Γενικοί προσανατολισμοί των οικονομικών πολιτικών (1999)

1) ΣΤΟΧΟΣ

Εξασφάλιση υψηλής και συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας μέσω μίας συνολικής και συνεπούς στρατηγικής, που συνεπάγεται υγιείς μακροοικονομικές πολιτικές καθώς και πολιτικές που βελτιώνουν την ικανότητα προσαρμογής.

2) ΠΡΑΞΗ

Σύσταση του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Κοινότητας [Επίσημη Εφημερίδα L 217 της 17.8.1999].

3) ΣΥΝΟΨΗ

Η εισαγωγή του ευρώ, την 1η Ιανουαρίου 1999, αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Βέβαια θα πρέπει, ταυτοχρόνως, να αντιμετωπισθούν οι νέες προκλήσεις, αφού η οικονομική και κοινωνική κατάσταση κάθε κράτους μέλους θα επηρεάζεται όλο και περισσότερο από την εξέλιξη των οικονομικών συνθηκών και των οικονομικών πολιτικών στα συμμετέχοντα στο ευρώ κράτη μέλη. Η βιώσιμη επιτυχία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης απαιτεί πειθαρχία από μέρους όλων των παραγόντων της οικονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων και των κοινωνικών εταίρων, καθώς επίσης και εμβάθυνση και ενίσχυση του πολιτικού συντονισμού. Έχει καθορισθεί ένα νέο θεσμικό πλαίσιο ευνοϊκό για την ανάπτυξη, την απασχόληση και τη σταθερότητα των τιμών, όπως επίσης και ενισχυμένα μέσα εποπτείας και συντονισμού. Δεν απομένει, πλέον, παρά η ορθή εφαρμογή τους.

Από το καλοκαίρι του 1998, η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας παρουσιάζει επιβράδυνση που οφείλεται στην παγκόσμια κρίση. Η οικονομική δραστηριότητα, στηριζόμενη σε υγιή οικονομικά θεμέλια και σε οικονομικές πολιτικές κατάλληλες να δημιουργήσουν εμπιστοσύνη, θα είναι σύντομα σε θέση να ξαναβρεί το δυναμισμό της και να επιταχυνθεί ακόμη για να υπερβεί το 2000 το ποσοστό ανάπτυξης που δυνάμει έχει, και τούτο σε ένα πλαίσιο χαμηλού πληθωρισμού. Σε ό,τι αφορά το επίπεδο ανεργίας, παρόλο που το ποσοστό απασχόλησης παραμένει αρκετά χαμηλό, ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας εντάθηκε, με αποτέλεσμα το 1998 το ποσοστό ανεργίας να πέσει κάτω του 10%. Οι χώρες που βελτίωσαν τις επιδόσεις τους είναι εκείνες που μαζί με τις υγιείς μακροοικονομικές πολιτικές τους επέφεραν και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη των κλάδων της οικονομίας που βασίζονται στις προηγμένες τεχνολογίες, είναι αναγκαίες οι επενδύσεις σε διαρθρωτικά έργα και στην επαγγελματική κατάρτιση.

Η μεσοπρόθεσμη υλοποίηση οικονομικής ανάπτυξης καθώς και υψηλού και βιώσιμου επιπέδου απασχόλησης θα επιτευχθεί μέσω συνολικής και συνεπούς στρατηγικής που θα περιέχει τρία στοιχεία:

Όλοι οι φορείς της οικονομικής πολιτικής είναι συνυπεύθυνοι για τη στρατηγική που θα επιτρέψει μία ανάπτυξη αυτοσυντηρούμενη, αντιπληθωριστική και στηριζόμενη σε επενδύσεις. Όλοι οι φορείς οφείλουν να επαγρυπνούν ώστε η ΕΕ να επωφελείται από κατάλληλη εξέλιξη των μισθών, υγιών δημοσίων οικονομικών, οικονομικών μεταρρυθμίσεων και σταθεροποιητικής νομισματικής πολιτικής. Το ευρωπαϊκό σύμφωνο για την απασχόληση () καθορίζει τη διαδικασία μέσω της οποίας όλοι οι πολιτικοί φορείς θα ξεκινήσουν διάλογο που θα επιτρέψει την επίτευξη του κύριου κοινωνικού και οικονομικού στόχου της Ένωσης, δηλαδή υψηλό επίπεδο απασχόλησης σε ένα πλαίσιο ισχυρής και βιώσιμης μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Είναι βέβαιο ότι για ένα τέτοιου είδους σχέδιο είναι απαραίτητος ο συντονισμός τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι επίσης απαραίτητη η ενίσχυση του διαλόγου μεταξύ της Επιτροπής, του Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και των κοινωνικών εταίρων.

Ένα συνδυασμός καταλλήλων οικονομικών πολιτικών που να ευνοούν την ανάπτυξη, την απασχόληση και τη σταθερότητα στη ζώνη του ευρώ θα πρέπει να συνεπάγεται δεσμεύσεις σχετικά με τις πολιτικές προϋπολογισμού, την εξέλιξη των μισθών και τις διαρθρωτικές πολιτικές. Πρέπει να συνεχισθεί η πρόοδος που επετεύχθη στον τομέα της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Τούτο, θα δημιουργήσει το απαραίτητο περιθώριο ασφαλείας για την αντιμετώπιση τυχόν δυσμενούς συγκυρίας, θα καταστήσει τους προϋπολογισμούς λιγότερο ευάλωτους στις αυξήσεις των επιτοκίων, θα επιτρέψει στις δημόσιες δαπάνες και στη φορολογία να ευνοήσουν περισσότερο την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, και θα βοηθήσει τις χώρες να προετοιμαστούν έναντι των μακροπρόθεσμων δημοσιονομικών προκλήσεων που θα προέρχονται από τη γήρανση του πληθυσμού. Άρα τα κράτη οφείλουν να:

Τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στο ευρώ οφείλουν κατά την προετοιμασία ένταξης στο ευρώ να διεξάγουν κατά τέτοιο τρόπο τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική τους ώστε να διατηρήσουν ή/και να βελτιώσουν τη σύγκλισή τους σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό και τη δημοσιονομική τους κατάσταση. Η Ελλάδα και η Δανία οφείλουν να τηρήσουν απολύτως το κριτήριο της συναλλαγματικής ισοτιμίας δεδομένου ότι συμμετέχουν στο νέο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ II).

Η ζώνη του ευρώ οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες της σε παγκόσμια κλίμακα, οφείλει να εκφράζεται με μία φωνή και να εκπροσωπείται αποτελεσματικά.

Σε ό,τι αφορά την οικονομική κατάσταση κάθε κράτους μέλους χωριστά, πρέπει να επισημανθούν τα αδύνατα σημεία και να αναζητηθούν οι κατάλληλες μακροοικονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές για την αντιμετώπισή τους. Η κατάσταση σε κάθε κράτος μέλος έχει ως εξής:

Το 1999, η ανάπτυξη της βελγικής οικονομίας θα επιβραδυνθεί για να ξαναβρεί έτσι τον κανονικό ρυθμό της που θα επιτρέψει όμως μείωση της ανεργίας.

Το 1999, η ανάπτυξη της δανικής οικονομίας πιθανώς να επιβραδυνθεί, η οικονομική δραστηριότητα είναι κοντά στο ανώτατο όριο των δυνατοτήτων της και βρίσκεται υπό την επήρεια των αντικυκλικών δημοσιονομικών μέτρων που έλαβε η κεντρική διοίκηση. Η ανεργία προβλέπεται να σταθεροποιηθεί στα σημερινά επίπεδα.

Η γερμανική οικονομία παρουσιάζει σημαντική επιβράδυνση. Τούτο εξηγείται από το γεγονός ότι είναι πιο ευαίσθητη στη μέτρια συγκυρία του διεθνούς εμπορίου, καθώς και από διάφορους καθαρά εθνικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα η χαμηλή δραστηριότητα του οικοδομικού κλάδου. Αυτή η κατάσταση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εν εξελίξει πτώση της ανεργίας.

Η ελληνική οικονομία παρουσίασε τα τελευταία χρόνια μία δυναμική ανάπτυξη και εάν υπάρξει το 1999 κάποια επιβράδυνση, αυτή θα είναι μάλλον περιορισμένη. Η ανεργία προβλέπεται να μειωθεί βαθμιαία.

Η ανάπτυξη της ισπανικής οικονομίας θα πρέπει να συνεχισθεί, παρά την ενδεχόμενη ελαφρά επιβράδυνση σε σχέση με τα προηγούμενα έτη. Το ποσοστό ανεργίας θα συνεχίσει την καθοδική του πορεία, πλην όμως συνεχίζει να είναι πολύ υψηλό.

Το 1999, η γαλλική ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί και θα πλησιάσει τον κανονικό ρυθμό της. Η πτώση της ανεργίας θα πρέπει να συνεχισθεί, όμως με πιο χαμηλό ρυθμό.

Η ταχεία ανάπτυξη της ιρλανδικής οικονομίας θα πρέπει να συνεχισθεί κατά το 1999, όμως με ρυθμό λιγότερο υψηλό από εκείνον των δύο τελευταίων ετών. Η ανεργία θα συνεχίσει να μειώνεται με ταχύ ρυθμό.

Η ιταλική οικονομική ανάπτυξη δεν είναι σημαντική, η εσωτερική και εξωτερική ζήτηση παραμένουν ισχνές και δεν έχει ακόμα υπάρξει σημαντική μείωση της ανεργίας.

Στο Λουξεμβούργο, η δραστηριότητα κατά το 1999 είχε ρυθμό χαμηλότερο από ό,τι κατά το 1998. Το επίπεδο απασχόλησης είναι πολύ υψηλό.

Στις Κάτω Χώρες, ύστερα από πολλά έτη υψηλής ανάπτυξης, η οικονομία επιβραδύνεται κατά το 1999. Το ποσοστό ανεργίας, που είναι ήδη πολύ χαμηλό, πιθανόν να μειωθεί ακόμη περισσότερο.

Η κατάσταση στην Αυστρία είναι ανάλογη με εκείνη στις Κάτω Χώρες.

Η πορτογαλική οικονομική ανάπτυξη θα αντιμετωπίσει επιβράδυνση, παραμένοντας ωστόσο στα συνήθη επίπεδα και θα επιτρέψει νέα μείωση της ανεργίας.

Το 1999, παρά την επιβράδυνση της φινλανδικής οικονομίας, η ανεργία θα συνεχίσει να μειώνεται.

Η κατάσταση στη Σουηδία είναι ανάλογη με εκείνη της Φινλανδίας.

Το Ηνωμένο Βασίλειο θα έχει, κατά το 1999, μείωση της ανάπτυξης η οποία θα συνοδευθεί από σταδιακή αύξηση της ανεργίας.

Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, οι προσπάθειες που άρχισαν τα κράτη μέλη με την ευκαιρία του συμφώνου σταθερότητας απέδωσαν θετικά στην περίπτωση της Δανίας, της Ιρλανδίας και της Σουηδίας. Αντιθέτως, τα περισσότερα κράτη μέλη (Βέλγιο, Γερμανία, Ελλάς, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία) οφείλουν να επαγρυπνούν όσον αφορά τη δημοσιονομική τους πολιτική . Οι υπόλοιπες χώρες οφείλουν να επιμείνουν στον συστηματικό έλεγχο των δαπανών τους για να διαφυλάξουν τη συνολική ισορροπία των δημοσίων οικονομικών τους. Οι πρώτες ενδείξεις γήρανσης του πληθυσμού αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους σε ορισμένα κράτη μέλη (Φινλανδία), γεγονός που απαιτεί προσαρμογή των κοινωνικών δαπανών που αφορούν τις συντάξεις.

Η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που αφορούν την κοινή αγορά φαίνεται να παρουσιάζει δυσχέρειες στα περισσότερα κράτη μέλη (Βέλγιο, Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Αυστρία, Πορτογαλία και Ηνωμένο Βασίλειο). Πολλά κράτη μέλη φαίνεται να διστάζουν μπροστά στην πλήρη απελευθέρωση ορισμένων τομέων όπως οι τηλεπικοινωνίες, οι μεταφορές, τα ταχυδρομεία, η ενέργεια. Οι προσπάθειές τους πρέπει να συνεχισθούν και να εντατικοποιηθούν.

Στη Γερμανία, Ελλάδα, Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία, Πορτογαλία και Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό. Τα κράτη μέλη είναι τα μόνα αρμόδια να εκσυγχρονίσουν τον κρατικό τους μηχανισμό ο οποίος αποτελεί τροχοπέδη στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων.

Ορισμένα κράτη μέλη (Ισπανία, Λουξεμβούργο, Πορτογαλία, Ιταλία, Ιρλανδία, Γαλλία) οφείλουν ακόμη να προσαρμόσουν την εθνική τους νομοθεσία στο κοινοτικό δίκαιο περί ανταγωνισμού.

Σε ό,τι αφορά το επίπεδο απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει να επιδείξει τα πιο ενθαρρυντικά αποτελέσματα, γεγονός που οφείλεται σε μία ιδιαίτερα ευέλικτη πολιτική απασχόλησης. Στο Βέλγιο, Ελλάδα, Γαλλία, Ιταλία το ποσοστό απασχόλησης είναι πολύ χαμηλό, στη δε Ισπανία ακόμη πιο χαμηλό. Είναι απαραίτητη η δημιουργία προγραμμάτων επιμόρφωσης των ανέργων μακράς διαρκείας για την επανένταξή τους στον επαγγελματικό βίο. Αυτές οι προσπάθειες πρέπει να συνοδεύονται από ελαφρύνσεις της φορολογίας εισοδήματος, που θα αποτελέσουν το κίνητρο για την ένταξη των ανέργων στον επαγγελματικό βίο.

4) μετρα εφαρμογης

5) μεταγενεστερες εργασιες

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 25.10.2002