ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Στρασβούργο, 16.1.2018
COM(2018) 32 final
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ
FMT:Boldσχετικά με την εφαρμογή της δέσμης μέτρων για την κυκλική οικονομία:/FMT
FMT:Boldεπιλογές σχετικά με τα θέματα διεπαφής μεταξύ της νομοθεσίας για τα χημικά, τα προϊόντα και τα απόβλητα/FMT
(Kείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
options to address the interface between chemical, product and waste legislation
{SWD(2018) 20 final}
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ
σχετικά με την εφαρμογή της δέσμης μέτρων για την κυκλική οικονομία:
επιλογές σχετικά με τα θέματα διεπαφής μεταξύ της νομοθεσίας για τα χημικά, τα προϊόντα και τα απόβλητα
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
1.Εισαγωγή
Τον Δεκέμβριο του 2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μια φιλόδοξη δέσμη μέτρων για την κυκλική οικονομία, με σκοπό να βοηθήσει τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές της ΕΕ κατά τη μετάβαση προς μια ισχυρότερη και πιο κυκλική οικονομία, όπου οι πόροι θα χρησιμοποιούνται με πιο βιώσιμο τρόπο.
Οι προτεινόμενες δράσεις συνέβαλαν στο «κλείσιμο του κύκλου» ζωής των προϊόντων μέσω μεγαλύτερης ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης προς όφελος τόσο του περιβάλλοντος, όσο και της οικονομίας. Ο στόχος είναι να αντλείται η μέγιστη αξία και να γίνεται η ευρύτερη δυνατή χρήση για όλες τις πρώτες ύλες, τα προϊόντα και τα απόβλητα, με προώθηση της εξοικονόμησης ενέργειας και μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Η ανακύκλωση και η επαναχρησιμοποίηση μπορεί να παρεμποδίζονται από την παρουσία ορισμένων χημικών ουσιών. Μερικές χημικές ουσίες μπορούν απλώς να αποτελούν τεχνικά εμπόδια που εμποδίζουν την ανακύκλωση. Ακόμη και μια μη βλαπτική ουσία, η οποία για παράδειγμα έχει έντονη οσμή, μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να εμποδίζει τη χρήση του ανακυκλωμένου υλικού. Άλλες χημικές ουσίες είναι επικίνδυνες για τον άνθρωπο ή το περιβάλλον. Ένας αυξανόμενος αριθμός τέτοιων ουσιών προσδιορίζονται και τίθενται υπό περιορισμούς ή απαγορεύσεις. Τέτοιες χημικές ουσίες, όμως, μπορεί να υπάρχουν σε προϊόντα που πωλήθηκαν πριν την εφαρμογή αυτών των περιορισμών, ενώ κάποιες από αυτές μπορεί να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, με συνέπεια απαγορευμένες χημικές ουσίες κάποιες φορές να καταλήγουν στα ρεύματα ανακύκλωσης. Ο εντοπισμός ή η απομάκρυνση αυτών των ουσιών μπορεί να είναι δαπανηρά, γεγονός που συνιστά εμπόδιο, ιδίως για τις μικρές επιχειρήσεις ανακύκλωσης. Στην παρούσα ανακοίνωση όλα αυτά τα διαφορετικά είδη χημικών ουσιών αποκαλούνται «ουσίες που προκαλούν ανησυχία».
Η ανακοίνωση και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής είναι το αποτέλεσμα εγκάρσιων εργασιών μεταξύ εμπειρογνωμόνων που είναι υπεύθυνοι για διάφορους νομοθετικούς τομείς. Πραγματοποιήθηκε επίσης εκτενής στοχευμένη διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, η οποία ήταν ανοικτή για συμμετοχή από τις 12 Απριλίου έως τις 7 Ιουλίου 2017 και έλαβε παρατηρήσεις από περισσότερους από 100 εμπειρογνώμονες.
Η ανακοίνωση διερευνά τα τέσσερα σημαντικότερα ζητήματα που έχουν εντοπιστεί όσον αφορά τον τρόπο από κοινού εφαρμογής της νομοθεσίας για τις χημικές ουσίες, τα προϊόντα και τα απόβλητα και τον τρόπο με τον οποίο τα ζητήματα αυτά παρεμποδίζουν την ανάπτυξη μιας κυκλικής οικονομίας. Σ’ αυτή τη βάση, τίθενται συγκεκριμένα βασικά ερωτήματα ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα ζητήματα αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν και αναφέρονται οι δράσεις που θα θέσει σε εφαρμογή η Επιτροπή ήδη από σήμερα. Στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την ανακοίνωση, οι υπηρεσίες της Επιτροπής έχουν καταρτίσει λεπτομερέστερη ανάλυση των νομικών και τεχνικών προκλήσεων που πρέπει να συζητηθούν και προτείνουν πιθανές επιλογές ως προς τον τρόπο επίλυσής τους.
2.Τι επιδιώκουμε;
Το σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία περιλάμβανε τους εξής διττούς στόχους που πρέπει να επιτευχθούν:
1)ουσιαστική εφαρμογή της ανακύκλωσης και βελτίωση της χρήσης δευτερογενών πρώτων υλών, περιορίζοντας περιττά βάρη και διευκoλύνοντας τη διασυνοριακή κυκλοφορία των δευτερογενών πρώτων υλών, ώστε να εξασφαλίζεται η εύκολη εμπορία τους σε όλη την ΕΕ· και
2)υποκατάσταση των ουσιών που προκαλούν ανησυχία και, όπου αυτό δεν είναι δυνατό, μείωση της παρουσίας τους και βελτίωση της παρακολούθησής τους.
Οι δύο αυτοί στόχοι, που απορρέουν από την πολιτική στον τομέα των αποβλήτων ο πρώτος και από την πολιτική για τα χημικά προϊόντα ο δεύτερος, έχουν συχνά θεωρηθεί αντικρουόμενοι και έχουν οδηγήσει σε ισχυρισμούς ότι ο ένας τομέας πολιτικής εμποδίζει την εκπλήρωση των στόχων του άλλου.
Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι να προαγάγει μια ευρεία συζήτηση στην Ένωση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να αντιμετωπιστούν με ικανοποιητικό τρόπο τα κύρια στοιχεία που εντοπίζονται στη διεπαφή μεταξύ της νομοθεσίας για τα χημικά, τα προϊόντα και τα απόβλητα. Κατά την αναζήτηση λύσεων πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι πρόκειται για ένα τομέα πολιτικής στον οποίο σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν ιδιαίτερες συνθήκες – συχνά σε περιφερειακό ή ακόμη και τοπικό επίπεδο.
Αναζητούμε λύσεις με ευρεία στήριξη από τους ενδιαφερομένους, οι οποίες θα πρέπει να εφαρμοστούν στο κατάλληλο επίπεδο. Δεν χρειάζεται απαραιτήτως να αναληφθεί δράση για όλα τα ζητήματα σε επίπεδο ΕΕ εάν οι εθνικές ή οι τοπικές λύσεις μας βοηθούν να επιτύχουμε καλύτερα αποτελέσματα.
3.Τέσσερα ζητήματα που έχουν εντοπιστεί
Στην ανοικτή και ανταγωνιστική ενωσιακή αγορά οι επιχειρήσεις παράγουν τα προϊόντα τους με βάση τα υλικά που θεωρούν ότι ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες τους. Όταν τα απόβλητα έχουν υποστεί επεξεργασία για να εισέλθουν ξανά στην αγορά, τα εν λόγω ανακτημένα υλικά βρίσκονται σε άμεσο ανταγωνισμό με τις πρώτες ύλες. Ως εκ τούτου, κάθε ανακτημένο υλικό βρίσκεται σε ισχυρότερη ανταγωνιστική θέση στην αγορά, όταν είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερο προς το πρωτογενές υλικό σε επιδόσεις και ποιότητα. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται ευρύτερο φάσμα χρήσεων για το ανακτημένο υλικό.
Τα ανακτημένα υλικά τα οποία περιέχουν ουσίες που προκαλούν ανησυχία μπορεί να μη χρησιμοποιούνται επειδή, απλά, η χρήση τους θα μπορούσε να βλάψει την εικόνα του προϊόντος που περιέχει το υλικό. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτά τα υλικά μπορεί να μην επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται εκ νέου, για παράδειγμα, για την παραγωγή νέων υλικών που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα.
Για να συμβάλουμε στην επιδίωξη της Ένωσης να μεγιστοποιηθεί η ανακύκλωση και να ελαχιστοποιηθεί η χρήση πρωτογενών υλικών, εξετάσαμε τους ισχύοντες ενωσιακούς κανόνες για τη διαχείριση των αποβλήτων, τις χημικές ουσίες και τα προϊόντα και διαπιστώσαμε ότι τέσσερα κύρια ζητήματα βρίσκονται στο σημείο διεπαφής μεταξύ των κανόνων αυτών.
3.1.Οι πληροφορίες σχετικά με την παρουσία ουσιών που προκαλούν ανησυχία δεν είναι άμεσα διαθέσιμες σε όλους όσοι διαχειρίζονται απόβλητα και τα προετοιμάζουν για ανάκτηση.
Τα απόβλητα συχνά αποτελούνται από μεικτά προϊόντα τα οποία έχουν παραχθεί σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα και πληρούν διαφορετικά πρότυπα προϊόντων. Συχνά, οι εταιρείες διαχείρισης αποβλήτων δεν έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τη σύνθεση των απορριφθέντων προϊόντων που διαχειρίζονται, διότι είτε δεν υπάρχουν τέτοιες πληροφορίες, είτε υπάρχουν μεν, αλλά δεν είναι διαθέσιμες τη στιγμή που το προϊόν καταλήγει στα απορρίμματα. Επιπλέον, τα υλικά μπορεί επίσης να υποστούν τυχαία μόλυνση καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους.
Παράδειγμα: Η χαρτοβιομηχανία καταβάλλει προσπάθειες να διατηρήσει το προϊόν της ασφαλές και εύκολα ανακυκλώσιμο. Όταν οι εταιρείες μεταποίησης χρησιμοποιούν το χαρτί για την κατασκευή έντυπων προϊόντων, μπορεί να προστεθούν μελάνια και άλλες ύλες. Οι ισχύοντες κανόνες δεν επιτρέπουν στις χαρτοποιίες ανακύκλωσης να διαθέτουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τις χημικές ουσίες που προστέθηκαν κατά τους προηγούμενους κύκλους ζωής. Το γεγονός αυτό περιορίζει την ανακύκλωση του χαρτιού και αυξάνει το κόστος, λόγω της ανάγκης για διενέργεια πρόσθετων ελέγχων και δοκιμών. Έχουν παρατηρηθεί πρόσφατα περιπτώσεις στις οποίες εντοπίστηκαν κατάλοιπα μελάνης και ορυκτελαίων σε τρόφιμα λόγω μετανάστευσης από συσκευασίες κατασκευασμένες από ανακυκλωμένο χαρτί και χαρτόνι.
Επιπλέον, μελέτες που διεξήγαγαν τα κράτη μέλη σχετικά με τα απόβλητα ειδών ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, έδειξαν ότι οι πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας διαβιβάζονται ή διατίθενται στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας αποβλήτων μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις.
|
3.1.1.Στόχος
Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τις ουσίες που προκαλούν ανησυχία σε προϊόντα είναι στη διάθεση όλων των συντελεστών της αλυσίδας εφοδιασμού και, τελικά, τίθενται επίσης στη διάθεση των επιχειρήσεων διαχείρισης αποβλήτων. Αυτό θα συμβάλει στην προώθηση κύκλων μη τοξικών υλικών και θα βελτιώσει τη διαχείριση κινδύνου των χημικών ουσιών κατά την πραγματοποίηση επισκευών και άλλων μορφών επαναχρησιμοποίησης, καθώς και κατά τις διαδικασίες ανάκτησης αποβλήτων.
1.
2.
3.
3.1.
3.1.1.
3.1.2.Προγραμματισμένες δράσεις
Παράλληλα με την παρούσα διαβούλευση θα βελτιώσουμε τη βάση τεκμηρίωσης με τη διεξαγωγή μελέτης σκοπιμότητας σε αντιπροσωπευτικούς τομείς, σχετικά με τη χρήση διαφορετικών συστημάτων πληροφοριών, καινοτόμων τεχνολογιών και στρατηγικών ιχνηλάτησης που θα μπορούσαν να καταστήσουν δυνατή τη ροή των σχετικών πληροφοριών σε όλο το μήκος των αλυσίδων εφοδιασμού των ειδών, ώστε οι πληροφορίες να φθάνουν στις επιχειρήσεις ανακύκλωσης. Η εν λόγω μελέτη αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη του 2019. Στις λοιπές προγραμματισμένες δραστηριότητες περιλαμβάνεται η ανάπτυξη μεθόδων εργασίας ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα εισαγόμενα είδη δεν περιέχουν ουσίες οι οποίες δεν έχουν εγκριθεί για χρήση στην παραγωγή ειδών στην ΕΕ, καθώς και απλουστευμένες διαδικασίες για τον περιορισμό των ουσιών ΚΜΤ σε καταναλωτικά είδη.
Ερωτήσεις:
Ποια θα ήταν η προστιθέμενη αξία της θέσπισης ενός υποχρεωτικού συστήματος πληροφοριών στην Ένωση, το οποίο θα ενημερώνει τις εταιρείες διαχείρισης αποβλήτων και ανάκτησης σχετικά με την παρουσία ουσιών που προκαλούν ανησυχία;
Πώς θα πρέπει να διαχειριζόμαστε τα εμπορεύματα που εισάγονται στην Ένωση;
|
3.2.Τα απόβλητα ενδέχεται να περιέχουν ουσίες που δεν επιτρέπονται πλέον σε νέα προϊόντα
Νέες χημικές ουσίες τίθενται διαρκώς σε κυκλοφορία στην αγορά, ενώ άλλες απαγορεύονται, όταν διαπιστώνεται ότι ενέχουν κινδύνους. Αυτή η συνεχής διαδικασία συνεπάγεται ότι τα προϊόντα που παράγονται νομίμως σήμερα ενδέχεται να περιέχουν κάποια ουσία που αργότερα μπορεί να απαγορευτεί. Όταν το προϊόν καθίσταται απόβλητο και στη συνέχεια ανακτάται, η απαγορευμένη ουσία μπορεί να εξακολουθήσει να περιέχεται στα ανακτημένα υλικά. Πρόκειται για το λεγόμενο πρόβλημα των «παλαιών ουσιών».
Παράδειγμα: Υπάρχουν πολλά παραδείγματα προβλημάτων με «παλαιές ουσίες». Για παράδειγμα, έχει αναφερθεί ότι ορισμένοι βρωμιούχοι φλογοεπιβραδυντές που είναι ανθεκτικοί, βιοσυσσωρεύσιμοι και τοξικοί έχουν εντοπιστεί σε ανακυκλωμένα πλαστικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων παιχνιδιών και μαγειρικών σκευών. Σε μια άλλη περίπτωση, η χρήση ορισμένων ουσιών που προστίθεντο αρχικά στο PVC για να το μαλακώσουν υπόκειται πλέον σε ρύθμιση, πράγμα που σημαίνει ότι το ανακυκλωμένο PVC που περιέχει τις ουσίες αυτές πάνω από συγκεκριμένη ποσότητα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ούτε να κυκλοφορεί στην ενωσιακή αγορά.
|
3.2.1.Στόχος
Πρέπει να καταστήσουμε ευκολότερη την ανακύκλωση και να βελτιώσουμε την αξιοποίηση των δευτερογενών πρώτων υλών με την προώθηση κύκλων μη τοξικών υλικών. Επιπροσθέτως, κατά την εξέταση δυνητικών περιορισμών των χημικών ουσιών και εξαιρέσεων από τους περιορισμούς, πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη προσοχή στον αντίκτυπό τους όσον αφορά τη μελλοντική τους ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση.
3.2.2.Προγραμματισμένες δράσεις
Το ζήτημα των παλαιών ουσιών θα εξακολουθήσει να αποτελεί εμπόδιο για την κυκλική οικονομία και, ως εκ τούτου, θα λάβουμε μέτρα για να αναπτύξουμε μια ειδική μεθοδολογία λήψης αποφάσεων για την υποστήριξη των αποφάσεων σχετικά με τη δυνατότητα ανακύκλωσης των αποβλήτων τα οποία περιέχουν ουσίες που προκαλούν ανησυχία. Η μεθοδολογία αυτή θα λαμβάνει υπόψη τη συνολική σχέση κόστους-οφέλους της ανακύκλωσης ενός υλικού σε σχέση με την απόρριψή του (συμπεριλαμβανομένης της αποτέφρωσης με ανάκτηση ενέργειας). Αναμένουμε να ολοκληρώσουμε το έργο αυτό μέχρι τα μέσα του 2019.
Διαπιστώνουμε επίσης την ανάγκη επεξεργασίας κατευθυντήριων γραμμών για να διασφαλίζεται ότι η παρουσία ουσιών που προκαλούν ανησυχία σε ανακτημένα υλικά αντιμετωπίζεται καλύτερα στα αρχικά στάδια προετοιμασίας των προτάσεων για τη διαχείριση του κινδύνου τον οποίο ενέχουν οι ουσίες που προκαλούν ανησυχία.
Τέλος, εξετάζουμε την εκπόνηση εκτελεστικών πράξεων που θα επιτρέπουν να ελέγχεται αποτελεσματικά η χρησιμοποίηση της υφιστάμενης εξαίρεσης από την καταχώριση βάσει του κανονισμού REACH για τις ανακτημένες ουσίες.
Ερωτήσεις:
Πώς θα συμβιβάσουμε την ιδέα ότι τα απόβλητα είναι πόροι που θα πρέπει να ανακυκλώνονται ενώ, ταυτόχρονα, θα διασφαλίζεται ότι τα απόβλητα που περιέχουν ουσίες που προκαλούν ανησυχία ανακτώνται μόνο σε υλικά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια;
Θα πρέπει να επιτρέπουμε τα ανακυκλωμένα υλικά να περιέχουν χημικές ουσίες που δεν επιτρέπονται πλέον σε πρωτογενή υλικά; Αν ναι, υπό ποιους όρους;
|
3.3.Οι κανόνες της ΕΕ περί αποχαρακτηρισμού δεν είναι πλήρως εναρμονισμένοι, γεγονός που καθιστά αβέβαιο τον τρόπο μετατροπής των αποβλήτων σε νέα υλικά και προϊόντα
Οι κανόνες, η νομολογία και η εμπειρία ετών που διαθέτουμε καθορίζουν πότε ένα αγαθό παύει να είναι πλέον αγαθό και γίνεται απόβλητο. Όταν συμβεί αυτό, εφαρμόζεται η νομοθεσία της ΕΕ για τα απόβλητα. Οι ενωσιακοί κανόνες για τα απόβλητα είναι αυστηροί, προκειμένου να προστατεύονται η ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Σε μια κυκλική οικονομία, τα υλικά θα πρέπει να παραμένουν στο στάδιο των αποβλήτων προσωρινά, δεδομένου ότι στόχος είναι να ανακτηθούν και να εισέλθουν εκ νέου στην οικονομία για να αντικαταστήσουν τα πρωτογενή υλικά. Στις περισσότερες περιπτώσεις, για να γίνει αυτό, τα υλικά που έχουν ανακυκλωθεί δεν πρέπει πλέον να θεωρούνται απόβλητα.
Για να πάψουν τα απόβλητα να αποτελούν απόβλητα πρέπει να πληρούν τα λεγόμενα «κριτήρια αποχαρακτηρισμού». Για ορισμένα ρεύματα αποβλήτων τα εν λόγω κριτήρια έχουν καθοριστεί σε ενωσιακό ή σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω κανόνων και η σαφήνεια σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής τους παρουσιάζουν ελλείψεις. Η πολυπλοκότητα των ρευμάτων αποβλήτων, των διαδικασιών ανάκτησης και των ανακτημένων υλικών σημαίνει ότι δεν είναι εύκολο να καθοριστούν κριτήρια αποχαρακτηρισμού τα οποία θα εφαρμόζονται στο σύνολο των ρευμάτων αποβλήτων. Κατά συνέπεια, πολλά ανακτημένα υλικά αποτελούν αντικείμενο εμπορίας και χρήσης χωρίς να υπάρχουν καθιερωμένα κριτήρια αποχαρακτηρισμού και, ως εκ τούτου, υπό ασαφείς νομικές συνθήκες και χωρίς διαφάνεια.
Παράδειγμα: Κατά τη στοχευμένη διαβούλευση οι μεταλλουργίες και η βιομηχανία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ανέφεραν δυσκολίες όσον αφορά τον προσδιορισμό του καθεστώτος αποβλήτων ή προϊόντων για υλικά όπως η τέφρα άνθρακα, η σκωρία χαλκού ή η σκωρία σιδηρομολυβδαινίου. Εφαρμόζονται διαφορετικά κριτήρια στα κράτη μέλη, ακόμη και μεταξύ διαφορετικών περιοχών. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε προβλήματα κατά τη διασυνοριακή μεταφορά των υλικών αυτών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, καθιστά αδύνατη την αξιοποίηση χρήσιμων πόρων από αυτά τα υλικά, μερικά από τα οποία είναι απόβλητα τα οποία παράγονται σε ποσότητες που υπολογίζονται σε εκατομμύρια τόνους ανά έτος.
Οι αβεβαιότητες ως προς το καθεστώς ενός υλικού ως αποβλήτου ή προϊόντος αποτελούν επίσης πρόβλημα για τις αρχές, που συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες για να καθορίσουν αν εφαρμόζεται η νομοθεσία περί αποβλήτων ή περί προϊόντων. Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα όταν αποφασίζεται κατά πόσο το ανακυκλωμένο PVC που περιέχει DEHP θα πρέπει να εξακολουθεί να θεωρείται απόβλητο ή θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως προϊόν.
|
3.3.1.Στόχος
Οφείλουμε να βελτιώσουμε την εναρμόνιση των ερμηνειών και την εφαρμογή των κανόνων αποχαρακτηρισμού των αποβλήτων σε ολόκληρη την ΕΕ, προκειμένου να διευκολύνουμε περαιτέρω τη χρήση των ανακτημένων υλικών εντός της ΕΕ.
3.3.2.Προγραμματισμένες δράσεις
Η Επιτροπή θα διευκολύνει τη στενότερη συνεργασία μεταξύ των υφιστάμενων δικτύων εμπειρογνωμόνων στον τομέα της διαχείρισης χημικών και αποβλήτων και θα προετοιμάσει ένα επιγραμμικό αποθετήριο της ΕΕ για όλα τα εγκεκριμένα εθνικά και ενωσιακά κριτήρια αποχαρακτηρισμού των αποβλήτων και υποπροϊόντων. Η Επιτροπή θα δρομολογήσει επίσης μια μελέτη για την καλύτερη κατανόηση των πρακτικών των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή και την επαλήθευση των διατάξεων περί αποχαρακτηρισμού ως βάση για πιθανές κατευθυντήριες γραμμές.
Ερώτηση:
Με ποιον τρόπο και για ποια ρεύματα αποβλήτων θα πρέπει να διευκολύνουμε τη μεγαλύτερη εναρμόνιση των κανόνων αποχαρακτηρισμού των αποβλήτων;
|
3.4.Οι κανόνες για να αποφασίζεται ποια απόβλητα και ποιες χημικές ουσίες είναι επικίνδυνα δεν είναι επαρκώς ευθυγραμμισμένοι και αυτό επηρεάζει τη χρήση των δευτερογενών πρώτων υλών
Η παραγωγή και η χρήση επικίνδυνων χημικών ουσιών και προϊόντων υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες της ΕΕ για την προστασία από βλάβες των εργαζομένων, των πολιτών και του περιβάλλοντος. Όταν αποφασιστεί ότι μια χημική ουσία είναι επικίνδυνη, ταξινομείται ως τέτοια, γεγονός που συνεπάγεται σαφείς υποχρεώσεις για τους φορείς εκμετάλλευσης, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφαλής της χρήση.
Η διαχείριση των αποβλήτων διέπεται ομοίως από τους ενωσιακούς κανόνες που θεσπίζονται με τους ίδιους στόχους κατά νου, έτσι ώστε τα επικίνδυνα απόβλητα υποβάλλονται σε επεξεργασία χωρίς αρνητικές επιπτώσεις για το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία. Ωστόσο, οι δύο δέσμες κανόνων δεν είναι πλήρως ευθυγραμμισμένες. Έχουν παρατηρηθεί καταστάσεις κατά τις οποίες το ίδιο υλικό, που περιέχει μια επικίνδυνη ουσία, μπορεί να θεωρηθεί ως επικίνδυνο ή μη επικίνδυνο, ανάλογα με το αν πρόκειται για απόβλητο ή για προϊόν. Η διαφορά αυτή σημαίνει ότι δεν μπορεί να θεωρείται ως δεδομένο ότι υλικά που εισέρχονται εκ νέου στην οικονομία, προερχόμενα από ανάκτηση μη επικίνδυνων αποβλήτων, θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε ένα μη επικίνδυνο προϊόν.
Ο τρόπος εφαρμογής και επιβολής των κανόνων για την ταξινόμηση των αποβλήτων έχει σημαντικές συνέπειες στις μελλοντικές επιλογές διαχείρισης αποβλήτων, όπως όσον αφορά τη σκοπιμότητα και την οικονομική βιωσιμότητα της συλλογής, της μεθόδου ανακύκλωσης ή της επιλογής μεταξύ ανακύκλωσης και απόρριψής τους. Οι εν λόγω διαφορές ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στη χρήση των δευτερογενών πρώτων υλών.
Παράδειγμα: Ο μεταλλικός μόλυβδος ταξινομείται διαφορετικά, ανάλογα με το καθεστώς του ως αποβλήτου ή προϊόντος. Τα απόβλητα μεταλλικού μολύβδου από δραστηριότητες κατασκευών και κατεδαφίσεων ταξινομούνται ως μη επικίνδυνο απόβλητο στον ευρωπαϊκό κατάλογο αποβλήτων. Ο μεταλλικός μόλυβδος ως προϊόν ταξινομείται ως επικίνδυνη ουσία σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία για την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των χημικών προϊόντων (κανονισμός CLP), λόγω των επιβλαβών του επιδράσεων επί της αναπαραγωγής.
Ένα ακόμη παράδειγμα είναι η περίπτωση των αποβλήτων από εύκαμπτο PVC που περιέχει ορισμένες πρόσθετες ουσίες, όπου συχνά οι επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων ταξινομούν (εσφαλμένα) τα εν λόγω απόβλητα ως μη επικίνδυνα, παρόλο που το ανακτημένο προϊόν που προκύπτει θα ταξινομηθεί ως επικίνδυνο χημικό μείγμα βάσει του κανονισμού CLP.
|
3.4.1.Στόχος
Πρέπει να εξασφαλίσουμε μια πιο συνεπή προσέγγιση μεταξύ των κανόνων ταξινόμησης χημικών ουσιών και αποβλήτων.
3.4.2.Προγραμματισμένες δράσεις
Σύντομα θα δημοσιεύσουμε έγγραφο καθοδήγησης σχετικά με την ταξινόμηση αποβλήτων, που θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων και τις αρμόδιες αρχές να έχουν μια κοινή προσέγγιση ως προς τον χαρακτηρισμό και την ταξινόμηση των αποβλήτων. Επίσης, θα προωθήσουμε την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά τις μεθόδους δοκιμής για την αξιολόγηση των ουσιών όσον αφορά την επικίνδυνη ιδιότητα HP 14 «οικοτοξικό» με στόχο την ενδεχόμενη εναρμόνισή τους.
Ερώτηση:
Πρέπει να εναρμονιστούν περαιτέρω οι κανόνες για την ταξινόμηση επικινδυνότητας, έτσι ώστε τα απόβλητα να θεωρούνται επικίνδυνα βάσει των ίδιων κανόνων που ισχύουν για τα προϊόντα;
|
4.Συμπεράσματα και επόμενα βήματα
Τα τέσσερα αυτά ζητήματα αποτελούν σημαντικά εμπόδια για την κυκλική οικονομία. Από τις απαντήσεις που ελήφθησαν, είναι σαφές ότι υπάρχουν προβλήματα με την εφαρμογή στην πράξη, όσον αφορά την περιορισμένη διαθεσιμότητα πόρων και γνώσεων, καθώς και για τον συντονισμό μεταξύ των διαφόρων φορέων σε τοπικό, εθνικό και ενωσιακό επίπεδο.
Από την ανάλυσή μας καταδεικνύεται επίσης ότι υπάρχουν νομικές προκλήσεις. Η πιο μακροπρόθεσμη φιλοδοξία πρέπει να είναι η επίτευξη πλήρους συνεκτικότητας μεταξύ των νομοθετικών διατάξεων για την εφαρμογή των πολιτικών σε θέματα αποβλήτων και χημικών ουσιών. Αυτό θα συμβάλει στην επίτευξη του στόχου σύμφωνα με τον οποίο τα υλικά πρέπει να είναι ασφαλή, κατάλληλα για τον επιδιωκόμενο σκοπό και σχεδιασμένα για να είναι ανθεκτικά, ανακυκλώσιμα και να έχουν περιορισμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Τα αγαθά πρέπει να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται, να κυκλοφορούν στην αγορά και να ανακυκλώνονται με ελάχιστη χρήση ουσιών που προκαλούν ανησυχία, ώστε να διευκολύνεται η επαναχρησιμοποίηση κατά τρόπο που να μεγιστοποιεί τα οικονομικά οφέλη και τη χρησιμότητα των υλικών για την κοινωνία, διατηρώντας ταυτόχρονα υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος.
Οι επιλογές πολιτικής στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής καλύπτουν τόσο τα άμεσα ζητήματα, όσο και εκείνα που μπορούν να επιλυθούν μόνο με την πάροδο του χρόνου. Το έγγραφο περιλαμβάνει πολλές επιλογές ανά ζήτημα και καλεί σε προβληματισμό με την κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στα συνολικά μακροπρόθεσμα οφέλη από την κυκλική χρήση αυτών των υλικών και στις συνολικές μακροπρόθεσμες ανυσυχίες για την υγεία και το περιβάλλον που συνδέονται με τις ουσίες τις οποίες περιέχουν τα εν λόγω υλικά.
Πρέπει να ανοίξει ο δρόμος προς μια κυκλική οικονομία στην Ένωση. Έχουμε μερικά άμεσα διαθέσιμα εργαλεία που μπορούν να περιορίσουν κάποιες από τις τριβές, αλλά χρειαζόμαστε περισσότερα αποδεικτικά στοιχεία καθώς και στοιχεία από όλη την ΕΕ για να διαπιστωθεί πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε καλύτερα ορισμένα ζητήματα ευρύτερης εμβέλειας.
Καλούμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή των Περιφερειών, καθώς και τους ενδιαφερομένους, να συμμετάσχουν στη συζήτηση και να λάβουν θέση όσον αφορά τις διαπιστωθείσες προκλήσεις, ώστε να μπορέσουμε να καθορίσουμε μια μελλοντική πορεία για μια πραγματικά κυκλική οικονομία.
Φιλοδοξούμε, μέχρι το τέλος της θητείας της παρούσας Επιτροπής το 2019, οι υπεσχημένες δράσεις να βρίσκονται ήδη σε καλό δρόμο και να υποστηρίζονται από βάσιμα στοιχεία. Οι νέες μελέτες που δρομολογούμε καθώς και η διαβούλευση, στην οποία όλοι οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να συμμετάσχουν, θα έχουν συνεπώς καθοριστικό ρόλο για την προώθηση των εργασιών μας.