61992J0419

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 23ΗΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1994. - INGETRAUT SCHOLZ ΚΑΤΑ OPERA UNIVERSITARIA DI CAGLIARI ΚΑΙ CINZIA PORCEDDA. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNALE AMMINISTRATIVO REGIONALE PER LA SARDEGNA - ΙΤΑΛΙΑ. - ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ - ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ - ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΠΕΙΡΑ ΑΠΟΚΤΗΘΕΙΣΑ ΕΝΤΟΣ ΑΛΛΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-419/92.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1994 σελίδα I-00505


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - 'Ιση μεταχείριση - Πρόσβαση σε θέση εργασίας - Λαμβάνονται υπόψη, κατά την πρόσληψη, εκ μέρους δημοσίου οργανισμού κράτους μέλους οι επαγγελματικές δραστηριότητες που ασκήθηκαν προηγουμένως στο πλαίσιο της δημόσιας διοικήσεως - Διάκριση, σε σχέση με κοινοτικούς υπηκόους, μεταξύ των δραστηριοτήτων που ασκήθηκαν σε εθνική δημόσια υπηρεσία και των δραστηριοτήτων που ασκήθηκαν σε δημόσια υπηρεσία άλλου κράτους μέλους - Συγκεκαλυμμένη διάκριση - Ανεπίτρεπτη

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 48)

Περίληψη


Το άρθρο 48 της Συνθήκης απαγορεύει όχι μόνο τις εμφανείς διακρίσεις λόγω ιθαγενείας αλλά και κάθε μορφή συγκεκαλυμμένης διακρίσεως η οποία, κατ' εφαρμογή άλλων κριτηρίων διακρίσεως, καταλήγει στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, το άρθρο αυτό έχει την έννοια ότι, όταν ένας δημόσιος οργανισμός κράτους μέλους, επ' ευκαιρία προσλήψεως προσωπικού σε θέσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης, προτίθεται να λάβει υπόψη τις προηγούμενες επαγγελματικές δραστηριότητες που άσκησαν οι υποψήφιοι στο πλαίσιο της δημοσίας διοικήσεως, ο οργανισμός αυτός δεν μπορεί, έναντι των κοινοτικών υπηκόων, να προβεί σε διάκριση ανάλογα με το αν οι δραστηριότητες ασκήθηκαν σε δημόσια υπηρεσία του ιδίου αυτού κράτους μέλους ή σε δημόσια υπηρεσία άλλου κράτους μέλους.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-419/92,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale Amministrativo Regionale per la Sardegna (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Ιngetraut Scholz

και

Opera Universitaria του Κάλιαρι,

Cinzia Porcedda,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 7 και 48 της Συνθήκης ΕΟΚ καθώς και των άρθρων 1 και 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητος (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους Ο. Due, Πρόεδρο, G. F. Mancini, J. C. Moitinho de Almeida και Diez de Velasco (εισηγητή), προέδρους τμήματος, Κ. Ν. Κακούρη, F. A. Schockweiler, M. Zuleeg, P. J. G. Kapteyn και J. L. Murray, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: D. Louterman-Hubeau, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- η Ingetraut Scholz, εκπροσωπούμενη από τον Eligio Simbula, δικηγόρο στην Corte suprema di cassazione,

- η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον καθηγητή Luigi Ferrari Bravo, προϊστάμενο της Υπηρεσίας Διπλωματικών Διαφορών του Υπουργείου Εξωτερικών Υποθέσεων, επικουρούμενο από τον Pier Giorgio Ferri, avvocato dello Stato,

- η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Jean-Pierrre Puissochet, Διευθυντή της Νομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών, επικουρούμενο από τον Claude Chavance, κύριο ακόλουθο της κεντρικής διοικήσεως,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Δημήτριο Γκουλούση, νομικό σύμβουλο, και τον Enrico Traversa, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση τoυ εισηγητή δικαστή,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Scholz, της Ιταλικής Κυβερνήσεως, της Γαλλικής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 10ης Νοεμβρίου 1993,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 15ης Δεκεμβρίου 1993,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 10ης Ιουνίου 1992, η οποία πρωτοκολλήθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 18 Δεκεμβρίου 1992, το Tribunale Αmministrativo Regionale per la Sardegna υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 7 και 48 της Συνθήκης ΕΟΚ καθώς και των άρθρων 1 και 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33).

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς ως προς την κατάταξη των υποψηφίων κατόπιν γενικού διαγωνισμού βάσει τίτλων και εξετάσεων προς πλήρωση θέσεων υπαλλήλων εστιατορίου στο πανεπιστήμιο του Κάλιαρι (Cagliari).

3 Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, η οποία είναι γερμανικής καταγωγής και απέκτησε την ιταλική ιθαγένεια λόγω γάμου, άσκησε προσφυγή για την ακύρωση του πίνακα των επιτυχόντων που καταρτίστηκε στο πλαίσιο του προαναφερθέντος διαγωνισμού, επικαλούμενη τον παράνομο χαρακτήρα της αρνήσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού να λάβει υπόψη, όπως προέβλεπε η ανακοίνωση του διαγωνισμού, την επαγγελματική δραστηριότητα που είχε ασκήσει η προσφεύγουσα, πριν από τον γάμο της, στη γερμανική διοίκηση ταχυδρομείων.

4 Η προκήρυξη του διαγωνισμού προέβλεπε κυρίως τη χορήγηση, εν όψει της τελικής κατατάξεως των υποψηφίων, προσθέτων μονάδων για τους τίτλους και τις υπηρεσίες. Δεν περιείχε διευκρινίσεις ως προς τον τύπο της προηγουμένης επαγγελματικής πείρας.

5 Το Tribunale Αnnimistrativo Regionale per la Sardegna, το οποίο επελήφθη της προσφυγής αυτής, υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

"'Εχουν τα άρθρα 7 και 48 της Συνθήκης ΕΟΚ και 1 και 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 την έννοια ότι απαγορεύουν τη μη αναγνώριση, επ' ευκαιρία γενικού διαγωνισμού για την πλήρωση θέσεων οι οποίες δεν περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων για τις οποίες ισχύει η επιφύλαξη του άρθρου 48, παράγραφος 4, της σχετικής επαγγελματικής δραστηριότητας που παρείχετο σε δημόσια διοίκηση άλλου κράτους μέλους, ενώ η παρασχεθείσα στη διοίκηση του κράτους στο οποίο δημοσιεύθηκε ο διαγωνισμός ελήφθη υπόψη για την κατάρτιση του οριστικού πίνακα των επιτυχόντων στον διαγωνισμό;"

6 Yπενθυμίζεται καταρχάς ότι το άρθρο 7 της Συνθήκης, το οποίο απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας, δεν εφαρμόζεται αυτοτελώς εάν η Συνθήκη προβλέπει, όπως στο άρθρο 48, παράγραφος 2, ειδικό κανόνα απαγορεύσεως των διακρίσεων όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων (βλ. την απόφαση της 30ής Μαΐου 1989, 305/87, Επιτροπή κατά Ελλάδας, Συλλογή 1989, σ. 1476, σκέψεις 12 και 13). Επιπλέον, τα άρθρα 1 και 3 του κανονισμού 1612/68 εξειδικεύουν και θέτουν σε εφαρμογή τα δικαιώματα που απορρέουν ήδη από το άρθρο 48 της Συνθήκης. Κατά συνέπεια, η διάταξη αυτή είναι ο μόνος κρίσιμος κανόνας στην υπό κρίση υπόθεση.

7 Από πάγια νομολογία προκύπτει (βλ. κυρίως απόφαση της 10ης Μαρτίου 1993, C-111/91, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, Συλλογή 1993, σ. Ι-817, σκέψη 9) ότι το άρθρο 48 της Συνθήκης απαγορεύει όχι μόνο τις εμφανείς διακρίσεις λόγω ιθαγενείας αλλά και κάθε μορφή συγκεκαλυμμένης διακρίσεως η οποία, κατ' εφαρμογή άλλων κριτηρίων διακρίσεως, καταλήγει στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα.

8 'Οσον αφορά την υπόθεση της κυρίας δίκης παρατηρείται ότι το γεγονός ότι η προσφεύγουσα της κυρίας δίκης απέκτησε την ιταλική ιθαγένεια δεν ασκεί επιρροή επί της εφαρμογής της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων.

9 Πράγματι, κάθε κοινοτικός υπήκοος, ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας του και της ιθαγένειάς του, ο οποίος έκανε χρήση του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων και ο οποίος άσκησε επαγγελματική δραστηριότητα σε άλλο κράτος μέλος, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των προαναφερθεισών διατάξεων.

10 Πρέπει να τονιστεί, εν συνεχεία, ότι, σύμφωνα με τους κανόνες του επίμαχου διαγωνισμού, έπρεπε να ληφθούν υπόψη για την τελική κατάταξη των υποψηφίων περίδοι απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν στη δημόσια διοίκηση, χωρίς να διευκρινίζεται αν αυτές έπρεπε να συνδέονται με τα καθήκοντα του υπαλλήλου εστιατορίου.

11 Διαπιστώνεται τέλος ότι η μη αναγνώριση της περιόδου απασχολήσεως που συμπλήρωσε η προσφεύγουσα της κυρίας δίκης σε δημόσια υπηρεσία άλλου κράτους μέλους, κατά τη χορήγηση των προβλεπομένων προσθέτων μέτρων, εν όψει της τελικής κατατάξεώς της, συνιστά έμμεση μη δικαιολογημένη διάκριση.

12 Επομένως, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΟΚ έχει την έννοια ότι, όταν ένας δημόσιος οργανισμός κράτους μέλους, επ' ευκαιρία προσλήψεως προσωπικού σε θέσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης, προτίθεται να λάβει υπόψη τις προηγούμενες επαγγελματικές δραστηριότητες που άσκησαν οι υποψήφιοι στο πλαίσιο της δημοσίας διοικήσεως, ο οργανισμός αυτός δεν μπορεί, έναντι των κοινοτικών υπηκόων, να προβεί σε διάκριση ανάλογα με το αν οι δραστηριότητες ασκήθηκαν σε δημόσια υπηρεσία του ιδίου αυτού κράτους μέλους ή σε δημόσια υπηρεσία άλλου κράτους μέλους.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

13 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ιταλική και η Γαλλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε, με απόφαση της 10ης Ιουνίου 1992, το Tribunale Amministrativo Regionale per la Sardegna (Ιταλία), αποφαίνεται:

Το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΟΚ έχει την έννοια ότι, όταν ένας δημόσιος οργανισμός κράτους μέλους, επ' ευκαιρία προσλήψεως προσωπικού σε θέσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης, προτίθεται να λάβει υπόψη τις προηγούμενες επαγγελματικές δραστηριότητες που άσκησαν οι υποψήφιοι στο πλαίσιο της δημοσίας διοικήσεως, ο οργανισμός αυτός δεν μπορεί, έναντι των κοινοτικών υπηκόων, να προβεί σε διάκριση ανάλογα με

το αν οι δραστηριότητες ασκήθηκαν σε δημόσια υπηρεσία του ιδίου αυτού κράτους μέλους ή σε δημόσια υπηρεσία άλλου κράτους μέλους.