Βρυξέλλες, 23.3.2017

COM(2017) 134 final

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας – Στρατηγική εφαρμογής

{SWD(2017) 112 final}
{SWD(2017) 113 final}


1Εισαγωγή

Μία από τις δέκα προτεραιότητες της Επιτροπής που παρουσίασε ο πρόεδρος Juncker 1 είναι η άρση των φραγμών για τη δημιουργία ψηφιακής ενιαίας αγοράς στην Ευρώπη. Ο δημόσιος τομέας, που αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα τέταρτο των συνολικών θέσεων εργασίας και συμβάλλει περίπου το ένα πέμπτο του ΑΕΠ της ΕΕ μέσω δημόσιων συμβάσεων, διαδραματίζει βασικό ρόλο στην ψηφιακή ενιαία αγορά ως ρυθμιστής, πάροχος υπηρεσιών και εργοδότης.

Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε ψηφιοποίηση των δημόσιων διοικήσεών τους με στόχο την εξοικονόμηση χρόνου, τη μείωση του κόστους, την αύξηση της διαφάνειας και τη βελτίωση τόσο της ποιότητας των δεδομένων όσο και της παροχής δημόσιων υπηρεσιών. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας του 2016 για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, οι ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση 2 . Όσον αφορά τις διασυνοριακές υπηρεσίες στην Ένωση, η κατάσταση θέτει μια ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν φραγμοί στην πρόσβαση στις διασυνοριακές υπηρεσίες 3 .

Υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης των δημόσιων υπηρεσιών με τη διατερματική ενοποίηση και αυτοματοποίηση, την αποτελεσματικότερη χρήση αξιόπιστων πηγών πληροφόρησης και την ανοικτή δημοσίευση δημόσιων δεδομένων, με την ταυτόχρονη διασφάλιση ότι ο χειρισμός των αρχείων πολιτών και επιχειρήσεων διεξάγεται σύμφωνα με τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων με σκοπό την ενίσχυση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης. Οι εθνικές δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει να συνδέονται και να εκτείνονται πέρα από τα εθνικά σύνορα με σκοπό τη διασύνδεση με παρόμοιες υπηρεσίες σε επίπεδο ΕΕ, συμβάλλοντας έτσι στην ψηφιακή ενιαία αγορά. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να υπάρχει συντονισμένη προσέγγιση σε όλα τα επίπεδα κατά την κατάρτιση της νομοθεσίας, την οργάνωση των επιχειρηματικών διαδικασιών από τις δημόσιες διοικήσεις, τη διαχείριση των πληροφοριών και την ανάπτυξη συστημάτων ΤΠ με σκοπό την παροχή δημόσιων υπηρεσιών. Διαφορετικά θα ενταθεί ο ήδη υπάρχων ψηφιακός κατακερματισμός, γεγονός που θα έθετε σε κίνδυνο την προσφορά συνδεδεμένων δημόσιων υπηρεσιών σε ολόκληρη την ΕΕ.

Η διαλειτουργικότητα είναι βασικός παράγοντας προκειμένου να καταστεί δυνατός ο ψηφιακός μετασχηματισμός. Επιτρέπει στους διοικητικούς φορείς να ανταλλάσσουν ηλεκτρονικά, μεταξύ τους και με πολίτες και επιχειρήσεις, σημαντικές πληροφορίες με τρόπους που γίνονται κατανοητοί από όλα τα μέρη. Αφορά όλα τα επίπεδα που έχουν αντίκτυπο στην παροχή ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων:

νομικών θεμάτων, π.χ. με τη διασφάλιση ότι η νομοθεσία δεν επιβάλλει αδικαιολόγητα εμπόδια στην επαναχρησιμοποίηση δεδομένων σε διαφορετικούς τομείς πολιτικής·

οργανωτικών πτυχών, π.χ. με το αίτημα επίσημων συμφωνιών σχετικά με τους όρους που ισχύουν για αλληλεπιδράσεις μεταξύ οργανισμών·

ζητημάτων που αφορούν δεδομένα / σημασιολογικών ζητημάτων, π.χ. με τη διασφάλιση της χρήσης κοινών περιγραφών των δεδομένων που ανταλλάσσονται·

τεχνικών προκλήσεων, π.χ. με τη δημιουργία του αναγκαίου περιβάλλοντος συστημάτων πληροφοριών που επιτρέπει την αδιάκοπη ροή bits και bytes.

Η Επιτροπή αναγνώρισε την ανάγκη διαλειτουργικότητας μεταξύ των δημόσιων διοικήσεων ήδη το 1999 4 και έκτοτε υποστήριξε προγράμματα ανάπτυξης, προώθησης και χρήσης λύσεων διαλειτουργικότητας στην ΕΕ. Το 2010 εξέδωσε ανακοίνωση 5 με τίτλο «Προς τη διαλειτουργικότητα των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών», η οποία περιέχει ως παραρτήματα την ευρωπαϊκή στρατηγική διαλειτουργικότητας 6 (ΕΣΔ) και το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας 7 (ΕΠΔ). Έκτοτε το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας λειτούργησε ως σημείο αναφοράς σε ολόκληρη την Ένωση και πέρα από αυτή, και αποτέλεσε τη βάση των περισσότερων εθνικών πλαισίων και στρατηγικών διαλειτουργικότητας. Με βάση τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα, πρέπει πλέον να επικαιροποιηθεί και να επεκταθεί το ισχύον ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας, ώστε να λαμβάνει υπόψη νέες ή αναθεωρημένες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας που προκύπτουν από πολιτικές και προγράμματα της Ένωσης καθώς και από δημόσιες διοικήσεις, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις τεχνολογικές εξελίξεις και τάσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζεται ότι η ανακοίνωση «Στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά της Ευρώπης», 8 της 6ης Μαΐου 2015, αναγνωρίζει τη διαλειτουργικότητα ως προαπαιτούμενο για «αποτελεσματικές συνδέσεις πέραν των συνόρων, μεταξύ των κοινοτήτων και μεταξύ δημόσιων υπηρεσιών και δημοσίων αρχών» και απαιτεί την αναθεώρηση και επέκταση του υφιστάμενου ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας.

2Η τρέχουσα κατάσταση και η μελλοντική πορεία για τη διαλειτουργικότητα

Το πρόγραμμα σχετικά με λύσεις διαλειτουργικότητας για τις ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις (ISA) (2010-2015), 9 και το διάδοχο πρόγραμμα ISA² (2016-2020), 10 είναι τα κύρια μέσα με βάση τα οποία έχουν υλοποιηθεί η τρέχουσα ευρωπαϊκή στρατηγική διαλειτουργικότητας και το τρέχον ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας. Για τον σκοπό αυτό πραγματοποιήθηκαν διάφορες δράσεις που αποσκοπούσαν στη βελτίωση της ψηφιακής συνεργασίας μεταξύ των δημόσιων διοικήσεων στην Ευρώπη.

Το Παρατηρητήριο του Εθνικού Πλαισίου Διαλειτουργικότητας (NIFO) που δημιουργήθηκε από την Επιτροπή στο πλαίσιο υλοποίησης του προγράμματος ISA με σκοπό τη μέτρηση της προόδου και την παρακολούθηση της τρέχουσας κατάστασης διαλειτουργικότητας στην Ένωση έδειξε ότι το 2014 το ποσοστό εναρμόνισης των εθνικών πλαισίων διαλειτουργικότητας με το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας προσέγγισε κατά μέσο όρο το 72 % 11 . Ωστόσο, το επίπεδο εφαρμογής του εθνικού πλαισίου διαλειτουργικότητας σε ορισμένα εθνικά έργα ανήλθε σε 45 % το 2015, το οποίο αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν δυσκολίες με την πρακτική εφαρμογή των τρεχουσών συστάσεων.

Οι δημόσιες διοικήσεις χρειάζονται πιο συγκεκριμένες κατευθύνσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της διακυβέρνησης των δραστηριοτήτων διαλειτουργικότητας που αναλαμβάνουν, τη σύναψη σχέσεων μεταξύ οργανισμών, τον εξορθολογισμό των διαδικασιών που υποστηρίζουν τις διατερματικές ψηφιακές υπηρεσίες και τη μέριμνα προκειμένου να διασφαλίζεται ότι με την ισχύουσα και τη νέα νομοθεσία δεν διακυβεύονται οι προσπάθειες διαλειτουργικότητας. Οι εν λόγω κατευθύνσεις παρουσιάζονται σε ένα επικαιροποιημένο σύνολο συστάσεων διαλειτουργικότητας που περιλαμβάνεται στο ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας, όπως ορίζεται στο παράρτημα 2 της παρούσας ανακοίνωσης.

Οι συστάσεις αυτές θα πρέπει να βοηθούν τις δημόσιες διοικήσεις στα εξής:

βελτίωση της εθνικής τους διακυβέρνησης όσον αφορά τις δραστηριότητες διαλειτουργικότητας,

χρήση κοινών επιχειρησιακών μοντέλων για την ανάπτυξη καλύτερων ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών και ενσωμάτωση των αναγκών πολιτών και επιχειρήσεων από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ,

διαχείριση των δεδομένων που κατέχουν σε κοινές σημασιολογικές και συντακτικές μορφές, ώστε να καθίσταται ευκολότερη η δημοσίευσή τους σε δικτυακές πύλες, καθώς και η συγκέντρωσή τους, η ανταλλαγή και η επαναχρησιμοποίησή τους.

Οι επικαιροποιημένες συστάσεις διαλειτουργικότητας εξελίσσονται ώστε να λαμβάνουν υπόψη πολιτικές της ΕΕ όπως την αναθεωρημένη οδηγία σχετικά με την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα, 12 την οδηγία INSPIRE 13 και τον κανονισμό σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση 14 .

Εξετάζονται επίσης νέες πρωτοβουλίες της ΕΕ, όπως η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για το υπολογιστικό νέφος, 15 το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση 2016-2020 16 και αναμενόμενες πρωτοβουλίες, όπως η πρωτοβουλία για την ενιαία ψηφιακή πύλη, 17 ώστε οι επικαιροποιημένες συστάσεις για τη διαλειτουργικότητα να συμβάλουν στην εφαρμογή τους.

Η ανάγκη αναθεώρησης του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας επιβεβαιώθηκε κατά τις εργασίες διαβούλευσης 18 με όλους τους ενδιαφερόμενους, δηλαδή δημόσιες διοικήσεις των κρατών μελών, πολίτες, επιχειρήσεις και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως θεσμικά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

3Η ανάγκη θέσπισης νέου ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας 

Προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις διαλειτουργικότητας που εντοπίστηκαν, η Επιτροπή παρουσιάζει στην παρούσα ανακοίνωση το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας και τη στρατηγική για την εφαρμογή του.

Το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας δίνει μεγαλύτερη έμφαση στον τρόπο πρακτικής εφαρμογής των αρχών και των μοντέλων διαλειτουργικότητας, και εξετάζει τις νέες ανάγκες που σχετίζονται με τις πολιτικές και την τεχνολογία. Ο αριθμός των συστάσεων έχει αυξηθεί από 25 σε 47. Οι συστάσεις έχουν γίνει πιο συγκεκριμένες για να διευκολύνεται η εφαρμογή τους. Δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στον ανοικτό χαρακτήρα και τη διαχείριση πληροφοριών, τη φορητότητα των δεδομένων, τη διακυβέρνηση της διαλειτουργικότητας και την ενοποιημένη παροχή υπηρεσιών 19 .

Η εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας διέπεται από το εξής όραμα: «Οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να παρέχουν βασικές διαλειτουργικές ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες με επίκεντρο τον χρήστη προς επιχειρήσεις και πολίτες, σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, υποστηρίζοντας την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων σε ολόκληρη την Ένωση». Αυτό το όραμα υποστηρίχτηκε ευρέως 20 από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών στις επιτροπές για το ISA και το ISA² με τους οποίους έγινε διαβούλευση, καθώς και από δημόσιες διοικήσεις και λοιπούς ενδιαφερόμενους.

Η ανακοίνωση συνοδεύεται από σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα (όπως ορίζεται στο παράρτημα 1) το οποίο χωρίζεται σε πέντε στρατηγικούς τομείς εστίασης. Βασίζεται στις προτεραιότητες διαλειτουργικότητας στις οποίες θα πρέπει να στηρίζεται η εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας για την περίοδο 2016-2020.

Το σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα θα πρέπει να κατευθύνει την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας. Επιπλέον, τα κράτη μέλη αναμένεται να συμπληρώσουν τις δράσεις σε επίπεδο ΕΕ (που προσδιορίζονται στο σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα) με εθνικές δράσεις, διασφαλίζοντας έτσι τη συνοχή, η οποία είναι ουσιαστικής σημασίας για την επιτυχή εφαρμογή της διαλειτουργικότητας στον δημόσιο τομέα στην Ένωση. Το σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα αφορά θέματα που σχετίζονται με τον εντοπισμό στέρεων μηχανισμών που ρυθμίζουν τη διαλειτουργικότητα σε εθνικό επίπεδο και διασυνοριακά, τη συνεργασία μεταξύ οργανισμών, τη δέσμευση των ενδιαφερόμενων μερών και την ευαισθητοποίηση σχετικά με τα οφέλη της διαλειτουργικότητας. Επίσης καλύπτει την ανάπτυξη, τη βελτίωση και την προώθηση των βασικών καταλυτών διαλειτουργικότητας και μηχανισμών στήριξης, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις ανάγκες και τις προτεραιότητες των τελικών χρηστών.

4Τομείς εστίασης

4.1Διασφάλιση της διακυβέρνησης, του συντονισμού και της κοινής χρήσης των πρωτοβουλιών διαλειτουργικότητας

Η εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας των δημόσιων διοικήσεων προϋποθέτει φορείς διακυβέρνησης και συντονισμού, καθώς και διαδικασίες σχεδιασμού, εφαρμογής και χρήσης λύσεων διαλειτουργικότητας, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε ολόκληρη την Ένωση.

Στο πλαίσιο αυτό, ο βασικός ρόλος της Επιτροπής και των κρατών μελών είναι διττός:

I.ρυθμίζουν, συντονίζουν και κοινοποιούν όλες τις πρωτοβουλίες διαλειτουργικότητας 21 σε εθνικό επίπεδο και επίπεδο Ένωσης με σκοπό να διασφαλίζεται ότι οι δημόσιες διοικήσεις τηρούν τις αρχές και συστάσεις του ευρωπαϊκού πλαισίου για τη διαλειτουργικότητα, 22  

II.προωθούν την καλύτερη συνεργασία σε όλα τα επίπεδα των δημόσιων διοικήσεων στην Ένωση και καταλύουν τα οργανωτικά και ψηφιακά στεγανά που απομένουν.

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας. Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας μέσω του προγράμματος ISA² 23 .

Το πρόγραμμα ISA² θα παίξει βασικό ρόλο στην εκπόνηση, την καθιέρωση, την ωρίμανση, τη λειτουργία, την επαναχρησιμοποίηση, τη βελτίωση και την προώθηση λύσεων διαλειτουργικότητας που διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ των δημόσιων διοικήσεων. Η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από το πρόγραμμα ISA², διασφαλίζει την κατάλληλη διακυβέρνηση της διαλειτουργικότητας, ταξινομεί και προωθεί τις λύσεις διαλειτουργικότητας και συντονίζει τις διάφορες πρωτοβουλίες διαλειτουργικότητας της ΕΕ 24 .

4.2Ανάπτυξη οργανωτικών λύσεων διαλειτουργικότητας

Οι επιχειρήσεις και οι πολίτες θα πρέπει να είναι σε θέση να επωφεληθούν από τις διαλειτουργικές δημόσιες υπηρεσίες που στηρίζονται στην καλύτερη ενοποίηση των επιχειρησιακών διαδικασιών και στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ δημόσιων διοικήσεων στην Ένωση.

Στο πλαίσιο αυτό, η οργανωτική διαλειτουργικότητα συνεπάγεται την ενοποίηση ή εναρμόνιση των επιχειρησιακών διαδικασιών μεταξύ οργανισμών και την τυποποίηση των σχέσεων μεταξύ παρόχων υπηρεσιών και καταναλωτών ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

4.3Δέσμευση ενδιαφερόμενων μερών και ευαισθητοποίηση σχετικά με τη διαλειτουργικότητα

Κάθε πρωτοβουλία διαλειτουργικότητας θα πρέπει να προσανατολίζεται με βάση συγκεκριμένο επιχειρηματικό παράδειγμα που αποδεικνύει ότι η διαλειτουργικότητα είναι αξιόλογη επένδυση και ότι οι ανάγκες των χρηστών ικανοποιούνται καλύτερα αν τα πληροφοριακά συστήματα μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους.

Στο πλαίσιο αυτό, οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει:

I.να μετρούν και να κοινοποιούν τα βασικά οφέλη που θα μπορούσαν να προκύψουν από την εφαρμογή των αρχών και συστάσεων για το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας,

II.να προωθούν την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας και των λύσεων που προτείνει.

Ως τελικοί χρήστες, οι επιχειρήσεις και οι πολίτες θα πρέπει επίσης να συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την ανάλυση, την αξιολόγηση και την εξέλιξη των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Για τον λόγο αυτό, το σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα περιλαμβάνει συγκεκριμένη δράση για τη συμμετοχή των χρηστών, ώστε να καταγράψει τις απόψεις και τις ανάγκες των επιχειρήσεων και των πολιτών (μεταξύ άλλων, των πολιτών με αναπηρίες) με τρόπο συμμετοχικό και συνεργατικό. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθοδηγούν, στο μέτρο του δυνατού, τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη δημόσιων υπηρεσιών με βάση τις ανάγκες των χρηστών.

4.4Ανάπτυξη, διατήρηση και προώθηση των βασικών καταλυτών διαλειτουργικότητας

Πλέον οι δημόσιες διοικήσεις διαχειρίζονται μεγάλο όγκο δεδομένων σε διαφορετικές μορφές, χρησιμοποιώντας διαφορετικές μεθόδους διαχείρισης των δεδομένων, φυλάσσοντας πολλαπλά αντίγραφα σε πολλά διαφορετικά αποθετήρια και συχνά δημοσιεύοντάς τα σε πύλες σε ολόκληρη την Ευρώπη χωρίς εναρμόνιση όσον αφορά το περιεχόμενο και την παρουσίαση. Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί μόνο στο 48 % των περιπτώσεων οι δημόσιες διοικήσεις επαναχρησιμοποιούν πληροφορίες σχετικά με τους πολίτες τις οποίες κατέχουν ήδη 25 . Αυτό καθιστά συχνά την παροχή δημόσιων υπηρεσιών σε πολίτες και επιχειρήσεις πολύπλοκη και χρονοβόρα. Μπορεί επίσης να εγείρει ζητήματα εμπιστοσύνης όσον αφορά την προστασία των δεδομένων.

Για τη βελτίωση της ποιότητας των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών που παρέχονται ψηφιακά σε τελικούς χρήστες, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν, να αναπτύσσουν, να βελτιώνουν, να καθιστούν λειτουργικούς, να διατηρούν και να προωθούν μια σειρά από βασικούς καταλύτες διαλειτουργικότητας, 26 με ταυτόχρονη εγγύηση της ασφάλειας των δεδομένων που ανταλλάσσονται.

4.5Ανάπτυξη, διατήρηση και προώθηση μηχανισμών που στηρίζουν τη διαλειτουργικότητα

Κατά τον σχεδιασμό, την εφαρμογή και τη χρήση λύσεων διαλειτουργικότητας, τα κράτη μέλη χρειάζονται τη στήριξη πρακτικών μηχανισμών, π.χ. εργαλείων, πλαισίων, κατευθυντήριων γραμμών και προδιαγραφών που είναι αναγκαία για την επίτευξη διαλειτουργικότητας σε εθνικό και διασυνοριακό επίπεδο. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθούν την επαναχρησιμοποίηση των υφιστάμενων μηχανισμών και την περαιτέρω ανάπτυξη νέων μηχανισμών, ιδίως:

την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική αναφοράς για τη διαλειτουργικότητα και τη χαρτογράφηση της ευρωπαϊκής διαλειτουργικότητας 27 ·

τρόπους εκτίμησης των επιπτώσεων της νομοθεσίας της Ένωσης στις ΤΠΕ 28 και τον εντοπισμό των κενών στη νομοθεσία, που παρεμποδίζουν τη διαλειτουργικότητα 29 ·

το «πλαίσιο ανταλλαγής και επαναχρησιμοποίησης λύσεων ΤΠ» που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος ISA², με σκοπό την προώθηση και βελτίωση της ανταλλαγής, της συλλογικής ανάπτυξης και της επαναχρησιμοποίησης λύσεων ΤΠ (συμπεριλαμβανομένων των λύσεων ανοικτής πηγής) από δημόσιες διοικήσεις.

5Χρηματοδοτικά μέσα

Η Επιτροπή θα υποστηρίζει, θα προωθεί και θα παρακολουθεί την εφαρμογή του σχεδίου δράσης για τη διαλειτουργικότητα και το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας γενικά, κυρίως μέσω του προγράμματος ISA².

Οι σχεδιαζόμενες δράσεις μπορεί επίσης να χρηματοδοτούνται εν όλω ή εν μέρει από άλλα μέσα, για παράδειγμα:

το πρόγραμμα-πλαίσιο «Ορίζων 2020» 30 μπορεί να στηρίξει δράσεις που σχετίζονται με την καινοτομία στον δημόσιο τομέα 31 ·

ο μηχανισμός «Συνδέοντας την Ευρώπη» 32 μπορεί να υποστηρίξει την ανάπτυξη και χρήση βασικών διασυνοριακών ώριμων ψηφιακών υπηρεσιών, όπως η ηλεκτρονική ταυτοποίηση, οι ηλεκτρονικές δημόσιες συμβάσεις και οι ηλεκτρονικές διαλειτουργικές υπηρεσίες υγείας·

τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία 33 μπορούν να υποστηρίξουν δράσεις που αφορούν την ψηφιακή ανάπτυξη μέσω της ανάπτυξης προϊόντων και υπηρεσιών ΤΠΕ 34 και εκείνες που αφορούν την ενίσχυση της θεσμικής ικανότητας και αποτελεσματικότητας των δημόσιων διοικήσεων 35 ·

το πρόγραμμα στήριξης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων 36 μπορεί να στηρίξει δημόσιες διοικήσεις ως προς την εφαρμογή της εθνικής διάστασης του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας.

Άλλα χρηματοδοτικά μέσα μπορούν να υποστηρίξουν την εφαρμογή του σχεδίου δράσης για τη διαλειτουργικότητα ή το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας μέσω στοχευμένων δράσεων σε ειδικούς τομείς πολιτικής.

6Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων

Η εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας και ιδίως το σχέδιο δράσης διαλειτουργικότητας είναι εφικτό μόνο μέσω της από κοινού ανάληψης ευθύνης της Επιτροπής και των κρατών μελών. Η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από το πρόγραμμα ISA², θα πρέπει να να αναλάβει τη διακυβέρνηση και να συντονίζει την εφαρμογή και την παρακολούθηση.

Η Επιτροπή θα δημιουργήσει ενοποιημένο πλαίσιο παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων προόδου ως προς την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας και του σχεδίου δράσης για τη διαλειτουργικότητα. Οι εν λόγω δραστηριότητες θα διεξάγονται εντός του πεδίου του έργου του παρατηρητηρίου διαλειτουργικότητας στο πλαίσιο του προγράμματος ISA², χρησιμοποιώντας βασικούς δείκτες απόδοσης και μετρήσιμους στόχους.

Έως το τέλος του 2019 η Επιτροπή θα αξιολογήσει την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας. Με βάση τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και σύμφωνα με τις αρχές για τη βελτίωση της νομοθεσίας, η Επιτροπή δύναται να εκτιμήσει κατά πόσον οι ειδικές συστάσεις του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας θα πρέπει να αποτελούν μέρος υποχρεωτικού μηχανισμού.

7Συμπέρασμα

Υπάρχει ευρεία συναίνεση μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με την ανάγκη επικαιροποίησης του υφιστάμενου ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας. Αν δεν ληφθούν μέτρα, τα κράτη μέλη, στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν άμεσα τις τρέχουσες προκλήσεις, μπορεί να επιλέξουν μεμονωμένες και αποκλίνουσες προσεγγίσεις για τη διαλειτουργικότητα. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα ασύμβατες λύσεις, που μπορεί να αυξήσουν τον ψηφιακό κατακερματισμό στην ΕΕ και να εμποδίσουν την υλοποίηση της ψηφιακής ενιαίας αγοράς.

Το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας έχει διαμορφωθεί σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη και ύστερα από διαδικασία ευρείας διαβούλευσης με όλους τους άλλους συναφείς ενδιαφερόμενους φορείς. Για την επιτυχή εφαρμογή του προϋποτίθεται η ενεργή συμμετοχή όλων των παραγόντων, ιδίως των δημόσιων διοικήσεων. Οι σχεδιαζόμενες δράσεις θα διασφαλίσουν ότι το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας μπορεί να επιτύχει τον απώτερο σκοπό του για παροχή διαλειτουργικών δημόσιων υπηρεσιών στην ΕΕ με επίκεντρο τον χρήστη.

(1)

Νέο ξεκίνημα για την Ευρώπη: Το πρόγραμμά μου για απασχόληση, ανάπτυξη, δικαιοσύνη και δημοκρατική αλλαγή, Πολιτικές κατευθύνσεις για την επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Εναρκτήριος λόγος στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Στρασβούργο, 15 Ιουλίου 2014.

(2)

Τα αποτελέσματα για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση ανέρχονται στο 55,4 % και αποκαλύπτουν σημαντικό χάσμα ανάμεσα στα κράτη μέλη με την υψηλότερη και εκείνα με τη χαμηλότερη βαθμολογία.

(3)

Όπως αναφέρεται σχετικά με τις υπηρεσίες μίας στάσης στην έκθεση του 2014 για τον πίνακα αποτελεσμάτων της ενιαίας αγοράς.

(4)

Το 1999 η Επιτροπή δρομολόγησε πρωτοβουλία που αφορούσε αποκλειστικά τη διαλειτουργικότητα: 1719/1999/ΕΚ - Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, σχετικά με ένα σύνολο προσανατολισμών, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος, για τα διευρωπαϊκά δίκτυα ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ διοικήσεων (IDA).

(5)

 COM(2010) 744 τελικό, Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Προς τη διαλειτουργικότητα των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών», Βρυξέλλες, 16.12.2010.

(6)

 COM(2010) 744 τελικό, παράρτημα 1.

(7)

 COM(2010) 744 τελικό, παράρτημα 2.

(8)

  COM(2015) 192 final, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – «Στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά της Ευρώπης», Βρυξέλλες, 06.05.2015.

(9)

Απόφαση αριθ. 922/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, του Σεπτεμβρίου 2009, σχετικά με λύσεις διαλειτουργικότητας για τις ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις (ISA).

(10)

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2240 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση προγράμματος σχετικά με λύσεις και κοινά πλαίσια διαλειτουργικότητας για τις ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες (πρόγραμμα ISA²) ως μέσο εκσυγχρονισμού του δημόσιου τομέα.

(11)

State of Play of Interoperability in Europe - Report 2014 (Τρέχουσα κατάσταση σχετικά με τη διαλειτουργικότητα στην Ευρώπη - Έκθεση του 2014).

(12)

2003/98/ΕΚ, όπως αναθεωρήθηκε από την οδηγία 2013/37/ΕΕ.

(13)

Οδηγία 2007/2/ΕΚ, του Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (INSPIRE).

(14)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ.

(15)

COM/2016/0178 final, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, Ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για το υπολογιστικό νέφος - Ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής οικονομίας δεδομένων και γνώσης στην Ευρώπη.

(16)

COM/2016/0179 final, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, Σχέδιο δράσης της ΕΕ για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση 2016-2020 - Επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της διακυβέρνησης.

(17)

Πρωτοβουλία για την ψηφιακή ενιαία αγορά στο πλαίσιο του συνόλου δράσεων για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

(18)

Το έγγραφο SWD(2017)113 που αφορά τη συνοπτική έκθεση για τις δραστηριότητες διαβούλευσης δείχνει ότι τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ ανέφεραν την ανάγκη θέσπισης νέου ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας προκειμένου i) να λαμβάνονται υπόψη οι νέες τεχνολογικές τάσεις (73 %)· ii) να παρέχεται πρακτική και πιο στοχευμένη καθοδήγηση για την εφαρμογή των απαιτήσεων διαλειτουργικότητας (73 %)· και iii) να υπάρχει ευθυγράμμιση με την εξέλιξη των στρατηγικών της ΕΕ, ιδίως τη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά (65 %).

(19)

Το έγγραφο SWD(2017)112 σχετικά με την αναθεώρηση του ευρωπαϊκού πλαισίου διαλειτουργικότητας – ανάλυση, παρέχει λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την αύξηση του αριθμού των συστάσεων και την προστιθέμενη αξία των επικαιροποιήσεων.

(20)

Το έγγραφο SWD(2017)113 που αφορά τη συνοπτική έκθεση για τις δραστηριότητες διαβούλευσης δείχνει ότι το 87 % των ερωτηθέντων συμφώνησαν με αυτό το όραμα.

(21)

Οι πρωτοβουλίες διαλειτουργικότητας θα πρέπει να νοούνται ως δράσεις και λύσεις (δηλαδή πλαίσια, υπηρεσίες και εργαλεία) που συμβάλλουν στη βελτίωση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών δημόσιων διοικήσεων σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών και γνώσεων μεταξύ οργανισμών. Αυτές οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να καλύπτουν όλα τα επίπεδα διαλειτουργικότητας: νομικό, οργανωτικό, σημασιολογικό και τεχνικό.

(22)

Η αρχή της αναλογικότητας περιορίζει τη δράση της ΕΕ στις δράσεις που απαιτούνται για την επίτευξη συμφωνημένων στόχων πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι η ΕΕ επιλέγει λύσεις που δίνουν στα κράτη μέλη τη μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία.

(23)

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2240 σχετικά με το πρόγραμμα ISA², άρθρο 1 παράγραφος 2.

(24)

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2240 σχετικά με το πρόγραμμα ISA², άρθρα 1 και 3.

(25)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 4.3.2 Ηλεκτρονική διακυβέρνηση της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά (COM(2015) 192 final).

(26)

Όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 14 της απόφασης για το ISA2, ως «βασικοί καταλύτες διαλειτουργικότητας» νοούνται οι λύσεις διαλειτουργικότητας (π.χ. υπηρεσίες και εργαλεία, πρότυπα και προδιαγραφές) που είναι απαραίτητες προκειμένου να καθίσταται δυνατή η αποδοτική και αποτελεσματική ηλεκτρονική παροχή δημόσιων υπηρεσιών μεταξύ διοικήσεων.

(27)

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2240 σχετικά με το πρόγραμμα ISA², άρθρο 3 στοιχείο στ).

(28)

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2240 σχετικά με το πρόγραμμα ISA², άρθρο 3 στοιχείο γ).

(29)

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2240 σχετικά με το πρόγραμμα ISA², άρθρο 3 στοιχείο δ).

(30)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1291/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του προγράμματος-πλαισίου «Ορίζων 2020» για την έρευνα και την καινοτομία (2014-2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1982/2006/ΕΚ, (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 347/104), Βρυξέλλες, 20.12.2013.

(31)

Κοινωνική πρόκληση 6 «Η Ευρώπη σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο - πολυδεκτικές, καινοτόμες και στοχαστικές κοινωνίες» του προγράμματος «Ορίζων 2020».

(32)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 283/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2014 , σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τα διευρωπαϊκά δίκτυα υποδομών των τηλεπικοινωνιών και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1336/97/ΕΚ.

(33)

  http://ec.europa.eu/regional_policy/en/information/legislation/guidance/ .

(34)

Θεματικός στόχος αριθ. 2 των ΕΔΕΤ.

(35)

Θεματικός στόχος αριθ. 11 των ΕΔΕΤ.

(36)

  http://ec.europa.eu/about/srss/index_en.htm .


Βρυξέλλες, 23.3.2017

COM(2017) 134 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας - Στρατηγική εφαρμογής

Σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα

{SWD(2017) 112 final}
{SWD(2017) 113 final}


Σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα

Το σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα αντιμετωπίζει τις αιτίες 1 των υφιστάμενων ζητημάτων διαλειτουργικότητας και είναι ενδεικτικό. Μπορεί να επικαιροποιηθεί αν προσδιοριστούν και συμπεριληφθούν σε αυτό περισσότερες δράσεις ή κάποιες δράσεις ανακληθούν. Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει αλλαγές ανά πάσα στιγμή και θα πρέπει να παρέχονται βάσιμοι λόγοι, π.χ. διαπιστώσεις που προκύπτουν από την παρακολούθηση δράσεων διαλειτουργικότητας. Η Επιτροπή, σε διαβούλευση με την επιτροπή ISA² ή, κατά περίπτωση, με τα διευθυντικά όργανα των πρωτοβουλιών που υποστηρίζουν το σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα, είναι αρμόδια να αποφασίσει για τυχόν ενημέρωση του καταλόγου.

Στόχοι

Δράσεις

Χρονοδιάγραμμα

Ευθύνη

Τομέας εστίασης 1: Διασφάλιση διακυβέρνησης, συντονισμού και κοινής χρήσης πρωτοβουλιών διαλειτουργικότητας

Διακυβέρνηση και συντονισμός πρωτοβουλιών διαλειτουργικότητας σε επίπεδο ΕΕ και εθνικό επίπεδο.

1.Προσδιορισμός και σύνδεση με άλλες συναφείς πολιτικές και τις δομές διακυβέρνησής τους σε επίπεδο ΕΕ και εθνικό επίπεδο (συμπεριλαμβανομένων των τομεακών επιτροπών).

2017-2020

Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Επιτροπή),

Κράτη μέλη (ΚΜ)

2.Προσδιορισμός και περιγραφή δομών διακυβέρνησης και ορθών πρακτικών για συντονισμό της διαλειτουργικότητας.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

3.Μέριμνα ώστε να λαμβάνεται υπόψη η διαλειτουργικότητα κατά τη σύνταξη νομοθετικών πράξεων και να περιλαμβάνονται οι σχετικές παραπομπές κατά περίπτωση.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

Διασφάλιση της εκτέλεσης και παρακολούθησης της εφαρμογής του ΕΠΔ.

4.Επέκταση και διατήρηση του Παρατηρητηρίου του Εθνικού Πλαισίου Διαλειτουργικότητας (NIFO) για την παρακολούθηση της εφαρμογής του ΕΠΔ και συμμόρφωση των εθνικών στρατηγικών/πλαισίων διαλειτουργικότητας με το ΕΠΔ.

Επίσης, παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής του σχεδίου δράσης για τη διαλειτουργικότητα.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

5.Παροχή ειδικής στήριξης και κατάρτισης προς τις δημόσιες διοικήσεις των κρατών μελών προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή του ΕΠΔ σε όλα τα επίπεδα των εθνικών τους διοικήσεων.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ



Τομέας εστίασης 2: Ανάπτυξη οργανωτικών λύσεων διαλειτουργικότητας

Παροχή και χρήση συναφών καταλυτών (π.χ. συμφωνίες διαλειτουργικότητας) και εργαλείων (π.χ. μοντέλα επιχειρηματικών διαδικασιών).

6.Διευκρίνιση και διατύπωση προτάσεων σχετικά με τρόπους για τυποποίηση των οργανωτικών σχέσεων των δημόσιων διοικήσεων στο πλαίσιο της δημιουργίας ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Προσδιορισμός και ανάπτυξη κοινών μοντέλων διαδικασιών για την περιγραφή των επιχειρηματικών διαδικασιών. Προσδιορισμός βέλτιστων πρακτικών.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

7.Προσδιορισμός βασικών διασυνοριακών επιχειρηματικών διαδικασιών που προϋποθέτουν ανταλλαγή διοικητικών πληροφοριών (περιλαμβανομένων εγγράφων) και την εφαρμογή τους στα διάφορα κράτη μέλη και εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά την καλύτερη εναρμόνιση και απλούστευσή τους.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

Τομέας εστίασης 3: Δέσμευση ενδιαφερόμενων μερών και ευαισθητοποίηση σχετικά με τη διαλειτουργικότητα

Ενθάρρυνση των δημόσιων διοικήσεων να χρησιμοποιούν υπάρχουσες και νέες λύσεις διαλειτουργικότητας, εφαρμόζοντας ταυτόχρονα τις αρχές, τις συστάσεις και τα μοντέλα για το ΕΠΔ. Προσδιορισμός, μέτρηση και κοινοποίηση των βασικών πλεονεκτημάτων που θα μπορούσαν να προκύψουν από την εφαρμογή των αρχών, των συστάσεων και των μοντέλων για το ΕΠΔ.

8.Σχεδιασμός και πραγματοποίηση εκστρατειών επικοινωνίας για την προώθηση της σημασίας της διαλειτουργικότητας και των πλεονεκτημάτων από την εφαρμογή του ΕΠΔ.

2017-2020

   

Επιτροπή, ΚΜ

9.Συνεργασία με γραφεία χωρών της ΕΕ για εθνική εφαρμογή (π.χ. υποστήριξη της δημιουργίας δομής διακυβέρνησης, της εφαρμογής λύσεων, ενθάρρυνσης της συμμετοχής σε πιλοτικά σχέδια της ΕΕ).

2018-2020

Επιτροπή, ΚΜ

10.Διατήρηση, βελτίωση και αναβίωση της πλατφόρμας Joinup για βελτίωση της συμμετοχής των χρηστών και ανάπτυξη κοινοτήτων.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

Καθοδήγηση του σχεδιασμού και ανάπτυξη δημόσιων υπηρεσιών με βάση τις ανάγκες των χρηστών.

11.Προσδιορισμός ή εισαγωγή μέσων δέσμευσης του χρήστη στην ανάπτυξη ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών.

2018-2020

Επιτροπή, ΚΜ

Τομέας εστίασης 4: Ανάπτυξη, διατήρηση και προώθηση των βασικών καταλυτών διαλειτουργικότητας

Ορισμός, ανάπτυξη, βελτίωση, επιχειρησιακή εφαρμογή, διατήρηση και προώθηση διαλειτουργικών υπηρεσιών και εργαλείων, προτύπων και προδιαγραφών.

12.Ορισμός και εφαρμογή κοινών προδιαγραφών σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις για την πρόσβαση στα μητρώα βάσης και τη διαχείρισή τους.

Επέκταση της χαρτογράφησης των υφιστάμενων λύσεων στο πεδίο των μητρώων βάσης.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

13.Εφαρμογή και προώθηση κοινών μοντέλων για περιγραφή και καταλογογράφηση δημόσιων υπηρεσιών σε ολόκληρη την ΕΕ.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

14.Ανάπτυξη προδιαγραφών δεδομένων και εργαλείων για την υποστήριξη πρωτοβουλιών για «ανοικτά δεδομένα».

2018-2020

Επιτροπή, ΚΜ

15.Προσδιορισμός μέτρων για την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης στην παροχή ευρωπαϊκών ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών.

Στο πλαίσιο αυτό, επιτάχυνση της υιοθέτησης υπηρεσιών σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού δελτίου ταυτότητας και της ηλεκτρονικής υπογραφής.

2018-2020

Επιτροπή, ΚΜ

16.Ανάλυση του περιεχομένου των δεδομένων και των υφιστάμενων σχημάτων μεταδεδομένων για πληροφόρηση των δημόσιων διοικήσεων (περιλαμβανομένων εγγράφων) που χρησιμοποιούνται σε διασυνοριακό ή διατομεακό πλαίσιο. Εντοπισμός εμποδίων για αμοιβαία αναγνώριση, εκπόνηση χαρτογραφήσεων και υποστήριξη των προσπαθειών εναρμόνισης.

2018-2020

Επιτροπή, ΚΜ

17.Περαιτέρω υποστήριξη της εφαρμογής και βελτίωσης της οδηγίας INSPIRE μέσω της χρήσης γεωχωρικών δεδομένων σε ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

18.Σύνδεση με πρωτοβουλίες της Επιτροπής σχετικά με το «υπολογιστικό νέφος» και λοιπές πρωτοβουλίες που αφορούν την «οικοδόμηση μιας οικονομίας δεδομένων» της ψηφιακής ενιαίας αγοράς (όσον αφορά τις κυβερνητικές υπηρεσίες) και παροχή των απαραίτητων συστάσεων και προδιαγραφών για τη διαλειτουργικότητα που λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ανακοίνωση για τις προτεραιότητες τυποποίησης στον τομέα των ΤΠΕ για την ψηφιακή ενιαία αγορά (COM(2016)176).

2018-2020

Επιτροπή, ΚΜ

Τομέας εστίασης 5: Ανάπτυξη, διατήρηση και προώθηση μηχανισμών στήριξης της διαλειτουργικότητας

Ορισμός, ανάπτυξη, βελτίωση, επιχειρησιακή εφαρμογή, διατήρηση και προώθηση μηχανισμών που στηρίζουν την εφαρμογή, αξιολόγηση και παρακολούθηση των δραστηριοτήτων διαλειτουργικότητας.

19.Ανάπτυξη μεθόδου για την αξιολόγηση του πιθανού αντίκτυπου της νομοθεσίας στις ΤΠΕ σε επίπεδο ΕΕ ή, εάν είναι εφικτό, σε εθνικό επίπεδο: προσδιορισμός νομοθεσίας που εμποδίζει τη διαλειτουργικότητα (συμπεριλαμβανομένου του νομικού ελέγχου)· πραγματοποίηση ψηφιακών ελέγχων σε προτεινόμενες ή υφιστάμενες πολιτικές και νομοθεσία· υποστήριξη δράσεων που διευκολύνουν την εκπόνηση και συνοχή της νομοθεσίας.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

20.Ανάπτυξη, διατήρηση και χρήση μηχανισμών και εργαλείων αξιολόγησης της ωριμότητας, του κόστους και των πλεονεκτημάτων της διαλειτουργικότητας.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

21.Διατήρηση και προώθηση του «πλαισίου κοινής και περαιτέρω χρήσης λύσεων ΤΠ» (μεταξύ άλλων, ανοικτής πηγής) που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος ISA².

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

22.Διασφάλιση της διατήρησης, της βελτίωσης και της προώθησης της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής αναφοράς για τη διαλειτουργικότητα (EIRA) και της χαρτογράφησης της ευρωπαϊκής διαλειτουργικότητας (EIC) ως μέσων διευκόλυνσης της περαιτέρω χρήσης υφιστάμενων λύσεων διαλειτουργικότητας σε εθνικό ή διασυνοριακό πλαίσιο.

2017-2020

Επιτροπή, ΚΜ

(1)

Οι αιτίες της διαλειτουργικότητας αναφέρονται στο κύριο μέρος της ανακοίνωσης. Δεν υπάρχει αντιστοιχία ένας προς ένα μεταξύ των τομέων εστίασης και των βασικών αιτιών· ωστόσο, όλες οι αιτίες αντιμετωπίζονται από μία δράση ή από συνδυασμό προτεινόμενων δράσεων.


Βρυξέλλες, 23.3.2017

COM(2017) 134 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στην
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας - Στρατηγική εφαρμογής

{SWD(2017) 112 final}
{SWD(2017) 113 final}



Περιεχόμενα

1    Εισαγωγή    

1.1    Ορισμοί    

1.2    Σκοπός και νομικό πλαίσιο του ΕΠΔ    

1.3    Πεδίο εφαρμογής, κοινό στο οποίο απευθύνεται και χρήση του ΕΠΔ    

2    Βασικές αρχές των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών    

2.1    Εισαγωγή    

2.2    Βασική αρχή 1: επικουρικότητα και αναλογικότητα    

2.3    Βασική αρχή 2: ανοικτός χαρακτήρας    

2.4    Βασική αρχή 3: διαφάνεια    

2.5    Βασική αρχή 4: δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης    

2.6    Βασική αρχή 5: τεχνολογική ουδετερότητα και φορητότητα των δεδομένων    

2.7    Βασική αρχή 6: λειτουργία με επίκεντρο τον χρήστη    

2.8    Βασική αρχή 7: ένταξη και προσβασιμότητα    

2.9    Βασική αρχή 8: ασφάλεια και προστασία της ιδιωτικής ζωής    

2.10    Βασική αρχή 9: πολυγλωσσία    

2.11    Βασική αρχή 10: διοικητική απλούστευση    

2.12    Βασική αρχή 11: διατήρηση των πληροφοριών    

2.13    Βασική αρχή 12: αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας    

3    Επίπεδα διαλειτουργικότητας    

3.1    Διακυβέρνηση της διαλειτουργικότητας    

3.2    Διακυβέρνηση ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών    

3.3    Νομική διαλειτουργικότητα    

3.4    Οργανωτική διαλειτουργικότητα    

3.5    Σημασιολογική διαλειτουργικότητα    

3.6    Τεχνική διαλειτουργικότητα    

4    Το εννοιολογικό μοντέλο για την παροχή ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών    

4.1    Εισαγωγή    

4.2    Επισκόπηση του μοντέλου    

4.3    Βασικά στοιχεία    

5    Συμπέρασμα    

6    Παράρτημα    

6.1    Συντομογραφίες    

Πίνακας διαγραμμάτων

Διάγραμμα 1: Σχέση μεταξύ ΕΠΔ, NIF και DIF    

Διάγραμμα 2: Αρχές διαλειτουργικότητας    

Διάγραμμα 3: Μοντέλο διαλειτουργικότητας    

Διάγραμμα 4: Εννοιολογικό μοντέλο ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών    

Διάγραμμα 5: Σχέσεις εννοιολογικού μοντέλου ΕΠΔ    



1Εισαγωγή

Όπως ορίζεται στις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), η εσωτερική αγορά της ΕΕ εγγυάται τέσσερις «ελευθερίες»: την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, κεφαλαίων, υπηρεσιών και προσώπων μεταξύ των 28 κρατών μελών. Οι εν λόγω ελευθερίες διασφαλίζονται από κοινές πολιτικές που υποστηρίζονται από διασυνδεδεμένα, διαλειτουργικά δίκτυα και συστήματα. Οι πολίτες είναι ελεύθεροι να εργάζονται και να μετακινούνται και οι επιχειρήσεις είναι ελεύθερες να πραγματοποιούν συναλλαγές και να δραστηριοποιούνται σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, αναπόφευκτα καθίστανται αναγκαίες οι ηλεκτρονικές αλληλεπιδράσεις τους με τις δημόσιες διοικήσεις των κρατών μελών.

Προκειμένου να καταστήσουν αυτές τις αλληλεπιδράσεις αποτελεσματικές, αποδοτικές, έγκαιρες και υψηλής ποιότητας και να συμβάλουν στη μείωση της γραφειοκρατίας, του κόστους και της αντίστοιχης προσπάθειας, τα κράτη μέλη εκσυγχρονίζουν τις δημόσιες διοικήσεις τους με την εισαγωγή ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών. Ωστόσο, με τον τρόπο αυτό, υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας απομονωμένων ψηφιακών περιβαλλόντων και συνεπώς ηλεκτρονικών φραγμών που μπορεί να αποτρέψουν τη διασύνδεση δημόσιων διοικήσεων καθώς και την αναγνώριση και χρήση των διαθέσιμων ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών από πολίτες και επιχειρήσεις σε χώρες εκτός της δικής τους. Για τον λόγο αυτό, οι προσπάθειες ψηφιοποίησης του δημόσιου τομέα θα πρέπει να είναι καλά συντονισμένες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για την αποφυγή του ψηφιακού κατακερματισμού των υπηρεσιών και των δεδομένων και θα πρέπει να συμβάλουν στην ομαλή λειτουργία της ψηφιακής ενιαίας αγοράς της ΕΕ.

Ταυτόχρονα οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ένωση προϋποθέτουν κοινές απαντήσεις πολιτικής από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, μέσω της νομοθεσίας της ΕΕ που απαιτεί αλληλεπίδραση σε διασυνοριακό επίπεδο και μεταξύ των τομέων πολιτικής. Αυτό συνεπάγεται επίσης τη δημιουργία και λειτουργία διαλειτουργικών συστημάτων. Αυτά τα συστήματα, όπως περιγράφονται στη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά, 1 αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής επικοινωνίας μεταξύ ψηφιακών στοιχείων όπως συσκευών, δικτύων και αποθετηρίων δεδομένων. Παρέχουν επίσης πιο αποτελεσματικές συνδέσεις πέραν των συνόρων, μεταξύ κοινοτήτων και μεταξύ δημόσιων υπηρεσιών και δημοσίων αρχών.

Το ΕΠΔ παρέχει κατευθύνσεις, μέσα από σειρά συστάσεων, προς τις δημόσιες διοικήσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της διακυβέρνησης των οικείων δραστηριοτήτων διαλειτουργικότητας, τη σύναψη σχέσεων μεταξύ οργανισμών, τον εξορθολογισμό των διαδικασιών που υποστηρίζουν τις διατερματικές ψηφιακές υπηρεσίες και διασφαλίζει ότι με την ισχύουσα και τη νέα νομοθεσία δεν διακυβεύονται οι προσπάθειες διαλειτουργικότητας.

1.1Ορισμοί

1.1.1Διαλειτουργικότητα

Για τους σκοπούς του ΕΠΔ, ως διαλειτουργικότητα νοείται η ικανότητα των οργανισμών 2 να αλληλεπιδρούν προς την κατεύθυνση της επίτευξης αμοιβαίως ωφέλιμων στόχων, οι οποίοι αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών και γνώσεων μεταξύ των εν λόγω οργανισμών διά μέσου των επιχειρησιακών διαδικασιών που υποστηρίζουν, μέσω της ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των οικείων συστημάτων ΤΠΕ.

1.1.2Ευρωπαϊκή δημόσια υπηρεσία

Ευρωπαϊκή δημόσια υπηρεσία είναι κάθε υπηρεσία δημόσιου τομέα που είναι εκτεθειμένη σε διασυνοριακή διάσταση και παρέχεται από δημόσιες διοικήσεις, είτε μεταξύ διοικήσεων είτε προς επιχειρήσεις και πολίτες στην Ένωση.

1.1.3Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας

Το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας είναι μια από κοινού συμφωνημένη προσέγγιση για την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών με διαλειτουργικό τρόπο. Ορίζει τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές για τη διαλειτουργικότητα με τη μορφή κοινών αρχών, μοντέλων και συστάσεων.

1.2Σκοπός και νομικό πλαίσιο του ΕΠΔ

Σκοπός του ΕΠΔ είναι:

να εμπνεύσει τις ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις στην προσπάθειά τους να σχεδιάσουν και να παρέχουν απρόσκοπτες ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες προς άλλες δημόσιες διοικήσεις, πολίτες και επιχειρήσεις που, στο μέτρο του δυνατού, είναι εκ προεπιλογής ψηφιακές (δηλαδή παρέχουν υπηρεσίες και δεδομένα κατά προτίμηση μέσω ψηφιακών διαύλων), εκ προεπιλογής διασυνοριακές (δηλαδή προσβάσιμες για όλους τους πολίτες στην ΕΕ) και εκ προεπιλογής ανοικτές (δηλαδή επιτρέπουν την περαιτέρω χρήση, συμμετοχή/πρόσβαση και διαφάνεια)·

να παρέχει κατευθύνσεις προς τις δημόσιες διοικήσεις όσον αφορά τον σχεδιασμό και την επικαιροποίηση των εθνικών πλαισίων διαλειτουργικότητας (NIF) ή των εθνικών πολιτικών, στρατηγικών και κατευθυντήριων γραμμών που προωθούν τη διαλειτουργικότητα·

να συμβάλει στην καθιέρωση της ψηφιακής ενιαίας αγοράς, προωθώντας τη διασυνοριακή και διατομεακή διαλειτουργικότητα για την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

Η έλλειψη διαλειτουργικότητας συνιστά σημαντικό εμπόδιο για την πρόοδο στην ψηφιακή ενιαία αγορά. Η χρήση του ΕΠΔ με σκοπό την καθοδήγηση των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών διαλειτουργικότητας συμβάλλει στη δημιουργία συνεκτικού ευρωπαϊκού διαλειτουργικού περιβάλλοντος και διευκολύνει την παροχή υπηρεσιών που συνεργάζονται, εντός και μεταξύ οργανισμών ή τομέων.

Το ΕΠΔ προωθείται και διατηρείται κυρίως από το πρόγραμμα ISA² 3 σε στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής κατά την έννοια των άρθρων 26, 170 και 171 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης 4 που προβλέπουν τη δημιουργία διαλειτουργικών διευρωπαϊκών δικτύων που θα επιτρέψουν στους πολίτες να επωφελούνται πλήρως από μια ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά.

1.3Πεδίο εφαρμογής, κοινό στο οποίο απευθύνεται και χρήση του ΕΠΔ

Το ΕΠΔ προορίζεται να είναι πλαίσιο γενικής εφαρμογής που μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις δημόσιες διοικήσεις στην ΕΕ. Προβλέπει τις βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη της διαλειτουργικότητας, ενεργώντας ως κοινός παρονομαστής για συναφείς πρωτοβουλίες σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού, εθνικού, περιφερειακού και τοπικού επιπέδου, ενσωματώνοντας δημόσιες διοικήσεις, πολίτες και επιχειρήσεις. Το παρόν έγγραφο απευθύνεται σε όλους όσοι εμπλέκονται στον ορισμό, τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη και την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη έχουν διαφορετικά διοικητικά και πολιτικά συστήματα, κατά τη μεταφορά του ΕΠΔ στο εθνικό πλαίσιο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εθνικές ιδιαιτερότητες. Η πολιτική της ΕΕ και οι εθνικές πολιτικές (π.χ. τα εθνικά πλαίσια διαλειτουργικότητας) αναμένεται να στηριχτούν στο ΕΠΔ, προσθέτοντας νέα ή προσαρμόζοντας υπάρχοντα στοιχεία. Παρομοίως, τα ειδικά τομεακά πλαίσια διαλειτουργικότητας (DIF) 5 θα πρέπει να παραμείνουν συμβατά με το πεδίο εφαρμογής του ΕΠΔ, και όπου κρίνεται απαραίτητο να το επεκτείνουν, για να καλύπτουν τις ειδικές απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του εν λόγω τομέα. Αυτό σημαίνει ότι ορισμένα από τα στοιχεία του ΕΠΔ μπορούν να αντιγραφούν άμεσα σε ένα NIF ή ένα DIF, ενώ άλλα μπορεί να χρειάζεται να προσαρμοστούν στις ιδιαίτερες συνθήκες και να τροποποιηθούν περαιτέρω για να καλύψουν τις ειδικές ανάγκες.

Η σχέση μεταξύ ΕΠΔ, NIF και DIF απεικονίζεται στο διάγραμμα 1. Το ΕΠΔ παρέχει στα ευρωπαϊκά NIF και DIF έναν κοινό πυρήνα στοιχείων διαλειτουργικότητας . Η συμμόρφωση με το ΕΠΔ διασφαλίζει ότι τα NIF και τα DIF έχουν αναπτυχθεί με συντονισμένο και εναρμονισμένο τρόπο, παρέχοντας ταυτόχρονα την απαραίτητη ευελιξία για την αντιμετώπιση ειδικών απαιτήσεων που απορρέουν από εθνικές απαιτήσεις ή ειδικές ανά τομέα απαιτήσεις.

Διάγραμμα 1: Σχέση μεταξύ ΕΠΔ, NIF και DIF

Γενικά το ΕΠΔ προσδίδει αξία σε δύο κατευθύνσεις:

από κάτω προς την κορυφή: όταν ένα NIF που εναρμονίζεται με το ΕΠΔ χρησιμοποιείται για την παροχή δημόσιων υπηρεσιών σε όλα τα επίπεδα των εθνικών διοικήσεων, δημιουργεί τις προϋποθέσεις διαλειτουργικότητας για επέκταση του πεδίου εφαρμογής των εν λόγω υπηρεσιών πέρα από τα σύνορα·

από την κορυφή προς τα κάτω: όταν το ΕΠΔ λαμβάνεται υπόψη στη νομοθεσία και τους τομείς πολιτικής της ΕΕ, είτε μέσω ad hoc παραπομπών είτε, σε πιο διαρθρωτικό επίπεδο, με τη χρήση DIF, αυξάνει τις δυνατότητες διαλειτουργικότητας των εθνικών δράσεων παρακολούθησης που προκύπτουν από τη μεταφορά.

Και στις δύο περιπτώσεις το τελικό αποτέλεσμα είναι η ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού οικοσυστήματος δημόσιων υπηρεσιών, στο οποίο οι κάτοχοι και οι σχεδιαστές συστημάτων και δημόσιων υπηρεσιών ευαισθητοποιούνται όσον αφορά τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, οι δημόσιες διοικήσεις είναι έτοιμες να συνεργαστούν μεταξύ τους και με επιχειρήσεις και πολίτες, και οι πληροφορίες ρέουν απρόσκοπτα πέραν των συνόρων με σκοπό την υποστήριξη μιας ψηφιακής ενιαίας αγοράς στην Ευρώπη.

1.3.1Τομείς διαλειτουργικότητας

Το πεδίο εφαρμογής του ΕΠΔ καλύπτει τρία είδη αλληλεπιδράσεων:

A2A (διοίκηση προς διοίκηση), που αφορά αλληλεπιδράσεις μεταξύ δημόσιων διοικήσεων (π.χ. κράτος μέλος ή θεσμικά όργανα της ΕΕ)·

A2B (διοίκηση προς επιχείρηση), που αφορά αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε δημόσιες διοικήσεις (σε κράτος μέλος ή θεσμικό όργανο της ΕΕ) και επιχειρήσεις·

A2C (διοίκηση προς πολίτη), που αφορά αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε δημόσιες διοικήσεις (σε κράτος μέλος ή θεσμικό όργανο της ΕΕ) και πολίτες.

1.3.2Περιεχόμενο και δομή

Το περιεχόμενο και η δομή του ΕΠΔ παρουσιάζονται παρακάτω:

Στο κεφάλαιο 2 παρουσιάζεται ένα σύνολο αρχών που αποσκοπούν στην καθιέρωση γενικών πρακτικών όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα·

Στο κεφάλαιο 3 παρουσιάζεται ένα διαστρωματωμένο μοντέλο διαλειτουργικότητας , το οποίο οργανώνει σε επίπεδα τις διάφορες πτυχές διαλειτουργικότητας που πρέπει να εξετάζονται κατά τον σχεδιασμό ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών·

Στο κεφάλαιο 4 περιγράφεται ένα εννοιολογικό μοντέλο για διαλειτουργικές δημόσιες υπηρεσίες. Το μοντέλο ευθυγραμμίζεται με τις αρχές διαλειτουργικότητας και προάγει την ιδέα της «διαλειτουργικότητας από τον σχεδιασμό» ως τυποποιημένη προσέγγιση για τον σχεδιασμό και τη λειτουργία ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών·

Στο κεφάλαιο 5 ολοκληρώνεται το έγγραφο με μια επισκόπηση και συνδυάζονται τα σημαντικότερα στοιχεία του ΕΠΔ·

Στα διάφορα κεφάλαια εξετάζονται 47 συστάσεις, ως στοιχεία που πρέπει να μετουσιωθούν σε δράσεις και να εφαρμοστούν από τις δημόσιες διοικήσεις.

2Βασικές αρχές των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών

2.1Εισαγωγή

Οι αρχές της διαλειτουργικότητας είναι θεμελιώδεις πτυχές συμπεριφοράς που κατευθύνουν τις δράσεις διαλειτουργικότητας. Το παρόν κεφάλαιο ορίζει τις γενικές αρχές διαλειτουργικότητας που αφορούν τη διαδικασία δημιουργίας διαλειτουργικών ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Περιγράφουν το πλαίσιο σχεδιασμού και εφαρμογής των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

Οι δώδεκα βασικές αρχές 6 του ΕΠΔ ομαδοποιούνται σε τέσσερις κατηγορίες:

1.Αρχή που καθορίζει το πλαίσιο των δράσεων της ΕΕ για τη διαλειτουργικότητα (αριθ. 1)·

2.Βασικές αρχές διαλειτουργικότητας (αριθ. 2 έως 5)·

3.Αρχές που αφορούν τις γενικές ανάγκες και προσδοκίες των χρηστών (αριθ. 6 έως 9)·

4.Θεμελιώδεις αρχές για τη συνεργασία μεταξύ δημόσιων διοικήσεων (αριθ. 10 έως 12).

Διάγραμμα 2: Αρχές διαλειτουργικότητας

2.2Βασική αρχή 1: επικουρικότητα και αναλογικότητα

Η αρχή της επικουρικότητας προϋποθέτει τη λήψη των αποφάσεων της ΕΕ όσο το δυνατόν πιο κοντά στον πολίτη. Με άλλα λόγια, η ΕΕ δεν λαμβάνει μέτρα αν αυτό δεν είναι πιο αποτελεσματικό από τη λήψη των μέτρων σε εθνικό επίπεδο. Η αρχή της αναλογικότητας περιορίζει τις δράσεις της ΕΕ στις αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων των Συνθηκών.

Όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα, ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο δικαιολογείται να υπερβεί διαφορές σε πολιτικές που καταλήγουν σε ανομοιογένεια και έλλειψη διαλειτουργικότητας και θέτουν σε κίνδυνο την ψηφιακή ενιαία αγορά.

Το ΕΠΔ προβλέπεται να αποτελεί τον «κοινό παρονομαστή» των πολιτικών διαλειτουργικότητας στα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή ελευθερία για την ανάπτυξη των οικείων NIF όσον αφορά τις συστάσεις του ΕΠΔ. Τα NIF αναμένεται να προσαρμοστούν και να επεκταθούν έτσι ώστε να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι εθνικές ιδιαιτερότητες.

 Σύσταση 1:

Διασφαλίζετε ότι τα εθνικά πλαίσια διαλειτουργικότητας και οι στρατηγικές διαλειτουργικότητας ευθυγραμμίζονται με το ΕΠΔ και, εφόσον χρειάζεται, τα προσαρμόζετε και τα επεκτείνετε προκειμένου να αντιστοιχούν στο εθνικό πλαίσιο και στις αντίστοιχες ανάγκες.

2.3Βασική αρχή 2: ανοικτός χαρακτήρας

Στο πλαίσιο διαλειτουργικών δημόσιων υπηρεσιών, η έννοια του ανοικτού χαρακτήρα αφορά κυρίως δεδομένα, προδιαγραφές και λογισμικό.

Τα ανοικτά δημόσια δεδομένα (στην παρούσα ανακοίνωση αναφέρονται απλώς ως «ανοικτά δεδομένα») αναφέρονται στην ιδέα ότι όλα τα δημόσια δεδομένα θα πρέπει να διατίθενται ελεύθερα για χρήση και περαιτέρω χρήση από άλλους, εφόσον δεν ισχύουν περιορισμοί π.χ. για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για λόγους απορρήτου ή για δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Οι δημόσιες διοικήσεις συλλέγουν και παράγουν τεράστιο όγκο δεδομένων. Η οδηγία για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα 7 ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να καθιστούν τις δημόσιες πληροφορίες διαθέσιμες για πρόσβαση και περαιτέρω χρήση ως ανοικτά δεδομένα. Η οδηγία INSPIRE 8 προβλέπει, επιπλέον, την κοινοχρησία συνόλων και υπηρεσιών χωρικών δεδομένων μεταξύ δημόσιων αρχών χωρίς περιορισμούς ή πρακτικά εμπόδια στην περαιτέρω χρήση τους. Τα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να δημοσιεύονται με όσο το δυνατόν λιγότερους περιορισμούς και με σαφείς άδειες για τη χρήση τους, προκειμένου να επιτρέπεται ο αποτελεσματικότερος έλεγχος των διαδικασιών λήψης αποφάσεων από τις διοικήσεις και να εφαρμόζεται η διαφάνεια στην πράξη. Τα ανοικτά δεδομένα εξετάζονται με περισσότερες λεπτομέρειες στο τμήμα 4.3.4.

 Σύσταση 2:

Δημοσιεύετε τα δεδομένα που κατέχετε ως ανοικτά δεδομένα, εφόσον δεν ισχύουν συγκεκριμένοι περιορισμοί.

Η χρήση τεχνολογιών και προϊόντων λογισμικού ανοικτής πηγής μπορεί να συντελέσει στην εξοικονόμηση κόστους ανάπτυξης, στην αποφυγή φαινομένου εγκλωβισμού και να επιτρέψει την ταχεία προσαρμογή σε συγκεκριμένες επιχειρηματικές ανάγκες, επειδή οι κοινότητες ανάπτυξης που τις υποστηρίζουν τις αναπροσαρμόζουν διαρκώς. Οι δημόσιες διοικήσεις δεν θα πρέπει μόνο να χρησιμοποιούν λογισμικό ανοικτής πηγής, αλλά, όπου είναι εφικτό, θα πρέπει να συμβάλλουν στο έργο των συναφών κοινοτήτων ανάπτυξης. Η ανοικτή πηγή αποτελεί καταλύτη της βασικής αρχής του ΕΠΔ για τη δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης.

 Σύσταση 3:

Διασφαλίζετε ισότιμους όρους ανταγωνισμού για το λογισμικό ανοικτής πηγής και αποδεικνύετε ότι λαμβάνεται υπόψη με ενεργό και ισότιμο τρόπο η χρήση λογισμικού ανοικτής πηγής, συνυπολογίζοντας το συνολικό κόστος κυριότητας της λύσης.

Το επίπεδο του ανοικτού χαρακτήρα μιας προδιαγραφής/ενός προτύπου είναι καθοριστικό για την περαιτέρω χρήση στοιχείων λογισμικού που υλοποιούν την εν λόγω προδιαγραφή. Αυτό ισχύει επίσης σε περίπτωση που αυτά τα στοιχεία χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέων ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Αν η αρχή του ανοικτού χαρακτήρα εφαρμόζεται στο ακέραιο:

όλοι οι ενδιαφερόμενοι έχουν τη δυνατότητα να συμβάλλουν στην εκπόνηση των προδιαγραφών και η δημόσια επανεξέταση αποτελεί μέρος της διαδικασίας λήψης αποφάσεων·

η προδιαγραφή είναι διαθέσιμη σε όλους προς μελέτη·

τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας που αναφέρονται στην προδιαγραφή χορηγούνται υπό όρους FRAND 9 , με τρόπο που επιτρέπει την εφαρμογή τόσο σε ιδιόκτητο λογισμικό όσο και σε λογισμικό ανοικτής πηγής, 10 και κατά προτίμηση ατελώς.

Λόγω του θετικού τους αντίκτυπου στη διαλειτουργικότητα, η χρήση ανοικτών προδιαγραφών έχει προωθηθεί σε πολλές δηλώσεις πολιτικής και ενθαρρύνεται όσον αφορά την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Τα θετικά αποτελέσματα των ανοικτών προδιαγραφών αποδεικνύονται επίσης από το οικοσύστημα του διαδικτύου. Ωστόσο, οι δημόσιες διοικήσεις μπορεί να αποφασίσουν να χρησιμοποιούν λιγότερο ανοικτές προδιαγραφές, εφόσον δεν υπάρχουν ανοικτές προδιαγραφές ή δεν καλύπτουν τις λειτουργικές ανάγκες. Σε κάθε περίπτωση, οι προδιαγραφές θα πρέπει να είναι ώριμες και να υποστηρίζονται επαρκώς από την αγορά, εκτός αν χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο δημιουργίας καινοτόμων λύσεων.

 Σύσταση 4:

Προτιμάτε ανοικτές προδιαγραφές, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την κάλυψη λειτουργικών αναγκών, την ωριμότητα και την υποστήριξη της αγοράς και την καινοτομία.

Τέλος, ο ανοικτός χαρακτήρας συνεπάγεται επίσης την παροχή της δυνατότητας σε πολίτες και επιχειρήσεις να συμμετέχουν στον σχεδιασμό νέων υπηρεσιών, να συμβάλλουν στη βελτίωση των υπηρεσιών και να υποβάλλουν παρατηρήσεις σχετικά με την ποιότητα των υφιστάμενων δημόσιων υπηρεσιών.

2.4Βασική αρχή 3: διαφάνεια

Η διαφάνεια στο πλαίσιο του ΕΠΔ αναφέρεται στα εξής:

I.Στη δυνατότητα προβολής εντός του διοικητικού περιβάλλοντος μιας δημόσιας διοίκησης. Αυτή συνίσταται στο να έχουν οι άλλες δημόσιες διοικήσεις, πολίτες και επιχειρήσεις τη δυνατότητα να παρακολουθούν και να κατανοούν διοικητικούς κανόνες, διαδικασίες, 11 δεδομένα, υπηρεσίες και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

II.Στη διασφάλιση της διαθεσιμότητας διεπαφών με εσωτερικά πληροφοριακά συστήματα. Οι δημόσιες διοικήσεις διαχειρίζονται μεγάλο αριθμό συχνά ανομοιογενών και διάσπαρτων πληροφοριακών συστημάτων που υποστηρίζουν τις εσωτερικές διαδικασίες τους. Η διαλειτουργικότητα εξαρτάται από τη διασφάλιση της ύπαρξης διεπαφών με αυτά τα συστήματα και με τα δεδομένα που χειρίζονται. Με τη σειρά της, η διαλειτουργικότητα διευκολύνει την περαιτέρω χρήση συστημάτων και δεδομένων, και επιτρέπει την ενσωμάτωσή τους σε μεγαλύτερα συστήματα.

III.Στη διασφάλιση του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με τήρηση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου για τους μεγάλους όγκους δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των πολιτών που τηρούν και διαχειρίζονται οι δημόσιες διοικήσεις.

 Σύσταση 5:

Διασφαλίζετε την εσωτερική προβολή και την ύπαρξη εξωτερικών διεπαφών για ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες.

2.5Βασική αρχή 4: δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης

Η επαναχρησιμοποίηση σημαίνει ότι οι δημόσιες διοικήσεις που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένο πρόβλημα επιδιώκουν να επωφεληθούν από την εργασία άλλων φορέων, αναζητώντας τι είναι διαθέσιμο, αξιολογώντας τη χρησιμότητα ή τη συνάφειά του με το υπό εξέταση πρόβλημα και, κατά περίπτωση, υιοθετώντας λύσεις που έχουν αποδειχτεί αποτελεσματικές σε άλλες περιστάσεις. Αυτό προϋποθέτει ότι η δημόσια διοίκηση είναι ανοικτή στην ανταλλαγή λύσεων, εννοιών, πλαισίων, προδιαγραφών, εργαλείων και στοιχείων διαλειτουργικότητας με άλλους φορείς.

Η δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης λύσεων ΤΠ (π.χ. στοιχείων λογισμικού, διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών, προτύπων), πληροφοριών και δεδομένων αποτελεί καταλύτη διαλειτουργικότητας και βελτιώνει την ποιότητα, διότι παρατείνει τη λειτουργική χρήση αλλά και συντελεί στην εξοικονόμηση κόστους και χρόνου. Η εν λόγω δυνατότητα συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη ψηφιακής ενιαίας αγοράς στην ΕΕ. Στα DIF υπάρχουν επίσης ορισμένα πρότυπα και προδιαγραφές της ΕΕ τα οποία θα πρέπει να εφαρμόζονται ευρύτερα. Για παράδειγμα, η οδηγία INSPIRE ορίζει πρότυπα διαλειτουργικότητας για διευθύνσεις, γεωτεμάχια κτηματολογίου, οδούς και πολλά άλλα θέματα δεδομένων που είναι συναφή για πολλές δημόσιες διοικήσεις. Τα εν λόγω υφιστάμενα πρότυπα και προδιαγραφές μπορούν και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται περισσότερο ευρέως πέραν από τον τομέα για τον οποίο αναπτύχθηκαν αρχικά.

Ορισμένες δημόσιες διοικήσεις και κυβερνήσεις στην ΕΕ ήδη προωθούν την ανταλλαγή και επαναχρησιμοποίηση λύσεων ΤΠ υιοθετώντας νέα επιχειρηματικά μοντέλα, προωθώντας τη χρήση λογισμικού ανοικτής πηγής για βασικές υπηρεσίες ΤΠΕ και κατά την ανάπτυξη υποδομών ψηφιακών υπηρεσιών. 

Υπάρχουν ορισμένες βασικές προκλήσεις που περιορίζουν την ανταλλαγή και επαναχρησιμοποίηση λύσεων ΤΠ, σε τεχνικό, οργανωτικό, νομικό και επικοινωνιακό επίπεδο. Το πλαίσιο ανταλλαγής και επαναχρησιμοποίησης για λύσεις ΤΠ του ISA² 12 παρέχει συστάσεις που βοηθούν τις δημόσιες διοικήσεις να αντιμετωπίζουν αυτές τις προκλήσεις και να ανταλλάσσουν/επαναχρησιμοποιούν κοινές λύσεις ΤΠ. Η επαναχρησιμοποίηση και η ανταλλαγή μπορούν να υποστηριχτούν αποτελεσματικά από συνεργατικές πλατφόρμες 13 .

 Σύσταση 6:

Επαναχρησιμοποιείτε και ανταλλάσετε λύσεις και συνεργάζεστε για την ανάπτυξη κοινών λύσεων κατά την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

 Σύσταση 7:

Επαναχρησιμοποιείτε και ανταλλάσετε πληροφορίες και δεδομένα κατά την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, εφόσον δεν εφαρμόζονται περιορισμοί προστασίας της ιδιωτικής ζωής ή εμπιστευτικότητας.

2.6Βασική αρχή 5: τεχνολογική ουδετερότητα και φορητότητα των δεδομένων

Κατά τη δημιουργία ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να εστιάζουν σε λειτουργικές ανάγκες και να αναβάλλουν τις αποφάσεις σχετικά με την τεχνολογία όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι τεχνολογικές εξαρτήσεις, να αποφεύγεται η επιβολή συγκεκριμένων τεχνικών εφαρμογών ή προϊόντων στα στελέχη τους και να μπορούν να προσαρμόζονται στο ταχέως εξελισσόμενο τεχνολογικό περιβάλλον.

Οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα πρόσβασης και επαναχρησιμοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών και δεδομένων τους ανεξάρτητα από συγκεκριμένες τεχνολογίες ή προϊόντα.

 Σύσταση 8:

Δεν συνιστάται η επιβολή σε πολίτες, επιχειρήσεις και λοιπές διοικήσεις τεχνολογικών λύσεων που αφορούν συγκεκριμένη τεχνολογία ή είναι δυσανάλογες προς τις πραγματικές ανάγκες τους.

Η λειτουργία της ψηφιακής ενιαίας αγοράς προϋποθέτει τη δυνατότητα εύκολης μεταφοράς δεδομένων μεταξύ διαφορετικών συστημάτων, ώστε να αποφεύγεται ο εγκλωβισμός, καθώς και την υποστήριξη της ελεύθερης κυκλοφορίας των δεδομένων. Αυτή η απαίτηση αφορά τη φορητότητα δεδομένων - την ικανότητα μετακίνησης και επαναχρησιμοποίησης δεδομένων με εύκολο τρόπο μεταξύ διαφορετικών εφαρμογών και συστημάτων, η οποία θέτει ακόμα μεγαλύτερες προκλήσεις στο πλαίσιο διασυνοριακών σεναρίων.

 Σύσταση 9:

Διασφαλίζετε τη φορητότητα δεδομένων, δηλαδή ότι τη δυνατότητα εύκολης μεταφοράς των δεδομένων μεταξύ συστημάτων και εφαρμογών που υποστηρίζουν την εφαρμογή και την εξέλιξη των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών χωρίς αδικαιολόγητους περιορισμούς, αν είναι δυνατό από νομική άποψη.

2.7Βασική αρχή 6: λειτουργία με επίκεντρο τον χρήστη

Ως χρήστες ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών νοούνται δημόσιες διοικήσεις, πολίτες ή επιχειρήσεις που έχουν πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες και επωφελούνται από τη χρήση τους. Οι ανάγκες των χρηστών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των δημόσιων υπηρεσιών που θα πρέπει να παρέχονται και του τρόπου παροχής τους.

Επομένως, στο μέτρο του δυνατού, οι ανάγκες και οι απαιτήσεις των χρηστών θα πρέπει να διέπουν τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη δημόσιων υπηρεσιών, σύμφωνα με τις παρακάτω προσδοκίες:

Μια προσέγγιση πολυκαναλικής παροχής υπηρεσιών, η οποία συνεπάγεται τη διαθεσιμότητα εναλλακτικών διαύλων, φυσικών και ψηφιακών, για την πρόσβαση σε μια υπηρεσία, αποτελεί σημαντικό μέρος του σχεδιασμού μιας δημόσιας υπηρεσίας, δεδομένου ότι οι χρήστες μπορεί να προτιμούν διαφορετικούς διαύλους αναλόγως με τις περιστάσεις και τις ανάγκες τους·

Ένα ενιαίο σημείο επαφής θα πρέπει να καθίσταται διαθέσιμο σε χρήστες, προκειμένου να καλύπτει την εσωτερική διοικητική πολυπλοκότητα και να διευκολύνει την πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες, π.χ. όταν πρέπει να συνεργαστούν πολλοί φορείς για την παροχή μιας δημόσιας υπηρεσίας·

Οι παρατηρήσεις που υποβάλλουν οι χρήστες θα πρέπει να συγκεντρώνονται, να αξιολογούνται και να χρησιμοποιούνται συστηματικά για τον σχεδιασμό νέων δημόσιων υπηρεσιών και την περαιτέρω βελτίωση των υφιστάμενων υπηρεσιών·

Στο μέτρο του δυνατού, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, οι χρήστες θα πρέπει να μπορούν να παρέχουν δεδομένα μόνο μία φορά, και οι διοικήσεις θα πρέπει να είναι σε θέση να ανακτούν και να ανταλλάσσουν αυτά τα δεδομένα για να εξυπηρετούν τον χρήστη, σύμφωνα με τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων·

Θα πρέπει να ζητείται από τους χρήστες να παρέχουν μόνο τις πληροφορίες που είναι απολύτως απαραίτητες προκειμένου να λάβουν μια συγκεκριμένη δημόσια υπηρεσία.

 Σύσταση 10:

Χρησιμοποιείτε πολλαπλούς διαύλους για την παροχή ευρωπαϊκής δημόσιας υπηρεσίας, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι χρήστες μπορούν να επιλέγουν τον δίαυλο που ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες τους.

 Σύσταση 11:

Παρέχετε ενιαίο σημείο επαφής προκειμένου να καλύπτεται η εσωτερική διοικητική πολυπλοκότητα και να διευκολύνεται η πρόσβαση των χρηστών σε ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες.

 Σύσταση 12:

Θέτετε σε εφαρμογή μηχανισμούς για τη συμμετοχή των χρηστών στην ανάλυση, τον σχεδιασμό, την αξιολόγηση και την περαιτέρω ανάπτυξη ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

 Σύσταση 13:

Στο μέτρο του δυνατού, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, συνιστάται να ζητούνται από τους χρήστες ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών μόνο συναφείς πληροφορίες και μόνο μία φορά.

2.8Βασική αρχή 7: ένταξη και προσβασιμότητα

Η ένταξη αφορά τη δυνατότητα που πρέπει να δοθεί στον καθένα να αξιοποιεί πλήρως τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες για πρόσβαση και χρήση ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, ώστε να αίρεται το κοινωνικό και οικονομικό χάσμα και ο αποκλεισμός.

Η προσβασιμότητα διασφαλίζει ότι άτομα με αναπηρίες, ηλικιωμένοι και λοιπές ομάδες μειονεκτούντων ατόμων μπορούν να χρησιμοποιούν δημόσιες υπηρεσίες σε επίπεδα συγκρίσιμα με τα επίπεδα υπηρεσιών που παρέχονται σε άλλους πολίτες 14 .

Η ένταξη και η προσβασιμότητα πρέπει να αποτελούν μέρος του συνολικού κύκλου ζωής για την ανάπτυξη ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών όσον αφορά τον σχεδιασμό, το περιεχόμενο των πληροφοριών και την παροχή της υπηρεσίας. Θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις προδιαγραφές ηλεκτρονικής προσβασιμότητας που είναι ευρέως αποδεκτές σε ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο 15 .

Η ένταξη και η προσβασιμότητα συνήθως συνεπάγονται πολυκαναλική παροχή υπηρεσιών. Η παραδοσιακή έντυπη ή κατ’ ιδίαν παροχή υπηρεσίας μπορεί να χρειαστεί να συνυπάρξει με την ηλεκτρονική παροχή.

Η ένταξη και η προσβασιμότητα μπορούν επίσης να βελτιωθούν χάρη στην ικανότητα ενός πληροφοριακού συστήματος να επιτρέπει σε τρίτους να ενεργούν για λογαριασμό πολιτών οι οποίοι δεν είναι σε θέση, μόνιμα ή προσωρινά, να κάνουν άμεση χρήση των δημόσιων υπηρεσιών.

 Σύσταση 14:

Διασφαλίζετε ότι όλες οι ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες είναι προσβάσιμες σε όλους τους πολίτες, περιλαμβανομένων ατόμων με αναπηρίες, ηλικιωμένων και λοιπών ομάδων μειονεκτούντων ατόμων. Όσον αφορά τις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες, οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις προδιαγραφές ηλεκτρονικής προσβασιμότητας που είναι ευρέως αποδεκτές σε ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο.

2.9Βασική αρχή 8: ασφάλεια και προστασία της ιδιωτικής ζωής

Οι πολίτες και οι επιχειρήσεις πρέπει να αισθάνονται εμπιστοσύνη ότι όταν αλληλεπιδρούν με δημόσιες αρχές το πράττουν σε ασφαλές και αξιόπιστο περιβάλλον και σε πλήρη συμμόρφωση με τους συναφείς κανονισμούς, π.χ. τον κανονισμό και την οδηγία για την προστασία δεδομένων 16 και τον κανονισμό σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης 17 . Οι δημόσιες διοικήσεις πρέπει να εγγυώνται την ιδιωτική ζωή των πολιτών και την εμπιστευτικότητα, τη γνησιότητα, την ακεραιότητα και τη μη άρνηση αναγνώρισης των πληροφοριών που υποβλήθηκαν από πολίτες και επιχειρήσεις. Η ασφάλεια και η προστασία της ιδιωτικής ζωής εξετάζονται με περισσότερες λεπτομέρειες στο τμήμα 4.3.7.

Σύσταση 15:

Ορίζετε ένα κοινό πλαίσιο ασφάλειας και ιδιωτικής ζωής και θεσπίζετε διαδικασίες για δημόσιες υπηρεσίες προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφαλής και αξιόπιστη ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ δημόσιων διοικήσεων και σε αλληλεπιδράσεις με πολίτες και επιχειρήσεις.

2.10Βασική αρχή 9: πολυγλωσσία

Οι ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες μπορούν δυνητικά να χρησιμοποιηθούν από οποιονδήποτε σε όλα τα κράτη μέλη. Επομένως, η πολυγλωσσία χρειάζεται προσεκτική εξέταση κατά τον σχεδιασμό. Οι πολίτες σε ολόκληρη την Ευρώπη συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα με την πρόσβαση και χρήση ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών, αν αυτές δεν είναι διαθέσιμες στις γλώσσες που μιλούν.

Χρειάζεται να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ των προσδοκιών των πολιτών και των επιχειρήσεων ώστε να εξυπηρετούνται στη γλώσσα τους ή την προτιμώμενη γλώσσα τους και της ικανότητας των δημόσιων διοικήσεων των κρατών μελών να προσφέρουν υπηρεσίες σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ. Μια κατάλληλη ισορροπία θα μπορούσε να επέλθει με τη διαθεσιμότητα των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών στις γλώσσες των αναμενόμενων τελικών χρηστών, δηλαδή ο αριθμός των γλωσσών αποφασίζεται με βάση τις ανάγκες των χρηστών, όπως το επίπεδο στο οποίο η υπηρεσία είναι καθοριστική για την υλοποίηση της ψηφιακής ενιαίας αγοράς ή εθνικών πολιτικών ή το μέγεθος του αντίστοιχου κοινού.

Η πολυγλωσσία έρχεται στο προσκήνιο όχι μόνο όσον αφορά τη διεπαφή χρήστη, αλλά σε όλα τα επίπεδα του σχεδιασμού των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Για παράδειγμα, οι επιλογές αναπαράστασης δεδομένων σε μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων δεν θα πρέπει να περιορίζουν τη δυνατότητα υποστήριξης διαφορετικών γλωσσών.

Η πολυγλωσσική πτυχή της διαλειτουργικότητας επανέρχεται επίσης στο προσκήνιο όταν οι δημόσιες υπηρεσίες απαιτούν ανταλλαγή μεταξύ πληροφοριακών συστημάτων πέρα από γλωσσικά σύνορα, δεδομένου ότι πρέπει να διατηρηθεί το νόημα των ανταλλασσόμενων πληροφοριών.

 Σύσταση 16:

Κατά τη δημιουργία ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών χρησιμοποιείτε πληροφοριακά συστήματα και τεχνικές αρχιτεκτονικές που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της πολυγλωσσίας. Καθορίζετε το επίπεδο υποστήριξης της πολυγλωσσίας με βάση τις ανάγκες των αναμενόμενων χρηστών.

2.11Βασική αρχή 10: διοικητική απλούστευση

Όπου είναι εφικτό, οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να επιδιώκουν τον εξορθολογισμό και την απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών τους βελτιώνοντας ή εξαλείφοντας τις διαδικασίες που δεν παρέχουν προστιθέμενη αξία στους πολίτες. Η διοικητική απλούστευση μπορεί να συμβάλει στη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης επιχειρήσεων και πολιτών όσον αφορά τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία της ΕΕ ή με εθνικές υποχρεώσεις. Επίσης, οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να δημιουργήσουν ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες που υποστηρίζονται από ηλεκτρονικά μέσα, περιλαμβανομένων των αλληλεπιδράσεών τους με άλλες δημόσιες διοικήσεις, πολίτες και επιχειρήσεις.

Η ψηφιοποίηση δημόσιων υπηρεσιών θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις εξής έννοιες:

εκ προεπιλογής ψηφιακές, εφόσον κριθεί σκόπιμο, ώστε να υπάρχει τουλάχιστον ένας ψηφιακός δίαυλος διαθέσιμος για πρόσβαση και χρήση συγκεκριμένης ευρωπαϊκής δημόσιας υπηρεσίας·

κατά προτεραιότητα ψηφιακές, που σημαίνει ότι δίνεται προτεραιότητα στη χρήση δημόσιων υπηρεσιών μέσω ψηφιακών διαύλων ενώ συνυπάρχει η εφαρμογή της έννοιας της πολυκαναλικής παροχής και της πολιτικής «καμία λάθος πόρτα» («no wrong door»), δηλαδή συνυπάρχουν οι φυσικοί και οι ψηφιακοί δίαυλοι.

 Σύσταση 17:

Απλουστεύετε τις διαδικασίες και χρησιμοποιείτε ψηφιακούς διαύλους, όπου κρίνεται απαραίτητο, για την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, με σκοπό την άμεση και υψηλής ποιότητας ανταπόκριση σε αιτήματα των χρηστών και τη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης σε δημόσιες διοικήσεις, επιχειρήσεις και πολίτες.

2.12Βασική αρχή 11: διατήρηση των πληροφοριών

Η νομοθεσία προβλέπει ότι οι αποφάσεις και τα δεδομένα αποθηκεύονται και η πρόσβαση σε αυτά είναι δυνατή για καθορισμένο χρονικό διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι αρχεία 18 και πληροφορίες σε ηλεκτρονική μορφή που τηρούνται από δημόσιες διοικήσεις για τον σκοπό της τεκμηρίωσης διαδικασιών και αποφάσεων πρέπει να διατηρούνται και να μετατρέπονται, όποτε είναι απαραίτητο, σε νέα μέσα, όταν τα παλαιά μέσα καθίστανται παρωχημένα. Ο στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι τα αρχεία και οι λοιπές μορφές πληροφοριών παραμένουν αναγνώσιμα, αξιόπιστα και διατηρούν την ακεραιότητά τους, καθώς και ότι η πρόσβαση σε αυτά είναι δυνατή για όσο διάστημα χρειάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις για την ασφάλεια και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.

Για την εγγύηση της μακροπρόθεσμης διατήρησης ηλεκτρονικών αρχείων και λοιπών ειδών πληροφοριών, θα πρέπει να επιλέγονται μορφότυποι που διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη προσβασιμότητα, περιλαμβανομένης της διαφύλαξης των αντίστοιχων ηλεκτρονικών υπογραφών ή σφραγίδων. Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση εγκεκριμένων υπηρεσιών διαφύλαξης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, μπορεί να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη διατήρηση των πληροφοριών.

Για πηγές πληροφοριών που βρίσκονται υπό την κατοχή και τη διαχείριση εθνικών διοικήσεων, η διατήρηση αποτελεί αποκλειστικά εθνικό ζήτημα. Για πληροφορίες που δεν είναι αυστηρά εθνικές, η διατήρηση καθίσταται ευρωπαϊκό ζήτημα. Σε αυτή την περίπτωση, τα οικεία κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλη «πολιτική διατήρησης» προκειμένου να αντιμετωπίσουν τυχόν δυσκολίες που προκύπτουν αν οι συναφείς πληροφορίες χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο διαφορετικής δικαιοδοσίας.

Σύσταση 18:

Καταρτίζετε μακροπρόθεσμη πολιτική διατήρησης των πληροφοριών που αφορούν ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες, ιδίως για πληροφορίες που ανταλλάσσονται σε διασυνοριακό επίπεδο.

2.13Βασική αρχή 12: αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αποτιμηθεί η αξία των διαλειτουργικών ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων πτυχών όπως η απόδοση της επένδυσης, το συνολικό κόστος κυριότητας, το επίπεδο ευελιξίας και προσαρμοστικότητας, η μειωμένη διοικητική επιβάρυνση, η αποδοτικότητα, ο μειωμένος κίνδυνος, η διαφάνεια, η απλούστευση, οι βελτιωμένες μέθοδοι εργασίας και το επίπεδο ικανοποίησης των χρηστών.

Στην προσπάθεια διασφάλισης της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας των ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών θα πρέπει να αξιολογούνται διάφορες τεχνολογικές λύσεις 19 .

Σύσταση 19:

Αξιολογείτε την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα διαφορετικών λύσεων διαλειτουργικότητας και τεχνολογικών επιλογών που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των χρηστών, την αναλογικότητα και την ισορροπία μεταξύ κόστους και ωφέλειας.

3Επίπεδα διαλειτουργικότητας

Το παρόν κεφάλαιο περιγράφει ένα μοντέλο διαλειτουργικότητας το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες και μπορεί επίσης να θεωρηθεί αναπόσπαστο στοιχείο του παραδείγματος διαλειτουργικότητας από τον σχεδιασμό . Το μοντέλο αυτό συνίσταται σε:

τέσσερα επίπεδα διαλειτουργικότητας: νομικό, οργανωτικό, σημασιολογικό και τεχνικό,

ένα κάθετο στοιχείο των τεσσάρων επιπέδων, «διακυβέρνηση ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών»,

ένα επίπεδο που βρίσκεται στο υπόβαθρο, «διακυβέρνηση της διαλειτουργικότητας».

Το μοντέλο απεικονίζεται παρακάτω:

Διάγραμμα 3: Μοντέλο διαλειτουργικότητας

3.1Διακυβέρνηση της διαλειτουργικότητας

Η διακυβέρνηση της διαλειτουργικότητας αφορά αποφάσεις σχετικά με πλαίσια διαλειτουργικότητας, θεσμικούς διακανονισμούς, οργανωτικές δομές, ρόλους και ευθύνες, πολιτικές, συμφωνίες και λοιπές πτυχές διασφάλισης και παρακολούθησης της διαλειτουργικότητας σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ.

Το ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας, το σχέδιο δράσης για τη διαλειτουργικότητα (παράρτημα 1 της ανακοίνωσης) και η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική διαλειτουργικότητας (EIRA/ΕΑΑΔ) είναι σημαντικά τμήματα της διακυβέρνησης της διαλειτουργικότητας σε επίπεδο ΕΕ.

Η οδηγία INSPIRE αποτελεί σημαντικό παράδειγμα ειδικού τομεακού 20 πλαισίου διαλειτουργικότητας, συμπεριλαμβανομένης της νομικής διαλειτουργικότητας, των δομών συντονισμού και των τεχνικών διακανονισμών για τη διαλειτουργικότητα.

Οι ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες λειτουργούν σε ένα περίπλοκο και μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Η πολιτική στήριξη είναι απαραίτητη για διατομεακές και/ή διασυνοριακές προσπάθειες διαλειτουργικότητας με σκοπό τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ δημόσιων διοικήσεων 21 . Για αποτελεσματική συνεργασία, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να διαθέτουν κοινό όραμα, να συμφωνούν για τους στόχους και τα χρονοδιαγράμματα και να εναρμονίζουν τις προτεραιότητες. Η διαλειτουργικότητα μεταξύ δημόσιων διοικήσεων σε διαφορετικά διοικητικά επίπεδα θα επιτύχει μόνο αν οι κυβερνήσεις δώσουν επαρκή έμφαση και εκχωρήσουν πόρους στις αντίστοιχες προσπάθειές τους για διαλειτουργικότητα 22 . 

Η έλλειψη των απαραίτητων δεξιοτήτων εντός της διοίκησης αποτελεί άλλο ένα εμπόδιο στην εφαρμογή πολιτικών διαλειτουργικότητας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμπεριλάβουν δεξιότητες διαλειτουργικότητας στις στρατηγικές τους για τη διαλειτουργικότητα, αναγνωρίζοντας ότι η διαλειτουργικότητα είναι πολυδιάστατο ζήτημα που χρειάζεται ευαισθητοποίηση και δεξιότητες σε νομικά, οργανωτικά, σημασιολογικά και τεχνικά θέματα.

Η εφαρμογή και παροχή συγκεκριμένης ευρωπαϊκής δημόσιας υπηρεσίας συχνά στηρίζεται σε στοιχεία που είναι κοινά σε πολλές ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες. Θα πρέπει να διασφαλίζεται η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα αυτών των στοιχείων που καλύπτονται από συμφωνίες διαλειτουργικότητας οι οποίες συνάπτονται εκτός του πεδίου εφαρμογής συγκεκριμένης ευρωπαϊκής δημόσιας υπηρεσίας. Αυτό είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς η διαλειτουργικότητα θα πρέπει να διασφαλίζεται με βιώσιμο τρόπο και όχι ως μεμονωμένος στόχος ή έργο. Δεδομένου ότι τα κοινά στοιχεία και οι συμφωνίες διαλειτουργικότητας είναι αποτέλεσμα εργασιών από δημόσιες διοικήσεις σε διαφορετικά επίπεδα (τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και επίπεδο ΕΕ), ο συντονισμός και η παρακολούθηση προϋποθέτουν μια ολιστική προσέγγιση.

Η διακυβέρνηση της διαλειτουργικότητας είναι βασικός παράγοντας για μια ολιστική προσέγγιση σχετικά με τη διαλειτουργικότητα, καθώς συνενώνει όλα τα μέσα που απαιτούνται για την εφαρμογή της.

Σύσταση 20:

Διασφαλίζετε την ολιστική διακυβέρνηση των δραστηριοτήτων διαλειτουργικότητας σε όλα τα διοικητικά επίπεδα και τομείς.

Ο συντονισμός, η επικοινωνία και η παρακολούθηση είναι ύψιστης σημασίας για την επιτυχία της διακυβέρνησης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω του προγράμματος ISA2, υποστηρίζει ένα Παρατηρητήριο των Εθνικών Πλαισίων Διαλειτουργικότητας (NIFO). Βασικός στόχος του είναι η παροχή πληροφοριών σχετικά με τα NIF και τις σχετικές στρατηγικές/πολιτικές διαλειτουργικότητας και τις ψηφιακές στρατηγικές/πολιτικές προκειμένου να βοηθήσει τις δημόσιες διοικήσεις στην ανταλλαγή και επαναχρησιμοποίηση εμπειριών και να υποστηρίξει τη «μεταφορά» του ΕΠΔ σε εθνικό επίπεδο. Ένα NIF μπορεί να είναι ένα ή περισσότερα έγγραφα που ορίζουν πλαίσια, πολιτικές, στρατηγικές, κατευθυντήριες γραμμές και σχέδια δράσης όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα σε ένα κράτος μέλος.

3.1.1Προσδιορισμός και επιλογή προτύπων και προδιαγραφών

Τα πρότυπα και οι προδιαγραφές έχουν θεμελιώδη σημασία για τη διαλειτουργικότητα. Υπάρχουν έξι βήματα για την κατάλληλη διαχείρισή τους:

προσδιορισμός υποψήφιων προτύπων και προδιαγραφών με βάση συγκεκριμένες ανάγκες και απαιτήσεις·

αξιολόγηση υποψήφιων προτύπων και προδιαγραφών με χρήση τυποποιημένων, διαφανών, δίκαιων και ισότιμων μεθόδων 23 ·

εφαρμογή των προτύπων και προδιαγραφών σύμφωνα με σχέδια και πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές·

παρακολούθηση της συμμόρφωσης 24 με τα πρότυπα και τις προδιαγραφές·

διαχείριση αλλαγής με κατάλληλες διαδικασίες·

τεκμηρίωση προτύπων και προδιαγραφών, σε ανοικτούς καταλόγους, χρησιμοποιώντας τυποποιημένη περιγραφή 25 .

Σύσταση 21:

Θέτετε σε εφαρμογή διαδικασίες για την επιλογή συναφών προτύπων και προδιαγραφών, την αξιολόγησή τους, την παρακολούθηση της εφαρμογής τους, τον έλεγχο συμμόρφωσης και τη δοκιμή της διαλειτουργικότητάς τους.

Σύσταση 22:

Χρησιμοποιείτε διαρθρωμένη, διαφανή, αντικειμενική και κοινή προσέγγιση για την αξιολόγηση και επιλογή προτύπων και προδιαγραφών. Λαμβάνετε υπόψη συναφείς συστάσεις της ΕΕ και καταβάλλετε προσπάθειες να καταστεί η προσέγγιση συνεκτική σε διασυνοριακό επίπεδο.

Σύσταση 23:

Κατά την προμήθεια και ανάπτυξη λύσεων ΤΠΕ συμβουλεύεστε συναφείς καταλόγους προτύπων, προδιαγραφών και κατευθυντήριων γραμμών σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ, σύμφωνα με το NIF της χώρας σας και τα συναφή DIF.

Τα πρότυπα και οι προδιαγραφές μπορούν να χαρτογραφηθούν στην EIRA/ΕΑΑΔ και να καταλογογραφηθούν στη χαρτογράφηση της ευρωπαϊκής διαλειτουργικότητας (EIC/ΧΕΔ).

Σε ορισμένες περιπτώσεις οι δημόσιες διοικήσεις μπορεί να διαπιστώνουν ότι δεν υπάρχουν κατάλληλα πρότυπα/προδιαγραφές για συγκεκριμένη ανάγκη σε συγκεκριμένο τομέα. Η ενεργή συμμετοχή στη διαδικασία τυποποίησης μετριάζει τις ανησυχίες σχετικά με τις καθυστερήσεις, βελτιώνει την εναρμόνιση προτύπων και προδιαγραφών με τις ανάγκες του δημόσιου τομέα και μπορεί να συμβάλλει ώστε οι κυβερνήσεις να συμβαδίζουν με την τεχνολογική καινοτομία.

Σύσταση 24:

Συμμετέχετε ενεργά σε εργασίες τυποποίησης που είναι συναφείς με τις ανάγκες σας προκειμένου να διασφαλίζεται ότι πληρούνται οι οικείες απαιτήσεις.

3.2Διακυβέρνηση ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών

Η παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών συχνά προϋποθέτει τη συνεργασία διαφορετικών δημόσιων διοικήσεων για την κάλυψη αναγκών των τελικών χρηστών και την παροχή δημόσιων υπηρεσιών με ενοποιημένο τρόπο. Σε περίπτωση που εμπλέκονται πολλοί οργανισμοί, υπάρχει ανάγκη συντονισμού και διακυβέρνησης από τις αρχές με εντολή σχεδιασμού, εφαρμογής και λειτουργίας ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Η διακυβέρνηση των υπηρεσιών είναι απαραίτητη προκειμένου να διασφαλίζεται: η ενοποίηση, η απρόσκοπτη εκτέλεση, η επαναχρησιμοποίηση υπηρεσιών και δεδομένων και η ανάπτυξη νέων υπηρεσιών και «δομοστοιχείων» 26 . Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις πτυχές της «παροχής ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών» αναφέρονται στο τμήμα 4.3.1.

Η εστίαση στο στοιχείο της διακυβέρνησης θα πρέπει να καλύπτει όλα τα επίπεδα: νομικό, οργανωτικό, σημασιολογικό και τεχνικό. Η διασφάλιση της διαλειτουργικότητας κατά την κατάρτιση νομικών πράξεων, επιχειρησιακών διαδικασιών των οργανισμών, ανταλλαγής πληροφοριών, υπηρεσιών και στοιχείων που υποστηρίζουν ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες είναι μια συνεχής εργασία, καθώς η διαλειτουργικότητα διακόπτεται τακτικά από αλλαγές στο περιβάλλον, δηλαδή στη νομοθεσία, τις ανάγκες επιχειρήσεων ή πολιτών, την οργανωτική δομή των δημόσιων διοικήσεων, τις επιχειρησιακές διαδικασίες και από την εμφάνιση νέων τεχνολογιών. Απαιτεί, μεταξύ άλλων, οργανωτικές δομές και ρόλους και ευθύνες για την παροχή και τη λειτουργία δημόσιων υπηρεσιών, συμφωνιών επιπέδου υπηρεσιών, σύναψη και διαχείριση συμφωνιών διαλειτουργικότητας, διαδικασίες διαχείρισης αλλαγών και σχέδια συνέχισης των δραστηριοτήτων και ποιότητας των δεδομένων.

Η διακυβέρνηση ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:

τον ορισμό οργανωτικών δομών, ρόλων και ευθυνών και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τα εμπλεκόμενα ενδιαφερόμενα μέρη·

την επιβολή απαιτήσεων για:

oπτυχές διαλειτουργικότητας που περιλαμβάνουν την ποιότητα, την ικανότητα κλιμάκωσης και τη διαθεσιμότητα επαναχρησιμοποιούμενων δομοστοιχείων, συμπεριλαμβανομένων πηγών πληροφοριών (μητρώα βάσης, πύλες ανοικτών δεδομένων κ.λπ.) και άλλες διασυνδεδεμένες υπηρεσίες·

oεξωτερικές πληροφορίες/υπηρεσίες, που μετατρέπονται σε σαφείς συμφωνίες επιπέδου υπηρεσιών (μεταξύ άλλων για τη διαλειτουργικότητα)·

σχέδιο διαχείρισης αλλαγών με σκοπό τον ορισμό των διαδικασιών και διεργασιών που απαιτούνται για τη διαχείριση και τον έλεγχο των αλλαγών·

σχέδιο συνέχισης των δραστηριοτήτων/αποκατάστασης σε περίπτωση καταστροφής προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες και τα δομοστοιχεία τους εξακολουθούν να λειτουργούν σε ένα φάσμα καταστάσεων, π.χ. σε περίπτωση κυβερνοεπιθέσεων ή αστοχίας δομοστοιχείων.

Σύσταση 25:

Διασφαλίζετε τη μακροπρόθεσμη διαλειτουργικότητα και τον συντονισμό κατά τη λειτουργία και την παροχή ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών, θέτοντας σε εφαρμογή την απαραίτητη δομή διακυβέρνησης.

3.2.1Συμφωνίες διαλειτουργικότητας

Οι οργανισμοί που συμμετέχουν στην παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών θα πρέπει να προβαίνουν σε επίσημους διακανονισμούς για συνεργασία, μέσω συμφωνιών διαλειτουργικότητας. Η σύναψη και διαχείριση των εν λόγω συμφωνιών αποτελεί μέρος της διακυβέρνησης δημόσιων υπηρεσιών.

Οι συμφωνίες θα πρέπει να είναι αρκετά αναλυτικές για την επίτευξη του στόχου τους, δηλαδή της παροχής ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, παρέχοντας ταυτόχρονα σε κάθε οργανισμό τη μέγιστη δυνατή εσωτερική και εθνική αυτονομία.

Σε σημασιολογικό και τεχνικό επίπεδο αλλά, σε ορισμένες περιπτώσεις, και σε οργανωτικό επίπεδο, οι συμφωνίες διαλειτουργικότητας συνήθως περιλαμβάνουν πρότυπα και προδιαγραφές. Σε νομικό επίπεδο, οι συμφωνίες διαλειτουργικότητας καθίστανται συγκεκριμένες και δεσμευτικές μέσω της νομοθεσίας σε επίπεδο ΕΕ και/ή εθνικό επίπεδο ή μέσω διμερών και πολυμερών συμφωνιών.

Άλλοι τύποι συμφωνιών μπορούν να συμπληρώνουν τις συμφωνίες διαλειτουργικότητας, αντιμετωπίζοντας λειτουργικά ζητήματα. Για παράδειγμα, μνημόνια συνεννόησης, συμφωνίες επιπέδου υπηρεσιών, διαδικασίες στήριξης/κλιμάκωσης και στοιχεία επικοινωνίας που παραπέμπουν, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, σε υποκείμενες συμφωνίες σε σημασιολογικό και τεχνικό επίπεδο.

Δεδομένου ότι η παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών είναι το αποτέλεσμα συλλογικής εργασίας με μέρη που παράγουν ή καταναλώνουν τμήματα της υπηρεσίας, είναι σημαντικό να περιλαμβάνονται κατάλληλες διαδικασίες διαχείρισης των αλλαγών στις συμφωνίες διαλειτουργικότητας, προκειμένου να διασφαλίζεται η ακρίβεια, η αξιοπιστία, η συνέχεια και η εξέλιξη της υπηρεσίας που παρέχεται σε άλλες δημόσιες διοικήσεις, επιχειρήσεις και πολίτες.

Σύσταση 26:

Συνάπτετε συμφωνίες διαλειτουργικότητας σε όλα τα επίπεδα, οι οποίες συμπληρώνονται από επιχειρησιακές συμφωνίες και διαδικασίες διαχείρισης αλλαγών.

3.3Νομική διαλειτουργικότητα

Κάθε δημόσια διοίκηση που συμβάλλει στην παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών λειτουργεί σύμφωνα με το εθνικό νομικό πλαίσιο της χώρας της. Η νομική διαλειτουργικότητα διασφαλίζει ότι είναι δυνατή η συνεργασία μεταξύ οργανισμών που λειτουργούν σύμφωνα με διαφορετικά νομικά πλαίσια, πολιτικές και στρατηγικές. Αυτό μπορεί να προϋποθέτει ότι η νομοθεσία δεν εμποδίζει την εγκατάσταση ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών εντός και μεταξύ κρατών μελών και ότι υπάρχουν σαφείς συμφωνίες σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των διαφορών ως προς τη νομοθεσία σε διασυνοριακό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της επιλογής θέσπισης νέας νομοθεσίας.

Το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της νομικής διαλειτουργικότητας είναι η διεξαγωγή «ελέγχων διαλειτουργικότητας» που εξετάζουν την ισχύουσα νομοθεσία για να εντοπίσουν φραγμούς στη διαλειτουργικότητα: τομεακούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς στη χρήση και αποθήκευση δεδομένων, διαφορετικά και ασαφή μοντέλα χορήγησης άδειας χρήσης δεδομένων, υπερβολικά περιοριστικές υποχρεώσεις για τη χρήση ειδικών ψηφιακών τεχνολογιών ή τρόπων παροχής δημόσιων υπηρεσιών, αντιφατικές απαιτήσεις για τις ίδιες ή παρόμοιες επιχειρησιακές διαδικασίες, παρωχημένες ανάγκες που αφορούν την ασφάλεια και την προστασία των δεδομένων κ.λπ.

Η συνοχή μεταξύ νομοθετικών πράξεων, όσον αφορά τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας, θα πρέπει να αποτιμάται πριν από την έγκριση και μέσω της τακτικής αξιολόγησης της επίδοσής τους μετά τη θέση τους σε εφαρμογή.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει οπωσδήποτε να παρέχονται –μεταξύ άλλων– από ψηφιακούς διαύλους, οι ΤΠΕ πρέπει να εξετάζονται όσο το δυνατόν νωρίτερα κατά τη διαδικασία νομοθέτησης. Ειδικότερα, η προτεινόμενη νομοθεσία θα πρέπει να υποβάλλεται σε «ψηφιακό έλεγχο»:

για να διασφαλίζεται ότι προσαρμόζεται όχι μόνο στον φυσικό αλλά και στον ψηφιακό κόσμο (π.χ. το διαδίκτυο)·

προκειμένου να εντοπίζονται τυχόν εμπόδια στην ψηφιακή ανταλλαγή· και

για να προσδιοριστεί και να αποτιμηθεί ο αντίκτυπός της στα ενδιαφερόμενα μέρη όσον αφορά τις ΤΠΕ.

Αυτή η ενέργεια θα διευκολύνει τη διαλειτουργικότητα μεταξύ δημόσιων υπηρεσιών σε χαμηλότερα επίπεδα (σημασιολογικό και τεχνικό) και θα αυξήσει τις δυνατότητες επαναχρησιμοποίησης των υφιστάμενων λύσεων ΤΠΕ, μειώνοντας έτσι το κόστος και τον χρόνο εφαρμογής.

Η νομική εγκυρότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ κρατών μελών θα πρέπει να διατηρείται διασυνοριακά και να τηρείται η νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων τόσο στις χώρες προέλευσης όσο και στις χώρες παραλαβής. Αυτό μπορεί να απαιτεί επιπρόσθετες συμφωνίες για την υπέρβαση πιθανών διαφορών όσον αφορά την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας.

Σύσταση 27:

Διασφαλίζετε ότι η νομοθεσία εξετάζεται μέσω «ελέγχων διαλειτουργικότητας» προκειμένου να εντοπίζονται τυχόν φραγμοί στη διαλειτουργικότητα. Κατά τη σύνταξη νομοθεσίας για τη δημιουργία ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, καταβάλλετε προσπάθεια ώστε αυτή να καθίσταται συνεκτική με τη συναφή νομοθεσία, διεξάγετε «ψηφιακό έλεγχο» και εξετάζετε τις απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων.

3.4Οργανωτική διαλειτουργικότητα

Η οργανωτική διαλειτουργικότητα αφορά τον τρόπο εναρμόνισης των επιχειρησιακών διαδικασιών, των ευθυνών και των προσδοκιών των δημόσιων διοικήσεων προκειμένου να επιτύχουν από κοινού συμφωνημένους και αμοιβαίως ωφέλιμους στόχους. Πρακτικά, η οργανωτική διαλειτουργικότητα συνεπάγεται τεκμηρίωση και ενοποίηση ή εναρμόνιση επιχειρησιακών διαδικασιών και ανταλλαγή συναφών πληροφοριών. Η οργανωτική διαλειτουργικότητα αποσκοπεί επίσης στην ικανοποίηση των απαιτήσεων της κοινότητας χρηστών, καθιστώντας τις υπηρεσίες διαθέσιμες, εύκολα αναγνωρίσιμες, προσβάσιμες και με επίκεντρο τον χρήστη.

3.4.1Εναρμόνιση επιχειρησιακών διαδικασιών

Για την αποτελεσματική και αποδοτική συνεργασία διαφορετικών διοικητικών φορέων με σκοπό την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, μπορεί να χρειάζεται να εναρμονίσουν τις υφιστάμενες επιχειρησιακές διαδικασίες τους ή να ορίσουν και να εκπονήσουν νέες.

Η εναρμόνιση των επιχειρησιακών διαδικασιών συνεπάγεται την τεκμηρίωσή τους με συμφωνημένο τρόπο και με από κοινού συμφωνημένες τεχνικές μοντελοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων πληροφοριών που ανταλλάχθηκαν, ώστε όλες οι δημόσιες διοικήσεις που συμβάλλουν στην παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών να μπορούν να κατανοήσουν τη συνολική (διατερματική) επιχειρησιακή διαδικασία και τον αντίστοιχο ρόλο τους.

Σύσταση 28:

Τεκμηριώνετε τις επιχειρησιακές διαδικασίες που ακολουθείτε, χρησιμοποιώντας κοινά συμφωνημένες τεχνικές μοντελοποίησης και καθορίζετε τον τρόπο εναρμόνισης των εν λόγω διαδικασιών με σκοπό την παροχή ευρωπαϊκής δημόσιας υπηρεσίας.

3.4.2Οργανωτικές σχέσεις

Ο προσανατολισμός στις υπηρεσίες, βάσει του οποίου συλλαμβάνεται το εννοιολογικό μοντέλο για τις δημόσιες υπηρεσίες, συνεπάγεται ότι πρέπει να ορίζεται με σαφήνεια η σχέση μεταξύ παρόχων υπηρεσιών και καταναλωτών υπηρεσιών.

Αυτό προϋποθέτει την εύρεση μέσων για την τυποποίηση της αμοιβαίας συνδρομής, της κοινής δράσης και των διασυνδεδεμένων επιχειρησιακών διαδικασιών ως μέρος της παροχής υπηρεσίας π.χ. μνημόνια συνεννόησης και συμφωνίες επιπέδου υπηρεσιών μεταξύ συμμετεχουσών δημόσιων διοικήσεων. Για διασυνοριακές δράσεις, τα εν λόγω μέσα θα πρέπει να είναι κατά προτίμηση ευρωπαϊκές συμφωνίες σε πολυμερές ή συνολικά ευρωπαϊκό επίπεδο.

Σύσταση 29:

Αποσαφηνίζετε και επισημοποιείτε τις οργανωτικές σχέσεις σας για τη δημιουργία και λειτουργία ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

3.5Σημασιολογική διαλειτουργικότητα

Η σημασιολογική διαλειτουργικότητα διασφαλίζει ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια των ανταλλαγών μεταξύ μερών, διατηρείται και γίνεται κατανοητή η ακριβής μορφή και η σημασία των δεδομένων και των πληροφοριών που ανταλλάσσονται, δηλαδή «αποστέλλεται ό,τι γίνεται κατανοητό». Στο ΕΠΔ η σημασιολογική διαλειτουργικότητα καλύπτει τόσο σημασιολογικές όσο και συντακτικές πτυχές:

Η σημασιολογική πτυχή αναφέρεται στη σημασία των στοιχείων των δεδομένων και τη σχέση μεταξύ αυτών. Περιλαμβάνει την ανάπτυξη λεξιλογίων και σχημάτων για την περιγραφή των ανταλλαγών δεδομένων και διασφαλίζει ότι τα στοιχεία δεδομένων γίνονται κατανοητά με τον ίδιο τρόπο από όλα τα συνδιαλεγόμενα μέρη.

Η συντακτική πτυχή αναφέρεται στην περιγραφή της ακριβούς μορφής των πληροφοριών που ανταλλάσσονται όσον αφορά τη γραμματική και τον μορφότυπο.

Σημείο αφετηρίας για τη βελτίωση της σημασιολογικής διαλειτουργικότητας είναι τα δεδομένα και οι πληροφορίες να θεωρούνται πολύτιμα δημόσια περιουσιακά στοιχεία.

Σύσταση 30:

Εκλαμβάνετε τα δεδομένα και τις πληροφορίες ως δημόσια περιουσιακά στοιχεία που θα πρέπει να δημιουργούνται, να συλλέγονται, να τυγχάνουν διαχείρισης, να ανταλλάσσονται, να προστατεύονται και να διαφυλάσσονται κατάλληλα.

Θα πρέπει να σχεδιάζεται και να συντονίζεται στρατηγική διαχείρισης πληροφοριών στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο (εταιρικό ή επιχειρησιακό) προκειμένου να αποφεύγεται ο κατακερματισμός και να τίθενται προτεραιότητες.

Για παράδειγμα, οι συμφωνίες για δεδομένα αναφοράς, με τη μορφή ταξινομιών, ελεγχόμενων λεξιλογίων, θησαυρών, κωδικοποιημένων καταλόγων 27 και δομών/μοντέλων για δεδομένα με δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης 28 αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη της σημασιολογικής διαλειτουργικότητας. Προσεγγίσεις όπως σχεδιασμός βασιζόμενος στα δεδομένα, που συνδυάζεται με τεχνολογίες συνδεδεμένων δεδομένων, είναι καινοτόμοι τρόποι για ουσιαστική βελτίωση της σημασιολογικής διαλειτουργικότητας.

Σύσταση 31:

Εφαρμόζετε στρατηγική διαχείρισης πληροφοριών στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο ώστε να αποφεύγεται ο κατακερματισμός και οι επικαλύψεις. Θα πρέπει να δίνετε προτεραιότητα στη διαχείριση μεταδεδομένων, κύριων δεδομένων και δεδομένων αναφοράς.

Κατά τον ίδιο τρόπο που τεχνικά πρότυπα προήγαγαν την τεχνική διαλειτουργικότητα (π.χ. συνδεσιμότητα δικτύου) εδώ και δεκαετίες, απαιτούνται αποτελεσματικά, συνεκτικά και γενικής εφαρμογής πρότυπα και προδιαγραφές πληροφοριών για να καθίσταται δυνατή η ανταλλαγή σημαντικών πληροφοριών μεταξύ ευρωπαϊκών δημόσιων οργανισμών 29 . 

Λόγω των διαφορετικών γλωσσικών, πολιτιστικών, νομικών και διοικητικών περιβαλλόντων στα κράτη μέλη, αυτό το επίπεδο διαλειτουργικότητας θέτει σημαντικές προκλήσεις. Ωστόσο, αν δεν ωριμάσουν οι προσπάθειες τυποποίησης στο σημασιολογικό επίπεδο διαλειτουργικότητας, είναι δύσκολο να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη ανταλλαγή πληροφοριών, η ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων και η φορητότητα των δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών για την υποστήριξη μιας ψηφιακής ενιαίας αγοράς στην ΕΕ.

Σύσταση 32:

Υποστηρίζετε τη δημιουργία τομεακών και διατομεακών κοινοτήτων που αποσκοπούν στην εκπόνηση ανοικτών προδιαγραφών για τις πληροφορίες και ενθαρρύνουν αντίστοιχες κοινότητες να κοινοποιούν τα αποτελέσματά τους σε εθνικές και ευρωπαϊκές πλατφόρμες.

3.6Τεχνική διαλειτουργικότητα

Η εν λόγω διαλειτουργικότητα καλύπτει εφαρμογές και υποδομές που συνδέουν συστήματα και υπηρεσίες. Οι πτυχές της τεχνικής διαλειτουργικότητας περιλαμβάνουν τις προδιαγραφές διεπαφών, τις υπηρεσίες διασύνδεσης, τις υπηρεσίες ενοποίησης δεδομένων, την παρουσίαση και την ανταλλαγή δεδομένων και τη διασφάλιση πρωτοκόλλων επικοινωνίας.

Μείζον εμπόδιο για τη διαλειτουργικότητα προκύπτει από τα κληροδοτημένα συστήματα. Παραδοσιακά οι εφαρμογές και τα πληροφοριακά συστήματα στις δημόσιες διοικήσεις αναπτύσσονταν από κάτω προς τα πάνω, προσπαθώντας να επιλύσουν ειδικά τομεακά και τοπικά προβλήματα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κατακερματισμένες νησίδες ΤΠΕ που δύσκολα καθίστανται διαλειτουργικές.

Λόγω του μεγέθους της δημόσιας διοίκησης και του κατακερματισμού των λύσεων ΤΠΕ, η πληθώρα των κληροδοτημένων συστημάτων δημιουργεί επιπλέον εμπόδιο για τη διαλειτουργικότητα στο τεχνικό επίπεδο.

Η τεχνική διαλειτουργικότητα θα πρέπει να διασφαλίζεται, όποτε είναι δυνατό, μέσω της χρήσης αυστηρών τεχνικών προδιαγραφών.

Σύσταση 33:

Χρησιμοποιείτε ανοικτές προδιαγραφές, όπου είναι διαθέσιμες, προκειμένου να διασφαλίζεται η τεχνική διαλειτουργικότητα κατά τη δημιουργία ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

4Το εννοιολογικό μοντέλο για την παροχή ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών

4.1Εισαγωγή

Το παρόν κεφάλαιο προτείνει ένα εννοιολογικό μοντέλο για τις ενοποιημένες δημόσιες υπηρεσίες το οποίο θα διέπει τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη, τη λειτουργία και τη διατήρησή τους από τα κράτη μέλη. Αφορά όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, από το τοπικό έως το ενωσιακό επίπεδο. Το μοντέλο είναι δομοστοιχειωτό και αποτελείται από χαλαρά συνδεδεμένες συνιστώσες υπηρεσιών 30 που διασυνδέονται μέσω κοινών υποδομών.

Σύσταση 34:

Χρησιμοποιείτε το εννοιολογικό μοντέλο για ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες με σκοπό τον σχεδιασμό νέων υπηρεσιών ή τον ανασχεδιασμό υφιστάμενων υπηρεσιών και την επαναχρησιμοποίηση, όπου είναι εφικτό, υφιστάμενων στοιχείων υπηρεσιών και δεδομένων.

Οι δημόσιες διοικήσεις πρέπει να εντοπίσουν, να διαπραγματευτούν και να συμφωνήσουν σε μια κοινή προσέγγιση για τα διασυνδετικά στοιχεία υπηρεσιών. Αυτό θα συμβεί σε διαφορετικά διοικητικά επίπεδα ανάλογα με την οργανωτική δομή κάθε χώρας. Τα σύνορα πρόσβασης για υπηρεσίες και πληροφορίες θα πρέπει να ορίζονται μέσω διεπαφών και προϋποθέσεων πρόσβασης.

Σύσταση 35:

Καθορίζετε κοινό σχήμα διασύνδεσης χαλαρά συνδεδεμένων συνιστωσών υπηρεσιών και θεσπίζετε και διατηρείτε τις απαιτούμενες υποδομές για τη δημιουργία και τη διατήρηση ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών.

Υπάρχουν γνωστές και ευρέως χρησιμοποιούμενες τεχνικές λύσεις, π.χ. υπηρεσίες ιστού, για τον σκοπό αυτό, αλλά για την εφαρμογή τους σε επίπεδο ΕΕ θα απαιτηθούν συντονισμένες προσπάθειες από τις δημόσιες διοικήσεις, μεταξύ άλλων μέσω κοινών ή συμβατών μοντέλων, προτύπων και συμφωνιών για κοινές υποδομές.

4.2Επισκόπηση του μοντέλου

Το εννοιολογικό μοντέλο προωθεί την ιδέα της διαλειτουργικότητας από τον σχεδιασμό. Αυτό σημαίνει ότι, για να είναι διαλειτουργικές, οι ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει να σχεδιάζονται σύμφωνα με το προτεινόμενο μοντέλο και με βάση συγκεκριμένες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας και επαναχρησιμοποίησης 31 . Το μοντέλο προωθεί τη δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης ως καταλύτη της διαλειτουργικότητας, αναγνωρίζοντας ότι οι ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει να επαναχρησιμοποιούν τις πληροφορίες και τις υπηρεσίες που ήδη κατέχουν και μπορούν να είναι διαθέσιμες από διάφορες πηγές εντός ή εκτός των οργανωτικών συνόρων των δημόσιων διοικήσεων. Οι πληροφορίες και οι υπηρεσίες θα πρέπει να είναι ανακτήσιμες και να διατίθενται σε διαλειτουργικές μορφές.

Τα βασικά στοιχεία του εννοιολογικού μοντέλου παρουσιάζονται παρακάτω.



Διάγραμμα 4: Εννοιολογικό μοντέλο ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών

Η δομή του μοντέλου συνίσταται στα εξής:

την «παροχή ενοποιημένων υπηρεσιών» που βασίζεται σε μια «λειτουργία συντονισμού» για την εξάλειψη της πολυπλοκότητας για τον τελικό χρήστη·

πολιτική παροχής υπηρεσίας «καμία λάθος πόρτα» («no wrong door»), για την παροχή εναλλακτικών λύσεων και διαύλων για παροχή υπηρεσιών, με την ταυτόχρονη διασφάλιση της διαθεσιμότητας ψηφιακών διαύλων (εκ προεπιλογής ψηφιακών)·

επαναχρησιμοποίηση δεδομένων και υπηρεσιών για μείωση του κόστους και βελτίωση της ποιότητας και της διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών·

κατάλογοι που περιγράφουν υπηρεσίες και άλλα στοιχεία του ενεργητικού με δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης για αύξηση της ευρεσιμότητας και της χρήσης τους·

διακυβέρνηση ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών·

ασφάλεια και προστασία της ιδιωτικής ζωής.

4.3Βασικά στοιχεία

4.3.1Λειτουργία συντονισμού

Η λειτουργία συντονισμού διασφαλίζει ότι προσδιορίζονται οι ανάγκες και εφαρμόζονται οι κατάλληλες υπηρεσίες και συντονίζονται με σκοπό την παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Η εν λόγω λειτουργία θα πρέπει να επιλέγει τις κατάλληλες πηγές και υπηρεσίες και να τις ενοποιεί. Ο συντονισμός μπορεί να είναι αυτόματος ή μη αυτόματος. Τα παρακάτω στάδια της διαδικασίας αποτελούν μέρος της «παροχής ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών» και εκτελούνται από τη λειτουργία συντονισμού.

I.Προσδιορισμός αναγκών: Ενεργοποιείται ύστερα από υποβολή αιτήματος δημόσιας υπηρεσίας από πολίτη ή επιχείρηση.

II.Προγραμματισμός: Περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των απαιτούμενων υπηρεσιών και πηγών πληροφοριών, χρησιμοποιώντας τους διαθέσιμους καταλόγους, και συγκεντρώνοντάς τους σε μια ενιαία διαδικασία, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές ανάγκες των χρηστών (π.χ. εξατομίκευση).

III.Εκτέλεση: Περιλαμβάνει τη συλλογή και ανταλλαγή πληροφοριών, εφαρμόζοντας επιχειρησιακούς κανόνες (όπως απαιτείται από τη συναφή νομοθεσία και πολιτικές) για τη χορήγηση ή απόρριψη πρόσβασης σε μια υπηρεσία και έπειτα παρέχοντας την αιτούμενη υπηρεσία σε πολίτες ή επιχειρήσεις.

IV.Αξιολόγηση: Μετά την παροχή της υπηρεσίας, συγκεντρώνονται και αξιολογούνται οι παρατηρήσεις των χρηστών.

4.3.2Εσωτερικές πηγές πληροφοριών και υπηρεσίες

Οι δημόσιες διοικήσεις παράγουν και καθιστούν διαθέσιμο μεγάλο αριθμό υπηρεσιών, ενώ διατηρούν και διαχειρίζονται τεράστιο αριθμό και φάσμα πηγών πληροφοριών. Αυτές οι πηγές πληροφοριών συχνά είναι άγνωστες εκτός των ορίων μιας συγκεκριμένης διοίκησης (και ορισμένες φορές και εντός αυτών των ορίων). Το αποτέλεσμα είναι επικάλυψη των προσπαθειών και ανεπαρκής αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων και λύσεων.

Πηγές πληροφοριών (μητρώα βάσης, πύλες ανοικτών δεδομένων και άλλες επίσημες πηγές πληροφοριών) και υπηρεσίες διαθέσιμες όχι μόνο εντός του διοικητικού συστήματος αλλά και στο εξωτερικό περιβάλλον μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δομοστοιχεία για τη δημιουργία ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών. Τα δομοστοιχεία (πηγές πληροφοριών και υπηρεσίες) θα πρέπει να καθιστούν τα δεδομένα προσβάσιμα ή τη λειτουργικότητά τους προσβάσιμη, εφαρμόζοντας προσεγγίσεις που προσανατολίζονται στις υπηρεσίες.

Σύσταση 36:

Αναπτύσσετε κοινές υποδομές επαναχρησιμοποιήσιμων υπηρεσιών και πηγών πληροφοριών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από όλες τις δημόσιες διοικήσεις.

Οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να προάγουν πολιτικές για την κοινή χρήση υπηρεσιών και πηγών πληροφοριών με τρεις βασικούς τρόπους.

I.Επαναχρησιμοποίηση: Κατά τον σχεδιασμό νέων υπηρεσιών ή την αναθεώρηση των υφιστάμενων υπηρεσιών, αρχικά θα πρέπει να διερευνάται αν υπάρχει η δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης των υφιστάμενων υπηρεσιών και πηγών πληροφοριών·

II.Δημοσίευση: Κατά τον σχεδιασμό νέων υπηρεσιών και πηγών πληροφοριών ή την αναθεώρηση υφιστάμενων υπηρεσιών και πηγών πληροφοριών, θα πρέπει να καθίστανται διαθέσιμες σε άλλους για επαναχρησιμοποίηση οι επαναχρησιμοποιήσιμες υπηρεσίες και πηγές πληροφοριών·

III.Συγκέντρωση: Αφού προσδιοριστούν οι κατάλληλες υπηρεσίες και πηγές πληροφοριών, θα πρέπει να συγκεντρώνονται για να διαμορφώσουν μια ενοποιημένη διαδικασία παροχής υπηρεσίας. Τα δομοστοιχεία θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από φυσική επιδεκτικότητα συνδυασμού («διαλειτουργικότητα από τον σχεδιασμό») ώστε να είναι έτοιμα να συνδυαστούν σε διαφορετικά περιβάλλοντα με ελάχιστη προσαρμογή. Η εν λόγω συγκέντρωση αφορά πληροφορίες, υπηρεσίες και λοιπές λύσεις διαλειτουργικότητας (π.χ. λογισμικό).

Η προσέγγιση επαναχρησιμοποιήσιμου δομοστοιχείου μπορεί να εφαρμοστεί μέσω λύσεων αποτύπωσης αντί για τη χρήση εννοιολογικών δομοστοιχείων μιας αρχιτεκτονικής αναφοράς, 32 που επιτρέπουν τον εντοπισμό επαναχρησιμοποιήσιμων στοιχείων, ο οποίος επίσης προωθεί τον εξορθολογισμό. Το αποτέλεσμα αυτής της αποτύπωσης είναι μια χαρτογράφηση 33 των λύσεων, συμπεριλαμβανομένων των δομοστοιχείων τους, που μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν για να εξυπηρετήσουν κοινές επιχειρησιακέ ανάγκες και να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα.

Ειδικότερα, για να αποφεύγεται η επικάλυψη των προσπαθειών, τα επιπλέον κόστος και τα πρόσθετα προβλήματα διαλειτουργικότητας, με ταυτόχρονη βελτίωση της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών, το εννοιολογικό μοντέλο παρουσιάζει δύο είδη επαναχρησιμοποίησης.

Επαναχρησιμοποίηση υπηρεσιών: Είναι δυνατή η επαναχρησιμοποίηση διαφόρων ειδών υπηρεσιών. Παραδείγματα περιλαμβάνουν βασικές δημόσιες υπηρεσίες, π.χ. έκδοση πιστοποιητικού γέννησης και κοινές υπηρεσίες όπως ηλεκτρονική ταυτοποίηση και ηλεκτρονική υπογραφή. Οι κοινές υπηρεσίες μπορούν να παρέχονται από τον δημόσιο τομέα, τον ιδιωτικό τομέα ή σύμφωνα με μοντέλα σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα;

Επαναχρησιμοποίηση πληροφοριών: Οι δημόσιες διοικήσεις ήδη αποθηκεύουν μεγάλους όγκους πληροφοριών που μπορούν δυνητικά να επαναχρησιμοποιηθούν. Παραδείγματα αποτελούν, μεταξύ άλλων: κύρια δεδομένα από μητρώα βάσης ως έγκυρα δεδομένα που χρησιμοποιούνται από πολλαπλές εφαρμογές και συστήματα· ανοικτά δεδομένα με άδειες ανοικτής χρήσης που δημοσιεύονται από δημόσιους οργανισμούς· άλλοι τύποι έγκυρων δεδομένων που υπόκεινται σε επικύρωση και διαχείριση υπό την αιγίδα δημόσιων αρχών. Τα μητρώα βάσης και τα ανοικτά δεδομένα εξετάζονται με περισσότερες λεπτομέρειες στο επόμενο τμήμα.

4.3.3Μητρώα βάσης

Τα μητρώα βάσης είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της παροχής ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Ένα μητρώο βάσης είναι μια αξιόπιστη και έγκυρη πηγή πληροφοριών η οποία μπορεί και θα πρέπει να επαναχρησιμοποιείται ψηφιακά από άλλους, στις περιπτώσεις που ένας οργανισμός είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τη συλλογή, τη χρήση, την ενημέρωση και τη διατήρηση των πληροφοριών. Τα μητρώα βάσης είναι αξιόπιστες πηγές βασικών πληροφοριών για στοιχεία δεδομένων, όπως πρόσωπα, εταιρείες, οχήματα, άδειες, κτίρια, τοποθεσίες και οδούς. Αυτή η κατηγορία πληροφοριών αποτελεί τα «κύρια δεδομένα» για δημόσιες διοικήσεις και παροχή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. «Έγκυρο» στην παρούσα ανακοίνωση σημαίνει ότι ένα μητρώο βάσης θεωρείται η «πηγή» των πληροφοριών, δηλαδή δείχνει τη σωστή κατάσταση, είναι επικαιροποιημένο και διαθέτει τη βέλτιστη δυνατή ποιότητα και ακεραιότητα.

Στην περίπτωση συγκεντρωτικών μητρώων, ένας ενιαίος οργανωτικός φορέας είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τη διασφάλιση της ποιότητας των δεδομένων και την εφαρμογή μέτρων προκειμένου να διασφαλίζεται η ορθότητά τους. Τα εν λόγω μητρώα βρίσκονται υπό τον νομικό έλεγχο δημόσιων διοικήσεων, ενώ η λειτουργία και η διατήρησή τους μπορούν να ανατεθούν σε άλλους οργανισμούς, αν κρίνεται απαραίτητο. Υπάρχουν αρκετά είδη μητρώων βάσης, π.χ. πληθυσμού, επιχειρήσεων, οχημάτων, κτηματολογίου. Για τις διοικήσεις είναι σημαντική η λήψη επισκόπησης υψηλού επιπέδου σχετικά με τη λειτουργία των μητρώων βάσης και των δεδομένων που αποθηκεύουν (μητρώο των μητρώων).

Στην περίπτωση κατανεμημένων μητρώων πρέπει να υπάρχει ενιαίος οργανωτικός φορέας που να είναι υπεύθυνος και υπόλογος για κάθε τμήμα του μητρώου. Επιπλέον, ένας ενιαίος φορέας πρέπει να είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τον συντονισμό όλων των μερών του κατανεμημένου μητρώου.

Ένα πλαίσιο μητρώων βάσης «περιγράφει τις συμφωνίες και τις υποδομές λειτουργίας μητρώων βάσης και τις σχέσεις με άλλους φορείς».

Η πρόσβαση σε μητρώα βάσης θα πρέπει να ρυθμίζεται ώστε να συμμορφώνεται με τους κανονισμούς για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και λοιπούς κανονισμούς· τα μητρώα βάσης διέπονται από τις αρχές εποπτείας των πληροφοριών.

Επόπτης πληροφοριών είναι ο οργανισμός (ή ενδεχομένως ο ιδιώτης) που είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τη συλλογή, χρήση, ενημέρωση, διατήρηση και διαγραφή των πληροφοριών. Στα καθήκοντά του περιλαμβάνεται ο ορισμός της επιτρεπόμενης χρήσης πληροφοριών, η συμμόρφωση με κανονισμούς για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις πολιτικές ασφάλειας, η διασφάλιση της εγκυρότητας των πληροφοριών και η διασφάλιση της προσβασιμότητας των δεδομένων από εξουσιοδοτημένους χρήστες.

Τα μητρώα βάσης θα πρέπει να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν ένα σχέδιο διασφάλισης ποιότητας των δεδομένων ώστε να είναι εγγυημένη η ποιότητα των δεδομένων τους. Πολίτες και επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι σε θέση να ελέγχουν την ακρίβεια, την ορθότητα και την πληρότητα των δεδομένων τους που περιέχονται σε μητρώα βάσης.

Ένας οδηγός για την ορολογία που χρησιμοποιείται και/ή ένα γλωσσάριο σχετικών όρων που χρησιμοποιούνται σε κάθε μητρώο βάσης θα πρέπει να διατίθεται για σκοπούς ανάγνωσης των πληροφοριών από τον άνθρωπο και από μηχάνημα.

Σύσταση 37:

Διαθέτετε έγκυρες πηγές πληροφοριών σε άλλους, εφαρμόζοντας μηχανισμούς πρόσβασης και ελέγχου προκειμένου να προστατεύεται η ασφάλεια και η ιδιωτική ζωή σύμφωνα με τη συναφή νομοθεσία.

Σύσταση 38:

Αναπτύσσετε διεπαφές με μητρώα βάσης και έγκυρες πηγές πληροφοριών, δημοσιεύετε τα σημασιολογικά και τεχνικά μέσα και την τεκμηρίωση που απαιτείται για τη σύνδεση και την επαναχρησιμοποίηση των διαθέσιμων πληροφοριών από τρίτους.

Σύσταση 39:

Αντιστοιχίστε τα μητρώα βάσης με τα κατάλληλα μεταδεδομένα, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής του περιεχομένου τους, της διασφάλισης των υπηρεσιών και των ευθυνών, του είδους κύριων δεδομένων που διατηρούν, των προϋποθέσεων πρόσβασης και των σχετικών αδειών, ορολογίας, γλωσσαρίου και πληροφοριών σχετικά με τα κύρια δεδομένα που τυχόν χρησιμοποιούν από άλλα μητρώα βάσης.

Σύσταση 40:

Δημιουργήστε και ακολουθήστε σχέδια διασφάλισης ποιότητας των δεδομένων για μητρώα βάσης και συναφή κύρια δεδομένα.

4.3.4Ανοικτά δεδομένα

Η οδηγία για την επαναχρησιμοποίηση πληροφοριών του δημόσιου τομέα παρέχει κοινό νομικό πλαίσιο επαναχρησιμοποίησης των δεδομένων του δημοσίου τομέα. Το βάρος πέφτει στην απελευθέρωση των μηχαναγνώσιμων δεδομένων για χρήση από άλλους με σκοπό την τόνωση της διαφάνειας, του θεμιτού ανταγωνισμού, της καινοτομίας και μιας οικονομίας που βασίζεται σε δεδομένα. Προκειμένου να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, το άνοιγμα και η επαναχρησιμοποίηση των δεδομένων δεν πρέπει να εισάγουν διακρίσεις, το οποίο συνεπάγεται ότι τα δεδομένα πρέπει να είναι διαλειτουργικά ώστε να είναι δυνατή η εύρεση, ο εντοπισμός και η επεξεργασία τους.

Σύσταση 41:

Θεσπίζετε διαδικασίες και διεργασίες για την ενσωμάτωση του ανοίγματος των δεδομένων στις κοινές επιχειρησιακές διαδικασίες που χρησιμοποιείτε, τις συνήθεις εργασίες και στην ανάπτυξη νέων πληροφοριακών συστημάτων.

Προς το παρόν υπάρχουν πολλά εμπόδια στη χρήση ανοικτών δεδομένων. Συνήθως δημοσιεύονται σε διαφορετικές μορφές ή μορφές που εμποδίζουν την εύκολη χρήση, μπορεί να μην διαθέτουν κατάλληλα μεταδεδομένα, τα ίδια τα δεδομένα μπορεί να είναι χαμηλής ποιότητας κ.λπ. Ιδανικά τα βασικά μεταδεδομένα 34 και η σημασιολογία των ανοικτών συνόλων δεδομένων θα πρέπει να περιγράφεται σε τυποποιημένη μηχαναγνώσιμη μορφή.

Σύσταση 42:

Δημοσιεύετε ανοικτά δεδομένα σε μηχαναγνώσιμες, κοινόχρηστες μορφές. Διασφαλίζετε ότι τα ανοικτά δεδομένα συνοδεύονται από υψηλής ποιότητας μηχαναγνώσιμα μεταδεδομένα σε κοινόχρηστες μορφές, συμπεριλαμβανομένης μιας περιγραφής του περιεχομένου τους, του τρόπου συλλογής των δεδομένων και του επιπέδου ποιότητάς τους και των όρων παροχής άδειας, βάσει των οποίων διατίθενται. Συνιστάται η χρήση κοινών λεξιλογίων για τη διατύπωση των μεταδεδομένων.

Τα δεδομένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν με διαφορετικούς τρόπους και για διάφορους σκοπούς και η δημοσίευση ανοικτών δεδομένων θα πρέπει να επιτρέπει τη χρήση αυτή. Ωστόσο, οι χρήστες μπορεί να αντιμετωπίσουν προβλήματα με σύνολα δεδομένων ή μπορεί να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την ποιότητά τους ή μπορεί να προτιμήσουν άλλους τρόπους δημοσίευσης. Οι βρόχοι ανάδρασης μπορούν να βοηθήσουν στην απόκτηση περισσότερων γνώσεων σχετικά με τους τρόπους χρήσης των συνόλων δεδομένων και τους τρόπους βελτίωσης της δημοσίευσής τους.

Η νομική διαλειτουργικότητα και η ασφάλεια δικαίου είναι ουσιώδεις για την πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων επαναχρησιμοποίησης των ανοικτών δεδομένων. Για τον λόγο αυτό, το δικαίωμα επαναχρησιμοποίησης ανοικτών δεδομένων θα πρέπει να κοινοποιείται με σαφήνεια σε όλα τα κράτη μέλη, και τα νομικά καθεστώτα που διευκολύνουν την επαναχρησιμοποίηση δεδομένων, όπως οι άδειες, θα πρέπει να προωθούνται και να τυποποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερο.

Σύσταση 43:

Κοινοποιείτε με σαφήνεια το δικαίωμα πρόσβασης και επαναχρησιμοποίησης ανοικτών δεδομένων. Τα νομικά καθεστώτα που αφορούν τη διευκόλυνση πρόσβασης και επαναχρησιμοποίησης, όπως άδειες, θα πρέπει να τυποποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερο.

4.3.5Κατάλογοι

Οι κατάλογοι συμβάλλουν στην εύρεση επαναχρησιμοποιήσιμων πόρων (π.χ. υπηρεσιών, δεδομένων, λογισμικού, μοντέλων δεδομένων). Υπάρχουν διάφορα είδη καταλόγων, π.χ. κατάλογοι υπηρεσιών, βιβλιοθήκες στοιχείων λογισμικού, πύλες ανοικτών δεδομένων, αρχεία μητρώων βάσης, κατάλογοι μεταδεδομένων, κατάλογοι προτύπων, προδιαγραφών και κατευθυντήριων γραμμών. Για να είναι δυνατή η διαλειτουργικότητα μεταξύ καταλόγων είναι αναγκαίες κοινά συμφωνημένες περιγραφές των υπηρεσιών, δεδομένων, μητρώων και διαλειτουργικών λύσεων που δημοσιεύονται σε καταλόγους 35 . Ένα συγκεκριμένο είδος καταλόγου είναι η χαρτογράφηση της ευρωπαϊκής διαλειτουργικότητας (EIC/ΧΕΔ) για διαλειτουργικές λύσεις που είναι διαθέσιμες για επαναχρησιμοποίηση και ανταλλαγή.

Σύσταση 44:

Θέτετε σε εφαρμογή καταλόγους δημόσιων υπηρεσιών, δημόσιων δεδομένων και λύσεων διαλειτουργικότητας και χρησιμοποιείτε κοινά μοντέλα για την περιγραφή τους.

4.3.6Εξωτερικές πηγές πληροφοριών και υπηρεσίες

Οι δημόσιες διοικήσεις πρέπει να αξιοποιούν τις υπηρεσίες που παρέχονται εκτός των οργανωτικών ορίων τους από τρίτα μέρη, όπως υπηρεσίες πληρωμών που παρέχονται από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή υπηρεσίες συνδεσιμότητας που παρέχονται από παρόχους τηλεπικοινωνιών. Πρέπει επίσης να αξιοποιούν εξωτερικές πηγές πληροφοριών όπως ανοικτά δεδομένα και δεδομένα από διεθνείς οργανισμούς, εμπορικά επιμελητήρια κ.λπ. Επιπλέον, χρήσιμα δεδομένα μπορούν να συλλεχθούν από το διαδίκτυο των πραγμάτων (π.χ. αισθητήρες) και τις κοινωνικές διαδικτυακές εφαρμογές.

Σύσταση 45:

Όπου είναι χρήσιμο και εφικτό, χρησιμοποιείτε, κατά την ανάπτυξη ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών, εξωτερικές πηγές πληροφοριών και υπηρεσίες.

4.3.7Ασφάλεια και προστασία της ιδιωτικής ζωής

Η ασφάλεια και προστασία της ιδιωτικής ζωής αποτελούν ζητήματα πρωταρχικής σημασίας για την παροχή δημόσιων υπηρεσιών. Οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι:

ακολουθούν προσέγγιση προστασίας της ιδιωτικής ζωής από τον σχεδιασμό και ασφάλειας από τον σχεδιασμό προκειμένου να διασφαλίζουν το σύνολο των υποδομών και των δομοστοιχείων τους·

οι υπηρεσίες δεν είναι ευάλωτες σε επιθέσεις που θα μπορούσαν να διακόψουν τη λειτουργία τους και να προκαλέσουν κλοπή ή φθορά δεδομένων· και

συμμορφώνονται με τις νομικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις όσον αφορά την προστασία δεδομένων και ιδιωτικής ζωής αναγνωρίζοντας τους κινδύνους για την προστασία της ιδιωτικής ζωής από την προηγμένη επεξεργασία και ανάλυση δεδομένων.

Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι οι ελεγκτές συμμορφώνονται με τη νομοθεσία για την προστασία δεδομένων, καλύπτοντας τα παρακάτω σημεία.

«Σχέδια διαχείρισης κινδύνου» για τον εντοπισμό κινδύνων, αξιολόγηση του πιθανού αντίκτυπού τους και σχεδιασμό αποκρίσεων με κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα. Βάσει των πρόσφατων τεχνολογικών εξελίξεων, τα εν λόγω μέτρα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το επίπεδο ασφάλειας είναι ανάλογο προς τον βαθμό του κινδύνου·

«Σχέδια για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων» και «Σχέδια εφεδρείας και ανάκτησης» για τη θέση σε ισχύ των διαδικασιών που απαιτούνται για λειτουργίες με σκοπό την εφαρμογή τους μετά από καταστρεπτικό συμβάν και επαναφορά όλων των λειτουργιών στο φυσιολογικό το συντομότερο δυνατό·

«Σχέδιο πρόσβασης σε δεδομένα και αδειοδότησης» που καθορίζει ποιος έχει πρόσβαση σε συγκεκριμένα δεδομένα και υπό ποιες προϋποθέσεις, προκειμένου να διασφαλίζεται η προστασία της ιδιωτικής ζωής. Η μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση και οι παραβιάσεις της ασφάλειας θα πρέπει να παρακολουθούνται και θα πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή της επανάληψης παραβιάσεων·

Χρήση εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με τον κανονισμό σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση 36 προκειμένου να διασφαλίζεται η ακεραιότητα, η γνησιότητα, η εμπιστευτικότητα και η μη άρνηση αναγνώρισης δεδομένων.

Κατά την ανταλλαγή επίσημων πληροφοριών από δημόσιες διοικήσεις και άλλους φορείς, οι πληροφορίες θα πρέπει να μεταφέρονται, αναλόγως με τις απαιτήσεις ασφάλειας, μέσω ασφαλούς, εναρμονισμένου, διαχειριζόμενου και ελεγχόμενου δικτύου 37 . Οι μηχανισμοί μεταφοράς θα πρέπει να διευκολύνουν τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ διοικήσεων, επιχειρήσεων και πολιτών που είναι:

εγγεγραμμένες και εξακριβωμένες, ώστε να έχει ταυτοποιηθεί και να έχει επαληθευτεί η ταυτότητα τόσο του αποστολέα όσο και του παραλήπτη μέσω συμφωνημένων διαδικασιών και μηχανισμών·

κρυπτογραφημένες, ώστε να διασφαλίζεται το απόρρητο των δεδομένων που ανταλλάσσονται·

χρονοσφραγισμένες, ώστε να τηρείται ο ακριβής χρόνος μεταφοράς και πρόσβασης των ηλεκτρονικών αρχείων·

καταγεγραμμένες, για την αρχειοθέτηση των ηλεκτρονικών αρχείων, εξασφαλίζοντας έτσι την ύπαρξη διαδρομής του νομικού ελέγχου.

Οι κατάλληλοι μηχανισμοί θα πρέπει να επιτρέπουν την ασφαλή ανταλλαγή ηλεκτρονικά εξακριβωμένων μηνυμάτων, αρχείων, μορφών και άλλων ειδών πληροφοριών μεταξύ των διαφορετικών συστημάτων· θα πρέπει να χειρίζονται ειδικές απαιτήσεις ασφάλειας και υπηρεσίες ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και εμπιστοσύνης όπως η δημιουργία και εξακρίβωση ηλεκτρονικών υπογραφών/σφραγίδων· και θα πρέπει να παρακολουθούν την κίνηση για ανίχνευση εισβολών, τροποποιήσεων δεδομένων και άλλων ειδών επιθέσεων.

Οι πληροφορίες θα πρέπει επίσης να προστατεύονται κατάλληλα κατά τη μετάδοση, την επεξεργασία και την αποθήκευση από διαφορετικές διεργασίες ασφάλειας όπως:

ορισμό και εφαρμογή πολιτικών ασφάλειας·

κατάρτιση και ευαισθητοποίηση σχετικά με την ασφάλεια·

φυσική προστασία (περιλαμβανομένου του ελέγχου της πρόσβασης)·

ασφάλεια κατά την ανάπτυξη·

ασφάλεια των επιχειρήσεων (περιλαμβανομένης της παρακολούθησης της ασφάλειας, αντιμετώπισης περιστατικών, διαχείρισης τρωτότητας)·

έλεγχοι της ασφάλειας (συμπεριλαμβανομένων λογιστικών και τεχνικών ελέγχων).

Δεδομένου ότι τα δεδομένα από διαφορετικά κράτη μέλη μπορεί να υπόκεινται σε διαφορετικές προσεγγίσεις εφαρμογής της προστασίας των δεδομένων, θα πρέπει να συμφωνούνται κοινές απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων πριν από την παροχή συγκεντρωτικών υπηρεσιών.

Η παροχή της ανταλλαγής ασφαλών δεδομένων προϋποθέτει επίσης αρκετές λειτουργίες διαχείρισης, μεταξύ άλλων:

διαχείριση υπηρεσιών που επιβλέπει όλες τις επικοινωνίες για ταυτοποίηση, επαλήθευση ταυτότητας, εξουσιοδότηση, μεταφορά δεδομένων κλπ., περιλαμβανομένων των αδειών πρόσβασης, της ανάκλησης πρόσβασης, καθώς και του ελέγχου πρόσβασης·

καταχώριση υπηρεσιών ώστε να παρέχεται, με την επιφύλαξη κατάλληλης αδειοδότησης, πρόσβαση σε διαθέσιμες υπηρεσίες μέσω εκ των προτέρων εντοπισμού και επαλήθευση ότι η υπηρεσία είναι αξιόπιστη·

καταγραφή υπηρεσιών ώστε να εξασφαλίζεται ότι όλες οι ανταλλαγές δεδομένων καταγράφονται για μελλοντική τεκμηρίωση, και αρχειοθετούνται, όταν είναι απαραίτητο.

Σύσταση 46:

Εξετάζετε τις ειδικές απαιτήσεις για την ασφάλεια και την προστασία της ιδιωτικής ζωής και προσδιορίζετε τα μέτρα για την παροχή κάθε δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με τα σχέδια διαχείρισης κινδύνου.

Σύσταση 47:

Χρησιμοποιείτε υπηρεσίες εμπιστοσύνης σύμφωνα με τον κανονισμό σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης ως μηχανισμούς που εγγυώνται την ασφαλή και προστατευμένη ανταλλαγή δεδομένων σε δημόσιες υπηρεσίες.

5Συμπέρασμα

Τις τελευταίες δεκαετίες οι ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις επένδυσαν σε ΤΠΕ για τον εκσυγχρονισμό της εσωτερικής λειτουργίας τους, τη μείωση του κόστους και τη βελτίωση των υπηρεσιών που προσφέρουν σε πολίτες και επιχειρήσεις. Παρά τη σημαντική πρόοδο που συντελέστηκε και τα οφέλη που ήδη αποκομίστηκαν, οι διοικήσεις εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικούς φραγμούς στην ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών και την ηλεκτρονική συνεργασία. Σε αυτά συγκαταλέγονται τα νομοθετικά εμπόδια, η ασυμβατότητα των επιχειρησιακών διαδικασιών και των πληροφοριακών μοντέλων και η ποικιλομορφία των χρησιμοποιούμενων τεχνολογιών. Αυτή η κατάσταση οφείλεται γενικά στο γεγονός ότι στον δημόσιο τομέα τα πληροφοριακά συστήματα δημιουργήθηκαν ανεξάρτητα μεταξύ τους και όχι με συντονισμένο τρόπο. Η ποικιλομορφία των θεσμικών συνθέσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη προσθέτει άλλο ένα επίπεδο πολυπλοκότητας σε επίπεδο ΕΕ.

Η διαλειτουργικότητα αποτελεί προϋπόθεση για την ηλεκτρονική επικοινωνία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δημόσιων διοικήσεων. Αυτό την καθιστά επίσης προϋπόθεση για τη δημιουργία μιας ψηφιακής ενιαίας αγοράς. Τα προγράμματα διαλειτουργικότητας στην ΕΕ έχουν σημειώσει σταδιακή εξέλιξη. Αρχικά μέλημά τους ήταν η επίτευξη διαλειτουργικότητας σε συγκεκριμένους τομείς, και κατόπιν η εφαρμογή κοινών υποδομών. Πιο πρόσφατα άρχισαν να αντιμετωπίζουν τη διαλειτουργικότητα στο σημασιολογικό επίπεδο. Η διακυβέρνηση, η συμβατότητα των νομικών καθεστώτων, η εναρμόνιση επιχειρησιακών διαδικασιών και η ασφαλής πρόσβαση σε πηγές δεδομένων είναι ορισμένα από τα ζητήματα που πρέπει να εξεταστούν στη συνέχεια για την παροχή πλήρως αναπτυγμένων δημόσιων υπηρεσιών.

Το ΕΠΔ προωθεί την ηλεκτρονική επικοινωνία μεταξύ των ευρωπαϊκών δημόσιων διοικήσεων, παρέχοντας ένα σύνολο κοινών μοντέλων, αρχών και συστάσεων. Αναγνωρίζει και επισημαίνει το γεγονός ότι η διαλειτουργικότητα δεν είναι απλώς ζήτημα ΤΠΕ, δεδομένου ότι οι επιπτώσεις της αγγίζουν από το νομικό έως το τεχνικό επίπεδο. Η αντιμετώπιση των θεμάτων με ολιστική προσέγγιση σε όλα αυτά τα επίπεδα και σε διαφορετικά διοικητικά επίπεδα, από το τοπικό έως το ενωσιακό επίπεδο, εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση. Το ΕΠΔ αναγνωρίζει τέσσερα στρώματα προκλήσεων για τη διαλειτουργικότητα (νομικό, οργανωτικό, σημασιολογικό και τεχνικό) και ταυτόχρονα επισημαίνει τον ουσιαστικό ρόλο της διακυβέρνησης προκειμένου να εξασφαλίζεται ο συντονισμός των αντίστοιχων δραστηριοτήτων σε όλα τα επίπεδα και τους τομείς διοίκησης.

Το εννοιολογικό μοντέλο του ΕΠΔ για δημόσιες υπηρεσίες καλύπτει τον σχεδιασμό, προγραμματισμό, ανάπτυξη, λειτουργία και διατήρηση των ενοποιημένων δημόσιων υπηρεσιών σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, από το τοπικό έως το επίπεδο ΕΕ. Οι αρχές που περιγράφονται στο παρόν έγγραφο διέπουν τη λήψη αποφάσεων για την καθιέρωση διαλειτουργικών ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών. Επιπλέον, το ΕΠΔ προσφέρει πρακτικά εργαλεία με τη μορφή ενός συνόλου εφαρμόσιμων συστάσεων.

Τα στοιχεία του ΕΠΔ απεικονίζονται στο διάγραμμα 5.

Διάγραμμα 5: Σχέσεις εννοιολογικού μοντέλου ΕΠΔ

Το αναθεωρημένο ΕΠΔ είναι βασικό εργαλείο για την καθιέρωση διαλειτουργικών ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών σε περιφερειακό, εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ, συμβάλλοντας έτσι στην υλοποίηση της ψηφιακής ενιαίας αγοράς.

6Παράρτημα

6.1Συντομογραφίες

Συντομογραφία

Επεξήγηση

A2A 

Διοίκηση προς διοίκηση

A2B 

Διοίκηση προς επιχείρηση

A2C 

Διοίκηση προς πολίτη

DIF

Ειδικό τομεακό πλαίσιο διαλειτουργικότητας

ΨΕΑ

Ψηφιακή ενιαία αγορά

Επιτροπή

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΕΙC/ΧΕΔ

Χαρτογράφηση της ευρωπαϊκής διαλειτουργικότητας

ΕΠΔ

Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας

EIRA/ΕΑΑΔ

Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική αναφοράς για τη διαλειτουργικότητα

ΕΕ

Ευρωπαϊκή Ένωση

EUPL

Άδεια δημόσιας χρήσης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

ΤΠΕ

Τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών

INSPIRE

Οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Inspire)

ISA

Λύσεις διαλειτουργικότητας για ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις

ISA²

Λύσεις και κοινά πλαίσια διαλειτουργικότητας για τις ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες

MoU

Μνημόνιο συνεννόησης

ΚΜ

Κράτος μέλος

NIF

Εθνικό πλαίσιο διαλειτουργικότητας

NIFO

Παρατηρητήριο των Εθνικών Πλαισίων Διαλειτουργικότητας

PSI

Πληροφορίες του δημόσιου τομέα

SLA

Συμφωνία επιπέδου υπηρεσιών

SOA

Υπηρεσιοστραφής αρχιτεκτονική

(1) COM(2015) 192 final, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά της Ευρώπης», Βρυξέλλες, 6.5.2015.  
(2) Ως «οργανισμοί» νοούνται εδώ οι μονάδες δημόσιας διοίκησης ή κάθε φορέας που ενεργεί για λογαριασμό τους, ή τα θεσμικά όργανα ή οι οργανισμοί της ΕΕ.
(3) Θεσπίστηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2015/2240 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015.
(4) http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:12012E/TXT&from=EN  .
(5) Για παράδειγμα, η οδηγία 2007/2/ΕΚ για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (INSPIRE) και οι συναφείς εκτελεστικοί κανονισμοί και κατευθυντήριες γραμμές.
(6) Οι αρχές παραμένουν πρακτικά οι ίδιες με το προηγούμενο ΕΠΔ. Η ομαδοποίησή τους και το ακριβές πεδίο εφαρμογής κάθε σύστασης έχουν επικαιροποιηθεί για να αντανακλούν τις πρόσφατες πολιτικές και τεχνολογικές εξελίξεις.
(7) Οδηγία 2003/98/ΕΚ και όπως αναθεωρήθηκε από την οδηγία 2013/37/ΕΕ.
(8) Directive 2007/2/EC establishing an Infrastructure for Spatial Information in the European Community (INSPIRE). The recent REFIT evaluation (COM(2016)478 and SWD(2016)273) has shown that there are still serious obstacles to the principle of openness throughout the EU.
(9) FRAND: δίκαιοι, εύλογοι και αμερόληπτοι.
(10) Αυτό ευνοεί τον ανταγωνισμό, δεδομένου ότι οι πάροχοι που εργάζονται με διάφορα επιχειρηματικά μοντέλα μπορούν να ανταγωνίζονται για να παρέχουν προϊόντα, τεχνολογιες και υπηρεσίες που βασίζονται στις προδιαγραφές αυτές.
(11) Για παράδειγμα, με τη θέσπιση της ενιαίας ψηφιακής πύλης, δράση στο πλαίσιο της ψηφιακής ενιαίας αγοράς.
(12) https://joinup.ec.europa.eu/community/isa/document/sharing-and-reuse-framework-fostering-collaboration-among-public-administrati   
(13) https://joinup.ec.europa.eu/ Σε επίπεδο ΕΕ, η πλατφόρμα Joinup () έχει δημιουργηθεί για την ανταλλαγή στοιχείων λογισμικού ανοικτής πηγής, σημασιολογικών στοιχείων, δομοστοιχείων και βέλτιστων πρακτικών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέσπισε επίσης την άδεια δημόσιας χρήσης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (EUPL) με σκοπό να ενθαρρύνει την ανταλλαγή στοιχείων λογισμικού.
(14) Οδηγία (ΕΕ) 2016/2102 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2016, για την προσβασιμότητα των ιστότοπων και των εφαρμογών για φορητές συσκευές των οργανισμών του δημόσιου τομέα, και εργασίες που δρομολογήθηκαν από την Επιτροπή για μια «Ευρωπαϊκή πράξη προσβασιμότητας».
(15) Βλ. επίσης εντολή τυποποίησης της Επιτροπή αριθ. 376 για την εκπόνηση ευρωπαϊκών προτύπων για δημόσιες συμβάσεις για την προμήθεια προσβάσιμων προϊόντων και υπηρεσιών ΤΠΕ.
(16) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών.Οδηγία (EE) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων.
(17) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά.
(18) Όπως ορίζεται από τη δεύτερη έκδοση των πρότυπων απαιτήσεων για τη διαχείριση ηλεκτρονικών αρχείων (MoReq2): αρχείο είναι «πληροφορίες που δημιουργούνται, παραλαμβάνονται και διατηρούνται ως αποδεικτικό στοιχείο και πληροφορίες από οργανισμό ή πρόσωπο, κατ’ εφαρμογή νομικών υποχρεώσεων ή στο πλαίσιο συναλλαγών επιχειρήσεων.
(19) π.χ. υπολογιστικό νέφος, Διαδίκτυο των Πραγμάτων, μαζικά δεδομένα και λογισμικό ως υπηρεσία.
(20) Το άρθρο 1 της οδηγίας INSPIRE περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της στους «σκοπούς των περιβαλλοντικών πολιτικών της Κοινότητας και της άσκησης πολιτικών ή δραστηριοτήτων που ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στο περιβάλλον».
(21) Το πρόγραμμα ISA² αποτελεί παράδειγμα μιας τέτοιας πολιτικής στήριξης.
(22) Βλ. για παράδειγμα την έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2007/2/ΕΚ, του Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (INSPIRE), σύμφωνα με το άρθρο 23, 2016.
(23) Για παράδειγμα με χρήση της κοινής μεθόδου εκτίμησης προτύπων και προδιαγραφών (CAMSS) η οποία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος ISA.
(24) Τα μοντέλα συμμόρφωσης θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν επιλογές, όπως υποχρεωτική συμμόρφωση, συμμόρφωση ή αιτιολόγηση, συνιστώμενη συμμόρφωση, προαιρετική συμμόρφωση κ.λπ.
(25) Για παράδειγμα το ADMS (asset description metadata schema) που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος ISA.
(26) Ένα «δομοστοιχείο» είναι μια αυτοτελής, διαλειτουργική και αντικαταστάσιμη μονάδα που εμπεριέχει εσωτερική δομή.
(27) Για παράδειγμα ο θησαυρός Eurovoc και η ευρωπαϊκή ταξινόμηση δεξιοτήτων, ικανοτήτων και επαγγελμάτων (ESCO).
(28) Το βασικό πρόσωπο, η βασική επιχειρηματική δραστηριότητα, η βασική τοποθεσία και η βασική δημόσια υπηρεσία που αναπτύχθηκαν από το πρόγραμμα ISA αποτελούν παραδείγματα επαναχρησιμοποιήσιμων διατομεακών μοντέλων δεδομένων.
(29) Peristeras V., «Semantic Standards: Preventing Waste in the Information Industry» (Σημασιολογικά πρότυπα: Πρόληψη παραγωγής αποβλήτων στη βιομηχανία των πληροφοριών), IEEE Intelligent Systems, αριθ. 4, Ιούλιος-Αύγουστος 2013, τ. 28, σσ.: 72-75.
(30) Η υπηρεσιοστραφής αρχιτεκτονική (SOA) αποτελεί εφαρμογή αυτής της έννοιας.
(31) Το μοντέλο αξιολόγησης της διαλειτουργικής ωριμότητας (IMM) που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος ISA μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση της ετοιμότητας των υπηρεσιών όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα.
(32) Για παράδειγμα η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική αναφοράς διαλειτουργικότητας (EIRA/ΕΑΑΔ).
(33) Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η χαρτογράφηση της ευρωπαϊκής διαλειτουργικότητας (EIC/ΧΕΔ) που είναι διαθέσιμη μέσω της πλατφόρμας Joinup αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για τον προσδιορισμό επαναχρησιμοποιήσιμων λύσεων διαλειτουργικότητας.
(34) Για παράδειγμα τα μεταδεδομένα που περιλαμβάνονται στην προδιαγραφή DCAT-AP η οποία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος ISA.
(35) Η DCAT-AP, το Core Public Service Vocabulary και το Asset Description Metadata Schema αποτελούν παραδείγματα προδιαγραφών που χρησιμοποιούνται για την περιγραφή ανοικτών δεδομένων, δημόσιων υπηρεσιών και λύσεων διαλειτουργικότητας αντίστοιχα. Για παράδειγμα: η GeoDCAT-AP αποτελεί επέκταση της DCAT-AP για την περιγραφή γεωχωρικών συνόλων δεδομένων, σειρών συνόλων δεδομένων, καθώς και υπηρεσιών. Παρέχει σύνταξη RDF που είναι δεσμευτική για την ένωση στοιχείων μεταδεδομένων τα οποία ορίζονται στα βασικά χαρακτηριστικά του ISO 19115:2003 και εκείνων που ορίζονται στο πλαίσιο της οδηγίας INSPIRE.
(36) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014. 
(37) Για παράδειγμα, το ασφαλές δίκτυο TestaNG.