ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 16ης Απριλίου 2013 ( *1 )

«Ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας — Απόφαση που εγκρίνει την ενισχυμένη συνεργασία βάσει του άρθρου 329, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ — Προσφυγή ακυρώσεως λόγω αναρμοδιότητας, καταχρήσεως εξουσίας και παραβιάσεως των Συνθηκών — Προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 20 ΣΕΕ, καθώς και 326 ΣΛΕΕ και 327 ΣΛΕΕ — Μη αποκλειστική αρμοδιότητα — Απόφαση εκδιδόμενη “ως έσχατη λύση” — Προστασία των συμφερόντων της Ένωσης»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-274/11 και C-295/11,

με αντικείμενο προσφυγές ακυρώσεως βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, ασκηθείσες, αντιστοίχως, στις 30 και στις 31 Μαΐου 2011,

Βασίλειο της Ισπανίας, εκπροσωπούμενο από την N. Díaz Abad,

προσφεύγον,

υποστηριζόμενο από την:

Ιταλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον S. Fiorentino, avvocato dello Stato,

παρεμβαίνουσα,

και

Ιταλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον S. Fiorentino, avvocato dello Stato, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

υποστηριζόμενη από το:

Βασίλειο της Ισπανίας, εκπροσωπούμενο από την N. Díaz Abad,

παρεμβαίνον,

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενου αρχικώς από τους T. Middleton και F. Florindo Gijón καθώς και από την A. Lo Monaco, στη συνέχεια από τους T. Middleton και F. Florindo Gijón καθώς και τις M. Balta και K. Pellinghelli,

καθού,

υποστηριζόμενου από:

το Βασίλειο του Βελγίου, εκπροσωπούμενο από την C. Pochet, καθώς και από τους J.-C. Halleux και T. Materne,

την Τσεχική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek, D. Hadroušek και J. Vláčil,

την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, εκπροσωπούμενη από τον T. Henze και την J. Kemper,

την Ιρλανδία, εκπροσωπούμενη από τον D. O’Hagan, επικουρούμενο από τον N. J. Travers, BL,

τη Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από την E. Belliard, καθώς και τους G. de Bergues και A. Adam,

την Ουγγαρία, εκπροσωπούμενη από τον M. Z. Fehér και την K. Molnár,

το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενο από τις C. Wissels και M. de Ree,

τη Δημοκρατία της Πολωνίας, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna, καθώς και την E. Gromnicka και τον M. Laszuk,

το Βασίλειο της Σουηδίας, εκπροσωπούμενο από τις A. Falk και C. Meyer-Seitz,

το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, εκπροσωπούμενο από τον L. Seeboruth, επικουρούμενο από τον T. Mitcheson, barrister,

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από τους I. Díez Parra και G. Ricci, καθώς και την M. Dean,

την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την I. Martínez del Peral, καθώς και τους T. van Rijn, B. Smulders, F. Bulst και L. Prete,

παρεμβαίνοντες,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, K. Lenaerts, αντιπρόεδρο, A. Tizzano, M. Ilešič (εισηγητή), T. von Danwitz, J. Malenovský, προέδρους τμήματος, U. Lõhmus, A. Ó Caoimh, J.-C. Bonichot, A. Arabadjiev και C. Toader, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 25ης Σεπτεμβρίου 2012,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 11ης Δεκεμβρίου 2012,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με τα δικόγραφα της προσφυγής τους το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως 2011/167/ΕΕ του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2011, για την έγκριση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών (ΕΕ L 76, σ. 53, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).

Η προσβαλλόμενη απόφαση

2

Η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ως εξής:

«έχοντας υπόψη τη [Συνθήκη ΛΕΕ], και ιδίως το άρθρο 329, παράγραφος 1,

[…]

εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, [ΣΕΕ], η Ένωση εγκαθιδρύει εσωτερική αγορά, εργάζεται για την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης με γνώμονα την ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη και προάγει την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο. [...] Από τα νομικά μέσα που θα έπρεπε να έχουν στη διάθεσή τους οι επιχειρήσεις, ενδείκνυται ιδιαιτέρως ένα ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που θα παράγει ομοιόμορφα αποτελέσματα σε όλη την επικράτεια της Ένωσης.

[...]

(3)

Στις 5 Ιουλίου 2000, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με σκοπό τη δημιουργία ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας που θα παρέχει ομοιόμορφη προστασία σε ολόκληρη την Ένωση. Στις 30 Ιουνίου 2010, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί των μεταφραστικών ρυθμίσεων για το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (προτεινόμενος κανονισμός περί των μεταφραστικών ρυθμίσεων”) στον οποίο ορίζονται οι μεταφραστικές ρυθμίσεις που θα ισχύουν για το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας της ΕΕ.

(4)

Στη σύνοδο του Συμβουλίου της 10ης Νοεμβρίου 2010, καταγράφηκε ότι δεν υπήρξε ομοφωνία για περαιτέρω πρόοδο σχετικά με τον προτεινόμενο κανονισμό περί των μεταφραστικών ρυθμίσεων. Στις 10 Δεκεμβρίου 2010 επιβεβαιώθηκε ότι υπάρχουν ανυπέρβλητες δυσκολίες, γεγονός που, επί του παρόντος και στο ορατό μέλλον, καθιστά αδύνατη την ομοφωνία. Επειδή η συμφωνία για τον προτεινόμενο κανονισμό περί των μεταφραστικών ρυθμίσεων είναι απαραίτητη για μια τελική συμφωνία σχετικά με το ενιαίο καθεστώς προστασίας των ευρεσιτεχνιών στην Ένωση, διαπιστώνεται ότι ο στόχος της δημιουργίας του ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών για την Ένωση δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε εύλογο χρόνο με εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των Συνθηκών.

(5)

Υπό τις [περιστάσεις] αυτές, δώδεκα κράτη μέλη, και συγκεκριμένα η Γαλλία, η Γερμανία, η Δανία, η Εσθονία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Κάτω Χώρες, η Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, η Πολωνία, η Σλοβενία, η Σουηδία και η Φινλανδία υπέβαλαν αιτήσεις στην Επιτροπή με επιστολές στις 7, 8 και 13 Δεκεμβρίου 2010 [διευκρινίζοντας] ότι επιθυμούν την ενίσχυση της μεταξύ τους συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας του ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών [βάσει] των υφιστάμενων προτάσεων που είχαν υποστηριχθεί από τα συγκεκριμένα κράτη μέλη στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και [καλώντας την] Επιτροπή […] να υποβάλει σχετική πρόταση στο Συμβούλιο. Οι αιτήσεις επιβεβαιώθηκαν στη σύνοδο του Συμβουλίου στις 10 Δεκεμβρίου 2010. Συνολικά, 12 κράτη μέλη υπέβαλαν αίτηση για ενισχυμένη συνεργασία. Εν τω μεταξύ, 13 ακόμη κράτη μέλη, ήτοι η Αυστρία, το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Ελλάς, η Ιρλανδία, η Κύπρος, η Λεττονία, η Μάλτα, η Ουγγαρία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Σλοβακία και η Τσεχική Δημοκρατία [επισήμαναν εγγράφως] στην Επιτροπή […] ότι επιθυμούν επίσης να συμμετάσχουν στην προβλεπόμενη ενισχυμένη συνεργασία. Συνολικά, 25 κράτη μέλη υπέβαλαν αίτηση για ενισχυμένη συνεργασία.

(6)

Η ενισχυμένη συνεργασία θα [παρείχε] το αναγκαίο νομοθετικό πλαίσιο για τη δημιουργία του ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και [θα διασφάλιζε] στις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ένωση τη δυνατότητα να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους επιλέγοντας να αναζητήσουν ενιαία προστασία μέσω του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη […]

(7)

Η ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να στοχεύει στη δημιουργία ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας, το οποίο θα παρέχει ομοιόμορφη προστασία στο σύνολο των επικρατειών των συμμετεχόντων κρατών μελών και θα χορηγείται για όλα αυτά τα κράτη μέλη από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (ΕΓΔΕ). Ως απαραίτητο τμήμα του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας, οι μεταφραστικές ρυθμίσεις που θα ισχύσουν πρέπει να είναι απλές και οικονομικά συμφέρουσες και να αντιστοιχούν στα όσα προβλέπονται στην πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί των μεταφραστικών ρυθμίσεων για το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 30 Ιουνίου 2010, σε συνδυασμό με τα σημεία συμβιβασμού που πρότεινε η προεδρία τον Νοέμβριο του 2010 και τα οποία έτυχαν ευρείας υποστήριξης στο Συμβούλιο. Οι μεταφραστικές ρυθμίσεις διατηρούν τη δυνατότητα κατάθεσης αιτήσεων διπλώματος ευρεσιτεχνίας σε οποιαδήποτε γλώσσα της Ένωσης στο ΕΓΔΕ και εγγυώνται την αποζημίωση των εξόδων για τη μετάφραση των αιτήσεων που κατατίθενται σε γλώσσες άλλες από τις επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ. Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ θα πρέπει να χορηγείται μόνο σε μία από τις επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ […]. Δεν θα απαιτούνται περαιτέρω μεταφράσεις, με την επιφύλαξη αναλογικών μεταβατικών ρυθμίσεων […]

[...]

(9)

Ο τομέας τον οποίο καλύπτει η ενισχυμένη συνεργασία, δηλαδή η θέσπιση μέτρων για τη δημιουργία ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας το οποίο θα παρέχει προστασία στο εσωτερικό της Ένωσης και η δημιουργία κεντρικών καθεστώτων έγκρισης, συντονισμού και ελέγχου στο επίπεδο της Ένωσης, ορίζεται στο άρθρο 118 [...] ΣΛΕΕ ως ένας από τους τομείς που καλύπτονται από τις Συνθήκες.

(10)

Κατεγράφη στη σύνοδο του Συμβουλίου της 10ης Νοεμβρίου 2010 και επιβεβαιώθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2010 ότι ο στόχος της θέσπισης ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών στο εσωτερικό της Ένωσης δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε εύλογο χρόνο από την Ένωση ως σύνολο, εκπληρώνοντας έτσι την προϋπόθεση του άρθρου 20 παράγραφος 2 [...] ΣΕΕ ότι η ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να καθιερώνεται μόνον ως έσχατη λύση.

(11)

Η ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών στοχεύει στην προαγωγή της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου και στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η δημιουργία του ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών για μια ομάδα κρατών μελών θα βελτιώσει το επίπεδο προστασίας των ευρεσιτεχνιών παρέχοντας τη δυνατότητα εξασφάλισης ομοιόμορφης προστασίας μέσω του διπλώματος ευρεσιτεχνίας σε ολόκληρη την επικράτεια των συμμετεχόντων κρατών μελών και θα καταργήσει τα έξοδα και την πολυπλοκότητα στις εν λόγω επικράτειες. Συνεπώς, διευκολύνει την πραγμάτωση των στόχων της Ένωσης, διαφυλάσσει τα συμφέροντά της και ενισχύει τη διαδικασία ολοκλήρωσής της σύμφωνα με το άρθρο 20, παράγραφος 1, [...] ΣΕΕ.

[...]

(14)

Η ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών σέβεται τις αρμοδιότητες, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μη συμμετεχόντων κρατών μελών. Η δυνατότητα εξασφάλισης ενιαίας προστασίας μέσω του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στις επικράτειες των συμμετεχόντων κρατών μελών δεν επηρεάζει τη διαθεσιμότητα ή τις προϋποθέσεις της προστασίας μέσω του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στις επικράτειες των μη συμμετεχόντων κρατών μελών. Επιπροσθέτως, οι επιχειρήσεις από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν ενιαία προστασία μέσω του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στις επικράτειες των συμμετεχόντων κρατών μελών με τις ίδιες προϋποθέσεις με τις επιχειρήσεις από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Οι υπάρχοντες κανονισμοί των μη συμμετεχόντων κρατών μελών με τους οποίους ορίζονται οι προϋποθέσεις για την εξασφάλιση προστασίας μέσω του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στην επικράτειά τους δεν επηρεάζονται.

[...]

(16)

[...] η ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών είναι ανοικτή ανά πάσα στιγμή σε όλα τα κράτη μέλη που επιθυμούν να τηρήσουν τις πράξεις που έχουν ήδη θεσπιστεί στο πλαίσιο αυτό σύμφωνα με το άρθρο 328 [ΣΛΕΕ],

[...]

Άρθρο 1

Η Δημοκρατία της Αυστρίας, το Βασίλειο του Βελγίου, η Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η Γαλλική Δημοκρατία, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, το Βασίλειο της Δανίας, η Ελληνική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Εσθονίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, η Ιρλανδία, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Κυπριακή Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Λεττονίας, η Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, η Μάλτα, η Δημοκρατία της Ουγγαρίας, η Δημοκρατία της Πολωνίας, η Δημοκρατία της Πορτογαλίας, η Ρουμανία, η Δημοκρατία της Σλοβενίας, η Σλοβακική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Σουηδίας, η Τσεχική Δημοκρατία και η Δημοκρατία της Φινλανδίας εξουσιοδοτούνται διά της παρούσης να καθιερώσουν ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ τους στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών, με εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των συνθηκών.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία έκδοσής της.»

Η ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία

3

Με διατάξεις του Προέδρου του Δικαστηρίου της 27ης Οκτωβρίου 2011, επετράπη στην Ιταλική Δημοκρατία να παρέμβει, στην υπόθεση C-274/11, υπέρ του Βασιλείου της Ισπανίας ενώ επετράπη στο Βασίλειο του Βελγίου, στην Τσεχική Δημοκρατία, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στην Ιρλανδία, στη Γαλλική Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Λεττονίας, στην Ουγγαρία, στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών, στη Δημοκρατία της Πολωνίας, στο Βασίλειο της Σουηδίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καθώς και στην Επιτροπή να παρέμβουν, στην ίδια υπόθεση, υπέρ του Συμβουλίου.

4

Με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 13ης Οκτωβρίου 2011 επετράπη στο Βασίλειο της Ισπανίας να παρέμβει, στην υπόθεση C-295/11, υπέρ της Ιταλικής Δημοκρατίας, και, στην ίδια υπόθεση, επετράπη στο Βασίλειο του Βελγίου, στην Τσεχική Δημοκρατία, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στην Ιρλανδία, στη Γαλλική Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Λεττονίας, στην Ουγγαρία, στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών, στη Δημοκρατία της Πολωνίας, στο Βασίλειο της Σουηδίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, στο Κοινοβούλιο καθώς και στην Επιτροπή να παρέμβουν υπέρ του Συμβουλίου.

5

Με εξαίρεση τη Δημοκρατία της Λεττονίας, γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσε το σύνολο των κρατών μελών που παρενέβησαν στη διαφορά, καθώς και όλα τα όργανα της Ένωσης (στο εξής: παρεμβαίνοντες).

6

Με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 10ης Ιουλίου 2012 αποφασίστηκε η ένωση των υποθέσεων C-274/11 και C-295/11 προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας και προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

Επί των προσφυγών

7

Προς στήριξη της προσφυγής του το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει, κυρίως, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω καταχρήσεως εξουσίας και λόγω προσβολής του δικαιοδοτικού συστήματος της Ένωσης. Επικουρικώς, επικαλείται παράβαση των προϋποθέσεων που εκτίθενται στα άρθρα 20 ΣΕΕ, καθώς και 326 ΣΛΕΕ και 327 ΣΛΕΕ, ιδίως εκείνων που αφορούν τον μη αποκλειστικό χαρακτήρα της αρμοδιότητας η οποία αναγνωρίζεται στο πλαίσιο της ενισχυμένης συνεργασίας, την ανάγκη να γίνεται χρήση αυτής μόνον ως έσχατη λύση και την έλλειψη προσβολής της εσωτερικής αγοράς.

8

Προς στήριξη της προσφυγής της η Ιταλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει, καταρχάς, λόγω αναρμοδιότητας του Συμβουλίου να θεσπίσει ενισχυμένη συνεργασία για τη δημιουργία προστασίας με ένα ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (στο εξής: επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία), στη συνέχεια, λόγω καταχρήσεως εξουσίας και παραβάσεως ουσιώδους τύπου, ήτοι, ιδίως, λόγω ελλείψεως αιτιολογίας, καθώς και λόγω παραβάσεως της προϋποθέσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 20, παράγραφος 2, ΣΕΕ, κατά το οποίο η απόφαση του Συμβουλίου που εγκρίνει την ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να λαμβάνεται ως έσχατη λύση, και, τέλος, λόγω διαφόρων παραβάσεων του εν λόγω άρθρου 20 ΣΕΕ, καθώς και των άρθρων 118 ΣΛΕΕ και 326 ΣΛΕΕ.

9

Δεδομένου ότι οι υποθέσεις C-274/11 και C-295/11 ενώθηκαν, τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν προς στήριξη των δύο αυτών προσφυγών μπορούν να καταταγούν σε πέντε ομάδες λόγων, αντλούμενων, αντιστοίχως, από αναρμοδιότητα του Συμβουλίου να θεσπίσει την επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία, σε κατάχρηση εξουσίας, από παράβαση της προϋποθέσεως ότι μια απόφαση που εγκρίνει την ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να λαμβάνεται ως έσχατη λύση, από παράβαση των άρθρων 20, παράγραφος 1, ΣΕΕ, 118 ΣΛΕΕ, 326 ΣΛΕΕ, καθώς και 327 ΣΛΕΕ, και από προσβολή του δικαιοδοτικού συστήματος της Ένωσης.

Επί του πρώτου λόγου, ο οποίος αντλείται από αναρμοδιότητα του Συμβουλίου να εγκρίνει την επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία

Επιχειρήματα των διαδίκων

10

Το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία υποστηρίζουν ότι ο τομέας τον οποίο αφορά η υπόθεση, δηλαδή ο σχετικός με τη δημιουργία ευρωπαϊκών τίτλων με σκοπό την εξασφάλιση ενιαίας προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, περί του οποίου γίνεται λόγος στο άρθρο 118 ΣΛΕΕ, συνδέεται όχι με μία από τις συντρέχουσες αρμοδιότητες μεταξύ κρατών μελών και Ένωσης, αλλά με την αποκλειστική αρμοδιότητα της τελευταίας την οποία προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, όσον αφορά τη «θέσπιση των κανόνων ανταγωνισμού που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς».

11

Κατά συνέπεια, το Συμβούλιο είναι αναρμόδιο να επιτρέψει την επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία. Πράγματι, το άρθρο 20, παράγραφος 1, ΣΕΕ αποκλείει την ενισχυμένη συνεργασία στο πλαίσιο των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης.

12

Οι προσφεύγοντες υπογραμμίζουν ότι η κανονιστική ρύθμιση περί ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας καθορίζει το περιεχόμενο και τα όρια του μονοπωλίου το οποίο παρέχει ο σχετικός τίτλος διανοητικής ιδιοκτησίας. Η εν λόγω ρύθμιση αφορά, με τον τρόπο αυτόν, τη θέσπιση κανόνων που είναι ουσιώδεις για τη διατήρηση ανόθευτου ανταγωνισμού.

13

Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός ως συντρεχουσών των αρμοδιοτήτων τις οποίες παρέχει το άρθρο 118 ΣΛΕΕ αντιφάσκει προς το γεγονός ότι το άρθρο αυτό, έστω και αν κάνει μνεία περί της εσωτερικής αγοράς και μολονότι περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο της Συνθήκης ΛΕΕ που αφορά την προσέγγιση των νομοθεσιών, δεν παρέχει στην Ένωση εξουσία εναρμονίσεως των εθνικών νομοθεσιών, αλλ’ απλώς ειδική αρμοδιότητα για τη θέσπιση ευρωπαϊκών τίτλων.

14

Η Ιταλική Δημοκρατία προσθέτει ότι τα άρθρα 3 ΣΛΕΕ έως 6 ΣΛΕΕ περιέχουν απλώς ενδεικτική απαρίθμηση των τομέων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης. Επομένως, το Δικαστήριο μπορεί να χαρακτηρίσει ως αποκλειστικές τις αρμοδιότητες τις οποίες παρέχει το άρθρο 118 ΣΛΕΕ, χωρίς να στηριχθεί στον κατάλογο του άρθρου 3, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

15

Το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν ισχυρίζονται ότι οι κανόνες στον τομέα της διανοητικής ιδιοκτησίας υπάγονται στην εσωτερική αγορά και ότι στον τομέα αυτόν η Ένωση διαθέτει συντρέχουσα αρμοδιότητα δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

16

Η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ως σκοπό να επιτρέψει στα 25 κράτη μέλη που απαριθμούνται στο άρθρο 1 αυτής να ασκούν μεταξύ τους, καθόσον αφορά τη δημιουργία ενός ενιαίου καθεστώτος προστασίας με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, τις αρμοδιότητες που απονέμονται με το άρθρο 118 ΣΛΕΕ.

17

Για να προσδιοριστεί αν οι εν λόγω αρμοδιότητες είναι ή όχι αποκλειστικές και μπορούν να ασκούνται, επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 20 ΣΕΕ και τηρουμένων των προϋποθέσεων που θέτει το άρθρο αυτό, καθώς και τα άρθρα 326 ΣΛΕΕ έως 334 ΣΛΕΕ, στο πλαίσιο της ενισχυμένης συνεργασίας, επιβάλλεται εκ προοιμίου η διαπίστωση ότι το άρθρο 118, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ παρέχει την αρμοδιότητα εκδόσεως ευρωπαϊκών τίτλων διανοητικής ιδιοκτησίας και προβλέψεως, όσον αφορά τους τίτλους αυτούς, κεντρικών καθεστώτων εγκρίσεως, συντονισμού και ελέγχου σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης «[σ]το πλαίσιο της εγκαθίδρυσης και της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς».

18

Η απονεμόμενη με το δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου 118 αρμοδιότητα καθορισμού των γλωσσικών καθεστώτων των εν λόγω τίτλων συνδέεται στενά με τη θέσπιση των τίτλων αυτών, καθώς και με τη θέσπιση των κεντρικών καθεστώτων περί των οποίων γίνεται λόγος στο πρώτο εδάφιο του ίδιου άρθρου. Κατά συνέπεια, η αρμοδιότητα αυτή εντάσσεται επίσης στο πλαίσιο της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

19

Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, οι συντρέχουσες αρμοδιότητες μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών αφορούν, μεταξύ άλλων, τον τομέα της «εσωτερικής αγοράς».

20

Όσον αφορά το επιχείρημα του Βασιλείου της Ισπανίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας κατά το οποίο οι αρμοδιότητες τις οποίες παρέχει το άρθρο 118 ΣΛΕΕ εμπίπτουν στον τομέα των «κανόνων ανταγωνισμού που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς» περί του οποίου γίνεται λόγος στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ και, επομένως, υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης, πρέπει να υπομνησθεί ότι ο τομέας της «εσωτερικής αγοράς» περί του οποίου γίνεται λόγος στο άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ αφορά, σύμφωνα με τον ορισμό που δίδει το άρθρο 26, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, ένα «χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων […]». Το άρθρο 26, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ προβλέπει ότι η Ένωση «θεσπίζει τα μέτρα για την εγκαθίδρυση ή τη διασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις των Συνθηκών».

21

Από τους όρους «οικείες διατάξεις των Συνθηκών» προκύπτει ότι οι εμπίπτουσες στον τομέα της εσωτερικής αγοράς αρμοδιότητες δεν περιορίζονται σε εκείνες τις οποίες απονέμουν τα άρθρα 114 ΣΛΕΕ και 115 ΣΛΕΕ σχετικά με τη λήψη μέτρων εναρμονίσεως, αλλά καλύπτουν κάθε αρμοδιότητα συνδεόμενη με τους κατά το άρθρο 26 ΣΛΕΕ σκοπούς, όπως οι αρμοδιότητες τις οποίες απονέμει στην Ένωση το άρθρο 118 ΣΛΕΕ.

22

Ασφαλώς, οι κανόνες στον τομέα της διανοητικής ιδιοκτησίας είναι ουσιώδεις για τη διατήρηση ενός ανόθευτου ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, δεν αποτελούν όμως, όπως εξέθεσε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 58 έως 60 των προτάσεών του, «κανόνες ανταγωνισμού» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

23

Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, η έκταση και οι όροι άσκησης των αρμοδιοτήτων της Ένωσης καθορίζονται από τις οικείες για κάθε τομέα διατάξεις των Συνθηκών.

24

Η έκταση και οι λεπτομέρειες ασκήσεως των αρμοδιοτήτων της Ένωσης στον τομέα των «κανόνων ανταγωνισμού που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς» καθορίζονται στο τρίτο μέρος, τίτλος VII, του κεφαλαίου 1 της Συνθήκης ΛΕΕ, και ιδίως στα άρθρα 101 ΣΛΕΕ έως 109 ΣΛΕΕ. Το να χαρακτηριστεί το άρθρο 118 ΣΛΕΕ ως αποτελούν μέρος του εν λόγω τομέα θα ήταν, επομένως, αντίθετο προς το άρθρο 2, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ και θα είχε ως αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

25

Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να συναχθεί ότι οι αρμοδιότητες τις οποίες απονέμει το άρθρο 118 ΣΛΕΕ εμπίπτουν σε έναν τομέα συντρεχουσών αρμοδιοτήτων υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και έχουν, κατά συνέπεια, χαρακτήρα μη αποκλειστικών αρμοδιοτήτων κατά την έννοια του άρθρου 20, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, ΣΕΕ.

26

Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ο λόγος που αντλείται από αναρμοδιότητα του Συμβουλίου να επιτρέψει την επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία.

Επί του δευτέρου λόγου, ο οποίος αντλείται από κατάχρηση εξουσίας

Επιχειρήματα των διαδίκων

27

Το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία υπενθυμίζουν ότι κάθε ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να συμβάλλει στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκληρώσεως. Εν προκειμένω δε, ο πραγματικός σκοπός της προσβαλλομένης αποφάσεως ήταν όχι να επιτύχει την ολοκλήρωση αυτή, αλλά να αποκλείσει το Βασίλειο της Ισπανίας και την Ιταλική Δημοκρατία από τις διαπραγματεύσεις επί του ζητήματος του γλωσσικού καθεστώτος του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας και να στερήσει με τον τρόπο αυτόν τα εν λόγω κράτη μέλη από το προνόμιό τους, το οποίο τους παρέχει το άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, να αντιταχθούν σε ένα γλωσσικό καθεστώς στο οποίο δεν μπορούν να συμπράξουν.

28

Το γεγονός ότι η Συνθήκη ΛΕΕ προβλέπει, στο δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου 118, ειδική νομική βάση για τη θέσπιση του γλωσσικού καθεστώτος ενός ευρωπαϊκού τίτλου διανοητικής ιδιοκτησίας αποδεικνύει τον ευαίσθητο χαρακτήρα του ζητήματος αυτού και την απρόσφορη ενέργεια του Συμβουλίου. Το σύντομο χρονικό διάστημα που παρήλθε μεταξύ της προτάσεως της Επιτροπής και της εκδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως αποτελεί γλαφυρό παράδειγμα του εν λόγω τρόπου ενέργειας.

29

Οι προσφεύγοντες συνάγουν από τα ανωτέρω ότι η μέθοδος της ενισχυμένης συνεργασίας χρησιμοποιήθηκε εν προκειμένω προς αποκλεισμό ορισμένων κρατών μελών από μια δυσχερή διαπραγμάτευση και προς καταστρατήγηση της προϋποθέσεως ομοφωνίας, ενώ η μέθοδος αυτή έχει προβλεφθεί, κατ’ αυτούς, για να χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου ένα ή περισσότερα κράτη μέλη δεν είναι ακόμη έτοιμα να μετάσχουν σε συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία της Ένωσης στο σύνολό της.

30

Το Βασίλειο της Ισπανίας προσθέτει ότι το σύστημα του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας που προέβλεψαν οι μετέχοντες στην ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να εκτιμηθεί ως ειδική συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 142 της Συμβάσεως περί χορηγήσεως ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (σύμβαση περί του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας), που υπογράφηκε στο Μόναχο (Γερμανία) στις 5 Οκτωβρίου 1973 και άρχισε να ισχύει στις 7 Οκτωβρίου 1977 (στο εξής: ΣΕΔΕ). Επομένως, το Συμβούλιο εμφάνισε μεν τη δημιουργία ενός ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας ως ενισχυμένη συνεργασία, επιδίωκε όμως στην πραγματικότητα να καταστήσει δυνατή τη δημιουργία μιας ειδικής κατηγορίας ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας στο πλαίσιο της ΣΕΔΕ, πράγμα το οποίο, κατά το κράτος μέλος αυτό, δεν έπρεπε να πραγματοποιηθεί μέσω διαδικασίας προβλεπομένης από τη Συνθήκη ΕΕ ή τη Συνθήκη ΛΕΕ.

31

Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο λόγος για τον οποίο το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία δεν μετέχουν στην ως άνω ενισχυμένη συνεργασία έγκειται στο ότι τα κράτη αυτά αρνούνται να το πράξουν και όχι στο ότι αποκλείστηκαν από αυτήν, ενώ μάλιστα η αιτιολογική σκέψη 16 της προσβαλλόμενης αποφάσεως υπογραμμίζει ότι η ενισχυμένη συνεργασία είναι ανοικτή οποτεδήποτε σε όλα τα κράτη μέλη. Εξάλλου, η δημιουργία προστασίας με ένα ενιαίο δίπλωμα διευκολύνει τους σκοπούς της Ένωσης και ενισχύει τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκληρώσεως.

32

Οι παρεμβαίνοντες προς στήριξη του Συμβουλίου συμμερίζονται την άποψη αυτή. Υπογραμμίζουν ότι μεταξύ των τομέων που απαιτούν ομοφωνία μπορούν κάλλιστα να περιλαμβάνονται και τομείς στους οποίους είναι δυνατή η θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας. Κατά τα λοιπά, η ενισχυμένη συνεργασία συνιστά μια μέθοδο παρέχουσα τη δυνατότητα αντιμετωπίσεως των προβλημάτων που συνδέονται με τις έχουσες δικαίωμα αρνησικυρίας μειοψηφίες.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

33

Μια πράξη έχει εκδοθεί κατά κατάχρηση εξουσίας μόνον όταν προκύπτει, βάσει αντικειμενικών, λυσιτελών και συγκλινουσών ενδείξεων, ότι εκδόθηκε με αποκλειστικό ή, τουλάχιστον, πρωταρχικό σκοπό διαφορετικό από τους προβαλλόμενους ή με σκοπό την καταστρατήγηση μιας διαδικασίας που προβλέπουν ειδικά οι Συνθήκες για την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων περιστάσεων (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 15ης Μαΐου 2008, C-442/04, Ισπανία κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2008, σ. I-3517, σκέψη 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

34

Με τον αντλούμενο από μια τέτοια κατάχρηση εξουσίας λόγο τους το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία προσάπτουν ουσιαστικώς στο Συμβούλιο ότι, εγκρίνοντας την επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία, καταστρατήγησε την προϋπόθεση ομοφωνίας που προβλέπει το άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ και παρέκαμψε την αντίθεση των δύο αυτών κρατών μελών στην πρόταση της Επιτροπής σχετικά με το γλωσσικό καθεστώς του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

35

Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί ότι ουδεμία διάταξη των άρθρων 20 ΣΕΕ ή 326 ΣΛΕΕ έως 334 ΣΛΕΕ απαγορεύει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν μεταξύ τους ενισχυμένη συνεργασία στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Ένωσης οι οποίες ασκούνται ομοφώνως. Αντιθέτως, από το άρθρο 333, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ απορρέει ότι, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα εν λόγω άρθρα 20 ΣΕΕ και 326 ΣΛΕΕ έως 334 ΣΛΕΕ, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών είναι πρόσφορη η προσφυγή σε ενισχυμένη συνεργασία και ότι, στην περίπτωση αυτή, υπό την επιφύλαξη ότι το Συμβούλιο δεν έχει δεχθεί ότι η σχετική απόφαση θα ληφθεί με ειδική πλειοψηφία, η ομοφωνία μπορεί να επιτυγχάνεται μόνο με τις ψήφους των συμμετεχόντων κρατών μελών.

36

Επιπλέον, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζουν το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία, τα άρθρα 20 ΣΕΕ και 326 ΣΛΕΕ έως 334 ΣΛΕΕ δεν περιορίζουν τη δυνατότητα προσφυγής στην ενισχυμένη συνεργασία μόνο στην περίπτωση όπου ένα ή περισσότερα κράτη μέλη δηλώνουν ότι δεν είναι ακόμη έτοιμα να συμμετάσχουν σε μια νομοθετική δράση της Ένωσης στο σύνολό της. Κατά το άρθρο 20, παράγραφος 2, ΣΕΕ, η κατάσταση η οποία μπορεί βασίμως να οδηγήσει σε ενισχυμένη συνεργασία είναι εκείνη στην οποία «οι επιδιωκόμενοι στόχοι της συνεργασίας αυτής δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσα σε εύλογο χρόνο από την Ένωση στο σύνολό της». Η αδυναμία στην οποία αναφέρεται η διάταξη αυτή μπορεί να οφείλεται σε διάφορα αίτια, όπως είναι η έλλειψη ενδιαφέροντος από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή η αδυναμία των κρατών μελών, τα οποία δείχνουν όλα να ενδιαφέρονται για τη θέσπιση ενός καθεστώτος σε επίπεδο Ένωσης, να καταλήξουν σε συμφωνία όσον αφορά το περιεχόμενο ενός τέτοιου καθεστώτος.

37

Επομένως, η απόφαση του Συμβουλίου να εγκρίνει ενισχυμένη συνεργασία, μετά τη διαπίστωση ότι το ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και το γλωσσικό καθεστώς του δεν μπορούσαν να θεσπιστούν εντός ευλόγου χρόνου από την Ένωση στο σύνολό της, ουδόλως συνιστά καταστρατήγηση της προϋποθέσεως ομοφωνίας στο άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ ούτε, εξάλλου, αποκλείει τα κράτη μέλη που δεν συμφώνησαν με τα αιτήματα περί ενισχυμένης συνεργασίας. Υπό την προϋπόθεση ότι είναι σύμφωνη προς τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 20 ΣΕΕ, καθώς και 326 επ. ΣΛΕΕ, πράγμα το οποίο εξετάζεται στο πλαίσιο άλλων λόγων, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά κατάχρηση εξουσίας, αλλά συμβάλλει στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκληρώσεως, λαμβανομένης υπόψη της αδυναμίας επιτεύξεως συμφωνίας για τη θέσπιση κοινού καθεστώτος αφορώντος το σύνολο της Ένωσης εντός ευλόγου χρόνου.

38

Το ως άνω συμπέρασμα, κατά τα λοιπά, ουδόλως κλονίζεται από το επιχείρημα του Βασιλείου της Ισπανίας που αντλείται από την ύπαρξη του άρθρου 142 της ΣΕΔΕ.

39

Κατά την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου 142, «[κάθε] [ο]μάδα συμβαλλόμενων κρατών που αποφάσισε, με ειδική συμφωνία, ότι τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας που θα χορηγούνται για τα κράτη αυτά θα έχουν ενιαίο χαρακτήρα στο σύνολο του εδάφους τους, μπορεί να προβλέψει ότι τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας μπορούν να χορηγούνται μόνον από κοινού για όλα τα κράτη [αυτά]».

40

Καθόσον κάθε κράτος μέλος της Ένωσης είναι συμβαλλόμενο κράτος της ΣΕΔΕ, η θέσπιση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, όπως αυτό που προβλέπει η προσβαλλόμενη απόφαση, μπορεί να πραγματοποιηθεί, όπως υποστηρίζει το Βασίλειο της Ισπανίας, με «ειδική συμφωνία» κατά την έννοια του άρθρου 142 της ΣΕΔΕ. Εντούτοις, αντιθέτως προς όσα διατείνεται το ως άνω κράτος μέλος, από την περίσταση αυτή δεν μπορεί να συναχθεί ότι η εξουσία που προβλέπει το άρθρο 20 ΣΕΕ χρησιμοποιείται για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους παρασχέθηκε η εν λόγω εξουσία όταν ορισμένα κράτη μέλη θεσπίζουν ένα τέτοιο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με πράξη εκδιδόμενη στο πλαίσιο ενισχυμένης συνεργασίας αντί να συνάψουν διεθνή συμφωνία.

41

Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι ο λόγος που αντλείται από κατάχρηση εξουσίας πρέπει να απορριφθεί.

Επί του τρίτου λόγου, ο οποίος αντλείται από μη τήρηση της προϋποθέσεως ότι μια απόφαση που εγκρίνει ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να λαμβάνεται ως έσχατη λύση

Επιχειρήματα των διαδίκων

42

Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι πρέπει να τηρείται απαρεγκλίτως η προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 20, παράγραφος 2, ΣΕΕ σχετικά με την έκδοση αποφάσεως που εγκρίνει μιαν ενισχυμένη συνεργασία ως έσχατη λύση. Εντούτοις, εν προκειμένω, δεν έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες διαπραγματεύσεως μεταξύ όλων των κρατών μελών περί του γλωσσικού καθεστώτος του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

43

Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι ούτε καν παρήλθε διάστημα έξι μηνών μεταξύ της από 30 Ιουνίου 2010 προτάσεως περί γλωσσικού καθεστώτος εκ μέρους της Επιτροπής και της προτάσεως περί ενισχυμένης συνεργασίας που υπέβαλε το ίδιο θεσμικό όργανο στις 14 Δεκεμβρίου 2010. Όσον αφορά το χρονικό διάστημα από της πρώτης προτάσεως κανονισμού περί κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που υποβλήθηκε τον Αύγουστο του 2000 μέχρι την ως άνω πρόταση της Επιτροπής περί γλωσσικού καθεστώτος, το διάστημα αυτό δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για να εκτιμηθεί αν η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε ως έσχατη λύση. Επ’ αυτού, το ίδιο κράτος μέλος εκθέτει ότι, το 2003, είχε καθοριστεί κοινή προσέγγιση και ότι στη συνέχεια το γλωσσικό ζήτημα δεν συζητήθηκε πλέον ουσιαστικώς στο πλαίσιο του Συμβουλίου.

44

Η Ιταλική Δημοκρατία δέχεται ότι το Συμβούλιο διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την εκτίμηση της καταστάσεως των διαπραγματεύσεων και ότι, επομένως, το ζήτημα της τηρήσεως της προϋποθέσεως ότι μόνον ως έσχατη λύση μπορούσε να ληφθεί απόφαση εγκρίνουσα ενισχυμένη συνεργασία δεν μπορεί να εξεταστεί παρά σε περιορισμένο βαθμό από το Δικαστήριο. Εν προκειμένω, εντούτοις, το «νομοθετικό πλαίσιο» περί του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας ήταν ελλιπές και οι διαπραγματεύσεις που αφορούσαν το γλωσσικό καθεστώς ήταν σύντομες. Υπό τις συνθήκες αυτές, καθίσταται πρόδηλη η παράβαση του άρθρου 20, παράγραφος 2, ΣΕΕ.

45

Κατά την Ιταλική Δημοκρατία, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει επίσης λόγω ελλείψεως εξετάσεως και λόγω ελλείψεως αιτιολογίας, καθόσον εκθέτει εξαιρετικά συνοπτικά τους λόγους για τους οποίους το Συμβούλιο κρίνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτουν οι Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ στον τομέα της ενισχυμένης συνεργασίας.

46

Το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν υπογραμμίζουν το αδιέξοδο στο οποίο είχαν καταλήξει οι ήδη μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις περί του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας και περί του γλωσσικού του καθεστώτος.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

47

Κατά το άρθρο 20, παράγραφος 2, ΣΕΕ, το Συμβούλιο μπορεί να εγκρίνει ενισχυμένη συνεργασία μόνον «ως έσχατη λύση, εφόσον αυτό διαπιστώσει ότι οι επιδιωκόμενοι στόχοι της συνεργασίας αυτής δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσα σε εύλογο χρόνο από την Ένωση στο σύνολό της».

48

Η εν λόγω προϋπόθεση έχει ιδιαίτερη σημασία και πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε συνάρτηση με το άρθρο 20, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ, κατά το οποίο οι ενισχυμένες συνεργασίες «έχουν ως σκοπό να διευκολύνουν την πραγμάτωση των στόχων της Ένωσης, να διαφυλάσσουν τα συμφέροντά της και να ενισχύουν τη διαδικασία ολοκλήρωσής της».

49

Τα συμφέροντα της Ένωσης και η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκληρώσεως προφανώς δεν θα διασφαλίζονταν αν κάθε ατελέσφορη διαπραγμάτευση μπορούσε να οδηγήσει σε μία ή περισσότερες ενισχυμένες συνεργασίες σε βάρος της αναζητήσεως συμβιβασμού που να παρέχει τη δυνατότητα θεσπίσεως κανονιστικής ρυθμίσεως στο σύνολο της Ένωσης.

50

Επομένως, όπως εξέθεσε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 108 και 111 των προτάσεών του, οι όροι «ως έσχατη λύση» υπογραμμίζουν το ότι μόνον όταν πρόκειται για καταστάσεις χαρακτηριζόμενες από αδυναμία θεσπίσεως μιας τέτοιας ρυθμίσεως εντός ευλόγου χρόνου μπορεί να λαμβάνεται απόφαση εγκρίνουσα ενισχυμένη συνεργασία.

51

Οι προσφεύγοντες διατείνονται ότι τόσο όταν η Επιτροπή υπέβαλε την πρότασή της στο Συμβούλιο όσο και όταν εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση υφίστατο πάντοτε η δυνατότητα επιτεύξεως συμβιβασμού. Υποστηρίζουν επίσης ότι οι διαπραγματεύσεις προς επίτευξη συμφωνίας περί του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας και του γλωσσικού καθεστώτος του δεν ήταν τόσο πολύμορφες και λεπτομερείς όπως υποστηρίζουν το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν.

52

Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι στη διαδικασία που οδηγεί στην έκδοση αποφάσεως που εγκρίνει ενισχυμένη συνεργασία μετέχουν η Επιτροπή, η οποία υποβάλλει σχετική πρόταση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο παρέχει την έγκρισή του, και το Συμβούλιο, το οποίο λαμβάνει την οριστική απόφαση περί εγκρίσεως της ενισχυμένης συνεργασίας.

53

Λαμβάνοντας την ως άνω οριστική απόφαση, το Συμβούλιο μπορεί να εκτιμήσει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο αν τα κράτη μέλη επιθυμούν τον συμβιβασμό και αν είναι σε θέση να υποβάλουν προτάσεις ικανές να οδηγήσουν στη θέσπιση κανονιστικής ρυθμίσεως για την Ένωση στο σύνολό της εντός ευλόγου χρόνου.

54

Επομένως, το Δικαστήριο, ασκώντας τον έλεγχό του όσον αφορά την τήρηση της προϋποθέσεως κατά την οποία μόνον ως έσχατη λύση μπορεί να λαμβάνεται μια απόφαση που εγκρίνει ενισχυμένη συνεργασία, εξακριβώνει αν το Συμβούλιο εξέτασε με επιμέλεια και αμεροληψία τα κρίσιμα στοιχεία της συγκεκριμένης περιπτώσεως και αν το συμπέρασμα στο οποίο αυτό κατέληξε αιτιολογείται επαρκώς.

55

Εν προκειμένω, το Συμβούλιο ορθώς έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η νομοθετική διαδικασία για τη θέσπιση ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας σε επίπεδο Ένωσης είχε κινηθεί το 2000 και ότι εξελίχθηκε σε πολλά στάδια, τα οποία περιέγραψε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 119 έως 123 των προτάσεών του και τα οποία εκτίθενται λεπτομερώς στην πρόταση ενισχυμένης συνεργασίας που υπέβαλε η Επιτροπή στις 14 Δεκεμβρίου 2010 [COM(2010) 790 τελικό, σελίδες 3 έως 6], καθώς και, συνοπτικότερα, στις αιτιολογικές σκέψεις 3 και 4 της προσβαλλόμενης αποφάσεως.

56

Προκύπτει επίσης ότι συζητήθηκε ένας σημαντικός αριθμός διαφόρων γλωσσικών καθεστώτων για το ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας μεταξύ του συνόλου των κρατών μελών στο πλαίσιο του Συμβουλίου και ότι δεν υπήρξε για κανένα από τα καθεστώτα αυτά, είτε με, είτε χωρίς προσθήκη συμβιβαστικών προτάσεων, κάποια υποστήριξη ικανή να οδηγήσει στη θέσπιση, σε επίπεδο Ένωσης, ενός πλήρους «νομοθετικού πλαισίου» αφορώντος ένα τέτοιο δίπλωμα.

57

Εξάλλου, οι προσφεύγοντες δεν προσκόμισαν κανένα συγκεκριμένο στοιχείο ικανό να κλονίσει το επιχείρημα του Συμβουλίου ότι ουδέποτε υπήρξε επαρκής υποστήριξη για οποιοδήποτε προταθέν ή ενδεχόμενο γλωσσικό καθεστώς όταν προβλήθηκαν αιτήματα ενισχυμένης συνεργασίας, όταν η Επιτροπή διαβίβασε την πρότασή της στο Συμβούλιο και όταν εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.

58

Όσον αφορά, τέλος, την αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως, πρέπει να υπομνηστεί ότι, όταν η έκδοση της οικείας πράξεως εντάσσεται σε πλαίσιο το οποίο γνωρίζουν καλώς οι ενδιαφερόμενοι, αυτή μπορεί να αιτιολογείται συνοπτικώς (απόφαση της 26ης Ιουνίου 2012, C-335/09 P, Πολωνία κατά Επιτροπής, σκέψη 152 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Λαμβανομένης υπόψη της συμμετοχής των προσφευγόντων στις διαπραγματεύσεις, καθώς και της λεπτομερούς εκθέσεως των ατελέσφορων σταδίων προ της εκδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως στην πρόταση που επρόκειτο να αποτελέσει την απόφαση αυτή, δεν μπορεί να συναχθεί ότι η εν λόγω απόφαση πάσχει λόγω ελλείψεως αιτιολογίας ικανής να οδηγήσει στην ακύρωσή της.

59

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, πρέπει να απορριφθεί ο λόγος που αντλείται από μη τήρηση της προϋποθέσεως κατά την οποία η απόφαση που εγκρίνει ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να λαμβάνεται μόνον ως έσχατη λύση.

Επί του τετάρτου λόγου, ο οποίος αντλείται από παράβαση των άρθρων 20, παράγραφος 1, ΣΕΕ, 118 ΣΛΕΕ, 326 ΣΛΕΕ και 327 ΣΛΕΕ

Επί της προβαλλόμενης παραβάσεως του άρθρου 20, παράγραφος 1, ΣΕΕ

– Επιχειρήματα των διαδίκων

60

Κατά το Βασίλειο της Ισπανίας και την Ιταλική Δημοκρατία, το Συμβούλιο εσφαλμένα έκρινε ότι η επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία επιδιώκει τους σκοπούς που εκτίθενται στο άρθρο 20, παράγραφος 1, ΣΕΕ, ενισχύοντας την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σε σχέση με την παρούσα κατάσταση. Διατείνονται ότι υφίσταται ορισμένο επίπεδο ομοιομορφίας λόγω της συμφωνίας της νομοθεσίας όλων των κρατών μελών προς τις διατάξεις της ΣΕΔΕ. Η δημιουργία ενός ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας καλύπτοντος μόνον ένα μέρος της Ένωσης είναι, κατά τα κράτη αυτά, ικανή να θίξει την ομοιομορφία αυτή και όχι να τη βελτιώσει.

61

Το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν υπενθυμίζουν ότι τόσο τα εθνικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας όσο και τα ευρωπαϊκά που έχουν επικυρωθεί εντός ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών παρέχουν απλώς εθνική προστασία. Το ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που προβλέπεται με την προσβαλλόμενη απόφαση παρέχει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να απολαύουν ενιαίας προστασίας εντός 25 κρατών μελών. Τυχόν ενιαία προστασία στο σύνολο της Ένωσης θα ήταν ασφαλώς ακόμη ευνοϊκότερη για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, αλλά η ενισχυμένη συνεργασία θα διευκόλυνε τουλάχιστον την επίτευξη του σκοπού αυτού και ως εκ τούτου θα ενίσχυε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

– Εκτίμηση του Δικαστηρίου

62

Όπως εξέθεσαν το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν, τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας που χορηγούνται σύμφωνα με τους κανόνες της ΣΕΔΕ δεν παρέχουν ενιαία προστασία εντός των μετεχόντων στη σύμβαση αυτή κρατών, αλλά εξασφαλίζουν, εντός ενός εκάστου των κρατών αυτών, μια προστασία της οποίας το περιεχόμενο ορίζεται από το εθνικό δίκαιο. Αντιθέτως, το ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που προβλέπει η προσβαλλόμενη απόφαση παρέχει ενιαία προστασία στο έδαφος όλων των κρατών μελών που μετέχουν στην ενισχυμένη συνεργασία.

63

Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η επιχειρηματολογία των προσφευγόντων κατά την οποία η προστασία την οποία παρέχει το εν λόγω ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν προσφέρει κάτι περισσότερο όσον αφορά την ομοιόμορφη προστασία και, επομένως, όσον αφορά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, σε σχέση με την κατάσταση που προκύπτει από την εφαρμογή των κανόνων της ΣΕΔΕ.

Επί της προβαλλόμενης παραβάσεως του άρθρου 118 ΣΛΕΕ

– Επιχειρήματα των διαδίκων

64

Η Ιταλική Δημοκρατία υπενθυμίζει ότι το άρθρο 118 ΣΛΕΕ προβλέπει τη δημιουργία ευρωπαϊκών τίτλων για την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ώστε να εξασφαλιστεί ενιαία προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας «στο επίπεδο της Ένωσης» με τη δημιουργία κεντρικών καθεστώτων έγκρισης, συντονισμού και ελέγχου στο εσωτερικό της Ένωσης. Εντούτοις, το Συμβούλιο ενέκρινε τη δημιουργία ενός τίτλου ο οποίος, ακριβώς, δεν θα έχει ισχύ στο σύνολο της Ένωσης.

65

Το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν επαναλαμβάνουν την άποψή τους ότι το ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που προβλέπει η προσβαλλόμενη απόφαση παρέχει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να έχουν ενιαία προστασία εντός 25 κρατών μελών και βελτιώνει, με τον τρόπο αυτόν, τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

– Εκτίμηση του Δικαστηρίου

66

Από το άρθρο 326, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ προκύπτει ότι η άσκηση, στο πλαίσιο ενισχυμένης συνεργασίας, μιας αρμοδιότητας παρεχόμενης στην Ένωση δεν μπορεί να θίγει, μεταξύ άλλων διατάξεων των Συνθηκών, τη διάταξη που απονέμει την αρμοδιότητα αυτήν. Κατά συνέπεια, η ενισχυμένη συνεργασία την οποία αφορούν οι υπό κρίση προσφυγές πρέπει να είναι σύμφωνη προς το άρθρο 118 ΣΛΕΕ.

67

Λαμβανομένης υπόψη της ως άνω υποχρεώσεως συμφωνίας προς το άρθρο 118 ΣΛΕΕ, η επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία πρέπει να προβλέπει μέτρα σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού τίτλου παρέχοντος ενιαία προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

68

Όσον αφορά, αντιθέτως, τους όρους «στο εσωτερικό της Ένωσης» και «στο επίπεδο της Ένωσης» που απαντούν στο άρθρο 118 ΣΛΕΕ, διαπιστώνεται ότι αποτελεί στοιχείο εγγενές προς το γεγονός ότι η απονεμόμενη με το άρθρο αυτό αρμοδιότητα ασκείται εν προκειμένω στο πλαίσιο ενισχυμένης συνεργασίας το ότι ο δημιουργούμενος με τον τρόπο αυτόν ευρωπαϊκός τίτλος διανοητικής ιδιοκτησίας, η ομοιόμορφη προστασία την οποία παρέχει και τα καθεστώτα προστασίας που τον συνοδεύουν θα ισχύουν όχι στο σύνολο της Ένωσης αλλ’ αποκλειστικά στο έδαφος των συμμετεχόντων κρατών μελών. Η εν λόγω συνέπεια όχι μόνο δεν συνιστά παράβαση του άρθρου 118 ΣΛΕΕ, αλλά απορρέει οπωσδήποτε από το άρθρο 20 ΣΕΕ, που ορίζει, στην παράγραφο 4, ότι «[ο]ι πράξεις που θεσπίζονται στο πλαίσιο ενισχυμένης συνεργασίας δεσμεύουν μόνο τα κράτη μέλη που συμμετέχουν σε αυτήν».

69

Επομένως, η επιχειρηματολογία που στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 118 ΣΛΕΕ είναι αβάσιμη.

Επί της προβαλλόμενης παραβάσεως του άρθρου 326, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ

– Επιχειρήματα των διαδίκων

70

Το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία υπενθυμίζουν το γράμμα του άρθρου 326, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, κατά το οποίο οι ενισχυμένες συνεργασίες «δεν θίγουν την εσωτερική αγορά ούτε την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή [και] δεν συνιστούν διάκριση ή φραγμό στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών ούτε προκαλούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ τους».

71

Η επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία προσβάλλει το σύνολο των αρχών και των σκοπών αυτών. Η δημιουργία ενιαίας προστασίας της καινοτομίας εντός μέρους μόνον της Ένωσης διευκολύνει τη συγκέντρωση της συνδεόμενης με τα καινοτόμα προϊόντα δραστηριότητας στο εν λόγω μέρος, σε βάρος των μη συμμετεχόντων κρατών μελών.

72

Επιπλέον, η επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού και εισάγει δυσμενή διάκριση μεταξύ των επιχειρήσεων επειδή, σύμφωνα με το γλωσσικό καθεστώς που προβλέπει η αιτιολογική σκέψη 7 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το εμπόριο καινοτόμων προϊόντων διευκολύνεται για τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν ως γλώσσα εργασίας την αγγλική, τη γαλλική ή τη γερμανική. Η σκοπούμενη ενισχυμένη συνεργασία περιορίζει επιπλέον τη δυνατότητα μετακινήσεως των ερευνητών που κατάγονται από κράτη μέλη που δεν μετέχουν στη συνεργασία αυτή ή από κράτη μέλη των οποίων επίσημη γλώσσα δεν είναι η αγγλική, η γαλλική ή γερμανική, διότι το γλωσσικό καθεστώς που προβλέπει η απόφαση αυτή καθιστά δυσχερή στους ερευνητές την πρόσβαση σε πληροφορίες περί του περιεχομένου των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

73

Θίγεται επίσης η οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή της Ένωσης, καθόσον η εν λόγω ενισχυμένη συνεργασία εμποδίζει τη συνεπή ανάπτυξη της βιομηχανικής πολιτικής και οξύνει τις διαφορές μεταξύ των κρατών μελών από τεχνολογικής απόψεως.

74

Το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν φρονούν ότι ο λόγος αυτός υπαγορεύεται από σκοπιμότητες. Εξάλλου, ο κατακερματισμός της αγοράς οφείλεται όχι στην προσβαλλόμενη απόφαση αλλά στην παρούσα κατάσταση, στην οποία η προστασία που παρέχουν τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας είναι εθνική. Κατά τα λοιπά, καθόσον οι προσφεύγοντες στηρίζουν την επιχειρηματολογία τους στο σκοπούμενο γλωσσικό καθεστώς, οι προσφυγές τους είναι απαράδεκτες, καθόσον τα οριστικά χαρακτηριστικά του γλωσσικού αυτού καθεστώτος δεν έχουν καθοριστεί με την προσβαλλόμενη απόφαση.

– Εκτίμηση του Δικαστηρίου

75

Για τον ίδιο λόγο με εκείνον που εκτίθεται στη σκέψη 68 της παρούσας αποφάσεως, δεν μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ότι, προτείνοντας τη δημιουργία ενός ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας ισχύοντος εντός των συμμετεχόντων κρατών μελών και όχι στο σύνολο της Ένωσης, η προσβαλλόμενη απόφαση θίγει την εσωτερική αγορά ή την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή της Ένωσης.

76

Καθόσον οι προσφεύγοντες επικαλούνται επίσης, για να αποδείξουν μια τέτοια προσβολή της εσωτερικής αγοράς, καθώς και δυσμενή διάκριση και στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, το σκοπούμενο στην αιτιολογική σκέψη 7 της προσβαλλόμενης αποφάσεως γλωσσικό καθεστώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η συμφωνία του καθεστώτος αυτού προς το δίκαιο της Ένωσης δεν μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο των υπό κρίση προσφυγών.

77

Πράγματι, όπως εκτίθεται ειδικότερα στην ως άνω αιτιολογική σκέψη 7, το γλωσσικό καθεστώς αντιστοιχεί απλώς σε πρόταση της Επιτροπής που εμπλουτίστηκε με τις συμβιβαστικές προτάσεις του κράτους μέλους που ασκούσε την προεδρία του Συμβουλίου της Ένωσης την περίοδο υποβολής των αιτημάτων ενισχυμένης συνεργασίας. Κατά συνέπεια, το γλωσσικό καθεστώς, όπως αυτό εκτίθεται στην ως άνω αιτιολογική σκέψη, βρισκόταν μόνο σε προπαρασκευαστικό στάδιο όταν εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο αυτής.

78

Επομένως, είναι εν μέρει αβάσιμη και εν μέρει απαράδεκτη η αντλούμενη από παράβαση του άρθρου 326 ΣΛΕΕ επιχειρηματολογία.

Επί της προβαλλόμενης παραβάσεως του άρθρου 327 ΣΛΕΕ

– Επιχειρήματα των διαδίκων

79

Αντιθέτως προς όσα ορίζει το άρθρο 327 ΣΛΕΕ, η επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία δεν σέβεται, κατά το Βασίλειο της Ισπανίας, τα δικαιώματα των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν σε αυτήν. Θίγεται ιδίως το δικαίωμα του Βασιλείου της Ισπανίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας να μετάσχουν στο μέλλον στην εν λόγω ενισχυμένη συνεργασία, επειδή το Συμβούλιο ευνοεί ένα γλωσσικό καθεστώς το οποίο δεν δέχονται τα δύο αυτά κράτη μέλη.

80

Κατά το Συμβούλιο και τους παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν, ο λόγος αυτός στηρίζεται στην εσφαλμένη υπόθεση ότι είναι de facto ή de jure αδύνατο για το Βασίλειο της Ισπανίας και την Ιταλική Δημοκρατία να μετάσχουν στη συνεργασία αυτή.

– Εκτίμηση του Δικαστηρίου

81

Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 327 ΣΛΕΕ, η ενισχυμένη συνεργασία την οποία εγκρίνει η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να σέβεται «τις αρμοδιότητες, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις» του Βασιλείου της Ισπανίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας ως κρατών μελών που δεν μετέχουν στη συνεργασία αυτή.

82

Εντούτοις, κανένα στοιχείο της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν θίγει τυχόν αρμοδιότητα, δικαίωμα ή υποχρέωση των δύο αυτών κρατών μελών. Ιδίως, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως προσβολή των αρμοδιοτήτων, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των τελευταίων η προβλεπόμενη από την απόφαση αυτή προοπτική περί εφαρμογής του γλωσσικού καθεστώτος προς το οποίο αντιτίθενται το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία. Ασφαλώς, είναι ουσιώδους σημασίας μια ενισχυμένη συνεργασία να μην οδηγεί στη λήψη μέτρων που εμποδίζουν τα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη να ασκήσουν τις αρμοδιότητές τους και τα δικαιώματά τους και να αναλάβουν τις υποχρεώσεις τους, τα συμμετέχοντα όμως στη συνεργασία αυτή κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν κανόνες με τους οποίους τα μη συμμετέχοντα κράτη δεν θα συμφωνούσαν αν μετείχαν στη συνεργασία αυτή.

83

Η θέσπιση τέτοιων κανόνων εξάλλου δεν αναιρεί τη δυνατότητα των μη συμμετεχόντων κρατών μελών να προσχωρήσουν στην ενισχυμένη συνεργασία. Όπως προβλέπει το άρθρο 328, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, μια τέτοια προσχώρηση εξαρτάται από την προϋπόθεση τηρήσεως των πράξεων που έχουν ήδη θεσπίσει τα κράτη μέλη που μετέχουν στη συνεργασία αυτή από της ενάρξεως της ισχύος της.

84

Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία δεν αντέκρουσαν τα στοιχεία που μνημονεύονται στη δεύτερη, την τρίτη και την τέταρτη περίοδο της αιτιολογικής σκέψεως 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

85

Επομένως, είναι επίσης αβάσιμη η αντλούμενη από παράβαση του άρθρου 327 ΣΛΕΕ επιχειρηματολογία.

86

Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι πρέπει να απορριφθεί ο τέταρτος λόγος που προβάλλουν οι προσφεύγοντες προς στήριξη των προσφυγών τους, ο οποίος αντλείται από παράβαση των άρθρων 20, παράγραφος 1, ΣΕΕ, 118 ΣΛΕΕ, 326 ΣΛΕΕ και 327 ΣΛΕΕ.

Επί του πέμπτου λόγου, που στηρίζεται σε προσβολή του δικαιοδοτικού συστήματος της Ένωσης

Επιχειρήματα των διαδίκων

87

Το Βασίλειο της Ισπανίας υπενθυμίζει ότι το δικαιοδοτικό σύστημα της Ένωσης αποτελείται από ένα πλήρες σύνολο ένδικων βοηθημάτων και διαδικασιών με σκοπό τον έλεγχο της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων αυτής. Το Συμβούλιο προσέβαλε το σύστημα αυτό εγκρίνοντας την ενισχυμένη συνεργασία, χωρίς να έχει διευκρινιστεί το σκοπούμενο δικαιοδοτικό καθεστώς. Καίτοι δεν είναι αναγκαία ασφαλώς η θέσπιση, με κάθε πράξη του παράγωγου δικαίου, ενός ειδικού δικαιοδοτικού καθεστώτος, το Βασίλειο της Ισπανίας φρονεί ωστόσο ότι το εφαρμοστέο δικαιοδοτικό καθεστώς πρέπει να διευκρινίζεται με πράξη η οποία εγκρίνει τη δημιουργία ενός νέου ευρωπαϊκού τίτλου διανοητικής ιδιοκτησίας.

88

Το Συμβούλιο και οι παρεμβαίνοντες που το υποστηρίζουν ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο έχει δεχθεί, στη σκέψη 62 της γνωμοδοτήσεως 1/09, της 8ης Μαρτίου 2011 (Συλλογή 2011, σ. I-1137), ότι το άρθρο 262 ΣΛΕΕ προβλέπει απλώς μια δυνατότητα δημιουργίας ενός μέσου παροχής ενδίκου προστασίας ειδικά για τις συνδεόμενες με την εφαρμογή πράξεων της Ένωσης διαφορές οι οποίες δημιουργούν ευρωπαϊκούς τίτλους διανοητικής ιδιοκτησίας, χωρίς να επιβάλλει τη δημιουργία ενός ειδικού δικαιοδοτικού πλαισίου. Εν πάση περιπτώσει, ουδόλως απαιτείται η απόφαση με την οποία επιτρέπεται ενισχυμένη συνεργασία να περιλαμβάνει διευκρινίσεις σχετικές με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του δικαιοδοτικού καθεστώτος που θα δημιουργηθεί στο πλαίσιο της συνεργασίας αυτής.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

89

Η έγκριση της ενισχυμένης συνεργασίας την οποία αφορούν οι υπό κρίση προσφυγές παρασχέθηκε από το Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 329, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, ήτοι κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής και μετά από έγκριση του Κοινοβουλίου.

90

Η πρόταση της Επιτροπής στηριζόταν στα αιτήματα των κρατών μελών που επιδίωκαν τη δημιουργία της επίμαχης ενισχυμένης συνεργασίας. Κατά το εν λόγω άρθρο 329, παράγραφος 1, τα εν λόγω αιτήματα έπρεπε να καθορίζουν «το πεδίο εφαρμογής και τους επιδιωκόμενους στόχους της προτεινόμενης ενισχυμένης συνεργασίας».

91

Από τη δικογραφία προκύπτει ότι τόσο τα εν λόγω αιτήματα όσο και η πρόταση της Επιτροπής περιελάμβαναν τέτοιες διευκρινίσεις. Οι διευκρινίσεις αυτές επαναλαμβάνονται στην προσβαλλόμενη απόφαση, ιδίως στις αιτιολογικές σκέψεις 6 και 7 αυτής.

92

Το Συμβούλιο δεν ήταν υποχρεωμένο να παράσχει, με την προσβαλλόμενη απόφαση, συμπληρωματικές πληροφορίες επί του περιεχομένου το οποίο θα μπορούσε να έχει το σύστημα που θα θέσπιζαν οι συμμετέχοντες στην επίμαχη ενισχυμένη συνεργασία. Πράγματι, η απόφαση αυτή είχε ως μόνο αντικείμενο να εγκρίνει την εκ μέρους των αιτούντων κρατών μελών δημιουργία της συνεργασίας αυτής. Εναπόκειτο στη συνέχεια σε αυτά, με προσφυγή στα όργανα της Ένωσης σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στα άρθρα 20 ΣΕΕ και 326 ΣΛΕΕ έως 334 ΣΛΕΕ, να θεσπίσουν το ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και να καθορίσουν τους κανόνες λειτουργίας του, περιλαμβανομένων, ενδεχομένως, των ειδικών κανόνων στον δικαιοδοτικό τομέα.

93

Επομένως, ο πέμπτος λόγος πρέπει να απορριφθεί.

94

Δεδομένου ότι κανένας από τους λόγους που προέβαλαν το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ιταλική Δημοκρατία προς στήριξη των προσφυγών τους δεν μπορεί να γίνει δεκτός, οι λόγοι αυτοί πρέπει να απορριφθούν.

Επί των δικαστικών εξόδων

95

Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι το Συμβούλιο ζήτησε την καταδίκη του Βασιλείου της Ισπανίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας και τα ως άνω κράτη ηττήθηκαν, πρέπει να οριστεί ότι καθένα από τα κράτη μέλη αυτά φέρει, επιπλέον των δικαστικών του εξόδων, τα έξοδα του Συμβουλίου, αντιστοίχως, στην υπόθεση C-274/11 και στην υπόθεση C-295/11.

96

Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 140, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα που παρενέβησαν στη διαφορά φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφασίζει:

 

1)

Απορρίπτει τις προσφυγές.

 

2)

Το Βασίλειο της Ισπανίας φέρει, πέραν των δικαστικών του εξόδων, τα έξοδα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-274/11.

 

3)

Η Ιταλική Δημοκρατία φέρει, πέραν των δικαστικών της εξόδων, τα έξοδα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-295/11.

 

4)

Το Βασίλειο του Βελγίου, η Τσεχική Δημοκρατία, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Ιρλανδία, η Γαλλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Λεττονίας, η Ουγγαρία, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Πολωνίας, το Βασίλειο της Σουηδίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσες διαδικασίας: η ισπανική και η ιταλική.