Κώδικας δεοντολογίας σχετικά με τη συμπληρωματικότητα και τον καταμερισμό της εργασίας στην αναπτυξιακή πολιτική

Αποσκοπώντας στη βελτίωση της άσκησης της πολιτικής συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), η Επιτροπή προτείνει έναν προαιρετικό κώδικα δεοντολογίας για μια καλύτερη κατανομή των εργασιών μεταξύ των χορηγών βοήθειας της ΕΕ στις αναπτυσσόμενες χώρες. Ο κώδικας βασίζεται σε έντεκα αρχές που στοχεύουν στη μείωση των διοικητικών διατυπώσεων, τη χρήση των πόρων εκεί που είναι περισσότερο απαραίτητοι, τη συγκέντρωση της ενίσχυσης και την κατανομή των εργασιών ώστε να παρασχεθεί μεγαλύτερη, αποτελεσματικότερη και ταχύτερη ενίσχυση.

ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 28ης Φεβρουαρίου 2007, με τίτλο «Κώδικας δεοντολογίας της ΕΕ για τον καταμερισμό της εργασίας στην αναπτυξιακή πολιτική» [COM(2007) 72 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

ΣΥΝΟΨΗ

Η παρούσα ανακοίνωση προτείνει έναν κώδικα δεοντολογίας που στοχεύει στην ενίσχυση της συμπληρωματικότητας και του καταμερισμού της εργασίας μεταξύ χρηματοδοτών της ΕΕ (Ένωση και κράτη μέλη) στις αναπτυσσόμενες χώρες. Ο κώδικας δεοντολογίας εκδόθηκε στις 15 Μαΐου 2007 από το Συμβούλιο «Γενικές υποθέσεις και εξωτερικές σχέσεις» και τους εκπροσώπους των κυβερνήσεων των κρατών μελών στο πλαίσιο του Συμβουλίου. Με την ευκαιρία αυτή, το Συμβούλιο τροποποίησε ορισμένα σημεία της πρότασης της Επιτροπής, προσθέτοντας ιδίως μια ενδέκατη αρχή στις δέκα προταθείσες αρχές.

Συμβαίνει συχνά οι χρηματοδότες να επικεντρώνονται στις ίδιες χώρες και στους ίδιους τομείς. Η κατάσταση αυτή συνεπάγεται διοικητικές δαπάνες και υψηλό κόστος συναλλαγής στις δικαιούχες χώρες, διασκορπίζει τον πολιτικό διάλογο, μειώνει τη διαφάνεια και αυξάνει τον κίνδυνο διαφθοράς. Αντίθετα, ορισμένες χώρες σχεδόν παραμελούνται από τους χρηματοδότες.

Ο κώδικας δεοντολογίας καθορίζει τις επιχειρησιακές αρχές της συμπληρωματικότητας στον τομέα της αναπτυξιακής συνεργασίας. Ελλείψει διεθνούς αναγνωρισμένου ορισμού της συμπληρωματικότητας, η Επιτροπή την ορίζει ως τον βέλτιστο καταμερισμό της εργασίας μεταξύ διαφόρων φορέων για την επίτευξη της βέλτιστης χρησιμοποίησης των ανθρώπινων και των οικονομικών πόρων. Αυτό συνεπάγεται ότι κάθε φορέας επικεντρώνει τη συνεργασία του στους τομείς όπου μπορεί να προσφέρει τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία, σε συνάρτηση με τους άλλους.

Ο κώδικας βασίζεται στις βέλτιστες πρακτικές που επιτεύχθηκαν επιτόπου και συντάχθηκε σε συνεργασία με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών. Βασίζεται στις αρχές που περιέχονται στη Διακήρυξη του Παρισιού σχετικά με την αποτελεσματικότητα της αναπτυξιακής ενίσχυσης (ίδια ευθύνη, ευθυγράμμιση, εναρμόνιση, διαχείριση εστιασμένη στα αποτελέσματα και αμοιβαία ευθύνη (DE) (EN) (ES) (FR)), καθώς και στους συμπληρωματικούς στόχους και στις αξίες που υπογραμμίστηκαν στην ευρωπαϊκή συναίνεση.

Ο κώδικας προτείνει γενικές κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζουν τις αρχές της συμπληρωματικότητας στην αναπτυξιακή ενίσχυση. Συγκεκριμένα, ο κώδικας αποτελείται από έντεκα κατευθυντήριες αρχές:

Η Επιτροπή εκτιμά ότι ο εν λόγω κώδικας δεοντολογίας θα επιτρέψει στην Ένωση να διαδραματίσει κινητήριο ρόλο στον τομέα της συμπληρωματικότητας και του καταμερισμού εργασίας στο πλαίσιο της διεθνούς διαδικασίας εναρμόνισης και ευθυγράμμισης (Διακήρυξη του Παρισιού).

Η επιτυχία της εφαρμογής θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το ρόλο των αντιπροσωπειών της Επιτροπής και των επιτόπου εκπροσώπων των κρατών μελών. Εξάλλου, η εφαρμογή του θα αποτελέσει αντικείμενο ετήσιας παρακολούθησης που θα βασίζεται σε δειγματοληψία των ενδιαφερόμενων χωρών, έναν αναθεωρημένο Άτλαντα των χορηγών της ΕΕ και την έκθεση για την ανάπτυξη.

Ο κώδικας δεοντολογίας είναι ένα εξελικτικό έγγραφο που θα αποτελέσει αντικείμενο περιοδικών επανεξετάσεωνβάσει των διδαγμάτων που θα εξαχθούν από την εφαρμογή και την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων.

Πλαίσιο

Η προώθηση και ο καταμερισμός της εργασίας στην αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ δεν αποτελεί νέο στόχο. Από το 1995 έως το 1999, το Συμβούλιο είχε ήδη εκδώσει αποφάσεις σχετικά με τη συμπληρωματικότητα μεταξύ της κοινοτικής πολιτικής συνεργασίας για την ανάπτυξη και των πολιτικών των κρατών μελών. Στη συνέχεια, η δήλωση του Νοεμβρίου 2000 σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική αποτελούσε απόπειρα για την επίτευξη επιχειρησιακής συμπληρωματικότητας μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, βάσει των ζωνών προστιθέμενης αξίας της κοινοτικής παρέμβασης. Πάντως, η προσέγγιση αυτή δημιούργησε πολιτικές και επιχειρησιακές δυσχέρειες. Το 2004, η ΕΕ αποφάσισε να εκπονήσει μια επιχειρησιακή στρατηγική προς τη συμπληρωματικότητα, αποτέλεσμα της οποίας είναι η παρούσα ανακοίνωση. Εξάλλου, η δέσμευση αυτή προς μια καλύτερη συμπληρωματικότητα κατέστη βασικό στοιχείο της ευρωπαϊκής συναίνεσης και του σχεδίου δράσης για την αποτελεσματικότητα της ενίσχυσης.

Λέξεις-κλειδιά της πράξης

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 27.10.2011