|
ISSN 1725-2415 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Ανακοινώσεις και Πληροφορίες |
49ό έτος |
|
Ανακοίνωση αριθ |
Περιεχόμενα |
Σελίδα |
|
|
I Ανακοινώσεις |
|
|
|
Δικαστήριο |
|
|
|
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ |
|
|
2006/C 036/1 |
||
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
||
|
2006/C 036/4 |
||
|
2006/C 036/5 |
||
|
2006/C 036/6 |
||
|
2006/C 036/7 |
||
|
2006/C 036/8 |
||
|
2006/C 036/9 |
||
|
2006/C 036/0 |
||
|
2006/C 036/1 |
||
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
||
|
2006/C 036/4 |
||
|
2006/C 036/5 |
||
|
2006/C 036/6 |
||
|
2006/C 036/7 |
||
|
2006/C 036/8 |
||
|
2006/C 036/9 |
||
|
2006/C 036/0 |
||
|
2006/C 036/1 |
||
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
||
|
2006/C 036/4 |
||
|
2006/C 036/5 |
||
|
2006/C 036/6 |
||
|
2006/C 036/7 |
||
|
2006/C 036/8 |
||
|
2006/C 036/9 |
||
|
2006/C 036/0 |
||
|
2006/C 036/1 |
||
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
||
|
2006/C 036/4 |
||
|
2006/C 036/5 |
||
|
2006/C 036/6 |
||
|
2006/C 036/7 |
||
|
2006/C 036/8 |
||
|
2006/C 036/9 |
||
|
2006/C 036/0 |
||
|
2006/C 036/1 |
||
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
||
|
2006/C 036/4 |
||
|
2006/C 036/5 |
||
|
2006/C 036/6 |
||
|
2006/C 036/7 |
||
|
2006/C 036/8 |
||
|
2006/C 036/9 |
||
|
2006/C 036/0 |
||
|
2006/C 036/1 |
||
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
||
|
2006/C 036/4 |
||
|
2006/C 036/5 |
||
|
2006/C 036/6 |
||
|
2006/C 036/7 |
||
|
2006/C 036/8 |
||
|
|
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ |
|
|
2006/C 036/9 |
||
|
2006/C 036/0 |
||
|
2006/C 036/1 |
||
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
||
|
2006/C 036/4 |
||
|
2006/C 036/5 |
||
|
2006/C 036/6 |
||
|
2006/C 036/7 |
||
|
2006/C 036/8 |
||
|
2006/C 036/9 |
Υπόθεση T-411/05: Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Gerolf Annemans κατά Επιτροπής |
|
|
2006/C 036/0 |
Υπόθεση T-414/05: Προσφυγή της 22ας Νοεμβρίου 2005 — NHL Enterprises κατά ΓΕΕΑ |
|
|
2006/C 036/1 |
Υπόθεση T-420/05: Προσφυγή-αγωγή της 25ης Νοεμβρίου 2005 — Vischim κατά Επιτροπής |
|
|
2006/C 036/2 |
||
|
2006/C 036/3 |
Υπόθεση Τ-433/05: Προσφυγή ασκηθείσα στις 18 Νοεμβρίου 2005 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής |
|
|
2006/C 036/4 |
||
|
|
III Πληροφορίες |
|
|
2006/C 036/5 |
||
|
EL |
|
I Ανακοινώσεις
Δικαστήριο
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/1 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 22ας Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-384/02 (αίτηση του Københavns Byret για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): ποινική διαδικασία κατά Knud Grøngaard, Allan Bang (1)
(Οδηγία 89/592/ΕΟΚ - Πράξεις κατόχων εμπιστευτικών πληροφοριών - Ανακοίνωση εμπιστευτικών πληροφοριών σε τρίτους - Απαγόρευση)
(2006/C 36/01)
Γλώσσα διαδικασίας: η δανική
Στην υπόθεση C-384/02, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Københavns Byret (Δανία) με απόφαση της 14ης Αυγούστου 2002, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 25 Οκτωβρίου 2002, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας κατά Knud Grøngaard, Allan Bang, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas, προέδρους τμήματος, J.-P. Puissochet, R. Schintgen, S. von Bahr (εισηγητή), J. N. Cunha Rodrigues και R. Silva de Lapuerta, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας, εξέδωσε στις 22 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Το άρθρο 3, στοιχείο α', της οδηγίας 89/592/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 1989, για το συντονισμό των ρυθμίσεων όσον αφορά τις πράξεις προσώπων τα οποία είναι κάτοχοι εμπιστευτικών πληροφοριών, απαγορεύει σε πρόσωπο το οποίο λαμβάνει γνώση εμπιστευτικών πληροφοριών υπό την ιδιότητά του ως εκπροσώπου των εργαζομένων στο διοικητικό συμβούλιο εταιρίας ή υπό την ιδιότητα του μέλους της επιτροπής συνδέσμου ενός ομίλου επιχειρήσεων να τις ανακοινώνει στον πρόεδρο της επαγγελματικής οργανώσεως στην οποία ανήκουν οι εργαζόμενοι αυτοί και η οποία διόρισε το πρόσωπο αυτό ως μέλος της επιτροπής συνδέσμου, εκτός:
Στο πλαίσιο της εξετάσεώς του, το εθνικό δικαστήριο οφείλει, υπό το φως των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων, να λάβει ιδίως υπόψη:
|
|
2. |
Το άρθρο 3, στοιχείο α', της οδηγίας 89/592 απαγορεύει στον πρόεδρο επαγγελματικής οργανώσεως να ανακοινώνει εμπιστευτικές πληροφορίες σε συνεργάτες του, όπως αυτοί που περιγράφονται στα ερωτήματα αυτά, εκτός αν τούτο γίνεται υπό τις περιστάσεις που αναφέρονται στην απάντηση που δόθηκε στο πρώτο και το δεύτερο ερώτημα. Στο πλαίσιο της εξετάσεώς του, το εθνικό δικαστήριο οφείλει, υπό το φως των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων, να λάβει ιδίως υπόψη τα κριτήρια που επίσης αναφέρονται στην απάντηση αυτή. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/2 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(δεύτερο τμήμα)
της 1ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-46/03: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)
(Διαρθρωτικά ταμεία - Αποδέσμευση ποσών - Προϋποθέσεις - Πρόγραμμα Manchester/Salford/Trafford 2 («MST 2»)
(2006/C 36/02)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Στην υπόθεση C-46/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2003, Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: P. Ormond, R. Caudwell και K. Manji, επικουρούμενοι από τον D. Lloyd-Jones, QC, και την S. Lee, barrister) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: L. Flynn), υποστηριζόμενης από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: M. Balta, F. Florindo Gijón και J. Carbery), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, R. Silva de Lapuerta, P. Kūris και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που περιέχεται στο έγγραφο της 22ας Νοεμβρίου 2002 και αφορά την αποδέσμευση του ποσού των 11 632 600 ευρώ σε σχέση με τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος Manchester/Salford/Trafford 2. |
|
2. |
Καταδικάζει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα. |
|
3. |
Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρει τα έξοδά του. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/2 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 13ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-78/03 P: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Aktionsgemeinschaft Recht und Eigentum eV (1)
(Αίτηση αναιρέσεως - Χορήγηση ενισχύσεων από τις γερμανικές αρχές για την απόκτηση γαιών - Πρόγραμμα για την ιδιωτικοποίηση γαιών και την αναδιάρθρωση της γεωργίας στα νέα Länder)
(2006/C 36/03)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-78/03 P, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, ασκηθείσα στις 19 Φεβρουαρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Flett και V. Kreuschitz) όπου οι λοιποί διάδικοι είναι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, (εκπρόσωπος: M. Lumma) παρεμβαίνουσα πρωτοδίκως, Aktionsgemeinschaft Recht und Eigentum eV, με έδρα το Borken (Γερμανία), (εκπροσωπούμενη από τον M. Pechstein, καθηγητή), το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas, K. Schiemann και J. Makarczyk, προέδρους τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), A. La Pergola, J.-P. Puissochet, P. Kūris, E. Juhász, E. Levits και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 13 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Αναιρεί την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 5ης Δεκεμβρίου 2002 στην υπόθεση Τ-114/00, Aktionsgemeinschaft Recht und Eigentum κατά Επιτροπής. |
|
2) |
Απορρίπτει ως απαράδεκτη την προσφυγή την οποία άσκησε η Aktionsgemeinschaft Recht und Eigentum eV ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 1999, περί εγκρίσεως των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 (πρώην άρθρων 92 και 93) της Συνθήκης ΕΚ. |
|
3) |
Καταδικάζει την Aktionsgemeinschaft Recht und Eigentum eV στα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/3 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πρώτο τμήμα)
της 24ης Νοεμβρίου 2005
στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-138/03, C-324/03 και C-431/03: Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)
(Προσφυγές ακυρώσεως - Διαρθρωτικά Ταμεία - Συγχρηματοδότηση - Κανονισμοί (ΕΚ) 1260/1999 και 1685/2000 - Προϋποθέσεις επιλεξιμότητας των προκαταβολών που καταβάλλουν οι εθνικοί οργανισμοί στο πλαίσιο των καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων)
(2006/C 36/04)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-138/03, C-324/03 και C-431/03, με αντικείμενο προσφυγές ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 EK, οι οποίες ασκήθηκαν στις 27 Μαρτίου 2003 (C-138/03), 24 Ιουλίου 2003 (C-324/03) και 9 Οκτωβρίου 2003 (C 431/03), Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: I. M. Braguglia, επικουρούμενος από τον A. Cingolo) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: E. de March και L. Flynn, επικουρούμενοι από τον A. Dal Ferro), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann, N. Colneric, J. N. Cunha Rodrigues (εισηγητή) και E. Levits, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: L. Hewlett, κύριος υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 24 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Παρέλκει η έκδοση αποφάσεως στην υπόθεση C 138/03. |
|
2) |
Απορρίπτει την προσφυγή στην υπόθεση C-324/03. |
|
3) |
Απορρίπτει ως απαράδεκτη την προσφυγή στην υπόθεση C-431/03. |
|
4) |
Καταδικάζει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα της υποθέσεως C-138/03. |
|
5) |
Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα των υποθέσεων C 324/03 και C-431/03. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/3 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πρώτο τμήμα)
της 8ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-220/03: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (1)
(Πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Συμφωνία περί της έδρας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - Ρήτρα διαιτησίας - Ακίνητα μισθωμένα από την ΕΚΤ - Έμμεσοι φόροι ενσωματούμενοι στα μισθώματα)
(2006/C 36/05)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-220/03 που έχει ως αντικείμενο προσφυγή δυνάμει του άρθρου 238 ΕΚ που ασκήθηκε στις 21 Μαΐου 2003, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (εκπρόσωποι: C. Zilioli και M. Benisch, επικουρούμενοι από τους H.-G. Kamann και M. Selmayr) κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (εκπρόσωπος: U. Forsthoff, επικουρούμενος από τον W. Hölters), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann (εισηγητή), K. Lenaerts, E. Juhász και M. Ilešič, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/4 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(δεύτερο τμήμα)
της 1ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-301/03: Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)
(Διαρθρωτικά ταμεία - Επιλεξιμότητα των δαπανών - Τροποποιήσεις συμπληρωμάτων προγραμματισμού - Απαράδεκτο)
(2006/C 36/06)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Στην υπόθεση C-301/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως, δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 2 Ιουλίου 2003, Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: I. M. Braguglia, επικουρούμενος από τους G. Aiello και A. Cingolo, avvocati dello Stato) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: E. de March και L. Flynn, επικουρούμενοι από τον A. Dal Ferro, avvocato), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann, R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη. |
|
2) |
Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/4 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 15ης Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-320/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ - Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων - Άρθρα 1 και 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 881/92 - Άρθρα 1 και 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) 3118/93 - Μεταφορές - Τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας φορτηγών άνω των 7,5 τόνων που μεταφέρουν ορισμένα είδη εμπορευμάτων - Ποιότητα του αέρα - Προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος - Αρχή της αναλογικότητας)
(2006/C 36/07)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-320/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 24 Ιουλίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Schmidt, W. Wils και G. Braun), υποστηριζόμενη από: την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: W.-D. Plessing και A. Tiemann, επικουρούμενοι από τον T. Lübbig, Rechtsanwalt), την Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: I. M. Braguglia, επικουρούμενος από τον G. De Bellis, avvocato dello Stato) και το Βασίλειο των Κάτω Χωρών (εκπρόσωπος: H. G. Sevenster), κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας (εκπρόσωποι: E. Riedl και H. Dossi), το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas και K. Schiemann, προέδρους τμήματος, R. Schintgen (εισηγητή), J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta, K. Lenaerts, P. Kūris, E. Juhász, Γ. Αρέστη και A. Borg Barthet, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 15 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Η Δημοκρατία της Αυστρίας, απαγορεύοντας στα φορτηγά βάρους άνω των 7,5 τόνων που μεταφέρουν ορισμένα εμπορεύματα να κυκλοφορούν σε τμήμα του αυτοκινητοδρόμου A 12 εντός της κοιλάδας του Inn, κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως του υπουργού-προέδρου του Τιρόλου περί περιορισμού των μεταφορών στον αυτοκινητόδρομο Α 12 στην κοιλάδα του Inn (τομεακή απαγόρευση κυκλοφορίας) [Verordnung des Landeshauptmanns von Tirol, mit der auf der A 12 Inntalautobahn verkehrsbeschränkende Maßnahmen erlassen werden (sektorales Fahrverbot)], της 27ης Μαΐου 2003, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 28 ΕΚ και 29 ΕΚ. |
|
2) |
Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά. |
|
3) |
Καταδικάζει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα. |
|
4) |
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Ιταλική Δημοκρατία και το Βασίλειο των Κάτω Χωρών φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/5 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 13ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-411/03 (αίτηση του Landgericht Koblenz για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): στο πλαίσιο της διαδικασίας που κίνησε η SEVIC Systems AG (1)
(Ελευθερία εγκαταστάσεως - Άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ - Διασυνοριακές συγχωνεύσεις - Άρνηση εγγραφής στο εθνικό εμπορικό μητρώο - Συμβατότητα)
(2006/C 36/08)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-411/03 με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Landgericht Koblenz (Γερμανία), με απόφαση της 16ης Σεπτεμβρίου 2003 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 2 Οκτωβρίου 2003, στο πλαίσιο της διαδικασίας που κίνησε η SEVIC Systems AG, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas και K. Schiemann, προέδρους τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta, K. Lenaerts, P. Kūris, E. Juhász, Γ. Αρέστη και A. Borg Barthet, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. A. Tizzano, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 13 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
Προσκρούει στα άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ η εγγραφή στο εθνικό εμπορικό μητρώο της συγχωνεύσεως διά λύσεως άνευ εκκαθαρίσεως μιας εταιρίας και διά μεταβιβάσεως στο σύνολό της της περιουσίας της σε άλλη εταιρία, η οποία δεν γίνεται δεκτή κατά κανόνα οσάκις η μία εκ των δύο εταιριών έχει την έδρα της σε άλλο κράτος μέλος, τη στιγμή κατά την οποία παρόμοια εγγραφή είναι εφικτή εφόσον τηρούνται ορισμένες προϋποθέσεις και οι μετέχουσες στη συγχώνευση εταιρίες έχουν αμφότερες την έδρα τους στο έδαφος του πρώτου κράτους μέλους.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/5 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 13ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-446/03 [αίτηση του High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division, για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]: Marks & Spencer plc κατά David Halsey (Her Majesty's Inspector of Taxes) (1)
(Άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ - Φόρος εισοδήματος εταιριών - Όμιλοι εταιριών - Φορολογική ελάφρυνση - Κέρδη των μητρικών εταιριών - Έκπτωση των ζημιών θυγατρικής εγκατεστημένης στην ημεδαπή - Επιτρέπεται - Έκπτωση των ζημιών που υπέστη εντός άλλου κράτους μέλους θυγατρική εγκατεστημένη στην αλλοδαπή - Δεν εμπίπτει)
(2006/C 36/09)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Στην υπόθεση C-446/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division (Ηνωμένο Βασίλειο), με απόφαση της 16ης Ιουλίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Οκτωβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης, Marks & Spencer plc κατά David Halsey (Her Majesty's Inspector of Taxes), το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans και A. Rosas, προέδρους τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), A. La Pergola, J.-P. Puissochet, R. Schintgen, N. Colneric, J. Klučka, U. Lõhmus, E. Levits και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: K. Sztranc, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 13 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
Τα άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ δεν απαγορεύουν, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, τη νομοθεσία κράτους μέλους η οποία δεν παρέχει κατά γενικό κανόνα στην εγκατεστημένη στην ημεδαπή μητρική εταιρία τη δυνατότητα να εκπέσει από τα φορολογητέα κέρδη της τις ζημίες που υπέστη εντός άλλου κράτους μέλους η εγκατεστημένη στο κράτος μέλος αυτό θυγατρική της, ενώ παρέχει τη δυνατότητα αυτή για τις ζημίες που έχει υποστεί η εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική. Ωστόσο, αντιβαίνει στα άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ το να μην παρέχεται η δυνατότητα αυτή στην εγκατεστημένη στην ημεδαπή μητρική εταιρία εφόσον, αφενός, η εγκατεστημένη στην αλλοδαπή θυγατρική εξάντλησε τις δυνατότητες συνυπολογισμού των ζημιών οι οποίες παρέχονται εντός του κράτους εγκαταστάσεώς της ως προς το οικονομικό έτος το οποίο αφορά η αίτηση φορολογικής ελαφρύνσεως και ως προς τα προηγούμενα οικονομικά έτη και εφόσον, αφετέρου, δεν υπάρχει πιθανότητα να ληφθούν υπόψη οι ζημίες αυτές εντός του κράτους κατοικίας της στο πλαίσιο μελλοντικών χρήσεων, είτε από την ίδια είτε από τρίτον, ιδίως σε περίπτωση μεταβιβάσεως της θυγατρικής προς τον τρίτον αυτόν.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/6 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 6ης Δεκεμβρίου 2005
στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-453/03, C-11/04, C-12/04 και C-194/04 [αιτήσεις του High Court of Justice (England & Wales), Queen's Bench Division (Administrative Court) (Ηνωμένο Βασίλειο), του Consiglio di Stato (Ιταλία) και του Rechtbank's-Gravenhage (Κάτω Χώρες) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]: The Queen, για λογαριασμό των: ABNA Ltd (C-453/03), Denis Brinicombe, BOCM Pauls Ltd, Devenish Nutrition Ltd, Nutrition Services (International) Ltd, Primary Diets Ltd κατά Secretary of State for Health, Food Standards Agency, Fratelli Martini & C. SpA (C-11/04), Cargill Srl κατά Ministero delle Politiche Agricole e Forestali, Ministero della Salute, Ministero delle Attività Produttive, Ferrari Mangimi Srl (C-12/04), Associazione nazionale tra i produttori di alimenti zootecnici (Assalzoo) κατά Ministero delle Politiche Agricole e Forestali, Ministero della Salute, Ministero delle Attività Produttive, και Nederlandse Vereniging Diervoederindustrie (Nevedi) (C-194/04) κατά Productschap Diervoeder (1)
(Υγειονομικός έλεγχος - Σύνθετες ζωοτροφές - Αναγραφή του ακριβούς ποσοστού των συστατικών ενός προϊόντος - Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας)
(2006/C 36/10)
Γλώσσες διαδικασίας: η αγγλική, η ιταλική και η ολλανδική
Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-453/03, C-11/04, C-12/04 και C-194/04, με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλαν το High Court of Justice (England & Wales), Queen's Bench Division (Administrative Court) (Ηνωμένο Βασίλειο) (C 453/03), το Consiglio di Stato (Ιταλία) (C 11/04 και C 12/04) και το Rechtbank 's-Gravenhage (Κάτω Χώρες) (C 194/04), με αποφάσεις της 23ης Οκτωβρίου 2003, της 11ης Νοεμβρίου 2003 και της 22ας Απριλίου 2004, που περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 27 Οκτωβρίου 2003, στις 15 Ιανουαρίου 2004 και στις 26 Απριλίου 2004, αντιστοίχως, στο πλαίσιο των δικών The Queen, για λογαριασμό των: ABNA Ltd (C-453/03), Denis Brinicombe, BOCM Pauls Ltd, Devenish Nutrition Ltd, Nutrition Services (International) Ltd, Primary Diets Ltd κατά Secretary of State for Health, Food Standards Agency, Fratelli Martini & C. SpA (C-11/04), Cargill Srl κατά Ministero delle Politiche Agricole e Forestali, Ministero della Salute, Ministero delle Attività Produttive, Ferrari Mangimi Srl (C-12/04), Associazione nazionale tra i produttori di alimenti zootecnici (Assalzoo) κατά Ministero delle Politiche Agricole e Forestali, Ministero della Salute, Ministero delle Attività Produttive, και Nederlandse Vereniging Diervoederindustrie (Nevedi) (C-194/04), κατά Productschap Diervoeder, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas (εισηγητή), προέδρους τμήματος, N. Colneric, S. von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta, P. Kūris, E. Juhász, Γ. Αρέστη, A. Borg Barthet και M. Ilešič, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματείς: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, και K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 6 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Από την εξέταση του προδικαστικού ερωτήματος υπό στοιχείο α' στην υπόθεση C-453/03, του πρώτου ερωτήματος σε εκάστη των υποθέσεων C-11/04 και C-12/04, καθώς και του πρώτου ερωτήματος, στοιχείο α', στην υπόθεση C-194/94, δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το άρθρο 1, σημεία 1, στοιχείο β', και 4, της οδηγίας 2002/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί κυκλοφορίας των σύνθετων ζωοτροφών και για την κατάργηση της οδηγίας 91/357/ΕΟΚ της Επιτροπής, δεν εκδόθηκε εγκύρως βάσει του άρθρου 152, παράγραφος 4, στοιχείο β', ΕΚ. |
|
2) |
Από την εξέταση του τέταρτου ερωτήματος στην υπόθεση C-12/04 δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να θίξει το κύρος του άρθρου 1, σημεία 1, στοιχείο β', και 4, της οδηγίας 2002/2 με γνώμονα την αρχή της ίσης μεταχείρισης και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. |
|
3) |
Το άρθρο 1, σημείο 1, στοιχείο β', της οδηγίας 2002/2, που επιβάλλει στους παρασκευαστές σύνθετων ζωοτροφών να ανακοινώνουν στον πελάτη, αν τους το ζητήσει, την ακριβή σύνθεση μιας ζωοτροφής, είναι άκυρο από τη σκοπιά της αρχής της αναλογικότητας. Αντιθέτως, από την εξέταση του ερωτήματος υπό στοιχείο γ', στην υπόθεση C-453/03, του δευτέρου ερωτήματος σε εκάστη των υποθέσεων C-11/04 και C-12/04, καθώς και του πρώτου ερωτήματος, στοιχείο γ', στην υπόθεση C-194/94, δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να θίξει το κύρος του άρθρου 1, σημείο 4, της οδηγίας αυτής από τη σκοπιά της εν λόγω αρχής. |
|
4) |
Η οδηγία 2002/2 έχει την έννοια ότι η εφαρμογή της δεν εξαρτάται από την κατάρτιση του θετικού καταλόγου πρώτων υλών αναφερομένων με τα ειδικά ονόματά τους που προβλέπει η δέκατη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας. |
|
5) |
Ακόμα και όταν ένα δικαστήριο κράτους μέλους κρίνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή κοινοτικής πράξεως, ιδίως στην περίπτωση που το ζήτημα του κύρους της πράξεως αυτής έχει υποβληθεί στο Δικαστήριο, οι αρμόδιες διοικητικές αρχές των άλλων κρατών μελών δεν μπορούν να αναστείλουν την εφαρμογή της πράξης αυτής εν αναμονή της αποφάσεως του Δικαστηρίου όσον αφορά το κύρος της. Πράγματι, μόνο το εθνικό δικαστήριο είναι αρμόδιο να εξετάσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υποθέσεως που του έχει υποβληθεί, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις χορηγήσεως προσωρινών μέτρων. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/7 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 6ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-461/03 (αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Gaston Schul Douane-expediteur BV κατά Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit (1)
(Άρθρο 234 ΕΚ - Υποχρέωση του εθνικού δικαστηρίου να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα - Ανίσχυρο κοινοτικής διατάξεως - Ζάχαρη - Πρόσθετος εισαγωγικός δασμός - Κανονισμός (ΕΚ) 1423/95 - Άρθρο 4)
(2006/C 36/11)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Στην υπόθεση C-461/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) με απόφαση της 24ης Οκτωβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Νοεμβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης Gaston Schul Douane-expediteur BV κατά Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas και J. Malenovský, προέδρους τμήματος, N. Colneric (εισηγήτρια), S. von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta, K. Lenaerts, Γ. Αρέστη, A. Borg Barthet και M. Ilešič, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 6 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Το άρθρο 234, τρίτο εδάφιο, ΕΚ επιβάλλει στα εθνικά δικαστήρια των οποίων οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου να υποβάλλουν στο Δικαστήριο ερώτημα ως προς το κύρος διατάξεων ενός κανονισμού ακόμα και όταν το Δικαστήριο έχει ήδη κηρύξει ανίσχυρες τις αντίστοιχες διατάξεις ανάλογου κανονισμού. |
|
2. |
Το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1423/95 της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 1995, για καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής για την εισαγωγή προϊόντων του τομέα της ζάχαρης άλλων από τις μελάσες, είναι ανίσχυρο καθόσον ορίζει ότι ο πρόσθετος δασμός στον οποίο αναφέρεται καθορίζεται καταρχήν βάσει της αντιπροσωπευτικής τιμής την οποία προβλέπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού και ότι ο δασμός αυτός καθορίζεται βάσει της τιμής εισαγωγής cif της σχετικής αποστολής μόνον αν το ζητήσει ο εισαγωγέας. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/7 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τέταρτο τμήμα)
της 24ης Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-506/03: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)
(Χρηματοδοτική συνδρομή - Μελέτη σκοπιμότητας - Σύμβαση εκχωρήσεως δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας)
(2006/C 36/12)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-506/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2003, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, (εκπρόσωπος: M. Lumma, επικουρούμενος από τον C. von Donat) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωποι: Γ. Ζαββός και C. Schmidt, επικουρούμενοι από την B. Wägenbaur), το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους K. Lenaerts, προεδρεύοντα του τετάρτου τμήματος, M. Ilešič και E. Levits (εισηγήτρια), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: K. Sztranc, κύρια υπάλληλος διοικήσεως εξέδωσε στις 24 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/8 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(δεύτερο τμήμα)
της 1ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-14/04 (αίτηση του Conseil d'État για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Abdelkader Dellas, κ.λπ. κατά Premier ministre, κ.λπ. (1)
(Κοινωνική πολιτική - Προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων - Οδηγία 93/104/ΕΚ - Έννοια του «χρόνου εργασίας» - Περιεχόμενο - Εθνική διάταξη η οποία θεσπίζει, ειδικότερα όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας, ευνοϊκότερο για τον εργαζόμενο ανώτατο όριο - Καθορισμός του χρόνου εργασίας σε ορισμένα ιδρύματα κοινωνικής μέριμνας - Εφημερία που προϋποθέτει φυσική παρουσία του εργαζομένου στον χώρο εργασίας - Χρονικά διαστήματα εργασιακής απραξίας στο πλαίσιο της εφημερίας - Μηχανισμός που έχει θεσπίσει το κράτος μέλος για τον διαφοροποιημένο υπολογισμό των ωρών φυσικής παρουσίας ανάλογα με την ένταση της εργασίας)
(2006/C 36/13)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Στην υπόθεση C-14/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Conseil d'État (Γαλλία) με απόφαση της 3 Δεκεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Ιανουαρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Abdelkader Dellas, Confédération générale du travail, Fédération nationale des syndicats des services de santé et des services sociaux CFDT, Fédération nationale de l'action sociale Force ouvrière κατά Premier ministre, Ministre des Affaires sociales, du Travail et de la Solidarité, παρισταμένης της: Union des fédérations et syndicats nationaux d'employeurs sans but lucratif du secteur sanitaire, social et médico-social, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Schintgen (εισηγητή), R. Silva de Lapuerta, P. Kūris και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
|
Η οδηγία 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι προσκρούει σε αυτήν νομοθετική ρύθμιση κράτους μέλους, σχετική με τις εφημερίες που πραγματοποιούν οι εργαζόμενοι σε ορισμένα ιδρύματα κοινωνικής και ιατρικής μέριμνας σύμφωνα με το σύστημα φυσικής παρουσίας τους στον χώρο εργασίας, η οποία θεσπίζει, για τις ανάγκες υπολογισμού του πραγματικού χρόνου εργασίας, σύστημα ισοδυναμίας όπως το επίμαχο την κύρια δίκη, εφόσον δεν διασφαλίζεται η τήρηση όλων των ελάχιστων προδιαγραφών που θεσπίζει η οδηγία αυτή για την αποτελεσματική προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων. |
|
|
Όταν η εθνική νομοθεσία προβλέπει, ιδίως για τον μέγιστο χρόνο εβδομαδιαίας εργασίας, ανώτατο όριο ευνοϊκότερο για τους εργαζομένους σε σχέση με αυτό που ορίζει η οδηγία, το αν τηρούνται οι κανόνες προστασίας που θεσπίζει η εν λόγω οδηγία εξετάζεται αποκλειστικά με βάση τα όρια που ορίζει η οδηγία. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/8 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(δεύτερο τμήμα)
της 8ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-33/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Τηλεπικοινωνίες - Οδηγία 97/33/EΚ - Άρθρο 7, παράγραφος 5 - Υποχρέωση ελέγχου από ανεξάρτητο αρμόδιο φορέα της συμμορφώσεως των συστημάτων λογιστικής καταγραφής του κόστους και δημοσιεύσεως σχετικής δηλώσεως - Οδηγία 98/10/ΕΚ - Άρθρο 18, παράγραφοι 1 και 2 - Μη ορθή εφαρμογή των μέτρων που ελήφθησαν όσον αφορά τον εκ μέρους της εθνικής ρυθμιστικής αρχής έλεγχο της συμμορφώσεως του συστήματος λογιστικής καταγραφής του κόστους και την ετήσια δημοσίευση σχετικής δηλώσεως - Παραδεκτό - Έννομο συμφέρον - Προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία - Δικαιώματα άμυνας - Οδηγίες 2002/19/EΚ, 2002/21/EΚ και 2002/22/EΚ - Μεταβατικές διατάξεις - Παράλειψη κρατών μελών να θεσπίσουν, εντός της προθεσμίας μεταφοράς οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, διατάξεις δυνάμενες να επηρεάσουν σημαντικά το αποτέλεσμα που επιδιώκει η εν λόγω οδηγία - Υποδείγματα προσφοράς διασυνδέσεως)
(2006/C 36/14)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Στην υπόθεση C-33/04, με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: W. Wils και M. Shotter) κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (εκπρόσωποι: M. Thill και S. Schreiner, επικουρούμενοι από τους δικηγόρους: A. Verheyden και F. Bimont), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta, P. Kūris, Γ. Αρέστη (εισηγητή) και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας, εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, παραλείποντας να εκπληρώσει την υποχρέωση ελέγχου της συμμορφώσεως των συστημάτων λογιστικής καταγραφής κόστους από ανεξάρτητο αρμόδιο φορέα και δημοσιεύσεως δηλώσεως περί συμμορφώσεως για τα έτη 1998 και 1999, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 5, της οδηγίας 97/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997, για τη διασύνδεση στον χώρο των τηλεπικοινωνιών προκειμένου να διασφαλισθεί καθολική υπηρεσία και διαλειτουργικότητα, με εφαρμογή των αρχών παροχής ανοικτού δικτύου (ΟΝΡ), και εφαρμόζοντας με εσφαλμένο τρόπο, στην πράξη, τα μέτρα που αφορούν τον έλεγχο, για το 2000, της συμμορφώσεως του συστήματος λογιστικής καταγραφής κόστους από την εθνική ρυθμιστική αρχή ή από άλλον αρμόδιο φορέα, ανεξάρτητο από τον οργανισμό τηλεπικοινωνιών και εγκεκριμένο από την εν λόγω ρυθμιστική αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 98/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 1998, για την εφαρμογή της παροχής ανοικτού δικτύου (ΟΝΡ) στη φωνητική τηλεφωνία και για την καθολική υπηρεσία για τις τηλεπικοινωνίες σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπως διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 27 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο), σε συνδυασμό με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις εν λόγω διατάξεις. |
|
2. |
Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/9 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τρίτο τμήμα)
της 15ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-63/04 (αίτηση του High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division, για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Centralan Property Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise (1)
(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Άρθρο 20, παράγραφος 3 - Αγαθά επένδυσης - Έκπτωση του φόρου εισροών - Διακανονισμός των εκπτώσεων - Ακίνητα - Μεταβίβαση αγαθού με δύο πράξεις που συνδέονται μεταξύ τους και από τις οποίες η μία απαλλάσσεται από τον φόρο και η άλλη φορολογείται - Κατανομή)
(2006/C 36/15)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Στην υπόθεση C-63/04 με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division (Ηνωμένο Βασίλειο), με απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Φεβρουαρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Centralan Property Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, και A. La Pergola, J.-P. Puissochet, U. Lõhmus και A. Ó Caoimh (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
Το άρθρο 20, παράγραφος 3, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 95/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1995, έχει την έννοια ότι, όταν συνάπτεται με ένα πρόσωπο μίσθωση αγαθού επένδυσης για 999 έτη έναντι της καταβολής ορισμένου σημαντικού ποσού και το υπολειμματικό δικαίωμα κυριότητας («freehold reversion») επί του αγαθού αυτού μεταβιβάζεται τρεις ημέρες αργότερα σε άλλο πρόσωπο αντί πολύ χαμηλότερου τιμήματος, μολονότι οι δύο αυτές πράξεις
|
— |
είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και |
|
— |
συνίστανται σε μια πρώτη, απαλλασσόμενη, πράξη και σε μια δεύτερη, φορολογούμενη, πράξη |
|
— |
και εφόσον οι πράξεις αυτές αποτελούν, λόγω της μεταβίβασης της εξουσίας να διαθέτει ο αποδέκτης της μεταβίβασης το εν λόγω αγαθό επένδυσης ως κύριος, παραδόσεις κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της ίδιας αυτής οδηγίας, |
το εν λόγω αγαθό θεωρείται μέχρι τη λήξη της περιόδου διακανονισμού ότι χρησιμοποιήθηκε για οικονομική δραστηριότητα η οποία τεκμαίρεται ότι είναι εν μέρει φορολογητέα και εν μέρει απαλλασσόμενη, κατ' αναλογία της αξίας καθεμιάς από τις δύο αυτές πράξεις.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/9 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 6ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-66/04: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (1)
(Τρόφιμα - Κανονισμός (ΕΚ) 2065/2003 - Αρτύματα καπνιστών τροφίμων - Επιλογή της νομικής βάσης)
(2006/C 36/16)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Στην υπόθεση C-66/04, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2004, Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: R. Caudwell και M. Bethell, επικουρούμενοι από τους Lord Goldsmith, QC, και N. Paines, QC, καθώς και από τον T. Ward, barrister) κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (εκπρόσωποι: K. Bradley και M. Moore), Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: M. Sims, E. Karlsson και F. Ruggeri Laderchi), υποστηριζόμενων από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J.-P. Keppenne και N. Yerrel), το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas και K. Schiemann, προέδρους τμήματος, S. von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), K. Lenaerts, P. Kūris, E. Juhász, A. Borg Barthet και M. Ilešič, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 6 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας στα δικαστικά έξοδα. |
|
3) |
Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρει τα έξοδά της. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/10 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πέμπτο τμήμα)
της 24ης Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-136/04 (αίτηση του Bundesfinanzhof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Deutsches Milch-Kontor GmbH κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas (1)
(Επιστροφές κατά την εξαγωγή - Κανονισμοί (ΕΟΚ) 804/68, 1706/89 και 3445/89 - Τυριά προοριζόμενα για μεταποίηση σε τρίτη χώρα)
(2006/C 36/17)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-136/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Γερμανία) με απόφαση της 3ης Φεβρουαρίου 2004 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Deutsches Milch-Kontor GmbH κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Makarczyk, πρόεδρο τμήματος, R. Schintgen και R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: B. Fülöp, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 24 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
Για τυριά τα οποία εξήχθησαν το 1990 και, λόγω των χαρακτηριστικών τους, προορίζονταν για μεταποίηση σε τρίτη χώρα μπορεί να χορηγηθεί επιστροφή κατά την εξαγωγή κατά το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 804/68 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1968, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3904/87 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1987, υπό τον όρον ότι υπάγονται, λαμβανομένων υπόψη του είδους και της συνθέσεώς τους, σε έναν από τους κωδικούς προϊόντων του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) 1706/89 της Επιτροπής, της 15ης Ιουνίου 1989, περί καθορισμού των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως αυτοί καθορίζονται στην ονοματολογία των γεωργικών προϊόντων για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή, η οποία περιλαμβάνεται σε παράρτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) 3445/89 της Επιτροπής, της 15ης Νοεμβρίου 1989, για τον καθορισμό της πλήρους διατυπώσεως της ονοματολογίας των γεωργικών προϊόντων για τις επιστροφές στην εξαγωγή, που εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 1990.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/10 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 22ας Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-144/04 (αίτηση του Arbeitsgericht München για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Werner Mangold κατά Rüdiger Helm (1)
(Οδηγία 1999/70/ΕΚ - Ρήτρες 2, 5 και 8 της συμφωνίας-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου - Οδηγία 2000/78/ΕΚ - Άρθρο 6 - Ίση μεταχείριση στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας - Δυσμενής διάκριση λόγω ηλικίας)
(2006/C 36/18)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-144/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Arbeitsgericht München (Γερμανία) με απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2004 και η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 17 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Werner Mangold κατά Rüdiger Helm, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο του πρώτου τμήματος, ασκούντα καθήκοντα Προέδρου, C. W. A. Timmermans, A. Rosas και K. Schiemann, προέδρους τμήματος, R. Schintgen (εισηγητή), S. von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues, R. Silva de Lapuerta, K. Lenaerts E. Juhász, Γ. Αρέστη, A. Borg Barthet και M. Ilešič, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 22 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Η ρήτρα 8, σημείο 3, της συμφωνίας-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου, που συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999 και τέθηκε σε εφαρμογή με την οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP, έχει την έννοια ότι δεν απαγορεύει ρύθμιση όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης η οποία, για λόγους συνδεόμενους με την ανάγκη προαγωγής της απασχολήσεως και ανεξάρτητα από τη θέση σε εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας, μείωσε την ηλικία πέραν της οποίας μπορούν να συνάπτονται χωρίς περιορισμούς συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου. |
|
2) |
Το κοινοτικό δίκαιο και, ιδίως, το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, έχουν την έννοια ότι απαγορεύουν εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, η οποία επιτρέπει, χωρίς περιορισμούς, εκτός αν υφίσταται στενός σύνδεσμος με προηγούμενη σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου συναφθείσα με τον ίδιο εργοδότη, τη σύναψη συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου όταν ο εργαζόμενος έχει συμπληρώσει το πεντηκοστό δεύτερο έτος της ηλικίας του. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να διασφαλίσει την πλήρη αποτελεσματικότητα της γενικής αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ηλικίας, μη εφαρμόζοντας οποιαδήποτε αντίθετη διάταξη του εθνικού δικαίου, τούτο δε μολονότι η προθεσμία μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της εν λόγω οδηγίας δεν έχει ακόμη λήξει. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/11 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(δεύτερο τμήμα)
της 15ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-148/04 (αίτηση της Commissione tributaria provinciale di Genova για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Unicredito Italiano SpA contre Agenzia delle Entrate, Ufficio Genova (1)
(Κρατικές ενισχύσεις - Απόφαση 2002/581/ΕΚ - Φορολογικά πλεονεκτήματα υπέρ τραπεζών - Αιτιολογία της αποφάσεως - Χαρακτηρισμός μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως - Προϋποθέσεις - Συμβατό προς την κοινή αγορά - Προϋποθέσεις - Άρθρο 87, παράγραφος 3, στοιχεία β' και γ' - Σημαντικό σχέδιο κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος - Ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων - Χορηγηθέντα σε προγενέστερο στάδιο φορολογικά πλεονεκτήματα - Ανάκτηση της ενισχύσεως - Αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης - Αρχή της ασφάλειας δικαίου - Αρχή της αναλογικότητας)
(2006/C 36/19)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Στην υπόθεση C-148/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε η Commissione tributaria provinciale di Genova (Ιταλία) με απόφαση της 11ης Φεβρουαρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 23 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Unicredito Italiano SpA κατά Agenzia delle Entrate, Ufficio Genova 1, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Από την εξέταση των υποβληθέντων προδικαστικών ερωτημάτων δεν προέκυψαν στοιχεία ικανά να θίξουν το κύρος της αποφάσεως 2002/581/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που η Ιταλία θέσπισε υπέρ των τραπεζών. |
|
2. |
Τα άρθρα 87 επ. ΕΚ, το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ, καθώς και οι αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας δεν απαγορεύουν εθνικό μέτρο που διατάσσει την επιστροφή ενισχύσεως, σε εκτέλεση αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία η ενίσχυση αυτή κρίθηκε ασύμβατη προς την κοινή αγορά και από την εξέταση της οποίας, υπό το πρίσμα των ίδιων αυτών διατάξεων και αρχών, δεν προέκυψαν στοιχεία ικανά να θίξουν το κύρος αυτής. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/11 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(δεύτερο τμήμα)
της 27ης Οκτωβρίου 2005
στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-187/04 και C-188/04, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 93/37/ΕΟΚ - Συμβάσεις δημοσίων έργων - Παραχώρηση δημοσίων έργων - Κανόνες δημοσιότητας)
(2006/C 36/20)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C 187/04 και C 188/04, με αντικείμενο δύο προσφυγές κατά παραλείψεως του άρθρου 226 ΕΚ, ασκηθείσες στις 22 Απριλίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: K. Wiedner, επικουρούμενος από τον G. Bambara) κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: I.M. Braguglia, επικουρούμενος από τον M. Fiorilli, avvocato dello Stato), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C.W.A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk (εισηγητή), R. Silva de Lapuerta, P. Kūris και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 27 Οκτωβρίου 2005 απόφαση με το εξής διατακτικό:
|
1. |
Επειδή ο δημόσιος φορέας ANAS SpA ανέθεσε την κατασκευή και τη διαχείριση των αυτοκινητοδρόμων Valtrompia και Pedemontana Veneta Ovest στην Società per l'autostrada Brescia-Verona-Vicenza-Padova pA, με απευθείας ανάθεση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού, χωρίς να πληρούνται οι απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις, η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, και, ειδικότερα, από τα άρθρα 3, παράγραφος 1, και 11, παράγραφοι 3, 6 και 7, αυτής. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/12 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τρίτο τμήμα)
της 1ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-213/04 (αίτηση του Oberster Gerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Ewald Burtscher κατά Josef Stauderer (1)
(Ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων - Άρθρο 56 ΕΚ - Διαδικασία δηλώσεως της αποκτήσεως οικοδομήσιμου οικοπέδου - Αναδρομική ακυρότητα της συναλλαγής σε περίπτωση εκπρόθεσμης δήλωσης του αποκτώντος)
(2006/C 36/21)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-213/04, που έχει ως αντικείμενο αίτηση την οποία υπέβαλε βάσει του άρθρου 234 ΕΚ το Oberster Gerichtshof (Αυστρία), με απόφαση της 29ης Απριλίου 2004 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 19 Μαΐου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Ewald Burtscher κατά Josef Stauderer, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský, J. P. Puissochet (εισηγητής), S. von Bahr και U. Lõhmus, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
Το άρθρο 56, παράγραφος 1, ΕΚ αντίκειται στην εφαρμογή εθνικής ρύθμισης όπως ο νόμος περί συναλλαγών επί ακινήτων (Vorarlberger Grundverkehrsgesetz), της 23ης Σεπτεμβρίου 1993, όπως έχει τροποποιηθεί, βάσει της οποίας η εκπρόθεσμη υποβολή της απαιτούμενης δήλωσης περί αποκτήσεως ακίνητης περιουσίας αρκεί για να επιφέρει αναδρομικώς την ακυρότητα της οικείας συναλλαγής.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/12 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πέμπτο τμήμα)
της 15ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-250/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/19/ΕΚ - Πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)
(2006/C 36/22)
Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική
Στην υπόθεση C-250/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 14 Ιουνίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Γ. Ζαββός και M. Shotter) κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: Ν. Δαφνίου), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Makarczyk, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta και P. Kūris (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/13 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πέμπτο τμήμα)
της 15ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-253/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/21/ΕΚ - Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών - Κοινό κανονιστικό πλαίσιο - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)
(2006/C 36/23)
Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική
Στην υπόθεση C-253/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 14 Ιουνίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Γ. Ζαββός και M. Shotter) κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: Ν. Δαφνίου), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Makarczyk, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta και P. Kūris (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/13 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πέμπτο τμήμα)
της 15ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-254/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/20/ΕΚ - Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών - Αδειοδότηση - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)
(2006/C 36/24)
Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική
Στην υπόθεση C-254/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 14 Ιουνίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Γ. Ζαββός και M. Shotter) κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: Ν. Δαφνίου), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Makarczyk, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta και P. Kūris (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/13 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τρίτο τμήμα)
της 8ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-280/04 (αίτηση του Vestre Landsret για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Jyske Finans A/S κατά Skatteministeriet (1)
(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Άρθρο 13, μέρος B, στοιχείο γ' - Απαλλαγές - Απαλλαγές για παραδόσεις αγαθών για τα οποία δεν χορηγείται δικαίωμα προς έκπτωση - Μεταπώληση, από εταιρία χρηματοδοτικής μισθώσεως, οχημάτων που αγοράσθηκαν μεταχειρισμένα - Άρθρο 26α - Ειδικό καθεστώς για τις πωλήσεις μεταχειρισμένων εμπορευμάτων)
(2006/C 36/25)
Γλώσσα διαδικασίας: η δανική
Στην υπόθεση C-280/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Vestre Landsret (Δανία) με απόφαση της 25ης Ιουνίου 2004, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Ιουνίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Jyske Finans A/S κατά Skatteministeriet, παρισταμένων των: Nordania Finans A/S, BG Factoring A/S, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský (εισηγητή), J.-P. Puissochet, S. von Bahr και U. Lõhmus, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L.A. Geelhoed, γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας, εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Οι διατάξεις του άρθρου 13, μέρος B, στοιχείο γ', της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 94/5/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1994, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι δεν αποκλείουν εθνική νομοθετική ρύθμιση προβλέπουσα υπαγωγή στον φόρο προστιθεμένης αξίας πράξεων που συνίστανται στην εκ μέρους του υποκειμένου στον φόρο μεταπώληση, αφού προηγουμένως τα διέθεσε στην εκμετάλλευσή του, αγαθών η αγορά των οποίων δεν εξαιρέθηκε από το δικαίωμα εκπτώσεως κατά το άρθρο 17, παράγραφος 6, της οδηγίας 77/388, όπως έχει τροποποιηθεί, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία κατά την αγορά αυτών των αγαθών δεν παρασχέθηκε δικαίωμα εκπτώσεως επειδή οι υποκείμενοι στον φόρο πωλητές δεν είχαν δυνατότητα δηλώσεως φόρου προστιθεμένης αξίας. |
|
2) |
Το άρθρο 26α, μέρος A, στοιχείο ε', της έκτης οδηγίας 77/388, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 94/5, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιχείρηση η οποία, κατά τη συνήθη άσκηση των δραστηριοτήτων της, μεταπωλεί οχήματα που αγόρασε μεταχειρισμένα με σκοπό να τα διαθέσει για την άσκηση της δραστηριότητας χρηματοδοτικής μισθώσεως και για την οποία η μεταπώληση δεν αποτελεί, κατά τον χρόνο της αγοράς του μεταχειρισμένου αντικειμένου, τον κύριο σκοπό, αλλά ένα δευτερεύοντα σε σχέση με την εκμίσθωση σκοπό, μπορεί να θεωρηθεί «υποκείμενος στον φόρο μεταπωλητής» κατά την έννοια αυτής της διατάξεως. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/14 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πρώτο τμήμα)
της 24ης Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-366/04 [αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως Unabhängiger Verwaltungssenat Salzburg (Αυστρία)]: Georg Schwarz κατά Bürgermeister der Landeshauptstadt Salzburg (1)
(Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων - Ποσοτικοί περιορισμοί - Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος - Εθνική διάταξη απαγορεύουσα την πώληση ζαχαρωδών προϊόντων χωρίς συσκευασία από αυτόματα μηχανήματα - Υγιεινή των τροφίμων)
(2006/C 36/26)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-366/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Unabhängiger Verwaltungssenat Salzburg (Αυστρία) με απόφαση της 16ης Αυγούστου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 23 Αυγούστου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Georg Schwarz κατά Bürgermeister der Landeshauptstadt Salzburg, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, J. N. Cunha Rodrigues, E. Juhász (εισηγητή), M. Ilešič και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 24 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
Εθνική διάταξη, η οποία θεσπίστηκε πριν από την έναρξη ισχύος της οδηγίας 93/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, για την υγιεινή των τροφίμων, και η οποία απαγορεύει τη διάθεση προς πώληση από αυτόματα μηχανήματα ζαχαρωδών προϊόντων παρασκευασμένων από φυσική ζάχαρη ή από υποκατάστατα ζαχάρεως χωρίς συσκευασία δεν αντιβαίνει προς τις διατάξεις των άρθρων 28 ΕΚ και 30 ΕΚ και προς το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/14 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(έκτο τμήμα)
της 17ης Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-378/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Προστασία των εργαζομένων - Κίνδυνοι που έχουν σχέση με την έκθεση σε καρκινογόνους και στους μεταλλαξιογόνους παράγοντες - Παράλειψη μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)
(2006/C 36/27)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-378/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 2 Σεπτεμβρίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωποι: D. Martin και V. Kreuschitz) κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας, (εκπρόσωπος: C. Pesendorfer), το Δικαστήριο, συγκείμενο από τους A. Borg Barthet (εισηγητή), προεδρεύοντα του έκτου τμήματος, U. Lõhmus και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 17 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Η Δημοκρατία της Αυστρίας, μη θεσπίζοντας τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για την πλήρη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 1999/38/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1999, για τη δεύτερη τροποποίηση της οδηγίας 90/394/ΕΟΚ σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που έχουν σχέση με την έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες κατά την εργασία και για την επέκτασή της ώστε να καλύπτει και τους μεταλλαξιογόνους παράγοντες, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία. |
|
2) |
Καταδικάζει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/15 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τρίτο τμήμα)
της 1ης Δεκεμβρίου 2005
στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-394/04 και C-395/04 (αίτηση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Διαγνωστικό & Θεραπευτικό Κέντρο Αθηνών-Υγεία ΑΕ κατά Υπουργού Οικονομικών (1)
(Έκτη οδηγία περί ΦΠΑ - Άρθρο 13, A, παράγραφος 1, στοιχείο β' - Απαλλαγές - Πράξεις που συνδέονται στενά με τη νοσοκομειακή ή ιατρική περίθαλψη - Τηλεφωνική εξυπηρέτηση των νοσηλευομένων και εκμίσθωση συσκευών τηλεοράσεως σε αυτούς - Παροχή κλίνης και γευμάτων στους συνοδούς τους)
(2006/C 36/28)
Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική
Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-394/04 και C-395/04, με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας με αποφάσεις της 16ης Ιουνίου 2004, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 17 Σεπτεμβρίου 2004, στο πλαίσιο των δικών Διαγνωστικό & Θεραπευτικό Κέντρο Αθηνών-Υγεία ΑΕ κατά Υπουργού Οικονομικών, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet, S. von Bahr, U. Lõhmus και A. Ó Caoimh (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1) |
Η από τα πρόσωπα που αφορά το άρθρο 13, Α, παράγραφος 1, στοιχείο β', της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, τηλεφωνική εξυπηρέτηση των νοσηλευομένων και εκμίσθωση συσκευών τηλεοράσεως σε αυτούς, καθώς και η από τα ίδια πρόσωπα παροχή κλίνης και γευμάτων στους συνοδούς τους κατά κανόνα δεν αποτελούν πράξεις που κατά τη διάταξη αυτή συνδέονται στενά με τη νοσοκομειακή και ιατρική περίθαλψη. Τα πράγματα μπορεί να είναι διαφορετικά μόνον αν οι παροχές αυτές είναι απαραίτητες για την επίτευξη των θεραπευτικών και νοσηλευτικών σκοπών της νοσοκομειακής και ιατρικής περιθάλψεως και αν στην ουσία δεν έχουν σκοπό να προσπορίσουν σε εκείνον που τις χορηγεί πρόσθετα έσοδα από την τέλεση πράξεων οι οποίες ανταγωνίζονται ευθέως πράξεις εμπορικών επιχειρήσεων που υπόκεινται στον φόρο προστιθεμένης αξίας. |
|
2) |
Του αιτούντος δικαστηρίου έργο είναι να καθορίσει, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των συγκεκριμένων στοιχείων των διαφορών των οποίων έχει επιληφθεί και εν ανάγκη το περιεχόμενο των ιατρικών συνταγών που καταρτίστηκαν για τους σχετικούς ασθενείς, αν οι παροχές που χορηγήθηκαν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/15 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τέταρτο τμήμα)
της 8ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-445/04 (αίτηση του Finanzgericht Düsseldorf για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Possehl Erzkontor GmbH κατά Hauptzollamt Duisburg (1)
(Κοινό Δασμολόγιο - Δασμολογική κατάταξη - Δασμολογική διάκριση 2519 90 10 - Μαγνησία η οποία έχει ληφθεί με τήξη, μέσα σε ηλεκτρική κάμινο τόξου, από μαγνησίτη που έχει υποστεί προηγουμένως πύρωση - Μαγνησία που έχει ληφθεί με τήξη με ηλεκτρισμό)
(2006/C 36/29)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-445/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Finanzgericht Düsseldorf (Γερμανία) με απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Οκτωβρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Possehl Erzkontor GmbH κατά Hauptzollamt Duisburg, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους K. Lenaerts, προεδρεύοντα του τετάρτου τμήματος, M. Ilešič (εισηγητή) και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας, εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
Η τηγμένη μαγνησία, όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, υπάγεται στη δασμολογική διάκριση 2519 90 10 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο, όπως τροποποιήθηκε με τους κανονισμούς (ΕΚ) 3115/94 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 1994, 1359/95 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 1995, 2448/95 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 1995, και 3009/95 της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 1995.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/16 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(έκτο τμήμα)
της 17ης Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-22/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 93/104/ΕΚ - Συνθήκες εργασίας - Οργάνωση του χρόνου εργασίας - Μη εμπρόθεσμη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη)
(2006/C 36/30)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Στην υπόθεση C-22/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Rozet και N. Yerrell) κατά Βασιλείου του Βελγίου (εκπρόσωπος: M. Wimmer), με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 226 ΕΚ, που ασκήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2005, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους J.-P. Puissochet, προεδρεύοντα του έκτου τμήματος, S. von Bahr και A. Borg Barthet (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 17 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Το Βασίλειο του Βελγίου, αποκλείοντας από το πεδίο εφαρμογής των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, τους απασχολούμενους σε επιχείρηση διοργανώσεως εμπορικών εκθέσεων ή πανηγυριών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 1, παράγραφος 3, και 17 της οδηγίας αυτής. |
|
2. |
Καταδικάζει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/16 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πέμπτο τμήμα)
της 8ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-38/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Κανονισμός (ΕΟΚ) 2847/93 - Σύστημα ελέγχου στον τομέα της αλιείας - Πληροφορίες σχετικά με τα είδη και τις ποσότητες που εκφορτώθηκαν καθώς και την αλιευτική προσπάθεια)
(2006/C 36/31)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Στην υπόθεση C-38/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: M. van Beek, επικουρούμενος από τους δικηγόρους F. Louis και A. Capobianco) κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωπος: S. Nwaokolo), με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 226 ΕΚ, που ασκήθηκε στις 21 Μαρτίου 2005, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους R. Schintgen, προεδρεύοντα του πέμπτου τμήματος, R. Silva de Lapuerta και J. Klučka (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Η Ιρλανδία, μη κοινοποιώντας τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει των άρθρων 15, παράγραφος 4, 18, παράγραφος 1, και 19θ, πρώτη και τρίτη περίπτωση, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2635/97 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ιρλανδία στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/17 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(έκτο τμήμα)
της 15ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-67/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2000/60/ΕΚ - Θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων - Μη εμπρόθεσμη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη)
(2006/C 36/32)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Στην υπόθεση C-67/05, με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2005, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωποι: U. Wölker και S. Pardo Quintillán) κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, (εκπρόσωπος: U. Forsthoff), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τον J. Malenovský, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet και A. Ó Caoimh (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, παραλείποντας να θεσπίσει εμπροθέσμως τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία. |
|
2. |
Καταδικάζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/17 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πέμπτο τμήμα)
της 15ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-88/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Φινλανδίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2000/59/ΕΚ - Μη εμπρόθεσμη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη)
(2006/C 36/33)
Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική
Στην υπόθεση C-88/05, με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2005, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωποι: M. Huttunen και K. Simonsson) κατά Δημοκρατίας της Φινλανδίας, (εκπρόσωπος: A. Guimaraes-Purokoski), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τον J. Makarczyk, πρόεδρο τμήματος, R. Schintgen και J. Klučka (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Η Δημοκρατία της Φινλανδίας, μη θεσπίζοντας εμπροθέσμως τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2002/59/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης, και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία. |
|
2. |
Να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Φινλανδίας στα δικαστικά έξοδα |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/17 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(τέταρτο τμήμα)
της 8ης Δεκεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-115/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2001/65/ΕΚ - Ετήσιοι και ενοποιημένοι λογαριασμοί εταιριών ορισμένων μορφών - Μη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)
(2006/C 36/34)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Στην υπόθεση C-115/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: G. Braun) κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (εκπρόσωπος: S. Schreiner), με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 226 ΕΚ, που ασκήθηκε στις 8 Μαρτίου 2005, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους K. Schiemann, πρόεδρο τμήματος, M. Ilešič (εισηγητή) και E. Levits, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, μη θεσπίζοντας, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2001/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2001, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ και 86/635/ΕΟΚ όσον αφορά τους κανόνες αποτίμησης για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς εταιριών ορισμένων μορφών καθώς και τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή. |
|
2. |
Καταδικάζει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/18 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(πέμπτο τμήμα)
της 17ης Νοεμβρίου 2005
στην υπόθεση C-131/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας (1)
(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγίες 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ)
(2006/C 36/35)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Στην υπόθεση C-131/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: M. van Beek, επικουρούμενος από τους δικηγόρους F. Louis και A. Capobianco) κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωπος: S. Nwaokolo), με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 226 ΕΚ, που ασκήθηκε στις 21 Μαρτίου 2005, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους R. Schintgen, προεδρεύοντα του πέμπτου τμήματος, R. Silva de Lapuerta και J. Klučka (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 17 Νοεμβρίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:
|
1. |
Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, μη λαμβάνοντας, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, και προς τα άρθρα 12, παράγραφος 2, και 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, αυτής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή. |
|
2. |
Καταδικάζει το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/18 |
ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
(έκτο τμήμα)
της 27ης Οκτωβρίου 2005
στην υπόθεση C-234/05 (αίτηση του hof van beroep te Brussel για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Minister van Sociale Zaken, Staatssecretaris voor volksgezondheid κατά BVBA De Backer (1)
(Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως - Απαράδεκτο)
(2006/C 36/36)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Στην υπόθεση C-234/05, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ την οποία υπέβαλε το hof van beroep te Brussel (Βέλγιο), με απόφαση της 25ης Μαΐου, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 27 Μαΐου 2005, στο πλαίσιο της δίκης Minister van Sociale Zaken, Staatssecretaris voor volksgezondheid κατά BVBA De Backer, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους. J. Malenovský, πρόεδρο τμήματος, A. La Pergola (εισηγητή) και J.-P. Puissochet, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 27 Οκτωβρίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:
Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το hof van beroep te Brussel, με απόφαση της 25ης Μαΐου 2005 είναι απαράδεκτη.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/19 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden με απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση B.A.S. Trucks B.V. κατά Staatssecretaris van Financiën
(Υπόθεση C-400/05)
(2006/C 36/37)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Με απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 16 Νοεμβρίου 2005, το Hoge Raad der Nederlanden, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ B.A.S. Trucks B.V. και Staatssecretaris van Financiën, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του εξής ερωτήματος:
Εμποδίζει την κατάταξη στη διάκριση 8704 10 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις χαρακτηριστικές τους ιδιότητες, ανατρεπόμενα φορτηγά είναι κατασκευασμένα και για να χρησιμοποιούνται σε κακοτράχαλους δρόμους;
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/19 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden με απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση VDP Dental Laboratory NV κατά Staatssecretaris van Financiën
(Υπόθεση C-401/05)
(2006/C 36/38)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Με απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 16 Νοεμβρίου 2005, το Hoge Raad der Nederlanden, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ VDP Dental Laboratory NV και Staatssecretaris van Financiën, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
|
1) |
Πρέπει το άρθρο 13, Α, αρχή και στοιχείο ε', της έκτης οδηγίας (1) να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι στην παράδοση ειδών οδοντικής προσθετικής από οδοντοτεχνίτες υπάγεται και η παράδοση ειδών οδοντικής προσθετικής από πρόσωπο που υπόκειται στον φόρο το οποίο αναθέτει την κατασκευή των ειδών αυτών σε οδοντοτεχνίτη; |
|
2) |
Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό: Πρέπει το άρθρο 17, παράγραφος 3, αρχή και στοιχείο α', της έκτης οδηγίας να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα κράτος μέλος το οποίο απαλλάσσει από τον ΦΠΑ τις προαναφερθείσες παραδόσεις οφείλει να συνδέει τις παραδόσεις αυτές με δικαίωμα εκπτώσεως στο μέτρο που οι παραδόσεις αυτές (και ειδικότερα βάσει του άρθρου 28β, Β, παράγραφος 1, αρχή και πρώτη περίπτωση, της έκτης οδηγίας) λαμβάνουν χώρα σε άλλο κράτος μέλος το οποίο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 28, παράγραφος 3, στοιχείο α', σε συνδυασμό με το παράρτημα Ε, σημείο 2, της έκτης οδηγίας, τις έχει αποκλείσει από την απαλλαγή; |
(1) Έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/19 |
Αίτηση αναιρέσεως που υποβλήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2005 από τον Yassin Abdullah Kadi κατά της αποφάσεως της 21ης Σεπτεμβρίου 2005 του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (δεύτερο τμήμα) στην υπόθεση T–315/01, Yassin Abdullah Kadi κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
(Υπόθεση C-402/05 P)
(2006/C 36/39)
γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Ο Yassin Abdullah Kadi, κάτοικος Jeddah (Σαουδική Αραβία), εκπροσωπούμενος από τους Ian Brownlie, CBE QC, David Anderson, QC, Pushpinder Saini, Barrister, και Guy Martin, Sollicitor, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, υπέβαλε στις 17 Νοεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως της 21ης Σεπτεμβρίου 2005 του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (δεύτερο τμήμα) στην υπόθεση T–315/01, Yassin Abdullah Kadi κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:
|
α) |
να αναιρέσει εξ ολοκλήρου την απόφαση του Πρωτοδικείου, |
|
β) |
να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΚ) 881/2002 του Συμβουλίου της 27ης Μαΐου 2002 (1), |
|
γ) |
να υποχρεώσει το Συμβούλιο και/ή την Επιτροπή να καταβάλει στον αναιρεσείοντα τη δικαστική δαπάνη της αναιρέσεως καθώς και της ενώπιον του Πρωτοδικείου δίκης. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Ο αναιρεσείων προβάλλει ότι είναι νομικώς πεπλανημένη η κρίση του Πρωτοδικείου ότι το άρθρο 308 ΕΚ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 60 και 301 ΕΚ αποτελούν επαρκή νομική βάση για τον κανονισμό 881/2002.
Περαιτέρω, ο αναιρεσείων χαρακτηρίζει πεπλανημένη την ερμηνεία των σχετικών αρχών του διεθνούς δικαίου από το Πρωτοδικείο:
|
— |
η απόφαση του Πρωτοδικείου συγχέει το ζήτημα αν ο Χάρτης του ΟΗΕ αποτελεί πηγή συμβατικών υποχρεώσεων με το διαφορετικό ζήτημα των αποτελεσμάτων των αποφάσεων του Συμβουλίου ασφαλείας για τα κράτη μέλη· |
|
— |
είναι νομικώς πεπλανημένη η κρίση του Πρωτοδικείου ότι τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, που εκδίδονται στο πλαίσιο του κεφαλαίου VII του Χάρτη του ΟΗΕ αυτομάτως εντάσσονται στην εσωτερική έννομη τάξη· |
|
— |
το Πρωτοδικείο πεπλανημένως έκρινε ότι είναι αρμόδιο να κρίνει τη νομιμότητα των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας, τα οποία εκδίδονται στο πλαίσιο του κεφαλαίου VII του Χάρτη του ΟΗΕ· |
|
— |
η συλλογιστική του Πρωτοδικείου παρουσιάζει σημαντικά κενά όσον αφορά την εφαρμογή της αρχής του jus cogens· |
|
— |
το Πρωτοδικείο δεν εκτίμησε τη νομική σημασία της αδυναμίας του Συμβουλίου Ασφαλείας να συστήσει ανεξάρτητο διεθνές δικαστήριο. |
(1) Κανονισμός (ΕΚ) 881/2002 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 467/2001 του Συμβουλίου για την απαγόρευση της εξαγωγής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών στο Αφγανιστάν, την ενίσχυση της απαγόρευσης πτήσεων και την παράταση της δέσμευσης κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων όσον αφορά τους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν, ΕΕ L 139, της 29/05/2002, σ. 9-22.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/20 |
Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 21/11/2005
(Υπόθεση C-410/05)
(2006/C 36/40)
Γλώσσα διαδικασίας ελληνική
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τους κ.κ. Γ. Ζαββό και G. Braun, μέλη της Νομικής Υπηρεσίας, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 21/11/2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
— |
να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία μη θεσπίζοντας τις απαραίτητες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, προς συμμόρφωση με την οδηγία 2001/97/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2001 για τροποποίηση της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και εν πάση περιπτώσει μη ανακοινώνοντας τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας αυτής. |
|
— |
να καταδικάσει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 15 Ιουνίου 2003.
(1) ΕΕ L 344 της 28.12.2001 σ. 0076
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/20 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Juzgado de lo Social No 33 de Madrid (Ισπανία) με διάταξη της 14ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση Félix Palacios de la Villa κατά Cortefiel Servicios SA, José Maria Sanz Corral και Martín Tebar Less (παρεμβαίνον: Ministerio Fiscal)
(Υπόθεση C-411/05)
(2006/C 36/41)
Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική
Με διάταξη της 14ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 22 Νοεμβρίου 2005, το Juzgado de lo Social No 33 de Madrid (Ισπανία), στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Félix Palacios de la Villa, αφενός, και Cortefiel Servicios SA, José Maria Sanz Corral και Martín Tebar Less, αφετέρου, (παρεμβαίνον: Ministerio Fiscal), που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
Είναι αντίθετος προς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, η οποία απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ηλικίας και η οποία κατοχυρώνεται από το άρθρο 13 της Συνθήκης και από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78 (1), εθνικός νόμος (και συγκεκριμένα η παράγραφος 1 της μόνης μεταβατικής διατάξεως του «νόμου 14/2005 περί των όρων των συλλογικών συμβάσεων που αναφέρονται στη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας για τη συνταξιοδότηση»), ο οποίος θεωρεί έγκυρους τους όρους των συλλογικών συμβάσεων περί υποχρεωτικής συνταξιοδοτήσεως, για την οποία τίθενται ως μόνες προϋποθέσεις, αφενός, η συμπλήρωση από τον εργαζόμενο του ορίου ηλικίας για τη συνταξιοδότηση και, αφετέρου, η πλήρωση των προϋποθέσεων που απαιτούνται από την ισπανική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως για τη θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδοτήσεως;
Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ως άνω ερώτημα:
Υποχρεούμαι ως εθνικός δικαστής, σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, η οποία απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ηλικίας και η οποία κατοχυρώνεται από το άρθρο 13 της Συνθήκης και από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78, να απόσχω από την εφαρμογή στην υπόθεση της προαναφερθείσας μόνης μεταβατικής διατάξεως του ως άνω νόμου 14/2005;
(1) Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2000 για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ L 303, σ. 16).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/21 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Rechtbank van Koophandel te Brussel με διάταξη της 21ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση N.V. City Motors Groep κατά N.V. Citroën Belux
(Υπόθεση C-421/05)
(2006/C 36/42)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Με διάταξη της 21ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 29 Νοεμβρίου 2005, το Rechtbank van Koophandel te Brussel στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ N.V. City Motors Groep και N.V. Citroën Belux, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του εξής ερωτήματος:
Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΚ) 1400/2002 (1) της Επιτροπής, της 31ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή του άρθρου 81, παράγραφος 3, της Συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, την έννοια ότι αποκλείει την πρόβλεψη σαφούς ρήτρας περί καταγγελίας σε σύμβαση αποκλειστικής αντιπροσωπείας αυτοκινήτων, η οποία φέρεται ότι τυγχάνει απαλλαγής;
(1) ΕΕ L 203, p.30.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/21 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε η Commissione Tributaria Regionale di Genova με διάταξη της 31ης Ιανουαρίου 2005 στην υπόθεση Porto Antico di Genova SpA κατά Agenzia delle Entrate Ufficio Genova 1
(Υπόθεση C-427/05)
(2006/C 36/43)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Με διάταξη της 31ης Ιανουαρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την 1η Δεκεμβρίου 2005, η Commissione Tributaria Regionale di Genova ζητεί, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Porto Antico di Genova SpA και Agenzia delle Entrate Ufficio Genova 1, από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
|
1) |
Ερωτάται αν το άρθρο 55 του προεδρικού διατάγματος 917 της 22ας Δεκεμβρίου 1986 (σύμφωνα με την ισχύουσα κατά το έτος 2000 εκδοχή του), σύμφωνα με το οποίο οι ενισχύσεις ΕΟΚ συνυπολογίζονται για τον καθορισμό του φορολογητέου εισοδήματος, συμβιβάζεται με το άρθρο 21, παράγραφος 3, του κανονισμού 2082/93 (1), σύμφωνα με το οποίο «οι πληρωμές πρέπει να γίνονται στους τελικούς δικαιούχους χωρίς καμία έκπτωση ή κράτηση που ενδέχεται να μειώσει το ύψος της ενισχύσεως που αυτοί δικαιούνται»· |
|
2) |
Σε περίπτωση αναγνωρίσεως του ασυμβιβάστου, ερωτάται αν τούτο αφορά μόνο τις καταβαλλόμενες από τους κοινοτικούς οργανισμούς ενισχύσεις ή αφορά επίσης και τις προβλεπόμενης, στα πλαίσια του DOCUP (Documento Unico di Programmazione Econοmica) [ενιαίου εγγράφου οικονομικού προγραμματισμού] ενισχύσεις που καταβάλλουν οι εθνικοί οργανισμοί. |
(1) ΕΕ L 193 της 31.7.1993, σ. 20.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/22 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το, Finanzgericht Hamburg με διάταξη της 21ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση Firma Laub GmbH & Co. Vieh & Fleisch Import-Export κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas
(Υπόθεση C-428/05)
(2006/C 36/44)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Με διάταξη της 21ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 2 Δεκεμβρίου 2005, το Finanzgericht Hamburg (Γερμανία), στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Firma Laub GmbH & Co. Vieh & Fleisch Import-Export, και Hauptzollamt Hamburg-Jonas, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
Έχει χορηγηθεί παρανόμως και πρέπει, επομένως, να επιστραφεί μία κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 3, εδάφιο 1, περίοδος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 3665/87 (1) επιστροφή, στην περίπτωση που ο δικαιούχος υπέβαλε αποδεικτικό πληρωμής μετά την κίνηση της διαδικασίας επιστροφής και μετά την εκπνοή της κατά τα άρθρα 47 παράγραφος 2, 48, παράγραφος 2, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΟΚ) 3665/87 προθεσμίας;
(1) ΕΕ L 351, σ. 1 (τροποποιημένη έκδοση ΕΕ 1997, L 77, σ. 12).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/22 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το Tribunal d'instance de Saintes, με απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση Max Rampion και Marie-Jeanne Godard σύζυγος Rampion κατά Franfinance SA και K par K SAS
(Υπόθεση C-429/05)
(2006/C 36/45)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Με απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 2 Δεκεμβρίου 2005, το Tribunal d'instance de Saintes, στο πλαίσιο της διαφοράς Max Rampion και Marie-Jeanne Godard σύζυγος Rampion κατά Franfinance SA και K par K SAS, η οποία εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
|
1) |
Έχουν τα άρθρα 11 και 14 της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1986 (1), την έννοια ότι επιτρέπουν στον δικαστή να εφαρμόζει τους κανόνες περί αλληλεξαρτήσεως μεταξύ, αφενός, της συμβάσεως παροχής πιστώσεως και, αφετέρου, της συμβάσεως αγοράς αγαθών ή υπηρεσιών που χρηματοδοτείται με την εν λόγω πίστωση, εάν η πιστωτική σύμβαση δεν περιλαμβάνει μνεία του χρηματοδοτουμένου πράγματος ή έχει συναφθεί υπό τη μορφή ανοίγματος πιστώσεως χωρίς μνεία του χρηματοδοτουμένου πράγματος; |
|
2) |
Επιδιώκει η οδηγία 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1986, σκοπούς ευρύτερους από την απλή προστασία των καταναλωτών, αφορώντες την οργάνωση της αγοράς και παρέχοντες στον δικαστή τη δυνατότητα να εφαρμόζει αυτεπαγγέλτως τις εξ αυτής απορρέουσες διατάξεις; |
(1) Οδηγία 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1986 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη (ΕΕ L 42, σ. 48).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/22 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Supremo Tribunal de Justiça με απόφαση της 3ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση Merck Genéricos-Produtos Farmacêuticos, Lda., κατά Merck & CO. INC. και Merck Sharp & Dohme, Lda.
(Υπόθεση C-431/05)
(2006/C 36/46)
Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική
Με απόφαση της 3ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 5 Δεκεμβρίου 2005, το Supremo Tribunal de Justiça, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Merck Genéricos-Produtos Farmacêuticos, Lda., αφενός, και Merck & CO. INC. και Merck Sharp & Dohme, Lda., αφετέρου, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
|
1. |
Είναι το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αρμόδιο να ερμηνεύσει το άρθρο 33 της Συμφωνίας TRIPs (1); |
|
2. |
Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, υποχρεούνται τα εθνικά δικαστήρια να εφαρμόζουν το προμνησθέν άρθρο, αυτεπαγγέλτως ή κατ' αίτηση διαδίκου, στο πλαίσιο εκκρεμούς ενώπιόν τους διαφοράς; |
(1) Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, που συνιστά το παράρτημα 1Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994 (ΕΕ L 336, σ. 1).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/23 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Högsta domstolen με διάταξη της 24ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση Unibet (London) Ltd και Unibet (International) Ltd κατά Justitiekanslern
(Υπόθεση C-432/05)
(2006/C 36/47)
Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική
Με διάταξη της 24ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 5 Δεκεμβρίου 2005, το Högsta domstolen, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Unibet (London) Ltd και Unibet (International) Ltd κατά Justitiekanslern, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
|
1. |
Έχει η κοινοτικού δικαίου επιταγή ότι οι εθνικοί δικονομικοί κανόνες πρέπει να παρέχουν αποτελεσματική προστασία των εκ του κοινοτικού δικαίου δικαιωμάτων του ιδιώτη την έννοια ότι πρέπει να επιτρέπεται η άσκηση αγωγής περί αναγνωρίσεως του ότι ορισμένες εθνικές διατάξεις ουσιαστικού δικαίου είναι αντίθετες προς το άρθρο 49 της Συνθήκης ΕΚ σε περίπτωση που η συμφωνία των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων με το άρθρο αυτό μπορεί άλλως να εξετασθεί μόνον προκριματικώς, επί παραδείγματι στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως ή δίκης αφορώσας την παράβαση των εθνικών διατάξεων ουσιαστικού δικαίου ή διαδικασίας δικαστικού ελέγχου; |
|
2. |
Συνεπάγεται η κοινοτικού δικαίου επιταγή περί παροχής αποτελεσματικής έννομης προστασίας ότι η εθνική έννομη τάξη πρέπει να παρέχει προσωρινή προστασία, διά της οποίας οι εθνικοί κανόνες οι οποίοι εμποδίζουν την άσκηση ενός προβαλλομένου δικαιώματος βασιζομένου στο κοινοτικό δίκαιο πρέπει να είναι δυνατόν να μην εφαρμόζονται στη σχέση με τον ιδιώτη, προκειμένου αυτός να μπορεί να ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα, μέχρι την οριστική εξέταση της υπάρξεως του δικαιώματος αυτού από εθνικό δικαστήριο; |
|
3. |
Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα: Συνεπάγεται το κοινοτικό δίκαιο ότι ένα εθνικό δικαστήριο, σε περίπτωση που τίθεται υπό αμφισβήτηση το συμβιβαστό εθνικών διατάξεων προς το κοινοτικό δίκαιο, κατά την επί της ουσίας εξέταση αιτημάτων παροχής προσωρινής προστασίας των εκ του κοινοτικού δικαίου δικαιωμάτων, πρέπει να εφαρμόζει τις εθνικές διατάξεις περί των προϋποθέσεων παροχής προσωρινής προστασίας ή πρέπει το εθνικό δικαστήριο σε μια τέτοια περίπτωση να εφαρμόζει τα κριτήρια του κοινοτικού δικαίου για την παροχή προσωρινής προστασίας; |
|
4. |
Σε περίπτωση που η απάντηση στο τρίτο ερώτημα είναι ότι πρέπει να εφαρμόζονται τα κριτήρια του κοινοτικού δικαίου, ποια είναι τα κριτήρια αυτά; |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/23 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Handens tingsrätt με απόφαση της 21ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση Εισαγγελική Αρχή κατά Lars Sandström
(Υπόθεση C-433/05)
(2006/C 36/48)
Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική
Με απόφαση της 21ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 5 Δεκεμβρίου 2005, το Handens tingsrätt, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Εισαγγελικής Αρχής και Lars Sandström, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
|
1) |
|
|
2) |
Απαγορεύουν άλλως τα άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ τέτοιες εθνικές διατάξεις περί απαγορεύσεως της χρήσεως ατομικών σκαφών, όπως οι εκτιθέμενες στο ερώτημα 1, στοιχείο α', γενικώς ή μόνον υπό την προϋπόθεση που εκτίθεται στο ερώτημα 1, στοιχείο β'; |
|
3) |
Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, εμποδίζει η παράλειψη κοινοποιήσεως προς την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πριν από τη θέσπιση της νέας απαγορεύσεως των σκαφών αναψυχής στις 20 Ιουνίου 2004, σύμφωνα με τις οδηγίες 83/189/ΕΟΚ και 98/34/ΕΟΚ, τη θέση σε εφαρμογή τέτοιων εθνικών διατάξεων όπως οι προπεριγραφείσες; |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/24 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Hof van Beroep te Antwerpen (Βέλγιο) με απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2005 στην υπόθεση Lucien De Graaf και Gudula Daniels κατά Βελγικού Δημοσίου
(Υπόθεση C-436/05)
(2006/C 36/49)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Με απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 5 Δεκεμβρίου 2005, το Hof van Beroep te Antwerpen (Βέλγιο), στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ, αφενός, Lucien De Graaf και Gudula Daniels και, αφετέρου, Βελγικού Δημοσίου, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την έκδοση προσδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:
|
1. |
Έχει ο κανονισμός 1408/71 (1) εφαρμογή επί της επιβαρύνσεως aanvullende crisisbijdrage η οποία επιβλήθηκε από τον εθνικό νομοθέτη και έχει ως σκοπό να αποτελέσει μια εναλλακτική χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφαλίσεως; |
|
2. |
Επιτρέπει το άρθρο 39 ΕΚ στο Βέλγιο να υπαγάγει ένα φυσικό πρόσωπο, το οποίο κατοικεί στο Βέλγιο αλλά ασκεί τις επαγγελματικές του δραστηριότητες (σχεδόν) εξ ολοκλήρου σε άλλο κράτος μέλος, στην επιβάρυνση aanvullende crisisbijdrage για τη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφαλίσεως, όταν, όσον αφορά την κοινωνική ασφάλιση, το σχετικό πρόσωπο δεν έχει υποχρέωση καταβολής εισφορών στο Βέλγιο αλλά στο κράτος εργασίας του, ενώ όλοι οι άλλοι που κατοικούν στο κράτος κατοικίας του και υπόκεινται στην επιβάρυνση aanvullende crisisbijdrage έχουν υποχρέωση καταβολής εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως στο Βέλγιο; |
|
3. |
Επιτρέπει το άρθρο 39 ΕΚ σε ένα κράτος μέλος να διακρίνει μεταξύ των φορολογουμένων με το να φορολογεί τους κατοίκους της μεθορίου, που εργάζονται σε άλλο κράτος μέλος, σε σημαντικό βαθμό βαρύτερα απ' όσο φορολογεί τους κατοίκους ημεδαπής που δεν κατοικούν στη μεθόριο και που και αυτοί εργάζονται σε άλλο κράτος μέλος; |
|
4. |
Δύναται ένας κάτοικος κράτους μέλους, ο οποίος ασκεί τις επαγγελματικές του δραστηριότητες σχεδόν εξ ολοκλήρου σε άλλο κράτος μέλος (ο Α), να επικαλεστεί την αρχή της «μεταχειρίσεως του μάλλον ευνοουμένου κράτους» όταν το κράτος μέλος προβλέπει ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση για άλλους κατοίκους ημεδαπής που και αυτοί ασκούν τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες σχεδόν εξ ολοκλήρου σε τρίτο κράτος μέλος (τους Β); |
|
5. |
Εμποδίζει το άρθρο 39 ΕΚ ή κάποια άλλη διάταξη ένα κράτος μέλος να μην επιτρέπει τη φορολογική έκπτωση των εισφορών υγειονομικής ασφαλίσεως στην περίπτωση ενός κατοίκου ημεδαπής ο οποίος ασκεί τις επαγγελματικές του δραστηριότητες σχεδόν εξ ολοκλήρου σε άλλο κράτος μέλος όταν τέτοια έκπτωση ισχύει τόσο για τους κατοίκους του κράτους κατοικίας όσο και για αυτούς του κράτους εργασίας που δεν χρησιμοποιούν την ελευθερία κυκλοφορίας των εργαζομένων; |
|
6. |
Εμποδίζει το άρθρο 39 ΕΚ ή κάποια άλλη διάταξη το κράτος κατοικίας να εξαρτά τη φορολογική έκπτωση των εισφορών υγειονομικής ασφαλίσεως μεταξύ άλλων από την προϋπόθεση ότι η υγειονομική αυτή ασφάλιση συμφωνήθηκε με αναγνωρισμένο στο κράτος κατοικίας αλληλασφαλιστικό φορέα, ενώ, κατά τη νομοθεσία του κράτους κατοικίας, για τους κατοίκους του κράτους αυτού οι οποίοι χρησιμοποιούν την ελευθερία κυκλοφορίας των εργαζομένων είναι νομικώς αδύνατον να συμφωνήσουν επικουρική υγειονομική ασφάλιση με τέτοιον αλληλασφαλιστικό φορέα; |
(1) Κανονισμός (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 73).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/25 |
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Okresní Soud του Ceský Krumlov (Δημοκρατία της Τσεχίας) με απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2005, στην υπόθεση Jan Vorel κατά Nemocnici Ceský Krumlov (του νοσοκομείου του Ceský Krumlov)
(Υπόθεση C-437/05)
(2006/C 36/50)
Γλώσσα διαδικασίας: η τσεχική
Με απόφαση που περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 5 Δεκεμβρίου 2005, το Okresní Soud του Ceský Krumlov (Δημοκρατία της Τσεχίας), στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ του Jan Vorel και του νοσοκομείου του Český Krumlov, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του εξής ερωτήματος:
1)
«Πρέπει να θεωρείται ως εκτέλεση εργασίας το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ιατρός εφημερεύων στον χώρο εργασίας του στο νοσοκομείο βρίσκεται σε ετοιμότητα προς εργασία, λαμβανομένης υπόψη της οδηγίας 93/104/ΕΚ (1) και της αποφάσεως του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C-151/02, Landeshauptstadt Kiel κατά Norbert Jaeger;»
(1) DO L 307, p. 18.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/25 |
Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το cour administrative d'appel de Douai με απόφαση της 1ης Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση εταιρία Roquette Frères κατά Υπουργείου Γεωργίας, Τροφίμων, Αλιείας και Αγροτικής Πολιτικής
(Υπόθεση C-441/05)
(2006/C 36/51)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Το cour administrative d'appel de Douai, με απόφαση της 1ης Δεκεμβρίου 2005 στην υπόθεση εταιρία Roquette Frères κατά Υπουργού Γεωργίας, Τροφίμων, Αλιείας και Αγροτικής Πολιτικής, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 12 Δεκεμβρίου 2005, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Το cour administrative d'appel de Douai ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί των εξής ερωτημάτων:
|
1) |
είχε η εταιρία Roquette Frères αναμφιβόλως το δικαίωμα να προσβάλει παραδεκτώς με ευθεία προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου τη νομιμότητα της παραγράφου 2, του άρθρου 24 του κανονισμού 1785/81 (1), της παραγράφου 3, του άρθρου 27 του κανονισμού 2038/1999 (2), του άρθρου 1 του κανονισμού 2073/2000 (3), της παραγράφου 2, του άρθρου 11 του κανονισμού 1260/2001 (4), του άρθρου 1 του κανονισμού 1745/2002 (5) και του άρθρου 1 του κανονισμού 1739/2003 (6); |
|
2) |
στην περίπτωση κατά την οποία η εταιρία Roquette Frères μπορεί παραδεκτώς να προβάλει κατ' ένσταση την έλλειψη νομιμότητας των εν λόγω διατάξεων, ερωτάται αν η παράγραφος 2, του άρθρου 24 του κανονισμού 1785/81, η παράγραφος 3, του άρθρου 27 του κανονισμού 2038/1999, το άρθρο 1 του κανονισμού 2073/2000, η παράγραφος 2, του άρθρου 11 του κανονισμού 1260/2001, το άρθρο 1 του κανονισμού 1745/2002 και το άρθρο 1 του κανονισμού 1739/2003 είναι έγκυρα καθόσον καθορίζουν τις μέγιστες βασικές ποσότητες παραγωγής ισογλυκόζης για τη μητροπολιτική Γαλλία χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την παραχθείσα ισογλυκόζη στο κράτος αυτό μεταξύ 1ης Νοεμβρίου 1978 και 30ής Απριλίου1979, ως ενδιάμεσο προϊόν που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία άλλων προϊόντων που προορίζονται προς πώληση. |
(1) Κανονισμός (ΕΟΚ) 1785/81 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1981, περί κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 177, σ. 4).
(2) Κανονισμός (ΕΟΚ) 2038/1999 του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 1999, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 252, σ. 1).
(3) Κανονισμός (ΕΚ) 2073/2000 της Επιτροπής, της 29ης Σεπτεμβρίου 2000, για τη μείωση στον τομέα της ζάχαρης της εγγυημένης ποσότητας στο πλαίσιο του καθεστώτος των ποσοστώσεων παραγωγής και των αναμενόμενων μεγίστων αναγκών εφοδιασμού των επιχειρήσεων ραφιναρίσματος στο πλαίσιο των προτιμησιακών καθεστώτων εισαγωγής, για την περίοδο εμπορίας 2000/2001 (ΕΕ L 246, σ. 38).
(4) Κανονισμός (ΕΚ) 1260/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 2001, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 178, σ. 1).
(5) Κανονισμός (ΕΚ) 1745/2002 της Επιτροπής, της 30ής Σεπτεμβρίου 2002, για τη μείωση, στον τομέα της ζάχαρης, της εγγυημένης ποσότητας στο πλαίσιο του καθεστώτος των ποσοστώσεων παραγωγής και των αναμενόμενων μέγιστων αναγκών εφοδιασμού των επιχειρήσεων ραφιναρίσματος στο πλαίσιο των προτιμησιακών καθεστώτων εισαγωγής, για την περίοδο εμπορίας 2002/03 (ΕΕ L 263, σ. 31).
(6) Κανονισμός (ΕΚ) 1739/2003 της Επιτροπής, της 30ής Σεπτεμβρίου 2003, για τη μείωση, στον τομέα της ζάχαρης, της εγγυημένης ποσότητας στο πλαίσιο του καθεστώτος των ποσοστώσεων παραγωγής και των αναμενόμενων μεγίστων αναγκών εφοδιασμού των επιχειρήσεων ραφιναρίσματος στο πλαίσιο των προτιμησιακών καθεστώτων εισαγωγής, για την περίοδο εμπορίας 2003/04 (ΕΕ L 249, σ. 38).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/26 |
Αναίρεση ασκηθείσα στις 14 Δεκεμβρίου 2005 από την Common Market Fertilizers SA (CMF) κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 27 Σεπτεμβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πρώτο πενταμελές τμήμα) στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-134/03 και T-135/03, Common Market Fertilizers SA (CMF) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
(Υπόθεση C-443/05 P)
(2006/C 36/52)
γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Η Common Market Fertilizers SA (CMF), εκπροσωπούμενη από τους δικηγόρους A. Sutton και N. Flandin, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 14 Δεκεμβρίου 2005, αναίρεση κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 27 Σεπτεμβρίου 2005 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πρώτο πενταμελές τμήμα) στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-134/03 και T-135/03, Common Market Fertilizers SA (CMF) κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
— |
να αναιρέσει εν όλω την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση· |
|
— |
να δεχθεί όλα τα πρωτοδίκως υποβληθέντα αιτήματα της αναιρεσείουσας· |
|
— |
να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας καθώς και της πρωτοβάθμιας διαδικασίας. |
Λόγοι και κύρια επιχειρήματα:
Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει τέσσερα νομικά σφάλματα που διέπραξε το Πρωτοδικείο και συνίστανται σε:
|
— |
ατελή παρουσίαση του νομικού πλαισίου με συνέπεια την εσφαλμένη ερμηνεία του κανονισμού 3319/94 (1) όσον αφορά τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την επιβολή συγκεκριμένου δασμού και την εσφαλμένη νομική ερμηνεία της φύσεως της κανονιστικής επιτροπής· |
|
— |
ατελή παρουσίαση των πραγματικών περιστατικών με συνέπεια τη διαστρέβλωσή τους και εσφαλμένη εφαρμογή του κανονισμού 3319/94 όσον αφορά την ύπαρξη καταστάσεως έμμεσης τιμολογήσεως· |
|
— |
εσφαλμένη νομική ερμηνεία ως προς την παράβαση ουσιωδών τύπων και ειδικότερα ως προς τη νομική φύση της κανονιστικής επιτροπής· και |
|
— |
εσφαλμένη νομική ερμηνεία ως προς τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 239 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (2) και ειδικότερα ως προς την εφαρμογή της προϋποθέσεως ελλείψεως πρόδηλης αμέλειας. |
(1) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3319/94 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1994 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μείγματος ουρίας και νιτρικού αμμωνίου σε υδατικά ή αμμωνιακά διαλύματα καταγωγής Βουλγαρίας και Πολωνίας, εξαγομένων από εταιρείες που δεν εξαιρούνται του δασμού, και για την οριστική είσπραξη των προσωρινών δασμών που επιβλήθηκαν (EE L 350, σ. 20).
(2) Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1992 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/26 |
Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2005
(Υπόθεση C-449/05)
(2006/C 36/53)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την C. Cattabriga και τον L. Visaggio, άσκησε στις 16 Δεκεμβρίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
1. |
να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2003/99/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωονοσογόνων παραγόντων, για την τροποποίηση της απόφασης 90/424/ΕΟΚ (2) του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 92/117/ΕΟΚ (3) του Συμβουλίου, ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να κοινοποιήσει τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας· |
|
2. |
να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 12 Απριλίου 2004.
(1) ΕΕ L 325 της 12ης Δεκεμβρίου 2003, σ. 31
(2) ΕΕ L 224 της 18ης Αυγούστου 1990, σ. 19
(3) ΕΕ L 62 της 15ης Μαρτίου 1993, σ. 38
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/27 |
Διαγραφή της υποθέσεως C-541/03 (1)
(2006/C 36/54)
(Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική)
Με διάταξη της 7ης Οκτωβρίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-541/03 (αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως του Oberster Gerichtshof): Lambert Roodbeen κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/27 |
Διαγραφή της υποθέσεως C-67/04 (1)
(2006/C 36/55)
(Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική)
Με διάταξη της 10ης Νοεμβρίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-67/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/27 |
Διαγραφή της υποθέσεως C-147/05 (1)
(2006/C 36/56)
(Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική)
Με διάταξη της 14ης Νοεμβρίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-147/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/27 |
Διαγραφή της υποθέσεως C-153/05 (1)
(2006/C 36/57)
(Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική)
Με διάταξη της 11ης Οκτωβρίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-153/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/27 |
Διαγραφή της υποθέσεως C-204/05 (1)
(2006/C 36/58)
(Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική)
Με διάταξη της 17ης Νοεμβρίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-204/05: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/28 |
Απόφαση του Πρωτοδικείου της 29ης Νοεμβρίου 2005 — Britannia Alloys & Chemicals κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-33/02) (1)
(«Ανταγωνισμός - Άρθρο 81 ΕΚ - Σύμπραξη - Αγορά του φωσφορικού ψευδαργύρου - Πρόστιμο - Άρθρο 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 - Σχετικός κύκλος εργασιών - Προσφυγή ακυρώσεως»)
(2006/C 36/59)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Britannia Alloys & Chemicals Ltd (Gravesend, Ηνωμένο Βασίλειο) [εκπρόσωποι: S. Mobley, H. Bardell και M. Commons, solicitors]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: R. Wainwright και F. Castillo de la Torre]
Αντικείμενο της υποθέσεως
Αίτημα μερικής ακυρώσεως της αποφάσεως 2003/437/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/E-1/37.027 — Φωσφορικός ψευδάργυρος) (ΕΕ 2003, L 153, σ. 1), ή, επικουρικώς, αίτημα μειώσεως του επιβληθέντος στην προσφεύγουσα προστίμου
Διατακτικό της αποφάσεως
Το Πρωτοδικείο
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/28 |
Απόφαση του Πρωτοδικείου της 6ης Δεκεμβρίου 2005 — Brouwerij Haacht κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-48/02) (1)
(«Ανταγωνισμός - Συμπράξεις - Πρόστιμα - Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων - Πραγματική ικανότητα της διαπράττουσας την παράβαση επιχειρήσεως να προκαλέσει σοβαρή ζημία στις άλλες επιχειρήσεις - Ελαφρυντικές περιστάσεις - Ανακοίνωση περί συνεργασίας»)
(2006/C 36/60)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Brouwerij Haacht NV (Boortmeerbeek, Βέλγιο) [εκπρόσωποι: Y. van Gerven, F. Louis και H. Viaene, δικηγόροι]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: A. Bouquet και W. Wils]
Αντικείμενο της υποθέσεως
Προσφυγή για την ακύρωση της αποφάσεως 2003/569/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ (υπόθεση IV/37.614/F3 PO/Interbrew και Alken-Maes) (ΕΕ 2003, L 200, σ. 1), και, επικουρικώς, για τη μείωση του προστίμου που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα με το άρθρο 4 της αποφάσεως αυτής
Διατακτικό της υποθέσεως
Το Πρωτοδικείο:
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/29 |
Απόφαση του Πρωτοδικείου της 29ης Νοεμβρίου 2005 — SNCZ κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-52/02) (1)
(«Ανταγωνισμός - Άρθρο 81 ΕΚ - Σύμπραξη - Αγορά του φωσφορικού ψευδαργύρου - Πρόστιμο - Άρθρο 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 - Αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως - Προσφυγή ακυρώσεως»)
(2006/C 36/61)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Société nouvelle des couleurs zinciques SA (SNCZ) (Bouchain, Γαλλία) [εκπρόσωποι: R. Saint-Esteben και H. Calvet, δικηγόροι]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς, F. Castillo de la Torre και F. Lelievre, στη συνέχεια, F. Castillo de la Torre και O. Beynet]
Αντικείμενο της προσφυγής είναι
Αίτημα ακυρώσεως του άρθρου 3 της αποφάσεως 2003/437/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/E-1/37.027 — Φωσφορικός ψευδάργυρος) (ΕΕ 2003, L 153, σ. 1), ή, επικουρικώς, αίτημα μειώσεως του επιβληθέντος στην προσφεύγουσα προστίμου
Διατακτικό της αποφάσεως
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/29 |
Απόφαση του Πρωτοδικείου της 29ης Νοεμβρίου 2005 — Freistaat Thüringen κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-62/02) (1)
(«Ανταγωνισμός - Άρθρο 81 ΕΚ - Σύμπραξη - Αγορά του φωσφορικού ψευδαργύρου - Πρόστιμο - Άρθρο 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 - Σοβαρότητα και διάρκεια της παραβάσεως - Αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως - Προσφυγή ακυρώσεως»)
(2006/C 36/62)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Union Pigments AS (Bergen, Νορβηγία) (εκπρόσωποι: J. Magne Langseth και T. Olavson Laake, δικηγόροι)
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: F. Castillo de la Torre)
Αντικείμενο της υποθέσεως
Αίτημα μερικής ακυρώσεως της αποφάσεως 2003/437/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/E-1/37.027 — Φωσφορικός ψευδάργυρος) (ΕΕ 2003, L 153, σ. 1), ή, επικουρικώς, αίτημα μειώσεως του επιβληθέντος στην προσφεύγουσα προστίμου
Διατακτικό της αποφάσεως
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/29 |
Απόφαση του Πρωτοδικείου της 29ης Νοεμβρίου 2005 — Heubach κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-64/02) (1)
(«Ανταγωνισμός - Άρθρο 81 ΕΚ - Σύμπραξη - Αγορά του φωσφορικού ψευδαργύρου - Πρόστιμο - Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων - Προσφυγή ακυρώσεως - Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας - Άρθρο 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 - Σοβαρότητα της παραβάσεως - Αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως - Αιτιολόγηση»)
(2006/C 36/63)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Dr. Hans Heubach GmbH & Co. KG (Langelsheim, Γερμανία) [εκπρόσωποι: F. Montag και G. Bauer, δικηγόροι]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: F. Castillo de la Torre, επικουρούμενος από τον H.-J. Freund, δικηγόρο]
Αντικείμενο της υποθέσεως
Αίτημα μερικής ακυρώσεως της αποφάσεως 2003/437/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/E-1/37.027 — Φωσφορικός ψευδάργυρος) (ΕΕ 2003, L 153, σ. 1), ή, επικουρικώς, αίτημα μειώσεως του επιβληθέντος στην προσφεύγουσα προστίμου
Διατακτικό της αποφάσεως
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/30 |
Απόφαση του Πρωτοδικείου της 30ής Νοεμβρίου 2005 — Vanlangendonck κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-361/03) (1)
(«Υπάλληλοι - Γενικός διαγωνισμός - Μη εγγραφή στον πίνακα επιτυχόντων - Παράβαση της προκηρύξεως του διαγωνισμού - Ίση μεταχείριση»)
(2006/C 36/64)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων-ενάγων: Philippe Vanlangendonck (Overijse, Βέλγιο) [εκπρόσωπος: B. Laurent, δικηγόρος]
Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωπος: J. Currall]
Αντικείμενο της υποθέσεως
Αφενός, προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού COM/A/10/01 να μην περιλάβει τον προσφεύγοντα-ενάγοντα στον πίνακα επιτυχόντων του διαγωνισμού αυτού και, αφετέρου, αγωγή αποζημιώσεως
Διατακτικό της αποφάσεως
|
1) |
Απορίπτει την προσφυγή-αγωγή. |
|
2) |
Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/30 |
Απόφαση του Πρωτοδικείου της 30ής Νοεμβρίου 2005 — Almdudler-Limonade κατά ΓΕΕΑ
(Υπόθεση T-12/04) (1)
(«Κοινοτικό σήμα - Τρισδιάστατο σήμα - Σχήμα μιας φιάλης αναψυκτικού - Άρνηση καταχωρίσεως - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»)
(2006/C 36/65)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Almdudler-Limonade A. & S. Klein (Βιέννη, Αυστρία) [εκπρόσωπος: G. Schönherr, δικηγόρος]
Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) [εκπρόσωπος: G. Schneider]
Αντικείμενο της υποθέσεως
Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δεύτερου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 5ης Νοεμβρίου 2003 (υπόθεση R 490/2003-2), σχετικά με την καταχώριση ενός τρισδιάστατου σήματος που έχει τη μορφή φιάλης αναψυκτικού
Διατακτικό της αποφάσεως
|
1) |
Απορίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/31 |
Διάταξη του Πρωτοδικείου της 16ης Νοεμβρίου 2005 — Deutsche Post και Securicor Omega Express κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-343/03) (1)
(«Κρατικές ενισχύσεις - Άρθρο 88, παράγραφος 3, ΕΚ - Προσφυγή ακυρώσεως - Παραδεκτό - Καταγγελία - Απόρριψη - Άνευ αντικειμένου»)
(2006/C 36/66)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσες: Deutsche Post AG (Βόννη, Γερμανία) και Securicor Omega Express Ltd (Sutton, Surrey, Ηνωμένο Βασίλειο) [εκπρόσωπος: T. Lübbig, δικηγόρος]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωποι: V. Kreuschitz, N. Khan και M. Niejahr]
Παρεμβαίνον υπέρ της καθής: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας [εκπρόσωπος: M. Bethell]
Αντικείμενο της υποθέσεως
Προσφυγή ακυρώσεως της απoφάσεως C(2003)1652 τελικό της Επιτροπής, της 27ης Μαΐου 2003, η oπoία κηρύσσει συμβατά με την κοινή αγορά τα μέτρα πoυ oι βρετανικές αρχές σχεδιάζουν να θεσπίσουν υπέρ της ταχυδρομικής εταιρίας Post Office Ltd (κρατική ενίσχυση Ν 784/2002)
Διατακτικό της αποφάσεως
Το Πρωτοδικείο:
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη. |
|
2) |
Κάθε διάδικος θα φέρει τα δικαστικά του έξοδα. |
|
3) |
Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας θα φέρει τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε λόγω της παρεμβάσεώς του. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/31 |
Διάταξη του Πρωτοδικείου της 21ης Νοεμβρίου 2005 — Tramarin κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-426/04) (1)
(«Προσφυγή ακυρώσεως - Παραδεκτό - Κρατικές ενισχύσεις - Κλήση εκ μέρους της Επιτροπής για την τροποποίηση κοινοποιηθέντος σχεδίου ενισχύσεως - Πράξη δεκτική προσφυγής - Πράξη επαγόμενη έννομα αποτελέσματα - Προθεσμίες προσφυγής - Χρόνος ενάρξεως - Συνοπτική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα - Δικτυακός τόπος»)
(2006/C 36/67)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Tramarin Snc di Tramarin Andrea e Sergio (Montagnana, Ιταλία), [εκπρόσωπος: M. Calabrese, δικηγόρος]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [εκπρόσωπος: V. Di Bucci]
Αντικείμενο της υποθέσεως
Αίτημα περί ακυρώσεως, αφενός, εγγράφου με το οποίο η Επιτροπή κάλεσε τις ιταλικές αρχές να τροποποιήσουν κοινοποιηθέν σχέδιο ενισχύσεως και, αφετέρου, αποφάσεως της 12ης Ιουλίου 2000 με την οποία η Επιτροπή αναγνώρισε ότι συμβιβάζεται με την κοινή αγορά καθεστώς επενδυτικών ενισχύσεων στις μειονεκτούσες περιοχές της Ιταλίας [κρατική ενίσχυση αριθ. 715/99 — Ιταλία (SG 2000 D/105754)]
Διατακτικό της διατάξεως
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη. |
|
2) |
Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδά της καθώς και στα έξοδα της Επιτροπής. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/32 |
Διάταξη του Πρωτοδικείου της 23ης Νοεμβρίου 2005 — Ruiz Bravo-Villasante κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
(Υπόθεση T-507/04) (1)
(Υπάλληλοι - Προσφυγή ακυρώσεως - Προθεσμία προσφυγής - Απαράδεκτη)
(2006/C 36/68)
Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική
Διάδικοι
Προσφεύγων: Arturo Ruiz Bravo-Villasante (Μαδρίτη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. Luis Fuertes Suárez, δικηγόρος)
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και L. Lozano Palacios)
Αντικείμενο της υποθέσεως
Προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού COM/B/2/02 περί βαθμολογήσεως της προφορικής εξετάσεως του προσφεύγοντος, καθώς και περί αποκλεισμού του από τον πίνακα επιτυχόντων του διαγωνισμού.
Διατακτικό της αποφάσεως
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη. |
|
2) |
Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα. |
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/32 |
Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2005 — Gerolf Annemans κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-411/05)
(2006/C 36/69)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Διάδικοι
Προσφεύγων: Gerolf Annemans (εκπρόσωπος: C. Symons, δικηγόρος)
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Αιτήματα του προσφεύγοντος
|
— |
Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο να ακυρώσει κατά το άρθρο 231, πρώτο εδάφιο, ΕΚ την υπό στοιχεία COMP/39.225 απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 5ης Σεπτεμβρίου 2005. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Ο προσφεύγων εκθέτει ότι υπέβαλε στην Επιτροπή καταγγελία κατά της Belgacom και της Telenet λόγω παραβάσεως των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ στην αγορά της ευρέος φάσματος συνδέσεως των τελικών χρηστών με το Διαδίκτυο.
Η Επιτροπή γνωστοποίησε συναφώς στον προσφεύγοντα ότι προς το παρόν, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών που κατήγγειλε ο προσφεύγων, δεν βλέπει τον λόγο να προβεί σε περαιτέρω έρευνα και ότι η άποψή της, η οποία στηρίζεται στα πληροφοριακά στοιχεία που διαθέτουν οι υπηρεσίες της, είναι προσωρινή εν αναμονή των πρόσθετων στοιχείων που ο προσφεύγων ενδέχεται να επιθυμεί να διαβιβάσει.
Ο προσφεύγων ισχυρίζεται πρώτον ότι δεν είναι έργο του καταγγέλοντος να αναζητήσει αποδείξεις για την καταγγελία του, αλλά ότι τούτο πρέπει να γίνει από την ίδια την Επιτροπή βάσει των ουσιωδών υπονοιών του καταγγέλοντος.
Κατά τον προσφεύγοντα, η δήλωση της Επιτροπής ότι οι προσφέροντες υπηρεσίες συχνά καθορίζουν τις τιμές τους σε συνάρτηση με τις τιμές του έχοντος ηγετική θέση στην αγορά δεν διασαφηνίζει επαρκώς το ζήτημα αν η σχεδόν ανύπαρκτη διαφορά μεταξύ των σχετικών με το Διαδίκτυο τιμών της Belgacom και της Telenet είναι το αποτέλεσμα απλώς και μόνον συμπτώσεως εντός της ελεύθερης αγοράς ή είναι το αποτέλεσμα παραβάσεως του άρθρου 81 ΕΚ.
Ο προσφεύγων προβάλλει επίσης ότι αυτές καθ' εαυτές οι υψηλότερες τιμές στο Βέλγιο, τις οποίες ο ίδιος κατήγγειλε με την καταγγελία του, όντως δεν αποδεικνύουν ότι παραβιάστηκε το άρθρο 82 ΕΚ, αλλά δεν αποδεικνύουν ούτε ότι δεν έλαβε χώρα καμία παράβαση. Έτσι, η Επιτροπή δεν μπορούσε να απαλλάξει τις επιχειρήσεις που καταγγέλθηκαν για παραβάσεις του άρθρου 82 ΕΚ.
Ο προσφεύγων εκθέτει περαιτέρω ότι η Επιτροπή κακώς έχει αμφιβολίες ως προς το αν η Belgacom και η Telenet έχουν δεσπόζουσα θέση στη βελγική αγορά. Ο προσφεύγων σημειώνει εν προκειμένω ότι και οι δύο επιχειρήσεις αυτές εφαρμόζουν περίπου τις ίδιες υψηλές τιμές και μοιράζονται μεταξύ τους σχεδόν το 90 % της βελγικής αγοράς των ευρέος φάσματος συνδέσεων με το Διαδίκτυο. Ο προσφεύγων θεωρεί επίσης ότι κανένα συμπέρασμα δεν μπορεί να συναχθεί από το γεγονός ότι στην αγορά υπάρχουν ανταγωνιστικές και φθηνότερες συνδέσεις με το Διαδίκτυο οι οποίες έχουν μικρότερη ταχύτητα μεταφορτώσεως (download). Κατά τον προσφεύγοντα, η Επιτροπή αντιφάσκει όταν ισχυρίζεται από τη μια πλευρά ότι ο βελγικός φορέας Belgisch Instituut voor Postdiensten en Telecommunicatie (BIPTA) εξασφαλίζει τον ανταγωνισμό και από την άλλη πλευρά ότι ο φορέας αυτός τώρα ερευνά αν ο ανταγωνισμός όντως είναι καλά εξασφαλισμένος στη βελγική αγορά.
Τέλος, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν στήριξε το γιατί υφίσταται ανεπαρκές κοινοτικό συμφέρον.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/33 |
Προσφυγή της 22ας Νοεμβρίου 2005 — NHL Enterprises κατά ΓΕΕΑ
(Υπόθεση T-414/05)
(2006/C 36/70)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: NHL Enterprises B.V. (Rijswijk, Κάτω Χώρες) [Εκπρόσωπος: G. Llewelyn, Solicitor]
Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Glory & Pompea (Mataró, Ισπανία)
Αιτήματα της προσφεύγουσας
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Αιτών την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα
Σήμα προς καταχώριση: Το εικονιστικό σήμα «LA KINGS» για προϊόντα των κλάσεων 16, 25 και 41 — αίτηση αριθ. 1 041 02
Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Manufacturas Antonio Gassol S.A. Το αντιταχθέν στο πλαίσιο της ανακοπής σήμα εκχωρήθηκε αργότερα στην Glory & Pompea, S.A.
Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Το εθνικό εικονιστικό σήμα «KING» για προϊόντα της κλάσεως 25
Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Δέχεται την ανακοπή για όλα τα προϊόντα της κλάσεως 25 τα οποία αφορά η αίτηση καταχωρίσεως
Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής
Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, δεδομένου ότι ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των επιμάχων σημάτων, παρά την ταυτότητα των προϊόντων, δεν είναι αρκούντως υψηλός.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/33 |
Προσφυγή-αγωγή της 25ης Νοεμβρίου 2005 — Vischim κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-420/05)
(2006/C 36/71)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Vischim Srl (Μιλάνο, Ιταλία) [εκπροσωπούμενη από τους: C. Mereu, K. Van Maldegem, δικηγόρους]
Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Αιτήματα της προσφεύγουσας-ενάγουσας
Η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) ζητεί από το Πρωτοδικείο:
|
— |
να ακυρώσει εν μέρει την οδηγία 2005/53/ΕΚ της Επιτροπής, κατά το μέρος που περιλαμβάνει την εγγραφή αριθ. 102, η οποία αντιστοιχεί στη φυτοπροστατευτική δραστική ουσία chlorothalonil, στο παράρτημα Ι της οδηγίας σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (στο εξής: οδηγία ΔΦΠ), με προδιαγραφή καθαρότητας που δεν αντιστοιχεί στην προδιαγραφή η οποία κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή και στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή και η οποία αξιολογήθηκε από αυτές· επικουρικώς, να τροποποιήσει αμέσως την εγγραφή αριθ. 102 κατά τρόπον ώστε να αντιστοιχεί στη νέα προδιαγραφή της FAO (οργανώσεως των Ηνωμένων Εθνών για τη διατροφή και τη γεωργία) του Νοεμβρίου 2005· |
|
— |
να ακυρώσει εν μέρει την έκθεση ελέγχου επί της οποίας στηρίζεται η εγγραφή της chlorothalonil στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414, κατά το μέρος που η εν λόγω έκθεση δεν αναγνωρίζει στην προσφεύγουσα το καθεστώς του «κύριου φορέα που υπέβαλε στοιχεία» και δεν περιλαμβάνει τα στοιχεία της προσφεύγουσας στο παράρτημα ΙΙΙ Α της ως άνω εκθέσεως· |
|
— |
να υποχρεώσει την καθής-εναγομένη (στο εξής: καθής) να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο και να ενεργήσει κατά τρόπο σύμφωνο με τα αιτήματα της προσφεύγουσας· |
|
— |
να υποχρεώσει την καθής να αποζημιώσει την προσφεύγουσα με ποσό που ορίζεται προσωρινώς σε 1 ευρώ και θα καθοριστεί επακριβώς αργότερα, πλέον τόκων, για τη ζημία που υπέστη η προσφεύγουσα εξαιτίας του βαλλόμενου μέτρου, ή, επικουρικώς, εξαιτίας της μη συμμορφώσεως της καθής προς τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο ως εκ του ότι η τελευταία δεν απάντησε στην προσφεύγουσα· |
|
— |
να καταδικάσει την καθής στο σύνολο των δικαστικών εξόδων. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Η προσφεύγουσα παράγει φυτοπροστατευτικά προϊόντα με βάση τη chlorothalonil και, ως εκ τούτου, έχει συμφέρον ως προς τη διασφάλιση της εγγραφής της εν λόγω ουσίας στο παράρτημα Ι της οδηγίας ΔΦΠ (1), που θα της επέτρεπε να συνεχίσει την παραγωγή των ως άνω προϊόντων. Έτσι, η προσφεύγουσα βάλλει κατά της οδηγίας 2005/53 (2), κατά το μέρος που περιλαμβάνει την ως άνω ουσία στο παράρτημα Ι, αλλά με μια προδιαγραφή που έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό του προϊόντος που παράγει η προσφεύγουσα.
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής της, η προσφεύγουσα επικαλείται, πρώτον, μια σειρά προβαλλομένων διαδικαστικών πλημμελειών του βαλλόμενου μέτρου, καθώς και μια σειρά ουσιωδών νομικών σφαλμάτων. Από διαδικαστικής απόψεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το αίτημά της να γίνει δεκτή ως κύριος φορέας που υπέβαλε στοιχεία απορρίφθηκε μη συννόμως και ότι οι μελέτες της αποσύρθηκαν μη συννόμως από το παράρτημα ΙΙΙΑ της εκθέσεως ελέγχου. Στο πλαίσιο αυτό, η προσφεύγουσα προβάλλει, επίσης, ότι η ισχύουσα διατύπωση της εν λόγω εκθέσεως δεν είναι δυνατόν να έχει εγκριθεί από τη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή, καθόσον είναι μεταγενέστερη της συνεδριάσεως της τελευταίας με την οποία εγκρίθηκε η έκθεση ελέγχου. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, επίσης, ότι αποκλείστηκε από ορισμένες κρίσιμες συνεδριάσεις και/ή ανταλλαγές απόψεων, κατά παράβαση των διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπονται από την οδηγία ΔΦΠ και από τον κανονισμό 3600/92 (3) και ότι η προδιαγραφή της όσον αφορά τη chlorothalonil αποσύρθηκε μη συννόμως από το παράρτημα Ι της οδηγίας ΔΦΠ, παρά το γεγονός ότι η εν λόγω προδιαγραφή στηριζόταν στα δεδομένα της ως άνω οδηγίας. Επίσης, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την απόφαση της Επιτροπής να στηριχθεί σε μια νέα προδιαγραφή της FAO προκειμένου να μεταβάλει την προδιαγραφή όσον αφορά τη chlorothalonil σύμφωνα με την οδηγία ΔΦΠ, προβάλλοντας ότι η μεταβολή αυτή δεν ήταν αναγκαία από επιστημονικής απόψεως.
Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προδιαγραφή της όσον αφορά τη chlorothalonil πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 5 και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη, σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη καθώς και το άρθρο 95 ΕΚ, να συμπεριλάβει την εν λόγω προδιαγραφή στο παράρτημα Ι. Επίσης, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι παραβιάσθηκε η αρχή της επικουρικότητας, καθόσον η Επιτροπή ακολούθησε ένα «μέγιστο πρότυπο» για τη chlorothalonil, παραβαίνοντας το προνόμιο που διαθέτουν τα κράτη μέλη όταν προβαίνουν στην επανακαταχώριση αποφάσεων σύμφωνα με την οδηγία ΔΦΠ. Επίσης, η προσφεύγουσα επικαλείται παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως που διατυπώνεται στο άρθρο 211 ΕΚ, καθώς και παράβαση του άρθρου 13 της οδηγίας ΔΦΠ και προσβολή των νομίμων δικαιωμάτων και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης της προσφεύγουσας.
Επιπλέον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το βαλλόμενο μέτρο προσβάλλει το δικαίωμά της ακροάσεως και το δικαίωμά της άμυνας και παραβιάζει την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει η Επιτροπή καθώς και θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου, όπως είναι οι αρχές της αναλογικότητας, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ασφαλείας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως. Επίσης, το εν λόγω μέτρο προσβάλλει, όπως υποστηρίζεται, το δικαίωμα ιδιοκτησίας της προσφεύγουσας, καθόσον στερεί από την προσφεύγουσα το δικαίωμά της να ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι το βαλλόμενο μέτρο συνιστά στρέβλωση του ανταγωνισμού, στον βαθμό που όντως δημιουργεί μονοπώλιο για ένα προϊόν των ανταγωνιστών, το οποίο είναι το μόνο που, όπως υποστηρίζεται, ανταποκρίνεται στη θεσπισθείσα προδιαγραφή.
Επικουρικώς, η προσφεύγουσα βάλλει κατά της προβαλλομένης παραλείψεως της Επιτροπής να ενεργήσει σύμφωνα με το επίσημο αίτημα της προσφεύγουσας και είτε να εκδώσει επίσημα το βαλλόμενο μέτρο με έναν τροποποιημένο ορισμό της χημικής ταυτότητας/καθαρότητας που να ικανοποιεί τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας είτε να μην εκδώσει το εν λόγω μέτρο, με την ισχύουσα διατύπωσή του, εν αναμονή της λήψεως αποφάσεως σχετικά με έναν διαφορετικό ορισμό της χημικής ταυτότητας/καθαρότητας.
Τέλος, η προσφεύγουσα ζητεί αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη λόγω του ότι δεν ήταν σε θέση να συνεχίσει να διαθέτει στην αγορά τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα της με βάση τη chlorothalonil.
(1) Οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΕΕ L 230, 19.8.1991, σ. 1).
(2) Οδηγία 2005/53/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2005, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου ώστε να καταχωρισθούν οι chlorothalonil, chlorotoluron, cypermethrin, daminozide και thiophanate-methyl ως δραστικές ουσίες (ΕΕ L 241, 17.9.2005, σ. 51).
(3) Κανονισμός (ΕΟΚ) 3600/92 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του πρώτου σταδίου του προγράμματος εργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου της σχετικής με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά (ΕΕ L 366, 15.12.1992, σ. 10), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) 2266/2000 (ΕΕ L 259, 13.10.2000, σ. 27).
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/34 |
Προσφυγή της 8ης Δεκεμβρίου 2005 — EMC Development AB κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
(Υπόθεση T-432/05)
(2006/C 36/72)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα:: EMC Development AB (Λουλέα, Σουηδία) [Εκπρόσωπος: M. Elvinger, δικηγόρος]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Αιτήματα της προσφεύγουσας
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:
|
— |
Να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής που εκδόθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2005 και με την οποία απορρίφθηκε η καταγγελία της προσφεύγουσας κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 17/62 του Συμβουλίου. |
|
— |
να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Η προσφεύγουσα είναι νομικό πρόσωπο υπεύθυνο μεταξύ άλλων για τη διαρκή δοκιμή και την περαιτέρω έρευνα και ανάπτυξη σχετικά με ένα εναλλακτικό προϊόν τσιμέντου γνωστό ως ενεργητικώς τροποποιημένο τσιμέντο. Η προσφεύγουσα υπέβαλε καταγγελία ενώπιον της Επιτροπής κατά τον κανονισμό 17/62 προσάπτοντας στους Ευρωπαίους παραγωγούς τσιμέντου «Portland» (ο τύπος τσιμέντου που κυριαρχεί στην ευρωπαϊκή αγορά) σειρά συμπεριφορών που αποτελούν σοβαρές παραβιάσεις του άρθρου 81 ΕΚ. Ειδικότερα, η καταγγελία αφορά το πρότυπο EN 197-1, που υιοθετήθηκε στο πλαίσιο της οδηγίας 89/106 (1). Κατά την προσφεύγουσα, αυτό το πρότυπο επελέγη εσκεμμένα προκειμένου να ευνοήσει τις ήδη κυρίαρχες στην αγορά επιχειρήσεις αποκλείοντας άλλους παραγωγούς τσιμέντου ή την εμπορία ανταγωνιστικών προϊόντων και τεχνολογιών. Αυτό φέρεται να επετεύχθη μέσω της στενής συνεργασίας μεταξύ της τεχνικής υποεπιτροπής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποιήσεως και της CEMBUREAU, της επισήμου εμπορικής ενώσεως των Ευρωπαίων παραγωγών τσιμέντου, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών της οποίας είναι παραγωγοί τσιμέντου τύπου «Portland» με ισχυρά εδραιωμένη θέση στην αγορά.
Η προσφεύγουσα προσβάλλει πλέον την απόφαση με την οποία απορρίπτεται η καταγγελία της. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το επίμαχο πρότυπο ισοδυναμεί με οριζόντια συμφωνία συνεργασίας κατά παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ. Εναλλακτικά, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το πρότυπο αντιβαίνει στους σκοπούς των άρθρων 28 και 29 ΕΚ και δεν είναι, εν πάση περιπτώσει, δυνατόν να δικαιολογηθεί σε επίπεδο κρατών μελών κατά το άρθρο 30 ΕΚ.
(1) Οδηγία 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών, ΕΕ 1989, L 40, σ. 12.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/35 |
Προσφυγή ασκηθείσα στις 18 Νοεμβρίου 2005 — Sanchez Ferriz κατά Επιτροπής
(Υπόθεση Τ-433/05)
(2006/C 36/73)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων: Carlos Sanchez Ferriz (Βρυξέλλες Βελγίου) [εκπρόσωπος: F. Frabetti, δικηγόρος]
Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Αιτήματα του προσφεύγοντος
|
— |
ακύρωση του πίνακα των προαχθέντων κατά το έτος 2004 (1) υπαλλήλων ως εκ του ότι δεν περιλαμβάνεται σε αυτόν το όνομά του, καθώς και, παρεμπιπτόντως, των προπαρασκευαστικών της εν λόγω αποφάσεως πράξεων, |
|
— |
ακύρωση της μοριοδοτήσεως για τους σκοπούς της προαγωγής κατά το έτος 2004, ιδίως κατόπιν των συστάσεων των επιτροπών προαγωγών, |
|
— |
καταδίκη της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Ο προσφεύγων, μόνιμος υπάλληλος της Επιτροπής, βάλλει κατά της αποφάσεως να μη τύχει προαγωγής κατά το έτος 2004. Προς στήριξη της προσφυγής του, επικαλείται το ότι, κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, δεν είχε ακόμη συνταχθεί οριστικώς η αφορώσα την εξέλιξη της σταδιοδρομίας του για το διάστημα από 1ης Ιουλίου 2001 έως 31 Δεκεμβρίου 2002 έκθεση κρίσεως. Περαιτέρω, εκτιμά ότι, μοριοδοτώντας τους υπαλλήλους με τα «μόρια προτεραιότητας» για την κατάταξή τους προς προαγωγή, η Επιτροπή προσέδωσε υπερβολική βαρύτητα στο «υπόλοιπο των παρελθόντων ετών» των μη προαχθέντων κατά τα προηγούμενα έτη υπαλλήλων, μολονότι επετεύχθη το κατώτατο όριο προαγωγής τους. Ο προσφεύγων επικρίνει επίσης εν γένει τη μοριοδότηση, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη, κατά τον ίδιο, την απαιτούμενη συγκριτική εξέταση των προσόντων για τους σκοπούς της προαγωγής.
Προς τούτο, ο προσφεύγων επικαλείται παράβαση του άρθρου 45 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των Υπαλλήλων, καθώς και παραβίαση των γενικών εκτελεστικών διατάξεων και του διοικητικού οδηγού αξιολογήσεως και προαγωγής της Επιτροπής, της αρχής της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων, της αρχής της απαγορεύσεως της αυθαίρετης διαδικασίας, της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και του καθήκοντος αρωγής.
(1) Πίνακας δημοσιευθείς στις Διοικητικές Πληροφορίες αρ. 130 της 30ής Νοεμβρίου 2004.
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/35 |
Διάταξη του Πρωτοδικείου της 17ης Νοεμβρίου 2005 — Grijseels και Lopez Garcia κατά Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
(Υπόθεση T-162/05) (1)
(2006/C 36/74)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Ο Πρόεδρος του τετάρτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.
III Πληροφορίες
|
11.2.2006 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 36/36 |
(2006/C 36/75)
Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων
Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:
|
|
EUR-Lex: http://europa.eu.int/eur-lex |
|
|
CELEX: http://europa.eu.int/celex |