ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

49ό έτος
7 Φεβρουαρίου 2006


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

II   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

Επιτροπή των Περιφερειών

 

60ή σύνοδος ολομέλειας της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005

2006/C 031/1

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα την Πορεία της διαδικασίας αποκέντρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θέση της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης στη Συνταγματική Συνθήκη

1

2006/C 031/2

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα Τέταρτη έκθεση της Επιτροπής για την ιθαγένεια της Ένωσης και την Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

6

2006/C 031/3

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο της Τουρκίας προς την προσχώρηση

11

2006/C 031/4

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Έγγραφο στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης (Ρουμανία)

15

2006/C 031/5

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Έγγραφο στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης

19

2006/C 031/6

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα το Σχέδιο κοινοτικών κατευθύνσεων για τη χρηματοδότηση των αερολιμένων και τις κρατικές ενισχύσεις έναρξης λειτουργίας αεροπορικών εταιρειών με σημείο αναχώρησης περιφερειακούς αερολιμένες

23

2006/C 031/7

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

25

2006/C 031/8

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Ανακοίνωση της Επιτροπής Η Ατζέντα κοινωνικής πολιτικής

32

2006/C 031/9

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα την Πράσινη Βίβλο για μία κοινοτική προσέγγιση της διαχείρισης της οικονομικής μετανάστευσης

36

EL

 


II Προπαρασκευαστικές πράξεις

Επιτροπή των Περιφερειών

60ή σύνοδος ολομέλειας της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005

7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/1


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα την «Πορεία της διαδικασίας αποκέντρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θέση της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης στη Συνταγματική Συνθήκη»

(2006/C 31/01)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του Προεδρείου της, της 15ης Ιουνίου 2004, σύμφωνα με το άρθρο 265, παράγραφος 5, της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να αναθέσει στην επιτροπή «Συνταγματικά θέματα και ευρωπαϊκή διακυβέρνηση» την επεξεργασία γνωμοδότησης με θέμα «Πορεία της διαδικασίας αποκέντρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θέση της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης στη Συνταγματική Συνθήκη»·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τα άρθρα 7, παράγραφος 2, και 263 και επόμενα της Συνθήκης ΕΚ, όπως τροποποιήθηκαν από τις Συνθήκες του Άμστερνταμ και της Νίκαιας·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, και ειδικότερα το Προοίμιο του Συντάγματος, το Προοίμιο του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης και τα άρθρα I-3, I-5, I-11, παράγραφος 3, I-46, παράγραφος 3, II-82, III-280, παράγραφος 1, καθώς και τα πρωτόκολλα αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και αριθ. 29 σχετικά με την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της για τη «Σύσταση της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης σχετικά με τον Περιφερειακό Χάρτη της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης» (CdR 39/2000 fin (1)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμβολή της στην Ευρωπαϊκή Συνέλευση, της 4ης Ιουλίου 2002 (CdR 127/2002 fin)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη δήλωση της επιτροπής «Συνταγματικά θέματα και ευρωπαϊκή διακυβέρνηση» της Επιτροπής των Περιφερειών και της επιτροπής θεσμικών θεμάτων της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης, που υιοθετήθηκε στην Πράγα στις 21.9.2004 (CdR 202/2004 fin)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη Λευκή Βίβλο για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση που εκπόνησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (COM(2001) 428 τελικό)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2003 σχετικά με το ρόλο των περιφερειακών και τοπικών αρχών στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση (P5_TA (2003) 0009 — 2002/2141 (INI)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας του Συμβουλίου της Ευρώπης της 15ης Οκτωβρίου 1985·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ο σχέδιο Ευρωπαϊκού Χάρτη Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης της 5ης Ιουνίου 1997·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμα 154, της 22ας Μαΐου 2003, της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης σχετικά με την προσχώρηση στον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμα 186, της 27ης Μαΐου 2004, της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης σχετικά με το σχέδιο του Ευρωπαϊκού Χάρτη Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη δήλωση της Συνέλευσης των Περιφερειών της Ευρώπης, της 4ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την περιφερειοποίηση στην Ευρώπη·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησης (CdR 222/2004 rev. 3) που υιοθέτησε στις 22/04/2005 η επιτροπή «Συνταγματικά θέματα και ευρωπαϊκή διακυβέρνηση» (εισηγητής: ο κ. Jose Maria MUNOA GANUZA, επιτετραμμένος του Προέδρου της Βασκικής Κυβέρνησης επί των εξωτερικών σχέσεων·

1)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η εξέλιξη των διαφορετικών μορφών κάθετου καταμερισμού των εξουσιών στο εσωτερικό των διαφόρων κρατών μελών πρέπει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης·

2)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η περιφερειοποίηση πρέπει να ανταποκρίνεται επίσης στις απαιτήσεις για μεγαλύτερη δημοκρατική διαφάνεια και περισσότερη αποτελεσματικότητα στον τομέα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ανάπτυξης·

3)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι υπάρχει επιθυμία οικοδόμησης μίας Ευρώπης «ενωμένης στην ποικιλομορφία της» καθώς και εμβάθυνσης του δημοκρατικού και διαφανούς χαρακτήρα του δημόσιου βίου της·

4)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η ενίσχυση της περιφερειακής και τοπικής δημοκρατίας στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μία από τις πρωταρχικές πολιτικές προτεραιότητες που έθεσε η ΕΤΠ για την τρίτη τετραετή θητεία της·

5)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η ΕΤΠ έχει προβάλει σε διάφορες γνωμοδοτήσεις και ψηφίσματα την αναγκαιότητα να σέβεται η Ένωση την αρχή της περιφερειακής αυτοδιοίκησης, καθώς και τα συνδεόμενα με την τοπική αυτοδιοίκηση δικαιώματα, όπως αυτά διασφαλίζονται στον Χάρτη της Τοπικής Αυτονομίας που υιοθέτησε το Συμβούλιο της Ευρώπης το 1985·

κατά την 60ή σύνοδο ολομέλειάς της, της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 7ης Ιουλίου 2005), υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Παρατηρήσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

ΜΕΡΟΣ I

Τυπολογία των σχέσεων εξουσίας μεταξύ του κράτους και των περιφερειακών και τοπικών αρχών

Η Επιτροπή των Περιφερειών:

1.1

παρατηρεί ότι υπάρχουν διάφοροι τύποι οργανισμών περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης με διαφορετικά καθεστώτα, ανάλογα με την ιστορία, τον πολιτισμό και τις συνταγματικές αρχές που καθορίζουν την περιφερειακή οργάνωση του κάθε κράτους·

1.2

θεωρεί ότι όλοι αυτοί οι τύποι είναι πρωτίστως παράγοντες δημοκρατίας και επιβεβαιώνουν την πολιτισμική ποικιλομορφία στην Ευρώπη, είναι δε σημαντικοί εταίροι για την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη·

1.3

παρατηρεί ότι, σε τοπικό επίπεδο, απαντώνται τοπικοί φορείς, μητροπολιτικές περιοχές, πόλεις-πρωτεύουσες, συντονιστικοί οργανισμοί κλπ., και, σε περιφερειακό επίπεδο, οικονομικές περιφέρειες, διοικητικές περιφέρειες, περιφέρειες με νομοθετικές αρμοδιότητες κλπ., με διαφορετικές προελεύσεις και λειτουργίες, η δε ποικιλία αυτή αυξήθηκε περαιτέρω με την ένταξη των δέκα νέων κρατών·

1.4

θεωρεί ότι οι σχέσεις εξουσίας μεταξύ του κεντρικού κράτους και των οργανισμών περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης συνιστούν στη σημερινή κοινωνία ένα εξαιρετικά πολύπλοκο φαινόμενο. Η πολυπλοκότητα αυτή αφορά τόσο το περιεχόμενο όσο και τη δυναμική των σχέσεων αυτών·

1.5

κρίνει, ως εκ τούτου, ότι οι σχέσεις αυτές πρέπει να βασίζονται στις αρχές της αφοσίωσης, της συνεργασίας, της αλληλεγγύης και της συμπληρωματικότητας και πρέπει να λαμβάνουν υπόψη πολλές διαφορετικές πτυχές (κοινωνικοοικονομικές, πολιτικές, νομικές και πολιτισμικές)·

Εξέλιξη της αποκέντρωσης και της μεταβίβασης εξουσιών και, ειδικότερα, οικονομική αυτονομία των οργανισμών περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης

1.6

θεωρεί ότι η διαδικασία αποκέντρωσης υπό τις δύο μορφές της (περιφερειακή και τοπική) πρέπει να βασίζεται σε δύο βασικά κριτήρια ή δύο βασικές κατευθυντήριες γραμμές: τον δυναμισμό και την ευελιξία·

1.7

εκτιμά ότι ο δυναμισμός και η ευελιξία διαπιστώνονται στις συνεχείς αλλαγές που διενεργούνται, τόσο σε συνταγματικό όσο και σε νομοθετικό και διοικητικό επίπεδο, σε όλα ουσιαστικά τα κράτη της Ένωσης και ιδιαιτέρως σ'εκείνα που προσχώρησαν πρόσφατα σ'αυτήν·

1.8

θεωρεί ότι η διαδικασία αποκέντρωσης που ολοκληρώθηκε ή ολοκληρώνεται στα νέα κράτη μέλη δίνει σημαντική ώθηση στην προσπάθεια για την ενίσχυση της τοπικής και περιφερειακής δημοκρατίας στην Ε.Ε.

1.9

παρατηρεί ορισμένα βήματα προόδου στη διαδικασία περιφερειακής και τοπικής αποκέντρωσης, κυρίως όσον αφορά τον τομέα των αρμοδιοτήτων, την επίτευξη οικονομικής αυτονομίας και την ανάπτυξη θεσμικών εγγυήσεων·

1.10

αναγνωρίζει ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έχει συμβάλει θετικά στη διαδικασία τοπικής και περιφερειακής αποκέντρωσης στα κράτη μέλη της·

1.11

διαπιστώνει ότι οι οργανισμοί περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης είναι σε θέση να αναλαμβάνουν αρμοδιότητες τις οποίες αναπτύσσουν και ασκούν με αποτελεσματικότητα·

1.12

θεωρεί ότι η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στους οργανισμούς περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης πρέπει να συνδυάζεται οπωσδήποτε με τη μεταβίβαση των απαραίτητων οικονομικών πόρων για την πλήρη ανάπτυξη των εν λόγω αρμοδιοτήτων, η δε έλλειψη πόρων εμποδίζει την ορθή άσκηση των αρμοδιοτήτων, την αποτελεσματικότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξή τους·

1.13

διαπιστώνει ότι είναι προφανής η αυξανόμενη βαρύτητα καθώς και η οικονομική και κοινωνική σημασία των μεγάλων πόλεων και των πόλεων-περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κρίνει ότι οι σχέσεις μεταξύ περιφερειακών και τοπικών αρχών πρέπει να ενταθούν, στα πλαίσια της νέας διακυβέρνησης που προβλέπει η ΕΕ·

Νομική κατοχύρωση των οργανισμών περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης και του καθεστώτος των εκπροσώπων τους

1.14

παρατηρεί ότι οι πολίτες ταυτίζονται ολοένα και περισσότερο με τους οργανισμούς περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης, επειδή αισθάνονται ότι οι συγκεκριμένες δημόσιες αρχές βρίσκονται πιο κοντά στον πολίτη και εκπροσωπούν καλύτερα τα συμφέροντά του·

1.15

θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι η αυτονομία των τοπικών και περιφερειακών οργανισμών πρέπει να κατοχυρώνεται στο ύψιστο κανονιστικό επίπεδο και ότι η τροποποίηση του καθεστώτος τους δεν πρέπει να πραγματοποιείται χωρίς τη συμμετοχή τους·

1.16

θεωρεί ότι, στην περίπτωση που η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση υπόκειται σε μέτρα ελέγχου εκ μέρους της κεντρικής εξουσίας τα οποία θίγουν την ελεύθερη άσκηση των καθηκόντων των εκπροσώπων της, οι έλεγχοι του είδους αυτού πρέπει να καθορίζονται σε συνταγματικό επίπεδο και η εξέλιξή τους πρέπει να συντελείται βάσει νόμου·

1.17

υπογραμμίζει ότι η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης προβλέπει ότι τα μέλη της ΕΤΠ πρέπει είτε να είναι αιρετά μέλη οργανισμού τοπικής ή περιφερειακής αυτοδιοίκησης είτε να έχουν πολιτική ευθύνη έναντι εκλεγμένης συνέλευσης·

1.18

θεωρεί ότι οι πολιτικοί εκπρόσωποι των υφιστάμενων οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης των κρατών μελών θα έπρεπε να εκλέγονται άμεσα από τους πολίτες ή να έχουν πολιτική ευθύνη έναντι εκλεγμένης συνέλευσης·

Διακυβέρνηση και ενίσχυση της ιδιότητας του πολίτη

1.19

θεωρεί ότι η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση συνιστά απαραίτητο στοιχείο για την ανάπτυξη της δημοκρατίας και της χρηστής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και για τη συμμετοχή των πολιτών στα δημόσια πράγματα·

1.20

θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να εμβαθύνει τον συστηματικό διάλογο με τους οργανισμούς περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς πρόκειται για τους δημοκρατικούς οργανισμούς που βρίσκονται πιο κοντά στους πολίτες, προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητα αλληλεπίδρασης με τους πολίτες και ότι με τον τρόπο αυτό θα διευκολυνθεί η εφαρμογή των βασικών αρχών της χρηστής διακυβέρνησης, όπως είναι οι αρχές του ανοίγματος, της συμμετοχής, της συνεκτικότητας και της αποτελεσματικότητας, που αναφέρονται στη Λευκή Βίβλο για τη διακυβέρνηση·

1.21

θεωρεί ότι οι οργανισμοί περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης, εφόσον είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους, πρέπει να συμμετέχουν πιο ενεργά και αποτελεσματικά στα αρχικά στάδια της επεξεργασίας, καθώς και στην εφαρμογή τόσο της κοινοτικής νομοθεσίας όσο και των πολιτικών της Ένωσης·

1.22

παρατηρεί ότι, παρά τη θεμελιώδη σημασία τους, ο ρόλος των τοπικών και περιφερειακών αρχών στη διαχείριση των διαρθρωτικών πολιτικών δεν συνοδεύεται πάντοτε από την αναγκαία αυτονομία για την ανάπτυξη της εν λόγω διαχείρισης. Η αύξηση των αρμοδιοτήτων των τοπικών και περιφερειακών παραγόντων θα επιφέρει μεγαλύτερη δέσμευση και καλύτερη αξιοποίηση των πόρων·

1.23

θεωρεί επίσης ότι, για να διασφαλισθεί η αποτελεσματική διαχείριση των διαρθρωτικών πολιτικών, είναι αναγκαίο να συμμετέχουν οι οργανισμοί περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης στην επεξεργασία των εν λόγω πολιτικών και στη λήψη των σχετικών αποφάσεων·

ΜΕΡΟΣ II

Η Επιτροπή των Περιφερειών:

Άμεσες και έμμεσες συνέπειες της αναγνώρισης της περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης από το Σύνταγμα της Ευρώπης

1.24

θεωρεί ότι η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς μια σαφέστερη κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών, γεγονός που δημιουργεί μεγαλύτερη διαφάνεια, από την οποία ωφελείται η διαδικασία περιφερειακής και τοπικής αποκέντρωσης·

1.25

κρίνει ότι η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης παρέχει επίσης στην περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση ρητή αναγνώριση στο ύψιστο κανονιστικό επίπεδο, δεδομένου ότι της προσδίδει συνταγματικό καθεστώς, πράγμα που αποτελεί ένα σημαντικό βήμα σε σχέση με την κοινή επιθυμία προσαρμογής της ΕΕ στα θεμιτά συμφέροντα και προσδοκίες των οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης·

1.26

παρατηρεί ότι η εν λόγω αναγνώριση της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης είναι γενική, και ότι δεν διευκρινίζεται συγκεκριμένα ο ρόλος των οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης στις ευρωπαϊκές πολιτικές και ότι η συγκεκριμενοποίηση αυτή παραμένει αρμοδιότητα των κρατών μελών, δυνάμει της αρχής της θεσμικής αυτονομίας·

1.27

θεωρεί ότι, προκειμένου να υλοποιηθεί η εν λόγω συγκεκριμενοποίηση της αυτονομίας των περιφερειακών και τοπικών οργανισμών, τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν, σε επίπεδο συνταγματικό, νομοθετικό και διοικητικό, τους απαραίτητους κανόνες οι οποίοι θα επιτρέψουν να αναπτυχθεί και να υλοποιηθεί η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση σε επίπεδο τόσο εθνικό όσο και ευρωπαϊκό·

1.28

κρίνει ότι, παρά τον γενικό χαρακτήρα της αναγνώρισης αυτής, η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης παρέχει τη δυνατότητα πιο ενεργού συμμετοχής των περιφερειακών και τοπικών αρχών σε κοινοτικό επίπεδο και προωθεί τη νομική προστασία της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης·

1.29

θεωρεί ότι η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης καθιστά δυνατή την πιο ενεργό συμμετοχή στα στάδια τόσο πριν, όσο και μετά τη λήψη αποφάσεων σε κοινοτικό επίπεδο δεδομένου ότι, στο στάδιο μετά τη λήψη των αποφάσεων, οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας αναγνωρίζουν και καθιερώνουν το ενδεχόμενο συμμετοχής των οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης στην εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων και πολιτικών και ότι, στο στάδιο πριν από τη λήψη των αποφάσεων, είναι δυνατή η άμεση συμμετοχή των εκπροσώπων των περιφερειακών και τοπικών αρχών στα κοινοτικά θεσμικά όργανα λήψεως αποφάσεων ή σε συμβουλευτικά όργανα, και ιδίως στην ίδια την Επιτροπή των Περιφερειών·

1.30

κρίνει ότι η άμεση συμμετοχή ορισμένων περιφερειακών εκπροσώπων στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου και άλλων οργάνων του, όπως είναι η ΕΜΑ, καθώς και η συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών σε όλες τις προπαρασκευαστικές φάσεις του Συμβουλίου, στα πλαίσια πάντοτε της αντίστοιχης εθνικής αντιπροσωπείας, θα αυξήσει την ποιότητα, τη συνάφεια και την αποτελεσματικότητα των κοινοτικών πολιτικών, η δε αυξημένη αυτή συμμετοχή θα εκφρασθεί με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα τελικά αποτελέσματα και στα θεσμικά όργανα τα οποία χαράσσουν τις πολιτικές·

1.31

θεωρεί ότι, βάσει των καθηκόντων που της αναθέτει η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, η ΕΤΠ αναδεικνύεται σε ενδεδειγμένο διαμεσολαβητή μεταξύ των κοινοτικών οργάνων και των οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης, και παρατηρεί με ικανοποίηση ότι οι αρμοδιότητές της διευρύνθηκαν, γεγονός που συμβάλλει στην ενίσχυση της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης·

1.32

θεωρεί ότι η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, πέραν του ότι αναγνωρίζει το άμεσο θεμιτό δικαίωμα της ΕΤΠ να ασκεί προσφυγές στο Δικαστήριο σχετικά με τις νομοθετικές πράξεις η έγκριση των οποίων απαιτεί διαβούλευση με αυτή βάσει του Συντάγματος, διευκολύνει επίσης τη δυνατότητα άσκησης τέτοιου είδους προσφυγών από ορισμένες περιφέρειες μέσω των αντίστοιχων κρατών τους και των εθνικών κοινοβουλίων, εφόσον τα τελευταία το κρίνουν σκόπιμο·

1.33

φρονεί ότι η αναγνώριση και η εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, όπως προβλέπονται από τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, διασφαλίζουν περαιτέρω την άσκηση των αρμοδιοτήτων και ότι, κατά συνέπεια, η λήψη των κοινοτικών αποφάσεων πραγματοποιείται πιο κοντά στους πολίτες και επιτυγχάνεται αμεσότερη συμμετοχή των πολιτών στην ευρωπαϊκή διαδικασία·

1.34

θεωρεί ότι ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας αποτελεί θεμελιώδη πράξη, καθώς προσδιορίζει και θεσπίζει τις βασικές αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης, κατοχυρώνει τις αρμοδιότητες των τοπικών αρχών καθώς και τη χορήγηση των αναγκαίων πόρων, παρέχει κοινά, αλλά ταυτόχρονα ευέλικτα και ευπροσάρμοστα κριτήρια και κανόνες αναφοράς για την προώθηση της αποκέντρωσης και της δημοκρατικής συμμετοχής, και καθιστά δυνατή τη συνδυασμένη παρουσία των τοπικών αρχών σε διεθνές επίπεδο·

1.35

θεωρεί, επίσης, σκόπιμη την έγκριση μίας διεθνούς σύμβασης που θα περιλαμβάνει το σχέδιο Ευρωπαϊκού Χάρτη Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης που εκπόνησε η Διάσκεψη των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης, ο οποίος αναγνωρίζει το περιεχόμενο της περιφερειακής αυτοδιοίκησης κατά τρόπο ευέλικτο και προσαρμόσιμο στην ποικιλία των καταστάσεων και θα επιτρέψει να προσδιορισθούν δεόντως οι αρχές επί των οποίων στηρίζεται η περιφερειακή αυτοδιοίκηση, όπως είναι το δημοκρατικό έρεισμα, η θεσμική αυτονομία, η οικονομική αυτάρκεια ή οι δικαιοδοτικές εγγυήσεις, και θα ευνοηθεί η παρουσία των περιφερειών σε ανώτερο επίπεδο, δηλ. ευρωπαϊκό και διεθνές.

2.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών:

2.1

συνιστά στα κράτη μέλη να προωθήσουν μέτρα για την περαιτέρω αυτονομία των περιφερειακών και τοπικών αρχών, αξιοποιώντας τις διαδικασίες αποκέντρωσης και ανάθεσης εξουσιών στα κράτη μέλη στα οποία διενεργούνται τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις·

2.2

καλεί τα νέα κράτη μέλη να συνεκτιμήσουν την εμπειρία των άλλων κρατών μελών της Ε.Ε. και τα ενθαρρύνει να αναπτύξουν ένα δικό τους πρότυπο αποκέντρωσης στο οποίο να συνεκτιμώνται όλες τους οι ιδιαιτερότητες·

2.3

προτείνει την εφαρμογή μίας δυναμικής στρατηγικής για την προώθηση της περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης, με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων ευαισθητοποίησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών σχετικά με τα πλεονεκτήματα του συνδυασμού των στόχων της πολιτικής για τη συνοχή με τις επιταγές της δημοκρατικής αποκέντρωσης·

2.4

ζητεί από τα κράτη μέλη να προωθήσουν περαιτέρω και με δυναμικό τρόπο τη διαδικασία περιφερειακής αποκέντρωσης, ώστε αυτή να συμπεριλάβει προοδευτικά κοινωνικοοικονομικές, διοικητικές, ιστορικές, πολιτισμικές και πολιτικές πτυχές·

2.5

καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν περαιτέρω και διεξοδικά, βάσει του περιεχομένου του Χάρτη Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, ένα σχέδιο περιφερειοποίησης ευέλικτο και προσαρμόσιμο στην ποικιλία των καταστάσεων που συναντώνται στα κράτη μέλη·

2.6

ζητεί από τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν και να παράσχουν στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης το δικαίωμα και την ουσιαστική δυνατότητα να ρυθμίζουν και να διαχειρίζονται σημαντικό μέρος των δημόσιων ζητημάτων, καθώς και να λάβουν μέτρα ώστε οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης να διαθέτουν συνέλευση εκλεγμένη με ελεύθερη, μυστική, ισότιμη, άμεση και καθολική ψηφοφορία καθώς και εκτελεστικό όργανο που θα ευθύνεται έναντι της εν λόγω συνέλευσης·

2.7

ζητεί από τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να αναγνωρίσουν στις αντίστοιχες έννομες τάξεις τους την περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση, στο ύψιστο δυνατό κανονιστικό επίπεδο, και να παράσχουν σε αυτήν τους κατάλληλους μηχανισμούς νομικής προστασίας, σε κανονιστικό, θεσμικό και δικαιοδοτικό επίπεδο, καθώς και τους αναγκαίους δημοσιονομικούς πόρους για την άσκηση των αρμοδιοτήτων·

2.8

συνιστά να εκλέγονται άμεσα από τους πολίτες ή να ευθύνονται έναντι εκλεγμένης συνέλευσης οι πολιτικοί εκπρόσωποι των υφιστάμενων στα κράτη μέλη οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης·

2.9

ζητεί από τα κράτη μέλη να αναπτύξουν τις αναγκαίες νομικές πράξεις και να θεσπίσουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να υλοποιηθούν η προστασία, ο σεβασμός και η προώθηση της ποικιλομορφίας των υφιστάμενων στο εσωτερικό τους γλωσσών και πολιτισμών·

2.10

συνιστά στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να υποστηρίξουν την εδαφική αποκέντρωση ως καθοριστικό παράγοντα για την προώθηση της πολιτισμικής ποικιλομορφίας·

2.11

ζητεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν, εντός της επικράτειάς τους, την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στις σχέσεις μεταξύ της Ένωσης, των κρατών και των οργανισμών περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης·

2.12

ζητεί από τα κράτη μέλη να ενεργούν, μέσω των εθνικών και, κατά περίπτωση, των περιφερειακών κοινοβουλίων τους, με στόχο την προάσπιση της περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους διαβιβάζει, στο πλαίσιο του μηχανισμού «έγκαιρης προειδοποίησης», τις νομοθετικές προτάσεις της για την έκδοση αιτιολογημένης γνωμοδότησης σχετικά με τον σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας·

2.13

ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θεσπίσει τα αναγκαία μέσα προκειμένου να καταστεί εφικτή η πραγματική συμμετοχή των εκπροσώπων των οργανισμών περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης τόσο στην επεξεργασία των πολιτικών ήδη από το αρχικό στάδιό τους όσο και στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας από τις περιφερειακές και τοπικές αρχές·

2.14

συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμετοχή των περιφερειών στην επεξεργασία, έγκριση, διαχείριση και αξιολόγηση των διαρθρωτικών δράσεων που τις αφορούν·

2.15

συνιστά στην ΕΕ και στα κράτη μέλη να λαμβάνουν υπόψη την ποικιλία των υφιστάμενων καταστάσεων (τοπικοί φορείς, συντονιστικοί οργανισμοί των τοπικών φορέων, μητροπολιτικές περιοχές, πρωτεύουσες κλπ.) κατά τον προσδιορισμό και την εφαρμογή της τοπικής αυτοδιοίκησης·

2.16

καλεί τα κράτη μέλη που διαθέτουν οργανισμούς περιφερειακής αυτοδιοίκησης με νομοθετικές εξουσίες να εντατικοποιήσουν τη διαδικασία πολιτικής αποκέντρωσης με τη θέσπιση των αναγκαίων μηχανισμών που θα επιτρέπουν στους εν λόγω οργανισμούς περιφερειακής αυτοδιοίκησης να συμμετέχουν ουσιαστικά στις κοινοτικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων·

2.17

συνιστά τη συνεργασία μεταξύ των μεγάλων πόλεων και των υπερκείμενων πολιτικοδιοικητικών δομών τους, ιδίως στην περίπτωση των πόλεων-περιφερειών, καθώς οι τομείς διαχείρισης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών συμφερόντων τους γειτνιάζουν και είναι συμπληρωματικοί·

2.18

ζητεί από τις περιφέρειες να δρομολογήσουν έναν διαρκή διάλογο με τις μεγάλες πόλεις ώστε να συνεργάζονται σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος για την καλύτερη αξιοποίηση των ευκαιριών συμμετοχής που παρέχει η Συνταγματική Συνθήκη·

2.19

καλεί την ΕΕ, στα πλαίσια της διακυβέρνησης, να προσαρμόσει τη συμμετοχή των οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης σε συνάρτηση με τους διαφορετικούς ρόλους που επιτελούν·

2.20

προτείνει να λάβει υπόψη στη λειτουργική οργάνωσή της την ποικιλία των υφιστάμενων καταστάσεων στον τομέα της περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης, προκειμένου να ανταποκριθεί με τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα στις νέες αρμοδιότητες που της αναθέτει η Συνταγματική Συνθήκη.

2.21

ζητεί από τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να κυρώσουν τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας·

2.22

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει τις αναγκαίες αποφάσεις ώστε ο Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας να περιληφθεί στο κοινοτικό κεκτημένο·

2.23

καλεί το Συμβούλιο της Ευρώπης και τα κράτη μέλη να εγκρίνουν και να κυρώσουν, ως διεθνή σύμβαση, το Σχέδιο του Χάρτη Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, γεγονός που θα του προσδώσει νομική αξία και κατοχύρωση διεθνούς δικαίου·

2.24

συνιστά να παρακολουθείται συνεχώς στους κόλπους της ΕΤΠ η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας και η πορεία του Σχεδίου Χάρτη Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, ώστε τα κράτη μέλη να μπορέσουν να υλοποιήσουν πλήρως, στην αντίστοιχη επικράτειά τους, την τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση·

2.25

συνιστά στα κοινοτικά θεσμικά όργανα να καθιερώσουν μία σχέση στενότερης συνεργασίας με το Συμβούλιο της Ευρώπης, και ειδικότερα με τη Διάσκεψη των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης, στους τομείς που συνδέονται με την τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση·

2.26

προτείνει να εντατικοποιήσει τις σχέσεις συνεργασίας της με τη Διάσκεψη των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης και άλλους υπερεθνικούς οργανισμούς που συνδέονται με την τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση.

Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2005

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπή των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  ΕΕ L 144 της 16/05/2001, σελ. 5


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/6


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Τέταρτη έκθεση της Επιτροπής για την ιθαγένεια της Ένωσης και την Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων»

(2006/C 31/02)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την τέταρτη έκθεση της Επιτροπής για την ιθαγένεια της Ένωσης — 1η Μαΐου 2001 — 30 Απριλίου 2004 — (COM (2004) 695 τελικό)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COM (2004) 693 τελικό)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί ιδρύσεως ενός Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COM (2005) 280 τελικό)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 26ης Οκτωβρίου 2004, να ζητήσει την κατάρτιση γνωμοδότησης με θέμα την «Τέταρτη έκθεση της Επιτροπής για την Ιθαγένεια της Ένωσης» και την «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων», σύμφωνα με το άρθρο 265, παράγραφος 1, της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 30ής Ιουνίου 2005, να ζητήσει την κατάρτιση γνωμοδότησης με θέμα την ίδρυση ενός Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 265, παράγραφος 1, της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του Προεδρείου της, της 15ης Ιουνίου 2004 με την οποία ανέθεσε στην επιτροπή Συνταγματικών Θεμάτων και Ευρωπαϊκής Διακυβέρνησης να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα την «Τέταρτη έκθεση της Επιτροπής για την Ιθαγένεια της Ένωσης» και την «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων»·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τα άρθρα 6 και 7, καθώς και τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το δεύτερο μέρος της·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης που υπογράφηκε στις 29 Οκτωβρίου 2004 και ιδίως τα άρθρα Ι-2, Ι-9 και Ι-10 καθώς και τον τίτλο VI «Ο δημοκρατικός βίος της Ένωσης» του πρώτου μέρους και το σύνολο του δεύτερου μέρους με τίτλο «Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ένωσης» και το άρθρο ΙΙΙ-29 του τρίτου μέρους·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της με θέμα «Η διαδικασία σύνταξης Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (CdR 327/1999 fin (1)), το ψήφισμά της με θέμα τον «Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (CdR 140/2000 fin (2)) και το ψήφισμά της με θέμα «Έγκριση του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (CdR 381/2000 fin (3)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών» (COM (2001) 257 τελικό — 2001/0111 COD) (CdR 287/2001 fin (4)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της με θέμα την «Τρίτη έκθεση της Επιτροπής για την ιθαγένεια της Ένωσης» (COM(2001) 506 τελικό) και την «Έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 94/80/ΕΚ περί άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κατά τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές» (COM(2002) 260 τελικό) (CDR 121/2002 fin (5)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή των Περιφερειών για μια στρατηγική πληροφόρησης και επικοινωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (COM (2002) 350 τελικό) (CdR 124/2002 fin (6)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο έκθεσης της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με θέμα την «Προώθηση και προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων: ο ρόλος των εθνικών και ευρωπαϊκών οργάνων και του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων» (εισηγήτρια: η κα. K. Gal — LIBE/6/25781)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την έκθεση CFR-CDF.rapUE.2003.fr του δικτύου ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων για την κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2003·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησης (CdR 280/2004 rev. 2) της επιτροπής συνταγματικών θεμάτων και ευρωπαϊκής διακυβέρνησης, της 22ας Απριλίου 2005 (εισηγήτρια: η κα. Claude du GRANRUT (F-PPE), Μέλος του Περιφερειακού Συμβουλίου της Πικαρδίας, Αντιδήμαρχος του Senlis)

1)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το δεύτερο μέρος της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, θέσπισε μια ευρωπαϊκή ιθαγένεια· ότι τα δικαιώματα του ευρωπαίου πολίτη που απορρέουν από αυτήν είναι, συγκεκριμένα, το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών, το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις δημοτικές εκλογές στο κράτος μέλος κατοικίας του, το δικαίωμα διπλωματικής και προξενικής προστασίας στο έδαφος τρίτων χωρών στις οποίες δεν αντιπροσωπεύεται το κράτος μέλος του οποίου είναι υπήκοος, το δικαίωμα αναφοράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και προσφυγής στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή· ότι οι διατάξεις αυτές συμπεριλήφθηκαν στη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης·

2)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η ιθαγένεια και τα θεμελιώδη δικαιώματα μπορούν να ασκηθούν πρωτίστως στο πλαίσιο της εγγύτητας· ότι σε πολλά κράτη μέλη, οι τοπικές και περιφερειακές αρχές διαθέτουν σημαντικές αρμοδιότητες σε θέματα ληξιαρχείου, έκδοσης επίσημων εγγράφων αλλά και εκπαίδευσης, αστυνομίας, κοινωνικής πρόνοιας χωρίς τα οποία δεν υπάρχει συγκεκριμένη άσκηση της ιθαγένειας και ουσιαστικής προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

3)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι ως αντιπροσωπευτικό όργανο των τοπικών και περιφερειακών αρχών και υποστηρικτής της δημοκρατίας της εγγύτητας στο πλαίσιο της κοινοτικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων, η Επιτροπή των Περιφερειών θεωρεί ότι η εφαρμογή των πτυχών της ευρωπαϊκής ιθαγένειας είναι θεμελιώδους σημασίας·

4)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η ιθαγένεια της Ένωσης δεν αντικαθιστά την εθνική ιθαγένεια αλλά όπως ισχύει στην ενιαία αγορά και στην πολιτική αλληλεγγύης των διαρθρωτικών ταμείων που έχουν θετικές επιπτώσεις στην οικονομία των κρατών μελών της ΕΕ και στην ευημερία των πολιτών της, έτσι και η ευρωπαϊκή ιθαγένεια αποτελεί ένα πλεονέκτημα για τους πολίτες τόσο με την ιδιότητά τους των ελεύθερων ατόμων, υπεύθυνων και ασφαλών όσο και με την ιδιότητά τους των οικονομικών και πολιτικών παραγόντων·

5)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η αποτελεσματική προστασία και προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελεί τη βάση της δημοκρατίας και την απαραίτητη και ουσιαστική προϋπόθεση για την δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης·

6)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η ενσωμάτωση του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων στη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης ενισχύει τη νόμιμη υποχρέωση της Ένωσης να διασφαλίζει την προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε όλες τις πολιτικές που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της·

7)

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί στους πολίτες της Ένωσης η άσκηση των δικαιωμάτων τους στην κοινοτική επικράτεια·

κατά τη 60ή σύνοδο ολομέλειάς της, της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 6ης Ιουλίου 2005) υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Οι απόψεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

1.1.   Παρατηρήσεις σχετικά με την τέταρτη έκθεση της Επιτροπής για την ιθαγένεια της Ένωσης

1.1.1

ευχαριστεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αίτηση γνωμοδότησης που ανταποκρίνεται στο αίτημά της και αποτελεί χρήσιμο προηγούμενο που αντισταθμίζει την απουσία νομικής βάσης τόσο στις ισχύουσες συνθήκες (άρθρο 22 της ενοποιημένης συνθήκης) όσο και στη συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης (άρθρο III-129)·

1.1.2

εκφράζει την ικανοποίησή της για την ενσωμάτωση στη Συνταγματική Συνθήκη του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων ο οποίος θέτει το άτομο στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού σχεδίου και περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο για την ιθαγένεια, και του προσδίδει δεσμευτική νομική ισχύ, γεγονός που θα επιτρέψει σε κάθε πολίτη κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ταυτίσει την ευρωπαϊκή του ιθαγένεια με νέα δικαιώματα και αίσθημα ταύτισης με την νέα οντότητα που αποτελεί η Ευρωπαϊκή Ένωση·

1.1.3

διαπιστώνει ότι οι ευρωπαίοι πολίτες δεν γνωρίζουν ακόμη τα δικαιώματα που αναγνωρίζει ο Χάρτης και που συμπληρώνουν εκείνα που περιλαμβάνονται στη Συνταγματική Συνθήκη και αφορούν την καθημερινή ζωή·

1.1.4

επικροτεί το σύνολο των παρατηρήσεων της τέταρτης έκθεσης της Επιτροπής σχετικά με την ιθαγένεια της Ένωσης και σημειώνει τις θετικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στην εφαρμογή της ευρωπαϊκής ιθαγένειας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων που συνεπάγεται·

1.1.5

σημειώνει ότι το άρθρο Ι-10 της Συνταγματικής Συνθήκης επαναλαμβάνει και συνοψίζει τα άρθρα 17 και 22 της ΣΕΚ, διασαφηνίζει την εφαρμογή του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής, το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς και στις δημοτικές εκλογές στο κράτος μέλος κατοικίας, το δικαίωμα επικοινωνίας στη μητρική γλώσσα όχι μόνο με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ όπως ίσχυε μέχρι σήμερα αλλά και με τα συμβουλευτικά·

1.1.6

εκφράζει την ικανοποίησή της για την έναρξη του διαλόγου μεταξύ του πολίτη και των εκπροσώπων των τοπικών και περιφερειακών αρχών σχετικά με την ανάγκη ενημέρωσης για τα δικαιώματά του και τις θετικές επιπτώσεις που προσφέρει η εφαρμογή τους από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές·

1.1.7

εκφράζει τη λύπη της διότι στην τέταρτη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όπου σχολιάζονται οι προσπάθειες που πρέπει να καταβληθούν για να αποκτήσουν οι νέοι τις απαραίτητες ικανότητες για την άσκηση της ευρωπαϊκής ιθαγένειας, δεν υπάρχει αναφορά στο ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών παρότι σε ορισμένα κράτη μέλη διαθέτουν τη σχετικά αρμοδιότητα·

1.1.8

διαπιστώνει με ικανοποίηση ότι σημειώθηκε σημαντική πρόοδος όσον αφορά το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και παραμονής χάρη, αφενός, στην οδηγία για το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών και, αφετέρου, στην κανονιστική διασαφήνιση που πρέπει να έχει μεταφερθεί στα εθνικά δίκαια πριν από την 20ή Απριλίου 2006·

1.1.9

ωστόσο, εκφράζει τη λύπη της διότι δεν αναφέρθηκαν οι αρμοδιότητες των τοπικών και περιφερειακών αρχών όσον αφορά την υποδοχή και τη συνοδεία των ευρωπαίων πολιτών στο κράτος μέλος υποδοχής, τόσο κατά την άφιξή τους όσο και κατά τη διάρκεια της διαμονής τους κατά τη μεταβολή της κατάστασής τους ή της οικογένειάς τους, παρά το γεγονός ότι έχουν καθήκον να διαπιστώνουν, εάν συντρέχει λόγος, την εγγραφή τους στα διάφορα μητρώα, τους επαγγελματικούς ή προσωπικούς τους πόρους, την κατοικία τους, το δικαίωμα κοινωνικής αρωγής κατά την πρώτη πενταετία της παραμονής τους·

1.1.10

σημειώνει ότι η οδηγία προβλέπει επίσης ότι, σε περίπτωση θανάτου ή αναχώρησης ή χωρισμού, τα μέλη της οικογένειας διαθέτουν αυτόνομο δικαίωμα διαμονής και εκφράζει την ικανοποίησή της διότι, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της 21ης Νοεμβρίου 2002 που είχε υιοθετήσει σχετικά με την εν λόγω πρόταση οδηγίας (CdR 121/2002 fin), ο ορισμός του «μέλους της οικογένειας» συμπεριέλαβε και τα πρόσωπα που συμβιώνουν σε ένωση εκτός γάμου και που χαίρουν στο κράτος μέλος καταγωγής ενός καθεστώτος αντίστοιχου με εκείνου των εγγάμων·

1.1.11

θεωρεί ότι το μέτρο αυτό είναι αιτιολογημένο αλλά ενδέχεται να απαιτήσει κοινωνικές δράσεις στήριξης από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές του τόπου κατοικίας της εκάστοτε οικογένειας, γεγονός που δεν προέβλεψε ο ευρωπαίος νομοθέτης και, συνεπώς, προτείνει ότι πρέπει να αξιοποιηθεί η διετής προθεσμία για την εφαρμογή της οδηγίας προκειμένου να διευθετηθούν τα διάφορα αυτά προβλήματα·

1.1.12

τάσσεται υπέρ της απλούστευσης των διαδικασιών που εφαρμόζονται για τον επαναπατρισμό της σορού των πολιτών κράτους μέλους που απεβίωσαν σε άλλο κράτος μέλος και δεδομένου ότι οι δήμοι είναι συχνά αρμόδιοι για την ταφή ή την αποτέφρωση, θεωρεί ότι πρέπει να συμμετάσχει στενά στην επεξεργασία του κειμένου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

1.1.13

υπενθυμίζει ότι στη Συνταγματική Συνθήκη (Τμήμα ΙΙΙ) προβλέπονται οι κανόνες που διέπουν την εσωτερική αγορά και την ελεύθερη εγκατάσταση των εργαζομένων που είναι πολίτες της ΕΕ και ασκούν το δικαίωμα εργασίας· κατά συνέπεια, οι περιορισμοί που προκύπτουν από την εφαρμογή των εθνικών νομοθεσιών θα πρέπει να εξαλειφθούν και τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα να εναρμονιστούν·

1.1.14

διαπιστώνει ότι μολονότι το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για τους πολίτες της Ένωσης στο κράτος μέλος κατοικίας τους, αποτελεί πλέον δεδομένο, η προσπάθεια ενημέρωσης και εκπαίδευσης που καταβλήθηκε με την ευκαιρία των εκλογών του 2004 πρέπει να συνεχιστεί και ότι η συμμετοχή τους στις δημοτικές εκλογές δεν ήταν απρόσκοπτη·

1.1.15

συμφωνεί με την αρχή της συμμετοχής των πολιτών της ΕΕ στις εθνικές εκλογές που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κρίνει ωστόσο ότι δεν είναι αρμόδια να προτείνει τους σχετικούς τρόπους συμμετοχής· συμφωνεί, επίσης, με τη συμμετοχή των πολιτών της Ένωσης στις περιφερειακές εκλογές και είναι έτοιμη να εξετάσει τους τρόπους συμμετοχής τους στις περιφερειακές εκλογές, γεγονός που συνεπάγεται τον ορισμό από κάθε κράτος μέλος ενός ελάχιστου χρόνου διαμονής και το κατάλληλο «περιφερειακό» επίπεδο·

1.1.16

επικροτεί το θέμα της ανάπτυξης πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά λυπάται διότι δεν της ζητήθηκε η γνώμη για την πρόταση κανονισμού σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία έχει ως νομική βάση το άρθρο 191, δεύτερο εδάφιο της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (7)·

1.1.17

εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόοδο που σημειώνεται στις αναφορές που υποβάλλονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή στον Διαμεσολαβητή, ωστόσο κρίνει ότι μεγάλο ποσοστό από αυτές κρίνονται απαράδεκτες με αποτέλεσμα να μην δίνεται καμία συνέχεια·

1.2   Παρατηρήσεις σχετικά με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

1.2.1

επιθυμεί να δώσει τη γνώμη της για το πεδίο δράσης, την αποστολή, τη γεωγραφική εμβέλεια και τη δομή του νέου αυτού οργάνου του οποίου στόχος είναι τόσο η προστασία όσο και η προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων για το σύνολο των πολιτών των σημερινών και των μελλοντικών κρατών μελών της ΕΕ·

1.2.2

θεωρεί ότι πρέπει να παραχωρηθούν στον Οργανισμό επαρκή υλικά και πνευματικά μέσα προκειμένου να φέρει εις πέρας την αποστολή του σε πλήρη ανεξαρτησία·

1.2.3

θεωρεί ότι ο τομέας δράσης του Οργανισμού πρέπει να συνδεθεί με την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο οποίος έχει πλέον ενσωματωθεί στη Συνταγματική Συνθήκη, και των διατάξεων εφαρμογής που περιλαμβάνει, προκειμένου να προστατευθούν και να προωθηθούν τα δικαιώματα που συνδέονται με την ευρωπαϊκή ιθαγένεια·

1.2.4

κρίνει ευκταίο να μπορεί να δρα κατά όλων των διακρίσεων και κυρίως εκείνων που πλήττουν τις εθνικές μειονότητες που αναφέρονται στο Χάρτη· και επισημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει ιδιαίτερη επαγρύπνηση σε ό,τι αφορά τις καταστάσεις στις οποίες σημειώνεται κατ' επανάληψη παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

1.2.5

θεωρεί ότι κύρια αποστολή του Οργανισμού πρέπει να παραμείνει η συλλογή και η ανάλυση πληροφοριών με βάση ένα ανεξάρτητο και αξιόπιστο μεθοδολογικό μέσο και ένα δίκτυο εμπειρογνωμοσύνης·

1.2.6

συμφωνεί με την πρόταση να παραχωρηθεί στον Οργανισμό το δικαίωμα διατύπωσης συστάσεων τόσο θετικών όσο και αρνητικών υπόψη των οργάνων της ΕΕ όσον αφορά τις νομοθετικές και δικαιοδοτικές ευθύνες τους·

1.2.7

θεωρεί απαραίτητο να αποτελέσει ο Οργανισμός ένα δίκτυο που να περιλαμβάνει όλα τα σχετικά δίκτυα, με οριζόντιες αρμοδιότητες, με δυνατότητα να διαμορφώσει μια νοοτροπία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο εσωτερικό τόσο της Ένωσης και των κρατών μελών, όσο και των τοπικών και περιφερειακών αρχών τους και, κατά συνέπεια, να συνδεθεί σε αυτόν κάθε όργανο που δημιουργείται για να καλύψει ειδικές πτυχές των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως, π.χ., το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων·

1.2.8

θεωρεί ότι η εμβέλεια των αναλύσεων του Οργανισμού θα πρέπει να περιοριστεί στην επικράτεια των κρατών μελών της ΕΕ, των υποψηφίων και συνδεδεμένων χωρών διότι η επέκταση στις τρίτες χώρες, τομέας δράσης της ΚΕΠΠΑ, θα οδηγήσει σε εξασθένιση της αποστολής του και δεν θα προσφέρει καμία προστιθέμενη αξία σε σχέση με τα υφιστάμενα μέσα σε διεθνές επίπεδο και συγκεκριμένα με εκείνα του ΟΗΕ·

1.2.9

υπενθυμίζει, ωστόσο, πόσο χρήσιμο είναι να αποκτήσει ο Οργανισμός ένα πρόγραμμα εργασίας που να ορίζει τις προτεραιότητες έτσι ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητά του·

1.2.10

στηρίζει την πρόταση που συνίσταται στο να συνεργάζεται ο Οργανισμός με το Συμβούλιο της Ευρώπης, με τα εθνικά όργανα που είναι αρμόδια για τα θεμελιώδη δικαιώματα καθώς και με το Δίκτυο ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων αλλά να απέχει από την κατάρτιση αναλύσεων ανά χώρα·

1.2.11

δεν διαφωνεί με το ενδεχόμενο να ζητείται από τον Οργανισμό η κατάρτιση μελετών κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση το οποίο περιλαμβάνεται στο άρθρο Ι-59 της Συνταγματικής Συνθήκης και αναφέρει την περίπτωση σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος μέλος θεμελιωδών αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης· όμως, τούτο να ισχύει μόνον εάν μια τέτοια μελέτη έχει ζητηθεί ρητά από το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να μην μπορεί να αποτελέσει πρωτοβουλία του Οργανισμού.

2.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

2.1   Ευρωπαϊκή ιθαγένεια

2.1.1

συνιστά να ενσωματωθεί ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην επικοινωνιακή εκστρατεία για τη Συνταγματική Συνθήκη και να συνδεθούν στην επιχείρηση αυτή οι τοπικές και περιφερειακές αρχές δεδομένου ότι μπορούν να προσεγγίσουν το σύνολο των πολιτών και είναι αρμόδιες για την καθημερινή εφαρμογή των δικαιωμάτων που περιλαμβάνει ο εν λόγω Χάρτης·

2.1.2

προτείνει να συμμετέχουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές στις προβλεπόμενες διαδικασίες για την διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της Ένωσης προκειμένου να διευκολυνθεί η ένταξή τους στο κράτος μέλος διαμονής τους·

2.1.3

προτείνει την προώθηση των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών μέσω της εναρμόνισης των εν λόγω δικαιωμάτων σε όλη την επικράτεια της Ένωσης και να μεριμνήσει, σε συνεργασία με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, για την πρόληψη κάθε είδους διακρίσεων·

2.1.4

προσφέροντας τη συνδρομή της, ζητά να προληφθούν οι δυσχέρειες που προκύπτουν από τη θέσπιση ενός αυτόνομου δικαιώματος διαμονής για τα μέλη της οικογένειας ενός πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένει σε άλλο κράτος μέλος, και τούτο κατόπιν αποχώρησης, θανάτου ή χωρισμού του ζεύγους, οι οποίες αφορούν κυρίως την κοινωνική προστασία και το δικαίωμα εργασίας των μελών της οικογένειας·

2.1.5

ζητά να συμμετάσχουν και οι εκπρόσωποι των δήμων στην κατάρτιση ευρωπαϊκού κειμένου σχετικά με την απλούστευση των διαδικασιών επαναπατρισμού της σορού πολιτών της ΕΕ που απεβίωσαν σε άλλο κράτος μέλος·

2.1.6

προτείνει να διατυπωθεί σύσταση υπέρ της κατάρτισης σε θέματα ευρωπαϊκής ιθαγένειας στο σχολείο, δράση υπό την επίβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στην οποία θα συμμετέχει και η ΕΤΠ με την ιδιότητά της του εκπροσώπου των αρμόδιων οργανισμών στον τομέα της εκπαίδευσης·

2.1.7

συνιστά να διατεθεί για πρωτοβουλίες όπως αυτή του «Ευρωπαϊκού έτους της ευρωπαϊκής ιθαγένειας μέσω της εκπαίδευσης» ένα επαρκές κονδύλιο του προϋπολογισμού που θα καθιστά δυνατή την ανάπτυξη δράσεων τόσο σε Ευρωπαϊκή όσο και σε περιφερειακή και τοπική κλίμακα·

2.1.8

συνιστά να επεκταθούν τα πολιτικά δικαιώματα των ευρωπαίων πολιτών με την εξέταση της δυνατότητας χορήγησης στους πολίτες της ΕΕ του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις περιφερειακές και εθνικές εκλογές στο κράτος μέλος κατοικίας τους·

2.1.9

συνιστά να μην χορηγηθεί αυτόματα στους πολίτες των χωρών ΕΖΕΣ το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις τοπικές εκλογές στο κράτος μέλος κατοικίας τους·

2.1.10

προτείνει να τυποποιηθούν οι διαδικασίες που να επιτρέπουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή στον Διαμεσολαβητή να διαβιβάζουν αναφορές ή προσφυγές που τους έχουν υποβληθεί και αφορούν θέματα εκτός της αρμοδιότητάς τους στις αρμόδιες αρχές (π.χ., εθνικό διαμεσολαβητή, όπου υπάρχει, ή ακόμη και άμεσα στις περιφερειακές και τοπικές αρχές)·

2.2   Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

2.2.1

συνιστά να χορηγηθούν στον μελλοντικό Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων τα επαρκή υλικά και πνευματικά μέσα ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και η ανεξαρτησία του·

2.2.2

προτείνει να περιοριστεί το πεδίο δράσης του Οργανισμού στην εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων που εγγράφονται στο Χάρτη, όπως προβλέπεται στο άρθρο ΙΙ-112 της Συνταγματικής Συνθήκης·

2.2.3

προτείνει, πρώτον, να εκλαμβάνεται ο Οργανισμός ως ένα δίκτυο που να περιλαμβάνει όλα τα σχετικά δίκτυα και να μπορεί να διαμορφώνει μια ενεργό νοοτροπία υπέρ των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο εσωτερικό τόσο της Ένωσης όσο και των κρατών μελών και των τοπικών και περιφερειακών αρχών τους και, κατά συνέπεια, να συνδεθεί σε αυτόν κάθε όργανο που δημιουργείται για να καλύψει ειδικές πτυχές των θεμελιωδών δικαιωμάτων και, δεύτερον, να διαρθρωθεί κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στις διάφορες πτυχές των θεμελιωδών δικαιωμάτων και να διαθέτει ετήσιο ή πολυετές πρόγραμμα που να εγγυάται την αποτελεσματικότητά του·

2.2.4

παράλληλα με την αποστολή του ως ανεξάρτητου και έγκυρου μέσου συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών και διατύπωσης συστάσεων προς τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ζητά να συνδεθεί ο Οργανισμός με την εφαρμογή μιας εκπαιδευτικής και επικοινωνιακής πολιτικής σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα·

2.2.5

προτείνει να προσδιοριστεί το πεδίο παρέμβασης του Οργανισμού στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

2.2.6

καλεί τον μελλοντικό Οργανισμό πρώτον, να αναπτύξει σχέσεις με το Συμβούλιο της Ευρώπης, τα εθνικά όργανα και μη κυβερνητικούς οργανισμούς με αρμοδιότητες στην εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων και με το Δίκτυο ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων καθώς και με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές οι οποίες χάρη στην ειδική προσέγγισή τους μπορούν να συμβάλλουν στο έργο του, και δεύτερον, να υποβάλλει ετήσια έκθεση για την κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση·

2.2.7

προτείνει η δράση του να περιοριστεί στα όσα αναφέρει το άρθρο 7 της ΣΕΕ, το οποίο έχει ενσωματωθεί στο άρθρο Ι-59 της Συνταγματικής Συνθήκης, στην περίπτωση ρητού αιτήματος του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

2.2.8

ζητά να προβλεφθεί η συμμετοχή ενός εκπροσώπου των τοπικών και περιφερειακών αρχών στο διοικητικό συμβούλιο του μελλοντικού Ευρωπαϊκού Οργανισμού.

Βρυξέλλες, 6 Ιουλίου 2005.

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  ΕΕ C 156 της 6.6.2000, σελ. 1.

(2)  ΕΕ C 22, 24.1.2001, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 144 της 16.05.2001, σελ. 42.

(4)  ΕΕ C 192 της 12.08.2002, σελ. 17.

(5)  ΕΕ C 73 της 26.3.2003, σελ. 64.

(6)  ΕΕ C 73 της 26.3.2003, σελ. 46.

(7)  Το άρθρο 191 της ΣΕΚ όπως τροποποιήθηκε από τη Συνθήκη της Νίκαιας ορίζει τα εξής: «Τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την ολοκλήρωση στα πλαίσια της Ένωσης. Συμβάλλουν στη δημιουργία ευρωπαϊκής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης.» Οι διατάξεις αυτές περιλαμβάνονται και στην παρ. 4 του άρθρου 46 της Συνταγματικής Συνθήκης.


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/11


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο της Τουρκίας προς την προσχώρηση

(2006/C 31/03)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο της Τουρκίας προς την προσχώρηση (KOM(2004) 656 τελικό),

έχοντας υπόψη την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 29ης Νοεμβρίου 2004 να ζητήσει γνωμοδότηση επί του θέματος αυτού, σύμφωνα με το άρθρο 265, §1 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

έχοντας υπόψη την απόφαση του Προεδρείου της 28ης Σεπτεμβρίου 2004 να αναθέσει στην επιτροπή «Εξωτερικές Σχέσεις» την κατάρτιση γνωμοδότησης με θέμα τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο που έχει σημειωθεί στη διαδικασία διεύρυνσης,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2004 να αρχίσουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία στις 3 Οκτωβρίου 2005· τα συμπεράσματα της προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Θεσσαλονίκης στις 19 και 20 Ιουνίου 2003· τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Κοπεγχάγης στις 12 και 13 Δεκεμβρίου 2002· και τα συμπεράσματα της προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ελσίνκι στις 10 και 11 Δεκεμβρίου 1999·

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την τακτική έκθεση με θέμα τη Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο της Τουρκίας προς την προσχώρηση (KOM(2004) 656 τελικό). Α6-0063/2004 τελικό,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα της, της 18ης Νοεμβρίου 2004 με θέμα την έναρξη διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (CdR 476/2004),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του σεμιναρίου που πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα στις 11 Οκτωβρίου 2004 μεταξύ των τοπικών τουρκικών αρχών και της επιτροπής «Εξωτερικές Σχέσεις» — την επονομαζόμενη δήλωση της Άγκυρας (CDR 477/2004),

έχοντας υπόψη τον Ευρωπαϊκό Χάρτη τοπικής αυτοδιοίκησης που η Τουρκία επικύρωσε το 1992·

έχοντας υπόψη το σχέδιο γνωμοδότησης (CdR 495/2004 rev 1.) που υιοθετήθηκε από την Επιτροπή «Εξωτερικές Σχέσεις» στις 26 Απριλίου 2005. (εισηγήτρια: η κα Helene Lund, Δημοτική Σύμβουλος, Farum, DK/PES)·

επιθυμώντας να διατυπώσει τις απόψεις της για την ενταξιακή πρόοδο της Τουρκίας από τοπική και περιφερειακή σκοπιά·

εκτιμώντας ότι:

1.

με την απόφαση του Συμβουλίου για την έναρξη διαπραγματεύσεων με την Τουρκία στις 3 Οκτωβρίου 2005, προσφέρθηκε στη χώρα αυτή μια ευρωπαϊκή προοπτική. Όμως, πρέπει να επέλθει ακόμη σημαντική πρόοδος και οι διαπραγματεύσεις να παραμείνουν μια ανοικτή διαδικασία,

2.

Η Τουρκία τη στιγμή αυτή διέρχεται στάδιο ριζικών αλλαγών στις οποίες συγκαταλέγεται η ταχεία εξέλιξη των νοοτροπιών. Η Τουρκία θα αποτελέσει φωτεινό παράδειγμα χώρας με πληθυσμό στην πλειονότητά του μουσουλμανικό που προσχωρεί σε θεμελιώδεις αρχές όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, και το κράτος δικαίου.

3.

Οι αρχές κατήργησαν την θανατική ποινή, εισήγαγαν τη «μηδέν ανοχή» για τα βασανιστήρια, κατάργησαν πολλούς περιορισμούς όσον αφορά την ελευθερία έκφρασης, την ελευθερία του συνέρχεσθαι, τη θρησκεία και εγγυήθηκαν ορισμένα πολιτιστικά δικαιώματα σε όλους τους Τούρκους πολίτες, συμπεριλαμβανομένων τους κουρδικής καταγωγής. Επιπλέον, ελήφθησαν μέτρα για την πάταξη της διαφθοράς η οποία αποτελεί σημαντικό πρόβλημα της δημόσιας διοίκησης. Παρόλα αυτά οι προσπάθειες πρέπει να ενισχυθούν σε όλα τα επίπεδα των αρχών. Επίσης, η άσκηση φυσικής ή ψυχικής βίας κατά των γυναικών είναι απολύτως απαράδεκτη,

4.

Η Τουρκία είναι πολύ συγκεντρωτικό κράτος το οποίο αναθέτει πολύ λίγες αρμοδιότητες στις εκλεγμένες από το λαό τοπικές και περιφερειακές αρχές. Το κράτος διαθέτει επιπλέον σημαντική εξουσία για να ελέγχει τις τοπικές αρχές σύμφωνα με αρχές και διαδικασίες που καθορίζονται στη νομοθεσία. Σε πολλούς τομείς οι κρατικοί υπάλληλοι, συμπεριλαμβανομένων των διοικητών επαρχιών, που διορίζονται από το κράτος διαθέτουν μεγαλύτερη εξουσία από τους τοπικούς και περιφερειακούς αιρετούς αντιπροσώπους. Ο διοικητικός έλεγχος των τοπικών αρχών ασκείται από τον υπουργό Εσωτερικών και τους κυβερνήτες των 81 επαρχιών.

5.

Η Επιτροπή παρουσίασε στρατηγική που βασίζεται σε 3 πυλώνες. Ο πρώτος πυλώνας αφορά τη συνεργασία με στόχο να ενισχυθεί και να στηριχθεί η διαδικασία μεταρρυθμίσεων στην Τουρκία, και ιδίως η συνεχής εκπλήρωση των πολιτικών κριτηρίων της Κοπεγχάγης. Στον δεύτερο πυλώνα προτείνονται συγκεκριμένοι όροι για τη διεξαγωγή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Στον τρίτο πυλώνα προτείνεται ένας ουσιαστικά ενισχυμένος πολιτικός και πολιτισμικός διάλογος, με σκοπό την προσέγγιση των λαών των κρατών μελών της ΕΕ και της Τουρκίας. Η βοήθεια και η υποστήριξη για τη διαμόρφωση της τουρκικής κοινωνίας των πολιτών πρέπει να θεωρείται ως σημαντικό στοιχείο για τη ενδεχόμενη προσχώρηση της Τουρκίας.

6.

Θα επικεντρώσει την προσοχή της στους τομείς δραστηριότητας που ανήκουν στις αρμοδιότητες των τοπικών και περιφερειακών αρχών, και η δραστήρια συμμετοχή της θα εστιαστεί σε πρακτικά θέματα τα οποία μπορούν να επιλυθούν με συγκεκριμένη συνεργασία μεταξύ των τοπικών και περιφερειακών αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας. Με την ευκαιρία αυτή οι εμπειρίες από αδελφοποιήσεις και προγράμματα ανάπτυξης δυνατοτήτων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο θα αξιοποιηθούν κατάλληλα.

υιοθέτησε στην 60η σύνοδο ολομέλειας της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 6ης Ιουλίου) την παρούσα γνωμοδότηση:

1.   Οι απόψεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.1

τονίζει ότι και για την Τουρκία θα ισχύσουν τα ίδια κριτήρια όπως και για τις άλλες υποψήφιες προς ένταξη χώρες και χαιρετίζει με ικανοποίηση τις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποίησαν οι τουρκικές αρχές τα τελευταία χρόνια. Οι μεταρρυθμίσεις βοήθησαν την Τουρκία στην επαρκή εκπλήρωση των κριτηρίων της Κοπεγχάγης ΏΣΤΕ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΕΙ ΔΥΝΑΤΗ Η ΈΝΑΡΞΗ των διαπραγματεύσεων για την προσχώρηση της στην ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ

1.2

αναγνωρίζει ότι η Τουρκία τα τελευταία χρόνια και ιδίως μετά τις εκλογές του 2002 πραγματοποίησε περισσότερες μεταρρυθμίσεις σε σύγκριση με τις περασμένες δεκαετίες. Το Κοινοβούλιο ενέκρινε σειρά μεταρρυθμίσεων μεταξύ των οποίων και για τη δημόσια διοίκηση και θέσπισε πολλούς νόμους, διατάγματα και εγκυκλίους για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Σημειώνει όμως ότι ο πρόεδρος πρόβαλε βέτο για ορισμένους νόμους και γι αυτό δεν έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ.

1.3

Αναγνωρίζει ότι η Τουρκία έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στις πολιτικές της μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα με τη μορφή εκτεταμένων συνταγματικών και νομοθετικών μεταβολών που άλλαξαν το πολιτικό και το σύστημα απονομής δικαιοσύνης.

1.4

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι πρέπει να θεσπισθεί πρόσθετη νομοθεσία,

1.5

τονίζει ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε να τεθεί σε ισχύ η προγραμματισθείσα νομοθεσία, και κυρίως να εφαρμόζεται δεόντως καθώς και ότι ή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα πρέπει να διώκεται κατάλληλα. Η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να αναγνωριστεί ως κράτος πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων.

1.6

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι στην Τουρκία οι διαφορές μεταξύ των περιφερειών είναι μεγάλες. Πράγμα που αποτελεί πρόσθετη πρόκληση για την επωφελή ανάπτυξη όλης της επικράτειας.

1.7

φρονεί ότι οι μεταρρυθμίσεις σχετικά με τη δημόσια διοίκηση πρέπει να εγκριθούν το ταχύτερο δυνατόν μετά από τις δέουσες διαβουλεύσεις με τους οργανισμούς των τοπικών και περιφερειακών αρχών και με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

1.8

επιθυμεί να συμβάλει εποικοδομητικά στις εργασίες για την εφαρμογή των 3 πυλώνων στη στρατηγική της Επιτροπής, ιδίως στον τρίτο πυλώνα που αφορά ένα πολύ διευρυμένο πολιτικό και πολιτισμικό διάλογο μεταξύ των λαών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του τουρκικού. Στο διάλογο αυτό, τον οποίο η Επιτροπή πρέπει να διευκολύνει με συγκεκριμένες δράσεις για να είναι αποδοτικός, τον κύριο ρόλο θα κληθούν να διαδραματίσουν η κοινωνία των πολιτών και οι οργανισμοί τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης,

1.9

εκφράζει την ικανοποίηση της για την αυξημένη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στον κοινωνικό βίο, και υποστηρίζει ότι είναι αναγκαίο να συμβάλει στην ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι,

1.10

φρονεί ότι η ενίσχυση της συνεργασίας, και η ανταλλαγή πληροφοριών και ορθών πρακτικών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο προωθεί τη Δημοκρατία και την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη,

1.11

επισημαίνει ότι στους εξής τομείς η τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση μπορεί να προσφέρει τα μέγιστα για την ανάπτυξη της Τουρκίας ώστε να ετοιμασθεί για την ένταξη:

α.

της ειδίκευσης και οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης, ιδιαίτερα της τοπικής και περιφερειακής,

β.

της διοικητικής διαχείρισης των δημόσιων υπηρεσιών,

γ.

της περιφερειακής ανάπτυξης και χωροταξίας,

δ.

της πολεοδομίας,

ε.

της γεωργίας, αλιείας και ανάπτυξης της υπαίθρου,

στ.

του περιβάλλοντος, της διαχείρισης των πόρων και της πρόληψης φυσικών καταστροφών,

ζ.

της διαπεριφερειακής διάστασης στους τομείς των μεταφορών και ενέργειας,

η.

της πολιτικής για την προώθηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων,

θ.

της πολιτικής για την προώθηση της απασχόλησης,

ι.

των πολιτικών για την ενίσχυση των ίσων ευκαιριών και των πολιτικών για την καταπολέμηση κάθε διάκρισης τόσο όσον αφορά το φύλο όσον και την εθνοτική προέλευση

κ.

των πολιτιστικών και αθλητικών πρωτοβουλιών,

λ.

των πολιτικών για την προστασία και την ενίσχυση της πολιτιστικής κληρονομιάς,

μ.

των πολιτικών για την προώθηση της κοινωνικής εγγύτητας,

ν.

της εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης,

ξ.

της υγείας και της κοινωνικής αρωγής,

ο.

της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών, καθώς και των πολιτικών υποδοχής και κοινωνικής ένταξης,

π.

της στέγασης,

ρ.

της λήψης μέτρων για την ασφάλεια,

σ.

των δημόσιων συμβάσεων,

τ.

της τοπικής δημοκρατίας και της συμμετοχής των πολιτών.

1.12

τονίζει ότι χρειάζεται να ενισχυθεί η περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη για να σημειωθεί οικονομική και κοινωνική πρόοδος σε όλες τις περιοχές της Τουρκίας, και ότι με την προοπτική αυτή φρονεί ότι πρέπει να ενθαρρυνθεί και να τονωθεί η διαδικασία αποκέντρωσης των κρατικών αρμοδιοτήτων προς τις τοπικές και περιφερειακές αρχές,

1.13

υπογραμμίζει ότι είναι αναγκαίο να συμμετάσχουν από ενωρίς στη διαδικασία ένταξης τόσο το περιφερειακό όσο και το τοπικό επίπεδο και να δοθεί υψηλή προτεραιότητα στον τομέα του περιβάλλοντος, που αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερης σημασίας τομείς του κοινοτικού κεκτημένου για το περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Διαπιστώνει ότι στον τομέα του περιβάλλοντος έχουν πραγματοποιηθεί ορισμένες πρόοδοι και έχουν ενισχυθεί οι διοικητικές αρμοδιότητες, όμως πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω προκειμένου να βελτιωθεί και ο συντονισμός μεταξύ των εμπλεκομένων διοικήσεων,

1.14

φρονεί ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές εφαρμόζουν μεγάλο μέρος της κοινοτικής νομοθεσίας και γι αυτό πρέπει να διαδραματίσουν βασικό ρόλο στην ενδεχόμενη προσχώρηση της Τουρκίας. Μέσω μιας στενής συνεργασίας σε επίπεδο σχεδίων οι τοπικές και περιφερειακές αρχές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να συμβάλουν στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και στην εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο,

1.15

αναγνωρίζει ότι η ένταξη της Τουρκίας θα δημιουργήσει ιδιαίτερες προκλήσεις όσον αφορά τη μελλοντική εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής, της πολιτικής συνοχής και της ελεύθερης διακίνησης των εργαζομένων.

1.16

υποστηρίζει τις απόψεις της Επιτροπής ότι χρειάζονται μια ανάλυση αντίκτυπου, ένα σχέδιο εφαρμογής και ο καθορισμός δημοσιονομικών και οικονομικών πλαισίων,

1.17

κρίνει ευκταία τη διεξαγωγή ενός στενότερου διαλόγου με τις τουρκικές τοπικές αρχές όπως ακριβώς συνέβη και με τις πρώην προς ένταξη χώρες,

1.18

τονίζει τη σπουδαιότητα της μηδέν ανοχής για τα βασανιστήρια και τις κακοποιήσεις, της αναγνώρισης των δικαιωμάτων και των ελευθεριών όλων των μειονοτήτων, του σεβασμού όλων των θρησκειών, ιδίως το θέμα του ίσου νομικού καθεστώτος όλων των θρησκειών, της μηδέν ανοχής όσον αφορά τις δυσμενείς διακρίσεις και την άσκηση βίας κατά των γυναικών και της τήρησης των κανόνων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εργασία των παιδιών,

1.19

υποστηρίζει ότι είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι διοικητικές δυνατότητες σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο για να διασφαλιστεί η εφαρμογή και ο αποτελεσματικός χειρισμός του κοινοτικού κεκτημένου,

1.20

θεωρεί ότι αποτελεί ξεκάθαρη υποχρέωση της Τουρκικής κυβέρνησης η πλήρης και ανεπιφύλακτη αναγνώριση όλων των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο άνευ όρων ή προϋποθέσεων σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών όλων ανεξαιρέτως των ευρωπαϊκών πολιτών.

2.   Οι συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Επιτροπή των Περιφερειών

2.1

ζητεί από την Επιτροπή να συμπεριληφθούν ενεργώς οι τοπικές και περιφερειακές αρχές στις εργασίες για την εφαρμογή των 3 πυλώνων της στρατηγικής της Επιτροπής, ιδίως στον τρίτο πυλώνα που αφορά ένα πολύ διευρυμένο πολιτικό και πολιτισμικό διάλογο μεταξύ των λαών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του τουρκικού,

2.2

προτρέπει την Επιτροπή να αναλάβει ενημερωτική εκστρατεία, σε στενή συνεργασία με τους οργανισμούς τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης, για την ενημέρωση των πολιτών της Ε.Ε. σχετικά με τις σχέσεις με την Τουρκία και για την υποστήριξη προγραμμάτων ανταλλαγών, τα οποία θα συμβάλουν στη βελτίωση της αμοιβαίας κατανόησης των πολιτών της Ε.Ε. και της τουρκικής κοινωνίας.

2.3

καλεί την Επιτροπή να αξιοποιήσει τις εμπειρίες που διαθέτουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της προώθησης της τοπικής Δημοκρατίας και της ανάπτυξης της τοπικής και περιφερειακής διοίκησης,

2.4

προτείνει στην Επιτροπή να συμπεριλάβει στην επόμενη ανακοίνωση της, προς τα τέλη του 2005, για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, το ρόλο των τοπικών αρχών και περιφερειακών αρχών της χώρας αυτής, μαζί με πρόταση για την καθιέρωση ενός αυτόνομου υποεθνικού επιπέδου που θα συμμετέχει πραγματικά στη χάραξη στρατηγικών για τον ορισμό προτεραιοτήτων για την τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη και στην επακόλουθη εκτέλεση των προγραμμάτων των διαρθρωτικών ταμείων της Ε.Ε., καθώς και άλλων πρωτοβουλιών για την περιφερειακή ανάπτυξη·

2.5

προτείνει να συσταθεί μια μεικτή συμβουλευτική επιτροπή από εκπροσώπους της και εκπροσώπους των τουρκικών περιφερειακών και τοπικών αρχών όπως συνέβη και με τις προηγούμενες υποψήφιες χώρες,

2.6

παρακινεί την τουρκική κυβέρνηση να επιταχύνει τη μεταρρύθμιση για την αποκέντρωση της δημόσιας διοίκησης που αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης του εδάφους, ώστε να εφαρμοσθεί πλήρως, μόνιμα και αμετάκλητα, το ταχύτερο δυνατόν,

2.7

συνιστά να διατεθούν οι απαραίτητοι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι στις τοπικές και περιφερειακές αρχές ώστε να καταστεί δυνατή η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερα υπόψη η οικονομική και η κοινωνική ανάπτυξη στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της Τουρκίας,

2.8

φρονεί ότι οι τουρκικές περιφέρειες μπορούν να επωφεληθούν από τα διαρθρωτικά ταμεία και το ταμείο συνοχής, πράγμα που θα συμβάλει στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη ιδίως της νοτιοανατολικής περιοχής της χώρας,

2.9

παροτρύνει συνεπώς να αναληφθούν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα ενισχύουν τη διοικητική ικανότητα των τοπικών και περιφερειακών αρχών για την χρησιμοποίηση της διαρθρωτικής στήριξης· και προτρέπει την τουρκική κυβέρνηση να διαθέσει τους απαραίτητους πόρους για συγχρηματοδότηση,

2.10

παρακινεί να δοθούν μεγαλύτερη εξουσία και περισσότερες αρμοδιότητες στους αιρετούς εκπροσώπους των τοπικών και περιφερειακών αρχών και να αυξηθεί αντίστοιχα το μέρος των δημοσίων δαπανών που χορηγείται στις τοπικές και περιφερειακές αρχές,

2.11

προτρέπει την καθιέρωση ενός νομοθετικού πλαισίου για την πολιτική της περιφερειακής ανάπτυξης,

2.12

παρακινεί την τουρκική κυβέρνηση να λάβει μέτρα τα οποία θα διασφαλίζουν ότι η Τουρκία θα εφαρμόζει — στο τοπικό και περιφερειακό επίπεδο — τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

2.13

προτρέπει την Τουρκία να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να αρθούν οι ανησυχίες που απαριθμούνται στην σύσταση της Επιτροπής, ιδίως όσον αφορά το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και την πλήρη απόλαυση των δικαιωμάτων και ελευθεριών εκ μέρους όλων, συμπεριλαμβανομένων και των μειονοτήτων,

2.14

παροτρύνει την τουρκική κυβέρνηση να αναπτύξει και να διευρύνει την αρχή της τοπικής και περιφερειακής Αυτοδιοίκησης σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό χάρτη της τοπικής Αυτοδιοίκησης και να εγγυηθεί την πλήρη και άμεση συμμετοχή των πολιτών.

2.15

αναμένει από την τουρκική κυβέρνηση να ενεργήσει δεόντως κατόπιν της επιβεβαίωσης της ότι θα επικυρώσει το Πρωτόκολλο για την προσαρμογή της συμφωνίας της Άγκυρας. πριν από την έναρξη των πραγματικών ενταξιακών διαπραγματεύσεων.

2.16

ζητεί από την Τουρκία να τηρεί πλήρως το διεθνές δίκαιο και την αρχή της καλής γειτονίας,

2.17

προτίθεται να παρουσιάσει τις απόψεις της όσον αφορά την προσχώρηση της Τουρκίας από μια τοπική και περιφερειακή σκοπιά, όταν παρουσιαστούν οι κατάλληλες ευκαιρίες στο μέλλον και καλεί με εμμονή την Ευρωπαϊκή Ένωση να ζητήσει τη γνώμη της ΕΤΠ κατά την εκπόνηση των μελλοντικών Περιοδικών Εκθέσεων.

Βρυξέλλες, 6 Ιουλίου 2005.

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/15


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Έγγραφο στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης (Ρουμανία)»

(2006/C 31/04)

Η Επιτροπή των Περιφερειών,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Έγγραφο στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης» (COM (2004) 657 και — SEK(2004) 1199, 1200)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2004, να ζητήσει τη γνωμοδότησή της, σύμφωνα με το άρθρο 265, παράγραφος 1, της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του Προεδρείου της, της 28ης Σεπτεμβρίου 2004, να αναθέσει στην επιτροπή «Εξωτερικές σχέσεις» την κατάρτιση γνωμοδότησης με θέμα τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τα συμπεράσματα της προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2004 (αριθ. 16238/04)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειώσει η Ρουμανία στην πορεία για την ένταξη (COM(2004) 0657 — C6-0151/2004 — 2004/2184(INI))

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις πολιτικές προτεραιότητες της ΕΤΠ για την περίοδο 2002-2006, όπου η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρείται ότι αποτελεί μοναδικό γεγονός με το οποίο θα εξασφαλιστεί η ειρήνη και η σταθερότητα και θα ενισχυθεί η διαδικασία ολοκλήρωσης σε όλη την Ευρώπη

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμά της, της 1ης Φεβρουαρίου 2003, σχετικά με το «Πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και προτεραιότητες της Επιτροπής των Περιφερειών για το 2003» (CdR 6/2003 fin (1))

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της για το «Έγγραφο για τη στρατηγική της διεύρυνσης και την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο που έχει σημειώσει κάθε υποψήφια χώρα ενόψει της ένταξης» (CdR 325/2002 fin (2))

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τα σχέδια δράσης για τη διοικητική και δικαστική ικανότητα και την παρακολούθηση των δεσμεύσεων που αναλαμβάνουν οι διαπραγματευόμενες χώρες στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων» (CdR 244/2002 fin)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την κοινή δήλωση της Ένωσης Τοπικών Αρχών της Ρουμανίας και της Επιτροπής των Περιφερειών, που υπεγράφη στο Βουκουρέστι με την ευκαιρία της 11ης Διάσκεψης της Επιτροπής των Περιφερειών εν όψει της ευρωπαϊκής διεύρυνσης (3 Οκτωβρίου 2001) (3), και το σεμινάριο της ΕΤΠ στο Essex με θέμα την διεύρυνση (5 Νοεμβρίου 2004) (4)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ομιλία με θέμα «Η Ρουμανία και η ΕΕ: κοινό μέλλον, κοινές προκλήσεις», του κ. Olli Rehn, μέλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιου για την διεύρυνση, (Βουκουρέστι, 28 Φεβρουαρίου 2005) (5)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησής της (CdR 496/2004 rev. 1) που υιοθέτησε στις 26 Απριλίου 2005 η επιτροπή «Εξωτερικές σχέσεις» (εισηγητής: ο κ. Lars Abel, μέλος του Κομητειακού Συμβουλίου της Κοπεγχάγης (DK/EPP)

κατά την 60ή σύνοδο ολομέλειας της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 7ης Ιουλίου 2005), υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Οι απόψεις της Επιτροπής των Περιφερειών

1.1   Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την διαδικασία διεύρυνσης

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.1.1

εκφράζει την ικανοποίησή της για την διεύρυνση της ΕΕ με δέκα νέα κράτη μέλη από την 1η Μαΐου 2004

1.1.2

τονίζει ότι η Βουλγαρία και η Ρουμανία συμμετέχουν και αυτές στην τρέχουσα διαδικασία διεύρυνσης, μολονότι που, για διάφορους λόγους, η ένταξή τους θα ολοκληρωθεί σε κάποια μεταγενέστερη στιγμή

1.1.3

επικροτεί τα πορίσματα και τις συστάσεις που υπέβαλε η Επιτροπή στις 6 Οκτωβρίου 2004 στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την περιοδική της έκθεση και το έγγραφο στρατηγικής για τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, και την Κροατία

1.1.4

εκτιμά ότι η Βουλγαρία και Ρουμανία θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να καλύψουν τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, και να αναπτύξουν μια λειτουργική οικονομία της αγοράς

1.1.5

επιδοκιμάζει την υπογραφή των συμφωνιών ένταξης με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία στις 25 Απριλίου 2005 από τους υπουργούς Εξωτερικών της ΕΕ, έτσι ώστε δύο αυτές χώρες να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την 1η Ιανουαρίου 2007 εφόσον πληρούν έως την ημερομηνία αυτή όλους τους όρους της ένταξης

1.1.6

υπενθυμίζει ότι μια αποδεδειγμένης αξίας βασική αρχή που ίσχυσε στις μέχρι τούδε διευρύνσεις είναι η ικανότητα ένταξης του εκάστοτε υποψηφίου κράτους

1.1.7

τονίζει ότι είναι αναγκαίο να υπάρξει εντατική παρακολούθηση της υλοποίησης των υποχρεώσεων που θα αναλάβουν τη Βουλγαρία και η Ρουμανία μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων

1.1.8

θεωρεί ότι είναι σκόπιμο να προβλεφθούν ρήτρες διασφάλισης με τις οποίες θα προβλέπονται μέτρα για την αντιμετώπιση σημαντικών προβλημάτων τα οποία μπορεί να εμφανιστούν πριν την ένταξη ή στα πρώτα τρία χρόνια μετά από αυτήν

1.1.9

αναγνωρίζει την ιδιαιτερότητα της ρήτρας διασφάλισης, που συμφωνήθηκε με την Βουλγαρία και τη Ρουμανία, βάσει σύστασης της Επιτροπής και της ομόφωνης θέσης των κρατών μελών, με την οποία μπορεί να αναβληθεί η προσχώρηση για ένα έτος ·σημειώνει, εξάλλου ότι, σε περίπτωση που αντιμετωπιστούν προβλήματα στην Ρουμανία, στους τομείς δικαιοσύνης, εσωτερικών υποθέσεων και ανταγωνισμού, η απόφαση αυτή θα μπορεί να ληφθεί και με ειδική πλειοψηφία των κρατών μελών

1.1.10

τονίζει ότι είναι σε θέση να συμβάλει στη σταδιακή προσαρμογή των τοπικών και περιφερειακών αρχών της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση με την εντατική συμμετοχή των παρατηρητών της μετά την υπογραφή των ενταξιακών συμφωνιών

1.1.11

δηλώνει ότι είναι διατεθειμένη να προωθήσει μια ενεργό πολιτική πληροφόρησης για τη δημιουργία ευρέως ερείσματος για την υποστήριξη της διαδικασίας για την κύρωση των συμφωνιών προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας

1.1.12

επικροτεί τη συμμετοχή της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας στη σύνταξη της συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης και στηρίζει θερμά την έναρξη εκστρατείας των τοπικών αρχών για την ερμηνεία και την προώθηση του περιεχομένου της συνθήκης και την προβολή του κοινοτικού κεκτημένου, η οποία μπορεί να ενισχύσει την προσήλωση των πολιτών στις ευρωπαϊκές αξίες και τη γνώση τους όσον αφορά τη λειτουργία της Κοινότητας

1.1.13

εκφράζει την ικανοποίησή για τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2004 να αρχίσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Κροατία και σημειώνει την αναβολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων έως ότου διαπιστωθεί η πλήρης συνεργασία με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔΓ)

1.1.14

επικροτεί τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2004 να αρχίσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία στις 3 Οκτωβρίου 2005

1.1.15

θεωρεί ότι, με τη σύναψη εταιρικών σχέσεων με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές των υποψηφίων χωρών, τα μέλη της είναι σε θέση να συμβάλουν στην προετοιμασία τους για την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση

1.2   Παρατηρήσεις για την περιοδική έκθεση σχετικά με την πρόοδο της Ρουμανίας όσον αφορά την ένταξη

Η Επιτροπή των Περιφερειών,

α.   Αναφορικά με την τοπική δημοκρατία και την διαδικασία αποκέντρωσης

1.2.1

αναγνωρίζει τις θετικές εξελίξεις που επιτεύχθηκαν στη Ρουμανία το 2004 στον τομέα της τοπικής αυτοδιοίκησης χάρτη στη βελτίωση της νομικής βάσης, και ειδικότερα με την αναθεώρηση του συντάγματος με τη θέσπιση της έννοιας της αποκέντρωσης, την αναθεωρημένη στρατηγική για την διοικητική μεταρρύθμιση, το νόμο πλαίσιο για την αποκέντρωση, και το νόμο για το θεσμό του νομάρχη (6)

1.2.2

επικροτεί τη γενική επιβεβαιωμένη συναίνεση όλων των πολιτικών κομμάτων σχετικά με την μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, ειδικότερα τις απόψεις και τις δεσμεύσεις των τοπικών και περιφερειακών αρχών για την εποικοδομητική τους συμμετοχή στην διαδικασία ένταξης της Ρουμανίας στην ΕΕ, και υποστηρίζει τις προσπάθειες της κυβέρνησης της Ρουμανίας, η οποία ανέλαβε την εξουσία το 2004, όσον αφορά τη διαδικασία αποκέντρωσης και ενίσχυσης της τοπικής αυτονομίας σύμφωνα με τις διατάξεις του ευρωπαϊκού χάρτη της τοπικής αυτονομίας στον οποίο προσχώρησε επίσημα η Ρουμανία το 1997

1.2.3

σημειώνει τα μέτρα που προβλέπει το νέο κυβερνητικό πρόγραμμα (7) σχετικά με την αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης, το οποίο στηρίζεται στην πλήρη πολιτική και δημοσιονομική διαφάνεια σε τοπικό επίπεδο και τη συμμετοχή της τοπικής διακυβέρνησης στην εθνική διαδικασία λήψης αποφάσεων σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και την αναλογικότητας

1.2.4

συμμερίζεται τις απόψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά την ανεπάρκεια των δημοσιονομικών πόρων που έχουν διατεθεί ενόψει της αποκέντρωσης των αρμοδιοτήτων σε τοπικό επίπεδο που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διαχείρισης

1.2.5

τονίζει την επιτακτική ανάγκη για καταρτισμένους, δραστήριους, και ανεξάρτητους δημόσιους υπαλλήλους σε τοπικό και νομαρχιακό επίπεδο πράγμα που μπορεί να επιτευχθεί με την διάθεση επαρκών πόρων σε προγράμματα κατάρτισης και μεταφοράς αρμοδιοτήτων μέσω ανταλλαγής ορθών πρακτικών με τις τοπικές αρχές των χωρών της ΕΕ και την πρόβλεψη αποτελεσματικών μέτρων για την παροχή κινήτρων

1.2.6

ταυτόχρονα, αναγνωρίζει ότι η διασφάλιση ανθρώπινων πόρων για μια σύγχρονη δημόσια διοίκηση αποτελεί μακροχρόνια διαδικασία, αντιπροσωπεύει όμως απαραίτητο μέτρο για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και διαχείρισης των διαρθρωτικών ταμείων

1.2.7

εκφράζει τις ανησυχίες της αναφορικά με την έκταση της «πολιτικής μετανάστευσης» πριν τις τελευταίες δημοτικές εκλογές του 2004, που διαπιστώθηκε από πολλούς ανεξάρτητους παρατηρητές (8), και κρίνει ότι αυτή μπορεί να περιοριστεί διαμέσου άμεσης και διαφανούς διάθεσης δημοσίων πόρων με βάση αντικειμενικά κριτήρια στα διάφορα επίπεδα διοίκησης και την παγίωση της τοπικής δημοκρατίας ως του «μόνου βιώσιμου παιχνιδιού»

1.2.8

τονίζει ότι η διαφθορά μπορεί να αποτελεί πηγή ανησυχίας σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, η οποία μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την τοπική δημοκρατία και την διαχείριση των δημοσίων και ευρωπαϊκών πόρων και, για το λόγο αυτό, απευθύνει έκκληση για την εκ του σύνεγγυς παρακολούθησής της από τα ευρωπαϊκά όργανα

1.2.9

υποστηρίζει θερμά την εφαρμογή της αναθεωρημένης στρατηγικής για την καταπολέμηση της διαφθοράς που εγκαινίασε η κυβέρνηση της Ρουμανίας, η οποία θα πρέπει να συνοδεύεται από μια κατάλληλη αμοιβή των δικαστών· σημειώνει τα ειδικά μέτρα που υιοθετήθηκαν προκειμένου να μειωθεί ο αριθμός των καταστάσεων που ενθαρρύνουν την διαφθορά στο διάστημα που ακολούθησε από της αναλήψεως των καθηκόντων της νέας κυβέρνησης και τα οποία αποτελούν ένδειξη της δέσμευσης της Ρουμανίας να προσδώσει προτεραιότητα στο θέμα

1.2.10

καλεί θερμά τις ξένες εταιρείες και τους ξένους δημόσιους οργανισμούς που ασκούν οικονομικές δραστηριότητες στη Ρουμανία, και που βρίσκονται στο στόχαστρο διεφθαρμένων δημοσίων υπαλλήλων, να πληροφορούν σχετικά τις αρμόδιες αρχές προκειμένου να συμβάλουν στην καταπολέμηση της δωροδοκίας

1.2.11

εγκρίνει την ενεργό συμμετοχή της τοπικής διακυβέρνησης στη νομοθετική διαδικασία διαμέσου έγκαιρων και αποτελεσματικών διαβουλεύσεων κατά τη κατάρτιση της νομοθεσίας η οποία αφορά τα συμφέροντα και τις ευθύνες των τοπικών και περιφερειακών αρχών

1.2.12

υποστηρίζει τις προσπάθειες των τοπικών αρχών της Ρουμανίας για την προώθηση της συμμετοχής των πολιτών και των νέων στην κοινωνική και πολιτική ζωή των τοπικών κοινοτήτων και την διοργάνωση δημοσίων εκστρατειών για την προώθηση μιας σύγχρονης δημόσιας διοίκησης

β.   Αναφορικά με τις οικονομικές εξελίξεις

1.2.13

αναγνωρίζει το γεγονός ότι η Ρουμανία πληροί το κριτήριο της οικονομίας της αγοράς, η οποία, συνοδευόμενη από μια αυστηρή εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τις ανταγωνιστικές πιέσεις και τις δυνάμεις της αγοράς εντός της ΕΕ

1.2.14

σημειώνει τα όσα εναπομένουν να επιτελέσει η Ρουμανία στο χώρο του ανταγωνισμού, ειδικότερα διασφαλίζοντας την αποτελεσματική λειτουργία του νομοθετικού και θεσμικού πλαισίου, και επικροτεί τα τελευταία μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση σχετικά (9) και τις συνεχιζόμενες δράσεις οι οποίες διασφαλίζουν μια πλήρως ικανοποιητική διοικητική ικανότητα ·ωστόσο, επικροτεί τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, δηλαδή την αναθεωρημένη εθνική στρατηγική αναδιάρθρωσης και τα διάφορα επιχειρηματικά σχέδια τα οποία συνεπάγονται ότι δεν δύνανται πλέον να χορηγούνται κρατικές ενισχύσεις στην χαλυβουργία από 1ης Ιανουαρίου 2005 έως το τέλος της περιόδου αναδιάρθρωσης (10), αλλά τονίζει ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι κοινωνικές επιπτώσεις στις τοπικές κοινότητες

1.2.15

αντιλαμβάνεται την ανάγκη για πρόοδο στη λειτουργία του δικαστικού σώματος και της δημόσιας διοίκησης προκειμένου να δημιουργηθεί ένα καλύτερό επιχειρηματικό περιβάλλον

γ.   Αναφορικά με την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου

1.2.16

εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόοδο που έχει επιτελεστεί όσον αφορά την εφαρμογή των διαρθρωτικών πολιτικών και τη θέσπιση της νομοθεσίας η οποία δημιουργεί μηχανισμούς και μέσα για την ορθή χρήση των διαρθρωτικών ταμείων

1.2.17

τονίζει ότι απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για να ενισχυθεί η τοπική και περιφερειακή διακυβέρνηση προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή του κεκτημένου σε τομείς στους οποίους οι τοπικές και περιφερειακές αρχές έχουν αποκτήσει εξουσίες και αρμοδιότητες, ιδιαίτερα στις δημόσιες αγορές, στις μεταφορές, στις υποδομές, στο οδικό δίκτυο, το περιβάλλον, τις κοινωνικές πολιτικές, την προστασία των παιδιών και των μειονοτήτων, την υγεία, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, και τη διασυνοριακή συνεργασία

1.2.18

επικροτεί την ενίσχυση των ικανοτήτων των περιφερειακών και τοπικών διοικήσεων στον τομέα του περιβάλλοντος και το καλύτερο συντονισμό τους με τις λοιπές αρμόδιες αρχές, προκειμένου να είναι σε θέση να εφαρμόζουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία σε ζωτικούς τομείς όπως, για παράδειγμα: ύδρευση και διαχείριση των αποβλήτων, ποιότητα του αέρα, θόρυβος, προστασία της φύσης, βιομηχανική ρύπανση, χημικές ουσίες, κλπ

1.2.19

αναγνωρίζει την μάλλον θετική πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την πολιτική και την εφαρμογή της στρατηγικής για τους Ρομ, που υιοθετήθηκε το 2001, και απευθύνει έκκληση για μεγαλύτερο συντονισμό του τοπικού κα κεντρικού επιπέδου και αποτελεσματικές δράσεις σε επίπεδο νομού σε τομείς όπως, για παράδειγμα, κατάρτιση και εκπαίδευση, λαμβανομένου υπόψη του πολιτιστικού και κοινωνικού υπόβαθρου

1.2.20

σημειώνει ότι απαιτούνται περαιτέρω συγκεκριμένες βελτιώσεις σε τοπικό, νομαρχιακό, και περιφερειακό επίπεδο προκειμένου να αναπτυχθούν μηχανισμοί για τον εντοπισμό, την διαχείριση, παρακολούθηση και αξιολόγηση έργων και, ειδικότερα, ικανότητες συγχρηματοδότησης, προκειμένου να επιτευχθεί το απαιτούμενο επίπεδο απορρόφησης της κοινοτικής χρηματοδότησης μέχρι το 2007

1.2.21

τονίζει ότι για την προετοιμασία των διαρθρωτικών ταμείων οι τοπικές αρχές οφείλουν να βελτιστοποιήσουν την χρήση της κοινοτικής προενταξιακής χρηματοδοτικής βοήθειας

1.2.22

επικροτεί το τρέχον εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο 2004-2006, ως κατάλληλη πρώτη βάση για το σχέδιο το οποίο απαιτείται από τα διαρθρωτικά ταμεία και ζητά μια πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση κατά το σχεδιασμό του εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου για την περίοδο 2007-2013, σύμφωνα με τη αντίληψη της Ρουμανίας όσον αφορά την πολιτική συνοχής και τις ευρωπαϊκές προοπτικές στον τομέα αυτό

1.2.23

ζητά να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις αρχές των διαβουλεύσεων και της εταιρικής σχέσης, και ειδικότερα στη στενότερη και ενεργό συμμετοχή των τοπικών, νομαρχιακών, και περιφερειακών αρχών, καθώς και των κοινωνικών και μη κυβερνητικών εταίρων, κατά το σχεδιασμό του εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου για την περίοδο 2007-2013 και των επιχειρησιακών προγραμμάτων, και στην επακόλουθη εφαρμογή

1.2.24

κατά συνέπεια, ζητά να αναπτυχθεί ένα καλύτερο κλίμα ευθύνης και συναίνεσης μεταξύ των νομαρχιών εντός των υφισταμένων περιφερειακών δομών και σαφής συμμετοχή των τοπικών αιρετών αρχόντων προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή των κοινοτικών προγραμμάτων, ο σχεδιασμός του μελλοντικού εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου για την περίοδο 2007-2013, και ο επακόλουθος έλεγχος της χρήσης των διαρθρωτικών ταμείων

1.2.25

απευθύνει έκκληση για την κατάρτιση μιας ορθής περιφερειακής πολιτικής στη Ρουμανία, όπου οι τοπικές και περιφερειακές αρχές δεν θα καλούνται μόνο να συμμετέχουν αλλά και θα δεσμεύονται προς το συμφέρον των τοπικών κοινοτήτων

2.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών,

2.1

επικροτεί την ολοκλήρωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων και την υπογραφή της συνθήκης ένταξης μεταξύ της Ρουμανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 25 Απριλίου 2005, και συνιστά όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να κυρώσουν την εν λόγω συνθήκη εγκαίρως ώστε να μπορέσει η ΕΕ καλωσορίσει την Ρουμανία ως πλήρες μέλος την 1η Ιανουαρίου 2007

2.2

συνιστά, κατά την περίοδο που προηγείται της πλήρους ένταξης, διεξαγωγή συζήτησης σχετικά με τις ευθύνες της περιφερειακής πολιτικής στη Ρουμανία και την καταβολή προσπαθειών για την ενίσχυση των τοπικών και αρχών ώστε, μέχρι το 2007, να διαθέτει η Ρουμανία αποτελεσματικές δομές τοπικής διοίκησης οι οποίες θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις και τις προκλήσεις που απορρέουν από την ένταξή της στην ΕΕ

2.3

για το λόγο αυτό, υποστηρίζει την έναρξη ενός εποικοδομητικού διαλόγου ο οποίος αποβλέπει στην επίτευξη αποτελεσμάτων εστιασμένου στην διαδικασία αποκέντρωσης και περιφερειοποίησης με συμμετοχή της τοπικής και περιφερειακής διακυβέρνησης και των αρμοδίων κοινοτικών οργάνων, με στόχο τη βελτίωση των υφισταμένων εδαφικών διαρθρώσεων και των διαδικασιών λήψης αποφάσεων προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική χάραξη περιφερειακών πολιτικών και η εφαρμογή των διαρθρωτικών ταμείων μετά το 2007

2.4

προσδοκώντας την άφιξη των 15 μελών που εκπροσωπούν τους περιφερειακούς και τοπικούς φορείς της Ρουμανίας με την ιδιότητα του παρατηρητή στην ΕΤΠ, εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι δεν κατέστη δυνατόν να συσταθεί μια Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή (ΜΣΕ) με τη Ρουμανία εγκαίρως

2.5

τονίζει ότι η προώθηση της διευρωπαϊκής περιφερειακής συνεργασίας των κρατών μελών και των υποψηφίων για ένταξη χωρών αποτελεί βάση για την αποτελεσματική χρήση των διαρθρωτικών ταμείων και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση γενικότερα

2.6

συνιστά την διοργάνωση εξωτερικής εκδήλωσης στη Ρουμανία το συντομότερο δυνατό, με κύρια θέματα τη συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών της Ρουμανίας στις εργασίες της ΕΤΠ, τη διαδικασία αποκέντρωσης, και τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης. Η εκδήλωση αυτή θα αποτελούσε απάντηση στην πρόσκλήση που απέστειλε η Ένωση των τοπικών αρχών της Ρουμανίας και συγκεκριμένο βήμα για να διασφαλιστεί η σταθερή υποστήριξη των τοπικών και περιφερειακών αρχών της Ρουμανίας αναφορικά τόσο με την εθνική διαδικασία αποκέντρωσης όσο και με τη συμμετοχή του τοπικού και περιφερειακού επιπέδου στην προσπάθεια της Ρουμανίας για περαιτέρω προσέγγιση προς το κοινοτικό κεκτημένο .

Βρυξέλλες, 6 Ιουλίου 2005

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  ΕΕ αριθ. C 128 της 29.5.2003, σελ. 53.

(2)  ΕΕ αριθ. C 128 της 29.5.2003, σελ. 56.

(3)  CdR 5/2002.

(4)  Σεμινάριο της ΕΤΠ στο Essex (5 Νοεμβρίου 2004), Lars Abel, Η ένταξη της Ρουμανίας στην ΕΕ : Η εξέλιξη της αποκέντρωσης.

(5)  Ομιλία στην Ακαδημία Οικονομικών Σπουδών, Βουκουρέστι, 28 Φεβρουαρίου 2005.

(6)  Σύνταγμα της Ρουμανίας του 1991 όπως αναθεωρήθηκε το 2003, νόμος πλαίσιο αριθ. 339/2004 για την αποκέντρωση, και νόμος αριθ. 340/2004 για το θεσμό του νομάρχη.

(7)  Κυβέρνηση της Ρουμανίας, Κυβερνητικό Πρόγραμμα 2005-2008, Δεκέμβριος 2004.

(8)  Εκτός από την έκθεση της ΕΚ του 2004, βλέπε, επίσης, την τελευταία έκθεση της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές στη Ρουμανία, που διεξάχθηκαν στις 6 Ιουνίου 2004, η οποία εκτιμά αύξηση των τοπικών αιρετών πολιτικών που προήρχοντο από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το οποίο ήταν προηγουμένως στην εξουσία, από 27 % το 2000 σε 80 % περίπου το 2004, CG/Bur (11) 25 Στρασβούργο, 16 Ιουλίου 2004.

(9)  Απόφαση του Προέδρου του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας αριθ. 527/2004 (ΕΕ αριθ. 64/19.01.2005), αριθ. 528/2004 (ΕΕ αριθ. 82/25.01.2005) και κώδικας για μια πιο πρωτόβουλη προσέγγιση της εφαρμογής των κανόνων περί ανταγωνισμού αριθ. 36/22.02.2005.

(10)  Σύνθεση της στρατηγικής αναδιάρθρωσης δημοσιεύτηκε στην επίσημη εφημερίδα αριθ. 127 της 9ης Φεβρουαρίου 2005.


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/19


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Έγγραφο στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης

(2006/C 31/05)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «Έγγραφο στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης» (COM (2004) 657 και — SEC(2004) 1199, 1200)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση που έλαβε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 29 Νοεμβρίου 2004 να ζητήσει τη γνωμοδότησή της σύμφωνα με το άρθρο 265, παράγραφος 1, της ΣΕΚ·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση που έλαβε το Προεδρείο της στις 28 Σεπτεμβρίου 2004 να αναθέσει στην επιτροπή «Εξωτερικές Σχέσεις» την κατάρτιση γνωμοδότησης με θέμα τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά στην πρόοδο της διαδικασίας διεύρυνσης·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2004 (αριθ. 16238/04)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειώσει η Βουλγαρία στο δρόμο για την ένταξη (COM(2004)0657-I6-150/2004 — 2004/2183(INI))·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις πολιτικές προτεραιότητες της ΕΤΠ για την περίοδο 2002-2006, όπου η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρείται ότι αποτελεί μοναδικό γεγονός με το οποίο θα εξασφαλιστεί η ειρηνική σταθερότητα και θα ενισχυθεί η διεργασία ολοκλήρωσης σε όλη την Ευρώπη·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το ψήφισμά της, της 13ης Φεβρουαρίου 2003, σχετικά με το «Πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και προτεραιότητες της Επιτροπής των Περιφερειών για το 2003» (CdR 6/2003 fin (1)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της με θέμα το «Έγγραφο για τη στρατηγική της διεύρυνσης και την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο που έχει σημειώσει κάθε υποψήφια χώρα ενόψει της ένταξης» και την «Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο: Εξηγώντας τη διεύρυνση της Ευρώπης» (CdR 325/2002 fin (2)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τα σχέδια δράσης για τη διοικητική και δικαστική ικανότητα και την παρακολούθηση των δεσμεύσεων που αναλαμβάνουν οι διαπραγματευόμενες χώρες στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων» (CdR 244/2002 fin)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη σύσταση της Μικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής της «ΕΕ-Δημοκρατία της Βουλγαρίας» με θέμα «Ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας των περιφερειακών και τοπικών αρχών στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας» της 2ας Απριλίου 2004 (CdR 33/2004 fin)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη δήλωση συνεργασίας που υπογράφτηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2001 με την Ένωση των Δήμων της Βουλγαρίας·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη δήλωση συνεργασίας που υπογράφτηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2001 από την Ένωση των Δήμων της Βουλγαρίας και την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησής της (CdR 497/2004 rev.1) που υιοθετήθηκε στις 26 Απριλίου 2005 από την επιτροπή εξωτερικών σχέσεων (εισηγητής: κ. Tilman Tögel (DE/SPE) Μέλος του κοινοβουλίου του κρατιδίου της Σαξονίας — Άνχαλτ)

υιοθέτησε, κατά την 60ή σύνοδο ολομέλειας της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 6ης Ιουλίου 2005), την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Οι απόψεις της Επιτροπής των Περιφερειών

1.1   Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με τη διαδικασία της διεύρυνσης

H Επιτροπή των Περιφερειών

1.1.1

επικροτεί τη διεύρυνση της ΕΕ με δέκα νέα κράτη μέλη από την 1η Μαΐου 2004·

1.1.2

τονίζει την προσήλωση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην τρέχουσα διαδικασία διεύρυνσης, παρόλο που, για διάφορους λόγους, η ένταξη των χωρών αυτών θα ολοκληρωθεί σε κάποια μεταγενέστερη στιγμή·

1.1.3

επικροτεί τα πορίσματα και τις συστάσεις που υπέβαλε η Επιτροπή στις 6 Οκτωβρίου 2004 στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την τακτική της έκθεση και το έγγραφο στρατηγικής για τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Κροατία·

1.1.4

εκτιμά ότι η Βουλγαρία και Ρουμανία θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να καλύψουν τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και να αναπτύξουν μια λειτουργική οικονομία της αγοράς·

1.1.5

επικροτεί την υπογραφή των συμφωνιών ένταξης με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία στις 25 Απριλίου 2005 από τους υπουργούς εξωτερικών της ΕΕ, έτσι ώστε τα δύο αυτά κράτη να ενταχθούν κανονικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την 1η Ιανουαρίου 2007 εφόσον θα έχουν καλύψει μέχρι τότε όλες τις σχετικές προϋποθέσεις·

1.1.6

υπενθυμίζει ότι μια αποδεδειγμένης αξίας βασική αρχή που ίσχυσε στις μέχρι τούδε διευρύνσεις είναι η ικανότητα ένταξης του εκάστοτε υποψηφίου κράτους·

1.1.7

τονίζει ότι είναι αναγκαίο να υπάρξει εντατική παρακολούθηση της προγραμματικής υλοποίησης των υποχρεώσεων που θα αναλάβουν τη Βουλγαρία και η Ρουμανία μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων·

1.1.8

υπενθυμίζει ότι η προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας μπορεί να αναβληθεί για ένα χρόνο, σε περίπτωση που δεν έχουν πραγματοποιηθεί οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ιδιαιτέρως στους τομείς της δικαιοσύνης, των εσωτερικών υποθέσεων, της δημόσιας διοίκησης και της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού·

1.1.9

τονίζει ότι είναι σε θέση να συμβάλει στη σταδιακή προσαρμογή των τοπικών και περιφερειακών αρχών της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση με την εντατική συμμετοχή στις εργασίες της των βουλγάρων και ρουμάνων παρατηρητών που θα αναλάβουν καθήκοντα μετά την υπογραφή των ενταξιακών συμφωνιών·

1.1.10

δηλώνει ότι είναι διατεθειμένη να προωθήσει μια δραστήρια πολιτική πληροφόρησης για τη δημιουργία ευρέως ερείσματος για την υποστήριξη της διαδικασίας για την κύρωση των συμφωνιών προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας·

1.1.11

επισημαίνει ότι η εν λόγω πολιτική πληροφόρησης πρέπει να καλύπτει και το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι η συνθήκη αυτή, εφόσον αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου, πρέπει να επικυρωθεί και από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Και στις δύο χώρες θα πρέπει να διοργανωθεί ενημερωτική εκστρατεία με στόχο την εξήγηση και τη διάδοση του περιεχομένου της Συνταγματικής Συνθήκης, ώστε οι πολίτες τους να εξοικειωθούν με τις αξίες και τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

1.1.12

επικροτεί τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2004 σύμφωνα με τα οποία θα πρέπει να αρχίσουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Κροατία και λαμβάνει γνώση της αναβολής της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων έως ότου επιβεβαιωθεί η πλήρης συνεργασία της με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔΓ)·

1.1.13

υποστηρίζει τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2004 σύμφωνα με τα οποία θα πρέπει να αρχίσουν στις 3 Οκτωβρίου 2005 διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας. Παράλληλα, τονίζει ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές πρέπει να διεξαχθούν χωρίς προδεδικασμένο αποτέλεσμα·

1.1.14

θεωρεί ότι, με τη σύναψη εταιρικών σχέσεων με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές των υποψηφίων χωρών, τα μέλη της είναι σε θέση να συμβάλουν στην προετοιμασία αυτών για την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

1.2

Παρατηρήσεις σχετικά με την τακτική έκθεση σχετικά με την πρόοδο της Βουλγαρίας ενόψει της ένταξης SEC(2004)1199

H Επιτροπή των Περιφερειών

1.2.1

επαινεί την πρόοδο που έχει σημειώσει Βουλγαρία όσον αφορά στη σταθερότητα της οικονομίας της, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις καθώς και την οικονομική ανάπτυξη, χωρίς να παραγνωρίζει τα προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται με την ανεργία, η οποία εξακολουθεί να είναι υπερβολικά υψηλή·

1.2.2

υποθέτει ότι, κατά το εναπομένον διάστημα, η Βουλγαρία θα εντείνει τις προσπάθειες που καταβάλλει για να προετοιμαστεί για την ένταξη της και ότι, στα πλαίσια αυτά, θα δώσει ιδιαίτερη σημασία στις βελτιώσεις που επισημάνθηκαν από την Επιτροπή στους τομείς της Δικαιοσύνης, των εσωτερικών υποθέσεων και της διοίκησης·

1.2.3

επισημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προσφέρει σημαντική οικονομική βοήθεια για τη διευκόλυνση της προσέγγισης, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την ενίσχυση του διαθέσιμου δυναμικού σε τοπική κλίμακα, ώστε με τα μέσα αυτά να ενισχυθεί και να επιταχυνθεί συγχρόνως η εφαρμογή της ευρωπαϊκής πολιτικής συνοχής·

1.2.4

διαπιστώνει ότι, σήμερα, έχουν βελτιωθεί σημαντικά οι συνθήκες για την περιφερειοποίηση·

1.2.5

επικροτεί τη θέσπιση του νόμου για την περιφερειακή ανάπτυξη, με τον οποίο δημιουργήθηκε η βάση για τον περιφερειακό προγραμματισμό και βελτιώθηκε η διάρθρωση της περιφερειακής διάταξης με την στατιστική κατανομή της χώρας σε περιφέρειες NUTS 1·

1.2.6

επικροτεί τις προσπάθειες που καταβάλλουν η κυβέρνηση και το κοινοβούλιο για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και αναγνωρίζει τη συμβολή τους στην βελτίωση της αποτελεσματικότητας της περιφερειακής πολιτικής·

1.2.7

υποστηρίζει ανεπιφύλακτα την τρέχουσα μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και τις συναφείς μεταρρυθμίσεις στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, κυρίως δε την τροποποίηση του νόμου περί κοινοτικής ιδιοκτησίας, με την οποία έγιναν βήματα για την ενίσχυση της υπευθυνότητας, της δυναμικότητας και της θεσμικής και, κατά συνέπεια, της δημοσιονομικής αυτονομίας των τοπικών κοινοτήτων·

1.2.8

παραδέχεται, όμως, ότι η ανάπτυξη του δυναμικού των φορέων αυτών είναι μια μακρόπνοη διαδικασία, η οποία πρέπει να στηριχθεί σε τακτικά διαστήματα με πληροφόρηση, διενέργεια ακροάσεων και τη χάραξη προσαρμοσμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων·

2.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

H Επιτροπή των Περιφερειών

2.1

επιδοκιμάζει την ολοκλήρωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων και την υπογραφή της συμφωνίας ένταξης από την Βουλγαρία και την Ευρωπαϊκή Ένωση και συνιστά σε όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν εγκαίρως τη συμφωνία αυτή, ώστε η ΈΕ να υποδεχτεί τη Βουλγαρία την 1η Ιανουαρίου 2007 ως πλήρες μέλος της·

2.2

καλεί τη Βουλγαρία να καταβάλει περαιτέρω αποτελεσματικές προσπάθειες να συνεχίσει την εν λόγω μεταρρύθμιση επιφέροντας τις κατάλληλες τροποποιήσεις στη νομοθεσία περί κρατικής ιδιοκτησίας, με τις οποίες θα λαμβάνεται περισσότερο υπόψη η αρχή της επικουρικότητας·

2.3

συνιστά να γίνουν περαιτέρω βήματα αποκέντρωσης και επισημαίνει συγχρόνως ότι η μεταφορά αρμοδιοτήτων από το κεντρικό στο τοπικό επίπεδο διακυβέρνησης και στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως απλή εκχώρηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, αλλά πρέπει, επίσης, να προβλέπει τη μεταβίβαση δομών και ανθρώπινων και δημοσιονομικών πόρων·

2.4

συνιστά να συνεχιστούν κατά τη μεταβατική περίοδο η συζήτηση σχετικά με τις περιφερειακές αρμοδιότητες στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και οι προσπάθειες για την ενίσχυση της θέσης των τοπικών και περιφερειακών αρχών, έτσι ώστε, τη στιγμή της ένταξής της, η Βουλγαρία να διαθέτει αποτελεσματικές τοπικές διοικητικές διαρθρώσεις που μπορούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της ενιαίας αγοράς·

2.5

επισημαίνει ότι η ενίσχυση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων των τοπικών και περιφερειακών αρχών, λόγου χάρη όσον αφορά την κατανομή και τη διαχείριση της ιδιοκτησίας, αποτελεί προϋπόθεση για την εποικοδομητική συνεργασία των κεντρικών και των τοπικών διοικητικών αρχών οργάνων και προσφέροντας στα τελευταία καλύτερες συνθήκες για την υλοποίηση των κοινοτικών μέτρων και την αξιοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων·

2.6

τονίζει εκ νέου ότι πρέπει να προωθηθεί η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων λήψης αποφάσεων εκ μέρους των τοπικών και περιφερειακών αρχών με βάση τις αρχές της επικουρικότητας αλλά και της αλληλεγγύης, τόσο μεταξύ των κεντρικών αρχών και της τοπικής και περιφερειακής διοίκησης, όσο και σε οριζόντιο επίπεδο, μεταξύ των περιφερειών και των τοπικών κοινοτήτων·

2.7

επισημαίνει ότι οι τοπικές αρχές καλούνται σήμερα ακόμη περισσότερο να δημιουργήσουν το θεσμικό πλαίσιο που είναι απαραίτητο για την εφαρμογή μέσων διαρθρωτικής πολιτικής, γεγονός που ισχύει ιδιαιτέρως για τη δημιουργία διοικητικών υπηρεσιών ή για την προώθηση των αναγκαίων θεσμικών ή/και οργανωτικών προσαρμογών, έτσι ώστε οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης να προετοιμαστούν καλύτερα για την αξιοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων·

2.8

επισημαίνει ότι, για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης, πρέπει να θεσπιστούν πρόσθετα νομοθετικά και οργανωτικά μέτρα με τα οποία προάγεται η στοχοθετημένη χρήση των τοπικών πόρων αφιερώνοντας επαρκείς χρηματοδοτήσεις σε προγράμματα κατάρτισης, μεταφοράς αρμοδιοτήτων μέσω ανταλλαγής ορθών πρακτικών με τις τοπικές αρχές των χωρών της ΕΕ και προβλέποντας αποτελεσματικά μέτρα για την παροχή κινήτρων και συνιστά, στο βαθμό που η χρηματοδοτική και οικονομική αυτονομία των τοπικών και περιφερειακών αρχών αποτελεί ένα από τα θεμέλια της αυτοδιοίκησης, να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία και στην καλύτερη διαχείριση των αγαθών, των διαρθρώσεων και των υπηρεσιών μέσω δικτύου·

2.9

επισημαίνει ότι οι οργανισμοί τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης και οι κοινότητες, όταν ασκούν τις νομοθετικές τις αρμοδιότητες, μεριμνούν για την εφαρμογή των κανόνων της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν το επίπεδο τους και έχουν ενσωματωθεί στη βουλγαρική νομοθεσία, στο μέτρο που οι κανόνες αυτοί εμπίπτουν στο φάσμα των αρμοδιοτήτων τους· αυτό ισχύει οπωσδήποτε για τις κοινοτικές νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν, εκτός άλλων, για τις δημόσιες συμβάσεις, καθώς και για το περιβάλλον, τον ανταγωνισμό και τον κοινωνικό τομέα·

2.10

ανησυχεί για το γεγονός ότι το πρόβλημα της ένταξης του πληθυσμού των Ρομ παραμένει ανοιχτό και ότι οι δήμοι φέρουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την μακροπρόθεσμη επίλυσή του και καλεί τις τοπικές και περιφερειακές αρχές να προσφέρουν, με βάση την αρχή της ισότητας ευκαιριών, θέσεις εργασίας σε αυτό το τμήμα του πληθυσμού· αποφεύγοντας στο πλαίσιο αυτών των δομών την άσκηση παράπλευρων διακρίσεων (οι Ρομ στηρίζουν Ρομ)·

2.11

επισημαίνει ότι, προκειμένου να επισπευσθεί η ένταξη των Ρομ, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν τα μέσα που διαθέτει η τοπική αυτοδιοίκηση, ενώ θα πρέπει να ενθαρρύνονται μέτρα για την ανάληψη πραγματικά ίδιας ευθύνης στους κόλπους αυτών των κοινοτήτων σε τομείς όπως η ασφάλεια, ο κοινωνικός τομέας και άλλα·

2.12

επιμένει ότι θα πρέπει να εκπονηθούν και να υλοποιηθούν μακροπρόθεσμα προγράμματα για την εξάλειψη χωριστών οικισμών (γκέτο). Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να διατεθούν οικόπεδα στα οποία να κατασκευαστούν με όρους της εταιρικής σχέσης δημόσιου — ιδιωτικού τομέα καθώς και με την συμμετοχή του πληθυσμού των Ρομ κατάλληλες κατοικίες για τον πληθυσμό αυτό και συνιστά μια εντονότερη δέσμευση της ΕΕ προς αυτή την κατεύθυνση·

2.13

επισημαίνει ότι διαπιστώνεται ένα σημαντικό έλλειμμα όσον αφορά την κοινωνική ένταξη ατόμων με διανοητική αναπηρία και καλεί τις τοπικές αρχές να ασχοληθούν με το πρόβλημα αυτό και να αναζητήσουν κατάλληλες λύσεις στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους·

2.14

επισημαίνει ότι, εάν ληφθεί υπόψη το φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα που έχει υιοθετήσει η Βουλγαρία για την υποβολή του εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου, θα πρέπει να ανατεθεί στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ιδιαίτερη ευθύνη όσον αφορά την κατάρτιση κατάλληλων τοπικών και περιφερειακών αναπτυξιακών σχεδίων· αυτό θα συμβάλει αφενός στη χάραξη κατάλληλου εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου και, αφετέρου, θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ισότιμη και δίκαιη συμμετοχή των κοινοτήτων και των περιφερειών στην εφαρμογή των διαρθρωτικών ταμείων·

2.15

επισημαίνει επίσης ότι, στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην εφαρμογή της αποκαλούμενης αρχής της εταιρικής σχέσης, δηλαδή στην μεγαλύτερη συμμετοχή των περιφερειακών, κοινωνικών, και μη κρατικών φορέων που συμμετέχουν στη διαδικασία αυτή·

2.16

συνιστά να διατεθεί χρηματοδότηση από τους προενταξιακούς πόρους για την ανάπτυξη διοικητικών διαρθρώσεων και ικανοτήτων και κρίνει ότι, κατά τη διάθεση της χρηματοδότησης αυτής, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές κατά την υλοποίηση των προγραμμάτων των διαρθρωτικών ταμείων και άλλων πρωτοβουλιών που σχετίζονται με την περιφερειακή ανάπτυξη·

2.17

υπογραμμίζει ότι με την ανταλλαγή εμπειριών που προωθείται με τις υφιστάμενες συμφωνίες εταιρικής σχέσης που έχουν συναφθεί μεταξύ της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και των κρατών μελών δημιουργείται η βάση για την αποτελεσματική αξιοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων σε περιφερειακή κλίμακα·

2.18

διαπιστώνει περαιτέρω ότι οι υφιστάμενες, άμεσες συμφωνίες εταιρικής σχέσης μεταξύ μεμονωμένων περιφερειών των σημερινών κρατών μελών και περιφερειών της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας αποτελούν μια μορφή ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών, αλλά και άμεσης συνεργασίας ή προσφοράς προσωπικής και υλικής βοήθειας προς όφελος των οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, και ότι γι' αυτό θα πρέπει να ενισχυθούν οι συμφωνίες αυτές και να αξιοποιηθούν για την υλοποίηση των συστάσεων που έχουν υποβληθεί·

2.19

επισημαίνει ότι η συνέχεια της αποτελεσματικής καταπολέμησης της διαφθοράς συνιστά βασική προϋπόθεση για την αύξηση της αξιοπιστίας των τοπικών και περιφερειακών αρχών, τόσο έναντι του ίδιου του πληθυσμού τους όσο και έναντι των ευρωπαϊκών τους εταίρων, των επενδυτών και των επιχειρήσεων·

2.20

συνιστά, εν όψει των αυξανόμενων πληροφοριών σχετικά με δικαστικές έρευνες που διεξάγονται σε βάρος πολιτικών τοπικού ή περιφερειακού επιπέδου, να εφαρμοστούν εντατικά μέτρα για την εξάλειψη των αιτιών της διαφθοράς, στα οποία να συμπεριλαμβάνονται και μέτρα για τη βελτίωση της διαχείρισης και του ελέγχου των οικονομικών, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο διαχωρισμός αυτών των δύο τομέων έχει καθοριστική σημασία, αλλά δεν αποτελεί τη μοναδική λύση.

Βρυξέλλες 6 Ιουλίου 2005

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  ΕΕ αριθ. C 128 της 29.5.2003, σελ. 53.

(2)  ΕΕ αριθ. C 128 της 29.5.2003, σελ. 56.


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/23


Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα το «Σχέδιο κοινοτικών κατευθύνσεων για τη χρηματοδότηση των αερολιμένων και τις κρατικές ενισχύσεις έναρξης λειτουργίας αεροπορικών εταιρειών με σημείο αναχώρησης περιφερειακούς αερολιμένες»

(2006/C 31/06)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του Προεδρείου της, της 22ας Φεβρουαρίου 2005, σύμφωνα με το άρθρο 265, παράγραφος 5, της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να καταρτίσει γνωμοδότηση για το θέμα και να αναθέσει στην επιτροπή «Πολιτική εδαφικής συνοχής» τις προπαρασκευαστικές εργασίες,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη χρηματοδότηση των αερολιμένων και τις κρατικές ενισχύσεις έναρξης λειτουργίας αεροπορικών εταιρειών με σημείο αναχώρησης περιφερειακούς αερολιμένες,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότηση της ΕΤΠ της 2ας Ιουλίου 2003 σχετικά με την «Χωρητικότητα των περιφερειακών αεροδρομίων» (CdR 393/2002 τελικό) (1),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής «Βελτίωση της νομοθεσίας 2002» και την Ανακοίνωση της Επιτροπής «Ενημέρωση και απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου» (CdR 62/2003 τελικό) (2),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της με θέμα «Οι αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους και η εδαφική ανάπτυξη» (CdR 63/2004 τελικό) (3),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησης (CdR 76/2005) που υιοθετήθηκε στις 29 Απριλίου 2005 από την επιτροπή «Πολιτική εδαφικής συνοχής» (εισηγητής: ο κ. Gordon Keymer CBE, Πρόεδρος του επαρχιακού συμβουλίου του Tandridge UK/PPE),

Εκτιμώντας ότι:

1)

η συνεχιζόμενη δυναμικότητα των περιφερειακών αερολιμένων έχει σαφή και σημαντικό αντίκτυπο στην περιφερειακή ανάπτυξη και την εδαφική συνοχή: καθότι διευκολύνει τη διασύνδεση των περιφερειών, ενθαρρύνει την κινητικότητα των πολιτών, προωθεί την οικονομική ανάπτυξη και την ανάπτυξη της απασχόλησης, προάγει τον τουρισμό, και συμβάλλει στην αναζωογόνηση των απόκεντρων και ιδίως των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών,

2)

επικροτείται η προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αντιμετωπίσει το τρέχον πρόβλημα της αβεβαιότητας και της σύγχυσης που επικρατεί σχετικά με το ζήτημα των κρατικών ενισχύσεων στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών,

3)

οι εν λόγω κατευθύνσεις θα έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ικανότητα των δημόσιων αρχών να χορηγούν ενισχύσεις στους περιφερειακούς αερολιμένες έχοντας ως στόχο την προώθηση της εδαφικής συνοχής της ΕΕ. Δεδομένης της καθοριστικής σημασίας της πτυχής αυτής και του ότι οι «κατευθύνσεις» φαίνεται να λειτουργούν ως επίσημος κανονισμός, κρίνεται αναγκαία η διαβούλευση με το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο,

4)

στην υπόθεση Ryanair/Charleroi η νομική πρόκληση συνεχίζεται και ανακύπτει ο προβληματισμός ότι η έκβαση της ανωτέρω υπόθεσης μπορεί να αντιβαίνει στις κοινοτικές κατευθύνσεις επιφέροντας περαιτέρω σύγχυση και έλλειψη σαφήνειας. Δεν είναι σαφές εάν η Επιτροπή επιζητεί τον περιορισμό των κρατικών ενισχύσεων ή απλώς την ενίσχυση της διαφάνειας κατά τη χορήγησή τους. Η εφαρμογή του άρθρου 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 659/1999 δεν κρίνεται ενδεδειγμένη για την εφαρμογή των προαναφερόμενων κατευθύνσεων και η Επιτροπή οφείλει να αιτιολογήσει και να στοιχειοθετήσει τη χρήση του στην παρούσα υπόθεση βάσει προηγούμενων υποθέσεων όπου εφαρμόστηκε,

5)

στις κατευθύνσεις υπάρχει μια μόνο αναφορά στην αρχή του επενδυτή επιχειρηματικού κεφαλαίου (Market Economy Investor Principle). Σκοπός της αρχής αυτής είναι η αξιολόγηση των δραστηριοτήτων των δημοσίων αρχών έναντι της ενδεχόμενης απόφασης βάσει της οποίας αυτές θα είχαν αναληφθεί από έναν «ορθολογικό» ιδιώτη επενδυτή. Συνεπώς, μόνον η κρατική χρηματοδότηση που υπερβαίνει το ποσό που ενδεχομένως θα είχε επενδύσει ένας ιδιώτης επενδυτής μπορεί να χαρακτηριστεί ως κρατική ενίσχυση, αλλά ακόμη και σ' αυτή την περίπτωση οι υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας μπορούν να δικαιολογήσουν αυτήν την πρόσθετη επένδυση (π.χ., σύνδεση ενός νησιού με την ηπειρωτική χώρα, ακόμη και εάν η συγκεκριμένη διαδρομή λειτουργεί με ζημία),

6)

ο χρονικός ορίζοντας για τις ενισχύσεις έναρξης νέων γραμμών καθορίζεται στα 3 έτη ή 5 έτη στην περίπτωση μικρών ή απομακρυσμένων αερολιμένων. Αυτό δεν αιτιολογείται στις κατευθύνσεις και η διάρκειά του είναι μικρότερη από τη πλειονότητα των επιχειρηματικών σχεδίων και περιφερειακών σχεδίων οικονομικής ανάπτυξης. Ωστόσο, κανένας φορέας δεν είναι διατεθειμένος να στηρίξει την χορήγηση επιδοτήσεων για απεριόριστο χρόνο. Ένας εύλογος συμβιβασμός αποτελεί η εφαρμογή αυτόματης επανεξέτασης. Ομοίως, ο καθορισμός της μέγιστης έντασης των κρατικών ενισχύσεων στο 50 % αποδεικνύεται αυθαίρετη ως ένα βαθμό και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να δικαιολογούνται υψηλότερα επίπεδα,

7)

το σχέδιο κατευθύνσεων παρέχει το δικαίωμα στην πρώτη νεοεισερχόμενη εταιρεία σε δρομολόγιο προς νέο προορισμό να αποκλείσει οποιουσδήποτε δυνητικούς ανταγωνιστές στο συγκεκριμένο δρομολόγιο για πέντε χρόνια, ανεξαρτήτως εάν οι επόμενες εταιρείες μπορούν να παράσχουν καλύτερες, σε συχνότερη βάση ή χαμηλότερου κόστους υπηρεσίες,

8)

η απαγόρευση χορήγησης κρατικών ενισχύσεων για νέα δρομολόγια όπου υφίσταται παρεμφερές δρομολόγιο από άλλο αερολιμένα εντός της ίδιας «ζώνης οικονομικής επιρροής» ή πληθυσμού φαίνεται να εξυπηρετεί την προστασία των υφιστάμενων αερομεταφορέων και αερολιμένων (ιδιαίτερα τους εθνικούς αερομεταφορείς και τους μεγάλους κεντρικούς αερολιμένες) από τον ανταγωνισμό των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους που παρέχουν τις υπηρεσίες τους από μικρότερους αερολιμένες εντός της περιοχής,

9)

οι μικροί αερολιμένες διαθέτουν περιορισμένη διοικητική ικανότητα. Η επιβολή του πλήρους φάσματος των κοινοτικών διαδικασιών κοινοποίησης σ' αυτούς τους αερολιμένες θα επιφέρει υπέρμετρη γραφειοκρατική επιβάρυνση στον αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά. Πρέπει ενδεχομένως να είναι δυνατή η εφαρμογή της αρχής de minimis (περί ελαχίστων), σύμφωνα με την οποία ενίσχυση που δεν υπερβαίνει ένα συγκεκριμένη ποσό, ή δρομολόγια που λειτουργούν κάτω από ένα συγκεκριμένο κατώφλι όγκου διακίνησης δεν χρήζουν κοινοποίησης. Υπάρχουν ορισμένα καθεστώτα περιφερειακής ενίσχυσης (π.χ., Σκοτία) στο πλαίσιο των οποίων μπορεί να υποβληθεί ενιαία κοινοποίηση για λογαριασμό όλων των αερολιμένων που εντάσσονται στο συγκεκριμένο καθεστώς,

10)

συνοψίζοντας, αυτές οι κατευθύνσεις πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ευέλικτες και να μπορούν να εφαρμόζονται στις κρατικές ενισχύσεις κατά περίπτωση εφόσον οι περιφερειακοί αερολιμένες και οι περιφερειακές αεροπορικές εταιρείες συμβάλλουν στη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής και συνεκτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποδεσμευμένης από υπέρμετρη γραφειοκρατία,

11)

οι εν λόγω προσανατολισμοί δεν συνιστούν παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας, μολονότι εκφράζονται ορισμένοι προβληματισμοί ότι από ορισμένες απόψεις περιορίζεται η ελευθερία των τοπικών και περιφερειακών αρχών όσον αφορά την προώθηση των περιφερειακών αερολιμένων·

υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση κατά την 60ή σύνοδο ολομέλειας της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 7ης Ιουλίου 2005):

Οι συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.

ζητά από την Επιτροπή να διαβουλευθεί με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από τη λήψη απόφασης και να διενεργήσει αξιολόγηση του αντίκτυπου,

2.

συνιστά στην Επιτροπή την αναστολή της κατάρτισης των προσανατολισμών της εν αναμονή της έκβασης της έφεσης στη υπόθεση Ryanair/Charleroi στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την αποτροπή ενδεχόμενης ασυμβατότητας μεταξύ των νέων κατευθύνσεων και της αναμενόμενης δικαστικής απόφασης· προτείνει την αναθεώρηση των κατευθύνσεων δύο χρόνια μετά την έναρξη ισχύος τους,

3.

υποστηρίζει ότι μόνον οι ενισχύσεις που χορηγούνται από δημόσια αρχή (βάσει της αρχής του «single till», δηλ. του ενιαίου υπολογισμού του συνόλου των αεροπορικών εσόδων και των εκείνων που προέρχονται από εμπορικές δραστηριότητες) και υπερβαίνουν το όριο των αντίστοιχων ενισχύσεων που θα χορηγούσε ένας ιδιώτης επενδυτής πρέπει να θεωρούνται ως μη επιτρεπόμενες κρατικές ενισχύσεις (αρχή επενδυτή επιχειρηματικού κεφαλαίου)· ομοίως, προτείνει να δοθεί η δυνατότητα στους δημόσιους αερολιμένες να υφίστανται ζημίες τα πρώτα έτη λειτουργίας τους κατά τον ίδιο τρόπο όπως και οι ιδιωτικοί αερολιμένες,

4.

προτείνει την εφαρμογή αυτόματης επανεξέτασης των κρατικών ενισχύσεων για νέα δρομολόγια μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 3/5 ετών, με τη δυνατότητα χορήγησης παράτασης (εκ νέου χρονικά περιορισμένης) και ακόμη περαιτέρω παρατάσεων, πάντοτε στη βάση της κατά περίπτωση εξέτασης,

5.

απορρίπτει την πρόταση σχετικά με το δικαίωμα της πρώτης νεοεισερχόμενης εταιρείας σε δρομολόγιο προς νέο προορισμό να «παγώνει» ουσιαστικά το συγκεκριμένο δρομολόγιο αποκλείοντας τη συμμετοχή δυνητικών ανταγωνιστών για χρονικό διάστημα έως και πέντε έτη,

6.

τάσσεται κατά της απαγόρευσης χορήγησης κρατικών ενισχύσεων για νέες γραμμές όπου υφίσταται παρεμφερές δρομολόγιο από άλλο αερολιμένα (π.χ., μεγάλο κεντρικό αερολιμένα) εντός της ίδιας «ζώνης οικονομικής επιρροής»· συνιστά την αποσαφήνιση του έννοιας «ζώνη οικονομικής επιρροής»,

7.

προτείνει την εξαίρεση των αερολιμένων κατηγορίας Γ και Δ από τις απαιτήσεις κοινοποίησης εφόσον εξαιρεθούν μόνο οι αερολιμένες της κατηγορίας Δ, τότε σ' αυτή πρέπει να συμπεριληφθούν αερολιμένες με ετήσια διακίνηση έως 2 εκατομμύρια επιβάτες,

8.

συνιστά τη γενική εφαρμογή των αρχών de minimis και της «σιωπηρής έγκρισης» στο σύνολο των κατευθύνσεων, περιλαμβάνοντας την πρακτική της ενιαίας κοινοποίησης για καθεστώτα περιφερειακής ενίσχυσης που καλύπτουν περισσότερους αερολιμένες.

Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2005

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  ΕΕ αριθ. C 121 της 30.4.2004, σ. 15

(2)  ΕΕ αριθ. C 73 της 23.3.2004, σ. 38

(3)  ΕΕ αριθ. C 318 της 22.12.2004, σ. 7


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/25


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

(2006/C 31/07)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ,

Έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Απριλίου 2005 να ζητήσει τη γνωμοδότησή της για την «Αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα», σύμφωνα με το άρθρο 265 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·

Έχοντας υπόψη την απόφαση του Προέδρου της της 19ης Μαΐου 2005 να αναθέσει την κατάρτιση της σχετικής γνωμοδότησης στην επιτροπή «Πολιτική εδαφικής συνοχής»·

Έχοντας υπόψη το ανεπίσημο έγγραφο διαβούλευσης της ΓΔ «Ανταγωνισμός» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών για τις περιφερειακές ενισχύσεις·

Έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής «Τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή» (COM(2004) 107 τελικό)·

Έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής (COM(2004) 492 τελικό — 2004/0163 (AVC)) και τις άλλες προτάσεις κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ταμείο Συνοχής (COM(2004) 494 τελικό — 2004/0166 (AVC)) και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) (COM(2004) 495 τελικό — 2004/0167 (COD))·

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότησή της με θέμα «Τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή» (CdR 120/2004 τελικό) (1)·

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότησή της με θέμα «Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος — Προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013» (CdR 162/2004 fin)·

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της Βαρκελώνης και του Γκέτεμποργκ, στα οποία τα κράτη μέλη συμφώνησαν επί ενός συμβιβασμού σχετικά με τη μείωση του επιπέδου των κρατικών ενισχύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον αναπροσανατολισμό τους προς θέματα κοινού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής·

Έχοντας υπόψη το σχέδιο γνωμοδότησής της (CdR 77/2005 rev. 1), που υιοθετήθηκε από την επιτροπή «Πολιτική εδαφικής συνοχής» στις 29 Απριλίου 2005 (εισηγητής: ο κ. Vicente Alvarez Areces, Πρόεδρος του Πριγκιπάτου των Αστουριών (ES/PES))·

Εκτιμώντας ότι:

1)

το άρθρο 158 της Συνθήκης ΕΚ ορίζει τον στόχο της συνοχής ως εξής: «Η Κοινότητα, προκειμένου να προαχθεί η αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της, αναπτύσσει και εξακολουθεί τη δράση της με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής της συνοχής». Το άρθρο III-220 της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης προσθέτει στον στόχο αυτό και την εδαφική διάσταση·

2)

μολονότι, κατά τη Συνθήκη ΕΚ, οι κρατικές ενισχύσεις νοθεύουν γενικά τον ανταγωνισμό (2), οι περιφερειακές ενισχύσεις δικαιολογούνται στην περίπτωση ορισμένων περιοχών, όταν ο συγκεκριμένος στόχος τους είναι η ανάπτυξη των περιοχών αυτών (3)·

3)

η ύπαρξη ενός ρυθμιστικού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα μπορεί να συμβάλει θετικά στην ανακατανομή των εισοδημάτων και του πλούτου στο εσωτερικό της ΕΕ στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού οικονομικού και κοινωνικού σχεδίου και, επομένως, στη δημιουργία στερεότερης βάσης για τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη·

4)

οι περιφερειακές ενισχύσεις είναι ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή της τοποθεσίας των επενδύσεων και το φαινόμενο της μετεγκατάστασης αρχίζει να παρατηρείται τόσο στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά όσο και παγκοσμίως· η στήριξη από τις δημόσιες αρχές μέσω των κρατικών ενισχύσεων θα πρέπει να εξεταστεί από διπλή οπτική: σε ευρωπαϊκό πλαίσιο και σε συνάρτηση με το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης·

5)

οι περιφερειακές ενισχύσεις μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμο μέσο για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας, καθώς συμβάλλουν στην ισόρροπη ανάπτυξη της βιομηχανικής πολιτικής σε όλη την επικράτεια της ΕΕ και στην επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης με τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων απασχόλησης·

υιοθέτησε, κατά την 60ή σύνοδο ολομέλειάς της, της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 7ης Ιουλίου), την ακόλουθη γνωμοδότηση.

I.   Οι απόψεις της Επιτροπής των Περιφερειών

1.   Γενικές παρατηρήσεις

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.1

πιστεύει ότι οι κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα είναι ένα μέσο που μπορεί να χρησιμοποιείται από τις δημόσιες αρχές στο πλαίσιο της συμμόρφωσης με τους στόχους της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής που προβλέπονται στο άρθρο 158 της Συνθήκης ΕΚ, για την ανάπτυξη της οικονομικής και βιομηχανικής πολιτικής τους. Αυτή η δυνατότητα που έχει αναγνωριστεί στις δημόσιες αρχές θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συντονισμού, ώστε να αποφευχθεί η αύξηση των ανισορροπιών μεταξύ των χωρών και των περιφερειών·

1.2

θεωρεί ότι οι καλύτερα στοχοθετημένες κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να έχουν τρεις σαφείς στόχους:

α)

να αντισταθμίζουν τις ανεπάρκειες της αγοράς, χωρίς να στρεβλώνουν ταυτόχρονα τον ανταγωνισμό,

β)

να συμβάλλουν στη μείωση των ανισορροπιών μεταξύ των περιοχών,

γ)

να προάγουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και των περιοχών.

Ενώ οι περιφερειακές ενισχύσεις έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές για τον πρώτο και τον δεύτερο από τους ανωτέρω στόχους, όπως προκύπτει από τις μελέτες που διαθέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για τον τρίτο στόχο ενδέχεται να απαιτείται πιο επιλεκτική βοήθεια όπως οριζόντιες ενισχύσεις (Ε&Α, περιβάλλον, κατάρτιση, απασχόληση, ΜΜΕ κλπ.). Ωστόσο, όλα αυτά τα είδη ενισχύσεων θα πρέπει να συντονίζονται όσον αφορά τους στόχους και τη λειτουργία τους και να προσανατολίζονται προς την επίτευξη των στόχων της συνοχής σε όλη την επικράτεια της ΕΕ·

1.3

πιστεύει ότι το σύνολο των ενισχύσεων που χορηγούνται σε συγκεκριμένη περιοχή θα πρέπει να εντάσσεται σε στρατηγικά σχέδια περιφερειακής ανάπτυξης, με προτεραιότητα στα έργα που προάγουν σαφώς την περιφερειακή ανάπτυξη. Οι ενισχύσεις αυτές, μαζί με άλλους οικονομικούς και επιχειρηματικούς παράγοντες, επηρεάζουν την επιλογή του τόπου εγκατάστασης των επιχειρήσεων και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της περιφέρειας·

1.4

είναι της γνώμης ότι η πολιτική συνοχής έχει αποφέρει θετικά αποτελέσματα τα τελευταία χρόνια και ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, μαζί με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολυτομεακές ενισχύσεις για μεγάλα επενδυτικά σχέδια, έχουν βοηθήσει στην επίτευξη των στόχων της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής. Επομένως, ο ρόλος της παρακολούθησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των ενισχύσεων που χορηγούν οι κρατικές αρχές είναι πολύ σημαντικός όσον αφορά τις λιγότερο εύπορες περιφέρειες·

1.5

θεωρεί ότι, για να επιτευχθεί ισόρροπη ανάπτυξη μεταξύ των διάφορων περιοχών της ΕΕ, πρέπει να σημειωθεί ότι οι ευρωπαϊκές περιφέρειες μπορούν να χωριστούν σε δύο ομάδες, ανάλογα με τα δύο σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν:

περιφέρειες που έχουν ιδιαίτερες δυσκολίες να επιτύχουν οικονομική ανάπτυξη και τον στόχο της σύγκλισης σε ευρωπαϊκή κλίμακα,

περιφέρειες με υψηλότερο εισόδημα και πλούτο από τις προηγούμενες, οι οποίες πρέπει να αυξήσουν την ανταγωνιστική τους ικανότητα σε σχέση με πιο ανταγωνιστικές περιφέρειες της Ευρώπης και σε παγκόσμιο επίπεδο.

α)   Αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων κατά τα τελευταία χρόνια

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.6

παρατηρεί ότι τα τελευταία χρόνια, όπως προκύπτει από διάφορες μελέτες, ο όγκος των ενισχύσεων τείνει να μειωθεί στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες, ενώ οι πιο ανταγωνιστικές περιφέρειες αυξάνουν τη στήριξη στις επιχειρήσεις τους, μέσω της ανάπτυξης διάφορων καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων βάσει των διάφορων παρεκκλίσεων που προβλέπει η Συνθήκη ΕΚ. Η κατάσταση αυτή έχει ανεπιθύμητες συνέπειες, όπως η σημαντική μείωση της αποτελεσματικότητας των περιφερειακών ενισχύσεων και η αύξηση του συνολικού όγκου των δημόσιων δαπανών για κρατικές ενισχύσεις σε κοινοτικό επίπεδο.

β)   Κανόνες

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.7

υποστηρίζει τις γενικές αρχές που υιοθέτησε η Επιτροπή στη μεταρρύθμιση των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα και συγκεκριμένα:

την επικέντρωση στις φτωχότερες περιφέρειες (της EΕ-25),

την ανταγωνιστικότητα όλων των περιφερειών σύμφωνα με την αναζωογονημένη στρατηγική της Λισαβόνας,

τη συνέχεια, με ομαλή μετάβαση από το ισχύον στο νέο σύστημα.

Επιθυμεί, όμως, να προσθέσει άλλη μία αρχή και συγκεκριμένα:

τη συμπληρωματικότητα με τα μελλοντικά προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων·

1.8

πιστεύει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τις περιφερειακές ενισχύσεις παρέχουν ένα πλαίσιο κανόνων για τον συντονισμό των άλλων κανόνων για τις οριζόντιες και τις τομεακές ενισχύσεις και χρησιμεύουν ως σημείο αναφοράς για την αντιμετώπιση διαφόρων ζητημάτων που ανακύπτουν συχνά κατά την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Θα πρέπει να διενεργηθεί αναθεώρηση και των άλλων μέσων κρατικής ενίσχυσης, με γνώμονα τη συμβολή στην επίτευξη του στόχου της συνοχής και στη μείωση του συνολικού επιπέδου των κρατικών ενισχύσεων σε κοινοτική κλίμακα, όπως ζητείται στα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της Στοκχόλμης και της Βαρκελώνης·

1.9

θεωρεί ότι η πρόταση της Επιτροπής να συμπεριληφθούν οι νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα σε έναν κανονισμό σχετικά με την απαλλαγή από την κοινοποίηση θα μπορούσε να συμβάλει στην επιθυμητή αποσαφήνιση και απλούστευση των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Ωστόσο, συνιστά να διατυπωθούν με σαφήνεια στους νέους κανόνες τα κριτήρια, οι απαιτήσεις και τα όρια για τις επιλέξιμες για χρηματοδότηση επενδύσεις,

1.10

πιστεύει ότι η πρόταση να ενσωματωθούν οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ σχετικά με τις πολυτομεακές ενισχύσεις για μεγάλα επενδυτικά σχέδια στις κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα θα μπορούσε να συμβάλει στην απλούστευση των εφαρμοστέων κανόνων.

γ)   Τα νέα όρια που προβλέπονται στην πρόταση της Επιτροπής

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.11

εφιστά την προσοχή στην πρόταση της Επιτροπής για τα ανώτατα όρια των ενισχύσεων, βάσει της δέσμευσης που ανέλαβαν τα κράτη μέλη στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια της Στοκχόλμης και της Βαρκελώνης· πιστεύει, ωστόσο, ότι η πρόταση για γενική μείωση των ανώτατων ορίων, που περιλαμβάνεται στα συμβουλευτικά έγγραφα της Επιτροπής, ενδέχεται να μην είναι συμβατή — ιδίως σε ορισμένες περιφέρειες — με τους φιλόδοξους στόχους της στρατηγικής της Λισαβόνας και τις προσπάθειες που απαιτούνται για τη συνοχή, λόγω των συνεπειών της διεύρυνσης· θεωρεί ότι ο στόχος της μείωσης του συνολικού επιπέδου των ενισχύσεων θα μπορούσε να υλοποιηθεί κατά τρόπο που να συνάδει περισσότερο με το ευρωπαϊκό πολιτικό σχέδιο, μέσω του αναπροσανατολισμού των ενισχύσεων προς πιο επιλεκτικά οριζόντια κριτήρια, σύμφωνα με τις επιταγές των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων·

1.12

πιστεύει ότι η μείωση των ανώτατων ορίων των ενισχύσεων θα πρέπει να είναι βαθμιαία και να λαμβάνει υπόψη διάφορα κριτήρια που επηρεάζουν την περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη·

1.13

θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να επεξεργαστεί μεταβατικά μέτρα για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, τα οποία να συνάδουν με τη νέα οικονομική κατάσταση των περιφερειών και τους νέους στόχους της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη συνοχή. Θα υπάρξει, έτσι, προοδευτική μείωση των ενισχύσεων στις περιφέρειες που βρίσκονται σε στάδιο μετάβασης από το ένα καθεστώς στο άλλο, η οποία θα τις βοηθήσει να αντιμετωπίσουν την απώλεια του δικαιώματος να χρησιμοποιούν τις κρατικές ενισχύσεις ως μέσο πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης·

1.14

θεωρεί ότι η οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή σε ολόκληρη την ΕΕ μπορεί να επιτευχθεί μόνο με διαφοροποιημένη αντιμετώπιση των διαφόρων καταστάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, οι περιφερειακές ενισχύσεις θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αντιστάθμιση των δυσμενών καταστάσεων που υφίστανται ορισμένες περιοχές της Ευρώπης·

Δείκτες:

1.15

τονίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατηρεί την κατάταξη των περιφερειών του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΕΚ, η οποία βασίζεται στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, ως μέθοδο εναρμόνισης των κριτηρίων και των χαρτών με τα κριτήρια κατανομής των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων·

1.16

πιστεύει ότι οι μη ενισχυόμενες περιφέρειες θα πρέπει να καταταχθούν ανάλογα με την ανταγωνιστικότητά τους. Για να προσδιοριστεί το επίπεδό τους από άποψη ανταγωνιστικότητας, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και άλλοι δείκτες, διαφορετικοί του παραδοσιακού ΑΕγχΠ. Διερωτάται μήπως η χρήση του περιφερειακού ποσοστού απασχόλησης ως δείκτη αναφοράς συνάδει περισσότερο με τη διατύπωση του άρθρου 87 της ΣΕΚ και με τους στόχους της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη συνοχή. Υπενθυμίζεται σχετικά ότι ο δείκτης που έχει τεθεί ως στόχος στις συμφωνίες της Λισσαβόνας είναι το ποσοστό απασχόλησης· Ωστόσο, η Επιτροπή θα μπορούσε να εξετάσει ως ενδεχόμενο τη χρήση άλλων δεικτών, όπως το ποσοστό ανεργίας, η γήρανση του πληθυσμού ή οι δυνατότητες Ε&Α·

Καθαρές/ακαθάριστες επιχορηγήσεις:

1.17

θεωρεί ότι η πρόταση της Επιτροπής να βασίζονται τα μέγιστα ποσοστά των ενισχύσεων στις ακαθάριστες επιχορηγήσεις — αντίθετα με την προηγούμενη περίοδο, κατά την οποία λαμβάνονταν υπόψη τα διαφορετικά συστήματα φορολόγησης μέσω του τύπου του Καθαρού Ισοδύναμου Επιχορήγησης (ΚΙΕ)– αντί να μειώσει τον συνολικό όγκο των ενισχύσεων, όπως αναφέρει η Επιτροπή, θα αυξήσει τις διαφορές μεταξύ των ενισχύσεων που μπορούν να λαμβάνουν οι επιχειρήσεις, όχι με βάση τα κριτήρια της συνοχής, αλλά τα φορολογικά συστήματα στις διάφορες χώρες. Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι φορολογικές επιβαρύνσεις ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των 25 κρατών μελών της Ένωσης. Ωστόσο, η Επιτροπή θα μπορούσε να εξετάσει ως ενδεχόμενο τη χρήση άλλων δεικτών, όπως το ποσοστό ανεργίας, η γήρανση του πληθυσμού ή οι δυνατότητες Ε&Α·

1.18

θεωρεί ότι η απλούστευση δεν αποτελεί από μόνη της επαρκή δικαιολογία για την κατάργηση του υπολογισμού του ΚΙΕ. Ο υπολογισμός αυτός γίνεται με την εφαρμογή ενός τύπου, ο οποίος χρησιμοποιείται συχνά κατά την τρέχουσα περίοδο προγραμματισμού και δεν περιπλέκει ιδιαίτερα τη διαχείριση των ενισχύσεων. Επιπλέον, ο τύπος ΚΙΕ θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του πραγματικού αντικτύπου των κρατικών ενισχύσεων στην περιφερειακή ανάπτυξη.

2.   Περιοχές που δύνανται να καλύπτονται από την εξαίρεση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΕΚ

Η Επιτροπή των Περιφερειών

2.1

παρατηρεί ότι η Επιτροπή προτείνει τη μείωση των ανώτατων ορίων των ενισχύσεων και τη διαφοροποίησή τους βάσει τριών κατηγοριών κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ, με πριμοδοτήσεις για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις· προτείνει να αναθεωρηθεί αυτή η διάταξη, ούτως ώστε η συνολική μείωση των κρατικών ενισχύσεων να επιτευχθεί περισσότερο με τον προσανατολισμό των ενισχύσεων προς πιο επιλεκτικά οριζόντια κριτήρια που θα σχετίζονται με τη συνοχή παρά με τη μείωση των ανώτατων ορίων τους·

2.2

προτείνει να ληφθούν ιδιαιτέρως υπόψη οι διάφορες αυτές καταστάσεις που χρήζουν ειδικής προσοχής

2.3

συγχαίρει την Επιτροπή για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνταγματικής Συνθήκης (συμπερίληψή τους στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α))·

2.4

παρατηρεί, εντούτοις, ότι η Επιτροπή δεν έλαβε ιδιαιτέρως υπόψη την κατάσταση ορισμένων περιφερειών, όπως οι νησιωτικές, οι ορεινές, οι αραιοκατοικημένες, οι αγροτικές ή οι παραμεθόριες περιφέρειες ή ακόμη εκείνες που πλήττονται από βιομηχανικές μεταλλαγές, των οποίων η ανάπτυξη δυσχεραίνεται από τις διαρθρωτικές τους συνθήκες·

2.5

επισημαίνει ότι οι περιφέρειες που πλήττονται από τις στατιστικές επιπτώσεις της διεύρυνσης πρέπει να υπαχθούν στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) για όλη τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού (4)· υπενθυμίζει ότι ο στόχος «Σύγκλιση» της νέας πολιτικής της Επιτροπής για τη συνοχή αφορά τα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη και περιφέρειες, μεταξύ των οποίων και τις περιφέρειες που επηρεάζονται από τις στατιστικές επιπτώσεις της διεύρυνσης·

2.6

πιστεύει ότι πρέπει να καταργηθεί το όριο του 75 % του κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ, όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις, για τις περιφέρειες που πλήττονται από τις στατιστικές επιπτώσεις της διεύρυνσης, όπως γίνεται και στο άρθρο 5 του σχεδίου κανονισμού περί των γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία. Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα επιτευχθεί πλήρης σύμπτωση μεταξύ του στόχου της σύγκλισης, όπως παρουσιάζεται στις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής, και του χάρτη των ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα, στον οποίο οι περιφέρειες που πλήττονται από τη στατιστική επίπτωση θα διαφοροποιούνται από τις λοιπές περιφέρειες του στόχου της σύγκλισης μόνον από τη χαμηλότερη ένταση των ενισχύσεων που θα λαμβάνουν, κατ' αντιστοιχία προς τον μικρότερο όγκο πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία·

2.7

σε αντίθετη περίπτωση, οι περιφέρειες αυτές θα πλήττονταν διπλά, δεδομένου ότι οι συνέπειες της συμπερίληψής τους στις περιφέρειες του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) ή α) δεν περιορίζονται, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, μόνο στο ανώτατο ποσοστιαίο όριο της ενίσχυσης, όπως επισημαίνεται στο σημείο 2.12 κατωτέρω. Επιπλέον, η συμπερίληψη περιφερειών με καθεστώτα ενισχύσεων που υπάγονται σε διαφορετικές παραγράφους του άρθρου 87 της Συνθήκης θα προξενούσε επίσης προβλήματα προσαρμογής στον σχεδιασμό των μεθόδων παρέμβασης του στόχου «Σύγκλιση» των διαρθρωτικών ταμείων.

α)   Πριμοδοτήσεις για ορισμένες περιφέρειες:

Η Επιτροπή των Περιφερειών

2.8

πιστεύει ότι θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο χορήγησης πριμοδοτήσεων και σε άλλες περιφέρειες με φυσικά, γεωγραφικά και δημογραφικά μειονεκτήματα και συγκεκριμένα:

στις αγροτικές περιφέρειες,

στις περιφέρειες που πλήττονται από βιομηχανικές μεταλλαγές,

στις περιφέρειες που πάσχουν από σοβαρά ή μόνιμα φυσικά ή δημογραφικά μειονεκτήματα όπως:

οι υπερβόρειες και εξόχως αραιοκατοικημένες περιφέρειες,

οι νησιωτικές περιφέρειες,

οι παραμεθόριες περιφέρειες,

οι ορεινές περιφέρειες.

β)   Λειτουργικές ενισχύσεις:

Η Επιτροπή των Περιφερειών

2.9

επισημαίνει ότι οι τρέχουσες κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα αναφέρουν ότι «Σε ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις, οι ενισχύσεις αυτές μπορούν να αποδειχθούν ανεπαρκείς για την έναρξη μιας διαδικασίας περιφερειακής ανάπτυξης, όταν τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα που παρουσιάζει συγκεκριμένη περιοχή είναι ιδιαίτερα σοβαρά. Στις περιπτώσεις αυτές και μόνο, οι περιφερειακές ενισχύσεις δύνανται να συμπληρώνονται με ενισχύσεις λειτουργίας»  (5) ·

2.10

υπενθυμίζει ότι οι συνθήκες που πρέπει να αξιολογηθούν για να προσδιοριστεί αν τα διαρθρωτικά προβλήματα είναι «ιδιαίτερα σοβαρά» αναφέρονται στο άρθρο III-220 της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης·

2.11

παρατηρεί ότι η πρόταση για τις νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις περιφερειακές ενισχύσεις εξαιρεί τις εξόχως απόκεντρες και τις αραιοκατοικημένες περιφέρειες από τη γενική απαγόρευση των ενισχύσεων λειτουργίας. Εντούτοις, δεν αναφέρει άλλα σαφή διαρθρωτικά μειονεκτήματα όπως εκείνα που πλήττουν τις νησιωτικές, τις παραμεθόριες ή τις ορεινές περιφέρειες. Στην περίπτωση περιφερειών με μόνιμα μειονεκτήματα, θα ήταν σκόπιμο να μην τεθεί η απαίτηση να χορηγούνται οι λειτουργικές ενισχύσεις για περιορισμένο χρονικό διάστημα και να μειώνονται προοδευτικά.

γ)   Άλλες συνέπειες για τις περιφέρειες που δεν εμπίπτουν πλέον στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Η Επιτροπή των Περιφερειών

2.12

τονίζει ότι, με την κατάργηση της υπαγωγής των περιφερειών στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α), δεν θα μειωθούν μόνο τα ποσοστά των ενισχύσεων, αλλά θα απολεσθούν και οι ποσοστιαίες πριμοδοτήσεις σε διάφορα οριζόντια ή τομεακά πλαίσια και οι εξαιρέσεις από ορισμένες απαγορεύσεις ή όρια, όπως για τις ενισχύσεις λειτουργίας, για τις ενισχύσεις σε προβληματικές επιχειρήσεις, για τις ενισχύσεις ad hoc κλπ.

2.13

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει μήπως οι περιφέρειες με φυσικά, διαρθρωτικά ή δημογραφικά μειονεκτήματα που δεν υπάγονται πλέον στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την ευνοϊκότερη μεταχείριση των περιφερειών αυτών.

3.   Περιοχές που δύνανται να καλύπτονται από την εξαίρεση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΕΚ

Η Επιτροπή των Περιφερειών

3.1

επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να προσαρμόσει το ποσοστό του πληθυσμού που κατοικεί στις περιφέρειες που υπάγονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ), ούτως ώστε να περιληφθούν στο στοιχείο αυτό όλες εκείνες οι περιφέρειες που δεν καλύπτονται πλέον από το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α). Πιστεύει, εντούτοις, ότι οι περιφέρειες που πλήττονται από τις στατιστικές επιπτώσεις της διεύρυνσης πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να καλύπτονται αυτόματα από το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) και, κατά συνέπεια, δεν πρέπει να περιληφθούν σε αυτήν την κατηγορία·

3.2

επαναλαμβάνει την έκκληση που είχε διατυπώσει στη γνωμοδότησή της για την «Τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή», ότι «όλες οι περιφέρειες που επηρεάζονται από το φυσικό αποτέλεσμα» (οι περιφέρειες που δεν καλύπτονται πλέον από το άρθρο 87, παράγραφος 3, στοιχείο α) λόγω της οικονομικής τους ανάπτυξης)«πρέπει να περάσουν σταδιακά από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 §3 α) σε εκείνο του άρθρου 87 §3 γ) κατά την περίοδο στήριξης». Η μετάβαση αυτή θα πρέπει να έχει την ίδια διάρκεια και ένταση της ενίσχυσης με εκείνη που προβλέπεται για τις περιφέρειες που πλήττονται από τις στατιστικές επιπτώσεις της διεύρυνσης·

3.3

θεωρεί ότι μεταξύ των περιφερειών που εμπίπτουν στην εξαίρεση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) (οι περιφέρειες που χάνουν το καθεστώς του στοιχείου α)) πρέπει να εξεταστούν οι ακόλουθες ειδικές περιπτώσεις:

οι περιφέρειες που δεν εμπίπτουν πλέον στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) για οικονομικούς λόγους, μετά την παρέλευση της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο σημείο 3.2,

οι περιφέρειες οι οποίες, πέραν του ότι παύουν να εμπίπτουν στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α), είναι επίσης:

αραιοκατοικημένες,

νησιωτικές, παραμεθόριες ή ορεινές,

αγροτικές περιφέρειες ή περιφέρειες που υφίστανται βιομηχανικές μεταλλαγές·

3.4

θεωρεί ότι οι περιφέρειες αυτές πρέπει να επωφεληθούν από πριμοδοτήσεις που υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια των γενικών ενισχύσεων·

3.5

ζητεί, επίσης, να είναι προσωρινά επιλέξιμες για υπαγωγή στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) οι περιφέρειες που πλήττονται από σοβαρή οικονομική κρίση, ιδίως όταν πρόκειται για καταστάσεις που σχετίζονται με σημαντικά μέτρα αναδιάρθρωσης (όπως το κλείσιμο μιας μεγάλης επιχείρησης με τη συνακόλουθη απώλεια μεγάλου αριθμού θέσεων εργασίας)·

3.6

ζητεί να συμπεριληφθούν επίσης προσωρινά στο καθεστώς του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) οι περιφέρειες που πλήττονται από ορισμένα εκ των προαναφερόμενων μειονεκτημάτων με κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ χαμηλότερο του 100 % ή με ασυνήθιστα χαμηλό ποσοστό ανεργίας. Η Επιτροπή θα πρέπει να ελέγχει περιοδικά τους περιφερειακούς οικονομικούς δείκτες, προκειμένου να αξιολογεί την επιλεξιμότητα των περιφερειών που λαμβάνουν περιφερειακές ενισχύσεις σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική ανάπτυξη και το ποσοστό ανεργίας·

3.7

ζητεί να καλύπτονται από το καθεστώς του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) τόσο οι αραιοκατοικημένες όσο και οι νησιωτικές περιφέρειες που δεν καλύπτονται από το στοιχείο α) και να επιτρέπονται για αυτές οι λειτουργικές ενισχύσεις των μεταφορών, χωρίς να είναι προσωρινές ή βαθμιαία μειούμενες·

3.8

θεωρεί ότι τα διάφορα προβλήματα της κάθε περιφέρειας πρέπει να αξιολογούνται σύμφωνα με διάφορα κριτήρια, ώστε να καταμετράται το δυναμικό ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της κάθε περιφέρειας και να χορηγούνται οι κρατικές ενισχύσεις ευέλικτα βάσει αυτών των κριτηρίων.

4.   Περιοχές που καλύπτονται από τον στόχο της περιφερειακής ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης

Η Επιτροπή των Περιφερειών

4.1

επικροτεί την απόφαση της Επιτροπής να προτιμήσει μια θεματική προσέγγιση από μια προσέγγιση βάσει επιλεγμένων γεωγραφικών περιοχών, προκειμένου να επιτευχθεί συνοχή της πολιτικής ανταγωνισμού με την περιφερειακή πολιτική και τους στόχους της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ·

4.2

όσον αφορά τη διάταξη σύμφωνα με την οποία οι περιφέρειες που εξαιρούνται από το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) μπορούν να είναι επιλέξιμες για οριζόντιες ενισχύσεις, σύμφωνα με τους στόχους των τελευταίων Ευρωπαϊκών Συμβουλίων, προειδοποιεί ότι επιβάλλεται ενδεχομένως να ληφθούν υπόψη οι οικονομικές συνθήκες και οι εδαφικές διαφορές για την εκπλήρωση των στόχων της περιφερειακής πολιτικής·

4.3

προτείνει, επομένως, να ταξινομούνται οι περιφέρειες βάσει του επιπέδου ανταγωνιστικότητάς τους, ώστε να μπορούν να διαβαθμιστούν οι οριζόντιες ενισχύσεις που χορηγούνται·

4.4

πιστεύει ότι, για να επιτευχθεί πραγματική συνοχή μεταξύ της πολιτικής ανταγωνισμού και της περιφερειακής πολιτικής, τα κριτήρια για την εδαφική ταξινόμηση των μη ενισχυόμενων περιφερειών πρέπει να καλύπτονται από τις νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις περιφερειακές ενισχύσεις και ότι τα οριζόντια πλαίσια πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα ευνοϊκότερης μεταχείρισης των περιφερειών με χαμηλότερα επίπεδα ανταγωνιστικότητας, βάσει της ταξινόμησης που ακολουθείται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις περιφερειακές ενισχύσεις. Αυτή η ευνοϊκότερη μεταχείριση θα πρέπει να περιλαμβάνει πριμοδοτήσεις που υπερβαίνουν τα όρια των ενισχύσεων που ισχύουν για τα οριζόντια πλαίσια·

4.5

εφιστά την προσοχή της Επιτροπής στο γεγονός ότι, στην πλέον πρόσφατη πρότασή της για τα ανώτατα όρια των περιφερειακών ενισχύσεων, η μοναδική αύξηση του ποσοστού αφορούσε τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις των μη επιλέξιμων περιφερειών. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την προγραμματιζόμενη σημαντική μείωση για ορισμένες επιλέξιμες περιοχές (ιδίως για όσες επηρεάζονται από τις στατιστικές και τις φυσικές επιπτώσεις)·

4.6

θεωρεί ότι οι στόχοι της πολιτικής της συνοχής που ορίζονται στη Συνθήκη απαιτούν διαφορετική μεταχείριση, ανάλογα με τις διάφορες περιστάσεις και τα προβλήματα που πράγματι υπάρχουν, και ζητεί από την Επιτροπή να προσδιορίσει τη διαφορετική μεταχείριση που απαιτείται για κάθε περιφέρεια, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητάς της·

4.7

τονίζει την περίπτωση των μη ενισχυόμενων περιφερειών που συνορεύουν με ενισχυόμενες και ζητεί σε τέτοιες περιπτώσεις, εκτός από τον καθορισμό διαφοροποιημένων ανώτατων ποσοστών ενίσχυσης μεταξύ των δύο περιφερειών, να λαμβάνονται υπόψη και άλλες παράμετροι για τη σύγκριση των οικονομικών και των ανταγωνιστικών τους δυνατοτήτων. Με τον τρόπο αυτό αποτρέπεται η δημιουργία καταστάσεων που δεν συνάδουν με την ευρωπαϊκή πολιτική συνοχής·

4.8

ζητεί από την Επιτροπή να καθορίσει ανώτατα όρια των συνολικών κρατικών ενισχύσεων ανάλογα με το επίπεδο της περιφερειακής ανταγωνιστικότητας. Τα όρια αυτά θα μπορούσαν να προσδιορίζονται βάσει του κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ ή βάσει του πληθυσμού.

5.   Περιφερειακές ενισχύσεις και οριζόντια πλαίσια

Η Επιτροπή των Περιφερειών

5.1

ζητεί, για να επιτευχθούν οι στρατηγικοί στόχοι που καθορίστηκαν στις συνόδους κορυφής της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ, να χορηγούνται οι οριζόντιες ενισχύσεις (Ε&Α, περιβάλλον, απασχόληση, επαγγελματική κατάρτιση, ΜΜΕ κλπ.) ιδίως στις περιφέρειες με χαμηλότερο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης ή ανταγωνιστικότητας· προς το σκοπό αυτό, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο συντονισμό των διαφόρων κανόνων που διέπουν τις περιφερειακές και τις οριζόντιες ενισχύσεις·

5.2

ζητεί να χορηγούνται τόσο στις ενισχυόμενες όσο και στις μη ενισχυόμενες περιφέρειες πριμοδοτήσεις που να υπερβαίνουν τα όρια των ενισχύσεων που προβλέπονται στα διάφορα οριζόντια πλαίσια ενισχύσεων· οι πριμοδοτήσεις αυτές θα πρέπει να είναι διαβαθμισμένες και σύμφωνες με τις διάφορες περιφερειακές καταστάσεις και να αποδίδουν ιδιαίτερη έμφαση και να προβλέπουν μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας για τα κέντρα τεχνολογικής καινοτομίας·

5.3

θεωρεί ότι οι ενισχύσεις de minimis, χαμηλού επιπέδου ή με περιορισμένες συνέπειες στο κοινοτικό εμπόριο δεν μπορούν από μόνες τους να αντισταθμίσουν τα χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης σε μια συγκεκριμένη περιφέρεια· αντιθέτως, τέτοιες ενισχύσεις μπορούν να χρησιμοποιούνται περισσότερο για χώρες ή περιφέρειες με μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες και, επομένως, υψηλότερους δείκτες πλούτου·

5.4

προτείνει, επομένως, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναλύσει και να λάβει υπόψη της τον αντίκτυπο αυτού του τύπου ενισχύσεων στην περιφερειακή ανάπτυξη.

6.   Τομεακές ενισχύσεις και περιφερειακή ανάπτυξη

Η Επιτροπή των Περιφερειών

6.1

τονίζει ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται σε ορισμένους τομείς επηρεάζουν ιδιαίτερα την οικονομική ανάπτυξη των περιφερειών· αυτό ισχύει, επί παραδείγματι, για τον τομέα των μεταφορών· επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης των εταιρειών αερομεταφορών χαμηλού κόστους ή των θαλάσσιων μεταφορών, η οποία μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη περιφερειών με μεγαλύτερα οικονομικά προβλήματα, τα οποία προξενούνται συχνά από γεωγραφικά μειονεκτήματα·

6.2

προτείνει να καταβληθούν ιδιαίτερες προσπάθειες στον τομέα αυτό με στόχο τον αποτελεσματικό συντονισμό του συνόλου των ενισχύσεων που επηρεάζουν την περιφερειακή ανάπτυξη, ώστε να εξασφαλιστεί μια ευνοϊκή μεταχείριση των τομεακών ενισχύσεων που χορηγούνται σε λιγότερο αναπτυγμένες και λιγότερο ανταγωνιστικές περιφέρειες·

6.3

επικροτεί τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη του κανονιστικού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις προς τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος. Θα ήταν επίσης ευκταίο να δημιουργηθεί ένα ευνοϊκότερο πλαίσιο ανάπτυξης των υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος για τις λιγότερο εύπορες περιφέρειες και για τις περιφέρειες που πάσχουν από σοβαρά ή μόνιμα φυσικά ή γεωγραφικά μειονεκτήματα, καθώς και ένα σαφές και πλήρες πλαίσιο για τη διάκριση των υπηρεσιών που έχουν οικονομική σημασία από εκείνες που δεν έχουν·

6.4

φρονεί ότι η απαλλαγή από την υποχρέωση κοινοποίησης των αντισταθμίσεων για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας θα πρέπει να επεκταθεί και στις υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος που αντιστοιχούν σε θεμελιώδεις λειτουργίες των δημόσιων αρχών, ιδιαίτερα δε σε εκείνες που αφορούν την κοινωνική στέγαση, τα δημόσια νοσοκομεία, την εκπαίδευση και τις γενικές κοινωνικές υπηρεσίες. Η Επιτροπή θα πρέπει να αυξήσει τα όρια για την κοινοποίηση και η κοινοποίηση θα πρέπει να γίνεται εκ των υστέρων. Έτσι, η τυπική αυτή διαδικασία δεν θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην παροχή ουσιωδών υπηρεσιών, οι οποίες διαφορετικά θα κινδύνευαν να παρεμποδιστούν.

7.   Είδη ενισχύσεων

Η Επιτροπή των Περιφερειών

7.1

υπενθυμίζει ότι οι περιφερειακές ενισχύσεις χαρακτήρα χορηγούνται ως άμεσες ενισχύσεις για επενδύσεις ή για τη δημιουργία απασχόλησης μέσω επενδύσεων. Εντούτοις, άλλα μέσα στήριξης έχουν επίσης αποδειχθεί ιδιαίτερα αποδοτικά για την προαγωγή του επιχειρηματικού πνεύματος και των παραγωγικών επενδύσεων που βελτιώνουν το οικονομικό κλίμα, όπως η συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων, τα περιφερειακά κεφάλαια υψηλού κινδύνου, τα φυτώρια επιχειρήσεων, οι εγγυήσεις, οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις προσιτού κόστους (ιδίως σε περιφέρειες όπου οι τιμές είναι ιδιαίτερα υψηλές) κλπ.·

7.2

παροτρύνει την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα προσθήκης νέων μορφών στήριξης των περιφερειακών ενισχύσεων, με τις οποίες θα μπορέσει να βελτιστοποιηθεί η χρήση των δημόσιων πόρων και να μειωθεί ο αντίκτυπος στον ανταγωνισμό.

8.   Ενισχύσεις και μετεγκατάσταση

Η Επιτροπή των Περιφερειών

8.1

παρατηρεί με ικανοποίηση ότι η πρόταση για τους νέους κανονισμούς που αφορούν τα κοινοτικά διαρθρωτικά ταμεία καθιερώνει την απαίτηση διατήρησης των επενδύσεων επί επταετία, με διακοπή της κοινοτικής ενίσχυσης αν η επωφελούμενη εταιρία μετεγκατασταθεί σε άλλη περιοχή πριν από την εκπνοή του διαστήματος αυτού. Εντούτοις, θα μπορούσαν να προβλεφθούν εξαιρέσεις σε συνάρτηση με τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά των διαφόρων κλάδων.

9.   Ορισμός της αρχικής επένδυσης

Η Επιτροπή των Περιφερειών

9.1

πιστεύει ότι η εδραίωση των επιχειρήσεων που είναι ήδη εγκατεστημένες σε μια περιφέρεια είναι εξίσου σημαντική με την προσέλκυση νέων επιχειρήσεων. Επομένως, δεν πρέπει να τυγχάνουν δυσμενούς μεταχείρισης οι επιχειρήσεις που είναι ήδη εγκατεστημένες σε μια περιοχή και επενδύουν για τη διεύρυνση ή την εδραίωσή τους, σε σχέση με νέες επιχειρήσεις με παρόμοια επενδυτικά σχέδια που εγκαθίστανται στην ίδια περιοχή. Εξάλλου, η πρόβλεψη ενίσχυσης μόνο για την αρχική έναρξη λειτουργίας θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο μετεγκατάστασης επιχειρήσεων·

9.2

παρατηρεί ότι το κόστος αγοράς και ανάπτυξης γαιών ποικίλλει σημαντικά από τη μία περιφέρεια στην άλλη, ανάλογα με τα φυσικά χαρακτηριστικά του εδάφους· γι' αυτό, αντί να αποκλειστεί η χρηματοδότηση για την αγορά γαιών, θα ήταν προτιμότερο να μειωθεί το ποσοστό της επί του συνόλου της σχεδιαζόμενης επένδυσης στις περιφέρειες όπου η αγορά, η ανάπτυξη κλπ. των γαιών αποτελούν σημαντικό παράγοντα·

9.3

προτείνει, επίσης, να καθιερωθούν συστήματα ή ποσοστά για τις επενδύσεις σε άυλα στοιχεία, ώστε να περιοριστεί το μέγιστο ποσό χρηματοδότησης σε σχέση με τη συνολική επένδυση.

II.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών ζητεί:

1.

να μεταρρυθμιστούν οι περιφερειακές ενισχύσεις κατά τρόπον ώστε να μειωθεί το συνολικό τους ύψος, όπως ορίστηκε στα Συμβούλια της Στοκχόλμης και της Βαρκελώνης, και να αναπροσανατολιστούν σε συνάρτηση με τους στόχους της συνοχής, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές περιφερειακές συνθήκες και τις προτεραιότητες της ΕΕ. Η μείωση του συνολικού όγκου των περιφερειακών ενισχύσεων θα μπορούσε να επιτευχθεί με μέσα πιο δίκαια από τη γενικευμένη μείωση των ανώτατων ορίων και μόνο·

2.

να διατηρηθεί η έννοια του καθαρού ισοδύναμου επιχορήγησης για τον υπολογισμό των περιφερειακών ενισχύσεων·

3.

να προβλεφθούν μεταβατικές περίοδοι για τις περιφέρειες που υπάγονταν πριν στο στοιχείο α) και θα υπάγονται τώρα στο στοιχείο γ) του άρθρου 87 παράγραφος 3. Στις περιπτώσεις αυτές, προτείνεται να διαβαθμιστούν οι ενισχύσεις, ούτως ώστε να μην επιβαρυνθούν αυτές οι περιφέρειες με το κόστος της διεύρυνσης (περιφέρειες της στατιστικής και της φυσικής επίπτωσης). Ζητείται, επίσης, καλύτερη αντιμετώπιση των περιφερειών που υπάγονται στο καθεστώς του στοιχείου γ) και εκείνων που θα απολέσουν το καθεστώς αυτό, παρότι θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το μέγιστο όριο του πληθυσμού που ωφελείται από περιφερειακές ενισχύσεις·

4.

να οριστούν αντικειμενικά κριτήρια και ισχυρά νομικά επιχειρήματα για την κατάταξη των περιφερειών και τη διαβάθμιση των περιφερειακών ενισχύσεων βάσει των στόχων της συνοχής·

5.

να οριστούν κριτήρια κατάταξης ώστε να ληφθούν υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε περιφέρειας, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική της θέση. Η κατάταξη αυτή θα μπορούσε να προσαρμοστεί κατά τρόπον ώστε να λαμβάνεται υπόψη η πρόοδος που σημειώνει κάθε περιφέρεια·

6.

να προβλεφθούν πριμοδοτήσεις των ποσοστών στις περιφέρειες με φυσικά, δημογραφικά ή διαρθρωτικά μειονεκτήματα, είτε υπάγονται στο στοιχείο α) είτε στο στοιχείο γ) του άρθρου 87 παράγραφος 3 της ΣΕΚ·

7.

να ενσωματωθούν οι πριμοδοτήσεις στα οριζόντια πλαίσια για τις περιφέρειες βάσει των επιπέδων ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητάς τους (ενισχυόμενες και μη ενισχυόμενες περιφέρειες)·

8.

να συντονιστούν οι κατευθυντήριες γραμμές για τις περιφερειακές ενισχύσεις χαρακτήρα με τις οριζόντιες ενισχύσεις και τους στόχους προτεραιότητας του προγράμματος δράσης της Λισαβόνας·

9.

να περιληφθούν συνεκτικά κριτήρια στις κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα οι οποίες προορίζονται για βασικούς τομείς της περιφερειακής ανάπτυξης·

10.

να μελετήσει και να αναλύσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την ποικιλομορφία των περιφερειακών συνθηκών που υπάρχουν στην Ευρώπη, ούτως ώστε να προσαρμόσει τις προτάσεις της με κριτήρια δικαιοσύνης·

11.

οι ενισχύσεις που θα μπορούν να χορηγηθούν σε μια περιφέρεια να εντάσσονται σε στρατηγικά σχέδια περιφερειακής ανάπτυξης·

12.

να εξεταστούν άλλοι δείκτες για την εκτίμηση της περιφερειακής οικονομικής κατάστασης, όπως είναι το ποσοστό απασχόλησης, ιδίως στην περίπτωση των μη ενισχυόμενων περιφερειών·

13.

να μελετηθεί κατά πόσον θα ήταν σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν άλλες μορφές επιχειρηματικής ενίσχυσης, πιο εύκολες στη διαχείρισή τους και με μικρότερο κόστος σε δημόσιους πόρους·

14.

να θεσπιστούν υψηλότερα όρια για την κοινοποίηση των υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος και η κοινοποίηση αυτή να γίνεται εκ των υστέρων, με διαφοροποίηση εκείνων που αποτελούν δικαιώματα αναγνωρισμένα από τα εθνικά συντάγματα και δεν είναι οικονομικές υπηρεσίες·

15.

να αποδοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε νέες μορφές στήριξης των επιχειρήσεων (κεφάλαια υψηλού κινδύνου, εγγυήσεις, συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο, φορολογικές ελαφρύνσεις κλπ.).

Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2005

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  ΕΕ C 318 της 22.12.2004, σελ. 1.

(2)  Άρθρο 87 της Συνθήκης ΕΚ.

(3)  Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (98/C74/06), EE C 74 της 10/3/98.

(4)  Όπως δηλώνεται στη γνωμοδότηση της ΕΤΠ για την «Τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή» (CDR 120/2004).

(5)  Κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (98/C74/06), παράγραφος 5 της Εισαγωγής.


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/32


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Ανακοίνωση της Επιτροπής «Η Ατζέντα κοινωνικής πολιτικής»

(2006/C 31/08)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανακοίνωση της Επιτροπής για την ατζέντα κοινωνικής πολιτικής, COM (2005) 33 τελικό,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση της Επιτροπής να ζητήσει την γνωμοδότησή της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 265, πρώτη παράγραφος, της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του Προέδρου της, της 20ής Ιανουαρίου 2005, να αναθέσει στην επιτροπή «Οικονομική και Κοινωνική Πολιτική» την κατάρτιση σχετικής γνωμοδότησης,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη Συνταγματική Συνθήκη και ιδίως τα άρθρα III-117 και III-209 έως III-219,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το Λευκό βιβλίο για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση που υιοθετήθηκε το 2001, COM(2001) 428 τελικό,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την έκθεση της Ομάδας υψηλού επιπέδου για το μέλλον της κοινωνικής πολιτικής στην Ένωση (ΓΔ απασχόληση και κοινωνικά θέματα, Μάιος 2004),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την έκθεση «Η απασχόληση, η απασχόληση, η απασχόληση. Δημιουργία περισσότερης απασχόλησης στην Ευρώπη», που κατήρτισε η Task Force για την απασχόληση υπό την προεδρία του κ. Win Kok, Νοέμβριος 2003.

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το δημοσίευμα «Το οικονομικό κόστος από την μη ύπαρξη της Λισσαβώνας. Επισκόπηση της βιβλιογραφίας για τον οικονομικό αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων τύπου Λισσαβώνας», (European Economy, Occasional Papers, αριθ.16, Μάρτιος 2005),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, για τον «Κανονισμό για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο» και την «Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για την απασχόληση και την κοινωνική αλληλεγγύη — PROGRESS» (CdR 240/2004 Fin),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, «Ανακοίνωση της Επιτροπής για την “Κοινωνική διάσταση της παγκοσμιοποίησης — Η συμβολή των πολιτικών της ΕΕ για να υπάρξουν οφέλη για όλους”» (CdR 328/2004 Fin),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της, της 29ης Σεπτεμβρίου 2004, για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής: “Αύξηση της απασχόλησης των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας και καθυστέρηση της εξόδου από την αγορά εργασίας”» (CdR 151/2004 Fin) (1),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της, της 22ας Απριλίου 2004, για την «Κοινή έκθεση για την κοινωνική ένταξη που συνοψίζει τα αποτελέσματα της εξέτασης των εθνικών σχεδίων δράσης την κοινωνική ένταξη (2003-2005)» (CdR 21/2004 Fin), (2)

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το Ψήφισμά της «Μία νέα ώθηση στη στρατηγική της Λισσαβώνας» της 24.02.2005 (CdR 518/2004 fin),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησής της (CdR 80/2005 rev.1) που υιοθετήθηκε στις 3 Μαΐου 2005 από την επιτροπή «Οικονομική και Κοινωνική Πολιτική» (εισηγήτρια η κα Linetta Serri, Κοινοτική Σύμβουλος της Armungia) (IT-PSE),

υιοθέτησε στις 6 Ιουλίου 2005, κατά την 60η σύνοδο ολομέλειας της 6ης και 7ης Ιουλίου 2005 την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Παρατηρήσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.1

αντιμετωπίζει ιδιαιτέρως θετικά τη δέσμευση για την υλοποίηση μιας νέας Ατζέντας κοινωνικής πολιτικής για την περίοδο 20005-2010, συμφωνεί πλήρως με τους στόχους και επικροτεί τις στρατηγικές που σκιαγραφούνται καθώς και το φάσμα των μέσων που προσδιορίζονται για την επίτευξή τους, όπως συνοψίζονται στο σύνθημα «Μία κοινωνική Ευρώπη στην παγκόσμια οικονομία: απασχόληση και νέες ευκαιρίες για όλους»·

1.2

εκτιμά ιδιαιτέρως ότι, παρά την επιβράδυνση της ευρωπαϊκής ανάπτυξης και παρά τα μη ικανοποιητικά αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί ως σήμερα σχετικά με την υλοποίηση της στρατηγικής της Λισσαβώνας, τίθενται εκ νέου στο πεδίο των κοινωνικών πολιτικών οι ίδιοι στόχοι της Λισσαβώνας για την ενθάρρυνση της κοινωνικής διάστασης της οικονομικής ανάπτυξης και για την προώθηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου το οποίο, όπως πιστοποιήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης του 2002, βασίζεται σε μία «οικονομία που αυξάνεται, σε ένα υψηλό επίπεδο κοινωνικής προστασίας, στην παιδεία για όλους και στον κοινωνικό διάλογο»·

1.3

εγκρίνει τις αρχές που βρίσκονται στη βάση της Ατζέντας κοινωνικής πολιτικής, δηλαδή την ολοκληρωμένη προσέγγιση, την προώθηση της ποιότητας της απασχόλησης, τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων προστασίας και τέλος την συνεκτίμηση του «κόστους από την απουσία κοινωνικών πολιτικών»·

1.4

επισημαίνει ωστόσο ότι οι στόχοι που έχουν προσδιορισθεί είναι πολλές φορές αόριστοι και χρειάζονται μία πιο σαφή διάρθρωση σχετικά με τον προσδιορισμό των λειτουργικών μέσων που πρέπει να χρησιμοποιηθούν και των προθεσμιών που θα πρέπει να τεθούν·

1.5

αναγνωρίζει ότι η αρχή του «κόστους από την απουσία κοινωνικών πολιτικών» πρέπει να ληφθεί υπόψη δεδομένου ότι οι κοινωνικές πολιτικές μπορούν να συμβάλλουν στην επίτευξη στόχων που δεν είναι μόνο κοινωνικοί αλλά και οικονομικοί. Πράγματι, δεν εξυπηρετούν μόνο τη μείωση του κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά μπορούν επίσης να συμβάλλουν σε καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα, αυξάνοντας για παράδειγμα την ικανότητα προσαρμογής της οικονομίας στις αλλαγές που συντελούνται στο διεθνές περιβάλλον. Η έλλειψη ή η ανεπάρκεια των κοινωνικών πολιτικών έχει στην πραγματικότητα αρνητικές συνέπειες στην εν δυνάμει οικονομική ανάπτυξη·

1.6

εκφράζει τη λύπη της, παρά την μέχρι τώρα συνολικώς θετική της κρίση, για το γεγονός ότι η Ατζέντα κοινωνικής πολιτικής δεν αναφέρεται ρητώς στον ρόλο και στις ευθύνες των τοπικών και περιφερειακών αρχών, κυρίως αν ληφθεί υπόψη ότι οι αρχές αυτές έχουν στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη την αρμοδιότητα του λειτουργικού προσδιορισμού και της εφαρμογής των κοινωνικών πολιτικών·

1.7

κρίνει σχετικά ότι η ενεργός συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών και οι αντίστοιχες δράσεις τους στα πλαίσια της αρχής της επικουρικότητας, που επικυρώνεται στο σχέδιο Ευρωπαϊκού Συντάγματος και στις υποδείξεις του Λευκού βιβλίου για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση (2001) (Ανακοίνωση «Διαρκής και συστηματικός διάλογος με τις ενώσεις των τοπικών αρχών για την κατάρτιση πολιτικών») θα αποτελέσουν μία από τις συνθήκες επιτυχούς υλοποίησης των στόχων της Ατζέντας κοινωνικής πολιτικής·

1.8

εκφράζει την ευχή ότι, μέσω ακριβώς αυτών των θεσμών εγγύτητας, θα επιτευχθεί η μείωση των αποκλίσεων και των ανισοτήτων μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών και η διάδοση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου στην καλύτερη μορφή του και ότι στο ζήτημα αυτό θα ακολουθηθούν οι καλύτερες πρακτικές και δεν θα επιδιωχθεί απλώς προσαρμογή προς τα επίπεδα των κρατών μελών που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες καθυστερήσεις στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής.

Σε ό,τι αφορά τις στρατηγικές, τους στόχους, τα μέσα και τις προτάσεις της Επιτροπής.

2.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Αύξηση της εμπιστοσύνης

Η Επιτροπή των Περιφερειών

2.1

έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι η Ευρώπη διέρχεται μία φάση μεγάλης ανησυχίας των πολιτών (επιβράδυνση της ανάπτυξης, μείωση της αγοραστικής δύναμης, γήρανση του πληθυσμού, αντίληψη του μη πρωταρχικού ρόλου της ΕΕ στο διεθνές προσκήνιο, δυσκολία των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και διαιώνιση της φτώχειας και της οικονομικής και κοινωνικής περιθωριοποίησης που γεννούν αισθήματα φόβου και αμυντικές στάσεις ενώ παράλληλα τροφοδοτούν παλαιούς και νέους τοπικιστικούς εγωισμούς) συμφωνεί ότι η αύξηση της εμπιστοσύνης θα πρέπει να αποτελεί κύριο στοιχείο της ευρωπαϊκής κοινωνικής στρατηγικής·

2.2

θεωρεί σημαντική την αποφασιστική δράση για την διάδοση ορθών πληροφοριών που αντιτίθενται στους φόβους των πολιτών, των παλαιών και των νέων χωρών μελών·

2.3

υπενθυμίζει ωστόσο την ανάγκη, παράλληλα με την προσπάθεια καλύτερης επικοινωνίας, να επιδιωχθούν στόχοι που αποβλέπουν στην άμεση βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας. Οι στόχοι αυτοί θα πρέπει να προσαρμοστούν στις διάφορες συνθήκες και στις διάφορες προτεραιότητες των χωρών μελών και παράλληλα να επιτρέπουν την ενεργό συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών.

3.   Τα μέσα

Η Επιτροπή των Περιφερειών

3.1

κρίνει ότι το φάσμα των μέσων που έχουν προσδιοριστεί (νομοθεσία, κοινωνικός διάλογος, δημοσιονομικά μέσα) πρέπει να ενεργοποιηθεί χωρίς δισταγμό προκειμένου να καταπολεμηθεί η διάχυτη έλλειψη εμπιστοσύνης·

3.1.1

επισημαίνει την πρόοδο που επιφέρει η εισαγωγή στο σχέδιο συνταγματικής συνθήκης μίας γενικής κοινωνικής διάταξης (άρθρο III-117) βάσει της οποίας η κοινωνική διάσταση θα πρέπει στο εξής να λαμβάνεται υπόψη σε όλες τις κοινωνικές πολιτικές·

3.2

επικροτεί την συμπληρωματικότητα μεταξύ της Ατζέντας κοινωνικής πολιτικής, της στρατηγικής της Λισσαβώνας και της στρατηγικής για την βιώσιμη ανάπτυξη που πρέπει να διέπει από κοινού όλες τις κοινοτικές πολιτικές. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να επιφέρει πραγματική πρόοδο στην κοινωνική πολιτική και στην πολιτική απασχόλησης εάν το μέσο αξιολόγησης του αντικτύπου το οποίο έχει καταρτίσει η Επιτροπή λάβει υπόψη του την αρχή της επικουρικότητας, βάσει όσων προβλέπονται στο σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης·

3.3

καλεί την Επιτροπή να εφαρμόσει την ανοικτή μέθοδο συντονισμού, ενσωματώνοντας την στην σημερινή αποκλειστικώς διακυβερνητική μεθοδολογία μέσω της συμμετοχής των τοπικών και περιφερειακών αρχών, που θα αποτελέσουν τους κυριότερους πρωταγωνιστές της διαχείρισης των δημοσιονομικών μέσων της Ατζέντας, ειδικότερα για τα θέματα «Σύγκλιση» και «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση»·

3.4

κρίνει απαραίτητο, να προχωρήσουμε με αποφασιστικότητα προς την γενίκευση των κοινοτικών κεκτημένων επιμένοντας ώστε οι νομοθεσίες των κρατών μελών να υιοθετήσουν σταδιακά τις ευρωπαϊκές αρχές και τους ελάχιστους κανόνες προκειμένου να εξαλειφθούν οι αποκλίσεις και οι ανισότητες μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών·

3.5

κρίνει ότι ένα χρόνο μετά την προσχώρηση των νέων κρατών μελών, αρμόζει να προβεί η Επιτροπή σε εκτίμηση του περιορισμού της πρόσβασης, για τους εργαζόμενους των νέων κρατών μελών, στην αγορά εργασίας της παλαιάς Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εντοπιστεί ο διαρθρωτικός αντίκτυπος του εν λόγω περιορισμού στο καθεστώς των εργασιακών σχέσεων·

3.6

κρίνει ότι ο περιορισμός της πρόσβασης, για τους εργαζομένους των νέων κρατών μελών, στην αγορά εργασίας της παλαιάς Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και η υπό εξέλιξη συζήτηση σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για οδηγία σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά δείχνουν την αναγκαιότητα αναθεώρησης της οδηγίας 96/71 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών.

4.   Οι τρεις συνθήκες επιτυχίας για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης

Η Επιτροπή των Περιφερειών

4.1

αναγνωρίζει τη σημασία μιας νέας προσέγγισης μεταξύ των γενεών που αποβλέπει στην προσφορά περισσότερων και καλύτερων προοπτικών για τους νέους. Η αύξηση της εμπιστοσύνης και η προώθηση των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν χωρίς κεντρικό ρόλο εκ μέρους των νέων· υπενθυμίζει, επί του θέματος, τη γνωμοδότησή της (EDUC 37, 2004) σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάρτιση του προγράμματος «ΝΕΟΛΑΙΑ ΣΕ ΔΡΑΣΗ» για την περίοδο 2007-2013·

4.2

εκφράζει την συμφωνία της για την διεξαγωγή εμπεριστατωμένης συζήτησης στο πλαίσιο του Πράσινου βιβλίου σχετικά με το ζήτημα της σχέσης των γενεών το 2005·

4.3

επισημαίνει ότι η έντονη συζήτηση για τη γήρανση του πληθυσμού και τη μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων πρέπει να συνοδεύεται από ενδελεχή αξιολόγηση και συνεκτίμηση των διαδικασιών υποβάθμισης των συνθηκών διαβίωσης των νέων από την άποψη της ασφάλειας του εισοδήματος και των προοπτικών απασχόλησης και επαγγελματικής αποκατάστασης. Χωρίς να παραγνωρίζονται τα συνεχιζόμενα προβλήματα των πιο ηλικιωμένων πολιτών, πρέπει ωστόσο να δοθεί προσοχή, με μία ολοκληρωμένη προσέγγιση, στις συνθήκες των άλλων στρωμάτων της κοινωνίας τα οποία κινδυνεύουν με αποκλεισμό·

4.4

επικροτεί την ιδέα μιας εταιρικής σχέσεως μεταξύ των γενεών, που θα επιτύχει, αφενός, να ενσωματώσει και να αξιολογήσει τις εμπειρίες των πιο ηλικιωμένων ατόμων, διασφαλίζοντας την παραμονή τους μεταξύ του ενεργού πληθυσμού αλλά αφετέρου θα διασφαλίσει και την δυνατότητα ενσωμάτωσης των νέων. Καλεί σχετικά την Επιτροπή να προβεί σε πειραματικές δράσεις, να διαδώσει ορθές πρακτικές και ειδικές πρωτοβουλίες για να διευκολύνει τις συναντήσεις μεταξύ των γενεών·

4.5

αποδίδει, σε συμφωνία με την ανακοίνωση της Επιτροπής, μεγάλη σημασία στην εταιρική σχέση σε όλα τα επίπεδα, την θεωρεί κύριο μέσο για την επίτευξη του κοινωνικού εκείνου κεφαλαίου που σήμερα φαίνεται να διαβρώνεται από την συνέχιση μιας συγκρατημένης οικονομικής κατάστασης και από αργοπορίες όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της Λισσαβώνας, και πάνω απ' όλα του στόχου για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς εργασίας για όλους τους ευρωπαίους πολίτες·

4.6

υπογραμμίζει την αναγκαιότητα ειδικών δράσεων εκεί όπου η πρακτική της εταιρικής σχέσεως, για ιστορικούς και κοινωνικοοικονομικούς λόγους, είναι λιγότερο διαδεδομένη και με περιορισμένες εμπειρίες·

4.7

συμφωνεί πλήρως με την σημασία που έχει η εξωτερική διάσταση της ΕΕ. Η Ευρώπη μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στον διεθνή σκηνή, κυρίως για την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους, για να διασφαλιστούν ορθοί κανόνες στο εμπόριο και τις διεθνείς συναλλαγές, αλλά και για να προστατευθεί και να υποστηριχθεί στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο, οι αρχές του για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η κοινωνική δικαιοσύνη και η αλληλεγγύη.

4.8

κρίνει ότι απαιτούνται τουλάχιστον δυο άλλες προϋποθέσεις προκειμένου να επιτευχθεί η αύξηση της εμπιστοσύνης των πολιτών: α) πολίτες με υψηλό επίπεδο επίγνωσης των ευρωπαϊκών ευκαιριών που προσφέρονται σ' αυτούς, β) πολίτες που διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα ώστε να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες αυτές όπως, π.χ., γλωσσικές ικανότητες· καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δώσει εξίσου έμφαση και σ' αυτές τις προϋποθέσεις.

5.   Οι δύο πρωταρχικοί άξονες: προς την πλήρη απασχόληση

Η Επιτροπή των Περιφερειών

5.1

συμφωνεί πλήρως με τη στρατηγική να διατηρηθεί η απασχόληση, η ποσότητα και ποιότητά της, στο κέντρο των στόχων της Ατζέντας κοινωνικής πολιτικής. Η απασχόληση, με τις τέσσερις προτεραιότητες που προτείνονται στην «Έκθεση Kok», παραμένει το κυριότερο μέσο για την αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού και για την προώθηση μιας βιώσιμης και μόνιμης οικονομικής ανάπτυξης.

5.2

είναι υπέρ της έκδοσης του Πράσινου βιβλίου για την εξέλιξη του εργατικού δικαίου. Η γενικευμένη επέκταση ωστόσο νέων μορφών εργασίας καθιστά πράγματι απολύτως αναγκαία την προσαρμογή των κανονιστικών μέσων του εργατικού δικαίου·

5.3

κρίνει ότι στο πλαίσιο αυτό είναι αναγκαίο να αναληφθεί δράση προκειμένου να αποφευχθεί ότι η ευελιξία της απασχόλησης, που είναι απαραίτητη για τον εκσυγχρονισμό της αγοράς εργασίας και για την ανταγωνιστικότητα, θα οδηγήσει σε επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας των εργαζομένων και στην έκθεσή τους στον κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού·

5.4

θεωρεί ότι ο κοινωνικός διάλογος παραμένει σχετικά το θεμελιώδες μέσο και γι αυτό πρέπει να συνεχιστεί και να ενισχυθεί οπωσδήποτε, προκειμένου να προωθηθούν και να διευκολυνθούν οι αλλαγές και να τεθούν υπό χρηστή και δίκαια, από κοινωνική άποψη, διαχείριση·

5.5

εκτιμά την πρόθεση της Επιτροπής να προτείνει νέα στρατηγική για την υγεία και την ασφάλεια στους τόπους εργασίας που θα αποβλέπει στο να διασφαλίσει την πρόληψη, την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων·

5.6

προσβλέπει με ενδιαφέρον στην προοπτική μιας ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας. Εκφράζει ωστόσο την ευχή να μην περιορισθεί απλώς στην επιδίωξη της κινητικότητας των εργαζομένων μεταξύ των κρατών μελών, αλλά να επιχειρηθεί κυρίως η επέκταση των κανόνων και των ρυθμίσεων που διέπουν τη λειτουργία της αγοράς εργασίας και συνδυάζουν το μέγιστο των εγγυήσεων με το μέγιστο της αποτελεσματικότητας και της παραγωγικότητας·

5.7

θεωρεί, στα πλαίσια αυτά, ότι οι υπερεθνικές συλλογικές συμβάσεις μπορεί να είναι χρήσιμες·

5.8

ταυτόχρονα είναι υπέρ της προώθησης της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων·

5.9

επίσης είναι υπέρ της προώθησης μεγαλύτερου και πιο προωθημένου συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας.

6.   Προς μία πιο αλληλέγγυα κοινωνία

Η Επιτροπή των Περιφερειών

6.1

αναγνωρίζει ότι ο εκσυγχρονισμός της κοινωνικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της δημοσιονομικής της βιωσιμότητας, είναι σημαντικό στοιχείο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Τονίζει ωστόσο, ότι αυτός ο εκσυγχρονισμός θα πρέπει να επιδιωχθεί με απαρέγκλιτο στόχο μια πιο αλληλέγγυα κοινωνία με ίσες δυνατότητες για όλους·

6.2

για όλους αυτούς τους λόγους, κρίνει ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές πρέπει να κληθούν να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο όσον αφορά τη διαδικασία εκσυγχρονισμού και ότι η Ανοικτή Μέθοδος Συντονισμού (ΑΜΣ) πρέπει να επεκταθεί και στις υπερεθνικές εδαφικές κοινότητες·

6.3

συμφωνεί με τις προτάσεις για εξορθολογισμό της ΑΜΣ μέσω ενιαίου καταλόγου των κοινών στόχων στους τομείς της ενσωμάτωσης, των συντάξεων και της υγείας·

6.4

δέχεται πλήρως τον στόχο της καταπολέμησης της φτώχειας και της προώθησης της κοινωνικής ενσωμάτωσης·

6.5

δίνει μεγάλη σημασία σε μία κοινοτική πρωτοβουλία σχετικά με τις διατάξεις που θα παρέχουν σε όλους τους πολίτες ελάχιστο εισόδημα κοινωνικής ενσωμάτωσης και καλεί την Επιτροπή να προωθήσει ειδικές δράσεις προκειμένου να συγκριθούν οι διάφορες εμπειρίες, εθνικές και περιφερειακές, ενθαρρύνοντας τη διάδοση των ορθών πρακτικών και τη συγκριτική ανάλυση των σχετικών διατάξεων·

6.6

είναι υπέρ της ανακήρυξης ενός ευρωπαϊκού έτους καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (2010). Εκφράζει ωστόσο την ανησυχία μήπως οι πρωτοβουλίες αυτού του είδους (όπως τα άλλα «ευρωπαϊκά έτη» που προβλέπονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής, που θα ανακηρυχθούν από τώρα έως το 2010) περιοριστούν σε απλές εορταστικές εκδηλώσεις, ενώ αντιθέτως θα έπρεπε να συνοδεύονται από ενίσχυση των ειδικών δράσεων που θα πρέπει να προωθηθούν·

6.7

συμφωνεί πλήρως με το στόχο της καταπολέμησης των διακρίσεων και της προώθησης των δικαιωμάτων των μειονοτήτων ενδεχομένως και μέσω πρωτοβουλιών νομοθετικού χαρακτήρα·

6.8

στηρίζει την πρόταση για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων. Αντίθετα, άλλα υφιστάμενα μέσα θα μπορούσαν να βελτιωθούν προκειμένου να συμβάλουν αποτελεσματικότερα στην αξιολόγηση των εμπειριών και την εφαρμογή των ορθών πρακτικών που αναπτύσσονται στα κράτη μέλη·

6.9

επισημαίνει την αναγκαιότητα να διαρθρωθεί καλύτερα ο στόχος της καταπολέμησης των διακρίσεων προσδιορίζοντας ειδικές δράσεις και μέτρα για τις διάφορες καταστάσεις: ο πολυσυζητημένος στόχος των ίσων ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών παρουσιάζει πράγματι ιστορικές συνδηλώσεις και ιδιαίτερες προβληματικές που δεν περιορίζονται στο γενικότερο ζήτημα των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, και για τον λόγο αυτό παρουσιάζεται με διαφορετικό τρόπο στα μεμονωμένα κράτη της Ένωσης·

6.10

συμφωνεί με τη δέσμευση κατάρτισης της σχετικής ανακοίνωσης για τις κοινωνικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος (ΚΥΓΣ) και εκφράζει κυρίως την ευχή η πρωτοβουλία αυτή να συμβάλει στην αποσαφήνιση του σημερινού πλαισίου νομικής αβεβαιότητας. Υπενθυμίζει τον κυρίαρχο ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών στον τομέα των ΚΥΓΣ καθώς και την αναγκαιότητα να υποστηριχθούν επαρκώς προκειμένου να συνεχίσουν να διασφαλίζουν την πρόσβαση και τον καθολικό χαρακτήρα. Η επιθυμητή κινητικότητα των ατόμων στην Ένωση επιβάλλει σε όλα τα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση και να προοδεύσουν στον τομέα με συντονισμένο τρόπο. Με την έννοια αυτή εκτιμά θετικά την πρόθεση της Επιτροπής να επιτρέψει την εξαίρεση κοινοποίησης υπό ορισμένες προϋποθέσεις στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων σε ορισμένους τομείς κοινωνικών υπηρεσιών, όπως νοσοκομεία και λαϊκές κατοικίες.

7.   Συμπεράσματα

Η Επιτροπή των Περιφερειών

παροτρύνει την Επιτροπή να επιδείξει τη δέουσα προσοχή στον πραγματικό ρόλο και τις αρμοδιότητες των τοπικών και περιφερειακών αρχών στους διάφορους τομείς που αποτελούν αντικείμενο της Ατζέντας κοινωνικής πολιτικής, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας της Συνταγματικής Συνθήκης και τονίζει εκ νέου ότι το ζήτημα αυτό είναι ο βασικός δρόμος για την οικοδόμηση μιας Ευρώπης των πολιτών, που θα αποτελεί επίσης πρότυπο συνοχής και αλληλεγγύης σε μία διαδικασία που προσανατολίζεται στο να καταστήσει την Ένωση την πιο ανταγωνιστική και δυναμική στον κόσμο οικονομία που βασίζεται στις γνώσεις.

Βρυξέλλες, 6 Ιουλίου 2005

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  EE C 43 της 18.2.2005, σελίδα 7.

(2)  EE C 121 της 30.4.2004, σελίδα 32.


7.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 31/36


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα την Πράσινη Βίβλο για μία κοινοτική προσέγγιση της διαχείρισης της οικονομικής μετανάστευσης

(2006/C 31/09)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την Πράσινη Βίβλο για μια κοινοτική προσέγγιση της διαχείρισης της οικονομικής μετανάστευσης που υπέβαλε η Επιτροπή (COM(2004) 811 τελικό),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση της Επιτροπής να ζητήσει τη γνωμοδότηση της ΕΤΠ σχετικά με το θέμα αυτό σύμφωνα με το άρθρο 265, §1, της ΣΕΚ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του Προέδρου της, της 22ας Φεβρουαρίου 2005, να αναθέσει στην επιτροπή «Οικονομική και Κοινωνική Πολιτική» την κατάρτιση σχετικής γνωμοδότησης,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων του Τάμπερε (1999), της Νίκαιας και της Λισσαβώνας (2000) και της Σεβίλλης (2002),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της για την τροποποιημένη πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το δικαίωμα της οικογενειακής επανένωσης (CdR 243/2002 fin) (1),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για μια κοινή πολιτική κατά της παράνομης μετανάστευσης (COM(2001) 672 τελικό) και για την ανοικτή μέθοδο συντονισμού για την κοινοτική πολιτική μετανάστευσης (COM(2001) 387 τελικό) της 16ης Μαΐου 2002 (CdR 93/2002 fin) (2),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις γνωμοδοτήσεις της σχετικά με την κοινοτική πολιτική μετανάστευσης και την κοινή διαδικασία παροχής ασύλου (CdR 90/2001 fin) (3), και την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη (CdR 214/2001 fin) (4),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το καθεστώς κατοίκου μακράς διαρκείας υπέρ των υπηκόων τρίτων χωρών (CdR 213/2001 fin) (5),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις γνωμοδοτήσεις της σχετικά με την Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό τη μισθωτή απασχόληση και την άσκηση ανεξάρτητων οικονομικών δραστηριοτήτων (CdR 386/2001 rev 1) και την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό τις σπουδές, την επαγγελματική κατάρτιση ή τον εθελοντισμό (COM(2002) 548 τελικό) (CdR 2/2003 fin) (6),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ενσωμάτωση των θεμάτων της μετανάστευσης στις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τρίτες χώρες (COM(2002)703 τελικό),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της σχετικά με την Έκθεση που ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Στοκχόλμη: «Αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού και προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου» (COM (2002) 9 τελικό) (CdR 94/2002 fin) (7),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η μετανάστευση, η ένταξη και ο ρόλος της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών» (CES 365/2002 fin) (8),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το άρθρο 13 της ΣΕΚ και τις δύο ακόλουθες οδηγίες: 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, και 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, για την ίση μεταχείριση προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης του Ιουλίου 2000 με θέμα «Πολυμορφία και συνοχή: νέες προκλήσεις για την ένταξη των μεταναστών και των μειονοτήτων»,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής για την αξιολόγηση του αντίκτυπου της ανακοίνωσης για τη μετανάστευση, την ένταξη και την απασχόληση, (COM(2003) 336 τελικό) SEC(2003) 694,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών για τη μετανάστευση, την ένταξη και την απασχόληση (CdR 223/2003 fin) (9),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τον Χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης: απολογισμός του προγράμματος Τάμπερε και μελλοντικές κατευθύνσεις (COM (2004) 401 τελικό),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των διακινούμενων εργαζομένων και των μελών της οικογενείας τους,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότησή της (CdR 82/2005 rev.1) που υιοθετήθηκε από την επιτροπή «Οικονομική και κοινωνική πολιτική» στις 3 Μαΐου 2005 (εισηγητής: κ. Alvaro Ancisi, Δημοτικός σύμβουλος της Ravenna (IT — PPE),

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ τα ακόλουθα:

1)

Η εκτεταμένη οικονομική μετανάστευση δεν λύνει τα δημογραφικά προβλήματα που απορρέουν από τη γήρανση του πληθυσμού και την μείωση της γεννητικότητας, ούτε είναι η μόνη απάντηση στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Πρέπει να αξιοποιηθεί η δυνατότητα απορρόφησης του εγχώριου εργατικού δυναμικού, καθώς και να επιτραπεί η μετανάστευση εργαζομένων με υψηλή κατάρτιση και σε συγκεκριμένους τομείς, η μετανάστευση εργατικού δυναμικού ενδέχεται να αποδειχτεί απαραίτητη για την ικανοποίηση των αναγκών της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας και της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.

2)

Ένα καθοριστικής σημασίας σημείο του προγράμματος της Χάγης, της νέας Ατζέντας της ΕΕ για την περαιτέρω ανάπτυξη των πολιτικών που αφορούν την μετανάστευση και το άσυλο, που υιοθετήθηκε το 2004, είναι η νόμιμη μετανάστευση και η καταπολέμηση της παράνομης εργασίας· αν και τα επίπεδα μετανάστευσης παραμένουν υπό την αρμοδιότητα των επιμέρους κρατών μελών, η Επιτροπή καλείται να επεξεργαστεί ένα σχέδιο πολιτικών για την νόμιμη μετανάστευση εντός του 2005.

3)

Στόχος της παρούσας Πράσινης Βίβλου είναι να ξεκινήσει μια φάση προνομοθετικής διαβούλευσης, στην οποία θα συμμετέχουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, τα κράτη μέλη και η κοινωνία των πολιτών, για την πλέον ενδεδειγμένη μορφή κοινοτικών κανόνων όσον αφορά την εισδοχή των οικονομικών μεταναστών και την προστιθέμενη αξία που συνεπάγεται η υιοθέτηση μιας κοινοτικής προσέγγισης·

4)

Η νέα Συνταγματική Συνθήκη διευρύνει τις αρμοδιότητες της ΕΕ άρθρο III-267) και προβλέπει ότι η Ένωση αναπτύσσει κοινή μεταναστευτική πολιτική, η οποία έχει ως στόχο να εξασφαλίζει την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, την ίση μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νομίμως σε ένα κράτος μέλος καθώς και την ενισχυμένη πρόληψη της παράνομης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων, και ο ευρωπαϊκός νόμος θεσπίζει τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής, καθώς και κανόνες για τη χορήγηση από τα κράτη μέλη θεωρήσεων και αδειών διαμονής·

5)

Η νέα Συνταγματική Συνθήκη προβλέπει επίσης ότι με τη θέσπιση ευρωπαϊκού νόμου ή νόμου-πλαισίου μπορούν να οριστούν μέτρα «με τα οποία μπορούν να προωθηθούν και να στηριχθούν οι προσπάθειες των κρατών μελών για την προαγωγή της κοινωνικής ενσωμάτωσης των νομίμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» . Στα πλαίσια αυτά αποκλείεται οιαδήποτε εναρμόνιση των κανόνων που ισχύουν στα κράτη μέλη. Η ΕΤΠ τονίζει την αρμοδιότητα των κρατών μελών για τη ρύθμιση της πρόσβασης υπηκόων τρίτων χωρών στην αγορά εργασίας·

κατά την 60ή σύνοδο ολομέλειας που πραγματοποιήθηκε στις 6 και 7 Ιουλίου 2005 (συνεδρίαση της 7ης Ιουλίου 2005) υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Παρατηρήσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Απόψεις της ΕΤΠ για ορισμένα από τα κυριότερα θέματα με τα οποία ανοίγει η συζήτηση στην Πράσινη Βίβλο

Βαθμός εναρμόνισης που μπορεί να επιδιώξει μελλοντικά η ευρωπαϊκή νομοθεσία

1.1

παρατηρεί ότι η ανάπτυξη μεταναστευτικής πολιτικής αποσκοπεί μεταξύ άλλων στο να δώσει βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μια οικονομική απάντηση στη φθίνουσα δημογραφική πορεία της Ευρώπης καθώς και στη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης για όλους τους πολίτες, που είναι πρωταρχικός στόχος της Επιτροπής των Περιφερειών·

1.2

υπογραμμίζει ότι υπάρχει σαφής σύνδεση της δυσκολίας των μεταναστών να ακολουθήσουν νόμιμους διαύλους οικονομικής μετανάστευσης, με την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των πολιτικών των κρατών μελών και των αρχών που είναι αρμόδιες για την παράνομη μετανάστευση·

1.3

υπογραμμίζει την αλληλεξάρτηση της οικονομικής πολιτικής, της πολιτικής για την απασχόληση και της κοινωνικής πολιτικής που χαρακτηρίζει το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο, που βασίζεται στην ποιότητα της εργασίας, στον εκσυγχρονισμό των οικονομικών δομών και στην έντονη κοινωνική συνοχή·

1.4

επισημαίνει ωστόσο ότι, ενώ σε κάποιες ευρωπαϊκές περιφέρειες καταγράφεται μείωση του πληθυσμού και σημειώνεται μείωση του εργατικού δυναμικού, σε άλλες περιφέρειες ο πληθυσμός αυξάνεται με συνέπεια τη δημιουργία προβλημάτων όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών και στέγης σε τοπικό επίπεδο·

1.5

εκτιμά ότι η μελλοντική ευρωπαϊκή νομοθεσία θα έπρεπε να θεσπίζει ένα σφαιρικό νομικό πλαίσιο που να αφορά όλους τους εισερχόμενους στην ΕΕ μετανάστες, παρότι θα μπορούσε, αρχικά, να ξεκινήσει από μια τομεακή προσέγγιση, που να επικεντρώνεται σε ειδικές ομάδες εργαζομένων μεταναστών (εποχιακοί εργαζόμενοι, εργαζόμενοι με ειδικές δεξιότητες, οι εργαζόμενοι που μετατίθενται εντός της ίδιας εταιρείας, οι φορείς παροχής υπηρεσιών)·

υποστηρίζει, συνεπώς, την επιλογή που προτείνει η Επιτροπή στην Πράσινη Βίβλο της όσον αφορά τη θέσπιση ενός κοινού πλαισίου ελάχιστων προδιαγραφών για τη ρύθμιση της εισδοχής των υπηκόων τρίτων χωρών που επιθυμούν να εργαστούν ως μισθωτοί ή ως ανεξάρτητοι επαγγελματίες·

εκφράζει τη λύπη της που δεν εγκρίθηκε από το Συμβούλιο η πρόταση οδηγίας για τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό τη μισθωτή απασχόληση και την άσκηση ανεξάρτητων οικονομικών δραστηριοτήτων, την οποία η ΕΤΠ επικρότησε στη γνωμοδότησή της, CdR 386/2001 (10), της 13ης Μαρτίου 2002·

1.6

εκτιμά επίσης ότι είναι δυνατή η έγκριση κοινών διαδικασιών επίσπευσης από την πλευρά περισσοτέρων του ενός κρατών σε περίπτωση έλλειψης ειδικών δεξιοτήτων· το κράτος μέλος που θα καταφύγει σε παρόμοιες διαδικασίες θα έχει την υποχρέωση να ενημερώσει προηγουμένως τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ και να συντονίσει μαζί τους τις παρεμβάσεις του·

Διαδικασίες εισδοχής των εργαζόμενων μεταναστών, άδειες διαμονής και εργασίας

1.7

επαναλαμβάνει τη σπουδαιότητα μιας πολιτικής για τις άδειες διαμονής και εργασίας ώστε να διευκολύνεται η εισδοχή των εργαζόμενων μεταναστών. Συνιστά, συνεπώς, στα επιμέρους κράτη μέλη να καθιερώσουν μία ενιαία διαδικασία εισδοχής, η οποία θα καταλήγει σε έναν τίτλο που θα περιλαμβάνει τόσο την άδεια διαμονής όσο και την άδεια εργασίας σε μία ενιαία διοικητική πράξη, προκειμένου να απλοποιηθούν και να εναρμονιστούν οι διαφορετικοί κανόνες που ισχύουν σήμερα στα κράτη μέλη·

1.8

επαναλαμβάνει τα όσα έχει υποστηρίξει σχετικά με την αρχή προώθησης της κινητικότητας των μακράς διάρκειας εργαζόμενων μεταναστών που ήδη ανήκουν στην κοινοτική αγορά εργασίας (CdR 337/2004 rev.· 1);

1.9

δεδομένου ότι η οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου αναγνωρίζει ήδη από το 2006 τα δικαιώματα κινητικότητας των μακροχρόνιων μεταναστών, θεωρεί σημαντικό να μελετηθεί και η δυνατότητα υιοθέτησης ελάχιστων κοινών κανόνων που να διευκολύνουν την κινητικότητα εντός της ΕΕ των εργαζομένων που κατοικούν επί μακρόν σε ένα κράτος μέλος, εφόσον στα κράτη μέλη της Ένωσης ισχύει από το 2004 η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων· εν προκειμένω, θα μπορούσε, για παράδειγμα, να προβλεφθεί, η χορήγηση αδείας παραμονής για αναζήτηση εργασίας, διότι αυτό διευκολύνει τους αναζητούντες απασχόληση να εντοπίζουν τις κενές θέσεις. Εξάλλου, θα ήταν σκόπιμο να καθιερωθεί βασική κατάρτιση στις τρίτες χώρες από τις οποίες προέρχονται οι εργαζόμενοι, πράγμα που θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις σε ορισμένους τομείς, και να υιοθετηθούν ελάχιστοι κοινοί κανόνες πιστοποίησης των υφιστάμενων επαγγελματικών δεξιοτήτων ή όσων έχουν αποκτηθεί στη χώρα εισδοχής της ΕΕ·

1.10

εκτιμά ότι η υποδοχή του μεμονωμένου εργαζόμενου πρέπει κατ' αρχήν να εξαρτάται από την ύπαρξη ειδικής θέσης εργασίας.

Ωστόσο, σε ορισμένους ειδικούς τομείς της αγοράς εργασίας, για τους οποίους είναι πιο δύσκολο να διαδοθούν στη χώρα προέλευσης πληροφορίες για την ύπαρξη διαθέσιμων θέσεων εργασίας, θα μπορούσε να προβλεφθεί στην κοινοτική νομοθεσία για τη νόμιμη εισδοχή μεταναστών η δυνατότητα χορήγησης άδειας διαμονής για την αναζήτηση εργασίας, η οποία θα ισχύει για περιορισμένο χρονικό διάστημα, και θα τελεί υπό τη διαχείριση του κάθε κράτους μέλους.

Θα πρέπει να αναλυθούν στη μελλοντική νομοθεσία και οι δυνατότητες αλλαγής τόπου και τομέα εργασίας και να οριστεί ο μέγιστος χρόνος ανεργίας του εργαζόμενου μετανάστη, ο οποίος είναι ίσος με το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την λήξη της αδείας διαμονής για αναζήτηση εργασίας, μετά τη λήξη της οποίας ο αναζητών απασχόληση πρέπει να επιστρέψει στη χώρα προέλευσής του. Ωστόσο, μια τόσο αυστηρή απαίτηση θα είχε ως αποτέλεσμα πολλοί μετανάστες να συνεχίσουν να καταφεύγουν σε μαφίες λαθρομετανάστευσης. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να υπάρχει κάποια ευελιξία, η οποία, αφενός, δίνει στους μετανάστες ελπίδα και τους κάνει να απομακρύνονται από τις μαφίες, και, αφετέρου, παρέχει στα κράτη μέλη την αναγκαία ευελιξία προκειμένου να δέχονται υπηκόους τρίτων χωρών με βάση τις προβλέψιμες ανάγκες της αγοράς εργασίας. Κάθε μελλοντική νομοθεσία που θα προβλέπει ανώτατο όριο περιόδου ανεργίας πριν υποχρεωθεί ένας μετανάστης να επιστρέψει στη χώρα προέλευσής του, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το βαθμό ενσωμάτωσης του εργαζομένου, π.χ., μεταξύ άλλων, παρουσία στη χώρα υποδοχής μελών της οικογένειας, φοίτηση των παιδιών στο σχολείο, περίοδος διαμονής, αριθμός ετών απασχόλησης πριν από την περίοδο ανεργίας

1.11

επισημαίνει ότι πιο ευέλικτα συστήματα «ατομικής αξιολόγησης» όπως οι πράσινες κάρτες, κλπ., που προορίζονται να καλύψουν τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες ανάγκες σε εργατικό δυναμικό, μπορούν να εξεταστούν από την κοινοτική νομοθεσία μόνο μετά την υιοθέτηση ενός συστήματος ενημέρωσης που να επιτρέπει την γνώση και τη δημοσίευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο των προσφορών εργασίας και μετά τον καθορισμό των ελάχιστων κοινών κανόνων επιλογής για την αποδοχή των εργαζόμενων μεταναστών·

1.12

εκτιμά ότι το θέμα της συνδυασμένης ή μη άδειας διαμονής και εργασίας δεν θα πρέπει να διευθετείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά να αποτελεί αρμοδιότητα των επιμέρους κρατών σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας.

Δικαιώματα, συνοδευτικά μέτρα και συνεργασία με τις τρίτες χώρες

1.13

επισημαίνει ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστούν στους αλλοδαπούς πολίτες που αναζητούν απασχόληση, τα θεμελιώδη πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα σε κοινοτική κλίμακα μέσω της κατάλληλης νομοθεσίας·

1.14

επαναλαμβάνει τα όσα έχει ήδη υποστηρίξει σχετικά με την ανάγκη περιορισμού της «διαρροής εγκεφάλων» από τρίτες χώρες και με την ενίσχυση προς τις τρίτες χώρες προκειμένου η μετανάστευση να περιοριστεί σε ένα ανεκτό και χρήσιμο επίπεδο τόσο για τη χώρα υποδοχής όσο και για τη χώρα προέλευσης (CdR 223/2003)· οι στρατηγικές για τη μείωση της φτώχειας, τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την ανάπτυξη της κατάρτισης στις χώρες προέλευσης των μεταναστών συντελούν μακροπρόθεσμα στην εξομάλυνση των μεταναστευτικών ροών·

1.15

εκτιμά ότι, στο πλαίσιο των παρεμβάσεων συνεργασίας πρέπει να υποστηριχθούν μέτρα για την προώθηση της κατάρτισης, της επαγγελματικής εξειδίκευσης και της πρόσληψης στις χώρες καταγωγής, και ότι καλό θα ήταν να προβλεφθούν ειδικές διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες για τον καθορισμό των προτιμήσεων κατά την εισδοχή με παραμεθόριες χώρες ή με γειτονικές χώρες ή με χώρες με μεγάλες μεταναστευτικές ροές.

Ο πρωταρχικός ρόλος των τοπικών και των περιφερειακών αρχών

1.16

επαναλαμβάνει τη θεμελιώδη τοπική και περιφερειακή διάσταση της οικονομικής μετανάστευσης, λόγω του αντίκτυπου που έχει στην τοπική αγορά εργασίας και στις υπηρεσίες που είναι αρμοδιότητα των τοπικών και περιφερειακών αρχών (κοινωνικές υπηρεσίες, εκπαίδευση, στέγη…)· ως εκ τούτου, το γεγονός αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη με στόχο την εκχώρηση κοινοτικών πόρων υπέρ των εν λόγω τοπικών και περιφερειακών αρχών, για την ένταξη των μεταναστών·

1.17

υπογραμμίζει τον θεμελιώδη ρόλο των τοπικών αρχών για την εγγύηση της ασφάλειας και της κοινωνικής συνοχής, που αποτελούν θεμελιώδεις πτυχές της πολιτικής για την οικονομική μετανάστευση·

1.18

επισημαίνει ωστόσο ότι κατά τον καθορισμό του τύπου και του όγκου του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού πρέπει να προβλεφθούν διαδικασίες που να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τις εθνικές ανάγκες αλλά και τις προτάσεις των τοπικών και περιφερειακών αρχών·

1.19

θεωρεί ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική ένταξη, στην πολιτιστική και γλωσσική εκπαίδευση, στην απόκτηση και στην πιστοποίηση των επαγγελματικών δεξιοτήτων των εργαζόμενων μεταναστών, όπως επίσης και στη συμμετοχή σε διαδικασίες συνεργασίας με τρίτες χώρες που αποσκοπούν στην κατάρτιση των μελλοντικών εργαζόμενων μεταναστών.

2.   Οι συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών

2.1

αν και λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις της μελλοντικής Συνταγματικής Συνθήκης υπογραμμίζει τη στενή σχέση της πολιτικής για την μετανάστευση και της πολιτικής για την απασχόληση (άρθρο 137 ζ) του τίτλου VIII ΣΕΚ και εκτιμά συνεπώς ότι πρέπει να θεωρηθεί υποχρεωτική η διαβούλευσή της για τους κανόνες που θα ακολουθήσουν την Πράσινη Βίβλο·

2.2

καλεί όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να επικυρώσουν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των διακινούμενων εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους·

2.3

υποστηρίζει ότι τα προβλήματα σχετικά με την μετανάστευση και την αγορά εργασίας αντιμετωπίζονται καλύτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο· ωστόσο θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον καθορισμό των όρων εισδοχής και διαμονής ώστε, αφενός, να μην υπάρχει σύγκρουση με το δικαίωμα των κρατών να ορίζουν τον όγκο των εισερχομένων και, αφετέρου, το δικαίωμα αυτό να μην έχει αρνητικό αντίκτυπο στα υπόλοιπα κράτη. Ιδιαίτερα περιοριστικοί όροι θα εμποδίσουν τα κράτη μέλη που το επιθυμούν να καθορίσουν συγκεκριμένο όγκο μεταναστών και τούτο ενδέχεται να έχει σοβαρές συνέπειες στην οικονομική ανταγωνιστικότητά τους καθώς και στην ανταγωνιστικότητα των περιφερειών τους. Για τον λόγο αυτό, συνιστά, ενόψει μιας μελλοντικής νομοθετικής πράξης για τα κριτήρια εισδοχής, μία προσεκτική ανάλυση της συμβατότητας με τις διάφορες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές καταστάσεις·

2.4

αναγνωρίζει ότι οι κοινοί κανόνες ενδέχεται να προσδώσουν προστιθέμενη αξία λόγω των διακρατικών πτυχών και των συνεπειών της πολιτικής από το ένα κράτος στο άλλο· συνιστά ωστόσο, αυτή η προστιθέμενη αξία να αποδεικνύεται εκ των προτέρων ενόψει της μελλοντικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας και να αξιολογούνται οι πτυχές εκείνες που, μη έχοντας διακρατικές επιπτώσεις, μπορούν να ρυθμίζονται αποτελεσματικότερα σε εθνικό επίπεδο·

2.5

δεδομένου ότι στην Πράσινη Βίβλο (προνομοθετική διαβούλευση) δεν αναφέρεται ποιο πρέπει να είναι το μελλοντικό νομοθετικό μέσο που πρέπει να υιοθετηθεί, υποστηρίζει ότι πρέπει να είναι μία οδηγία: με την οδηγία παρέχονται πράγματι οι κατευθυντήριες γραμμές για τις εθνικές πολιτικές, τηρείται, αφενός, η αυτονομία κάθε κράτους να ορίζει τις ειδικές πτυχές του θέματος και να αναγνωρίζει τα ειδικά τοπικά και περιφερειακά χαρακτηριστικά, και, αφετέρου, θεσπίζονται κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τους όρους εισδοχής και διαμονής, προκειμένου να αποτρέπεται το ενδεχόμενο η σχετική πολιτική ενός κράτους να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αντίστοιχη πολιτική των λοιπών κρατών. Ένα μέσο όπως η οδηγία εξασφαλίζει στα κράτη μέλη επαρκή ευελιξία, και για την αναγνώριση, μεταξύ άλλων, των ειδικών περιφερειακών και τοπικών χαρακτηριστικών.

2.6

φρονεί εξάλλου ότι θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η επιλογή ενός νομοθετικού μέσου για τον καθορισμό των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων.

2.7

προτείνει ευρεία προνομοθετική διαβούλευση στην οποία να συμμετέχουν και οι τοπικές και περιφερειακές αρχές, δεδομένου ότι η ίδια η Επιτροπή τις θεωρεί σημαντικούς φορείς για την πολιτική μετανάστευσης·

2.8

λόγω της αόριστης αναφοράς στην αναγκαιότητα συνεκτίμησης των τοπικών και περιφερειακών πτυχών (σελ. 8, Πράσινη Βίβλος), καλεί την Επιτροπή να αναγνωρίσει και στη μελλοντική νομοθεσία τον σημαντικό ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών κατά τον προσδιορισμό των τομέων της αγοράς εργασίας όπου χρειάζονται εργαζόμενοι μετανάστες.

Εξάλλου, επαναλαμβάνει την ανάγκη ενός προγράμματος για την ανταλλαγή των ορθών πρακτικών σχετικά με την εφαρμογή των μεταναστευτικών πολιτικών και συνιστά να υποστηρίξει η Ευρωπαϊκή Ένωση την δημιουργία περιφερειακών σημείων επαφής για τις εταιρείες που ενδιαφέρονται για εργαζομένους από τρίτες χώρες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μείωση του εργατικού δυναμικού και να προαχθεί η οικονομική ανάπτυξη·

κρίνει σκόπιμη μία ειδική αξιολόγηση της τοπικής και περιφερειακής διάστασης της πολιτικής για την οικονομική μετανάστευση και του οικονομικού και κοινωνικού αντίκτυπου των προτεινόμενων δράσεων σε τοπικό και σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς και την αναγκαία χρηματοδοτική στήριξη προς τις αντίστοιχες αρχές·

η ΕΤΠ θα μπορούσε η ίδια να ξεκινήσει την εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται για την αξιολόγηση του αντίκτυπου (μελέτες, έρευνες, ακροάσεις, διασκέψεις, ερωτηματολόγια), με στόχο τη βελτίωση της νομοθεσίας και του συντονισμού των πολιτικών μετανάστευσης και κοινωνικής ένταξης των μεταναστών·

2.9

λαμβάνει γνώση του γεγονότος ότι η Επιτροπή επιμένει στην αναγκαιότητα ότι τα μελλοντικά μέτρα πρέπει να ελαχιστοποιούν τις διοικητικές δαπάνες των κρατών μελών και των τρίτων χωρών, χωρίς ωστόσο να αναφέρεται άμεσα στο πρόβλημα του κόστους, ενώ είναι εμφανές ότι πολλές δράσεις συνεπάγονται κόστος· θεωρεί απαραίτητη μία αξιολόγηση για τον τρόπο με τον οποίο οι τοπικές και περιφερειακές αρχές μπορούν να δεσμευτούν διοικητικά και οικονομικά από τα προς εισαγωγή μέτρα. Δεδομένου ότι παρόμοια προγράμματα είναι δαπανηρά, είναι απαραίτητο να αξιολογηθεί ο αντίκτυπός τους. Τα προγράμματα αυτά πρέπει να υποστηρίζονται οικονομικά και από το κράτος μέλος και από την ΕΕ, ενώ ισχύει η τοπική αρμοδιότητα στον προσδιορισμό του περιεχομένου τους και της εφαρμογής τους.

Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2005

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Peter STRAUB


(1)  ΕΕ C 73 της 26/03/2003, σελ. 16

(2)  ΕΕ C 278 της 14/11/2002, σελ. 44

(3)  ΕΕ C 19 της 22/01/2002, σελ. 20

(4)  ΕΕ C 107 της 03/05/2002, σελ. 85

(5)  ΕΕ C 19 της 22/01/2002, σελ. 18

(6)  ΕΕ C 244 της 10/10/2003, σελ. 5

(7)  ΕΕ C 287 της 22/11/2002, σελ. 1

(8)  ΕΕ C 125 της 27/05/2002, σελ. 112

(9)  ΕΕ C 109 της 30/04/2004, σελ. 46

(10)  EE C 192 της 10.7.1998, σελ. 20