Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρπωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο - γενική έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του ταμείου εγγύησης /* COM/2003/0604 τελικό */
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ - γενική έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του ταμείου εγγύησης ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ 1. Εισαγωγή 2. Ο Μηχανισμός του Ταμείου Εγγύησης και οι κύριες μεταβολές που υπέστη κατά την περίοδο 1998-2002 2.1 Οι στόχοι 2.2 Κύρια χαρακτηριστικά 2.2.1 Κύρια χαρακτηριστικά των εγγυήσεων που παρέχονται στην ΕΤΕπ 2.2.2 Δανειοληπτικές/δανειοδοτικές πράξεις που καλύπτονται από το Ταμείο 2.2.3 Ποσοστό καταβολής του Ταμείου Εγγύησης 3. Εξέλιξη και Επιδόσεις του Ταμείου Εγγύησης κατά την περίοδο 1998-2002 3.1 Προστασία που παρέχει το Ταμείο έναντι απρόβλεπτων προσφυγών σε πιστώσεις του προϋπολογισμού σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων 3.2 Δημοσιονομική πειθαρχία 4. Επίπτωση της διεύρυνσης στο Ταμείο Εγγύησης 5. ΟΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΕΓΓΥΗΣΗΣ 5.1 Το ποσό-στόχος και η ικανότητα του Ταμείου να εγγυάται δάνεια 5.2 Όροι και προϋποθέσεις των κοινοτικών εγγυήσεων προς την ΕΤΕπ 6. ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Παράρτημα 1: Ανάλυση των ανεξόφλητων ποσών κατά χώρα σύμφωνα με την κάλυψη κινδύνου (ως είχε την 31η Δεκεμβρίου 2002). Παράρτημα 2: Ανεξόφλητα ποσά εγγυημένων δανείων της ΕΤΕπ που έχουν συναφθεί με απόσβεση κατά την περίοδο 2003-2006. Παράρτημα 3: Tο Ταμείο κατά την περίοδο 2002-2006 βάσει των ισχυουσών παραμέτρων. Παράρτημα 4: Ανεξόφλητες οφειλές από δάνεια της ΕΤΕπ που έχουν συναφθεί υπέρ των 10 νέων κρατών μελών. Παράρτημα 5: Θεωρητικές υποθέσεις βασιζόμενες στις παραμέτρους ποσοστών καταβολής και εγγυήσεων. Παράρτημα 6: Χρησιμοποίηση του αποθεματικού στο πλαίσιο των δημοσιονομικών προοπτικών 2000-2006. Παράρτημα 7: Ανάλυση των ανεξόφλητων ποσών κατά χώρα (Βουλγαρία, Ρουμανία και Τουρκία) σύμφωνα με την κάλυψη κινδύνου (ως είχε την 31η Δεκεμβρίου 2002). Παράρτημα 8: Ιστορικά στοιχεία για τις διαφορές μεταξύ των προβλέψεων της ΕΤΕπ και των συναφθέντων δανείων. Παράρτημα 9: Χρηματοπιστωτικές ροές από και προς το Ταμείο. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ Ο κανονισμός αριθ. 1149/1999 της 25ης Μαΐου 1999 επιτάσσει να εκπονηθεί γενική έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του Ταμείου Εγγύησης (στο εξής "Ταμείο") το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου 2006 ή κατά τη σύναψη της πρώτης συμφωνίας προσχώρησης με τα νέα κράτη μέλη. Συνεπώς, η παρούσα έκθεση καλύπτει την περίοδο 1998-2002. Το Ταμείο συνέχισε, κατά την περίοδο 1998-2002, να εκπληρώνει τους κύριους στόχους του δημιουργώντας ένα δίχτυ ρευστότητας που προστατεύει τον κοινοτικό προϋπολογισμό από την αθέτηση των υποχρεώσεων εξόφλησης εγγυημένων δανείων και ως μηχανισμός δημιουργίας ενός δημοσιονομικού πλαισίου για τις κοινοτικές εγγυήσεις που καλύπτουν τις πράξεις εξωτερικού δανεισμού της Επιτροπής και της ΕΤΕπ. Οι περιπτώσεις αθέτησης των υποχρεώσεων εξόφλησης ήταν μέχρι σήμερα λίγες. Tο Ταμείο καλύπτει εγγυημένα δάνεια και εγγυήσεις δανείων προς τρίτες χώρες. Η επερχόμενη προσχώρηση 10 χωρών στην ΕΕ το 2004 θα επηρεάσει το Ταμείο, εφόσον πολλές από αυτές τις χώρες έχουν λάβει δάνεια από την ΕΤΕπ με εγγύηση του προϋπολογισμού της ΕΕ. Μόλις οι εν λόγω χώρες προσχωρήσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα εγγυημένα δάνεια προς αυτές δεν θα καλύπτονται πλέον από το ποσό-στόχο του Ταμείου. Οι ίδιες οι εγγυήσεις θα συνεχίσουν να υφίστανται, αλλά ο κίνδυνος των ανεξόφλητων ποσών θα βαρύνει πλέον απευθείας τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Η ίδια κατάσταση θα παρουσιαστεί σε περίπτωση νέων προσχωρήσεων. Η Επιτροπή προτείνει την τροποποίηση του κανονισμού, προκειμένου να θεσπιστούν κανόνες για την αντιμετώπιση όλων των ανάλογων καταστάσεων. Επί τη βάσει των τρεχουσών προβλέψεων για τις πράξεις εγγυημένων δανείων και της προτεινόμενης αναθεώρησης της γενικής δανειοδοτικής εντολής της ΕΤΕπ η οποία εκτίθεται στην ενδιάμεση ανασκόπηση της Επιτροπής [1], δεν κρίθηκε ότι υπάρχει άμεση ανάγκη μεταβολής των παραμέτρων του Ταμείου. [1] Eνδιάμεση ανασκόπηση της εντολής εξωτερικού δανεισμού της ΕΤΕπ συμφώνως προς την απόφαση 2000/24/EΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1999, όπως τροποποιήθηκε. Η Επιτροπή, εντούτοις, μελετά την εισαγωγή ορισμένων τεχνικών βελτιώσεων στις διαδικασίες καταβολής του Ταμείου, προκειμένου να διευκολυνθεί περαιτέρω η λειτουργία του. Οι βελτιώσεις αυτές δεν θα απαιτήσουν αλλαγές στον κανονισμό. 1. Εισαγωγη Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2728/94 του Συμβουλίου της 31ης Οκτωβρίου 1994 (στο εξής "κανονισμός") ίδρυσε Ταμείο Εγγύησης (στο εξής "Ταμείο") για τις εξωτερικές δράσεις, με στόχο την εξόφληση των πιστωτών της Κοινότητας σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων του οφειλέτη δανείου που έχει χορηγήσει ή εγγυηθεί η Κοινότητα. Η πρώτη ανασκόπηση της λειτουργίας του Ταμείου πραγματοποιήθηκε το 1998, συμφώνως προς το άρθρο 9 του κανονισμού, το οποίο έτασσε ότι "η Επιτροπή υποβάλλει, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1998, γενική έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του Ταμείου". Ο κανονισμός αριθ. 1149/1999 της 25ης Μαΐου 1999 [2] τροποποίησε το άρθρο 9, το οποίο τάσσει πλέον ότι πρέπει να εκπονηθεί νέα έκθεση το αργότερο πριν την 31η Δεκεμβρίου 2006 ή κατά τη σύναψη της πρώτης συμφωνίας προσχώρησης με τα νέα κράτη μέλη. Ενόψει της υπογραφής συμφωνίας προσχώρησης 10 κρατών στις 16 Απριλίου 2003, η παρούσα έκθεση αναλύει: [2] Άρθρο 1 παρ. 4 του κανονισμού 1149/1999: "Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο γενικές εκθέσεις σχετικά με τη λειτουργία του Ταμείου, τόσο κατά τη σύναψη της πρώτης συμφωνίας προσχώρησης με τα αιτούντα κράτη, όσο και πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2006. Εφόσον χρειασθεί, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο τις δέουσες προτάσεις για την τροποποίηση των παραμέτρων του Ταμείου." - Τη λειτουργία του Ταμείου Η Επιτροπή παρουσιάζει συνοπτική ανάλυση, υπό το φως της εμπειρίας που αποκτήθηκε κατά την περίοδο 1998-2002, των αποτελεσμάτων τα οποία επέτυχε το Ταμείο σε σύγκριση με τους στόχους που είχε θέσει. Το κεφάλαιο αυτό καλύπτει την περιγραφή και ανάλυση των κυριότερων χαρακτηριστικών του Ταμείου, όπως υποχρεώσεις, αθετήσεις υποχρεώσεων τις οποίες κάλυψε το Ταμείο και χρηματοδότησή του. - Τις επιπτώσεις της διεύρυνσης Αναλύονται οι επιπτώσεις της προσχώρησης 10 νέων κρατών μελών την 1η Μαΐου 2004 για το Ταμείο. Η έκθεση εξετάζει την κάλυψη του κινδύνου επί των ανεξόφλητων δανείων τα οποία έχει εγγυηθεί η ΕΚ για τις εν λόγω χώρες και τη φύση των υποχρεώσεων που θα βαρύνουν τον προϋπολογισμό της ΕΕ μετά την προσχώρηση. Η Επιτροπή υποβάλλει χωριστή πρόταση τροποποίησης του κανονισμού για την ίδρυση του Ταμείου, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η νέα αυτή κατάσταση και η επίπτωση μελλοντικών προσχωρήσεων για το Ταμείο. - Tην αξιολόγηση των παραμέτρων του Ταμείου [3] [3] Κανονισμός αριθ. 1149/1999 άρθρο 1 παράγραφος 4. Η αξιολόγηση διενεργείται υπό το φως της εμπειρίας που έχει αποκτηθεί μέχρι σήμερα με τη λειτουργία του Ταμείου και τον προβλεπόμενο όγκο του επιπρόσθετου δανεισμού που πρόκειται να καλυφθεί από εγγύηση της ΕΕ έως τα τέλη 2006. - Tεχνικές βελτιώσεις της λειτουργίας του Ταμείου Η έκθεση σκιαγραφεί τις τεχνικές αλλαγές που μελετώνται για τη βελτίωση της λειτουργίας του Ταμείου χωρίς να τροποποιηθεί κάποια από τις παραμέτρους του. Τα παραρτήματα της παρούσας έκθεσης περιέχουν χρηματοπιστωτικά στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα του Ταμείου κατά την περίοδο 1998-2002 και παρουσιάζουν προσομοιώσεις για την εξέλιξη του Ταμείου κατά την περίοδο 2002-2006. 2. Ο Μηχανισμοσ του Ταμειου Εγγυησησ και οι κυριεσ μεταβολεσ που υπεστη κατα την περιοδο 1998-2002 2.1 Οι στόχοι Στόχος του Ταμείου και του συναφούς Αποθεματικού Εγγύησης, τα οποία δημιουργήθηκαν σε μια εποχή όπου οι εγγυήσεις για δάνεια προς χώρες μη μέλη αυξάνοντο ταχύτατα, ήταν: - να παράσχουν στην Κοινότητα ένα μέσο προστασίας του κοινοτικού προϋπολογισμού έναντι των συνεπειών προσφυγής κοινοτικές εγγυήσεις. Συνεπώς, μία κύρια λειτουργία του Ταμείου είναι να παρέχει ένα προστατευτικό δίχτυ ρευστότητας ώστε να αποφεύγεται η προσφυγή στον κοινοτικό προϋπολογισμό κάθε φορά που ανακύπτει αθέτηση υποχρέωσης ή καθυστέρηση εξόφλησης εγγυημένου δανείου· - να δημιουργήσουν ένα όργανο δημοσιονομικής πειθαρχίας με τη θέσπιση ενός χρηματοδοτικού πλαισίου για την ανάπτυξη της κοινοτικής πολιτικής σχετικά με τις εγγυήσεις για τα δάνεια που χορηγεί η Επιτροπή και η ΕΤΕπ σε χώρες μη μέλη. 2.2 Κύρια χαρακτηριστικά Ο μηχανισμός του Ταμείου Εγγύησης καλύπτει τα δάνεια προς τρίτες χώρες μέσω τριών πολύ διαφορετικών μηχανισμών: εγγυήσεων για τα εξωτερικά δάνεια που χορηγεί η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), για τα εξωτερικά δάνεια που χορηγεί η Ευρατόμ και για τα δάνεια μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής (ΜΧΣ) της ΕΕ προς τρίτες χώρες. 2.2.1 Κύρια χαρακτηριστικά των εγγυήσεων που παρέχονται στην ΕΤΕπ Οι δανειακές εγγυήσεις παρέχονται υπέρ δανείων που χορηγεί σε τρίτες χώρες η ΕΤΕπ. Εάν ο λήπτης εγγυημένου δανείου δεν προβεί σε οφειλόμενη πληρωμή την ημερομηνία που καθίσταται απαιτητή, η ΕΤΕπ ζητά από την Κοινότητα να καταβάλει τα ποσά που οφείλει ο υπερήμερος οφειλέτης, συμφώνως προς την αντίστοιχη σύμβαση εγγύησης. Τα ποσά πρέπει να καταβάλλονται στην ΕΤΕπ εντός τριών μηνών από τη λήψη της σχετικής αίτησης. Η ΕΤΕπ αναζητά πάντα δεύτερο δημόσιο ή ιδιώτη εγγυητή επιπλέον της κοινοτικής εγγύησης και υποχρεούται να ενεργοποιήσει τις εν λόγω εγγυήσεις τρίτων πριν εκπέσει η εγγύηση της ΕΕ (για περισσότερες λεπτομέρειες όσον αφορά τον τύπο των εγγυήσεων, βλ. κατωτέρω, σημείο 4.). Από την έναρξη ισχύος του κανονισμού, το Ταμείο παρέχει τη ρευστότητα για τη διενέργεια πληρωμών προς την ΕΤΕπ στο πλαίσιο των αθετήσεων δανειακών υποχρεώσεων. Στις 20 και στις 22 Ιανουαρίου 1999, συνήφθη συμφωνία υλοποίησης μεταξύ της Κοινότητας και της ΕΤΕπ για τον καθορισμό των διαδικασιών πληρωμής και εξόφλησης σε σχέση με τις κοινοτικές εγγυήσεις προς την ΕΤΕπ. 2.2.2 Δανειοληπτικές/δανειοδοτικές πράξεις που καλύπτονται από το Ταμείο Σε αυτόν τον τύπο πράξεων που καλύπτονται από το Ταμείο, η Κοινότητα δανείζεται από τη χρηματαγορά και δανείζει περαιτέρω το προϊόν του δανείου (με το ίδιο επιτόκιο και τους ίδιους όρους) σε χώρες μη μέλη (μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή ΜΧΣ) ή σε εταιρείες (Ευρατόμ). Η αποπληρωμή του δανείου είναι προγραμματισμένη ώστε να συμπίπτει με την αποπληρωμή των δανειακών οφειλών της Κοινότητας. Αν ο δανειολήπτης καθυστερήσει μια καταβολή, η Επιτροπή πρέπει να αντλήσει από τους πόρους της για να εξοφλήσει εμπροθέσμως τη δανειακή οφειλή της. Τα κονδύλια που απαιτούνται για την πληρωμή της εγγύησης επί του προϋπολογισμού σε περίπτωση καθυστέρησης εκ μέρους του λήπτη δανείου που έχει χορηγήσει η Επιτροπή συγκεντρώνονται ως εξής: α) το απαιτούμενο ποσό μπορεί να ληφθεί προσωρινά από τα διαθέσιμα, συμφώνως προς το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1150/2000 του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 94/728/EΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων της Κοινότητας. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται ούτως ώστε η Κοινότητα να μπορεί να εξοφλήσει αμέσως τη δανειακή οφειλή κατά την προγραμματισμένη ημερομηνία, ακόμα και σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης εκ μέρους του δανειολήπτη· β) αν η καθυστέρηση υπερβαίνει τους τρεις μήνες από την ημερομηνία που η οφειλή κατέστη απαιτητή, η Επιτροπή καλύπτει την αθέτηση υποχρέωσης από τους πόρους του Ταμείου· γ) εάν, παρ' ελπίδα, το Ταμείο Εγγύησης δεν διαθέτει επαρκείς πόρους, ο κανονισμός αριθ. 1150/2000 του Συμβουλίου προβλέπει διαδικασία μεταφοράς ώστε να τροφοδοτηθεί ο προϋπολογισμός με τις πιστώσεις που απαιτούνται για την κάλυψη της αθέτησης. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, χρησιμοποιούνται πρώτα τυχόν διαθέσιμα του αποθεματικού εγγύησης (βλ. κατωτέρω). 2.2.3 Ποσοστό καταβολής του Ταμείου Εγγύησης Το συνολικό ετήσιο ύψος δανεισμού και εγγυήσεων περιορίζεται από το Αποθεματικό για δάνεια και εγγυήσεις δανείων υπέρ τρίτων χωρών (στο εξής "Αποθεματικό") για το ποσοστό καταβολής του Ταμείου Εγγύησης, παρόλο που τα ανώτατα όρια εξωτερικού δανεισμού εκ μέρους της ΕΤΕπ τίθενται από το Συμβούλιο και καλύπτουν αρκετά έτη χωρίς ετήσια ανώτατα όρια. Αν, κατόπιν των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου, με τις οποίες παρέχονται στην ΕΤΕπ οι εγγυήσεις, οι πόροι του Ταμείου καταστούν ανεπαρκείς, η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή θα είναι εκείνη που θα πρέπει να καλύψει την τυχόν κατάπτωση κοινοτικών εγγυήσεων υπέρ της ΕΤΕπ. Η Διοργανική Συμφωνία της 29ης Οκτωβρίου 1993 για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού, καθώς και η Διοργανική Συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999, προέβλεψαν την εγγραφή αποθεματικού για τις εγγυήσεις δανείων και τα εγγυημένα δάνεια προς χώρες μη μέλη στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το ετήσιο ύψος του Αποθεματικού εγγύησης καθορίζεται από τις δημοσιονομικές προοπτικές για την περίοδο 2000-2006 σε 200 εκατομ. ευρώ, σε τιμές 1999 [4]. [4] Οι όροι λογιστικής εγγραφής, χρήσης και χρηματοδότησης του αποθεματικού εγγύησης θεσπίζονται στις ακόλουθες αποφάσεις: Το ύψος του εν λόγω αποθεματικού και οι κανόνες του Ταμείου περιορίζουν την ικανότητα δανεισμού/εγγύησης σε περίπου 3 δις ευρώ ετησίως (αναλόγως με το ποσοστό εγγύησης). Κατ' αρχήν, κάθε φορά που αποφασίζεται η χορήγηση νέου δανείου ή εγγύησης δανείου, ένα ορισμένο κλάσμα του κεφαλαίου του εν λόγω δανείου ή εγγύησης πρέπει να καταβάλλεται από το αποθεματικό. Το ποσοστό καταβολής, μαζί με το ύψος του αποθεματικού, καθορίζει συνεπώς το συνολικό ποσό δυνητικού δανεισμού ή εγγυήσεων. Αν, για παράδειγμα, όλα τα δάνεια και οι εγγυήσεις έπρεπε να καταβάλλονται πλήρως και το ποσοστό καταβολής ήταν 10 τοις εκατό, ένα αποθεματικό ύψους 100 ευρώ θα περιόριζε την ικανότητα δανεισμού και εγγύησης σε 1000 ευρώ ετησίως. Στην πράξη, η κατάσταση περιπλέκεται από τη διαφορετική μεταχείριση των δανείων και των εγγυήσεων. Η βάση καταβολής διαφέρει ανάλογα με το εφαρμοστέο ποσοστό εγγύησης. Όλα τα δάνεια Ευρατόμ και ΜΧΣ είναι εγγυημένα μέχρι ποσοστού 100%, δηλ. το ποσοστό καταβολής εφαρμόζεται στο συνολικό ύψος του δανείου. Οι δανειακές εγγυήσεις που χορηγούνται στην ΕΤΕπ ποικίλλουν, ανάλογα με το δανειακό χαρτοφυλάκιο που αφορούν. Για κάθε δανειακό χαρτοφυλάκιο, η ΕΤΕπ λαμβάνει εγγύηση η οποία εκφράζεται ως ποσοστό του συνολικού χαρτοφυλακίου. Εντός κάθε χαρτοφυλακίου, τα μεμονωμένα δάνεια της ΕΤΕπ είναι de facto εγγυημένα μέχρι ποσοστού 100%, έως ότου καλυφθεί το γενικό ανώτατο όριο [5]. Για να προσδιοριστεί το ποσό που θα καλύψει το Ταμείο, ως πρώτο βήμα, το συνολικό ύψος των δανείων πολλαπλασιάζεται επί τα αντίστοιχα ποσοστά εγγύησης. Το γινόμενο αυτού του υπολογισμού πολλαπλασιάζεται στη συνέχεια με το ποσοστό καταβολής. [5] Λόγω του ιδιαίτερου κινδύνου, χορηγήθηκε στην ΕΤΕπ εγγύηση 100% στην περίπτωση της εντολής για την Ειδική Δράση Βαλτικής Ρωσίας. Παρόλο που κατά το παρελθόν, οι συνολικές δανειακές εγγυήσεις προς την ΕΤΕπ έφθαναν ποσοστά 75% και 70 %, στο πλαίσιο της τρέχουσας γενικής εντολής 2000-2007, η Κοινότητα εγγυάται μόνον το 65% του δανειακού πλαισίου της ΕΤΕπ για τρίτες χώρες. Κατά το παρελθόν, τα ποσά που καταβάλλοντο στο Ταμείο υπολογίζονταν με την εφαρμογή του ποσοστού καταβολής (14%) στη βάση υπολογισμού, όπως ορίστηκε ανωτέρω. Συμφώνως προς τα άρθρα 2 και 4 του ιδρυτικού κανονισμού του Ταμείου, το κεφάλαιο του Ταμείου καλύφθηκε με καταβολές από το γενικό προϋπολογισμό ίσες προς το 14% του κεφαλαίου των πράξεων, μέχρις επίτευξης του ποσού-στόχου. Δεδομένου ότι το ποσό-στόχος επετεύχθη στις 31 Δεκεμβρίου 1997, η Επιτροπή υπέβαλε, συμφώνως προς τον κανονισμό, προτάσεις αναθεώρησης του ποσοστού καταβολής. Οι προτάσεις αυτές περιέχονται στη γενική έκθεση για τη λειτουργία του Ταμείου την οποία συνέταξε η Επιτροπή κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 του κανονισμού (COM(1998) 168 τελικό της 18ης Μαρτίου 1998). Κατόπιν των εν λόγω προτάσεων, ο κανονισμός τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1149/1999 του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 1999, δυνάμει του οποίου το ποσοστό καταβολής του Ταμείου και το ποσό-στόχος καθορίστηκαν σε 9% από την 1η Ιανουαρίου 2000. Το ποσό-στόχος του Ταμείου συναρτάται προς το ύψος των ανεξόφλητων δανείων και εγγυήσεων δανείων που καλύπτονται από το Ταμείο μέχρι του ύψους του ενεργητικού του Ταμείου. Στο τέλος κάθε έτους, το ενεργητικό του Ταμείου συγκρίνεται με το ποσό-στόχο, το οποίο λαμβάνεται πολλαπλασιάζοντας το σύνολο των εγγυημένων δανείων και εγγυήσεων δανείων επί το ποσοστό-στόχο εγγύησης. Το υπερβάλλον επιστρέφεται στον κοινοτικό προϋπολογισμό [6]. [6] Αν το αποθεματικό είναι ανεπαρκές, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού αριθ. 2728/1994. Από πρακτική άποψη, η καταβολή του Ταμείου ακολουθεί διαφορετικούς κανόνες ανάλογα με το είδος της καλυπτόμενης πράξης. Στην περίπτωση των δανείων της ΕΤΕπ, η καταβολή του Ταμείου πραγματοποιείται προς το παρόν στις αρχές κάθε έτους, βάσει των προβλέψεων που παρέχει η ΕΤΕπ για το σύνολο των δανείων που προβλέπεται να συναφθούν το συγκεκριμένο έτος. Αυτές οι προκαταρκτικές προβλέψεις της ΕΤΕπ κατά κανόνα υπερβαίνουν το τελικό ύψος των δανείων που συνάπτονται το αντίστοιχο έτος. Η διαφορά μεταξύ των προβλέψεων και της υλοποίησης ισοσκελίζεται στο τέλος κάθε έτους, όταν το Ταμείο ευθυγραμμίζεται με το ποσό-στόχο του (βλ. προηγούμενη παράγραφο). Στην περίπτωση δανείων ΜΧΣ, η καταβολή λαμβάνει χώρα τη στιγμή που λαμβάνεται η απόφαση του Συμβουλίου για τη χορήγηση μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής, δηλ. σε εξατομικευμένη βάση. Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται ακόμα και αν το δάνειο αποπληρώνεται τμηματικά εντός περιόδου μεγαλύτερης του έτους. Τα δάνεια Ευρατόμ, από την άλλη πλευρά, καλύπτονται πλήρως δυνάμει των ισχυόντων κανόνων κατά τη σύναψή τους. 3. Εξελιξη και Επιδοσεισ του Ταμειου Εγγυησησ κατα την περιοδο 1998-2002 3.1 Προστασία που παρέχει το Ταμείο έναντι απρόβλεπτων προσφυγών σε πιστώσεις του προϋπολογισμού σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Από την ίδρυσή του, το 1994, το Ταμείο απέτρεψε ανωμαλίες στην εκτέλεση του προϋπολογισμού που θα μπορούσαν να προέλθουν λόγω αθετήσεων υποχρεώσεων πληρωμών προς την Κοινότητα. Στη γραφική παράσταση 1 εκτίθεται πώς επέτυχε το Ταμείο να απορροφήσει τις προσφυγές εγγυήσεων. Αν δεν υπήρχε το Ταμείο, η Κοινότητα θα είχε χρειαστεί επανειλημμένα να χρησιμοποιήσει πόρους του προϋπολογισμού για να παράσχει τις απαιτούμενες εγγυήσεις, πράγμα που θα απαιτούσε αναδιάταξη των πιστώσεων κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Από το 1998, ο μηχανισμός του Ταμείου ανταποκρίθηκε σε 11 προσφυγές συνολικού ύψους 58,8 εκατομμυρίων ευρώ που αφορούσαν όλες εγγυήσεις υπέρ της ΕΤΕπ για δάνεια προς την πρώην Γιουγκοσλαβία [7]. (βλ. Πίνακα 3 κατωτέρω). [7] Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τον Δεκέμβριο 2002, κατέπεσε εγγύηση του Ταμείου υπέρ της ΕΤΕπ η οποία αφορούσε εγγυημένο δάνειο προς την Αργεντινή. Η συναφής πληρωμή, ωστόσο, πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο 2003. Στον Πίνακα 2 παρατίθενται λεπτομέρειες για τις χρηματοπιστωτικές κινήσεις του Ταμείου. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Η συνεχής ανάπτυξη του Ταμείου κατά την υπό εξέταση περίοδο οφείλεται σε διάφορους παράγοντες: - Σημαντικές καταβολές από το Αποθεματικό: μεταξύ 1998 και 2002, το σύνολο των πληρωμών από το αποθεματικό στο Ταμείο ανήλθε σε 1.136,4 εκατ. ευρώ, έναντι νέων εγγυημένων δανείων ύψους 5.877 εκατ. ευρώ, με ποσοστό καταβολής 14% για την περίοδο 1998-2000 και 9% για την περίοδο 2000-2002 (βλ. Πίνακα 2). Το έσοδα που προήλθαν από την επένδυση των πόρων του Ταμείου συνέβαλαν επίσης σημαντικά στην ανάπτυξή του. Κατά το οικονομικό έτος 2002, οι δεδουλευμένοι τόκοι από επενδύσεις του Ταμείου αντιπροσώπευαν 38 % του Αποθεματικού για δάνεια και εγγυήσεις δανείων σε τρίτες χώρες ή 47% του ποσού που αντλήθηκε πράγματι από το Αποθεματικό το 2002. - Αθετήσεις υποχρεώσεων που κάλυψε το Ταμείο από το 1998: όπως προκύπτει από τον Πίνακα 3 κατωτέρω, το επίπεδο εκταμιεύσεων από το Ταμείο (συνολικές εκταμιεύσεις μετά αφαίρεση των επιστροφών) ουδέποτε από την ίδρυσή του υπερέβη το 5% των υποχρεώσεων για εγγυήσεις. Το υψηλότερο ποσοστό της περιόδου αναφοράς 1998-2002 οφείλετο στη μη εξόφληση δανείων της ΕΤΕπ προς Δημοκρατίες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Τα δάνεια αυτά αποσβέστηκαν και οι καθυστερούμενες οφειλές καταβλήθηκαν στο Ταμείο, αντιστοίχως, το 2000 και κυρίως το 2001. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> - Σταθερότητα των εκταμιεύσεων από το Ταμείο λόγω εγγυήσεων: οι εκταμιεύσεις από το Ταμείο ανήλθαν σε 410 εκατ. ευρώ κατά την περίοδο 1994-1997. Κατά την περίοδο 1998-2002, μειώθηκαν σημαντικά και ουδέποτε υπερέβησαν τα 17 εκατ. ευρώ. Το 2002, δεν κατέπεσε καμία εγγύηση του Ταμείου. Ο λόγος μεταξύ υποχρεώσεων και εκταμιεύσεων μειώθηκε σταθερά. Πραγματοποιήθηκαν επίσης σημαντικές χρηματοπιστωτικές ροές προς την αντίθετη κατεύθυνση: κατά την περίοδο 1998-2002, το Ταμείο εισέπραξε 432 εκατ. ευρώ λόγω εξόφλησης καθυστερούμενων οφειλών (βλ. Πίνακα 3 ) - Το συνολικό ύψος των υποχρεώσεων που καλύπτει το Ταμείο αυξήθηκε σημαντικά από το 1998: οι εγγυημένες υποχρεώσεις αυξήθηκαν από 9.481 εκατ. ευρώ το 1998 σε 15.358 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2002. Κατά την ίδια περίοδο, το ίδιο το Ταμείο αυξήθηκε κατά 365 εκατ. ευρώ, από 1.280 εκατ. σε 1.646 εκατ. ευρώ. Το Ταμείο υπερέβη το ποσό-στόχο του (αρχικά 10% και στη συνέχεια 9% των υποχρεώσεων από δάνεια) στα τέλη κάθε έτους καθόλη την περίοδο 1998-2002, πράγμα που οδήγησε σε μεταφορές του υπερβάλλοντος ποσού στον προϋπολογισμό (για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. Παράρτημα 3 και Παράρτημα 8). Εντούτοις, οι δανειοδοτικές δραστηριότητες δεν μειώθηκαν από το 1998· πράγματι, ο όγκος νέων εγγυημένων πράξεων, και για τα τρία χρηματοδοτικά μέσα, αυξήθηκε κατά 5.877 εκατ. ευρώ (οι εκταμιεύσεις για τις εν λόγω πράξεις κατανέμονται σε διάστημα πολλών ετών). Κατά την ίδια περίοδο, ωστόσο, τα ποσά που επεστράφησαν λόγω παλαιότερων εγγυήσεων ανήλθαν σε 4.574 εκατ. ευρώ. Ο θεωρητικός ανώτατος ετήσιος κίνδυνος που βαρύνει τον κοινοτικό προϋπολογισμό λόγω εγγυημένων δανείων και εγγυήσεων δανείων μπορεί να υπολογιστεί ως το εκτιμώμενο ποσό κεφαλαίου και τόκων που οφείλονται κάθε οικονομικό έτος, αν υποτεθεί ότι όλοι οι οφειλέτες θα αθετήσουν τις υποχρεώσεις τους. Ο αριθμός που προκύπτει (ετήσιος κίνδυνος ρευστότητας) αντιπροσωπεύει τη μέγιστη επίπτωση επί του κοινοτικού προϋπολογισμού. Στην εκτίμηση αυτή [8] περιλαμβάνονται όλες οι πράξεις - εκταμιευθείσες, εγκριθείσες και προταθείσες. Ο ετήσιος κίνδυνος ρευστότητας εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 1.915 εκατ. ευρώ το 2003 και ότι θα αυξηθεί σε 3.098 εκατ. ευρώ έως το 2006. [8] Το ποσό μπορεί μόνον να εκτιμηθεί, δεδομένου ότι οι μεταβολές των επιτοκίων και των συναλλαγματικών ισοτιμιών, καθώς και οι πρόωρες επιστροφές (οι οποίες υποτίθεται εν προκειμένω ότι είναι μηδενικές) δεν μπορούν να προβλεφθούν με βεβαιότητα. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Το ενεργητικό του Ταμείου (1.646 εκατ.) καλύπτει το 88 % του ετήσιου κινδύνου ρευστότητας το 2003. Επί τη βάσει των διαθέσιμων προβλέψεων για τις δραστηριότητες εγγυημένων δανείων, εκτιμάται ότι τα επόμενα έτη, αυτό το ετήσιο ποσοστό κάλυψης κινδύνου αναμένεται να μειωθεί φθάνοντας περίπου 46 % το 2006. Η τάση αυτή εξηγείται κατά μέγα μέρος από την αύξηση των αποπληρωμών προς την ΕΤΕπ οφειλομένου κεφαλαίου από δάνεια που συνήφθησαν στο πλαίσιο της εντολής δανεισμού 2000-2007, οι οποίες θα ασκήσουν ιδιαίτερα σημαντική επίπτωση το 2006. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Η τάση όσον αφορά την κάλυψη της ρευστότητας δεν υποδεικνύει αυξημένο κίνδυνο αθετήσεων, ενώ τα προβλεπόμενα ποσοστά κρίνονται επαρκή για την κάλυψη των συναφών κινδύνων. Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι οι πραγματικές αθετήσεις υποχρεώσεων εξόφλησης δανείων της ΕΤΕπ, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 90% περίπου των κινδύνων που καλύπτει το Ταμείο, παραμένουν μέχρι σήμερα σε πολύ χαμηλό επίπεδο, κάτω του 1% των εγγυημένων δανείων της ΕΤΕπ. 3.2 Δημοσιονομική πειθαρχία Όπως προαναφέρθηκε, οι παράμετροι του Ταμείου θέτουν ανώτατο όριο στα μέγιστα ποσά που μπορούν να διατεθούν για εγγυημένα δάνεια ή εγγυήσεις δανείων. Με την ευκαιρία της έκδοσης του κανονισμού του 1999, με τον οποίο τροποποιήθηκε ο ιδρυτικός κανονισμός του Ταμείου, το Συμβούλιο εξέφρασε την ελπίδα ότι οι κύριες παράμετροι του μηχανισμού του Ταμείου θα παραμείνουν στα ίδια επίπεδα έως το 2006, ώστε να τηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία. Ο στόχος της τήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας θα πρέπει, ωστόσο, να αντιπαρατεθεί με τους πολιτικούς στόχους της Κοινότητας που συναρτώνται με τη χορήγηση δανείων προς τρίτες χώρες. Η Επιτροπή παρουσιάζει ξεχωριστή ενδιάμεση ανασκόπηση της εντολής εξωτερικού δανεισμού 2000-2007 της ΕΤΕπ, με προτάσεις αναδιάρθρωσης της εντολής και θέσπισης νέου δανειοδοτικού πλαισίου για δάνεια της ΕΤΕπ προς τη Ρωσία και τα δυτικά ΝΑΚ. Αυτές οι προτάσεις της Επιτροπής μπορούν να συγκρατηθούν εντός του πλαισίου των ανωτάτων ορίων που διαθέτει αυτή τη στιγμή το Ταμείο. Το περιθώριο που διαθέτει το Ταμείο για περαιτέρω αυξήσεις των εγγυημένων πράξεων πέραν όσων προτείνονται τώρα για την υπολειπόμενη διάρκεια των δημοσιονομικών προοπτικών ανέρχεται σε 80 εκατ. ευρώ έως το 2006, ποσό που αντιστοιχεί σε επιπλέον εγγυημένες πράξεις δανεισμού ύψους 891 εκατ. ευρώ (για λεπτομέρειες, βλ. Πίνακα 7). Το ποσό αυτό θέτει πράγματι δημοσιονομικό ανώτατο όριο στις επιπλέον ανάγκες για ΜΧΣ και δάνεια Ευρατόμ κατ' αυτή την περίοδο, επιπλέον των όσων προβλέπονται σήμερα, επί τη βάσει των ισχυουσών παραμέτρων του Ταμείου. Η κατάσταση αυτή εξετάζεται περαιτέρω στο κεφάλαιο 5. 4. Επιπτωση τησ διευρυνσησ στο Ταμειο Εγγυησησ Το Ταμείο καλύπτει τον κίνδυνο που προέρχεται από δάνεια και από εγγυήσεις δανείων προς τρίτες χώρες [9]. Συνεπώς, η επερχόμενη προσχώρηση 10 χωρών στην ΕΕ το 2004 θα επηρεάσει το Ταμείο, δεδομένου ότι πολλές από τις χώρες αυτές έχουν λάβει δάνεια από την ΕΤΕπ με την εγγύηση του προϋπολογισμού της ΕΕ. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν εκκρεμούν οφειλές από ΜΧΣ ή δάνεια Ευρατόμ προς τις χώρες αυτές. [9] Παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2728/94 του Συμβουλίου της 31ης Οκτωβρίου 1994 Μόλις οι χώρες αυτές προσχωρήσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και συνεπώς παύσουν να είναι «τρίτες χώρες», τα εγγυημένα δάνεια προς αυτές δεν θα καλύπτονται πλέον από το ποσό-στόχο του Ταμείου. Θα πρέπει να τονιστεί ότι αυτό δεν σημαίνει πως αίρονται οι εγγυήσεις επ' αυτών των δανείων, αλλά μάλλον ότι η προσφυγή μιας τέτοιας εγγύησης θα επιβαρύνει απευθείας τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για τυχόν προσφυγή των εγγυήσεων επ' αυτών των δανείων μέσω ειδικής γραμμής του προϋπολογισμού, πράγμα που θα έχει άμεση επίπτωση στη συνδρομή των κρατών μελών για τον προϋπολογισμό. Η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση τροποποίησης του κανονισμού του Συμβουλίου, ώστε να τεθούν οι κανόνες για μια τακτική μεταφορά των υποχρεώσεων αυτών από το Ταμείο στον προϋπολογισμό. Οι κανόνες αυτοί θα ισχύουν και για ανάλογες καταστάσεις που θα προκύψουν μετά από μελλοντικές προσχωρήσεις. Σύμφωνα με τις προβλέψεις για την 1η Μαΐου 2004, το ανεξόφλητο ποσό που θα επηρεαστεί ανέρχεται σε περίπου 3.808 εκατ. ευρώ. Με βάση την υπόθεση ότι και τα 10 νέα κράτη μέλη θα προσχωρήσουν στην ΕΕ από την 1η Μαΐου 2004, η αφαίρεση του ανεξόφλητου ποσού εγγυημένων δανείων προς αυτά τα δέκα κράτη από το Ταμείο θα σημαίνει ότι το Ταμείο θα μειωθεί εν μέρει, και ο προϋπολογισμός της ΕΕ θα λάβει, ποσό που εκτιμάται σε περίπου 343 εκατ. ευρώ [10]. Εφόσον ο πιστωτικός κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν αυτά τα δάνεια θα πρέπει να αναληφθεί απευθείας από τον προϋπολογισμό της ΕΕ και οι συχνές προσφυγές μεγάλων ποσών εις βάρος απευθείας του προϋπολογισμού θα μπορούσαν να δημιουργήσουν αβεβαιότητα για την εκτέλεσή του, κρίνεται σκόπιμο να αναλυθεί κάπως λεπτομερέστερα η φύση του εν λόγω πιστωτικού κινδύνου. [10] Υπολογιζόμενο με το τρέχον ποσοστό στόχο 9%. Η εφαρμογή του ιστορικού ποσοστού δεν εξετάζεται, δεδομένου ότι ο μηχανισμός επανεξισορρόπησης του Ταμείου έχει όντως περιορίσει την πρόβλεψη για τέτοια δάνεια στο 9%. Ο πιστωτικός κίνδυνος σε σχέση με τα εν λόγω δάνεια αφορά δύο είδη κινδύνου: πολιτικό κίνδυνο και εμπορικό κίνδυνο. Η κοινοτική εγγύηση καλύπτει πάντα τον απώτατο πολιτικό κίνδυνο. Εντούτοις, σε ορισμένες περιπτώσεις, η κοινοτική εγγύηση καλύπτει και τον εμπορικό κίνδυνο δανείου. Η διάκριση μεταξύ εμπορικού και πολιτικού πιστωτικού κινδύνου για τον κοινοτικό προϋπολογισμό όσον αφορά τα εγγυημένα δάνεια που χορηγεί η ΕΤΕπ μπορεί να αξιολογηθεί με την ανάλυση των τριών πιθανών μορφών κάλυψης κινδύνου που υφίστανται: 1) δάνεια που υπάγονται στο σύστημα καταμερισμού του κινδύνου: στο πλαίσιο του συστήματος καταμερισμού του κινδύνου [11], η ΕΤΕπ αναλαμβάνει τον εμπορικό κίνδυνο και ο κοινοτικός προϋπολογισμός μόνον τον πολιτικό κίνδυνο· [11] Για περισσότερες λεπτομέρειες όσον αφορά τον καταμερισμό του κινδύνου βλ. : Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπ.αϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενδιάμεση ανασκόπηση της εντολής εξωτερικού δανεισμού της ΕΤΕπ σύμφωνα με την απόφαση 2000/24/EΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1999, όπως τροποποιήθηκε 2) δάνεια χωρίς καταμερισμό του κινδύνου, αλλά με τριτεγγύηση δημόσιας αρχής: λόγω της κρατικής φύσης της εγγύησης, ο υπολειπόμενος κίνδυνος για τον κοινοτικό προϋπολογισμό περιορίζεται στον πολιτικό κίνδυνο· και 3) δάνεια χωρίς καταμερισμό του κινδύνου, αλλά με τριτεγγύηση ιδιωτικού οργανισμού (χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, επιχείρησης κλπ): στις περιπτώσεις αυτές, ο κοινοτικός προϋπολογισμός εκτίθεται και στον εμπορικό κίνδυνο, εφόσον δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο ιδιώτης εγγυητής θα εκπληρώσει σε κάθε περίπτωση την εγγυητική του υποχρέωση Στον πίνακα που ακολουθεί εμφανίζεται ο καταμερισμός του κινδύνου για τα εγγυημένα δάνεια προς τα δέκα νέα κράτη μέλη κατά την ημερομηνία προσχώρησης [12]. [12] Οι αριθμοί αυτοί δίδονται κατ' εκτίμηση, δεδομένου ότι ορισμένες λεπτομέρειες, όπως οι εξελίξεις σχετικά με τα επιτόκια και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, πρόωρη εξόφληση κλπ, δεν είναι γνωστές με βεβαιότητα. Στο παράρτημα παρατίθεται η κατάσταση την 31η Δεκεμβρίου 2002, καθώς και πίνακας με πληροφορίες για το ρυθμό αποπληρωμής των εν λόγω δανείων. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Η εισδοχή των νέων κρατών μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ως αποτέλεσμα ότι μόνον ο εμπορικός κίνδυνος των εν λόγω δανείων που δεν καλύπτεται από το σύστημα καταμερισμού του κινδύνου της ΕΤΕπ πρέπει πλέον να θεωρείται κίνδυνος που βαρύνει τον προϋπολογισμό. Ο υπολειπόμενος εμπορικός κίνδυνος για τον προϋπολογισμό της ΕΕ, και συνεπώς για τα κράτη μέλη, μπορεί να υλοποιηθεί αν τόσο το εμπορικό σχέδιο όσο και ο ιδιώτης εγγυητής δεν είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν το δάνειο σύμφωνα με τη σύμβαση δανεισμού. Σήμερα, στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν 68 από τα 264 σχέδια που υλοποιούνται στα νέα κράτη μέλη. Αυτό το μέγιστο άνοιγμα ασφαλώς θα μειωθεί συν τω χρόνω λόγω της απόσβεσης των δανείων. Στο Παράρτημα 2 παρουσιάζεται η εξέλιξη του μέγιστου ανοίγματος λόγω εμπορικού κινδύνου που θα μειωθεί από 853,7 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2002 σε 733,2 εκατ. ευρώ τη στιγμή της προσχώρησης. Κατά τη λήξη των δημοσιονομικών προοπτικών το 2006, ο εμπορικός κίνδυνος επί του ποσού που θα οφείλουν ακόμα τα 10 νέα κράτη μέλη θα έχει μειωθεί σε περίπου 480 εκατ. ευρώ. Το 2021, θα έχει αποπληρωθεί το τελευταίο δάνειο προς τα 10 νέα κράτη μέλη (βλ. και Παράρτημα 4). Παρόλο που η πιθανότητα αθέτησης της υποχρέωσης αποπληρωμής ενός εκάστου από τα σχετικά δάνεια δεν είναι είναι δυνατόν να ποσοτικοποιηθεί, θα πρέπει να επισημανθεί ότι κατά την περίοδο αναφοράς, δεν σημειώθηκε ούτε μία περίπτωση κατάπτωσης εγγύησης για εμπορικό κίνδυνο δανείου εις βάρος του Ταμείου Εγγύησης. Με άλλα λόγια, οι δανειολήπτες ή οι ιδιώτες εγγυητές τους υπήρξαν πάντα κατά το παρελθόν σε θέση να εξυπηρετήσουν τα αντίστοιχα δάνεια. Από την προηγηθείσα ανάλυση της κάλυψης κινδύνου επί των εγγυημένων δανείων της ΕΤΕπ προς τα 10 νέα κράτη μέλη προκύπτει συνεπώς ότι είναι δυνατόν να αφαιρεθούν τα εν λόγω δάνεια από το Ταμείο κατά την ημερομηνία προσχώρησης. Η επιπρόσθετη ενδεχόμενη επιβάρυνση του προϋπολογισμού της ΕΕ φαίνεται να κυμαίνεται σε αποδεκτά χαμηλά επίπεδα. Δεδομένου ότι η διεύρυνση πρόκειται να λάβει χώρα την 1η Μαΐου 2004, θα χρειαστεί να πραγματοποιηθεί μια ειδική μεταφορά από το Ταμείο στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Το ποσό της μεταφοράς θα υπολογιστεί επί τη βάσει του εκκρεμούς υπολοίπου εγγυημένων δανείων προς τα νέα κράτη μέλη. Στη συνέχεια, τα ποσά των δανείων θα πολλαπλασιαστούν επί το ποσοστό-στόχο 9% και το ποσό που θα προκύψει θα μεταφερθεί από το Ταμείο στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απόφαση μεταφοράς του πιστωτικού κινδύνου των 10 νέων κρατών μελών που καλύπτονται από το Ταμείο απευθείας στον προϋπολογισμό της ΕΕ θα δημιουργήσει προηγούμενο για μελλοντικές διευρύνσεις. Συνεπώς, θα πρέπει να αναφερθεί και η κατάσταση όσον αφορά τον κίνδυνο που παρουσιάζουν οι τρεις υποψήφιες χώρες - Τουρκία, Βουλγαρία και Ρουμανία. Ο συνολικός κίνδυνος για τις εν λόγω τρεις χώρες ανήρχετο την 31η Δεκεμβρίου 2002 σε 2.457 εκατ. ευρώ. Δεν έχουν χορηγηθεί δάνεια με εμπορικό κίνδυνο (βλ. παράρτημα 7). 5. ΟΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΕΓΓΥΗΣΗΣ Η ικανότητα του Ταμείου Εγγύησης να απορροφά τις σχεδιαζόμενες/εκτιμώμενες εγγυημένες πράξεις της Επιτροπής (μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή και Ευρατόμ) και της ΕΤΕπ αποτελεί σημαντικό δείκτη για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των παραμέτρων του Ταμείου. Στον Πίνακα 7 κατωτέρω εκτίθεται η ικανότητα του Ταμείου επί τη βάσει προβλέψεων για τα εγγυημένα δάνεια της ΕΕ (ΜΧΣ, Ευρατόμ) ως είχαν τον Μάιο 2003 και των προτάσεων της Επιτροπής οι οποίες εκτίθενται στην ανασκόπηση της εντολής εξωτερικού δανεισμού της ΕΤΕπ 2000-2007. Οι προβλέψεις καλύπτουν μόνον την υπολειπόμενη διάρκεια των ισχυουσών δημοσιονομικών προοπτικών, δηλ. το διάστημα 2003-2006 και αντιπροσωπεύουν ανώτατο όριο για τα δάνεια της ΕΤΕπ. Ενώ το ποσό για την ΕΤΕπ αντιπροσωπεύει το ανώτατο όριο, οι αριθμοί για τα δάνεια Ευρατόμ και ΜΧΣ είναι απλώς ενδεικτικοί. Οι αποφάσεις για τη χορήγηση μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής λαμβάνονται σε βάση ad hoc, ενώ η τάση για τα μελλοντικά δάνεια Ευρατόμ θα εξαρτηθεί τόσο από το διαθέσιμο ύψος δανεισμού που θα καθορίσει το Συμβούλιο όσο και από την ταχύτητα με την οποία θα προτείνονται αποδεκτά σχέδια ενίσχυσης της ασφάλειας. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Από τον Πίνακα 7 αποδεικνύεται σαφώς ότι η ικανότητα απορρόφησης του Ταμείου είναι επαρκής για να καλύψει τις σχεδιαζόμενες και προβλεπόμενες πράξεις δανειοδότησης. Εντούτοις, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το υπολειπόμενο περιθώριο ελιγμών είναι μάλλον περιορισμένο. Για ολόκληρη την περίοδο 2004-2006, το συσωρευμένο περιθώριο για πρόσθετα εγγυημένα δάνεια εκτιμάται σε 459 εκατ. ευρώ για τη μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή και τα δάνεια Ευρατόμ (με ποσοστό εγγύησης 100%). 5.1 Το ποσό-στόχος και η ικανότητα του Ταμείου να εγγυάται δάνεια Συνεπώς, παρόλο που δεν υπάρχει άμεση ανάγκη να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταβολής των παραμέτρων του Ταμείου, η Επιτροπή κρατά το θέμα ανοικτό ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθεί ανάλογα με τις ανάγκες σε απρόβλεπτες μελλοντικές εξελίξεις όσον αφορά τις απαιτήσεις δανειοδότησης και εγγυήσεων. Το 1998, η Επιτροπή πρότεινε (COM(1998)168 τελικό - 98/0117(CNS)) αναθεώρηση των ισχυουσών παραμέτρων του Ταμείου με μείωση του ποσού-στόχου από 10% σε 8% και του ποσοστού καταβολής από 14% σε 6%. Από την εμπειρία που είχε αποκτηθεί στο πλαίσιο της λειτουργίας του Ταμείου Εγγύησης την εποχή εκείνη προέκυπτε ότι ο λόγος μεταξύ των πόρων του Ταμείου και των υποχρεώσεων λόγω εγγυήσεων θα μπορούσε να οριστεί σε 8%. Επιπλέον, ένα ποσοστό καταβολής του Ταμείου Εγγύησης 6% κρίθηκε επαρκές για την επίτευξη του ποσού-στόχου. Συνεπώς, η Επιτροπή πρότεινε να τροποποιήσει το Συμβούλιο τόσο το ποσό-στόχο όσο και το ποσοστό καταβολής. Το Συμβούλιο καθόρισε και τα δύο ποσοστά σε 9%, δηλ. σε επίπεδα ανώτερα εκείνων που είχε προτείνει η Επιτροπή. Παράλληλα εντούτοις, η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφάσισε να μειώσει επιπλέον της αντιστοιχούσας αναλογικής μείωσης, το ύψος του αποθεματικού για εγγυήσεις από 356 εκατ. σε 200 εκατ. ευρώ για το 1999. Η προσαρμογή αυτή οδήγησε σε περαιτέρω συγκράτηση (κατά 13% για τις πράξεις ΜΧΒ και Ευρατόμ) του ορίου της ικανότητας εξωτερικού δανεισμού και εγγυήσεων της Κοινότητας. Η εμπειρία από το 1998 μέχρι σήμερα αποδεικνύει ότι το ποσοστό καταβολής 9% είναι ίσως υψηλότερο από ό,τι απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών του Ταμείου σε ρευστότητα, λαμβανομένων υπόψη των δεδουλευμένων τόκων επί των επενδεδυμένων στοιχείων ενεργητικού του Ταμείου. Συνεπώς, σε περίπτωση που χρειαστεί πρόσθετη ετήσια ικανότητα εγγύησης, μπορεί να επιτευχθεί σχετικά εύκολα με την προσαρμογή του ποσοστού καταβολής. Το μέτρο αυτό θα αυξήσει το διαθέσιμο περιθώριο για νέα δάνεια χωρίς να χρειαστούν πρόσθετοι χρηματοδοτικοί πόροι. Προσομοίωση της μείωσης του ποσοστού καταβολής παρατίθεται για λόγους ενημέρωσης στο παράρτημα. Για παράδειγμα, η μείωση του ποσοστού καταβολής κατά 1%, θα επέτρεπε τη συγκέντρωση 312 εκατ. ευρώ για επιπλέον πρωτοβουλίες μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής ή δανείων Ευρατόμ για την περίοδο 2004-2006. Η τροποποίηση του ποσοστού-στόχου, από την άλλη πλευρά, απαιτεί πληρέστερη εξέταση των καλυπτομένων δανείων και εγγυήσεων. Εντούτοις, διάφοροι λόγοι υποδεικνύουν ότι το ποσοστό-στόχος είναι αδικαιολόγητα υψηλό. Πρώτον, οι προσφυγές εγγυήσεων του Ταμείου είναι πολύ λίγες και θα έπρεπε να αυξηθούν σημαντικά για να επηρεάσουν τη ρευστότητα που παρέχει το Ταμείο. Δεύτερον, το πραγματικό ποσοστό-στόχος είναι σημαντικά υψηλότερο του 9%, εφόσον, δυνάμει του κανονισμού, το ποσό-στόχος περιλαμβάνει το 100% του συνόλου των οφειλών από δάνεια της ΕΤΕπ, αντί για το σύνολο των υπολειπομένων ανεξόφλητων υποχρεώσεων που βαρύνουν τον προϋπολογισμό της ΕΕ (οι οποίες περιορίζονται δυνάμει των περισσότερων ισχυουσών εντολών στο 65% του συνολικού ποσού). 5.2 Όροι και προϋποθέσεις των κοινοτικών εγγυήσεων προς την ΕΤΕπ Δεδομένου του χαμηλού κατά το παρελθόν ποσοστού αθετήσεων και της επιπρόσθετης ασφάλειας που προσφέρουν οι εγγυήσεις τρίτων, η κάλυψη του 65 % του κινδύνου από το δανειστικό χαρτοφυλάκιο της ΕΤΕπ κρίνεται επίσης άκρως συντηρητική. Εντούτοις, οι κίνδυνοι από το χαρτοφυλάκιο εγγυημένων δανείων της ΕΤΕπ θα επηρεαστούν σε κάποιο βαθμό από τη στροφή από τις χώρες της διεύρυνσης προς άλλες χώρες με υψηλότερο πιστωτικό κίνδυνο. Επιπλέον, όπως φαίνεται στον πίνακα 5, (το «χειρότερο» σενάριο), το ετήσιο ποσοστό κάλυψης κινδύνου θα μειωθεί κατά την περίοδο 2003-2006. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν κρίνεται σκόπιμο να προταθεί αλλαγή του ποσοστού κάλυψης στο παρόν στάδιο. Ωστόσο, η εκτίμηση αυτή θα πρέπει να επανεξεταστεί σε βάθος, κατά τη λήξη των ισχυουσών εντολών, όταν θα επανεξεταστούν οι ρυθμίσεις στο πλαίσιο της νέας δημοσιονομικής προοπτικής. 6. ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ Όπως προκύπτει από το Παράρτημα 8, η καταβολή των εγγυημένων δανείων της ΕΤΕπ που βασίζεται στις προβλέψεις της ΕΤΕπ για κάθε έτος, πάντοτε υπερβαίνει τα πράγματι συναπτόμενα δάνεια, όπως καταχωρούνται στα τέλη κάθε έτους. Αυτό πιέζει αδικαιολόγητα τα περιθώρια και γεννά τον κίνδυνο φαινομενικής πλεονάζουσας ζήτησης για πόρους του Ταμείου στις αρχές κάθε έτους. Για να αποφευχθεί αυτό το πρόβλημα, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξετάζουν τη δυνατότητα να μεταβάλουν το χρόνο καταβολής για τα δάνεια ΕΤΕπ. Βάσει αυτής της υπόθεσης, στις αρχές κάθε έτους, η ΕΤΕπ θα υποβάλλει προκαταρκτική πρόβλεψη για ολόκληρο το έτος και ακριβέστερη πρόβλεψη για τους πρώτους 6 ή 7 μήνες. Επί τη βάσει της ακριβέστερης αυτής πρόβλεψης, θα πραγματοποιείται μια πρώτη καταβολή του Ταμείου Εγγύησης στις αρχές κάθε έτους, σύμφωνα με την ισχύουσα διαδικασία. Προς τα μέσα κάθε έτους, η ΕΤΕπ θα παρέχει τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα αριθμητικά στοιχεία για τα δάνεια που συνήφθησαν κατά τη διάρκεια του έτους και ενημερωμένη πρόβλεψη για το υπόλοιπο του έτους. Βάσει αυτών των πληροφοριών, θα διενεργείται δεύτερη καταβολή για το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Συγχρόνως, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής θα συλλέγουν ενημερωμένες προβλέψεις για τις αποφάσεις δανειοδότησης/τις υπογραφές δανείων ΜΧΣ και Ευρατόμ κατά το υπόλοιπο του έτους (επί τη βάσει των υλοποιηθεισών αποφάσεων δανειοδότησης/υπογραφών και βελτιωμένης πρόβλεψης). Σε αυτό το στάδιο, η πιθανότητα σύγκρουσης όσον αφορά τη χρησιμοποίηση του αποθεματικού θα είναι πολύ μικρότερη από ό,τι σήμερα, εφόσον θα είναι λιγότερο πιθανόν να υπάρχουν οι υπερεκτιμήσεις που εμφανίζονται στο ισχύον σύστημα. Οι προβλέψεις για μικρότερη χρονική περίοδο έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι ακριβείς. Αν η ανάλυση αυτή επιβεβαιωθεί μετά από περαιτέρω συζητήσεις με την ΕΤΕπ, η Επιτροπή προτίθεται να υλοποιήσει την εν λόγω τεχνική αλλαγή από το 2004. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Παράρτημα 1: Ανάλυση των ανεξόφλητων ποσών κατά χώρα σύμφωνα με την κάλυψη κινδύνου (ως είχε την 31η Δεκεμβρίου 2002). Παράρτημα 2: Ανεξόφλητα ποσά εγγυημένων δανείων της ΕΤΕπ που έχουν συναφθεί με απόσβεση κατά την περίοδο 2003-2006. Παράρτημα 3: Tο Ταμείο κατά την περίοδο 2002-2006 βάσει των ισχυουσών παραμέτρων. Παράρτημα 4: Ανεξόφλητες οφειλές από δάνεια της ΕΤΕπ που έχουν συναφθεί υπέρ των 10 νέων κρατών μελών. Παράρτημα 5: Θεωρητικές υποθέσεις βασιζόμενες στις παραμέτρους ποσοστών καταβολής και εγγυήσεων. Παράρτημα 6: Χρησιμοποίηση του αποθεματικού στο πλαίσιο των δημοσιονομικών προοπτικών 2000-2006. Παράρτημα 7: Ανάλυση των ανεξόφλητων ποσών κατά χώρα (Βουλγαρία, Ρουμανία και Τουρκία) σύμφωνα με την κάλυψη κινδύνου (ως είχε την 31η Δεκεμβρίου 2002). Παράρτημα 8: Ιστορικά στοιχεία για τις διαφορές μεταξύ των προβλέψεων της ΕΤΕπ και των συναφθέντων δανείων. Παράρτημα 9: Χρηματοπιστωτικές ροές από και προς το Ταμείο. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>