ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

49ό έτος
8 Απριλίου 2006


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ανακοινώσεις

 

Δικαστήριο

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

2006/C 086/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 25ης Οκτωβρίου 2005, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-465/02 και C-466/02: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Βασίλειο της Δανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ([Γεωργία — Γεωγραφικές ενδείξεις και ονομασίες προελεύσεως των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων — Ονομασία φέτα — Κανονισμός (ΕΚ) 1829/2002 — Κύρος])

1

2006/C 086/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 27ης Οκτωβρίου 2005, στην υπόθεση C-234/03 (αίτηση του Audiencia Nacional για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Contse SA, κ.λπ. κατά Instituto Nacional de Gestión Sanitaria (Ingesa), πρώην Instituto Nacional de la Salud (Insalud) (Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Οδηγία 92/50/EΟΚ — Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών — Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων — Παροχή κατ' οίκον ιατρικών υπηρεσιών θεραπευτικής αγωγής αναπνευστικών προβλημάτων — Προϋπόθεση συμμετοχής στον διαγωνισμό — Κριτήρια εκτιμήσεως)

1

2006/C 086/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 9ης Φεβρουαρίου 2006, στην υπόθεση C-305/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (Παράβαση κράτους μέλους — Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Άρθρα 2, σημείο 1, 5, παράγραφος 4, στοιχείο γ', 12, παράγραφος 3, και 16, παράγραφος 1 — Πράξη στο εσωτερικό της χώρας — Δημοπρασία έργων τέχνης που έχουν εισαχθεί με το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής — Προμήθεια του διοργανωτή της δημοπρασίας)

2

2006/C 086/4

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 25ης Οκτωβρίου 2005, στην υπόθεση C-350/03 (αίτηση του Landgericht Bochum για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Elisabeth Schulte, Wolfgang Schulte κατά Deutsche Bausparkasse Badenia AG (Προστασία των καταναλωτών — Κατ' οίκον πώληση — Αγορά ακινήτου — Επενδυτική πράξη χρηματοδοτούμενη από ενυπόθηκο δάνειο — Δικαίωμα υπαναχωρήσεως — Συνέπειες της υπαναχωρήσεως)

2

2006/C 086/5

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 31ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-503/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Οδηγία 64/221/ΕΟΚ — Υπήκοος τρίτης χώρας, σύζυγος υπηκόου κράτους μέλους — Δικαίωμα εισόδου και διαμονής — Περιορισμός για λόγους δημοσίας τάξεως — Σύστημα πληροφοριών Σένγκεν — Καταχώρηση στον κατάλογο ανεπιθυμήτων)

3

2006/C 086/6

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 26ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-514/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ — Περιορισμοί της εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών — Επιχειρήσεις και υπηρεσίες ιδιωτικής ασφάλειας — Προϋποθέσεις — Νομική προσωπικότητα — Ελάχιστο εταιρικό κεφάλαιο — Παροχή ασφάλειας — Ελάχιστος αριθμός υπαλλήλων — Οδηγίες 89/48/ΕΟΚ και 92/51/ΕΟΚ — Αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων)

4

2006/C 086/7

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 26ης Ιανουαρίου 2006, Στην υπόθεση C-533/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (Κανονισμός (ΕΚ) 1798/2003 — Οδηγία 2003/93/ΕΚ — Επιλογή της νομικής βάσεως)

4

2006/C 086/8

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 9ης Φεβρουαρίου 2006, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-23/04 έως C-25/04 (αίτηση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Σφακιανάκης ΑΕΒΕ κατά Ελληνικού Δημοσίου (Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Ουγγαρίας — Υποχρέωση αμοιβαίας συνδρομής των τελωνειακών αρχών — Εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών δασμών κατόπιν της ανακλήσεως, στο κράτος εξαγωγής, των πιστοποιητικών κυκλοφορίας των εισαγομένων προϊόντων)

5

2006/C 086/9

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 9ης Φεβρουαρίου 2006, στην υπόθεση C-127/04 [αίτηση του High Court of Justice (England & Wales), Queen's Bench Division για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]: Declan O'Byrne κατά Sanofi Pasteur MSD Ltd, Sanofi Pasteur SA (Οδηγία 85/374/ΕΟΚ — Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων — Έννοια της θέσεως σε κυκλοφορία του προϊόντος — Παράδοση από τον παραγωγό σε θυγατρική εταιρία της οποίας κατέχει το σύνολο του κεφαλαίου)

5

2006/C 086/0

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 16ης Φεβρουαρίου 2006, στην υπόθεση C-215/04 (αίτηση του Østre Landsret για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Marius Pedersen A/S κατά Miljøstyrelsen (Απόβλητα — Μεταφορά αποβλήτων — Απόβλητα που προορίζονται για πράξεις αξιοποιήσεως — Έννοια του κοινοποιούντος — Υποχρεώσεις βαρύνουσες τον κοινοποιούντα)

6

2006/C 086/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 9ης Φεβρουαρίου 2006, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-226/04 και C-228/04 (αιτήσεις του Tribunale amministrativo regionale del Lazio για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): La Cascina Soc. coop. arl, κ.λπ. κατά Ministero della Difesa κ.λπ. και Consorzio G. f. M. κατά Ministero della Difesa, κ.λπ. (Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Οδηγία 92/50/EΟΚ — Άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε' και στ' — Υποχρεώσεις των παρεχόντων υπηρεσίες — Καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως, καθώς και φόρων και τελών)

7

2006/C 086/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 25ης Οκτωβρίου 2005, στην υπόθεση C-229/04 (αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht in Bremen για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Crailsheimer Volksbank eG κατά Klaus Conrads, Frank Schulzke και Petra Schulzke-Lösche, Joachim Nitschk (Προστασία των καταναλωτών — Συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος — Σύμβαση δανείου για αγορά ακινήτου συναφθείσα υπό συνθήκες κατ' οίκον πωλήσεως — Δικαίωμα υπαναχωρήσεως)

7

2006/C 086/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 20ής Οκτωβρίου 2005, στην υπόθεση C-247/04 (αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Transport Maatschappij Traffic BV κατά Staatssecretaris van Economische Zaken (Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας — Επιστροφή ή διαγραφή εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών — Έννοια της έκφρασης οφειλόταν νομίμως)

8

2006/C 086/4

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 9ης Φεβρουαρίου 2006, στην υπόθεση C-415/04 (αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Staatssecretaris van Financiën κατά Stichting Kinderopvang Enschede (Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Απαλλαγές — Παροχές υπηρεσιών συνδεόμενων με την κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση, καθώς και με την προστασία και την εκπαίδευση των παιδιών ή των νέων)

8

2006/C 086/5

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 9ης Φεβρουαρίου 2006, στην υπόθεση C-473/04 (αίτηση του Hof van Cassatie για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Plumex κατά Young Sports NV (Δικαστική συνεργασία — Κανονισμός (ΕΚ) 1348/2000 — Άρθρα 4 έως 11 και 14 — Επιδόσεις και κοινοποιήσεις δικαστικών πράξεων — Υπηρεσιακή επίδοση — Ταχυδρομική επίδοση — Σχέσεις μεταξύ των τρόπων διαβίβασης και επίδοσης — Προτεραιότητα — Προθεσμία για την άσκηση έφεσης)

9

2006/C 086/6

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 26ης Ιανουαρίου 2005, στην υπόθεση C-2/05 (αίτηση του Arbeidshof te Brussel για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Rijksdienst voor Sociale Zekerheid κατά Herbosch Kiere NV (Κοινωνική ασφάλιση των διακινούμενων μισθωτών — Προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας — Μισθωτοί αποσπασμένοι σε άλλο κράτος μέλος — Ισχύς του πιστοποιητικού E 101)

9

2006/C 086/7

Υπόθεση C-456/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που ασκήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2005

10

2006/C 086/8

Υπόθεση C-14/06: Προσφυγή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2006

11

2006/C 086/9

Υπόθεση C-40/06: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Beschlusses des Finanzgerichts München με διάταξη της 8ης Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση Sachen Juers Pharma Import-Export GmbH κατά Oberfinanzdirektion Nürnberg

11

2006/C 086/0

Υπόθεση C-43/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2006

12

2006/C 086/1

Υπόθεση C-44/06: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το Finanzgericht des Landes Brandenburg με διάταξη της 12ης Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση Gerlach & Co. mbH κατά Hauptzollamt Frankfurt (Oder)

12

2006/C 086/2

Υπόθεση C-51/06: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Tribunale di Livorno με διάταξη της 13ης Ιανουαρίου 2006 στην υπόθεση Alberto Bianchi κατά De Robert Calzature Srl

13

2006/C 086/3

Υπόθεση C-56/06: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Finanzgericht Düsseldorf με διάταξη της 31ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση Euro Tex Textilverwertung GmbH κατά Hauptzollamt Duisburg

13

2006/C 086/4

Υπόθεση C-61/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2006

13

2006/C 086/5

Υπόθεση C-62/06: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Supremo Tribunal Administrativo με απόφαση της 11ης Ιανουαρίου 2006 στην υπόθεση Fazenda Pública — Director Geral das Alfândegas κατά Z. F. ZEFESER — Importação e Exportação de Produtos Αlimentares Lda

14

2006/C 086/6

Υπόθεση C-63/06: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas με απόφαση της 20ής Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση UAB Profisa κατά Muitinės departamentas prie Lietuvos respublikos finansų ministerijos

14

2006/C 086/7

Υπόθεση C-65/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου που ασκήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 2006

15

2006/C 086/8

Υπόθεση C-70/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2006

15

2006/C 086/9

Υπόθεση C-75/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2006

16

2006/C 086/0

Υπόθεση C-79/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 2006

16

2006/C 086/1

Υπόθεση C-81/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2006

17

2006/C 086/2

Υπόθεση C-82/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, ασκηθείσα στις 8 Φεβρουαρίου 2006

17

2006/C 086/3

Υπόθεση C-83/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2006

18

2006/C 086/4

Υπόθεση C-89/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

18

2006/C 086/5

Υπόθεση C-90/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

19

2006/C 086/6

Υπόθεση C-93/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

19

2006/C 086/7

Υπόθεση C-94/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

19

2006/C 086/8

Υπόθεση C-98/06: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Högsta domstolen με διάταξη της 8ης Φεβρουαρίου 2006 στην υπόθεση Freeport PLC κατά Olle Arnoldsson

20

2006/C 086/9

Υπόθεση C-100/06: Προσφυγή που ασκήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

20

2006/C 086/0

Υπόθεση C-101/06: Προσφυγή της 21ης Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας

21

2006/C 086/1

Υπόθεση C-105/06: Προσφυγή της 22ας Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

21

2006/C 086/2

Υπόθεση C-106/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου που ασκήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2006

21

2006/C 086/3

Υπόθεση C-107/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 22/02/2006

22

2006/C 086/4

Υπόθεση C-110/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου που ασκήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2006

22

2006/C 086/5

Υπόθεση C-113/06: Προσφυγή της 27ης Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

23

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

2006/C 086/6

Υπόθεση T-202/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Φεβρουαρίου 2006 — Alecansan κατά ΓΕΕΑ (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος COMP USA — Προγενέστερο εικονιστικό εθνικό σήμα COMP USA — Έλλειψη ομοιότητας προϊόντων και υπηρεσιών — Απόρριψη της ανακοπής — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

24

2006/C 086/7

Υπόθεση T-251/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Albrecht κ.λπ. κατά Επιτροπής (Υγειονομικός έλεγχος — Κτηνιατρικά φάρμακα — Προϊόντα που περιέχουν βενζαθίνη βενζυπενικιλλίνη — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διατάσσεται η αναστολή των αδειών κυκλοφορίας — Αρμοδιότητα)

24

2006/C 086/8

Υπόθεση T-273/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Merck Sharp & Dohme κ.λπ. κατά Επιτροπής (Φάρμακα για ανθρώπινη χρήση — Άδεια κυκλοφορίας φαρμάκων που περιέχουν την ουσία enalapril — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διατάσσεται τροποποίηση της συνοπτικής περιγραφής των χαρακτηριστικών του προϊόντος — Αρμοδιότητα)

25

2006/C 086/9

Υπόθεση T-293/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Giulietti κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Γενικός διαγωνισμός — Αποκλεισμός από το διαγωνισμό — Μη σύννομος χαρακτήρας της προκηρύξεως του διαγωνισμού — Απαράδεκτο — Επαγγελματική εμπειρία — Πλήρης απασχόληση)

25

2006/C 086/0

Υπόθεση T-206/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2006 — Rodrigues Carvalhais κατά ΓΕΕΑ (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Εικονιστικό σήμα που περιέχει το λεκτικό σημείο PERFIX)

26

2006/C 086/1

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-466/04 και T-467/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2006 — Elisabetta Dami κατά ΓΕΕΑ (Κοινοτικό σήμα — Λεκτικό σήμα GERONIMO STILTON — Ανακοπή — Αναστολή της διαδικασίας — Περιορισμός του καταλόγου των προϊόντων που δηλώνει το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση — Παραίτηση από την ανακοπή)

26

2006/C 086/2

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-376/05 και T-383/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Φεβρουαρίου 2006 — TEA-CEGOS κ.λπ. κατά Επιτροπής (Σύναψη δημοσίων συμβάσεων — Κοινοτική διαδικασία προσκλήσεως για υποβολή προσφορών — Βραχυπρόθεσμη πρόσληψη εμπειρογνωμόνων επιφορτισμένων με την παροχή τεχνικής βοήθειας υπέρ τρίτων χωρών δικαιούχων εξωτερικής βοήθειας — Απόρριψη προσφορών)

27

2006/C 086/3

Υπόθεση T-249/02: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 13ης Οκτωβρίου 2005 — Fintecna κατά Επιτροπής (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο — Μείωση χρηματοδοτικής συνδρομής — Προσφυγή ακυρώσεως — Πράξη δυνάμενη να αποτελέσει το αντικείμενο προσφυγής — Προπαρασκευαστική πράξη — Απαράδεκτο)

27

2006/C 086/4

Υπόθεση T-48/03: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Schneider Electric κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Συγκεντρώσεις — Επανάληψη της διαδικασίας ελέγχου μετά την ακύρωση από το Πρωτοδικείο μιας αποφάσεως που απαγόρευσε πράξη συγκεντρώσεως — Έναρξη της φάσης λεπτομερούς εξέτασης — Παραίτηση από τη συγκέντρωση — Τερματισμός της διαδικασίας ελέγχου — Προσφυγή ακυρώσεως — Βλαπτικές πράξεις — Έννομο συμφέρον — Απαράδεκτο)

27

2006/C 086/5

Υπόθεση T-278/03: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 27ης Ιανουαρίου 2006 — Van Mannekus κατά Συμβουλίου (Dumping — Εισαγωγές οξειδίου του μαγνησίου καταγωγής Κίνας — Τροποποίηση των πρότερον θεσπισθέντων μέτρων αντιντάμπινγκ — Προσφυγή ακυρώσεως — Ένσταση απαραδέκτου)

28

2006/C 086/6

Υπόθεση T-280/03: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 27ης Ιανουαρίου 2006 — Van Mannekus κατά Συμβουλίου ([Ντάμπινγκ — Εισαγωγές πυρωμένης αδρανούς μαγνησίας (φρυγμένης) καταγωγής Κίνας — Τροποποίηση των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν προηγουμένως — Προσφυγή ακυρώσεως — Ένσταση απαραδέκτου])

28

2006/C 086/7

Υπόθεση T-42/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 13ης Ιανουαρίου 2006 — Κομνηνού κ.λπ. κατά Επιτροπής (Αγωγή αποζημιώσεως — Εξωσυμβατική ευθύνη — Θέση στο αρχείο καταγγελίας αφορώσας συμπεριφορά κράτους μέλους δυνάμενη να οδηγήσει στην κίνηση διαδικασίας λόγω παραβάσεως — Αντιμετώπιση της καταγγελίας εκ μέρους της Επιτροπής — Αρχή περί χρηστής διοικήσεως)

29

2006/C 086/8

Υπόθεση T-396/05 R: Διάταξη του προέδρου του Πρωτοδικείου της 10ης Ιανουαρίου 2006 — ArchiMEDES κατά Επιτροπής (Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων — Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων — Ρήτρα διαιτησίας — Παραδεκτό — Επείγον — Δεν υφίσταται)

29

2006/C 086/9

Υπόθεση T-397/05 R: Διάταξη του προέδρου του Πρωτοδικείου της 10ης Ιανουαρίου 2006 — ArchiMEDES κατά Επιτροπής (Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων — Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων — Ρήτρα διαιτησίας — Επείγον — Δεν υφίσταται)

29

2006/C 086/0

Υπόθεση T-417/05 R: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2006 — Endesa κατά Επιτροπής (Ασφαλιστικά μέτρα — Έλεγχος συγκεντρώσεων — Κατεπείγον)

30

2006/C 086/1

Υπόθεση T-437/05 R: Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 7ης Φεβρουαρίου 2006 — Brink's Security Luxembourg κατά Επιτροπής (Ασφαλιστικά μέτρα — Επείγον χαρακτήρας — Δεν υφίσταται)

30

2006/C 086/2

Υπόθεση T-8/06: Προσφυγή της 12ης Ιανουαρίου 2006 — FAB Fernsehen aus Berlin κατά Επιτροπής

31

2006/C 086/3

Υπόθεση T-14/06: Προσφυγή της 16ης Ιανουαρίου 2006 — K-Swiss κατά ΓΕΕΑ

31

2006/C 086/4

Υπόθεση T-18/06: Προσφυγή που κατατέθηκε στις 23 Ιανουαρίου 2006 — Deutsche Telekom κατά ΓΕΕΑ

32

2006/C 086/5

Υπόθεση T-21/06: Προσφυγή της 21ης Ιανουαρίου 2006 — Γερμανία κατά Επιτροπής

32

2006/C 086/6

Υπόθεση T-24/06: Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Medienanstalt Berlin-Brandenburg κατά Επιτροπής

32

2006/C 086/7

Υπόθεση T-28/06: Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — RheinfelsQuellen H. Hövelmann κατά ΓΕΕΑ

33

2006/C 086/8

Υπόθεση T-29/06: Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ

33

2006/C 086/9

Υπόθεση T-30/06: Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ

34

2006/C 086/0

Υπόθεση T-31/06: Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ

34

2006/C 086/1

Υπόθεση T-35/06: Προσφυγή της 30ής Ιανουαρίου 2006 — Honig-Verband κατά Επιτροπής

35

2006/C 086/2

Υπόθεση T-39/06: Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2006 — Transcatab κατά Επιτροπής

35

2006/C 086/3

Υπόθεση T-42/06: Προσφυγή/αγωγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Bruno Gollnisch κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

36

2006/C 086/4

Υπόθεση T-43/06: Προσφυγή της Cofira SAC κατά της Επιτροπής, ασκηθείσα στις 9 Φεβρουαρίου 2006

37

2006/C 086/5

Υπόθεση T-44/06: Προσφυγή της 14ης Φεβρουαρίου 2006 — Επιτροπή κατά Ελληνικής Εταιρείας Επιχειρηματικής Πρωτοβουλίας και άλλων πέντε

37

2006/C 086/6

Υπόθεση T-45/06: Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Reliance Industries κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

38

2006/C 086/7

Υπόθεση T-46/06: Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Galileo Lebensmittel κατά Επιτροπής

39

2006/C 086/8

Υπόθεση T-48/06: Προσφυγή της 17ης Φεβρουαρίου 2006 — Astex Therapeutics κατά ΓΕΕΑ

40

2006/C 086/9

Υπόθεση T-50/06: Προσφυγή της 17ης Φεβρουαρίου 2006 — Ιρλανδία κατά Επιτροπής

40

2006/C 086/0

Υπόθεση T-53/06: Προσφυγή-αγωγή της 21ης Φεβρουαρίου 2006 — UPM-Kymmene κατά Επιτροπής

41

2006/C 086/1

Υπόθεση T-59/06: Προσφυγή της 23ης Φεβρουαρίου 2006 — Low & Bonar και Bonar Technical Fabrics κατά Επιτροπής

42

2006/C 086/2

Υπόθεση T-61/06: Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής

43

2006/C 086/3

Υπόθεση T-62/06: Προσφυγή της 23ης Φεβρουαρίου 2006 — Eurallumina κατά Επιτροπής

44

2006/C 086/4

Υπόθεση T-63/06: Προσφυγή-αγωγή της 16ης Φεβρουαρίου 2006 — Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά ΕΚΠΝΤ

45

2006/C 086/5

Υπόθεση T-330/05: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 8ης Φεβρουαρίου 2006 — Aqua-Terra Bioprodukt κατά ΓΕΕΑ

46

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

2006/C 086/6

Υπόθεση F-124/05: Προσφυγή-αγωγή της 16ης Δεκεμβρίου 2005 — Α κατά Επιτροπής

47

2006/C 086/7

Υπόθεση F-2/06: Προσφυγή της 5ης Ιανουαρίου 2006 — Marcuccio κατά Επιτροπής

48

2006/C 086/8

Υπόθεση F-12/06: Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2006 — Suleimanova κατά Επιτροπής των Περιφερειών

48

 

III   Πληροφορίες

2006/C 086/9

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςΕΕ C 74 της 25.3.2006

49

EL

 


I Ανακοινώσεις

Δικαστήριο

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 25ης Οκτωβρίου 2005

στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-465/02 και C-466/02: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Βασίλειο της Δανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)

([Γεωργία - Γεωγραφικές ενδείξεις και ονομασίες προελεύσεως των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων - Ονομασία «φέτα» - Κανονισμός (ΕΚ) 1829/2002 - Κύρος])

(2006/C 86/01)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική και η δανική

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-465/02 και C-466/02, με αντικείμενο προσφυγές ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, ασκηθείσες στις 30 Δεκεμβρίου 2002, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωπος: W.-D. Plessing, επικουρούμενος από τον M. Loschelder), προσφεύγουσα στην υπόθεση C-465/02, Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωποι: J. Molde και J. Bering Liisberg), προσφεύγον στην υπόθεση C-466/02, υποστηριζόμενοι από: τη Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues και A. Colomb), το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωπος: C. Jackson), κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. L. Iglesias Buhigues, H. C. Støvlbæk, A.–M. Rouchaud-Joët και S. Grünheid), υποστηριζόμενης από: την Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Β. Κοντόλαιμος και Ι.-Κ. Χαλκιάς), το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas και J. Malenovský, προέδρους τμήματος, J.-P. Puissochet, R. Schintgen, N. Colneric, S. von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues (εισηγητή), J. Klučka, U. Lõhmus και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 25 Οκτωβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει τις προσφυγές.

2)

Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα της υποθέσεως C-465/02 και το Βασίλειο της Δανίας στα δικαστικά έξοδα της υποθέσεως C 466/02.

3)

Η Ελληνική Δημοκρατία, η Γαλλική Δημοκρατία και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας φέρουν τα δικά τους δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 55 της 8.03.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 27ης Οκτωβρίου 2005

στην υπόθεση C-234/03 (αίτηση του Audiencia Nacional για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Contse SA, κ.λπ. κατά Instituto Nacional de Gestión Sanitaria (Ingesa), πρώην Instituto Nacional de la Salud (Insalud) (1)

(Ελευθερία εγκαταστάσεως - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Οδηγία 92/50/EΟΚ - Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων - Παροχή κατ' οίκον ιατρικών υπηρεσιών θεραπευτικής αγωγής αναπνευστικών προβλημάτων - Προϋπόθεση συμμετοχής στον διαγωνισμό - Κριτήρια εκτιμήσεως)

(2006/C 86/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Στην υπόθεση C-234/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Audiencia Nacional (Ισπανία) με απόφαση της 16ης Απριλίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 2 Ιουνίου 2003, στο πλαίσιο της διαδικασίας Contse SA, Vivisol Srl, Oxigen Salud SA κατά Instituto Nacional de Gestión Sanitaria (Ingesa), πρώην Instituto Nacional de la Salud (Insalud), παρισταμένων των: Air Liquide Medicinal SL, Sociedad Española de Carburos Metálicos SA, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský, J. P. Puissochet, S. von Bahr και U. Lõhmus, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 27 Οκτωβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει στην αναθέτουσα αρχή να προβλέπει, στη συγγραφή υποχρεώσεων δημόσιας συμβάσεως ιατρικών υπηρεσιών κατ' οίκον θεραπευτικής αγωγής αναπνευστικών προβλημάτων και επιβοηθούμενης αναπνοής, αφενός, προϋπόθεση συμμετοχής στον διαγωνισμό υποχρεώνουσα τη διαγωνιζόμενη επιχείρηση να διαθέτει, κατά τον χρόνο υποβολής της προσφοράς, γραφείο εξυπηρετήσεως του κοινού στην πρωτεύουσα της επαρχίας στην οποία θα παρέχεται η υπηρεσία και, αφετέρου, κριτήρια εκτιμήσεως των προσφορών τα οποία αναγνωρίζουν, μέσω της χορηγήσεως επιπλέον μονάδων, την ύπαρξη, κατά τον χρόνο υποβολής της προσφοράς, εγκαταστάσεων παραγωγής, συσκευασίας και εμφιαλώσεως οξυγόνου σε απόσταση μικρότερη των 1 000 χιλιομέτρων από την εν λόγω επαρχία, ή γραφείων εξυπηρετήσεως του κοινού σε άλλες περιοχές που καθορίζονται από την επαρχία αυτή, και που, σε περίπτωση ισοβαθμίας πλειόνων προσφορών, ευνοούν την επιχείρηση που παρείχε στο παρελθόν την επίμαχη υπηρεσία, στο μέτρο που τα στοιχεία αυτά δημιουργούν δυσμενείς διακρίσεις, δεν δικαιολογούνται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος, δεν είναι ικανά να εξασφαλίσουν την εκπλήρωση του επιδιωκόμενου σκοπού ή βαίνουν πέραν του αναγκαίου για την εκπλήρωσή του μέτρου, η δε εξακρίβωση των εκτιμήσεων αυτών απόκειται στον εθνικό δικαστή.


(1)  ΕΕ C 184 της 2.8.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/2


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 9ης Φεβρουαρίου 2006

στην υπόθεση C-305/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Άρθρα 2, σημείο 1, 5, παράγραφος 4, στοιχείο γ', 12, παράγραφος 3, και 16, παράγραφος 1 - Πράξη στο εσωτερικό της χώρας - Δημοπρασία έργων τέχνης που έχουν εισαχθεί με το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής - Προμήθεια του διοργανωτή της δημοπρασίας)

(2006/C 86/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C 305/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 16 Ιουλίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: R. Lyal) κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: C. Jackson και R. Caudwell, επικουρούμενες από τον N. Paines, QC), το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet, S. von Bahr, U. Lõhmus (εισηγητή) και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 9 Φεβρουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, εφαρμόζοντας μειωμένο συντελεστή για τον φόρο προστιθέμενης αξίας που επιβάλλεται στην προμήθεια που καταβάλλεται στους διοργανωτές δημοπρασιών κατά την πώληση σε δημοπρασία αντικειμένων καλλιτεχνικής, συλλεκτικής ή αρχαιολογικής αξίας που έχουν εισαχθεί με το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, σημείο 1, 5, παράγραφος 4, στοιχείο γ', 12, παράγραφος 3, και 16, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 1999/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999.

2)

Καταδικάζει το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 226 της 20.9.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/2


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 25ης Οκτωβρίου 2005

στην υπόθεση C-350/03 (αίτηση του Landgericht Bochum για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Elisabeth Schulte, Wolfgang Schulte κατά Deutsche Bausparkasse Badenia AG (1)

(Προστασία των καταναλωτών - Κατ' οίκον πώληση - Αγορά ακινήτου - Επενδυτική πράξη χρηματοδοτούμενη από ενυπόθηκο δάνειο - Δικαίωμα υπαναχωρήσεως - Συνέπειες της υπαναχωρήσεως)

(2006/C 86/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-229/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Landgericht Bochum (Γερμανία), με απόφαση της 29ης Ιουλίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Αυγούστου 2003, στο πλαίσιο της δίκης/διαδικασίας, Elisabeth Schulte, Wolfgang Schulte κατά Deutsche Bausparkasse Badenia AG, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, τους P. Jann και A. Rosas, προέδρους τμήματος, τους C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, N. Colneric, S. von Bahr, R. Silva de Lapuerta και K. Lenaerts, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 25 Οκτωβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο α', της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος, πρέπει να ερμηνευθεί ως αποκλείον από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής τις συμβάσεις πωλήσεως ακινήτου, ακόμη και αν αποτελούν απλώς μέρος ενός μέσω δανείου χρηματοδοτούμενου επενδυτικού μοντέλου στα πλαίσια του οποίου οι προς σύναψη της συμβάσεως διαπραγματεύσεις, τόσο ως προς τη σύμβαση πωλήσεως του ακινήτου όσο και ως προς τη σύμβαση δανείου που συνάπτεται αποκλειστικώς με σκοπό τη χρηματοδότηση, γίνονται υπό συνθήκες κατ' οίκον πωλήσεως.

2)

Η οδηγία 85/577 δεν απαγορεύει εθνικούς κανόνες που προβλέπουν ως μόνη συνέπεια της υπαναχωρήσεως από τη σύμβαση δανείου την ακύρωση της συμβάσεως αυτής, ακόμη και όταν πρόκειται για επενδυτικά μοντέλα για τα οποία το δάνειο δεν θα είχε χορηγηθεί χωρίς την αγορά του ακινήτου.

3)

Η οδηγία 85/577 δεν απαγορεύει:

την υποχρέωση του καταναλωτή που έχει ασκήσει το δικαίωμά του υπαναχωρήσεως σύμφωνα με την οδηγία να εξοφλήσει στον δανειοδότη το ποσό του δανείου μολονότι το δάνειο χρησιμεύει, βάσει του προταθέντος επενδυτικού μοντέλου, αποκλειστικώς για τη χρηματοδότηση της αγοράς του ακινήτου και καταβλήθηκε απευθείας στον πωλητή του ακινήτου·

να καθίσταται απαιτητή η άμεση επιστροφή του ποσού του δανείου·

εθνική ρύθμιση που προβλέπει ότι ο καταναλωτής υποχρεούται, σε περίπτωση υπαναχωρήσεως από τη σύμβαση δανείου με εμπράγματη ασφάλεια, όχι μόνο να επιστρέψει τα ποσά που έλαβε δυνάμει της συμβάσεως αυτής, αλλά επιπλέον να καταβάλει στον δανειοδότη τόκους με το τρέχον επιτόκιο.

Ωστόσο, στην περίπτωση που, αν η Τράπεζα είχε πληροφορήσει τον καταναλωτή για το δικαίωμά του υπαναχωρήσεως, αυτός θα μπορούσε να αποφύγει να εκτεθεί στους κινδύνους που ενυπάρχουν σε επενδύσεις όπως οι επίδικες στην υπόθεση της κύριας δίκης, το άρθρο 4 της οδηγίας 85/577 επιβάλλει στα κράτη μέλη να μεριμνούν ώστε η νομοθεσία τους να προστατεύει τους καταναλωτές που δεν μπόρεσαν να αποφύγουν να εκτεθούν σε αυτούς τους κινδύνους, λαμβάνοντας μέτρα για να μην υφίστανται τις συνέπειες από την επέλευση των κινδύνων αυτών.


(1)  ΕΕ C 264 της 01.11.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/3


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 31ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-503/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (1)

(Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Οδηγία 64/221/ΕΟΚ - Υπήκοος τρίτης χώρας, σύζυγος υπηκόου κράτους μέλους - Δικαίωμα εισόδου και διαμονής - Περιορισμός για λόγους δημοσίας τάξεως - Σύστημα πληροφοριών Σένγκεν - Καταχώρηση στον κατάλογο ανεπιθυμήτων)

(2006/C 86/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Στην υπόθεση C-503/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 27 Νοεμβρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. O'Reilly και L. Escobar Guerrero) κατά Βασιλείου της Ισπανίας (εκπρόσωπος: M. Muñoz Pérez), το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann (εισηγητή), C. W. A. Timmermans, A. Rosas, J. Malenovský, προέδρους τμήματος, S. Von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta, K. Lenaerts, E. Juhász, Γ. Αρέστη, A. Borg Barthet και M. Ilešič, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 31 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το Βασίλειο της Ισπανίας, αρνούμενο την είσοδο στο έδαφος των κρατών που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη συμφωνία σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, που υπεγράφη στις 14 Ιουνίου 1985 στο Σένγκεν, στον Farid, καθώς και την έκδοση θεωρήσεως με σκοπό την είσοδο στο εν λόγω έδαφος στους Farid και Bouchair, υπηκόους τρίτης χώρας, συζύγους υπηκόων κράτους μέλους, μόνο για τον λόγο ότι είχαν καταχωρηθεί στον κατάλογο ανεπιθυμήτων του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν, χωρίς προηγουμένως να εξεταστεί αν η παρουσία των προσώπων αυτών συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή θίγουσα θεμελιώδες συμφέρον της κοινωνίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 1 έως 3 της οδηγίας 64/221/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1964, περί του συντονισμού των ειδικών μέτρων για τη διακίνηση και τη διαμονή αλλοδαπών, τα οποία δικαιολογούνται για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 21 της 24.01.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/4


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 26ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-514/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ - Περιορισμοί της εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών - Επιχειρήσεις και υπηρεσίες ιδιωτικής ασφάλειας - Προϋποθέσεις - Νομική προσωπικότητα - Ελάχιστο εταιρικό κεφάλαιο - Παροχή ασφάλειας - Ελάχιστος αριθμός υπαλλήλων - Οδηγίες 89/48/ΕΟΚ και 92/51/ΕΟΚ - Αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων)

(2006/C 86/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Στην υπόθεση C-514/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Πατακιά και L. Escobar Guerrero) κατά Βασιλείου της Ισπανίας (εκπρόσωπος: E. Braquehais Conesa), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann, N. Colneric, J. N. Cunha Rodrigues και E. Levits (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το Βασίλειο της Ισπανίας, διατηρώντας σε ισχύ διατάξεις του νόμου 23/1992, της 30ής Ιουλίου 1992, περί ιδιωτικής ασφάλειας, και του βασιλικού διατάγματος 2364/1994, της 9ης Δεκεμβρίου 1994, περί επικυρώσεως της κανονιστικής αποφάσεως για την ιδιωτική ασφάλεια, με τις οποίες επιβάλλονται στις αλλοδαπές επιχειρήσεις ιδιωτικής ασφάλειας διάφορες προϋποθέσεις για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους στην Ισπανία, και συγκεκριμένα η υποχρέωση:

να έχουν τη μορφή νομικού προσώπου,

να διαθέτουν εταιρικό κεφάλαιο ορισμένου ελάχιστου ύψους,

να καταθέσουν υποχρεωτικώς εγγύηση σε ισπανικό οργανισμό,

να απασχολούν ορισμένο ελάχιστο αριθμό υπαλλήλων, στο μέτρο που η εν λόγω επιχείρηση δραστηριοποιείται σε άλλους τομείς πλην του τομέα της μεταφοράς και της διανομής εκρηκτικών υλών,

για τα μέλη του προσωπικού τους, γενικώς, να κατέχουν ειδική διοικητική άδεια που χορηγείται από τις ισπανικές αρχές, και

μη θεσπίζοντας τις αναγκαίες διατάξεις για την αναγνώριση των βεβαιώσεων επαγγελματικής επάρκειας για την άσκηση της δραστηριότητας του ιδιωτικού ντετέκτιβ, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, αφενός, από τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, και, αφετέρου, από την οδηγία 92/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, σχετικά με ένα δεύτερο γενικό σύστημα αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, το οποίο συμπληρώνει την οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά μ' ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Το Βασίλειο της Ισπανίας φέρει τα τρίτα τέταρτα των δικαστικών εξόδων της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και τα δικά του δικαστικά του έξοδα.

4)

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρει το ένα τέταρτο των δικαστικών της εξόδων.


(1)  ΕΕ C 47 της 21.2.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/4


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 26ης Ιανουαρίου 2006

Στην υπόθεση C-533/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (1)

(Κανονισμός (ΕΚ) 1798/2003 - Οδηγία 2003/93/ΕΚ - Επιλογή της νομικής βάσεως)

(2006/C 86/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-533/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: R. Lyal) κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: M. Colaert και E. Karlsson), υποστηριζόμενου από την Ιρλανδία (εκπρόσωπος: D. O'Hagan, επικουρούμενος από τον A. Collins, SC), την Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: L. Fernandes), το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωπος: R. Caudwell, επικουρούμενη από τον D. Wyatt, QC), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Schintgen (εισηγητή), την R. Silva de Lapuerta και τους P. Kūris και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

3)

Η Ιρλανδία, η Πορτογαλική Δημοκρατία και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  EE C 59 της 06.03.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/5


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 9ης Φεβρουαρίου 2006

στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-23/04 έως C-25/04 (αίτηση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Σφακιανάκης ΑΕΒΕ κατά Ελληνικού Δημοσίου (1)

(Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Ουγγαρίας - Υποχρέωση αμοιβαίας συνδρομής των τελωνειακών αρχών - Εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών δασμών κατόπιν της ανακλήσεως, στο κράτος εξαγωγής, των πιστοποιητικών κυκλοφορίας των εισαγομένων προϊόντων)

(2006/C 86/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-23/04 έως C-25/04, με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών (Ελλάδα) με αποφάσεις της 30ής Σεπτεμβρίου 2003, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 26 Ιανουαρίου 2004, στο πλαίσιο των δικών Σφακιανάκης ΑΕΒΕ κατά Ελληνικού Δημοσίου, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), P. Kūris και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 9 Φεβρουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Τα άρθρα 31, παράγραφος 2, και 32 του πρωτοκόλλου αριθ. 4 της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας Συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, αφετέρου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 3/96 του Συμβουλίου Συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, αφετέρου, της 28ης Δεκεμβρίου 1996, έχουν την έννοια ότι οι τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη τις δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται εντός του κράτους εξαγωγής επί των προσφυγών οι οποίες ασκούνται κατά των αποτελεσμάτων του ελέγχου του κύρους των πιστοποιητικών κυκλοφορίας των εμπορευμάτων που πραγματοποιούν οι τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής, εφόσον οι εν λόγω αρχές έχουν πληροφορηθεί την άσκηση των προσφυγών αυτών και το περιεχόμενο των αποφάσεων αυτών, τούτο δε ανεξαρτήτως του αν ο έλεγχος του κύρους των πιστοποιητικών κυκλοφορίας διενεργήθηκε κατόπιν αιτήματος των τελωνειακών αρχών του κράτους εισαγωγής ή όχι.

2)

Η πρακτική αποτελεσματικότητα της καταργήσεως των δασμών την οποία προβλέπει η Ευρωπαϊκή Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, αφετέρου, η οποία συνάφθηκε και εγκρίθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1993, εμποδίζει την έκδοση διοικητικών αποφάσεων που επιβάλλουν την καταβολή δασμών, πλέον φόρων και προστίμων, τις οποίες λαμβάνουν οι τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής πριν τους γνωστοποιηθεί η τελική έκβαση της δίκης επί των προσφυγών που έχουν ασκηθεί κατά των αποτελεσμάτων του εκ των υστέρων ελέγχου και ενώ οι αποφάσεις του κράτους εξαγωγής με τις οποίες χορηγήθηκαν αρχικώς τα πιστοποιητικά EUR.1 δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί.

3)

Δεν επηρεάζει την απάντηση που δόθηκε στα τρία πρώτα ερωτήματα το γεγονός ότι ούτε οι ελληνικές ούτε οι ουγγρικές τελωνειακές αρχές ζήτησαν τη σύγκληση της επιτροπής συνδέσεως του άρθρου 33 του πρωτοκόλλου αριθ. 4, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 3/96.


(1)  ΕΕ C 71 της 20.03.2004

ΕΕ C 85 της 03.04.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/5


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 9ης Φεβρουαρίου 2006

στην υπόθεση C-127/04 [αίτηση του High Court of Justice (England & Wales), Queen's Bench Division για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]: Declan O'Byrne κατά Sanofi Pasteur MSD Ltd, Sanofi Pasteur SA (1)

(Οδηγία 85/374/ΕΟΚ - Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων - Έννοια της «θέσεως σε κυκλοφορία» του προϊόντος - Παράδοση από τον παραγωγό σε θυγατρική εταιρία της οποίας κατέχει το σύνολο του κεφαλαίου)

(2006/C 86/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-127/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το High Court of Justice (England & Wales), Queen's Bench Division (Ηνωμένο Βασίλειο), με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Declan O'Byrne κατά Sanofi Pasteur MSD Ltd, πρώην Aventis Pasteur MSD Ltd, Sanofi Pasteur SA, πρώην Aventis Pasteur SA, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann, K. Lenaerts, E. Juhász και M. Ilešič, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 9 Φεβρουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το άρθρο 11 της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα προϊόν τίθεται σε κυκλοφορία όταν έχει εξέλθει της παραγωγικής διαδικασίας που εφαρμόζει ο παραγωγός και έχει εισέλθει σε διαδικασία εμπορικής κυκλοφορίας, στο πλαίσιο της οποίας προτείνεται, ως έχει, στο κοινό προς χρήση ή ανάλωση.

2)

Σε περίπτωση που έχει ασκηθεί αγωγή κατά εταιρίας, θεωρουμένης εσφαλμένως ως παραγωγού ενός προϊόντος ενώ, στην πραγματικότητα, αυτό είχε παραχθεί από άλλη εταιρία, εναπόκειται, κατ' αρχήν, στο εθνικό δίκαιο να ορίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χωρεί υποκατάσταση διαδίκου από άλλον στο πλαίσιο αυτής της δίκης. Ωστόσο, το εθνικό δικαστήριο, αποφαινόμενο επί των προϋποθέσεων υπό τις οποίες χωρεί η εν λόγω υποκατάσταση, πρέπει να μεριμνά για τον σεβασμό του προσωπικού πεδίου εφαρμογής της οδηγίας, όπως αυτό ορίζεται με τα άρθρα της 1 και 3.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.04.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/6


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 16ης Φεβρουαρίου 2006

στην υπόθεση C-215/04 (αίτηση του Østre Landsret για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Marius Pedersen A/S κατά Miljøstyrelsen (1)

(Απόβλητα - Μεταφορά αποβλήτων - Απόβλητα που προορίζονται για πράξεις αξιοποιήσεως - Έννοια του «κοινοποιούντος» - Υποχρεώσεις βαρύνουσες τον κοινοποιούντα)

(2006/C 86/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Στην υπόθεση C-215/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Østre Landsret (Δανία) με απόφαση της 14ης Μαΐου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Μαΐου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Marius Pedersen A/S κατά Miljøstyrelsen, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann (εισηγητή), N. Colneric, J. N. Cunha Rodrigues και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 16 Φεβρουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η έκφραση «όταν αυτό δεν είναι δυνατόν» που απαντά στο άρθρο 2, στοιχείο ζ', περίπτωση ii, του κανονισμού (ΕΟΚ) 259/93 του Συμβουλίου, της 1ης Φεβρουαρίου 1993, σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο των μεταφορών αποβλήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας καθώς και κατά την είσοδο και έξοδό τους, έχει την έννοια ότι το γεγονός απλώς και μόνον ότι δεδομένο πρόσωπο είναι η εγκεκριμένη επιχείρηση συλλογής δεν του προσδίδει την ιδιότητα του κοινοποιούντος μεταφορά αποβλήτων προς αξιοποίηση. Εντούτοις, οι περιστάσεις ότι ο παραγωγός των αποβλήτων είναι άγνωστος ή ότι ο αριθμός των παραγωγών είναι τόσο μεγάλος και η αποτελούσα προϊόν της δραστηριότητάς τους παραγωγή είναι τόσο ασήμαντη ώστε να μην είναι εύλογο οι παραγωγοί αυτοί να κοινοποιήσουν ατομικώς τη μεταφορά αποβλήτων δύνανται να δικαιολογήσουν το γεγονός ότι η εγκεκριμένη επιχείρηση συλλογής εκλαμβάνεται ως ο κοινοποιών μεταφορά αποβλήτων προς αξιοποίηση.

2)

Η αρμόδια αρχή αποστολής νομιμοποιείται, δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφοι 2 και 4, στοιχείο α', πρώτη παύλα, του κανονισμού 259/93, να προβάλει αντιρρήσεις επί μεταφοράς αποβλήτων ελλείψει πληροφοριακών στοιχείων σχετικά με τους όρους επεξεργασίας αυτών εντός του κράτους προορισμού. Αντιθέτως, δεν μπορεί να απαιτείται από τον κοινοποιούντα να αποδείξει ότι η αξιοποίηση εντός του κράτους προορισμού πρόκειται να είναι ισοδύναμη με την προβλεπόμενη από την κανονιστική ρύθμιση του κράτους αποστολής.

3)

Το άρθρο 6, παράγραφος 5, πρώτη παύλα, του κανονισμού 259/93 έχει την έννοια ότι δεν εκπληρούται η υποχρέωση ενημερώσεως ως προς τη σύνθεση των αποβλήτων αν ο κοινοποιών δηλώνει κατηγορία αποβλήτων με τη μνεία «προερχόμενα από ηλεκτρονικές συναρμολογήσεις απόβλητα».

4)

Η οριζόμενη στο άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 259/93 προθεσμία αρχίζει να τρέχει από την αποστολή της αποδείξεως παραλαβής της κοινοποιήσεως εκ μέρους των αρμοδίων αρχών του κράτους προορισμού, υπό την επιφύλαξη του ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους αποστολής εκτιμούν ότι δεν έλαβαν όλα τα απαιτούμενα από το άρθρο 6, παράγραφος 5, του εν λόγω κανονισμού πληροφοριακά στοιχεία. Η υπέρβαση της εν λόγω προθεσμίας έχει ως αποτέλεσμα οι αρμόδιες αρχές να αδυνατούν πλέον να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της μεταφοράς ή να ζητήσουν από τον κοινοποιούντα συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία.


(1)  ΕΕ C 190 της 24.7.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/7


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 9ης Φεβρουαρίου 2006

στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-226/04 και C-228/04 (αιτήσεις του Tribunale amministrativo regionale del Lazio για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): La Cascina Soc. coop. arl, κ.λπ. κατά Ministero della Difesa κ.λπ. και Consorzio G. f. M. κατά Ministero della Difesa, κ.λπ. (1)

(Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών - Οδηγία 92/50/EΟΚ - Άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε' και στ' - Υποχρεώσεις των παρεχόντων υπηρεσίες - Καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως, καθώς και φόρων και τελών)

(2006/C 86/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-226/04 και C-228/04, με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Tribunale amministrativo regionale del Lazio (Ιταλία) με αποφάσεις της 22ας Απριλίου 2004, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 2 Ιουνίου 2004, στο πλαίσιο των δικών La Cascina Soc. coop. arl, Zilch Srl (C 226/04) κατά Ministero della Difesa, Ministero dell'Economia e delle Finanze, Pedus Service, Cooperativa Italiana di Ristorazione soc. coop. arl (CIR), Istituto nazionale per l'assicurazione contro gli infortuni sul lavoro (INAIL), και Consorzio G. f. M. (C 228/04) κατά Ministero della Difesa, La Cascina Soc. coop. arl, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann, N. Colneric, K. Lenaerts και E. Juhász (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 9 Φεβρουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε' και στ', της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν απαγορεύει εθνική κανονιστική ρύθμιση ή διοικητική πρακτική σύμφωνα με την οποία ο παρέχων υπηρεσίες που, κατά την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων συμμετοχής στον διαγωνισμό, δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τις οφειλές εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως και φόρων και τελών διά της πλήρους καταβολής των αντιστοίχων ποσών, μπορεί να τακτοποιήσει τις εκκρεμότητές του εκ των υστέρων

δυνάμει μέτρων φορολογικής αμνηστίας ή επιείκειας του κράτους, ή

δυνάμει διοικητικού διακανονισμού για τη σταδιακή αποπληρωμή ή την ελάφρυνση των χρεών, ή

με την άσκηση διοικητικής ή ένδικης προσφυγής,

υπό την προϋπόθεση ότι θα αποδείξει, εντός της προθεσμίας που τάσσεται από την κανονιστική ρύθμιση ή τη διοικητική πρακτική, ότι έτυχε του ευεργετήματος τέτοιων μέτρων ή τέτοιου διακανονισμού, ή ότι άσκησε τέτοια προσφυγή εντός αυτής της προθεσμίας.


(1)  ΕΕ C 190 της 24.07.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/7


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 25ης Οκτωβρίου 2005

στην υπόθεση C-229/04 (αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht in Bremen για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Crailsheimer Volksbank eG κατά Klaus Conrads, Frank Schulzke και Petra Schulzke-Lösche, Joachim Nitschk (1)

(Προστασία των καταναλωτών - Συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος - Σύμβαση δανείου για αγορά ακινήτου συναφθείσα υπό συνθήκες κατ' οίκον πωλήσεως - Δικαίωμα υπαναχωρήσεως)

(2006/C 86/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-229/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, υποβληθείσα από το Hanseatisches Oberlandesgericht in Bremen (Γερμανία), με απόφαση της 27ης Μαΐου 2004 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 2 Ιουνίου 2004, στο πλαίσιο των δικών Crailsheimer Volksbank eG κατά Klaus Conrads, Frank Schulzke και Petra Schulzke-Lösche, Joachim Nitschke, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, C. Gulmann (εισηγητή), R. Silva de Lapuerta και P. Kūris, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 25 Οκτωβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Τα άρθρα 1 και 2 της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι, οσάκις τρίτος μεσολαβεί εξ ονόματος ή για λογαριασμό εμπόρου κατά τη διαπραγμάτευση ή τη σύναψη συμβάσεως, η εφαρμογή της οδηγίας δεν μπορεί να εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι ο έμπορος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η σύμβαση συνήφθη υπό συνθήκες κατ' οίκον πωλήσεως, κατά την έννοια του άρθρου 1 της εν λόγω οδηγίας.

2)

Η οδηγία 85/577, και μάλιστα το άρθρο της 5, παράγραφος 2, δεν απαγορεύει:

την υποχρέωση του καταναλωτή που έχει ασκήσει το δικαίωμά του υπαναχωρήσεως σύμφωνα με την οδηγία να εξοφλήσει στον δανειοδότη το ποσό του δανείου μολονότι το δάνειο χρησιμεύει, βάσει του προταθέντος επενδυτικού μοντέλου, αποκλειστικώς για τη χρηματοδότηση της αγοράς του ακινήτου και καταβλήθηκε απευθείας στον πωλητή του ακινήτου·

να καθίσταται απαιτητή η άμεση επιστροφή του ποσού του δανείου·

εθνική ρύθμιση που προβλέπει ότι ο καταναλωτής υποχρεούται, σε περίπτωση υπαναχωρήσεως από τη σύμβαση δανείου με εμπράγματη ασφάλεια, όχι μόνο να επιστρέψει τα ποσά που έλαβε δυνάμει της συμβάσεως αυτής, αλλά επιπλέον να καταβάλει στον δανειοδότη τόκους με το τρέχον επιτόκιο.

Ωστόσο, στην περίπτωση που, αν η Τράπεζα είχε πληροφορήσει τον καταναλωτή για το δικαίωμά του υπαναχωρήσεως, αυτός θα μπορούσε να αποφύγει να εκτεθεί στους κινδύνους που ενυπάρχουν σε επενδύσεις όπως οι επίδικες στις υποθέσεις της κύριας δίκης, το άρθρο 4 της οδηγίας 85/577 επιβάλλει στα κράτη μέλη να μεριμνούν ώστε η νομοθεσία τους να προστατεύει τους καταναλωτές που δεν μπόρεσαν να αποφύγουν να εκτεθούν σε αυτούς τους κινδύνους, λαμβάνοντας μέτρα για να μην υφίστανται τις συνέπειες από την επέλευση των κινδύνων αυτών.


(1)  ΕΕ C 201 της 07.08.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 20ής Οκτωβρίου 2005

στην υπόθεση C-247/04 (αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Transport Maatschappij Traffic BV κατά Staatssecretaris van Economische Zaken (1)

(Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας - Επιστροφή ή διαγραφή εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών - Έννοια της έκφρασης «οφειλόταν νομίμως»)

(2006/C 86/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-247/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) με απόφαση της 28ης Μαΐου 2004 και η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Ιουνίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Transport Maatschappij Traffic BV κατά Staatssecretaris van Economische Zaken, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk (εισηγητή), C. Gulmann, R. Schintgen και J. Klučka, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 20 Οκτωβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Βάσει του άρθρου 236, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, οι εισαγωγικοί ή οι εξαγωγικοί δασμοί οφείλονται νομίμως όταν έχει γεννηθεί μια τελωνειακή οφειλή, υπό τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου 2 του τίτλου VII του κώδικα αυτού, και όταν το ποσό των δασμών αυτών μπόρεσε να καθοριστεί με την εφαρμογή του Κοινού Δασμολογίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου II του εν λόγω κώδικα.

Το ποσό των εισαγωγικών ή των εξαγωγικών δασμών εξακολουθεί να οφείλεται νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 236, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2913/92, έστω και αν το ποσό αυτό δεν γνωστοποιήθηκε στον οφειλέτη σύμφωνα με το άρθρο 221, παράγραφος 1, του ίδιου αυτού κανονισμού.


(1)  ΕΕ C 217 της 28.08.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 9ης Φεβρουαρίου 2006

στην υπόθεση C-415/04 (αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Staatssecretaris van Financiën κατά Stichting Kinderopvang Enschede (1)

(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Απαλλαγές - Παροχές υπηρεσιών συνδεόμενων με την κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση, καθώς και με την προστασία και την εκπαίδευση των παιδιών ή των νέων)

(2006/C 86/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-415/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) με απόφαση της 24ης Σεπτεμβρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο την ίδια ημέρα, στο πλαίσιο της δίκης Staatssecretaris van Financiën κατά Stichting Kinderopvang Enschede, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský, A. La Pergola, A. Borg Barthet (εισηγητή) και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F.G. Jacobs, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 9 Φεβρουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 13, A, παράγραφος 1, στοιχεία ζ' και η', της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, σε συνδυασμό με την παράγραφο 2, στοιχείο β', του ίδιου άρθρου, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι υπηρεσίες διαμεσολαβήσεως μεταξύ προσώπων που αναζητούν και προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες φυλάξεως παιδιών, οι οποίες παρέχονται από οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή άλλους οργανισμούς που το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναγνωρίζει ως κοινωνικού χαρακτήρα, μπορούν να απαλλαγούν βάσει των ως άνω διατάξεων μόνον εάν:

η υπηρεσία φυλάξεως παιδιών πληροί η ίδια τις προϋποθέσεις απαλλαγής που προβλέπουν οι διατάξεις αυτές·

η υπηρεσία αυτή είναι τέτοιας φύσεως ή ποιότητας, ώστε οι γονείς να μην μπορούν να είναι βέβαιοι ότι λαμβάνουν υπηρεσία του ιδίου επιπέδου χωρίς να καταφύγουν σε υπηρεσίες διαμεσολαβήσεως, όπως οι επίδικες στην κύρια δίκη·

αυτές οι υπηρεσίες διαμεσολαβήσεως δεν προορίζονται κυρίως να προσπορίσουν στον παρέχοντα αυτές πρόσθετα έσοδα με την πραγματοποίηση πράξεων αμέσως ανταγωνιζομένων τις πράξεις εμπορικών επιχειρήσεων υποκειμένων στον φόρο προστιθεμένης αξίας.


(1)  ΕΕ C 284 της 22.11.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/9


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 9ης Φεβρουαρίου 2006

στην υπόθεση C-473/04 (αίτηση του Hof van Cassatie για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Plumex κατά Young Sports NV (1)

(Δικαστική συνεργασία - Κανονισμός (ΕΚ) 1348/2000 - Άρθρα 4 έως 11 και 14 - Επιδόσεις και κοινοποιήσεις δικαστικών πράξεων - Υπηρεσιακή επίδοση - Ταχυδρομική επίδοση - Σχέσεις μεταξύ των τρόπων διαβίβασης και επίδοσης - Προτεραιότητα - Προθεσμία για την άσκηση έφεσης)

(2006/C 86/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-473/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει των άρθρων 68 ΕΚ και 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Hof van Cassatie (Βέλγιο) με απόφαση της 22 Οκτωβρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 9 Νοεμβρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Plumex κατά Young Sports NV, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský (εισηγητή), A. La Pergola, S. von Bahr και A. Borg Barthet, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 9 Φεβρουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) 1348/2000 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν προβλέπει καμία ιεράρχηση μεταξύ του τρόπου διαβίβασης και επίδοσης που προβλέπεται στα άρθρα 4 έως 11 του κανονισμού αυτού και του τρόπου που προβλέπεται στο άρθρο 14 και ότι συνεπώς η επίδοση των δικαστικών πράξεων μπορεί να πραγματοποιείται με οποιονδήποτε από τους δύο αυτούς τρόπους ή με αμφότερους.

2)

Ο κανονισμός 1348/2000 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, σε περίπτωση που για τη διαβίβαση ή επίδοση έχουν χρησιμοποιηθεί τόσο ο τρόπος που προβλέπεται στα άρθρα 4 έως 11 του κανονισμού αυτού όσο και ο τρόπος που προβλέπεται στο άρθρο 14, πρέπει, για να προσδιοριστεί έναντι του αποδέκτη το σημείο έναρξης της διαδικαστικής προθεσμίας που εξαρτάται από την πραγματοποίηση της επίδοσης, να θεωρηθεί ως ημερομηνία αναφοράς η ημερομηνία της πρώτης έγκυρης επίδοσης.


(1)  ΕΕ C 19 της 22.01.2005.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/9


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τέταρτο τμήμα)

της 26ης Ιανουαρίου 2005

στην υπόθεση C-2/05 (αίτηση του Arbeidshof te Brussel για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Rijksdienst voor Sociale Zekerheid κατά Herbosch Kiere NV (1)

(«Κοινωνική ασφάλιση των διακινούμενων μισθωτών - Προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας - Μισθωτοί αποσπασμένοι σε άλλο κράτος μέλος - Ισχύς του πιστοποιητικού E 101»)

(2006/C 86/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-2/05, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Arbeidshof te Brussel (Βέλγιο) με απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 5 Ιανουαρίου 2005, στο πλαίσιο της δίκης Rijksdienst voor Sociale Zekerheid κατά Herbosch Kiere NV, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους N. Colneric (εισηγήτρια), προεδρεύουσα του τετάρτου τμήματος, J. N. Cunha Rodrigues και K. Lenaerts, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το πιστοποιητικό Ε 101, το οποίο έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΟΚ) 574/72 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71, όπως έχει μετά την τροποποίηση και ενημέρωσή του από τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2195/91 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1991, για όσο διάστημα δεν ανακαλείται ή δεν κηρύσσεται ανίσχυρο από τις αρχές του κράτους μέλους που το χορήγησαν, δεσμεύει τον αρμόδιο φορέα και τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου έχουν αποσπαστεί οι εργαζόμενοι. Επομένως, τα δικαστήρια του κράτους μέλους υποδοχής των εν λόγω εργαζομένων δεν είναι αρμόδια να διαπιστώνουν την εγκυρότητα ενός πιστοποιητικού E 101 όσον αφορά την επαλήθευση της συνδρομής των στοιχείων βάσει των οποίων χορηγήθηκε το πιστοποιητικό αυτό, μεταξύ των οποίων η ύπαρξη οργανικού συνδέσμου, κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως έχει μετά την τροποποίηση και ενημέρωσή του από τον κανονισμό 2001/83, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό 2195/91, σε συνδυασμό με το σημείο 1 της αποφάσεως 128 της διοικητικής επιτροπής για την κοινωνική ασφάλιση των διακινούμενων εργαζομένων, της 17ης Οκτωβρίου 1985, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 14, παράγραφος 1, στοιχείο α', και 14β, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, μεταξύ της εγκατεστημένης σε ένα κράτος μέλος επιχειρήσεως και των εργαζομένων που αποσπάστηκαν από αυτήν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, κατά το χρονικό διάστημα της αποσπάσεώς τους.


(1)  ΕΕ C 82 της 2.4.2005.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/10


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που ασκήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-456/05)

(2006/C 86/17)

γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Hans Støvlbaek και τη Sabine Grünheid, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 23 Δεκεμβρίου 2005 προσφυγή κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

Να αναγνωρίσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από το άρθρο 43 ΕΚ, υπάγοντας στην εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων ή των διατάξεων περί προστασίας κεκτημένων δικαιωμάτων, δυνάμει των οποίων οι ψυχοθεραπευτές αποκτούν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ανεξαρτήτως των ισχυουσών διατάξεων περί ασκήσεως του επαγγέλματος, μόνον τους ψυχοθεραπευτές που άσκησαν τη δραστηριότητά τους στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως ασθενείας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την παρόμοια ή ομοειδή δραστηριότητα ψυχοθεραπευτή σε άλλα κράτη μέλη.

2.

Να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Σύμφωνα με τη γερμανική μεταβατική ρύθμιση περί χορηγήσεως αδείας ασκήσεως επαγγέλματος ψυχοθεραπευτή ανεξαρτήτως των αναγκών, ένας ψυχοθεραπευτής μπορεί να λάβει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε τόπο της αρεσκείας του, ανεξαρτήτως των αναγκών σε ψυχοθεραπευτές στον τόπο αυτόν, μόνον εφόσον έχει ασκήσει στο παρελθόν χρήζουσα προστασίας δραστηριότητα στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως ασθενείας. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η ρύθμιση αυτή αντιβαίνει στην προβλεπόμενη στο άρθρο 43 ΕΚ ελευθερία εγκαταστάσεως, καθόσον κατά την εξέταση της χρήζουσας προστασίας προϋπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη μόνον η προϋπηρεσία στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως ασθενείας, ενώ δεν εξετάζεται αν η παροχή θεραπευτικών υπηρεσιών σε ασφαλισμένους στο εθνικό σύστημα ασφαλίσεως ασθενείας άλλου κράτους μέλους μπορεί να θεωρηθεί ως ισότιμη ή ομοειδής.

Η Επιτροπή τονίζει ότι εν προκειμένω εφαρμόζονται οι διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ για την ελεύθερη εγκατάσταση. Το γεγονός ότι η επίμαχη ρύθμιση αποτελεί τμήμα του γερμανικού δικαίου κοινωνικής ασφαλίσεως δεν αναιρεί την ανωτέρω διαπίστωση. Μολονότι τα κράτη μέλη δύνανται να διαμορφώνουν ελεύθερα τα συστήματά τους κοινωνικής ασφαλίσεως και να ρυθμίζουν το ζήτημα των προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι ψυχοθεραπευτές μπορούν να ασκούν δραστηριότητα στο πλαίσιο αυτών, εντούτοις οι ρυθμίσεις αυτές πρέπει να συνάδουν προς τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και ιδίως προς τις θεμελιώδεις ελευθερίες της Συνθήκης ΕΚ. Η επίμαχη γερμανική μεταβατική διάταξη δεν πληροί την απαίτηση αυτή, καθόσον τείνει να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την εγκατάσταση στη Γερμανία ψυχοθεραπευτών από άλλα κράτη μέλη, οι οποίοι στο παρελθόν έχουν παράσχει τις υπηρεσίες τους κυρίως σε ασφαλισμένους στα συστήματα ασφαλίσεως ασθενείας άλλων κρατών μελών.

Η επίμαχη γερμανική ρύθμιση δεν πληροί, εξάλλου, τις προϋποθέσεις που έχει θέσει το Δικαστήριο για τη δικαιολόγηση εθνικών μέτρων τα οποία περιορίζουν την προβλεπόμενη με τη Συνθήκη ΕΚ ελευθερία εγκαταστάσεως. Αφενός, συνεπάγεται έμμεση διάκριση, δεδομένου ότι ως εκ της φύσεώς της επιβαρύνει περισσότερο τους ψυχοθεραπευτές από άλλα κράτη μέλη σε σχέση με τους ημεδαπούς ψυχοθεραπευτές. Συγκεκριμένα, ενώ οι Γερμανοί ψυχοθεραπευτές έχουν κατά κανόνα παράσχει στη Γερμανία υπηρεσίες που καλύπτονται από το γερμανικό σύστημα ασφαλίσεως ασθενείας, οι συνάδελφοί τους από άλλα κράτη μέλη δεν διαθέτουν αντίστοιχη προϋπηρεσία στη Γερμανία. Αφετέρου, ο περιορισμός της εφαρμογής της μεταβατικής ρυθμίσεως μόνο στους αιτούντες που κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα άσκησαν δραστηριότητα στη Γερμανία είναι αντίθετος προς την αρχή της αναλογικότητας: ο σκοπός της ρυθμίσεως, ήτοι ο περιορισμός του αριθμού των ψυχοθεραπευτών που μπορούν να λάβουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ανεξαρτήτως των αναγκών σε ψυχοθεραπευτές, δεν διακυβεύεται λόγω της αναγνωρίσεως ομοειδών ή ισότιμων δραστηριοτήτων, οι οποίες ασκήθηκαν σε άλλα κράτη μέλη, ως προϋπηρεσίας που χρήζει προστασίας. Υφίσταται, συνεπώς, εν προκειμένω μη δικαιολογημένος περιορισμός της ελευθερίας εγκαταστάσεως.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/11


Προσφυγή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2006

(Υπόθεση C-14/06)

(2006/C 86/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από τους K. Bradley και A. Neergaard και από την I. Klavina, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 11 Ιανουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (η οποία περιήλθε με τηλεομοιοτυπία στις 6 Ιανουαρίου 2006).

Το προσφεύγον ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να ακυρώσει την απόφαση 2005/717/ΕΚτης Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2005, για την τροποποίηση με στόχο την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο του παραρτήματος της οδηγίας 2002/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού·

2)

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα:

Η απόφαση 2005/717/ΕΚτης Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2005 (1), εξαιρεί τον δεκαβρωμοδιφαινυλαιθέρα (DecaBDE) από την απαγόρευση εμπορίας που επέβαλε το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/95/ΕΚ (2) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Το προσφεύγον ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν τήρησε τις προϋποθέσεις που προβλέπει για τέτοιου είδους εξαιρέσεις το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής και, επομένως, υπερέβη τις εξουσίες που αντλεί από τη διάταξη αυτή. Κατά το μέτρο που κρατεί επιστημονική αβεβαιότητα ως προς τις συνέπειες της χρήσεως του DecaBDE για την υγεία και για το περιβάλλον, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλο σφάλμα κατά την εκτίμηση των επιστημονικών στοιχείων και δεν τήρησε την αρχή της προφύλαξης. Η Επιτροπή, επεκτείνοντας την εξαίρεση σε όλες ανεξαιρέτως τις εφαρμογές πολυμερών του DecaBDE, παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας. Η Επιτροπή παρέλειψε να εκθέσει προσηκόντως τους λόγους για την απόφασή της να εξαιρέσει το DecaBDE.


(1)  ΕΕ L 271 της 15.10.2005, σ. 48-50.

(2)  ΕΕ L 37 της 15.2.2003, σ. 19-23.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/11


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Beschlusses des Finanzgerichts München με διάταξη της 8ης Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση Sachen Juers Pharma Import-Export GmbH κατά Oberfinanzdirektion Nürnberg

(Υπόθεση C-40/06)

(2006/C 86/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Με διάταξη της 8ης Δεκεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 25 Ιανουαρίου 2006, το Beschlusses des Finanzgerichts München στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Sachen Juers Pharma Import-Export GmbH και Oberfinanzdirektion Nürnberg, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του εξής ερωτήματος:

Πρέπει η Συνδυασμένη Ονοματολογία (ΣΟ), όπως τροποποιήθηκε με το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) 1789/2003 της Επιτροπής, της 11ης Σεπτεμβρίου 2003 (1), που τροποποίησε το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο, να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι κάψουλες μελατονίνης, οι οποίες παρουσιάζονται ως συμπληρώματα διατροφής λόγω του ότι δεν έχει επιτραπεί η διάθεσή τους ως φαρμακευτικών προϊόντων, πρέπει να κατατάσσονται στην κλάση 3004;


(1)  ΕΕ L 281, σ. 1.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/12


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2006

(Υπόθεση C-43/06)

(2006/C 86/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Hans Støvlbæk και Pedro Andrade, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 27 Ιανουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, υποχρεώνοντας τους κατόχους επαγγελματικών τίτλων στον τομέα της αρχιτεκτονικής χορηγηθέντων από άλλα κράτη μέλη να υποβληθούν σε εξέταση προκειμένου να εγγραφούν στον Πορτογαλικό Σύλλογο Αρχιτεκτόνων, αν δεν είναι εγγεγραμμένοι σε Σύλλογο άλλου κράτους μέλους, δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2 και 10 της οδηγίας 85/384/ΕΟΚ (1)·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή ασκεί κατά της Πορτογαλικής Δημοκρατίας προσφυγή λόγω παραβάσεως, διότι αυτή δεν συμμορφώθηκε πλήρως προς την οδηγία 85/384.

Ενώ, μέσω του νομοδιατάγματος 14/90, της 8ης Ιανουαρίου 1990, είχε συμμορφωθεί προς την οδηγία, η δημοσίευση του νομοδιατάγματος 176/98, της 3ης Ιουλίου 1998, συνιστά οπισθοδρόμηση.

Βάσει του νομοδιατάγματος 176/98, ο Πορτογαλικός Σύλλογος Αρχιτεκτόνων επιβάλλει στους αρχιτέκτονες που έχουν εκπαιδευθεί σε άλλα κράτη μέλη και που δεν έχουν εγγραφεί στον οικείο Σύλλογο, εξετάσεις εγγραφής.

Έτσι, οι αρχιτέκτονες άλλων κρατών μελών που δεν είναι εγγεγραμμένοι στον οικείο Σύλλογο είναι υποχρεωμένοι να υποβληθούν σε εξετάσεις αρχιτεκτονικής στη χώρα υποδοχής, εφόσον, χωρίς την εγγραφή τους στον Πορτογαλικό Σύλλογο Αρχιτεκτόνων, δεν μπορούν να ασκήσουν το επάγγελμα στην Πορτογαλία.

Η Επιτροπή θεωρεί την κατάσταση αυτή παράνομη, ως αντιβαίνουσα στην οδηγία 85/384. Η οδηγία δεν διακρίνει, όπως το πράττει το Πορτογαλικό Δημόσιο, μεταξύ τίτλου σπουδών και επαγγελματικού τίτλου. Η αναγνώριση των πτυχίων στο πλαίσιο του οικείου επαγγελματικού τομέα είναι αυτοδίκαια. Αν η εκπαίδευση πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 4 της οδηγίας 85/384, το κράτος μέλος υποχρεούται να αναγνωρίσει τον τίτλο, επιτρέποντας σ' αυτόν που στο κράτος μέλος προελεύσεως είναι αρχιτέκτων να ασκήσει το επάγγελμα φέροντας τον τίτλο του αρχιτέκτονα.


(1)  Οδηγία 85/384/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1985, για την αμοιβαία αναγνώριση των πτυχίων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων στον τομέα της αρχιτεκτονικής και τη θέσπιση μέτρων για τη διευκόλυνση της πραγματικής άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών – ΕΕ 1985, L 223, σ. 15.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/12


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το Finanzgericht des Landes Brandenburg με διάταξη της 12ης Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση Gerlach & Co. mbH κατά Hauptzollamt Frankfurt (Oder)

(Υπόθεση C-44/06)

(2006/C 86/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Με διάταξη της 12ης Οκτωβρίου 2005 η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 30 Ιανουαρίου 2006, το Finanzgericht des Landes Brandenburg (Γερμανία), στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Gerlach & Co. mbH και Hauptzollamt Frankfurt (Oder), ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του εξής ερωτήματος:

Είναι νόμιμη η εκ μέρους των τελωνειακών αρχών βεβαίωση των δασμών πριν από τη χορήγηση της προθεσμίας του άρθρου11α, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1062/87 (1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1429/90 (2), περί του τόπου όπου διαπράχθηκε η παράβαση ή παρατυπία, και η κατά πρώτον χορήγηση της προθεσμίας αυτής κατά τη διάρκεια της εξετάσεως διοικητικής προσφυγής;


(1)  ΕΕ L 107, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 137, σ. 21.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/13


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Tribunale di Livorno με διάταξη της 13ης Ιανουαρίου 2006 στην υπόθεση Alberto Bianchi κατά De Robert Calzature Srl

(Υπόθεση C-51/06)

(2006/C 86/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Με διάταξη της 13ης Ιανουαρίου 2006, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την 1η Φεβρουαρίου 2006, το Tribunale di Livorno στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Alberto Bianchi και De Robert Calzature Srl, που εκρεμμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:

1)

Πρέπει, βάσει του περιεχομένου του άρθρου 17 της οδηγίας 653/86 (1) του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1986, για το συντονισμό των δικαίων των κρατών μελών όσον αφορά τους εμπορικούς αντιπροσώπους (ανεξάρτητους επαγγελματίες), το άρθρο 19 της οδηγίας να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στην εθνική ρύθμιση περί μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο να προβλέπει ότι η ρύθμιση της αποζημιώσεως που οφείλεται στον αντιπρόσωπο να εκκαθαρίζεται σύμφωνα με συλλογική σύμβαση, δεσμευτική για εκείνους που την υπογράφουν, εξαιρώντας τις προϋποθέσεις του άρθρου 17, στοιχείο α', πρώτη και δεύτερη περίπτωση, και να υπολογίζεται σύμφωνα με κριτήρια που συνάγονται όχι από την οδηγία, αλλά από την ίδια τη συλλογική σύμβαση με συνέπεια ότι, σε πολλές περιπτώσεις, η αποζημίωση να εκκαθαρίζεται σε σαφώς μικρότερο ποσό από το μέγιστο που προβλέπει η οδηγία;

2)

Πρέπει ο υπολογισμός της αποζημιώσεως να γίνεται κατά τρόπο αναλυτικό, εκτιμώντας τις περαιτέρω αμοιβές που ο αντιπρόσωπος κατά τεκμήριο θα μπορούσε να εισπράξει κατά τα έτη που ακολουθούν τη λύση της συμβάσεως, λόγω των νέων πελατών που αυτός θα εξασφάλιζε ή της αυξήσεως των υποθέσεων που αυτός θα πραγματοποιούσε, χρησιμοποιώντας το κριτήριο της αρχής της επιεικείας μόνο προς διόρθωση του ποσού ή επιτρέπονται διαφορετικές μέθοδοι υπολογισμού και περισσότερο συνθετικές που προσφεύγουν συχνότερα στο κριτήριο της αρχής της επιεικείας;


(1)  ΕΕ L 382 της 31/12/1986 σ. 0017.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/13


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Finanzgericht Düsseldorf με διάταξη της 31ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση Euro Tex Textilverwertung GmbH κατά Hauptzollamt Duisburg

(Υπόθεση C-56/06)

(2006/C 86/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Με διάταξη της 31ης Ιανουαρίου 2006, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 2 Φεβρουαρίου 2006, το Finanzgericht Düsseldorf, στο πλαίσιο της εκκρεμούς ενώπιόν του διαφοράς μεταξύ Euro Tex Textilverwertung GmbH και Hauptzollamt Duisburg, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του εξής ερωτήματος:

Βαίνουν οι εν προκειμένω επίμαχες εργασίες συνδυασμού κατά κατηγορίες πέραν των απλών εργασιών συνδυασμού κατά κατηγορίες κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του Πρωτοκόλλου 4 για τον ορισμό της εννοίας «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» και για τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας, όπως αντικαταστάθηκε από την απόφαση 1/97 του Συμβουλίου Συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της 30ής Ιουνίου 1997 (1);


(1)  ΕΕ L 221, σ. 1


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/13


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-61/06)

(2006/C 86/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον B. Schima και την D. Recchia, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 3 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να υποβάλει, πριν από την 1η Ιουλίου 2004, την ετήσια εθνική έκθεση σχετικά με την προώθηση των βιοκαυσίμων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/30/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Μαρτίου 2003, σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές,

2.

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η έκθεση στην οποία αναφέρεται το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας έπρεπε να υποβληθεί στην Επιτροπή πριν από την 1η Ιουλίου 2004. Μέχρι σήμερα η Επιτροπή δεν έλαβε καμία πληροφόρηση εκ μέρους των Ιταλικών αρχών.

Η Επιτροπή θεωρεί, επομένως, ότι, μέχρι τώρα, η Ιταλία δεν έχει υποβάλει την έκθεση σχετικά με την προώθηση της χρήσης των βιοκαυσίμων και άλλων ανανεώσιμων καυσίμων στις μεταφορές που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας.


(1)  ΕΕ L 123, σ. 42.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/14


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Supremo Tribunal Administrativo με απόφαση της 11ης Ιανουαρίου 2006 στην υπόθεση Fazenda Pública — Director Geral das Alfândegas κατά Z. F. ZEFESER — Importação e Exportação de Produtos Αlimentares Lda

(Υπόθεση C-62/06)

(2006/C 86/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Με απόφαση της 11ης Ιανουαρίου 2006, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 6 Φεβρουαρίου 2006, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Fazenda Pública — Director Geral das Alfândegas και Z. F. ZEFESER — Importação e Exportação de Produtos Αlimentares Lda., που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:

1.

Για να χαρακτηριστεί, κατά το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1697/79 (1) του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1979, μια πράξη ως «πράξη για την οποία έχει επιληφθεί η δικαστική αρχή» [«πράξη που υπόκειται σε ποινική δικαστική δίωξη»], αρκεί να την χαρακτηρίσει ως τέτοια η τελωνειακή αρχή, ή απαιτείται να την χαρακτηρίσει ως τέτοια το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο;

2.

Στη δεύτερη περίπτωση, αρκεί να έχει διατυπωθεί κατηγορία από την αρμόδια ποινική αρχή (στην πορτογαλική περίπτωση, την εισαγγελική αρχή) ή προσαπαιτείται καταδίκη του υποχρέου στο πλαίσιο ποινικής δίκης;

3.

Στην τελευταία αυτή περίπτωση, χωρούν διαφορετικά συμπεράσματα αναλόγως του αν το δικαστήριο απήλλαξε τον υπόχρεο κατ' εφαρμογή της αρχής in dubio pro reo ή αν τον απήλλαξε διότι δεν αποδείχθηκε ότι ο υπόχρεος δεν διέπραξε τη σχετική παράβαση;

4.

Τί συνέπειες απορρέουν από το ότι η εισαγγελική αρχή δεν απήγγειλε κατηγορία κατά του υποχρέου διότι έκρινε ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι διεπράχθη πράξη που υπόκειται σε ποινική δικαστική δίωξη; Κωλύει μια τέτοια απόφαση την κίνηση διαδικασίας για την είσπραξη των μη εισπραχθέντων δασμών;

5.

Αν η εισαγγελική αρχή ή το ποινικό δικαστήριο έθεσαν την ποινική υπόθεση στο αρχείο λόγω παραγραφής της ποινικής διώξεως, συνεπάγεται η απόφαση αυτή αδυναμία κινήσεως της διαδικασίας για την είσπραξη των μη εισπραχθέντων δασμών;


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 1697/79 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1979, περί της «εκ των υστέρων» εισπράξεως εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών που δεν κατέστησαν απαιτητοί από τον φορολογούμενο, για εμπορεύματα που διασαφ[ή]θηκαν σε τελωνειακό καθεστώς συνεπαγόμενο την υποχρέωση καταβολής τέτοιων δασμών (ΕΕ ειδική έκδοση: 02/ 007, σ. 254).


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/14


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas με απόφαση της 20ής Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση UAB Profisa κατά Muitinės departamentas prie Lietuvos respublikos finansų ministerijos

(Υπόθεση C-63/06)

(2006/C 86/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η λιθουανική

Με απόφαση της 20ής Δεκεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 3 Φεβρουαρίου 2006, το Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ UAB Profisa και Muitinės departamentas prie Lietuvos respublikos finansų ministerijos, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί τoυ εξής ερωτήματος:

Λαμβανομένων υπόψη των διαφορών μεταξύ των διαφόρων γλωσικών αποδόσεων της οδηγίας 92/83/ ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά, έχει το άρθρο 27, παράγραφος 1, στοιχείο στ', της οδηγίας αυτής την έννοια ότι επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να απαλλάσουν από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως την αιθυλική αλκοόλη που εισάγεται στο τελωνειακό έδαφος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων η οποία περιλαμβάνεται σε προϊόντα με βάση τη σοκολάτα προοριζόμενα προς άμεση κατανάλωση όταν η ποσότητα αλκοόλης που περιέχεται στα εν λόγω προϊόντα με βάση τη σοκολάτα δεν υπερβαίνει τα 8,5 λίτρα ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος;


(1)  ΕΕ L 316, σ. 21.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/15


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου που ασκήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-65/06)

(2006/C 86/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Ramón Vidal Puig και Wouter Wils, με τόπο επιδόσεων το Λουξεμβούργο, άσκησε στις 6 Φεβρουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Βασιλείου του Βελγίου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο του Βελγίου, μη προβλέποντας κυρώσεις για τις παραβάσεις του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004 (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από το άρθρο 16, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού·

2.

να καταδικάσει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το άρθρο 16, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004 ορίζει: «Οι κυρώσεις που προβλέπουν τα κράτη μέλη για τις παραβάσεις του παρόντος κανονισμού πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές». Το άρθρο 19 ορίζει ότι ο κανονισμός αυτός αρχίζει να ισχύει στις 17 Φεβρουαρίου 2005. Κατά τα πληροφοριακά στοιχεία που διαθέτει η Επιτροπή, το Βέλγιο δεν έχει ακόμη προβλέψει αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για τις παραβάσεις του πιο πάνω κανονισμού.


(1)  Κανονισμός για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημιώσεως των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως και ματαιώσεως ή μεγάλης καθυστερήσεως της πτήσεως και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91 (ΕΕ 2004 L 46, σ. 1).


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/15


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-70/06)

(2006/C 86/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Xavier Lewis και António Caeiros, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 7 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα προς εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 14ης Οκτωβρίου 2004, που εκδόθηκε στην υπόθεση C-275/03, Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 228, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ·

2)

να υποχρεώσει την Πορτογαλική Δημοκρατία να καταβάλει στην Επιτροπή, στο λογαριασμό «ίδιοι πόροι» των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που μνημονεύεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 (2) του Συμβουλίου, χρηματική ποινή 21.450 ευρώ για κάθε ημέρα υπερημερίας κατά την εκτέλεση της αποφάσεως στην προαναφερθείσα υπόθεση C-275/03, από την ημέρα κατά την οποία το Δικαστήριο θα δημοσιεύσει την απόφασή του στην υπό κρίση διαφορά έως ότου η απόφαση στην προαναφερθείσα υπόθεση C-275/03 εκτελεσθεί·

3)

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Κατά την Επιτροπή, η πρόταση νόμου για την αστική εξωδικαιοπρακτική ευθύνη του Δημοσίου και των λοιπών δημοσίων φορέων, την οποία υπέβαλε η Πορτογαλική Κυβέρνηση στη Συνέλευση της Δημοκρατίας (Βουλή), δεν προβλέπει τα αναγκαία μέτρα προς εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 14ης Οκτωβρίου 2004, που εκδόθηκε στην υπόθεση C-275/03· εφόσον δε μέχρι τούδε δεν της έχουν κοινοποιηθεί οποιαδήποτε άλλα μέτρα προς εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως, η Επιτροπή θεωρεί ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 228, παράγραφος 1, ΕΚ.


(1)  ΕΕ 1989, L 395, σ.33.

(2)  της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ 2000, L 130 σ. 1).


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/16


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-75/06)

(2006/C 86/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Carmel O'Reilly και Piedade Costa de Oliveira, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 8 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2003/9/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, και, πάντως, παραλείποντας να τις κοινοποιήσει στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2003/9/ΕΚ·

2)

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία συμμορφώσεως προς την οδηγία 2003/9 έληξε στις 6 Φεβρουαρίου 2005.


(1)  ΕΕ 2003, L 31, σ. 18.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/16


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-79/06)

(2006/C 86/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τη M. Heller, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 10 Φεβρουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία παραλείποντας να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 27ης Νοεμβρίου 2003 στην υπόθεση C-429/01 (1), που αφορά τη μη ορθή και πλήρη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 90/219/ΕΟΚ (2), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 228, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

2)

να καταδικάσει τη Γαλλική Δημοκρατία να καταβάλει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στον λογαριασμό «ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Κοινότητας», χρηματική ποινή 168.800 ευρώ ημερησίως, για κάθε ημέρα καθυστερήσεως στην εκτέλεση της αποφάσεως C-429/01, από την ημέρα δημοσιεύσεως της αποφάσεως επί της παρούσας υποθέσεως έως την ημέρα εκτελέσεως της αποφάσεως C-429/01.

3)

να καταδικάσει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Γαλλική Δημοκρατία θα έπρεπε να έχει κινήσει αμέσως μετά την απόφαση του Δικαστηρίου την αναγκαία νομοθετική διαδικασία και να έχει προβεί στις κατάλληλες τροποποιήσεις για να συμμορφωθεί με την οδηγία 90/219/ΕΟΚ.

Πάντως, μέχρι σήμερα δεν έχουν υιοθετηθεί οι κατάλληλες τροποποιήσεις, τόσο σε νομοθετικό όσο και σε κανονιστικό επίπεδο, 14 έτη, δηλαδή δέκα και επτά έτη αντίστοιχα από τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο και πλέον των δύο ετών από την απόφαση του Δικαστηρίου που διαπίστωνε την παράβαση.


(1)  Συλλογή 2003, σ. Ι-14355

(2)  Οδηγία 90/219/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 1990 για την περιορισμένη χρήση γενετικώς τροποποιημένων μικροοργανισμών (MOGM), ΕΕ L 117, σ. 1.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/17


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-81/06)

(2006/C 86/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τις F. Simonetti και D. Recchia, άσκησε στις 8 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή του προς την οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων (1), ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ανακοινώσεις τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.

2.

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 21 Ιουλίου 2004.


(1)  ΕΕ L 197 της 21.7.2001, σ. 30


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/17


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, ασκηθείσα στις 8 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-82/06)

(2006/C 86/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την D. Recchia και τον Μ. Κωνσταντινίδη, άσκησε στις 8 Φεβρουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να διαπιστώσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, μη έχοντας καταρτίσει ούτε ανακοινώσει,

σχέδιο διαχειρίσεως των αποβλήτων, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ (1), όπως αυτή τροποποιήθηκε, για την Επαρχία Rimini,

σχέδιο διαχειρίσεως αποβλήτων περιλαμβάνων τους κατάλληλους για τη διάθεση των αποβλήτων και των επικινδύνων αποβλήτων χώρους ή εγκαταστάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, τέταρτη περίπτωση, της τροποποιημένης οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, για την Περιφέρεια Lazio,

σχέδιο διαχειρίσεως αποβλήτων, σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ (2), για τις Περιφέρειες Friuli Venezia-Giulia και Puglia και για την Αυτόνομη Επαρχία Bolzano Alto-Adige, καθώς και για την Επαρχία Rimini,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί στερεών αποβλήτων, όπως αυτή τροποποιήθηκε, και από το άρθρο 6 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ περί επικινδύνων αποβλήτων,

2.

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Τα κράτη μέλη οφείλουν, κατά τα άρθρα 7 και 6, αντιστοίχως, της οδηγίας περί στερεών αποβλήτων, όπως αυτή τροποποιήθηκε, και της οδηγίας περί επικινδύνων αποβλήτων, να καταρτίζουν και να ανακοινώνουν στην Επιτροπή σχέδια διαχειρίσεως αποβλήτων.

Η αφορώσα την κατάστρωση και κοινοποίηση των σχεδίων διαχειρίσεως των αποβλήτων κατάσταση στην Ιταλία δεν έχει ολοκληρωθεί. Μέχρι σήμερα, η Επιτροπή δεν έχει λάβει τις κοινοποιήσεις σχετικά με όλα τα σχέδια κατά την έννοια των δύο προπαρατεθεισών οδηγιών.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86.

(2)  ΕΕ L 377, σ. 20.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/18


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-83/06)

(2006/C 86/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την C. Cattabriga, άσκησε στις 9 Φεβρουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί με την οδηγία 2004/103/ΕΚ (1) της Επιτροπής, της 7ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τους ελέγχους ταυτότητας και τους φυτοϋγειονομικούς ελέγχους φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων, που απαριθμούνται στο μέρος Β του παραρτήματος V της οδηγίας 2000/29/ΕΚ (2) του Συμβουλίου, οι οποίοι μπορεί να διενεργηθούν σε τόπο διαφορετικό από το σημείο εισόδου στην Κοινότητα ή σε παρακείμενο τόπο, καθώς και σχετικά με τον καθορισμό των όρων για τους εν λόγω ελέγχους, ή εν πάση περιπτώσει παραλείποντας να κοινοποιήσει τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 8, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας·

2)

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2004.


(1)  ΕΕ L 313 της 12/10/2004, σ. 16.

(2)  ΕΕ L 169 της 10/07/2000, σ. 1.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/18


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-89/06)

(2006/C 86/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους António Caeiros και Bernhard Schima, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 14 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

κυρίως, να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2003/30/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2003, σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 7, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας οδηγίας 2003/30/ΕΚ·

επικουρικώς, να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη ενημερώνοντας αμέσως την Επιτροπή περί της θεσπίσεως τέτοιων μέτρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 7, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας οδηγίας 2003/30/ΕΚ·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία συμμορφώσεως προς την οδηγία 2003/30 έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2004.


(1)  ΕΕ 2003 L 123, σ. 42.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/19


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-90/06)

(2006/C 86/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους António Caeiros και Amparo Alcover, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 14 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

κυρίως, να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2002/49/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του περιβαλλοντικού θορύβου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 14, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας οδηγίας 2002/49/ΕΚ·

επικουρικώς, να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη ενημερώνοντας αμέσως την Επιτροπή περί της θεσπίσεως τέτοιων μέτρων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 14, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας οδηγίας 2002/49/ΕΚ·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία συμμορφώσεως προς την οδηγία 2002/49 έληξε στις 18 Ιουλίου 2004.


(1)  ΕΕ 2002, L 189, σ. 12.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/19


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-93/06)

(2006/C 86/36)

γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τη María Amparo Alcover San Pedro και τον Bernhard Schima, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 14 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, παραλείποντας να θεσπίσει ή, εν πάση περιπτώσει, να κοινοποιήσει στην Επιτροπή τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη της οδηγίας 2003/73/ΕΚ της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2003, για την τροποποίηση του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας 1999/94/EΚ (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας·

2.

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προθεσμία που είχε ταχθεί για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 25 Ιουλίου 2004.


(1)  ΕΕ L 186, σ. 34.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/19


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας που ασκήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-94/06)

(2006/C 86/37)

γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τη María Amparo Alcover San Pedro και τον Bernhard Schima, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 14 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγή κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, παραλείποντας να θεσπίσει ή, εν πάση περιπτώσει, να κοινοποιήσει στην Επιτροπή όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη της οδηγίας 2002/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του περιβαλλοντικού θορύβου (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 14, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας·

2.

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προθεσμία που είχε ταχθεί για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 18 Ιουλίου 2004.


(1)  ΕΕ L 189, σ. 12.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/20


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Högsta domstolen με διάταξη της 8ης Φεβρουαρίου 2006 στην υπόθεση Freeport PLC κατά Olle Arnoldsson

(Υπόθεση C-98/06)

(2006/C 86/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Με διάταξη της 8ης Φεβρουαρίου 2006, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 20 Φεβρουαρίου 2006, το Högsta domstolen, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Freeport PLC και Olle Arnoldsson που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:

1)

Πρέπει μια αγωγή, η οποία στηρίζεται σε προβαλλόμενη υποχρέωση πληρωμής μιας ανωνύμου εταιρίας κατόπιν αναληφθείσας δεσμεύσεως, να θεωρηθεί ότι αφορά ενοχή εκ συμβάσεως για την εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού των Βρυξελλών Ι, ακόμη και αν ο αναλαβών τη δέσμευση δεν ήταν κατά το χρονικό εκείνο σημείο ούτε νόμιμος αντιπρόσωπος ούτε εντολοδόχος της εταιρίας;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: αποτελεί προϋπόθεση για τη δικαιοδοσία σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, πλέον των ρητώς προβλεπομένων στο άρθρο αυτό προϋποθέσεων, το να μην έχει ασκηθεί η αγωγή κατά του εναγομένου που κατοικεί στο κράτος της έδρας του δικαστηρίου με μοναδικό σκοπό να εκδικαστεί η αγωγή κατά άλλου εναγομένου από δικαστήριο διαφορετικό από εκείνο που θα ήταν άλλως αρμόδιο να εκδικάσει την αγωγή αυτή;

3)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα: πρέπει η πιθανότητα να ευδοκιμήσει η αγωγή κατά του εναγομένου που κατοικεί στο κράτος της έδρας του δικαστηρίου να λαμβάνεται κατ' άλλο τρόπο υπόψη για να κριθεί αν υφίσταται κίνδυνος έκδοσης ασυμβίβαστων αποφάσεων που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1;


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/20


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

(Υπόθεση C-100/06)

(2006/C 86/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους B. Schima και J. Hottiaux, με τόπο επιδόσεων το Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 21 Φεβρουαρίου 2006, προσφυγή κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, μη θεσπίζοντας όλες τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη συμμόρφωσή του προς την οδηγία 2003/66/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Ιουλίου 2003, για την τροποποίηση της οδηγίας 94/2/ΕΚ περί εφαρμογής της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τα οικιακά ηλεκτρικά ψυγεία και τους καταψύκτες, καθώς και τους συνδυασμούς αυτών (1) και, εν πάση περιπτώσει, μη γνωστοποιώντας τες στην Επιτροπή, έχει παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

2.

να καταδικάσει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προθεσμία μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 2003/66/ΕΚ εξέπνευσε στις 30 Ιουνίου 2004.


(1)  ΕΕ L 170, σ. 10.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/21


Προσφυγή της 21ης Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-101/06)

(2006/C 86/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον B. Stromsky, με τόπο επιδόσεων το Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 21 Φεβρουαρίου 2006, προσφυγή κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας όλες τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2001/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Απριλίου 2001, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή της ορθής κλινικής πρακτικής κατά τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων προοριζομένων για τον άνθρωπο (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

2.

να αναγνωρίσει ότι, εν πάση περιπτώσει, η Γαλλική Δημοκρατία, μη έχοντας γνωστοποιήσει στην Επιτροπή τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2001/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Απριλίου 2001, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή της ορθής κλινικής πρακτικής κατά τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων προοριζομένων για τον άνθρωπο, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

3.

να καταδικάσει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 2001/20/ΕΚ εξέπνευσε στις 30 Απριλίου 2003.


(1)  ΕΕ L 121, σ. 34.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/21


Προσφυγή της 22ας Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

(Υπόθεση C-105/06)

(2006/C 86/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εκπροσωπούμενη από τους B. Schima και J. Hottiaux, με τόπο επιδόσεων το Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 22 Φεβρουαρίου 2006, προσφυγή κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, μη θεσπίζοντας όλες τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη συμμόρφωσή του προς την οδηγία 2003/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2003, σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές (1), και, εν πάση περιπτώσει, μη γνωστοποιώντας τες στην Επιτροπή, έχει παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

2.

να καταδικάσει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προθεσμία μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 2003/30/ΕΚ εξέπνευσε στις 31 Δεκεμβρίου 2004.


(1)  ΕΕ L 123, σ. 42.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/21


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου που ασκήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-106/06)

(2006/C 86/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον B. Schima και την J. Hottiaux, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να διαπιστώσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου παραλείποντας να υποβάλει την εθνική έκθεση σχετικά με την προώθηση της χρήσης των βιοκαυσίμων παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2003, σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές (1)·

2)

να καταδικάσει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου δεν έχει ακόμα υποβάλει στην Επιτροπή την πρώτη έκθεση σχετικά με την προώθηση της χρήσης των βιοκαυσίμων την οποία έπρεπε να διαβιβάσει πριν την 1η Ιουλίου 2004.


(1)  ΕΕ L 123, σ. 42.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/22


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 22/02/2006

(Υπόθεση C-107/06)

(2006/C 86/43)

Γλώσσα διαδικασίας ελληνική

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τους Νομικούς της Συμβούλους, κ.κ. Richard Lyal και Δημήτρη Τριανταφύλλου, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 22/02/2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι:

η Ελληνική Δημοκρατία μη θεσπίζοντας τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2003/123/ΕΚ (1) του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2003 για τροποποίηση της οδηγίας 90/435/ΕΟΚ σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και θυγατρικές εταιρείες διαφόρων κρατών μελών ή, εν πάση περιπτώσει, μη ανακοινώνοντας τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 2 της εν λόγω οδηγίας.

καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε την 1η Ιανουαρίου 2005.


(1)   L 7 της 13.01.2004 σ. 41


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/22


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου που ασκήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση C-110/06)

(2006/C 86/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον U. Wölker και την F. Simonetti, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 23 Φεβρουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Βασιλείου του Βελγίου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο του Βελγίου, παραλείποντας να λάβει όλες τις νομοθετικές κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθεί με την οδηγία 2003/4/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

2)

να καταδικάσει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας 2003/4/ΕΚ στο εσωτερικό δίκαιο έληξε στις 14 Φεβρουαρίου 2005.


(1)  ΕΕ L 41, σ.26.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/23


Προσφυγή της 27ης Φεβρουαρίου 2006 από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

(Υπόθεση C-113/06)

(2006/C 86/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εκπροσωπούμενη από τις Joanna Hottiaux και Florence Simonetti, με τόπο επιδόσεων το Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 27 Φεβρουαρίου 2006, προσφυγή κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, μη θεσπίζοντας όλες τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη συμμόρφωσή του προς την οδηγία 2004/57/ΕΚ (1) της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 2004, για την ταυτοποίηση των πυροτεχνημάτων και ορισμένων πυρομαχικών για τους σκοπούς της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των διατάξεων περί της εμπορίας και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης, έχει παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

2.

να καταδικάσει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προθεσμία μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 2004/57/ΕΚ εξέπνευσε στις 31 Δεκεμβρίου 2004.


(1)  ΕΕ L 127, σ. 73.


ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/24


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Φεβρουαρίου 2006 — Alecansan κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-202/03) (1)

(«Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος COMP USA - Προγενέστερο εικονιστικό εθνικό σήμα COMP USA - Έλλειψη ομοιότητας προϊόντων και υπηρεσιών - Απόρριψη της ανακοπής - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»)

(2006/C 86/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Alecansan SL (Μαδρίτη, Ισπανία) [εκπρόσωποι: M. Baylos Morales, P. Merino Baylos, J. Arribas García, A. Velázquez Ibáñez και A. Angulo Lafora, avocats]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) [εκπρόσωποι: D. Botis και A. Folliard-Monguiral]

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: CompUSA Management Co. (Ντάλλας, Ηνωμένες Πολιτείες) [εκπρόσωπος: P. Brownlow, solicitor]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή ασκηθείσα κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 24ης Μαρτίου 2003 (υπόθεση R 711/2002-1), αναφορικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Alecansan, SL και της CompUSA Management Co.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει την προσφεύγουσα να φέρει τα δικαστικά της έξοδα και τα δικαστικά έξοδα του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα).

3.

Η παρεμβαίνουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα.


(1)  EE C 184 της 2.8.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/24


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Albrecht κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-251/03) (1)

(Υγειονομικός έλεγχος - Κτηνιατρικά φάρμακα - Προϊόντα που περιέχουν βενζαθίνη βενζυπενικιλλίνη - Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διατάσσεται η αναστολή των αδειών κυκλοφορίας - Αρμοδιότητα)

(2006/C 86/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Albert Albrecht GmbH & Co. KG (Aulendorf, Γερμανία), AniMedica GmbH (Seden-Bösensell, Γερμανία), Ceva Tiergensundheit GmbH (Ντύσσελντορφ, Γερμανία), Fatro SpA (Μπολόνια, Ιταλία), Laboratorios Syva, SA (León, Ισπανία), Laboratorios Virbac, SA, (Βαρκελώνη, Ισπανία), Química Farmacéutica Bayer, SA (Βαρκελώνη), Univete Técnica Pecuaria Comercio Industria, Lda (Λισαβόνα, Πορτογαλία), Vétoquinol Especialidades Veterinarias, SA (Μαδρίτη, Ισπανία) και Virbac SA (Carros, Γαλλία) [εκπρόσωποι: D. Waelbroeck, U. Zinsmeister και N. Rampal, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: H. Støvlbæk και M. Shotter]

Παρεμβαίνουσα υπέρ των προσφευγουσών: Γαλλική Δημοκρατία [εκπρόσωποι: G. de Bergues και R. Loosli-Surrans]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα περί ακυρώσεως της αποφάσεως C (2003) 1404 της Επιτροπής, της 22ας Απριλίου 2003, για την αναστολή των αδειών κυκλοφορίας των κτηνιατρικών φαρμάκων που περιέχουν την ουσία βενζαθίνη βενζυπενικιλλίνη και προορίζονται να χορηγηθούν ενδομυϊκά και/ή υποδόρια στα ζώα που εκτρέφονται με σκοπό την παραγωγή τροφίμων.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση C (2003) 1404 της Επιτροπής, της 22ας Απριλίου 2003, για την αναστολή των αδειών κυκλοφορίας των κτηνιατρικών φαρμάκων που περιέχουν την ουσία βενζαθίνη βενζυπενικιλλίνη και προορίζονται να χορηγηθούν ενδομυϊκά και/ή υποδόρια στα ζώα που εκτρέφονται με σκοπό την παραγωγή τροφίμων.

2.

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα έξοδα των προσφευγουσών.

3.

Η Γαλλική Δημοκρατία φέρει τα δικαστικά της έξοδα.


(1)  EE C 239 της 4.10.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/25


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Merck Sharp & Dohme κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-273/03) (1)

(«Φάρμακα για ανθρώπινη χρήση - Άδεια κυκλοφορίας φαρμάκων που περιέχουν την ουσία enalapril - Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διατάσσεται τροποποίηση της συνοπτικής περιγραφής των χαρακτηριστικών του προϊόντος - Αρμοδιότητα»)

(2006/C 86/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Merck Sharp & Dohme Ltd (Hoddesdon, Ηνωμένο Βασίλειο), Merck Sharp & Dohme BV (Haarlem, Κάτω Χώρες), Laboratoires Merck Sharp & Dohme-Chibret (Παρίσι, Γαλλία), MSD Sharp & Dohme GmbH (Haar, Γερμανία), Merck Sharp & Dohme (Italia) SpA (Ρώμη, Ιταλία), Merck Sharp & Dohme, Lda (Paço de Arcos, Πορτογαλία), Merck Sharp & Dohme de España, SA (Μαδρίτη, Ισπανία), Merck Sharp & Dohme GmbH (Βιέννη, Αυστρία) και Βιανέξ ΑΕ (Νέα Ερυθραία, Ελλάδα) [εκπρόσωποι: G. Berrisch και P. Bogaert, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: L. Flynn και B. Stromsky]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως C (2003) 1752 της Επιτροπής, της 21ης Μαΐου 2003, σχετικά με την κυκλοφορία φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση τα οποία περιέχουν την ουσία enalapril

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει την απόφαση C (2003) 1752 της Επιτροπής, της 21ης Μαΐου 2003, σχετικά με την κυκλοφορία φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση τα οποία περιέχουν την ουσία enalapril.

2)

Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 251 της 18.10.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/25


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Giulietti κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-293/03) (1)

(Υπάλληλοι - Γενικός διαγωνισμός - Αποκλεισμός από το διαγωνισμό - Μη σύννομος χαρακτήρας της προκηρύξεως του διαγωνισμού - Απαράδεκτο - Επαγγελματική εμπειρία - Πλήρης απασχόληση)

(2006/C 86/49)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Carla Giuletti (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: P.-P. Van Gehuchten, J. Sambon και P. Reyniers, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: G. Berscheid και C. Berardis-Kayser]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα περί ακυρώσεως, πρώτον, της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού COM/A/6/01 να αποκλείσει την προσφεύγουσα από τον εν λόγω διαγωνισμό λόγω ελλείψεως επαγγελματικής εμπειρίας, που κοινοποιήθηκε με επιστολή της 16ης Οκτωβρίου 2002, δεύτερον, της επιβεβαιωτικής αποφάσεως της εν λόγω εξεταστικής επιτροπής, που εκδόθηκε κατόπιν αιτήσεως επανεξετάσεως την οποία υπέβαλε η προσφεύγουσα και κοινοποιήθηκε με επιστολή της 21ης Νοεμβρίου 2002, και, τρίτον, της ρητής αποφάσεως περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως της 11ης Ιουνίου 2003.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 251 της 18.10.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/26


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2006 — Rodrigues Carvalhais κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-206/04) (1)

(«Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Εικονιστικό σήμα που περιέχει το λεκτικό σημείο “PERFIX”»)

(2006/C 86/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Fernando Rodrigues Carvalhais (Almada, Πορτογαλία) [Εκπρόσωπος: αρχικά P. Graça, στη συνέχεια J. Lopes, avocats]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) [εκπρόσωπος: J. Novais Gonçalves]

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Profilpas Snc (Cadoneghe, Ιταλία) [εκπρόσωποι: αρχικά J.L. Revenga Santos στη συνέχεια J.M. Monravá, avocats]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή ασκηθείσα κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 18ης Μαρτίου 2003 (υπόθεση R 408/2003-1), αναφορικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ του Fernando Rodrigues Carvalhais και της Profilpas Snc

Διατακτικό της διατάξεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 217 της 28.8.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/26


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2006 — Elisabetta Dami κατά ΓΕΕΑ

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-466/04 και T-467/04) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Λεκτικό σήμα GERONIMO STILTON - Ανακοπή - Αναστολή της διαδικασίας - Περιορισμός του καταλόγου των προϊόντων που δηλώνει το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση - Παραίτηση από την ανακοπή)

(2006/C 86/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Elisabetta Dami (Μιλάνο Ιταλία) (εκπρόσωποι: P. Beduschi και S. Giudici, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: A. Folliard-Monguiral)

Αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: The Stilton Cheese Makers Association (Surbiton, Surrey, Ηνωμένο Βασίλειο)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Δύο προσφυγές ασκηθείσες κατά των αποφάσεων του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 20ής Σεπτεμβρίου 2004 (υποθέσεις R 973/2002-2 και R 982/2002-2), αφορώσες διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Elisabetta Dami και της The Stilton Cheese Makers Association

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει τις αποφάσεις του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 20ής Σεπτεμβρίου 2004 (υποθέσεις R 973/2002-2 και R 982/2002-2).

2)

Καταδικάζει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 69 της 19.3.2005.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/27


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Φεβρουαρίου 2006 — TEA-CEGOS κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-376/05 και T-383/05) (1)

(Σύναψη δημοσίων συμβάσεων - Κοινοτική διαδικασία προσκλήσεως για υποβολή προσφορών - Βραχυπρόθεσμη πρόσληψη εμπειρογνωμόνων επιφορτισμένων με την παροχή τεχνικής βοήθειας υπέρ τρίτων χωρών δικαιούχων εξωτερικής βοήθειας - Απόρριψη προσφορών)

(2006/C 86/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: TEA-CEGOS, SA (Μαδρίτη, Ισπανία) και Services techniques globaux (STG) SA (Βρυξέλλες, Βέλγιο), στην υπόθεση T-376/05 [εκπρόσωποι: G. Vandersanden και L. Levi, δικηγόροι], και GHK Consulting Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο), στην υπόθεση T-383/05 [εκπρόσωποι: M. Dittmer και J.-E. Svensson, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: M. Wilderspin και G. Boudot]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή για την ακύρωση, αφενός, των αποφάσεων της Επιτροπής της 12ης Οκτωβρίου 2005, περί απορρίψεως των προσφορών που υπέβαλαν οι προσφεύγουσες στο πλαίσιο του διαγωνισμού «EuropeAid/119860/C/SV/multi-Lot 7» και, αφετέρου, κάθε άλλης αποφάσεως που έλαβε η Επιτροπή στο πλαίσιο του ίδιου διαγωνισμού, κατόπιν της εκδόσεως των αποφάσεων της 12ης Οκτωβρίου 2005.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Απορρίπτει τις προσφυγές.

2.

Καταδικάζει τις προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των σχετικών με τις διαδικασίες των ασφαλιστικών μέτρων.


(1)  EE C 315 της 10.12.2005.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/27


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 13ης Οκτωβρίου 2005 — Fintecna κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-249/02) (1)

(Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο - Μείωση χρηματοδοτικής συνδρομής - Προσφυγή ακυρώσεως - Πράξη δυνάμενη να αποτελέσει το αντικείμενο προσφυγής - Προπαρασκευαστική πράξη - Απαράδεκτο)

(2006/C 86/53)

Γλώσσα διαδικασίας: ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Fintecna — Finanziaria per i settori industriale e dei servizi SpA (Ρώμη, Ιταλία) [εκπρόσωποι: G. Roberti, A. Franchi και R. De Lisa, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικώς L. Flynn και A. Aresu και, στη συνέχεια, E. de March και L. Flynn, επικουρούμενοι από τον A. Dal Ferro, δικηγόρο]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως του εγγράφου της Επιτροπής, της 31ης Μαρτίου 2000, σχετικά με διάφορες χρηματοδοτικές συνδρομές του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ), που χορηγήθηκαν για διάφορα επιχειρησιακά προγράμματα εμπίπτοντα στο κοινοτικό πλαίσιο στήριξης για την πραγματοποίηση των στόχων αριθ. 1, αριθ. 3 και αριθ. 4 στην Ιταλία (Centre-Nord και Mezzogiorno)

Διατακτικό της αποφάσεως

1)

Απορρίπτεται η προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και αυτά της καθής.


(1)  JO C 233 du 28.9.2002


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/27


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2006 — Schneider Electric κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-48/03) (1)

(Ανταγωνισμός - Συγκεντρώσεις - Επανάληψη της διαδικασίας ελέγχου μετά την ακύρωση από το Πρωτοδικείο μιας αποφάσεως που απαγόρευσε πράξη συγκεντρώσεως - Έναρξη της φάσης λεπτομερούς εξέτασης - Παραίτηση από τη συγκέντρωση - Τερματισμός της διαδικασίας ελέγχου - Προσφυγή ακυρώσεως - Βλαπτικές πράξεις - Έννομο συμφέρον - Απαράδεκτο)

(2006/C 86/54)

Γλώσσα διαδικασίας: γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Schneider Electric SA (Rueil-Malmaison, Γαλλία) [εκπρόσωποι: αρχικώς, οι A. Winckler, M. Pittie, και É de La Serre, και στη συνέχεια, οι M. Pittie και A. Winckler, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικώς, οι P. Oliver και F. Lelièvre, και στη συνέχεια, οι P. Oliver και O. Beynet]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής, της 4ης Δεκεμβρίου 2002, αφενός, να κινήσει τη διαδικασία λεπτομερούς ελέγχου της συγκεντρώσεως μεταξύ Schneider και Legrand (υπόθεση COMP/M.2283 — Schneider/Legrand II) και, αφετέρου, της αποφάσεως της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 2002, να κλείσει τη διαδικασία ελέγχου της πράξεως αυτής

Διατακτικό της διατάξεως

1)

Απορρίπτεται η προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και τα έξοδα της καθής.


(1)  ΕΕ C 101 της 26.4.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/28


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 27ης Ιανουαρίου 2006 — Van Mannekus κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-278/03) (1)

(Dumping - Εισαγωγές οξειδίου του μαγνησίου καταγωγής Κίνας - Τροποποίηση των πρότερον θεσπισθέντων μέτρων αντιντάμπινγκ - Προσφυγή ακυρώσεως - Ένσταση απαραδέκτου)

(2006/C 86/55)

Γλώσσα διαδικασίας: γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Van Mannekus & Co. BV (Schiedam, Κάτω Χώρες) [εκπρόσωπος: H. Bleier, δικηγόρος]

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [εκπρόσωποι: S. Marquardt, επικουρούμενος από τον G. Berrisch, δικηγόρος]

Παρεμβαίνουσα υπέρ του καθού: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: T. Scharf και K. Talaber Ricz]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως του κανονισμού (ΕΚ) 985/2003 του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2003, για τροποποίηση των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό 1334/1999 στις εισαγωγές οξειδίου του μαγνησίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 143, σ. 1)

Διατακτικό της διατάξεως

1)

Απορρίπτεται η προσφυγή.

2)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και αυτά του Συμβουλίου.

3)

Η Επιτροπή φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 264 της 1.11.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/28


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 27ης Ιανουαρίου 2006 — Van Mannekus κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-280/03) (1)

([Ντάμπινγκ - Εισαγωγές πυρωμένης αδρανούς μαγνησίας (φρυγμένης) καταγωγής Κίνας - Τροποποίηση των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν προηγουμένως - Προσφυγή ακυρώσεως - Ένσταση απαραδέκτου])

(2006/C 86/56)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Van Mannekus & Co. BV (Schiedam, Κάτω Χώρες) [Εκπρόσωπος: H. Bleier, δικηγόρος]

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [Εκπρόσωποι: S. Marquardt, επικουρούμενος από τον G. Berrisch]

Παρεμβαίνουσα υπέρ του καθού: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [Εκπρόσωποι: T. Scharf και K. Talaber Ricz]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα περί ακυρώσεως του κανονισμού (ΕΚ) 986/2003 του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2003, για τροποποίηση των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) 360/2000 στις εισαγωγές πυρωμένης αδρανούς μαγνησίας (φρυγμένης) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2003, L 143, σ. 5)

Διατακτικό της διατάξεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα έξοδα του Συμβουλίου.

3.

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα.


(1)  EE C 251 της 18.10.2003.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/29


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 13ης Ιανουαρίου 2006 — Κομνηνού κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-42/04) (1)

(Αγωγή αποζημιώσεως - Εξωσυμβατική ευθύνη - Θέση στο αρχείο καταγγελίας αφορώσας συμπεριφορά κράτους μέλους δυνάμενη να οδηγήσει στην κίνηση διαδικασίας λόγω παραβάσεως - Αντιμετώπιση της καταγγελίας εκ μέρους της Επιτροπής - Αρχή περί χρηστής διοικήσεως)

(2006/C 86/57)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Ενάγοντες: Ερμιόνη Κομνηνού, Γρηγόριος Ντόκος, Δονάτος Παππάς, Βασίλειος Παππάς, Αριστείδης Παππάς, Ελευθερία Παππά, Λαμπρινή Παππά, Ειρήνη Παππά, Αλεξάνδρα Ντόκου, Λεωνίδας Γκρέπης, Νικόλαος Γκρέπης, Φώτιος Δημητρίου, Ζώης Δημητρίου, Πέτρος Μπολόσης, Δέσποινα Μπολόση, Κωνσταντίνος Μπολόσης, Θωμάς Μπολόσης, (Πάργα, Ελλάδα) (εκπρόσωπος: Π. Στρούμπος, δικηγόρος)

Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: Μ. Κωνσταντινίδης)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση περί αποκαταστάσεως της υποτιθέμενης ηθικής βλάβης που υπέστησαν οι ενάγοντες λόγω της συμπεριφοράς της Επιτροπής κατά την αντιμετώπιση της καταγγελίας τους σχετικά με φερόμενες προσβολές εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας του κοινοτικού δικαίου περιβάλλοντος

Διατακτικό της διατάξεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την αγωγή.

2)

Οι ενάγοντες φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους καθώς και τα έξοδα της Επιτροπής.


(1)  ΕΕ C 85 της 3.4.2004.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/29


Διάταξη του προέδρου του Πρωτοδικείου της 10ης Ιανουαρίου 2006 — ArchiMEDES κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-396/05 R)

(«Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων - Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων - Ρήτρα διαιτησίας - Παραδεκτό - Επείγον - Δεν υφίσταται»)

(2006/C 86/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αιτούσα: Architecture, microclimat, énergies douces — Europe et Sud (ArchiMEDES) SARL (Ganges, Γαλλία) [εκπρόσωποι: P.-P. Van Gehuchten, J. Sambon και P. Reyniers, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: K. Kańska και E. Manhaeve]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση αναστολής εκτελέσεως, πρώτον, της αποφάσεως της Επιτροπής, που περιέχεται στην επιστολή της 5ης Οκτωβρίου 2005 και με την οποία αντιτάχθηκε στην αιτούσα συμψηφισμός απαιτήσεων, δεύτερον, της αποφάσεως της Επιτροπής που περιέχεται στην επιστολή της 30ής Αυγούστου 2005 και, τρίτον, του χρεωστικού σημειώματος της 23ης Αυγούστου 2005 αριθ. 3240705638

Διατακτικό της διατάξεως

Ο πρόεδρος του Πρωτοδικείου

1)

Απορρίπτει την αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων

2)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/29


Διάταξη του προέδρου του Πρωτοδικείου της 10ης Ιανουαρίου 2006 — ArchiMEDES κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-397/05 R)

(«Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων - Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων - Ρήτρα διαιτησίας - Επείγον - Δεν υφίσταται»)

(2006/C 86/59)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αιτούσα: Architecture, microclimat, énergies douces — Europe et Sud (ArchiMEDES) SARL (Ganges, Γαλλία) [εκπρόσωποι: P.-P. Van Gehuchten, J. Sambon και P. Reyniers, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: K. Kańska και E. Manhaeve]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση αναστολής εκτελέσεως, πρώτον, της αποφάσεως της Επιτροπής, που περιέχεται στην επιστολή της 5ης Οκτωβρίου 2005 και με την οποία αντιτάχθηκε στην αιτούσα συμψηφισμός απαιτήσεων, δεύτερον, της αποφάσεως της Επιτροπής που περιέχεται στην επιστολή της 30ής Αυγούστου 2005 και, τρίτον, του χρεωστικού σημειώματος της 23ης Αυγούστου 2005 αριθ. 3240705638

Διατακτικό της διατάξεως

Ο πρόεδρος του Πρωτοδικείου

1)

Απορρίπτει την αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων

2)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/30


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2006 — Endesa κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-417/05 R)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Έλεγχος συγκεντρώσεων - Κατεπείγον)

(2006/C 86/60)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Αιτούσα: Endesa, SA (Μαδρίτη, Ισπανία) [εκπρόσωποι: J. Flynn, QC, S. Baxter, solicitor, M. Odriozola, M. Muñoz de Juan, M. Merola και J. García de Enterría Lorenzo-Velázquez, avocats]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: F. Castillo de la Torre, É. Gippini Fournier, A. Whelan και M. Schneider]

Παρεμβαίνοντες υπέρ της καθής: Βασίλειο της Ισπανίας [εκπρόσωποι: N. Díaz Abad, abogado del Estado] και Gas Natural SDG, SA (Βαρκελώνη, Ισπανία) [εκπρόσωποι: F.E. González Díaz et J. Jiménez de la Iglesia, avocats]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση με αντικείμενο να διαταχθούν, αφενός, η αναστολή εκτελέσεως του από 15 Νοεμβρίου 2005 εγγράφου της Επιτροπής με το οποίο η Επιτροπή κηρύσσει την πράξη συγκεντρώσεως μεταξύ της Gas Natural SDG, SA και της Endesa, SA ως συγκέντρωση που δεν έχει κοινοτική διάσταση υπό την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24, σ. 1), και, αφετέρου, άλλα ασφαλιστικά μέτρα.

Διατακτικό της διατάξεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την αίτηση.

2)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/30


Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 7ης Φεβρουαρίου 2006 — Brink's Security Luxembourg κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-437/05 R)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Επείγον χαρακτήρας - Δεν υφίσταται)

(2006/C 86/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αιτούσα: Brink's Security Luxembourg SA (Λουξεμβούργο) [Εκπρόσωποι: C. Point και G. Dauphin, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [Εκπρόσωποι: E. Manhaeve, M. Šimerdová και K. Mojzesowicz, επικουρούμενοι από τον J. Stuyck, δικηγόρο]

Παρεμβαίνουσα υπέρ της καθής: Group 4 Falck SA (Λουξεμβούργο) [Εκπρόσωποι: M. Molitor, P. Lopes Da Silva, N. Cambonie και N. Bogelmann, δικηγόροι]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων με την οποία ζητείται κατ' ουσίαν, πρώτον, να υποχρεωθεί η Επιτροπή να μην προβεί στην υπογραφή της σχετικής με την πρόσκληση υποβολής προσφορών αριθ. 16/2005/OIL (ασφάλεια και επίβλεψη κτηρίων) συμβάσεως, δεύτερον, εφόσον η Επιτροπή έχει ήδη συνάψει τη σύμβαση αυτή, να ανασταλεί η εκτέλεσή της έως ότου το Πρωτοδικείο αποφανθεί επί της ουσίας της προσφυγής και, τρίτον, να διατάξει το Πρωτοδικείο τη λήψη περαιτέρω μέτρων.

Διατακτικό της διατάξεως

1.

Η αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων απορρίπτεται.

2.

Ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/31


Προσφυγή της 12ης Ιανουαρίου 2006 — FAB Fernsehen aus Berlin κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-8/06)

(2006/C 86/62)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: FAB Fernsehen aus Berlin GmbH (Βερολίνο, Γερμανία) [Εκπρόσωπος: ο δικηγόρος A. Böken]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 9 Νοεμβρίου 2005 απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (κρατική ενίσχυση που χορήγησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας για την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεοράσεως [DVB-T] στο Βερολίνο-Βρανδεμβούργο), C(2005)3903 τελ..

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα προσβάλλει την απόφαση C(2005)3903 τελ. της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2005, που αφορά την κρατική ενίσχυση για την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεοράσεως (DVB-T) στο Βερολίνο-Βρανδεμβούργο. Με την προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή κήρυξε ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά την ενίσχυση που χορήγησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στους μετέχοντες στο DVB-T ιδιωτικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς και υποχρέωσε την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας να αναζητήσει την παρανόμως δοθείσα ενίσχυση από τους ωφεληθέντες και, κατά συνέπεια, και από την προσφεύγουσα.

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι δοθείσες επιχορηγήσεις δεν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις σύμφωνα με το άρθρο 87, παράγραφος 1, ΕΚ. Εκτός αυτού, δεν στοιχειοθετείται κρατική ενίσχυση και για τον λόγο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 86, παράγραφος 2, ΕΚ. Επιπλέον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι, στην περίπτωσή της, το μέτρο δεν επηρεάζει τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές και, κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη κατά τούτο.

Περαιτέρω, η προσφεύγουσα στηρίζει την προσφυγή της στο ότι, αν η επιχορήγηση θεωρούνταν ως ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ, θα συμβιβαζόταν με την κοινή αγορά βάσει του άρθρου 87, παράγραφος 3, ΕΚ. Στο πλαίσιο αυτό, η προσφεύγουσα προβάλλει εσφαλμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει η καθής κατά την εκτίμηση αν η επιχορήγηση μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται με την κοινή αγορά σύμφωνα με το άρθρο 87, παράγραφος 3, στοιχεία γ' και δ', ΕΚ.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/31


Προσφυγή της 16ης Ιανουαρίου 2006 — K-Swiss κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-14/06)

(2006/C 86/63)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: K-Swiss (Westlake Village, ΗΠΑ) [Εκπρόσωπος: H. E. Hübner, δικηγόρος]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 26ης Σεπτεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1109/2004-1),

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Εικονιστικό σήμα το οποίο αναπαριστά ένα υπόδημα με πέντε παράλληλες ρίγες στο πλάι, για προϊόντα της κλάσεως 25 (υποδήματα για άνδρες, γυναίκες και παιδιά) — αίτηση αριθ. 2 788 511

Απόφαση του εξεταστή: Απόρριψη της αιτήσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, δεδομένου ότι ο συνδυασμός των χαρακτηριστικών στοιχείων του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι εγγενώς ικανός να διακρίνει τα προϊόντα της προσφεύγουσας από τα προϊόντα των άλλων. Παράβαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων, δεδομένου ότι το ΓΕΕΑ επέτρεψε την καταχώριση, μεταξύ άλλων, εικονιστικού σήματος που αναπαριστά υπόδημα με δύο παράλληλες ρίγες στο μπροστινό του μέρος.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/32


Προσφυγή που κατατέθηκε στις 23 Ιανουαρίου 2006 — Deutsche Telekom κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-18/06)

(2006/C 86/64)

Γλώσσα διαδικασίας: γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Deutsche Telekom AG (Βόννη, Γερμανία) (εκπρόσωπος: δικηγόρος J.-C. Gaedertz)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς της 17ης Νοεμβρίου 2005,

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: το λεκτικό σήμα «Alles, was uns verbindet» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 16, 35, 36, 38 και 42 — Αίτηση καταχωρίσεως αριθ. 3 648 441

Απόφαση του εξεταστή: απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως προβαλλόμενοι με την παρούσα προσφυγή: παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β' και γ', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, διότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει διακριτικό χαρακτήρα όσον αφορά τα διεκδικούμενα προϊόντα και υπηρεσίες και δεν εμφανίζει περιγραφικό χαρακτήρα, επειδή ο συνδυασμός των λέξεων είναι εξαιρετικός και ασυνήθιστος σε σχέση με τα διεκδικούμενα προϊόντα και τις υπηρεσίες.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/32


Προσφυγή της 21ης Ιανουαρίου 2006 — Γερμανία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-21/06)

(2006/C 86/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας [Εκπρόσωποι: M. Lumma και C. Schulze-Bahr, επικουρούμενοι από τη δικηγόρο G. Quardt]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής C(2005)3903, της 9ης Νοεμβρίου 2005, ως προς την κρατική ενίσχυση που χορήγησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας για την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεοράσεως (DVB-T) στο Βερολίνο-Βρανδεμβούργο,

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα προσβάλλει την απόφαση C(2005)3903 τελ. της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2005, που αφορά την κρατική ενίσχυση για την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεοράσεως (DVB-T) στο Βερολίνο-Βρανδεμβούργο. Με την προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή κήρυξε ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά την ενίσχυση που χορήγησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στους μετέχοντες στο DVB-T ιδιωτικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς και υποχρέωσε την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας να αναζητήσει από τους ωφεληθέντες την παρανόμως δοθείσα ενίσχυση.

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, ιδίως, ότι οι καταβληθείσες επιχορηγήσεις συμβιβάζονται με την κοινή αγορά και προβάλλει διάφορα σφάλματα εκτιμήσεως της Επιτροπής κατά την εφαρμογή του άρθρου 87, παράγραφος 3, ΕΚ. Η καθής, αντί να προβεί σε εκτίμηση βάσει του άρθρου 87, παράγραφος 3, στοιχείο γ', ΕΚ, δοκίμασε νέο κριτήριο εκτιμήσεως, σχετικό με τις δυσλειτουργίες της αγοράς, το οποίο, όπως εφαρμόστηκε, δεν ήταν κατάλληλο για να διαπιστωθεί η συμβατότητα ή μη των επιχορηγήσεων με την κοινή αγορά. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι δεν εξέτασε επαρκώς αν οι καταβληθείσες επιχορηγήσεις ήταν συμβατές δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 3, στοιχείο β', ΕΚ.

Επιπλέον, η προσφεύγουσα στηρίζει την προσφυγή της στο ότι η Επιτροπή παραβίασε γενικές αρχές του δικαίου. Επικαλείται παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και του δικαιώματος ακροάσεως.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/32


Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Medienanstalt Berlin-Brandenburg κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-24/06)

(2006/C 86/66)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Medienanstalt Berlin-Brandenburg (MABB) (Βερολίνο, Γερμανία) [Εκπρόσωποι: οι δικηγόροι M. Schütte και B. Immenkamp]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 9 Νοεμβρίου 2005 απόφαση της Επιτροπής [C(2005)3903 τελ.] ως προς την κρατική ενίσχυση που χορήγησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας για την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεοράσεως («DVB-T») στο Βερολίνο-Βρανδεμβούργο,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα προσβάλλει την απόφαση C(2005)3903 τελ. της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2005, που αφορά την κρατική ενίσχυση για την εισαγωγή της ψηφιακής επίγειας τηλεοράσεως (DVB-T) στο Βερολίνο-Βρανδεμβούργο. Με την προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή κήρυξε ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά την ενίσχυση που χορήγησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στους μετέχοντες στο DVB-T ιδιωτικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς και υποχρέωσε την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας να αναζητήσει από τους ωφεληθέντες την παρανόμως δοθείσα ενίσχυση. Η προσφεύγουσα αναφέρεται ρητώς στην προσβαλλόμενη απόφαση ως χορηγήσασα την ενίσχυση.

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους.

Καταρχάς ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νομικώς πλημμελής λόγω παραβάσεως ουσιωδών τύπων. Ιδίως η Επιτροπή παρέβη την υποχρέωση αιτιολογίας καθόσον δεν απέδειξε με σαφήνεια για ποιον λόγο πρέπει να θεωρηθεί ότι υφίσταται κρατική ενίσχυση στην υπό κρίση περίπτωση.

Με τον δεύτερο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 87 ΕΚ. Αφενός θεωρεί ότι δεν στοιχειοθετείται ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ. Αφετέρου ισχυρίζεται ότι, αν πράγματι στοιχειοθετούνταν ενίσχυση, αυτή θα συμβιβαζόταν με την κοινή αγορά δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 3, στοιχεία γ' και δ'.

Τέλος, η προσφεύγουσα στηρίζει την προσφυγή της στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το άρθρο 86, παράγραφος 2, ΕΚ, διότι, στο μέτρο που υπήρχε τυχόν ενίσχυση, αυτή θα συμβιβαζόταν με την κοινή αγορά.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/33


Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — RheinfelsQuellen H. Hövelmann κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-28/06)

(2006/C 86/67)

Γλώσσα διαδικασίας: γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: RheinfelsQuellen H. Hövelmann GmbH & Co. KG (Duisburg, Γερμανία) [εκπρόσωποι: W. Kellenter και A. Lambrecht, δικηγόροι]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

ακύρωση της αποφάσεως του δεύτερου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), της 17ης Νοεμβρίου 2005 επί της υποθέσεως R 1179/2004-2·

καταδίκη του καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Κοινοτικό σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση: το λεκτικό σήμα «VOM URSPRUNG HER VOLLKOMMEN» για εμπορεύματα των κλάσεων 32 και 33 — αίτηση καταχωρίσεως αριθ. 2 806 875.

Απόφαση του εξεταστή: απόρριψη της αιτήσεως.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: απόρριψη της προσφυγής.

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β' και γ', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, καθόσον το σήμα δεν συνίσταται αποκλειστικώς από περιγραφικά στοιχεία και διαθέτει την απαιτούμενη διακριτική ικανότητα.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/33


Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-29/06)

(2006/C 86/68)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Procter & Gamble Company (Cincinnati, ΗΠΑ) [εκπρόσωπος: G. Kuipers, δικηγόρος]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 22ας Νοεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1071/2004-1), η οποία κοινοποιήθηκε στην P&G με επιστολή της 5ης Δεκεμβρίου 2005, καθόσον με την απόφαση αυτή εκρίθη ότι το σήμα δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94· και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Κοινοτικό σήμα το οποίο αφορά η προσφυγή: Τρισδιάστατο σήμα υπό τη μορφή τετράγωνης λευκής ταμπλέτας που έχει στο κέντρο σχέδιο γαλάζιου άνθους με πέντε πέταλα για προϊόντα υπαγόμενα στην κλάση 3 (προϊόντα για το πλύσιμο και λευκαντικά και άλλες ουσίες για το πλύσιμο· παρασκευάσματα για καθαρισμό, στίλβωση, αφαίρεση λίπους και απόξεση· παρασκευάσματα για το πλύσιμο, τον καθαρισμό και την περιποίηση των πιάτων· σαπούνια) — αίτηση αριθ. 1 697 432

Απόφαση του εξεταστή: Απόρριψη της αιτήσεως

Απόφαση του Τμήματος Προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Ισχυρισμοί: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/34


Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-30/06)

(2006/C 86/69)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: The Procter & Gamble Company (Cincinnati, ΗΠΑ) [εκπρόσωπος: G. Kuipers, δικηγόρος]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 21ης Νοεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1072/2004-1), που κοινοποιήθηκε στην P&G με έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2005, καθόσον με αυτή κρίνεται ότι το σήμα δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94, και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Τρισδιάστατο σήμα με τη μορφή τετράγωνης λευκής πλάκας που δείχνει ένα σχέδιο λουλουδιού σε μπλε χρώμα με τέσσερα πέταλα, για προϊόντα της κλάσεως 3 (προϊόντα για το πλύσιμο και λευκαντικά και άλλες ουσίες για το πλύσιμο· παρασκευάσματα για καθαρισμό, στίλβωση, αφαίρεση λίπους και απόξεση· παρασκευάσματα για το πλύσιμο, τον καθαρισμό και την περιποίηση των πιάτων· σαπούνια) — αίτηση υπ' αριθ. 1 683 408

Απόφαση του εξεταστή: Απόρριψη της αιτήσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/34


Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2006 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-31/06)

(2006/C 86/70)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: The Procter & Gamble Company (Cincinnati, ΗΠΑ) [εκπρόσωπος: G. Kuipers, δικηγόρος]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 16ης Νοεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1183/2004-1), που κοινοποιήθηκε στην P&G με έγγραφο της 23ης Νοεμβρίου 2005, καθόσον με αυτή κρίνεται ότι το σήμα δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94, και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Τρισδιάστατο σήμα με τη μορφή τετράγωνης λευκής πλάκας που δείχνει ένα σχέδιο λουλουδιού σε ιώδες χρώμα με πέντε πέταλα, για προϊόντα της κλάσεως 3 (προϊόντα για το πλύσιμο και λευκαντικά και άλλες ουσίες για το πλύσιμο· παρασκευάσματα για καθαρισμό, στίλβωση, αφαίρεση λίπους και απόξεση· παρασκευάσματα για το πλύσιμο, τον καθαρισμό και την περιποίηση των πιάτων· σαπούνια) — αίτηση υπ' αριθ. 1 683 457

Απόφαση του εξεταστή: Απόρριψη της αιτήσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/35


Προσφυγή της 30ής Ιανουαρίου 2006 — Honig-Verband κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-35/06)

(2006/C 86/71)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Honig Verband e. V. (Αμβούργο, Γερμανία) [εκπρόσωποι: οι δικηγόροι M. Hagenmeyer und T. Teufer]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΚ) 1854/2005 της Επιτροπής, της 14ης Νοεμβρίου 2005, για τη συμπλήρωση του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) 2400/96 όσον αφορά την καταχώριση μιας ονομασίας στο «Μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων» [Miel de Provence (ΠΓΕ)],

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων προσβάλλει τον κανονισμό (ΕΚ) 1854/2005 (1), με τον οποίο η ονομασία προέλευσης Miel de Provence καταχωρίζεται ως προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (ΠΓΕ) στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) 2400/96 (2). Πριν από την έκδοση του κανονισμού 1854/2005 ο προσφεύγων είχε διατυπώσει ενώπιον της αρμόδιας γερμανικής αρχής αντιρρήσεις κατά της αίτησης καταχώρισης της ονομασίας Miel de Provence.

Ο προσφεύγων, προς στήριξη της προσφυγής του, προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως.

Πρώτον, ισχυρίζεται ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός πρέπει να ακυρωθεί διότι αντιβαίνει στους ειδικούς κανόνες της οδηγίας 2001/110/ΕΚ (3) που περιέχουν περιοριστική ρύθμιση των ονομασιών προέλευσης του μελιού. Επιπλέον, ο κανονισμός της καθής συνιστά δυσανάλογο περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων υπό την έννοια του άρθρου 28 ΕΚ.

Δεύτερον, ο προσφεύγων θεμελιώνει την προσφυγή του με τον ισχυρισμό ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν συμβιβάζεται με τις επιταγές του κανονισμού (ΕΟΚ) 2081/92 (4). Συναφώς ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι υπάρχει παραβίαση των άρθρων 2, 4 και 7, παράγραφος 4, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού αυτού.

Τέλος, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η έκδοση του κανονισμού 1854/2005 ήταν παράτυπη. Η καθής δεν εξέτασε επαρκώς το επιχείρημα της οικονομικής σπουδαιότητας μιας υφιστάμενης ονομασίας.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1854/2005 της Επιτροπής, της 14ης Νοεμβρίου 2005, για τη συμπλήρωση του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) 2400/96 όσον αφορά την καταχώριση μιας ονομασίας στο «Μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων» [Miel de Provence (ΠΓΕ)] (ΕΕ L 297, σ. 3).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 2400/96 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1996, για την εγγραφή ορισμένων ονομασιών στο «μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων» που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) 2081/92 του Συμβουλίου (ΕΕ L 327, σ. 11).

(3)  Οδηγία 2001/110/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2001, για το μέλι (ΕΕ L 10, σ. 47).

(4)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2081/92 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 1992, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (ΕΕ L 208, σ. 1).


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/35


Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2006 — Transcatab κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-39/06)

(2006/C 86/72)

Γλώσσα διαδικασίας:η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: η υπό εκκαθάριση εταιρία Transcatab S.p.A. (Caserta, Iταλία) [εκπρόσωποι: Cristoforo Osti, Alessandra Prastaro]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει εν μέρει το άρθρο 1.1 της αποφάσεως C(2005) 4012 τελικό της Επιτροπής, της 20ής Οκτωβρίου 2005, καθόσον με αυτό η Επιτροπή έκρινε ότι η Standard Commercial Corporation (SCC) (και, συνεπώς, η Alliance One) ευθύνεται αλληλεγγύως για τις διαπραχθείσες από την Transcatab παραβάσεις του άρθρου 81 EΚ·

να μειώσει συνακόλουθα το ύψος του επιβληθέντος στην Transcatab προστίμου·

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων της Transcatab.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η απόφαση που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας υποθέσεως ταυτίζεται με αυτή της υποθέσεως T-11/06, Tabacchi κατά Επιτροπής. Όσον αφορά την προσφεύγουσα, με την απόφαση αυτή η Επιτροπή έκρινε ότι η εταιρία Alliance One International ευθυνόταν αλληλεγγύως καθώς ήταν η τελευταία επιχείρηση που ήλεγξε την Transcatab.

Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή:

υπέπεσε σε νομικό σφάλμα, καθόσον έκρινε ότι η Alliance One International ήταν υπεύθυνη για τη συμπεριφορά της Transcatab. Ειδικότερα, κατά την προσφεύγουσα, η καθής δεν τήρησε τις αρχές που αφορούν το βάρος αποδείξεως, δεν απέδειξε την ασκηθείσα από την Alliance One International επιρροή και, ως εκ τούτου, υπερέβη το όριο 10 % του κύκλου εργασιών·

χαρακτήρισε εσφαλμένα την επίμαχη παράβαση ως πολύ σοβαρή και όχι, κατά το πλείστον, ως σοβαρή, λόγω του σχεδόν ανύπαρκτου αντικτύπου της συμφωνίας στην οικεία αγορά, στην αγορά του επόμενου σταδίου της παραγωγής και στον καταναλωτή, καθώς και λόγω του περιορισμένου γεωγραφικού εύρους της οικείας αγοράς·

παραβίασε τις αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως, καθορίζοντας ως βάση του προστίμου το ποσό των 10 εκατομμυρίων ευρώ·

όφειλε να διακρίνει τις συμπεριφορές κατά το διάστημα 1995-1998 από τις συμπεριφορές κατά το επόμενο διάστημα και να κρίνει την Transcatab υπεύθυνη μόνο για τη συμπεριφορά της κατά την πρώτη περίοδο. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή, κρίνοντας την προσφεύγουσα υπεύθυνη και για τη συμπεριφορά της κατά το διάστημα 1999-2002, παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, καθόσον αναγνώρισε υπέρ των ενώσεων τη συνδρομή της ελαφρυντικής περιστάσεως του ασαφούς κανονιστικού πλαισίου, την οποία, ωστόσο, δεν αναγνώρισε υπέρ των μεταποιητών·

παραβίασε την αρχή non bis in idem, καθόσον επέβαλε κυρώσεις στην Transcatab και στους λοιπούς μεταποιητές αρχικώς υπό την ιδιότητά τους ως μελών της Associazione professionale Trasformatori Tabacchi Italiani, και εν συνεχεία υπό την ιδιότητά τους ως ανεξάρτητων μεταποιητών·

υπέπεσε σε σφάλμα, καθόσον δεν δέχθηκε τη συνδρομή καμίας εκ των ελαφρυντικών περιστάσεων τις οποίες επικαλέσθηκε η προσφεύγουσα, όπως η συνεργασιμότητά της, η μη εφαρμογή των συμφωνιών, η διακοπή τους ή η ύπαρξη εύλογης αμφιβολίας ως προς τον χαρακτήρα των επίμαχων μορφών συμπεριφοράς ως παραβάσεων.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/36


Προσφυγή/αγωγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Bruno Gollnisch κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-42/06)

(2006/C 86/73)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων/ενάγων: Bruno Gollnisch (Limonest, Γαλλία) [Εκπρόσωπος: W. de Saint Just, avocat]

Καθού/εναγόμενος: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα του προσφεύγοντος/ενάγοντος

Ο προσφεύγων/ενάγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 13 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί εγκρίσεως της εκθέσεως Α6-376/2005,

να καταβάλει στον Gollnisch ποσό 8 000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη,

να καταβάλει επιπλέον στον προσφεύγοντα/ενάγοντα ποσό 4 000 ευρώ για τα έξοδα νομικών συμβουλών και προετοιμασίας της προσφυγής του.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα προσφυγή/αγωγή, ο προσφεύγων/ενάγων, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ζητεί την ακύρωση της πράξεως που ψηφίστηκε από την ολομέλεια του οργάνου αυτού κατά τη συνεδρίαση της 13ης Δεκεμβρίου 2005, με την οποία εγκρίθηκε η έκθεση της νομικής επιτροπής Α6-376/2005 που αφορούσε τις απόψεις που εξέθεσε ο προσφεύγων/ενάγων στο πλαίσιο συνεντεύξεως Τύπου και, ως εκ τούτου, δεν προασπίσθηκαν η κοινοβουλευτική ασυλία και τα προνόμιά του. Επιπλέον, ζητεί την αποκατάσταση της ζημίας που υποτίθεται ότι υπέστη λόγω της εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως.

Προς στήριξη της προσφυγής/αγωγής του, ο προσφεύγων/ενάγων προβάλλει σειρά λόγων, οι οποίοι αντλούνται, μεταξύ άλλων, από τον μη σύννομο τύπο της πράξεως του Κοινοβουλίου της οποίας ζητείται η ακύρωση, από το περιεχόμενό της το οποίο θεωρεί αντίθετο προς τις γενικές αρχές του δικαίου, όπως π.χ. προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθώς και από τις προβαλλόμενες παρατυπίες στη διαδικασία εκδόσεώς της. Ο προσφεύγων/ενάγων υποστηρίζει επίσης ότι η προσβαλλόμενη πράξη αντιβαίνει στην πάγια νομολογία της επιτροπής νομικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στον τομέα της ελευθερίας εκφράσεως και του fumus persecutionis και ότι θίγει την ανεξαρτησία του βουλευτή, καθόσον, όπως ισχυρίζεται ο προσφεύγων/ενάγων, θεωρήθηκε μεμπτή η παρέμβασή του, στο πλαίσιο των εθνικών και κοινοτικών πολιτικών δραστηριοτήτων του, στην οικεία συνέντευξη Τύπου.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/37


Προσφυγή της Cofira SAC κατά της Επιτροπής, ασκηθείσα στις 9 Φεβρουαρίου 2006

(Υπόθεση T-43/06)

(2006/C 86/74)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Cofira SAC (Rousset Cedex Γαλλίας) (εκπρόσωποι: Girolamo Addessi, Leonilda Mari και Daniella Magurno, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

ακύρωση της κυρώσεως που επεβλήθη στην Cofira SAC·

επιβολή της ποινής, αλληλεγγύως, σε όλες τις εταιρίες που συνεστήθησαν κατόπιν της διασπάσεως της Cofira Sepso·

μείωση του ύψους του προστίμου·

καταδίκη της Επιτροπής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Το άρθρο 1 της προσβαλλομένης αποφάσεως διευκρινίζει ότι ορισμένες επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων και η προσφεύγουσα, παραβίασαν τους κοινοτικούς κανόνες περί ανταγωνισμού κατά το χρονικό διάστημα από 24 Μαρτίου 1982 έως 26 Ιουνίου 2002, συμμετέχοντας σε συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές στον τομέα των βιομηχανικών πλαστικών σάκων στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στην Ισπανία, στο Λουξεμβούργο και στις Κάτω Χώρες. Οι παραβιάσεις αυτές, σύμφωνα με την καθής, είχαν ως αντικείμενο τον καθορισμό των τιμών, την κατασκευή κοινών προτύπων, τον υπολογισμό των τιμών, την υποδιαίρεση των αγορών, την πρόβλεψη ποσοστώσεων πωλήσεως, την κατανομή πελατών, υποθέσεων και παραγγελιών, τη συνεννοημένη υποβολή συμμετοχής σε ορισμένους διαγωνισμούς και την ανταλλαγή ατομικών πληροφοριών.

Προς υποστήριξη των ισχυρισμών της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται προεχόντως ότι η ίδια δεν πρέπει να είναι ο αποδέκτης της αποφάσεως.

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι στις 27 Νοεμβρίου 2003 η COFIRA SEPSO, εις βάρος της οποίας, μεταξύ άλλων επιχειρήσεων, άρχισαν έρευνες, διεσπάσθη σε τρεις εταιρίες, μεταξύ των οποίων και η προσφεύγουσα. Ως εκ τούτου, η COFIRA SAC συνεστήθη κατόπιν της επελεύσεως των πραγματικών περιστατικών για τα οποία η Επιτροπή επέβαλε κυρώσεις.

Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αναφέρει ούτε τους λόγους για τους οποίους η κύρωση επεβλήθη αποκλειστικά στην προσφεύγουσα, ενώ όλες οι προερχόμενες από τη διάσπαση της COFIRA SEPSO εταιρίες έπρεπε να είναι υπεύθυνες για την αμφισβητούμενη παρανομία.

Η απόφαση δεν διευκρινίζει ούτε τις παραμέτρους βάσει των οποίων υπολογίστηκε το ύψος της κυρώσεως δοθέντος ότι αυτή υπολογίστηκε βάσει του κύκλου εργασιών, ενώ η προσφεύγουσα ουδαμώς είχε να εμφανίσει, κατά τον χρόνο των αμφισβητούμενων πραγματικών περιστατικών, κύκλο εργασιών.

Αφετέρου, η Επιτροπή δεν αναφέρει τα πραγματικά στοιχεία τα οποία στοιχειοθετούν την παράβαση. Συγκεκριμένα, ολόκληρη η απόφαση θεμελιώνεται στο τεκμήριο ότι οι συναντήσεις μεταξύ των αντιπροσώπων των εταιριών ισοδυναμούσαν κατά συνέπεια και στην πράξη με συμπεριφορά αντικείμενη στο άρθρο 81 της Συνθήκης, καθώς και στο τεκμήριο ότι οι πρακτικές αυτές είχαν σημαντική επίπτωση επί του ανταγωνισμού. Πάντως, ακόμη και αν γινόταν δεκτά τα παρατιθέμενα από την Επιτροπή στοιχεία θα είχε παρέλθει εν πάση περιπτώσει η πενταετής προθεσμία παραγραφής.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/37


Προσφυγή της 14ης Φεβρουαρίου 2006 — Επιτροπή κατά Ελληνικής Εταιρείας Επιχειρηματικής Πρωτοβουλίας και άλλων πέντε

(Υπόθεση T-44/06)

(2006/C 86/75)

Γλώσσα διαδικασίας: η Ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [Εκπρόσωπος: Μαρία Πατακιά, εκπροσωπούμενη από το Σπυρίδωνα Χατζηγιάννη, δικηγόρο]

Καθών: Ελληνική Εταιρεία Επιχειρηματικής Πρωτοβουλίας — Hellenic Ventures S.A., Κωνσταντίνος Κατσιγιάννης, Παναγιώτης Χρονόπουλος, Μηνάς Πατσούρης, Νικόλαος Πουλάκος και Robert Ceurvorst

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Να καταδικαστεί αφενός μεν η πρώτη εναγομένη εταιρία και αφετέρου δε αλληλεγγύως μετ'αυτής οι δεύτερος έως και έκτος εναγόμενοι να επιστρέψουν στην Επιτροπή το σύνολο του ποσού της προκαταβολής που εισέπραξε η πρώτη των εναγομένων από την Κοινότητα, ήτοι το ποσό των 70.000 ECU και νυν EURO, συν τους τόκους, οι οποίοι υπολογιζόμενοι κατά τα προβλεπόμενα από τη σύμβαση ανέρχονται μέχρι και την 12η Φεβρουαρίου 2006 στο ποσό των 103 423,54 ECU και νυν EURO, ήτοι εν συνόλω το ποσό των 171.939,18 ECU και νυν EURO, και επιπλέον τους τόκους με βάση πάντοτε το συμβατικό επιτόκιο 1,5 % μηνιαίως, ήτοι σε ποσό 34,52 ECU και νυν EURO ημερησίως, δια την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2006 μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως της οφειλής εκ μέρους των εναγομένων.

Να καταδικασθούν αλληλεγγύως οι εναγόμενοι στην πληρωμή τής εν γένει δικαστικής δαπάνης της Επιτροπής συμπεριλαμβανομένης και της αμοιβής των πληρεξουσίων της Επιτροπής δικηγόρων.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, εκπροσωπούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συνήψε με την πρώτη εναγόμενη εταιρία, της οποίας οι υπόλοιποι εναγόμενοι είναι μέτοχοι και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή διευθυντές της, σύμβαση με όνομα. «Seed Fund 601» στο πλαίσιο της «Πρότυπης ενέργειας για τη δημιουργία και την ανάπτυξη ταμείων χορήγησης αρχικών κεφαλαίων (seed capital) (1)».

Στα πλαίσια της συμβάσεως η Επιτροπή ανέλαβε την υποχρέωση να χορηγήσει στην πρώτη εναγομένη χρηματοδοτική ενίσχυση υπό μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής, μέγιστου ποσού 350 000 ECU. Η προκαταβολή αυτή θα απέβλεπε στην κάλυψη του 50 %, κατά μέγιστο όριο, των λειτουργικών εξόδων στα οποία θα υποβαλλόταν η πρώτη εναγομένη στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της ως Ταμείο Παροχής Επιχειρηματικού Κεφαλαίου Εκκινήσεως στην Ελλάδα. Στα πλαίσια αυτά, η Επιτροπή κατέβαλε στην πρώτη εναγομένη την πρώτη ετήσια προκαταβολή, ύψους 70 000 ECU.

Με έγγραφο της 16ης Ιουνίου 1994, η Επιτροπή γνωστοποίησε στην εναγομένη τη λύση της συμβάσεως και την κάλεσε να επιστρέψει εντόκως το ποσό των 70 000 ECU. Με επιστολή της 19ης Σεπτεμβρίου 1994 η Επιτροπή γνωστοποίησε ότι η απόφαση αυτή οφείλεται στην άρνηση της εναγομένης να υποβληθεί σε λεπτομερή έλεγχο από τους ελεγκτές της υπηρεσίας οικονομικού ελέγχου της Επιτροπής, κατά παράβαση του άρθρου 8.1 της σύμβασης. Η Επιτροπή είχε κρίνει ότι ένας τέτοιος έλεγχος ήταν απαραίτητος ενόψει των διαπιστώσεων υπαλλήλου της Επιτροπής που είχε προβεί σε επιτόπιο έλεγχο και είχε εκφράσει σοβαρές αμφιβολίες για το αν οι επενδύσεις που η πρώτη εναγομένη εταιρία εφέρετο να είχε χρηματοδοτήσει ανταποκρίνονταν στα κριτήρια της συγγραφής υποχρεώσεων.

Αν και οχλήθηκε επανειλημμένως, η πρώτη εναγομένη δεν επέστρεψε το ποσό που ζητήθηκε.

Με την αγωγή της η Επιτροπή επιδιώκει την καταβολή του ανωτέρω οφειλομένου ποσού καθώς και των τόκων που οφείλονται γι'αυτό.


(1)  EE C 306 της 1/12/1988, σ. 12


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/38


Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Reliance Industries κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-45/06)

(2006/C 86/76)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Reliance Industries Ltd (Βομβάη, Ινδία) [Εκπρόσωποι: I. MacVay, S. Ahmed, Solicitors]

Καθών: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας)

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να ακυρωθούν οι αποφάσεις της Επιτροπής της 1ης Δεκεμβρίου 2005, με τις οποίες γνωστοποιείται η επανεξέταση ενόψει της λήξης της ισχύος των αντισταθμιστικών μέτρων που έχουν εφαρμογή στις εισαγωγές ορισμένων φιαλών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου («PET») προελεύσεως, μεταξύ άλλων, από την Ινδία, και η έναρξη επανεξετάσεως ενόψει της λήξης της ισχύος των αντιντάμπινγκ μέτρων που έχουν εφαρμογή στις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων που προέρχονται από την Ινδία, την Ινδονησία, τη Δημοκρατία της Κορέας, τη Μαλαισία, την Ταϊβάν και την Ταϊλάνδη και η μερική προσωρινή επανεξέταση των αντιντάμπινγκ μέτρων που έχουν εφαρμογή στις εισαγωγές ορισμένων PET προελεύσεως από τη Δημοκρατία της Κορέας και την Ταϊβάν (1).

Να ακυρωθούν, εφόσον το Πρωτοδικείο το θεωρεί αναγκαίο ή κατάλληλο, οι κανονισμοί του Συμβουλίου (ΕΚ) 2603/2000, (ΕΚ) 2604/2000 και η απόφαση της Επιτροπής 2000/745/ΕΚ, στον βαθμό που μπορεί να θεωρηθούν ως εφαρμοστέες επί της προσφεύγουσας για την περίοδο μετά την 1η Δεκεμβρίου 2005· και

Να ακυρώσει το άρθρο 11, παράγραφος 3, του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) 384/96 («ο βασικός αντιντάμπινγκ κανονισμός» ) και το άρθρο 18, παράγραφος 1, του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) 2026/97 («ο βασικός κανονισμός για τις επιδοτήσεις»), μόνον όμως υπό την προϋπόθεση και μέχρι του σημείου που το Πρωτοδικείο μπορεί να βρει, αντίθετα με την περίπτωση του προσφεύγοντος, ότι πράγματι διαφέρουν από τους όρους του άρθρου 11, παράγραφος 3 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου («ΠΟΕ») και του άρθρου 21, παράγραφος 3, της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις του ΠΟΕ,

Να καταδικάσει τους καθών στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με τις δύο προσβαλλόμενες αποφάσεις η Επιτροπή αποφάσισε την έναρξη επανεξετάσεως των μέτρων, η ισχύς των οποίων επρόκειτο να λήξει, σε συνάρτηση με τον κανονισμό του Συμβουλίου 2603/2000, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων τύπων τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου, καταγωγής Ινδίας, Μαλαισίας και Ταϊλάνδης, και την περάτωση της διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων τύπων τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου, καταγωγής Ινδονησίας, Δημοκρατίας της Κορέας και Ταϊβάν (2) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2604/2000 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που έχει επιβληθεί στις εισαγωγές ορισμένων τύπων τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου καταγωγής Ινδίας, Ινδονησίας, Δημοκρατίας της Κορέας, Μαλαισίας, Ταϊβάν και Ταϊλάνδης (3), καθώς και την απόφαση της Επιτροπής 2000/745/ΕΚ για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που προτάθηκαν σε σχέση με τις διαδικασίες αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET) καταγωγής Ινδίας, Ινδονησίας, Μαλαισίας, Δημοκρατίας της Κορέας, Ταϊβάν και Ταϊλάνδης (4). Δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 2, του βασικού αντιντάμπινγκ κανονισμού και του άρθρου 18, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού για τις επιδοτήσεις, η συνέπεια των ανακοινώσεων αυτών περί ενάρξεως [της επανεξετάσεως], εφόσον έγιναν εμπρόθεσμα, είναι ότι τα συναφή μέτρα παραμένουν σε ισχύ ενόσω εκκρεμούν τα αποτελέσματα της επανεξετάσεως.

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η έναρξη της έρευνας επανεξετάσεως των μέτρων, η ισχύς των οποίων επρόκειτο να λήξει, δεν ήταν έγκυρη, οπότε τα επίδικα μέτρα και η ανάληψη υποχρεώσεων έληξαν, σύμφωνα με τους όρους που έθεταν, την 1η Δεκεμβρίου 2005. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι ανακοινώσεις δημοσιεύθηκαν την ίδια ημέρα που έληγαν τα μέτρα (1η Δεκεμβρίου) και ότι, ως εκ τούτου, η έναρξη της έρευνας επανεξετάσεως των μέτρων η ισχύς των οποίων επρόκειτο να λήξει δεν έγινε πριν από την ημερομηνία λήξεως, όπως επιτάσσουν οι κανόνες του ΠΟΕ. Συναφώς, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι οι βασικοί κανονισμοί πρέπει να ερμηνευθούν σε συνάρτηση με τις συμφωνίες του ΠΟΕ και ότι, εν πάση περιπτώσει, κάθε διφορούμενο σημείο των βασικών κανονισμών πρέπει να κριθεί υπέρ αυτής, σύμφωνα με τις γενικές αρχές της κοινοτικής νομοθεσίας. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται περαιτέρω ότι αν οι βασικοί κανονισμοί δεν μπορούν να ερμηνευθούν κατά τον προτεινόμενο τρόπο, τότε οι διατάξεις αυτές αντιβαίνουν στους κανόνες του ΠΟΕ και για τον λόγο αυτό είναι άκυρες στον βαθμό αυτό.


(1)  ΕΕ L 304, 1.12.2005 σ. 4 και 9.

(2)  ΕΕ L 301, 30.11.2000 σ. 1.

(3)  ΕΕ L 301, 30.11.2000 σ. 21.

(4)  ΕΕ L 301, 30.11.2000 σ. 88.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/39


Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Galileo Lebensmittel κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-46/06)

(2006/C 86/77)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Galileo Lebensmittel GmbH & Co. KG (Trierweiler, Γερμανία) [Εκπρόσωπος: ο δικηγόρος K. Bott]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση της καθής περί δεσμεύσεως του τομέα «galileo.eu» και να την υποχρεώσει να παραχωρήσει τον τομέα αυτόν στο μητρώο για την διάθεση των τομέων ανωτάτου επιπέδου .eu (EURid) προς ελεύθερη καταχώριση.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζήτησε, μέσω καταχωριστή, την καταχώριση του τομέα «galileo.eu» ως τομέα ανωτάτου επιπέδου .eu. Το μητρώο, ήτοι το EURid, απέρριψε την αίτηση με την αιτιολογία ότι ο ζητούμενος τομέας είχε δεσμευθεί υπέρ της καθής.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) 874/2004 (1). Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματά της από το άρθρα 2, παράγραφος 2, 10, παράγραφος 1, εδάφιο 1 και 12, παράγραφος 2, εδάφιο 3, του κανονισμού 874/2004.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 874/2004 της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση κανόνων δημοσίου συμφέροντος σχετικά με την υλοποίηση και τις λειτουργίες του .eu τομέα ανωτάτου επιπέδου και τις αρχές που διέπουν την καταχώριση


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/40


Προσφυγή της 17ης Φεβρουαρίου 2006 — Astex Therapeutics κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-48/06)

(2006/C 86/78)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Astex Therareutics Limited (Cambridge, Ηνωμένο Βασίλειο) [Εκπρόσωποι: M. Edenborough, Barrister, και R. Harrison, Solicitor]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Protec Health International Limited (Cirencester, Ηνωμένο Βασίλειο)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση του δεύτερου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 29ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση R 651/2004 — 2 στο σύνολό της ή, επικουρικώς, εν μέρει·

Να καταδικαστεί ο αντίδικος να καταβάλει στην αιτούσα/προσφεύγουσα τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε σε σχέση με τις διαδικασίες της υπό κρίση προσφυγής (εφόσον ο αντίδικος παρέμβει στην προσφυγή αυτή), της προσφυγής ενώπιον του Τμήματος Προσφυγών καθώς και της αιτήσεως ανακοπής ενώπιον του Τμήματος Ανακοπών (εν πάση περιπτώσει). Περαιτέρω, να καταδικάσει το Γραφείο Εναρμονίσεως, εις ολόκληρον και αλληλεγγύως με τον αντίδικο, στα δικαστικά έξοδα της αιτούσας/προσφεύγουσας της παρούσας δίκης ενώπιον του Πρωτοδικείου.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: η προσφεύγουσα

Σήμα προς καταχώριση: το εικονιστικό σήμα «Astex Technology» για προϊόντα της κλάσεως 5 (φαρμακευτικά)

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου:: Protec Health International Limited.

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου::Το κοινοτικό λεκτικό σήμα«Astex» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 5 (Εντομοκτόνα για σωματίδια σκόνης) και 24 (Υφάσματα κ.λπ.)

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/40


Προσφυγή της 17ης Φεβρουαρίου 2006 — Ιρλανδία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-50/06)

(2006/C 86/79)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιρλανδία [Εκπρόσωποι: D. O'Hagan και P. McGarry, Barrister]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει, εν όλω ή εν μέρει, σύμφωνα με το άρθρο 230 ΕΚ, την απόφαση C[2005] 4436 τελικό της Επιτροπής, της 7ης Δεκεμβρίου, κατά το μέτρο που αφορά την εφαρμοζόμενη από την Ιρλανδία απαλλαγή από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως επί των πετρελαιοειδών που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο για την παραγωγή αλουμίνας στην περιοχή του Shannon·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το 1970 ανελήφθη δέσμευση έναντι των επιχειρηματιών του Aughinish, αφορώσα τις απαλλαγές από τους δασμούς που επιβάλλονταν στα υγρά καύσιμα τα οποία επρόκειτο να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αλουμίνας στο τότε μελετώμενο εργοστάσιο στο Shannon, Ιρλανδία. Το 1983, το εργοστάσιο στο Aughinish άρχισε να λειτουργεί και οι ιρλανδικές αρχές γνωστοποίησαν στην Επιτροπή ότι σκόπευαν να εφαρμόσουν τις δεσμεύσεις που αφορούσαν την απαλλαγή από τους δασμούς. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, επιπλέον, η απαλλαγή επιτράπηκε με μεταγενέστερες αποφάσεις του Συμβουλίου (1). Το 2000, η Επιτροπή έθεσε θέμα κρατικής ενισχύσεως, πράγμα το οποίο ώθησε το όργανο αυτό να προβεί σε επίσημη έρευνα και, εν τέλει, στην έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα καταλήγοντας ότι η επίμαχη ενίσχυση αποτελεί νέα ενίσχυση και όχι υφιστάμενη ενίσχυση.

Κατά την προσφεύγουσα, ακόμη και αν η ενίσχυση αποτελούσε νέα ενίσχυση και έπρεπε να κοινοποιηθεί κατά τη θέση της σε εφαρμογή το 1983, η Επιτροπή ομολογεί ότι η ενίσχυση κοινοποιήθηκε τότε. Η παράλειψη της Επιτροπής να λάβει απόφαση εντός των προθεσμιών που έχει προβλέψει η ίδια κατέστησε την επίμαχη ενίσχυση υφιστάμενη ενίσχυση. Επικουρικώς, η Επιτροπή αντιμετώπισε την ενίσχυση ως υφιστάμενη ενίσχυση καθ' όλο το κρίσιμο χρονικό διάστημα και η σαφής δήλωσή της το 1992 επιβεβαιώνει ότι τούτο ισχύει.

Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 15, σε συνδυασμό με το άρθρο 1, σημείο β', στοιχείο iv, του κανονισμού 659/1999 (2), δεδομένου ότι η ενίσχυση υφίσταται εδώ και περισσότερα από δέκα έτη και ότι παρήλθε η προθεσμία παραγραφής που προβλέπουν τα άρθρα αυτά, η ενίσχυση έχει καταστεί υφιστάμενη ενίσχυση και οι διαδικασίες που κίνησε η Επιτροπή προκειμένου να την ελέγξει είναι πλημμελείς.

Σε σχέση με τον πρώτο ισχυρισμό της, η προσφεύγουσα προβάλλει επίσης ότι η ενίσχυση υπήρξε αντικείμενο νομικώς δεσμευτικών υποχρεώσεων τις οποίες ανέλαβαν οι ιρλανδικές αρχές πριν από την προσχώρηση το 1973. Κατά την προσφεύγουσα, η ενίσχυση έπρεπε να θεωρηθεί ότι αποτελεί υφιστάμενη ενίσχυση για τον λόγο αυτόν και μόνον.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η απόφαση αντιβαίνει στην αρχή της ασφαλείας δικαίου δεδομένου ότι έρχεται σε αντίθεση με την ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου, η οποία ελήφθη κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Η απόφαση αυτή αντιβαίνει επίσης ευθέως στο άρθρο 8, παράγραφος 5, της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ (3), για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή, η οποία επέβαλε στην Επιτροπή την υποχρέωση να υποβάλλει πρόταση σχετική με τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού ή το ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά, προς ομόφωνη έγκριση από το Συμβούλιο.

Επιπλέον, η Επιτροπή παραβίασε, τουλάχιστον όσον αφορά τον αποδέκτη της ενισχύσεως, την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, δεδομένου ότι το Συμβούλιο έχει επιτρέψει ρητώς την παρέκκλιση μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006.

Τέλος, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή παρέβη θεμελιώδη κανόνα δικαίου και υπέπεσε σε κατάχρηση εξουσίας λόγω της συμπεριφοράς της και της καθυστερήσεώς της ως προς την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του ότι η επίμαχη ενίσχυση της κοινοποιήθηκε το 1983. Επιπλέον, η Επιτροπή αγνόησε τις διαδικασίες που προβλέπει η οδηγία 92/81/ΕΟΚ και προέβη σε επίσημες δηλώσεις αφορώσες το συμβιβαστό του επιμάχου σχεδίου ενισχύσεως. Επομένως, λόγω της συμπεριφοράς της, η Επιτροπή δεν δικαιούται πλέον, εν πάση περιπτώσει, να διατάξει την επιστροφή της ενισχύσεως.


(1)  92/510/ΕΟΚ: απόφαση του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εξουσιοδότηση των κρατών μελών να συνεχίσουν να εφαρμόζουν σε ορισμένα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένους σκοπούς, τους υφιστάμενους μειωμένους συντελεστές ειδικών φόρων κατανάλωσης ή τις υφιστάμενες απαλλαγές από ειδικούς φόρους κατανάλωσης, σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 8, παράγραφος 4, της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ (ΕΕ L 316, σ. 16), και άλλες μεταγενέστερες αποφάσεις.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 83, σ. 1)

(3)  Οδηγία 92/81/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή (ΕΕ L 316, σ. 12).


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/41


Προσφυγή-αγωγή της 21ης Φεβρουαρίου 2006 — UPM-Kymmene κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-53/06)

(2006/C 86/80)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: UPM-Kymmene Oyj (Ελσίνκι, Φινλανδία) [εκπρόσωποι: B. Amory, E. Friedel, F. Bimont, lawyers]

Καθής-εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας-ενάγουσας

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής:προσφεύγουσα) ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής κατά το μέρος που η Επιτροπή συνήγαγε ότι η Rosenlew Saint Frères Emballage έλαβε μέρος στις σε ευρωπαϊκό επίπεδο συναντήσεις στο πλαίσιο της ενώσεως Valveplast από τις 18 Ιουλίου 1994 μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 1999 και ότι διαμορφώθηκε μία διαρκής παράβαση με βάση τη βραχεία συμμετοχή της Rosenlew Saint Frères Emballage στις συναντήσεις στο πλαίσιο της Valveplast (από τις 21 Νοεμβρίου 1997 μέχρι τις 26 Νοεμβρίου 1998) και τη συνεργασία της στο πλαίσιο των γαλλικών συναντήσεων σχετικά με τις σακούλες που δεν κλείνουν·

να μειώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα με την προσβαλλόμενη απόφαση·

να υποχρεώσει την Επιτροπή να επιστρέψει στην προσφεύγουσα το αχρεωστήτως καταβληθέν μέρος του προστίμου, πλέον τόκων από την ημερομηνία καταβολής του προστίμου μέχρι την πλήρη και οριστική επιστροφή από την Επιτροπή και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί τη μερική ακύρωση της αποφάσεως C (2005) 4634 τελικό της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση COMP/F/38.354 –Σακούλες βιομηχανικής παραγωγής. Η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί την ακρίβεια των διαπιστωμένων πραγματικών περιστατικών, αλλά ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει διάφορα σφάλματα εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών σχετικά με τη Rosenlew Saint Frères Emballage, η οποία είναι θυγατρική της προσφεύγουσας, και τον ρόλο της στις δραστηριότητες της συμπράξεως, και ζητεί να μειωθεί το πρόστιμο λόγω του ότι είναι αδικαιολόγητο και δυσανάλογο.

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει σφάλματα κατά την εφαρμογή του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ελαττωματική καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι η Rosenlew Saint Frères Emballage διέπραξε μία διαρκή παράβαση. Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Επιτροπή εκτίμησε εσφαλμένως τη διάρκεια της παραβάσεως. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η Rosenlew Saint Frères Emballage έλαβε μερος στις δραστηριότητες μιας συμπράξεως στον τομέα ο οποίος έχει ως αντικείμενο τις σακούλες που κλείνουν και μετείχε από τις 20 Δεκεμβρίου 2004 στις συναντήσεις που έγιναν σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο πλαίσιο της Valveplast. Επιπλέον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι δεν υφίσταται επαρκής απόδειξη ως προς το ότι η Rosenlew Saint Frères Emballage είχε μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 1999 ανάμειξη στις συναντήσεις του γαλλικού ομίλου σχετικά με τις σακούλες που δεν κλείνουν.

Η προσφεύγουσα προβάλλει περαιτέρω παραβίαση των γενικών αρχών της αναλογικότητας, της ίσης μεταχειρίσεως και της επιεικείας και σφάλματα εκτιμήσεως κατά τον καθορισμό του προστίμου.

Πρώτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, καθορίζοντας ένα δυσανάλογο με τη σοβαρότητα της παραβάσεως ποσό αφετηρίας του προστίμου, υπερέβη τα όρια της διακριτικής ευχέρειας που έχει βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 3, του κανονισμού 1/2003. Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα βάλλει κατά της εφαρμογής αποτρεπτικού συντελεστή 2 και διατείνεται ότι το κατά το 1996 μερίδιο ολόκληρης της συμπράξεως στην αγορά με αντικείμενο τις σακούλες βιομηχανικής παραγωγής δεν ήταν η κατάλληλη βάση για τον υπολογισμό του βασικού ποσού του προστίμου.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή εσφαλμένως εκτίμησε τη διάρκεια της συμμετοχής της Rosenlew Saint Frères Emballage στις δραστηριότητες της συμπράξεως.

Τρίτον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Επιτροπή δεν έλαβε δεόντως υπόψη το γεγονός ότι η προσφεύγουσα θεωρήθηκε υπεύθυνη μόνον υπό την ιδιότητά της ως μητρικής εταιρίας και έτσι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της επιεικείας.

Τέταρτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη ορισμένες ελαφρυντικές περιστάσεις και κακώς θεώρησε ότι υπάρχει η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής.

Τέλος, όσον αφορά τον καθορισμό του τελικού ποσού του προστίμου, η προσφεύγουσα, δεδομένων τόσο των περιορισμένων συνεπειών της συμπράξεως για τον ανταγωνισμό όσο και της περιορισμένης γεωγραφικής εκτάσεως της συμπράξεως, αντιτίθεται στον από την Επιτροπή χαρακτηρισμό της συμπράξεως ως σοβαρότατης παραβάσεως των κανόνων ανταγωνισμού.

Η προσφεύγουσα προβάλλει επίσης προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας καθόσον, κατά τη διοικητική διαδικασία, δεν της επετράπη πρόσβαση σε ορισμένα κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία που η Επιτροπή είχε επικαλεστεί για να αποδείξει τη διάρκεια και την έκταση της παραβάσεως που διαπράχθηκε από τη Rosenlew Saint Frères Emballage.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/42


Προσφυγή της 23ης Φεβρουαρίου 2006 — Low & Bonar και Bonar Technical Fabrics κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-59/06)

(2006/C 86/81)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Low & Bonar plc (Dundee, Ηνωμένο Βασίλειο) και Bonar Technical Fabrics NV (Zele, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: L. Garzaniti, lawyer, και M. O'Regan, solicitor]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την υπό στοιχεία C(2005)4634 απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση COMP/F/38.354 — Σακούλες βιομηχανικής παραγωγής, καθ' όλο το μέρος που αφορά τις προσφεύγουσες·

επικουρικώς, να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 1, κατά το μέρος που αφορά τις προσφεύγουσες και να ακυρώσει, ή επικουρικώς να μειώσει στο κατάλληλο μέτρο, το πρόστιμο που επιβλήθηκε στις προσφεύγουσες με το άρθρο 2·

επικουρικότερα, να μειώσει σημαντικά το πρόστιμο που επιβλήθηκε στις προσφεύγουσες με το άρθρο 2·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα, πλέον των τόκων υπερημερίας που επιβάρυναν τις προσφεύγουσες ή εκατέρα των προσφευγουσών σχετικά με την πληρωμή ολόκληρου ή μέρους του προστίμου και

να διατάξει κάθε άλλο κατά την κρίση του πρόσφορο μέτρο.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή θεώρησε ότι η Bonar Phormium Packaging (στο εξής: BPP) έλαβε μέρος σε μια σύνθετη σύμπραξη εταιριών που κατασκευάζουν πλαστικές σακούλες βιομηχανικής παραγωγής, σύμπραξη η οποία αφορούσε το Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο, τις Κάτω Χώρες και την Ισπανία. Θεώρησε επίσης ότι η σύμπραξη αυτή είχε οργανωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο γύρω από μια επαγγελματική ένωση γνωστή ως Valveplast, με διάφορες υποομάδες. Θεώρησε την πρώτη προσφεύγουσα υπεύθυνη για τη συμμετοχή της BPP λόγω του ότι η πρώτη προσφεύγουσα ήταν η μητρική εταιρία της Bonar Phormium NV (στο εξής: BP), της οποίας τμήμα ήταν η BPP, και τη δεύτερη προσφεύγουσα υπεύθυνη λόγω του ότι ήταν ο διάδοχος της BP, με την οποία είχε συγχωνευθεί. Η Επιτροπή επέβαλε στις προσφεύγουσες πρόστιμο 12,24 εκατομμυρίων ευρώ.

Η πρώτη προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, θεωρώντας την υπεύθυνη για την παράβαση την οποία διέπραξε η BPP, υπέπεσε σε νομική πλάνη και σε πλάνη εκτιμήσεως. Διατείνεται ότι, αντιθέτως προς τα συμπεράσματα της Επιτροπής στην προσβαλλόμενη απόφαση, δεν έλαβε μέρος στη χάραξη της εμπορικής πολιτικής της BPP, της οποίας οι διαχειριστές καθόρισαν αυτοτελώς τη συμπεριφορά της στην αγορά.

Αμφότερες οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται περαιτέρω και επικουρικώς ότι η Επιτροπή, θεωρώντας ότι η σύνθετη σύμπραξη που προσδιορίστηκε στην προσβαλλόμενη απόφαση' συνιστά μία διαρκή παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ η οποία διαπράχθηκε, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γύρω από την Valveplast, ή έστω θεωρώντας ότι η BPP είχε συμμετοχή στη σύμπραξη αυτή, ή άλλως είχε γνώση της συμπράξεως αυτής, και επομένως είναι υπεύθυνη για την εν λόγω παράβαση, υπέπεσε σε νομική πλάνη και σε πλάνη εκτιμήσεως. Κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή μπορούσε μόνο να κρίνει ότι η BPP είχε συμμετοχή σε συμφωνίες που κάλυπταν το Βέλγιο και τις Κάτω Χώρες, ή έστω είχε γνώση των συμφωνιών αυτών και ήταν υπεύθυνη γι' αυτές, και ότι έλαβε μέρος στη σύμπραξη Valveplast μόνο για μία εβδομάδα, δηλαδή μεταξύ της 21ης Νοεμβρίου 1997, όταν εκπρόσωπος της BPP παρέστη σε συνάντηση στο πλαίσιο της Valveplast, και της 28ης Νοεμβρίου 1997 όταν, σύμφωνα με την προσβαλλόμενη απόφαση, έλαβε τέλος η συμμετοχή της BPP.

Οι προσφεύγουσες διατείνονται περαιτέρω και επικουρικώς ότι το πρόστιμο που επιβλήθηκε από την Επιτροπή είναι υπερβολικό και δυσανάλογο και παραβιάζει τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων και ότι η Επιτροπή υπέπεσε περαιτέρω σε νομική πλάνη και πλάνη εκτιμήσεως κατά τον καθορισμό του επιπέδου του προστίμου και επί πλέον δεν αιτιολόγησε τον τρόπο που υπολόγισε το πρόστιμο. Στο πλαίσιο αυτό, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τόσο ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη ότι η BPP είχε αποκλειστικά παθητικό και περιορισμένο ρόλο όσο και ότι η Επιτροπή καθόρισε ένα δυσανάλογα και υπερβολικά υψηλό βασικό ποσό.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/43


Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2006 — Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-61/06)

(2006/C 86/82)

Γλώσσα διαδικασίας:η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιταλική Δημοκρατία [Εκπρόσωπος: Paolo Gentili, Avvocato dello Stato]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 1ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 12980, με αντικείμενο πιστοποίηση και δήλωση ενδιάμεσων δαπανών, καθώς και αίτηση πληρωμής. DOCUP [ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού] Veneto Ob. 2 2000-2006 (αριθ. CCI 2000.IT.16.2.DO.005)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 13ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 13683, με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα DOCUP Λομβαρδία 2000-2006 (αριθ. CCI 2000 IT 16 2 DO 014)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 13ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 13684, με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα ΠΕΠ [περιφερειακό επιχειρησιακό πρόγραμμα] Πούλιας (αριθ. CCI 1999 IT 16 1 PO 009)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 13ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 13687, με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα DOCUP Piemonte (αριθ. CCI 2000 IT 16 2 DO 007)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 19ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 14013, με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα DOCUP Τοσκάνη Ob. 2 (αριθ. CCI 2000.IT.16.2.DO.001)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 19ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 14015 με αντικείμενο το ΕΕΠ [εθνικό επιχειρησιακό πρόγραμμα] Τοπική Επιχειρησιακή Ανάπτυξη 2000-2006 (αριθ. CCI 1999 IT 16 1 DO 002) — Καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν ·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 19ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 14016 με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα ΠΕΠ Καμπανίας (αριθ. CCI 1999 IT 16 1 PO 007)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 20ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 14082 με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα DOCUP Ob. 2 Λατίου 2000-2006 (αριθ. CCI 2000 IT 16 2 DO 009)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 20ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 14108 με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα DOCUP Λομβαρδία (αριθ. CCI 2000 IT 16 2 DO 014)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 21ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 14133, με αντικείμενο πιστοποίηση και δήλωση ενδιάμεσων δαπανών, καθώς και αίτηση πληρωμής. DOCUP Veneto Ob. 2 2000-2006 (αριθ. CCI 2000 IT 16 2 DO 005)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 21ης Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 14154 με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα ΠΕΠ Πούλιας (αριθ. CCI 1999 IT 16 1 PO 009)·

να ακυρώσει την απόφαση που περιλαμβάνεται στο σημείωμα της 23ης Ιανουαρίου 2006, αριθ. 00627 με αντικείμενο την καταβολή, εκ μέρους της Επιτροπής, ποσού άλλου από το ζητηθέν. Πρόγραμμα ΠΕΠ Πούλιας (αριθ. CCI 1999 IT 16 1 PO 009)·

να ακυρώσει όλες τις συναφείς πράξεις, καθώς και τις πράξεις που προηγήθηκαν των ως άνω αποφάσεων·

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι λόγοι ακυρώσεως και τα κύρια επιχειρήματα ταυτίζονται με εκείνους της υποθέσεως T-345/04, Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής (1).


(1)  ΕΕ C 262 της 23.10.04, σ. 55.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/44


Προσφυγή της 23ης Φεβρουαρίου 2006 — Eurallumina κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-62/06)

(2006/C 86/83)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Eurallumina SpA (Portoscuso, Ιταλία) [Εκπρόσωποι: L. Martin Alegi, R. Denton, M. Garcia, Solicitors]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

είτε:

να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση στο σύνολό της ή

να αποφανθεί ότι η υπό κρίση απαλλαγή, την οποία επέτρεψε η απόφαση 2001/224/ΕΚ του Συμβουλίου, είναι νόμιμη μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 και ότι οποιοδήποτε ποσό του οποίου παραιτήθηκε ή πρόκειται να παραιτηθεί το Ιταλικό Δημόσιο δεν πρέπει να θεωρείται παράνομη κρατική ενίσχυση ή, τουλάχιστον, ότι δεν πρέπει να επιστραφεί ή

να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση στο σύνολό της και να αποφανθεί ότι η υπό κρίση απαλλαγή, την οποία επέτρεψε η απόφαση 2001/224/ΕΚ του Συμβουλίου, είναι νόμιμη μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 και ότι οποιοδήποτε ποσό του οποίου παραιτήθηκε ή πρόκειται να παραιτηθεί το Ιταλικό Δημόσιο δεν πρέπει να θεωρείται παράνομη κρατική ενίσχυση ή, τουλάχιστον, ότι δεν πρέπει να επιστραφεί·

είτε

να ακυρώσει τα άρθρα 1, 4, 5 και 6 της προσβαλλομένης αποφάσεως κατά το μέτρο που αφορούν την Eurallumina ή

να αποφανθεί ότι η υπό κρίση απαλλαγή, την οποία επέτρεψε η απόφαση 2001/224/ΕΚ του Συμβουλίου, είναι νόμιμη μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 και ότι οποιοδήποτε ποσό του οποίου παραιτήθηκε ή πρόκειται να παραιτηθεί το Ιταλικό Δημόσιο δεν πρέπει να θεωρείται παράνομη κρατική ενίσχυση ή, τουλάχιστον, ότι δεν πρέπει να επιστραφεί ή

να ακυρώσει τα άρθρα 1, 4, 5 και 6 της προσβαλλομένης αποφάσεως κατά το μέτρο που αφορούν την Eurallumina και να αποφανθεί ότι η υπό κρίση απαλλαγή, την οποία επέτρεψε η απόφαση 2001/224/ΕΚ του Συμβουλίου, είναι νόμιμη μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 και ότι οποιοδήποτε ποσό του οποίου παραιτήθηκε ή πρόκειται να παραιτηθεί το Ιταλικό Δημόσιο δεν πρέπει να θεωρείται παράνομη κρατική ενίσχυση ή, τουλάχιστον, ότι δεν πρέπει να επιστραφεί·

επικουρικώς, να μεταρρυθμίσει τα άρθρα 5 και 6 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά το μέτρο που αφορούν την Eurallumina, ούτως ώστε, σύμφωνα με την υπό κρίση απαλλαγή, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 ή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 τουλάχιστον, οποιοδήποτε ποσό του οποίου παραιτήθηκε ή πρόκειται να παραιτηθεί το Ιταλικό Δημόσιο δεν πρέπει να επιστραφεί και

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής της 7ης Δεκεμβρίου 2005, η οποία απευθύνθηκε στη Γαλλική Δημοκρατία, στην Ιρλανδία και στην Ιταλική Δημοκρατία και αφορά σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου οι οποίες επιτρέπουν απαλλαγές από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως επί των πετρελαιοειδών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αλουμίνας στο Gardanne, στην περιοχή του Shannon και στη Σαρδηνία. Με την προσβαλλομένη απόφαση, η Επιτροπή έκρινε ότι οι απαλλαγές συνιστούσαν κρατική ενίσχυση.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι είχε δικαίωμα να προσδοκά ότι η επίμαχη απαλλαγή, την οποία πρότεινε η Επιτροπή και ομόφωνα ενέκρινε η απόφαση 2001/224/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, θα αποτελεί, μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 2006, νομικώς έγκυρη κοινοτική πράξη και ότι οποιαδήποτε πράξη του Ιταλικού Δημοσίου και της προσφεύγουσας εφαρμόζουσα τα εν λόγω μέτρα και βασιζόμενη σ' αυτά δεν θα οδηγούσε σε παράνομα αποτέλεσμα. Κατά την προσφεύγουσα, αυτή είχε δικαίωμα να προσδοκά ότι τα ποσά των οποίων παραιτήθηκε το Ιταλικό Δημόσιο σύμφωνα με τις νομίμως χορηγηθείσες απαλλαγές, εν πάση περιπτώσει, δεν θα αναζητούνταν. Επομένως, η Επιτροπή, ισχυριζόμενη ότι η εφαρμογή των απαλλαγών αποτελούσε επιστρεπτέα κρατική ενίσχυση από τις 3 Φεβρουαρίου 2002 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2003, προσέβαλε τα δικαιώματα της προσφεύγουσας που απορρέουν από την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, τις αρχές της ασφαλείας δικαίου και του τεκμηρίου νομιμότητας, του «lex specialis» και της πρακτικής αποτελεσματικότητας, καθώς και από την αρχή της χρηστής διοικήσεως.

Περαιτέρω, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή, αποφασίζοντας ότι η προσφεύγουσα έπαυσε να έχει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στις 2 Φεβρουαρίου 2002, παρέλειψε να λάβει υπόψη της το προσήκον διάστημα κατά το οποίο έπρεπε να πραγματοποιηθούν και αποσβεσθούν οι επενδύσεις που αφορούν το εργοστάσιο της προσφεύγουσας. Επομένως, η Επιτροπή παρέλειψε να αιτιολογήσει την προσβαλλομένη απόφαση.


(1)  2001/224/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001, σχετικά με τους μειωμένους συντελεστές ειδικών φόρων κατανάλωσης και τις απαλλαγές από τους φόρους αυτούς, όσον αφορά ορισμένα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται για ειδικούς σκοπούς (ΕΕ L 84, σ. 23)


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/45


Προσφυγή-αγωγή της 16ης Φεβρουαρίου 2006 — Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά ΕΚΠΝΤ

(Υπόθεση T-63/06)

(2006/C 86/84)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Ευρωπαϊκή Δυναμική — Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ (Αθήνα, Ελλάδα) [εκπρόσωπος: N. Κορογιαννάκης, δικηγόρος]

Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας-ενάγουσας

H προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας με την οποία θεωρήθηκε ως μη επιτυχής η προσφορά της προσφεύγουσας και ανατέθηκε η εκτέλεση της συμβάσεως στον επιτυχόντα διαγωνιζόμενο,

να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στη καταβολή των δικαστικών εξόδων της προσφεύγουσας και να το υποχρεώσει να καταβάλει στην προσφεύγουσα τα έξοδα στα οποία αυτή υποβλήθηκε σε σχέση με τη διαδικασία του διαγωνισμού.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα υπέβαλε προσφορά στο πλαίσιο πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών που δημοσίευσε το καθού-εναγόμενο (στο εξής: εναγόμενο) όσον αφορά υπηρεσίες προγραμματισμού λογισμικού και παροχής συμβουλών (ΕΕ 2005/S 187-183846). Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της αποφάσεως περί απορρίψεως της προσφοράς της και περί αναθέσεως της εκτελέσεως της συμβάσεως σε άλλον υποβαλόντα προσφορά.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη κατά παραβίαση των αρχών της απαγορεύσεως των διακρίσεων και της διαφάνειας, καθώς και κατά παράβαση της οδηγίας 92/50 (1) και του Δημοσιονομικού Κανονισμού (2). Κατά την προσφεύγουσα, η προσφορά της απορρίφθηκε βάσει κριτηρίων τα οποία δεν περιέχονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι το καθού παρέλειψε να ζητήσει διευκρινίσεις από την προσφεύγουσα και παραβίασε συνεπώς την αρχή της χρηστής διοικήσεως. Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως.


(1)  Οδηγία 92/50/EΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών (ΕΕ L 209, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του Δημοσιονομικού Κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 248, σ. 1).


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/46


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 8ης Φεβρουαρίου 2006 — Aqua-Terra Bioprodukt κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-330/05) (1)

(2006/C 86/85)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 296 της 26.11.2005


ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/47


Προσφυγή-αγωγή της 16ης Δεκεμβρίου 2005 — Α κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-124/05)

(2006/C 86/86)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: Α (Port-Vendres, Γαλλία) [εκπρόσωποι: B. Cambier και L. Cambier, δικηγόροι]

Καθής-εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος-ενάγοντος

Ο προσφεύγων-ενάγων (στο εξής: προσφεύγων) ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση της καθής-εναγόμενης (στο εξής: καθής), της 28ης Φεβρουαρίου 2005, με την οποία η καθής απέρριψε την αίτηση που είχε υποβάλει ο προσφεύγων στις 22 Οκτωβρίου 2004 βάσει του άρθρου 90 § 1 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΚΥΚ) και με την οποία ζητούσε την περάτωση της πειθαρχικής διαδικασίας που είχε κινηθεί κατ' αυτού με απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2004,

να ακυρώσει την απόφαση της καθής της 26ης Σεπτεμβρίου 2005, με την οποία η καθής απέρριψε την ένσταση που είχε υποβάλει ο προσφεύγων στις 20 Μαΐου 2005 βάσει του άρθρου 90 § 2 του ΚΥΚ και με την οποία ζητούσε τη μεταρρύθμιση της προαναφερθείσας απόφασης της 28ης Φεβρουαρίου 2005,

να αποφανθεί ότι η προαναφερθείσα αίτηση του προσφεύγοντος, της 22ας Οκτωβρίου 2004, είναι παραδεκτή και βάσιμη,

να υποχρεώσει την καθής να καταβάλει στον προσφεύγοντα και στην οικογένειά του προσωρινά το ποσό των 1 581 801 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο μισό της ζημιάς που προξένησε η απόφαση για την κίνηση και εφαρμογή της πειθαρχικής διαδικασίας κατά του προσφεύγοντος, ενώ το υπόλοιπο μισό πρέπει να προσδιοριστεί με τη βοήθεια πραγματογνώμονα,

να υποχρεώσει την καθής να καταβάλει τόκους προς 8 % επί του συνόλου των ανωτέρω ποσών από τις 23 Νοεμβρίου 1999, δηλαδή την ημερομηνία της περάτωσης της πρώτης έκθεσης για την εσωτερική έρευνα που διεξήγαγε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολεμήσεως της Απάτης (OLAF), στην οποία υπάρχουν ήδη οι πρώτες ενδείξεις για μεροληψία σε βάρος του προσφεύγοντος, ή, επικουρικά, από τις 16 Ιανουαρίου 2004, δηλαδή την ημερομηνία κατά την οποία η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή (ΑΔΑ) αποφάσισε να κινήσει την πειθαρχική διαδικασία κατά του προσφεύγοντος,

να διορίσει πραγματογνώμονα,

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων, προς στήριξη της προσφυγής του, προβάλλει έξι λόγους ακυρώσεως.

Με τον πρώτο λόγο, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η επίμαχη πειθαρχική διαδικασία κινήθηκε αποκλειστικά λόγω της ποινικής δίωξης που είχε ασκηθεί κατά του προσφεύγοντος και η οποία κατέληξε στην έκδοση οριστικής απόφασης του Chambre du Conseil de Bruxelles στις 30 Ιουνίου 2004, με την οποία τέθηκε η υπόθεση στο αρχείο. Κατά συνέπεια, την ίδια τύχη έπρεπε να έχει και η πειθαρχική διαδικασία.

Με τον δεύτερο λόγο, ο προσφεύγων επικαλείται την αρχή του δεδικασμένου που απορρέει από την παραπάνω απόφαση για τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο, κατά της οποίας η καθής δεν άσκησε έφεση.

Επικουρικά, αν γίνει δεκτό ότι η ΑΔΑ μπορούσε να συνεχίσει την πειθαρχική διαδικασία στηριζόμενη σε περιστατικά επί των οποίων αποφάνθηκε οριστικά το Chambre du Conseil de Bruxelles χωρίς να αποδειχθούν ο προσφεύγων υποστηρίζει, με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, ότι οι επίδικες αποφάσεις κακώς εξαρτούν την έκβαση της διαδικασίας που έχει κινηθεί κατ' αυτού από την έκβαση των διαδικασιών που εκκρεμούν κατά της κυρίας Cresson.

Στη συνέχεια, ο προσφεύγων ισχυρίζεται, με τον τέταρτο και τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως, ότι τα περιστατικά που του καταλογίζονται δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια και ότι η ΑΔΑ παρέβη το καθήκον αρωγής που υπέχει βάσει του άρθρου 24 του ΚΥΚ και την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι δεν έπραξε ό,τι μπορούσε για να αντιληφθεί πώς ακριβώς είχαν εξελιχθεί τα πράγματα.

Τέλος, με τον τελευταίο λόγο ακυρώσεως, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, η εύλογη προθεσμία εντός της οποίας έπρεπε να αποφανθεί η ΑΔΑ έχει λήξει προ πολλού, αφού τα γεγονότα ανατρέχουν στην περίοδο 1995-1996.

Όσον αφορά την αγωγή αποζημιώσεως, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι τα πταίσματα της καθής αποτελούν την αιτία της κατάθλιψής του, λόγω της οποίας αναγκάστηκε να διακόψει πρόωρα την υπαλληλική σταδιοδρομία του. Το γεγονός αυτός προξένησε υλική ζημία και ηθική βλάβη τόσο στον ίδιο όσο και στην οικογένειά του.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/48


Προσφυγή της 5ης Ιανουαρίου 2006 — Marcuccio κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-2/06)

(2006/C 86/87)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Luigi Marcuccio (Tricase, Ιταλία) [Εκπρόσωπος: I. Cazzato, avvocato]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση να τεθεί στο αρχείο η διαδικασία αναγνωρίσεως στον προσφεύγοντα των θεσμικών εγγυήσεων που προβλέπει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 73 του ΚΥΚ, λόγω του ατυχήματος που υπέστη στις 10 Σεπτεμβρίου,

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων υποστηρίζει κυρίως ότι η επίδικη απόφαση είναι προδήλως παράνομη και παντελώς αναιτιολόγητη. Συγκεκριμένα, μολονότι ο προσφεύγων επισήμανε επανειλημμένως, αφενός, ότι όντως επιθυμούσε τη συνέχιση της διαδικασίας αναγνωρίσεως υπέρ του των παροχών που προβλέπει το άρθρο 73 του ΚΥΚ και, αφετέρου, ότι βρισκόταν στη διάθεση του ιατρού που είχε υποδείξει η καθής, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο προσφεύγων δεν επιθυμούσε τη συνέχιση της εν λόγω διαδικασίας και, ως εκ τούτου, διέταξε να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο.

Κατά τον προσφεύγοντα, ακολούθως, η Επιτροπή ενήργησε κατά παράβαση της εφαρμοστέας νομοθεσίας, δεδομένου ότι κανένας κανόνας δεν επιβάλλει στον υπάλληλο που υπήρξε θύμα ατυχήματος την υποχρέωση να έλθει αμέσως σε επαφή με τον ιατρό που έχει υποδείξει το όργανο, προκειμένου να καθορίσει ημερομηνία επισκέψεως.

Τέλος, ο προσφεύγων προσάπτει στην καθής ότι παρέβη το καθήκον αλληλεγγύης που προβλέπει το άρθρο 24 του ΚΥΚ, υποστηρίζοντας ότι η Επιτροπή παρέλειψε να λάβει δεόντως υπόψη τα συμφέροντα του προσφεύγοντος και συμπεριφέρθηκε κατά τρόπο αντίθετο προς τις υποχρεώσεις που η ίδια υπέχει από τον ΚΥΚ.


8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/48


Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2006 — Suleimanova κατά Επιτροπής των Περιφερειών

(Υπόθεση F-12/06)

(2006/C 86/88)

Γλώσσα διαδικασίας: γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Karina Suleimanova (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis και E. Marchal, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Αιτήματα της προσφεύγουσας

ακύρωση της αποφάσεως περί διορισμού της προσφεύγουσας ως μονίμου υπαλλήλου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο μέτρο που με την εν λόγω απόφαση ο βαθμός στον οποίο προσλήφθηκε καθορίστηκε κατ' εφαρμογή του άρθρου 12 του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ·

καταδίκη της Επιτροπής των Περιφερειών στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα διορίστηκε, ως επιτυχούσα διαγωνισμού του οποίου η προκήρυξη είχε δημοσιευθεί πριν από την 1η Μαΐου 2004, ύστερα από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ. Ευρατόμ) 723/2004 του Συμβουλίου, du 22ας Μαρτίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών (1).

Με την προσφυγή της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, κατ' αρχάς, ότι με την προσβαλλομένη απόφαση παραβιάζεται το συσταθέν με την προκήρυξη διαγωνισμού πλαίσιο νομιμότητας. Πράγματι, κατ' εφαρμογήν του άρθρου12 του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ, αυτή προσλήφθηκε σε βαθμό χαμηλότερο αυτού που αναφερόταν στην προκήρυξη διαγωνισμού.

Η προσφεύγουσα θεωρεί επίσης ότι η προσβαλλομένη απόφαση παραβιάζει τα άρθρα 5, 29 και 31 του ΚΥΚ καθώς και την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Πράγματι, η βαθμολογική κατάταξη επιτυχόντων του ίδιου διαγωνισμού ή διαγωνισμών του ίδιου επιπέδου έγινε σε διαφορετικά επίπεδα ανάλογα με το αν οι επιτυχόντες προσλήφθηκαν πριν ή μετά τη θέση σε ισχύ του κανονισμού 723/2004.

Τέλος, η προσφεύγουσα προβάλλει και την παραβίαση της αρχής της αιτιολογημένης εμπιστοσύνης, στο μέτρο που ήταν θεμιτό να αναμένει να προσληφθεί στον βαθμό που αναφερόταν στην προκήρυξη διαγωνισμού για την κάλυψη της θέσεως για την οποία αυτή είχε υποβάλει υποψηφιότητα.


(1)  ΕΕ L 124, της 27.04.2004, σ. 1.


III Πληροφορίες

8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/49


(2006/C 86/89)

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΕ C 74 της 25.3.2006

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 60 της 11.3.2006

ΕΕ C 48 της 25.2.2006

ΕΕ C 36 της 11.2.2006

ΕΕ C 22 της 28.1.2006

ΕΕ C 10 της 14.1.2006

ΕΕ C 330 της 24.12.2005

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

 

EUR-Lex: http://europa.eu.int/eur-lex

 

CELEX: http://europa.eu.int/celex