ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

50ό έτος
25 Αυγούστου 2007


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο

2007/C 199/01

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΕΕ C 183 της 4.8.2007

1

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2007/C 199/02

Υπόθεση C-466/03: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Landgericht Baden-Baden (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Albert Reiss Beteiligungsgesellschaft mbH κατά Land Baden-Württemberg (Οδηγία 69/335/ΕΟΚ — Έμμεσοι φόροι επιβαλλόμενοι επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων — Εθνική νομοθεσία προβλέπουσα την είσπραξη συμβολαιογραφικής αμοιβής για την κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξεως μεταβιβάσεως εταιρικών μεριδίων εταιρίας περιορισμένης ευθύνης — Απόφαση περί επιβολής φόρου — Χαρακτηρισμός ως φορολογικής επιβάρυνσης προσομοιάζουσας με τον φόρο εισφοράς — Προαπαιτούμενη διατύπωση — Φόροι επί της μεταβιβάσεως κινητών αξιών — Φόροι ανταποδοτικού χαρακτήρα)

2

2007/C 199/03

Υπόθεση C-235/04: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 79/409/ΕΟΚ — Διατήρηση των αγρίων πτηνών — Ζώνες ειδικής προστασίας — IBA 98 — Αξία — Ποιότητα των δεδομένων — Κριτήρια — Περιθώριο εκτιμήσεως — Κατάταξη προδήλως ανεπαρκής σε αριθμό και επιφάνεια)

2

2007/C 199/04

Υπόθεση C-284/04: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Landesgericht für Zivilrechtssachen Wien (Αυστρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — T-Mobile Austria GmbH, 3G Mobile Telecommunications GmbH, Mobilkom austria Aktiengesellschaft, πρώην mobilkom austria AG & Co. KG, Master-talk Austria Telekom Service GmbH & Co. KG, ONE GmbH, Hutchison 3G Austria GmbH, Tele.ring Telekom Service GmbH, που έχει υπεισέλθει στα δικαιώματα της TRA 3G Mobilfunk GmbH, κατά Republik Österreich (Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Πράξεις υποκείμενες στον φόρο — Έννοια του όρου οικονομική δραστηριότητα — Άρθρο 4, παράγραφος 2 — Χορήγηση αδειών για την εκμετάλλευση συγκεκριμένου τμήματος του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, το οποίο προορίζεται για τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες)

3

2007/C 199/05

Υπόθεση C-369/04: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London (Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Hutchison 3G UK Ltd, mmO2 plc, Orange 3G Ltd, T-Mobile (UK) Ltd, Vodafone Group Services Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise (Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Πράξεις υποκείμενες στον φόρο — Έννοια του όρου οικονομική δραστηριότητα — Άρθρο 4, παράγραφος 2 — Χορήγηση αδειών για την εκμετάλλευση συγκεκριμένου τμήματος του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, το οποίο προορίζεται για τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες)

3

2007/C 199/06

Υπόθεση C-522/04: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου (Παράβαση κράτους μέλους — Ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων — Ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων — Άρθρα 28, 31, 36 και 40 της Συμφωνίας για τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο — Οδηγία 2002/83/EΚ — Φορολογική νομοθεσία προβλέπουσα λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση των εισφορών στο πλαίσιο επαγγελματικών καθεστώτων συνταξιοδοτήσεως που καταβάλλονται σε ασφαλιστικές εταιρίες εγκατεστημένες στην αλλοδαπή — Φορολόγηση στο Βέλγιο των κεφαλαίων και των αξιών εξαγοράς που καταβάλλονται στους δικαιούχους οι οποίοι μετέφεραν την κατοικία τους στην αλλοδαπή — Φορολογική σύμβαση προλαμβάνουσα τη διπλή φορολογία — Υπεύθυνος αντιπρόσωπος)

4

2007/C 199/07

Υπόθεση C-255/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων έργων στο περιβάλλον — Αξιοποίηση των αποβλήτων — Κατασκευή της τρίτης γραμμής του αποτεφρωτή αποβλήτων της Brescia — Δημοσιότητα της αιτήσεως χορηγήσεως αδείας — Οδηγίες 75/442/ΕΟΚ, 85/337/ΕΟΚ και 2000/76/ΕΚ)

5

2007/C 199/08

Υπόθεση C-305/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Cour constitutionnelle (πρώην Cour d'arbitrage) (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Ordre des barreaux francophones et germanophone, Ordre français des avocats du barreau de Bruxelles, Ordre des barreaux flamands και Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles κατά Conseil des ministres, Conseil des ministres (Οδηγία 91/308/ΕΟΚ — Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — Υποχρέωση των δικηγόρων να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για κάθε γεγονός που θα μπορούσε να αποτελέσει ένδειξη πράξεως νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — Δικαίωμα για δίκαιη δίκη — Επαγγελματικό απόρρητο και ανεξαρτησία των δικηγόρων)

6

2007/C 199/09

Υπόθεση C-321/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 (αίτηση του Østre Landsret — Δανία για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως) — Hans Markus Kofoed κατά Skatteministeriet (Οδηγία 90/434/ΕΟΚ — Κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών — Εθνική απόφαση περί φορολογήσεως ανταλλαγής εταιρικών μεριδίων — Ανταλλαγή εταιρικών μεριδίων — Χρονικά αμέσως μεταγενέστερη διανομή μερίσματος — Κατάχρηση δικαιώματος)

6

2007/C 199/10

Υπόθεση C-327/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Δανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 85/374/ΕΟΚ — Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων — Ευθύνη του προμηθευτή ελαττωματικού προϊόντος)

7

2007/C 199/11

Υπόθεση C-331/05 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 — Internationaler Hilfsfonds eV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Αίτηση αναιρέσεως — Eξωσυμβατική ευθύνη — Aιτιώδης σύνδεσμος — Έξοδα σχετικά με τις διαδικασίες ενώπιον του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή)

7

2007/C 199/12

Υπόθεση C-363/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London (Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — JP Morgan Fleming Claverhouse Investment Trust plc, The Association of Investment Trust Companies κατά The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs (Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Άρθρο 13, B, στοιχείο δ', σημείο 6 — Απαλλαγή — Αμοιβαία κεφάλαια — Έννοια — Ορισμός από τα κράτη μέλη — Διακριτική ευχέρεια — Όρια — Συλλογικές επενδύσεις σταθερού κεφαλαίου)

8

2007/C 199/13

Υπόθεση C-430/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 [αίτηση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Ελλάδα) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Ντιόνικ Ανώνυμη Εταιρία Εμπορίας H/Y, Λογισμικού και Παροχής Υπηρεσιών Μηχανογράφησης, Ιωάννης Μιχαήλ Πίκουλας κατά Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Οδηγία 2001/34/ΕΚ — Άρθρο 21 — Εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών — Ενημερωτικό δελτίο — Δημοσίευση ανακριβών πληροφοριακών στοιχείων — Υπεύθυνοι — Μέλη του διοικητικού συμβουλίου)

8

2007/C 199/14

Υπόθεση C-467/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 28 Ιουνίου 2007 [αίτηση του Tribunale di Milano (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — ποινική διαδικασία κατά Giovanni Dell'Orto (Αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις — Απόφαση-πλαίσιο 2001/220/ΔΕΥ — Οδηγία 2004/80/ΕΚ — Έννοια του όρου θύμα σε ποινικές διαδικασίες — Nομικό πρόσωπο — Επιστροφή περιουσιακών στοιχείων κατασχεθέντων στο πλαίσιο μιας ποινικής διαδικασίας)

9

2007/C 199/15

Υπόθεση C-1/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Finanzgericht Hamburg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Bonn Fleisch Ex- und Import GmbH κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas (Γεωργία — Ρύθμιση περί επιστροφών κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων — Κανονισμός (ΕΟΚ) 3665/87 — Προσκόμιση των στοιχείων που αποδεικνύουν την εξαγωγή των προϊόντων — Προσκόμιση ισότιμης αποδείξεως — Άρθρο 47, παράγραφος 3 — Αυτεπάγγελτη αναγνώριση δικαιολογητικών, για τα οποία δεν υποβάλλεται ρητώς αιτιολογημένο αίτημα αναγνωρίσεώς τους ως ισότιμων αποδεικτικών στοιχείων — Δεν ισχύει σε περίπτωση απευθείας εξαγωγής — Εθνικοί διαδικαστικοί κανόνες — Υποχρεώσεις των αρμοδίων εθνικών αρχών)

9

2007/C 199/16

Υπόθεση C-73/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Finanzgericht Köln (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Planzer Luxembourg Sàrl κατά Bundeszentralamt für Steuern (Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Άρθρο 17, παράγραφοι 3 και 4 — Επιστροφή του ΦΠΑ — Όγδοη οδηγία ΦΠΑ — Επιστροφή του ΦΠΑ στους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας — Άρθρα 3, στοιχείο β', και 9, δεύτερο εδάφιο — Παράρτημα B — Πιστοποιητικό της ιδιότητας του υποκειμένου στον φόρο — Νομικό περιεχόμενο — Δέκατη τρίτη οδηγία ΦΠΑ — Επιστροφή του ΦΠΑ στους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος της Κοινότητας — Άρθρο 1, σημείο 1 — Έννοια της έδρας της οικονομικής δραστηριότητας)

10

2007/C 199/17

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-145/06 και C-146/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 [αιτήσεις Commissione tributaria di secondo grado di Trento (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Fendt Italiana Srl κατά Agenzia Dogane Ufficio Dogane di Trento (Οδηγία 2003/96/ΕΚ — Κοινοτικό πλαίσιο φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας — Πεδίο εφαρμογής της οδηγίας — Ορυκτέλαια — Λιπαντικά έλαια για άλλες χρήσεις εκτός από θέρμανση ή κίνηση κινητήρων — Δεν εμπίπτουν — Κατάργηση της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ — Εθνικό καθεστώς φορολογίας)

11

2007/C 199/18

Υπόθεση C-181/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 [αίτηση του Tribunal Administrativo e Fiscal do Porto (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Deutsche Lufthansa AG κατά Ana — Aeroportos de Portugal SA (Αεροπορικές μεταφορές — Αερολιμένες — Υπηρεσίες εδάφους — Είσπραξη τέλους διοικητικών υπηρεσιών εδάφους και εποπτείας)

11

2007/C 199/19

Υπόθεση C-317/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2002/14/ΕΚ — Ενημέρωση και διαβούλευση με τους εργαζομένους στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα — Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

12

2007/C 199/20

Υπόθεση C-340/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2003/4/ΕΚ — Πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες — Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

12

2007/C 199/21

Υπόθεση C-410/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2002/15/ΕΚ — Οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών — Παράλειψη μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

13

2007/C 199/22

Υπόθεση C-420/05 P: Διάταξη του Δικαστηρίου της 15ης Μαΐου 2007 — Ricosmos BV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Αναίρεση — Τελωνειακός κώδικας — Πράξη εξωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης — Διαγραφή εισαγωγικών δασμών — Προϋποθέσεις — Τήρηση των προθεσμιών — Δικαιώματα άμυνας — Αρχή της αναλογικότητας — Έννοια της πρόδηλης αμέλειας — Αίτηση αναιρέσεως εν μέρει προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει προδήλως αβάσιμη)

13

2007/C 199/23

Υπόθεση C-438/06: Διάταξη του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Μαΐου 2007 [αίτηση του Sozialgericht Würzburg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Greser, Otmar κατά Bundesagentur für Arbeit (Προδικαστική παραπομπή — Προδήλως απαράδεκτο)

14

2007/C 199/24

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-72/07 και C-111/07: Διάταξη του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 13ης Ιουνίου 2007 [αιτήσεις του Tribunal Superior de Justicia de Asturias (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — José Manuel Blanco Pérez, María del Pilar Chao Gómez κατά Consejería de Salud y Servicios Sanitarios, Federación Empresarial de Farmacéuticos (FEFE), Principado de Asturias (Προδικαστική παραπομπή — Απαράδεκτο)

14

2007/C 199/25

Υπόθεση C-193/07: Προσφυγή της 5ης Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Πολωνίας

14

2007/C 199/26

Υπόθεση C-227/07: Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Πολωνίας

16

2007/C 199/27

Υπόθεση C-243/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Μαΐου 2007 ο Carsten Brinkmann κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (πέμπτο τμήμα) στις 22 Μαρτίου 2007 στην υπόθεση T-322/05, Carsten Brinkmann κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

17

2007/C 199/28

Υπόθεση C-261/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το rechtbank van koophandel te Antwerpen (Βέλγιο) την 1η Ιουνίου 2007 — VTB-VAB NV κατά Total Belgium NV

18

2007/C 199/29

Υπόθεση C-265/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale ordinario di Roma (Ιταλία) στις 4 Ιουνίου 2007 — Caffaro Srl κατά Azienda Unità Sanitaria Locale RM/C

18

2007/C 199/30

Υπόθεση C-269/07: Προσφυγή της 6ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

19

2007/C 199/31

Υπόθεση C-270/07: Προσφυγή της 6ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

20

2007/C 199/32

Υπόθεση C-275/07: Προσφυγή της 8ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

21

2007/C 199/33

Υπόθεση C-282/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Cour d'appel de Liège (Βέλγιο) στις 13 Ιουνίου 2007 — État belge κατά Truck Center SA

21

2007/C 199/34

Υπόθεση C-283/07: Προσφυγή της 12ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

22

2007/C 199/35

Υπόθεση C-288/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το High Court of Justice (Chancery Division) στις 14 Ιουνίου 2007 — The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs κατά Isle of Wight Council, Mid-Suffolk District Council, South Tyneside Metropolitan Borough Council, West Berkshire District Council Customs

23

2007/C 199/36

Υπόθεση C-299/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Rechtbank van Koophandel te Antwerpen (Βέλγιο) στις 27 Ιουνίου 2007 — Galatea BVBA κατά Sanoma Magazines Belgium NV

23

2007/C 199/37

Υπόθεση C-307/07: Προσφυγή της 4ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

23

2007/C 199/38

Υπόθεση C-314/07: Προσφυγή της 6ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

24

2007/C 199/39

Υπόθεση C-172/06: Διάταξη του προέδρου του εβδόμου τμήματος του Δικαστηρίου της 13ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

24

2007/C 199/40

Υπόθεση C-185/06: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 5ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Court of Appeal (Hνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — British Telecommunications plc, The Queen κατά The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs

24

2007/C 199/41

Υπόθεση C-272/06: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 12ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Cour d'appel d'Angers (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — EARL Mainelvo κατά Denkavit France SARL

25

2007/C 199/42

Υπόθεση C-479/06: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 19ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

25

2007/C 199/43

Υπόθεση C-41/07: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

25

2007/C 199/44

Υπόθεση C-80/07: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

25

2007/C 199/45

Υπόθεση C-91/07: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

25

2007/C 199/46

Υπόθεση C-119/07: Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Ιουνίου 2007 [αίτηση του Verwaltungsgericht Darmstadt (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Container Service Thorsten Sperzel GmbH κατά Land Hessen

25

 

Πρωτοδικείο

2007/C 199/47

Υπόθεση T-45/01: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Sanders κ.λπ. κατά Επιτροπής (Προσωπικό απασχολούμενο στην κοινή επιχείρηση JET — Εφαρμογή διαφορετικού νομικού καθεστώτος από αυτό των έκτακτων υπαλλήλων — Αποκατάσταση της υλικής ζημίας)

26

2007/C 199/48

Υπόθεση T-144/02: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Eagle κ.λπ. κατά Επιτροπής (Προσωπικό απασχολούμενο στην κοινή επιχείρηση JET — Εφαρμογή διαφορετικού νομικού καθεστώτος από αυτό των έκτακτων υπαλλήλων — Αποκατάσταση της υλικής ζημίας)

26

2007/C 199/49

Υπόθεση T-47/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Sison κατά Συμβουλίου (Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα έναντι ορισμένων προσώπων και φορέων στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας — Πάγωμα κεφαλαίων — Αρμοδιότητα της Επιτροπής — Προσφυγή ακυρώσεως — Δικαιώματα άμυνας — Αιτιολογία — Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας — Αγωγή αποζημιώσεως)

27

2007/C 199/50

Υπόθεση T-90/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Fédération des industries condimentaires de France κ.λπ. κατά Επιτροπής (Εξωσυμβατική ευθύνη — Μη συμβατότητα της κοινοτικής απαγορεύσεως εισαγωγής κρεάτων που περιέχουν ουσίες με ορμονική δράση με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) — Επιβολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πρόσθετου τέλους κατά την εισαγωγή προϊόντων κοινοτικής καταγωγής βάσει άδειας από τον ΠΟΕ — Περάτωση από την Επιτροπή της διαδικασίας εξετάσεως των εμποδίων στο εμπόριο — Αγωγή αποζημιώσεως των ομάδων κοινοτικών εξαγωγέων που επηρεάζονται από το πρόσθετο τέλος)

27

2007/C 199/51

Υπόθεση T-93/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Κονιδάρης κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Πρόσληψη — Θέση διευθυντή βαθμού A2 — Απόρριψη της υποψηφιότητας — Προσφυγή ακυρώσεως — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Κανονικότητα της συγκριτικής εξετάσεως των υποψηφίων — Εκτίμηση των προσόντων του επιλεγέντος υποψηφίου)

28

2007/C 199/52

Υπόθεση T-263/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Conceria Toska (TOSKA) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού λεκτικού σήματος TOSKA — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TOSCA — Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου — Παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

28

2007/C 199/53

Υπόθεση T-266/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — CB κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Τραπεζικές κάρτες — Απόφαση διατάσσουσα έλεγχο — Άρθρο 14, παράγραφος 3, του κανονισμού 17 — Αιτιολογία — Αναλογικότητα)

29

2007/C 199/54

Υπόθεση T-327/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Al-Aqsa κατά Συμβουλίου (Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα έναντι ορισμένων προσώπων και φορέων στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας — Πάγωμα κεφαλαίων — Προσφυγή ακυρώσεως — Αιτιολογία)

29

2007/C 199/55

Υπόθεση T-351/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Schneider Electric κατά Επιτροπής (Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας — Ζημία που υπέστη μια επιχείρηση λόγω κατάφωρης παραβιάσεως του κοινοτικού δικαίου με την οποία βαρύνεται η διαδικασία ελέγχου του συμβατού μιας πράξεως συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά)

29

2007/C 199/56

Υπόθεση T-28/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Cara (TOSKA LEATHER) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος TOSKA LEATHER — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TOSCA — Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου — Παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

30

2007/C 199/57

Υπόθεση T-150/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Minoronzoni (TOSCA BLU) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως ως κοινοτικού του εικονιστικού σήματος TOSCA BLU — Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα TOSCA — Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου — Παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

31

2007/C 199/58

Υπόθεση T-167/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Asklepios Kliniken κατά Επιτροπής (Κρατικές ενισχύσεις — Δημόσια νοσοκομεία — Αντιστάθμιση ζημιών εκμετάλλευσης και παροχή εγγυήσεων — Καταγγελία — Παράλειψη της Επιτροπής να λάβει θέση — Προσφυγή κατά παραλείψεως — Νομιμοποίηση — Παραδεκτό — Εύλογος χρόνος — Κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου)

31

2007/C 199/59

Υπόθεση T-192/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Flex Equipos de Descanso κατά ΓΕΕΑ — Leggett & Platt (LURA-FLEX) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού λεκτικού σήματος LURA-FLEX — Προγενέστερα εικονιστικά εθνικά σήματα που περιέχουν το λεκτικό στοιχείο flex — Εκπρόθεσμη υποβολή ενώπιον του τμήματος ανακοπών των μεταφράσεων των εγγράφων που προσκομίστηκαν προς στήριξη της φήμης των προγενέστερων σημάτων — Υποχρέωση του τμήματος προσφυγών να εκτιμά την αναγκαιότητα εξετάσεως των μεταφρασμένων εγγράφων)

32

2007/C 199/60

Υπόθεση T-229/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Σουηδία κατά Επιτροπής (Οδηγία 91/414/ΕΟΚ — Φυτοπροστατευτικά προϊόντα — Δραστική ουσία paraquat — Άδεια κυκλοφορίας — Διαδικασία εγκρίσεως — Προστασία της υγείας του ανθρώπου και των ζώων)

32

2007/C 199/61

Υπόθεση T-458/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 3ης Ιουλίου 2007 — Au Lys de France κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Δεσπόζουσα θέση — Αγορά της παροχής χώρων για τη λειτουργία καταστημάτων λιανικού εμπορίου στον αερολιμένα Roissy-Charles-de-Gaulle, την οποία κατέχει ο έχων την εκμετάλλευση του αερολιμένα φορέας Aéroports de Paris — Απόρριψη καταγγελίας — Προσφυγή ακυρώσεως — Έλλειψη κοινοτικού ενδιαφέροντος)

33

2007/C 199/62

Υπόθεση T-475/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 4ης Ιουλίου 2007 — Bouygues και Bouygues Télécom κατά Επιτροπής (Κρατικές ενισχύσεις — Κινητή τηλεφωνία — Μεταβολή των τελών που οφείλουν η Orange France και η SFR για τις άδειες UMTS — Απόφαση διαπιστώνουσα την απουσία κρατικής ενισχύσεως)

33

2007/C 199/63

Υπόθεση T-502/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 4ης Ιουλίου 2007 — Lopparelli κατά Επιτροπής (Υπαλληλική — Μόνιμοι υπάλληλοι — Προαγωγή — Περίοδος προαγωγών 2003 — Χορήγηση μορίων προτεραιότητας)

34

2007/C 199/64

Υπόθεση T-58/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Διορισμός — Θέση σε ισχύ του νέου ΚΥΚ — Μεταβατικοί κανόνες για την κατάταξη σε βαθμό κατά την πρόσληψη — Άρθρο 12 του παραρτήματος XIII του νέου ΚΥΚ)

34

2007/C 199/65

Υπόθεση T-229/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — AEΠI κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα — Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 — Υποχρεώσεις της Επιτροπής όσον αφορά την εξέταση των καταγγελιών — Έλλειψη κοινοτικού συμφέροντος — Απόρριψη)

34

2007/C 199/66

Υπόθεση T-250/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12 Ιουλίου 2007 — Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής (Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών — Κοινοτική διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών — Παροχή υπηρεσιών σχετικά με τη συλλογή, την παραγωγή και τη διάδοση ηλεκτρονικών εκδόσεων, και ιδίως του Συμπληρώματος της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως — Απόρριψη της προσφοράς διαγωνιζομένου — Ίση μεταχείριση — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Έλλειψη πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως)

35

2007/C 199/67

Υπόθεση T-312/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή κατά Αλεξιάδου (Ρήτρα διαιτησίας — Σύμβαση σχετικά με το σχέδιο αναπτύξεως τεχνολογίας για την παραγωγή αδιάβροχου δέρματος — Επιστροφή προκαταβληθέντων ποσών — Τόκοι — Ερήμην διαδικασία)

35

2007/C 199/68

Υπόθεση T-411/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Annemans κατά Επιτροπής (Προσφυγή ακυρώσεως — Ανταγωνισμός — Διεκπεραίωση των καταγγελιών — Κανονισμός (ΕΚ) 773/2004 — Έγγραφο της Επιτροπής απευθυνόμενο στον καταγγέλλοντα — Ένσταση απαραδέκτου — Προπαρασκευαστική πράξη — Πράξη μη υπoκείμενη σε πρoσφυγή — Απαράδεκτο)

36

2007/C 199/69

Υπόθεση T-443/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ — Bolaños Sabri (PiraÑAM diseño original Juan Bolaños) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση κοινοτικού εικονιστικού σήματος PiraÑAM diseño original Juan Bolaños — Προγενέστερα εθνικά λεκτικά σήματα PIRANHA — Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου — Κίνδυνος σύγχυσης — Ομοιότητα προϊόντων — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

36

2007/C 199/70

Υπόθεση T-170/06: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Alrosa κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως — Εθνική αγορά παραγωγής και προμήθειας ακατέργαστων διαμαντιών — Απόφαση που καθιστά υποχρεωτικές τις δεσμεύσεις που προτείνει η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση — Άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 — Αρχή της αναλογικότητας — Συμβατική ελευθερία — Δικαίωμα ακροάσεως)

37

2007/C 199/71

Υπόθεση T-247/06 P: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουλίου 2007 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής (Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική — Μόνιμοι υπάλληλοι — Έκθεση εξελίξεως της σταδιοδρομίας — Περίοδος αξιολογήσεως 2003 — Αίτηση αναιρέσεως αβάσιμη)

37

2007/C 199/72

Υπόθεση T-282/06: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 9ης Ιουλίου 2007 — Sun Chemical Group κ.λπ. κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Συγκεντρώσεις — Ευρωπαϊκή αγορά ρητινών κολοφωνίου προοριζομένων για εφαρμογές στον τομέα των μελανών εκτυπώσεως — Απόφαση κηρύσσουσα μια συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά — Κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση των οριζοντίων συγκεντρώσεων — Μερίδια αγοράς και επίπεδα συγκεντρώσεως — Μη συντονισμένα αποτελέσματα — Συντονισμένα αποτελέσματα — Υποχρέωση αιτιολογίας)

37

2007/C 199/73

Υπόθεση T-431/04 R: Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2007 — Ιταλία κατά Επιτροπής (Ασφαλιστικά μέτρα — Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων — Κανονισμός (ΕΚ) 1429/2004 — Κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς — Καθεστώς χρήσεως των ονομασιών των ποικιλιών αμπέλου ή των συνωνύμων τους — Χρονικός περιορισμός της χρήσεως — Αίτηση που έχει καταστεί άνευ αντικειμένου)

38

2007/C 199/74

Υπόθεση T-194/07: Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2007 — Δημοκρατία της Τσεχίας κατά Επιτροπής

38

2007/C 199/75

Υπόθεση T-214/07: Προσφυγή της 15ης Ιουνίου 2007 — Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής

39

2007/C 199/76

Υπόθεση T-220/07: Προσφυγή της Transports Schiocchet — Excursions κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 18 Ιουνίου 2007

40

2007/C 199/77

Υπόθεση T-221/07: Προσφυγή της 26ης Ιουνίου 2007 — Δημοκρατία της Ουγγαρίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

41

2007/C 199/78

Υπόθεση T-222/07 P: Αναίρεση ασκηθείσα στις 25 Ιουνίου 2007 από τον Petrus Kerstens κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 25 Απριλίου 2007 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-59/06, Kerstens κατά Επιτροπής

41

2007/C 199/79

Υπόθεση T-223/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 27 Ιουνίου 2007 ο Michel Thierry κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 16 Απριλίου 2007 στην υπόθεση F-82/05, Thierry κατά Επιτροπής

42

2007/C 199/80

Υπόθεση T-224/07: Προσφυγή της 22ας Ιουνίου 2007 — Imperial Chemical Industries κατά ΓΕΕΑ (LIGHT & SPACE)

42

2007/C 199/81

Υπόθεση T-229/07: Προσφυγή της 29ης Ιανουαρίου 2007 — Vitro Corporativo κατά ΓΕΕΑ — VALLON (V)

43

2007/C 199/82

Υπόθεση T-230/07: Προσφυγή της 2ας Ιουλίου 2007 — Laboratorios Del Dr. Esteve κατά ΓΕΕΑ — Ester C (ESTER-E)

43

2007/C 199/83

Υπόθεση T-231/07: Προσφυγή της 29ης Ιουνίου 2007 — ITT Manufacturing Enterprises κατά ΓΕΕΑ — ITT Trademark & Trade (I.T.T.)

44

2007/C 199/84

Υπόθεση T-232/07: Προσφυγή της 5ης Ιουλίου 2007 — Ισπανία κατά Επιτροπής

44

2007/C 199/85

Υπόθεση T-395/05: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 13ης Ιουνίου 2007 — Multikauf Warenhandelsgesellschaft κατά ΓΕΕΑ — DEMO Holding (webmulti)

44

2007/C 199/86

Υπόθεση T-317/06: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 7ης Ιουνίου 2007 — Panrico κατά ΓΕΕΑ — HDN Development (Krispy Kreme DOUGHNUTS)

45

2007/C 199/87

Υπόθεση T-396/06: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή κατά TGA Technische Gebäudeausrüstung Chemnitz

45

 

Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2007/C 199/88

Υπόθεση F-105/05: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (τρίτο τμήμα) της 11ης Ιουλίου 2007 — Dieter Wils κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Υπαλληλική υπόθεση — Μόνιμοι υπάλληλοι — Συντάξεις — Αύξηση του ποσοστού εισφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα κατ' εφαρμογή των διατάξεων του νέου Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης που ισχύει από 1ης Μαΐου 2004)

46

2007/C 199/89

Υπόθεση F-24/06: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Abarca Montiel κ.λπ. κατά Επιτροπής (Υπαλληλική — Υπάλληλοι επί συμβάσει — Κατάταξη και αποδοχές — Γραφείο Υποδομές και Διοικητική Υποστήριξη στις Βρυξέλλες (ΟΙΒ) — Νηπιαγωγοί — Πρώην μισθωτοί βελγικού δικαίου — Αλλαγή του εφαρμοζομένου καθεστώτος — Ίση μεταχείριση)

46

2007/C 199/90

Υπόθεση F-25/06: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 5ης Ιουλίου 2007 — Ider, Desorbay και Noschese κατά Επιτροπής (Υπαλληλική — Υπάλληλοι επί συμβάσει — Κατάταξη και αποδοχές — Γραφείο Υποδομές και Διοικητική Υποστήριξη στις Βρυξέλλες (ΟΙΒ) — Υπάλληλοι επιφορτισμένοι με εκτελεστικά καθήκοντα — Πρώην μισθωτοί βελγικού δικαίου — Αλλαγή του εφαρμοζομένου καθεστώτος — Ίση μεταχείριση)

47

2007/C 199/91

Υπόθεση F-26/06: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Bertolete κ.λπ. κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι επί συμβάσει — Κατάταξη και αμοιβή — Γραφείο Υποδομών και τεχνικής υποστήριξης-Βρυξέλλες (ΓΥΒ) — Παιδαγωγοί σε βρεφονηπιακούς σταθμούς — Πρώην μισθωτοί εργαζόμενοι κατά το βελγικό δίκαιο — Μεταβολή εφαρμοστέου καθεστώτος — Ίση μεταχείριση)

47

2007/C 199/92

Υπόθεση F-93/06: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Dethomas κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Πρώην έκτακτος υπάλληλος — Διορισμός του ως μόνιμου υπαλλήλου — Τροποποίηση του ΚΥΚ την 1η Μαΐου 2004 — Άρθρο 32, τρίτο εδάφιο, του ΚΥΚ — Κατάταξη σε κλιμάκιο)

48

2007/C 199/93

Υπόθεση F-117/05: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 2ας Ιουλίου 2007 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής (Υπαλληλικοί — Μόμιμοι υπάλληλοι — Προαγωγή — Μη εγγραφή στους πίνακες των προαγομένων υπαλλήλων — Περίοδος προαγωγών 2004 — Μόρια προτεραιότητας — Προσόντα — Αρχαιότητα — Παραδεκτό)

48

2007/C 199/94

Υπόθεση F-51/06: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 20ής Ιουνίου 2007 — Tesoka κατά FEACVT (Υπαλληλική — Έκτακτοι υπάλληλοι — Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας — Παραίτηση — Προσφυγή ακύρωσης και αγωγή αποζημίωσης — Μη ύπαρξη βλαπτικής πράξης — Προδήλως απαράδεκτο)

48

2007/C 199/95

Υπόθεση F-28/07: Προσφυγή της 23ης Μαρτίου 2007 — Martin κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

49

2007/C 199/96

Υπόθεση F-49/07: Προσφυγή της 23ης Μαΐου 2007 — R κατά Επιτροπής

49

2007/C 199/97

Υπόθεση F-54/07: Προσφυγή της 11ης Ιουνίου 2007 — Joseph κατά Επιτροπής

50

2007/C 199/98

Υπόθεση F-58/07: Προσφυγή-αγωγή της 16ης Ιουνίου 2007 — Collotte κατά Επιτροπής

50

2007/C 199/99

Υπόθεση F-59/07: Προσφυγή-αγωγή της 15ης Ιουνίου 2007 — Feral κατά Επιτροπής των Περιφερειών

51

2007/C 199/00

Υπόθεση F-60/07: Προσφυγή της 18ης Ιουνίου 2007 — Martin Bermejo κατά Επιτροπής

52

2007/C 199/01

Υπόθεση F-61/07: Προσφυγή της 18ης Ιουνίου 2007 — Bauch κατά Επιτροπής

52

2007/C 199/02

Υπόθεση F-62/07: Προσφυγή-αγωγή της 20ής Ιουνίου 2007 — De Fays κατά Επιτροπής

53

2007/C 199/03

Υπόθεση F-64/07: Προσφυγή/αγωγή της 28ης Ιουνίου 2007 — S κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

53

2007/C 199/04

Υπόθεση F-66/07: Προσφυγή-αγωγή της 3ης Ιουλίου 2007 — Dubus και Leveque κατά Επιτροπής

54

2007/C 199/05

Υπόθεση F-127/06: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 27ης Ιουνίου 2007 — H κατά Συμβουλίου

54

EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο

25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/1


(2007/C 199/01)

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΕ C 183 της 4.8.2007

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 170 της 21.7.2007

ΕΕ C 155 της 7.7.2007

ΕΕ C 140 της 9.6.2007

ΕΕ C 129 της 9.6.2007

ΕΕ C 117 της 26.5.2007

ΕΕ C 96 της 28.4.2007

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

 

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Landgericht Baden-Baden (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Albert Reiss Beteiligungsgesellschaft mbH κατά Land Baden-Württemberg

(Υπόθεση C-466/03) (1)

(Οδηγία 69/335/ΕΟΚ - Έμμεσοι φόροι επιβαλλόμενοι επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων - Εθνική νομοθεσία προβλέπουσα την είσπραξη συμβολαιογραφικής αμοιβής για την κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξεως μεταβιβάσεως εταιρικών μεριδίων εταιρίας περιορισμένης ευθύνης - Απόφαση περί επιβολής φόρου - Χαρακτηρισμός ως «φορολογικής επιβάρυνσης προσομοιάζουσας με τον φόρο εισφοράς» - Προαπαιτούμενη διατύπωση - Φόροι επί της μεταβιβάσεως κινητών αξιών - Φόροι ανταποδοτικού χαρακτήρα)

(2007/C 199/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Landgericht Baden-Baden

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Albert Reiss Beteiligungsgesellschaft mbH

κατά

Land Baden-Württemberg

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Landgericht Baden-Baden — Ερμηνεία του άρθρου 10, στοιχείο γ', της οδηγίας 69/335/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 1969, περί των εμμέσων φόρων των επιβαλλομένων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων (EE ειδ. έκδ. 09/001, σ. 20), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 85/303/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1985 (ΕΕ L 156, σ. 23) — Αύξηση του κεφαλαίου εταιρίας περιορισμένης ευθύνης διά της εισφοράς εταιρικών μεριδίων άλλης εταιρίας — Τέλη για την κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξεως, διά της οποίας διαπιστώνεται η μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων

Διατακτικό της αποφάσεως

Το άρθρο 10, στοιχείο γ', της οδηγίας 69/335/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 1969, περί των εμμέσων φόρων των επιβαλλομένων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 85/303/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1985, απαγορεύει την είσπραξη συμβολαιογραφικής αμοιβής για την κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξεως μεταβιβάσεως εταιρικών μεριδίων μιας εταιρίας, η οποία πραγματοποιείται ως εισφορά στο πλαίσιο της αύξησης του εταιρικού κεφαλαίου κεφαλαιουχικής εταιρίας, τούτο δε εντός συστήματος το οποίο χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι οι συμβολαιογράφοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι και ότι οι αμοιβές καταβάλλονται, τουλάχιστον εν μέρει, στο Δημόσιο για την αντιμετώπιση δημοσίων δαπανών.


(1)  ΕΕ C 21 της 24.1.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-235/04) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 79/409/ΕΟΚ - Διατήρηση των αγρίων πτηνών - Ζώνες ειδικής προστασίας - IBA 98 - Αξία - Ποιότητα των δεδομένων - Κριτήρια - Περιθώριο εκτιμήσεως - Κατάταξη προδήλως ανεπαρκής σε αριθμό και επιφάνεια)

(2007/C 199/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. van Beek και G. Valero Jordana)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωπος: N. Díaz Abad)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 015/001, σ. 202) — Παράλειψη κατατάξεως σε ζώνες ειδικής προστασίας των καταλληλότερων εδαφών για τη διατήρηση των ειδών του παραρτήματος Ι της οδηγίας και των αποδημητικών ειδών

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να κατατάξει ως ζώνες ειδικής προστασίας για πτηνά επαρκή σε επιφάνεια εδάφη στις αυτόνομες κοινότητες της Ανδαλουσίας, των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων και επαρκή σε αριθμό εδάφη στις αυτόνομες κοινότητες της Ανδαλουσίας, των Βαλεαρίδων Νήσων, των Καναρίων Νήσων, της Castilla-La Mancha, της Καταλωνίας, της Γαλικίας και της Βαλένθια ώστε να παράσχει προστασία σε όλα τα είδη πτηνών που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, όπως έχει τροποποιηθεί, μεταξύ άλλων, από την οδηγία 97/49/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 1997, καθώς και στα αποδημητικά είδη που δεν μνημονεύονται στο εν λόγω παράρτημα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 79/409, όπως έχει τροποποιηθεί.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 201 της 7.8.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Landesgericht für Zivilrechtssachen Wien (Αυστρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — T-Mobile Austria GmbH, 3G Mobile Telecommunications GmbH, Mobilkom austria Aktiengesellschaft, πρώην mobilkom austria AG & Co. KG, Master-talk Austria Telekom Service GmbH & Co. KG, ONE GmbH, Hutchison 3G Austria GmbH, Tele.ring Telekom Service GmbH, που έχει υπεισέλθει στα δικαιώματα της TRA 3G Mobilfunk GmbH, κατά Republik Österreich

(Υπόθεση C-284/04) (1)

(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Πράξεις υποκείμενες στον φόρο - Έννοια του όρου «οικονομική δραστηριότητα» - Άρθρο 4, παράγραφος 2 - Χορήγηση αδειών για την εκμετάλλευση συγκεκριμένου τμήματος του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, το οποίο προορίζεται για τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες)

(2007/C 199/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Landesgericht für Zivilrechtssachen Wien

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

T-Mobile Austria GmbH, 3G Mobile Telecommunications GmbH, mobilkom austria Aktiengesellschaft, πρώην mobilkom austria AG & Co. KG, master-talk Austria Telekom Service GmbH & Co. KG, ONE GmbH, Hutchison 3G Austria GmbH, tele.ring Telekom Service GmbH, που έχει υπεισέλθει στα δικαιώματα της TRA 3G Mobilfunk GmbH

κατά

Republik Österreich

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Landesgericht für Zivilrechtssachen Wien — Ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 5, του παραρτήματος Δ, σημείο 1, της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ: έκτη οδηγία του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977 περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (EE ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49) — Δραστηριότητες ή πράξεις ασκούμενες ή τελούμενες από οργανισμό δημοσίου δικαίου ενεργούντα ως δημόσια αρχή — Κατανομή συχνοτήτων, κατόπιν διαγωνισμού, σε εταιρίες κινητής τηλεφωνίας

Διατακτικό της αποφάσεως

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει την έννοια ότι η παραχώρηση από την εθνική ρυθμιστική αρχή που είναι αρμόδια για την εκχώρηση των συχνοτήτων του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος, κατόπιν δημοπρασίας, δικαιωμάτων, όπως τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των συχνοτήτων αυτών για την παροχή στο κοινό υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών, δεν συνιστά οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια της διάταξης αυτής και συνεπώς δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.


(1)  ΕΕ C 262 της 23.10.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London (Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Hutchison 3G UK Ltd, mmO2 plc, Orange 3G Ltd, T-Mobile (UK) Ltd, Vodafone Group Services Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise

(Υπόθεση C-369/04) (1)

(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Πράξεις υποκείμενες στον φόρο - Έννοια του όρου «οικονομική δραστηριότητα» - Άρθρο 4, παράγραφος 2 - Χορήγηση αδειών για την εκμετάλλευση συγκεκριμένου τμήματος του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, το οποίο προορίζεται για τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες)

(2007/C 199/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

VAT and Duties Tribunal, London

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Hutchison 3G UK Ltd, mmO2 plc, Orange 3G Ltd, T-Mobile (UK) Ltd, Vodafone Group Services Ltd

κατά

Commissioners of Customs & Excise

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — VAT and Duties Tribunal, London — Ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφοι 1, 2 και 5, της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ: Έκτη οδηγία του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49) — Έννοια του όρου «οικονομική δραστηριότητα» — Δραστηριότητες ή πράξεις που πραγματοποιεί, ως δημόσια εξουσία, οργανισμός δημοσίου δικαίου — Κατανομή συχνοτήτων, κατόπιν δημοπρασίας, σε εταιρίες κινητής τηλεφωνίας

Διατακτικό της αποφάσεως

Το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει την έννοια ότι η χορήγηση αδειών όπως οι άδειες για κινητές επικοινωνίες τρίτης γενιάς, τις λεγόμενες UMTS, από την εθνική ρυθμιστική αρχή που είναι αρμόδια για την εκχώρηση των συχνοτήτων, κατόπιν δημοπρασίας των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού, δεν συνιστά οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια της διάταξης αυτής και συνεπώς δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.


(1)  ΕΕ C 273 της 6.11.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου

(Υπόθεση C-522/04) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων - Ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων - Άρθρα 28, 31, 36 και 40 της Συμφωνίας για τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο - Οδηγία 2002/83/EΚ - Φορολογική νομοθεσία προβλέπουσα λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση των εισφορών στο πλαίσιο επαγγελματικών καθεστώτων συνταξιοδοτήσεως που καταβάλλονται σε ασφαλιστικές εταιρίες εγκατεστημένες στην αλλοδαπή - Φορολόγηση στο Βέλγιο των κεφαλαίων και των αξιών εξαγοράς που καταβάλλονται στους δικαιούχους οι οποίοι μετέφεραν την κατοικία τους στην αλλοδαπή - Φορολογική σύμβαση προλαμβάνουσα τη διπλή φορολογία - Υπεύθυνος αντιπρόσωπος)

(2007/C 199/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: R. Lyal και Δ. Τριανταφύλλου)

Καθού: Βασίλειο του Βελγίου (εκπρόσωποι: E. Dominkovits και M. Wimmer)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 18, 39, 43, 49 και 56 της Συνθήκης ΕΚ, των άρθρων 28, 31, 36 και 40 της Συμφωνίας ΕΟΧ, καθώς και των άρθρων 5, παράγραφος 1, και 53, παράγραφος 2, της οδηγίας 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής (ΕΕ L 345, σ. 1) — Φορολογική νομοθεσία προβλέπουσα λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση των εισφορών στα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα οι οποίες καταβάλλονται στις εγκατεστημένες στην αλλοδαπή ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τη φορολόγηση στο Βέλγιο των κεφαλαίων και αξιών εξαγοράς που καταβάλλονται στους δικαιούχους που έχουν μεταφέρει την κατοικία τους στην αλλοδαπή, καθώς και την υποχρέωση των επιχειρήσεων να διαθέτουν αντιπρόσωπο κάτοικο Βελγίου για την εξασφάλιση της καταβολής του ετησίου φόρου επί των ασφαλιστικών συμβάσεων

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο του Βελγίου:

εξαρτώντας τη δυνατότητα εκπτώσεως των εργοδοτικών εισφορών και ασφαλίστρων που οφείλονται στο πλαίσιο συμπληρωματικής ασφαλίσεως γήρατος και πρόωρου θανάτου από τον όρο του άρθρου 59 του code des impôts sur les revenus 1992 που θεσπίσθηκε με τη βασιλική απόφαση της 10ης Απριλίου 1992, κατά τον οποίο οι εισφορές αυτές πρέπει να καταβάλλονται σε ασφαλιστική επιχείρηση ή ταμείο προνοίας εγκατεστημένο στο Βέλγιο,

εξαρτώντας τη μείωση φόρου για μακροπρόθεσμες αποταμιεύσεις, η οποία χορηγείται, δυνάμει των άρθρων 145/1 και 145/3 του code des impôts sur les revenus 1992, για τις ατομικές εισφορές συμπληρωματικής ασφαλίσεως γήρατος και πρόωρου θανάτου ή συμπληρωματικής συντάξεως που παρακρατεί ο εργοδότης από τις αμοιβές του εργαζομένου ή η επιχείρηση από τις αμοιβές του διευθυντή της επιχειρήσεως που δεν δεσμεύεται με σύμβαση εργασίας, από τον όρο να καταβάλλονται οι εν λόγω εισφορές σε ασφαλιστική επιχείρηση ή ταμείο προνοίας εγκατεστημένο στο Βέλγιο,

προβλέποντας, με το άρθρο 364bis του code des impôts sur les revenus 1992 ότι, οσάκις τα κεφάλαια, οι αξίες εξαγοράς και οι αποταμιεύσεις του άρθρου 34 του κώδικα αυτού καταβάλλονται ή πιστώνονται σε φορολογούμενο ο οποίος έχει προηγουμένως μεταφέρει την κατοικία του ή τη διοίκηση των περιουσιακών του στοιχείων στην αλλοδαπή, η καταβολή ή η πίστωση θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε την προηγουμένη της μεταφοράς αυτής και εξομοιώνοντας με πίστωση, δυνάμει του δευτέρου εδαφίου του εν λόγω άρθρου 364bis, κάθε μεταφορά που καλύπτεται από το άρθρο 34, παράγραφος 2, σημείο 3, του ίδιου αυτού κώδικα, ούτως ώστε κάθε ασφαλιστικός φορέας να υποχρεούται να προβαίνει σε παρακράτηση του φόρου, σύμφωνα με το άρθρο 270 του κώδικα αυτού, επί των κεφαλαίων και των αξιών εξαγοράς που καταβάλλει σε κάτοικο αλλοδαπής ο οποίος, σε κάποιο χρονικό σημείο, είχε τη φορολογική κατοικία του στο Βέλγιο, στην περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω κεφάλαια ή αξίες συγκεντρώθηκαν, εν όλω ή εν μέρει, κατά το διάστημα κατά το οποίο ο ενδιαφερόμενος είχε τη φορολογική κατοικία του στο Βέλγιο, μολονότι οι διμερείς φορολογικές συμφωνίες τις οποίες έχει συνάψει το Βασίλειο του Βελγίου αναγνωρίζουν στο άλλο συμβαλλόμενο κράτος το δικαίωμα να φορολογήσει τα εν λόγω εισοδήματα,

επιβάλλοντας φόρο, βάσει του άρθρου 364ter του CIR 1992, επί των μεταβιβάσεων κεφαλαίων ή αξιών εξαγοράς συσσωρευθέντων εκ της καταβολής εργοδοτικών ή ατομικών εισφορών για συμπληρωματική σύνταξη από το ταμείο συντάξεων ή τον ασφαλιστικό οργανισμό στον οποίο έχουν συγκεντρωθεί υπέρ του αμέσου δικαιούχου ή των δικαιοδόχων του σε άλλο ταμείο συντάξεων ή ασφαλιστικό οργανισμό εγκατεστημένο εκτός του Βελγίου, ενώ μια τέτοια μεταβίβαση δεν συνιστά φορολογητέα πράξη οσάκις τα κεφάλαια ή οι αξίες εξαγοράς μεταβιβάζονται σε άλλο ταμείο συντάξεων ή ασφαλιστικό οργανισμό εγκατεστημένο στο Βέλγιο,

επιβάλλοντας, βάσει του άρθρου 224/2bis του γενικού κανονισμού περί εξομοιούμενων με τέλη χαρτοσήμου φόρων που θεσπίστηκε με το βασιλικό διάταγμα της 3ης Μαρτίου 1927, όπως τροποποιήθηκε με το βασιλικό διάταγμα της 30ής Ιουλίου 1994, στους αλλοδαπούς ασφαλιστικούς φορείς οι οποίοι δεν διαθέτουν στο Βέλγιο κανενός είδους έδρα επιχειρήσεων την υποχρέωση να ζητούν, προτού παράσχουν την υπηρεσίες τους στο Βέλγιο, την έγκριση από τις βελγικές αρχές ενός υπευθύνου αντιπροσώπου με κατοικία στο Βέλγιο, ο οποίος δεσμεύεται εγγράφως και προσωπικώς έναντι του βελγικού δημοσίου για την καταβολή του ετησίου φόρου επί των ασφαλιστικών συμβάσεων, καθώς και για την καταβολή των τόκων και των προστίμων που τυχόν θα οφείλονται στο πλαίσιο των ασφαλιστικών συμβάσεων οι οποίες καλύπτουν κινδύνους εντοπιζόμενους στο Βέλγιο,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 18 ΕΚ, 39 ΕΚ, 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, από τα άρθρα 28, 31 και 36 της Συμφωνίας για τον Ενιαίο Οικονομικό Χώρο, καθώς και από το άρθρο 4 της οδηγίας 92/96, κατόπιν μεταρρυθμίσεως άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Καταδικάζει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 249 της 14.10.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-255/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων έργων στο περιβάλλον - Αξιοποίηση των αποβλήτων - Κατασκευή της «τρίτης γραμμής» του αποτεφρωτή αποβλήτων της Brescia - Δημοσιότητα της αιτήσεως χορηγήσεως αδείας - Οδηγίες 75/442/ΕΟΚ, 85/337/ΕΟΚ και 2000/76/ΕΚ)

(2007/C 199/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Μ. Κωνσταντινίδης, F. Louis και A. Capobianco, δικηγόροι)

Καθής: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: I. M. Braguglia, M. Fiorilli, δικηγόρος)

Παρεμβαίνον: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: Τ. Harris και J. Maurici, barrister)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, παράγραφος 1, και 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΕ L 175, σ. 40), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/11/ΕΚ της 3ης Μαρτίου 1997 (ΕΕ L 73, σ. 5) — Παράβαση του άρθρου 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την αποτέφρωση των αποβλήτων (ΕΕ L 332, σ. 91) — Χορήγηση αδείας χωρίς εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον και χωρίς δημοσίευση της προηγούμενης αιτήσεως χορηγήσεως αδείας — Κατασκευή «τρίτης γραμμής» αποτεφρώσεως αποβλήτων από την ASM di Brescia S.p.A.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να υποβάλει στη διαδικασία εκτιμήσεως των επιπτώσεων στο περιβάλλον κατά τα άρθρα 5 έως 10 της οδηγίας 85/337/EΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 97/11/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Μαρτίου 1997, προ της χορηγήσεως της αδείας κατασκευής, το σχέδιο για την κατασκευή της «τρίτης γραμμής» του αποτεφρωτή που ανήκει στην εταιρία ASM Brescia SpA, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, παράγραφος 1, και 4, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας.

2)

Η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να θέσει στη διάθεση του κοινού, σε έναν ή περισσότερους δημόσιους χώρους, επί χρονικό διάστημα επαρκές προκειμένου το κοινό να έχει τη δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του προ της λήψεως αποφάσεως εκ μέρους της αρμόδιας αρχής, τη δήλωση ενάρξεως δραστηριότητας της «τρίτης γραμμής» του εν λόγω αποτεφρωτή και παραλείποντας να θέσει στη διάθεση του κοινού τις αποφάσεις επί της δηλώσεως αυτής, συνοδευόμενες από αντίτυπο της αδείας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την αποτέφρωση των αποβλήτων.

3)

Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

4)

Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας φέρει τα έξοδά του.


(1)  ΕΕ C 205 της 20.8.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Cour constitutionnelle (πρώην Cour d'arbitrage) (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Ordre des barreaux francophones et germanophone, Ordre français des avocats du barreau de Bruxelles, Ordre des barreaux flamands και Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles κατά Conseil des ministres, Conseil des ministres

(Υπόθεση C-305/05) (1)

(Οδηγία 91/308/ΕΟΚ - Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες - Υποχρέωση των δικηγόρων να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για κάθε γεγονός που θα μπορούσε να αποτελέσει ένδειξη πράξεως νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες - Δικαίωμα για δίκαιη δίκη - Επαγγελματικό απόρρητο και ανεξαρτησία των δικηγόρων)

(2007/C 199/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Cour constitutionnelle (πρώην Cour d'arbitrage)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ordre des barreaux francophones et germanophone, Ordre français des avocats du barreau de Bruxelles, Ordre des barreaux flamands, Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles

κατά

Conseil des ministres, Conseil des ministres

Παρισταμένων των: Conseil des barreaux de l'Union européenne, Ordre des avocats du barreau de Liège

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Cour constitutionnelle (πρώην Cour d'arbitrage) — Κύρος του άρθρου 1, σημείο 2, της οδηγίας 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ΕΕ L 344, σ. 76) — Δικαίωμα για δίκαιη δίκη, όπως αυτό κατοχυρώνεται με το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, και το άρθρο 6, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΈ — Αρχές του επαγγελματικού απορρήτου και της ανεξαρτησίας των δικηγόρων — Επιβολή στους δικηγόρους της υποχρεώσεως να ενημερώνουν τις αρμόδιες για την καταστολή της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αρχές για κάθε γεγονός που θα μπορούσε να αποτελέσει ένδειξη μιας τέτοιας νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες

Διατακτικό της αποφάσεως

Η υποχρέωση ενημερώσεως και συνεργασίας με τις αρμόδιες για την καταστολή της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αρχές, την οποία προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1991, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2001, και επιβάλλει στους δικηγόρους το άρθρο 2α, σημείο 5, της οδηγίας αυτής, σε συνδυασμό με το άρθρο της 6, παράγραφος 3, δεν προσβάλλει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη, όπως κατοχυρώνεται με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 6, παράγραφος 2, ΕΕ.


(1)  ΕΕ C 243 της 1.10.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 (αίτηση του Østre Landsret — Δανία για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως) — Hans Markus Kofoed κατά Skatteministeriet

(Υπόθεση C-321/05) (1)

(Οδηγία 90/434/ΕΟΚ - Κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών - Εθνική απόφαση περί φορολογήσεως ανταλλαγής εταιρικών μεριδίων - Ανταλλαγή εταιρικών μεριδίων - Χρονικά αμέσως μεταγενέστερη διανομή μερίσματος - Κατάχρηση δικαιώματος)

(2007/C 199/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Αιτούν δικαστήριο

Østre Landsret

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Hans Markus Kofoed

κατά

Skatteministeriet

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Østre Landsret — Ερμηνεία του άρθρου 2, στοιχείο δ', της οδηγίας 90/434/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1990, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ L 225, σ. 1) — Ανταλλαγή μετοχών ευθύς μετά την οποία ακολούθησε διανομή μερίσματος από την αγοράστρια εταιρία το ύψος του οποίου υπερβαίνει κατά 10 % την ονομαστική αξία των ανταλλαγεισών μετοχών

Διατακτικό της αποφάσεως

Υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, ένα μέρισμα όπως το καταβληθέν δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό του «συμψηφιστικού ποσού σε μετρητά» που προβλέπεται στο άρθρο 2, στοιχείο δ', της οδηγίας 90/434/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1990, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών, και, συνεπώς, μια ανταλλαγή εταιρικών μεριδίων, όπως η επίμαχη, αποτελεί «ανταλλαγή μετοχών» κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο δ', της οδηγίας αυτής.

Συνεπώς, το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/434 απαγορεύει, καταρχήν, τη φορολόγηση μιας τέτοιας ανταλλαγής εταιρικών μεριδίων, εκτός αν διατάξεις του εσωτερικού δικαίου σχετικά με την κατάχρηση δικαιώματος, τη φοροδιαφυγή ή τη φοροαποαφυγή δύνανται να ερμηνευθούν σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο α', της εν λόγω οδηγίας και, ως εκ τούτου, να δικαιολογήσουν τη φορολόγησή της.


(1)  ΕΕ C 257 της 15.10.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/7


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Δανίας

(Υπόθεση C-327/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 85/374/ΕΟΚ - Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων - Ευθύνη του προμηθευτή ελαττωματικού προϊόντος)

(2007/C 199/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: N. Rasmussen, A. Caeiros και H. Støvlbæk)

Καθού: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωπος: J. Molde)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Εσφαλμένη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων (ΕΕ L 210, σ. 29) — Εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ότι ο διανομέας ελαττωματικού προϊόντος υπέχει ευθύνη παραγωγού

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Δανίας, θεσπίζοντας και διατηρώντας σε ισχύ διατάξεις βάσει των οποίων οι μεσάζοντες στην αλυσίδα διανομής υπέχουν ευθύνη παραγωγού, κατά παράβαση του άρθρου 3, παράγραφος. 3, της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Δανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 257 της 15.10.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/7


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 — Internationaler Hilfsfonds eV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-331/05 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Eξωσυμβατική ευθύνη - Aιτιώδης σύνδεσμος - Έξοδα σχετικά με τις διαδικασίες ενώπιον του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή)

(2007/C 199/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Internationaler Hilfsfonds eV (εκπρόσωποι: H. Kaltenecker και S. Krüger, Rechtsanwälte)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M.-J. Jonczy και S. Fries)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως τoυ Πρωτoδικείoυ (τρίτο τμήμα) της 11ης Ιουλίου 2005 στην υπόθεση T-294/04, Internationaler Hilfsfonds e.V. κατά Επιτροπής, με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε ως προδήλως αβάσιμη την αγωγή αποζημιώσεως που είχε ως αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που συνίστατο, κατά την ενάγουσα, στις αμοιβές δικηγόρων που είχε καταβάλει η ενάγουσα στο πλαίσιο τριών διαδικασιών ενώπιον του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει την Internationaler Hilfsfonds eV στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 271 της 29.10.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/8


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London (Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — JP Morgan Fleming Claverhouse Investment Trust plc, The Association of Investment Trust Companies κατά The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs

(Υπόθεση C-363/05) (1)

(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Άρθρο 13, B, στοιχείο δ', σημείο 6 - Απαλλαγή - Αμοιβαία κεφάλαια - Έννοια - Ορισμός από τα κράτη μέλη - Διακριτική ευχέρεια - Όρια - Συλλογικές επενδύσεις σταθερού κεφαλαίου)

(2007/C 199/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

VAT and Duties Tribunal, London

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

JP Morgan Fleming Claverhouse Investment Trust plc, The Association of Investment Trust Companies

κατά

The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — VAT and Duties Tribunal, London — Ερμηνεία του άρθρου 13 Β, στοιχείο δ', σημείο 6, της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ: Έκτη οδηγία του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977 περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49) — Έκταση εφαρμογής της απαλλαγής της διαχειρίσεως των αμοιβαίων κεφαλαίων — Ισχύει η απαλλαγή για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων «κλειστού» τύπου όπως οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου που δεν υπέχουν υποχρέωση εξαγοράς των μετοχών από τους μετόχους τους (investment trust companies);

Διατακτικό της αποφάσεως

1)

Το άρθρο 13, Β, στοιχείο δ', σημείο 6, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει την έννοια ότι ο όρος «αμοιβαία κεφάλαια» που περιλαμβάνει η διάταξη αυτή καλύπτει και τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σταθερού κεφαλαίου όπως οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου (Investment Trust Companies).

2)

Το άρθρο 13, Β, στοιχείο δ', σημείο 6, της έκτης οδηγίας 77/388 έχει την έννοια ότι παρέχει στα κράτη μέλη διακριτική ευχέρεια προς καθορισμό των εντός της επικράτειάς τους επενδύσεων που εμπίπτουν στην έννοια των «αμοιβαίων κεφαλαίων» προς τον σκοπό της φοροαπαλλαγής που προβλέπει η διάταξη αυτή. Ωστόσο, κατά την άσκηση της ευχέρειας αυτής, τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν τον σκοπό τον οποίο επιδιώκει η εν λόγω οδηγία και ο οποίος συνίσταται στο να διευκολύνει τους επενδυτές να επενδύουν σε τίτλους μέσω οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, εξασφαλίζοντας παράλληλα την εφαρμογή της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας εξ απόψεως εισπράξεως του ΦΠΑ για τη διαχείριση συλλογικών επενδύσεων που βρίσκονται σε σχέση ανταγωνισμού προς άλλες συλλογικές επενδύσεις, όπως αυτές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2005/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2005.

3)

Το άρθρο 13, Β, στοιχείο δ', σημείο 6, της έκτης οδηγίας 77/388 έχει άμεσο αποτέλεσμα, υπό την έννοια ότι ένα υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο μπορεί να το επικαλεστεί ενώπιον εθνικού δικαστηρίου για να εμποδίσει την εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως ασυμβίβαστης με τη διάταξη αυτή.


(1)  ΕΕ C 271 της 29.10.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/8


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 [αίτηση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Ελλάδα) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Ντιόνικ Ανώνυμη Εταιρία Εμπορίας H/Y, Λογισμικού και Παροχής Υπηρεσιών Μηχανογράφησης, Ιωάννης Μιχαήλ Πίκουλας κατά Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

(Υπόθεση C-430/05) (1)

(Οδηγία 2001/34/ΕΚ - Άρθρο 21 - Εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών - Ενημερωτικό δελτίο - Δημοσίευση ανακριβών πληροφοριακών στοιχείων - Υπεύθυνοι - Μέλη του διοικητικού συμβουλίου)

(2007/C 199/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Αιτούν δικαστήριο

Συμβούλιο της Επικρατείας

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ντιόνικ Ανώνυμη Εταιρία Εμπορίας H/Y, Λογισμικού και Παροχής Υπηρεσιών Μηχανογράφησης, Ιωάννης Μιχαήλ Πίκουλας

κατά

Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Συμβούλιο της Επικρατείας — Ερμηνεία του άρθρου 21 της οδηγίας 2001/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, σχετικά με την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών και τις πληροφορίες επί των αξιών αυτών που πρέπει να δημοσιεύονται (ΕΕ L 184, σ. 1) — Κυκλοφορία ενημερωτικού δελτίου το οποίο περιέχει αναληθείς και ενδεχομένως παραπλανητικές για τους επενδυτές πληροφορίες

Διατακτικό της αποφάσεως

Το άρθρο 21 της οδηγίας 2001/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, σχετικά με την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών και τις πληροφορίες επί των αξιών αυτών που πρέπει να δημοσιεύονται, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν απαγορεύει στον εθνικό νομοθέτη να επιβάλει, σε περιπτώσεις στις οποίες τα πληροφοριακά στοιχεία που περιέχονται στο ενημερωτικό δελτίο που δημοσιεύεται για την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών αποδεικνύονται ανακριβή ή παραπλανητικά, διοικητικές κυρώσεις όχι μόνο στα πρόσωπα που μνημονεύονται ρητώς ως υπεύθυνα στο εν λόγω ενημερωτικό δελτίο, αλλά και στον εκδότη των εν λόγω αξιών και, αδιακρίτως, στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του εκδότη αυτού, ανεξαρτήτως του αν αυτά έχουν οριστεί ως υπεύθυνα με το εν λόγω δελτίο.


(1)  ΕΕ C 60 της 11.3.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/9


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 28 Ιουνίου 2007 [αίτηση του Tribunale di Milano (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — ποινική διαδικασία κατά Giovanni Dell'Orto

(Υπόθεση C-467/05) (1)

(Αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις - Απόφαση-πλαίσιο 2001/220/ΔΕΥ - Οδηγία 2004/80/ΕΚ - Έννοια του όρου «θύμα» σε ποινικές διαδικασίες - Nομικό πρόσωπο - Επιστροφή περιουσιακών στοιχείων κατασχεθέντων στο πλαίσιο μιας ποινικής διαδικασίας)

(2007/C 199/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale di Milano

Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά

Giovanni Dell'Orto

παρισταμένης της: Saipem SpA

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Tribunale di Milano — Ερμηνεία των άρθρων 2 και 9 της αποφάσεως πλαισίου του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, σχετικά με το καθεστώς των θυμάτων σε ποινικές διαδικασίες, και του άρθρου 17 της οδηγίας 2004/80/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την αποζημίωση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων (ΕΕ L 261, σ. 15) — Στην έννοια του θύματος περιλαμβάνεται και «οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ζημιούμενο από εγκληματική πράξη» — Δικαίωμα αποκαταστάσεως υπέρ των προσώπων αυτών

Διατακτικό της αποφάσεως

Η απόφαση-πλαίσιο 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, σχετικά με το καθεστώς των θυμάτων σε ποινικές διαδικασίες, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, στο πλαίσιο μιας ποινικής διαδικασίας και, ειδικότερα, μιας διαδικασίας εκτελέσεως μεταγενέστερης μιας αμετάκλητης καταδικαστικής αποφάσεως, όπως αυτή της κύριας δίκης, η κατά την απόφαση-πλαίσιο έννοια του όρου «θύμα» δεν περιλαμβάνει τα νομικά πρόσωπα που έχουν υποστεί ζημία προκληθείσα απευθείας από πράξεις ή παραλείψεις τελεσθείσες κατά παράβαση της ποινικής νομοθεσίας κράτους μέλους.


(1)  ΕΕ C 74 της 25.3.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/9


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Finanzgericht Hamburg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Bonn Fleisch Ex- und Import GmbH κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas

(Υπόθεση C-1/06) (1)

(Γεωργία - Ρύθμιση περί επιστροφών κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων - Κανονισμός (ΕΟΚ) 3665/87 - Προσκόμιση των στοιχείων που αποδεικνύουν την εξαγωγή των προϊόντων - Προσκόμιση ισότιμης αποδείξεως - Άρθρο 47, παράγραφος 3 - Αυτεπάγγελτη αναγνώριση δικαιολογητικών, για τα οποία δεν υποβάλλεται ρητώς αιτιολογημένο αίτημα αναγνωρίσεώς τους ως ισότιμων αποδεικτικών στοιχείων - Δεν ισχύει σε περίπτωση απευθείας εξαγωγής - Εθνικοί διαδικαστικοί κανόνες - Υποχρεώσεις των αρμοδίων εθνικών αρχών)

(2007/C 199/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Finanzgericht Hamburg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Bonn Fleisch Ex- und Import GmbH

κατά

Hauptzollamt Hamburg-Jonas

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Finanzgericht Hamburg — Ερμηνεία του άρθρου 47, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΟΚ) 3665/87 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 1987, για κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα (EE L 351, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί — Αυτεπάγγελτη αναγνώριση της ισοτιμίας εγγράφων για τα οποία δεν έχει υποβληθεί αιτιολογημένη και ρητή αίτηση αναγνώρισης της ισοτιμίας

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

Το άρθρο 47, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΟΚ) 3665/87 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 1987, για κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2955/94 της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 1994, δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τις απευθείας εξαγωγές προϊόντων.

Ωστόσο, οσάκις, λόγω περιστάσεων για τις οποίες δεν ευθύνεται ο εξαγωγέας, δεν είναι δυνατή η προσκόμιση του εθνικού εγγράφου εξαγωγής με το οποίο αποδεικνύεται ότι τα επίμαχα προϊόντα εξήλθαν από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, η αρμόδια για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή εθνική αρχή πρέπει, σύμφωνα με τους σκοπούς που επιδιώκει ο κανονισμός 3665/87, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2955/94, να λαμβάνει υπόψη της αυτεπαγγέλτως τα ισότιμα αποδεικτικά στοιχεία, καθώς και τις εμμέσως υποβαλλόμενες αιτήσεις ισοτιμίας. Τα εν λόγω αποδεικτικά μέσα πρέπει πάντως να είναι εξίσου ικανοποιητικά στο πλαίσιο του ελέγχου που πραγματοποιείται σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανόνες του εθνικού δικαίου, υπό την προϋπόθεση ότι οι κανόνες αυτοί δεν θίγουν το περιεχόμενο και την αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου.

Αν η προθεσμία υποβολής ισότιμων αποδεικτικών στοιχείων παρέλθει άπρακτη με υπαιτιότητα των αρμοδίων εθνικών αρχών, οι εν λόγω αρχές δεν μπορούν να αντιτάξουν στον επιμελή εξαγωγέα ότι παρήλθε η δωδεκάμηνη προθεσμία του άρθρου 47, παράγραφος 2, του κανονισμού 3665/87, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2955/95.


(1)  ΕΕ C 74 της 25.3.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/10


Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Finanzgericht Köln (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Planzer Luxembourg Sàrl κατά Bundeszentralamt für Steuern

(Υπόθεση C-73/06) (1)

(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Άρθρο 17, παράγραφοι 3 και 4 - Επιστροφή του ΦΠΑ - Όγδοη οδηγία ΦΠΑ - Επιστροφή του ΦΠΑ στους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας - Άρθρα 3, στοιχείο β', και 9, δεύτερο εδάφιο - Παράρτημα B - Πιστοποιητικό της ιδιότητας του υποκειμένου στον φόρο - Νομικό περιεχόμενο - Δέκατη τρίτη οδηγία ΦΠΑ - Επιστροφή του ΦΠΑ στους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος της Κοινότητας - Άρθρο 1, σημείο 1 - Έννοια της έδρας της οικονομικής δραστηριότητας)

(2007/C 199/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Finanzgericht Köln

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Planzer Luxembourg Sàrl

κατά

Bundeszentralamt für Steuern

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής απόφασης — Finanzgericht Köln — Ερμηνεία του άρθρου 3, στοιχείο β', και του παραρτήματος Β της όγδοης οδηγίας 79/1072/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 1979, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Τρόπος επιστροφής του φόρου προστιθεμένης αξίας στους υποκειμένους στο φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 111), και του άρθρου 1, σημείο 1, της δέκατης τρίτης οδηγίας 86/560/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 1986, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Τρόπος επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας στους υποκείμενους στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι σε έδαφος της Κοινότητας (ΕΕ L 326, σ. 40) — Επιστροφή του ΦΠΑ σε φορολογούμενο εγκατεστημένο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, ο οποίος αποτελεί θυγατρική επιχείρηση εταιρίας εγκατεστημένης σε τρίτο κράτος — Κριτήρια στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται μια εγκατάσταση για να θεωρείται εγκατεστημένη εντός της ημεδαπής — Οι έννοιες «έδρα της οικονομικής δραστηριότητας» και «μόνιμη εγκατάσταση από την οποία να παρέχονται οι υπηρεσίες»

Διατακτικό της αποφάσεως

1)

Τα άρθρα 3, στοιχείο β', και 9, δεύτερο εδάφιο, της όγδοης οδηγίας 79/1072/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 1979, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Τρόπος επιστροφής του φόρου προστιθεμένης αξίας στους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας πρέπει, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι πιστοποιητικό σύμφωνο με το υπόδειγμα του παραρτήματος B της οδηγίας αυτής επιτρέπει, κατ' αρχήν, να συναχθεί το τεκμήριο ότι ο ενδιαφερόμενος όχι μόνον είναι υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας στο κράτος μέλος στο οποίο ανήκει η φορολογική αρχή η οποία του το εξέδωσε, αλλά και ότι αυτός είναι εγκατεστημένος σ' αυτό το κράτος μέλος.

Οι διατάξεις αυτές δεν σημαίνουν, πάντως, ότι απαγορεύεται στη φορολογική αρχή του κράτους μέλους επιστροφής του φόρου, η οποία έχει αμφιβολίες ως προς την οικονομική υπόσταση της εγκαταστάσεως της οποίας η διεύθυνση μνημονεύεται στο πιστοποιητικό αυτό, να εξακριβώνει την οικονομική αυτή υπόσταση προσφεύγοντας στα σχετικά διοικητικά μέτρα που προβλέπει η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση περί φόρου προστιθέμενης αξίας.

2)

Το άρθρο 1, σημείο 1, της δέκατης τρίτης οδηγίας 86/560/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 1986, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Τρόπος επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας στους υποκείμενους στον φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι σε έδαφος της Κοινότητας, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η έδρα της οικονομικής δραστηριότητας μιας εταιρίας είναι ο τόπος όπου λαμβάνονται οι σημαντικότερες αποφάσεις σχετικά με τη γενική διεύθυνση της εταιρίας αυτής και όπου ασκούνται οι λειτουργίες της κεντρικής διοικήσεως αυτής.


(1)  ΕΕ C 201 της 7.8.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/11


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 [αιτήσεις Commissione tributaria di secondo grado di Trento (Ιταλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Fendt Italiana Srl κατά Agenzia Dogane Ufficio Dogane di Trento

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-145/06 και C-146/06) (1)

(Οδηγία 2003/96/ΕΚ - Κοινοτικό πλαίσιο φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας - Πεδίο εφαρμογής της οδηγίας - Ορυκτέλαια - Λιπαντικά έλαια για άλλες χρήσεις εκτός από θέρμανση ή κίνηση κινητήρων - Δεν εμπίπτουν - Κατάργηση της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ - Εθνικό καθεστώς φορολογίας)

(2007/C 199/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Commissione tributaria di secondo grado di Trento

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Fendt Italiana Srl

κατά

Agenzia Dogane Ufficio Dogane di Trento

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Commissione tributaria di secondo grado di Trento — Ερμηνεία της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283, σ. 51) — Συμβατόν εθνικού νόμου που προβλέπει την είσπραξη φόρου κατανάλωσης επί των λιπαντικών ελαίων εάν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν, προσφέρονται προς πώληση ή χρησιμοποιούνται για άλλο σκοπό εκτός από καύσιμα κινητήρων ή καύσιμα θέρμανσης

Διατακτικό της αποφάσεως

Η οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2004/75/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, έχει την έννοια ότι δεν απαγορεύει εθνική νομοθεσία, όπως η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία προβλέπει την είσπραξη φόρου κατανάλωσης επί των λιπαντικών ελαίων εάν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν, προσφέρονται προς πώληση ή χρησιμοποιούνται για άλλο σκοπό εκτός από καύσιμα κινητήρων ή καύσιμα θέρμανσης.


(1)  ΕΕ C 143 της 17.6.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/11


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 [αίτηση του Tribunal Administrativo e Fiscal do Porto (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Deutsche Lufthansa AG κατά Ana — Aeroportos de Portugal SA

(Υπόθεση C-181/06) (1)

(Αεροπορικές μεταφορές - Αερολιμένες - Υπηρεσίες εδάφους - Είσπραξη τέλους διοικητικών υπηρεσιών εδάφους και εποπτείας)

(2007/C 199/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Administrativo e Fiscal do Porto

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Deutsche Lufthansa AG

κατά

Ana — Aeroportos de Portugal SA

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Tribunal Administrativo e Fiscal — Ερμηνεία του άρθρου 16, παράγραφος 3, της οδηγίας 96/67/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες της Κοινότητας (ΕΕ 1996, L 272, σ. 36) — Πρόσβαση στην αγορά υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες της Κοινότητας — Είσπραξη τέλους για την πρόσβαση στην αγορά διοικητικών υπηρεσιών εδάφους και εποπτείας

Διατακτικό της αποφάσεως

Το κοινοτικό δίκαιο απαγορεύει εθνική ρύθμιση όπως η προβλεπόμενη στα άρθρα 10, παράγραφος 1, του κανονιστικού διατάγματος 12/99, της 30ής Ιουλίου 1999, και 18, παράγραφος 2, του νομοδιατάγματος 102/90, της 21ης Μαρτίου 1990, όπως τροποποιήθηκε με το νομοδιάταγμα 280/99, της 26ης Ιουλίου 1999, εκτός αν το τέλος διοικητικών υπηρεσιών εδάφους και εποπτείας που προβλέπει η νομοθεσία αυτή οφείλεται ως αντιπαροχή για το σύνολο ή μέρος των υπηρεσιών που καθορίζονται στο σημείο 1 του παραρτήματος της οδηγίας 96/67/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες της Κοινότητας, και δεν συνιστά δεύτερη φορολόγηση υπηρεσιών ήδη αμειβομένων μέσω άλλου τέλους ή φόρου. Στην περίπτωση που, μετά τις εξακριβώσεις στις οποίες θα προβεί το αιτούν δικαστήριο, αποδειχθεί ότι το επίδικο στην κύρια δίκη τέλος συνιστά τέλος για την πρόσβαση στις αερολιμενικές εγκαταστάσεις, στο δικαστήριο αυτό εναπόκειται να εξακριβώσει κατά πόσον το επίδικο τέλος πληροί τα κριτήρια της καταλληλότητας, της αντικειμενικότητας, της διαφάνειας και της άνευ διακρίσεων εφαρμογής, όπως αυτά καθορίζονται από το άρθρο 16, παράγραφος 3, της οδηγίας 96/67.


(1)  ΕΕ C 154 της 1.7.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/12


Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-317/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/14/ΕΚ - Ενημέρωση και διαβούλευση με τους εργαζομένους στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2007/C 199/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Enegren και R. Vidal Puig)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωπος: M. A. Sampol Pucurull)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη εμπρόθεσμης θεσπίσεως των αναγκαίων διατάξεων για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα — Kοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για την εκπροσώπηση των εργαζομένων (ΕΕ L 80, σ. 29)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να θεσπίσει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 212 της 2.9.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/12


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας

(Υπόθεση C-340/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2003/4/ΕΚ - Πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2007/C 199/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: U. Wölker)

Καθής: Δημοκρατία της Αυστρίας (εκπρόσωπος: E. Riedl)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη θεσπίσεως, εντός της προβλεπομένης προθεσμίας, όλων των αναγκαίων διατάξεων για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 41, σ. 26)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Δημοκρατία της Αυστρίας, παραλείποντας να θεσπίσει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 249 της 14.10.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/13


Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 28ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-410/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/15/ΕΚ - Οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών - Παράλειψη μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2007/C 199/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: N. Yerrell και G. Braga da Cruz)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: L. Fernandes και F. Ribeiro Lopes)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη εμπρόθεσμης θεσπίσεως των αναγκαίων διατάξεων για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ L 80, σ. 35)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

H Πορτογαλική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 294 της 2.12.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/13


Διάταξη του Δικαστηρίου της 15ης Μαΐου 2007 — Ricosmos BV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-420/05 P) (1)

(Αναίρεση - Τελωνειακός κώδικας - Πράξη εξωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης - Διαγραφή εισαγωγικών δασμών - Προϋποθέσεις - Τήρηση των προθεσμιών - Δικαιώματα άμυνας - Αρχή της αναλογικότητας - Έννοια της πρόδηλης αμέλειας - Αίτηση αναιρέσεως εν μέρει προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει προδήλως αβάσιμη)

(2007/C 199/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ricosmos BV (εκπρόσωπος: J.H. Peek, advocaat)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: B. Stromsky και M. van Beek)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (πρώτο τμήμα) της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, T-53/02, Ricosmos BV κατά Επιτροπής, με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε το αίτημα περί ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής REM 09/00, της 16ης Νοεμβρίου 2001, με την οποία η Επιτροπή επισήμανε στις ολλανδικές αρχές ότι δεν συντρέχει λόγος να διαγραφούν οι εισαγωγικοί δασμοί επί φορτίου τσιγάρων με προορισμό την Τσεχική Δημοκρατία, με την αιτιολογία ότι η απάτη που διαπράχθηκε από τρίτους στο πλαίσιο μιας πράξεως εξωτερικής κοινοτικής διαμετακομίσεως δεν συνιστά ειδική κατάσταση που να δικαιολογεί τη διαγραφή των εισαγωγικών δασμών.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει τη Ricosmos BV στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 48 της 25.2.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/14


Διάταξη του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Μαΐου 2007 [αίτηση του Sozialgericht Würzburg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Greser, Otmar κατά Bundesagentur für Arbeit

(Υπόθεση C-438/06) (1)

(Προδικαστική παραπομπή - Προδήλως απαράδεκτο)

(2007/C 199/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Sozialgericht Würzburg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Greser, Otmar

κατά

Bundesagentur für Arbeit

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Sozialgericht Würzburg — Ερμηνεία του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. εκδ. 05/001, σ. 73) — Υπολογισμός των παροχών ανεργίας ενός πλοηγού ποταμόπλοιου του Ρήνου («Rheinschiffer») ο οποίος κατοικούσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, στην επικράτεια κράτους μέλους άλλου από το κράτος απασχολήσεως και επέστρεφε στον τόπο κατοικίας του, σύμφωνα με τη σύμβαση εργασίας του, μόνον ανά δύο εβδομάδες — Χαρακτηρισμός του εν λόγω εργαζομένου ως «μεθοριακού εργαζομένου» ή «μη μεθοριακού εργαζομένου»

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο διατάσσει:

Η αίτηση του Sozialgericht Würzburg για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, της 28ης Σεπτεμβρίου 2006, είναι προδήλως απαράδεκτη.


(1)  ΕΕ C 326 της 30.12.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/14


Διάταξη του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 13ης Ιουνίου 2007 [αιτήσεις του Tribunal Superior de Justicia de Asturias (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — José Manuel Blanco Pérez, María del Pilar Chao Gómez κατά Consejería de Salud y Servicios Sanitarios, Federación Empresarial de Farmacéuticos (FEFE), Principado de Asturias

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-72/07 και C-111/07) (1)

(Προδικαστική παραπομπή - Απαράδεκτο)

(2007/C 199/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Superior de Justicia de Asturias

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

José Manuel Blanco Pérez, María del Pilar Chao Gómez

κατά

Consejería de Salud y Servicios Sanitarios, Federación Empresarial de Farmacéuticos (FEFE), Principado de Asturias

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Tribunal Superior de Justicia de Asturias — Ερμηνεία του άρθρου 43 ΕΚ — Ρύθμιση που προβλέπει τις προϋποθέσεις για την έναρξη λειτουργίας νέων φαρμακείων

Διατακτικό της αποφάσεως

Οι αιτήσεις του Tribunal Superior de Justicia de Asturias για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, της 30ής Νοεμβρίου 2006 και της 29ης Ιανουαρίου 2007, είναι προδήλως απαράδεκτες.


(1)  ΕΕ C 82 της 14.4.2007.

ΕΕ C 95 της 28.4.2007.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/14


Προσφυγή της 5ης Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Πολωνίας

(Υπόθεση C-193/07)

(2007/C 199/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Recchia και K Herrmann)

Καθής: Δημοκρατία της Πολωνίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι η Δημοκρατία της Πολωνίας, παραλείποντας να λάβει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποτρέψει την επιδείνωση της καταστάσεως των οικοτόπων και την πρόκληση σημαντικής αναστατώσεως των ειδών εντός της ζώνης ZPS Puszcza Augustowska, PLB 200002, στο πλαίσιο της διαδικασίας εγκρίσεως της παρακάμψεως της Augustów, πόλεως ευρισκόμενης στο βορειο-ανατολικό τμήμα της επικρατείας της, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 6, παράγραφος 2, και 7, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (1)·

να διαπιστώσει ότι η Δημοκρατία της Πολωνίας, παραλείποντας να εξαρτήσει την πραγματοποίηση της επενδύσεως της σχετικής με την παράκαμψη της Wasilków, πόλεως ευρισκόμενης στη βορειο-ανατολική περιοχή της επικρατείας της, από τακτική εκτίμηση των επιπτώσεων του συγκεκριμένου σχεδίου επί της ZPS Puszcza Knyszyńska, PLB 200003, και εγκρίνοντας την πραγματοποίηση αυτής της επενδύσεως παρά τις αρνητικές της συνέπειες για ολόκληρη τη συγκεκριμένη ζώνη και προβαίνοντας στην έναρξη της υλοποιήσεως αυτής της επενδύσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 6, παράγραφος 3, και 7, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας·

να διαπιστώσει ότι η Δημοκρατία της Πολωνίας, επιλέγοντας ως αντισταθμιστικό μέτρο για την απώλεια της ζώνης Puszcza Augustowska, PLB 200002, να προβεί σε αναδάσωση εντός της ζώνης η οποία πρέπει να προταθεί ως Τόπος Κοινοτικού Ενδιαφέροντος, σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ («Pojezierze Sejneńskie», PLH 200007, συνολικής εκτάσεως 7 456,9 εκταρίων), παραβίασε την οδηγία 92/43/ΕΟΚ, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, λαμβανομένων υπόψη των αποφάσεων που εξέδωσε το Δικαστήριο στις υποθέσεις C-117/03, Dragaggi, και C-244/05, Bund Naturschutz·

να διαπιστώσει ότι η Δημοκρατία της Πολωνίας, εγκρίνοντας την καταστροφή των φυσικών οικοτόπων Puszcza Augustowska εντός της ζώνης που πρέπει να προταθεί ως Τόπος Κοινοτικού Ενδιαφέροντος σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ (Ostoja Augustowska PLH 200005), στο πλαίσιο της κατασκευής της παρακάμψεως της Augustów, πόλεως ευρισκόμενης στο βορειο-ανατολικό τμήμα της επικρατείας της, παραβίασε την οδηγία 92/43/ΕΟΚ, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, λαμβανομένων υπόψη των αποφάσεων που εξέδωσε το Δικαστήριο στις υποθέσεις C-117/03, Dragaggi, και C-244/05, Bund Naturschutz.

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Πολωνίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή αφορά τη μη ορθή εφαρμογή των οδηγιών 79/409/ΕΟΚ (2) (Πτηνά) και 92/43/ΕΟΚ (Οικότοποι). Σκοπός της οδηγίας περί οικοτόπων είναι η δημιουργία ενός συνεκτικού ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου για τη διατήρηση, ή την αποκατάσταση, σε μια ικανοποιητική κατάσταση διατηρήσεως, των φυσικών οικοτόπων και της άγριας χλωρίδας και πανίδας στο έδαφος των κρατών μελών. Προς επίτευξη αυτού του σκοπού προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ο καθορισμός Ειδικών Ζωνών Διατηρήσεως (στο εξής: ΕΖΔ). Το άρθρο 6, παράγραφος 2, της προαναφερθείσας οδηγίας επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση λήψεως κατάλληλων μέτρων προς αποτροπή, του ενδεχομένου επιδεινώσεως, εκ παντός είδους ενεργειών στις οποίες προβαίνουν, του συγκεκριμένου τόπου, καθώς και η αποτροπή της ενδεχόμενης σημαντικής διαταράξεως των ειδών για τα οποία προορίζεται ο τόπος, ενώ στην παράγραφο 3 προβλέπεται η υποχρέωση των κρατών μελών να προβαίνουν, για όλα τα προγράμματα ή σχέδια που δεν σχετίζονται άμεσα ή απαραιτήτως με τη διαχείριση του τόπου, αλλά δύνανται να επηρεάσουν τον τόπο αυτό κατά τρόπο σημαντικό, σε κατάλληλη εκτίμηση των επιπτώσεών τους επί του τόπου σε συνάρτηση με τον σκοπό διατηρήσεως αυτού του τόπου.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας άρχισε την υλοποίηση δύο έργων οδοποιίας που αφορούν την παράκαμψη των πόλεων Augustów και Wasilków, εντός τόπων προστατευομένων κατά την έννοια των προαναφερθεισών οδηγιών, κατά παράβαση του άρθρου 6, παράγραφοι 2 και 3, σε συνδυασμό με το άρθρο 7, της οδηγίας περί οικοτόπων, όσον αφορά ειδικότερα δύο Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και κατά παραβίαση του συστήματος προστασίας που απορρέει από τη νομολογία Dragaggi (C-117/03) και Bund Naturschutz (C-244/05) όσον αφορά έναν ενδεχόμενο Τόπο Κοινοτικού Ενδιαφέροντος (ΤΚΕ). Επιπροσθέτως, η Δημοκρατία της Πολωνίας πρότεινε ένα αντισταθμιστικό μέτρο για τις οικολογικής φύσεως ζημίες που συνεπάγεται η υλοποίηση του έργου παρακάμψεως της πόλεως Augustów, που πρόκειται να εφαρμοστεί επί ενός ενδεχόμενου Τόπου Κοινοτικής Προστασίας (ΤΚΠ) και το οποίο μπορεί να επιφέρει αλλοίωση των οικολογικών χαρακτηριστικών αυτού του τόπου.

Όσον αφορά το οδικό έργο της παρακάμψεως της πόλεως Augustów, το έργο αυτό πρόκειται, κατά τα διαθέσιμα στοιχεία, να διέλθει από τη ΖΕΠ Puszcza Augustowska και τον ενδεχόμενο ΤΚΠ Ostoja Augustowska. Η ΖΕΠ αποτελεί κατάλυμα για 41 είδη πτηνών απαριθμούμενων στο παράρτημα Ι της οδηγίας περί αγρίων πτηνών, ενώ ο τόπος Ostoja Augustowska περιλαμβάνει 21 τύπους οικοτόπων από τους απαριθμούμενους στο παράρτημα Ι της οδηγίας περί φυσικών οικοτόπων. Επιπροσθέτως, στον τόπο αυτό βρίσκουν κατάλυμα εννέα είδη ζώων και φύονται οκτώ είδη φυτών από τα απαριθμούμενα στο παράρτημα II της οδηγίας περί φυσικών οικοτόπων, μεταξύ των οποίων ένα είδος το οποίο πρέπει να τυγχάνει προστασίας κατά προτεραιότητα, δηλαδή ο λύκος. Ο τόπος Ostoja Augustowska πληροί όλα τα οικολογικά κριτήρια του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας περί φυσικών οικοτόπων ώστε να μπορεί να προταθεί και να χαρακτηρισθεί ως ΤΚΠ κατά τις διατάξεις της οδηγίας αυτής.

Όσον αφορά το εφαρμοστέο επί του έργου αυτού και επί της εκτιμήσεως των επιπτώσεών του επί της ΖΕΠ καθεστώς, επισημαίνεται ότι η διαδικασία εγκρίσεώς του κινήθηκε πριν από την ημερομηνία προσχωρήσεως της Δημοκρατίας της Πολωνίας. Η Επιτροπή υποστηρίζει, σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-209/04 (Επιτροπή κατά Αυστρίας) ότι οι διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί φυσικών οικοτόπων δεν τυγχάνουν εφαρμογής. Εντούτοις, οι ουσιαστικές διατάξεις της ίδιας οδηγίας, ιδίως το άρθρο 6, παράγραφος 2, τυγχάνουν εφαρμογής ευθύς μετά την προσχώρηση. Όσον αφορά το ίδιο αυτό έργο και τις επιπτώσεις του επί του ενδεχόμενου ΤΚΠ, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το καθεστώς που πρέπει να εφαρμοστεί δεν διαφέρει από εκείνο που καθορίστηκε με τις προαναφερθείσες αποφάσεις Dragaggi και Bund Naturschutz, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις προστασίας είναι ίδιες. Επίσης, το καθεστώς αυτό εφαρμόζεται από της προσχωρήσεως της Δημοκρατίας της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεδομένου ότι πρόκειται για ουσιαστικές υποχρεώσεις που σχετίζονται με την επίτευξη του σκοπού της οδηγίας περί φυσικών οικοτόπων. Ενδεχόμενη αποδοχή της αντίθετης απόψεως θα είχε ως αποτέλεσμα να μην δεσμεύονται τα κράτη μέλη από τους σκοπούς της οδηγίας ως προς όλα εκείνα τα έργα η διαδικασία εγκρίσεως των οποίων είχε κινηθεί πριν από την ημερομηνία προσχωρήσεώς τους.

Το συγκεκριμένο έργο συνεπάγεται επιδείνωση των φυσικών οικοτόπων, προκαλεί αναστάτωση στα είδη για τα οποία προορίζεται η ΖΠ και δεν συνιστά μέτρο δυνάμενο να διασφαλίσει το συμφέρον του ενδεχόμενου ΤΚΠ σε εθνικό επίπεδο. Το έργο θα προκαλέσει ανεπανόρθωτες ζημίες και την επιδείνωση του μοναδικού και εξαιρετικού οικοσυστήματος της κοιλάδας του ποταμού Rospuda λόγω των επιπτώσεών του επί των αγρίων πτηνών και των οικοτόπων, καθώς και επί των ειδών που πρέπει να προστατεύονται κατά την έννοια των οδηγιών 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ. Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι κατά την εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου παρακάμψεως της Augustów επί των ζωνών Natura 2000, οι πολωνικές αρχές δεν εξέτασαν δεόντως τις εναλλακτικές λύσεις. Καθόσον δεν απέδειξαν την αδυναμία εναλλακτικών λύσεων, οι πολωνικές αρχές δεν μπορούν να επικαλεστούν μείζον δημόσιο συμφέρον για την έγκριση του συγκεκριμένου έργου.

Όσον αφορά το οδικό έργο της παρακάμψεως της πόλεως Wasilków, η κατασκευαζόμενη οδός πρόκειται να διέλθει, κατά τα υπάρχοντα στοιχεία, από τη ΖΕΠ Puszcza Knyszyńska, όπου βρίσκουν κατάλυμα 37 είδη αγρίων πτηνών από τα παρατιθέμενα στο παράρτημα Ι της οδηγίας περί αγρίων πτηνών. Η διαδικασία εγκρίσεως κινήθηκε μετά την προσχώρηση της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρόκειται δηλαδή για έργο επί του οποίου έχουν εφαρμογή οι διαδικαστικές διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφοι 3 και 4. Η εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου αυτού υπήρξε ελλιπής από πολλές απόψεις και δεν συνιστά κατάλληλη εκτίμηση επιπτώσεων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί φυσικών οικοτόπων. Επιπροσθέτως, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι πολωνικές αρχές δεν υπέβαλαν στην Επιτροπή εναλλακτικές λύσεις για την παράκαμψη της πόλεως Wasilków και ότι δεν εξέτασαν το ζήτημα των αντισταθμιστικών μέτρων που αφορούν τη ζώνη η οποία πρόκειται να καταστραφεί από την παράκαμψη αυτή.

Οι εργασίες έχουν ήδη ξεκινήσει, ιδίως δε έχει ήδη πραγματοποιηθεί η κοπή δένδρων.

Το σχέδιο αναδασώσεως εντός του ενδεχόμενου ΤΚΠ Pojezierze Sejneńskie, ως αντισταθμιστικό μέτρο για τις οικολογικές ζημίες στους τόπους που αφορά το έργο παρακάμψεως της πόλεως Augustów, όχι μόνο δεν αντισταθμίζει τις οικολογικές ζημίες, αλλά επιπροσθέτως έχει και αρνητικές συνέπειες επί του δυνητικού ΤΚΠ. Ο τόπος, ο οποίος περιλαμβάνει 15 τύπους οικοτόπων από τους απαριθμούμενους στο παράρτημα Ι της οδηγίας περί οικοτόπων, πληροί όλα τα οικολογικά κριτήρια του παραρτήματος III προκειμένου να προταθεί και να χαρακτηριστεί ως ΤΚΠ κατά τις διατάξεις της οδηγίας αυτής. Η Επιτροπή έχει υπόψη της αξιόπιστα στοιχεία κατά τα οποία δύο είδη από τα περιλαμβανόμενα στα παραρτήματα II και IV της προαναφερθείσας οδηγίας, ειδικότερα το είδος Pulsatilla patens και το είδος Thesium ebracteatum, διαβιούν στην έκταση αυτή. Επίσης, στον τόπο αυτό βρίσκουν κατάλυμα έξι ζωικά είδη και φύονται έξι φυτικά είδη από τα απαριθμούμενα στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας περί φυσικών οικοτόπων, μεταξύ των οποίων ένα είδος που πρέπει να τυγχάνει προστασίας κατά προτεραιότητα, δηλαδή ο λύκος. Μέρος της εκτάσεως αυτού του κατά προτεραιότητα προστατευόμενου οικοτόπου (εκτάσεως 17 εκταρίων περίπου), καθώς και οι φυσικοί οικότοποι των δύο φυσικών ειδών του παραρτήματος II πρόκειται να αποψιλωθούν στο πλαίσιο των μέτρων που προέβλεψε ο επενδυτής για την αντιστάθμιση των ζημιών που θα υποστούν οι οικότοποι πτηνών λόγω της κατασκευής της παρακάμψεως της πόλεως Augustów.

Οι πολωνικές αρχές επιβεβαίωσαν τη βούλησή τους να συμπληρώσουν το σχέδιο αυτό αναδασώσεως το βραδύτερο μέχρι της λήξεως του προσεχούς Ιουνίου. Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διατάξει την αναστολή ή τη μη έναρξη των εργασιών μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως επί της προσφυγής της.


(1)  ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7.

(2)  Οδηγία 79/409/ΕΟΚ, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/16


Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Πολωνίας

(Υπόθεση C-227/07)

(2007/C 199/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Shotter και K. Mojzesowicz)

Καθής: Δημοκρατία της Πολωνίας

Αιτήματα

Να αναγνωριστεί ότι η Δημοκρατία της Πολωνίας, παραλείποντας να μεταφέρει ορθώς στο εσωτερικό δίκαιο την οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση) (1), και ιδίως το άρθρο 4, παράγραφος 1, σχετικά με την υποχρέωση να διαπραγματεύονται τη μεταξύ τους διασύνδεση, και το άρθρο 5, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, σχετικά με την εξουσία της εθνικής κανονιστικής αρχής να ενθαρρύνει και, κατά περίπτωση, να εξασφαλίζει, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της εν λόγω οδηγίας.

Να καταδικαστεί η Δημοκρατία της Πολωνίας στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (οδηγία για την πρόσβαση) ορίζει ότι οι φορείς εκμετάλλευσης δημοσίων δικτύων επικοινωνιών έχουν το δικαίωμα και την υποχρέωση, να διαπραγματεύονται τη μεταξύ τους διασύνδεση για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή και η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών σε ολόκληρη την Κοινότητα. Επιτάσσει επίσης να μπορούν οι εθνικές κανονιστικές αρχές να ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, να εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών.

Όσον αφορά τη Δημοκρατία της Πολωνίας, η προθεσμία για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας αυτής έληξε στις 30 Απριλίου 2004, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 2 και 54 της πράξης προσχωρήσεως.

Σύμφωνα με την πολωνική νομοθεσία, όλοι οι φορείς εκμετάλλευσης δημοσίων δικτύων επικοινωνιών έχουν την υποχρέωση να διαπραγματεύονται την πρόσβαση και η εθνική κανονιστική αρχή μπορεί να αποφασίσει για το πέρας των διαπραγματεύσεων αυτού του είδους. Εξάλλου, αν τα μέρη δεν καταλήγουν σε συμφωνία, η εθνική κανονιστική αρχή μπορεί, κατόπιν αιτήσεως ενός των μερών, να εκδώσει απόφαση η οποία αντικαθιστά τη σύμβαση και επιβάλλει υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις ανεξάρτητα από τη θέση τους στην αγορά. Η Επιτροπή ενίσταται ότι οι διατάξεις αυτές του νόμου για τις τηλεπικοινωνίες στην Πολωνία αντιβαίνουν τις προϋποθέσεις του άρθρου 4, παράγραφος 1 και του άρθρου 5, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας για την πρόσβαση.

Όσον αφορά την προσθήκη με τις γενικές νομοθετικές διατάξεις της υποχρεώσεως καλόπιστης διαπραγματεύσεως των συμβάσεων πρόσβασης, δεδομένου ότι η λύση αυτή έχει ως συνέπεια την επιβολή υποχρεώσεως διαπραγματεύσεως χωρίς να ελεγχθεί προηγουμένως η απουσία πραγματικού ανταγωνισμού στην οικεία αγορά, δεν επιτρέπει στην εθνική κανονιστική αρχή να ερευνήσει τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της υποχρεώσεως παροχής πρόσβασης επί του ανταγωνισμού στην αγορά, και, κατά συνέπεια, τις επιπτώσεις της καταργήσεως της υποχρεώσεως αυτής στην περίπτωση που ενταθεί ο ανταγωνισμός στην αγορά.

Όσον αφορά την εξουσία της εθνικής κανονιστικής αρχής να εκδώσει απόφαση που αντικαθιστά τη σύμβαση των μερών, πρέπει να επισημανθεί ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας για την πρόσβαση δεν μπορεί να εφαρμοστεί με γενική νομοθετική διάταξη διότι η εθνική κανονιστική αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να ενεργήσει σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις. Η εξουσία που παρέχεται στις εθνικές κανονιστικές αρχές δυνάμει της προαναφερθείσας διατάξεως περιορίζεται σαφώς, αφενός λόγω της αναφοράς στους «στόχους του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ  (2), (οδηγία πλαίσιο)» και, αφετέρου, από την προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 3, της οδηγίας για την πρόσβαση. Οι περιορισμοί αυτοί της εξουσίας της εθνικής κανονιστικής αρχής εξασφαλίζουν ότι αυτή θα ενεργήσει μόνο σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις. Εξάλλου, οι υποχρεώσεις από κανονιστικές διατάξεις μπορούν να επιβληθούν μόνο στις επιχειρήσεις που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά ή, ανεξαρτήτως της ισχύος τους στην αγορά, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 3, της οδηγίας για την πρόσβαση. Επομένως, αν η εθνική κανονιστική αρχή αποφασίσει να παρέμβει, η παρέμβαση αυτή πρέπει να έχει ως νομική βάση τις διατάξεις της οδηγίας και το ίδιο ισχύει στην περίπτωση που η εθνική κανονιστική αρχή αποφασίσει να επιβάλει υποχρεώσεις.


(1)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7.

(2)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο), ΕΕ L 108, σ. 33-50 και ειδική έκδοση ΕΕ στα πολωνικά, κεφάλαιο 13, τόμος 29, σ. 349.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/17


Αναίρεση που άσκησε στις 22 Μαΐου 2007 ο Carsten Brinkmann κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (πέμπτο τμήμα) στις 22 Μαρτίου 2007 στην υπόθεση T-322/05, Carsten Brinkmann κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

(Υπόθεση C-243/07 P)

(2007/C 199/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Carsten Brinkmann (εκπρόσωπος: K. van Bebber, δικηγόρος)

Αντίδικοι κατ' αναίρεση:

1.

Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

2.

Terra Networks, S.A.

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαρτίου 2007 στην υπόθεση T-322/05,

να ακυρώσει την απόφαση του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (ΓΕΕΑ) υπ' αριθ. 3646/2004, της 29ης Οκτωβρίου 2004,

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα έξοδα της διαδικασίας ενώπιον των οργάνων του ΓΕΕΑ καθώς και της διαδικασίας ενώπιον του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Ως λόγο αναιρέσεως της ανωτέρω αποφάσεως του Πρωτοδικείου ο αναιρεσείων προβάλλει την παράβαση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου1993, για το κοινοτικό σήμα. Συγκεκριμένα, μεταξύ των σημάτων που αφορά η υπό κρίση υπόθεση δεν υπάρχει, αν πραγματοποιηθεί ορθή αξιολόγηση, κανείς κίνδυνος συγχύσεως, υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού.

Πρώτον, δεν είναι ορθό ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που αφορούν αφενός το υπό καταχώριση σήμα και αφετέρου το σήμα της ανακόπτουσας είναι πλήρως ταυτόσημα.

Δεύτερον, την ενδιαφερόμενη κατηγορία συναλλασσομένων δεν αποτελεί ο μέσος Γερμανός καταναλωτής, αλλά μια κατηγορία ειδικών, και συγκεκριμένα ειδικοί από τον τραπεζικό τομέα, από τον κύκλο των ιδιοκτητών ακινήτων κ.λπ.

Τρίτον, η διακριτική δύναμη του στοιχείου «terra» στο σήμα της ανακόπτουσας είναι πολύ περιορισμένη. Το Πρωτοδικείο αγνόησε πλήρως αυτό το αποφασιστικής σημασίας στοιχείο: δεν εξέτασε τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος της ανακόπτουσας. Αυτό όμως είναι πολύ σημαντικό, διότι, αν η διακριτική δύναμη του προγενέστερου σήματος είναι πολύ μικρή, ενδέχεται να μη γίνει δεκτό ότι υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως, μολονότι κανονικά θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι υπάρχει. Όσο μικρότερη είναι η διακριτική δύναμη ενός σημείου, τόσο μικρότερη είναι και η έκταση προστασίας του σήματος. Όταν πρόκειται για σήματα με περιορισμένο διακριτικό χαρακτήρα, μπορεί να μην υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως υπό νομική έννοια, ακόμη και αν υπάρχει στην πραγματικότητα το (πιθανότατο μάλιστα) ενδεχόμενο συγχύσεως.

Τέλος, τέταρτον, όσον αφορά την ομοιότητα των σημείων, το κριτήριο είναι η οπτική, ακουστική και εννοιολογική ομοιότητά τους, οπότε σημασία έχει μεν η συνολική εντύπωση που δημιουργείται, αλλά πρέπει να εξετάζονται τα στοιχεία που προσδίδουν στο σήμα τον διακριτικό του χαρακτήρα καθώς και τα κυρίαρχα στοιχεία. Το σήμα της ανακόπτουσας είναι ένα εικονιστικό σήμα, το οποίο συνίσταται στη λέξη «terra» και σε ένα εικονιστικό στοιχείο, το οποίο έχει το ίδιο περίπου μέγεθος με το λεκτικό στοιχείο «terra». Επειδή ακριβώς το σήμα του αναιρεσείοντος δεν περιλαμβάνει κανένα εικονιστικό στοιχείο, είναι σαφείς οι διαφορές που προκύπτουν από μια συνολική σύγκριση των δύο σημάτων. Ακόμη όμως και αν γίνει δεκτό ότι το λεκτικό στοιχείο «terra» αποτελεί το βασικό στοιχείο του σήματος της ανακόπτουσας, δεν υπάρχει ομοιότητα από την άποψη του δικαίου περί σημάτων. Επισημαίνεται ότι στην τεχνητή λέξη «Terranus» εμπεριέχεται μεν πλήρως ο συνήθως κατανοητός στις συναλλαγές όρος «Terra», αλλά το σημείο «terra» παύει να έχει, εντός του μεταγενέστερου σήματος, αυτοτελή θέση που να προσδίδει ορισμένο διακριτικό χαρακτήρα. Εξάλλου, οι συναλλασσόμενοι είναι συνηθισμένοι στο ότι ορισμένες έννοιες που προέρχονται γλωσσικά από ορισμένη ρίζα ενδέχεται να αποκτούν, σε περίπτωση παραλλαγής τους, τελείως διαφορετική σημασία και, επομένως, δεν μπορούν πλέον να συσχετιστούν με την αρχική έννοια.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/18


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το rechtbank van koophandel te Antwerpen (Βέλγιο) την 1η Ιουνίου 2007 — VTB-VAB NV κατά Total Belgium NV

(Υπόθεση C-261/07)

(2007/C 199/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Rechtbank van koophandel te Antwerpen

Διάδικοι της κύριας δίκης

Ενάγουσα: VTB-VAB NV

Εναγομένη: Total Belgium NV

Προδικαστικό ερώτημα

Αντιτίθεται η οδηγία 2005/29/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί αθεμίτων εμπορικών πρακτικών σε εθνική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 54 του βελγικού νόμου της 14ης Ιουλίου 1991 περί εμπορικών πρακτικών και περί πληροφορήσεως και προστασίας του καταναλωτή, η οποία -εκτός από τις περιπτώσεις που απαριθμούνται περιοριστικώς στον νόμο- απαγορεύει κάθε «συνημμένη» προσφορά από έναν πωλητή προς έναν καταναλωτή, περιλαμβανομένης της «συνημμένης» προσφοράς ενός προϊόντος που ο καταναλωτής πρέπει να αγοράσει και μιας δωρεάν υπηρεσίας της οποίας η λήψη συνδέεται με την αγορά του προϊόντος, και τούτο ανεξαρτήτως των περιστάσεων της υποθέσεως, και ειδικότερα ανεξαρτήτως της επιδράσεως που η συγκεκριμένη προσφορά μπορεί να έχει στον μέσο καταναλωτή και ανεξαρτήτως του αν υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες η προσφορά αυτή δύναται να θεωρηθεί αντίθετη με την επαγγελματική δεοντολογία ή με τα συναλλακτικά ήθη;


(1)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 149, σ. 22).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/18


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale ordinario di Roma (Ιταλία) στις 4 Ιουνίου 2007 — Caffaro Srl κατά Azienda Unità Sanitaria Locale RM/C

(Υπόθεση C-265/07)

(2007/C 199/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale ordinario di Roma (Ιταλία)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αιτούσα: Caffaro Srl

Καθής: Azienda Unità Sanitaria Locale RM/C

Προδικαστικό ερώρημα

Ερωτάται αν αντίκειται προς την κοινοτική οδηγία 2000/35/ΕΚ (1), ειδικότερα δε στο άρθρο 5 αυτής, το άρθρο 14 του νομοθετικού διατάγματος 669/96, όπως αυτό τροποποιήθηκε 147 του νόμου 388/2000, καθόσον προβλέπει προθεσμία 120 ημερών από την επίδοση του εκτελεστού τίτλου, την οποία ο δανειστής υποχρεούται να τηρήσει, όταν πρόκειται για αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της δημόσιας διοικήσεως.


(1)  EE L 200, σ. 35.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/19


Προσφυγή της 6ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-269/07)

(2007/C 199/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: R. Lyal και W. Mölls)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας θεσπίζοντας και διατηρώντας σε ισχύ τις διατάξεις περί συμπληρωματικής ασφαλίσεως γήρατος των άρθρων 79 έως 99 του γερμανικού νόμου περί φόρου εισοδήματος (Einkommensteuergesetz), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 39 ΕΚ, το άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας (1), το άρθρο 18 ΕΚ και το άρθρο 12 ΕΚ,

καθόσον κατά τις εν λόγω διατάξεις

α)

οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι (και οι σύζυγοι αυτών) δεν έχουν δικαίωμα για ενίσχυση, καθόσον δεν υπέχουν πλήρη υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος·

β)

δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί το κεφάλαιο που έχει συγκεντρωθεί στο πλαίσιο ενός τέτοιου συστήματος για την αγορά κατοικίας προς ιδιόχρηση αν η κατοικία αυτή δεν βρίσκεται στη Γερμανία·

γ)

η καταβληθείσα ενίσχυση πρέπει να επιστραφεί σε περίπτωση παύσεως της πλήρους υποχρεώσεως καταβολής φόρου·

να καταδικάσει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το 2001, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας προέβλεψε νομοθετικώς τη χορήγηση της ενισχύσεως καλούμενης συνταξιοδοτικής ενισχύσεως, σκοπός της οποίας είναι η παροχή συμπληρωματικής συντάξεως προς αντιστάθμιση της πτώσεως του επιπέδου των συντάξεων του κατά νόμον συνταξιοδοτικού συστήματος. Η ενίσχυση αυτή όμως χορηγείται μόνον στην περίπτωση κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος υπέχει πλήρη υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αποκλειομένων, κατά τον τρόπο αυτό, των διασυνοριακών εργαζομένων οι οποίοι βάσει συμβάσεως περί αποτροπής της διπλής φορολογίας, υπέχουν φορολογική υποχρέωση στο κράτος της κατοικίας τους και, κατά συνέπεια, δεν καταβάλλουν φόρους στη Γερμανία. Επίσης, δικαίωμα χρησιμοποιήσεως μέρους του κεφαλαίου που συγκεντρώνεται για την αγορά κατοικίας προς ιδιόχρηση υφίσταται μόνον εφόσον το ακίνητο βρίσκεται στη Γερμανία και όχι πλησίον των συνόρων στην αλλοδαπή. Τέλος, η ενίσχυση πρέπει να επιστραφεί σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος παύει να υπέχει πλήρη υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος.

Κατά την Επιτροπή, οι διατάξεις αυτές αντίκεινται στους κανόνες του κοινοτικού δικαίου περί απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων και περί ίσης μεταχειρίσεως των εργαζομένων που έχουν την ιθαγένεια άλλων κρατών μελών όσον αφορά τα κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα. Η απαγόρευση δυσμενών διακρίσεων εις βάρος εργαζομένων άλλων κρατών μελών, λόγω ιθαγένειας, περιλαμβάνει, πράγματι, όχι μόνον τις προφανείς δυσμενείς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας, αλλά και όλες τις μορφές συγκεκαλυμμένης δυσμενούς διακρίσεως, όταν η χρησιμοποίηση άλλων κριτηρίων καταλήγει στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα. Εξάλλου, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι δικαιούνται επίσης των κοινωνικών πλεονεκτημάτων, δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68.

Δεδομένου ότι η συνταξιοδοτική ενίσχυση ανταποκρίνεται στον ορισμό του «κοινωνικού πλεονεκτήματος», πρέπει αυτή να χορηγείται και στην περίπτωση κατά την οποία ο/η διασυνοριακός/ή εργαζόμενος/η και ο/η σύζυγός του/της δεν υπέχει (ή δεν υπέχουν) υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος στη Γερμανία. Πράγματι, η παροχή του πλεονεκτήματος συνδέεται με την αντικειμενική ιδιότητα του εργαζομένου που έχουν οι ενδιαφερόμενοι. Η σύνταξη γήρατος του κατά νόμον συνταξιοδοτικού συστήματος, το επίπεδο της οποίας έπεσε και την οποία αποσκοπεί να συμπληρώσει η ενίσχυση αυτή, αφορά πρωτίστως τα συνδεόμενα με σχέση εργασίας πρόσωπα, μολονότι, περιθωριακώς, το μέτρο αυτό μπορεί να αφορά επίσης άλλες κατηγορίες προσώπων. Επίσης, στην έννοια του κοινωνικού πλεονεκτήματος εμπίπτουν πλεονεκτήματα μη χορηγούμενα αποκλειστικώς λόγω του γεγονότος ότι ο δικαιούχος έχει την κατοικία του εντός της εθνικής επικράτειας. Ειδικότερα, οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι βρίσκονται κατά κανόνα, στην ίδια κατάσταση με τους εργαζομένους που έχουν την κατοικία τους εντός της εθνικής επικράτειας: η μείωση του επιπέδου των συντάξεων στο πλαίσιο του γερμανικού συνταξιοδοτικού συστήματος αφορά εξίσου τις δύο αυτές κατηγορίες, καθόσον υπάγονται στο σύστημα αυτό και καταβάλλουν εισφορές. Συμφέρον και των δύο αυτών κατηγοριών είναι να αποκτήσουν, ως αντισταθμιστικό μέτρο, δικαίωμα συμπληρωματικής συντάξεως κατά την περίοδο της εργασίας τους. Ο κανόνας της γερμανικής νομοθεσίας κατά τον οποίο οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι αποκλείονται από το πλεονέκτημα αυτό για τα εισοδήματα εκείνα τα οποία, βάσει συμβάσεως αποτροπής της διπλής φορολογίας, εμπίπτουν φορολογικώς στο κράτος της κατοικίας τους, δημιουργεί συγκεκαλυμμένη δυσμενή διάκριση αντιβαίνουσα στο άρθρο 39, παράγραφος 2, ΕΚ, καθώς και στο άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68. Ο χαρακτηρισμός της συνταξιοδοτικής ενισχύσεως ως «φορολογικού» ή ως «κοινωνικού» πλεονεκτήματος είναι, τελικώς, άνευ σημασίας, δεδομένου ότι οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι δικαιούνται ίσης μεταχειρίσεως, επίσης όσον αφορά τα «φορολογικά» πλεονεκτήματα.

Η άποψη κατά την οποία πρόκειται για φορολογικό πλεονέκτημα ισχύει και προκειμένου περί της απαγορεύσεως χρησιμοποιήσεως του συγκεντρωθέντος κεφαλαίου για την αγορά κατοικίας προς ιδιόχρηση, στην περίπτωση κατά την οποία η κατοικία αυτή δεν βρίσκεται στη Γερμανία. Ακόμα και αν το πλεονέκτημα αυτό χαρακτηριστεί ως φορολογικό πλεονέκτημα, περιορίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων. Πράγματι, η προϋπόθεση αυτή περιορίζει τη δυνατότητα χρησιμοποιήσεως ενός φορολογικού πλεονεκτήματος: απαγορεύει στους διασυνοριακούς εργαζομένους να χρησιμοποιήσουν το κεφάλαιο που συγκεντρώθηκε για την αγορά κατοικίας, στην περίπτωση κατά την οποία η κατοικία αυτή βρίσκεται στην αλλοδαπή, πλησίον των συνόρων, όπου ευλόγως επιθυμούν να εγκατασταθούν αυτού του είδους οι εργαζόμενοι. Σε σύγκριση με τους εργαζομένους που κατοικούν εντός της εθνικής επικράτειας, περιορίζεται η ευχέρεια των διασυνοριακών εργαζομένων να χρησιμοποιήσουν την ενίσχυση κατά το στάδιο καταβολής της ενισχύσεως που προβλέπει η σύμβαση συνταξιοδοτικής ασφαλίσεως. Μειώνεται, επομένως, η αξία της ενισχύσεως ως κοινωνικού πλεονεκτήματος. Κατά συνέπεια, η δυσμενής αυτή μεταχείριση που υφίστανται οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι συνιστά, επίσης, μορφή συγκεκαλυμμένης δυσμενούς διακρίσεως λόγω ιθαγένειας, αντίθετης προς το άρθρο 39, παράγραφος 2, ΕΚ και προς το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68.

Η υποχρέωση επιστροφής της ενισχύσεως σε περίπτωση που παύσει η πλήρης υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος, όπως προβλέπεται στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος, θίγει πρωτίστως τους αλλοδαπούς. Πράγματι, ο αριθμός των αλλοδαπών οι οποίοι μετά το πέρας της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας επιστρέφουν στη χώρα καταγωγής τους είναι πολλαπλάσιος του αριθμού των Γερμανών οι οποίοι εγκαθίστανται, ως συνταξιούχοι, στην αλλοδαπή. Επίσης, η υποχρέωση επιστροφής της ενισχύσεως αποτρέπει τους ενδιαφερόμενους από τη μεταφορά της κατοικίας τους σε άλλο κράτος μέλος. Εξάλλου, ο κανόνας αυτός μπορεί εκ προοιμίου να μειώσει την αξία της ενισχύσεως για τους διακινούμενους εργαζομένους σε σχέση με τους ημεδαπούς εργαζομένους και να δημιουργήσει συγκεκαλυμμένη δυσμενή διάκριση από της χορηγήσεως του πλεονεκτήματος αυτού. Τούτο συμβαίνει στην περίπτωση κατά την οποία ο διακινούμενος εργαζόμενος προκειμένου να αποφύγει την επιστροφή της ενισχύσεως παραλείπει να ζητήσει τη χορήγησή της. Από αυτής της απόψεως, δεν συντρέχει κανένας λόγος για τη διατήρηση αυτού του συστήματος. Όσον αφορά τη συνοχή του φορολογικού συστήματος, αυτή διασφαλίζεται με τους κανόνες που προβλέπουν οι συμβάσεις αποτροπής της διπλής φορολογίας. Επομένως, η υποχρέωση επιστροφής σε περίπτωση που παύει η υποχρέωση πλήρους καταβολής φόρου εισοδήματος συνιστά συγκεκαλυμμένη διάκριση λόγω ιθαγενείας αντίθετη, ως εκ τούτου, προς το άρθρο 39 ΕΚ, το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68, καθώς και προς τα άρθρα 12 ΕΚ και 18 ΕΚ.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/20


Προσφυγή της 6ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-270/07)

(2007/C 199/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: F. Erlbacher και A. Szmytkowska)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη και εξακολουθεί να παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 1 και 5, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας 85/73 (1) καθώς και, από την 1η Ιανουαρίου 2007, από το άρθρο 27, παράγραφοι 2, 4 και 10 του κανονισμού 882/2004 (2), καθόσον το άρθρο 4 του πέμπτου εκτελεστικού νόμου του ομόσπονδου κράτους του Σλέσβιχ-Χολστάιν σχετικά με το δίκαιο της υγιεινής των κρεάτων και των κρεάτων των πουλερικών δεν έχει προσαρμοστεί στις διατάξεις αυτές,

να καταδικάσει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εισπράττεται τέλος για την κάλυψη των εξόδων που προκύπτουν από τις επιθεωρήσεις και τους υγειονομικούς ελέγχους των κρεάτων κατά την έννοια των διαφόρων οδηγιών. Οι τρόποι υπολογισμού και είσπραξης των κοινοτικών αυτών τελών, τα οποία αντικαθιστούν κάθε άλλο τέλος και κάθε άλλη επιβάρυνση που επιβάλλονται από τις κρατικές, περιφερειακές ή δημοτικές αρχές των κρατών μελών, εκτίθενται στα παραρτήματα της οδηγίας. Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της παραπάνω οδηγίας προβλέπει ότι τα κοινοτικά τέλη καθορίζονται κατά τρόπο ώστε να καλύπτουν τα στοιχεία κόστους που βαρύνουν την αρμόδια αρχή για τη διενέργεια των ελέγχων και επιθεωρήσεων. Κατά την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, τα κράτη μέλη μπορούν να εισπράττουν ποσό ανώτερο των κοινοτικών τελών, υπό την προϋπόθεση ότι το συνολικό τέλος που εισπράττεται δεν υπερβαίνει το πραγματικό κόστος επιθεώρησης. Με την απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-284/00 και C-288/00, Stratmann κ.λπ., το Δικαστήριο δέχτηκε ότι από το γράμμα και το πνεύμα των οδηγιών 85/73 και 64/433 προκύπτει ότι το κοινοτικό τέλος καλύπτει το κόστος των βακτηριολογικών ελέγχων. Κατά την απόφαση αυτή, η νομική αυτή κατάσταση δεν άλλαξε επί της ουσίας μετά την αντικατάσταση της οδηγίας 85/73 από τον κανονισμό 882/2004 την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι διατάξεις του εκτελεστικού νόμου του Σλέσβιχ-Χολστάιν, οι οποίες προβλέπουν την επιβολή όχι μόνο των κατ' αποκοπή τελών για τις επιθεωρήσεις κρεάτων, αλλά και τελών για βακτηριολογικούς ελέγχους, αντιβαίνουν σε αυτές τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και δεν λαμβάνουν υπόψη την ερμηνεία που έδωσε το Δικαστήριο στις διατάξεις αυτές με την απόφαση Stratmann κ.λπ.

Η Επιτροπή ζητεί κυρίως να αναγνωριστεί ότι οι βακτηριολογικοί έλεγχοι ανήκουν στην κατηγορία των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων που προβλέπει ο κανονισμός 854/2004 και των οποίων το κόστος πρέπει να καλύπτεται από το κοινοτικό τέλος. Τα κράτη μέλη έχουν βέβαια την ευχέρεια να εισπράττουν ποσά υπερβαίνοντα το ύψος των τελών που προβλέπονται στο παράρτημα της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ, εφόσον το συνολικό τέλος που εισπράττεται δεν υπερβαίνει το πραγματικό κόστος επιθεώρησης, αλλά κάθε αύξηση την οποία αποφασίζουν τα κράτη μέλη πρέπει να αφορά το ίδιο το κατ' αποκοπή ποσό. Το ειδικό τέλος που υπερβαίνει το κοινοτικό τέλος πρέπει να καλύπτει όλα τα έξοδα που έχουν ανακύψει πράγματι. Δεδομένου ότι πρόκειται για διάταξη του εθνικού δικαίου που προβλέπει τη χωριστή χρέωση του κόστους των βακτηριολογικών ελέγχων, πέρα από το κατ' αποκοπή ποσό του κοινοτικού τέλους, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι συντρέχει περίπτωση υψηλότερου κόστους. Δεν πρόκειται δηλαδή για γενική αύξηση του κατ' αποκοπή ποσού του κοινοτικού τέλους που να καλύπτει όλα τα έξοδα που έχουν ανακύψει πράγματι.

Μια διάταξη όπως η εν λόγω διάταξη του εκτελεστικού νόμου του Σλέσβιχ-Χολστάιν θέτει επίσης σε κίνδυνο την πρακτική αποτελεσματικότητα των εφαρμοστέων διατάξεων του κοινοτικού δικαίου. Συγκεκριμένα, σκοπός των εναρμονισμένων αυτών διατάξεων είναι η εξάλειψη, στον τομέα της χρηματοδότησης των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων νωπών κρεάτων, των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού που θα δημιουργούνταν πιθανότατα στον τομέα αυτό σε περίπτωση ύπαρξης διαφορών μεταξύ των κρατών μελών. Κατά την Επιτροπή, το Δικαστήριο αποφάνθηκε επίσης ότι η επίτευξη του σκοπού αυτού θα διακυβευόταν, αν το εναρμονισμένο αυτό κοινοτικό σύστημα χρηματοδότησης δεν κάλυπτε ορισμένους ελέγχους που προβλέπει το κοινοτικό δίκαιο, αλλά επιτρεπόταν η επιβολή ειδικών εθνικών τελών για τους ελέγχους αυτούς.


(1)  ΕΕ L 32, σ. 14.

(2)  ΕΕ L 165, σ. 1.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/21


Προσφυγή της 8ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-275/07)

(2007/C 199/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Wilms και M. Velardo)

Καθής: Ιταλική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία:

αρνούμενη να καταβάλει στην Επιτροπή τόκους υπερημερίας για συνολικό ποσό 847,06 ευρώ λόγω εκπρόθεσμης λογιστικής καταχωρίσεως των δασμών και αρνούμενη να προσαρμόσει τις διατάξεις του εθνικού δικαίου προς την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τη λογιστική καταχώριση των τελωνειακών πράξεων οι οποίες καλύπτονται από συνολική εγγύηση, δεν έχουν αμφισβητηθεί και προκύπτουν από πράξη κοινοτικής διαμετακομίσεως, και

αρνούμενη να καταβάλει στην Επιτροπή τόκους υπερημερίας για συνολικό ποσό 3 322 ευρώ σχετικά με τη μη τήρηση των προθεσμιών που τάχθηκαν με την κοινοτική ρύθμιση για την εγγραφή των δασμών στα λογιστικά βιβλία «A», στο πλαίσιο πράξεων διαμετακομίσεως κατά την έννοια της Συμβάσεως TIR,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 (1) του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, και ειδικότερα το άρθρο του 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', που αντικαταστάθηκε, από τις 31 Μαΐου 2000, από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 (2) του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, και ειδικότερα το άρθρο του 6, παράγραφος 3, στοιχείο α'·

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή βάλλει κατά δύο αποφάσεων της Ιταλικής Δημοκρατίας. Η πρώτη απόφαση συνίσταται στην άρνηση καταβολής στην Επιτροπή τόκων υπερημερίας για συνολικό ποσό 847,06 ευρώ λόγω εκπρόθεσμης λογιστικής καταχωρίσεως των δασμών, καθώς και στην άρνηση προσαρμογής των διατάξεων του εθνικού δικαίου προς την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τη λογιστική καταχώριση των τελωνειακών πράξεων οι οποίες καλύπτονται από συνολική εγγύηση, δεν έχουν αμφισβητηθεί και προκύπτουν από πράξη κοινοτικής διαμετακομίσεως. Η δεύτερη απόφαση συνίσταται στην άρνηση καταβολής στην Επιτροπή τόκων υπερημερίας για συνολικό ποσό 3 322 ευρώ σχετικά με τη μη τήρηση των προθεσμιών που τάχθηκαν με την κοινοτική ρύθμιση για την εγγραφή των δασμών στα λογιστικά βιβλία «A», στο πλαίσιο πράξεων διαμετακομίσεως κατά την έννοια της Συμβάσεως TIR.

Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Ιταλική Δημοκρατία, πέραν του ότι παραβίασε τα άρθρα 8 και 11 του κανονισμού 1552/89, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', του εν λόγω κανονισμού που αντικαταστάθηκε, από τις 31 Μαΐου 2000, από τον κανονισμό 1150/2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, και ειδικότερα το άρθρο 6, παράγραφος 3, στοιχείο α', του τελευταίου κανονισμού.


(1)  EE L 155, σ. 1.

(2)  EE L 130, σ. 1.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/21


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Cour d'appel de Liège (Βέλγιο) στις 13 Ιουνίου 2007 — État belge κατά Truck Center SA

(Υπόθεση C-282/07)

(2007/C 199/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Cour d'appel de Liège

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εφεσείον: État belge (Βελγικό Δημόσιο)

Εφεσίβλητη: Truck Center SA

Προδικαστικό ερώτημα

Μήπως τα άρθρα 105, σημείο 3, στοιχείο b, και 107, παράγραφος 2, στοιχείο 9, του εκτελεστικού διατάγματος του CIR 92, σε συνδυασμό με το άρθρο 23 της βελγολουξεμβουργιανής Συμβάσεως για την αποφυγή της διπλής φορολογίας, παραβιάζουν το σχετικό με την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων άρθρο 73 (νυν άρθρο 56) της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθόσον, προβλέποντας μόνο για τους τόκους που καταλογίζονται στις εταιρίες κατοίκους ημεδαπής την κατά το άρθρο 107, παράγραφος 2, σημείο 9, παραίτηση από την είσπραξη του παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος από κινητή περιουσία, από τη μια πλευρά έχουν ως αποτέλεσμα να αποτρέπουν τις εταιρίες κατοίκους ημεδαπής να δανείζονται κεφάλαια από εταιρίες εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος και από την άλλη πλευρά εμποδίζουν τις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος εταιρίες να επενδύουν, με δάνεια, κεφάλαια σε εταιρίες που εδρεύουν στο Βέλγιο;


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/22


Προσφυγή της 12ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-283/07)

(2007/C 199/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Zadra και J.-B. Laignelot)

Καθής: Ιταλική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, έχοντας θεσπίσει και διατηρήσει σε ισχύ διατάξεις όπως

το άρθρο 1, παράγραφοι 25 έως 27 και 29, στοιχείο a, του νόμου 308 της 15ης Δεκεμβρίου 2004 και

το άρθρο 1, παράγραφος 29, στοιχείο b, του νόμου 308 της 15ης Δεκεμβρίου 2004, καθώς και τα άρθρα 183, παράγραφος 1, στοιχείο s, και 229 του νομοθετικού διατάγματος 152 της 3ης Απριλίου 2006,

δυνάμει των οποίων, αντιστοίχως, ορισμένα θραύσματα μετάλλων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στη σιδηρουργική και μεταλλουργική δραστηριότητα και τα καύσιμα που προέρχονται από απόβλητα (RDF) [Refuse Derived Fuel] υψηλής ποιότητας αποκλείονται a priori από το πεδίο εφαρμογής της ιταλικής νομοθεσίας περί αποβλήτων, με την οποία μεταφέρθηκε στο εσωτερικό δίκαίο η οδηγία 75/442/ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ (2) του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 1991, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία·

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή υποστηρίζει, υπό το φως της νομολογίας του Δικαστηρίου, ότι οι διατάξεις των άρθρων 1, παράγραφοι 25 έως 27 και 29, του νόμου 308, καθώς και τα άρθρα 183, παράγραφος 1, στοιχείο s, και 229 του νομοθετικού διατάγματος 152, δυνάμει των οποίων αποκλείονται συστηματικώς και a priori από την έννοια των αποβλήτων ορισμένα θραύσματα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στη σιδηρουργική δραστηριότητα και τα καύσιμα που προέρχονται από απόβλητα (RDF) υψηλής ποιότητας, έχουν ως αποτέλεσμα να περιορίζουν τον ορισμό των αποβλήτων που προβλέπει η οδηγία 75/442 και συνεπώς το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής, προσβάλλοντας αναπόφευκτα την πρακτική της αποτελεσματικότητα. Οι διατάξεις αυτές είναι συνεπώς αντίθετες προς την οδηγία, από την οποία δεν μπορεί να εισάγεται παρέκκλιση με κανόνα του εσωτερικού δικαίου και η οποία δεν προβλέπει καμία εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής της για τα εν λόγω αντικείμενα και τις εν λόγω ουσίες.

Ο αποκλεισμός από την έννοια των αποβλήτων των θραυσμάτων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις σιδηρουργικές δραστηριότητες και των RDF-Q θεσπίστηκε από τον Ιταλό νομοθέτη, μέσω του τεκμηρίου juris et de jure ότι αυτά τα αντικείμενα και αυτές οι ουσίες, όπως ορίζονται στις επίμαχες διατάξεις, πρέπει πάντοτε να χαρακτηρίζονται ως πρώτες ύλες. Η διάταξη αυτή περιορίζει αναπόφευκτα τον δυναμικό και λειτουργικό ορισμό που προβλέπει η οδηγία. Η εν λόγω διάταξη αποκλείει, πράγματι, το να μπορεί η ύπαρξη ενός «αποβλήτου» κατά την έννοια της οδηγίας 75/442 να «διαπιστωθεί υπό το φως του συνόλου των περιστάσεων», βάσει των οποίων θα έπρεπε, κατά περίπτωση, να καθορίζεται αν πρόκειται για απόβλητο κατά την έννοια της οδηγίας.

Ο συστηματικός αποκλεισμός των υλικών αυτών, που αποτελούν κατάλοιπα, από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας δεν θίγει μόνο την πρακτική αποτελεσματικότητα της εν λόγω οδηγίας και, ειδικότερα, του συστήματος των ελέγχων της διαχείρισης των αποβλήτων που θεσπίζει η οδηγία αυτή, για την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά έχει επιπλέον ως συνέπεια να αποκλείει τη δυνατότητα εφαρμογής στα κατάλοιπα αυτά ολόκληρης της σχετικής με το περιβάλλον νομοθεσίας, της οποίας το πεδίο εφαρμογής έχει ακριβώς οριστεί με αναφορά στην έννοια του αποβλήτου που προβλέπει η οδηγία. Οι δυνητικές εις βάρος του περιβάλλοντος συνέπειες του αποκλεισμού αυτού είναι συνεπώς ευρύτερες από τις συνέπειες που προκύπτουν από τη μη εφαρμογή της οδηγίας και μόνον.


(1)  EE ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86.

(2)  ΕΕ L 78, σ. 32.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/23


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το High Court of Justice (Chancery Division) στις 14 Ιουνίου 2007 — The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs κατά Isle of Wight Council, Mid-Suffolk District Council, South Tyneside Metropolitan Borough Council, West Berkshire District Council Customs

(Υπόθεση C-288/07)

(2007/C 199/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

High Court of Justice (Chancery Division)

Διάδικοι της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs

Αναιρεσίβλητοι: Isle of Wight Council, Mid-Suffolk District Council, South Tyneside Metropolitan Borough Council, West Berkshire District Council

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει o όρος «στρεβλώσεις του ανταγωνισμού» να εκτιμάται κατά περίπτωση, χωριστά για κάθε δημόσιο φορέα ώστε, στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως, να πρέπει να ερμηνεύεται με κριτήριο την περιοχή ή τις περιοχές όπου ο συγκεκριμένος φορέας εκμεταλλεύεται θέσεις σταθμεύσεως αυτοκινήτων εκτός δημοσίων οδών ή το σύνολο του εθνικού εδάφους του οικείου κράτους μέλους;

2)

Ποια είναι η έννοια της φράσεως «θα οδηγούσε σε»; Ειδικότερα, πόσο μεγάλη πιθανότητα ή βεβαιότητα απαιτείται για να πληρούται η προϋπόθεση αυτή;

3)

Ποια είναι η έννοια του όρου «σημαντικές»; Ειδικότερα, ο όρος «σημαντικές» αναφέρεται σε συνέπειες για τον ανταγωνισμό που δεν είναι αμελητέες ή de minimis, σε «ουσιώδεις» συνέπειες ή σε «όλως ιδιαίτερες» συνέπειες;


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/23


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Rechtbank van Koophandel te Antwerpen (Βέλγιο) στις 27 Ιουνίου 2007 — Galatea BVBA κατά Sanoma Magazines Belgium NV

(Υπόθεση C-299/07)

(2007/C 199/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Rechtbank van Koophandel te Antwerpen

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσα: Galatea BVBA

Εναγομένη: Sanoma Magazines Belgium NV

Προδικαστικό ερώτημα

Αντιτίθενται το άρθρο 49 ΕΚ και η οδηγία 2005/29/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί αθεμίτων εμπορικών πρακτικών σε εθνική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 54 του βελγικού νόμου της 14ης Ιουλίου 1991 περί εμπορικών πρακτικών και περί πληροφορήσεως και προστασίας του καταναλωτή, η οποία -εκτός από τις περιπτώσεις που απαριθμούνται περιοριστικώς στον νόμο- απαγορεύει κάθε «συνημμένη» προσφορά από έναν πωλητή προς έναν καταναλωτή, στο πλαίσιο της οποίας η δωρεάν ή μη δωρεάν απόκτηση προϊόντων, υπηρεσιών, πλεονεκτημάτων ή τίτλων με τους οποίους κάποιος μπορεί να αποκτήσει τα πιο πάνω συνδέεται με την απόκτηση άλλων, ακόμη και όμοιων, προϊόντων ή υπηρεσιών, και τούτο ανεξαρτήτως των περιστάσεων της υποθέσεως, και ειδικότερα ανεξαρτήτως της επιδράσεως που η συγκεκριμένη προσφορά μπορεί να έχει στον μέσο καταναλωτή και ανεξαρτήτως του αν υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες η προσφορά αυτή δύναται να θεωρηθεί αντίθετη με την επαγγελματική δεοντολογία ή με τα συναλλακτικά ήθη;


(1)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (EE L 149, σ. 22).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/23


Προσφυγή της 4ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-307/07)

(2007/C 199/37)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: H. Støvlbæk και P. Andrade)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη αναγνωρίζοντας τα διπλώματα που παρέχουν πρόσβαση στο επάγγελμα του φαρμακοποιού που ειδικεύεται στις κλινικές αναλύσεις, παρέβη, όσον αφορά το εν λόγω επάγγελμα, τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 89/48/ΕΟΚ (1)·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η επαγγελματική δραστηριότητα του φαρμακοποιού που ειδικεύεται στις κλινικές αναλύσεις αποτελεί νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα που καλύπτεται από την οδηγία 89/48. Ο νόμος για τη μεταφορά της οδηγίας στην πορτογαλική έννομη τάξη περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της στα επαγγέλματα που περιλαμβάνονται σε συγκεκριμένο κατάλογο. Μη εγγράφοντας στον κατάλογο αυτό το επάγγελμα του φαρμακοποιού που ειδικεύεται στις κλινικές αναλύσεις, η Πορτογαλία δεν μετέφερε πλήρως την οδηγία 89/48 στην εσωτερική της έννομη τάξη.


(1)  Οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών (ΕΕ 1989, L 19, σ. 16).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/24


Προσφυγή της 6ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-314/07)

(2007/C 199/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Rozet και P. Costa de Oliveira)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, παρέχοντας προτεραιότητα, όσον αφορά την κατάταξη των υποψηφίων των εξωτερικών διαγωνισμών εκπαιδευτικών για την Αυτόνομη Περιφέρεια των Αζόρων, στους υποψηφίους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 25, παράγραφος 7, στοιχείο α', του κανονισμού του διαγωνισμού, που εγκρίθηκε με το περιφερειακό νομοθετικό διάταγμα 27/2003/A, της 9ης Ιουνίου 2003, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 39 EK και από το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 (1) του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Τα κριτήρια προτεραιότητας που καθιερώνει το άρθρο 25, παράγραφος 7, του περιφερειακού νομοθετικού διατάγματος 27/2003/A, της 9ης Ιουνίου 2003, για την κατάταξη των υποψηφίων στον πίνακα βάσει του οποίου θα διοριστεί το διδακτικό προσωπικό σε σχολεία ή παιδαγωγικά τμήματα της Αυτόνομης Περιφέρειας των Αζόρων τουλάχιστον για χρονικό διάστημα τριών ετών, συνεπάγονται μια μορφή διάκρισης λόγω ιθαγένειας, αντίθετη προς τις κοινοτικές διατάξεις περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, ανεξαρτήτως του αν το αυτό ισχύει και για τους Πορτογάλους πολίτες που κατοικούν σε άλλα μέρη της χώρας. Η έννοια της διακρίσεως δεν καλύπτει μόνον τις προφανείς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας, αλλά και όλες τις μορφές διακρίσεως που, μέσω της εφαρμογής άλλων κριτηρίων διακρίσεως, οδηγούν στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το επιχείρημα των πορτογαλικών αρχών, ότι η ύπαρξη δεσμού του υποψηφίου με την Αυτόνομη Περιφέρεια των Αζόρων ενδέχεται να δείχνει τη βούληση του εν λόγω υποψηφίου να παραμείνει στην εν λόγω Περιφέρεια, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντικειμενικό γεγονός ικανό να δικαιολογήσει περιορισμό ως προς τον διορισμό των υποψηφίων των επίδικων εξωτερικών διαγωνισμών.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/24


Διάταξη του προέδρου του εβδόμου τμήματος του Δικαστηρίου της 13ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-172/06) (1)

(2007/C 199/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Ο πρόεδρος του εβδόμου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 131 της 3.6.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/24


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 5ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Court of Appeal (Hνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — British Telecommunications plc, The Queen κατά The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs

(Υπόθεση C-185/06) (1)

(2007/C 199/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 154 της 1.7.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/25


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 12ης Ιουνίου 2007 [αίτηση του Cour d'appel d'Angers (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — EARL Mainelvo κατά Denkavit France SARL

(Υπόθεση C-272/06) (1)

(2007/C 199/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 212 της 2.9.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/25


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 19ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-479/06) (1)

(2007/C 199/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 326 της 30.12.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/25


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-41/07) (1)

(2007/C 199/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 69 της 24.3.2007.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/25


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-80/07) (1)

(2007/C 199/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 69 της 24.3.2007.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/25


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-91/07) (1)

(2007/C 199/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 82 της 14.4.2007.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/25


Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Ιουνίου 2007 [αίτηση του Verwaltungsgericht Darmstadt (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Container Service Thorsten Sperzel GmbH κατά Land Hessen

(Υπόθεση C-119/07) (1)

(2007/C 199/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 117 της 26.5.2007.


Πρωτοδικείο

25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/26


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Sanders κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-45/01) (1)

(Προσωπικό απασχολούμενο στην κοινή επιχείρηση JET - Εφαρμογή διαφορετικού νομικού καθεστώτος από αυτό των έκτακτων υπαλλήλων - Αποκατάσταση της υλικής ζημίας)

(2007/C 199/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αιτούντες: Stephen G. Sanders (Oxon, Ηνωμένο Βασίλειο) και οι 94 λοιποί αιτούντες τα ονόματα των οποίων παρατίθενται στο παράρτημα της αποφάσεως (εκπρόσωποι: αρχικώς P. Roth, QC, I. Hutton, Ε. Μητροφάνους και A. Howard, barristers, στη συνέχεια P. Roth, I. Hutton και B. Lask, barrister)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: J. Currall)

Παρεμβαίνον υπέρ των αιτούντων: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: J.-P. Hix και A. Pilette, στη συνέχεια J.-P. Hix και B. Driessens)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Καθορισμός, κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως του Πρωτοδικείου της 5ης Οκτωβρίου 2004, T-45/01, Sanders κ.λπ. κατά Επιτροπής (Συλλογή 2004, σ. ΙΙ-3315), του ποσού της αποζημιώσεως που οφείλεται για την αποκατάσταση της οικονομικής ζημίας που υπέστη καθένας από τους αιτούντες λόγω του ότι δεν προσελήφθη ως έκτακτος υπάλληλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την άσκηση της δραστηριότητάς του στο πλαίσιο της κοινής επιχειρήσεως Joint European Torus (JET).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

H Επιτροπή υποχρεούται να καταβάλει σε καθέναν από τους αιτούντες αποζημίωση ίση προς το ποσό που αναφέρεται, για καθέναν από αυτούς, στη στήλη (6) του παραρτήματος 3 της παρούσας αποφάσεως.

2)

Το ποσό αυτό παράγει τόκους με επιτόκιο 5,258 % από τις 31 Δεκεμβρίου 1999 μέχρι την ημερομηνία καταβολής του.

3)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι αιτούντες για το σύνολο της ενώπιον του Πρωτοδικείου διαδικασίας.

4)

Το Συμβούλιο φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 134 της 5.5.2001.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/26


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Eagle κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-144/02) (1)

(Προσωπικό απασχολούμενο στην κοινή επιχείρηση JET - Εφαρμογή διαφορετικού νομικού καθεστώτος από αυτό των έκτακτων υπαλλήλων - Αποκατάσταση της υλικής ζημίας)

(2007/C 199/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αιτούντες: Richard J. Eagle (Oxon, Ηνωμένο Βασίλειο) και οι δώδεκα λοιποί αιτούντες τα ονόματα των οποίων παρατίθενται στο παράρτημα της αποφάσεως (εκπρόσωπος: D. Beard, barrister)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: J. Currall)

Παρεμβαίνον υπέρ των αιτούντων: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: J.-P. Hix και B. Driessens)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Καθορισμός, κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως του Πρωτοδικείου της 5ης Οκτωβρίου 2004, T-144/02, Eagle κ.λ.π. κατά Επιτροπής (Συλλογή 2004, σ. II-3381), του ποσού της αποζημιώσεως που οφείλεται για την αποκατάσταση της οικονομικής ζημίας που υπέστη καθένας από τους αιτούντες λόγω του ότι δεν προσελήφθη ως έκτακτος υπάλληλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την άσκηση της δραστηριότητάς του στο πλαίσιο της κοινής επιχειρήσεως Joint European Torus (JET).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

H Επιτροπή υποχρεούται να καταβάλει σε καθέναν από τους αιτούντες αποζημίωση ίση προς το ποσό που αναφέρεται, για καθέναν από αυτούς, στη στήλη (6) του παραρτήματος 3 της παρούσας αποφάσεως.

2)

Το ποσό αυτό παράγει τόκους με επιτόκιο 5,258 % από τις 31 Δεκεμβρίου 1999 μέχρι την ημερομηνία καταβολής του.

3)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι αιτούντες για το σύνολο της ενώπιον του Πρωτοδικείου διαδικασίας.

4)

Το Συμβούλιο φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 169 της 13.7.2002.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/27


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Sison κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-47/03) (1)

(Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας - Περιοριστικά μέτρα έναντι ορισμένων προσώπων και φορέων στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας - Πάγωμα κεφαλαίων - Αρμοδιότητα της Επιτροπής - Προσφυγή ακυρώσεως - Δικαιώματα άμυνας - Αιτιολογία - Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας - Αγωγή αποζημιώσεως)

(2007/C 199/49)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Jose Maria Sison (Ουτρέχτη, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: J. Fermon, A. Comte, H. Schultz, D. Gurses και T. Olsson, δικηγόροι)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: Μ. Βιτσεντζάτος και M. Bishop)

Παρεμβαίνοντες υπέρ του προσφεύγοντος: Negotiating Panel of the National Democratic Front of the Philippines (Ουτρέχτη), Luis G. Jalandoni (Ουτρέχτη), Fidel V. Agcaoili (Ουτρέχτη), Maria Consuelo K. Ledesma (Ουτρέχτη) (εκπρόσωπος: B. Tomlow, δικηγόρος)

Παρεμβαίνοντες υπέρ του καθού: Βασίλειο των Κάτω Χωρών (εκπρόσωπος: H. Sevenster) και Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: αρχικώς R. Caudwell, στη συνέχεια C. Gibbs, επικουρούμενοι από τον S. Moore, barrister)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αφενός, προσφυγή για τη μερική ακύρωση της αποφάσεως 2002/974/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού (EK) 2580/2001, για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την κατάργηση της απόφασης 2002/848/ΕΚ (ΕΕ L 337, σ. 85), και, αφετέρου, αγωγή αποζημιώσεως.

Διατακτικό της αποφάσεως

To Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση 2006/379/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2006, για την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 2580/2001, για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και για την κατάργηση της απόφασης 2005/930/ΕΚ, στο μέτρο που αφορά τον προσφεύγοντα.

2)

Απορρίπτει την αγωγή αποζημιώσεως.

3)

Το Συμβούλιο φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και τα έξοδα του προσφεύγοντος, περιλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, καθώς και τα έξοδα του Negotiating Panel of the National Democratic Front of the Philippines, των Luis G. Jalandoni και Fidel V. Agcaoili και της Maria Consuelo K. Ledesma.

4)

Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 101 της 26.4.2003.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/27


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Fédération des industries condimentaires de France κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-90/03) (1)

(«Εξωσυμβατική ευθύνη - Μη συμβατότητα της κοινοτικής απαγορεύσεως εισαγωγής κρεάτων που περιέχουν ουσίες με ορμονική δράση με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) - Επιβολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πρόσθετου τέλους κατά την εισαγωγή προϊόντων κοινοτικής καταγωγής βάσει άδειας από τον ΠΟΕ - Περάτωση από την Επιτροπή της διαδικασίας εξετάσεως των εμποδίων στο εμπόριο - Αγωγή αποζημιώσεως των ομάδων κοινοτικών εξαγωγέων που επηρεάζονται από το πρόσθετο τέλος»)

(2007/C 199/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Ενάγουσες: Fédération des industries condimentaires de France (FICF) (Παρίσι, Γαλλία), Confédération générale des producteurs de lait de brebis et des industriels de Roquefort (Millau, Γαλλία), Comité économique agricole régional fruits et légumes de Bretagne (Cerafel) (Morlaix, Γαλλία), και Comité interprofessionnel des palmipèdes à foie gras (CIFOG) (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Jacquot και O. Prost, στη συνέχεια O. Prost, K. Lentz, E. Berthelot και M. Bauduin, δικηγόροι)

Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: P. Kuijper, C. Brown και G.Boudot)

Παρεμβαίνον υπέρ της καθής: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωποι: αρχικώς E. Braquehais Conesa, στη συνέχεια J. Rodriguez Cárcamo)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή για την αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται ότι προκλήθηκε από την έλλειψη νομιμότητας που πλήττει τις ενέργειες που ανέλαβε η Επιτροπή κατά των μέτρων εμπορικών αντιποίνων που έλαβαν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στην υπόθεση που καλείται «ορμόνες στο βοδινό κρέας».

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αγωγή.

2)

Οι ενάγουσες φέρουν εις ολόκληρον τα δικαστικά τους έξοδα καθώς και τα έξοδα της Επιτροπής.

3)

Το Βασίλειο της Ισπανίας φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 112 της 10.5.2003.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/28


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Κονιδάρης κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-93/03) (1)

(Υπάλληλοι - Πρόσληψη - Θέση διευθυντή βαθμού A2 - Απόρριψη της υποψηφιότητας - Προσφυγή ακυρώσεως - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Κανονικότητα της συγκριτικής εξετάσεως των υποψηφίων - Εκτίμηση των προσόντων του επιλεγέντος υποψηφίου)

(2007/C 199/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Σπύρος Κονιδάρης (Overijse, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: A. Coolen, J.-N. Louis και E. Marchal, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall, επικουρούμενος από τον D. Waelbroeck, δικηγόρο)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση για την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής περί απορρίψεως της υποψηφιότητας του προσφεύγοντος για τη θέση του διευθυντή στη Γενική Διεύθυνση INFSO/A: «Υπηρεσία επικοινωνίας: πολιτική και κανονιστικό πλαίσιο».

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Επιτροπή φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και τα έξοδα του προσφεύγοντος.


(1)  ΕΕ C 112 της 10.5.2003.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/28


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Conceria Toska (TOSKA)

(Υπόθεση T-263/03) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού λεκτικού σήματος TOSKA - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TOSCA - Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου - Παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

(2007/C 199/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Mülhens GmbH & Co. KG (Κολωνία, Γερμανία) (εκπρόσωπος: T. Schulte-Beckhausen, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (εκπρόσωποι: M. Capostagno και O. Montalto)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Conceria Toska Srl (Corsico, Ιταλία) (εκπρόσωπος: G. Cimolino, δικηγόρος)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δεύτερου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 13ης Μαΐου 2003 (υπόθεση R 369/2002-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ των Mülhens GmbH & Co. KG και Conceria Toska Srl.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Mülhens GmbH & Co. KG στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 289 της 29.11.2003.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/29


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — CB κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-266/03) (1)

(«Ανταγωνισμός - Συμπράξεις - Τραπεζικές κάρτες - Απόφαση διατάσσουσα έλεγχο - Άρθρο 14, παράγραφος 3, του κανονισμού 17 - Αιτιολογία - Αναλογικότητα»)

(2007/C 199/53)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Groupement des cartes bancaires (CB) (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: A. Georges και J. Ruiz Calzado, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς, T. Χριστοφόρου και O. Beynet, στη συνέχεια, T. Χριστοφόρου και F. Arbault)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αφενός, αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως C(2003)1524/9 της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2003, στην υπόθεση COMP/D1/38.606, με την οποία διατάχθηκαν να υποβληθούν σε έλεγχο ο Groupement des Cartes Bancaires και οι θυγατρικές του κατ' εφαρμογή του άρθρου 14, παράγραφος 3, του κανονισμού 17 του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1962, πρώτου κανονισμού εφαρμογής των άρθρων [81] και [82] της Συνθήκης (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/0001, σ. 25), όπως τροποποιήθηκε, και, αφετέρου, αίτημα αφαιρέσεως από τον φάκελο όλων των εγγράφων και λοιπών στοιχείων των οποίων έλαβε γνώση κατά τον έλεγχο η Επιτροπή και επιστροφής τους στον προσφεύγοντα.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 251 της 18.10.2003.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/29


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Al-Aqsa κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-327/03) (1)

(Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας - Περιοριστικά μέτρα έναντι ορισμένων προσώπων και φορέων στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας - Πάγωμα κεφαλαίων - Προσφυγή ακυρώσεως - Αιτιολογία)

(2007/C 199/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Stichting Al-Aqsa (Heerlen, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: V. Koppe και L. Janssen, δικηγόροι)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: M. Bishop και S. Marquardt)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή για τη μερική ακύρωση, αφενός, της αποφάσεως 2003/480/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2003, για την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού (EK) 2580/2001, για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την κατάργηση της απόφασης 2002/974/ΕΚ (EE L 160, σ. 81), και, αφετέρου, της αποφάσεως 2003/646/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Σεπτεμβρίου 2003, για την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού (EK) 2580/2001, για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την κατάργηση της απόφασης 2003/480/ΕΚ (EE L 229, σ. 22).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση 2006/379/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2006, για την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 2580/2001, για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και για την κατάργηση της απόφασης 2005/930/ΕΚ, στο μέτρο που αφορά τη Stichting Al-Aqsa.

2)

Παρέλκει η έκδοση αποφάσεως ως προς το αίτημα περί αναγνωρίσεως, δυνάμει του άρθρου 241 ΕΚ, της ελλείψεως νομιμότητας του κανονισμού 2580/2001 του Συμβουλίου της 27ης Δεκεμβρίου 2001.

3)

Το Συμβούλιο φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και τα έξοδα της Stichting Al-Aqsa.

4)

Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 289 της 29.11.2003.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/29


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Schneider Electric κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-351/03) (1)

(«Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας - Ζημία που υπέστη μια επιχείρηση λόγω κατάφωρης παραβιάσεως του κοινοτικού δικαίου με την οποία βαρύνεται η διαδικασία ελέγχου του συμβατού μιας πράξεως συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά»)

(2007/C 199/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Schneider Electric SA (Rueil-Malmaison, Γαλλία) (εκπρόσωποι: A. Winckler και M. Pittie, δικηγόροι)

Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς P. Oliver, É Gippini Fournier και C. Ingen-Housz, εν συνεχεία P. Oliver, O. Beynet και R. Lyal, και, τελικώς, P. Oliver, R. Lyal και F. Arbault)

Παρεμβαίνουσα υπέρ της ενάγουσας: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: G. de Bergues)

Παρεμβαίνουσα υπέρ της εναγομένης: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: W.-D. Plessing και M. Lumma)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημιώσεως με την οποία επιδιώκεται η αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται ότι υπέστη η ενάγουσα λόγω παρανομιών από τις οποίες πάσχει η διαδικασία ελέγχου του συμβατού της πράξεως συγκεντρώσεως μεταξύ της Schneider Electric SA και της Legrand SA με την κοινή αγορά.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Υποχρεώνει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα να αποδώσει, αφενός, τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε η Schneider Electric SA για να συμμετάσχει στην επανάληψη της διαδικασίας ελέγχου της πράξεως συγκεντρώσεως, η οποία έλαβε χώρα μετά την έκδοση των αποφάσεων του Πρωτοδικείου της 22ας Οκτωβρίου 2002, T-310/01 και T-77/02, Schneider Electric κατά Επιτροπής, και, αφετέρου, να αποκαταστήσει, κατά τα δύο τρίτα, τη ζημία που υπέστη η Schneider Electric κατά το ποσό της μειώσεως της τιμής εκχωρήσεως της Legrand SA, την οποία η Schneider Electric αναγκάσθηκε να συμφωνήσει με τον εκδοχέα σε αντιστάθμισμα για τη μετάθεση της προθεσμίας υλοποιήσεως της πωλήσεως της Legrand έως τις 10 Δεκεμβρίου 2002.

2)

Απορρίπτει την αγωγή κατά τα λοιπά.

3)

Οι διάδικοι θα γνωστοποιήσουν στο Πρωτοδικείο, εντός προθεσμίας τριών μηνών από της ημερομηνίας εκδόσεως της παρούσας αποφάσεως, το σχετικό με το πρώτο στοιχείο της ζημίας ποσό, το οποίο θα καθοριστεί διά κοινής συμφωνίας σύμφωνα με τις διατυπώσεις που μνημονεύονται στη σκέψη 320 της παρούσας αποφάσεως.

4)

Σε περίπτωση μη επιτεύξεως συμφωνίας, οι διάδικοι θα γνωστοποιήσουν στο Πρωτοδικείο, εντός της ίδιας προθεσμίας, τα αιτήματά τους, συνοδευόμενα από συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία.

5)

Διατάσσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης για τον υπολογισμό του σχετικού με το δεύτερο στοιχείο της ζημίας της Schneider Electric ποσού, το οποίο αναφέρθηκε στο σημείο 1 ανωτέρω.

6)

Καλεί τη Schneider Electric και την Επιτροπή να λάβουν θέση επί της επιλογής πραγματογνώμονα ή να προτείνουν στο Πρωτοδικείο έναν πίνακα πραγματογνωμόνων προκειμένου το Πρωτοδικείο να ορίσει έναν από τους πραγματογνώμονες αυτούς.

7)

Προς τον σκοπό της διεξαγωγής της πραγματογνωμοσύνης, θα κοινοποιηθεί στον πραγματογνώμονα, μερίμνη της Γραμματείας του Πρωτοδικείου, ακριβές αντίγραφο των παραρτημάτων 8 και 29 του δικογράφου της αγωγής.

8)

Ο πραγματογνώμονας θα κληθεί να υποβάλει την έκθεσή του εντός της ταχθησομένης προθεσμίας.

9)

Η έκθεση θα επιδοθεί στους διαδίκους μερίμνη της Γραμματείας του Πρωτοδικείου.

10)

Η αποζημίωση θα υπολογισθεί εκ νέου και θα προσαυξηθεί με τόκους υπερημερίας σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στις σκέψεις 345 και 346 της παρούσας αποφάσεως.

11)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 7 της 10.1.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/30


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Cara (TOSKA LEATHER)

(Υπόθεση T-28/04) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος TOSKA LEATHER - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TOSCA - Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου - Παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

(2007/C 199/56)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Mülhens GmbH & Co. KG (Κολωνία, Γερμανία) (εκπρόσωπος: T. Schulte-Beckhausen, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Capostagno, στη συνέχεια O. Montalto)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, παρεμβαίνων ενώπιον του Πρωτοδικείου: Mirco Cara (Vigevano, Ιταλία) (εκπρόσωπος: G. Cimolino, δικηγόρος)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 20ής Νοεμβρίου 2003 (υπόθεση R 10/2003-1) σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ των Mülhens GmbH & Co. KG και Mirco Cara.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Mülhens GmbH & Co. KG στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/31


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Mülhens κατά ΓΕΕΑ — Minoronzoni (TOSCA BLU)

(Υπόθεση T-150/04) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως ως κοινοτικού του εικονιστικού σήματος TOSCA BLU - Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα TOSCA - Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου - Παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

(2007/C 199/57)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Mülhens GmbH & Co. KG (Cologne, Γερμανία) (εκπρόσωπος: T. Schulte-Beckhausen, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Capostagno, στη συνέχεια O. Montaltos)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Minoronzoni Srl (Ponte San Pietro, Ιταλία) (εκπρόσωποι: G. Floridia, F. Polettini και R. Floridia, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 18ης Φεβρουαρίου 2004 (υπόθεση R 949/2001-1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ των Mülhens GmbH & Co. KG και Minoronzoni Srl.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Mülhens GmbH & Co. KG στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 239 της 25.9.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/31


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Asklepios Kliniken κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-167/04) (1)

(Κρατικές ενισχύσεις - Δημόσια νοσοκομεία - Αντιστάθμιση ζημιών εκμετάλλευσης και παροχή εγγυήσεων - Καταγγελία - Παράλειψη της Επιτροπής να λάβει θέση - Προσφυγή κατά παραλείψεως - Νομιμοποίηση - Παραδεκτό - Εύλογος χρόνος - Κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου)

(2007/C 199/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Asklepios Kliniken GmbH (Königstein-Falkenstein, Γερμανία) (εκπρόσωπος: K. Füßer, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: V. Kreuschitz και M. Niejahrs)

Παρεμβαίνοντες υπέρ της προσφεύγουσας: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: αρχικώς C.-D. Quassowski και A. Tiemann, στη συνέχεια W.-D. Plessing και C. Schulze-Bahrs) και Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Bethell, στη συνέχεια C. Gibbs και E. O'Neills)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή για τη διαπίστωση, σύμφωνα με το άρθρο 232 ΕΚ, ότι η Επιτροπή, παραλείποντας να εκδώσει απόφαση βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 2, 3 ή 4, του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου [88] ΕΚ (ΕΕ L 83, σ. 1), επί της καταγγελίας που υπέβαλε η προσφεύγουσα σχετικά με ενισχύσεις που φέρονται να χορηγήθηκαν παράνομα σε νοσοκομεία του δημόσιου τομέα στη Γερμανία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 88 ΕΚ καθώς και από το άρθρο 10, παράγραφος 1 και από το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Asklepios Kliniken GmbH φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής.

3)

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 201 της 7.8.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/32


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Flex Equipos de Descanso κατά ΓΕΕΑ — Leggett & Platt (LURA-FLEX)

(Υπόθεση T-192/04) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού λεκτικού σήματος LURA-FLEX - Προγενέστερα εικονιστικά εθνικά σήματα που περιέχουν το λεκτικό στοιχείο «flex» - Εκπρόθεσμη υποβολή ενώπιον του τμήματος ανακοπών των μεταφράσεων των εγγράφων που προσκομίστηκαν προς στήριξη της φήμης των προγενέστερων σημάτων - Υποχρέωση του τμήματος προσφυγών να εκτιμά την αναγκαιότητα εξετάσεως των μεταφρασμένων εγγράφων)

(2007/C 199/59)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Flex Equipos de Descanso, SA (Μαδρίτη (Ισπανία) (εκπρόσωποι: αρχικώς, R. Ocquet, στη συνέχεια, I. Valdelomar Serrano, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωποι: S. Laitinen και G. Schneider)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Leggett & Platt, Inc. (Carthage, Μισούρι, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: G. Cronin και S. Castley, solicitors, και G.W. R. Hollingworth, barrister)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 18ης Μαρτίου 2004 (υπόθεση R 333/2003-1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Flex Equipos de Descanso, SA και Leggett & Platt, Inc.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), της 18ης Μαρτίου 2004 (υπόθεση R 333/2003-1).

2)

Το ΓΕΕΑ φέρει τα δικά του δικαστικά έξοδα, καθώς και αυτά της προσφεύγουσας.

3)

Η παρεμβαίνουσα φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 217 της 28.8.2004.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/32


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Σουηδία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-229/04) (1)

(Οδηγία 91/414/ΕΟΚ - Φυτοπροστατευτικά προϊόντα - Δραστική ουσία paraquat - Άδεια κυκλοφορίας - Διαδικασία εγκρίσεως - Προστασία της υγείας του ανθρώπου και των ζώων)

(2007/C 199/60)

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Βασίλειο της Σουηδίας (εκπρόσωπος: A. Kruse)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: L. Ström van Lier και B. Doherty)

Παρεμβαίνοντες υπέρ του προσφεύγοντος: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωποι: J. Molde, A. Jacobsen και J. Bering Liisberg); Δημοκρατία της Αυστρίας (εκπρόσωπος: E. Riedl); και Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωποι: T. Pynnä και E. Bygglin)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση περί ακυρώσεως της οδηγίας 2003/112/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Δεκεμβρίου 2003, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/EOK του Συμβουλίου ώστε να καταχωρισθεί το paraquat ως δραστική ουσία (ΕΕ L 321, σ. 32).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την οδηγία 2003/112/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Δεκεμβρίου 2003, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/EOK του Συμβουλίου ώστε να καταχωρισθεί το paraquat ως δραστική ουσία.

2)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδα του Βασιλείου της Σουηδίας καθώς και τα δικά της δικαστικά έξοδα.

3)

Το Βασίλειο της Δανίας, η Δημοκρατία της Αυστρίας και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2004 (πρώην υπόθεση C-102/04).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/33


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 3ης Ιουλίου 2007 — Au Lys de France κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-458/04) (1)

(Ανταγωνισμός - Δεσπόζουσα θέση - Αγορά της παροχής χώρων για τη λειτουργία καταστημάτων λιανικού εμπορίου στον αερολιμένα Roissy-Charles-de-Gaulle, την οποία κατέχει ο έχων την εκμετάλλευση του αερολιμένα φορέας Aéroports de Paris - Απόρριψη καταγγελίας - Προσφυγή ακυρώσεως - Έλλειψη κοινοτικού ενδιαφέροντος)

(2007/C 199/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Au Lys de France SA (Raincy, Γαλλία) (εκπρόσωπος: G. Lesourd, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικά P. Oliver και O. Beynet, στη συνέχεια P. Oliver)

Παρεμβαίνουσα υπέρ της καθής: Aéroports de Paris (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: H. Calvet και O. Billard, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής της 17ης Σεπτεμβρίου 2004 περί θέσεως στο αρχείο της καταγγελίας που υπέβαλε η προσφεύγουσα κατά του δημόσιου φορέα Aéroports de Paris λόγω παραβάσεως του άρθρου 82 ΕΚ (υπόθεση COMP/D3/38.666 Au Lys de France κατά Aéroports de Paris)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Au Lys de France SA στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 45 της 19.2.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/33


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 4ης Ιουλίου 2007 — Bouygues και Bouygues Télécom κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-475/04) (1)

(Κρατικές ενισχύσεις - Κινητή τηλεφωνία - Μεταβολή των τελών που οφείλουν η Orange France και η SFR για τις άδειες UMTS - Απόφαση διαπιστώνουσα την απουσία κρατικής ενισχύσεως)

(2007/C 199/62)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Bouygues SA (Παρίσι, Γαλλία) και Bouygues Télécom SA (Boulogne-Billancourt, Γαλλία) (εκπρόσωποι: L. Vogel, J. Vogel, B. Amory, A. Verheyden, F. Sureau και D. Théophile, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J.L. Buendia Sierra και C. Giolitos)

Παρεμβαίνουσες υπέρ της καθής: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues και S. Ramets), Société française du radiotéléphone — SFR (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: C. Vajda, QC, και A. Vincent, δικηγόρος), και Orange France SA (Montrouge, Γαλλία) (εκπρόσωποι: A. Gosset-Grainville και S. Hautbourg, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής της 20ής Ιουλίου 2004 (κρατική ενίσχυση NN 42/2004 — Γαλλία), περί μεταβολής των τελών που οφείλουν η Orange και η SFR για τις άδειες UMTS (Universal Mobile Telecommunication System)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Οι Bouygues SA και Bouygues Télécom SA φέρουν εις ολόκληρον τα δικαστικά τους έξοδα, τα έξοδα της Επιτροπής, καθώς και τα έξοδα της Orange France SA και της Société française de radiotéléphone — SFR.

3)

Η Γαλλική Δημοκρατία φέρει τα δικαστικά της έξοδα.


(1)  ΕΕ C 69 της 19.3.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/34


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 4ης Ιουλίου 2007 — Lopparelli κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-502/04) (1)

(«Υπαλληλική - Μόνιμοι υπάλληλοι - Προαγωγή - Περίοδος προαγωγών 2003 - Χορήγηση μορίων προτεραιότητας»)

(2007/C 199/63)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Stéphane Lopparelli (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis και É. Marchal, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Berardis-Kayser και M. Velardo)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως περί χορηγήσεως μορίων προτεραιότητας στον προσφεύγοντα για την περίοδο προαγωγών 2003 καθώς και της αποφάσεως περί μη εγγραφής του ονόματός του στον κατάλογο των υπαλλήλων που προάγονται στον βαθμό Α5 κατά την ίδια περίοδο προαγωγών.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 57 της 5.3.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/34


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-58/05) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Υπάλληλοι - Διορισμός - Θέση σε ισχύ του νέου ΚΥΚ - Μεταβατικοί κανόνες για την κατάταξη σε βαθμό κατά την πρόσληψη - Άρθρο 12 του παραρτήματος XIII του νέου ΚΥΚ)

(2007/C 199/64)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Isabel Clara Centeno Mediavilla (Σεβίλλη Ισπανία)· Delphine Fumey (Evere, Βέλγιο)· Eva Gerhards (Βρυξέλλες, Βέλγιο)· Iona M. S. Hamilton (Βρυξέλλες)· Raymond Hill (Βρυξέλλες)· Jean Huby (Βρυξέλλες)· Patrick Klein (Βρυξέλλες)· Domenico Lombardi (Βρυξέλλες)· Thomas Millar (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο)· Μιλτιάδης Μωραΐτης (Woluwe-Saint-Lambert, Βέλγιο)· Ansa Norman Palmer (Βρυξέλλες)· Nicola Robinson (Βρυξέλλες)· François-Xavier Rouxel (Βρυξέλλες)· Marta Silva Mendes (Βρυξέλλες)· Peter van den Hul (Tervuren, Βέλγιο)· Fritz Von Nordheim Nielsen (Hoeilaart, Βέλγιο), και Μιχαήλ Ζουριδάκης (Βρυξέλλες) (εκπρόσωποι: αρχικώς G. Vandersanden, L. Levi και A. Finchelstein, στη συνέχεια G. Vandersanden και L. Levi, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και H. Kraemer)

Παρεμβαίνον υπέρ της καθής: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: αρχικώς Arpio Santacruz, M. Sims και I. Sulce, στη συνέχεια M. Arpio Santacruz και I. Sulce)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή για την ακύρωση των αποφάσεων περί διορισμού των προσφευγόντων ως δοκίμων υπαλλήλων, στο μέτρο η κατάταξή τους σε βαθμό ορίζεται βάσει των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως αυτός τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 723/2004 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2004 (ΕΕ L 124, σ. 1).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Επιτροπή φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα και το ήμισυ των δικαστικών εξόδων των προσφευγόντων.

3)

Οι προσφεύγοντες φέρουν το ήμισυ των δικαστικών τους εξόδων.

4)

Το Συμβούλιο φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 93 της 16.4.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/34


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — AEΠI κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-229/05) (1)

(Ανταγωνισμός - Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα - Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 - Υποχρεώσεις της Επιτροπής όσον αφορά την εξέταση των καταγγελιών - Έλλειψη κοινοτικού συμφέροντος - Απόρριψη)

(2007/C 199/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: AEΠI Ελληνική Εταιρία προς Προστασίαν της Πνευματικής Ιδιοκτησίας AE (Μαρούσι, Ελλάδα) (εκπρόσωπος: Θ. Ασπρογέρακας-Γρίβας, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Θ. Χριστοφόρου και F. Castillo de la Torres)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα περί ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής SG-Greffe (2005) D/201832, της 18ης Απριλίου 2005, περί απορρίψεως καταγγελίας αφορώσας παράβαση των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ από τους ελληνικούς οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης των συγγενικών προς το δικαίωμα του δημιουργού δικαιωμάτων στον τομέα της μουσικής.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την AEΠI Ελληνική Εταιρία προς Προστασίαν της Πνευματικής Ιδιοκτησίας AE στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 205 της 20.8.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/35


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12 Ιουλίου 2007 — Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-250/05) (1)

(Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών - Κοινοτική διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών - Παροχή υπηρεσιών σχετικά με τη συλλογή, την παραγωγή και τη διάδοση ηλεκτρονικών εκδόσεων, και ιδίως του Συμπληρώματος της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως - Απόρριψη της προσφοράς διαγωνιζομένου - Ίση μεταχείριση - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Έλλειψη πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως)

(2007/C 199/66)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Δυναμική — Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής AE (Αθήνα, Ελλάδα) (εκπρόσωπος: Ν. Κορογιαννάκης, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Wilderspin και M. Šimerdová)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως της Υπηρεσίας Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 15ης Απριλίου 2005, με την οποία δεν έγινε δεκτή η προσφορά που υπέβαλε η προσφεύγουσα στο πλαίσιο της διαδικασίας προσκλήσεως υποβολής προσφορών της 19ης Νοεμβρίου 2004 (ΕΕ 2004, S 226), για την παροχή υπηρεσιών σχετικά με τη συλλογή, την παραγωγή και τη διάδοση ηλεκτρονικών εκδόσεων, και ιδίως του Συμπληρώματος της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, και ανατέθηκε η σύμβαση σε άλλον διαγωνιζόμενο.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Δυναμική — Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής AE στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 217 της 3.9.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/35


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Επιτροπή κατά Αλεξιάδου

(Υπόθεση T-312/05) (1)

(Ρήτρα διαιτησίας - Σύμβαση σχετικά με το σχέδιο αναπτύξεως τεχνολογίας για την παραγωγή αδιάβροχου δέρματος - Επιστροφή προκαταβληθέντων ποσών - Τόκοι - Ερήμην διαδικασία)

(2007/C 199/67)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Δ. Τριανταφύλλου, επικουρούμενος από τον Δ. Νικόπουλο, δικηγόρο)

Εναγομένη: Ευφροσύνη Αλεξιάδου (Θεσσαλονίκη, Ελλάδα)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή ασκηθείσα από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 238 ΕΚ προς επιστροφή της εκ μέρους της καταβληθείσας προκαταβολής στην εναγομένη στο πλαίσιο συμβάσεως σχετικά με το σχέδιο αναπτύξεως τεχνολογίας για την παραγωγή αδιάβροχου δέρματος (σύμβαση G1ST-CT-2002-50227).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αγωγή.

2)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της.


(1)  ΕΕ C 271 της 29.10.2005.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/36


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου 2007 — Annemans κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-411/05) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Ανταγωνισμός - Διεκπεραίωση των καταγγελιών - Κανονισμός (ΕΚ) 773/2004 - Έγγραφο της Επιτροπής απευθυνόμενο στον καταγγέλλοντα - Ένσταση απαραδέκτου - Προπαρασκευαστική πράξη - Πράξη μη υπoκείμενη σε πρoσφυγή - Απαράδεκτο)

(2007/C 199/68)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Gerolf Annemans (Αμβέρσα, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: αρχικώς C. Symons, στη συνέχεια B. Siffert, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: A. Nijenhuis και K. Mojzesowicz)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως που προβάλλεται ότι περιέχεται σε έγγραφο της Επιτροπής της 5ης Σεπτεμβρίου 2005 στην υπόθεση COMP/39.225, σχετικά με την καταγγελία που υπέβαλε ο Gerolf Annemans στην Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 [EK] και 82 [ΕΚ] (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)

Καταδικάζει τον Gerolf Annemans στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 36 της 11.2.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/36


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ — Bolaños Sabri (PiraÑAM diseño original Juan Bolaños)

(Υπόθεση T-443/05) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση κοινοτικού εικονιστικού σήματος PiraÑAM diseño original Juan Bolaños - Προγενέστερα εθνικά λεκτικά σήματα PIRANHA - Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου - Κίνδυνος σύγχυσης - Ομοιότητα προϊόντων - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

(2007/C 199/69)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: El Corte Inglés, SA (Μαδρίτη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. Rivas Zurdo, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (εκπρόσωπος: J. García Murillo)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνων ενώπιον του Πρωτοδικείου: Juan Bolaños Sabri (Torrellano, Ισπανία) (εκπρόσωποι: P. López Ronda και G. Marín Raigal, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή που ασκήθηκε κατά της απόφασης του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ στις 21 Σεπτεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1191/2004-1), στο πλαίσιο διαδικασίας ανακοπής μεταξύ της El Corte Inglés, SA και του Juan Bolaños Sabri.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 21ης Σεπτεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1191/2004-1).

2)

Το ΓΕΕΑ φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και τα έξοδα της El Corte Inglés, SA.

3)

Ο Juan Bolaños Sabri φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 74 της 25.3.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/37


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Ιουλίου 2007 — Alrosa κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-170/06) (1)

(Ανταγωνισμός - Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως - Εθνική αγορά παραγωγής και προμήθειας ακατέργαστων διαμαντιών - Απόφαση που καθιστά υποχρεωτικές τις δεσμεύσεις που προτείνει η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση - Άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 - Αρχή της αναλογικότητας - Συμβατική ελευθερία - Δικαίωμα ακροάσεως)

(2007/C 199/70)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Alrosa Company Ltd (Mirny, Russie) (εκπρόσωποι: R. Subiotto, S. Mobley και K. Jones, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: F. Castillo de la Torre, A. Whelan και R. Sauers)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως 2006/520/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Φεβρουαρίου 2006, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 82 [ΕΚ] και του άρθρου 54 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/B-2/38.381 — De Beers) (ΕΕ L 205, σ. 24), με την οποία η Επιτροπή κατέστησε υποχρεωτικές τις δεσμεύσεις της De Beers ότι θα παύσει τις αγορές της ακατέργαστων διαμαντιών από την Alrosa από το 2009 και εφεξής, μετά την παρέλευση της περιόδου σταδιακής μειώσεως του όγκου των αγορών της από το 2006 μέχρι το 2008, και με την οποία περατώθηκε η διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 [ΕΚ] και 82 [ΕΚ] (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση 2006/520/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Φεβρουαρίου 2006, σχετικά με τη διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 82 [ΕΚ] και του άρθρου 54 της Συμφωνίας ΕΟΧ (Υπόθεση COMP/B-2/38.381 — De Beers).

2)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα και τα έξοδα της Alrosa Company Ltd.


(1)  ΕΕ C 212 της 2.9.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/37


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουλίου 2007 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-247/06 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Υπαλληλική - Μόνιμοι υπάλληλοι - Έκθεση εξελίξεως της σταδιοδρομίας - Περίοδος αξιολογήσεως 2003 - Αίτηση αναιρέσεως αβάσιμη)

(2007/C 199/71)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Carlos Sanchez Ferriz (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: F. Frabetti, διικηγόρος)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Berscheid και M. Velardo)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (δεύτερο τμήμα), της 28ης Ιουνίου 2006, F-19/05, Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής (μη δημοσιευθείσα ακόμα στη Συλλογή).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει τον Carlos Sanchez Ferriz στα έξοδα της ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης δίκης.


(1)  EE C 261 της 28.10.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/37


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 9ης Ιουλίου 2007 — Sun Chemical Group κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-282/06) (1)

(Ανταγωνισμός - Συγκεντρώσεις - Ευρωπαϊκή αγορά ρητινών κολοφωνίου προοριζομένων για εφαρμογές στον τομέα των μελανών εκτυπώσεως - Απόφαση κηρύσσουσα μια συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά - Κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση των οριζοντίων συγκεντρώσεων - Μερίδια αγοράς και επίπεδα συγκεντρώσεως - Μη συντονισμένα αποτελέσματα - Συντονισμένα αποτελέσματα - Υποχρέωση αιτιολογίας)

(2007/C 199/72)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Sun Chemical Group BV (Weesp, Κάτω Χώρες); Siegwerk Druckfarben AG (Siegburg, Γερμανία); και Flint Group Germany GmbH (Στουτγάρδη, Γερμανία) (εκπρόσωποι: N. Dodoo και K. H. Eichhorn, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: A. Whelan, S. Noë και V. Bottkas)

Παρεμβαίνοντες υπέρ των προσφευγουσών: The Apollo Group (Νέα Υόρκη, ΗΠΑ) και Hexion Specialty Chemicals, Inc. [Columbus, Ohio (ΗΠΑ)] (εκπρόσωποι: I. M. Sinan, barrister, και J. Uphoff, solicitor)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως (2006) D/202779 της Επιτροπής, της 29ης Μαΐου 2004, με την οποία κρίνεται συμβατή προς την κοινή αγορά και τη Συμφωνία ΕΟΧ η συγκέντρωση για την απόκτηση από την Hexion Speciality Chemicals (όμιλος Apollo) του πλήρους ελέγχου του τμήματος «χρωστικές ύλες και κολλητικές ρητίνες» της Akzo Nobel (υπόθεση COMP/M.4071 — Apollo/Akzo Nobel IAR).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Sun Chemical Group BV, η Siegwerk Druckfarben AG και η Flint Group Germany GmbH φέρουν τα δικά τους δικαστικά έξοδα καθώς και τα έξοδα της Επιτροπής και των παρεμβαινουσών.


(1)  ΕΕ C 281 της 18.11.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/38


Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 18ης Ιουνίου 2007 — Ιταλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-431/04 R)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων - Κανονισμός (ΕΚ) 1429/2004 - Κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς - Καθεστώς χρήσεως των ονομασιών των ποικιλιών αμπέλου ή των συνωνύμων τους - Χρονικός περιορισμός της χρήσεως - Αίτηση που έχει καταστεί άνευ αντικειμένου)

(2007/C 199/73)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: M. Fiorilli)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικά E. Righini και L. Visaggio, στη συνέχεια F. Jimeno Fernández και E. Righini)

Παρεμβαίνουσα υπέρ της καθής: Δημοκρατία της Ουγγαρίας (εκπρόσωποι: αρχικά P. Gottfried, στη συνέχεια R. Somssich και J. Stadler)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων με την οποία ζητείται, κυρίως, η αναστολή, μέχρι την έκδοση της αποφάσεως του Δικαστηρίου στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-23/07 και C-24/07, της εκτελέσεως της διατάξεως που περιορίζει έως τις 31 Μαρτίου 2007 το δικαίωμα χρήσεως της ονομασίας «tocai friulano», διάταξη υπό μορφή επεξηγηματικής σημειώσεως του παραρτήματος Ι, σημείο 103, του κανονισμού (ΕΚ) 1429/2004 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2004, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) 753/2002, για τη θέσπιση ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1493/1999 του Συμβουλίου, όσον αφορά την περιγραφή, την ονομασία, την παρουσίαση και την προστασία ορισμένων αμπελοοινικών προϊόντων (ΕΕ L 263, σ. 11), και, επικουρικώς, η αναστολή της εκτελέσεως της ίδιας διατάξεως στο έδαφος της Ιταλικής Δημοκρατίας, μέχρι την έκδοση της αποφάσεως του Δικαστηρίου στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-23/07 και C-24/07, συνοδευόμενη με απαγόρευση εξαγωγής της παραγωγής στην Κοινότητα και υπό την επιφύλαξη της εμπορίας του οίνου που φέρει την ονομασία «tokaj» ουγγρικής παραγωγής ή των ομωνύμων οίνων των οποίων η εμπορία έχει επιτραπεί στην Ιταλία και στην Κοινότητα.

Διατακτικό της διατάξεως

Ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου διατάσσει:

1.

Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

2.

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/38


Προσφυγή της 4ης Ιουνίου 2007 — Δημοκρατία της Τσεχίας κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-194/07)

(2007/C 199/74)

Γλώσσα διαδικασίας: η τσεχική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Τσεχίας (Εκπρόσωπος: T. Boček)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής C (2007) 1294 τελικό, της 26ης Μαρτίου 2007, η οποία αφορά το εθνικό σχέδιο κατανομής των ποσοστώσεων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου το οποίο κοινοποίησε η Δημοκρατία της Τσεχίας κατ' εφαρμογή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1). Κατά την προσβαλλόμενη απόφαση, ορισμένες πτυχές του εθνικού σχεδίου κατανομής της Δημοκρατίας της Τσεχίας δεν συμβιβάζονται με το παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Η προσφεύγουσα αιτιολογεί την προσφυγή της προβάλλοντας ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και παραβίασε τις αρχές της δικαιϊκής ασφάλειας και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης στο μέτρο που η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εκδόθηκε εντός της προθεσμίας που τάσσει το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Επιπλέον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή προέβη σε κατάχρηση εξουσίας και, ως εκ τούτου, παρέβη τις διατάξεις του άρθρου 9, παράγραφος 3, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 9, παράγραφος 1, και του άρθρου 11 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, καθόσον με την προσβαλλόμενη απόφαση εφάρμοσε τη δική της μέθοδο καθορισμού της συνολικής ποσότητας των ποσοστώσεων και, βάσει της μεθόδου αυτής, καθόρισε de facto κατά δεσμευτικό τρόπο τη συνολική ποσότητα των ποσοστώσεων την οποία μπορεί να κατανείμει η Δημοκρατία της Τσεχίας.

Ακόμη και αν η Επιτροπή είχε δικαίωμα να χρησιμοποιήσει τη δική της μέθοδο για την εκτίμηση της συμβατότητας του εθνικού σχεδίου κατανομής με τις επιταγές της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, παρέβη το άρθρο 9, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας στο μέτρο που η μέθοδος που χρησιμοποίησε δεν είναι διαφανής ούτε αντικειμενική και ο υπολογισμός των ποσοστώσεων εκπομπών που προκύπτει δεν αντιστοιχεί στα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Τέλος, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέβη επίσης το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, καθόσον δεν αιτιολόγησε επαρκώς την απόφασή της.


(1)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275, σ. 32· ειδική έκδοση 15/007, σ. 631).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/39


Προσφυγή της 15ης Ιουνίου 2007 — Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-214/07)

(2007/C 199/75)

Γλώσσα διαδικασίας: η Ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Ι. Χαλκιάς, Γ. Kανελλόπουλος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

να ακυρωθεί στο σύνολό της η προσβαλλόμενη απόφαση, άλλως να μεταρρυθμιστεί κατά τα ειδικότερα εκτεθέντα η προσβαλλομένη απόφαση της Επιτροπής ήτοι να περιοριστεί η αντίστοιχη διόρθωση στο 24μηνο που πράγματι λαμβάνεται υπόψη, να μη γίνει καμία διόρθωση στον τομέα των αροτραίων καλλιεργειών για το έτος συγκομιδής 2003 ή σε κάθε περίπτωση η διόρθωση να περιοριστεί στο 2 % και μόνο στις δαπάνες για σκληρό σίτο, να μη γίνει καμία δημοσιονομική διόρθωση στον τομέα των μέτρων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα προς όφελος των μικρών νησιών του Αιγαίου Πελάγους ή σε κάθε περίπτωση αυτή να περιοριστεί στο 2 %·

να καταδικαστεί η Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Ελληνική Δημοκρατία με την προσφυγή της κατά της απόφασης της Επιτροπής, με αριθμό Ε(2007) 1663 τελικό της 18ης Απριλίου 2007, που δημοσιεύτηκε με αριθμό 2007/243/ΕΚ (ΕΕ 2007, L 106, σ. 55), με βάση την οποία η Επιτροπή εξαίρεσε από την κοινοτική χρηματοδότηση ορισμένες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη — και εν προκειμένω από την Ελληνική Δημοκρατία — στο πλαίσιο εκκαθάρισης λογαριασμών του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Εγγυήσεων, προβάλλει τους εξής λόγους ακύρωσης:

Με τον πρώτο γενικό λόγο ακύρωσης, που αφορά στη διόρθωση στους τομείς των αροτραίων καλλιεργειών, στο μέτρο POSEI, και στον τομέα μεταποίησης της ντομάτας, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η καθής παραβίασε ουσιώδη τύπο διαδικασίας, σχετικά με την παράλειψη διεξαγωγής συζήτησης επί της εκτίμησης της σοβαρότητας των αποδιδόμενων στην Ελλάδα παραβάσεων, της ζημίας που υπέστη η Κοινότητα και του ύψους της επικείμενης διόρθωσης, άλλως η απόφαση είναι ακυρωτέα κατά την προσφεύγουσα, λόγω της κατά χρόνο αναρμοδιότητας της Επιτροπής να επιβάλει διορθώσεις πέραν του 24μηνου που προηγείται του εγγράφου της δια του οποίου διατυπώνεται η τελική της θέση για τη διόρθωση και το ύψος αυτής.

Με το δεύτερο λόγο ακύρωσης, που αφορά στη διόρθωση στις αροτραίες καλλιέργειες, η προσφεύγουσα επικαλείται εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 4 του Κανονισμού (ΕΟΚ) 3508/92 (1), 1, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΚ) 1593/2000 (2), και 58 του Κανονισμού (ΕΚ) 445/2002 (3), εφόσον επιτρέπεται βάσει των εν λόγω διατάξεων η αναγνώριση ακινήτων και με άλλο ισοδύναμο των ορθοφωτοχαρτών χαρτογραφικό υλικό, άλλως εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και ανεπαρκής αιτιολόγηση των επίμαχων διορθώσεων. Η προσφεύγουσα προβάλλει επίσης εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 60 του Κανονισμού (ΕΚ) 445/2002, άλλως, εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που αφορούν στους επιτόπιους ελέγχους και στο χρόνο διεξαγωγής τους, καθώς και έλλειψη νομικής βάσης για την επιβολή της διόρθωσης, διότι η Επιτροπή ερμήνευσε εσφαλμένα, κατά την προσφεύγουσα, το άρθρο 15 του Κανονισμού (ΕΚ) 2419/2001 (4). Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ακόμη, ότι ειδικά ως προς τη διόρθωση 10 % στις δαπάνες σκληρού σίτου η Επιτροπή εκτίμησε εσφαλμένα τα πραγματικά περιστατικά και υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας.

Με τον τρίτο λόγο ακύρωσης η προσφεύγουσα θεωρεί ότι με την επιβολή των διορθώσεων 5 % και 10 % στις αροτραίες καλλιέργειες παραβιάστηκε η αρχή αναλογικότητας, εφόσον σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά οι βελτιώσεις του συστήματος ήταν ουσιαστικές, επισημάνθηκαν δε και από την Επιτροπή.

Με τον τέταρτο λόγο ακύρωσης που αφορά στο μέτρο POSEI — Μικρά Νησιά Αιγαίου Πελάγους, η προσφεύγουσα προβάλλει α) ότι ερμηνεύτηκαν και εφαρμόστηκαν εσφαλμένα τα άρθρα 3, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΟΚ) 2019/93 (5), και 3, παράγραφος 2, του Κανονισμού (ΕΟΚ) 2958/93 (6), για τους ελέγχους στο καθεστώς εφοδιασμού των μικρών νησιών του Αιγαίου, άλλως, ότι εκτιμήθηκαν εσφαλμένα τα πραγματικά περιστατικά, εφόσον οι ελληνικές αρχές έπραξαν ό,τι όριζαν οι κανονισμοί, β) ότι στις πατατοφυτείες και στους ελαιώνες των μικρών νησιών του Αιγαίου, ομοίως, εκτιμήθηκαν εσφαλμένα τα πραγματικά περιστατικά, εφόσον το LPIS (7) και τα Μητρώα λειτούργησαν κανονικά και πάντως για τις όποιες μικροελλείψεις, επεβλήθη στην προσφεύγουσα η γενική διόρθωση στο καθεστώς των αροτραίων και δε νοείται δεύτερη ποινή για τον ίδιο λόγο στα επιμέρους καθεστώτα και τέλος, γ) ότι στη διόρθωση στο μέτρο POSEI παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας.


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1992,για τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων (ΕΕ 1992, L 355, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1593/2000 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 για τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων (ΕΕ 2000, L 182, σ. 4).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) 445/2002 της Επιτροπής, της 26ης Φεβρουαρίου 2002, περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) (EE 2002, L 74, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2419/2001 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92 (ΕΕ 2001, L 327, σ. 11).

(5)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 1993, για τη θέσπιση ειδικών μέτρων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα προς όφελος των μικρών νησιών του Αιγαίου Πελάγους (ΕΕ 1993, L 184, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2958/93 της Επιτροπής, της 27ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93 του Συμβουλίου όσον αφορά στο ειδικό καθεστώς εφοδιασμού με ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ 1993, L 267, σ. 4).

(7)  Σύστημα Αναγνώρισης Αγροτεμαχίων.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/40


Προσφυγή της Transports Schiocchet — Excursions κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 18 Ιουνίου 2007

(Υπόθεση T-220/07)

(2007/C 199/76)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Transports Schiocchet — Excursions (Beuvillers, Γαλλία) (εκπρόσωπος: D. Schönberger, δικηγόρος)

Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της ενάγουσας

Η ενάγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να κρίνει ότι στοιχειοθετείται η εξωσυμβατική ευθύνη της Επιτροπής για την προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ενάγουσας βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) 517/72 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 1972·

Να κρίνει ότι στοιχειοθετείται η εξωσυμβατική ευθύνη της Επιτροπής για την προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ενάγουσας κατόπιν της ενάρξεως ισχύος του κανονισμού (ΕΟΚ) 684/92 του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 1992·

Κατά συνέπεια, να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσόν των 50 723 808,39 ευρώ, ή οποιοδήποτε άλλο ποσόν, ακόμα και μεγαλύτερο, βάσει εκθέσεως ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη η ενάγουσα, πλέον τόκων υπερημερίας από της ημερομηνίας της εκδοθησομένης αποφάσεως μέχρι της ημερομηνίας της πραγματικής καταβολής, με τόκο 8 % ετησίως·

Να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα·

Να αναγνωρίσει ότι η ενάγουσα επιφυλάσσεται των λοιπών νομίμων δικαιωμάτων της, περιλαμβανομένης της ασκήσεως άλλων ενδίκων μέσων.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα ασκεί αγωγή λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης με σκοπό την αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται ότι υπέστη κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως 89/524/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 7ης Σεπτεμβρίου 1989, σχετικά με διαφορά που ανέκυψε μεταξύ Λουξεμβούργου και Γαλλίας, όσον αφορά τη δημιουργία ειδικής τακτικής γραμμής μεταφοράς επιβατών μεταξύ των δύο αυτών κρατών μελών (1), η οποία αποτέλεσε το αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως ασκηθείσας από την ενάγουσα και απορριφθείσας από το Δικαστήριο, με την απόφαση της 16ης Απριλίου 1991, στην υπόθεση C-354/89, Schiocchet κατά Επιτροπής (2) καθώς και, κατόπιν της εκδόσεως του κανονισμού (ΕΟΚ) 684/92 του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 1992, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία (3).

Με την αγωγή της, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι τα κοινοτικά όργανα, εκδίδοντας τις επίμαχες νομοθετικές πράξεις, προσέβαλαν τα θεμελιώδη δικαιώματά της καθόσον νομιμοποίησαν μια μη σύννομη κατάσταση στην οποία περιήλθαν οι ανταγωνιστές της στην αγορά μεταφορών με πούλμαν μεταξύ Λουξεμβούργου και Γαλλίας, οι οποίοι ασκούν τις δραστηριότητές τους χωρίς προηγουμένη άδεια.


(1)  ΕΕ L 272, σ. 18.

(2)  Συλλογή 1991, σ. I-01775.

(3)  ΕΕ L 74, σ. 1.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/41


Προσφυγή της 26ης Ιουνίου 2007 — Δημοκρατία της Ουγγαρίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-221/07)

(2007/C 199/77)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Ουγγαρίας (εκπρόσωπος: J. Fazekas)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2007, σχετικά με το εθνικό σχέδιο κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, που κοινοποιήθηκε από την Ουγγαρία σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [C(2007) 1689 τελικό].

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2007, σχετικά με το εθνικό σχέδιο κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, που κοινοποιήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Σύμφωνα με την προσβαλλομένη απόφαση, το εθνικό σχέδιο της Ουγγαρίας για την κατανομή δεν πληροί ορισμένα κριτήρια που προβλέπονται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87.

Η προσφεύγουσα στηρίζει την προσφυγή της στο γεγονός ότι η οδηγία 2003/87, και ειδικότερα το άρθρο της 9, παράγραφος 3, δεν παρέχει στην Επιτροπή την εξουσία να καθορίζει μόνη της τη συνολική ποσότητα δικαιωμάτων εκπομπής που μπορούν να κατανείμουν τα κράτη μέλη, χωρίς να λάβει καθόλου υπόψη τα σχέδια κατανομής που έχουν καταρτίσει και κοινοποιήσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με τα άρθρα 9, παράγραφος 1, και 11, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας ούτε τη συνολική ποσότητα των κατανεμητέων δικαιωμάτων εκπομπής που καθορίζεται από τα κράτη μέλη στα σχέδια αυτά.

Σε περίπτωση που το Πρωτοδικείο κρίνει ότι η οδηγία 2003/87 παρέχει στην Επιτροπή την εξουσία αυτή, η προσφεύγουσα ζητεί να αναγνωριστεί ότι το εν λόγω όργανο υπέπεσε σε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως κατά την εκτίμηση της συνολικής ποσότητας κατανεμητέων δικαιωμάτων εκπομπής που περιλαμβανόταν στο εθνικό σχέδιο κατανομής. Η Ουγγαρία ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, κατά την εκτίμησή της, αφενός, δεν έλαβε υπόψη τα στοιχεία και τους υπολογισμούς που περιέχονται στο σχέδιο κατανομής, παραβιάζοντας έτσι την αρχή της αναλογικότητας, και, αφετέρου, χρησιμοποίησε δεδομένα προδήλως εσφαλμένα και υπολογισμούς ακατάλληλους που οδήγησαν αναγκαστικά σε εσφαλμένο καθορισμό της συνολικής ποσότητας.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η καθής παραβίασε την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας, καθόσον, αφενός, καθόρισε χωρίς να έχει διαβουλευθεί κατά τρόπο μόνιμο και λεπτομερή με τα κράτη μέλη (μεταξύ των οποίων και η Ουγγαρία) σχετικά με τη μέθοδο υπολογισμού και με τα στοιχεία που χρησιμοποίησε για να καθορίσει τη συνολική ποσότητα κατανεμητέων δικαιωμάτων εκπομπής και, αφετέρου, δεν έλαβε υπόψη τις συμπληρωματικές πληροφορίες που προσκόμισε η προσφεύγουσα, τις οποίες η ίδια η καθής είχε ζητήσει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν συμμορφώθηκε προς την υποχρέωσή της αιτιολογήσεως, δεδομένου ότι, κατ' αρχάς, δεν αιτιολόγησε επαρκώς γιατί δεν έλαβε υπόψη το σχέδιο κατανομής που κοινοποίησε η Ουγγαρία ούτε τα στοιχεία και του υπολογισμού που περιλαμβάνονται σε αυτό· δεύτερον, δεν αιτιολόγησε επαρκώς την καταλληλότητα των στοιχείων και υπολογισμών που χρησιμοποίησε και, τρίτον, δεν αιτιολόγησε καθόλου γιατί δεν έλαβε υπόψη τις συμπληρωματικές πληροφορίες που προσκόμισε η Ουγγαρία και που η ίδια η Επιτροπή είχε ζητήσει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.


(1)  Οδηγία 2003/87/CE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275, σ. 32).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/41


Αναίρεση ασκηθείσα στις 25 Ιουνίου 2007 από τον Petrus Kerstens κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 25 Απριλίου 2007 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-59/06, Kerstens κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-222/07 P)

(2007/C 199/78)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Petrus J. F. Kerstens (Overijse, Βέλγιο) (Εκπρόσωπος: C. Mourato, avocat)

Έτερος διάδικος στη διαδικασία: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να αναιρέσει την προσβαλλόμενη διάταξη·

Να αναπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης ενώπιον άλλου τμήματος·

να αποφανθεί κατά νόμο επί των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την αναίρεσή του, ο αναιρεσείων ζητεί την ακύρωση της διατάξεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης με την οποία απορρίπτεται ως προδήλως απαράδεκτη η προσφυγή με την οποία είχε ζητήσει την ακύρωση, αφενός, της εκθέσεώς του εξελίξεως σταδιοδρομίας του έτους 2004 και, αφετέρου, της αποφάσεως της ΑΔΑ με την οποία απορρίφθηκε η ένστασή του κατ' αυτής της έκθεσης εξελίξεως σταδιοδρομίας.

Προς στήριξη της αναιρέσεώς του, ο αναιρεσείων προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως.

Ο πρώτος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1 και 3, του παραρτήματος I του Οργανισμού του Δικαστηρίου και από παράβαση του άρθρου 20 του εν λόγω Οργανισμού, καθώς και από πλημμέλεια της διαδικασίας από την οποία θίγονται τα συμφέροντα του αναιρεσείοντος. Προβάλλει ότι η προσφυγή στο άρθρο 111 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, το οποίο έχει εφαρμογή mutatis mutandis στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, βάσει του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διάταξη, δεν μπορούσε να λάβει χώρα μετά από δύο ανταλλαγές υπομνημάτων και μία ανταλλαγή σημειώσεων επί των παρατηρήσεων, όταν δηλαδή είχε ήδη εφαρμοστεί η τακτική διαδικασία. Κατά τον αναιρεσείοντα, υπό τις περιστάσεις αυτές, το Πρωτοδικείο δεν μπορούσε να αποφανθεί επί του απαραδέκτου πριν από την προφορική διαδικασία.

Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως, ο οποίος προβάλλεται επικουρικώς, αντλείται από παράβαση του άρθρου 111 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου και από τη συνακόλουθη πλημμέλεια της διαδικασίας. Κατά τον αναιρεσείοντα, η προσβαλλόμενη διάταξη δεν μπορούσε να εκδοθεί βάσει του άρθρου αυτού χωρίς τη συνέχιση της διαδικασίας και ειδικότερα χωρίς προφορική διαδικασία, στον βαθμό που, εν πάση περιπτώσει, δεν ακούστηκε ο γενικός εισαγγελέας και δεδομένου ότι το επικληθέν απαράδεκτο δεν ήταν πρόδηλο.

Ο τρίτος λόγος αναιρέσεως, προβαλλόμενος επίσης επικουρικώς, αντλείται από παράβαση της αρχής της εκατέρωθεν ακροάσεως, στον βαθμό που το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης έκρινε σιωπηρώς ότι ένα από τα συνημμένα στο υπόμνημα αντικρούσεως έγγραφο αποτελούσε απόδειξη του απαραδέκτου της υπό κρίση διαδικασίας πριν μπορέσει ο αναιρεσείων να παράσχει εξηγήσεις επ' αυτού.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/42


Αναίρεση που άσκησε στις 27 Ιουνίου 2007 ο Michel Thierry κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 16 Απριλίου 2007 στην υπόθεση F-82/05, Thierry κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-223/07 P)

(2007/C 199/79)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Michel Thierry (Howald, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωπος: F. Fabretti, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να αναιρέσει την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 16ης Απριλίου 2007 στην υπόθεση F-82/05, η οποία κοινοποιήθηκε στον αναιρεσείοντα στις 17 Απριλίου 2007,

να δεχθεί τα αιτήματα που είχε υποβάλει πρωτοδίκως ο αναιρεσείων και, συνεπώς, να κρίνει ως παραδεκτή και βάσιμη την προσφυγή του στην υπόθεση F-82/05,

επικουρικώς να αναπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης,

να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων και των συναφών δαπανών και αμοιβών και να υποχρεώσει την Επιτροπή να τα καταβάλει.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την αίτηση αναιρέσεως, ο αναιρεσείων ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, με την οποία απορρίφθηκε εν μέρει ως προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει ως προδήλως αβάσιμη η προσφυγή του με αντικείμενο την ακύρωση του καταλόγου των υπαλλήλων που προήχθησαν κατά τις προαγωγές του 2004, κατά το μέρος που ο κατάλογος αυτός δεν περιλαμβάνει το όνομά του.

Ο λόγος που προβάλλει ο αναιρεσείων προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως αντλείται από πλάνη κατά την ερμηνεία και την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, συνέπεια της οποίας ήταν να υποπέσει το Πρωτοδικείο σε διαδικαστική πλημμέλεια και νομική πλάνη, διότι δεν έκανε δεκτό το αίτημα που υπέβαλε πρωτοδίκως με το υπόμνημά απαντήσεως ο αναιρεσείων να εξεταστεί ως μάρτυρας ένας συνάδελφός του.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/42


Προσφυγή της 22ας Ιουνίου 2007 — Imperial Chemical Industries κατά ΓΕΕΑ (LIGHT & SPACE)

(Υπόθεση T-224/07)

(2007/C 199/80)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Imperial Chemical Industries plc (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: S. Malynicz, Barrister και V. Chandler, Solicitor)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών της 30ής Μαρτίου 2007 στην υπόθεση R 1631/2006-1·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: το λεκτικό σήμα «LIGHT & SPACE» για προϊόντα της κλάσεως 2 — αίτηση αριθ. 5 147 756.

Απόφαση του εξεταστή: απόρριψη της αιτήσεως.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: απόρριψη της προσφυγής.

Λόγοι ακυρώσεως: παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, καθόσον το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το επίμαχο σήμα μπορεί να αποτελεί διαφημιστικό σλόγκαν, ένδειξη ποιότητας ή προτροπή προς αγορά, χωρίς να εξετάσει το κατά πόσον μπορεί να συνιστά και ένδειξη προελεύσεως.

Επιπλέον, το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε σφάλμα τόσο κατά την εκτίμηση ολόκληρου του σήματος όσο και κατά την εκτίμηση των επιμέρους συστατικών του στοιχείων και σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον έκρινε ότι, για να έχει διακριτικό χαρακτήρα, το σήμα θα έπρεπε να συνδυάζει ασυνήθεις ή άσχετες με τα οικεία προϊόντα λέξεις.

Τέλος, το τμήμα προσφυγών δεν εκτίμησε τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος σε σχέση με τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώρισή του.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/43


Προσφυγή της 29ης Ιανουαρίου 2007 — Vitro Corporativo κατά ΓΕΕΑ — VALLON (V)

(Υπόθεση T-229/07)

(2007/C 199/81)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Vitro Corporativo, S.A de C.V. (εκπρόσωπος: J. Botella Reyna, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Vallon GmbH

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να διατάξει την καταχώριση του επίδικου κοινοτικού σήματος για προϊόντα της κλάσεως 19.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση του κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα.

Σήμα προς καταχώριση: το εικονιστικό σήμα που αναπαριστά το γράμμα «V» (αίτηση καταχωρίσεως αριθ. 2.669.513) για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 1, 7, 8, 9, 11, 12, 16, 17, 19, 20, 21, 22, 27, 30, 35, 39, 40, 41, 42 και 43.

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: VALLON GMBH.

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: το κοινοτικό εικονιστικό σήμα αριθ. 51.037 (γράμμα V σε λευκό φόντο), για προϊόντα της κλάσεως 9 (μηχανήματα ελέγχου και επιθεωρήσεως).

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Δέχεται την ανακοπή και απορρίπτει την αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος για τα προϊόντα της κλάσεως 19.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απορρίπτει την προσφυγή.

Λόγοι ακυρώσεως: Εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 για το κοινοτικό σήμα.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/43


Προσφυγή της 2ας Ιουλίου 2007 — Laboratorios Del Dr. Esteve κατά ΓΕΕΑ — Ester C (ESTER-E)

(Υπόθεση T-230/07)

(2007/C 199/82)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Laboratorios Del Dr. Esteve, SA (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: K. Manhaeve, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Ester C Company (Prescott, Ηνωμένες Πολιτείες)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση R 737/2006-2 της 17ης Απριλίου 2007 του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ·

να καταδικάσει το καθού και — ει δυνατόν — την Ester C Company στα δικαστικά έξοδα (από κοινού και εις ολόκληρον).

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Ester C Company

Σήμα προς καταχώριση: Το κοινοτικό λεκτικό σήμα «ESTER-E» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 3 και 5 — αίτηση υπ' αριθ. 3 163 946

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Laboratorios Del Dr. Esteve SA

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Το κοινοτικό εικονιστικό σήμα «ESTEVE» για προϊόντα των κλάσεων 1, 5 και 42 και το εθνικό εικονιστικό σήμα «ESTEVE» και «ESTEVE-LABORATORIO DEL DR. ESTEVE S.A» για προϊόντα της κλάσεως 5

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Αποδοχή της ανακοπής στο σύνολό της

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της ανακοπής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/44


Προσφυγή της 29ης Ιουνίου 2007 — ITT Manufacturing Enterprises κατά ΓΕΕΑ — ITT Trademark & Trade (I.T.T.)

(Υπόθεση T-231/07)

(2007/C 199/83)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: ITT Manufacturing Enterprises (Wilmington, Ηνωμένες Πολιτείες (εκπρόσωπος: F. Delord, solicitor)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: ITT Trademark & Trade GmbH (Μόναχο, Γερμανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, να επικυρώσει την απόφαση 565/2005 και να υποχρεώσει το καθού να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα και, επικουρικώς,

να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση, να επικυρώσει την απόφαση 565/2005 και να υποχρεώσει το καθού να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα και, επικουρικώς.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτών την καταχώριση κοινοτικού σήματος: ITT Trademark & Trade GmbH

Σήμα προς καταχώριση: Το κοινοτικό λεκτικό σήμα «ITT» για αγαθά και υπηρεσίες των κλάσεων 7, 9 και 11 — αίτηση υπ' αριθ. 1 152 339

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: ITT Manufacturing Enterprises

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: εθνικά εικονιστικά σήματα, καθώς και φημισμένα, αλλά μη καταχωρισμένα σήματα που χρησιμοποιούνται σε συναλλαγές εντός της Κοινότητας και περιέχουν ή συνίστανται από το λεκτικό στοιχείο «ΙΤΤ» για αγαθά και υπηρεσίες πολλών κλάσεων.

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Δέχθηκε την ανακοπή.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απέρριψε την ανακοπή

Λόγοι ακυρώσεως: Ο αναιρεσείων αμφισβητεί τη διαπίστωση του τμήματος προσφυγών ότι το τμήμα ανακοπών στήριξε την απόφασή του σε ανυπόστατο σήμα.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/44


Προσφυγή της 5ης Ιουλίου 2007 — Ισπανία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-232/07)

(2007/C 199/84)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωπος: N. Díez Abad)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Το προσφεύγον ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προκήρυξη του ανοιχτού διαγωνισμού EPSO/AD/95/07, η οποία δημοσιεύτηκε από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Επιλογής Προσωπικού (EPSO) στην ΕΕΕΕ C 103 A, της 8ης Μαΐου 2007·

να υποχρεώσει την Επιτροπή να δημοσιεύει σε όλες τις γλώσσες όλες τις προκηρύξεις διαγωνισμών για την κάλυψη θέσεων στην ευρωπαϊκή δημόσια διοίκηση στην Επίσημη Εφημερίδα·

να συνεκδικάσει την υπόθεση με την υπόθεση T-156/07·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι ισχυρισμοί και τα κύρια επιχειρήματα ταυτίζονται με εκείνα που προβάλλονται στην υπόθεση T-156/07, Βασίλειο της Ισπανίας κατά Επιτροπής (1).


(1)  ΕΕ C 140, της 23.6.07, σ. 1.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/44


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 13ης Ιουνίου 2007 — Multikauf Warenhandelsgesellschaft κατά ΓΕΕΑ — DEMO Holding (webmulti)

(Υπόθεση T-395/05) (1)

(2007/C 199/85)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Ο πρόεδρος του τρίτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 48 της 25.2.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/45


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 7ης Ιουνίου 2007 — Panrico κατά ΓΕΕΑ — HDN Development (Krispy Kreme DOUGHNUTS)

(Υπόθεση T-317/06) (1)

(2007/C 199/86)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Ο πρόεδρος του τέταρτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 326 της 30.12.2006.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/45


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουνίου 2007 — Επιτροπή κατά TGA Technische Gebäudeausrüstung Chemnitz

(Υπόθεση T-396/06) (1)

(2007/C 199/87)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Ο πρόεδρος του δεύτερου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 42 της 24.2.2007.


Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης

25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/46


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (τρίτο τμήμα) της 11ης Ιουλίου 2007 — Dieter Wils κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

(Υπόθεση F-105/05) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Μόνιμοι υπάλληλοι - Συντάξεις - Αύξηση του ποσοστού εισφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα κατ' εφαρμογή των διατάξεων του νέου Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης που ισχύει από 1ης Μαΐου 2004)

(2007/C 199/88)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Dieter Wils (Altrier, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: G. Vandersanden και C. Ronzi, δικηγόροι)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι:J. F. De Wachter και M. Mustapha Pacha)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Υπαλληλική υπόθεση — Ακύρωση των εκκαθαριστικών μισθοδοσίας του προσφεύγοντος από τον μήνα Ιούλιο 2004, κατά το μέτρο που το ποσοστό εισφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα αυξάνεται σε 9,75 % κατ' εφαρμογή των διατάξεων του νέου Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης (πρώην T-399/05)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φέρει τα δικαστικά του έξοδα καθώς και το ήμισυ των εξόδων του D. Wils.

3)

Ο D. Wils φέρει το ήμισυ των δικαστικών του εξόδων.

4)

Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 10 της 14ης Ιανουαρίου 2006, σ. 28.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/46


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Abarca Montiel κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-24/06) (1)

(Υπαλληλική - Υπάλληλοι επί συμβάσει - Κατάταξη και αποδοχές - Γραφείο «Υποδομές και Διοικητική Υποστήριξη» στις Βρυξέλλες (ΟΙΒ) - Νηπιαγωγοί - Πρώην μισθωτοί βελγικού δικαίου - Αλλαγή του εφαρμοζομένου καθεστώτος - Ίση μεταχείριση)

(2007/C 199/89)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Sabrina Abarca Montiel (Wauthier-Braine, Βέλγιο) και λοιπές (εκπρόσωπος: L. Vogel, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: (D. Martin και L. Lozano Palacios)

Αντικείμενο της υπόθεσης

Ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής με την οποία απορρίφθηκαν οι διοικητικές ενστάσεις που είχαν υποβάλει οι προσφεύγουσες κατά των αποφάσεων περί καθορισμού των κατατάξεών τους και των αποδοχών τους ως επί συμβάσει υπαλλήλων.

Διατακτικό της απόφασης

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει τις αποφάσεις με τις οποίες η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθόρισε τις αποδοχές των προσφευγουσών βάσει των συμβάσεων εργασίας επί συμβάσει υπαλλήλων που υπογράφηκαν τον Απρίλιο του 2005.

2.

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και το ήμισυ των δικαστικών εξόδων των προσφευγουσών.

4.

Οι προσφεύγουσες φέρουν το ήμισυ των δικαστικών τους εξόδων.


(1)  EE C 108 της 6.5.2006, σ. 33.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/47


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 5ης Ιουλίου 2007 — Ider, Desorbay και Noschese κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-25/06) (1)

(Υπαλληλική - Υπάλληλοι επί συμβάσει - Κατάταξη και αποδοχές - Γραφείο «Υποδομές και Διοικητική Υποστήριξη» στις Βρυξέλλες (ΟΙΒ) - Υπάλληλοι επιφορτισμένοι με εκτελεστικά καθήκοντα - Πρώην μισθωτοί βελγικού δικαίου - Αλλαγή του εφαρμοζομένου καθεστώτος - Ίση μεταχείριση)

(2007/C 199/90)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Béatrice Ider (Halle, Βέλγιο), Marie-Claire Desorbay (Meise, Βέλγιο) και Lino Noschese (Braine-le-Château, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: L. Vogel, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Martin και L. Lozano Palacios)

Αντικείμενο της υπόθεσης

Ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής με την οποία απορρίφθηκαν οι διοικητικές ενστάσεις που είχαν υποβάλει οι προσφεύγοντες κατά των αποφάσεων περί καθορισμού των κατατάξεών τους και των αποδοχών τους ως επί συμβάσει υπαλλήλων.

Διατακτικό της απόφασης

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση με την οποία η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθόρισε τις αποδοχές της B. Ider βάσει συμβάσεως εργασίας επί συμβάσει υπαλλήλου που υπογράφηκε τον Απρίλιο του 2005.

2.

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της B. Ider.

4.

H B. Ider φέρει το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της.

5.

Οι M.-C. Desorbay και L. Noschese φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  EE C 108 της 6.5.2006, σ. 34.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/47


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Bertolete κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-26/06) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Υπάλληλοι επί συμβάσει - Κατάταξη και αμοιβή - Γραφείο Υποδομών και τεχνικής υποστήριξης-Βρυξέλλες (ΓΥΒ) - Παιδαγωγοί σε βρεφονηπιακούς σταθμούς - Πρώην μισθωτοί εργαζόμενοι κατά το βελγικό δίκαιο - Μεταβολή εφαρμοστέου καθεστώτος - Ίση μεταχείριση)

(2007/C 199/91)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Marli Bertolete (Woluwé-Saint-Lambert) κ.λπ. (εκπρόσωπος: L. Vogel, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Martin και L. Lozano Palacios)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής περί απορρίψεως των διοικητικών ενστάσεων που άσκησαν οι προσφεύγουσες κατά των αποφάσεων με τις οποίες καθορίστηκαν η κατάταξη και η αμοιβή τους ως επί συμβάσει υπαλλήλων.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει τις αποφάσεις με τις οποίες η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθόρισε τις αμοιβές των προσφευγουσών ως επί συμβάσει υπαλλήλων, βάσει συμβάσεων που συνήφθησαν τον Απρίλιο του 2005.

2.

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρει τα δικαστικά της έξοδα και το ήμισυ των εξόδων των προσφευγουσών.

4.

Οι προσφεύγουσες φέρουν το ήμισυ των δικαστικών τους εξόδων.


(1)  EE C 108 της 6.5.2006, σ. 34.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/48


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 5ης Ιουλίου 2007 — Dethomas κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-93/06) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Πρώην έκτακτος υπάλληλος - Διορισμός του ως μόνιμου υπαλλήλου - Τροποποίηση του ΚΥΚ την 1η Μαΐου 2004 - Άρθρο 32, τρίτο εδάφιο, του ΚΥΚ - Κατάταξη σε κλιμάκιο)

(2007/C 199/92)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Bruno Dethomas (Ραμπάτ, Μαρόκο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis και E. Marchal, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς, V. Joris και H. Kraemer, ακολούθως, H. Kraemer)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής της 11ης Ιανουαρίου 2006, περί διορισμού του προσφεύγοντος, έκτακτου υπαλλήλου βαθμού Α1*14, κλιμάκιο 8, ως δόκιμου υπαλλήλου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθόσον προβλέπει την κατάταξή του στον βαθμό Α*14, κλιμάκιο 2.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 11ης Ιανουαρίου 2006, κατά το μέτρο που προβλέπει την κατάταξη του B. Dethomas, προϊσταμένου της αντιπροσωπείας της Επιτροπής στο Βασίλειο του Μαρόκου, στον βαθμό Α*14, κλιμάκιο 2.

2.

Καταδικάζει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 237 της 30.9.2006, σ. 22.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/48


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 2ας Ιουλίου 2007 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-117/05) (1)

(Υπαλληλικοί - Μόμιμοι υπάλληλοι - Προαγωγή - Μη εγγραφή στους πίνακες των προαγομένων υπαλλήλων - Περίοδος προαγωγών 2004 - Μόρια προτεραιότητας - Προσόντα - Αρχαιότητα - Παραδεκτό)

(2007/C 199/93)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Carlos Sanchez Ferriz (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: F. Frabetti, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και H. Kraemer)

Αντικείμενο της υπόθεσης

Ακύρωση του πίνακα των υπαλλήλων που προάγονται κατά την περίοδο προαγωγών 2004, καθόσον το όνομα του προσφεύγοντος δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα αυτόν, καθώς και ακύρωση της απόφασης σχετικά με τη χορήγηση μορίων προτεραιότητας στον προσφεύγοντα για την ίδια περίοδο προαγωγών.

Διατακτικό της διάταξης

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης διατάσσει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή εν μέρει ως προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει ως προδήλως αβάσιμη.

2.

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του.


(1)  EE C 36 της 11.2.2006, σ. 35.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/48


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 20ής Ιουνίου 2007 — Tesoka κατά FEACVT

(Υπόθεση F-51/06) (1)

(Υπαλληλική - Έκτακτοι υπάλληλοι - Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας - Παραίτηση - Προσφυγή ακύρωσης και αγωγή αποζημίωσης - Μη ύπαρξη βλαπτικής πράξης - Προδήλως απαράδεκτο)

(2007/C 199/94)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Sabrina Tesoka (Overijse, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: J.-L. Fagnart, δικηγόρος)

Καθού: Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (FEACVT) (εκπρόσωπος: C. Callanan, δικηγόρος)

Αντικείμενο της υπόθεσης

Αφενός, ακύρωση της απόφασης του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας με την οποία απορρίφθηκαν οι αιτήσεις της προσφεύγουσας-ενάγουσας για καταβολή των αποζημιώσεων τις οποίες ισχυρίζεται ότι δικαιούται κατόπιν της παραίτησής της, σύμφωνα με τον κανονισμό 1111/2005, και, αφετέρου, αγωγή αποζημίωσης (υπόθεση Τ-398/05 παραπεμφθείσα από το Πρωτοδικείο).

Διατακτικό της διάταξης

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης διατάσσει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή ως προδήλως απαράδεκτη.

2.

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του.


(1)  ΕΕ C 10 της 14.1.2006, σ. 28.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/49


Προσφυγή της 23ης Μαρτίου 2007 — Martin κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση F-28/07)

(2007/C 199/95)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Claire Martin (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) (Εκπρόσωπος: D. Martin, avocat)

Καθού: Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής της 4ης Ιουλίου 2006, με την οποία η προσφεύγουσα διορίστηκε δόκιμος υπάλληλος υπό την ιδιότητα του γλωσσομαθούς νομικού στις 16 Ιουνίου 2006, κατά το μέτρο που της χορηγήθηκε ο βαθμός AD 7·

να αποφανθεί ότι πρέπει να χορηγηθεί στην προσφεύγουσα αναδρομικά από την ημερομηνία διορισμού της στις 16 Ιουνίου 2006 ο βαθμός Α*10 που αντιστοιχεί στον βαθμό LΑ6 πριν την έναρξη ισχύος την 1η Μαΐου 2005 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 723/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών (1)·

να διατάξει την πλήρη αναμόρφωση της σταδιοδρομίας της προσφεύγουσας με αναδρομικό αποτέλεσμα από 16 Ιουνίου 2006·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα επικαλείται ισχυρισμούς παρόμοιους με τους αντίστοιχους στην υπόθεση F-37/07 (2).


(1)  ΕΕ L 124 της 27.4.2004, σ. 1.

(2)  EE C 129 της 9.6.2007, σ. 28.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/49


Προσφυγή της 23ης Μαΐου 2007 — R κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-49/07)

(2007/C 199/96)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: R (εκπρόσωπος: O. Martins, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή·

εφόσον είναι αναγκαίο να ακυρώσει την απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2007 με την οποία η Επιτροπή απέρριψε τη διοικητική ένσταση και αίτηση αποζημιώσεως της προσφεύγουσας της 8ης Νοεμβρίου 2006 και την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2005·

εφόσον παρίσταται αναγκαίο να κηρύξει μη πραγματοποιηθείσα ολόκληρη την περίοδο δοκιμασίας και μη εκδοθείσες όλες τις πράξεις που εκδόθηκαν υπό τις συνθήκες αυτές, και/ή να ακυρώσει όλες τις προπαρασκευαστικές και συνακόλουθες πράξεις ή αυτές που παρατείνουν τα αποτελέσματα της έκθεσης για τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, της 10ης Ιανουαρίου 2005, και ιδίως την ενδιάμεση έκθεση της 11ης Αυγούστου 2004, το υπηρεσιακό σημείωμα της X της 13ης Απριλίου 2005 και την πράξη επανατοποθετήσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής (AΔΑ) της 3ης Μαρτίου 2005·

εφόσον παρίσταται αναγκαίο, να ακυρώσει εν μέρει την έκθεση για τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας εκτάκτου υπαλλήλου «έρευνα» όπως οριστικοποιήθηκε στις 18 Μαΐου 2004, σχετικά με τα σχόλια που διατύπωσε ο επιθεωρητής·

εφόσον παρίσταται αναγκαίο, να ακυρώσει το σημείωμα του γενικού διευθυντή της ΓΔ ΔΙΟΙΚΗΣΗ της 20ής Ιουλίου 2005 με το οποίο απερρίφθη η αίτηση αρωγής που υπέβαλε η προσφεύγουσα στις 11 Νοεμβρίου 2004 βάσει του άρθρου 24 του ΚΥΚ·

να αναγνωρίσει την ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας λόγω του συνόλου των προσβαλλομένων αποφάσεων και πράξεων και λόγω παράνομης συμπεριφοράς της Επιτροπής έναντι της προσφεύγουσας·

να επιδικάσει υπέρ της προσφεύγουσας αποζημίωση για τις ζημίες που υπέστη ύψους 2 500 000 ευρώ·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα·

εφόσον παρίσταται αναγκαίο, να καλέσει την Επιτροπή να μετάσχει σε διαδικασία συμφιλιώσεως βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 4, του παραρτήματος I του Οργανισμού του Δικαστηρίου.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή σφάλματα, παραλείψεις και δυσλειτουργίες στη διοίκηση του προσωπικού που συνιστούν παράνομη συμπεριφορά έναντι αυτής και στοιχειοθετούν την ευθύνη του οργάνου αυτού. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή διέπραξε κατάχρηση εξουσίας και παράβαση ουσιώδους τύπου, προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογίας. Επιπλέον, οι προσβαλλόμενες πράξεις ενέχουν πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και συνιστούν παράβαση του άρθρου 26 του ΚΥΚ καθώς του κανονισμού 45/2001 (1), της υποχρεώσεως μέριμνας, του καθήκοντος αρωγής που θεσπίζει το άρθρο 24 του ΚΥΚ, παραβίαση των αρχών απρόσκοπτης εξέλιξης της σταδιοδρομίας και της χρηστής διοικήσεως. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υπήρξε θύμα ηθικής παρενόχλησης.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ 2001, L 8, σ. 1).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/50


Προσφυγή της 11ης Ιουνίου 2007 — Joseph κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-54/07)

(2007/C 199/97)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Anne Joseph (Δαμασκός, Συρία) (Εκπρόσωπος: N. Lhoëst, avocat)

Καθής:Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την υπογραφείσα στις 20 Ιουλίου 2006 σύμβαση προσλήψέως της, καθόσον η διάρκεια αυτής ορίστηκε σε 15 μήνες, με έναρξη την 16η Οκτωβρίου 2006 και λήξη την 15η Ιανουαρίου 2008·

να ακυρώσει, κατά το μέρος που είναι αναγκαίο, τη ρητή απόφαση της Επιτροπής της 13ης Φεβρουαρίου 2007 περί απορρίψεως της ενστάσεως που υπέβαλε η προσφεύγουσα στις 20 Οκτωβρίου 2006 δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως ·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της συμβάσεως προσλήψεώς της ως συμβασιούχου υπαλλήλου δυνάμει του άρθρου 3α του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού (ΚΛΠ), καθόσον η διάρκεια της εν λόγω συμβάσεως δεν ορίστηκε σε 3 έτη, αλλά σε 15 μήνες, και τούτο βάσει, αφενός, της αποφάσεως της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 2004 σχετικά με τη μέγιστη διάρκεια απασχολήσεως του μη μόνιμου προσωπικού στις υπηρεσίες της Επιτροπής και, αφετέρου, του άρθρου 12 των Γενικών Εκτελεστικών Διατάξεων σχετικά με τις διαδικασίες προσλήψεως και απασχολήσεως των συμβασιούχων υπαλλήλων στην Επιτροπή (DGE — Γενικές Εκτελεστικές Διατάξεις).

Κατά την προσφεύγουσα, η απόφαση της 28ης Απριλίου 2004 και, ιδίως, το άρθρο 3 αυτής, είναι παράνομη, στο μέτρο που αντιβαίνει στο άρθρο 85, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του ΚΛΠ. Εν πάση περιπτώσει, η εν λόγω απόφαση, δυνάμει του άρθρου της 1, παράγραφος 2, δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ανέλαβε ουσιώδη καθήκοντα.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επιπλέον ότι οι Γενικές Εκτελεστικές Διατάξεις και, ιδίως, το άρθρο 12 αυτών είναι παράνομες, στο μέτρο που αντιβαίνουν στο άρθρο 85, παράγραφος 1, του ΚΛΠ. Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 12, παράγραφοι 1α και 1β των Γενικών Εκτελεστικών Διατάξεων, το οποίο απαγορεύει για τον υπολογισμό της μέγιστης περιόδου προσλήψεως συμβασιούχων υπαλλήλων να σωρεύεται η διάρκεια μιας συμβάσεως δυνάμει του άρθρου 3β του ΚΛΠ με εκείνη μιας συμβάσεως δυνάμει του άρθρου 3α του ΚΛΠ.

Η προσφεύγουσα επικαλείται επιπλέον παραβίαση των αρχών της απαγόρευσης διακρίσεων, της χρηστής διοίκησης και του συμφέροντος της υπηρεσίας.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/50


Προσφυγή-αγωγή της 16ης Ιουνίου 2007 — Collotte κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-58/07)

(2007/C 199/98)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: Pascal Collotte (Overijse, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: E. Boigelot, δικηγόρος)

Καθής-Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος-ενάγοντος

Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει τη ληθείσα απόφαση να μην συμπεριληφθεί το όνομά του στον κατάλογο των προαχθέντων από τον βαθμό A*11 στον βαθμό A*12 «Περίοδος προαγωγών 2006» και, κατά συνέπεια, την απόφαση περί μη προαγωγής του, όπως αυτή δημοσιεύθηκε στις διοικητικές πληροφορίες 55-2006 της 17ης Νοεμβρίου 2006·

να υποχρεώσει την καθής-εναγομένη να καταβάλει ως αποζημίωση για την υλική ζημία και ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής ζημίας που υπέστη ο προσφεύγων-ενάγων στα πλαίσια της σταδιοδρομίας του, ποσού ύψους 25 000 ευρώ, υπό την επιφύλαξη αυξήσεως και/ή μειώσεως κατά τη διάρκεια της δίκης·

να καταδικάσει την καθής-εναγομένη στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων-ενάγων, πρώην έκτακτος υπάλληλος, ο οποίος διορίστηκε μόνιμος υπάλληλος στον βαθμό A*11 από 16ης Απριλίου 2004, κατόπιν επιτυχίας του σε εσωτερικό διαγωνισμό, κρίθηκε ως μη προαγώγιμος για την περίοδο προαγωγών 2006, δεδομένου ότι δεν είχε αποδείξει την ικανότητά του να εργάζεται σε τρίτη γλώσσα, σύμφωνα με το άρθρο 45, παράγραφος 2, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ), ενώ αδυνατούσε να υπαχθεί στην προβλεπόμενη, για τους έχοντες συμπληρώσει διετή προϋπηρεσία στον βαθμό κατά την 1η Απριλίου 2006 υπαλλήλους, εξαίρεση.

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής, του ο προσφεύγων-ενάγων επικαλείται τέσσερις λόγους ακυρώσεως, ο πρώτος εκ των οποίων αντλείται από την παράβαση του άρθρου 45 του ΚΥΚ και από το γεγονός ότι η διοίκηση υπέπεσε σε πρόδηλες πλάνες περί την εκτίμηση. Ειδικότερα, ο προσφεύγων-ενάγων ισχυρίζεται ότι, δυνάμει των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 11 του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ, το άρθρο 45, παράγραφος 2, του ΚΥΚ δεν θα έπρεπε να εφαρμοστεί για την περίοδο προαγωγών 2006, κατά μείζονα λόγο δε επειδή οι διατάξεις της εφαρμογής του ως άνω άρθρου είχαν οριστικοποιηθεί μόλις τον Δεκέμβριο 2006. Επειδή ενημερώθηκε μόλις τον Αύγουστο 2006 ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής της επίδικης διατάξεως στην περίπτωσή του, ο προσφεύγων-ενάγων υποστηρίζει ότι δεν είχε πρόσβαση στην απαραίτητη επιμόρφωση προκειμένου να καταστεί ικανός να εργάζεται σε τρίτη γλώσσα εγκαίρως.

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως αντλείται από την αθέτηση της υποχρεώσεως αρωγής, παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και διαχειρίσεως καθώς και από τη συνδρομή καταχρήσεως εξουσίας. Ο προσφεύγων-ενάγων ισχυρίζεται ιδίως ότι η διοίκηση δεν νομιμοποιούνταν να εφαρμόσει την τελευταία στιγμή στην περίπτωσή του το άρθρο 45, παράγραφος 2, του ΚΥΚ.

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από την παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της αρχής περί ασφαλείας δικαίου. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής είχαν παράσχει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα συγκεκριμένες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις ως προς τη μη εφαρμογή στην περίπτωσή του της νέας προϋποθέσεως που θέτει το άρθρο 45, παράγραφος 2, του ΚΥΚ.

Ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από την παραβίαση των αρχών περί ίσης μεταχειρίσεως του προσωπικού, περί απαγορεύσεως των διακρίσεων και περί αναλογικότητας. Ο προσφεύγων-ενάγων αδικήθηκε έναντι άλλων εκτάκτων υπαλλήλων, οι οποίοι, κατόπιν της επιτυχίας τους σε εσωτερικό διαγωνισμό προς τη νομιμοποίησή τους, είχαν ήδη διοριστεί ως μόνιμοι υπάλληλοι από 1ης Απριλίου 2004, σε αντίθεση με την περίπτωση του προσφεύγοντος-ενάγοντος.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/51


Προσφυγή-αγωγή της 15ης Ιουνίου 2007 — Feral κατά Επιτροπής των Περιφερειών

(Υπόθεση F-59/07)

(2007/C 199/99)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-Ενάγων: Pierre-Alexis Feral (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: M.-A. Lucas, δικηγόρος)

Καθής-εναγομένη: Επιτροπή Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΕΠΕΕ)

Αιτήματα του προσφεύγοντος-ενάγοντος

Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση της 26ης Ιουλίου 2006 του διευθυντή διοικήσεως και του γενικού γραμματέα της ΕΠΕΕ περί επιστροφής των ποσών που είχαν καταβληθεί στον προσφεύγοντα-ενάγοντα υπό μορφή διορθωτικού συντελεστή για το τμήμα των αποδοχών του που είχε μεταφερθεί στη Γαλλία κατά το διάστημα από Μάρτιο 2003 έως Μάιο 2005·

να ακυρώσει την απόφαση της 4ης Δεκεμβρίου 2006 του διευθυντή διοικήσεως της ΕΠΕΕ περί καθορισμού του ως άνω ποσού σε 3 600,16 ευρώ·

να υποχρεώσει την ΕΠΕΕ να επιστρέψει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα το ποσό των 3 600,16 ευρώ, προσαυξημένο με τόκους υπερημερίας, εφαρμόζοντας επιτόκιο ύψους 8 % ετησίως από την ημερομηνία επιστροφής του ποσού και μέχρι την πλήρη καταβολή του·

να υποχρεώσει την ΕΠΕΕ να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα στο ποσό που θα έπρεπε να του είχε καταβάλει ως διορθωτικό συντελεστή επί του τμήματος των αποδοχών του που επρόκειτο να μεταφέρει στη Γαλλία από τον Ιούνιο 2005, προσαυξημένο με τόκους υπερημερίας, εφαρμόζοντας επιτόκιο ύψους 8 % ετησίως από την ημερομηνία επιστροφής του ποσού και μέχρι την πλήρη καταβολή του·

να υποχρεώσει την ΕΠΕΕ να ανακαλέσει, από την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως, την παύση μεταφοράς τμήματος των αποδοχών του προσφεύγοντος-ενάγοντος προς τη Γαλλία, με τον ισχύοντα στην εν λόγω χώρα διορθωτικό συντελεστή·

να καταδικάσει την ΕΠΕΕ στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από παράβαση του άρθρου 85 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ), του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, τρίτη παύλα, της ρυθμίσεως περί καθορισμού τον τρόπο μεταφοράς μέρους των αποδοχών των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: κοινή ρύθμιση) και των σημείων 2 και 4 των συμπερασμάτων αριθ. 204/92, της 3ης Δεκεμβρίου 1992, των προϊσταμένων διοικήσεως. Κατά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα, η ΕΠΕΕ όφειλε να μην εκλάβει τη μεταφορά τμήματος των αποδοχών του προς τη Γαλλία, δυνάμει του άρθρου 17, παράγραφος 2, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ ως μη επιβαλλόμενη δυνάμει του Λογαριασμού του Στεγαστικού Ταμιευτηρίου (στο εξής: ΛΣΤ) ως εκ της καταργήσεως του ανώτατου ορίου του λογαριασμού αυτού μέσω εμβασμάτων σε βιβλιάριο καταθέσεων. Ειδικότερα, παρατηρεί ότι η κοινή ρύθμιση δεν απαιτεί οι μεταφορές να αντιστοιχούν σε υποχρεωτικά εμβάσματα, η δε σχετική κατάργηση του ανώτατου ορίου αντιστοιχούσε σε πάγια τραπεζική πρακτική, συνάδουσα προς τη γαλλική κανονιστική ρύθμιση περί ΛΣΤ, στην οποία παρέπεμπαν τα συμπεράσματα των προϊσταμένων διοικήσεως.

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως αντλείται από παράβαση του άρθρου 85 του ΚΥΚ, καθόσον η ΕΠΕΕ έκρινε ότι η παρατυπία των επίδικων μεταφορών ήταν τόσο πρόδηλη ώστε ο προσφεύγων-ενάγων να είχε γνώση αυτής ή τουλάχιστον όφειλε να είχε γνώση της, λαμβανομένων υπόψη των προσόντων του ως νομικού. Συναφώς, ο προσφεύγων-ενάγων κρίνει ότι: i) υπό το φως των συμπερασμάτων των προϊσταμένων διοικήσεως, ο ΛΣΤ που είχε ανοίξει αντιστοιχούσε προφανώς στην έννοια του ΛΣΤ κατά την κοινή ρύθμιση, ii) η πράξη της καταργήσεως του ανώτατου ορίου στην οποία είχε προβεί παρίστατο σύμφωνη προς την ως άνω ρύθμιση, iii) ο φάκελός του παρίστατο πλήρης και νομότυπος κατόπιν των ελέγχων που είχαν διενεργηθεί τον Δεκέμβριο 2003 και τον Δεκέμβριο 2004, και iv) λόγω της περιορισμένης προσβάσεώς του στον προσωπικό φάκελό του, δεν ήταν σε θέση να συμβουλευθεί τα αναγκαία έγγραφα προκειμένου να ελέγξει τη νομιμότητα των μεταφορών.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/52


Προσφυγή της 18ης Ιουνίου 2007 — Martin Bermejo κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-60/07)

(2007/C 199/100)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Joaquin Martin Bermejo (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (Εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis και E. Marchal, avocats)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να διαπιστώσει τον παράνομο χαρακτήρα της αποφάσεως της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 2004 περί εγκρίσεως των νέων γενικών εκτελεστικών διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως και, κατά το μέτρο που είναι αναγκαίο, τον παράνομο χαρακτήρα των εν λόγω διατάξεων του Κανονισμού·

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Σεπτεμβρίου 2006 κατά το μέτρο που προβαίνει σε υπολογισμό αναγνωρίσεως συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τα οποία μεταφέρονται από τον προσφεύγοντα στο κοινοτικό συνταξιοδοτικό σύστημα·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι οι γενικές εκτελεστικές διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως σχετικά με τη μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων (1) είναι παράνομες, στο μέτρο που ο κανόνας του άρθρου 7, παράγραφος 3, των εκτελεστικών αυτών διατάξεων παραβιάζει τον κανονισμό (ΕΚ) 1103/97 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 1997, σχετικά με ορισμένες διατάξεις που αφορούν την εισαγωγή του ευρώ (2), καθώς και την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, όπως ερμηνεύθηκαν από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην απόφασή του της 14ης Νοεμβρίου 2006, Χατζηιωαννίδου κατά Επιτροπής (F-100/05, μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή).


(1)  Διοικητικές πληροφορίες αριθ. 60 — 2004 της 9ης Ιουνίου 2004.

(2)  ΕΕ L 162, σ. 1.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/52


Προσφυγή της 18ης Ιουνίου 2007 — Bauch κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-61/07)

(2007/C 199/101)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Gerhard Bauch (Βερολίνο, Γερμανία) (Εκπρόσωπος: W. Uhlmann, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να υποχρεώσει την καθής να τροποποιήσει την από 12.3.2003 βεβαίωσή της, επικουρικώς δε να χορηγήσει στον προσφεύγοντα άλλο πιστοποιητικό, προκειμένου να πιστοποιηθεί ότι το ποσό που του αποδόθηκε δεν συνιστά επίδομα αποχωρήσεως προς αντιστάθμιση συνταξιοδοτικού δικαιώματος και ως εκ τούτου δεν αποτελεί σύνταξη αρχαιότητας ή ισοδύναμο αυτής·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων εργάσθηκε ως έκτακτος υπάλληλος της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα τελούσε, ως υπάλληλος του πρώην ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομίας, σε άδεια άνευ αποδοχών. Το εν λόγω υπουργείο προέβη σε μείωση της συντάξεως αρχαιότητας του προσφεύγοντος λόγω σωρεύσεως με σύνταξη από υπηρεσία σε διακρατικούς και υπερκρατικούς οργανισμούς, δεδομένου ότι η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είχε χορηγήσει στον προσφεύγοντα βεβαίωση περί καταβολής επιδόματος αποχωρήσεως προς αντιστάθμιση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του.

Ο προσφεύγων επικαλείται ελάττωμα της εν λόγω βεβαιώσεως της Επιτροπής, στο μέτρο κατά το οποίο οι έκτακτοι υπάλληλοι, λόγω της σύντομης διάρκειας υπηρεσίας τους, δεν αποκτούν συνταξιοδοτικά δικαιώματα [άρθρα 77-84 του Κανονισμού Yπηρεσιακής Kαταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΚΥΚ)], συνεπεία του οποίου αποδόθηκαν στον προσφεύγοντα μόνον οι παρακρατηθείσες εισφορές του προς το ταμείο συντάξεων.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/53


Προσφυγή-αγωγή της 20ής Ιουνίου 2007 — De Fays κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-62/07)

(2007/C 199/102)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Chantal De Fays (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (Εκπρόσωποι: P. P. Gehuchten και Ph. Reyniers, δικηγόροι)

Καθής-εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας-ενάγουσας

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 16ης Μαρτίου 2007, με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική ένσταση της προσφεύγουσας-ενάγουσας περί χορηγήσεως χρηματικής ικανοποιήσεως,

να υποχρεώσει την Επιτροπή στην καταβολή ποσού 25 000 ευρώ,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα άσκησε διοικητική ένσταση κατά της αποφάσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής (ΑΔΑ), της 15ης Σεπτεμβρίου 2006, με την οποία της χορηγούνταν χρηματική ικανοποίηση μόλις 500 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη εξαιτίας των εκθέσεων εξελίξεως σταδιοδρομίας (ΕΕΣ) για τα έτη 2003, 2004 και 2005. Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η ΑΔΑ απέρριψε τη διοικητική ένσταση αυτή.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα-ενάγουσα ισχυρίζεται ότι καθυστερεί η σύνταξη των επίμαχων ΕΕΣ, με συνέπεια τη δημιουργία καταστάσεως αβεβαιότητας ως προς την εξέλιξη της σταδιοδρομίας της. Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι υπέστη ηθική βλάβη εξαιτίας του ότι το περιεχόμενο όλων των ΕΕΣ αυτών ήταν κατ' επανάληψη προσβλητικό και μη προσήκον. Η Επιτροπή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις που της επιβάλλουν οι αρχές της προστασίας της αξιοπρέπειας του ατόμου, της χρηστής διοικήσεως και της αρωγής και, κατ' αναλογία, οι κοινοτικές διατάξεις περί παρενοχλήσεως στον χώρο εργασίας (1).


(1)  Oδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 204, σ. 23)· οδηγία 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2004, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών (ΕΕ L 373, σ. 37)· οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (ΕΕ L 269, σ. 15).


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/53


Προσφυγή/αγωγή της 28ης Ιουνίου 2007 — S κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

(Υπόθεση F-64/07)

(2007/C 199/103)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγων/ενάγων: S (εκπρόσωποι: R. Mastroianni και F. Ferraro)

Καθού/εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα του προσφεύγοντος/ενάγοντος

Ο προσφεύγων/ενάγων (στο εξής: προσφεύγων) ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπ' αριθ. 305747, της 29ης Μαρτίου 2007, με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση του προσφεύγοντος,

να ακυρώσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 27ης Ιουλίου 2006, με την οποία ο προσφεύγων μετατέθηκε στις Βρυξέλλες και διορίστηκε στη θέση συμβούλου του γενικού διευθυντή πληροφόρησης,

να ακυρώσει κάθε προγενέστερη, σύγχρονη ή μεταγενέστερη πράξη, εφόσον είναι καθ' οιονδήποτε τρόπο συναφής με τις ανωτέρω αποφάσεις,

να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να τον αποζημιώσει για τη ζημία που υπέστη κατόπιν της απόφασης αυτής και να του επιδικάσει το ποσό των 400 000 ευρώ ή το μικρότερο ή μεγαλύτερο ποσό που θα κρίνει εύλογο το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης,

να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων προβάλλει, προς στήριξη της προσφυγής του, επτά λόγους ακύρωσης, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

1.

Η απόφαση μετάθεσης είναι παράνομη, διότι δεν παραθέτει τους λόγους για τους οποίους το Κοινοβούλιο έκρινε ότι έπρεπε να μεταθέσει τον προσφεύγοντα στις Βρυξέλλες.

2.

Η απόφαση μετάθεσης, η οποία συνεπάγεται τη μετακίνηση ενός βαριά πάσχοντος σε μακρινό τόπο υπηρεσίας, είναι αντίθετη προς το θεμελιώδες δικαίωμα επί της υγείας, το οποίο προβλέπεται στα άρθρα 3, στοιχείο ιστ', και 152 ΕΚ και στο άρθρο 35 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η προστασία της υγείας του προσφεύγοντος έπρεπε να υπερισχύσει του συμφέροντος της υπηρεσίας.

3.

Το Κοινοβούλιο παρέβη το καθήκον αρωγής, καθώς και τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της αμεροληψίας, της διαφάνειας και της ασφάλειας δικαίου. Το όργανο αυτό παρέλειψε συγκεκριμένα να ερευνήσει προσηκόντως, πριν λάβει την απόφαση μετάθεσης, τις εκδηλώσεις εχθρικής συμπεριφοράς προς τον προσφεύγοντα και να αξιολογήσει από ιατρική άποψη τα αποτελέσματα της εν λόγω απόφασης επί της υγείας του ενδιαφερόμενου.

4.

Η απόφαση μετάθεσης, η οποία αποτελεί ουσιαστικά την επιβολή κύρωσης, είναι παράλογη και δυσανάλογη προς τις πράξεις που καταλογίζει το Κοινοβούλιο στον προσφεύγοντα, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι ο προσφεύγων υποφέρει από βαριά ασθένεια και πλησιάζει την ηλικία συνταξιοδότησης.

5.

Το Κοινοβούλιο, παραλείποντας να ασχοληθεί με ιδιαίτερη προσοχή με την κατάσταση της υγείας του προσφεύγοντος, παραβίασε την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων και την αρχή neminem laedere.

6.

Το Κοινοβούλιο, λαμβάνοντας την απόφαση μετάθεσης, άσκησε τις εξουσίες του για να επιβάλει κύρωση στον προσφεύγοντα και να προκαλέσει την πρόωρη λύση της εργασιακής του σχέσης, άρα ενήργησε κατά κατάχρηση εξουσίας και καταστρατήγησε τη διαδικασία, παρέβη δε επιπλέον τα άρθρα 7 και 86 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το παράρτημα ΙΧ του κανονισμού αυτού.

7.

Στον προσφεύγοντα δεν δόθηκε η δυνατότητα να διατυπώσει την άποψή του επί της εξεταζόμενης απόφασης μετάθεσής του στις Βρυξέλλες και επομένως συντρέχει προσβολή του δικαιώματός του άμυνας.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/54


Προσφυγή-αγωγή της 3ης Ιουλίου 2007 — Dubus και Leveque κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-66/07)

(2007/C 199/104)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες-ενάγοντες: Charles Dubus (Kraainem, Βέλγιο) και Jean Leveque (Wattignies La Victoire, Γαλλία) (Εκπρόσωπος: E. Boigelot, δικηγόρος)

Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγόντων-εναγόντων

Οι προσφεύγοντες-ενάγοντες (στο εξής: προσφεύγοντες) ζητούν από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει τις αποφάσεις περί μη συμπεριλήψεως στον πίνακα προακτέων «Περίοδος προαγωγών 2006» του Ch. Dubus όσον αφορά προαγωγή από τον βαθμό C*2 στον βαθμό C*3 και του J. Leveque όσον αφορά προαγωγή από τον βαθμό B*7 στον βαθμό B*8 και, ως εκ τούτου, τις αποφάσεις περί μη προαγωγής τους, όπως δημοσιεύθηκαν στις Διοικητικές Πληροφορίες αριθ. 55-2006 της 17ης Νοεμβρίου 2006·

να υποχρεώσει την καθής-εναγομένη (στο εξής: καθής) σε καταβολή, προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης και αποκατάσταση της υλικής ζημίας και της βλάβης στη σταδιοδρομία των προσφευγόντων, ποσού ύψους 25 000 EUR, υπό την επιφύλαξη της αυξήσεως και/ή μειώσεώς του κατά τη διάρκεια της δίκης·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγοντες προβάλλουν ισχυρισμούς παρόμοιους με τους προβληθέντες στο πλαίσιο της υποθέσεως F-58/07, η ανακοίνωση για την οποία δημοσιεύεται στο υπό τον ίδιο αριθμό τεύχος της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


25.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/54


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 27ης Ιουνίου 2007 — H κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση F-127/06) (1)

(2007/C 199/105)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως κατόπιν φιλικού διακανονισμού.


(1)  ΕΕ C 326 της 30.12.2006, σ. 85.