ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΫ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΑ

PEDRO CRUZ VILLALÓN

της 24ης Μαΐου 2012 ( 1 )

Υπόθεση C-190/11

Daniela Mühlleitner

κατά

Ahmad Yusufi,

Wadat Yusufi

(αίτηση του Oberster Gerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Διεθνής δικαιοδοσία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις — Διεθνής δικαιοδοσία σε συμβάσεις καταναλωτών — Άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 — Ερμηνεία της αποφάσεως Pammer και Alpenhof — Δραστηριότητα κατευθυνόμενη σε άλλο κράτος μέλος μέσω του Διαδικτύου — Περιορισμός της εν λόγω δικαιοδοσίας στις εξ αποστάσεως καταρτισθείσες συμβάσεις καταναλωτών»

I – Εισαγωγή

1.

Με το παρόν προδικαστικό ερώτημα, το Oberster Gerichstshof ερωτά το Δικαστήριο αν οι συμβάσεις καταναλωτών, της καταρτίσεως των οποίων έχουν προηγηθεί προπαρασκευαστικές πράξεις στο Διαδίκτυο, πρέπει να έχουν καταρτισθεί υποχρεωτικώς εξ αποστάσεως, για να μπορεί ο καταναλωτής –αν το επιθυμεί– να τύχει της ειδικής δωσιδικίας που προβλέπουν τα άρθρα 15 και 16 του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις ( 2 ).

2.

Έχοντας διατυπωθεί το ερώτημα με τον τρόπο αυτό, η απάντηση μπορούσε εύκολα να βρεθεί στο γράμμα του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του εν λόγω κανονισμού, διαβάζοντάς το επαρκώς προσεκτικά, σε συνδυασμό με τις προηγηθείσες αυτού νομοθετικές διατάξεις. Ωστόσο, μια παρεμπίπτουσα παρατήρηση που περιλαμβάνεται στην απόφαση Pammer και Alpenhof ( 3 ), εκδοθείσα προσφάτως από το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου, θα μπορούσε να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαιτείται ως προϋπόθεση η σύμβαση καταναλωτών να έχει καταρτισθεί εξ αποστάσεως. Εν πάση περιπτώσει, αυτή είναι η αμφιβολία την οποία μας έχει διατυπώσει το αιτούν δικαστήριο.

3.

Επομένως, το αντικείμενο της παρούσας υποθέσεως και αυτών των προτάσεων δεν είναι άλλο από την αποσαφήνιση του περιεχομένου του αναφερθέντος χωρίου της αποφάσεως Pammer και Alpenhof, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να περιορίζεται στα ειδικά χαρακτηριστικά της υποθέσεως αυτής, χωρίς να συνάγεται κατ’ ανάγκη από αυτό μια πρόσθετη, γενική και περιοριστική της ειδικής δωσιδικίας στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών προϋπόθεση.

II – Νομικό πλαίσιο

4.

Τα άρθρα 15 και 16 του κανονισμού 44/2001, που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο II (Διεθνής δικαιοδοσία), τμήμα 4 (Διεθνής δικαιοδοσία σε συμβάσεις καταναλωτών), ορίζουν τα εξής:

«Άρθρο 15

1.   Σε συμβάσεις που ο σκοπός τους μπορεί να θεωρηθεί ξένος προς την επαγγελματική δραστηριότητα αυτού που τις καταρτίζει, και που αποκαλείται στη συνέχεια “καταναλωτής”, η διεθνής δικαιοδοσία καθορίζεται από τις διατάξεις του παρόντος τμήματος, με την επιφύλαξη του άρθρου 4 και του άρθρου 5 σημείο 5:

[…]

γ)

σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν η σύμβαση καταρτίσθηκε με πρόσωπο, το οποίο ασκεί εμπορικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες στο έδαφος του κράτους μέλους κατοικίας του καταναλωτή ή το οποίο κατευθύνει με οποιοδήποτε μέσον τέτοιου είδους δραστηριότητες σ’ αυτό το κράτος μέλος ή σε διάφορα κράτη, συμπεριλαμβανομένου του εν λόγω κράτους μέλους και η σύμβαση εμπίπτει στο πεδίο των εν λόγω δραστηριοτήτων.

[…]

Άρθρο 16

1.   Η αγωγή καταναλωτή κατά του αντισυμβαλλόμενου μπορεί να ασκηθεί είτε ενώπιον των δικαστηρίων του [κράτους μέλους] στο έδαφος του οποίου έχει την κατοικία του ο αντισυμβαλλόμενος είτε ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου έχει την κατοικία του ο καταναλωτής.

2.   Η αγωγή του αντισυμβαλλόμενου κατά του καταναλωτή μπορεί να ασκηθεί μόνον ενώπιον των δικαστηρίων του [κράτους μέλους], στο έδαφος του οποίου έχει την κατοικία του ο καταναλωτής.

[...]»

III – Πραγματικά περιστατικά και διαδικασία ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου

5.

Η Daniela Mühlleitner, ενάγουσα στο πλαίσιο της κύριας δίκης και κάτοικος Schwanenstadt (Αυστρία), αναζήτησε στο Διαδίκτυο αυτοκίνητο ευκαιρίας για ιδιωτική της χρήση. Σε μια γερμανική βάση αναζήτησης (www.mobile.de), η D. Mühlleitner συμπλήρωσε τα χαρακτηριστικά του οχήματος που επιθυμούσε και εμφανίσθηκε ένας σύνδεσμος που οδηγούσε σε προσφορά που κίνησε το ενδιαφέρον της. Επιλέγοντας τον σύνδεσμο, η ενάγουσα βρέθηκε στον ιστότοπο των Ahmad Yusufi και Wadat Yusufi, εναγομένων της κύριας δίκης και κατοίκων Αμβούργου (Γερμανία).

6.

Στην ιστοσελίδα των εναγομένων υπήρχε αριθμός τηλεφώνου συνοδευόμενος από τον γερμανικό κωδικό διεθνούς κλήσεως. Η D. Mühlleitner κάλεσε τον αριθμό αυτόν και την εξυπηρέτησε το προσωπικό της εταιρίας των εναγομένων. Την ενημέρωσαν ότι το συγκεκριμένο όχημα δεν ήταν πλέον διαθέσιμο, αλλά την πληροφόρησαν για άλλες παρόμοιες προσφορές. Η D. Mühlleitner δέχθηκε να της στείλουν με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο περισσότερες πληροφορίες, μαζί με διάφορες φωτογραφίες, σχετικά με άλλο όχημα. Είναι αποδεδειγμένο ότι η D. Mühlleitner, κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής συνδιαλέξεως με τους εναγομένους, τους ενημέρωσε για την κατοικία της στην Αυστρία και ερώτησε αν αυτό μπορούσε να δημιουργήσει πρόβλημα όσον αφορά την αγορά του οχήματος. Οι εναγόμενοι απάντησαν ότι συναφώς δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο.

7.

Ακολούθως, η D. Mühlleitner ταξίδεψε στη Γερμανία και συνήψε τη σύμβαση αγοραπωλησίας με τους εναγομένους. Έλαβε το όχημα και επέστρεψε στην κατοικία της στην Αυστρία, όπου, αφού διαπίστωσε διάφορα ελαττώματα και μετά από πλείονες άκαρπες επαφές με τους εναγομένους, κατέφυγε στα αυστριακά δικαστήρια για να ζητήσει την επιστροφή του τιμήματος της πωλήσεως, καθώς και αποζημίωση.

8.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή λόγω ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας, εκτιμώντας ότι η απλή πρόσβαση στην ιστοσελίδα των εναγομένων από την Αυστρία δεν δικαιολογεί την εφαρμογή της ειδικής δωσιδικίας των άρθρων 15 και 16 του κανονισμού 44/2001. Κατόπιν της εφέσεως που ασκήθηκε κατά της αποφάσεως, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση αυτή και απέρριψε εκ νέου τη διεθνή δικαιοδοσία των αυστριακών δικαστηρίων. Η τελευταία αυτή απόφαση αποτέλεσε αντικείμενο αιτήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Oberster Gerichtshof, το οποίο απευθύνει τώρα στο Δικαστήριο το παρόν προδικαστικό ερώτημα.

IV – Η ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία

9.

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως του Oberster Gerichtshof πρωτοκολλήθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 22 Απριλίου 2011, το δε υποβαλλόμενο ερώτημα έχει ως εξής:

«Προϋποθέτει η εφαρμογή του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 (κανονισμός Βρυξέλλες Ι) την εξ αποστάσεως κατάρτιση της συμβάσεως μεταξύ καταναλωτή και επαγγελματία;»

10.

Η ενάγουσα και οι εναγόμενοι της κύριας δίκης, η Πορτογαλική Δημοκρατία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Ιταλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Πολωνίας και η Ελβετική Συνομοσπονδία, καθώς και η Επιτροπή κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις.

V – Το προδικαστικό ερώτημα

11.

Η απάντηση στο ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο απορρέει σαφώς από τον κανονισμό 44/2001 και τη νομολογία του Δικαστηρίου. Όπως ήδη ανέφερα στην εισαγωγή αυτών των προτάσεων, το μόνο στοιχείο που παρεμποδίζει τη λύση είναι ένα χωρίο της αποφάσεως Pammer και Alpenhof, συγκεκριμένα η σκέψη 87, από την οποία συνάγεται ότι η εφαρμογή του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του αναφερθέντος κανονισμού εξαρτάται από την εξ αποστάσεως κατάρτιση της συμβάσεως του καταναλωτή ( 4 ). Συνεπώς, δεν χρειάζεται να αποφανθώ επί του κριτηρίου συνδέσεως που έχει προβλεφθεί στο προαναφερθέν άρθρο, το οποίο επικεντρώνεται στην κατεύθυνση προς την οποία προβάλλεται η δραστηριότητα. Η παρούσα υπόθεση περιορίζεται σε προηγούμενο ζήτημα: την αναγκαία ύπαρξη συμβάσεως που συνήφθη εξ αποστάσεως για να είναι δυνατή η επίκληση της ειδικής δωσιδικίας στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών.

12.

Στη συνέχεια θα αποδείξω ότι η εν λόγω προϋπόθεση δεν είναι αναγκαία, ούτε υπό το φως της εφαρμοστέας διατάξεως ούτε υπό το φως της αποφάσεως Pammer και Alpenhof, αυτής καθ’ εαυτήν. Αν η διάταξη απαιτούσε την εξ αποστάσεως κατάρτιση των συμβάσεων καταναλωτών, το πεδίο εφαρμογής της δικαιοδοσίας θα περιοριζόταν σε μειωμένο αριθμό περιπτώσεων, πράγμα το οποίο δεν φαίνεται να συγκαταλέγεται στους σκοπούς του κανονισμού. Ομοίως, όλα τα κράτη που έχουν συμμετάσχει στην παρούσα δίκη, καθώς και η Επιτροπή, αρνούνται ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, περιορίζεται στις συμβάσεις καταναλωτών που συνήφθησαν εξ αποστάσεως και θεωρούν ότι η παρατεθείσα διάταξη δεν πρέπει να ερμηνεύεται επί ζημία του καταναλωτή.

13.

Συμφωνώ με τα κράτη και την Επιτροπή. Προς αιτιολόγηση της θέσεώς μου, θα λάβω καταρχάς υπόψη μου τις νομοθετικές διατάξεις που προηγήθηκαν του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ. Κατόπιν, θα εξετάσω το άρθρο αυτό υπό το φως της νομολογίας του Δικαστηρίου, περιλαμβανομένης της αποφάσεως Pammer και Alpenhof. Ειδικότερα, θα εξετάσω λεπτομερώς τη σκέψη 87 της αποφάσεως αυτής, η σύνταξη της οποίας προκάλεσε το παρόν προδικαστικό ερώτημα.

A– Το ιστορικό του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001

14.

Η Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968, η οποία έχει αντικατασταθεί σήμερα από τον κανονισμό 44/2001, προέβλεπε ειδική δωσιδικία στον τομέα των συμβάσεων καταναλωτών, η δε σύνταξη του σχετικού με τη δωσιδικία αυτή άρθρου διέφερε ουσιαστικώς από αυτήν του νυν άρθρου 15. Κατά το άρθρο 13, παράγραφος 3, της αναφερθείσας συμβάσεως, η ειδική δωσιδικία είχε εφαρμογή αν η καταναλωτική σύμβαση είχε ως αντικείμενο παροχή υπηρεσιών ή προμήθεια ενσωμάτων κινητών και αν, εναλλακτικώς, «πριν από την κατάρτιση της συμβάσεως, έγινε στο κράτος της κατοικίας του καταναλωτή ειδική προσφορά ή διαφήμιση», ή «ο καταναλωτής ολοκλήρωσε στο κράτος αυτό τις απαραίτητες για την κατάρτιση της συμβάσεως πράξεις».

15.

Όπως ορθώς παρατήρησε η Επιτροπή, το παλαιό άρθρο 13, παράγραφος 3, της Συμβάσεως των Βρυξελλών, έτσι όπως ήταν διατυπωμένο, αφορούσε κυρίως τις συμβάσεις καταναλωτών που είχαν καταρτισθεί εξ αποστάσεως. Οι δύο καταστάσεις που αναφέρει το άρθρο προέκυπταν, σε πλείονες περιπτώσεις, από αυτό το είδος συμβάσεως, ακόμη και αν αυτό δεν συνέβαινε πάντοτε. Πράγματι, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, τίποτε δεν εμπόδιζε την εφαρμογή του παλαιού άρθρου 13, παράγραφος 3, της Συμβάσεως των Βρυξελλών σε περίπτωση κατά την οποία ο επαγγελματίας μετέβαινε στην κατοικία του καταναλωτή για να συνάψει τη σύμβαση in situ.

16.

Οι τροποποιήσεις που εισήχθησαν με το νυν άρθρο 15 του κανονισμού 44/2001 οφείλονται στην εξέλιξη των τεχνικών εμπορίας, κυρίως στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου. Αυτό το γεγονός οδήγησε την Επιτροπή να προτείνει νέα διατύπωση του πρώην άρθρου 13, παράγραφος 3, της Συμβάσεως των Βρυξελλών, που δεν είχε αλλάξει επί της ουσίας διαρκούσης της νομοθετικής διαδικασίας, η οποία καταργούσε την προηγούμενη προϋπόθεση, δηλαδή ο καταναλωτής να έχει ολοκληρώσει στο κράτος της κατοικίας του τις απαραίτητες για τη σύναψη της συμβάσεως πράξεις ( 5 ). Όπως ανέφερε η Επιτροπή στις παρατηρήσεις της επί του σχεδίου του άρθρου 15, αυτή η τροποποίηση «σημαίνει ότι το άρθρο 15, πρώτο εδάφιο, σημείο 3, εφαρμόζεται και στις συμβάσεις που καταρτίζονται σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του καταναλωτή» ( 6 ). Η Επιτροπή προσέθετε ότι «τοιουτοτρόπως, καλύπτεται μια γνωστή παράλειψη του παλαιού κειμένου του άρθρου 13, διότι ο καταναλωτής δεν μπορούσε να επικαλεστεί αυτή την προστατευτική δικαιοδοσία όταν είχε παρακινηθεί, κατόπιν πρωτοβουλίας του αντισυμβαλλομένου, να μετακινηθεί από το κράτος κατοικίας του για να καταρτίσει τη σύμβαση» ( 7 ).

17.

Τόσο η Ελβετική Συνομοσπονδία όσο και η Επιτροπή αναφέρονται στην έκθεση Pocar, η ερμηνευτική αξία της οποίας, όσον αφορά το άρθρο 15 του κανονισμού καθώς και το άρθρο 15 της Συμβάσεως του Λουγκάνο (πανομοιότυπο με αυτό του κανονισμού 44/2001) είναι αξιόλογη ( 8 ). Το εν λόγω κείμενο, σχολιάζοντας το άρθρο που αποτελεί αντικείμενο ερμηνείας στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, αναφέρει ρητώς ότι το κριτήριο συνδέσεως «δεν εξαρτάται από τον τόπο στον οποίο ενεργεί ο καταναλωτής ή από τον τόπο σύναψης της σύμβασης, που μπορεί να είναι χώρα άλλη από εκείνη της κατοικίας του καταναλωτή: σημασία έχουν μόνον οι δραστηριότητες του αντισυμβαλλομένου, οι οποίες πρέπει να ασκούνται στο κράτος της κατοικίας του καταναλωτή ή να κατευθύνονται σ’ αυτό, πιθανόν με ηλεκτρονικά μέσα» ( 9 ). Στις περιπτώσεις αυτές, κατά την έκθεση, «μπορεί ο καταναλωτής να ασκήσει αγωγή στο δικαστήριο του τόπου κατοικίας του σύμφωνα με το άρθρο 16 της Σύμβασης [του Λουγκάνο], ανεξαρτήτως από τον τόπο σύναψης της σύμβασης και ανεξαρτήτως από τον τόπο στον οποίο περιήλθε σε αυτόν υπηρεσία που παρασχέθηκε ηλεκτρονικώς» ( 10 ).

18.

Η ερμηνεία αυτή του άρθρου ενισχύεται αν λάβει κανείς υπόψη την αύξηση του αριθμού των «συμβάσεων καταναλωτών», που οφείλεται στο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001, σε σχέση με αυτές επί των οποίων εφαρμοζόταν το άρθρο 13 της Συμβάσεως των Βρυξελλών. Ενώ το άρθρο 13, παράγραφος 1, της Συμβάσεως των Βρυξελλών, περιόριζε το πεδίο εφαρμογής του σημείου 3 του εν λόγω άρθρου στις συμβάσεις που είχαν ως αντικείμενο «παροχή υπηρεσιών ή προμήθεια ενσωμάτων κινητών», το νέο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 έχει διατυπωθεί με ευρύτερους και γενικότερους όρους. Πράγματι, η νέα διάταξη αναφέρεται τώρα σε όλες τις συμβάσεις εν γένει, ανεξαρτήτως του αντικειμένου τους, τις οποίες συνάπτει καταναλωτής με επαγγελματία πωλητή στο πλαίσιο των εμπορικών ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων αυτού.

19.

Το Δικαστήριο χρησιμοποίησε την τροποποίηση του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 για να τονίσει προσφάτως, στην υπόθεση Ilsinger, ότι «οι ειδικές προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως που πρέπει να πληρούν οι συμβάσεις αυτές, τις οποίες παρέθετε αναλυτικά το άρθρο 13, πρώτο εδάφιο, σημείο 3, περιπτώσεις αʹ και βʹ , της Συμβάσεως των Βρυξελλών, διατυπώνονται πλέον κατά τρόπο πιο γενικό στο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001, προκειμένου να διασφαλίζεται η καλύτερη προστασία των καταναλωτών λαμβανομένων υπόψη των νέων μέσων επικοινωνίας και της αναπτύξεως του ηλεκτρονικού εμπορίου» ( 11 ). Ακριβώς επειδή η νέα διατύπωση προστατεύει περισσότερο τα συμφέροντα του καταναλωτή, το Δικαστήριο, στην προπαρατεθείσα υπόθεση Ilsinger, αντίθετα προς τα όσα είχε κρίνει προηγουμένως ερμηνεύοντας τη Σύμβαση των Βρυξελλών, δήλωσε ότι το άρθρο 15 «δεν περιορίζεται, αντιθέτως, στις περιπτώσεις συνάψεως αμφοτεροβαρούς συμβάσεως» ( 12 ).

20.

Επιπλέον, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξέδωσαν κοινή δήλωση σχετικά με τα άρθρα 15 και 73 του κανονισμού 44/2001 ( 13 ), με την οποία επιβεβαιώνουν την άποψη που το Δικαστήριο θα δεχόταν αργότερα στο πλαίσιο της προπαρατεθείσας υποθέσεως Ilsinger. Παραπέμποντας στην προϋπόθεση της υπάρξεως καταναλωτικής συμβάσεως, τα δύο θεσμικά όργανα τόνιζαν ότι το άρθρο 15 «αφορά πλείονες μεθόδους εμπορίας, μεταξύ των οποίων τις καταρτισθείσες εξ αποστάσεως συμβάσεις μέσω Διαδικτύου» ( 14 ). Ουδόλως αποκλείεται η δυνατότητα συνάψεως της συμβάσεως καταναλώσεως μέσω άλλων διαφορετικών μορφών της συμβάσεως πωλήσεως εξ αποστάσεως, πράγμα το οποίο επιβεβαιώνει την ευρεία ερμηνεία του άρθρου σε σχέση με τον τομέα των συμβατικών σχέσεων.

21.

Ως εκ τούτου, το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 δεν είχε ως σκοπό να μειώσει τον αριθμό των συμβάσεων καταναλωτών επί των οποίων εφαρμόζεται η ειδική δωσιδικία για την προστασία των καταναλωτών, αλλά εντελώς το αντίθετο. Αν ο Ευρωπαίος νομοθέτης είχε θελήσει να περιορίσει τη δωσιδικία αυτή στις συναφθείσες εξ αποστάσεως συμβάσεις καταναλωτών, οι οποίες, επιπλέον, έχουν εναρμονισθεί από το δίκαιο της Ένωσης ( 15 ), είναι προφανές ότι θα το είχε ρητώς δηλώσει στο συγκεκριμένο άρθρο.

22.

Τελικώς, το κριτήριο συνδέσεως που χρησιμοποιεί το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, αντίθετα προς αυτό του παλαιού άρθρου της Συμβάσεως των Βρυξελλών, δεν είναι αυτό του τόπου στον οποίο βρίσκεται ο καταναλωτής, αλλά αυτό της εμπορικής δραστηριότητας που κατευθύνεται προς το κράτος μέλος της κατοικίας του καταναλωτή. Συνεπώς, εκείνο το έδαφος επί του οποίου επιθυμεί να ενεργεί αυτός που θέλει να εμπορικοποιήσει ένα προϊόν ή να προσφέρει μια υπηρεσία καθίσταται το λυσιτελές κριτήριο ( 16 ). Αν η αγορά, στην οποία ο έμπορος στοχεύει ενεργώς, περιλαμβάνει το κράτος της κατοικίας του καταναλωτή με τον οποίο ξεκινά συμβατικές σχέσεις, πρέπει να θεωρηθεί ότι η δραστηριότητά του κατευθύνεται προς αυτό.

23.

Συνεπώς, το νέο άρθρο 15 του κανονισμού 44/2001 εισάγει μία πολύ ουσιώδη αλλαγή προσεγγίσεως σε σχέση με τη διάταξη που προέβλεπε παλιά η Σύμβαση των Βρυξελλών, αυτό δε ακριβώς για να καθίσταται δυνατό στον καταναλωτή που πραγματοποιεί προπαρασκευαστικές πράξεις χρησιμοποιώντας μέσα ηλεκτρονικής επικοινωνίας να εξακολουθεί να καλύπτεται από την προστασία του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, ακόμη και αν μεταβαίνει στο κράτος του αντισυμβαλλομένου για τη σύναψη της συμβάσεως.

B– Το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 και το νομοθετικό και νομολογιακό του πλαίσιο

24.

Εκτός της ιστορικής εξελίξεως του άρθρου που αποτελεί αντικείμενο ερμηνείας, υφίστανται άλλα στοιχεία, αυτή τη φορά κατά τον ισχύοντα νόμο, που επιβεβαιώνουν την άποψη ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 δεν περιορίζεται στις εξ αποστάσεως καταρτισθείσες συμβάσεις καταναλωτών.

25.

Ο σκοπός της ειδικής δωσιδικίας στον τομέα της καταναλώσεως δεν είναι άλλος από την προστασία του καταναλωτή, ο οποίος είναι το ασθενέστερο μέρος στο πλαίσιο της συμβατικής σχέσεως και δύναται να τύχει ειδικής προστασίας. Η αιτιολογική σκέψη 13 του κανονισμού 44/2001 το δηλώνει ρητώς, τονίζοντας την ανάγκη, όσον αφορά τις συμβάσεις ασφάλισης, εργασίας και καταναλωτών, να «προστατεύεται ο αδύναμος διάδικος με ευνοϊκότερους για τα συμφέροντά του κανόνες δικαιοδοσίας» ( 17 ).

26.

Ομοίως, το γράμμα τόσο του άρθρου 15 όσο και του άρθρου 16 του κανονισμού 44/2001 ουδέποτε αναφέρεται ρητώς στις εξ αποστάσεως συμβάσεις. Συμβαίνει μάλλον το αντίθετο, οι προγενέστερες του άρθρου διατάξεις, όπως εξέθεσα στα σημεία 16 έως 20 των προτάσεών μου, επιβεβαιώνουν ότι η ειδική δωσιδικία για την προστασία των καταναλωτών, που προβλέπει ο κανονισμός 44/2001, περιλαμβάνει επίσης τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αντισυμβαλλόμενος ή ο καταναλωτής μεταβαίνουν στην κατοικία του ετέρου συμβαλλομένου για τη σύναψη της συμβάσεως ( 18 ).

27.

Αν το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 έπρεπε να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εφαρμόζεται αποκλειστικώς στις εξ αποστάσεως καταρτισθείσες συμβάσεις καταναλωτών, θα αποκλείονταν πολυάριθμες περιπτώσεις στις οποίες παρεμβάλλονται καταναλωτές. Τεράστια αύξηση των περιπτώσεων αυτών παρατηρήθηκε με την εμφάνιση του ηλεκτρονικού εμπορίου, όπου είναι σύνηθες, αφενός, ο πωλητής να προβάλλει τη διαφήμισή του στο Διαδίκτυο και να απευθύνεται σε συγκεκριμένη αγορά μέσω του ιστοτόπου του στο Διαδίκτυο και, αφετέρου, ο καταναλωτής να ενημερώνεται και να επιλέγει να συνάψει σύμβαση βάσει της διαφημίσεως που παρατηρεί στο Διαδίκτυο. Στις προτάσεις της που ανέπτυξε στο πλαίσιο της υποθέσεως Pammer και Alpenhof, η γενική εισαγγελέας V. Trstenjak ανέφερε την περίπτωση των υγειονομικών υπηρεσιών των οποίων η διαφήμιση προβαλλόταν σε ιστότοπο του Διαδικτύου ο οποίος καλούσε ανοικτά τους καταναλωτές κατοίκους άλλων κρατών μελών να λαμβάνουν τις υπηρεσίες του κέντρου ( 19 ). Επίσης, πρέπει να αναφερθεί η αγορά εύθραυστου εμπορεύματος, αφού προηγήθηκε αποστολή διαφημίσεως μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον κατοικούντα σε άλλο κράτος μέλος καταναλωτή, την οποία ο καταναλωτής συζητεί με τον πωλητή αλλά προτιμά να παραλάβει το προϊόν προσωπικώς, οπότε και συνάπτεται η σύμβαση.

28.

Τα προηγηθέντα παραδείγματα δείχνουν πώς ο καταναλωτής, απλώς λόγω της μετακινήσεώς του για να συνάψει τη σύμβαση και να παραλάβει το εμπόρευμα ή την υπηρεσία, παύει να προστατεύεται από την ειδική δωσιδικία των άρθρων 15 και 16 του κανονισμού 44/2001. Δύσκολα μπορεί κανείς να δεχθεί ότι το γεγονός αυτό αρκεί, αυτό καθεαυτό, για να επιτευχθεί αποτέλεσμα που είναι σαφώς αντίθετο προς τον σκοπό που επιδιώκουν οι διατάξεις του κανονισμού 44/2001 στον καταναλωτικό τομέα.

29.

Επίσης, αν γινόταν δεκτή η συσταλτική ερμηνεία του άρθρου, ο αποκλεισμός της ειδικής δωσιδικίας θα προέκυπτε ακριβώς λόγω ενός παράγοντα ο οποίος, αντί να στερεί την προστασία από τον καταναλωτή, αντιθέτως, θα έπρεπε να ενισχύει την προστασία αυτού μέσω του κανονισμού 44/2001: της διασυνοριακής μετακινήσεως εκ μέρους του καταναλωτή. Θα ήταν παράδοξο να εξαρτάται η δυνατότητα εφαρμογής ενός μέσου όπως ο κανονισμός 44/2001 από τη μη μετακίνηση ενός εκ των αντισυμβαλλομένων μερών, ακόμη δε περισσότερο του ασθενέστερου μέρους στο οποίο ο κανονισμός επιδιώκει να προσφέρει ιδιαίτερα ευνοϊκή μεταχείριση ( 20 ).

30.

Η παρατήρηση άλλων νομοθετικών κειμένων που έχουν σχέση με τον κανονισμό 44/2001 επιβεβαιώνει ότι δεν είναι αναγκαία η ύπαρξη μιας εξ αποστάσεως καταρτισθείσας καταναλωτικής συμβάσεως. Για παράδειγμα, ο κανονισμός 593/2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές ( 21 ), προβλέπει στην αιτιολογική του σκέψη 25, όπως και στο άρθρο του 6, κανόνα σύγκρουσης νόμων στον τομέα των καταναλωτικών συμβάσεων του οποίου το στοιχείο συνδέσεως συμφωνεί με την περί δικαιοδοσίας διάταξη του άρθρου 15 του κανονισμού 44/2001. Ο κανονισμός 593/2008 δεν αναφέρεται σε κανένα σημείο στην ύπαρξη εξ αποστάσεως συναφθείσας καταναλωτικής συμβάσεως, αλλά μόνο στη σημασία εμπορικής πράξεως κατευθυνομένης προς το κράτος μέλος της κατοικίας του καταναλωτή. Αν αυτός μεταβαίνει ή όχι σε άλλο τόπο λόγω της προηγουμένης δραστηριότητας του αντισυμβαλλομένου δεν έχει καμία επίπτωση στον καθορισμό του εφαρμοστέου στη σύμβαση δικαίου. Τουλάχιστον, δεν αναφέρεται τίποτα σχετικά με την ανάγκη να έχει συναφθεί η σύμβαση εξ αποστάσεως.

31.

Το Δικαστήριο, με την μέχρι σήμερα νομολογία του, δεν έχει ακόμη αποφανθεί κατηγορηματικώς επί του ζητήματος. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις για το ότι υφίσταται κάποια λύση υπέρ μιας διασταλτικής ερμηνείας του ορισμού της «συμβάσεως» που προβλέπει το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001.

32.

Στην προαναφερθείσα απόφαση Ilsinger, το Δικαστήριο τόνισε τη σημασία του γεγονότος ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001, ως έχει σήμερα, αναφέρεται «[σ]το σύνολο των συμβάσεων, ανεξαρτήτως του αντικειμένου τους», εφόσον πρόκειται για συμβάσεις που συνήφθησαν μεταξύ καταναλωτή και επαγγελματία και εφόσον εμπίπτουν στις εμπορικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες του δευτέρου ( 22 ). Αυτό το χαρακτηριστικό στοιχείο, ότι δηλαδή το αντικείμενο της συμβάσεως δεν έχει επίπτωση, απέκτησε ακόμη μεγαλύτερη σημασία κατά τη σύγκριση του άρθρου αυτού με τη διατύπωση του προγενεστέρου άρθρου της Συμβάσεως των Βρυξελλών, το γράμμα του οποίου περιόριζε τη δωσιδικία στις συμβάσεις που είχαν ως αντικείμενο «παροχή υπηρεσιών ή προμήθεια ενσώματων κινητών». Όπως ήδη εξέθεσα στο σημείο 20 αυτών των προτάσεων, το Δικαστήριο, μέσω μιας ιστορικής ερμηνείας του άρθρου αυτού στην υπόθεση Ilsinger διεύρυνε το είδος των συμβάσεων καταναλωτών στις οποίες εφαρμόζεται η ειδική δωσιδικία του άρθρου 16 του κανονισμού 44/2001. Πράγματι, το Δικαστήριο δεν δίστασε να αποχωριστεί την, βασιζόμενη στην ερμηνεία του πρώην άρθρου 13 της Συμβάσεως των Βρυξελλών, προηγούμενη νομολογία του, η οποία περιόριζε την εφαρμογή του στις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις καταναλώσεως ( 23 ). Μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού 44/2001 και το νέο γράμμα του άρθρου, το Δικαστήριο έκρινε με την απόφαση Ilsinger ότι ο αποκλεισμός των μονομερών συμβάσεων καταναλωτών ήταν αβάσιμος.

33.

Στις προτάσεις που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της αναφερθείσας αποφάσεως Ilsinger, η γενική εισαγγελέας V. Trstenjak κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα. Εκτός των λόγων που διατυπώνονται στην απόφαση, η γενική εισαγγελέας τόνισε τη σημασία της φράσεως, στην αρχή του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001, «σε όλες τις άλλες περιπτώσεις» ( 24 ). Θεωρώ επίσης ότι η έκφραση αυτή είναι αρκούντως εύγλωττη και ότι είναι προφανές ότι ο όρος «όλες» καθιστά αβάσιμη οιαδήποτε ερμηνεία περιορίζουσα τον αριθμό των συμβάσεων καταναλωτών επί των οποίων εφαρμόζεται το άρθρο.

34.

Τέλος, τα προεκτεθέντα με οδηγούν κατευθείαν στην απόφαση Pammer και Alpenhof, ειδικότερα στη σκέψη 87 που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας συζητήσεως. Με την απόφαση αυτή, το Δικαστήριο, ως τμήμα μείζονος συνθέσεως, ερμήνευσε για πρώτη φορά το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001, με σκοπό να διευκρινίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες πρέπει να θεωρείται ότι η δραστηριότητα ενός επαγγελματία, προβαλλόμενη σε ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο, «κατευθύνεται» προς ένα κράτος μέλος. Μετά την απαρίθμηση σειράς κριτηρίων, η απόφαση αναλύει τα πραγματικά περιστατικά των συγκεκριμένων περιπτώσεων που προβάλλονται στις δύο υποθέσεις. Ως προς την υπόθεση Alpenhof, όπου αμφισβητήθηκε η δικαιοδοσία των γερμανικών δικαστηρίων για να αποφανθούν επί διαφοράς μεταξύ καταναλωτή, κατοίκου Γερμανίας, και του ιδιοκτήτη ξενοδοχείου στην Αυστρία, το Δικαστήριο αποφάσισε:

«85   Σε υπόθεση όπως αυτή της ένδικης διαφοράς μεταξύ του Hotel Alpenhof και του O. Heller, υπάρχουν κατά τα φαινόμενα πλείονες […] δυνάμενες να καταδείξουν ότι ο έμπορος κατηύθυνε τη δραστηριότητά του προς ένα ή πλείονα κράτη μέλη εκτός της Δημοκρατίας της Αυστρίας. Στο εθνικό δικαστήριο απόκειται, πάντως, να διακριβώσει αν τούτο ισχύει εν προκειμένω.

86   Το Hotel Alpenhof υποστηρίζει εντούτοις ότι η σύμβαση με τον καταναλωτή καταρτίσθηκε επί τόπου και όχι εξ αποστάσεως, δεδομένου ότι τα κλειδιά των δωματίων παραδίδονται επί τόπου, όπως επίσης και το τίμημα καταβάλλεται επί τόπου, και ότι, ως εκ τούτου, το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής.

87   Συναφώς, το γεγονός ότι τα κλειδιά παραδίδονται στον καταναλωτή και το γεγονός ότι ο καταναλωτής καταβάλλει το τίμημα εντός του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο έμπορος δεν αποκλείουν την εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως, σε περίπτωση κατά την οποία η κράτηση και η επιβεβαίωσή της έγιναν εξ αποστάσεως, οπότε ο καταναλωτής δεσμεύθηκε βάσει συμβάσεως συναφθείσας εξ αποστάσεως.» ( 25 )

35.

Η απόφαση τελειώνει εδώ.

36.

Όπως από την αρχή ανέφερα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά σε σχέση με το γράμμα της τελευταίας αυτής σκέψεως 87 αν το Δικαστήριο είχε την πρόθεση να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 μόνο στις εξ αποστάσεως καταρτισθείσες συμβάσεις καταναλωτών. Όπως ήδη προηγουμένως ανέφερα, θεωρώ ότι η απάντηση πρέπει να είναι αρνητική, όχι μόνο λόγω των έως τώρα αναπτυχθέντων επιχειρημάτων, αλλά επίσης λόγω αυτής καθ’ εαυτήν της αποφάσεως Pammer και Alpenhof.

37.

Πράγματι, τονίζοντας ότι, στην υπόθεση που αφορά το ξενοδοχείο Alpenhof, η σύμβαση είχε συναφθεί εξ αποστάσεως, το Δικαστήριο τόνισε απλώς ένα γεγονός, όχι όμως την εκπλήρωση προϋποθέσεως απαιτουμένης επιτακτικώς από τον κανονισμό 44/2001. Αυτό προκύπτει επίσης από την πλήρη ανάγνωση της αποφάσεως, δεδομένου ότι το Δικαστήριο, θίγοντας τις περιστάσεις της υποθέσεως Pammer, συνεκδικασθείσας με την υπόθεση Alpenhof, δεν αναφέρει κανένα είδος συμβάσεως, εξ αποστάσεως ή επί τόπου, που να συνήφθη μεταξύ των διαδίκων. Σ’ αυτό πρέπει να προστεθούν οι προτάσεις της γενικής εισαγγελέα V. Trstenjak στην υπόθεση Pammer και Alpenhof, στο πλαίσιο των οποίων αυτή αποκλείει σαφώς ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στις εξ αποστάσεως συναφθείσες συμβάσεις καταναλωτών ( 26 ).

38.

Κατά την άποψή μου, η σκέψη 87 της αποφάσεως Pammer και Alpenhof υπογραμμίζει τη φύση της συνάψεως συμβάσεως ως συνάψεως εξ αποστάσεως όχι για να την τονίσει ως προϋπόθεση, αλλά ακριβώς για να αποκλείσει μια υπερβολικά συσταλτική ερμηνεία του προαναφερθέντος άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ. Η αναφορά στην εξ αποστάσεως καταρτισθείσα σύμβαση έχει ως σκοπό να τονιστεί η σημασία του ότι υπάρχει μια προπαρασκευαστική, πριν από τη σύναψη της συμβάσεως δραστηριότητα, αφού προηγουμένως προετοιμάσθηκε το έδαφος μέσω του Διαδικτύου, η οποία πάλι στηρίζεται σε πληροφορία κατευθυνόμενη μέσω του Διαδικτύου προς τη χώρα κατοικίας του καταναλωτή. Θεωρώ ότι, αναφέροντας την εξ αποστάσεως σύμβαση, το Δικαστήριο ήθελε να τονίσει ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, όχι μόνο υπήρχαν προπαρασκευαστικές πράξεις πριν από την άφιξη του καταναλωτή στο ξενοδοχείο Alpenhof, αλλά ότι, επιπλέον, μεταξύ των διαδίκων είχε ήδη συναφθεί σύμβαση πριν από την παράδοση των κλειδιών.

39.

Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 44/2001 έχει την έννοια ότι δεν απαιτεί την εξ αποστάσεως σύναψη της συμβάσεως μεταξύ του καταναλωτή και του επαγγελματία.

VI – Πρόταση

40.

Κατόπιν των προεκτεθέντων επιχειρημάτων προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το Oberster Gerichtshof ως εξής:

«Το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, δεν απαιτεί την εξ αποστάσεως σύναψη της συμβάσεως μεταξύ του καταναλωτή και του επαγγελματία.»


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η ισπανική.

( 2 ) Κανονισμός του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000 (EE L 12, σ. 1).

( 3 ) Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, C-585/08 και C-144/09, Συλλογή 2010, σ. Ι-12527.

( 4 ) Εκτός της αναφερθείσας σκέψεως της αποφάσεως Pammer και Alpenhof, μέρος της θεωρίας τάσσεται ανοικτά υπέρ του ότι οι συμβάσεις καταναλωτών καταρτίζονται αναγκαστικά εξ αποστάσεως. Βλ., για παράδειγμα, Kropholler, J. και von Hein, J., Europäisches Zivilprozessrecht, 9η έκδ., Art. 15 EuGVO Rn. 27 και von Hein, J., Juristenzeitung, 2011, σ. 957.

( 5 ) Πρόταση κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου, σχετικά με την διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, την οποία υπέβαλε η Επιτροπή στις Βρυξέλες, στις 14 Ιουλίου 1999 [COM(1999) 348 τελικό].

( 6 ) Πρόταση της Επιτροπής, αναφερθείσα στην προηγουμένη υποσημείωση, σ. 16.

( 7 ) Όπ.π.

( 8 ) Η εισηγητική έκθεση επί της Συμβάσεως για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που υπογράφηκε στο Λουγκάνο στις 30 Οκτωβρίου 2007, του καθηγητή Fausto Pocar, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της 23ης Δεκεμβρίου 2009 (C-319/1).

( 9 ) Έκθεση Pocar, αναφερθείσα στην προηγουμένη υποσημείωση, σημείο 83 (η υπογράμμιση δική μου).

( 10 ) Όπ.π. (η υπογράμμιση δική μου).

( 11 ) Απόφαση της 14ης Μαΐου 2009, C-180/06 (Συλλογή 2009, σ. I-3961, σκέψη 50).

( 12 ) Απόφαση Ilsinger, προπαρατεθείσα (σκέψη 51).

( 13 ) Η κοινή δήλωση του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τα άρθρα 15 και 73 του κανονισμού 44/2001, είναι διαθέσιμη στα αγγλικά στον ιστότοπο http://ec.europa.eu/civiljustice/homepage/homepage_ec_en_declaration.pdf.

( 14 ) Κατά το αγγλικό κείμενο: «This provision relates to a number of marketing methods, including contracts concluded at a distance through the Internet»· κατά το γαλλικό κείμενο: «Cette disposition concerne plusieurs méthodes de commercialisation, dont les contrats conclus à distance par l’intermédiaire d’Internet»· κατά το γερμανικό κείμενο: «Diese Bestimmung betrifft mehrere Absatzformen, darunter Vertragsabschlüsse im Fernabsatz über Internet»· ή κατά το ιταλικό κείμενο: «Detta disposizione riguarda diversi metodi di vendita, fra cui i contratti conclusi a distanza via Internet».

( 15 ) Βλ. το άρθρο 2, σημείο 1, της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997, για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις (EE L 144, σ. 19), το οποίο περιέχει αυτοτελή ορισμό της εξ αποστάσεως συμβάσεως και έχει ως εξής: «κάθε σύμβαση μεταξύ ενός προμηθευτή και ενός καταναλωτή αφορώσα αγαθά ή υπηρεσίες, η οποία συνάπτεται στα πλαίσια ενός συστήματος πωλήσεων ή παροχής υπηρεσιών εξ αποστάσεως, που οργανώνεται από τον προμηθευτή, ο οποίος, με τη σύμβαση αυτή, χρησιμοποιεί αποκλειστικά ένα ή περισσότερα μέσα επικοινωνίας εξ αποστάσεως έως τη σύναψη της συμβάσεως, συμπεριλαμβανομένης και αυτής καθ’ εαυτής της σύναψης της συμβάσεως».

( 16 ) Βλ. Virgós Soriano, M. και Garcimartín Alférez, F. J., Derecho Procesal Civil Internacional. Litigación Internacional, 2η έκδ., Civitas, Μαδρίτη 2007, σ. 171 και 172.

( 17 ) Σχετικά με τον σκοπό της προστασίας του καταναλωτή των άρθρων 15 και 16 του κανονισμού 44/2001, καθώς και των προγενεστέρων διατάξεων της Συμβάσεως των Βρυξελλών, βλ., μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 21ης Ιουνίου 1978, 150/77, Bertrand (Συλλογή τόμος 1978, σ. 441, σκέψεις 14 έως 18)· της 19ης Ιανουαρίου 1993, C-89/91, Shearson Lehman Hutton (Συλλογή 1993, σ. I-139, σκέψεις 13 έως 16)· της 3ης Ιουλίου 1997, C-269/95, Benincasa (Συλλογή 1997, σ. I-3767, σκέψεις 13 και 14)· της 20ής Ιανουαρίου 2005, C-27/02, Engler (Συλλογή 2005, σ. I-481, σκέψεις 13 και 14), C-464/01, Gruber (Συλλογή 2005, σ. I-439, σκέψη 32), καθώς και την προπαρατεθείσα απόφαση Pammer και Alpenhof (σκέψη 57).

( 18 ) Βλ. Leible, S. και Müller, M., Neue Juristische Wochenschrift, 2011, σ. 497 και Mankowski, P., Praxis desInternationalenPrivat- undVerfahrensrechts, 2009, σ. 242 επ.

( 19 ) Προτάσεις της 18ης Μαΐου 2010, υποσημείωση 28.

( 20 ) Συναφώς, έχει σημασία να υπομνησθεί ότι ο κανονισμός 44/2001, στην πρώτη αιτιολογική του σκέψη, τονίζει ότι ο κύριος στόχος του κανονισμού είναι η διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων: «Προκειμένου να δημιουργήσει βαθμιαία ένα τέτοιο χώρο η Κοινότητα θεσπίζει, μεταξύ άλλων, στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, τα μέτρα τα οποία είναι αναγκαία για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς».

( 21 ) Κανονισμός (ΕΚ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη I) (ΕΕ L 177, σ. 6), ο οποίος αντικατέστησε τη σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, τεθείσα προς υπογραφή στη Ρώμη στις 19 Ιουνίου 1980 (EE 1980, L 266, σ. 1). Ο κανονισμός 593/2008 εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνήφθησαν μετά τις 17 Δεκεμβρίου 2009.

( 22 ) Προπαρατεθείσα απόφαση Ilsinger (σκέψη 50).

( 23 ) Απόφαση της 20ής Ιανουαρίου 2005, C-27/02, Engler (Συλλογή 2005, σ. I-481, σκέψεις 34 έως 37).

( 24 ) Προτάσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2008 (σημείο 40).

( 25 ) Η υπογράμμιση δική μου.

( 26 ) Σημείο 55 των προαναφερθεισών προτάσεων.