61989J0073

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΕΚΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 12ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1992. - A. FOURNIER Κ.ΛΠ. ΚΑΤΑ V. VAN WERVEN, BUREAU CENTRAL FRANCAIS Κ.ΛΠ. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNAL DE GRANDE INSTANCE DE TOULON - ΓΑΛΛΙΑ. - ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ - ΕΔΑΦΟΣ ΣΥΝΗΘΟΥΣ ΣΤΑΘΜΕΥΣΕΩΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-73/89.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1992 σελίδα I-05621


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Προσέγγιση νομοθεσιών * Ασφάλιση της αστικής ευθύνης εξ αυτοκινήτου * Οδηγία 72/166 * 'Εδαφος συνήθους σταθμεύσεως του οχήματος * 'Εννοια * 'Οχημα φέρον πινακίδες κυκλοφορίας που εκδόθηκαν κανονικά για άλλο όχημα * Κράτος ταξινομήσεως

(Οδηγία 72/166 του Συμβουλίου, άρθρο 1 PAR 4, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 84/5)

Περίληψη


Tο άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 72/166, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 84/5, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι όχημα το οποίο, κατά τη διέλευση των συνόρων, φέρει πινακίδες κυκλοφορίας εκδοθείσες κανονικά από τις αρχές κράτους μέλους, αλλά πλαστές λόγω του ότι, στην πραγματικότητα, είναι οι πινακίδες κυκλοφορίας που χορηγήθηκαν σε άλλο όχημα, πρέπει να θεωρείται ότι έχει τη συνήθη στάθμευσή του στο έδαφος του κράτους το οποίο εξέδωσε τις εν λόγω πινακίδες.

Η ερμηνεία αυτή δεν προδικάζει το ζήτημα ποιο από τα εθνικά γραφεία πρέπει, κατ' εφαρμογή της μεταξύ τους συμβάσεως, να φέρει το βάρος αποζημιώσεως του θύματος ενός ατυχήματος του οποίου ο υπεύθυνος οδηγούσε όχημα υπό τις αναφερθείσες πιο πάνω συνθήκες. Η σύμβαση μεταξύ εθνικών κεντρικών γραφείων, έστω και αν χρησιμοποιεί παρόμοιους όρους με εκείνους της οδηγίας, είναι πράγματι πράξη ιδιωτικού δικαίου της οποίας η ερμηνεία εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-73/89,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal de grande instance de Toulon (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Alain Fournier και ομοδίκων

και

Vaiter van Werver κ.λπ.

παρεμβαίνοντα:

Bureau central francais κ.λπ.,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της έννοιας του εδάφους συνήθους σταθμεύσεως, που περιλαμβάνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001, σ. 136), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 84/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Δεκεμβρίου 1983, δεύτερη οδηγία για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων (ΕΕ L 8, σ. 17),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους Κ. Ν. Κακούρη, πρόεδρο τμήματος, J. L. Murray, G. F. Mancini, F. A. Schockweiler και Diez de Velasco, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: Δ. Τριανταφύλλου, υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* το Bureau central francais des assurances και το Fonds de garantie automobile, εκπροσωπούμενα από την Lise Funck-Brentano, δικηγόρο Παρισιού,

* το Nederlands Bureau der Motorrijtuigverzekeraars, εκπροσωπούμενο από τον Jean Dechezlepretre, δικηγόρο Παρισιού,

* το HUK-Verband, εκπροσωπούμενο από τον Fritz Ranke, δικηγόρο Μονάχου,

* το HUK-Coburg, εκπροσωπούμενο από τον Charles Turk, δικηγόρο Λουξεμβούργου,

* η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους Martin Seidel, Ministerialrat στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας, και τον Horst Teske, Ministerialrat στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Δικαιοσύνης,

* η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Edwige Belliard, υποδιευθύντρια νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών ,και Sylvie Grassi, γραμματέα Εξωτερικών Υποθέσεων,

* η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από την J. A. Gensmantel, solicitor,

* η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, επροσωπούμενη από τον Jean Amphoux, νομικό σύμβουλο,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις του Bureau central francais des assurances και του Fonds de garantie automobile, του Nederlands Bureau der Motorrijtuigverzekeraars, του HUK-Verband, του HUK-Coburg, της Γερμανικής Κυβερνήσεως και της Γαλλικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τον Jean-Louis Falconi, γραμματέα Εξωτερικών Υποθέσεων, κατά τη συνεδρίαση της 12ης Μαρτίου 1992,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 20ής Μαΐου 1992,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 1988, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 9 Μαρτίου 1989, το tribunal de grande instance de Toulon υπέβαλε, βάσει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία της έννοιας του εδάφους συνήθους σταθμεύσεως, που περιλαμβάνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001, σ. 136), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 84/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Δεκεμβρίου 1983, δεύτερη οδηγία για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων (ΕΕ L 8, σ. 17).

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ, αφενός, του Bureau central francais des assurances (γαλλικό εθνικό γραφείο ασφαλίσεως) και, αφετέρου, του Nederlands Bureau der Motorrijtuigverzekeraars (oλλανδικού εθνικού γραφείου) και του HUK-Verband (γερμανικού εθνικού γραφείου) ως προς το ζήτημα ποιος πρέπει τελικά να φέρει το βάρος της αποζημιώσεως των θυμάτων ενός οδικού ατυχήματος που προκλήθηκε από ιδιωτικό αυτοκίνητο όχημα, κλεμμένο και εφοδιασμένο με πλαστές πινακίδες κυκλοφορίας.

3 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι στις 25 Ιουλίου 1985 η οικογένεια Fournier υπήρξε θύμα αυτοκινητιστικού ατυχήματος που συνέβη στην Toulon και προκλήθηκε από τον Ολλανδό υπήκοο Vaiter van Werver, ο οποίος οδηγούσε όχημα που έφερε ολλανδικές πινακίδες κυκλοφορίας.

4 Οι έρευνες που διενεργήθηκαν με βάση τον αριθμό ταξινομήσεως και τον αριθμό πλαισίου του εν λόγω οχήματος αποκάλυψαν ότι αυτό, αφού είχε ταξινομηθεί κανονικά στη Γερμανία, εκλάπη στις Κάτω Χώρες από τον νόμιμο κύριό του, Γερμανό υπήκοο, Horst Meyer και, μετά την κλοπή αυτή, τέθηκε εκτός κυκλοφορίας από τις γερμανικές αρχές. Εξάλλου, η ολλανδική πινακίδα κυκλοφορίας που έφερε το εν λόγω όχημα κατά τη στιγμή του ατυχήματος ήταν πλαστή, αντιστοιχούσα στην πραγματικότητα σε άλλο όχημα που ανήκε σε κάποιον Ολλανδό υπήκοο.

5 Το ζεύγος Fournier ενήγαγε τον Van Werven και το Bureau central francais des assurances ζητώντας αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη.

6 Με απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 1988, το tribunal de grande instance de Toulon, το οποίο επελήφθη της υποθέσεως, υποχρέωσε αλληλεγγύως τον Van Werven και το Bureau central francais να αποκαταστήσουν το σύνολο της ζημίας που υπέστησαν τα θύματα.

7 Θεωρώντας ότι οι προσεπικλήσεις από το Bureau central francais του ολλανδικού Βureau και του γερμανικού HUK-Verband, ως δικονομικών εγγυητών, έθεταν πρόβλημα ερμηνείας της έννοιας του εδάφους της συνήθους σταθμεύσεως, που διαλαμβάνεται στις οδηγίες 72/166 και 84/5 του Συμβουλίου, το εθνικό δικαστήριο, με την ίδια απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 1988, ανέστειλε τη διαδικασία επί του ζητήματος αυτού και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

"Ποιο έδαφος θεωρείται ως έδαφος της συνήθους σταθμεύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 4, της κοινοτικής οδηγίας της 24ης Απριλίου 1972, όπως τροποποιήθηκε με την κοινοτική οδηγία της 30ής Δεκεμβρίου 1983, του οχήματος το οποίο έχει ταξινομηθεί διαδοχικά σε διαφορετικά κράτη, ανεξαρτήτως του αν οι ταξινομήσεις αυτές έγιναν κανονικά από τις αρμόδιες αρχές ή προκύπτουν από την τοποθέτηση στο όχημα πλαστών πινακίδων κυκλοφορίας;"

8 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικά τα περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας, καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

Επί της κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως

9 Προκειμένου να διευκολυνθεί η διακίνηση των ταξιδιωτών μεταξύ των κρατών μελών, η οδηγία 72/166 (στο εξής: οδηγία) θέσπισε σύστημα βασιζόμενο στις εξής αρχές: υποχρέωση για κάθε κράτος μέλος να μεριμνήσει ώστε η αστική ευθύνη σχετικά με την κυκλοφορία των αυτοκινήτων οχημάτων να καλύπτεται από ασφάλιση (άρθρο 3) και, επομένως, τεκμήριο ότι κάθε κοινοτικό αυτοκίνητο όχημα που κυκλοφορεί στο έδαφος της Κοινότητας είναι ασφαλισμένο κατάργηση του ελέγχου της πράσινης κάρτας ασφαλίσεως κατά τη διέλευση των εσωτερικών συνόρων της Κοινότητας, για τα οχήματα τα οποία έχουν τη συνήθη στάθμευσή τους εντός κράτους μέλους (άρθρο 2, παράγραφος 1).

10 Η λειτουργία του εν λόγω συστήματος προϋπέθετε ότι κάθε εθνικό κεντρικό γραφείο των ασφαλιστικών εταιριών * ένωση αποτελούμενη από το σύνολο ή την πλειονότητα των ασφαλιστικών εταιριών * εγγυάται την αποκατάσταση των ζημιών που παρέχουν δικαίωμα προς αποκατάσταση και προκλήθηκαν στο έδαφός του από όχημα, ασφαλισμένο ή όχι, το οποίο έχει τη συνήθη στάθμευσή του εντός κράτους μέλους. Λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη αυτή, το άρθρο 2, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας ορίζει ότι:

"'Οσον αφορά τα οχήματα με συνήθη στάθμευση στο έδαφος ενός κράτους μέλους, οι διατάξεις της παρούσης οδηγίας, εξαιρουμένων των άρθρων 3 και 4, τίθενται σε ισχύ:

* μετά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ των έξι εθνικών γραφείων ασφαλίσεως, κατά την οποία κάθε εθνικό γραφείο εγγυάται την ικανοποίηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής του νομοθεσίας περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως, των αξιώσεων από ατυχήματα τα οποία έγιναν στο έδαφός του και τα οποία προεκλήθησαν από την κυκλοφορία οχημάτων με συνήθη στάθμευση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, είτε αυτά τα οχήματα είναι ασφαλισμένα είτε όχι

* από της ημερομηνίας που θα καθορίσει η Επιτροπή αφού προηγουμένως διαπιστώσει, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, ότι συνήφθη η συμφωνία

* για τη διάρκεια της συμφωνίας αυτής."

11 Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας, ως "έδαφος εντός του οποίου το όχημα έχει τη συνήθη στάθμευσή του" νοείται

"* το έδαφος του κράτους όπου το όχημα είναι εγγεγραμμένο [ταξινομημένο], ή

* σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει εγγραφή για έναν τύπο οχήματος αλλά το όχημα φέρει ασφαλιστική πινακίδα ή άλλο διακριτικό σήμα ανάλογο με τις πινακίδες κυκλοφορίας, το έδαφος του κράτους το οποίο εξέδωσε την ασφαλιστική πινακίδα ή το διακριτικό σήμα, ή

* σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν ούτε πινακίδα κυκλοφορίας ούτε ασφαλιστική πινακίδα ούτε διακριτικό σήμα για ορισμένους τύπους οχημάτων, το έδαφος του κράτους εντός του οποίο ο κάτοχος του οχήματος έχει την κατοικία του (...)".

12 Η πρώτη περίπτωση της διατάξεως αυτής αντικαταστάθηκε ως εξής με την οδηγία 84/5:

"το έδαφος του κράτους του οποίου το όχημα φέρει πινακίδα κυκλοφορίας, ή".

13 Σημειώνεται ότι, πριν από την έκδοση της οδηγίας 72/166, η ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προέκυπτε από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων εντός της Κοινότητας αποτελούσε αποκλειστικά αντικείμενο συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου. Η πρώτη σύμβαση του είδους αυτού, αποκληθείσα "σύμβαση μεταξύ γραφείων", η οποία υπεγράφη στις 17 Δεκεμβρίου 1953 μεταξύ ορισμένων εθνικών γραφείων των ασφαλιστικών εταιριών, έθεσε σε εφαρμογή σύστημα συνεργασίας, γνωστό υπό την επωνυμία "σύστημα της πράσινης κάρτας", το οποίο βασιζόταν στην τυποποιημένη πράσινη κάρτα ασφαλίσεως.

14 Ενόψει των διατάξεων του άρθρου 2, παράγραφος 2, της προαναφερθείσας οδηγίας, τα εθνικά γραφεία των κρατών μελών, καθώς και τα γραφεία δύο τρίτων χωρών, συνήψαν στις 16 Οκτωβρίου 1972 πρόσθετη σύμβαση εκείνης του 1953. Με τη σύσταση 73/185/ΕΟΚ της 13ης Μαΐου 1973 (JO L 194, σ. 13), η Επιτροπή διαπίστωσε ότι αυτή η πρόσθετη σύμβαση πληρούσε τις προϋποθέσεις που έθετε η πρώτη περίπτωση του άρθρου 2, παράγραφος 2, και καθόρισε την 1η Ιουλίου 1973 ως ημέρα από της οποίας τα αρχικά κράτη μέλη έπρεπε να απέχουν από τη διενέργεια μεθοριακών ελέγχων ως προς την ασφάλιση της αστικής ευθύνης για τα οχήματα τα οποία είχαν τη συνήθη στάθμευσή τους στο έδαφος ενός άλλου κράτους μέλους.

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

15 Παρατηρείται ότι, ενόψει της διατάξεως περί παραπομπής και της δικογραφίας, με το ερώτημά του το εθνικό δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί ουσιαστικά αν, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 4, της οδηγίας, όπως τροποποιήθηκε, όχημα το οποίο φέρει κατά τη διέλευση των συνόρων πινακίδες κυκλοφορίας που εκδόθηκαν κανονικά από τις αρχές κράτους μέλους, πλην όμως πλαστές λόγω του ότι, στην πραγματικότητα, είναι οι πινακίδες κυκλοφορίας που χορηγήθηκαν για άλλο όχημα, μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει τη συνήθη στάθμευσή του στο έδαφος του κράτους το οποίο εξέδωσε τις εν λόγω πινακίδες.

16 'Οπως υπομνήσθηκε προηγουμένως, ο ουσιώδης στόχος της εν λόγω οδηγίας είναι η κατάργηση του μεθοριακού ελέγχου της υποχρεωτικής ασφαλίσεως η οποία καλύπτει την αστική ευθύνη από οχήματα ιδιωτών, προκειμένου να διευκολύνεται η διακίνηση των ταξιδιωτών μεταξύ των κρατών μελών αυτή η κατάργηση του ελέγχου αφορά τα οχήματα τα οποία έχουν τη συνήθη στάθμευσή του στο έδαφος κράτους μέλους.

17 Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η οδηγία εξήρτησε την εν λόγω κατάργηση του μεθοριακού ελέγχου από τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ των εθνικών γραφείων ασφαλίσεως, κατά την οποία κάθε εθνικό γραφείο εγγυάται την αποζημίωση των θυμάτων από ατυχήματα που συνέβησαν στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους.

18 Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο υπό την προϋπόθεση ότι, κατά τη διέλευση των συνόρων, ο έλεγχος αφορά αποκλειστικά το ζήτημα αν το όχημα φέρει πινακίδες κυκλοφορίας οι οποίες έχουν τα εξωτερικά γνωρίσματα πινακίδων που εκδόθηκαν κανονικά από τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους και η απόδειξη της ταξινομήσεως μπορεί να ζητείται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία οι πινακίδες είναι προφανώς πλαστές.

19 Αυτός είναι ο λόγος που οδήγησε στην προαναφερθείσα διασαφήνιση που έγινε στο άρθρο 1, παράγραφος 4, πρώτη περίπτωση, της οδηγίας 72/166 με την οδηγία 84/5, η οποία αντικατέστησε τη φράση "το έδαφος του κράτους όπου το όχημα είναι εγγεγραμμένο [ταξινομημένο]" με τη φράση "το έδαφος του κράτους του οποίου το όχημα φέρει πινακίδα κυκλοφορίας".

20 Συνεπώς, το άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 72/166, όπως τροποποιήθηκε, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το όχημα το οποίο, κατά τη διέλευση των συνόρων, φέρει πινακίδες κυκλοφορίας που εκδόθηκαν κανονικά από τις αρχές κράτους μέλους, πλην όμως πλαστές λόγω του ότι, στην πραγματικότητα, είναι οι πινακίδες κυκλοφορίας που χορηγήθηκαν για άλλο όχημα, μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει τη συνήθη στάθμευσή του στο έδαφος του κράτους το οποίο εξέδωσε τις εν λόγω πινακίδες.

21 Υποστηρίχθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι μια τέτοια ερμηνεία θα κατέληγε στο ελάχιστα ικανοποιητικό συμπέρασμα ότι το εθνικό γραφείο του κράτους όπου συνέβη το ατύχημα θα μπορούσε, αφού αποζημιώσει τα θύματα, να ζητήσει την απόδοση της καταβληθείσας αποζημιώσεως από το εθνικό γραφείο του κράτους των κλεμμένων ή πλαστών πινακίδων, παρά το γεγονός ότι αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το όχημα το οποίο προκάλεσε το ατύχημα.

22 Συναφώς, παρατηρείται ότι, έστω κι αν το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε το προδικαστικό ερώτημα ενόψει της ερμηνείας της συμφωνίας μεταξύ εθνικών γραφείων που έχει ως αντικείμενο τον προσδιορισμό του γραφείου το οποίο, τελικά, πρέπει να φέρει το βάρος της αποζημιώσεως του θύματος, η επιχειρηματολογία αυτή στερείται λυσιτελείας, καθόσον ο προσδιορισμός, στη συμφωνία αυτή, του γραφείου το οποίο πρέπει να φέρει το βάρος της αποζημιώσεως έγινε σε τομέα μη καλυπτόμενο από την οδηγία και η διατύπωση που χρησιμοποιείται στη συμφωνία δεν πρέπει, επομένως, να έχει κατ' ανάγκη την ίδια έννοια με αυτή που χρησιμοποιείται στην οδηγία.

23 Κατά συνέπεια, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο, μόνο αρμόδιο να ερμηνεύσει τη συμφωνία μεταξύ εθνικών γραφείων, να δώσει στη διατύπωση που χρησιμοποιείται στη συμφωνία την έννοια που αυτό θεωρεί πρόσφορη, χωρίς να δεσμεύεται συναφώς από την έννοια που πρέπει να δοθεί στην πανομοιότυπη φράση που περιέχεται στην οδηγία.

24 Από το σύνολο των προηγούμενων σκέψεων προκύπτει ότι στο ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας, όπως τροποποιήθηκε, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι όχημα το οποίο, κατά τη διέλευση των συνόρων, φέρει πινακίδες κυκλοφορίας που εκδόθηκαν κανονικά από τις αρχές κράτους μέλους, πλην όμως πλαστές λόγω του ότι, στην πραγματικότητα, είναι οι πινακίδες κυκλοφορίας που χορηγήθηκαν για άλλο όχημα, μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει τη συνήθη στάθμευσή του στο έδαφος του κράτους το οποίο εξέδωσε τις εν λόγω πινακίδες.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

25 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική και η Γαλλική Κυβέρνηση, καθώς και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε το tribunal de grande instance de Toulon, με απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 1988, αποφαίνεται:

Tο άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 72/166/EOK του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι όχημα το οποίο, κατά τη διέλευση των συνόρων, φέρει πινακίδες κυκλοφορίας που εκδόθηκαν κανονικά από τις αρχές κράτους μέλους, πλην όμως πλαστές λόγω του ότι, στην πραγματικότητα, είναι οι πινακίδες κυκλοφορίας που χορηγήθηκαν για άλλο όχημα, μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει τη συνήθη στάθμευσή του στο έδαφος του κράτους το οποίο εξέδωσε τις εν λόγω πινακίδες.