ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

49ό έτος
7 Δεκεμβρίου 2006


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ανακοινώσεις

 

Συμβούλιο

2006/C 297/1

Συμπεράσματα του Συμβουλίου για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού και για την ψηφιακή διαφύλαξη

1

2006/C 297/2

Ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου, σχετικά με την εφαρμογή των κοινών στόχων για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων με σκοπό την προώθηση της ενεργού άσκησης της ιδιότητας του ευρωπαίου πολίτη

6

 

Επιτροπή

2006/C 297/3

Ισοτιμίες του ευρώ

11

2006/C 297/4

Σημείωμα σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων αντιντάμπινγκ, των μέτρων κατά των επιδοτήσεων και των μέτρων διασφάλισης τα οποία θα ισχύουν στην Κοινότητα μετά τη διεύρυνση με την ένταξη της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας καθώς και σχετικά με την ενδεχόμενη επανεξέταση των εν λόγω μέτρων

12

2006/C 297/5

Ανακοίνωση στους εισαγωγείς — Εισαγωγές προϊόντων από το Μαυροβούνιο στην Κοινότητα

13

2006/C 297/6

Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ — Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση ( 1 )

14

2006/C 297/7

Κρατικές ενισχύσεις — Γαλλία — Κρατική ενίσχυση C 47/2006 (πρώην N 648/2005) — Έκπτωση φόρου για τη δημιουργία παιχνιδιών βίντεο — Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 88, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ ( 1 )

19

2006/C 297/8

Κρατική ενίσχυση — Σουηδία — Κρατική ενίσχυση C 46/2006 (πρώην N 347/2006) — Απαλλαγή από τον φόρο CO2 επί των καυσίμων που καταναλώνονται στις εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ — Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ ( 1 )

27

2006/C 297/9

Κρατική ενίσχυση — Ελλάδα — Κρατική ενίσχυση C 44/2006 (πρώην N 614/2005) — Περιφερειακή ενίσχυση στον τομέα της υφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος στην Ελλάδα — Ανακοίνωση για δημοσίευση στην ΕΕ με γνώμονα το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ ( 1 )

38

2006/C 297/0

Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις για την απασχόληση ( 1 )

43

2006/C 297/1

Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση ( 1 )

44

2006/C 297/2

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.4504 — SFR/TELE 2 France) ( 1 )

46

2006/C 297/3

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.4501 — HAL/Egeria/NB) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

47

2006/C 297/4

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4242 — Thermo Electron/Fisher Scientific) ( 1 )

48

2006/C 297/5

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4271 — Daikin/OYL) ( 1 )

48

2006/C 297/6

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4428 — AXA/Gerflor) ( 1 )

49

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

2006/C 297/7

Πληροφορίες που διαβίβασαν τα κράτη ΕΖΕΣ όσον αφορά κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται σύμφωνα με την πράξη που αναφέρεται στο σημείο 1στ) του παραρτήματος XV της συμφωνίας για τον ΕΟΧ [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις]

50

 

Δικαστήριο ΕΖΕΣ

2006/C 297/8

Απόφαση του Δικαστηρίου, της 3ης Μαΐου 2006, στην υπόθεση Ε-3/05 — Εποπτεύουσα Αρχή ΕΖΕΣ κατά του Βασιλείου της Νορβηγίας (Aθέτηση υποχρεώσεων από το συμβαλλόμενο μέλος — ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων — κοινωνική ασφάλιση των διακινούμενων εργαζομένων, μέλη της οικογένειας των οποίων κατοικούν σε κράτος του ΕΟΧ διαφορετικό από το κράτος απασχόλησης — απαίτηση διαμονής στην περιφέρεια για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών — άρθρο 73 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408 /71 — άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 — διακριτική μεταχείριση — αιτιολόγηση για λόγους προώθησης της βιώσιμης εγκατάστασης)

51

2006/C 297/9

Απόφαση του Δικαστηρίου, της 29ης Ιουνίου 2006, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις E-5/05, E-6/05, E-7/05, E-8/05 και E-9/05 — Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν (Αθέτηση υποχρεώσεων από το συμβαλλόμενο μέρος — Οδηγία 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 2002 σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών — Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς εγκαταστάσεις, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία πρόσβασης) — Οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) — Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) — Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυο και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας)

52

 

Διορθωτικά

2006/C 297/0

Διορθωτικό στην κρατική ενίσχυση Ν. 625/06 — Ιταλία (ΕΕ C 291 της 30.11.2006)

53

2006/C 297/1

Διορθωτικό στην κρατική ενίσχυση Ν. 51/06 — Ιταλία (ΕΕ C 291 της 30.11.2006)

53

2006/C 297/2

UK-Κάρντιφ: Eκμετάλλευση τακτικής αεροπορικής γραμμής — Διορθωτικό στην προκήρυξη υποβολής προσφορών του Ηνωμένου Βασιλείου δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 εδάφιο δ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου σε σχέση με την εκμετάλλευση τακτικής αεροπορικής γραμμής μεταξύ Cardiff και RAF Valley, Anglesey (ΕΕ C 248 της 14.10.2006) (Συμπλήρωμα της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςΕΕ S 197 της 14.10.2006, ανοιχτή διαδικασία, 208709-2006)

53

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


I Ανακοινώσεις

Συμβούλιο

7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/1


Συμπεράσματα του Συμβουλίου για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού και για την ψηφιακή διαφύλαξη

(2006/C 297/01)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Εκτιμώντας τα εξής:

η πολιτιστική κληρονομιά, το πολιτιστικό περιεχόμενο και η πολιτιστική έκφραση ενσωματώνουν και μεταφέρουν τις κοινές και θεμελιώδεις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καταδεικνύουν την πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία της Ευρώπης,

το πολιτιστικό περιεχόμενο διαδραματίζει σημαντικό κοινωνικό και οικονομικό ρόλο. Διαπιστώνεται μια πραγματική ζήτηση των πολιτών καθώς και της ερευνητικής κοινότητας για ψηφιακό περιεχόμενο. Η ψηφιοποίηση και η επιγραμμική προσβασιμότητα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς μπορεί να τροφοδοτήσει δημιουργικές προσπάθειες και να στηρίξει δραστηριότητες σε άλλους τομείς, όπως η μάθηση και ο τουρισμός, και, κατά συνέπεια, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα και την οικονομική ανάπτυξη σε όλη την Ευρώπη, σύμφωνα με τη στρατηγική της Λισσαβώνας,

απαιτείται συντονισμένη δράση σε κοινοτικό επίπεδο για να αποφευχθούν φαινόμενα επικάλυψης των προσπαθειών και για να δημιουργηθούν συνέργειες. Ωστόσο, στη δράση αυτή πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα σημερινά επίπεδα προόδου και συντονισμού στα κράτη μέλη ως προς την ψηφιοποίηση του περιεχομένου και την ψηφιακή διαφύλαξη, διαφέρουν σημαντικά, όπως και οι εθνικές προτεραιότητες στους τομείς αυτούς.

1.   ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ

για την ανακοίνωση και τη σύσταση της Επιτροπής για την «ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού και για την ψηφιακή διαφύλαξη», ως μέρους της πρωτοβουλίας «i2010: ψηφιακές βιβλιοθήκες».

2.   ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ

τους βασικούς στρατηγικούς στόχους και τα κυριότερα στοιχεία της σύστασης της Επιτροπής για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού και για την ψηφιακή διαφύλαξη,

το όραμα μιας Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης ως κοινού πολυγλωσσικού σημείου πρόσβασης στη διανεμόμενη — ήτοι φυλασσόμενη σε διαφορετικά σημεία από διαφορετικούς οργανισμούς — ψηφιακή πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης, που θα είναι ανοιχτό σε όλους τους τύπους πολιτιστικού υλικού (κείμενα, οπτικοακουστικά μέσα, μουσειακά αντικείμενα, μητρώα αρχείων κλπ) και θα είναι προγραμματισμένο να παρέχει με ταχύτητα μεγάλο όγκο πηγών στους χρήστες.

3.   ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ

το φάσμα των προσπαθειών που διεξάγονται στα κράτη μέλη για ψηφιοποίηση του περιεχομένου των αρχείων, των βιβλιοθηκών και των μουσείων τους και για να καταστεί το περιεχόμενο αυτό επιγραμμικά προσβάσιμο, καθώς και τα διάφορα στάδια προόδου τους,

τις πολύτιμες συντονιστικές ενέργειες της Ομάδας Εθνικών Αντιπροσώπων για την ψηφιοποίηση όσον αφορά την ανταλλαγή εμπειριών και την παρακολούθηση της προόδου των κρατών μελών, μεταξύ άλλων μέσω του Δυναμικού Σχεδίου Δράσης (1),

την ανάγκη εδραίωσης του εν λόγω συντονιστικού έργου στο κοινοτικό θεσμικό πλαίσιο.

4.   ΤΟΝΙΖΕΙ

τις σημαντικές εργασίες που διεξήχθησαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τη CENL (Διάσκεψη των Ευρωπαίων Εθνικών Βιβλιοθηκαρίων),

για την οργάνωση και τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Βιβλιοθήκης (TEL) ως πύλης των συλλογικών πηγών των εθνικών βιβλιοθηκών της Ευρώπης,

για την πραγματοποίηση προόδου με στόχο τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης,

τις εργασίες που διεξάγονται στο πλαίσιο του προγράμματος Michael (2) και Michael Plus για την περιγραφή και τη ψηφιακή σύνδεση συλλογών μουσείων, βιβλιοθηκών και αρχείων διαφόρων κρατών μελών και την παροχή πρόσβασης στις εν λόγω συλλογές,

ότι οι μελλοντικές εργασίες θα πρέπει να βασίζονται σε αυτές και σε άλλες σχετικές πρωτοβουλίες για την επίτευξη μιας ισορροπημένης συνεργασίας μεταξύ βιβλιοθηκών, μουσείων και αρχείων,

ότι, παρότι θα γίνουν ευθύς εξαρχής προετοιμασίες σε επίπεδο σύλληψης και τεχνικής εφαρμογής για όλες τις κατηγορίες πολιτιστικού υλικού (κείμενα, οπτικοακουστικά μέσα, μουσειακά αντικείμενα, μητρώα αρχείων κλπ), η Ευρωπαϊκή Ψηφιακή Βιβλιοθήκη, στα αρχικά της στάδια, μπορεί να αξιοποιήσει τις δυνατότητες της κρίσιμης μάζας του πολύγλωσσου γραπτού υλικού,

τη σημασία ανάληψης έργου στον τομέα της ψηφιοποίησης, διαφύλαξης και διάθεσης του περιεχομένου, με πλήρη σεβασμό της κοινοτικής και διεθνούς νομοθεσίας περί πνευματικής ιδιοκτησίας.

5.   ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ

την πρόθεση της Επιτροπής να διεξαγάγει μελέτες ως προς την πρόοδο της ψηφιοποίησης του πολιτιστικού περιεχομένου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τον κοινωνικοοικονομικό αντίκτυπο της μακροχρόνιας διαφύλαξης των ψηφιακών πηγών και τον κοινωνικοοικονομικό αντίκτυπο των πηγών ελεύθερης πρόσβασης,

την πρόθεση της Επιτροπής να συγχρηματοδοτήσει, στο πλαίσιο του 7ου προγράμματος πλαισίου έρευνας και ανάπτυξης, δίκτυο κέντρων δεξιοτήτων για ψηφιοποίηση και ψηφιακή διαφύλαξη.

6.   ΚΑΛΕΙ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Να εξετάσουν τα ζητήματα ψηφιοποίησης και επιγραμμικής προσβασιμότητας του πολιτιστικού υλικού και της ψηφιακής προσβασιμότητας που επισημαίνονται στη σύσταση της Επιτροπής και ιδίως εκείνες τις πτυχές που προβάλλονται στα ανά χείρας συμπεράσματα·

Ως πρώτα βήματα, σύμφωνα με το συνημμένο ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα, και λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά σημεία εκκίνησης στα κράτη μέλη:

να ενισχύσουν τις εθνικές στρατηγικές και τους στόχους για την ψηφιοποίηση και την ψηφιακή διαφύλαξη,

να συμβάλουν στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης, ενός πολυγλωσσικού σημείου πρόσβασης στη διανεμόμενη πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης,

να βελτιώσουν τις γενικές προϋποθέσεις για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα του πολιτιστικού υλικού και την ψηφιακή διαφύλαξη,

να ενισχύσουν το συντονισμό για συναφή ζητήματα τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών μελών,

να συμβάλουν σε αποτελεσματική επισκόπηση της προόδου σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

7.   ΚΑΛΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Σε αρχικό στάδιο, και σύμφωνα με το συνημμένο χρονοδιάγραμμα:

να τονώσει και να συντονίσει τις εργασίες για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης, ως κοινού πολυγλωσσικού σημείου πρόσβασης στη διανεμόμενη ψηφιακή πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης,

να συμβάλει στη βελτίωση του συντονισμού της πολιτικής για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα του πολιτιστικού υλικού και την ψηφιακή διαφύλαξη, ειδικότερα μέσω της σύστασης ομάδας αντιπροσώπων των κρατών μελών που θα προαγάγει το συντονιστικό έργο της Ομάδας Εθνικών Αντιπροσώπων εντός του κοινοτικού θεσμικού πλαισίου, διασφαλίζοντας τη συνέχεια — συμπεριλαμβανομένων αποτελεσματικών μεταβατικών ρυθμίσεων — και αξιοποιώντας την κτηθείσα πείρα και γνώση,

να εξετάσει τις γενικές προϋποθέσεις για την ψηφιοποίηση, την επιγραμμική προσβασιμότητα και την ψηφιακή διαφύλαξη,

να αξιολογήσει τη συνολική πρόοδο των κρατών μελών ως προς τα συναφή θέματα λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά σημεία εκκίνησής τους· και να αξιολογήσει τη συνολική πρόοδο προς τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης και να υποβάλει σχετική έκθεση στο Συμβούλιο.


(1)  Το Δυναμικό Σχέδιο Δράσης για το συντονισμό της ψηφιοποίησης του πολιτιστικού και επιστημονικού περιεχομένου σε επίπεδο ΕΕ.

(2)  Πολυγλωσσικός Κατάλογος της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ευρώπης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ (1)

Α.   ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

1.

Ενίσχυση των εθνικών στρατηγικών και στόχων ψηφιοποίησης και ψηφιακής διαφύλαξης μέσω:

σχεδιασμού και επικαιροποίησης προγραμμάτων και εθνικών στρατηγικών ψηφιοποίησης πολιτιστικού υλικού

2007

θέσπισης εθνικών στρατηγικών μακροχρόνιας διαφύλαξης και κατάθεσης πνευματικών δικαιωμάτων

Μέσα του 2008

ανάπτυξης ποσοτικών και ποιοτικών στόχων συμπεριλαμβανομένου του σχετικού δημοσιονομικού σχεδιασμού σε πολυετή βάση για κατάθεση πνευματικών δικαιωμάτων, ψηφιοποίηση και επιγραμμική προσβασιμότητα του πολιτιστικού υλικού και μακροχρόνια διαφύλαξη

2007

έρευνας και, οσάκις χρειάζεται, δρομολόγησης και προώθησης εταιρικών σχέσεων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την ψηφιοποίηση

2007-2008

2.

Ενίσχυση του συντονισμού εντός και μεταξύ των κρατών μελών μέσω:

σύστασης εθνικών συντονιστικών μηχανισμών για τις δραστηριότητες ψηφιοποίησης, μεταξύ άλλων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, στον τομέα του πολιτιστικού περιεχομένου

2007

ανταλλαγής πληροφοριών με άλλα κράτη μέλη για τη δημιουργία συνεργειών, την αποφυγή του κατακερματισμού και των επικαλύψεων των προσπαθειών

2007-2008

ανάπτυξης κοινών κριτηρίων επιλογής του προς ψηφιοποίηση υλικού, με στόχο την επίτευξη προστιθέμενης αξίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο

2007

3.

Συμβολή για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης μέσω:

εκπόνησης οδικών χαρτών και κινήτρων προς τα πολιτιστικά ιδρύματα προκειμένου να προσφέρουν το υφιστάμενο καθώς και το προσφάτως ψηφιοποιημένο υλικό στην Ευρωπαϊκή Ψηφιακή Βιβλιοθήκη

2007

ενθάρρυνσης των κατόχων υλικού περιορισμένης πρόσβασης να καταστήσουν το προστατευόμενο με πνευματική ιδιοκτησία υλικό τους αναζητήσιμο και προσβάσιμο μέσω του κοινού πολυγλωσσικού σημείου πρόσβασης

2008-2009

συμφωνιών ή συλλογικών συμβάσεων μεταξύ των κατόχων των δικαιωμάτων και των πολιτιστικών ιδρυμάτων, όπως αρχείων, βιβλιοθηκών και μουσείων προκειμένου τα τελευταία να καταστήσουν το προστατευόμενο υλικό επιγραμμικά προσβάσιμο με συμβατικούς όρους

2009

4.

Συμβολή σε αποτελεσματική επισκόπηση της προόδου σε ευρωπαϊκή κλίμακα μέσω:

αξιολόγησης των αποτελεσμάτων και της κτηθείσας πείρας σε εθνικό επίπεδο

Άνοιξη του 2008

ενημέρωσης της Επιτροπής για τα αποτελέσματα και τις εμπειρίες αυτές και για τη συνέχεια που δίνεται στα διάφορα στοιχεία της σύστασης και των παρόντων συμπερασμάτων για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού και για την ψηφιακή διαφύλαξη

Άνοιξη του 2008

5.

Βελτίωση των γενικών προϋποθέσεων για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού και για την ψηφιακή διαφύλαξη μέσω:

εντοπισμού των εμποδίων στην εθνική νομοθεσία και λήψης μέτρων για την άρση τους, όσον αφορά την ψηφιοποίηση του πολιτιστικού υλικού και την επιγραμμική προσβασιμότητά του, ακόμη και προς το σκοπό διεξαγωγής μελετών ή έρευνας ή προς άλλο σκοπό εφόσον πληρούνται οι δέοντες όροι.

2008

εφαρμογής μηχανισμών για τη διευκόλυνση της ψηφιοποίησης και της επιγραμμικής προσβασιμότητας των «ορφανών», των εξαντλημένων και των αποσυρθέντων από την κυκλοφορία έργων, με πλήρη σεβασμό των συμφερόντων και των δικαιωμάτων των κατόχων του περιεχομένου

2008

θέσπισης νομοθετικού ή άλλου αποτελεσματικού πλαισίου που να στηρίζει την ψηφιακή διαφύλαξη· το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει την κατάθεση ψηφιακού πολιτιστικού υλικού σε δεόντως εξουσιοδοτημένες αρχές, την ιστοσυγκομιδή από τις εν λόγω αρχές, λαμβάνοντας μεταξύ άλλων υπόψη την κοινοτική νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων καθώς και την τήρηση πολλαπλών αντιγράφων και την τυχόν μεταφορά σε άλλο σύστημα.

2009

της ενθάρρυνσης πολιτιστικών ιδρυμάτων να εφαρμόζουν τις τεχνικές προδιαγραφές τις σχετικές με την ψηφιακή διαφύλαξη στην οργανωτική ροή της ψηφιοποίησης.

2008

Β.   ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

1.

Τόνωση και συντονισμός των εργασιών για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης μέσω:

συντονισμού και τόνωσης των προσπαθειών για την επίτευξη ενός κοινού πολυγλωσσικού σημείου πρόσβασης για τη διανομή πολιτιστικού υλικού

2007 και εφεξής

συντονισμού και τόνωσης των εργασιών προς την επίτευξη λύσεων σε ζητήματα που αφορούν πρότυπα προκειμένου να επιτευχθεί διαλειτουργικότητα, και για την αποτελεσματική εφαρμογή της πολύγλωσσης πρόσβασης

2007-2008

σύστασης φόρουμ συζήτησης με τον ιδιωτικό τομέα και αρμόδιους οργανισμούς προκειμένου να σκιαγραφηθούν οι αρχές για την παροχή υλικού για το κοινό σημείο πρόσβασης

2007-2008

παροχής οικονομικών και άλλων πόρων για δραστηριότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο· στήριξης, εντός του 7ου προγράμματος πλαισίου, ενός δικτύου κέντρων δεξιοτήτων για την ψηφιοποίηση και την ψηφιακή διαφύλαξη στην Ευρώπη, λαμβανομένων πλήρως υπόψη των διαφορετικών δυνατοτήτων των κρατών μελών και των ειδικών χαρακτηριστικών διαφόρων τύπων πολιτιστικού περιεχομένου· ενίσχυση στα πλαίσια του 7ου προγράμματος πλαισίου τεχνολογιών για την υποστήριξη καινοτόμων υπηρεσιών που θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στο κοινό πολυγλωσσικό σημείο πρόσβασης

2007 και εφεξής

2.

Συμβολή στη βελτιωμένη πολιτική συντονισμού για την ψηφιοποίηση και την επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού και την ψηφιακή διαφύλαξη μέσω:

παρακολούθησης των δραστηριοτήτων των κρατών μελών και στήριξης της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών

2007 και εφεξής

παροχής συνδρομής προς τα κράτη μέλη για τον εντοπισμό των προβλημάτων και την παρακολούθηση των προσκομμάτων, και την υπόδειξη, εφόσον απαιτείται, μέτρων για την ταχεία έναρξη της διαδικασίας ψηφιοποίησης

2008-2009

σύστασης ομάδας εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη που θα προαγάγει το συντονιστικό έργο της Ομάδας Εθνικών Αντιπροσώπων εντός του κοινοτικού θεσμικού πλαισίου, διασφαλίζοντας τη συνέχεια- συμπεριλαμβανομένων αποτελεσματικών μεταβατικών ρυθμίσεων- και αξιοποιώντας την κτηθείσα πείρα και γνώση

2007

3.

Αντιμετώπιση των γενικών προϋποθέσεων μέσω:

εφαρμογής λύσεων σε ορισμένα επιμέρους ζητήματα δικαιωμάτων, όπως εκείνα που αφορούν τα «ορφανά» και τα εξαντλημένα έργα, με πλήρη σεβασμό των συμφερόντων και των δικαιωμάτων των κατόχων του περιεχομένου, και της διασφάλισης της αποτελεσματικότητας τους σε ένα διασυνοριακό πλαίσιο

2008-2009

βάσει εντοπισμένων προσκομμάτων, εφαρμογής διορθωτικών μέτρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο εάν ο «ευέλικτος συντονισμός» δεν οδηγήσει στα προσδοκώμενα αποτελέσματα

2008-2009

4.

Αξιολόγηση της συνολικής προόδου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μέσω:

παρακολούθησης της προόδου στα κράτη μέλη για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Βιβλιοθήκης με χρήση ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών που θα βασίζονται στις πληροφορίες που συλλέγονται σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο

2007 και εφεξής

υποβολής έκθεσης προόδου στα κράτη μέλη και προόδου όσον αφορά το κοινό πολυγλωσσικό σημείο πρόσβασης, και ειδικότερα αξιολόγησης του βαθμού επιτυχίας του «ευέλικτου συντονισμού».

2008


(1)  Το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα δραστηριοτήτων και στόχων απεικονίζει στόχους για τα κράτη μέλη και την Επιτροπή αλλά δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/6


Ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου, σχετικά με την εφαρμογή των κοινών στόχων για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων με σκοπό την προώθηση της ενεργού άσκησης της ιδιότητας του ευρωπαίου πολίτη

(2006/C 297/02)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΣΥΝΕΛΘΟΝΤΩΝ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Tο Συμβούλιο, με το ψήφισμά του της 27ης Ιουνίου 2002 (1), ενέκρινε την ανοικτή μέθοδο συντονισμού ως νέο πλαίσιο ευρωπαϊκής συνεργασίας στον τομέα της νεολαίας και επιβεβαίωσε τις τέσσερις θεματικές προτεραιότητες για τη νεολαία, τις οποίες αναφέρει η Λευκή Βίβλος της Επιτροπής του Νοεμβρίου 2001 με τίτλο «Μία νέα πνοή για την ευρωπαϊκή νεολαία» και συγκεκριμένα είναι η συμμετοχή, η ενημέρωση, οι εθελοντικές δραστηριότητες και η μεγαλύτερη κατανόηση και γνώση της νεολαίας.

(2)

Το Συμβούλιο, με το ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2003 (2), ενέκρινε κοινούς στόχους για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων βάσει της ανοικτής μεθόδου συντονισμού και συμφώνησε για την υποβολή έκθεσης που θα αφορά την υλοποίηση των στόχων αυτών έως τα τέλη του 2005.

(3)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου 2005 (3), ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Νεολαία ως μια από τις πράξεις για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβώνας.

(4)

Το Συμβούλιο, με το ψήφισμά του της 24ης Μαΐου 2005 (4), σχετικά με την υλοποίηση των κοινών στόχων στο θέμα της ενημέρωσης των νέων, συμφώνησε ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ενίσχυση της δικτύωσης των δομών ενημέρωσης που υπάρχουν στους διαφόρους τομείς που απευθύνονται στους νέους και στη συνεχή επιμόρφωση όσων ασχολούνται με την ενημέρωση των νέων.

(5)

Το Συμβούλιο, με το ψήφισμά του της 24ης Μαΐου 2005 (5) σχετικά με την υλοποίηση του κοινού στόχου «Μεγαλύτερη συμμετοχή των νέων στο σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας», συμφώνησε να συγκληθεί το 2006 για να προβεί, όσον αφορά το στόχο αυτό, σε απολογισμό βάσει εθνικών εκθέσεων σχετικών με το θέμα προτεραιότητας «συμμετοχή».

(6)

Το Συμβούλιο, με το ψήφισμά του της 24ης Μαΐου 2005 σχετικά με τον απολογισμό των ενεργειών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής συνεργασίας στον τομέα της νεολαίας (6), συμφώνησε για μέτρα που θα αναπτύξουν περαιτέρω τις λεπτομέρειες εφαρμογής της ανοικτής μεθόδου συντονισμού.

(7)

Το Συμβούλιο, με το ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2005 (7) για την αντιμετώπιση των θεμάτων που απασχολούν τους νέους, κάλεσε την Επιτροπή να αναπτύξει διαρθρωμένο διάλογο και ζήτησε από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν το πλαίσιο ευρωπαϊκής συνεργασίας στον τομέα της νεολαίας το 2009.

(8)

Η Επιτροπή, με την ανακοίνωσή της τής 20ής Ιουλίου 2006 (8), προτείνει να επιβεβαιωθεί η καταλληλότητα και η εγκυρότητα των κοινών στόχων για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων και να αναπροσαρμοσθούν και να βελτιωθούν οι εγκεκριμένες γραμμές δράσης. Η Επιτροπή πρότεινε, επίσης, συγκεκριμένες δράσεις για διαρθρωμένο διάλογο με τους νέους και ενίσχυση της διακυβέρνησης της ανοικτής μεθόδου συντονισμού.

ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ ΟΤΙ

1.

Στον Ευρωπαϊκό Χάρτη Πληροφόρησης της Νεολαίας, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πληροφόρησης και Συμβουλευτικής προς του νέους θέτει ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές για στοιχειώδη πρότυπα και ποιοτικά μέτρα τα οποία μπορούν να χρησιμεύσουν ως στοιχεία μιας συνολικής, συνεκτικής και συντονισμένης προσέγγισης των εργασιών ενημέρωσης των νέων, που περιλαμβάνονται στις πολιτικές για τη νεολαία.

2.

Στην Αναθεωρημένη Ευρωπαϊκή Χάρτα για τη Συμμετοχή των Νέων στην Τοπική και Περιφερειακή Ζωή, το Συμβούλιο της Ευρώπης υπογράμμισε τη σημασία της δημιουργίας προϋποθέσεων για την ύπαρξη γνήσιου διαλόγου και εταιρικών σχέσεων μεταξύ νέων ανθρώπων και περιφερειακών και τοπικών αρχών, ώστε να δίνεται στους νέους και τους αντιπροσώπους τους η δυνατότητα πλήρους ενεργού συμμετοχής στις πολιτικές που τους αφορούν.

ΤΟΝΙΖΟΥΝ ΟΤΙ

1.

οι κοινωνικοοικονομικές και πολιτιστικές προκλήσεις που θέτει η μείωση της αναλογίας των νέων στον ευρωπαϊκό πληθυσμό θα πρέπει να αντανακλάται στις κοινοτικές πολιτικές για τους νέους και τις διάφορες ηλικιακές ομάδες,

2.

οι διατομεακές πολιτικές για τους νέους έχουν μεγάλη σημασία για την αποτελεσματική υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας όσον αφορά τις πολιτικές ανάπτυξης, δημιουργίας θέσεων εργασίας και συμμετοχής στα κοινά,

3.

οι κοινές προτεραιότητες συμμετοχής και ενημέρωσης των νέων έδωσαν ώθηση στις εθνικές πολιτικές για τους νέους και παραμένουν ουσιώδεις για την προώθηση της ενεργού συμμετοχής των νέων στα κοινά, ιδίως δε εκείνων που έχουν λιγότερες ευκαιρίες,

4.

οι οργανώσεις νεολαίας διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στη διευκόλυνση και προώθηση της συμμετοχής των νέων και στην υποστήριξη των νέων για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων τους,

5.

για την ανάπτυξη πολιτικών νεολαίας, έχει ουσιαστική σημασία η συμμετοχή νέων, ατόμων που δραστηριοποιούνται σε εργασίες για τη νεολαία και σε οργανώσεις νέων καθώς και ερευνητών σε θέματα νεολαίας — αντίστοιχα με τους τομείς αρμοδιότητας του καθενός — στις συζητήσεις διαμόρφωσης πολιτικής σχετικά με θέματα που αφορούν τους νέους,

6.

η έννοια της ενεργού συμμετοχής στα κοινά θα πρέπει να διευρυνθεί ώστε να συμπεριλαμβάνει, πέραν των κοινωνικών και πολιτικών διαστάσεών της, πολιτιστικές και οικονομικές πτυχές και πτυχές που αφορούν την εξελισσόμενη τεχνολογία,

7.

οι διάφορες υφιστάμενες μορφές ενεργού συμμετοχής στα κοινά θα πρέπει να θεωρηθούν ως ευκαιρία ενίσχυσης της δημοκρατίας και εισαγωγής νέων θεμάτων στο πολιτικό θεματολόγιο,

8.

η ανοικτή μέθοδος συντονισμού στον τομέα της νεολαίας θα πρέπει να ενισχυθεί ως μέσο καλύτερης εφαρμογής των κοινών στόχων κατά την ανάπτυξη εθνικών πολιτικών και στρατηγικών προγραμμάτων για τους νέους.

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΟΤΙ

1.

η καταλληλότητα και η εγκυρότητα των κοινών στόχων για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων που εγκρίθηκαν το 2003, επιβεβαιώνονται,

2.

οι εγκεκριμένες γραμμές δράσης των κοινών στόχων για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων, που περιγράφονται στο Παράρτημα του παρόντος, θα αναπροσαρμοσθούν και θα βελτιωθούν,

3.

θα πρέπει να υπάρξει καλύτερη διάρθρωση και περαιτέρω ανάπτυξη των χώρων συζήτησης και διαλόγου με τους νέους, με τα άτομα που δραστηριοποιούνται σε εργασίες για τη νεολαία και σε οργανώσεις νεολαίας και με τους ερευνητές στον τομέα της νεολαίας, από το τοπικό έως το ευρωπαϊκό επίπεδο,

4.

οι γνώμες και οι ανησυχίες των νέων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μέσω διαδικασιών διαλόγου τόσο «εκ των κάτω προς τα άνω» όσο και «εκ των άνω προς τα κάτω», προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι συμπεριλαμβάνονται εκείνες οι πλευρές της ζωής των νέων, τις οποίες οι ίδιοι θεωρούν σημαντικές,

5.

για τη χάραξη πολιτικής στα κατάλληλα επίπεδα, θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη ο διαρθρωμένος αυτός διάλογος και τα αποτελέσματά του,

6.

θα πρέπει να συσταθεί ένα άτυπο φόρουμ αποτελούμενο από αντιπροσώπους των νέων, της τρέχουσας και των μελλοντικών Προεδριών του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. Το φόρουμ αυτό θα πρέπει να συνέρχεται τακτικά προκειμένου να εξασφαλίζει τη συνοχή και συνέχεια των θεματολογίων που αφορούν τους νέους,

7.

προκειμένου να αυξηθεί η ευρωπαϊκή πολιτοφροσύνη των νέων, θα πρέπει να αξιοποιηθούν και άλλες πρωτοβουλίες όπως το Σχέδιο Δ της Επιτροπής για τη Δημοκρατία, το Διάλογο και τη Δημόσια Συζήτηση (9),

8.

τα θέματα προτεραιότητας που θα συζητηθούν έως το 2009 στα πλαίσια του διαρθρωμένου αυτού διαλόγου είναι: το 2007 η κοινωνική ενσωμάτωση και ποικιλομορφία, το 2008 ο διαπολιτισμικός διάλογος και το 2009 οι προοπτικές για τη συνέχιση της συνεργασίας στον τομέα της νεολαίας. Τα ζητήματα αυτά θα πρέπει να συζητηθούν μαζί με τα θέματα προτεραιότητας που αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο της ανοικτής μεθόδου συντονισμού (ΑΜΣ) για τη Νεολαία και του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για την Νεολαία, καθώς και με τα οριζόντια θέματα προτεραιότητας που έχουν συμφωνηθεί στον τομέα της νεολαίας, όπως η καταπολέμηση των δυσμενών διακρίσεων και η υγεία. Τα θέματα αυτά θα ορίζονται ακριβέστερα από τις Προεδρίες σύμφωνα με τα εκάστοτε θεματολόγιά τους.

ΚΑΛΟΥΝ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ:

1.

να προσδιορίσουν, έως τα τέλη του Μαρτίου 2007, τις γραμμές δράσης για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων στις οποίες προτίθενται να εστιάσουν, και να σχεδιάσουν συγκεκριμένα μέτρα ή/και προγράμματα δράσης για την εφαρμογή τους,

2.

να συγκροτήσουν προπαρασκευαστικούς μηχανισμούς και μηχανισμούς παρακολούθησης για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής των κοινών στόχων σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους παράγοντες, μεταξύ άλλων τους νέους, τις οργανώσεις νεολαίας και ερευνητές σε θέματα νεολαίας καθώς και τοπικές και περιφερειακές οργανώσεις,

3.

να προάγουν τους κοινούς στόχους για τη συμμετοχή και την ενημέρωση μεταξύ των περιφερειακών και τοπικών αρχών, των οργανώσεων νεολαίας και των νέων, να συνεργάζονται δε στενά με τις περιφερειακές και τοπικές αρχές για την εξασφάλιση της κατά το δυνατόν πλήρους υλοποίησης των στόχων αυτών,

4.

να αναφέρουν, όταν στα τέλη του 2008 υποβάλουν έκθεση σχετική με τους κοινούς στόχους μεγαλύτερης γνώσης και κατανόησης της νεολαίας, τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόστηκαν οι προσδιορισμένες κατευθυντήριες γραμμές δράσεων προς επίτευξη των κοινών στόχων για τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων.

ΣΗΜΕΙΩΝΟΥΝ ΟΤΙ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΤΙΘΕΤΑΙ:

1.

να δρομολογήσει ένα ειδικό Ευρωβαρόμετρο για τη νεολαία,

2.

να κινητοποιήσει τα ευρωπαϊκά δίκτυα πληροφόρησης των νέων (10) για την υποστήριξη του διαρθρωμένου διαλόγου,

3.

να αναπτύξει περισσότερο την Ευρωπαϊκή Δικτυακή Πύλη Νεολαίας,

4.

να διοργανώνει από κοινού με τους αρμόδιους εταίρους στις συμμετέχουσες χώρες, και σε τακτικά χρονικά διαστήματα, μία ευρωπαϊκή εβδομάδα νεολαίας με τη συμμετοχή Επιτρόπων και αντιπροσώπων άλλων ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, της οποίας θα προηγείται διαβούλευση μέσω της Ευρωπαϊκής Δικτυακής Πύλης Νεολαίας, όποτε είναι δυνατόν,

5.

να διοργανώνει συναντήσεις με νέους που συνήθως δεν έχουν επαφές με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.

ΚΑΛΕΙ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ:

1.

να εξασφαλίσουν ότι η διαδικασία της ανοικτής μεθόδου συντονισμού παραμένει ανοικτή και διαφανής και ότι η πληροφόρηση που παρέχεται με τη διαδικασία αυτή χρησιμοποιείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο,

2.

να αναπτύξουν και να υποστηρίξουν ένα συνεχή και διαρθρωμένο διάλογο με στόχο την εξασφάλιση της έγκαιρης και αποτελεσματικής συμβολής των νέων και άλλων σχετικών παραγόντων στον τομέα της νεολαίας, στη διαμόρφωση πολιτικών που αφορούν τους νέους,

3.

να συνεργάζονται με τους εμπλεκόμενους παράγοντες, μεταξύ άλλων με τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές καθώς και με εκπαιδευτικά ιδρύματα και μη κυβερνητικές οργανώσεις για τη θέσπιση του διαρθρωμένου αυτού διαλόγου,

4.

να προσπαθούν να εξασφαλίζουν ότι ο διαρθρωμένος αυτός διάλογος θα συγκεντρώνει τους παράγοντες που ασχολούνται με ζητήματα νεολαίας τόσο άμεσα όσο και έμμεσα, προκειμένου να αναπτυχθεί μια πιο συνεκτική και διατομεακή προσέγγιση των θεμάτων αυτών,

5.

να ενθαρρύνουν μία χωρίς αποκλεισμούς προσέγγιση στο διάλογο αυτό στον οποίο θα λαμβάνουν μέρος νέοι που εμπλέκονται σε διαφορετικές και καινοτόμες μορφές ενεργού συμμετοχής στα κοινά, νέοι που δεν είναι μέλη οργανώσεων και νέοι με λιγότερες ευκαιρίες, και να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την ισότιμη συμμετοχή όλων των νέων,

6.

να ενθαρρύνουν δραστηριότητες «αμοιβαίας μάθησης μεταξύ ομοτίμων» σχετικά με την ενημέρωση και τη συμμετοχή των νέων, στις οποίες να λαμβάνουν μέρος, όταν ενδείκνυται, ευρωπαϊκές χώρες μη μέλη της ΕΕ,

7.

να συστήσουν, σε προαιρετική βάση, μία ομάδα εργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την εντολή να αναζητήσει πρακτικά μέσα αξιολόγησης των επιπτώσεων της υλοποίησης των κοινών στόχων όσον αφορά τη συμμετοχή και την ενημέρωση των νέων. Η Επιτροπή καλείται να υποβάλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα των εργασιών αυτής της ομάδας,

8.

να χρησιμοποιήσουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο το πρόγραμμα «Νεολαία εν δράσει» της περιόδου 2007-2013 για να υποστηριχθεί ο διαρθρωμένος αυτός διάλογος,

9.

να συζητήσουν την υλοποίηση του διαρθρωμένου αυτού διαλόγου σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο στα πλαίσια της αξιολόγησης του πλαισίου ευρωπαϊκής συνεργασίας σε θέματα νεολαίας, το 2009.


(1)  ΕΕ C 168 της 13.7.2002, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 295 της 5.12.2003, σ. 6.

(3)  7619/1/05. Συμπέρασμα υπ' αριθ. 37.

(4)  ΕΕ C 141 της 10.6.2005, σ. 5.

(5)  ΕΕ C 141 της 10.6.2005, σ. 3.

(6)  ΕΕ C 141 της 10.6.2005, σ. 1.

(7)  ΕΕ C 292 της 24.11.2005, σ. 5.

(8)  11957/06.

(9)  14775/05 και 9393/06.

(10)  Όπως ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πληροφόρησης και Συμβουλευτικής προς τους νέους (ERYICA), το δίκτυο πληροφόρησης EURODESK και η Ένωση Ευρωπαϊκής Κάρτας Νεολαίας (EYCA).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

Ανάλογα με τις συνθήκες και τις προτεραιότητες κάθε κράτους μέλους, και χωρίς να θίγονται οι διάφορες αρμοδιότητες των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών εντός των κρατών μελών, θα μπορούσαν να επιδιωχθούν οι κατωτέρω γραμμές δράσης του εξής ενδεικτικού καταλόγου:

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

1.   Πρόσβαση των νέων σε υπηρεσίες ενημέρωσης

α)

καθιέρωση και προώθηση — ιδίως μέσω του καλύτερου συντονισμού των υπηρεσιών ενημέρωσης στο έδαφος των κρατών μελών — συνεκτικών, γενικών στρατηγικών ενημέρωσης που θα καλύπτουν όλα τα ζητήματα που αφορούν τους νέους,

β)

ανάπτυξη πληροφόρησης βάσει του διαδικτύου και υπηρεσιών παροχής συμβουλών καθώς και άλλων καινοτόμων προσεγγίσεων ενημέρωσης των νέων, όπως οι κινητές μονάδες πληροφόρησης των νέων, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των νέων με λιγότερες ευκαιρίες στην πληροφόρηση,

2.   Ενημέρωση υψηλής ποιότητας

γ)

παροχή εκπαίδευσης και ευκαιριών κατάρτισης στους υπευθύνους για την ενημέρωση των νέων,

δ)

περαιτέρω ανάπτυξη των εξατομικευμένων υπηρεσιών ενημέρωσης και παροχής συμβουλών,

ε)

ανάπτυξη υπηρεσιών ενημέρωσης και παροχής συμβουλών στους νέους, οι οποίες ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους και χρησιμοποιούν τους πιο διαδεδομένους μεταξύ των νέων διαύλους πληροφόρησης,

στ)

βέλτιστη χρήση των υφισταμένων κατευθυντήριων γραμμών για τα στοιχειώδη πρότυπα ποιότητας και/ή ανάπτυξη ποιοτικών προτύπων, προκειμένου να εξασφαλίζεται ενημέρωση υψηλής ποιότητας,

ζ)

βελτιωμένη αξιολόγηση της ποιότητας της ενημέρωσης,

η)

προσπάθεια να εξασφαλισθεί ότι τα αποτελέσματα των ερευνών σε θέματα νεολαίας θα διατίθενται με τρόπο κατανοητό και φιλικό προς τον χρήστη,

3.   Συμμετοχή των νέων σε δραστηριότητες ενημέρωσης

θ)

ενθάρρυνση των οργανώσεων νεολαίας ώστε να διαδίδουν πληροφορίες σχετικά με τον κεντρικό ρόλο τους για την οικοδόμηση της κοινωνίας των πολιτών,

ι)

ενίσχυση της συμμετοχής των νέων στην χάραξη και την αξιολόγηση στρατηγικών για τη δημόσια ενημέρωση,

ια)

ενθάρρυνση των νέων να συμμετέχουν στη συλλογή, την παραγωγή και τη διάδοση πληροφοριών που απευθύνονται σε αυτούς και τους ενδιαφέρουν, καθώς και σε συναφείς δραστηριότητες παροχής συμβουλών.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ

1.   Συμμετοχή των νέων στην ζωή του πολίτη

α)

δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για τη λειτουργία των οργανώσεων νεολαίας και των ομάδων δράσης νέων, για παράδειγμα με την παροχή χρηματοδοτικής υποστήριξης ή διευκολύνσεων για τις δραστηριότητές τους,

β)

ενθάρρυνση της παροχής ισότιμων ευκαιριών ευρέος φάσματος για τη συμμετοχή όλων των νέων,

γ)

ενθάρρυνση των νέων και των οργανώσεων νεολαίας για τη δημιουργία σφαιρικών εταιρικών σχέσεων,

δ)

προσδιορισμός νέων μορφών συμμετοχής και υποστήριξη πιλοτικών σχεδίων που θα στηρίζουν τις νέες αυτές μορφές,

ε)

προώθηση, κατά τη διαδικασία διαβούλευσης, διαρθρωμένου διαλόγου με τους νέους για ζητήματα που τους ενδιαφέρουν με τη συμμετοχή τόσο των εθνικών συμβουλίων νεολαίας όσο και νέων που συμμετέχουν σε νέες μορφές δραστηριοποίησης για τα κοινά όπως δίκτυα και ομάδες δράσης,

στ)

υποστήριξη της ανάπτυξης και εγκαθίδρυση συνδετικών δικτύων των τοπικών συμμετοχικών δομών, όπως συμβούλια νεολαίας, με συστηματική συμμετοχή των νέων στους τοπικούς οργανισμούς λήψης αποφάσεων και με κινητοποίηση της υποστήριξης των περιφερειακών και τοπικών αρχών,

ζ)

εξασφάλιση της συστηματικής διαβούλευσης με τους νέους για θέματα που τους αφορούν και ενθάρρυνση της ανάπτυξης και εφαρμογής τοπικών πρωτοβουλιών για τους νέους,

η)

δημιουργία διατομεακών πολιτικών σε εθνικό επίπεδο, με συμμετοχή νέων στην εφαρμογή τους,

θ)

εξέταση των δυνατοτήτων σύστασης ενώσεων στο διαδίκτυο,

ι)

ανάπτυξη εργαλείων για την προώθηση της συμμετοχής όπως είναι οι κατευθυντήριες γραμμές για τους συμμετοχικούς μηχανισμούς ή τα διαλογικά φόρουμ συμμετοχής στην πολιτική στο διαδίκτυο,

2.   Μεγαλύτερη συμμετοχή των νέων στο σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας

ια)

ανάπτυξη συγκεκριμένων μέτρων για την εξασφάλιση της μεγαλύτερης συμμετοχής των νέων στους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, με σεβασμό των αξιών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της ισότητας,

ιβ)

καλύτερη χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας για τη διευκόλυνση της συμμετοχής των νέων στις εκλογές σε τοπικό, εθνικό, περιφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο,

ιγ)

όταν αυτό ενδείκνυται, εξέταση του ενδεχομένου μείωσης του ορίου ηλικίας ψήφου και πλήρης αξιοποίηση της πείρας που έχει αποκτηθεί σε ορισμένα κράτη μέλη.

3.   Υποστήριξη διαφόρων μορφών μάθησης στη συμμετοχή

ιδ)

ανάπτυξη συνεργιών με τις δράσεις που αναλαμβάνονται στον τομέα της εκπαίδευσης. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω των στενότερων δεσμών με την ανοικτή μέθοδο συντονισμού στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης. Στα κράτη μέλη θα πρέπει να αναπτυχθούν τα κατάλληλα μέτρα σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, όπως π.χ. πρωτοβουλίες για την ενεργό άσκηση της ιδιότητας του πολίτη σε συνεργασία με τα σχολεία,

ιε)

παροχή στους νέους ευκαιριών για άτυπες μορφές μάθησης, που θα ενισχύουν τη συμμετοχή τους στην ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών και θα ισχυροποιούν τους δεσμούς μεταξύ του σχολείου και της κοινωνίας των πολιτών, των οργανώσεων νεολαίας και των δραστηριοτήτων για τους νέους σε τοπικό επίπεδο. Ειδική προσοχή θα πρέπει να δοθεί στους νέους που έχουν λιγότερες ευκαιρίες,

ιστ)

ανάπτυξη, αξιολόγηση και διάδοση βέλτιστων πρακτικών για την εκπαίδευση στη δημοκρατία και για τη συμμετοχή των νέων.


Επιτροπή

7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/11


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

6 Δεκεμβρίου 2006

(2006/C 297/03)

1 ευρώ=

 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,3274

JPY

ιαπωνικό γιεν

152,66

DKK

δανική κορόνα

7,4561

GBP

λίρα στερλίνα

0,67540

SEK

σουηδική κορόνα

9,0757

CHF

ελβετικό φράγκο

1,5888

ISK

ισλανδική κορόνα

91,74

NOK

νορβηγική κορόνα

8,1350

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CYP

κυπριακή λίρα

0,5781

CZK

τσεχική κορόνα

28,015

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

255,40

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,6984

MTL

μαλτέζικη λίρα

0,4293

PLN

πολωνικό ζλότι

3,8111

RON

ρουμανικό λέι

3,4368

SIT

σλοβενικό τόλαρ

239,66

SKK

σλοβακική κορόνα

35,465

TRY

τουρκική λίρα

1,9201

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,6892

CAD

καναδικό δολάριο

1,5177

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

10,3129

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

1,9429

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

2,0447

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 216,16

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

9,4459

CNY

κινεζικό γιουάν

10,3848

HRK

κροατικό κούνα

7,3569

IDR

ινδονησιακή ρουπία

12 105,89

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

4,7116

PHP

πέσο Φιλιππινών

65,713

RUB

ρωσικό ρούβλι

34,8160

THB

ταϊλανδικό μπατ

47,342


(1)  

Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/12


Σημείωμα σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων αντιντάμπινγκ, των μέτρων κατά των επιδοτήσεων και των μέτρων διασφάλισης τα οποία θα ισχύουν στην Κοινότητα μετά τη διεύρυνση με την ένταξη της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας καθώς και σχετικά με την ενδεχόμενη επανεξέταση των εν λόγω μέτρων

(2006/C 297/04)

Όταν υλοποιηθεί η διεύρυνση, την 1η Ιανουαρίου 2007, όλα τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ, τα μέτρα κατά των επιδοτήσεων και τα μέτρα διασφάλισης θα εφαρμόζονται αυτομάτως στις εισαγωγές στη διευρυμένη Κοινότητα των είκοσι επτά κρατών μελών. Συνεπώς, τα μέτρα αυτά θα εφαρμόζονται και στις εισαγωγές στα δύο νέα κράτη μέλη (1). Κατά την ημερομηνία της διεύρυνσης, ορισμένες έρευνες που είχαν ξεκινήσει πριν από την 1η Ιανουαρίου 2007 θα βρίσκονται ακόμη εν εξελίξει. Εφόσον οι έρευνες αυτές καταλήξουν στη θέσπιση μέτρων, τα εν λόγω μέτρα θα ισχύσουν και στις εισαγωγές στα είκοσι επτά κράτη μέλη της Κοινότητας.

Η Επιτροπή επισημαίνει το γεγονός ότι είναι πρόθυμη να επανεξετάσει τα μέτρα αντιντάμπινγκ, τα μέτρα κατά των επιδοτήσεων και τα μέτρα διασφάλισης, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 384/96 (2), το άρθρο 19 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 2026/97 (3) και το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3285/94 (4), εφόσον οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος το ζητήσει και παράσχει αποδείξεις ότι τα μέτρα θα ήταν αρκετά διαφορετικά εάν βασίζονταν σε στοιχεία που θα περιελάμβαναν τα νέα κράτη μέλη. Σχετικά με το θέμα αυτό, θα πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι η διεύρυνση αυτή καθαυτήν και χωρίς τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία δεν αποτελεί επαρκή βάση για να πραγματοποιηθεί επανεξέταση. Τα ενδιαφερόμενα μέρη καλούνται να επισκεφθούν τις σχετικές με τη διεύρυνση σελίδες του δικτυακού τόπου της ΓΔ Εμπορίου :

(http://ec.europa.eu/trade/issues/respectrules/tdi_enlarg/index_en.htm) για περαιτέρω πληροφορίες ή για να επικοινωνήσουν με το γραφείο εξυπηρέτησης (helpdesk).


(1)  Δημοκρατία της Βουλγαρίας και Ρουμανία.

(2)  Όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 2117/2005 του Συμβουλίου, της 23.12.2005, ΕΕ L 340 της 23.12. 2005, σ. 17

(3)  Όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 της 8.3.2004 του Συμβουλίου, ΕΕ L 77 της 13.3. 2004, σ. 12.

(4)  Όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/2004 της 13.12.2004, ΕΕ L 374 της 22.12. 2004, σ. 1


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/13


ΑΝΑΚΟΊΝΩΣΗ ΣΤΟΥΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΊΣ

Εισαγωγές προϊόντων από το Μαυροβούνιο στην Κοινότητα

(2006/C 297/05)

Με ανακοίνωση προς τους εισαγωγείς, που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 14 της 20.1.2004, σ. 2, η Επιτροπή ενημέρωσε τις επιχειρήσεις που προσκομίζουν αποδεικτικά στοιχεία για την καταγωγή με σκοπό την εξασφάλιση προτιμησιακής μεταχείρισης για όλα τα προϊόντα που εισάγονται από τη Σερβία και το Μαυροβούνιο, ότι πρέπει να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, δεδομένου ότι η θέση των εν λόγω εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία ενδέχεται να συνεπάγεται τη γένεση τελωνειακής οφειλής. Η ανακοίνωση βασίστηκε στην ύπαρξη αμφιβολιών για το κατά πόσο τα προϊόντα που εισάγονται από τη Σερβία και το Μαυροβούνιο στο πλαίσιο του προτιμησιακού καθεστώτος υποβάλλονται πράγματι και κατά τον δέοντα τρόπο σε επαλήθευση του χαρακτήρα καταγωγής, όπως επιβάλλεται από το κοινοτικό δίκαιο. Η ανακοίνωση αυτή δεν αφορούσε το Κοσσυφοπέδιο, όπως ορίζεται στο ψήφισμα 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Ιουνίου 1999.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1946/2005 του Συμβουλίου της 14ης Νοεμβρίου 2005 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2000 για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθιέρωσε, από την 1.1.2006, τρεις χωριστές καταγωγές όσον αφορά τα αυτόνομα εμπορικά μέτρα σύμφωνα με τα τρία χωριστά τελωνειακά εδάφη: της «Σερβίας», του «Μαυροβουνίου» και του «Κοσσυφοπεδίου». Η διάκριση αυτή εξακολουθεί να ισχύει μετά την απόφαση για την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου τον περασμένο Μάιο.

Τα κυριότερα αποτελέσματα της αποστολής επιτήρησης που πραγματοποιήθηκε από τις υπηρεσίες της Επιτροπής στη Σερβία και στο Μαυροβούνιο δείχνουν ότι στη Σερβία υπάρχουν ήδη τα στοιχεία που χρειάζονται οι τελωνειακές αρχές για να διαχειρίζονται και να ελέγχουν το προτιμησιακό καθεστώς κατά την εξαγωγή προϊόντων στην Κοινότητα και σε άλλες χώρες των Βαλκανίων. Ωστόσο, όσον αφορά το Κοσσυφοπέδιο, πρέπει να γίνουν ακόμη ορισμένες βελτιώσεις σχετικά με τις νομικές και τις πρακτικές πλευρές των ελέγχων που αφορούν την καταγωγή.

Έτσι, μολονότι στην περίπτωση της Σερβίας οι όροι για την ομαλή λειτουργία του προτιμησιακού καθεστώτος έχουν αποκατασταθεί, η ανακοίνωση προς τους εισαγωγείς σχετικά με τα προϊόντα που εισάγονται στην Κοινότητα από τη Σερβία και το Μαυροβούνιο θα αποσυρθεί όσον αφορά τη Σερβία, αλλά θα διατηρηθεί όσον αφορά όλες τις εισαγωγές προϊόντων στην Κοινότητα από το Κοσσυφοπέδιο. Η ανακοίνωση αυτή δεν αφορά το Κοσσυφοπέδιο βάσει του ψηφίσματος 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Ιουνίου 1999.

Συνεπώς, συνιστάται στις κοινοτικές επιχειρήσεις, που προσκομίζουν αποδεικτικά στοιχεία για την καταγωγή με σκοπό την εξασφάλιση προτιμησιακής μεταχείρισης για όλα τα προϊόντα που εισάγονται από το Μαυροβούνιο, να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα, δεδομένου ότι η θέση των εν λόγω εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία ενδέχεται να συνεπάγεται τη γένεση τελωνειακής οφειλής.

Η ανακοίνωση αυτή αντικαθιστά την ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 14 της 20.1.2004, σ. 2.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/14


Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ

Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/06)

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

12.10.2006

Αριθμός της ενίσχυσης

N 53/06

Κράτος μέλος

Βέλγιο

Περιφέρεια

Φλάνδρα

Τίτλος

„Proefproject van het Vlaamse Gewest voor subsidies voor het vervoer van containers via binnenvaart en estuaire vaart van en naar de Vlaamse kusthavens”.

Νομική βάση

Besluit van de Vlaamse regering tot toekenning van een toelage voor het transport via binnenvaart en estuaire vaart van de Vlaamse kusthavens naar het hinterland

Τύπος μέτρου

Σύστημα ενισχύσεων

Στόχος

η επίτευξη της στροφής προς άλλους τρόπους μεταφοράς, εν προκειμένω από τις οδικές μεταφορές στην εσωτερική ναυσιπλοΐα·

η αντιστάθμιση του εξωτερικού κόστους με το οποίο οι οδικές μεταφορές δεν επιβαρύνονται·

η αύξηση του όγκου των μεταφερόμενων αγαθών σε ικανοποιητικά επίπεδα μετά τη λήξη της περιόδου εκκινήσεως, ώστε να καταστούν δυνατές οι τακτικές εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ των φλαμανδικών παράκτιων λιμένων και της ενδοχώρας, χωρίς να είναι αναγκαία οιαδήποτε κρατική παρέμβαση

Μορφή της ενίσχυσης

Άμεση πληρωμή

Προϋπολογισμός

6 240 776 EUR για τρία έτη

Ένταση

Το 20 % του συνολικού κόστους προορίζεται για την κατασκευή την ανακατασκευή των σκαφών ναυσιπλοΐας σε εκβολές ποταμών.Η ενίσχυση εκκινήσεως αντιστοιχεί στο 1,14 % και 3,16 % του συνολικού κόστους μεταφοράς μιας και μόνης ισοδύναμης μονάδας είκοσι ποδών (TEU) που προορίζεται αντιστοίχως για την Φλάνδρα και την περιοχή του Ρήνου

Διάρκεια

2006-2008

Οικονομικοί τομείς

Εσωτερική ναυσιπλοΐα

Επωνυμία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Η Περιφέρεια της Φλάνδρας, μέσω του οργανισμού Waterwegen en Zeekanaal S.A.

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

13.9.2006

Αριθμός ενίσχυσης

N 223/06

Κράτος μέλος

Γαλλία

Περιφέρεια

Région de la Martinique

Ονομασία

Régime d'aides sociales à caractère individuel au profit de certaines catégories de passagers des liaisons aériennes régulières entre la Martinique et la métropole, en application de l'article 60 de la loi no 2003-660 du 21 juillet 2003 de programme pour l'outre-mer

Νομική βάση

Article 60 de la loi no 2003-660 du 21 juillet 2003 de programme pour l'outre-mer; décret no 2004-100 du 30 janvier 2004 relatif à la dotation de continuité territoriale instituée par l'article 60 de la loi de programme pour l'outre-mer; arrêté du 7 février 2006 fixant pour l'année 2006 la répartition de la dotation de continuité territoriale instituée par l'article 60 de la loi de programme pour l'outre-mer; délibération du conseil régional de la Martinique no 04-1012 du 15 juin 2004 portant dispositif de continuité territoriale; délibération du conseil régional de la Martinique no 04-1711 du 6 octobre 2004 portant autorisation de signer des conventions avec les agences de voyage dans le cadre de la mise en place du dispositif de continuité territoriale; délibération du conseil régional de la Martinique no 05-1742 du 25 octobre 2005 portant modification du dispositif d'aide au voyage aérien

Τύπος του μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Στόχος

Βελτίωση της κινητικότητας των κατοίκων της Μαρτινίκας μεταξύ της νήσου και της μητροπολιτικής Γαλλίας

Μορφή ενίσχυσης

Κάλυψη της δαπάνης κατά 50 % του αεροπορικού εισιτηρίου μετ'επιστροφής

Μορφή ενίσχυσης

Περί τα 5 εκατ. EUR κατ'έτος

Ένταση

Ποσοστό 50 % της τιμής του εισιτηρίου μετ'επιστροφής

Διάρκεια

10 έτη

Οικονομικός τομέας

Αερομεταφορές

Ονομασία και διεύθυνση της αρμόδιας υπηρεσίας χορήγησης της ενίσχυσης

Conseil régional de la Martinique — Hôtel de Région — Plateau Roy-Cluny

Rue Defferre — BP 601 F-97200

Fort-de-France

Άλλες πληροφορίες

Έκθεση

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

4.7.2006

Αριθμός ενίσχυσης

N 279/06

Κράτος μέλος

Σλοβακία

Τίτλος

SEN Films s.r.o.

Νομική βάση

a)

Zákon č. 523/2004 Z. z. o rozpočtových pravidlách verejnej správy a o zmene a doplnení niektorých zákonov,

b)

Zákon č. 231/1999 Z. z. o štátnej pomoci v znení zákona č. 203/2004 - § 4 ods. 1, písm. d),

c)

Výnos MK SR - 12947/05-110/30493 zo 16. novembra 2005 o poskytovaní dotácií v pôsobnosti MK SR

Είδος μέτρου

Ατομική Ενίσχυση

Στόχος

Πολιτισμός

Είδος ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 9 εκατ. SKK· Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 30,6 SKK εκατ.

Ένταση

29,4 %

Διάρκεια

31 Δεκεμβρίου 2006

Κλάδοι της οικονομίας

Ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Ministerstvo kultúry Slovenskej republiky, Námestie SNP č. 33, SK-813 31 Bratislava 1

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

12.10.2006

Αριθμός ενίσχυσης

N 348/2006

Κράτος μέλος

Κάτω Χώρες

Τίτλος

Overgangsbudget voor de liberalisatie van de markt voor inburgeringscursussen voor recente immigranten

Νομική βάση

Artikel 60 Wetsvoorstel

Ministeriële Regeling

Kamerstukken 2005-2006 30308 nr. 2 & 3.

Είδος μέτρου

Καθεστώς Ενισχύσεων

Στόχος

Τομεακή Ανάπτυξη

Είδος ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 2007: 62 εκατ. EUR, 2008: 40 εκατ. EUR, 2009: 20 εκατ. EUR· Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 122 εκατ. EUR

Διάρκεια

1 Ιανουαρίου 2007-31 Δεκεμβρίου 2009

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Ministerie van Onderwijs, Cultuur en Wetenschap

Postbus 16375, 2500 BJ Den Haag, Nederland

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

13.9.2006

Αριθμός της ενίσχυσης

N 387/06

Κράτος μέλος

Σλοβακική Δημοκρατία

Περιφέρεια

Nitriansky kraj

Τίτλος

Renty (t. j. odškodnenia za pracovné úrazy a choroby z povolania) pre Hornonitrianske bane Prievidza, a.s. Prievidza

Νομική βάση

Článok 7 nariadenia Rady (ES) č. 1407/2002 o štátnej pomoci pre uhoľný priemysel v kombinácii s číslom 1 písm. f) prílohy k nariadeniu

Τύπος μέτρου

Μεμονωμένη ενίσχυση

Στόχος

Αποζημίωση για «δαπάνες παρελθουσών χρήσεων»

Μορφή της ενίσχυσης

Άμεση πληρωμή

Προϋπολογισμός

39,9 εκατ. κορόνες Σλοβακίας

Διάρκεια

1.1.2005–31.12.2005

Οικονομικοί τομείς

Βιομηχανία άνθρακα

Επωνυμία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Ministerstvo hospodárstva Slovenskej republiky

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

7.6.2006

Αριθμός ενίσχυσης

N 622/2005

Κράτος μέλος

Κάτω Χώρες

Τίτλος

Steunregeling voor de aanpassing van het Europese signaleringssysteem (ETCS) in series goederenlocomotieven

Νομική βάση

Regeling, houdende bepalingen voor de subsidiëring van ombouw en typekeuring van ETCS in goederenlocomotieven

Στόχος

Παροχή οικονομικής συνδρομής έναντι του κόστους τοποθέτησης του συστήματος ETCS σε σειρά μηχανών εμπορικών αμαξοστοιχιών που θα χρησιμοποιούνται στη νέα διαδρομή Betuwe

Προϋπολογισμός

15 εκατ. EUR

Ένταση

Ποσοστό 50 % των επιλέξιμων δαπανών

Διάρκεια

2006 — 2007

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

13.9.2006

Αριθμός ενίσχυσης

NN 9/2006

Κράτος μέλος

Σλοβακική Δημοκρατία

Ονομασία

Κρατική ενίσχυση στη βιομηχανία εξόρυξης άνθρακα

Νομική βάση

Zákon č. 461/2003

Στόχος

Κλείσιμο ορυχείων

Μορφή ενίσχυσης

191 εκατ. SKK

Διάρκεια

Από το έτος 2004 έως το 2010

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

20.4.2004

Αριθμός ενίσχυσης

N. 54/2001

Κράτος μέλος

Ιταλία

Περιφέρεια

Provincia autonoma di Trento

Τίτλος

Provvidenze per gli impianti a fune e le piste da sci

Νομική βάση

Deliberazione della giunta provinciale n. 6749 del 12 giugno 1998, concernente provvidenze per gli impianti a fune e le piste da sci — anni 1999 e 2000

Είδος μέτρου

Καθεστώς Ενισχύσεων

Στόχος

Τομεακή Ανάπτυξη

Είδος ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 10,9 εκατ. EUR· Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 21,8 εκατ. EUR

Ένταση

45 %

Διάρκεια

1 Ιανουαρίου 1999-31 Δεκεμβρίου 2000

Κλάδοι της οικονομίας

Ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Provincia autonoma di Trento — Piazza Dante 15, I-38100 Trento

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/19


ΚΡΑΤΙΚΈΣ ΕΝΙΣΧΫΣΕΙΣ — ΓΑΛΛΊΑ

Κρατική ενίσχυση C 47/2006 (πρώην N 648/2005) — Έκπτωση φόρου για τη δημιουργία παιχνιδιών βίντεο

Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 88, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/07)

Με επιστολή της 22.11.2006 που αναδημοσιεύεται στην αυθεντική γλώσσα του κειμένου στις σελίδες που ακολουθούν την παρούσα περίληψη, η Επιτροπή κοινοποίησε στη Γαλλία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88, παράγραφος 2, της συνθήκης ΕΚ σχετικά με το προαναφερθέν μέτρο.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί των μέτρων για τα οποία η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας περίληψης και της επιστολής που ακολουθεί, στην ακόλουθη διεύθυνση:

Commission européenne

Direction générale de la Concurrence

Greffe Aides d'Etat

SPA 3 6/5

B-1049 Bruxelles

Φαξ: (32-2) 296 12 42.

Οι εν λόγω παρατηρήσεις θα κοινοποιηθούν στη Γαλλία. Το απόρρητο της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου μέρους που υποβάλει τις παρατηρήσεις μπορεί να ζητηθεί γραπτώς με μνεία των σχετικών λόγων.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

1.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

Οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν το σχέδιο έκπτωσης φόρου για τη δημιουργία παιχνιδιών βίντεο, στις 20 Δεκεμβρίου 2005.

Οι δικαιούχοι της έκπτωσης φόρου είναι τα στούντιο ανάπτυξης παιχνιδιών βίντεο, ανεξάρτητα ή θυγατρικά του εκδότη ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Θα είναι επιλέξιμα τα παιχνίδια βίντεο για ηλεκτρονικό υπολογιστή ή κονσόλα, τα παιχνίδια κινητών τηλεφώνων ή τα διαδικτυακά παιχνίδια (on line), τα εκπαιδευτικά λογισμικά ή εκείνα που συνδυάζουν τη μάθηση με το παιχνίδι και, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα CD-Rom με πολιτιστικό περιεχόμενο, τα οποία πληρούν ορισμένα κριτήρια.

Καταρχήν αποκλείονται τα παιχνίδια που περιέχουν σκηνές πορνογραφικού χαρακτήρα ή ιδιαίτερα βίαιες. Τα επιλέξιμα παιχνίδια βίντεο πρέπει να πληρούν ένα από τα ακόλουθα δύο πολιτιστικά κριτήρια:

1.

Είτε να αποτελούν διασκευή προϋπάρχοντος έργου της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς με βάση σενάριο που έχει γραφεί στη γαλλική γλώσσα.

2.

Είτε να πληρούν «ένα κριτήριο ποιότητας και πρωτοτυπίας της σύλληψης και συμβολής στην έκφραση της ευρωπαϊκής πολιτισμικής πολυμορφίας και της δημιουργίας στον τομέα των παιχνιδιών βίντεο». Η εκτίμηση του εν λόγω κριτηρίου θα περιλαμβάνει «την εξέταση της ποιότητας και της πρωτοτυπίας του περιεχομένου, του σεναρίου, της ευχέρειας στη χρήση, της πλοήγησης, της διαδραστικότητας και των οπτικών, ακουστικών και γραφικών στοιχείων».

Τέλος, προστίθεται ένα ευρωπαϊκό πολιτιστικό κριτήριο: ένας πίνακας βαθμών που κατανέμονται ανά κατηγορία και τομέα με βάση την ιδιότητα του κατοίκου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα καθορίζει τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα των παιχνιδιών βίντεο και επομένως την επιλεξιμότητά τους προκειμένου να τύχουν της έκπτωσης φόρου. Τα στοιχεία του εν λόγω πίνακα υπολογίζονται επίσης ανεξαρτήτως του τόπου στον οποίο πραγματοποιήθηκαν οι δαπάνες.

Οι επιλέξιμες δαπάνες θα περιλαμβάνουν τα σχετικά έξοδα προσωπικού (αποδοχές και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης), τα τέλη απόσβεσης των ακινητοποιήσεων, εκτός των κτιριακών εγκαταστάσεων, που αφορούν άμεσα τη δημιουργία εγκεκριμένων παιχνιδιών βίντεο και τις λοιπές δαπάνες λειτουργίας, που καθορίζονται κατ'αποκοπή στο 75 % των εξόδων προσωπικού.

Με βάση τον υπολογισμό των δαπανών που καθορίζονται κατά τον τρόπο αυτό εφαρμόζεται ο συντελεστής της έκπτωσης φόρου. Το ποσοστό της έκπτωσης φόρου είναι 20 % των επιλέξιμων δαπανών. Εφόσον το ποσό της μείωσης του φόρου για ένα οικονομικό έτος υπερβαίνει το ποσό του οφειλόμενου φόρου, το επιπλέον ποσό επιστρέφεται στην επιχείρηση. Ο προβλεπόμενος ετήσιος προϋπολογισμός για το μέτρο αυτό ανέρχεται μεταξύ 30 εκατ. ευρώ και 60 εκατ. ευρώ. Το μέτρο προβλέπεται να διαρκέσει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2008.

2.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Με την εν λόγω έκπτωση φόρου παραχωρείται ένα επιλεκτικό πλεονέκτημα, υπό μορφή μείωσης φόρων, που χρηματοδοτείται επομένως από κρατικούς πόρους, σε ορισμένες επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες στον τομέα της παραγωγής παιχνιδιών βίντεο. Ο τομέας αυτός αποτελεί εξάλλου το αντικείμενο ανταλλαγών μεταξύ κρατών μελών. Κατά συνέπεια, το κοινοποιηθέν μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

Κατ'αρχήν, η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίσει ότι το μέτρο δεν θα περιλαμβάνει οποιαδήποτε ρήτρα που αντίκειται στις διατάξεις της συνθήκης ΕΚ σε άλλους τομείς εκτός εκείνου των κρατικών ενισχύσεων. Υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι μόνο οι χορηγήσεις στις αποσβέσεις και τα έξοδα προσωπικού με τα οποία επιβαρύνεται η δικαιούχος της έκπτωσης φόρου επιχείρηση μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στις επιλέξιμες δαπάνες: δεν είναι σαφές εάν και με ποιο τρόπο λαμβάνονται υπόψη οι δαπάνες υπεργοληπτριών επιχειρήσεων που ενδέχεται να είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να συμπεράνει ότι το μέτρο δεν εισάγει διακρίσεις με βάση τον τόπο στον οποίο πραγματοποιήθηκαν οι δαπάνες. Ούτε είναι σαφές εάν οι μόνιμες γαλλικές εγκαταστάσεις ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή, δύνανται να τύχουν της έκπτωσης φόρου.

Στο θέμα της συμβατότητας με τους κοινοτικούς κανόνες στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, οι γαλλικές αρχές εκτιμούν ότι η παρέκκλιση που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης ΕΚ ισχύει για το κοινοποιηθέν μέτρο. Για να είναι συμβατό, με βάση το εν λόγω άρθρο, ένα μέτρο χορήγησης ενίσχυσης πρέπει να αποσκοπεί στην επίτευξη, κατά τρόπο ανάλογο και αναγκαίο, ενός στόχου προώθησης του πολιτισμού.

Η Επιτροπή δεν αποκλείει το ότι ορισμένα παιχνίδια βίντεο αποτελούν ενδεχομένως προϊόντα ψυχαγωγίας κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης ΕΚ. Η κατάταξή τους αυτή θα εξαρτηθεί από το περιεχόμενό τους και επομένως από κριτήρια επιλογής που χρησιμοποιούνται από τις γαλλικές αρχές.

Το πρώτο πολιτιστικό κριτήριο που προτείνεται από τις γαλλικές αρχές είναι ότι τα παιχνίδια αυτά αποτελούν μια διασκευή ενός προϋπάρχοντος έργου της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς. Από ορισμένα όμως παρασχεθέντα από τις γαλλικές αρχές παραδείγματα παιχνιδιών βίντεο που θα πληρούσαν το κριτήριο αυτό, προκύπτει ότι το εν λόγω κριτήριο θα μπορούσε ενδεχομένως να εφαρμόζεται με ιδιαίτερα ευρεία έννοια η οποία δεν θα παρείχε όλες τις αναγκαίες εγγυήσεις για να εξασφαλιστεί το ότι τα επιλεγέντα παιχνίδια βίντεο αποτελούν πραγματικά τη διασκευή ενός προϋπάρχοντος έργου της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς. Κατά συνέπεια, η έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς θα πρέπει να διευκρινιστεί.

Τα παιχνίδια βίντεο είναι επίσης επιλέξιμα εφόσον πληρούν «ένα κριτήριο ποιότητας και πρωτοτυπίας της σύλληψης και συμβολής στην έκφραση της ευρωπαϊκής πολιτισμικής πολυμορφίας και της δημιουργίας στον τομέα των παιχνιδιών βίντεο». Το περιεχόμενο του εν λόγω δεύτερου πολιτιστικού κριτηρίου αποτελεί επίσης αντικείμενο ενδεχομένως ευρείας ερμηνείας, που θα μπορούσε για παράδειγμα να περιλαμβάνει τα παιχνίδια προσομοίωσης ή τα αθλητικά παιχνίδια αμφισβητούμενου πολιτιστικού περιεχομένου. Επιπλέον, το εν λόγω κριτήριο «ποιότητας και πρωτοτυπίας της σύλληψης» φαίνεται να χρησιμοποιείται κυρίως για την επιλογή επιτυχημένων παιχνιδιών βίντεο, από άποψη ψυχαγωγίας και κινούμενης εικόνας, παρά για την επιλογή παιχνιδιών βίντεο που έχουν πράγματι πολιτιστικό περιεχόμενο.

Στο στάδιο αυτό, η Επιτροπή εκφράζει επομένως αμφιβολίες ότι το κοινοποιηθέν μέτρο θα παράσχει τη δυνατότητα επιλογής μόνο παιχνιδιών βίντεο πραγματικά πολιτιστικού περιεχομένου και, επομένως ότι θα επιτευχθεί οι στόχος αυτής προώθησης του πολιτισμού κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείου δ) αυτής συνθήκης ΕΚ.

Εάν υποτεθεί ότι η προώθηση αυτής παραγωγής παιχνιδιών βίντεο αυτής εκείνων που ορίζονται στο πλαίσιο του εν λόγω μέτρου ενίσχυσης αποτελεί πολιτιστικό στόχο κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ), θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι το μέτρο έχει σχεδιαστεί κατά τρόπο που να επιτυγχάνεται ο στόχος αυτής, και ιδίως ότι αποτελεί το κατάλληλο μέσο, ότι αποτελεί επαρκές κίνητρο και ότι είναι ανάλογο του επιδιωκόμενου αποτελέσματος. Η Επιτροπή κρίνει στο στάδιο αυτό ότι οι γαλλικές αρχές δεν παρέσχον επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το μέτρο προσφέρει επαρκή κίνητρα. Όσον αφορά το ζήτημα αυτής αναλογικότητας, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η έκπτωση φόρου ανέρχεται στο 20 % των δαπανών, ποσοστό που είναι εύλογο, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω επιλέξιμες δαπάνες θα καθορίζονται ορθά και ότι θα λαμβάνεται υπόψη μόνο το κόστος παραγωγής με το οποίο έχουν πράγματι επιβαρυνθεί οι επιχειρήσεις.

Οι «λοιπές δαπάνες λειτουργίας» (ή τα έξοδα προσωπικού και τα τέλη απόσβεσης των ακινητοποιήσεων) όμως καθορίζονται κατ'αποκοπή στο 75 % των εξόδων προσωπικού. Η Επιτροπή αμφιβάλλει ότι αυτός ο υπολογισμός των «λοιπών δαπανών λειτουργίας» θα επέτρεπε να καθοριστούν οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται πράγματι οι επιλέξιμες επιχειρήσεις για τη δημιουργία παιχνιδιών βίντεο και επομένως ότι θα συμβιβάζεται με τους κοινοτικούς κανόνες στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

Τέλος, για να είναι συμβατό το κοινοποιηθέν μέτρο, θα πρέπει οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και οι επιπτώσεις στο εμπόριο να είναι περιορισμένες, κατά τρόπο που ο γενικός απολογισμός αυτής ενίσχυσης να είναι θετικός. Με τη μείωση του παραγωγικού κόστους των εγκατεστημένων στη Γαλλία επιχειρήσεων στον εν λόγω τομέα, ενδέχεται η εν λόγω έκπτωση φόρου να ενισχύσει τη θέση αυτής σε σχέση με αυτής Ευρωπαίους ανταγωνιστές αυτής και ιδίως με το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία. Οι γαλλικές αρχές δεν παρέσχον ακριβή στοιχεία σχετικά με αυτής επιπτώσεις του εν λόγω μέτρου στον ενδοκοινοτικό ανταγωνισμό.

Για όλους αυτής αυτής λόγους, στη φάση αυτή, η Επιτροπή αμφιβάλλει για την συμβατότητα του κοινοποιηθέντος μέτρου με την κοινή αγορά με βάση το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) αυτής συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή έχει αυτής αμφιβολίες αν το μέτρο θα μπορούσε να είναι συμβατό με βάση αυτής λοιπές διατάξεις της συνθήκης ή των κανόνων του παράγωγου δικαίου.

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, κάθε παράνομη ενίσχυση μπορεί να ανακτηθεί από το δικαιούχο αυτής.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

«Par la présente, la Commission a l'honneur d'informer la France qu'après avoir examiné les informations fournies par vos autorités sur la réforme citée en objet, elle a décidé d'ouvrir la procédure prévue à l'article 88, paragraphe 2, du traité CE.

1.   PROCÉDURE

1.

Le 20 décembre 2005, les autorités françaises ont notifié la présente mesure d'aide.

2.

Par lettre datée du 25 janvier 2006, la Commission a demandé des informations supplémentaires, qui ont été fournies par courrier daté du 15 février 2006.

3.

Le 3 mai 2006, une réunion a eu lieu entre les services de la Commission et les autorités françaises. À la suite de cette réunion, les autorités françaises ont apporté des changements à cette mesure, dont elles ont informé la Commission par lettre en date du 12 juin 2006.

4.

Sur la base de ces changements, la Commission a demandé des informations supplémentaires par lettre datée du 1er août 2006, à laquelle les autorités françaises ont répondu, après une demande d'extension de délai, par courrier daté du 18 septembre 2006.

2.   DESCRIPTION DE LA MESURE

2.1.   Contexte de la mesure

5.

D'après les autorités françaises, la France est historiquement un pays de création de jeux vidéo. Actuellement trois sociétés françaises figurent au rang des tout premiers éditeurs mondiaux: Ubisoft, Atari et Vivendi Universal Games. Outre ces trois éditeurs, près d'une soixantaine de studios de développement indépendants, généralement de taille petite (5-10 personnes) à moyenne (50-60 personnes) participent en France à la création de jeux sur le territoire.

6.

Les autorités françaises soulignent par ailleurs que le jeu vidéo s'est affirmé comme “un mode créatif d'expression capable de véhiculer des valeurs sociales, culturelles voire artistiques”. Cela serait particulièrement vrai en France. Selon les autorités françaises, il y a en effet une tradition et un savoir-faire français du jeu vidéo, qui sont tournés vers la création originale et où le graphisme et la jouabilité (“gameplay”) s'inspirent tout à la fois du cinéma et de la bande dessinée. Le jeu vidéo français se distingue aussi par l'importance des jeux à contenu directement culturel ou ludo-éducatif.

7.

Or, selon les autorités françaises, l'environnement économique mondial menace les conditions de la création du jeu vidéo en France. La première raison serait d'ordre technologique: la particularité du jeu vidéo est d'être soumise à un cycle technologique court, marqué par le renouvellement tous les cinq ou six ans des consoles de jeu. L'introduction de nouvelles technologies rend chaque cycle de production plus coûteux et plus complexe puisqu'il faut à chaque fois réinventer la chaîne de production. Le dernier changement de consoles au début des années 2000 a ainsi abouti à des budgets de développement des nouveaux produits très supérieurs à ceux de la génération précédente. Or un nouveau cycle industriel est en court, avec les mêmes conséquences économiques pour les producteurs de jeux vidéos.

8.

En outre, si les éditeurs français de jeux vidéo sont parmi les premiers au rang mondial, les studios européens et notamment français quant à eux souffrent, selon les autorités françaises, d'un manque de compétitivité par rapport aux autres pays, notamment le Canada Ainsi, pour un même projet, l'écart de coût de développement peut atteindre 33 % entre la France et les États-Unis et 90 % par rapport au Canada. En effet, le Québec a mis en place un crédit d'impôt sur les dépenses de jeux vidéo (37,5 % sur les dépenses de production éligibles), dont semble bénéficier d'ailleurs Ubisoft, qui a installé une filiale dans ce pays.

9.

La concomitance de ces facteurs aurait ainsi provoqué un effondrement du tissu productif français, dont les effectifs seraient en baisse de 50 % depuis 2000. Ainsi une vingtaine de sociétés françaises ont cessé leurs activités entre 2001 et 2004. Cette situation mettrait en péril le secteur de la création de jeux vidéo européenne et française dont la dimension culturelle est essentielle, selon les autorités françaises. Face à ces difficultés, les autorités françaises proposent de mettre en place un mécanisme de soutien à la création de jeux vidéo ayant une dimension culturelle.

2.2.   Modalités de la mesure

10.

La base juridique de la mesure est un projet d'article de loi instaurant un crédit d'impôt pour dépenses dans la création de jeux vidéo, à insérer dans la loi de finances pour 2006.

a)   Entreprises et jeux vidéo éligibles

11.

Les entreprises éligibles sont celles qui produisent les jeux vidéos, à savoir les studios de développement, indépendants ou filiales d'éditeurs.

12.

Les jeux éligibles sont définis comme les logiciels de loisir mis à la disposition du public sur support physique ou en ligne et intégrant des éléments de création artistique et technologique. Ceci recouvre non seulement le jeu vidéo pour PC ou console, mais aussi le jeu mobile, le jeu en ligne multi-joueurs ou non, le logiciel éducatif ou ludo-éducatif et le CD-Rom culturel si il intègre une interactivité et une créativité suffisante. Un montant minimum de 150 000 EUR de coûts de développement a été fixé pour exclure les jeux qui n'ont pas vocation à une commercialisation significative. De plus, pour être admis au bénéfice du crédit d'impôt, les jeux vidéo devront remplir un certain nombre de critères.

13.

Le premier critère sera négatif: seront exclus du bénéfice du crédit d'impôt les jeux vidéo comportant des séquences à caractère pornographique ou de très grande violence.

14.

Les jeux vidéo éligibles devront par ailleurs avoir une dimension culturelle. Pour ce faire, les jeux vidéo devront satisfaire l'un de deux critères suivants:

a)

Soit ils développent une adaptation d'une œuvre pré-existante du patrimoine culturel européen à partir d'un scénario écrit en français.

b)

Soit ils développent un concept original. Ce critère a été ultérieurement précisé par les autorités françaises: les jeux vidéo sont éligibles sur la base du second critère culturel si ils remplissent “un critère de qualité et d'originalité du concept et de contribution à l'expression de la diversité culturelle et de la création européennes en matière de jeu vidéo”. L'appréciation de ce critère comprendra “l'examen de la qualité et de l'originalité du contenu, du scénario, de la jouabilité, de la navigation, de l'interactivité et des composantes visuelles, sonores et graphiques”.

15.

S'ajoutera enfin un critère “culturel” européen: un barème de points répartis par catégories et affectés par postes en fonction de la qualité de ressortissant d'un État membre de l'Union européenne déterminera le caractère européen des jeux vidéo et donc leur admissibilité au bénéfice du crédit d'impôt. Sont pris en compte pour le barème non seulement les collaborateurs directement engagés par le producteur de jeu, mais aussi ceux rattachés aux éventuelles entreprises sous-traitantes chargées des opérations de fabrication. Le calcul de ce barème est aussi fait indépendamment de la localisation des dépenses: ainsi les dépenses effectuées auprès d'entreprises sous-traitantes établies en Europe seront éligibles.

b)   Dépenses éligibles

16.

Les dépenses éligibles sont définies de façon à correspondre aux dépenses de conception et de création. En sont notamment exclues les dépenses de débogage et de tests avals. Elles recouvrent par contre:

a)

les charges de personnel (rémunération et charges sociales) afférentes:

au réalisateur, à l'adjoint du réalisateur, au directeur artistique, au directeur technique;

aux personnes chargées du scénario et des dialogues, du design et de la conception des niveaux de jeu;

aux personnes chargées de la programmation;

aux personnes chargées du graphisme et de l'animation;

aux personnes chargées de l'environnement sonore.

b)

Les dotations aux amortissements des immobilisations, autres que les immeubles, affectées directement à la création de jeux vidéo agréés;

c)

Les autres dépenses de fonctionnement, établies de façon forfaitaire à 75 % des dépenses de personnel.

17.

Les subventions publiques perçues par les entreprises à raison de dépenses ouvrant droit au crédit d'impôt viendront en diminution de la base de calcul du crédit d'impôt.

c)   Mécanisme d'application du crédit d'impôt

18.

C'est à l'assiette de dépenses ainsi définies qu'est appliqué le taux de crédit d'impôt. Le taux du crédit d'impôt est de 20 % de l'assiette des dépenses éligibles.

19.

Les autorités françaises se proposent par ailleurs d'instituer un plafond par entreprise dans un souci de maîtriser le coût fiscal de la mesure. Dans l'état actuel du projet, les autorités françaises se proposent de fixer ce plafond à 3 millions EUR. Le budget annuel prévisionnel pour ce dispositif est chiffré entre 30 millions EUR et 60 millions EUR.

20.

Un mécanisme d'agrément est par ailleurs mis en place afin de vérifier les critères de sélection des jeux vidéo. Cette évaluation sera effectuée par un comité d'experts composé de représentants des administrations françaises et de personnalités qualifiées, qui n'appartiendront pas forcément au monde du jeu vidéo, mais qui pourront aussi représenter d'autres disciplines culturelles. Ce groupe d'experts vérifiera l'éligibilité de l'entreprise, du jeu, la nature des dépenses, et le respect des critères culturels énumérés ci-dessus. Ce comité émettra un avis sur la base duquel le Ministère de la Culture et de la Communication émettra son agrément.

21.

Les modalités de versement sont les suivantes: le crédit d'impôt est imputé sur l'impôt sur les sociétés dû au titre du premier exercice clos à compter de la date d'agrément provisoire qui est donné au démarrage du projet, puis sur l'impôt sur les sociétés dû au titre de chaque exercice au cours desquelles les dépenses éligibles ont été engagées. L'agrément définitif est délivré lors de la livraison à l'éditeur. Si l'agrément définitif n'est pas délivré dans un délai de 24 mois à compter de la date de délivrance de l'agrément provisoire, l'entreprise doit reverser le crédit d'impôt qu'elle a utilisé. Enfin, lorsque le montant de la réduction d'impôt au titre d'un exercice excède le montant de l'impôt dû, l'excédent est restitué à l'entreprise.

22.

Le dispositif est initialement prévu pour durer jusqu'au 31 décembre 2008.

3.   ÉVALUATION DE LA MESURE

3.1.   Qualification des mesures

23.

L'article 87 paragraphe 1 du traité CE dispose: “Sauf dérogations prévues par ledit traité, sont incompatibles avec le marché commun, dans la mesure où elles affectent les échanges entre États membres, les aides accordées par les États ou au moyen de ressources d'État sous quelque forme que ce soit qui faussent ou qui menacent de fausser la concurrence en favorisant certaines entreprises ou certaines productions”.

24.

La mesure visée par la présente décision consiste en un crédit d'impôt qui vient en déduction de l'impôt sur les sociétés normalement dû par les bénéficiaires. Le caractère de ressource étatique de cette mesure ne fait donc aucun doute.

25.

Cette mesure vise à réduire les coûts de production des entreprises bénéficiaires et constitue clairement un avantage qui est par ailleurs sélectif dans la mesure où seul le secteur de production de jeux vidéo peut en bénéficier. Cette mesure constitue donc un avantage sélectif susceptible de créer une distorsion de concurrence au sens de l'Article 87(1) CE.

26.

Par ailleurs, selon les informations sur les parts de marchés fournies par les autorités françaises, et qui ne sont disponibles que pour les éditeurs de jeux vidéo, les trois grands éditeurs français de jeux vidéo, à savoir Ubisoft, Atari et VUGames représentaient respectivement 6,4 %, 3,5 % et 4,4 % des parts de marchés des éditeurs de jeux vidéo en 2005 dans l'ensemble formé par le Royaume-Uni, l'Allemagne, la France, l'Espagne et l'Italie. Les studios établis en France, à qui la mesure est destinée, ne représentent qu'une proportion limitée du chiffre d'affaire de ces éditeurs (25 % pour Ubisoft, 10 % pour Atari et 2 % pour VUGames). Ils n'en représentent donc pas moins une proportion non négligeable de la part de marché de ces éditeurs dans les cinq pays européens mentionnés ci-dessus. À l'évidence, le marché des jeux vidéo n'est donc pas un marché national. L'on peut donc considérer que le crédit d'impôt est susceptible d'affecter les échanges entre États Membres.

27.

Eu égard à ces considérations, il convient de conclure que ces financements constituent des aides d'État au sens du traité.

3.2.   Compatibilité des mesures

3.2.1.   Position des autorités françaises

28.

Les autorités françaises considèrent que la dérogation visée à l'article 87 paragraphe 3 d) du traité CE s'applique à la mesure notifiée. Cet article précise que peuvent être considérées comme compatibles avec le marché commun les aides destinées à promouvoir la culture et la conservation du patrimoine, quand elles n'altèrent pas les conditions des échanges et de la concurrence dans la Communauté dans une mesure contraire à l'intérêt commun. Pour établir que les jeux vidéo éligibles au bénéfice de ce crédit d'impôt constituent des objets culturels au sens de l'article 87 paragraphe 3 d) du traité CE, les autorités françaises avancent les arguments suivants:

a)

Ces jeux vidéo sont conçus sur la base d'un scénario en langue française, ce qui est un véhicule des modes de pensée associés à l'usage de cette langue.

b)

Les jeux vidéo sont une création artistique et technologique. La part des dépenses artistiques devient en effet majoritaire dans la conception du jeu, au détriment des dépenses de programmation qui ne représentent plus qu'un tiers des coûts d'un projet. En effet, une grande partie de ces dépenses porte sur la substance du jeu, à savoir la qualité de l'interaction, autrement dit la jouabilité (“gameplay”). Cet élément essentiel relève de la dimension culturelle, à savoir le talent artistique.

c)

La dimension culturelle des jeux vidéo transparaît aussi dans les relations complémentaires que ce média a tissées avec le cinéma et qui se manifestent à travers l'utilisation de certaines techniques cinématographiques dans les jeux vidéo (telles que les techniques d'animation), à travers le fait qu'un nombre croissant de jeux vidéo s'inspirent du cinéma et que les jeux vidéos reprennent les modes de narration utilisés au cinéma.

d)

Cette dimension culturelle du jeu vidéo explique par ailleurs la réflexion actuellement en cours en France autour du statut des auteurs dans le jeu vidéo, réflexion qui va dans le sens de la protection des droits de propriété artistique de certains fonctions créatives telles que la réalisation du scénario interactif, la conception graphique et la création de la composition musicale originale.

e)

Les autorités françaises soutiennent que la Commission a soutenu cette industrie à travers le programme MEDIA.

f)

En outre, le caractère culturel des jeux vidéo éligibles serait garanti par les critères de sélection décrits au point 14.

29.

De plus, les autorités françaises soutiennent par ailleurs que, conformément à la Communication de la Commission sur l'application des règles relatives aux aides d'État aux mesures relevant de la fiscalité directe des entreprises de 1998, ce crédit d'impôt respecte les principes de légalité générale et notamment les principes du Traité interdisant toute discrimination en fonction de la nationalité et assurant la liberté d'établissement, la libre circulation des marchandises et la libre prestation des services. À ce titre, les autorités françaises soulignent qu'aucune discrimination n'est faite entre collaborateurs nationaux et européens. Toutes les entreprises établies en France, quelque soit leur nationalité, peuvent aussi être bénéficiaires du dispositif.

30.

Enfin, les autorités françaises considèrent que la mesure notifiée n'altère pas les échanges dans une mesure contraire à l'intérêt commun. Tout d'abord, la mesure proposée n'est pas discriminatoire, puisqu'elle permet d'associer les talents de tous les États membres de l'Union, sans traitement différencié en fonction des nationalités. Ensuite, les autorités françaises soutiennent que l'intérêt commun réside dans l'existence et le soutien à une production culturelle de jeux vidéo. Ainsi, même si le Royaume Uni et l'Allemagne ont aussi une industrie du jeux vidéo, la concurrence est aujourd'hui essentiellement extra-communautaire et provient des États-Unis, du Canada, de la Corée du Sud et du Japon. Ainsi, l'impact de la mesure devrait s'apprécier au regard de cette concurrence extra-communautaire.

3.2.2.   Position de la Commission

31.

En premier lieu, et en application du principe établi par la Cour dans l'arrêt Matra (1), la Commission doit s'assurer que les conditions d'accès au crédit d'impôt ne contiennent pas de clauses contraires aux dispositions du traité CE dans des domaines autres que les aides d'État, et notamment qu'elles ne comprennent aucune discrimination en raison de la nationalité.

32.

Sur ce point, il convient de noter que la mesure ne paraît contenir aucune restriction quant à la nationalité des personnels employés. Par contre, seules les dotations aux amortissements et les charges de personnels salariés de l'entreprise bénéficiaire du crédit d'impôt semblent être pris en compte dans les coûts éligibles. Il n'apparaît pas clairement si et comment sont pris en compte dans les coûts éligibles les coûts d'entreprises sous-traitantes, qui peuvent être situées dans d'autres États Membres. La Commission ne peut donc à ce stade conclure que la mesure n'introduit aucune discrimination sur la base de la localisation des coûts.

33.

Du plus, le fait que les studios de production de jeux vidéo éligibles doivent être établis en France est, compte tenu des règles françaises d'imposition, inhérent à la condition de l'assujettissement en France aux fins de l'impôt sur les sociétés et serait donc justifié par la nature fiscale de la mesure d'aide qui est un crédit d'impôt. Il reste néanmoins à vérifier que les établissements stables français d'entreprises européennes pourraient elles aussi bénéficier du crédit d'impôt quelque soit leur forme juridique.

34.

En conclusion, à ce stade, la Commission ne peut conclure que la mesure d'aide ne comporte aucune infraction aux autres dispositions du Traité CE.

35.

Concernant ensuite la question de la compatibilité de la mesure avec le marché commun sur la base de l'article 87 paragraphe 3 d), la Commission souhaite rappeler à titre préliminaire que cette dérogation doit, comme toute dérogation à la règle générale énoncée à l'article 87 paragraphe 1, être interprétée de façon restrictive.

36.

Afin d'être compatible sur la base de cet article, une mesure d'aide doit remplir un objectif de promotion de la culture de façon proportionnelle et nécessaire. Elle doit en particulier être évaluée sur la base des questions suivantes:

1.

La mesure vise-t-elle à un réel objectif de promotion de la culture?

2.

Est-elle conçue de façon à remplir cet objectif culturel? En particulier:

a)

Est-elle un instrument approprié ou existent-ils d'autres instruments mieux appropriés?

b)

A-t-elle un effet incitatif suffisant?

c)

Est-elle proportionnelle? Est-ce que le même résultat ne pourrait être obtenu avec moins d'aide?

3.

Est-ce que les distorsions de concurrence et les effets sur le commerce sont limités, de telle manière que le bilan global de l'aide est positif?

1)   Existence d'un objectif culturel

37.

Les jeux vidéo sont des produits audiovisuels pour lesquels il existe un marché international en pleine expansion, avec une forte concurrence internationale, ainsi que potentiellement des marchés plus locaux.

38.

La production de jeux vidéo fait certes appel à des talents créatifs mais cela ne signifie pas nécessairement que ce sont des produits culturels au sens de l'article 87 paragraphe 3 d). Certains éléments de créativité interviennent en effet dans la production de nombreux produits qui ne sauraient à l'évidence rentrer dans le champ d'application de cet article (e.g.: design d'automobiles).

39.

Toutefois, la Commission a eu l'occasion de déclarer compatibles sur la base de l'article 87 paragraphe 3 d) du traité CE des mesures de soutien à la création de certains produits audiovisuels sélectionnés sur la base de critères précis visant à identifier ceux qui ont un contenu culturel. Ainsi, dans sa décision du 16 mai 2006 dans le cas no N45/2006 Crédit d'impôt en faveur de la production phonographique, la Commission a conclu que le soutien à la création d'œuvres musicales remplissant certains critères visait à promouvoir la culture. De la même manière, à ce stade, la Commission n'exclut pas que certains jeux vidéo puissent constituer des produits culturels au sens de l'article 87 paragraphe 3 d) du Traité CE. Leur caractère culturel dépendrait de leur contenu et donc en premier lieu des critères de sélection des jeux éligibles utilisés par les autorités françaises.

40.

Le premier critère culturel proposé par les autorités françaises pour sélectionner les jeux vidéo éligibles est que ces jeux constituent une adaptation d'une œuvre pré-existante du patrimoine culturel européen à partir d'un scénario écrit en français. Or certains des exemples fournis par les autorités françaises de jeux vidéo qui rempliraient ce critère semblent indiquer que ce dernier pourrait être appliqué d'une façon très large, qui ne fournirait pas toutes les garanties nécessaires pour assurer que les jeux vidéo sélectionnés constituent effectivement une adaptation d'une œuvre pré-existante du patrimoine culturel européen. Ainsi, parmi les exemples cités, figure le jeu vidéo “Caméra Café: Le Jeu”, basé sur un programme télévisuel français dont l'appartenance au patrimoine culturel européen n'apparaît pas clairement à ce stade. Le concept de patrimoine culturel européen devrait donc être précisé.

41.

Les jeux vidéo sont aussi éligibles s'ils remplissent “un critère de qualité et d'originalité du concept et de contribution à l'expression de la diversité culturelle et de la création européennes en matière de jeu vidéo”. L'appréciation de ce deuxième critère culturel inclut “l'examen de la qualité et de l'originalité du contenu, du scénario, de la jouabilité, de la navigation, de l'interactivité et des composantes visuelles, sonores et graphiques”. Le contenu de ce critère est lui aussi sujet à une interprétation potentiellement large. Il n'est ainsi pas exclu que, sur la base de ce critère, soient éligibles des jeux de simulation, ou des jeux sportifs, par exemple basés sur les courses automobiles, dont le contenu culturel n'apparaît pas clairement à ce stade. Ainsi, ce critère de “qualité et d'originalité du concept” pourrait être utilisé plutôt pour sélectionner de bons jeux vidéo, en termes de divertissement ou d'animation, que des jeux vidéo en effet culturels.

42.

Une évaluation, par exemple basée sur la production des dernières années, du pourcentage de jeux vidéo qui seraient éligibles sur la base de ces deux critères permettrait aussi de mieux évaluer leur caractère sélectif. Ainsi, par exemple, si la mesure aboutissait à soutenir la production d'une large proportion de jeux vidéo, il pourrait alors apparaître qu'elle est détournée de son objectif avoué de promotion de la culture, et qu'elle pourrait alors avoir plus un objectif industriel de soutien à un secteur subissant une forte concurrence internationale et une phase de mutation technologique.

43.

Il conviendrait enfin d'expliciter le critère qui vise à exclure du bénéfice du crédit d'impôt les jeux de “très grande violence”.

44.

Pour les raisons décrites ci-dessus, à ce stade, la Commission a des doutes que les critères proposés par les autorités françaises permettent d'identifier uniquement des jeux vidéo qui sont en effet des produits culturels et que la mesure a donc réellement pour seul objectif la promotion de la culture au sens de l'article 87 paragraphe 3 d) du traité CE.

2)   Est-ce que la mesure est conçue de façon à remplir cet objectif culturel?

45.

À supposer que la promotion de la production des jeux vidéo tels que définis sur la base de cette mesure d'aide soit un objectif culturel au sens de l'article 87 paragraphe 3 d), il convient de s'assurer que la mesure est conçue de façon à remplir cet objectif.

46.

Dans un contexte où les producteurs de jeux vidéo doivent faire face à des coûts croissants, un crédit d'impôt assis sur les coûts de production de ces jeux vidéo peut être vu comme un instrument approprié pour encourager la production de ces jeux. Les autorités françaises n'ont toutefois par fourni d'informations démontrant qu'aucun autre instrument ne permettrait d'aboutir au même objectif.

47.

Les autorités françaises n'ont pas non plus fourni d'éléments visant à prouver que la mesure a un effet incitatif suffisant et notamment qu'elle est nécessaire pour la production de jeux vidéo ayant un caractère culturel.

48.

Enfin, la mesure doit être proportionnelle. Il convient en particulier de s'assurer que le même résultat ne pourrait être obtenu avec moins d'aide. À ce titre, la Commission note que le taux du crédit d'impôt est de 20 % des dépenses éligibles, ce qui semble à première vue et à ce stade raisonnable et en ligne avec les taux déjà acceptés par la Commission dans les cas similaires de promotion de produits culturels (2). Il convient néanmoins de s'assurer que les coûts éligibles sont correctement définis et que seuls les coûts de production réellement supportés sont pris en compte.

49.

Or, les “autres dépenses de fonctionnement” (hors charges de personnel et dotations aux amortissements des immobilisations) sont établies forfaitairement à 75 % des dépenses de personnel. La Commission doute que ce calcul des “autres dépenses de fonctionnement” permette de déterminer les coûts réellement supportés pour la création des jeux vidéo par les entreprises éligibles et soit donc conforme aux règles communautaires en matière d'aide d'État. Les autorités françaises ont expliqué qu'elles ont retenu ce mode de calcul des coûts éligibles par analogie avec le dispositif français du crédit d'impôt recherche. Selon les autorités françaises, la Commission a eu connaissance de cette mesure et elle n'aurait pas émis d'objection sur ce mode de calcul.

50.

Or il s'avère que le crédit d'impôt recherche est une mesure générale. La Commission n'a donc pas eu par conséquent à se prononcer sur ses modalités d'application et en particulier sur la conformité de ce mode de calcul des coûts éligibles au regard des règles communautaires en matière d'aide d'État.

51.

À ce stade, la Commission a des doutes quant à la conformité du calcul des coûts éligibles avec les règles communautaires en matière d'aides d'État.

3)   Est-ce que les distorsions de concurrence et les effets sur le commerce sont limités, de telle manière que le bilan global de l'aide est positif?

52.

Si les principaux concurrents dans le domaine des jeux vidéo proviennent d'Amérique du Nord et d'Asie, il existe aussi des producteurs de jeux vidéo dans le autres États membres et en particulier au Royaume Uni et en Allemagne. Ainsi le Royaume-Uni compte environ 160 studios indépendants, et un éditeur national, SCi Games. Quant à l'Allemagne, elle compte une cinquantaine de studios indépendants.

53.

Ainsi, en réduisant les coûts de production des entreprises de ce secteur établies en France, ce crédit d'impôt est susceptible de renforcer leur position par rapport à leurs concurrents européens. Les autorités françaises n'ont fourni aucune information précise sur l'impact de cette mesure sur la concurrence intra-communautaire.

54.

À ce stade, la Commission doute donc que les distorsions de concurrence et les effets sur le commerce de la mesure sont suffisamment limités de telle manière que le bilan global de l'aide est positif.

Conclusion

55.

Pour l'ensemble de ces raisons, à ce stade, la Commission a des doutes que la mesure notifiée soit compatible avec le marché commun sur la base de l'article 87 paragraphe 3 d) du traité CE. La Commission a par ailleurs des doutes que la mesure puisse être compatible sur la base d'autres dispositions. L'article 87 paragraphe 2 n'est clairement pas applicable. L'article 87 paragraphe 3 a) concerne les aides pour les régions assistées, or la présente mesure n'est pas limitée à ces régions. Elle ne constitue pas non plus une projet important d'intérêt européen au sens de l'article 87 paragraphe b). Selon l'article 87 paragraphe 3 c), les aides qui visent à faciliter le développement de certaines activités ou de certaines régions peuvent être compatibles avec le marché commun lorsqu'elle n'altèrent pas les conditions des échanges dans une mesure contraire à l'intérêt commun. Les autorités françaises n'ont pas avancé d'arguments permettant de conclure que la mesure notifiée vise au développement de certaines activités au sens de l'article 87 paragraphe 3 c). La Commission note toutefois qu'il n'est pas exclu que cette mesure, qui concerne le développement de nouveaux produits, puisse dans une certaine mesure tomber dans le champ d'application de l'encadrement communautaire des aides d'État à la recherche et au développement (3). Les autorités françaises n'ont toutefois pas fourni les informations nécessaires permettant de vérifier l'éventuelle conformité de la mesure notifiée avec cet encadrement.

56.

En conséquence, la Commission requiert l'avis de la France et des parties intéressées sur la mesure notifiée.

4.   CONCLUSION

Compte tenu des considérations qui précèdent, la Commission a des doutes à ce stade que la mesure en cause soit compatible avec le marché commun. Par conséquent, conformément à l'article 6 du règlement (CE) no 659/1999 du Conseil du 22 mars 1999 portant modalités d'application de l'article 93 du traité CE, la Commission invite la France, dans le cadre de la procédure prévue à l'article 88, paragraphe 2, du traité CE, à présenter ses observations et à fournir toute information utile pour l'évaluation des mesures dans un délai d'un mois à compter de la date de réception de la présente.

La Commission rappelle à la France l'effet suspensif de l'article 88, paragraphe 3, du traité CE et se réfère à l'article 14 du règlement (CE) no 659/1999 du Conseil qui prévoit que toute aide illégale pourra faire l'objet d'une récupération auprès de son bénéficiaire.

Par la présente, la Commission avise la France qu'elle informera les intéressés par la publication de la présente lettre et d'un résumé de celle-ci au Journal officiel de l'Union européenne. Elle informera également les intéressés dans les pays de l'AELE signataires de l'accord EEE par la publication d'une communication dans le supplément EEE du Journal officiel, ainsi que l'autorité de surveillance de l'AELE en leur envoyant une copie de la présente.»


(1)  Matra v. Commission (Aff. C-225/91), Rec. 1993, I -3203.

(2)  Voir par exemple décision de la Commission du 16 mai 2006 dans le cas no N45/2006 crédit d'impôt en faveur de la production phonographique.

(3)  JO C 45 du 17.2.1996, p. 5.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/27


ΚΡΑΤΙΚΉ ΕΝΊΣΧΥΣΗ — ΣΟΥΗΔΊΑ

Κρατική ενίσχυση C 46/2006 (πρώην N 347/2006) — Απαλλαγή από τον φόρο CO2 επί των καυσίμων που καταναλώνονται στις εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ

Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/08)

Με επιστολή της 8.11.2006, που αναδημοσιεύεται στην αυθεντική γλώσσα του κειμένου της επιστολής στις σελίδες που ακολουθούν την παρούσα περίληψη, η Επιτροπή κοινοποίησε στη Σουηδία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την προαναφερθείσα ενίσχυση.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί των μέτρων για τα οποία η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας περίληψης και της επιστολής που ακολουθεί, στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

State aid Registry

Rue de la Loi/Wetstraat, 200

B-1049 Brussels

Αριθμός φαξ: (32-2) 296 12 42.

Οι παρατηρήσεις αυτές θα κοινοποιηθούν στη Σουηδία. Το απόρρητο της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου μέρους που υποβάλλει τις παρατηρήσεις μπορεί να ζητηθεί γραπτώς, με μνεία των σχετικών λόγων.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

1.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Τα κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας επί της κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας θεσπίζονται στην οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας (2003/96/EΚ). Στη Σουηδία, δύο φόροι λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που προβλέπει η οδηγία: Ένας ενεργειακός φόρος και ένας φόρος επί των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Εφαρμόζονται διαφορετικοί εθνικοί φορολογικοί συντελεστές — ένας υψηλότερος για τα νοικοκυριά και τους τομείς των υπηρεσιών και της αστικής κεντρικής θέρμανσης (100 % ενεργειακός φόρος και 100 % φόρος επί των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα) και ένας χαμηλότερος για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία παραγωγής στο βιομηχανικό τομέα και καύσιμα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή θερμότητας σε μονάδες συνδυασμένης παραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας (0 % ενεργειακός φόρος και 21 % φόρος επί των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα). Μια ακόμα μείωση φόρου παρέχεται στις μεταποιητικές επιχειρήσεις στη βιομηχανία υψηλής έντασης ενέργειας εάν η αξία των ορυκτών καυσίμων που χρησιμοποιούν στην παραγωγή υπερβαίνει το 0,8 % της αξίας των πωλήσεων των παραγόμενων προϊόντων. Οι μειώσεις του φόρου επί των καυσίμων που χρησιμοποιούνται στη μεταποιητική βιομηχανία και στις μονάδες συνδυασμένης παραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας αποτέλεσαν αντικείμενα αποφάσεων έγκρισης κρατικών ενισχύσεων. Σύμφωνα με την οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας (2003/87/EΚ), το σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ («EU ETS») τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2005. Η οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας καλύπτει ορισμένες ενεργειακές δραστηριότητες αλλά και ορισμένους κλάδους της βιομηχανικής παραγωγής, και υποχρεώνει τους φορείς εκμετάλλευσης των εγκαταστάσεων που καλύπτονται από το σύστημα EU ETS (εγκαταστάσεις ETS) σε κατάθεση των δικαιωμάτων για τις οικείες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Τα δικαιώματα είτε κατανέμονται δωρεάν στο φορέα εκμετάλλευσης στην αρχή κάθε περιόδου εμπορίας είτε αγοράζονται από το φορέα εκμετάλλευσης σε δημοπρασία ή/και στην αγορά. Κατά την πρώτη περίοδο εμπορίας, η οποία άρχισε τον Ιανουάριο του 2005 και θα ολοκληρωθεί τον Δεκέμβριο του 2007, η Σουηδία αποφάσισε να κατανείμει δωρεάν όλα τα δικαιώματα εκπομπών.

Το κοινοποιηθέν μέτρο συνίσταται σε φορολογικές ελαφρύνσεις για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στις εγκαταστάσεις ETS. Προτείνεται να επωφεληθούν διάφοροι τύποι εγκαταστάσεων ETS στο μεταποιητικό τομέα από τα ακόλουθα διαφορετικά επίπεδα φορολογικών ελαφρύνσεων:

Τα καύσιμα που καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής σε βιομηχανικές δραστηριότητες και τα καύσιμα που καταναλώνονται για την παραγωγή θερμότητας σε ορισμένες υπεραποδοτικές μονάδες συνδυασμένης παραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας προτείνεται να απαλλάσσονται πλήρως τόσο από το φόρο CO2 όσο και από τον ενεργειακό φόρο.

Τα καύσιμα που καταναλώνονται σε άλλες μονάδες συνδυασμένης παραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας προτείνεται να απαλλάσσονται πλήρως από τον ενεργειακό φόρο και να επιβαρύνονται με το 7 % του φόρου CO2.

Τα καύσιμα που καταναλώνονται σε άλλες εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το σύστημα EU ETS, δηλ. σε μονάδες παραγωγής θερμότητας, προτείνεται να συνεχίσουν να επιβαρύνονται με το 100 % του ενεργειακού φόρου και με το 86 % του φόρου CO2.

Το κοινοποιηθέν μέτρο θα είχε ως συνέπεια τα καύσιμα που εμπίπτουν στην πρώτη από τις τρεις προαναφερόμενες κατηγορίες να μην επιβαρύνονται με ενεργειακό φόρο κατά την έννοια της οδηγίας για τη φορολόγηση της ενέργειας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας που εφαρμόζεται για τα καύσιμα τα οποία χρησιμοποιούνται σε μη υπεραποδοτικές μονάδες συνδυασμένης παραγωγής ηλεκτρισμού και στα καύσιμα τα οποία χρησιμοποιούνται σε μονάδες αστικής κεντρικής θέρμανσης δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο των ελάχιστων φορολογικών επιπέδων που προβλέπονται στην οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας.

Στόχος του κοινοποιηθέντος μέτρου είναι η αποφυγή της διπλής ρύθμισης η οποία, κατά την άποψη των σουηδικών αρχών, πραγματοποιήθηκε λόγω της θέσπισης του συστήματος EU ETS. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η Σουηδία επιθυμεί να συμβάλει σε μια αποτελεσματική σε σχέση με το κόστος πολιτική για το κλίμα στο σύνολο της ΕΕ. Η γενική αρχή που διέπει τη σουηδική πολιτική για το κλίμα είναι η ρύθμιση της μείωσης των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα από εγκαταστάσεις ETS μόνον μέσω του συστήματος EU ETS και η σταδιακή κατάργηση του φόρου CO2. Το κοινοποιηθέν μέτρο αποτελεί το πρώτο βήμα για την κατάργηση του φόρου αυτού, ενώ η περαιτέρω απαλλαγή για τα καύσιμα που καταναλώνονται σε εγκαταστάσεις ETS θα εφαρμοστεί σταδιακά, όταν το επιτρέψει ο κρατικός προϋπολογισμός. Δικαιούχοι του καθεστώτος είναι οι επιχειρήσεις, οιουδήποτε μεγέθους και σε οιαδήποτε περιφέρεια, οι οποίες πραγματοποιούν δραστηριότητες σε εγκαταστάσεις ETS. Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των δικαιούχων ανέρχεται σε 101-500. Ο προβλεπόμενος προϋπολογισμός είναι 358 εκατ. SEK (περί τα 38 εκατ. ευρώ) ετησίως και 2,258 δισ. SEK (περί τα 239 εκατ. ευρώ) συνολικά. Η διάρκεια του κοινοποιηθέντος καθεστώτος είναι από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 31η Δεκεμβρίου 2011.

2.   ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

2.1   Ύπαρξη ενίσχυσης δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ

Η κοινοποιηθείσα απαλλαγή από το φόρο συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα για τους δικαιούχους, καθόσον τους απαλλάσσει από δαπάνες που θα έπρεπε κανονικά να καλύψουν από τον προϋπολογισμό λειτουργίας τους. Καθώς υπάρχουν αμφιβολίες, λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό της «φύσης και της οικονομίας του συστήματος» (1), εάν η μείωση του φόρου μπορεί να δικαιολογηθεί στη βάση αυτή, και καθώς φαίνεται ότι πληρούνται τα σχετικά κριτήρια που προβλέπει το άρθρο 87 παράγραφος 1, η Επιτροπή κρίνει κατά το παρόν στάδιο ότι το μέτρο πρέπει να χαρακτηριστεί ως κρατική ενίσχυση.

2.2   Συμβατότητα της ενίσχυσης με την κοινή αγορά

Η Επιτροπή αμφιβάλλει εάν οι απαλλαγές που προτείνονται από τις σουηδικές αρχές μπορούν να εγκριθούν βάσει του πλαισίου σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Το σημείο 51.1 β) δεν μπορεί να εφαρμοστεί δεδομένου ότι ο φόρος που καταβάλλεται από τις επιχειρήσεις στο πλαίσιο του προτεινόμενου καθεστώτος είναι χαμηλότερος του ελάχιστου κοινοτικού που προβλέπεται στην οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας. Δεν φαίνεται εξάλλου να πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο σημείο 51.1 α), καθώς οι δικαιούχες επιχειρήσεις δεν αναλαμβάνουν εκουσίως δεσμεύσεις, ούτε συνάπτουν συμφωνίες.

Η Επιτροπή αμφιβάλλει εξάλλου ότι οι προτεινόμενες παρεκκλίσεις θα μπορούσαν να γίνουν δεκτές δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ, προβάλλοντας την υποτιθέμενη ανάγκη εξάλειψης της διπλής ρύθμισης. Η Επιτροπή διατυπώνει αμφιβολίες κατά το παρόν στάδιο σχετικά με τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει για την ανάλυσή της η ύπαρξη διπλής ρύθμισης, και διερωτάται εάν αυτή θα αποτελούσε λόγο απαλλαγής από το φόρο CO2 σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. Ειδικότερα, οι ανησυχίες της Επιτροπής εντοπίζονται στα εξής:

Η οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας και το ETS αποτελούν δύο ξεχωριστά όργανα της κοινοτικής νομοθεσίας, τα οποία ενώ επιδιώκουν εν μέρει τον ίδιο στόχο πολιτικής, και συγκεκριμένα την ενσωμάτωση των εξωτερικών στοιχείων κόστους των εκπομπών CO2, έχουν παράλληλα αποκλίνοντες στόχους. Αυτό ισχύει ιδίως για τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας, πρωταρχικός στόχος των οποίων είναι η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Ωστόσο, τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της συμμόρφωσής τους με την οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας, έχουν τη διακριτική ευχέρεια να επιβάλλουν διάφορους φόρους, όπως για παράδειγμα φόρους CO2, ο στόχος των οποίων μπορεί να ταυτίζεται με εκείνον του ETS. Οι εθνικές προσεγγίσεις διαφέρουν, και μόνον σε ορισμένα κράτη μέλη οι φόροι που περιλαμβάνονται στα ελάχιστα επίπεδα λαμβάνουν εν μέρει τη μορφή φόρου CO2. Στις περιπτώσεις όπου ο φόρος CO2 επιβάλλεται στο πλαίσιο της συμμόρφωσης με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει η οδηγία για τη φορολόγηση της ενέργειας, όπως στην περίπτωση της Σουηδίας, η απαλλαγή από έναν τέτοιο φόρο CO2 θα μπορούσε να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά εντείνοντας τη διαφοροποίηση των φόρων σε έναν τομέα όπου εφαρμόζεται η εναρμόνιση της νομοθεσίας σε κοινοτικό επίπεδο, με ιδιαίτερο στόχο την επίτευξη της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με ίσους όρους ανταγωνισμού για τους φορείς της αγοράς.

Επιπλέον, η Επιτροπή θεωρεί ότι όταν χορηγείται κρατική ενίσχυση στον τομέα του περιβάλλοντος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Η απαλλαγή όλων των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στο σύστημα EU ETS από ένα τέτοιο φόρο CO2, ενδέχεται να μη δικαιολογείται, καθόσον η απαλλαγή επιχειρήσεων που έχουν λάβει δικαιώματα εκπομπής δωρεάν, ενδέχεται να αντίκειται στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Αφετέρου δε, η απαλλαγή από τον φόρο CO2 εκείνων των επιχειρήσεων που χρειάζεται να αγοράσουν πρόσθετα δικαιώματα επειδή πρέπει να καλύψουν την επιπλέον ρύπανση που προκαλούν, αντίκειται ενδεχομένως στην περιβαλλοντική λογική — καθώς μπορεί να συνεπάγεται παροχή πλεονεκτήματος σε επιχειρήσεις που δεν πραγματοποίησαν επενδύσεις και δεν περιόρισαν ή και αύξησαν τη ρύπανση που προκαλούν.

Επιπλέον, η Επιτροπή πρέπει επιπλέον να αξιολογήσει κατά πόσον η διπλή ρύθμιση προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού και εάν αυτή η προβαλλόμενη στρέβλωση αποβαίνει σε βάρος των σουηδικών επιχειρήσεων ιδίως, όπως φαίνεται ότι υποστηρίζουν οι σουηδικές αρχές. Η Επιτροπή χρειάζεται να διερευνήσει περαιτέρω εάν εταιρίες επιβαρύνονται με κόστος υψηλότερο από το φόρο CO2 για τη ρύπανση που προκαλούν, σε περιπτώσεις όπου πρέπει να αγοράσουν δικαιώματα και ταυτόχρονα να καταβάλουν το φόρο CO2 για τις ίδιες εκπομπές. Αφετέρου δε, σε περιπτώσεις όπου τα δικαιώματα έχουν κατανεμηθεί δωρεάν και δεν επιβάλλεται φόρος επί των εκπομπών, δεν χρειάζεται να εφαρμοστεί η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Κατά την αξιολόγηση της συνολικής οικονομικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στο σύστημα ΕU ETS σε σύγκριση με την αντίστοιχη των επιχειρήσεων που δεν συμμετέχουν, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα κράτη μέλη καθορίζουν τις συνολικές ποσοστώσεις εκπομπών και χρειάστηκε να κατανείμουν δωρεάν στις επιχειρήσεις τουλάχιστον το 95 % των δικαιωμάτων κατά την πρώτη περίοδο εμπορίας.

Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι ο στόχος του EU ETS είναι ακριβώς να περιορίσει τις εκπομπές CO2 θεσπίζοντας για τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις ένα οικονομικό κίνητρο για τον περιορισμό των εκπομπών που αποτελούν συνέπεια του αυστηρού συνολικού ορίου εκπομπών. Προκειμένου να αξιολογήσει εάν υπάρχει ενδεχόμενη στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω συνεπακόλουθης φορολογίας CO2, η Επιτροπή θα χρειαστεί να προβεί σε ενδελεχή ανάλυση των οικονομικών επιπτώσεων από την εφαρμογή του συστήματος EU ETS στη Σουηδία. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα χρειαζόταν περαιτέρω ενημέρωση για τους μηχανισμούς που προβλέπονται ενδεχομένως από τις αρχές της Σουηδίας για τη διαπίστωση της ύπαρξης και τον προσδιορισμό, στο επίπεδο κάθε επιχείρησης, του ύψους της πιθανής πρόσθετης επιβάρυνσης πέραν του φόρου CO2, ούτως ώστε να διασφαλίσει ότι μόνον οι επιχειρήσεις που υφίστανται πραγματικά, τουλάχιστον εν μέρει, μια τέτοια επιβάρυνση, θα απαλλαγούν από αυτή μέσω των κοινοποιηθεισών φορολογικών απαλλαγών.

Η Επιτροπή πρέπει επιπλέον να αξιολογήσει εάν η προτεινόμενη μείωση του φόρου είναι συμβατή με το άρθρο 17 της οδηγίας για τη φορολόγηση της ενέργειας, και για το σκοπό αυτό καλεί τη Σουηδία να υποβάλει συμπληρωματικές πληροφορίες.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

«Kommissionen önskar underrätta Sverige om att den, efter att ha granskat uppgifter som tillhandahållits av Era myndigheter om det ovannämnda stödet, har beslutat inleda det förfarande som anges i artikel 88.2 i EG-fördraget.

1.   FÖRFARANDE

(1)

Genom en skrivelse av den 6 juni 2006, som registrerades hos kommissionen samma dag, anmälde de svenska myndigheterna den nedan beskrivna åtgärden till kommissionen. Genom en skrivelse av den 10 juli 2006 begärde kommissionen kompletterande upplysningar. Sverige inkom med kompletterande upplysningar genom skrivelser av den 11 september 2006 och den 18 september 2006, som registrerades hos kommissionen samma dagar.

2   DETALJERAD BESKRIVNING AV ÅTGÄRDEN

2.1   Bakgrund till den anmälda stödordningen

(2)

Gemenskapens minimiskattenivåer för förbrukning av energiprodukter och elektricitet fastställs i rådets direktiv 2003/96/EG av den 27 oktober 2003 om en omstrukturering av gemenskapsramen för beskattning av energiprodukter och elektricitet (2) (nedan kallat energiskattedirektivet). I Sverige räknas två olika skatter in i minimiskattenivåerna enligt direktivet, nämligen en energiskatt och en koldioxidskatt. Olika nationella skattenivåer tillämpas, en högre nivå för hushållen och tjänste- och fjärrvärmesektorn (100 % energiskatt och 100 % koldioxidskatt) och en lägre nivå för bränsle som används i tillverkningsprocesser inom industrin och bränsle som används för värmeproduktion i kraftvärmeanläggningar (0 % energiskatt och 21 % koldioxidskatt). En extra skattenedsättning beviljas tillverkningsföretag inom energiintensiv industri om värdet på det fossila bränsle de använder inom produktionen överstiger 0,8 % av försäljningsvärdet på de varor som tillverkas. Den högsta skatten på sådant bränsle uppgår till 0,8 % av försäljningsvärdet plus 24 % av det skattebelopp som ursprungligen översteg sistnämnda belopp. Skattenedsättningarna för bränsle som används inom tillverkningsindustrin och för bränsle som används i kraftvärmeanläggningar har tidigare godkänts som statligt stöd enligt följande tabell:

Förbrukningssektor

Aktuell situation

Godkännande av statligt stöd

1.

Tillverkningsindustri

 

 

a)

Energiintensiv industri

0 % energiskatt; 21 % koldioxidskatt + extra nedsättning av koldioxidskatten enligt 0,8 %-regeln

N 588/2005 + N 595/2005; EU:s minimiskattenivåer iakttas

b)

Icke energiintensiv industri

0 % energiskatt; 21 % koldioxidskatt

N 588/2005; EU:s minimiskattenivåer iakttas

2.

Värmeproduktion i kraftvärmeanläggningar

0 % energiskatt; 21 % koldioxidskatt

N 594/2005; EU:s minimiskattenivåer iakttas

3.

Fjärrvärmeproduktion och tjänstesektorn

100 % energiskatt; 100 % koldioxidskatt

 

(3)

I enlighet med Europaparlamentets och rådets direktiv 2003/87/EG av den 13 oktober 2003 om ett system för handel med utsläppsrätter för växthusgaser inom gemenskapen och om ändring av rådets direktiv 96/91/EG (3) (nedan kallat direktivet om handel med utsläppsrätter), trädde EU:s system för handel med utsläppsrätter (nedan kallat EU:s utsläppshandelssystem) i kraft den 1 januari 2005.Direktivet om handel med utsläppsrätter omfattar vissa energiverksamheter och viss industriproduktion. I direktivet krävs att de som driver anläggningar som omfattas av EU:s utsläppshandelssystem skall överlämna utsläppsrätter för sina utsläpp av växthusgaser. Utsläppsrätterna delas ut avgiftsfritt till operatören i början av varje handelsperiod eller köps av operatören på auktion och/eller på marknaden. Under den första handelsperioden, som började löpa i januari 2005 och pågår till december 2007, var medlemsstaterna skyldiga att dela ut minst 95 % av utsläppsrätterna avgiftsfritt (4). Sverige valde att dela ut alla utsläppsrätter avgiftsfritt.

2.2   Den anmälda stödordningen

(4)

Den anmälda stödordningen består av skattelättnader för bränsle som används i anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet. Det föreslås att olika typer av sådana anläggningar inom tillverkningssektorn och energisektorn skall omfattas av följande skattelättnader:

Bränsle som förbrukas i samband med tillverkningsprocesser inom industriell verksamhet och bränsle som förbrukas för värmeproduktion i vissa högeffektiva kraftvärmeanläggningar skulle helt befrias från både koldioxidskatt och energiskatt (en extra nedsättning av koldioxidskatten med 21 procentenheter jämfört med dagens situation). De svenska myndigheterna har åtagit sig att tillämpa denna fullständiga befrielse endast på företag som uppfyller villkoren för energiintensiva företag enligt artikel 17.1 a i energiskattedirektivet.

Bränsle som förbrukas i andra kraftvärmeanläggningar skulle helt befrias från energiskatt och betala 7 % av koldioxidskatten (en extra nedsättning av koldioxidskatten med 14 procentenheter jämfört med dagens situation).

Bränsle som förbrukas i andra anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet, det vill säga värmeverk, skulle fortsätta betala full energiskatt och betala 86 % av koldioxidskatten (en extra nedsättning av koldioxidskatten med 14 procentenheter jämfört med dagens situation).

(5)

Den anmälda åtgärden skulle leda till en situation där bränslen i den första av de tre nämnda kategorierna inte skulle omfattas av någon energiskatt enligt energiskattedirektivet. De svenska myndigheterna har dock uppgivit att skattenivån för bränsle som används för värmeproduktion i kraftvärmeanläggningar som inte är högeffektiva och för bränslen som används i fjärrvärmeanläggningar kommer att följa minimiskattenivåerna i energiskattedirektivet, vilket illustreras i följande tabell:

Förbrukning

Tung eldningsolja, skatt/m3

Kol, skatt/1 000 kg

Naturgas, skatt/1 000 m3

Gasol, skatt/1 000 kg

SEK

euro

SEK

euro

SEK

euro

SEK

euro

Värmeproduktion i kraftvärmeanläggningar:

Energiskatt

0

0

0

0

0

0

0

0

Koldioxidskatt

184

20

160

17

138

15

193

21

Summa

184

20

160

17

138

15

193

21

Fjärrvärmeanläggningar:

Energiskatt

739

79

315

34

239

26

145

16

Koldioxidskatt

2256

242

1963

211

1690

182

2373

255

Summa

2995

321

2278

245

1929

208

2518

271

EU:s minimiskattenivå

130

14

38

4

49

5

0

0

(6)

Anmälan i detta ärende omfattar de ovan beskrivna skattelättnaderna bara i den mån lättnaderna avser bränslen som används i anläggningar som omfattas av EU:s utsläppshandelssystem, men där användningen av energiprodukter inte omfattas av första, andra och femte strecksatsen i artikel 2.4 b i energiskattedirektivet. Enligt de bestämmelserna gäller direktivet inte användningen av energiprodukter som används för andra ändamål än som motorbränslen eller som bränslen för uppvärmning, dubbel användning av energiprodukter och mineralogiska processer.

2.3   Syftet med den anmälda stödordningen

(7)

Syftet med den anmälda stödordningen är att undvika de dubbla styrmedel som enligt de svenska myndigheterna uppkommit på grund av att EU:s utsläppshandelssystem införts. De svenska myndigheterna vill således bidra till en kostnadseffektiv klimatpolitik för EU som helhet.

(8)

Det övergripande syftet med den svenska klimatpolitiken är att enbart med hjälp av EU:s utsläppshandelssystem reglera minskningen av koldioxidutsläpp från anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet och att så småningom avskaffa koldioxidskatten. Den anmälda stödordningen är det första steget mot att avskaffa koldioxidskatten. Enligt planerna skall befrielsen från koldioxidskatt på resten av det bränsle som förbrukas i anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet införas successivt, när statsbudgeten tillåter det.

2.4   Rättslig grund

(9)

Den rättsliga grunden för de föreslagna skattenedsättningarna är ett förslag till lag om ändring i 6 a kap. 1 § 15–17 lagen (1994:1776) om skatt på energi.

2.5   Stödmottagare

(10)

Stödmottagare är företag, av alla storlekar och i alla regioner, som bedriver verksamhet i anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet. Stödmottagarna är verksamma inom följande sektorer:

 

Nace-kod

 

DA 15 – Livsmedels- och dryckesvaruframställning

 

DB 17 – Textilvarutillverkning

 

DD2 – Tillverkning av trä och varor av trä, kork, rotting o.d. utom möbler, Tillverkning av varor av halm och flätningsmaterial.

 

DE21 – Massa-, pappers- och pappersvarutillverkning.

 

DG24 – Tillverkning av kemikalier och kemiska produkter

 

DH25 – Tillverkning av gummi- och plastvaror

 

DM34.1 – Tillverkning av motorfordon

 

E – El-, gas- och vattenförsörjning

(11)

Antalet stödmottagare uppskattas till 101–500.

2.6   Budget och varaktighet

(12)

Den planerade årliga budgeten är 358 miljoner kronor (cirka 38 miljoner euro) och den totala budgeten 2 258 miljoner kronor (cirka 239 miljoner euro) (5). Den anmälda stödordningen löper från den 1 januari 2007 till den 31 december 2011.

3.   PRELIMINÄR BEDÖMNING

3.1   Förekomst av statligt stöd enligt artikel 87.1 i EG-fördraget

(13)

Selektiv nedsättning av skatter som tas ut av miljöskyddsskäl utgör i regel driftsstöd som omfattas av artikel 87 i EG-fördraget. Artikel 87 är tillämplig på stöd som ges av en medlemsstat eller med hjälp av statliga medel, av vilket slag det än är, som snedvrider eller hotar att snedvrida konkurrensen genom att gynna vissa företag eller viss produktion, i den utsträckning det påverkar handeln mellan medlemsstaterna.

(14)

Den anmälda skattelättnaden utgör en ekonomisk förmån för stödmottagarna och befriar dem från kostnader som normalt belastar deras driftsbudget. Stödordningen leder till bortfall av skatteintäkter och finansieras således med statliga medel.

(15)

Skattelättnaden gäller bara företag som omfattas av EU:s utsläppshandelssystem. De svenska myndigheterna har hävdat att det ligger i den svenska klimatförändringsstrategins natur och logik att avskaffa koldioxidskatten för anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet, eftersom den logiska ekonomiska grunden för den strategin är att tillämpa ett enda marknadsbaserat styrmedel i fall där fler styrmedel inte skulle leda till någon ytterligare minskning av utsläppen. Med hänsyn till definitionen av ‚systemets art och struktur‘, som fastställts i EG-domstolens rättspraxis (6) och antagits av kommissionen i dess meddelande av den 10 december 1998 om tillämpningen av reglerna om statligt stöd på åtgärder som omfattar direkt beskattning av företag (7), tvivlar kommissionen emellertid på att skattenedsättningen skulle vara berättigad på den grunden. Kommissionen konstaterar vidare att nedsättningen inte gäller lika för alla anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet, eftersom vissa av de berörda anläggningarna skulle fortsätta att betala 7 % respektive 86 % i koldioxidskatt. Kommissionen anser därför i det här skedet att stödet är selektivt.

(16)

De företag som gynnas av stödet är verksamma på marknader där det förekommer handel mellan medlemsstater. Det betyder att stödet snedvrider eller hotar att snedvrida konkurrensen på den inre marknaden. Kommissionen anser därför i det här skedet att villkoren i artikel 87.1 i fördraget är uppfyllda.

3.2   Stödets förenlighet med den gemensamma marknaden

(17)

Statligt stöd enligt definitionen i artikel 87.1 anses oförenligt med den gemensamma marknaden om det inte omfattas av något av de undantag som anges i fördraget. Ett av undantagen är artikel 87.3 c, enligt vilket stöd för att underlätta utveckling av vissa näringsverksamheter eller vissa regioner kan anses vara förenligt med den gemensamma marknaden, när det inte påverkar handeln i negativ riktning i en omfattning som strider mot det gemensamma intresset. Kommissionen har antagit gemenskapens riktlinjer för statligt stöd till skydd för miljön (8) (nedan kallade miljöstödsriktlinjerna) för att med hjälp av dem kunna bedöma om statligt stöd på miljöområdet är förenligt med den gemensamma marknaden enligt den artikeln.

3.2.1   Tillämpliga bestämmelser i miljöstödsriktlinjerna

(18)

Avsnitt E.3.2 i miljöstödsriktlinjerna innehåller regler för bedömning av om driftsstöd i form av nedsättningar eller befrielser från miljöskatter är förenligt med den gemensamma marknaden. Enligt punkt 51.1 b i miljöstödsriktlinjerna kan en nedsättning av en miljöskatt som avser en harmoniserad gemenskapsskatt vara berättigad om det belopp företaget betalar efter nedsättningen fortfarande är högre än gemenskapens harmoniserade minimibelopp.

(19)

Enligt punkt 51.1 a i miljöstödsriktlinjerna kan också befrielser från miljöskatter som underskrider gemenskapens harmoniserade miniminivåer vara berättigade, om stödmottagarna har ingått frivilliga avtal genom vilka de åtar sig att uppnå miljöskyddsmål under den period för vilken befrielserna gäller. Medlemsstaterna måste noggrant kontrollera att företagen fullgör sina åtaganden, och avtalen måste innehålla föreskrifter om vilka straff som blir följden om åtagandena inte fullgörs. Den bestämmelsen är också tillämplig när en medlemsstat förenar en skattenedsättning med villkor som har samma effekt som sådana frivilliga avtal eller åtaganden.

(20)

Punkt 51.1 i riktlinjerna är tillämplig på nya skatter men kan enligt punkt 51.2 också tillämpas på befintliga skatter, under förutsättning att skatten har en betydande positiv effekt när det gäller miljöskydd och att undantaget har blivit nödvändigt till följd av en betydande förändring av de ekonomiska betingelserna som försatte företagen i en särskilt svår konkurrenssituation.

3.2.2   Tillämpliga bestämmelser i energiskattedirektivet

(21)

Undantag från harmoniserade miljöskatter kan bara godkännas enligt miljöstödsriktlinjerna om de också är tillåtna enligt det berörda harmoniseringsdirektivet. Den åtgärd som anmälts av Sverige kan således godkännas bara i den mån den är förenlig med energiskattedirektivet, genom vilket energibeskattningen har harmoniserats.

(22)

Enligt artikel 17.2 i energiskattedirektivet kan energiintensiva företag i den mening som avses i direktivet beviljas nedsättning av energiskatt ända ner till noll procent. I artikel 17.3 i samma direktiv tillåts skattenivåer ner till 50 % av direktivets miniminivåer för företag som inte är energiintensiva. Enligt artikel 17.4 tillåts en sådan nedsättning bara om stödmottagarna har ingått avtal eller genomfört system för handel med utsläppsrätter eller likvärdiga arrangemang, som leder till att miljömål uppnås, i stort sett motsvarande vad som skulle ha uppnåtts om gemenskapens vanliga minimiskattesatser hade iakttagits.

3.2.3   Argument som anförts av de svenska myndigheterna

(23)

De svenska myndigheterna har åberopat villkoret i artikel 17.4 i energiskattedirektivet och hävdat att förenligheten med detta kan bedömas genom att marginalkostnaderna för utsläppsminskningar som härrör från minimiskattesatserna respektive utsläppshandelssystemet jämförs. Eftersom marknadspriset för en utsläppsrättighet enligt de svenska myndigheterna är cirka 10 euro per ton koldioxid och gemenskapens genomsnittliga minimiskattesatser motsvarar en koldioxidskatt på omkring 5 euro per ton koldioxid, hävdar de svenska myndigheterna att marginalkostnaden för en utsläppsminskning är högre inom utsläppshandelssystemet jämfört med minimiskattesatserna, och att utsläppsminskningen inom utsläppshandelssystemet således är större än minskningen hade varit om minimiskattesatserna hade tillämpats. De svenska myndigheterna har dessutom gjort gällande att villkoren för en skattebefrielse i enlighet med artikel 17 i energiskattedirektivet är uppfyllda.

(24)

Enligt de svenska myndigheterna omfattas en skattebefrielse för bränslen som används i anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet av villkor som har samma effekt som frivilliga avtal i den mening som avses i punkt 51.1 a i miljöstödsriktlinjerna. Enligt dem är den tillämpliga bestämmelsen inriktad på miljöeffekten och föreskriver inte på något sätt att villkoren måste vara frivilliga. De svenska myndigheterna hävdar att miljövinsten av EU:s utsläppshandelssystem är känd på förhand, vilket är en fördel jämfört med att använda skattestyrmedlet, och att det saknar betydelse att miljöskyddssyftet uppnås genom ett obligatoriskt EU-system snarare än genom ett frivilligt avtal mellan ett enskilt företag och en medlemsstat.

(25)

Skulle kommissionen finna att den anmälda åtgärden inte kan godkännas med hänsyn till miljöstödsriktlinjerna, anser de svenska myndigheterna i alla händelser att den uppfyller villkoren för ett undantag enligt artikel 87.3 i EG-fördraget och därför är förenlig med den gemensamma marknaden genom direkt tillämpning av fördraget tillsammans med artikel 17 i energiskattedirektivet, eftersom den ekonomiska logiken och EU:s övergripande miljöskyddsmål talar mycket starkt för att en koldioxidskatt på bränslen som används i anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet bör avskaffas. De svenska myndigheterna anser att de gällande miljöstödsriktlinjerna inte är fullt tillämpliga på åtgärder som vidtas i samband med EU:s utsläppshandelssystem, eftersom riktlinjerna antogs före direktivet om handel med utsläppsrätter. Att inte vidta åtgärder för att minimera samhällets kostnader för en gemensam tillämpning av EU:s utsläppshandelssystem och koldioxidskatten skulle enligt dem strida mot gemenskapens rättsuppfattning. Enligt de svenska myndigheterna leder de dubbla styrmedlen i form av samtidig tillämpning av beskattning och utsläppshandel till ökade kostnader både för enskilda operatörer och för samhället, och det faktum att de dubbla styrmedlen åsamkar samhället kostnader bör kunna motivera ett avskaffande av koldioxidskatten.

(26)

De svenska myndigheterna gör gällande att alla marginalskatter, till exempel en koldioxidskatt eller någon annan indirekt skatt som beräknas utifrån mängden förbrukat bränsle, snedvrider priset på utsläppsrätterna och leder till att utsläppsminskningarna sprids ineffektivt över utsläppshandelssystemet. De gör därför gällande att eventuella övervinster som härrör från en fri fördelning av utsläppsrätter bör fångas in genom en schablonskatt för att undvika en sådan snedvridning av marginalbeteendet inom utsläppshandelssystemet. Den begränsning av koldioxidutsläppen som fastställs genom utsläppshandelssystemet åsamkar kostnader för de operatörer som deltar i systemet, för det första i form av extra kostnader för att köpa nödvändiga utsläppsrätter utöver fördelade utsläppsrätter och för det andra i form av högre elpriser på grund av den begränsning som fastställts för utsläpp från elproduktion som grundar sig på fossila bränslen och det faktum att en eventuell ökning av marginalkostnaden för elproduktion också påverkar marknadspriset på elektricitet.

(27)

Enligt de svenska myndigheterna snedvrids prismekanismen av beskattning inom utsläppshandelssystemet utan att det ger några miljöfördelar. De anser att en samtidig tillämpning av beskattning och utsläppshandel inte påverkar de totala utsläppen inom utsläppshandelssystemet, eftersom den totala utsläppsnivån avgörs av mängden fördelade utsläppsrätter, och ett eventuellt överskott på utsläppsrätter kommer bara att säljas på marknaden och leda till en ökning av utsläppen inom en annan del av systemet. Det påverkar dock marginalkostnaden för utsläppsminskningar och därmed den totala kostnaden för att nå målet att minska utsläppen. De svenska myndigheterna anser att en samtidig tillämpning av de båda styrmedlen leder till att utsläppsminskningarna fördelas ineffektivt över utsläppshandelssystemet, och resultatet blir att den totala kostnaden för att nå EU:s mål för utsläppsminskningar kommer att öka.

(28)

De svenska myndigheterna gör gällande att snedvridningarna i det långa loppet kommer att påverka investeringarna och därmed till vilken ort framtida produktionskapacitet kommer att förläggas inom de sektorer som omfattas av utsläppshandelssystemet. De europeiska företagens konkurrenskraft på den internationella marknaden kommer att försvagas. Den samtidiga tillämpningen av beskattning och utsläppshandel kommer att leda till att kostnaderna för att minska utsläppen kommer att vara högre än minskningens marknadsvärde. Det är ett ineffektivt sätt att fördela resurser som leder till förlorat välstånd, det vill säga en kostnad för samhället.

(29)

De svenska myndigheterna har gett ett exempel där två operatörer omfattas av EU:s utsläppshandelssystem och där utsläppshandelssystemet inte innehåller någon skatt. I ett sådant fall kommer operatören med de lägre marginalkostnaderna för utsläppsminskningar att minska utsläppen mer, hävdar de svenska myndigheterna. Utsläppsminskningarna kommer att fördelas optimalt eftersom varje operatör kommer att minska utsläppen tills de har samma marginalkostnader för minskningen. De svenska myndigheterna hävdar att om en av operatörerna är skyldig att betala en viss skatt kommer de ökade marginalkostnaderna för en utsläppsminskning att sporra den operatören att minska utsläppen mer och därmed göra det möjligt för denne att sälja utsläppsrätter på marknaden, vilket leder till lägre marknadspriser på utsläppsrätter. Det gör det möjligt för andra operatörer med potentiellt lägre marginalkostnader för utsläppsminskningar att köpa och använda utsläppsrätter. Denna ineffektiva resursfördelning leder till förlorat välstånd för samhället. Principskälen för en koldioxidskatt är i praktiken också tillämpliga på andra typer av energiskatter inom EU:s utsläppshandelssystem, eftersom energiskattedirektivet inte gör någon åtskillnad mellan olika slag av indirekta skatter (utom mervärdesskatt) som beräknas utifrån mängden energiprodukter och elektricitet när de frisläpps för konsumtion.

(30)

De svenska myndigheterna gör gällande att om skattebasen och den skattesats som tillämpas harmoniserades fullständigt inom EU-25 för bränslen som förbrukas i de berörda anläggningarna och om skattebasen motsvarade räckvidden för EU:s utsläppshandelssystem, skulle de dubbla styrmedlen inte störa utsläppshandelssystemets funktion, eftersom det bara skulle leda till lägre priser på utsläppsrätter tack vare mindre efterfrågan på eller större utbud på utsläppsrätter. Enligt de svenska myndigheterna omfattar den obligatoriska beskattningen på EU-nivå emellertid bara delar av de bränslen som ger upphov till koldioxidutsläpp som omfattas av EU:s utsläppshandelssystem, och det faktum att beskattningen inte tillämpas lika inom utsläppshandelssystemet snedvrider systemets funktion. Möjligheten till nollbeskattning enligt artikel 17.4 i energiskattedirektivet är väsentlig. De svenska myndigheterna hävdar vidare att i Sverige utgör utsläppen från industrisektorn 80 % av den totala mängden fördelade utsläppsrätter, medan situationen för hela EU-25 är att 70 % av de utsläpp som omfattas av utsläppshandelssystemet härrör från fossila bränslen som används inom energisektorn.

(31)

De svenska myndigheterna anser att tillämpningen av koldioxidskatten utöver EU:s utsläppshandelssystem inte kommer att leda till någon ytterligare minskning av den totala mängden utsläpp inom EU, eftersom den mängden fastställs på förhand. De gör gällande att svenska företag kommer att minska sina utsläpp mer än utländska företag som inte ålagts någon skatt, eftersom de svenska företagen har högre kostnader för utsläpp på grund av skatten på bränslen som förbrukas i anläggningar som omfattas av utsläppshandelssystemet. Enligt de svenska myndigheternas uppfattning kommer beskattningen bara att leda till en situation där företag i olika medlemsstater åsamkas olika kostnader för sina koldioxidutsläpp. Den grundläggande prismekanismen i utsläppshandelssystemet – som går ut på att alla företag möter samma kostnad för att släppa ut koldioxid – sätts ur spel. Då finns det inte längre någon garanti för att utsläppsminskningarna sker till lägsta möjliga kostnad. Konkurrensen snedvrids till nackdel för svenska företag, som kommer att ha en relativt sett högre kostnad för sina utsläpp, och samma grad av miljöstyrning uppnås till en högre kostnad. Förekomsten av kostnadsineffektiva miljörelaterade styrmedel är ett hinder för att nå målen för Lissabonstrategin.

(32)

De svenska myndigheterna påpekar vidare att kommissionen har godkänt den nationella allokeringsplan (NAP) som Sverige anmälde i enlighet med direktivet om handel med utsläppsrätter, och därmed godkänt en viss nivå av koldioxidutsläpp i Sverige. Att kräva att Sverige skall ha kvar sin koldioxidskatt skulle enligt de svenska myndigheterna i praktiken innebära att Sverige måste minska sina utsläpp ytterligare. De svenska myndigheterna anser dock att kommissionen måste anses ha avhänt sig den möjligheten när den godkände den utsläppsnivå som skulle bli följden av den svenska allokeringsplanen.

(33)

Påföljderna för brott mot lagen (2004:1199) om handel med utsläppsrätter, genom vilken direktivet om handel med utsläppsrätter införlivades i svensk lagstiftning, fastställs i lagen och uppfyller de krav på påföljder som föreskrivs i punkt 51.1 a i miljöstödsriktlinjerna.

3.2.4   Kommissionens tvivel

Förenlighet med miljöstödsriktlinjerna

(34)

Kommissionen betvivlar att de undantag som de svenska myndigheterna föreslår kan godkännas på grundval av miljöstödsriktlinjerna. Punkt 51.1 b är inte tillämplig, eftersom den skatt som företagen skulle betala enligt den föreslagna stödordningen skulle ligga under miniminivåerna enligt energiskattedirektivet. Inte heller villkoren i punkt 51.1 a förefaller vara uppfyllda, eftersom de företag som gynnas av stödet inte skulle ingå frivilliga åtaganden eller avtal. För att ett företag skall beviljas en skattenedsättning måste det vidta åtgärder som går utöver fullgörandet av en harmoniserad EU-skyldighet. EU:s utsläppshandelssystem utgör emellertid en obligatorisk standard i alla medlemsstater, och därför kan förenligheten med det systemet inte betraktas som en tillräcklig miljöinsats som tillåter statligt stöd.

(35)

Sammanfattningsvis tvivlar kommissionen på att de föreslagna skattelättnaderna – som underskrider gemenskapens minimiskattesatser och inte medför någon miljövinst som går utöver de krav gemenskapen ställer – är förenliga med miljöstödsriktlinjerna.

Förenlighet med den gemensamma marknaden enligt artikel 87.3 c i EG-fördraget på grundval av en ekonomisk bedömning av det påstådda behovet av att avskaffa dubbla styrmedel

(36)

När det gäller möjligheten att godkänna den anmälda stödordningen på grundval av behovet att avskaffa de dubbla styrmedel som de svenska myndigheterna hänvisar till anser kommissionen att principen om att förorenaren betalar måste beaktas när statligt stöd beviljas på miljöområdet.

(37)

Kommissionen tvekar i detta skede beträffande hur förekomsten av dubbla styrmedel kan komma att påverka dess bedömning och huruvida den kan berättiga till en befrielse från koldioxidskatt enligt reglerna om statligt stöd. Kommissionen har särskilt följande betänkligheter:

Energiskattedirektivet och utsläppshandelssystemet är två separata instrument i gemenskapens lagstiftning. Även om de delvis har samma politiska mål, nämligen att internalisera de externa kostnaderna för koldioxidutsläpp, har de också skilda syften. Det gäller särskilt minimiskattenivåerna, vars primära syfte är att få den inre marknaden att fungera smidigt. För att uppfylla kraven i energiskattedirektivet kan medlemsstaterna dock ta ut olika skatter, till exempel koldioxidskatt, som kan ha samma syfte som utsläppshandelssystemet. De nationella strategierna skiljer sig från varandra, och det är bara i vissa medlemsstater som de skatter som ingår i miniminivåerna delvis utgörs av en koldioxidskatt. När en koldioxidskatt tas ut för att uppfylla kraven enligt minimiskattenivåerna i energiskattedirektivet, vilket är fallet i Sverige, kan en nedsättning av en sådan koldioxidskatt således snedvrida konkurrensen på den inre marknaden genom att öka skattedifferentieringen på ett område där skatteharmonisering har genomförts på gemenskapsnivå, framför allt i syfte att skapa en välfungerande inre marknad och lika villkor mellan aktörerna.

Att befria alla företag som deltar i utsläppshandelssystemet från en sådan koldioxidskatt kan vara oberättigat, eftersom det skulle kunna strida mot den nämnda principen om att förorenaren betalar, om företag som avgiftsfritt tagit emot utsläppstillstånd befrias från skatten. Å andra sidan kan det strida mot miljölogiken att en sådan koldioxidskatt sätts ned för de företag som måste köpa fler utsläppstillstånd därför att de behöver täcka sin extra förorening – det kan leda till att en förmån beviljas de företag som inte gjort investeringar och inte minskat sin förorening eller till och med förorenat mer.

(38)

Kommissionen måste dessutom bedöma i vilken utsträckning de dubbla styrmedlen snedvrider konkurrensen, och huruvida denna påstådda snedvridning särskilt drabbar svenska företag, vilket de svenska myndigheterna tycks hävda. Kommissionen behöver närmare undersöka möjligheten att företag kan åsamkas en högre kostnad än koldioxidskatten för sina föroreningar i fall där de måste köpa utsläppstillstånd och samtidigt betala koldioxidskatt för samma utsläpp. Å andra sidan kanske principen om att förorenaren betalar inte iakttas i en situation där tillstånden har tilldelats avgiftsfritt och det inte finns någon skatt på utsläpp.

(39)

Kommissionen anser att man vid bedömningen av den samlade finansiella bördan för de företag som deltar i EU:s utsläppshandelssystem jämfört med de företag som inte deltar måste ta hänsyn till att medlemsstaterna fastställer mängden totala utsläppskvoter och att de under den första handelsperioden var tvungna att dela ut minst 95 % av utsläppsrätterna avgiftsfritt till företagen.

(40)

Kommissionen betonar att syftet med EU:s utsläppshandelssystem är just att begränsa koldioxidutsläppen genom att ge de deltagande företagen ett ekonomiskt incitament att minska utsläpp, som härrör från restriktiviteten hos den totala utsläppsgränsen. För att kunna bedöma om samtidig koldioxidskatt eventuellt orsakar en snedvridning av konkurrensen skulle kommissionen i detalj behöva undersöka de ekonomiska konsekvenserna av att EU:s utsläppshandelssystem tillämpas i Sverige. I detta sammanhang skulle kommissionen vidare behöva ytterligare uppgifter om de mekanismer som de svenska myndigheterna kan ha planerat för att fastställa förekomsten av en eventuell extra börda utöver koldioxidskatten och, för varje enskilt företag, fastställa beloppet för denna samt säkerställa att bara företag som faktiskt drabbas, åtminstone delvis, av en sådan börda befrias från den genom de anmälda skatteundantagen.

(41)

Kommissionen hyser därför tvivel om huruvida den anmälda stödordningen kan anses förenlig med den gemensamma marknaden enligt artikel 87.3 c i EG-fördraget på grundval av det påstådda behovet av att avskaffa dubbla styrmedel.

Bedömning av stödordningen mot bakgrund av energiskattedirektivet

(42)

Kommissionen måste dessutom undersöka om den planerade skattenedsättningen är förenlig med artikel 17 i energiskattedirektivet. Därför begär kommissionen att Sverige kompletterar den information som redan lämnats när det gäller tillämpningen av artikel 17, särskilt med uppgifter för ekvivalenstestet i artikel 17.4 i energiskattedirektivet.

3.3   Slutsats

(43)

Kommissionens preliminära undersökning har således väckt tvivel beträffande förekomsten av statligt stöd i den mening som avses i artikel 87.1 i EG-fördraget. Kommissionen tvivlar vidare på att sådant potentiellt statligt stöd är förenligt med miljöstödsriktlinjerna och med den gemensamma marknaden enligt artikel 87.3 c i EG-fördraget på grundval av det påstådda behovet av att avskaffa dubbla styrmedel. Dessa tvivel gör det nödvändigt att undersöka frågan vidare, och kommissionen vill ha in synpunkter från de svenska myndigheterna och från andra berörda parter.

4.   BESLUT

Kommissionen underrättar härmed Sverige om att den efter att ha undersökt den information som de svenska myndigheterna lämnat i ärendet har beslutat att inleda ett formellt granskningsförfarande enligt artikel 88.2 i EG-fördraget.

Av ovan anförda skäl uppmanar kommissionen, i enlighet med det förfarande som anges i artikel 88.2 i EG-fördraget, Sverige att inom en månad för mottagandet av denna skrivelse inkomma med synpunkter och tillhandahålla alla upplysningar som kan bidra till bedömningen av stödet. Kommissionen uppmanar Era myndigheter att omedelbart översända en kopia av denna skrivelse till den potentiella stödmottagaren.

Kommissionen påminner Sverige om att artikel 88.3 i EG-fördraget har uppskjutande verkan och hänvisar till artikel 14 i rådets förordning (EG) nr 659/1999, som föreskriver att allt olagligt stöd kan återkrävas från mottagaren.

Kommissionen meddelar Sverige att den kommer att underrätta alla berörda parter genom att offentliggöra denna skrivelse och en sammanfattning av den i Europeiska unionens officiella tidning. Kommissionen kommer även att underrätta berörda parter i de Eftaländer som är avtalsslutande parter i EES-avtalet genom att offentliggöra ett tillkännagivande i EES-supplementet till Europeiska unionens officiella tidning, samt Eftas övervakningsmyndighet genom att skicka en kopia av denna skrivelse. De berörda parterna kommer att uppmanas att inkomma med synpunkter inom en månad från dagen för offentliggörandet.»


(1)  EUT L 283, 31.10.2003, s. 51.

(2)  EUT L 275, 25.10.2003, s. 32.

(3)  Under den andra perioden inom EU:s system för utsläppshandel, som inleds 2008, kommer medlemsstaterna att åläggas att dela ut minst 90 % av utsläppsrätterna avgiftsfritt.

(4)  Detta innefattar en årlig ökning med 2 % på grund av inflationen.

(5)  Senast bekräftad genom EG-domstolens dom i mål C-88/03, Portugal mot kommissionen (dom av den 6 september 2006).

(6)  EGT C 384, 16.2.1998, s. 3.

(7)  EGT C 37, 3.2.2001, s. 3.

(8)  Έχει θεσπιστεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου και επιβεβαιωθεί π.χ. στην απόφαση που αφορά την υπόθεση C-88/03 Δημοκρατία της Πορτογαλίας κατά Επιτροπής (απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2006), υιοθετήθηκε δε από την Επιτροπή στην ανακοίνωσή της της 10ης Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων, ΕΕ C 384 της 10.12.1998, σ. 3


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/38


ΚΡΑΤΙΚΉ ΕΝΊΣΧΥΣΗ — ΕΛΛΆΔΑ

Κρατική ενίσχυση C 44/2006 (πρώην N 614/2005) — Περιφερειακή ενίσχυση στον τομέα της υφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος στην Ελλάδα

Ανακοίνωση για δημοσίευση στην ΕΕ με γνώμονα το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/09)

Με επιστολή της 24ης Οκτωβρίου 2006 που αναδημοσιεύεται στην αυθεντική γλώσσα του κειμένου της επιστολής στις σελίδες που ακολουθούν την παρούσα περίληψη, η Επιτροπή κοινοποίησε στην Ελλάδα την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με το προαναφερθέν μέτρο.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί των μέτρων για τα οποία η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας περίληψης και της επιστολής που ακολουθεί, στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

State Aid Greffe

B-1049 Brussels

Αριθ. φαξ: (32-2) 296 12 42.

Οι παρατηρήσεις αυτές θα κοινοποιηθούν στην Ελλάδα. Το απόρρητο της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου μέρους που υποβάλλει τις παρατηρήσεις μπορεί να ζητηθεί γραπτώς, με μνεία των σχετικών λόγων.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

Τον Δεκέμβριο του 2005, η Ελλάδα κοινοποίησε το προαναφερθέν καθεστώς ενισχύσεων σκοπός του οποίου είναι να βοηθήσει τον ελληνικό κλάδο της υφαντουργίας και ένδυσης, που αντιμετωπίζει κρίση λόγω της προοδευτικής κατάργησης των ποσοστώσεων και της καθολικής απελευθέρωσης των εισαγωγών από το 2005.

Η Ελλάδα πληροί τις προϋποθέσεις στο σύνολο της επικράτειάς της για περιφερειακές ενισχύσεις βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ, μέχρι τις 31.12.2006. Η ενίσχυση θα έχει τη μορφή άμεσων επιχορηγήσεων. Μέρος των κοινοποιούμενων ενισχύσεων θα χορηγηθεί σε σχέδια αρχικών επενδύσεων. Ορισμένα από τα κοινοποιούμενα μέτρα ενίσχυσης συνιστούν ενισχύσεις λειτουργίας. Αυτό ισχύει, ειδικότερα, για την υποστήριξη που παρέχεται για την αποξήλωση και μετεγκατάσταση του υπάρχοντος εξοπλισμού, για την αγορά λογισμικού που συνδέεται με τον έλεγχο ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής, για τη δημιουργία βάσεων δεδομένων, καθώς και για τη διασύνδεση των επιχειρήσεων μέσω δικτύου, τις διαφημιστικές εκστρατείες και το μάρκετινγκ.

Ορισμένα μέρη του κοινοποιηθέντος μέτρου εμπίπτουν σε διάφορους κανονισμούς απαλλαγής κατά κατηγορία, και συγκεκριμένα στον ΚΑΚ για τις ΜΜΕ, στον ΚΑΚ για την επαγγελματική εκπαίδευση και στον ΚΑΚ για την Ε&Α για τις ΜΜΕ. Δικαιούχοι θα είναι μόνο ΜΜΕ σύμφωνα με τον κοινοτικό ορισμό. Το καθεστώς θα είναι σύμφωνο με τον ισχύοντα χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για την Ελλάδα για την περίοδο 2000-2006 και με τα σχετικά ανώτατα όρια ενίσχυσης. Η ισχύς του λήγει στις 31.12.2006. Ο συνολικός προϋπολογισμός θα ανέρχεται σε 150 εκατ. ευρώ περίπου.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το καθεστώς ενισχύσεων συνιστά κρατική ενίσχυση. Εμπεριέχει κρατικούς πόρους, παρέχει πλεονέκτημα στους αποδέκτες, είναι επιλεκτικό και επηρεάζει τις συναλλαγές.

Η Επιτροπή εξέτασε το καθεστώς με βάση το άρθρο 87 της συνθήκης EΚ, και ιδίως με βάση της «κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τις εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις» (ΚΓΠΕ), καθώς και με βάση τους κανονισμούς απαλλαγής όσον αφορά τις ενισχύσεις στις ΜΜΕ και την απασχόληση.

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι μέρος των κοινοποιηθέντων μέτρων ενίσχυσης συνιστούν ενισχύσεις λειτουργίας, δεδομένου ότι αποσκοπούν στη μείωση των τρεχουσών δαπανών των επιχειρήσεων. Λόγω ανεπαρκούς αιτιολόγησης όσον αφορά τα ειδικά μειονεκτήματα που πρόκειται να αντιμετωπιστούν με το μέτρο ενίσχυσης, η Επιτροπή χρειάζεται περισσότερες πληροφορίες προκειμένου να αξιολογήσει το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων λειτουργίας με την κοινή αγορά.

Το καθεστώς στοχεύει σε συγκεκριμένο κλάδο της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή τον κλάδο της υφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος. Η Επιτροπή πιστεύει ότι οι ενισχύσεις που περιορίζονται σε ένα τομέα δραστηριότητας μπορεί να έχουν μείζονες επιπτώσεις επί του ανταγωνισμού στη σχετική αγορά, και τα αποτελέσματα τους για την περιφερειακή ανάπτυξη είναι πιθανόν να είναι πολύ περιορισμένα.

Η Επιτροπή αμφιβάλλει κατά πόσον ένα τέτοιο καθεστώς ενισχύσεων, που περιορίζεται σε έναν κλάδο της οικονομίας, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μιας στρατηγικής περιφερειακής ανάπτυξης. Η Ελλάδα δεν εξήγησε για ποιους λόγους το υφιστάμενο γενικό καθεστώς οριζόντιων ενισχύσουν ενδέχεται να μην επαρκεί για να θέσει σε λειτουργία μια διαδικασία περιφερειακής ανάπτυξης. Επιπλέον, στους κλάδους της κλωστοϋφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος υπάρχει ισχυρός ανταγωνισμός και εκτεταμένες συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, η έγκριση του εν λόγω καθεστώτος στην Ελλάδα θα κινδύνευε σοβαρά να επιφέρει στρέβλωση του ανταγωνισμού.

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή, μετά από μια πρώτη προκαταρκτική αξιολόγηση του μέτρου, αμφιβάλλει κατά πόσον, και σε ποιο βαθμό, το καθεστώς μπορεί να θεωρηθεί συμβατό με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή επιθυμεί να συγκεντρώσει πληροφορίες από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας που προβλέπει το άρθρο 6 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, για να διαπιστώσει αν το εν λόγω μέτρο κρατικών ενισχύσεων είναι συμβατό με την κοινή αγορά.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

«Η Επιτροπή επιθυμεί να ενημερώσει την Ελλάδα ότι, αφού εξέτασε τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της και που υποβλήθηκαν από τις αρχές της χώρας σας σχετικά με το προαναφερόμενο μέτρο, αποφάσισε να κινήσει την επίσημη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΚ.

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με επιστολή της 5ης Δεκεμβρίου 2005, που καταχωρήθηκε από την Επιτροπή στις 8 Δεκεμβρίου 2005 (Α/40253), οι ελληνικές αρχές κοινοποίησαν στην Επιτροπή το προαναφερόμενο καθεστώς ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΚ. Με επιστολές της 23ης Δεκεμβρίου 2005 (D/60212), της 22ας Φεβρουαρίου 2006 (D/51560), της 18ης Μαΐου 2006 (D/54076) και της 27ης Ιουλίου 2006 (D/56465), η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες, οι οποίες υποβλήθηκαν εν μέρει από τις ελληνικές αρχές με επιστολές της 25ης Ιανουαρίου 2006 (Α/30736), της 21ης Μαρτίου 2006 (A/32245), της 8ης Ιουνίου 2006 και της 7ης Σεπτεμβρίου 2006 (Α37004).

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

Στόχος του καθεστώτος

(2)

Το καθεστώς ενισχύσεων θα εφαρμόζεται μόνο στον τομέα της υφαντουργίας, της ένδυσης και των υποδημάτων (1). Το καθεστώς αυτό αποσκοπεί στην προώθηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων των κλάδων κλωστοϋφαντουργίας, ένδυσης, υποδημάτων και δέρματος της Ελλάδας. Σκοπό έχει την ενίσχυση των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στους ανωτέρω τομείς προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κρίση που διέρχεται επί του παρόντος ο κλάδος. Ειδικότερα, θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις αυτές να αναβαθμίσουν τις επιδόσεις τους και να αποκτήσουν καλύτερη πρόσβαση στις αγορές μέσω της βελτίωσης της ποιότητας των προϊόντων και των παραγωγικών μεθόδων, της εισαγωγής καινοτόμων μεθόδων παραγωγής ή/και προϊόντων. Το καθεστώς δεν θα εφαρμόζεται στους τομείς άνθρακα και χάλυβα, των συνθετικών ινών και της γεωργίας.

Νομική βάση του καθεστώτος

(3)

Νομική βάση του καθεστώτος είναι οι νόμοι 2244/94 (2), 2308/95 (3) και το προεδρικό διάταγμα 93/97 (4).

Μορφές της ενίσχυσης

(4)

Η ενίσχυση θα έχει μορφή άμεσων (μη επιστρεπτέων) επιχορηγήσεων. Θα χορηγείται επίσης ενίσχυση για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης που δεν συνδέονται με επενδύσεις. Δεν είναι σαφές εάν η ενίσχυση θα υπόκειται σε φορολογία. Η χορήγηση της ενίσχυσης θα είναι στη διακριτική ευχέρεια των ελληνικών αρχών, με βάση αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης. Ειδικότερα, τα κριτήρια θα αφορούν την αξιολόγηση του επενδυτή (βιωσιμότητα και οικονομικά στοιχεία της εταιρείας, υποδομή, πιστοληπτική ικανότητα) και την αξιολόγηση του επενδυτικού σχεδίου (εισαγωγή νέων τεχνολογιών, ποσοστό ιδίας συμμετοχής).

Επιλέξιμα σχέδια και δαπάνες

(5)

Οι επιλέξιμες δαπάνες περιλαμβάνουν την επέκταση υφιστάμενων εγκαταστάσεων ή την έναρξη δραστηριότητας η οποία συνεπάγεται θεμελιώδη αλλαγή στο προϊόν ή τη μέθοδο παραγωγής μιας υφιστάμενης εγκατάστασης, νέα μηχανήματα και εξοπλισμό, καθώς και άυλα περιουσιακά στοιχεία, όπως δαπάνες για τη μεταφορά τεχνολογίας με απόκτηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, αδειών εκμετάλλευσης και τεχνογνωσίας ή τεχνικών γνώσεων μη κατοχυρωμένων με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Οι επενδύσεις αντικατάστασης δεν είναι επιλέξιμες για τη χορήγηση ενίσχυσης.

(6)

Το ανώτατο όριο των δαπανών όσον αφορά τις άυλες επενδύσεις δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % των επιλέξιμων δαπανών. Τα επιλέξιμα άυλα περιουσιακά στοιχεία θα εξακολουθούν να συνδέονται με την περιφέρεια που λαμβάνει την ενίσχυση και θα περιλαμβάνονται στα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης τα οποία μπορούν να αποσβεστούν.

(7)

Επιπλέον, θα χορηγείται ενίσχυση για την αποξήλωση ή τη μετεγκατάσταση υφιστάμενων μηχανημάτων ή εξοπλισμού για την αγορά λογισμικού που συνδέεται με τον έλεγχο της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής, για τη δημιουργία βάσεων δεδομένων για πελάτες ή εμπόρους, καθώς και τη διασύνδεση των επιχειρήσεων, τις διαφημιστικές εκστρατείες και το μάρκετινγκ.

(8)

Όσον αφορά τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, δεν είναι σαφές τι περιλαμβάνουν οι επιλέξιμες δαπάνες ή σε ποια βάση θα υπολογίζεται η ενίσχυση.

Αποδέκτες

(9)

Αρχικά, οι ελληνικές αρχές δήλωσαν ότι αποδέκτες μπορούν είναι οι επιχειρήσεις κάθε μεγέθους. Με επιστολή της 25ης Ιανουαρίου 2006 (5), ανέλαβαν τη δέσμευση ότι οι αποδέκτες θα είναι μόνο μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους μεταποιητικούς τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, της ένδυσης, των υποδημάτων και του δέρματος. Οι ελληνικές αρχές ανέλαβαν τη δέσμευση να τηρήσουν τον ορισμό των ΜΜΕ που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (EΚ) αριθ. 364/2004 (6). Με επιστολή δε της 8ης Ιουνίου 2006 (7), επιβεβαίωσαν ότι οι δικαιούχοι δεν θα χαρακτηρίζονται ως προβληματικές επιχειρήσεις σύμφωνα με τον ορισμό που περιέχεται στις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (8) και ότι τυχόν ενισχύσεις που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις θα κοινοποιούνται ατομικά στην Επιτροπή.

Ένταση των ενισχύσεων

(10)

Αρχικά οι ελληνικές αρχές κοινοποίησαν ένα και μόνο ανώτατο όριο ενισχύσεων για το σύνολο της ελληνικής επικράτειας που έφθανε σε 55 % για τα ενσώματα περιουσιακά στοιχεία και 50 % για τα άυλα περιουσιακά στοιχεία. Ωστόσο, με επιστολή της 25ης Ιανουαρίου 2006 (9), ανέλαβαν τη δέσμευση να τηρήσουν τα ισχύοντα ανώτατα όρια περιφερειακών ενισχύσεων, όπως προσδιορίζονται στον χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για την Ελλάδα για την περίοδο 2000-2006 (10).

Άλλοι όροι

(11)

Οι αιτήσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης πρέπει να υποβάλλονται πριν αρχίσουν οι εργασίες εφαρμογής του σχεδίου.

(12)

Η συμβολή του αποδέκτη στη χρηματοδότηση της επένδυσης θα πρέπει να ανέρχεται σε τουλάχιστον 25 % του επενδυτικού κόστους.

Διάρκεια και προϋπολογισμός του καθεστώτος

(13)

Το καθεστώς λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2006, τελευταία ημερομηνία κατά την οποία οι ελληνικές αρχές θα είναι σε θέση να λάβουν νομικά δεσμευτικές αποφάσεις σχετικά με τη χορήγηση ενίσχυσης. Ο συνολικός προϋπολογισμός του καθεστώτος ανέρχεται κατά προσέγγιση σε 150 εκατ. ευρώ.

Σώρευση ενισχύσεων

(14)

Με επιστολή της 8ης Ιουνίου 2006 (11), οι ελληνικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του καθεστώτος δεν μπορούν να σωρευθούν με άλλες κρατικές ενισχύσεις για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες, και ότι θα τηρούνται τα ανώτατα επιτρεπόμενα όρια για τις περιφερειακές ενισχύσεις.

3.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Νομιμότητα

(15)

Με την κοινοποίηση του σχεδίου χορήγησης ενισχύσεων μέσω του καθεστώτος ενισχύσεων που περιγράφηκε ανωτέρω πριν αυτό τεθεί σε εφαρμογή, οι ελληνικές αρχές τήρησαν τις υποχρεώσεις που υπέχουν δυνάμει του 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΚ.

Χαρακτήρας του καθεστώτος ως κρατικής ενίσχυσης

(16)

Βάσει του καθεστώτος, το κράτος χορηγεί επιχορηγήσεις σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης οι οποίες πραγματοποιούν επενδύσεις. Η ενίσχυση θα χορηγείται σε περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων, οι οποίες θα επιλέγονται από τις ελληνικές αρχές με βάση αντικειμενικά κριτήρια. Κατά την επιλογή των δικαιούχων, οι ελληνικές αρχές ασκούν κάποιο βαθμό διακριτικής ευχέρειας. Η ενίσχυση συνιστά πλεονέκτημα για τους αποδέκτες (μειώνονται οι δαπάνες των σχετικών επενδύσεων). Με αυτή την έννοια, η ενίσχυση βελτιώνει τη θέση των αποδεκτών σε σύγκριση με εκείνη των ανταγωνιστών τους σε άλλα κράτη μέλη. Συνεπώς, πρέπει να θεωρηθεί ότι στρεβλώνει τον ανταγωνισμό και επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών.

(17)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι υφίσταται κρατική ενίσχυση κατά τη έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

Συμβιβάσιμο του μέτρου ενίσχυσης

(18)

Αφού διαπιστώθηκε ότι το καθεστώς συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, είναι απαραίτητο να εξεταστεί κατά πόσο το μέτρο μπορεί να θεωρηθεί συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά.

(19)

Η Επιτροπή εξέτασε το καθεστώς με βάση το άρθρο 87 της συνθήκης ΕΚ, και ιδίως με βάση τις “κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα” (12) (αναφέρονται στο εξής ως ΚΕΠΧ), τον κανονισμό για τις ΜΜΕ (13) και τον κανονισμό για την απασχόληση (14). Τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής συνοψίζονται στη συνέχεια.

(20)

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ένα μέρος των ενισχύσεων που κοινοποιήθηκαν θα χορηγούνται σε σχέδια για αρχική επένδυση στην Ελλάδα, τα οποία είναι εξ ολοκλήρου επιλέξιμα για τη χορήγηση περιφερειακών ενισχύσεων βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ μέχρι τις 31.12.2006. Αυτό ισχύει ιδίως για τις επενδύσεις σε κτίρια και εγκαταστάσεις ή μηχανήματα. Η Επιτροπή σημειώνει ότι οι μέγιστες εντάσεις των επενδυτικών ενισχύσεων που χορηγούνται βάσει του καθεστώτος είναι σύμφωνες με τα ανώτατα όρια περιφερειακών ενισχύσεων που ισχύουν για την Ελλάδα για την περίοδο 2000-2006. Το καθεστώς αυτό λήγει την ίδια ημερομηνία όπως και ο ισχύων χάρτης περιφερειακών ενισχύσεων, δηλαδή στις 31.12.2006.

(21)

Οι ελληνικές αρχές σκοπεύουν επίσης να χορηγήσουν περιφερειακές ενισχύσεις για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης που δεν συνδέονται με επενδυτικά σχέδια. Ωστόσο, δεν παρέχονται περισσότερες επεξηγήσεις. Η Επιτροπή χρειάζεται περισσότερες πληροφορίες, ειδικότερα σχετικά με τη μέθοδο υπολογισμού της ενίσχυσης έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει το συμβατό της βάσει των ΚΕΠΧ ή του κανονισμού για την απασχόληση.

(22)

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ορισμένα από τα μέτρα ενίσχυσης που κοινοποιήθηκαν ενδέχεται να συνιστούν ενίσχυση λειτουργίας, δεδομένου ότι αποσκοπούν στη μείωση των τρεχουσών δαπανών των επιχειρήσεων. Αυτό ισχύει ιδίως για τη στήριξη που χορηγείται για την αποξήλωση και τη μετεγκατάσταση υφιστάμενου εξοπλισμού, την αγορά λογισμικού που συνδέεται με τον έλεγχο ποιότητας των διαδικασιών παραγωγής, τη δημιουργία βάσεων δεδομένων καθώς και τη διασύνδεση των επιχειρήσεων, τις διαφημιστικές εκστρατείες και τις δαπάνες μάρκετινγκ. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι οι δαπάνες μάρκετινγκ μπορεί να συνδέονται με τις εξαγωγικές δραστηριότητες και, συνεπώς, να συνιστούν εξαγωγικές ενισχύσεις.

(23)

Σύμφωνα με το σημείο 4.15 των ΚΕΠΧ, οι ενισχύσεις λειτουργίας καταρχήν απαγορεύονται, αλλά κατ' εξαίρεση, μπορούν να χορηγούνται ενισχύσεις λειτουργίας σε περιοχές που δικαιούνται την παρέκκλιση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α), υπό τον όρο ότι (i) δικαιολογούνται από τη συμβολή τους στην περιφερειακή ανάπτυξη και το χαρακτήρα τους και (ii) το ύψος τους είναι ανάλογο προς τα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Επίσης πρέπει να μειώνονται προοδευτικά και να χορηγούνται για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, παρόλο που ζητήθηκε επανειλημμένα από την Επιτροπή, οι ελληνικές αρχές δεν απέδειξαν ότι τα διαρθρωτικά προβλήματα των περιοχών είναι τόσο σοβαρά ώστε η περιφερειακή επενδυτική ενίσχυση να μην είναι επαρκής για να θέσει σε λειτουργία μια διαδικασία περιφερειακής ανάπτυξης και ότι η επενδυτική ενίσχυση θα πρέπει να συμπληρωθεί από περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας. Διαβεβαιώνουν απλώς ότι οι ενισχύσεις λειτουργίας είναι καθοριστικές για τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη των κλάδων αυτών, οι οποίοι είναι κρίσιμοι για τις σχετικές περιφέρειες. Επιπλέον, δεν παρέχονται πληροφορίες για τις σχεδιαζόμενες εντάσεις των ενισχύσεων όσον αφορά τις ενισχύσεις λειτουργίας.

(24)

Λαμβάνοντας υπόψη την ανεπαρκή αιτιολόγηση των συγκεκριμένων προβλημάτων τα οποία προορίζονται να επιλύσουν τα ανωτέρω μέτρα, η Επιτροπή χρειάζεται περισσότερες πληροφορίες για να είναι σε θέση να εκτιμήσει το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων λειτουργίας με την κοινή αγορά. Σχετικά με την πτυχή αυτή, οι ενδιαφερόμενοι τρίτοι καλούνται να υποβάλουν όλες τις σχετικές παρατηρήσεις τους.

(25)

Επιπλέον, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το καθεστώς στοχεύει σε ένα συγκεκριμένο κλάδο της ελληνικής οικονομίας, και συγκεκριμένα την κλωστοϋφαντουργία, τη βιομηχανία ένδυσης και δέρματος. Η Επιτροπή έχει την άποψη ότι οι ενισχύσεις που περιορίζονται σε ένα τομέα δραστηριότητας μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό στη σχετική αγορά και ότι τα αποτελέσματά τους στην περιφερειακή ανάπτυξη είναι πιθανό να είναι πολύ περιορισμένα. Οι ενισχύσεις αυτές υπάγονται εν γένει σε συγκεκριμένες ή τομεακές βιομηχανικές πολιτικές και συχνά δεν συνάδουν με το πνεύμα της πολιτικής περιφερειακών ενισχύσεων αυτής καθεαυτής. Η πολιτική αυτή θα πρέπει να παραμείνει ουδέτερη όσον αφορά την κατανομή παραγωγικών πόρων μεταξύ των διαφόρων οικονομικών τομέων και δραστηριοτήτων (15).

(26)

Οι ελληνικές αρχές ισχυρίζονται ότι η σταδιακή κατάργηση των ποσοστώσεων από το 1995 και η απελευθέρωση των εισαγωγών από το 2005 στην κλωστοϋφαντουργία έπληξαν την ελληνική κλωστοϋφαντουργία, και τη βιομηχανία ένδυσης και δέρματος και οδήγησαν σε απώλεια θέσεων εργασίας και στο κλείσιμο ενός σημαντικού αριθμού των επιχειρήσεων του κλάδου. Επισημαίνουν ότι στη βιομηχανία ένδυσης και μόνο από το 1995 έως το 2004, έκλεισε το 50 % των επιχειρήσεων και η απασχόληση μειώθηκε κατά 16 %. Το πρόβλημα επιδεινώνεται με τη μετεγκατάσταση των ελληνικών επιχειρήσεων σε γειτονικές βαλκανικές χώρες και ιδίως τη Βουλγαρία. Συνεπώς, οι ελληνικές αρχές έχουν την άποψη ότι πρέπει να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα έτσι ώστε να υποστηριχθεί και να ενισχυθεί ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στους ανωτέρω τομείς.

(27)

Η Επιτροπή χρειάζεται περισσότερες πληροφορίες για να αξιολογήσει κατά πόσο ένα καθεστώς ενισχύσεων που περιορίζεται σε ένα τομέα της οικονομίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μιας στρατηγικής περιφερειακής ανάπτυξης με σαφώς καθορισμένους στόχους. Οι ελληνικές αρχές δεν εξήγησαν για ποιο λόγο το υφιστάμενο γενικό καθεστώς οριζόντιων ενισχύσεων δεν είναι επαρκές για να θέσει σε λειτουργία μια διαδικασία περιφερειακής ανάπτυξης.

(28)

Επιπλέον, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι υπάρχει έντονος ανταγωνισμός στους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος, και οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών είναι εκτεταμένες. Κατά συνέπεια, η έγκριση ενός τέτοιου καθεστώτος στην Ελλάδα θα αποτελούσε σοβαρή απειλή για στρέβλωση του ανταγωνισμού. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν είναι βέβαιη εάν μια τέτοια ενίσχυση δεν θα οδηγήσει σε απαράδεκτες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην ΕΕ. Σχετικά με την πτυχή αυτή, οι ενδιαφερόμενοι τρίτοι καλούνται να υποβάλουν όλες τις σχετικές παρατηρήσεις τους.

(29)

Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι δεν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις για τη χορήγηση περιφερειακής ενίσχυσης:

Το μέτρο δεν προβλέπει υποχρέωση διατήρησης της σχετικής επένδυσης και των θέσεων απασχόλησης που δημιουργούνται στην επιλέξιμη περιφέρεια επί μια τουλάχιστον πενταετία.

Το μέτρο δεν προβλέπει το δικαίωμα για τις αρχές που χορηγούν την ενίσχυση να ζητούν την πλήρη ανάκτησή τους σε περίπτωση παράβασης των προϋποθέσεων χορήγησης.

(30)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή, μετά από αρχική προκαταρκτική εξέταση του μέτρου, έχει αμφιβολίες για το αν και σε ποιο βαθμό το κοινοποιηθέν καθεστώς ενισχύσεων μπορεί να θεωρηθεί συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να σχηματίσει εκ πρώτης όψεως (prima facie) γνώμη για τον εν μέρει ή πλήρως συμβιβάσιμο χαρακτήρα του εξεταζόμενου μέτρου και θεωρεί ότι απαιτείται διεξοδικότερη ανάλυση του μέτρου ενίσχυσης. Η Επιτροπή οφείλει να πραγματοποιήσει όλες τις απαιτούμενες διαβουλεύσεις και, συνεπώς, να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, εάν η αρχική έρευνα δεν επιτρέψει την αντιμετώπιση όλων των δυσχερειών που συνδέονται με την εξακρίβωση του συμβιβάσιμου της ενίσχυσης με την κοινή αγορά. Λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που θα υποβληθούν τόσο από το οικείο κράτος μέλος όσο και από τους ενδιαφερόμενους τρίτους, η Επιτροπή θα αξιολογήσει το μέτρο και θα λάβει την τελική της απόφαση.

4.   ΑΠΟΦΑΣΗ

(31)

Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω παρατηρήσεις, η Επιτροπή συμφωνεί με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, καλεί την Ελλάδα να υποβάλει τις παρατηρήσεις της και να παράσχει όλες τις πληροφορίες που θα συνέβαλαν στην αξιολόγηση του μέτρου, εντός προθεσμίας ενός μήνα από την παραλαβή της παρούσας επιστολής. Στις πληροφορίες αυτές πρέπει ιδίως να διευκρινίζονται τα εξής:

να αποδεικνύεται ότι το καθεστώς ενισχύσεων που αφορά ειδικά τους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος της Ελλάδας, συμβάλλει σε μια συνεκτική στρατηγική περιφερειακής ανάπτυξης και ότι δεν θα οδηγήσει σε απαράδεκτες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Ειδικότερα, οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να εξηγήσουν για ποιο λόγο το υφιστάμενο γενικό καθεστώς οριζόντιων ενισχύσεων δεν θα επαρκούσε να θέσει σε λειτουργία μια διαδικασία περιφερειακής ανάπτυξης·

βάσει ποιων στοιχείων αιτιολογείται η ανάγκη χορήγησης ενίσχυσης λειτουργίας σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος της Ελλάδας·

να αναφέρονται λεπτομέρειες όσον αφορά τη χορήγηση ενίσχυσης για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης·

να δικαιολογείται γιατί το μέτρο δεν περιλαμβάνει υποχρέωση διατήρησης της επένδυσης και των δημιουργούμενων θέσεων εργασίας στην επιλέξιμη περιοχή για διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών·

να εξηγείται γιατί το μέτρο δεν προβλέπει δικαίωμα της χορηγούσας αρχής να ζητήσει πλήρη επιστροφή της ενίσχυσης σε περίπτωση παραβίασης των όρων χορήγησης.

(32)

Η Επιτροπή γνωστοποιεί στην Ελλάδα ότι θα ενημερώσει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη με δημοσίευση της παρούσας επιστολής και σχετικής περίληψής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, θα ενημερώσει τους ενδιαφερόμενους στις χώρες της ΕΖΕΣ που έχουν υπογράψει τη συμφωνία με τον ΕΟΧ, με δημοσίευση ανακοίνωσης το συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα ενημερώσει την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ με την αποστολή αντιγράφου της παρούσας επιστολής. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα κληθούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία της δημοσίευσής της.»


(1)  Οι κωδικοί NACE: ΔB.17.00 — Παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών ινών, ΔB.18.00 — Κατασκευή ειδών ενδυμασίας· κατεργασία και βαφή γουναρικών· ΔΓ.19.00 — Κατεργασία και δέρψη δέρματος· κατασκευή ειδών ταξιδίου (αποσκευών), τσαντών, ειδών σελοποιίας, ειδών σαγματοποιίας και υποδημάτων, 743, 748.9.

(2)  ΦΕΚ 168/A/1994.

(3)  ΦΕΚ 114/A/1995.

(4)  ΦΕΚ 92/A/1997.

(5)  A/30736, A.Π. Φ6410/Α/705.

(6)  Κανονισμός (EΚ) αριθ. 364/2004 της 25ης Φεβρουαρίου 2004 για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 70/2001 όσον αφορά την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ώστε να συμπεριλαμβάνει τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη, ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 22.

(7)  Α/34500, Α.Π. Φ6410/Α/5286.

(8)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(9)  A/30736, A.Π. Φ6410/Α/705.

(10)  Ο ελληνικός χάρτης περιφερειακών ενισχύσεων για την περίοδο 2000-2006 εγκρίθηκε από την Επιτροπή με την επιστολή N469/1999 SG(2000) D/100661 της 21.1.2000 όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση της Επιτροπής N349/02 της 17.2.2002.

(11)  Α/34500, Α.Π. Φ6410/Α/5286.

(12)  ΕΕ C 74 της 10.3.1998, σ. 9.

(13)  Κανονισμός (EΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 33.

(14)  Κανονισμός (EΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις στην απασχόληση, ΕΕ L 337 της 13.12.2002, σ. 3.

(15)  Βλ. επίσης τμήμα 2 των ΚΕΠΧ.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/43


Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις για την απασχόληση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/10)

Αριθ. ενίσχυσης

XE 26/05

Κράτος μέλος

Πολωνία

Περιφέρεια

Dolny Śląsk

Miasto Świdnica

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης

Καθεστώς ενισχύσεων για την απασχόληση στο πλαίσιο των απαλλαγών κατά κατηγορίες για επιχειρήσεις που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας στον δήμο της Świdnica

Νομική βάση

PRAWO KRAJOWE: art. 18 ust. 2 pkt 8 ustawy z dnia 8 marca 1990 r. o samorządzie gminnym (Dz. U. z 2001 r. Nr 142, poz. 1591, z późn. zm.) και art. 7 ust. 3 ustawy z dnia 12 stycznia 1991 r. o podatkach i opłatach lokalnych (Dz. U. z 2002 r. Nr 9, poz. 84, z późn. zm.)

Κοινοτικό δίκαιο: κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις για την απασχόληση

Ετήσιες δαπάνες προγραμματιζόμενες βάσει του καθεστώτος

Ετήσιο συνολικό ποσό

1,24 εκατ. EUR

Εγγυημένα δάνεια

 

Ανώτατη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 5 και τα άρθρα 5 και 6 του κανονισμού

Ναι

Ημερομηνία εφαρμογής

14.9.2005

Διάρκεια του καθεστώτος

Έως τις 31.12.2006

Στόχος της ενίσχυσης

Άρθρο 4 — Δημιουργία απασχόλησης

Ναι

Άρθρο 5 — Πρόσληψη εργαζομένων σε μειονεκτική θέση και εργαζομένων με ειδικές ανάγκες

 

Άρθρο 6 — Απασχόληση εργαζομένων με ειδικές ανάγκες

 

Τομείς της οικονομίας

Όλοι οι κοινοτικοί τομείς (1) που είναι επιλέξιμοι για ενισχύσεις απασχόλησης

Ναι

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Prezydent Miasta Świdnicy

Urząd Miejski

ul. Armii Krajowej 49

PL-58-100 Świdnica

Απαιτείται προηγούμενη κοινοποίηση της ενίσχυσης στην Επιτροπή

Σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού

Ναι


(1)   Με εξαίρεση τον τομέα της ναυπηγίας και άλλους τομείς που υπάγονται σε ειδικούς κανόνες κανονισμών και οδηγιών που διέπουν όλες τις κρατικές ενισχύσεις των τομέων αυτών.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/44


Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/11)

Αριθ. ενίσχυσης

XT 44/06

Κράτος μέλος

Mάλτα

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

Training Assistance

(Ενίσχυση για κατάρτιση)

Νομική βάση

Business Promotion Regulations (S.L. 325.06)

Σχεδιαζόμενη ετήσια δαπάνη βάσει του καθεστώτος ή συνολικό ποσό της μεμονωμένης ενίσχυσης που χορηγείται στην εταιρεία

Καθεστώς ενίσχυσης

Ετήσιο συνολικό ποσό

6 εκατ. EUR

Εγγυημένα δάνεια

 

Μεμονωμένη ενίσχυση

Συνολικό ποσό ενίσχυσης

 

Εγγυημένα δάνεια

 

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 7 του κανονισμού

Ναι

Ημερομηνία εφαρμογής

1.8.2006

Διάρκεια του καθεστώτος ή της μεμονωμένης ενίσχυσης

Έως τις 31.12.2007

Στόχος της ενίσχυσης

Γενική εκπαίδευση

Ναι

Ειδική εκπαίδευση

Ναι

Οικείος οικονομικός τομέας

Περιορίζεται σε συγκεκριμένους τομείς

Ναι

Άλλος μεταποιητικός τομέας

Ναι

Άλλες υπηρεσίες

Ναι

Επωνυμία και διεύθυνση της επιδοτούσας αρχής

Malta Enterprise Corporation

Enterprise Center

Industrial Estate

MT-San Gwann SGN 09

Μεγάλες μεμονωμένες ενισχύσεις

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού

Ναι


Αριθ. ενίσχυσης

XT 46/06

Κράτος μέλος

Mάλτα

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

Πρόγραμμα ETC (Employment and Training Corporation) για την προσφορά ενίσχυσης για κατάρτιση

Νομική βάση

Employment and Training Services Act (Cap. 343)

Σχεδιαζόμενη ετήσια δαπάνη βάσει του καθεστώτος ή συνολικό ποσό της μεμονωμένης ενίσχυσης που χορηγείται στην εταιρεία

Καθεστώς ενίσχυσης

Ετήσιο συνολικό ποσό

1,2 εκατ. EUR

Εγγυημένα δάνεια

 

Μεμονωμένη ενίσχυση

Συνολικό ποσό ενίσχυσης

 

Εγγυημένα δάνεια

 

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 7 του κανονισμού

Ναι

Ημερομηνία εφαρμογής

1.9.2006

Διάρκεια του καθεστώτος ή της μεμονωμένης ενίσχυσης

Έως 31.12.2007 (1)

Στόχος της ενίσχυσης

Γενική εκπαίδευση

Ναι

Ειδική εκπαίδευση

Ναι

Οικείος οικονομικός τομέας

Όλοι οι τομείς που είναι επιλέξιμοι για εκπαιδευτικές ενισχύσεις

Ναι

Επωνυμία και διεύθυνση της επιδοτούσας αρχής

Employment and Training Corporation

Head Office

Hal-Far, P.O. Box 20,

MT-Birzebbuga, BBG 01

Μεγάλες μεμονωμένες ενισχύσεις

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού

Ναι


(1)  Tο καθεστώς αυτό θα προσαρμοστεί σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται μετά από την αναθεώρηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/46


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.4504 — SFR/TELE 2 France)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/12)

1.

Στις 28 Νοεμβρίου 2006, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση SFR SA («SFR», Γαλλία), που ελέγχεται από κοινού από τις Vivendi SA («Vivendi», Γαλλία) και Vodafone Group plc («Vodafone», ΗΒ), αποκτά με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου αποκλειστικό έλεγχο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σταθερής τηλεφωνίας και Διαδικτύου της επιχείρησης TELE 2 France («TELE 2», Γαλλία) με αγορά μετοχών. Η παρούσα πράξη δεν αφορά τις σχετικές με τις υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας δραστηριότητες της TELE 2.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Videndi: μέσα ενημέρωσης και τηλεπικοινωνίες,

για την Vodafone: κινητές τηλεπικοινωνίες,

για την SFR: υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας στη Γαλλία,

για την TELE 2: σταθερή και κινητή τηλεφωνία, υπηρεσίες Διαδικτύου και ψηφιακής συνδρομητικής τηλεόρασης (DSL TV) στη Γαλλία.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.4504 — SFR/TELE 2 France. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/47


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.4501 — HAL/Egeria/NB)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/13)

1.

Στις 29 Νοεμβρίου 2006, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις HAL Investments B.V. («HAL», Κάτω Χώρες) και Egeria Capital B.V. («Egeria», Κάτω Χώρες) αποκτούν με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου κοινό έλεγχο της επιχείρησης N.V. Nationale Borg-Maatschappij («NB», Κάτω Χώρες) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την HAL: διεθνής εταιρεία επενδύσεων με δραστηριότητες σε ευρύ φάσμα κλάδων,

για την Egeria: εταιρεία επενδύσεων ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου σε επιχειρήσεις στις Κάτω Χώρες ή σε επιχειρήσεις που διαθέτουν ολλανδικό σύνδεσμο,

για την NB: ασφαλιστική επιχείρηση ειδικευμένη στην έκδοση ομολογιών και εγγυήσεων.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.4501 — HAL/Egeria/NB. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/48


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4242 — Thermo Electron/Fisher Scientific)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/14)

Στις 9 Νοεμβρίου 2006, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32006M4242. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/48


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4271 — Daikin/OYL)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/15)

Στις 2 Οκτωβρίου 2006, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32006M4271. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/49


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4428 — AXA/Gerflor)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/C 297/16)

Στις 15 Νοεμβρίου 2006, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32006M4428. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/50


Πληροφορίες που διαβίβασαν τα κράτη ΕΖΕΣ όσον αφορά κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται σύμφωνα με την πράξη που αναφέρεται στο σημείο 1στ) του παραρτήματος XV της συμφωνίας για τον ΕΟΧ [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις]

(2006/C 297/17)

Αριθ. ενίσχυσης

Ενίσχυση σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις 1/2006

Κράτος ΕΖΕΣ

Νορβηγία

Περιφέρεια

Hordaland, Δυτική Νορβηγία

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

Pilotprosjekt for å utløyse ei bioenerginæring i Hordaland.

(Πιλοτικό σχέδιο για την προώθηση της δημιουργίας τομέα βιοενέργειας στην περιφέρεια της Hordaland).

Νομική βάση

Δημοσιονομική απόφαση της 12.10.2005 του συμβουλίου (fylkestinget) της Hordaland, επιστολή του συμβουλίου της Hordaland της 17.1.2006

Ετήσια δαπάνη που προβλέπεται βάσει του καθεστώτος

Ετήσιο συνολικό ποσό:

0,25 εκατ. EUR (2 εκατ. ΝΟΚ) το 2006, 0,125 εκατ. EUR (1 εκατ. ΝΟΚ) το 2007, 0,125 εκατ. EUR (1 εκατ. ΝΟΚ) το 2008

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 6 και το άρθρο 5 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

16.3.2006

Διάρκεια του καθεστώτος ή της μεμονωμένης ενίσχυσης

31.12.2008

Στόχος της ενίσχυσης

Ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Επενδυτική ενίσχυση και ενίσχυση για συμβουλευτικές και άλλες υπηρεσίες.

Οικείος οικονομικός τομέας

Περιορίζεται σε συγκεκριμένους τομείς: άλλοι μεταποιητικοί τομείς (βιοενέργεια)

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Osterfjord Næringssamarbeid

N-5282 Lonevåg

Μεμονωμένες ενισχύσεις μεγάλου ύψους

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού


Δικαστήριο ΕΖΕΣ

7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/51


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

της 3ης Μαΐου 2006

στην υπόθεση Ε-3/05

Εποπτεύουσα Αρχή ΕΖΕΣ κατά του Βασιλείου της Νορβηγίας

(Aθέτηση υποχρεώσεων από το συμβαλλόμενο μέλος — ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων — κοινωνική ασφάλιση των διακινούμενων εργαζομένων, μέλη της οικογένειας των οποίων κατοικούν σε κράτος του ΕΟΧ διαφορετικό από το κράτος απασχόλησης — απαίτηση διαμονής στην περιφέρεια για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών — άρθρο 73 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408 /71 — άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 — διακριτική μεταχείριση — αιτιολόγηση για λόγους προώθησης της βιώσιμης εγκατάστασης)

(2006/C 297/18)

Στην υπόθεση Ε-3/05, Εποπτεύουσα Αρχή ΕΖΕΣ κατά του Βασιλείου της Νορβηγίας — Αίτηση δήλωσης ότι το Βασίλειο της Νορβηγίας αθέτησε τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 73 της νομικής πράξης που αναφέρεται στο σημείο 1 του παραρτήματος VI της συμφωνίας ΕΟΧ (κανονισμός ΕΟΚ αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας), όπως προσαρμόστηκε στη συμφωνία ΕΟΧ με το πρωτόκολλο 1 αυτής· ή, εναλλακτικά, ότι διατηρώντας την ίδια απαίτηση, αθέτησε τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 της νομικής πράξης που αναφέρεται στο σημείο 2 του παραρτήματος V [κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας], όπως προσαρμόστηκε στη συμφωνία ΕΟΧ με το πρωτόκολλο 1 αυτής, το δικαστήριο, αποτελούμενο από: τον Carl Baudenbacher, πρόεδρο, τους Per Tresselt και Thorgeir Örlygsson (εισηγητή δικαστή), δικαστές, εξέδωσε στις 3 Μαΐου 2006 απόφαση, το διατακτικό της οποίας έχει ως εξής:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Διατάσσει την Εποπτεύουσα Αρχή ΕΖΕΣ να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα του καθού.


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/52


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

της 29ης Ιουνίου 2006

στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις E-5/05, E-6/05, E-7/05, E-8/05 και E-9/05

Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν

(Αθέτηση υποχρεώσεων από το συμβαλλόμενο μέρος — Οδηγία 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 2002 σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών — Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς εγκαταστάσεις, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία πρόσβασης) — Οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) — Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) — Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυο και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας)

(2006/C 297/19)

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις E-5/05, E-6/05, E-7/05, E-8/05 και E-9/05, Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν — Προσφυγές για διαπίστωση ότι, μη εκδίδοντας ή μη ανακοινώνοντας στην Αρχή Εποπτείας της ΕΖΕΣ, εμπροθέσμως, τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή των πράξεων που αναφέρονται αντίστοιχα στο σημείο 13α του παραρτήματος XIV και στα σημεία 5cj, 5ck, 5cl και 5cm του παραρτήματος XI της συμφωνίας ΕΟΧ δηλαδή την οδηγία 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 2002 και τις οδηγίες 2002/19/ΕΚ, 2002/20/ΕΚ, 2002/21/ΕΚ και 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002, όπως προσαρμόζονται στη συμφωνία ΕΟΧ με το πρωτόκολλο 1 και τις προσαρμογές κατά τομείς που περιέχονται στα παραρτήματα XIV και XI της εν λόγω συμφωνίας, το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν αθέτησε τις υποχρεώσεις του βάσει των πράξεων αυτών και βάσει του άρθρου 7 της συμφωνίας ΕΟΧ· το Δικαστήριο, αποτελούμενο από: Carl Baudenbacher, Πρόεδρο, τους Thorgeir Örlygsson και Henrik Bull (εισηγητής δικαστής), δικαστές, εξέδωσε στις 29 Ιουνίου 2006 απόφαση, το διατακτικό της οποίας έχει ως εξής:

1.

Το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι, μη εκδίδοντας, εμπροθέσμως, τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή των πράξεων που αναφέρονται στο αντίστοιχο σημείο 13α του παραρτήματος XIV (που επίσης περιλαμβάνεται για ενημερωτικούς σκοπούς στο σημείο 5cg του παραρτήματος XI) και τα σημεία 5cj, 5ck, 5cl και 5cm του παραρτήματος XI της συμφωνίας ΕΟΧ, δηλαδή την οδηγία 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 2002 και τις οδηγίες 2002/19/ΕΚ, 2002/20/ΕΚ, 2002/21/ΕΚ και 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002, όπως προσαρμόζονται στη συμφωνία ΕΟΧ με το πρωτόκολλο 1 και τις προσαρμογές κατά τομείς που περιέχονται στα παραρτήματα XIV και XI της εν λόγω συμφωνίας, το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν αθέτησε τις υποχρεώσεις του βάσει των πράξεων αυτών και βάσει του άρθρου 7 της συμφωνίας ΕΟΧ.

2.

Το Δικαστήριο διατάσσει το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.


Διορθωτικά

7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/53


Διορθωτικό στην κρατική ενίσχυση Ν. 625/06 — Ιταλία

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 291 της 30ής Νοεμβρίου 2006 )

(2006/C 297/20)

Σελίδα 16 τρίτος πίνακας, πρώτη στήλη, δεύτερη σειρά, «Αριθμός ενίσχυσης»:

αντί:

«Ν. 625/06»·

διάβαζε:

«Ν 625/06».


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/53


Διορθωτικό στην κρατική ενίσχυση Ν. 51/06 — Ιταλία

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 291 της 30ής Νοεμβρίου 2006 )

(2006/C 297/21)

Σελίδα 17 τρίτος πίνακας, πρώτη στήλη, δεύτερη σειρά, «Αριθμός ενίσχυσης»:

αντί:

«Ν. 51/06»·

διάβαζε:

«ΝΝ 51/06».


7.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/53


UK-Κάρντιφ: Eκμετάλλευση τακτικής αεροπορικής γραμμής

Διορθωτικό στην προκήρυξη υποβολής προσφορών του Ηνωμένου Βασιλείου δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 εδάφιο δ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου σε σχέση με την εκμετάλλευση τακτικής αεροπορικής γραμμής μεταξύ Cardiff και RAF Valley, Anglesey

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 248 της 14.10.2006 )

(«Συμπλήρωμα της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης» S 197 της 14.10.2006 , ανοιχτή διαδικασία, 208709-2006)

(2006/C 297/22)

Head of Procurement, Procurement Branch 6, RNR Division, Room 2-045, National Assembly for Wales, Cathays Park, Cardiff CF10 3NQ, United Kingdom.

Αντί:

9.   Προθεσμία υποβολής προσφορών: Ένα μήνα από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας προκήρυξης.

διάβαζε:

9.   Προθεσμία υποβολής προσφορών: