επανειλημμένες παραβάσεις ήσσονος σημασίας της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές. Η εν λόγω υποχρέωση εφαρμόζεται επίσης σε περιπτώσεις στις οποίες ο μεταφορέας διέπραξε τέτοια παράβαση σε άλλο κράτος μέλος. Μία άλλη διάταξη διασαφηνίζει τις κυρώσεις τις οποίες μπορεί να επιβάλλει το κράτος μέλος στους μεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός του, δηλαδή την προσωρινή ή μερική ανάκληση των επικυρωμένων αντιγράφων της κοινοτικής άδειας ή της ίδιας της κοινοτικής άδειας ή των βεβαιώσεων οδηγού. Ένα κράτος μέλος μπορεί επίσης να επιβάλλει ως κύρωση τον προσωρινό ή μόνιμο αποκλεισμό του διαχειριστή μεταφορών του μεταφορέα.

Η κοινή θέση που υιοθέτησε το Συμβούλιο ακολουθεί σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση της Επιτροπής για τις σοβαρές παραβάσεις. Ωστόσο, το Συμβούλιο αντιτίθεται στην έκδοση προειδοποίησης και συμφώνησε να αφήσει στα κράτη μέλη την επιλογή του τρόπου δράσης. Επιπλέον, το Συμβούλιο αποφάσισε να αφήσει στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών την αξιολόγηση των επανειλημμένων παραβάσεων ήσσονος σημασίας. Η κοινή θέση εισάγει επίσης την υποχρέωση της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα να κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο διαπιστώθηκε παράβαση εάν και ποιες κυρώσεις έχουν επιβληθεί. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να κοινοποιούνται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη οριστική απόφαση για το θέμα.

Η αρχική πρόταση της Επιτροπής εισάγει επίσης μια νέα διαδικασία την οποία πρέπει να τηρεί το κράτος μέλος το οποίο βεβαιώνει μια σοβαρή παράβαση που διαπράχθηκε από μη εγκατεστημένο μεταφορέα. Το εν λόγω κράτος μέλος διαθέτει προθεσμία ενός μηνός προκειμένου να κοινοποιήσει τις πληροφορίες, (σύμφωνα με ένα στοιχειωδώς τυποποιημένο μορφότυπο) και μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος εγκατάστασης να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις. Το κράτος μέλος εγκατάστασης του εμπλεκόμενου μεταφορέα έχει στη διάθεσή του τρεις μήνες να ενημερώσει το άλλο κράτος μέλος για τη συνέχεια που δόθηκε στην υπόθεση.

Η κοινή θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει αυτή τη διάταξη, αλλά προβλέπει δύο μήνες για την κοινοποίηση των πληροφοριών. Η κοινή θέση του Συμβουλίου δεν προβλέπει καμία υποχρέωση για το κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα να κοινοποιεί τη συνέχεια που δόθηκε.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τάχθηκε επίσης εναντίον της συμπερίληψης διατάξεων σχετικά με τις επανειλημμένες παραβάσεις ήσσονος σημασίας. Επιπλέον, ψήφισε υπέρ μια διάταξης που επιτρέπει την επιβολή προστίμων ως πιθανής μορφής κυρώσεων.

3.   Άλλες τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η κοινή θέση του Συμβουλίου ενσωμάτωσε εξ ολοκλήρου ή επί της αρχής τροπολογίες που αφορούν τον τροποποιημένο ορισμό της απαλλαγής των ταχυδρομικών μεταφορών και τον περιορισμό των λεπτομερειών που περιλαμβάνονται στις αποδείξεις που πρέπει να προσκομίζονται για τη διεθνή μεταφορά σε σχέση με πράξεις ενδομεταφοράς.

Οι τροπολογίες που δεν συμπεριλαμβάνονται στην κοινή θέση αφορούν:

αιτιολογική σκέψη σε σχέση με την οδηγία 92/106/EΟΚ για τις συνδυασμένες μεταφορές·

προσθήκη στον ορισμό των ενδομεταφορών·

τον καθορισμό της 1ης Ιανουαρίου 2009 ως ημερομηνίας για την εφαρμογή του υπό εξέταση κανονισμού·

την παραπομπή στην οδηγία για την απόσπαση των εργαζομένων μεταξύ των κανόνων που εφαρμόζονται στις ενδομεταφορές·

τη δυνατότητα των κρατών μελών να ρυθμίζουν το διασυνοριακό εμπόριο.

III.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Κατά τον καθορισμό της κοινής θέσης του, το Συμβούλιο έλαβε πλήρως υπόψη του την πρόταση της Επιτροπής και τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση. Όσον αφορά τις τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο παρατηρεί ότι, σε πολλές περιπτώσεις, οι τροπολογίες έχουν περιληφθεί —κατά το πνεύμα, εν μέρει ή πλήρως— στην κοινή θέση του.

Όσον αφορά το κύριο σημείο διαφωνίας —τον καθορισμό της ημερομηνίας για την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς ενδομεταφορών— το Συμβούλιο θεωρεί ότι υιοθέτησε μια ισόρροπη και ορθή προσέγγιση.


(1)  Οι άλλες 2 νομοθετικές προτάσεις αφορούν:

πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος οδικού μεταφορέα (10114/1/07 TRANS 194 CODEC 602 + REV1 (en,fr, de)) και

πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στην αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία (αναδιατύπωση) (10102/2/07 TRANS 191 CODEC 601 + REV 2 (en, fr, de))