Βρυξέλλες, 22.2.2017

COM(2017) 90 final

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΟΜΑΔΑ



Ευρωπαϊκό εξάμηνο 2017: Αξιολόγηση της προόδου σχετικά με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, και αποτελέσματα των εμπεριστατωμένων επισκοπήσεων βάσει του κανονισμού (EΕ) αριθ. 1176/2011


{SWD(2017) 67 final - SWD(2017) 93 final}


1.    Εισαγωγή

Η ανάκαμψη της Ευρώπης από την οικονομική κρίση είναι σταθερή και στηρίζει τις θετικές τάσεις στην αγορά εργασίας. Οι προτεραιότητες της Ετήσιας Επισκόπησης της Ανάπτυξης για το 2017 1 τίθενται σε εφαρμογή από τα κράτη μέλη. Η ανάκαμψη είναι αποτέλεσμα της χαλαρής νομισματικής πολιτικής, ενός γενικά ουδέτερου συνολικού δημοσιονομικού προσανατολισμού, δημοσιονομικής προσαρμογής που ευνοεί την ανάπτυξη και του αντικτύπου των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Στηρίζεται στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών όσον αφορά τις οικονομικές προοπτικές. Οι εκταμιεύσεις από τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία και τα έργα που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του Επενδυτικού Σχεδίου για την Ευρώπη βοηθούν στην κινητοποίηση ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων. Η απασχόληση αυξάνεται σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη, η ανεργία υποχωρεί και τα ποσοστά της μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων μειώνονται σταδιακά. Ωστόσο, η υψηλή ανεργία, η φτώχεια και η ανισότητα εξακολουθούν να αποτελούν βασικές ανησυχίες σε ορισμένες χώρες, και η κοινωνικοοικονομική σύγκλιση σε ολόκληρη την ΕΕ δεν έχει ακόμη αρχίσει να ανακάμπτει πλήρως. Η αύξηση της παραγωγικότητας έχει μεν βελτιωθεί, πλην όμως διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών, και γενικά παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Για να εξασφαλιστεί η ανάκαμψη, χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν όλα τα εργαλεία πολιτικής — νομισματικά, δημοσιονομικά και διαρθρωτικά — ώστε να ενισχυθούν η ανάπτυξη, οι επενδύσεις και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Τα κράτη μέλη χρειάζεται να αναλάβουν δράση όσον αφορά τις επενδύσεις, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τα δημόσια οικονομικά ταυτοχρόνως, ώστε να επιταχύνουν την ανάπτυξη και να μπορέσουν να την διατηρήσουν. Η νομισματική πολιτική δεν μπορεί από μόνη της να ανεβάσει το επίπεδο της ζήτησης ή των επενδύσεων. Η δημοσιονομική πολιτική εξακολουθεί να διαδραματίζει ουσιώδη ρόλο, τόσο στα κράτη μέλη που έχουν δημοσιονομικό περιθώριο όσο και σε εκείνα που χρειάζεται να προσαρμοστούν. Χρειάζεται να είναι προσανατολισμένη προς πολιτικές που βελτιώνουν το δυναμικό μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να επικεντρώνονται στην εξασφάλιση ευνοϊκών συνθηκών για τις επενδύσεις, την τόνωση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού, και την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών. Οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει επίσης να προωθούν τη δημιουργία ενός καλύτερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος, να προάγουν την καινοτομία και να αυξάνουν τον δυναμισμό στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Χρειάζεται συγχρόνως να αντιμετωπίζουν τις ανισότητες, μεταξύ άλλων με την ενθάρρυνση των επενδύσεων στις δεξιότητες, με καλύτερη αντιστοίχιση των διαδικασιών στις αγορές εργασίας, και με τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων φορολογίας και κοινωνικής προστασίας.

Στην παρούσα ανακοίνωση συνοψίζεται η πρόοδος που σημειώθηκε στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και την αντιμετώπιση των ανισορροπιών στις οικονομίες των κρατών μελών. Για κάθε κράτος μέλος, πλην της Ελλάδας 2 , στην αντίστοιχη έκθεση ανά χώρα, που εκδίδεται από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περιλαμβάνεται λεπτομερής αξιολόγηση της προόδου που σημειώθηκε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν στις συστάσεις ανά χώρα του 2016. Για τα 13 κράτη μέλη που εντοπίζονται στην Έκθεση του Μηχανισμού Επαγρύπνησης του 2017 3 , οι εκθέσεις ανά χώρα περιλαμβάνουν επίσης τις εμπεριστατωμένες επισκοπήσεις που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών.

Οι εκθέσεις ανά χώρα παρουσιάζουν μια πιο μακροπρόθεσμη εικόνα της προόδου που σημειώνεται και των προκλήσεων για το μέλλον. Ενώ το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο κινείται με έναν ετήσιο κύκλο, οι μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες στα κράτη μέλη συχνά αποφασίζονται κατά την έναρξη της θητείας μιας νέας κυβέρνησης, και για την εφαρμογή ολοκληρωμένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μπορεί να χρειαστούν χρόνια. Για να αντικατοπτρίζεται καλύτερα το γεγονός αυτό στην ανάλυση, οι εκθέσεις ανά χώρα περιλαμβάνουν για πρώτη φορά μια πιο μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της εφαρμογής των συστάσεων ανά χώρα.

Η ανάλυση προβαίνει επίσης σε απολογισμό της δημοσιονομικής κατάστασης των κρατών μελών. Βασίζεται στις πλέον πρόσφατες οικονομικές προβλέψεις της Επιτροπής 4 και στηρίζεται στις γνώμες της Επιτροπής σχετικά με τα σχέδια δημοσιονομικών προγραμμάτων των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ για το 2017 5 .

Η Επιτροπή έχει προβεί σε ενέργειες για να ενισχύσει την οικειοποίηση του προγράμματος μεταρρυθμίσεων. Εξορθολόγισε τις συστάσεις ανά χώρα κατά τα τελευταία έτη. Στον παρόντα γύρο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, η Επιτροπή ενίσχυσε τον διάλογο με τα κράτη μέλη σε τεχνικό και πολιτικό επίπεδο, κυρίως μέσω επισκέψεων υψηλού επιπέδου των Αντιπροέδρων και των Επιτρόπων. Ζητήθηκε επίσης η γνώμη των κρατών μελών σχετικά με το αναλυτικό περιεχόμενο των εκθέσεων ανά χώρα, πριν από τη δημοσίευσή τους, και τα κράτη μέλη είχαν τη δυνατότητα να ελέγξουν την ακρίβεια των δεδομένων και των στοιχείων που παρουσιάζονται, αλλά οι απόψεις παραμένουν εκείνες των υπηρεσιών της Επιτροπής.

Η διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου υπερβαίνει κατά πολύ την εξατομικευμένη αξιολόγηση των επιδόσεων κάθε κράτους μέλους. Αποτελεί επίσης ένα μέσο για να διευκολυνθεί η ενίσχυση του συντονισμού των πολιτικών εντός των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών κοινοβουλίων τους και της ενεργότερης συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων. Στις σχετικές εκθέσεις ανά χώρα επισημαίνονται επίσης οι δυνητικοί κίνδυνοι των δευτερογενών επιπτώσεων στα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ, εάν δεν αναληφθούν δράσεις πολιτικής. Στις συστάσεις ανά χώρα, τις οποίες προτίθεται να προτείνει η Επιτροπή τον Μάιο του 2017, θα λαμβάνονται επίσης υπόψη οι συστάσεις για τη ζώνη του ευρώ 6 .

2.    Οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο

Η ευρωπαϊκή οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική, παρά την ύπαρξη ορισμένων προκλήσεων το 2016. Η ανάπτυξη στηρίζεται κυρίως στην ιδιωτική κατανάλωση, η οποία έχει επωφεληθεί από τη βελτίωση της αγοράς εργασίας και τον χαμηλό πληθωρισμό.

Μέτρια ανάπτυξη αναμένεται επίσης και κατά την περίοδο 2017-2018, αν και υπάρχουν τόσο εγχώριοι όσο και εξωτερικοί κίνδυνοι. Η αύξηση του ΑΕΠ στην ΕΕ αναμένεται να παραμείνει σχετικά σταθερή στο 1,8 %, τόσο το 2017 όσο και το 2018. Αναμένεται να υποστηριχθεί από συνεχή βελτίωση στην αγορά εργασίας, χαμηλό κόστος δανεισμού και την αναμενόμενη ενίσχυση της εξωτερικής ζήτησης. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να παραμείνει η κυριότερη πηγή ανάπτυξης, ενώ η αύξηση των επενδύσεων προβλέπεται να παραμείνει συγκρατημένη. Εντούτοις, η οικονομία θα πρέπει ακόμη να υπερβεί τα προβλήματα που κληροδότησαν οι κρίσεις, ιδίως τη μακροχρόνια ανεργία, η οποία, αν δεν αντιμετωπιστεί, ενδέχεται να καταστεί διαρθρωτική. Μια νέα πρόκληση για την οικονομία της ΕΕ προέρχεται από τις ενδεχόμενες μεταβολές στις πολιτικές των ΗΠΑ. Μεταξύ των άλλων προκλήσεων συγκαταλέγονται οι συνέπειες του δημοψηφίσματος του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την ΕΕ, η αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων και η χαμηλή κερδοφορία ορισμένων ευρωπαϊκών τραπεζών.

Οι απασχολούμενοι στην ΕΕ ανήλθαν σε 232,5 εκατομμύρια άτομα το 2016, που είναι ο μεγαλύτερος αριθμός στα χρονικά. Η ανεργία μειώθηκε στο 8,5 %, και τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας και ανεργίας των νέων βρίσκονται στο 3,8 % και 18,2 %, αντιστοίχως, χαμηλότερα απ’ ό,τι τα προηγούμενα έτη. Το ποσοστό του πληθυσμού της ΕΕ που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (23,7 %) είναι το χαμηλότερο εδώ και πέντε έτη.

Παρότι οι κατανομές εισοδήματος στην ΕΕ είναι περισσότερο ισομερείς από ό,τι σε άλλες μεγάλες οικονομίες, η εισοδηματική ανισότητα εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση πολιτικής για την ΕΕ. Ακόμη και πριν από την κρίση, οι διαρθρωτικές αλλαγές εκφράζονταν σε αυξανόμενες ανισότητες στην κατανομή των εισοδημάτων, του πλούτου και των ευκαιριών, προκαλώντας κοινωνικές ανησυχίες που δεν μπορούσαν να τις κατευνάσουν οι αναδιανεμητικές και κοινωνικές πολιτικές. Η οικονομική κρίση έχει ενισχύσει την αντίληψη ότι υπάρχει ανισότητα ευκαιριών και άδικη κατανομή των βαρών στην κοινωνία. Σε ορισμένες χώρες, η στασιμότητα των οικονομικών συνθηκών για τη μεσαία τάξη συμβάδισε συχνά με την οικειοποίηση όλο και μεγαλύτερου μεριδίου του πλούτου από τα πλουσιότερα στρώματα της κοινωνίας. Οι αδύναμες δημοσιονομικές θέσεις και η βραδεία ανάκαμψη μείωσαν το περιθώριο ελιγμών για τις πολιτικές σε διάφορες χώρες, αυξάνοντας έτσι τις κοινωνικές πιέσεις για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων 7 .

3. Πρόοδος σχετικά με τις συστάσεις ανά χώρα

Βάσει αναδρομικής ανάλυσης που καλύπτει αρκετά προηγούμενα έτη επιβεβαιώνεται η δέσμευση όλων των κρατών μελών να επιδιώξουν ενεργά την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Από την έναρξη της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου το 2011, έχει σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος όσον αφορά τη μεγάλη πλειονότητα των συστάσεων, αλλά παρατηρείται ποικιλία ως προς τον ρυθμό και το βάθος της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων από τα κράτη μέλη. Όσον αφορά τις συστάσεις ανά χώρα του 2016, τα περισσότερα κράτη μέλη πραγματοποίησαν κάποια πρόοδο, ενίοτε περιορισμένη, όσον αφορά την αντιμετώπιση των ζητημάτων που επισημάνθηκαν. Η πρόοδος παρέμεινε σε γενικές γραμμές η ίδια κατά το προηγούμενο έτος. Ιδιαίτερα ενθαρρυντική πρόοδος έχει σημειωθεί στο πεδίο του χρηματοπιστωτικού τομέα και της πολιτικής για την αγορά εργασίας, όπου πολλά κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που επισημάνθηκαν το περασμένο έτος. Σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, υπάρχει επίσης πρόοδος όσον αφορά την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών. Η πρόοδος όσον αφορά τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την τόνωση των επενδύσεων διέφερε περισσότερο, ανάλογα με το κράτος μέλος, ενώ στους τομείς με τη μικρότερη πρόοδο περιλαμβάνονται το άνοιγμα των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών και η αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού.

Γενικά, τα κράτη μέλη προχωρούν στην προσπάθειά τους για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» σχετικά με την ενέργεια και το κλίμα, ενώ για την επίτευξη άλλων στόχων θα απαιτηθούν επίμονες προσπάθειες. Τα περισσότερα κράτη μέλη φαίνεται ότι θα επιτύχουν τους στόχους τους όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση έως το 2020. Δεκαεπτά κράτη μέλη έχουν ήδη επιτύχει τους στόχους τους σχετικά με την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου και 12 πέτυχαν τους στόχους τους σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αν και ο ευρωπαϊκός στόχος του 75 % για την απασχόληση είναι εφικτός και η κατάσταση στην απασχόληση συνεχίζει να βελτιώνεται σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη, οι εθνικοί στόχοι για την απασχόληση θα είναι δύσκολο να επιτευχθούν σε ορισμένα κράτη μέλη. Εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά την επίτευξη του στόχου της μείωσης της φτώχειας, καθώς παραμένει υψηλός ο αριθμός των ατόμων που αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην Ευρώπη (119 εκατομμύρια άτομα). Πάντως, ο αριθμός αυτός έχει μειωθεί στα περισσότερα κράτη μέλη, καθώς εξακολουθούν να βελτιώνονται τα αποτελέσματα στην αγορά εργασίας. Ο αριθμός ακολουθεί πτωτική πορεία προς το επίπεδο του 2008, το έτος αναφοράς που τέθηκε ως στόχος για τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», αλλά παραμένει πάνω από τον στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» κατά περίπου 21,6 εκατομμύρια άτομα. Η πρόοδος προς την επίτευξη του στόχου του 3 % στις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη υπήρξε αργή. Στο προσάρτημα 2 παρατίθεται επισκόπηση όλων των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

Τα κονδύλια που είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο του τρέχοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ, χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη για να βοηθήσουν στην προετοιμασία και την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η χρησιμοποίηση των κονδυλίων για την υλοποίηση επιτόπου βελτιώθηκε, με την πάροδο των ετών, στα περισσότερα κράτη μέλη. Η συνοχή μεταξύ των συστάσεων ανά χώρα που αφορούν τις βασικές οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις και τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία διασφαλίστηκε στο στάδιο του προγραμματισμού (2014-2015), με τις στοχευμένες επενδύσεις και τις εκ των προτέρων αιρεσιμότητες. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αξιολόγησαν τις συστάσεις ανά χώρα του 2016 και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, στο παρόν στάδιο, δεν υπάρχει ανάγκη να αναπρογραμματίσουν τα επιχειρησιακά προγράμματα. Επιπλέον των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων, τα κράτη μέλη μπορούν να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων, του προγράμματος «Ορίζοντας 2020», του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» και άλλων ταμείων της ΕΕ που τελούν υπό άμεση διαχείριση. Μπορούν επίσης να λαμβάνουν συμβουλές από την Υπηρεσία Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, για να διευκολυνθεί το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων.

4. Αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών

Τα κράτη μέλη της ΕΕ σημειώνουν πρόοδο όσον αφορά τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, αν και παραμένουν ορισμένοι κίνδυνοι. Οι δημόσιοι προϋπολογισμοί βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση. Παρόλα ταύτα, το ύψος του ιδιωτικού, δημόσιου και εξωτερικού χρέους υποχωρεί με αργό ρυθμό. Η πρόοδος που έχει σημειωθεί μέχρι στιγμής υπήρξε άνιση, σε ένα πλαίσιο χαμηλού πληθωρισμού και χαμηλής ανάπτυξης. Η μείωση του εγχώριου και του εξωτερικού χρέους επέφερε σημαντική διαδικασία απομόχλευσης σε διάφορα κράτη μέλη, με συνέπειες για τη βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη. Η διόρθωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στη ζώνη του ευρώ και στην ΕΕ συνεχίζεται. Οι εξελίξεις όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα συμβάδισαν, σε γενικές γραμμές, με τις ανάγκες επανεξισορρόπησης. Η απομόχλευση του χρηματοπιστωτικού τομέα οδήγησε σε βελτίωση των κεφαλαιακών θέσεων.

Στην Έκθεση του Μηχανισμού Επαγρύπνησης του 2017 διαπιστώθηκε ότι για 13 κράτη μέλη απαιτείται εμπεριστατωμένη επισκόπηση. Όλα αυτά τα κράτη μέλη αντιμετώπισαν ανισορροπίες ή υπερβολικές ανισορροπίες το 2016, στο πλαίσιο της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών. Η επιλογή αυτή υποστηρίχθηκε από το Συμβούλιο στα συμπεράσματά του σχετικά με την Έκθεση του Μηχανισμού Επαγρύπνησης 8 . Στις εκθέσεις ανά χώρα αναλύονται οι μακροοικονομικές εξελίξεις και η πρόοδος όσον αφορά την απάντηση πολιτικής στις σχετικές συστάσεις πολιτικής. Το ζητούμενο είναι να αποφευχθεί η συσσώρευση κινδύνων και να υπάρξει παρακολούθηση της προόδου ως προς τη διόρθωση των υφιστάμενων ανισορροπιών 9 . Δεδομένης της σημασίας των εμπορικών και οικονομικών δεσμών μεταξύ των χωρών της ΕΕ, στην αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη οι διασυνοριακές επιπτώσεις.

4.1. Επανεξισορρόπηση εντός της ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ

Τα μεγάλα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχουν διορθωθεί, αλλά έχουν αυξηθεί τα μεγάλα πλεονάσματα. Μετά την κρίση, έλαβε χώρα απότομη διόρθωση σε χώρες με μεγάλα εξωτερικά ελλείμματα, έπειτα από αντιστροφή των ιδιωτικών διασυνοριακών χρηματοοικονομικών ροών. Η διαδικασία βοηθήθηκε από βελτιώσεις στη σχετική ανταγωνιστικότητα των τιμών. Εν συνεχεία, η εγχώρια ζήτηση και οι εισαγωγές παρέμειναν υποτονικές στις χώρες που είναι καθαροί οφειλέτες. Δεδομένου ότι το ύψος των καθαρών εξωτερικών υποχρεώσεων παραμένει υψηλό σε ορισμένα κράτη μέλη, η κατάσταση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών τους χρειάζεται να παραμείνει σε συνετά επίπεδα. Αντιθέτως, δεν έλαβε χώρα συμμετρική και ανάλογη διόρθωση, μετά την κρίση, στις περισσότερες χώρες με θετικά ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα μεγάλα πλεονάσματα εμφάνισαν περαιτέρω αύξηση. Ως εκ τούτου, υπάρχει αυξανόμενο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών για το σύνολο της ζώνης του ευρώ 10 .

Το συνεχιζόμενο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της ζώνης του ευρώ αντικατοπτρίζει τη δυναμική της συνολικής ζήτησης, που εξακολουθεί να υστερεί έναντι της οικονομικής δραστηριότητας. Η πραγματική αύξηση της εγχώριας ζήτησης στη ζώνη του ευρώ εμφανίζει υστέρηση σε σχέση με τα προ της κρίσης επίπεδα. Η σχετικά χαμηλή συνολική ζήτηση επηρεάζει επίσης αρνητικά την αύξηση της παραγωγής και τις εκτιμήσεις για τη δυνητική ανάπτυξη. Η συνεχιζόμενη αυτή υποτονικότητα βρίσκεται στη βάση των σημερινών ιστορικά χαμηλών επιπέδων δομικού πληθωρισμού, διαμορφώνοντας ένα δυσμενές περιβάλλον για τις χώρες που χρειάζεται να μειώσουν το εγχώριο και το εξωτερικό τους χρέος.

Η απομόχλευση του ιδιωτικού και του δημόσιου χρέους συνεχίζεται, αλλά με αργό και άνισο ρυθμό, διότι παρεμποδίζεται από τη χαμηλή ονομαστική ανάπτυξη. Τα σταθερά υψηλά επίπεδα ιδιωτικού χρέους σε ορισμένες χώρες, τα οποία συχνά συνδυάζονται με υψηλά αποθέματα δημόσιου χρέους, εμποδίζουν τις επενδύσεις και επιβαρύνουν τους ισολογισμούς ορισμένων τραπεζών. Στις περισσότερες χώρες, η διαδικασία διόρθωσης του ισολογισμού προχωρεί, και η απομόχλευση βρίσκεται σε εξέλιξη, συνεπεία των αυξημένων καθαρών αποταμιεύσεων στους τομείς των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Εντούτοις, η απομόχλευση δεν πραγματοποιείται πάντοτε εκεί όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη, αφού ορισμένες χώρες με μεγάλο χρέος σημειώνουν βραδύτερη πρόοδο όσον αφορά τη μείωση των υποχρεώσεών τους σε σχέση με χώρες με χαμηλό χρέος.

Η ανθεκτικότητα του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα εξακολούθησε να ενισχύεται, αλλά ο τομέας αντιμετωπίζει ορισμένες προκλήσεις που συνδέονται με τη χαμηλή κερδοφορία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, με τις χρόνιες συνέπειες των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι τράπεζες συνέχισαν να ενισχύουν τα κεφαλαιακά τους αποθέματα ασφαλείας, ακόμη και σε ένα πλαίσιο στο οποίο η τραπεζική κερδοφορία, αν και βελτιώνεται, παραμένει ισχνή. Η κερδοφορία παρεμποδίζεται από τη βραδεία οικονομική ανάπτυξη, τα παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα, τις αναποτελεσματικότητες ως προς το κόστος και αγορές που χαρακτηρίζονται από πληθώρα τραπεζών. Οι αδυναμίες αυτές τονίζονται περισσότερο από το σημερινό περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων. Επιπλέον, σε ορισμένες χώρες, οι χρόνιες συνέπειες των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώνουν τα περιθώρια δανειοδότησης, ενώ η χαμηλή κερδοφορία παρεμποδίζει τις προσπάθειες τροφοδότησης και την εσωτερική παραγωγή κεφαλαίων, και μειώνει τις ευκαιρίες για άντληση κεφαλαίων στην αγορά.

Ορισμένα κράτη μέλη χρειάζεται να παρακολουθήσουν εκ του σύνεγγυς το ενδεχόμενο κινδύνων υπερθέρμανσης σε ορισμένους τομείς. Τα κράτη μέλη που σημείωσαν την ταχύτερη πρόοδο στην αντιμετώπιση των ανισορροπιών εμφανίζουν δυναμική ανάπτυξη και σχετικά υψηλότερα ποσοστά πληθωρισμού, ορισμένα δε αντιμετωπίζουν αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας. Οι πραγματικές τιμές των κατοικιών σημειώνουν αύξηση στα περισσότερα κράτη μέλη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αύξηση των πραγματικών τιμών των κατοικιών επιτείνει την πίεση στις ήδη υπερτιμημένες αγορές ακινήτων.

Παρότι η ανάκαμψη αποτυπώνεται στις αγορές εργασίας, εξακολουθούν να υφίστανται προβλήματα, όπως η μακροχρόνια ανεργία και η χαμηλή παραγωγικότητα. Οι αγορές εργασίας έχουν αρχίσει να βελτιώνονται από τα μέσα του 2013, ενώ παράλληλα μειώνονται οι διαφορές των ποσοστών ανεργίας μεταξύ των κρατών μελών. Εντούτοις, σε αρκετές χώρες της ΕΕ εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας, τα δε μισθολογικά επίπεδα παραμένουν στάσιμα. Η κοινωνική κατάσταση παραμένει εξαιρετικά δυσχερής, ιδίως στις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από τη χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση χρέους.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις συνέβαλαν στη μακροοικονομική επανεξισορρόπηση και οι δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις χρειάζεται να διατηρηθούν. Απαιτείται η λήψη μέτρων για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και την επιτάχυνση της αποτελεσματικής ανακατανομής των πόρων. Τα πλαίσια αφερεγγυότητας θα πρέπει να γίνουν αποτελεσματικότερα, ώστε να συμβάλουν στη διόρθωση των ανισορροπιών αποθεμάτων. Παράλληλα, θα πρέπει να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της απομόχλευσης στη βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη. Οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις συνέβαλαν θετικά σε διαφορετικό βαθμό κάθε φορά. Σε ορισμένες χώρες που εμφανίζουν ανισορροπίες, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες έχουν ανασταλεί, και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει κίνδυνος οπισθοδρόμησης, που συχνά συνδέεται με την πολιτική αβεβαιότητα. Η τήρηση των υφιστάμενων δεσμεύσεων και η ολοκλήρωση των μεταρρυθμιστικών διαδικασιών είναι απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να αντληθούν πλήρως τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων.

4.2. Εφαρμογή της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών

Η παρακολούθηση της εφαρμογής της πολιτικής στο πλαίσιο της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών έχει ενισχυθεί. Δεδομένου ότι η κατηγοριοποίηση των εν λόγω ανισορροπιών εξορθολογίστηκε το 2016, εφαρμόστηκε διαδικασία «ειδικής παρακολούθησης» σε όλες τις χώρες που εμφανίζουν ανισορροπίες ή υπερβολικές ανισορροπίες. Στόχος είναι να ενισχυθεί η συνεχής παρακολούθηση των πολιτικών που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας, μέσω εκθέσεων της Επιτροπής που συζητούνται στις επιτροπές του Συμβουλίου. Η παρακολούθηση έχει προσαρμοστεί έτσι ώστε να αποτυπώνει το φάσμα των προβλημάτων και τη σοβαρότητα των ανισορροπιών. Το Συμβούλιο υποστήριξε σε γενικές γραμμές τα συμπεράσματα των ειδικών εκθέσεων παρακολούθησης.

Εντοπίζονται ανισορροπίες σε λιγότερα κράτη μέλη σε σχέση με το 2016. Από τα 13 κράτη μέλη που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω ανάλυσης, στις εμπεριστατωμένες επισκοπήσεις διαπιστώθηκε ότι ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει ανισορροπίες, σε έξι κράτη μέλη υφίστανται ανισορροπίες και έξι κράτη μέλη αντιμετωπίζουν υπερβολικές ανισορροπίες. Στο προσάρτημα 3 συνοψίζονται τα πορίσματα των εμπεριστατωμένων επισκοπήσεων.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις δεσμεύσεις πολιτικής των χωρών στις οποίες εντοπίζονται ανισορροπίες:

Στην Ιρλανδία και τη Σλοβενία εξακολουθούν να εντοπίζονται ανισορροπίες. Ορισμένες θετικές οικονομικές εξελίξεις και υλοποιηθείσες μεταρρυθμίσεις μαρτυρούν τη συνεχιζόμενη σταδιακή τους διόρθωση. Η διατηρήσιμη διόρθωση των ανισορροπιών τους είναι εφικτή, υπό την προϋπόθεση ότι θα καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα παρακολουθεί τις οικονομικές εξελίξεις στις δύο αυτές χώρες, καθώς και τις μελλοντικές τους δεσμεύσεις, ιδίως τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ), για να προετοιμάσει την επόμενη εμπεριστατωμένη της επισκόπηση.

Στη Γερμανία εντοπίζονται ανισορροπίες που αποτυπώνονται στο μεγάλο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Οι πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις δεν καταδεικνύουν διόρθωση των ανισορροπιών αυτών, αν και έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος όσον αφορά την αντιμετώπιση των συστάσεων ανά χώρα του προηγούμενου έτους που συνδέονται με τη ΔΜΑ.
Η Επιτροπή θα παρακολουθεί, συνεπώς, τις οικονομικές εξελίξεις και τις μελλοντικές δεσμεύσεις πολιτικής, ιδίως το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ), καθώς και ένα πιθανό νέο ΕΠΜ από τη νέα κυβέρνηση, για να προετοιμάσει την επόμενη εμπεριστατωμένη της επισκόπηση. 

Στη Γαλλία εξακολουθούν να εντοπίζονται υπερβολικές ανισορροπίες, αλλά ορισμένες οικονομικές εξελίξεις και υλοποιηθείσες μεταρρυθμίσεις μαρτυρούν τη συνεχιζόμενη σταδιακή τους διόρθωση. Απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για να επιτευχθεί διατηρήσιμη διόρθωση των ανισορροπιών. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα παρακολουθεί τις οικονομικές εξελίξεις και τις μελλοντικές δεσμεύσεις, ιδίως το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ), καθώς και ένα πιθανό νέο ΕΠΜ από τη νέα κυβέρνηση, για να προετοιμάσει την επόμενη εμπεριστατωμένη της επισκόπηση. Με βάση την εν λόγω επισκόπηση, η Επιτροπή θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο αναθεώρησης της κατάταξης από την κατηγορία «υπερβολικές ανισορροπίες» στην κατηγορία «ανισορροπίες».

Για τρεις χώρες στις οποίες εντοπίζονται υπερβολικές ανισορροπίες, συγκεκριμένα, την Κύπρο, την Ιταλία και την Πορτογαλία, υπό το πρίσμα των συνεχιζόμενων διαρθρωτικών αδυναμιών που προκύπτουν από την ανάλυση στην εμπεριστατωμένη επισκόπηση, η Επιτροπή θα επανεξετάσει την αξιολόγησή της τον Μάιο, αφού λάβει υπόψη τον βαθμό φιλοδοξίας των εθνικών τους προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ).

Πίνακας 1: Αποτελέσματα των εμπεριστατωμένων επισκοπήσεων για την περίοδο 2016-17

2016

2017

Επιβεβαιωμένη απουσία ανισορροπιών

BE, EE, HU, AT, RO, UK

FI

Ανισορροπίες

DE, IE, ES, NL, SI, FI, SE

DE, IE, ES, NL, SI, SE

Υπερβολικές ανισορροπίες

BG, FR, HR, IT, PT, CY

BG, FR, HR, IT, PT, CY

Χώρες που δεν επελέγησαν για εμπεριστατωμένη επισκόπηση

CZ, DK, LV, LT, LU, MT, PL, SK

BE, CZ, DK, EE, LV, LT, LU, HU, MT, AT, PL, RO, SK, UK

5. Μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη

Η ισχύς και η διατηρησιμότητα της ανάκαμψης εξαρτώνται από την αποτελεσματικότητα με την οποία εγκρίνονται και εφαρμόζονται οι μεταρρυθμίσεις. Η αποφασιστική διαδικασία μεταρρυθμίσεων εμπνέει εμπιστοσύνη και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την βιώσιμη προαγωγή της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης. Η ανάπτυξη και η απασχόληση εξαρτώνται, στη συνέχεια, από την ταχύτητα με την οποία οι μεταρρυθμιστικές διαδικασίες στις αγορές προϊόντων, υπηρεσιών και εργασίας παράγουν αποτελέσματα που ενεργοποιούν επενδύσεις και ανακατανομή των πόρων που ενισχύουν την παραγωγικότητα.

Η στήριξη για την αναγκαία προσαρμογή και μετάβαση μπορεί να μεγιστοποιήσει τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων και να εξασφαλίσει συνέργειες μεταξύ των μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς πολιτικής. Οι μεταρρυθμίσεις σε διάφορους τομείς πολιτικής ενδέχεται να απαιτούν συγχρονισμό και αμοιβαία υποστήριξη, για παράδειγμα με την εκ παραλλήλου ανάπτυξη της ευελιξίας στις αγορές εργασίας και προϊόντων. Η κατάλληλη ιεράρχηση των μεταρρυθμίσεων είναι επίσης σημαντική, καθόσον οι σαφείς δεσμεύσεις και η εξαγγελία μακροπρόθεσμων θεματολογίων πολιτικής έχουν αντίκτυπο στην οικειοποίηση και τη δημόσια στήριξη.

Η διευκόλυνση της αύξησης της παραγωγικότητας σε μεγαλύτερο αριθμό επιχειρήσεων μπορεί να προωθήσει τη σύγκλιση και να συμβάλει στη μείωση των ανισοτήτων. Η αυξανόμενη ετερογένεια των επιδόσεων στον τομέα της παραγωγικότητας είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες των εισοδηματικών ανισοτήτων στις οικονομίες και τις κοινωνίες της ΕΕ. Περιορίζει επίσης την ανταγωνιστικότητα και τις δυνατότητες ανάπτυξης. Μολονότι οι επιδράσεις της εισοδηματικής ανισότητας μπορούν να μετριαστούν με τα συστήματα φορολογίας και κοινωνικής ασφάλισης, η ανάγκη για τέτοιου είδους διορθωτικά μέτρα μπορεί να μειωθεί με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που επιτρέπουν την πιο ομοιόμορφα κατανεμημένη ανάπτυξη της παραγωγικότητας μεταξύ επιχειρήσεων, τομέων και περιφερειών 11 . Οι διαφορές στις επιδόσεις παραγωγικότητας μπορούν να αντιμετωπιστούν, π.χ. με την επένδυση στις δεξιότητες και την εκπαίδευση, με τη διευκόλυνση της μεταφοράς τεχνολογίας και με ανακατανομή των πόρων. Τέτοιου είδους πολιτικές συμβάλλουν στην αύξηση των μισθών και των εισοδημάτων και στη μείωση της επιβάρυνσης των δημόσιων οικονομικών για τη διόρθωση των υφιστάμενων ανισοτήτων μέσω αναδιανεμητικών μέτρων. Στη Δανία, το 2012 συστάθηκε επιτροπή παραγωγικότητας, με σκοπό να προτείνει συστάσεις για ενδεχόμενη βελτίωση της παραγωγικότητας στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. Πολλές από τις συστάσεις που δημοσιεύτηκαν το 2014 έχουν υλοποιηθεί.

Τα διανεμητικά αποτελέσματα θα πρέπει να λαμβάνονται όλο και περισσότερο υπόψη κατά τον προγραμματισμό και την ιεράρχηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εισάγουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις τους, μεταξύ των οποίων τα διανεμητικά αποτελέσματα και το κοινωνικό κόστος. Ορισμένες αμοιβαία επωφελείς μεταρρυθμίσεις δεν συνεπάγονται κανένα συμβιβασμό μεταξύ ανάπτυξης και ισότητας. Οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της εκπαίδευσης, όπως η ενίσχυση της ποιότητας της εκπαίδευσης και της πρόσβασης σε αυτήν, συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη και στη μείωση των ανισοτήτων. Η επαγγελματική κατάρτιση και οι ευκαιρίες δια βίου μετεκπαίδευσης συμβάλλουν επίσης στον μετριασμό της αρνητικής επίπτωσης των τεχνολογικών αλλαγών που έχουν ως επίκεντρο τις δεξιότητες, διότι βελτιώνουν το απόθεμα δεξιοτήτων των εργαζομένων.

Τα κράτη μέλη ανακοίνωσαν και έθεσαν σε εφαρμογή πολλές φορολογικές μεταρρυθμίσεις για την υποστήριξη των επενδύσεων, της απασχόλησης και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Πρόοδος έχει επιτευχθεί όσον αφορά τη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης, αλλά η καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής παραμένουν ουσιαστικής σημασίας για την εξασφάλιση του δίκαιου επιμερισμού των βαρών. Η επίτευξη της σωστής ισορροπίας μεταξύ αποτελεσματικότητας και δικαιοσύνης επιβάλλει τη διασφάλιση των φορολογικών εσόδων που απαιτούνται για την επίτευξη δημοσίων επενδύσεων και ευημερίας. Μετά τις μεταρρυθμίσεις στη φορολόγηση της εργασίας, που εφαρμόστηκαν στις αρχές του 2016, η λήψη νέων μέτρων κατά το προηγούμενο έτος ήταν πιο περιορισμένη, ενώ η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας, ακόμη και όσον αφορά τα χαμηλά εισοδήματα, παραμένει υψηλή σε πολλά κράτη μέλη. Σε ορισμένες χώρες, η φορολογία εξακολουθεί να αποτελεί φραγμό στις ιδιωτικές επενδύσεις. Θα πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να καταστεί απλούστερη η φορολογική συμμόρφωση, να αντιμετωπιστεί η μεροληψία έναντι της χρηματοδότησης του χρέους και να σχεδιαστούν καλύτερα φορολογικά κίνητρα για Ε&Α.

Κατά την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020, στο πλαίσιο του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ, πρώτη φορά ζητήθηκε από τα κράτη μέλη να αναλάβουν ποικίλες μεταρρυθμίσεις ώστε να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί ο αντίκτυπος των έργων μέσω εκ των προτέρων αιρεσιμότητας. Βασικοί τομείς για τις εν λόγω μεταρρυθμίσεις είναι το πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων· η ύπαρξη πλαισίων στρατηγικής πολιτικής στους τομείς της κοινωνικής ένταξης, των αγορών εργασίας, της εκπαίδευσης και της διοικητικής αποτελεσματικότητας· και η εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας της ΕΕ. Οι απαιτήσεις αυτές συμβάλλουν στη βελτίωση του γενικού επενδυτικού περιβάλλοντος και διευκολύνουν την υλοποίηση των έργων τόσο στο πλαίσιο των ταμείων της ΕΕ όσο και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων. Τις μεταρρυθμίσεις αυτές θα πρέπει να τις παρακολουθούν δεόντως και να τις εφαρμόζουν τα κράτη μέλη. Στο πλαίσιο αυτό, σημαντική είναι η ανάπτυξη διοικητικών ικανοτήτων. Η ενισχυμένη χρήση των χρηματοδοτικών μέσων παρέχει δυνατότητες για περαιτέρω μόχλευση των κονδυλίων της ΕΕ και αύξηση του αντικτύπου τους, αλλά απαιτεί την κατάλληλη τεχνογνωσία και εμπειρογνωσία από την πλευρά των διοικητικών αρχών διαχείρισης.

Νέα μέτρα πολιτικής χρειάζεται να σχεδιαστούν και να εκτελεστούν με την ενεργό συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, ώστε να διασφαλιστεί η οικειοποίηση από ευρύτερο φάσμα ενδιαφερομένων. Για την πλήρη εφαρμογή των πλέον πολύπλοκων μεταρρυθμίσεων απαιτούνται αρκετά χρόνια. Για τον λόγο αυτόν, ο σχεδιασμός τους πρέπει να είναι τεκμηριωμένος και να έχει συμφωνηθεί με τους βασικούς ενδιαφερομένους, όπως οι περιφερειακές και τοπικές αρχές και οι κοινωνικοί εταίροι. Τα κράτη μέλη έχουν επίγνωση της ανάγκης για βελτίωση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας του κοινωνικού διαλόγου. Η Λιθουανία, η οποία έλαβε σύσταση ανά χώρα το 2016 όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων, ενέκρινε νέο εργατικό κώδικα, ο οποίος, σύμφωνα με τις προβλέψεις της κυβέρνησης, θα βελτιώσει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Επίσης, η Πολωνία συγκρότησε νέο συμβούλιο κοινωνικού διαλόγου, ενώ στην Ισπανία έχει συναφθεί νέα συμφωνία σχετικά με τον κοινωνικό διάλογο. Από την άλλη πλευρά, εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την πραγματική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας σε ορισμένα κράτη μέλη.

5.1         Τόνωση των επενδύσεων

Η αύξηση των επενδύσεων βελτιώθηκε πρόσφατα, λόγω των ευνοϊκών όρων χρηματοδότησης, της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας πάνω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο και της χαμηλότερης πίεσης απομόχλευσης των εταιρειών σε ορισμένες χώρες. Ωστόσο, ορισμένοι κυκλικοί και διαρθρωτικοί παράγοντες εξηγούν τη συνεχιζόμενη επενδυτική υποτονικότητα. Η χαμηλή αύξηση της ζήτησης και οι προσδοκίες για ασθενή δυνητική ανάπτυξη εξακολουθούν να αποτελούν τροχοπέδη για πιο βιώσιμη επενδυτική ανάκαμψη. Το ιστορικό επίπεδο επενδύσεων στην ΕΕ ανερχόταν στο 21-22 % του ΑΕΠ. Έπειτα από πτώση στο 19,4 % το 2013, ανακάμπτει πλέον σταδιακά. Οι συνολικές επενδύσεις αναμένεται να επιταχυνθούν ελαφρά από 2,9 % το 2017, τόσο στην ΕΕ όσο και στη ζώνη του ευρώ, και να συνεχίσουν το 2018 να αυξάνονται κατά 3,4 % στη ζώνη του ευρώ κατά 3,1 % στην ΕΕ. Η τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων είναι ιδιαίτερα σημαντική, δεδομένου ότι αντιπροσωπεύουν το 90 % των συνολικών επενδύσεων.

Οι επενδύσεις σε άυλα στοιχεία ενεργητικού βελτιώνονται, αν και με βραδείς ρυθμούς και ξεκινώντας από χαμηλά επίπεδα. Παρότι η μείωση της παραγωγικότητας μετά την κρίση εξηγείται εν μέρει από τη σημαντική πτώση των επενδύσεων σε εξοπλισμό και μηχανήματα, διαρθρωτικά προβλήματα που πλήττουν τις αγορές προϊόντων, υπηρεσιών, κεφαλαίων και εργασίας ευθύνονται για τις υποτονικές επιδόσεις της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής στην Ευρώπη, η οποία, κατά την τελευταία δεκαετία, αναπτύχθηκε με πολύ βραδύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με άλλες οικονομίες. Υπάρχει ιδιαίτερη ανάγκη να αυξηθούν οι επενδύσεις στο κεφάλαιο της γνώσης, να υποστηριχθούν οι βιώσιμες επενδύσεις σύμφωνα με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας, να ενισχυθεί η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και να αξιοποιηθούν καλύτερα τα νέα μέσα, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών κινήτρων.

Οι εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων στην ΕΕ είναι επί του παρόντος χαμηλές, και η εμπορική ενοποίηση και διαφοροποίηση σε ορισμένα τμήματα της οικονομίας της ΕΕ παραμένει ασθενής. Λόγω της ανοικτής οικονομίας της, η ΕΕ κατέχει ηγετική θέση στις εξαγωγές και τις εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύουν το 16 % του παγκόσμιου εμπορίου. Περισσότερες από 30 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην ΕΕ υποστηρίζονται άμεσα και έμμεσα από τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών προς τον υπόλοιπο κόσμο. Ωστόσο, μόλις 13 % των ευρωπαϊκών ΜΜΕ δραστηριοποιούνται εκτός ΕΕ και τα κράτη μέλη έχουν το περιθώριο να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να διευκολύνουν τη συμμετοχή των ΜΜΕ στο διεθνές εμπόριο. Η κατάσταση ποικίλλει επίσης σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών, των περιφερειών και των τομέων. Παρότι μηχανήματα και εξοπλισμός στη Γερμανία, αεροναυτική στη Γαλλία, φαρμακευτικά προϊόντα στο Ηνωμένο Βασίλειο και ένζυμα στη Δανία είναι πρωτοπόροι σε παγκόσμιο επίπεδο, το μερίδιο στο παγκόσμιο εμπόριο σε διάφορους τομείς και κράτη μέλη εξακολουθεί να βαίνει μειούμενο. Οι λόγοι για τους οποίους πραγματοποιούνται ξένες επενδύσεις, καθώς και οι όροι και ο χαρακτήρας τους, διαφέρουν σημαντικά, ενώ ποικίλει επίσης ο αντίκτυπός τους στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Οι χώρες από τις οποίες προέρχονται οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην ΕΕ αλλάζουν – ενώ οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία παραμένουν ενεργοί επενδυτές, άλλες χώρες, όπως η Κίνα και οι χώρες της Mercosur, εντείνουν την παρουσία τους. Είναι σημαντικό να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τις εισερχόμενες/εξερχόμενες άμεσες ξένες επενδύσεις και αυξημένη πρόσβαση της ΕΕ σε αντίστοιχες αγορές τρίτων χωρών.

Οι συχνότερες επενδυτικές προκλήσεις στα κράτη μέλη είναι, μεταξύ άλλων, το δυσμενές επιχειρηματικό περιβάλλον, οι ανεπάρκειες της δημόσιας διοίκησης, καθώς και οι υψηλές ειδικές ανά τομέα διοικητικές και κανονιστικές επιβαρύνσεις και τα εμπόδια στις επενδύσεις. Σε αρκετά κράτη μέλη, οι επενδύσεις συνεχίζουν να παρεμποδίζονται επίσης από μια σειρά άλλων παραγόντων. Οι παράγοντες αυτοί είναι δυσκαμψίες στις αγορές προϊόντων και εργασίας· η αναντιστοιχία και οι ελλείψεις δεξιοτήτων· οι αδυναμίες των πλαισίων έρευνας και καινοτομίας· η πολυπλοκότητα των φορολογικών συστημάτων· τα αναποτελεσματικά συστήματα απονομής δικαιοσύνης· ειδικοί ανά τομέα περιορισμοί, για παράδειγμα στον τομέα των υποδομών· και φραγμοί όσον αφορά την πρόσβαση σε χρηματοδότηση, ιδίως για τις ΜΜΕ. Σε ορισμένα κράτη μέλη, εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη να ενταθούν οι προσπάθειες καταπολέμησης της διαφθοράς. Συνολικά, το κράτος δικαίου και η εμπιστοσύνη στην ποιότητα και την προβλεψιμότητα των κανονιστικών, φορολογικών και άλλων πολιτικών και θεσμικών οργάνων έχουν επίσης ιδιαίτερη σημασία για την εκτίμηση των κινδύνων που συνδέονται με τις επενδυτικές αποφάσεις.

Σε αρκετά κράτη μέλη, οι μεταρρυθμίσεις έχουν αρχίσει να αίρουν ορισμένους από τους εν λόγω φραγμούς στις επενδύσεις. Οι προϋποθέσεις πρόσβασης στη χρηματοδότηση έχουν γενικά βελτιωθεί, εν μέρει ως αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων (στην Κροατία, την Ιρλανδία και τη Λιθουανία). Κάποια πρόοδος έχει σημειωθεί στην αγορά εργασίας και την εκπαίδευση (στην Ιταλία και τη Γαλλία). Το ίδιο ισχύει και για τις κανονιστικές και διοικητικές επιβαρύνσεις (στη Γαλλία, την Ιταλία, την Πορτογαλία και τη Σλοβενία), τις δημόσιες συμβάσεις (στην Πολωνία, την Πορτογαλία και τη Σουηδία), τη δημόσια διοίκηση (στην Ιταλία και τη Σλοβακία) και το σύστημα απονομής δικαιοσύνης (στην Κροατία, την Ιταλία και τη Μάλτα). Ωστόσο, περιορισμένη είναι η πρόοδος που έχει σημειωθεί όσον αφορά την άρση των ειδικών ανά τομέα κανονιστικών φραγμών, ιδίως στους κλάδους των υπηρεσιών και των δικτύων, καθώς και όσον αφορά τους φραγμούς που συνδέονται με τη χρηματοδότηση της έρευνας και της καινοτομίας. Η Γαλλία συνέχισε τη χαλάρωση των διοικητικών διαδικασιών για τις επενδύσεις στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, εφαρμόζοντας ολοκληρωμένο πρόγραμμα απλούστευσης.

Εκτός από τις εργασίες του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού όσον αφορά τα σημαντικά ιδρύματα στη ζώνη του ευρώ, η εποπτεία του τραπεζικού τομέα ενισχύθηκε σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ, και καταβλήθηκαν προσπάθειες για να βελτιωθεί η διαχείριση και η διάθεση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σε πολλά κράτη μέλη, η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού τομέα επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης και συνεχίζει να επιδεινώνεται, επηρεάζοντας αρνητικά τις πιστώσεις και τις επενδύσεις. Αυτό συμβαίνει παρά τις πτωτικές τάσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων, των οποίων ο μέσος όρος στην ΕΕ έπεσε στο 5,45 % επί του συνόλου των δανείων κατά το 2ο τρίμηνο του 2016. Ωστόσο, παρατηρούνται μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών, καθώς σε πολλά καταγράφονται διψήφια ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων (Βουλγαρία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Κροατία, Ιταλία, Κύπρος, Ουγγαρία, Πορτογαλία, Ρουμανία και Σλοβενία). Έχουν ληφθεί μέτρα για την προώθηση της ανάπτυξης δευτερογενούς αγοράς για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (π.χ. στην Ιταλία), αλλά ακόμη δεν έχουν αποδώσει τα μέγιστα. Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης εμπράγματων ασφαλειών και αφερεγγυότητας έχουν καταστεί πιο αποτελεσματικά σε ορισμένα κράτη μέλη (π.χ. στη Βουλγαρία, την Κροατία, την Ιταλία και την Κύπρο). Η δημιουργία δημόσιων ή ιδιωτικών εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και τα εποπτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων πρόσθετων προβλέψεων για απώλειες από δάνεια και κεφαλαιακών απαιτήσεων, καθώς και η ενισχυμένη παρακολούθηση της αναδιάρθρωσης χρέους με βάση τους στόχους μείωσης των καθυστερούμενων οφειλών, συνέβαλαν στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στη Βουλγαρία, την Κροατία, την Ουγγαρία, την Ιρλανδία, τη Ρουμανία και τη Σλοβενία. Στην Ιταλία, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σημείωσαν πρόσφατα πτώση, αλλά η διάθεση των απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων προχωρεί με βραδείς ρυθμούς. Η υποβάθμιση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων συνεχίστηκε στην Πορτογαλία κατά το πρώτο εξάμηνο του 2016, αντικατοπτρίζοντας τις εξελίξεις κυρίως στους τομείς των ακινήτων και των κατασκευών. Στην Κύπρο και την Ελλάδα, όπου το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε, ξεπερνώντας το 40 % στον απόηχο της κρίσης, τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι τώρα (συμπεριλαμβανομένων των στόχων αναδιάρθρωσης χρέους, της διάθεσης απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων) δεν έχουν ακόμη αποφέρει απτά αποτελέσματα. Συνολικά, σε αρκετά κράτη μέλη, για να υποχωρήσουν τα επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, απαιτούνται πιο αποφασιστικές και συνολικές προσπάθειες, σε συνδυασμό με συνοδευτικές μεταρρυθμίσεις για την προώθηση της αναδιάρθρωσης των τραπεζικών συστημάτων τους.

Τα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα, τόσο για τη βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση κεφαλαίων όσο και για την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης, όπως η πληθοχρηματοδότηση. Η επιτυχία του αυστριακού νόμου του 2015 για την πληθοχρηματοδότηση καταδεικνύει τον ισχυρό θετικό αντίκτυπο της δημιουργίας κατάλληλου νομικού πλαισίου για τις εν λόγω εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης. Άλλα κράτη μέλη, όπως η Ισπανία, η Λετονία, οι Κάτω Χώρες και η Ουγγαρία έχουν διευκολύνει την πρόσβαση των ΜΜΕ σε χρηματοδότηση, παρέχοντας παράλληλα ευκαιρίες στους θεσμικούς επενδυτές. Τα μέτρα περιλαμβάνουν την ενοποίηση των μέσων δημόσιας στήριξης σε ένα και μόνο ίδρυμα αναπτυξιακής χρηματοδότησης, που λειτουργεί ως ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης για τις επιχειρήσεις και παρέχει μη χρηματοδοτική στήριξη, όπως συμβουλευτική και κατάρτιση. Άλλο μέτρο είναι η δημιουργία ειδικού κρατικού κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου ή χρηματοδότησης για συστήματα ανάπτυξης και άλλα είδη οργανισμών επενδύσεων που επενδύουν σε μερίδια άλλων οργανισμών (funds-of-funds). Παρά ταύτα, η πρόσβαση σε χρηματοδότηση και οι διοικητικές διαδικασίες εξακολουθούν επίσης να λειτουργούν, σε αρκετά κράτη μέλη, ως σημαντικοί φραγμοί στην ανάπτυξη και στις επενδύσεις, ιδίως για τις ΜΜΕ που πρωτοδημιουργούνται ή επεκτείνονται. Επαχθείς κανονισμοί για τις νεοφυείς επιχειρήσεις και την αδειοδότηση εξακολουθούν να λειτουργούν ως φραγμοί για τις επενδύσεις των ΜΜΕ σε διάφορα κράτη μέλη.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι δημόσιες επενδύσεις μειώθηκαν σημαντικά στα περισσότερα κράτη μέλη και δεν ανέκαμψαν στο μακροπρόθεσμο επίπεδο. Πέρα από την άμεση επίδρασή της στην αύξηση της παραγωγής, η υποεπένδυση τόσο σε υλικά όσο και σε άυλα στοιχεία ενεργητικού — όπως σε έρευνα και ανάπτυξη — πλήττει τη μακροπρόθεσμη παραγωγικότητα, καθώς επιβραδύνεται ο ρυθμός της καινοτομίας και της διάδοσης των υφιστάμενων τεχνολογιών. Είναι σημαντικό να προωθηθούν οι δημόσιες επενδύσεις — ιδίως στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, τις υποδομές, την έρευνα και την καινοτομία — και η παράλληλη λήψη μέτρων για τη μόχλευση ιδιωτικών επενδύσεων. Οι προσπάθειες αυτές θα πρέπει επίσης να επικεντρωθούν στην ποιότητα των επενδύσεων.

Κατά τα τελευταία έτη, έχει εφαρμοστεί σειρά βελτιώσεων στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, αλλά οι προκλήσεις παραμένουν. Φραγμοί στις αποδοτικές πρακτικές για δημόσιες συμβάσεις περιορίζουν την οικονομική ανάπτυξη και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Κάθε χρόνο οι δημόσιες αρχές στην ΕΕ δαπανούν περίπου το 14 % του ΑΕΠ για δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες είναι απαραίτητο μέσο για την υλοποίηση κυβερνητικών πολιτικών και την επίτευξη εθνικών στρατηγικών στόχων. Οι εύρυθμα λειτουργούσες αγορές δημοσίων συμβάσεων ενισχύουν σημαντικά την εθνική ανταγωνιστικότητα μέσω ισχυρότερων δημόσιων οικονομικών, πιο εστιασμένων επενδύσεων και της παροχής υπηρεσιών υψηλότερης ποιότητας, όπως είναι οι υποδομές ή η ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, οι δημόσιες συμβάσεις μπορούν να παρέχουν χρήσιμα μέσα για την επίτευξη καλύτερης σχέσης ποιότητας/τιμής για φάρμακα και ιατρικό εξοπλισμό. Σε πολλά κράτη μέλη, ο ρυθμός δημοσίευσης προκηρύξεων παραμένει χαμηλός, με αποτέλεσμα να μην είναι επαρκώς ανοικτές οι διασυνοριακές επιχειρηματικές ευκαιρίες. Η εφαρμογή διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό, όπως η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση, ποικίλλει σημαντικά στα κράτη μέλη, και κυμαίνεται από σχεδόν 0 % έως περισσότερο του 20 %. Παραμένει επίσης υψηλό το ποσοστό των συμβάσεων για τις οποίες κατατίθεται μόνο μία προσφορά. Αυτό υποδεικνύει ότι η ενιαία αγορά για τις δημόσιες συμβάσεις δεν είναι επαρκώς ολοκληρωμένη και ότι το περαιτέρω άνοιγμά της θα μπορούσε να τονώσει την οικονομική αποτελεσματικότητα και την ανάπτυξη.

Οι κοινωνικές επενδύσεις αποτελούν προϋπόθεση επιτυχούς και διαρκούς ανάκαμψης. Με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, οι επενδύσεις σε ενεργητικές πολιτικές της αγοράς εργασίας συμβάλλουν στη διασφάλιση καλύτερης παροχής εξατομικευμένων υπηρεσιών και στη βελτίωση των ικανοτήτων των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης. Οι κοινωνικές επενδύσεις θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν τη χρήση χρηματοδοτικών μέσων, όπως σχέδια δανεισμού για τη στήριξη πολύ μικρών και/ή κοινωνικών επιχειρήσεων, στοχεύοντας σε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού, όπως αυτοαπασχολουμένους, νέους, νέους μικροδανειολήπτες, γυναίκες και άτομα με αναπηρία. 1 300 μικρές επιχειρήσεις στην Πολωνία. Ωστόσο, απέχει πολύ από την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού του για την ενίσχυση της ανάπτυξης του ανθρώπινου κεφαλαίου. Πρέπει να γίνουν περισσότερες προσπάθειες για να σχεδιαστούν μέσα προσαρμοσμένα στον εν λόγω τομέα και για να διασφαλιστεί η στενότερη συνεργασία των κοινωνικών με τους οικονομικούς φορείς.

5.2    Προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

Μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση των αγορών εργασίας και των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης

Πολλά κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο πεδίο της νομοθεσίας για την προστασία της απασχόλησης, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον κατακερματισμό των αγορών εργασίας. Η Δανία πραγματοποίησε μεταρρύθμιση των ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας και εφάρμοσε δέσμη μέτρων για την ανταμοιβή της εργασίας, ενώ η Πολωνία έχει λάβει μέτρα για τη μείωση της υπερβολικής χρήσης συμβάσεων αστικού δικαίου. Οι επιπτώσεις αυτών των μεταρρυθμίσεων πρέπει να εξεταστούν σε συνδυασμό με άλλες συνθήκες που επικρατούν στο πεδίο της λειτουργίας των θεσμών, της δημόσιας διοίκησης και της αγοράς προϊόντων. Η αβεβαιότητα και η πολυπλοκότητα που χαρακτηρίζουν τις εργασιακές διαφορές μπορούν να αντιμετωπιστούν, ιδίως με τη μείωση της διάρκειας των διαδικασιών και την προώθηση εναλλακτικών διαδικασιών επίλυσης διαφορών, όπως η διαμεσολάβηση. Στη Γαλλία, ο νόμος του Αυγούστου 2016 για την τροποποίηση του κανονισμού σχετικά με τις άδικες απολύσεις και την αύξηση του περιθωρίου για προσαρμογή των συνθηκών εργασίας σε εταιρικό επίπεδο αναμένεται να συμβάλει στη μείωση του κατακερματισμού στην αγορά εργασίας.

Ορισμένα κράτη μέλη έλαβαν μέτρα για τη βελτίωση των οικείων συστημάτων διαμόρφωσης των μισθών. Η σταδιακή ευθυγράμμιση των μισθών με τις εξελίξεις στην παραγωγικότητα έχει καίρια σημασία για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Είναι, ωστόσο, επίσης σημαντικό να διασφαλιστεί ότι τα επίπεδα των αμοιβών εξασφαλίζουν αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο. Στο Βέλγιο, η διαμόρφωση των μισθών παρακολουθεί καλύτερα τον οικονομικό κύκλο και τις αλλαγές στην παραγωγικότητα. Στη Φινλανδία, είναι υπό διαπραγμάτευση ένα νέο μοντέλο για τον καθορισμό των μισθών, σύμφωνα με το οποίο οι αυξήσεις των μισθών σε κλάδους εμπορεύσιμων αγαθών θέτουν τη βάση αναφοράς για τους μισθούς σε τομείς μη εμπορεύσιμων αγαθών.

Παρότι σε ορισμένα κράτη μέλη πραγματοποιήθηκαν μεταρρυθμίσεις για τη μείωση της φορολόγησης της εργασίας, η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας παραμένει στις περισσότερες χώρες σε υψηλά επίπεδα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στη ζώνη του ευρώ. Η υψηλή φορολογική επιβάρυνση της εργασίας, αυξάνοντας το κόστος της εργασίας και μειώνοντας την καθαρή αμοιβή των εργαζομένων, θέτει εμπόδια τόσο στη ζήτηση όσο και στην προσφορά εργασίας. Σε αρκετά κράτη μέλη υπάρχει η δυνατότητα να μετατοπιστεί η φορολογία από την εργασία προς πιο φιλικές προς την ανάπτυξη πηγές, όπως είναι οι περιβαλλοντικοί φόροι και οι φόροι ακίνητης περιουσίας. Ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων η Λιθουανία, η Ουγγαρία και η Αυστρία, έχουν λάβει μέτρα για να μειώσουν τη φορολογική επιβάρυνση, που πλήττει κυρίως εργαζομένους με χαμηλά εισοδήματα.

Η συμμετοχή ορισμένων ομάδων στην αγορά εργασίας εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για διάφορα κράτη μέλη. Πολιτικές που έχουν ως στόχο την ένταξη ευάλωτων ομάδων στην αγορά εργασίας είναι αναγκαίες για να εξασφαλιστούν ίσα δικαιώματα, υποχρεώσεις και ευκαιρίες για όλους. Ιδίως οι υπήκοοι χωρών μη μελών της ΕΕ και τα άτομα που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών υποεκπροσωπούνται στην αγορά εργασίας και αντιμετωπίζουν υψηλότερη ανεργία και μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτά προκύπτουν συνήθως ως αποτέλεσμα ενός συνδυασμού παραγόντων, όπως η περιορισμένη γνώση της γλώσσας ή περιορισμένη πρόσβαση στην εκπαίδευση, χαμηλότερο επίπεδο δεξιοτήτων ή διακριτική μεταχείριση. Οι προκλήσεις αυτές έχουν ενταθεί μετά την οικονομική κρίση και, πιο πρόσφατα, με τις υψηλότερες εισροές αιτούντων άσυλο. Κράτη μέλη όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Σουηδία αντιμετωπίζουν αυτές τις προκλήσεις μέσω μέτρων για την προώθηση της ένταξης των προσφύγων στην αγορά εργασίας. Ομοίως, τα μέτρα που προωθούν τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας μπορούν να μειώσουν τις ανισότητες μεταξύ των φύλων, ενώ έχουν σημαντικές θετικές επιπτώσεις στις επιδόσεις της αγοράς εργασίας και στην ανάπτυξη. Σε αυτό το πλαίσιο, κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων η Ιρλανδία και η Σλοβακία, έχουν λάβει μέτρα για να επεκτείνουν, για παράδειγμα, την παροχή υπηρεσιών φροντίδας των παιδιών.

Τα κράτη μέλη χρειάζεται να εξασφαλίσουν ότι θα βελτιωθούν οι ευκαιρίες συμμετοχής στην αγορά εργασίας όλων των νέων, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με χαμηλή εξειδίκευση. Αυτό συμπεριλαμβάνει τη βοήθεια  προς τους εργαζομένους ώστε να προσαρμοστούν στις τεχνολογικές αλλαγές και την παγκοσμιοποίηση. Περισσότερα κράτη μέλη έλαβαν μέτρα για τη βελτίωση της συνολικής διακυβέρνησης και της συνεκτικότητας των ενεργητικών πολιτικών τους για την αγορά εργασίας με τις δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης. Η Ρουμανία έχει ενισχύσει τον οικείο εθνικό οργανισμό απασχόλησης και η Ουγγαρία λαμβάνει μέτρα για να ενισχύσει τις ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας. Στην Εσθονία, η μεταρρύθμιση σχετικά με την ικανότητα εργασίας βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία από τον Ιανουάριο, παρέχοντας καλύτερες υποστηρικτικές υπηρεσίες ενεργοποίησης, με βάση εξατομικευμένη προσέγγιση.

Τα ποσοστά συμμετοχής στην εκπαίδευση και την κατάρτιση αυξάνονται. Πολλά κράτη μέλη συνεχίζουν να πραγματοποιούν μεταρρυθμίσεις στα εθνικά τους συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης, με στόχο την αύξηση της συμμετοχικότητάς τους και της ποιότητας των αποτελεσμάτων. Η Πορτογαλία έχει αναλάβει επιτυχείς πρωτοβουλίες τα τελευταία χρόνια για την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, τη μείωση της σχολικής αποτυχίας και την αύξηση του επιπέδου βασικών δεξιοτήτων του πληθυσμού της. Ορισμένες χώρες πραγματοποιούν μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση των συστημάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Ο εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας έχει ζωτική σημασία για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και της αποτελεσματικότητάς τους, καθώς και της σύνδεσής τους με την αγορά εργασίας. Η δημογραφική πρόκληση υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η αύξηση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών δαπανών. Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την αγορά εργασίας, που θα συνδυάζει τις υπηρεσίες ενεργοποίησης με επαρκή κοινωνική προστασία και πρόσβαση σε ποιοτικές κοινωνικές υπηρεσίες, μπορεί να συμβάλει στη μεγιστοποίηση της απόδοσης των δημόσιων δαπανών. Η Μάλτα θέσπισε δέσμη μέτρων για την ανταμοιβή της εργασίας, στοχεύοντας ιδίως στις γυναίκες, ώστε να αντιμετωπιστεί η χαμηλή συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας. Στην Κύπρο, καθιερώθηκε σύστημα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, το οποίο αναμένεται να συμβάλει στη μείωση της φτώχειας.

Ορισμένα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν την ανάγκη να προσαρμόσουν τα φορολογικά τους συστήματα και τα συστήματα που αποτελούν κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας. Αμφότερα μπορεί να έχουν σημαντικές αναδιανεμητικές επιπτώσεις, που παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των χωρών. Μεταξύ 2010 και 2013, σε χώρες όπως η Τσεχική Δημοκρατία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία, οι εντεινόμενες ανισότητες εισοδήματος που προέρχεται από την αγορά μετριάστηκαν (και σε ορισμένες χώρες αντισταθμίστηκαν) από τις αυξανόμενες αναδιανεμητικές επιπτώσεις των φόρων και των μεταβιβάσεων. Σε άλλες χώρες, οι αναδιανεμητικές επιπτώσεις των φόρων και των μεταβιβάσεων μειώθηκαν σημαντικά κατά την ίδια περίοδο και, ως εκ τούτου, δεν συνέβαλαν στον μετριασμό των ανισοτήτων στο εισόδημα που προέρχεται από την αγορά.

Μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας

Τα κράτη μέλη υιοθέτησαν πολιτικές για την ενίσχυση της συνολικής ανταγωνιστικότητας. Για παράδειγμα, κεντρικές οργανώσεις της αγοράς εργασίας στη Φινλανδία συμφώνησαν, τον Φεβρουάριο του 2016, επί ενός Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ως προς το κόστος της φινλανδικής οικονομίας κατά 5 % (ως μέρος μιας συνολικής βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας ως προς το κόστος κατά 15 %). Μια στρατηγική ευρείας βάσης με το όνομα «Ανταγωνιστική Ρουμανία» υιοθετήθηκε τον Ιούλιο του 2016, καταδεικνύοντας ότι υπάρχει πολιτική και κοινωνική συναίνεση σχετικά με τους κύριους τομείς στους οποίους, κατά την περίοδο 2016-2020, πρέπει να πραγματοποιηθούν ενέργειες που είναι αναγκαίες για να θέσουν τη Ρουμανία σε πορεία διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης.

Η ταχεία ανάπτυξη της συνεργατικής οικονομίας έχει τη δυνατότητα να συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Ορισμένα κράτη μέλη, περιφέρειες και πόλεις διαμορφώνουν ένα πλαίσιο για την ανάπτυξη της συνεργατικής οικονομίας. Άλλοι υιοθετούν μια πιο περιοριστική προσέγγιση στα επιχειρηματικά μοντέλα της συνεργατικής οικονομίας. Η Δανία αναπτύσσει αυτή τη στιγμή μια συνολική στρατηγική, οι Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν δημιουργήσει ένα πλαίσιο στον τομέα των τουριστικών καταλυμάτων, ενώ η Εσθονία και η Λιθουανία έχουν προσαρμόσει το πλαίσιό τους στον τομέα των αστικών συγκοινωνιών προκειμένου να υιοθετήσουν νέα επιχειρηματικά μοντέλα. Στο Βέλγιο, την Ιταλία και την Ισπανία, η ρύθμιση των δραστηριοτήτων στην συνεργατική οικονομία κατατρύχεται από ισχυρές περιφερειακές αποκλίσεις.

Οι μεταρρυθμίσεις στα κράτη μέλη βρίσκονται επίσης ενώπιον πολυποίκιλων προκλήσεων όσον αφορά την προσέλκυση και την τόνωση των επενδύσεων στην εσωτερική αγορά. Σημειώνεται αργή πρόοδος, ιδίως στη μεταρρύθμιση των αγορών υπηρεσιών, ενώ οι κανονιστικοί περιορισμοί εξακολουθούν να αποτελούν ένα επίμονο εμπόδιο για τις επενδύσεις στις υπηρεσίες σε πολλά κράτη μέλη. Οι περιοριστικές κανονιστικές απαιτήσεις και οι επαχθείς διοικητικές διαδικασίες μπορεί να εγείρουν φραγμούς εισόδου ή εγκατάστασης. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η λειτουργία του τομέα των υπηρεσιών επηρεάζει το σύνολο της οικονομίας, όχι μόνο λόγω του μεγάλου μεγέθους του, αλλά και μέσω των δεσμών του με άλλους τομείς της οικονομίας. Οι σημαντικοί κανονιστικοί περιορισμοί στον τομέα των υπηρεσιών, ιδίως των επιχειρηματικών υπηρεσιών, συντελούν στην αναποτελεσματικότητα και τη χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας. Τούτο επηρεάζει την επιχειρηματική δυναμική και τις επενδύσεις στους τομείς των υπηρεσιών, αλλά έχει επίσης επιπτώσεις και στον τομέα της μεταποίησης. Οι αντιανταγωνιστικές κανονιστικές ρυθμίσεις στους τομείς των υπηρεσιών μπορεί να επιβάλλουν δυνητικό κόστος στους κλάδους παραγωγής επόμενου σταδίου, οι οποίοι χρησιμοποιούν το προϊόν των συγκεκριμένων τομέων ως ενδιάμεσες εισροές στην παραγωγική διαδικασία.

Η πρόοδος των μεταρρυθμίσεων στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών είναι ιδιαίτερα αργή, σημειώθηκαν όμως ορισμένες θετικές εξελίξεις. Σε συνέχεια της σύστασης του 2016, η Γαλλία έχει θεσπίσει το σύνολο σχεδόν του παράγωγου δικαίου που απαιτείται για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου του 2015 για την ανάπτυξη και τη δραστηριότητα, οι οποίες δεν ήταν άμεσα εφαρμόσιμες. Αυτό επέτρεψε την άρση κάποιων περιορισμών στην άσκηση ορισμένων νομοθετικά κατοχυρωμένων επαγγελμάτων, αλλά το πεδίο εφαρμογής της μεταρρύθμισης παραμένει περιορισμένο. Για τα επαγγέλματα των αρχιτεκτόνων και των μηχανικών, το 2015 το Λουξεμβούργο κατάργησε ορισμένες απαιτήσεις σχετικά με τη συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο και τα δικαιώματα ψήφου, και το 2016 κατάργησε τις προκαθορισμένες τιμές στις δημόσιες συμβάσεις. Ωστόσο, το συνολικό επίπεδο των περιορισμών που ισχύουν για τα επαγγέλματα αυτά παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ.

Ορισμένα κράτη μέλη έχουν καταργήσει τους περιορισμούς που επηρεάζουν τη λειτουργία του τομέα του λιανικού εμπορίου, ενώ άλλα έχουν δρομολογήσει μεταρρυθμίσεις. Η Φινλανδία και η Δανία προγραμματίζουν τη χαλάρωση των πολεοδομικών περιορισμών, πράγμα που αναμένεται να παράσχει στις επιχειρήσεις λιανικής περισσότερη ευελιξία όσον αφορά, αφενός, την επιλογή του τόπου εγκατάστασης των καταστημάτων τους και, αφετέρου, την προσαρμογή του μεγέθους τους στις ανάγκες των καταναλωτών. Ωστόσο, η πρόοδος που σημειώνεται είναι άνιση μεταξύ των κρατών μελών και σε ορισμένα κράτη μέλη παρατηρείται μια τάση θέσπισης νέων περιοριστικών μέτρων στον τομέα των ειδών διατροφής, πράγμα που επηρεάζει, κυρίως, τους αλλοδαπούς εμπόρους λιανικής. Τα μέτρα αυτά παρεμποδίζουν την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς στον τομέα του λιανικού εμπορίου.

Οι μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση είναι απαραίτητες για την παροχή δημόσιων υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και την τόνωση της επιχειρηματικότητας, της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης. Η Ισπανία έχει σχεδόν ολοκληρώσει την εφαρμογή των συστάσεων που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της δημόσιας διοίκησης του 2013 από την CORA (Επιτροπή Μεταρρύθμισης των Δημόσιων Διοικήσεων). Σύμφωνα με την εθνική διοίκηση, η αναμενόμενη εξοικονόμηση πόρων μπορεί να ανέλθει μέχρι και σε 30,5 δισ. ευρώ για τις υπηρεσίες δημόσιας διοίκησης ως σύνολο και σε 3,44 δισ. ευρώ για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες.

Τα κράτη μέλη έχουν λάβει κάποια μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών για τις ΜΜΕ, αλλά χρειάζεται να γίνουν περισσότερα. Η δράση των κρατών μελών στον τομέα αυτόν περιλαμβάνει το τέταρτο εθνικό σχέδιο δράσης για τη στήριξη των ΜΜΕ στο Λουξεμβούργο, το ολοκληρωμένο πρόγραμμα απλούστευσης στη Γαλλία, τη θέσπιση διά βίου μηδενικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για τους εργοδότες στο Βέλγιο κατά την πρώτη πρόσληψη που θα κάνουν το 2016-2020, και συγκεκριμένες φορολογικές απαλλαγές στη Ρουμανία για τομείς υψηλής ειδίκευσης και υψηλής ζήτησης. Ωστόσο, σε πολλά κράτη μέλη οι συνθήκες για την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη των ΜΜΕ παραμένουν δύσκολες. Ειδικότερα, σε πολλά κράτη μέλη στους επιχειρηματίες που έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση δεν παρέχεται μια δεύτερη ευκαιρία, λόγω των δαπανηρών και χρονοβόρων καθεστώτων αφερεγγυότητας και της απουσίας ευρέων εκστρατειών για την καταπολέμηση του στίγματος της επιχειρηματικής αποτυχίας.

Τα κράτη μέλη συνέχισαν να προβαίνουν σε μεταρρυθμίσεις, να παρέχουν στήριξη στους εξαγωγείς και να προωθούν την ταχεία διεθνοποίηση των νεοσύστατων επιχειρήσεων τους. Στις προσπάθειες αυτές περιλαμβάνεται η ενεργός επιχειρηματική και χρηματοδοτική στήριξη και η προώθηση του εμπορίου στο εξωτερικό, μέσω δικτύων ιδιωτικών επιχειρήσεων, καθώς και της οικονομικής διπλωματίας και των οικονομικών εταιρικών σχέσεων. Η Σουηδία άρχισε να εφαρμόζει τη νέα στρατηγική της για τις εξαγωγές, με σκοπό να αυξήσει τις εξαγωγές και τις ξένες επενδύσεις. Στις καλές πρακτικές στον τομέα αυτόν συμπεριλαμβάνονται επίσης ο ιταλικός νόμος για τις νεοσύστατες επιχειρήσεις και η νέα στρατηγική «Business 4.0», η οποία προβλέπει, μεταξύ άλλων, φορολογικές εκπτώσεις για επενδύσεις ιδίων κεφαλαίων σε νεοσύστατες και καινοτόμες ΜΜΕ. Προωθεί επίσης την διάχυση της γνώσης και στηρίζει τη μετάβαση προς τομείς υψηλής τεχνολογίας και υψηλής ειδίκευσης.

5.3    Διασφάλιση υπεύθυνων δημοσιονομικών πολιτικών

Τα ελλείμματα της γενικής κυβέρνησης και οι δείκτες του χρέους στη ζώνη του ευρώ και την ΕΕ αναμένεται να μειωθούν, χάρη στη μέτρια ανάπτυξη και τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια, αν και με βραδύτερο ρυθμό. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται το 2017, προτού σταθεροποιηθεί το 2018 στο 1,4 % (1,6 % στην ΕΕ) του ΑΕΠ. Ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης προς το ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να έχει ανέλθει στο 91,5 % του ΑΕΠ το 2016 (85,1 % στην ΕΕ). Προβλέπεται να συνεχίσει να μειώνεται σταδιακά στο 89,2 % το 2018 στη ζώνη του ευρώ (83,6 % στην ΕΕ). Η μείωση του χρέους μπορεί να εξηγηθεί κυρίως τόσο από τα πρωτογενή πλεονάσματα όσο και από ένα ευνοϊκότερο «φαινόμενο της χιονοστιβάδας», ως αποτέλεσμα της μείωσης των δαπανών για τόκους, της μέτριας αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ και της αναμενόμενης αύξησης του πληθωρισμού.

Τα κράτη μέλη χρειάζεται να στηρίξουν τις επενδύσεις προκειμένου να ενισχυθεί η ανάκαμψη, και να αντιμετωπίσουν ισόρροπα τις ανησυχίες για τη διατηρησιμότητα και για τη σταθεροποίηση. Η Επιτροπή εξέδωσε πρόσφατα ανακοίνωση 12 στην οποία συνηγορεί υπέρ ενός μετρίως επεκτατικού δημοσιονομικού προσανατολισμού και μιας καλύτερης κατανομής των δημοσιονομικών προσπαθειών σε όλη τη ζώνη του ευρώ. Προς τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν τις δημοσιονομικές τους πολιτικές με τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ώστε να εξασφαλίσουν διατηρησιμότητα, αξιοποιώντας παράλληλα στο έπακρο την ελαστικότητα στο πλαίσιο των υφιστάμενων κανόνων. Όσα κράτη μέλη έχουν δημοσιονομικά περιθώρια θα πρέπει να τα χρησιμοποιήσουν για να στηρίζουν τις επενδύσεις για την ενίσχυση της ανάκαμψης και την τόνωση του παραγωγικού τους δυναμικού. Τα υπόλοιπα θα πρέπει να συνεχίσουν να καταβάλλουν προσπάθειες για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών τους.

Πλαίσιο 1. Επικαιροποίηση σχετικά με την εποπτεία στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

Στην αξιολόγηση των σχεδίων δημοσιονομικών προγραμμάτων (ΣΔΠ) των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ του 2017, που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 2016, η Επιτροπή ανέφερε ότι, για οκτώ κράτη μέλη (Βέλγιο, Ισπανία, Ιταλία, Κύπρος, Λιθουανία, Πορτογαλία, Σλοβενία και Φινλανδία), τα εν λόγω σχέδια ενέχουν τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Διαπιστώθηκε η γενικότερη συμμόρφωση πέντε χωρών — της Ιρλανδίας, της Λετονίας, της Μάλτας, της Αυστρίας και της Γαλλίας — ενώ η Γερμανία, η Εσθονία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες και η Σλοβακία είχαν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις. Επιπλέον, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες αναμένεται να υπερβούν τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους τους και ενθαρρύνθηκαν να κάνουν χρήση των διαθέσιμων δημοσιονομικών τους περιθωρίων, διατηρώντας παράλληλα τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των εθνικών δημόσιων οικονομικών.

Οι αξιολογήσεις που έγιναν για την Ισπανία και τη Λιθουανία στον γύρο των ΣΔΠ του Νοεμβρίου 2016 βασίστηκαν σε ΣΔΠ που προϋπέθεταν ότι η πολιτική τους θα παρέμενε αμετάβλητη, δεδομένου ότι οι χώρες αυτές είχαν υπηρεσιακές κυβερνήσεις που δεν διέθεταν πλήρεις δημοσιονομικές εξουσίες. Έκτοτε, οι νέες κυβερνήσεις και στις δύο χώρες υπέβαλαν επικαιροποιημένα ΣΔΠ, για τα οποία η Επιτροπή εξέδωσε επικαιροποιημένες γνώμες στις 17 Ιανουαρίου 2017. Το επικαιροποιημένο ΣΔΠ της Ισπανίας αξιολογήθηκε ως σύμφωνο σε γενικές γραμμές με τις απαιτήσεις του Συμφώνου. Το επικαιροποιημένο ΣΔΠ της Λιθουανίας αξιολογήθηκε ακόμη ότι διατρέχει τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης, αξιολόγηση αμετάβλητη σε σχέση με εκείνη που διατυπώθηκε πέρυσι το φθινόπωρο.

Μετά την οριστικοποίηση των προϋπολογισμών για το 2017 για τα περισσότερα κράτη μέλη, οι χειμερινές προβλέψεις της Επιτροπής για το 2017 παρέχουν μια βάση για την αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο τα κράτη μέλη έλαβαν υπόψη τις γνώμες της Επιτροπής σχετικά με τα σχέδια δημοσιονομικών προγραμμάτων τους και ενήργησαν βάσει των δεσμεύσεων που ανέλαβαν στο πλαίσιο της Ευρωομάδας.

Για το Βέλγιο, την Ιταλία και τη Φινλανδία, η Επιτροπή συνεχίζει τη στενή παρακολούθηση της συμμόρφωσης με το κριτήριο του χρέους και τονίζει τη σημασία που έχει η συνεχής αυστηρή εφαρμογή της συμμόρφωσης με τις συνιστώμενες διαρθρωτικές προσαρμογές βάσει του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Την άνοιξη του 2016, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να εκδώσει νέα έκθεση για την Ιταλία βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3, μόλις καταστούν διαθέσιμες νέες πληροφορίες σχετικά με την πορεία προσαρμογής προς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους το 2017. Η Επιτροπή εξέδωσε την εν λόγω επικαιροποιημένη έκθεση στις 22 Φεβρουαρίου.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί τις δημοσιονομικές εξελίξεις σε όλα τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, βάσει των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων και των προγραμμάτων σταθερότητας ή σύγκλισης που θα υποβληθούν έως τα μέσα Απριλίου. Θα υποβάλει τις συστάσεις της τον Μάιο, μαζί με άλλα διαδικαστικά βήματα στο πλαίσιο του Συμφώνου, ανάλογα με τις ανάγκες.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα υποβάλει επίσης την πλήρη αξιολόγησή της όσον αφορά την επιλεξιμότητα της Φινλανδίας και της Λιθουανίας για την ευελιξία που έχουν αιτηθεί. Εάν το αίτημά τους γίνει δεκτό, θα βελτιωνόταν η αξιολόγηση της συμμόρφωσής τους με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Μια κατάλληλη δημοσιονομική πολιτική δεν αφορά μόνο την κατεύθυνση και το μέγεθος του δημοσιονομικού αποτελέσματος, αλλά και τη σύνθεση και την ποιότητα των υποκείμενων δημόσιων οικονομικών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να βελτιώσουν τη σύνθεση των δημόσιων οικονομικών, μεταξύ άλλων δημιουργώντας περισσότερα περιθώρια για επενδύσεις σε υλικά και άυλα στοιχεία. Η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης θα πρέπει να επανεξετάζονται τακτικά, μεταξύ άλλων και σε σχέση με τον στόχο της προώθησης του δίκαιου χαρακτήρα τους. Η εξασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων αναμένεται να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων αυτών.

Βελτιώσεις στα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια μπορούν να προωθήσουν δημόσιες δαπάνες που ευνοούν την ανάπτυξη. Ανταποκρινόμενα στις συστάσεις, τα κράτη μέλη συνέχισαν να ενισχύουν τις διάφορες πτυχές των δημοσιονομικών πλαισίων τους. Τον Ιανουάριο του 2017, η Αυστρία εξέδωσε νέο νόμο δημοσιονομικής εξισορρόπησης, απλουστεύοντας τους κανόνες που διέπουν τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης. Η Ιταλία ολοκλήρωσε τη μεταρρύθμιση του 2009 που αφορά τη διαδικασία και τη διάρθρωση του προϋπολογισμού της. Η Φινλανδία κατοχύρωσε στην έννομη τάξη της την σαφή αρχή της «συμμόρφωσης ή αιτιολόγησης» σε σχέση με τις γνώμες των ανεξάρτητων δημοσιονομικών ιδρυμάτων της όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους εθνικούς δημοσιονομικούς κανόνες. Επιπλέον, υπήρξε ουσιαστικός προβληματισμός σε ορισμένα κράτη μέλη σχετικά με τη βελτίωση των εσωτερικών τους πλαισίων. Οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία συγκρότησαν ειδικές ομάδες εργασίας (μια συμβουλευτική ομάδα υψηλόβαθμων δημοσίων υπαλλήλων και μια κοινοβουλευτική επιτροπή, αντίστοιχα), οι οποίες επανεξέτασαν τα υφιστάμενα πλαίσια και διατύπωσαν προτάσεις για τη βελτίωσή τους κατά τη διάρκεια του 2016. Σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη, τα δημοσιονομικά συμβούλια διαδραματίζουν τώρα ενεργό ρόλο στις εθνικές συζητήσεις σχετικά με τη δημοσιονομική πολιτική. Δημοσιεύουν τακτικά ανεξάρτητες αξιολογήσεις των δημοσιονομικών σχεδίων και αποτελεσμάτων. Καθώς το βουλγαρικό δημοσιονομικό συμβούλιο κατέστη πλήρως λειτουργικό το πρώτο εξάμηνο του 2016, η Τσεχική Δημοκρατία, η Πολωνία και η Σλοβενία είναι πλέον τα μόνα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν δημοσιονομικό συμβούλιο.

Η Επιτροπή εξέτασε τη μεταφορά του Δημοσιονομικού Συμφώνου στο εθνικό δίκαιο. Η εξέταση αυτή ανατέθηκε στην Επιτροπή από τη Συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση στην ΟΝΕ. Οι διατάξεις του Δημοσιονομικού Συμφώνου αποσκοπούν στην ενίσχυση της συνοχής μεταξύ των εθνικών και των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών πλαισίων και στην προώθηση της οικειοποίησής τους από τα κράτη μέλη. Η έκθεση της Επιτροπής εκδίδεται μαζί με τη δέσμη αυτή, κατόπιν εκτενών διαβουλεύσεων με τα 22 συμβαλλόμενα μέρη (χώρες της ζώνης του ευρώ, καθώς και η Βουλγαρία, η Δανία και η Ρουμανία) 13 . Η έκθεση δείχνει ότι όλα τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν τροποποιήσει σημαντικά τα εθνικά τους δημοσιονομικά πλαίσια, ως αποτέλεσμα των απαιτήσεων του Δημοσιονομικού Συμφώνου, σε συνδυασμό με τη νομοθεσία της Ένωσης.

Η μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων και των συστημάτων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών, δεδομένου ότι η μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους ενέχει σημαντικές προκλήσεις, υπό το πρίσμα των υψηλών επιπέδων χρέους και της γήρανσης του πληθυσμού. Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, τα περισσότερα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν είτε μέτριους είτε σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα των συστημάτων τους 14 . Αυτοί οφείλονται στο ακόμη υψηλό προβλεπόμενο ύψος του δημόσιου χρέους και τις προβλεπόμενες αυξήσεις των δημόσιων δαπανών που συνδέονται με τη γήρανση του πληθυσμού. Οι κίνδυνοι καταδεικνύουν την ανάγκη για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, ιδίως στον τομέα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και των συντάξεων, με τις οποίες, αφενός, θα αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά προβλήματα και, αφετέρου, θα διασφαλιστεί η προσβασιμότητα στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και η επάρκεια των συντάξεων. Σε πολλές χώρες έχει σημειωθεί πρόοδος με θετικές επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα, ιδίως λόγω των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν στο συνταξιοδοτικό σύστημα και στηρίχτηκαν από την πρόσφατη δημοσιονομική εξυγίανση.

Το συνταξιοδοτικό σύστημα εντοπίστηκε ως πρόκληση σε ορισμένα κράτη μέλη πέρυσι. Παρόλο που, τα προηγούμενα έτη, πολλά κράτη μέλη είχαν θεσπίσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών τους συστημάτων, η πρόοδος στη μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων υπήρξε περιορισμένη ή ανύπαρκτη μεταξύ των χωρών για τις οποίες εκδόθηκαν συστάσεις ανά χώρα το 2016. Παραμένουν προκλήσεις πολιτικής για αυτή την ομάδα χωρών, και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με τη διασφάλιση καλύτερης λογιστικής ισοτιμίας και υψηλότερων ποσοστών πραγματικής συνταξιοδότησης ή υψηλότερων ποσοστών γενικής απασχόλησης.

Η πρόοδος που σημειώθηκε όσον αφορά τη μεταρρύθμιση των συστημάτων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, με στόχο την εξασφάλιση οικονομικής αποδοτικότητας και πρόσβασης στις υπηρεσίες, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη βιωσιμότητα, ποικίλλει μεταξύ των κρατών μελών 15 . Αρκετές χώρες (Ιρλανδία, Λιθουανία, Αυστρία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία και Φινλανδία) έχουν σημειώσει κάποια πρόοδο όσον αφορά την υλοποίηση των συστάσεων ανά χώρα που τους απευθύνθηκαν. Η πρόοδος αυτή περιλαμβάνει τη βελτίωση της σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας, τη χρήση στόχων για τις δαπάνες και επανεξετάσεων, την καθιέρωση και χρήση λιγότερο δαπανηρής περίθαλψης, καθώς και τον περιορισμό των άτυπων πληρωμών. Άλλα κράτη μέλη έχουν σημειώσει περιορισμένη μόνο πρόοδο. Οι μεταρρυθμίσεις που έχουν δρομολογηθεί σε ορισμένα κράτη μέλη χρειάζεται να συνεχιστούν και να επιταχυνθούν, ώστε τα συστήματα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης να καταστούν αποτελεσματικότερα, ανθεκτικότερα και πιο προσιτά. Αυτό θα βοηθήσει τα κράτη μέλη αυτά να προαγάγουν την υγεία, την οικονομική ευημερία και την κοινωνική συνοχή του πληθυσμού. Οι μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν: τη διασφάλιση της πρόσβασης σε έγκαιρη και καλής ποιότητας ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους· τη μετάβαση από την ενδονοσοκομειακή στην εξωνοσοκομειακή περίθαλψη· την επένδυση στην προαγωγή της υγείας, την πρωτοβάθμια περίθαλψη και την ολοκληρωμένη φροντίδα· τη βελτίωση της διακυβέρνησης των συστημάτων· την ορθολογικότερη χρήση των φαρμάκων· τη χρήση της Αξιολόγησης των Τεχνολογιών Υγείας· ένα πιο συγκεντρωτικό σύστημα δημοσίων συμβάσεων· και εργαλεία πληροφόρησης για την υγεία και την ηλεκτρονική υγεία.

6.    ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ

Η Επιτροπή θα συνεχίσει τον εποικοδομητικό διάλογο με τα κράτη μέλη. Η ανάλυση που παρουσιάζεται στις εκθέσεις ανά χώρα θα συζητηθεί με τα κράτη μέλη σε διμερείς συναντήσεις. Οι Αντιπρόεδροι και τα μέλη της Επιτροπής θα επισκεφθούν τα κράτη μέλη για να συναντηθούν με τις κυβερνήσεις, τα εθνικά κοινοβούλια, τους κοινωνικούς εταίρους και άλλους ενδιαφερομένους. Τα προβλήματα που εντοπίστηκαν αναμένεται να αντιμετωπιστούν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των εθνικών τους προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων, καθώς και των προγραμμάτων σταθερότητας ή σύγκλισης, που πρέπει να δημοσιευθούν και να υποβληθούν στην Επιτροπή έως τα μέσα Απριλίου. Η Επιτροπή θα συζητήσει με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα κύρια πορίσματα της ανάλυσης.

Τα κράτη μέλη αναμένεται να συζητήσουν διεξοδικά με τα εθνικά κοινοβούλια και τους κοινωνικούς εταίρους και να εξασφαλίσουν την οικειοποίηση της διαδικασίας των μεταρρυθμίσεων από ευρύτερο φάσμα ενδιαφερόμενων φορέων. Δεδομένου ότι η επιτυχία της εφαρμογής εξαρτάται συχνά από τις κατώτερες βαθμίδες διακυβέρνησης, η Επιτροπή ζήτησε επίσης από τα κράτη μέλη να εξηγήσουν στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων τον τρόπο με τον οποίο οι περιφερειακές και τοπικές αρχές, ανάλογα με τον καταμερισμό των αρμοδιοτήτων στα διάφορα κράτη μέλη, συμμετείχαν στην κατάρτιση του προγράμματος και στην εκπόνηση και/ή την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Προσάρτημα 1 — Ολοκληρωμένη εποπτεία των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών ανισορροπιών

Διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (ΔΜΑ)  16

Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης

(ΜΔΣ: μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος / ΔΥΕ: διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος)

Παρατηρήσεις

BE

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· υπόκειται σε κανόνα για το χρέος 17

BG

Υπερβολικές ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Υπερκάλυψη ΜΔΣ

CZ

Προληπτικό σκέλος

Υπερκάλυψη ΜΔΣ

DK

Προληπτικό σκέλος

Επίτευξη ΜΔΣ

DE

Ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Υπερκάλυψη ΜΔΣ· υπόκειται σε κανόνα για το χρέος

EE

Προληπτικό σκέλος

Επίτευξη ΜΔΣ

IE

Ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· υπόκειται σε μεταβατικό κανόνα για το χρέος

EL

Διορθωτικό σκέλος

Υπερβολικό έλλειμμα, προθεσμία διόρθωσης: 2016

Επίτευξη ΜΔΣ· υπόκειται σε μεταβατικό κανόνα για το χρέος

Υπόκειται σε ειδικό πρόγραμμα χρηματοδοτικής συνδρομής

ES

Ανισορροπίες

Διορθωτικό σκέλος

Υπερβολικό έλλειμμα, προθεσμία διόρθωσης: 2018

FR

Υπερβολικές ανισορροπίες

Διορθωτικό σκέλος

Υπερβολικό έλλειμμα, προθεσμία διόρθωσης: 2017

HR

Υπερβολικές ανισορροπίες

Διορθωτικό σκέλος

Υπερβολικό έλλειμμα, προθεσμία διόρθωσης: 2016

Επίτευξη ΜΔΣ· υπόκειται σε κανόνα για το χρέος 18



Διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (ΔΜΑ)

Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης

(ΜΔΣ: μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος / ΔΥΕ: διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος)

Παρατηρήσεις

IT

Υπερβολικές ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· υπόκειται σε κανόνα για το χρέος

CY

Υπερβολικές ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Επίτευξη ΜΔΣ· υπόκειται σε μεταβατικό κανόνα για το χρέος

LV

Προληπτικό σκέλος

Επίτευξη ΜΔΣ

LT

Προληπτικό σκέλος

Επίτευξη ΜΔΣ

LU

Προληπτικό σκέλος

Υπερκάλυψη ΜΔΣ

HU

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· υπόκειται σε κανόνα για το χρέος

MT

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ

NL

Ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Υπερκάλυψη ΜΔΣ· υπόκειται σε κανόνα για το χρέος

AT

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· υπόκειται σε κανόνα για το χρέος

PL

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ

PT

Υπερβολικές ανισορροπίες

Διορθωτικό σκέλος

Υπερβολικό έλλειμμα, προθεσμία διόρθωσης: 2016

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· υπόκειται σε μεταβατικό κανόνα για το χρέος 19

RO

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ

SI

Ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· υπόκειται σε μεταβατικό κανόνα για το χρέος

SK

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ

FI

Απουσία ανισορροπιών

Προληπτικό σκέλος

Δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ο ΜΔΣ· δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ άνω του 60 % (τιμή αναφοράς)

Έξοδος από τη ΔΜΑ

SE

Ανισορροπίες

Προληπτικό σκέλος

Υπερκάλυψη ΜΔΣ

UK

Διορθωτικό σκέλος

Υπερβολικό έλλειμμα· προθεσμία διόρθωσης: 2016-17

(*) Οι συστάσεις στο πλαίσιο του «διπτύχου» (κανονισμός αριθ. 473/2013) σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να εξασφαλιστεί η έγκαιρη διόρθωση του υπερβολικού δημόσιου ελλείμματος αφορούν μόνον τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ.



Προσάρτημα 2: Πρόοδος προς την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»

Στόχοι της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για την ΕΕ

Στοιχεία του 2010

Τελευταία διαθέσιμα στοιχεία

Το 2020, με βάση τις πρόσφατες τάσεις

1. Αύξηση του ποσοστού απασχόλησης του πληθυσμού ηλικίας 20-64 σε τουλάχιστον 75 %

68,6 %

70,1 % (2015)

Στόχος που αναμένεται να υλοποιηθεί

2. Αύξηση των συνδυασμένων δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων στην Ε&A σε 3 % του ΑΕΠ

1,93 %

2,03 % (2015)

Στόχος που δεν αναμένεται να υλοποιηθεί

3α. Μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 20 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990

Μείωση κατά 14,3 %

Μείωση κατά 22 % (2015)

Στόχος που αναμένεται να υλοποιηθεί

3β. Αύξηση στο 20 % του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην τελική κατανάλωση ενέργειας

12,8 %

16 % (2014)

Στόχος που αναμένεται να υλοποιηθεί

3γ. Επιδίωξη αύξησης της ενεργειακής απόδοσης κατά 20 %

Αύξηση κατά 5,7 % (για την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας)

Αύξηση κατά 10,7 % (για την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, 2015)

Στόχος που αναμένεται να υλοποιηθεί

4α. Μείωση του ποσοστού πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου σε λιγότερο από 10 %

13,9 %

10,8 % (2016)

Στόχος που αναμένεται να υλοποιηθεί

4β. Αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών που έχει ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση σε τουλάχιστον 40 %

33,8 %

39 % (2016)

Στόχος που αναμένεται να υλοποιηθεί

5. Έξοδος τουλάχιστον 20 εκατομμυρίων ανθρώπων από τον κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού

Αύξηση κατά 0,5 εκατομμύρια (σε σύγκριση με το έτος βάσης 2008)

Αύξηση κατά 1,7 εκατομμύρια (σε σύγκριση με το έτος βάσης 2008)

Στόχος που δεν αναμένεται να υλοποιηθεί

Πηγές: Ευρωπαϊκή Επιτροπή· Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος.

Προσάρτημα 3 — Πορίσματα των εμπεριστατωμένων επισκοπήσεων ανά κράτος μέλος

Η Βουλγαρία αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες. Οι ευπάθειες του χρηματοπιστωτικού τομέα συνδυάζονται με υψηλό εταιρικό δανεισμό σε συνθήκες ανεπαρκούς προσαρμογής της αγοράς εργασίας. Οι καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις έχουν μειωθεί στο πλαίσιο του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Ο τραπεζικός τομέας έχει σταθεροποιηθεί, αλλά τα χρόνια προβλήματα που συνδέονται με την αδύναμη διακυβέρνηση και εποπτεία δεν έχουν ακόμη αντιμετωπιστεί πλήρως. Οι αρχές έχουν ολοκληρώσει τον έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για τον τραπεζικό τομέα, καθώς και την επανεξέταση των ισολογισμών των συνταξιοδοτικών ταμείων και των ασφαλιστικών εταιρειών. Για τις υπό εξέταση εταιρείες έχουν δρομολογηθεί επακόλουθες ενέργειες, οι οποίες όμως δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί. Η απομόχλευση στον τομέα των επιχειρήσεων πραγματοποιήθηκε ομαλά, αλλά με αργούς ρυθμούς, αφήνοντας μεγάλο συσσωρευμένο χρέος του ιδιωτικού τομέα, καθώς και υψηλά ακόμη επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι συνθήκες της αγοράς εργασίας έχουν βελτιωθεί, αλλά τα επίπεδα απασχόλησης είναι χαμηλά, η μακροχρόνια ανεργία είναι υψηλή, και εξακολουθούν να υφίστανται αναντιστοιχίες στην αγορά εργασίας. Έχουν αναληφθεί ορισμένες δράσεις πολιτικής για την αντιμετώπιση των κύριων πηγών ανισορροπίας, αλλά απαιτείται περαιτέρω πρόοδος για να αντιμετωπιστούν οι εναπομένουσες ευπάθειες του χρηματοπιστωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένης της τραπεζικής και μη τραπεζικής χρηματοπιστωτικής εποπτείας, καθώς και οι αδυναμίες που παρεμποδίζουν το πλαίσιο αφερεγγυότητας.

Η Γερμανία αντιμετωπίζει ανισορροπίες. Το σταθερά υψηλό πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχει διασυνοριακό αντίκτυπο και αντανακλά την πλεονάζουσα αποταμίευση και τις υποτονικές επενδύσεις τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε περαιτέρω, το 2015 και το 2016, και αναμένεται να παραμείνει σε υψηλό επίπεδο. Η αντιμετώπιση του πλεονάσματος έχει επιπτώσεις όσον αφορά τις προοπτικές επανεξισορρόπησης στην υπόλοιπη ζώνη του ευρώ, διότι η πιο δυναμική εγχώρια ζήτηση στη Γερμανία βοηθά να αντιμετωπιστεί ο χαμηλός πληθωρισμός και να μετριαστούν οι ανάγκες απομόχλευσης στα υπερχρεωμένα κράτη μέλη. Οι δημόσιες επενδύσεις αυξήθηκαν τα τελευταία έτη, αλλά ως ποσοστό του ΑΕΠ φαίνεται να είναι ακόμη χαμηλές, σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ και λαμβανομένων υπόψη των δημοσιονομικών περιθωρίων και της υστέρησης των επενδύσεων, ιδίως σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης. Παρά τα χαμηλά επιτόκια που δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης, η συμμετοχή των επιχειρηματικών επενδύσεων στο ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι υποτονική. Παρόλο που η ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης συνεχίστηκε, οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών έχουν φθάσει σε πρωτοφανή επίπεδα στη ζώνη του ευρώ. Έχουν ληφθεί μέτρα για την ενίσχυση των δημόσιων δαπανών και τη βελτίωση του σχεδιασμού των ομοσπονδιακών δημοσιονομικών σχέσεων. Η περαιτέρω δράση πολιτικής θα πρέπει να αποσκοπεί στην περαιτέρω ενίσχυση των επενδύσεων, μεταξύ άλλων με τη μεταρρύθμιση του τομέα των υπηρεσιών και τη βελτίωση της αποδοτικότητας του φορολογικού συστήματος, καθώς και με την τόνωση της δραστηριότητας στην αγορά εργασίας των δεύτερων εργαζόμενων μελών της οικογένειας, των ατόμων με χαμηλά εισοδήματα και των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, ώστε να ενισχυθούν τα εισοδήματα των νοικοκυριών και να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού.

Η Ιρλανδία αντιμετωπίζει ανισορροπίες. Παρά τις βελτιώσεις στις μεταβλητές ροής, η μεγάλη συσσώρευση δημόσιου και ιδιωτικού χρέους και οι καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις αποτελούν ευπάθειες. Η έντονη αύξηση της παραγωγικότητας κατά τα προηγούμενα έτη συνέβαλε στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, ενώ η πρόσφατη επιδείνωση της καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης φαίνεται να προκλήθηκε από παράγοντες που δεν συνδέονται με την εγχώρια οικονομία. Χάρη στην ισχυρή ανάκαμψη, οι δείκτες του ιδιωτικού και του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ εξακολουθούν να είναι υψηλοί, αλλά παρουσιάζουν πτωτική τάση. Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε τα τελευταία έτη, αλλά παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί επαρκώς και η κερδοφορία τους, αν και ακόμη χαμηλή, βελτιώνεται σταδιακά. Οι τιμές των κατοικιών αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς, κυρίως λόγω των περιορισμών της προσφοράς, αλλά από ενδεχομένως υποτιμημένα επίπεδα. Τα τελευταία έτη έχουν ληφθεί μέτρα πολιτικής για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα, την αναδιάρθρωση του χρέους, την αύξηση της προσφοράς κατοικιών και την επαναφορά των δημόσιων οικονομικών σε βιώσιμα επίπεδα, ενώ είναι υπό επεξεργασία περαιτέρω μέτρα.

Η Ισπανία αντιμετωπίζει ανισορροπίες. Η ισχυρή οικονομική ανάκαμψη εξακολουθεί να στηρίζει την επανεξισορρόπηση της οικονομίας. Ωστόσο, οι μεγάλες συσσωρευμένες ανισορροπίες υπό μορφή εξωτερικού και εσωτερικού χρέους, τόσο δημόσιου όσο και ιδιωτικού, εξακολουθούν να αποτελούν ευπάθειες σε συνθήκες υψηλής ανεργίας, και έχουν διασυνοριακό αντίκτυπο. Η αποκατάσταση της ισορροπίας στον εξωτερικό τομέα συνεχίζεται, χάρη στα πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που καταγράφονται από το 2013. Παρά ταύτα, οι καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις παραμένουν πολύ υψηλές και θα χρειαστεί χρόνος μέχρι να μειωθούν σε συνετά επίπεδα. Η μείωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα σημειώνει επίσης πρόοδο, χάρη στις ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης, ενώ ο υγιέστερος χρηματοπιστωτικός τομέας στηρίζει την οικονομική δραστηριότητα. Εντούτοις, εξακολουθούν να υπάρχουν ανάγκες απομόχλευσης, ιδίως για τα νοικοκυριά. Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ δεν αναμένεται να ακολουθήσει πτωτική πορεία, παρά την αρκετά ισχυρή ανάκαμψη, λόγω των μεγάλων, αν και μειούμενων, ελλειμμάτων. Παρά τη σημαντική μείωση κατά τα τελευταία τρία έτη, η ανεργία εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλή. Έχουν ληφθεί μέτρα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, αλλά η περαιτέρω δράση πολιτικής θα συμβάλει στη διατήρηση του εξωτερικού πλεονάσματος, θα εξασφαλίσει τη διαρκή μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης και θα στηρίξει τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Η Γαλλία αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες. Σε συνθήκες χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας, το υψηλό δημόσιο χρέος και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα μπορεί να συνεπάγονται κινδύνους για το μέλλον, με διασυνοριακό αντίκτυπο. Η ανταγωνιστικότητα άρχισε να βελτιώνεται και τα μερίδια στις εξαγωγικές αγορές έχουν σταθεροποιηθεί τα τελευταία έτη. Ωστόσο, η υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας εμποδίζει την ταχύτερη ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας ως προς το κόστος, παρά τα μέτρα για τη μείωση του κόστους εργασίας και τη συγκρατημένη εξέλιξη των μισθών. Τα περιθώρια κέρδους των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων έχουν κάπως ανακάμψει από το 2013, αλλά εξακολουθούν να αποτελούν τροχοπέδη για τις επενδύσεις. Το δημόσιο χρέος συνεχίζει να αυξάνεται, αν και με αργότερο ρυθμό, και οι κίνδυνοι βιωσιμότητας σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο είναι μεγάλοι. Οι παλαιότερες δεσμεύσεις πολιτικής έχουν μετατραπεί σε δράσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας των αγορών προϊόντων και εργασίας και της ανταγωνιστικότητας των ΜΜΕ. Παρόλο που οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις συνιστούν σημαντική πρόοδο, πρέπει ακόμη να αντιμετωπιστούν ορισμένες προκλήσεις πολιτικής και απαιτείται περαιτέρω δράση, ιδίως για να αυξηθεί η αποδοτικότητα των δημόσιων δαπανών και της φορολογίας, να μεταρρυθμιστεί ο κατώτατος μισθός και το σύστημα επιδομάτων ανεργίας, όπως και να βελτιωθεί το εκπαιδευτικό σύστημα και το επιχειρηματικό περιβάλλον.

Η Κροατία αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες. Οι ευπάθειες συνδέονται με τα υψηλά επίπεδα δημόσιου, ιδιωτικού και εξωτερικού χρέους, σε μεγάλο βαθμό εκφρασμένου σε ξένο νόμισμα, σε συνθήκες χαμηλής δυνητικής ανάπτυξης. Τα πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχουν αρχίσει να μεταφράζονται σε μείωση του ακαθάριστου εξωτερικού χρέους, το οποίο ωστόσο εξακολουθεί να είναι υψηλό. Η επιτάχυνση της οικονομικής ανάκαμψης συμβάλλει στην περαιτέρω μείωση του δείκτη ιδιωτικού χρέους προς το ΑΕΠ, ενώ από φέτος ακολουθεί πτωτική πορεία και ο δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ. Παρά τις πρόσφατες ζημίες, ο χρηματοπιστωτικός τομέας παραμένει σε σχετικά ικανοποιητικά επίπεδα κεφαλαιοποίησης και η κερδοφορία ανακάμπτει. Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει αρχίσει να μειώνεται, αλλά παραμένει υψηλό. Τα προηγούμενα έτη θεσπίστηκαν ορισμένα μέτρα σχετικά με τα πλαίσια αφερεγγυότητας και τη βελτίωση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας, και τα δημόσια οικονομικά έχουν βελτιωθεί σημαντικά, αλλά η πρόοδος όσον αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις καθυστερεί από τα μέσα του 2015. Εξακολουθούν να υπάρχουν κενά πολιτικής, ιδίως σε σχέση με τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης, τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση των χαμηλών ποσοστών απασχόλησης.

Η Ιταλία αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες. Το υψηλό δημόσιο χρέος και η παρατεταμένη υποτονική δυναμική της παραγωγικότητας συνεπάγονται κινδύνους για το μέλλον, με διασυνοριακό αντίκτυπο, σε ένα πλαίσιο υψηλού ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων και ανεργίας. Ο δείκτης του δημόσιου χρέους αναμένεται να σταθεροποιηθεί, αλλά δεν έχει ακόμη τεθεί σε πτωτική τροχιά, λόγω της επιδείνωσης του διαρθρωτικού πρωτογενούς ισοζυγίου και της υποτονικής ονομαστικής ανάπτυξης. Η ανταγωνιστικότητα παραμένει χαμηλή, δεδομένου ότι η δυναμική της παραγωγικότητας είναι ακόμη υποτονική, λόγω και της αργής ανάκαμψης των επενδύσεων. Η συσσώρευση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μόλις άρχισε να σταθεροποιείται και εξακολουθεί να επηρεάζει τα κέρδη και τις δανειοδοτικές πολιτικές των τραπεζών, ενώ ενδέχεται να προκύψουν ανάγκες κεφαλαιοποίησης σε συνθήκες δύσκολης πρόσβασης στις αγορές μετοχών. Αυξάνονται η συμμετοχή στην αγορά εργασίας και η απασχόληση, αλλά η ανεργία, ιδίως η μακροχρόνια, παραμένει υψηλή, με αρνητικές συνέπειες για τη μελλοντική ανάπτυξη. Μετά τις θετικές μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τη διαδικασία του προϋπολογισμού, την αγορά εργασίας, τον τραπεζικό τομέα, τις διαδικασίες αφερεγγυότητας, το δικαστικό σύστημα και τη δημόσια διοίκηση, η δυναμική των μεταρρυθμίσεων έχει αποδυναμωθεί από τα μέσα του 2016 και εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικά κενά πολιτικής, ιδίως σε σχέση με τον ανταγωνισμό, τη φορολογία, την καταπολέμηση της διαφθοράς και τη μεταρρύθμιση του πλαισίου συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Η Κύπρος αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας επιβαρύνεται με πολύ υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ η οικονομία επιβαρύνεται με υψηλά επίπεδα ιδιωτικού, δημόσιου και εξωτερικού χρέους, σε συνθήκες υψηλής ανεργίας και ασθενούς δυνητικής ανάπτυξης. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εξακολουθεί να είναι αρνητικό και δεν επαρκεί για να διασφαλίσει τη βιώσιμη εξέλιξη της συσσώρευσης των καθαρών εξωτερικών υποχρεώσεων. Το δημόσιο χρέος θεωρείται ότι έχει κορυφωθεί, αλλά η τρέχουσα χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής προβλέπεται να επιβραδύνει την αναγκαία προσαρμογή. Παρά τη σημαντική αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα και τη βελτίωση των κεφαλαιακών θέσεων, η συσσώρευση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώνεται με αργούς ρυθμούς, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλή. Η πλημμελής εκτέλεση των συμβάσεων, οι ανεπάρκειες του δικαστικού συστήματος και οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή της νομοθεσίας για τις εκποιήσεις και την αφερεγγυότητα παρεμποδίζουν την απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα και τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η δυναμική των μεταρρυθμίσεων έχει αποδυναμωθεί από το 2016 και εξακολουθούν να υπάρχουν κενά πολιτικής στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της δημοσιονομικής διαχείρισης, του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, του πλαισίου για τους τίτλους ιδιοκτησίας, της ηλεκτρικής ενέργειας και των ιδιωτικοποιήσεων.

Οι Κάτω Χώρες αντιμετωπίζουν ανισορροπίες. Οι εν λόγω ανισορροπίες συνδέονται με την υψηλή συσσώρευση ιδιωτικού χρέους και το μεγάλο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, με διασυνοριακό αντίκτυπο. Το χρέος του ιδιωτικού τομέα μειώνεται με πολύ αργούς ρυθμούς τα τελευταία έτη. Το ονομαστικό ενυπόθηκο χρέος αυξάνεται στο πλαίσιο της νέας αύξησης των τιμών των κατοικιών. Χάρη στην ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης, μειώνεται το μεγάλο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο αντικατοπτρίζει κυρίως τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της οικονομίας και το πλαίσιο πολιτικής σχετικά με τις μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες. Η απομόχλευση των νοικοκυριών χρειάζεται να συμβάλει στη συνολική αποταμίευση. Τα πρόσφατα μέτρα, που αποσκοπούν στη μείωση της φορολογικής και μη φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας, μπορούν να συμβάλουν στη στήριξη της εγχώριας ζήτησης. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις πολιτικής όσον αφορά τη μεταρρύθμιση των συντάξεων και τη δυνατότητα έκπτωσης των τόκων ενυπόθηκων δανείων, με προοπτική την επανεξισορρόπηση των κινήτρων για την ανάληψη ενυπόθηκου χρέους.

Η Πορτογαλία αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες. Η μεγάλη συσσώρευση καθαρών εξωτερικών υποχρεώσεων, καθώς και ιδιωτικού και δημόσιου χρέους, και το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελούν ευπάθειες σε συνθήκες μειούμενης, αλλά ακόμη υψηλής, ανεργίας και χαμηλής παραγωγικότητας. Η δυνητική ανάπτυξη εξακολουθεί να υστερεί σε σύγκριση με το προ κρίσης επίπεδο, επηρεαζόμενη από μόνιμες καθυστερήσεις και αγκυλώσεις στις αγορές προϊόντων και εργασίας, σε συνδυασμό με τις μεγάλες εξωτερικές ανισορροπίες. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο από το επίπεδο που απαιτείται για τη σημαντική προσαρμογή των καθαρών εξωτερικών υποχρεώσεων, και το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξάνεται, λόγω της βραδείας αύξησης της παραγωγικότητας και της ανόδου των μισθών. Το ιδιωτικό χρέος μειώνεται και το δημόσιο χρέος έχει σταθεροποιηθεί, στο πλαίσιο των υπόλοιπων αναγκών απομόχλευσης. Η μεγάλη συσσώρευση μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν έχει ακόμη σταθεροποιηθεί και, σε συνδυασμό με τη χαμηλή κερδοφορία και τα σχετικά περιορισμένα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας, ενέχει κινδύνους για τους ισολογισμούς των τραπεζών. Οι συνθήκες της αγοράς εργασίας έχουν βελτιωθεί, αλλά η ανεργία των νέων και η μακροχρόνια ανεργία, καθώς και ο κατακερματισμός της αγοράς, εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα. Η μεταρρυθμιστική δυναμική έχει αποδυναμωθεί από το 2014, ενώ εξακολουθούν να υφίστανται κενά πολιτικής όσον αφορά τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, τις δεξιότητες και την καινοτομία, τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, την αναδιάρθρωση του εταιρικού χρέους και τις αγκυλώσεις της αγοράς εργασίας.

Η Σλοβενία αντιμετωπίζει ανισορροπίες. Οι αδυναμίες του τραπεζικού τομέα, το εταιρικό χρέος και οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι αποτελούν ευπάθειες. Οι ανισορροπίες αποθεμάτων αποκαθίστανται σταδιακά, μεταξύ άλλων υπό το πρίσμα της ανάκαμψης. Ο τομέας των επιχειρήσεων έχει υποστεί σημαντική απομόχλευση, και οι ιδιωτικές επενδύσεις, μεταξύ άλλων και με τη μορφή των άμεσων ξένων επενδύσεων, έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν, αν και τα επίπεδα των εισερχόμενων άμεσων ξένων επενδύσεων είναι ακόμη χαμηλά, σε σύγκριση με άλλες χώρες της περιοχής. Το δημόσιο χρέος κορυφώθηκε το 2015, και τα προσεχή έτη αναμένεται προσαρμογή προς τα κάτω. Η πρόοδος όσον αφορά την αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα συνέπεσε με τη ραγδαία πτώση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται. Έχουν ληφθεί σχετικά μέτρα από την κυβέρνηση για την εξυγίανση και την αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα, καθώς και για τη βελτίωση της διακυβέρνησης των κρατικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω δράση πολιτικής για να αντιμετωπιστεί το εταιρικό χρέος και οι εναπομένουσες αδυναμίες του χρηματοπιστωτικού τομέα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και να βελτιωθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον.

Η Φινλανδία δεν αντιμετωπίζει ανισορροπίες. Κατά τα προηγούμενα έτη, στη Φινλανδία σημειώθηκαν απώλειες ανταγωνιστικότητας, που συνδέονταν με τη φθίνουσα πορεία βασικών κλάδων και την αύξηση των μισθών υπεράνω της παραγωγικότητας. Η δυνητική ανάπτυξη έχει μειωθεί μετά την κρίση και η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας αναμένεται να συνεχίσει να είναι υποτονική. Ο τραπεζικός τομέας διατηρεί επαρκή κεφαλαιοποίηση και είναι αρκετά κερδοφόρος, και το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι χαμηλό. Το ιδιωτικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνεται, αλλά με βραδύτερο ρυθμό. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε ταχύτατα τα τελευταία έτη, αλλά παραμένει σε σχετικά συνετά επίπεδα και ο ρυθμός αύξησης επιβραδύνθηκε πρόσφατα. Η δυναμική δραστηριότητα σύστασης νέων επιχειρήσεων στηρίζει τη διαρθρωτική αλλαγή. Μετά την ισχυρή ώθηση που δόθηκε από την κυβέρνηση, οι κοινωνικοί εταίροι συμφώνησαν σχετικά με μέτρα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ως προς το κόστος, ιδίως όσον αφορά το κόστος εργασίας, και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των επιχειρήσεων, μέσω πιο ευέλικτων πρακτικών καθορισμού των μισθών. Έχουν ληφθεί επίσης μέτρα ώστε να περιοριστούν τα κίνητρα για την ανάληψη υπερβολικού ενυπόθηκου χρέους. Οι αναδυόμενες προκλήσεις πολιτικής συνδέονται με τη συνεχιζόμενη αύξηση της μακροχρόνιας ανεργίας, πράγμα που αναδεικνύει την ανάγκη για καλύτερη στόχευση των ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας και συνέχιση της επένδυσης στη διά βίου μάθηση και την επαγγελματική κατάρτιση.

Η Σουηδία αντιμετωπίζει ανισορροπίες. Η διαρκής αύξηση των τιμών των κατοικιών από ήδη υπερτιμημένα επίπεδα, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη αύξηση του χρέους των νοικοκυριών, ενέχει κινδύνους άτακτης διόρθωσης. Το ήδη υψηλό χρέος των νοικοκυριών εξακολουθεί να αυξάνεται, ενώ οι τιμές των κατοικιών, που φαίνεται να είναι υπερτιμημένες, συνεχίζουν να αυξάνονται με ταχύ ρυθμό. Μολονότι οι τράπεζες φαίνεται να διατηρούν επαρκή κεφαλαιοποίηση, μια άτακτη διόρθωση θα μπορούσε να επηρεάσει και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, λόγω του αυξανόμενου ανοίγματος των τραπεζών σε ενυπόθηκα δάνεια νοικοκυριών. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα μπορούσαν να υπάρξουν δευτερογενείς επιπτώσεις σε γειτονικές χώρες, δεδομένου ότι οι σουηδικοί τραπεζικοί όμιλοι έχουν συστημική σημασία στις σκανδιναβικές και βαλτικές χώρες. Οι αρχές έχουν μεγάλη επίγνωση των αυξανόμενων κινδύνων και, τα τελευταία έτη, λήφθηκαν μέτρα για τη συγκράτηση της μεγέθυνσης του ενυπόθηκου χρέους και την αύξηση της κατασκευής κατοικιών. Ωστόσο, τα μέτρα πολιτικής που έχουν εφαρμοστεί μέχρι τώρα δεν υπήρξαν επαρκή για να αντιμετωπιστεί η υπερθέρμανση του στεγαστικού τομέα. Συνολικά, εξακολουθούν να υπάρχουν κενά πολιτικής όσον αφορά τη φορολογία των κατοικιών, το μακροπροληπτικό πλαίσιο, και την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων στην προσφορά νέων κατοικιών, καθώς και τα εμπόδια στην αποτελεσματική χρήση του υφιστάμενου αποθέματος κατοικιών.

___________________________

(1)  COM(2016) 725. Για μια επισκόπηση των προτεραιοτήτων σε επίπεδο ΕΕ, βλ. επίσης το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2017 (COM(2016)710) και την κοινή δήλωση, της 13ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τις νομοθετικές προτεραιότητες της ΕΕ για το 2017.
(2) Για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη με τα μέτρα μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής και να υπάρχει συνέπεια με την προσέγγιση που ακολουθήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, η Επιτροπή δεν εξέδωσε πρόσθετες συστάσεις για την Ελλάδα στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
(3)  COM(2016) 728.
(4) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων (2017): «Ευρωπαϊκές Οικονομικές Προβλέψεις, χειμώνας». Ευρωπαϊκή Οικονομία, Institutional Paper 48.
(5)  COM(2016) 730.
(6)  COM(2016) 726.
(7) Βλ. Επισκόπηση της απασχόλησης και των κοινωνικών εξελίξεων στην Ευρώπη, 2014-2016.
(8) Έγγραφο του Συμβουλίου 5735/17.
(9) Στο άρθρο 2 του κανονισμού αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ορίζονται οι ανισορροπίες ως «οιαδήποτε τάση προκαλεί μακροοικονομικές εξελίξεις που επηρεάζουν δυσμενώς, ή μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς, την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας ενός κράτους μέλους ή της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, ή της Ένωσης συνολικά».
(10) Στην αιτιολογική σκέψη 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αναφέρεται ότι «κατά την αξιολόγηση των μακροοικονομικών ανισορροπιών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η σοβαρότητά τους και οι πιθανές αρνητικές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές δευτερογενείς επιπτώσεις.» Σε αυτή την αιτιολογική σκέψη αναφέρεται επίσης ότι «επιπλέον, τα κράτη μέλη που συσσωρεύουν μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών θα πρέπει να στοχεύουν στην ταυτοποίηση και εφαρμογή μέτρων που βοηθούν την ενίσχυση της εσωτερικής τους ζήτησης και του αναπτυξιακού τους δυναμικού.».
(11) Βλ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2016), «Ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και ανταγωνιστικότητα στην ΕΕ και στα κράτη μέλη».
(12)  COM(2016) 727.
(13) Οι διαβουλεύσεις είχαν σκοπό να παράσχουν στα συμβαλλόμενα μέρη την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί των συμπερασμάτων της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση.
(14)

Οι μεσοπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα κρίθηκαν μέτριοι ή υψηλοί στα ακόλουθα κράτη: Βέλγιο, Τσεχική Δημοκρατία, Ιρλανδία, Ισπανία, Γαλλία, Κροατία, Ιταλία, Κύπρος, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Ουγγαρία, Μάλτα, Κάτω Χώρες, Αυστρία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία, Σλοβακία, Φινλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο. Για λεπτομερή αξιολόγηση των προβλημάτων δημοσιονομικής βιωσιμότητας, βλ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2017), «Debt Sustainability Monitor 2016», Ευρωπαϊκή Οικονομία, Institutional papers, αριθ. 47.

(15)

 Για μια επισκόπηση των προκλήσεων και επιλογών πολιτικής στον τομέα της υγείας, βλ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2016), «Κοινή έκθεση για τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και μακροχρόνιας φροντίδας και τη δημοσιονομική βιωσιμότητα», Ευρωπαϊκή Οικονομία, Institutional papers, αριθ. 36.

(16)

Τόσο η κατηγορία «ανισορροπίες» όσο και ή κατηγορία «υπερβολικές ανισορροπίες» απαιτούν ειδική παρακολούθηση που διαφέρει ανάλογα με τη σοβαρότητα των προκλήσεων.

(17)  Κανόνας για το χρέος: Αν η τιμή αναφοράς του 60 % για τον δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ δεν τηρείται, το οικείο κράτος μέλος θα τεθεί στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, αφού ληφθούν υπόψη όλοι οι σχετικοί παράγοντες και ο αντίκτυπος του οικονομικού κύκλου, εάν η διαφορά μεταξύ του δείκτη του χρέους του και της τιμής αναφοράς του 60 % δεν μειώνεται κατά το 1/20ό ετησίως (κατά μέσο όρο σε μια περίοδο τριών ετών). Μεταβατικός κανόνας για το χρέος: Σε κάθε κράτος μέλος που υπόκειται στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος χορηγείται τριετής περίοδος μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος για να συμμορφωθεί με τον κανόνα για το χρέος. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο κανόνας για το χρέος δεν εφαρμόζεται καθόλου κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, δεδομένου ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να σημειώσουν επαρκή πρόοδο προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου. Μια αρνητική αξιολόγηση της προόδου που έχει σημειωθεί προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης με την τιμή αναφοράς για το χρέος κατά τη μεταβατική περίοδο θα μπορούσε να οδηγήσει στην κίνηση διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.
(18)  Εξαρτάται από την κατάργηση της απόφασης ΔΥΕ με βάση τα επικυρωμένα απολογιστικά δημοσιονομικά στοιχεία για το 2016.
(19)  Εξαρτάται από την κατάργηση της απόφασης ΔΥΕ με βάση τα επικυρωμένα απολογιστικά δημοσιονομικά στοιχεία για το 2016.