7.11.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 267/30


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Court of Session (Scotland), Edinburgh (Ηνωμένο Βασίλειο), στις 21 Ιουλίου 2009 — The Commissioners for Her Majesty's Revenue & Customs κατά RBS Deutschland Holdings GmbH

(Υπόθεση C-277/09)

2009/C 267/53

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

Court of Session (Scotland), Edinburgh

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εφεσείων: The Commissioners for Her Majesty's Revenue & Customs

Εφεσίβλητη: RBS Deutschland Holdings GmbH

Προδικαστικά ερωτήματα

Σε περίπτωση όπως αυτή της παρούσας υποθέσεως, κατά την οποία:

α)

γερμανική θυγατρική εταιρία τράπεζας του Ηνωμένου Βασιλείου αγοράζει στο Ηνωμένο Βασίλειο αυτοκίνητα οχήματα με σκοπό να τα διαθέσει μέσω χρηματοδοτικής μισθώσεως σε μη συνδεόμενη με αυτήν επιχείρηση του Ηνωμένου Βασιλείου και καταβάλλει φόρο προστιθέμενης αξίας επί της αγοράς αυτής·

β)

κατά την εφαρμοστέα στο Ηνωμένο Βασίλειο ρύθμιση, οι παραδόσεις οι οποίες συνίστανται στην εκμίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων θεωρούνται ως παροχή υπηρεσιών που έλαβε χώρα στη Γερμανία και, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται σε φόρο προστιθέμενης αξίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ κατά τη γερμανική νομοθεσία οι παραδόσεις αυτές θεωρούνται ως παραδόσεις αγαθών στο Ηνωμένο Βασίλειο και, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται στη Γερμανία σε φόρο προστιθέμενης αξίας, έτσι ώστε οι παραδόσεις αυτές σε αμφότερα τα κράτη μέλη να μην υπόκεινται σε φόρο προστιθέμενης αξίας·

γ)

η τράπεζα στο Ηνωμένο Βασίλειο προκειμένου να αποκομίσει το φορολογικό όφελος το οποίο συνίσταται στο ότι επί των χρηματοδοτικών μισθωμάτων δεν επιβάλλεται φόρος προστιθέμενης αξίας επιλέγει ως χρηματοδοτική εκμισθώτρια τη γερμανική θυγατρική της εταιρία και καθορίζει τη διάρκεια της χρηματοδοτικής μισθώσεως κατ’ ανάλογο τρόπο:

1)

Έχει το άρθρο 17, παράγραφος 3, στοιχείο α′, της έκτης οδηγίας (1) για τον φόρο προστιθέμενης αξίας (νυν άρθρο 169, στοιχείο α′, της οδηγίας για τον φόρο προστιθέμενης αξίας) την έννοια ότι η διάταξη αυτή παρέχει τη δυνατότητα στις φορολογικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου να αρνηθούν την εκ μέρους της γερμανικής θυγατρικής εταιρίας έκπτωση του φόρου εισροών ο οποίος καταβλήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο για την αγορά των αυτοκινήτων οχημάτων;

2)

Στο πλαίσιο της απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, πρέπει το εθνικό δικαστήριο να εξετάσει επίσης τη δυνατότητα εφαρμογής της αρχής της απαγορεύσεως των καταχρηστικών πρακτικών;

3)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα: η έκπτωση του φόρου εισροών κατά την αγορά αυτοκινήτων οχημάτων αντιβαίνει στον επιδιωκόμενο με τη σχετική διάταξη της έκτης οδηγίας σκοπό και πρέπει, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί ότι πληρούται η πρώτη προϋπόθεση μιας καταχρηστικής πρακτικής κατά την έννοια της σκέψεως 74 της αποφάσεως του Δικαστηρίου C-255/02, Halifax plc, σε συνδυασμό, μεταξύ άλλων, με την αρχή της ουδετερότητας του φόρου;

4)

Επίσης σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, πρέπει το δικαστήριο να λάβει υπόψη του ότι οι σχετικές πράξεις σκοπούν κυρίως στην αποκόμιση φορολογικού οφέλους, ώστε να πληρούται η δεύτερη προϋπόθεση για την ύπαρξη καταχρηστικής πρακτικής, όπως εκτίθεται στη σκέψη 75 της ανωτέρω αποφάσεως του Δικαστηρίου, στην περίπτωση κατά την οποία στο πλαίσιο συμφωνίας μεταξύ δύο ανεξάρτητων μεταξύ τους συμβαλλομένων, η επιλογή μιας γερμανικής θυγατρικής εταιρίας για την παροχή των υπηρεσιών χρηματοδοτικής μισθώσεως αυτοκινήτων οχημάτων προς πελάτες ευρισκόμενους στο Ηνωμένο Βασίλειο και η επιλογή των όρων της σχετικής συμβάσεως, γίνεται προς τον σκοπό της αποκομίσεως φορολογικού οφέλους συνιστάμενου στη μη επιβολή φόρου προστιθέμενης αξίας επί των χρηματοδοτικών μισθωμάτων;


(1)  Έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49).