ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

YVES BOT

της 14ης Ιουνίου 2018 ( 1 )

Υπόθεση C‑171/17

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Ουγγαρίας

«Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 49 ΣΛΕΕ – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Άρθρο 56 ΣΛΕΕ – Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Οδηγία 2006/123/ΕΚ – Άρθρα 15 και 16 – Περιορισμοί – Δικαιολόγηση – Αναγκαιότητα – Αναλογικότητα – Εθνικό σύστημα υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών – Αποκλειστικό δικαίωμα – Μονοπώλιο – Υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος»

1. 

Με την παρούσα προσφυγή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι, καθόσον θέσπισε και διατήρησε σε ισχύ το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, που ρυθμίζεται από τον a nemzeti mobil fizetési rendszerről szóló 2011. évi CC. törvény (νόμο CC του 2011 σχετικά με το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών) ( 2 ) και από το 356/2012. (XII. 13.) Korm. rendelet a nemzeti mobil fizetési rendszerről szóló törvény végrehajtásáról (κυβερνητικό διάταγμα 356/2012 για την εκτέλεση του νόμου CC του 2011) ( 3 ), της 13ης Δεκεμβρίου 2012, η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, και από το άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά ( 4 ), και, επικουρικώς, από τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ.

2. 

Με τις παρούσες προτάσεις, θα εκθέσω τους λόγους για τους οποίους φρονώ ότι η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή.

I. Το νομικό πλαίσιο

A.   Το δίκαιο της Ένωσης

1. Το πρωτογενές δίκαιο

3.

Το άρθρο 49, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ ορίζει τα εξής:

«Στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελευθερίας εγκαταστάσεως των υπηκόων ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους απαγορεύονται. Η απαγόρευση αυτή εκτείνεται επίσης στους περιορισμούς για την ίδρυση πρακτορείων, υποκαταστημάτων ή θυγατρικών εταιριών από τους υπηκόους ενός κράτους μέλους που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους.»

4.

Το άρθρο 56, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ προβλέπει τα εξής:

«Στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της [Ευρωπαϊκής] Ένωσης απαγορεύονται όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του αποδέκτου της παροχής.»

2. Η οδηγία περί υπηρεσιών

5.

Οι αιτιολογικές σκέψεις 8, 17 και 70 της οδηγίας περί υπηρεσιών έχουν ως εξής:

«(8)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο κατά τον βαθμό που οι σχετικές δραστηριότητες είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και, επομένως, δεν υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να ελευθερώσουν υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος [(στο εξής: ΥΓΟΣ)] ή να ιδιωτικοποιήσουν δημόσιους φορείς παροχής των εν λόγω υπηρεσιών ή να καταργήσουν υφιστάμενα μονοπώλια για άλλες δραστηριότητες ή ορισμένες υπηρεσίες διανομής.

[...]

(17)

Η παρούσα οδηγία καλύπτει μόνο τις υπηρεσίες που παρέχονται έναντι οικονομικού ανταλλάγματος. Οι υπηρεσίες κοινής ωφελείας δεν εμπίπτουν στον ορισμό του άρθρου 50 [ΕΚ (νυν άρθρου 57 ΣΛΕΕ)] και, επομένως, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Oι [ΥΓΟΣ] είναι υπηρεσίες που παρέχονται έναντι οικονομικού ανταλλάγματος και, επομένως, περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, ορισμένες [ΥΓΟΣ], όπως αυτές που μπορεί να υπάρχουν στον τομέα των μεταφορών, αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ενώ για ορισμένες άλλες [ΥΓΟΣ], όπως για όσες μπορεί να υπάρχουν στον τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών, προβλέπεται παρέκκλιση από τη διάταξη περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία. Η παρούσα οδηγία δεν αφορά τη χρηματοδότηση των [ΥΓΟΣ] και δεν καλύπτει τις ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη μέλη, ιδίως στον κοινωνικό τομέα, σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες περί ανταγωνισμού. Η παρούσα οδηγία δεν αφορά τη συνέχεια που θα δοθεί στη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας.

[...]

(70)

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και με την επιφύλαξη του άρθρου 16 [ΕΚ (νυν άρθρου 14 ΣΛΕΕ)], οι υπηρεσίες μπορούν να θεωρηθούν [ΥΓΟΣ] στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας μόνον αν παρέχονται κατ’ εφαρμογήν ειδικής αποστολής δημόσιου συμφέροντος που ανατίθεται στον πάροχο από το οικείο κράτος μέλος. Η εν λόγω ανάθεση θα πρέπει να γίνει μέσω μιας ή περισσότερων πράξεων, η μορφή των οποίων καθορίζεται από κάθε κράτος μέλος, και θα πρέπει να προσδιορίζει την ακριβή φύση του ειδικού καθήκοντος.»

6.

Το άρθρο 1, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«2.   Η παρούσα οδηγία δεν αφορά την ελευθέρωση των [ΥΓΟΣ] που επιφυλάσσονται αποκλειστικά σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς ούτε την ιδιωτικοποίηση δημόσιων φορέων παροχής υπηρεσιών.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν αφορά την κατάργηση μονοπωλίων παροχής υπηρεσιών ούτε τις ενισχύσεις τις οποίες χορηγούν τα κράτη μέλη και οι οποίες διέπονται από τους κοινοτικούς κανόνες περί ανταγωνισμού.

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την ελευθερία των κρατών μελών να ορίζουν, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, ποιες υπηρεσίες θεωρούν γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος, πώς θα πρέπει να οργανώνονται και να χρηματοδοτούνται οι εν λόγω υπηρεσίες, τηρουμένων των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται.»

7.

Το τμήμα 2, με τον τίτλο «Απαιτήσεις που απαγορεύονται ή υπόκεινται σε αξιολόγηση», του κεφαλαίου III της οδηγίας περί υπηρεσιών, σχετικά με την «[ε]λευθερία εγκατάστασης των παρόχων υπηρεσιών», αποτελείται από τα άρθρα 14 και 15. Το άρθρο 14 της οδηγίας αυτής αφορά τις «[α]παιτήσεις που απαγορεύονται», ενώ το άρθρο 15 της εν λόγω οδηγίας, σχετικά με τις «[α]παιτήσεις που πρέπει να αξιολογηθούν», ορίζει τα εξής:

«1.   Τα κράτη μέλη εξετάζουν κατά πόσον τα νομικά τους συστήματα προβλέπουν απαιτήσεις όπως εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και εξασφαλίζουν ότι οι απαιτήσεις αυτές είναι συμβατές με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3. Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τους ώστε να είναι συμβατές με τις εν λόγω προϋποθέσεις.

2.   Τα κράτη μέλη εξετάζουν κατά πόσον τα νομικά τους συστήματα εξαρτούν την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή την άσκησή της από την τήρηση των ακόλουθων απαιτήσεων που δεν εισάγουν διακρίσεις:

[...]

δ)

απαιτήσεις, εκτός εκείνων που αφορούν τα ζητήματα που διέπει η οδηγία 2005/36/ΕΚ [ ( 5 )] ή όσων προβλέπονται από άλλες κοινοτικές νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες περιορίζουν την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών σε συγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών λόγω της ειδικής φύσης της δραστηριότητας·

[...]

3.   Τα κράτη μέλη ελέγχουν εάν οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

μη εισαγωγή διακρίσεων: οι απαιτήσεις δεν πρέπει να εισάγουν άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις ανάλογα με την ιθαγένεια ή, όσον αφορά τις επιχειρήσεις, ανάλογα με την έδρα τους·

β)

αναγκαιότητα: οι απαιτήσεις πρέπει να δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος·

γ)

αναλογικότητα: οι απαιτήσεις πρέπει να είναι κατάλληλες για να εξασφαλίσουν την υλοποίηση του επιδιωκόμενου στόχου και να μην υπερβαίνουν το όριο που είναι απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου, το ίδιο δε αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιτευχθεί με άλλα λιγότερο περιοριστικά μέτρα.

[...]»

8.

Στο κεφάλαιο IV της οδηγίας περί υπηρεσιών, με τον τίτλο «Ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών», το άρθρο 16 αυτής αφορά την «[ε]λεύθερη παροχή υπηρεσιών». Στην παράγραφό του 1 το εν λόγω άρθρο ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη σέβονται το δικαίωμα των παρόχων υπηρεσιών να παρέχουν υπηρεσίες σε κράτος μέλος διαφορετικό από αυτό στο οποίο εδρεύουν.

Το κράτος μέλος στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία εξασφαλίζει την ελεύθερη πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών και την ελεύθερη άσκησή της στο έδαφός του.

Τα κράτη μέλη δεν εξαρτούν την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή την άσκησή της στο έδαφός τους από απαιτήσεις που δεν τηρούν τις ακόλουθες αρχές:

α)

μη εισαγωγή διακρίσεων: οι απαιτήσεις δεν πρέπει να εισάγουν, άμεσα ή έμμεσα, διακρίσεις ανάλογα με την ιθαγένεια ή, όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, ανάλογα με το κράτος μέλος στο οποίο εδρεύουν·

β)

αναγκαιότητα: οι απαιτήσεις πρέπει να δικαιολογούνται για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος·

γ)

αναλογικότητα: οι απαιτήσεις πρέπει να είναι κατάλληλες για να εξασφαλίσουν την υλοποίηση του επιδιωκόμενου στόχου και να μην υπερβαίνουν το όριο που είναι απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου.

[...]»

B.   Το ουγγρικό δίκαιο

3. Ο νόμος CC του 2011

9.

Ο νόμος CC του 2011 τροποποίησε το νομικό πλαίσιο των υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών από 1ης Απριλίου 2013, πλην όμως με υποχρεωτική ισχύ μόλις από τις 2 Ιουλίου 2014.

10.

Το άρθρο 1, στοιχείο d, του νόμου αυτού ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, νοείται ως

[...]

d)

σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών: κάθε σύστημα στο οποίο ο πελάτης αγοράζει την υπηρεσία μέσω συστήματος ηλεκτρονικής εμπορίας που είναι προσβάσιμο χωρίς σύνδεση με σταθερό σημείο, με τη χρήση τηλεπικοινωνιακού μέσου, συσκευής ψηφιακής τεχνολογίας ή άλλου εργαλείου πληροφορικής.»

11.

Το άρθρο 2 του εν λόγω νόμου ορίζει τα εξής:

«Λογίζεται ως υπηρεσία που αποτελεί αντικείμενο κεντρικής εμπορίας μέσω κινητών συσκευών

a)

η δημόσια υπηρεσία σταθμεύσεως (parking) σύμφωνα με τον νόμο σχετικά με τον a közúti közlekedésről slózó 1988. évi I. törvény (νόμο I του 1988 για την οδική κυκλοφορία, στο εξής: νόμος για την οδική κυκλοφορία)·

b)

η παροχή προσβάσεως στο οδικό δίκτυο για την εντός αυτού κυκλοφορία έναντι καταβολής τέλους χρήσεως ή διοδίων·

c)

η υπηρεσία μεταφοράς επιβατών από πάροχο ελεγχόμενο κατά πλειοψηφία από το Δημόσιο ή από οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως, υπό τη μορφή δημόσιας υπηρεσίας,

[...]

d)

κάθε υπηρεσία που δεν εμπίπτει στις κατηγορίες που απαριθμούνται στα στοιχεία a έως c ανωτέρω και παρέχεται από φορέα που ελέγχεται κατά πλειοψηφία από το Δημόσιο ή από οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως, υπό τη μορφή δημόσιας υπηρεσίας.»

12.

Το άρθρο 3 του ως άνω νόμου προβλέπει τα εξής:

«1.   Ο πάροχος υποχρεούται να διασφαλίζει την εμπορία της υπηρεσίας που αποτελεί αντικείμενο κεντρικής εμπορίας μέσω κινητών συσκευών –εξαιρουμένης της υπηρεσίας την οποία αφορά το άρθρο 2, στοιχείο d– χρησιμοποιώντας σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών.

2.   Ο πάροχος εκπληρώνει την υποχρέωση που υπέχει δυνάμει της παραγράφου 1, όταν χρησιμοποιεί το ενιαίο εθνικό σύστημα (στο εξής: εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών) που εκμεταλλεύεται οργανισμός τον οποίο ορίζει η Κυβέρνηση (στο εξής: εθνικός οργανισμός πληρωμών μέσω κινητών συσκευών)

a)

και ανήκει κατά 100 % στο Δημόσιο, ή

b)

ανήκει κατά 100 % σε φορέα που ελέγχεται ο ίδιος σε ποσοστό 100 % από το Δημόσιο.

3.   Εάν ο πάροχος εμπορεύεται την υπηρεσία που διαλαμβάνεται στο άρθρο 2, στοιχείο d, με τη χρήση συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, μπορεί να προβαίνει στην εμπορία αυτή χρησιμοποιώντας μόνο το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών.

4.   Η εκμετάλλευση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών είναι δημόσια υπηρεσία ως προς την οποία ο αρμόδιος για την πληροφορική υπουργός και ο εθνικός οργανισμός πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνομολογούν μεταξύ τους συμφωνία παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

5.   Η εκμετάλλευση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών αποτελεί αποκλειστική οικονομική δραστηριότητα του Δημοσίου, την οποία ασκεί ο εθνικός οργανισμός πληρωμών μέσω κινητών συσκευών χωρίς τη σύναψη συμβάσεως παραχωρήσεως.

[...]»

4. Το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012

13.

Το άρθρο 8 του κυβερνητικού διατάγματος 356/2012, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 2013, ορίζει τα εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη αντίθετης διατάξεως, το τέλος που καταβάλλεται από τον πελάτη για τις πληρωμές μέσω κινητών συσκευών αντιστοιχεί στο τέλος που ο πελάτης θα έπρεπε να καταβάλει εάν είχε αγοράσει την υπηρεσία χωρίς να χρησιμοποιήσει το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών. Ο πάροχος μπορεί να προωθεί, μέσω εκπτώσεων, την αγορά της υπηρεσίας ως προϊόν των πληρωμών μέσω κινητών συσκευών.

2.   Εκτός του τέλους για το προϊόν της υπηρεσίας πληρωμών μέσω κινητών συσκευών κατά την παράγραφο 1, ο πελάτης καταβάλλει στον εθνικό οργανισμό πληρωμών μέσω κινητών συσκευών τέλος διευκολύνσεως, το ύψος του οποίου ορίζεται, ανά κατηγορία υπηρεσίας, ως εξής:

a)

50 ουγγρικά φιορίνια [(HUF) (περίπου 0,16 ευρώ)] ανά συναλλαγή για την παροχή της δημόσιας υπηρεσίας σταθμεύσεως (parking),

b)

50 [HUF] [(περίπου 0,16 ευρώ)] ανά συναλλαγή για την παροχή του δικαιώματος χρήσεως κατά το άρθρο 33/A του νόμου [...] για την οδική κυκλοφορία,

[...]

3.   Εφόσον ολοκληρωθεί η αγορά της υπηρεσίας που αποτελεί αντικείμενο εμπορίας μέσω κινητών συσκευών, ο εθνικός οργανισμός πληρωμών μέσω κινητών συσκευών χρεώνει το τέλος διευκολύνσεως στον πελάτη συγχρόνως με το τέλος που αντιστοιχεί στην υπηρεσία που αποτελεί αντικείμενο κεντρικής εμπορίας μέσω κινητών συσκευών.

[...]»

14.

Το άρθρο 24/Α, παράγραφος 1, του ιδίου διατάγματος προβλέπει τα εξής:

«Εκτός του τέλους για την υπηρεσία πληρωμής μέσω κινητών συσκευών κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, ο μεταπωλητής καταβάλλει στον εθνικό οργανισμό πληρωμών μέσω κινητών συσκευών τέλος διευκολύνσεως, το ύψος του οποίου ορίζεται, ανά κατηγορία υπηρεσίας, ως εξής:

a)

40 [HUF] [(περίπου 0,13 ευρώ)] ανά συναλλαγή για την παροχή της δημόσιας υπηρεσίας σταθμεύσεως (parking),

b)

0 [HUF] ανά συναλλαγή για την παροχή του δικαιώματος χρήσεως του οδικού δικτύου κατά το άρθρο 33/A του νόμου [...] για την οδική κυκλοφορία,

c)

0 [HUF] ανά συναλλαγή για την παροχή του δικαιώματος χρήσεως του οδικού δικτύου σύμφωνα με τον νόμο περί διοδίων,

d)

0 [HUF] ανά συναλλαγή για την πώληση εισιτηρίων για τα μέσα δημόσιας μεταφοράς,

e)

75 [HUF] [περίπου 0,24 ευρώ)] ανά συναλλαγή για την παροχή των υπηρεσιών τις οποίες αφορά το άρθρο 2, στοιχείο d, του [νόμου CC του 2011].»

15.

Το άρθρο 31 του ως άνω διατάγματος αφορά το τέλος μεταπωλήσεως. Η παράγραφος 1 αυτού έχει ως εξής:

«Το τέλος μεταπωλήσεως υπολογίζεται με βάση το ποσό, εκτός ΦΠΑ, του τέλους που καταβάλλει ο πελάτης σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 1, και ορίζεται σε:

a)

10 % για την παροχή της δημόσιας υπηρεσίας σταθμεύσεως (parking),

b)

5 % για την παροχή του δικαιώματος χρήσεως του οδικού δικτύου σύμφωνα με το άρθρο 33/A του νόμου [...] για την οδική κυκλοφορία,

c)

5 % για την πώληση εισιτηρίου,

d)

5 % για την παροχή του δικαιώματος χρήσεως του οδικού δικτύου σύμφωνα με τον νόμο περί διοδίων.»

II. Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

16.

Κατόπιν καταγγελίας, η Επιτροπή κίνησε, στις 14 Δεκεμβρίου 2012, διαδικασία EU Pilot ( 6 ) σχετικά με τη θέσπιση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών στην Ουγγαρία. Στο πλαίσιο αυτό, κοινοποίησε στο εν λόγω κράτος μέλος αίτημα παροχής πληροφοριών.

17.

Οι ουγγρικές αρχές ανταποκρίθηκαν στο αίτημα αυτό στις 22 Φεβρουαρίου 2013.

18.

Κρίνοντας την απάντηση αυτή ανεπαρκή και θεωρώντας ότι, με τη θέσπιση του άρθρου 3, παράγραφοι 2 έως 5, του νόμου CC του 2011, η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 15 και 16 της οδηγίας περί υπηρεσιών και από τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή απηύθυνε, στις 21 Νοεμβρίου 2013, προειδοποιητική επιστολή στο κράτος μέλος αυτό.

19.

Η Ουγγαρία απάντησε με έγγραφο της 22ας Ιανουαρίου 2014. Κατ’ ουσίαν, υποστήριξε ότι, όσον αφορά τον χαρακτηρισμό υπηρεσίας ως «ΥΓΟΣ», τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως για τον καθορισμό των ΥΓΟΣ, τον οποίο η Επιτροπή μπορεί να αμφισβητήσει μόνο σε περίπτωση προδήλου σφάλματος. Το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστά ΥΓΟΣ διότι παρουσιάζει ειδικά χαρακτηριστικά σε σχέση με συνήθεις οικονομικές δραστηριότητες, είναι προσβάσιμο σε όλους και η σχετική υπηρεσία δεν μπορούσε να παρασχεθεί ικανοποιητικά μόνον από τις δυνάμεις της αγοράς. Επιπλέον, η Ουγγαρία υποστήριξε ότι, χάρη σε τυποποίηση που παρέχει τη δυνατότητα ομοιομορφίας, εξατομικεύσεως και διαλειτουργικότητας, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στον τομέα των συστημάτων πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, οι οποίες έχουν καθοριστεί, μεταξύ άλλων, από την Επιτροπή με την Πράσινη Βίβλο της με τίτλο «Προς ενοποιημένη ευρωπαϊκή αγορά πληρωμών με κάρτα μέσω του Διαδικτύου και μέσω κινητών τηλεφώνων» ( 7 ). Εξάλλου, η Ουγγαρία υποστήριξε ότι εξαίρεσε από τον ανταγωνισμό τις προσφερόμενες μέσω της πλατφόρμας υπηρεσίες προς το γενικό συμφέρον και όχι για οικονομικούς λόγους. Η πληρωμή μέσω κινητών συσκευών στον χώρο της σταθμεύσεως είναι ο μόνος τρόπος πληρωμής που καθιστά δυνατό τον υπολογισμό του τέλους που αντιστοιχεί στην πραγματική διάρκεια σταθμεύσεως. Η Ουγγαρία προσέθεσε ότι οι ιδιώτες πάροχοι που προσέφεραν κατά το παρελθόν την υπηρεσία αυτή δεν υπέστησαν καμία απώλεια την οποία θα έπρεπε να αντισταθμίσει το κράτος μέλος αυτό, στο μέτρο που μπορούν να εκμεταλλευθούν, ως μεταπωλητές, την πλατφόρμα και την υποδομή που τέθηκαν σε λειτουργία. Επιπλέον, μόνο μέσω κεντρικής, εθνικής και στηριζόμενης σε αποκλειστικό δικαίωμα πλατφόρμας είναι δυνατόν να προταθεί ομοιόμορφη και εγγυημένη υπηρεσία στους πελάτες. Τέλος, κατά την Ουγγαρία, το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών λειτουργεί ως μονοπώλιο που παρέχει υπηρεσίες οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας περί υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 3, αυτής.

20.

Στις 11 Ιουλίου 2014, η Επιτροπή εξέδωσε αιτιολογημένη γνώμη με την οποία επανέλαβε την επιχειρηματολογία που είχε αναπτύξει στην προειδοποιητική επιστολή. Η Ουγγαρία απάντησε στην αιτιολογημένη γνώμη με έγγραφο της 19ης Σεπτεμβρίου 2014, επαναλαμβάνοντας, κατ’ ουσίαν, τις παρατηρήσεις που είχε διατυπώσει στο από 22 Ιανουαρίου 2014 έγγραφό της.

21.

Εκτιμώντας ότι οι απαντήσεις αυτές ήταν ανεπαρκείς, η Επιτροπή άσκησε, με δικόγραφο της 5ης Απριλίου 2017, την υπό κρίση προσφυγή.

III. Αιτήματα των διαδίκων

22.

Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

κατά κύριο λόγο, να διαπιστώσει ότι το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, όπως έχει θεσπιστεί, διατηρείται σε ισχύ στην Ουγγαρία και ρυθμίζεται από τον νόμο CC του 2011 και το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012, το οποίο δημιουργεί μονοπώλιο μέσω της χορηγήσεως αποκλειστικών δικαιωμάτων στη Nemzeti Mobilfizetési Zrt. και παρακωλύει την είσοδο στη χονδρική αγορά υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, η οποία προγενεστέρως ήταν ανοικτή στον ανταγωνισμό, είναι αντίθετο στο άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, και στο άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας περί υπηρεσιών,

επικουρικώς, να διαπιστώσει ότι το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, όπως έχει θεσπιστεί, διατηρείται σε ισχύ στην Ουγγαρία και ρυθμίζεται από τον νόμο CC του 2011 και το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012, το οποίο δημιουργεί μονοπώλιο μέσω της χορηγήσεως αποκλειστικών δικαιωμάτων στη Nemzeti Mobilfizetési και παρακωλύει την είσοδο στη χονδρική αγορά υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, η οποία προγενεστέρως ήταν ανοικτή στον ανταγωνισμό, είναι αντίθετο προς τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ,

να καταδικάσει την Ουγγαρία στα δικαστικά έξοδα.

23.

Η Ουγγαρία ζητεί από το Δικαστήριο:

να απορρίψει την προσφυγή ως αβάσιμη·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

IV. Επί της προσφυγής

Α.   Τα κυριότερα επιχειρήματα των διαδίκων

1. Επιχειρήματα της Επιτροπής

24.

Εν είδει εισαγωγής, η Επιτροπή εκθέτει τις μεταβολές όσον αφορά την υπηρεσία πληρωμών μέσω κινητών συσκευών που επήλθαν συνεπεία του νόμου CC του 2011.

25.

Ειδικότερα, πρώτον, διευκρινίζει ότι, από την 1η Ιουλίου 2014, η Nemzeti Mobilfizetési –την οποία κατέχει εξ ολοκλήρου η Magyar Fejlesztési Bank και, μέσω αυτής, το Ουγγρικό Δημόσιο– διασφαλίζει την εκμετάλλευση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, η χρήση του οποίου είναι υποχρεωτική για τη δημόσια υπηρεσία σταθμεύσεως, την παροχή προσβάσεως στο δημόσιο οδικό δίκτυο για την εντός αυτού κυκλοφορία, τη μεταφορά προσώπων από δημόσια επιχείρηση και τις λοιπές υπηρεσίες που παρέχονται από δημόσιους οργανισμούς. Συναφώς, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι, μολονότι η πληρωμή μέσω κινητών συσκευών είναι δυνατή μόνο για τους δύο πρώτους τομείς, η διαδικασία αφορά και τους τέσσερις ως άνω τομείς.

26.

Δεύτερον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, όσον αφορά τη δημόσια υπηρεσία σταθμεύσεως, πριν από την 1η Ιουλίου 2014, ο χρήστης του χώρου σταθμεύσεως μπορούσε να αγοράσει απευθείας την υπηρεσία από τον πάροχο της υπηρεσίας πληρωμών μέσω κινητών συσκευών ή από τον μεταπωλητή του, ο οποίος μεταβίβαζε, στη συνέχεια, την πληρωμή αυτή στον φορέα εκμεταλλεύσεως του χώρου σταθμεύσεως με τον οποίο είχε συνάψει σύμβαση. Λόγω της θέσεως σε ισχύ του νόμου CC του 2011 και του κυβερνητικού διατάγματος 356/2012, οι φορείς εκμεταλλεύσεως χώρων σταθμεύσεως είναι υποχρεωμένοι να συνάψουν σύμβαση με τη Nemzeti Mobilfizetési, η οποία πωλεί τις υπηρεσίες σταθμεύσεως μέσω κινητών συσκευών είτε απευθείας στους τελικούς χρήστες είτε μέσω των μεταπωλητών, έναντι των τελών που καθορίζει το ως άνω διάταγμα. Συναφώς, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι ενεργοί πάροχοι υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών αναγκάστηκαν να τροποποιήσουν τα συστήματά τους προκειμένου να καταστούν μεταπωλητές της Nemzeti Mobilfizetési. Όσον αφορά την παροχή προσβάσεως στο οδικό δίκτυο για την εντός αυτού κυκλοφορία, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, στην Ουγγαρία, ορισμένοι δρόμοι είναι προσβάσιμοι μόνον εάν ο χρήστης έχει καταβάλει τέλος χρήσεως είτε μέσω του συστήματος HU‑GO είτε με τη μορφή ηλεκτρονικής κάρτας διοδίων, που καλείται «e-matrica», και ότι, από την 1η Ιουλίου 2014, το τέλος χρήσεως πρέπει να καταβάλλεται μόνον απευθείας στη Nemzeti Mobilfizetési ή σε έναν συνεργαζόμενο με αυτήν μεταπωλητή.

27.

Επομένως, κατά την Επιτροπή, ο νόμος CC του 2011 δημιούργησε εθνικό μονοπώλιο υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, στο μέτρο που η Nemzeti Mobilfizetési διαθέτει αποκλειστικό δικαίωμα για τη σύναψη συμβάσεων με τους φορείς εκμεταλλεύσεως χώρων σταθμεύσεως καθώς και για την πώληση του δικαιώματος προσβάσεως στο οδικό δίκτυο.

28.

Όσον αφορά τις αιτιάσεις που προβάλλονται προς στήριξη της προσφυγής, η Επιτροπή διατείνεται, κυρίως, ότι η οδηγία περί υπηρεσιών τυγχάνει εφαρμογής και ότι η ουγγρική νομοθεσία είναι αντίθετη στο άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, και στο άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής. Επικουρικώς, στην περίπτωση που οι επίμαχες υπηρεσίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η ουγγρική νομοθεσία παραβιάζει τις επιταγές των άρθρων 49 και 56 ΣΛΕΕ.

29.

Ειδικότερα, όσον αφορά την επιχειρηματολογία της Ουγγαρίας ότι το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών αποτελεί ΥΓΟΣ που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας περί υπηρεσιών, η Επιτροπή αναφέρει, κατ’ αρχάς, ότι το άρθρο 1, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας αυτής, σε συνδυασμό με την αιτιολογική της σκέψη 8, περιορίζει την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας στις ήδη υφιστάμενες ΥΓΟΣ και στα ήδη υφιστάμενα μονοπώλια, ενώ ο νόμος CC του 2011 χορήγησε αποκλειστικό δικαίωμα στη Nemzeti Mobilfizetési μετά την έναρξη της ισχύος της οδηγίας περί υπηρεσιών.

30.

Στη συνέχεια, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι οι επίμαχες υπηρεσίες δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «ΥΓΟΣ». Αναφερόμενη στην ανακοίνωσή της σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις στην αντιστάθμιση για παροχή [ΥΓΟΣ] ( 8 ), η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι μια δραστηριότητα που ήδη παρέχεται ή μπορεί να παρασχεθεί ικανοποιητικά από επιχειρήσεις δραστηριοποιούμενες υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς δεν είναι σκόπιμο να συνδέεται με ειδικές υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Εν προκειμένω, οι υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών παρέχονταν ικανοποιητικά από επιχειρήσεις δραστηριοποιούμενες υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς. Επιπλέον, κατά την Επιτροπή, οι επίμαχες υπηρεσίες δεν είναι ουσιώδεις για τους πολίτες. Συναφώς, προσθέτει, πάντως, ότι, ακόμη και αν αυτές οι υπηρεσίες χαρακτηρίζονταν ως «ΥΓΟΣ», η οδηγία περί υπηρεσιών θα τύγχανε εφαρμογής, όπως επιβεβαιώνεται από τις πολλές εγγυήσεις και εξαιρέσεις που προβλέπει η οδηγία αυτή υπέρ των ΥΓΟΣ.

31.

Τέλος, όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής των κανόνων της Συνθήκης ΛΕΕ, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι επίμαχες υπηρεσίες παρέχονται έναντι ανταλλάγματος και ότι η δραστηριότητα την οποία αφορούν ασκούνταν κατά το παρελθόν στην Ουγγαρία από εμπορικές εταιρίες. Κατά συνέπεια, η δραστηριότητα αυτή συνιστά οικονομική δραστηριότητα που υπόκειται στους κανόνες της ως άνω Συνθήκης.

32.

Όσον αφορά τον περιοριστικό χαρακτήρα της ουγγρικής νομοθεσίας σχετικά με το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, η Επιτροπή φρονεί ότι ο νόμος CC του 2011 και το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012 έχουν περιοριστικό αποτέλεσμα, στο μέτρο που η εκμετάλλευση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών κατέστη κρατικό μονοπώλιο και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών δεν μπορούν πλέον να ασκήσουν τις δραστηριότητές τους παρά μόνον ως μεταπωλητές. Κατά την Επιτροπή, οι διατάξεις αυτές παρακωλύουν την πρόσβαση στη χονδρική αγορά υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, ανεξαρτήτως των πρακτικών λεπτομερειών παροχής των υπηρεσιών.

33.

Κατά συνέπεια, αφενός, η Επιτροπή διατείνεται, όσον αφορά την ελευθερία εγκαταστάσεως, ότι το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστά απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της οδηγίας περί υπηρεσιών και περιορισμό στην εφαρμογή του άρθρου 49 ΣΛΕΕ, διότι τα αποκλειστικά δικαιώματα που χορηγήθηκαν στη Nemzeti Mobilfizetési παρακωλύουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων, ουγγρικών και αλλοδαπών, στη χονδρική αγορά υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, η οποία προγενεστέρως ήταν ανοικτή στον ανταγωνισμό.

34.

Αφετέρου, η Επιτροπή φρονεί, όσον αφορά την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, ότι το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών είναι αντίθετο προς το άρθρο 16 της οδηγίας περί υπηρεσιών και προς το άρθρο 56 ΣΛΕΕ, εφόσον τα αποκλειστικά δικαιώματα που χορηγήθηκαν στη Nemzeti Mobilfizetési περιορίζουν τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών.

35.

Όσον αφορά τους δικαιολογητικούς λόγους που προβάλλει η Ουγγαρία και, ιδίως, την προστασία των καταναλωτών και των αποδεκτών υπηρεσιών, τη χρηστότητα των εμπορικών συναλλαγών και την πάταξη της απάτης, η Επιτροπή δεν αμφισβητεί ότι μπορούν να θεωρηθούν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος κατά την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου και του άρθρου 4, σημείο 8, της οδηγίας περί υπηρεσιών. Πάντως, αυτοί οι επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τους περιορισμούς που απορρέουν από τον νόμο CC του 2011 και το εκτελεστικό διάταγμα 356/2012, διότι δεν είναι ούτε αναγκαίοι ούτε σύμφωνοι με την αρχή της αναλογικότητας.

36.

Ειδικότερα, αφενός, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι δεν αποδεικνύεται ότι η προγενέστερη λειτουργία της αγοράς στον τομέα των δημοσίων υπηρεσιών σταθμεύσεως και παροχής προσβάσεως στο δημόσιο οδικό δίκτυο για την εντός αυτού κυκλοφορία δεν ήταν ικανοποιητική, οπότε η επέμβαση του Ουγγρικού Δημοσίου δεν μπορεί να θεωρηθεί αναγκαία. Συναφώς, ενώ αναγνωρίζει ότι η τυποποίηση ενδέχεται να παρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα για την επέκταση των υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η δημιουργία κρατικού μονοπωλίου δεν ήταν ο μόνος ούτε ο καλύτερος τρόπος για την επίτευξη του σκοπού αυτού.

37.

Αφετέρου, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι άλλα μέτρα, λιγότερο περιοριστικά, θα ήσαν κατάλληλα για την άρση των σχετικών με τη λειτουργία της αγοράς δυσχερειών τις οποίες προβάλλει η Ουγγαρία, οπότε η επέμβαση στην αγορά ήταν δυσανάλογη. Ειδικότερα, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η τυποποίηση και η διαλειτουργικότητα μπορούσαν μεν να επιτευχθούν διά της νομοθετικής οδού, πλην όμως με ταυτόχρονη διατήρηση της υφιστάμενης δομής της αγοράς και ότι δεν ήταν αναγκαίο να χορηγηθούν αποκλειστικά δικαιώματα στον νέο εθνικό οργανισμό που ανήκει στο Δημόσιο. Προσθέτει ότι θα ήταν δυνατόν να δημιουργηθεί προσωρινής ισχύος μονοπώλιο ή να προβλεφθεί σύστημα πράξεων παραχωρήσεως για την εκμετάλλευση της πλατφόρμας του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών.

38.

Επιπλέον, η Επιτροπή φρονεί ότι η Ουγγαρία υποπίπτει σε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον θεωρεί ότι η επίμαχη υπηρεσία είναι ΥΓΟΣ. Συγκεκριμένα, ο ορισμός της ΥΓΟΣ και τα ειδικά δικαιώματα που συνδέονται με αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνουν την ικανοποίηση της ανάγκης του κοινωνικού συνόλου να καλύπτονται οι συγκεκριμένες ανεπάρκειες που απορρέουν από τη συνήθη λειτουργία της αγοράς. Όμως, η αποστολή που ανατέθηκε στη Nemzeti Mobilfizetési δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ειδική αποστολή την οποία οι δραστηριοποιούμενες στην αγορά επιχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να εκπληρώσουν εφόσον, πριν από τη θέσπιση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, υφίστατο ήδη ένα σύστημα που κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος της χώρας και που θα είχε αναμφιβόλως συνεχίσει να αναπτύσσεται.

39.

Τέλος, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ενδεικτική του περιοριστικού αποτελέσματος και του δυσανάλογου χαρακτήρα της θεσπίσεως του νέου συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών είναι η μη καταβολή αποζημιώσεως στους προγενέστερους φορείς και, ειδικότερα, η έκταση της αδυναμίας ανακτήσεως των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν στην πλατφόρμα και η λύση των προηγούμενων συμβατικών σχέσεων, ιδίως όσων έχουν συναφθεί με τους φορείς εκμεταλλεύσεως χώρων σταθμεύσεως.

2. Επιχειρήματα της Ουγγαρίας

40.

Η Ουγγαρία υπογραμμίζει εκ προοιμίου ότι η πολιτική ανταγωνισμού εξυπηρετεί τη μεγιστοποίηση του συμφέροντος των καταναλωτών και ότι η θέσπιση και η διατήρηση σε ισχύ του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών ενίσχυσαν την ευημερία τους, εφόσον η δημόσια υπηρεσία σταθμεύσεως κατέστη λιγότερο δαπανηρή και προσβάσιμη στο σύνολο της εθνικής επικράτειας. Επισημαίνει, στη συνέχεια, ότι ο ανταγωνισμός μετατοπίστηκε από τη χονδρική αγορά προς τη λιανική αγορά, εντός της οποίας εντάθηκε σε σημαντικό βαθμό. Τέλος, η Ουγγαρία αναφέρει ότι η δομή της υφιστάμενης πριν την 1η Ιουλίου 2014 αγοράς δεν καθιστούσε δυνατή την ανάπτυξη του ανταγωνισμού, διότι η EME Zrt., ο μεγαλύτερος οικονομικός φορέας κατά την περίοδο εκείνη, κατείχε μονοπωλιακή θέση. Πάντως, το συμφέρον του φορέα αυτού στην πρωτογενή αγορά ήταν να συνεργαστεί μόνο με εκείνους τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως από τους οποίους θα μπορούσε να αντλήσει όφελος. Ως προς τη δευτερογενή αγορά, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι, λόγω της καθετοποιημένης δομής της EME, ο οικονομικός αυτός φορέας δεν είχε συμφέρον στην ανάπτυξη του δικτύου μεταπωλητών, διότι αυτοί θα βρίσκονταν σε θέση να τον ανταγωνιστούν.

41.

Η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι ούτε η οδηγία περί υπηρεσιών ούτε τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ έχουν εφαρμογή εν προκειμένω.

42.

Πρώτον, η Ουγγαρία, αφού υπενθύμισε ότι, κατά το άρθρο 106, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το άρθρο 1 του προσαρτημένου στις Συνθήκες πρωτοκόλλου (αριθ. 26) για τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος ( 9 ), και το άρθρο 1, παράγραφος 3, της οδηγίας περί υπηρεσιών, ο καθορισμός των δραστηριοτήτων που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «ΥΓΟΣ» εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, επισημαίνει ότι η εκμετάλλευση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστά ΥΓΟΣ. Συναφώς, η Ουγγαρία αναφέρει ότι, κατά την ανακοίνωση της Επιτροπής που φέρει τον τίτλο «Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας» ( 10 ), o χαρακτηρισμός υπηρεσίας ως «ΥΓΟΣ» εξαρτάται από τη συνδρομή διαφόρων προϋποθέσεων, και συγκεκριμένα να παρουσιάζει η υπηρεσία αυτή ειδικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες και να είναι προσβάσιμη σε όλους, και η παροχή της να μη διασφαλίζεται σε ικανοποιητικό βαθμό μόνο από τις δυνάμεις της αγοράς.

43.

Η Επιτροπή δεν αμφισβήτησε ότι συντρέχει η δεύτερη προϋπόθεση. Όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση, οι υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνδέονται με τη χρήση δημοσίων υπηρεσιών στις οποίες το κράτος οφείλει να διασφαλίζει τη δυνατότητα προσβάσεως των χρηστών κατά τρόπο ενιαίο, ευχερή, άμεσο και προσιτό, ανεξαρτήτως του τόπου χρήσεως. Επομένως, το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών δημιουργήθηκε για λόγους δημοσίου συμφέροντος και όχι για οικονομικούς λόγους και δεν συνιστά «υπηρεσία διευκολύνσεως», αλλά, αντιθέτως, τη μόνη επιλογή που λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα των χρηστών, στο μέτρο που το εν λόγω μέσο πληρωμής καθιστά δυνατό τον υπολογισμό του ύψους του τέλους σε αντιστοιχία με την πραγματική διάρκεια της σταθμεύσεως.

44.

Τέλος, η Ουγγαρία διατείνεται ότι το προηγούμενο σύστημα δεν καθιστούσε δυνατή την ικανοποιητική λειτουργία της αγοράς, οπότε συντρέχει και η τρίτη προϋπόθεση. Επομένως, εφόσον οι φορείς που δραστηριοποιούνται στην αγορά δεν μπορούν να δημιουργήσουν πλατφόρμα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών και δεν έχουν συμφέρον να το πράξουν, το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών αποσκοπούσε στη διόρθωση των ανεπαρκειών της προγενέστερης λειτουργίας της αγοράς, με την κάλυψη του συνόλου της εθνικής επικράτειας και τη διαχείριση της τεχνικής πλατφόρμας από το Ουγγρικό Δημόσιο κατά τον βέλτιστο τρόπο από πλευράς δαπανών και με τη μεγαλύτερη δυνατή ομοιομορφία.

45.

Δεύτερον, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι η οδηγία περί υπηρεσιών δεν τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω, διότι προβλέπει απλώς ότι δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να απελευθερώσουν τις ΥΓΟΣ. Επιπλέον, η οδηγία αυτή δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να απελευθερώσουν τις «υφιστάμενες» ΥΓΟΣ και το άρθρο 1, παράγραφος 3, αυτής δεν ρυθμίζει την κατάργηση των μονοπωλίων υπηρεσιών.

46.

Η Ουγγαρία εμμένει, επομένως, στην άποψή της κατά την οποία, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας περί υπηρεσιών, οι επίμαχες υπηρεσίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της.

47.

Πάντως, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η οδηγία περί υπηρεσιών τυγχάνει εφαρμογής, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι, επειδή το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών αποτελεί ΥΓΟΣ, θα πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής, να μη ληφθεί υπόψη το άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της εν λόγω οδηγίας, διότι η εφαρμογή του θα ματαίωνε την εκπλήρωση της αποστολής που ανατέθηκε στο εθνικό σύστημα αυτό.

48.

Τρίτον, όσον αφορά την παράβαση των άρθρων 49 και 56 ΣΛΕΕ, η Ουγγαρία διατείνεται ότι οι διατάξεις αυτές δεν τυγχάνουν εφαρμογής επί των επίμαχων υπηρεσιών διότι, αφενός, το άρθρο 106, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ αντιτίθεται στην εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης, είτε πρόκειται για τους κανόνες περί ανταγωνισμού ή για τους κανόνες περί εσωτερικής αγοράς, επί των ΥΓΟΣ εάν οι διατάξεις αυτές παρακωλύουν την εκπλήρωση, από νομικής απόψεως ή στην πράξη, της ειδικής αποστολής που έχει ανατεθεί στις οικείες επιχειρήσεις και, αφετέρου, διότι το σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, το οποίο αποτελεί κρατικό μονοπώλιο, θα πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα του άρθρου 37 ΣΛΕΕ και όχι υπό το πρίσμα των άλλων διατάξεων της Συνθήκης αυτής.

49.

Πάντως, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ τυγχάνουν εφαρμογής επί των επίμαχων υπηρεσιών, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι οι διατάξεις αυτές δεν παραβιάστηκαν.

50.

Κατ’ αρχάς, η Ουγγαρία διατείνεται ότι οι κανόνες σχετικά με το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών δεν εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις, διότι ο νόμος CC του 2011 και το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012 εφαρμόζονται σε όλους τους παρόχους που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση.

51.

Στη συνέχεια, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι οι λόγοι στους οποίους στηρίχθηκε για να δικαιολογήσει το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, ιδίως η προστασία των καταναλωτών και η χρηστότητα των εμπορικών συναλλαγών ή η πάταξη της απάτης, έχουν γίνει δεκτοί από το Δικαστήριο ως επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος.

52.

Τέλος, η εφαρμογή και η διατήρηση σε ισχύ του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών είναι αναγκαίες και συνάδουν προς τις επιταγές της αναλογικότητας. Συγκεκριμένα, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι, πριν από τις μεταρρυθμίσεις αυτές, η αγορά δεν λειτουργούσε ικανοποιητικά λόγω της μη καλύψεως του συνόλου της εθνικής επικράτειας, της ελλείψεως διαλειτουργικότητας και της απουσίας εκμεταλλεύσεως υπό τη μορφή πλατφόρμας. Κατά την Ουγγαρία, στο προηγούμενο σύστημα, η EME δεν είχε συμφέρον να αναπτύξει την αγορά της μεταπωλήσεως, λαμβανομένης υπόψη της καθετοποιημένης δομής της, ή να διευρύνει τον κύκλο των συμβάσεων που συνομολογούσε με τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως. Αντιθέτως, το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών εξασφαλίζει πλήρη κάλυψη και διαλειτουργικότητα, ενισχύει τον ανταγωνισμό και καθιστά δυνατή την ικανοποιητική παροχή υπηρεσιών λόγω της λειτουργίας του υπό μορφή ανοικτής πλατφόρμας, προσβάσιμης στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών με ενιαία και τυποποιημένη διεπαφή. Ειδικότερα, η Ουγγαρία αναφέρει ότι, στο εξής, ο χρήστης μπορεί να επιλέγει ελεύθερα μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών εκείνον που προβαίνει στην πλέον επωφελή για τον χρήση πρόταση και να λαμβάνει υπηρεσίες σταθμεύσεως μέσω κινητών συσκευών στο σύνολο της εθνικής επικράτειας, αποτεινόμενος στον συνήθη πάροχό του. Επιπλέον, το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών εξασφαλίζει, κατά την Ουγγαρία, πλήρη κάλυψη υπηρεσιών στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών καθώς και στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως. Τέλος, το σύστημα αυτό καθιστά δυνατή την άρση των φραγμών εισόδου για όλους τους επιχειρηματικούς φορείς καθώς και τη μείωση των δαπανών διοικητικής υποστηρίξεως και αναπτύξεως.

53.

Όσον αφορά το επιχείρημα της Επιτροπής ότι τα επιμέρους συστήματα που υπήρχαν πριν από τη θέση σε ισχύ του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μια ολοκληρωμένη δομή, μέσω της τηρήσεως των υποχρεώσεων που επιβάλλει η νομοθεσία, μέσω της συνεργασίας ή μέσω του ανταγωνισμού στην αγορά, η Ουγγαρία αναφέρει ότι το επιχείρημα αυτό δεν στηρίζεται σε κανένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Άλλωστε, δεδομένου ότι η επίμαχη υπηρεσία εμπίπτει στην αρμοδιότητα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, θα ήταν αναγκαίο να εφαρμοστούν διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. Ως εκ τούτου, το σύστημα πληρωμής της σταθμεύσεως μέσω κινητών συσκευών θα είχε εφαρμοστεί μόνο στους χώρους όπου ο πάροχος μπορούσε να προσδοκά σημαντικά έσοδα και, κατά συνέπεια, δεν θα υπήρχε κάλυψη του συνόλου της εθνικής επικράτειας, ενώ διαφορετικοί πάροχοι θα είχαν συνάψει σύμβαση με διαφορετικούς οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως, πράγμα που θα προκαλούσε πλήρη έλλειψη διαλειτουργικότητας.

54.

Όσον αφορά το επιχείρημα της Επιτροπής ότι θα ήταν δυνατή η δημιουργία μιας ολοκληρωμένης δομής μέσω της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων φορέων και μέσω της υποχρεωτικής προσβάσεως στο υφιστάμενο σύστημα της EME, η Ουγγαρία φρονεί ότι δεν είναι ρεαλιστικό, διότι η υποχρεωτική πρόσβαση θα ήταν δυνατή εάν η εταιρία αυτή είχε λειτουργήσει ως πλατφόρμα.

Β.   Εκτίμηση

3. Επί του χαρακτηρισμού ως «ΥΓΟΣ»

55.

Για να καταστεί ευχερής η ανάλυση των αιτιάσεων που προβάλλει η Επιτροπή, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί προηγουμένως αν οι επίμαχες υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστούν ή όχι ΥΓΟΣ.

56.

Πράγματι, ο χαρακτηρισμός μιας υπηρεσίας ως «ΥΓΟΣ», μολονότι δεν ματαιώνει την εφαρμογή της οδηγίας περί υπηρεσιών, δεδομένου ότι, όπως έχει δεχθεί το Δικαστήριο, μια δραστηριότητα παροχής υπηρεσίας, ακόμη και αν χαρακτηρίζεται ως «ΥΓΟΣ», εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής ( 11 ), εντούτοις έχει θεμελιώδη σημασία, διότι, στην περίπτωση που οι επίμαχες υπηρεσίες χαρακτηρισθούν ως «ΥΓΟΣ», θα πρέπει να εφαρμοστούν ορισμένες ειδικές παρεκκλίσεις που προβλέπει η οδηγία περί υπηρεσιών. Ειδικότερα, όσον αφορά την ελευθερία εγκαταστάσεως, το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής προβλέπει ότι οι παράγραφοι 1, 2 και 3 της διατάξεως αυτής εφαρμόζονται μόνο στο μέτρο που η εφαρμογή τους δεν παρακωλύει, νομικά ή στην πράξη, την εκτέλεση της συγκεκριμένης αποστολής που έχει ανατεθεί στις ΥΓΟΣ. Όσον αφορά την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, το άρθρο 17, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας ορίζει ότι το άρθρο 16 αυτής δεν εφαρμόζεται στις ΥΓΟΣ που παρέχονται σε άλλο κράτος μέλος.

57.

Προς τον σκοπό αυτόν, όσον αφορά τα κριτήρια με γνώμονα τα οποία πρέπει να καθοριστεί αν οι επίμαχες υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστούν ή όχι ΥΓΟΣ, εκτιμώ ότι πρέπει εν προκειμένω να εφαρμοστούν τα κριτήρια που συνήγαγε η νομολογία στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, έστω και αν το ζήτημα του χαρακτηρισμού ως «ΥΓΟΣ» ανακύπτει υπό το πρίσμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και, ειδικότερα, της οδηγίας περί υπηρεσιών ( 12 ).

58.

Μολονότι, στο πλαίσιο της οδηγίας αυτής, η νομολογία δεν είναι ακόμη πλούσια, τα κριτήρια που εφαρμόζονται δεν διαφέρουν από εκείνα στα οποία στηρίζεται το Δικαστήριο στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων ( 13 ).

59.

Επιπλέον, η εφαρμογή διαφορετικών κριτηρίων δεν θα ήταν δικαιολογημένη.

60.

Πράγματι, ο χαρακτηρισμός ως «ΥΓΟΣ» δεν μπορεί να εκτιμάται διαφορετικά ανάλογα με το αν εφαρμόζονται οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, οι κανόνες περί ελεύθερης κυκλοφορίας ή οι κανόνες της οδηγίας περί υπηρεσιών, διότι, σε τελική ανάλυση, η έννοια της «ΥΓΟΣ» είναι ενιαία.

61.

Η ανάλυση αυτή επιρρωννύεται και από το γεγονός ότι οι όροι που χρησιμοποιούνται στο άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί υπηρεσιών και κατά τους οποίους οι παράγραφοι 1, 2 και 3 της διατάξεως αυτής εφαρμόζονται στη νομοθεσία που διέπει τον τομέα των ΥΓΟΣ μόνο κατά το μέτρο που η εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων δεν παρακωλύει, νομικά ή στην πράξη, την εκτέλεση της συγκεκριμένης αποστολής που τους έχει ανατεθεί είναι ακριβώς οι όροι που χρησιμοποιεί το άρθρο 106, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

62.

Για να καθοριστεί αν, όπως υποστηρίζει η Ουγγαρία, οι επίμαχες υπηρεσίες μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «ΥΓΟΣ», πρέπει να υπομνησθεί ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρεία εξουσία εκτιμήσεως προκειμένου να καθορίζουν τι θεωρούν ΥΓΟΣ και ότι ο σχετικός έλεγχος περιορίζεται στην εξακρίβωση τυχόν πρόδηλου σφάλματος κατά τον εκ μέρους τους χαρακτηρισμό υπηρεσίας ως «ΥΓΟΣ» ( 14 ). Πάντως, στα κράτη μέλη απόκειται να μεριμνούν ώστε η αποστολή των ΥΓΟΣ να πληροί ορισμένα ελάχιστα για κάθε αποστολή τέτοιας φύσεως κοινά κριτήρια και να αποδεικνύουν ότι τα κριτήρια αυτά πληρούνται στη συγκεκριμένη περίπτωση ( 15 ).

63.

Μεταξύ των κριτηρίων αυτών περιλαμβάνονται η ύπαρξη πράξεως της δημόσιας αρχής που αναθέτει στους επίμαχους φορείς μια αποστολή ΥΓΟΣ και ορίζει σαφώς και επακριβώς τη φύση της ανατιθέμενης υποχρεώσεως δημόσιας υπηρεσίας καθώς και ο καθολικός και υποχρεωτικός χαρακτήρας της αποστολής αυτής ( 16 ) και, ειδικότερα, η απαίτηση να παρέχονται οι ΥΓΟΣ προς το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου και προς όφελος όλων των χρηστών ( 17 ).

64.

Απόκειται επίσης στα κράτη μέλη να διευκρινίσουν τους λόγους για τους οποίους θεωρούν ότι η επίμαχη υπηρεσία, λόγω του ειδικού χαρακτήρα της, πρέπει να χαρακτηρισθεί ως «ΥΓΟΣ» και να διακριθεί από άλλες οικονομικές δραστηριότητες ( 18 ).

65.

Τέλος, από τη νομολογία προκύπτει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέσουν σε φορέα μια αποστολή ΥΓΟΣ λόγω των δυσλειτουργιών της αγοράς. Πάντως, η δυνατότητα αυτή των κρατών μελών είναι οριοθετημένη, εφόσον, όπως κατ’ επανάληψη αναφέρει η Επιτροπή, «δεν θα ήταν σκόπιμο να συνδ[εθούν] συγκεκριμένες υποχρεώσεις παροχής δημόσιων υπηρεσιών με μια δραστηριότητα που ήδη παρέχεται ή μπορεί να παρασχεθεί ικανοποιητικά και υπό όρους, π.χ. τιμής, αντικειμενικών χαρακτηριστικών ποιότητας, συνέχειας και πρόσβασης στην υπηρεσία, που συνάδουν με το δημόσιο συμφέρον όπως το καθορίζει το κράτος, από επιχειρήσεις που λειτουργούν υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς» ( 19 ).

66.

Εν προκειμένω, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι οι επίμαχες υπηρεσίες παρουσιάζουν ειδικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες. Ειδικότερα, η Ουγγαρία επισημαίνει ότι οι υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας συνδέονται με τη χρήση δημόσιων υπηρεσιών στις οποίες το κράτος οφείλει να διασφαλίζει την πρόσβαση κατά τρόπο ενιαίο, ευχερή, άμεσο και προσιτό, ανεξαρτήτως του τόπου χρήσεως. Προσθέτει ότι μόνες οι δυνάμεις της αγοράς δεν εξασφάλιζαν ικανοποιητική παροχή των υπηρεσιών αυτών και ότι το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών αποσκοπεί στην κάλυψη των ανεπαρκειών της προγενέστερης λειτουργίας της αγοράς.

67.

Η επιχειρηματολογία αυτή δεν με πείθει.

68.

Όσον αφορά τον χαρακτήρα γενικού συμφέροντος των επίμαχων υπηρεσιών, εκτιμώ ότι η έννοια της «ΥΓΟΣ» δεν είναι στατική και ότι αποτελεί ουσιαστικά συνάρτηση πολλών παραμέτρων, όπως οι ανάγκες των πολιτών, οι οποίες μπορούν να διαφέρουν αναλόγως του κράτους μέλους, ή οι τεχνικές και εμπορικές εξελίξεις. Πράγματι, το Δικαστήριο έχει δεχθεί τον χαρακτηρισμό λίαν διαφορετικών υπηρεσιών ως «ΥΓΟΣ», όπως είναι η διανομή ύδατος ( 20 ), αερίου ( 21 ) και ηλεκτρικής ενέργειας ( 22 ), η μεταφορά ασθενών με ασθενοφόρα ( 23 ), η συλλογή και διανομή της αλληλογραφίας στο σύνολο της εθνικής επικράτειας ( 24 ) ή η διαχείριση μη επικερδών αεροπορικών γραμμών ( 25 ).

69.

Κατά συνέπεια, λαμβανομένης υπόψη της ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως την οποία διαθέτουν τα κράτη μέλη όσον αφορά τον καθορισμό του τι θεωρούν ως ΥΓΟΣ, το γεγονός και μόνον ότι οι επίμαχες υπηρεσίες είναι υπηρεσίες που συνδέονται με τις νέες τεχνολογίες δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να εμποδίσει τον χαρακτηρισμό τους ως «ΥΓΟΣ». Μολονότι είναι σαφές ότι ορισμένοι τομείς, όπως οι υπηρεσίες που παρέχονταν κατά το παρελθόν από επιχείρηση που διέθετε αποκλειστικό δικαίωμα, μπορούν ευκολότερα να χαρακτηρισθούν ως «ΥΓΟΣ», αυτό, πάντως, δεν σημαίνει, εξ αντιδιαστολής, ότι ορισμένες υπηρεσίες δεν θα μπορούσαν, λόγω της ίδιας της φύσεώς τους, να χαρακτηρισθούν ως «ΥΓΟΣ». Επιπλέον, μολονότι η αγορά των υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών συνδέεται άρρηκτα με τις νέες τεχνολογίες, δεν μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ότι η αγορά αυτή δεν αποσκοπεί στην ικανοποίηση ανάγκης του κοινωνικού συνόλου και δεν συνιστά δημόσιο συμφέρον που οφείλει να διασφαλίσει το κράτος, δεδομένου ότι οι ανάγκες αυτές είναι όχι μόνο ποικίλες, αλλά κυρίως εξελίσσονται με τον χρόνο.

70.

Πάντως, ανεξαρτήτως της φύσεως των υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, εκτιμώ ότι οι υπηρεσίες αυτές δεν μπορούν, εν προκειμένω, να χαρακτηρισθούν ως «ΥΓΟΣ».

71.

Συγκεκριμένα, το επιχείρημα της Ουγγαρίας ότι οι επίμαχες υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τη δημόσια υπηρεσία σταθμεύσεως αποδεικνύει, κατά τη γνώμη μου, ότι, προκειμένου για τις υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, δεν μπορεί να καθοριστεί με σαφήνεια αν ενέχουν οι ίδιες μια διάσταση γενικού συμφέροντος ή αν εμπίπτουν εξ αντανακλάσεως, μέσω της δημόσιας υπηρεσίας σταθμεύσεως, στην έννοια των «ΥΓΟΣ». Με άλλα λόγια, δεν αρκεί, κατ’ εμέ, να συνδέεται μια δραστηριότητα παροχής υπηρεσίας με ορισμένη δημόσια υπηρεσία για να μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «ΥΓΟΣ».

72.

Την ανάλυση αυτή δεν αναιρούν τα επιχειρήματα με τα οποία η Ουγγαρία επιδιώκει να αποδείξει ότι, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει η Επιτροπή, οι υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών δεν συνιστούν υπηρεσίες διευκολύνσεως. Αν και συμφωνώ με την Ουγγαρία ότι το γεγονός ότι η ίδια η ουγγρική νομοθεσία χαρακτηρίζει την επίμαχη παροχή ως «παροχή διευκολύνσεως» δεν καθιστά δυνατή τη συναγωγή συμπερασμάτων ως προς το αν η αντίστοιχη παροχή είναι ΥΓΟΣ ή όχι, εκτιμώ, όπως η Επιτροπή, ότι η παροχή αυτή δεν είναι αναγκαία για τους πολίτες, αλλά αντιπροσωπεύει απλώς μια εναλλακτική δυνατότητα έναντι της πληρωμής με μετρητά. Συναφώς, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει η Ουγγαρία, η μέσω κινητών συσκευών πληρωμή των τελών σταθμεύσεως δεν είναι κατ’ ανάγκη ο μόνος τρόπος πληρωμής που καθιστά δυνατό τον υπολογισμό του ποσού του τέλους σε αντιστοιχία με την πραγματική διάρκεια σταθμεύσεως. Πράγματι, μολονότι είναι αληθές ότι ένα σύστημα πληρωμής εκ των προτέρων, με μετρητή ώρας, δεν καθιστά δυνατό τον υπολογισμό του ποσού του τέλους σε αντιστοιχία με την πραγματική διάρκεια σταθμεύσεως, εντούτοις, ένα σύστημα πληρωμής εκ των υστέρων μέσω της εκδόσεως εισιτηρίων καθιστά δυνατό τον υπολογισμό αυτό.

73.

Επιπλέον, η Ουγγαρία υποστηρίζει ότι η απόφασή της να αφαιρέσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες από το πεδίο εφαρμογής των κανονιστικών διατάξεων που τις ρύθμιζαν μέχρι τότε υπαγορεύθηκε από λόγους γενικού συμφέροντος και όχι από εκτιμήσεις οικονομικής φύσεως. Φρονώ, συναφώς, ότι, όσον αφορά τις επίμαχες υπηρεσίες, το νέο σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών και τα προνόμια της Nemzeti Mobilfizetési είναι ικανά να δημιουργήσουν αμφιβολία ως προς το κίνητρο των ουγγρικών αρχών.

74.

Πράγματι, αφενός, υπογραμμίζεται ότι οι έννοιες των «αποκλειστικών δικαιωμάτων» και των «ΥΓΟΣ» δεν πρέπει να συγχέονται, ιδίως στο μέτρο που η χορήγηση ειδικού ή αποκλειστικού δικαιώματος σε ορισμένο φορέα αποτελεί απλώς το μέσο που του παρέχει τη δυνατότητα να εκπληρώσει αποστολή ΥΓΟΣ, ενώ η ανάθεση της αποστολής αυτής μπορεί να συνιστά επιβολή υποχρεώσεως σε πολλούς ή και σε όλους τους φορείς που δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά ( 26 ). Επομένως, η χορήγηση αποκλειστικού δικαιώματος σε ορισμένο φορέα δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι ο φορέας αυτός είναι επιφορτισμένος με αποστολή ΥΓΟΣ. Αφετέρου, το νέο σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών δημιουργεί μονοπώλιο στη χονδρική αγορά –και συγκεκριμένα στην αγορά των υπηρεσιών που παρέχονται σε άλλους μεταπωλητές οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών μέσω κινητών συσκευών μέσω συμβάσεων που έχουν συνομολογήσει με τους παρόχους υπηρεσιών σταθμεύσεως ή άλλων δημοσίων υπηρεσιών– υπέρ ενός φορέα ελεγχόμενου από το Δημόσιο, παρέχοντας συγχρόνως στον φορέα αυτόν τη δυνατότητα να πωλεί τις υπηρεσίες σταθμεύσεως μέσω κινητών συσκευών είτε απευθείας στους τελικούς χρήστες είτε μέσω των μεταπωλητών, έναντι καταβολής των τελών που καθορίζονται με το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012.

75.

Η αμφιβολία αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι η υπηρεσία πληρωμών μέσω κινητών συσκευών παρεχόταν, όπως παραδέχεται η Ουγγαρία, κατά το παρελθόν από τις δυνάμεις της αγοράς.

76.

Υπενθυμίζω ότι, στον τομέα των ΥΓΟΣ, η επέμβαση του κράτους έχει συνήθως ως δικαιολογητική βάση τις δυσλειτουργίες της αγοράς και ότι, κατά συνέπεια, η υπηρεσία δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «ΥΓΟΣ», εάν η σχετική δραστηριότητα ήδη παρέχεται ή μπορεί να παρασχεθεί ικανοποιητικά από τις επιχειρήσεις που λειτουργούν υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς.

77.

Εν προκειμένω, είναι σαφές ότι η αγορά δεν παρουσίαζε δυσλειτουργία, δεδομένου ότι η παροχή της υπηρεσίας πληρωμών μέσω κινητών συσκευών ήταν υπαρκτή. Πάντως, κατά την Ουγγαρία, η λειτουργία της αγοράς δεν ήταν ικανοποιητική και το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών αποσκοπούσε στην κάλυψη του συνόλου της εθνικής επικράτειας καθώς και στην ομαλή λειτουργία ενός ενιαίου και διαλειτουργικού συστήματος.

78.

Η Επιτροπή υποστηρίζει, αντιθέτως, ότι η προηγούμενη λειτουργία της αγοράς ήταν ικανοποιητική, αναγνωρίζοντας, πάντως, ότι παρουσίαζε ανεπάρκειες λόγω της ελλείψεως ενιαίας τυποποιημένης πλατφόρμας και διαλειτουργικότητας.

79.

Εκτιμώ συναφώς ότι, στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να αποδειχθούν η ύπαρξη πραγματικής ανάγκης για δραστηριότητα δημόσιας υπηρεσίας και η αναγκαιότητα επιβολής υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, δεν αρκεί να επικαλείται το κράτος μέλος τη μη ικανοποιητική λειτουργία της αγοράς, αλλά πρέπει να αποδεικνύει ότι η σχετική υπηρεσία δεν μπορεί να παρασχεθεί ικανοποιητικά από την αγορά.

80.

Πάντως, χωρίς να είναι αναγκαίο να διαπιστωθεί αν, λαμβάνοντας υπόψη το δικό τους εμπορικό συμφέρον, οι φορείς που δραστηριοποιούνταν κατά το παρελθόν στην αγορά και ιδίως η, κατέχουσα κατά τον χρόνο εκείνο ηγετική θέση, EME, θα είχαν ή όχι διασφαλίσει την παροχή των επίμαχων υπηρεσιών υπό τους ίδιους όρους με αυτούς που καθόρισε η Ουγγαρία, εκτιμώ ότι το εν λόγω κράτος μέλος δεν απέδειξε ότι η υπηρεσία αυτή δεν μπορούσε να παρασχεθεί ικανοποιητικά από την αγορά.

81.

Πράγματι, αφενός, εκτιμώ ότι, όπως υπογράμμισε η Επιτροπή, δεν αποκλείεται, όπως μαρτυρεί η εξέλιξη σε άλλες αγορές, η ανάπτυξη του ανταγωνισμού ανάμεσα σε διάφορες πλατφόρμες να καταλήξει στην εμφάνιση ομοιόμορφων τυποποιημένων υπηρεσιών. Αφετέρου, φρονώ ότι η τυποποίηση και η διαλειτουργικότητα θα μπορούσαν επίσης να ενθαρρυνθούν και να εφαρμοστούν με νομοθετική ή κανονιστική παρέμβαση των ουγγρικών αρχών, με ταυτόχρονη διατήρηση της ανταγωνιστικής δομής της αγοράς και, κατά συνέπεια, χωρίς τη χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων σε φορέα ελεγχόμενο από το Δημόσιο. Επομένως, μολονότι αναγνωρίζω ότι η χορήγηση αποκλειστικού δικαιώματος στη Nemzeti Mobilfizetési κατέστησε δυνατή τη διαλειτουργικότητα και την τυποποίηση της αγοράς, διότι κατά το παρελθόν κάθε πάροχος υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών χρησιμοποιούσε το δικό του σύστημα που δεν ήταν συνδεδεμένο με τα άλλα συστήματα, εκτιμώ ότι η Ουγγαρία θα μπορούσε να επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα ευνοώντας, για παράδειγμα, την πρόσβαση των ανταγωνιστών στα αντίστοιχα συστήματά τους.

82.

Υπό το πρίσμα του συνόλου των σκέψεων αυτών, προτείνω στο Δικαστήριο να κρίνει ότι οι επίμαχες υπηρεσίες δεν αποτελούν ΥΓΟΣ.

4. Επί των αιτιάσεων που αφορούν παράβαση των άρθρων 15 και 16 της οδηγίας περί υπηρεσιών

83.

Προκειμένου να εξεταστούν οι αιτιάσεις που διατύπωσε κατά κύριο λόγο η Επιτροπή, πρέπει, εκ προοιμίου να καθοριστεί αν το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστά «απαίτηση» κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, και του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.

84.

Υπενθυμίζω ότι ο νόμος CC του 2011 και το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012 δημιούργησαν εθνικό μονοπώλιο των υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, καθόσον η Nemzeti Mobilfizetési διαθέτει αποκλειστικό δικαίωμα όσον αφορά την εμπορία υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών.

85.

Κατά συνέπεια, φρονώ, αφενός, ότι το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστά «απαίτηση» κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της οδηγίας περί υπηρεσιών, στο μέτρο που τα αποκλειστικά δικαιώματα που χορηγήθηκαν στη Nemzeti Mobilfizetési έχουν ως αποτέλεσμα να επιφυλάσσεται η πρόσβαση στη δραστηριότητα παροχής της οικείας υπηρεσίας μόνο σε συγκεκριμένους παρόχους.

86.

Αφετέρου, το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών συνιστά απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, καθόσον τα αποκλειστικά δικαιώματα και η εκμετάλλευση του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών υπό τη μορφή κρατικού μονοπωλίου θίγουν κατ’ ανάγκη την πρόσβαση στη χονδρική αγορά των πληρωμών μέσω κινητών συσκευών και τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών.

87.

Πάντως, οι απαιτήσεις αυτές δεν είναι κατ’ ανάγκη αντίθετες προς τα άρθρα 15 και 16 της οδηγίας περί υπηρεσιών.

88.

Από τις διατάξεις του άρθρου 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, και παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής συνάγεται ότι, όταν εθνικές νομικές ρυθμίσεις επιφυλάσσουν σε ειδικούς παρόχους την πρόσβαση στη δραστηριότητα παροχής της οικείας υπηρεσίας λόγω της ειδικής φύσεως της δραστηριότητας αυτής, ο εν λόγω περιορισμός πρέπει να μην εισάγει δυσμενείς διακρίσεις, να είναι αναγκαίος και να συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας. Κατά συνέπεια, πρέπει να ελεγχθεί αν η ουγγρική νομοθεσία δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος ικανούς να διασφαλίσουν την υλοποίηση του σκοπού γενικού συμφέροντος που επιδιώκει και δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του σκοπού αυτού.

89.

Το άρθρο 16, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας απαγορεύει στα κράτη μέλη να εξαρτήσουν την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή την άσκησή της στο έδαφός τους από απαιτήσεις που εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις, δεν είναι αναγκαίες, δηλαδή δεν δικαιολογούνται από λόγους δημόσιας τάξεως, δημόσιας ασφάλειας, δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος και δεν συνάδουν προς την αρχή της αναλογικότητας.

90.

Προκειμένου να δικαιολογήσει τις απαιτήσεις που απορρέουν από τον νόμο CC του 2011 και το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012, η Ουγγαρία επικαλείται την προστασία των καταναλωτών, τη χρηστότητα των εμπορικών συναλλαγών καθώς και την πάταξη της απάτης και της παραοικονομίας.

91.

Πάντως, μολονότι οι λόγοι αυτοί μπορούν να θεωρηθούν επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 3, της οδηγίας περί υπηρεσιών, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι λόγοι αυτοί δεν περιλαμβάνονται μεταξύ αυτών που απαριθμούνται στο άρθρο 16, παράγραφος 1, αυτής.

92.

Συναφώς, όπως έχω ήδη υποστηρίξει ( 27 ), εκτιμώ ότι με το άρθρο 16 της οδηγίας περί υπηρεσιών που αφορά την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών πραγματοποιήθηκε εξαντλητική εναρμόνιση για τις υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Επομένως, η εξέταση της συμβατότητας της ουγγρικής νομοθεσίας προς το άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας περί υπηρεσιών πρέπει να πραγματοποιηθεί υπό το πρίσμα της οδηγίας αυτής και όχι με γνώμονα το πρωτογενές δίκαιο και δεν είναι δυνατή η επίκληση λόγων μη προβλεπόμενων από το άρθρο 16 της εν λόγω οδηγίας, όπως είναι ορισμένοι επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος που απορρέουν από τη νομολογία.

93.

Πάντως, εν προκειμένω, δεν είναι ανάγκη να προσδιοριστεί αν η Ουγγαρία μπορεί να επικαλεστεί λόγους που δεν περιλαμβάνονται μεταξύ αυτών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας περί υπηρεσιών.

94.

Πράγματι, είμαι της γνώμης ότι αρκεί να διαπιστωθεί ότι, ακόμη και υπό το πρίσμα των εν λόγω σκοπών, οι επίμαχες απαιτήσεις δεν ικανοποιούν, εν πάση περιπτώσει, την προϋπόθεση περί αναλογικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 15, παράγραφος 3, και στο άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας αυτής.

95.

Επομένως, μέτρα λιγότερο δεσμευτικά και λιγότερο περιοριστικά της ελευθερίας εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από αυτά που απορρέουν από τις εν λόγω απαιτήσεις θα καθιστούσαν δυνατή, αν υποτεθεί ότι συνάδουν προς το δίκαιο της Ένωσης, την επίτευξη των σκοπών που επικαλείται η Ουγγαρία.

96.

Από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία και, ειδικότερα, από τις παρατηρήσεις της Ουγγαρίας συνάγεται ότι, κατά την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία, η Ουγγαρία ανέφερε στην Επιτροπή ότι, καίτοι είχε τη γνώμη ότι η λειτουργία του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών δεν συνιστούσε παράβαση ούτε της οδηγίας περί υπηρεσιών ούτε της Συνθήκης ΛΕΕ, ήταν πρόθυμη να τροποποιήσει το σύστημα ώστε να θέσει σε ισχύ σύστημα παραχωρήσεων. Πάντως, είναι προφανές ότι ένα τέτοιο σύστημα παραχωρήσεων για την εκμετάλλευση της πλατφόρμας του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών θα καθιστούσε δυνατή την ομαλή λειτουργία του συστήματος αυτού, διατηρώντας ταυτόχρονα τον ανταγωνισμό και επηρεάζοντας λιγότερο την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και την ελευθερία εγκαταστάσεως. Κατά συνέπεια, εκτιμώ ότι υπήρχαν άλλα μέτρα λιγότερο επαχθή που καθιστούσαν δυνατή την επίτευξη του ιδίου αποτελέσματος και ότι οι απαιτήσεις που εισήγαγε η ουγγρική νομοθεσία βαίνουν πέρα του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη των σκοπών που επικαλείται το εν λόγω κράτος μέλος.

97.

Επομένως, φρονώ ότι πρέπει να διαπιστωθεί ότι, με τη θέσπιση και τη διατήρηση σε ισχύ του εθνικού συστήματος πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, το οποίο ρυθμίζεται από τον νόμο CC του 2011 και το κυβερνητικό διάταγμα 356/2012, που δημιουργούν μονοπώλιο μέσω της χορηγήσεως αποκλειστικών δικαιωμάτων στη Nemzeti Mobilfizetési και παρακωλύουν την πρόσβαση στη χονδρική αγορά υπηρεσιών πληρωμής μέσω κινητών συσκευών, η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 15 και 16 της οδηγίας περί υπηρεσιών.

98.

Δεδομένου ότι προτείνω να γίνουν δεκτές οι αιτιάσεις της Επιτροπής οι οποίες προβάλλονται κατά κύριο λόγο και αφορούν παράβαση των άρθρων 15 και 16 της οδηγίας περί υπηρεσιών, παρέλκει η εξέταση των αιτιάσεων που αφορούν την παράβαση των άρθρων 49 και 56 ΣΛΕΕ τις οποίες το εν λόγω θεσμικό όργανο προέβαλε επικουρικώς.

V. Επί των δικαστικών εξόδων

99.

Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή υπέβαλε τέτοιο αίτημα και η Ουγγαρία ηττήθηκε, πρέπει αυτή να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

VI. Πρόταση

100.

Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ως εξής:

1)

Θεσπίζοντας και διατηρώντας σε ισχύ το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών, που ρυθμίζεται από τον a nemzeti mobil fizetési rendszerről szóló 2011. évi CC. törvény (νόμο CC του 2011 σχετικά με το εθνικό σύστημα πληρωμών μέσω κινητών συσκευών) και από το 356/2012. (XII. 13.) Korm. rendelet a nemzeti mobil fizetési rendszerről szóló törvény végrehajtásáról (κυβερνητικό διάταγμα 356/2012 για την εκτέλεση του νόμου CC του 2011), της 13ης Δεκεμβρίου 2012, η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, και το άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά.

2)

Καταδικάζει την Ουγγαρία στα δικαστικά έξοδα.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.

( 2 ) Magyar Közlöny 2011/164, στο εξής: νόμος CC του 2011.

( 3 ) Στο εξής: κυβερνητικό διάταγμα 356/2012.

( 4 ) ΕΕ 2006, L 376, σ. 36, στο εξής: οδηγία περί υπηρεσιών.

( 5 ) Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (ΕΕ 2005, L 255, σ. 22).

( 6 ) Φάκελος EU Pilot αριθ. 4372/12/MARK.

( 7 ) COM(2011) 941 τελικό.

( 8 ) ΕΕ 2012, C 8, σ. 4.

( 9 ) ΕΕ 2016, C 202, σ. 307.

( 10 ) ΕΕ 2012, C 8, σ. 15.

( 11 ) Βλ. απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου 2015, Hiebler (C‑293/14, EU:C:2015:843, σκέψη 43).

( 12 ) Παρατηρώ συναφώς ότι τόσο η Επιτροπή όσο και η Ουγγαρία αναφέρθηκαν, όσον αφορά το σημείο αυτό, στη νομολογία σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις καθώς και σε ανακοινώσεις της Επιτροπής στον τομέα αυτόν.

( 13 ) Τα κριτήρια που εφαρμόζει το Δικαστήριο, ιδίως στις σκέψεις 41 και 42 της αποφάσεως της 23ης Δεκεμβρίου 2015, Hiebler (C‑293/14, EU:C:2015:843), είναι κλασικά και εντάσσονται στην προγενέστερη νομολογία στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

( 14 ) Βλ. απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2008, BUPA κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑289/03, EU:T:2008:29, σκέψεις 166 έως 169).

( 15 ) Βλ. απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2008, BUPA κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑289/03, EU:T:2008:29, σκέψη 172), και προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Μ. Szpunar στην υπόθεση Hiebler (C‑293/14, EU:C:2015:472, σημείο 61).

( 16 ) Βλ. απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου 2015, Hiebler (C‑293/14, EU:C:2015:843, σκέψεις 41 και 42).

( 17 ) Βλ., υπ’ αυτή την έννοια, προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Μ. Szpunar στην υπόθεση Hiebler (C‑293/14, EU:C:2015:472, σημείο 62).

( 18 ) Βλ. αποφάσεις της 10ης Δεκεμβρίου 1991, Merci convenzionali porto di Genova (C‑179/90, EU:C:1991:464, σκέψη 27), και της 18ης Ιουνίου 1998, Corsica Ferries France (C‑266/96, EU:C:1998:306, σκέψη 45).

( 19 ) Ανακοίνωση της Επιτροπής, της οποίας έγινε μνεία στο σημείο 30 των παρουσών προτάσεων (σημείο 48). Βλ. και την Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για την εφαρμογή των κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων όσον αφορά την ταχεία ανάπτυξη των ευρυζωνικών δικτύων» (ΕΕ 2013, C 25, σ. 1, σημείο 19).

( 20 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 1983, IAZ International Belgium κ.λπ. κατά Επιτροπής (96/82 έως 102/82, 104/82, 105/82, 108/82 και 110/82, EU:C:1983:310).

( 21 ) Απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 1997, Επιτροπή κατά Γαλλίας (C‑159/94, EU:C:1997:501).

( 22 ) Απόφαση της 27ης Απριλίου 1994, Almelo (C‑393/92, EU:C:1994:171).

( 23 ) Απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2001, Ambulanz Glöckner (C‑475/99, EU:C:2001:577).

( 24 ) Απόφαση της 19ης Μαΐου 1993, Corbeau (C‑320/91, EU:C:1993:198).

( 25 ) Απόφαση της 11ης Απριλίου 1989, Saeed Flugreisen και Silver Line Reisebüro (66/86, EU:C:1989:140).

( 26 ) Βλ. απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2008, BUPA κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑289/03, EU:T:2008:29, σκέψη 179).

( 27 ) Βλ. τις προτάσεις μου στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ουγγαρίας (C‑179/14, EU:C:2015:619, σημεία 69 έως 74).