Βρυξέλλες, 21.6.2017

COM(2017) 335 final

2017/0138(CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις

{SWD(2017) 236 final}
{SWD(2017) 237 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η καταπολέμηση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής συγκαταλέγεται μεταξύ των πολιτικών προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), με στόχο τη δημιουργία βαθύτερης και δικαιότερης ενιαίας αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή έχει παρουσιάσει τα τελευταία χρόνια αρκετές πρωτοβουλίες επιδιώκοντας την προώθηση ενός δικαιότερου φορολογικού συστήματος. Η ενίσχυση της διαφάνειας είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της στρατηγικής της Επιτροπής για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής. Συγκεκριμένα, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου οι τελευταίες να έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες που τους χρειάζονται για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Τα κράτη μέλη δυσκολεύονται διαρκώς περισσότερο να προστατεύσουν τις εθνικές φορολογικές βάσεις τους από τη διάβρωση, καθώς οι δομές φορολογικού σχεδιασμού καθίστανται ολοένα και πιο πολύπλοκες, επωφελούμενες από την αυξημένη κινητικότητα κεφαλαίων και προσώπων στην εσωτερική αγορά. Η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς υπονομεύεται έτσι από τις στρεβλώσεις και την έλλειψη δίκαιης μεταχείρισης. Οι επιζήμιες αυτές δομές αποτελούνται συνήθως από ρυθμίσεις που αναπτύσσονται μεταξύ διαφόρων φορολογικών δικαιοδοσιών και μετατοπίζουν τα φορολογητέα κέρδη προς ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα ή έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής φορολογικής εισφοράς των φορολογουμένων, με συνέπεια τη σημαντική μείωση των φορολογικών εσόδων των κρατών μελών, γεγονός το οποίο εμποδίζει τα τελευταία να εφαρμόσουν ευνοϊκές για την ανάπτυξη φορολογικές πολιτικές.

Πρόσφατες διαρροές, μεταξύ άλλων, τα έγγραφα του Παναμά, έφεραν στο φως τον τρόπο με τον οποίον ορισμένοι ενδιάμεσοι φέρονται να βοήθησαν ενεργά τους πελάτες τους να κάνουν χρήση ρυθμίσεων επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού προκειμένου να μειώσουν τη φορολογική τους επιβάρυνση και να αποκρύψουν χρήματα σε υπεράκτιες χώρες. Ενώ ορισμένες πολύπλοκες συναλλαγές και εταιρικές δομές μπορεί να έχουν απόλυτα νόμιμους σκοπούς, είναι ταυτόχρονα σαφές ότι ορισμένες δραστηριότητες, περιλαμβανομένων των υπεράκτιων δομών, μπορεί να μην είναι νόμιμες και σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα μπορεί να είναι ακόμη και παράνομες. Για να δημιουργηθεί απόσταση ανάμεσα στους πραγματικούς δικαιούχους και τον πλούτο που κατέχουν χρησιμοποιούνται διάφορες και πολύπλοκες δομές, συνήθως δε εταιρεία ευρισκόμενη σε δικαιοδοσία που προβλέπει χαμηλή φορολογία ή που δεν διέπεται από την αρχή της διαφάνειας, με στόχο να εξασφαλιστεί χαμηλή ή μηδενική φορολόγηση και/ή η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ορισμένοι φορολογούμενοι χρησιμοποιούν εικονικές εταιρείες εγκατεστημένες σε φορολογικούς παραδείσους όπου ισχύει το φορολογικό απόρρητο και ορίζουν εντολοδόχους διευθυντές για να αποκρύπτουν τον πλούτο και τα εισοδήματά τους, που προέρχονται συχνά από παράνομες δραστηριότητες, κρατώντας κρυφή την ταυτότητα των πραγματικών ιδιοκτητών των εταιρειών (πραγματικοί δικαιούχοι).

Επιπλέον, δυνάμει των διατάξεων της οδηγίας (ΕΕ) 2014/107 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014 1 , ισχύει στην ΕΕ το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς (ΚΠΑ) πληροφοριών για λογαριασμούς της αλλοδαπής, το οποίο εφαρμόζεται στις πληροφορίες που αφορούν φορολογικές περιόδους από την 1η Ιανουαρίου 2016 και εξής. Είναι επομένως ζωτικής σημασίας οι πληροφορίες που είναι ενδεχομένως εκτός του πεδίου εφαρμογής της εν προαναφερόμενης οδηγίας να συλλέγονται μέσω της επιβολής στους ενδιαμέσους της υποχρέωσης να γνωστοποιούν ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού.

Η προτεινόμενη νομική πράξη συμπληρώνει άλλους κανόνες και πρωτοβουλίες, όπως την τέταρτη οδηγία κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες 2 και την πρόσφατη αναθεώρησή της, που επιδιώκουν να περιορίσουν την έλλειψη διαφάνειας ή την αβεβαιότητα που υφίσταται επί του παρόντος σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους. Σκοπός της είναι η βελτίωση της διαφάνειας και της πρόσβασης στις προσήκουσες πληροφορίες σε αρχικό στάδιο, καθώς με τον τρόπο αυτό θα μπορέσουν οι αρχές να βελτιώσουν την ταχύτητα και την ακρίβεια των αξιολογήσεων κινδύνων τους και να λαμβάνουν εγκαίρως αποφάσεις μετά λόγου γνώσης για την προστασία των φορολογικών εσόδων τους. Ειδικότερα, αν οι φορολογικές αρχές λαμβάνουν πληροφορίες για ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού προτού αυτές τεθούν σε εφαρμογή, θα είναι σε θέση να εντοπίζουν τις ρυθμίσεις και να αντιμετωπίζουν τους φορολογικούς κινδύνους που αυτές εγκυμονούν λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα για την πάταξή τους. Για τον σκοπό αυτόν, οι πληροφορίες θα πρέπει ιδανικά να λαμβάνονται εκ των προτέρων, δηλαδή προτού εφαρμοστεί και/ή χρησιμοποιηθεί η εκάστοτε ρύθμιση. Αυτό θα δώσει ενδεχομένως στις αρχές τη δυνατότητα να αξιολογούν εγκαίρως τον κίνδυνο των εν λόγω ρυθμίσεων και, αν χρειάζεται, να λαμβάνουν μέτρα για την κάλυψη των νομοθετικών κενών και την πρόληψη της απώλειας φορολογικών εσόδων. Ο απώτερος στόχος είναι να διαμορφωθεί ένας μηχανισμός με αποτρεπτικό αποτέλεσμα, δηλαδή ένας μηχανισμός που θα αποθαρρύνει τους ενδιαμέσους να καταρτίζουν και να προωθούν στην αγορά τέτοιου είδους ρυθμίσεις.

Συνοχή με ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Έχει ζητηθεί επανειλημμένα από την Επιτροπή να αναλάβει πρωτοβουλία στον συγκεκριμένο τομέα και να διερευνήσει περαιτέρω τον ρόλο των ενδιαμέσων. Συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ζητήσει τη λήψη αυστηρότερων μέτρων κατά των ενδιαμέσων που συνεργούν σε σχεδιασμούς φοροδιαφυγής 3 . Τα κράτη μέλη στο άτυπο Συμβούλιο ECOFIN του Απριλίου 2016 4 κάλεσαν την Επιτροπή να εξετάσει πρωτοβουλίες σχετικά με κανόνες υποχρεωτικής γνωστοποίησης σύμφωνα με το πνεύμα της Δράσης 12 του σχεδίου του ΟΟΣΑ/της Ομάδας των 20 (G20) για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS) 5 , με στόχο την εισαγωγή πιο αποτελεσματικών αντικινήτρων για ενδιαμέσους που συνεργούν σε σχεδιασμούς φοροδιαφυγής. Τον Μάιο του 2016, το Συμβούλιο παρουσίασε συμπεράσματα σχετικά με μια εξωτερική στρατηγική και σχετικά με μέτρα κατά της κατάχρησης των φορολογικών συμβάσεων 6 . Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο ECOFIN κάλεσε «την Επιτροπή να εξετάσει νομοθετικές πρωτοβουλίες σχετικά με κανόνες υποχρεωτικής γνωστοποίησης σύμφωνα με το πνεύμα της Δράσης 12 του σχεδίου του ΟΟΣΑ για τη BEPS, με στόχο την εισαγωγή πιο αποτελεσματικών αντικινήτρων για μεσολαβητές που συνεργούν σε σχεδιασμούς φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής» 7 .

Με γνώμονα την ενίσχυση της διαφάνειας, η Δράση 12 του ΟΟΣΑ/της G20 συνιστά στις χώρες να θεσπίσουν ένα σύστημα υποχρεωτικής γνωστοποίησης ρυθμίσεων επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού χωρίς να ορίζει όμως ελάχιστα πρότυπα συμμόρφωσης. Η τελική έκθεση για τη Δράση 12 δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2015 στο πλαίσιο της δέσμης δράσεων BEPS. Η Ομάδα των 20 υποστήριξε τη λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της BEPS, σύμφωνα με τις συστάσεις του ΟΟΣΑ, και τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ δεσμεύτηκαν, ως μέλη του ΟΟΣΑ, να τα εφαρμόσουν. Επιπλέον, η Γερμανία, που προεδρεύει επί του παρόντος της G20, συμπεριέλαβε τη φορολογική ασφάλεια στους βασικούς θεματικούς τομείς των προτεραιοτήτων της 8 . Συνεπώς, η παροχή έγκαιρης πληροφόρησης στις φορολογικές αρχές για την κατάρτιση και τη χρησιμοποίηση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού θα τις εφοδιάσει με ένα πρόσθετο εργαλείο λήψης κατάλληλων μέτρων κατά ορισμένων ρυθμίσεων φορολογικού σχεδιασμού, το οποίο συμβάλλει τελικά στην ενίσχυση της φορολογικής ασφάλειας και είναι πλήρως συμβατό με τις προτεραιότητες της G20.

Η ανακοίνωση του Ιουλίου 2016 για τη λήψη περαιτέρω μέτρων με σκοπό την ενίσχυση της διαφάνειας και της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής 9 παρουσίαζε την εκτίμηση της Επιτροπής σχετικά με τους τομείς προτεραιότητας για ανάληψη δράσης κατά τους προσεχείς μήνες σε ενωσιακό και διεθνές επίπεδο. Η βελτίωση της διαφάνειας όσον αφορά τους ενδιαμέσους προσδιορίστηκε ως ένας από τους τομείς στους οποίους θα αναληφθεί δράση στο μέλλον.

Αντικείμενο της προτεινόμενης νομικής πράξης είναι η ευρεία πολιτική προτεραιότητα για διαφάνεια στη φορολογία, η οποία αποτελεί προαπαιτούμενο για την αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροαποφυγής, της φοροδιαφυγής και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Τα δύο τελευταία χρόνια, τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν σε μια σειρά νομοθετικών πράξεων στον τομέα της διαφάνειας οι οποίες επιβάλλουν στις εθνικές φορολογικές αρχές την υποχρέωση να συνεργάζονται στενά σε επίπεδο ανταλλαγής πληροφοριών. Η οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου 10 αντικατέστησε την οδηγία 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου 11 και σηματοδότησε την έναρξη της ενισχυμένης διοικητικής συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών αρχών της ΕΕ, θεσπίζοντας χρήσιμα εργαλεία για τη βελτίωση της συνεργασίας στους ακόλουθους τομείς: ανταλλαγές πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, αυθόρμητες ανταλλαγές, αυτόματες ανταλλαγές βάσει εξαντλητικού καταλόγου θεμάτων, συμμετοχή σε διοικητικές έρευνες, ταυτόχρονοι έλεγχοι και κοινοποιήσεις φορολογικών αποφάσεων σε άλλες φορολογικές αρχές.

Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών είναι καθοριστική συνιστώσα της προτεινόμενης νομικής πράξης, καθώς προβλέπεται ότι οι πληροφορίες που θα γνωστοποιούνται από τους ενδιαμέσους στις φορολογικές αρχές θα ανταλλάσσονται στη συνέχεια αυτομάτως με άλλες φορολογικές αρχές της ΕΕ. Πρόκειται για την τελευταία μιας σειράς πρωτοβουλιών της ΕΕ που θεσπίζουν την απαίτηση της υποχρεωτικής αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών σε φορολογικά θέματα:

·Οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΟΔΣ): η οδηγία προβλέπει την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, όπου υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες, για πέντε μη χρηματοοικονομικές κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου, από την 1η Ιανουαρίου 2015: 1) εισόδημα από απασχόληση, 2) αμοιβές διοικητικών στελεχών, 3) προϊόντα ασφάλειας ζωής που δεν καλύπτονται από άλλες οδηγίες, 4) συντάξεις, και 5) κυριότητα ακίνητης περιουσίας και εισόδημα από αυτήν.

·Οδηγία 2014/107/ΕΕ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2014 12 , όσον αφορά την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών μεταξύ των κρατών μελών με βάση το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς (ΚΠΑ) του ΟΟΣΑ, το οποίο προβλέπει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών τους οποίους κατέχουν πρόσωπα με φορολογική κατοικία στην αλλοδαπή.

·Οδηγία (ΕΕ) 2015/2376 του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2015 13 , όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για εκ των προτέρων διασυνοριακές φορολογικές αποφάσεις.

·Οδηγία (ΕΕ) 2016/881 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2016 14 , όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της παροχής στοιχείων ανά χώρα μεταξύ των φορολογικών αρχών.

·Πρόταση της Επιτροπής για οδηγία 2016/0107 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Απριλίου 2016 15 , όσον αφορά τη δημοσιοποίηση πληροφοριών για τη φορολογία εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα. Οι προτεινόμενες διατάξεις προβλέπουν τη δημοσίευση πληροφοριών για τη φορολογία εισοδήματος η οποία θα επιτρέψει την πρόσβαση του ευρύτερου κοινού σε φορολογικά στοιχεία πολυεθνικών επιχειρήσεων ανά χώρα. Πρόκειται για πρόταση που βρίσκεται ακόμη υπό συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με τη συνήθη διαδικασία.

·Συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών 16 για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών με βάση το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς του ΟΟΣΑ.

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι νομοθετικές πράξεις που διέπουν επί του παρόντος τα φορολογικά θέματα σε επίπεδο ΕΕ δεν περιέχουν διατάξεις οι οποίες να απαιτούν ρητά από τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν πληροφορίες σε περίπτωση που υποπίπτουν στην αντίληψή τους μηχανισμοί φοροαποφυγής και/ή φοροδιαφυγής. Η ΟΔΣ υποχρεώνει γενικά τις εθνικές φορολογικές αρχές να κοινοποιούν αυθόρμητα πληροφορίες στις άλλες φορολογικές αρχές της ΕΕ σε ορισμένες περιπτώσεις, μεταξύ άλλων, σε περίπτωση διαφυγής φόρων σε κάποιο κράτος μέλος ή μείωσης φόρου η οποία προκύπτει από εικονικές ενδοομιλικές μεταφορές κερδών. Στόχος της παρούσας πρωτοβουλίας είναι να μπορέσει να εντοπίσει, μέσω της γνωστοποίησης στοιχείων από ενδιαμέσους, ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και να τις υποβάλει σε υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών.

Συνοχή με άλλες πολιτικές της Ένωσης (πιθανές μελλοντικές πρωτοβουλίες σχετικές με τον τομέα πολιτικής)

Το αποτρεπτικό αποτέλεσμα της προτεινόμενης εκ των προτέρων γνωστοποίησης ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού θα μπορούσε να ενισχυθεί αν η υποχρέωση γνωστοποίησης πληροφοριών στις φορολογικές αρχές επεκτεινόταν στους ελεγκτές που υπογράφουν τις οικονομικές καταστάσεις των φορολογουμένων. Κατά την επιτέλεση των επαγγελματικών τους καθηκόντων, οι ελεγκτές έρχονται σε επαφή με μεγάλους όγκους στοιχείων, μεταξύ των οποίων είναι πιθανό να εντοπίσουν ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πρακτικές επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Τα πιθανά οφέλη από τη γνωστοποίηση των εν λόγω ρυθμίσεων στις αρχές θα συνιστούσαν ουσιαστικό συμπλήρωμα της υποχρεωτικής γνωστοποίησης παρεμφερών μηχανισμών από ενδιαμέσους, όπως υπευθύνους κατάρτισης, παράγοντες προώθησης, συμβούλους κ.λπ. Θα μπορούσε, επομένως, να εξεταστεί το ενδεχόμενο της ανάληψης νομοθετικής πρωτοβουλίας για το συγκεκριμένο θέμα στο μέλλον.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η νομική βάση για νομοθετικές πρωτοβουλίες στον τομέα της άμεσης φορολογίας είναι το άρθρο 115 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Αν και δεν περιέχει ρητή αναφορά στην άμεση φορολογία, το άρθρο 115 αναφέρεται σε οδηγίες για την προσέγγιση των εθνικών δικαίων, οι οποίες έχουν άμεση επίπτωση στην εγκαθίδρυση ή τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Για να ικανοποιηθεί η συγκεκριμένη προϋπόθεση, είναι αναγκαίο η προτεινόμενη νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα της άμεσης φορολογίας να αποσκοπεί στην αποκατάσταση των υφιστάμενων ασυνεπειών στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτό σημαίνει ότι τα μέτρα που λαμβάνονται σε επίπεδο ΕΕ αντιμετωπίζουν αποκλειστικά διασυνοριακές καταστάσεις.

Η έλλειψη διαφάνειας διευκολύνει τις δραστηριότητες ορισμένων ενδιαμέσων που επιδίδονται στην προώθηση και την πώληση ρυθμίσεων επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με διασυνοριακές επιπτώσεις. Αυτό έχει ως συνέπεια τα κράτη μέλη να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της μετατόπισης κερδών, τα οποία σε αντίθετη περίπτωση θα πραγματοποιούνταν και θα φορολογούνταν στο έδαφός τους, προς δικαιοδοσίες με χαμηλή φορολογία και να υφίστανται συχνά διάβρωση των φορολογικών τους βάσεων. Η κατάσταση αυτή ευνοεί επιπλέον τον αθέμιτο φορολογικό ανταγωνισμό εις βάρος επιχειρήσεων οι οποίες αρνούνται να επιδοθούν σε αυτές τις παράνομες δραστηριότητες, με τελικό αποτέλεσμα τη στρέβλωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Προκύπτει, επομένως, ότι η κατάσταση αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την υιοθέτηση ενιαίας προσέγγισης που θα αποσκοπεί στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 115 της ΣΛΕΕ.

Επικουρικότητα

Όπως προκύπτει από την εμπειρία, οι εθνικές διατάξεις κατά του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού δεν μπορούν να είναι απόλυτα αποτελεσματικές. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλές από τις δομές που επινοούνται με στόχο τη φοροαποφυγή έχουν διασυνοριακή διάσταση, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται διαρκώς και η κινητικότητα κεφαλαίων και προσώπων, ιδίως δε στους κόλπους μιας ολοκληρωμένης αγοράς, όπως είναι η εσωτερική αγορά της ΕΕ. Η ανάληψη συλλογικής δράσης σε επίπεδο ΕΕ για τη βελτίωση της τρέχουσας κατάστασης είναι πλέον εμφανώς αναγκαία και μπορεί να συμπληρώσει εποικοδομητικά τις πρωτοβουλίες που έχουν ήδη αναληφθεί στον εν λόγω τομέα, και συγκεκριμένα στο πλαίσιο της ΟΔΣ. Δικαιολογείται δε ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι οι νομοθετικές πράξεις που υπάρχουν ήδη σε εθνικό επίπεδο έχουν αποδειχτεί εν μέρει μόνο αποτελεσματικές όσον αφορά την ενίσχυση της διαφάνειας.

Υπό το πρίσμα αυτό, η εσωτερική αγορά έχει ανάγκη από έναν άρτιο μηχανισμό αντιμετώπισης των εν λόγω νομοθετικών κενών με ομοιόμορφο τρόπο και αποκατάστασης των υφιστάμενων στρεβλώσεων μέσω της διασφάλισης της έγκαιρης και προσήκουσας πληροφόρησης των φορολογικών αρχών για ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με διασυνοριακές επιπτώσεις.

Δεδομένου ότι με την υποχρεωτική γνωστοποίηση επιδιώκεται ουσιαστικά η ενημέρωση των φορολογικών αρχών για την ύπαρξη ρυθμίσεων με διάσταση που υπερβαίνει τα όρια μίας μόνο δικαιοδοσίας, είναι αναγκαίο να αναληφθεί δράση σε επίπεδο ΕΕ για την υλοποίηση σχετικής πρωτοβουλίας, προκειμένου να διασφαλιστεί η υιοθέτηση ομοιόμορφης προσέγγισης όσον αφορά την αντιμετώπιση του προβλήματος που έχει διαπιστωθεί. Η ανάληψη δράσης από τα κράτη μέλη με δική τους πρωτοβουλία και χωρίς συντονισμό θα οδηγούσε σε ένα συνονθύλευμα κανόνων για τη γνωστοποίηση ρυθμίσεων από ενδιαμέσους, που θα είχε ως συνέπεια τη συνέχιση του αθέμιτου φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών.

Ακόμη και στη περίπτωση της εμπλοκής ενός μόνο κράτους μέλους σε ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με τρίτη χώρα, υπάρχει μια διασυνοριακή διάσταση η οποία μπορεί κάλλιστα να δημιουργήσει κίνδυνο στρέβλωσης της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Συγκεκριμένα, το οικοδόμημα της εσωτερικής αγοράς βασίζεται στην αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, των εμπορευμάτων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων, σε συνδυασμό με τα οφέλη που απορρέουν από τις οδηγίες για τη φορολογία εταιρειών. Ως εκ τούτου, το πραγματικό επίπεδο προστασίας της εσωτερικής αγοράς προσδιορίζεται συνολικά με βάση το πιο αδύναμο κράτος μέλος. Καθίσταται επομένως σαφές γιατί μια ρύθμιση δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού στην οποία εμπλέκεται ένα κράτος μέλος έχει στην πραγματικότητα επίπτωση σε όλα τα κράτη.

Αν η απόφαση για τη διάσταση αυτή αφεθεί στη διακριτική ευχέρεια μεμονωμένων εθνικών πρωτοβουλιών, αυτό θα σήμαινε ότι ορισμένα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να αναλάβουν δράση, ενώ άλλα όχι. Αυτό οφείλεται ιδίως στο γεγονός ότι η Δράση 12 της BEPS δεν αποτελεί ελάχιστο πρότυπο και, ως εκ τούτου, η εφαρμογή της στην ΕΕ είναι δυνατό να παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις. Πράγματι, 39 από τους 131 ενδιαφερομένους απάντησαν στη δημόσια διαβούλευση ότι, σε περίπτωση μη ανάληψης δράσης σε επίπεδο ΕΕ, δεν θα θεσπιστούν απαιτήσεις διαφάνειας και 107 ενδιαφερόμενοι φορείς δήλωσαν ότι είναι πιθανό ή πολύ πιθανό να θεσπιστούν διαφορετικές απαιτήσεις διαφάνειας. Για όλους αυτούς τους λόγους, η νομοθέτηση της υποχρέωσης υποβολής στοιχείων σε επίπεδο ΕΕ, σε συνδυασμό με ανταλλαγή πληροφοριών, θα συνέβαλλε στην επίλυση των προβλημάτων που έχουν διαπιστωθεί και στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Επιπλέον, η ανάληψη δράσης στον τομέα της γνωστοποίησης σε επίπεδο ΕΕ θα προσδώσει προστιθέμενη αξία, σε σύγκριση με την ανάληψη μεμονωμένων συναφών πρωτοβουλιών από τα κράτη μέλη, και τούτο διότι η γνωστοποίηση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, ιδίως δε αν συνοδεύεται από ανταλλαγή πληροφοριών, θα επιτρέψει στις φορολογικές αρχές να σχηματίσουν ολοκληρωμένη εικόνα για τον αντίκτυπο των διασυνοριακών συναλλαγών στο σύνολο της φορολογικής βάσης. Η ΕΕ βρίσκεται, επομένως, σε καλύτερη θέση από κάθε κράτος μεμονωμένα να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα και την πληρότητα του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών.

Αναλογικότητα

Η προτεινόμενη πολιτική απόκριση αφορά μόνο την αντιμετώπιση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με διασυνοριακή διάσταση. Δεδομένου ότι οι στρεβλώσεις που έχουν διαπιστωθεί στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς εκτείνονται συνήθως πέραν των συνόρων ενός μόνο κράτους μέλους, ο περιορισμός των κοινών κανόνων σε διασυνοριακές καταστάσεις εντός της ΕΕ συνιστά το ελάχιστο απαιτούμενο μέτρο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων. Ως εκ τούτου, οι προτεινόμενες διατάξεις αποτελούν αναλογική απάντηση στο πρόβλημα που έχει διαπιστωθεί, καθώς δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου των Συνθηκών περί εύρυθμα λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς χωρίς στρεβλώσεις.

Επιλογή του νομικού μέσου

Η νομική βάση της παρούσας πρότασης είναι το άρθρο 115 της ΣΛΕΕ, το οποίο ορίζει ρητά ότι η θέσπιση νομοθεσίας στον συγκεκριμένο τομέα είναι δυνατή μόνο με τον νομικό τύπο της οδηγίας. Δεν επιτρέπεται, επομένως, να χρησιμοποιηθεί κανένα άλλο είδος ενωσιακής νομικής πράξης για τη θέσπιση δεσμευτικών κανόνων στον τομέα της άμεσης φορολογίας.

Επιπλέον, η προτεινόμενη οδηγία είναι η πέμπτη τροποποίηση της ΟΔΣ από το 2014 και μετά, σε συνέχεια των οδηγιών 2014/107/ΕΕ, (ΕΕ) 2015/2376, (ΕΕ) 2016/881 και (ΕΕ) 2016/2258 του Συμβουλίου.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Αξιολογήσεις

Η προτεινόμενη νομική πράξη τροποποιεί την ΟΔΣ θεσπίζοντας την υποχρεωτική γνωστοποίηση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και διευρύνοντας το πεδίο εφαρμογής της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών προκειμένου να συμπεριληφθούν αυτές οι ρυθμίσεις. Επομένως, το σκεπτικό στο οποίο βασίζονται οι προτεινόμενες τροποποιήσεις συνδέεται με την εξέταση ενός νέου θέματος, με στόχο την ενίσχυση των προσπαθειών των κρατών μελών να πατάξουν τη φοροαποφυγή και τη φοροδιαφυγή. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν αφορούν την κάλυψη των ελλείψεων που έχουν διαπιστωθεί στην υποκείμενη νομική πράξη (ήτοι την ΟΔΣ), αλλά αντίθετα διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής της με την προσθήκη ενός ακόμη θέματος στο πλαίσιο του οποίου η ανάγκη ανάληψης δράσης αιτιολογείται με βάση τα πορίσματα των εργασιών του ΟΟΣΑ για τη Δράση 12 και τις διαβουλεύσεις της Επιτροπής με τους ενδιαφερόμενους φορείς.

Η ΟΔΣ δεν έχει αξιολογηθεί μέχρι στιγμής. Η πρώτη έκθεση αξιολόγησης αναμένεται να υποβληθεί ως την 1η Ιανουαρίου 2018. Στη συνέχεια, η Επιτροπή θα υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της ΟΔΣ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ανά πενταετία. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη έχουν δεσμευτεί να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τις αναγκαίες πληροφορίες για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της διοικητικής συνεργασίας, καθώς και στατιστικά στοιχεία.

Η προτεινόμενη νομική πράξη έχει καταρτιστεί με τον αποδοτικότερο οικονομικά τρόπο. Έτσι, αφού πρώτα γίνουν οι αναγκαίες προσαρμογές, το προβλεπόμενο πλαίσιο θα χρησιμοποιεί για την ανταλλαγή πληροφοριών ένα εργαλείο πληροφορικής που ήδη υπάρχει, το οποίο είχε αναπτυχθεί αρχικά για την ανταλλαγή εκ των προτέρων διασυνοριακών αποφάσεων (ΟΔΣ 3).

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Στις 10 Νοεμβρίου 2016, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε δημόσια διαβούλευση για να συγκεντρώσει απόψεις σχετικά με την ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ για την αποθάρρυνση των συμβούλων και των ενδιαμέσων που συνεργούν στην ανάπτυξη μηχανισμών δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού.

Προτάθηκαν αρκετές πιθανές επιλογές, ενώ απόψεις διατύπωσαν 131 ενδιαφερόμενοι φορείς. Οι περισσότερες απαντήσεις προήλθαν από εμπορικές/επιχειρηματικές ενώσεις/επαγγελματικές ενώσεις σε ποσοστό 27%, ενώ ακολουθούν οι απαντήσεις ιδιωτών με ποσοστό 20%. Από γεωγραφικής σκοπιάς, οι περισσότερες απαντήσεις προήλθαν από τη Γερμανία σε ποσοστό που άγγιξε το 24% των συνολικών απαντήσεων.

Από το σύνολο των ερωτηθέντων, οι 46 απάντησαν ότι είχαν λάβει συμβουλές για φορολογικά θέματα από επαγγελματίες, ενώ πάνω από τους μισούς εξ αυτών είχαν λάβει τις εν λόγω συμβουλές από φοροτεχνικούς συμβούλους, τη μεγαλύτερη επαγγελματική ομάδα (52%). Ακόμη, 30 ερωτηθέντες απάντησαν ότι παρείχαν φοροτεχνικές συμβουλές, ενώ οι μισοί εξ αυτών δήλωσαν ότι διατηρούσαν επαφές με τις φορολογικές αρχές.

Κράτη μέλη

Η αρχή στην οποία στηρίζεται η προτεινόμενη νομική πράξη συνάδει με τις τάσεις που επικρατούν στη διεθνή φορολογία, όπως αυτές αποτυπώνονται στο πλαίσιο του σχεδίου του ΟΟΣΑ/της G20 για την καταπολέμηση της BEPS. Τα περισσότερα κράτη μέλη είναι μέλη του ΟΟΣΑ, ο οποίος κατά την περίοδο 2013-2015 οργάνωσε εκτενείς δημόσιες διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς για καθεμία από τις επιμέρους συνιστώσες της δράσης για την καταπολέμηση της BEPS. Συνεπώς, τα κράτη μέλη που είναι μέλη του ΟΟΣΑ συμμετείχαν σε μακρόχρονες και διεξοδικές συζητήσεις σχετικά με τις δράσεις για την καταπολέμηση της BEPS στους κόλπους του ΟΟΣΑ, και θα πρέπει να θεωρηθεί ότι έχουν διατυπώσει επαρκώς τις απόψεις τους για την παρούσα πρωτοβουλία.

Στις 2 Μαρτίου 2017, η ΓΔ TAXUD οργάνωσε συνεδρίαση της ομάδας εργασίας IV και τα κράτη μέλη είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν το θέμα της γνωστοποίησης ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού από ενδιαμέσους και της επακόλουθης αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών.

Η Επιτροπή πραγματοποίησε επίσης στοχευμένες συζητήσεις με εκπροσώπους κρατών μελών που έχουν ήδη πρακτική εμπειρία σε θέματα κανόνων υποχρεωτικής γνωστοποίησης σε εθνικό επίπεδο.

Εκτίμηση επιπτώσεων

Η Επιτροπή διεξήγαγε εκτίμηση των επιπτώσεων των συναφών εναλλακτικών επιλογών πολιτικής, που έλαβε τη θετική γνώμη της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου στις 24 Μαΐου 2017 (SEC(2017) 307) 17 . Η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου διατύπωσε ορισμένες συστάσεις για βελτιώσεις, οι οποίες λήφθηκαν υπόψη στην τελική έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων (SWD(2017) 236) 18 .

Διάφορες επιλογές πολιτικής αξιολογήθηκαν συγκριτικά προς το βασικό σενάριο με βάση τα κριτήρια της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας και της συνοχής. Η πρόκληση έγκειται ουσιαστικά στο πώς θα διαμορφωθεί ένα αναλογικό σύστημα καταπολέμησης των πλέον επιθετικών μορφών φορολογικού σχεδιασμού. Στην έκθεση του ΟΟΣΑ με θέμα τη Δράση 12 για τη BEPS παρατίθενται παραδείγματα των προσεγγίσεων που ακολουθούν οι φορολογικές αρχές σε διάφορες δικαιοδοσίες ανά τον κόσμο, περιλαμβανομένων των τριών εθνικών καθεστώτων υποχρεωτικής γνωστοποίησης που υπάρχουν στην ΕΕ, και συγκεκριμένα στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης προτάθηκαν διάφορες επιλογές πολιτικής στους ενδιαφερομένους, κάποιες από τις οποίες αφορούσαν το είδος νομικής πράξης που προσφέρεται για την προτεινόμενη πρωτοβουλία, δηλαδή αν η βέλτιστη λύση είναι η νομοθέτηση ή η θέσπιση μη δεσμευτικών κανόνων με τη μορφή σύστασης ή κώδικα δεοντολογίας. Μεταξύ των επιλογών που βασίζονταν στη θέσπιση δεσμευτικών κανόνων, οι ενδιαφερόμενοι κλήθηκαν να εξετάσουν κατά κύριο λόγο τη δυνατότητα να συμφωνηθεί κοινό πλαίσιο για τη γνωστοποίηση πληροφοριών στις φορολογικές αρχές ή, εναλλακτικά, να συνδυαστεί η γνωστοποίηση με αυτόματη ανταλλαγή των γνωστοποιημένων δεδομένων μεταξύ των φορολογικών αρχών της ΕΕ.

Από τις διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους κατέστη σαφές ότι όλες οι διαθέσιμες επιλογές πολιτικής που ενείχαν δεσμευτικούς κανόνες θα οδηγούσαν σε παρεμφερές αποτέλεσμα. Συνεπώς, αν προβλέπεται (υποχρεωτική) γνωστοποίηση δεδομένων στις φορολογικές αρχές, αυτή ενέχει πάντοτε κάποιου είδους ανταλλαγή πληροφοριών, και τούτο διότι οι αυθόρμητες ανταλλαγές εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο της οδηγίας σχετικά με τη διοικητική συνεργασία. Επομένως, η ανταλλαγή πληροφοριών υφίσταται υπό διάφορες μορφές σε όλες τις επιλογές πολιτικής που ενέχουν γνωστοποίηση στοιχείων.

Θεωρήθηκε ακόμη ότι η μόνη ουσιαστική σύγκριση μεταξύ των επιλογών πολιτικής μπορούσε πρακτικά να γίνει μεταξύ ενός πλαισίου στο οποίο προβλέπεται υποχρέωση γνωστοποίησης πληροφοριών για ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού (σε συνδυασμό με ανταλλαγή πληροφοριών) και ενός πλαισίου στο οποίο δεν προβλέπεται τέτοια υποχρέωση, ήτοι το αποκαλούμενο ισχύον καθεστώς. Επιπροσθέτως, η προοπτική περιορισμού της ανταλλαγής πληροφοριών στις αυθόρμητες ανταλλαγές δεν φαίνεται να συνάδει με τις διαδοχικές πρωτοβουλίες που ανέλαβε προσφάτως η Επιτροπή στον τομέα της διαφάνειας. Συνεπώς, το πλαίσιο για την ανταλλαγή πληροφοριών εμπεριέχει αυτόματες ανταλλαγές, τόσο στους κανόνες που διέπουν το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς στην ΕΕ όσο και στις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις.

Προτιμώμενη επιλογή

Η προτιμώμενη επιλογή είναι η επιβολή της απαίτησης στα κράτη μέλη i) να θεσπίσουν ρητώς την υποχρέωση των εθνικών φορολογικών αρχών τους να γνωστοποιούν υποχρεωτικά μηχανισμούς δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με διασυνοριακή διάσταση, και ii) να διασφαλίσουν ότι οι εθνικές φορολογικές αρχές τους ανταλλάσσουν αυτόματα τις εν λόγω πληροφορίες με τις φορολογικές αρχές άλλων κρατών μελών χρησιμοποιώντας τον μηχανισμό που προβλέπεται στην ΟΔΣ.

Οφέλη της προτιμώμενης επιλογής

Η απαίτηση της υποβολής στοιχείων στο πλαίσιο καθεστώτος υποχρεωτικής γνωστοποίησης θα αυξήσει την πίεση προς τους ενδιαμέσους να απέχουν από την κατάρτιση, την προώθηση στην αγορά και την εφαρμογή ρυθμίσεων επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Ομοίως, θα περιοριστεί η ροπή των φορολογουμένων προς την κατάρτιση ή τη χρησιμοποίηση τέτοιων μηχανισμών, αν γνωρίζουν ότι η κοινοποίηση των εν λόγω μηχανισμών είναι υποχρεωτική στο πλαίσιο καθεστώτος υποχρεωτικής γνωστοποίησης. Επί του παρόντος, οι φορολογικές αρχές γνωρίζουν ελάχιστα για τις μη εγχώριες ρυθμίσεις φορολογικού σχεδιασμού και η γνωστοποίηση τους θα μπορούσε να τους παρέχει έγκαιρη πληροφόρηση, ώστε να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται γρήγορα με επιχειρησιακές παρεμβάσεις και τροποποιήσεις σε νομοθετικό και/ή κανονιστικό επίπεδο. Επιπλέον, τα στοιχεία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς εκτίμησης κινδύνων και ελέγχου. Τα πλεονεκτήματα αυτά θα βοηθήσουν τα κράτη μέλη να προστατεύσουν τις άμεσες φορολογικές βάσεις τους και να αντλήσουν/εισπράξουν φορολογικά έσοδα. Η επιβολή καθεστώτος υποχρεωτικής γνωστοποίησης θα συμβάλει επίσης στη διαμόρφωση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών, καθώς οι μεγαλύτερες εταιρείες είναι περισσότερο πιθανό, σε σύγκριση με τις ΜΜΕ, να κάνουν χρήση τέτοιων μηχανισμών για σκοπούς φοροαποφυγής σε διασυνοριακό πλαίσιο. Από κοινωνικής σκοπιάς, η επιβολή καθεστώτος υποχρεωτικής γνωστοποίησης θα συμβάλει στη διαμόρφωση δικαιότερου φορολογικού περιβάλλοντος δεδομένων των προαναφερθέντων οφελών.

Κόστος της προτιμώμενης επιλογής

Το κόστος της πρότασης από πλευράς εθνικών φορολογικών εσόδων εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη προσαρμόζουν τη νομοθεσία τους και κατανέμουν πόρους, προκειμένου να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις γνωστοποίησης που τα βαρύνουν. Προβλέπεται, πάντως, ότι τα υφιστάμενα συστήματα υποβολής στοιχείων και ανταλλαγής πληροφοριών, όπως το κεντρικό ευρετήριο εκ των προτέρων φορολογικών αποφάσεων, θα παρέχουν ένα πλαίσιο στο οποίο μπορεί να ενταχθεί η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για δηλωτέες ρυθμίσεις φορολογικού σχεδιασμού μεταξύ των εθνικών αρχών.

Το κόστος για τους ενδιαμέσους θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα περιορισμένο, καθώς οι δηλωτέες πληροφορίες είναι πιθανό να υπάρχουν ήδη διαθέσιμες στα συνοπτικά δελτία προώθησης μηχανισμών σε φορολογουμένους. Οι ίδιοι οι φορολογούμενοι θα υποχρεούνται σε πολύ περιορισμένες περιπτώσεις μόνο να γνωστοποιούν τέτοιους μηχανισμούς και θα βαρύνονται με το κόστος των συναφών υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων.

Καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου

Η πρόταση έχει σχεδιαστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μειωθούν στο ελάχιστο οι κανονιστικές επιβαρύνσεις για τους ενδιαμέσους, τους φορολογουμένους και τις δημόσιες διοικήσεις. Η προτιμώμενη πολιτική απόκριση αποτελεί αναλογική απάντηση στο πρόβλημα που έχει διαπιστωθεί, καθώς δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου των Συνθηκών περί εύρυθμα λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς χωρίς στρεβλώσεις. Πράγματι, οι κοινοί κανόνες θα περιοριστούν στη δημιουργία του ελάχιστου αναγκαίου κοινού πλαισίου για τη γνωστοποίηση δυνητικά επιζήμιων ρυθμίσεων. Για παράδειγμα:

i)    Οι κανόνες ορίζουν σαφείς υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων, ώστε να αποφεύγεται η διπλή αναφορά.

ii)    Οι κοινοί κανόνες περιορίζονται στην αντιμετώπιση μηχανισμών δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με διασυνοριακή διάσταση εντός της ΕΕ.

iii)    Καμία υποχρέωση δημοσίευσης των φορολογικών καθεστώτων που κοινοποιούνται, μόνο αυτόματη ανταλλαγή μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.

iv)    Η επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις εθνικές διατάξεις μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα παραμείνει υπό τον κυρίαρχο έλεγχο των κρατών μελών.

Επιπλέον, η εναρμονισμένη προσέγγιση εφαρμόζεται έως ότου οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερωθούν για τις δυνητικά επιθετικές ρυθμίσεις. Στη συνέχεια, εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν πώς θα δώσουν συνέχεια σε υποθέσεις παράνομων ρυθμίσεων.

Νομική πράξη

Όσον αφορά τις επιλογές σε επίπεδο νομοθέτησης, εξετάστηκαν τρεις εναλλακτικές δυνατότητες:

i.Σύσταση της Επιτροπής (μη δεσμευτική πράξη) που θα ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν καθεστώς υποχρεωτικής γνωστοποίησης και παραπομπής στην ομάδα εργασίας του κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων.

ii.Κώδικας δεοντολογίας της ΕΕ για τους ενδιαμέσους (μη δεσμευτική πράξη) για ορισμένα νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα.

iii.Οδηγία της ΕΕ (δεσμευτική πράξη) που θα υποχρεώνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν καθεστώς υποχρεωτικής γνωστοποίησης σε συνδυασμό με ανταλλαγή πληροφοριών.

Η προτιμώμενη επιλογή που προέκυψε κατόπιν αξιολόγησης των διαφόρων επιλογών είναι ο νομικός τύπος της οδηγίας. Από την ανάλυση προκύπτει ότι η εν λόγω επιλογή παρουσιάζει σαφή πλεονεκτήματα από πλευράς αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας και συνοχής, καθώς αναμένεται να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που έχουν διαπιστωθεί με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Επιπλέον, η επιλογή της θέσπισης οδηγίας είναι σαφώς επωφελής σε σύγκριση με την εναλλακτική της μη ανάληψης δράσης.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Βλ. νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή ετήσια αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς και των πρακτικών αποτελεσμάτων τα οποία επετεύχθησαν. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ακόμη κάθε σχετική πληροφορία και έναν κατάλογο στατιστικών στοιχείων, ο οποίος συντάσσεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2 (μέτρα εφαρμογής), για την αξιολόγηση της παρούσας οδηγίας. Ανά πενταετία, με έναρξη από την 1η Ιανουαρίου 2013, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Τα αποτελέσματα της παρούσας πρότασης (η οποία τροποποιεί την ΟΔΣ) θα συμπεριληφθούν στην έκθεση αξιολόγησης προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο που θα εκδοθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2023.

Επεξηγηματικά έγγραφα (για οδηγίες)

Άνευ αντικειμένου

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Η προτεινόμενη νομική πράξη αποτελείται ως επί το πλείστον από τις ακόλουθες συνιστώσες:

·Γνωστοποίηση στις φορολογικές αρχές σε συνδυασμό με αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών

Η προτεινόμενη οδηγία επιβάλλει στους ενδιαμέσους την υποχρέωση να γνωστοποιούν ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού στις φορολογικές αρχές, εάν ασχολούνται με τέτοιες ρυθμίσεις, στο πλαίσιο του επαγγέλματός τους, μέσω της κατάρτισης και της προώθησής τους στην αγορά. Η υποχρέωση αφορά μόνο διασυνοριακές καταστάσεις, δηλαδή καταστάσεις που αφορούν είτε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη είτε ένα κράτος μέλος και μια τρίτη χώρα. Συνεπώς, μόνο σε τέτοιες περιστάσεις, που έχουν πιθανό αντίκτυπο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, αιτιολογείται και προκρίνεται η ανάγκη θέσπισης κοινής δέσμης κανόνων έναντι της αντιμετώπισης του ζητήματος σε εθνικό επίπεδο. Για να εξασφαλιστεί η μέγιστη αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων μέτρων δεδομένης της διασυνοριακής διάστασης των δηλωτέων ρυθμίσεων, οι γνωστοποιημένες πληροφορίες ανταλλάσσονται αυτόματα μεταξύ των φορολογικών αρχών. Στην πράξη, οι διατάξεις προτείνουν να γίνεται η ανταλλαγή μέσω της καταχώρισης των γνωστοποιημένων ρυθμίσεων σε ένα κεντρικό ευρετήριο όπου έχουν πρόσβαση όλα τα κράτη μέλη.

Περιορισμένη πρόσβαση στις πληροφορίες που έχουν ανταλλαγεί θα έχει και η Επιτροπή (ήτοι στον βαθμό που δικαιούται για τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις), ώστε να μπορεί να παρακολουθεί την ορθή λειτουργία της οδηγίας.

·Ποιος φέρει το βάρος της γνωστοποίησης

Η υποχρέωση γνωστοποίησης βαρύνει τα «πρόσωπα» (ήτοι φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οντότητες χωρίς νομική προσωπικότητα) που χαρακτηρίζονται ως ενδιάμεσοι.

Απουσία ενδιαμέσου κατά την έννοια της οδηγίας

Η υποχρέωση γνωστοποίησης δεν είναι ενδεχομένως δυνατό να επιβληθεί σε ενδιάμεσο λόγω της κάλυψής του από το επαγγελματικό απόρρητο που προστατεύει την επικοινωνία μεταξύ δικηγόρων και πελατών ή απλώς επειδή ο ενδιάμεσος δεν έχει παρουσία στο έδαφος της Ένωσης. Είναι επίσης δυνατό να μην υπάρχει ενδιάμεσος διότι ο φορολογούμενος καταρτίζει και εφαρμόζει τον μηχανισμό εσωτερικά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν θα χάνεται η ευκαιρία λήψης πληροφοριών από τις φορολογικές αρχές για φορολογικές ρυθμίσεις που σχετίζονται ενδεχομένως με επιθετικές δομές, καθώς η υποχρέωση γνωστοποίησης μετατοπίζεται στους φορολογουμένους που κάνουν χρήση της ρύθμισης.

·Περισσότερα από ένα πρόσωπα θεωρούνται ενδιάμεσοι ή φορολογούμενοι

Είναι ευρέως γνωστό ότι οι ενδιάμεσοι διατηρούν παρουσία σε διάφορα κράτη μέσω γραφείων, εταιρειών κ.λπ. και ότι προσλαμβάνουν επίσης άλλους ντόπιους ανεξάρτητους φορείς για την παροχή φορολογικών συμβουλών σχετικά με ορισμένες ρυθμίσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μόνο ο ενδιάμεσος που φέρει την ευθύνη έναντι του ή των φορολογουμένων για την κατάρτιση και την εφαρμογή της ή των ρυθμίσεων υποβάλλει τις απαιτούμενες πληροφορίες στις φορολογικές αρχές.

Αν η υποχρέωση υποβολής πληροφοριών έχει μετατοπιστεί στον φορολογούμενο και πρόκειται να κάνουν χρήση της ίδιας δηλωτέας διασυνοριακής φορολογικής ρύθμισης περισσότερα από ένα συνδεδεμένα μέρη, μόνο ο φορολογούμενος που ηγείτο της συμφωνίας της ή των ρυθμίσεων με τον ενδιάμεσο φέρει το βάρος της υποβολής πληροφοριών.

·Χρονική στιγμή γνωστοποίησης και αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών

Δεδομένου ότι η γνωστοποίηση είναι περισσότερο πιθανό να επιτύχει το αποτρεπτικό αποτέλεσμα που επιδιώκει όταν οι σχετικές πληροφορίες φτάνουν έγκαιρα στις φορολογικές αρχές, η προτεινόμενη νομική πράξη προβλέπει τη γνωστοποίηση των δηλωτέων διασυνοριακών ρυθμίσεων πριν από την εφαρμογή του ή των μηχανισμών στην πράξη. Βάσει αυτού, οι ενδιάμεσοι γνωστοποιούν τις δηλωτέες ρυθμίσεις εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω ρυθμίσεις καθίστανται διαθέσιμες στον φορολογούμενο προς εφαρμογή.

Αν η υποχρέωση γνωστοποίησης έχει μετατοπιστεί σε φορολογούμενο λόγω της απουσίας υπόλογου ενδιαμέσου, η χρονική στιγμή της γνωστοποίησης μετατίθεται ελαφρώς για αργότερα. Συγκεκριμένα δε γνωστοποιούνται εντός πέντε ημερών από την επομένη της ημερομηνίας εφαρμογής της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης ή του πρώτου βήματος μιας σειράς τέτοιων ρυθμίσεων.

Η επακόλουθη αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για τις ρυθμίσεις αυτές λαμβάνει χώρα ανά τρίμηνο. Χάρη στην περισσότερο έγκαιρη γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών, οι φορολογικές αρχές τις οποίες αφορά κατά κύριο λόγο η ρύθμιση αποκτούν επαρκή στοιχεία προκειμένου να λάβουν εγκαίρως μέτρα για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής.

·Κατάλογος διακριτικών αντί ορισμού του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού

Ενδεχόμενη απόπειρα ορισμού της έννοιας του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού κινδυνεύει να αποβεί μάταιη, και τούτο διότι οι δομές επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού έχουν εξελιχθεί στο πέρασμα του χρόνου και έχουν καταστεί πλέον ιδιαίτερα πολύπλοκες, ενώ μεταβάλλονται και προσαρμόζονται διαρκώς ώστε να παρακάμπτουν τα προστατευτικά αντίμετρα που λαμβάνουν οι φορολογικές αρχές. Υπό το πρίσμα αυτό, η προτεινόμενη νομική πράξη περιέχει κατάλογο με τα χαρακτηριστικά και τα στοιχεία των συναλλαγών που συνιστούν ισχυρή ένδειξη φοροαποφυγής ή κατάχρησης. Τα εν λόγω χαρακτηριστικά και στοιχεία αναφέρονται ως «διακριτικά» και αρκεί μια ρύθμιση να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής ενός εξ αυτών για να θεωρηθεί δηλωτέα στις φορολογικές αρχές.

·Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μέσω του κοινού δικτύου επικοινωνιών (CCN) της ΕΕ

Όσον αφορά τις επιχειρησιακές πτυχές της υποχρεωτικής αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, η προτεινόμενη οδηγία παραπέμπει στον μηχανισμό που θεσπίστηκε δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2376 του Συμβουλίου, ήτοι στο κοινό δίκτυο επικοινωνιών (CCN), το οποίο θα χρησιμεύσει ως κοινό πλαίσιο για τις ανταλλαγές και για τον σκοπό αυτό θα διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής του.

Οι πληροφορίες θα καταχωρίζονται σε ένα ασφαλές κεντρικό ευρετήριο, το οποίο θα αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας. Τα κράτη μέλη θα εφαρμόσουν επίσης μια σειρά πρακτικών ρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την τυποποίηση της κοινοποίησης όλων των απαιτούμενων πληροφοριών μέσω της σύνταξης τυποποιημένου εντύπου. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας θα καθοριστούν οι γλωσσικές απαιτήσεις για την προβλεπόμενη ανταλλαγή πληροφοριών και θα αναβαθμιστεί αναλόγως το δίκτυο CCN.

·Αποτελεσματικές κυρώσεις για μη συμμόρφωση σε εθνικό επίπεδο

Η προτεινόμενη νομική πράξη αφήνει στα κράτη μέλη την ελευθερία να ορίσουν τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των εθνικών διατάξεων με τις οποίες μεταφέρεται η παρούσα οδηγία στην εθνική έννομη τάξη. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν την επιβολή του κοινού πλαισίου. Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

·Μέτρα εφαρμογής

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή της προτεινόμενης οδηγίας και, πιο συγκεκριμένα, την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών, ανατίθενται εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή:

i.να εγκρίνει τυποποιημένο έντυπο με περιορισμένο αριθμό στοιχείων, περιλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων·

ii.να εγκρίνει τις απαιτούμενες πρακτικές ρυθμίσεις για την αναβάθμιση του κεντρικού ευρετηρίου, το οποίο αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας.

Οι εν λόγω αρμοδιότητες ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

·Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ενδεχόμενη ανάγκη επικαιροποίησης των διακριτικών με βάση τις πληροφορίες που προκύπτουν από γνωστοποιημένες ρυθμίσεις, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2017/0138 (CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 113 και 115,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 19 ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 20 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Η οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου 21 τροποποιήθηκε επανειλημμένως τα τελευταία χρόνια προκειμένου να συμπεριλάβει νέες πρωτοβουλίες στον τομέα της φορολογικής διαφάνειας στο επίπεδο της Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, θεσπίστηκε στην Ένωση Κοινό Πρότυπο Αναφοράς (ΚΠΑ) πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2014/107 του Συμβουλίου 22 . Το πρότυπο που αναπτύχθηκε στους κόλπους του Παγκόσμιου Φόρουμ του ΟΟΣΑ προβλέπει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών τους οποίους κατέχουν πρόσωπα με φορολογική κατοικία στην αλλοδαπή και θεσπίζει πλαίσιο για την εν λόγω ανταλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο. Η οδηγία 2011/16/ΕΕ τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2015/2376 του Συμβουλίου 23 , η οποία προβλέπει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για τις εκ των προτέρων διασυνοριακές φορολογικές αποφάσεις, και με την οδηγία (ΕΕ) 2016/881 του Συμβουλίου 24 , η οποία προβλέπει τη γνωστοποίηση και την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών στον τομέα της παροχής στοιχείων ανά χώρα για πολυεθνικές επιχειρήσεις. Έχοντας επίγνωση της χρησιμότητας που μπορούν να έχουν για τις φορολογικές αρχές οι πληροφορίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η οδηγία (ΕΕ) 2016/2258 του Συμβουλίου 25 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να παρέχουν στις φορολογικές αρχές πρόσβαση στις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που εφαρμόζουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 26 . Αν και η οδηγία 2011/16/ΕΕ τροποποιήθηκε επανειλημμένως με γνώμονα την ενίσχυση των μέσων που μπορούν να χρησιμοποιούν οι φορολογικές αρχές για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής, εξακολουθεί να είναι αναγκαία η ενίσχυση ορισμένων ειδικών πτυχών του υφιστάμενου φορολογικού πλαισίου ως προς τη διαφάνεια.

(2)Τα κράτη μέλη δυσκολεύονται διαρκώς περισσότερο να προστατεύσουν τις εθνικές φορολογικές βάσεις τους από τη διάβρωση, καθώς οι δομές φορολογικού σχεδιασμού έχουν εξελιχθεί και έχουν καταστεί ιδιαίτερα πολύπλοκες, επωφελούμενες συχνά από την αυξημένη κινητικότητα κεφαλαίων και προσώπων στην εσωτερική αγορά. Οι δομές αυτές αποτελούνται συνήθως από ρυθμίσεις που αναπτύσσονται μεταξύ διαφόρων φορολογικών δικαιοδοσιών και μεταφέρουν τα φορολογητέα κέρδη σε ευνοϊκότερα φορολογικά καθεστώτα ή έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής φορολογικής εισφοράς των φορολογουμένων, με συνέπεια τη σημαντική μείωση των φορολογικών εσόδων των κρατών μελών, γεγονός το οποίο εμποδίζει τα τελευταία να εφαρμόσουν ευνοϊκές για την ανάπτυξη φορολογικές πολιτικές. Είναι επομένως ζωτικής σημασίας να λαμβάνουν οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών πλήρεις και κατάλληλες πληροφορίες για δυνητικά επιθετικές φορολογικές ρυθμίσεις. Οι εν λόγω πληροφορίες θα έδιναν στις αρχές τη δυνατότητα να αντιδρούν άμεσα σε επιζήμιες φορολογικές πρακτικές και να λαμβάνουν μέτρα για την κάλυψη των νομοθετικών κενών, θεσπίζοντας νομοθεσία ή εκπονώντας κατάλληλες αξιολογήσεις κινδύνων και διενεργώντας φορολογικούς ελέγχους.

(3)Δεδομένου ότι οι περισσότερες ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού αφορούν περισσότερες από μία δικαιοδοσίες, η γνωστοποίηση πληροφοριών για τις εν λόγω ρυθμίσεις θα έχει ενδεχομένως πρόσθετα θετικά αποτελέσματα όταν οι πληροφορίες ανταλλάσσονται και μεταξύ των κρατών μελών. Συγκεκριμένα, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου οι τελευταίες να έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες που τους χρειάζονται για να λαμβάνουν μέτρα όταν εντοπίζουν επιθετικές φορολογικές πρακτικές.

(4)Καθώς αναγνωρίζεται πόσο πολύ μπορεί να συμβάλει η ύπαρξη διαφανούς πλαισίου για την ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην πάταξη της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή έχει κληθεί να αναλάβει πρωτοβουλίες για την υποχρεωτική γνωστοποίηση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού σύμφωνα με τη Δράση 12 του ΟΟΣΑ για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS). Στο πλαίσιο αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ζητήσει τη λήψη αυστηρότερων μέτρων κατά των ενδιαμέσων που συνεργούν σε ρυθμίσεις δυνάμενες να οδηγήσουν σε φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή.

(5)Είναι απαραίτητο να υπενθυμιστεί ο τρόπος με τον οποίον ορισμένοι χρηματοπιστωτικοί ενδιάμεσοι και λοιποί πάροχοι φορολογικών συμβουλών φέρονται να έχουν βοηθήσει ενεργά τους πελάτες τους να αποκρύψουν χρήματα σε υπεράκτιες χώρες. Επιπλέον, το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς, το οποίο θεσπίστηκε δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2014/107 του Συμβουλίου 27 και αποτελεί σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης διαφανούς φορολογικού πλαισίου στην Ένωση, επιδέχεται περαιτέρω βελτιώσεις, τουλάχιστον όσον αφορά τις πληροφορίες επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών.

(6)Η γνωστοποίηση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού διασυνοριακής διάστασης μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στις προσπάθειες διαμόρφωσης ενός περιβάλλοντος δίκαιης φορολόγησης στην εσωτερική αγορά. Υπό αυτό το πρίσμα, η επιβολή υποχρέωσης στους ενδιαμέσους να ενημερώνουν τις φορολογικές αρχές για ορισμένες διασυνοριακές ρυθμίσεις που θα μπορούσαν ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς φοροαποφυγής συνιστά ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Για να αναπτυχθεί μια πιο ολοκληρωμένη πολιτική, είναι επιπλέον σημαντικό, ως δεύτερο βήμα μετά τη γνωστοποίηση, να προβαίνουν οι φορολογικές αρχές σε ανταλλαγή πληροφοριών με τις ομόλογες αρχές άλλων κρατών μελών. Οι εν λόγω διευθετήσεις θα πρέπει επίσης να ενισχύουν την αποτελεσματικότητα του Κοινού Προτύπου Αναφοράς. Είναι ζωτικής σημασίας ακόμη να δοθεί στην Επιτροπή πρόσβαση σε επαρκή όγκο πληροφοριών, ώστε να μπορεί να παρακολουθεί την ορθή λειτουργία της παρούσας οδηγίας. Η εν λόγω πρόσβαση της Επιτροπής σε πληροφορίες δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωσή τους να κοινοποιούν κάθε κρατική ενίσχυση στην Επιτροπή.

(7)Αναγνωρίζεται ότι η γνωστοποίηση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού είναι περισσότερο πιθανό να επιτύχει το επιδιωκόμενο αποτρεπτικό αποτέλεσμα όταν οι σχετικές πληροφορίες φτάνουν στις φορολογικές αρχές σε αρχικό στάδιο, δηλαδή πριν από την εφαρμογή των γνωστοποιημένων ρυθμίσεων στην πράξη. Όταν η υποχρέωση γνωστοποίησης μετατοπίζεται στους φορολογουμένους, είναι ενδεχομένως πρακτικό η υποχρέωση γνωστοποίησης των εν λόγω ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού να επιβάλλεται σε ελαφρώς μεταγενέστερο χρόνο, καθώς οι φορολογούμενοι είναι πιθανό να μην γνωρίζουν τη φύση των ρυθμίσεων κατά τον χρόνο έναρξης της εφαρμογής τους. Για να διευκολυνθούν οι αρχές των κρατών μελών, η επακόλουθη αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για τις εν λόγω ρυθμίσεις θα μπορούσε να διενεργείται ανά τρίμηνο.

(8)Για να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγορά και να αποφευχθούν τυχόν νομοθετικά κενά στο προτεινόμενο πλαίσιο κανόνων, η υποχρέωση γνωστοποίησης θα πρέπει να επιβληθεί σε όλους τους παράγοντες που συμμετέχουν συνήθως στην κατάρτιση, την προώθηση στην αγορά, την οργάνωση ή τη διαχείριση της εφαρμογής δηλωτέας διασυνοριακής συναλλαγής ή σειράς συναφών συναλλαγών, καθώς σε όσους παρέχουν συνδρομή ή συμβουλές. Δεν θα πρέπει να παραβλέπεται ακόμη το γεγονός ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η υποχρέωση γνωστοποίησης δεν είναι ενδεχομένως δυνατό να επιβληθεί σε ενδιάμεσο λόγω της κάλυψής του από το επαγγελματικό απόρρητο που προστατεύει την επικοινωνία μεταξύ δικηγόρων και πελατών ή όταν δεν υπάρχει ενδιάμεσος διότι, για παράδειγμα, ο φορολογούμενος καταρτίζει και εφαρμόζει τον μηχανισμό εσωτερικά. Είναι επομένως ζωτικής σημασίας, σε τέτοιες περιπτώσεις, να μην χάνεται η ευκαιρία λήψης πληροφοριών από τις φορολογικές αρχές για φορολογικές ρυθμίσεις που σχετίζονται ενδεχομένως με επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι συνεπώς αναγκαίο να μετατοπίζεται η υποχρέωση γνωστοποίησης στον φορολογούμενο που ωφελείται από τη ρύθμιση.

(9)Οι ρυθμίσεις επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού έχουν εξελιχθεί στο πέρασμα του χρόνου και καθίστανται πλέον ολοένα και πιο πολύπλοκες, ενώ μεταβάλλονται και προσαρμόζονται διαρκώς, ώστε να παρακάμπτουν τα προστατευτικά αντίμετρα που λαμβάνουν οι φορολογικές αρχές. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, είναι ενδεχομένως αποτελεσματικότερο να επιχειρηθεί ο εντοπισμός δυνητικά επιθετικών φορολογικών ρυθμίσεων μέσω της σύνταξης καταλόγου με τα χαρακτηριστικά και τα στοιχεία των συναλλαγών που συνιστούν ισχυρή ένδειξη φοροαποφυγής ή κατάχρησης, παρά μέσω της διατύπωσης ορισμού για την έννοια του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Οι εν λόγω ενδείξεις αναφέρονται ως «διακριτικά».

(10)Δεδομένου ότι ο πρωταρχικός στόχος μιας τέτοιας νομικής πράξης θα πρέπει να είναι η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, είναι ενδεχομένως σημαντικό να μην θεσπιστούν στο επίπεδο της Ένωσης κανονιστικές ρυθμίσεις πέραν των απολύτως αναγκαίων για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών. Για τον λόγο αυτό είναι ενδεχομένως αναγκαίο να περιοριστούν τυχόν κοινοί κανόνες για τη γνωστοποίηση σε διασυνοριακές καταστάσεις, και συγκεκριμένα σε καταστάσεις που αφορούν είτε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη είτε ένα κράτος μέλος και μια τρίτη χώρα. Σε τέτοιες περιστάσεις, λόγω του πιθανού αντίκτυπου στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, αιτιολογείται η ανάγκη θέσπισης κοινής δέσμης κανόνων έναντι της αντιμετώπισης του ζητήματος σε εθνικό επίπεδο.

(11)Δεδομένου ότι οι γνωστοποιημένες ρυθμίσεις θα πρέπει να έχουν διασυνοριακή διάσταση, είναι ενδεχομένως σημαντικό να γίνεται ανταλλαγή των συναφών πληροφοριών με τις φορολογικές αρχές άλλων κρατών μελών, ώστε να διασφαλιστεί η μέγιστη αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας όσον αφορά την αποτροπή πρακτικών επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Για να καταστεί δυνατή η υποχρεωτική και αυτόματη ανταλλαγή γνωστοποιημένων πληροφοριών για ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού μεταξύ των φορολογικών αρχών της Ένωσης θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί επίσης ο μηχανισμός ανταλλαγής πληροφοριών για τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης.

(12)Προκειμένου να διευκολυνθεί η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και να ενισχυθεί η αποδοτική χρήση των πόρων, οι ανταλλαγές θα πρέπει να γίνονται μέσω του κοινού δικτύου επικοινωνιών (CCN) που έχει αναπτύξει η Ένωση. Στο πλαίσιο αυτό, οι πληροφορίες θα καταχωρίζονται σε ασφαλές κεντρικό ευρετήριο, το οποίο θα αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν μια σειρά πρακτικών ρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την τυποποίηση της κοινοποίησης όλων των απαιτούμενων πληροφοριών μέσω της σύνταξης τυποποιημένου εντύπου. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας θα πρέπει να καθοριστούν επιπλέον οι γλωσσικές απαιτήσεις για την προβλεπόμενη ανταλλαγή πληροφοριών και θα αναβαθμιστεί αναλόγως το δίκτυο CCN.

(13)Προκειμένου να βελτιωθούν οι προοπτικές αποτελεσματικότητας της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των εθνικών διατάξεων δυνάμει των οποίων εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία και να διασφαλίσουν την επιβολή των εν λόγω κυρώσεων στην πράξη, καθώς και τον αναλογικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα τους.

(14)Προκειμένου να συμπληρωθούν ή να τροποποιηθούν ορισμένες μη ουσιαστικές πτυχές της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επικαιροποίηση των διακριτικών, ώστε να περιλαμβάνει στον κατάλογο διακριτικών ρυθμίσεις ή σειρές ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με βάση επικαιροποιημένες πληροφορίες για τις εν λόγω ρυθμίσεις ή σειρές ρυθμίσεων, οι οποίες προκύπτουν από την υποχρεωτική γνωστοποίηση τέτοιων ρυθμίσεων.

(15)Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και, πιο συγκεκριμένα, για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή να εγκρίνει τυποποιημένο έντυπο με περιορισμένο αριθμό στοιχείων, περιλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων. Για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει επίσης να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή να εγκρίνει τις αναγκαίες πρακτικές ρυθμίσεις για την αναβάθμιση του κεντρικού ευρετηρίου, το οποίο θα αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 28 .

(16)Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 29 . Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 30 και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

(17)Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

(18)Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, και συγκεκριμένα η βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς μέσω της αποθάρρυνσης της προσφυγής σε ρυθμίσεις διασυνοριακού επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη όταν ενεργούν μεμονωμένα και ασυντόνιστα, αλλά μπορεί αντιθέτως να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, λόγω ακριβώς του γεγονότος ότι η οδηγία στοχεύει σε μηχανισμούς που αναπτύσσονται για να εκμεταλλευτούν δυνητικά τις ανεπάρκειες της αγοράς οι οποίες προκύπτουν από την αλληλεπίδραση μεταξύ ανόμοιων εθνικών φορολογικών κανόνων, η Ένωση δύναται να λαμβάνει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι αφορά μόνο ρυθμίσεις διασυνοριακής διάστασης είτε μεταξύ τουλάχιστον δύο κρατών μελών είτε μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας τρίτης χώρας.

(19)Ως εκ τούτου, η οδηγία 2011/16/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2011/16/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

(1)το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)το σημείο 9 τροποποιείται ως εξής:

i)το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 1 και των άρθρων 8α, 8αα και 8ααα, η συστηματική κοινοποίηση σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς προηγούμενο αίτημα, προκαθορισμένων πληροφοριών ανά καθορισμένα εκ των προτέρων τακτά διαστήματα· για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 1, η παραπομπή σε διαθέσιμες πληροφορίες σημαίνει τις πληροφορίες των φορολογικών αρχείων του κράτους μέλους που κοινοποιεί τις πληροφορίες, οι οποίες μπορούν να ανακτηθούν σύμφωνα με τις διαδικασίες συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών του εν λόγω κράτους μέλους·»

ii)το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)για τους σκοπούς των διατάξεων της παρούσας οδηγίας πλην του άρθρου 8 παράγραφος 1, του άρθρου 8 παράγραφος 3α και των άρθρων 8α, 8αα και 8ααα, η συστηματική κοινοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών που προβλέπεται στα στοιχεία α) και β) του παρόντος σημείου».

β)προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«18.«διασυνοριακή ρύθμιση»: ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων είτε μεταξύ τουλάχιστον δύο κρατών μελών είτε μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας τρίτης χώρας, η οποία πληροί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)δεν έχουν όλα τα μέρη που συμμετέχουν στη ρύθμιση ή στη σειρά ρυθμίσεων τη φορολογική κατοικία τους στην ίδια δικαιοδοσία,

β)ένα ή περισσότερα από τα μέρη που συμμετέχουν στη ρύθμιση ή στη σειρά ρυθμίσεων έχουν τη φορολογική κατοικία τους ταυτόχρονα σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες,

γ)ένα ή περισσότερα από τα μέρη που συμμετέχουν στη ρύθμιση ή στη σειρά ρυθμίσεων ασκούν δραστηριότητα σε άλλη δικαιοδοσία μέσω μόνιμης εγκατάστασης ευρισκόμενης σε εκείνη τη δικαιοδοσία και η ρύθμιση ή η σειρά ρυθμίσεων αποτελεί μέρος ή το σύνολο της δραστηριότητας εκείνης της μόνιμης εγκατάστασης,

δ)ένα ή περισσότερα από τα μέρη που συμμετέχουν στη ρύθμιση ή στη σειρά ρυθμίσεων ασκούν δραστηριότητα σε άλλη δικαιοδοσία μέσω μόνιμης εγκατάστασης μη ευρισκόμενης σε εκείνη τη δικαιοδοσία και η ρύθμιση ή η σειρά ρυθμίσεων αποτελεί μέρος ή το σύνολο της δραστηριότητας εκείνης της μόνιμης εγκατάστασης,

ε)η ρύθμιση ή η σειρά ρυθμίσεων έχει φορολογικό αντίκτυπο σε τουλάχιστον δύο δικαιοδοσίες·

19.«δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση»: κάθε διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που ικανοποιεί τουλάχιστον ένα από τα διακριτικά του παραρτήματος IV·

20.«διακριτικό»: τυπικό χαρακτηριστικό ή γνώρισμα ρύθμισης ή σειράς ρυθμίσεων που παρατίθεται στο παράρτημα IV·

21.«ενδιάμεσος»: κάθε πρόσωπο που φέρει την ευθύνη έναντι του φορολογουμένου για την κατάρτιση, την προώθηση στην αγορά, την οργάνωση ή τη διαχείριση της εφαρμογής των φορολογικών πτυχών δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης, ή σειράς τέτοιων ρυθμίσεων, στο πλαίσιο των φορολογικών υπηρεσιών που παρέχει. Ως «ενδιάμεσος» νοείται επίσης κάθε τέτοιο πρόσωπο που αναλαμβάνει να παρέχει, απευθείας ή μέσω άλλων προσώπων με τα οποία σχετίζεται, υλική βοήθεια, συνδρομή ή συμβουλές σχετικά με την κατάρτιση, την προώθηση στην αγορά, την οργάνωση ή τη διαχείριση των φορολογικών πτυχών δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης.

Για να εμπίπτει στην κατηγορία του ενδιαμέσου, ένα πρόσωπο πρέπει να πληροί επιπροσθέτως τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)να έχει συσταθεί σε κράτος μέλος και/ή να διέπεται από τους νόμους κράτους μέλους,

β)να έχει τη φορολογική του κατοικία σε κράτος μέλος,

γ)να έχει εγγραφεί σε επαγγελματική ένωση που σχετίζεται με την παροχή νομικών, φορολογικών ή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε τουλάχιστον ένα κράτος μέλος,

δ)να έχει έδρα σε τουλάχιστον ένα κράτος μέλος από το οποίο το πρόσωπο ασκεί το επάγγελμά του ή παρέχει νομικές, φορολογικές ή συμβουλευτικές υπηρεσίες·

22.«φορολογούμενος»: κάθε πρόσωπο που κάνει χρήση δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης ή σειράς τέτοιων ρυθμίσεων με σκοπό τη μέγιστη δυνατή βελτίωση της φορολογικής του κατάστασης·

23.«συνδεδεμένη επιχείρηση»: φορολογούμενος ο οποίος έχει σχέσεις με άλλο φορολογούμενο με τουλάχιστον έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

α)ο φορολογούμενος συμμετέχει στη διαχείριση άλλου φορολογουμένου έχοντας τη δυνατότητα να ασκεί σημαντική επιρροή στον άλλο φορολογούμενο,

β)ο φορολογούμενος συμμετέχει στον έλεγχο άλλου φορολογουμένου μέσω της κατοχής δικαιωμάτων ψήφου σε ποσοστό άνω του 20%,

γ)ο φορολογούμενος συμμετέχει στο κεφάλαιο άλλου φορολογουμένου μέσω της κατοχής δικαιώματος κυριότητας σε ποσοστό που υπερβαίνει, άμεσα ή έμμεσα, το 20% του κεφαλαίου.

Αν οι ίδιοι φορολογούμενοι συμμετέχουν στη διαχείριση, στον έλεγχο ή στο κεφάλαιο περισσότερων του ενός φορολογουμένων, όλοι οι οικείοι φορολογούμενοι λογίζονται ως συνδεδεμένες επιχειρήσεις.

Στις έμμεσες συμμετοχές, η εκπλήρωση των προϋποθέσεων των στοιχείων β) και γ) κρίνεται με πολλαπλασιασμό των κατεχόμενων ποσοστών μέσω των διαδοχικών βαθμών. Φορολογούμενος που κατέχει άνω του 50% των δικαιωμάτων ψήφου λογίζεται ως κάτοχος του 100%.

Φυσικό πρόσωπο, ο/η σύζυγός του και ο ή οι άμεσοι ανιόντες ή κατιόντες αυτού λογίζονται ως ένας φορολογούμενος.

(2)στο τμήμα ΙΙ του κεφαλαίου II, προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8aaa

Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις υποχρεωτικής αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών για δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις

1.Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να επιβάλει στους ενδιαμέσους την υποχρέωση να υποβάλλουν πληροφορίες στις αρμόδιες φορολογικές αρχές για δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία η δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων καθίσταται διαθέσιμη προς εφαρμογή από τον ενδιάμεσο σε έναν ή περισσότερους φορολογουμένους κατόπιν επικοινωνίας με τον ή τους εν λόγω φορολογουμένους, ή όταν έχει ήδη εφαρμοστεί το πρώτο βήμα μιας σειράς ρυθμίσεων.

2.Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να χορηγήσει στους ενδιαμέσους δικαίωμα απαλλαγής από την υποβολή πληροφοριών σχετικά με δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων, όταν το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους προβλέπει ότι καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο που προστατεύει την επικοινωνία μεταξύ δικηγόρων και πελατών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η υποχρέωση υποβολής πληροφοριών για τέτοια ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων βαρύνει τον φορολογούμενο και οι ενδιάμεσοι ενημερώνουν τους φορολογουμένους για τη μετατόπιση σε αυτούς της εν λόγω υποχρέωσης λόγω του απορρήτου.

Οι ενδιάμεσοι δύνανται να έχουν δικαίωμα απαλλαγής δυνάμει του πρώτου εδαφίου μόνο εφόσον δραστηριοποιούνται εντός των ορίων των συναφών εθνικών κανόνων που διέπουν το επάγγελμά τους.

Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι, όταν δεν υπάρχει ενδιάμεσος κατά την έννοια του σημείου 21 του άρθρου 3, η υποχρέωση υποβολής πληροφοριών για δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων βαρύνει τον φορολογούμενο. Ο φορολογούμενος υποβάλλει τις πληροφορίες εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την επομένη της ημερομηνίας εφαρμογής της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης ή σειράς ρυθμίσεων ή του πρώτου βήματος μιας σειράς τέτοιων ρυθμίσεων.

3.Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι, όταν συμμετέχουν περισσότεροι από ένας ενδιάμεσοι σε δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων, μόνο ο ενδιάμεσος που φέρει την ευθύνη έναντι του φορολογουμένου για την κατάρτιση και την εφαρμογή της ρύθμισης ή της σειράς ρυθμίσεων υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι, όταν η υποχρέωση υποβολής πληροφοριών για δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων βαρύνει τον φορολογούμενο και γίνεται χρήση μίας τέτοιας ρύθμισης ή σειράς τέτοιων ρυθμίσεων από περισσότερους από έναν φορολογουμένους οι οποίοι είναι συνδεδεμένες επιχειρήσεις, μόνο ο φορολογούμενος που ηγείτο της συμφωνίας της ρύθμισης ή της σειράς ρυθμίσεων με τον ενδιάμεσο υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1.

4.Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να επιβάλει στους ενδιαμέσους και τους φορολογουμένους την υποχρέωση να υποβάλλουν πληροφορίες για δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις οι οποίες τέθηκαν σε εφαρμογή μεταξύ [ημερομηνία πολιτικής συμφωνίας] και 31ης Δεκεμβρίου 2018. Ενδιάμεσοι και φορολογούμενοι, κατά περίπτωση, υποβάλλουν πληροφορίες για τις εν λόγω δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις έως τις 31 Μαρτίου 2019.

5.Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου υποβλήθηκαν οι πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου κοινοποιούν, μέσω αυτόματης ανταλλαγής, τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με τις πρακτικές ρυθμίσεις που εγκρίνονται δυνάμει του άρθρου 21 παράγραφος 1.

6.Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται από ένα κράτος μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 5 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)τα στοιχεία αναγνώρισης ενδιαμέσων και φορολογουμένων, μεταξύ άλλων, το όνομα, τη φορολογική κατοικία, τον αριθμό φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) τους και, κατά περίπτωση, τα πρόσωπα που είναι συνδεδεμένες επιχειρήσεις με τον ενδιάμεσο ή τον φορολογούμενο·

β)λεπτομερείς πληροφορίες για τα διακριτικά που αναφέρονται στο παράρτημα IV και καθιστούν δηλωτέα τη διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων·

γ)σύνοψη του περιεχομένου της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης ή σειράς τέτοιων ρυθμίσεων, μεταξύ άλλων, αναφορά της ονομασίας με την οποία είναι ευρέως γνωστές, εφόσον υπάρχει, και περιγραφή των σχετικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή ρυθμίσεων υπό γενικούς όρους, χωρίς να αποκαλύπτεται τυχόν εμπορικό, βιομηχανικό ή επαγγελματικό απόρρητο, ή εμπορική διαδικασία ή πληροφορία της οποίας η γνωστοποίηση αντιβαίνει στη δημόσια τάξη·

δ)την ημερομηνία κατά την οποία αναμένεται να ξεκινήσει ή ξεκίνησε η εφαρμογή της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης ή του πρώτου βήματος μιας σειράς τέτοιων ρυθμίσεων·

ε)λεπτομερείς πληροφορίες για τις εθνικές φορολογικές διατάξεις των οποίων η εφαρμογή εξασφαλίζει φορολογικό πλεονέκτημα, κατά περίπτωση·

στ)την αξία της συναλλαγής ή της σειράς συναλλαγών που εντάσσονται στο πλαίσιο δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης ή σειράς τέτοιων ρυθμίσεων·

ζ)τον προσδιορισμό των άλλων κρατών μελών τα οποία συμμετέχουν στη, ή τα οποία είναι πιθανό να αφορά η, δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων·

η)τα στοιχεία αναγνώρισης οποιουδήποτε προσώπου, εφόσον υπάρχει, στα άλλα κράτη μέλη που είναι πιθανό να θίγεται από τη δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση ή σειρά τέτοιων ρυθμίσεων, με αναφορά στα κράτη μέλη με τα οποία συνδέονται οι θιγόμενοι ενδιάμεσοι ή φορολογούμενοι.

7.Προς διευκόλυνση της ανταλλαγής των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή θεσπίζει τις πρακτικές ρυθμίσεις που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την τυποποίηση της κοινοποίησης των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την κατάρτιση του τυποποιημένου εντύπου που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 5.

8.Η Επιτροπή δεν έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), γ) και η) της παραγράφου 6.

9.Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών διενεργείται εντός ενός μηνός από το τέλος του τριμήνου κατά το οποίο υποβλήθηκαν οι πληροφορίες. Οι πρώτες πληροφορίες κοινοποιούνται έως το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2019.».

(3)στο άρθρο 20, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.Η Επιτροπή εγκρίνει τυποποιημένα έντυπα, περιλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης δυνάμει του άρθρου 8α πριν από την 1η Ιανουαρίου 2017,

β)για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις δυνάμει του άρθρου 8ααα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019.

Τα εν λόγω τυποποιημένα έντυπα περιλαμβάνουν μόνο τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 8α παράγραφος 6 και στο άρθρο 8ααα παράγραφος 6 για την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και τα άλλα σχετικά πεδία που συνδέονται με αυτά τα στοιχεία και απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8α και του άρθρου 8ααα αντίστοιχα.

Οι γλωσσικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να κοινοποιούν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 8α και στο άρθρο 8ααα σε οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης. Ωστόσο, οι εν λόγω γλωσσικές ρυθμίσεις είναι δυνατό να προβλέπουν ότι τα βασικά στοιχεία αυτών των πληροφοριών αποστέλλονται επίσης και σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ένωσης.».

(4)στο άρθρο 21, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.Η Επιτροπή, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, εξασφαλίζει την ανάπτυξη και την υλικοτεχνική υποστήριξη ασφαλούς κεντρικού ευρετηρίου για τα κράτη μέλη, το οποίο θα αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, και στο οποίο θα καταγράφονται οι προς κοινοποίηση πληροφορίες στο πλαίσιο του άρθρου 8α παράγραφοι 1 και 2 της παρούσας οδηγίας, ώστε να πραγματοποιείται η προβλεπόμενη στις εν λόγω παραγράφους αυτόματη ανταλλαγή.

Η Επιτροπή, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, εξασφαλίζει την ανάπτυξη και την υλικοτεχνική υποστήριξη ασφαλούς κεντρικού ευρετηρίου για τα κράτη μέλη, το οποίο θα αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, και στο οποίο θα καταγράφονται οι προς κοινοποίηση πληροφορίες στο πλαίσιο του άρθρου 8ααα παράγραφοι 5, 6 και 7 της παρούσας οδηγίας, ώστε να πραγματοποιείται η προβλεπόμενη στις εν λόγω παραγράφους αυτόματη ανταλλαγή.

Οι αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που καταγράφονται στο εν λόγω ευρετήριο. Η Επιτροπή έχει επίσης πρόσβαση στις πληροφορίες που καταγράφονται στο ευρετήριο, με την επιφύλαξη των περιορισμών του άρθρου 8α παράγραφος 8 και του άρθρου 8ααα παράγραφος 8. Οι αναγκαίες πρακτικές ρυθμίσεις εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

Έως ότου τεθεί σε λειτουργία το ανωτέρω ασφαλές κεντρικό ευρετήριο, η αυτόματη ανταλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 8α παράγραφοι 1 και 2 και στο άρθρο 8ααα παράγραφοι 5, 6 και 7 διενεργείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και τις ισχύουσες πρακτικές ρυθμίσεις.».

(5)στο άρθρο 23, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή ετήσια αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 8, στο άρθρο 8α, στο άρθρο 8αα και στο άρθρο 8ααα, καθώς και των πρακτικών αποτελεσμάτων τα οποία επιτεύχθηκαν. Η Επιτροπή εγκρίνει, με εκτελεστικές πράξεις, τη μορφή και τις προϋποθέσεις κοινοποίησης της εν λόγω ετήσιας αξιολόγησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2.».

(6)στο κεφάλαιο V προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 23aa

Τροποποιήσεις του παραρτήματος IV

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 26α για την τροποποίηση του παραρτήματος IV, ώστε να περιλαμβάνει στον κατάλογο διακριτικών ρυθμίσεις ή σειρές ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με βάση επικαιροποιημένες πληροφορίες για τις εν λόγω ρυθμίσεις ή σειρές ρυθμίσεων οι οποίες προκύπτουν από την υποχρεωτική γνωστοποίηση τέτοιων ρυθμίσεων.».

(7)το άρθρο 25α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25α

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επισύρουν οι παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εκδίδονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και όσον αφορά το άρθρο 8αα και το άρθρο 8ααα, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.».

(8)στο κεφάλαιο VII προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 26a

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπό τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

2.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 23αα για αόριστη διάρκεια μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

3.Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 23αα μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η απόφαση παράγει αποτελέσματα την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

4.Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί στο Συμβούλιο.

5.Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 23αα τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν διατυπωθούν, εντός διμήνου από την ως άνω κοινοποίησή της, αντιρρήσεις από το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας αυτής, το Συμβούλιο έχει ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα διατυπώσει αντιρρήσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Συμβουλίου.

Άρθρο 26aa

Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώνεται για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων από την Επιτροπή, για τη διατύπωση τυχόν αντιρρήσεων κατά των πράξεων αυτών και για την ανάκληση εξουσιοδότησης από το Συμβούλιο.».

(9)προστίθεται παράρτημα IV, το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2018, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από 1ης Ιανουαρίου 2019.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

   Για το Συμβούλιο

   Ο Πρόεδρος

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ

1.3.Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.4.Στόχος(-οι)

1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

1.7.Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

2.2.Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.Τομέας(είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

3.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες 

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

3.2.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ 31  

14

14.03

1.3.Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση 

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση μετά από πιλοτικό έργο/προπαρασκευαστική δράση 32  

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά την παράταση υφιστάμενης δράσης 

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά δράση προσανατολισμένη σε νέα δράση 

1.4.Στόχος(-οι)

1.4.1.Ο (Οι) πολυετής(-είς) στρατηγικός(-οί) στόχος(-οι) της Επιτροπής τον(τους) οποίο(-ους) αφορά η πρόταση/πρωτοβουλία

Το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2017 αναφέρει τη «Δικαιότερη φορολόγηση των εταιρειών» μεταξύ των προτεραιοτήτων του. Ένα από τα στοιχεία που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω θεματικής ενότητας είναι η «εφαρμογή στη νομοθεσία της ΕΕ της διεθνούς συμφωνίας για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS) (νομοθετική/μη νομοθετική, συμπερ. της εκτίμησης επιπτώσεων». Η παρούσα πρόταση για την υποχρεωτική γνωστοποίηση πληροφοριών σχετικά με ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα πορίσματα και τα στοιχεία της Δράσης 12 του ΟΟΣΑ για τη BEPS με θέμα την υποχρεωτική γνωστοποίηση.

1.4.2.Ειδικός(οί) στόχος(οι) και δραστηριότητα(ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ

Ειδικός στόχος

Σκοπός της προτεινόμενης νομικής πράξης είναι η βελτίωση της διαφάνειας και της πρόσβασης σε πληροφορίες σε αρχικό στάδιο, καθώς με τον τρόπο αυτό θα μπορέσουν οι αρχές να βελτιώσουν την ταχύτητα και την ακρίβεια των αξιολογήσεων κινδύνων τους και να λαμβάνουν εγκαίρως αποφάσεις μετά λόγου γνώσης για την προστασία των φορολογικών εσόδων τους. Ειδικότερα, αν οι φορολογικές αρχές λαμβάνουν πληροφορίες για ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού προτού αυτές τεθούν σε εφαρμογή, θα είναι σε θέση να εντοπίζουν τις ρυθμίσεις και να αντιμετωπίζουν τους φορολογικούς κινδύνους που αυτές εγκυμονούν λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα για την πάταξή τους. Για τον σκοπό αυτόν, οι πληροφορίες θα πρέπει ιδανικά να λαμβάνονται εκ των προτέρων, δηλαδή προτού εφαρμοστεί και/ή χρησιμοποιηθεί η εκάστοτε ρύθμιση. Αυτό θα δώσει ενδεχομένως στις αρχές τη δυνατότητα να αξιολογούν εγκαίρως τον κίνδυνο των εν λόγω ρυθμίσεων και, αν χρειάζεται, να λαμβάνουν μέτρα για την κάλυψη των νομοθετικών κενών και την πρόληψη της απώλειας φορολογικών εσόδων. Ο απώτερος στόχος είναι να διαμορφωθεί ένας μηχανισμός με αποτρεπτικό αποτέλεσμα, δηλαδή ένας μηχανισμός που θα αποθαρρύνει τους ενδιαμέσους να καταρτίζουν και να προωθούν στην αγορά τέτοιου είδους ρυθμίσεις.

Σχετική(ές) δραστηριότητα(ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ

ΠΒΔ 3

1.4.3.Αναμενόμενο(-α) αποτέλεσμα(-τα) και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που θα πρέπει να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους(τις) στοχοθετημένους(-ες) δικαιούχους/ομάδες.

Πρώτον, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά γνωστοποιημένες πληροφορίες για ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού θα σημαίνει ότι όλα τα κράτη μέλη θα είναι σε θέση να αξιολογούν ορθά κατά πόσο κάποια ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων έχει αντίκτυπο σε αυτά (έστω και ακούσια) και να αποφασίζουν αν θα αντιδράσουν αναλόγως.

Δεύτερον, το γεγονός ότι υπάρχει μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις δυνητικά επιθετικές ρυθμίσεις θα πρέπει να δημιουργήσει μεγαλύτερο κίνητρο για να διασφαλιστεί ότι ο φορολογικός ανταγωνισμός θα καταστεί δικαιότερος. Επιπλέον, η υποχρεωτική γνωστοποίηση και η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να αποτρέπουν τους ενδιαμέσους και τους φορολογουμένους από την προώθηση στην αγορά και τη συμμετοχή, αντίστοιχα, σε επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό, καθώς οι φορολογικές αρχές τουλάχιστον δύο κρατών μελών θα διαθέτουν πλέον τις πληροφορίες για να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους πρακτικές φορολογικού σχεδιασμού.

1.4.4.Δείκτες αποτελεσμάτων και επιπτώσεων

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της υλοποίησης της πρότασης/πρωτοβουλίας.

Η πρόταση θα διέπεται από τις απαιτήσεις της οδηγίας 2011/16/ΕΕ οι οποίες τροποποιούνται ως προς τα ακόλουθα: i) την ετήσια υποβολή από τα κράτη μέλη στατιστικών στοιχείων για την ανταλλαγή πληροφοριών, και ii) την υποβολή έκθεσης από την Επιτροπή με βάση τα εν λόγω στατιστικά στοιχεία, μεταξύ άλλων, για την αποτελεσματικότητα της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών.

1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.5.1.Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών

Η οδηγία 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία θα τροποποιηθεί με γνώμονα την επιβολή στους ενδιαμέσους και, εναλλακτικά, στους φορολογουμένους της βασικής υποχρέωσης να γνωστοποιούν ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού στις φορολογικές αρχές στις οποίες υπάγονται. Οι εν λόγω αρχές θα ανταλλάσσουν στη συνέχεια τις πληροφορίες αυτές με άλλα κράτη μέλη μέσω ενός συστήματος υποχρεωτικής και αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών. Στο πλαίσιο αυτό, οι αρχές θα έχουν την υποχρέωση να καταχωρίζουν τις γνωστοποιημένες πληροφορίες σε ένα κεντρικό ευρετήριο όπου θα έχουν πλήρη πρόσβαση όλα τα κράτη μέλη. Στην Επιτροπή θα επιτραπεί περιορισμένη πρόσβαση στο ευρετήριο με γνώμονα της διασφάλιση της επαρκούς ενημέρωσής της, ώστε να είναι σε θέση να παρακολουθεί τη λειτουργία της οδηγίας.

1.5.2.Προστιθέμενη αξία παρέμβασης της ΕΕ

Η συμμετοχή της ΕΕ στη γνωστοποίηση θα προσδώσει προστιθέμενη αξία, σε σύγκριση με την ανάληψη μεμονωμένων πρωτοβουλιών από τα κράτη μέλη στον συγκεκριμένο τομέα, και τούτο διότι η γνωστοποίηση ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, ιδίως δε αν συνοδεύεται από ανταλλαγή πληροφοριών, θα επιτρέψει στις φορολογικές αρχές να σχηματίσουν ολοκληρωμένη εικόνα για τον αντίκτυπο των διασυνοριακών συναλλαγών στο σύνολο της φορολογικής βάσης. Η ΕΕ βρίσκεται, επομένως, σε καλύτερη θέση από κάθε κράτος μεμονωμένα να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα και την πληρότητα του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών.

1.5.3.Διδάγματα που αποκομίστηκαν από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Καθεστώτα υποχρεωτικής γνωστοποίησης ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού εφαρμόζονται στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Από τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει το Ηνωμένο Βασίλειο προκύπτει ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί τις πληροφορίες που λαμβάνει για να θεσπίζει κάθε χρόνο διάφορα μέτρα καταπολέμησης της φοροαποφυγής. Από το 2004 και εξής έχουν θεσπιστεί συνολικά 49 μέτρα, που έχουν θέσει τέλος σε ευκαιρίες φοροαποφυγής των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 12 δισ. λίρες στερλίνες (GBR). Η φορολογική και τελωνειακή υπηρεσία του Ηνωμένου Βασιλείου (HMRC) αναφέρει ότι υπάρχουν πολλά ανεπίσημα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι οι μηχανισμοί γνωστοποίησης φοροαποφυγής (Disclosure of Tax Avoidance Schemes - DOTAS) έχουν αλλάξει τις οικονομικές πτυχές της φοροαποφυγής.

1.5.4.Συμβατότητα και ενδεχόμενη συνέργεια με άλλα κατάλληλα μέσα

Δεδομένου ότι η πρόταση αποσκοπεί στην τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία, οι διαδικασίες, οι ρυθμίσεις και τα εργαλεία ΤΠ που έχουν ήδη καθιερωθεί ή βρίσκονται υπό εξέλιξη στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας θα είναι διαθέσιμα για χρήση για τους σκοπούς της παρούσας πρότασης.

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

 Πρόταση/πρωτοβουλία περιορισμένης διάρκειας

   Πρόταση/Πρωτοβουλία με ισχύ από την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ μέχρι την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

   Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ μέχρι το ΕΕΕΕ

 Πρόταση/πρωτοβουλία απεριόριστης διάρκειας

Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το 2017 μέχρι το 2021,

και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

1.7.Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης 33  

 Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης·

   από τους εκτελεστικούς οργανισμούς

 Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

 Έμμεση διαχείριση με ανάθεση εκτελεστικών καθηκόντων σε:

τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει·

διεθνείς οργανισμούς και τις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν),

την ΕΤΕπ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων,

τους οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 208 και 209 του δημοσιονομικού κανονισμού,

οργανισμούς δημοσίου δικαίου,

οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας στον βαθμό που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις,

οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις,

πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ δυνάμει του τίτλου V της ΣΕΕ και προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Αν αναφέρονται περισσότεροι του ενός τρόποι διαχείρισης, παρακαλείσθε να τους διευκρινίσετε στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

Παρατηρήσεις

Η παρούσα πρόταση βασίζεται στο υφιστάμενο πλαίσιο και στο σύστημα αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών για τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις το οποίο αναπτύχθηκε σύμφωνα με το άρθρο 21 της οδηγίας 2011/16/ΕΕ στο πλαίσιο παλαιότερης τροποποίησης. Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, επεξεργάζεται τυποποιημένα έντυπα και μορφότυπους για την ανταλλαγή πληροφοριών μέσω μέτρων εφαρμογής. Όσον αφορά το δίκτυο CCN το οποίο θα επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη του εν λόγω δικτύου και τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να αναπτύξουν την κατάλληλη εγχώρια υποδομή που θα επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών μέσω του δικτύου CCN.

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι των διατάξεων αυτών

Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν:

- να κοινοποιούν στην Επιτροπή ετήσια αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 8, στο άρθρο 8α, στο άρθρο 8αα (και στο προτεινόμενο άρθρο 8ααα), καθώς και των πρακτικών αποτελεσμάτων τα οποία επιτεύχθηκαν,

- να υποβάλλουν κατάλογο στατιστικών στοιχείων, ο οποίος συντάσσεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2 (μέτρα εφαρμογής), για την αξιολόγηση της παρούσας οδηγίας.

Στο άρθρο 27 της οδηγίας σχετικά με τη διοικητική συνεργασία (ΟΔΣ), η Επιτροπή αναλαμβάνει να υποβάλλει έκθεση για την εφαρμογή της ΟΔΣ ανά πενταετία, με έναρξη από την 1η Ιανουαρίου 2013. Τα αποτελέσματα της παρούσας πρότασης (η οποία τροποποιεί την ΟΔΣ) θα συμπεριληφθούν στην έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο που θα εκδοθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2023.

2.2.Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.2.1.Κίνδυνος(-οι) που έχει(-ουν) εντοπιστεί

Έχουν εντοπιστεί οι ακόλουθοι πιθανοί κίνδυνοι:

- Καθώς η δομή και τα χαρακτηριστικά των μηχανισμών φορολογικού σχεδιασμού εξελίσσονται διαρκώς, με ενδεχόμενη συνέπεια κάποια από τα διακριτικά να καταστούν παρωχημένα μέσα στα επόμενα χρόνια, η οδηγία αναθέτει στην Επιτροπή να επικαιροποιεί τον κατάλογο διακριτικών, ώστε να περιλαμβάνει σε αυτόν ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού με βάση τις νέες πληροφορίες που προκύπτουν από την υποχρεωτική γνωστοποίηση τέτοιων ρυθμίσεων. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 26α και τροποποιεί το παράρτημα.

- Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να υποβάλλουν στην Επιτροπή στατιστικά στοιχεία τα οποία χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για την αξιολόγηση της οδηγίας. Η Επιτροπή αναλαμβάνει να υποβάλλει έκθεση με βάση αυτά τα στοιχεία ανά πενταετία.

- Όσον αφορά ειδικά την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να κοινοποιούν στην Επιτροπή ετήσια αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς της.

2.2.2.Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα εσωτερικού ελέγχου που έχει καθοριστεί

Προκειμένου να παρακολουθεί την ορθή εφαρμογή της οδηγίας, η Επιτροπή θα έχει περιορισμένη πρόσβαση στο κεντρικό ευρετήριο όπου τα κράτη μέλη θα καταχωρίζουν πληροφορίες για μηχανισμούς δυνητικά επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού.

Το πρόγραμμα Fiscalis θα στηρίζει το σύστημα εσωτερικού ελέγχου, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1286/2013 της 11ης Δεκεμβρίου 2013, μέσω της χορήγησης κονδυλίων για τα ακόλουθα:

- κοινές δράσεις (π.χ. με τη μορφή ομάδων έργου),

- ανάπτυξη ευρωπαϊκών συστημάτων πληροφοριών.

Τα κύρια στοιχεία της στρατηγικής ελέγχου είναι τα ακόλουθα:

Δημόσιες συμβάσεις

Οι διαδικασίες ελέγχου για την ανάθεση συμβάσεων που προσδιορίζονται στον δημοσιονομικό κανονισμό: κάθε σύμβαση συνάπτεται εφαρμόζοντας την καθιερωμένη διαδικασία επαλήθευσης από τις υπηρεσίες της Επιτροπής για την πληρωμή, λαμβάνοντας υπόψη τις συμβατικές υποχρεώσεις και τη χρηστή δημοσιονομική και γενική διαχείριση. Προβλέπονται μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης (έλεγχοι, εκθέσεις κ.λπ.) σε όλες τις συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται μεταξύ της Επιτροπής και των δικαιούχων. Καταρτίζεται λεπτομερής συγγραφή υποχρεώσεων, η οποία αποτελεί τη βάση κάθε συγκεκριμένης σύμβασης. Η διαδικασία αποδοχής εφαρμόζει αυστηρά τη μέθοδο TEMPO της ΓΔ TAXUD: τα παραδοτέα εξετάζονται, τροποποιούνται, εφόσον απαιτείται, και τελικά γίνονται ρητώς αποδεκτά (ή απορρίπτονται). Κανένα τιμολόγιο δεν πληρώνεται χωρίς «επιστολή αποδοχής».

Τεχνική επαλήθευση της ανάθεσης συμβάσεων

Η ΓΔ TAXUD διενεργεί ελέγχους των παραδοτέων και επιβλέπει τις εργασίες και τις υπηρεσίες που εκτελούνται από αναδόχους. Διενεργεί επίσης ελέγχους ποιότητας και ασφάλειας στους αναδόχους σε τακτική βάση. Οι έλεγχοι ποιότητας επαληθεύουν τη συμμόρφωση των πραγματικών διεργασιών των αναδόχων προς τους κανόνες και τις διαδικασίες που καθορίζονται στα σχέδια ποιότητας που υπέβαλαν. Οι έλεγχοι ασφάλειας επικεντρώνονται στις συγκεκριμένες διεργασίες, διαδικασίες και οργάνωση.

Επιπλέον των ως άνω ελέγχων, η ΓΔ TAXUD διενεργεί τους παραδοσιακούς οικονομικούς ελέγχους:

Εκ των προτέρων επαλήθευση δεσμεύσεων

Όλες οι δεσμεύσεις στην ΓΔ TAXUD επαληθεύονται από τον προϊστάμενο της διοικητικής μονάδας Ανθρωπίνων και Οικονομικών Πόρων. Επομένως, το 100% των δεσμευμένων ποσών καλύπτεται από την εκ των προτέρων επαλήθευση. Αυτή η διαδικασία διασφαλίζει σε υψηλό επίπεδο τη νομιμότητα και κανονικότητα των συναλλαγών.

Εκ των προτέρων επαλήθευση πληρωμών

Το 100% των πληρωμών επαληθεύεται εκ των προτέρων. Επιπλέον, τουλάχιστον μία πληρωμή (από όλες τις κατηγορίες δαπανών) εβδομαδιαίως επιλέγεται τυχαία για πρόσθετη εκ των προτέρων επαλήθευση, η οποία διενεργείται από τον προϊστάμενο της διοικητικής μονάδας Ανθρωπίνων και Οικονομικών Πόρων. Δεν υφίσταται στόχος σχετικά με την κάλυψη, καθώς ο σκοπός αυτής της επαλήθευσης είναι ο «τυχαίος» έλεγχος πληρωμών προκειμένου να επαληθευτεί ότι όλες οι πληρωμές έγιναν σύμφωνα με τις απαιτήσεις. Οι λοιπές πληρωμές ελέγχονται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες σε ημερήσια βάση.

Δηλώσεις των δευτερευόντων διατακτών

Όλοι οι δευτερεύοντες διατάκτες υπογράφουν δηλώσεις για τη στήριξη της Ετήσιας Έκθεσης Δραστηριοτήτων για το εκάστοτε έτος. Αυτές οι δηλώσεις καλύπτουν τις εργασίες στο πλαίσιο του προγράμματος. Οι δευτερεύοντες διατάκτες δηλώνουν ότι οι εργασίες σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής οικονομικής διαχείρισης, ότι τα συστήματα που εφαρμόζονται για τη διαχείριση και τον έλεγχο παρείχαν επαρκή διασφάλιση σχετικά με τη νομιμότητα και κανονικότητα των συναλλαγών, ότι οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτές τις εργασίες έχουν προσδιοριστεί και κοινοποιηθεί δεόντως και ότι εφαρμόσθηκαν ενέργειες άμβλυνσης.

2.2.3.Εκτιμώμενο κόστος και όφελος των ελέγχων και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος

Οι έλεγχοι που έχουν θεσπισθεί επιτρέπουν στη ΓΔ TAXUD να εξασφαλίζει επαρκή βεβαιότητα σχετικά με την ποιότητα και την κανονικότητα των δαπανών και να μειώνει τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης. Τα ανωτέρω μέτρα της στρατηγικής ελέγχου μειώνουν τους δυνητικούς κινδύνους κάτω από τον στόχο του 2% και εκτείνονται σε όλους τους δικαιούχους. Τυχόν πρόσθετα μέτρα για περαιτέρω μείωση των κινδύνων θα έχουν ως αποτέλεσμα δυσανάλογα υψηλό κόστος και, ως εκ τούτου, δεν προβλέπονται.

Το συνολικό κόστος υλοποίησης της ως άνω στρατηγικής ελέγχου — για όλες τις δαπάνες στο πλαίσιο του προγράμματος Fiscalis 2020, περιορίζεται στο 1,6% του συνόλου των πληρωμών. Αναμένεται να παραμείνει στο ίδιο ποσοστό για την πρωτοβουλία αυτή.

Η στρατηγική ελέγχου του προγράμματος περιορίζει τον κίνδυνο της μη συμμόρφωσης σε ουσιαστικά μηδενικό επίπεδο και εξακολουθεί να είναι ανάλογη με τους ενεχόμενους κινδύνους.

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας

Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) δύναται να διενεργεί έρευνες που περιλαμβάνουν επιτόπιους ελέγχους και επιθεωρήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 34 και στον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου 35 , με στόχο τη διαπίστωση τυχόν απάτης, διαφθοράς ή άλλης παράνομης δραστηριότητας, συνδεόμενης με συμφωνία επιχορήγησης ή απόφαση επιχορήγησης ή με σύμβαση χρηματοδότησης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η οποία θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.Τομέας(είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

·Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Σύμφωνα με τη σειρά των τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και των γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή προϋπολογισμού

Είδος της
δαπάνης

Συμμετοχή

14.03.01

ΔΠ/ΜΔΠ 36 .

χωρών ΕΖΕΣ 37

υποψηφίων για ένταξη χωρών 38

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

1A – Ανταγωνιστικότητα για την ανάπτυξη και την απασχόληση

Βελτίωση της λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων

ΜΔΠ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

·Νέες γραμμές του προϋπολογισμού, των οποίων έχει ζητηθεί η δημιουργία

Σύμφωνα με τη σειρά των τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και των γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή προϋπολογισμού

Είδος της
δαπάνης

Συμμετοχή

Αριθμός 
[Τομέας………………………………………]

ΔΠ/ΜΔΠ

χωρών ΕΖΕΣ

υποψηφίων για ένταξη χωρών

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

[XX.YY.YY.YY]

ΝΑΙ/ΟΧΙ

ΝΑΙ/ΟΧΙ

ΝΑΙ/ΟΧΙ

ΝΑΙ/ΟΧΙ

3.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

[Αυτό το τμήμα πρέπει να συμπληρωθεί με τη χρήση λογιστικών φύλλων για τα διοικητικού χαρακτήρα στοιχεία του προϋπολογισμού (δεύτερο έγγραφο στο παράρτημα του παρόντος δημοσιονομικού δελτίου) που πρέπει να τηλεφορτώνεται στο CISNET για διυπηρεσιακή διαβούλευση.]

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού 
πλαισίου:

1A

Ανταγωνιστικότητα για την ανάπτυξη και την απασχόληση

ΓΔ: TAXUD

Έτος
N 39

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

Έτος
N+4

Έτος
N+5

ΣΥΝΟΛΟ

•Επιχειρησιακές πιστώσεις

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού 14.03.01

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Πληρωμές

(2)

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

Πληρωμές

(2α)

Πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενες από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων 40  

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού

(3)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για τη ΓΔ TAXUD

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α +3

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Πληρωμές

=2+2α

+3

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480






ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Πληρωμές

(5)

0,000

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

• ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
του ΤΟΜΕΑ 1A
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+ 6

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Πληρωμές

=5+ 6

0,000

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Αν η πρόταση/πρωτοβουλία επηρεάζει περισσότερους του ενός τομείς:

• ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Πληρωμές

(5)

0,000

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

• ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 4
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

(Ποσό αναφοράς)

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+ 6

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

Πληρωμές

=5+ 6

0,000

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480





Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού 
πλαισίου:

5

«Σύνολο διοικητικών δαπανών»

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος
N

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

Έτος
N+4

ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ: TAXUD

• Ανθρώπινοι πόροι

0,069

0,069

0,028

0,014

0,014

0,194

• Άλλες διοικητικές δαπάνες

0,004

0,004

0,002

0,001

0,001

0,012

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ TAXUD

Πιστώσεις

0,073

0,073

0,030

0,015

0,015

0,206

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για τον ΤΟΜΕΑ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου
 

(Σύνολο πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών)

0,073

0,073

0,030

0,015

0,015

0,206

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος
N 41

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

Έτος
N+4

Έτος
N+5

ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου
 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

0,133

0,333

0,090

0,065

0,065

0,686

Πληρωμές

0,073

0,133

0,290

0,075

0,065

0,050

0,686

3.2.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα

Έτος
N

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

Έτος

N+4

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ (OUTPUTS)

Είδος 42

Μέσο κόστος

Αριθμός

Κόστος

Αριθμός

Κόστος

Αριθμός

Κόστος

Αριθμός

Κόστος

Αριθμός

Κόστος

Συνολικός αριθμός

Συνολικό κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1 43

Προδιαγραφές

0,060

0,060

0,120

Ανάπτυξη

0,140

0,140

Συντήρηση

0,020

0,010

0,010

0,040

Υποστήριξη

0,020

0,020

0,020

0,020

0,080

Κατάρτιση

-

Διαχείριση υπηρεσιών πληροφορικής (υποδομή, φιλοξενία, άδειες κ.λπ.)

0,040

0,020

0,020

0,020

0,100

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 1

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 2 ...

- Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 2

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

0,060

0,260

0,060

0,050

0,050

0,480

3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

3.2.3.1.Συνοπτική παρουσίαση

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος
N 44

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

Έτος
N+4

ΣΥΝΟΛΟ

ΤΟΜΕΑΣ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

0,069

0,069

0,028

0,014

0,014

0,194

Άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα

0,004

0,004

0,002

0,001

0,001

0,012

Μερικό σύνολο του ΤΟΜΕΑ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

0,073

0,073

0,030

0,015

0,015

0,206

Εκτός του ΤΟΜΕΑ 5 45
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες δαπάνες
διοικητικού χαρακτήρα

Μερικό σύνολο
εκτός του ΤΟΜΕΑ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

ΣΥΝΟΛΟ

0,073

0,073

0,030

0,015

0,015

0,206

Οι απαιτούμενες πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους και άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχουν ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και οι οποίες θα συμπληρωθούν, κατά περίπτωση, με πρόσθετα κονδύλια που ενδέχεται να χορηγηθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

3.2.3.2.Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης

Έτος
N

Έτος
N+1

Έτος N+2

Έτος N+3

Έτος N+4

• Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων)

ΧΧ 01 01 01 (έδρα και γραφεία αντιπροσωπείας της Επιτροπής)

0,5

0,5

0,2

0,1

0,1

XX 01 01 02 (σε αντιπροσωπεία)

XX 01 05 01 (έμμεση έρευνα)

10 01 05 01 (άμεση έρευνα)

Εξωτερικό προσωπικό (σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης: ΙΠΑ) 46

XX 01 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο)

XX 01 02 02 (AC, AL, END, INT και JED στις αντιπροσωπείες)

XX 01 04 yy  47

- στην έδρα

- σε αντιπροσωπείες

XX 01 05 02 (AC, END, INT - έμμεση έρευνα)

10 01 05 02 (AC, END, INT - άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

ΣΥΝΟΛΟ

0,5

0,5

0,2

0,1

0,1

XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού.

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης ή/και έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και το οποίο θα συμπληρωθεί, εάν χρειαστεί, από πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι

Προετοιμασία συνεδριάσεων και αλληλογραφία με τα κράτη μέλη· εργασίες σε έντυπα, μορφότυπους ΤΠ και στο κεντρικό ευρετήριο·

ανάθεση της εκτέλεσης εργασιών σχετικά με το σύστημα ΤΠ σε εξωτερικούς συνεργάτες.

Εξωτερικό προσωπικό

Άνευ αντικειμένου

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

   Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με τον ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Να εξηγηθεί ο απαιτούμενος αναπρογραμματισμός, με προσδιορισμό των σχετικών γραμμών του προϋπολογισμού και των αντίστοιχων ποσών.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Να εξηγηθεί η ανάγκη, με προσδιορισμό των σχετικών τομέων και γραμμών του προϋπολογισμού, καθώς και των αντίστοιχων ποσών.

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτα μέρη.

Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη συγχρηματοδότηση που εκτιμάται παρακάτω:

Πιστώσεις σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος
N

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Σύνολο

Να προσδιοριστεί ο φορέας συγχρηματοδότησης 

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων



3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω:

   στους ιδίους πόρους

   στα διάφορα έσοδα

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή εσόδων του προϋπολογισμού:

Διαθέσιμες πιστώσεις για το τρέχον οικονομικό έτος

Επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας 48

Έτος
N

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Άρθρο ………….

Για τα διάφορα έσοδα «για ειδικό προορισμό», να προσδιοριστεί(ούν) η(οι) γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται.

Να προσδιοριστεί η μέθοδος υπολογισμού των επιπτώσεων στα έσοδα.

(1) Οδηγία (ΕΕ) 2014/107 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα (ΕΕ L 359 της 16.12.2014, σ. 1-29).
(2) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).
(3)

   Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Ιουλίου 2016 σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος ( 2016/2038(INI) ) http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+TA+P8-TA-2016-0310+0+DOC+XML+V0//EL

(4) Άτυπο Συμβούλιο ECOFIN της 22ας Απριλίου 2016.
(5) Διάβρωση της βάσης και μετατόπιση των κερδών – BEPS, ΟΟΣΑ (2015): « Δημόσια συζήτηση του σχεδίου της Δράσης 12 για τη BEPS: κανόνες υποχρεωτικής γνωστοποίησης ». Βλ. επίσης για περαιτέρω διευκρινίσεις το σχετικό λήμμα στο γλωσσάριο.
(6) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2016), Συμπεράσματα σχετικά με την « Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια εξωτερική στρατηγική και σύσταση σχετικά με την εφαρμογή μέτρων κατά της κατάχρησης των φορολογικών συμβάσεων − Συμπεράσματα του Συμβουλίου », 25.5.2016 (Συμπεράσματα του Συμβουλίου ECOFIN του Μαΐου 2016).
(7) Συμπεράσματα του Συμβουλίου ECOFIN του Μαΐου 2016, σημείο 12.
(8) Προτεραιότητες της G20: https://www.g20.org/Webs/G20/EN/G20/Agenda/agenda_node.html  
(9) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση για τη λήψη περαιτέρω μέτρων με σκοπό την ενίσχυση της διαφάνειας και της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, COM(2016) 451 final , 5.7.2016 (ανακοίνωση για τα έγγραφα του Παναμά).
(10) Οδηγία (ΕΕ) 2011/16 του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).
(11) Οδηγία 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977, σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων και των φόρων επί των ασφαλίστρων (ΕΕ L 336 της 27.12.1977, σ. 15-20).
(12) Οδηγία (ΕΕ) 2014/107 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα (ΕΕ L 359 της 16.12.2014, σ. 1).
(13) Οδηγία (ΕΕ) 2015/2376 του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2015, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 332 της 18.12.2015, σ. 1).
(14) Οδηγία (ΕΕ) 2016/881 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 146 της 3.6.2016, σ. 8).
(15) Πρόταση της Επιτροπής για οδηγία 2016/0107 (COD) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Απριλίου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/34/ΕΕ όσον αφορά τη δημοσιοποίηση πληροφοριών για τη φορολογία εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα.
(16) Κάποιες από αυτές τις συμφωνίες που αφορούν ορισμένες τρίτες χώρες της Ευρώπης συνάπτονται από την Ένωση.
(17) http://ec.europa.eu/transparency/regdoc/?fuseaction=ia
(18) http://ec.europa.eu/transparency/regdoc/?fuseaction=ia  
(19) ΕΕ C της , σ. .
(20) ΕΕ C της , σ. .
(21) Οδηγία (ΕΕ) 2011/16 του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).
(22) Οδηγία (ΕΕ) 2014/107 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα (ΕΕ L 359 της 16.12.2014, σ. 1).
(23) Οδηγία (ΕΕ) 2015/2376 του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2015, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 332 της 18.12.2015, σ. 1).
(24) Οδηγία (ΕΕ) 2016/881 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 146 της 3.6.2016, σ. 8).
(25) Οδηγία (ΕΕ) 2016/2258 του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την πρόσβαση των φορολογικών αρχών σε πληροφορίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ΕΕ L 342 της 16.12.2016, σ. 1).
(26) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).
(27) Οδηγία (ΕΕ) 2014/107 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα (ΕΕ L 359 της 16.12.2014, σ. 1).
(28) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(29) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
(30) Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).
(31) ΔΒΔ: Διαχείριση βάσει δραστηριοτήτων· ΠΒΔ: Προϋπολογισμός βάσει δραστηριοτήτων.
(32) Αναφερόμενα στο άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.
(33) Οι λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης, καθώς και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο BudgWeb: http://www.cc.cec/budg/man/budgmanag/budgmanag_en.html
(34) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.
(35)    Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες, ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.
(36) ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις/ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις
(37) ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.
(38) Υποψήφιες χώρες και, εφόσον ισχύει, δυνάμει υποψήφιες για ένταξη χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.
(39) Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.
(40) Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(41) Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.
(42) Αποτελέσματα θα είναι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (παράδειγμα: αριθμός ανταλλαγών σπουδαστών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ οδών που θα κατασκευαστούν κ.λπ.).
(43) Όπως περιγράφεται στο σημείο 1.4.2. «Ειδικός(-οί) στόχος(-οι)…».
(44) Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.
(45) Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(46) AC = Συμβασιούχος υπάλληλος AL = Τοπικός υπάλληλος END = Αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας· INT = Προσωρινό προσωπικό οργανισμού JED = Νεαρός εμπειρογνώμονας σε αντιπροσωπεία.
(47) Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»)
(48) Όσον αφορά τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους (δασμούς, εισφορές ζάχαρης) τα αναγραφόμενα ποσά πρέπει να είναι καθαρά ποσά, δηλ. τα ακαθάριστα ποσά μετά την αφαίρεση του 25% για έξοδα είσπραξης.

Βρυξέλλες, 21.6.2017

COM(2017) 335 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στην

Πρόταση οδηγίας του Συμβουθλίου

για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις

{SWD(2017) 236 final}
{SWD(2017) 237 final}


«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ

Γενικά και ειδικά διακριτικά της κατηγορίας Β δέον να λαμβάνονται υπόψη μόνον όταν πληρούν τη «δοκιμή του κυρίου οφέλους».

Η δοκιμή του κυρίου οφέλους

Η δοκιμή θα πληρούται όταν το κύριο όφελος μιας ρύθμισης ή σειράς ρυθμίσεων συνίσταται στην απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι το πλεονέκτημα είναι το αποτέλεσμα το οποίο δύναται να αναμένει κάποιος από μια τοιαύτη ρύθμιση, ή σειρά ρυθμίσεων, μεταξύ άλλων επωφελούμενος του ειδικού τρόπου δομής της ρύθμισης ή της σειράς ρυθμίσεων.

A.    Γενικά διακριτικά

1.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων, όταν ο φορολογούμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να συμμορφώνεται με μια προϋπόθεση εμπιστευτικότητας που μπορεί να απαιτεί από αυτόν να μην αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο η ρύθμιση θα μπορούσε να εξασφαλίσει φορολογικό πλεονέκτημα απέναντι σε άλλους ενδιαμέσους ή τις φορολογικές αρχές.

2.Η ρύθμιση ή η σειρά ρυθμίσεων όταν ο ενδιάμεσος δικαιούται να λάβει αμοιβή (ή τόκο, αντιπαροχή για χρηματοδοτικές δαπάνες και άλλες επιβαρύνσεις) για τη ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων και η αμοιβή αυτή καθορίζεται σε σχέση με:

(a)το ποσό του φορολογικού πλεονεκτήματος που προκύπτει από τη ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων· ή

(b)το αν πράγματι προκύπτει φορολογικό πλεονέκτημα από τη ρύθμιση ή τη σειρά ρυθμίσεων. Αυτό θα περιλαμβάνει την υποχρέωση του ενδιαμέσου για μερική ή πλήρη επιστροφή της αμοιβής εφόσον το επιδιωκόμενο φορολογικό πλεονέκτημα που προκύπτει από τη ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων δεν επιτεύχθηκε εν μέρει ή πλήρως.

3.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που περιλαμβάνει τη χρήση τυποποιημένης τεκμηρίωσης συμπεριλαμβανομένων των τυποποιημένων εντύπων. Η τεκμηρίωση είναι ευκόλως διαθέσιμη σε περισσότερους από έναν φορολογούμενο και δεν χρειάζεται να είναι ειδικά σχεδιασμένη ώστε να μπορεί ο φορολογούμενος να εφαρμόσει τη ρύθμιση ή τη σειρά ρυθμίσεων.

B.    Ειδικά διακριτικά που μπορεί να συνδέονται με τη δοκιμή του κυρίου οφέλους

1.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων με την οποία ο φορολογούμενος χρησιμοποιεί ζημίες για τη μείωση των φορολογικών του υποχρεώσεων, μεταξύ άλλων μέσω της μεταφοράς των εν λόγω ζημιών σε άλλη δικαιοδοσία ή με την επιτάχυνση της χρήσης των εν λόγω ζημιών.

2.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που έχει ως αποτέλεσμα τη μετατροπή εσόδων σε κεφάλαιο, δωρεές ή άλλες κατηγορίες εσόδων τα οποία φορολογούνται σε χαμηλότερο επίπεδο.

3.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που περιλαμβάνει συναλλαγές κυκλικού χαρακτήρα που οδηγούν στις κυκλικές διαδρομές κεφαλαίων, δηλαδή μέσω της συμμετοχής παρεμβαλλόμενων οντοτήτων χωρίς άλλη πρωτογενή εμπορική λειτουργία ή συναλλαγές που αντισταθμίζουν ή ακυρώνουν η μία την άλλη ή που έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά.

Γ.    Ειδικά διακριτικά που συνδέονται με διασυνοριακές συναλλαγές

1.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων η οποία περιλαμβάνει εκπεστέες διασυνοριακές πληρωμές που πραγματοποιούνται μεταξύ δύο ή περισσότερων συνδεδεμένων μερών εφόσον συντρέχει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)ο αποδέκτης δεν είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς σε οιαδήποτε φορολογική δικαιοδοσία·

(b)μολονότι ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς σε μια δικαιοδοσία, η δικαιοδοσία αυτή είτε:

i.δεν επιβάλλει φόρο εταιρειών· είτε

ii.επιβάλλει φόρο εταιρειών με μηδενικό συντελεστή ή με νόμιμο συντελεστή φορολογίας εταιρειών κατώτερο από το ήμισυ του μέσου νόμιμου συντελεστή φορολογίας εταιρειών στην Ένωση, όπως διαμορφώθηκε κατά τη λήξη του προηγούμενου ημερολογιακού έτους· είτε

iii.περιλαμβάνεται σε κατάλογο με δικαιοδοσίες τρίτων χωρών που έχουν αξιολογηθεί από τα κράτη μέλη συλλογικά ή στο πλαίσιο διεθνούς οργανισμού ως έχουσες επιζήμια φορολογικά καθεστώτα.

(c)η καταβολή τυγχάνει μερικής ή πλήρους απαλλαγής από τη φορολογία στην περιοχή δικαιοδοσίας όπου ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς·

(d)η καταβολή υπάγεται σε προτιμησιακό φορολογικό καθεστώς στην περιοχή δικαιοδοσίας όπου ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς·

(e)υπάρχει αναντιστοιχία εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1164 όσον αφορά τις ασυμφωνίες στη μεταχείριση υβριδικών μέσων με τρίτες χώρες, η οποία εγκρίθηκε από το Συμβούλιο των Υπουργών στις 23 Μαΐου 2017.

2.Το ίδιο περιουσιακό στοιχείο υπόκειται σε απόσβεση σε περισσότερες της μίας δικαιοδοσίες.

3.Περισσότεροι του ενός φορολογούμενοι μπορούν να ζητήσουν απαλλαγή από τη διπλή φορολόγηση για το ίδιο στοιχείο εισοδήματος σε διαφορετικές δικαιοδοσίες.

4.Υφίσταται ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που περιλαμβάνει μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων και όταν υπάρχει ουσιαστική διαφορά στο ποσό που θεωρείται πληρωτέο σε αντάλλαγμα για τα περιουσιακά στοιχεία σε αυτές τις δικαιοδοσίες.

Δ.    Ειδικά διακριτικά σχετικά με συμφωνίες αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών στην Ένωση

Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που καταστρατηγούν νομοθεσία ή συμφωνίες της Ένωσης σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών με τρίτες χώρες, και έχουν ως αποτέλεσμα την αποφυγή της αναφοράς εισοδημάτων στο κράτος της φορολογικής κατοικίας του φορολογουμένου. Οι ρυθμίσεις αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν:

(a)τη χρήση δικαιοδοσιών που δεν δεσμεύονται από τη νομοθεσία ή συμφωνίες της Ένωσης σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών·

(b)την εκ νέου ταξινόμηση των ειδών εισοδημάτων σε κατηγορίες που δεν υπόκεινται στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών·

(c)τη χρήση νομικών οντοτήτων και δομών που δεν προβλέπονται από τη νομοθεσία ή συμφωνίες της Ένωσης σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών·

(d)τη χρήση δικαιοδοσιών με ανεπαρκή ή αδύναμα καθεστώτα επιβολής της νομοθεσίας περί νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Αυτό περιλαμβάνει τις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν κανόνες για τον προσδιορισμό των πραγματικών δικαιούχων νομικών οντοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των καταπιστευμάτων, ιδρυμάτων και φορέων ειδικού σκοπού ή όταν υπάρχει χρήση εντολοδόχων ή πληρεξουσίου για απόκρυψη της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου.

E.    Ειδικά διακριτικά σχετικά με την ενδοομιλική τιμολόγηση

1.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που δεν είναι σύμφωνες με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού ή με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις τιμές των ενδοομιλικών συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένου του επιμερισμού των κερδών μεταξύ διαφορετικών μελών του ίδιου ομίλου εταιρειών.

2.Ρύθμιση ή σειρά ρυθμίσεων που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις, η οποία δεν δηλώνεται ούτε αποτελεί αντικείμενο ανταλλαγής.»