ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

51ό έτος
5 Ιουνίου 2008


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 138/01

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5113 — Abe Investment/Getty) ( 1 )

1

2008/C 138/02

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4900 — Solvay/Sibur/JV) ( 1 )

1

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 138/03

Ισοτιμίες του ευρώ

2

2008/C 138/04

Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις περιοριστικές πρακτικές και τις δεσπόζουσες θέσεις εκδοθείσα κατά την 411η συνεδρίαση της 3ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την έκδοση σχεδίου απόφασης στην υπόθεση COMP/C-3/37.792 — Microsoft

3

2008/C 138/05

Τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων στην υπόθεση COMP/C-3/37.792 — Microsoft (σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 της απόφασης 2001/462/EΚ, ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2001, σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού — ΕΕ L 162 της 19.6.2001, σ. 21)

4

2008/C 138/06

Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις περιοριστικές πρακτικές και τις δεσπόζουσες θέσεις εκδοθείσα κατά την 412η συνεδρίαση της 10ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την έκδοση σχεδίου απόφασης στην υπόθεση COMP/C-3/37.792 — Microsoft

9

2008/C 138/07

Περίληψη απόφασης της Επιτροπής, της 12ης Ιουλίου 2006, που καθορίζει το οριστικό ύψος της χρηματικής ποινής που επιβλήθηκε στη Microsoft Corporation με την απόφαση E(2005) 4420 τελικό και που τροποποιεί αυτήν την απόφαση όσον αφορά το ύψος της χρηματικής ποινής (Υπόθεση COMP/C-3/37.792 – Microsoft) [που γνωστοποιήθηκε με το έγγραφο αριθμό E(2006) 3143]

10

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

2008/C 138/08

Πληροφορίες που κοινοποιούν τα κράτη μέλη σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1628/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα ( 1 )

15

2008/C 138/09

Κατάλογος λιμένων στους οποίους επιτρέπεται η εκφόρτωση ή μεταφόρτωση κατεψυγμένων ιχθύων που αλιεύτηκαν από αλιευτικά σκάφη τριτών χώρων στην περιοχή της σύμβασης αλιείας Βορειο-Ανατολικού Ατλαντικού (NEAFC)

18

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΧΩΡΟ

 

Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

2008/C 138/10

Ανακοίνωση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της πράξης η οποία αναφέρεται στο σημείο 64 στοιχείο α) του παραρτήματος XIII της συμφωνίας ΕΟΧ [κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών] — Επιβολή νέων υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας για τις τακτικές αεροπορικές πτήσεις στη γραμμή Værøy (ελικοδρόμιο) — Bodø και αντιστρόφως

20

2008/C 138/11

Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου σχετικά με τις συναλλαγές επί ακινήτων τις οποίες συνήψε ο δήμος Time για τα ακίνητα υπ' αριθ. 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, 2/70 και 2/32 στο Time

30

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 138/12

Ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊλάνδης και μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, που κατάγονται από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και εκείνων που αποστέλλονται από την Ταϊβάν, είτε έχουν δηλωθεί ως καταγωγής Ταϊβάν είτε όχι

42

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Επιτροπή

2008/C 138/13

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.5114 — Pernod Ricard/V&S) ( 1 )

48

2008/C 138/14

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.5179 — Eramet/Tinfos) ( 1 )

49

2008/C 138/15

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.5163 — DPWL/ZIM/CONTARSA) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

50

2008/C 138/16

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.5020 — Lesaffre/GBI UK) ( 1 )

51

2008/C 138/17

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.4985 — BHP Billiton/Rio Tinto) ( 1 )

52

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/1


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5113 — Abe Investment/Getty)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/01)

Στις 6 Μαΐου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32008M5113. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/1


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4900 — Solvay/Sibur/JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/02)

Στις 16 Μαΐου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32008M4900. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/2


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

4 Ιουνίου 2008

(2008/C 138/03)

1 ευρώ=

 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,5466

JPY

ιαπωνικό γιεν

161,82

DKK

δανική κορόνα

7,4586

GBP

λίρα στερλίνα

0,7902

SEK

σουηδική κορόνα

9,3448

CHF

ελβετικό φράγκο

1,6037

ISK

ισλανδική κορόνα

119,48

NOK

νορβηγική κορόνα

7,9755

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

24,67

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

242,7

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,7006

PLN

πολωνικό ζλότι

3,3763

RON

ρουμανικό λέι

3,6276

SKK

σλοβακική κορόνα

30,325

TRY

τουρκική λίρα

1,92

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,61

CAD

καναδικό δολάριο

1,561

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

12,0754

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

1,974

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

2,1081

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 575,99

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

12,0403

CNY

κινεζικό γιουάν

10,7319

HRK

κροατικό κούνα

7,2497

IDR

ινδονησιακή ρουπία

14 407,35

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

5,0179

PHP

πέσο Φιλιππινών

67,996

RUB

ρωσικό ρούβλι

36,75

THB

ταϊλανδικό μπατ

50,574

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

2,5271

MXN

μεξικανικό πέσο

15,9609


(1)  

Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/3


Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις περιοριστικές πρακτικές και τις δεσπόζουσες θέσεις εκδοθείσα κατά την 411η συνεδρίαση της 3ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την έκδοση σχεδίου απόφασης στην υπόθεση COMP/C-3/37.792 — Microsoft

(2008/C 138/04)

1.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί ότι, βάσει των εκθέσεων του καταπιστευματοδόχου και της ανάλυσης της Επιτροπής, το σύνολο των στοιχείων (1) που η Microsoft υπέβαλε πριν από τα μεσάνυχτα της 15ης Δεκεμβρίου 2005 δεν αντιστοιχούν στον πλήρη και ακριβή τεχνικό φάκελο και ότι κατά συνέπεια η Microsoft δεν τήρησε την εντολή γνωστοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης της 24ης Μαρτίου 2004.

2.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή όταν η τελευταία δηλώνει ότι ήταν ορθό να σταλεί η κοινοποίηση αιτιάσεων στην Microsoft στις 21 Δεκεμβρίου 2005 μετά από εξέταση όλων των εγγράφων που υποβλήθηκαν από τη Microsoft εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην απόφαση, της 10ης Νοεμβρίου 2005, ήτοι μέχρι τη 15η Δεκεμβρίου 2005.

3.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή (2) όταν η τελευταία, βάσει των εκθέσεων του καταπιστευματοδόχου και των εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, θεωρεί ότι η Microsoft, κατά την περίοδο 16 Δεκεμβρίου 2005-20 Ιουνίου 2006 δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση για την τήρηση της οποίας της επιβλήθηκε χρηματική ποινή (δηλαδή δεν χορήγησε τον τεχνικό φάκελο που περιέχει τα απαιτούμενα στα πλαίσια της εντολής γνωστοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης, της 24ης Μαρτίου 2004.

4.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί ότι η Επιτροπή μπορεί, κατά την εφαρμογή του άρθρου 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, να καθορίσει το οριστικό ποσό της χρηματικής ποινής για μια σχετική χρονική περίοδο, πριν η Microsoft εκπληρώσει την υποχρέωσή της που προβλέπεται στο άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης, της 24ης Μαρτίου 2004.

5.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή ότι η περίοδος μεταξύ της 16ης Δεκεμβρίου 2005 και της 20ής Ιουνίου 2006 συνιστά τη σχετική χρονική περίοδο.

6.

Η συμβουλευτική επιτροπή ζητά από την Επιτροπή να λάβει υπόψη της όλα τα υπόλοιπα σημεία που εθίγησαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης.


(1)  Που αποτελούνται από τις εκδόσεις των φακέλων του Δεκεμβρίου 2004, Αυγούστου 2005 και Νοεμβρίου 2005, καθώς και από την επιστολή της 15ης Δεκεμβρίου 2005 μαζί με τα παραρτήματα.

(2)  Η Επιτροπή συνοψίζει τη θέση της στις αιτιολογικές σκέψεις 232 και 233 του σχεδίου απόφασης.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/4


Τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων στην υπόθεση COMP/C-3/37.792 — Microsoft

(σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 της απόφασης 2001/462/EΚ, ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2001, σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού — ΕΕ L 162 της 19.6.2001, σ. 21)

(2008/C 138/05)

Το σχέδιο απόφασης στην παρούσα υπόθεση οδηγεί στις ακόλουθες παρατηρήσεις:

Η διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 1 βασίζεται στην οριστική απόφαση της 24ης Μαρτίου 2004

Στις 24 Μαρτίου 2004, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση στο πλαίσιο διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 82 της συνθήκης ΕΚ (υπόθεση COMP/C-3/37.792) που απευθυνόταν στην Microsoft Corporation («Microsoft»). Σ' αυτή την απόφαση («η οριστική απόφαση»), η Επιτροπή διαπίστωσε, μεταξύ άλλων, ότι η Microsoft είχε παραβεί το άρθρο 82 της συνθήκης ΕΚ («άρθρο 82») και το άρθρο 54 της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο αρνούμενη, από τον Οκτώβριο 1998 μέχρι την ημερομηνία της απόφασης, να γνωστοποιήσει ορισμένες συγκεκριμένες «πληροφορίες διαλειτουργικότητας» στους πωλητές προϊόντων λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητή ομάδας εργαζομένων, ώστε αυτοί να είναι σε θέση να αναπτύξουν και να διανείμουν αυτά τα προϊόντα (1).

Στις 10 Νοεμβρίου 2005 η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 (το «άρθρο 24 παράγραφος 1 της απόφασης»). Το άρθρο 1 αυτής της απόφασης εντέλλεται ότι «η Microsoft Corporation θα διασφαλίσει ότι, μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου 2005, θα τηρεί πλήρως τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της οριστικής απόφασης. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης θα επιβληθεί στη Microsoft Corporation χρηματική ποινή 2 εκατ. EUR ημερησίως, αρχής γενομένης από αυτή την ημερομηνία».

Το άρθρο 24 παράγραφος 1 της απόφασης εντόπισε δύο σημεία στα οποία η Microsoft δεν τήρησε τις υποχρεώσεις της που ορίζονται από το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της οριστικής απόφασης. Αυτή η διαδικασία αφορά αποκλειστικά τον ισχυρισμό ότι η Microsoft δεν παρέσχε πλήρη και ακριβή τεχνικό φάκελο που περιέχει τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας όπως την υποχρέωνε η οριστική απόφαση.

Μέτρα που έλαβε η Microsoft για να παράσχει πλήρη και ακριβή τεχνικό φάκελο και οι αντιδράσεις της Επιτροπής

Στις 14 Δεκεμβρίου 2004, η Microsoft έστειλε ένα τεχνικό φάκελο (τεχνικά χαρακτηριστικά) που η ίδια είχε ετοιμάσει για τα σχετικά πρωτόκολλα («τεχνικός φάκελος») στην Επιτροπή. Ο εξωτερικός τεχνικός εμπειρογνώμονας της Επιτροπής, OTR, εξέτασε αυτόν τον τεχνικό φάκελο και συνέταξε αρνητική έκθεση («η πρώτη έκθεση OTR») όσον αφορά την πληρότητά του, την ακρίβειά του και την καταλληλότητά του για τον συγκεκριμένο σκοπό. Στις 15 Ιουνίου 2005, οι υπηρεσίες της Επιτροπής έστειλαν την πρώτη έκθεση OTR στην Microsoft για παρατηρήσεις. Η Microsoft έστειλε την απάντησή της για την πρώτη έκθεση OTR στις 8 Ιουλίου 2005.

Με απόφαση της 28ης Ιουλίου 2005 η Επιτροπή σύστησε ένα μηχανισμό παρακολούθησης που προβλέπει τον διορισμό, τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις ενός καταπιστευματοδόχου παρακολούθησης. Τα καθήκοντα του καταπιστευματοδόχου είναι να συνδράμει την Επιτροπή στην εποπτεία της τήρησης της οριστικής απόφασης (2). Στις 5 Οκτωβρίου 2005, η Επιτροπή επέλεξε ένα πρόσωπο από έναν περιορισμένο κατάλογο τεσσάρων εμπειρογνωμόνων που υπέβαλε η Microsoft, ως καταπιστευματοδόχο παρακολούθησης.

Η Microsoft, σε απάντηση στις ανησυχίες που προκάλεσε η πρώτη έκθεση OTR όσον αφορά τις πληροφορίες στον τεχνικό φάκελο, παρέσχε, στις 8 Αυγούστου 2005, μια ενημερωμένη έκδοση του τεχνικού φακέλου στις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Η OTR εξέτασε και αυτή την έκδοση του τεχνικού φακέλου. Η OTR παρέσχε μια ενημερωμένη έκθεση σχετικά με την πληρότητα και την ακρίβεια του τεχνικού φακέλου στην οποία επέμενε στην αρνητική της γνώμη.

Η Microsoft, για να τηρήσει τις υποχρεώσεις της που προβλέπονται από το άρθρο 5 στοιχείο γ) της οριστικής απόφασης, συνέταξε μια συμφωνία αξιολόγησης διαθέσιμη στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις. Τέσσερις εταιρείες (Novell, IBM, Oracle και Sun) έχουν συνομολογήσει μέχρι τώρα συμφωνίες αξιολόγησης τριών ημερών με τη Microsoft. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν από αυτές τις εταιρείες να υποβάλουν τόσο λεπτομερή περιγραφή τού πώς έλαβε χώρα η επιτόπια αξιολόγηση όσο και αξιολόγηση τού κατά πόσον ο εξετασθείς τεχνικός φάκελος κατά τη διάρκεια αυτής της αξιολόγησης παρέχει πλήρη και ακριβή τεχνικά στοιχεία για τα πρωτόκολλα που καλύπτονται από την απόφαση, καθώς και την άποψή τους όσον αφορά την αξία της τεχνολογίας που γνωστοποιήθηκε μέσω του τεχνικού φακέλου.

Σε απάντηση στα δύο αιτήματα της Επιτροπής, (ένα το Σεπτέμβριο/Οκτώβριο 2005 και το άλλο το Μάρτιο 2006), η Novell, η IBM, η Oracle και η Sun υπέβαλαν κριτικές παρατηρήσεις όσον αφορά την καταλληλότητα και επάρκεια του χορηγηθέντος τεχνικού φακέλου.

Στις 11 και 23 Νοεμβρίου 2005 η Microsoft υπέβαλε αναθεωρημένο τεχνικό φάκελο («ο τεχνικός φάκελος του Νοεμβρίου 2005»). Στις 30 Νοεμβρίου 2005, ο καταπιστευματοδόχος υπέβαλε προκαταρκτική έκθεση όσον αφορά τον αναθεωρημένο τεχνικό φάκελο της Microsoft, έκθεση που διαβιβάστηκε στη Microsoft. Στις 15 Δεκεμβρίου 2005, ο καταπιστευματοδόχος υπέβαλε την τελική του έκθεση για τον τεχνικό φάκελο του Νοεμβρίου 2005.

Στις 15 Δεκεμβρίου 2005, η Microsoft απάντησε στην προκαταρκτική έκθεση του καταπιστευματοδόχου και ανήγγειλε ότι, στην έδρα της στο Redmond, ήταν διαθέσιμος ένας περαιτέρω αναθεωρηθείς τεχνικός φάκελος («ο τεχνικός φάκελος της 15ης Δεκεμβρίου 2005»). Αυτή την τρίτη έκδοση του τεχνικού φακέλου, η οποία δεν είχε παραληφθεί από την Επιτροπή μέχρι τις 26 Δεκεμβρίου 2005, σχολίασε ο καταπιστευματοδόχος σε μια έκθεση που συνέταξε στις 3 Μαρτίου 2006.

Η κοινοποίηση αιτιάσεων

Στις 21 Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή έστειλε κοινοποίηση αιτιάσεων στη Microsoft, εκφράζοντας την προκαταρκτική άποψή της ότι ο αναθεωρηθείς τεχνικός φάκελος που υποβλήθηκε στις 11 και στις 23 Νοεμβρίου 2005 ήταν ακόμη ανεπαρκής όσον αφορά την τήρηση των υποχρεώσεων της Microsoft που προβλέπονται από το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της οριστικής απόφασης. Στην κοινοποίηση αιτιάσεων γίνεται επίσης αναφορά στην τρίτη έκδοση του τεχνικού φακέλου, με την επισήμανση ότι οι αλλαγές στην έκδοση της 15ης Δεκεμβρίου 2005 του εθνικού φακέλου είχαν κυρίως περιοριστεί στη μορφοποίηση. Η Επιτροπή συμπέρανε ότι η έκδοση της 15ης Δεκεμβρίου 2005 του τεχνικού φακέλου δεν καλύπτει τις ελλείψεις που εντοπίστηκαν στις προηγούμενες εκδόσεις. Οι εκθέσεις του καταπιστευματοδόχου επισυνάφθηκαν στην κοινοποίηση αιτιάσεων.

Από τη Microsoft ζητήθηκε να απαντήσει μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2006. Κατόπιν αιτήματος της Microsoft, παρέτεινα την προθεσμία μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 2006, ιδίως για να επιτραπεί στους εξωτερικούς εμπειρογνώμονες της Microsoft να επεξεργαστούν εμπεριστατωμένες απόψεις όσον αφορά την κριτική που άσκησε η Επιτροπή. Αυτή η προθεσμία τηρήθηκε.

Κατά την ακρόαση, καθώς και στη γραπτή της απάντηση, η Microsoft υποστήριξε ότι η κοινοποίηση αιτιάσεων ήταν στην ουσία ανεπαρκής επειδή δεν ελάμβανε επαρκώς υπόψη τον τεχνικό φάκελο που ανήγγειλε η Microsoft στις 15 Δεκεμβρίου 2005. Επειδή η Microsoft είχε πληροφορήσει την Επιτροπή ότι ο τεχνικός φάκελος θα ήταν έτοιμος για εξέταση στις 15 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή θα έπρεπε πριν εκδώσει την κοινοποίηση αιτιάσεων να περιμένει έως ότου φτάσει στις Βρυξέλλες αντίγραφο του τεχνικού φακέλου.

Δεν συμμερίζομαι την άποψη της Microsoft ότι η κοινοποίηση αιτιάσεων ήταν ανεπαρκής. Όπως αναγνωρίζεται από την νομολογία, η κοινοποίηση αιτιάσεων είναι έγγραφο που παρουσιάζει προκαταρκτικά στοιχεία. Η Επιτροπή μπορεί, έως ότου εκδοθεί μια απόφαση, να μεταβάλει ή να συμπληρώσει τη θέση της που έχει διατυπώσει υπό τον όρο ότι παρέχει στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να καταστήσουν γνωστή την άποψή τους σχετικά (3). Μέσω της επιστολής των πραγματικών περιστατικών που εκδόθηκε στις 10 Μαρτίου 2006 (βλέπε κατωτέρω), η Microsoft ενημερώθηκε δεόντως για την αξιολόγηση της Επιτροπής όσον αφορά την τρίτη έκδοση του τεχνικού φακέλου που είχε υποβληθεί από τη Microsoft και της δόθηκε επαρκής χρόνος να εκθέσει τις απόψεις της. Γι' αυτό, κατά την άποψή μου, η Microsoft δεν θα έπρεπε να παραπονείται για παραβίαση των δικαιωμάτων της όσον αφορά την έκδοση της κοινοποίησης αιτιάσεων.

Περαιτέρω υποβολές της Microsoft και η «επιστολή των πραγματικών περιστατικών»

Στις 25 Ιανουαρίου 2006, η Microsoft πρόσφερε στους κατόχους αδείας του τεχνικού φακέλου πρόσβαση στον κώδικα πηγής Windows μέσω άδειας αναφοράς κώδικα πηγής.

Στις 30 Ιανουαρίου 2006, η Microsoft διαβίβασε μια τέταρτη έκδοση του τεχνικού φακέλου στις σχετικές υπηρεσίες της Επιτροπής.

Στις 10 Μαρτίου 2006, η Επιτροπή έστειλε ένα έγγραφο (επιστολή πραγματικών περιστατικών) στη Microsoft εξηγώντας ότι η έκδοση του τεχνικού φακέλου, της 15ης Δεκεμβρίου 2005, θεωρήθηκε ανεπαρκής όσον αφορά τη συμμόρφωση με την οριστική απόφαση. Επιπλέον, η Microsoft ενημερώθηκε ότι οι γνωστοποιήσεις κώδικα πηγής εθεωρούντο άσχετες με τις υποχρεώσεις της Microsoft που προβλέπονται από το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της οριστικής απόφασης. Επισυνάφθηκε έκθεση που συνέταξε ο καταπιστευματοδόχος και η οποία πραγματεύεται την τρίτη έκδοση του τεχνικού φακέλου, καθώς και έκθεση που συνέταξε η TAEUS που πραγματεύεται την τέταρτη έκδοση του τεχνικού φακέλου, μολονότι εξετάζει μόνο τα τεχνικά χαρακτηριστικά ενός εκ των πρωτοκόλλων.

Στη Microsoft δόθηκε η δυνατότητα να σχολιάσει την επιστολή των πραγματικών περιστατικών εντός δύο εβδομάδων.

Με επιστολή της 14ης Μαρτίου 2006, η Microsoft εξέφρασε την άποψη ότι η επιστολή των πραγματικών περιστατικών διατύπωσε νέους ισχυρισμούς και κατά συνέπεια αποτελούσε μια συμπληρωματική κοινοποίηση αιτιάσεων και κατά συνέπεια για την απάντηση θα έπρεπε να χορηγηθεί προθεσμία τεσσάρων εβδομάδων. Ειδικότερα, η Microsoft θεώρησε ότι ο ισχυρισμός που περιεχόταν στην επιστολή των πραγματικών περιστατικών σύμφωνα με τον οποίο η τρίτη έκδοση του τεχνικού φακέλου δεν τηρούσε το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2004, συνιστούσε ένα νέο ισχυρισμό.

Στην απάντησή μου της 17ης Μαρτίου 2006, δήλωσα ότι δεν συμμεριζόμουν την άποψη της Microsoft ότι η έκθεση πραγματικών περιστατικών της Επιτροπής συνεπαγόταν νέες αιτιάσεις που δεν περιέχονταν στην κοινοποίηση αιτιάσεων της Επιτροπής. Κατά την άποψή μου, η περισσότερο λεπτομερής ενασχόληση με την έκδοση της 15ης Δεκεμβρίου 2005 του τεχνικού φακέλου δεν κατέληξε σε νέες αιτιάσεις κατά της Microsoft, αλλά μάλλον διατήρησε τις υπάρχουσες αιτιάσεις υπό το πρίσμα των νέων περιστατικών. Γι' αυτό, δεν συμφώνησα με τα αιτήματα της Microsoft. Ωστόσο, για να δοθεί ιδίως η δυνατότητα στη Microsoft να επικεντρωθεί στην προετοιμασία της ακρόασης κατά τις επόμενες μέρες, τόσο όσον αφορά την κοινοποίηση αιτιάσεων όσο και την επιστολή πραγματικών περιστατικών, δεν ζήτησα από τη Microsoft να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις επί της επιστολής των πραγματικών περιστατικών πριν από την ακρόαση, και χορήγησα στη Microsoft προθεσμία δύο εβδομάδων μετά την ακρόαση, δηλαδή μέχρι τις 14 Απριλίου 2006, για να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις επί της επιστολής των πραγματικών περιστατικών. Αυτή η προθεσμία τηρήθηκε.

Περαιτέρω υποβολές της Microsoft και δεύτερη επιστολή πραγματικών περιστατικών της Επιτροπής

Στις 11 Απριλίου 2006, η Microsoft υπέβαλε μια περαιτέρω αναθεωρημένη έκδοση του τεχνικού φακέλου.

Μετά από συνάντηση μεταξύ του καταπιστευματοδόχου και εκπροσώπων της Microsoft και της Επιτροπής στις 7 και 8 Απριλίου 2006, και από επιστολή του μέλους της Επιτροπής αρμόδιου για τον ανταγωνισμό στον διευθύνοντα σύμβουλο της Microsoft στις 13 Απριλίου 2006, η Microsoft παρέσχε στον καταπιστευματοδόχο στις 22 Απριλίου 2006 ένα σχέδιο εργασίας για τη χορήγηση πλήρους και ακριβούς τεχνικού φακέλου. Αυτό το σχέδιο εργασίας προβλέπει ότι ο αναθεωρημένος τεχνικός φάκελος όσον αφορά την πλειονότητα των πρωτοκόλλων που περιγράφονται σ' αυτόν θα χορηγηθεί μέχρι τις 30 Ιουνίου 2006 και ότι ο τεχνικός φάκελος για τα υπόλοιπα πρωτόκολλα που περιγράφονται σ' αυτόν θα δοθεί μέχρι τις 18 Ιουλίου 2006.

Στις 15 Μαΐου 2006, ο καταπιστευματοδόχος υπέβαλε δύο εκθέσεις: η μία περιείχε παρατηρήσεις για τις εκθέσεις των τεχνικών εμπειρογνωμόνων της Microsoft που ήταν συνημμένες στην επιστολή της Microsoft της 14ης Απριλίου 2006, η δε δεύτερη έκθεση παρείχε αξιολόγηση της πληρότητας και της ακρίβειας του τεχνικού φακέλου που υπέβαλε η Microsoft στις 11 Απριλίου 2006.

Στις 15 Μαΐου 2006, η TAEUS υπέβαλε έκθεση που περιείχε αξιολόγηση της πληρότητας και της ακρίβειας του φακέλου, καθώς και παρατηρήσεις επί των εκθέσεων των εμπειρογνωμόνων της Microsoft. Αυτή η έκθεση εστάλη στη Microsoft στις 19 Μαΐου 2006 μαζί με την έκθεση του καταπιστευματοδόχου της 15ης Μαΐου 2006 και την έκθεση του καταπιστευματοδόχου όσον αφορά τον τεχνικό φάκελο που υπέβαλε η Microsoft στις 11 Απριλίου. Με την ίδια επιστολή η Επιτροπή πληροφόρησε τη Microsoft ότι εκτιμούσε πως δεν είχε δοθεί απάντηση στις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν στις 21 Δεκεμβρίου 2005 όσον αφορά την πληρότητα και ακρίβεια του τεχνικού φακέλου και συνεπώς αυτές παρέμεναν σε ισχύ. Η Επιτροπή κάλεσε τη Microsoft να υποβάλει παρατηρήσεις εντός δύο εβδομάδων από τη λήψη της επιστολής.

Στις 23 Μαΐου 2006, η Microsoft ζήτησε παράταση κατά δύο εβδομάδες της προθεσμίας απάντησης στην επιστολή της Επιτροπής της 19ης Μαΐου 2006.

Στις 30 Μαΐου 2006, συμφώνησα να παρατείνω την προθεσμία για την απάντηση της Microsoft στην επιστολή της Επιτροπής της 19ης Μαΐου 2006 έως τις 9 Ιουνίου 2006.

Στις 9 Ιουνίου 2006, η Microsoft απάντησε στην επιστολή της 19ης Μαΐου 2006. Αυτή η απάντηση περιείχε δύο περαιτέρω εκθέσεις των τεχνικών εμπειρογνωμόνων της Microsoft.

Πρόσβαση στον φάκελο

Σε συνέχεια της έκδοσης της κοινοποίησης αιτιάσεων, στη Microsoft χορηγήθηκε πρόσβαση στον φάκελο στις 23 Δεκεμβρίου 2005. Με επιστολές της 24ης Δεκεμβρίου 2005 και της 2ας Ιανουαρίου 2006, καθώς και κατά τη συνεδρίαση στο γραφείο του Συμβούλου ακροάσεων στις 6 Ιανουαρίου 2006, η Microsoft ζήτησε περισσότερη πρόσβαση στον φάκελο της Επιτροπής. Αυτό το αίτημα για πρόσβαση στο φάκελο αφορούσε επίσης την αλληλογραφία μεταξύ αφενός της Επιτροπής και αφετέρου της OTR και του καταπιστευματοδόχου παρακολούθησης.

Με επιστολή της 13ης Ιανουαρίου 2006, δεν συγκατατέθηκα στο αίτημα της Microsoft για πρόσβαση στην αλληλογραφία με την OTR και τον καταπιστευματοδόχο παρακολούθησης. Επίσης θεώρησα τη λεπτομερή αλληλογραφία με τη Microsoft γι' αυτό το ζήτημα ως εσωτερική. Ωστόσο, έλεγξα ενδελεχώς κατά πόσο η πρόσβαση σε στοιχεία της αλληλογραφίας θα μπορούσε να είναι αναγκαία για τη καλή κατανόηση της μεθοδολογίας ή για την κατάλληλη τεχνική επαλήθευση της έκθεσης του καταπιστευματοδόχου ή επίσης απαραίτητη για την υπεράσπιση της Microsoft. Επειδή αυτό δεν μπορούσε να αποκλεισθεί για ένα «τεστ επάρκειας» που ανέλαβε να διεξάγει ο καταπιστευματοδόχος παρακολούθησης, αποφάσισα να χορηγήσω πρόσβαση σ' αυτό το έγγραφο. Επιπλέον, για να επιτρέψω στη Microsoft να επαληθεύσει την από μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής επιλογή των προσβάσιμων εγγράφων, διασφάλισα ότι θα παρείχετο στη Microsoft αναλυτική κατάσταση όλων των εγγράφων που δεν έχουν ακόμη γνωστοποιηθεί και τα οποία ήταν εν δυνάμει σχετικά με την κοινοποίηση αιτιάσεων.

Με επιστολή της 17ης Ιανουαρίου 2006, η Microsoft ζήτησε πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα σχετικά με τις επαφές της Επιτροπής με τις τέσσερις εταιρείες που είχαν απαντήσει στην έρευνα αγοράς της Επιτροπής (Novell, IBM, Oracle και Sun), καθώς και με κάθε άλλο τρίτο μέρος με το οποίο η Επιτροπή είχε συνεργασθεί σ' αυτό το πλαίσιο. Παρόλο που τα υποβληθέντα στοιχεία των τρίτων μερών έχουν αρχικά χαρακτηρισθεί εμπιστευτικά, όλοι όσοι παρείχαν πληροφορίες παραιτήθηκαν του δικαιώματός τους στην εμπιστευτικότητα όσον αφορά τα έγγραφά τους που αναφέρονται στον κατάλογο που χορηγήθηκε στη Microsoft. Συνεπώς, τα έγγραφά κατέστησαν προσβάσιμα. Επειδή ορισμένοι από αυτούς που παραιτήθηκαν του δικαιώματός τους το έπραξαν υπό τον όρο ότι η Microsoft δεν θα διέδιδε τις πληροφορίες σε άτομα εκτός των νομικών συμβούλων ή του προσωπικού της Microsoft που σχετίζεται άμεσα με την παρούσα υπόθεση, πληροφόρησα αντιστοίχως τη Microsoft. Ακολούθως, ορισμένοι από αυτούς που παρείχαν πληροφορίες παραπονέθηκαν ότι η Microsoft έκανε κακή χρήση των πληροφοριών για λόγους διαφορετικούς από την υπεράσπιση της Microsoft στην παρούσα υπόθεση, ιδίως παρουσιάζοντας τις πληροφορίες στην ιστοσελίδα της Microsoft. Στη Microsoft δόθηκε η δυνατότητα να σχολιάσει αυτές τις καταγγελίες. Τέλος, χορήγησα πρόσβαση σε ένα έγγραφο αλληλογραφίας που η OTR και ο καταπιστευματοδόχος παρακολούθησης είχαν με τρίτα μέλη.

Με επιστολή της 2ας Μαρτίου 2006 προς εμένα, η Microsoft ζήτησε πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία που οι παρέχοντες πληροφορίες, ιδίως η Sun, η IBM, και η Oracle είχαν υποβάλει απευθείας στον καταπιστευματοδόχο και στην OTR. Παρόλο που αυτά τα έγγραφα δεν βρίσκονταν στον φάκελο της Επιτροπής την περίοδο του αιτήματος της Microsoft, οι σχετικές υπηρεσίες της Επιτροπής συμφώνησαν να ζητήσουν αυτή την αλληλογραφία από τον καταπιστευματοδόχο (ενώ η OTR πληροφόρησε την Επιτροπή ότι δεν υπήρχε γραπτή αλληλογραφία με τρίτα μέρη). Οι πληροφορίες αυτές χορηγήθηκαν στη Microsoft, εκτός από ορισμένα έγγραφα που είχαν χαρακτηριστεί εμπιστευτικά και άσχετα με την υπόθεση.

Με επιστολή της 22ας Μαρτίου 2006, η Microsoft ζήτησε πρόσβαση στις απαντήσεις που έλαβαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής από τρίτες εταιρείες σε απάντηση στα αιτήματα του άρθρου 18. Εξασφάλισα τη χορήγηση πρόσβασης αμέσως μόλις είχαν απαντηθεί τα αιτήματα εμπιστευτικότητας των τρίτων μερών. Στην ίδια επιστολή, η Microsoft ζήτησε πρόσβαση στην αλληλογραφία μεταξύ της Επιτροπής και του νέου εμπειρογνώμονά της, της TAEUS. Επειδή θεώρησα αυτή την αλληλογραφία ως εσωτερική, δεν συγκατατέθηκα στο αίτημα της Microsoft. Ωστόσο, διαπίστωσα ότι μέρος της αλληλογραφίας δεν ήταν απαραίτητο για την επαλήθευση της τεχνικής ορθότητας των εκθέσεων που συνέταξε η TAEUS ή για την κατανόηση της χρησιμοποιηθείσας μεθοδολογίας. Επίσης, η Microsoft υπέθεσε ότι υπήρχε περαιτέρω αλληλογραφία μεταξύ των υπηρεσιών της Επιτροπής και των ενδιαφερομένων τρίτων μερών. Πληροφόρησα τη Microsoft ότι τούτο δεν ήταν αληθές.

Με επιστολή της 23ης Μαΐου 2006, η Microsoft ζήτησε πρόσβαση σε περαιτέρω αλληλογραφία μεταξύ αφενός της Επιτροπής και αφετέρου του καταπιστευματοδόχου και της TAEUS και σε μια ενημερωμένη κατάσταση της αλληλογραφίας μεταξύ της Επιτροπής και τρίτων μερών, καθώς και σε αντίγραφα των μη εμπιστευτικών εκδόσεων αυτής της αλληλογραφίας.

Στην απάντηση της 2ας Ιουνίου 2006, επαναβεβαίωσα τη θέση μου ότι η Microsoft δεν είχε δικαίωμα πρόσβασης στην εσωτερική αλληλογραφία μεταξύ αφενός της Επιτροπής και αφετέρου της TAEUS ή του καταπιστευματοδόχου. Ωστόσο, επαλήθευσα προσεκτικά ότι η αλληλογραφία δεν περιείχε στοιχεία απαραίτητα για την υπεράσπιση της Microsoft. Επιπλέον, διασφάλισα ότι εστάλη στη Microsoft ενημερωμένη κατάσταση της αλληλογραφίας μεταξύ της Επιτροπής και των τρίτων μερών και ένα πλήρες αντίγραφο της αλληλογραφίας που δεν ήταν εμπιστευτική, αλλά σχετική με τις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν κατά της Microsoft σ' αυτές τις διαδικασίες.

Η ακρόαση

Η Microsoft, στην υποβολή της της 15ης Φεβρουαρίου 2006, ζήτησε δημόσια ακρόαση. Στην επιστολή μου της 23ης Φεβρουαρίου 2006, επισήμανα ότι, σύμφωνα με τη σαφή διατύπωση του άρθρου 14 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004, η ακρόαση δεν θα μπορούσε να είναι δημόσια. Επειδή αυτή η διάταξη δεν ήταν μόνο προς το συμφέρον της Microsoft, αλλά επίσης προς το συμφέρον των άλλων συμμετεχόντων στην ακρόαση και προς το συμφέρον της διαδικασίας (μεταξύ άλλων για τη διατήρηση της ηρεμίας στη συζήτηση), ήμουν της γνώμης ότι εξαιτίας του αιτήματος της Microsoft δεν μπορούσα να παρεκκλίνω από έναν πολυετή κανόνα που είχε διασφαλίσει τη διεξαγωγή των ακροάσεων σε εποικοδομητική και παραγωγική ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια των τελευταίων 40 ετών.

Η ακρόαση έλαβε χώρα στις 30 και 31 Μαρτίου 2006, επειδή απέρριψα το αίτημα για αναβολή.

Επιπλέον της Microsoft, εννέα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη παρέστησαν στην ακρόαση και παρουσίασαν τις απόψεις τους.

Δεν επιβλήθηκε κανένας περιορισμός στη Microsoft όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής των υποβολών τους στην ακρόαση. Επιπλέον, στη Microsoft δόθηκε στην ουσία όλος ο χρόνος παρέμβασης που ζήτησε. Δεδομένου του αριθμού των συμμετεχόντων τρίτων μερών, ζητήθηκε από μερικά απ' αυτά η μείωση του αρχικού χρόνου παρέμβασης που είχαν ζητήσει. Διατηρήθηκε μια συνολική ισορροπία μεταξύ της Microsoft και των τρίτων μερών. Στη Microsoft δόθηκε η δυνατότητα να απαντήσει στις παρατηρήσεις τρίτων μερών κατά την τελική φάση της ακρόασης.

Η ακρόαση περιστράφηκε κυρίως στις πληροφορίες που χορήγησε η Microsoft στις 26 Δεκεμβρίου 2005 (τρίτη έκδοση του τεχνικού φακέλου). Ωστόσο, δεν παρενέβην όταν εξετάσθηκε η τέταρτη έκδοση του τεχνικού φακέλου της Microsoft, που υποβλήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2006, αφού με αυτή την έκδοση ασχολήθηκε η έκθεση της TAEUS που ήταν συνημμένη στην επιστολή πραγματικών περιστατικών της Επιτροπής της 10ης Μαρτίου 2006.

Το σχέδιο οριστικής απόφασης

Κατά την άποψή μου το σχέδιο οριστικής απόφασης δεν περιέχει στοιχεία δικαίου που δεν υπήρχαν στην κοινοποίηση αιτιάσεων ή πραγματικά στοιχεία που δεν είχαν παρουσιασθεί, είτε στην κοινοποίηση αιτιάσεων είτε στην επιστολή των πραγματικών περιστατικών.

Βάσει των ανωτέρω, εκτιμώ ότι στην παρούσα υπόθεση έγιναν σεβαστά τα δικαιώματα ακρόασης τόσο της Microsoft όσο και των τρίτων μερών.

Βρυξέλλες, 3 Ιουλίου 2006.

Karen WILLIAMS


(1)  Το άρθρο 5 του λειτουργικού μέρους της οριστικής απόφασης αναφέρει:

«Όσον αφορά την κατάχρηση που αναφέρεται στο άρθρο 2 στοιχείο α):

α)

η Microsoft Corporation θα καταστήσει, εντός 120 ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης, τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας διαθέσιμες σε κάθε επιχείρηση που έχει συμφέρον να αναπτύξει και να διανείμει προϊόντα λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητή ομάδας εργαζομένων και θα επιτρέψει, σε λογικούς όρους που δεν δημιουργούν διακρίσεις, τη χρήση των πληροφοριών διαλειτουργικότητας απ' αυτές τις επιχειρήσεις με σκοπό την ανάπτυξη και τη διανομή προϊόντων λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητή ομάδας εργαζομένων·

β)

η Microsoft Corporation θα εξασφαλίσει ότι οι πληροφορίες διαλειτουργικότητας που έχουν καταστεί διαθέσιμες τηρούνται ενήμερες σε συνεχή βάση και εγκαίρως·

γ)

η Microsoft Corporation θα συστήσει, εντός 120 ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης, ένα μηχανισμό αξιολόγησης ο οποίος θα δίδει στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις μια λειτουργική δυνατότητα να πληροφορηθούν σχετικά με το πεδίο εφαρμογής και τους όρους χρήσης των πληροφοριών διαλειτουργικότητας· όσον αφορά αυτό το μηχανισμό αξιολόγησης, η Microsoft Corporation δύναται να επιβάλει λογικούς όρους που δεν δημιουργούν διάκριση για να διασφαλίσει ότι η πρόσβαση στις πληροφορίες διαλειτουργικότητας χορηγούνται μόνο για τον σκοπό της αξιολόγησης·» […].

(2)  Βλέπε άρθρο 7 της απόφασης και άρθρο 3 της απόφασης για τον καταπιστευματοδόχο.

(3)  Απόφαση του Πρωτοδικείου της 30ής Σεπτεμβρίου 2003, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-191/98 και T-212/98 έως T-214/98, Atlantic Container Line, παράγραφος 115.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/9


Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις περιοριστικές πρακτικές και τις δεσπόζουσες θέσεις εκδοθείσα κατά την 412η συνεδρίαση της 10ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την έκδοση σχεδίου απόφασης στην υπόθεση COMP/C-3/37.792 — Microsoft

(2008/C 138/06)

1.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή ότι το οριστικό ποσό της χρηματικής ποινής θα έπρεπε να καθοριστεί σε 1,5 εκατ. EUR για κάθε μέρα μη εκπλήρωσης, στα πλαίσια του ορίου που καθορίστηκε από το άρθρο 24 παράγραφος 1 της απόφασης (κατ' ανώτατο όριο 2 εκατ. EUR ημερησίως), ήτοι συνολικά 280,5 εκατ. EUR.

2.

Η συμβουλευτική επιτροπή συνιστά τη δημοσίευση της παρούσας γνώμης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/10


Περίληψη απόφασης της Επιτροπής

της 12ης Ιουλίου 2006

που καθορίζει το οριστικό ύψος της χρηματικής ποινής που επιβλήθηκε στη Microsoft Corporation με την απόφαση E(2005) 4420 τελικό και που τροποποιεί αυτήν την απόφαση όσον αφορά το ύψος της χρηματικής ποινής

(Υπόθεση COMP/C-3/37.792 – Microsoft)

[που γνωστοποιήθηκε με το έγγραφο αριθμό E(2006) 3143]

(Το αγγλικό κείμενο είναι το μόνο αυθεντικό)

(2008/C 138/07)

Στις 12 Ιουλίου 2006 η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση που καθορίζει το οριστικό ύψος της χρηματικής ποινής που επιβλήθηκε στη Microsoft Corporation με την απόφαση E(2005) 4420 τελικό και που τροποποιεί αυτή την απόφαση όσον αφορά το ύψος της χρηματικής ποινής. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου  (1) , η Επιτροπή δημοσιεύει τα ονόματα των συμβαλλομένων και το βασικό περιεχόμενο της απόφασης, περιλαμβανομένων των επιβληθέντων προστίμων, λαμβάνοντας υπόψη το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων όσον αφορά την προστασία των επιχειρηματικών τους συμφερόντων. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρουν την μη εμπιστευτική έκδοση του πλήρους κειμένου της απόφασης, καθώς και της απόφασης E(2005) 4420 της 10ης Νοεμβρίου 2005, στην αυθεντική γλώσσα της υπόθεσης και στις γλώσσες εργασίας της Επιτροπής στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Ανταγωνισμού στη διεύθυνση:

http://europa.eu.int/comm/competition/index_en.html

1.   ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ

1.1.   Ιστορικό της υπόθεσης

1.

Στις 24 Μαρτίου 2004, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση [E(2004) 900] στα πλαίσια διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 82 της συνθήκης ΕΚ (υπόθεση COMP/C-3/37.792) και η οποία απευθυνόταν στην Microsoft. Σ' αυτή την απόφαση («η απόφαση»), η Επιτροπή αποφάνθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η Microsoft είχε παραβεί το άρθρο 82 της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 54 της συνθήκης για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο αρνούμενη, από τον Οκτώβριο του 1998 μέχρι την ημερομηνία της απόφασης, να γνωστοποιήσει ορισμένες συγκεκριμένες «πληροφορίες διαλειτουργικότητας» (2) σε πωλητές προϊόντων λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων, έτσι ώστε αυτοί να δύνανται να αναπτύξουν και να διανείμουν διαλειτουργικά προϊόντα.

2.

Το άρθρο 5 στοιχείο α) του λειτουργικού μέρους της απόφασης έχει ως εξής:

«Η Microsoft Corporation, εντός 120 ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης, θα καταστήσει διαθέσιμες τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας σε οποιαδήποτε επιχείρηση εκφράσει ενδιαφέρον για την ανάπτυξη και τη διανομή προϊόντων λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων και θα επιτρέψει, σε λογικούς όρους που δεν δημιουργούν διακρίσεις, τη χρήση των πληροφοριών διαλειτουργικότητας σε αυτές τις επιχειρήσεις με σκοπό την ανάπτυξη και διανομή προϊόντων λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων».

3.

Η αίτηση της Microsoft για προσωρινά μέτρα κατά της απόφασης απερρίφθη με εντολή του προέδρου του Πρωτοδικείου της 22ας Δεκεμβρίου 2004 (T-201/04 R).

4.

Λόγω της συνεχιζόμενης μη συμμόρφωσης της Microsoft με την απόφαση, ένα έτος μετά την έκδοσή της, στις 10 Νοεμβρίου 2005, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση που επιβάλλει χρηματική ποινή σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 στη Microsoft («απόφαση δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 1»). Η απόφαση δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 1 έχει ως εξής:

«Η Microsoft Corporation θα διασφαλίσει ότι, μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου 2005, θα συμμορφωθεί πλήρως προς τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης Ε(2004) 900 της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2004.

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης θα επιβληθεί στη Microsoft Corporation χρηματική ποινή 2 εκατ. EUR ημερησίως, υπολογιζόμενη από εκείνη την ημερομηνία».

1.2.   Διορισμός του καταπιστευματοδόχου παρακολούθησης

5.

Το άρθρο 7 της απόφασης προβλέπει ότι:

«Εντός 30 ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης, η Microsoft Corporation θα υποβάλει πρόταση στην Επιτροπή για τη σύσταση ενός κατάλληλου μηχανισμού που θα συνδράμει την Επιτροπή στην παρακολούθηση της τήρησης από μέρους της Microsoft Corporation της παρούσας απόφασης. Αυτός ο μηχανισμός θα περιλαμβάνει έναν καταπιστευματοδόχο παρακολούθησης ο οποίος θα είναι ανεξάρτητος από τη Microsoft.

Σε περίπτωση που η Επιτροπή θεωρεί ότι ο προτεινόμενος μηχανισμός παρακολούθησης από τη Microsoft Corporation δεν είναι κατάλληλος επιφυλάσσεται του δικαιώματος να επιβάλει αυτόν τον μηχανισμό με την έκδοση απόφασης».

6.

Στις 28 Ιουλίου 2005, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 7 της απόφασης και το άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 με την οποία συγκροτεί τον μηχανισμό παρακολούθησης που προβλέπεται στο άρθρο 7 της απόφασης («η απόφαση για τον καταπιστευματοδόχο») (3). Η απόφαση για τον καταπιστευματοδόχο προβλέπει, μεταξύ άλλων, τον διορισμό ενός καταπιστευματοδόχου παρακολούθησης.

7.

Με επιστολή της 12ης Αυγούστου 2005, η Microsoft πρότεινε 4 υποψηφίους για τη θέση του καταπιστευματοδόχου παρακολούθησης. Μετά από συνέντευξη με τους 4 υποψηφίους, η Επιτροπή διόρισε έναν από τους υποψηφίους που προτάθηκαν από τη Microsoft, τον καθηγητή Neil Barrett, ως καταπιστευματοδόχο παρακολούθησης (ο «καταπιστευματοδόχος») με επιστολή της 4ης Οκτωβρίου 2005.

1.3.   Διαδικαστικά στάδια

8.

Στις 21 Δεκεμβρίου 2005, βάσει των εκθέσεων που διαβίβασε ο καταπιστευματοδόχος σχετικά με τον τεχνικό φάκελο που υπέβαλε η Microsoft και στον οποίο έπρεπε να περιέχονται οι πληροφορίες διαλειτουργικότητας, η Επιτροπή κατέληξε στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι η Microsoft δεν είχε τηρήσει ακόμα τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης. Κατόπιν αυτού, η Επιτροπή εξέδωσε κοινοποίηση αιτιάσεων στην οποία γνωστοποιούσε την πρόθεσή της να καθορίσει, με απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, το οριστικό ποσό της χρηματικής ποινής το οποίο επιβλήθηκε στη Microsoft με απόφαση δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 1 για μη συμμόρφωση με την υποχρέωσή της να καταστήσει τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας διαθέσιμες στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης, για τη χρονική περίοδο μεταξύ 15ης Δεκεμβρίου 2005 και της ημερομηνίας που οριζόταν σε απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003.

9.

Στις 15 Φεβρουαρίου 2006, η Microsoft, αφού της δόθηκε παράταση, απάντησε στην κοινοποίηση αιτιάσεων.

10.

Στις 10 Μαρτίου 2006, η Επιτροπή έστειλε στη Microsoft επιστολή στην οποία ήταν συνημμένες περαιτέρω εκθέσεις του καταπιστευματοδόχου και των τεχνικών εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής όσον αφορά τον τεχνικό φάκελο που υπέβαλε η Microsoft και κάλεσε τη Microsoft να υποβάλει τις παρατηρήσεις της, τις οποίες η τελευταία υπέβαλε στις 14 Απριλίου 2006.

11.

Στις 30 και 31 Μαρτίου 2006 έλαβε χώρα ακρόαση στις Βρυξέλλες.

12.

Στις 11 Απριλίου 2006, η Microsoft υπέβαλε αναθεωρημένη έκδοση του τεχνικού φακέλου στον οποίο έπρεπε να περιέχονται οι πληροφορίες διαλειτουργικότητας.

13.

Στις 19 Μαΐου 2006, η Επιτροπή έστειλε στη Microsoft επιστολή που περιείχε νέες εκθέσεις όσον αφορά τον αναθεωρημένο τεχνικό φάκελο οι οποίες είχαν υποβληθεί τον Απρίλιο από τον καταπιστευματοδόχο και τους τεχνικούς εμπειρογνώμονες της Επιτροπής και κάλεσε την Microsoft να υποβάλει τις παρατηρήσεις της, τις οποίες η τελευταία υπέβαλε στις 9 Ιουνίου 2006.

1.4.   Η εταιρία και το σχετικό προϊόν

14.

Η Μicrosoft είναι μια εταιρία λογισμικού με έδρα το Redmond, πολιτεία Ουάσιγκτον, Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ο κύκλος εργασιών της κατά το φορολογικό έτος Ιούλιος 2004-Ιούνιος 2005, το οποίο είναι και το τελευταίο πλήρες επιχειρησιακό έτος της Microsoft, ήταν 39 788 εκατ. USD. Η Microsoft απασχολεί 55 000 άτομα ανά τον κόσμο. Η Microsoft είναι παρούσα σε όλες τις χώρες του ΕΟΧ.

15.

Τα σχετικά προϊόντα της παρούσας διαδικασίας είναι τα «λειτουργικά συστήματα Windows για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων» όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 9 της απόφασης.

1.5.   Η φύση της μη συμμόρφωσης

16.

Όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 1003 της απόφασης, στόχος της απόφασης «είναι να διασφαλίσει ότι οι ανταγωνιστές της Microsoft μπορούν να αναπτύξουν προϊόντα που διαλειτουργούν με την αρχιτεκτονική τομέα των Windows που είναι εγκατεστημένη από την αρχή στο δεσπόζον λειτουργικό σύστημα Windows για πελάτες PC ώστε να ανταγωνίζονται επιτυχώς το λειτουργικό σύστημα της Microsoft για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων».

17.

Η Επιτροπή αξιολόγησε την τήρηση από την Microsoft του άρθρου 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης βάσει αξιολόγησης της πληρότητας και ακρίβειας της έκδοσης του τεχνικού φακέλου του Δεκεμβρίου 2005, καθώς και των εκδόσεων του τεχνικού φακέλου που υπέβαλε η Microsoft μέχρι τον Απρίλιο του 2006. Την Επιτροπή συνέδραμε ο καταπιστευματοδόχος, καθώς και οι τεχνικοί της εμπειρογνώμονες. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Microsoft, για περισσότερο από δύο έτη μετά την έκδοση της απόφασης, δεν τήρησε την εντολή γνωστοποίησης αυτής της απόφασης, αφού δεν παρέσχε πλήρη και ακριβή τεχνικό φάκελο που να περιέχει τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας που θα επέτρεπαν στους ανταγωνιστές να αναπτύξουν εξυπηρετητές που θα μπορούσαν να διαλειτουργήσουν με τα δεσπόζοντα λειτουργικά συστήματα της Microsoft για PC και εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων.

2.   ΟΡΙΣΤΙΚΟ ΠΟΣΟ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ

2.1.   Σχετική περίοδος μη τήρησης

18.

Η απόφαση αφορά αποκλειστικά την περίοδο από τις 16 Δεκεμβρίου 2005 έως τις 20 Ιουνίου 2006, ημερομηνία κατά την οποία το σχέδιο απόφασης εστάλη στα μέλη της συμβουλευτικής επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 («η σχετική περίοδος»).

2.2.   Οριστικό ποσό της χρηματικής ποινής για τη σχετική περίοδο

19.

Το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 προβλέπει ότι, αφ' ής στιγμής η σχετική επιχείρηση εκπληρώσει την υποχρέωση για την τήρηση της οποίας επιβλήθηκε χρηματική ποινή, η Επιτροπή δύναται να καθορίσει το οριστικό ύψος αυτής της χρηματικής ποινής σε επίπεδο κατώτερο από εκείνο που θα προέκυπτε στα πλαίσια της αρχικής απόφασης. Η Επιτροπή πρέπει επίσης να έχει την εξουσία να καθορίσει ένα οριστικό ποσό για μια δεδομένη χρονική περίοδο σε περίπτωση που μια επιχείρηση δεν εκπλήρωσε, μέχρι το τέλος αυτής της περιόδου, την υποχρέωση για την τήρηση της οποίας επιβλήθηκε η χρηματική ποινή. Ειδάλλως, μια επιχείρηση θα μπορούσε να αποφύγει να καταβάλει τα χρηματικά πρόστιμα που της επιβλήθηκαν με συστηματική αποφυγή της συμμόρφωσης, γεγονός που θα καθιστούσε την εφαρμογή του άρθρου 24 ανώφελη.

20.

Με την απόφαση δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 1, η Επιτροπή επέβαλε χρηματική ποινή 2 εκατ. EUR ημερησίως. Πράττοντας αυτό, η Επιτροπή έλαβε υπόψη της αφενός την ανάγκη επιβολής μιας επαρκώς υψηλής χρηματικής ποινής για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση Microsoft με την απόφαση και αφετέρου τον βαθμό μείωσης της αποτελεσματικότητας των διορθωτικών μέτρων λόγω της μη εκπλήρωσης από την Microsoft των υποχρεώσεών της σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης. Ενώ η κοινοποίηση αιτιάσεων αφορούσε αποκλειστικά μία πτυχή της μη συμμόρφωσης της Microsoft, και συγκεκριμένα την αποφυγή από μέρους της να χορηγήσει πλήρη και ακριβή τεχνικό φάκελο περιέχοντα τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας, κατέστησε σαφές ότι το ύψος της χρηματικής ποινής θα έπρεπε να αντικατοπτρίζει τον βαθμό στον οποίο αυτή η εν λόγω πτυχή της μη συμμόρφωσης της Microsoft μείωσε την αποτελεσματικότητα των διορθωτικών μέτρων.

21.

Γι' αυτόν τον σκοπό, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η στάση της Microsoft να συνεχίζει να μην συμμορφώνεται με την απόφαση και να μη θέτει τέλος στην πολύ σοβαρή παραβίαση του άρθρου 82 της συνθήκης και του άρθρου 54 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ (4)  (5), ενδέχεται να αυξήσει περαιτέρω τον κίνδυνο εξάλειψης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων που διαπιστώθηκε στην απόφαση (6). Είναι αναγκαίο να καθοριστούν χρηματικές ποινές σε επίπεδο που να ενισχύει το κίνητρο συμμόρφωσης με την απόφαση που έχει ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 καθιστώντας οικονομικά συμφέρον για μια επιχείρηση να συμμορφωθεί με αυτή την απόφαση παρά να αποκομίσει τα οφέλη της μη τήρησής της. Ομοίως, η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη της την αναγκαιότητα καθορισμού χρηματικών ποινών που είναι αναλογικές και ικανές να υποχρεώσουν σε συμμόρφωση μια επιχείρηση όπως η Microsoft, με το πολύ σημαντικό μέγεθος και τους οικονομικούς πόρους της.

22.

Η Επιτροπή συμπέρανε ότι κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου ο τεχνικός φάκελος δεν ήταν πλήρης και ακριβής σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που δεν αποτελούσε την κατάλληλη βάση για μια ενδιαφερόμενη επιχείρηση να αρχίσει την ανάπτυξη λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων τα οποία διαλειτουργούν με τα προϊόντα της Microsoft, όπως προέβλεπε η απόφαση. Συνεπώς, είναι διαπιστωμένο ότι κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου, η αποτελεσματικότητα του άρθρου 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης είχε πλήρως ή τουλάχιστον ευρέως εξαλειφθεί, ανεξάρτητα από το κατά πόσο ήταν λογικό το ύψος της αμοιβής που ζήτησε η Microsoft για τις χορηγηθείσες πληροφορίες. Γι' αυτό, η Επιτροπή θα είχε πλήρες δικαίωμα να καθορίσει το οριστικό ποσό της χρηματικής ποινής μόνο για την πτυχή της μη συμμόρφωσης που διαπιστώνεται από την παρούσα απόφαση, σε 2 εκατ. EUR ημερησίως για όλη τη διάρκεια της σχετικής περιόδου.

23.

Ωστόσο, είναι πιθανόν ότι η Επιτροπή θα καταλήξει επίσης στο συμπέρασμα ότι η Microsoft δεν τήρησε το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης όσον αφορά τον λογικό χαρακτήρα της αμοιβής που ζήτησε μετά τις 15 Δεκεμβρίου 2005 για τις χορηγηθείσες πληροφορίες. Σ' αυτό το στάδιο, και με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή, είναι αναγκαίο να διατηρηθεί η δυνατότητα καθορισμού ενός οριστικού ποσού γι' αυτήν την πτυχή της μη συμμόρφωσης από την ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 1.

24.

Κατά συνέπεια, το οριστικό ποσό της χρηματικής ποινής όσον αφορά τη μη συμμόρφωση από τη Microsoft με τις υποχρεώσεις της σχετικά με την υποβολή πλήρους και ακριβούς τεχνικού φακέλου που περιέχει τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης, υπολογίστηκε σε 1,5 εκατ. EUR ημερησίως για όλη τη διάρκεια της σχετικής περιόδου.

2.3.   Συμπέρασμα

25.

Το οριστικό ποσό της χρηματικής ποινής που επιβλήθηκε στην Microsoft, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, για μη τήρηση των υποχρεώσεών της όσον αφορά την υποβολή πλήρους και ακριβούς τεχνικού φακέλου που περιέχει τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας που ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης, ορίστηκε σε 280,5 εκατ. EUR για την περίοδο από τις 16 Δεκεμβρίου 2005 έως και τις 20 Ιουνίου 2006.

3.   ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΟΙΝΩΝ

26.

Η καθυστέρηση της Microsoft να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από την απόφαση ενδέχεται να αυξήσει περαιτέρω τον κίνδυνο εξάλειψης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων, όπου, κατά τη χρονική περίοδο της απόφασης, η Microsoft είχε ήδη εξασφαλίσει δεσπόζουσα θέση και φαινόταν να καταργεί τον ανταγωνισμό (αιτιολογική σκέψη 1070 της απόφασης). Τα στοιχεία της αγοράς δείχνουν ότι το μερίδιο αγοράς της Microsoft συνεχίζει να αυξάνεται σταθερά. Επειδή η αγορά λειτουργικών συστημάτων για εξυπηρετητές ομάδων εργαζομένων χαρακτηρίζεται από υψηλούς φραγμούς εισόδου (αιτιολογικές σκέψεις 515 έως 525 της απόφασης), λόγω μεταξύ άλλων των έμμεσων επιπτώσεων δικτύου που αλληλοενισχύονται (βλέπει αιτιολογική σκέψη 653 της απόφασης), η επιδείνωση της δομής της αγοράς κινδυνεύει να καταστεί μη αντιστρέψιμη. Γι' αυτό, η εξασφάλιση της συμμόρφωσης της Microsoft είναι πλέον ζήτημα πολύ πιο πολύ επείγον απ' ό, τι στο παρελθόν.

27.

Σύμφωνα με την απόφαση δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 1, η οποία επέβαλε χρηματικό πρόστιμο 2 εκατ. EUR ημερησίως, η Microsoft δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα για τουλάχιστον 7 μήνες. Υπό το πρίσμα της επείγουσας ανάγκης να καθοριστεί το ύψος της χρηματικής ποινής αυτό αυξάνεται σε 3 εκατ. EUR, με ισχύ από τις 31 Ιουλίου 2006. Επειδή ενδέχεται η εντολή γνωστοποίησης του άρθρου 5 στοιχεία α) και γ) της απόφασης να απωλέσει εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητά της είτε λόγω της μη συμμόρφωσης από μέρους της Microsoft της υποχρέωσης χορήγησης πλήρους και ακριβούς τεχνικού φακέλου που περιέχει τις πληροφορίες διαλειτουργικότητας, είτε λόγω της χρέωσης από τη Microsoft μιας παράλογης αμοιβής, αυτό το ποσό θα έπρεπε να επιβληθεί εξίσου και στις δύο πτυχές της μη συμμόρφωσης της Microsoft που διαπιστώθηκαν προκαταρκτικά στην απόφαση δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 1. Κατά συνέπεια, εάν η Microsoft δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της μέχρι τις 31 Ιουλίου 2006, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να καθορίσει οριστικά το πλήρες ποσό αυτής της αυξημένης χρηματικής ποινής για κάθε περαιτέρω σχετική περίοδο μη συμμόρφωσης για αμφότερες τις πτυχές της μη συμμόρφωσης της Microsoft, είτε μεμονωμένα είτε από κοινού.


(1)  ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1419/2006 (ΕΕ L 269 της 28.9.2006, σ. 1).

(2)  Ο όρος «πληροφορίες διαλειτουργικότητας» ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της απόφασης. Ως πληροφορίες διαλειτουργικότητας νοούνται «τα πλήρη και ακριβή τεχνικά χαρακτηριστικά για όλα τα πρωτόκολλα που εφαρμόζονται στα λειτουργικά συστήματα εξυπηρετητή Windows ομάδας εργαζομένων και που χρησιμοποιούνται στους εξυπηρετητές Windows ομάδας εργαζομένων για να παράσχουν υπηρεσίες αρχειοθέτησης και εκτύπωσης, καθώς και υπηρεσίες διαχείρισης ομάδας και χρήστη, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών ελέγχου τομέα Windows, υπηρεσιών ενεργού καταλόγου (Active Directory service) και υπηρεσιών πολιτικής ομάδας (Group Policy), σε δίκτυα Windows ομάδων εργαζομένων. Το άρθρο 1 παράγραφος 2 της απόφασης ορίζει ως “πρωτόκολλο” μια δέσμη κανόνων διασύνδεσης και αλληλεπίδρασης μεταξύ των διαφόρων αρχών των λειτουργικών συστημάτων Windows εξυπηρετητή ομάδων εργαζομένων και των λειτουργικών συστημάτων Windows πελατών PC που χρησιμοποιούνται σε διάφορους υπολογιστές σε δίκτυο Windows ομάδας εργαζομένων».

(3)  Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2005, σχετικά με διαδικασία του άρθρου 82 της συνθήκης ΕΚ [υπόθεση COMP/C-3/37.792 — Microsoft — E(2005) 2988 τελικό].

(4)  Βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 1068-1074 της απόφασης.

(5)  Βλέπε σχετικά την απόφαση στις κοινές υποθέσεις 46/87 και 227/88, Hoechst [1989] Συλλογή 2859, στην παράγραφο 64, όπου το δικαστήριο αναφέρεται στην: «με την υποχρέωση που έχουν όλα τα υποκείμενα στο κοινοτικό δίκαιο πρόσωπα να αναγνωρίσουν τα πλήρη αποτελέσματα των πράξεων των κοινοτικών οργάνων εφόσον το δικαστήριο δεν τις έχει κρίνει ανίσχυρες και να αποδέχονται την εκτελεστότητά τους εφόσον το δικαστήριο δεν έχει αποφασίσει την αναστολή της εκτέλεσής τους […]».

(6)  Βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 590 έως 692 της απόφασης.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/15


Πληροφορίες που κοινοποιούν τα κράτη μέλη σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1628/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/08)

Αριθμός ενίσχυσης

XR 152/07

Κράτος μέλος

Πορτογαλία

Περιφέρεια

Madeira

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της επιχείρησης που λαμβάνει συμπληρωματικά ενίσχυση ad hoc

Regime de auxílios fiscais ao investimento em regime contratual na região autónoma da Madeira

Νομική βάση

Decreto Legislativo Regional n.o 17/2006/M, de 23 de Maio

Decreto Regulamentar Regional n.o 6/2007/M, de 22 de Agosto

Είδος μέτρου

Καθεστώς

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη

5,98 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

52 %

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού

Ένταση

23.8.2007

Διάρκεια

31.12.2010

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι επιλέξιμοι κλάδοι για επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Instituto de desenvolvimento empresarial

Avenida Arriaga, 21-A

Edifício Golden, 3.o Piso

P-9004-528 Funchal

Η διεύθυνση που δημοσιεύθηκε το καθεστώς ενισχύσεων στο Διαδίκτυο

http://www.ideram.pt/BeneficiosFiscaisLegislacao.Zip

Λοιπές πληροφορίες


Αριθμός ενίσχυσης

XR 196/07

Κράτος μέλος

Πορτογαλία

Περιφέρεια

Açores

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της επιχείρησης που λαμβάνει συμπληρωματικά ενίσχυση ad hoc

SIDER — Sistema de Incentivos para o Desenvolvimento Regional dos Açores

Νομική βάση

Decreto Legislativo Regional n.o 19/2007/A, de 23 de Julho

Decreto Regulamentar Regional n.o 21/2007/A, de 24 de Outubro

Decreto Regulamentar Regional n.o 22/2007/A, de 25 de Outubro

Decreto Regulamentar Regional n.o 23/2007/A, de 29 de Outubro

Decreto Regulamentar Regional n.o 26/2007/A, de 19 de Novembro

Είδος μέτρου

Καθεστώς

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη

19 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

50 %

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού

Ένταση

1.1.2007

Διάρκεια

31.12.2013

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι επιλέξιμοι κλάδοι για επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Secretaria Regional da Economia

Rua de São João, 47

P-9504-533 Ponta Delgada (S. Miguel) Açores

Η διεύθυνση που δημοσιεύθηκε το καθεστώς ενισχύσεων στο Διαδίκτυο

http://www.azores.gov.pt/Portal/pt/entidades/sre-drace/textoTabela/SIDER+2007.htm

Λοιπές πληροφορίες


Αριθμός ενίσχυσης

XR 24/08

Κράτος μέλος

Πολωνία

Περιφέρεια

Kujawsko — Pomorskie

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της επιχείρησης που λαμβάνει συμπληρωματικά ενίσχυση ad hoc

Uchwała nr XIV/92/07 Rady Miejskiej z dnia 24 października 2007 r. w sprawie programu pomocy regionalnej na wspieranie nowych inwestycji lub tworzenie nowych miejsc pracy związanych z nową inwestycją dla przedsiębiorców prowadzących działalność gospodarczą na terenie gminy Szubin (Dz.Urz. Województwa Kuj–Pom. nr 146, poz. 2501)

Νομική βάση

Ustawa o podatkach i opłatach lokalnych (tj. Dz.U. z 2006 r. nr 121, poz. 844, zmiana Dz.U. z 2005 r. nr 143, poz. 1199, z 2006 r. nr 220, poz. 1601, nr 225, poz. 1635, nr 245, poz. 1775, nr 249 poz. 1828, nr 251, poz. 1847) oraz Uchwała nr XIV/92/07 Rady Miejskiej z dnia 24 października 2007 r. w sprawie programu pomocy regionalnej na wspieranie nowych inwestycji lub tworzenie nowych miejsc pracy związanych z nową inwestycją dla przedsiębiorców prowadzących działalność gospodarczą na terenie gminy Szubin (Dz.Urz. Województwa Kuj–Pom. nr 146, poz. 2501)

Είδος μέτρου

Καθεστώς

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη

0,85 εκατ. PLN

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

50 %

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού

Ένταση

1.1.2008

Διάρκεια

31.12.2013

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι επιλέξιμοι κλάδοι για επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Burmistrz Szubina

PL-89-200 Szubin

ul. Kcyńska 12

Tel. (48-52) 391 07 19

Fax (48-52) 384 80 71

E-mail: ugim@ugim.szubin.pl

Η διεύθυνση που δημοσιεύθηκε το καθεστώς ενισχύσεων στο Διαδίκτυο

http://www.szubin.pl/bip_download.php?id=3758

Λοιπές πληροφορίες


Αριθμός ενίσχυσης

XR 54/08

Κράτος μέλος

Λιθουανία

Περιφέρεια

87(3)(a)

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της επιχείρησης που λαμβάνει συμπληρωματικά ενίσχυση ad hoc

Priemonė „LYDERIS LT»

Νομική βάση

2008 m. kovo 17 d. Lietuvos Respublikos ūkio ministro įsakymas Nr. 4-105 „Dėl priemonės „Lyderis LT“ projektų finansavimo sąlygų aprašo patvirtinimo“

Είδος μέτρου

Καθεστώς

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη

117 εκατ. LTL

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

40 %

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού

Ένταση

23.3.2008

Διάρκεια

31.12.2013

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι επιλέξιμοι κλάδοι για επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Lietuvos Respublikos ūkio ministerija

Gedimino pr. 38/2

LT-01104 Vilnius

Η διεύθυνση που δημοσιεύθηκε το καθεστώς ενισχύσεων στο Διαδίκτυο

http://www3.lrs.lt/pls/inter3/dokpaieska.showdoc_l?p_id=316440

Λοιπές πληροφορίες


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/18


Κατάλογος λιμένων στους οποίους επιτρέπεται η εκφόρτωση ή μεταφόρτωση κατεψυγμένων ιχθύων που αλιεύτηκαν από αλιευτικά σκάφη τριτών χώρων στην περιοχή της σύμβασης αλιείας Βορειο-Ανατολικού Ατλαντικού (NEAFC)

(2008/C 138/09)

Η δημοσίευση του καταλόγου (1) βασίζεται στο άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιανουαρίου 2008, περί καθορισμού, για το 2008, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (2).

Κράτος μέλος

Καθορισμένοι λιμένες

Δανία

Esbjerg

Fredericia

Hanstholm

Hirtshals

Κοπεγχάγη

Skagen

Ålborg

Århus

Γερμανία

Hamburg

Cuxhaven

Bremerhaven

Sassnitz

Rostock

Ισπανία

Περιοχή του λιμένα του Vigo

Marin

Γαλλία

Boulogne-sur-Mer

Brest

Douarnenez

Concarneau

Nantes-Saint Nazaire

Ιρλανδία

Killybegs (3)

Λεττονία

Riga

Liepaja

Ventspils

Λιθουανία

Klaipeda

Κάτω Χώρες

Eemshaven

IJmuiden

Harlingen

Velsen-Noord

Vlissingen

Scheveningen (3)

Πολωνία

Gdynia

Świnoujście

Szczecin

Πορτογαλία

Λιμάνι Λισσαβόνας

Leixões

Aveiro

Setúbal

Madeira

Funchal

Açores

Ponta Delgada (ilha de S. Miguel)

Horta (ilha do Faial)

Praia da Vitória (ilha Terceira) (3)

Σουηδία

Gothenburg

Ηνωμένο Βασίλειο

Grimsby

Hull

Immingham

Peterhead

Aberdeen (3)

Fraserburgh (3)

Lerwick (3)

Scrabster (3)

Kinlochbervie (3)

Lochinver (3)

Ullapool (3)


(1)  Ο κατάλογος με λεπτομερέστερες πληροφορίες διατίθεται επίσης στους ιστοτόπους της Επιτροπής και της NEAFC.

(2)  ΕΕ L 19 της 23.1.2008, σ. 1.

(3)  Δεν αποτελεί συνοριακό σταθμό ελέγχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΣΕ).


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΧΩΡΟ

Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/20


Ανακοίνωση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της πράξης η οποία αναφέρεται στο σημείο 64 στοιχείο α) του παραρτήματος XIII της συμφωνίας ΕΟΧ [κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών]

Επιβολή νέων υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας για τις τακτικές αεροπορικές πτήσεις στη γραμμή Værøy (ελικοδρόμιο) — Bodø και αντιστρόφως

(2008/C 138/10)

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1992, για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών, η Νορβηγία αποφάσισε να επιβάλει υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας από την 1η Αυγούστου 2008 όσον αφορά τις τακτικές αεροπορικές πτήσεις στην ακόλουθη γραμμή:

 

Værøy — Bodø και αντιστρόφως

2.   ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ VÆRØY — BODØ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΩΣ

2.1.   Ελάχιστη συχνότητα, μεταφορική ικανότητα σε θέσεις, δρομολόγια και ωράρια πτήσεων

Οι ακόλουθες απαιτήσεις ισχύουν όσον αφορά τη συχνότητα, τη μεταφορική ικανότητα σε θέσεις, τα δρομολόγια και τα ωράρια πτήσεων

όπου δεν προσδιορίζεται διαφορετικά, οι απαιτήσεις ισχύουν καθόλη τη διάρκεια του έτους,

όπου ισχύουν οι απαιτήσεις για τη μεταφορική ικανότητα σε θέσεις, ο αριθμός των διαθέσιμων θέσεων προσαρμόζεται σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στο παράρτημα Α της παρούσας δημοσίευσης,

πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ζήτηση του κοινού για αεροπορικά ταξίδια.

Συχνότητα

1 Φεβρουαρίου-31 Οκτωβρίου: τουλάχιστον δύο καθημερινές πτήσεις με επιστροφή από Δευτέρα ως Παρασκευή, μία πτήση το Σάββατο και μια την Κυριακή,

1 Νοεμβρίου-31 Ιανουαρίου: τουλάχιστον μία καθημερινή πτήση με επιστροφή από Δευτέρα ως Παρασκευή, μία το Σάββατο και μια την Κυριακή,

εφόσον καθιερωθεί διαδικασία ενόργανης προσέγγισης (IFR) στο Værøy, η απαίτηση όσον αφορά το ελάχιστο όριο των δύο καθημερινών πτήσεων με επιστροφή από Δευτέρα ως Παρασκευή, της μίας πτήσης το Σάββατο και της μίας την Κυριακή ισχύει καθόλη τη διάρκεια του έτους.

Μεταφορική ικανότητα σε θέσεις:

1 Φεβρουαρίου-31 Οκτωβρίου: και προς τις δύο κατευθύνσεις, τουλάχιστον 180 θέσεις την εβδομάδα,

1 Νοεμβρίου-31 Ιανουαρίου: και προς τις δύο κατευθύνσεις, τουλάχιστον 105 θέσεις την εβδομάδα,

εφόσον καθιερωθεί διαδικασία ενόργανης προσέγγισης (IFR) στο Værøy, η απαίτηση όσον αφορά την παροχή τουλάχιστον 180 θέσεων την εβδομάδα και προς τις δύο κατευθύνσεις, ισχύει καθόλη τη διάρκεια του έτους,

εάν ο αριθμός πληρουμένων θέσεων μεταξύ της περιόδου από τη 1 Ιανουαρίου έως τις 30 Ιουνίου ή από τη 1 Αυγούστου έως τις 30 Νοεμβρίου υπερβαίνει το 70 % του αριθμού παρεχομένων θέσεων, ο αερομεταφορέας αυξάνει τη χωρητικότητα σε θέσεις σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στο παράρτημα Α της παρούσας δημοσίευσης,

εάν ο αριθμός πληρουμένων θέσεων μεταξύ της περιόδου από τη 1 Ιανουαρίου έως τις 30 Ιουνίου ή από τη 1 Αυγούστου έως τις 30 Νοεμβρίου είναι χαμηλότερος από το 35 % του αριθμού παρεχομένων θέσεων, ο αερομεταφορέας μειώνει τη χωρητικότητα σε θέσεις σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στο παράρτημα Α της παρούσας δημοσίευσης.

Δρομολόγια

Οι απαιτούμενες πτήσεις πρέπει να είναι χωρίς ενδιάμεσο σταθμό.

Ωράρια

Για τις απαιτούμενες πτήσεις από Δευτέρα ως Παρασκευή (τοπική ώρα) ισχύουν τα εξής:

1-28/29 Φεβρουαρίου: τουλάχιστον 3 ώρες και 30 λεπτά μεταξύ της πρώτης άφιξης στο Bodø και της τελευταίας αναχώρησης από το Bodø,

1 Mαρτίου-30 Σεπτεμβρίου: τουλάχιστον 5 ώρες και 30 λεπτά μεταξύ της πρώτης άφιξης στο Bodø και της τελευταίας αναχώρησης από το Bodø,

1-31 Οκτωβρίου: τουλάχιστον 5 ώρες και 15 λεπτά μεταξύ της πρώτης άφιξης στο Bodø και της τελευταίας αναχώρησης από το Bodø.

Εφόσον καθιερωθεί διαδικασία ενόργανης προσέγγισης (IFR) στο Værøy, η απαίτηση όσον αφορά το ελάχιστο όριο των 5 ωρών και 30 λεπτών μεταξύ της πρώτης άφιξης στο Bodø και της τελευταίας αναχώρησης από το Bodø ισχύει καθόλη τη διάρκεια του έτους.

2.2.   Κατηγορία αεροσκάφους

Για τις απαιτούμενες πτήσεις χρησιμοποιούνται νηολογημένα ελικόπτερα για τη μεταφορά τουλάχιστον 15 επιβατών.

2.3.   Τεχνικοί και λειτουργικοί όροι

Εφιστάται η προσοχή του αερομεταφορέα στις ειδικές συνθήκες τεχνικής και λειτουργικής φύσης που επικρατούν στους αερολιμένες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στη διεύθυνση:

Luftfartstilsynet (Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας)

PO Box 243

N-8001 Bodø

Τηλ. (47) 75 58 50 00

2.4.   Ναύλοι

Ο μέγιστος βασικός και πλήρως ελαστικός ναύλος απλής διαδρομής (ανώτατος ναύλος) κατά το έτος εκμετάλλευσης που αρχίζει την 1η Αυγούστου 2008 δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνει την ακόλουθη τιμή:

Værøy — Bodø

634 NOK

Για κάθε επόμενο έτος εκμετάλλευσης, τα ανώτατα ποσά των ναύλων θα αναπροσαρμόζονται την 1η Αυγούστου, εντός του ορίου του δείκτη τιμών καταναλωτή που ισχύει για τη δωδεκάμηνη περίοδο η οποία λήγει στις 15 Ιουνίου του ιδίου έτους, σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποιεί η νορβηγική στατιστική υπηρεσία (http://www.ssb.no).

Ο αερομεταφορέας είναι υπεύθυνος για τη διάθεση εισιτηρίων σε τιμή που δεν υπερβαίνει τον ανώτατο ναύλο μέσω όλων των κυκλωμάτων πωλήσεων που του ανήκουν.

Ο ανώτατος ναύλος ισχύει επίσης για τα εισιτήρια που παρέχονται από άλλες εταιρείες του ομίλου του αερομεταφορέα. Ο αερομεταφορέας είναι υπεύθυνος για τη συμμόρφωση των εν λόγω εταιρειών με τις απαιτήσεις.

Ο ανώτατος ναύλος περιλαμβάνει κάθε φόρο και τέλος προς τις αρχές και κάθε επιπλέον επιβάρυνση που προσθέτει ο αερομεταφορέας όταν εκδίδει τα εισιτήρια.

Ο αερομεταφορέας είναι συμβαλλόμενο μέρος κάθε ισχύουσας συμφωνίας διασύνδεσης των εσωτερικών πτήσεων και προσφέρει όλες τις εκπτώσεις που προβλέπονται βάσει αυτών των συμφωνιών.

3.   ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΟΡΟΙ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Στο πλαίσιο διαδικασίας διαγωνισμού, που περιορίζει την πρόσβαση στις γραμμές σε έναν μόνο αερομεταφορέα, ισχύουν επιπρόσθετα οι εξής όροι:

Ναύλοι

όλοι οι ναύλοι σύνδεσης προς και από άλλες αεροπορικές γραμμές προσφέρονται επί ίσοις όροις σε όλους τους αερομεταφορείς. Εξαιρούνται οι ναύλοι σύνδεσης προς και από άλλες υπηρεσίες που εκτελούνται από τον προσφέροντα υπό τον όρο ότι ο ναύλος αντιστοιχεί το ανώτατο στο 40 % του πλήρως ελαστικού ναύλου,

στις εν λόγω πτήσεις δεν είναι δυνατή η προσφορά ή η εξαγορά εκπτώσεων από προγράμματα τακτικού πελάτη (frequent flyer),

οι εκπτώσεις κοινωνικού χαρακτήρα προσφέρονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται στο παράρτημα Β της παρούσας κοινοποίησης.

Όροι μετεπιβίβασης

όλοι οι όροι που καθορίζει ο αερομεταφορέας για τη μετεπιβίβαση επιβατών προς και από πτήσεις άλλων αερομεταφορέων, περιλαμβανομένου του χρόνου σύνδεσης και ενδιάμεσου ελέγχου εισιτηρίων και αποσκευών, είναι αντικειμενικοί και ισχύουν αδιακρίτως.

4.   ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Οι παρούσες υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας αντικαθιστούν τις υποχρεώσεις που δημοσιεύθηκαν προηγουμένως στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αριθ. C 268 και στο συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. S 54 της 4ης Νοεμβρίου 2004 όσον αφορά τις αεροπορικές πτήσεις στη γραμμή Værøy — Bodø και αντιστρόφως.

5.   ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Περισσότερες πληροφορίες στη διεύθυνση:

Ministry of Transport and Communications

PO Box 8010 Dep.

N-0030 Oslo

Tηλ. (47) 22 24 83 53

Φαξ (47) 22 24 56 09


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α

ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ/ΤΩΝ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΘΕΣΕΩΝ — ΡΗΤΡΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Σκοπός της ρήτρας προσαρμογής της παραγωγής

Σκοπός της ρήτρας προσαρμογής της παραγωγής είναι να εξασφαλιστεί ότι τόσο η ικανότητα όσο και οι θέσεις που προσφέρει ο μεταφορέας προσαρμόζονται στις αλλαγές της ζήτησης στην αγορά. Όταν ο αριθμός των επιβατών αυξάνεται σημαντικά και υπερβαίνει τα ακόλουθα καθορισμένα όρια για το ποσοστό κατειλημμένων θέσεων ανά πάσα στιγμή (ο συντελεστής φορτίου επιβατών), ο μεταφορέας υποχρεούται να αυξήσει την προσφορά διαθέσιμων θέσεων. Ο μεταφορέας μπορεί αντίστοιχα να μειώσει την προσφορά διαθέσιμων θέσεων όταν ο αριθμός των επιβατών μειώνεται σημαντικά. Βλέπε προδιαγραφή στο σημείο 3 κατωτέρω.

2.   Περίοδοι μέτρησης συντελεστών φορτίου επιβατών

Οι περίοδοι κατά τις οποίες παρακολουθείται και αξιολογείται ο συντελεστής φορτίου επιβατών είναι από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και τις 30 Ιουνίου και από την 1η Αυγούστου μέχρι και τις 30 Νοεμβρίου.

3.   Όροι για τη μεταβολή της παραγωγής/προσφοράς διαθέσιμων θέσεων

3.1.   Όροι για την αύξηση της παραγωγής

3.1.1.

Ο αερομεταφορέας υποχρεούται να αυξάνει την παραγωγή/προσφορά διαθέσιμων θέσεων όταν ο μέσος συντελεστής φορτίου επιβατών σε κάθε δρομολόγιο μιας κατεύθυνσης που περιλαμβάνεται στις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνει το 70 %. Όταν ο μέσος συντελεστής φορτίου επιβατών στα εν λόγω δρομολόγια υπερβαίνει το 70 % σε οποιαδήποτε από τις περιόδους που αναφέρονται στο σημείο 2, ο αερομεταφορέας υποχρεούται να αυξάνει την παραγωγή/προσφορά διαθέσιμων θέσεων κατά 10 % τουλάχιστον στα συγκεκριμένα δρομολόγια, το αργότερο από την έναρξη της επόμενης περιόδου κυκλοφορίας IATA. Η αύξηση της παραγωγής/προσφοράς διαθέσιμων θέσεων πρέπει να είναι τουλάχιστον τέτοια ώστε ο μέσος συντελεστής φορτίου επιβατών να μην υπερβαίνει το 70 %.

3.1.2.

Όταν αυξάνεται η παραγωγή/προσφορά διαθεσίμων θέσεων σύμφωνα με τα ανωτέρω, η αύξηση της παραγωγής μπορεί να πραγματοποιείται μέσω της χρησιμοποίησης αεροσκάφους με μικρότερη χωρητικότητα σε θέσεις από αυτήν που προσδιορίζεται στον αρχικό διαγωνισμό, εφόσον το επιθυμεί ο αερομεταφορέας.

3.2.   Όροι για τη μείωση της παραγωγής

3.2.1.

Ο αερομεταφορέας μπορεί να μειώνει την παραγωγή/προσφορά διαθέσιμων θέσεων όταν ο μέσος συντελεστής φορτίου επιβατών σε κάθε δρομολόγιο μιας κατεύθυνσης που περιλαμβάνεται στις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας είναι χαμηλότερος του 35 %. Όταν ο μέσος συντελεστής φορτίου επιβατών στα εν λόγω δρομολόγια είναι χαμηλότερος του 35 % σε οποιαδήποτε από τις περιόδους που αναφέρονται στο σημείο 2, ο αερομεταφορέας μπορεί να μειώνει την παραγωγή/προσφορά διαθέσιμων θέσεων το ανώτερο κατά 25 % στα συγκεκριμένα δρομολόγια, από την πρώτη ημέρα μετά το τέλος των εν λόγω περιόδων.

3.2.2.

Σε δρομολόγια με περισσότερες από δύο ημερήσιες πτήσεις και προς τις δύο κατευθύνσεις, η μείωση της παραγωγής σύμφωνα με το σημείο 3.2.1 πραγματοποιείται μέσω της μείωσης των προσφερόμενων πτήσεων, με μόνη εξαίρεση την περίπτωση όπου ο αερομεταφορέας χρησιμοποιεί αεροσκάφος με μεγαλύτερη χωρητικότητα σε θέσεις από το ελάχιστο που προσδιορίζεται στην επιβολή υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας. Ο μεταφορέας μπορεί στην περίπτωση αυτή να χρησιμοποιεί μικρότερο αεροσκάφος, το οποίο, ωστόσο, δεν μπορεί να έχει χωρητικότητα σε θέσεις μικρότερη από τον ελάχιστο αριθμό θέσεων που προσδιορίζεται στην επιβολή υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας.

3.2.3.

Σε δρομολόγια με μία μόνο ή δύο ημερήσιες πτήσεις προς κάθε κατεύθυνση, η μείωση της προσφοράς διαθέσιμων θέσεων είναι δυνατό να πραγματοποιείται αποκλειστικά με τη χρησιμοποίηση αεροσκάφους μικρότερης χωρητικότητας σε θέσεις από αυτήν που προσδιορίζεται στην επιβολή υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας.

4.   Διαδικασίες για αλλαγές στην παραγωγή

4.1.

Το νορβηγικό Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών έχει την ευθύνη βάσει του νόμου για την έγκριση των προτεινόμενων προγραμμάτων πτήσεων που υποβάλλονται από τον αερομεταφορέα, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών στις διαθέσιμες θέσεις. Αναφέρεται σχετικά η εγκύκλιος N-3/2005 του νορβηγικού Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, που περιλαμβάνεται στον φάκελο του διαγωνισμού.

4.2.

Εάν η παραγωγή/προσφορά διαθέσιμων θέσεων μειώνεται σύμφωνα με το σημείο 3.2, διαβιβάζεται στα ενδιαφερόμενα συμβούλια των κομητειών πρόταση νέου προγράμματος εναέριας κυκλοφορίας, στα οποία παρέχεται επαρκής χρόνος ώστε να αποφανθούν προτού τεθεί σε εφαρμογή η αλλαγή. Εάν το προτεινόμενο νέο πρόγραμμα εναέριας κυκλοφορίας περιλαμβάνει αλλαγές που παραβαίνουν τυχόν άλλες απαιτήσεις εκτός των σχετικών με τον αριθμό πτήσεων και τη μεταφορική ικανότητα σε θέσεις που προβλέπονται στις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, το νέο πρόγραμμα εναέριας κυκλοφορίας πρέπει να διαβιβάζεται προς έγκριση στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών.

4.3.

Όταν αυξάνεται η παραγωγή, σύμφωνα με το σημείο 3.1, τα προγράμματα πτήσεων για νέα παραγωγή/νέες θέσεις πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ του αερομεταφορέα και της κομητείας (κομητειών) ως αρμόδιας διοικητικής μονάδας.

4.4.

Εάν η νέα παραγωγή πραγματοποιείται σύμφωνα με το σημείο 3.1, ο δε αερομεταφορέας και η κομητεία (κομητείες) ως διοικητική μονάδα δεν συμφωνήσουν σχετικά με τα ωράρια βάσει του σημείου 4.3, ο αερομεταφορέας μπορεί να ζητήσει έγκριση σύμφωνα με το σημείο 4.1 για διαφορετικό ωράριο της νέας παραγωγής/νέων θέσεων από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών της Νορβηγίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο αερομεταφορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση για έγκριση ωραρίου το οποίο δεν περιέχει την απαιτούμενη αύξηση παραγωγής. Το υπουργείο πρέπει να έχει ουσιαστικούς λόγους για να εγκρίνει προτάσεις που παρεκκλίνουν από αυτές που θα μπορούσαν να εγκρίνουν οι κομητείες.

5.   Αμετάβλητη χρηματοοικονομική αντιστάθμιση σε περίπτωση αλλαγής της παραγωγής

5.1.

Η οικονομική αντιστάθμιση προς τον αερομεταφορέα παραμένει αμετάβλητη όταν αυξάνεται η παραγωγή σύμφωνα με το σημείο 3.1.

5.2.

Η οικονομική αντιστάθμιση προς τον αερομεταφορέα παραμένει αμετάβλητη όταν μειώνεται η παραγωγή σύμφωνα με το σημείο 3.2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

1.

Στα δρομολόγια τα οποία το νορβηγικό Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών αγοράζει αεροπορικές πτήσεις σύμφωνα με τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, οι εκπτώσεις κοινωνικού χαρακτήρα εφαρμόζονται για τις ακόλουθες κατηγορίες ατόμων:

α)

άτομα ηλικίας άνω των 67 ετών κατά την ημέρα της αναχώρησης·

β)

τυφλοί ηλικίας άνω των 16 ετών·

γ)

άτομα με ειδικές ανάγκες ηλικίας άνω των 16 ετών τα οποία λαμβάνουν σύνταξη σύμφωνα με το κεφάλαιο 12 του νορβηγικού νόμου της 28ης Φεβρουαρίου 1997 περί κοινωνικών ασφαλίσεων ή βάσει παρόμοιας νομοθετικής διάταξης οποιασδήποτε χώρας του ΕΟΧ·

δ)

σπουδαστές ηλικίας άνω των 16 ετών οι οποίοι φοιτούν σε ειδικά εκπαιδευτικά ιδρύματα για άτομα που παρουσιάζουν προβλήματα ακοής·

ε)

συνοδεύουσα(ων) σύζυγος/σύντροφος ανεξαρτήτως ηλικίας, ή ένα άτομο που πρέπει να συνοδεύει τα άτομα τα οποία συμπεριλαμβάνονται στα ως άνω σημεία α)-δ)·

στ)

ταξιδιώτες ηλικίας κάτω των 16 ετών κατά την ημέρα της αναχώρησης.

2.

Η έκπτωση για τα άτομα τα οποία αναφέρονται στο τμήμα 1 ανέρχεται στο 50 % του μέγιστου ναύλου.

3.

Αυτή η έκπτωση δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που το ταξίδι πληρώνεται από την κυβέρνηση ή/και την υπηρεσία κοινωνικής ασφάλισης. Το άτομο το οποίο δικαιούται έκπτωση αποφασίζει κατά πόσον χρειάζεται συνοδό.

4.

Ένας ενήλιξ (ηλικίας άνω των 16 ετών) μπορεί να μεταφέρει παιδί ηλικίας κάτω των 2 ετών δωρεάν, εφόσον το παιδί αυτό δεν καταλαμβάνει θέση και εφόσον ταξιδεύουν μαζί καθόλη τη διάρκεια του ταξιδιού.

5.

Τα ακόλουθα έγγραφα πρέπει να προσκομίζονται κατά τη στιγμή της έκδοσης των εισιτηρίων:

α)

τα άτομα τα οποία αναφέρονται στο τμήμα 1 σημείο α) πρέπει να προσκομίζουν ένα επίσημο έγγραφο με φωτογραφία και ημερομηνία γέννησης·

β)

τα άτομα που αναφέρονται στο τμήμα 1 σημεία β) και γ) πρέπει να προσκομίζουν επίσημο έγγραφο από τον Οργανισμό Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή τη «Norges Blindeforbund», το οποίο να αποδεικνύει την επιλεξιμότητά τους. Τα άτομα που προέρχονται από τις υπόλοιπες χώρες του ΕΟΧ πρέπει να προσκομίζουν παρόμοιο έγγραφο της χώρας από την οποία προέρχονται·

γ)

τα άτομα που αναφέρονται στο τμήμα 1 σημείο δ) πρέπει να προσκομίζουν πιστοποιητικό σπουδών και επιστολή της υπηρεσίας κοινωνικής ασφάλισης στην οποία αναφέρεται ότι ο εν λόγω σπουδαστής λαμβάνει επίδομα σύμφωνα με το νορβηγικό νόμο «Folketrygd». Τα άτομα που προέρχονται από τις υπόλοιπες χώρες του ΕΟΧ πρέπει να προσκομίζουν παρόμοιο έγγραφο της χώρας από την οποία προέρχονται.


ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΕΣ ΠΤΗΣΕΙΣ VÆRØY — BODØ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΩΣ (ΝΟΡΒΗΓΙΑ)

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ

1.   Εισαγωγή

Η Νορβηγία αποφάσισε να δημοσιεύσει νέα πρόσκληση υποβολής προσφορών για την εκτέλεση τακτικών αεροπορικών πτήσεων στο δρομολόγιο Værøy — Bodø και αντιστρόφως για την περίοδο από την 1η Αυγούστου 2008 μέχρι τις 31 Ιουλίου 2011.

Η Νορβηγία αποφάσισε να τροποποιήσει, με ισχύ από την 1η Αυγούστου 2008, τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας για τακτικές περιφερειακές αεροπορικές πτήσεις στο δρομολόγιο Værøy — Bodø και αντιστρόφως, που προηγουμένως ίσχυαν σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1992 για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών. Οι τροποποιημένες υποχρεώσεις δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης [παραπομπή στον αριθμό και στην ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα] και στο συμπλήρωμα ΕΟΧ [παραπομπή στη δημοσίευση στο συμπλήρωμα ΕΟΧ].

Αν εντός δύο μηνών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών (βλέπε τμήμα 6), κανένας αερομεταφορέας δεν υποβάλει στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι άρχισε να πραγματοποιεί τακτικές πτήσεις την 1η Αυγούστου 2008 σύμφωνα με τις τροποποιημένες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στην αεροπορική γραμμή που αναφέρεται στο τμήμα 2, το υπουργείο θα εφαρμόσει τη διαδικασία υποβολής προσφορών που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως η) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92, περιορίζοντας την πρόσβαση, από την 1η Αυγούστου 2008, σε ένα μόνο αερομεταφορέα. Σκοπός της παρούσας πρόσκλησης είναι να υποβληθούν προσφορές που θα χρησιμοποιηθούν ως βάση για την ανάθεση ανάλογων αποκλειστικών δικαιωμάτων.

Στη συνέχεια παρατίθενται τα σημαντικότερα σημεία των όρων του διαγωνισμού. Ολόκληρη η προκήρυξη υποβολής προσφορών μπορεί να τηλεφορτωθεί από τη διεύθυνση:

http://www.regjeringen.no/nb/dep/sd/dok/andre/Anbud.html

ή να παραληφθεί δωρεάν κατόπιν αίτησης στη διεύθυνση:

Ministry of Transport and Communications

P O Box 8010 Dep

N-0030 Oslo

Τηλ. (47) 22 24 83 53

Φαξ (47) 22 24 56 09

Όλοι οι αιτούντες υποχρεούνται να έχουν λάβει γνώση ολόκληρης της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

2.   Οι πτήσεις που καλύπτονται από την πρόσκληση

Η πρόσκληση καλύπτει τακτικές πτήσεις που θα εκτελούνται από την 1η Αυγούστου 2008 μέχρι τις 31 Ιουλίου 2011, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που αναφέρονται στο τμήμα 1. Ο διαγωνισμός καλύπτει την ακόλουθη αεροπορική γραμμή και τις αντίστοιχα υποβαλλόμενες προσφορές:

 

Αεροπορική γραμμή

 

Værøy — Bodø και αντιστρόφως

Στις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας ισχύουν ειδικές απαιτήσεις εφόσον καθιερωθεί διαδικασία ενόργανης προσέγγισης (IFR) στο Værøy. Στην περίπτωση αυτή θα δημιουργηθούν απαιτήσεις για αυξημένη παραγωγή στο εν λόγω δρομολόγιο για τους μήνες Νοέμβριο, Δεκέμβριο και Ιανουάριο. Οι προσφέροντες υποβάλουν εναλλακτική τιμή για τη συνολική περίοδο της προσφοράς καθώς και για κάθε επιμέρους έτος εκμετάλλευσης για την αύξηση της παραγωγής εφόσον καθιερωθεί διαδικασία ενόργανης προσέγγισης στο Værøy. Ο προσφέρων υπολογίζει τον προϋπολογισμό της προσφοράς και για τις δύο εναλλακτικές περιπτώσεις με και χωρίς αυξημένη παραγωγή. Στον προϋπολογισμό πρέπει να αναφέρεται σαφώς η κατανομή των δαπανών και των εσόδων για κάθε προσφορά και, ειδικότερα, να καθορίζεται η αντιστάθμιση που απαιτείται και για τις δύο εναλλακτικές περιπτώσεις.

Εάν ο αερομεταφορέας υποβάλει προσφορά για την οποία η απαίτηση αντιστάθμισης είναι μηδέν ΝΟΚ, αυτό θα εκληφθεί ως επιθυμία του αερομεταφορέα να εκτελεί το δρομολόγιο σε αποκλειστική βάση, αλλά χωρίς καμία αντιστάθμιση από το νορβηγικό κράτος.

3.   Κριτήρια επιλεξιμότητας των υποψηφίων

Η συμμετοχή είναι ανοικτή σε όλους τους κοινοτικούς αερομεταφορείς που διαθέτουν έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης, η οποία έχει εκδοθεί από κράτος μέλος δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1992, περί της εκδόσεως αδειών των αερομεταφορέων.

4.   Διαδικασία της πρόσκλησης υποβολής προσφορών

Η παρούσα πρόσκληση υποβολής προσφορών διέπεται από τις διατάξεις των στοιχείων δ)-θ) του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 και του τμήματος 4 του νορβηγικού κανονισμού αριθ. 256, της 15ης Απριλίου 1994, σχετικά με τις διαδικασίες πρόσκλησης υποβολής προσφορών όσον αφορά τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

Ο διαγωνισμός γίνεται με ανοικτή διαδικασία.

Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών επιφυλάσσεται του δικαιώματος να διενεργήσει μεταγενέστερες διαπραγματεύσεις εφόσον λάβει μόνο μία προσφορά έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών ή αν απορριφθούν όλες οι προσφορές εκτός από μία. Οι διαπραγματεύσεις αυτές διενεργούνται σύμφωνα με τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που έχουν επιβληθεί. Επιπλέον, τα μέρη δεν έχουν το δικαίωμα να επιφέρουν ουσιαστικές τροποποιήσεις στους αρχικούς όρους της σύμβασης κατά τις εν λόγω διαπραγματεύσεις. Αν οι μεταγενέστερες διαπραγματεύσεις δεν οδηγήσουν σε αποδεκτή λύση, το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών έχει το δικαίωμα να ακυρώσει ολόκληρη τη διαδικασία του διαγωνισμού. Στην περίπτωση αυτή, είναι δυνατή η δημοσίευση νέας πρόσκλησης υποβολής προσφορών με νέους όρους.

Εφόσον δεν υποβληθούν προσφορές, το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί να προβεί σε ανάθεση μέσω διαπραγματεύσεων χωρίς εκ των προτέρων δημοσίευση. Στην περίπτωση αυτή, δεν επιτρέπεται να τροποποιηθούν ουσιαστικά οι αρχικές υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή οι υπόλοιποι όροι της σύμβασης. Στην περίπτωση που προκύψουν από το διαγωνισμό βάσιμοι λόγοι, το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών διατηρεί το δικαίωμα να αρνηθεί τόσο κάθε επιμέρους προσφορά όσο και το σύνολο των προσφορών.

Η προσφορά δεσμεύει τον υποψήφιο έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποβολής προσφορών ή την κατακύρωση.

5.   Η προσφορά

Η προσφορά συντάσσεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο τμήμα 5 των όρων του διαγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που ορίζονται στις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

6.   Υποβολή προσφορών

H καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή προσφορών είναι η 7η Ιουλίου 2008 στις 12.00 τοπική ώρα. Η προσφορά πρέπει να παραληφθεί από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών στη διεύθυνση που αναφέρεται στο τμήμα 1, το αργότερο την καταληκτική ημερομηνία που ορίζεται για την υποβολή προσφορών.

Η προσφορά είτε παραδίδεται ιδιοχείρως στη διεύθυνση του γραφείου του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών είτε αποστέλλεται ταχυδρομικώς ή με ιδιωτικό ταχυδρομείο.

Οι εκπρόθεσμες προσφορές δεν θα γίνουν δεκτές. Ωστόσο, οι προσφορές που παραλαμβάνονται μετά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών, αλλά πριν από την ημερομηνία αποσφράγισης, δεν απορρίπτονται αν προκύπτει σαφώς ότι απεστάλησαν εγκαίρως ώστε να μπορούσαν κανονικά να παραληφθούν πριν από την καταληκτική ημερομηνία. Απόδειξη για την παραλαβή και την ώρα παραλαβής της προσφοράς αποτελεί το έγγραφο απόδειξης παραλαβής.

Οι προσφορές πρέπει να υποβληθούν σε 3 (τρία) αντίτυπα.

7.   Κατακύρωση

7.1.

Κατά κανόνα, η κατακύρωση γίνεται στην προσφορά που απαιτεί τη χαμηλότερη αντιστάθμιση. Για κάθε δρομολόγιο αυτό σημαίνει ότι η σύμβαση κατακυρώνεται στην προσφορά που απαιτεί τη χαμηλότερη αντιστάθμιση για ολόκληρη τη διάρκεια της σύμβασης από την 1η Αυγούστου 2008 έως τις 31 Ιουλίου 2011. Η χαμηλότερη αντιστάθμιση καθορίζεται με στοιχείο υπολογισμού που βασίζεται στις δύο υποβληθείσες εναλλακτικές τιμές. Το στοιχείο υπολογισμού ισούται με το άθροισμα των σταθμισμένων αξιώσεων αποζημίωσης. Η τιμή με διαδικασία ενόργανης προσέγγισης στο Værøy σταθμίζεται σε 60 %. Η τιμή χωρίς διαδικασία ενόργανης προσέγγισης σταθμίζεται σε 40 %. Η σύμβαση κατακυρώνεται στην προσφορά με το χαμηλότερο στοιχείο υπολογισμού για ολόκληρη τη διάρκεια της σύμβασης από την 1η Αυγούστου 2008 έως τις 31 Ιουλίου 2011.

7.2.

Σε περίπτωση που η κατακύρωση δεν μπορεί να γίνει για το λόγο ότι υπάρχουν προσφορές που απαιτούν ταυτόσημα ποσά αντιστάθμισης, η κατακύρωση γίνεται υπέρ της προσφοράς με τον υψηλότερο αριθμό θέσεων για όλη τη διάρκεια της ισχύος της σύμβασης.

8.   Διάρκεια ισχύος της σύμβασης

Όλες οι συμβάσεις θα έχουν ισχύ από την 1η Αυγούστου 2008 έως τις 31 Ιουλίου 2011. Η σύμβαση δεν μπορεί να καταγγελθεί, εκτός από τις περιπτώσεις που περιγράφονται στις συμβατικές διατάξεις στο τμήμα 11.

9.   Οικονομική αντιστάθμιση

Ο αερομεταφορέας δικαιούται οικονομική αντιστάθμιση από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών σύμφωνα με τη συμφωνία της προσφοράς. Η αντιστάθμιση καθορίζεται για κάθε ένα από τα τρία έτη εκμετάλλευσης και για ολόκληρη τη διάρκεια της σύμβασης.

Δεν γίνεται προσαρμογή για το πρώτο έτος εκμετάλλευσης.

Για το δεύτερο και τρίτο έτος εκμετάλλευσης, η αντιστάθμιση επανυπολογίζεται βάσει του προϋπολογισμού της προσφοράς, όπως αναπροσαρμόζεται με βάση τα έσοδα και τις δαπάνες. Οι αναπροσαρμογές αυτές θα πραγματοποιούνται εντός των ορίων του δείκτη των τιμών καταναλωτή που καθορίζεται από τη στατιστική υπηρεσία της Νορβηγίας για την περίοδο 12 μηνών που λήγει στις 15 Ιουνίου του ίδιου έτους.

Η αντιστάθμιση δεν τροποποιείται ως αποτέλεσμα της προς τα άνω ή προς τα κάτω προσαρμογής του όγκου παραγωγής σύμφωνα με το τμήμα 5.1 δεύτερη παράγραφος των όρων της σύμβασης.

Αυτό ισχύει υπό τον όρο ότι το νορβηγικό Κοινοβούλιο (Storting), κατά την έγκριση του ετήσιου προϋπολογισμού, θέτει στη διάθεση του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών τα αναγκαία κονδύλια για την κάλυψη των απαιτήσεων αντιστάθμισης.

Ο αερομεταφορέας εισπράττει όλα τα έσοδα που προκύπτουν από την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας Εάν τα έσοδα είναι υψηλότερα ή οι δαπάνες χαμηλότερες από τα στοιχεία στα οποία βασίζεται οι προϋπολογισμός, ο αερομεταφορέας μπορεί να κρατήσει το υπόλοιπο. Αντίστοιχα, το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών δεν υποχρεούται να καλύψει τυχόν αρνητικό υπόλοιπο σε σχέση με τον προϋπολογισμό της προσφοράς.

Κάθε δημόσιο τέλος, συμπεριλαμβανομένων των αεροπορικών τελών, καταβάλλεται από τον αερομεταφορέα.

Με την επιφύλαξη τυχόν αγωγής αποζημίωσης, η οικονομική αντιστάθμιση θα μειώνεται αναλογικά με το συνολικό αριθμό των πτήσεων που ακυρώθηκαν για λόγους που οφείλονται στον αερομεταφορέα αν ο αριθμός των πτήσεων που ακυρώθηκαν για τέτοιους λόγους κατά τη διάρκεια ενός έτους εκμετάλλευσης υπερβαίνει το 1,5 % του προγραμματιζόμενου αριθμού των πτήσεων σύμφωνα με το εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.

Εφόσον καθιερωθεί διαδικασία ενόργανης προσέγγισης (IFR) στο Værøy (βλέπε τμήμα 2) καταβάλλεται αντιστάθμιση για τις δημιουργηθείσες απαιτήσεις IFR από τον ίδιο μήνα.

10.   Επαναδιαπραγμάτευση

Αν, κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, υπάρξουν ουσιαστικές ή απρόβλεπτες αλλαγές των παραδοχών στις οποίες βασίζεται η εν λόγω σύμβαση, καθένα από τα μέρη μπορεί να ζητήσει τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων για την αναθεώρηση της σύμβασης. Το αίτημα αυτό πρέπει να υποβληθεί το αργότερο ένα μήνα μετά την αλλαγή.

Ουσιαστικές αλλαγές στα δημόσια τέλη για τα οποία είναι υπεύθυνος ο αερομεταφορέας αποτελούν πάντα λόγο επαναδιαπραγμάτευσης.

Αν νέες νομοθετικές ή κανονιστικές απαιτήσεις ή εντολές της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας έχουν ως αποτέλεσμα ένα αεροδρόμιο να πρέπει να χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο διαφορετικό από αυτόν που αρχικά προέβλεπε ο αερομεταφορέας, τα μέρη προσπαθούν να διαπραγματευθούν αλλαγές στη σύμβαση που να επιτρέψουν στον αερομεταφορέα να συνεχίσει την εκμετάλλευση για το υπόλοιπο της διάρκειας ισχύος της σύμβασης. Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία, ο αερομεταφορέας δικαιούται αντιστάθμιση σύμφωνα με τους κανόνες σχετικά με το κλείσιμο αεροδρομίου (τμήμα 11), στο βαθμό που αυτοί εφαρμόζονται.

11.   Καταγγελία της σύμβασης λόγω παραβίασης της σύμβασης ή απρόβλεπτων αλλαγών σημαντικών όρων

Υπό την επιφύλαξη των περιορισμών που θέτει η νομοθεσία περί αφερεγγυότητας, το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση με άμεση ισχύ εάν ο αερομεταφορέας καταστεί αφερέγγυος, κινήσει διαδικασία ρύθμισης χρεών, κηρύξει πτώχευση ή σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που προβλέπεται στο τμήμα 14 του νορβηγικού κανονισμού αριθ. 256, της 15ης Απριλίου 1994, για τις διαδικασίες της πρόσκλησης υποβολής προσφορών σε σχέση με τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί να λύσει τη σύμβαση με άμεση ισχύ αν ανακληθεί ή δεν ανανεωθεί η άδεια εκμετάλλευσης του αερομεταφορέα.

Αν ο αερομεταφορέας, λόγω ανωτέρας βίας ή για άλλους λόγους που διαφεύγουν από τον έλεγχό του, δεν είναι σε θέση να συμμορφωθεί με τις συμβατικές υποχρεώσεις του για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τους τέσσερις από τους τελευταίους έξι μήνες, και τα δύο μέρη μπορούν να καταγγείλουν τη σύμβαση με γραπτή προειδοποίηση ενός μηνός.

Εάν το Storting αποφασίσει να κλείσει ένα αεροδρόμιο ή ένα αεροδρόμιο κλείσει λόγω εντολής της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, οι συμβατικές υποχρεώσεις των μερών αναστέλλονται για το χρονικό διάστημα που το αεροδρόμιο θα παραμείνει όντως κλειστό.

Εάν το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ του χρόνου ενημέρωσης του αερομεταφορέα για το κλείσιμο του αεροδρομίου και της στιγμής του κλεισίματος υπερβαίνει το ένα έτος, ο αερομεταφορέας δεν δικαιούται αποζημίωση για τυχόν οικονομική απώλεια που υπέστη ως αποτέλεσμα της καταγγελίας της σύμβασης. Αν το εν λόγω χρονικό διάστημα είναι μικρότερο από ένα έτος, ο αερομεταφορέας δικαιούται αποζημίωση ώστε να βρεθεί στην οικονομική κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν εάν είχε συνεχιστεί η εκμετάλλευση για ένα έτος από την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε για το κλείσιμο ή, αλλιώς, έως τις 31 Ιουλίου 2011 αν η ημερομηνία αυτή προηγείται.

Σε περίπτωση σοβαρής παραβίασης της σύμβασης, ο αντισυμβαλλόμενος δύναται να την καταγγείλει με άμεση ισχύ.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/30


Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου σχετικά με τις συναλλαγές επί ακινήτων τις οποίες συνήψε ο δήμος Time για τα ακίνητα υπ' αριθ. 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, 2/70 και 2/32 στο Time

(2008/C 138/11)

Με την απόφασή της αριθ. 717/07/COL, της 19ης Δεκεμβρίου 2007, που αναδημοσιεύεται στην αυθεντική γλώσσα του κειμένου της επιστολής στις σελίδες που ακολουθούν την παρούσα περίληψη, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κίνησε τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας των κρατών ΕΖΕΣ για την ίδρυση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (συμφωνία για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου). Οι νορβηγικές αρχές ενημερώθηκαν σχετικά με την αποστολή αντιγράφου της απόφασης.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ καλεί τα κράτη της ΕΖΕΣ, τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το εν λόγω μέτρο εντός μηνός από τη δημοσίευση της παρούσας ανακοίνωσης στην ακόλουθη διεύθυνση:

EFTA Surveillance Authority

Registry

Rue Belliard 35

B-1040 Brussels

Οι παρατηρήσεις θα κοινοποιηθούν στις νορβηγικές αρχές. Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ζητήσουν εγγράφως να τηρηθεί απόρρητη η ταυτότητά τους αιτιολογώντας δεόντως το αίτημά τους αυτό.

ΣΥΝΟΨΗ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Στις 3 Μαρτίου 2007, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ έλαβε καταγγελία από ένωση δημοτών σχετικά με την πώληση των ευρισκόμενων στον δήμο Time ακινήτων υπ' αριθ. 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, από τις δημοτικές αρχές προς δύο διαφορετικούς ιδιωτικούς φορείς, καθώς και σχετικά με την πώληση σε ιδιώτη επενδυτή του ακινήτου υπ' αριθ. 2/70 (στάδιο Bryne που περιλαμβάνει και το ακίνητο υπ' αριθ. 2/32) από τον ποδοσφαιρικό όμιλο της Bryne (Bryne fotballklubb) που είχε παραχωρηθεί παλαιότερα από τον δήμο στον ποδοσφαιρικό όμιλο.

Με επιστολή της 9ης Μαΐου 2007, ο ιδιώτης επενδυτής υπέβαλε καταγγελία στην Εποπτεύουσα Αρχή σχετικά με την πώληση από τον δήμο Time ενός από τα προαναφερθέντα ακίνητα (το υπ' αριθ. 4/165).

Με επιστολή της 19ης Ιουνίου 2007, το πολιτικό κόμμα Time pensjonistparti κατήγγειλε την εικαζόμενη παραχώρηση αποκλειστικού δικαιώματος προς την Forum Jæren AS με σκοπό την κατασκευή υπογείου σταθμού αυτοκινήτων χωρητικότητας 200 θέσεων στο ακίνητο που βρίσκεται στο κέντρο της Bryne και το οποίο επρόκειτο να χρησιμεύσει για την κατασκευή ενός νέου σχολείου ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (τίτλοι κυριότητας αριθ. 1/125, 2/277, 2/278 και 2/284).

Μετά την ανταλλαγή αλληλογραφίας με τις νορβηγικές αρχές, η Εποπτεύουσα Αρχή αποφάσισε να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας για τις συναλλαγές τις οποίες συνήψε ο δήμος Time με αντικείμενο τα ακίνητα υπ' αριθ. 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, 2/70 και 2/32 τα οποία βρίσκονται στο Time. Αντιθέτως, διαπιστώθηκε ότι, προς το παρόν, οι συναλλαγές με αντικείμενο τα ακίνητα υπ' αριθ. 1/125, 2/277, 2/278, 2/284 που βρίσκονται στο Time δεν συνεπάγονται τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η πώληση των ακινήτων υπ' αριθ. 1/152, 1/301 και 1/630 προς την Grunnsteinen AS

Με πωλητήριο συμβόλαιο της 25ης Αυγούστου 2007, ο δήμος Time, επώλησε τα ακίνητα υπ' αριθ. 1/152 (1 312 τετραγωνικά μέτρα), 1/301 (741 τετραγωνικά μέτρα) και 1/630 (1 167 τετραγωνικά μέτρα) που βρίσκονται στο κέντρο της Bryne, που αποτελεί την πρωτεύουσα του δήμου Time, προς την ιδιωτική εταιρεία δομικών κατασκευών Grunnsteinen AS. Την εποχή που έλαβε χώρα η συναλλαγή, φαίνεται ότι το ακίνητο υπ' αριθ. 1/152 χρησίμευε ως δημοτικός χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων, 44 θέσεων.

Η Grunnsteinen δεν πλήρωσε κάποιο ποσό για τα εν λόγω ακίνητα, αλλά ανέλαβε να κατασκευάσει υπόγειο χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων στο ακίνητο αυτό, από τον οποίο 65 θέσεις στάθμευσης θα μεταβιβάζονταν στον δήμο Time. Σύμφωνα με τις δημοτικές αρχές, η υποχρέωση κατασκευής του σταθμού αυτοκινήτων αντικαθιστά την συνήθη καταβολή ενός ποσού για το ακίνητο. Π.χ. οι υφιστάμενες 44 θέσεις στάθμευσης που είναι υπέργειες θα αντισταθμιστούν με 44 νέες θέσεις στον υπόγειο σταθμό και η αξία των επιπλέον 21 θέσεων θα αντιστοιχεί στην αξία των δύο επιπλέον ακινήτων που μεταβιβάστηκαν. Η Νορβηγία υπέβαλε υπολογισμούς σύμφωνα με τους οποίους η αξία των 21 θέσεων στάθμευσης ήταν 2 625 000 NOK, ενώ η αξία των δύο επιπλέον ακινήτων εκτιμήθηκε σε 2 516 400 NOK. Οι υπολογισμοί αυτοί βασίσθηκαν στην εκτίμηση της αξίας του ακινήτου υπ' αριθ. 1/630, η οποία λαμβάνει ως τιμή NOK 600 το τετραγωνικό μέτρο, και στους υπολογισμούς της κατασκευαστικής εταιρείας Skanska που καταλήγουν στο ποσό των 150 000 NOK ανά θέση στάθμευσης σε υπόγειο σταθμό αυτοκινήτων (χωρίς ΦΠΑ και κόστος αγοράς/μίσθωσης του οικοπέδου).

Όταν οικόπεδα του δημοσίου πωλούνται κάτω από την τιμή της αγοράς πρέπει, βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, να θεωρηθεί ότι υπάρχει ανάμιξη κρατικών πόρων και ότι στην προκειμένη περίπτωση χορηγήθηκε επιλεκτικό πλεονέκτημα στην Grunnsteinen. Η Εποπτεύουσα Αρχή θεωρεί προκαταρκτικά ότι αυτό συνέβη στην προκειμένη περίπτωση, για τους εξής λόγους:

Πρώτον, ο αγοραστής δεν κατέβαλε κάποιο χρηματικό ποσό για τα ακίνητα. Συνεπώς, εκ πρώτης όψεως, η συναλλαγή φαίνεται ότι συνεπάγεται τη χορήγηση ενίσχυσης, ελλείψει αποδείξεων για το αντίθετο.

Ως προς αυτό, δεν φαίνεται να τηρήθηκαν οι διαδικασίες που προβλέπουν οι κατευθυντήριες γραμμές της Εποπτεύουσας Αρχής για την πώληση γης και κτιρίων από δημόσιες αρχές, δεδομένου ότι δεν οργανώθηκε διαγωνισμός με υποβολή προσφορών και ότι εκτιμήθηκε η αξία μόνον ενός από τα μεταβιβασθέντα ακίνητα. Κατά την άποψη της Εποπτεύουσας Αρχής, η εν λόγω εκτίμηση αξίας φαίνεται υπερβολικά επιφανειακή ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των κατευθυντήριων γραμμών.

Οι νορβηγικές αρχές ισχυρίζονται επίσης ότι η συναλλαγή συνιστά ανταλλαγή ακίνητης περιουσίας στο πλαίσιο της οποίας ο δήμος χορηγεί τρία ακίνητα, εκ των οποίων το ένα χρησιμεύει ως χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων, στον εργολάβο δομικών κατασκευών, και σε αντάλλαγμα λαμβάνει έναν μεγαλύτερο αριθμό θέσεων στάθμευσης σε υπόγειο σταθμό αυτοκινήτων. Το σκεπτικό αυτό φαίνεται ότι λαμβάνει ως προϋπόθεση ότι οι εκτιμήσεις της αξίας που υποβλήθηκαν στην Εποπτεύουσα Αρχή είναι αξιόπιστες. Ωστόσο, όπως εξηγείται ανωτέρω, η αποτίμηση του ακινήτου υπ' αριθ. 1/630 φαίνεται ότι παρουσιάζει διάφορα κενά. Ομοίως, η εκτίμηση του κόστους των μελλοντικών υπόγειων θέσεων στάθμευσης φαίνεται ότι βασίζεται αποκλειστικά στη γενική πείρα χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες του ακινήτου και του σχετικού κατασκευαστικού σχεδίου. Ως εκ τούτου, η συναλλαγή δεν φαίνεται να έγινε σύμφωνα με τους όρους της αγοράς.

Εάν αυτό συμβαίνει, η θέση της Grunnsteinen ενισχύεται έναντι των ανταγωνιστών της. Επιπλέον, η γη ενδεχομένως να ενδιέφερε και αγοραστές από άλλα κράτη ΕΖΕΣ. Η προκαταρκτική άποψη της Εποπτεύουσας Αρχής είναι, ως εκ τούτου, ότι η συναλλαγή είναι ικανή να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει το εμπόριο εντός της ΕΖΕΣ.

Συνεπώς, φαίνεται ότι υπάρχει κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

Η πώληση του ακινήτου υπ' αριθ. 4/165 στην Bryne Industripark AS

Στις 31 Αυγούστου 2005, ο δήμος Time και η ιδιωτική εταιρεία δομικών κατασκευών Bryne Industripark AS υπέγραψαν σύμφωνο πώλησης για το ακίνητο υπ' αριθ. 4/165 στο Håland του δήμου Time. Το ακίνητο καταλαμβάνει έκταση 56 365 τετραγωνικά μέτρα σε βιομηχανική περιοχή και η τιμή πώλησης καθορίστηκε ως 4,7 εκατ. NOK (ή περίπου 83 ΝΟΚ το τετραγωνικό μέτρο).

Δεν διοργανώθηκε δημόσιος διαγωνισμός ούτε έγινε εκτίμηση της αξίας του ακινήτου πριν από την πώληση. Η τιμή φαίνεται ότι υπολογίσθηκε βάσει της τιμής στην οποία ο δήμος Time είχε αγοράσει το ακίνητο το 1999, επί της οποίας προστέθηκαν το κόστος κεφαλαίου, οι κανονιστικές εργασίες και το διοικητικό κόστος. Ωστόσο, τον Οκτώβριο του 2006, ο δήμος αποφάσισε ότι τα ακίνητα σε βιομηχανικές περιοχές πρέπει να πωλούνται στην τιμή της αγοράς, δεδομένου ότι η χρησιμοποιούμενη έως τότε μέθοδος φαινόταν να οδηγεί στην πώληση γης σε υπερβολικά χαμηλές τιμές.

Με βάση τα ανωτέρω η Εποπτεύουσα Αρχή θεωρεί προκαταρκτικά ότι το ακίνητο πωλήθηκε σε τιμή κατώτερη της αγοράς και ότι βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ να πρέπει να θεωρηθεί ότι υπάρχει ανάμιξη κρατικών πόρων και ότι στην προκειμένη περίπτωση χορηγήθηκε επιλεκτικό πλεονέκτημα στην Bryne Industripark. Εάν αυτό συμβαίνει, η θέση της Bryne Industripark ενισχύεται έναντι των ανταγωνιστών της. Επιπλέον, η γη ενδεχομένως να ενδιέφερε και αγοραστές από άλλα κράτη ΕΖΕΣ. Η προκαταρκτική άποψη της Εποπτεύουσας Αρχής είναι, ως εκ τούτου, ότι η συναλλαγή είναι ικανή να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει το εμπόριο εντός της ΕΖΕΣ.

Συνεπώς, φαίνεται ότι υπάρχει κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

Η πώληση των ακινήτων υπ' αριθ. 2/70 και 2/32 προς την Bryne fotballklubb

Με συμφωνία της 8ης Αυγούστου 2003, ο δήμος Time μεταβίβασε τον τίτλο κυριότητας του σταδίου της Bryne, με αριθμούς ακινήτων 2/32 και 2/70, έκταση περίπου 53 000 τετραγωνικά μέτρα στην Bryne fotballklubb (Bryne FK), δηλαδή τον τοπικό ποδοσφαιρικό όμιλο που σήμερα συμμετέχει στην πρώτη κατηγορία (κάτω από την κατηγορία Premier League).

Δεδομένου ότι ο ποδοσφαιρικός όμιλος δεν κατέβαλε χρηματικό ποσό για την έκταση αυτή, η Εποπτεύουσα Αρχή είναι της άποψης ότι πρέπει να θεωρηθεί ότι υπάρχει ανάμιξη κρατικών πόρων και ότι στην προκειμένη περίπτωση χορηγήθηκε επιλεκτικό πλεονέκτημα στην Bryne FK. Οι νορβηγικές αρχές υποστήριξαν ότι η Bryne FK δεν αποτελεί επιχείρηση κατά την έννοια της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Ωστόσο, από την ιστοσελίδα υποδοχής της Bryne FK προκύπτει ότι ο ποδοσφαιρικός όμιλος, μεταξύ άλλων, ασχολείται με την αγοραπωλησία επαγγελματιών ποδοσφαιριστών, παρέχοντας ψυχαγωγία υπό μορφή ποδοσφαιρικών αγώνων και με την προσφορά διαφημιστικού χώρου έναντι αμοιβής. Δραστηριότητες του τύπου αυτού φαίνεται ότι υπάγονται στην κατηγορία της παροχής υπηρεσιών στην αγορά και, συνεπώς, ότι είναι οικονομικής φύσεως. Η Εποπτεύουσα Αρχή, συνεπώς, θεωρεί προκαταρκτικά ότι η Bryne FK συνιστά επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

Η συναλλαγή ενισχύει τη θέση της Bryne FK έναντι των ανταγωνιστών της. Επιπλέον, η γη ενδεχομένως να ενδιέφερε και αγοραστές από άλλα κράτη ΕΖΕΣ. Η προκαταρκτική άποψη της Εποπτεύουσας Αρχής είναι, ως εκ τούτου, ότι η συναλλαγή είναι ικανή να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει το εμπόριο εντός της ΕΖΕΣ.

Συνεπώς, φαίνεται ότι υπάρχει κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ

Από τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Εποπτεύουσα Αρχή, δεν προκύπτει ότι χορηγήθηκε ενίσχυσης για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης περιοχών στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση, ούτε πρόκειται για ενισχύσεις για την προώθηση σημαντικών σχεδίων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή για την προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή ορισμένων οικονομικών περιοχών. Επιπλέον, οι ενισχύσεις που χορηγούνται σε αθλητικούς ομίλους δεν φαίνεται να προωθούν την πολιτιστική ανάπτυξη. Με βάση τα ανωτέρω φαίνεται ότι δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην προκειμένη περίπτωση το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΠΑΡΑΝΟΜΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

Το άρθρο 1 παράγραφος 3 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου συνιστά υποχρέωση διατήρησης της υφιστάμενης κατάστασης. Το άρθρο 14 του μέρους ΙΙ του ιδίου πρωτοκόλλου προβλέπει ότι σε περίπτωση αρνητικής απόφασης, υπάρχει δυνατότητα ανάκτησης όλων των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν παράνομα στον δικαιούχο

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Με βάση τα ανωτέρω, η Εποπτεύουσα Αρχή αποφάσισε να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους Ι του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου σχετικά με τις συναλλαγές επί ακινήτων τις οποίες συνήψε ο δήμος Time για τα ακίνητα υπ' αριθ. 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, 2/70 και 2/32 στο Time.

EFTA SURVEILLANCE AUTHORITY DECISION

No 717/07/COL

of 19 December 2007

on the property transactions engaged in by the municipality of Time concerning property numbers 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, 2/70, 2/32, 1/125, 2/277, 2/278, 2/284 in Time

(NORWAY)

THE EFTA SURVEILLANCE AUTHORITY,

HAVING REGARD TO the Agreement on the European Economic Area (1), in particular to Articles 61 to 63 and Protocol 26 thereof,

HAVING REGARD TO the Agreement between the EFTA States on the establishment of a Surveillance Authority and a Court of Justice (2), in particular to Article 24 thereof and Article 1(2) and (3) in Part I and Articles 4(4) and 6(1) in Part II of Protocol 3 thereof,

HAVING REGARD TO the Authority's Guidelines (3) on the application and interpretation of Articles 61 and 62 of the EEA Agreement, and in particular the Chapter relating to the Sale of Land and Buildings by public authorities,

Whereas:

I.   FACTS

1.   PROCEDURE

On 3 March 2007, the Authority received a complaint from an association named Aksjonsgruppa ‘Ta vare på trivelige Bryne’ (hereinafter referred to as ‘Aksjonsgruppa’), concerning the sales of property numbers 1/152, 1/301, 1/630, 4/165 in Time municipality by the municipal authorities to two different private entities, as well as the sale of title number 2/70 (Bryne stadium which also includes title No 2/32) by Bryne fotballklubb, previously given to the club by the municipality, to a private investor (Event No 414270).

By letter dated 9 May 2007, the private investor Mr Gunnar Oma sent a complaint to the Authority concerning the sale by Time municipality of one of the abovementioned properties, i.e. number 4/165. Mr Oma claimed that the sale had taken place without prior value assessment and without an unconditional tendering procedure (Event No 421805).

By letter dated 25 May 2007 (Event No 1080978), the Authority invited the Norwegian authorities to comment on the complaints and requested additional information. In addition to the property numbers mentioned above, the Authority also asked questions concerning the purchase by Time Municipality of a property to be used for the construction of a new high school (title numbers 1/125, 2/277, 2/278 and 2/284), next to Bryne stadium. The sale had been the subject of articles in the local press which were enclosed with the complaint.

By letter dated 19 June 2007 (received by the Authority on 22 June 2007, Event No 426448), Time pensjonistparti complained about the exclusive right granted to Forum Jæren AS with respect to the development of 200 underground parking spaces at the property in the centre of the Bryne to be used for the construction of a new upper secondary school (title numbers 1/125, 2/277, 2/278 and 2/284) (4). According to the complainant, 180 of the parking spaces were to be used by Forum Jæren.

By letter dated 3 July 2007 (Event No 427879) from the Norwegian Government, received and registered by the Authority on 3 July 2007, Norway replied to the information request.

By letter of 28 July 2007, Aksjonsgruppa submitted comments to the Norwegian authorities' reply, received and registered by the Authority on 30 July 2007 (Event No 437440).

By e-mail dated 7 September 2007 (Event No 439975), Aksjonsgruppa submitted an agreement between Rogaland county municipality and Time municipality regarding the development and use of the property to be used as a new upper secondary school (title numbers 1/125, 2/277, 2/278, and 2/284) (Event No 439974), which included a clause whereby the County Municipality agreed to grant Forum Jæren the right to develop 200 parking spaces under the new secondary school, as well as the exclusive right to use 180 thereof.

By e-mails dated 19 September 2007 (Event Nos 442381, 442382 and 442383), the complainant submitted press reports regarding the land sales. Finally, by e-mail dated 2 October 2007 (Event No 445092), the complainant submitted an audit carried out by external auditors (Deloitte) of Time municipality's sales of land and buildings over the last years (Event No 445091).

By letter of 23 October 2007 (Event No 448109), the Authority invited the Norwegian authorities to comment on the third complaint in the case (from Time Pensjonistparti) and requested additional information with respect to the agreements concerning the construction of a new upper secondary school and the rights conferred on Forum Jæren in that respect.

By letters of 21 and 22 November (Event Nos 453220 and 453452), the Norwegian authorities replied to the Authority's request.

2.   DESCRIPTION OF THE TRANSACTIONS

2.1.   The sale of title numbers 1/152, 1/301 and 1/630 to Grunnsteinen AS

By a sales agreement dated 25 August 2007, Time municipality sold title numbers 1/152 (1 312 square metres), 1/301 (741 square metres) and 1/630 (1 167 square metres) in the centre of Bryne, the municipal centre of Time municipality, to the private property developer Grunnsteinen AS. Clause 1 of the contract (5) states that the properties, at the time of entering into the contract, were zoned for residential and public road/parking purposes. On title number 1/152, there were 44 municipal parking spaces belonging to Time municipality.

Under Clause 1 of the contract, Grunnsteinen AS undertakes to build underground parking spaces on title number 1/152, of which 65 are to be transferred to Time municipality upon completion (clauses 1 and 5 of the agreement). Grunnsteinen did not pay anything for the property; however, according to the municipal authorities, the obligation to build the parking spaces replaces ordinary payment for the property (6). At present, none of the titles have been transferred to Grunnsteinen AS; however, Clause 7 of the agreement foresees that the titles should be transferred upon completion of the parking spaces, at the latest by the end of 2008. Furthermore, Clause 1 foresees that the underground car park will be registered as a separate title in the land register when re-transferred to Time Municipality.

The initiative to enter into the agreement appears to have been taken by the buyers, and no public bidding round was organised prior to the sale (7). According to the municipal authorities, the payment for title No 1/152 consisted of the 44 parking spaces on the property being compensated for in the underground car park. As for title numbers 1/301 and 1/630, the municipality had commissioned a value assessment of one of the properties, title No 1/630, which the municipality claims were assessed by Eiendomsmegler 1. Only the assessment of title No 1/630, which concluded that the market value was NOK 600 per square metre, has been presented to the Authority (8). However, reservations were expressed with respect to the size of the area, to any encumbrance on the title in the property register and to zoning regulations, as none of these had been checked. The Norwegian authorities have also presented calculations made by the construction firm Skanska Norge AS, showing that the price for a parking space in an underground car park would be approximately NOK 150 000, excluding VAT and costs of buying/renting the land (9). On the basis of these estimates, the Norwegian authorities claim that the market price for title numbers 1/301 and 1/630, based on the value assessment, would be NOK 2 516 400 (10), whereas the value of the additional 21 parking spaces which Grunnsteinen will build for the municipality is estimated to 2 625 000 (11). Thus, the municipality claims that the value of these two properties is fully compensated by Grunnsteinen through the construction of 21 additional parking spaces.

2.2.   The sale of title number 4/165 to Bryne Industripark AS

On 31 August 2005, Time Municipality and the private property developer Bryne Industripark AS signed a sales agreement concerning title No 4/165 at Håland in Time (12). The title comprises 56 365 square metres of industrial land, and the sales price was set at NOK 4,7 million (or approximately NOK 83 per square metre). At the time of the signing of the agreement, the area was zoned for industrial purposes but the detailed zoning plan was not adopted due to objections from the public road administration. According to the municipal authorities, the new detailed zoning regulations are expected to be adopted in autumn 2007. The contract contains a claw-back clause (Clause 7) for Time municipality in the event that the property has not been built on or put to use 5 years after the date of taking possession.

At the time of entering into the agreement, the property consisted of undeveloped land. In the memorandum for the municipal council which approved the agreement, the municipal administration states that the conclusion of a development agreement should be a condition for selling the land. However, for the time being, no such agreement has yet been entered into, since detailed zoning regulations for the area have not yet been adopted.

The municipality confirms that no public bidding round was organised prior to the sale, which came about following an initiative from the buyer. However, it claims that the availability of industrial land in the area in question was advertised on its web page in 2003-2004. A value assessment was not carried out prior to the sale. It follows from the administrative memorandum made in relation to the sale that the price charged was based on the price at which Time municipality bought the property in 1999, to which capital costs, regulatory work and administrative costs were added. The price was, thus, established in accordance with the municipality's general principle for the sale of industrial properties, i.e. selling at cost (13).

According to the complainant, the price per square metre for this type of property should be in the range of NOK 400. This is based on a claim that an independent asset valuer assessed the property in January 2007 (14). However, no documentation has been submitted to this effect. In contrast, the municipal authorities claim that other industrial properties were sold, in the same period, for prices ranging between NOK 80 and 115 per square metre in the area, and enclose contracts concerning such properties (15). It also claims that Bryne Industripark, by verbal agreement, sold a major part of the property (50 000 square metres) to Jæren Arena for the purpose of building a new football stadium in March 2007, at a price of NOK 100 per square metre (16). No documentation of the actual price has been provided. Moreover, according to the complainants, the same investors hold financial interests both in Bryne Industripark AS and Jæren Arena, and a possible transaction therefore cannot be assumed to have taken place on normal commercial terms.

2.3.   The sale of title numbers 2/70 and 2/32 to Bryne fotballklubb and the subsequent transfer of the property to Forum Jæren AS

By agreement dated 8 August 2003, Time municipality transferred the title to Bryne stadium, title numbers 2/32 and 2/70, an area of approximately 53 000 square metres, to Bryne fotballklubb (Bryne FK) (17). From the background papers from the sale, it appears that the municipality had, in turn, bought the land from the football club for NOK 1 million in 1996. The Authority has no further information on this sale.

Bryne FK is a local football club, currently playing in the so-called ‘Adecco League’ (1st division). In addition to Bryne FK, which is registered in the company register as a non-profit organisation (18), the football club has also set up a limited company, Bryne Fotball AS. The information provided by the Norwegian authorities with respect to the organisational relationship between Bryne FK and Bryne Fotball AS is not very extensive; however, from the annual report of Bryne FK, it appears that the company was created to take care of the club's aim of promotion to the Norwegian Premier League. It also seems that Bryne FK is the main shareholder in the company and paid its debts in 2006. It appears that the sports activities, including those of the elite team aiming for promotion to the Premier League take place within Bryne FK (19).

Before the transfer of the title to the land, the football club had a ground lease agreements with the municipality for its buildings on title numbers 2/70 and 2/32, which included the stadium, a club house and a sports hall (20). Thus, the agreement of 8 August 2003 only concerns ownership of the land, not to the buildings. One building not belonging to Bryne fotballklubb appears to remain on the land, and it was foreseen that the club would take over the municipality's rights under the lease agreement with the owner of the building (21). Under Clause 2 of the agreement, title numbers 2/32 and 2/70 are transferred to Bryne FK without remuneration. It is also provided in the agreement that the municipality covers all costs connected to the transfer of the property, such as parcelling, measuring etc. The titles comprise approximately 53 000 square metres, and it is expressly provided that it shall, primarily, be used for sports purposes.

It follows from Clause 1 of the agreement that the background for the transfer of the titles was that the football club had asked for such transfer due to the fact that it needed to increase its assets in order to comply with requirements laid down by the Norwegian football association for football pitches to be used for matches in Tippeligaen (the Norwegian Premier League). From the background memos, it seems to have been essential that the property may be used as security for debts, and it is mentioned that the provision that it may only be used for sports purposes may somewhat reduce its accounting value.

The complainant claims that, in 2007, Bryne FK plans to sell the stadium to Forum Jæren for NOK 50 million. This appears to have taken place at the same time as the football club bought a property for the construction of a new stadium at Håland from Bryne Industripark AS (a sale referred to above). In reply to the Authority's request for information, the Norwegian authorities have confirmed that a letter of intent has been signed between Bryne FK and Forum Jæren concerning title No 2/70. However, the municipal authorities were unable to produce a copy thereof and the Authority therefore has had no confirmation of either the price mentioned or the possible existence of a binding agreement.

2.4.   The purchase by Time municipality of title numbers 1/125, 2/277, 2/278 and 2/284 for the purpose of building a new upper secondary school and the right to underground parking facilities granted to Forum Jæren

On 4 January 2007, Time Municipality and Forum Jæren entered into an agreement (22) whereby Time Municipality bought title numbers 1/125, 2/277, 2/278 and 2/284 in Time, in total approximately 17 990 square metres, for NOK 59,5 million (i.e. NOK 3 307 per square metre). The municipality has confirmed that no value assessment was carried out of the property prior to the conclusion of the contract. It is claimed that the price had been based on Forum Jæren's purchasing costs (23). The contract also stipulates that it is Forum Jæren's responsibility to prepare the land for construction, i.e. to demolish existing buildings and foundations, etc.

In Norway, the county municipalities are responsible for running upper secondary schools (24); however, it is common practice that the land on which the buildings are to be constructed is offered by the municipalities free of charge. As stated in Clause 2 of the agreement, the property is to be used for the construction of a new upper secondary school. On 13 August 2007, the municipality effectively entered into an agreement with Rogaland County Municipality concerning the construction of the upper secondary school (25). Clause 3 of the agreement provides that, on the condition that the county municipality will not need more parking spaces than expected at the time of conclusion of the agreement, the county municipality accepts that Forum Jæren may cover its need for parking spaces in an underground car park comprising 200 spaces in total, to be constructed under the school buildings. The county municipality will be entitled to 10 per cent of the surface of the underground car park.

However, since Forum Jæren has been granted an extension of its deadline for compliance with the zoning requirements for parking spaces (1 parking space per 100 square metres) until 31 December 2008, no agreement has yet been entered into between Forum Jæren and Rogaland County municipality governing Forum Jæren's rights on the property. According to the Norwegian authorities, neither does the agreement between the municipality and the county municipality confer a legally enforceable right on Forum Jæren. The Norwegian authorities underline, in this context, that Forum Jæren did not take part in the negotiations prior to the conclusion of the agreement. Finally, Norway also takes the view that a separate agreement lying down, in detail, the conditions for Forum Jæren's right to use the property for parking purposes would be necessary at a later point (26).

3.   COMMENTS BY NORWAY

Norway was invited to comment on the complaints in the Authority's requests for information, and did so in its replies. The replies were drafted by Time municipality and the Government did not provide additional comments.

Concerning the first of the transactions mentioned above, the Norwegian authorities claim, in essence, that the transfer of title numbers 1/152, 1/301 and 1/630 without remuneration does not amount to aid since it should be considered as an exchange of real property. In fact, the municipality's 44 parking spaces above ground will be exchanged for parking spaces in an underground car park. With respect to title No 1/301 and 1/630, it is claimed that, based on the value of these two properties in comparison with the cost estimates of parking spaces in underground car parks in similar projects, the value of the increase in the number of parking spaces (21) which the municipality will get as a result of the deal more than covers the value of the properties transferred. Against this background, the Norwegian authorities take the view that no aid is granted, irrespective of the fact that title No 1/152 was not valued. It is also claimed that, in the event that aid is present, it would be de minimis aid.

As for the sale of title No 4/165 to Bryne Industripark AS, Time municipality claims that, irrespective of the fact that no value assessment was made and that the property in question appears to have a very attractive location, the price per square metre corresponds to the market price. This is due to specific difficulties pertaining to the property: there were, inter alia, objections to the zoning plan, which, therefore, had not yet been adopted, and the property was difficult to exploit efficiently due to the construction prohibition in proximity to the railway. Furthermore, it is claimed that equivalent industrial properties in the municipality were recently sold at prices which, per square metre, roughly correspond to the price paid by Bryne Industripark.

With respect to the sale of Bryne stadium to Bryne FK, the Norwegian authorities argue that the buyer, Bryne FK, is not an undertaking within the meaning of the EEA Agreement, but a non-profit organisation and a sports club. Consequently, the Norwegian authorities take the view that Article 61 EEA does not apply to the transaction regardless of whether or not it confers an economic advantage on the buyer.

With respect to the titles which are to be used for the construction of an upper secondary school and Forum Jæren's right to build parking spaces under the school buildings, Time municipality claims that no legally binding agreement has yet been entered into with Forum Jæren. It was always the municipality's intention that such a right could only be granted on market conditions, but it would now be up to the County Municipality to negotiate an agreement with Forum Jæren governing the conditions for the construction of parking spaces.

II.   ASSESSMENT

1.   THE PRESENCE OF STATE AID

Article 61(1) of the EEA Agreement reads as follows:

‘Save as otherwise provided in this Agreement, any aid granted by EC Member States, EFTA States or through State resources in any form whatsoever which distorts or threatens to distort competition by favouring certain undertakings or the production of certain goods shall, in so far as it affects trade between Contracting Parties, be incompatible with the functioning of this Agreement’.

It follows from this provision that, for State aid within the meaning of the EEA to be present, the following conditions must be met:

the aid must be granted through State resources,

the aid must favour certain undertakings or the production of certain goods, i.e. the measure must confer an economic advantage upon the recipient(s), which must be selective,

the beneficiary must be an undertaking within the meaning of the EEA Agreement,

the aid must be capable of distorting competition and affect trade between contracting parties.

Whether these conditions are met must be assessed individually with respect to each of the transactions described above.

1.1.   The sale of title numbers 1/152, 1/301 and 1/630 to Grunnsteinen AS

The term ‘State resources’ covers all aid granted from public sources, including municipalities. Aid granted by Time municipality would thus fall within the definition. If public land is sold below market value, State resources are present (27).

In the case at hand, the buyer did not pay any money for the properties. Thus, prima facie, the transaction would seem to involve aid, and it would be for the Norwegian authorities to rebut that presumption.

The Norwegian authorities argue that the buyer did pay a ‘price’ for the properties by taking on the obligation to build an underground car park in which the municipality would be entitled to 65 parking spaces. Thus, what remains to be considered is whether it can established, either in application of the procedures described in the State aid guidelines or by other methods, that the transaction therefore took place on market terms.

The Norwegian authorities have confirmed that the sale of the properties was not announced publicly, but came about following an initiative from Grunnsteinen. Thus, no unconditional bidding procedure (which could, theoretically, have led to a very low, or even no value being paid, given the obligation to provide parking spaces) within the meaning of the Guidelines took place.

Concerning sales without an unconditional bidding procedure, the Guidelines require, for the presence of State aid to be excluded on this basis, that ‘an independent evaluation should be carried out by one or more independent asset valuers prior to the sales negotiations in order to establish the market value on the basis of generally accepted market indicators and valuation standards. The market price thus established is the minimum purchase price that can be agreed without granting State aid’.

In the case at hand, since the payment consists of the construction of 65 underground parking spaces for public use, in order for State aid to be excluded on the basis of the guidelines, a value assessment of the properties would have to be undertaken, and the market price of the parking spaces would have to be established in a reliable manner.

As for the properties sold, it is clear that at least title number 1/152 was not assessed at all. The Norwegian authorities claim that both title numbers 1/301 and 1/630 were valued; however, only the assessment of title number 1/630 has been forwarded to the Authority on request. Thus, the procedure laid down for establishing the market price through independent value assessment cannot, under any circumstances, be considered to have been complied with. Moreover, since the properties were transferred en bloc, a value assessment should cover all three properties taken together. With respect to the title(s) which w(as)(ere) actually valued, the Authority has not been assured that it took place in accordance with the guidelines, which require that the market value should be established on the basis of generally accepted indicators and valuation standards. In the valuation by Eiendomsmegler 1, it is merely stated that the valuation is ‘carried out in accordance with our best judgement and conviction, on the basis of a visit of the property and information provided by the seller’. However, the valuation does neither set out the characteristics of the property which were decisive for the conclusion, nor the method applied, for example one of the methods recommended by the Norwegian Valuers And Surveyours Association (‘Norges Takseringsforbund (NTF)’) for commercial property (28). In the view of the Authority, the valuation carried out by Eiendomsmegler 1 does not give sufficient information for the Authority to ascertain that it was carried out in accordance with generally accepted indicators and valuation standards.

Concerning the value of the parking spaces which the municipality will receive in remuneration for the properties, the Norwegian authorities have enclosed estimates made by the construction firm Skanska Norge AS, arriving at NOK 150 000 per parking space. The Authority also notes that the estimates are subject to the reservation that building costs will vary, depending on a range of factors such as size, location, proximity to roads, lifts, fire security, etc., and also that ‘price will further depend on working methods, timing and market situation’. Although the guidelines on expert evaluation are not directly applicable to the valuation of the future car park, the Authority is not convinced that the evaluation by Skanska was carried out in a reliable manner. In particular, the calculations presented seem to have be carried out exclusively on the basis of experience from other projects and, thus, do not seem to take sufficient account of the characteristics of the specific property in question in order to be suitable for establishing the market price.

Against this background, the presence of aid cannot be excluded on the basis of, or by analogy to, the guidelines.

The Norwegian authorities also seem to argue that the presence of aid can be excluded on other grounds. In particular, they claim that the transaction is in fact an exchange of property, and that the fact that title No 1/152 was not valued is therefore irrelevant. The argument seems to be based on the idea that, since the 44 public parking spaces currently occupying title number 1/152 will be replaced by underground parking spaces, the municipality keeps what it had before entering into the contract. Concerning exploitation of title No 1/152 above ground, this area will now be regulated as a green area and thus will have no independent market value.

It must be assessed whether these arguments are capable of excluding the presence of State aid. In that regard, what remains to be considered is the market value of the property transferred at the time of the conclusion of the contract (29). Thus, the subjective value of the land for the municipality when used as a car park does not establish the market price as long as the land could also be exploited for different purposes. At the time of the contract, this seems to have been the case, and the possibility for alternative (and more profitable) uses must, therefore, be the basis for the calculation of the market price. The Authority takes the view that, even if parts of title number 1/152 might, more than two years later, be zoned as a green area, what must be assessed is what use of the properties (if sold together) potential buyers could expect at the time of the transaction.

Secondly, this argument seems to presuppose that the valuations of the two other titles and the parking spaces are acceptable, so that the value of the parking spaces equals or exceeds the value of the two additional titles. As shown above, the Authority has not found the calculations presented to it convincing.

Against this background, the Authority has serious doubts that the ‘price’ paid for the property reflected its market value.

Firstly, the measures must confer on Grunnsteinen AS advantages that relieve it of a financial burden that it would normally have to cover from its budget (in this case, any additional price payable for the land in question). Secondly, the measure must be selective in that it favours ‘certain undertakings or the production of certain goods’.

If, and to the extent that, the price paid for the properties does not reflect their market value, Grunnsteinen obtains an advantage in the form of a lower purchase price which it would normally have to pay out of its own budget. Equally, the measure would be selective since it only benefits the buyer.

Under settled case law, the mere fact that an aid strengthens a firm's position compared with that of other firms competing in intra-EEA trade, is enough to conclude that the measure is likely to affect trade between the contracting parties and distort competition between undertakings established in other EEA States (30). If, and to the extent that, the transaction confers an economic advantage on Grunnsteinen, its position is strengthened in comparison with that of its competitors. Since the property in question appears to be centrally located commercial land which is, consequently, attractive, it might be of interest not only to Norwegian firms, to the effect that firms established in other EEA States may have been affected by the transaction. Moreover, the Norwegian buyers might be professional property investors who are active in Norway and other EEA States alike. Thus, it appears that the transaction may threaten to distort competition and affect trade within the EEA.

The Authority considers it possible that the economic advantage conferred on Grunnsteinen through the transaction could be de minimis (i.e. EUR 100 000 over a three-year period at the material time (31)) and as such not distort competition and affect trade within the EEA. However, in the absence of reliable value assessments, the Authority cannot establish with certainty that such is the case.

1.2.   The sale of title number 4/165 to Bryne Industripark AS

As described above, the land in question consists of more than 56 000 square metres of industrial land outside Bryne. No value assessment was carried out prior to the sale. The municipality states that the land was offered on its web page for some time, but it is unable to retrieve the announcement from its system, and the Authority therefore cannot verify its content. In any event, it is doubtful that a notice on a web page would qualify as a sufficiently well publicised offer within the meaning of the Guidelines. Against this background, the procedures described in the Authority's State aid Guidelines on the sale of land and buildings do not seem to have been followed and the presumption that aid is not present therefore does not apply.

The municipality has explained that property was sold at cost, i.e. at a price calculated by adding regulatory and administrative costs, capital costs and fees to the price for which the property was bought in 1999. As a preliminary point, the Authority notes that sales of public land at cost cannot exclude the presence of State aid, as this price calculation method does not take sufficient account of all the various factors which may influence a property's market value, in particular the supply and demand on the market at the time of the sale (32). Moreover, in this case, there seems to have been no adjustment for inflation.

In the case at hand, sales at cost was the general policy of the municipality at the time. However, by decision of 18 October 2006 (33), the municipality decided that land at Bryne, including Håland, should for the future be sold at market price. In the background memo for the decision, the municipality stated that industrial land at Bryne had become scarce and that land at Håland would be ‘cheap if we sell at cost’. The memo also states that one of the reasons for the transition to the market price principle was to ensure that ‘[i]ndustries which require large areas but are not labour intensive will find the land too expensive and establish themselves elsewhere’. Thus, it seems to have been expected that the market price would be higher than the cost price which was applied in the sale to Bryne Industripark.

The Norwegian authorities have argued that the price is comparable to the sales price of similar land sold in the area in the same period (34). The Authority accepts that such comparisons might give an indication of the appropriate price for the land (35). However, the Authority has doubts as to the relevance of the prices presented as it has not been presented with facts which demonstrate that the land plots in question are sufficiently comparable to the land sold to Bryne Industripark. All areas in question are, inter alia, considerably smaller than title No 4/165 and the Norwegian authorities have not provided details of their location showing that they are as attractive as title No 4/165. Moreover, all the properties referred to are stated to be unregulated in the sales contracts. By contrast, at the time of the sale, a zoning plan for the area sold to Bryne Industripark had been adopted on 5 June 2004. The Norwegian authorities state that objections from the Public Roads Administration seemed to make adjustments necessary. It is unclear to the Authority whether these objections were received before or after the sale to Bryne Industripark. In any event, the agreement refers to the detailed zoning plan adopted in 2004 and the property, therefore, does not seem to have been sold as unregulated. The relevance of comparing the land to areas which were unregulated can thus be questioned (36).

Against this background, the Authority has serious doubts that the cost price at which title No 4/165 in Time was sold corresponded to the property's market value at the time of the sale.

If, and to the extent that, the price paid for the title No 4/165 does not reflect its market value, Bryne Industripark obtains an advantage in the form of a lower purchase price, thus avoiding costs which it would normally have to pay out of its own budget. Equally, the measure would be selective since it only benefits the buyer.

As set out above, the mere fact that an aid strengthens a firm's position compared with that of other firms, which are competitors in EEA trade, is enough to conclude that competition is distorted and intra-EEA trade is affected. If, and to the extent that, Bryne Industripark bought the land below market price, its position is strengthened compared with that of its competitors. In the case at hand, the property in question appears to be industrial land of potential interest to a variety of activities. Accordingly, it may well be of interest not only to Norwegian firms. Moreover, the Norwegian buyers might be professional property investors who are active both in Norway and other EEA States.

Thus, the transaction may threaten to distort competition and affect trade within the EEA.

1.3.   The sale of title numbers 2/70 and 2/32 to Bryne FK

As described above, the stadium was transferred to Bryne football club in 2003 for NOK 0. At the time, Bryne FK had two lease agreements with the municipality on title numbers 2/70 and 2/32, concerning, respectively, a grandstand for football and a clubhouse, and a sports hall (37). Furthermore, a company called Stadion Trim & Bowling AS had a lease contract for a sports building for 99 years from 1997. It also appears that Bryne Friidrettsklubb (Bryne Athletics) had certain rights of use to the stadium prior to the transfer of the ground to Bryne FK, and that these rights had to be waived before the transfer could be implemented.

The existence of long term lease agreements and special rights of use may lead to the value of the land being reduced if sold to a third party. However, it is implausible that the property would have no market value at all, inter alia because such special rights might be waived at a later stage. This would seem to be demonstrated by recent events: In fact, the sports club has now decided to move its stadium and, thus, to sell the property in question. Norwegian authorities have confirmed that no value assessment was carried out of the property prior to the sale.

Against this background, the Authority has strong doubts that the property was transferred at market price and, thus, that no State resources were involved.

If the presence of State resources were to be proven, the transaction must be held to confer an advantage on Bryne FK. The measure would, thus, be selective within the meaning of Article 61(1) EEA.

The Norwegian authorities have claimed that Bryne FK does not constitute an undertaking within the meaning of the EEA Agreement because it is a sports club and a private consumer-oriented organisation with no profit-making purposes. According to the Norwegian Government, the club is not active in commercial activities. To substantiate its position, the Norwegian authorities have enclosed the club's annual report, focussing on its activities for adolescents and children.

As a starting point, the Authority notes that the concept of an undertaking encompasses every entity engaged in an economic activity (38). Any activity consisting in offering goods and services on a given market is an economic activity (39). Therefore, it is not decisive that the football club is not organised as a limited company or that it is registered as a non-profit organisation in the company register. The Court of Justice of the European Communities has held that where a sporting activity takes the form of gainful employment or the provision of services for remuneration, which is true of the activities of semi-professional or professional sportsmen, it constitutes an economic activity for the purposes of Community law. Therefore, it is subject, inter alia, to the rules on competition (40).

Bryne FK currently plays in the so-called Adecco league, i.e. the 1st division in Norwegian football (i.e. the division below the Premier League). From Bryne FK's homepage, it appears that the club is, inter alia, active in selling and buying professional players (41), providing entertainment in the form of football matches and in offering advertising space in return for payment (42). In light of the practice of the European Commission, such activities would seem to qualify as the provision of services on a market and therefore to be economic in nature (43). The club's annual accounts, forwarded by the Norwegian authorities, show that it had an annual turnover in the range of NOK 28 million in 2006, of which approximately 11,6 million was generated through sponsorship. Other major sources of revenue include income from matches, non-sports activities, rent income/public contributions and miscellaneous revenues. In addition, about NOK 400 000 stemmed from membership fees. In the view of the Authority, all these items, with the possible exception of a part of the membership fees, seem to have been generated through economic activity.

In light of the above, the Authority takes the preliminary view that Bryne FK must be held to be an undertaking for the purposes of the State aid rules of the EEA Agreement.

Provided that it is established that Bryne FK got the property without paying the market price, it receives an advantage which strengthens its position compared with that of its competitors, thus threatening to distort competition. As demonstrated above, Bryne FK's commercial activities appear to include, inter alia, the selling and buying of players from clubs in other EEA States, the offering of advertising space and the provision of entertainment in the form of football matches. In doing so, the club competes with undertakings established in other EEA States. Insofar as the measure is deemed to distort competition, it will, therefore, also be capable of affecting trade between the Contracting Parties.

1.4.   The purchase by Time municipality of title numbers 1/125, 2/277, 2/278 and 2/284 for the purpose of building a new upper secondary school and the right to underground parking facilities granted to Forum Jæren

With respect to the right to build parking spaces under title numbers 1/125, 2/277, 2/278 and 2/284, allegedly granted to Forum Jæren by Time Municipality, it appears to the Authority that Forum Jæren has not yet obtained a legally enforceable right of use of the property. As long as the contractual conditions governing Forum Jæren's future right of use, and thus the commercial balance of the contract, have not yet been determined, it is not possible to assess whether a potential future agreement would involve the granting of State aid. Thus, even if the possible future granting of such a right were to constitute State aid, the aid has not yet been put into effect. As the Authority only has the power to assess aid which has already been put into effect (44) or plans to grant aid notified to it by the national authorities (45), it cannot, at this stage, take a decision on the possible aid involved in granting Forum Jæren the right to construct parking spaces under the foreseen school buildings. Thus, the Authority finds that no State aid has been granted at this stage.

This finding does not preclude the Authority from adopting a decision if, at a later stage, a measure possibly involving aid should be put into effect or notified to the Authority pursuant to Article 1 of Section I of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement.

2.   PROCEDURAL REQUIREMENTS

Pursuant to Article 1(3) in Part I of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement, ‘the EFTA Surveillance Authority shall be informed, in sufficient time to enable it to submit its comments, of any plans to grant or alter aid (…). The State concerned shall not put its proposed measures into effect until the procedure has resulted in a final decision’.

Title number 4/165 and title numbers 2/70 and 2/32 have been sold under legally binding sales contracts and the titles have been transferred in the land register. The measures must therefore be deemed to have been put into effect.

As for the sale of title numbers 1/152, 1/301 and 1/630 to Grunnsteinen, the titles have not yet been transferred in the land register. However, a legally binding contract has been entered into, from which the municipal authorities cannot withdraw without incurring financial consequences. Thus, no further formal measures are required for the buyer to receive the economic benefit of the transaction, and it must therefore be deemed to have been put into effect.

These transactions have not been notified to the Authority. To the extent that these transactions involve State aid, it can be concluded that the Norwegian Government has not respected its obligations pursuant to Article 1(3) in Part I of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement.

3.   COMPATIBILITY OF THE AID

The Norwegian authorities have argued that the transactions do not contain aid, and have not put forward arguments concerning compatibility. However, after assessing the likelihood that State aid may be involved in the transactions described above, it has to be considered whether any aid involved in the transactions could be compatible with the EEA Agreement under Article 61(3)(a)-(c) EEA.

In the case of the sale of title numbers 1/152, 1/301 and 1/630 to Grunnsteinen, the information available to the Authority does not seem to indicate that any aid was granted to promote the economic development of areas where the standard of living is abnormally low or where there is serious underemployment, to promote a project of common European interest or to facilitate the development of certain economic activities. Moreover, any aid granted to the sports club would not seem to promote cultural development. Against that background, Article 61(3)(a)-(c) appears to be inapplicable.

For the same reasons, any possible aid involved in the sale of title number 4/165 to Bryne Industripark and the sale of title numbers 2/70 and 2/32 to Bryne FK does not seem to be compatible with the functioning of the EEA Agreement by virtue of Article 61(3)(a)-(c).

4.   CONCLUSION

Based on the information available to the Authority, including the information submitted by the Norwegian Government, the Authority cannot exclude that the sales of title numbers 1/152, 1/301, 1/630 (to Grunnsteinen AS), 4/165 (to Bryne Industripark AS), 2/70, 2/32 (to Bryne FK) constitute aid within the meaning of Article 61(1) of the EEA Agreement. Furthermore, the Authority has doubts, to the extent that State aid is involved, that they can be regarded as complying with Article 61(3)(c) of the EEA Agreement. Consequently, the Authority has doubts that the transactions referred to above do not constitute State aid or are compatible with the functioning of the EEA Agreement.

Consequently, and in accordance with Article 4(4) in Part II of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement, the Authority is obliged to open the procedure provided for in Article 1(2) in Part I of Protocol 3 of the Surveillance and Court Agreement. The decision to open proceedings is without prejudice to the final decision of the Authority, which may conclude that the measures in question do not constitute State aid or are compatible with the functioning of the EEA Agreement.

The Authority also draws the attention of the Norwegian authorities to the fact that Article 1(3) in Part I of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement constitutes a standstill obligation and that Article 14 in Part III of that Protocol provides that, in the event of a negative decision, all unlawful aid may be recovered from the beneficiary, save in exceptional circumstances. At this stage, the Authority has not been presented with any facts indicating the existence of exceptional circumstances on the basis of which the beneficiary may legitimately have assumed the aid to be lawful.

In light of the foregoing considerations, the Authority, acting under the procedure laid down in Article 1(2) in Part I of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement, requests Norway to submit its comments and to provide all such information as may help to assess the transactions described above, within one month of the date of receipt of this decision. It requests your authorities to forward a copy of this letter to the potential aid recipient of the aid immediately.

In the light of the foregoing consideration, the Authority requires, within one month of receipt of this decision, to provide all documents, information and data needed for assessment of the compatibility of the property transactions engaged in by the Municipality of Time and, in particular, value assessments stating the value of title numbers 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, 2/70 and 2/32 at the time of the sale, carried out by an independent asset valuer in accordance with the procedure described in the Authority's Guidelines relating to Sales of Land and Buildings by Public Authorities,

HAS ADOPTED THIS DECISION:

1.

The Authority has decided to open the formal investigation procedure provided for in Article 1 (2) in Part I of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement against Norway in relation to the sale by the Municipality of Time of the properties registered under title numbers 1/152, 1/301, 1/630 (to Grunnsteinen AS); title number 4/165 (to Bryne Industripark AS) and title numbers 2/70 and 2/32 (to Bryne FK) in Time.

2.

At present, the transactions relating to title numbers 1/125, 2/277, 2/278, 2/284 in Time do not involve the granting of State aid, within the meaning of Article 61(1) of the EEA Agreement, to Forum Jæren AS.

3.

The Norwegian Government is requested, pursuant to Article 6(1) in Part II of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement, to submit its comments on the opening of the formal investigation procedure within one month from the notification of this decision.

4.

The Norwegian Government is required to provide within one month from notification of this decision all documents, information and data needed for assessment of the compatibility of the aid measure, in particular value assessments stating the value of title numbers 1/152, 1/301, 1/630, 4/165, 2/70 and 2/32 at the time of the sale, carried out by an independent asset valuer in accordance with the procedure described in the Authority's Guidelines relating to Sales of Land and Buildings by Public Authorities.

5.

The Norwegian Government is requested to forward a copy of this Decision to the potential recipients of aid immediately.

6.

This Decision is addressed to the Kingdom of Norway.

Done at Brussels, 19 December 2007.

For the EFTA Surveillance Authority

Per SANDERUD

President

Kristján Andri STEFÁNSSON

College Member


(1)  Hereinafter referred to as the EEA Agreement.

(2)  Hereinafter referred to as the Surveillance and Court Agreement.

(3)  Procedural and Substantive Rules in the Field of State Aid — Guidelines on the application and interpretation of Articles 61 and 62 of the EEA Agreement and Article 1 of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement, adopted and issued by the EFTA Surveillance Authority on 19 January 1994, published in OJ L 231, 3.9.1994, EEA Supplement No 32, 3 September 1994, last amended by the Authority's Decision No 154/07/COL, hereinafter referred to as the State Aid Guidelines.

(4)  The property numbers referred to in the complaint are 1/125, 2/25, 2/274, 2/277, 2/278 and 2/288. Attempts have been made to check this with the complainant, but a clear answer could not be obtained (e-mails from the case handler of 19 October 2007 and Reply from Time Pensjonistparti of 22 October 2007, Event Nos 447785, 447999 and 448000). Based on the description of the properties in the complaint, the Authority, nevertheless, takes the view that the property referred to must be the property on which a new upper secondary school is to be constructed, i.e. title numbers 1/125, 2/277, 2/278 and 2/284.

(5)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 1).

(6)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879), Question 1(e).

(7)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879), reply to question 1(e).

(8)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 2). In Norway's reply, it is claimed that the value assessment concerned title numbers 1/301 and 1/630. However, this is not reflected in the actual assessment, neither does the number of square metres stated therein indicate that both properties have been taken into account.

(9)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 5).

(10)  This appears to be based on a value of NOK 600 per square metre plus the value of a building on title No 1/301. The Authority has not been presented with a valuation of the building.

(11)  This is based on the Municipality's original cost estimate of NOK 125 000, set out in the background papers for the deliberations in the municipal council (Event No 413558, pp. 16-17). The estimate by Skanska appears to have been obtained at a later stage.

(12)  Event No 413558, p. 19 et seq.

(13)  Event No 413558, pp. 16-17.

(14)  See Event No 413558 (original complaint), repeated in Aksjonsgruppa's comments to Norway's reply, Event No 477440.

(15)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annexes 13-17).

(16)  See Article from the local newspaper Jærbladet of 28 March 2007, referring to this price.

(17)  Event No 413558, p. 29 and Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 29).

(18)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 21).

(19)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 22).

(20)  The ground lease agreements provided by Norway, Annexes 18 and 19 to Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879).

(21)  See Annex 24 to Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879).

(22)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 26).

(23)  Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879).

(24)  See the Act relating to Education of 17 July 1998, No 61, Section 13-3.

(25)  Agreement between Time Municipality and Rogaland County Municipality relating to the construction of a new upper secondary school, Event No 439974.

(26)  Norway's reply to the Authority's second request for information (Event Nos 453220 and 453452).

(27)  Case T-274/01, Valmont Nederland BV v Commission, [2004] ECR II-3145, paragraphs 44-45.

(28)  The Authority has previously held that these standards fulfil the requirements of the Guidelines, ref. Decision No 170/05/COL on the sale of the University Library Building and Part of Adjacent Property in Oslo.

(29)  See Case T-366/00, Scott SA v Commission, judgment of 29 March 2007 (not yet reported), paragraph 106.

(30)  See Case 730/79, Philip Morris Holland BV v Commission, [1980] ECR p. 2671, paragraphs 11-12 and Joined Cases E-5/04, E-6/04 and E-7/04, FESIL, Finnfjord, PIL and Others, and the Kingdom of Norway v the Authority, paragraph 94.

(31)  See Article 2(2) of Commission Regulation (EC) No 69/2001, incorporated into the EEA Agreement by Joint Committee Decision No 88/2002 (OJ L 266, 3.10.2002, p. 56 and EEA Supplement No 49, 3 October 2002, p. 42), e.i.f. 1 February 2003.

(32)  Case T-366/00, Scott (cited above), paragraph 106.

(33)  Decision No KS-075/06, forwarded by the complainant (Annex 3 to Event No 437440).

(34)  Land sale agreements attached as Annexes 13-17 to Norway's reply to the Authority's first request for information, (Event No 427879).

(35)  Case T-366/00, Scott (cited above), paragraph 116.

(36)  It may also be noted that it follows from the sales agreements that it was considered to be highly likely that the areas were of archaeological interest and that the ground would, therefore, have to be explored before any development could take place, see Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annexes 13, 14 and 15. This does not seem to be the case with respect to the title No 4/165, see Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annex 8).

(37)  See Norway's reply to the Authority's first request for information (Event No 427879, Annexes 18 and 19).

(38)  Case C-41/90, Höfner and Elser [1991] ECR I-1979, paragraph 21.

(39)  Case 218/00, Cisal [2002] ECR I-691, paragraph 23.

(40)  Case Case C-519/04 P, Meca-Medina and Majcen vs Commission, [2006] ECR I-6991, paragraphs 22, 23 and 30.

(41)  For example, the news archive of the club features headlines like ‘Striker on trial’ (18 March 2004), ‘Frenchman for trial’ (30 March 2004), ‘Serbian trial player at Bryne’ (2 August 2007) and ‘Icelandic U21 player ready for Bryne’ (31 August 2007):

http://www.brynefk.no/Brynefk/index.nsf/DESIGNARKIV?openform

(42)  For example, in a news item of 13 April 2007, the club states that ‘For the first time Bryne FK has received more than 12 million in mere sponsorship money. The capacity [for advertisements] at Bryne stadium is exhausted and in order to exceed the 12 million threshold the club has invested in advertising rolls. The VIP stand has also been nearly sold out’.

See: http://www.brynefk.no/brynefk/index.nsf/DESIGNUNIK/SFUS-76RJ37?OpenDocument

(43)  See paragraph 17 of the Commission's opening Decision in Case C-49/03 (NN 51/03), Sale of land to AZ and AZ Vastgoed BV (OJ C 266, 5.11.2003, p. 8).

(44)  Unlawful aid or existing aid, under, respectively, Section III and V of Part II of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement.

(45)  Section II of Protocol 3 to the Surveillance and Court Agreement.


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Επιτροπή

5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/42


Ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊλάνδης και μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, που κατάγονται από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και εκείνων που αποστέλλονται από την Ταϊβάν, είτε έχουν δηλωθεί ως καταγωγής Ταϊβάν είτε όχι

(2008/C 138/12)

Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη (1) των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊλάνδης («οι οικείες χώρες»), η Επιτροπή έλαβε αίτηση επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (2) («ο βασικός κανονισμός»).

1.   Αίτηση επανεξέτασης

Η αίτηση υποβλήθηκε στις 5 Μαρτίου 2008 από την Defence Committee of the Steel Butt-Welding Fittings Industry of the European Union, δηλαδή την επιτροπή άμυνας του κλάδου παραγωγής συγκολλημένων κατ' άκρον εξαρτημάτων από χάλυβα της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο αιτών»), για λογαριασμό παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος, σ' αυτήν την περίπτωση πάνω από το 25 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων από σίδηρο ή χάλυβα.

2.   Προϊόν

To υπό εξέταση προϊόν είναι εξαρτήματα σωληνώσεων (εκτός από τα χυτά, τους συζευκτήρες και τους συζευκτήρες με βόλτες), από σίδηρο ή χάλυβα (μη συμπεριλαμβανομένου του ανοξείδωτου χάλυβα), με μέγιστη εξωτερική διάμετρο μη υπερβαίνουσα τα 609,6 mm, από αυτά που χρησιμοποιούνται για συγκόλληση κατ' άκρον ή για άλλους σκοπούς, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊλάνδης («το υπό εξέταση προϊόν»), και τα οποία ταξινομούνται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 7307 93 11, ex 7307 93 19, ex 7307 99 30 και ex 7307 99 90. Οι εν λόγω κωδικοί ΣΟ αναφέρονται μόνο για ενημερωτικούς σκοπούς.

3.   Ισχύοντα μέτρα

Τα μέτρα που ισχύουν σήμερα είναι οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ που έχουν επιβληθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003 του Συμβουλίου (3) στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊλάνδης, και εκείνων που αποστέλλονται από την Ταϊβάν, είτε έχουν δηλωθεί ως καταγωγής Ταϊβάν είτε όχι, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1496/2004 του Συμβουλίου (4).

4.   Αιτιολόγηση των επανεξετάσεων

4.1.   Αιτιολόγηση της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων

Η αίτηση βασίζεται στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων είναι πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή στην επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, καθορίστηκε μια κανονική αξία για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας με βάση την τιμή σε κατάλληλη χώρα με οικονομία της αγοράς, που αναφέρεται στο σημείο 5.1 στοιχείο δ). Το ενδεχόμενο συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ βασίζεται στη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, και των τιμών εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος όταν πωλείται προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

Με βάση τα στοιχεία αυτά, το υπολογιζόμενο περιθώριο ντάμπινγκ είναι σημαντικό.

Επιπλέον, ο αιτών υποστηρίζει ότι, κατά την περίοδο επιβολής των μέτρων, οι παραγωγοί/εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας προσπάθησαν να υπονομεύσουν τα ισχύοντα μέτρα με πρακτικές καταστρατήγησης που εξουδετερώθηκαν με τους κανονισμούς του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 763/2000 (5), (ΕΚ) αριθ. 2052/2004 (6), (ΕΚ) αριθ. 2053/2004 (6) και (ΕΚ) αριθ. 655/2006 (7).

Ο ισχυρισμός της πιθανότητας συνέχισης του ντάμπινγκ όσον αφορά την Ταϊλάνδη βασίζεται σε σύγκριση μεταξύ μιας κατασκευασμένης κανονικής αξίας, που υπολογίστηκε με βάση το κόστος παραγωγής, και των τιμών εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος όταν πωλείται προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

Ο αιτών προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ότι οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και την Ταϊλάνδη εξακολούθησαν να εισάγονται σε σημαντικές ποσότητες και ότι οι ποσότητες αυτές αναμένεται να παραμείνουν στα σημερινά τους επίπεδα, εάν όχι να αυξηθούν λόγω, μεταξύ άλλων, των μέτρων που εφαρμόζονται σε παραδοσιακές αγορές, άλλες από αυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (π.χ. των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής) για εισαγωγές του προϊόντος καταγωγής από τις οικείες χώρες.

Επιπλέον, ο αιτών ισχυρίζεται ότι τρέχουσα βελτιωμένη κατάσταση όσον αφορά τη ζημία οφείλεται κυρίως στην ύπαρξη των μέτρων και ότι, αν επιτραπεί η λήξη της ισχύος των μέτρων αυτών, η συνέχιση ή επανάληψη της πραγματοποίησης σημαντικών εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ από τις οικείες χώρες θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω ζημία για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

4.2.   Αιτιολόγηση της ενδιάμεσης επανεξέτασης

Ο αιτών έχει παράσχει πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες, όσον αφορά τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, το μέτρο δεν είναι πλέον επαρκές για να αντισταθμίσει το ζημιογόνο ντάμπινγκ, ιδίως όσον αφορά την επέκταση του μέτρου στις εισαγωγές που αποστέλλονται από την Ταϊβάν. Ο αιτών έχει προσκομίσει αρχικά αποδεικτικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η εξαίρεση των εισαγωγών προϊόντων που παράγονται από τις Chup Hsin Enterprise Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν) και Niang Hong Pipe Fittings Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν) από το επεκταθέν μέτρο δεν δικαιολογείται πλέον, δεδομένου ότι οι εν λόγω εταιρείες φαίνεται να εφαρμόζουν πρακτικές καταστρατήγησης, όπως η μεταφόρτωση ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας μέσω της Ταϊβάν.

5.   Διαδικασία

Η Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή, αφού αποφάνθηκε ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων και μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, που περιορίζεται στην εξαίρεση ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, που παράγονται από τις Chup Hsin Enterprise Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν) και Niang Hong Pipe Fittings Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν), από την επέκταση των μέτρων αντιντάμπινγκ, τα οποία επιβλήθηκαν στις εισαγωγές καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στις εισαγωγές που αποστέλλονται από την Ταϊβάν, κινεί εν προκειμένω επανεξετάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού.

5.1.   Διαδικασία επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων και ενδιάμεσης επανεξέτασης

Η έρευνα θα καθορίσει κατά πόσον η λήξη της ισχύος των μέτρων είναι πιθανό να οδηγήσει σε συνέχιση ή επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας. Με την ενδιάμεση επανεξέταση θα προσδιορισθεί, όσον αφορά τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που αποστέλλεται από την Ταϊβάν, κατά πόσον η εξαίρεση ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, που παράγονται από τις Chup Hsin Enterprise Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν) και Niang Hong Pipe Fittings Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν), από την επέκταση των μέτρων αντιντάμπινγκ, τα οποία επιβλήθηκαν στις εισαγωγές καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στις εισαγωγές που αποστέλλονται από την Ταϊβάν, εξακολουθεί να δικαιολογείται για την αντιστάθμιση του ζημιογόνου ντάμπινγκ.

α)   Δειγματοληψία

Λόγω του εμφανώς μεγάλου αριθμού των μερών που αφορά η παρούσα διαδικασία, η Επιτροπή ενδέχεται να αποφασίσει να εφαρμόσει μέθοδο δειγματοληψίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού.

i)   Δειγματοληψία για τους παραγωγούς/εξαγωγείς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον είναι αναγκαία η δειγματοληψία και, εφόσον είναι αναγκαία, να επιλέξει ένα δείγμα, όλοι οι παραγωγοί/εξαγωγείς ή οι αντιπρόσωποί τους που ενεργούν για λογαριασμό τους καλούνται να αναγγελθούν ερχόμενοι σε επαφή με την Επιτροπή και να παράσχουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εταιρεία ή τις εταιρείες τους, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο β) περίπτωση i) και σύμφωνα με τη μορφή που καθορίζεται στο σημείο 7:

την επωνυμία, ταχυδρομική διεύθυνση, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμούς τηλεφώνου και φαξ, καθώς και το ονοματεπώνυμο του αρμόδιου υπαλλήλου,

τον κύκλο εργασιών σε εθνικό νόμισμα και τον όγκο σε τόνους του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα για το διάστημα από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

τον κύκλο εργασιών σε εθνικό νόμισμα και τον όγκο των πωλήσεων σε τόνους για το υπό εξέταση προϊόν στην εγχώρια αγορά για το διάστημα από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

τον κύκλο εργασιών σε εθνικό νόμισμα και τον όγκο των πωλήσεων σε τόνους του υπό εξέταση προϊόντος σε άλλες τρίτες χώρες κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

τις επακριβείς δραστηριότητες της εταιρείας όσον αφορά την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος και τον όγκο της παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος σε τόνους, την παραγωγική ικανότητα και τις επενδύσεις σε παραγωγική ικανότητα για το διάστημα από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

την επωνυμία και τις επακριβείς δραστηριότητες όλων των συνδεδεμένων εταιρειών (8) που συμμετέχουν στην παραγωγή ή/και στην πώληση (προς εξαγωγή ή/και στην εγχώρια αγορά) του υπό εξέταση προϊόντος,

τυχόν άλλες σχετικές πληροφορίες που θα βοηθούσαν την Επιτροπή στην επιλογή του δείγματος.

Με την παροχή των ανωτέρω πληροφοριών, η εταιρεία συγκατατίθεται να συμπεριληφθεί ενδεχομένως στο δείγμα. Εάν η εταιρεία επιλεγεί να αποτελέσει μέρος του δείγματος, αυτό σημαίνει ότι οφείλει να απαντήσει σε ένα ερωτηματολόγιο και να δεχτεί τη διενέργεια επιτόπιας έρευνας επαλήθευσης της απάντησής της. Η εταιρεία που δηλώνει ότι αρνείται να συμπεριληφθεί στο δείγμα θεωρείται ότι δεν έχει συνεργασθεί στην έρευνα. Οι συνέπειες της άρνησης συνεργασίας περιγράφονται κατωτέρω στο σημείο 8.

Η Επιτροπή, προκειμένου να συγκεντρώσει τα στοιχεία που θεωρεί απαραίτητα για την επιλογή του δείγματος των παραγωγών/εξαγωγέων, θα έρθει επίσης σε επαφή με τις αρχές των χωρών εξαγωγής καθώς και με όλες τις γνωστές ενώσεις παραγωγών/εξαγωγέων.

ii)   Δειγματοληψία για τους εισαγωγείς

Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον είναι αναγκαία η δειγματοληψία και, εφόσον αποδειχθεί αναγκαία, να επιλέξει ένα δείγμα, όλοι οι εισαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα ή οι αντιπρόσωποι που ενεργούν για λογαριασμό τους, καλούνται να αναγγελθούν ερχόμενοι σε επαφή με την Επιτροπή και να παράσχουν τις κατωτέρω πληροφορίες σχετικά με την εταιρεία ή τις εταιρείες τους, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο β) περίπτωση i) και με τη μορφή που καθορίζεται στο σημείο 7:

την επωνυμία, ταχυδρομική διεύθυνση, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμούς τηλεφώνου και φαξ, καθώς και το ονοματεπώνυμο του αρμόδιου υπαλλήλου,

το συνολικό κύκλο εργασιών της εταιρείας, σε ευρώ, κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

το συνολικό αριθμό των εργαζομένων,

τις επακριβείς δραστηριότητες της εταιρείας όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν,

τον όγκο σε τόνους και την αξία σε ευρώ των εισαγωγών και των μεταπωλήσεων του υπό εξέταση εισαγόμενου προϊόντος καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ταϊλάνδης, που πραγματοποιήθηκαν στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008, ή που απεστάλησαν από την Ταϊβάν, τη Σρι Λάνκα, την Ινδονησία ή τις Φιλιππίνες, είτε δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊβάν, Σρι Λάνκα, Ινδονησίας ή Φιλιππινών είτε όχι,

την επωνυμία και τις επακριβείς δραστηριότητες όλων των συνδεδεμένων εταιρειών που συμμετέχουν στην παραγωγή ή/και στην πώληση του υπό εξέταση προϊόντος (9),

τυχόν άλλες σχετικές πληροφορίες που θα βοηθούσαν την Επιτροπή στην επιλογή του δείγματος.

Με την παροχή των ανωτέρω πληροφοριών, η εταιρεία συγκατατίθεται να συμπεριληφθεί ενδεχομένως στο δείγμα. Εάν η εταιρεία επιλεγεί να αποτελέσει μέρος του δείγματος, αυτό σημαίνει ότι οφείλει να απαντήσει σε ένα ερωτηματολόγιο και να δεχθεί τη διενέργεια επιτόπιας έρευνας επαλήθευσης της απάντησής της. Η εταιρεία που δηλώνει ότι αρνείται να συμπεριληφθεί στο δείγμα θεωρείται ότι δεν έχει συνεργασθεί στην έρευνα. Οι συνέπειες της άρνησης συνεργασίας περιγράφονται κατωτέρω στο σημείο 8.

Για να συγκεντρώσει τις πληροφορίες που θεωρεί απαραίτητες για την επιλογή του δείγματος των εισαγωγέων, η Επιτροπή θα έρθει επίσης σε επαφή με κάθε γνωστή ένωση εισαγωγέων.

iii)   Δειγματοληψία για τους κοινοτικούς παραγωγούς

Λόγω του μεγάλου αριθμού κοινοτικών παραγωγών που υποστηρίζουν την αίτηση, η Επιτροπή προτίθεται να διερευνήσει τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εφαρμόζοντας τη μέθοδο της δειγματοληψίας. Για να μπορέσει η Επιτροπή να επιλέξει το δείγμα, καλούνται όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί να παράσχουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εταιρεία ή τις εταιρείες τους, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο β) περίπτωση i) και με τη μορφή που καθορίζεται στο σημείο 7:

την επωνυμία, διεύθυνση, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμούς τηλεφώνου και φαξ καθώς και το ονοματεπώνυμο του αρμόδιου υπαλλήλου,

το συνολικό κύκλο εργασιών της εταιρείας σε ευρώ κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

τις επακριβείς δραστηριότητες της εταιρείας όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν,

την αξία σε ευρώ των πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

τον όγκο, σε τόνους, των πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

τον όγκο σε τόνους της παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008,

την επωνυμία και τις επακριβείς δραστηριότητες όλων των συνδεδεμένων εταιρειών (9) που συμμετέχουν στην παραγωγή ή/και στην πώληση του υπό εξέταση προϊόντος,

τυχόν άλλες σχετικές πληροφορίες που θα βοηθούσαν την Επιτροπή στην επιλογή του δείγματος.

Με την παροχή των ανωτέρω πληροφοριών, η εταιρεία συγκατατίθεται να συμπεριληφθεί ενδεχομένως στο δείγμα. Εάν η εταιρεία επιλεγεί να αποτελέσει μέρος του δείγματος, αυτό σημαίνει ότι οφείλει να απαντήσει σε ερωτηματολόγιο και να δεχθεί τη διενέργεια επιτόπιας έρευνας επαλήθευσης της απάντησής της. Η εταιρεία που δηλώνει ότι αρνείται να συμπεριληφθεί στο δείγμα θεωρείται ότι δεν έχει συνεργασθεί στην έρευνα. Οι συνέπειες της άρνησης συνεργασίας περιγράφονται κατωτέρω στο σημείο 8.

iv)   Τελική επιλογή των δειγμάτων

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που επιθυμούν να υποβάλουν στοιχεία σχετικά με την επιλογή των δειγμάτων, πρέπει να το πράξουν εντός της προθεσμίας που ορίζεται κατωτέρω στο σημείο 6 στοιχείο β) περίπτωση ii).

Η Επιτροπή σκοπεύει να προβεί στην τελική επιλογή των δειγμάτων αφού ζητήσει τη γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών που έχουν εκδηλώσει προθυμία να συμπεριληφθούν στα δείγματα.

Οι εταιρείες που θα συμπεριληφθούν στα δείγματα οφείλουν να απαντήσουν σε ερωτηματολόγιο εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο β) περίπτωση iii), καθώς και να συνεργαστούν στο πλαίσιο της έρευνας.

Σε περίπτωση που δεν εκδηλωθεί ικανοποιητική διάθεση συνεργασίας, η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 4 και το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού, να εξαγάγει τα συμπεράσματά της με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. Τα συμπεράσματα που βασίζονται στα διαθέσιμα στοιχεία ενδέχεται να αποδειχθούν λιγότερο ευνοϊκά για το ενδιαφερόμενο μέρος, όπως εξηγείται στο σημείο 8.

β)   Ερωτηματολόγια

Για να συγκεντρώσει η Επιτροπή τις πληροφορίες που θεωρεί απαραίτητες για την έρευνα, θα αποστείλει ερωτηματολόγια στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και σε όλες τις ενώσεις παραγωγών στην Κοινότητα που περιλαμβάνονται στο δείγμα, στους παραγωγούς/εξαγωγείς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στους περιλαμβανόμενους στο δείγμα παραγωγούς/εξαγωγείς της Ταϊλάνδης, στις Chup Hsin Enterprise Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν) και Niang Hong Pipe Fittings Co. Ltd, Kaohsiung (Ταϊβάν), σε όλες τις ενώσεις παραγωγών/εξαγωγέων, στους εισαγωγείς που έχουν περιληφθεί στο δείγμα, σε όλες τις ενώσεις εισαγωγέων που αναφέρονται στην αίτηση ή που συνεργάστηκαν στην έρευνα η οποία οδήγησε στη λήψη μέτρων που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης σε κάθε γνωστό χρήστη ή ένωση χρηστών, καθώς και στις αρχές των οικείων χωρών εξαγωγής.

γ)   Συγκέντρωση πληροφοριών και ακροάσεις

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη καλούνται να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους, να υποβάλουν πληροφορίες πέραν των απαντήσεων στα ερωτηματολόγια και να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία. Τα εν λόγω αποδεικτικά και άλλα στοιχεία πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο α) περίπτωση ii).

Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί σε ακρόαση τα ενδιαφερόμενα μέρη, εφόσον το ζητήσουν και αποδείξουν ότι υπάρχουν ιδιαίτεροι λόγοι για τους οποίους επιβάλλεται να γίνουν δεκτά σε ακρόαση. Η εν λόγω αίτηση πρέπει να υποβληθεί εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο α) περίπτωση iii).

δ)   Επιλογή της χώρας με οικονομία της αγοράς

Η Επιτροπή προτίθεται να χρησιμοποιήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ως κατάλληλη τρίτη χώρα με οικονομία της αγοράς για τον καθορισμό κανονικής αξίας για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη καλούνται να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την καταλληλότητα της επιλογής αυτής εντός της ειδικής προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο γ).

5.2.   Διαδικασία εκτίμησης του κοινοτικού συμφέροντος

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού και εφόσον επιβεβαιωθεί η πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης του ντάμπινγκ και της ζημίας, θα ληφθεί απόφαση σχετικά με το εάν η διατήρηση των μέτρων αντιντάμπινγκ αντίκειται στο κοινοτικό συμφέρον. Για τον λόγο αυτό, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, οι εισαγωγείς και οι αντιπροσωπευτικές ενώσεις τους, οι αντιπροσωπευτικοί χρήστες και οι αντιπροσωπευτικές ενώσεις καταναλωτών μπορούν, εφόσον αποδείξουν ότι υφίσταται αντικειμενική σχέση μεταξύ της δραστηριότητάς τους και του υπό εξέταση προϊόντος, να αναγγελθούν και να προσκομίσουν στοιχεία στην Επιτροπή εντός της γενικής προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο α) περίπτωση ii). Τα μέρη που έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την εν λόγω διαδικασία μπορούν να ζητήσουν ακρόαση, εκθέτοντας τους ιδιαίτερους λόγους για τους οποίους επιβάλλεται η ακρόασή τους, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο α) περίπτωση iii). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οποιαδήποτε πληροφορία υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού θα ληφθεί υπόψη μόνον εάν συνοδεύεται από αποδεικτικά στοιχεία κατά την υποβολή της.

6.   Προθεσμίες

α)   Γενικές προθεσμίες

i)   Για την αίτηση αποστολής ερωτηματολογίου

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα η οποία οδήγησε στην επιβολή των μέτρων που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης οφείλουν να ζητήσουν ερωτηματολόγιο ή άλλα έντυπα αιτήσεων, το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ii)   Για την αναγγελία των μερών, την υποβολή απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο και την παροχή οιασδήποτε άλλης πληροφορίας

Για να μπορέσουν να ληφθούν υπόψη κατά την έρευνα οι παρατηρήσεις τους, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη οφείλουν να αναγγελθούν, ερχόμενα σε επαφή με την Επιτροπή, να εκθέσουν τις απόψεις τους και να απαντήσουν στο ερωτηματολόγιο ή να υποβάλουν τυχόν άλλα στοιχεία, εντός 40 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά. Εφιστάται η προσοχή των μερών στο γεγονός ότι δύνανται να ασκήσουν τα περισσότερα διαδικαστικά δικαιώματα που καθορίζονται στο βασικό κανονισμό, μόνον εφόσον αναγγελθούν εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας.

Οι εταιρείες που θα περιληφθούν στο δείγμα οφείλουν να υποβάλουν τις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιο εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο β) περίπτωση iii).

iii)   Ακροάσεις

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν επίσης να ζητήσουν να γίνουν δεκτά σε ακρόαση από την Επιτροπή εντός της ίδιας προθεσμίας των 40 ημερών.

β)   Ειδική προθεσμία όσον αφορά τη δειγματοληψία

i)

Οι πληροφορίες που καθορίζονται στα σημεία 5.1 α) i), 5.1 α) ii) και 5.1 α) iii) πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή εντός 15 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι η Επιτροπή προτίθεται να ζητήσει τη γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών που θα έχουν εκδηλώσει την επιθυμία να συμπεριληφθούν στο δείγμα κατά την τελική επιλογή του εντός προθεσμίας 21 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ii)

Κάθε άλλη πληροφορία σχετικά με την επιλογή του δείγματος, όπως αναφέρεται στο σημείο 5.1 α) iv), πρέπει να περιέλθει στην Επιτροπή εντός 21 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

iii)

Οι απαντήσεις των δειγματοληπτικά επιλεγέντων μερών στο ερωτηματολόγιο πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή εντός προθεσμίας 37 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία τα εν λόγω μέρη ενημερώθηκαν ότι έχουν συμπεριληφθεί στο δείγμα.

γ)   Ειδική προθεσμία για την επιλογή της χώρας με οικονομία της αγοράς

Τα μέρη που συμμετέχουν στην έρευνα έχουν τη δυνατότητα, εφόσον το επιθυμούν, να διατυπώσουν παρατηρήσεις όσον αφορά την καταλληλότητα επιλογής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής που, όπως αναφέρεται στο σημείο 5.1 δ), θεωρούνται ως χώρα με οικονομία της αγοράς για τον καθορισμό της κανονικής αξίας όσον αφορά τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Αυτές οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή εντός 10 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

7.   Γραπτές παρατηρήσεις, απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο και αλληλογραφία

Όλες οι παρατηρήσεις και οι αιτήσεις των ενδιαφερόμενων μερών πρέπει να υποβληθούν γραπτώς (όχι σε ηλεκτρονική μορφή, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά) και πρέπει να αναφέρουν την επωνυμία, την ταχυδρομική διεύθυνση, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τον αριθμό τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας του ενδιαφερόμενου μέρους. Όλες οι γραπτές παρατηρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που ζητούνται στην παρούσα ανακοίνωση, καθώς και οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο και η αλληλογραφία των ενδιαφερόμενων μερών, τα οποία διαβιβάζονται εμπιστευτικώς, φέρουν την ένδειξη «Περιορισμένη διανομή» (10) και, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, συνοδεύονται από περίληψη μη εμπιστευτικού χαρακτήρα, η οποία φέρει την ένδειξη «Προς έλεγχο από τα ενδιαφερόμενα μέρη».

Διεύθυνση της Επιτροπής για την αλληλογραφία:

European Commission

Directorate General for Trade

Directorate H

Office: J-79 4/23

B-1049 Brussels

Φαξ (32-2) 295 65 05

8.   Άρνηση συνεργασίας

Όταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται την πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες ή δεν τις παρέχει εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών ή παρεμποδίζει σημαντικά την έρευνα, επιτρέπεται να συνάγονται συμπεράσματα, είτε θετικά είτε αρνητικά, με βάση τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

Αν διαπιστωθεί ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος έχει προσκομίσει ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία, τα εν λόγω στοιχεία δεν λαμβάνονται υπόψη και είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Εάν ένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν συνεργάζεται ή συνεργάζεται μόνον εν μέρει, οπότε χρησιμοποιούνται τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, το αποτέλεσμα ενδέχεται να είναι λιγότερο ευνοϊκό για το εν λόγω μέρος απ' ό, τι θα ήταν αν είχε συνεργασθεί.

9.   Χρονοδιάγραμμα της έρευνας

Η έρευνα θα ολοκληρωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, εντός 15 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

10.   Δυνατότητα αίτησης για επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού

Επειδή η παρούσα επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα πορίσματά της δεν θα οδηγήσουν στην τροποποίηση του επιπέδου των υφισταμένων μέτρων αλλά στην κατάργηση ή διατήρηση των εν λόγω μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού. Ωστόσο, η ενδιάμεση επανεξέταση η οποία δρομολογείται επίσης με την παρούσα ανακοίνωση μπορεί να οδηγήσει στη λήξη της δασμολογικής απαλλαγής για τις δύο εταιρείες που αναφέρονται στο σημείο 4.2.

Εάν ένα μέρος που συμμετέχει στη διαδικασία θεωρεί ότι επιβάλλεται η επανεξέταση του επιπέδου των μέτρων προκειμένου να καταστεί δυνατή η τροποποίηση (π.χ. αύξηση ή μείωση) του επιπέδου των μέτρων, αυτό το μέρος μπορεί να ζητήσει επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

Τα μέρη που επιθυμούν να ζητήσουν τέτοιου είδους επανεξέταση, η οποία θα μπορούσε να διεξαχθεί ανεξάρτητα από την επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος και της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης που αναφέρεται στην παρούσα ανακοίνωση, μπορούν να έλθουν σε επαφή με την Επιτροπή στη διεύθυνση που αναφέρεται παραπάνω.

11.   Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Σημειώνεται ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που θα συλλεχθούν στο πλαίσιο αυτής της έρευνας θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11).

12.   Σύμβουλος ακροάσεων

Σημειώνεται, επίσης, ότι εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά την άσκηση του δικαιώματός τους υπεράσπισης, μπορούν να ζητήσουν την παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων της ΓΔ Εμπορίου. Ο σύμβουλος ακροάσεων ενεργεί ως διαμεσολαβητής μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών και των υπηρεσιών της Επιτροπής παρέχοντας, όπου χρειαστεί, συμβουλές για διαδικαστικά θέματα που αφορούν την προστασία των συμφερόντων τους στην εν λόγω έρευνα, ιδίως όσον αφορά θέματα σχετικά με την πρόσβαση στο φάκελο, την εμπιστευτικότητα, την παράταση των προθεσμιών και την επεξεργασία των γραπτών ή/και προφορικών παρατηρήσεων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ανατρέξουν στις ιστοσελίδες του συμβούλου ακροάσεων στο δικτυακό τόπο της ΓΔ Εμπορίου (http://ec.europa.eu/trade) για περισσότερες πληροφορίες και στοιχεία επικοινωνίας.


(1)  ΕΕ C 238 της 10.10.2007, σ. 20.

(2)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(3)  ΕΕ L 139 της 6.6.2003, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 275 της 25.8.2004, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 94 της 14.4.2000, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2314/2000 (ΕΕ L 267 της 20.10.2000, σ. 15).

(6)  ΕΕ L 355 της 1.12.2004, σ. 4.

(7)  ΕΕ L 116 της 29.4.2006, σ. 1.

(8)  Για διευκρινίσεις σχετικά με την έννοια των συνδεδεμένων εταιρειών, βλέπε άρθρο 143 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2 Ιουλίου 1993 για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1).

(9)  Για διευκρινίσεις σχετικά με την έννοια των συνδεδεμένων εταιρειών, βλέπε άρθρο 143 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93.

(10)  Η ένδειξη αυτή σημαίνει ότι το έγγραφο προορίζεται αποκλειστικά για εσωτερική χρήση. Το έγγραφο αυτό προστατεύεται δυνάμει του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43). Πρόκειται για έγγραφο εμπιστευτικού χαρακτήρα, δυνάμει του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού και του άρθρου 6 της συμφωνίας του ΠΟΕ για την εφαρμογή του άρθρου VI της ΓΣΔΕ του 1994 (συμφωνία αντιντάμπινγκ).

(11)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Επιτροπή

5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/48


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.5114 — Pernod Ricard/V&S)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/13)

1.

Στις 29 Μαΐου 2008, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση Pernod Ricard SA («Pernod Ricard», Γαλλία) αποκτά με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου έλεγχο του συνόλου της επιχείρησης V&S Vin & Spirit AB («V&S», Σουηδία) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Pernod Ricard: παραγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών και οίνων,

για την V&S: παραγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών και οίνων.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.5114 — Pernod Ricard/V&S. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/49


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.5179 — Eramet/Tinfos)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/14)

1.

Στις 29 Μαΐου 2008, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση Eramet SA («Eramet», Γαλλία) αποκτά με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου έλεγχο τμήματος της επιχείρησης Tinfos A/S (το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού της Tinfos εξαιρουμένου ενός ποσοστού 60 % των υδροηλεκτρικών επιχειρήσεων της Tinfos) («Tinfos», Νορβηγία) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Eramet: γαλλικός εξορυκτικός και μεταλλουργικός όμιλος που αναπτύσσει δραστηριότητες στους τομείς του νικελίου, του μαγγανίου και των κραμάτων,

για την Tinfos: νορβηγική εταιρεία που αναπτύσσει δραστηριότητες στους τομείς των κραμάτων μαγγανίου, σκωρίας τιτανίου, χυτοσιδήρου, εμπορίας πρώτων υλών και υδροηλεκτρικών έργων.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.5179 — Eramet/Tinfos. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

Merger Registry

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/50


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.5163 — DPWL/ZIM/CONTARSA)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/15)

1.

Στις 26 Μαΐου 2008, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις DP World Ltd. («DPWL», Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα) και ZIM Integrated Shipping Services («ZIM», Ισραήλ) αποκτούν με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου κοινό έλεγχο της επιχείρησης Contarsa Sociedad de Estiba, SA («CONTARSA», Ισπανία) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την DPWL: εκμετάλλευση παγκόσμιων θαλάσσιων τερματικών σταθμών,

για την ZIM: παγκόσμιες μεταφορές (θαλάσσιες μεταφορές με εμπορευματοκιβώτια) και υπηρεσίες υλικοτεχνικής μέριμνας, εκμετάλλευση σταθμών εμπορευματοκιβωτίων,

για την CONTARSA: παροχή υπηρεσιών φορτοεκφορτώσεων και στοιβασίας στο λιμένα της Ταραγκόνα.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.5163 — DPWL/ZIM/CONTARSA. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/51


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.5020 — Lesaffre/GBI UK)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/16)

1.

Στις 23 Μαΐου 2008, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 και σε ακολουθία μιας παραπομπής δυνάμει του άρθρου 22 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση Compagnie des Levures Lesaffre SA («Lesaffre», Γαλλία) αποκτά, με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου, αποκλειστικό έλεγχο των επιχειρήσεων GB Ingredients Ltd («GBI», Ηνωμένο Βασίλειο) και BFP Wholesale Ltd («BFP», Ηνωμένο Βασίλειο), από κοινού «GBI UK», με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Lesaffre: παραγωγή και πώληση διάφορων τύπων ζύμης και ειδών αρτοποιίας για βιοτεχνικούς, βιομηχανικούς και οικιακούς αρτοποιούς,

για την GBI: παραγωγή και πώληση διάφορων τύπων ζύμης συμπεριλαμβανομένης αρτοζύμης και ζύμης απόσταξης,

για την BFP: διανομή συστατικών αρτοποιίας σε ανεξάρτητα αρτοποιεία και άλλες μικρές επιχειρήσεις λιανικής.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.5020 — Lesaffre/GBI UK. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.


5.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 138/52


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.4985 — BHP Billiton/Rio Tinto)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 138/17)

1.

Στις 30 Μαΐου 2008, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις BHP Billiton plc (Ηνωμένο Βασίλειο) και BHP Billiton Limited (Αυστραλία) (από κοινού «BHP Billiton») αποκτούν με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου έλεγχο του συνόλου των επιχειρήσεων Rio Tinto plc (Ηνωμένο Βασίλειο) και Rio Tinto Limited (Αυστραλία) (από κοινού «Rio Tinto») μέσω υπό όρους εξαγοράς του συνόλου των μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την BHP Billiton: διεθνής διαφοροποιημένη εταιρεία που ασχολείται κυρίως με την παραγωγή σιδηρομεταλλεύματος, άνθρακα που προορίζεται για μεταλλουργικές χρήσεις και για την παραγωγή θερμότητας, αλουμινίου, χαλκού, ουρανίου, διαμαντιών, άλλων βασικών μετάλλων (όπως μόλυβδος, ψευδάργυρος, χρυσός, μολυβδαίνιο και ασήμι), ειδικών προϊόντων (συμπεριλαμβανομένων των ορυκτών υπό μορφή άμμου), μαγγανίου, υλικών για βενζίνη και ανοξείδωτου χάλυβα (συμπεριλαμβανομένου του νικελίου και του κοβαλτίου),

για την Rio Tinto: διεθνής διαφοροποιημένη εταιρεία που ασχολείται κυρίως με την παραγωγή σιδηρομεταλλεύματος, άνθρακα για μεταλλουργικές χρήσεις και για την παραγωγή θερμότητας, αλουμινίου, χαλκού, ουρανίου και διαμαντιών καθώς και άλλων βασικών μετάλλων και ορυκτών βιομηχανικής χρήσης (συμπεριλαμβανομένων των βορικών αλάτων, των ορυκτών υπό μορφή άμμου, του άλατος και της τάλκης).

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.4985 — BHP Billiton/Rio Tinto. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

Merger Registry

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.