Η ανταγωνιστικότητα των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις
Οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις απασχολούσαν περίπου 55 εκατ. εργαζομένους το 2001, δηλαδή σχεδόν το 55% της συνολικής απασχόλησης στην οικονομία της αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αποτελώντας έτσι μακράν την κυριότερη πηγή νέων θέσεων εργασίας στην ΕΕ. Ωστόσο, από την παρούσα ανακοίνωση προκύπτει ότι ο τομέας παρουσιάζει σημαντική υστέρηση σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας που παρατηρείται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το γεγονός αυτό θα αποτελέσει απειλή για το μέλλον της απασχόλησης στην Ευρώπη. Η μετεγκατάσταση θέσεων εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ασία κινδυνεύει να γίνει πραγματικότητα, αν οι πολιτικές αρχές δεν ασχοληθούν έγκαιρα με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις στην ΕΕ.
ΠΡΑΞΗ
Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Η ανταγωνιστικότητα των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις και η συμβολή τους στις επιδόσεις των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων [COM(2003) 747 τελικό - δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].
ΣΥΝΟΨΗ
Η παρούσα ανακοίνωση περιλαμβάνει οικονομική ανάλυση του ρόλου των υπηρεσιών στην ευρωπαϊκή οικονομία και εξετάζει την ανταγωνιστικότητά τους, επιχειρώντας να αντικατοπτρίσει τη σημασία τους για την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στο σύνολό της και να υπογραμμίσει τη δέσμευση της Επιτροπής να βελτιώσει τις συνθήκες-πλαίσια εντός των οποίων λειτουργούν οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις.
Οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις
Οι υπηρεσίες για τις επιχειρήσεις περιλαμβάνουν τις υπηρεσίες εντατικής γνώσης που παρέχονται σε επιχειρήσεις, όπως η παροχή συμβουλών στον τομέα της τεχνολογίας της πληροφορίας (ΤΠ), η παροχή συμβουλών διαχείρισης, η διαφήμιση και η επαγγελματική κατάρτιση, καθώς και οι λειτουργικές υπηρεσίες που περιλαμβάνουν υπηρεσίες όπως ο βιομηχανικός καθαρισμός, οι υπηρεσίες ασφαλείας και οι υπηρεσίες γραμματείας. Ο τομέας των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις δεν δημιουργεί μόνο τις περισσότερες θέσεις εργασίας, αλλά είναι και ο τομέας που παράγει τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για την οικονομία σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο μακροοικονομικό τομέα. Διαθέτει το μεγαλύτερο δυναμικό ανάπτυξης, δημιουργεί περισσότερες νέες επιχειρήσεις από οποιονδήποτε άλλο τομέα, και αποτελεί τη βάση της οικονομίας της γνώσης.
Η ανάπτυξη των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις αποδίδεται συνήθως στη μεταφορά θέσεων εργασίας από τη μεταποιητική βιομηχανία προς τις υπηρεσίες λόγω της υπεργολαβικής ανάθεσης δραστηριοτήτων που προηγουμένως εκτελούνταν ενδοεταιρικά. Ωστόσο, οι λόγοι της ανάπτυξης είναι πολύ πιο σύνθετοι. Άλλοι σημαντικοί παράγοντες είναι η μετεξέλιξη των συστημάτων παραγωγής, η αυξημένη ευελιξία, ο εντονότερος ανταγωνισμός στις διεθνείς αγορές, ο αυξανόμενος ρόλος των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ), καθώς και η γνώση και η ανάδυση νέων τύπων υπηρεσιών. Για την Ευρώπη, η οποία επιδιώκει να γίνει μέχρι το 2010 η πιο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης σε παγκόσμιο επίπεδο (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας, Μάρτιος 2000), οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ωστόσο, ο τομέας των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις παρουσιάζει σημαντική υστέρηση στην Ευρώπη σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας που έχει σημειωθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τούτο θα αποτελέσει απειλή για το μέλλον της απασχόλησης στην Ευρώπη. Υπάρχει κίνδυνος η μετεγκατάσταση θέσεων εργασίας του τομέα των υπηρεσιών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ασία να γίνει πραγματικότητα, αν οι πολιτικές αρχές δεν ασχοληθούν έγκαιρα με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις στην ΕΕ. Σε μια οικονομία της γνώσης, οι προκλήσεις αυτές συνίστανται στη δυνατότητα διατήρησης της ανταγωνιστικότητας, και τούτο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις επενδύσεις στην ΤΠ και στην έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α). Δυστυχώς, από την άποψη αυτή, η ΕΕ παρουσιάζει σημαντική υστέρηση σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες: οι συνολικές δαπάνες για την ΤΠ στην ΕΕ ανήλθαν στο 4,2% του ΑΕγχΠ το 2001, έναντι 5,3% στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι μέσες δαπάνες για Ε&Α στην ΕΕ ανήλθαν στο 13% -με έντονες διακυμάνσεις μεταξύ των κρατών μελών- έναντι 34% στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αποτέλεσμα των ανωτέρω είναι ότι, παρά το σημαντικό μερίδιο που καταλαμβάνουν οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις (26%) στις διεθνείς συναλλαγές υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις (εξαγωγές + εισαγωγές) -έναντι 18% για τις Ηνωμένες Πολιτείες-, σε απόλυτες τιμές το συνολικό καθαρό υπόλοιπο των Ηνωμένων Πολιτειών είναι διπλάσιο από της ΕΕ (35 δισ. ευρώ έναντι 17 δισ. ευρώ) και εμφανίζει σαφώς καλύτερα ποσοστά κάλυψης εξαγωγών/εισαγωγών (124% έναντι 108%). Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η ΕΕ είναι σημαντικός εισαγωγέας υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα μικρό μόνο καθαρό πλεόνασμα. Το θετικό καθαρό υπόλοιπο δημιουργείται από τα σχετικά σημαντικά πλεονάσματα των χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών υπηρεσιών, των υπηρεσιών μεταφορών και ΤΠ, ενώ ορισμένες επιχειρηματικές υπηρεσίες έντασης γνώσης (νομικές, λογιστικές, διαχειριστικές υπηρεσίες, διαφήμιση και έρευνα αγοράς) και τα δικαιώματα εκμετάλλευσης παρουσιάζουν σημαντικό έλλειμμα.
Μεταξύ προκλήσεων και πολιτικών προτεραιοτήτων
Για να μπορούν να είναι ανταγωνιστικές στη διεθνή αγορά, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις πρέπει να λειτουργούν υπό συνθήκες ικανές να ανταποκριθούν στις τρέχουσες προκλήσεις της παγκόσμιας αγοράς. Έτσι, η παρούσα ανακοίνωση προσδιορίζει κατ' αρχάς στα πέντε σημεία που ακολουθούν τις κυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν στην ΕΕ οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις:
- η ολοκλήρωση των αγορών και ο ανταγωνισμός στις αγορές των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις δεν χαρακτηρίζονται από τον αναγκαίο δυναμισμό για να εξασφαλιστεί και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητά τους·
- οι αναγκαίες για την παραγωγή εισροές (προσόντα του εργατικού δυναμικού, ενσωμάτωση των ΤΠΕ και κεφάλαιο) είναι ελλειμματικές από πλευράς τόσο ποιότητας όσο και ποσότητας·
- τα αποτελέσματα των εταιρειών παροχής υπηρεσιών σε επιχειρήσεις δεν είναι αρκετά διαφανή (πρότυπα), αποτιμώμενα (καταγραφή των άυλων στοιχείων του ενεργητικού) ή τεκμηριωμένα (ποιότητα)·
- η παροχή και η χρήση υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις είναι περιορισμένη στις λιγότερες ανεπτυγμένες περιφέρειες, γεγονός που θίγει κυρίως τις ΜΜΕ και τις διαδικασίες σύγκλισης·
- οι γνώσεις για τον τομέα και τις αγορές είναι ελλιπείς, γεγονός που παρεμποδίζει τη λήψη αποφάσεων από τις επιχειρήσεις και τους αρμόδιους για τη χάραξη πολιτικής.
Για καθεμιά από αυτές τις πέντε προκλήσεις, η παρούσα ανακοίνωση καθορίζει μια σειρά δράσεων προς υλοποίηση. Έχοντας υπόψη τον ανεπαρκή δυναμισμό της αγοράς υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις όσον αφορά την ολοκλήρωση των αγορών και τον ανταγωνισμό, για παράδειγμα, προτείνει τα εξής:
-
εξάλειψη των εμποδίων στο εμπόριο υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά και στις διεθνείς συναλλαγές. Η εξάλειψη των νομικών και διοικητικών εμποδίων στις διασυνοριακές συναλλαγές και επενδύσεις στην ΕΕ επιταχύνθηκε κατόπιν της οδηγίας σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, της οδηγίας περί κοινοποίησης (98/34) και της ελευθέρωσης των διεθνών συναλλαγών στις υπηρεσίες προς επιχειρήσεις (βλ. οδηγία «Υπηρεσίες»). Η μείωση αν όχι η εξάλειψη των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών και λοιπών εμποδίων που αναχαιτίζουν την πλήρη ολοκλήρωση των αγορών υπηρεσιών στην Ευρώπη μπορεί να επιτευχθεί χάρη στην προώθηση συμπληρωματικών μέτρων, όπως η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, των δικτύων, των δεξιοτήτων, των κοινών προτύπων ποιότητας ή της καινοτομίας·
-
αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις. Η ανταγωνιστικότητα των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις μπορεί να επιτευχθεί μόνο στο πλαίσιο ανταγωνιστικών αγορών. Η εισαγωγή του ανταγωνισμού σε ορισμένους τομείς υπηρεσιών όπως οι τηλεπικοινωνίες και οι εναέριες μεταφορές αύξησε τον αριθμό των επιχειρήσεων που λειτουργούν σε συνθήκες αγοράς, γεγονός που μείωσε τις τιμές, βελτίωσε την ποιότητα και τόνωσε την απασχόληση και το φάσμα των παρεχόμενων υπηρεσιών·
-
εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης. Η ανταγωνιστικότητα πολλών υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις συνδέεται στενά με τις επιδόσεις της δημόσιας διοίκησης. Ωστόσο, πολλές υπηρεσίες που παραδοσιακά παρέχονταν από δημόσιες αρχές μπορούν επίσης να παρασχεθούν από επιχειρήσεις. Ειδικότερα, η ανάπτυξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και η ορθή διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της ιδιωτικής χρηματοδότησης, μπορούν να οδηγήσουν σε καλύτερη συνεργασία μεταξύ των δημόσιων και των ιδιωτικών φορέων προς όφελος των χρηστών και των παρόχων αυτών των υπηρεσιών. Επομένως, πρέπει να ενθαρρυνθούν οι εταιρικές σχέσεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΕΣΔΙ), γεγονός που θα επέτρεπε την αύξηση της αποτελεσματικότητας και τη μείωση του κόστους για τους χρήστες χάρη στα αποτελέσματα της ανταγωνιστικής πίεσης.
Όσον αφορά τις ποιοτικές και ποσοτικές ελλείψεις των εισροών της παραγωγής (προσόντα του εργατικού δυναμικού, ενσωμάτωση των ΤΠΕ και κεφάλαιο), η παρούσα ανακοίνωση προτείνει τα εξής:
- εξασφάλιση της συνεχούς μάθησης και της επικαιροποίησης των δεξιοτήτων. Η μετάβαση στην οικονομία της γνώσης προϋποθέτει την ύπαρξη ενός εργατικού δυναμικού με δεξιότητες κατάλληλες για την εξέλιξη αυτή, γεγονός που εξασφαλίζει την απασχολησιμότητά του και οδηγεί έτσι σε καλύτερο συνδυασμό μεταξύ της προστασίας της απασχόλησης και της ευελιξίας της αγοράς εργασίας (για παράδειγμα, μερική απασχόληση, τηλεργασία). Επιπλέον, κατ' αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται η κινητικότητα του εργατικού δυναμικού και καθίσταται δυνατή η εξάλειψη του χάσματος δεξιοτήτων, ιδίως σε τομείς όπως η πληροφορική και άλλες υπηρεσίες εντάσεως γνώσης. Πρέπει να υλοποιηθούν μέτρα πολιτικής σχετικά με τα προσόντα του εργατικού δυναμικού στην ΕΕ για να αποφευχθεί η μετεγκατάσταση θέσεων εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών, όπως έγινε στη μεταποιητική βιομηχανία·
-
στήριξη της ενσωμάτωσης των ΤΠΕ στις επιχειρηματικές διαδικασίες. Όλες οι επιχειρήσεις του τομέα των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις, ιδίως δε οι ΜΜΕ, πρέπει να αξιοποιήσουν πλήρως το δυναμικό των ΤΠΕ για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Η εξέλιξη αυτή έχει ήδη παρατηρηθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου σημειώθηκε μεγαλύτερη αύξηση της παραγωγικότητας στους τομείς που χρησιμοποιούν τις ΤΠΕ, αλλά και στους τομείς που τις παράγουν. Ωστόσο, στην Ευρώπη, οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούν τις ΤΠΕ παρουσίασαν χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητάς τους τα τελευταία χρόνια. Θα πρέπει να αυξηθεί και να βελτιωθεί η ενσωμάτωση των ΤΠΕ στις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τις εν λόγω τεχνολογίες·
-
προώθηση της Ε&Α και της καινοτομίας στις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις. Ορισμένες από τις πιο καινοτόμες εταιρείες της Ευρώπης δραστηριοποιούνται στον τομέα των υπηρεσιών, αλλά το συνολικό επίπεδο Ε&Α στον εν λόγω τομέα είναι εν γένει χαμηλό και εν πολλοίς υπολείπεται σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι πρωτοβουλίες στον τομέα της καινοτομίας πρέπει να προωθούν ταυτόχρονα ειδικές δράσεις προσανατολισμένες προς δραστηριότητες υπηρεσιών (για παράδειγμα, ρόλος της καινοτομίας στις οργανωτικές υπηρεσίες) και την ενεργότερη συμμετοχή των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών στα προγράμματα Ε&Α. Η συμμετοχή των εταιρειών παροχής υπηρεσιών στα εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα Ε&Α πρέπει να ενισχυθεί, ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν τα ιδιαίτερα προβλήματα και οι ιδιαίτερες ανάγκες τους. Ο στόχος της ΕΕ να αφιερώσει το 3% του ΑΕγχΠ στην έρευνα και ανάπτυξη θα επιτευχθεί ευκολότερα αν ο τομέας των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, αντίστοιχο προς τη γενική οικονομική του βαρύτητα.
Η παρούσα ανακοίνωση διαπιστώνει επίσης ότι τα αποτελέσματα των εταιρειών παροχής υπηρεσιών σε επιχειρήσεις δεν είναι αρκετά διαφανή (πρότυπα), αποτιμώμενα (καταγραφή των άυλων στοιχείων του ενεργητικού) ή τεκμηριωμένα (ποιότητα). Έτσι, προτείνει τις ακόλουθες δράσεις:
-
εθελοντική εφαρμογή προτύπων. Τα εθελοντικά πρότυπα επιτρέπουν στο χρήστη να συγκρίνει τα προϊόντα και τις τιμές, με αποτέλεσμα τη διασφάλιση του ανταγωνισμού και της αποτελεσματικότητας της αγοράς. Η ύπαρξη προτύπων ωφελεί τους παρόχους υπηρεσιών, επιτρέποντάς τους να επικεντρωθούν στην εσωτερική διαδικασία παραγωγής υπηρεσιών και να πραγματοποιήσουν ορισμένες οικονομίες κλίμακας. Η προβολή της συμμόρφωσής τους με τα πρότυπα τους επιτρέπει επίσης να ενισχύσουν την παρουσία και τη θέση τους στην αγορά. Η Επιτροπή θα προωθήσει την εφαρμογή εθελοντικών προτύπων από τους παρόχους υπηρεσιών, όπως το έπραξε και για τα προϊόντα της μεταποιητικής βιομηχανίας·
-
εφαρμογή ενιαίας μεθόδου λογιστικής καταγραφής των άυλων στοιχείων του ενεργητικού. Η βελτίωση της παραγωγικότητας των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις επενδύσεις σε άυλα στοιχεία, όπως η κατάρτιση, η διαχείριση των σχέσεων με τους πελάτες, η φήμη του σήματος, η εσωτερική οργάνωση, οι επενδύσεις σε λογισμικό και οι ΤΠΕ. Οι επιχειρήσεις έχουν αποκτήσει πλέον σημαντική εμπειρία στη χρησιμοποίηση διαφόρων προαιρετικών κατευθυντήριων γραμμών για τη λογιστική καταγραφή του πνευματικού κεφαλαίου και άλλων μορφών άυλων στοιχείων του ενεργητικού. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις προσπάθειες, σχεδιάζει να καθορίσει μια ενιαία μέθοδο λογιστικής καταγραφής των άυλων στοιχείων του ενεργητικού·
-
εφαρμογή δεικτών ποιότητας. Μια κοινωνία της γνώσης δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστική χωρίς υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Ομοίως, σε διεθνή κλίμακα, οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες πρέπει να είναι έτοιμες να ανταγωνιστούν σε επίπεδο ποιότητας, καθότι οι χώρες στις οποίες επικρατούν χαμηλοί μισθοί (οι ασιατικές χώρες, για παράδειγμα) είναι συνήθως σε καλύτερη θέση όσον αφορά τον ανταγωνισμό σε επίπεδο κόστους. Ωστόσο, η Επιτροπή ενθαρρύνει και υποστηρίζει την εφαρμογή δεικτών ποιότητας και προωθεί τις βέλτιστες πρακτικές υπηρεσιών.
Έχοντας υπόψη ότι η παροχή και η χρησιμοποίηση υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις είναι περιορισμένη στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες, η παρούσα ανακοίνωση επισημαίνει την ανάγκη να ενταχθούν σε μεγαλύτερο βαθμό οι υπηρεσίες στην πολιτική περιφερειακής ανάπτυξης. Η ανάπτυξη περιφερειακών αγορών για τις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη διαδικασία κάλυψης της καθυστέρησης των λιγότερο ευνοημένων ευρωπαϊκών περιφερειών. Οι υπηρεσίες αυτές μπορούν επίσης να συμβάλουν στη δημιουργία ενός ανταγωνιστικότερου περιφερειακού περιβάλλοντος, προσελκύοντας έτσι ξένες επενδύσεις.
Τέλος, προκειμένου να διευκολυνθεί η λήψη αποφάσεων από τις επιχειρήσεις και τους αρμόδιους για τη χάραξη πολιτικής, η παρούσα ανακοίνωση προτείνει να βελτιωθεί το επίπεδο πληροφόρησης και οικονομικής ανάλυσης, ιδίως μέσω της βελτίωσης των στατιστικών για τις υπηρεσίες. Η βελτίωση των γνώσεων και της στατιστικής κάλυψης των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις αποτελεί βασικό μέσο για την καθοδήγηση όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων από τους διευθυντές επιχειρήσεων, τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, καθώς και για την παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά την υλοποίηση των τομέων πολιτικής δράσης που περιγράφονται στην παρούσα ανακοίνωση.
Δημιουργία συνεκτικού πλαισίου πολιτικής
Οι προκλήσεις που εντοπίζονται στην ανάλυση πρέπει να αντιμετωπιστούν επειγόντως, διότι διαφορετικά ο ευρωπαϊκός τομέας υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις διατρέχει τον κίνδυνο απώλειας αγορών. Στις αρχές του 2004, η Επιτροπή δημιούργησε ένα ευρωπαϊκό φόρουμ για τις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις (DE) (EN) (FR), στο οποίο συμμετέχουν τα κοινοτικά θεσμικά όργανα, εκπρόσωποι των κρατών μελών, επαγγελματικές οργανώσεις, εκπρόσωποι των εργαζομένων, ερευνητικά ιδρύματα και άλλοι ενδιαφερόμενοι φορείς του επιχειρηματικού κόσμου.
Βασικά αριθμητικά στοιχεία
- Οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις αποτελούν τον σημαντικότερο τομέα της οικονομίας, καθότι απασχολούσαν περίπου 55 εκατ. εργαζομένους το 2001 - δηλαδή σχεδόν το 55% της συνολικής απασχόλησης στην οικονομία της αγοράς της ΕΕ.
- Ο τομέας των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις (εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών) αντιστοιχούσε στο 53% της συνολικής απασχόλησης στην οικονομία της αγοράς της ΕΕ το 2000, ενώ το ποσοστό της βιομηχανίας ανέρχεται σε 29% (δηλαδή η βιομηχανία απασχολεί περίπου 29 εκατ. εργαζομένους). Ο τομέας χαρακτηρίζεται από δυναμισμό: από τις πλέον του ενός εκατομμυρίου νέες επιχειρήσεις που συστάθηκαν το 2000 στα 10 κράτη μέλη για τα οποία υπάρχουν στοιχεία, το 66% όλων των νεοσύστατων επιχειρήσεων δημιουργήθηκε στον τομέα των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις.
- Οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις κατέχουν εξέχουσα θέση στις Κάτω Χώρες (65%) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (61%). Οι χώρες στις οποίες παρατηρείται ο λιγότερο εξέχων ρόλος των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις - από την άποψη της απασχόλησης - είναι η Πορτογαλία (45%), η Γερμανία (46%) και η Ιταλία (48%).
- Κατά μέσον όρο, η συνολική προστιθέμενη αξία που δημιουργείται από τις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις αντιστοιχούσε, το 2001, στο 54% έναντι 34% για τη μεταποιητική βιομηχανία. Το ποσοστό της προστιθέμενης αξίας παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών μελών, καθότι οι υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις αναλογούν σε 61% στις Κάτω Χώρες και σε 60% στο Ηνωμένο Βασίλειο, έναντι 44% στη Φινλανδία και 48% στη Γερμανία.
- Ο τομέας των υπηρεσιών χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό πολύ μικρών επιχειρήσεων (επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 10 εργαζομένους). Οι επιχειρήσεις αυτές καλύπτουν το 33% της συνολικής απασχόλησης στον τομέα των υπηρεσιών στην ΕΕ έναντι 18% για τη μεταποιητική βιομηχανία. Στις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις κυριαρχούν στο διανεμητικό εμπόριο (38%). Από την άλλη πλευρά, παρόμοιο ποσοστό απασχόλησης καλύπτεται στις μεγάλες επιχειρήσεις από τις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις (33%), έναντι 30% στη μεταποιητική βιομηχανία. Οι μεταφορές και οι επικοινωνίες χαρακτηρίζονται από υψηλό ποσοστό θέσεων εργασίας σε μεγάλες επιχειρήσεις (57%).
See also
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις, συμβουλευθείτε την ιστοσελίδα της Γενικής Διεύθυνσης Επιχειρήσεων (EN).
Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 19.12.2007