ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

48ό έτος
23 Ιουλίου 2005


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ανακοινώσεις

 

Δικαστήριο

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

2005/C 182/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-301/02 P: Carmine Salvatore Tralli κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Αίτηση αναιρέσεως — Προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας — Πρόσληψη — Παράταση της δοκιμαστικής περιόδου — Απόλυση κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου)

1

2005/C 182/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-394/02: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 93/38/ΕΟΚ — Δημόσιες συμβάσεις στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών — Σύμβαση για την κατασκευή συστήματος ταινιοδρόμων στον ατμοηλεκτρικό σταθμό Μεγαλόπολης — Παράλειψη δημοσιεύσεως προκηρύξεως διαγωνισμού — Τεχνική ιδιομορφία — Απρόβλεπτο γεγονός — Κατεπείγουσα ανάγκη)

1

2005/C 182/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 31ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-438/02 (αίτηση του Stockholms tingsrätt για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): ποινική δίκη κατά Krister Hanner (Άρθρα 28 EΚ, 31 EΚ, 43 EΚ και 86, παράγραφος 2, ΕΚ — Διάθεση φαρμάκων στο εμπόριο — Εγκατάσταση των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου — Κρατικό μονοπώλιο λιανικής πωλήσεως φαρμάκων — Επιχείρηση επιφορτισμένη με τη διαχείριση υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος)

2

2005/C 182/4

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 7ης Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-17/03: (αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfseven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Vereniging voor Energie, Milieu en Water, κ.λπ. κατά Directeur van de Dienst uitvoering en toezicht energie (Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας — Προνομιακή πρόσβαση στο διασυνοριακό δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας — Επιχείρηση η οποία ήταν προηγουμένως επιφορτισμένη με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος — Μακροχρόνιες συμβάσεις που είχαν συναφθεί πριν από την απελευθέρωση της αγοράς — Οδηγία 96/92/ΕΚ — Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων — Αρχές της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου)

2

2005/C 182/5

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-20/03 (αίτηση του rechtbank van eerste aanleg te Brugge για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας κατά Marcel Burmanjer, René Alexander Van Der Linden και Anthony De Jong (Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων — Άρθρο 28 ΕΚ — Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Πώληση από πλανόδιο πωλητή — Εγγραφή συνδρομητών σε περιοδικά — Προηγούμενη άδεια)

3

2005/C 182/6

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 31ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-53/03 (αίτηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Συνεταιρισμός Φαρμακοποιών Αιτωλίας & Ακαρνανίας (ΣΥΦΑΙΤ) κ.λπ. κατά GlaxoSmithKline plc, κ.λπ. (Παραδεκτό — Έννοια του εθνικού δικαστηρίου — Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως — Άρνηση εφοδιασμού των χονδρεμπόρων με φαρμακευτικά προϊόντα — Παράλληλο)

3

2005/C 182/7

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-83/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Περιβάλλον — Οδηγία 85/337/ΕΟΚ — Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων έργων στο περιβάλλον — Κατασκευή μαρίνας σκαφών αναψυχής στην Fossacesia)

4

2005/C 182/8

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 12ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-112/03 (αίτηση του cour d' appel της Grenoble για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Société financière et industrielle du Peloux κατά Axa Belgium κ.λπ. (Σύμβαση των Βρυξελλών — Δικαιοδοσία επί συμβάσεων ασφαλίσεως — Παρέκταση δικαιοδοσίας συνομολογηθείσα μεταξύ ασφαλίζοντος τρίτον αντισυμβαλλομένου και ασφαλιστή οι οποίοι έχουν την κατοικία τους στο ίδιο συμβαλλόμενο κράτος — Δυνατότητα επικλήσεως της ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας έναντι του ασφαλισμένου ο οποίος δεν προσυπέγραψε την εν λόγω ρήτρα — Ασφαλισμένος που έχει την κατοικία του σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος)

4

2005/C 182/9

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-136/03 (αίτηση του Verwaltungsgerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Georg Dörr κατά Sicherheitsdirektion für das Bundesland Vorarlberg (Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Δημόσια τάξη — Οδηγία 64/221/ΕΟΚ — Άρθρα 8 και 9 — Απαγόρευση διαμονής και απόφαση περί απομακρύνσεως με την αιτιολογία της διαπράξεως αξιόποινων πράξεων — Δικαστική προσφυγή αφορώσα μόνον τη νομιμότητα του μέτρου με το οποίο τίθεται τέλος στη διαμονή του ενδιαφερομένου — Δεν υφίσταται ανασταλτικό αποτέλεσμα της εν λόγω προσφυγής — Δικαίωμα του ενδιαφερομένου να επικαλεστεί λόγους σκοπιμότητας ενώπιον αρχής που καλείται να εκφέρει γνώμη — Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας — Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων — Άρθρα 6, παράγραφος 1, και 14, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως)

5

2005/C 182/0

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-212/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Διαδικασία προηγουμένης εγκρίσεως των προσωπικών εισαγωγών φαρμάκων — Φάρμακα για ανθρώπινη χρήση — Ομοιοπαθητικά φάρμακα)

5

2005/C 182/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (μείζονος συνθέσεως), της 24ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-244/03: Γαλλική Δημοκρατία κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (Καλλυντικά προϊόντα — Πειράματα σε ζώα — Οδηγία 2003/15/EΚ — Μερική ακύρωση — Άρθρο 1, σημείο 2 — Αδιαίρετο σύνολο — Απαράδεκτο)

6

2005/C 182/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-266/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (Παράβαση κράτους μέλους — Διαπραγμάτευση, σύναψη, κύρωση και θέση σε ισχύ διμερών συμφωνιών εκ μέρους κράτους μέλους — Μεταφορές εμπορευμάτων ή προσώπων διά πλωτής οδού — Εξωτερική αρμοδιότητα της Κοινότητας — Άρθρο 10 ΕΚ — Κανονισμοί (ΕΟΚ) 3921/91 και (ΕΚ) 1356/96)

6

2005/C 182/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 12ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-278/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων — Διαγωνισμοί για την πρόσληψη διδακτικού προσωπικού στα ιταλικά δημόσια σχολεία — Μη λήψη υπόψη ή ανεπαρκής λήψη υπόψη της επαγγελματικής πείρας που αποκτήθηκε εντός άλλων κρατών μελών — Άρθρο 39 ΕΚ — Άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68)

7

2005/C 182/4

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-283/03 (αίτηση του College van beroep voor het bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): A.H. Kuipers κατά Productschap Zuivel (Κοινή οργάνωση των αγορών — Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα — Κανονισμός (ΕΟΚ) 804/68 — Εθνικό καθεστώς βάσει του οποίου τα γαλακτοκομεία παρακρατούν ποσά επί της τιμής που είναι καταβλητέα στους εκτροφείς γαλακτοφόρων αγελάδων ή καταβάλλουν σε αυτούς πριμοδοτήσεις αναλόγως της ποιότητας του παραδοθέντος γάλακτος — Ασύμβατο)

7

2005/C 182/5

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα), της 12ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-315/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Huhtamaki Dourdan SA (Συμβατική ρήτρα — Επιστροφή προκαταβολής καταβληθείσας στο πλαίσιο της εκτελέσεως συμβάσεως ερευνητικού χαρακτήρα — Μη δικαιολογημένος χαρακτήρας ενός τμήματος των δαπανών)

8

2005/C 182/6

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-332/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Αλιεία — Διατήρηση και διαχείριση των αλιευτικών πόρων — Κανονισμοί (ΕΟΚ) 3760/92 και 2847/93 — Μέτρα ελέγχου των αλιευτικών δραστηριοτήτων)

8

2005/C 182/7

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 12ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-347/03 (αίτηση του Tribunale amministrativo regionale del Lazio για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Regione autonoma Friuli-Venezia Giulia και Agenzia regionale per lo sviluppo rurale (ERSA) κατά Ministero delle Politiche Agricole e Forestali (Εξωτερικές σχέσεις — Συμφωνία ΕΚ-Ουγγαρίας για αμοιβαία προστασία και έλεγχο των ονομασιών οίνων — Προστασία εντός της Κοινότητας μιας ονομασίας αφορώσας ορισμένους οίνους καταγωγής Ουγγαρίας — Γεωγραφική ένδειξη Tokaj — Ανταλλαγή επιστολών — Δυνατότητα χρήσεως του όρου Tocai στην ένδειξη Tocai friulano ή Tocai italico για την περιγραφή και την παρουσίαση ορισμένων ιταλικών οίνων, και ειδικότερα των οίνων ποιότητας που παράγονται εντός καθορισμένης περιοχής (v.q.p.r.d.), κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου που λήγει στις 31 Μαρτίου 2007 — Αποκλεισμός της ως άνω δυνατότητας μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου — Κύρος — Νομική βάση — Άρθρο 133 ΕΚ — Αρχές του διεθνούς δικαίου αφορώσες τις συνθήκες — Άρθρα 22 έως 24 της Συμφωνίας ΔΠΙΤΕ (TRIPs) — Προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων — Δικαίωμα ιδιοκτησίας)

9

2005/C 182/8

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-409/03 (αίτηση του Bundesfinanzhof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Société d'exportation de produits agricoles SA (SEPA) κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas (Επιστροφές κατά την εξαγωγή — Βόειο κρέας — Ειδική επείγουσα σφαγή — Κανονισμός (ΕΟΚ) 3665/87 — Άρθρο 13 — Ποιότητα υγιής, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη — Χαρακτηρισμός ως εμπορεύσιμου υπό κανονικές συνθήκες)

10

2005/C 182/9

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 12ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-415/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (Κρατικές ενισχύσεις — Υποχρέωση ανακτήσεως — Απόλυτη αδυναμία εκτελέσεως — Δεν συντρέχει)

10

2005/C 182/0

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 12ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-444/03 (αίτηση του Verwaltungsgericht Berlin για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Meta Fackler KG κατά Bundesrepublik Deutschland (Φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση — Ομοιοπαθητικά φάρμακα — Εθνική διάταξη αποκλείουσα την εφαρμογή της ειδικής απλοποιημένης διαδικασίας καταχωρίσεως για φάρμακο αποτελούμενο από γνωστές ομοιοπαθητικές ουσίες, όταν η χρήση του φαρμάκου αυτού ως ομοιοπαθητικού δεν είναι κοινώς γνωστή)

11

2005/C 182/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 12ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-452/03 (αίτηση του High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): RAL (Channel Islands) Ltd, κ.λπ. κατά Commissioners of Customs & Excise (ΦΠΑ — Έκτη οδηγία — Άρθρο 9, παράγραφοι 1 και 2 — Μηχανές τυχερών παιχνιδιών — Ψυχαγωγικές ή παρεμφερείς δραστηριότητες — Παρέχων υπηρεσίες εγκατεστημένος εκτός του εδάφους της Κοινότητας — Προσδιορισμός του τόπου παροχής υπηρεσιών)

11

2005/C 182/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-478/03 (αίτηση του House of Lords για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Celtec Ltd κατά John Astley κ.λπ. (Οδηγία 77/187/ΕΟΚ — Άρθρο 3, παράγραφος 1 — Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως — Δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν για τον εκχωρητή από σχέση εργασίας υφιστάμενη κατά την ημερομηνία μεταβιβάσεως — Έννοια της ημερομηνίας μεταβιβάσεως)

12

2005/C 182/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-498/03 (αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London, για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Kingscrest Associates Ltd, Montecello Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise (Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Άρθρο 13, A, παράγραφος 1, στοιχεία ζ' και η' — Απαλλασσόμενες δραστηριότητες — Παροχές συνδεόμενες στενά με την κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση — Παροχές συνδεόμενες στενά με την προστασία των παιδιών και των νέων — Παροχές πραγματοποιούμενες από οργανισμούς εκτός των αναγνωρισμένων από το οικείο κράτος μέλος ως κοινωνικού χαρακτήρα — Ιδιωτικός οργανισμός κερδοσκοπικού χαρακτήρα — Έννοια του κοινωνικού χαρακτήρα)

12

2005/C 182/4

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-536/03 (αίτηση του Supremo Tribunal Administrativo για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): António Jorge Lda κατά Fazenda Pública (ΦΠΑ — Άρθρο 19 της έκτης οδηγίας ΦΠΑ — Έκπτωση του καταβληθέντος επί των εισροών φόρου — Δραστηριότητες σχετικές με ακίνητα — Αγαθά και υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται τόσο για υποκείμενες στον φόρο πράξεις όσο και για απαλλασσόμενες του φόρου πράξεις — Έκπτωση κατ' αναλογία)

13

2005/C 182/5

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 7ης Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-543/03 (αίτηση του Oberlandesgericht Innsbruck για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Christine Dodl, Petra Oberhollenzer κατά Tiroler Gebietskrankenkasse (Κανονισμοί (ΕΟΚ) 1408/71 και 574/72 — Οικογενειακές παροχές — Επίδομα ανατροφής τέκνου — Δικαίωμα παροχών ιδίας φύσεως από το κράτος μέλος απασχολήσεως και από το κράτος μέλος κατοικίας)

13

2005/C 182/6

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-15/04 (αίτηση του Bundesvergabeamt για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Koppensteiner GmbH κατά Bundesimmobiliengesellschaft mbH (Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγία 89/665/ΕΟΚ — Διαδικασία προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων — Ανάκληση προκηρύξεως διαγωνισμού μετά το άνοιγμα των προσφορών — Δικαστικός έλεγχος — Έκταση — Αρχή της αποτελεσματικότητας)

14

2005/C 182/7

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-43/04 (αίτηση του Bundesfinanzhof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Finanzamt Arnsberg κατά Stadt Sundern (Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Άρθρο 25 — Κοινό κατ' αποκοπήν καθεστώς γεωργών — Εκμίσθωση κυνηγετικών περιοχών στο πλαίσιο κοινοτικής δασοκομικής εκμεταλλεύσεως — Έννοια της παροχής γεωργικών υπηρεσιών)

14

2005/C 182/8

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-68/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2001/81/ΕΚ — Ατμοσφαιρικοί ρύποι — Εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών)

15

2005/C 182/9

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-77/04 (αίτηση του Cour de cassation για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Groupement d'intérêt économique (GIE) Réunion européenne κ.λπ. κατά Zurich España, Société pyrénéenne de transit d'automobiles (Soptrans) (Σύμβαση των Βρυξελλών — Αίτημα ερμηνείας του άρθρου 6, σημείο 2, και των διατάξεων του τμήματος 3 του τίτλου II — Διεθνής δικαιοδοσία σε υποθέσεις ασφαλίσεων — Προσεπίκληση του δικονομικού εγγυητή ή άλλη προσεπίκληση — Περίπτωση πολλαπλής ασφαλίσεως)

15

2005/C 182/0

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-89/04 (αίτηση του Raad van State για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Mediakabel BV κατά Commissariaat voor de Media (Οδηγία 89/552/ΕΟΚ — Άρθρο 1, στοιχείο α' — Υπηρεσίες τηλεοπτικής μεταδόσεως — Πεδίο εφαρμογής — Οδηγία 98/34/ΕΚ — Άρθρο 1, σημείο 2 — Υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας — Πεδίο εφαρμογής)

16

2005/C 182/1

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-249/04 (αίτηση του Cour du travail de Liège, section de Neufchâteau για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): José Allard κατά Institut national d'assurances sociales pour travailleurs indépendants (INASTI) (Άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ) — Κανονισμός (ΕΟΚ) 1408/71 — Ελεύθεροι επαγγελματίες που ασκούν τις δραστηριότητές τους στο έδαφος δύο κρατών μελών και κατοικούν στο ένα από τα δύο — Απαίτηση καταβολής ισοσταθμιστικής εισφοράς — Βάση υπολογισμού)

17

2005/C 182/2

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-287/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 93/104/ΕΚ — Οργάνωση του χρόνου εργασίας — Μη μεταφορά της στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

17

2005/C 182/3

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα), της 2ας Ιουνίου 2005, στην υπόθεση C-454/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2001/55/ΕΚ — Ππροσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων — Μη μεταφορά της στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

18

2005/C 182/4

Διάταξη του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα), της 28ης Φεβρουαρίου 2005, στην υπόθεση C-260/02 P: Michael Becker κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Αίτηση αναιρέσεως — Υπάλληλοι — Σύνταξη αναπηρίας — Αίτηση κινήσεως διαδικασίας αναγνωρίσεως αναπηρίας κατά τη διάρκεια άδειας άνευ αποδοχών — Αίτηση αναιρέσεως εν μέρει προφανώς απαράδεκτη και εν μέρει προφανώς αβάσιμη)

18

2005/C 182/5

Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-297/03 (αίτηση του Oberster Gerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Sozialhilfeverband Rohrbach κατά Arbeitterkammer Oberösterreich, Österreichischer Gewerkschaftsbund (Άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας — Οδηγία 2001/23/EΚ — Μεταβίβαση επιχειρήσεων — Δυνατότητα επικλήσεως οδηγίας κατά ιδιώτη — Εναντίωση του εργαζομένου στη μεταβίβαση των εκ της συμβάσεώς του δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στον εκδοχέα)

19

2005/C 182/6

Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 15ης Μαρτίου 2005, στην υπόθεση C-553/03 P: Πανελλήνιος Ένωση Εκκοκκιστών και Εξαγωγέων Βάμβακος κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Ελληνικής Δημοκρατίας (Αίτηση αναιρέσεως — Κρατικές ενισχύσεις — Προσφυγή ακυρώσεως — Άρθρο 119 του Κανονισμού Διαδικασίας)

19

2005/C 182/7

Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 26ης Απριλίου 2005, Στην υπόθεση C-149/04 (αίτηση του Corte suprema di cassazione για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Ugo Fava κατά Comune di Carrara (Τέλος επιβαλλόμενο επί των μαρμάρων που εξορύσσονται στο έδαφος δήμου λόγω της μεταφοράς τους πέραν των ορίων της δημοτικής περιφέρειας — Άρθρα 92, παράγραφος 1, και 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας — Εν μέρει απαράδεκτο — Ερώτημα πανομοιότυπο με ένα ερώτημα επί του οποίου το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί)

20

2005/C 182/8

Διάταξη του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα), της 7ης Απριλίου 2005, στην υπόθεση C-160/04 P: Gustaaf Van Dyck κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Αίτηση αναιρέσεως — Υπάλληλοι — Πίνακες προαγωγών — Βλαπτική πράξη — Προπαρασκευαστικές πράξεις)

20

2005/C 182/9

Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 10ης Μαρτίου 2005, στην υπόθεση C-178/04 (αίτηση του Bundesverwaltungsgericht για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Franz Marhold κατά Land Baden-Württemberg (Άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας — Εργαζόμενοι — Υπάλληλοι απασχολούμενοι σε εργοδότες του εθνικού δημόσιου τομέα — Καθηγητής πανεπιστημίου — Χορήγηση ετήσιας έκτακτης αμοιβής)

21

2005/C 182/0

Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 22ας Φεβρουαρίου 2005, στην υπόθεση C-480/04: Ποινική δίκη κατά Antonello D'Antonio. (Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Απαράδεκτο)

21

2005/C 182/1

Υπόθεση C-128/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας, που ασκήθηκε στις 18 Μαρτίου 2005

21

2005/C 182/2

Υπόθεση C-183/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιρλανδίας, που ασκήθηκε στις 22 Απριλίου 2005

22

2005/C 182/3

Υπόθεση C-185/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 26 Απριλίου 2005

23

2005/C 182/4

Υπόθεση C-192/05: Αίτηση του Centrale Raad van Beroep για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία υποβλήθηκε με διάταξη της 22ας Απριλίου 2005, στο πλαίσιο της διαδικασίας K. Tas-Hagen και R.A. Tas, κατά Raadskamer WUBO van de Pensioen- en Uitkeringsraad

24

2005/C 182/5

Υπόθεση C-194/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 2 Μαΐου 2005

24

2005/C 182/6

Υπόθεση C-195/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας ασκηθείσα στις 2 Μαΐου 2005

25

2005/C 182/7

Υπόθεση C-196/05: Αίτηση του Finanzgericht München για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία υποβλήθηκε με διάταξη της 17ης Φεβρουαρίου 2005, στο πλαίσιο της διαδικασίας Sachsenmilch AG κατά Oberfinanzdirektion Nürnberg

25

2005/C 182/8

Υπόθεση C-198/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 4 Μαΐου 2005

26

2005/C 182/9

Υπόθεση C-199/05: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το cour d'appel de Bruxelles με απόφαση της 28 Απριλίου 2005 στην υπόθεση Ευρωπαϊκή Κοινότητα κατά Βελγικού Κράτους

26

2005/C 182/0

Υπόθεση C-201/05: Αίτηση του High Court of Justice (England and Wales) Chancery Division, (Ηνωμένο Βασίλειο), για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, υποβληθείσα με διάταξη της 18ης Μαρτίου 2005, στο πλαίσιο της εκκρεμούσας ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου δίκης μεταξύ των The Test Claimants in the CFC and Dividend Group Litigation και των Commissioners of Inland Revenue

27

2005/C 182/1

Υπόθεση C-203/05: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλαν οι Special Commissioners με διάταξη της 3ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση Vodafone 2 κατά Her Majesty's Revenue and Customs

29

2005/C 182/2

Υπόθεση C-205/05: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το tribunal des affaires de sécurité sociale de Longwy με απόφαση της 14ης Απριλίου 2005 στην υπόθεση Fabien Nemec κατά Caisse Régionale d'Assurance Maladie du Nord-Est

30

2005/C 182/3

Υπόθεση C-207/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 11 Μαΐου 2005

30

2005/C 182/4

Υπόθεση C-214/05 P: Αίτηση αναιρέσεως της Sergio Rossi SpA κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος του Πρωτοδικείου, της 1ης Μαρτίου 2005, στην υπόθεση T-169/03, Sergio Rossi SpA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), που ασκήθηκε στις 17 Μαΐου 2005

31

2005/C 182/5

Υπόθεση C-218/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 17 Μαΐου 2005

31

2005/C 182/6

υπόθεση C-219/05: Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου της Ισπανίας, που ασκήθηκε στις 18 Μαΐου 2005

32

2005/C 182/7

Υπόθεση C-227/05: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το Bayerisches Verwaltungsgericht München, με διάταξη της 4ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση Daniel Halbritter κατά Freistaat Bayern

32

2005/C 182/8

Υπόθεση C-230/05 P: Αίτηση αναιρέσεως της L, ασκηθείσα στις 26 Μαΐου 2005, κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2005 στην υπόθεση T-254/02, L κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

33

2005/C 182/9

Διαγραφή της υποθέσεως C-384/03

33

2005/C 182/0

Διαγραφή της υποθέσεως C-440/03

33

2005/C 182/1

Διαγραφή της υποθέσεως C-51/04

34

2005/C 182/2

Διαγραφή της υποθέσεως C-54/04

34

2005/C 182/3

Διαγραφή της υποθέσεως C-457/04

34

2005/C 182/4

Διαγραφή της υποθέσεως C-474/04

34

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

2005/C 182/5

Απόφαση του Πρωτοδικείου, της 25ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση T-352/02, Creative Technology Ltd κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος PC WORKS — Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα W WORK PRO — Άρνηση καταχωρίσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

35

2005/C 182/6

Απόφαση του Πρωτοδικείου, της 25ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση T-67/04, Spa Monopole, compagnie fermière de Spa SA/NV κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος SPA-FINDERS — Προγενέστερα εθνικά λεκτικά σήματα SPA και LES THERMES DE SPA — Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού (EΚ) 40/94)

35

2005/C 182/7

Διάταξη του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 22ας Απριλίου 2005, στην υπόθεση T-399/03, Arnaldo Lucaccioni κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Υπάλληλοι — Επαγγελματική νόσος — Αίτημα περί αναγνωρίσεως της επιδεινώσεώς της — Εκτέλεση αποφάσεως του Πρωτοδικείου — Νομικός χαρακτηρισμός υπηρεσιακού σημειώματος της Επιτροπής — Προσφυγή ακυρώσεως — Απαράδεκτη)

36

2005/C 182/8

Διάταξη του Πρωτοδικείου, της 28ης Φεβρουαρίου 2005, στην υπόθεση T-445/04, Energy Technologies ET SA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (Κοινοτικό σήμα — Εκπροσώπηση από δικηγόρο — Προσφυγή προφανώς απαράδεκτη)

36

2005/C 182/9

Υπόθεση Τ-138/05: Αγωγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Impetus Consultants, που ασκήθηκε στις 23 Μαρτίου 2005

36

2005/C 182/0

Υπόθεση T-167/05: Προσφυγή της Grether AG κατά του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), που ασκήθηκε στις 25 Απριλίου 2005

37

2005/C 182/1

Υπόθεση T-171/05: Προσφυγή-αγωγή του Bart Nijs κατά του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 2 Μαΐου 2005

38

2005/C 182/2

Υπόθεση T-173/05: Προσφυγή της Martine Heus κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 27 Απριλίου 2005

39

2005/C 182/3

Υπόθεση T-180/05: Προσφυγή-αγωγή της Pia Landgren κατά του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, που ασκήθηκε στις 28 Απριλίου 2005

39

2005/C 182/4

Υπόθεση T-184/05: Προσφυγή της Dypna Mc Sweeny και της Pauline Armstrong κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 4 Μαΐου 2005

40

2005/C 182/5

Υπόθεση T-188/05: Προσφυγή του Joël De Bry κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 2 Μαΐου 2005

40

2005/C 182/6

Υπόθεση T-189/05: Προσφυγή της Usinor κατά του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (ΓΕΕΑ) που ασκήθηκε στις 4 Μαΐου 2005

40

2005/C 182/7

Υπόθεση T-191/05: Προσφυγή της Viviane Le Maire κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 10 Μαΐου 2005

41

2005/C 182/8

Υπόθεση T-198/05: Αγωγή της Mebrom NV κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 13 Μαΐου 2005

41

2005/C 182/9

Υπόθεση T-210/05: Προσφυγή της Nalocebar — Consultores e Serviços Lda. κατά του Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), που ασκήθηκε στις 19 Μαΐου 2005

42

2005/C 182/0

Υπόθεση T-211/05: Προσφυγή της Ιταλικής Δημοκρατίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 26 Μαΐου 2005

43

2005/C 182/1

Υπόθεση Τ-216/05: Προσφυγή της εταιρίας Mebrom NV κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 31 Mαΐου 2005

44

2005/C 182/2

Υπόθεση T-218/05: Προσφυγή της Bustec Ireland Limited Partnership κατά του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και πρότυπα) που ασκήθηκε στις 7 Ιουνίου 2005

44

2005/C 182/3

Διαγραφή της υποθέσεως T-347/04

45

2005/C 182/4

Διαγραφή της υποθέσεως T-453/04

45

2005/C 182/5

Διαγραφή της υποθέσεως T-14/05

45

2005/C 182/6

Μερική διαγραφή της υποθέσεως T-122/05

45

 

III   Πληροφορίες

2005/C 182/7

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςΕΕ C 171 της 9.7.2005

46

EL

 


I Ανακοινώσεις

Δικαστήριο

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-301/02 P: Carmine Salvatore Tralli κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - Πρόσληψη - Παράταση της δοκιμαστικής περιόδου - Απόλυση κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου)

(2005/C 182/01)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-301/02 P, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 49 του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου, ασκηθείσα στις 26 Αυγούστου 2002, Carmine Salvatore Tralli (δικηγόρος: N. Pflüger) όπου ο έτερος διάδικος είναι: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (εκπρόσωποι: V. Saintot και Μ. Benisch, επικουρούμενοι από τον B. Wägenbaur, δικηγόρο), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, A. Rosas, R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), S. von Bahr και K. Schiemann, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει τον C. S. Tralli στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 289 της 23.11.2002.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-394/02: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 93/38/ΕΟΚ - Δημόσιες συμβάσεις στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών - Σύμβαση για την κατασκευή συστήματος ταινιοδρόμων στον ατμοηλεκτρικό σταθμό Μεγαλόπολης - Παράλειψη δημοσιεύσεως προκηρύξεως διαγωνισμού - Τεχνική ιδιομορφία - Απρόβλεπτο γεγονός - Κατεπείγουσα ανάγκη)

(2005/C 182/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στην υπόθεση C-394/02, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 8 Νοεμβρίου 2002, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Nolin και Μ. Κωνσταντινίδης) κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (εκπρόσωποι: Π. Μυλωνόπουλο, Δ. Τσαγκαράκη και Σ. Χαλά), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, J. N. Cunha Rodrigues, M. Ilešič και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η Ελληνική Δημοκρατία, λόγω της εκ μέρους της Δημόσιας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού αναθέσεως της συμβάσεως για την κατασκευή συστήματος ταινιοδρόμων στον ατμοηλεκτρικό σταθμό Μεγαλόπολης με διαδικασία διαπραγματεύσεως χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 93/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, και, ειδικότερα, από τα άρθρα 20, παράγραφος 1, και 21 της οδηγίας αυτής.

2)

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 19 της 25.01.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/2


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 31ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-438/02 (αίτηση του Stockholms tingsrätt για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): ποινική δίκη κατά Krister Hanner (1)

(Άρθρα 28 EΚ, 31 EΚ, 43 EΚ και 86, παράγραφος 2, ΕΚ - Διάθεση φαρμάκων στο εμπόριο - Εγκατάσταση των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου - Κρατικό μονοπώλιο λιανικής πωλήσεως φαρμάκων - Επιχείρηση επιφορτισμένη με τη διαχείριση υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος)

(2005/C 182/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Στην υπόθεση C-438/02, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, υποβληθείσα από το Stockholms tingsrätt (Σουηδία) με απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2002, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Δεκεμβρίου 2002, στο πλαίσιο ποινικής δίκης κατά του Krister Hanner, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann (εισηγητή), C. W. A. Timmermans και A. Rosas, προέδρους τμήματος, J.-P. Puissochet, R. Schintgen, N. Colneric, S. von Bahr και J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: Múgica Arzamendi, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 31 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 31, παράγραφος 1, ΕΚ απαγορεύει ένα σύστημα το οποίο προβλέπει αποκλειστικό δικαίωμα λιανικής πωλήσεως ρυθμιζόμενο κατά τρόπον αντίστοιχο προς αυτό του επίδικου στην κύρια δίκη συστήματος.


(1)  ΕΕ C 31 της 8.02.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/2


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 7ης Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-17/03: (αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfseven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Vereniging voor Energie, Milieu en Water, κ.λπ. κατά Directeur van de Dienst uitvoering en toezicht energie (1)

(Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας - Προνομιακή πρόσβαση στο διασυνοριακό δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας - Επιχείρηση η οποία ήταν προηγουμένως επιφορτισμένη με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος - Μακροχρόνιες συμβάσεις που είχαν συναφθεί πριν από την απελευθέρωση της αγοράς - Οδηγία 96/92/ΕΚ - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων - Αρχές της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου)

(2005/C 182/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-17/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες), με απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2002, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Ιανουαρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης: Vereniging voor Energie, Milieu en Water, Amsterdam Power Exchange Spotmarket BV, Eneco NV, κατά Directeur van de Dienst uitvoering en toezicht energie, παρισταμένης της: Nederlands Elektriciteit Administratiekantoor BV, πρώην Samenwerkende ElektriciteitsProduktiebedrijven NV, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans και A. Rosas (εισηγητή), προέδρους τμήματος, J.-P. Puissochet, R. Schintgen, N. Colneric, S. Von Bahr, M. Ilešič, J. Malenovský και U. Lõhmus, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 7 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Τα άρθρα 7, παράγραφος 5, και 16 της οδηγίας 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, δεν περιορίζονται στους τεχνικούς κανόνες, αλλά έχουν την έννοια ότι εφαρμόζονται επί όλων των περιπτώσεων δυσμενούς διακρίσεως.

2)

Τα ανωτέρω άρθρα αποκλείουν εθνικά μέτρα που παρέχουν σε επιχείρηση κατά προτεραιότητα ικανότητα διασυνοριακής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, είτε τα μέτρα αυτά λαμβάνονται από τον διαχειριστή δικτύου είτε από τον ελεγκτή της διαχειρίσεως του δικτύου ή τον νομοθέτη, εφόσον η λήψη τέτοιων μέτρων δεν επετράπη στο πλαίσιο της προβλεπόμενης από το άρθρο 24 της οδηγίας διαδικασίας.


(1)  EE C 70 της 2.03.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/3


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-20/03 (αίτηση του rechtbank van eerste aanleg te Brugge για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας κατά Marcel Burmanjer, René Alexander Van Der Linden και Anthony De Jong (1)

(Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων - Άρθρο 28 ΕΚ - Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος - Πώληση από πλανόδιο πωλητή - Εγγραφή συνδρομητών σε περιοδικά - Προηγούμενη άδεια)

(2005/C 182/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-20/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το rechtbank van eerste aanleg te Brugge (Βέλγιο) με απόφαση της 17ης Ιανουαρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Ιανουαρίου 2003, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας κατά Marcel Burmanjer, René Alexander Van Der Linden και Anthony De Jong, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, A. Rosas (εισηγητή), K. Lenaerts, S. von Bahr και K. Schiemann, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger γραμματέας: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 28 ΕΚ δεν αντιτίθεται σε εθνικό καθεστώς βάσει του οποίου ένα κράτος μέλος θεωρεί αξιόποινη πράξη την από πλανόδιο πωλητή πώληση στην ημεδαπή, χωρίς προηγούμενη άδεια, συνδρομών σε περιοδικά, όταν το καθεστώς αυτό ισχύει, χωρίς διάκριση αναλόγως της καταγωγής των περί ων πρόκειται προϊόντων, για όλους τους σχετικούς επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στην ημεδαπή, αρκεί το καθεστώς αυτό να επηρεάζει κατά τον ίδιο τρόπο, από νομικής απόψεως αλλά και στην πράξη, την εμπορία των προϊόντων καταγωγής του κράτους αυτού και την εμπορία των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

Του αιτούντος δικαστηρίου έργο είναι να καθορίσει αν, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υποθέσεως της κύριας δίκης, η εφαρμογή του εθνικού δικαίου είναι ικανή να εξασφαλίσει ότι το καθεστώς αυτό επηρεάζει κατά τον ίδιο τρόπο, από νομικής απόψεως αλλά και στην πράξη, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και την εμπορία των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, καθώς και, στην περίπτωση που δεν συμβαίνει αυτό, να καθορίσει αν το σχετικό καθεστώς δικαιολογείται από έναν σκοπό γενικού συμφέροντος υπό την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου και αν είναι ανάλογο με τον σκοπό αυτόν.


(1)  ΕΕ C 70 της 22.3.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/3


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 31ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-53/03 (αίτηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Συνεταιρισμός Φαρμακοποιών Αιτωλίας & Ακαρνανίας (ΣΥΦΑΙΤ) κ.λπ. κατά GlaxoSmithKline plc, κ.λπ. (1)

(Παραδεκτό - Έννοια του εθνικού δικαστηρίου - Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως - Άρνηση εφοδιασμού των χονδρεμπόρων με φαρμακευτικά προϊόντα - Παράλληλο)

(2005/C 182/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στην υπόθεση C-53/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε η Επιτροπή Ανταγωνισμού (Ελλάδα) με απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 5 Φεβρουαρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης Συνεταιρισμός Φαρμακοποιών Αιτωλίας & Ακαρνανίας (ΣΥΦΑΙΤ) κ.λπ., Πανελλήνιος Σύλλογος Φαρμακαποθηκαρίων, Interfarm — A. Aγγελάκου & Σία OE κ.λπ., K. Π. Mαρινόπουλος Ανώνυμος Εταιρία εμπορίας και διανομής φαρμακευτικών προϊόντων κ.λπ. κατά GlaxoSmithKline plc, GlaxoSmithKline AEΒE, πρώην Glaxowellcome AEΒE, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans, A. Rosas και R. Silva de Lapuerta, προέδρους τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, N. Colneric και S. von Bahr, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 31 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί των ερωτημάτων που υπέβαλε η Επιτροπή Ανταγωνισμού με απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2003.


(1)  ΕΕ C 101 της 26.04.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/4


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(έκτο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-83/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (1)

(«Παράβαση κράτους μέλους - Περιβάλλον - Οδηγία 85/337/ΕΟΚ - Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων έργων στο περιβάλλον - Κατασκευή μαρίνας σκαφών αναψυχής στην Fossacesia»)

(2005/C 182/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-83/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωποι: R. Amorosi και A. Aresu) κατά Ιταλικής Δημοκρατίας, (εκπρόσωπος: I. M. Braguglia, επικουρούμενος από τον Μ. Fiorilli, avvocato dello Stato), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Borg Barthet, πρόεδρο τμήματος, J.–P. Puissochet (εισηγητή) και S. von Bahr, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Εξαιτίας της παραλείψεως της Περιφέρειας του Abruzzο να ελέγξει ως όφειλε αν το σχέδιο κατασκευής μαρίνας σκαφών αναψυχής στη Fossacesia (Chieti), το οποίο ανήκει στα είδη σχεδίων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος II της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, είχε τα χαρακτηριστικά που επιβάλλουν την κίνηση της διαδικασίας εκτιμήσεως των επιπτώσεών του στο περιβάλλον, η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής.

2)

Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 112 της 10.05.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/4


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 12ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-112/03 (αίτηση του cour d' appel της Grenoble για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Société financière et industrielle du Peloux κατά Axa Belgium κ.λπ. (1)

(Σύμβαση των Βρυξελλών - Δικαιοδοσία επί συμβάσεων ασφαλίσεως - Παρέκταση δικαιοδοσίας συνομολογηθείσα μεταξύ ασφαλίζοντος τρίτον αντισυμβαλλομένου και ασφαλιστή οι οποίοι έχουν την κατοικία τους στο ίδιο συμβαλλόμενο κράτος - Δυνατότητα επικλήσεως της ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας έναντι του ασφαλισμένου ο οποίος δεν προσυπέγραψε την εν λόγω ρήτρα - Ασφαλισμένος που έχει την κατοικία του σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος)

(2005/C 182/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-112/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, δυνάμει του πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1971 για την ερμηνεία από το Δικαστήριο της συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, την οποία υπέβαλε το cour d'appel της Grenoble (Γαλλία), με απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Μαρτίου 2003, στο πλαίσιο της υποθέσεως Société financière et industrielle du Peloux κατά Axa Belgium κ.λπ., Gerling Konzern Belgique SA, Établissements Bernard Laiterie du Chatelard, Calland Réalisations SARL, Joseph Calland, Maurice Picard, Abeille Assurances Cie, Mutuelles du Mans SA, SMABTP, Axa Corporate Solutions Assurance SA, Zurich International France SA, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta, J. Makarczyk, P. Kūris και J. Klučka (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας, συνομολογηθείσα σύμφωνα με το άρθρο 12, σημείο 3, της συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως τροποποιήθηκε από τη σύμβαση της 9ης Οκτωβρίου 1978 για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, από τη σύμβαση της 25ης Οκτωβρίου 1982 για την προσχώρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας, από τη σύμβαση της 26ης Μαΐου 1989 για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας και από τη σύμβαση της 29ης Νοεμβρίου 1996 για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας, δεν μπορεί να αντιταχθεί έναντι του δικαιούχου εκ της συμβάσεως ασφαλίσεως ο οποίος δεν προσυπέγραψε ρητώς την εν λόγω ρήτρα και έχει την κατοικία του σε συμβαλλόμενο κράτος άλλο απ' αυτό του ασφαλιστή και του αντισυμβαλλομένου του ασφαλιστή .


(1)  ΕΕ C 112 της 10.5.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/5


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-136/03 (αίτηση του Verwaltungsgerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Georg Dörr κατά Sicherheitsdirektion für das Bundesland Vorarlberg (1)

(Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Δημόσια τάξη - Οδηγία 64/221/ΕΟΚ - Άρθρα 8 και 9 - Απαγόρευση διαμονής και απόφαση περί απομακρύνσεως με την αιτιολογία της διαπράξεως αξιόποινων πράξεων - Δικαστική προσφυγή αφορώσα μόνον τη νομιμότητα του μέτρου με το οποίο τίθεται τέλος στη διαμονή του ενδιαφερομένου - Δεν υφίσταται ανασταλτικό αποτέλεσμα της εν λόγω προσφυγής - Δικαίωμα του ενδιαφερομένου να επικαλεστεί λόγους σκοπιμότητας ενώπιον αρχής που καλείται να εκφέρει γνώμη - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Άρθρα 6, παράγραφος 1, και 14, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως)

(2005/C 182/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-136/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) με απόφαση της 18ης Μαρτίου 2003, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Μαρτίου 2003, στο πλαίσιο των διαδικασιών που κίνησαν οι Georg Dörr κατά Sicherheitsdirektion für das Bundesland Kärnten, και Ibrahim Ünal κατά Sicherheitsdirektion für das Bundesland Vorarlberg, το Δικαστηριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet, S. von Bahr, J. Malenovský και U. Lõhmus, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: M. Múgica Arzamendi, κυρία υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Στο άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 64/221/EOK του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1964, περί του συντονισμού των ειδικών μέτρων για τη διακίνηση και τη διαμονή αλλοδαπών, τα οποία δικαιολογούνται για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας, έχει την έννοια ότι απαγορεύει κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, δυνάμει της οποίας οι δικαστικές προσφυγές κατά αποφάσεως περί απομακρύνσεως από την επικράτεια του τελευταίου, ληφθείσας κατά υπηκόου άλλου κράτους μέλους, δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα και η απόφαση περί απομακρύνσεως, κατά την εξέταση των εν λόγω προσφυγών, μπορεί να αποτελέσει μόνον αντικείμενο εκτιμήσεως της νομιμότητας, εφόσον δεν θεσπίστηκε αρμόδια αρχή υπό την έννοια της εν λόγω διατάξεως.

2.

Οι δικονομικές εγγυήσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 8 και 9 της οδηγίας 64/221 εφαρμόζονται στους Τούρκους υπηκόους των οποίων η νομική κατάσταση καθορίζεται από τα άρθρα 6 ή 7 της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, σχετικά με την ανάπτυξη της συνδέσεως.


(1)  ΕΕ C 135 της 7.06.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/5


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-212/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος - Διαδικασία προηγουμένης εγκρίσεως των προσωπικών εισαγωγών φαρμάκων - Φάρμακα για ανθρώπινη χρήση - Ομοιοπαθητικά φάρμακα)

(2005/C 182/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-212/03, με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 226 ΕΚ, που ασκήθηκε στις 15 Μαΐου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: H. Støvlbæk και B. Stromsky) κατά Γαλλικής Δημοκρατίας (εκπρόσωποι: G. de Bergues, C. Bergeot-Nunes και R. Loosli-Surrans), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), R. Schintgen, J. Makarczyk και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: Μ. Múgica Arzamendi, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η Γαλλική Δημοκρατία, εφαρμόζοντας:

μια διαδικασία προηγουμένης εγκρίσεως στις μη πραγματοποιούμενες με προσωπική μεταφορά προσωπικές εισαγωγές φαρμάκων για τα οποία έχει εκδοθεί νομότυπη συνταγή στη Γαλλία και τα οποία έχουν εγκριθεί βάσει της οδηγίας 65/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1965, περί της προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 93/39/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, και στη Γαλλία και στο κράτος μέλος όπου αγοράστηκαν·

μια διαδικασία προηγουμένης εγκρίσεως στις μη πραγματοποιούμενες με προσωπική μεταφορά προσωπικές εισαγωγές ομοιοπαθητικών φαρμάκων για τα οποία έχει εκδοθεί νομότυπη συνταγή στη Γαλλία και έχουν καταχωρηθεί σε κράτος μέλος κατ' εφαρμογήν της οδηγίας 92/73/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1992, για τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των οδηγιών 65/65/ΕΟΚ και 75/319/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων για τα φάρμακα για τη θέσπιση συμπληρωματικών διατάξεων για τα ομοιοπαθητικά φάρμακα, και

μια δυσανάλογη διαδικασία προηγουμένης εγκρίσεως στις μη πραγματοποιούμενες με προσωπική μεταφορά προσωπικές εισαγωγές φαρμάκων για τα οποία έχει εκδοθεί νομότυπη συνταγή στη Γαλλία και τα οποία δεν έχουν εγκριθεί στο εν λόγω κράτος μέλος, αλλά μόνο στο κράτος μέλος όπου αγοράστηκαν,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 28 ΕΚ.

2)

Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 158 της 05.07.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/6


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(μείζονος συνθέσεως)

της 24ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-244/03: Γαλλική Δημοκρατία κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (1)

(Καλλυντικά προϊόντα - Πειράματα σε ζώα - Οδηγία 2003/15/EΚ - Μερική ακύρωση - Άρθρο 1, σημείο 2 - Αδιαίρετο σύνολο - Απαράδεκτο)

(2005/C 182/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-244/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, ασκηθείσα στις 3 Ιουνίου 2003, Γαλλική Δημοκρατία, (εκπρόσωποι: F. Alabrune, C. Lemaire και G. de Bergues, στη συνέχεια, από τον τελευταίο και τους J.-L. Florent και D. Petrausch), με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, προσφεύγουσα, κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, (εκπρόσωποι: J. L. Rufas Quintana και M. Moore, στη συνέχεια, ο τελευταίος και ο K. Bradley), με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, (εκπρόσωποι: J.-P. Jacqué και C. Giorgi Fort), το Δικαστήριο (μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο P. Jann και C. W. A. Timmermans, προέδρους τμήματος C. Gulmann, A. La Pergola, J.-P. Puissochet, R. Schintgen, K. Schiemann (εισηγητή), J. Makarczyk, P. Kūris, U. Lõhmus, E. Levits και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 24 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 171 της 19.07.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/6


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-266/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Διαπραγμάτευση, σύναψη, κύρωση και θέση σε ισχύ διμερών συμφωνιών εκ μέρους κράτους μέλους - Μεταφορές εμπορευμάτων ή προσώπων διά πλωτής οδού - Εξωτερική αρμοδιότητα της Κοινότητας - Άρθρο 10 ΕΚ - Κανονισμοί (ΕΟΚ) 3921/91 και (ΕΚ) 1356/96)

(2005/C 182/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-266/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 18 Ιουνίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Schmidt και W. Wils) κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (εκπρόσωπος: S. Schreiner), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), K. Lenaerts, S. von Bahr και K. Schiemann, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, έχοντας διαπραγματευθεί, συνάψει, κυρώσει και θέσει σε ισχύ, χωρίς προηγούμενη συνεργασία ή διαβούλευση με την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

τη συμφωνία μεταξύ της Κυβερνήσεως του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και της Κυβερνήσεως της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Τσεχίας και της Σλοβακίας, σχετικά με τις μεταφορές διά πλωτής οδού, η οποία υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 30 Δεκεμβρίου 1992,

τη συμφωνία μεταξύ της Κυβερνήσεως του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και της Κυβερνήσεως της Ρουμανίας, σχετικά με τις μεταφορές διά πλωτής οδού, η οποία υπογράφηκε στο Βουκουρέστι στις 10 Νοεμβρίου 1993, και

τη συμφωνία μεταξύ της Κυβερνήσεως του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και της Κυβερνήσεως της Δημοκρατίας της Πολωνίας στον τομέα της εσωτερικής ναυσιπλοΐας, η οποία υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 9 Μαρτίου 1994,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 10 ΕΚ.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  EE C 200 της 23.8.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/7


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 12ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-278/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Διαγωνισμοί για την πρόσληψη διδακτικού προσωπικού στα ιταλικά δημόσια σχολεία - Μη λήψη υπόψη ή ανεπαρκής λήψη υπόψη της επαγγελματικής πείρας που αποκτήθηκε εντός άλλων κρατών μελών - Άρθρο 39 ΕΚ - Άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68)

(2005/C 182/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-278/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 26 Ιουνίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωπος: M.-J. Jonczy) κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: I. M. Braguglia, επικουρούμενος από τον G. De Bellis, avvocato dello Stato), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann, R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η Ιταλική Δημοκρατία, μη λαμβάνοντας υπόψη ή, τουλάχιστον, μη λαμβάνοντας υπόψη κατά τον ίδιο τρόπο, προκειμένου να επιτρέψει τη συμμετοχή κοινοτικών υπηκόων στους διαγωνισμούς για την πρόσληψη διδακτικού προσωπικού στα ιταλικά δημόσια σχολεία, την επαγγελματική πείρα την οποία οι εν λόγω κοινοτικοί υπήκοοι έχουν αποκτήσει στο πλαίσιο δραστηριοτήτων διδασκαλίας αναλόγως του αν οι δραστηριότητες αυτές έχουν ασκηθεί εντός της ιταλικής επικράτειας ή εντός άλλων κρατών μελών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 39 ΕΚ και 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας.

2)

Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 213 της 06.09.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/7


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-283/03 (αίτηση του College van beroep voor het bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): A.H. Kuipers κατά Productschap Zuivel (1)

(Κοινή οργάνωση των αγορών - Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα - Κανονισμός (ΕΟΚ) 804/68 - Εθνικό καθεστώς βάσει του οποίου τα γαλακτοκομεία παρακρατούν ποσά επί της τιμής που είναι καταβλητέα στους εκτροφείς γαλακτοφόρων αγελάδων ή καταβάλλουν σε αυτούς πριμοδοτήσεις αναλόγως της ποιότητας του παραδοθέντος γάλακτος - Ασύμβατο)

(2005/C 182/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-283/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) με απόφαση της 27ης Ιουνίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 30 Ιουνίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης A. H. Kuipers κατά Productschap Zuivel, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, J. N. Cunha Rodrigues, K. Schiemann (εισηγητή) και M. Ilešič, δικαστές, γενική εισαγγελέας: J. Kokott γραμματέας: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το κοινό καθεστώς τιμών στο οποίο στηρίζεται η κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων την οποία καθιέρωσε ο κανονισμός (ΕΟΚ) 804/68 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1968, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1538/95 του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1995, αντιτίθεται στο να θεσπίσουν μονομερώς τα κράτη μέλη διατάξεις οι οποίες επεμβαίνουν στον μηχανισμό διαμορφώσεως των τιμών ο οποίος διέπεται, στο ίδιο στάδιο παραγωγής, από την κοινή οργάνωση των αγορών. Τούτο συμβαίνει με ένα καθεστώς όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη το οποίο, όποιος και αν είναι ο φερόμενος ή αποδεδειγμένος σκοπός του, δημιουργεί έναν μηχανισμό βάσει του οποίου:

αφενός, τα γαλακτοκομεία οφείλουν να παρακρατούν ποσά επί της τιμής του παραδιδομένου σε αυτά γάλακτος όταν το γάλα αυτό δεν πληροί ορισμένα ποιοτικά κριτήρια και,

αφετέρου, το ποσό που κατά τα πιο πάνω παρακρατήθηκε από το σύνολο των γαλακτοκομείων κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου αθροίζεται πριν αναδιανεμηθεί, μετά από ενδεχόμενες χρηματικές ροές μεταξύ των γαλακτοκομείων, υπό μορφή ισόποσων πριμοδοτήσεων που καταβάλλονται από κάθε γαλακτοκομείο, ανά 100 χιλιόγραμμα γάλακτος που του παραδόθηκε κατά την περίοδο αυτή, μόνο στους εκτροφείς γαλακτοφόρων αγελάδων οι οποίοι παρέδωσαν γάλα που πληροί τα πιο πάνω ποιοτικά κριτήρια.


(1)  EE C 213 της 6.9.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(έκτο τμήμα)

της 12ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-315/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Huhtamaki Dourdan SA (1)

(Συμβατική ρήτρα - Επιστροφή προκαταβολής καταβληθείσας στο πλαίσιο της εκτελέσεως συμβάσεως ερευνητικού χαρακτήρα - Μη δικαιολογημένος χαρακτήρας ενός τμήματος των δαπανών)

(2005/C 182/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-315/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 238 EK, ασκηθείσα στις 23 Ιουλίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: C. Giolito) κατά Huhtamaki Dourdan SA, με έδρα το Dourdan (Γαλλία), (δικηγόροι: F. Puel και L. François-Martin), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους M. A. Borg Barthet, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet (εισηγητή) και S. von Bahr, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. M. Poiares Maduro, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Υποχρεώνει την Huhtamaki Dourdan SA να καταβάλει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το ποσό των 151 533,47 ευρώ ως επιστροφή τμήματος της προκαταβολής που της καταβλήθηκε στο πλαίσιο της συμβάσεως BRST-CT 98 5422 και το ποσό των 23 583,63 ευρώ για τόκους υπερημερίας έως την ημερομηνία εκδόσεως της παρούσας αποφάσεως. Περαιτέρω, υποχρεώνει την Huhtamaki Dourdan SA να καταβάλει στην Επιτροπή τόκους με επιτόκιο 4,81 % επί του υπολοίπου του καταβλητέου ποσού, υπολογιζόμενους από την επομένη της ημερομηνίας αυτής και μέχρι την πλήρη εξόφληση του χρέους.

2.

Καταδικάζει τη Huhtamaki Dourdan SA στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 213 της 6.9.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-332/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Αλιεία - Διατήρηση και διαχείριση των αλιευτικών πόρων - Κανονισμοί (ΕΟΚ) 3760/92 και 2847/93 - Μέτρα ελέγχου των αλιευτικών δραστηριοτήτων)

(2005/C 182/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Στην υπόθεση C-332/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 EK λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 29 Ιουλίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: T. van Rijn και A.-M. Alves Vieira) κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας (εκπρόσωποι:. L. Fernandes και M.J. Policarpo), το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet (εισηγητή), S. von Bahr, J. Malenovský και U. Lõhmus, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Η Πορτογαλική Δημοκρατία,

μη θεσπίζovτας κατάλληλoυς καvόvες για τη χρήση τωv πoσoστώσεωv πoυ της απovεμήθηκαv για τις περιόδoυς αλιείας 1994 έως 1996,

μη μεριμvώvτας για τη τήρηση της κoιvoτικής voμoθεσίας περί διατηρήσεως τωv αλιευτικώv πόρωv, μέσω επαρκoύς ελέγχoυ τωv αλιευτικώv δραστηριoτήτωv και πρoσφόρoυ επιθεωρήσεως τoυ αλιευτικoύ στόλoυ, καθώς και τωv εκφoρτώσεωv και της καταγραφής τωv αλιευμάτωv, κατά τις περιόδoυς αλιείας 1994 έως 1996,

μη απαγoρεύovτας πρoσωριvώς τηv αλιεία στα πλoία πoυ φέρoυv τη σημαία της ή έχoυv vηoλoγηθεί στηv επικράτειά της, όταv η απovεμηθείσα πoσόστωση θεωρήθηκε εξαvτληθείσα, και απαγoρεύovτας τελικά τηv αλιεία όταv είχε ήδη επέλθει κατά πoλύ υπέρβαση της πoσoστώσεως κατά τις περιόδoυς αλιείας 1994 έως 1996,

μη εξασφαλίζovτας τηv απoτελεσματική λειτoυργία εvός συστήματoς επικυρώσεως πoυ vα περιλαμβάvει, μεταξύ άλλων, αvτιπαραβoλή και εξακρίβωση τωv στoιχείωv μέσω ηλεκτρovικής βάσεως δεδoμέvωv κατά τις περιόδoυς αλιείας 1994 έως 1996,

παρέβη τις υπoχρεώσεις πoυ υπέχει, όσον αφορά τη διαχείριση και τον έλεγχο τωv ανωτέρω πoσoστώσεωv αλιείας για τα έτη 1994, 1995 και 1996, από το άρθρο 9, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 3760/92 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1992, για τη θέσπιση κοινοτικού συστήματος για την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια, καθώς και από τα άρθρα 2, 19, παράγραφοι 1 και 2, και 21, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

2.

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3.

Καταδικάζει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 135 της 7.6.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/9


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 12ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-347/03 (αίτηση του Tribunale amministrativo regionale del Lazio για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Regione autonoma Friuli-Venezia Giulia και Agenzia regionale per lo sviluppo rurale (ERSA) κατά Ministero delle Politiche Agricole e Forestali (1)

(Εξωτερικές σχέσεις - Συμφωνία ΕΚ-Ουγγαρίας για αμοιβαία προστασία και έλεγχο των ονομασιών οίνων - Προστασία εντός της Κοινότητας μιας ονομασίας αφορώσας ορισμένους οίνους καταγωγής Ουγγαρίας - Γεωγραφική ένδειξη «Tokaj» - Ανταλλαγή επιστολών - Δυνατότητα χρήσεως του όρου «Tocai» στην ένδειξη «Tocai friulano» ή «Tocai italico» για την περιγραφή και την παρουσίαση ορισμένων ιταλικών οίνων, και ειδικότερα των οίνων ποιότητας που παράγονται εντός καθορισμένης περιοχής («v.q.p.r.d.»), κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου που λήγει στις 31 Μαρτίου 2007 - Αποκλεισμός της ως άνω δυνατότητας μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου - Κύρος - Νομική βάση - Άρθρο 133 ΕΚ - Αρχές του διεθνούς δικαίου αφορώσες τις συνθήκες - Άρθρα 22 έως 24 της Συμφωνίας ΔΠΙΤΕ (TRIPs) - Προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων - Δικαίωμα ιδιοκτησίας)

(2005/C 182/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-347/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Tribunale amministrativo regionale del Lazio (Ιταλία), με απόφαση της 9ης Ιουνίου 2003, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 7 Αυγούστου 2003, στο πλαίσιο της διαδικασίας Regione autonoma Friuli-Venezia Giulia και Agenzia regionale per lo sviluppo rurale (ERSA) κατά Ministero delle Politiche Agricole e Forestali, παρισταμένης της: Regione Veneto, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta, R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η Ευρωπαϊκή Συμφωνία για την εγκαθίδρυση συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, αφετέρου, δεν αποτελεί τη νομική βάση της αποφάσεως 93/724/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, που αφορά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας για αμοιβαία προστασία και έλεγχο των ονομασιών οίνων.

2)

Το άρθρο 133 ΕΚ, όπως το αναφέρει το προοίμιο της αποφάσεως 93/724, αποτελεί προσήκουσα νομική βάση για τη σύναψη, μόνον από την Κοινότητα, της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας για αμοιβαία προστασία και έλεγχο των ονομασιών οίνων.

3)

Η απαγόρευση χρήσεως της ονομασίας «Tocai» στην Ιταλία μετά τις 31 Μαρτίου 2007, όπως αυτή προκύπτει από την ανταλλαγή επιστολών η οποία αφορά το άρθρο 4 της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας για αμοιβαία προστασία και έλεγχο των ονομασιών οίνων, δεν είναι αντίθετη προς το καθεστώς των ομωνύμων ονομασιών που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 5, της ίδιας συμφωνίας.

4)

Η κοινή δήλωση σχετικά με το άρθρο 4, παράγραφος 5, της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας για αμοιβαία προστασία και έλεγχο των ονομασιών οίνων, κατά το μέρος που ορίζει, στο πρώτο εδάφιό της, ότι, όσον αφορά το άρθρο 4, παράγραφος 5, στοιχείο α', της ίδιας συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη διαπίστωσαν ότι, κατά το χρονικό σημείο των διαπραγματεύσεων, δεν γνώριζαν καμία ειδική περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εν λόγω άρθρου, δεν οφείλεται σε πρόδηλη πλάνη περί τα πράγματα.

5)

Τα άρθρα 22 έως 24 της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας, καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι, προκειμένου περί περιπτώσεως όπως αυτή της κύριας δίκης, που αφορά ομωνυμία μεταξύ μιας γεωγραφικής ενδείξεως τρίτης χώρας και μιας ονομασίας η οποία περιλαμβάνει το όνομα μιας ποικιλίας που χρησιμοποιείται για την περιγραφή και την παρουσίαση ορισμένων κοινοτικών οίνων που προέρχονται από την εν λόγω ποικιλία, οι ως άνω διατάξεις δεν απαιτούν να μπορεί η ονομασία αυτή να συνεχίσει να χρησιμοποιείται στο μέλλον παρά το γεγονός ότι η εν λόγω ονομασία, αφενός, χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν από τους οικείους παραγωγούς είτε καλοπίστως είτε επί δέκα τουλάχιστον έτη πριν από τις 15 Απριλίου 1994 και, αφετέρου, αναφέρει σαφώς τη χώρα, την περιφέρεια ή την περιοχή καταγωγής του προστατευόμενου οίνου κατά τρόπον ώστε να αποτρέπονται οι παρανοήσεις εκ μέρους του καταναλωτή.

6)

Το δικαίωμα ιδιοκτησίας δεν αντιτίθεται στην επιβαλλόμενη στους ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες της αυτόνομης περιφέρειας Friuli-Venezia Giulia (Ιταλία) απαγόρευση χρήσεως του όρου «Tocai» στην ένδειξη «Tocai friulano» ή «Tocai italico» για την περιγραφή και την παρουσίαση ορισμένων ιταλικών οίνων ποιότητας που παράγονται εντός καθορισμένης περιοχής μετά τη λήξη μεταβατικής περιόδου που εκπνέει στις 31 Μαρτίου 2007, όπως αυτή απορρέει από την ανταλλαγή επιστολών σχετικά με το άρθρο 4 της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας για αμοιβαία προστασία και έλεγχο των ονομασιών οίνων, η οποία προσαρτάται στην εν λόγω συμφωνία, αλλά δεν περιλαμβάνεται στην τελευταία.


(1)  EE C 264 της 01.11.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/10


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-409/03 (αίτηση του Bundesfinanzhof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Société d'exportation de produits agricoles SA (SEPA) κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas (1)

(Επιστροφές κατά την εξαγωγή - Βόειο κρέας - Ειδική επείγουσα σφαγή - Κανονισμός (ΕΟΚ) 3665/87 - Άρθρο 13 - Ποιότητα υγιής, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη - Χαρακτηρισμός ως εμπορεύσιμου υπό κανονικές συνθήκες)

(2005/C 182/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-409/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Γερμανία) με απόφαση της 15ης Ιουλίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο την 1η Οκτωβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης Société d'exportation de produits agricoles SA (SEPA) κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, N. Colneric, K. Schiemann και E. Juhász (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger γραμματέας: M.-F. Contet, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) 3665/87 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 1987, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εξαγωγής για τα γεωργικά προϊόντα, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι κρέας, που πληροί τα κριτήρια καταλληλότητας, του οποίου η διάθεση στο εμπόριο προς βρώση εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας περιορίστηκε από την κοινοτική νομοθεσία στην τοπική αγορά λόγω του ότι προέρχεται από ζώα που αποτέλεσαν αντικείμενο ειδικής επείγουσας σφαγής δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι «υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητας», προϋπόθεση που είναι απαραίτητη για τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή.


(1)  ΕΕ C 275 της 15.11.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/10


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 12ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-415/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (1)

(Κρατικές ενισχύσεις - Υποχρέωση ανακτήσεως - Απόλυτη αδυναμία εκτελέσεως - Δεν συντρέχει)

(2005/C 182/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στην υπόθεση C-415/03, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 25 Σεπτεμβρίου 2003, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (εκπρόσωποι: Δ. Τριανταφύλλου και J. Buendía Sierra) κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, (εκπρόσωποι: Α. Σαμώνη-Ράντου, Π. Μυλωνόπουλος, Φ. Σπαθόπουλος και Π. Ανέστης), το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), R. Schintgen, Γ. Αρέστη και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η Ελληνική Δημοκρατία, μη λαμβάνοντας εντός της ταχθείσας προθεσμίας όλα τα αναγκαία μέτρα για την επιστροφή των ενισχύσεων που κρίθηκαν παράνομες και ασύμβατες με την κοινή αγορά –με εξαίρεση τις εισφορές προς τον εθνικό οργανισμό κοινωνικών ασφαλίσεων–, σύμφωνα με το άρθρο 3 της αποφάσεως 2003/372/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την ενίσχυση που χορήγησε η Ελλάδα στην Ολυμπιακή Αεροπορία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο αυτό.

2)

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 289 της 29.11.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/11


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 12ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-444/03 (αίτηση του Verwaltungsgericht Berlin για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Meta Fackler KG κατά Bundesrepublik Deutschland (1)

(Φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση - Ομοιοπαθητικά φάρμακα - Εθνική διάταξη αποκλείουσα την εφαρμογή της ειδικής απλοποιημένης διαδικασίας καταχωρίσεως για φάρμακο αποτελούμενο από γνωστές ομοιοπαθητικές ουσίες, όταν η χρήση του φαρμάκου αυτού ως ομοιοπαθητικού δεν είναι κοινώς γνωστή)

(2005/C 182/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-444/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Verwaltungsgericht Berlin (Γερμανία) με απόφαση της 28ης Αυγούστου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Οκτωβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης Meta Fackler KG κατά Bundesrepublik Deutschland, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta, C. Gulmann (εισηγητή), P. Kūris και J. Klučka, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Τα άρθρα 14 και 15 της οδηγίας 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικα για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν εθνική διάταξη αποκλείουσα την εφαρμογή της ειδικής απλοποιημένης διαδικασίας καταχωρίσεως για φάρμακο αποτελούμενο από διάφορες γνωστές ομοιοπαθητικές ουσίες, όταν η χρήση του φαρμάκου αυτού ως ομοιοπαθητικού δεν είναι κοινώς γνωστή.


(1)  ΕΕ C 21 της 24ης Ιανουαρίου 2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/11


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 12ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-452/03 (αίτηση του High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): RAL (Channel Islands) Ltd, κ.λπ. κατά Commissioners of Customs & Excise (1)

(ΦΠΑ - Έκτη οδηγία - Άρθρο 9, παράγραφοι 1 και 2 - Μηχανές τυχερών παιχνιδιών - Ψυχαγωγικές ή παρεμφερείς δραστηριότητες - Παρέχων υπηρεσίες εγκατεστημένος εκτός του εδάφους της Κοινότητας - Προσδιορισμός του τόπου παροχής υπηρεσιών)

(2005/C 182/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-452/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division (Ηνωμένο Βασίλειο), με απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 27 Οκτωβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης RAL (Channel Islands) Ltd, RAL Ltd, RAL Services Ltd, RAL Machines Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts (εισηγητή), N. Colneric, K. Schiemann και E. Juhász, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Η παροχή υπηρεσιών που συνίστανται στο να δίδεται στο κοινό η δυνατότητα να χρησιμοποιεί, έναντι αντιτίμου, μηχανές τυχερών παιχνιδιών εγκατεστημένες σε αίθουσες παιχνιδιών εντός του εδάφους κράτους μέλους πρέπει να θεωρείται ως μια από τις κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 2, στοιχείο γ', πρώτη περίπτωση, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, ψυχαγωγικές ή παρεμφερείς δραστηριότητες, οπότε η οικεία παροχή υπηρεσιών χωρεί εκεί όπου εκτελείται υλικώς.


(1)  ΕΕ C 7 της 10.01.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/12


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-478/03 (αίτηση του House of Lords για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Celtec Ltd κατά John Astley κ.λπ. (1)

(Οδηγία 77/187/ΕΟΚ - Άρθρο 3, παράγραφος 1 - Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως - Δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν για τον εκχωρητή από σχέση εργασίας υφιστάμενη κατά την ημερομηνία μεταβιβάσεως - Έννοια της «ημερομηνίας μεταβιβάσεως»)

(2005/C 182/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-478/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το House of Lords (Ηνωμένο Βασίλειο) με απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 17 Νοεμβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης Celtec Ltd κατά John Astley κ.λπ., το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts (εισηγητή), N. Colneric, E. Juhász και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η ημερομηνία μεταβιβάσεως κατά την έννοια της διατάξεως αυτής αντιστοιχεί σε αυτή της μεταβιβάσεως από τον εκχωρητή στον εκδοχέα της ιδιότητας του υπεύθυνου επιχειρηματία για την εκμετάλλευση του μεταβιβαζόμενου φορέα. Η ημερομηνία αυτή είναι συγκεκριμένη και δεν δύναται να μετατεθεί κατά τη βούληση του εκχωρητή ή του εκδοχέα.

2.

Για την εφαρμογή της ως άνω διατάξεως, οι συμβάσεις και οι σχέσεις εργασίας που υφίστανται μεταξύ του εκχωρητή και των εργαζομένων της μεταβιβαζόμενης επιχειρήσεως κατά την ημερομηνία μεταβιβάσεως, υπό την ως άνω έννοια, θεωρούνται ότι μεταβιβάστηκαν στον εκδοχέα την ημερομηνία αυτή, ανεξαρτήτως της διαδικασίας που συμφώνησαν οι συμβαλλόμενοι για τη μεταβίβαση.


(1)  ΕΕ C 21 της.01.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/12


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-498/03 (αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London, για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Kingscrest Associates Ltd, Montecello Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise (1)

(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Άρθρο 13, A, παράγραφος 1, στοιχεία ζ' και η' - Απαλλασσόμενες δραστηριότητες - Παροχές συνδεόμενες στενά με την κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση - Παροχές συνδεόμενες στενά με την προστασία των παιδιών και των νέων - Παροχές πραγματοποιούμενες από οργανισμούς εκτός των αναγνωρισμένων από το οικείο κράτος μέλος ως «κοινωνικού χαρακτήρα» - Ιδιωτικός οργανισμός κερδοσκοπικού χαρακτήρα - Έννοια του κοινωνικού χαρακτήρα)

(2005/C 182/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-498/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το VAT and Duties Tribunal, London (Ηνωμένο Βασίλειο) με απόφαση της 10ης Ιουνίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Νοεμβρίου 2003, στο πλαίσιο της διαδικασίας Kingscrest Associates Ltd, Montecello Ltd κατά Commissioners of Customs & Excise, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet, A. La Pergola, J. Malenovský και A. Ó Caoimh (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Ο όρος «charitable» που απαντά στην αγγλική απόδοση του άρθρου 13, A, παράγραφος 1, στοιχεία ζ' και η', της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, αποτελεί αυτοτελή έννοια του κοινοτικού δικαίου, η οποία πρέπει να ερμηνεύεται λαμβανομένων υπόψη των αποδόσεων της εν λόγω οδηγίας σε όλες τις γλώσσες.

2.

Από την έννοια των «οργανισμών που το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναγνωρίζει ως κοινωνικού χαρακτήρος», που αναφέρεται στο άρθρο 13, A, παράγραφος 1, στοιχεία ζ' και η', της έκτης οδηγίας 77/388, δεν αποκλείονται οι ιδιωτικοί φορείς κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

3.

Στο εθνικό δικαστήριο απόκειται να κρίνει, υπό το πρίσμα, ιδίως, των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της φορολογικής ουδετερότητας και λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο των παρεχομένων υπηρεσιών και τους όρους παροχής τους, εάν η αναγνώριση της ιδιότητας του οργανισμού κοινωνικού χαρακτήρα, για τους σκοπούς των απαλλαγών που προβλέπει το άρθρο 13, A, παράγραφος 1, στοιχεία ζ' και η', της έκτης οδηγίας 77/388, σε ιδιωτικό οργανισμό κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ο οποίος, ως εκ τούτου, δεν έχει το καθεστώς του «charity» σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, υπερβαίνει τα όρια της διακριτικής ευχέρειας που παρέχουν οι διατάξεις αυτές στα κράτη μέλη για τους σκοπούς μιας τέτοιας αναγνωρίσεως.


(1)  EE C 21 της 24.1.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/13


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-536/03 (αίτηση του Supremo Tribunal Administrativo για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): António Jorge Lda κατά Fazenda Pública (1)

(ΦΠΑ - Άρθρο 19 της έκτης οδηγίας ΦΠΑ - Έκπτωση του καταβληθέντος επί των εισροών φόρου - Δραστηριότητες σχετικές με ακίνητα - Αγαθά και υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται τόσο για υποκείμενες στον φόρο πράξεις όσο και για απαλλασσόμενες του φόρου πράξεις - Έκπτωση κατ' αναλογία)

(2005/C 182/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Στην υπόθεση C-536/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Supremo Tribunal Administrativo (Πορτογαλία) με απόφαση της 26ης Νοεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Δεκεμβρίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης: António Jorge Lda κατά Fazenda Pública, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), J. Makarczyk, P. Kūris και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 19 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, απαγορεύει τον συνυπολογισμό, στον παρανομαστή του κλάσματος από το οποίο προκύπτει το ποσοστό της εκπτώσεως, της αξίας των εργασιών που έχει ξεκινήσει ο υποκείμενος στον φόρο κατά την άσκηση των κατασκευαστικών του δραστηριοτήτων, εφόσον η αξία αυτή δεν αντιστοιχεί σε μεταβιβάσεις αγαθών ή σε παροχές υπηρεσιών που έχουν ήδη ολοκληρωθεί ή για τις οποίες έχουν υπολογιστεί τα έξοδα των εργασιών και/ή έχουν εισπραχθεί προκαταβολές.


(1)  ΕΕ C 47 της 21.02.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/13


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 7ης Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-543/03 (αίτηση του Oberlandesgericht Innsbruck για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Christine Dodl, Petra Oberhollenzer κατά Tiroler Gebietskrankenkasse (1)

(Κανονισμοί (ΕΟΚ) 1408/71 και 574/72 - Οικογενειακές παροχές - Επίδομα ανατροφής τέκνου - Δικαίωμα παροχών ιδίας φύσεως από το κράτος μέλος απασχολήσεως και από το κράτος μέλος κατοικίας)

(2005/C 182/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-543/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Oberlandesgericht Innsbruck (Αυστρία), με απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Δεκεμβρίου 2003, στο πλαίσιο της διαδικασίας Christine Dodl, Petra Oberhollenzer κατά Tiroler Gebietskrankenkasse, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans και A. Rosas, προέδρους τμήματος, C. Gulmann, J. P. Puissochet, K. Schiemann (εισηγητή), J. Makarczyk, P. Kūris, E. Juhász, U. Lõhmus, E. Levits και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 7 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Έχει την ιδιότητα του εργαζομένου, υπό την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) 1386/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2001, όποιος είναι ασφαλισμένος, έστω και κατά ενός μόνον κινδύνου, δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφαλίσεως στο πλαίσιο γενικού ή ειδικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως διαλαμβανομένου στο άρθρο 1, στοιχείο α', του ίδιου κανονισμού, τούτο δε ανεξάρτητα από την ύπαρξη εργασιακής σχέσεως. Στον εθνικό δικαστή εναπόκειται να προβεί στους αναγκαίους ελέγχους προκειμένου να καθορίσει αν, κατά τις περιόδους για τις οποίες ζητήθηκαν τα εν λόγω επιδόματα, οι προσφεύγουσες της κύριας δίκης ήταν ασφαλισμένες σε κλάδο της αυστριακής κοινωνικής ασφαλίσεως και αν ενέπιπταν, κατά συνέπεια, στην έννοια του «μισθωτού» του εν λόγω άρθρου 1, στοιχείο α'.

2.

Όταν η νομοθεσία του κράτους μέλους απασχολήσεως και του κράτους μέλους κατοικίας του μισθωτού αναγνωρίζουν σε αυτόν η καθεμία, για το ίδιο μέλος της οικογένειάς του και για την ίδια περίοδο, δικαιώματα οικογενειακών παροχών, το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την καταβολή των εν λόγω παροχών είναι, κατ' αρχήν, δυνάμει του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΟΚ) 574/72, του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού 1408/71, όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) 410/2002 της Επιτροπής, της 27ης Φεβρουαρίου 2002, το κράτος μέλος απασχολήσεως.

Εντούτοις, όταν το πρόσωπο που έχει την επιμέλεια των τέκνων, και, ειδικότερα, ο σύζυγος ή ο σύντροφος του εν λόγω εργαζόμενου, ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα στο κράτος μέλος κατοικίας, οι οικογενειακές παροχές πρέπει να καταβάλλονται, κατ' εφαρμογή του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού 574/72, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό 410/2002, από αυτό το κράτος μέλος, οποιοσδήποτε κι αν είναι ο άμεσος δικαιούχος των παροχών αυτών που καθορίζεται από τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους. Στην περίπτωση αυτή, αναστέλλεται η καταβολή των οικογενειακών παροχών από το κράτος μέλος απασχολήσεως μέχρι του ποσού των οικογενειακών παροχών που προβλέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας.


(1)  ΕΕ C 85 της 3.4.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/14


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(δεύτερο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-15/04 (αίτηση του Bundesvergabeamt για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Koppensteiner GmbH κατά Bundesimmobiliengesellschaft mbH (1)

(Δημόσιες συμβάσεις - Οδηγία 89/665/ΕΟΚ - Διαδικασία προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων - Ανάκληση προκηρύξεως διαγωνισμού μετά το άνοιγμα των προσφορών - Δικαστικός έλεγχος - Έκταση - Αρχή της αποτελεσματικότητας)

(2005/C 182/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-15/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Bundesvergabeamt (Αυστρία) με απόφαση της 12ης Ιανουαρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 19 Ιανουαρίου 2004, στο πλαίσιο της διαδικασίας Koppensteiner GmbH κατά Bundesimmobiliengesellschaft mbH, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta, C. Gulmann (εισηγητή), P. Kūris και Γ. Αρέστη, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

Το αρμόδιο δικαστήριο οφείλει να μην εφαρμόσει τις εθνικές διατάξεις που δεν του επιτρέπουν να τηρήσει την υποχρέωση που απορρέει από τα άρθρα 1, παράγραφος 1, και 2, παράγραφος 1, στοιχείο β', της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών.


(1)  ΕΕ C 85 της 03.04.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/14


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-43/04 (αίτηση του Bundesfinanzhof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Finanzamt Arnsberg κατά Stadt Sundern (1)

(Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Άρθρο 25 - Κοινό κατ' αποκοπήν καθεστώς γεωργών - Εκμίσθωση κυνηγετικών περιοχών στο πλαίσιο κοινοτικής δασοκομικής εκμεταλλεύσεως - Έννοια της παροχής «γεωργικών υπηρεσιών»)

(2005/C 182/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-43/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, υποβληθείσα από το Bundesfinanzhof (Γερμανία) με απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2003, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Φεβρουαρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Finanzamt Arnsberg κατά Stadt Sundern, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet, A. La Pergola, J. Malenovský και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Το άρθρο 25 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει την έννοια ότι το κοινό κατ' αποκοπήν καθεστώς γεωργών έχει εφαρμογή μόνον στην παράδοση γεωργικών προϊόντων και την παροχή γεωργικών υπηρεσιών, όπως ορίζονται με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, οι δε λοιπές πράξεις των κατ' αποκοπήν γεωργών υπόκεινται στο γενικό καθεστώς της εν λόγω οδηγίας.

2)

Το άρθρο 25, παράγραφος 2, πέμπτη περίπτωση, της οδηγίας 77/388, σε συνδυασμό με το παράρτημα Β αυτής, έχει την έννοια ότι η εκμίσθωση κυνηγετικών περιοχών εκ μέρους κατ' αποκοπήν γεωργού δεν αποτελεί παροχή γεωργικών υπηρεσιών κατά την έννοια της οδηγίας αυτής.


(1)  ΕΕ C 85 της 03.04.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/15


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(έκτο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-68/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2001/81/ΕΚ - Ατμοσφαιρικοί ρύποι - Εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών)

(2005/C 182/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Στην υπόθεση C-68/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 13 Φεβρουαρίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Valero Jordana και Μ. Κωνσταντινίδης) κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (εκπρόσωπος: Ν. Δαφνίου), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Borg Barthet (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. La Pergola και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.

2)

Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 94 της 17.4.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/15


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πρώτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-77/04 (αίτηση του Cour de cassation για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Groupement d'intérêt économique (GIE) Réunion européenne κ.λπ. κατά Zurich España, Société pyrénéenne de transit d'automobiles (Soptrans) (1)

(Σύμβαση των Βρυξελλών - Αίτημα ερμηνείας του άρθρου 6, σημείο 2, και των διατάξεων του τμήματος 3 του τίτλου II - Διεθνής δικαιοδοσία σε υποθέσεις ασφαλίσεων - Προσεπίκληση του δικονομικού εγγυητή ή άλλη προσεπίκληση - Περίπτωση πολλαπλής ασφαλίσεως)

(2005/C 182/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-77/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του Πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1971, για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που υπέβαλε το Cour de cassation (Γαλλία) με απόφαση της 20ής Ιανουαρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 17 Φεβρουαρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Groupement d'intérêt économique (GIE) Réunion européenne κ.λπ. κατά Zurich España, Société pyrénéenne de transit d'automobiles (Soptrans), το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, N. Colneric, J. N. Cunha Rodrigues (εισηγητή), M. Ilešič και E. Levits, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: K. H. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή μεταξύ ασφαλιστών, που στηρίζεται σε πολλαπλή ασφάλιση, δεν υπόκειται στις διατάξεις του τμήματος 3 του τίτλου ΙΙ της Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως τροποποιήθηκε με τη Σύμβαση της 9ης Οκτωβρίου 1978 για την Προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, με τη Σύμβαση της 25ης Οκτωβρίου 1982 για την προσχώρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας, με τη Σύμβαση της 26ης Μαΐου 1989 για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας και με τη Σύμβαση της 29ης Νοεμβρίου 1996 για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας.

2)

Το άρθρο 6, σημείο 2, της εν λόγω συμβάσεως έχει εφαρμογή στην προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή, που στηρίζεται σε πολλαπλή ασφάλιση, εφόσον μεταξύ της κύριας αγωγής και της προσεπικλήσεως δικονομικού εγγυητή υπάρχει σύνδεσμος από τον οποίο να προκύπτει ότι δεν συντρέχει καταστρατήγηση διεθνούς δικαιοδοσίας.


(1)  ΕΕ C 85 της 3.4.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/16


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τρίτο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-89/04 (αίτηση του Raad van State για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Mediakabel BV κατά Commissariaat voor de Media (1)

(Οδηγία 89/552/ΕΟΚ - Άρθρο 1, στοιχείο α' - Υπηρεσίες τηλεοπτικής μεταδόσεως - Πεδίο εφαρμογής - Οδηγία 98/34/ΕΚ - Άρθρο 1, σημείο 2 - Υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας - Πεδίο εφαρμογής)

(2005/C 182/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-89/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Raad van State (Κάτω Χώρες) με απόφαση της 18ης Φεβρουαρίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 20 Φεβρουαρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Mediakabel BV κατά Commissariaat voor de Media, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο, A. Borg Barthet, J.-P. Puissochet (εισηγητή), S. von Bahr και J. Malenovský, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano, γραμματέας: M. M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Η έννοια της «τηλεοπτικής μεταδόσεως» κατά το άρθρο 1, στοιχείο α', της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997, ορίζεται αυτοτελώς από τη διάταξη αυτή. Δεν ορίζεται κατ' αντιδιαστολήν προς την έννοια της «υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας» κατά το άρθρο 1, σημείο 2, της οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, και επομένως δεν καλύπτει οπωσδήποτε τις υπηρεσίες που δεν υπάγονται στην τελευταία έννοια.

2)

Μια υπηρεσία υπάγεται στην έννοια της «τηλεοπτικής μεταδόσεως» κατά το άρθρο 1, στοιχείο α', της οδηγίας 89/552, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36, αν συνίσταται στην πρώτη μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων που προορίζονται για το κοινό, δηλαδή για ακαθόριστο αριθμό δυνητικών τηλεθεατών, στους οποίους μεταδίδονται συγχρόνως οι ίδιες εικόνες. Η τεχνική μεταδόσεως των εικόνων δεν είναι καθοριστικό στοιχείο για την εκτίμηση αυτή.

3)

Μια υπηρεσία όπως η υπηρεσία «Filmtime», η οποία συνίσταται στην εκπομπή τηλεοπτικών προγραμμάτων που προορίζονται για το κοινό και η οποία δεν παρέχεται κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών, είναι υπηρεσία τηλεοπτικής μεταδόσεως υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α', της οδηγίας 89/552, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36. Η οπτική γωνία εκείνου ο οποίος παρέχει την υπηρεσία πρέπει να έχει προτεραιότητα στην ανάλυση της έννοιας της «υπηρεσίας τηλεοπτικής μεταδόσεως». Αντιθέτως, οι υπηρεσίες που ανταγωνίζονται τη σχετική υπηρεσία δεν έχουν σημασία για την εκτίμηση αυτή.

4)

Οι συνθήκες υπό τις οποίες ένα πρόσωπο που παρέχει μια υπηρεσία όπως η υπηρεσία «Filmtime» εκτελεί την κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/552, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36, υποχρέωση να αφιερώνει σε ευρωπαϊκά έργα το μεγαλύτερο ποσοστό του χρόνου εκπομπής του δεν έχουν σημασία για τον χαρακτηρισμό της υπηρεσίας αυτής ως υπηρεσίας τηλεοπτικής μεταδόσεως.


(1)  EE C 94 της 17.04.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/17


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πέμπτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-249/04 (αίτηση του Cour du travail de Liège, section de Neufchâteau για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): José Allard κατά Institut national d'assurances sociales pour travailleurs indépendants (INASTI) (1)

(Άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ) - Κανονισμός (ΕΟΚ) 1408/71 - Ελεύθεροι επαγγελματίες που ασκούν τις δραστηριότητές τους στο έδαφος δύο κρατών μελών και κατοικούν στο ένα από τα δύο - Απαίτηση καταβολής ισοσταθμιστικής εισφοράς - Βάση υπολογισμού)

(2005/C 182/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-249/04, με αντικείμενο αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, βάσει του άρθρου 234 ΕΚ, που υποβλήθηκε από το Cour du travail de Liège, section de Neufchâteau (Βέλγιο) με απόφαση της 9ης Ιουνίου 2004, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Ιουνίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης José Allard κατά Institut national d'assurances sociales pour travailleurs indépendants (INASTI), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, πρόεδρο τμήματος, P. Kūris και J. Klučka (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Τα άρθρα 13 επ. του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983, επιβάλλουν να καθοριστεί μια εισφορά, όπως η ισοσταθμιστική εισφορά που οφείλεται δυνάμει του βασιλικού διατάγματος 289, της 31ης Μαρτίου 1984, διά του συνυπολογισμού στο εισόδημα εξ επαγγέλματος και του εισοδήματος που έχει αποκτηθεί στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από αυτό του οποίου η ασφαλιστική νομοθεσία τυγχάνει εφαρμογής και τούτο παρά το γεγονός ότι εκ της καταβολής αυτής της εισφοράς ο ελεύθερος επαγγελματίας δεν μπορεί να αξιώσει από το κράτος αυτό καμιά κοινωνική ή άλλης φύσεως παροχή.

2)

Δεν αντίκειται προς το άρθρο 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 43 ΕΚ) η επιβολή σε ελεύθερους επαγγελματίες που ασκούν μη έμμισθες επαγγελματικές δραστηριότητες εντός δύο κρατών μελών μιας εισφοράς όπως η ισοσταθμιστική εισφορά που οφείλεται εντός του κράτους μέλους κατοικίας και υπολογίζεται διά του συνυπολογισμού του εισοδήματος που έχει αποκτηθεί και εντός άλλου κράτους μέλους.


(1)  ΕΕ C 190 της 24.07.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/17


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(έκτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-287/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 93/104/ΕΚ - Οργάνωση του χρόνου εργασίας - Μη μεταφορά της στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2005/C 182/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Στην υπόθεση C-287/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 EK λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 5 Ιουλίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: L. Ström van Lier και N. Yerrell) κατά Βασιλείου της Σουηδίας (εκπρόσωπος: A. Kruse), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Borg Barthet (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, U. Lõhmus και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 4 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

To Βασίλειο της Σουηδίας, μη λαμβάνοντας τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες προκειμένου να συμμορφωθεί προς τα άρθρα 3, 6 και 8 της οδηγίας 93/104/EK του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2.

Καταδικάζει το Βασίλειο της Σουηδίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 228 της 11.09.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/18


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(έκτο τμήμα)

της 2ας Ιουνίου 2005

στην υπόθεση C-454/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2001/55/ΕΚ - Ππροσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων - Μη μεταφορά της στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2005/C 182/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση C-454/04, με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 EK λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 28 Οκτωβρίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. O'Reilly και A.-M. Rouchaud-Joët) κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (εκπρόσωπος: S. Schreiner), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Borg Barthet (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. La Pergola και A. Ó Caoimh, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου μη λαμβάνοντας τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2.

Καταδικάζει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 314 της 18.12.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/18


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(πέμπτο τμήμα)

της 28ης Φεβρουαρίου 2005

στην υπόθεση C-260/02 P: Michael Becker κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Υπάλληλοι - Σύνταξη αναπηρίας - Αίτηση κινήσεως διαδικασίας αναγνωρίσεως αναπηρίας κατά τη διάρκεια άδειας άνευ αποδοχών - Αίτηση αναιρέσεως εν μέρει προφανώς απαράδεκτη και εν μέρει προφανώς αβάσιμη)

(2005/C 182/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-260/02 P, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως κατ' εφαρμογήν του άρθρου 49 του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου, της 15ης Ιουλίου 2002, Michael Becker, υπάλληλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κάτοικος Λουξεμβούργου (Λουξεμβούργο) (εκπρόσωπος: E. Fricke), όπου ο έτερος διάδικος ήταν το Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς P. Giusta και B. Schäfer, στη συνέχεια J.-M. Stenier και M. Bavendamm), το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα), συγκείμενο από την R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), πρόεδρο τμήματος, τους R. Schintgen και J. Makarczyk, δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 28 Φεβρουαρίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2.

Καταδικάζει τον M. Becker στα δικαστικά έξοδα


(1)  ΕΕ C 202 της 24.8.2002.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/19


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τέταρτο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση C-297/03 (αίτηση του Oberster Gerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Sozialhilfeverband Rohrbach κατά Arbeitterkammer Oberösterreich, Österreichischer Gewerkschaftsbund (1)

(Άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας - Οδηγία 2001/23/EΚ - Μεταβίβαση επιχειρήσεων - Δυνατότητα επικλήσεως οδηγίας κατά ιδιώτη - Εναντίωση του εργαζομένου στη μεταβίβαση των εκ της συμβάσεώς του δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στον εκδοχέα)

(2005/C 182/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-297/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, βάσει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Oberster Gerichtshof (Αυστρία), με απόφαση της 4ης Ιουνίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 10 Ιουλίου 2003, στο πλαίσιο της ένδικης διαδικασίας Sozialhilfeverband Rohrbach κατά Arbeiterkammer Oberösterreich, Österreichischer Gewerkschaftsbund, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, N. Colneric (εισηγήτρια) και J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Μεταξύ των οντοτήτων κατά των οποίων είναι δυνατό να αντιταχθούν τα άρθρα 3, παράγραφος 1, και 1, παράγραφος 1, στοιχείο γ', πρώτη περίοδος, της οδηγίας 2001/23/EΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως των επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, περιλαμβάνεται και εταιρία περιορισμένης ευθύνης του ιδιωτικού δικαίου της οποίας μοναδικός εταίρος είναι ένας δημοσίου δικαίου πανδημοτικός επαγγελματικός σύνδεσμος κοινωνικής προνοίας.

2)

Ένας κρατικός οργανισμός που μεταβιβάζει την εγκατάστασή του δεν μπορεί να επικαλεστεί τα άρθρα 3, παράγραφος 1, και 1, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 2001/23 κατά εργαζομένου με σκοπό να του επιβάλει τη συνέχιση της εργασιακής σχέσεώς του με τον εκδοχέα.


(1)  ΕΕ C 226 της 20.9.2003


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/19


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τέταρτο τμήμα)

της 15ης Μαρτίου 2005

στην υπόθεση C-553/03 P: Πανελλήνιος Ένωση Εκκοκκιστών και Εξαγωγέων Βάμβακος κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Ελληνικής Δημοκρατίας (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Κρατικές ενισχύσεις - Προσφυγή ακυρώσεως - Άρθρο 119 του Κανονισμού Διαδικασίας)

(2005/C 182/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση C-553/03 P, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως κατ' εφαρμογήν του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, της 30ής Δεκεμβρίου 2003, Πανελλήνιος Ένωση Εκκοκκιστών και Εξαγωγέων Βάμβακος (εκπρόσωποι: Κ. Αδαμαντόπουλος και J. Gutiérrez Gisbert), με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, όπου οι λοιποί διάδικοι είναι η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: N. Khan) και η Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Β. Κοντόλαιμος και Ι. Χαλκιάς), το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, J. N. Cunha Rodrigues (εισηγητή) και E. Juhász, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. A. Geelhoed, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 15 Μαρτίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει την Πανελλήνια Ένωση Εκκοκκιστών και Εξαγωγέων Βάμβακος στα δικαστικά της έξοδα, καθώς και σ' εκείνα της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην παρούσα διαδικασία.

3.

Η Ελληνική Δημοκρατία φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 59 της 6.3.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/20


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τέταρτο τμήμα)

της 26ης Απριλίου 2005

Στην υπόθεση C-149/04 (αίτηση του Corte suprema di cassazione για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Ugo Fava κατά Comune di Carrara (1)

(Τέλος επιβαλλόμενο επί των μαρμάρων που εξορύσσονται στο έδαφος δήμου λόγω της μεταφοράς τους πέραν των ορίων της δημοτικής περιφέρειας - Άρθρα 92, παράγραφος 1, και 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας - Εν μέρει απαράδεκτο - Ερώτημα πανομοιότυπο με ένα ερώτημα επί του οποίου το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί)

(2005/C 182/37)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-149/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Corte suprema di cassazione (Ιταλία), με απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 2003, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 23 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο της διαδικασίας Ugo Fava (σύνδικος πτωχεύσεως της IMEG Srl) κατά Comune di Carrara, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τον K. Lenaerts (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, την N. Colneric και τον J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Poiares Maduro, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 26 Απριλίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη, καθόσον αφορά την ερμηνεία των άρθρων 81 ΕΚ, 85 ΕΚ και 86 ΕΚ.

2.

Μια αναλογική προς το βάρος εμπορεύματος επιβάρυνση, που εισπράττεται μόνο σε ένα δήμο κράτους μέλους και επιβάλλεται σε μια κατηγορία εμπορευμάτων λόγω της μεταφοράς τους πέραν των ορίων της δημοτικής περιφέρειας, συνιστά φορολογική επιβάρυνση ισοδυνάμου προς εξαγωγικό δασμό αποτελέσματος κατά την έννοια του άρθρου 23 ΕΚ, παρά το γεγονός ότι η επιβάρυνση πλήττει επίσης και τα εμπορεύματα των οποίων ο τελικός προορισμός βρίσκεται στο εσωτερικό του οικείου κράτους μέλους .

3.

Δεν μπορεί να γίνει επίκληση του άρθρου 23 ΕΚ προς στήριξη αιτήσεων επιστροφής ποσών που εισπράχθηκαν πριν από τις 16 Ιουλίου 1992 υπό τη μορφή του τέλους επί των μαρμάρων, παρά μόνον από τους αιτούντες οι οποίοι, πριν από την ημερομηνία αυτή, είχαν ασκήσει ένδικη προσφυγή ή υποβάλει ισοδύναμη διοικητική ένσταση.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.04.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/20


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(έκτο τμήμα)

της 7ης Απριλίου 2005

στην υπόθεση C-160/04 P: Gustaaf Van Dyck κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Υπάλληλοι - Πίνακες προαγωγών - Βλαπτική πράξη - Προπαρασκευαστικές πράξεις)

(2005/C 182/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Στην υπόθεση C-160/04 P, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, υποβληθείσα στις 19 Μαρτίου 2004, Gustaaf Van Dyck, υπάλληλος της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κάτοικος Wuustwezel (Βέλγιο), (δικηγόρος: A. Bywater, επικουρούμενος από τον W. Mertens), όπου ο έτερος διάδικος ήταν η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: F. Clotuche-Duvieusart και A. Weimar), το Δικαστήριο (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Borg Barthet, πρόεδρο τμήματος, A. Ó Caoimh και U. Lõhmus (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Léger, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 7 Απριλίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

1.

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2.

Καταδικάζει τον G.Van Dyck στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 106 της 30.4.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/21


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τέταρτο τμήμα)

της 10ης Μαρτίου 2005

στην υπόθεση C-178/04 (αίτηση του Bundesverwaltungsgericht για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως): Franz Marhold κατά Land Baden-Württemberg (1)

(Άρθρο 104, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας - Εργαζόμενοι - Υπάλληλοι απασχολούμενοι σε εργοδότες του εθνικού δημόσιου τομέα - Καθηγητής πανεπιστημίου - Χορήγηση ετήσιας έκτακτης αμοιβής)

(2005/C 182/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Στην υπόθεση C-178/04, με αντικείμενο αίτηση του Bundesverwaltungsgericht προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, υποβληθείσα με απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 2004, που οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Απριλίου 2004, στο πλαίσιο της διαδικασίας Franz Marhold κατά Land Baden-Württemberg, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, J. N. Cunha Rodrigues και E. Levits (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 10 Μαρτίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

Το άρθρο 39 ΕΚ δεν επιτρέπει νομοθεσία κράτους μέλους η οποία αρνείται το δικαίωμα επί ετήσιας έκτακτης αμοιβής σε δημόσιο υπάλληλο ο οποίος αποχωρεί από την υπηρεσία πριν από την 31η Μαρτίου του επομένου έτους για να εργαστεί ως δημόσιος υπάλληλος σε άλλο κράτος μέλος, ενώ αναγνωρίζει δικαίωμα επί της αμοιβής αυτής όταν η νέα θέση του υπαλλήλου ανήκει στη δημόσια διοίκηση του πρώτου κράτους μέλους.


(1)  ΕΕ C 156 της 12.06.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/21


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

(τέταρτο τμήμα)

της 22ας Φεβρουαρίου 2005

στην υπόθεση C-480/04: Ποινική δίκη κατά Antonello D'Antonio. (1)

(Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως - Απαράδεκτο)

(2005/C 182/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Στην υπόθεση C-480/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Tribunale di Viterbo (Ιταλία), με απόφαση της 2ας Νοεμβρίου 2004, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 17 Νοεμβρίου 2004, στο πλαίσιο της ποινικής δίκης κατά Antonello D'Antonio, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τον K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, την N. Colneric και τον K. Schiemann (εισηγητή), δικαστές, γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl, γραμματέας: R. Grass, εξέδωσε στις 22 Φεβρουαρίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale di Viterbo με απόφαση της 2ας Νοεμβρίου 2004, είναι προδήλως απαράδεκτη.


(1)  ΕΕ C 31 της 05.02.2005.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/21


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας, που ασκήθηκε στις 18 Μαρτίου 2005

(Υπόθεση C-128/05)

(2005/C 182/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Δ. Τριανταφύλλου, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 18 Μαρτίου 2005, ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφυγή κατά της Δημοκρατίας της Αυστρίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, επιτρέποντας σε μη εγκατεστημένους στην Αυστρία φορολογουμένους, οι οποίοι εκτελούν μεταφορές προσώπων στην Αυστρία, να μην υποβάλλουν φορολογικές δηλώσεις και να μην καταβάλλουν το καθαρό ποσό του ΦΠΑ αν ο πραγματοποιούμενος στην Αυστρία ετήσιος κύκλος εργασιών τους είναι κατώτερος των 22.000 ευρώ, βασιζόμενοι στην περίπτωση αυτή στο ότι το ποσό του οφειλομένου ΦΠΑ είναι ίσο με τον εκπεστέο ΦΠΑ και η εφαρμογή της απλουστευμένης ρυθμίσεως εξαρτάται από το ότι ο αυστριακός ΦΠΑ δεν εμφανίζεται στους λογαριασμούς ή τα αντικαθιστώντα αυτούς έγγραφα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, 6, 9, παράγραφος 2, στοιχείο β', 17, 18 και 22, παράγραφοι 3 έως 5, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (1)·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι της προσφυγής και κύρια επιχειρήματα:

Για τη διασυνοριακή μεταφορά προσώπων από υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη ή σε τρίτες χώρες, ισχύει στην Αυστρία από την 1.4.2002 μια απλοποιημένη ρύθμιση. Επιτρέπεται στους εν λόγω υποκειμένου στον φόρο να μην υποβάλλουν φορολογική δήλωση και να μην πληρώνουν το καθαρό ποσό ΦΠΑ αν ο πραγματοποιούμενος στην Αυστρία ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τις 22.000 ευρώ. Τούτο διότι, στην περίπτωση αυτή, το ποσό του οφειλομένου ΦΠΑ αντιστοιχεί με τον εκπεστέο ΦΠΑ. Ταυτόχρονα, οι υποκείμενοι στον φόρο οι οποίοι μπορούν να επικαλεστούν την απλοποιημένη αυτή ρύθμιση, έχουν τη δυνατότητα να μην εμφανίζουν τον αυστριακό ΦΠΑ στους λογαριασμούς τους ή στα αντικαθιστώντα αυτούς έγγραφα.

Η ρύθμιση αυτή δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17.5.1977 (έκτη οδηγία ΦΠΑ) και της αποφάσεως 2001/242/ΕΚ του Συμβουλίου της 19.5.2001.

Η Επιτροπή τονίζει ότι η εν λόγω οδηγία περιέχει μεν τη δυνατότητα των κατ' αποκοπήν ρυθμίσεων για μικρές επιχειρήσεις, όμως ο χρησιμοποιούμενος από την αυστριακή ρύθμιση όρος της «μικρής επιχειρήσεως» –κύκλος εργασιών στην Αυστρία κάτω των 22.000 ευρώ– δεν αντιστοιχεί με τον κοινοτικού δικαίου όρο των «μικρών επιχειρήσεων» που πρέπει να ερμηνεύεται ομοιόμορφα. Επιπλέον δεν αποδεικνύεται ότι οι διατάξεις της αυστριακής νομοθεσίας περί της κατ' αποκοπήν ρυθμίσεως δεν έχουν ως αποτέλεσμα φορολογική μείωση, η οποία βαίνει πέραν της απλοποιήσεως που μπορεί να επιτραπεί κατά το άρθρο 24, παράγραφος 1, της οδηγίας. Η αποδέσμευση από τις λοιπές υποχρεώσεις όσον αφορά τη χρέωση, τη φορολογική δήλωση και την καταγραφή συνιστά την τυπική πλευρά της βαίνουσας πέραν του επιτρεπομένου ορίου απλοποιήσεως.

Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η επίδικη αυστριακή ρύθμιση δεν μπορεί να γίνει δεκτή ούτε βάσει της αναφερθείσας αποφάσεως του Συμβουλίου. Η απόφαση αυτή εξουσιοδοτεί μεν τη Δημοκρατία της Αυστρίας να φορολογεί τη διασυνοριακή μεταφορά προσώπων, η οποία εκτελείται από υποκειμένους στον φόρο μη εγκατεστημένους στην Αυστρία δι' αυτοκινήτων που δεν είναι ταξινομημένα στην Αυστρία, από την 1.1.2001 έως τις 31.12.2005, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 της οδηγίας, όμως η εξαίρεση αυτή προϋποθέτει ρητώς ότι η διανυθείσα στην Αυστρία απόσταση πρέπει να φορολογηθεί διά της εφαρμογής μιας μέσης φορολογικής βάσεως ανά πρόσωπο και ανά χιλιόμετρο.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/22


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιρλανδίας, που ασκήθηκε στις 22 Απριλίου 2005

(Υπόθεση C-183/05)

(2005/C 182/42)

γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Michel Van Beek, επικουρούμενο από τον Matthieu Wemaëre, avocat, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε προσφυγή στις 22 Aπριλίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιρλανδίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Ιρλανδία, περιορίζοντας τη μεταφορά στην ιρλανδική έννομη τάξη των διατάξεων του άρθρου 12, παράγραφος 2, και του άρθρου 13, παράγραφος 1, στοιχείο β', της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (1) στα είδη που απαριθμούνται στο παράρτημα IV της οδηγίας τα οποία απαντώνται στην Ιρλανδία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα εν λόγω άρθρα 12, παράγραφος 2, και 13, παράγραφος 1, στοιχείο β', της οδηγίας αυτής και την υποχρέωση που υπέχει από τη Συνθήκη·

να αναγνωρίσει ότι η Ιρλανδία, παραλείποντας να λάβει όλα τα συγκεκριμένα μέτρα που είναι αναγκαία για να μεταφέρει αποτελεσματικώς το σύστημα της αυστηρής προστασίας που απαιτεί το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το εν λόγω άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής και την υποχρέωση που υπέχει από τη Συνθήκη·

να αναγνωρίσει ότι η Ιρλανδία, διατηρώντας διατάξεις της ιρλανδικής νομοθεσίας που δεν συνάδουν με τις διατάξεις των άρθρων 12, παράγραφος 1, και 16 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα εν λόγω άρθρα 12, παράγραφος 1, και 16, της οδηγίας αυτής και την υποχρέωση που υπέχει από τη Συνθήκη·

να καταδικάσει την Ιρλανδία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η Ιρλανδία δεν συμμορφώθηκε προς την οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τους εξής λόγους:

Η μεταφορά του άρθρου 12, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (οδηγία για τους οικότοπους) στην ιρλανδική έννομη τάξη είναι ατελής καθόσον απαγορεύει την κατοχή, τη μεταφορά, την πώληση, ή την ανταλλαγή και την προσφορά προς πώληση ή ανταλλαγή των ειδών που απαριθμούνται στο παράρτημα IV, στοιχείο α', της οδηγίας μόνον όσον αφορά τα ζωικά είδη που απαντώνται στην Ιρλανδία.

Η μεταφορά του άρθρου 12, παράγραφος 1, της οδηγίας στην ιρλανδική έννομη τάξη είναι ατελής καθόσον η Ιρλανδία δεν έλαβε όλα τα συγκεκριμένα μέτρα που είναι αναγκαία για την αποτελεσματική θέσπιση συστήματος αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών που απαριθμούνται στο παράρτημα IV, στοιχείο α', τα οποία απαντώνται στην Ιρλανδία.

Η μεταφορά των άρθρων 12, παράγραφος 1, και 16 της οδηγίας δεν είναι ορθή διότι υφίσταται παράλληλο καθεστώς παρεκκλίσεων το οποίο δεν συνάδει με το περιεχόμενο και τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 16 και οδηγεί σε μη τήρηση εκ μέρους της Ιρλανδίας της υποχρεώσεως που υπέχει από το άρθρο 12, παράγραφος 1, να θεσπίσει και να διατηρήσει σύστημα αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών που απαριθμούνται στο παράρτημα IV, στοιχείο α', της οδηγίας.


(1)  ΕΕ L 206 της 22.07.1992, σ. 7.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/23


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 26 Απριλίου 2005

(Υπόθεση C-185/05)

(2005/C 182/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους B. Schima και F. Amato, μέλη της Νομικής Υπηρεσίας της Επιτροπής, άσκησε στις 26 Απριλίου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

Να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία,:

διατηρώντας σε ισχύ μια κανονιστική ρύθμιση όπως η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 9, παράγραφοι 3 και 4, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 344 του 1999, κατά την οποία ο διαχειριστής μιας μονάδας στην οποία υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες μπορεί να προβεί σε έναρξη της δραστηριότητας χωρίς να έχει προηγηθεί ρητή ανακοίνωση σε αυτόν, εκ μέρους της αρχής που οφείλει να αποφανθεί επί της εκθέσεως ασφαλείας, των συμπερασμάτων της ως προς την εξέταση της εκθέσεως ασφαλείας,

διατηρώντας σε ισχύ μια κανονιστική ρύθμιση όπως η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 21, παράγραφος 3, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 344 του 1999, κατά την οποία η αρμόδια αρχή δεν υποχρεούται να απαγορεύει την έναρξη δραστηριότητας ακόμη και εάν τα μέτρα που ο διαχειριστής προτίθεται να λάβει για την πρόληψη και τη μείωση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων είναι προδήλως ακατάλληλα,

παραλείποντας να θεσπίσει μια κανονιστική ρύθμιση η οποία να προβλέπει ότι επιθεωρήσεις θα εξασφαλίζουν μια οργανωμένη και συστηματική εξέταση των τεχνικών, οργανωτικών και διαχειριστικών συστημάτων της μονάδας, προκειμένου ο διαχειριστής να μπορεί να αποδεικνύει ότι έχει λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα, λαμβανομένων υπόψη των δραστηριοτήτων της μονάδας, για την πρόληψη κάθε μεγάλου ατυχήματος και ότι διαθέτει επαρκή μέσα για τον περιορισμό των επιπτώσεων μεγάλων ατυχημάτων εντός και εκτός της μονάδας

και παραλείποντας να θεσπίσει μια κανονιστική ρύθμιση η οποία να προβλέπει ότι οι επιθεωρήσεις θα εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα και οι πληροφορίες της εκθέσεως ασφαλείας ή άλλης υποβαλλόμενης εκθέσεως αποδίδουν πιστά την κατάσταση στη μονάδα,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 9, παράγραφος 4, 17, παράγραφος 1, και 18, παράγραφος 1, πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση, της οδηγίας 96/82 (1).

2)

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

H oδηγία 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες, ορίζει ότι διαχειριστής μιας μονάδας στην οποία υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες υποχρεούται να υποβάλλει έκθεση ασφαλείας στην αρμόδια αρχή. Η Ιταλική Δημοκρατία μετέφερε την οδηγία στην ιταλική έννομη τάξη με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 334 της 17ης Αυγούστου 1999.

Η Επιτροπή υποστηρίζει, καταρχάς, ότι, κατά το άρθρο 9, παράγραφος 4, της οδηγίας, ο διαχειριστής δεν μπορεί να αρχίσει την άσκηση της δραστηριότητας χωρίς ρητή άδεια της αρμόδιας αρχής.

Εντούτοις, το νομοθετικό διάταγμα επιτρέπει στον διαχειριστή την έναρξη της δραστηριότητας ακόμη και αν η αρμόδια αρχή δεν έχει προηγουμένως ανακοινώσει τα συμπεράσματά της ως προς την εξέταση της εκθέσεως ασφαλείας.

Επιπροσθέτως, όπως προκύπτει από το άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας, η αρμόδια αρχή υποχρεούται να απαγορεύει τη δραστηριότητα εάν τα μέτρα που ο διαχειριστής προτίθεται να λάβει για την πρόληψη και τη μείωση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων είναι προδήλως ακατάλληλα.

Όπως, όμως, προκύπτει, το νομοθετικό διάταγμα απαλλάσσει την αρμόδια αρχή από την εν λόγω υποχρέωση.

Τέλος, κατά το άρθρο 18, παράγραφος 1 της οδηγίας, τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν κανονιστική ρύθμιση η οποία να προβλέπει επιθεωρήσεις που θα εξασφαλίζουν μια οργανωμένη και συστηματική εξέταση των τεχνικών, οργανωτικών και διαχειριστικών συστημάτων της μονάδας, προκειμένου ο διαχειριστής να μπορεί να αποδείξει ότι έχει λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα, λαμβανομένων υπόψη των δραστηριοτήτων της μονάδας, για την πρόληψη κάθε μεγάλου ατυχήματος και ότι διαθέτει επαρκή μέσα για τον περιορισμό των επιπτώσεων μεγάλων ατυχημάτων εντός και εκτός της μονάδας. Ομοίως, κατά το άρθρο 18, παράγραφος 1, της οδηγίας, τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν μια κανονιστική ρύθμιση η οποία να προβλέπει ότι οι επιθεωρήσεις θα εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα και οι πληροφορίες της εκθέσεως ασφαλείας ή άλλης υποβαλλόμενης εκθέσεως αποδίδουν πιστά την κατάσταση στη μονάδα.

Το νομοθετικό διάταγμα, ωστόσο, δεν περιέλαβε τέτοιες διατάξεις, αλλά περιορίστηκε στην παραπομπή σε νέο εκτελεστικό διάταγμα το οποίο, όπως προκύπτει, δεν έχει, έως σήμερα, εκδοθεί.

Συνεπώς, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, η Επιτροπή εκτιμά ότι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 9, παράγραφος 4, 17, παράγραφος 1, και 18, παράγραφος 1, πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση, της οδηγίας.


(1)  ΕΕ L 10 της 14ης Ιανουαρίου 1997, σ. 13


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/24


Αίτηση του Centrale Raad van Beroep για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία υποβλήθηκε με διάταξη της 22ας Απριλίου 2005, στο πλαίσιο της διαδικασίας K. Tas-Hagen και R.A. Tas, κατά Raadskamer WUBO van de Pensioen- en Uitkeringsraad

(Υπόθεση C-192/05)

(2005/C 182/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Με διάταξη της 22ας Απριλίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 29 Απριλίου 2005, το Centrale Raad van Beroep-Κάτω Χώρες υπέβαλε στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της διαδικασίας K. Tas-Hagen και R.A. Tas κατά Raadskamer WUBO van de Pensioen- en Uitkeringsraad το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

Απαγορεύει το κοινοτικό δίκαιο, ειδικότερα το άρθρο 18 EΚ, εθνική ρύθμιση κατά την οποία, σε περιπτώσεις όπως της κύριας δίκης, υφίσταται άρνηση χορηγήσεως παροχής υπέρ πολιτών θυμάτων πολέμου για τον λόγο και μόνον ότι ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει την ιθαγένεια του οικείου κράτους μέλους, κατοικεί κατά την υποβολή της αιτήσεως όχι στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους, αλλά στο έδαφος άλλου κράτους μέλους;


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/24


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 2 Μαΐου 2005

(Υπόθεση C-194/05)

(2005/C 182/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Μ. Κωνσταντινίδη, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας της Επιτροπής, και τον G. Bambara, δικηγόρο Μιλάνου, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 2 Μαΐου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, στο μέτρο που το άρθρο 10 του νόμου 93 του 2001 και το άρθρο 1, παράγραφοι 17 και 19, του νόμου 443 του 2001 απέκλεισαν τις γαίες και τους προερχόμενους από εκσκαφές βράχους, που προορίζονται για επιχώματα, καλύψεις, αναχώματα και αλεσμένα ορυκτά προϊόντα, εξαιρουμένων των υλικών που προέρχονται από μολυσμένους χώρους και από εγγειοβελτιωτικά έργα με συγκέντρωση ρυπογόνων μεγαλύτερη από τα ανώτατα αποδεκτά όρια τα οποία προβλέπονται στις ισχύουσες διατάξεις, από το πεδίο εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας περί στερεών αποβλήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 1, στοιχείο α', της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ (1), περί των στερεών αποβλήτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΚ (2)·

2)

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η Ιταλική Δημοκρατία, στο μέτρο που απέκλεισε τις γαίες και τους προερχόμενους από εκσκαφές βράχους, που προορίζονται για επιχώματα, καλύψεις, αναχώματα και αλεσμένα ορυκτά προϊόντα, από το πεδίο εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας περί στερεών αποβλήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 1, στοιχείο α', της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί των στερεών αποβλήτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86.

(2)  ΕΕ L 78, της 26/03/1991, σ. 32.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/25


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας ασκηθείσα στις 2 Μαΐου 2005

(Υπόθεση C-195/05)

(2005/C 182/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Μ. Κωνσταντινίδη, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας της Επιτροπής, και τον G. Bambara, δικηγόρο Μιλάνου, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 2 Μαΐου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1)

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, έχοντας εκδώσει συστάσεις ισχύουσες επί του συνόλου της εθνικής επικρατείας, ειδικότερα μέσω της από 28 Ιουνίου 1998 εγκυκλίου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και της από 22 Ιουλίου 2002 εγκυκλίου του Υπουργείου Υγείας, κατά τρόπον ώστε να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της ρυθμίσεως περί των αποβλήτων τα διατροφικά απορρίμματα που προέρχονται από τη βιομηχανία παραγωγής γεωργικών προϊόντων διατροφής και προορίζονται για την παραγωγή ζωοτροφών· μέσω του άρθρου 23 του νόμου 179 της 31ης Ιουλίου 2002, αποκλείστηκαν από το πεδίο εφαρμογής της ρυθμίσεως περί αποβλήτων τα προερχόμενα από τα παρασκευάσματα κατά το μαγείρευμα οποιουδήποτε τύπου στερεών τροφίμων, βρασμένων και νωπών, υπολείμματα, τα οποία δεν εντάσσονται στο δίκτυο διανομής προς χορήγηση και προορίζονται για τις υγειονομικές εγκαταστάσεις όπου φιλοξενούνται ασθενή ζώα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 1, στοιχείο α', της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ (1), περί των στερεών αποβλήτων, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΚ (2)·

2)

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η Ιταλική Δημοκρατία, έχοντας εκδώσει συστάσεις ισχύουσες επί του συνόλου της εθνικής επικρατείας, κατά τρόπον ώστε να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της ρυθμίσεως περί των αποβλήτων, τα διατροφικά απορρίμματα που προέρχονται από τη βιομηχανία παραγωγής γεωργικών προϊόντων διατροφής και προορίζονται για την παραγωγή ζωοτροφών, και έχοντας αποκλείσει από το πεδίο εφαρμογής της ρυθμίσεως περί αποβλήτων τα προερχόμενα από τα παρασκευάσματα κατά το μαγείρεμα οποιουδήποτε τύπου στερεών τροφίμων, βρασμένων και νωπών, υπολείμματα, τα οποία δεν εντάσσονται στο δίκτυο διανομής προς χορήγηση και προορίζονται για τις υγειονομικές εγκαταστάσεις όπου φιλοξενούνται ασθενή ζώα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 1, στοιχείο α', της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί των στερεών αποβλήτων, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΚ.


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86.

(2)  ΕΕ L 78, της 26/3/1991, σ. 32.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/25


Αίτηση του Finanzgericht München για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία υποβλήθηκε με διάταξη της 17ης Φεβρουαρίου 2005, στο πλαίσιο της διαδικασίας Sachsenmilch AG κατά Oberfinanzdirektion Nürnberg

(Υπόθεση C-196/05)

(2005/C 182/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Με διάταξη της 17ης Φεβρουαρίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 4 Μαΐου 2005, το Finanzgericht München υπέβαλε στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της διαδικασίας Sachsenmilch AG κατά Oberfinanzdirektion Nürnberg, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

1)

Πρέπει να ερμηνευθεί η συνδυασμένη ονοματολογία (ΣΟ), όπως τροποποιήθηκε με το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) 1789/2003 (1) της Επιτροπής, της 11ης Σεπτεμβρίου 2003 περί τροποποιήσεως του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 (2) του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΚΔ), υπό την έννοια ότι το τυρί της πίτσας (Mozzarella), το οποίο μετά την παρασκευή του αποθηκεύεται από μία έως δύο εβδομάδες στους 2 έως 4° C, πρέπει να κατατάσσεται στην υποκατηγορία 0406 10;

2)

Μπορεί ο έλεγχος ως προς το αν υπάρχει νωπό τυρί κατά την έννοια της υποκατηγορίας 0406 10 της ΣΟ να διεξάγεται, ελλείψει κοινοτικής ρυθμίσεως, βάσει χαρακτηριστικών που γίνονται αντιληπτά διά των αισθητηρίων οργάνων;


(1)  ΕΕ L 281, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 256, σ. 1.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/26


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 4 Μαΐου 2005

(Υπόθεση C-198/05)

(2005/C 182/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον W. Wils και την L. Pignataro, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 4 Μαΐου 2005, προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να διαπιστώσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, προβλέποντας ότι το δικαίωμα δημόσιου δανεισμού δεν ισχύει για καμία από τις κατηγορίες των ανοιχτών στο κοινό ιδρυμάτων, υπό την έννοια της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 1 και 5 της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 1992 (1),

2.

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το άρθρο 69, πρώτο εδάφιο, στοιχείο β', του νόμου 633/41 εξαιρεί το σύνολο των κρατικών βιβλιοθηκών και δισκοθηκών από το δικαίωμα δανεισμού, καθόσον ορίζει ότι ο δανεισμός δεν υπόκειται σε καμία έγκριση ή αμοιβή εφόσον παρέλθουν 18 μήνες από την πρώτη άσκηση του δικαιώματος διανομής ή τουλάχιστον 24 μήνες από τη δημιουργία των οικείων έργων εφόσον δεν έχει ασκηθεί το δικαίωμα διανομής.

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το προαναφερθέν άρθρο του νόμου 633/41, εξαιρώντας το σύνολο των κρατικών βιβλιοθηκών και δισκοθηκών από την υποχρέωση καταβολής αμοιβής, συνιστά παράβαση τόσο του άρθρου 5, παράγραφος 2, όσο και του άρθρου 5, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ. Δεδομένου ότι δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση παρεκκλίσεως από το αποκλειστικό δικαίωμα δημόσιου δανεισμού, η εν λόγω διάταξη συνιστά επίσης παράβαση του άρθρου 1 της ίδιας οδηγίας.


(1)  ΕΕ L 346, της 27.11.1992, σ. 61.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/26


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το cour d'appel de Bruxelles με απόφαση της 28 Απριλίου 2005 στην υπόθεση Ευρωπαϊκή Κοινότητα κατά Βελγικού Κράτους

(Υπόθεση C-199/05)

(2005/C 182/49)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Με απόφαση της 28 Απριλίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 9 Μαΐου 2005, το cour d'appel de Bruxelles, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Ευρωπαϊκής Κοινότητας και Βελγικού Κράτους, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:

1.

Πρέπει να ερμηνευθεί το άρθρο 3, δεύτερη παράγραφος, του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο ορίζει ότι οι κυβερνήσεις των κρατών μελών λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την έκπτωση ή επιστροφή του ποσού των έμμεσων φόρων και των τελών επί των πωλήσεων, υπό την έννοια ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ένα αναλογικό τέλος το οποίο εισπράττεται για τις πάσης φύσεως δικαστικές αποφάσεις που αφορούν καταψήφιση ή εκκαθάριση ποσών ή κινητών αξιών;

2.

Πρέπει να ερμηνευθεί το άρθρο 3, τρίτη παράγραφος, του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο ορίζει ότι δεν παρέχονται απαλλαγές όσον αφορά την απλή ανταπόδοση για παροχές υπηρεσιών κοινής ωφελείας, υπό την έννοια ότι αποτελεί απλή ανταπόδοση για υπηρεσία κοινής ωφελείας το τέλος που επιβάλλεται κατά το πέρας της δίκης στον ηττηθέντα διάδικο που καταδικάζεται να καταβάλει ορισμένο ποσό;


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/27


Αίτηση του High Court of Justice (England and Wales) Chancery Division, (Ηνωμένο Βασίλειο), για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, υποβληθείσα με διάταξη της 18ης Μαρτίου 2005, στο πλαίσιο της εκκρεμούσας ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου δίκης μεταξύ των The Test Claimants in the CFC and Dividend Group Litigation και των Commissioners of Inland Revenue

(Υπόθεση C-201/05)

(2005/C 182/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Με διάταξη της 18ης Μαρτίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 6 Μαΐου 2005, το High Court of Justice (England and Wales) Chancery Division, (Ηνωμένο Βασίλειο), υπέβαλε στο Δικαστήριο, στα πλαίσια της εκκρεμούσας ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου διαφοράς μεταξύ των The Test Claimants in the CFC and Dividend Group Litigation και των Commissioners of Inland Revenue, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

1)

Αντιβαίνει στα άρθρα 43 και 56 της Συνθήκης ΕΚ το να διατηρεί ένα κράτος μέλος σε ισχύ και να εφαρμόζει διατάξεις δυνάμει των οποίων:

(i)

απαλλάσσονται από τον φόρο εταιριών τα μερίσματα που εισπράττει εταιρία εγκατεστημένη σε αυτό το κράτος μέλος (στο εξής: ημεδαπή εταιρία) από άλλες ημεδαπές εταιρίες, αλλά

(ii)

υπόκεινται στον φόρο εταιριών τα μερίσματα που η ημεδαπή εταιρία εισπράττει από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, ιδίως όταν η τελευταία ελέγχεται από την ημεδαπή εταιρία και υπόκειται σε χαμηλότερη φορολογία στο άλλο κράτος μέλος (στο εξής: η ελεγχόμενη εταιρία), και, παράλληλα, παρέχεται δυνατότητα αποφυγής της διπλής φορολογίας για κάθε παρακρατηθέντα από το μέρισμα φόρο, καθώς και για τον φόρο που αναλογεί στα κέρδη της ελεγχόμενης εταιρίας;

2)

Απαγορεύουν τα άρθρα 43, 49 ή 56 της Συνθήκης ΕΚ φορολογική νομοθεσία κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, δυνάμει της οποίας πριν την 1η Ιουλίου 1997:

i)

ορισμένα μερίσματα που ασφαλιστική εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος εισπράττει από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (στο εξής: αλλοδαπή εταιρία) υπόκεινται σε φόρο εταιριών, αλλά

(ii)

η ημεδαπή ασφαλιστική εταιρία μπορεί να επιλέξει να μην καταβάλλει φόρο εταιριών για τα μερίσματα που εισπράττει από την εγκατεστημένη στο ίδιο κράτος μέλος εταιρία, με περαιτέρω συνέπεια η εταιρία αυτή να μη δύναται να ζητήσει την καταβολή σε χρήμα της πιστώσεως του φόρου που άλλως θα δικαιούταν;

3)

Απαγορεύουν τα άρθρα 43, 49 ή 56 της Συνθήκης ΕΚ φορολογική νομοθεσία κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, δυνάμει της οποίας:

α)

σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, επιβάλλεται στην ημεδαπή εταιρία φόρος επί των κερδών της ελεγχόμενης από αυτήν αλλοδαπής εταιρίας κατά τα οριζόμενα ανωτέρω στο πρώτο ερώτημα, υπό (ii), και

(β)

επιβάλλονται ορισμένες τυπικές υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούνται σε περίπτωση που η ημεδαπή εταιρία δεν επικαλείται ή δεν δικαιούται να επικαλεστεί απαλλαγή με συνέπεια να καταβάλλει φόρο για τα κέρδη της ελεγχόμενης εταιρίας και

(γ)

επιβάλλονται πρόσθετες τυπικές υποχρεώσεις αν η ημεδαπή εταιρία ζητήσει απαλλαγή από τον φόρο αυτόν;

4)

Διαφοροποιείται η απάντηση στα τρία πρώτα ερωτήματα αν η ελεγχόμενη εταιρία (του πρώτου και του τρίτου ερωτήματος) ή η αλλοδαπή εταιρία (του δεύτερου ερωτήματος) είναι εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα;

5)

Αν πριν τις 31 Δεκεμβρίου 1993 ένα κράτος μέλος είχε θεσπίσει διατάξεις όπως αυτές που περιγράφονται στα τρία πρώτα ερωτήματα, οι οποίες τροποποιήθηκαν μετά την ημερομηνία αυτή όπως περιγράφεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος, και αν οι διατάξεις αυτές, όπως τροποποιήθηκαν, επιβάλλουν περιορισμούς αντιβαίνοντες στο άρθρο 56 της Συνθήκης ΕΚ, θεωρείται ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν υφίσταντο στις 31 Δεκεμβρίου 1993 κατά την έννοια του άρθρου 57 της Συνθήκης ΕΚ;

6)

Αν οποιαδήποτε από τις διατάξεις για τις οποίες γίνεται λόγος στα τρία πρώτα ερωτήματα αντιβαίνουν στις οικείες κοινοτικές διατάξεις και η ημεδαπή ή/και η ελεγχόμενη εταιρία υποβάλουν:

(i)

αίτημα επιστροφής (ή αποκαταστάσεως της ζημίας που υπέστη λόγω καταβολής) του φόρου εταιριών, ο οποίος παρανόμως επιβλήθηκε στην ημεδαπή εταιρία υπό τις περιστάσεις που περιγράφονται στα τρία πρώτα ερωτήματα,

(ii)

αίτημα αποκαταστάσεως (ή αντίστοιχης χρηματικής ικανοποιήσεως έναντι) του δικαιώματος χρήσεως ζημιών, δαπανών και εξόδων που η ημεδαπή εταιρία (ή οι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος λοιπές εταιρίες του ομίλου) χρησιμοποίησε προς εξάλειψη ή μείωση των φορολογικών βαρών που της επιβλήθηκαν δυνάμει των διατάξεων που περιγράφονται στα τρία πρώτα ερωτήματα, εφόσον τα σχετικά ποσά μπορούσαν να διατεθούν διαφορετικά ή να μεταφερθούν σε επόμενες χρήσεις,

(iii)

αίτημα αποζημιώσεως για δαπάνες, ζημίες, έξοδα και υποχρεώσεις που την επιβάρυναν λόγω συμμορφώσεως προς την εθνική νομοθεσία για την οποία γίνεται λόγος στο τρίτο ερώτημα,

(iv)

σε περίπτωση που η ελεγχόμενη εταιρία διένειμε αποθεματικά στην ημεδαπή εταιρία, προκειμένου να τηρηθούν οι επιβαλλόμενες από την εθνική νομοθεσία υποχρεώσεις, ώστε η ημεδαπή εταιρία να μην καταβάλει τον φόρο για τον οποίον γίνεται λόγος στο τρίτο ερώτημα, και η ελεγχόμενη εταιρία επιβαρύνθηκε, ως εκ τούτου, με δαπάνες, έξοδα και υποχρεώσεις, πράγμα που θα απέφευγε αν τα εν λόγω αποθεματικά χρησιμοποιούνταν αλλιώς, αίτημα αποζημιώσεως έναντι των εν λόγω εξόδων, δαπανών και υποχρεώσεων,

τα αιτήματα αυτά πρέπει να θεωρηθούν:

 

αιτήματα επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών λόγω παραβάσεως των ως άνω κοινοτικών διατάξεων ή

 

αιτήματα αποζημιώσεως, οπότε θα πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις που έθεσε η απόφαση στις υποθέσεις C-46/93 και C-48/93, Brasserie du Pêcheur και Factortame, ή

 

αιτήματα καταβολής ποσού έναντι ωφέλειας παρανόμως αφαιρεθείσας;

7)

Αν η απάντηση σε οποιοδήποτε σκέλος του έκτου ερωτήματος συνίσταται στο ότι πρόκειται για αίτημα καταβολής ποσού αντίστοιχου προς ωφέλεια παρανόμως αφαιρεθείσα:

α)

αποτελεί ένα τέτοιο αίτημα συνέπεια και παρεπόμενο του δικαιώματος που παρέχουν οι προαναφερθείσες κοινοτικές διατάξεις ή

β)

πρέπει να πληρούνται όλες ή ορισμένες από τις προϋποθέσεις που έθεσε η απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-46/93 και C-48/93, Brasserie du Pêcheur και Factortame ή

γ)

πρέπει να πληρούνται κάποιες άλλες προϋποθέσεις;

8)

Διαφοροποιείται η απάντηση αν, δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, τα περιλαμβανόμενα στο έκτο ερώτημα αιτήματα υποβάλλονται ως αιτήματα επιστροφής ή αν υποβάλλονται (ή πρέπει να υποβληθούν) ως αιτήσεις αποζημιώσεως;

9)

Ποιες οδηγίες, εφόσον απαιτούνται, κρίνει το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ότι πρέπει να δώσει στο πλαίσιο της παρούσας υποθέσεως σχετικά με τις περιστάσεις που το εθνικό δικαστήριο πρέπει να λάβει υπόψη του για να αποφανθεί αν υφίσταται αρκούντως σοβαρή παράβαση κατά την έννοια της αποφάσεως στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-46/93 και C-48/93, Brasserie du Pêcheur και Factortame, ιδίως ως προς το αν η παράβαση αυτή είναι συγγνωστή βάσει της σχετικής με την ερμηνεία των εν λόγω κοινοτικών διατάξεων νομολογίας;

10)

Μπορεί καταρχήν να υφίσταται άμεση αιτιώδης συνάφεια (κατά την έννοια της αποφάσεως στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-446/93 και C-48/93, Brasserie du Pêcheur και Factortame) μεταξύ της παραβάσεως των άρθρων 43, 49 και 56 ΕΚ και των ζημιών που εμπίπτουν στις περιπτώσεις (i) έως (iv) του έκτου ερωτήματος και για τις οποίες προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οφείλονται στην παράβαση αυτή; Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ποιες οδηγίες κρίνει το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ότι πρέπει να δώσει, εφόσον απαιτείται, για την παρούσα υπόθεση, σχετικά με τις περιστάσεις που το εθνικό δικαστήριο πρέπει να λάβει υπόψη του για να αποφανθεί αν υφίσταται τέτοια αιτιώδης συνάφεια;

11)

Δύναται το εθνικό δικαστήριο, για τον προσδιορισμό της ζημίας ή της βλάβης για την οποία μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση, να εξετάσει αν τα θιγόμενα πρόσωπα επέδειξαν εύλογη επιμέλεια προκειμένου να αποφύγουν ή να περιορίσουν τη ζημία τους, ιδίως με την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων συνέπεια της οποίας θα ήταν η μη επιβολή (λόγω εφαρμογής συμβάσεως για την αποφυγή διπλής φορολογίας) των προβλεπόμενων με τις εθνικές διατάξεις υποχρεώσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στα τρία πρώτα ερωτήματα;

12)

Διαφοροποιείται η απάντηση στο ενδέκατο ερώτημα αν ληφθεί υπόψη η πεποίθηση των διαδίκων σχετικά με το αν έχουν εφαρμογή οι συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας;


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/29


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλαν οι Special Commissioners με διάταξη της 3ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση Vodafone 2 κατά Her Majesty's Revenue and Customs

(Υπόθεση C-203/05)

(2005/C 182/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Με διάταξη της 3ης Μαΐου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 9 Μαΐου 2005, οι Special Commissioners υπέβαλαν στο Δικαστήριο, στα πλαίσια της εκκρεμούσας ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου διαφοράς μεταξύ Vodafone 2 και Her Majesty's Revenue and Customs, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

1

Αποκλείουν τα άρθρα 43, 49 και/ή 56 της Συνθήκης ΕΚ την εφαρμογή εθνικών φορολογικών διατάξεων όπως αυτές που βρίσκονται στο επίκεντρο της κυρίας δίκης, οι οποίες προβλέπουν, σε ορισμένες περιπτώσεις, την επιβολή φόρου σε εταιρία εδρεύουσα στο κράτος μέλος όπου ισχύουν, για τα κέρδη εταιρίας την οποία ελέγχει, εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος και υποκείμενη σε χαμηλότερη φορολογία και οι οποίες διατάξεις, ειδικότερα:

1.1

επιβάλλουν τη φορολογική αυτή επιβάρυνση, εκτός εάν η ελέγχουσα εταιρία είναι σε θέση να αποδείξει ότι η ελεγχόμενη εταιρία εξαιρείται της εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων επειδή υπάγεται σε μία από τις προβλεπόμενες στην οικεία νομοθεσία εξαιρέσεις,

1.2

προβλέπουν απαλλαγές από τον εν λόγω φόρο, αλλά με τρόπο που αφήνει περιθώρια αμφιβολιών όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής στην πράξη της απαλλαγής κατά την ίδρυση της ελεγχομένης εταιρίας ή μεταγενέστερα,

1.3

επιβάλλουν ορισμένες υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών, στην περίπτωση που η εδρεύουσα στο κράτος όπου ισχύουν εταιρία δεν επιδιώκει ή δεν έχει τη δυνατότητα να ζητήσει να υπαχθεί σε τέτοιου είδους απαλλαγή και καταβάλλει φόρο για τα κέρδη της εν λόγω ελεγχομένης εταιρίας,

1.4

επιβάλλουν υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών, στην περίπτωση που η εδρεύουσα στο κράτος όπου ισχύουν εταιρία επιδιώκει να απαλλαγεί από την εν λόγω φορολογική επιβάρυνση, στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνεται η υποχρέωση διενεργείας ελέγχου σχετικά με την εφαρμογή των εν λόγω φορολογικών ρυθμίσεων στο σύνολο των ελεγχομένων από αυτήν εταιριών και, στη συνέχεια, η εξέταση, σε ετήσια βάση, των δραστηριοτήτων καθεμιάς από τις ελεγχόμενες εταιρείες, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι για την χορήγηση της απαλλαγής,

1.5

επιβαρύνουν σε όλες τις περιπτώσεις την εδρεύουσα στο κράτος όπου ισχύουν εταιρία με διοικητικό και οικονομικό κόστος (το οποίο μπορεί να είναι σημαντικό),

και, οπωσδήποτε, οι προαναφερθείσες συνέπειες δεν ισχύουν για το σύνολο των εταιριών οι οποίες είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος με την εν λόγω εταιρία;

2

Θα διέφερε η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα αν:

2.1

η ελεγχόμενη εταιρία ασκούσε ελάχιστες μόνο δραστηριότητες στο κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει, ή

2.2

μόνον ένα ελάχιστο τμήμα των κερδών της ελεγχομένης εταιρίας φορολογείται στο κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει η εταιρία αυτή, ή

2.3

η ελεγχόμενη εταιρία συστάθηκε στο πλαίσιο σχεδίου για την αποφυγή φόρων και, στην περίπτωση αυτή, ποιες είναι οι ενδείξεις υπάρξεως ενός τέτοιου σχεδίου;

3

Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες:

3.1

η ελέγχουσα εταιρία δεν μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματα που απορρέουν από το άρθρο 43 και/ή το άρθρο 56 ΕΚ, ή

3.2

δεν έχει καν η εν λόγω εταιρία δικαιώματα εκ του άρθρου 43 και/ή 56 ΕΚ,

επειδή η επίκληση ή η χορήγηση των δικαιωμάτων αυτών θα συνιστούσε κατάχρηση των εν λόγω δικαιωμάτων; Αν υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, με βάση ποια κριτήρια θεωρεί το Δικαστήριο ότι ενδείκνυται να κρίνουν οι Special Commissioners, στο πλαίσιο των πραγματικών δεδομένων της παρούσας υποθέσεως, αν συντρέχει τέτοια περίπτωση ή αν υφίσταται τέτοιου είδους κατάχρηση;

4

Αποκλείουν τα άρθρα 56 και 58, παράγραφος 1, στοιχείο α', της Συνθήκης ΕΚ και η Δήλωση αριθ. 7 της Συνθήκης του Μάαστριχ την εφαρμογή φορολογικής ρυθμίσεως κράτους μέλους όπως αυτή που βρίσκεται στο επίκεντρο της κυρίας δίκης, όταν θα υπήρχε δυνατότητα μιας ή περισσοτέρων εξαιρέσεων από την εφαρμογή της, αν δεν είχε μεσολαβήσει τροποποίησή της, η οποία τέθηκε σε ισχύ μετά την 1η Ιανουαρίου 1994;

5

Αποκλείουν τα άρθρα 43, 49 και/ή 56 της Συνθήκης ΕΚ την εφαρμογή φορολογικής ρυθμίσεως κράτους μέλους όπως αυτή που βρίσκεται στο επίκεντρο της κυρίας δίκης, εφόσον η εν λόγω ρύθμιση δεν θα εφαρμοζόταν αν η ελέγχουσα εταιρία εισέφερε ως κεφάλαιο στην ελεγχόμενη εταιρία δανειακές απαιτήσεις και όχι μετοχές;

6

Αποκλείουν τα άρθρα 43, 49 και/ή 56 της Συνθήκης ΕΚ την εφαρμογή φορολογικής ρυθμίσεως κράτους μέλους όπως αυτή που βρίσκεται στο επίκεντρο της κυρίας δίκης, στην περίπτωση που θα υπήρχε δυνατότητα μιας ή περισσοτέρων εξαιρέσεων από την εφαρμογή της, αν το εισόδημα της ελεγχομένης εταιρίας στο άλλο κράτος μέλος είτε:

6.1

περιελάμβανε εισόδημα από πηγές εντός του εν λόγω κράτους μέλους και όχι από άλλο κράτος μέλος ή άλλες χώρες, είτε

6.2

περιελάμβανε, αντί του εισοδήματος από τόκους, εισόδημα από μερίσματα, προερχόμενο από την ίδια εταιρία;


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/30


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το tribunal des affaires de sécurité sociale de Longwy με απόφαση της 14ης Απριλίου 2005 στην υπόθεση Fabien Nemec κατά Caisse Régionale d'Assurance Maladie du Nord-Est

(Υπόθεση C-205/05)

(2005/C 182/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Με απόφαση της 14ης Απριλίου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 11 Μαΐου 2005, το tribunal des affaires de sécurité sociale de Longwy, στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ Fabien Nemec και Caisse Régionale d'Assurance Maladie du Nord-Est, που εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί του εξής ερωτήματος:

Έλαβε το C.R.A.M. μία βλαπτική για τον ενδιαφερόμενο απόφαση η οποία παραβιάζει την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων που καθιερώνει το άρθρο 39 της Συνθήκης, τον κανονισμό ΕΚ 883/2004 (1) ή το άρθρο 15 του κανονισμού ΕΚ 574/72 (2), αρνούμενο να λάβει υπόψη του τους μισθούς που εισπράχθηκαν στο Βέλγιο από τον FABIEN NEMEC κατά τον υπολογισμό του ύψους του επιδόματος των εργαζομένων στον τομέα του αμιάντου που του χορηγήθηκε κατ' εφαρμογήν του άρθρου 41 του νόμου 98-1194 της 23 Δεκεμβρίου 1998, βάσει των διατάξεων του άρθρου 2 του εκτελεστικού διατάγματος που εκδόθηκε βάσει του νόμου 99-247 της 29 Μαρτίου 1999 και της εγκυκλίου 2SS/4B/99 αριθμ. 332 της 9 Ιουνίου 1999 με το σκεπτικό ότι από τους μισθούς αυτούς δεν παρακρατήθηκαν οι εισφορές που προβλέπει το άρθρο L 242-1 του γαλλικού κώδικα κοινωνικής ασφαλίσεως;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ L 166, σ. 1).

(2)  (ΕΟΚ) 574/72 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. τόμος 05/001, σ. 138).


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/30


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας, που ασκήθηκε στις 11 Μαΐου 2005

(Υπόθεση C-207/05)

(2005/C 182/53)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον V. Di Bucci και την L. Pignataro, άσκησε στις 11 Μαΐου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλα τα αναγκαία μέτρα για την ανάκτηση των ενισχύσεων οι οποίες, με την απόφαση 2003/193/ΕΚ (1) της Επιτροπής, της 5ης Ιουνίου 2002, [περί κρατικής ενισχύσεως] σχετικά με φορολογικές απαλλαγές και προνομιακά δάνεια [που χορήγησε η Ιταλία] υπέρ επιχειρήσεων κοινής ωφελείας με πλειοψηφική συμμετοχή του δημοσίου, C 27/99 (ex NN 69/98), κρίθηκαν παράνομες και ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά και εν, πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Επιτροπή για τα μέτρα αυτά, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3 και 4 της εν λόγω αποφάσεως και της Συνθήκης EΚ·

2.

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

H απόφαση υποχρεώνει την Ιταλία να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να ανακτήσει τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν παρανόμως σε λήπτες στο πλαίσιο των συστημάτων που εξετάζονται με την εν λόγω απόφαση, καθώς και να ανακοινώσει στην Επιτροπή, εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως, τα μέτρα που έλαβε προς συμμόρφωσή της.

Η Ιταλία δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα και, εν πάση περιπτώσει, δεν τα κοινοποίησε στην Επιτροπή ούτε επικαλέστηκε απόλυτη αδυναμία εκτελέσεως της αποφάσεως. Πρόσφατες νομοθετικές πρωτοβουλίες είχαν ως αποτέλεσμα πρόσθετη παράταση του χρόνου ανακτήσεως και δεν είναι, επομένως, κατάλληλες να εξασφαλίσουν άμεση εκτέλεση της αποφάσεως. Επιπλέον, η Επιτροπή προσέφερε ανέκαθεν στην Ιταλία αγαστή συνεργασία.


(1)  ΕΕ L 77 της 24/03/2003, σ. 21.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/31


Αίτηση αναιρέσεως της Sergio Rossi SpA κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος του Πρωτοδικείου, της 1ης Μαρτίου 2005, στην υπόθεση T-169/03, Sergio Rossi SpA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), που ασκήθηκε στις 17 Μαΐου 2005

(Υπόθεση C-214/05 P)

(2005/C 182/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Sergio Rossi SpA, εκπροσωπούμενη από τον A. Ruo, δικηγόρο Alicante (Ισπανία), άσκησε στις 17 Μαΐου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναίρεση κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 1ης Μαρτίου 2005, στην υπόθεση T-169/03, Sergio Rossi SpA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ).

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναιρέσει στο σύνολό της την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, λόγω παραβάσεως των άρθρων 8 και 73 του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου (1) και των άρθρων 44 και 81 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου·

2.

επικουρικώς, να αναιρέσει μερικώς την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, μόνον όσον αφορά την καταχώριση του σήματος SISSI ROSSI για τα εξής προϊόντα: «δέρμα και απομιμήσεις δέρματος»·

3.

ακόμα επικουρικότερα, να αναγνωρίσει το δικαίωμα προσκομίσεως αποδείξεων, να αναιρέσει στο σύνολό της την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και να αναπέμψει τη διαφορά ενώπιον του Πρωτοδικείου προκειμένου αυτό να εξετάσει τις αποδείξεις που κρίθηκαν απαράδεκτες ή, εναλλακτικώς και δυνάμει του δικαιώματος του ενδιαφερομένου να διατυπώσει την άποψή του, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 73 του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, να αναπέμψει τη διαφορά ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ προκειμένου αυτό να ορίσει προθεσμία στην αναιρεσείουσα για να διατυπώσει την άποψή της·

4.

δυνάμει του άρθρου 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 2ας Μαΐου 1991, να καταδικάσει το αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα:

Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω παραβάσεως των ακολούθων διατάξεων:

1.

Άρθρο 81 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, στο μέτρο που η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει αιτιολογία σχετικά με το κύριο αίτημα της προσφυγής.

2.

Άρθρο 44.1 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, στο μέτρο που οι αποδείξεις που προσκόμισε η προσφεύγουσα κρίθηκαν απαράδεκτες, ενώ θα έπρεπε να γίνουν, κατά τη γνώμη της, δεκτές. Επικουρικώς, πρέπει να θεωρηθεί ότι υπήρξε παράβαση του άρθρου 73 του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα, στο μέτρο που, κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, δεν παρασχέθηκε στην προσφεύγουσα η δυνατότητα να εκθέσει την άποψή της ως προς την ομοιότητα ή μη ομοιότητα των επιδίκων προϊόντων.

3.

Άρθρο 8 του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα, στο μέτρο που τα σήματα Miss Rossi και Sissi Rossi πρέπει να θεωρηθούν ασυμβίβαστα μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, προϊόντα όπως οι «τσάντες για κυρίες» και τα «υποδήματα για κυρίες» πρέπει να θεωρηθούν παρόμοια, ομοίως δε και τα σήματα αυτά καθαυτά. Λόγω της ομοιότητας τόσο των προϊόντων όσο και των σημάτων, πρέπει να διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των σημάτων δυνάμει της διατάξεως αυτής.


(1)  Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα, ΕΕ L 11, σ. 1.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/31


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας που ασκήθηκε στις 17 Μαΐου 2005

(Υπόθεση C-218/05)

(2005/C 182/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους K. Simonsson και C. Loggi, άσκησε στις 17 Μαΐου 2005 ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να διαπιστώσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, μη λαμβάνοντας τα αναγκαία νομοθετικά, κανονιστικά και διοικητικά μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2002/59/EΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολουθήσεως της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημερώσεως και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/EΟΚ του Συμβουλίου, ή, εν πάση περιπτώσει, μη ανακοινώνοντας τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από το άρθρο 29 της εν λόγω οδηγίας·

2.

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 5 Φεβρουαρίου 2004.


(1)  ΕE L 208, της 05/08/2002, σ. 10.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/32


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά του Βασιλείου της Ισπανίας, που ασκήθηκε στις 18 Μαΐου 2005

(υπόθεση C-219/05)

(2005/C 182/56)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον D. Recchia και τους J. Rivas-Andrés και J. Gutiérrez Gisbert, δικηγόρους, με τόπο επιδόσεως στο Λουξεμβούργο, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Βασιλείου της Ισπανίας.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να υποβάλει τα αστικά λύματα της Sueca, των προαστίων της και ορισμένων δήμων της La Ribera (Βαλένθια) σε κατάλληλη επεξεργασία πριν από τη διοχέτευσή τους σε περιοχή που έχει χαρακτηριστεί ως ευαίσθητη ζώνη, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, 4 και 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων,

2.

να καταδικάσει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Παράβαση των υποχρεώσεων που υπέχει το Βασίλειο της Ισπανίας από το άρθρο 3 της ως άνω οδηγίας: Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι οικισμοί ισοδύναμου πληθυσμού άνω των 10 000 ατόμων να διαθέτουν δίκτυα αποχετεύσεως το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998, όταν η απόρριψη των αστικών λυμάτων πραγματοποιείται σε ύδατα υποδοχής που θεωρούνται «ευαίσθητες ζώνες». Τόσο ο οικισμός της Sueca όσο και το μεγαλύτερο μέρος των οικισμών της περιοχής της La Ribera στην επαρχία της Βαλένθια, έχουν ισοδύναμο πληθυσμό άνω των 10 000 ατόμων και η απόρριψη των λυμάτων τους πραγματοποιείται σε περιοχή που έχει χαρακτηριστεί «ευαίσθητη ζώνη». Εντούτοις, ακόμη δεν έχουν εγκατασταθεί δίκτυα αποχετεύσεως για όλα τα λύματα των οικισμών αυτών.

Παράβαση των υποχρεώσεων που υπέχει το Βασίλειο της Ισπανίας από τα άρθρα 4 και 5 της ίδιας οδηγίας: Τα δύο αυτά άρθρα επιβάλλουν την υποβολή των λυμάτων σε επεξεργασία αυστηρότερη της δευτεροβάθμιας όταν προέρχονται από οικισμούς άνω των 10 000 κατοίκων και διοχετεύονται σε ευαίσθητες ζώνες το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998. Εντούτοις, δεν υποβάλλεται όλα τα λύματα της Sueca σε επεξεργασία αυστηρότερη της δευτεροβάθμιας πριν από τη διοχέτευσή του σε ευαίσθητη ζώνη της θάλασσας. Επίσης, δεν υποβάλλονται σε κατάλληλη επεξεργασία πριν από τη διοχέτευσή τους στην ίδια ευαίσθητη ζώνη το μεγαλύτερο μέρος των λυμάτων των οικισμών της περιοχής La Ribera. Τα παράκτια προάστια της Sueca (El Perelló, Les Palmeres, Mareny de Barraquetes, Playa del Rey και Boga de Mar), με πληθυσμό κατά τη θερινή περίοδο 37 000 - 51 000 ατόμων, υποβάλλουν τα λύματά τους σε δευτεροβάθμια μόνον επεξεργασία πριν από την απόρριψή τους στην ίδια ευαίσθητη ζώνη.


(1)  ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/32


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το Bayerisches Verwaltungsgericht München, με διάταξη της 4ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση Daniel Halbritter κατά Freistaat Bayern

(Υπόθεση C-227/05)

(2005/C 182/57)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Με διάταξη της 4ης Μαΐου 2005, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 20 Μαΐου 2005, το Bayerisches Verwaltungsgericht München, στο πλαίσιο της διαφοράς Daniel Halbritter και Freistaat Bayern, η οποία εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:

1.

Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 2, σε συνδυασμό με τα άρθρα 8, παράγραφος 2 και 4 της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ (1) την έννοια ότι δεν μπορεί κράτος μέλος, στα όρια της επικρατείας του, να μην αναγνωρίζει ικανότητα οδηγού σε κάτοχο άδειας οδηγήσεως εκδοθείσας σε άλλο κράτος μέλος, ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία εντός της επικρατείας του πρώτου κράτους μέλους έχει ληφθεί, εις βάρος του κατόχου της άδειας οδηγήσεως το μέτρο της αφαιρέσεως ή της αναστολής της ισχύος άδειας οδηγήσεως εκδοθείσας σ' αυτό το κράτος μέλος, εφόσον ο ορισθείς παράλληλα με τη λήψη του εν λόγω μέτρου χρόνος αναμονής προ της χορηγήσεως νέας αδείας οδηγήσεως στο εν λόγω κράτος μέλος είχε συμπληρωθεί πριν από την έκδοση άδειας οδηγήσεως στο άλλο κράτος μέλος και

α)

εφόσον κατά τη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους η ικανότητα οδηγήσεως, ως ουσιαστική προϋπόθεση για τη χορήγηση νέας άδειας οδηγήσεως πρέπει να αποδεικνύεται από ιατρική–ψυχολογική εξέταση διεξαγόμενη κατόπιν εντολής των αρχών και λεπτομερώς ρυθμιζόμενη από τις διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας (κάτι που δεν έχει εισέτι πραγματοποιηθεί)

και/ή

β)

εφόσον κατά την εσωτερική νομοθεσία μπορεί να ζητηθεί η αναγνώριση του δικαιώματος χρήσεως εντός της επικρατείας του πρώτου κράτους μέλους, της χορηγηθείσας σε χώρα ΕΕ μετά την συμπλήρωση του χρόνου αναμονής αδείας οδηγήσεως, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υφίστανται πλέον οι λόγοι αφαιρέσεως ή αναστολής της ισχύος της άδειας οδηγήσεως;

2.

Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 2, σε συνδυασμό με τα άρθρα 8, παράγραφος 2, και 4 της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ την έννοια ότι δεν επιτρέπεται σε κράτος μέλος, σε περίπτωση που ζητείται η χορήγηση αδείας οδηγήσεως σε κάτοχο αδείας οδηγήσεως χορηγηθείσας από άλλο κράτος μέλος, έναντι παραδόσεως της αδείας οδηγήσεως του άλλου κράτους μέλους (αντικατάσταση), για τον λόγο και μόνο της χορηγήσεως αδείας οδηγήσεως ΕΕ στο άλλο κράτος μέλος, να προβεί σε εξέταση –κατά τις διατάξεις της εσωτερικής του νομοθεσίας, οι οποίες λεπτομερώς τη ρυθμίζουν και κατά τις οποίες συνιστά προϋπόθεση χορηγήσεως αδείας οδηγήσεως– της ικανότητας οδηγήσεως με βάση τα ήδη υφιστάμενα κατά τον χρόνο χορηγήσεως της αδείας οδηγήσεως ΕΕ δεδομένα;


(1)  ΕΕ L 237, σ. 1.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/33


Αίτηση αναιρέσεως της L, ασκηθείσα στις 26 Μαΐου 2005, κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2005 στην υπόθεση T-254/02, L κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-230/05 P)

(2005/C 182/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η L, εκπροσωπούμενη από τους P. Legros και S. Rodrigues, δικηγόρους, άσκησε αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 26 Μαΐου 2005, κατά της αποφάσεως της 9ης Μαρτίου 2005 του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα) στην υπόθεση T-254/02, L κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να εξαφανίσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση που εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 9 Μαρτίου 2005 στην υπόθεση T-254/02·

2.

να δεχθεί τα πρωτοδίκως υποβληθέντα αιτήματά της περί ακυρώσεως και περί επιδικάσεως αποζημιώσεως·

3.

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα:

Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση:

αφενός, προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας και τα συμφέροντα της αναιρεσείουσας, καθόσον το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε σειρά διαδικαστικών πλημμελειών και πρόδηλων σφαλμάτων εκτιμήσεως, η δε αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πάσχει έλλειψη αιτιολογίας·

και, αφετέρου, παραβίασε το κοινοτικό δίκαιο, παραλείποντας να αντλήσει συνέπειες από την εκ μέρους της αναιρεσίβλητης αθέτηση των υποχρεώσεων που υπέχει όσον αφορά την επίδοση της αλληλογραφίας που απευθύνεται προς το προσωπικό της και τον χειρισμό, εντός εύλογου χρόνου, των υποθέσεων του προσωπικού της, δυνάμει της γενικής αρχής της χρηστής διοικήσεως.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/33


Διαγραφή της υποθέσεως C-384/03 (1)

(2005/C 182/59)

(Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική)

Με διάταξη της 28ης Απριλίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-384/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας.


(1)  ΕΕ C 264 της 1.11.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/33


Διαγραφή της υποθέσεως C-440/03 (1)

(2005/C 182/60)

(Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική)

Με διάταξη της 4ης Απριλίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-440/03: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.


(1)  ΕΕ C 289 της 29.11.2003.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/34


Διαγραφή της υποθέσεως C-51/04 (1)

(2005/C 182/61)

(Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική)

Με διάταξη της 22ας Μαρτίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-51/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας.


(1)  ΕΕ C 85 της 3.4.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/34


Διαγραφή της υποθέσεως C-54/04 (1)

(2005/C 182/62)

(Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική)

Με διάταξη της 4ης Απριλίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-54/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας.


(1)  EE C 71 της 20.3.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/34


Διαγραφή της υποθέσεως C-457/04 (1)

(2005/C 182/63)

(Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική)

Με διάταξη της 7ης Απριλίου 2005 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-457/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας.


(1)  EE C 6 της 8.1.2005.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/34


Διαγραφή της υποθέσεως C-474/04 (1)

(2005/C 182/64)

(Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική)

Με διάταξη της 9ης Μαρτίου 2005 ο πρόεδρος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως C-474/04: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας.


(1)  EE C 314 της 18.12.2004.


ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/35


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΊΟΥ

της 25ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση T-352/02, Creative Technology Ltd κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος PC WORKS - Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα W WORK PRO - Άρνηση καταχωρίσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

(2005/C 182/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση T-352/02, Creative Technology Ltd, με έδρα τη Σιγκαπούρη (Σιγκαπούρη), εκπροσωπούμενη από τους M. Edenborough, barrister, J. Flintoft, S. Jones και P. Rawlinson, solicitors, κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (εκπρόσωποι: B. Holst Filtenborg και S. Laitinen), αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: José Vila Ortiz, κάτοικος Βαλένθιας (Ισπανία), με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 4ης Σεπτεμβρίου 2002 (υπόθεση R 265/2001-4), επί διαδικασίας ανακοπής μεταξύ των Creative Technology Ltd και M. José Vila Ortiz, το Πρωτοδικείο (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους H. Legal, πρόεδρο, P. Mengozzi και I. Wiszniewska-Białecka, δικαστές, γραμματέας: H. Jung, εξέδωσε στις 25 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 19 της 25.1.2003


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/35


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΊΟΥ

της 25ης Μαΐου 2005

στην υπόθεση T-67/04, Spa Monopole, compagnie fermière de Spa SA/NV κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος SPA-FINDERS - Προγενέστερα εθνικά λεκτικά σήματα SPA και LES THERMES DE SPA - Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού (EΚ) 40/94)

(2005/C 182/66)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση T-67/04, Spa Monopole, compagnie fermière de Spa SA/NV, με έδρα το Spa (Βέλγιο), εκπροσωπούμενη από τους δικηγόρους L. de Brouwer, E. Cornu, E. De Gryse και D. Moreau, κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), (εκπρόσωπος: A. Folliard Monguiral), αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ Spa-Finders Travel Arrangements Ltd, με έδρα τη Νέα Υόρκη, Νέα Υόρκη (Ηνωμένες Πολιτείες), με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 10ης Δεκεμβρίου 2003 (υπόθεση R 131/2003-1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Spa Monopole, αγροτικής εταιρίας της Spa SA/NV, και Spa-Finders Travel Arrangements Ltd, το Πρωτοδικείο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Pirrung, πρόεδρο, N. J. Forwood και Σ. Παπασάββα, δικαστές, γραμματέας: C. Kristensen, κυρία υπάλληλος διοικήσεως, εξέδωσε στις 25 Μαΐου 2005 απόφαση με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 94 της 17.4.2004


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/36


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΊΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΏΝ ΚΟΙΝΟΤΉΤΩΝ

της 22ας Απριλίου 2005

στην υπόθεση T-399/03, Arnaldo Lucaccioni κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1)

(Υπάλληλοι - Επαγγελματική νόσος - Αίτημα περί αναγνωρίσεως της επιδεινώσεώς της - Εκτέλεση αποφάσεως του Πρωτοδικείου - Νομικός χαρακτηρισμός υπηρεσιακού σημειώματος της Επιτροπής - Προσφυγή ακυρώσεως - Απαράδεκτη)

(2005/C 182/67)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Στην υπόθεση T-399/03, Arnaldo Lucaccioni, πρώην υπάλληλος της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κάτοικος St-Leonards-on-Sea, εκπροσωπούμενος από τους J. R. Iturriagagoitia και K. Delvolvé, δικηγόρους, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: M. J. Currall, επικουρούμενος από τον J.-L. Fagnart, δικηγόρο), με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής της 10ης Μαρτίου 2003 ληφθείσας προς εκτέλεση της αποφάσεως του Πρωτοδικείου της 26ης Φεβρουαρίου 2003 επί της υποθέσεως T-212/01, καθώς και ακύρωση της ιατρικής έκθεσης της καταρτισθείσας στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, το Πρωτοδικείο (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Pirrung, πρόεδρο, N.J. Forwood και Σ. Παπασάββα, δικαστές, γραμματέας: H. Jung, εξέδωσε στις 22 Απριλίου 2005, διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)

Οι διάδικοι φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 47 της 21.2.2004.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/36


ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΊΟΥ

της 28ης Φεβρουαρίου 2005

στην υπόθεση T-445/04, Energy Technologies ET SA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Εκπροσώπηση από δικηγόρο - Προσφυγή προφανώς απαράδεκτη)

(2005/C 182/68)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Στην υπόθεση T-445/04, Energy Technologies ET SA, με έδρα το Fribourg (Ελβετία), εκπροσωπούμενη από την A. Boman, κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), έτερος διάδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ Aparellaje eléctrico, SL, με έδρα το Hospitalet de Llobregat (Ισπανία), με αντικείμενο την ακύρωση της αποφάσεως του τέταρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (ΓΕΕΑ), της 7ης Ιουλίου 2004 (υπόθεση R 366/2002-4), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος UNEX ως κοινοτικού σήματος, το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους H. Legal, πρόεδρο, P. Mengozzi και I. Wiszniewska-Białecka, δικαστές, γραμματέας: H. Jung, εξέδωσε στις 28 Φεβρουαρίου 2005 διάταξη με το ακόλουθο διατακτικό:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως προδήλως απαράδεκτη.

2)

Η προσφεύγουσα φέρει τα έξοδά της.


(1)  ΕΕ C 31 της 5.2.2005.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/36


Αγωγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Impetus Consultants, που ασκήθηκε στις 23 Μαρτίου 2005

(Υπόθεση Τ-138/05)

(2005/C 182/69)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εκπροσωπούμενη από το Δ. Τριανταφύλλου, επικουρούμενο από το δικηγόρο Ν. Κωστίκα, άσκησε ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 23 Μαρτίου 2005 αγωγή κατά της εταιρίας Impetus Consultants.

Η ενάγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να καταδικαστεί η εναγομένη να καταβάλει το ποσό των 235.655,21 ΕΥΡΩ που αντιστοιχεί σε 160.380,35 ΕΥΡΩ ως κεφάλαιο και 75.274,86 ΕΥΡΩ ως τόκους υπερημερίας από τη μέρα που έγινε απαιτητό με βάση το κάθε Χρεωστικό Σημείωμα·

Να καταδικαστεί η εναγομένη να καταβάλει από τη 15 Μαρτίου 2005 και μέχρι την πλήρη αποπληρωμή της οφειλής όσον αφορά την οφειλή για τη σύμβαση «COP 493» Invite «τόκους ύψους 41,93 ΕΥΡΩ ημερησίως, όσον αφορά την οφειλή για τη σύμβαση TR 1006» Ausias «τόκους ύψους 1,66 ΕΥΡΩ ημερησίως και όσον αφορά την οφειλή για τη σύμβαση V 2043» Artis «τόκους ύψους 1,01 ΕΥΡΩ ημερησίως·

Να καταδικαστεί η εναγομένη στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, εκπροσωπούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συνήψε με την εναγομένη τρεις συμβάσεις στα πλαίσια των Κοινοτικών πλαισίων για την έρευνα και την ανάπτυξη. Οι συμβάσεις αυτές ήταν ειδικότερα:

Η υπ' αριθμ.» COP 493 «Invite» αφορούσε ειδικότερα την εκτέλεση σχεδίου υπό τον τίτλο «τηλεματική για την εσωτερική ναυσιπλοΐα» και έπρεπε να εκτελεστεί εντός 24 μηνών από την 30η Δεκεμβρίου 1994. Η εναγομένη ήταν μέλος και συντονιστής της σχετικής κοινοπραξίας.

Η υπ' αριθμ. TR 1006 «Ausias αφορούσε ειδικότερα την εκτέλεση σχεδίου υπό τον τίτλο» Εξελιγμένα Τηλεματικά Συστήματα Μεταφορών σε Αστικές Πόλεις με ένταξη και πρωτοτυπία «και έπρεπε να εκτελεστεί εντός 23 μηνών από την 30η Δεκεμβρίου 1995. Η εναγομένη υπήρξε μέλος της σχετικής κοινοπραξίας.

Η υπ' αριθμ. V 2043» Artis «σύμβαση αφορούσε την εκτέλεση σχεδίου υπό τον τίτλο» Εξελιγμένα Τηλεματικά Συστήματα Οδικών Μεταφορών στην Ισπανία«. Το σχέδιο έπρεπε να εκτελεστεί εντός 12 μηνών από την 1η Ιανουαρίου 1992. Η εναγομένη ήταν μέλος της σχετικής κοινοπραξίας.

Σε όλες τις περιπτώσεις προβλεπόταν ότι η Επιτροπή θα συνέβαλλε οικονομικά στην καλή εκτέλεση του αντιστοίχου σχεδίου, μέσα στα πλαίσια ορίων που οριζόταν από την κάθε σύμβαση. Για κάθε σύμβαση η Επιτροπή κατέβαλλε στην εναγομένη προκαταβολές τής συμμετοχής της.

Κατόπιν οικονομικών ελέγχων η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εναγομένη χρησιμοποίησε μέρος μόνον των χρημάτων που της καταβλήθηκαν για τις ανάγκες του σχετικού σχεδίου. Ειδικότερα:

Στην υπ' αριθμ.» COP 493 «Invite» σύμβαση η Επιτροπή κατέβαλε στην εναγομένη ως συντονιστή της κοινοπραξίας προκαταβολή ύψους 257.400 ΕΥΡΩ. Η εναγομένη φέρεται να κατέβαλε στους άλλους συμβαλλόμενους μόνο το ποσό των 79.062,70 ΕΥΡΩ και κράτησε το ποσό των 178.337,30 ΕΥΡΩ από το οποίο μόνο το ποσό των 42.000 ΕΥΡΩ χρησιμοποιήθηκε για το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Η Επιτροπή εξέδωσε Χρεωστικό Σημείωμα για ποσό 136.037,30 ΕΥΡΩ στο όνομα της εναγομένης·

Στην υπ' αριθμ. TR 1006 «Ausias» σύμβαση η Επιτροπή κατέβαλε στην κοινοπραξία για όσο διάστημα η εναγομένη ήταν μέλος αυτής προκαταβολή ύψους 78.341,91 ΕΥΡΩ. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι μόνο το ποσό των 63.229,63 χρησιμοποιήθηκε από την εναγομένη για το συγκεκριμένο πρόγραμμα και εξέδωσε Χρεωστικό Σημείωμα για ποσό 15.112,28 ΕΥΡΩ στο όνομα της εναγομένης·

Στην υπ' αριθμ. V 2043 «Artis» η εναγομένη έλαβε ως μέλος της σχετικής κοινοπραξίας από την Επιτροπή προκαταβολή 62.621,86 ΕΥΡΩ. Η Επιτροπή έκρινε ότι μόνο το ποσό των 53.391,09 ΕΥΡΩ χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση του εν λόγω προγράμματος και εξέδωσε χρεωστικό σημείωμα ποσού 9.320,77 ΕΥΡΩ στο όνομα της εναγομένης,

Με την αγωγή της η Επιτροπή επιδιώκει την καταβολή των ανωτέρω οφειλομένων ποσών καθώς και των τόκων που οφείλονται γι' αυτά με βάση τις διατάξεις του εφαρμοστέου για την κάθε σύμβαση δικαίου, δηλαδή του Ελληνικού δικαίου σε ό,τι αφορά στην πρώτη σύμβαση, και του ισπανικού δικαίου σε ό,τι αφορά στις άλλες δύο.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/37


Προσφυγή της Grether AG κατά του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), που ασκήθηκε στις 25 Απριλίου 2005

(Υπόθεση T-167/05)

(2005/C 182/70)

Γλώσσα στην οποία έχει καταρτισθεί το δικόγραφο της προσφυγής: η αγγλική

Η Grether AG, με έδρα το Binningen (Ελβετία), εκπροσωπούμενη από τους V. von Bomhard, A. Pohlmann and A. Renck, δικηγόρους, άσκησε προσφυγή κατά του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), στις 25 Απριλίου 2005, ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών ήταν η Crisgo (Thailand) Co., Ltd, με έδρα το Samutsakorn (Ταϊλάνδη).

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει στο σύνολό της την απόφαση R 250/2002-4 της 14ης Οκτωβρίου 2004 του τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος:

Crisgo Co. Ltd

Επίμαχο κοινοτικό σήμα:

Εικονιστικό σήμα FL FENNEL για προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 3 — αίτηση υπ' αριθ. 903 922

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου:

Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου:

Κοινοτικό λεκτικό σήμα FENJAL για προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 3

Απόφαση του τμήματος ανακοπών:

Απόρριψη της ανακοπής

Απόφαση του τμήματος προσφυγών:

Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως:

Παράβαση των άρθρων 73 και 74 του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το τμήμα προσφυγών στήριξε την απόφασή του σε διάφορα νέα επιχειρήματα και πραγματικά περιστατικά που δεν είχαν προβληθεί ή μνημονευθεί από τους διαδίκους. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε κίνδυνος συγχύσεως, παραβαίνει το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/38


Προσφυγή-αγωγή του Bart Nijs κατά του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 2 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-171/05)

(2005/C 182/71)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο Bart Nijs, κάτοικος Bereldange (Λουξεμβούργο), εκπροσωπούμενος από τον δικηγόρο Fränk Rollinger, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 2 Μαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή-αγωγή κατά του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο προσφεύγων-ενάγων (στο εξής: προσφεύγων) ζητεί από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει την απόφαση της επιτροπής κρίσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την οποία δόθηκαν στον προσφεύγοντα τα μόρια αξιολόγησης για το 2003,

2.

να ακυρώσει την απόφαση της αρμόδιας ΑΔΑ να μην προαγάγει τον προσφεύγοντα στον βαθμό του αναθεωρητή το 2004,

3.

να ακυρώσει την έκθεση βαθμολογίας του προσφεύγοντος για το 2003,

4.

να ακυρώσει την απόφαση υπ' αριθ. 6/2004 της δευτεροβάθμιας επιτροπής κρίσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 26ης Οκτωβρίου 2004, με την οποία εγκρίθηκε η έκθεση βαθμολογίας του προσφεύγοντος για το 2003,

5.

να ακυρώσει κάθε συναφή και/ή μεταγενέστερη απόφαση,

6.

να αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστη ο προσφεύγων και να καταδικάσει το Ελεγκτικό Συνέδριο στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων, ο οποίος έχει επίσης ασκήσει την προσφυγή στην υπόθεση T-377/041 (1), βάλλει στην παρούσα υπόθεση κατά των αποφάσεων του καθού με τις οποίες του δόθηκαν τα μόρια αξιολόγησης για το 2003, συντάχθηκε η έκθεση βαθμολογίας του για το ίδιο έτος και αποφασίστηκε η μη προαγωγή του το 2004 στη θέση αναθεωρητή της ολλανδικής μεταφραστικής μονάδας.

Προς στήριξη των αιτημάτων του ο προσφεύγων ισχυρίζεται τα εξής:

Παραβιάστηκαν το άρθρο 11 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης (ΚΥΚ) και οι αρχές της αρωγής, της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης.

Η διαδικασία αξιολόγησης ενέχει πλημμέλειες, καθόσον είχε ανατεθεί σε υπαλλήλους των οποίων αμφισβητήθηκε η ακεραιότητα κατά τη διαδικασία πριν από την άσκηση της προσφυγής.

Δεν τηρήθηκαν οι προθεσμίες που προβλέπονται για τη διαδικασία αξιολόγησης.

Δεν πραγματοποιήθηκε εν προκειμένω συγκριτική εξέταση των προσόντων εντός της ολλανδικής μεταφραστικής μονάδας.

Παραβιάστηκαν οι αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι δεν ανακοινώθηκαν οι κανόνες που θα εφαρμόζονταν στη διαδικασία προαγωγών του 2004.

Εν προκειμένω συντρέχει κατάχρηση εξουσίας.


(1)  Υπόθεση T-377/04, Nijs κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕ C 284, της 20.11.2004, σ. 26).


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/39


Προσφυγή της Martine Heus κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 27 Απριλίου 2005

(Υπόθεση T-173/05)

(2005/C 182/72)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Martine Heus, κάτοικος Anderlecht (Βέλγιο), Lucas Vogel, avocat εκπροσωπούμενη από τον Lucas Vogel, avocat, άσκησε στις 27 Απριλίου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει την απόφαση της ΑΔΑ, της 7ης Ιανουαρίου 2004, με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική ένστασή της που ασκήθηκε στις 19 Ιουλίου 2004 κατά της αποφάσεως του προέδρου της επιτροπής του διαγωνισμού COM/PC/04, της 19ης Ιουλίου 2004, με την οποία δεν έγινε δεκτή η προσφεύγουσα στον εν λόγω διαγωνισμό·

2.

να ακυρώσει, στο μέτρο που παρίσταται ανάγκη, την εν λόγω απόφαση, του προέδρου της επιτροπής του διαγωνισμού COM/PC/04, της 19ης Ιουλίου 2004·

3.

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προσφεύγουσα δεν έγινε δεκτή στον διαγωνισμό COM/PC/04 για τον λόγο ότι δεν πληρούσε την προϋπόθεση της πενταετούς προϋπηρεσίας στην Επιτροπή ή σε άλλο όργανο, δεδομένου ότι οι περίοδοι που εργάσθηκε στην Επιτροπή ως έκτακτος υπάλληλος δεν ελήφθησαν υπόψη από την επιτροπή του διαγωνισμού.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση των άρθρων 27 και 29, παράγραφος 1, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης καθώς και προφανές σφάλμα αξιολόγησης, κατά το μέρος που οι προσβαλλόμενες αποφάσεις και η προκήρυξη του διαγωνισμού και εν πάση περιπτώσει όπως ερμηνεύθηκαν από την ΑΔΑ, είχαν ως αποτέλεσμα να μη γίνει δεκτή η προσφεύγουσα για λόγους που αφορούσαν αποκλειστικά την προγενέστερη υπηρεσιακή της κατάσταση (εργασία με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου και όχι ως μόνιμη).

Η προσφεύγουσα επικαλείται επίσης παραβίαση της αρχής της αποφυγής διακρίσεων, όσον αφορά το ό,τι με τα επίδικα κριτήρια κατέστη δυνατό σε άλλους υποψηφίους να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό ενώ διέθεταν λιγότερα προσόντα ή μικρότερη επαγγελματική εμπειρία στην Επιτροπή.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/39


Προσφυγή-αγωγή της Pia Landgren κατά του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, που ασκήθηκε στις 28 Απριλίου 2005

(Υπόθεση T-180/05)

(2005/C 182/73)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Pia Landgren, κάτοικος Τορίνο (Ιταλία), εκπροσωπούμενη από τον Marc-Albert Lucas, δικηγόρο, άσκησε στις 28 Απριλίου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή-αγωγή κατά του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) ζητεί από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει την απόφαση της 25ης Ιουνίου 2004 του πρώην διευθυντή του Ιδρύματος περί απολύσεως της προσφεύγουσας·

2.

να ακυρώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, την απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2005 του διευθυντή επαγγελματικής εκπαίδευσης περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως που υπέβαλε η προσφεύγουσα στις 27 Σεπτεμβρίου 2004 κατά της προαναφερθείσας αποφάσεως·

3.

να υποχρεώσει το Ίδρυμα να καταβάλει στην προσφεύγουσα, προς αποκατάσταση της υλικής ζημίας που υπέστη η τελευταία λόγω της ελλείψεως νομιμότητας των επίδικων αποφάσεων, ποσό που αντιστοιχεί στις αποδοχές και στη σύνταξη που θα ελάμβανε η προσφεύγουσα, αν είχε συνεχίσει τη σταδιοδρομία της στο Ίδρυμα μέχρι την ηλικία των 65 ετών, μειωμένο κατά το ποσό των αποζημιώσεων απολύσεως και ανεργίας καθώς και κατά το ποσό της συντάξεως που έλαβε ή θα λάβει η προσφεύγουσα λόγω της απολύσεώς της·

4.

να υποχρεώσει το Ίδρυμα να καταβάλει στην προσφεύγουσα, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη η τελευταία λόγω της ελλείψεως νομιμότητας της επίδικης αποφάσεως, ποσό του οποίου το ύψος θα καθοριστεί από το Πρωτοδικείο·

5.

να καταδικάσει την καθής-εναγομένη στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Κατά την προσφεύγουσα, το Ίδρυμα δεν απέδειξε ότι η απόφαση περί απολύσεως στηρίζεται σε βάσιμο λόγο, πολλώ μάλλον εφόσον η εν λόγω απόφαση αντιφάσκει προφανώς προς την έκθεση αξιολογήσεως της προσφεύγουσας για το έτος προαγωγών 2003.

Επίσης, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι ο πραγματικός λόγος της απολύσεως ήταν προδήλως παράνομος και αντίθετος προς το συμφέρον της υπηρεσίας, καθόσον στηριζόταν σε μια προηγούμενη συμφωνία, σύμφωνα με την οποία η προσφεύγουσα έπρεπε να αποχωρήσει από το Ίδρυμα μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2003.

Επιπλέον, η προσφεύγουσα επικαλείται την έλλειψη νομιμότητας και την αυθαιρεσία του σκεπτικού της επίδικης αποφάσεως, στην περίπτωση που η άρνηση του προϊσταμένου τμήματος να διατηρήσει την προσφεύγουσα στην υπηρεσία στηρίζεται σε αρνητικές εκτιμήσεις, των οποίων η προσφεύγουσα αποτέλεσε αντικείμενο κατά το παρελθόν.

Τέλος, η προσφεύγουσα προβάλλει την έλλειψη αιτιολογίας, την παραβίαση της αρχής αρωγής και την προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας, καθώς και την ύπαρξη πρόδηλων σφαλμάτων εκτιμήσεως, αν η εν λόγω άρνηση του προϊσταμένου τμήματος και/ή η απόλυση στηρίζονται σε επαγγελματική ανεπάρκεια στο πλαίσιο του τμήματος EECA ή σε συνολική επαγγελματική ανεπάρκεια.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/40


Προσφυγή της Dypna Mc Sweeny και της Pauline Armstrong κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 4 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-184/05)

(2005/C 182/74)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Dypna Mc Sweeny, κάτοικος Βρυξελλών, και η Pauline Armstrong, κάτοικος Overijse (Βέλγιο), εκπροσωπούμενες από τους Sébastien Orlandi, Xavier Martin, Albert Coolen, Jean-Noël Louis και Etienne Marchal, δικηγόρους, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησαν στις 4 Μαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει τις αποφάσεις της 6ης και της 7ης Σεπτεμβρίου 2004 περί αποκλεισμού των προσφευγουσών από τις εξετάσεις του διαγωνισμού EPSO/C/11/03,

2.

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες συμμετείχαν στον διαγωνισμό EPSO/C/11/03, που διοργανώθηκε προκειμένου να καταρτισθεί εφεδρικός πίνακας για μελλοντικές προσλήψεις γραμματέων αγγλικής γλώσσας με βαθμό C5/C4. Η εξεταστική επιτροπή του ως άνω διαγωνισμού αποφάσισε να αποκλείσει τις προσφεύγουσες από τον εν λόγω διαγωνισμό, για τον λόγο ότι τα διπλώματά τους δεν αντιστοιχούσαν προς το απαιτούμενο από την προκήρυξη διαγωνισμού επίπεδο.

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν ότι η ως άνω απόφαση παραβαίνει την προκήρυξη διαγωνισμού και πάσχει πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/40


Προσφυγή του Joël De Bry κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 2 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-188/05)

(2005/C 182/75)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο Joël De Bry, κάτοικος Woluwé-St-Lambert (Βέλγιο), εκπροσωπούμενος από τους Sébastien Orlandi, Albert Coolen, Jean-Noël Louis και Etienne Marchal, δικηγόρους, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο.

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής περί συντάξεως της εκθέσεως του 2003 της αξιολογήσεως της σταδιοδρομίας του προσφεύγοντος·

2.

να υποχρεώσει την καθής στην καταβολή ενός συμβολικού ευρώ, δυναμένου να προσαυξηθεί κατά τη διάρκεια της δίκης, και να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει κατ'αρχάς την αντικειμενική σύγκρουση συμφερόντων με τον βαθμολογητή του που έχει τον ίδιο βαθμό με τον προσφεύγοντα.

Περαιτέρω, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι διεπράχθησαν σφάλματα κατά την εκτίμηση των προσόντων του και προβάλλει την έλλειψη συνοχής μεταξύ των σχολίων και των βαθμών που του αποδόθηκαν.

Τέλος, ο προσφεύγων προβάλλει την παράβαση των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 43 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (ΚΥΚ) και των σκοπών και στόχων που επιδιώκονται με τη θέση σε εφαρμογή νέου συστήματος, επικεντρωμένου στην εξέλιξη της σταδιοδρομίας, τη μη τήρηση της υποχρεώσεως αιτιολογίας, την προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας, καθώς και την παράβαση του άρθρου 26 του ΚΥΚ.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/40


Προσφυγή της Usinor κατά του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (ΓΕΕΑ) που ασκήθηκε στις 4 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-189/05)

(2005/C 182/76)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η εταιρία Usinor, με έδρα το Παρίσι, εκπροσωπούμενη από τον Patrice de Candé, δικηγόρο, άσκησε στις 4 Μαΐου 2005 προσφυγή ενώπιον του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (ΓΕΕΑ).

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει την απόφαση που εξέδωσε στις 10 Φεβρουαρίου 2005 το πρώτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ·

2.

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτών το κοινοτικό σήμα:

CORUS UK Limited

Αιτούμενο κοινοτικό σήμα:

Λεκτικό σήμα «GALVALLOY» –αίτηση 796 557, κατατεθείσα για τα προϊόντα της κατηγορίας 6 (Φύλλα και ταινίες χάλυβα, κ.λπ.)

Δικαιούχος του σήματος ή σημείου του οποίου γίνεται επίκληση στη διαδικασία ανακοπής:

 Η προσφεύγουσα

Αντιτιθέμενο σήμα ή σημείο:

Εθνικό λεκτικό σήμα«GALVALLIA» για τα προϊόντα της κατηγορίας 6 (Φύλλα και ταινίες χάλυβα, κ.λπ.)

Απόφαση του τμήματος ανακοπών:

Απορρίπτει την αίτηση καταχώρισης

Απόφαση του τμήματος προσφυγών:

Ακυρώνει την απόφαση του τμήματος ανακοπών

Λόγοι ακυρώσεως:

Μη ορθή εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1)


(1)  Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα, ΕΕ L 11, της 14.1.1994, σ. 1.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/41


Προσφυγή της Viviane Le Maire κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 10 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-191/05)

(2005/C 182/77)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Viviane Le Maire, κάτοικος Evere (Βέλγιο), εκπροσωπούμενη από τους Gilles Bounéou και Frédéric Frabetti, δικηγόρους, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 10 Μαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει τη σιωπηρή απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2004, με την οποία η Επιτροπή αρνήθηκε να χορηγήσει στην προσφεύγουσα ημερήσιες αποζημιώσεις κατόπιν της αναλήψεως υπηρεσίας εκ μέρους της προσφεύγουσας,

2.

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα αντιτίθεται στην άρνηση της ΑΔΑ (αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής) να της χορηγήσει τις ημερήσιες αποζημιώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 του παραρτήματος VII του ΚΥΚ (Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων). Όπως προκύπτει από τα έγγραφα που επισυνάπτονται σε παράρτημα του δικογράφου της προσφυγής, η ως άνω άρνηση δικαιολογείται λόγω του ότι η περίοδος των 120 ημερών που προβλέπεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α', της ανωτέρω διατάξεως είχε παρέλθει εν προκειμένω.

Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα προβάλλει:

την παράβαση του άρθρου 10 του παραρτήματος VII του ΚΥΚ, όπως η διάταξη αυτή είχε πριν από και όπως έχει μετά την 1η Μαΐου 2004, κατά το μέτρο που η διοίκηση είχε αντιτάξει στην προσφεύγουσα απαιτήσεις που δεν προβλέπονταν από την ως άνω διάταξη,

την παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως, της απαγορεύσεως της αυθαίρετης διαδικασίας και της καταχρήσεως εξουσίας, καθόσον απαιτήθηκε από την προσφεύγουσα να αποδείξει ότι προέβη στη μίσθωση οικίας,

την παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως των πράξεων,

την παραβίαση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων,

την παράβαση του καθήκοντος αρωγής.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/41


Αγωγή της Mebrom NV κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 13 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-198/05)

(2005/C 182/78)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η Mebrom NV, με έδρα το Rieme-Ertvelde (Βέλγιο), εκπροσωπούμενη από τους C. Mereu και K. Van Maldegem, δικηγόρους, άσκησε στις 13 Μαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αγωγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η ενάγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταβάλει στην ενάγουσα το ζητούμενο ποσό προς αποκατάσταση της ζημίας την οποία υπέστη η ενάγουσα λόγω της παραλείψεως της εναγομένης να θεσπίσει ένα σύστημα που θα επέτρεπε στην ενάγουσα να εισαγάγει μεθυλοβρωμίδιο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2005, ή κάθε άλλο ποσό που θα προσδιορίσει η ενάγουσα κατά τη διάρκεια της δίκης ή θα κρίνει εύλογο το Πρωτοδικείο κατ' επιεική και δίκαιη κρίση·

επικουρικώς, να εκδώσει αναγνωρίζουσα την υποχρεώση αποζημιώσεως απόφαση, με την οποία να ορίζεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποχρεούται να αποκαταστήσει την προξενηθείσα ζημία και να καλούνται οι διάδικοι να προσκομίσουν ενώπιον του Πρωτοδικείου, εντός εύλογης προθεσμίας από της ημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως, αριθμητικά στοιχεία ως προς το ύψος της αποζημιώσεως που θα συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων, ή, σε περίπτωση μη επιτεύξεως συμφωνίας, να υποβάλουν, εντός της ίδιας προθεσμίας, τις προτάσεις τους συνοδευόμενες από λεπτομερή αριθμητικά στοιχεία·

να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταβάλει επί των ως άνω ποσών αντισταθμιστικό τόκο με ετήσιο επιτόκιο 8 %·

να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει τόκους υπερημερίας με επιτόκιο 8 % ή κάθε άλλο επιτόκιο κρίνει εύλογο το Πρωτοδικείο, υπολογιζόμενους επί του πληρωτέου ποσού από της ημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως του Πρωτοδικείου και μέχρι πλήρους καταβολής· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η ενάγουσα εισάγει μεθυλοβρωμίδιο (MBr) στην ΕΕ. Το μεθυλοβρωμίδιο αποτελεί ελεγχόμενη ουσία κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (1). Η ενάγουσα αναφέρει ότι μπορεί να εισαγάγει μεθυλοβρωμίδιο μόνον εφόσον προσκομίσει άδεια εισαγωγής και στο πλαίσιο της ατομικής δωδεκάμηνης ποσοστώσεως εισαγωγής, την οποία καθορίζει η εναγομένη κάθε έτος.

Με την παρούσα αγωγή, η ενάγουσα ζητεί αποκατάσταση της ζημίας τις οποίες ισχυρίζεται ότι υπέστη ως άμεση συνέπεια της παραλείψεως της εναγομένης να θεσπίσει ένα σύστημα σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 του κανονισμού 2037/2000 που να της επιτρέπει να λάβει άδειες εισαγωγής και ποσοστώσεις για την εισαγωγή μεθυλοβρωμιδίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2005.

Προς στήριξη της αγωγής της, η ενάγουσα υποστηρίζει ότι η εναγομένη παρέβη τα άρθρα 6 και 7 του κανονισμού 2037/2000, που υποχρεώνουν την Επιτροπή να χορηγήσει άδειες και ποσοστώσεις για την εισαγωγή μεθυλοβρωμιδίου για κάθε δωδεκάμηνη περίοδο με την 31η Δεκεμβρίου 1999. Η ενάγουσα επικαλείται, περαιτέρω, παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως και παράβαση του καθήκοντος αρωγής, που επιβάλλουν στην Επιτροπή να ενεργεί με επιμέλεια, με αμεροληψία και εγκαίρως, καθώς και παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Η ενάγουσα αναφέρει ότι η ζημία την οποία υπέστη εξ αιτίας της παράνομης συμπεριφοράς της εναγομένης συνίσταται στο διαφυγόν κέρδος, το οποίο η ενάγουσα θα είχε αποκομίσει με την εισαγωγή και τη διάθεση μεθυλοβρωμιδίου στην αγορά κατά τους δύο αυτούς μήνες.


(1)  ΕΕ L 244, σ. 1.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/42


Προσφυγή της Nalocebar — Consultores e Serviços Lda. κατά του Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), που ασκήθηκε στις 19 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-210/05)

(2005/C 182/79)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η Nalocebar — Consultores e Serviços Lda, με έδρα το Funchal (Madeira), εκπροσωπούμενη από τους G. Pasquarella και R. M. Pasquarella, δικηγόρους, άσκησε προσφυγή κατά του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) στις 19 Μαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών ήταν η Limiñana y Botella, S. L., με έδρα το Monforte del Cid, Αλικάντε (Ισπανία).

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 18 Μαρτίου 2005 απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ στην υπόθεση R 646/2004-1, αναγνωρίζοντας το σύννομο του εικονιστικού σήματος για την καταχώριση του οποίου η προσφεύγουσα κατέθεσε αίτηση στις 12 Ιουλίου 2000 η οποία δημοσιεύτηκε στο Δελτίο Κοινοτικών Σημάτων υπ' αριθ. 103/01 της 3.12.01·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα :

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος:

Η Big Ben Establishment Ltd. Η προσφεύγουσα στην παρούσα υπόθεση είναι ο αγοραστής της αιτήσεως καταχωρίσεως που υπέβαλε η Big Ben Establishment

Σήμα προς καταχώριση:

Το εικονιστικό σήμα «Limoncello di Capri» για αγαθά των κλάσεων 30 (είδη ζαχαροπλαστείου κ.λπ.), 32 (σιρόπια και άλλα αναψυκτικά με βάση το λεμόνι που ανήκουν στην κλάση 32) και 33 (ηδύποτα με βάση το λεμόνι)

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου:

Η Limiñana y Botella S.L.

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου:

Το ισπανικό λεκτικό σήμα LIMONCHELO για αγαθά της κλάσεως 33

Απόφαση του τμήματος ανακοπών:

Απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών:

Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως:

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου (1).


(1)  ΕΕ L 11, 14/01/1994, σ. 1.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/43


Προσφυγή της Ιταλικής Δημοκρατίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 26 Μαΐου 2005

(Υπόθεση T-211/05)

(2005/C 182/80)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Η Ιταλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τον Paolo Gentili, avvocato dello Stato, άσκησε στις 26 Μαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Αντικείμενο της προσφυγής είναι η απόφαση Ε (2005) 591 τελ. της Επιτροπής, με την οποία κρίθηκαν ασυμβίβαστα με την κοινή αγορά, ως κρατικές ενισχύσεις αντιβαίνουσες στο άρθρο 87 ΕΚ, δύο ιταλικά φορολογικά μέτρα υπέρ των εταιριών που εισάγονται σε εποπτευόμενο χρηματιστήριο εντός της περιόδου που προβλέπουν τα μέτρα αυτά. Τα μέτρα αυτά συνίστανται στην επί τριετία μείωση του συντελεστή του φόρου εισοδήματος και στην εξαίρεση των δαπανών των εταιριών για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο από τη βάση επιβολής του φόρου εισοδήματος.

Κατά την Επιτροπή, τα μέτρα αυτά είναι επιλεκτικά, διότι ευνοούν μόνο τις εταιρίες που εισάγονται στο χρηματιστήριο κατά την περίοδο που προβλέπει η ιταλική ρύθμιση, αφού εξαιρεί τις εισαγμένες ήδη εταιρίες, καθώς και όσες θα μπορούσαν να εισαχθούν κατά τη διάρκεια διαφορετικής περιόδου· επιπλέον, τα επίμαχα μέτρα δεν μπορούν να θεωρηθούν συμβατά, διότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις του άρθρου 87, παράγραφοι 2 και 3, ΕΚ.

Η προσφυγή της Ιταλικής Κυβέρνησης βάλλει κατά της απόφασης καταρχάς από την άποψη της διαδικασίας, καθόσον η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ χωρίς προηγουμένως να συζητήσει τα εν λόγω μέτρα με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι η Επιτροπή δεν πρόβαλε αντιρρήσεις σχετικά με ένα μέτρο που είχε ουσιαστικά ανάλογο περιεχόμενο και το οποίο είχε θεσπίσει η Ιταλία το 1997.

Τρίτον, η προσφεύγουσα αμφισβητεί το ότι τα μέτρα είναι επιλεκτικά. Συγκεκριμένα, τα μέτρα αυτά αφορούν μια δυνητικά αόριστη κατηγορία αποδεκτών. Εξάλλου, τα μέτρα είναι προσαρμοσμένα προς το όλο φορολογικό σύστημα, διότι λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι οι νεοεισαγόμενες εταιρίες έχουν να αντιμετωπίσουν, ενόψει της εισαγωγής τους στο χρηματιστήριο, πολύ σημαντικές δαπάνες, λόγω των οποίων περιέρχονται σε δυσμενέστερη θέση από άποψη εσόδων σε σχέση τόσο με τις μη εισαγμένες εταιρίες όσο και με τις εταιρίες που έχουν εισαχθεί στο χρηματιστήριο στο παρελθόν και έχουν ήδη αποσβέσει τις σχετικές δαπάνες. Η περιορισμένη χρονική διάρκεια οφείλεται σε λόγους ισολογισμού και στον πειραματικό χαρακτήρα του μέτρου. Συνεπώς το στοιχείο αυτό δεν μπορεί καθαυτό να καταστήσει επιλεκτικό ένα μέτρο που δεν είναι από τη φύση του επιλεκτικό.

Τέταρτον, η προσφεύγουσα αντικρούει τον ισχυρισμό της Επιτροπής ότι απέδειξε ότι το μέτρο είναι ικανό να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

Πέμπτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει τέλος ότι το μέτρο, αν χαρακτηριστεί ενίσχυση, συμβιβάζεται με την κοινή αγορά κατά το άρθρο 87, παράγραφος 3, στοιχείο γ'. Συγκεκριμένα, θα επρόκειτο για ενίσχυση προς πραγματοποίηση επενδύσεων και όχι για ενίσχυση για τη λειτουργία των εταιριών, άρα για ενίσχυση που συνάδει προς τον συγκεκριμένο σκοπό οικονομικής πολιτικής που συνίσταται στη διευκόλυνση της εισαγωγής των εταιριών στο χρηματιστήριο, πράγμα που βελτιώνει την αποτελεσματικότητα, τη διαφάνεια και την ανταγωνιστικότητα του συστήματος.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/44


Προσφυγή της εταιρίας Mebrom NV κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 31 Mαΐου 2005

(Υπόθεση Τ-216/05)

(2005/C 182/81)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η εταιρία Μebrom NV, εδρεύουσα στο Rieme-Ertvelde (Βέλγιο), εκπροσωπούμενη από τους C. Mereu και K. Van Maldegem, δικηγόρους, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 31 Mαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 11 Απριλίου 2005 απόφαση της Επιτροπής Α(05)4338 — D/6176·

να υποχρεώσει την Επιτροπή να χορηγήσει δωδεκάμηνη ποσόστωση στην προσφεύγουσα σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού 2037/2000· και

να καταδικάσει την Επιτροπή σε όλα τα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα εισάγει μεθυλοβρωμίδιο (ΜΒr) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το μεθυλοβρωμίδιο είναι ελεγχόμενη ουσία υπό την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000 (1). Με την παρούσα προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής περί απορρίψεως της αιτήσεώς της για τη χορήγηση ποσοστώσεως για την εισαγωγή μεθυλοβρωμιδίου την Ευρωπαϊκή Ένωση για σημαντικές χρήσεις για το έτος 2005.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή της στέρησε το δικαίωμα χορηγήσεως 12μηνης ποσοστώσεως εισαγωγής για την εισαγωγή μεθυλοβρωμιδίου στην ΕΕ το 2005. Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Επιτροπή εφήρμοσε προδήλως εσφαλμένως το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο. Σύμφωνα με την άποψη της προσφεύγουσας, η Επιτροπή παρέβη περαιτέρω το άρθρο 7 του κανονισμού 2037/2000 το οποίο, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, της χορηγεί συγκεκριμένο δικαίωμα να λάβει 12μηνη ποσόστωση μεθυλοβρωμιδίου για το 2005. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι η Επιτροπή υπερέβη την αρμοδιότητα που της απονέμει το άρθρο 7 του κανονισμού 2037/2000. Τέλος, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι παραβιάστηκε η αρχή της ασφαλείας δικαίου αφού η Επιτροπή δεν θέσπισε ένα προβλέψιμο σύστημα ποσοστώσεων εισαγωγής για τους υπαγόμενους σ'αυτό, και ανέτρεψε τη νόμιμη προσδοκία της προσφεύγουσας περί χορηγήσεως ποσοστώσεως εισαγωγής βάσει του άρθρου 7 του κανονισμού 2037/2000, της ανακοινώσεως του Ιουλίου 2004 (2) της Επιτροπής προς τους εισαγωγείς, και του από 10 Δεκεμβρίου 2004 ηλεκτρονικού μηνύματος της καθής προς την προσφεύγουσα με το οποίο της επιβεβαίωνε ότι η ποσόστωσή της εισαγωγής για το 2005 επρόκειτο να της κοινοποιηθεί.


(1)  ΕΕ L 244, σ. 1.

(2)  Ανακοίνωση προς τους εισαγωγείς κατά το 2005 στην Ευρωπαϊκή Ένωση ελεγχόμενων ουσιών που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (ΕΕ 2004, C 187, σ. 11).


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/44


Προσφυγή της Bustec Ireland Limited Partnership κατά του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και πρότυπα) που ασκήθηκε στις 7 Ιουνίου 2005

(Υπόθεση T-218/05)

(2005/C 182/82)

Γλώσσα της προσφυγής: η ισπανική

Η Bustec Ireland Limited Partnership, εκπροσωπούμενη από τους Enrique Armijo Chavarri και Antonio Castán Pérez-Gómez, δικηγόρους, άσκησε στις 7 Ιουνίου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς.

Η Mustek, S.L., ήταν επίσης διάδικος στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του Γραφείου

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

1.

να ακυρώσει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου της 22ας Μαρτίου 2005, που εκδόθηκε στην υπόθεση R 1125/2004-2,

2.

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Αιτούσα το κοινοτικό σήμα:

Η προσφεύγουσα.

Κοινοτικό σήμα, αντικείμενο της αιτήσεως:

Εικονιστικό σήμα BUSTEC — Αίτηση αριθ. 1644939, για προϊόντα των κλάσεων 9, 35 και 42.

Κάτοχος του σήματος ή του σημείου του οποίου γίνεται επίκληση στη διαδικασία ανακοπής:

Mustek S.L.

Αντιτιθέμενο σήμα ή σημείο:

Λεκτικό ισπανικό σήμα MUSTEK (αριθ. 1550684), για προϊόντα της κλάσεως 9.

Απόφαση του τμήματος ανακοπών:

Απόρριψη της ανακοπής.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών.

Απαράδεκτο της προσφυγής, ως συνέπεια του ότι η προσφεύγουσα δεν κατέθεσε το αντίστοιχο γραπτό υπόμνημα με το οποίο να εκθέτει τους λόγους της προσφυγής εντός της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών που ορίζει το άρθρο 59 του κανονισμού (ΕΚ) 40/04 για το κοινοτικό σήμα.

Προβαλλόμενοι λόγοι:

Παράβαση των δικαιωμάτων άμυνας και εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 59 του κανονισμού (ΕΚ) 40/04 για το κοινοτικό σήμα.


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/45


Διαγραφή της υποθέσεως T-347/04 (1)

(2005/C 182/83)

(Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική)

Με διάταξη της 24ης Μαΐου 2005, ο Πρόεδρος του τρίτου τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως Τ-347/04: Pascal Millot κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.


(1)  EE C 262 της 23.10.2004


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/45


Διαγραφή της υποθέσεως T-453/04 (1)

(2005/C 182/84)

(Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική)

Με διάταξη της 27ης Μαΐου 2005, ο Πρόεδρος του τρίτου τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως Τ-453/04: Peter Lesetár κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.


(1)  EE C 57 της 5.3.2005


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/45


Διαγραφή της υποθέσεως T-14/05 (1)

(2005/C 182/85)

(Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική)

Με διάταξη της 25ης Μαΐου 2005, ο πρόεδρος του τετάρτου τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως T-14/05, Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.


(1)  EE C 69 της 19.3.2005


23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/45


Μερική διαγραφή της υποθέσεως T-122/05 (1)

(2005/C 182/86)

(Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική)

Με διάταξη της 24ης Μαΐου 2005, ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε τη διαγραφή του ονόματος της προσφεύγουσας Marenzi Privatstiftung από τον κατάλογο των ονομάτων των προσφευγόντων στην υπόθεση T-122/05, Benkö κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.


(1)  Μη δημοσιευθείσα ακόμη στην ΕΕ.


III Πληροφορίες

23.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/46


(2005/C 182/87)

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΕ C 171 της 9.7.2005

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 155 της 25.6.2005

ΕΕ C 143 της 11.6.2005

ΕΕ C 132 της 28.5.2005

ΕΕ C 115 της 14.5.2005

ΕΕ C 106 της 30.4.2005

ΕΕ C 93 της 16.4.2005

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

 

EUR-Lex: http://europa.eu.int/eur-lex

 

CELEX: http://europa.eu.int/celex