ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

51ό έτος
21 Οκτωβρίου 2008


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 266/01

Ανακοίνωση σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών (consortia) ( 1 )

1

2008/C 266/02

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5300 — Gores Group LLC/Siemens Enterprise Communications) ( 1 )

7

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 266/03

Ισοτιμίες του ευρώ

8

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

2008/C 266/04

Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις οι οποίες χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001

9

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων

2008/C 266/05

Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για συμβασιούχους υπαλλήλους προσωρινής απασχόλησης (EMEA, Λονδίνο)

12

2008/C 266/06

Προσλήψεις Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (Λονδίνο)

14

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 266/07

Ανακοίνωση σχετικά με την επικείμενη λήξη της ισχύος ορισμένων μέτρων αντιντάμπινγκ

15

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Επιτροπή

2008/C 266/08

Κρατική ενίσχυση — Ισπανία — Κρατική ενίσχυση C 22/08 (ex N 222/07 και N 242/07) — Ενισχύσεις προς την επιχείρηση El Pozo Alimentación, SA — Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ

16

 

2008/C 266/09

Σημείωση για τον αναγνώστη(βλέπε σελίδα 3 του εξωφύλλου)

s3

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/1


Ανακοίνωση σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών («consortia»)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 266/01)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου (1), η Επιτροπή καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να στείλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το συνημμένο σχέδιο κανονισμού (ΕΚ) της Επιτροπής για την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Οι παρατηρήσεις (με την ένδειξη HT.1065) πρέπει να σταλούν, εντός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης, στην εξής διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

Reference HT.1065

Unit COMP/F1, Office J70 2/55

B-1049 Brussels

Φαξ (32-2) 295 01 28

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: COMP-GREFFE-ANTITRUST@ec.europa.eu

«ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. [XXX] ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της [ΧΧΧ]

σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών (“consortia”)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών (consortia) (2), και ιδίως το άρθρο 1,

Έχοντας δημοσιεύσει σχέδιο του παρόντος κανονισμού (3),

Μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή για τις περιοριστικές πρακτικές και τις δεσπόζουσες θέσεις,

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εφαρμόζει μέσω κανονισμού το άρθρο 81 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών (κοινοπραξίες) με αντικείμενο τη συνεκμετάλλευση υπηρεσιών στις τακτικές γραμμές θαλασσίων μεταφορών, οι οποίες, χάρη στη συνεργασία που συνεπάγονται μεταξύ των συμβαλλομένων ναυτιλιακών εταιρειών, είναι ικανές να περιορίζουν τον ανταγωνισμό εντός της κοινής αγοράς και να επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, με αποτέλεσμα να υπάγονται, ενδεχομένως, στην απαγόρευση του άρθρου 81 παράγραφος 1 της συνθήκης.

(2)

Η Επιτροπή έκανε χρήση της εξουσίας αυτής με την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 823/2000 της Επιτροπής, της 19ης Απριλίου 2000, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών (κοινοπραξίες) (4), του οποίου η ισχύς λήγει στις 25 Απριλίου 2010. Με βάση τη μέχρι τώρα πείρα της Επιτροπής, είναι δυνατό να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι οι λόγοι που υπαγορεύουν μία απαλλαγή κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες τακτικών γραμμών εξακολουθούν να ισχύουν, δεδομένου ότι έχει διαπιστωθεί πως η απαλλαγή λειτουργεί ικανοποιητικά και προς όφελος τόσο των μεταφορέων όσο και των χρηστών μεταφορικών υπηρεσιών. Παρόλα αυτά, είναι απαραίτητο να επέλθουν προσαρμογές προκειμένου να απαλειφθούν οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4056/86, ο οποίος περιελάμβανε την απαλλαγή κατά κατηγορία για τις διασκέψεις τακτικών γραμμών, που παρείχε τη δυνατότητα στις ναυτιλιακές εταιρείες τακτικών γραμμών να καθορίζουν τους ναύλους και τη μεταφορική ικανότητα. Τροποποιήσεις απαιτούνται επίσης για να επέλθει μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 823/2000 και άλλων κανονισμών περί απαλλαγής κατά κατηγορία που ισχύουν σήμερα και αφορούν οριζόντια συνεργασία, καθώς επίσης για να ληφθούν υπόψη οι τρέχουσες συναλλακτικές πρακτικές στον κλάδο των τακτικών γραμμών θαλάσσιων μεταφορών.

(3)

Στην αγορά έχουν συναφθεί και εφαρμόζονται πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους συμφωνίες σχετικά με κοινοπραξίες. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μια συμφωνία κοινοπραξίας πρέπει να απαρτίζεται είτε από μία συμφωνία είτε από ένα σύνολο αλληλένδετων συμφωνιών βάσει των οποίων τα συμβαλλόμενα μέρη εκτελούν από κοινού ένα δρομολόγιο. Το νομικό περίβλημα των σχετικών ρυθμίσεων θεωρείται λιγότερο σημαντικό από το υποκείμενο οικονομικό δεδομένο της παροχής κοινού δρομολογίου από τα μέρη.

(4)

Αντιθέτως, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να καλύπτει τις περιοριστικές συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ, αφενός, κοινοπραξιών ή ενός ή περισσότερων από τα μέλη τους και, αφετέρου, άλλων ναυτιλιακών εταιρειών. Δεν πρέπει να καλύπτει ούτε τις περιοριστικές συμφωνίες μεταξύ διαφόρων κοινοπραξιών που δραστηριοποιούνται στις ίδιες διαδρομές ή μεταξύ των μελών τέτοιων κοινοπραξιών.

(5)

Το ευεργέτημα της απαλλαγής κατά κατηγορία θα πρέπει να περιοριστεί στις συμφωνίες εκείνες για τις οποίες μπορεί να θεωρηθεί με επαρκή βαθμό βεβαιότητας ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 81 παράγραφος 3.

(6)

Οι κοινοπραξίες, όπως ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, συμβάλλουν εν γένει στη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ποιότητας των διαθέσιμων υπηρεσιών τακτικών γραμμών χάρη στον εξορθολογισμό των δραστηριοτήτων των εταιρειών μελών τους και χάρη στις οικονομίες κλίμακας που επιτρέπουν στο επίπεδο της εκμετάλλευσης των σκαφών και των λιμενικών εγκαταστάσεων. Συμβάλλουν επίσης στην προαγωγή της τεχνικής και οικονομικής προόδου, διευκολύνοντας και προτρέποντας την αύξηση της χρησιμοποίησης εμπορευματοκιβωτίων, καθώς και την αποτελεσματικότερη χρησιμοποίηση της χωρητικότητας των πλοίων. Προς τον σκοπό της καθιέρωσης και εκμετάλλευσης κοινού δρομολογίου, ένα από τα συμφυή κύρια χαρακτηριστικά των κοινοπραξιών είναι η ικανότητα προσαρμογής με γνώμονα τις διακυμάνσεις της προσφοράς και της ζήτησης. Απεναντίας, ο μη δικαιολογημένος περιορισμός της παραγωγής, ο από κοινού καθορισμός του ναύλων μεταφοράς φορτίου και ο επιμερισμός της πελατείας και των αγορών δεν είναι πιθανό να αποφέρουν οφέλη από άποψη αποτελεσματικότητας. Κατά συνέπεια, οι συμφωνίες κοινοπραξίας που αφορούν τέτοιου είδους δραστηριότητες είναι σκόπιμο να αποκλείονται από το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού, ανεξαρτήτως της ισχύος που οι συμβαλλόμενοι διαθέτουν στην αγορά.

(7)

Εύλογο μερίδιο της ωφέλειας που προκύπτει από τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας πρέπει να μετακυλίεται στους χρήστες των μεταφορών. Οι χρήστες των υπηρεσιών θαλάσσιας μεταφοράς που παρέχουν οι κοινοπραξίες είναι δυνατό να ωφελούνται από τις βελτιώσεις της παραγωγικότητας που οι κοινοπραξίες είναι ικανές να επιτυγχάνουν. Τα προαναφερόμενα οφέλη μπορεί να λάβουν μεταξύ άλλων τη μορφή βελτίωσης της συχνότητας απόπλου και προσέγγισης σε λιμένες ή της καλύτερης διευθέτησης των εν λόγω δρομολογίων, καθώς και της βελτιωμένης ποιότητας και της εξατομίκευσης των προσφερόμενων υπηρεσιών, χάρη στη χρησιμοποίηση περισσότερο σύγχρονων σκαφών και λοιπού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των λιμενικών διευκολύνσεων.

(8)

Οι χρήστες είναι σε θέση να αποκομίσουν ουσιαστικά οφέλη από τις κοινοπραξίες μόνο στο βαθμό που υπάρχει επαρκής ανταγωνισμός στα δρομολόγια στα οποία ασκούν δραστηριότητες οι κοινοπραξίες. Η προαναφερθείσα απαίτηση του άρθρου 81 παράγραφος 3 πρέπει να θεωρείται ότι εκπληρώνεται όταν το μερίδιο αγοράς της εκάστοτε κοινοπραξίας παραμένει κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο και, συνεπώς, εξ αυτού τεκμαίρεται ότι η κοινοπραξία υπόκειται σε ουσιαστικό ανταγωνισμό, πραγματικό ή δυνητικό, από ναυτιλιακές εταιρείες που δεν είναι μέλη της. Για την εκτίμηση των μεριδίων αγοράς, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνον τα απευθείας δρομολόγια μεταξύ των λιμένων που εξυπηρετεί η κοινοπραξία, αλλά και ο ενδεχόμενος ανταγωνισμός από άλλες ναυτιλιακές εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες τακτικών γραμμών από λιμένες δυνάμενους να υποκαταστήσουν εκείνους που εξυπηρετεί η κοινοπραξία και, ενδεχομένως, από άλλα μέσα μεταφοράς.

(9)

Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να απαλλάσσει συμφωνίες που περιλαμβάνουν περιορισμούς του ανταγωνισμού όχι απολύτως απαραίτητους για την επίτευξη των στόχων που δικαιολογούν τη χορήγηση της απαλλαγής. Προς τον σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να αποκλεισθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού οι δραστηριότητες που απαριθμούνται στο άρθρο 4.

(10)

Επιπροσθέτως, το ευεργέτημα της παρούσας απαλλαγής πρέπει να εξαρτάται από την εκπλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων. Ειδικότερα, οι συμφωνίες σύστασης κοινοπραξιών πρέπει να περιλαμβάνουν διάταξη με την οποία παρέχεται σε κάθε ναυτιλιακή εταιρεία που συμμετέχει στις προαναφερθείσες συμφωνίες η δυνατότητα να αποχωρήσει από την κοινοπραξία, με την προϋπόθεση ότι τηρείται εύλογη προειδοποιητική προθεσμία καταγγελίας. Ωστόσο, για τις κοινοπραξίες με μεγάλο βαθμό ολοκλήρωσης ή/και υψηλών επενδύσεων πρέπει να προβλεφθούν μεγαλύτερες προθεσμίες καταγγελίας ώστε να ληφθούν με τον τρόπο αυτό υπόψη οι σημαντικές επενδύσεις που έχουν γίνει για τη σύστασή τους και οι μεγαλύτερες ανάγκες αναδιοργάνωσής τους σε περίπτωση αποχώρησης ενός εκ των μελών τους. Είναι δικαιολογημένο να επιζητούν οι κοινοπραξίες ασφάλεια για νέες επενδύσεις που πρόκειται να εξυπηρετήσουν ειδικά ένα υφιστάμενο δρομολόγιο. Ως εκ τούτου, η δυνατότητα των μερών μιας συμφωνίας σύστασης κοινοπραξίας να συνάπτουν ρήτρα “μη αποχώρησης” θα πρέπει να ισχύει επίσης οσάκις τα μέρη υφιστάμενης συμφωνίας σύστασης κοινοπραξίας έχουν συμφωνήσει να πραγματοποιήσουν νέες επενδύσεις σημαντικού ύψους και το κόστος των νέων αυτών επενδύσεων δικαιολογεί μία νέα ρήτρα “μη αποχώρησης”.

(11)

Πρέπει επίσης να ισχύει όρος σύμφωνα με τον οποίο οι κοινοπραξίες και τα μέλη τους δεν μπορούν, για μία συγκεκριμένη γραμμή, να διαφοροποιούν τους ναύλους και τους όρους μεταφοράς με αποκλειστικό κριτήριο τη χώρα προέλευσης ή προορισμού των μεταφερόμενων προϊόντων και να προκαλούν με τον τρόπο αυτό εντός της Κοινότητας εκτροπές του εμπορίου εις βάρος ορισμένων λιμένων, ναυλωτών, μεταφορέων ή παρόχων υπηρεσιών βοηθητικών σε σχέση με τις μεταφορές, εκτός εάν οι υπόψη ναύλοι ή οι όροι είναι δικαιολογημένοι από οικονομική άποψη με βάση τις διαφορές κόστους.

(12)

Πρέπει επίσης η απαλλαγή να συνοδεύεται από ορισμένες υποχρεώσεις. Από την άποψη αυτή, οι χρήστες των μέσων μεταφοράς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, οποτεδήποτε, να λαμβάνουν γνώση των όρων της από κοινού παροχής υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών από τα μέλη της κοινοπραξίας. Πρέπει να προβλεφθεί μια διαδικασία ουσιαστικών και πραγματικών διαβουλεύσεων μεταξύ της εκάστοτε κοινοπραξίας και των χρηστών των μέσων μεταφοράς αναφορικά με τις δραστηριότητες που καλύπτουν οι συμφωνίες. Στον παρόντα κανονισμό ορίζεται επίσης το περιεχόμενο της έννοιας των “πραγματικών και αποτελεσματικών διαβουλεύσεων” και το ποια είναι τα κυριότερα διαδικαστικά στάδια που πρέπει να ακολουθούνται στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων αυτών.

(13)

Οι διαβουλεύσεις αυτές είναι ικανές να εξασφαλίζουν την αποτελεσματικότερη λειτουργία των υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών λαμβανομένων υπόψη και των αναγκών των χρηστών. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να χορηγηθεί απαλλαγή σε ορισμένες περιοριστικές πρακτικές που θα μπορούσαν να προέλθουν από τις διαβουλεύσεις αυτές. Εντούτοις, οι εν λόγω διαβουλεύσεις πρέπει να αφορούν αποκλειστικά και μόνο τους όρους και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του τακτικού δρομολογίου θαλάσσιας μεταφοράς που παρέχεται από την κοινοπραξία ή τα μέλη της και τυγχάνει απαλλαγής βάσει του παρόντος κανονισμού.

(14)

Το όριο που τίθεται για το μερίδιο αγοράς, ο αποκλεισμός ορισμένων πρακτικών από το ευεργέτημα της παρούσας απαλλαγής και οι λοιποί όροι και προϋποθέσεις που τη συνοδεύουν πρέπει κανονικά να χρησιμεύουν για να διασφαλίζεται ότι οι συμφωνίες στις οποίες εφαρμόζεται η απαλλαγή κατά κατηγορία δεν προσπορίζουν στις οικείες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να εξαλείφουν τον ανταγωνισμό σε σημαντικό τμήμα των εκάστοτε δρομολογίων.

(15)

Σε ειδικές περιπτώσεις όπου οι συμφωνίες εμπίπτουν μεν στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού αλλά έχουν αποτελέσματα ασυμβίβαστα με το άρθρο 81 παράγραφος 3, η Επιτροπή δύναται να άρει το ευεργέτημα της απαλλαγής κατά κατηγορία.

(16)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 82 της συνθήκης.

(17)

Ενόψει της λήξης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 823/2000, είναι σκόπιμο να εκδοθεί νέος κανονισμός για την ανανέωση της ισχύος της απαλλαγής κατά κατηγορία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις κοινοπραξίες μόνον καθόσον παρέχουν διεθνείς υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών τακτικών γραμμών από ή προς έναν ή περισσότερους λιμένες της Κοινότητας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1.

“κοινοπραξία”: η συμφωνία ή δέσμη αλληλένδετων συμφωνιών μεταξύ δύο ή περισσότερων μεταφορέων που εκμεταλλεύονται πλοία τα οποία εκτελούν τακτικά δρομολόγια διεθνών θαλάσσιων μεταφορών αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων, κυρίως μέσω εμπορευματοκιβωτίων, σε μια ή περισσότερες γραμμές, η οποία έχει ως αντικείμενο την καθιέρωση συνεργασίας για τη συνεκμετάλλευση μιας υπηρεσίας θαλάσσιας μεταφοράς, βελτιώνοντας το επίπεδο των υπηρεσιών που θα παρέχονταν, ελλείψει κοινοπραξίας, μεμονωμένα από κάθε μέλος της, προκειμένου να οργανώσουν ορθολογικά τις δραστηριότητές τους, μέσω τεχνικών, επιχειρησιακών ή/και εμπορικών διευθετήσεων·

2.

“τακτική γραμμή θαλάσσιας μεταφοράς”: μεταφορά εμπορευμάτων που πραγματοποιείται τακτικά σε μια ή περισσότερες συγκεκριμένες διαδρομές μεταξύ λιμένων και σύμφωνα με ωράρια και ημερομηνίες που έχουν αναγγελθεί εκ των προτέρων, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ακόμη και περιστασιακά, από οποιονδήποτε χρήστη μεταφορών επ' αμοιβή·

3.

“διευθέτηση παροχής υπηρεσιών”: συμβατική διευθέτηση μεταξύ ενός ή περισσοτέρων χρηστών μεταφορικών υπηρεσιών και ενός μεμονωμένου μέλους κοινοπραξίας ή της ίδιας της κοινοπραξίας, βάσει της οποίας το μέλος της κοινοπραξίας ή η κοινοπραξία αναλαμβάνει ατομική δέσμευση έναντι ενός χρήστη να του παρέχει εξατομικευμένες υπηρεσίες ορισμένης ποιότητας ειδικά προσαρμοσμένες στις ανάγκες του, σε αντάλλαγμα της δικής του δέσμευσης να αναθέτει τη μεταφορά κάποιας ποσότητας εμπορευμάτων επί δεδομένο χρονικό διάστημα·

4.

“χρήστης μεταφορών”: κάθε επιχείρηση (για παράδειγμα ναυλωτής, τελικός παραλήπτης, επιχείρηση διαμετακόμισης, κ.λπ.) ή συλλογικός φορέας που την εκπροσωπεί που έχει συνάψει ή έχει εκδηλώσει την πρόθεση να συνάψει σύμβαση με κοινοπραξία (ή με κάποιο από τα μέλη της), με σκοπό τη μεταφορά εμπορευμάτων·

5.

“έναρξη του δρομολογίου”: η ημερομηνία κατά την οποία αποπλέει το πρώτο πλοίο προς εκτέλεση του δρομολογίου ή, εάν έχουν πραγματοποιηθεί νέες επενδύσεις σημαντικού ύψους, η ημερομηνία κατά την οποία αποπλέει το πρώτο πλοίο υπό τις συνθήκες οι οποίες είναι άμεση συνέπεια της πραγματοποίησης των εν λόγω νέων επενδύσεων σημαντικού ύψους·

6.

“νέες επενδύσεις σημαντικού ύψους”: επενδύσεις οι οποίες συνεπάγονται τη ναυπήγηση, την αγορά ή τη μακροχρόνια ναύλωση πλοίων τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα και αναγκαία για την εκτέλεση του εκάστοτε δρομολογίου και τα οποία αποτελούν το ήμισυ τουλάχιστον της συνολικής επένδυσης που πραγματοποιούν τα μέλη της κοινοπραξίας σε σχέση με την υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς που προσφέρει η κοινοπραξία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ

Άρθρο 3

Απαλλασσόμενες συμφωνίες

1.   Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης και υπό την επιφύλαξη των όρων και υποχρεώσεων που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, το άρθρο 81 παράγραφος 1 της συνθήκης κηρύσσεται ανεφάρμοστο επί των δραστηριοτήτων που περιγράφονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, εφόσον περιλαμβάνονται σε συμφωνίες σύστασης κοινοπραξίας, όπως ορίζονται στα άρθρα 1 και 2 του παρόντος κανονισμού.

2.   Η κήρυξη του ανεφάρμοστου καλύπτει μόνον τις ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

τη συνεκμετάλλευση υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών τακτικών γραμμών, που περιλαμβάνουν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες δραστηριότητες:

i)

το συντονισμό ή/και τον κοινό καθορισμό των ωραρίων των ταξιδιών, καθώς και τον προσδιορισμό των ενδιάμεσων λιμένων·

ii)

την ανταλλαγή, την πώληση ή την αμοιβαία ναύλωση χώρου ή θέσεων εμπορευματοκιβωτίων στα πλοία·

iii)

τη συνεκμετάλλευση με τη μορφή της κοινοπραξίας (pooling) πλοίων ή/και λιμενικών εγκαταστάσεων·

iv)

τη χρήση ενός ή περισσοτέρων γραφείων κοινής εκμετάλλευσης·

v)

τη διάθεση εμπορευματοκιβωτίων, αμαξωμάτων και άλλου εξοπλισμού ή/και συμβάσεων εκμίσθωσης, χρηματοδοτικής μίσθωσης ή αγοράς του εξοπλισμού αυτού·

vi)

τη χρησιμοποίηση συστήματος ανταλλαγής ηλεκτρονικών δεδομένων ή/και συστήματος κοινής τεκμηρίωσης·

β)

προσαρμογές της μεταφορικής ικανότητας με γνώμονα διακυμάνσεις της προσφοράς και της ζήτησης·

γ)

τη συνεκμετάλλευση ή τη χρησιμοποίηση από κοινού λιμενικών τερματικών σταθμών και των συναφών υπηρεσιών (π.χ. υπηρεσίες φόρτωσης σε φορτηγίδες ή στοιβασίας)·

δ)

οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα παρεπόμενη σε σχέση με αυτές που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως γ) του παρόντος άρθρου, η οποία είναι απαραίτητη για την εφαρμογή τους.

3.   Ως παρεπόμενες δραστηριότητες κατά την έννοια της παραγράφου 2 στοιχείο δ) θεωρούνται, ιδίως, οι ακόλουθες ρήτρες:

α)

η υποχρέωση των μελών της κοινοπραξίας να χρησιμοποιούν, στη σχετική γραμμή ή γραμμές, σκάφη που ανήκουν στην κοινοπραξία και να μην μισθώνουν χώρο σε σκάφη που ανήκουν σε τρίτους·

β)

η υποχρέωση των μελών της κοινοπραξίας να μην παραχωρούν ούτε να μισθώνουν χώρο σε άλλους μεταφορείς που εκμεταλλεύονται σκάφη στην εν λόγω γραμμή ή γραμμές, χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση των άλλων μελών της κοινοπραξίας.

Άρθρο 4

Συμφωνίες μη καλυπτόμενες από την απαλλαγή

Η απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 3 δεν εφαρμόζεται για τις συμφωνίες οι οποίες, άμεσα ή έμμεσα, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες που υπόκεινται στον έλεγχο των μερών έχουν ως αντικείμενο:

α)

τον καθορισμό των τιμών πώλησης υπηρεσιών τακτικών γραμμών σε τρίτους·

β)

τον περιορισμό της μεταφορικής ικανότητας ή των πωλήσεων, με εξαίρεση τις προσαρμογές της μεταφορικής ικανότητας για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

τον καταμερισμό των αγορών ή της πελατείας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ

Άρθρο 5

Όροι σχετικά με το μερίδιο αγοράς

1.   Για να τύχει της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 απαλλαγής, μια κοινοπραξία πρέπει να κατέχει, σε κάθε αγορά στην οποία ασκεί δραστηριότητες, μερίδιο κατώτερο του 30 %, υπολογιζόμενο με βάση τον όγκο των μεταφερόμενων εμπορευμάτων (τόνοι φορτίου ή ισοδύναμο 20 ποδών).

2.   Για τον έλεγχο της τήρησης του εν λόγω ανώτατου ορίου:

α)

αθροίζονται τα μερίδια αγοράς των μεταφορέων που παρέχουν υπηρεσίες τόσο ατομικά όσο και στο πλαίσιο κοινοπραξίας στην ίδια σχετική αγορά·

β)

αθροίζονται τα μερίδια αγοράς των κοινοπραξιών που δραστηριοποιούνται στην ίδια σχετική αγορά και συνδέονται μεταξύ τους μέσω κοινών μελών.

3.   Η απαλλαγή του άρθρου 3 εξακολουθεί να ισχύει όταν, για δύο διαδοχικά ημερολογιακά έτη, δεν σημειώνεται υπέρβαση άνω του ενός δεκάτου του μεριδίου αγοράς που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

4.   Αν σημειωθεί υπέρβαση ενός εκ των ορίων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3, η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 απαλλαγή εξακολουθεί να ισχύει για περίοδο έξι μηνών από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου σημειώθηκε η υπέρβαση. Η περίοδος αυτή παρατείνεται σε 12 μήνες, αν η υπέρβαση οφείλεται σε αποχώρηση από την αγορά μεταφορέα που δεν είναι μέλος της κοινοπραξίας.

Άρθρο 6

Λοιποί όροι

Για να ισχύει η απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 3, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η κοινοπραξία οφείλει να παρέχει σε καθένα από τα μέλη της τη δυνατότητα να προσφέρει, δυνάμει μεμονωμένων συμβάσεων, τις δικές του διευθετήσεις παροχής υπηρεσιών·

β)

η συμφωνία σύστασης της κοινοπραξίας πρέπει να παρέχει στις ναυτιλιακές εταιρείες που είναι μέλη της το δικαίωμα να αποχωρούν από την κοινοπραξία, χωρίς να διατρέχουν τον κίνδυνο να τους επιβληθεί οποιαδήποτε οικονομική ή άλλη κύρωση, όπως, ιδίως, υποχρέωση παύσης όλων των μεταφορικών δραστηριοτήτων τους στο σχετικό δρομολόγιο ή δρομολόγια, σε συνδυασμό ή μη με τον όρο να επαναλάβουν τις δραστηριότητές τους μετά την πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος. Το υπόψη δικαίωμα υπόκειται σε μέγιστη προθεσμία καταγγελίας έξι μηνών. Η συμφωνία κοινοπραξίας δύναται ωστόσο να ορίζει ότι τέτοια καταγγελία επιτρέπεται μόνο μετά από αρχική περίοδο 18 μηνών κατ' ανώτατο όριο, η οποία αρχίζει να υπολογίζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας κοινοπραξίας ή της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς. Εάν η ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας είναι προγενέστερη της ημερομηνίας έναρξης του δρομολογίου, η αρχική περίοδος δεν μπορεί να υπερβεί τους 24 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας σύστασης της κοινοπραξίας ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς. Αν πρόκειται για κοινοπραξία με μεγάλο βαθμό ολοκλήρωσης που συνεπάγεται υψηλό επίπεδο επενδύσεων λόγω της αγοράς ή της ναύλωσης πλοίων από τα μέλη της ειδικά για τη σύσταση της κοινοπραξίας, η μέγιστη προθεσμία καταγγελίας είναι ομοίως έξι μήνες, αλλά η συμφωνία δύναται να ορίζει ότι τέτοια καταγγελία επιτρέπεται μόνο μετά από αρχική περίοδο 30 μηνών κατ' ανώτατο όριο, η οποία αρχίζει να υπολογίζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας κοινοπραξίας ή της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς. Εάν η ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας είναι προγενέστερη της ημερομηνίας έναρξης του δρομολογίου, η αρχική περίοδος δεν μπορεί να υπερβεί τους 36 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας σύστασης της κοινοπραξίας ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς·

γ)

ούτε η κοινοπραξία ούτε τα μέλη της επιτρέπεται να προκαλούν, εντός της κοινής αγοράς, ζημία σε ορισμένους λιμένες, χρήστες ή μεταφορείς επιβάλλοντας για τη μεταφορά των ιδίων εμπορευμάτων στη γεωγραφική περιοχή που καλύπτεται από τη συμφωνία ναύλους και όρους μεταφοράς που διαφέρουν ανάλογα με τη χώρα προέλευσης ή προορισμού ή ανάλογα με τον λιμένα φόρτωσης ή εκφόρτωσης, εκτός εάν οι διαφορές των ναύλων ή όρων είναι δικαιολογημένες από οικονομική άποψη με βάση τις διαφορές του κόστους μεταφοράς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 7

Υποχρέωση πραγματοποίησης διαβουλεύσεων με τους χρήστες μεταφορών

1.   Οι απαλλαγές που προβλέπονται στο άρθρο 3 συνοδεύονται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Διεξάγονται πραγματικές και ουσιαστικές διαβουλεύσεις μεταξύ των χρηστών μεταφορών ή των αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων, αφενός, και της κοινοπραξίας αφετέρου, με σκοπό την εξεύρεση λύσεων για όλα τα σημαντικά ζητήματα, εκτός των καθαρά διεκπεραιωτικού χαρακτήρα ήσσονος σημασίας, τα οποία σχετίζονται με τους όρους και την ποιότητα των υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών τακτικών γραμμών που προσφέρει η κοινοπραξία ή τα μέλη της.

3.   Οι διαβουλεύσεις αυτές διεξάγονται οποτεδήποτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε από τα προαναφερθέντα μέρη.

4.   Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται πριν από την έναρξη εφαρμογής των μέτρων που αποτελούν το αντικείμενό τους, με εξαίρεση τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Σε περίπτωση που, για λόγους ανωτέρας βίας, τα μέλη της κοινοπραξίας είναι υποχρεωμένα να εφαρμόσουν απόφαση πριν από τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων, οι διαβουλεύσεις, εάν ζητήθηκε να γίνουν, πραγματοποιούνται οπωσδήποτε εντός προθεσμίας 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης. Με εξαίρεση τις εν λόγω περιπτώσεις ανωτέρας βίας, της οποίας θα πρέπει να γίνει μνεία στην ανακοίνωση του μέτρου, δεν γίνεται καμία δημόσια αναγγελία του μέτρου πριν από τη διεξαγωγή των σχετικών διαβουλεύσεων.

5.   Η διαδικασία των διαβουλεύσεων περιλαμβάνει τα ακόλουθα στάδια:

α)

πριν από τις διαβουλεύσεις, η κοινοπραξία κοινοποιεί εγγράφως στους χρήστες μεταφορών ή στις αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις αναλυτικά στοιχεία σχετικά με το αντικείμενο των διαβουλεύσεων·

β)

πραγματοποιείται ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μερών, είτε εγγράφως είτε σε συνεδρίαση, είτε και με τους δύο τρόπους, κατά την οποία οι εκπρόσωποι των μελών της κοινοπραξίας και των χρηστών μεταφορών ή των αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων που συμμετέχουν εξουσιοδοτούνται να καταλήξουν σε κοινές θέσεις, τα δε μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για το σκοπό αυτό·

γ)

αν δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί σύμπτωση απόψεων παρά τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι δύο πλευρές, η διαφωνία αναγνωρίζεται και γνωστοποιείται δημόσια. Έκαστο μέρος δύναται να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή την ύπαρξη της εν λόγω διαφωνίας·

δ)

μπορεί να ορισθεί εύλογη προθεσμία για την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων, αν αυτό είναι δυνατόν, έπειτα από κοινή συμφωνία των δύο μερών. Η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα μήνα, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις ή κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των μερών.

6.   Οι όροι όσον αφορά τις υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών που προσφέρουν η κοινοπραξία και τα μέλη της, συμπεριλαμβανομένων των όρων που σχετίζονται με την ποιότητα των εν λόγω υπηρεσιών και κάθε σχετική τροποποίηση που τις αφορά, τίθενται, εφόσον ζητηθούν, στη διάθεση των χρηστών μεταφορών σε λογική τιμή και είναι διαθέσιμοι για να τους συμβουλεύονται οποτεδήποτε χωρίς επιβάρυνση στα γραφεία των μελών της κοινοπραξίας ή της ίδιας της κοινοπραξίας, καθώς και στα γραφεία των πρακτόρων τους.

Άρθρο 8

Άλλες υποχρεώσεις που συνοδεύουν την απαλλαγή

Κάθε κοινοπραξία η οποία επικαλείται το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού πρέπει να αποδεικνύει, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή της αρχής ανταγωνισμού κράτους μέλους, ότι συντρέχουν οι όροι και οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 έως 7. Προς τούτο, η αιτούσα αρχή τάσσει προθεσμία με γνώμονα τα δεδομένα εκάστης περιπτώσεως· η προθεσμία δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη από τρεις μήνες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 9

Επαγγελματικό απόρρητο

1.   Οι πληροφορίες οι οποίες αποκτώνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 δύνανται να χρησιμοποιηθούν μόνον προς τον σκοπό εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2.   Η Επιτροπή και οι αρχές των κρατών μελών καθώς και οι μόνιμοι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό τους υποχρεούνται να μην κοινοποιούν πληροφορίες που απέκτησαν κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και οι οποίες, από τη φύση τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

3.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν απαγορεύουν τη δημοσίευση γενικού χαρακτήρα πληροφοριών ή μελετών που δεν περιέχουν πληροφοριακά στοιχεία για συγκεκριμένες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων.

Άρθρο 10

Ανάκληση σε επιμέρους περιπτώσεις

1.   Η Επιτροπή δύναται να ανακαλέσει το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 (5), αν διαπιστώσει σε συγκεκριμένη περίπτωση ότι μια συμφωνία, απόφαση ένωσης επιχειρήσεων ή εναρμονισμένη πρακτική που εμπίπτει στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού παράγει παρόλα αυτά ορισμένα αποτελέσματα που δεν συμβιβάζονται με το άρθρο 81 παράγραφος 3 της συνθήκης, και ιδίως όταν:

α)

στην αγορά αναφοράς στην οποία δραστηριοποιείται η κοινοπραξία, τα μέλη της δεν υπόκεινται σε ουσιαστικό ανταγωνισμό, πραγματικό ή δυνητικό, από ναυτιλιακές εταιρείες που δεν είναι μέλη της κοινοπραξίας·

β)

οι καταναλωτές δεν αποκομίζουν εύλογο μερίδιο από τα οφέλη που προκύπτουν από τη λειτουργία της κοινοπραξίας, ιδίως αν αυτή παραβεί επανειλημμένως τις υποχρεώσεις περί διεξαγωγής διαβουλεύσεων οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο 7 του παρόντος κανονισμού.

2.   Όταν σε συγκεκριμένη περίπτωση μία συμφωνία, απόφαση ένωσης επιχειρήσεων ή εναρμονισμένη πρακτική που εμπίπτει στην παράγραφο 1 παράγει αποτελέσματα τα οποία δεν συμβιβάζονται με το άρθρο 81 παράγραφος 3 της συνθήκης στο έδαφος ενός κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού το οποίο συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά μιας αυτοτελούς γεωγραφικής αγοράς, η αρχή ανταγωνισμού του εν λόγω κράτους μέλους δύναται να ανακαλέσει το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού ως προς το συγκεκριμένο έδαφος.

Άρθρο 11

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 26 Απριλίου 2010.

Εφαρμόζεται έως τις 25 Απριλίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.»


(1)  ΕΕ L 55 της 29.2.1992, σ. 3.

(2)  ΕΕ L 55 της 29.2.1992, σ. 3.

(3)  […]

(4)  ΕΕ L 100 της 20.4.2000, σ. 24.

(5)  ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1.


21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/7


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5300 — Gores Group LLC/Siemens Enterprise Communications)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 266/02)

Στις 19 Σεπτεμβρίου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32008M5300. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/8


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

20 Οκτωβρίου 2008

(2008/C 266/03)

1 ευρώ=

 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,3424

JPY

ιαπωνικό γιεν

136,45

DKK

δανική κορόνα

7,4538

GBP

λίρα στερλίνα

0,77165

SEK

σουηδική κορόνα

9,919

CHF

ελβετικό φράγκο

1,5299

ISK

ισλανδική κορόνα

305

NOK

νορβηγική κορόνα

8,787

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

24,986

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

268,27

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,7091

PLN

πολωνικό ζλότι

3,5766

RON

ρουμανικό λέι

3,6545

SKK

σλοβακική κορόνα

30,465

TRY

τουρκική λίρα

2,0331

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,936

CAD

καναδικό δολάριο

1,59

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

10,4133

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

2,179

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,9853

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 768,61

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

13,5213

CNY

κινεζικό γιουάν

9,1685

HRK

κροατικό κούνα

7,1792

IDR

ινδονησιακή ρουπία

13 215,93

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

4,7279

PHP

πέσο Φιλιππινών

64,3

RUB

ρωσικό ρούβλι

35,2765

THB

ταϊλανδικό μπατ

46,017

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

2,8329

MXN

μεξικανικό πέσο

17,1693


(1)  

Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/9


Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις οι οποίες χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001

(2008/C 266/04)

Αριθμός ενίσχυσης: XA 219/08

Κράτος μέλος: Δανία

Περιφέρεια: Δανία

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή ονομασία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση: Kartoflens muligheder

Νομική βάση: Lov om administration af Det Europæiske Fællesskabs forordninger om markedsordninger for landbrugsvarer m.v. (Bemyndigelsesloven), cf. lovbekendtgørelse nr. 297 af 28. april 2004.

Άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο ε) σημείο ii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006

Ετήσιες δαπάνες που έχουν προγραμματιστεί στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων ή συνολικό ποσό της μεμονωμένης ενίσχυσης που χορηγείται στην εταιρεία: 500 000 DKK

Μέγιστη ένταση της ενίσχυσης: 44 %

Ημερομηνία εφαρμογής: Από την 30ή Ιουνίου 2008 ή το συντομότερο δυνατόν μετά την καταχώριση του καθεστώτος από την Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1857/2006

Διάρκεια του καθεστώτος ενισχύσεων ή της χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης: Έως την 31η Δεκεμβρίου 2008

Στόχος της ενίσχυσης: Ανάλυση της κατανάλωσης πατάτας και άλλων συνοδευτικών από τον πληθυσμό της Δανίας και των σχετικών απόψεών του καθώς και χάραξη στρατηγικής για το εν γένει μάρκετιγκ της πατάτας. Η ενίσχυση χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο ε) σημείο ii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006.

Οι δαπάνες καλύπτουν την ανάλυση της αγοράς, σχέδιο μάρκετιγκ, την εκτύπωση έκθεσης και τα έξοδα ταξιδίου

Σχετικός(-οί) κλάδος(-οι): Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής:

Kartoffelafgiftsfonden

Grindstedvej 55

DK-7184 Vandel

Διεύθυνση στο Διαδίκτυο: www.kartoffelafgiftsfonden.dk/Regnskab_budget/Budget08_1.pdf

Λοιπές πληροφορίες: —

Αριθμός ενίσχυσης: XA 225/08

Κράτος μέλος: Ισπανία

Περιφέρεια: Castile-La Mancha

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης: Ayudas para el asesoramiento en sanidad vegetal

Νομική βάση: Orden de 15-04-2008, de la Consejería de Agricultura, por la que se establecen las bases reguladoras de las ayudas para el asesoramiento en sanidad vegetal y se convocan para la campaña 2008

Ετήσιες δαπάνες που προβλέπονται στο πλαίσιο του καθεστώτος ενίσχυσης ή συνολικό ποσό της χορηγούμενης στην εταιρεία μεμονωμένης ενίσχυσης: 1 300 000 EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης: 75 % των δαπανών για τις υπηρεσίες συμβούλων

Ημερομηνία εφαρμογής: Από την ημερομηνία δημοσίευσης του αριθμού καταχώρισης της αίτησης εξαίρεσης στο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Επιτροπής

Διάρκεια του καθεστώτος ή της μεμονωμένης ενίσχυσης: Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013

Στόχος της ενίσχυσης: Χορήγηση ενίσχυσης για την παροχή τεχνικών συμβουλών στον τομέα της φυτοπροστασίας και πιο συγκεκριμένα για την κατάρτιση και τη βελτίωση προγραμμάτων φυτοπροστασίας καθώς και για την επίλυση τεχνικών προβλημάτων στον τομέα αυτό, με τη βελτιστοποίηση της χρήσης προϊόντων φυτοπροστασίας χάρη στο συνδυασμό διαφόρων μεθόδων αντιμετώπισης και τεχνικών ολοκληρωμένου ελέγχου, με σκοπό τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την ασφάλεια και την υγιεινή των τροφίμων και την παραγωγή υγιεινότερων προϊόντων. Η ενίσχυση χορηγείται σε είδος, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, με τη μορφή της παροχής συμβουλών από ομάδες παραγωγών σε μικρού και μέσου μεγέθους γεωργικές εκμεταλλεύσεις καταβάλλοντας σ' αυτές, ως αντιστάθμιση, ένα μέρος των δαπανών τους που συνδέονται με την παροχή συμβουλών και αφορούν έξοδα προσωπικού και κατάρτισης, καθώς και έξοδα για την αγορά εξοπλισμού, βιβλίων και άλλου σχετικού υλικού

Σχετικός(-οί) τομέας(-είς): Παραγωγοί του πρωτογενούς τομέα των κυριοτέρων καλλιεργειών της περιφέρειας

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής:

Consejería de Agricultura

C/ Pintor Matías Moreno, no 4

E-45004 Toledo

Διεύθυνση στο Διαδίκτυο: Προσωρινά:

http://www.jccm.es/agricul/agricultura_ganaderia/sanidad_vegetal/ayudas/CLM_Ayudas%20ASV-Para_UE.pdf

Μετά τη δημοσίευση:

http://www.jccm.es/cgi-bin/docm.php3

Τολέδο, 26 Μαΐου 2008.

La Secretaria General Técnica

Rosa Natividad ZAMBUDIO

Αριθμός ενίσχυσης: XA 226/08

Κράτος μέλος: Ισπανία

Περιφέρεια: Valencia

Επωνυμία της επιχείρησης που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση: Asociación de Ganaderos de Caprino de Raza Murciano-Granadina de la Comunidad Valenciana

Νομική βάση: Resolución de la Consellera de Agricultura, Pesca y Alimentación, que concede la subvención basada en una línea nominativa descrita en la ley 15/2007 de presupuestos de la Generalitat

Σχεδιαζόμενη ετήσια δαπάνη: 12 000 EUR το 2008

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης: 100 %

Ημερομηνία εφαρμογής: Από την ημερομηνία δημοσίευσης του αριθμού καταχώρισης της αίτησης εξαίρεσης στο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Επιτροπής

Διάρκεια της μεμονωμένης ενίσχυσης: 2008

Στόχος της ενίσχυσης: Πρόγραμμα προώθησης και διατήρησης των αιγών της φυλής Murciano-Granadina, με την τήρηση γενεαλογικού μητρώου (άρθρο 16), την κατάρτιση των εκτροφέων, τη διάδοση των γνώσεων σχετικά με τη φυλή (άρθρο 15). Επιλέξιμες είναι οι δαπάνες που συνδέονται με τις παρεχόμενες υπηρεσίες, τα αναλώσιμα που απαιτούνται για τον έλεγχο της παραγωγής γάλακτος και τη διενέργεια αναλύσεων, την παροχή υπηρεσιών από τρίτους (λογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών, τήρηση γενεαλογικών μητρώων, αναλύσεις δειγμάτων και παροχή τεχνικών συμβουλών στους εκτροφείς), καθώς και οι δαπάνες που συνδέονται με το πρόγραμμα κατάρτισης των εκτροφέων

Σχετικός(-οί) τομέας(-είς): Κάτοχοι αιγοτροφικών εκμεταλλεύσεων της περιφέρειας, οι οποίοι εκτρέφουν αίγες της φυλής Murciano-Granadina

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής:

Conselleria de Agricultura, Pesca y Alimentación

Amadeo de Saboya, no 2

E-46010 Valencia

Λοιπές πληροφορίες: Το κείμενο της απόφασης για τη χορήγηση της ενίσχυσης επισυνάπτεται στο παράρτημα

Διεύθυνση στο Διαδίκτυο: http://www.agricultura.gva.es/especiales/ayudas_agrarias/pdf/AMURVAL.pdf

Valencia, 2 Ιουνίου 2008.

La directora general de Producción Agraria

Laura Peñarroya FABREGAT

Αριθμός ενίσχυσης: XA 233/08

Κράτος μέλος: Ιταλία

Περιφέρεια: Provincia Autonoma di Trento

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης: Iniziative per la valorizzazione dell'Agricoltura

Νομική βάση:

1.

L.P. 4 del 28 marzo 2003«Sostegno dell'economia agricola, disciplina dell'agricoltura biologica e della contrassegnazione di prodotti geneticamente non modificati» articoli 47 e 49

2.

Deliberazione della Giunta provinciale di Trento n. 1010 del 18 aprile 2008, modificata con deliberazione n. 1390 del 30 maggio 2008

Ετήσιες δαπάνες που έχουν προγραμματιστεί στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων: Ο συνολικός ετήσιος προϋπολογισμός ανέρχεται σε 1 500 000 ΕUR

Μέγιστη ένταση της ενίσχυσης: 100 %

Ημερομηνία εφαρμογής: Το καθεστώς ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσης του αριθμού ταυτοποίησης της αίτησης εξαίρεσης στο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης

Διάρκεια του καθεστώτος ενισχύσεων: Οι ενισχύσεις χορηγούνται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013 το αργότερο

Στόχος της ενίσχυσης:

α)

ανάπτυξη και βελτίωση της αποδοτικότητας και του επαγγελματισμού στο γεωργικό τομέα της Περιφέρειας Trento καθώς και αξιοποίηση των βιολογικών προϊόντων·

β)

τα σχετικά άρθρα για την εφαρμογή του εν λόγω καθεστώτος ενίσχυσης είναι το άρθρο 10 και το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006

Σχετικός(-οί) κλάδος(-οι): Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής:

Provincia Autonoma di Trento

Dipartimento Agricoltura e Alimentazione

Servizio Vigilanza e promozione delle attività agricole

Via G.B. Trener, 3

I-38100 Trento

Διεύθυνση στο Διαδίκτυο: http://www.delibere.provincia.tn.it/scripts/gethtmlDeli.asp?Item=9&Type=FulView

http://www.delibere.provincia.tn.it/scripts/gethtmlDeli.asp?Item=76&Type=FulView

http://www.delibere.provincia.tn.it/scripts/viewAllegatoDeli.asp?Item=76

Αριθμός ενίσχυσης: XA 235/08

Κράτος μέλος: Ιταλία

Περιφέρεια: Regione Autonoma Valle d'Aosta

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης: Incentivi per servizi di assistenza tecnica finalizzata all'utilizzo delle risorse alimentari locali, quali prati e pascoli, e all'impiego di tecniche e di mezzi di produzione rispettosi dell'ambiente e attenti al benessere animale, purché essa non rientri nella normale gestione aziendale

Νομική βάση: Legge Regionale 4 settembre 2001, n. 21 «Disposizioni in materia di allevamento zootecnico e relativi prodotti» e successive modificazioni e integrazioni (in particolare, l'articolo 2 comma 1 lettera c) e comma 1bis, l'articolo 3 e l'articolo 6 comma 1 lettera a) e deliberazione della Giunta regionale del 13 giugno 2008, n. 1814 «Precisazioni in merito alla concessione degli incentivi previsti per il settore della zootecnia dalle Leggi Regionali 4 settembre 2001, n. 21 e 22 aprile 2002, n. 3, e successive modificazioni e integrazioni»

Ετήσιες δαπάνες που έχουν προγραμματιστεί στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων: 6 800 000 EUR

Μέγιστη ένταση της ενίσχυσης: 100 % των επιλέξιμων δαπανών

Ημερομηνία εφαρμογής: από την ημερομηνία δημοσίευσης του αριθμού ταυτοποίησης της αίτησης εξαίρεσης στο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης «Γεωργία και Αγροτική Ανάπτυξη» της Επιτροπής.

Διάρκεια του καθεστώτος ενισχύσεων: Βάσει του εν λόγω καθεστώτος, οι ενισχύσεις μπορούν να χορηγούνται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013 και εντός 6 μηνών από τη λήξη αυτής της προθεσμίας

Στόχος της ενίσχυσης: Σκοπός των κινήτρων για παροχή υπηρεσιών τεχνικής βοήθειας είναι να εξασφαλιστεί στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις τεχνική βοήθεια για την αξιοποίηση τοπικών πόρων εκτροφής, όπως λιβαδιών και βοσκοτόπων, και την εφαρμογή τεχνικών και μέσων παραγωγής φιλικών προς το περιβάλλον και για την καλή διαβίωση των ζώων, υπό τον όρο ότι οι υπηρεσίες αυτές δεν εμπίπτουν στην συνήθη διαχείριση της εκμετάλλευσης.

Η ενίσχυση χορηγείται σε είδος μέσω επιδοτούμενων υπηρεσιών και δεν περιλαμβάνει άμεσες χρηματικές πληρωμές σε παραγωγούς. Τις εν λόγω υπηρεσίες θα παρέχουν ενώσεις κτηνοτρόφων, διάφοροι φορείς ή απευθείας τα αρμόδια τμήματα των περιφερειακών διοικητικών αρχών.

Όλα τα πρόσωπα που είναι επιλέξιμα στην εν λόγω περιοχή πρέπει να έχουν πρόσβαση στην ενίσχυση υπό αντικειμενικά καθορισμένους όρους. Όταν οι υπηρεσίες παρέχονται από ενώσεις παραγωγών, η ιδιότητα του μέλους σε αυτές τις οργανώσεις δεν αποτελεί όρο για την πρόσβαση στις υπηρεσίες. Η συνεισφορά μη μελών για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών της ομάδας ή οργάνωσης πρέπει να περιορίζεται αναλογικά στο κόστος της παρεχόμενης υπηρεσίας.

Επιλέξιμες είναι οι δαπάνες που αφορούν τις ακόλουθες δραστηριότητες:

Παραπομπή στην κοινοτική νομοθεσία: άρθρο 15 παράγραφος 1, άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ) και στ), άρθρο 15 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006.

Επισημαίνεται ότι το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) του νόμου αριθ. 21/2001 παραπέμπει ρητώς στο ανωτέρω αναφερόμενο άρθρο και, κατά συνέπεια, εμμέσως σε όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτό και προαναφέρονται

Σχετικός(-οί) κλάδος(-οι): τα είδη που προβλέπονται στον περιφερειακό νόμο αριθ. 17 της 26ης Μαρτίου 1993 σχετικά με περιφερειακό μητρώο ζωικού κεφαλαίου και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων (βοοειδών, ιπποειδών, χοίρων και αιγοπροβάτων) και άλλων ειδών ζωοτεχνικού ενδιαφέροντος

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής:

Regione Autonoma Valle d'Aosta

Assessorato Agricoltura e Risorse naturali

Dipartimento Agricoltura

Direzione investimenti aziendali e sviluppo zootecnico

Loc. Grande Charrière, 66

I-11020 Saint-Christophe (Aosta)

Διεύθυνση στο Διαδίκτυο: http://www.regione.vda.it/gestione/sezioni_web/allegato.asp?pk_allegato=1348

Saint-Christophe

Il Coordinatore del Dipartimento Agricoltura

Emanuele DUPONT


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων

21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/12


Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για συμβασιούχους υπαλλήλους προσωρινής απασχόλησης (EMEA, Λονδίνο)

(2008/C 266/05)

Ο Οργανισμός είναι υπεύθυνος για το συντονισμό της αξιολόγησης και του ελέγχου φαρμακευτικών προϊόντων για ανθρώπινη και κτηνιατρική χρήση στην Ευρωπαϊκή Ένωση [βλέπε κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου — ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 1]. Ο ΕΜΕΑ ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1995 και έχει στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τις 27 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) και της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) και πολλούς άλλους φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ο οργανισμός προσφέρει ένα πολύ ενδιαφέρον πολυπολιτισμικό εργασιακό περιβάλλον.

Περισσότερες πληροφορίες για τον ΕΜΕΑ και τις δραστηριότητές του μπορούν να αναζητηθούν απευθείας μέσω του Διαδικτύου στην ηλεκτρονική διαύθυνσή μας: http://www.emea.europa.eu

Ο EMEA προτίθεται να καταρτίσει κατάλογο υποψηφίων οι οποίοι ενδιαφέρονται να εργαστούν ως συμβασιούχοι υπάλληλοι σε προσωρινές θέσεις. Οι περιγραφές των θέσεων εργασίας δημοσιεύονται σε χωριστό έγγραφο το οποίο διατίθεται στην ιστοσελίδα του EMEA.

Οι επιλεγέντες υποψήφιοι θα συμπεριληφθούν σε εφεδρικό πίνακα προσλήψεων και θα προσκληθούν ενδεχομένως να εργαστούν ως συμβασιούχοι υπάλληλοι σε προσωρινές θέσεις εργασίας διάρκειας από τρεις μήνες έως πέντε έτη, σύμφωνα με το καθεστώς απασχόλησης που εφαρμόζεται για το λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 56 της 4.3.1968) (1) και τις γενικές εκτελεστικές διατάξεις του EMEA σχετικά με τις διαδικασίες που διέπουν την πρόσληψη και την απασχόληση προσωπικού επί συμβάσει στον EMEA (2).

Προσωρινή θέση εργασίας μπορεί να είναι η αντικατάσταση εκτάκτων υπαλλήλων του EMEA (για παράδειγμα, λόγω άδειας μητρότητας, άδειας πατρότητας, άδειας για οικογενειακούς λόγους, γονικής άδειας, άδειας άνευ αποδοχών ή μακροχρόνιας ασθένειας) ή η εργασία σε συγκεκριμένα έργα ορισμένου χρόνου, αναλόγως των διατιθέμενων πόρων. Η σύμβαση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να οδηγήσει σε σύμβαση προσωρινού υπαλλήλου χωρίς την προηγούμενη επιτυχή έκβαση πρόσθετης διαδικασίας επιλογής. Οι συμβάσεις των συμβασιούχων δεν μπορούν να ανανεωθούν πάνω από μια φορά.

Τόπος διορισμού θα είναι το Canary Wharf, Λονδίνο.

Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν ιθαγένεια κράτους μέλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της Ισλανδίας, της Νορβηγίας ή του Λιχτενστάιν και να απολαύουν πλήρως των πολιτικών τους δικαιωμάτων.

Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν εκπληρώσει τυχόν υποχρεώσεις που απορρέουν από νομοθεσία περί στρατιωτικής θητείας καθώς και να συγκεντρώνουν τα εχέγγυα ήθους που απαιτούνται για την άσκηση των σχετικών καθηκόντων.

Το σύνολο των όρων και η περιγραφή καθηκόντων πρέπει να ληφθούν ηλεκτρονικά από την ιστοσελίδα του EMEA:

http://www.emea.europa.eu/htms/general/admin/recruit/recruitnew.htm

Οι αιτήσεις πρέπει να υποβληθούν ηλεκτρονικά με τη χρήση του εντύπου που διατίθεται στο δικτυακό τόπο του ΕΜΕΑ.

Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων είναι η 2α Δεκεμβρίου 2008, στις 12 τα μεσάνυχτα.

Επισημαίνεται ότι, λόγω του μεγάλου αριθμού αιτήσεων που δέχεται ο EMEA, το ηλεκτρονικό σύστημα ενδέχεται, προς το τέλος της περιόδου υποβολής αιτήσεων, να παρουσιάσει προβλήματα στη διεκπεραίωση μεγάλου όγκου στοιχείων. Για το λόγο αυτό συνιστάται στους υποψηφίους να υποβάλουν τις αιτήσεις τους αρκετά προ της λήξης της προθεσμίας.

Εάν επιθυμείτε να ενημερώνεστε ηλεκτρονικά για ανακοινώσεις θέσεων προς πλήρωση, εγγραφείτε ηλεκτρονικά απευθείας στη διεύθυνση: http://www.emea.europa.eu/ επιλέγοντας «Online Mailing Service».


(1)  http://ec.europa.eu/civil_service/docs/toc100_en.pdf

(2)  http://www.emea.europa.eu/pdfs/general/admin/recruit/42125407en.pdf


21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/14


Προσλήψεις Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (Λονδίνο)

(2008/C 266/06)

Ο οργανισμός είναι υπεύθυνος για το συντονισμό της αξιολόγησης και του ελέγχου φαρμακευτικών προϊόντων για ανθρώπινη και κτηνιατρική χρήση στην Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (βλέπε ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 1). Ο ΕΜΕΑ ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1995 και έχει στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τις 27 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) και της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) και πολλούς άλλους φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Περισσότερες πληροφορίες για τον ΕΜΕΑ και τις δραστηριότητές του μπορούν να αναζητηθούν απευθείας μέσω του Διαδικτύου στην ιστοσελίδα: http://www.emea.europa.eu

O Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων οργανώνει διαδικασία επιλογής με σκοπό την κατάρτιση εφεδρικού πίνακα για την πρόσληψη:

EMEA/AD/272: Προϊστάμενος Τομέα, Επιθεωρήσεις (AD 9),

EMEA/AD/273: Διαχειριστής συστήματος: Διακομιστές Web & Αρχιτεκτονική μεσαίου επιπέδου (Middle Tier) (AD 6),

EMEA/AD/274: Διαχειριστής συστήματος: Τηλεφωνία, ενοποιημένες τηλεπικοινωνίες και υποδομή εικονικών συνεδριάσεων (AD 5),

EMEA/AST/275: Βοηθός: Βιβλιοθηκάριος, Τομέας διαχείρισης και δημοσίευσης εγγράφων (AST 3),

EMEA/AD/276: Υπάλληλος διοίκησης, Προγραμματιστής FileΜaker (AD 6),

EMEA/AD/277: Υπάλληλος διοίκησης (επιστημονικού κλάδου), Μονάδα αξιολόγησης φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση πριν από τη χορήγηση άδειας, ασφάλεια και αποτελεσματικότητα φαρμάκων, θεραπευτικός τομέας κεντρικού νευρικού συστήματος (AD 8),

EMEA/AST/278: Βοηθός, Διαχείριση αρχείων και αίθουσας αλληλογραφίας, Μονάδα διοίκησης (AST 3).

Οι επιλεγέντες θα συμπεριληφθούν σε πίνακα επιτυχόντων και, αναλόγως των πόρων του προϋπολογισμού, θα τους προσφερθεί 5 ετής ανανεώσιμη σύμβαση σύμφωνα με το καθεστώς απασχόλησης που εφαρμόζεται για το λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (βλέπε ΕΕ L 56 της 4.3.1968).

Τόπος διορισμού θα είναι το Λονδίνο.

Οι υποψήφιοι πρέπει να είναι υπήκοοι κράτους μέλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών Ισλανδία, Νορβηγία, Λιχτενστάιν, εφόσον απολαύουν πλήρως των πολιτικών τους δικαιωμάτων.

Tο σύνολο των όρων και η περιγραφή καθηκόντων πρέπει να ληφθούν ηλεκτρονικά από την ιστοσελίδα του EMEA:

http://www.emea.europa.eu/htms/general/admin/recruit/recruitnew.htm

Οι αιτήσεις πρέπει να υποβληθούν ηλεκτρονικά με τη χρήση του εντύπου που διατίθεται στο δικτυακό τόπο του ΕΜΕΑ.

Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων είναι η 2α Δεκεμβρίου 2008, στις 12 τα μεσάνυχτα.

Σημειώνεται ότι, λόγω του μεγάλου αριθμού αιτήσεων που δέχεται ο EMEA, το ηλεκτρονικό σύστημα ενδέχεται, προς το τέλος της περιόδου υποβολής αιτήσεων, να παρουσιάσει προβλήματα στη διεκπεραίωση μεγάλου όγκου στοιχείων. Για το λόγο αυτό συστήνεται στους υποψηφίους να υποβάλουν τις αιτήσεις τους αρκετά προ της λήξης της προθεσμίας.

Εάν επιθυμείτε να ενημερώνεσθε ηλεκτρονικά για ανακοινώσεις θέσεων προς πλήρωση, εγγραφείτε ηλεκτρονικά απευθείας στη διεύθυνση: http://www.emea.europa.eu/ επιλέγοντας «Online Mailing Service».


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Επιτροπή

21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/15


Ανακοίνωση σχετικά με την επικείμενη λήξη της ισχύος ορισμένων μέτρων αντιντάμπινγκ

(2008/C 266/07)

1.

Όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1), η Επιτροπή γνωστοποιεί ότι, αν δεν κινηθεί επανεξέταση σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που αναφέρονται κατωτέρω θα λήξουν την ημερομηνία που καθορίζεται στον παρακάτω πίνακα.

2.   Διαδικασία

Οι κοινοτικοί παραγωγοί μπορούν να υποβάλουν γραπτή αίτηση επανεξέτασης. Η αίτηση αυτή πρέπει να περιέχει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων είναι πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας.

Στην περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή αποφασίσει να επανεξετάσει τα εν λόγω μέτρα, οι εισαγωγείς, οι εξαγωγείς, οι αντιπρόσωποι της εξάγουσας χώρας και οι κοινοτικοί παραγωγοί θα έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν, να αντικρούσουν ή να σχολιάσουν τα στοιχεία που παρατίθενται στην αίτηση επανεξέτασης.

3.   Προθεσμία

Οι κοινοτικοί παραγωγοί μπορούν να υποβάλουν γραπτή αίτηση επανεξέτασης, βάσει των ανωτέρω, η οποία πρέπει να περιέλθει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Εμπορίου (Μονάδα H-1), N-105 04/92, B-1049 Βρυξέλλες (2), μετά τη δημοσίευση της παρούσας ανακοίνωσης και το αργότερο τρεις μήνες πριν από την ημερομηνία που εμφαίνεται στον κατωτέρω πίνακα.

4.

Η παρούσα ανακοίνωση δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96.

Προϊόν

Χώρα(-ες) καταγωγής ή εξαγωγής

Μέτρα

Αναφορά

Ημερομηνία λήξης

Ιριδίζουσα πέστροφα

Νήσοι Φερόε

Δασμός αντιντάμπινγκ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 437/2004 του Συμβουλίου (ΕΕ L 72 της 11.3.2004, σ. 23)

12.3.2009

Ανάληψη υποχρέωσης

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1628/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 232 της 18.9.2003, σ. 29) όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 117/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 17 της 24.1.2004, σ. 4)


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(2)  Τηλεομοιοτυπία: (32-2) 295 65 05.


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Επιτροπή

21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/16


ΚΡΑΤΙΚΉ ΕΝΊΣΧΥΣΗ — ΙΣΠΑΝΊΑ

Κρατική ενίσχυση C 22/08 (ex N 222/07 και N 242/07) — Ενισχύσεις προς την επιχείρηση El Pozo Alimentación, SA

Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ

(2008/C 266/08)

Με επιστολή της 20ής Μαΐου 2008 που αναδημοσιεύεται στην αυθεντική γλώσσα του κειμένου της επιστολής στις σελίδες που ακολουθούν την παρούσα περίληψη, η Επιτροπή κοινοποίησε στην Ισπανία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την προαναφερθείσα ενίσχυση.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας περίληψης και της επιστολής που ακολουθεί, στην ακόλουθη διεύθυνση:

Commission européenne

Direction générale de l'agriculture

Direction H — Législation agricole

Unité H.2 — Conditions de concurrence

Rue de la Loi 130 5/94A

B-1049 Bruxelles

Φαξ (32-2) 296 76 72

Οι παρατηρήσεις αυτές θα κοινοποιηθούν στην Ισπανία. Το απόρρητο της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου μέρους που υποβάλλει τις παρατηρήσεις μπορεί να ζητηθεί γραπτώς, με μνεία των σχετικών λόγων.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ

Η Ισπανία, με επιστολές της 16ης και της 17ης Απριλίου 2007, κοινοποίησε στην Επιτροπή την πρόθεσή της να χορηγήσει ενισχύσεις στην El Pozo Alimentación, SA, μεγάλη επιχείρηση στον τομέα των γεωργικών προϊόντων διατροφής. Η ενίσχυση N 222/07 προβλέπει επενδύσεις διεύρυνσης και βελτίωσης των εγκαταστάσεων στην Alhama de Murcia (Murcia) για την πλήρη επεξεργασία κρέατος, ενώ η ενίσχυση N 242/2007 προβλέπει την ανέγερση ενός κτιρίου, στην ίδια τοποθεσία, για την παραγωγή προϊόντων κρέατος, βρασμένων, κομμένων σε φέτες και συσκευασμένων. Η Επιτροπή αποφάσισε να εξετάσει από κοινού τις δύο κοινοποιήσεις, και να τις θεωρήσει μία ενίσχυση. Πράγματι, δεδομένου ότι πρόκειται για επενδύσεις για τη μεταποίηση και την εμπορία γεωργικών προϊόντων από την ίδια επιχείρηση και υπό τους ιδίους κατ' ουσίαν όρους, οι επενδύσεις αυτές πρέπει να προστεθούν ώστε να αντικατοπτρίζουν τον πραγματικό οικονομικό αντίκτυπο των δύο μέτρων στην επιχείρηση.

Η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης όσον αφορά τα προαναφερόμενα μέτρα, επειδή ενδέχεται να χορηγηθούν, στη συγκεκριμένη επιχείρηση, κρατικές ενισχύσεις των οποίων η συμβατότητα με το άρθρο 87 της συνθήκης είναι αμφίβολη.

Το μέτρο πρέπει να εξεταστεί βάσει των ισχυόντων κατά τη στιγμή της κοινοποίησης κανόνων σε θέματα τομεακού ανταγωνισμού. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρόκειται για τις «Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας και της δασοκομίας 2007-2013» (1). Το σημείο 43 αυτών των κατευθυντήριων γραμμών προβλέπει ότι η Επιτροπή θα εγκρίνει επενδυτικές ενισχύσεις για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση και εμπορία γεωργικών προϊόντων με 750 εργαζομένους και άνω και κύκλο εργασιών 200 εκατ. EUR και άνω, μόνον εάν οι εν λόγω ενισχύσεις πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για την περίοδο 2007-2013 (2), στις περιφέρειες που είναι επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαβίβασαν οι ισπανικές αρχές, η συγκεκριμένη επιχείρηση απασχολεί περισσότερους από 1 000 εργαζόμενους, και συνεπώς πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές.

Το σημείο 38 των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για την περίοδο 2007-2013 διευκρινίζει ότι είναι σημαντικό να διασφαλίζεται ότι η περιφερειακή ενίσχυση θα αποτελέσει πραγματικό κίνητρο για την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών οι οποίες σε διαφορετική περίπτωση δεν θα πραγματοποιούνταν στις ενισχυόμενες περιφέρειες. Από την άποψη αυτή, το συγκεκριμένο σημείο προβλέπει ορισμένες απαραίτητες προϋποθέσεις για να είναι δυνατή η έγκριση από την Επιτροπή της χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης. Οι ισπανικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι οι επενδύσεις έχουν ήδη αρχίσει. Όμως, οι ισπανικές αρχές δεν διαβίβασαν αντίγραφο της αίτησης ενίσχυσης που υπέβαλε ο δικαιούχος, ούτε αντίγραφο της γραπτής ανακοίνωσης της αρμόδιας για τη διαχείριση του καθεστώτος αρχής προς τον δικαιούχο, η οποία πρέπει να πληροί είτε τις προϋποθέσεις για τις μεμονωμένες ενισχύσεις είτε τις προϋποθέσεις για τις ενισχύσεις ειδικού σκοπού (ad hoc). Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να διαπιστώσει ότι έχουν τηρηθεί όλες οι προϋποθέσεις σχετικά με τη δημιουργία κινήτρων και οφείλει, στο στάδιο αυτό, να αμφισβητήσει την επιλεξιμότητα του κοινοποιηθέντος σχεδίου.

Επιπλέον, το σημείο 51 των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για την περίοδο 2007-2013 προβλέπει ότι οι δαπάνες για προκαταρκτικές μελέτες και για υπηρεσίες συμβούλων που συνδέονται με την επένδυση δεν είναι δυνατό να λαμβάνονται υπόψη για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Όμως, οι αρχές ισχυρίζονται στο έντυπο κοινοποίησης, ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι εν λόγω δαπάνες λαμβάνονται υπόψη. Δεδομένου ότι πρόκειται για μεγάλη επιχείρηση, η Επιτροπή οφείλει, στο στάδιο αυτό, να αμφισβητήσει την επιλεξιμότητα των εν λόγω δαπανών.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

«Tras haber examinado la información facilitada por las autoridades de su país en relación con las dos medidas arriba indicadas, la Comisión comunica a España por la presente su decisión de abrir el procedimiento dispuesto en el artículo 88, apartado 2, del Tratado CE.

I.   PROCEDIMIENTO

(1)

Por cartas de 16 y 17 de abril de 2007, registradas el día 18 del mismo mes, la Representación Permanente de España ante la Unión Europea notificó a la Comisión, de conformidad con el artículo 88, apartado 3, del Tratado, los proyectos de medidas arriba mencionados. La Comisión recibió información complementaria por cartas de 21 de junio, 13 de agosto y 24 de octubre de 2007 y de 18 de enero y 17 de marzo de 2008, esta última registrada el día 28 de ese mes.

(2)

El beneficiario de las dos ayudas es la empresa “El Pozo Alimentación, SA”. La ayuda N 222/07 contempla la realización de inversiones para la ampliación y mejora de las instalaciones en las que se efectúa un tratamiento completo de la carne. La otra ayuda, N 242/07, se destina a la construcción, en el mismo emplazamiento que esas instalaciones, de un edificio para la fabricación y envase de productos cárnicos cocidos, en lonchas.

(3)

La Comisión ha decidido tratar las dos ayudas conjuntamente y considerarlas como una sola. En efecto, dado que se trata de inversiones para la transformación y comercialización de productos agrícolas en una misma empresa y en condiciones prácticamente idénticas, ambas ayudas deben sumarse para conocer su impacto económico real en la empresa.

(4)

La notificación hace referencia a una medida que ya se comunicó en su día y fue autorizada por la Comisión, pero que no llegó a ejecutar España (N 750/02) (3). La ayuda ahora notificada, sin embargo, debe ser considerada como una nueva ayuda ya que las modificaciones ahora introducidas transforman esa medida en una nueva ayuda. Así, por ejemplo, el presupuesto que se contemplaba en la ayuda N 750/02 se aumenta ahora alrededor de un 100 %.

II.   DESCRIPCIÓN

(5)

Se trata de la notificación de una ayuda individual directa para la sociedad “El Pozo Alimentación, SA” (en lo sucesivo denominada “El Pozo”), que es una gran empresa del sector agroalimentario, con más de 1 000 trabajadores, situada en Alhama de Murcia (Murcia).

(6)

Los productos a los que pretenden destinarse las inversiones son los de carne de porcino y sus derivados (charcutería) y los de carne de pavo. El proyecto subvencionado, cuyas obras tendrán una duración de dos años, contempla la ampliación de las instalaciones dedicadas a la fabricación de productos despiezados, elaborados y presentados en pequeñas bandejas para su venta directa al consumidor en supermercados, grandes superficies, galerías comerciales e hipermercados.

(7)

Las inversiones, que consisten en la creación de nuevos edificios y la adquisición de equipos, tienen como objetivos concretos los siguientes:

[…] (4) (los corchetes en el texto indican secreto profesional),

[…],

mejorar las condiciones medioambientales […],

construir un edificio destinado a la fabricación y envase de productos cárnicos […],

[…] la calidad y la trazabilidad de los productos.

(8)

Las instalaciones, que compondrán un centro de tratamiento completo de carnes, tendrán una capacidad de sacrificio y producción equivalente a […] cerdos por hora. El cuadro que figura a continuación, facilitado por las autoridades españolas, muestra los productos/servicios objeto de las inversiones y el impacto de éstas en términos de producción.

Productos/Servicios

Cantidad (toneladas)

Antes de la inversión

Después de la inversión

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

(9)

Según las autoridades españolas, con el nuevo edificio destinado a la fabricación y envase de productos cárnicos […], la producción de los cuatro tipos de productos que presenta la empresa […] pasará de […] toneladas antes de la inversión a […] después de ella.

(10)

Según dichas autoridades, la ayuda excluye la compra de equipos de segunda mano y de activos inmateriales.

(11)

Se cubre, en cambio, el 50 % del coste de los estudios preparatorios que se realicen y de los servicios de asesoría que se consulten en relación con las inversiones.

(12)

También se incluye en los gastos subvencionables el coste de adquisición de activos —distintos de los terrenos y edificios— que sean objeto de arrendamiento financiero. Este último establece la obligación de comprar los activos —que no sean terrenos ni edificios— antes de la expiración del contrato. De esta forma, los bienes deberán ser propiedad del beneficiario en el momento de realizar las inversiones. Así mismo, las inversiones deben mantenerse durante un periodo mínimo de 5 años;

(13)

La ayuda consistirá en un solo pago que se hará efectivo al final del proyecto, una vez que la empresa pruebe de la debida forma la ejecución de las inversiones y el cumplimiento de todas las demás condiciones legalmente exigibles. Las inversiones deberán mantenerse durante un plazo mínimo de cinco años.

(14)

Según las autoridades españolas, se prevé la creación de 1 065 nuevos empleos como resultado de este proyecto. La empresa, además, mantendrá los 1 855 puestos de trabajo que existen hoy en Alhama de Murcia.

(15)

Dichas autoridades han explicado que, para evitar que haya acumulación de ayudas o que se sobrepase la intensidad de ayuda autorizada, el beneficiario debe presentar una declaración con todas las ayudas solicitadas y, en su caso, obtenidas para este mismo proyecto. La medida, según han explicado, no puede acumularse con otras ayudas de minimis.

(16)

Las autoridades españolas presentan como base jurídica de la ayuda las disposiciones siguientes:

Ley no 50/85, de 27 de diciembre, de incentivos regionales para la corrección de desequilibrios económicos interterritoriales,

Real Decreto no 1535/87, de 11 de diciembre, por el que se aprueba el Reglamento de desarrollo de la Ley no 50/85 de incentivos regionales para la corrección de desequilibrios económicos interterritoriales,

Real Decreto no 488/88, de 6 de mayo, de delimitación de la Zona de Promoción Económica de Murcia (modificado por Real Decreto no 1331/2001 y por Real Decreto no 178/2007).

(17)

El presupuesto de la ayuda, que corre a cargo del Ministerio de Economía, se eleva a 15 129 528 EUR, es decir, el 7,24 % de la inversión total necesaria, que asciende a 208 934 268 EUR.

(18)

Según la carta de las autoridades españolas fechada el 24 de octubre de 2007, el Ministerio de Economía no había pagado hasta ese momento ninguna ayuda en espera de que la Comisión adoptara una decisión. Sin embargo, la carta de 18 de enero de 2008 de dichas autoridades indicó que, en respuesta a la solicitud de ayuda de la empresa, se habían iniciado ya las inversiones previstas en el proyecto.

(19)

Las autoridades españolas consideran que la ayuda entra en el ámbito de aplicación de las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional para el período 2007-2013 y que se concede en virtud de un régimen de ayudas regionales ya autorizado por la Comisión (ayuda estatal N 38/87). En su opinión, por tanto, son aplicables aquí las normas de ese régimen.

III.   VALORACIÓN

(20)

Los artículos 87 y 88 del Tratado se aplican a todos los productos agrícolas que figuran en su anexo I y que están sujetos a una organización común de mercados (todos los productos agrícolas, salvo las patatas distintas de las de fécula, la carne de equino, la miel, el café, el alcohol de origen agrícola, el vinagre derivado de alcohol y el corcho) de conformidad con el reglamento que regula cada una de esas organizaciones. Por disposición del artículo 21 del Reglamento (CEE) no 2759/75 del Consejo, por el que se establece la organización común de mercados en el sector de la carne de porcino (5), y del artículo 19 del Reglamento (CEE) no 2777/75 del Consejo, por el que se establece la organización común de mercados en el sector de la carne de aves de corral (5), ambos artículos del Tratado son aplicables en uno y otro sector (6).

1.   Artículo 87, apartado 1, del Tratado

(21)

Según lo dispuesto en el artículo 87, apartado 1, del Tratado, son “incompatibles con el mercado común, en la medida en que afecten a los intercambios comerciales entre Estados miembros, las ayudas otorgadas por los Estados o mediante fondos estatales, bajo cualquier forma, que falseen o amenacen falsear la competencia, favoreciendo a determinadas empresas o producciones”.

(22)

De acuerdo con la jurisprudencia existente, son contrarias a las normas de competencia y están sujetas a la aplicación del artículo 87 (7) las ayudas estatales en las que concurran las circunstancias siguientes: que la ventaja sea concedida por un Estado o con recursos estatales; que la medida afecte a la competencia y al comercio entre los Estados miembros; que la medida ofrezca a sus destinatarios alguna ventaja que aligere la carga normal de su presupuesto; y que la medida presente un carácter específico o selectivo, favoreciendo a determinadas empresas o producciones y falseando así o amenazando falsear la competencia.

(23)

Es necesario, pues, en primer lugar, que la ventaja sea concedida directa o indirectamente por medio de recursos estatales y que sea imputable a un Estado (8). La ayuda aquí examinada consiste en una transferencia directa de recursos públicos destinada a la empresa privada “El Pozo Alimentación, SA”. La Comisión considera por tanto que en este caso se cumple el criterio relativo a los “recursos estatales”.

(24)

La ayuda debe también afectar a la competencia y a los intercambios entre los Estados miembros. Según la jurisprudencia constante en esta materia, los intercambios comerciales se consideran afectados si la empresa beneficiaria ejerce una actividad económica que es objeto de comercio entre los Estados miembros, lo que es el caso de la empresa El Pozo, que opera, en efecto, en dos sectores muy expuestos a la competencia, es decir, el de la carne de porcino y el de la carne de aves de corral y sus derivados. Además, el comercio de productos agrícolas entre la Unión Europea y España es muy importante (9). Debe señalarse, en este sentido, la existencia en el sector agrario de una intensa competencia entre los productores de los Estados miembros cuyos productos son objeto de intercambios intracomunitarios, así como la plena participación de los productores españoles en esa competencia. Se deduce así que la medida examinada puede afectar a esos intercambios por favorecer a un operador de un Estado miembro en detrimento de los de los otros Estados miembros. Así pues, dado que la medida tiene un efecto directo e inmediato en los costes de producción de los productos agrícolas que fabrica El Pozo en España, la Comisión considera que la medida afecta a la competencia y al comercio entre los Estados miembros.

(25)

En cuanto al hecho de que la medida ofrezca a sus beneficiarios una ventaja, debe señalarse que, según una jurisprudencia constante, la noción de ayuda es más general que la de subvención, dado que comprende no sólo las prestaciones positivas, como lo son las propias subvenciones, sino también ciertas intervenciones estatales que, pudiendo adoptar diversas formas, aligeran la carga normal del presupuesto de una empresa y que, por este motivo, pese a no constituir subvenciones en sentido estricto, son de la misma naturaleza y producen los mismos efectos que ellas (10). De ello se desprende que toda medida por la que las autoridades públicas de un Estado conceden a una empresa una ayuda que conlleva una transferencia de recursos estatales coloca al beneficiario en una situación financiera más favorable que la de las otras empresas y constituye así una ayuda estatal según los términos del Tratado CE. De concedérsele la ayuda, El Pozo se encontraría efectivamente en una situación financiera más favorable que la de sus competidores, motivo por el cual la Comisión considera que en este caso se cumple también el criterio referente a la “ventaja”.

(26)

La medida debe, por último, otorgar una ventaja selectiva en beneficio exclusivo de algunas empresas o sectores de actividad. El artículo 87 se refiere, en efecto, a las ayudas que falsean o amenazan falsear la competencia “favoreciendo a determinadas empresas o producciones” (11). Dado que la medida examinada viene a beneficiar únicamente a El Pozo, la Comisión estima que también aquí se cumple el criterio relativo a la “selectividad”.

(27)

A la vista de los argumentos arriba expuestos, la Comisión considera que la medida proyectada en favor de El Pozo implica una ventaja que sólo se concede a esa empresa —y de la que no pueden beneficiarse otros operadores— y que por ello falsea o amenaza falsear la competencia, favoreciendo a determinadas empresas o producciones y pudiendo afectar así al comercio entre los Estados miembros. La Comisión llega por tanto en esta fase a la conclusión de que la medida examinada entra en el ámbito de aplicación del artículo 87, apartado 1, del Tratado.

2.   Examen de la compatibilidad de la ayuda

(28)

El Tratado establece en su artículo 87 una serie de excepciones al principio general de incompatibilidad con él de las ayudas estatales.

(29)

Parece, en esta fase, que la ayuda examinada no reviste un carácter social ni se destina a reparar los perjuicios causados por desastres naturales o por otros acontecimientos de carácter excepcional y no puede, por tanto, acogerse a las excepciones dispuestas en las letras a) y b) del apartado 2 del artículo 87. La ayuda no pretende tampoco fomentar la realización de un proyecto importante de interés común europeo ni poner remedio a una perturbación grave de la economía de un Estado miembro y no puede por tal motivo ampararse en la excepción que dispone la letra b) del apartado 3 del mismo artículo 87. Por último, dado que la ayuda tampoco se destina a promover la cultura y la conservación del patrimonio, no es posible aplicarle la excepción que recoge la letra d) del apartado 3 de dicho artículo.

(30)

El artículo 87, apartado 3, letra a) prevé, no obstante, que pueden considerarse compatibles con el mercado común las ayudas destinadas a favorecer el desarrollo económico de una región en la que el nivel de vida sea anormalmente bajo o en la que exista una grave situación de subempleo.

(31)

Así mismo, según el artículo 87, apartado 3, letra c), pueden considerarse “compatibles con el mercado común las ayudas destinadas a facilitar el desarrollo de determinadas actividades o de determinadas regiones económicas, siempre que no alteren las condiciones de los intercambios en forma contraria al interés común”. Para poder acogerse a esta excepción, las ayudas deben contribuir al desarrollo del sector beneficiario.

2.1.   Aplicabilidad de las Directrices agrarias 2007-2013

(32)

La medida notificada en 2007 es una ayuda a la inversión destinada a una empresa de transformación de productos agrícolas incluidos en el anexo I del Tratado. Son aplicables, por tanto, las normas de competencia sectoriales que estaban vigentes en el momento de la notificación. Se trata en este caso de las Directrices comunitarias sobre ayudas estatales al sector agrario y forestal 2007-2013 (12).

(33)

Dado que la empresa beneficiaria no entra en la categoría de PYME ni ejerce sus actividades en el ámbito de la producción primaria de productos agrícolas, no resulta aplicable a este caso el Reglamento (CE) no 1857/2006 sobre la aplicación de los artículos 87 y 88 del Tratado a las ayudas estatales para las pequeñas y medianas empresas dedicadas a la producción de productos agrícolas y por el que se modifica el Reglamento (CE) no 70/2001 (13).

2.2.   Condiciones generales de las Directrices agrarias 2007-2013

(34)

El punto 43 de las Directrices agrarias dispone que la Comisión autorice las ayudas a la inversión destinadas a empresas que se dediquen a la transformación y comercialización de productos agrícolas y que tengan 750 empleados o más y un volumen de negocios igual o superior a 200 millones EUR, siempre que tales ayudas cumplan todas las condiciones establecidas en las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional para el período 2007-2013 (14) y se concedan en regiones que puedan optar a ayudas regionales. Según la información transmitida por las autoridades españolas, la empresa El Pozo tiene más de 1 000 trabajadores y le son por tanto aplicables las condiciones de esas Directrices. Su examen se recoge en el punto 2.2.1 de la presente carta.

(35)

El punto 44, además, prevé que la Comisión declare compatibles con el Tratado las ayudas destinadas a la adquisición de material de ocasión, siempre que dichas ayudas se concedan a pequeñas y medianas empresas. En el caso que nos ocupa, la Comisión observa que la compra de material de segunda mano está excluida de los gastos subvencionables.

(36)

El punto 46, por su parte, establece que la notificación de las ayudas a la inversión destinadas a la transformación y comercialización de productos agrícolas debe ir acompañada de la documentación necesaria para demostrar que esas ayudas se destinan a objetivos claramente definidos en función de necesidades estructurales y territoriales y de desventajas estructurales. Las autoridades españolas se han remitido a este respecto a la Decisión adoptada por la Comisión en el marco de la ayuda estatal N 626/06 en relación con el mapa español de ayudas regionales 2007-2013, mapa este en el que se recoge la región de Murcia (15).

(37)

El punto 47, por último, dispone que, cuando una organización común de mercado en la que se apliquen regímenes de ayuda directa financiados por el Fondo Europeo Agrícola de Garantía (FEAGA) imponga restricciones a la producción o limitaciones a la ayuda comunitaria a nivel de agricultores, explotaciones o empresas de transformación, no se financie con ayudas estatales ninguna inversión que pueda aumentar la producción por encima de esas restricciones o limitaciones. La Comisión observa que en los sectores considerados no existen tales restricciones o limitaciones.

(38)

Por otro lado, no parece que ninguna otra regla fijada por las Directrices agrarias permita que se base en ella la compatibilidad de las ayudas aquí examinadas con el mercado común. Los puntos 15 y 16 de las Directrices agrarias prevén que las ayudas, para ser compatibles con el mercado común deben tener un factor de incentivación. Una ayuda concedida de forma retroactiva a una actividad ya realizada por el beneficiario no puede considerarse que contenga el necesario factor de incentivación. La ayuda solo puede concederse para actividades realizadas después de que una solicitud de ayuda haya sido convenientemente presentada a la autoridad competente de que se trate y la solicitud haya sido aceptada por la autoridad competente en cuestión de forma que obligue a dicha autoridad a conceder la ayuda.

2.2.1.   Condiciones particulares de las Directrices de finalidad regional 2007-2013

(39)

Por tratarse de una empresa que ejerce sus actividades en el sector de la transformación de productos agrícolas y que cuenta con más de 750 empleados, la Comisión debe comprobar que la ayuda respeta todas las condiciones establecidas en las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional para el período 2007-2013. Las condiciones aplicables a las ayudas a la inversión de finalidad regional se recogen en los puntos 33 a 75 de esas Directrices.

(40)

La ayuda parece respetar el punto 10 de las Directrices de finalidad regional: en efecto, la ayuda parece concederse en el marco de un régimen multisectorial coherente que tiene como finalidad el desarrollo regional.

2.2.1.1.   Forma de la ayuda

(41)

En lo que respecta a la forma de la ayuda, según los puntos 33 y 34 de las Directrices, son ayudas regionales a la inversión aquéllas que se conceden para un proyecto de inversión inicial, es decir, una inversión en activos materiales e inmateriales consistentes en la creación de un nuevo establecimiento, la ampliación de un establecimiento existente, la diversificación de la producción de un establecimiento para dar salida a nuevos productos o la transformación radical del proceso de producción global de un establecimiento ya existente. Quedan por tanto excluidas de esta definición las inversiones de sustitución que no cumplan ninguna de esas condiciones. De acuerdo con el punto 36, la ayuda debe calcularse en función del coste de las inversiones materiales e inmateriales derivado del proyecto de inversión inicial, o bien en función de los costes salariales (estimados) correspondientes a los empleos directos creados por el proyecto de inversión. El punto 37 prevé la posibilidad de que la ayuda adopte diversas formas, entre ellas, la de una subvención.

(42)

La Comisión comprueba que la ayuda examinada respeta esas condiciones por ser una subvención que se concede para un proyecto de inversión inicial (en este caso, la ampliación de un establecimiento existente y la transformación radical del proceso de producción global de un establecimiento que ya existe en la empresa El Pozo) y por calcularse en función del coste de las inversiones materiales derivado del proyecto de inversión inicial.

(43)

Los puntos 39 y 40 disponen que, cuando la ayuda se calcula en función del coste de las inversiones materiales e inmateriales, para garantizar que la inversión, además de ser viable y sólida, respete los límites de ayuda aplicables, es necesario que el beneficiario haga una contribución financiera de al menos el 25 % de los costes subvencionables, bien con sus propios recursos o bien con los obtenidos por financiación externa con exclusión de toda ayuda pública. Asimismo, para garantizar que la inversión prevista haga una contribución efectiva y sostenida al desarrollo regional, es preciso que la ayuda quede supeditada, por sus propias condiciones o por su método de pago, al mantenimiento de la inversión en la región durante un plazo mínimo de cinco años desde su finalización.

(44)

La Comisión considera que tales condiciones se cumplen en este caso, ya que, de acuerdo con la información ofrecida por las autoridades españolas, el beneficiario hace una contribución financiera superior al 25 % de los costes subvencionables. Dichas autoridades, además, se han comprometido a que la inversión se mantenga durante el plazo mínimo de cinco años.

(45)

El punto 41 dispone que el nivel de las ayudas se defina por su intensidad en relación con los costes de referencia. Según ese mismo punto, todas las intensidades de ayuda deben calcularse en equivalente de subvención bruto (ESB). La intensidad de ayuda en equivalente de subvención bruto es el valor actualizado de la ayuda, expresado como porcentaje del valor actualizado de los costes de inversión subvencionables. Cuando las ayudas se notifican a la Comisión individualmente, el equivalente de subvención bruto debe calcularse en la fecha de la notificación.

(46)

En el caso de esta ayuda individual, su intensidad en ESB, que es del 7,24 % de la inversión total, se calculó en la fecha de la notificación.

2.2.1.2.   Efecto incentivador

(47)

Por lo que se refiere al efecto incentivador, las autoridades españolas han explicado que la ayuda se concede en el marco de un régimen de ayudas regionales autorizado por la Comisión [ayuda estatal N 38/87 — “Régimen general de ayudas regionales” (16)] y que son aplicables por tanto las normas de ese régimen.

(48)

La Comisión señala a este respecto que, según el punto 45 de las Directrices agrarias, en el caso de las empresas del sector de la transformación y comercialización de productos agrícolas, es necesario que las ayudas a la inversión cuyo importe real supere los 12 millones EUR, o cuyos gastos subvencionables sobrepasen los 25 millones, se notifiquen específicamente a la Comisión de conformidad con el artículo 88, apartado 3, del Tratado.

(49)

En el caso que nos ocupa, el importe real de la ayuda supera los 15 millones EUR, y es por ello por lo que las autoridades españolas han notificado la medida como ayuda individual.

(50)

El punto 194 de las Directrices agrarias prevé que la Comisión aplique estas directrices a las nuevas ayudas estatales con efectos desde el 1 de enero de 2007. La ayuda individual que aquí se examina fue notificada en abril de 2007 y, por tratarse de una ayuda nueva, debe examinarse en el marco de las disposiciones que estaban en vigor en el momento de la notificación.

(51)

Las autoridades españolas sostienen, por el contrario, que las disposiciones aplicables son las del régimen N 38/87, incluidas las “Normas transitorias sobre el efecto incentivador, establecidas por carta de la Comisión Europea de 12 de junio de 2006 relativa a las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional para el período 2007-2013”, elaboradas por los servicios de la Comisión (17).

(52)

Sobre esta cuestión, la Comisión desea recordar que, ya antes de la entrada en vigor de las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional 2007-2013, las ayudas a la inversión para empresas del sector de la transformación y comercialización de productos agrícolas habían estado en todo momento sujetas a las normas sectoriales agrarias y, más concretamente, a las anteriores “Directrices comunitarias sobre ayudas estatales al sector agrario” (18). De hecho, las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional adoptadas en 1998 (19) no se aplicaron nunca a las empresas de ese sector. Dichas empresas, en cambio, sí están sujetas desde 2007 a las nuevas Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional, aunque sólo en la medida que disponen las nuevas Directrices agrarias.

(53)

No puede considerarse, por tanto, que sean aplicables al caso examinado unas normas transitorias referentes a unas directrices que no eran aplicables en ese momento al sector agrario. En este sentido, el único objeto de la carta de los servicios de la Comisión era el paso de las antiguas a las nuevas Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional, y por ello dicha carta no puede extrapolarse al sector agrario, en el que, por lo demás, no está previsto ningún dispositivo transitorio en relación con el efecto incentivador.

(54)

Además, las normas contenidas en la carta de la Comisión eran aplicables únicamente a los regímenes en los que las decisiones de concesión de la ayuda se hubiesen adoptado no después del 30 de junio de 2007, circunstancia esta que no se da en el caso examinado.

(55)

Por otra parte, la carta que envió la Comisión a las autoridades españolas en el marco de la ayuda N 38/87 subrayaba en su último apartado la necesidad de que el Gobierno español tuviera en cuenta que la aplicación de ese régimen se mantendría sujeta a la normativa y a las limitaciones del Derecho comunitario aplicables a determinados sectores industriales y agrarios.

(56)

Por último, por lo que se refiere a la ayuda N 750/02 en favor del mismo beneficiario, ayuda que fue notificada y autorizada por la Comisión y que ahora se ha modificado, la Comisión ha procedido a su examen en el marco de las Directrices comunitarias adoptadas en 2000 para las ayudas estatales al sector agrario.

(57)

La Comisión considera por tanto que, en lo que atañe al efecto incentivador, la única disposición de las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional para el período 2007-2013 que es aplicable en este caso es su punto 38, y ello como resultado de la remisión que hace el punto 43 de las Directrices agrarias 2007-2013.

(58)

Según el punto 38 arriba mencionado, es importante garantizar que las ayudas regionales tengan un verdadero efecto incentivador en la realización de inversiones que de otro modo no se destinarían a las regiones asistidas. Dicho punto establece a este respecto dos condiciones sine qua non para que una ayuda individual pueda ser autorizada por la Comisión:

A.

que el beneficiario haya presentado una solicitud de ayuda; y

B.

en el caso de las ayudas concedidas en el marco de un régimen, que la autoridad competente que lo administre haya confirmado por escrito al beneficiario que, a reserva de una verificación más completa, el proyecto cumple en principio las condiciones de subvencionabilidad establecidas por el régimen antes de iniciarse las obras, precisando que esa confirmación queda sujeta a la autorización de la Comisión (todos los regímenes de ayuda deben mencionar expresamente ambas condiciones, A y B); o

en el caso de las ayudas ad hoc, es necesario que la autoridad competente haya remitido una carta de intenciones en la que indique su propósito de conceder la ayuda antes del inicio de las obras, siempre que la Comisión proceda efectivamente a su autorización.

En caso de que las obras (la construcción o el primer compromiso firme de encargar los equipos) den comienzo antes de que se cumplan esas dos condiciones, la totalidad del proyecto pierde el derecho a la ayuda.

(59)

Como ya antes se ha indicado, las autoridades españolas comunicaron por carta de 24 de octubre de 2007 que el Ministerio de Economía no había pagado hasta ese momento ninguna ayuda en espera de que la Comisión adoptara una decisión. Sin embargo, por otra carta de 18 de enero de 2008, indicaron que, tras haberse recibido una solicitud de ayuda del beneficiario, habían comenzado ya las inversiones previstas en el proyecto.

(60)

La naturaleza de la ayuda notificada es importante en este caso, dado que las condiciones referentes al efecto incentivador varían según se trate de una ayuda individual enmarcada en un régimen o bien de una ayuda ad hoc. Según las autoridades españolas, la ayuda en este caso se enmarca en un régimen de ayudas regionales autorizado por la Comisión (ayuda estatal N 38/87). La Comisión, sin embargo, no tiene la certidumbre de que ese régimen se haya ido ajustando —con la adopción de las medidas oportunas— a las sucesivas modificaciones a las que se ha sometido la normativa de las ayudas estatales del sector agrario desde la autorización de aquel régimen en 1987.

(61)

En efecto, las autoridades españolas no han apoyado sus argumentos con justificantes que permitan a la Comisión comprobar que la medida es ciertamente una ayuda individual enmarcada en un régimen antiguo, pero adaptado sucesivamente con la introducción en él de las modificaciones oportunas. En ausencia de esos justificantes, la Comisión ha de considerar que la medida constituye una ayuda ad hoc.

(62)

La Comisión observa, además, que las inversiones han dado comienzo ya. Sin embargo, las autoridades españolas no le han enviado copia de la solicitud de ayuda presentada por el beneficiario, ni tampoco de la comunicación escrita que la autoridad administradora del régimen debería haber remitido al beneficiario (cumpliendo así las condiciones previstas para las ayudas individuales o las establecidas para las ad hoc). Esa documentación es indispensable para que la Comisión pueda verificar la compatibilidad del proyecto de ayuda con el punto 38 de las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional para el período 2007-2013.

(63)

La Comisión no puede por tanto comprobar el cumplimiento de todas las condiciones referentes al efecto incentivador al que se refiere el citado punto 38 y debe, por tal motivo, cuestionar en esta fase el derecho a recibir ayuda del proyecto notificado.

2.2.1.3.   Límites máximos de las ayudas en el caso de las grandes empresas

(64)

Según el punto 44 de las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional, en el caso de las regiones cubiertas por el artículo 87, apartado 3, letra a), del Tratado, la Comisión considera que la intensidad de las ayudas regionales no debe superar el 30 % de ESB cuando se trate de regiones con un PIB por habitante inferior al 75 % de la UE de los 25, o de regiones ultraperiféricas cuyo PIB por habitante sea superior a ese porcentaje o de regiones de efecto estadístico, en este último caso hasta el 1 de enero de 2011.

(65)

De acuerdo con la decisión adoptada por la Comisión en el marco de la ayuda estatal N 626/06 relativa al mapa español de ayudas regionales 2007-2013, la región de Murcia entra en la categoría de región de efecto estadístico y tiene, por tanto, autorizada hasta el 1 de enero de 2011 una intensidad de ayuda igual al 30 % de ESB. Esta condición se cumple aquí ya que la intensidad de la ayuda en ESB se sitúa en el 7,24 % de la inversión total necesaria.

2.2.1.4.   Gastos subvencionables

(66)

El punto 50 de las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional dispone que los gastos en terrenos, edificios e instalaciones/maquinaria podrán recibir ayudas a la inversión inicial. Sin embargo, de acuerdo con el punto 51, en el caso de las grandes empresas es preciso excluir de las ayudas el coste de los estudios preparatorios y de los servicios de consultoría relacionados con la inversión.

(67)

Las autoridades españolas han explicado que los costes subvencionables son los correspondientes a los edificios y a los equipos y maquinaria, y que en la ayuda no se incluyen activos inmateriales. Sin embargo, en el formulario de notificación, dichas autoridades afirman que la medida incluye hasta un 50 % el coste de los estudios preparatorios y de los servicios de consultoría referentes a la inversión que tengan lugar efectivamente.

(68)

La Comisión considera, pues, en esta fase que la inclusión del coste de esos estudios y servicios no respeta las condiciones establecidas para las ayudas.

(69)

El punto 53 establece que los gastos de adquisición de activos en alquiler que no sean terrenos ni edificios sólo pueden tomarse en consideración si el contrato adopta la forma de un arrendamiento financiero y estipula la obligación de comprar el bien a la expiración de aquél. En el caso de los terrenos y edificios en alquiler, y si se trata de una gran empresa, el contrato debe prolongarse un plazo mínimo de cinco años a partir de la fecha prevista para la finalización del proyecto de inversión.

(70)

Las autoridades españolas han explicado que los gastos subvencionables incluyen los costes de adquisición de activos —distintos de terrenos y edificios— que son objeto de arrendamiento financiero. Además, según han informado, el arrendamiento financiero estipula la obligación de comprar los activos —que no sean terrenos ni edificios— antes de la fecha de expiración del contrato. De esta forma, los bienes tendrán que ser propiedad del beneficiario en el momento en que hayan de justificarse las inversiones. Dichas autoridades han indicado también que las inversiones deberán mantenerse durante un período mínimo de cinco años.

(71)

La Comisión no dispone de la información necesaria para comprobar si se cumplen todas las condiciones a las que sujeta los gastos subvencionables el punto 51 de las Directrices sobre las ayudas de Estado de finalidad regional para el período 2007-2013. Debe, por ello, poner en duda la posibilidad de incluir esos costes en la ayuda.

2.2.1.5.   Acumulación de ayudas

(72)

Los límites máximos de intensidad de ayuda que se contemplan en el punto 2.2.1.3 se aplican a la totalidad de la ayuda, incluso en caso de intervención simultánea de varios regímenes de finalidad regional o en caso de combinación con una ayuda ad hoc, y ello independientemente de que las ayudas procedan de fuentes locales, regionales, nacionales o comunitarias.

(73)

Según el punto 74 de las Directrices, si un Estado miembro establece que las ayudas estatales de un régimen pueden acumularse con las de otros regímenes, dicho Estado debe precisar, en cada uno de esos regímenes, el método por el que vaya a garantizar el cumplimiento de las condiciones antes mencionadas. Además, el punto 75 excluye la posibilidad de que las ayudas regionales a la inversión se acumulen con ayudas de minimis destinadas a los mismos gastos subvencionables con el fin de eludir las intensidades máximas de ayuda que disponen las Directrices de finalidad regional.

(74)

Las autoridades españolas han explicado que, para excluir la posibilidad de que se acumulen ayudas o de que se sobrepase la intensidad de ayuda autorizada, el beneficiario debe presentar una declaración con todas las ayudas que se hayan solicitado y, en su caso, concedido para el proyecto. Han indicado también que la ayuda no puede acumularse con otras ayudas de minimis. La Comisión considera así que esta condición se cumple.

IV.   CONCLUSIÓN

(75)

Por los motivos arriba expuestos y en lo que atañe especialmente al cumplimiento del efecto incentivador y a la subvencionabilidad de ciertos gastos, la Comisión no puede en esta fase comprobar la compatibilidad de la medida en el marco del artículo 87 del Tratado.

(76)

Así pues, tras haber examinado la información facilitada por las autoridades españolas, la Comisión ha decidido abrir frente a la ayuda notificada el procedimiento que dispone el artículo 88, apartado 2, del Tratado CE.

(77)

Habida cuenta de las consideraciones que preceden, la Comisión, actuando en el marco del artículo 88, apartado 2, del Tratado CE, invita a España a que, en el plazo de un mes a partir de la fecha de recepción de la presente, le envíe sus observaciones así como cualquier otra información que sea de utilidad para la evaluación de la medida considerada. Invita, asimismo, a las autoridades de su país a que transmitan sin demora una copia de esta carta al beneficiario potencial de la ayuda.

(78)

La Comisión recuerda a España el efecto suspensivo del artículo 88, apartado 3, del Tratado CE y se remite al artículo 14 del Reglamento (CE) no 659/1999 del Consejo, que dispone que, en los casos de ayudas ilegales, pueda exigirse al beneficiario su devolución (“recuperación”).

(79)

La Comisión comunica también a España que informará de esta medida a los interesados publicando la presente carta en el Diario Oficial de la Unión Europea


(1)  ΕΕ C 319 της 27.12.2006.

(2)  ΕΕ C 54 της 4.3.2006.

(3)  Carta C(2003) 59 de 15 de enero de 2003.

(4)  Secreto commercial.

(5)  DO L 282 de 1.11.1975.

(6)  Las disposiciones de los reglamentos citados están derogadas por el artículo 201, apartado 1, letra c), del Reglamento (CE) no 1234/2007 del Consejo, de 22 de octubre de 2007, por el que se crea una organización común de mercados agrarios y se establecen disposiciones especificas para determinados productos agrícolas (reglamento único para las OCM) con efecto a partir del 1 de julio de 2008. El artículo 180 de ese reglamento prevé la aplicación de los artículos 87 y 88 CE a estos productos.

(7)  Sentencia del Tribunal de 24 de julio de 2003, asunto C-280/00, Altmark, Rec. I-07747.

(8)  Asunto C-303/88, Italia contra Comisión, Rec. I-1433, apartado 11; asunto C-482/99, Francia contra Comisión, Rec. I-4397, apartado 24; asunto C-126/91, GEMO, apartado 24.

(9)  Cabe señalar a modo de ejemplo que en 2005 el importe de las exportaciones de productos agrícolas de España con destino a otros países de la Unión Europea alcanzó 16 553 millones de euros y que el importe de las importaciones se situó en 12 002 millones (Fuente: Eurostat).

(10)  Sentencia del Tribunal de 15 de junio de 2006, asunto C-939/04 y C-41/05, Air Liquide Industries Belgium.

(11)  Sentencia del Tribunal de Primera Instancia de 13 de septiembre de 2006, asunto T-210/02, British Aggregates.

(12)  DO C 319 de 27.12.2006.

(13)  DO L 358 de 16.12.2006.

(14)  DO C 54 de 4.3.2006.

(15)  Carta a las autoridades españolas C(2006) 6684 final de 20 de diciembre de 2006.

(16)  Carta a las autoridades españolas SG(87) D/6759 de 1 de junio de 1987.

(17)  Carta de la DG COMP D/54908.

(18)  DO C 28 de 1.2.2000.

(19)  DO C 74 de 10.3.1998.


21.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 266/s3


ΣΗΜΕΊΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΏΣΤΗ

Τα θεσμικά όργανα αποφάσισαν να μην εμφανίζουν πλέον στα κείμενά τους τη μνεία της τελευταίας τροποποίησης των πράξεων στις οποίες παραπέμπουν.

Εάν δεν υπάρχει μνεία περί του αντιθέτου, οι πράξεις στις οποίες γίνεται παραπομπή στα κείμενα που δημοσιεύονται στο παρόν τεύχος νοούνται στην εκάστοτε ισχύουσα μορφή τους.