29.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 205/26


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale ordinario di Torino (Ιταλία) στις 22 Ιουνίου 2009 — Antonino Accardo κ.λπ. κατά Comune di Torino

(Υπόθεση C-227/09)

2009/C 205/44

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale ordinario di Torino

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: Antonino Accardo, Viola Acella, Antonio Acuto, Domenico Ambrisi, Paolo Battaglino, Riccardo Bevilacqua, Fabrizio Bolla, Daniela Bottazzi, Roberto Brossa, Luigi Calabro’, Roberto Cammardella, Michelangelo Capaldi, Giorgio Castellaro, Davide Cauda, Tatiana Chiampo, Alessia Ciaravino, Alessandro Cicero, Paolo Curtabbi, Paolo Dabbene, Mauro D’ Angelo, Giancarlo Destefanis, Mario Di Brita, Bianca Di Capua, Michele Di Chio, Marina Ferrero, Gino Forlani, Giovanni Galvagno, Sonia Genisio, Laura Dora Genovese, Sonia Gili, Maria Gualtieri, Gaetano La Spina, Maurizio Loggia, Giovanni Lucchetta, Sandra Magoga, Manuela Manfredi, Fabrizio Maschio, Sonia Mignone, Daniela Minissale, Domenico Mondello, Veronnica Mossa, Plinio Paduano, Barbaro Pallavidino, Monica Palumbo, Michele Paschetto, Frederica, Peinetti, Nadia Pizzimenti, Gianluca Ponzo, Enrico Pozzato, Gaetano Puccio, Danilo Ranzani, Pergianni Risso, Luisa Rossi, Paola Sabia, Renzo Sangiano, Davide Scagno, Paola Settia, Raffaella Sottoriva, Rossana Trancuccio, Fulvia Varotto, Giampiero Zucca, Fabrizio Lacognata, Guido Mandia, Luigi Rigon, Daniele Sgavetti

Εναγόμενος: Comune di Torino

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει τα άρθρα 5, 17 και 18 της οδηγίας 93/104/ΕΚ (1) του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι τυγχάνουν άμεσης εφαρμογής στην έννομη τάξη του κράτους, ανεξαρτήτως της τυπικής μεταφοράς τους, μη λαμβανομένων υπόψη εσωτερικών κανόνων που περιορίζουν την εφαρμογή τους σε συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες, επί διαφοράς στην οποία υπάρχει παρέμβαση των κοινωνικών εταίρων σύμφωνη με την οδηγία;

2)

Υποχρεούται το δικαστήριο του κράτους μέλους, ανεξαρτήτως αυτής της άμεσης εφαρμογής, να χρησιμοποιήσει οδηγία που δεν έχει ακόμα μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη ή, μετά τη μεταφορά της, της οποίας η δυνατότητα εφαρμογής φαίνεται να αποκλείεται από εσωτερικούς κανόνες, ως ερμηνευτική παράμετρο του εσωτερικού δικαίου, με άλλα λόγια ως σημείο αναφοράς για την επίλυση πιθανών ερμηνευτικών αμφιβολιών;

3)

Απαγορεύεται στο δικαστήριο κράτους μέλους να διαπιστώσει μια παράνομη συμπεριφορά, επιδικάζοντας παράλληλα αποζημίωση λόγω άδικης και παράνομης πράξεως, όταν η συμπεριφορά αυτή φαίνεται να επιτρέπεται από τους κοινωνικούς εταίρους και η έγκριση αυτή είναι σύμφωνη με το κοινοτικό δίκαιο, έστω και υπό τη μορφή της μη μεταφερθείσας οδηγίας;

4)

Πρέπει το άρθρο 17, παράγραφος 3, της οδηγίας να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει αυτοτελώς, δηλαδή ανεξάρτητα από την παράγραφο 2 και τον κατάλογο δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων που περιέχει, την παρέμβαση των κοινωνικών εταίρων και την εισαγωγή από αυτούς παρεκκλίσεων στον τομέα της εβδομαδιαίας αναπαύσεως;


(1)  ΕΕ L 307, σ. 18