Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1 Προσφυγή κατά παραλείψεως - ςΑρση της παραλείψεως μετά την άσκηση της προσφυγής - Η προσφυγή καθίσταται άνευ αντικειμένου - Κατάργηση της δίκης

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 175 και 176)

2 Εξωσυμβατική ευθύνη - Προϋποθέσεις - Παρανομία - Θέσπιση από την Επιτροπή μέτρων τα οποία δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της - Αποκλείεται

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 93 § 2, και 215)

Περίληψη

1 Το προβλεπόμενο από το άρθρο 175 της Συνθήκης ένδικο βοήθημα της προσφυγής θεμελιώνεται στην ιδέα ότι η παράνομη αδράνεια του θεσμικού οργάνου επιτρέπει την προσφυγή στον κοινοτικό δικαστή προκειμένου αυτός να αποφανθεί ότι η παράλειψη ενεργείας είναι αντίθετη προς τη Συνθήκη, κατά το μέτρο που το συγκεκριμένο θεσμικό όργανο δεν επανόρθωσε την εν λόγω παράλειψη. Η διαπίστωση αυτή έχει ως αποτέλεσμα ότι, κατά το άρθρο 176 της Συνθήκης, το καθού θεσμικό όργανο υποχρεούται να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του κοινοτικού δικαστή, υπό την επιφύλαξη των αγωγών λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης που μπορούν να ασκηθούν βάσει της ίδιας διαπιστώσεως.

Στην περίπτωση κατά την οποία η πράξη, η παράλειψη θεσπίσεως της οποίας αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς, εκδόθηκε μετά την άσκηση της προσφυγής αλλά πριν από την έκδοση της δικαστικής αποφάσεως, η εκ μέρους του Πρωτοδικείου αναγνώριση του παράνομου χαρακτήρα της αρχικής παραλείψεως δεν μπορεί πλέον να επιφέρει τις προβλεπόμενες από το άρθρο 176 συνέπειες. Επομένως, στην περίπτωση αυτή, όπως ακριβώς και στην περίπτωση κατά την οποία το καθού θεσμικό όργανο αντέδρασε στο αίτημα να ενεργήσει εντός της δίμηνης προθεσμίας, η προσφυγή δεν έχει πλέον αντικείμενο, οπότε καταργείται η δίκη.

Το γεγονός ότι η θέση που έλαβε το κοινοτικό όργανο δεν ικανοποιεί τον προσφεύγοντα δεν ασκεί συναφώς επιρροή, διότι το άρθρο 175 αφορά την παράλειψη οργάνου να εκδώσει απόφαση ή να λάβει θέση και όχι την έκδοση πράξεως διαφορετικής από εκείνη της οποίας την έκδοση επιδίωκαν ή θεωρούσαν αναγκαία οι προσφεύγοντες.

2 Η εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας στοιχειοθετείται μόνον εφόσον συντρέχει ένα σύνολο προϋποθέσεων, όσον αφορά τον παράνομο χαρακτήρα της συμπεριφοράς που προσάπτεται στο κοινοτικό όργανο, την ύπαρξη πραγματικής ζημίας και την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς και της προβαλλομένης ζημίας.

Προκειμένου περί της πρώτης από τις προϋποθέσεις αυτές, η άρνηση της Επιτροπής να θεσπίσει, στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης, μέτρα που βαίνουν προδήλως πέρα των αρμοδιοτήτων που της έχουν αναγνωριστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, δεν συνιστά παράνομη συμπεριφορά και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να θεμελιώσει την ευθύνη της Κοινότητας. Συναφώς, η θέσπιση από την Επιτροπή προσωρινού μέτρου με το οποίο επιβάλλεται σε κράτος μέλος η υποχρέωση να απαλλάξει την προσφεύγουσα επιχείρηση από φόρο του οποίου αμφισβητείται η νομιμότητα από πλευράς των κανόνων της Συνθήκης περί κρατικών ενισχύσεων, βαίνει προδήλως πέρα των αρμοδιοτήτων που έχουν αναγνωρισθεί στο όργανο αυτό στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας του άρθρου 93, παράγραφος 2. Πράγματι, όταν η Επιτροπή διαπιστώνει, στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, ότι μία ενίσχυση θεσπίστηκε χωρίς να της έχει προηγουμένως κοινοποιηθεί, δεν μπορεί να λάβει άλλο προσωρινό μέτρο από το να υποχρεώσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να αναστείλει αμέσως - έστω και εν μέρει - την καταβολή της ενισχύσεως και να της παράσχει, εντός προθεσμίας που εκείνη τάσσει, όλα τα έγγραφα, τις πληροφορίες και τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την εξέταση της συμβατότητας της ενισχύσεως αυτής προς την κοινή αγορά.