01992L0066 — EL — 01.01.2019 — 006.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΟΔΗΓΙΑ 92/66/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 14ης Ιουλίου 1992

για τη θέσπιση κοινοτικών μέτρων για την καταπολέμηση της ψευδοπανώλους των πτηνών

(ΕΕ L 260 της 5.9.1992, σ. 1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

 M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 806/2003 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 14ης Απριλίου 2003

  L 122

1

16.5.2003

 M2

ΟΔΗΓΙΑ 2006/104/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Νοεμβρίου 2006

  L 363

352

20.12.2006

►M3

ΟΔΗΓΙΑ 2008/73/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ της 15ης Ιουλίου 2008

  L 219

40

14.8.2008

►M4

ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/597 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ της 18ης Απριλίου 2018

  L 103

4

23.4.2018


Τροποποιείται από:

 A1

ΠΡΑΞΗ (94/C 241/08)

  C 241

21

29.8.1994

 

  L 001

1

..

 A2

ΠΡΑΞΗ περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση

  L 236

33

23.9.2003




▼B

ΟΔΗΓΙΑ 92/66/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 14ης Ιουλίου 1992

για τη θέσπιση κοινοτικών μέτρων για την καταπολέμηση της ψευδοπανώλους των πτηνών



Άρθρο 1

Η παρούσα οδηγία καθορίζει, με την επιφύλαξη των κοινοτικών διατάξεων που διέπουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο, τα κοινοτικά μέτρα καταπολέμησης που πρέπει να εφαρμόζονται στην περίπτωση εμφάνισης ψευδοπανώλους των πτηνών:

α) σε εγκαταστάσεις εκτροφής πουλερικών·

β) σε ταχυδρομικά περιστέρια ή άλλα πτηνά σε αιχμαλωσία.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση εμφάνισης ψευδοπανώλους στα άγρια πτηνά που ζουν ελεύθερα. Εντούτοις, στην περίπτωση αυτή, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τυχόν μέτρα που λαμβάνουν.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 90/539/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1990 σχετικά με όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές πουλερικών και αυγών για επώαση (5), από τρίτες χώρες.

Επιπλέον, νοούνται ως:

α) «προσβεβλημένα πουλερικά», τα πουλερικά:

 στα οποία η παρουσία της ψευδοπανώλους των πτηνών έχει επιβεβαιωθεί επίσημα μετά από εξέταση που πραγματοποιεί εγκεκριμένο εργαστήριο ή

 στην περίπτωση δεύτερης και επόμενων εστιών, διαπιστώθηκαν κλινικά συμπτώματα ή μεταθανάτιες αλλοιώσεις που προσιδιάζουν στην ψευδοπανώλη των πτηνών·

β) «πουλερικά ύποπτα προσβολής», τα πουλερικά που παρουσιάζουν κλινικά συμπτώματα ή μεταθανάτιες αλλοιώσεις που καθιστούν βάσιμη την υποψία της παρουσίας της ψευδοπανώλους των πτηνών·

γ) «πουλερικά ύποπτα μολύνσεως», τα πουλερικά που ενδέχεται να έχουν εκτεθεί έμμεσα ή άμεσα στον ιό της ψευδοπαινώλους των πτηνών·

δ) «λύματα», νοούνται τα απορρίμματα από κουζίνες, εστιατόρια, ή ενδεχομένως, από βιομηχανίες που χρησιμοποιούν κρέας·

ε) «αρμόδια αρχή», η αρμόδια αρχή κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 6 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ ( 1

στ) «επίσημος κτηνίατρος», ο κτηνίατρος που ορίζεται από την αρμόδια αρχή·

ζ) «ταχυδρομικό περιστέρι», το περιστέρι που μεταφέρεται ή προορίζεται να μεταφερθεί από τον περιστερεώνα του ώστε να αφεθεί ελεύθερο κατά τρόπο που να μπορεί να πετάξει ελεύθερα προς τον περιστερεώνα του ή προς οποιονδήποτε άλλο προορισμό·

η) «περιστερεώνας», η εγκατάσταση που χρησιμοποιείται για την κατοχή ή την εκτροφή ταχυδρομικών περιστεριών.

Άρθρο 3

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η υπόνοια της παρουσίας ψευδοπανώλους των πτηνών να κοινοποιείται υποχρεωτικώς και αμέσως στην αρμόδια αρχή.

Άρθρο 4

1.  Όταν σε μία εκμετάλλευση υπάρχουν πουλερικά ύποπτα προσβολής ή μολύνσεως από ψευδοπανώλη των πτηνών, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο επίσημος κτηνίατρος να χρησιμοποιεί αμέσως τα επίσημα μέσα ανίχνευσης για την επιβεβαίωση ή τη διάψευση της εμφάνισης της ασθένειας· ειδικότερα, ο επίσημος κτηνίατρος, λαμβάνει ή φροντίζει να ληφθούν κατάλληλα δείγματα για τις εργαστηριακές εξετάσεις.

2.  Από τη στιγμή που θα κοινοποιηθεί η υποψία παρουσίας της ασθένειας, η αρμόδια αρχή θέτει την εκμετάλλευση υπό επίσημη επίβλεψη, ειδικότερα δε διατάσσει:

α) την απογραφή όλων των κατηγοριών πουλερικών της εκμετάλλευσης, και τον προσδιορισμό, για κάθε κατηγορία, του αριθμού των νεκρών πουλερικών, των πουλερικών που παρουσιάζουν κλινικά συμπτώματα και των πουλερικών που δεν παρουσιάζουν συμπτώματα. Η απογραφή πρέπει να ενημερώνεται για να λαμβάνονται υπόψη οι γεννήσεις και οι θάνατοι πουλερικών κατά την περίοδο της ύπαρξης υπονοιών· τα στοιχεία της απογραφής αυτής πρέπει να ενημερώνονται και να προσκομίζονται όποτε ζητηθούν, μπορούν δε να ελέγχονται σε κάθε επίσκεψη·

β) τον περιορισμό όλων των πουλερικών της εκμετάλλευσης στους χώρους στέγασής τους ή σε οποιοδήποτε άλλο χώρο επιτρέπει την απομόνωσή τους ώστε να μην έρχονται σε επαφή με άλλα πουλερικά·

γ) την απαγόρευση των μετακινήσεων πουλερικών από ή προς την εκμετάλλευση·

δ) να απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής για κάθε μετακίνηση:

 προσώπων, άλλων ζώων και οχημάτων από και προς την εκμετάλλευση,

 κρέατος ή πτωμάτων πουλερικών, ζωοτροφών, υλικού, απορριμμάτων, περιττωμάτων, αχυροστρωμνής, κόπρου ή οποιωνδήποτε άλλων αντικειμένων που ενδέχεται να μεταδώσουν την ψευδοπανώλη των πτηνών·

ε) την απαγόρευση της εξόδου αυγών από την εκμετάλλευση, εκτός από τα αυγά τα οποία αποστέλλονται απευθείας σε εγκεκριμένη εγκατάσταση για την παρασκευή ή/και την επεξεργασία προϊόντων αυγών, σύμφωνα με το άρθρο 6 σημείο 1 της οδηγίας 89/437/ΕΟΚ ( 2 ), και τα οποία μεταφέρονται σύμφωνα με άδεια που χορηγείται από την αρμόδια αρχή. Η άδεια αυτή πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος Ι·

στ) τη χρησιμοποίηση των κατάλληλων μέσων απολύμανσης στις εισόδους και τις εξόδους των κτιρίων στέγασης πουλερικών και της ίδιας της εκμετάλλευσης·

ζ) τη διεξαγωγή επιδημιολογικής έρευνας σύμφωνα με το άρθρο 7.

3.  Έως ότου τεθούν σε ισχύ τα επίσημα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 2, ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος εγκατάστασης εκτροφής πουλερικών για τα οποία υπάρχει υποψία ότι έχουν προσβληθεί από την ασθένεια, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της παραγράφου 2, με την εξαίρεση του στοιχείου ζ).

4.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να εφαρμόζει οποιοδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και σε άλλες εκμεταλλεύσεις, εφόσον η θέση τους, η διαμόρφωση των χώρων τους ή οι επαφές με την εκμετάλλευση για την οποία υπάρχει υποψία προσβολής, δημιουργούν υποψίες ενδεχόμενης μόλυνσης.

5.  Τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 αίρονται μόνον όταν ο επίσημος κτηνίατρος κρίνει ότι δεν υπάρχει πλέον υποψία μόλυνσης από την ψευδοπανώλη των πτηνών.

Άρθρο 5

1.  Από τη στιγμή που θα επιβεβαιωθεί επίσημα η εμφάνιση της ψευδοπανώλους των πτηνών στα πουλερικά μιας εκμετάλλευσης, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή να διατάσσει, επιπλέον των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, τη λήψη των ακολούθων μέτρων:

α) όλα τα πουλερικά της εκμετάλλευσης θανατώνονται επί τόπου χωρίς χρονοτριβή. Τα νεκρά ή θανατωμένα πουλερικά καθώς και όλα τα αυγά καταστρέφονται. Οι ενέργειες αυτές πραγματοποιούνται κατά τρόπο που να μειώνεται στο ελάχιστο ο κίνδυνος εξάπλωσης της ασθένειας·

β) όλα τα υλικά ή απορρίμματα, όπως οι ζωοτροφές, η αχυροστρωμνή και η κόπρος που ενδέχεται να έχουν μολυνθεί καταστρέφονται ή υφίστανται κατάλληλη επεξεργασία· η επεξεργασία αυτή, που πραγματοποιείται σύμφωνα με τις οδηγίες του επίσημου κτηνίατρου, πρέπει να εξασφαλίζει την καταστροφή του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών που ενδεχομένως υπάρχει·

γ) εφόσον έχουν σφαγεί πουλερικά κατά τη διάρκεια της τεκμαιρόμενης περιόδου επώασης της νόσου, το κρέας των εν λόγω πουλερικών αναζητείται, στο μέτρο του δυνατού και καταστρέφεται·

δ) τα προς επώαση αυγά που γεννώνται κατά τη διάρκεια της τεκμαιρόμενης περιόδου επώασης της νόσου και τα οποία έχουν εξαχθεί από την εκμετάλλευση αναζητούνται και καταστρέφονται· ωστόσο, τα πουλερικά τα οποία έχουν ήδη επωασθεί από τα εν λόγω αυγά τίθενται υπό επίσημη επίβλεψη. Τα αυγά που προορίζονται για κατανάλωση τα οποία γεννώνται κατά τη διάρκεια της τεκμαιρόμενης περιόδου επώασης της νόσου και τα οποία έχουν εξαχθεί από την εκμετάλλευση αναζητούνται και καταστρέφονται, εκτός εάν προηγουμένως είχαν απολυμανθεί δεόντως·

ε) μετά την εκτέλεση των εργασιών που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), τα κτίρια στέγασης των πουλερικών, οι γύρω χώροι, τα μεταφορικά μέσα και κάθε υλικό που ενδέχεται να έχει μολυνθεί, καθαρίζονται και απολυμαίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11·

στ) δεν επανεισάγονται στην εκμετάλλευση πουλερικά τουλάχιστον επί 21 ημέρες μετά την εκτέλεση των εργασιών που αναφέρονται στο στοιχείο ε)·

ζ) διεξάγεται επιδημιολογική έρευνα σύμφωνα με το άρθρο 7.

2.  Η αρμόδια αρχή μπορεί να εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και σε άλλες εκμεταλλεύσεις, εφόσον η θέση τους, η διαμόρφωση των χώρων τους ή οι επαφές με την εκμετάλλευση όπου επιβεβαιώθηκε η παρουσία της ασθένειας, δημιουργούν υποψίες ενδεχόμενης μόλυνσης.

3.  Στην περίπτωση που ένα στέλεχος ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών με δείκτη ενδοεγκεφαλικής παθογένειας (ICPI) ανώτερο από 0,7 και κατώτερο από 1,2 έχει απομονωθεί σε σμήνος πουλερικών που δεν παρουσιάζει κανένα κλινικό σύμπτωμα της ψευδοπανώλους των πτηνών και έχει αποδειχθεί από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 15 ότι η απομόνωση του εν λόγω ιού προέρχεται από εξασθενημένο ζων εμβόλιο κατά της ψευδοπανώλους των πτηνών, η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει την εφαρμογή παρέκκλισης από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 στοιχεία α) έως στ), υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική εκμετάλλευση τίθεται υπό επίσημη επίβλεψη για περίοδο 30 ημερών και πρέπει να απαιτεί ειδικότερα:

 να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), δ), ε) και στ),

 κανένα πουλερικό να μην εγκαταλείπει την εκμετάλλευση εκτός αν πρόκειται να οδηγηθεί απευθείας σε σφαγείο που ορίζει η αρμόδια αρχή.

Η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για το σφαγείο αυτό πρέπει να τηρείται ενήμερη για την πρόθεση να αποσταλούν σ' αυτό πουλερικά προς σφαγή και, αμέσως μόλις τα πουλερικά φθάσουν στο σφαγείο, πρέπει να διατηρούνται και να σφάζονται χωριστά απο τα υπόλοιπα πουλερικά.

4.  Το νωπό κρέας από τα πουλερικά που αναφέρονται παραπάνω στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου πρέπει να φέρει το σήμα καταλληλότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 91/494/ΕΟΚ.

5.  Οι διατάξεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 θα επανεξετασθούν λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των επιστημονικών ερευνών για την έκδοση εναρμονισμένων κανόνων για τη χρησιμοποίηση εμβολίων κατά της ψευδοπανώλους των πτηνών στην Κοινότητα.

Άρθρο 6

Στην περίπτωση εκμεταλλεύσεων που περιλαμβάνουν δύο ή περισσότερα χωριστά σμήνη πουλερικών, η αρμόδια αρχή μπορεί, βάσει κριτηρίων που ορίζει η Επιτροπή, με τη διαδικασία του άρθρου 25, να παρεκκλίνει από τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 1, όσον αφορά τα υγιή σμήνη πουλερικών μιας μολυσμένης εκμετάλλευσης, υπό τον όρο ότι ο επίσημος κτηνίατρος έχει βεβαιώσει ότι οι δραστηριότητες των εκμεταλλεύσεων αυτών είναι τέτοιες ώστε να υπάρχει πλήρης διαχωρισμός όσον αφορά τη στέγαση, τη φύλαξη και τη σίτιση, έτσι ώστε ο ιός να μη δύναται να μεταδοθεί από ένα σμήνος σε άλλο.

Άρθρο 7

1.  Η επιδημιολογική έρευνα αφορά:

 τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία ενδέχεται να υπήρχε η ψευδοπανώλης των πτηνών στην εκμετάλλευση ή στον περιστερώνα,

 την πιθανή προέλευση της ψευδοπανώλους των πτηνών στην εκμετάλλευση ή στον περιστερώνα και τον εντοπισμό άλλων εκμεταλλεύσεων ή περιστερώνων όπου βρίσκονται πουλερικά, περιστέρια ή άλλα πτηνά σε αιχμαλωσία που πιθανόν να έχουν προσβληθεί ή μολυνθεί από την ίδια πηγή,

 τις μετακινήσεις προσώπων, πουλερικών, περιστεριών, άλλων πτηνών σε αιχμαλωσία ή άλλων ζώων, οχημάτων, αυγών, κρέατος και πτωμάτων καθώς και οποιωνδήποτε υλικών ή ουσιών που ενδεχομένως έχουν μεταφέρει τον ιό της ψευδοπανώλους των πτηνών από ή προς την εν λόγω εκμετάλλευση ή περιστερώνα.

2.  Για τον πλήρη συντονισμό όλων των μέτρων που απαιτούνται για την εξασφάλιση της εξάλειψης της ψευδοπανώλους των πτηνών το ταχύτερο δυνατόν και για τους σκοπούς της διεξαγωγής της επιδημιολογικής έρευνας, συνιστάται ομάδα αντιμετώπισης κρίσεων.

Οι γενικοί κανόνες λειτουργίας των εθνικών ομάδων και της κοινοτικής ομάδας αντιμετώπισης κρίσεων θεσπίζονται με ειδική πλειοψηφία από το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής.

Άρθρο 8

1.  Όταν ο επίσημος κτηνίατρος έχει λόγους να υποπτεύεται ότι τα πουλερικά μιας εκμετάλλευσης ενδέχεται να έχουν μολυνθεί λόγω της μετακίνησης προσώπων, ζώων ή οχημάτων ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, η εκμετάλλευση αυτή τίθεται υπό επίσημο έλεγχο σύμφωνα με την παράγραφο 2.

2.  Σκοπός του επίσημου ελέγχου είναι ο άμεσος εντοπισμός κάθε υποψίας μόλυνσης από ψευδοπανώλη των πτηνών, η απογραφή των πουλερικών και ο έλεγχος των μετακινήσεών τους, καθώς και η ανάληψη, ενδεχομένως, της δράσης που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

3.  Όταν μια εκμετάλλευση έχει τεθεί υπό επίσημο έλεγχο σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, η αρμόδια αρχή απαγορεύει την έξοδο πουλερικών από την εκμετάλλευση, με την εξαίρεση της απευθείας μεταφοράς των πουλερικών σε σφαγείο, υπό επίσημο έλεγχο, με σκοπό την άμεση σφαγή τους. Πριν από τη χορήγηση της άδειας αυτής, ο επίσημος κτηνίατρος πραγματοποιεί κλινική εξέταση των πουλερικών, ώστε να μπορεί να αποκλειστεί η παρουσία της ψευδοπανώλους των πτηνών στην εκμετάλλευση. Οι περιορισμοί των μετακινήσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο επιβάλλονται για περίοδο 21 ημερών από την τελευταία ημέρα πιθανής μόλυνσης. Εντούτοις, οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να εφαρμόζονται επί επτά τουλάχιστον ημέρες.

4.  Όταν κρίνει ότι οι συνθήκες το επιτρέπουν, η αρμόδια αρχή μπορεί να περιορίζει τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, σε ένα μόνο τμήμα της εκμετάλλευσης και στα πουλερικά που περιλαμβάνει, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω πουλερικά έχουν στεγαστεί, φυλαχθεί και σιτισθεί εντελώς χωριστά και από ιδιαίτερο προσωπικό στο εν λόγω τμήμα της εκμετάλλευσης.

5.  Όταν ο επίσημος κτηνίατρος έχει λόγους να υποπτεύεται ότι τα ταχυδρομικά περιστέρια ή ένας περιστερώνας έχουν μολυνθεί από τον ιό της ψευδοπανώλους των πτηνών, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή περιοριστικών μέτρων στον περιστερώνα, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης των μετακινήσεων των ταχυδρομικών περιστεριών εκτός του περιστερώνα επί 21 ημέρες.

Άρθρο 9

1.  Από τη στιγμή που επιβεβαιωθεί επίσημα η διάγνωση της ψευδοπανώλους των πτηνών στα πουλερικά, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή να οριοθετεί, γύρω από τη μολυσμένη εκμετάλλευση, προστατευτική ζώνη ακτίνας τουλάχιστον τριών χιλιομέτρων η οποία περιλαμβάνεται σε μια ζώνη επίβλεψης ακτίνας τουλάχιστον δέκα χιλιομέτρων. Για την οριοθέτηση των εν λόγω ζωνών λαμβάνονται υπόψη οι γεωγραφικοί, διοικητικοί, οικολογικοί και επιζωοτιολογικοί παράγοντες που συνδέονται με την ψευδοπανώλη των πτηνών καθώς και οι διαρθρώσεις ελέγχου.

2.  Τα μέτρα που εφαρμόζονται στην προστατευτική ζώνη περιλαμβάνουν:

α) τον εντοπισμό όλων των εκμεταλλεύσεων που έχουν πουλερικά εντός της ζώνης·

β) περιοδικές επισκέψεις σε όλες τις εκμεταλλεύσεις που έχουν πουλερικά, κλινική εξέταση των πουλερικών αυτών, συμπεριλαμβανομένης, ενδεχομένως, της συλλογής δειγμάτων για εργαστηριακές εξετάσεις, και τήρηση μητρώου επισκέψεων με τις σχετικές παρατηρήσεις·

γ) τη διατήρηση όλων των πουλερικών στους χώρους στέγασής τους ή σε οποιοδήποτε άλλο χώρο όπου είναι δυνατόν να απομονωθούν·

δ) τη χρησιμοποίηση κατάλληλων μέσων απολύμανσης στις εισόδους και τις εξόδους των εκμεταλλεύσεων·

ε) τον έλεγχο των μετακινήσεων ατόμων που έρχονται σε επαφή με πουλερικά, πτώματα πουλερικών και αυγά, καθώς και τον έλεγχο των οχημάτων που μεταφέρουν πουλερικά, πτώματα πουλερικών και αυγά εντός της ζώνης· κατά γενικό κανόνα, απαγορεύεται η μεταφορά πουλερικών, εκτός αν πρόκειται για διαμετακόμιση μέσω των μεγάλων οδικών ή σιδηροδρομικών αξόνων·

στ) την απαγόρευση της εξόδου πουλερικών και αυγών προς επώαση από την εκμετάλλευση στην οποία ευρίσκονται, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια αρχή έχει επιτρέψει τη μεταφορά:

i) πουλερικών για άμεση σφαγή σε σφαγείο που βρίσκεται κατά προτίμηση στη μολυσμένη ζώνη ή, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατό, σε σφαγείο εκτός της ζώνης αυτής το οποίο ορίζεται από την αρμόδια αρχή. Το κρέας των πουλερικών αυτών πρέπει να φέρει το ειδικό σήμα καταλληλότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 91/494/ΕΟΚ ( 3 ),

ii) νεοσσών μιας ημέρας ή νεαρών ορνίθων σε ηλικία ωοτοκίας, προς εκμετάλλευση η οποία ευρίσκεται εντός της ζώνης επίβλεψης και στην οποία δεν υπάρχουν άλλα πουλερικά. Ωστόσο, όσα κράτη μέλη δεν μπορούν να εξασφαλίζουν τη μεταφορά νεοσσών μιας ημέρας ή νεαρών ορνίθων σε ηλικία ωοτοκίας προς εκμετάλλευση η οποία ευρίσκεται εντός της ζώνης επίβλεψης δύνανται, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25, να μεταφέρουν τους εν λόγω νεοσσούς ή νεαρές όρνιθες σε εκμετάλλευση η οποία ευρίσκεται εκτός της ζώνης επίβλεψης. Οι προαναφερόμενες εκμεταλλεύσεις πρέπει να τίθενται υπό επίσημο έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2,

iii) αυγών προς επώαση, προς επωαστήριο το οποίο ορίζεται από την αρμόδια αρχή· τα αυγά και οι συσκευασίες τους πρέπει να απολυμαίνονται πριν από την αποστολή τους.

Οι μετακινήσεις που προβλέπονται στα σημεία i), ii) και iii) πρέπει να πραγματοποιούνται με απευθείας μεταφορά και υπό επίσημο έλεγχο, επιτρέπονται δε μόνο μετά από υγειονομική επίσκεψη της εκμετάλλευσης από τον επίσημο κτηνίατρο. Τα χρησιμοποιούμενα μεταφορικά μέσα πρέπει να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται πριν και μετά από τη χρήση·

ζ) την απαγόρευση της μεταφοράς ή της διασκόρπισης, άνευ αδείας, μεταχειρισμένων στρωμνών και κόπρου πουλερικών·

η) την απαγόρευση της διεξαγωγής ζωοπανηγύρεων, αγορών, εκθέσεων και άλλων συγκεντρώσεων πουλερικών ή άλλων πτηνών.

3.  Τα μέτρα που εφαρμόζονται στην προστατευτική ζώνη ισχύουν τουλάχιστον επί 21 ημέρες μετά την εκτέλεση, σύμφωνα με το άρθρο 11, των προκαταρκτικών ενεργειών καθαρισμού και απολύμανσης στη μολυσμένη εκμετάλλευση. Η προστατευτική ζώνη θα αποτελεί στην περίπτωση αυτή τμήμα της ζώνης επίβλεψης.

4.  Τα μέτρα που εφαρμόζονται στη ζώνη επίβλεψης περιλαμβάνουν:

α) τον εντοπισμό όλων των εκμεταλλεύσεων που έχουν πουλερικά εντός της ζώνης·

β) τον έλεγχο των μετακινήσεων πουλερικών και αυγών προς επώαση εντός της ζώνης·

γ) την απαγόρευση της μετακίνησης πουλερικών εκτός της ζώνης κατά τις πρώτες 15 ημέρες, εκτός εάν πρόκειται για απευθείας μεταφορά σε σφαγείο που βρίσκεται εκτός της ζώνης επίβλεψης και ορίζεται από την αρμόδια αρχή. Το κρέας των πουλερικών αυτών πρέπει να φέρει το ειδικό σήμα καταλληλότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 91/494/ΕΟΚ·

δ) την απαγόρευση της μετακίνησης αυγών προς επώαση από τη ζώνη επίβλεψης, με εξαίρεση τη μεταφορά σε επωαστήρια που ορίζονται από την αρμόδια αρχή. Πριν από την αποστολή τους, τα αυγά και οι συσκευασίες τους πρέπει να απολυμαίνονται·

ε) την απαγόρευση της μεταφοράς μεταχειρισμένων στρωμνών και κόπρου πουλερικών εκτός της ζώνης·

στ) την απαγόρευση της διεξαγωγής ζωοπανηγύρεων, αγορών, εκθέσεων και άλλων συγκεντρώσεων πουλερικών ή άλλων πτηνών·

ζ) με την επιφύλαξη των όσων προβλέπονται στα στοιχεία α) και β), την απαγόρευση της μεταφοράς πουλερικών, εκτός αν πρόκειται για διαμετακόμιση μέσω των μεγάλων οδικών ή σιδηροδρομικών αξόνων.

5.  Τα μέτρα που εφαρμόζονται στη ζώνη επίβλεψης ισχύουν τουλάχιστον επί 30 ημέρες μετά την εκτέλεση, σύμφωνα με το άρθρο 11, των προκαταρκτικών ενεργειών καθαρισμού και απολύμανσης στη μολυσμένη εκμετάλλευση.

6.  Σε περίπτωση που οι ζώνες εκτείνονται στο έδαφος περισσότερων κρατών μελών, οι αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών συνεργάζονται για να οριοθετήσουν τις ζώνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Ωστόσο, αν είναι αναγκαίο, η ζώνη προστασίας και η ζώνη επίβλεψης οριοθετούνται με τη διαδικασία του άρθρου 25.

7.  Όταν η επιδημιολογική έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 7 επιβεβαιώνει ότι η εστία οφείλεται σε μόλυνση που δεν επεκτείνεται, το μέγεθος και η διάρκεια εφαρμογής των ζωνών προστασίας και εποπτείας μπορούν να μειώνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25.

Άρθρο 10

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:

α) η αρμόδια αρχή να καθορίζει τις λεπτομέρειες που επιτρέπουν την εκ των υστέρων παρακολούθηση των μετακινήσεων αυγών, πουλερικών και πτηνών σε αιχμαλωσία·

β) ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος πουλερικών ή/και ταχυδρομικών περιστεριών να υποχρεούται να παρέχει, σε κάθε αίτηση της αρμόδιας αρχής, τις πληροφορίες που αφορούν τα πουλερικά και τα αυγά που εισέρχονται ή εξέρχονται από την εκμετάλλευσή του, καθώς και τις πληροφορίες σχετικά με τους αγώνες ή εκθέσεις όπου έχουν συμμετάσχει τα ταχυδρομικά περιστέρια·

γ) όλα τα πρόσωπα που ασχολούνται με τη μεταφορά ή το εμπόριο πουλερικών, αυγών, ταχυδρομικών περιστεριών και πτηνών σε αιχμαλωσία να είναι σε θέση να παρέχουν στην αρμόδια αρχή τις πληροφορίες που αφορούν τις μετακινήσεις πουλερικών, αυγών, ταχυδρομικών περιστεριών και πτηνών σε αιχμαλωσία τα οποία έχουν αποτελέσει αντικείμενο μεταφοράς ή εμπορίας και να προσκομίζουν όλα τα σχετικά με τις εν λόγω πληροφορίες στοιχεία.

Άρθρο 11

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:

α) τα απολυμαντικά που χρησιμοποιούνται καθώς και οι συγκεντρώσεις τους να έχουν εγκριθεί επίσημα από την αρμόδια αρχή·

β) οι δραστηριότητες καθαρισμού και απολύμανσης να πραγματοποιούνται υπό επίσημο έλεγχο σύμφωνα:

i) με τις οδηγίες του επίσημου κτηνιάτρου,

ii) με την προβλεπόμενη στο παράρτημα II διαδικασία καθαρισμού και απολύμανσης μιας μολυσμένης εκμετάλλευσης.

Άρθρο 12

Η δειγματοληψία και οι εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών πραγματοποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα III.

Άρθρο 13

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή να λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να ενημερώνει τους κατοίκους των ζωνών προστασίας και επίβλεψης για τους ισχύοντες περιορισμούς και να λαμβάνει τα επιβαλλόμενα μέτρα για την ορθή εφαρμογή αυτών των μέτρων.

Άρθρο 14

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε σε κάθε κράτος να ορίζονται:

α) ένα εθνικό εργαστήριο το οποίο να διαθέτει εγκαταστάσεις και ειδικευμένο προσωπικό που του επιτρέπουν, τον προσδιορισμό των αντιγονικών και βιολογικών χαρακτηριστικών του ιού της ψεδοπανώλους των πτηνών ανά πάσα στιγμή και την επιβεβαίωση των πορισμάτων των περιφερειακών εργαστηρίων διάγνωσης·

β) ένα εθνικό εργαστήριο στο οποίο ελέγχονται τα αντιδραστήρια που χρησιμοποιούνται στα περιφερειακά εργαστήρια διάγνωσης·

γ) ένα εθνικό ινστιτούτο ή εργαστήριο σε θέση να ελέγχει την αποτελεσματικότητα, τη δραστικότητα και την καθαρότητα των εμβολίων που επιτρέπονται για προφυλακτική χρήση στην εν λόγω χώρα ή που αποθηκεύονται για την αντιμετώπιση έκτακτων περιπτώσεων.

▼M3

2.  Τα εθνικά εργαστήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αρμόδια για τον συντονισμό των προτύπων και των διαγνωστικών μεθόδων, τη χρήση των αντιδραστηρίων και τις δοκιμασίες των εμβολίων.

3.  Τα εθνικά εργαστήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αρμόδια για τον συντονισμό των προτύπων και των διαγνωστικών μεθόδων που έχουν καθορισθεί σε κάθε διαγνωστικό εργαστήριο για την ψευδοπανώλη των πτηνών στο κράτος μέλος. Για τον σκοπό αυτό τα εν λόγω εργαστήρια:

▼B

α) μπορούν να προμηθεύουν διαγνωστικά αντιδραστήρια στα περιφερειακά εργαστήρια·

β) ελέγχουν την ποιότητα όλων των διαγνωστικών αντιδραστηρίων που χρησιμοποιούνται στο εν λόγω κράτος μέλος·

γ) διενεργούν περιοδικούς συγκριτικούς ελέγχους·

δ) διατηρούν απομονώσεις ιών της ψευδοπανώλους των πτηνών που προέρχονται από επαληθευμένα κρούσματα στο εν λόγω κράτος μέλος·

ε) εξασφαλίζουν την επαλήθευση των θετικών αποτελεσμάτων που λαμβάνονται στα περιφερειακά διαγνωστικά εργαστήρια.

▼M3

4.  Τα εθνικά εργαστήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνεργάζονται με το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 15.

5.  Τα κράτη μέλη τηρούν επικαιροποιημένους καταλόγους με τα εθνικά εργαστήρια ή ινστιτούτα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τους θέτουν στη διάθεση των λοιπών κρατών μελών και του κοινού.

Λεπτομερείς κανόνες για την ενιαία εφαρμογή της παρούσας παραγράφου μπορούν να εγκριθούν με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2.

▼M4

Άρθρο 15

1.  Η Επιτροπή ορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, εργαστήριο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ψευδοπανώλη των πτηνών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25.

2.  Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του εργαστηρίου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ψευδοπανώλη των πτηνών είναι:

α) να συντονίζει, σε συνεννόηση με την Επιτροπή, τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη για τη διάγνωση της ψευδοπανώλους των πτηνών, και ιδίως:

i) να χαρακτηρίζει, να διατηρεί και να προμηθεύει στελέχη των ιών της ψευδοπανώλους των πτηνών προς διενέργεια ορολογικών δοκιμών και παρασκευή αντιορού·

ii) να προμηθεύει στα εθνικά εργαστήρια αναφοράς πρότυπους ορούς και άλλα αντιδραστήρια αναφοράς, για την τυποποίηση των δοκιμασιών και των αντιδραστηρίων που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη·

iii) να καταρτίζει και να διατηρεί συλλογή στελεχών και απομονωμάτων του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών·

iv) να διοργανώνει περιοδικές συγκριτικές δοκιμές των διαγνωστικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται σε ενωσιακό επίπεδο·

v) να συλλέγει και να αντιπαραβάλλει στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με τις χρησιμοποιούμενες διαγνωστικές μεθόδους και τα αποτελέσματα των δοκιμών που διενεργούνται στην Ένωση·

vi) να χαρακτηρίζει τα απονώματα του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών με τις πιο προηγμένες μεθόδους, προκειμένου να κατανοηθεί καλύτερα η επιδημιολογία της ασθένειας αυτής·

vii) να παρακολουθεί τις εξελίξεις όσον αφορά την επιτήρηση, την επιδημιολογία και την πρόληψη της ψευδοπανώλους των πτηνών σε ολόκληρο τον κόσμο·

viii) να διατηρεί εμπειρογνωμοσύνη σχετικά με τον ιό της ψευδοπανώλους των πτηνών και τους άλλους παρεμφερείς ιούς ώστε να γίνεται γρήγορα η διαφορική διάγνωση·

ix) να αποκτά βαθιά γνώση της παρασκευής και χρησιμοποίησης των ανοσολογικών κτηνιατρικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται για την εξάλειψη και τον έλεγχο της ψευδοπανώλους των πτηνών·

β) να βοηθά ενεργά στον εντοπισμό των εστιών της ψευδοπανώλους των πτηνών στα κράτη μέλη, μελετώντας τα απομονώματα ιών που του αποστέλλονται προς επιβεβαίωση των διαγνώσεων, χαρακτηρισμό και επιδημιολογικές μελέτες·

γ) να διευκολύνει την κατάρτιση και τη μετεκπαίδευση των εμπειρογνωμόνων εργαστηριακής διάγνωσης με σκοπό την εναρμόνιση των διαγνωστικών τεχνικών σε όλη την Ένωση.

▼B

Άρθρο 16

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:

α) ο εμβολιασμός κατά της ψευδοπανώλους των πτηνών, με εμβόλια τα οποία εγκρίνει η αρμόδια αρχή, να μπορεί να πραγματοποιείται για προφυλακτικούς σκοπούς ή ως συμπλήρωμα των μέτρων καταπολέμησης που λαμβάνονται κατά την περίοδο εμφάνισης της ασθένειας·

β) να επιτρέπονται μόνο τα εμβόλια για τα οποία έχει δοθεί άδεια κυκλοφορίας από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο χρησιμοποιείται το εμβόλιο.

2.  Με τη διαδικασία του άρθρου 25, είναι δυνατόν να ορίζονται περαιτέρω κριτήρια σχετικά με τη χρήση των εμβολίων για την καταπολέμηση της ψευδοπανώλους των πτηνών.

Άρθρο 17

1.  Κάθε κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιείται προληπτικός εμβολιασμός των πουλερικών κατά της ψευδοπανώλους των πτηνών είτε σε εθελοντική βάση είτε υποχρεωτικά, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη.

2.  Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρέπει να περιλαμβάνουν:

 τα χαρακτηριστικά και τη σύνθεση κάθε χρησιμοποιούμενου εμβολίου,

 τις διαδικασίες ελέγχου της διανομής, της αποθήκευσης και της χρήσης των εμβολίων,

 τα είδη και τις κατηγορίες των πουλερικών που μπορούν ή πρέπει να εμβολιάζονται,

 τις ζώνες στις οποίες μπορεί ή πρέπει να διενεργείται εμβολιασμός,

 τους λόγους για τους οποίους έχει γίνει ο εμβολιασμός.

3.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την κατάρτιση προγράμματος εμβολιασμού των ταχυδρομικών περιστεριών. Στην περίπτωση αυτή ενημερώνουν την Επιτροπή. Με την επιφύλαξη αυτού του προγράμματος, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι οργανωτές αγώνων και εκθέσεων ταχυδρομικών περιστεριών να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εγγράφονται σε αγώνες ή εκθέσεις μόνο τα ταχυδρομικά περιστέρια που έχουν προηγουμένως εμβολιασθεί κατά της ψευδοπανώλους των πτηνών.

4.  Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά τα επιλεγέντα κριτήρια, καθώς και οι ενδεχόμενες παρεκκλίσεις που μπορούν να χορηγηθούν λαμβάνοντας υπόψη το υγειονομικό καθεστώς των κρατών μελών καθορίζονται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25.

Άρθρο 18

1.  Όταν επιβεβαιωθεί η ύπαρξη της ψευδοπανώλους των πτηνών, τα κράτη μέλη μεριμνούν, ώστε η αρμόδια αρχή, για να συμπληρώσει τα λοιπά μέτρα ελέγχου που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, να μπορεί να καθορίζει μια γεωγραφική ζώνη και μία χρονική περίοδο εντός των οποίων θα πραγματοποιηθεί, υπό επίσημο έλεγχο και το ταχύτερο δυνατόν, ο συστηματικός εμβολιασμός (επείγων εμβολιασμός) ορισμένων ειδών πουλερικών. Το κράτος μέλος το οποίο διενεργεί επείγοντα εμβολιασμό ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη, στα πλαίσια της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 68/361/ΕΟΚ ( 4 ), σχετικά με την κατάσταση που αφορά την ψευδοπανώλη των πτηνών και το πρόγραμμα για τον επείγοντα εμβολιασμό.

2.  Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο εμβολιασμός ή ο επανεμβολιασμός των πουλερικών απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου εφαρμόζονται οι περιορισμοί που αναφέρονται στο άρθρο 4.

3.  Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

α) τα καθοριζόμενα προς εμβολιασμό είδη πουλερικών πρέπει να εμβολιάζονται το συντομότερο δυνατόν·

β) όλα τα πουλερικά των καθοριζόμενων ειδών, τα οποία γεννώνται ή εισάγονται σε εκμεταλλεύσεις της ζώνης εμβολιασμού πρέπει να έχουν εμβολιασθεί ή να εμβολιάζονται·

γ) κατά τη διεξαγωγή των εργασιών εμβολιασμού που προβλέπονται στην παράγραφο 1, όλα τα πουλερικά των καθοριζόμενων ειδών τα οποία εκτρέφονται σε εκμεταλλεύσεις εντός της ζώνης εμβολιασμού δεν πρέπει να μετακινούνται από τις εκμεταλλεύσεις, εκτός αν πρόκειται για:

 νεοσσούς μιας ημέρας που μεταφέρονται σε εκμετάλλευση εντός της ζώνης εμβολιασμού όπου θα εμβολιαστούν,

 πουλερικά που μεταφέρονται απευθείας σε σφαγείο εντός της ζώνης εμβολιασμού για άμεση σφαγή. Εάν το σφαγείο βρίσκεται εκτός της ζώνης εμβολιασμού, η μετακίνηση των πουλερικών επιτρέπεται μόνο μετά από υγειονομική επίσκεψη της εκμετάλλευσης από τον επίσημο κτηνίατρο·

δ) όταν οι εργασίες εμβολιασμού που προβλέπονται στο στοιχείο α) ολοκληρωθούν, είναι δυνατόν να επιτρέπονται οι μετακινήσεις από την περιοχή εμβολιασμού για:

 νεοσσούς μιας ημέρας οι οποίοι προορίζονται για την παραγωγή κρέατος και οι οποίοι μεταφέρονται σε μια εκμετάλλευση για να εμβολιασθούν· η εκμετάλλευση αυτή πρέπει να τηρείται υπό επιτήρηση μέχρι τη σφαγή των πουλερικών που έχουν μεταφερθεί εκεί,

 πουλερικά που έχουν εμβολιασθεί πριν από 21 τουλάχιστον ημέρες και προορίζονται για άμεση σφαγή,

 αυγά προς επώαση που προέρχονται από πουλερικά αναπαραγωγής που έχουν εμβολιασθεί πριν από τρεις τουλάχιστον εβδομάδες· τα αυγά και οι συσκευασίες τους πρέπει να απολυμαίνονται πριν από τη μετακίνηση.

4.  Τα μέτρα αυτά που προβλέπονται στην παράγραφο 3 στοιχεία β) και δ) εφαρμόζονται για περίοδο τριών μηνών μετά από την ολοκλήρωση των εργασιών εμβολιασμού που προβλέπονται στην παράγραφο 1· η ισχύς των εν λόγω μέτρων μπορεί να παρατείνεται για μία ή περισσότερες συμπληρωματικές περιόδους τριών μηνών.

5.  Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3 στοιχεία α) και β), η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρεί από τον προβλεπόμενο συστηματικό εμβολιασμό ορισμένα σμήνη πουλερικών ιδιαίτερης επιστημονικής αξίας, υπό τον όρο ότι λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η υγειονομική προστασία και ότι αυτά τα σμήνη υποβάλλονται σε περιοδικούς ορρολογικούς ελέγχους.

6.  Η Επιτροπή παρακολουθεί την εξέλιξη της κατάστασης της ασθένειας και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, μπορεί, με τη διαδικασία του άρθρου 25, να λαμβάνει αποφάσεις, ιδίως όσον αφορά τον έλεγχο των μετακινήσεων και του εμβολιασμού.

Άρθρο 19

1.  Όταν υπάρχουν υπόνοιες ότι ορισμένα ταχυδρομικά περιστέρια ή πτηνά σε αιχμαλωσία έχουν προσβληθεί από την ψευδοπανώλη των πτηνών, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο επίσημος κτηνίατρος να εφαρμόζει αμέσως τα επίσημα μέσα ανίχνευσης με σκοπό την επιβεβαίωση ή τη διάψευση της εμφάνισης της ασθένειας· ειδικότερα, ο επίσημος κτηνίατρος, λαμβάνει ή φροντίζει να ληφθούν τα απαραίτητα δείγματα για τις εργαστηριακές εξετάσεις.

2.  Από τη στιγμή που θα κοινοποιηθεί η υποψία προσβολής, η αρμόδια αρχή θέτει τον περιστερώνα ή την εκμετάλλευση υπό επίσημη εποπτεία, διατάσσοντας ιδίως να περιορισθούν στον περιστερώνα ή την εκμετάλλευση όλα τα περιστέρια, τα πτηνά σε αιχμαλωσία και ο τιδήποτε ενδέχεται να μεταδώσει την ψευδοπανώλη των πτηνών.

3.  Τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 αίρονται μόνον εφόσον η εμφάνιση της ψευδοπανώλους των πτηνών έχει διαψευστεί από τον κτηνίατρο.

4.  Μόλις επιβεβαιωθεί επίσημα η μόλυνση, η αρμόδια αρχή διατάσσει ιδίως:

α) την εφαρμογή των μέτρων ελέγχου και εξάλειψης που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), ε) και στ), στα ταχυδρομικά περιστέρια ή τα πτηνά σε αιχμαλωσία και τους περιστερώνες ή τις εκμεταλλεύσεις που έχουν προσβληθεί από την ψευδοπανώλη των πτηνών·

β) τουλάχιστον:

i) την απαγόρευση κάθε μετακίνησης περιστεριών ή πτηνών σε αιχμαλωσία εκτός του περιστερώνα ή της εκμετάλλευσης για 60 τουλάχιστον ημέρες μετά την εξαφάνιση των κλινικών συμπτωμάτων της ψευδοπανώλους των πτηνών,

ii) την καταστροφή ή την επεξεργασία όλων των υλικών ή απορριμμάτων που ενδέχεται να έχουν μολυνθεί. Η επεξεργασία πρέπει να εξασφαλίζει την καταστροφή του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών και όλων των απορριμμάτων που έχουν συσσωρευθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου των 60 ημερών που αναφέρεται στο σημείο i)·

γ) επιδημιολογική έρευνα σύμφωνα με το άρθρο 7.

▼M4

5.  Στον βαθμό που τούτο απαιτείται για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή, στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών, πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της ασθένειας και τα μέτρα ελέγχου που εφαρμόζονται.

▼M4

6.  Η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις, να καθορίζει κανόνες όσον αφορά τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25.

▼B

Άρθρο 20

1.  Απαγορεύεται η χρήση, για τη διατροφή των πουλερικών, λυμάτων που προέρχονται από διεθνή μεταφορικά μέσα, όπως πλοία, χερσαία οχήματα και αεροσκάφη. Τα εν λόγω λύματα πρέπει να συγκεντρώνονται και να καταστρέφονται υπό επίσημο έλεγχο.

2.  Η χρήση για τη διατροφή των πουλερικών, λυμάτων εκτός των αναφερομένων στην παράγραφο 1, ή απορριμμάτων πουλερικών, επιτρέπεται μόνο κατόπιν θερμικής επεξεργασίας σε κατάλληλες εγκαταστάσεις που εξασφαλίζουν τη μη μετάδοση της ασθένειας και την καταστροφή του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών.

3.  Εφόσον παρίσταται ανάγκη, η Επιτροπή καθορίζει σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25, τις λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου 2.

▼M4

Άρθρο 21

1.  Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει σχέδιο επείγουσας επέμβασης, στο οποίο διευκρινίζονται τα εθνικά μέτρα τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται σε περίπτωση εμφάνισης της ψευδοπανώλους των πτηνών. Το σχέδιο επικαιροποιείται, κατά περίπτωση, για να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις της κατάστασης.

Το σχέδιο επείγουσας επέμβασης εξασφαλίζει την πρόσβαση σε εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, προσωπικό και σε κάθε άλλο υλικό αναγκαίο για την ταχεία και αποτελεσματική εξάλειψη της εστίας ψευδοπανώλης των πτηνών. Το σχέδιο παρέχει ακριβείς πληροφορίες για τις ανάγκες σε εμβόλια τα οποία κάθε κράτος μέλος θεωρεί ότι πρέπει να έχει για επείγοντα εμβολιασμό.

2.  Τα σχέδια επείγουσας επέμβασης και τυχόν επικαιροποιήσεις τους υποβάλλονται στην Επιτροπή.

3.  Η Επιτροπή εξετάζει τα σχέδια επείγουσας επέμβασης και τυχόν επικαιροποιήσεις τους για να διαπιστώσει αν συμβάλλουν στην επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου και προτείνει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τυχόν απαιτούμενες τροποποιήσεις, κυρίως για να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα αυτά είναι συμβατά με τα μέτρα που εφαρμόζουν άλλα κράτη μέλη.

Η Επιτροπή εγκρίνει τα σχέδια επείγουσας επέμβασης και τυχόν επικαιροποιήσεις τους, ενδεχομένως με τροποποιήσεις, με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25.

4.  Η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις, να ορίζει κριτήρια τα οποία πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη για κατάρτιση των σχεδίων επείγουσας επέμβασης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25.

▼B

Άρθρο 22

Στο μέτρο που απαιτείται, για την ομοιόμορφη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, και σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές, πραγματογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους. Προς τούτο, οι πραγματογνώμονες μπορούν να εξακριβώνουν, ελέγχοντας αντιπροσωπευτικό ποσοστό των εγκαταστάσεων, αν οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν την τήρηση της παρούσας οδηγίας από τις εγκαταστάσεις. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με τα αποτελέσματα των διενεργούμενων ελέγχων.

Το κράτος μέλος, στο έδαφος του οποίου διενεργείται έλεγχος, παρέχει στους πραγματογνώμονες κάθε αναγκαία βοήθεια για την εκπλήρωση της αποστολής τους.

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 25.

Άρθρο 23

Οι λεπτομέρειες της οικονομικής συμμετοχής της Κοινότητας στις δράσεις που συνδέονται με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας καθορίζονται στην απόφαση 90/424/ΕΟΚ.

Άρθρο 24

Τα παραρτήματα της παρούσας οδηγίας τροποποιούνται, εφόσον χρειάζεται, από το Συμβούλιο, που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, για να λαμβάνονται ιδίως υπόψη οι εξελίξεις των ερευνών και οι διαγνωστικές μέθοδοι.

▼M4

Άρθρο 25

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών, που συστάθηκε με το άρθρο 58 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 5 ). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *1 ).

2.  Όποτε γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

▼B

Άρθρο 26

1.  Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Οκτωβρίου 1993. Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 27

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΑΔΕΙΑ ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΥΓΩΝ ΑΠΟ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 4 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΣΤΟΙΧΕΙΟ ε) ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΟΔΗΓΙΑΣ

Η άδεια που χορηγεί η αρμόδια αρχή για τη μεταφορά αυγών από μια ύποπτη εκμετάλλευση που υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 στοιχείο ε) προς εγκατάσταση εγκεκριμένη για την παρασκευή και την επεξεργασία προϊόντων αυγών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/437/ΕΟΚ, εφεξής αποκαλούμενη «οριζόμενη εγκατάσταση», οφείλει να τηρεί τους ακόλουθους όρους:

1. για να μπορούν να εξαχθούν από την ύποπτη εκμετάλλευση, τα αυγά πρέπει:

α) να πληρούν τις απαιτήσεις του κεφαλαίου IV του παραρτήματος της οδηγίας 89/437/ΕΟΚ·

β) να αποστέλλονται από την ύποπτη εκμετάλλευση κατευθείαν στην οριζόμενη εγκατάσταση· πριν από την αναχώρηση, κάθε αποστολή πρέπει να σφραγίζεται από τον επίσημο κτηνίατρο της ύποπτης εκμετάλλευσης και να παραμένει σφραγισμένη καθόλη τη διάρκεια της μεταφοράς μέχρι την οριζόμενη εγκατάσταση·

2. ο επίσημος κτηνίατρος της ύποπτης εκμετάλλευσης πληροφορεί την αρμόδια αρχή της οριζόμενης εγκατάστασης για την πρόθεση να της αποσταλούν αυγά·

3. η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την οριζόμενη εγκατάσταση βεβαιώνεται ότι:

α) τα αναφερόμενα στο σημείο 1 στοιχείο β) αυγά παραμένουν απομονωμένα από τα άλλα αυγά από την άφιξή τους στην εγκατάσταση μέχρι την επεξεργασία τους·

β) τα κελύφη των αυγών αυτών θεωρούνται υλικό υψηλού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 90/667/ΕΟΚ ( 6 ) και θα υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου II της ίδιας οδηγίας·

γ) τα υλικά συσκευασίας, τα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά των αναφερόμενων στο σημείο 1 στοιχείο β) αυγών και όλα τα μέρη με τα οποία ήρθαν σε επαφή τα αυγά καθαρίζονται και απολυμαίνονται κατά τρόπον ώστε να καταστρέφεται πλήρως ο ιός της ψευδοπανώλους των πτηνών·

δ) ο επίσημος κτηνίατρος της ύποπτης εκμετάλλευσης ενημερώνεται για κάθε αποστολή επεξεργασμένων αυγών.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΜΑΝΣΗΣ ΜΟΛΥΣΜΕΝΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ

Ι.   Προκαταρκτικός καθαρισμός και απολύμανση

α) Αμέσως μόλις τα σφάγια των πουλερικών απομακρυνθούν για καταστροφή, τα μέρη των εγκαταστάσεων στα οποία στεγάζονταν τα πουλερικά καθώς και κάθε μέρος κτιρίου, χώρου κ.λπ., το οποίο μολύνθηκε κατά τη σφαγή ή κατά τη μεταθανάτια επιθεώρηση, πρέπει να ψεκάζεται με απολυμαντικό εγκεκριμένο σύμφωνα με το άρθρο 11 της παρούσας οδηγίας·

β) κάθε ιστός πουλερικού ή αυγού που ενδέχεται να έχει μολύνει τα κτίρια, τους χώρους, τα εργαλεία κ.λπ. πρέπει να συλλέγεται προσεκτικά και να καταστρέφεται μαζί με τα σφάγια·

γ) το χρησιμοποιούμενο απολυμαντικό πρέπει να παραμένει στην απολυμαινόμενη επιφάνεια επί 24 τουλάχιστον ώρες.

II.   Τελικός καθαρισμός και απολύμανση

α) Το λίπος και οι ακαθαρσίες πρέπει να αφαιρούνται από όλες τις επιφάνειες με ένα κατάλληλο απολιπαντικό, στη συνέχεια δε οι επιφάνειες πρέπει να πλένονται με νερό·

β) μετά το πλύσιμο με νερό, σύμφωνα με το στοιχείο α), πραγματοποιείται περαιτέρω ψεκασμός με απολυμαντικό·

γ) μετά από επτά ημέρες, οι εγκαταστάσεις καθαρίζονται με απολιπαντικό, ξεπλένονται με κρύο νερό, ψεκάζονται με απολυμαντικό και ξεπλένονται πάλι με νερό·

δ) οι μεταχειρισμένες στρωμνές και η κόπρος πρέπει να υφίστανται επεξεργασία ικανή να σκοτώσει τον ιό, η οποία πρέπει τουλάχιστον να περιλαμβάνει μία από τις μεθόδους:

i) αποτέφρωση ή κατεργασία με ατμό θερμοκρασίας 70 ° C,

ii) ταφή σε βάθος τέτοιο ώστε να μη μπορούν να τα φτάσουν τρωκτικά και αγριοπούλια,

iii) στοίβαγμα και ύγρανση (για τη διευκόλυνση της ζύμωσης, αν χρειάζεται), κάλυψη για τη διατήρηση της θερμότητας ώστε να επιτυγχάνεται θερμοκρασία 20 ° C, και παραμονή υπό κάλυψη επί 42 ημέρες κατά τρόπον ώστε να μη μπορούν να τα φτάσουν τρωκτικά και αγριοπούλια.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΠΑΝΩΛΟΥΣ ΤΩΝ ΠΤΗΝΩΝ

Οι ακόλουθες μέθοδοι απομόνωσης και χαρακτηρισμού των ιών της ψευδοπανώλους των πτηνών πρέπει να θεωρούνται ως γενικές κατευθυντήριες γραμμές και ως τα στοιχειώδη μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται για τη διάγνωση της ασθένειας.

Ο ιός που ευθύνεται για την ψευδοπανώλη των πτηνών είναι το πρωτότυπο του ιού των Paramyoviridae. Υπάρχουν, επί του παρόντος, εννέα ορολογικώς διακριτές ομάδες παραμυξοϊών των πτηνών, οι οποίες ονομάζονται PMV-1, PMV-2, …, PMV-9. Όλοι οι ιοί της ψευδοπανώλους ανήκουν στην ομάδα PMV-1. Όσον αφορά τις διαγνωστικές μεθόδους για την επαλήθευση και τη διαφορική διάγνωση της ψευδοπανώλους, ισχύει ο ακόλουθος ορισμός:

Ψευδοπανώλης των πτηνών ονομάζεται η μολυσματική νόσος πουλερικών η οποία προξενείται από στέλεχος του παραμυξοϊού 1 σχετικό με τα πτηνά με δείκτη ενδοεγκεφαλικής παθογένειας (ICPI) μεγαλύτερο από 0,7 για νεοσσούς μιας ημέρας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

1.   Δείγματα

Επιχρίσματα αμάρας (ή κόπρανα) και επιχρίσματα τραχείας από ασθενή πτηνά· κόπρανα ή περιεχόμενο καταφανώς προσβεβλημένων οργάνων (έντερο, εγκέφαλος, τραχεία, πνεύμονες, ήπαρ, σπλήνα και άλλα) από πρόσφατα θανόντα πτηνά.

2.   Επεξεργασία των δειγμάτων

Τα όργανα και οι ιστοί που αναφέρονται στο σημείο 1 δύνανται να ομαδοποιούνται, αλλά τα κόπρανα πρέπει να υφίστανται επεξεργασία χωριστά. Τα επιχρίσματα πρέπει να τοποθετούνται σε επαρκή ποσότητα αντιβιοτικού μέσου ώστε να εξασφαλίζεται η πλήρης βύθισή τους. Τα δείγματα κοπράνων και οργάνων πρέπει να ομοιογενοποιούνται (σε κλειστό αναμεικτήρα ή με γουδί και γουδοχέρι και αποστειρωμένη άμμο) σε αντιβιοτικό μέσο ώστε να λαμβάνεται αιώρημα 10 - 20 % βάρους ανά όγκο. Τα αιωρήματα πρέπει να αφήνονται περίπου δύο ώρες σε θερμοκρασία δωματίου (ή επί μεγαλύτερο διάστημα στους 4 ° C) και εν συνεχεία να διαυγάζονται με φυγοκέντρηση (π.χ. 800 έως 1 000 g επί 10 λεπτά).

3.   Αντιβιοτικό μέσο

Διάφορα εργαστήρια έχουν χρησιμοποιήσει με επιτυχία διάφορους τύπους αντιβιοτικού μέσου και τα εργαστήρια που αναφέρονται στο παράρτημα II θα είναι σε θέση να παρέχουν συμβουλές. Για τα δείγματα κοπράνων απαιτούνται υψηλές συγκεντρώσεις αντιβιοτικών. Ένα τυπικό μείγμα είναι: 10 000 μονάδες/ml πενικιλλίνης, 10 mg/ml στρεπτομυκίνης, 0,25 mg/ml γενταμυκίνης και 5 000 μονάδες/ml μυκοστατίνης σε ρυθμιστικό διάλυμα φωσφορικών αλάτων (STP). Οι συγκεντρώσεις αυτές μπορούν να είναι πέντε φορές χαμηλότερες για τους ιστούς και τα επιχρίσματα της τραχείας. Για τον έλεγχο των Chlamydia επιτρέπεται η προσθήκη 50 mg/ml οξυτετρακυκλίνης. Κατά την παρασκευή του μέσου το pH πρέπει να ελέγχεται μετά την προσθήκη αντιβιοτικών και να γίνεται η κατάλληλη προσαρμογή ώστε να λαμβάνεται ένα pH μεταξύ 7,0 και 7,4.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Απομόνωση του ιού

Απομόνωση του ιού στα γονιμοποιημένα αυγά ορνίθων

Εμβολιάζονται μεταξύ 0,1 και 0,2 ml διαυγασθείσας επιπλέουσας στοιβάδας στον αλλαντοειδή θύλακα καθενός από τέσσερα τουλάχιστον γονιμοποιημένα αυγά ορνίδων, που επωάζονται επί οκτώ έως δέκα ημέρες. Θεωρητικά τα αυγά αυτά πρέπει να προέρχονται από σμήνος EOPS (απαλλαγμένο από ειδικά παθογόνα όργανα), εάν όμως τούτο δεν είναι δυνατόν, επιτρέπεται η χρησιμοποίηση αυγών που προέρχονται από σμήνος απαλλαγμένο από αντισώματα του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών. Τα εμβολιασμένα αυγά διατηρούνται σε θερμοκρασία 37 ° C και παρακολουθούνται καθημερινά. Σταδιακά τα αυγά που περιέχουν νεκρά ή θνησιγενή έμβρυα και όλα τα αυγά που εναπομένουν έξι ημέρες μετά τον εμβολιασμό πρέπει να διατηρούνται σε ψύξη, σε θερμοκρασία 4 ° C, και να αποτελούν το αντικείμενο έρευνας αιματοσυγκόλλησης με βάση το υγρό του αλλαντοειδούς θύλακα/αμνιοτικό υγρό. Ελλείψει αιματοσυγκόλλησης, επαναλαμβάνεται αυτή η διαδικασία, χρησιμοποιώντας ως εμβόλιο το αραιωμένο υγρό αλλαντοειδούς θύλακα/αμνιοτικό υγρό.

Εάν παρατηρείται αιματοσυγκόλληση, πρέπει να αποκλείεται, με σχετική καλλιέργεια, η παρουσία βακτηρίων. Αν υπάρχουν βακτήρια, επιτρέπεται η διήθηση των υγρών μέσω μεμβράνης 450 nm, η προσθήκη περαιτέρω αντιβιοτικών και ο εμβολιασμός των γονιμοποιημένων αυγών σύμφωνα με την παραπάνω μέθοδο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Διαφορική διάγνωση

1.   Προκαταρκτική διαφοροποίηση

Όλοι οι ιοί που προκαλούν αιματοσυγκόλληση πρέπει να υποβάλλονται στο εθνικό εργαστήριο που αναφέρεται στο παράρτημα II για πλήρη αναγνώριση, χαρακτηρισμό και δοκιμασίες παθογενέτειας. Πρέπει όμως να μπορούν να εφαρμόζονται, το συντομότερο δυνατόν, προσωρινά μέτρα καταπολέμησης της νόσου ώστε να περιορίζεται η εξάπλωση του ιού, τα δε περιφερειακά εργαστήρια πρέπει να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν την παρουσία του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών. Επομένως, τα υγρά που εμφανίζουν αιματοσυγκόλληση, πρέπει να χρησιμοποιούνται σε δοκιμασία αιματοσυγκόλλησης όπως περιγράφεται στα κεφάλαια 5 και 6. Η θετική παρεμπόδιση, δηλαδή τουλάχιστον 24, με πολυκλωνικό αντιορρό ειδικό για τον ιό της ψευδοπανώλους των πτηνών, με γνωστό τίτλο τουλάχιστον 29, μπορεί να χρησιμεύει ως προκαταρκτική αναγνώριση που επιτρέπει την εφαρμογή προσωρινών μέτρων ελέγχου.

2.   Επαλήθευση

Το εθνικό εργαστήριο πρέπει να πραγματοποιεί την πλήρη διαφορική διάγνωση οποιουδήποτε αιματοσυγκολλητικού παράγοντα. Η επαλήθευση του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών πρέπει και πάλι να γίνεται με παρεμπόδιση, μέσω δοκιμασιών παρεμπόδισης της αιματοσυγκόλλησης με μονο-ειδικούς αντιορρούς κοτόπουλου. Σε όλες τις θετικές απομονώσεις πρέπει να γίνονται δοκιμασίες ενδοεγκεφαλικού δείκτη παθογένειας, όπως περιγράφεται στο κεφάλαιο 7. Δείκτες παθογένειας άνω του 0,7 δείχνουν την παρουσία ιού που απαιτεί την πλήρη εφαρμογή μέτρων ελέγχου.

Πρόσφατες εξελίξεις όσον αφορά την ταξινόμηση σε ομάδες των ιών της ψευδοπανώλους των πτηνών, και ειδικότερα οι τεχνικές των μονοκλωνικών αντισωμάτων έχουν επιτρέψει την ομαδοποίηση των στελεχών και απομονωμάτων. Ειδικότερα, υπάρχουν μερικά μονοκλωνικά αντισώματα που είναι ειδικά για τα στελέχη εμβολίου που χρησιμοποιούνται στο έδαφος της Κοινότητας και μπορούν να χρησιμοποιούνται σε απλές δοκιμασίες αναστολής αιμοσυγκόλλησης.

Επειδή συχνά μπορούν να απομονωθούν ζωντανά στελέχη εμβολίου από τα πουλερικά δειγματοληψίας, είναι φανερό το πλεονέκτημα της ταχείας αναγνώρισής τους από το εθνικό εργαστήριο. Αυτά τα μονοκλωνικά αντισώματα θα μπορούσαν να λαμβάνονται από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς και να προσκομίζονται στα εθνικά εργαστήρια για επαλήθευση της απομόνωσης των ιών εμβολίου.

Τα εθνικά εργαστήρια πρέπει να υποβάλουν όλους τους παράγοντες που προκαλούν αιμοσυγκόλληση στο κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς.

3.   Περαιτέρω ταξινόμηση σε ομάδες και χαρακτηρισμός των απομονώσεων

Το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς πρέπει να λαμβάνει όλους τους ιούς που προκαλούν αιμοσυγκόλληση από τα εθνικά εργαστήρια για περαιτέρω αντιγονικές και γενετικές μελέτες για την επίτευξη μεγαλύτερης κατανόησης της επιζωοτιολογίας της νόσου (ή των νόσων) στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύμφωνα με τις λειτουργίες και τα καθήκοντα του εργαστηρίου αναφοράς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Ταχείες δοκιμασίες για την ανίχνευση ιού και αντισωμάτων της ψεδοπανώλους των πτηνών

Ταχείες δοκιμασίες για την ανίχνευση ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών σε εμβολιασμένα πτηνά και ανίχνευση των αντισωμάτων σε μη εμβολιασμένα πτηνά, περιγράφονται παρακάτω.

1.   Ανίχνευση ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών

Έχουν χρησιμοποιηθεί διάφορες ταχείες δοκιμασίες που ανιχνεύουν άμεσα τα αντιγόνα της ψευδοπανώλους των πτηνών για τη διάγνωση λοιμώξεων σε εμβολιασμένα πτηνά. Εκείνες που έχουν μέχρι σήμερα συχνότερα χρησιμοποιηθεί είναι οι δοκιμασίες φθορίζοντος αντισώματος σε επιμήκεις διατομές της τραχείας και δοκιμασίες αντισώματος με υπεροξιδάση στον εγκέφαλο. Δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος αμφιβολίας ότι θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν και άλλες άμεσες δοκιμασίες ανίχνευσης αντιγόνου για τις λοιμώξεις από τον ιό της ψευδοπανώλους των πτηνών.

Το μειονέκτημα των εν λόγω δοκιμασιών είναι ότι δεν παρέχουν τη δυνατότητα εξέτασης όλων των πιθανών σημείων πολλαπλασιασμού του ιού της ψευδοπανώλους στα εμβολιασμένα πτηνά. Έτσι, π.χ. η απουσία ένδειξης ιού στην τραχεία δεν αποκλείει τον πολλαπλασιασμό του ιού στο έντερο. Δεν συνιστάται καμία άμεση μέθοδος ανίχνευσης για χρήση ρουτίνας στη διάγνωση της ψευδοπανώλους των πτηνών, αν και κάτω από ειδικές συνθήκες αυτές οι δοκιμασίες μπορεί να παίξουν χρήσιμο ρόλο.

2.   Ανίχνευση αντισωμάτων σε μη εμβολιασμένα πτηνά

Η πλειονότητα των εργαστηρίων που ασχολούνται με τη διάγνωση της ψευδοπανώλους των πτηνών είναι εξοικειωμένα με τη δοκιμασία αναστολής της αιμοσυγκόλλησης και η σύσταση που περιγράφεται παρακάτω αφορά τη δοκιμασία για τη μέτρηση αντισωμάτων έναντι του ιού. Εντούτοις, μπορεί να χρησιμοποιηθούν με επιτυχία οι συνδεόμενες με ένζυμα δοκιμασίες ανοσοπροσρόφησης (ELISA) για την ανίχνευση αντισωμάτων έναντι του ιού. Προτείνεται, εάν υπάρχει επιθυμία εφαρμογής της δοκιμασίας ELISA σε επίπεδο περιφερειακού εργαστηρίου, να παρακολουθείται η δοκιμασία από το εθνικό εργαστήριο που αναφέρεται στο παράρτημα II.

α)   Δείγματα

Πρέπει να λαμβάνονται δείγματα αίματος από όλα τα πτηνά εάν το μέγεθος του σμήνους είναι μικρότερο από 20 και από 20 πτηνά από μεγαλύτερα σμήνη (αυτό θα δώσει πιθανότητα > 99 % ανίχνευσης τουλάχιστον ενός θετικού ορρού εάν 25 % ή περισσότερο από το σμήνος είναι θετικό, ανεξάρτητα από το μέγεθος του σμήνους). Το αίμα πρέπει να αφήνεται να πήξει και να αφαιρείται ο ορρός του αίματος για υποβολή σε δοκιμασία.

β)   Εξέταση για αντισώματα

Τα μεμονωμένα δείγματα ορρού πρέπει να δοκιμάζονται για την ικανότητά τους να αναστέλλουν το αντιγόνο αιμοσυγκόλλησης του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών σε τυποποιημένες δοκιμασίες αναστολής αιμοσυγκόλλησης όπως ορίζονται στο κεφάλαιο 6.

Είναι αμφιλεγόμενο το κατά πόσον πρέπει να χρησιμοποιούνται 4 ή 8 μονάδες αιμοσυγκολλητίνης για τη δοκιμασία ΗΙ. Φαίνεται ότι και οι δύο μέθοδοι είναι έγκυρες και η επιλογή πρέπει να αφήνεται στην κρίση των εθνικών εργαστηρίων. Το χρησιμοποιούμενο αντιγόνο όμως, θα επηρεάσει το επίπεδο στο οποίο ένας ορρός θεωρείται θετικός: για 4 HU θετικός ορρός είναι ο ορρός που εμφανίζει τίτλο 24 ή μεγαλύτερο και για 8 HU, όποιος ορρός εμφανίζει τίτλο 23 ή μεγαλύτερο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Δοκιμασία αιμοσυγκόλλησης (ΗΑ)

Τα αντιδραστήρια

1.

Ισότονο διάλυμμα χλωριούχου νατρίου ρυθμισμένο με φωσφορικό (0,05 Μ), με pH 7,0-7,4 (STP).

2.

Μείγμα ερυθρών αιμοσφαιρίων από τουλάχιστον τρία κοτόπουλα χωρίς ειδικό παθογόνο (εάν δεν υπάρχουν, μπορεί να ληφθεί αίμα από πουλιά που παρακολουθούνται τακτικά και έχει αποδειχθεί ότι δεν έχουν αναπτύξει αντισώματα κατά του ιού) σε ίσο όγκο διαλύματος Alsever. Τα αιμοσφαίρια πρέπει να πλυθούν τρεις φορές σε PBS πριν από τη χρήση. Για την άλλη δοκιμασία συνιστάται αιώρημα με αιματοκρίτη 1 %.

3.

Συνιστάται η χρήση ως πρότυπου αντιγόνου του στελέχους Ulster 2C του ιού της ψευδοπανώλους των πτηνών.

Μέθοδος

α) Τοποθετούνται 0,025 ml STP σε κάθε τρυβλίο μιας πλαστικής πλάκας μικροτιτλοδότησης (πρέπει να χρησιμοποιούνται τρυβλία με πυθμένα σχήματος V)·

β) τοποθετούνται 0,025 ml αιωρήματος ιού (δηλαδή αλλαντοϊκού υγρού) στο πρώτο τρυβλίο·

γ) χρησιμοποιείται μικροαραιωτήρας ή γίνονται αραιώσεις στο διπλάσιο (1:2 έως 1:4096) ιού κατά πλάτος της πλάκας·

δ) τοποθετούνται άλλα 0,025 ml STP σε κάθε τρυβλίο·

ε) προστίθενται 0,025 ml ερυθρών αιμοσφαιρίων 1 % σε κάθε τρυβλίο·

στ) αναμειγνύονται με ελαφρό κτύπημα και τοποθετούνται σε θερμοκρασία 4 °C·

ζ) τα τρυβλία «αναγιγνώσκονται» 30 έως 40 λεπτά αργότερα όταν τα δείγματα αναφοράς έχουν κατασταλάξει. Η ανάγνωση γίνεται με κλίση της πλάκας και παρατήρηση της παρουσίας ή απουσίας δακρυόσχημης ροής υγρού των ερυθροκυττάρων. Τα τρυβλία χωρίς αιμοσυγκόλληση πρέπει να ρέουν με τον ίδιο ρυθμό όπως τα κύτταρα αναφοράς χωρίς ιό·

η) ο τίτλος αιμοσυγκκόλλησης είναι η μεγαλύτερη αραίωση που προκαλεί συγκόλληση των ερυθροκυττάρων. Η αραίωση αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι περιέχει μία μονάδα ΗΑ. Μία ακριβέστερη μέθοδος για τον προσδιορισμό του τίτλου αιμοσυγκόλλησης είναι να γίνει η δοκιμασία αιμοσυγκκόλλησης σε ιούς από πλήρες φάσμα αρχικών αραιώσεων, δηλαδή: 1:3, 1:4, 1:5, 1:6, κ.λπ. Αυτό συνιστάται για την ακριβή παρασκευή αντιγόνου για δοκιμασίες αναστολής αιμοσυγκόλλησης (κεφάλαιο 6).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Δοκιμασία αναστολής αιμοσυγκόλλησης (ΗΙ)

Τα αντιδραστήρια (βλέπε κεφάλαιο 5)

α) SΤΡ·

β) αλλαντοϊκό υγρό που περιέχει το αραιωμένο με STP ώστε να περιέχει 4 ή 8 HU ανά 0,025 ml·

γ) ερυθροκύτταρα κοτόπουλου 1 %·

δ) αρνητικός ορρός αναφοράς από κοτόπουλο·

ε) θετικός ορρός αναφοράς.

Μέθοδος

α) Τοποθετούνται 0,025 ml PBS σε όλα τα τρυβλία μιας πλαστικής πλάκας μικροτιτλοδότησης (με τρυβλία με πυθμένα σχήματος V)·

β) τοποθετούνται 0,025 ml ορρού στο πρώτο τρυβλίο της πλάκας·

γ) χρησιμοποιείται μικροαραιωτήρας για τις διπλές αραιώσεις του ορρού κατά πλάτος της πλάκας·

δ) προστίθενται 0,025 ml αραιού αλλαντοϊκού υγρού που περιέχει 4 ή 8 HU·

ε) γίνεται ανάμειξη με ελαφρό κτύπημα και τοποθετείται η πλάκα στους 4 ° C επί τουλάχιστον 60 λεπτά ή σε θερμοκρασία δωματίου επί τουλάχιστον 30 λεπτά·

στ) προστίθενται 0,025 ml ερυθροκυττάρων 1 % σε όλα τα τρυβλία·

ζ) αναμειγνύονται με ελαφρό κτύπημα και τοποθετούνται σε θερμοκρασία 4 ° C·

η) τα τρυβλία «αναγιγνώσκονται» 30 έως 40 λεπτά αργότερα όταν τα δείγματα αναφοράς έχουν κατασταλάξει. Η ανάγνωση γίνεται με κλίση της πλάκας και παρατήρηση της παρουσίας ή απουσίας δακρυόσχημης ροής με τον ίδιο ρυθμό όπως στα τρυβλία ελέγχου που περιέχουν ερυθροκύτταρα (0,025 ml) και μόνο PBS (0,05 ml)·

θ) ο τίτλος αναστολής είναι η υψηλότερη αραίωση αντιορρού που προκαλεί αναστολή 4 ή 8 μονάδων ιού. (Κάθε δοκιμασία πρέπει να περιλαμβάνει μία τιτλοδότηση αιμοσυγκόλλησης για την επιβεβαίωση της παρουσίας των απαιτούμενων HAU)·

ι) η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων εξαρτάται από τη λήψη τίτλου κάτω του 23 για 4 HAU ή 22 για 8 HAU με τον αρνητικό ορρό αναφοράς και τίτλου που να απέχει λιγότερο από μία αραίωση από το γνωστό τίτλο του θετικού ορρού αναφοράς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Δοκιμασία δείκτη ενδοεγκεφαλικής παθογενετικότητας

1.

Λοιμογόνο πρόσφατα συλλεγέν αλλαντοϊκό υγρό (με τίτλο αιμοσυγκόλλησης μεγαλύτερο από 24) αραιώνεται 1:10 σε αποστειρωμένο ισότονο διάλυμα χλωριούχου νατρίου (δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν αντιβιοτικά).

2.

0,05 ml του αραιωμένου ιού ενίεται ενδοεγκεφαλικώς σε καθένα από δέκα νεοσσούς μιας ημέρας (δηλαδή 24 έως 40 ώρες μετά την εκκόλαψη). Οι νεοσσοί πρέπει να προέρχονται από αυγά που έχουν ληφθεί από σμήνος χωρίς ειδικά παθογόνα.

3.

Τα πτηνά εξετάζονται σε διαστήματα 24 ωρών επί οκτώ ημέρες.

4.

Σε κάθε παρατήρηση κάθε πτηνό βαθμολογείται: 0 = φυσιολογικό· 1 = άρρωστο· 2 = νεκρό.

5.

Ο δείκτης υπολογίζεται όπως φαίνεται στο παρακάτω παράδειγμα:



Κλινικές ενδείξεις

Ημέρα μετά τον εμβολιασμό

(αριθμός πτηνών)

1

2

3

4

5

6

7

8

Σύνολο

Βαθμολογία

Φυσιολογικό

10

4

0

0

0

0

0

0

14 × 0

= 0

Άρρωστο

0

6

10

4

0

0

0

0

20 × 1

= 20

Νεκρό

0

0

0

6

10

10

10

10

46 × 2

= 92

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΥΝΟΛΟ = 112

Δείκτης = η μέση βαθμολογία ανά πτηνό και ανά παρατήρηση = 112/80 = 1,4.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Αξιολόγηση της ικανότητας σχηματισμού πλακών

1.

Συνήθως είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείται μία σειρά αραιώσεων ιού ώστε να είναι βέβαιο ότι υπάρχει ο βέλτιστος αριθμός πλακών στην πλάκα δοκιμασίας. Δεκαπλάσιες αραιώσεις μέχρι 10-7 σε STP πρέπει να είναι επαρκείς.

2.

Συρρέουσες μονοστοιβαδικές καλλιέργειες εμβρύου κοτόπουλου ή κατάλληλης κυτταρικής σειράς (π.χ. νεφρός βοδιού Madin Darby) παρασκευάζονται σε τρυβλία Petri 5 cm.

3.

0,2 ml κάθε αραίωσης ιού προστίθεται σε καθένα από δύο τρυβλία Petri και οι ιός αφήνεται να προσροφηθεί επί 30 λεπτά.

4.

Μετά από πλύση τρεις φορές με STP, τα μολυσμένα κύτταρα επικαλύπτονται με το κατάλληλο μέσο που περιέχει 1 % w/v άγαρ και ενδεχομένως 0,01 mg/ml θρυψίνη. Έχει σημασία να μην προστεθεί ορρός στο μέσο επικάλυψης.

5.

Μετά από επώαση επί 72 ώρες στους 37 ° C οι πλάκες πρέπει να έχουν επαρκές μέγεθος. Παρατηρούνται καλύτερα αφαιρώντας την επικάλυψη άγαρ και χρωματίζοντας τη μονοστοιβάδα των κυττάρων με κρυσταλλικό ιώδες (0,5 % w/v) σε 25 % v/v αιθανόλη.

6.

Όλοι οι ιοί πρέπει να δίνουν διαυγείς πλάκες όταν επωάζονται παρουσία θρυψίνης στην επικάλυψη. Όταν δεν υπάρχει θρυψίνη στην επικάλυψη, μόνο οι ιοί που είναι μολυσματικοί για τα κοτόπουλα θα σχηματίσουν πλάκες.

▼M3 —————

▼M4 —————



( 1 ) Οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1990 σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοικοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ αριθ. L 224 της 18.8.1990, σ. 29). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 91/496/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 56).

( 2 ) Οδηγία 89/437/ΕΟΚ του Συμβουλίου τής 20ης Ιουνίου 1989 σχετικά με τα προβλήματα υγείας και υγιεινής όσον αφορά την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων αυγών (ΕΕ αριθ. L 212 της 22.7.1989, σ. 87). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 89/662/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 395 της 30.12.1989, σ. 13).

( 3 ) Οδηγία 91/494/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1991 σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές νωπών κρεάτων πουλερικών από τρίτες χώρες (ΕΕ αριθ. L 268 της 29.9.1991, σ. 35).

( 4 ) ΕΕ αριθ. L 255 της 18.10.1968, σ. 23.

( 5 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).

( *1 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

( 6 ) Οδηγία 90/667/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 για τη θέσπιση υγειονομικών κανόνων για τη διάθεση και τη μεταποίηση ζωικών αποβλήτων, τη διάθεσή τους στην αγορά και την προστασία από τους παθογόνους οργανισμούς των ζωοτροφών ζωικής προέλευσης ή με βάση τα ψάρια και για την τροποποίηση της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 363 της 27.12.1990, σ. 51).