ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα)

της 27ης Απριλίου 2017 (*)

«Παράβαση κράτους μέλους – Περιβάλλον – Διαχείριση αποβλήτων – Οδηγίες 2008/98/EΚ και 1999/31/ΕΚ – Χώρος υγειονομικής ταφής απορριμμάτων Τεμπλονίου (Ελλάδα)»

Στην υπόθεση C‑202/16,

με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, που ασκήθηκε στις 12 Απριλίου 2016,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις Μ. Πατακιά και E. Sanfrutos Cano, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από την Ε. Σκανδάλου,

καθής,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Berger, πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet και F. Biltgen (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με το δικόγραφο της προσφυγής της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, ανεχόμενη λειτουργία του χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων [στο εξής: ΧΥΤΑ] Τεμπλονίου (Ελλάδα) η οποία δεν πληροί τους όρους και τις προδιαγραφές της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ 2008, L 312, σ. 3), καθώς και από το άρθρο 8, στοιχείο αʹ, το άρθρο 11, παράγραφος 1, και το παράρτημα I της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ 1999, L 182, σ. 1).

 Το νομικό πλαίσιο

2        Το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98, το οποίο επιγράφεται «Προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος», ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι η διαχείριση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον, και ιδίως:

α)      χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για το νερό, τον αέρα, το έδαφος, τα φυτά ή τα ζώα,

β)      χωρίς να προκαλείται όχληση από θόρυβο ή οσμές, και

γ)      χωρίς να επηρεάζεται δυσμενώς το τοπίο ή οι τοποθεσίες ιδιαίτερου ενδιαφέροντος.»

3        Το άρθρο 8, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 1999/31 προβλέπει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι:

α)      η αρμόδια αρχή εκδίδει άδεια λειτουργίας χώρου ταφής μόνον εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)      η μελέτη του χώρου ταφής πληροί όλες τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων, με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφοι 4 και 5·

ii)      η διαχείριση του χώρου ταφής θα ανατεθεί σε φυσικό πρόσωπο με τα δέοντα τεχνικά προσόντα για τη διαχείρισή του ενώ θα παρέχεται επαγγελματική και τεχνική εξέλιξη και εκπαίδευση των φορέων εκμετάλλευσης των χώρων υγειονομικής ταφής και του προσωπικού τους·

iii)      ο χώρος ταφής θα λειτουργεί με τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη των ατυχημάτων και τον περιορισμό των συνεπειών τους·

[...]».

4        Το άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Διαδικασίες αποδοχής αποβλήτων», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι, πριν τα απόβλητα γίνουν δεκτά στους χώρους ταφής:

α)      πριν ή κατά την παράδοση, ή την πρώτη από σειρά παραδόσεων εφόσον ο τύπος των αποβλήτων παραμένει αμετάβλητος, ο κάτοχος των αποβλήτων ή ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αποδείξει με τα κατάλληλα έγγραφα ότι τα συγκεκριμένα απόβλητα μπορούν να γίνουν δεκτά στο χώρο ταφής σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στην άδεια και ότι πληρούν τα κριτήρια αποδοχής που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ·

[...]».

5        Το παράρτημα I της οδηγίας 1999/31 καθορίζει γενικές προϋποθέσεις για όλες τις κατηγορίες χώρων ταφής. Το σημείο 2 του εν λόγω παραρτήματος, το οποίο αφορά τον έλεγχο των υδάτων και τη διαχείριση των στραγγισμάτων, ορίζει τα ακόλουθα:

«Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του χώρου ταφής και τις μετεωρολογικές συνθήκες, λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα ώστε:

–        να ελέγχεται η εισροή των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων στον όγκο των αποτιθέμενων αποβλήτων,

–        να προλαμβάνεται η εισροή επιφανειακών ή/και υπογείων υδάτων στα αποτιθέμενα απόβλητα,

–        να συλλέγονται τα μολυσμένα ύδατα και στραγγίσματα. Εάν μετά από αξιολόγηση, βασιζόμενη στη θέση του χώρου ταφής και στα χαρακτηριστικά των αποβλήτων που πρόκειται να γίνουν δεκτά, προκύπτει ότι ο χώρος ταφής δεν συνιστά πιθανό κίνδυνο για το περιβάλλον, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίζει ότι η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται,

–        να υποβάλλονται σε επεξεργασία τα μολυσμένα ύδατα και στραγγίσματα που συλλέγονται από το χώρο ταφής, ώστε να πληρούνται οι κατάλληλες προδιαγραφές που απαιτούνται για την αποχέτευσή τους.

[...]»

6        Το σημείο 3 του εν λόγω παραρτήματος I, το οποίο αφορά την προστασία του εδάφους και των υδάτων, έχει ως ακολούθως:

«3.1.      Η επιλογή της θέσης και ο σχεδιασμός του χώρου ταφής πρέπει να γίνονται κατά τρόπον ώστε να πληρούνται οι αναγκαίες προϋποθέσεις πρόληψης της ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων ή των επιφανειακών υδάτων και να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική συλλογή των στραγγισμάτων όπως και όποτε απαιτείται σύμφωνα με το σημείο 2. Η προστασία του εδάφους και των υπογείων και των επιφανειακών υδάτων μπορεί να επιτυγχάνεται με συνδυασμό τοίχων γεωλογικής απομόνωσης και κάτω στεγανής μεμβράνης όταν ο χώρος ταφής βρίσκεται σε λειτουργία/είναι ενεργός και με συνδυασμό τοίχων γεωλογικής απομόνωσης και άνω στεγανής μεμβράνης όταν είναι ανενεργός/μετά την παύση λειτουργίας του.

[...]

3.3.      Επιπλέον του τοίχου γεωλογικής απομόνωσης που περιγράφεται ανωτέρω, θα πρέπει να προστίθεται ένα σύστημα συλλογής των στραγγισμάτων και στεγανοποίησης σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές, ώστε να εξασφαλισθεί η ελάχιστη συγκέντρωση στραγγισμάτων στη βάση του χώρου ταφής.

[...]»

7        Κατά το ίδιο σημείο 3.3 του εν λόγω παραρτήματος I, ως προς τους χώρους υγειονομικής ταφής μη επικίνδυνων αποβλήτων απαιτούνται τεχνητή μεμβράνη στεγανοποιήσεως και «[σ]τρώμα αποστράγγισης ≥ 0,5 m».

8        Το σημείο 4 του παραρτήματος I της οδηγίας 1999/31, το οποίο αφορά τον έλεγχο των αερίων, ορίζει τα εξής:

«4.1.      Λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για να ελέγχεται η συγκέντρωση και η μετανάστευση των αερίων του χώρου ταφής (παράρτημα III).

4.2.      Τα αέρια του χώρου ταφής πρέπει να συλλέγονται από όλους τους χώρους ταφής που λαμβάνουν βιοαποδομήσιμα απόβλητα, να υποβάλλονται σε επεξεργασία και να χρησιμοποιούνται. Εάν τα συλλεγόμενα αέρια δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παραγωγή ενέργειας, πρέπει να καίγονται.

4.3.      Η κατά το σημείο 4.2 συλλογή, επεξεργασία και χρήση των αερίων του χώρου ταφής πραγματοποιείται κατά τρόπο ώστε να ελαχιστοποιούνται οι ζημίες ή η υποβάθμιση του περιβάλλοντος και οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία.»

9        Το σημείο 5 του εν λόγω παραρτήματος I, το οποίο αφορά τις οχλήσεις και τους κινδύνους, προβλέπει τα ακόλουθα:

«Λαμβάνονται μέτρα ελαχιστοποίησης των περιβαλλοντικών οχλήσεων και κινδύνων από το χώρο ταφής λόγω:

–        εκπομπής οσμών και σκόνης,

–        αερόφερτων υλικών,

–        θορύβου και κυκλοφορίας οχημάτων,

–        πουλιών, ζωυφίων και εντόμων,

–        σχηματισμού αερολυμάτων,

–        πυρκαγιών.

Ο χώρος ταφής πρέπει να είναι εξοπλισμένος κατά τρόπον ώστε οι ρύποι που προέρχονται από αυτόν να μην διασκορπίζονται στους δρόμους και στο γύρω χώρο.»

10      Το σημείο 6 του εν λόγω παραρτήματος Ι ορίζει τα εξής:

«Τα απόβλητα τοποθετούνται στο χώρο ταφής κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η σταθερότητα της μάζας των αποβλήτων και των σχετικών κατασκευών, ιδίως δε να αποφεύγονται οι κατολισθήσεις. Όταν εγκαθίσταται τεχνητός φραγμός, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι το γεωλογικό υπόστρωμα, λαμβανομένης υπόψη της μορφολογίας του χώρου ταφής, είναι αρκετά σταθερό, ώστε να αποφεύγονται οι καθιζήσεις που ενδέχεται να προκαλέσουν βλάβη στο φραγμό.»

 Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

11      Με επιστολές της 31ης Μαρτίου και 20ής Ιουλίου 2010, η Επιτροπή ζήτησε από την Ελληνική Δημοκρατία να την ενημερώσει περί του κατά πόσον ο ΧΥΤΑ Τεμπλονίου είχε κορεσθεί και να της παράσχει πληροφοριακά στοιχεία για τον τρόπο διαχειρίσεως των εκλυόμενων αερίων και των προϊόντων εκπλύσεως, καθώς και για τον έλεγχο και την εποπτεία της λειτουργίας του εν λόγω ΧΥΤΑ από τις αρμόδιες αρχές.

12      Με επιστολές της 30ής Ιουλίου και 28ής Οκτωβρίου 2010, η Ελληνική Δημοκρατία κοινοποίησε στην Επιτροπή τις εκθέσεις διαφόρων αυτοψιών που είχαν διενεργηθεί στον εν λόγω ΧΥΤΑ από την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κέρκυρας (Ελλάδα). Κατά τις αυτοψίες αυτές είχαν διαπιστωθεί σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία του συγκεκριμένου ΧΥΤΑ. Το κράτος μέλος αυτό ενημέρωσε επίσης την Επιτροπή ότι το σχέδιο διευθετήσεως του ΧΥΤΑ είχε εγκριθεί και ότι τα έργα για τη συμμόρφωση της λειτουργίας του θα ολοκληρώνονταν έως το τέλος του 2010.

13      Στις 15 Μαρτίου 2011, η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι η Ελληνική Δημοκρατία είχε παραβεί τις διατάξεις των οδηγιών 2008/98 και 1999/31, απηύθυνε στο εν λόγω κράτος μέλος προειδοποιητική επιστολή, καλώντας το να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός προθεσμίας δύο μηνών.

14      Στις 31 Μαΐου 2011, η Ελληνική Δημοκρατία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι οι απαραίτητες ενέργειες για την προσήκουσα λειτουργία του εν λόγω ΧΥΤΑ καθώς και για την επίλυση των προβλημάτων που είχαν διαπιστωθεί βρίσκονταν σε εξέλιξη και ότι είχε υποβληθεί στην αρμόδια αρχή φάκελος μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για το έργο «Ολοκληρωμένη Εγκατάσταση Διαχείρισης Αποβλήτων (ΟΕΔΑ) Κεντρικής Κέρκυρας».

15      Εντούτοις, κατά την αυτοψία που διενήργησε στις 30 και 31 Μαρτίου 2011, η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος διαπίστωσε ότι οι εντοπισθείσες κατά τις προηγούμενες αυτοψίες παραβάσεις συνεχίζονταν. Επιπροσθέτως, διαπιστώθηκαν δώδεκα νέες παραβάσεις.

16      Εκτιμώντας ότι η Ελληνική Δημοκρατία εξακολουθούσε να παραβαίνει τις διατάξεις των οδηγιών 2008/98 και 1999/31, η Επιτροπή, στις 27 Ιανουαρίου 2012, απηύθυνε στο εν λόγω κράτος μέλος αιτιολογημένη γνώμη, καλώντας το να θέσει τέρμα στην παράβαση αυτήν εντός προθεσμίας δύο μηνών.

17      Με επιστολή της 4ης Απριλίου 2012, η Ελληνική Δημοκρατία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι είχε εκδοθεί απόφαση ανανεώσεως και τροποποιήσεως των περιβαλλοντικών όρων του έργου στο Τεμπλόνι, ότι είχαν δρομολογηθεί ενέργειες για τη βελτίωση της λειτουργίας του εν λόγω ΧΥΤΑ, ότι είχε χορηγηθεί προσωρινή άδεια συνεχίσεως της λειτουργίας του και ότι, κατά τη διενεργηθείσα στις 27 Μαρτίου 2012 αυτοψία, είχε διαπιστωθεί ότι σημαντικός αριθμός των προβλημάτων που είχαν εντοπισθεί στο πλαίσιο προηγούμενων αυτοψιών είχε, εν όλω ή εν μέρει, επιλυθεί.

18      Με επιστολές της 15ης Οκτωβρίου 2012 και της 24ης Ιουλίου 2014 η Επιτροπή ζήτησε πληροφοριακά στοιχεία για την πρόοδο των διαφόρων εργασιών και μέτρων για τα οποία γινόταν λόγος στην επιστολή της 4ης Απριλίου 2012, καθώς και αντίγραφο της εκθέσεως της διενεργηθείσας στις 27 Μαρτίου 2012 αυτοψίας.

19      Με επιστολές της 4ης Ιανουαρίου 2013, της 25ης Φεβρουαρίου 2013, της 23ης Σεπτεμβρίου 2014 καθώς και της 23ης Μαρτίου 2015, η Ελληνική Δημοκρατία παρέσχε στην Επιτροπή ορισμένα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα, μεταξύ των οποίων την έκθεση που είχαν συντάξει οι επιθεωρητές περιβάλλοντος μετά την αυτοψία που είχαν διενεργήσει στον εν λόγω ΧΥΤΑ στις 27 Μαρτίου 2012. Από τις επιστολές αυτές προέκυπτε ότι στον φορέα διαχειρίσεως του εν λόγω ΧΥΤΑ είχε επιβληθεί πρόστιμο ύψους 290 000 ευρώ, δυνάμει πράξεως βεβαιώσεως παραβάσεως της 12ης Δεκεμβρίου 2012. Σε νέα αυτοψία που διενεργήθηκε στις 8 Αυγούστου 2014 διαπιστώθηκαν, εξάλλου, διάφορες παραβάσεις, ορισμένες εκ των οποίων είχαν ήδη επισημανθεί στο πλαίσιο προηγούμενων αυτοψιών, ενώ άλλες διαπιστώνονταν για πρώτη φορά.

20      Εκτιμώντας ότι, με εξαίρεση την παράβαση του άρθρου 9 της οδηγίας 1999/31, η παράβαση, από την Ελληνική Δημοκρατία, των υποχρεώσεων που υπέχει από τις οδηγίες 1999/31 και 2008/98 συνεχιζόταν, η Επιτροπή αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.

 Επί της προσφυγής

 Επιχειρήματα των διαδίκων

21      Η Επιτροπή προσάπτει στην Ελληνική Δημοκρατία παράβαση των υποχρεώσεων που υπέχει από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98, καθώς και από το άρθρο 8, στοιχείο αʹ, το άρθρο 11, παράγραφος 1, και το παράρτημα I της οδηγίας 1999/31.

22      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, κατά την εκπνοή της προθεσμίας που είχε ταχθεί με την αιτιολογημένη γνώμη της 27ης Ιανουαρίου 2012, είχαν διαπιστωθεί διάφορες δυσλειτουργίες του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου οι οποίες στοιχειοθετούσαν παράβαση των εν λόγω διατάξεων.

23      Επί τη βάσει των παρασχεθέντων από την Ελληνική Δημοκρατία στοιχείων, η Επιτροπή προσάπτει στο κράτος μέλος αυτό, μεταξύ άλλων, τις ακόλουθες δυσλειτουργίες του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου:

–        μη εγκατάσταση του δικτύου αντλήσεως, συλλογής και καύσεως του βιοαερίου, κατά παράβαση των περιβαλλοντικών όρων·

–        παρουσία μη επεξεργασμένων στραγγισμάτων σε παρακείμενο του ΧΥΤΑ ρέμα, προερχόμενων από τσιμεντένια τάφρο του ΧΥΤΑ και, υπογείως, από άγνωστη κατεύθυνση·

–        έλλειψη περιμετρικής επενδεδυμένης τάφρου για την προστασία του κυττάρου του εν λόγω ΧΥΤΑ από τις απορροές ομβρίων υδάτων·

–        παρουσία ογκωδών και αδρανών αντικειμένων που δεν παραδίδονται για ταφή στον ΧΥΤΑ, αλλά εναποτίθενται σε παρακείμενο χώρο, ο οποίος, ωστόσο, δεν διαθέτει άδεια διαθέσεως αδρανών απορριμμάτων· και

–        υπέρβαση του ανώτατου ύψους του αναγλύφου του ΧΥΤΑ κατά περίπου δύο μέτρα σε σχέση με το προβλεπόμενο από τους περιβαλλοντικούς όρους.

24      Κατά την Επιτροπή, εφόσον η Ελληνική Δημοκρατία, με την απάντησή της σε αυτήν την αιτιολογημένη γνώμη, επισήμαινε ότι ο Σύνδεσμος Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΣΥΔΙΣΑ) Νομού Κέρκυρας είχε δρομολογήσει ενέργειες για τη βελτίωση της λειτουργίας του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου, παραδεχόταν ότι η λειτουργία του εν λόγω ΧΥΤΑ δεν ήταν απολύτως σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης.

25      Εξάλλου, κατά την Επιτροπή, από επιστολή του ΣΥΔΙΣΑ της 13ης Μαρτίου 2012, η οποία κοινοποιήθηκε προς απάντηση στην εν λόγω αιτιολογημένη γνώμη, προκύπτει ότι ο φορέας αυτός δεν αμφισβητούσε την πλειονότητα των δυσλειτουργιών για τις οποίες γινόταν λόγος στην αιτιολογημένη γνώμη και ότι αναγνώριζε ότι ο ΧΥΤΑ εξακολουθούσε να εμφανίζει ορισμένες άλλες δυσλειτουργίες. Από τις αυτοψίες της 26ης και της 27ης Μαρτίου 2012 και από την πράξη βεβαιώσεως παραβάσεως της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για την οποία γίνεται λόγος στη σκέψη 19 της παρούσας αποφάσεως, προκύπτουν δεκαέξι παραβάσεις κατά το διάστημα 2009-2012. Κατά την Επιτροπή, είναι σαφές ότι ο ΧΥΤΑ Τεμπλονίου λειτουργεί επί μονίμου βάσεως κατά τρόπο πλημμελή και ότι, μολονότι ορισμένες εκ των δυσλειτουργιών του αποκαθίστανται, συν τω χρόνω παρουσιάζονται άλλες. Ως εκ τούτου, η πλήρης καταγραφή των δυσλειτουργιών του εν λόγω ΧΥΤΑ καθίσταται αδύνατη.

26      Εν πάση περιπτώσει, κατά την αυτοψία που διενεργήθηκε τον Μάρτιο του 2012 διαπιστώθηκε ότι διάφορες δυσλειτουργίες που είχαν επισημανθεί με την αιτιολογημένη γνώμη καθώς και παραβάσεις καταγραφείσες σε μεταγενέστερο χρόνο συνεχίζονταν.

27      Αποδεικνύεται, επομένως, ότι, έως την άσκηση της υπό κρίση προσφυγής, η Ελληνική Δημοκρατία δεν είχε μπορέσει να καταστήσει τη λειτουργία του συγκεκριμένου ΧΥΤΑ σύμφωνη με τις προδιαγραφές του δικαίου της Ένωσης. Από την επιστολή του εν λόγω κράτους μέλους της 23ης Σεπτέμβριου 2014 προκύπτει ότι, μεταξύ άλλων, εξακολουθούσαν να υλοποιούνται διάφορα μέτρα βελτιώσεως του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου και ότι σε νέα αυτοψία, που διενεργήθηκε στις 8 Αυγούστου 2014, διαπιστώθηκε η εξακολούθηση διαφόρων παραβάσεων. Από την απάντηση σε συμπληρωματική αίτηση της Επιτροπής, η οποία απεστάλη επτά μήνες αργότερα, προκύπτει επίσης ότι το εν λόγω κράτος μέλος δεν ήταν σε θέση να επιδείξει σημαντικές βελτιώσεις.

28      Με το υπόμνημα αντικρούσεως, η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει ότι η Κέρκυρα είναι ένα από τα μεγαλύτερα νησιά της Ελλάδας και ότι ο μόνιμος πληθυσμός της ανέρχεται σε 120 000 κατοίκους. Κατά την τουριστική περίοδο περί τους 1 500 000 επισκέπτες συρρέουν στο νησί, το οποίο εμφανίζει μία από τις υψηλότερες πληθυσμιακές πυκνότητες στην Ελλάδα.

29      Κατά την Ελληνική Δημοκρατία, η λειτουργία του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου είναι απολύτως αναγκαία για τη δημόσια υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος της Νήσου Κέρκυρας. Συνεπώς, ενδεχόμενα προβλήματα θα πρέπει να επιλύονται διά της προσφυγής σε διορθωτικά μέτρα, χωρίς να διακόπτεται η κανονική λειτουργία του. Όπως επισημαίνει η Ελληνική Δημοκρατία, οι επιπτώσεις από ενδεχόμενα προβλήματα λειτουργίας του εν λόγω ΧΥΤΑ είναι συγκεκριμένες, προβλέψιμες, μετρήσιμες και αναστρέψιμες.

30      Το εν λόγω κράτος μέλος επισημαίνει, μεταξύ άλλων:

–        ότι ο ΧΥΤΑ Τεμπλονίου διαθέτει νόμιμη περιβαλλοντική άδεια·

–        ότι οι ελληνικές αρχές συνεργάσθηκαν συστηματικώς με την Επιτροπή, την οποία ενημέρωναν πλήρως και επί τακτικής βάσεως για τη διαδικασία χορηγήσεως της εν λόγω περιβαλλοντικής άδειας και για τα μέτρα που λάμβαναν για τον έλεγχο της προσήκουσας λειτουργίας του ΧΥΤΑ·

–        ότι λήφθηκαν μέτρα για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων προβλημάτων στη λειτουργία του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου και ότι μεταξύ των μέτρων αυτών καταλέγονται η εγκατάσταση σταθμού ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 800 kilowatt (kW) εντός του γηπέδου της εγκαταστάσεως ενεργειακής αξιοποιήσεως του παραγόμενου από τον ΧΥΤΑ βιοαερίου, η τροποποίηση των αδειοδοτημένων έργων διαχειρίσεως του βιοαερίου ως προς τον αριθμό των κατακόρυφων φρεατίων και τη διάταξη των οριζόντιων αγωγών συλλογής και μεταφοράς του βιοαερίου, με σκοπό τη βελτίωση της λειτουργίας τους, η εξυπηρέτηση και των Διαποντίων Νήσων (Οθωνών, Ερεικούσσας, Μαθρακίου) από την Ολοκληρωμένη Εγκατάσταση Διαχείρισης Απορριμμάτων Τεμπλονίου και η προσθήκη των Έργων Μεταβατικής Διαχείρισης Απορριμμάτων.

31      Η Ελληνική Δημοκρατία διευκρινίζει ότι η διαδικασία τροποποιήσεως της αποφάσεως εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων αναμένεται να ολοκληρωθεί προσεχώς. Όπως επισημαίνει, αυτή η τροποποίηση της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων σκοπεί στην επίλυση των προβλημάτων που ανακύπτουν από τη μεταβατική διαχείριση των αποβλήτων. Η μεταβατική διαχείριση προβλέπεται να διαρκέσει έως την έναρξη της ολοκληρωμένης διαχειρίσεως των εν λόγω αποβλήτων, βάσει του νέου Περιφερειακού Σχεδιασμού Διαχείρισης Αποβλήτων, ο οποίος θα βασίζεται στο νέο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων, που πρόκειται να ολοκληρωθεί σύντομα.

32      Με το υπόμνημα απαντήσεως, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι θέσεις της δεν αμφισβητούνται από την Ελληνική Δημοκρατία, αφού η τελευταία, με το υπόμνημα αντικρούσεως, περιορίζεται σε απαρίθμηση των λόγων που καθιστούν τη λειτουργία του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου αναγκαία για τη Νήσο Κέρκυρα. Το εν λόγω θεσμικό όργανο διευκρινίζει, εξάλλου, ότι το γεγονός ότι το 2011 χορηγήθηκε άδεια δεν αρκεί προς απόδειξη του τερματισμού των παραβάσεων που αφορά η παρούσα διαδικασία. Συγκεκριμένα, κατά το εν λόγω θεσμικό όργανο, για τη συμμόρφωση του συγκεκριμένου ΧΥΤΑ με τις προδιαγραφές του δικαίου της Ένωσης δεν αρκεί η λήψη μέτρων, αλλά απαιτείται και η εφαρμογή τους.

33      Κατά την Επιτροπή, η άποψη του φορέα διαχειρίσεως επί των ευρημάτων της διενεργηθείσας στις 8 Αυγούστου 2014 αυτοψίας, η οποία παρατίθεται στο παράρτημα του υπομνήματος αντικρούσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας, δεν είναι νομικώς δεσμευτική και δεν συνιστά πόρισμα των αρμοδίων αρχών. Το εν λόγω θεσμικό όργανο υπενθυμίζει, εξάλλου, ότι η αυτοψία αυτή είναι μεταγενέστερη της αιτιολογημένης γνώμης και ότι καμία αρμόδια αρχή δεν επιβεβαίωσε ότι οι επίμαχες παραβάσεις είχαν τερματισθεί.

34      Με το υπόμνημα ανταπαντήσεως, η Ελληνική Δημοκρατία προσθέτει ότι η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου (Ελλάδα) εξέδωσε στις 2 Ιουνίου 2016 απόφαση για την τροποποίηση της αποφάσεως εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου, η οποία περιείχε κυρίως τροποποιήσεις σχετικές με το δίκτυο διαχειρίσεως βιοαερίου και διατάξεις για την ενεργειακή αξιοποίησή του, ενώ προέβλεπε την κατασκευή ορισμένων μεταβατικών έργων για την επεξεργασία του συνόλου των σύμμεικτων απορριμμάτων έως ότου κατασκευασθεί η μονάδα επεξεργασίας αποβλήτων που προβλέπεται από το περιφερειακό σχέδιο διαχειρίσεως στερεών αποβλήτων Ιονίων Νήσων. Η μονάδα κομποστοποιήσεως θα δέχεται επίσης προδιαλεγμένα βιοαπόβλητα.

35      Η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει ότι, σε σύσκεψη μεταξύ του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης (Ελλάδα) και του Γενικού Γραμματέα Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων, η οποία έλαβε χώρα στις 26 Ιουνίου 2016, εγκρίθηκαν συγκεκριμένα πρόσθετα μέτρα για τη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη επίλυση των επισημανθέντων από την Επιτροπή προβλημάτων.

36      Η Ελληνική Δημοκρατία διευκρινίζει, τέλος, ότι, όπως αναφέρεται σε έγγραφο του ΣΥΔΙΣΑ της 10ης Μαΐου 2016, ορισμένα εκ των διαπιστωθέντων προβλημάτων, όπως η πλύση τροχών ή η κλίση των πρανών, έχουν διευθετηθεί.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

37      Υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, το ζήτημα της υπάρξεως ή μη παραβάσεως πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με την κατάσταση του κράτους μέλους ως είχε κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, ενώ ενδεχόμενες μεταγενέστερες μεταβολές δεν λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο (αποφάσεις της 31ης Μαρτίου 2011, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑407/09, EU:C:2011:196, σκέψη 16 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 16ης Ιουλίου 2015, Επιτροπή κατά Σλοβενίας, C‑140/14, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2015:501, σκέψη 63).

38      Στο πλαίσιο της κατ’ άρθρο 258 ΣΛΕΕ διαδικασίας λόγω παραβάσεως, εφόσον η Επιτροπή έχει προσκομίσει επαρκή στοιχεία από τα οποία προκύπτει το υποστατό ορισμένων πραγματικών περιστατικών που έχουν λάβει χώρα στο έδαφος του καθού κράτους μέλους, εναπόκειται στο εν λόγω κράτος μέλος να αμφισβητήσει κατά τρόπο ουσιαστικό και εμπεριστατωμένο τα προσκομισθέντα στοιχεία και τις συνέπειες που απορρέουν εξ αυτών (αποφάσεις της 4ης Μαρτίου 2010, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C‑297/08, EU:C:2010:115, σκέψη 102 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑677/13, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2433, σκέψη 70).

39      Εν προκειμένω, λαμβανομένου υπόψη του εμπεριστατωμένου χαρακτήρα των προσκομισθέντων από την Επιτροπή στοιχείων, τα οποία συνίστανται σε επίσημα έγγραφα εκδοθέντα από τις ίδιες τις ελληνικές αρχές, η Ελληνική Δημοκρατία, η οποία αρκείται στο επιχείρημα ότι ο ΧΥΤΑ Τεμπλονίου λειτουργεί βάσει νόμιμης περιβαλλοντικής άδειας και ότι τα μέτρα που απαιτούνται για την αποκατάσταση ενδεχόμενων δυσλειτουργιών του έχουν ληφθεί, δεν δύναται να αμφισβητήσει βασίμως τις δυσλειτουργίες που επισημαίνονται από την Επιτροπή.

40      Πράγματι, η Ελληνική Δημοκρατία δεν προσκομίζει κανένα στοιχείο ικανό να αποδείξει ότι, σε κάποιο χρονικό σημείο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας λόγω παραβάσεως, ο ΧΥΤΑ Τεμπλονίου λειτούργησε συμφώνως προς τις προδιαγραφές του δικαίου της Ένωσης. Από την επιστολή της 10ης Μαΐου 2016, την οποία προσκομίζει η Ελληνική Δημοκρατία, προκύπτει, βεβαίως, ότι ορισμένες παραβάσεις έχουν παύσει. Πλην όμως, ο τερματισμός των παραβάσεων αυτών είναι μεταγενέστερος της εκπνοής της προθεσμίας που είχε ταχθεί με την αιτιολογημένη γνώμη την οποία η Επιτροπή απηύθυνε στο εν λόγω κράτος μέλος και, συνεπώς, δεν δύναται να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο. Εξάλλου, από την επιστολή αυτή δεν προκύπτει ότι ο εν λόγω ΧΥΤΑ λειτουργεί πλέον συμφώνως προς τις προδιαγραφές του δικαίου της Ένωσης.

41      Εκ των προεκτεθέντων προκύπτει ότι οι δυσλειτουργίες του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου για τις οποίες κάνει λόγο η Επιτροπή πρέπει να θεωρηθούν αποδεδειγμένες και, ως εκ τούτου, πρέπει να εξετασθεί κατά πόσον τα σχετικά πραγματικά περιστατικά στοιχειοθετούν παραβάσεις υποχρεώσεων που η Ελληνική Δημοκρατία υπέχει από τα άρθρα 8 και 11, καθώς και από το παράρτημα I της οδηγίας 1999/31 και από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98.

42      Ως προς την πρώτη αιτίαση και, ειδικότερα, ως προς το ανώτατο ύψος του αναγλύφου του ΧΥΤΑ, επισημαίνεται ότι, κατά την εκπνοή της προθεσμίας που είχε ταχθεί με την αιτιολογημένη γνώμη την οποία η Επιτροπή απηύθυνε στην Ελληνική Δημοκρατία, το ύψος αυτό υπερέβαινε κατά περίπου 2 μέτρα το προβλεπόμενο από τους περιβαλλοντικούς όρους. Το σημείο 6 του παραρτήματος Ι της οδηγίας 1999/31 ορίζει, όμως, ότι τα απόβλητα εναποτίθενται στον χώρο ταφής κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η σταθερότητα της μάζας τους. Εφόσον, λόγω της υπερβάσεως του ανώτατου προβλεπόμενου ύψους, δεν εξασφαλιζόταν πλέον η σταθερότητα του ΧΥΤΑ, πρέπει να διαπιστωθεί παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το εν λόγω σημείο 6.

43      Πρέπει να προστεθεί, αφενός, ότι η παράβαση αυτή συνεπάγεται ομοίως παράβαση του άρθρου 8, στοιχείο αʹ, σημείο i, της οδηγίας 1999/31, καθώς άδεια λειτουργίας χώρου ταφής εκδίδεται μόνον εφόσον ο χώρος αυτός πληροί το σύνολο των όρων που προβλέπονται από την εν λόγω οδηγία, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων της.

44      Αφετέρου, η εν λόγω παράβαση συνιστά ομοίως παράβαση του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 1999/31, το οποίο επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου ο φορέας διαχειρίσεως να είναι θέση να αποδείξει ότι τα συγκεκριμένα απόβλητα μπορούν να γίνουν δεκτά στον χώρο ταφής σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στην άδεια λειτουργίας του. Πλην όμως, είναι σαφές ότι η υπέρβαση του ανώτατου επιτρεπόμενου ύψους κατά περίπου δύο μέτρα συνεπάγεται αύξηση του προβλεπόμενου από την εν λόγω άδεια απορριμματικού φορτίου.

45      Επομένως, η αιτίαση με την οποία προβάλλεται παράβαση του άρθρου 8, στοιχείο αʹ, του άρθρου 11, παράγραφος 1, καθώς και του παραρτήματος I της οδηγίας 1999/31 πρέπει να θεωρηθεί βάσιμη.

46      Ως προς τη δεύτερη αιτίαση, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98 ορίζει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι η διαχείριση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον, ιδίως δε χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για το νερό, τον αέρα, το έδαφος, την πανίδα και τη χλωρίδα.

47      Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, μολονότι το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98 δεν ορίζει επακριβώς το περιεχόμενο των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι η διάθεση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον, το άρθρο αυτό δεσμεύει τα κράτη μέλη ως προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, αφήνοντάς τους περιθώριο εκτιμήσεως κατά την αξιολόγηση της αναγκαιότητας των εν λόγω μέτρων (αποφάσεις της 10ης Ιουνίου 2010, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, C‑37/09, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2010:331, σκέψη 35, και της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑677/13, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2433, σκέψη 77).

48      Κατά συνέπεια, δεν είναι κατ’ αρχήν δυνατόν να συναχθεί απευθείας από το γεγονός ότι μια πραγματική κατάσταση δεν συνάδει με τους οριζόμενους στο άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98 σκοπούς ότι το οικείο κράτος μέλος έχει άνευ ετέρου παραβεί τις επιβαλλόμενες από τη διάταξη αυτήν υποχρεώσεις, ήτοι ότι δεν έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι η διαχείριση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον. Εντούτοις, η εξακολούθηση μιας τέτοιας πραγματικής καταστάσεως, ιδίως όταν αυτή συνεπάγεται σημαντική υποβάθμιση του περιβάλλοντος επί μακρόν άνευ παρεμβάσεως των αρμοδίων αρχών, ενδέχεται να σημαίνει ότι τα κράτη μέλη έχουν υπερβεί τα όρια της εξουσίας εκτιμήσεως που τους παρέχει η διάταξη αυτή (αποφάσεις της 10ης Ιουνίου 2010, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, C‑37/09, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2010:331, σκέψη 36, και της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑677/13, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2433, σκέψη 78).

49      Το Δικαστήριο έχει κρίνει συναφώς ότι η υποβάθμιση του περιβάλλοντος είναι συμφυής με την παρουσία αποβλήτων σε χώρο ταφής και ότι η φύση των αποβλήτων αυτών δεν έχει ιδιαίτερη σημασία (αποφάσεις της 10ης Ιουνίου 2010, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, C‑37/09, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2010:331, σκέψη 37, και της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑677/13, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2433, σκέψη 79).

50      Εν προκειμένω, αποδεικνύεται ότι, επί μακρόν, ο ΧΥΤΑ Τεμπλονίου δεν πληρούσε τους προβλεπόμενους από το δίκαιο της Ένωσης όρους λειτουργίας και, ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα επίμαχα απόβλητα προκάλεσαν υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Πράγματι, όπως προκύπτει από τις επιστολές και τα πληροφοριακά στοιχεία που παρέσχε η Ελληνική Δημοκρατία, οι επαναλαμβανόμενες δυσλειτουργίες του εν λόγω ΧΥΤΑ διαπιστώθηκαν το πρώτον το 2010.

51      Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η Ελληνική Δημοκρατία, επιτρέποντας, άνευ επαρκούς παρεμβάσεως των αρμοδίων αρχών, την εξακολούθηση πραγματικής καταστάσεως η οποία προκάλεσε, επί μακρόν, σημαντική υποβάθμιση του περιβάλλοντος, υπερέβη τα όρια της εξουσίας εκτιμήσεως που της απονέμει το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98 και, συνεπώς, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο αυτό.

52      Το συμπέρασμα αυτό δεν ανατρέπεται από το προβαλλόμενο από την Ελληνική Δημοκρατία επιχείρημα ότι η κατάσταση του ΧΥΤΑ Τεμπλονίου είναι απότοκος της πληθυσμιακής πυκνότητας της Νήσου Κέρκυρας και του αριθμού των τουριστών που την επισκέπτονται κατά τους θερινούς μήνες. Πράγματι, κατά πάγια νομολογία, κράτος μέλος δεν δύναται να επικαλεσθεί δυσχέρειες πρακτικής, διοικητικής ή οικονομικής φύσεως προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και των προθεσμιών που τάσσει οδηγία (βλ., συναφώς, απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2012, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, C‑301/10, EU:C:2012:633, σκέψη 66 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

53      Επομένως, η αιτίαση με την οποία προβάλλεται παράβαση του άρθρου 13 της οδηγίας 2008/98 κρίνεται βάσιμη.

54      Βάσει του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, πρέπει να διαπιστωθεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία, ανεχόμενη λειτουργία του χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων Τεμπλονίου η οποία δεν πληροί τους όρους και τις προδιαγραφές της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ένωσης, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98, καθώς και από το άρθρο 8, στοιχείο αʹ, το άρθρο 11, παράγραφος 1, και το παράρτημα I της οδηγίας 1999/31.

 Επί των δικαστικών εξόδων

55      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε την καταδίκη της Ελληνικής Δημοκρατίας και η τελευταία ηττήθηκε, η Ελληνική Δημοκρατία πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Η Ελληνική Δημοκρατία, ανεχόμενη λειτουργία του χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων Τεμπλονίου (Ελλάδα) η οποία δεν πληροί τους όρους και τις προδιαγραφές της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών, καθώς και από το άρθρο 8, στοιχείο αʹ, το άρθρο 11, παράγραφος 1, και το παράρτημα I της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων.

2)      Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.



Berger

Borg Barthet

Biltgen

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο, στις 27 Απριλίου 2017.

Ο Γραμματέας

 

      Η Πρόεδρος του δεκάτου τμήματος

A. Calot Escobar

 

      M. Berger


* Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.