ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 13ης Σεπτεμβρίου 2018 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των καταναλωτών – Οδηγία 2011/83/ΕΕ – Άρθρο 21 – Συμβάσεις που συνάπτονται με τους καταναλωτές – Τηλεφωνικές συνδιαλέξεις – Πρακτική ενός παρόχου υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας στο πλαίσιο της οποίας ο εν λόγω πάροχος προσφέρει στους πελάτες που έχουν ήδη συνάψει σύμβαση ένα συντομευμένο αριθμό εξυπηρετήσεως πελατών για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική»

Στην υπόθεση C-332/17,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Riigikohus (Ανώτατο Δικαστήριο, Εσθονία) με απόφαση της 26ης Μαΐου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 2 Ιουνίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης

Starman AS

κατά

Tarbijakaitseamet,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. Malenovský, πρόεδρο τμήματος, M. Safjan και D. Šváby (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Wathelet

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Starman AS, εκπροσωπούμενη από τους A. Jõks και C. Ginter, vandeadvokaadid,

η Εσθονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την N. Grünberg,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις A. Cleenewerck de Crayencour και K. Toomus καθώς και από τον N. Ruiz García,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 21 της οδηγίας 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2011, L 304, σ. 64).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Tarbijakaitseamet (Υπηρεσίας προστασίας καταναλωτών, Εσθονία) και της Starman AS, παρόχου υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας και διαδικτύου, όσον αφορά απόφαση με την οποία η ως άνω υπηρεσία υποχρέωσε την εν λόγω εταιρία να παύσει να προσφέρει στους καταναλωτές που έχουν ήδη συνάψει σύμβαση με αυτήν ένα συντομευμένο αριθμό εξυπηρετήσεως πελατών για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 4, 5 και 7 της οδηγίας 2011/83 έχουν ως εξής:

«(4)

[…] Η εναρμόνιση ορισμένων πτυχών των εξ αποστάσεως και εκτός καταστήματος συναπτόμενων συμβάσεων είναι αναγκαία για την προαγωγή μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς των καταναλωτών που επιτυγχάνει τη σωστή ισορροπία μεταξύ υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, εξασφαλίζοντας παράλληλα την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας.

(5)

[…] Συνεπώς, η πλήρης εναρμόνιση της ενημέρωσης του καταναλωτή και το δικαίωμα υπαναχώρησης σε εξ αποστάσεως συμβάσεις και συμβάσεις εκτός εμπορικών καταστημάτων θα συμβάλουν σε ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών.

[…]

(7)

Η πλήρης εναρμόνιση ορισμένων βασικών ρυθμιστικών πτυχών θα πρέπει να αυξήσει σημαντικά την ασφάλεια δικαίου τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους εμπόρους. Τόσο οι καταναλωτές όσο και οι έμποροι θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε ενιαίο ρυθμιστικό πλαίσιο βάσει σαφώς καθορισμένων νομικών εννοιών που θα διέπουν ορισμένες πτυχές των συμβάσεων μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας εναρμόνισης θα πρέπει να είναι να εξαλειφθούν οι φραγμοί που προκύπτουν από τον κατακερματισμό των κανόνων και να ολοκληρωθεί η εσωτερική αγορά σε αυτόν τον τομέα. Οι φραγμοί αυτοί μπορούν να εξαλειφθούν μόνο με τη θέσπιση ομοιόμορφων κανόνων σε επίπεδο Ένωσης. Περαιτέρω, οι καταναλωτές θα πρέπει να απολαύουν υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση.»

4

Το άρθρο 1 της οδηγίας 2011/83 ορίζει το αντικείμενο της εν λόγω οδηγίας ως εξής:

«Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι, μέσω της επίτευξης ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, να συμβάλει στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με την προσέγγιση ορισμένων πτυχών των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών για τις συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτών και εμπόρων.»

5

Το άρθρο 4 της οδηγίας αυτής, το οποίο επιγράφεται «Επίπεδο εναρμόνισης», ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη δεν διατηρούν ούτε εισάγουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις που παρεκκλίνουν από αυτές που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένων περισσότερο ή λιγότερο αυστηρών διατάξεων για την εξασφάλιση διαφορετικού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.»

6

Το άρθρο 13, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Ο έμπορος επιστρέφει κάθε πληρωμή που έλαβε από τον καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των δαπανών παράδοσης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός 14 ημερών από την ημέρα κατά την οποία ενημερώθηκε για την απόφαση του καταναλωτή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση δυνάμει του άρθρου 11.»

7

Το άρθρο 19 της ίδιας οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Έξοδα για χρήση μέσων πληρωμής», προβλέπει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη απαγορεύουν στους εμπόρους να χρεώνουν στους καταναλωτές για τη χρήση ενός συγκεκριμένου μέσου πληρωμής δαπάνη υπερβαίνουσα το κόστος χρήσης αυτού του μέσου από τον έμπορο.»

8

Το άρθρο 21 της οδηγίας 2011/83, το οποίο επιγράφεται «Τηλεφωνική επικοινωνία», έχει ως εξής:

«Τα κράτη μέλη οφείλουν να μεριμνήσουν ώστε όταν ο έμπορος χρησιμοποιεί τηλεφωνική γραμμή για τηλεφωνική επικοινωνία μαζί του σχετικά με τις συναπτόμενες συμβάσεις, ο καταναλωτής –τη στιγμή που επικοινωνεί με τον έμπορο– [να μην] υποχρεούται να πληρώσει παραπάνω από τη βασική τιμή χρέωσης.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος των παρόχων των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών να επιβάλλουν χρέωση για αυτές τις κλήσεις.»

9

Το άρθρο 25 της οδηγίας αυτής, το οποίο επιγράφεται «Επιτακτικός χαρακτήρας της οδηγίας», προβλέπει τα εξής:

«Εάν το δίκαιο που είναι εφαρμοστέο στη σύμβαση είναι το δίκαιο κάποιου κράτους μέλους, οι καταναλωτές δεν μπορούν να παραιτηθούν από τα δικαιώματα που τους παραχωρούνται με τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στην εθνική νομοθεσία.

Οποιεσδήποτε συμβατικές ρήτρες καταργούν ή περιορίζουν, άμεσα ή έμμεσα, τα δικαιώματα που προκύπτουν από την παρούσα οδηγία δεν είναι δεσμευτικές για τον καταναλωτή.»

Το εσθονικό δίκαιο

10

Το άρθρο 281 του Võlaõigusseadus (νόμου για το ενοχικό δίκαιο), της 26ης Σεπτεμβρίου 2001 (RT I 2001, 81,487, στο εξής: VÕS), το οποίο επιγράφεται «Περιορισμοί σε σχέση με την τιμολόγηση όσον αφορά τις συμβάσεις με καταναλωτές», ορίζει, στις παραγράφους του 3 και 4, τα εξής:

«(3)   Όταν ο επιχειρηματίας παρέχει στον καταναλωτή τη δυνατότητα να επικοινωνήσει μαζί του, μέσω τηλεφωνικής κλήσεως προς αριθμό τηλεφώνου που γνωστοποιήθηκε από τον επιχειρηματία, για τον σκοπό της διαβιβάσεως μηνυμάτων ή δηλώσεων βουλήσεως που αφορούν τη σύμβαση ή σχετικά με άλλες περιστάσεις που συνδέονται με την εκπλήρωση της συμβάσεως, ο επιχειρηματίας δεν δύναται να ζητεί πρόσθετο αντίτιμο από τον καταναλωτή.

(4)   Κάθε αντίθετη προς το συμφέρον του καταναλωτή συμφωνία που αποκλίνει από τη ρύθμιση του παρόντος άρθρου είναι άκυρη.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

11

Η Starman είναι πάροχος υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας και διαδικτύου. Η εταιρία αυτή θέτει στη διάθεση των καταναλωτών οι οποίοι έχουν ήδη συνάψει σύμβαση με αυτήν, όσον αφορά ζητήματα που συνδέονται με την εν λόγω σύμβαση, αφενός, έναν αριθμό σταθερού τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει η βασική τιμή χρεώσεως και, αφετέρου, ένα συντομευμένο αριθμό τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, σε περίπτωση κλήσεως από κινητό τηλέφωνο. Ο εν λόγω συντομευμένος αριθμός τηλεφώνου περιέρχεται σε γνώση όλων των καταναλωτών, ιδίως διά της αναγραφής του στην αρχική σελίδα του ιστότοπου της Starman, στις βασικές συμβάσεις και στους σχετικούς με τις εν λόγω συμβάσεις γενικούς όρους.

12

Η Υπηρεσία προστασίας καταναλωτών εξέδωσε, στις 15 Ιουνίου 2015, απόφαση εις βάρος της Starman, στηριζόμενη στη διαπίστωση ότι η διάθεση ενός συντομευμένου αριθμού τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, για καταναλωτές που έχουν ήδη συνάψει σύμβαση με την εταιρία αυτή, αντιβαίνει στο άρθρο 281, παράγραφος 3, του VÕS και στο άρθρο 21 της οδηγίας 2011/83, επί του οποίου στηρίζεται η εν λόγω διάταξη του εθνικού δικαίου.

13

Η εν λόγω υπηρεσία υποχρέωσε τη Starman να παύσει να προσφέρει στους καταναλωτές έναν τέτοιο συντομευμένο αριθμό τηλεφώνου και να προσφέρει αποκλειστικώς έναν αριθμό τηλεφώνου σταθερού ή κινητού τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει η βασική τιμή χρεώσεως. Σύμφωνα με την ως άνω απόφαση, ένας συντομευμένος αριθμός τηλεφώνου μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνον εάν οι σχετικές με αυτόν πρόσθετες δαπάνες βαρύνουν τον έμπορο.

14

Η Starman άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως ενώπιον του Tallinna Halduskohus (διοικητικού δικαστηρίου Ταλίν, Εσθονία). Η εταιρία αυτή υποστηρίζει, απεναντίας, ότι το άρθρο 281, παράγραφος 3, του VÕS και το άρθρο 21 της οδηγίας 2011/83 δεν απαγορεύουν να προσφέρεται επίσης στους καταναλωτές που έχουν συνάψει σύμβαση ένας συντομευμένος αριθμός τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, εφόσον ο έμπορος δεν αντλεί εισόδημα εξ αυτού και στο μέτρο που προσφέρεται παράλληλα στους καταναλωτές, κατά τρόπο εύληπτο και ευδιάκριτο, ένας αριθμός σταθερού τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει η βασική τιμή χρεώσεως. Υπό τις συνθήκες αυτές, κατά την άποψη της εταιρίας αυτής, ο εν λόγω καταναλωτής μπορεί να επιλέξει ελεύθερα, μεταξύ των δύο προσφερόμενων αριθμών τηλεφώνου, αυτόν που σκοπεύει να χρησιμοποιήσει. Κατά τη Starman, η ίδια απόφαση διευρύνει τα αποτελέσματα της οδηγίας αυτής, καθόσον απαγορεύει, κατ’ ουσίαν, τη χρήση συντομευμένων αριθμών τηλεφώνου, και, ως εκ τούτου, βαίνει πέραν των υποχρεώσεων τις οποίες επιβάλλει η εν λόγω οδηγία και του σκοπού προστασίας των καταναλωτών τον οποίον επιδιώκει η εν λόγω οδηγία.

15

Δεδομένου ότι η προσφυγή ακυρώσεως της Starman απορρίφθηκε τόσο από το Tallinna Halduskohus (διοικητικό δικαστήριο Ταλίν) όσο και από το Tallinna Ringkonnakohus (εφετείο Ταλίν, Εσθονία), η Starman άσκησε αναίρεση ενώπιον του Riigikohus (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Εσθονία).

16

Το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι, για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης, είναι αναγκαίο να ερμηνευθεί η φράση «ο καταναλωτής […] [να μην] υποχρεούται να πληρώσει», που περιλαμβάνεται στο άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83. Το εν λόγω δικαστήριο εκτιμά ότι η φράση αυτή μπορεί να έχει την έννοια ότι ένας καταναλωτής που έχει ήδη συνάψει σύμβαση δεν πρέπει να περιέρχεται σε τέτοια θέση ώστε η μόνη εύλογη δυνατότητα που διαθέτει, προκειμένου να επικοινωνήσει με τον έμπορο, είναι να χρησιμοποιήσει έναν αριθμό τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική τιμή χρεώσεως. Κατά το εν λόγω δικαστήριο, η ερμηνεία αυτή δεν αποκλείει τη δυνατότητα να απαιτηθεί από τον εν λόγω καταναλωτή αυξημένο αντίτιμο στην περίπτωση που αυτός χρησιμοποιεί οικειοθελώς τον αριθμό τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει μια τέτοια υψηλότερη τιμή χρεώσεως.

17

Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ως προς το ζήτημα αν είναι δυνατόν να επιβαρυνθεί ο καταναλωτής που έχει ήδη συνάψει σύμβαση με τα πρόσθετα έξοδα που συνδέονται με τη χρήση ενός συντομευμένου αριθμού τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, σε περίπτωση κατά την οποία ο εν λόγω καταναλωτής έχει επιλέξει αυτό το μέσο επικοινωνίας, ενώ, παράλληλα, του έχει προσφερθεί η δυνατότητα να χρησιμοποιήσει έναν αριθμό τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει η βασική τιμή χρεώσεως. Συγκεκριμένα, αν ο έμπορος επωμιζόταν τα εν λόγω πρόσθετα έξοδα, θα μπορούσε να προκύψει εξ αυτού, κατά το αιτούν δικαστήριο, μια κατάσταση στην οποία οι έμποροι θα έπαυαν να προτείνουν τους συντομευμένους αριθμούς τηλεφώνου για όλους τους καταναλωτές, όπερ θα έβαινε πέραν των απαιτήσεων τις οποίες καθορίζει το άρθρο 21 της οδηγίας 2011/83 και του σκοπού τον οποίον επιδιώκει η εν λόγω οδηγία. Επιπλέον, κατά το αιτούν δικαστήριο, δεν θα επιλυόταν το ζήτημα κατά πόσον ο έμπορος οφείλει να ενημερώνει τον καταναλωτή σχετικά με την ύπαρξη αριθμού τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει η βασική τιμή χρεώσεως και σχετικά με τις διαφορές ως προς την τιμή μεταξύ των κλήσεων, σε περίπτωση κατά την οποία ο εν λόγω καταναλωτής χρησιμοποιεί συντομευμένο αριθμό τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως όσον αφορά ζητήματα που δεν συνδέονται με τη συναφθείσα σύμβαση.

18

Το αιτούν δικαστήριο μνημονεύει την απόφαση της 2ας Μαρτίου 2017, Zentrale zur Bekämpfung unlauteren Wettbewerbs Frankfurt am Main (C-568/15, EU:C:2017:154), με την οποία το Δικαστήριο αποφάνθηκε επί της έννοιας του όρου «βασική τιμή χρέωσης», κατά το άρθρο 21 της οδηγίας 2011/83. Πλην όμως, το ως άνω δικαστήριο εκτιμά ότι, εφόσον το ιστορικό της υποθέσεως της κύριας δίκης και εκείνο της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η ως άνω απόφαση διαφέρουν, η τελευταία αυτή απόφαση δεν παρέχει απάντηση σε όλα τα ζητήματα ως προς τα οποία το ως άνω δικαστήριο διερωτάται. Το εν λόγω δικαστήριο τονίζει μεταξύ άλλων ότι στην τελευταία από τις υποθέσεις αυτές οι καταναλωτές δεν είχαν, αντιθέτως προς ό,τι συμβαίνει στην υπόθεση της κύριας δίκης, δυνατότητα επιλογής μεταξύ περισσότερων αριθμών τηλεφώνου.

19

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Riigikohus (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 21 της οδηγίας [2011/83] την έννοια ότι ο πάροχος δύναται να θέτει στη διάθεση των καταναλωτών έναν αριθμό τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από την κανονική, εφόσον ο πάροχος προσφέρει στους καταναλωτές, για τους σκοπούς της επικοινωνίας μαζί του σε σχέση με συναφθείσα σύμβαση, κατά τρόπο εύληπτο και ευδιάκριτο, εκτός από τον αριθμό τηλεφώνου που παρέχεται έναντι υψηλότερης τιμής χρεώσεως, επίσης έναν αριθμό σταθερού τηλεφώνου έναντι της κανονικής τιμής χρεώσεως;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Έχει το άρθρο 21 της οδηγίας [2011/83] την έννοια ότι δεν επιτρέπει κατάσταση στην οποία ο καταναλωτής ο οποίος χρησιμοποιεί οικειοθελώς έναν αριθμό τηλεφώνου που παρέχεται έναντι αυξημένης τιμής χρεώσεως προκειμένου να επικοινωνήσει με τον πάροχο σε σχέση με συναφθείσα σύμβαση, μολονότι ο πάροχος έχει θέσει στη διάθεσή του, κατά τρόπο εύληπτο και ευδιάκριτο, έναν αριθμό τηλεφώνου που παρέχεται έναντι της κανονικής τιμής χρεώσεως, οφείλει να καταβάλει στον πάροχο την αυξημένη τιμή χρεώσεως για τη σχετική επικοινωνία;

3)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Απορρέει από τον θεσπιζόμενο με το άρθρο 21 της οδηγίας [2011/83] περιορισμό υποχρέωση του παρόχου να επισημαίνει πάντοτε, ταυτοχρόνως με τη μνεία του συντομευμένου αριθμού, την ύπαρξη και ενός αριθμού σταθερού τηλεφώνου που παρέχεται έναντι της κανονικής τιμής χρεώσεως καθώς και σχετικά με τις διαφορές ως προς την τιμή χρεώσεως;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος

20

Με το πρώτο και το δεύτερο ερώτημά του, που πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 έχει την έννοια ότι, εφόσον ένας έμπορος έχει θέσει στη διάθεση του συνόλου της πελατείας του έναν ή περισσότερους συντομευμένους αριθμούς τηλεφώνου για τους οποίους ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, οι καταναλωτές που έχουν ήδη συνάψει σύμβαση με τον έμπορο αυτόν δεν επιτρέπεται να καταβάλλουν τιμή χρεώσεως υψηλότερη από τη βασική, όταν επικοινωνούν τηλεφωνικώς με τον εν λόγω έμπορο σε σχέση με τη σύμβαση αυτή.

21

Κατά το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83, τα κράτη μέλη οφείλουν να μεριμνήσουν ώστε, όταν ο έμπορος χρησιμοποιεί τηλεφωνική γραμμή για επικοινωνία μαζί του σχετικά με τις συναπτόμενες με τον καταναλωτή συμβάσεις, ο τελευταίος να μην υποχρεούται να πληρώσει παραπάνω από τη βασική τιμή χρεώσεως για τις κλήσεις προς τη γραμμή αυτή.

22

Εντούτοις, το γράμμα της εν λόγω διατάξεως δεν παρέχει τη δυνατότητα, αφ’ εαυτού, να προσδιορισθεί αν, σε περίπτωση κατά την οποία ο έμπορος χρησιμοποιεί αρκετές τηλεφωνικές γραμμές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και γραμμές προσβάσιμες μέσω συντομευμένων αριθμών, όλες αυτές οι γραμμές πρέπει να παρέχονται έναντι τιμής χρεώσεως μη υπερβαίνουσας τη βασική.

23

Επομένως, κατά την ερμηνεία του άρθρου 21, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνον το γράμμα αυτής της διατάξεως, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται και οι σκοποί της ρυθμίσεως της οποίας αποτελεί μέρος (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 2ας Μαρτίου 2017, Zentrale zur Bekämpfung unlauteren Wettbewerbs Frankfurt am Main, C-568/15, EU:C:2017:154, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

24

Όσον αφορά, πρώτον, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η εν λόγω διάταξη, το Δικαστήριο συνήγαγε από τα άρθρα 13 και 19 της οδηγίας 2011/83 ότι, καταρχήν, ο καταναλωτής δεν πρέπει να επιβαρύνεται με κόστος πέρα από το σύνηθες, σε περίπτωση που ασκεί τα κατοχυρούμενα από την οδηγία αυτή δικαιώματά του και ότι το τυχόν επιπλέον κόστος βαρύνει κατά συνέπεια τον έμπορο (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 2ας Μαρτίου 2017, Zentrale zur Bekämpfung unlauteren Wettbewerbs Frankfurt am Main, C-568/15, EU:C:2017:154, σκέψεις 24 έως 26).

25

Επομένως, από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 21 της οδηγίας 2011/83 προκύπτει ότι ο έμπορος δύναται να χρεώσει στον καταναλωτή ο οποίος ασκεί μέσω τηλεφωνικών κλήσεων τα δικαιώματα που του απονέμονται με την οδηγία αυτή μόνον τις δαπάνες που δεν υπερβαίνουν το κόστος το οποίο αντιστοιχεί στη βασική τιμή χρεώσεως.

26

Όσον αφορά, δεύτερον, τον σκοπό τον οποίο επιδιώκει η οδηγία 2011/83, από το άρθρο 1 της οδηγίας αυτής προκύπτει ότι με αυτήν επιδιώκεται η επίτευξη ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών.

27

Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, η οδηγία 2011/83 διαμορφώνει, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 4, 5 και 7, το πλαίσιο για την πλήρη εναρμόνιση ορισμένων ουσιωδών πτυχών των συμβάσεων που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτών και εμπόρων. Το αποτέλεσμα της εν λόγω εναρμονίσεως θα πρέπει να είναι η εξάλειψη των φραγμών που προκύπτουν από τον κατακερματισμό της ρυθμίσεως, προκειμένου να καταστεί δυνατό στους καταναλωτές να απολαύουν υψηλού κοινού επιπέδου προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση.

28

Εξάλλου, από το άρθρο 4 της οδηγίας 2011/83 προκύπτει ότι το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών το οποίο διασφαλίζουν οι προβλεπόμενες από τα κράτη μέλη διατάξεις του εθνικού δικαίου δεν μπορεί να παρεκκλίνει από εκείνο το οποίο καθορίζει η οδηγία αυτή, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στην οδηγία. Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 21 της οδηγίας 2011/83 δεν αποτελεί εξαίρεση από την κατ’ αυτόν τον τρόπο επιβαλλόμενη στα κράτη μέλη υποχρέωση να μην παρεκκλίνουν από το επίπεδο προστασίας το οποίο καθορίζει η οδηγία αυτή.

29

Κατά συνέπεια, ο επιδιωκόμενος με την οδηγία 2011/83 σκοπός της επιτεύξεως υψηλού κοινού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση θα διακυβευόταν εάν ο καταναλωτής υπείχε υποχρέωση να καταβάλλει τιμή χρεώσεως υψηλότερη από τη βασική, όταν καλεί τον συντομευμένο αριθμό τηλεφώνου του εμπόρου με τον οποίο έχει συνάψει σύμβαση, ιδίως στην περίπτωση που αυτός ο καταναλωτής επικοινωνεί με αυτόν τον έμπορο προκειμένου να λάβει διευκρινίσεις σχετικά με ζητήματα αφορώντα την εκτέλεση αυτής της συμβάσεως ή προκειμένου να ασκήσει κατοχυρωμένα δικαιώματα.

30

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει κατάσταση στην οποία ένας έμπορος δύναται να υποχρεώσει τον καταναλωτή που έχει ήδη συνάψει σύμβαση να καταβάλλει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, όταν ο τελευταίος αυτός καταναλωτής επικοινωνεί τηλεφωνικώς με τον εν λόγω έμπορο σε σχέση με τη σύμβαση αυτή, ανεξάρτητα από τη μορφή των προσφερόμενων από τον εν λόγω έμπορο αριθμών τηλεφώνου.

31

Η ερμηνεία αυτή ουδόλως κλονίζεται από το γεγονός ότι ο έμπορος ενημέρωσε τον καταναλωτή κατά τρόπο εύληπτο και ευδιάκριτο σχετικά με την ύπαρξη ενός αριθμού τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει η βασική τιμή χρεώσεως. Πράγματι, η παροχή της εν λόγω ενημερώσεως δεν μπορεί να απαλλάσσει τον έμπορο από την υποχρέωσή του να μην υποχρεώνει τον καταναλωτή που έχει ήδη συνάψει σύμβαση με αυτόν να καταβάλλει τιμή χρεώσεως υψηλότερη από τη βασική, όταν αυτός ο καταναλωτής επικοινωνεί τηλεφωνικώς με τον εν λόγω έμπορο σε σχέση με τη σύμβαση αυτή.

32

Ομοίως, το γεγονός ότι ο καταναλωτής, για να επικοινωνήσει με τον έμπορο, επέλεξε οικειοθελώς να χρησιμοποιήσει τον συντομευμένο αριθμό τηλεφώνου για τον οποίον ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική δεν επηρεάζει την εν λόγω ερμηνεία. Πράγματι, από συνδυασμένη ερμηνεία των άρθρων 21 και 25 της οδηγίας 2011/83 προκύπτει ότι ο καταναλωτής δεν μπορεί να παραιτηθεί αυτοβούλως από τα δικαιώματα που του απονέμονται με την οδηγία αυτή και να καταβάλλει τιμή χρεώσεως υψηλότερη από τη βασική, όταν επικοινωνεί τηλεφωνικώς με έναν έμπορο.

33

Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 έχει την έννοια ότι, εφόσον ένας έμπορος έχει θέσει στη διάθεση του συνόλου της πελατείας του έναν ή περισσότερους συντομευμένους αριθμούς τηλεφώνου για τους οποίους ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, οι καταναλωτές που έχουν συνάψει σύμβαση με τον έμπορο αυτόν δεν επιτρέπεται να καταβάλλουν τιμή χρεώσεως υψηλότερη από τη βασική, όταν επικοινωνούν τηλεφωνικώς με τον εν λόγω έμπορο σε σχέση με τη σύμβαση αυτή.

Επί του τρίτου ερωτήματος

34

Κατόπιν της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο τρίτο ερώτημα.

Επί των δικαστικών εξόδων

35

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, έχει την έννοια ότι εφόσον ένας έμπορος έχει θέσει στη διάθεση του συνόλου της πελατείας του έναν ή περισσότερους συντομευμένους αριθμούς τηλεφώνου για τους οποίους ισχύει υψηλότερη τιμή χρεώσεως από τη βασική, οι καταναλωτές που έχουν συνάψει σύμβαση με τον έμπορο αυτόν δεν επιτρέπεται να καταβάλλουν τιμή χρεώσεως υψηλότερη από τη βασική, όταν επικοινωνούν τηλεφωνικώς με τον εν λόγω έμπορο σε σχέση με τη σύμβαση αυτή.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η εσθονική.