ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

49ό έτος
25 Φεβρουαρίου 2006


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ανακοινώσεις

 

Δικαστήριο

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

2006/C 048/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-66/02: Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Προσφυγή ακυρώσεως — Κρατικές ενισχύσεις — Απόφαση 2002/581/ΕΚ — Φορολογικά πλεονεκτήματα υπέρ τραπεζών — Αιτιολογία της αποφάσεως — Χαρακτηρισμός μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως — Προϋποθέσεις — Συμβατό προς την κοινή αγορά — Προϋποθέσεις — Σημαντικό σχέδιο κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος — Ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων)

1

2006/C 048/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-86/03: (Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ) (Προσφυγή ακυρώσεως — Άρνηση της Επιτροπής να επιτρέψει τη χρήση βαρέος μαζούτ, μέγιστης περιεκτικότητας σε θείο 3 % κατά μάζα, σε τμήμα της ελληνικής επικράτειας — Οδηγία 1999/32/ΕΚ — Περιεκτικότητα σε θείο ορισμένων υγρών καυσίμων)

1

2006/C 048/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 10ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-94/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Προσφυγή ακυρώσεως — Απόφαση 2003/106/ΕΚ του Συμβουλίου, για την έγκριση της Σύμβασης του Ρότερνταμ — Διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση — Επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο — Επιλογή της νομικής βάσης — Άρθρα 133 ΕΚ και 175 ΕΚ)

2

2006/C 048/4

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 10ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-98/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 92/43/EΟΚ — Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων — Άγρια πανίδα και χλωρίδα — Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων στον προστατευόμενο τόπο — Προστασία των ειδών)

2

2006/C 048/5

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 10ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-178/03: (Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης) (Προσφυγή ακυρώσεως — Κανονισμός (ΕΚ) 304/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις εισαγωγές και εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων — Επιλογή της νομικής βάσης — Άρθρα 133 ΕΚ και 175 ΕΚ)

3

2006/C 048/6

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-344/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Φινλανδίας (Οδηγία 79/409/EΟΚ — Διατήρηση των άγριων πτηνών — Θήρα ορισμένων υδρόβιων πτηνών κατά την εαρινή περίοδο)

3

2006/C 048/7

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 10ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-402/03 (αίτηση του Vestre Landsret για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Skov Æg κατά Bilka Lavprisvarehus A/S και Bilka Lavprisvarehus A/S κατά Jette Mikkelsen και Michael Due Nielsen (Οδηγία 85/374/ΕΟΚ — Ευθύνη από ελαττωματικά προϊόντα — Ευθύνη του προμηθευτή ελαττωματικού προϊόντος)

4

2006/C 048/8

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-26/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 76/160/ΕΟΚ — Ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως — Καθορισμός των περιοχών κολυμβήσεως — Οδηγία 79/923/ΕΟΚ — Ποιότητα των υδάτων για οστρακοειδή — Κατάρτιση προγράμματος μειώσεως της ρυπάνσεως)

4

2006/C 048/9

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 10ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-147/04 (αίτηση του Conseil d'État για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): De Groot en Slot Allium BV, Bejo Zaden BV κατά Ministre de l'Économie, des Finances et de l'Industrie, Ministre de l'Agriculture, de l'Alimentation, de la Pêche et des Affaires rurales (Οδηγία 70/458/EΟΚ — Εμπορία σπόρων προς σπορά κηπευτικών — Άρθρο 2 — Οδηγία 92/33/EΟΚ — Εμπορία φυταρίων και πολλαπλασιαστικού υλικού κηπευτικών, πλην σπόρων προς σπορά — Παράρτημα II — Κοινός κατάλογος των ποικιλιών ειδών κηπευτικών — Εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία επιτρέπει την εμπορία υπό την ονομασία ασκαλώνια αποκλειστικά των ποικιλιών ασκαλωνίων που παράγονται με φυτικό πολλαπλασιασμό — Άρθρο 28 EΚ — Προστασία των καταναλωτών)

5

2006/C 048/0

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-151/04 και C-152/04 (αίτηση του tribunal de police de Neufchâteau για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): ποινικές δίκες κατά Claude Nadin, Nadin-Lux SA και Jean-Pascal Durré (Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Έννοια του εργαζομένου — Προϋπόθεση περί σχέσεως εξαρτήσεως — Αυτοκίνητο όχημα — Διάθεσή του στον εργαζόμενο εκ μέρους του εργοδότη — Όχημα που έχει ταξινομηθεί στο εξωτερικό — Εργοδότης εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος — Ταξινόμηση και φορολόγηση του αυτοκίνητου οχήματος)

5

2006/C 048/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 10ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-222/04 (αίτηση του Corte suprema di cassazione για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Ministero dell'Economia e delle Finanze κατά Cassa di Risparmio di Firenze SpA, Fondazione Cassa di Risparmio di San Miniato, Cassa di Risparmio di San Miniato SpA (Κρατικές ενισχύσεις — Άρθρα 87 ΕΚ και 88 ΕΚ — Τράπεζες — Τραπεζικά ιδρύματα — Έννοια επιχειρήσεως — Άμεση φορολογική απαλλαγή για τα μερίσματα που εισπράττουν τα τραπεζικά ιδρύματα — Χαρακτηρισμός ως κρατική ενίσχυση — Συμβατότητα με την κοινή αγορά — Απόφαση 2003/146/ΕΚ της Επιτροπής — Εκτίμηση του κύρους — Απαράδεκτο — Άρθρα 12 ΕΚ, 43 ΕΚ και 56 ΕΚ — Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων)

6

2006/C 048/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-232/04 και C-233/04 (αιτήσεις του Arbeitsgericht Düsseldorf για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Nurten Güney-Görres, Gul Demir κατά Securicor Aviation (Germany) Ltd, Kötter Aviation Security GmbH & Co. KG (Οδηγία 2001/23/ΕΚ — Άρθρο 1 — Μεταβίβαση επιχειρήσεως ή εγκαταστάσεως — Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων — Πεδίο εφαρμογής)

6

2006/C 048/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-252/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας) (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2002/22/ΕΚ — Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών — Καθολική υπηρεσία — Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

7

2006/C 048/4

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 10ης Ιανουαρίου 2006, στην υπόθεση C-302/04 (αίτηση του Szombathelyi Városi Biróság για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Ynos kft κατά János Varga (Άρθρο 234 ΕΚ — Οδηγία 93/13/ΕΟΚ — Καταναλωτές — Καταχρηστικές ρήτρες — Εθνική νομοθεσία η οποία έγινε σύμφωνη με την οδηγία μετά τη σύναψη από τρίτο κράτος συμφωνίας συνδέσεως με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και πριν από την προσχώρηση του πιο πάνω κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Αναρμοδιότητα του Δικαστηρίου)

7

2006/C 048/5

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 1ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-309/04 (αίτηση του Bundesfinanzhof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Fleisch-Winter GmbH & Co. KG κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas (Επιστροφές κατά την εξαγωγή — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Βόειο κρέας — Κανονισμός (ΕΟΚ) 3665/87 — Σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών — Απαγόρευση εξαγωγών — Υγιής, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητα — Διασάφηση εξαγωγής — Εθνική αίτηση πληρωμής — Κύρωση)

8

2006/C 048/6

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 24ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-331/04 (αίτηση του Consiglio di Stato για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): ATI EAC Srl e Viaggi di Maio Snc, κ.λπ. κατά ACTV Venezia SpA, κ.λπ. (Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών — Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 93/38/ΕΟΚ — Κριτήρια αναθέσεως — Πλέον συμφέρουσα από οικονoμική άποψη προσφορά — Τήρηση των προβλεπομένων στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτηρίων αναθέσεως — Καθιέρωση υποκριτηρίων όσον αφορά ένα από τα προβλεπόμενα στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτήρια αναθέσεως — Απόφαση προβλέπουσα στάθμιση — Αρχές περί ίσης μεταχειρίσεως των υποβαλόντων προσφορά και περί διαφανείας)

8

2006/C 048/7

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 10ης Ιανουαρίου 2005, στην υπόθεση C-373/04 Ρ: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Mercedes Álvarez Moreno (Αναίρεση — Υπάλληλοι — Επικουρικός υπάλληλος — Διερμηνέας — Προσφυγή — Αίτηση βάσει του άρθρου 90, παράγραφος 1, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως — Βλαπτική πράξη — Έννοια)

9

2006/C 048/8

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-33/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2000/60/ΕΚ — Κοινοτική δράση στον τομέα της πολιτικής των υδάτων — Μη εμπρόθεσμη μεταφορά)

9

2006/C 048/9

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-96/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2001/65/ΕΚ — Ετήσιοι και ενοποιημένοι λογαριασμοί εταιριών ορισμένων μορφών — Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

10

2006/C 048/0

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα), της 15ης Δεκεμβρίου 2005, στην υπόθεση C-144/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2002/59/ΕΚ — Μη εμπρόθεσμη μεταφορά)

10

2006/C 048/1

Υπόθεση C-367/05: Αίτηση του Hof van Cassatie van België για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία υποβλήθηκε με απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2005 στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας κατά Norma Kraaijenbrink

10

2006/C 048/2

Υπόθεση C-405/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας που ασκήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2005

11

2006/C 048/3

Υπόθεση C-415/05 P: Αίτηση αναιρέσεως του Ahmed Yusuf και του Al Barakaat International Foundation κατά της αποφάσεως του δευτέρου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, στην υπόθεση T-306/01, Ahmed Yusuf και Al Barakaat International Foundation κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που υποβλήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2005

11

2006/C 048/4

Υπόθεση C-418/05 P: Αίτηση αναιρέσεως που ασκήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2005 από τους Centro Provincial de Jóvenes Agricultores de Jaén (ASAJA), Salvador Contreras Gila, José Ramiro López, Antonio Ramiro López, Cristóbal Gallego Martínez, Benito García Burgos και Antonio Parras Rosa κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 8 Σεπτεμβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τρίτο τμήμα) επί των συνεκδικασθεισών υποθέσεων Τ-295/04 έως Τ-297/04, Centro Provincial de Jóvenes Agricultores de Jaén (ASAJA), Salvador Contreras Gila, José Ramiro López, Antonio Ramiro López, Cristóbal Gallego Martínez, Benito García Burgos και Antonio Parras Rosa κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

12

2006/C 048/5

Υπόθεση C-420/05 P: Αίτηση αναιρέσεως που η Ricosmos B.V. υπέβαλε στις 28 Νοεμβρίου 2005 κατά της αποφάσεως της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 την οποία εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πρώτο τμήμα) στην υπόθεση T-53/02, Ricosmos B.V. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

12

2006/C 048/6

Υπόθεση C-422/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου, που ασκήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2005

13

2006/C 048/7

Υπόθεση C-423/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2005

14

2006/C 048/8

Υπόθεση C-425/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιρλανδία που ασκήθηκε στις 29-11-2005

15

2006/C 048/9

Υπόθεση C-439/05 P: Αίτηση αναιρέσεως του Land Oberösterreich, πoυ ασκήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2005 κατά της αποφάσως τoυ Πρωτoδικείoυ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2005 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-366/03 και T-235/04

15

2006/C 048/0

Υπόθεση C-446/05: Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το Tribunal de Primière Instance de Bruxelles, με απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση Εισαγγελική Αρχή — Πολιτικώς ενάγοντες: Union des Dentistes et Stomatologistes de Belgique, U.P.R. και Jean Totolidis κατά Ioannis Doulamis

16

2006/C 048/1

Υπόθεση C-447/05: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Cour d'Appel de Paris, με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση Εταιρία Thomson Multimedia Sales Europe κατά Διοικήσεως Τελωνείων και Εμμέσων Φόρων

16

2006/C 048/2

Υπόθεση C-448/05: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Cour d'Appel de Paris, με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση Εταιρία Vestel France κατά Διοικήσεως Τελωνείων και Εμμέσων Φόρων

17

2006/C 048/3

Υπόθεση C-452/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου που ασκήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2005

17

2006/C 048/4

Υπόθεση C-459/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου που ασκήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2005

18

2006/C 048/5

Υπόθεση C-461/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου της Δανίας, που ασκήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2005

18

2006/C 048/6

Υπόθεση C-463/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου των Κάτων Χωρών που ασκήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2005

19

2006/C 048/7

Υπόθεση C-3/06 P: Αίτηση αναιρέσεως του Ομίλου Danone, της 4ης Ιανουαρίου 2006, κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 25 Οκτωβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πέμπτο τμήμα) στην υπόθεση T-38/02, Όμιλος Danone κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

19

2006/C 048/8

Υπόθεση C-4/06 P: Αίτηση αναιρέσεως που άσκησε ο J. Ouariachi στις 4 Ιανουαρίου 2006 κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πέμπτο τμήμα) στις 26 Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση T-124/04, J. Ouariachi κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

20

2006/C 048/9

Υπόθεση C-13/06: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 11/01/2006

21

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

2006/C 048/0

Υπόθεση T-69/00: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — FIAMM και FIAMM Technologies κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας — Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) — Λήψη αντιποίνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ — Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ — Έννομα αποτελέσματα — Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της — Αιτιώδης συνάφεια — Ασυνήθης και ειδική ζημία)

22

2006/C 048/1

Υπόθεση T-151/00: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Laboratoire du Bain κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας — Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) — Εφαρμογή αντιποίνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, υπό μορφή επιβολής επιπλέον δασμού στις εισαγωγές από την Κοινότητα, με άδεια του ΠΟΕ — Απόφαση του οργάνου διευθετήσεως των διαφορών του ΠΟΕ — Έννομα αποτελέσματα — Ευθύνη της Κοινότητας ελλείψει παράνομης συμπεριφοράς των οργάνων της — Αιτιώδης συνάφεια — Ειδική και μη φυσιολογική ζημία)

22

2006/C 048/2

Υπόθεση T-237/00: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Reynolds κατά Κοινοβουλίου (Υπάλληλοι — Απόσπαση προς το συμφέρον της υπηρεσίας — Άρθρο 38 του ΚΥΚ — Πολιτική ομάδα — Πρόωρη λήξη της αποσπάσεως — Δικαιώματα άμυνας — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη — Καθήκον αρωγής — Υπέρβαση εξουσίας — Προσφυγή ακυρώσεως — Αγωγή αποζημιώσεως — Εν μέρει ακύρωση αποφάσεως του Πρωτοδικείου — Δεδικασμένο)

23

2006/C 048/3

Υπόθεση T-301/00: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Groupe Fremaux και Palais Royal κατά Συμβουλίου και Επιτροπής ([Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας — Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) — Αντίποινα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ — Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ — Έννομα αποτελέσματα — Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της — Αιτιώδης συνάφεια — Ασυνήθης και ειδική ζημία])

23

2006/C 048/4

Υπόθεση T-320/00: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — CD Cartondruck κατά Συμβουλίου και Επιτροπής ([Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας — Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) — Αντίποινα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ — Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ — Έννομα αποτελέσματα — Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της — Αιτιώδης συνάφεια — Ασυνήθης και ειδική ζημία])

24

2006/C 048/5

Υπόθεση T-383/00: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Beamglow κατά Κοινοβουλίου κ.λπ. (Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας — Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) — Λήψη αντιποίνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ — Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ — Έννομα αποτελέσματα — Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της — Αιτιώδης συνάφεια — Ασυνήθης και ειδική ζημία)

24

2006/C 048/6

Υπόθεση T-33/01: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — Infront WM κατά Επιτροπής (Τηλεοπτικές εκπομπές — Οδηγία 89/552/ΕΟΚ — Οδηγία 97/36/ΕΚ — Άρθρο 3α — Εκδηλώσεις μείζονος σημασίας για την κοινωνία — Παραδεκτό — Παραβίαση ουσιωδών τύπων)

25

2006/C 048/7

Υπόθεση T-135/01: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Fedon & Figli κ.λπ κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας — Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) — Αντίποινα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό μορφή πρόσθετου δασμού επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ — Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ — Έννομα αποτελέσματα — Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση μη παράνομης συμπεριφοράς των οργάνων της — Αιτιώδης συνάφεια — Ασυνήθης και ειδική ζημία)

25

2006/C 048/8

Υπόθεση T-209/01: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Honeywell κατά Επιτροπής (Προσφυγή ακυρώσεως — Ανταγωνισμός — Απόφαση της Επιτροπής που κηρύσσει συγκέντρωση ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά — Κανονισμός (ΕΟΚ) 4064/89 — Αλυσιτελής η εν μέρει προσβολή της αποφάσεως — Αγορές αεροσκαφών — Προσφυγή μη δυνάμενη να οδηγήσει στην ακύρωση αποφάσεως)

26

2006/C 048/9

Υπόθεση T-210/01: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — General κατά Επιτροπής (Προσφυγή ακυρώσεως — Ανταγωνισμός — Απόφαση της Επιτροπής κρίνουσα ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά μία συγκέντρωση επιχειρήσεων — Κανονισμός (ΕΟΚ) 4064/89 — Αεροναυπηγική αγορά — Εξαγορά της Honeywell από την General Electric — Κάθετη ολοκλήρωση — Ομαδοποιημένες πωλήσεις — Αποτελέσματα αποκλεισμού — Οριζόντιες αλληλοεπικαλύψεις — Δικαιώματα άμυνας)

26

2006/C 048/0

Υπόθεση T-135/02: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Greencore Group κατά Επιτροπής (Εκτέλεση αποφάσεως του Πρωτοδικείου — Μείωση του προστίμου που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα — Παράλειψη και στη συνέχεια άρνηση της Επιτροπής να καταβάλει τόκους επί του επιδικασθέντος ποσού — Προσφυγή ακυρώσεως — Αρχή της ασφάλειας δικαίου)

27

2006/C 048/1

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-155/03, T-157/03 και T-331/03: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 13ης Δεκεμβρίου 2005 — Cwik κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Έκθεση βαθμολογίας — Περίοδοι 1995/1997, 1997/1999 και 1999/2001 — Προσφυγή ακυρώσεως — Ταυτόχρονη επικύρωση διαδοχικών εκθέσεων βαθμολογίας — Πλημμελής διαδικασία — Εκπρόθεσμη υποβολή — Προσωπικός φάκελος — Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως — Κατάχρηση εξουσίας — Ανακολουθία της αιτιολογίας — Αποκατάσταση της ζημίας — Υλική ζημία — Ηθική βλάβη)

27

2006/C 048/2

Υπόθεση Τ-29/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Castellblanch κατά ΓΕΕΑ (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος που περιλαμβάνει το λεκτικό στοιχείο CRISTAL CASTELLBLANCH — Προηγούμενο εθνικό λεκτικό σήμα CRISTAL — Ουσιαστική χρήση του προηγουμένου σήματος — Κίνδυνος συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο α', και άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

28

2006/C 048/3

Υπόθεση T-146/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Δεκεμβρίου 2005 — Gorostiaga Atxalandabaso κατά Κοινοβουλίου (Ρύθμιση σχετικά με τα έξοδα και την αποζημίωση των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Έλεγχος της χρησιμοποιήσεως της αποζημιώσεως — Δικαιολόγηση των δαπανών — Είσπραξη οφειλής μέσω συμψηφισμού)

28

2006/C 048/4

Υπόθεση T-154/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — Bauwens κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Έκθεση σταδιοδρομίας — Περίοδος αξιολογήσεως 2001/2002 — Άρθρο 7 των ΓΔΕ — Προθεσμία υποβολής αιτήσεως επιτροπής ίσης εκπροσωπήσεως για τις εκθέσεις αξιολογήσεως — Διακοπή)

29

2006/C 048/5

Υπόθεση T-169/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Arysta Lifescience κατά ΓΕΕΑ (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος CARPOVIRUSINE — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα CARPO — Κίνδυνος συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

29

2006/C 048/6

Υπόθεση T-198/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Merladet κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Έκθεση αξιολογήσεως — Περίοδος αξιολογήσεως 2001/2002 — Νομιμότητα της διαδικασίας βαθμολογήσεως — Προσφυγή ακυρώσεως)

30

2006/C 048/7

Υπόθεση T-200/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Regione autonoma della Sardegna κατά Επιτροπής (Κρατικές ενισχύσεις — Μέτρα των ιταλικών αρχών για την αντιστάθμιση των ζημιών από τoν καταρροϊκό πυρετό των βοοειδών (blue tongue) — Κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις στον γεωργικό τομέα)

30

2006/C 048/8

Υπόθεση T-274/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Ρούνης κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Έκθεση βαθμολογίας — Προσφυγή ακυρώσεως — Εξαφάνιση του εννόμου συμφέροντος — Κατάργηση της δίκης — Αγωγή αποζημιώσεως — Καθυστερημένη κατάρτιση της εκθέσεως βαθμολογίας)

30

2006/C 048/9

Υπόθεση T-384/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — RB Square Holdings Spain κατά ΓΕΕΑ (Κοινοτικό σήμα — Εικονιστικό σήμα που περιλαμβάνει το λεκτικό σημείο clean x — Ανακοπή του δικαιούχου των προγενέστερων λεκτικών και εικονιστικών εθνικών σημάτων CLEN — Απόρριψη της ανακοπής — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

31

2006/C 048/0

Υπόθεση T-41/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 25ης Νοεμβρίου 2005 — Pérez-Díaz κατά Eπιτροπής (Υπάλληλοι — Προσφυγή ακυρώσεως — Εκκρεμοδικία — Εκπρόθεσμη υποβολή προηγουμένης διοικητικής ενστάσεως — Αίτηση αποζημιώσεως, στενώς συνδεδεμένη με τα ακυρωτικά αιτήματα — Προδήλως απαράδεκτη)

31

2006/C 048/1

Υπόθεση T-91/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Just κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Γενικός διαγωνισμός — Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών — Ακρίβεια των απαντήσεων του εντύπου διορθώσεως — Προσφυγή που στερείται προδήλως κάθε νομικού ερείσματος)

31

2006/C 048/2

Υπόθεση T-92/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Moren Abat κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Γενικός διαγωνισμός — Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών — Ακρίβεια των απαντήσεων του εντύπου διορθώσεως — Προσφυγή που στερείται προδήλως κάθε νομικού ερείσματος)

32

2006/C 048/3

Υπόθεση T-94/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 28ης Νοεμβρίου 2005 — EEB κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Προσφυγή ακυρώσεως — Ένσταση απαραδέκτου — Οδηγία 2003/112/ΕΚ — Δικαίωμα για άσκηση προσφυγής)

32

2006/C 048/4

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-236/04 και T-241/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 28ης Νοεμβρίου 2005 — EEB και Stichting Natuur en Milieu κατά Επιτροπής (Προσφυγή ακυρώσεως — Αποφάσεις 2004/247/ΕΚ και 2004/248/ΕΚ — Ένσταση απαραδέκτου — Ενεργητική νομιμοποίηση)

33

2006/C 048/5

Υπόθεση T-299/04: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Selmani κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Κοινές θέσεις του Συμβουλίου — Ειδικά περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας — Προσφυγή ακυρώσεως — Πρόδηλη αναρμοδιότητα — Εκπρόθεσμη άσκηση — Παραδεκτό)

33

2006/C 048/6

Υπόθεση T-218/05: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 23ης Νοεμβρίου 2005 — Bustec Ireland κατά ΓΕΕΑ (Κοινοτικό σήμα — Ανακοπή — Παραίτηση από την ανακοπή — κατάργηση της δίκης)

34

2006/C 048/7

Υπόθεση T-395/05: Προσφυγή της 31ης Οκτωβρίου 2005 — Multikauf κατά ΓΕΕΑ

34

2006/C 048/8

Υπόθεση T-410/05: Προσφυγή της 14ης Νοεμβρίου 2005 — Eerola κατά Επιτροπής

34

2006/C 048/9

Υπόθεση T-412/05: Αγωγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Μ κατά Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή

35

2006/C 048/0

Υπόθεση T-413/05: Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής

36

2006/C 048/1

Υπόθεση T-419/05: Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Bain κ.λπ. κατά Επιτροπής

36

2006/C 048/2

Υπόθεση T-421/05: Προσφυγή της 3ης Νοεμβρίου 2005 — Kay κατά Επιτροπής

36

2006/C 048/3

Υπόθεση T-425/05: Προσφυγή της Mediocurso — Estabelecimento de Ensino Particular, S.A., κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2005

37

2006/C 048/4

Υπόθεση T-429/05: Αγωγή της 7ης Δεκεμβρίου 2005 — Artegodan κατά Επιτροπής

38

2006/C 048/5

Υπόθεση T-431/05: Προσφυγή-αγωγή της 5ης Δεκεμβρίου 2005 — Cerafogli και Poloni κατά ΕΚΤ

38

2006/C 048/6

Υπόθεση T-437/05: Προσφυγή/αγωγή της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — Brink's Security Luxembourg κατά Επιτροπής

39

2006/C 048/7

Υπόθεση T-444/05: Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2005 — Navigazione Libera del Golfo κατά Επιτροπής

40

2006/C 048/8

Υπόθεση T-445/05: Προσφυγή της 19ης Δεκεμβρίου 2005 — Associazione italiana del risparmio gestito και Fineco Asset Management κατά Επιτροπής

41

2006/C 048/9

Υπόθεση T-448/05: Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2005 — Oxley Threads κατά Επιτροπής

42

2006/C 048/0

Υπόθεση T-455/05: Προσφυγή της εταιρίας Componenta κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2005

42

2006/C 048/1

Υπόθεση T-9/06: Προσφυγή της 17ης Ιανουαρίου 2006 — Equant Belgium κατά Επιτροπής

43

2006/C 048/2

Υπόθεση T-338/05: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 9ης Δεκεμβρίου 2005 — Raymond Claudel κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου

44

2006/C 048/3

Υπόθεση T-383/05 R: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 11ης Ιανουαρίου 2006 — GHK Consulting κατά Επιτροπής

44

 

III   Πληροφορίες

2006/C 048/4

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςΕΕ C 36 της 11.2.2006

45

 

Διορθωτικά

2006/C 048/5

Διορθωτικό της δημοσιευθείσας στην Επίσημη Εφημερίδα υποθέσεως Τ-408/05 (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, τεύχος ΕΕ C 22 της 28.1.2006 σ. 18)

46

2006/C 048/6

Διορθωτικό στην ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-130/05, T-160/05 και T-183/05 (ΕΕ C 22 της 28.1.2006 σ. 26)

47

EL

 


I Ανακοινώσεις

Δικαστήριο

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-66/02: Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Κρατικές ενισχύσεις - Απόφαση 2002/581/ΕΚ - Φορολογικά πλεονεκτήματα υπέρ τραπεζών - Αιτιολογία της αποφάσεως - Χαρακτηρισμός μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως - Προϋποθέσεις - Συμβατό προς την κοινή αγορά - Προϋποθέσεις - Σημαντικό σχέδιο κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος - Ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων)

(2006/C 48/01)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-66/02, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, ασκηθείσα στις 21 Φεβρουαρίου 2002, Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: U. Leanza, στη συνέχεια από τον I. M. Braguglia, δικηγόρος: M. Fiorilli) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: V. Di Bucci και R. Lyal), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 109 της 04.05.2002.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-86/03: (Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Άρνηση της Επιτροπής να επιτρέψει τη χρήση βαρέος μαζούτ, μέγιστης περιεκτικότητας σε θείο 3 % κατά μάζα, σε τμήμα της ελληνικής επικράτειας - Οδηγία 1999/32/ΕΚ - Περιεκτικότητα σε θείο ορισμένων υγρών καυσίμων)

(2006/C 48/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στην υπόθεση C-86/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, ασκηθείσα στις 26 Φεβρουαρίου 2003, Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Π. Μυλωνόπουλος και Α. Σαμώνη-Ράντου) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Κωνσταντινίδης και G. Valero Jordana), υποστηριζόμενης από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: Σ. Κυριακοπούλου και B. Hoff-Nielsen), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, N. Colneric, J. N. Cunha Rodrigues (εισηγητή), M. Ilešič και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: H. von Holstein, αναπληρωτής γραμματέας, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

3.

Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 112 της 10.5.2003.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/2


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-94/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Απόφαση 2003/106/ΕΚ του Συμβουλίου, για την έγκριση της Σύμβασης του Ρότερνταμ - Διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση - Επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο - Επιλογή της νομικής βάσης - Άρθρα 133 ΕΚ και 175 ΕΚ)

(2006/C 48/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-94/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. zur Hausen, L. Ström van Lier και E. Righini) κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: B. Hoff-Nielsen και M. Sims-Robertson και στη συνέχεια M. Sims-Robertson και K. Michoel), υποστηριζόμενου από: τη Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues, F. Alabrune και E. Puisais), το Βασίλειο των Κάτω Χωρών (εκπρόσωποι: H. G. Sevenster, S. Terstal και N. A. J. Bel), τη Δημοκρατία της Αυστρίας (εκπρόσωπος: E. Riedl), τη Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωπος: T. Pynnä), το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωπος: R. Caudwell, επικουρούμενη από τον A. Dashwood, barrister) το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: C. Pennera και M. Moore και στη συνέχεια από M. Moore και K. Bradley), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, C. Gulmann, P. Kūris και J. Klučka, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Ακυρώνει την απόφαση 2003/106/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, για την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Σύμβασης του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και τα φυτοφάρμακα.

2)

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

3)

Η Γαλλική Δημοκρατία, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 101 της 26.4.2003.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/2


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-98/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 92/43/EΟΚ - Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων - Άγρια πανίδα και χλωρίδα - Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων στον προστατευόμενο τόπο - Προστασία των ειδών)

(2006/C 48/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-98/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωπος: U. Wölker) κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (εκπρόσωπος: M. Lumma και C. Schulze-Bahr), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Silva de Lapuerta, P. Kūris και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 3, καθώς και τα άρθρα 12, 13 και 16 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, καθόσον:

δεν προβλέπει, για ορισμένα προγράμματα που υλοποιούνται εκτός ειδικών ζωνών διατηρήσεως, υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, υποχρέωση εκτιμήσεως των επιπτώσεών τους στον τόπο, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας, ανεξαρτήτως της δυνατότητας των εν λόγω προγραμμάτων να βλάψουν σημαντικά μια ειδική ζώνη διατηρήσεως,

επιτρέπει τις εκπομπές ρύπων εντός μιας ειδικής ζώνης διατηρήσεως ανεξαρτήτως του αν μπορούν να την βλάψουν σημαντικά,

εξαιρεί ορισμένες μη ηθελημένες βλάβες προστατευόμενων ζωικών ειδών από το πεδίο εφαρμογής των σχετικών διατάξεων προστασίας,

δεν διασφαλίζει, στην περίπτωση ορισμένων πράξεων που συμβιβάζονται με τη διατήρηση της ζώνης, την τήρηση των εισαγουσών παρέκκλιση διατάξεων του άρθρου 16 της οδηγίας,

προβλέπει ρύθμιση σχετική με τη χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων η οποία δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη την προστασία των ειδών και

δεν μεριμνά ώστε οι διατάξεις περί αλιείας να περιλαμβάνουν επαρκείς απαγορεύσεις αλιείας.

2)

Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 146 της 21.6.2003.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/3


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-178/03: (Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Κανονισμός (ΕΚ) 304/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις εισαγωγές και εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων - Επιλογή της νομικής βάσης - Άρθρα 133 ΕΚ και 175 ΕΚ)

(2006/C 48/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-178/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 24 Απριλίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωποι: G. zur Hausen, L. Ström van Lier και E. Righini) κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (εκπρόσωποι: C. Pennera και M. Moore και στη συνέχεια M. Moore και K. Bradley), Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: B. Hoff-Nielsen και M. Sims-Robertson και στη συνέχεια M. Sims-Robertson και K. Michoel), υποστηριζόμενων από τη Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues, F. Alabrune και E. Puisais), τη Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωπος: T. Pynnä), το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωπος: R. Caudwell, επικουρούμενη από τον A. Dashwood, barrister), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, C. Gulmann, P. Kūris και J. Klučka, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006, απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Ακυρώνει τον κανονισμό (ΕΚ) 304/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις εισαγωγές και εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων.

2.

Ta αποτελέσματα του κανονισμού αυτού διατηρούνται μέχρις ότου εκδοθεί, εντός εύλογης προθεσμίας, νέος κανονισμός, στηριζόμενος στις ενδεδειγμένες νομικές βάσεις.

3.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

4.

Η Γαλλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Φινλανδίας και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 146 της 21.6.2003.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/3


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-344/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Φινλανδίας (1)

(Οδηγία 79/409/EΟΚ - Διατήρηση των άγριων πτηνών - Θήρα ορισμένων υδρόβιων πτηνών κατά την εαρινή περίοδο)

(2006/C 48/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική

Στην υπόθεση C-344/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα την 1η Αυγούστου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Valero Jordana και P. Aalto) κατά Δημοκρατίας της Φινλανδίας (εκπρόσωπος: T. Pynnä), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Η Δημοκρατία της Φινλανδίας, μη αποδεικνύοντας ότι, στο πλαίσιο της θήρας υδρόβιων πτηνών κατά την εαρινή περίοδο στην ηπειρωτική Φινλανδία και στην επαρχία Åland:

συνέτρεχε, ως προς την πουπουλόπαπια, την κουδουνόπαπια, τον λοφοπρίστη, τον χηνοπρίστη, τη βελουδόπαπια και την τσικνόπαπια, ο όρος για τη χορήγηση παρεκκλίσεως, ήτοι η μη ύπαρξη άλλων, πλην της θήρας κατά την εαρινή περίοδο, ικανοποιητικών λύσεων, ο οποίος προβλέπεται από το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, όπως τροποποιήθηκε με την πράξη περί των όρων προσχωρήσεως της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ένωση, και ότι

τηρούνταν, ως προς την πουπουλόπαπια, τον χηνοπρίστη, τον λοφοπρίστη και τη βελουδόπαπια, ο προβλεπόμενος από την ίδια διάταξη όρος για τη χορήγηση παρεκκλίσεως, ήτοι η σύλληψη πτηνών αποκλειστικά σε μικρές ποσότητες,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία.

2.

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3.

Καταδικάζει τη Δημοκρατία της Φινλανδίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 226 της 20.9.2003.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/4


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 10ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-402/03 (αίτηση του Vestre Landsret για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Skov Æg κατά Bilka Lavprisvarehus A/S και Bilka Lavprisvarehus A/S κατά Jette Mikkelsen και Michael Due Nielsen (1)

(Οδηγία 85/374/ΕΟΚ - Ευθύνη από ελαττωματικά προϊόντα - Ευθύνη του προμηθευτή ελαττωματικού προϊόντος)

(2006/C 48/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Στην υπόθεση C-402/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Vestre Landsret (Δανία) με απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Σεπτεμβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης Skov Æg κατά Bilka Lavprisvarehus A/S και Bilka Lavprisvarehus A/S κατά Jette Mikkelsen και Michael Due Nielsen, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann (εισηγητή), C. W. A. Timmermans, A. Rosas, K. Schiemann και J. Makarczyk, προέδρους τμήματος, C. Gulmann, J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta, K. Lenaerts, P. Kūris, E. Juhász και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Η οδηγία 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι:

αντιβαίνει προς αυτήν εθνική διάταξη σύμφωνα με την οποία ο προμηθευτής υπέχει, πέραν των περιπτώσεων που αναφέρονται περιοριστικά στο άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας, την αντικειμενική ευθύνη που υπέχει, σύμφωνα με την οδηγία αυτή, ο παραγωγός·

δεν αντιβαίνει προς αυτήν εθνική διάταξη κατά την οποίαν ο προμηθευτής ευθύνεται απεριορίστως για πταίσμα του παραγωγού.


(1)  ΕΕ C 304 της 13.12.2003.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/4


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-26/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 76/160/ΕΟΚ - Ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως - Καθορισμός των περιοχών κολυμβήσεως - Οδηγία 79/923/ΕΟΚ - Ποιότητα των υδάτων για οστρακοειδή - Κατάρτιση προγράμματος μειώσεως της ρυπάνσεως)

(2006/C 48/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Στην υπόθεση C-26/04, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: G. Valero Jordana) κατά Βασιλείου της Ισπανίας (εκπρόσωπος: E. Braquehais Conesa), με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2004, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann, N. Colneric, J. N. Cunha Rodrigues (εισηγητή) και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να υιοθετήσει πρόγραμμα για τον περιορισμό της ρυπάνσεως των υδάτων για οστρακοειδή της Ría de Vigo, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 5 της οδηγίας 79/923/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Οκτωβρίου 1979, περί της απαιτούμενης ποιότητας των υδάτων για οστρακοειδή.

2.

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το Βασίλειο της Ισπανίας φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους..


(1)  ΕΕ C 71 της 20.03.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/5


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-147/04 (αίτηση του Conseil d'État για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): De Groot en Slot Allium BV, Bejo Zaden BV κατά Ministre de l'Économie, des Finances et de l'Industrie, Ministre de l'Agriculture, de l'Alimentation, de la Pêche et des Affaires rurales (1)

(Οδηγία 70/458/EΟΚ - Εμπορία σπόρων προς σπορά κηπευτικών - Άρθρο 2 - Οδηγία 92/33/EΟΚ - Εμπορία φυταρίων και πολλαπλασιαστικού υλικού κηπευτικών, πλην σπόρων προς σπορά - Παράρτημα II - Κοινός κατάλογος των ποικιλιών ειδών κηπευτικών - Εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία επιτρέπει την εμπορία υπό την ονομασία «ασκαλώνια» αποκλειστικά των ποικιλιών ασκαλωνίων που παράγονται με φυτικό πολλαπλασιασμό - Άρθρο 28 EΚ - Προστασία των καταναλωτών)

(2006/C 48/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-147/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Conseil d'État (Γαλλία) με απόφαση της 4ης Φεβρουαρίου 2004 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης De Groot en Slot Allium BV, Bejo Zaden BV κατά Ministre de l'Économie, des Finances et de l'Industrie, Ministre de l'Agriculture, de l'Alimentation, de la Pêche et des Affaires rurales, παρισταμένης της: Comité économique agricole régional fruits et légumes de la Région Bretagne (Cerafel), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, C. Gulmann, Γ. Αρέστη (εισηγητή) και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruíz-Jarabo Colomer, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Η οδηγία 70/458/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 1970, περί εμπορίας σπόρων προς σπορά κηπευτικών, όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 88/380/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1988, δεν επιτρέπει την εγγραφή των ποικιλιών «Αmbition» και «Μatador» στην ειδική για τα ασκαλώνια κατηγορία του κοινού καταλόγου ως ποικιλιών σπόρων.

Το άρθρο 28 ΕΚ απαγορεύει εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η υπουργική απόφαση της 17ης Μαΐου 1990, περί της εμπορίας των ασκαλωνίων, η οποία επιτρέπει την εμπορία υπό την ονομασία «ασκαλώνια» αποκλειστικά των κηπευτικών που παράγονται με φυτικό πολλαπλασιασμό, και όχι των κηπευτικών που είναι προϊόν σπόρων οι οποίοι παράγονται και διατίθενται υπό την ίδια ονομασία στην αγορά άλλων κρατών μελών.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/5


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-151/04 και C-152/04 (αίτηση του tribunal de police de Neufchâteau για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): ποινικές δίκες κατά Claude Nadin, Nadin-Lux SA και Jean-Pascal Durré (1)

(Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Έννοια του εργαζομένου - Προϋπόθεση περί σχέσεως εξαρτήσεως - Αυτοκίνητο όχημα - Διάθεσή του στον εργαζόμενο εκ μέρους του εργοδότη - Όχημα που έχει ταξινομηθεί στο εξωτερικό - Εργοδότης εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος - Ταξινόμηση και φορολόγηση του αυτοκίνητου οχήματος)

(2006/C 48/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-151/04 και C-152/04, με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, τις οποίες υπέβαλε το tribunal de police de Neufchâteau (Βέλγιο) με αποφάσεις της 16ης Ιανουαρίου 2004 που περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 25 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο των ποινικών δικών κατά Claude Nadin, Nadin-Lux SA (C-151/04) και Jean-Pascal Durré (C-152/04), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann, N. Colneric (εισηγήτρια), J. N. Cunha Rodrigues και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 43 ΕΚ απαγορεύει εθνική κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως αυτή των υποθέσεων των κυρίων δικών, επιβάλλουσα σε μη μισθωτό εργαζόμενο που κατοικεί στο κράτος αυτό την υποχρέωση ταξινομήσεως εταιρικού οχήματος που τίθεται στη διάθεσή του από την εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος εταιρία που τον απασχολεί, όταν το εταιρικό αυτό όχημα δεν προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο μόνιμο κυρίως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε χρησιμοποιείται πράγματι κατ' αυτόν τον τρόπο.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/6


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-222/04 (αίτηση του Corte suprema di cassazione για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Ministero dell'Economia e delle Finanze κατά Cassa di Risparmio di Firenze SpA, Fondazione Cassa di Risparmio di San Miniato, Cassa di Risparmio di San Miniato SpA (1)

(Κρατικές ενισχύσεις - Άρθρα 87 ΕΚ και 88 ΕΚ - Τράπεζες - Τραπεζικά ιδρύματα - Έννοια επιχειρήσεως - Άμεση φορολογική απαλλαγή για τα μερίσματα που εισπράττουν τα τραπεζικά ιδρύματα - Χαρακτηρισμός ως κρατική ενίσχυση - Συμβατότητα με την κοινή αγορά - Απόφαση 2003/146/ΕΚ της Επιτροπής - Εκτίμηση του κύρους - Απαράδεκτο - Άρθρα 12 ΕΚ, 43 ΕΚ και 56 ΕΚ - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων)

(2006/C 48/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-222/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Corte suprema di cassazione (Ιταλία) με απόφαση της 23ης Μαρτίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 28 Μαΐου 2004, στο πλαίσιο της δίκης μεταξύ Ministero dell'Economia e delle Finanze κατά Cassa di Risparmio di Firenze SpA, Fondazione Cassa di Risparmio di San Miniato, Cassa di Risparmio di San Miniato SpA, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, R. Silva de Lapuerta και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Ένα νομικό πρόσωπο, όπως αυτό της κύριας δίκης, δύναται να αποτελεί «επιχείρηση» κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ και, ως εκ τούτου, να υπάγεται, όσον αφορά το επίμαχο χρονικό διάστημα, στους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού, η δε σχετική κρίση απόκειται στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο πρέπει να λάβει υπόψη του το ισχύον κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα καθεστώς.

2)

Απαλλαγή από παρακράτηση ή προκαταβολή φόρου επί μερισμάτων, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, ενδέχεται να χαρακτηριστεί, κατόπιν σχετικού ελέγχου εκ μέρους του εθνικού δικαστηρίου, κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ.


(1)  EE C 190 της 24.7.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/6


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-232/04 και C-233/04 (αιτήσεις του Arbeitsgericht Düsseldorf για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Nurten Güney-Görres, Gul Demir κατά Securicor Aviation (Germany) Ltd, Kötter Aviation Security GmbH & Co. KG (1)

(Οδηγία 2001/23/ΕΚ - Άρθρο 1 - Μεταβίβαση επιχειρήσεως ή εγκαταστάσεως - Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων - Πεδίο εφαρμογής)

(2006/C 48/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-232/04 και C-233/04, με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, τις οποίες υπέβαλε το Arbeitsgericht Düsseldorf (Γερμανία) με αποφάσεις της 5ης Μαΐου 2004 και οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 3 Ιουνίου 2004, στο πλαίσιο των δικών Nurten Güney-Görres (C-232/04), Gul Demir (C-233/04) κατά Securicor Aviation (Germany) Ltd, Kötter Aviation Security GmbH & Co. KG, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet, S. von Bahr, A. Borg Barthet (εισηγητή) και U. Lõhmus, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 1 της οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, κατά τον έλεγχο της υπάρξεως μεταβιβάσεως επιχειρήσεως ή εγκαταστάσεως κατ' εφαρμογή του άρθρου αυτού, σε περίπτωση νέας αναθέσεως με δημόσια σύμβαση ενός έργου και στο πλαίσιο συνολικής εκτιμήσεως, η διαπίστωση της μεταβιβάσεως των στοιχείων εκμεταλλεύσεως για τον σκοπό ιδίας οικονομικής διαχειρίσεως δεν αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη διαπίστωση μεταβιβάσεως των στοιχείων αυτών από τον αρχικό ανάδοχο στον νέο ανάδοχο.


(1)  ΕΕ C 228 της 11.9.2004.

ΕΕ C 201 της 7.8.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/7


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πέμπτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-252/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/22/ΕΚ - Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών - Καθολική υπηρεσία - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2006/C 48/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στην υπόθεση C-252/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 14 Ιουνίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Γ. Ζαββός και M. Shotter), κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: Ν. Δαφνίου), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Makarczyk, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta και P. Kūris (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2.

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 201 της 7.8.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/7


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 10ης Ιανουαρίου 2006

στην υπόθεση C-302/04 (αίτηση του Szombathelyi Városi Biróság για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Ynos kft κατά János Varga (1)

(Άρθρο 234 ΕΚ - Οδηγία 93/13/ΕΟΚ - Καταναλωτές - Καταχρηστικές ρήτρες - Εθνική νομοθεσία η οποία έγινε σύμφωνη με την οδηγία μετά τη σύναψη από τρίτο κράτος συμφωνίας συνδέσεως με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και πριν από την προσχώρηση του πιο πάνω κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Αναρμοδιότητα του Δικαστηρίου)

(2006/C 48/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Στην υπόθεση C-302/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, υποβληθείσα από το Szombathelyi Városi Bíróság (Ουγγαρία) με απόφαση της 10ης Ιουνίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Ιουλίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Ynos kft κατά János Varga, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, A. Rosas, K. Schiemann και J. Makarczyk, προέδρους τμήματος, C. Gulmann, A. La Pergola, K. Lenaerts, P. Kūris, E. Juhász, Γ. Αρέστη, M. Ilešič (εισηγητή) και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: B. Fülöp, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Σε περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, όπου τα πραγματικά περιστατικά είναι προγενέστερα της προσχωρήσεως ενός κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να απαντήσει στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα


(1)  EE C 251 της 9.10.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 1ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-309/04 (αίτηση του Bundesfinanzhof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Fleisch-Winter GmbH & Co. KG κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas (1)

(Επιστροφές κατά την εξαγωγή - Προϋποθέσεις χορηγήσεως - Βόειο κρέας - Κανονισμός (ΕΟΚ) 3665/87 - Σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών - Απαγόρευση εξαγωγών - Υγιής, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητα - Διασάφηση εξαγωγής - Εθνική αίτηση πληρωμής - Κύρωση)

(2006/C 48/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-309/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Γερμανία) με απόφαση της 20ής Απριλίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Ιουλίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Fleisch-Winter GmbH & Co. KG κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, N. Colneric, J. N. Cunha Rodrigues, E. Juhász (εισηγητή) και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) 3665/87 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 1987, για κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2945/94 της Επιτροπής, της 2ας Δεκεμβρίου 1994, έχει την έννοια ότι απαγορεύει το να μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι «ποιότητας υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη» ένα βόειο κρέας το οποίο εμπίπτει σε απαγόρευση εξαγωγής προβλεπόμενη από το κοινοτικό δίκαιο, από ορισμένο κράτος μέλος προς τα λοιπά κράτη μέλη και τις τρίτες χώρες, και ότι απαιτεί, για τη χορήγηση των επιστροφών, την εκ μέρους του εξαγωγέα απόδειξη του ότι το εξαγόμενο προϊόν δεν προέρχεται από κράτος μέλος από το οποίο απαγορεύονται οι εξαγωγές, στην περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια εθνική υπηρεσία διαθέτει ενδείξεις περί του ότι το προϊόν εμπίπτει σε απαγόρευση εξαγωγής.

2)

Η παρεχόμενη με εθνική αίτηση πληρωμής επιστροφής βεβαίωση ότι ένα προϊόν είναι «ποιότητας υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη», κατά την έννοια του άρθρου 13, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 3665/87, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2945/94, δεν περιλαμβάνεται στα στοιχεία που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 3 του εν λόγω κανονισμού. Ωστόσο, το εθνικό δικαστήριο μπορεί να θεωρήσει τη βεβαίωση αυτή αποδεικτικό στοιχείο για την εκτίμηση της καταστάσεως του εξαγωγέα.


(1)  ΕΕ C 239 της 25.4.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 24ης Νοεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-331/04 (αίτηση του Consiglio di Stato για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): ATI EAC Srl e Viaggi di Maio Snc, κ.λπ. κατά ACTV Venezia SpA, κ.λπ. (1)

(Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών - Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 93/38/ΕΟΚ - Κριτήρια αναθέσεως - Πλέον συμφέρουσα από οικονoμική άποψη προσφορά - Τήρηση των προβλεπομένων στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτηρίων αναθέσεως - Καθιέρωση υποκριτηρίων όσον αφορά ένα από τα προβλεπόμενα στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτήρια αναθέσεως - Απόφαση προβλέπουσα στάθμιση - Αρχές περί ίσης μεταχειρίσεως των υποβαλόντων προσφορά και περί διαφανείας)

(2006/C 48/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-331/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) με απόφαση της 6ης Απριλίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Ιουλίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης ATI EAC Srl e Viaggi di Maio Snc, EAC Srl, Viaggi di Maio Snc κατά ACTV Venezia SpA, Provincia di Venezia, Comune di Venezia, προσεπικληθείσα: ATI La Linea SpA CSSA, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 24 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Τα άρθρα 36 της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, και 34 της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενεργείας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, έχουν την έννοια ότι δεν αντίκειται στο κοινοτικό δίκαιο το ότι μια επιτροπή διαγωνισμού προσδίδει ειδικό βάρος στα προκαθορισθέντα υποστοιχεία ενός κριτηρίου αναθέσεως, προβαίνοντας σε επιμερισμό μεταξύ των υποστοιχείων αυτών των μονάδων που προέβλεψε δυνάμει του οικείου κριτηρίου η αναθέτουσα αρχή κατά τη σύνταξη της συγγραφής υποχρεώσεων ή την προκήρυξη του διαγωνισμού, υπό την προϋπόθεση ότι η οικεία απόφαση:

δεν τροποποιεί τα οριζόμενα στη σύμβαση υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτήρια αναθέσεως της συμβάσεως·

δεν περιλαμβάνει στοιχεία τα οποία, αν ήσαν γνωστά κατά την προετοιμασία των προσφορών, θα είχαν επηρεάσει ενδεχομένως τη σχετική προετοιμασία·

δεν εκδόθηκε λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία δυνάμενα να επιφέρουν αποτέλεσμα συνιστάμενο σε δυσμενή διάκριση εις βάρος ενός των υποβαλόντων προσφορά.


(1)  EE C 239 της 25.9.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/9


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιανουαρίου 2005

στην υπόθεση C-373/04 Ρ: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Mercedes Álvarez Moreno (1)

(Αναίρεση - Υπάλληλοι - Επικουρικός υπάλληλος - Διερμηνέας - Προσφυγή - Αίτηση βάσει του άρθρου 90, παράγραφος 1, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως - Βλαπτική πράξη - Έννοια)

(2006/C 48/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-373/04 Ρ, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, που ασκήθηκε στις 27 Αυγούστου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Martin και F. Clotuche-Duvieusart), έτερος διάδικος: Mercedes Álvarez Moreno, κάτοικος Βερολίνου (Γερμανία), avocats: G. Vandersanden και L. Levi), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, C. Gulmann, Γ. Αρέστη (εισηγητή) και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 10 Ιανουαρίου 2006 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Αναιρεί την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 10ης Ιουνίου 2004, Τ-153/01 και Τ-323/01, Álvarez Moreno κατά Επιτροπής, καθό μέρος απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή ακυρώσεως της επιστολής του D. Walker της 23ης Φεβρουαρίου 2001 και καταδίκασε την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο σύνολο των σχετικών με την υπόθεση Τ-323/01 δικαστικών εξόδων.

2)

Στην υπόθεση Τ-323/01, απορρίπτει την προσφυγή με την οποία ζητείται η ακύρωση, αφενός, της επιστολής του D. Walter της 23ης Φεβρουαρίου 2001, και, αφετέρου, της αποφάσεως της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 7ης Σεπτεμβρίου 2001, με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση της Mercedes Álvarez Moreno.

3)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα, τόσο τα σχετικά με την παρούσα διαδικασία όσο και τα σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.


(1)  ΕΕ C 251 της 9.10.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/9


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(έκτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-33/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2000/60/ΕΚ - Κοινοτική δράση στον τομέα της πολιτικής των υδάτων - Μη εμπρόθεσμη μεταφορά)

(2006/C 48/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-33/05, με αντικείμενο προσφυγή κατά παραλείψεως δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, που ασκήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2005, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Hottiaux και S. Pardo Quintillán) κατά Βασιλείου του Βελγίου (εκπρόσωπος: M. Wimmer), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Malenovský, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet και A. Ó Caoimh (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το Βασίλειο του Βελγίου, παραλείποντας να θεσπίσει εμπροθέσμως τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή του προς την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, όσον αφορά την περιφέρεια Bryxelles-Capitale, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 82 της 2.4.2005.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/10


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τέταρτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-96/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2001/65/ΕΚ - Ετήσιοι και ενοποιημένοι λογαριασμοί εταιριών ορισμένων μορφών - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2006/C 48/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στην υπόθεση C-96/05, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2005, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Braun και Γ. Ζαββός) κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: Ν. Δαφνίου), το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους K. Schiemann, πρόεδρο τμήματος, M. Ilešič (εισηγητή) και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2001/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2001, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ, όσον αφορά τους κανόνες αποτίμησης για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς εταιριών ορισμένων μορφών, καθώς και τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2.

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 93 της 16.4.2005.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/10


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πέμπτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005

στην υπόθεση C-144/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/59/ΕΚ - Μη εμπρόθεσμη μεταφορά)

(2006/C 48/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-144/05, με αντικείμενο προσφυγή κατά παραλείψεως δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, που ασκήθηκε στις 30 Μαρτίου 2005, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: K. Simonsson και W. Wils) κατά Βασιλείου του Βελγίου (εκπρόσωπος: M. Wimmer), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Makarczyk, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta και J. Klučka (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το Βασίλειο του Βελγίου, παραλείποντας να θεσπίσει εμπροθέσμως τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή του προς την οδηγία 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 143 της 11.6.2005.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/10


Αίτηση του Hof van Cassatie van België για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία υποβλήθηκε με απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2005 στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας κατά Norma Kraaijenbrink

(Υπόθεση C-367/05)

(2006/C 48/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Με απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 29 Σεπτεμβρίου 2005, το Het Hof van Cassatie van België υπέβαλε στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας κατά Norma Kraaijenbrink, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

1.

Πρέπει το άρθρο 54 της συναφθείσας στις 19 Ιουνίου 1999 Συμβάσεως εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν (1), σε συνδυασμό με το άρθρο 71 της Συμβάσεως αυτής, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αξιόποινες πράξεις που συνίστανται στην εντός των Κάτω Χωρών απόκτηση, κατοχή και/ή μεταβίβαση χρηματικών ποσών σε αλλοδαπό νόμισμα προερχόμενων από την εμπορία ναρκωτικών (που είχαν ως συνέπεια ποινική δίωξη και επιβολή ποινής στις Κάτω Χώρες ως εκ προθέσεως κλεπταποδοχή συνεπεία παραβάσεως του άρθρου 416 του Ποινικού Κώδικα), οι οποίες διαφέρουν από τις αξιόποινες πράξεις που συνίστανται στην πώληση εντός ανταλλακτηρίων συναλλάγματος στο Βέλγιο των εν λόγω προερχομένων από την εμπορία ναρκωτικών χρηματικών ποσών τα οποία ελήφθησαν εντός των Κάτω Χωρών (που είχαν ως συνέπεια ποινική δίωξη στο Βέλγιο ως κλεπταποδοχή και λοιπές πράξεις που έχουν σχέση με καταστάσεις που προκύπτουν από αξιόποινη πράξη συνεπεία παραβάσεως του άρθρου 505 του Ποινικού Κώδικα), θεωρούνται «ίδια πραγματικά περιστατικά», κατά το προαναφερθέν άρθρο 54, στην περίπτωση επίσης κατά την οποία το δικαστήριο διαπιστώνει ότι συνδέονται με ενότητα προθέσεως και συνιστούν επομένως ένα και το αυτό περιστατικό;

2.

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:

Έχει ο όρος «δεν μπορεί να διωχθεί από ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος για τα ίδια πραγματικά περιστατικά» του άρθρου 54 της Συμβάσεως εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν την έννοια ότι το γεγονός ότι ως «τα ίδια πραγματικά περιστατικά» πρέπει να νοούνται επίσης διαφορετικά περιστατικά που συνδέονται από ενότητα προθέσεως και επομένως αποτελούν ένα μόνον περιστατικό συνεπάγεται ότι ο κατηγορούμενος για την αξιόποινη πράξη του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος στο Βέλγιο δεν μπορεί πλέον να διωχθεί από τη στιγμή κατά την οποία έχει καταδικασθεί στις Κάτω Χώρες για άλλα περιστατικά, που έχουν διαπραχθεί με την ίδια πρόθεση, ανεξαρτήτως όλων των άλλων πράξεων που έχουν διαπραχθεί εντός του ίδιου χρονικού διαστήματος, οι οποίες όμως καθίστανται γνωστές και/ή επιφέρουν ποινική δίωξη μόνο μετά από την έκδοση της αλλοδαπής αποφάσεως στο Βέλγιο, ή στην περίπτωση αυτή μπορεί το δικαστήριο της ουσίας να επιβάλει συντρέχουσα ποινή για τις άλλες αυτές πράξεις, λαμβάνοντας υπόψη τις ήδη επιβληθείσες ποινές, εκτός αν εκτιμά ότι οι ποινές αυτές είναι επαρκείς για τον δίκαιο κολασμό όλων των αξιόποινων πράξεων και χωρίς το σύνολο των ποινών που επιβλήθηκαν να υπερβαίνει το μέγιστο όριο της βαρύτερης ποινής;


(1)  ΕΕ 2000, L 239, σ. 19.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/11


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας που ασκήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-405/05)

(2006/C 48/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Sara Pardo Quintillan, Xavier Lewis και Hubert Van Vliet, της Νομικής Υπηρεσίας της Επιτροπής, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 18 Νοεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, παραλείποντας να διασφαλίσει το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2000 την κατάλληλη επεξεργασία των αστικών λυμάτων στις περιφέρειες Bangor, Brighton, Broadstairs, Carrickfergus, Coleraine, Donaghadee, Larne, Lerwick, Londonderry, Margate, Newtonabbey, Omagh και Portrush, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 91/271/ΕΟΚ (1).

2)

να καταδικάσει το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας στα έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Κατά την Επιτροπή, η παράλειψη του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας να διασφαλίσει την κατάλληλη επεξεργασία του συνόλου των λυμάτων που παράγονται περιφέρειες Bangor, Broadstairs, Carrickfergus, Coleraine, Londonderry, Larne, Lerwick, Margate, Newtonabbey, Omagh, Brighton Portrush, Donaghadee και Bideford/Northam συνιστά παράβαση του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας. Περαιτέρω, η παράλειψη ελέγχου των νέων σημαντικών οικοδομικών επεκτάσεων στις περιφέρειες Portrush, Newtonabbey, Bangor, Londonderry και Larne και η παράλειψη θεσπίσεως μέτρων ικανών να αμβλύνουν τις συνέπειες της εγκρίσεως των επεκτάσεων αυτών καθιστούν την παράβαση των ως άνω διατάξεων της οδηγία βαρύτερη όσον αφορά τις εν λόγω περιφέρειες.


(1)  Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 1991 για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων, ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40-52.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/11


Αίτηση αναιρέσεως του Ahmed Yusuf και του Al Barakaat International Foundation κατά της αποφάσεως του δευτέρου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, στην υπόθεση T-306/01, Ahmed Yusuf και Al Barakaat International Foundation κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που υποβλήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-415/05 P)

(2006/C 48/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Ο Ahmed Yusuf και το Al Barakaat International Foundation, Spånga (Σουηδία), εκπροσωπούμενοι από τους Leif Silbersky και Thomas Olsson, advokater, άσκησαν στις 23 Νοεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναίρεση κατά της αποφάσεως του δευτέρου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, στην υπόθεση T-306/01, Ahmed Yusuf και Al Barakaat International Foundation κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Δικαστήριο:

1)

να αναιρέσει την απόφαση του Πρωτοδικείου της 21ης Σεπτεμβρίου 2005 στην υπόθεση T-306/01,

2)

να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΚ) 881/2002,

3)

να υποχρεώσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να καταβάλουν τα δικαστικά έξοδα που αφορούν τις δίκες ενώπιον του Πρωτοδικείου και ενώπιον του Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι αναιρεσείοντες ισχυρίζονται ότι το Πρωτοδικείο έκρινε εσφαλμένως ότι το Συμβούλιο ήταν αρμόδιο να εκδώσει τον κανονισμό (ΕΚ) 881/2002 βάσει των άρθρων 60 ΕΚ και 301 ΕΚ καθώς και του άρθρου 308 ΕΚ. Ισχυρίζονται περαιτέρω τα ακόλουθα:

Το Πρωτοδικείο έκρινε εσφαλμένως ότι ο κανονισμός (ΕΚ) 881/2002 πληροί την κατά το άρθρο 249 ΕΚ επιταγή περί γενικής ισχύος.

Το Πρωτοδικείο περιόρισε εσφαλμένως την εξέταση του αν ο κανονισμός (ΕΚ) 881/2002 θίγει τα θεμελιώδη τους δικαιώματα αποκλειστικώς στο ζήτημα αν το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι σύμφωνο με τους υπέρτερους κανόνες του δημοσίου δικαίου που αποτελούν μέρος του jus cogens. Το Πρωτοδικείο δεν εξέτασε αν ο κανονισμός ήταν σύμφωνος με το κοινοτικό δίκαιο ή αν η εφαρμογή του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας ήταν σύμφωνη με το κοινοτικό δίκαιο και τους εθνικούς νόμους.

Το Πρωτοδικείο έκρινε εσφαλμένως ότι ο κανονισμός (ΕΚ) 881/2002 δεν προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας των αναιρεσειόντων ούτε το δικαίωμά τους για αποτελεσματική δικαστική προσφυγή.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/12


Αίτηση αναιρέσεως που ασκήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2005 από τους Centro Provincial de Jóvenes Agricultores de Jaén (ASAJA), Salvador Contreras Gila, José Ramiro López, Antonio Ramiro López, Cristóbal Gallego Martínez, Benito García Burgos και Antonio Parras Rosa κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 8 Σεπτεμβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τρίτο τμήμα) επί των συνεκδικασθεισών υποθέσεων Τ-295/04 έως Τ-297/04, Centro Provincial de Jóvenes Agricultores de Jaén (ASAJA), Salvador Contreras Gila, José Ramiro López, Antonio Ramiro López, Cristóbal Gallego Martínez, Benito García Burgos και Antonio Parras Rosa κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

(Υπόθεση C-418/05 P)

(2006/C 48/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Οι Centro Provincial de Jóvenes Agricultores de Jaén (ASAJA), Salvador Contreras Gila, José Ramiro López, Antonio Ramiro López, Cristóbal Gallego Martínez, Benito García Burgos και Antonio Parras Rosa, εκπροσωπούμενοι από τον J.F. Vázquez Medina, δικηγόρο, άσκησαν στις 25 Νοεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναίρεση κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 8 Νοεμβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τρίτο τμήμα) επί των συνεκδικασθεισών υποθέσεων Τ-295/04 έως Τ-297/04, Centro Provincial de Jóvenes Agricultores de Jaén (ASAJA), Salvador Contreras Gila, José Ramiro López, Antonio Ramiro López, Cristóbal Gallego Martínez, Benito García Burgos και Antonio Parras Rosa κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Δικαστήριο:

1)

Να αναιρέσει στο σύνολό της τη διάταξη του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 8ης Σεπτεμβρίου 2005, λόγω παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου και, ειδικότερα, του άρθρου 173 ΕΚ.

2)

Να κάνει δεκτά επί της ουσίας τα αιτήματα που υποβλήθηκαν σε πρώτο βαθμό ως δίκαια και σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

3)

Να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα:

Παράβαση του άρθρου 173 ΕΚ

Οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν ότι νομιμοποιούνται ενεργητικώς να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως, καθόσον, λόγω της έννομης καταστάσεως που τους εξατομικεύει, διαφοροποιούνται σαφώς και εντελώς από τους λοιπούς παραγωγούς ελαιολάδου.

Είναι στο σύνολό τους ιδιοκτήτες ελαιοδένδρων που φυτεύτηκαν το 1998 και είχαν όλοι παραγωγή 0 Kg ελαιών κατά την περίοδο εμπορίας 1999, περιστάσεις που συντρέχουν μόνο στην περίπτωσή τους και τους διαφοροποιούν από τον υπόλοιπο κλάδο των ελαιοπαραγωγών.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/12


Αίτηση αναιρέσεως που η Ricosmos B.V. υπέβαλε στις 28 Νοεμβρίου 2005 κατά της αποφάσεως της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 την οποία εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πρώτο τμήμα) στην υπόθεση T-53/02, Ricosmos B.V. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-420/05 P)

(2006/C 48/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Η Ricosmos B.V., εκπροσωπούμενη από τους δικηγόρους J. J. M. Hertoghs και J. H. Peek του δικηγορικού και φοροτεχνικού γραφείου Hertoghs advocaten-belastingkundigen, Parkstraat 8, (4818 SK) Breda, Κάτω Χώρες, υπέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 28 Νοεμβρίου 2005 αίτηση αναιρέσεως της αποφάσεως της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, την οποία εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πρώτο τμήμα) στην υπόθεση T-53/02, Ricosmos B.V. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να κηρύξει την παρούσα αίτηση αναιρέσεως παραδεκτή και βάσιμη·

να αναιρέσει την απόφαση του Πρωτοδικείου της 13ης Σεπτεμβρίου 2005·

να δεχθεί την προσφυγή ακυρώσεως της υπό στοιχεία REM 09/00 αποφάσεως της Επιτροπής της 16ης Νοεμβρίου 2001, με την οποία ορίστηκε ότι δεν δικαιολογείται η υπέρ της αναιρεσείουσας διαγραφή εισαγωγικών δασμών·

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Πρωτοδικείο·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα τόσο της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου όσο και αυτής ενώπιον του Πρωτοδικείου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως η αναιρεσείουσα προβάλλει τα εξής:

1.

Το Πρωτοδικείο έλαβε ως αφετηρία εσφαλμένη ή εν πάση περιπτώσει υπερβολικά στενή ερμηνεία ειδικά των άρθρων 905 έως 909 του εκτελεστικού κανονισμού του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (1) τα οποία αφορούν τη διαδικασία διαγραφής και/ή επιστροφής τελωνειακών δασμών. Συγκεκριμένα, η αρχή της βεβαιότητας δικαίου απαιτεί να ήταν στη συγκεκριμένη περίπτωση προβλέψιμη η έννομη κατάσταση της Ricosmos B.V. Τούτο δεν συνέβη εν προκειμένω με αναστολές της διαδικασίας τις οποίες η Ricosmos B.V. δεν μπόρεσε να πληροφορηθεί. Περαιτέρω, το Πρωτοδικείο κακώς έλαβε ως αφετηρία μια υπέρ το δέον στενή αντίληψη του δικαιώματος άμυνας, ερμηνεύοντας υπέρ το δέον στενά το δικαίωμα έγκαιρης και πλήρους προσβάσεως στον φάκελο (τόσο στον φάκελο των εθνικών τελωνειακών αρχών όσο και σε αυτόν της Επιτροπής).

2.

Επιπλέον, η απόφαση του Πρωτοδικείου δεν συνάδει με το κοινοτικό δίκαιο. Η αρχή της βεβαιότητας δικαίου συνεπάγεται και ότι πρέπει να είναι ξεκάθαρα και σαφή τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για να καθοριστεί η έλλειψη πρόδηλης αμέλειας. Ακριβώς λόγω της σχετικής ελαστικότητας της έννοιας της πρόδηλης αμέλειας, κατ' αρχήν τα κριτήρια αυτά πρέπει να ερμηνεύονται με στενό τρόπο και κατά περίπτωση. Η αμέλεια πρέπει να είναι προφανής και ουσιώδης και συγχρόνως πρέπει να έχει σαφή αιτιώδη σύνδεσμο με τη διαπιστωμένη ιδιαίτερη κατάσταση. Εν προκειμένω, το Πρωτοδικείο, αφενός, κακώς δεν έδωσε καμία βαρύτητα, ή κακώς έδωσε υπερβολικά μικρή βαρύτητα, στην πολυπλοκότητα της ρυθμίσεως και στη σχετική επαγγελματική πείρα της αναιρεσείουσας και, αφετέρου, ερμήνευσε με εσφαλμένο ή εν πάση περιπτώσει τυπολατρικό τρόπο διάφορες υποχρεώσεις της αναιρεσείουσας.

3.

Περαιτέρω, η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας και το Πρωτοδικείο δεν έδωσε καμία βαρύτητα ή εν πάση περιπτώσει έδωσε υπερβολικά μικρή βαρύτητα σε νέα πραγματικά περιστατικά από τα οποία προκύπτει ότι οι επιβληθέντες δασμοί πρέπει να διαγραφούν.

4.

Τέλος, ο από το Πρωτοδικείο καθορισμός των πραγματικών περιστατικών της παρούσας υποθέσεως είναι εν μέρει εσφαλμένος ή εν πάση περιπτώσει ελλιπής.


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα ( ΕΕ L 253, σ.1).


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/13


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου, που ασκήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-422/05)

(2006/C 48/26)

γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Frank Benyon και Mikko Huttunen, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 28 Νοεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Βασιλείου του Βελγίου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

Να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο του Βελγίου, εκδίδοντας το βασιλικό διάταγμα της 14ης Απριλίου 2002, περί ρυθμίσεως των σχετικών με τις νυκτερινές πτήσεις ορισμένων αεριωθούμενων υποηχητικών αεροπλάνων της πολιτικής αεροπορίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2002/30/ΕΚ (1)και από το άρθρο 10, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης σε συνδυασμό με το άρθρο 249, παράγραφος 3, της Συνθήκης.

2.

Να καταδικάσει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι διατάξεις του βασιλικού διατάγματος ορίζουν τους τύπους αεροσκαφών οι πτήσεις των οποίων δεν επιτρέπονται από και προς τους αερολιμένες του Βελγίου μεταξύ των ωρών ενδεκάτης νυκτερινής και έκτης πρωινής. Η προσέγγιση του βασιλικού διατάγματος, η οποία βασίζεται στον λόγο παρακάμψεως, είναι διαφορετική από αυτήν της οδηγίας 2002/30/ΕΚ, η οποία βασίζεται στη διαδικασία πιστοποιήσεως. Η εν λόγω προσέγγιση αντιστοιχεί σε αυτήν του κανονισμού 925/1999/ΕΟΚ, ο οποίος έχει καταργηθεί με την οδηγία 2002/30/ΕΚ.

Κατά το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/30/ΕΚ, το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις 28 Μαρτίου 2002, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή τους προς την οδηγία αυτή το αργότερο στις 28 Σεπτεμβρίου 2003. Το βελγικό βασιλικό διάταγμα εκδόθηκε προ της εκπνοής της ταχθείσας για τη μεταφορά της οδηγίας προθεσμίας. Η Επιτροπή υπενθυμίζει τη νομολογία του Δικαστηρίου, κατά την οποία από τη συνδυασμένη εφαρμογή των άρθρων 10 και 249 της Συνθήκης ΕΚ και της ίδιας της οδηγίας προκύπτει ότι, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για τη μεταφορά της οδηγίας, τα κράτη μέλη οφείλουν να μη θεσπίζουν διατάξεις δυνάμενες να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την επίτευξη του επιδιωκόμενου από την οδηγία σκοπού. Η προσέγγιση του βασιλικού διατάγματος, η οποία αφορά τους περιορισμούς λειτουργίας που σκοπούν στην απόσυρση ορισμένων επαναπιστοποιημένων αεριωθούμενων υποηχητικών αεροπλάνων της πολιτικής αεροπορίας, είναι καθόλα διαφορετική από την προσέγγιση της οδηγίας και θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του επιδιωκόμενου από αυτήν σκοπού.


(1)  ΕΕ L 85, της 28.03.2002. σ. 40


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/14


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-423/05)

(2006/C 48/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους A. Caeiros και Μ. Κωνσταντινίδη, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 29 Νοεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία, μη λαμβάνοντας όλα τα αναγκαία μέτρα:

για να εξασφαλίσει ότι τα απόβλητα αξιοποιούνται ή διατίθενται χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο η υγεία των ανθρώπων ή το περιβάλλον και για να απαγορεύσει την εγκατάλειψη, την απόρριψη και την ανεξέλεγκτη διάθεση των αποβλήτων·

ούτως ώστε κάθε κάτοχος αποβλήτων να τα παραδίδει σε ιδιωτικό ή δημόσιο φορέα συλλογής αποβλήτων ή σε επιχείρηση η οποία πραγματοποιεί εργασίες διαθέσεως ή αξιοποιήσεως ή να εξασφαλίζει ο ίδιος την αξιοποίηση ή τη διάθεση των αποβλήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων (1)·

ούτως ώστε οι εγκαταστάσεις ή οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν εργασίες διαθέσεως να λειτουργούν με άδεια της αρμόδιας αρχής·

ούτως ώστε, όσον αφορά τους χώρους υγειονομικής ταφής που είχαν ήδη λάβει άδεια ή λειτουργούσαν ήδη κατά τον χρόνο μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 99/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (2), ήτοι στις 16 Ιουλίου 2001, ο φορέας εκμεταλλεύσεως του χώρου υγειονομικής ταφής να καταρτίσει και να υποβάλει, πριν από τις 16 Ιουλίου 2002, προς έγκριση, στην αρμόδια αρχή, σχέδιο διευθετήσεως του χώρου περιλαμβάνον τα στοιχεία που αφορούν τις προϋποθέσεις χορηγήσεως αδείας καθώς και όλα τα επανορθωτικά μέτρα τα οποία κρίνει αναγκαία, και ούτως ώστε, μετά την υποβολή του σχεδίου διευθετήσεως, η αρμόδια αρχή να λάβει οριστική απόφαση ως προς τη συνέχιση της λειτουργίας του χώρου, μεριμνώντας ώστε, το ταχύτερο δυνατόν, να παύσουν να λειτουργούν οι χώροι που δεν έλαβαν άδεια συνεχίσεως των εργασιών τους ή εγκρίνοντας τα αναγκαία έργα και καθορίζοντας μια μεταβατική περίοδο για την εκτέλεση του σχεδίου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 4, 8 και 9 της προμνησθείσας οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ (3), και από το άρθρο 14, σημεία α', β' και γ', της οδηγίας 99/31/ΕΚ·

2)

να καταδικάσει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, ανεχόμενη τη λειτουργία πολυάριθμων παρανόμων ή μη ελεγχόμενων χώρων υγειονομικής ταφής στη Γαλλία και παραλείποντας να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσει τη διάθεση των αποβλήτων χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υγεία των ανθρώπων ή να βλάπτεται το περιβάλλον, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 4, 8 και 9 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί των στερεών αποβλήτων, όπως αυτή τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/156/ΕΟΚ. Οι γαλλικές αρχές δεν αμφισβητούν μεν τις παραβάσεις αυτές, αμφισβητούν όμως τον αριθμό των παράνομων χώρων υγειονομικής ταφής που αναφέρει η Επιτροπή και υποστηρίζουν ότι η επίπτωση των χώρων αυτών στο περιβάλλον είναι μικρή, καθόσον οι μη εγκεκριμένοι χώροι υγειονομικής ταφής δέχονται μόνο πράσινα απόβλητα, μπάζα και ογκώδη στερεά απόβλητα.

Οι πληροφορίες που διαβίβασαν οι γαλλικές αρχές δεν επαρκούν ώστε να εκτιμηθεί κατά πόσον το σύστημα χορηγήσεως αδειών είναι σύμφωνο με τις επιταγές του άρθρου 9 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ· οι χώροι αποθηκεύσεως των οποίων το εμβαδόν δεν υπερβαίνει τα 100 τετραγωνικά μέτρα και το ύψος τους δεν υπερβαίνει τα δύο μέτρα, καθώς και οι εργασίες αξιοποιήσεως αυτών των αποβλήτων δεν προϋποθέτουν τη χορήγηση άδειας. Η εκ μέρους των γαλλικών αρχών ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία μόνον οι χώροι υγειονομικής ταφής των οποίων η εκμετάλλευση ανήκει σε δήμους και οι οποίοι δεν έχουν λάβει άδεια είναι παράνομοι χώροι, είναι εσφαλμένη, καθόσον ένας ιδιώτης επίσης μπορεί να έχει την εκμετάλλευση χώρου υγειονομικής ταφής χωρίς άδεια.

Βάσει των πληροφοριών που της διαβιβάστηκαν, η Επιτροπή δεν μπορεί παρά να υποθέσει ότι, αντίθετα προς τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 14 της οδηγίας 99/31/ΕΚ, οι εγκαταστάσεις ή οι επιχειρήσεις, οι οποίες εκτελούν εργασίες διαθέσεως χωρίς να υπόκεινται σε υποχρέωση λήψεως αδείας, δεν κατάρτισαν ούτε υπέβαλαν πριν από τις 16 Ιουλίου 2002, προς έγκριση, στην αρμόδια αρχή σχέδιο διευθετήσεως για κάθε παράνομο ή μη ελεγχόμενο χώρο υγειονομικής ταφής. Οι χώροι υγειονομικής ταφής που δεν μπορούν να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της προμνησθείσας οδηγίας πρέπει να κλείσουν άμεσα. Η λειτουργία παράνομων χώρων υγειονομικής ταφής χωρίς σχέδιο διευθετήσεως και χωρίς άδεια συνιστά παράβαση του άρθρου 14 της οδηγίας 99/31/ΕΚ.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86.

(2)  ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 78 της 26.3.1991, σ. 32.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/15


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιρλανδία που ασκήθηκε στις 29-11-2005

(Υπόθεση C-425/05)

(2006/C 48/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Ulrich Wölker και Michael Shotter, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 29-11-2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιρλανδίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

Να αναγνωρίσει ότι η Ιρλανδία, παραλείποντας να γνωστοποιήσει τις πληροφορίες για το μεθυλοβρωμίδιο που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, iii, τις πληροφορίες για τα halons που αναφέρονται στα άρθρα 4, παράγραφος 4, iv και 5, παράγραφος 3 καθώς και τις πληροφορίες για το πρόγραμμα και το πόρισμα των δειγματοληπτικών ελέγχων στις εισαγωγές ελεγχομένων ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 20, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 2037/2000 (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 4, παράγραφος 2, iii, 4, παράγραφος 4, iv, 5, παράγραφος 3, και 20, παράγραφος 3 του κανονισμού·

2)

να καταδικάσει την Ιρλανδία στα έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Τα άρθρα 4, παράγραφος 2, iii, 4, παράγραφος 4, iv, 5, παράγραφος 3, και 20, παράγραφος 3 του κανονισμού προβλέπουν την υποβολή πληροφοριών προς την Επιτροπή όσον αφορά τα κύρια θέματα που καλύπτει ο κανονισμός. Η γνωστοποίηση των πληροφοριών αυτών –π.χ., η άπαξ του έτους παροχή πληροφοριών για το μεθυλοβρωμίδιο και τα halons, μαζί με τις πληροφορίες για το πρόγραμμα και το πόρισμα των δειγματοληπτικών ελέγχων στις εισαγωγές ελεγχομένων ουσιών– είναι σημαντική για την επίτευξη των στόχων που θέτει ο κανονισμός και την εφαρμογή των δεσμεύσεων που ανέλαβε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα από τη Σύμβαση της Βιέννης για την προστασία της στιβάδας του όζοντος και των υποχρεώσεων που πηγάζουν από το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος, τα οποία έχει υπογράψει η Κοινότητα με την απόφαση του Συμβουλίου 88/540/ΕΟΚ (2).

Η Ιρλανδία δεν έχει γνωστοποιήσει μέχρι σήμερα στην Επιτροπή τις απαιτούμενες βάσει των ανωτέρω άρθρων του κανονισμού πληροφορίες.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος. ΕΕ L 244, 29.9.2000 σ.1 -24

(2)  ΕΕ L 297, 31.10.1998, σ.8


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/15


Αίτηση αναιρέσεως του Land Oberösterreich, πoυ ασκήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2005 κατά της αποφάσως τoυ Πρωτoδικείoυ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2005 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-366/03 και T-235/04

(Υπόθεση C-439/05 P)

(2006/C 48/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Το Land Oberösterreich, εκπροσωπούμενο από τον δικηγόρο Franz Mittendorfer, Europaplatz 7, A-4020 Linz, άσκησε στις 7 Δεκεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναίρεση κατά της αποφάσως τoυ Πρωτoδικείoυ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2005 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-366/03 και T-235/04.

Το αναιρεσείoν ζητεί από τo Δικαστήριo:

να αναιρέσει την απόφαση τoυ Πρωτoδικείoυ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα) της 5ης Οκτωβρίου 2005 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-366/03 και T-235/04, Land Oberösterreich και Αυστρία κατά Επιτροπής (1), αντικείμενο των οποίων ήταν η ακύρωση της αποφάσεως 2003/653/ΕΚ της Επιτροπής, της 2ας Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με τις εθνικές διατάξεις για την κατάργηση της χρήσεως γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στην Περιφέρεια της Άνω Αυστρίας, σύμφωνα με το άρθρο 95, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚ (2),

να ακυρώσει την παραπάνω απόφαση της Επιτροπής ή, επικουρικά, να αναπέμψει την υπόθεση στο Πρωτοδικείο,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγoι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Το Land Oberösterreich (η Περιφέρεια της Άνω Αυστρίας) προβάλλει ως λόγους αναιρέσεως μια διαδικαστική πλημμέλεια και παραβίαση του κοινοτικού δικαίου από το Πρωτοδικείο.

Κατά το αναιρεσείον, το Πρωτοδικείο, κατά την εξέταση του λόγου ακυρώσεως που στηριζόταν στην «παράβαση της Συνθήκης», πραγματεύθηκε, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, μόνο το στοιχείο των «ειδικών λόγων» και δεν εξέτασε καθόλου τα λοιπά στοιχεία του πραγματικού του άρθρου 95, παράγραφος 5, ΕΚ. Παρά τους ισχυρισμούς όμως που εξέθεσε το αναιρεσείον εκτενώς με το δικόγραφο της προσφυγής του και οι οποίοι στηρίζονταν σε συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία, το Πρωτοδικείο δεν εξέτασε το ζήτημα των ειδικών λόγων σε όσο βάθος απαιτούνταν, αν ληφθεί υπόψη η σημασία που είχε για την έκβαση της δίκης. Το Πρωτοδικείο δεν έλαβε υπόψη ότι ο ειδικός λόγος έγκειται στη μη δυνατότητα εφαρμογής παραδοσιακών μέτρων συνύπαρξης λόγω του μικρού μεγέθους των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Περιφέρεια της Άνω Αυστρίας και των ιδιαίτερα μεγάλων εκτάσεων βιολογικών καλλιεργειών στην περιφέρεια αυτή. Η παράλειψη ειδικής εξετάσεως του σχετικού ισχυρισμού συνιστά, κατά το αναιρεσείον, παραβίαση της υποχρεώσεως του Πρωτοδικείου να αιτιολογεί τις αποφάσεις του, πράγμα που αποτελεί διαδικαστική πλημμέλεια.

Η Επιτροπή εξέδωσε την απόφασή της χωρίς να δώσει στο Land Oberösterreich ή στη Δημοκρατία της Αυστρίας την ευκαιρία να διατυπώσουν την άποψή τους επί του μοναδικού αποδεικτικού στοιχείου της όλης διαδικασίας, δηλαδή επί της γνώμης που είχε εκδώσει η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων. Το Πρωτοδικείο καταλήγει, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, στο συμπέρασμα ότι το σκεπτικό του Δικαστηρίου σχετικά με το άρθρο 95, παράγραφος 4, ΕΚ, βάσει του οποίου το Δικαστήριο δέχτηκε ότι η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως δεν έχει εφαρμογή επί της διαδικασίας του άρθρου 95, παράγραφος 4, ΕΚ, μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς περιορισμούς στη διαδικασία του άρθρου 95, παράγραφος 5, ΕΚ. Το αναιρεσείον αντικρούει τη νομική άποψη αυτή. Κατά το αναιρεσείον, δεν πρέπει να μη ληφθεί υπόψη ότι οι αποφάσεις του Δικαστηρίου στις οποίες παραπέμπει η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκαν στο πλαίσιο του τότε ισχύοντος ακόμη άρθρου !00 Α της Συνθήκης ΕΚ, το οποίο δεν έκανε καμία διάκριση μεταξύ της διατηρήσεως σε ισχύ των υφισταμένων διατάξεων των κρατών μελών και της θεσπίσεως νέων διατάξεων από τα κράτη μέλη. Το αναιρεσείον υποστηρίζει περαιτέρω ότι η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως αποτελεί θεμελιώδη διαδικαστική αρχή, η ισχύς της οποίας δεν επιτρέπεται να περιορίζεται αδικαιολόγητα ακόμη και από λόγους οικονομίας της διαδικασίας. Επομένως, ο λόγος αυτός αρκούσε για να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής.


(1)  ΕΕ C 296 της 26ης Νοεμβρίου 2005.

(2)  ΕΕ L 230, σ. 34.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/16


Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το Tribunal de Primière Instance de Bruxelles, με απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση Εισαγγελική Αρχή — Πολιτικώς ενάγοντες: Union des Dentistes et Stomatologistes de Belgique, U.P.R. και Jean Totolidis κατά Ioannis Doulamis

(Υπόθεση C-446/05)

(2006/C 48/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Με απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 14 Δεκεμβρίου 2005, το Tribunal de Primière Instance de Bruxelles, στο πλαίσιο της δίκης Εισαγγελική Αρχή — Πολιτικώς ενάγοντες: Union des Dentistes et Stomatologistes de Belgique, U.P.R. και Jean Totolidis κατά Ιωάννης Δουλαμής, ζητεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του ακολούθου ερωτήματος:

Έχει το άρθρο 81, σε συνδυασμό με τα άρθρα 3, σημείο 1, ζ' και 10, παράγραφος 2 της Συνθήκης την έννοια ότι αντίκειται στην διά εθνικού νόμου, εν προκειμένω του νόμου της 15ης Απριλίου 1958 περί διαφημίσεως στον τομέα της οδοντιατρικής, απαγόρευση (έναντι οιουδήποτε) σε πρόσωπα παρέχοντα οδοντιατρικές υπηρεσίες στο πλαίσιο ασκήσεως ελευθερίου επαγγέλματος ή λειτουργίας οδοντιατρείου, να πραγματοποιούν οποιαδήποτε διαφήμιση άμεσα ή έμμεσα στον τομέα της οδοντιατρικής;


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/16


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Cour d'Appel de Paris, με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση Εταιρία Thomson Multimedia Sales Europe κατά Διοικήσεως Τελωνείων και Εμμέσων Φόρων

(Υπόθεση C-447/05)

(2006/C 48/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 16 Δεκεμβρίου 2005, το Cour d'Appel de Paris, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Εταιρίας Thomson Multimedia Sales Europe και Διοικήσεως Τελωνείων και Εμμέσων Φόρων, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί του εξής ερωτήματος:

Είναι άκυρο το παράρτημα 11 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993 (1), ως αντίθετο προς το άρθρο 24 του κανονισμού 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (2), καθόσον τούτο καταλήγει να θεωρείται ως καταγωγής ΚΟΡΕΑΣ δέκτης τηλεοράσεως κατασκευαζόμενος στην Πολωνία υπό τις προϋποθέσεις που περιγράφονται στη διαδικασία;


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 302, σ. 1.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/17


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Cour d'Appel de Paris, με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση Εταιρία Vestel France κατά Διοικήσεως Τελωνείων και Εμμέσων Φόρων

(Υπόθεση C-448/05)

(2006/C 48/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 16 Δεκεμβρίου 2005, το Cour d'Appel de Paris, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Εταιρίας Vestel France και Διοικήσεως Τελωνείων και Εμμέσων Φόρων, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί του εξής ερωτήματος:

Είναι άκυρο το παράρτημα 11 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993 (1), ως αντίθετο προς το άρθρο 24 του κανονισμού 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (2), καθόσον τούτο καταλήγει να θεωρείται ως καταγωγής ΚΙΝΑΣ δέκτης τηλεοράσεως κατασκευαζόμενος στην Τουρκία υπό τις προϋποθέσεις που περιγράφονται στη διαδικασία;


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 302, σ. 1.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/17


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου που ασκήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-452/05)

(2006/C 48/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τις S. Pardo Quintillán και F. Simonetti, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 19 Δεκεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, μη δυνάμενο να εξασφαλίσει ότι το ελάχιστο ποσοστό μειώσεως του συνολικού φορτίου που εισέρχεται σε όλους του σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων είναι τουλάχιστον 75 % για τον ολικό φώσφορο και τουλάχιστον 75 % για το ολικό άζωτο, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, λόγω εσφαλμένης εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (1)·

2)

να καταδικάσει το Λουξεμβούργο στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Το Λουξεμβούργο ανέφερε το 1999 ότι, αντί να εφαρμόσει αυστηρότερη επεξεργασία σε όλους τους σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων στην επικράτειά του, επέλεξε να στηριχθεί στο άρθρο 5, παράγραφος 4, που προβλέπει συνολική εκτίμηση του επιπέδου μειώσεως του αζώτου και του φωσφόρου για όλους τους αστικούς οικισμούς του Λουξεμβούργου.

Ωστόσο, σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες από το Λουξεμβούργο σχετικά με το ποσοστό συνολικής μειώσεως του φορτίου που εισέρχεται σε όλους τους σταθμούς επεξεργασίας, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 4.

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να θεωρήσει ότι οι λουξεμβουργιανές αρχές δεν απέδειξαν ότι το ελάχιστο ποσοστό μειώσεως του συνολικού φορτίου σε άζωτο και φωσφόρο φθάνει τουλάχιστον το 75 % για καθεμία από τις δύο παραμέτρους. Κατά συνέπεια, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 4.


(1)  ΕΕ L 135, σ. 40.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/18


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου του Βελγίου που ασκήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-459/05)

(2006/C 48/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον H. Stovlbaek και την D. Maidani, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 23 Δεκεμβρίου 2005, προσφυγή κατά του Βασιλείου του Βελγίου.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο του Βελγίου, μη θεσπίζοντας όλες τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη συμμόρφωσή του προς την οδηγία 2001/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 2001, που τροποποιεί τις οδηγίες 89/48/ΕΟΚ και 92/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων, καθώς και τις οδηγίες 77/452/ΕΟΚ, 77/453/ΕΟΚ, 78/686/ΕΟΚ, 78/687/ΕΟΚ, 78/1026/ΕΟΚ, 78/1027/ΕΟΚ, 80/154/ΕΟΚ, 80/155/ΕΟΚ, 85/384/ΕΟΚ, 85/432/ΕΟΚ, 85/433/ΕΟΚ και 93/16/ΕΟΚ του Συμβουλίου, που αφορούν το επάγγελμα του νοσηλευτού υπεύθυνου για γενικές φροντίδες, του οδοντιάτρου, του κτηνιάτρου, της μαίας, του αρχιτέκτονα, του φαρμακοποιού και του ιατρού (1), και, εν πάση περιπτώσει, μη γνωστοποιώντας τες στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

2)

να καταδικάσει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Το άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/19 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις απαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την οδηγία αυτή, το αργότερο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2003, ενημερώνοντας αμέσως την Επιτροπή.

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το Βασίλειο του Βελγίου δεν έλαβε όλα τα μέτρα που ήσαν προς τούτο αναγκαία ή, εν πάση περιπτώσει, δεν τα γνωστοποίησε στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 206, σ. 1.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/18


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου της Δανίας, που ασκήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-461/05)

(2006/C 48/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους G. Wilms και H. C. Støvlbæk, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 23 Δεκεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Βασιλείου της Δανίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο της Δανίας, καθόσον αρνήθηκε, αφενός, να υπολογίσει και να καταβάλει ίδιους πόρους που δεν εισπράχθηκαν λόγω της εισαγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού με τελωνειακή ατέλεια, και, αφετέρου, να καταβάλει τόκους υπερημερίας επί των ιδίων πόρων τους οποίους παρέλειψε να αποδώσει στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού 1552/89 για το διάστημα μέχρι 31ης Μαΐου 2000 και από τα αυτά άρθρα του κανονισμού 1150/2000 για το μετέπειτα διάστημα, να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή φρονεί ότι η Δανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 για το μέχρι και τις 31 Μαΐου 2000 διάστημα και από τα άρθρα 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 για το διάστημα από 1ης Ιουνίου 2000 μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2002 διότι παρέλειψε να καταβάλει ίδιους πόρους για την εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού.

Η παραβίαση αυτή της Συνθήκης συνεχίστηκε μέχρι τη θέση σε ισχύ του κανονισμού (ΕΚ) 150/2003, ήτοι μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2003. Σύμφωνα με τον κανονισμό αυτόν, η επιβολή τελωνειακών δασμών επί της εισαγωγής συγκεκριμένων τύπων στρατιωτικού εξοπλισμού είναι δυνατόν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να ανασταλεί από την ημερομηνία αυτή.

Σύμφωνα με την Επιτροπή, αν ένα κράτος μέλος δεν εφαρμόζει τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου περί τελωνειακών δασμών, με συνέπεια την απώλεια ιδίων πόρων, υποχρεούται να καταβάλει στην Κοινότητα το ισόποσο της απώλειας αυτής. Στο ποσό αυτό πρέπει ενδεχομένως να προστεθούν και τόκοι υπερημερίας σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 και του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000.

Οι δανικές αρχές όφειλαν, βάσει των άρθρων 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 και του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000, να έχουν υπολογίσει και βεβαιώσει τα ποσά που αντιστοιχούσαν στις εν λόγω εισαγωγές εντός της προβλεπόμενης περιόδου, σύμφωνα με το άρθρο 217, παράγραφος 1, του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, και να έχουν καταβάλει τα ποσά αυτά στην Επιτροπή.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εκτιμά ότι η Δανία, μολονότι της ζητήθηκε, δεν προέβη στους αναγκαίους υπολογισμούς για τον καθορισμό των ποσών αυτών, τα οποία δεν κατεβλήθησαν στην Κοινότητα ως ίδιοι πόροι εξαιτίας της εν λόγω παραβιάσεως της Συνθήκης, που ξεκίνησε κατά το λογιστικό έτος 1998.

Η Επιτροπή διαπιστώνει επίσης ότι δεν της κατεβλήθησαν πριν από τις 31 Μαρτίου 2002 τα ποσά που αντιστοιχούσαν στην εν λόγω τελωνειακή οφειλή.

Η Επιτροπή συνεπώς φρονεί ότι η Δανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, 9, 10 και 11 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) 1552/89 και του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1150/2000 καθόσον δεν βεβαίωσε ίδιους πόρους για την εισαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού, ούτε απέδωσε τους πόρους αυτούς στην Επιτροπή.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/19


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου των Κάτων Χωρών που ασκήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-463/05)

(2006/C 48/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την Dominique Maidani και τον Wouter Wils, άσκησε στις 22 Δεκεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Βασιλείου των Κάτων Χωρών.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, μη λαμβάνοντας τα αναγκαία νομοθετικά και κανονιστικά μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2002/47/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, ή τουλάχιστον μη ανακοινώντας τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από την οδηγία αυτή·

2)

να καταδικάσει το Βασίλειο των Κάτω Χωρών στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Το άρθρο 11 της οδηγίας 2002/47 ορίζει ότι τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την οδηγία αυτή το αργότερο στις 27 Δεκεμβρίου 2003 και ότι ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Η Επιτροπή οφείλει να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών δεν έχει ακόμη θεσπίσει τα μέτρα αυτά ή τουλάχιστον δεν τα έχει ανακοινώσει στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 168, σ. 43.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/19


Αίτηση αναιρέσεως του Ομίλου Danone, της 4ης Ιανουαρίου 2006, κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 25 Οκτωβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πέμπτο τμήμα) στην υπόθεση T-38/02, Όμιλος Danone κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-3/06 P)

(2006/C 48/37)

γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο Όμιλος Danone, εκπροσωπούμενος από τους A. Winckler και S. Sorinas, δικηγόρους, άσκησε στις 4 Ιανουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναίρεση κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 25 Οκτωβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πέμπτο τμήμα) στην υπόθεση T-38/02, Όμιλος Danone κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει εν μέρει, δυνάμει του άρθρου 225, παράγραφος 1, EΚ, και του άρθρου 61 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, την απόφαση που εξέδωσε το Πρωτοδικείο στις 25 Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση T-38/02, Όμιλος Danone κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθόσον με αυτήν το Πρωτοδικείο (i) απορρίπτει τον λόγο ακυρώσεως που αντλείται από αβάσιμη συνεκτίμηση της επιβαρυντικής για τον αναιρεσείοντα περιστάσεως της υποτροπής και (ii) μεταρρυθμίσει την εφαρμοζόμενη από την Επιτροπή μέθοδο υπολογισμού του προστίμου·

να δεχθεί τα αιτήματα που διατύπωσε πρωτοδίκως ο Όμιλος Danone ως προς τον λόγο ακυρώσεως που αντλείται από αβάσιμη συνεκτίμηση της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής και να μειώσει, συνακόλουθα, βάσει των άρθρων 229 EΚ και 17 του κανονισμού 17 (1), το επιβληθέν από την Επιτροπή πρόστιμο·

να μειώσει, βάσει των άρθρων 229 EΚ και 17 του κανονισμού 17, το ύψος του προστίμου αναλόγως του ποσοστού κατά το οποίο το Πρωτοδικείο περιόρισε τη μείωση λόγω συνδρομής ελαφρυντικών περιστάσεων·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα:

Προς στήριξη της αιτήσεως του αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει πέντε λόγους για τη μερική εξαφάνιση της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως. Οι λόγοι αυτοί αντλούνται, αφενός, από εσφαλμένη εκτίμηση, εκ μέρους του Πρωτοδικείου, της έννοιας της υποτροπής και, αφετέρου, από τον προδήλως παράνομο χαρακτήρα της μεταρρυθμίσεως της μεθόδου υπολογισμού του προστίμου, η οποία είχε ως αποτέλεσμα περιορισμό του ποσοστού μειώσεως του προστίμου λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων, και ως εκ τούτου, αύξηση του ποσού του προστίμου σε σχέση με το ποσό που θα προέκυπτε αν το Πρωτοδικείο είχε μειώσει το ποσοστό προσαυξήσεως λόγω συνδρομής επιβαρυντικών περιστάσεων από 50 % σε 40 %, χωρίς να προβεί σε μεταρρύθμιση της εφαρμοζόμενης από την Επιτροπή μεθόδου υπολογισμού του προστίμου.

Προς στήριξη της θέσεώς του περί εσφαλμένης εκτιμήσεως της έννοιας της υποτροπής, ο αναιρεσείων προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως.

Πρώτον, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο παραβίασε την αρχή της νομιμότητας των εγκλημάτων και των ποινών και τη συνακόλουθη αρχή της μη αναδρομικότητας των αυστηρότερων ποινικών νόμων, καθόσον δέχθηκε την αύξηση του επιβαλλόμενου στον αναιρεσείοντα προστίμου λόγω της συνδρομής της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής, χωρίς να θεμελιώνει την απόφασή του σε νομική διάταξη παρέχουσα σαφή και επαρκή νομική βάση.

Δεύτερον, ο αναιρεσείων εκτιμά ότι το Πρωτοδικείο προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή της αρχής της ασφάλειας δικαίου, καθόσον, εν αντιθέσει προς τη νομολογία του Δικαστηρίου, δεν περιόρισε κατά χρόνο τη συνδρομή της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής.

Τέλος, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι η απόφαση ενέχει αντιφατική αιτιολογία η οποία συνεπάγεται πλημμελή αιτιολογία όσον αφορά την εκτίμηση του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της υποτροπής και της αναγκαιότητας να εξασφαλισθεί ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των προστίμων.

Ο αναιρεσείων προβάλλει περαιτέρω δύο λόγους αναιρέσεως προς στήριξη της θέσεώς του περί του προδήλως παράνομου χαρακτήρα της αυξήσεως του ύψους του προστίμου το οποίο καθόρισε το Πρωτοδικείο μετά τη μεταρρύθμιση της μεθόδου εφαρμογής του διορθωτικού συντελεστή που προβλέπεται στις περιπτώσεις συνδρομής ελαφρυντικών περιστάσεων. Με τον κύριο εκ των δύο αυτών λόγων, ο αναιρεσείων προσάπτει στο Πρωτοδικείο υπέρβαση εξουσίας, αναρμοδιότητα και παράβαση των άρθρων 229 και 230 EΚ. Ο λόγος αυτός αναλύεται σε δύο σκέλη.

Αφενός, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο παραβίασε τα όρια της κατά τα άρθρα 229 και 230 EΚ αρμοδιότητάς του, μεταρρυθμίζοντας τη απόφαση της Επιτροπής ως προς τον τρόπο υπολογισμού του προστίμου.

Αφετέρου, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο αποφάνθηκε ultra petita, καθώς μεταρρύθμισε τη μέθοδο υπολογισμού του ποσοστού της επιβαλλόμενης λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων μειώσεως, με αποτέλεσμα να αυξήσει το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου.

Επικουρικώς, ο αναιρεσείων προβάλλει ένα δεύτερο λόγο αντλούμενο από προσβολή των δικαιωμάτων του άμυνας και από παραβίαση της αρχής της μη αναδρομικότητας των ποινών. Συγκεκριμένα, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο, παραλείποντας να θέσει κατά την κατ' αντιπαράθεση συζήτηση το ζήτημα της προθέσεώς του να μεταρρυθμίσει τη μέθοδο υπολογισμού και να αυξήσει το ύψος του προστίμου, παραβίασε μια θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου, γεγονός που είχε σαφείς επιπτώσεις στην εκ μέρους του αναιρεσείοντος άσκηση των δικαιωμάτων του άμυνας. Επιπροσθέτως, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο εφάρμοσε αναδρομικά στην απόφαση «Bière belge» του 2001 νομολογία του 2003, η οποία αποσαφηνίσει τον τρόπο εφαρμογής του διορθωτικού συντελεστή λόγω συνδρομής ελαφρυντικών περιστάσεων κατά τον υπολογισμό των προστίμων.


(1)  Κανονισμός 17: Πρώτος κανονισμός εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της Συνθήκης (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/01, σ. 25).


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/20


Αίτηση αναιρέσεως που άσκησε ο J. Ouariachi στις 4 Ιανουαρίου 2006 κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πέμπτο τμήμα) στις 26 Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση T-124/04, J. Ouariachi κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-4/06 P)

(2006/C 48/38)

γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο J. Ouariachi, εκπροσωπούμενος από τον L. Dupong, δικηγόρο, άσκησε στις 4 Ιανουαρίου 2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναίρεση κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πέμπτο τμήμα) της 26ης Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση T-124/04, J. Ouariachi κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και εν συνεχεία:

να διατάξει κάθε αναγκαίο αποδεικτικό μέσο, προκειμένου να αποδειχθεί το υποστατό της πλαστογραφίας που διέπραξε ο Louis Charles, η εν γένει συμπεριφορά του κατά την απαγωγή των τέκνων του αναιρεσείοντος και η σχέση μεταξύ της πλαστογραφίας και της εκδόσεως των θεωρήσεων των τέκνων του αναιρεσείοντος από τις σουδανικές αρχές, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διευκολυνθεί η απαγωγή τους,

να διατάξει την αυτοπρόσωπη εμφάνιση του Louis Charles,

να διατάξει την παροχή πληροφοριών από την αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως στο Χαρτούμ,

να διατάξει την προσκόμιση του φακέλου που υπέβαλε η κα. Ronda στο προξενείο του Σουδάν στο Ραμπάτ προκειμένου να χορηγηθεί θεώρηση στην ίδια και στα τέκνα της,

να διατάξει κάθε άλλο πρόσφορο μέτρο προς διαπίστωση της αλήθειας.

να κρίνει την αγωγή παραδεκτή και βάσιμη,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει στον προσφεύγοντα κατ' αποκοπήν το συνολικό ποσό των 100 000 ευρώ ως αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστη,

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων, μαροκινής και ισπανικής ιθαγενείας, ζητεί την αποκατάσταση της ζημίας (ύψους 100 000 ευρώ κατ' εκτίμηση) που του προκάλεσε ο L. Charles, πρώην ειδικός υπάλληλος της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως στο Χαρτούμ (Σουδάν), διαπράττοντας παράνομες πράξεις κατά την άσκηση των καθηκόντων του και, μεταξύ άλλων, πλαστογραφία: εξέδωσε πλαστή πρόσκληση της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως στο Χαρτούμ, βάσει της οποίας το Προξενείο του Σουδάν στο Ραμπάτ (Μαρόκο) εξέδωσε θεώρηση για την πρώην σύζυγο και τα τέκνα του αναιρεσείοντος, πράξη που εμπίπτει στην πραγματική υπόσταση του εγκλήματος της διεθνούς απαγωγής των τέκνων του αναιρεσείοντος.

Ο αναιρεσείων φρονεί ότι το Πρωτοδικείο εσφαλμένως έκρινε την αγωγή του απαράδεκτη, χωρίς να διατάξει αποδεικτικά μέσα και χωρίς να διαπιστώσει:

τον παράνομο χαρακτήρα της συμπεριφοράς του L. Charles,

τον άμεσο σύνδεσμο μεταξύ της εν λόγω παράνομης συμπεριφοράς και της παραπλανήσεως των σουδανικών αρχών, οι οποίες ως εκ τούτου χορήγησαν θεώρηση στα τέκνα του, χωρίς συγκατάθεση του πατέρα τους (δηλαδή του αναιρεσείοντος).


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/21


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 11/01/2006

(Υπόθεση C-13/06)

(2006/C 48/39)

Γλώσσα διαδικασίας ελληνική

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τον κ. Δημήτρη Τριανταφύλου με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 11/01/2006 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι:

1)

Η Ελληνική Δημοκρατία, επιβάλλοντας ΦΠΑ στις υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται στην παροχή οδικής βοήθειας στην περίπτωση βλάβης, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 (Β)α της 'Εκτης οδηγίας (1)

2)

καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο ελληνικός οργανισμός οδικής βοήθειας (ΕΛΠΑ), μολονότι δεν υπάγεται στις ασφαλιστικές οδηγίες, ασκεί ασφαλιστική δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 13 Βα της 6ης Οδηγίας ΦΠΑ.

Επικαλείται, εκτός από άλλες γλωσσικές αποδόσεις της οδηγίας,

την αρχή της ουδετερότητας του ΦΠΑ, που απαιτεί η ίδια δραστηριότητα να φορολογείται κατά τον ίδιο τρόπο, ανεξαρτήτως του φορέά της

τον νομολογιακό ορισμό της έννοιας της «ασφαλίσεως» (υπόθεση CPP, C-349/96) ως καλύπτουσας την οδική βοήθεια σε περίπτωση βλάβης

την αυτονομία των φορολογικών διατάξεων σε σχέση με τις λοιπές κοινοτικές διατάξεις (ασφαλιστικές οδηγίες)

την υπαγωγή της οδικής βοήθειας από ασφαλιστές στην ασφαλιστική οδηγία 73/239 (όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 84/641).


(1)  EE ειδ. έκδ. 09/001, σ.49


ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/22


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — FIAMM και FIAMM Technologies κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-69/00) (1)

(«Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας - Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) - Λήψη αντιποίνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ - Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ - Έννομα αποτελέσματα - Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της - Αιτιώδης συνάφεια - Ασυνήθης και ειδική ζημία»)

(2006/C 48/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Ενάγουσες: Fabbrica italiana accumulatori motocarri Montecchio SpA (FIAMM) (Montecchio Maggiore, Ιταλία) και Fabbrica italiana accumulatori motocarri Montecchio Technologies, Inc. (FIAMM Technologies) (East Haven, Delaware, Ηνωμένες Πολιτείες) [εκπρόσωποι: I. Van Bael, A. Cevese και F. Di Gianni, δικηγόροι]

Εναγόμενα: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [εκπρόσωποι: G. Maganza, J. Huber, F. Ruggeri Laderchi και S. Marquardt] και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικώς, P. Kuijper, L. Gussetti, V. Di Bucci, C. Brown και E. Righini και, εν συνεχεία, P. Kuijper, L. Gussetti, V. Di Bucci και E. Righini]

Παρεμβαίνον υπέρ των εναγομένων: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωποι: αρχικώς, R. Silva de Lapuerta και, εν συνεχεία, E. Braquehais Conesa)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που απορρέει, όπως υποστηρίζεται, από τον πρόσθετο δασμό του οποίου η επιβολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής επί των εισαγωγών στασίμων συσσωρευτών των εναγουσών επετράπη από το όργανο επιλύσεως διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), κατόπιν της διαπιστώσεως του ασυμβιβάστου του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τις συμφωνίες και τα μνημόνια που έχουν προσαρτηθεί στη Συμφωνία περί ιδρύσεως του ΠΟΕ

Διατακτικό της αποφάσεως

1.

Απορρίπτει την αγωγή.

2.

Οι ενάγουσες φέρουν, επιπλέον των δικών τους δικαστικών εξόδων, τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή.

3.

Το Βασίλειο της Ισπανίας φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 135 της 13.5.2000


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/22


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Laboratoire du Bain κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-151/00) (1)

(«Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας - Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) - Εφαρμογή αντιποίνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, υπό μορφή επιβολής επιπλέον δασμού στις εισαγωγές από την Κοινότητα, με άδεια του ΠΟΕ - Απόφαση του οργάνου διευθετήσεως των διαφορών του ΠΟΕ - Έννομα αποτελέσματα - Ευθύνη της Κοινότητας ελλείψει παράνομης συμπεριφοράς των οργάνων της - Αιτιώδης συνάφεια - Ειδική και μη φυσιολογική ζημία»)

(2006/C 48/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Laboratoire du Bain (Nontron, Γαλλία) [εκπρόσωποι: C. Lazarus, F. Prunet και L. Van den Hende, δικηγόροι]

Εναγόμενοι: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [εκπρόσωποι: J. Huber, F. Ruggeri Laderchi] και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικά, L. Gussetti, V. di Bucci, C. Brown, E. Righini και M. De Pauw και, στη συνέχεια, P. Kuijper, L. Gussetti, V. di Bucci, C. Brown και E. Righini]

Παρεμβαίνον υπέρ των εναγομένων: Βασίλειο της Ισπανίας [εκπρόσωποι: αρχικά, R. Silva de Lapuerta και, στη συνέχεια, E. Braquehais Conesa]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας από την επιβολή επιπλέον δασμού από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής επί των εισαγωγών αναβραζόντων προϊόντων λουτρού της ενάγουσας, η οποία επετράπη από το όργανο διευθετήσεως των διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) κατόπιν της διαπιστώσεως του ασυμβιβάστου του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τις συμφωνίες και τα μνημόνια που έχουν προσαρτηθεί στην απόφαση περί ιδρύσεως του ΠΟΕ.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την αγωγή.

2)

Υποχρεώνει την ενάγουσα να φέρει, πέραν των δικών της δικαστικών εξόδων, και τα δικαστικά έξοδα του Συμβουλίου και της Επιτροπής.

3)

Το Βασίλειο της Ισπανίας φέρει τα δικαστικά έξοδά του.


(1)  EE C 247 της 26.8.2000.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/23


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Reynolds κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-237/00) (1)

(«Υπάλληλοι - Απόσπαση προς το συμφέρον της υπηρεσίας - Άρθρο 38 του ΚΥΚ - Πολιτική ομάδα - Πρόωρη λήξη της αποσπάσεως - Δικαιώματα άμυνας - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη - Καθήκον αρωγής - Υπέρβαση εξουσίας - Προσφυγή ακυρώσεως - Αγωγή αποζημιώσεως - Εν μέρει ακύρωση αποφάσεως του Πρωτοδικείου - Δεδικασμένο»)

(2006/C 48/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

ΠροσφεύγωνEνάγων: Patrick Reynolds (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: P. Legros και S. Rodriguez, δικηγόροι]

ΚαθούΕναγόμενος: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο [εκπρόσωποι: H. Von Hertzen και D. Moore]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αφενός, αίτηση ακυρώσεως της από 18 Ιουλίου 2000 αποφάσεως του γενικού γραμματέα του Κοινοβουλίου, περί λήξεως της αποσπάσεως, προς το συμφέρον της υπηρεσίας, του προσφεύγοντος-ενάγοντος στην πολιτική ομάδα «Ευρώπη για τη Δημοκρατία και τη Διαφορά» και επανεντάξεώς του στη γενική διεύθυνση πληροφοριών και δημοσίων σχέσεων και, αφετέρου, αγωγή αποζημιώσεως για αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη ο προσφεύγων-ενάγων λόγω της αποφάσεως αυτής καθώς και ενεργειών της εν λόγω πολιτικής ομάδας και ορισμένων μελών της.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει την από 18 Ιουλίου 2000 απόφαση του γενικού γραμματέα του Κοινοβουλίου, περί λήξεως της αποσπάσεως, προς το συμφέρον της υπηρεσίας, του προσφεύγοντος-ενάγοντος στην πολιτική ομάδα ΕΔΔ και επανεντάξεώς του στη γενική διεύθυνση πληροφοριών και δημοσίων σχέσεων του Κοινοβουλίου, καθόσον τυγχάνει εφαρμογής από 15 Ιουλίου 2000 και μέχρι τις 24 Ιουλίου 2000.

2)

Υποχρεώνει το Κοινοβούλιο να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα αποζημίωση αντιστοιχούσα στη διαφορά μεταξύ των αποδοχών που έπρεπε να είχε λάβει ως υπάλληλος βαθμού Α 2, κλιμάκιο 1, και των αποδοχών που έλαβε κατόπιν της επανεντάξεώς του στον βαθμό LA 5, κλιμάκιο 3, για τη χρονική περίοδο από 15 έως 24 Ιουλίου 2000, πλέον τόκων υπερημερίας από της ημερομηνίας κατά την οποία οφείλονταν τα ποσά που απαρτίζουν την εν λόγω αποζημίωση μέχρι την ημέρα της πραγματικής καταβολής. Το εφαρμοστέο επιτόκιο υπολογίζεται βάσει του επιτοκίου που καθορίζει η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα για τις κυριότερες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως, το οποίο ισχύει κατά την εν λόγω περίοδο, πλέον δύο μονάδων.

3)

Κρίνει απαράδεκτη την αγωγή αποζημιώσεως καθόσον σκοπεί την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τη μη αφορώσα τη λήψη αποφάσεων συμπεριφορά της ομάδας ΕΔΔ και ορισμένων μελών της.

4)

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή-αγωγή.

5)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα που αφορούν το σύνολο των διαδικασιών της σκέψης 213 της αποφάσεως.


(1)  EE C 302 της 21.10.2000.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/23


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Groupe Fremaux και Palais Royal κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-301/00) (1)

([Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας - Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) - Αντίποινα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ - Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ - Έννομα αποτελέσματα - Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της - Αιτιώδης συνάφεια - Ασυνήθης και ειδική ζημία])

(2006/C 48/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Ενάγουσες: Groupe Fremaux SA (Παρίσι, Γαλλία) και Palais Royal Inc. (Charlottesville, Βιρτζίνια, Ηνωμένες Πολιτείες) [εκπρόσωποι: C. Lazarus, F. Prunet και L. Van den Hende, δικηγόροι]

Εναγόμενοι: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [εκπρόσωποι: J. Huber, F. Ruggeri Laderchi και S. Marquardt] και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικώς E. Righini, L. Gussetti και M. De Pauw, στη δε συνέχεια P. Kuijper, V. Di Bucci, C. Brown και E. Righini]

Παρεμβαίνουσα υπέρ των εναγομένων: Βασίλειο της Ισπανίας [εκπρόσωποι: αρχικώς ο R. Silva de Lapuerta, στη δε συνέχεια ο E. Braquehais Conesa]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που απορρέει, όπως υποστηρίζεται, από τον πρόσθετο δασμό του οποίου η επιβολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής επί των εισαγωγών βαμβακερών κλινοσκεπασμάτων των εναγουσών επετράπη από το όργανο επιλύσεως διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), κατόπιν της διαπιστώσεως του ασυμβιβάστου του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τις συμφωνίες και τα μνημόνια που έχουν προσαρτηθεί στη Συμφωνία περί ιδρύσεως του ΠΟΕ.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την αγωγή.

2)

Καταδικάζει τις ενάγουσες να φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή.

3)

Το Βασίλειο της Ισπανίας θα φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 335 της 9.12.2000.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/24


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — CD Cartondruck κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-320/00) (1)

([Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας - Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) - Αντίποινα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ - Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ - Έννομα αποτελέσματα - Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της - Αιτιώδης συνάφεια - Ασυνήθης και ειδική ζημία])

(2006/C 48/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Ενάγουσa: CD Cartondruck AG (Obersulm, Γερμανία) [εκπρόσωποι: αρχικώς H.-J. Niemeyer και W. Berg, στη δε συνέχεια W. Berg, δικηγόροι]

Εναγόμενοι: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [εκπρόσωποι: J. Huber και S. Marquardt] και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικώς B. Jansen και S. Fries, στη δε συνέχεια P. Kuijper και S. Fries]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που απορρέει, όπως υποστηρίζεται, από τον πρόσθετο δασμό του οποίου η επιβολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής επί των εισαγωγών πτυσσόμενων κυτίων από χαρτί της ενάγουσας επετράπη από το όργανο επιλύσεως διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), κατόπιν της διαπιστώσεως του ασυμβιβάστου του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τις συμφωνίες και τα μνημόνια που έχουν προσαρτηθεί στη Συμφωνία περί ιδρύσεως του ΠΟΕ.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την αγωγή.

2)

Καταδικάζει την ενάγουσα να φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή.


(1)  EE C 335 της 9.12.2000.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/24


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Beamglow κατά Κοινοβουλίου κ.λπ.

(Υπόθεση T-383/00) (1)

(«Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας - Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) - Λήψη αντιποίνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό τη μορφή πρόσθετου δασμού που επιβάλλεται επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ - Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ - Έννομα αποτελέσματα - Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση που δεν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων της - Αιτιώδης συνάφεια - Ασυνήθης και ειδική ζημία»)

(2006/C 48/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Beamglow Ltd (St Ives, Cambs, Ηνωμένο Βασίλειο) [εκπρόσωπος: D. Waelbroeck, δικηγόρος]

Εναγόμενα: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο [εκπρόσωποι: R. Passos και K. Bradley], Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [εκπρόσωποι: S. Marquardt και M. Bishop] και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: P. Kuijper, C. Brown και E. Righini]

Παρεμβαίνον υπέρ των εναγομένων: Βασίλειο της Ισπανίας [εκπρόσωποι: αρχικώς, R. Silva de Lapuerta και, εν συνεχεία, E. Braquehais Conesa]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που απορρέει, όπως υποστηρίζεται, από τον πρόσθετο δασμό του οποίου η επιβολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής επί των εισαγωγών πτυσσόμενων κουτιών από τυπωμένο και διακοσμημένο χαρτόνι της ενάγουσας επετράπη από το όργανο επιλύσεως διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), κατόπιν της διαπιστώσεως του ασυμβιβάστου του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τις συμφωνίες και τα μνημόνια που έχουν προσαρτηθεί στη Συμφωνία περί ιδρύσεως του ΠΟΕ

Διατακτικό της αποφάσεως

1.

Απορρίπτει την αγωγή ως απαράδεκτη κατά το μέρος που στρέφεται κατά του Κοινοβουλίου.

2.

Απορρίπτει την αγωγή κατά τα λοιπά ως αβάσιμη.

3.

Η ενάγουσα φέρει, επιπλέον των δικών της δικαστικών εξόδων, τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή.

4.

Το Βασίλειο της Ισπανίας φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 61 της 24.2.2001


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/25


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — Infront WM κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-33/01) (1)

(Τηλεοπτικές εκπομπές - Οδηγία 89/552/ΕΟΚ - Οδηγία 97/36/ΕΚ - Άρθρο 3α - Εκδηλώσεις μείζονος σημασίας για την κοινωνία - Παραδεκτό - Παραβίαση ουσιωδών τύπων)

(2006/C 48/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Infront WM AG, πρώην KirchMedia WM AG (Zug, Ελβετία) (εκπρόσωποι: αρχικώς C. Lenz, A. Bardong, avocats, κα E. Batchelor, solicitor, κατόπιν δε C. Lenz, E. Batchelor, R. Denton, solicitors, F. Carlin, barrister, και M. Clough, QC).

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: K. Banks και M. Huttunen, επικουρούμενοι από J. Flynn, QC).

Παρεμβαίνοντες υπέρ της προσφεύγουσας: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: G. de Bergues), Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, (εκπρόσωποι: αρχικώς: J. Collins, κατόπιν R. Caudwell, τέλος M. Berthell, επικουρούμενος από K. Parker, QC), Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: C. Pennera και M. Moore) και Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: A. Lopes Sabino και M. Bishop).

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως που προβάλλεται ότι έλαβε η Επιτροπή κατ' εφαρμογήν του άρθρου 3α της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 298, σ. 23), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997 (ΕΕ L 202, σ. 60)

Διατακτικό της υποθέσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής, την περιεχόμενη στο από 28 Ιουλίου 2000 έγγραφό της, το απευθυνόμενο στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Η Γαλλική Δημοκρατία, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και το Κοινοβούλιο φέρουν τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας τα σχετικά με την παρέμβασή τους.

4)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, πλην των οριζομένων στο ανωτέρω σημείο 3.

5)

Οι παρεμβαίνοντες φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 134 της 5.5.2001.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/25


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Fedon & Figli κ.λπ κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-135/01) (1)

(«Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας - Ασυμβίβαστο του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) - Αντίποινα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπό μορφή πρόσθετου δασμού επί των προερχομένων από την Κοινότητα εισαγωγών κατόπιν αδείας του ΠΟΕ - Απόφαση του οργάνου επιλύσεως διαφορών του ΠΟΕ - Έννομα αποτελέσματα - Ευθύνη της Κοινότητας σε περίπτωση μη παράνομης συμπεριφοράς των οργάνων της - Αιτιώδης συνάφεια - Ασυνήθης και ειδική ζημία»)

(2006/C 48/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Ενάγουσες: Giorgio Fedon & Figli SpA (Vallesella di Cadore, Ιταλία), Fedon Srl (Pieve d'Alpago, Ιταλία) και Fedon America, Inc. (Wilmington, Delaware, ΗΠΑ) [εκπρόσωποι: I. Van Bael, A. Cevese και F. Di Gianni, avocats]

Εναγόμενοι: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης [εκπρόσωποι: S. Marquardt και F. Ruggeri Laderchi] και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικώς P. Kuijper, E. Righini, V. Di Bucci και B. Jansen, ακολούθως P. Kuijper, E. Righini και V. Di Bucci]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που, όπως ισχυρίζονται οι ενάγουσες, απορρέει από τον πρόσθετο δασμό του οποίου η επιβολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής επί των εισαγωγών θηκών γυαλιών των εναγουσών επετράπη από το όργανο επιλύσεως διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), κατόπιν της διαπιστώσεως του ασυμβιβάστου του κοινοτικού καθεστώτος εισαγωγής μπανανών με τις συμφωνίες και τα μνημόνια που έχουν προσαρτηθεί στη Συμφωνία περί ιδρύσεως του ΠΟΕ

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει τις ενάγουσες στα δικαστικά τους έξοδα, καθώς και στα δικαστικά έξοδα του Συμβουλίου και της Επιτροπής.


(1)  EE C 275 της 29.9.2001.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/26


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Honeywell κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-209/01) (1)

(«Προσφυγή ακυρώσεως - Ανταγωνισμός - Απόφαση της Επιτροπής που κηρύσσει συγκέντρωση ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά - Κανονισμός (ΕΟΚ) 4064/89 - Αλυσιτελής η εν μέρει προσβολή της αποφάσεως - Αγορές αεροσκαφών - Προσφυγή μη δυνάμενη να οδηγήσει στην ακύρωση αποφάσεως»)

(2006/C 48/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Honeywell International, Inc. (Morristown, New Jersey (Ηνωμένες Πολιτείες) [εκπρόσωποι: K. Lasok, QC, και F. Depoortere, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: R. Lyal, P. Hellström και F. Siredey-Garnier, agents]

Παρεμβαίνοντες υπέρ της προσφεύγουσας: Rolls-Royce plc (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο [εκπρόσωπος: A. Renshaw, solicitor] και Rockwell Collins, Inc. (Cedar Rapids, Iowa, ΗΠΑ) [εκπρόσωποι: T. Soames, J. Davies, A. Ryan, solicitors, P. Camesasca, δικηγόρος]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως 2004/134/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Ιουλίου 2001, που κηρύσσει συγκέντρωση ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και τη συμφωνία ΕΟΧ (υπόθεση COMP/M.2220 — General Electric/Honeywell) (ΕΕ 2004, L 48, σ. 1)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα έξοδα της Επιτροπής και των παρεμβαινουσών.


(1)  ΕΕ C 331 της 24.11.2001


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/26


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — General κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-210/01) (1)

(«Προσφυγή ακυρώσεως - Ανταγωνισμός - Απόφαση της Επιτροπής κρίνουσα ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά μία συγκέντρωση επιχειρήσεων - Κανονισμός (ΕΟΚ) 4064/89 - Αεροναυπηγική αγορά - Εξαγορά της Honeywell από την General Electric - Κάθετη ολοκλήρωση - Ομαδοποιημένες πωλήσεις - Αποτελέσματα αποκλεισμού - Οριζόντιες αλληλοεπικαλύψεις - Δικαιώματα άμυνας»)

(2006/C 48/49)

Γλώσσα διαδικασίας: αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: General Electric Company (Fairfield, Connecticut, Ηνωμένες Πολιτείες) [εκπρόσωποι: N. Green, C. Booth, QC, J. Simor, K. Bacon, barristers, S. Baxter, solicitor, L. Vogel και J. Vogel, δικηγόροι, και, αρχικώς, M. Van Kerckhove, avocat, στη συνέχεια δε, J. O'Leary, solicitor]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: R. Lyal, P. Hellström και F. Siredey-Garnier]

Παρεμβαίνουσες υπέρ της καθής: Rolls-Royce plc (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) [εκπρόσωπος: A. Renshaw, solicitor] και Rockwell Collins, Inc. (Cedar Rapids, Iowa, Ηνωμένες Πολιτείες) [εκπρόσωποι: T. Soames, J. Davies και A. Ryan, solicitors, και P.D. Camesasca, avocat]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως 2004/134/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Ιουλίου 2001, με την οποία κρίθηκε ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και τη συμφωνία ΕΟΧ μία συγκέντρωση επιχειρήσεων (υπόθεση COMP/M.2220 — General Electric κατά Honeywell) (ΕΕ 2004, L 48, σ. 1)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και εκείνα στα οποία υποβλήθηκαν η Επιτροπή και οι παρεμβαίνουσες.


(1)  ΕΕ C 331 της 24.11.2001.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/27


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Greencore Group κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-135/02) (1)

(«Εκτέλεση αποφάσεως του Πρωτοδικείου - Μείωση του προστίμου που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα - Παράλειψη και στη συνέχεια άρνηση της Επιτροπής να καταβάλει τόκους επί του επιδικασθέντος ποσού - Προσφυγή ακυρώσεως - Αρχή της ασφάλειας δικαίου»)

(2006/C 48/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Greencore Group plc (Δουβλίνο, Ιρλανδία) [εκπρόσωπος: A. Böhlke, avocat]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: αρχικώς ο K. Wiedner, στη συνέχεια οι P. Oliver και A. Nijenhuis, και τέλος οι A. Nijenhuis και M. Wilderspin]

Αντικείμενο της διαφοράς

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως της 11ης Φεβρουαρίου 2002, με την οποία η Επιτροπή δεν έκανε δεκτή την αίτηση της προσφεύγουσας η οποία ζητούσε να καταβληθούν στη θυγατρική της Irish Sugar plc τόκοι επί του ποσού που αποδόθηκε σ' αυτήν σε εκτέλεση αποφάσεως του Πρωτοδικείου.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει την απόφαση της 11ης Φεβρουαρίου 2002, με την οποία η Επιτροπή δεν έκανε δεκτή την αίτηση της προσφεύγουσας η οποία ζητούσε να καταβληθούν στη θυγατρική της Irish Sugar plc τόκοι επί του ποσού που αποδόθηκε σ' αυτήν σε εκτέλεση αποφάσεως του Πρωτοδικείου.

2)

Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων της αναιρέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου.


(1)  ΕΕ C 169 της 13.7.2002


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/27


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 13ης Δεκεμβρίου 2005 — Cwik κατά Επιτροπής

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-155/03, T-157/03 και T-331/03) (1)

(«Υπάλληλοι - Έκθεση βαθμολογίας - Περίοδοι 1995/1997, 1997/1999 και 1999/2001 - Προσφυγή ακυρώσεως - Ταυτόχρονη επικύρωση διαδοχικών εκθέσεων βαθμολογίας - Πλημμελής διαδικασία - Εκπρόθεσμη υποβολή - Προσωπικός φάκελος - Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως - Κατάχρηση εξουσίας - Ανακολουθία της αιτιολογίας - Αποκατάσταση της ζημίας - Υλική ζημία - Ηθική βλάβη»)

(2006/C 48/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Michael Cwik (Tervuren, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: N. Lhoëst και E. de Schietere de Lophem,]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: J. Currall και L. Lozano Palacios]

Αντικείμενο της διαφοράς

Αφενός, αιτήσεις ακυρώσεως των αποφάσεων της Επιτροπής που επικυρώνουν οριστικά τις εκθέσεις βαθμολογίας του προσφεύγοντος για τις περιόδους από 1 Ιουλίου 1995 έως 30 Ιουνίου 1997, από 1 Ιουλίου 1997 έως 30 Ιουνίου 1999 και από 1 Ιουλίου 1999 έως 30 Ιουνίου 2001 και, στο μέτρο που απαιτείται, τις αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες απορρίπτονται οι σχετικές με τις εκθέσεις αυτές ενστάσεις, καθώς και, αφετέρου, οι αγωγές αποζημιώσεως για την προβαλλόμενη υλική ζημία και την ηθική βλάβη

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει τις αποφάσεις της Επιτροπής που επικυρώνουν οριστικά τις εκθέσεις βαθμολογίας του προσφεύγοντος για τις περιόδους 1995/1997 και 1997/1999 καθώς και τις αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες απορρίπτονται οι σχετικές με αυτές τις εκθέσεις βαθμολογίας ενστάσεις.

2)

Καταδικάζει την Επιτροπή να καταβάλει στον προσφεύγοντα αποζημίωση 2 000 ευρώ.

3)

Απορρίπτει τις προσφυγές κατά τα λοιπά.

4)

Στις υποθέσεις T-155/03 και T-157/03, καταδικάζει την Επιτροπή στα έξοδα.

5)

Στην υπόθεση T-331/03, καταδικάζει την Επιτροπή να φέρει τα έξοδά της καθώς και το ήμισυ των εξόδων της προσφεύγουσας.


(1)  ΕΕ C 171 της 19.7.2003


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/28


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Castellblanch κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση Τ-29/04) (1)

(«Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος που περιλαμβάνει το λεκτικό στοιχείο “CRISTAL CASTELLBLANCH” - Προηγούμενο εθνικό λεκτικό σήμα CRISTAL - Ουσιαστική χρήση του προηγουμένου σήματος - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο α', και άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»)

(2006/C 48/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Castellblanch, SA (Sant Sadurni d'Anoia, Ισπανία) (εκπρόσωποι: F. de Visscher, E. Cornu, É. De Gryse και D. Moreau, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: I. de Medrano Caballero)

Αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Champagne Louis Roederer SA (Reims, Γαλλία) (εκπρόσωπος: P. Cousin, δικηγόρος)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 17ης Νοεμβρίου 2003 (υπόθεση R 37/2000-2), η οποία αφορά διαδικασία ανακοπής μεταξύ Castellblanch, SA και Champagne Louis Roederer SA

Διατακτικό της αποφάσεως

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 71 της 20.3.2004


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/28


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Δεκεμβρίου 2005 — Gorostiaga Atxalandabaso κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-146/04) (1)

(Ρύθμιση σχετικά με τα έξοδα και την αποζημίωση των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου - Έλεγχος της χρησιμοποιήσεως της αποζημιώσεως - Δικαιολόγηση των δαπανών - Είσπραξη οφειλής μέσω συμψηφισμού)

(2006/C 48/53)

Γλώσσα διαδικασίας: γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Koldo Gorostiaga Atxalandabaso (Saint-Pierre-d'Irube, Γαλλία) [εκπρόσωπος: D. Rouget, δικηγόρος]

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο [εκπρόσωποι: H. Krück, C. Karamarcos και D. Moore]

Παρεμβαίνον υπέρ του καθού: Βασίλειο της Ισπανίας [δεόντως εκπροσωπούμενο]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Φεβρουαρίου 2004, σχετικά με την είσπραξη των ποσών που καταβλήθηκαν στον προσφεύγοντα ως έξοδα και κοινοβουλευτική αποζημίωση

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Φεβρουαρίου 2004, σχετικά με είσπραξη των καταβληθέντων στον προσφεύγοντα ως εξόδων και κοινοβουλευτικών αποζημιώσεων ποσών, στο μέτρο που η απόφαση αυτή ορίζει ότι η είσπραξη του οφειλομένου από τον προσφεύγοντα ποσού θα γίνει μέσω συμψηφισμού.

2)

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)

Ο προσφεύγων, το Κοινοβούλιο και το Βασίλειο της Ισπανίας θα φέρουν τα δικά τους δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 168 της 26.6.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/29


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — Bauwens κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-154/04) (1)

(«Υπάλληλοι - Έκθεση σταδιοδρομίας - Περίοδος αξιολογήσεως 2001/2002 - Άρθρο 7 των ΓΔΕ - Προθεσμία υποβολής αιτήσεως επιτροπής ίσης εκπροσωπήσεως για τις εκθέσεις αξιολογήσεως - Διακοπή»)

(2006/C 48/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Daniel Bauwens (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis και E. Marchal, avocats]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: C. Berardis-Kayser και H. Tserepa-Lacombe]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της από 15 Ιουλίου 2003 αποφάσεως του αρμοδίου για την επικύρωση να μην προσφύγει στην επιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως για τις εκθέσεις αξιολογήσεως στο πλαίσιο της διαδικασίας καταρτίσεως εκθέσεως σταδιοδρομίας κατά το άρθρο 7 των γενικών διατάξεων εφαρμογής του άρθρου 43 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Ακυρώνει την από 15 Ιουλίου 2003 απόφαση του αρμοδίου για την επικύρωση να μην προσφύγει στην επιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως για τις εκθέσεις αξιολογήσεως.

2)

Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 168 της 26.6.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/29


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Arysta Lifescience κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-169/04) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος CARPOVIRUSINE - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα CARPO - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

(2006/C 48/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Arysta Lifescience, πρώην Calliope SAS (Noguères, Γαλλία) (εκπρόσωπος: S. Legrand, avocat)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωπος: S. Pétrequin)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: BASF AG (Lundwigshafen am Rhein, Γερμανία)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 4ης Μαρτίου 2004 (υπόθεση R 289/2003-1), σχετικής με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Calliope SAS και της BASF AG

Διατακτικό της διατάξεως

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 179 της 10.7.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/30


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Merladet κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-198/04) (1)

(Υπάλληλοι - Έκθεση αξιολογήσεως - Περίοδος αξιολογήσεως 2001/2002 - Νομιμότητα της διαδικασίας βαθμολογήσεως - Προσφυγή ακυρώσεως)

(2006/C 48/56)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: José Félix Merladet (Overisje, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: N. Lhöest και E. de Schietere de Lophem, avocats]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: J. Currall και H. Kraemer]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως με την οποία έγινε δεκτή η έκθεση αξιολογήσεως του προσφεύγοντος για την περίοδο αξιολογήσεως 2001/2002

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Ακυρώνει την απόφαση με την οποία έγινε δεκτή η έκθεση αξιολογήσεως του προσφεύγοντος για την περίοδο αξιολογήσεως 2001/2002.

2.

Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 262 της 23.10.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/30


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2005 — Regione autonoma della Sardegna κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-200/04) (1)

(«Κρατικές ενισχύσεις - Μέτρα των ιταλικών αρχών για την αντιστάθμιση των ζημιών από τoν καταρροϊκό πυρετό των βοοειδών (blue tongue) - Κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις στον γεωργικό τομέα»)

(2006/C 48/57)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύουσα: Regione autonoma della Sardegna [εκπρόσωποι: D. Dodaro και S. Cianciullo, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή [εκπρόσωπος: V. Di Bucci]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως C (2004) 471 τελικό της Επιτροπής, της 16ης Μαρτίου 2004, περί του καθεστώτος ενισχύσεων το οποίο σχεδιάζει να εφαρμόσει η Ιταλία υπέρ των συνεταιρισμών μεταποιήσεως και εμπορίας για την αντιστάθμιση των ζημιών από τον καταρροϊκό πυρετό των βοοειδών (blue tongue) (άρθρο 5 του νόμου 22 της Περιφέρειας της Σαρδηνίας της 17ης Νοεμβρίου 2000)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 217 της 28.8.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/30


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Ρούνης κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-274/04) (1)

(«Υπάλληλοι - Έκθεση βαθμολογίας - Προσφυγή ακυρώσεως - Εξαφάνιση του εννόμου συμφέροντος - Κατάργηση της δίκης - Αγωγή αποζημιώσεως - Καθυστερημένη κατάρτιση της εκθέσεως βαθμολογίας»)

(2006/C 48/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: Γεώργιος Ρούνης (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [εκπρόσωπος: É. Boigelot, avocat]

Καθής-εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: G. Berscheid και M. Velardo]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αφενός, αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως του δευτεροβάθμιου βαθμολογητή να επικυρώσει τις εκθέσεις βαθμολογίας του προσφεύγοντος για τις περιόδους 1997-1999 και 1999-2001 και, αφετέρου, αίτημα αποζημιώσεως

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Καταργεί τη δίκη ως προς τα αιτήματα ακυρώσεως.

2.

Υποχρεώνει την Επιτροπή να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα το ποσό των 3.500 ευρώ.

3.

Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή κατά τα λοιπά.

4.

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα και τα δύο τρίτα των εξόδων του προσφεύγοντος-ενάγοντος.


(1)  EE C 262 της 23.10.2004


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/31


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — RB Square Holdings Spain κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-384/04) (1)

(«Κοινοτικό σήμα - Εικονιστικό σήμα που περιλαμβάνει το λεκτικό σημείο clean x - Ανακοπή του δικαιούχου των προγενέστερων λεκτικών και εικονιστικών εθνικών σημάτων CLEN - Απόρριψη της ανακοπής - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»)

(2006/C 48/59)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: RB Square Holdings Spain, SL (Granollers, Ισπανία) [εκπρόσωπος: K. Manhaeve, avocat]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) [εκπρόσωποι: S. Pétrequin και A. Rassat]

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: Unelko NV (Zingem, Βέλγιο)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 15ης Ιουνίου 2004 (υπόθεση R 652/2002-4), η οποία αφορά διαδικασία ανακοπής μεταξύ της RB Square Holdings Spain, SL και της Unelko NV

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 300 της 4.12.2004


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/31


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 25ης Νοεμβρίου 2005 — Pérez-Díaz κατά Eπιτροπής

(Υπόθεση T-41/04) (1)

(«Υπάλληλοι - Προσφυγή ακυρώσεως - Εκκρεμοδικία - Εκπρόθεσμη υποβολή προηγουμένης διοικητικής ενστάσεως - Αίτηση αποζημιώσεως, στενώς συνδεδεμένη με τα ακυρωτικά αιτήματα - Προδήλως απαράδεκτη»)

(2006/C 48/60)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Orlando Pérez-Díaz (Bρυξέλλες, Βέλγιο) [Εκπρόσωπος: M.-A. Lucas, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [Εκπρόσωποι: H. Tserepa-Lacombe και L. Lozano Palacios]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αφενός, αίτηση ακυρώσεως της από 21 Ιανουαρίου 2003 αποφάσεως της Επιτροπής να μην περιλάβει τον προσφεύγοντα στον εφεδρικό πίνακα εκτάκτων υπαλλήλων μετά το τέλος της διαδικασίας επιλογής COM/R/A/01/1999 και, αφετέρου, αίτηση αποζημιώσεως λόγω της ζημίας που φέρεται ότι προέκυψε από την εν λόγω απόφαση.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 94 της 17.4.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/31


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Just κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-91/04) (1)

(«Υπάλληλοι - Γενικός διαγωνισμός - Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών - Ακρίβεια των απαντήσεων του εντύπου διορθώσεως - Προσφυγή που στερείται προδήλως κάθε νομικού ερείσματος»)

(2006/C 48/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Alexander Just (Hoeilaart, Βέλγιο) [Εκπρόσωπος: G. Lebitsch, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [Εκπρόσωποι: Η. Krämer, επικουρούμενος από τον Β. Wägenbaur, δικηγόρο]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού COM/A/2/02 με την οποία απονεμήθηκε στον προσφεύγοντα, για τη φάση της προεπιλογής, ανεπαρκής αριθμός μονάδων βάσει των οποίων δεν μπορεί να γίνει δεκτός στις μεταγενέστερες δοκιμασίες του εν λόγω διαγωνισμού

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 106 της 30.4.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/32


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — Moren Abat κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-92/04) (1)

(«Υπάλληλοι - Γενικός διαγωνισμός - Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών - Ακρίβεια των απαντήσεων του εντύπου διορθώσεως - Προσφυγή που στερείται προδήλως κάθε νομικού ερείσματος»)

(2006/C 48/62)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Marta Cristina Moren Abat (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [Εκπρόσωπος: G. Lebitsch, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [Εκπρόσωποι: Η. Krämer, επικουρούμενος από τον Β. Wägenbaur, δικηγόρο]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού COM/A/2/02 με την οποία απονεμήθηκε στην προσφεύγουσα, για τη φάση της προεπιλογής, ανεπαρκής αριθμός μονάδων βάσει των οποίων δεν μπορεί να γίνει δεκτή στις μεταγενέστερες δοκιμασίες του εν λόγω διαγωνισμού

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 118 της 30.4.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/32


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 28ης Νοεμβρίου 2005 — EEB κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-94/04) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Ένσταση απαραδέκτου - Οδηγία 2003/112/ΕΚ - Δικαίωμα για άσκηση προσφυγής)

(2006/C 48/63)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: European Environmental Bureau (EEB) (Βρυξέλλες, Βέλγιο), Pesticides Action Network Europe (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο), International Union of Food, Agricultural, Hotel, Restaurant, Catering, Tobacco and Allied Workers' Associations (IUF) (Γενεύη, Ελβετία), European Federation of Trade Unions in the Food, Agricultural and Tourism sectors and allied branches (EFFAT) (Βρυξέλλες), Stichting Natuur en Milieu (Ουτρέχτη, Κάτω Χώρες) και Svenska Naturskyddföreningen Στοκχόλμη, Σουηδία) (εκπρόσωποι: οι δικηγόροι P. Van den Biesen, G. Vandersanden και B. Arentz)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: B. Doherty,)

Παρεμβαίνουσα υπέρ των προσφευγόντων: Syngenta Ltd (Guildford, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: C. Simpson, solicitor, και D. Abrahams, barrister)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της οδηγίας 2003/112/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Δεκεμβρίου 2003, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου ώστε να καταχωρηθεί το paraquat ως δραστική ουσία (ΕΕ L 321, σ. 32)

Διατακτικό της υποθέσεως

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)

Οι προσφεύγοντες φέρουν, εκτός από τα δικά τους δικαστικά έξοδα, και αυτά της Επιτροπής.

3)

Η παρεμβαίνουσα φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/33


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 28ης Νοεμβρίου 2005 — EEB και Stichting Natuur en Milieu κατά Επιτροπής

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-236/04 και T-241/04) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Αποφάσεις 2004/247/ΕΚ και 2004/248/ΕΚ - Ένσταση απαραδέκτου - Ενεργητική νομιμοποίηση)

(2006/C 48/64)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: European Environmental Bureau (EEB) (Βρυξέλλες, Βέλγιο) και Stichting Natuur en Milieu (Ουτρέχτη, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: P. van den Biesen και B. Arentz, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: B. Doherty)

Παρεμβαίνουσα υπέρ των προσφευγόντων: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: J.-L. Florent και G. de Bergues)

Παρεμβαίνουσα υπέρ της προσφεύγουσας: Syngenta Crop Protection AG (Βασιλεία, Ελβετία) (εκπρόσωποι: D. Abrahams, barrister, και C. Simpson, solicitor)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Στην υπόθεση T-236/04, αίτημα μερικής ακυρώσεως της αποφάσεως 2004/248/ΕΚ της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με τη μη καταχώριση της ουσίας atrazine στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου και με την απόσυρση των εγκρίσεων για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν αυτή τη δραστική ουσία (ΕΕ L 78, σ. 53), και, στην υπόθεση T-241/04, αίτημα μερικής ακυρώσεως της αποφάσεως 2004/247/ΕΚ της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη μη καταχώριση της ουσίας simazine στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου και με την απόσυρση των εγκρίσεων για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν αυτή τη δραστική ουσία (ΕΕ L 78, σ. 50)

Διατακτικό της υποθέσεως

Το Πρωτοδικείο

1)

Συνεκδικάζει τις υποθέσεις T 236/04 και T 241/04.

2)

Απορρίπτει τις προσφυγές στις υποθέσεις T 236/04 και T 241/04 ως απαράδεκτες.

3)

Οι προσφεύγοντες φέρουν, πέραν των δικών τους δικαστικών εξόδων, και τα έξοδα της Επιτροπής στις υποθέσεις T-236/04 και T 241/04.

4)

Καθένας από τους παρεμβαίνοντες φέρει τα δικαστικά έξοδά του.


(1)  ΕΕ C 217 της 28.8.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/33


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Selmani κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-299/04) (1)

(«Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας - Κοινές θέσεις του Συμβουλίου - Ειδικά περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας - Προσφυγή ακυρώσεως - Πρόδηλη αναρμοδιότητα - Εκπρόθεσμη άσκηση - Παραδεκτό»)

(2006/C 48/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Abdelghani Selmani (Δουβλίνο, Ιρλανδία) [εκπρόσωπος: C. Ó Brian, solicitor]

Καθών: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως [εκπρόσωποι: E. Finnegan και D. Canga Fano] και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: J. Enegren και C. Brown]

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή για την ακύρωση, αφενός, του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) 2580/2001 του Συμβουλίου, της 27ης Δεκεμβρίου 2001, για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 344, σ. 70) και, αφετέρου, του άρθρου 1 της αποφάσεως 2004/306/ΕΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 2004, για την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού (EK) 2580/2001, και την κατάργηση της αποφάσεως 2003/902/ΕΚ (ΕΕ L 099, σ. 28), καθώς και όλων των αποφάσεων του Συμβουλίου που εκδόθηκαν βάσει του κανονισμού 2580/2001 και έχουν παρόμοιες έννομες συνέπειες με την απόφαση 2004/306, καθόσον αυτές αφορούν τον προσφεύγοντα.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως προδήλως απαράδεκτη.

2)

Καταδικάζει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 284 της 20.11.2004.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/34


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 23ης Νοεμβρίου 2005 — Bustec Ireland κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-218/05) (1)

(«Κοινοτικό σήμα - Ανακοπή - Παραίτηση από την ανακοπή - κατάργηση της δίκης»)

(2006/C 48/66)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Bustec Ireland (Shanon, Country Clare, Ιρλανδία) [εκπρόσωποι: E. Armijo Chávarri και A. Castán Pérez-Gómez, avocats]

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) [εκπρόσωπος: J. García Murillo]

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: Mustek, S.L. (Βαρκελώνη, Ισπανία)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 22ας Μαρτίου 2005 (υπόθεση R 1125/2004-2), η οποία αφορά διαδικασία ανακοπής κατά της καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος BUSTEC

Διατακτικό της διατάξεως

Το Πρωτοδικείο:

1.

Καταργεί τη δίκη.

2.

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 182 της 23.7.2005


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/34


Προσφυγή της 31ης Οκτωβρίου 2005 — Multikauf κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-395/05)

(2006/C 48/67)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Multikauf Warenhandelsgesellschaft mbH (Krailing, Γερμανία) (εκπρόσωπος: δικηγόρος M. Bahmann)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Demo Holding S.A. (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 20ής Ιουνίου 2005 –η οποία επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο της προσφεύγουσας με DHL στις 31 Αυγούστου 2005– που εκδόθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας προσφυγής R 895/2004-1.

να απορρίψει την ανακοπή την οποία άσκησε η Demo Holding S.A. στις 18 Σεπτεμβρίου 2001 κατά της καταχωρήσεως του κοινοτικού σήματος 1841121 «webmulti».

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώρηση κοινοτικού σήματος: η προσφεύγουσα

Κοινοτικό σήμα προς καταχώρηση: το λεκτικό σήμα «webmulti» για προϊόντα των κλάσεων 3, 7, 8, 9, 16, 20, 21, 25 και 30 — αίτηση καταχωρήσεως αριθ. 1 841 121.

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή διακριτικού γνωρίσματος: Demo Holding S.A.

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: τα κοινοτικά, εθνικά και διεθνή λεκτικά και εικονιστικά σήματα «WEB» για προϊόντα των κλάσεων 3, 9 και 25.

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: η ανακοπή έγινε δεκτή και η αίτηση καταχωρήσεως όσον αφορά ορισμένα προϊόντα των οποίων ζητήθηκε η καταχώρηση απορρίφθηκε.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: η προσφυγή απορρίφθηκε.

Λόγοι ακυρώσεως προβαλλόμενοι με την παρούσα προσφυγή: τα σήματα που αφορά η ανακοπή δεν χρησιμοποιήθηκαν για ένα μέρος των προϊόντων.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/34


Προσφυγή της 14ης Νοεμβρίου 2005 — Eerola κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-410/05)

(2006/C 48/68)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Iiro Eerola (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis et E. Marchal, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του προσφεύγοντος για χορήγηση του επιδόματος αποδημίας που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 1 του παραρτήματος VII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων, φινλανδικής ιθαγένειας διορίστηκε υπάλληλος της Επιτροπής την 1η Οκτωβρίου 2004. Η Επιτροπή αρνήθηκε να του χορηγήσει το επίδομα αποδημίας θεωρώντας ότι κατά την περίοδο αναφοράς μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 1999 και 31ης Δεκεμβρίου 2003 ο προσφεύγων κατοικούσε στο Βέλγιο.

Ο προσφεύγων βάλλει κατά της αποφάσεως αυτής υποστηρίζοντας ότι η περίοδος από 1ης Απριλίου 2003 μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 2003 κατά την οποία εργάστηκε στις Βρυξέλλες ως επιστημονικός σύμβουλος της Φινλανδικής Ακαδημίας δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη δεδομένου ότι η Φινλανδική Ακαδημία δεν έχει χωριστή νομική προσωπικότητα αλλά εντάσσεται στο Φινλανδικό κράτος. Συναφώς ο προσφεύγων προβάλλει παράβαση του άρθρου 4, πρώτο εδάφιο του παραρτήματος VII του ΚΥΚ καθώς και νομική πλάνη.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/35


Αγωγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — «Μ» κατά Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή

(Υπόθεση T-412/05)

(2006/C 48/69)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Ενάγων:«Μ» (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [Εκπρόσωπος: G. Vandersanden, δικηγόρος]

Εναγόμενος: Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής.

Αιτήματα του ενάγοντος

Ο ενάγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να αναγνωρίσει ότι στοιχειοθετείται η εξωσυμβατική ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας βάσει του άρθρου 288, εδάφιο 2, ΕΚ, λόγω σφαλμάτων στα οποία υπέπεσε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής στο πλαίσιο της ασκήσεως των καθηκόντων του και ειδικότερα λόγω της δημοσιεύσεως της εκθέσεώς του 1288/99/OV, στην οποία κατονομάζεται αδίκως ο ενάγων, και λόγω αμελειών στις οποίες υπέπεσε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής όσον αφορά την εξέταση του φακέλου και τα εσφαλμένα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε·

κατά συνέπεια, να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, εκπροσωπούμενη από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, να καταβάλει στον ενάγοντα, προς αποκατάσταση της ζημίας στη σταδιοδρομία του, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής του βλάβης και προς αποκατάσταση της βλάβης στην υγεία του, το ποσό των 150 000 ευρώ, υπολογιζόμενο προσωρινά, υπό την επιφύλαξη της τροποποιήσεώς του συνεχιζομένης της διαδικασίας·

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, εκπροσωπούμενη από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με καταγγελία υποβληθείσα ενώπιον του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, μια ομάδα πολιτών ζήτησε να διαπιστωθεί η ύπαρξη μιας περιπτώσεως κακής διοικήσεως στο πλαίσιο της Επιτροπής, κατά την εξέταση της καταγγελίας την οποία υπέβαλαν ενώπιον αυτής κατά των εθνικών αρχών. Με την απόφαση της 18ης Ιουλίου 2002, ο Διαμεσολαβητής έκρινε ότι συνέτρεξε κακή διοίκηση και μεροληπτική εξέταση της καταγγελίας εκ μέρους της Επιτροπής.

Η παρούσα αγωγή, ασκηθείσα από υπάλληλο της μονάδας της Επιτροπής που ήταν υπεύθυνη για την εξέταση της εν λόγω καταγγελίας έχει ως αντικείμενο της αποκατάσταση της ζημίας την οποία ισχυρίζεται ότι υπέστη ο ενάγων λόγω της μνείας του ονόματός του στην απόφαση 1288/99/OV και των προβαλλομένων αμελειών στις οποίες υπέπεσε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής όσον αφορά την εξέταση του φακέλου και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε με την προπαρατεθείσα απόφαση. Ο ενάγων ισχυρίζεται ότι, μετά τη δημοσίευση της αποφάσεως, έγινε μνεία του ονόματός του σε ανακοινωθέν Τύπου του Διαμεσολαβητή και η μνεία αυτή επαναλήφθηκε σε διάφορες εφημερίδες και ιστοσελίδες, πράγμα το οποίο του προκάλεσε ζημία. Κατά την άποψη του ενάγοντος, η ζημία την οποία ισχυρίζεται ότι υπέστη ήταν ακόμη μεγαλύτερη καθόσον αυτός ασκεί σημαντικά καθήκοντα και η δημοσίευση της αποφάσεως του Διαμεσολαβητή έθιξε σοβαρά την επαγγελματική του ακεραιότητα.

Η αγωγή του ενάγοντος στηρίζεται στο άρθρο 288, εδάφιο 2, ΕΚ, το οποίο προβλέπει την εξωσυμβατική ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία κατ' αυτόν στοιχειοθετείται εν προκειμένω λόγω της προβαλλομένης πλημμελούς συμπεριφοράς του Διαμεσολαβητή.

Προς στήριξη της αγωγής του, ο ενάγων ισχυρίζεται κατ' αρχάς ότι, εν προκειμένω, ο Διαμεσολαβητής υπέπεσε σε σοβαρό σφάλμα κατονομάζοντας πρόσωπα –μεταξύ των οποίων ο προσφεύγων– στην έκθεσή του, κατά παραβίαση των αρχών της εμπιστευτικότητας και της αναλογικότητας, καθόσον η μνεία του ονόματος του ενάγοντος δεν ήταν, κατά τη γνώμη του, απαραίτητη και δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, κατ' εξαίρεση από τον γενικό κανόνα της εμπιστευτικότητας (1).

Επιπλέον, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η συμπεριφορά του Διαμεσολαβητή και των υπηρεσιών του συνιστά παραβίαση της αρχής της εκατέρωθεν ακροάσεως, η οποία αποτελεί ουσιώδη αρχή των δικαιωμάτων άμυνας. Ισχυρίζεται επίσης ότι απαγορεύεται να κρίνεται δυσμενώς ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, σε μια έκθεση που πρέπει να δημοσιευθεί αφού γίνει γνωστή στο κοινό και που πρέπει να διαδοθεί ευρέως.

Τέλος, ο ενάγων ισχυρίζεται επίσης ότι ο Διαμεσολαβητής, εκδίδοντας την εν λόγω απόφαση, εκτίμησε εσφαλμένως τα πραγματικά περιστατικά και βασίστηκε σε ανεπαρκή στοιχεία.


(1)  Προς στήριξη των αιτημάτων του, ο ενάγων επικαλείται, μεταξύ άλλων, την απόφαση του ΔΕΚ της 10ης Ιουλίου 2001, C-315/99 P, ISMERI-EUROPA κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή 2001, σ. Ι-5281.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/36


Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-413/05)

(2006/C 48/70)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Sanchez Ferriz Carlos (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [Εκπρόσωπος: F. Frabetti, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την έκθεση εξελίξεως σταδιοδρομίας (ΕΕΣ) του προσφεύγοντος για το χρονικό διάστημα 1.7.2001 έως 31.12.2002,

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων επικαλείται, πρώτον, παράβαση του άρθρου 26 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (ΚΥΚ), η οποία συνίσταται στο ότι το σώμα του εγγράφου της εκθέσεως βαθμολογίας δεν βρισκόταν στον ατομικό του φάκελο, αλλά ήταν αποθηκευμένο μόνο σε ηλεκτρονική μορφή, καθώς και ότι δεν υπήρχε καθόλου η πρώτη εκδοχή της εν λόγω εκθέσεως ούτε σε φυσική ούτε σε ηλεκτρονική μορφή.

Ο προσφεύγων επικαλείται επίσης παράβαση του άρθρου 43 ΚΥΚ, παράβαση των γενικών διατάξεων εφαρμογής του άρθρου αυτού, καθώς και των Οδηγιών αξιολογήσεως και των ειδικών για τις προαγωγές 2001-2002 Οδηγιών, διότι η Επιτροπή υποχρεώνει τους αξιολογητές να μην αφίστανται από τον μέσο όρο της βαθμολογίας.

Εν συνεχεία, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι το σύστημα των μορίων αξιολογήσεως που έχει θεσπίσει η Επιτροπή επιτρέπει την όμοια αξιολόγηση υπαλλήλων που δεν έχουν την ίδια απόδοση, πράγμα που συνιστά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως.

Τέλος, ο προσφεύγων επικαλείται παράβαση της απαγορεύσεως των αυθαιρεσιών και της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, κατάχρηση εξουσίας, παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, παράβαση του κανόνα «patere legem quam ipse fecisti» και του καθήκοντος αρωγής.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/36


Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Bain κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-419/05)

(2006/C 48/71)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Neil Bain (Βρυξέλλες, Βέλγιο), Obhijit Chatterjee (Βρυξέλλες, Βέλγιο), Richard Fordham (Bergen, Κάτω Χώρες) και Roger Hurst (Bergen, Κάτω Χώρες) [Εκπρόσωπος(οι): N. Lhoëst, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγόντων:

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει τα εκκαθαριστικά σημειώματα αποδοχών των προσφευγόντων για τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο και Απρίλιο 2005, καθώς και όλα τα επόμενα εκκαθαριστικά, κατά το μέτρο που με αυτά εφαρμόζονται οι παράνομες διατάξεις του κανονισμού 723/2004 της 22ας Μαρτίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών, καθώς και των κανονισμών 856/2004, για τον καθορισμό νέων διορθωτικών συντελεστών, και 31/2005, για την προσαρμογή αυτών,

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι λόγοι ακυρώσεως και τα κύρια επιχειρήματα των προσφευγόντων είναι όμοια με αυτά που επικαλείται ο προσφεύγων στην υπόθεση T-393/05.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/36


Προσφυγή της 3ης Νοεμβρίου 2005 — Kay κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-421/05)

(2006/C 48/72)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Roderick Neil Kay (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [Εκπρόσωποι: T. Bontick και J. Feld, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος/ενάγοντος (της προσφεύγουσας/ενάγουσας)

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρωθεί η απόφαση της καθής της 31ης Ιανουαρίου 2005,

να καταδικαστεί η καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων ήταν υπάλληλος της Επιτροπής με βαθμό Β*7. Ως επιτυχών του εξωτερικού διαγωνισμού COM/A/3/02, διορίστηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση κύριος υπάλληλος με βαθμό Α*6.

Με την προσφυγή του βάλλει κατά της αποφάσεως για κατάταξη σε βαθμό, φρονώντας ότι θα έπρεπε να καταταγεί σε έναν εκ των βαθμών Α*8, Α*9 ή Α*10. Ζητεί επίσης να μην αφαιρεθούν οι βαθμοί αξιολογήσεως που είχε ως τότε συγκεντρώσει (sac à dos) κατόπιν της επανακατατάξεώς του.

Προς στήριξη της προσφυγής του, επικαλείται παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 2, του Παραρτήματος XIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως, το οποίο θεωρεί ότι έχει εφαρμογή στην περίπτωσή του, αντί του άρθρου 5, παράγραφος 2, του ίδιου Παραρτήματος, το οποίο εφάρμοσε η Επιτροπή. Περαιτέρω, επικαλείται παραβίαση των αρχών της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της διατηρήσεως των κεκτημένων δικαιωμάτων, καθώς και της ίσης μεταχειρίσεως των υπαλλήλων.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/37


Προσφυγή της Mediocurso — Estabelecimento de Ensino Particular, S.A., κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση T-425/05)

(2006/C 48/73)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: MEDIOCURSO — Estabelecimento de Ensino Particular, S.A. (Λισσαβώνα, Πορτογαλία) [Εκπρόσωποι: Carlos Botelho Moniz και Eduardo Maia Cadete, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να επισυνάψει στην παρούσα δικογραφία τον φάκελο της διοικητικής διαδικασίας FSE 890588/P1, που βρίσκεται στην κατοχή των υπηρεσιών της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των υπηρεσιών του DAFSE — Departamento para os Assuntos do Fundo Social Europeu [Υπηρεσία Υποθέσεων Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου], του Υπουργείου Κατάρτισης και Απασχόλησης της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που στεγάζεται στην Av. Almirante Reis, n.o 72, 3.o, P-1100 Λισσαβώνα, Πορτογαλία·

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 13ης Σεπτεμβρίου 2005, «περί μειώσεως του ποσού της συνδρομής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που χορηγήθηκε στον φορέα “Mediocurso — Estabelecimento de Ensino particular, Lda.”, με την απόφαση C (89) 0570 της Επιτροπής, της 22ας Μαρτίου 1989, στο πλαίσιο του προγράμματος 890588 P1», με τα στοιχεία «C (2005) 3557»·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα είναι εμπορική εταιρία που, σύμφωνα με το καταστατικό της, σκοπό έχει«την διοργάνωση μαθημάτων τεχνικής κατάρτισης και εξειδίκευσης και την εκπόνηση προγραμμάτων, μελετών, την παροχή συμβουλών σε ζητήματα οικονομικά, φορολογικά, λογιστικά, διοικήσεως και διαχειρίσεως επιχειρήσεων». Το 1988, υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, μέσω του Departamento para os Assuntos do Fundo Social Europeu, διάφορες αιτήσεις συνδρομής για προγράμματα κατάρτισης που προετίθετο να εκτελέσει κατά τη διάρκεια του 1989, μεταξύ των οποίων την επίδικη αίτηση συνδρομής από την οποία ανέκυψε ο φάκελος 890588/P1. Η αίτηση συνδρομής του εν λόγω φακέλου εγκρίθηκε, τα δε προγράμματα επαγγελματικής καταρτίσεως τα οποία αφορούσε εκτελέστηκαν, και, ως εκ τούτου, η προσφεύγουσα υπέβαλε τη σχετική αίτηση πληρωμής του υπολοίπου.

Προσβαλλόμενη από την προσφεύγουσα πράξη είναι η απόφαση την οποία εξέδωσε η Επιτροπή κατόπιν της υποβληθείσας ως άνω αιτήσεως πληρωμής του υπολοίπου και κατόπιν διαφόρων διαδικαστικών ενεργειών.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, αιτιολογώντας πλημμελώς την προσβαλλόμενη πράξη, παρέβη ουσιώδη τύπο.

Επικαλείται επίσης προσβολή των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθ' όσον η προσβαλλόμενη πράξη αντιτίθεται, σε δυσμενή για την προσφεύγουσα κατεύθυνση, προς την προηγούμενη πράξη με την οποία είχε βεβαιωθεί η πραγματική και λογιστική ακρίβεια των στοιχείων που κατέθεσε η προσφεύγουσα με την υποβληθείσα αίτησή της για την πληρωμή του υπολοίπου. Τέλος, επικαλείται κατάφωρη πλάνη εκτιμήσεως των εγγράφων που υποβλήθηκαν προς δικαιολόγηση των δαπανών της Mediocurso και προσβολή της αρχής της αναλογικότητας, ως προς τους νομικούς και πραγματικούς λόγους που προβλήθηκαν για την επίδικη μείωση της συνδρομής.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/38


Αγωγή της 7ης Δεκεμβρίου 2005 — Artegodan κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-429/05)

(2006/C 48/74)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Artegodan GmbH (Lüchow, Γερμανία) (εκπρόσωπος: U. Doepner Rechtsanwalt)

Εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της ενάγουσας

να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα ποσό 1 430 821,36 Ευρώ, εντόκως με κατ' αποκοπήν επιτόκιο 8 % για την περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως και της πλήρους εξοφλήσεως·

να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη υποχρεούται να αποζημιώσει την ενάγουσα για τις ζημίες που θα προκύψουν για αυτήν στο μέλλον λόγω των δαπανών για έρευνα της αγοράς που θα απαιτηθούν προκειμένου το Tenuate retard να ξαναβρεί στην αγορά τη θέση που κατείχε πριν η εναγόμενη ανακαλέσει την άδεια εμπορίας αυτού του φαρμάκου·

να καταδικαστεί η εναγόμενη στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η ενάγουσα ζητεί αποζημίωση από την Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, και του άρθρου 235 ΕΚ, αιτούμενη να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη υποχρεούται να αποκαταστήσει όλες τις ζημίες που θα υποστεί ακόμη λόγω των δαπανών έρευνας της αγοράς.

Όσον αφορά το ιστορικό της διαφοράς, επισημαίνεται ότι η ενάγουσα είναι κάτοχος άδειας κυκλοφορίας στην αγορά (ΑΚΑ) του Tenuate retard, παρασκευάσματος το οποίο περιέχει αμφεπραμόνη. Η ενάγουσα έλαβε, στις 9 Μαρτίου 2000, βάσει του άρθρου 15α της οδηγίας 75/319 (1), απόφαση περί ανακλήσεως των ΑΚΑ φαρμάκων προοριζομένων για ανθρώπους και τα οποία περιέχουν αμφεπραμόνη [απόφαση C (2000) 453]. Οι αρμόδιες γερμανικές αρχές έθεσαν σε εφαρμογή την απόφαση αυτή με δική τους απόφαση της 11ης Απριλίου 2000. Η απόφαση C (2000) 453 της Επιτροπής ακυρώθηκε με απόφαση του Πρωτοδικείου, της 26ης Νοεμβρίου 2002, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-74/00, T-76/00, T-83/00 έως T-85/00, T-132/00, T-137/00 και T-141/00. Η ασκηθείσα κατά της αποφάσεως αυτής αναίρεση, εκ μέρους της Επιτροπής, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την απόφασή του επί της υποθέσεως C-39/03 P.

Προς στήριξη της αγωγής της, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι εκδίδουσα την απόφασή της C (2000) 453, η εναγόμενη ενήργησε παρανόμως παραβαίνουσα σειρά κανόνων σκοπούντων την προστασία της ενάγουσας. Εθίγη το θεμελιώδες δικαίωμα της ενάγουσας να προβαίνει στην ίδρυση και την εκμετάλλευση επιχειρήσεως (δικαίωμα του επιχειρείν και δικαίωμα ιδιοκτησίας). Επίσης, η εναγομένη παρέβη το άρθρο 11 της οδηγίας 65/65/ΕΟΚ (2). Επιπροσθέτως, η ενάγουσα προβάλλει την εκ μέρους της Επιτροπής παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και των αρχών της χρηστής διοικήσεως.

Η ενάγουσα υποστηρίζει ότι η επίμαχη απόφαση της Επιτροπής και η εφαρμογή της τής προκάλεσαν ζημία. Κατά την άποψη της ενάγουσας, οι προαναφερθείσες παραβιάσεις του νόμου συνεπάγονται την υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει αποζημίωση.


(1)  Δεύτερη οδηγία 75/319/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ης Μαΐου 1975 περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα.

(2)  Οδηγία 65/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1965, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/38


Προσφυγή-αγωγή της 5ης Δεκεμβρίου 2005 — Cerafogli και Poloni κατά ΕΚΤ

(Υπόθεση T-431/05)

(2006/C 48/75)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες-ενάγοντες: Maria Concetta Cerafogli (Φρανκφούρτη επί του Μάιν, Γερμανία) και Paolo Poloni (Φρανκφούρτη επί του Μάιν, Γερμανία) [εκπρόσωποι: G. Vandersanden, δικηγόρος, L. Levi, δικηγόρος]

Καθής-εναγομένη: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Αιτήματα των προσφευγόντων-εναγόντων

Οι προσφεύγοντες-ενάγοντες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το εκκαθαριστικό σημείωμα μισθοδοσίας των προσφευγόντων-εναγόντων (στο εξής: προσφευγόντων) του Φεβρουαρίου 2005, όπως αντικαταστάθηκε τον Μάιο του 2005, καθώς και το έγγραφο της καθής-εναγομένης (στο εξής: καθής) της 15ης Φεβρουαρίου 2005,

να ακυρώσει, εν ανάγκη, τις αποφάσεις περί απορρίψεως των αιτήσεων διοικητικού ελέγχου ( administrative reviews) (αποφάσεις της 17ης Μαΐου 2005) και των διοικητικών ενστάσεων (grievance procedures) (αποφάσεις της 26ης Σεπτεμβρίου 2005),

να υποχρεώσει την καθής στην καταβολή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας των προσφευγόντων, αποζημιώσεως συνισταμένης στην καταβολή 5 000 ευρώ ανά προσφεύγοντα λόγω απωλείας της αγοραστικής δυνάμεως από την 1η Ιουλίου 2001, στις καθυστερούμενες αποδοχές που αντιστοιχούν σε αύξηση του μισθού και του συνόλου των απορρεόντων δικαιωμάτων των προσφευγόντων κατά 0,3 % από της 1ης Ιουλίου 2001 και 0,6 % από της 1ης Ιουλίου 2003, και στον υπολογισμό τόκου επί του ποσού των καθυστερουμένων μισθών των προσφευγόντων από την ημερομηνία που θα έπρεπε να είχαν καταβληθεί και μέχρι την ημέρα της οριστικής καταβολής. Το σχετικό επιτόκιο πρέπει να υπολογιστεί βάσει του επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που έχει οριστεί για τις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως, όπως ίσχυε κατά την κρίσιμη περίοδο, προσαυξημένο κατά 2 μονάδες,

να καταδικάσει την καθής στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στο πλαίσιο της υπόθεσης T-63/02, που αφορούσε προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα από τους ίδιους προσφεύγοντες, υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), το Πρωτοδικείο είχε ακυρώσει τις αποφάσεις που περιέχονταν στα εκκαθαριστικά σημειώματα μισθοδοσίας που απεστάλησαν στις 13 Ιουλίου 2001 στους προσφεύγοντες, για τον Ιούλιο 2001, καθόσον η ΕΚΤ παρέλειψε να προβεί σε διαβούλευση με την επιτροπή προσωπικού κατά την έγκριση της αναπροσαρμογής των μισθών για το έτος 2001. Κατόπιν της δικαστικής αυτής αποφάσεως, η ΕΚΤ προέβη σε διαβουλεύσεις με την επιτροπή προσωπικού όσον αφορά την περίοδο αναπροσαρμογής των μισθών 2001-2003, καθώς και σε αύξηση των μισθών του προσωπικού της από την 1η Ιουλίου 2004. Επιπλέον, εξέδωσε, τον Φεβρουάριο του 2005, νέο εκκαθαριστικό σημείωμα μισθοδοσίας για τους προσφεύγοντες, που αντικαθιστούσε το εκκαθαριστικό σημείωμα μισθοδοσίας του Ιουλίου 2001, το οποίο ακυρώθηκε από το Πρωτοδικείο.

Οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται κατ' αρχάς ότι η ΕΚΤ, αρνούμενη να τους εφαρμόσει αναδρομικώς από τον Ιούλιο του 2001 το ευεργέτημα της διορθώσεως που συνδέεται με την αναπροσαρμογή των μισθών για το 2001, παρέβη το άρθρο 233 ΕΚ, καθώς και το δεδικασμένο που παρήγαγε η απόφαση της 20ής Νοεμβρίου 2003 η οποία εξεδόθη στην υπόθεση T-63/02.

Επιπλέον, προβάλλουν την παράβαση των άρθρων 45 και 46 των όρων απασχόλησης του προσωπικού της ΕΚΤ, του «Memorandum of Understanding» που αφορά τις σχέσεις μεταξύ της διευθύνσεως της ΕΚΤ και της επιτροπής προσωπικού, καθώς επίσης και παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων και παράβαση της υποχρέωσης καλής πίστης.

Τέλος, οι προσφεύγοντες ζητούν επίσης την αποκατάσταση της ζημίας που ισχυρίζονται ότι υπέστησαν λόγω της επίμαχης συμπεριφοράς της ΕΚΤ.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/39


Προσφυγή/αγωγή της 15ης Δεκεμβρίου 2005 — Brink's Security Luxembourg κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-437/05)

(2006/C 48/76)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα/ενάγουσα: Brink's Security Luxembourg S.A. (Λουξεμβούργο) [Εκπρόσωπος(οι): Christian Point, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας/ενάγουσας:

Η προσφεύγουσα/ενάγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να κρίνει την παρούσα προσφυγή/αγωγή παραδεκτή,

να ακυρώσει τη μονομερή απόφαση της Επιτροπής να μην αναθέσει το έργο στην Brink's Security Luxembourg,

να ακυρώσει τη μονομερή απόφαση της Επιτροπής να αναθέσει το έργο στην Group 4 Falck Luxembourg,

να ακυρώσει την σιωπηρή άρνηση της Επιτροπής να ανακαλέσει τις δύο ως άνω αποφάσεις,

να ακυρώσει δύο έγγραφα της Επιτροπής της 7ης Δεκεμβρίου και της 14ης Δεκεμβρίου 2005 αντιστοίχως, με τα οποία η Επιτροπή απάντησε στις αιτήσεις παροχής πληροφοριών που υπέβαλε η προσφεύγουσα/ενάγουσα βάσει του άρθρου 149, παράγραφος 3, του εκτελεστικού κανονισμού του χρηματοοικονομικού κανονισμού,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει στην προσφεύγουσα/ενάγουσα 1 000 000 ευρώ προς αποκατάσταση της υλικής ζημίας και ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη λόγω του παράνομου χαρακτήρα της προσβαλλομένης αποφάσεως, ποσό που καθορίζεται ex aequo et bono και προσωρινώς,

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή/αγωγή έχει ως αντικείμενο, αφενός, την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής να απορρίψει την προσφορά της προσφεύγουσας/ενάγουσας στο πλαίσιο της υποβολής προσφορών αριθ. 16/2005/OIL (υπηρεσίες ελέγχου και φυλάξεως κτιρίων) και, αφετέρου, την ακύρωση της αποφάσεως αναθέσεως του έργου σε ανταγωνίστρια εταιρία.

Τα επιχειρήματα που προβάλλει η προσφεύγουσα/ενάγουσα προς στήριξη της προσφυγής/αγωγής της εντάσσονται κατ' ουσίαν σε επτά ισχυρισμούς.

Με τον πρώτο ισχυρισμό, η προσφεύγουσα/ενάγουσα προσάπτει παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων, με το επιχείρημα ότι η Επιτροπή, απαιτώντας από τους υποβάλλοντες προσφορά το προσωπικό που θα διαθέσουν για το έργο να διαθέτει προϋπηρεσία ενός έτους, έθεσε την προσφεύγουσα/ενάγουσα — η οποία ήταν ο απερχόμενος ανάδοχος και είχε από καιρού προσλάβει το προσωπικό της — σε μειονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών της, οι οποίοι δύνανται να προσλάβουν πρόσωπα διαθέτοντα την κατ' ελάχιστον απαιτούμενη πείρα, με συνέπεια αυτοί να έχουν περιορισμένη επιβάρυνση μισθών σε σχέση με την προσφεύγουσα/ενάγουσα.

Με τον δεύτερο ισχυρισμό της, η προσφεύγουσα/ενάγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι παρέβη την οδηγία 2001/23/ΕΚ (1). Ο ισχυρισμός αυτός έχει δύο σκέλη: η προσφορά που προέκρινε η Επιτροπή ήταν παράτυπη, διότι δεν παρείχε εγγυήσεις για επαναπρόσληψη των εργαζομένων της προσφεύγουσας/ενάγουσας ούτε, εξάλλου, για τη διατήρηση του συνόλου των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η προσφεύγουσα/ενάγουσα προβάλλει ότι η απόφαση αναθέσεως της Επιτροπής είναι εξαρχής παράνομη, διότι η προσβολή των εργασιακών δικαιωμάτων ενυπάρχει στην επιλεγείσα προσφορά.

Ο τρίτος ισχυρισμός αντλείται από παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, η οποία συνίσταται στο ότι ο ανάδοχος διέθετε, κατά τον χρόνο υποβολής της προσφοράς του, εμπιστευτικά στοιχεία σχετικά με την προσφεύγουσα/ενάγουσα, μεταξύ των οποίων και στοιχεία σχετικά με τον κύκλο εργασιών ανά πελάτη και ανά κλάδο δραστηριότητας, με τις συμβάσεις και τον χρόνο λήξεώς τους, με αναλύσεις του τιμολογίου και του κόστους, τα οποία περιήλθαν σε αυτόν λόγω της συγχωνεύσεως με την πρώην μητρική εταιρία της προσφεύγουσας/ενάγουσας. Κατά την προσφεύγουσα/ενάγουσα, η κατοχή των πληροφοριακών αυτών στοιχείων επέτρεψε στην ανταγωνίστριά της να υποβάλει πλέον συμφέρουσα προφορά σε σχέση με τη δική της.

Με τον τέταρτο ισχυρισμό, η προσφεύγουσα/ενάγουσα προσάπτει παράβαση της αποφάσεως της Γενικής Διευθύνσεως IV της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2004 (2) και των κανόνων περί διασφαλίσεως του ανόθευτου ανταγωνισμού, η οποία συνίσταται στο ότι η Επιτροπή, με την προσβαλλόμενη στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής/αγωγής απόφαση, επέτρεψε στον όμιλο στον οποίον ανήκει ο ανάδοχος να επανακτήσει το ενεργητικό που είχε υποχρεωθεί να εκχωρήσει στο πλαίσιο της συγκεντρώσεως που εγκρίθηκε με την απόφαση της 28ης Μαΐου 2004.

Ο πέμπτος ισχυρισμός αντλείται από παραβίαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως της αποφάσεως, από παραβίαση της αρχής της διαφάνειας και προσβολή του δικαιώματος προσβάσεως σε έγγραφα των κοινοτικών οργάνων. Η προσφεύγουσα/ενάγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι, παρά τις επανειλημμένες έγγραφες αιτήσεις της, της παρέσχε μόνο μία συνοπτική εξήγηση των λόγων της αποφάσεώς της, η οποία συνίστατο στην παράθεση συγκριτικών πινάκων των προσφορών.

Η προσφεύγουσα/ενάγουσα προσάπτει ακόμη παράβαση των κανόνων της προκηρύξεως, μη τήρηση της συγγραφής υποχρεώσεων και πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την ανάλυση και αξιολόγηση του τρίτου ποιοτικού κριτηρίου για την αξιολόγηση των προσφορών, όσον αφορά τη βασική εκπαίδευση εθελοντών από το προσωπικό σε καθήκοντα ασφαλείας και πυροσβέσεως. Ισχυρίζεται ότι διαθέτει αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ο ανάδοχος που επέλεξε η Επιτροπή δεν διαθέτει όλους τους υπαλλήλους στους οποίους σκόπευε να αναθέσει την υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου.

Με τον τελευταίο ισχυρισμό, η προσφεύγουσα/ενάγουσα προβάλλει παραβίαση της αρχής της διαφάνειας και του δικαιώματος προσβάσεως των πολιτών σε έγγραφα των κοινοτικών οργάνων, κατά το μέτρο που η Επιτροπή αρνήθηκε να της παράσχει στοιχεία σχετικά με τη σύνθεση των επιτροπών αξιολογήσεως και αναθέσεως.

Επιπλέον, η προσφεύγουσα/ενάγουσα, επικαλούμενη την αρχή της εξωσυμβατικής ευθύνης, ζητεί αποκατάσταση της βλάβης που υπέστη λόγω της παράνομης συμπεριφοράς της Επιτροπής κατά τη διαδικασία αναθέσεως του επίμαχου έργου.


(1)  Οδηγία 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων

(2)  Απόφαση της Επιτροπής της 28.05.2004, περί του συμβατού μιας συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά (υπόθεση N IV / M.3396 - Group 4 Falck/Securicor (4064) βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) 4064/89 του Συμβουλίου).


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/40


Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2005 — Navigazione Libera del Golfo κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-444/05)

(2006/C 48/77)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Navigazione Libera del Golfo (N.L.G.) (Νεάπολη, Ιταλία) [εκπρόσωπος: Salvatore Ravenna, δικηγόρος]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής, της 12ης Οκτωβρίου 2005, περί μη εγκρίσεως της προσβάσεως στα δεδομένα και στοιχεία που αφορούν τις πρόσθετες δαπάνες των παρεχομένων δημοσίων υπηρεσιών και τις καταβαλλόμενες αποζημιώσεις για τις παρεχόμενες από την Caremar S.p.A., υπηρεσίες στη γραμμή Napoli Beverello — Capri·

καταδίκη της Επιτροπής στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένης της δικηγορικής αμοιβής.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Οι λόγοι και τα κύρια επιχειρήματα είναι παρεμφερή με τα επικληθέντα στην υπόθεση T-109/05, Navigazione Libera del Golfo κατά Επιτροπής (1).

Πάντως, επιβάλλεται η διευκρίνιση ότι η βαλλόμενη στα πλαίσια της υποθέσεως T-109/05 απόφαση θεμελιώνεται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, του κανονισμού 1049/2001, ενώ η αποτελούσα αντικείμενο της παρούσας υποθέσεως απόφαση θεμελιώνεται στις παραγράφους 4 και 5 της ιδίας διατάξεως. Κατόπιν αυτού, έγιναν διαβουλεύσεις όχι με την Caremar, υπό την ιδιότητά της ως «τρίτου προσώπου», το οποίο συνέταξε τα έγγραφα/δεδομένα επί των οποίων ζητήθηκε η πρόσβαση, αλλά και με τις ιταλικές αρχές, οι οποίες δεν είχαν εκδώσει τα έγγραφα της υποθέσεως και είναι ξένες προς οποιαδήποτε ανησυχία αναφορικά με εμπορικά συμφέροντα.

Εξάλλου, η ανωτέρω διαβούλευση πραγματοποιήθηκε τεχνηέντως, δοθέντος ότι τα κράτη μέλη απολαύουν αποκλειστικής αρμοδιότητας η οποία συνδυάζεται με δικαίωμα αρνησικυρίας που δεσμεύει την Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.05, σ. 43.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/41


Προσφυγή της 19ης Δεκεμβρίου 2005 — Associazione italiana del risparmio gestito και Fineco Asset Management κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-445/05)

(2006/C 48/78)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Associazione italiana del risparmio gestito και Fineco Asset Management S.p.A. (Ιταλία) [εκπρόσωποι: Gabriele Escalar και Giuseppe Maria Cipolla, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

ακύρωση της αποφάσεως C (2005) 3302 της Επιτροπής των ΕΚ, της 6ης Σεπτεμβρίου 2005, και περάτωση της διαδικασίας C-19/2004 (ex NN 163/03).

καταδίκη της καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Η υπό κρίση προσφυγή στρέφεται κατά της αποφάσεως η οποία αποτελεί αντικείμενο της υποθέσεως T-424/05, Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής (1).

Προς στήριξη των επιχειρημάτων τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν:

Έλλειψη σαφηνείας και αντιφατικότητα της προσβαλλόμενης αποφάσεως ως εκ του ότι αναφέρεται, πρώτον, στην ύπαρξη επιλεκτικού οικονομικού πλεονεκτήματος, στο μέτρο που από το γράμμα της είναι αδύνατο να γίνει αντιληπτό ποιο είναι το οικονομικό πλεονέκτημα που παρέχουν τα επίδικα φορολογικά μέτρα και ποιοι είναι ακολούθως οι δικαιούχοι. Δεύτερον, και η αιτιολογία της αποφάσεως πρέπει να θεωρηθεί ως ανεπαρκής υπό την έννοια ότι αφορά την συνδρομή τυχόν στρεβλώσεως του ανταγωνισμού κατά τρόπον ώστε να θίγονται οι ενδοκοινοτικές συναλλαγές.

Παράβαση του άρθρου 87, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ, ως εκ του ότι η έκπτωση του φόρου που εφαρμόζεται επί των εισοδημάτων των οργανισμών συλλογικής επενδύσεως σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), εξειδικευμένων σε μετοχές εταιριών χαμηλής και μέσης κεφαλαιοποιήσεως (ΕΜΕΧΜΚ), δεν σημαίνει κρατική ενίσχυση. Ειδικότερα, διατυπώνεται συναφώς ο ισχυρισμός ότι η μείωση του επίδικου φόρου εμπεριέχει οικονομικό πλεονέκτημα για όλους τους επωφελούμενους αυτής ενδιαφερομένους, χωρίς να χαρακτηρίζεται ως επιλεκτική για τους οργανισμούς διαχειρίσεως. Συγκεκριμένα, όλες οι ιταλικές και κοινοτικές εταιρίες διαχειρίσεως της αποταμιεύσεως (ΕΔΑ) είναι σε θέση να διαχειρίζονται τους ΟΣΕΚΑ που είναι εξειδικευμένοι σε μετοχές εταιριών χαμηλής και μέσης κεφαλαιοποιήσεως και όλες οι ιταλικές και κοινοτικές SICAV (εταιρίες διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων) είναι σε θέση να αναλάβουν το έργο των SICAV που είναι εξειδικευμένες σε μετοχές εταιριών χαμηλής και μέσης κεφαλαιοποιήσεως. Εξάλλου, ακόμη και αν τα επίδικα μέτρα είχαν ως συνέπεια την παροχή οικονομικού πλεονεκτήματος υπέρ των ΟΣΕΚΑ, σε καμία περίπτωση δεν σήμαιναν κρατική ενίσχυση, δοθέντος ότι τα επενδυτικά κεφάλαια συνίστανται σε περιουσιακά σύνολα στερούμενα υποκειμενικής αυτοτελείας, χωρίς ίδια όργανα διοικήσεως, ούτε επιδιώκουν οικονομικούς σκοπούς, εφόσον στερούνται οργάνων εκφραζόντων σχετικώς ιδία βούληση. Τέλος, τα επίδικα φορολογικά μέτρα δεν επάγονται οικονομικά πλεονεκτήματα επιλεκτικής φύσεως για τους ίδιους τους οργανισμούς που είναι εξειδικευμένοι σε μετοχές εταιριών χαμηλής και μέσης κεφαλαιοποιήσεως.

Επικουρικώς, οι προσφεύγουσες προβάλλουν ότι:

Τα επίδικα φορολογικά μέτρα πρέπει να θεωρηθούν ως συμβατά προς την κοινή αγορά, δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 2, στοιχείο α', της Συνθήκης, και

η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το άρθρο 14 του κανονισμού 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, ως εκ του ότι εντέλλεται την ανάκτηση των ενισχύσεων από τα υπό εταιρική μορφή επενδυτικά όργανα και από τις επιχειρήσεις που διαχειρίζονται τα συσταθέντα συμβατικώς επενδυτικά όργανα.


(1)  Μη δημοσιευθείσα ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/42


Προσφυγή της 16ης Δεκεμβρίου 2005 — Oxley Threads κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-448/05)

(2006/C 48/79)

Γλώσσα διαδικασίας: αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Oxley Threads Ltd (Ashton-Under-Lyne, Ηνωμένο Βασίλειο) [εκπρόσωποι: G. Peretz, barrister, M. Rees, K. Vernon, solicitors]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 2, στοιχείο β', της αποφάσεως της Επιτροπής, της 14ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με διαδικασία του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ στην υπόθεση 38.337 — PO/Thread κατά το μέρος που επιβάλλει στην προσφεύγουσα πρόστιμο 1,271 εκατομμυρίων ευρώ ή επικουρικώς να μειώσει το πρόστιμο αυτό·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή έκρινε ότι η προσφεύγουσα, όπως και άλλες επιχειρήσεις, παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ καθόσον έλαβε μέρος σε συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές οι οποίες επηρέασαν τις εντός του ΕΟΧ αγορές βιομηχανικών νημάτων για αυτοκίνητα. Ως εκ τούτου, επέβαλε στην προσφεύγουσα πρόστιμο 1,271 εκατομμυρίων ευρώ.

Προς στήριξη της προσφυγής της κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται πρώτα ότι η Επιτροπή παραβίασε τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της αναλογικότητας καθώς και τις δικές της κατευθυντήριες γραμμές όταν καθόρισε το ποσό εκκινήσεως για τον υπολογισμό του προστίμου χωρίς να λάβει υπόψη το γεγονός ότι, αντιθέτως προς τα άλλα μέλη του καρτέλ, η προσφεύγουσα είναι μικρομεσαία επιχείρηση και πολύ μικρότερη, με γνώμονα οποιονδήποτε δείκτη, όλων των άλλων μελών του καρτέλ. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή καθόρισε το ίδιο ποσό εκκινήσεως και για άλλα δύο μέλη του καρτέλ τα οποία είναι 71 φορές μεγαλύτερα από αυτήν όσον αφορά τον συνολικό κύκλο εργασιών. Στο ίδιο πλαίσιο, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη τις εξαιρετικά δυσανάλογες επιπτώσεις που μπορούσε να αναμένεται ότι το πρόστιμο θα έχει για την προσφεύγουσα ή το γεγονός ότι, όταν έλαβαν χώρα οι παραβάσεις, η προσφεύγουσα είχε μόλις αρχίσει να αναγνωρίζεται ως σημαντικός παράγοντας για την προμήθεια βιομηχανικών νημάτων για αυτοκίνητα σε πελάτες στον ΕΟΧ έξω από το Ηνωμένο Βασίλειο. Τέλος, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι, κατά τα συμπεράσματα και αποδεικτικά στοιχεία της ίδιας της Επιτροπής, η συμμετοχή της στο καρτέλ είχε μικρότερη σημασία και λιγότερες συνέπειες για τον ανταγωνισμό απ' ό,τι η συμμετοχή άλλων επιχειρήσεων, και ειδικότερα των δύο επιχειρήσεων για τις οποίες καθορίστηκε το ίδιο ποσό εκκινήσεως.

Η προσφεύγουσα διατείνεται επίσης ότι η Επιτροπή παρέβη την υποχρέωσή της να αιτιολογήσει την επιλογή του ποσού εκκινήσεως και ότι η Επιτροπή, μη λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τον βαθμό αναμείξεως της προσφεύγουσας, παρέβη τις δικές της κατευθυντήριες γραμμές και υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και, χαρακτηρίζοντας το σχετικό καρτέλ ως «σοβαρότατη» παράβαση, παρέβη τις δικές της κατευθυντήριες γραμμές, παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/42


Προσφυγή της εταιρίας Componenta κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση T-455/05)

(2006/C 48/80)

Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Componenta Oyj (Ελσίνκι Φινλανδίας) (εκπρόσωπος: M. Savola)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 20 Οκτωβρίου 2005 απόφαση της Επιτροπής C(2005)3871 τελ. σχετικά με κρατική ενίσχυση την οποία χορήγησε η Φινλανδία στην εταιρία Componenta με τη μορφή επενδυτικής ενισχύσεως·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα εντόκως.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφυγή αφορά την από 20 Οκτωβρίου 2005 απόφαση της Επιτροπής C(2005)3871 τελ., με την οποία το κοινοτικό αυτό όργανο θεώρησε ότι το φινλανδικό κράτος χορήγησε στην εταιρία Componenta επενδυτική ενίσχυση απαγορευόμενη από το άρθρο 87 ΕΚ (ενίσχυση υπ' αριθ. C 37/2004, ex NN 51/2004).

Η Επιτροπή θεώρησε ότι η ενίσχυση χορηγήθηκε βάσει μιας διμερούς συμφωνίας, στο πλαίσιο της οποίας η μεν Componenta επώλησε το μερίδιο της εταιρίας επενδύσεων σε ακίνητα Karkkilan Keskustakiinteistöt Oy το οποίο κατείχε (ανερχόμενο σε 50 %) στον δήμο της Karkkila, ο οποίος ήδη κατείχε το 50 % της ως άνω εταιρίας, η δε εταιρία επενδύσεων σε ακίνητα επέστρεψε στην Componenta το δάνειο εταίρου που αυτή της είχε χορηγήσει. Στο ίδιο πλαίσιο ο δήμος της Karkkila χορήγησε στην εν λόγω εταιρία νέο ισόποσο συμπληρωματικό δάνειο.

Κατά την Επιτροπή η κρατική ενίσχυση προκύπτει τόσο από την τιμή αγοράς όσο και από την εξόφληση του χορηγηθέντος από εταίρο δανείου.

Η προσφεύγουσα επικαλέστηκε προς στήριξη της προσφυγής της, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

Η απόφαση της Επιτροπής είναι πλημελής και παράνομη στο σύνολό της όσον αφορά τόσο τις αιτιολογίες της όσο και την αριθμητική εκτίμηση. Η προσφεύγουσα διετείνεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε παράβαση ουσιώδους τύπου και ότι διέπραξε κατάχρηση εξουσίας, διότι εξετίμησε προφανώς εσφαλμένα κατά τη σχετική διαδικασία εξετάσεως τα στοιχεία που της υποβλήθηκαν. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι η απόφαση της Επιτροπής αντιβαίνει προς τους κατά το άρθρο 87 ΕΚ κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Επιπλέον, η προσφεύγουσα προβάλλει τον ισχυρισμό ότι ο τελικός σκοπός της αποφάσεως είναι κατ' αυτήν αντίθετος προς την αρχή της αναλογικότητας και, επομένως, προσβάλλει την αρχή αυτή η οποία εκτίθεται στο άρθρο 5, τρίτο εδάφιο ΕΚ.

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή ακολούθησε εσφαλμένη διαδικασία κατά την εκτίμηση της αγοραίας αξίας των επίμαχων μεριδίων της εταιρίας επενδύσεων σε ακίνητα. Σε αντίθεση με την άποψη της Επιτροπής, η προσφεύγουσα εκθέτει ότι η εν λόγω αξία εκτιμήθηκε κατά τον χρόνο της σχετικής μεταβιβάσεως σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς.

Όσον αφορά τη συμφωνία περί του χορηγηθέντος από εταίρο δανείου η προσφεύγουσα διατείνεται ότι δεν προέκυψε υπέρ αυτής κανένα οικονομικό όφελος από τη σχετική σύμβαση. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή εξετίμησε εσφαλμένα τη φύση και τη σημασία της συμβάσεως αυτής. Επιπλέον, οι αιτιολογίες της αποφάσεως της Επιτροπής που αφορούν το ως άνω δάνειο είναι, κατά την προσφεύγουσα, ασαφείς και ελλιπείς.

Τέλος, η προσφεύγουσα εκθέτει ότι η απόφαση της Επιτροπής αντιβαίνει προς την πρακτική που αυτή ακολουθούσε σε άλλες υποθέσεις σχετικά με κρατικές ενισχύσεις και ότι, ακόμη, αντιβαίνει προς τις αρχές που εκτίθενται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 ΕΚ και του άρθρου 5 της οδηγίας 80/723/ΕΟΚ επί των δημοσίων επιχειρήσεων στον κλάδο της μεταποίησης (1).

Όσον αφορά τους επενδυτικούς όρους της σχετικής συμφωνίας, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή εξετίμησε εσφαλμένα τους όρους αυτούς και τη σημασία τους.


(1)  ΕΕ C 307, 13.11.1993, σ. 3.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/43


Προσφυγή της 17ης Ιανουαρίου 2006 — Equant Belgium κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-9/06)

(2006/C 48/81)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Equant Belgium SA (Βρυξέλλες, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: T. Müller-Ibold, T. Graf, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να ακυρώσει

(i)

την απόφαση της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2005, περί αναστολής της συνάψεως της συμβάσεως που διαλαμβάνεται στην προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής της 3ης Νοεμβρίου 2005, σχετικά με την ανάθεση της συμβάσεως βάσει της ακόλουθης διαδικασίας: «Προκήρυξη κλειστού διαγωνισμού αριθ. ENTR/04/011 — Παρτίδα 1 Ασφαλείς Διευρωπαϊκές Τηλεματικές Υπηρεσίες μεταξύ διοικήσεων (s-TESTA)»·

(ii)

την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Δεκεμβρίου 2005, περί απορρίψεως της προσφοράς που υπέβαλε η Equant/HP στο πλαίσιο της προκήρυξης κλειστού διαγωνισμού No ENTR/04/011 — Παρτίδα 1 «Ασφαλείς Διευρωπαϊκές Τηλεματικές Υπηρεσίες μεταξύ διοικήσεων (s-TESTA)» και περί σιωπηρής ανακλήσεως της αποφάσεώς της υπέρ της Equant/HP της 3ης Νοεμβρίου 2005· και

(iii)

την απόφαση της Επιτροπής που κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα με την ίδια επιστολή της 27ης Δεκεμβρίου 2005, περί επιλογής άλλου διαγωνιζομένου για την ανάθεση της συμβάσεως στο πλαίσιο της προκήρυξης κλειστού διαγωνισμού No ENTR/04/011 — Παρτίδα 1 «Ασφαλείς Διευρωπαϊκές Τηλεματικές Υπηρεσίες μεταξύ διοικήσεων (s-TESTA)»·

να λάβει οποιοδήποτε άλλο μέτρο θεωρήσει πρόσφορο στη συγκεκριμένη περίπτωση και, εν πάση περιπτώσει,

να καταδικάσει την Επιτροπή στην καταβολή των δικαστικών και λοιπών εξόδων στα οποία υπεβλήθη η Equant σε σχέση με την υποβληθείσα προσφυγή.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα, μαζί με μια άλλη εταιρία, υπέβαλε προσφορά στην Επιτροπή στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως συμβάσεως που αφορούσε την προκήρυξη διαγωνισμού αριθ. 2004/S 137-116821 «Παρτίδα 1 — Ασφαλείς Διευρωπαϊκές Τηλεματικές Υπηρεσίες μεταξύ διοικήσεων (s-TESTA)». Με επιστολή της 3ης Νοεμβρίου 2005, η Επιτροπή πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι η από κοινού με την άλλη εταιρία προσφορά της είχε επιλεγεί για την ανάθεση της συμβάσεως. Ωστόσο, με επιστολή της 6ης Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι αποφάσισε να αναστείλει την σύναψη της συμβάσεως, εν αναμονή περαιτέρω εξετάσεως των προσφορών. Με άλλη επιστολή, της 27ης Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι είχε αποφασίσει να απορρίψει την κοινή προσφορά της προσφεύγουσας λόγω του ότι δεν ήταν σύμφωνη προς τους όρους του διαγωνισμού και να αναθέσει τη σύμβαση σε άλλον διαγωνιζόμενο.

Προς στήριξη της προσφυγής της περί ακυρώσεως των ανωτέρω αποφάσεων, η προσφεύγουσα βάλλει λεπτομερώς κατά των διαπιστώσεων της Επιτροπής ότι ορισμένα συστατικά της προσφοράς της, ειδικότερα η παραίτησή της από το εφάπαξ τέλος εγκαταστάσεως για μια αρχική διετή περίοδο, η πενταετής περίοδος εκπτώσεων κατά των καθορισμό των τιμών και η βάσει της ποσότητας έκπτωση επί των μηνιαίων τελών για τα απολύτως έτοιμα σημεία πρόσβασης, ήσαν αντίθετα προς τους όρους του διαγωνισμού. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή, θεωρώντας ότι η προσφορά της είναι ασύμβατη, υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και συνεπώς οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι παράνομες.

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει περαιτέρω ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της διαφάνειας, προβάλλοντας μια αστήριχτη ερμηνεία των όρων του διαγωνισμού, και ότι παρέβη τον κανονισμό 2342/2002 και παραβίασε τις αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της χρηστής διοικήσεως, παραλείποντας να ζητήσει διευκρινίσεις ή να εφαρμόσει λιγότερο περιοριστικά μέτρα. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται τελικώς ότι η Επιτροπή παραβίασε επίσης την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως των αποφάσεων.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/44


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 9ης Δεκεμβρίου 2005 — Raymond Claudel κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου

(Υπόθεση T-338/05) (1)

(2006/C 48/82)

Γλώσσα διαδικασίας: γαλλική

Ο πρόεδρος του τρίτου τμήματος διέταξε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  EE C 296 της 26.11.2005.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/44


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 11ης Ιανουαρίου 2006 — GHK Consulting κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-383/05 R)

(2006/C 48/83)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του Πρωτοδικείου αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


III Πληροφορίες

25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/45


(2006/C 48/84)

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΕ C 36 της 11.2.2006

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 22 της 28.1.2006

ΕΕ C 10 της 14.1.2006

ΕΕ C 330 της 24.12.2005

ΕΕ C 315 της 10.12.2005

ΕΕ C 296 της 26.11.2005

ΕΕ C 281 της 12.11.2005

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

 

EUR-Lex: http://europa.eu.int/eur-lex

 

CELEX: http://europa.eu.int/celex


Διορθωτικά

25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/46


Διορθωτικό της δημοσιευθείσας στην Επίσημη Εφημερίδα υποθέσεως Τ-408/05

(Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, τεύχος C 22 της 28ης Ιανουαρίου 2006, σ. 18 )

(2006/C 48/85)

Η δημοσιευθείσα στην ΕΕ ανακοίνωση επί της υποθέσεως Τ-408/05, Luigi Marcuccio κατά Επιτροπής, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Προσφυγή ασκηθείσα στις 16 Νοεμβρίου 2005 — Luigi Marcuccio κατά Επιτροπής»

(Υπόθεση T-408/05)

(2006/C 22/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Luigi Marcuccio (Tricase, Italie) (Εκπρόσωπος: Alessandro Distante, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

να ακυρωθεί η σιωπηρή απόφαση περί απορρίψεως της από 11 Οκτωβρίου 2004 αιτήσεώς του·

να ακυρωθεί, στον βαθμό που απαιτείται, η απόφαση της 4ης Αυγούστου 2005·

να υποχρεωθεί η καθής να καταβάλει στον προσφεύγοντα, υπό μορφή επιστροφής του υπολειπομένου, μέχρι την κάλυψη του 100 % των ιατρικών εξόδων, ποσού των 381,04 ευρώ·

να υποχρεωθεί η καθής να καταβάλει στον προσφεύγοντα τόκους υπερημερίας ύψους 10 %, κεφαλαιοποιουμένους ετησίως από της 11ης Οκτωβρίου 2004 και μέχρι της πραγματικής καταβολής τους·

να καταδικαστεί η ΕΚ στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων της παρούσας προσφυγής βάλλει κατά της αρνήσεως της καθής να του επιστρέψει το 100 % των ιατρικών εξόδων στα οποία αυτός υποβλήθηκε.

Οι λόγοι ακυρώσεως και τα κύρια επιχειρήματα είναι πανομοιότυπα με εκείνα της υποθέσεως Τ-18/04, Marcuccio κατά Επιτροπής (1).

Συγκεκριμένα, ο προσφεύγων επικαλείται παντελή έλλειψη αιτιολογίας, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθώς και παραβίαση του άρθρου 72 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των Υπαλλήλων και παράβαση του καθήκοντος αρωγής και παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων και της χρηστής διοικήσεως.


(1)  ΕΕ C 71 της 20.3.2004, σ. 38.


25.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/47


Διορθωτικό στην ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-130/05, T-160/05 και T-183/05

( «Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης» C 22 της 28ης Ιανουαρίου 2006, σ. 26 )

(2006/C 48/86)

Το ορθό κείμενο της ανακοινώσεως στην ΕΕ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-130/05, T-160/05 και T-183/05 είναι το εξής:

«Διάταξη του Πρωτοδικείου της 16ης Νοεμβρίου 2005 — Albert-Bousquet κ.λπ. κατά Επιτροπής

(συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-130/05, T-160/05 και T-183/05) (1)

(2006/C 22/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο Πρόεδρος του τετάρτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως T-183/05


(1)  ΕΕ C 132 της 28.5.2005.