ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

48ό έτος
14 Ιουνίου 2005


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ανακοινώσεις

 

Επιτροπή

2005/C 144/1

Ισοτιμίες του ευρώ

1

2005/C 144/2

Πρόσκληση για την υποβολή παρατηρήσεων επί του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις de minimis-ήσσονος σημασίας (Τροποποίηση Μεταφορές και τομέας του άνθρακα)

2

2005/C 144/3

Νέα σύνθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων για την εμπορία ανθρώπων [Η ομάδα εμπειρογνωμόνων για την εμπορία ανθρώπων συστήθηκε με την απόφαση της Επιτροπής 2003/209/ΕΚ της 25ης Μαρτίου 2003]

8

2005/C 144/4

Ανακοίνωση της γαλλικής κυβέρνησης σχετικά με την οδηγία 94/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1994, για τους όρους χορήγησης και χρήσης των αδειών αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής υδρογονανθράκων (Γνώμη σχετικά με τις αιτήσεις έκδοσης αποκλειστικών αδειών αναζήτησης κοιτασμάτων υγρών ή αέριων υδρογονανθράκων, των αποκαλουμένων Permis d'Aquila και Permis d'Arcachon Maritime)  ( 1 )

9

2005/C 144/5

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση αριθ. COMP/M.3832 — MatlinPatterson L.P./Matussière & Forest) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

11

2005/C 144/6

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση αριθ. COMP/M.3763 — Carlsberg/DLG/Sejet JV) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

12

2005/C 144/7

Έρευνες της Επιτροπής στους κλάδους του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου

13

2005/C 144/8

Έλεγχοι της Επιτροπής στους κλάδους της λιανικής τραπεζικής και της ασφάλισης επιχειρήσεων

13

 

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

2005/C 144/9

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 31ης Μαΐου 2005, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί κοινοτικών στατιστικών για τη διάρθρωση και τη δραστηριότητα των αλλοδαπών θυγατρικών [COM(2005) 88 τελικό] (CON/2005/16)

14

2005/C 144/0

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 3ης Ιουνίου 2005, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος [COM(2005) 155 τελικό] (CON/2005/17)

16

2005/C 144/1

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 3ης Ιουνίου 2005, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής θέσης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών [COM(2005) 154 τελικό] (CON/2005/18)

17

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


I Ανακοινώσεις

Επιτροπή

14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/1


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

13 Ιουνίου 2005

(2005/C 144/01)

1 ευρώ=

 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,2062

JPY

ιαπωνικό γιεν

131,74

DKK

δανική κορόνα

7,4412

GBP

λίρα στερλίνα

0,6683

SEK

σουηδική κορόνα

9,2665

CHF

ελβετικό φράγκο

1,5379

ISK

ισλανδική κορόνα

79,14

NOK

νορβηγική κορόνα

7,8485

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CYP

κυπριακή λίρα

0,574

CZK

τσεχική κορόνα

29,998

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

249,58

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,6958

MTL

μαλτέζικη λίρα

0,4293

PLN

πολωνικό ζλότι

4,0372

ROL

ρουμανικό λέι

36 160

SIT

σλοβενικό τόλαρ

239,43

SKK

σλοβακική κορόνα

38,645

TRY

τουρκική λίρα

1,6631

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,586

CAD

καναδικό δολάριο

1,5165

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

9,381

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

1,7132

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

2,0247

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 220,8

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

8,2891

CNY

κινεζικό γιουάν

9,9831

HRK

κροατικό κούνα

7,315

IDR

ινδονησιακή ρουπία

11 615,71

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

4,5846

PHP

πέσο Φιλιππινών

66,552

RUB

ρωσικό ρούβλι

34,339

THB

ταϊλανδικό μπατ

49,345


(1)  

Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/2


Πρόσκληση για την υποβολή παρατηρήσεων επί του σχεδίου κανονισμού της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις de minimis-ήσσονος σημασίας

(Τροποποίηση «Μεταφορές και τομέας του άνθρακα»)

(2005/C 144/02)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος σχεδίου κανονισμού, στην εξής διεύθυνση:

Commission européenne

Direction de l'énergie et des transports

Unité A4

Bureau DM 28 06/109

B-1049 Bruxelles

Fax (32-2) 296 41 04

E-mail: TREN STATE-AID@cec.eu.int

Σχέδιο: κανονισμός τροποποιητικός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις de minimis

(Τροποποίηση «μεταφορές και τομέας του άνθρακα»)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1.   Γενικό νομικό πλαίσιο de minimis

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να καθορίζει, μέσω κανονισμού, οροφή κάτω της οποίας οι ενισχύσεις θεωρείται ότι δεν πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Ειδικότερα, μεταξύ των 4 κριτηρίων που εκτίθενται στην παράγραφο αυτή εκείνο το οποίο θεωρείται ότι δεν πληρούται είναι το κριτήριο στρέβλωσης του ανταγωνισμού και δυσμενών επιπτώσεων στις συναλλαγές. Συνεπώς, οι εν λόγω δημόσιες χρηματοδοτήσεις δεν υπόκεινται στη διαδικασία κοινοποίησης στην προβλεπόμενη στο άρθρο 88 παράγραφος 3.

Με βάση την εξουσιοδότηση αυτή, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001, της 12ης Ιανουαρίου 2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει οροφή ποσού ενισχύσεων 100 000 ευρώ επί τριετία ανά επιχείρηση κάτω της οποίας είναι δυνατόν να θεωρείται ότι δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 87 παράγραφος 1. Επίσης αναφέρεται ότι η de minimis ενίσχυση δεν επηρεάζει καθόλου τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να λαμβάνουν, για το ίδιο έργο, κρατική ενίσχυση με άδεια της Επιτροπής ή καλυπτόμενη από κανονισμό εξαίρεσης κατά κατηγορία, με ενδεχόμενο αποτέλεσμα αρκετά γενναιόδωρες σωρεύσεις ενισχύσεων.

1.2.   Κατάσταση στον τομέα των μεταφορών

Κατά την κατάρτιση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001, της 12ης Ιανουαρίου 2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας είχε συμφωνηθεί να εξακολουθήσει να αποκλείεται ο τομέας των μεταφορών από το πεδίο εφαρμογής του, όπως συνέβαινε στο προγενέστερο νομικό πλαίσιο (1) — μαζί με τους τομείς της αλιείας και της γεωργίας. Ο μείζων λόγος του ειδικού αυτού καθεστώτος ήταν ότι, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών κανόνων που ισχύουν και λόγω των οικονομικών ιδιαιτεροτήτων στον τομέα αυτό, ενισχύσεις ακόμη και μικρού ύψους θα ήταν δυνατό να φαλκιδεύσουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων μεταφορών με συνέπεια το ενδεχόμενο να πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

1.3.   Κατάσταση στον τομέα του άνθρακα

Μόνο από τις 24 Ιουλίου 2002 και μετά ο τομέας του άνθρακα υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης ΕΚ σε συνέχεια της λήξης της συνθήκης ΕΚΑΧ. Μετά την ημερομηνία αυτή ο εν λόγω τομέας υπόκειται στους ειδικούς κανόνες (2) που εμποδίζουν την εφαρμογή άλλων καθεστώτων εξαίρεσης (3).

2.   ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

2.1.   Κατάσταση στον τομέα των μεταφορών

Η προσέγγιση που επιλέχθηκε το έτος 2001 σήμερα θεωρείται παρωχημένη για τους ακόλουθους λόγους:

2.1.1.   Οικονομικό πλαίσιο

Πρώτον, η βαθμιαία ελευθέρωση τομέων των μεταφορών, με καθυστέρηση σε σύγκριση με άλλους τομείς της οικονομίας, και τα διαρθρωτικά προβλήματα σε ορισμένα τμήματα δεν θα καθιστούσαν δυνατή στην αρχή παρά μόνο την εφαρμογή ειδικών κανόνων. Πάντως, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το οικονομικό πλαίσιο έχει εξελιχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε η απειλή κρατικών ενισχύσεων που είναι δυνατόν να προκαλέσουν έντονες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού είναι λιγότερο σοβαρή. Όντως, η διαδικασία ανοίγματος των αγορών μεταφορών έχει σήμερα ολοκληρωθεί και η διάρθρωση των αγορών έχει σταθεροποιηθεί έτσι ώστε να έχει επιτευχθεí σαφής βελτίωση της οικονομικής υγείας των επιχειρήσεων. Κατά συνέπεια, οι δημόσιες αρχές δεν υποβάλλονται πλέον σε πιέσεις τόσο έντονες προκειμένου να διασώζουν τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ή να τους παρέχουν αθέμιτα πλεονεκτήματα.

Ο αποκλεισμός όμως του τομέα των μεταφορών δεν επιτρέπει την εξαίρεση από τη διαδικασία κοινοποίησης, οπότε επιβάλλει τη διαδικασία κρατικών ενισχύσεων για όλα τα παρεχόμενα ποσά. Πέραν τούτου τα κράτη μέλη προσφεύγουν όλο και περισσότερο στα οριζόντια μέτρα κρατικής ενίσχυσης, περιλαμβανόμενου του κανόνα de minimis, πράγμα που σαφώς ανταποκρίνεται σε απαίτηση της πολιτικής ανταγωνισμού να εγκαταλειφθεί η χορήγηση ad hoc ή τομεακών ενισχύσεων. Κανένα από τα ισχύοντα για τις κρατικές ενισχύσεις οριζόντια πλαίσια, είτε πρόκειται για κοινοποιήσεις (4) είτε για κανονισμούς εξαίρεσης άλλους από τους de minimis  (5) , δεν περιέχουν ακόμη ρήτρες εξαίρεσης για τις μεταφορές. Προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση αυτή, καθώς και να αυξηθεί η νομική ασφάλεια υπέρ των κρατών μελών που επιδιώκουν την εφαρμογή οριζοντίων καθεστώτων, είναι σκόπιμος ο προβληματισμός για τα μέσα συμβιβασμού της εφαρμογής κανόνων κρατικών ενισχύσεων στον τομέα των μεταφορών με την εξαίρεση της οποίας επωφελούνται οι υπόλοιποι τομείς της οικονομίας.

Επί πλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι οι ενισχύσεις με μικρά ποσά που γνωστοποιήθηκαν στην Επιτροπή κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών — περιλαμβανόμενης της άδειας για τα σκέλη «μεταφορές» οριζόντιων καθεστώτων de minimis  (6) κρίθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος συμβατές προς τις διατάξεις της συνθήκης χωρίς μείζονα δυσκολία. Το αντίθετο, τα αντικείμενά τους συμβάδιζαν με τις κοινοτικές πολιτικές: εφαρμογή σχεδίων εκσυγχρονισμού του τεχνικού εξοπλισμού πέραν των κοινοτικών προτύπων (7), κίνητρα για τη χρησιμοποίηση τρόπων συνδυασμένης μεταφοράς και εφαρμογή περιβαλλοντικών διατάξεων (8) ή απόκτηση αυτοκινήτων που δεν ρυπαίνουν (9). Άλλες παρόμοιες περιπτώσεις βρίσκονται στο στάδιο της εξέτασης (10). Αντιθέτως, η Επιτροπή έκρινε ανέκαθεν ως μη συμβατή προς τη συνθήκη την απόκτηση τροχαίου υλικού από εταιρείες οδικών μεταφορών (11) χωρίς στόχο περιβαλλοντικό ή ασφαλείας, στο βαθμό κατά τον οποίο οι ενισχύσεις του είδους αυτού θα ήταν δυνατόν να έχουν επιβλαβή επίπτωση στην κατάσταση από άποψη ανταγωνισμού μεταξύ επιχειρήσεων.

2.1.2.   Επιπτώσεις του υφισταμένου καθεστώτος

Μέχρι τις αποφάσεις «RENOVE» η Επιτροπή είχε θεωρήσει πως η εξαίρεση θα αφορούσε το σύνολο των τομέων των μεταφορών. Όντως, στις αποφάσεις του «RENOVE», της 26ης Σεπτεμβρίου 2002 (C-351/98) (12) και της 13ης Φεβρουαρίου 2003 (C-409/00), σχετικά με τις οδικές μεταφορές (13) το Δικαστήριο έκρινε ότι η εξαίρεση από τον κανόνα de minimis δεν θα ήταν δυνατόν να εφαρμοστεί σε μη επαγγελματίες του τομέα των μεταφορών, αντιθέτως προς την προσέγγιση της Επιτροπής που ήταν να κηρυχθούν ασύμβατες οι ενισχύσεις που χορηγούνται για την απόκτηση φορτηγών αυτοκινήτων χωρίς τη διάκριση μεταξύ των διαφόρων μορφών οργάνωσης της δραστηριότητας μεταφορών. Συνεπώς, υφίσταται διαφορά μεταχείρισης μεταξύ δύο κατηγοριών επιχειρήσεων. Αφενός, οι επιχειρήσεις οι οποίες ασκούν ως κύρια δραστηριότητα τις μεταφορές έχουν τη δυνατότητα να επωφελούνται μόνο από καθεστώτα ενισχύσεων με σαφώς καθορισμένους στόχους (περιφερειακοί, περιβαλλοντικοί, ΜΜΕ κ.λπ.) και για τα οποία πρέπει να παρέχεται άδεια από την Επιτροπή ακόμη και για ποσά κάτω της οροφής. Αντιθέτως, οι υπόλοιπες επιχειρήσεις οι οποίες δεν ανήκουν stricto sensu στον τομέα αυτό, αλλά ασκούν παρόλα αυτά δραστηριότητες μεταφορών για ίδιο λογαριασμό (14) επωφελούνται του κανονισμού de minimis χωρίς περιορισμούς και χωρίς προηγούμενη άδεια της Επιτροπής.

2.1.3.   Η μεταχείριση κινητών στοιχείων ενεργητικού

Όσον αφορά τη μεταχείριση κινητών στοιχείων ενεργητικού επιχειρήσεων του τομέα των μεταφορών (αγορά οχημάτων, πλοίων και αεροσκαφών), είναι σκόπιμο να εκτιμηθεί η ενδεχόμενη επιρροή στον ανταγωνισμό ενισχύσεων ποσού 100 000 ευρώ ανά επιχείρηση, ανά τριετία. Δεδομένης της τιμής των αεροσκαφών και των πλοίων για θαλάσσιες και ποτάμιες μεταφορές, η επιρροή στη διάρθρωση των τομέων αυτών είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως αμελητέα. Αντιθέτως, στον τομέα των οδικών μεταφορών ποσό ενισχύσεων ύψους 100 000 ευρώ σε τρία έτη είναι δυνατόν να θεωρηθεί σημαντικό. Δεδομένων της ιδιόμορφης διάρθρωσης του τομέα αυτού, του υψηλού πλήθους μικρών μεταφορέων (ιδιαίτερα σε ορισμένα κράτη μέλη) (15) και των τιμών του τροχαίου υλικού (16), πρέπει να θεωρηθεί ότι ποσά του ύψους αυτού είναι δυνατόν να επηρεάζουν τις συναλλαγές και να νοθεύουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών μελών. Στο βαθμό στον οποίο οι επιδοτούμενες επενδύσεις θα είχαν ως συνέπεια σημαντική μείωση των δαπανών αντικατάστασης οχημάτων, τέτοιου είδους ενισχύσεις θα ήταν δυνατόν να αποτελέσουν ενισχύσεις στη λειτουργία. Θα ήταν επίσης δυνατόν να αυξήσουν το στόλο οδικών οχημάτων, πράγμα που σε αγορά ήδη εξαιρετικά ανταγωνιστική θα συνεπαγόταν τον κίνδυνο περαιτέρω μείωσης των περιθωρίων κέρδους. Κατά συνέπεια κρίνεται ευκταία η διατήρηση της εξαίρεσης για την απόκτηση τροχαίου υλικού (αγορά φορτηγού αυτοκινήτου) στον τομέα των οδικών μεταφορών.

Παραμένει πάντως κίνδυνος η εξαίρεση αυτή, λόγω της διαφορετικής μεταχείρισης μεταξύ μεταφορών για λογαριασμό τρίτων και μεταφορών για ίδιο λογαριασμό (17), να είναι δυνατόν να συντελέσει σε περαιτέρω νόθευση του ανταγωνισμού μεταξύ των δύο αυτών τμημάτων δραστηριοτήτων στον τομέα των μεταφορών. Η Επιτροπή αναλαμβάνει την υποχρέωση να επαληθεύσει την εξέλιξη αυτή και την επίπτωσή της στην αγορά οδικών μεταφορών.

2.1.4.   Χρησιμοποίηση πόρων της Επιτροπής

Τέλος πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, λαμβανομένων υπόψη των κατ'ανάγκη περιορισμένων ανθρωπίνων πόρων τους οποίους διαθέτει η Επιτροπή για τη δράση της όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις, θα ήταν χρήσιμο να συγκεντρωθεί η κοινοτική δραστηριότητα στις ενισχύσεις των οποίων το ποσό και το πεδίο εφαρμογής ενδέχεται περισσότερο να οδηγήσουν σε σοβαρές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Αυτό επιτείνεται από το γεγονός ότι η Επιτροπή, καθώς αντιμετωπίζει αύξηση των κοινοποιήσεων περιπτώσεων κρατικών ενισχύσεων και τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε 25 κράτη μέλη, πρέπει να συγκεντρωθεί στις περιπτώσεις τις περισσότερο επιβλαβείς για τον ανταγωνισμό.

2.1.5.   Συμπεράσματα

Με βάση την εμπειρία που έχει αποκτήσει η Επιτροπή σε πολυάριθμες περιπτώσεις κρατικών ενισχύσεων στον τομέα των μεταφορών κατά την περίοδο των ετών που δεν εφαρμοζόταν ο κανόνας de minimis είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ότι, με εξαίρεση την απόκτηση τροχαίου υλικού από επιχειρήσεις οδικών μεταφορών, η χορήγηση σε μεταφορικές εταιρείες ενισχύσεων που δεν υπερβαίνουν οροφή 100 000 ευρώ σε χρονικό διάστημα τριών ετών δεν επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών και δεν στρεβλώνει ούτε απειλεί να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό. Η Επιτροπή προτείνει λοιπόν να διορθωθεί η κατάσταση με την κατάργηση του αποκλεισμού των μεταφορών από τον κανονισμό de minimis, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις σαφώς καθορισμένες (βλ. σημείο 2.1.3.).

2.2.   Κατάσταση στον τομέα του άνθρακα

Μόνο από τις 24 Ιουλίου 2002 και μετά ο τομέας του άνθρακα υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης ΕΚ σε συνέχεια της λήξης ισχύος της συνθήκης ΕΚΑΧ. Από την εν λόγω ημερομηνία ο τομέας αυτός υπόκειται σε ειδικούς κανόνες (18) οι οποίοι εμποδίζουν την εφαρμογή άλλων καθεστώτων εξαίρεσης (19). Οι εν λόγω κανόνες ορίζουν αφενός ότι οι δυνατότητες χορήγησης άδειας εκ μέρους της Επιτροπής πρέπει να ασκούνται σε βάση ακριβούς και πλήρους γνώσης των μέτρων τα οποία οι κυβερνήσεις προβλέπουν να λάβουν και αφετέρου ότι … τα κράτη μέλη γνωστοποιούν ομαδοποιημένα στην Επιτροπή όλα τα δεδομένα τα σχετικά με τις επεμβάσεις που προτίθενται να πραγματοποιήσουν αμέσως ή εμμέσως υπέρ του κλάδου του άνθρακα…. Λαμβανομένων υπόψη των ιδιομορφιών αυτών, όλα τα ποσά ενισχύσεων είναι δυνατόν να πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1. Πάντως η εφαρμογή του κανονισμού de minimis δεν φαίνεται αποδεκτή.


(1)  Η ανακοίνωση σχετικά με τις de minimis ενισχύσεις (ΕΕ C 68/9 της 6.3.1996) και η κοινοτική πλαισίωση των κρατικών ενισχύσεων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΕΕ C 213/4 της 23.7.1996) αποκλείουν επίσης τον τομέα των μεταφορών.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1407/2002 σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα (ΕΕ L 205/1 της 2.8.2002).

(3)  Άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1407/2002.

(4)  Π.χ. κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (ΕΕ C 74/9 της 10.3.1998), Κοινοτική πλαισίωση κρατικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος (ΕΕ C 37/3 της 3.2.2001).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση (ΕΕ L 10/20 της 13.1.2001), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΕΕ L 10/33 της 13.1.2001), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις για την απασχόληση (ΕΕ L 337/3 της 13.12.2002) και κανονισμός «διαδικασίας» (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ 83/1 της 27.3.1999),

(6)  Π.χ. απόφαση της 16ης Οκτωβρίου 2002 με αντικείμενο την υπόθεση N 600β/2001 — Ισπανία «ενισχύσεις στην απασχόληση στον τομέα των μεταφορών» κ.λπ.

(7)  Π.χ. απόφαση «Lorenz», της 9ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την υπόθεση N 409/2001 — Ισπανία «Πρόγραμμα ARTE/PYME».

(8)  Π.χ. απόφαση της 5ης Μαρτίου 2003 για την υπόθεση N 353/2001 — Γαλλία «Καθεστώς ενισχύσεων της ADEME στον τομέα των μεταφορών».

(9)  Π.χ. απόφαση της 22ας Μαΐου 2002 σχετικά με την υπόθεση N 100/2001 — Δανία «ενισχύσεις στους οδικούς μεταφορείς».

(10)  Π.χ. Υπόθεση N 202/2003 — Σουηδία «Μείωση κοινωνικών εργοδοτικών εισφορών ΜΜΕ».

(11)  Αποφάσεις της Επιτροπής αποκαλούμενες «RENOVE»: απόφαση κρατικής ενίσχυσης C20/1996 αριθ. 98/693/ΕΚ, της 1ης Ιουλίου 1998 (καθεστώς 1994 – 1996), και απόφαση κρατικής ενίσχυσης C 65/1998 αριθ. 2001/605/ΕΚ (παράταση του καθεστώτος το έτος 1997)· αποφάσεις της Επιτροπής αποκαλούμενες «πιστώσεις φόρων»: απόφαση κρατικής ενίσχυσης C 32/92 αριθ. 93/496/ΕΟΚ, της 9.6.1993 (καθεστώς το έτος 1992), και η απόφαση κρατικής ενίσχυσης C 45/95 αριθ. 96/3078, της 22.10.1996 (καθεστώς την περίοδο 1993-1994).

(12)  Υπόθεση C-351/98, Ισπανία κατά Επιτροπής, απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2002, RENOVE I, Συλλογή I - 8031.

(13)  Υπόθεση C-409/00, Ισπανία κατά Επιτροπής, απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2003, RENOVE II , Συλλογή I- 1487.

(14)  Στις εν λόγω υποθέσεις το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι, αν και ο τομέας των μεταφορών για ίδιο λογαριασμό δεν αποτελεί μέρος του τομέα των μεταφορών όπως αυτός προβλέπεται στις διατάξεις σχετικά με τις de minimis ενισχύσεις, ο τομέας αυτός παραμένει σε άμεσο ανταγωνισμό με τον τομέα των επαγγελματικών μεταφορών για τις ενισχύσεις που υπερβαίνουν το de minimis κατώφλιο. Όμως το Δικαστήριο διαπιστώνει παρόλα αυτά ότι «η Επιτροπή δεν είναι δυνατόν να αρνηθεί την εφαρμογή του κανόνα de minimis στις ενισχύσεις τις παρεχόμενες σε επιχειρήσεις υπαγόμενες σε τομείς οι οποίοι δεν αποκλείονται από την εφαρμογή του κανόνα αυτού από τα διάφορα ισχύοντα κείμενα».

(15)  Όντως, σημαντικά τμήματα ειδικά των οδικών μεταφορών περιλαμβάνουν πολυάριθμες επιχειρήσεις μικρού μεγέθους. Για τις μικροεπιχειρήσεις αυτές, ενισχύσεις ύψους κατωτέρου της καθορισμένης οροφής θα ήταν δυνατόν να αντιπροσωπεύουν αναλογικά σημαντική συμβολή στη δραστηριότητά τους. Το έτος 2000 το πλήθος επιχειρήσεων εμπορευματικών μεταφορών ανερχόταν σε 130 141 στην Ισπανία, σε 112 173 στην Ιταλία, σε 32 885 στη Γερμανία, σε 36 819 στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε 10 290 στις Κάτω Χώρες (πηγή : Eurostat). Η ανάλυση του μέσου κύκλου εργασιών ανά επιχείρηση το έτος 2000 αποκαλύπτει όντως εξαιρετικά χαμηλή μέση τιμή στην Ισπανία και την Ιταλία, πράγμα που αποτελεί σημείο σημαντικού πλήθους μικρών επιχειρήσεων: 160 000 ευρώ στην Ισπανία, 280 000 ευρώ στην Ιταλία, 1 350 000ευρώ στις Κάτω Χώρες, 710 000 ευρώ στην Γερμανία. Πρέπει να σημειωθεί ότι πρόκειται για μέσες αριθμητικές τιμές (περιλαμβάνονται μικρομεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις). Λεπτομερέστερη ανάλυση του τομέα αυτού θα κατέδειχνε οπωσδήποτε κύκλο εργασιών για τις (εξαιρετικά πολυάριθμες) οικογενειακές επιχειρήσεις σαφώς κατώτερο σε σχέση με τους εθνικούς μέσους όρους. Το πλήθος απασχολούμενων προσώπων ανά επιχείρηση είναι επίσης εύγλωττο όσον αφορά το μέγεθος των επιχειρήσεων μεταφορών. Στο επίπεδο της ΕΕ οι επιχειρήσεις απασχολούν κατά μέσον όρο 5-6 άτομα. Το πλήθος αυτό μειώνεται κατά 3 τουλάχιστον άτομα στην Ιταλία και την Ισπανία. Δεδομένου ότι και εδώ πρόκειται για μέσες τιμές, το αποτέλεσμα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υφίσταται μέγα πλήθος επιχειρήσεων με ένα μισθωτό.

(16)  Μεταξύ 90 000 και 120 000 ευρώ για ένα φορτηγό αυτοκίνητο 40 τόνων.

(17)  Πέραν τούτου, δεδομένου ότι οι σχέσεις μεταξύ των επιχειρήσεων του τομέα αυτού είναι εξαιρετικά ρευστές, θα μπορούσε να θεωρηθεί πιθανό ότι ο μηχανισμός της αγοράς θα αντιδρούσε άμεσα σε τέτοιου είδους οικονομικές προσφορές, σε κατεύθυνση αντίθετη προς το γενικό συμφέρον.

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1407/2002 σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα (ΕΕ L 205/1 της 2.8.2002).

(19)  Άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1407/2002.


Σχέδιο

Κανονισμός (ΕΚ) τροποποιητικός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις de minimis

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1998, για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων (1), και ιδίως το άρθρο 2,

μετά από δημοσίευση του σχεδίου κανονισμού,

μετά από διαβούλευση της συμβουλευτικής επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 994/98 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να καθορίσει, μέσω κανονισμού, οροφή κάτω της οποίας οι ενισχύσεις θεωρείται ότι δεν πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης και συνεπώς, δεν υπόκεινται στη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται από το άρθρο 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης.

(2)

Η Επιτροπή έχει εφαρμόσει τα άρθρα 87 και 88 της Συνθήκης και, ειδικότερα, έχει αποσαφηνίσει σε πολλές αποφάσεις την έννοια της ενίσχυσης δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης. Επίσης έχει εκθέσει, για τελευταία φορά στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις de minimis  (2), την πολιτική της όσον αφορά de minimis οροφή κάτω από την οποία είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 87 παράγραφος 1.

(3)

Λαμβανομένων υπόψη των ειδικών κανόνων που εφαρμόζονται στους τομείς της γεωργίας, της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας καθώς και των μεταφορών και λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου να πληρούνται στους τομείς αυτούς τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, ακόμη και σε περίπτωση ενισχύσεων μικρού ποσού, η Επιτροπή είχε τότε εξαιρέσει τους τομείς αυτούς από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001. Η βαθμιαία ελευθέρωση τομέων των μεταφορών, με καθυστέρηση σε σύγκριση με άλλους τομείς της οικονομίας, και τα διαρθρωτικά προβλήματα σε ορισμένα τμήματα δεν καθιστούσαν δυνατή στην αρχή παρά μόνο την εφαρμογή ειδικών κανόνων.

(4)

Πέραν τούτου, στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 26ης Σεπτεμβρίου 2002 (C-351/98) (3) και της 13ης Φεβρουαρίου 2003 (C-409/00) (4) για τις υποθέσεις «RENOVE I και II» που αφορούν τις οδικές μεταφορές θεωρείται ότι ο κανόνας de minimis αποβαίνει επωφελής στις ενισχύσεις προς μεταφορείς για ίδιο λογαριασμό. Όντως, κατά το Δικαστήριο (5)«σε περίπτωση που ο τομέας των μεταφορών, …, αποκλειστεί ρητά από το πεδίο εφαρμογής του κανόνα de minimis, η εξαίρεση αυτή πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο αυστηρής ερμηνείας. Συνεπώς, δεν θα ήταν δυνατόν να επεκταθεί στους μη επαγγελματίες των μεταφορών». Κατά συνέπεια, κατά το Δικαστήριο (6)«η Επιτροπή δεν είναι δυνατόν να αρνηθεί την εφαρμογή του κανόνα de minimis στις ενισχύσεις που παρέχονται σε επιχειρήσεις υπαγόμενες σε τομείς οι οποίοι δεν αποκλείονται από την εφαρμογή του κανόνα αυτού από τα διάφορα ισχύοντα κείμενα.». Μέχρι την απόφαση «RENOVE» η Επιτροπή έκρινε ότι η εξαίρεση αφορούσε το σύνολο των τομέων των μεταφορών.

(5)

Δεδομένης της αναδιάρθρωσης των αγορών μεταφορών που πραγματοποιήθηκε από την ελευθέρωσή τους αντιστοίχως, ο κίνδυνος στρέβλωσης ανταγωνισμού, αντίθετος προς το κοινό συμφέρον, λόγω κρατικών ενισχύσεων de minimis δεν είναι, κατ'αρχή, περισσότερο επικείμενος σήμερα. Υπάρχει συνεπώς το αίτημα βελτίωσης της διαφάνειας και ενίσχυσης της ίσης μεταχείρισης σε όλους τους οικονομικούς τομείς, περιλαμβανομένου του τομέα των μεταφορών.

(6)

Επί πλέον, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κατά γενικό κανόνα τα κράτη μέλη δημιουργούν ειδικά καθεστώτα ενισχύσεων που εφαρμόζονται οριζοντίως σε όλους τους οικονομικούς τομείς, περιλαμβανομένου του τομέα των μεταφορών, που παραμένουν κάτω από το κατώφλιο της de minimis ενίσχυσης. Συνεπώς, λόγω του αποκλεισμού του τομέα των μεταφορών από τον υφιστάμενο σήμερα κανόνα de minimis, τα εν λόγω καθεστώτα πρέπει να γνωστοποιηθούν στην Επιτροπή για το σύνολο των ενισχύσεων, οπότε μειώνεται σημαντικά η αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του.

(7)

Με βάση την εμπειρία που η Επιτροπή έχει αποκτήσει σε πολυάριθμες περιπτώσεις κρατικών ενισχύσεων στον τομέα των μεταφορών κατά την περίοδο των ετών που δεν εφαρμοζόταν ο κανόνας de minimis, είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ότι, με εξαίρεση την απόκτηση τροχαίου υλικού από επιχειρήσεις οδικών μεταφορών, ενισχύσεις σε μεταφορικές εταιρείες χωρίς υπέρβαση της οροφής 100 000 ευρώ σε χρονικό διάστημα τριών ετών δεν επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ κρατών και δεν στρεβλώνουν ούτε απειλούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό.

(8)

Δεδομένων της ιδιόμορφης δομής του τομέα των οδικών μεταφορών, του υψηλού πλήθους μικρών μεταφορέων (ειδικότερα σε ορισμένα κράτη μέλη) και των τιμών του τροχαίου υλικού πλησίον του κατωφλίου de minimis, πρέπει να θεωρηθεί ότι ενισχύσεις τέτοιου είδους είναι, λόγω της φύσεώς τους, δυνατόν να επηρεάζουν τις συναλλαγές και να φαλκιδεύουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών μελών, σε αντίθεση προς το κοινό συμφέρον. Κατά συνέπεια κρίνεται ευκταία η διατήρηση εξαίρεσης για την απόκτηση τροχαίου υλικού στον τομέα των οδικών μεταφορών.

(9)

Μόνον από τις 24 Ιουλίου 2002 και μετά, ο τομέας του άνθρακα υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης ΕΚ σε συνέχεια της λήξης ισχύος της συνθήκης ΕΚΑΧ. Έκτοτε ο τομέας αυτός υπόκειται σε ειδικούς κανόνες (7) οι οποίοι εμποδίζουν την εφαρμογή άλλων καθεστώτων εξαίρεσης (8). Ορίζουν ότι «η εξουσία έγκρισης της Επιτροπής πρέπει να ασκείται βάσει επακριβούς και πλήρους γνώσης των μέτρων που προτίθενται να αναλάβουν οι κυβερνήσεις» και ότι «τα κράτη μέλη κοινοποιούν ομαδοποιημένα στην Επιτροπή όλα τα στοιχεία σχετικά με τις παρεμβάσεις που προτίθενται να πραγματοποιήσουν άμεσα ή έμμεσα υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα …». Λαμβανομένων υπόψη αυτών των ιδιαιτεροτήτων, όλα τα ποσά ενισχύσεων είναι δυνατόν να πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1. Πάντως η εφαρμογή του κανόνα de minimis δεν φαίνεται αποδεκτή.

(10)

Για λόγους νομικής ασφαλείας, είναι σκόπιμο να αποσαφηνιστεί η επίπτωση του κανονισμού στις ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί πριν αυτός τεθεί σε ισχύ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός αριθ. 69/2001 τροποποιείται ως ακολούθως:

1.

Στο άρθρο 1 στοιχείο α) διαγράφονται οι λέξεις: «του τομέα των μεταφορών» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «του τομέα του άνθρακα, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1407/2002, της 23ης Ιουλίου 2002, σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα (9)».

2.

Στο άρθρο 1 προστίθενται οι λέξεις «στοιχείο δ) οι ενισχύσεις για την αγορά τροχαίου υλικού επιχειρήσεων οδικών μεταφορών».

Στο άρθρο 4 μετά την παράγραφο 1 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος «2. Ο παρών κανονισμός θα εφαρμόζεται και στις ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί πριν αυτός τεθεί σε ισχύ, εφόσον οι ενισχύσεις αυτές πληρούν όλους τους όρους των άρθρων 1 και 2 του παρόντος κανονισμού. Κάθε ενίσχυση που δεν πληροί τους όρους αυτούς θα εξετάζεται από την Επιτροπή με βάση τις πλαισιώσεις, τις κατευθυντήριες γραμμές, τις κοινοποιήσεις και τις ενδεδειγμένες γνωμοδοτήσεις».

Στο άρθρο 4 η παράγραφος 2 αριθμείται ως παράγραφος 3.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.


(1)  ΕΕ L 142 της 14.5.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ 10 της 13.1.2001, σ. 30.

(3)  Συλλογή I-8031.

(4)  Συλλογή I-1487.

(5)  Υπόθεση C-409/00, απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2003, RENOVE II , σημείο 70 Συλλογή I-1487.

(6)  Υπόθεση C-351/98, απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2002, RENOVE I, σημείο 53 Συλλογή I-8031.

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1407/2002 σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα (ΕΕ L 205/1 της 2.8.2002).

(8)  Άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1407/2002.

(9)  ΕΕ L 205/1 της 2.8.2002.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/8


Νέα σύνθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων για την εμπορία ανθρώπων

(2005/C 144/03)

[Η ομάδα εμπειρογνωμόνων για την εμπορία ανθρώπων συστήθηκε με την απόφαση της Επιτροπής 2003/209/ΕΚ της 25ης Μαρτίου 2003 (1)]

Με απόφαση της 7ης Ιουνίου 2005, η Επιτροπή ανανέωσε τη θητεία των ακόλουθων μελών της ομάδας εμπειρογνωμόνων για την εμπορία ανθρώπων, από 1ης Μαρτίου 2005 και για περίοδο ενός έτους:

 

κ. Jean-Michel Colombani

 

κ. Pippo Costella

 

κα Mary Cunneen

 

κ. Brice de Ruyver

 

κ. José Garcia Magariños

 

κ. Marco Gramegna

 

κ. Krzysztof Karsznicki

 

κ. Plamen Kolarski

 

κα Martina Liebsch

 

κ. Michel Marcus

 

κα Isabella Orfano

 

κα Nell Rasmussen

 

κα Elisabetta Rosi

 

κα Éva Rózsa

 

κ. Henrik Sjölinder

 

κα Hana Snajdrova

 

κα Gerda Theuermann

 

κα Marina Tzvetkova

 

κα Bärbel Uhl

 

κα Marjan Wijers


(1)  ΕΕ L 79 της 26.3.2003, σ. 25.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/9


Ανακοίνωση της γαλλικής κυβέρνησης σχετικά με την οδηγία 94/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1994, για τους όρους χορήγησης και χρήσης των αδειών αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής υδρογονανθράκων (1)

(Γνώμη σχετικά με τις αιτήσεις έκδοσης αποκλειστικών αδειών αναζήτησης κοιτασμάτων υγρών ή αέριων υδρογονανθράκων, των αποκαλουμένων «Permis d'Aquila» και «Permis d'Arcachon Maritime»)

(2005/C 144/04)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Με την αίτησή τους της 18ης Δεκεμβρίου 2004, οι εταιρείες Vermilion Rep SAS και Vermilion Exploration SAS, με έδρα Route de Pontenx, PARENTIS-EN-BORN, 40161 (Γαλλία), ζήτησαν να τους χορηγηθεί αποκλειστική άδεια πενταετούς διάρκειας για την αναζήτηση κοιτασμάτων υγρών ή αέριων υδρογονανθράκων, αποκαλούμενη «Permis d'Aquila», σε έκταση περίπου 709 km2, που καλύπτει τμήμα του νομού Gironde και την υφαλοκρηπίδα του εν λόγω νομού.

Με την αίτησή της της 4ης Μαρτίου 2005, η εταιρεία Island Oil and Gas plc, με έδρα «Curdarragh» Annamult, Bennettsbridge, County Kilkenny (Ιρλανδία), ζήτησε να της χορηγηθεί αποκλειστική άδεια πενταετούς διάρκειας για την αναζήτηση κοιτασμάτων υγρών ή αέριων υδρογονανθράκων, αποκαλούμενη «Permis d'Arcachon Maritime», σε έκταση περίπου 638 km2. Η αίτηση αυτή, που ανταγωνίζεται εν μέρει την αίτηση χορήγησης άδειας Aquila, καλύπτει μέρος της υφαλοκρηπίδας του νομού Gironde.

Η εν λόγω έκταση οριοθετείται από τόξα μεσημβρινών και παραλλήλων που τέμνονται σε σημεία των οποίων οι γεωγραφικές συντεταγμένες εμφαίνονται στον πίνακα που ακολουθεί. Ως βάση λαμβάνεται ο μεσημβρινός που διέρχεται από το Παρίσι (οι συντεταγμένες σε μοίρες ως προς τον μεσημβρινό Greenwich):

ΣΗΜΕΙΑ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΜΗΚΟΣ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΠΛΑΤΟΣ

A

4,30 gr Δ (1° 31'56'' Δ)

49,90 gr Β (44° 54'40'' Β)

B

3,90 gr Δ (1° 10'20'' Δ)

49,90 gr Β (44° 54'40'' Β)

C

3,90 gr Δ (1° 10'20'' Δ)

49,80 gr Β (44° 49'16'' Β)

D

4,00 gr Δ (1° 15'44'' Δ)

49,80 gr Β (44° 49'16'' Β)

E

4,00 gr Δ (1° 15'44'' Δ)

49,59 gr Β (44° 37'55'' Β)

F

4,01 gr Δ (1° 16'17'' Δ)

49,59 gr Β (44° 37'55'' Β)

G

4,01 gr Δ (1° 16'17'' Δ)

49,56 gr Β (44° 36'18'' Β)

H

4,00 gr Δ (1° 15'44'' Δ)

49,56 gr Β (44° 36'18'' Β)

I

4,00 gr Δ (1° 15'44'' Δ)

49,50 gr Β (44° 33'04'' Β)

J

4,10 gr Δ (1° 21'08'' Δ)

49,50 gr Β (44° 33'04'' Β)

K

4,10 gr Δ (1° 21'08'' Δ)

49,60 gr Β (44° 38'28'' Β)

L

4,20 gr Δ (1° 26'32'' Δ)

49,60 gr Β (44° 38'28'' Β)

M

4,20 gr Δ (1° 26'32'' Δ)

49,70 gr Β (44° 43'52'' Β)

N

4,30 gr Δ (1° 31'56'' Δ)

49,70 gr Β (44° 43'52'' Β)

Οι ενδιαφερόμενες εταιρείες μπορούν να υποβάλουν σχετική αίτηση εντός προθεσμίας ενενήντα ημερών μετά την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται συνοπτικά στην «Ανακοίνωση σχετικά με την απόκτηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στη Γαλλία», η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C 374 της 30ής Δεκεμβρίου 1994, σ. 11 και επικυρώθηκε με το διάταγμα 95-427 της 19ης Απριλίου 1995 περί μεταλλευτικών δικαιωμάτων (Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας της 22ας Απριλίου 1995).

Για περισσότερες πληροφορίες, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται στην ακόλουθη διεύθυνση: Ministère de l'économie, des finances et de l'industrie (direction générale de l'énergie et des matières premières, direction des ressources énergétiques et minérales, bureau de la législation minière), 61, Boulevard Vincent Auriol, Télédoc 133, F-75703 Paris Cedex 13 [αριθ. τηλ.: (33) 144 97 02 30, τηλεομοιοτυπία: (33) 144 97 05 70].


(1)  ΕΕ L 164 της 30.6.1994, σ. 3.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/11


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση αριθ. COMP/M.3832 — MatlinPatterson L.P./Matussière & Forest)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(2005/C 144/05)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

1.

Στις 6 Ιουνίου 2005, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία επενδυτικά ταμεία, που ελέγχονται από την επιχείρηση MatlinPatterson L.P. («MatlinPatterson», ΗΠΑ), αποκτούν με την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου έλεγχο τμημάτων των στοιχείων ενεργητικού της επιχείρησης Matussière & Forest S.A. (από κοινού «Matussière Assets», Γαλλία) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την MatlinPatterson: επενδυτικός όμιλος ο οποίος επενδύει σε οικονομικά προβληματικές εταιρείες με στόχο τη διεύθυνση της διαδικασίας αναδιοργάνωσης,

για την Matussière Assets: κατασκευή και πώληση χαρτιού εκδόσεων.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.3832 — MatlinPatterson L.P./Matussière & Forest. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel.


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/12


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση αριθ. COMP/M.3763 — Carlsberg/DLG/Sejet JV)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(2005/C 144/06)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

1.

Στις 6 Ιουνίου 2005, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις Carlsberg A/S («Carlsberg», Δανία) και Dansk Landbrugs Grovvareselskab a.m.b.a. («DLG», Δανία) αποκτούν με την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου κοινό έλεγχο της εγκατεστημένης στη Δανία επιχείρησης Sejet Planteforaedling I/S («Sejet»), που επί του παρόντος ελέγχεται από την DLG, με αγορά στοιχείων του ενεργητικού.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Carlsberg: παραγωγή, πώληση, εμπορία και διανομή ζύθου και αναψυκτικών,

για την DLG: εταιρεία ειδών διατροφής που παρέχει κυρίως ζωοτροφές, σπόρους δημητριακών, λιπάσματα, προϊόντα φυτοπροστασίας, σε Δανούς αγρότες,

για την Sejet: γενετική βελτίωση φυτών για εμπορικούς σκοπούς, έρευνα και ανάπτυξη ποικιλιών σίτου, κριθής, βρώμης, σικάλεως τριτικάλ, κράμβης και αραβοσίτου για γεωργική χρήση.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.3763 — Carlsberg/DLG/Sejet JV. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel.


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/13


Έρευνες της Επιτροπής στους κλάδους του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου

(2005/C 144/07)

Στις 13 Ιουνίου 2005, η Επιτροπή αποφάσισε να διεξαγάγει έρευνες δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 [υποθέσεις COMP/39172 και COMP/39173] στους ακόλουθους κλάδους της οικονομίας: ηλεκτρισμός και φυσικό αέριο. Η συμβουλευτική επιτροπή διατύπωσε την ευνοϊκή της γνώμη. Για ενημερωτικούς σκοπούς, το κείμενο της απόφασης διατίθεται στον επίσημο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/13


Έλεγχοι της Επιτροπής στους κλάδους της λιανικής τραπεζικής και της ασφάλισης επιχειρήσεων

(2005/C 144/08)

Στις 13 Ιουνίου 2005, η Επιτροπή αποφάσισε να διεξαγάγει έρευνες δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 [υποθέσεις COMP/39190 και COMP/39191] στους ακόλουθους κλάδους της οικονομίας: λιανική τραπεζική και ασφάλιση επιχειρήσεων. Η συμβουλευτική επιτροπή διατύπωσε την ευνοϊκή της γνώμη. Για ενημερωτικούς σκοπούς, το κείμενο της απόφασης διατίθεται στον επίσημο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού.


Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/14


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 31ης Μαΐου 2005

κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί κοινοτικών στατιστικών για τη διάρθρωση και τη δραστηριότητα των αλλοδαπών θυγατρικών [COM(2005) 88 τελικό]

(CON/2005/16)

(2005/C 144/09)

1.

Στις 6 Απριλίου 2005 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διατυπώσει γνώμη σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί κοινοτικών στατιστικών για τη διάρθρωση και τη δραστηριότητα των αλλοδαπών θυγατρικών (εφεξής «προτεινόμενος κανονισμός»).

2.

Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ να διατυπώσει τη γνώμη της βασίζεται στο άρθρο 105 παράγραφος 4, πρώτη περίπτωση, της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 17.5, πρώτη περίοδος, του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

3.

Σκοπός του σχεδίου κανονισμού είναι η θέσπιση κοινού πλαισίου για τη συστηματική παραγωγή κοινοτικών στατιστικών όσον αφορά τη διάρθρωση και τη δραστηριότητα των αλλοδαπών θυγατρικών. Αφενός, υπό το πλαίσιο αυτό τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν στοιχεία για τις αλλοδαπές θυγατρικές που είναι μόνιμοι κάτοικοι της δηλούσας χώρας, αλλά ελέγχονται από αλλοδαπή θεσμική μονάδα. Το παράρτημα I του προτεινόμενου κανονισμού καθορίζει μία κοινή ενότητα για τις εν λόγω στατιστικές εισαγωγής σχετικά με τις αλλοδαπές θυγατρικές (εφεξής «FATS εισαγωγής»). Αφετέρου, η υποβολή στοιχείων για τις αλλοδαπές θυγατρικές που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι της δηλούσας χώρας, αλλά ελέγχονται από θεσμική μονάδα μόνιμο κάτοικο της δηλούσας χώρας, είναι σήμερα προαιρετική και θα υπαχθεί σε πιλοτικές μελέτες τις οποίες πρόκειται να διεξαγάγουν ορισμένα κράτη μέλη το αργότερο εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του προτεινόμενου κανονισμού. Το παράρτημα II του προτεινόμενου κανονισμού καθορίζει μία κοινή ενότητα για τις εν λόγω στατιστικές εξαγωγής σχετικά με τις αλλοδαπές θυγατρικές (εφεξής «FATS εξαγωγής»).

4.

Η ΕΚΤ εκφράζει τη σύμφωνη γνώμη της για τον προτεινόμενο κανονισμό. Με τη θέσπιση κοινού πλαισίου, ο προτεινόμενος κανονισμός αναμένεται ότι θα βελτιώσει το συγκρίσιμο των στοιχείων για τις αλλοδαπές θυγατρικές στην ΕΕ, καθιστώντας τα με αυτόν τον τρόπο προσφορότερα για τους σκοπούς της παραγωγής συγκεντρωτικών μεγεθών σε επίπεδο ΕΕ ή/και ζώνης του ευρώ, καθώς και περισσότερο αξιόπιστα για κάθε χρήστη. Σήμερα, τα στοιχεία για τις αλλοδαπές θυγατρικές (συνήθως οι FATS εισαγωγής) καταρτίζονται από τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και (συνήθως οι FATS εξαγωγής) από τις κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών. Οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι κατάρτισης συνάδουν με τον προτεινόμενο κανονισμό και τα εν λόγω στοιχεία αναμένεται ότι θα συνδράμουν την ΕΚΤ στην αξιολόγηση των οικονομικών εξελίξεων που άπτονται της δραστηριότητας των μεγάλων εταιρειών και των αλλοδαπών θυγατρικών τους εντός και εκτός της ζώνης του ευρώ. Ειδικότερα, τα στοιχεία αυτά θεωρούνται πολύτιμα για την παρακολούθηση των τάσεων του εμπορίου εντός της ζώνης του ευρώ και της διαδικασίας καθορισμού των τιμών, καθώς επίσης και για την κατανόηση της οικονομικής επίδρασης των άμεσων ξένων επενδύσεων, για παράδειγμα, στην ανταγωνιστικότητα ή την απασχόληση.

5.

Στο πλαίσιο αυτό η ΕΚΤ λαμβάνει την ευκαιρία να σχολιάσει συγκεκριμένες διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού. Η ΕΚΤ παρατηρεί ότι ο προτεινόμενος κανονισμός δεν εισάγει άμεση υποχρέωση παροχής FATS εξαγωγής. Η αξιολόγηση των πορισμάτων των πιλοτικών μελετών που πρόκειται να διεξαχθούν σε ορισμένα κράτη μέλη δεν θα καταστεί δυνατή πριν από την παρέλευση τριετίας. Η ΕΚΤ εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι, παρ' όλο που οι ροές δεδομένων που παρέχονται για τις στατιστικές του ισοζυγίου πληρωμών στο παράρτημα Ι, τμήμα 2 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 184/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Ιανουαρίου 2005 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το ισοζύγιο πληρωμών, το διεθνές εμπόριο υπηρεσιών και τις άμεσες ξένες επενδύσεις (1) προβλέπουν διακριτές κατηγορίες για τα αγαθά και τις υπηρεσίες, παρόμοια διάκριση για τα αγαθά και τις υπηρεσίες δεν περιέχεται στον προτεινόμενο κανονισμό. Εάν δεν υπάρξει διάκριση στην κατηγοριοποίηση των δεδομένων αυτών, η αξία τους για τους σκοπούς της ανάλυσης θα μειωθεί, καθιστώντας δυσχερέστερη τη σύγκρισή τους με τα δεδομένα που δημοσιεύονται στις χώρες που αποτελούν τους βασικούς αντισυμβαλλόμενους της ζώνης του ευρώ.

6.

Ένα άλλο ζήτημα είναι η προθεσμία των 20 μηνών από τη λήξη του έτους αναφοράς, που προβλέπεται στο παράρτημα Ι, τμήμα 5 του προτεινόμενου κανονισμού, εντός της οποίας τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τις FATS εισαγωγής. Αυτή φαίνεται πως αποτελεί τη μέγιστη δυνατή προθεσμία για τη διασφάλιση της τακτικής αξιολόγησης των οικονομικών εξελίξεων που άπτονται των (συχνών) μεταβολών στη διάρθρωση των μεγάλων εταιρειών και στον αριθμό, το μέγεθος και το πεδίο της οικονομικής δραστηριότητας των θυγατρικών τους. Συνεπώς, η ΕΚΤ παροτρύνει το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατόπιν αξιολόγησης πιλοτικών μελετών, να εξετάσουν τη δυνατότητα μεσοπρόθεσμης σύντμησης της προτεινόμενης προθεσμίας, τουλάχιστον όσον αφορά τα συγκεντρωτικά δεδομένα (π.χ. «Επίπεδο 1», κατά τους όρους του προτεινόμενου κανονισμού). Αυτό θα την εναρμόνιζε με το χρονικό πλαίσιο υποβολής συγκεντρωτικών δεδομένων για τις άμεσες ξένες επενδύσεις κατά τους όρους του κανονισμού (EΚ) αριθ. 184/2005, ο οποίος προβλέπει προθεσμία εννέα μηνών.

7.

Κατόπιν λεπτομερέστερης αξιολόγησης των παραρτημάτων I έως III του προτεινόμενου κανονισμού, η ΕΚΤ παρατηρεί ότι το παράρτημα Ι, τμήμα 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 184/2005, υπό τον τίτλο «Επίπεδα γεωγραφικής κατανομής», περιλαμβάνει, πέραν των λοιπών στοιχείων που ανάγονται στην ΕΕ, και ένα πρόσθετο στοιχείο με την ονομασία «U4 Εκτός ζώνης ευρώ». Η ΕΚΤ θεωρεί ότι για την παραγωγή του συγκεντρωτικού μεγέθους της ζώνης του ευρώ θα ήταν χρήσιμο να συμπεριληφθεί παρόμοια μνεία «Εκτός ζώνης ευρώ» στο παράρτημα III του προτεινόμενου κανονισμού, ως πρόσθετο επίπεδο γεωγραφικής κατανομής υπό τον τίτλο «Επίπεδο 1». Τέλος, η αιτιολογική έκθεση αναφέρεται σε «ΕΕ-15» (ενίοτε δε και σε «κράτη μέλη της ΕΕ15»). Αντ' αυτών, η ΕΚΤ προτείνει ότι η εν λόγω αιτιολογική έκθεση θα πρέπει να αναφέρεται στη σημερινή «ΕΕ-25» ή στα «κράτη μέλη της ΕΕ25».

Φρανκφούρτη, 31 Μαΐου 2005.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 35 της 8.2.2005, σ. 23.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/16


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 3ης Ιουνίου 2005

κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος [COM(2005) 155 τελικό]

(CON/2005/17)

(2005/C 144/10)

1.

Στις 3 Μαΐου 2005 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διατυπώσει γνώμη σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (εφεξής «προτεινόμενος κανονισμός»).

2.

Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ να διατυπώσει τη γνώμη της βασίζεται στο άρθρο 104 παράγραφος 14, δεύτερο εδάφιο, της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 17.5, πρώτη περίοδος, του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

3.

Οι υγιείς δημοσιονομικές πολιτικές είναι θεμελιώδεις παράγοντες για την επιτυχία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ). Αποτελούν προαπαιτούμενα της μακροοικονομικής σταθερότητας, της ανάπτυξης και συνοχής στη ζώνη του ευρώ. Το δημοσιονομικό πλαίσιο που καθιερώνεται στη συνθήκη και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της ΟΝΕ και, ως εκ τούτου, βασικό στοιχείο διαμόρφωσης προσδοκιών δημοσιονομικής πειθαρχίας. Το πλαίσιο αυτό, το οποίο είναι βασισμένο σε κανόνες και σκοπεί στη διασφάλιση της διατηρησιμότητας των δημόσιων οικονομικών και, παράλληλα, της δυνατότητας εξομάλυνσης των διακυμάνσεων της παραγωγής μέσω της λειτουργίας αυτόματων σταθεροποιητών, πρέπει να παραμείνει σαφές, απλό και εκτελεστό. Η συμμόρφωση με τις αρχές αυτές θα διευκολύνει εξάλλου τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση στην εφαρμογή του πλαισίου.

4.

Σκοπός του προτεινόμενου κανονισμού είναι να λάβει υπόψη τις μεταβολές στην εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι οποίες συνομολογήθηκαν από το Συμβούλιο (Ecofin) στις 20 Μαρτίου 2005. Ο προτεινόμενος κανονισμός αφορά την εφαρμογή της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ). Αποβλέπει στη διασφάλιση υγιών δημοσιονομικών πολιτικών παρέχοντας κίνητρα υπέρ της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Αν και η ΕΚΤ δεν θεωρεί αναγκαίο να διατυπώσει γνώμη για τις συγκεκριμένες διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού, επαναλαμβάνει ότι η ΔΥΕ, ως εχέγγυο κατά των μη διατηρήσιμων δημόσιων οικονομικών, πρέπει να είναι και αξιόπιστη και αποτελεσματική, τηρώντας ένα αυστηρό χρονικό πλαίσιο. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η ΕΚΤ τίθεται υπέρ μίας όσο το δυνατό πιο περιορισμένης τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (1). Μία αυστηρή και συνεπής εφαρμογή της ΔΥΕ θα συνέτεινε σε συνετές δημοσιονομικές πολιτικές.

Φρανκφούρτη, 3 Ιουνίου 2005.

Ο πρόεδρος της EΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.


14.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/17


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 3ης Ιουνίου 2005

κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής θέσης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών [COM(2005) 154 τελικό]

(CON/2005/18)

(2005/C 144/11)

1.

Στις 3 Μαΐου 2005 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διατυπώσει γνώμη σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής θέσης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (εφεξής «προτεινόμενος κανονισμός»).

2.

Ο προτεινόμενος κανονισμός βασίζεται στο άρθρο 99 παράγραφος 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Αν και η εν λόγω διάταξη δεν προβλέπει ρητά διαβούλευση με την ΕΚΤ, η εποπτεία της δημσιονομικής θέσης, καθώς και η εποπτεία και ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών, αφορούν τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, πρωταρχικό στόχο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών. Ως εκ τούτου, η αρμοδιότητα της ΕΚΤ να διατυπώσει τη γνώμη της βασίζεται στο άρθρο 105 παράγραφος 4, πρώτη περίπτωση, της συνθήκης. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 17.5, πρώτη περίοδος, του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

3.

Οι υγιείς δημοσιονομικές πολιτικές είναι θεμελιώδεις παράγοντες για την επιτυχία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ). Αποτελούν προαπαιτούμενα της μακροοικονομικής σταθερότητας, της ανάπτυξης και συνοχής στη ζώνη του ευρώ. Το δημοσιονομικό πλαίσιο που καθιερώνεται στη συνθήκη και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της ΟΝΕ και, ως εκ τούτου, βασικό στοιχείο διαμόρφωσης προσδοκιών δημοσιονομικής πειθαρχίας. Το πλαίσιο αυτό, το οποίο είναι βασισμένο σε κανόνες και σκοπεί στη διασφάλιση της διατηρησιμότητας των δημόσιων οικονομικών και, παράλληλα, της δυνατότητας εξομάλυνσης των διακυμάνσεων της παραγωγής μέσω της λειτουργίας αυτόματων σταθεροποιητών, πρέπει να παραμείνει σαφές, απλό και εκτελεστό. Η συμμόρφωση με τις αρχές αυτές θα διευκολύνει εξάλλου τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση στην εφαρμογή του πλαισίου.

4.

Σκοπός του προτεινόμενου κανονισμού είναι να λάβει υπόψη τις μεταβολές στην εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι οποίες συνομολογήθηκαν από το Συμβούλιο (Ecofin) στις 20 Μαρτίου 2005. Ο προτεινόμενος κανονισμός αφορά τη διαδικασία εποπτείας και τον καθορισμό μεσοπρόθεσμων στόχων για τις δημσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών. Αν και η ΕΚΤ δεν θεωρεί αναγκαίο να διατυπώσει γνώμη για τις συγκεκριμένες διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού, εγκρίνει το στόχο που συνίσταται στη βελτίωση της εποπτείας και του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών προς επίτευξη και διατήρηση μεσοπρόθεσμων στόχων που διασφαλίζουν τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Μία αυστηρή και συνεπής εφαρμογή των διαδικασιών εποπτείας θα συνέτεινε σε συνετές δημοσιονομικές πολιτικές.

Φρανκφούρτη, 3 Ιουνίου 2005.

Ο πρόεδρος της EΚΤ

Jean-Claude TRICHET