?????????, 4.5.2016

COM(2016) 270 final

2016/0133(COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η ΕΕ καταβάλλει προσπάθειες για μια πιο βιώσιμη προσέγγιση της διαχείρισης της μετανάστευσης, τόσο για τα πρόσωπα που χρήζουν διεθνούς προστασίας όσο και για όσους μετακινούνται για άλλους λόγους. Η προσέγγιση έχει ως στόχο να τεθεί τέρμα στις παράτυπες και επικίνδυνες μετακινήσεις και στο επιχειρηματικό μοντέλο των διακινητών και να αντικατασταθούν από ασφαλείς και νόμιμες οδούς προς την ΕΕ για όσους χρήζουν προστασίας. Η προστασία στην περιοχή και από εκεί η επανεγκατάσταση στην ΕΕ θα πρέπει να αποτελέσουν το πρότυπο για το μέλλον, και εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα και την ασφάλεια των προσφύγων.

Ωστόσο, παραμένει πιθανό βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα οι άνθρωποι να συνεχίσουν να φθάνουν στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Όσοι δεν υποβάλλουν αίτημα παροχής διεθνούς προστασίας θα πρέπει να επιστρέφουν. Πρέπει να γίνεται αποτελεσματική επεξεργασία των αιτήσεων όσων υποβάλλουν αίτηση ασύλου και να εξασφαλίζονται αξιοπρεπείς εγκαταστάσεις υποδοχής και παροχή στήριξης στο κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο να εξετάσει την αίτησή τους, ενόσω η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη και στη συνέχεια εφόσον οι ισχυρισμοί τους κριθούν βάσιμοι.

Ωστόσο, η πρόσφατη πείρα έδειξε ότι οι ανεξέλεγκτες αφίξεις ασκούν υπερβολική πίεση στα συστήματα ασύλου των κρατών μελών, γεγονός το οποίο οδήγησε σε αυξανόμενη περιφρόνηση των κανόνων. Η εν λόγω κατάσταση αρχίζει τώρα να αντιμετωπίζεται με σκοπό την επανάκτηση του ελέγχου της παρούσας κατάστασης με την εφαρμογή των κανόνων Σένγκεν που ισχύουν για το άσυλο και τη διαχείριση των συνόρων, καθώς και μέσω ενισχυμένης συνεργασίας με σημαντικές τρίτες χώρες, ιδιαίτερα με την Τουρκία. Ωστόσο, η κατάσταση κατέστησε εμφανείς πιο θεμελιώδεις αδυναμίες στον σχεδιασμό των κανόνων για το άσυλο που υπονομεύουν την αποτελεσματικότητά τους και δεν εξασφαλίζουν βιώσιμο επιμερισμό των ευθυνών, οι οποίες πρέπει τώρα να αντιμετωπιστούν.

Στις 6 Απριλίου 2016, η Επιτροπή καθόρισε τις προτεραιότητές της για τη βελτίωση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου (ΚΕΣΑ) στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Μεταρρύθμιση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και ενίσχυση των νόμιμων οδών για την Ευρώπη» 1 . Η Επιτροπή δήλωσε ότι θα εργαστεί σταδιακά προς την κατεύθυνση της μεταρρύθμισης του ισχύοντος ενωσιακού πλαισίου για το άσυλο, με στόχο τη δημιουργία βιώσιμου και δίκαιου συστήματος για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης ασύλου, την ενίσχυση του συστήματος Eurodac, την επίτευξη περαιτέρω σύγκλισης στο σύστημα ασύλου, την αποτροπή δευτερογενών μετακινήσεων και τη θέσπιση ενισχυμένης εντολής της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO). Η αναγκαιότητα μεταρρύθμισης αναγνωρίζεται, μεταξύ άλλων, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2 και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο 3 .

Η παρούσα πρόταση για την αναθεώρηση του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ» περιλαμβάνεται στο πρώτο τμήμα των νομοθετικών προτάσεων που θα αποτελέσουν σημαντική μεταρρύθμιση του ΚΕΣΑ. Η πρώτη αυτή δέσμη περιλαμβάνει επίσης πρόταση για αναδιατύπωση του κανονισμού Eurodac και πρόταση για την ίδρυση Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο. Η πρόταση για το Eurodac περιλαμβάνει τις αναγκαίες αλλαγές για την προσαρμογή του συστήματος στους προτεινόμενους κανόνες του Δουβλίνου, σύμφωνα με τον πρωταρχικό στόχο της, δηλαδή να εξυπηρετήσει την εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου. Το Eurodac θα καταστεί επίσης βάση δεδομένων για ευρύτερους σκοπούς σχετικά με τη μετανάστευση, με στόχο τη διευκόλυνση της επιστροφής και την καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης.

Η πρόταση για έναν Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο έχει ως στόχο τη βελτίωση της εφαρμογής και της λειτουργίας του ΚΕΣΑ, με βάση το έργο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο και την περαιτέρω ανάπτυξή της σε οργανισμό που θα είναι αρμόδιος να διευκολύνει τη λειτουργία του ΚΕΣΑ, να διασφαλίζει τη σύγκλιση κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων παροχής διεθνούς προστασίας σε όλη την Ένωση και να παρακολουθεί την επιχειρησιακή και τεχνική εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης.

Θα ακολουθήσει δεύτερο στάδιο νομοθετικών προτάσεων για τη μεταρρύθμιση της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου και της οδηγίας για την αναγνώριση, καθώς και της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης μεταρρύθμιση όλων των τμημάτων του συστήματος ασύλου της ΕΕ, καθώς και για να αποτραπεί η δυσλειτουργία του μηχανισμού του Δουβλίνου λόγω καταχρήσεων και αναζήτησης του ευνοϊκότερου κράτους υποδοχής («asylum shopping») από τους αιτούντες άσυλο και τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας. Ειδικότερα, οι διαδικασίες ασύλου θα πρέπει να επιταχυνθούν και να συγκλίνουν περισσότερο, χρειάζονται πιο ομοιόμορφοι κανόνες όσον αφορά τις διαδικασίες και τα δικαιώματα που πρόκειται να παρασχεθούν στους δικαιούχους διεθνούς προστασίας και θα πρέπει να προσαρμοστούν οι συνθήκες υποδοχής, προκειμένου να αυξηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η εναρμόνιση μεταξύ των κρατών μελών. 

Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Απριλίου, η μεταναστευτική και προσφυγική κρίση κατέστησε εμφανείς σημαντικές διαρθρωτικές αδυναμίες και ελλείψεις στον σχεδιασμό και την εφαρμογή του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, και ιδίως των κανόνων του Δουβλίνου. Το ισχύον σύστημα του Δουβλίνου δεν έχει σχεδιαστεί για να διασφαλίζεται ο βιώσιμος επιμερισμός των ευθυνών για τους αιτούντες σε ολόκληρη την Ένωση. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε καταστάσεις κατά τις οποίες περιορισμένος αριθμός μεμονωμένων κρατών μελών αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τη μεγάλη πλειονότητα των αιτούντων άσυλο που εισέρχονται στην Ένωση, με αποτέλεσμα να ασκείται αφόρητη πίεση στα συστήματα ασύλου τους και να διαπιστώνεται σε ορισμένο βαθμό αδιαφορία για τους κανόνες της ΕΕ. Επιπλέον, η αποτελεσματικότητα του συστήματος του Δουβλίνου υπονομεύεται από ένα σύνολο περίπλοκων και αμφισβητούμενων κανόνων για τον προσδιορισμό της ευθύνης, καθώς και από χρονοβόρες διαδικασίες. Ειδικότερα, αυτό συμβαίνει με τους ισχύοντες κανόνες, οι οποίοι προβλέπουν τη μετάθεση της ευθύνης μεταξύ των κρατών μελών μετά από ορισμένο χρόνο. Επιπλέον, το ισχύον σύστημα προσφέρεται συχνά για κατάχρηση εκ μέρους των αιτούντων, καθώς στερείται σαφών διατάξεων για τις υποχρεώσεις τους, καθώς και για τις συνέπειες που συνεπάγεται η μη συμμόρφωση με αυτές.

Οι στόχοι του κανονισμού του Δουβλίνου — η διασφάλιση ταχείας πρόσβασης των αιτούντων άσυλο στη διαδικασία ασύλου και η εξέταση της αίτησης κατ’ ουσίαν από ένα και μόνο, σαφώς καθορισμένο, κράτος μέλος — εξακολουθούν να ισχύουν. Είναι σαφές, ωστόσο, ότι το σύστημα του Δουβλίνου πρέπει να μεταρρυθμιστεί, προκειμένου, αφενός, να απλοποιηθεί και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά του στην πράξη, και, αφετέρου, να είναι ικανό να ανταποκρίνεται στο καθήκον διαχείρισης καταστάσεων στις οποίες τα συστήματα ασύλου των κρατών μελών είναι αντιμέτωπα με δυσανάλογη πίεση.

Η παρούσα πρόταση αποτελεί αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙΙ»).

Ειδικότερα, η παρούσα πρόταση έχει ως στόχο:

να ενισχύσει την ικανότητα του συστήματος να προσδιορίζει με αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο ένα μόνο υπεύθυνο κράτος μέλος για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας. Ειδικότερα, θα καταργήσει τις ρήτρες παύσης της ευθύνης και θα μειώσει σημαντικά τις προθεσμίες για τη διαβίβαση των αιτήσεων, την παραλαβή των απαντήσεων και την εκτέλεση των μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών·

να διασφαλίσει τον δίκαιο επιμερισμό των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών, μέσω της συμπλήρωσης του ισχύοντος συστήματος με έναν διορθωτικό μηχανισμό κατανομής. Ο εν λόγω μηχανισμός θα ενεργοποιείται αυτόματα στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κράτη μέλη αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν δυσανάλογα μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο·

να αποθαρρύνει τις καταχρήσεις και να αποτρέψει τις δευτερογενείς μετακινήσεις των αιτούντων εντός της ΕΕ, περιλαμβάνοντας, ιδίως, σαφείς υποχρεώσεις των αιτούντων να υποβάλουν αίτηση στο κράτος μέλος πρώτης εισόδου και να παραμένουν στο κράτος μέλος που έχει προσδιοριστεί ως υπεύθυνο. Τούτο προϋποθέτει επίσης υποχρεωτικές αναλογικές διαδικαστικές και ουσιαστικές συνέπειες σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις τους.

Οι στοχοθετημένες διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων με βάση την ανακοίνωση της 6ης Απριλίου, καθώς και με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και την κοινωνία των πολιτών επιβεβαίωσαν τις αποκλίνουσες απόψεις σχετικά με τον χαρακτήρα και την έκταση της μεταρρύθμισης στην οποία πρέπει να υποβληθεί ο κανονισμός του Δουβλίνου 4 . Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή εξέτασε προσεκτικά τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα ισχύοντα κριτήρια για το σύστημα του Δουβλίνου πρέπει να διατηρηθούν και παράλληλα να συμπληρωθούν με έναν διορθωτικό μηχανισμό κατανομής, ώστε να ανακουφίζονται τα κράτη μέλη που υφίστανται δυσανάλογη πίεση. Ταυτόχρονα, το νέο σύστημα του Δουβλίνου θα βασίζεται σε ένα ευρωπαϊκό σύστημα αναφοράς από την έναρξη της εφαρμογής του με έναν διορθωτικό μηχανισμό αλληλεγγύης που θα ενεργοποιείται αυτόματα, μόλις ένα κράτος μέλος αναλαμβάνει δυσανάλογο βάρος.

Ταυτόχρονα, θεσπίζονται άλλες θεμελιώδεις αλλαγές με σκοπό την αποθάρρυνση των καταχρήσεων και την αποτροπή των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων στο εσωτερικό της ΕΕ.

Συνεκτικότητα με ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Το σύστημα του Δουβλίνου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και αφορά τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την αίτηση ασύλου. Λειτουργεί μέσω νομικών μέσων και μέσων άσκησης πολιτικής στον τομέα του ασύλου, ιδίως όσον αφορά τις διαδικασίες ασύλου, τις απαιτήσεις για την αναγνώριση ατόμων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας και τις συνθήκες υποδοχής, καθώς και τη μετεγκατάσταση και την επανεγκατάσταση.

Δεν σημειώνεται πρόοδος διότι η πορεία εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας στον τομέα του ασύλου δεν είναι ικανοποιητική. Η διασφάλιση της πλήρους και ταχείας εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ από τα κράτη μέλη συνιστά προτεραιότητα. Ειδικότερα, η Επιτροπή συνεργάζεται τα τελευταία χρόνια με τις ελληνικές αρχές, προκειμένου να δοθεί προτεραιότητα στην εξομάλυνση της κατάστασης μετά την αναστολή των μεταφορών δυνάμει του κανονισμού του Δουβλίνου το 2010. Για τον σκοπό αυτόν, στις 10 Φεβρουαρίου 2016 5 η Επιτροπή απηύθυνε σύσταση στην Ελλάδα σχετικά με τα επείγοντα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την Ελλάδα ενόψει της επανέναρξης των μεταφορών δυνάμει του κανονισμού του Δουβλίνου.

Η παρούσα πρόταση αποτελεί μέρος της δέσμης προτάσεων στις οποίες περιλαμβάνονται προτάσεις για τη μεταρρύθμιση άλλων στοιχείων του συστήματος του Δουβλίνου, που θα εξασφαλίσουν τη συνοχή των διατάξεων στον εν λόγω τομέα πολιτικής. Η πρόταση μεταρρύθμισης του κανονισμού Eurodac περιλαμβάνει τις απαραίτητες αλλαγές προκειμένου να αποτυπώσει τις προτεινόμενες αλλαγές στον κανονισμό του Δουβλίνου και να συμβάλει στον καλύτερο έλεγχο της παράτυπης μετανάστευσης. Η Επιτροπή προτείνει επίσης τη δημιουργία Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, προκειμένου να υποστηρίζει τη λειτουργία του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, συμπεριλαμβανομένου του αναθεωρημένου μηχανισμού του Δουβλίνου.

Τον Σεπτέμβριο του 2015, το Συμβούλιο, ως απάντηση στην κατάσταση κρίσης που επικρατούσε στην Ελλάδα και στην Ιταλία, εξέδωσε δύο αποφάσεις μετεγκατάστασης 6 , που θα εφαρμοστούν έως τον Σεπτέμβριο του 2017. Ήταν μια προσωρινή, ad hoc και επείγουσα απάντηση στην κατάσταση που επικρατούσε στα δύο αυτά κράτη μέλη τα οποία βρέθηκαν αντιμέτωπα με πρωτοφανείς ροές μεταναστών και τα οποία έπρεπε να απαλλαγούν από ένα τμήμα του βάρους με τη μετάθεση της ευθύνης για ορισμένους αιτούντες άσυλο από την Ιταλία και την Ελλάδα σε άλλα κράτη μέλη. Η Επιτροπή υπέβαλε δύο φορές έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των εν λόγω αποφάσεων 7 .

Τον Σεπτέμβριο του 2015, η Επιτροπή πρότεινε έναν μηχανισμό μετεγκατάστασης λόγω κρίσης 8 , προκειμένου να καταρτιστεί διαρθρωτική λύση για την αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων κρίσης. Προτάθηκε η μετεγκατάσταση να ενεργοποιείται με κατ΄ εξουσιοδότηση πράξη, η οποία θα καθορίζει και τον αριθμό των ατόμων προς μετεγκατάσταση. Η παρούσα πρόταση θεσπίζει διορθωτικό μηχανισμό κατανομής ο οποίος θα ενεργοποιείται αυτόματα. Ως εκ τούτου, έχει παρόμοιο σκοπό με την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή τον Σεπτέμβριο του 2015 και, ανάλογα με τα αποτελέσματα των συζητήσεων σχετικά με την παρούσα πρόταση, η Επιτροπή θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο ανάκλησης της πρότασης του Σεπτεμβρίου.

Η πρόταση προβλέπει επίσης νέους κανόνες για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης που υπέβαλε ασυνόδευτος ανήλικος, δηλαδή ότι – αν δεν υπάρχουν οικογενειακοί δεσμοί – υπεύθυνο είναι το κράτος μέλος υποβολής της πρώτης αίτησης, εκτός αν αυτό δεν είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου. Ο εν λόγω κανόνας θα επιτρέπει τον ταχύ προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο και, ως εκ τούτου, θα καθιστά δυνατή την άμεση πρόσβαση στη διαδικασία για την ευάλωτη αυτή πληθυσμιακή ομάδα αιτούντων, λαμβανομένων επίσης υπόψη των προτεινόμενων συντετμημένων προθεσμιών. Δεδομένου ότι ο κανόνας αυτός διαφέρει από την πρόταση της Επιτροπής του Ιουνίου 2014 9 , η Επιτροπή προτίθεται να αποσύρει την εν λόγω πρόταση, επί της οποίας δεν κατέστη δυνατή μέχρι σήμερα η επίτευξη συμφωνίας.

Συνεκτικότητα με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Η παρούσα πρόταση είναι σύμφωνη με τη συνολική μακροπρόθεσμη πολιτική για καλύτερη διαχείριση της μετανάστευσης, όπως έχει καθοριστεί από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη μετανάστευση 10 , στο οποίο οι πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές του Προέδρου Juncker αναπτύχθηκαν ως σειρά συνεκτικών και αλληλοενισχυόμενων πρωτοβουλιών με βάση τέσσερις πυλώνες. Οι πυλώνες αυτοί συνίστανται στη μείωση των κινήτρων για παράτυπη μετανάστευση, στη διασφάλιση των εξωτερικών συνόρων και τη διάσωση ανθρώπινων ζωών, σε μια ισχυρή πολιτική χορήγησης ασύλου, καθώς και σε μια νέα πολιτική για τη νόμιμη μετανάστευση. Η παρούσα πρόταση, η οποία υλοποιεί περαιτέρω το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη μετανάστευση, όσον αφορά τον στόχο της ενίσχυσης της ενωσιακής πολιτικής για το άσυλο πρέπει να θεωρηθεί ως μέρος της ευρύτερης πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ προς την κατεύθυνση της οικοδόμησης ισχυρού και αποτελεσματικού συστήματος για τη βιώσιμη διαχείριση της μετανάστευσης στο μέλλον, το οποίο θα είναι δίκαιο για τις κοινωνίες υποδοχής και τους πολίτες της ΕΕ, καθώς και για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τις χώρες καταγωγής και διέλευσης.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η παρούσα πρόταση αναδιατυπώνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013 και συνεπώς θα πρέπει να εγκριθεί με την ίδια νομική βάση, δηλαδή το άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο ε) της ΣΛΕΕ, σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία.

Μεταβλητή γεωμετρία

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεσμεύονται από τον κανονισμό αριθ. 604/2013, μετά τη γνωστοποίηση της βούλησής τους να συμμετάσχουν στην έκδοση και εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού βάσει του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ.

Σύμφωνα με το προαναφερθέν πρωτόκολλο, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία ενδέχεται να αποφασίσουν να συμμετάσχουν στην έγκριση της παρούσας πρότασης. Επίσης, διατηρούν αυτή τη δυνατότητα επιλογής μετά την έκδοση της πρότασης.

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση από το Συμβούλιο μέτρων σύμφωνα με τον Τίτλο V της ΣΛΕΕ (εξαιρουμένων των «μέτρων περί καθορισμού των τρίτων χωρών των οποίων οι υπήκοοι πρέπει να διαθέτουν θεώρηση για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών ή μέτρων που αφορούν τη θεώρηση ενιαίου τύπου»). Ωστόσο, η Δανία, δεδομένου ότι εφαρμόζει τον ισχύοντα κανονισμό του Δουβλίνου, βάσει της διεθνούς συμφωνίας που συνήψε με την ΕΚ το 2006 11 , κοινοποιεί στην Επιτροπή την απόφασή της εάν θα εφαρμόσει ή όχι το περιεχόμενο του τροποποιημένου κανονισμού, δυνάμει του άρθρου 3 της εν λόγω συμφωνίας.

Η συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιρλανδίας και της Δανίας στις ρυθμίσεις που προβλέπονται στην παρούσα πρόταση για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 θα καθοριστεί κατά τις διαπραγματεύσεις σύμφωνα με τα εν λόγω πρωτόκολλα. Τα πρωτόκολλα αυτά ιδίως επιτρέπουν, αλλά δεν επιβάλλουν, στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία να συμμετέχουν σε πρωτοβουλίες στον τομέα πολιτικής της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη λειτουργικότητά τους.

Συνέπειες της πρότασης στις τρίτες χώρες που συνδέονται με το σύστημα του Δουβλίνου

Παράλληλα με τη σύνδεση διαφόρων χωρών που δεν αποτελούν μέλη της ΕΕ με το κεκτημένο Σένγκεν, η Ένωση συνήψε ορισμένες συμφωνίες για τη σύνδεση των χωρών αυτών και με το κεκτημένο του Δουβλίνου/Eurodac:

– τη συμφωνία για τη σύνδεση της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, η οποία συνήφθη το 2001·

– τη συμφωνία για τη σύνδεση της Ελβετίας, που συνήφθη στις 28 Φεβρουαρίου 2008·

– το πρωτόκολλο για τη σύνδεση του Λιχτενστάιν, που συνήφθη στις 7 Μαρτίου 2011.

Με σκοπό τη θέσπιση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ της Δανίας – η οποία, όπως εξηγείται παραπάνω, έχει συνδεθεί με το κεκτημένο του Δουβλίνου/Eurodac μέσω διεθνούς συμφωνίας – και των προαναφερθεισών συνδεδεμένων χωρών, έχουν επίσης συναφθεί δύο άλλες πράξεις μεταξύ της Ένωσης και των συνδεδεμένων χωρών 12 .

Σύμφωνα με τις τρεις προαναφερθείσες συμφωνίες, οι συνδεδεμένες χώρες αποδέχονται το κεκτημένο του Δουβλίνου/Eurodac και την ανάπτυξή του χωρίς καμία εξαίρεση. Παρότι δεν συμμετέχουν στην έκδοση πράξεων που τροποποιούν το κεκτημένο του Δουβλίνου ή βασίζονται σε αυτό (επομένως ούτε και της παρούσας πρότασης), οφείλουν να κοινοποιούν στην Επιτροπή εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος την απόφασή τους εάν θα αποδεχθούν ή όχι το περιεχόμενο της εν λόγω πράξης, μόλις αυτή εγκριθεί από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε περίπτωση που η Νορβηγία, η Ισλανδία, η Ελβετία ή το Λιχτενστάιν δεν δεχτούν πράξη που τροποποιεί το κεκτημένο του Δουβλίνου/Eurodac ή βασίζεται σε αυτό, οι οικείες συμφωνίες θα πάψουν να ισχύουν, εκτός αν ληφθεί διαφορετική ομόφωνη απόφαση από την κοινή/μεικτή επιτροπή της οποίας τη σύσταση προβλέπουν οι συμφωνίες.

Επικουρικότητα

Ο τίτλος V της ΣΛΕΕ για τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης αναθέτει ορισμένες αρμοδιότητες σχετικά με τα θέματα αυτά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αρμοδιότητες αυτές πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με το άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ήτοι εάν και στον βαθμό που οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν, συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η πρόταση εξορθολογίζει τους ισχύοντες κανόνες του Δουβλίνου και τους συμπληρώνει με έναν νέο διορθωτικό μηχανισμό κατανομής, προκειμένου να δημιουργηθεί σύστημα αντιμετώπισης των καταστάσεων στις οποίες τα συστήματα ασύλου των κρατών μελών υφίστανται δυσανάλογη πίεση.

Στόχος είναι να επιτευχθεί δίκαιος επιμερισμός των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών μέσω της απαλλαγής του κράτους μέλους από το δυσανάλογο βάρος και του επιμερισμού του εν λόγω βάρους στα υπόλοιπα κράτη μέλη. Εξ ορισμού, τούτο απαιτεί την ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ. Επιπλέον, η πρόταση έχει σκοπό να διασφαλίσει την ορθή εφαρμογή του συστήματος του Δουβλίνου σε περιόδους κρίσης και να αντιμετωπίσει τις δευτερογενείς μετακινήσεις υπηκόων τρίτων χωρών μεταξύ των κρατών μελών, ζητήματα τα οποία είναι διασυνοριακά από τη φύση τους. Είναι σαφές ότι τα μέτρα που λαμβάνουν μεμονωμένα κράτη μέλη δεν μπορούν να δώσουν ικανοποιητική απάντηση στην ανάγκη για κοινή ενωσιακή προσέγγιση ενός κοινού προβλήματος.

Αναλογικότητα

Όσον αφορά τον εξορθολογισμό των κανόνων του Δουβλίνου, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος, όσον αφορά τόσο την ταχύτερη πρόσβαση των αιτούντων στη διαδικασία για τη χορήγηση διεθνούς προστασίας όσο και την ικανότητα των διοικήσεων των κρατών μελών να εφαρμόζουν το σύστημα.

Όσον αφορά τη θέσπιση του νέου διορθωτικού μηχανισμού κατανομής, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013 δεν προβλέπει, υπό τη σημερινή του μορφή, εργαλεία που να καθιστούν δυνατή την επαρκή αντιμετώπιση καταστάσεων κατά τις οποίες ασκείται δυσανάλογη πίεση στα συστήματα ασύλου των κρατών μελών. Οι διατάξεις σχετικά με τον διορθωτικό μηχανισμό κατανομής που θεσπίζει η πρόταση έχουν ως στόχο να καλυφθεί αυτό το κενό. Οι εν λόγω διατάξεις δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της κατάστασης.

Επιλογή του νομικού μέσου

Δεδομένου ότι ο ισχύων μηχανισμός του Δουβλίνου δημιουργήθηκε με κανονισμό, χρησιμοποιείται το ίδιο νομικό μέσο για τον εξορθολογισμό του και τη συμπλήρωσή του με έναν διορθωτικό μηχανισμό κατανομής.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας ισχύουσας νομοθεσίας

Στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη μετανάστευση, η Επιτροπή, παρότρυνε τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ και το ισχύον κεκτημένο της ΕΕ για το άσυλο, ενώ ανακοίνωσε επίσης την αξιολόγηση και την ενδεχόμενη αναθεώρηση του κανονισμού το 2016. Σύμφωνα με τη δέσμευση αυτή, η Επιτροπή ανέθεσε τη διενέργεια εξωτερικών μελετών για την αξιολόγηση του συστήματος του Δουβλίνου 13 . Κατά την αξιολόγηση αξιολογήθηκαν η αποτελεσματικότητα, η αποδοτικότητα, η συνάφεια, η συνεκτικότητα και η προστιθέμενη αξία για την ΕΕ του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ». Εξετάστηκε κατά πόσο ο κανονισμός ανταποκρίνεται στους στόχους του, τις ευρύτερες ανάγκες πολιτικής της ΕΕ και τις ανάγκες των ενδιαφερόμενων φορέων 14 . Η αξιολόγηση περιελάμβανε εμπεριστατωμένη μελέτη σχετικά με την εφαρμογή στην πράξη του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ» στα κράτη μέλη 15 . Τα κυριότερα συμπεράσματα παρατίθενται στη συνέχεια.

3.1. Η σημασία του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ»

Το σύστημα του Δουβλίνου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του κοινοτικού κεκτημένου στον τομέα του ασύλου και οι στόχοι του εξακολουθούν να ισχύουν. Ένα ενωσιακό μέσο για τη θέσπιση των κριτηρίων και του μηχανισμού για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι ουσιώδους σημασίας όσο υφίστανται χωριστά εθνικά συστήματα ασύλου εντός της Ένωσης. Χωρίς το εν λόγω μέσο, τα κράτη μέλη θα έπρεπε να βασίζονται σε ad hoc συμφωνίες όπως στην προ Δουβλίνου εποχή, το οποίο θα καθιστούσε τον προσδιορισμό της ευθύνης μεταξύ των κρατών μελών εξαιρετικά δυσχερή. Η αξιολόγηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κανένα εθνικό ή διμερές μέσο δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει το ίδιο αποτέλεσμα συνολικά, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδυναμία διεκπεραίωσης αιτήσεων χορήγησης διεθνούς προστασίας που δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία ενός συγκεκριμένου κράτους μέλους. Εκφράστηκαν διιστάμενες απόψεις όσον αφορά τον πραγματικό αντίκτυπο του κανονισμού, ο οποίος θα πρέπει να διασφαλίζει την ταχεία πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου για τον αιτούντα και να οδηγεί σε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική που αποθαρρύνει την υποβολή πολλαπλών αιτήσεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το σύστημα ασύλου θα αποκτήσει περαιτέρω αποτελεσματικότητα με την πρόληψη της κατάχρησης και θα μειωθεί το συνολικό κόστος.

3.2. Εφαρμογή του κανονισμού

Γενικά

Το σημαντικότερο πρόβλημα που επισημάνθηκε στην αξιολόγηση ήταν η έλλειψη συνεκτικής και ορθής εφαρμογής στα κράτη μέλη. Επιπλέον, η αξιολόγηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο σχεδιασμός του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ» παρουσιάζει ορισμένες ελλείψεις που καθιστούν δυσχερέστερη την επίτευξη των βασικών στόχων του. Η ιεράρχηση των κριτηρίων που προβλέπεται στον κανονισμό «Δουβλίνο III» δεν λαμβάνει υπόψη την ικανότητα των κρατών μελών, ούτε έχει ως στόχο τη δίκαιη κατανομή των βαρών. Η μέθοδος κατανομής της ευθύνης καθυστερεί την πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου. Σύμφωνα με το ισχύον σύστημα, οι αιτούντες μπορεί να περιμένουν έως και 10 μήνες (για τα αιτήματα «εκ νέου ανάληψης») ή 11 μήνες (στην περίπτωση αιτημάτων «αναδοχής»), μέχρι να ξεκινήσει η διαδικασία για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας. Τούτο υπονομεύει τον στόχο του Δουβλίνου για διασφάλιση ταχείας πρόσβασης του αιτούντος στη διαδικασία ασύλου.

Κατέστη επίσης σαφές ότι ο κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙΙ» δεν σχεδιάστηκε για την αντιμετώπιση καταστάσεων δυσανάλογης πίεσης. Δεν στοχεύει στον δίκαιο επιμερισμό των ευθυνών ή στην αντιμετώπιση της δυσανάλογης κατανομής των αιτούντων μεταξύ των κρατών μελών. Οι εν λόγω παράγοντες έχουν καταστεί ιδιαίτερα εμφανείς σε ορισμένα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά την εφαρμογή του κανονισμού στο πλαίσιο αυτό, καθώς οι αιτούντες άσυλο δεν καταγράφονται πάντα, οι διαδικασίες καθυστερούν και η ικανότητα στο εσωτερικό δεν επαρκεί για την έγκαιρη εξέταση των υποθέσεων.

Διαδικαστικές εγγυήσεις και διασφαλίσεις

Η ενημέρωση του αιτούντος σχετικά με τη διαδικασία του Δουβλίνου διαφέρει σημαντικά. Περίπου τα μισά από τα κράτη μέλη που συμμετείχαν ανέφεραν ότι η ενημέρωση που παρέχεται συνίσταται σε «γενικές πληροφορίες», που μπορεί να μην ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1. Επιπλέον, από τα πορίσματα προκύπτει ότι σε μικρό αριθμό κρατών μελών ενδέχεται να μην παρέχεται καθόλου ενημέρωση και, αν παρέχεται, φαίνεται ότι δεν είναι επικαιροποιημένη.

Η προσωπική συνέντευξη αποτελεί συνήθη πρακτική κατά τον προσδιορισμό της ευθύνης σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη, αλλά η έλλειψη ικανοτήτων σε ορισμένες από τις χώρες που επωμίζονται υπερβολικό βάρος αποτρέπει τη συστηματική διεξαγωγή συνεντεύξεων από τις αρχές. Όταν παραλείπονται οι συνεντεύξεις, γενικά δίνεται στον αιτούντα η δυνατότητα να υποβάλει πληροφορίες με άλλη μορφή. Πολλά κράτη μέλη ανέφεραν ότι οι συνεντεύξεις καθυστερούν σημαντικά λόγω της τρέχουσας μεγάλης εισροής.

Η ερμηνεία του μείζονος συμφέροντος του παιδιού διαφέρει. Σε ορισμένες περιπτώσεις το γεγονός αυτό οδήγησε σε προβλήματα επικοινωνίας και δυσπιστία μεταξύ των κρατών μελών. Επιπλέον, διαπιστώθηκαν πρακτικά προβλήματα κατά τη διαδικασία ορισμού εκπροσώπου για τον ανήλικο, ιδίως ως συνέπεια της τρέχουσας μεγάλης εισροής. Ωστόσο, αυτό συνιστά ευρύτερο πρόβλημα για τη διαδικασία ασύλου.

Κριτήρια για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους και αποδεικτικά στοιχεία

Τα κριτήρια που εφαρμόστηκαν συχνότερα ως λόγοι μεταφοράς ήταν εκείνα που συνδέονται με τους τίτλους και την είσοδο (άρθρα 12 και 13), με αποτέλεσμα τα κράτη μέλη στα εξωτερικά σύνορα να επωμίζονται σημαντικό μερίδιο της ευθύνης. Τούτο είχε ως συνέπεια οι αιτούντες να αποφεύγουν τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων, αυξάνοντας τις δευτερογενείς μετακινήσεις.

Αρκετά κράτη μέλη ανέφεραν ότι οι ερμηνείες για το ποια θεωρούνται αποδεκτά αποδεικτικά στοιχεία από τις αρχές της χώρας υποδοχής επιβάλλουν αδικαιολόγητο βάρος απόδειξης στη χώρα αποστολής. Τα στοιχεία του Eurodac και του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) γίνονται δεκτά ως αποδείξεις από σχεδόν όλα τα κράτη μέλη και αποτελούν τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίζονται τις περισσότερες φορές κατά τον προσδιορισμό της ευθύνης. Τα στοιχεία που αντλούνται μέσω συνεντεύξεων κατά κανόνα δεν θεωρούνται επαρκή αποδεικτικά στοιχεία. Σπανίως γίνεται χρήση της διακριτικής ευχέρειας και των διατάξεων για τα εξαρτώμενα πρόσωπα (άρθρα 16 και 17), οι οποίες αφορούν ανθρωπιστικές περιπτώσεις, με εξαίρεση μικρό μόνο αριθμό κρατών μελών.

 

Τα κριτήρια σχετικά με τους οικογενειακούς δεσμούς χρησιμοποιούνται λιγότερο συχνά, κυρίως λόγω της δυσκολίας να εντοπιστούν τα μέλη της οικογένειας ή να συγκεντρωθούν αποδεικτικά στοιχεία για τους οικογενειακούς δεσμούς. Η κατάσταση στα κράτη μέλη διαφέρει σημαντικά όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που γίνονται δεκτά για τα κριτήρια αυτά, αλλά η κύρια υποχρέωση αφορά συνήθως αποδεικτικά έγγραφα (π.χ. πιστοποιητικό γέννησης ή γάμου), τα οποία είναι συχνά δύσκολο να προσκομίσει ο αιτών άσυλο. Η σημαντική απόκλιση ως προς το τι αποτελεί αποδεκτή απόδειξη οικογενειακών δεσμών καθιστά δύσκολο τον προσδιορισμό της ευθύνης, γεγονός που οδηγεί σε χρονοβόρες διαδικασίες. Αυτό θα μπορούσε να συνιστά παράγοντα που ευνοεί τις δευτερογενείς μετακινήσεις, καθώς οι αιτούντες επιχειρούν να συνεχίσουν το ταξίδι τους.

Διαδικασίες αναδοχής και εκ νέου ανάληψης

Ο αριθμός των αιτημάτων «εκ νέου ανάληψης» ήταν κατά πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των αιτημάτων «αναδοχής». Κατά την περίοδο μεταξύ 2008 και 2014 ποσοστό 72 % των εξερχόμενων αιτημάτων δυνάμει του κανονισμού του Δουβλίνου ήταν αιτήματα εκ νέου ανάληψης έναντι 28 % εξερχόμενων αιτημάτων αναδοχής. Ομοίως, ποσοστό 74 % των εισερχόμενων αιτημάτων δυνάμει του κανονισμού του Δουβλίνου ήταν αιτήματα εκ νέου ανάληψης σε σύγκριση με το 26 % των εισερχόμενων αιτημάτων αναδοχής. Τα χρονικά περιθώρια που ορίζονται για την υποβολή και την απάντηση στα εν λόγω αιτήματα τηρήθηκαν ως επί το πλείστον από όλα τα κράτη μέλη, αλλά λόγω της μεγάλης εισροής μεταναστών ασκήθηκε αυξημένη πίεση στις υπηρεσίες ασύλου και ο χρόνος απάντησης σε ορισμένα κράτη μέλη επιμηκύνθηκε. Το γεγονός αυτό είχε επίσης ως αποτέλεσμα την αύξηση των ελλιπών αιτημάτων, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε απορρίψεις και διαφορές. Αυτό επηρέασε και την πρακτική της «αυτόματης αποδοχής» και ορισμένες χώρες σκοπίμως παρέλειψαν να απαντήσουν στα αιτήματα εντός της προθεσμίας ως τρόπο για να αντιμετωπίσουν τον μεγάλο αριθμό υποθέσεων.

Το 2014, ο συνολικός αριθμός των αιτημάτων αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης ανήλθε σε 84.586, αριθμός που αντιστοιχεί στο 13 % του συνόλου των αιτήσεων ασύλου που υποβλήθηκαν στην ΕΕ. Πρόκειται για μείωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη. Ποσοστό 33 % του συνόλου των αιτημάτων απορρίφθηκαν από το κράτος μέλος υποδοχής, γεγονός που θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι η έναρξη ισχύος του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ» το 2014 κατέστησε δυσχερέστερη την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με την ευθύνη από τα κράτη μέλη. Το 2014, μόνο το ένα τέταρτο του συνολικού αριθμού των αιτημάτων αναδοχής και εκ νέου ανάληψης που έγιναν δεκτά οδήγησε σε φυσική μεταφορά. Οι εν λόγω μικροί αριθμοί δείχνουν ότι υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ» στην πράξη. Ωστόσο, το γεγονός αυτό θα μπορούσε επίσης να αποδοθεί εν μέρει στις καθυστερήσεις των μεταφορών, στοιχείο που δεν αποτυπώνεται στα ετήσια δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν στην αξιολόγηση. Ένας άλλος σημαντικός λόγος για το χαμηλό ποσοστό μεταφορών, όπως επιβεβαιώνεται από πολλά κράτη μέλη, είναι το υψηλό ποσοστό διαφυγής κατά τη διάρκεια των διαδικασιών του Δουβλίνου, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα τη μετάθεση της ευθύνης μεταξύ των κρατών μελών.

Εκτέλεση των μεταφορών

Το χρονοδιάγραμμα για την εκτέλεση των μεταφορών διαφέρει σημαντικά. Η αποτελεσματικότητα εξαρτάται από την ικανότητα και τους πόρους των μονάδων που είναι επιφορτισμένες με την εκτέλεση των μεταφορών, από το γεγονός ότι υπεύθυνη για τις λεπτομέρειες ήταν χωριστή αρχή, από τον αριθμό των υποθέσεων, από τον βαθμό συνεργασίας του αιτούντος και από το εάν είναι γνωστός ο τόπος που βρίσκεται. Ένας λόγος που αναφέρθηκε για τις καθυστερήσεις ήταν η παράταση των προθεσμιών σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2. Είκοσι κράτη μέλη δήλωσαν ότι, δεδομένου ότι η μεταφορά μπορεί να γίνει εντός συνολικά 18 μηνών, η διαφυγή του αιτούντος ήταν η κύρια εξήγηση για τις καθυστερήσεις. Η πρακτική της κράτησης, που αναφέρθηκε ότι χρησιμοποιείται συχνά από 21 από τις 31 χώρες, διαφέρει σημαντικά όσον αφορά το στάδιο της διαδικασίας: ορισμένες αρχές καταφεύγουν στην κράτηση από την έναρξη της διαδικασίας του Δουβλίνου, άλλες μόνον όταν το αίτημα μεταφοράς γίνει δεκτό από το υπεύθυνο κράτος μέλος. Αυτές οι αποκλίνουσες πρακτικές δημιουργούν νομική αβεβαιότητα, καθώς και πρακτικά προβλήματα. Επιπλέον, 13 κράτη μέλη τόνισαν ότι οι μεταφορές εν γένει στερούνται αποτελεσματικότητας, αναφέροντας ότι παρατηρούνται «συχνά» δευτερογενείς μετακινήσεις μετά την ολοκλήρωση μεταφοράς.

Προσφυγές

Υπάρχουν διαθέσιμα ένδικα μέσα κατά της απόφασης μεταφοράς σε όλα τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη ευνοούν τα ένδικα μέσα, τις περισσότερες φορές ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Στο πλαίσιο της διαδικασίας προσφυγής, όλα τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει προθεσμίες για την άσκηση του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής του αιτούντος, μολονότι η ερμηνεία του τι συνιστά «εύλογο χρονικό διάστημα» διαφέρει σε μεγάλο βαθμό, από τρεις έως 60 ημέρες. Αν σε μια υπόθεση ασκηθεί προσφυγή, ορισμένα κράτη μέλη αναστέλλουν αυτόματα τη μεταφορά, ενώ άλλα εφαρμόζουν το άρθρο 27 παράγραφος 3 στοιχείο γ), σύμφωνα με το οποίο πρέπει αυτό να ζητηθεί από τον αιτούντα.

 

Διοικητική συνεργασία

Όλα τα κράτη μέλη ανέφεραν τη συχνή χρήση του ασφαλούς ηλεκτρονικού δικτύου DubliNet για την ανταλλαγή πληροφοριών, ενώ οι άτυποι δίαυλοι ενημέρωσης εφαρμόζονται μόνον σε εξαιρετικές περιστάσεις. Για να διευκολυνθεί περαιτέρω η αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ», πολλά κράτη μέλη έχουν συνάψει διοικητικούς διακανονισμούς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, κανένα κράτος μέλος δεν έχει κάνει χρήση της διαδικασίας συνδιαλλαγής, όπως περιγράφεται στο άρθρο 37, και οι τυχόν διαφορές επιλύονται ανεπίσημα.

Μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης και ετοιμότητας

Ο μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης και ετοιμότητας δεν έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα. Ενώ ορισμένα κράτη μέλη ισχυρίστηκαν ότι οι όροι για την ενεργοποίηση του μηχανισμού δεν έχουν συντρέξει ποτέ, άλλα υποστήριξαν ότι είναι δύσκολο να επιτευχθεί πολιτική συμφωνία για την ενεργοποίηση του μηχανισμού ελλείψει σαφών κριτηρίων και δεικτών για τη μέτρηση της πίεσης. Η εν λόγω διαδικασία θεωρήθηκε επίσης χρονοβόρα και περίπλοκη. Τα εναλλακτικά μέτρα στήριξης συνέβαλαν επίσης στον μετριασμό της πίεσης και παραμέρισαν ενδεχομένως την ανάγκη για ενεργοποίηση του μηχανισμού. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο χρησιμοποιήθηκε ως παράδειγμα στήριξης που κατέστησε περιττή την ενεργοποίηση του μηχανισμού, συμβάλλοντας στην πρόληψη ή τη διαχείριση των κρίσεων στον τομέα της διεθνούς προστασίας.

3.3. Επίτευξη των στόχων του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ»

Τα κύρια πορίσματα της εξωτερικής μελέτης σχετικά με την αξιολόγηση του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ» είχαν ως εξής:

Πρόληψη υποβολής πολλαπλών αιτήσεων από τους αιτούντες και, ως εκ τούτου, μείωση των δευτερογενών μετακινήσεων

Παρά τον στόχο να μειωθούν οι δευτερογενείς μετακινήσεις, οι πολλαπλές αιτήσεις ασύλου εξακολουθούν να συνιστούν κοινό πρόβλημα στην ΕΕ. Ποσοστό 24% των αιτούντων το 2014 είχε ήδη υποβάλει προηγουμένως αιτήσεις σε άλλα κράτη μέλη, από το οποίο προκύπτει ότι ο κανονισμός είχε ελάχιστο ή μηδενικό αντίκτυπο σε αυτόν τον στόχο. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε ότι ενδέχεται να οδήγησε ακούσια σε αύξηση της συχνότητας των δευτερογενών μετακινήσεων άλλου τύπου, διότι οι εθνικές διαφορές στην ποιότητα των συστημάτων υποδοχής και ασύλου εξακολουθούν να υφίστανται και εξακολουθούν να ενθαρρύνουν τις δευτερογενείς μετακινήσεις.

Διασφάλιση δίκαιης κατανομής των αιτούντων και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας μεταξύ των κρατών μελών

Ο κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙΙ» έχει περιορισμένο αντίκτυπο στην κατανομή των αιτούντων στο εσωτερικό της ΕΕ, δεδομένου ότι οι καθαρές μεταφορές στο πλαίσιο των διαδικασιών του Δουβλίνου είναι κοντά στο μηδέν. Όταν τα κράτη μέλη λαμβάνουν και μεταφέρουν αντίστοιχους αριθμούς αιτούντων, τα εισερχόμενα και τα εξερχόμενα αιτήματά τους αλληλοεξουδετερώνονται, με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι δεν υπάρχει κανένας ή πολύς μικρός αναδιανεμητικός αντίκτυπος από τον κανονισμό «Δουβλίνο ΙΙΙ». Αυτό φαίνεται να οφείλεται στους εξής λόγους: στην ιεράρχηση των κριτηρίων, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη την ικανότητα των κρατών μελών, στη δυσανάλογη ευθύνη την οποία αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη στα εξωτερικά σύνορα, κυρίως μέσω της εφαρμογής των κριτηρίων της πρώτης χώρας εισόδου, και στο χαμηλό ποσοστό μεταφορών στην πράξη, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι αιτούντες έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν αιτήσεις όπου αυτοί επιλέγουν και που συνεπάγεται μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τους πιο επιθυμητούς προορισμούς. Αυτό καθίσταται εμφανές από τα αριθμητικά στοιχεία του 2014, έτος κατά το οποίο το 70 % όλων των αιτήσεων ασύλου που υποβλήθηκαν για πρώτη φορά υποβλήθηκαν σε πέντε μόνο κράτη μέλη.

Το εύλογο κόστος από την άποψη των οικονομικών και ανθρώπινων πόρων που διατίθενται για την εφαρμογή του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ»

Το 2014, το άμεσο και έμμεσο κόστος των εργασιών που συνδέονται με το Δουβλίνο στην Ευρώπη ανήλθε σε 1 δισ. EUR περίπου. Η έλλειψη ενός παρόμοιου μηχανισμού θα συνεπαγόταν ακόμη μεγαλύτερο κόστος για τις χώρες της ΕΕ και του ΕΟΧ, αλλά, σύμφωνα με την αξιολόγηση, ο κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙΙ» στερείται αποδοτικότητας εν γένει. Η νόμιμα προβλεπόμενη προθεσμία μεταφοράς του αιτούντος είναι μεγάλη και το ποσοστό των μεταφορών στην πράξη μικρό: και τα δύο έχουν σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις για το έμμεσο κόστος και τη συνολική αποτελεσματικότητα του συστήματος. Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η διαφυγή, το κόστος της κράτησης σε ορισμένα κράτη μέλη είναι πολύ υψηλό. Η διαφυγή προκαλεί άλλες έμμεσες δαπάνες και μειώνει την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Η απουσία μεταφορών και επιστροφών στην πράξη των αιτούντων των οποίων η αίτηση απορρίπτεται συνεπάγεται υψηλό κοινωνικό κόστος που συνδέεται με την παράτυπη μετανάστευση. Εκτιμάται ότι έως και 42% των αιτούντων στο πλαίσιο της διαδικασίας του Δουβλίνου που δεν μεταφέρθηκαν στην πράξη εξακολουθούν ενδεχομένως να διαμένουν ως παράτυποι μετανάστες στο εσωτερικό της ΕΕ.

Είναι πολύ πιθανό το ισχύον σύστημα να εξακολουθήσει να είναι μη βιώσιμο στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης μεταναστευτικής πίεσης. Η αναστολή στην πράξη των μεταφορών βάσει του κανονισμού του Δουβλίνου προς την Ελλάδα από το 2011 αποδείχθηκε ιδιαίτερα κρίσιμη αδυναμία του συστήματος, ιδίως λόγω του μεγάλου αριθμού μεταναστών που φθάνουν στην Ελλάδα κατά τους τελευταίους μήνες.

3.4Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Εκτός από την εξωτερική αξιολόγηση, η Επιτροπή ολοκλήρωσε στοχευμένες διαβουλεύσεις με τους συντονιστές των πολιτικών ομάδων της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τα κράτη μέλη και άλλους ενδιαφερομένους.

Ζητήθηκε η γνώμη των συντονιστών των πολιτικών ομάδων της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με βάση έγγραφο συζήτησης και τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της εξωτερικής αξιολόγησης του κανονισμού του Δουβλίνου. Υπήρξε γενικά ευρεία υποστήριξη για ριζική μεταρρύθμιση του συστήματος του Δουβλίνου και αναγνώριση του γεγονότος ότι η υφιστάμενη κατάσταση δεν είναι βιώσιμη. Ενώ ορισμένοι τάχθηκαν υπέρ της ύπαρξης αντικειμενικών κριτηρίων για τον προσδιορισμό της ευθύνης, μεταξύ άλλων με τη μορφή κλείδας κατανομής, άλλοι επισήμαναν ότι είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη οι προτιμήσεις/τα χαρακτηριστικά του αιτούντος, παρά τη δυσκολία να γίνει αυτό με αντικειμενικό, δίκαιο και λειτουργικό τρόπο.

Ζητήθηκε η γνώμη των κρατών μελών με βάση τα ίδια έγγραφα. Υπήρξε συμφωνία ότι ο ισχύων κανονισμός είναι υπερβολικά περίπλοκος και περιλαμβάνει υπερβολικές ρυθμίσεις και, συνεπώς, η εφαρμογή του από τις διοικητικές υπηρεσίες είναι πολύ δύσκολη. Οι αλλαγές που προστέθηκαν στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του Δουβλίνου ΙΙΙ το 2013 είχαν ως αποτέλεσμα αυξημένα δικαιώματα για τους αιτούντες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο κατάχρησης με στόχο να υπονομεύσουν ολόκληρο το σύστημα. Οι δευτερογενείς μετακινήσεις αναφέρθηκαν ως το πλέον πιεστικό πρόβλημα εφαρμογής. Η συζήτηση σχετικά με την ανάγκη ή όχι να μετατραπεί ο κανονισμός Δουβλίνου ΙΙΙ σε μέσο κατανομής των ευθυνών, μέσω της αλλαγής του αμιγούς χαρακτήρα κατανομής των ευθυνών που έχει επί του παρόντος, επιβεβαίωσε ότι υπάρχουν δύο κύριες απόψεις: ορισμένα κράτη μέλη ζήτησαν να θεσπιστεί μόνιμο σύστημα κατανομής των ευθυνών μέσω κλείδας κατανομής, ενώ άλλα τάχθηκαν υπέρ της διατήρησης και του εκσυγχρονισμού του ισχύοντος συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του κριτηρίου της παράτυπης εισόδου.

Εκφράστηκαν αποκλίνουσες απόψεις σχετικά με το ερώτημα αν οι προτιμήσεις των αιτούντων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη: ενώ ορισμένα κράτη μέλη δήλωσαν ότι οι προτιμήσεις δεν μπορούν να αγνοηθούν τελείως, διότι τούτο θα οδηγήσει σχεδόν αναπόφευκτα σε δευτερογενείς μετακινήσεις, άλλα εξέφρασαν την έντονη αντίθεσή τους, διότι χρειάζονται σαφή, αντικειμενικά κριτήρια και η προσθήκη των προτιμήσεων θα οδηγούσε σε περίπλοκες αξιολογήσεις κατά περίπτωση. Επίσης, τα κράτη μέλη υπενθύμισαν ότι οι αιτούντες ζητούν διεθνή προστασία/εγκαταλείπουν τη χώρα τους προς αποφυγή των διώξεων και ότι, ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να τους παρέχεται υπερβολικό περιθώριο επιλογής της τελικής χώρας ασύλου, δεδομένου ότι η λογική στην οποία βασίζεται το σύστημα του Δουβλίνου δεν είναι η λογική του καθεστώτος (οικονομικής) μετανάστευσης.

Ζητήθηκε η γνώμη και άλλων ενδιαφερόμενων μερών, όπως της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και μη κυβερνητικών οργανώσεων που αναπτύσσουν δράση στον τομέα του ασύλου. Συμφώνησαν ότι ο ισχύων κανονισμός του Δουβλίνου III παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις όσον αφορά τη λογική στην οποία βασίζεται – το κριτήριο της παράτυπης εισόδου ως εξ ορισμού κριτήριο καταρχάς – και ότι η εν λόγω πρακτική έδειξε κατά τους τελευταίους μήνες ότι είναι αναγκαία μια ριζική μεταρρύθμιση. Η γενική άποψη ήταν ότι οι προτιμήσεις ή τα χαρακτηριστικά του αιτούντος πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο με βάση τις προοπτικές ένταξης και με στόχο να μειωθούν οι δευτερογενείς μετακινήσεις. Για τον ίδιο σκοπό, το κριτήριο της οικογένειας πρέπει να διευρυνθεί. Πολλά ενδιαφερόμενα μέρη υπογράμμισαν την ανάγκη να σημειωθεί πρόοδος προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ισότιμων όρων σε όλα τα κράτη μέλη, ιδίως όσον αφορά τις συνθήκες και τις διαδικασίες υποδοχής.

3.5Θεμελιώδη δικαιώματα

Η παρούσα πρόταση είναι απολύτως σύμφωνη με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις γενικές αρχές του κοινοτικού, όσο και του διεθνούς, δικαίου.

Ειδικότερα, η καλύτερη ενημέρωση των αιτούντων άσυλο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους δυνάμει αυτού θα τους δώσει, αφενός, τη δυνατότητα να υπερασπίζονται καλύτερα τα δικαιώματά τους και θα συμβάλει, αφετέρου, στη μείωση του επιπέδου των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο, διότι οι αιτούντες άσυλο θα είναι περισσότερο διατεθειμένοι να συμμορφωθούν με το σύστημα. Η αποτελεσματικότητα του δικαιώματος δικαστικής προσφυγής θα αυξηθεί με την αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής της προσφυγής και τον ορισμό εναρμονισμένης προθεσμίας για την έκδοση των αποφάσεων. Η προσφυγή θα έχει επίσης αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Το δικαίωμα στην ελευθερία και στην ελεύθερη κυκλοφορία θα ενισχυθεί με τη σύντμηση των χρονικών ορίων κατά τα οποία ένα πρόσωπο μπορεί να κρατηθεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις που ορίζονται στον κανονισμό και μόνο εάν αυτό συνάδει με τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας.

Το δικαίωμα στην επανένωση της οικογένειας θα ενισχυθεί, ιδίως με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού ώστε να συμπεριλάβει τα αδέλφια, καθώς και τις οικογένειες που σχηματίσθηκαν στις χώρες διέλευσης.

Τα δικαιώματα των ασυνόδευτων ανηλίκων έχουν επίσης ενισχυθεί με τον καλύτερο καθορισμό της αρχής του μείζονος συμφέροντος του παιδιού και με τη θέσπιση μηχανισμού για να λαμβάνεται απόφαση βάσει του μείζονος συμφέροντος του παιδιού σε όλες τις περιπτώσεις που συνεπάγονται τη μεταφορά ανηλίκου.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Το συνολικό ποσό των χρηματοδοτικών πόρων που απαιτούνται για να στηριχθεί η εφαρμογή της παρούσας πρότασης ανέρχεται σε 1828,6 εκατ. EUR, το οποίο προβλέπεται για την περίοδο 2017-2020. Με το εν λόγω ποσό θα καλυφθούν οι δαπάνες μεταφοράς όταν ενεργοποιείται ο διορθωτικός μηχανισμός κατανομής προς όφελος ενός κράτους μέλους, η εγκατάσταση και η λειτουργία του πληροφοριακού συστήματος για την καταχώριση και την αυτόματη κατανομή των αιτούντων άσυλο, αλλά και η στήριξη για την ανάπτυξη της απαραίτητης ικανότητας υποδοχής, τόσο όσον αφορά τις υποδομές όσο και τα λειτουργικά έξοδα, ιδίως σε όσα κράτη μέλη χρειάστηκε να εξετάσουν μικρό αριθμό αιτούντων άσυλο έως σήμερα.

Οι χρηματοοικονομικές ανάγκες είναι συμβατές με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ενδέχεται να συνεπάγονται τη χρήση ειδικών μέσων, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 16 του Συμβουλίου.

5.ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΕΠΕΞΗΓΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Η πρόταση διατηρεί τη σύνδεση μεταξύ ευθύνης στον τομέα του ασύλου και τήρησης από τα κράτη μέλη των υποχρεώσεών τους όσον αφορά την προστασία των εξωτερικών συνόρων, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που έχουν σχεδιαστεί για την προστασία της ενότητας της οικογένειας και του μείζονος συμφέροντος του παιδιού. Τα ισχύοντα κριτήρια για την κατανομή των ευθυνών ουσιαστικά διατηρούνται, αλλά προτείνονται στοχευμένες αλλαγές, ιδίως για την ενίσχυση της ενότητας της οικογένειας βάσει των κανόνων του Δουβλίνου με την επέκταση του ορισμού της οικογένειας.

Οι κυριότερες τροποποιήσεις που επέρχονται έχουν ως στόχο, αφενός, να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος, ιδίως με τη διατήρηση σταθερής ευθύνης ενός συγκεκριμένου κράτους μέλους για την εξέταση της αίτησης, αφού προσδιοριστεί η εν λόγω ευθύνη. Οι τροποποιήσεις έχουν ως στόχο, αφετέρου, να περιοριστούν οι δευτερογενείς μετακινήσεις, ιδίως με την κατάργηση των κανόνων για τη μετάθεση της ευθύνης μεταξύ των κρατών μελών.

Το σύστημα συμπληρώνεται με έναν νέο διορθωτικό μηχανισμό κατανομής, βάσει κλείδας αναφοράς, που παρέχει τη δυνατότητα προσαρμογών στην κατανομή των αιτούντων σε ορισμένες περιστάσεις. Ως εκ τούτου, τούτο σημαίνει ότι το σύστημα μπορεί να αντιμετωπίζει καταστάσεις κατά τις οποίες τα συστήματα ασύλου των κρατών μελών υφίστανται δυσανάλογη πίεση, μέσω της εξασφάλισης κατάλληλου συστήματος κατανομής των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών.

I. Εξορθολογισμός του κανονισμού του Δουβλίνου και βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του

Με σκοπό να διασφαλιστεί ότι η διαδικασία του Δουβλίνου διεξάγεται με ομαλό και βιώσιμο τρόπο, ότι πληροί τον στόχο της ταχείας πρόσβασης στη διαδικασία εξέτασης και στην παροχή προστασίας για όσους χρήζουν προστασίας, και ότι αποθαρρύνονται οι δευτερογενείς μετακινήσεις, προτείνονται διάφορες τροποποιήσεις, και ειδικότερα:

Θεσπίζεται νέα υποχρέωση που προβλέπει ότι ο αιτών πρέπει να υποβάλει αίτηση στο κράτος μέλος πρώτης παράτυπης εισόδου ή, σε περίπτωση νόμιμης διαμονής, στο οικείο κράτος μέλος. Στόχος είναι να διασφαλιστεί η εύρυθμη διαχείριση των ροών, να διευκολυνθεί ο προσδιορισμός του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο και να αποτραπούν οι δευτερογενείς μετακινήσεις. Με την εν λόγω τροποποίηση διευκρινίζεται ότι ο αιτών δεν έχει το δικαίωμα να επιλέγει το κράτος μέλος στο οποίο θα υποβληθεί η αίτηση και το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του αιτούντος με αυτή τη νέα υποχρέωση το κράτος μέλος υποχρεούται να εξετάσει την αίτηση με ταχεία διαδικασία. Επιπλέον, ο αιτών θα δικαιούται παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής μόνον στον τόπο στον οποίο υποχρεούται να βρίσκεται.

Ο κανονισμός θεσπίζει υποχρέωση για το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, πριν από την έναρξη της διαδικασίας για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, να ελέγχει αν η αίτηση είναι απαράδεκτη, σε περίπτωση που ο αιτών προέρχεται από πρώτη χώρα ασύλου ή από ασφαλή τρίτη χώρα. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών θα επιστρέφει στην εν λόγω πρώτη χώρα ή στην ασφαλή τρίτη χώρα και το κράτος μέλος που διενήργησε τον έλεγχο του μη παραδεκτού θα θεωρείται υπεύθυνο για την εν λόγω αίτηση. Το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση πρέπει επίσης να ελέγχει εάν ο αιτών προέρχεται από ασφαλή χώρα καταγωγής ή αποτελεί κίνδυνο για την ασφάλεια και, στην περίπτωση αυτή, υπεύθυνο θα είναι το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, το οποίο υποχρεούται να εξετάσει την αίτηση με ταχεία διαδικασία.

Ο κανονισμός θεσπίζει τον κανόνα ότι, από τη στιγμή που κράτος μέλος εξετάσει την αίτηση ως υπεύθυνο κράτος μέλος, παραμένει υπεύθυνο και για την εξέταση των μελλοντικών διαβημάτων και αιτήσεων του συγκεκριμένου αιτούντος. Τούτο ενισχύει τον νέο κανόνα ότι μόνον ένα κράτος μέλος είναι και παραμένει υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης και ότι τα κριτήρια για την ευθύνη εφαρμόζονται μόνον μία φορά.

Η υποχρέωση συνεργασίας των αιτούντων ενισχύεται, προκειμένου να διασφαλισθούν η ταχεία πρόσβαση στις διαδικασίες καθορισμού του καθεστώτος του πρόσφυγα, η ορθή λειτουργία του συστήματος και η πρόληψη της καταστρατήγησης των κανόνων, ιδίως η διαφυγή. Ο κανονισμός καθορίζει αναλογικές υποχρεώσεις του αιτούντος σχετικά με την έγκαιρη παροχή όλων των στοιχείων και πληροφοριών σχετικά με τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, καθώς και όσον αφορά τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Αναφέρεται επίσης ρητά ότι οι αιτούντες έχουν υποχρέωση να είναι παρόντες και διαθέσιμοι για τις αρχές του οικείου κράτους μέλους και να τηρούν την απόφαση μεταφοράς. Η μη τήρηση των νομικών υποχρεώσεων που προβλέπονται στον κανονισμό θα έχει αναλογικές διαδικαστικές συνέπειες για τον αιτούντα, όπως για παράδειγμα άρνηση να γίνουν δεκτά στοιχεία που αδικαιολόγητα υποβλήθηκαν εκπρόθεσμα.

Ο κανονισμός διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της ενημέρωσης που πρέπει να παρέχεται στους αιτούντες. Η προσωπική συνέντευξη έχει ως στόχο να διευκολύνει τη διαδικασία προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, συμβάλλοντας στη συγκέντρωση όλων των αναγκαίων πληροφοριών. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να οδηγεί σε καθυστέρηση της διαδικασίας στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αιτών έχει διαφύγει ή έχουν ήδη παρασχεθεί επαρκή στοιχεία.

Ο κανόνας για την ιεράρχηση των κριτηρίων σχετικά με τον προσδιορισμό της ευθύνης αναφέρει ρητά ότι τα κριτήρια εφαρμόζονται μόνο μία φορά. Αυτό σημαίνει ότι από τη δεύτερη αίτηση οι κανόνες επανεισδοχής (εκ νέου ανάληψη) θα εφαρμόζονται χωρίς εξαιρέσεις. Ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο η εφαρμογή των κριτηρίων πραγματοποιείται βάσει της κατάστασης που υπήρχε τη στιγμή κατά την οποία ο αιτών υπέβαλε την αίτησή του για πρώτη φορά σε ένα κράτος μέλος, εφαρμόζεται πλέον σε όλα τα κριτήρια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα μέλη της οικογένειας και τους ανηλίκους. Μια σαφής καταληκτική προθεσμία για την παροχή των σχετικών στοιχείων θα καταστήσει δυνατή την ταχεία αξιολόγηση και λήψη απόφασης.

Ο ορισμός των μελών της οικογένειας διευρύνεται με δύο τρόπους: με (1) τη συμπερίληψη του αδελφού ή των αδελφών του αιτούντος και με (2) τη συμπερίληψη των οικογενειακών σχέσεων που δημιουργήθηκαν μετά την αναχώρηση από τη χώρα καταγωγής αλλά πριν από την άφιξη στο έδαφος του κράτους μέλους. Τα αδέλφια συνιστούν μια μάλλον στοχευμένη αλλά σημαντική κατηγορία, για την οποία είναι σχετικά εύκολα δυνατό να αποδειχθεί και να ελεγχθεί η οικογενειακή σχέση και, ως εκ τούτου, η πιθανότητα κατάχρησης είναι χαμηλή. Η επέκταση της οδηγίας προκειμένου να καλυφθούν οι οικογένειες που σχηματίσθηκαν κατά τη διάρκεια της διέλευσης αντικατοπτρίζει τα πρόσφατα μεταναστευτικά φαινόμενα, όπως είναι οι περιπτώσεις μακράς διαμονής εκτός της χώρας καταγωγής πριν από την άφιξη στην ΕΕ, για παράδειγμα στα στρατόπεδα προσφύγων. Οι εν λόγω στοχευμένες διευρύνσεις του ορισμού της οικογένειας αναμένεται να μειώσουν τον κίνδυνο παράτυπων μετακινήσεων ή διαφυγής για τα άτομα που καλύπτονται από τους εν λόγω διευρυμένους κανόνες.

Προτείνονται ορισμένες τροποποιήσεις για τον εξορθολογισμό των κριτηρίων ευθύνης που ορίζονται στα άρθρα 14, 15 και 16. Στο άρθρο 14 αποσαφηνίστηκαν τα κριτήρια ευθύνης όσον αφορά τις θεωρήσεις και τους τίτλους διαμονής. Στο άρθρο 15 σχετικά με την παράτυπη είσοδο, η ρήτρα παύσης της ευθύνης μετά την παρέλευση 12 μηνών από την παράτυπη είσοδο, καθώς και η πολύπλοκη και δυσαπόδεικτη ρήτρα σχετικά με την παράτυπη διαμονή, διαγράφηκαν. Όσον αφορά το κριτήριο της εισόδου χωρίς υποχρέωση θεώρησης, η εξαίρεση για τις μεταγενέστερες εισόδους σε κράτος μέλος στο οποίο δεν υφίσταται η ανάγκη θεώρησης για την είσοδο καταργείται επίσης, σύμφωνα με την προσέγγιση ότι το κράτος μέλος πρώτης εισόδου πρέπει, κατά κανόνα, να είναι υπεύθυνο και για την αποτροπή αδικαιολόγητων δευτερογενών μετακινήσεων μετά την είσοδο. Η ρήτρα διακριτικής ευχέρειας καθίσταται λιγότερο ευρεία, ώστε να διασφαλιστεί ότι χρησιμοποιείται μόνο για ανθρωπιστικούς λόγους όσον αφορά την ευρύτερη οικογένεια.

Ο τροποποιημένος κανονισμός θεσπίζει συντομότερες προθεσμίες για τα διάφορα στάδια της διαδικασίας του Δουβλίνου, προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία καθορισμού του καθεστώτος του πρόσφυγα και να παρασχεθεί ταχύτερη πρόσβαση του αιτούντος στη διαδικασία ασύλου. Αυτό αφορά τις προθεσμίες για την υποβολή αιτήματος αναδοχής και την απάντηση σε αυτό, την κοινοποίηση εκ νέου ανάληψης και τη λήψη απόφασης μεταφοράς. Ως αποτέλεσμα της σύντμησης των προθεσμιών, η επείγουσα διαδικασία απαλείφθηκε.

Η εκπνοή των προθεσμιών δεν θα έχει πλέον ως αποτέλεσμα τη μετάθεση της ευθύνης μεταξύ των κρατών μελών (με την εξαίρεση της προθεσμίας για την απάντηση στα αιτήματα αναδοχής). Οι εν λόγω μεταθέσεις φαίνεται ότι ενθάρρυναν την καταστρατήγηση των κανόνων και την παρεμπόδιση της διαδικασίας. Αντιθέτως, ο νέος κανόνας θα πρέπει να είναι ότι, από τη στιγμή που ένα κράτος μέλος προσδιοριστεί ως υπεύθυνο, το εν λόγω κράτος μέλος παραμένει υπεύθυνο.

Τα αιτήματα εκ νέου ανάληψης μετατράπηκαν σε απλές κοινοποιήσεις εκ νέου ανάληψης, δεδομένου ότι είναι σαφές ποιο είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος και δεν θα υπάρχει πλέον περιθώριο για μετάθεση της ευθύνης. Δεν απαιτείται απάντηση στις εν λόγω κοινοποιήσεις, αλλά, αντιθέτως, άμεση επιβεβαίωση παραλαβής. Αυτό θα αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για την αντιμετώπιση δευτερογενών μετακινήσεων, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι επί του παρόντος τα αιτήματα εκ νέου ανάληψης υπερισχύουν αριθμητικά των αιτημάτων αναδοχής.

Συναφείς είναι εν προκειμένω διαδικαστικές συνέπειες για την εξέταση της αίτησης μετά από μεταφορά στο πλαίσιο εκ νέου ανάληψης. Οι κανόνες τροποποιήθηκαν όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη που είναι υπεύθυνα πρέπει να εξετάζουν την αίτηση αφού δεχτούν την επιστροφή του ατόμου, με σκοπό την αποτροπή δευτερογενών μετακινήσεων και την επιβολή κυρώσεων.

Προστέθηκε υποχρέωση του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο να δέχεται την επιστροφή δικαιούχου διεθνούς προστασίας, ο οποίος υπέβαλε αίτηση ή βρίσκεται παράτυπα σε άλλο κράτος μέλος. Η υποχρέωση αυτή θα παράσχει στα κράτη μέλη το αναγκαίο νομικό μέσο για την εκτέλεση των μεταφορών επιστροφής, το οποίο είναι σημαντικό για να περιοριστούν οι δευτερογενείς μετακινήσεις.

Οι κανόνες για τα ένδικα μέσα έχουν προσαρμοστεί προκειμένου να επιταχυνθεί σημαντικά και να εναρμονιστεί η διαδικασία προσφυγής. Εκτός από τη θέσπιση ειδικών, σύντομων προθεσμιών η χρήση ένδικου μέσου αναστέλλει αυτομάτως τη μεταφορά. Θεσπίζεται νέο ένδικο μέσο για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν έχει ληφθεί απόφαση μεταφοράς και ο αιτών ισχυρίζεται ότι μέλος της οικογένειας ή, στην περίπτωση ανηλίκων, και συγγενής βρίσκεται νόμιμα σε άλλο κράτος μέλος. 

Η διαδικασία συνδιαλλαγής ως μηχανισμός επίλυσης διαφορών δεν έχει χρησιμοποιηθεί επίσημα από τότε που προβλέφθηκε στη σύμβαση του Δουβλίνου του 1990 (αν και σε ελαφρώς διαφορετική μορφή) και, συνεπώς, φαίνεται ότι περιττεύει και πρέπει να καταργηθεί.

Οι στόχοι του υφιστάμενου μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης και ετοιμότητας προτείνεται να αναληφθούν από τον νέο Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, όπως ορίζεται ιδίως στο κεφάλαιο 5 σχετικά με την παρακολούθηση και την αξιολόγηση και το κεφάλαιο 6 για την επιχειρησιακή και τεχνική βοήθεια στην πρόταση για έναν Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο. Ως εκ τούτου, ο εν λόγω μηχανισμός απαλείφθηκε από τον κανονισμό του Δουβλίνου.

Δημιουργείται δίκτυο μονάδων του Δουβλίνου, το οποίο διευκολύνεται από τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, με στόχο να ενισχυθούν η πρακτική συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με όλα τα θέματα που συνδέονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης πρακτικών εργαλείων και καθοδήγησης.

Όσον αφορά τους ασυνόδευτους ανηλίκους, η πρόταση διευκρινίζει ότι υπεύθυνο θα είναι το πρώτο κράτος μέλος στο οποίο ο ανήλικος υπέβαλε την αίτηση διεθνούς προστασίας, εκτός αν αποδειχθεί ότι αυτό δεν είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου. Ο εν λόγω κανόνας θα καταστήσει δυνατό τον ταχύ προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο και, ως εκ τούτου, την άμεση πρόσβαση στη διαδικασία για την ευάλωτη αυτή πληθυσμιακή ομάδα αιτούντων, λαμβανομένων επίσης υπόψη των προτεινόμενων συντετμημένων προθεσμιών.

Η διάταξη σχετικά με τις εγγυήσεις για τους ασυνόδευτους ανήλικους προσαρμόστηκε προκειμένου να καταστεί πιο λειτουργική η αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού. Ως εκ τούτου, πριν από τη μεταφορά του ασυνόδευτου ανηλίκου σε άλλο κράτος μέλος, το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά διασφαλίζει ότι το εν λόγω κράτος μέλος λαμβάνει χωρίς καθυστέρηση τα απαραίτητα μέτρα δυνάμει των οδηγιών για τις διαδικασίες ασύλου και τις συνθήκες υποδοχής. Προβλέπεται επίσης ότι πριν από οποιαδήποτε απόφαση μεταφοράς ασυνόδευτου ανηλίκου πρέπει να προηγείται εκτίμηση για το μείζον συμφέρον του, στην οποία πρέπει να προβαίνει σε σύντομο χρονικό διάστημα ειδικευμένο προσωπικό.

ΙΙ. Διορθωτικός μηχανισμός κατανομής

Ο αναδιατυπωμένος κανονισμός θεσπίζει διορθωτικό μηχανισμό προκειμένου να διασφαλιστεί ο δίκαιος επιμερισμός των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών και η ταχεία πρόσβαση των αιτούντων στις διαδικασίες για τη χορήγηση διεθνούς προστασίας, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα κράτος μέλος βρίσκεται αντιμέτωπο με δυσανάλογο αριθμό αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος δυνάμει του κανονισμού. Ο εν λόγω μηχανισμός θα μετριάζει οποιαδήποτε σημαντική δυσαναλογία στο ποσοστό αιτήσεων ασύλου που αναλογεί στα κράτη μέλη, η οποία απορρέει από την εφαρμογή των κριτηρίων ευθύνης.

Σύστημα καταχώρισης και παρακολούθησης

Θεσπίζεται αυτοματοποιημένο σύστημα που θα καταστήσει δυνατή την καταχώριση όλων των αιτήσεων και την παρακολούθηση του ποσοστού κάθε κράτους μέλους επί του συνόλου των αιτήσεων. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (eu-LISA) θα είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη και την τεχνική λειτουργία του συστήματος. Μόλις υποβληθεί μια αίτηση, το κράτος μέλος καταχωρίζει την εν λόγω αίτηση στο αυτοματοποιημένο σύστημα, το οποίο θα καταγράφει κάθε αίτηση με έναν μοναδικό αριθμό αίτησης. Μόλις προσδιοριστεί το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο, θα περιλαμβάνεται και αυτό στο σύστημα. Στο αυτοματοποιημένο σύστημα θα αναφέρεται επίσης, σε πραγματικό χρόνο, ο συνολικός αριθμός των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί στην ΕΕ και ο αριθμός ανά κράτος μέλος, καθώς και – μετά τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο – ο αριθμός των αιτήσεων που κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να εξετάσει ως υπεύθυνο κράτος μέλος και το ποσοστό που αντιπροσωπεύει αυτός ο αριθμός, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κράτη μέλη. Στο σύστημα θα αναφέρεται επίσης ο αριθμός των ατόμων που έχουν πράγματι επανεγκατασταθεί από κάθε κράτος μέλος.

Ενεργοποίηση του διορθωτικού μηχανισμού κατανομής

Ο αριθμός των αιτήσεων για τις οποίες ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο και ο αριθμός των ατόμων που έχουν πράγματι επανεγκατασταθεί αποτελούν τη βάση για τον υπολογισμό των αντίστοιχων ποσοστών. Περιλαμβάνονται οι αιτήσεις για τις οποίες ένα κράτος μέλος θα είναι υπεύθυνο λαμβανομένων υπόψη του ελέγχου περί παραδεκτού, της ασφαλούς χώρας καταγωγής και λόγων ασφάλειας. Οι υπολογισμοί πραγματοποιούνται σε κυλιόμενη βάση για περίοδο ενός έτους, δηλαδή ανά πάσα στιγμή, με βάση τον αριθμό νέων αιτήσεων για τις οποίες έχει οριστεί ως υπεύθυνο ένα κράτος μέλος στο σύστημα κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, καθώς και τον αριθμό των προσώπων που έχουν πράγματι επανεγκατασταθεί. Το σύστημα υπολογίζει συνεχώς το ποσοστό των αιτήσεων για τις οποίες κάθε κράτος μέλος έχει οριστεί ως υπεύθυνο και συγκρίνει με το ποσοστό αναφοράς βάσει κλείδας. Η εν λόγω κλείδα αναφοράς βασίζεται σε δύο κριτήρια με ίσο συντελεστή βαρύτητας 50 %, το μέγεθος του πληθυσμού και το συνολικό ΑΕγχΠ του κράτους μέλους.

Η εφαρμογή της διορθωτικής κατανομής υπέρ κράτους μέλους ενεργοποιείται αυτόματα στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αριθμός των αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες ένα κράτος μέλος είναι υπεύθυνο υπερβαίνει το 150% του αριθμού που προσδιορίζεται στην κλείδα αναφοράς.

Κατανομή των αιτήσεων μέσω κλείδας αναφοράς και παύση

Από την ενεργοποίηση του μηχανισμού, όλες οι νέες αιτήσεις που υποβάλλονται στο κράτος μέλος που αντιμετωπίζει τις δυσανάλογες πιέσεις, μετά τον έλεγχο παραδεκτού, αλλά πριν από τον έλεγχο του Δουβλίνου, κατανέμονται στα κράτη μέλη με αριθμό αιτήσεων, για τις οποίες είναι τα υπεύθυνα κράτη μέλη, που είναι μικρότερος από τον αριθμό που έχει καθοριστεί στην κλείδα αναφοράς. Οι κατανομές επιμερίζονται αναλογικά μεταξύ αυτών των κρατών μελών, βάσει της κλείδας αναφοράς. Δεν θα πραγματοποιούνται τέτοιες πρόσθετες κατανομές προς ένα κράτος μέλος, εφόσον ο αριθμός των αιτήσεων για τις οποίες αυτό είναι υπεύθυνο υπερβαίνει τον αριθμό που καθορίζεται στην κλείδα αναφοράς.

Η κατανομή συνεχίζεται για όσο χρονικό διάστημα το κράτος μέλος που αντιμετωπίζει τις δυσανάλογες πιέσεις εξακολουθεί να υπερβαίνει το 150 % του αριθμού αναφοράς του.

Τα μέλη της οικογένειας στα οποία εφαρμόζεται η διαδικασία κατανομής θα κατανέμονται στο ίδιο κράτος μέλος. Ο διορθωτικός μηχανισμός κατανομής δεν πρέπει να οδηγεί στον χωρισμό των μελών οικογένειας.

Οικονομική αλληλεγγύη

Ένα κράτος μέλος κατανομής δύναται να αποφασίσει να μην συμμετάσχει προσωρινά στα φόρουμ του διορθωτικού μηχανισμού για χρονική περίοδο δώδεκα μηνών. Το κράτος μέλος θα εισάγει τα στοιχεία αυτά στο αυτοματοποιημένο σύστημα και θα ενημερώνει τα υπόλοιπα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για το Άσυλο. Στη συνέχεια, οι αιτούντες που θα είχαν κατανεμηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος κατανέμονται στα υπόλοιπα κράτη μέλη. Το κράτος μέλος που δεν συμμετέχει προσωρινά στη διορθωτική κατανομή υποχρεούται να προβεί σε εισφορά αλληλεγγύης ύψους 250.000 EUR ανά αιτούντα προς τα κράτη μέλη που προσδιορίστηκαν ως υπεύθυνα για την εξέταση των σχετικών αιτήσεων. Η Επιτροπή θα εκδώσει εκτελεστική πράξη, στην οποία θα προσδιορίζονται οι πρακτικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή του μηχανισμού εισφοράς αλληλεγγύης. Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο θα παρακολουθεί και θα υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σε ετήσια βάση σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού οικονομικής αλληλεγγύης.

Διαδικασία στο κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά και στο κράτος μέλος κατανομής

Το κράτος μέλος που επωφελείται από τον διορθωτικό μηχανισμό μεταφέρει τον αιτούντα στο κράτος μέλος κατανομής και επίσης διαβιβάζει τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος, προκειμένου να καταστεί δυνατή η διενέργεια ελέγχου ασφάλειας στο κράτος μέλος κατανομής. Με τον τρόπο αυτό προλαμβάνονται τυχόν εμπόδια στην κατανομή, όπως συνέβη κατά την εκτέλεση των αποφάσεων μετεγκατάστασης. Μετά τη μεταφορά, το κράτος μέλος κατανομής θα διενεργήσει τον έλεγχο του Δουβλίνου προκειμένου να εξακριβώσει κατά πόσον υπάρχουν βασικά κριτήρια, όπως η οικογένεια σε άλλο κράτος μέλος, τα οποία εφαρμόζονται στην περίπτωση του αιτούντος. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ισχύει κάτι τέτοιο, ο αιτών θα μεταφέρεται στο εν λόγω κράτος μέλος το οποίο θα είναι, ως εκ τούτου, υπεύθυνο.

Ρήτρα επανεξέτασης

Προβλέπεται ότι η Επιτροπή θα επανεξετάσει τη λειτουργία του διορθωτικού μηχανισμού κατανομής 18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και, στη συνέχεια, ετησίως, προκειμένου να αξιολογηθεί αν ο μηχανισμός διορθωτικής κατανομής επιτυγχάνει τον στόχο του να διασφαλίζεται ο δίκαιος επιμερισμός των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών και να μειώνεται η δυσανάλογη πίεση που ασκείται σε ορισμένα κράτη μέλη.

Ειδικότερα, η Επιτροπή θα ελέγξει ότι το όριο για την ενεργοποίηση και την παύση της διορθωτικής κατανομής εξασφαλίζει αποτελεσματικά τον δίκαιο επιμερισμό των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών και την ταχεία πρόσβαση των αιτούντων στις διαδικασίες χορήγησης διεθνούς προστασίας, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα κράτος μέλος βρίσκεται αντιμέτωπο με δυσανάλογο αριθμό αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες είναι υπεύθυνο δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

ê 604/2013

2016/0133 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο ε),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

ê604/2013 αιτιολογική σκέψη 1 (προσαρμοσμένο)

(1)Στον κανονισμό  (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2003, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας 17  Ö Στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 18  Õ πρέπει να επέλθουν ορισμένες ουσιαστικές αλλαγές. Για λόγους σαφήνειας, ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει να αναδιατυπωθεί.

   

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 2

(2)Η κοινή πολιτική στον τομέα του ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου (ΚΕΣΑ), αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Ένωση.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 3

(3)Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά την ειδική σύνοδο που πραγματοποίησε στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, συμφώνησε να αρχίσουν οι εργασίες για την εγκαθίδρυση του ΚΕΣΑ, που θα βασίζεται στην πλήρη και συμπεριληπτική εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων, της 28ης Ιουλίου 1951, η οποία συμπληρώθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967 (καλούμενης εφεξής «σύμβαση της Γενεύης»), ώστε να εξασφαλίζεται ότι κανείς δεν θα αποστέλλεται πίσω εκεί όπου θα υποστεί διώξεις, δηλαδή να διατηρηθεί η αρχή της μη επαναπροώθησης. Από την άποψη αυτή, και χωρίς να θίγονται τα κριτήρια ευθύνης που ορίζει ο παρών κανονισμός, τα κράτη μέλη, όλα εκ των οποίων σέβονται την αρχή της μη επαναπροώθησης, θεωρούνται ασφαλείς χώρες για τους υπηκόους τρίτων χωρών.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 4

(4)Τα συμπεράσματα του Τάμπερε προσδιόρισαν επίσης ότι το ΚΕΣΑ θα πρέπει να περιλαμβάνει, σε μία βραχυχρόνια προοπτική, ένα σαφή και λειτουργικό καθορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αιτήσεων ασύλου.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 5

(5)Μια τέτοια μέθοδος θα πρέπει να θεμελιώνεται σε αντικειμενικά και δίκαια κριτήρια τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Θα πρέπει, ιδίως, να επιτρέπει τον ταχύ προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, προκειμένου να κατοχυρώνεται η πραγματική πρόσβαση στις διαδικασίες χορήγησης διεθνούς προστασίας και να μην διακυβεύεται ο στόχος της ταχύτητας κατά την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 6

(6)Η πρώτη φάση της δημιουργίας του ΚΕΣΑ που θα πρέπει να οδηγήσει, μακροπρόθεσμα, σε κοινή διαδικασία και ομοιόμορφο καθεστώς, που θα ισχύουν σε όλη την Ένωση, για εκείνους στους οποίους χορηγείται διεθνής προστασία, έχει επί του παρόντος ολοκληρωθεί. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 4 Νοεμβρίου 2004, ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης, το οποίο καθορίζει τους στόχους προς υλοποίηση στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης κατά την περίοδο 2005-2010. Από την άποψη αυτή, με το πρόγραμμα της Χάγης κλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ολοκληρώσει την αξιολόγηση των νομικών μέσων της πρώτης φάσης και να υποβάλει τα μέσα και τα μέτρα της δεύτερης φάσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο προκειμένου να εκδοθούν πριν από το 2010.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 7

ð νέο

(7)Με το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαίωσε την προσήλωσή του στον στόχο της δημιουργίας κοινού χώρου προστασίας και αλληλεγγύης σύμφωνα με το άρθρο 78 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), για τα πρόσωπα στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία, έως το 2012 το αργότερο. Επίσης, τόνισε ότι το σύστημα του Δουβλίνου εξακολουθεί να αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο στην οικοδόμηση του ΚΕΣΑ, διότι σαφώς κατανέμει μεταξύ των κρατών μελών την ευθύνη για την εξέταση αιτήσεων διεθνούς προστασίας. ð Τον Μάιο του 2015, η Επιτροπή ανέφερε στην ανακοίνωσή της σχετικά με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη μετανάστευση ότι ο κανονισμός του Δουβλίνου θα αξιολογηθεί και, εφόσον είναι αναγκαίο, θα υποβληθεί πρόταση για την αναθεώρησή του, ιδίως για να επιτευχθεί δικαιότερη κατανομή των αιτούντων άσυλο στην Ευρώπη ï .

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 8

(8)Οι πόροι της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΥΥΑ), που έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 19 , θα πρέπει να διατίθενται για την κατάλληλη υποστήριξη των αρμόδιων υπηρεσιών των κρατών μελών που είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να προβλεφθούν από την ΕΥΥΑ μέτρα αλληλεγγύης, όπως η Δύναμη Επέμβασης για το Άσυλο με ομάδες υποστήριξης για το άσυλο, ώστε να βοηθούνται τα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν ιδιαίτερη πίεση και στα οποία οι αιτούντες διεθνή προστασία (καλούμενοι εφεξής «αιτούντες») δεν μπορούν να επωφελούνται από τους κατάλληλους κανόνες, ιδίως όσον αφορά την υποδοχή και την προστασία.

ò νέο

(9)Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο θα πρέπει να παρέχει κατάλληλη στήριξη για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως με την κατάρτιση της κλείδας αναφοράς για την κατανομή των αιτούντων άσυλο στο πλαίσιο του διορθωτικού μηχανισμού κατανομής, και με την προσαρμογή των αριθμητικών στοιχείων στα οποία βασίζεται η κλείδα αναφοράς σε ετήσια βάση, καθώς και της κλείδας αναφοράς με βάση τα στοιχεία της Eurostat.

ê604/2013 αιτιολογική σκέψη 9 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(10)Ενόψει των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων που διενεργήθηκαν όσον αφορά την εφαρμογή του Ö κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 Õ των μέσων της πρώτης φάσης, ενδείκνυται, στο παρόν στάδιο, να επιβεβαιωθούν οι αρχές στις οποίες βασίζεται ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 343/2003 (ΕΕ) αριθ. 604/2013, καθώς επίσης και να επέλθουν οι αναγκαίες βελτιώσεις, βάσει της εμπειρίας, στην αποτελεσματικότητα του συστήματος του Δουβλίνου και στην προστασία που χορηγείται στους αιτούντες στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος. Δεδομένου ότι η καλή λειτουργία του συστήματος του Δουβλίνου έχει ουσιαστική σημασία για το ΚΕΣΑ, θα πρέπει να επανεξετασθούν οι αρχές και η λειτουργία του καθώς δημιουργούνται άλλα στοιχεία του ΚΕΣΑ και μέσα αλληλεγγύης της Ένωσης. Θα πρέπει να προβλεφθεί ένας ολοκληρωμένος «έλεγχος καταλληλότητας» με τη διενέργεια επανεξέτασης βάσει αποδεικτικών στοιχείων η οποία θα καλύπτει τα νομικά, οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα του συστήματος του Δουβλίνου, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων του στα θεμελιώδη δικαιώματα. ðΜε βάση την εν λόγω αξιολόγηση και τις διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, θεωρείται επίσης σκόπιμο να καθοριστούν στον παρόντα κανονισμό μέτρα που απαιτούνται για τη δίκαιη κατανομή των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας, ιδίως προκειμένου να διασφαλίζεται ορισμένα κράτη μέλη δεν επωμίζονται δυσανάλογο βάρος. ï

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 10

(11)Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας, καθώς και η συνοχή με το ισχύον κεκτημένο της Ένωσης για το άσυλο, ιδίως με την οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται για επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας 20 , το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού περιλαμβάνει τους αιτούντες επικουρική προστασία και τα πρόσωπα που δικαιούνται επικουρικής προστασίας.

ò νέο

(12)Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας που έχουν εισέλθει στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο, χωρίς να πληρούν τις προϋποθέσεις διαμονής στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος, επιστρέφουν στο κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο, θα πρέπει να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 11

(13)Η οδηγία 2013/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία 21 θα πρέπει να εφαρμόζεται στη διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους, όπως ρυθμίζεται στον παρόντα κανονισμό, με τους περιορισμούς της εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 12

(14)Η οδηγία 2013/32/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας 22 θα πρέπει να εφαρμόζεται επιπλέον και με την επιφύλαξη των διατάξεων σχετικά με τις διαδικαστικές εγγυήσεις που διέπονται βάσει του παρόντος κανονισμού, με τους περιορισμούς της εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 13

(15)Σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού να λαμβάνουν πρωτίστως υπόψη το μείζον συμφέρον του παιδιού. Κατά την αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη θα πρέπει, ιδιαίτερα, να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη την καλή διαβίωση και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, ζητήματα ασφάλειας και προστασίας και τις απόψεις του ανηλίκου ανάλογα με την ηλικία του και την ωριμότητά του, συμπεριλαμβανομένων των καταβολών του. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις για ασυνόδευτους ανηλίκους λόγω της ιδιαίτερα ευάλωτης κατάστασής τους.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 14

(16)Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να λαμβάνουν πρωτίστως υπόψη τον σεβασμό της προσωπικής και οικογενειακής ζωής.

ò νέο

(17)Για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο οι αιτούντες που υποβάλλουν μη παραδεκτά αιτήματα ή που είναι πιθανό να μην χρήζουν διεθνούς προστασίας ή που αποτελούν κίνδυνο για την ασφάλεια να μεταφέρονται μεταξύ των κρατών μελών, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι το κράτος μέλος στο οποίο η αίτηση υποβάλλεται για πρώτη φορά ελέγχει το παραδεκτό του αιτήματος σε σχέση με την πρώτη χώρα ασύλου και την ασφαλή τρίτη χώρα, εξετάζει με ταχείες διαδικασίες τις αιτήσεις που υποβάλλονται από αιτούντες που προέρχονται από ασφαλή χώρα καταγωγής η οποία αναφέρεται στον κατάλογο της ΕΕ, καθώς και από αιτούντες που εγείρουν ανησυχίες όσον αφορά την ασφάλεια.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 15

(18)Η κοινή εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας των μελών μιας οικογένειας από το ίδιο κράτος μέλος αποτελεί μέτρο που επιτρέπει να εξασφαλισθεί η εις βάθος εξέταση των αιτήσεων και η συνοχή των αποφάσεων που λαμβάνονται σε σχέση με αυτές, καθώς και να αποφευχθεί ο χωρισμός των μελών μιας οικογένειας.

ò νέο

(19)Ο ορισμός του μέλους της οικογένειας στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να περιλαμβάνει τον/την αδελφό/-ή ή τα αδέλφια του αιτούντος. Η επανένωση των αδελφών είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη βελτίωση των δυνατοτήτων ένταξης των αιτούντων και, ως εκ τούτου, για τη μείωση των δευτερογενών μετακινήσεων. Το πεδίο εφαρμογής του ορισμού του μέλους της οικογένειας θα πρέπει επίσης να αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα των σημερινών μεταναστευτικών τάσεων, σύμφωνα με την οποία οι αιτούντες συχνά φθάνουν στο έδαφος των κρατών μελών μετά από παρατεταμένο χρονικό διάστημα διέλευσης. Ως εκ τούτου, ο ορισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει τις οικογένειες που σχηματίστηκαν εκτός της χώρας καταγωγής, αλλά πριν από την άφιξή τους στο έδαφος του κράτους μέλους. Αυτή η περιορισμένη και στοχευμένη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του ορισμού αναμένεται να μειώσει τα κίνητρα για ορισμένες δευτερογενείς μετακινήσεις των αιτούντων άσυλο εντός της ΕΕ.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 16

ð νέο

(20)Για να εξασφαλιστεί η πλήρης τήρηση της αρχής της ενότητας της οικογένειας και του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, η ύπαρξη σχέσης εξάρτησης μεταξύ αιτούντος και του τέκνου, αδελφού ή γονιού του λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας, κατάστασης υγείας ή προχωρημένης ηλικίας του αιτούντος θα πρέπει να αποτελεί δεσμευτικό κριτήριο ευθύνης. Όταν ο αιτών είναι ασυνόδευτος ανήλικος, η παρουσία μέλους της οικογένειας ή συγγενούς στο έδαφος άλλου κράτους μέλους που μπορεί να μεριμνήσει για αυτόν θα πρέπει επίσης να αποτελεί δεσμευτικό κριτήριο ευθύνης. ð Προκειμένου να αποθαρρύνονται οι δευτερογενείς μετακινήσεις των ασυνόδευτων ανηλίκων, οι οποίες δεν είναι προς το μείζον συμφέρον τους, εάν δεν υπάρχει μέλος της οικογένειας ή συγγενής, υπεύθυνο κράτος μέλος θα πρέπει να είναι εκείνο στο οποίο ο ασυνόδευτος ανήλικος υπέβαλε για πρώτη φορά την αίτησή του διεθνούς προστασίας, εκτός εάν αποδειχθεί ότι αυτό δεν θα ήταν προς το μείζον συμφέρον του παιδιού. Πριν ο ασυνόδευτος ανήλικος μεταφερθεί σε άλλο κράτος μέλος, το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά πρέπει να διασφαλίσει ότι το εν λόγω κράτος μέλος θα λάβει όλα τα αναγκαία και κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλιστεί η επαρκής προστασία του παιδιού, και ιδίως τον άμεσο διορισμό αντιπροσώπου ή αντιπροσώπων επιφορτισμένων με το καθήκον να εγγυηθούν τον σεβασμό όλων των δικαιωμάτων τα οποία δικαιούνται οι ανήλικοι. Πριν από κάθε απόφαση μεταφοράς ασυνόδευτου ανήλικου θα πρέπει να προηγείται αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντός του από προσωπικό που διαθέτει τα αναγκαία προσόντα και την απαραίτητη εμπειρογνωσία. ï

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 17 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(21)ð Η ανάληψη της ευθύνης από κράτος μέλος για την εξέταση αίτησης που υποβάλλεται σε αυτό στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν είναι υπεύθυνο για την εν λόγω εξέταση δυνάμει των κριτηρίων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό μπορεί να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα και βιωσιμότητα του συστήματος και πρέπει να αποτελεί εξαίρεση. ï Ö Ως εκ τούτου, το Õ κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να παρεκκλίνει από τα κριτήρια ευθύνης, ιδίως ð μόνο ï για ανθρωπιστικούς λόγους ή λόγους ευσπλαχνίας, ð ιδίως για οικογενειακούς λόγους, πριν προσδιοριστεί το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο ï ώστε να καθίσταται δυνατή η επανένωση μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων έχουν σχέση μεταξύ τους, και να εξετάζει αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε αυτό ή σε άλλο κράτος μέλος, ακόμα και εάν η εξέταση αυτή δεν εμπίπτει στην ευθύνη του σύμφωνα με τα δεσμευτικά κριτήρια που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

ò νέο

(22)Προκειμένου να διασφαλιστούν η επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού και η πρόληψη των εμποδίων στην εφαρμογή του, προκειμένου ιδίως να αποφευχθούν η διαφυγή και οι δευτερογενείς μετακινήσεις μεταξύ κρατών μελών, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν σαφείς υποχρεώσεις τις οποίες πρέπει να τηρεί ο αιτών στο πλαίσιο της διαδικασίας και για τις οποίες το εν λόγω άτομο θα πρέπει να ενημερώνεται δεόντως και εγκαίρως. Η παραβίαση των εν λόγω νομικών υποχρεώσεων θα πρέπει να επισύρει κατάλληλες και αναλογικές διαδικαστικές συνέπειες για τον αιτούντα, καθώς και κατάλληλες και αναλογικές συνέπειες όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής του. Σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται ο εν λόγω αιτών θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εξασφαλίζει ότι καλύπτονται οι άμεσες υλικές ανάγκες του ατόμου αυτού.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 18 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(23)Θα πρέπει να οργανώνεται προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα προκειμένου να διευκολύνεται ο προσδιορισμός του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας ð εκτός αν ο αιτών έχει διαφύγει ή οι πληροφορίες που παρέχει ο αιτών επαρκούν για να προσδιοριστεί το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο ï . Αμέσως μόλις υποβάλλεται η αίτηση διεθνούς προστασίας, ο αιτών θα πρέπει να ενημερώνεται Ö ιδίως Õ σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ð για την έλλειψη επιλογής όσον αφορά το κράτος μέλος το οποίο θα εξετάσει την αίτηση ασύλου του, τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του παρόντος κανονισμού και τις συνέπειες που έχει η μη συμμόρφωσή του με αυτές ï και τη δυνατότητα, κατά τη συνέντευξη προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, παροχής πληροφοριών όσον αφορά την παρουσία μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία έχει σχέση στα κράτη μέλη, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία καθορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 19

ð νέο

(24)Για την εγγύηση της αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων των ενδιαφερόμενων προσώπων, θα πρέπει να θεσπιστούν νομικές εγγυήσεις και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής όσον αφορά αποφάσεις για μεταφορές στο υπεύθυνο κράτος μέλος, σύμφωνα, ιδίως, με τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. ð Θα πρέπει επίσης να παρέχεται η δυνατότητα πραγματικής προσφυγής στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν λαμβάνεται απόφαση μεταφοράς, αλλά ο αιτών ισχυρίζεται ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο βάσει του γεγονότος ότι έχει μέλος της οικογένειάς του ή, για ασυνόδευτο ανήλικο, συγγενή σε άλλο κράτος μέλος. ï Προκειμένου να τηρείται το διεθνές δίκαιο, η πραγματική προσφυγή κατά των ανωτέρω αποφάσεων θα πρέπει να καλύπτει την εξέταση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της νομικής και της πραγματικής κατάστασης στο κράτος μέλος στο οποίο μεταφέρεται ο αιτών. ðΤο πεδίο εφαρμογής της πραγματικής προσφυγής θα πρέπει να περιορίζεται στην αξιολόγηση του κινδύνου να παραβιαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων για σεβασμό της οικογενειακής ζωής, τα δικαιώματα του παιδιού ή η απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης.  ï

ò νέο

(25)Το κράτος μέλος το οποίο προσδιορίζεται ως υπεύθυνο βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να παραμένει υπεύθυνο για την εξέταση κάθε αίτησης του εν λόγω αιτούντος, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε μεταγενέστερης αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 40, το άρθρο 41 και το άρθρο 42 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, ανεξάρτητα από το αν ο αιτών εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών ή απομακρύνθηκε από αυτό. Οι διατάξεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013, που προέβλεπαν την παύση ευθύνης σε ορισμένες περιστάσεις, ιδίως όταν οι προθεσμίες για την εκτέλεση των μεταφορών είχαν παρέλθει για ορισμένη χρονική περίοδο, είχαν δημιουργήσει κίνητρο διαφυγής, και θα πρέπει, συνεπώς, να απαλειφθούν.

(26)Προκειμένου να εξασφαλιστούν ο ταχύς προσδιορισμός της ευθύνης και η κατανομή των αιτούντων διεθνή προστασία μεταξύ των κρατών μελών, οι προθεσμίες για την υποβολή αιτημάτων αναδοχής και την απάντηση σε αυτά, για κοινοποιήσεις εκ νέου ανάληψης και την εκτέλεση μεταφορών, καθώς και για την άσκηση προσφυγών και τη λήψη απόφασης επί αυτών, θα πρέπει να εξορθολογιστούν και να συντμηθούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 20

(27)(27)Η κράτηση των αιτούντων θα πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τη βασική αρχή ότι ένα πρόσωπο δεν θα πρέπει να κρατείται απλώς και μόνο επειδή επιζητεί διεθνή προστασία. Η κράτηση θα πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο σύντομη και να υπόκειται στις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Ειδικότερα, η κράτηση των αιτούντων πρέπει να είναι σύμφωνη με το άρθρο 31 της σύμβασης της Γενεύης. Οι διαδικασίες που προβλέπονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τους κρατουμένους θα πρέπει να εκτελούνται κατά προτεραιότητα, εντός των ελάχιστων δυνατών προθεσμιών. Όσον αφορά τις γενικές εγγυήσεις που διέπουν την κράτηση, καθώς και τις συνθήκες κράτησης, όπου ενδείκνυται, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας 2013/33/ΕΕ και στα πρόσωπα που κρατούνται βάσει του παρόντος κανονισμού. 

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 21

(28)Η ανεπάρκεια ή η κατάρρευση των συστημάτων ασύλου, τα οποία συχνά επιδεινώνονται λόγω άσκησης πίεσης, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ορθή λειτουργία του συστήματος που δημιουργήθηκε με τον παρόντα κανονισμό, πράγμα που θα μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο παραβίασης των δικαιωμάτων των αιτούντων, όπως καθορίζονται στο ενωσιακό κεκτημένο για το άσυλο και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλων διεθνών ανθρώπινων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των προσφύγων.

ò νέο

(29)Η ορθή καταχώριση όλων των αιτήσεων ασύλου στην ΕΕ με έναν μοναδικό αριθμό αίτησης θα συμβάλλει στον εντοπισμό των πολλαπλών αιτήσεων και θα αποτρέπει τις παράτυπες δευτερογενείς μετακινήσεις και την αναζήτηση του ευνοϊκότερου κράτους υποδοχής από τους αιτούντες άσυλο. Θα πρέπει να δημιουργηθεί αυτοματοποιημένο σύστημα προκειμένου να διευκολύνει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Το εν λόγω σύστημα θα πρέπει να καθιστά δυνατή την καταχώριση των αιτήσεων ασύλου που υποβάλλονται στην ΕΕ, την αποτελεσματική παρακολούθηση του ποσοστού αιτήσεων κάθε κράτους μέλους και την ορθή εφαρμογή του διορθωτικού μηχανισμού κατανομής.

(30)Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 23 , θα πρέπει να είναι υπεύθυνος για την προετοιμασία, την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού συστήματος και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος και των εθνικών υποδομών.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 22

ð νέο

(31)Θα πρέπει να δημιουργηθεί διαδικασία έγκαιρης προειδοποίησης, ετοιμότητας και διαχείρισης κρίσεων σχετικά με το άσυλο για την αποτροπή της επιδείνωσης ή της κατάρρευσης των συστημάτων ασύλου, όπου η ΕΥΥΑ θα συμβάλλει σημαντικά χρησιμοποιώντας τις εξουσίες της βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010, προκειμένου να εξασφαλισθεί σταθερή συνεργασία στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και να αναπτυχθεί αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την πολιτική περί ασύλου. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι η Ένωση ενημερώνεται το ταχύτερο δυνατό όταν ελλοχεύει κίνδυνος για την ομαλή λειτουργία του συστήματος που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό επειδή τα συστήματα ασύλου ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών υπόκεινται σε ιδιαίτερη πίεση και/ή λόγω ανεπαρκειών των συστημάτων ασύλου ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών. Η διαδικασία αυτή θα επιτρέψει στην Ένωση να προωθήσει εγκαίρως προληπτικά μέτρα και να αφιερώσει την ενδεδειγμένη πολιτική προσοχή στις εν λόγω καταστάσεις. Η αλληλεγγύη, η οποία αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του ΚΕΣΑ, συμβαδίζει με την αμοιβαία εμπιστοσύνη. Ενισχύοντας αυτήν την εμπιστοσύνη, η διαδικασία έγκαιρης προειδοποίησης, ετοιμότητας και διαχείρισης κρίσεων σχετικά με το άσυλο θα μπορούσε να βελτιώσει τον προσανατολισμό συγκεκριμένων μέτρων ειλικρινούς και έμπρακτης αλληλεγγύης προς τα κράτη μέλη, ώστε να βοηθηθούν τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν πρόβλημα γενικά και οι αιτούντες ειδικά. Σύμφωνα με το άρθρο 80 ΣΛΕΕ της Συνθήκης, οι πράξεις της Ένωσης, όταν απαιτείται, περιέχουν τα κατάλληλα μέτρα για την τήρηση της αρχής της αλληλεγγύης. ð Θα πρέπει να θεσπιστεί διορθωτικός μηχανισμός κατανομής προκειμένου να εξασφαλιστούν ο δίκαιος επιμερισμός των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών και η ταχεία πρόσβαση των αιτούντων στις διαδικασίες χορήγησης διεθνούς προστασίας, όταν ένα κράτος μέλος βρίσκεται αντιμέτωπο με δυσανάλογο αριθμό αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες είναι υπεύθυνο δυνάμει του παρόντος κανονισμού. ï ως εκ τούτου, η διαδικασία θα πρέπει να συνοδεύεται από τέτοια μέτρα. Τα συμπεράσματα σχετικά με κοινό πλαίσιο για ειλικρινή και έμπρακτη αλληλεγγύη προς τα κράτη μέλη των οποίων τα συστήματα ασύλου αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες πιέσεις, μεταξύ άλλων, μέσω μεικτών μεταναστευτικών ροών, που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο στις 8 Μαρτίου 2012, προβλέπουν μια «εργαλειοθήκη» η οποία περιλαμβάνει ισχύοντα και πιθανά νέα μέτρα, η οποία θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης, ετοιμότητας και διαχείρισης κρίσεων.

ò νέο

(32)Στο πλαίσιο της λειτουργίας του διορθωτικού μηχανισμού κατανομής θα πρέπει να εφαρμοστεί κλείδα, ως σημείο αναφοράς, με βάση το μέγεθος του πληθυσμού και της οικονομίας των κρατών μελών σε συνδυασμό με ένα κατώτατο όριο, ώστε να καταστεί δυνατό ο μηχανισμός να λειτουργεί ως μέσο συνδρομής των κρατών μελών που υφίστανται δυσανάλογες πιέσεις. Η εφαρμογή της διορθωτικής κατανομής υπέρ κράτους μέλους θα πρέπει να ενεργοποιείται αυτόματα στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αριθμός των αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες ένα κράτος μέλος είναι υπεύθυνο υπερβαίνει το 150 % του αριθμού που καθορίζεται στην κλείδα αναφοράς. Προκειμένου να αποτυπώνονται συνολικά οι προσπάθειες που καταβάλλει κάθε κράτος μέλος, ο αριθμός των ατόμων που πράγματι επανεγκαθίστανται στο εν λόγω κράτος μέλος θα πρέπει να προστίθεται στον αριθμό των αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού.

(33)Όταν εφαρμόζεται ο μηχανισμός κατανομής, οι αιτούντες που υπέβαλαν τις αιτήσεις τους στο επωφελούμενο κράτος μέλος θα πρέπει να κατανέμονται στα κράτη μέλη που υπολείπονται του δικού τους ποσοστού αιτήσεων με βάση την κλείδα αναφοράς όπως εφαρμόζεται στα εν λόγω κράτη μέλη. Θα πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλοι κανόνες για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αιτών ενδέχεται, εξαιτίας σοβαρών λόγων, να θεωρείται ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων για το άσυλο αρχών των κρατών μελών. Μετά τη μεταφορά, το κράτος μέλος κατανομής θα πρέπει να προσδιορίζει το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο και να καθίσταται υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης, εκτός εάν τα πρωταρχικά κριτήρια ευθύνης, ιδίως όσον αφορά την παρουσία μελών της οικογένειας, ορίζουν ότι θα πρέπει να είναι υπεύθυνο άλλο κράτος μέλος.

(34)Στο πλαίσιο του μηχανισμού κατανομής, τα έξοδα μεταφοράς του αιτούντος στο κράτος μέλος κατανομής θα πρέπει να επιστρέφονται από τον προϋπολογισμό της ΕΕ.

(35)Το κράτος μέλος κατανομής δύναται να αποφασίσει να μη δεχθεί για χρονική περίοδο δώδεκα μηνών τους αιτούντες που του αναλογούν από την κατανομή. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να καταχωρίσει τις εν λόγω πληροφορίες στο αυτοματοποιημένο σύστημα και να το γνωστοποιήσει στα υπόλοιπα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο. Στη συνέχεια, οι αιτούντες που προβλεπόταν να κατανεμηθούν στο εν λόγω κράτος μέλος κατανέμονται στα υπόλοιπα κράτη μέλη. Το κράτος μέλος που δεν συμμετέχει προσωρινά στον διορθωτικό μηχανισμό κατανομής θα πρέπει να καταβάλει εισφορά αλληλεγγύης ύψους 250.000 EUR ανά αιτούντα που δεν γίνεται δεκτός, στο κράτος μέλος που προσδιορίστηκε ως υπεύθυνο για την εξέταση των σχετικών αιτήσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει να καθορίσει τις πρακτικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή του μηχανισμού εισφοράς αλληλεγγύης σε εκτελεστική πράξη. Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο θα παρακολουθεί και θα υποβάλλει σε ετήσια βάση έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού οικονομικής αλληλεγγύης.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 22

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται με την ΕΥΥΑ για τη συλλογή πληροφοριών όσον αφορά την ικανότητά τους να διαχειρίζονται την ιδιαίτερη πίεση που ασκείται στα οικεία συστήματα ασύλου και υποδοχής, ειδικά στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η ΕΥΥΑ θα πρέπει να υποβάλλει τακτικές εκθέσεις σχετικά με τις πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 439/2010.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 24

(36)Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 της Επιτροπής 24 , οι μεταφορές στο υπεύθυνο προς εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας κράτος μέλος μπορούν να γίνονται εθελοντικά, με ελεγχόμενη αναχώρηση ή με συνοδεία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προάγουν τις εθελοντικές μεταφορές, παρέχοντας επαρκείς πληροφορίες στον αιτούντα, και να εξασφαλίζουν ότι οι ελεγχόμενες ή με συνοδεία μεταφορές πραγματοποιούνται λαμβάνοντας υπόψη τον ανθρωπιστικό παράγοντα, με πλήρη τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, καθώς και του μείζονος συμφέροντος του παιδιού και λαμβάνοντας υπόψη πρωτίστως τις εξελίξεις της συναφούς νομολογίας, ιδίως όσον αφορά τις μεταφορές για ανθρωπιστικούς λόγους.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 25

(37)Η προοδευτική υλοποίηση ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα στο εσωτερικό του οποίου κατοχυρώνεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ και η θέσπιση ενωσιακών πολιτικών όσον αφορά τους όρους εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των κοινών προσπαθειών για τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων, καθιστά αναγκαία την ισορροπία των κριτηρίων αρμοδιότητας με πνεύμα αλληλεγγύης.

ò νέο

(38)Ο [γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων (ΕΕ).../2016] εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού από την ημερομηνία που προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό· έως την ημερομηνία αυτή εφαρμόζεται η οδηγία 95/46/ΕΚ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίζουν και να μπορούν να αποδείξουν ότι η επεξεργασία πραγματοποιείται σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό και με τις διατάξεις που εξειδικεύουν τις απαιτήσεις στον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να εγγυώνται την ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία δυνάμει του παρόντος κανονισμού και ιδίως την αποφυγή παράνομης ή άνευ αδείας πρόσβασης ή κοινολόγησης, αλλοίωσης ή απώλειας προσωπικών δεδομένων που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας. Η αρμόδια εποπτική αρχή ή αρχές κάθε κράτους μέλους θα πρέπει να ελέγχουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις οικείες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της διαβίβασης προς και από το αυτοματοποιημένο σύστημα και στις αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια ελέγχων ασφαλείας.

(39)Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο παρακολούθησης από τον ευρωπαίο επόπτη προστασίας δεδομένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και τις διατάξεις για την προστασία των δεδομένων που ορίζονται στην [πρόταση κανονισμού σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010].

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 26 (προσαρμοσμένο)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών 25 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 27

Η ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένων των ευαίσθητων δεδομένων που αφορούν την υγεία του, πριν από τη μεταφορά θα εξασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές ασύλου είναι σε θέση να χορηγήσουν στους αιτούντες τη δέουσα συνδρομή και να εξασφαλίσουν τη συνέχεια στην προστασία και τα δικαιώματα που παρέχονται σε αυτούς. Θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για την εξασφάλιση της προστασίας των δεδομένων τα οποία αφορούν αιτούντες που ευρίσκονται στην εν λόγω κατάσταση σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 28

(40)Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού μπορεί να διευκολύνεται και η αποτελεσματικότητά του να ενισχύεται με διμερείς διακανονισμούς μεταξύ κρατών μελών, με σκοπό να βελτιωθεί η επικοινωνία μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών, να μειωθούν οι διαδικαστικές προθεσμίες ή να απλουστευθεί η εξέταση των αιτημάτων αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης των αιτούντων άσυλο ή να καθορισθούν οι λεπτομέρειες σχετικά με την εκτέλεση των μεταφορών.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 29

(41)Θα πρέπει να εξασφαλιστεί η συνέχεια μεταξύ του συστήματος προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους που θεσπίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 (ΕΕ) αριθ. 604/2013 και του συστήματος που θεσπίζεται από τον παρόντα κανονισμό. Θα πρέπει επίσης να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του παρόντος κανονισμού και [της πρότασης κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου] της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα και σχετικά με αιτήσεις της αντιπαραβολής με τα δεδομένα Eurodac που υποβάλλουν οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και η Ευρωπόλ για σκοπούς επιβολής του νόμου 26 .

ò νέο

(42)Θα πρέπει να δημιουργηθεί δίκτυο των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών το οποίο θα διευκολύνεται από τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, προκειμένου να ενισχυθούν η πρακτική συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με όλα τα θέματα που συνδέονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης πρακτικών εργαλείων και καθοδήγησης.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 30

(43)Η λειτουργία του συστήματος Eurodac, όπως έχει θεσπιστεί με τον κανονισμό [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου] θα πρέπει να διευκολύνει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 31

(44)Η λειτουργία του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις, όπως έχει θεσπιστεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας 27 , και ιδίως η εφαρμογή των άρθρων 21 και 22 αυτού, θα πρέπει να διευκολύνουν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 32

(45)Όσον αφορά τη μεταχείριση των προσώπων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από πράξεις του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της σχετικής νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 33

(46)Προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή 28 .

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 34 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(47)Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση κοινού φυλλαδίου για το Δουβλίνο/Eurodac, καθώς και ειδικού φυλλαδίου για ασυνόδευτους ανηλίκους, για την έκδοση υποδείγματος για την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών για ασυνόδευτους ανηλίκους, για τον καθορισμό ενιαίων όρων για τη διαβούλευση και την ανταλλαγή πληροφοριών όσον αφορά ανηλίκους και εξαρτώμενα πρόσωπα, για τον καθορισμό ενιαίων όρων για την προετοιμασία και την υποβολή αιτημάτων αναδοχής ή ð κοινοποιήσεων ï εκ νέου ανάληψης, για την κατάρτιση δύο καταλόγων σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και έμμεσων αποδείξεων και την τακτική επανεξέτασή τους, για την έκδοση άδειας ελεύθερης διέλευσης, για τον καθορισμό ενιαίων όρων για τη διαβούλευση και την ανταλλαγή πληροφοριών όσον αφορά τις μεταφορές, για την έκδοση υποδείγματος για την ανταλλαγή δεδομένων πριν από μια μεταφορά, για την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού υγείας, για τον καθορισμό ενιαίων όρων και πρακτικών ρυθμίσεων για την ανταλλαγή πληροφοριών για τα δεδομένα σχετικά με την υγεία ενός προσώπου πριν από μια μεταφορά και για τον καθορισμό ασφαλών διαύλων ηλεκτρονικής διαβίβασης για τη διαβίβαση αιτημάτων.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 35 (προσαρμοσμένο)

(48)Προκειμένου να προβλεφθούν συμπληρωματικοί κανόνες, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά τον εντοπισμό των μελών της οικογένειας, αδελφών ή συγγενών ασυνόδευτου ανηλίκου, τα κριτήρια για τη διαπίστωση της ύπαρξης αποδεδειγμένων οικογενειακών δεσμών, τα κριτήρια εκτίμησης της ικανότητας συγγενούς να φροντίζει ασυνόδευτο ανήλικο, μεταξύ άλλων και όταν τα μέλη της οικογένειας, οι αδελφοί ή οι συγγενείς του ασυνόδευτου ανηλίκου διαμένουν σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, τα στοιχεία για την εκτίμηση σχέσης εξάρτησης, τα κριτήρια για την εκτίμηση της ικανότητας προσώπου να φροντίζει εξαρτώμενο πρόσωπο και τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί η ανικανότητα μετακίνησης επί αρκετό χρονικό διάστημα. Κατά την άσκηση των εξουσιών έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή δεν υπερβαίνει το πεδίο του μείζονος συμφέροντος του παιδιού όπως προβλέπεται στο άρθρο 68 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, Ö οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου της 13ης Απριλίου 2016 Õ. Ö Ειδικότερα, προκειμένου να εξασφαλίζεται ισότιμη συμμετοχή στην προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, οι δε εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προπαρασκευή κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Õ Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει για την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 36

(49)Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων και κατά την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να ζητεί τη γνώμη εμπειρογνωμόνων, μεταξύ άλλων, από όλες τις σχετικές εθνικές αρχές

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 37

(50)Οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 (ΕΕ) αριθ. 604/2013 θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003. Ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 , όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 118/2014, θα πρέπει να ενσωματωθούν στον παρόντα κανονισμό, είτε για λόγους σαφήνειας είτε διότι μπορούν να εξυπηρετούν γενικό στόχο. Ιδίως, είναι σημαντικό, τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους ενδιαφερόμενους αιτούντες άσυλο, να υπάρχει γενικός μηχανισμός για την εξεύρεση λύσης σε περιπτώσεις απόκλισης των απόψεων των κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή διάταξης του παρόντος κανονισμού. Επομένως, δικαιολογείται η ενσωμάτωση στον παρόντα κανονισμό του μηχανισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 για τη διευθέτηση των διαφορών σχετικά με την ανθρωπιστική ρήτρα, καθώς και η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του στο σύνολο του παρόντος κανονισμού.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 38

(51)Η αποτελεσματική παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού απαιτεί την αξιολόγησή του σε τακτά διαστήματα.

ò νέο

(52)Για να αξιολογηθεί αν ο διορθωτικός μηχανισμός κατανομής που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό επιτυγχάνει τον στόχο να διασφαλιστεί ο δίκαιος επιμερισμός των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών και να μειωθεί η δυσανάλογη πίεση που ασκείται σε ορισμένα κράτη μέλη, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάζει τη λειτουργία του διορθωτικού μηχανισμού κατανομής και, ειδικότερα, να επαληθεύει ότι το όριο για την ενεργοποίηση και την παύση της διορθωτικής κατανομής εξασφαλίζει στην πράξη τον δίκαιο επιμερισμό των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών και την ταχεία πρόσβαση των αιτούντων σε διαδικασίες χορήγησης διεθνούς προστασίας στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα κράτος μέλος είναι αντιμέτωπο με δυσανάλογο αριθμό αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες είναι υπεύθυνο δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 39

(53)Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται, ιδίως, από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδιαίτερα, ο παρών κανονισμός αποσκοπεί να εξασφαλίσει την πλήρη τήρηση του δικαιώματος ασύλου που διασφαλίζεται από το άρθρο 18 του Χάρτη, καθώς και τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στα άρθρα 1, 4, 7, 24 και 47 αυτού. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει κατά συνέπεια να εφαρμόζεται ανάλογα.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 40

(54)Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, κυρίως η θέσπιση κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων του παρόντος κανονισμού, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως εκτίθεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού όρια.

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 41

Σύμφωνα με το άρθρο 3 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, τα εν λόγω κράτη μέλη έχουν γνωστοποιήσει ότι επιθυμούν να συμμετέχουν στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

ò νέο

(55)[Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα εν λόγω κράτη μέλη γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να συμμετάσχουν στην έκδοση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.]

Ή

(56)[Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα εν λόγω κράτη μέλη δεν συμμετέχουν στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύονται από αυτόν ούτε υπόκεινται στην εφαρμογή του.]

Ή

(53) [Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(54) Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ιρλανδία γνωστοποίησε (, με επιστολή της ...,) την επιθυμία της να συμμετάσχει στην έκδοση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.]

Ή

(53) Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε (, με επιστολή της ...,) την επιθυμία του να συμμετάσχει στην έκδοση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(54) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.]

ê 604/2013 αιτιολογική σκέψη 42

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του,

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Στόχος

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τα κριτήρια και τους μηχανισμούς προσδιορισμού του Ö ενός και μόνου Õ κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας η οποία υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (εφεξής «υπεύθυνο κράτος μέλος»).

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) «υπήκοος τρίτης χώρας»: κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ και που δεν είναι υπήκοος κράτους το οποίο συμμετέχει στον παρόντα κανονισμό δυνάμει συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση,

β) «αίτηση διεθνούς προστασίας»: η αίτηση διεθνούς προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο η) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ,

γ) «αιτών»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις που έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, για την οποία δεν έχει ακόμη ληφθεί οριστική απόφαση,

δ) «εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας»: το σύνολο των εξεταστικών μέτρων, αποφάσεων ή δικαστικών αποφάσεων που εκδίδονται για μια αίτηση διεθνούς προστασίας από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την οδηγία 2013/32/ΕΕ και την οδηγία 2011/95/ΕΕ, εξαιρουμένων των διαδικασιών προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό,

ε) «ανάκληση αίτησης διεθνούς προστασίας»: οι ενέργειες με τις οποίες ο αιτών θέτει τέρμα στις διαδικασίες που έχουν κινηθεί με την υποβολή της αίτησής του διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με την οδηγία 2013/32/ΕΕ, είτε ρητώς είτε σιωπηρώς,

στ) «δικαιούχος διεθνούς προστασίας»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις στον οποίο έχει χορηγηθεί το δικαίωμα διεθνούς προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ,

ζ) «μέλη της οικογένειας»: εφόσον η οικογένεια υπήρχε ήδη ð πριν από την άφιξη του αιτούντος στο έδαφος των κρατών μελών ï στη χώρα καταγωγής, τα ακόλουθα μέλη της οικογένειας του αιτούντος τα οποία είναι παρόντα στο έδαφος των κρατών μελών:

ο ή η σύζυγος του αιτούντος ή ο σύντροφος ή η σύντροφός του που διατηρεί σταθερή σχέση με το εν λόγω πρόσωπο σε ελεύθερη ένωση, υπό την προϋπόθεση ότι το δίκαιο ή η πρακτική του οικείου κράτους μέλους αντιμετωπίζει τα άγαμα ζεύγη κατά τρόπο παρόμοιο με τον ισχύοντα για τα έγγαμα ζεύγη βάσει του δικαίου περί υπηκόων τρίτων χωρών,

τα ανήλικα τέκνα των ζευγών της πρώτης περίπτωσης ή του αιτούντος, υπό την προϋπόθεση ότι είναι άγαμα, ανεξαρτήτως αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο,

όταν ο αιτών είναι ανήλικος και άγαμος, ο πατέρας, η μητέρα ή άλλος ενήλικος υπεύθυνος για τον αιτούντα, είτε βάσει νόμου είτε βάσει της πρακτικής του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται ο ενήλικος,

όταν ο δικαιούχος διεθνούς προστασίας είναι ανήλικος και άγαμος, ο πατέρας, η μητέρα ή άλλος ενήλικος υπεύθυνος για τον αιτούντα, είτε βάσει νόμου είτε βάσει της πρακτικής του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται ο δικαιούχος,

ò νέο

ο αδελφός, η αδελφή ή τα αδέλφια του αιτούντος,

ê 604/2013

η) «συγγενείς»: ο ενήλικος θείος ή θεία του αιτούντος ή ο πάππος/μάμμη του αιτούντος, οι οποίοι ευρίσκονται στο έδαφος των κρατών μελών, ανεξαρτήτως αν ο αιτών γεννήθηκε εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένος, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο,

θ) «ανήλικος»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις κάτω των 18 ετών,

ι) «ασυνόδευτος ανήλικος»: ο ανήλικος ο οποίος εισέρχεται στο έδαφος των κρατών μελών χωρίς να συνοδεύεται από ενήλικα υπεύθυνο για αυτόν, δυνάμει νόμου ή της πρακτικής του συγκεκριμένου κράτους μέλους, και για όσο χρονικό διάστημα δεν τελεί πραγματικά υπό τη μέριμνα υπευθύνου ενήλικα· συμπεριλαμβάνονται οι ανήλικοι οι οποίοι αφέθηκαν ασυνόδευτοι, αφού εισήλθαν στο έδαφος κρατών μελών,

ια) «εκπρόσωπος»: πρόσωπο ή οργάνωση που έχει ορισθεί από τις αρμόδιες αρχές για να συνδράμει και να αντιπροσωπεύει ασυνόδευτο ανήλικο σε διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ώστε να διασφαλίζει το μείζον συμφέρον του τέκνου και να ασκεί νομική ικανότητα για λογαριασμό του οσάκις είναι αναγκαίο. Σε περίπτωση που οργάνωση ενεργεί ως εκπρόσωπος, ορίζει ένα πρόσωπο υπεύθυνο για να επιτελεί τα καθήκοντά της όσον αφορά τον ανήλικο, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό,

ιβ) «τίτλος διαμονής»: άδεια εκδιδόμενη από τις αρχές κράτους μέλους που επιτρέπει τη διαμονή υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος στο έδαφός του, καθώς και όσα έγγραφα του επιτρέπουν να διαμένει στο κράτος αυτό δυνάμει συμφωνιών προσωρινής προστασίας ή μέχρις ότου αρθούν τα κωλύματα εκτέλεσης μέτρου απομάκρυνσης. Εξαιρούνται οι θεωρήσεις και οι άδειες διαμονής που εκδίδονται κατά τη χρονική περίοδο που απαιτείται για τον καθορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού ή κατά τη διάρκεια της εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας ή αίτησης άδειας διαμονής,

ιγ) «θεώρηση»: η άδεια ή η απόφαση κράτους μέλους που απαιτείται με σκοπό τη διέλευση ή την είσοδο για προβλεπόμενη διαμονή στο συγκεκριμένο κράτος μέλος ή σε περισσότερα κράτη μέλη. Το είδος της θεώρησης προσδιορίζεται σύμφωνα με τους ακόλουθους ορισμούς:

«θεώρηση για διαμονή μακράς διαρκείας»: άδεια ή απόφαση που εκδίδεται από ένα κράτος μέλος σύμφωνα με το εθνικό ή ενωσιακό δίκαιο και απαιτείται με σκοπό την είσοδο για προβλεπόμενη διαμονή, διαρκείας άνω των τριών μηνών, στο συγκεκριμένο κράτος μέλος,

«θεώρηση για διαμονή σύντομης διαρκείας»: άδεια ή απόφαση κράτους μέλους με σκοπό τη διέλευση μέσω του εδάφους ενός ή περισσοτέρων ή όλων των κρατών μελών ή την εκ προθέσεως διαμονή στο εν λόγω έδαφος, διάρκειας τριών μηνών το πολύ εντός οιασδήποτε εξάμηνης περιόδου η οποία ξεκινά από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου στο έδαφος των κρατών μελών,

«θεώρηση διέλευσης από αερολιμένα»: θεώρηση έγκυρη για διέλευση μέσω των ζωνών διεθνούς διέλευσης ενός ή περισσοτέρων αερολιμένων των κρατών μελών,

   ιδ) «κίνδυνος διαφυγής»: η ύπαρξη λόγων σε μεμονωμένη περίπτωση, που βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια τα οποία καθορίζονται από τον νόμο, επί τη βάσει των οποίων εικάζεται ότι ο αιτών ή ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις που υπόκειται σε διαδικασία μεταφοράς μπορεί να διαφύγει.,

ò νέο

ιε) «επωφελούμενο κράτος μέλος»: το κράτος μέλος που επωφελείται από τον διορθωτικό μηχανισμό κατανομής που καθορίζεται στο κεφάλαιο VII του παρόντος κανονισμού και προβαίνει στην κατανομή του αιτούντος·

ιστ) «κράτος μέλος κατανομής»: τα κράτη μέλη στα οποία ο αιτών θα κατανεμηθεί στο πλαίσιο του μηχανισμού κατανομής που καθορίζεται στο κεφάλαιο VII του παρόντος κανονισμού·

ιζ) «πρόσωπο που επανεγκαθίσταται»: το πρόσωπο που υπόκειται στη διαδικασία επανεγκατάστασης σύμφωνα με την οποία, κατόπιν αίτησης της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες («UNHCR») βάσει της ανάγκης διεθνούς προστασίας ενός προσώπου, οι υπήκοοι τρίτων χωρών μεταφέρονται από μια τρίτη χώρα και εγκαθίστανται σε κράτος μέλος στο οποίο επιτρέπεται η διαμονή τους με ένα από τα ακόλουθα καθεστώτα:

i) «καθεστώς πρόσφυγα»: κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο ε) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ,

ii) «καθεστώς επικουρικής προστασίας»: κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ή

iii) οποιοδήποτε άλλο καθεστώς παρέχει παρόμοια δικαιώματα και οφέλη δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας της Ένωσης όπως τα καθεστώτα που αναφέρονται στα σημεία i) και ii),

ιη) «Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο»: ο οργανισμός που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) [πρόταση κανονισμού σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010].

 604/2013

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

Άρθρο 3

Πρόσβαση στη διαδικασία εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας

1. Τα κράτη μέλη εξετάζουν κάθε αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα στο έδαφος οποιουδήποτε από αυτά, συμπεριλαμβανομένων των συνόρων ή των ζωνών διέλευσης. Η αίτηση εξετάζεται από ένα μόνο κράτος μέλος, το οποίο είναι το οριζόμενο ως υπεύθυνο σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο κεφάλαιο III.

2. Εάν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί το υπεύθυνο κράτος μέλος βάσει των κριτηρίων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι το πρώτο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας.

Όταν είναι αδύνατη η μεταφορά αιτούντος στο κράτος μέλος που έχει προσδιορισθεί πρωτίστως ως υπεύθυνο, εξαιτίας βάσιμων λόγων που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν συστημικές ελλείψεις στη διαδικασία ασύλου και στις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων στο εν λόγω κράτος μέλος, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, κατά την έννοια του άρθρου 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το προσδιορίζον κράτος μέλος εξακολουθεί να εξετάζει τα κριτήρια του κεφαλαίου ΙΙΙ, ώστε να διαπιστώσει αν άλλο κράτος μέλος μπορεί να προσδιοριστεί ως υπεύθυνο.

Όταν η μεταφορά δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, βάσει της παρούσας παραγράφου, σε κάποιο κράτος μέλος που έχει προσδιορισθεί σύμφωνα με τα κριτήρια του κεφαλαίου ΙΙΙ ή στο πρώτο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, το προσδιορίζον κράτος μέλος καθίσταται το υπεύθυνο κράτος μέλος.

ò νέο

3. Έκαστο κράτος μέλος διατηρεί το δικαίωμα να προωθεί τον αιτούντα προς ασφαλή τρίτη χώρα, σύμφωνα με τους κανόνες και τις εγγυήσεις που θεσπίζονται στην οδηγία 2013/32/ΕΕ.

3.   Πριν από την εφαρμογή των κριτηρίων για τον καθορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους σύμφωνα με τα κεφάλαια III και IV, το πρώτο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας:

α) εξετάζει αν η αίτηση διεθνoύς προστασίας είναι απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ όταν μια χώρα που δεν είναι κράτος μέλος θεωρείται ως πρώτη χώρα ασύλου ή ως ασφαλής τρίτη χώρα για τον αιτούντα και

β) εξετάζει την αίτηση με ταχεία διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ όταν συντρέχουν οι ακόλουθοι λόγοι:

i) ο αιτών έχει την ιθαγένεια τρίτης χώρας ή είναι ανιθαγενής και είχε προηγουμένως τη συνήθη διαμονή του στην εν λόγω χώρα που έχει χαρακτηρισθεί ως ασφαλής χώρα καταγωγής στον ενωσιακό κοινό κατάλογο ασφαλών χωρών καταγωγής που θεσπίστηκε δυνάμει του κανονισμού [πρόταση COM (2015) 452 της 9ης Σεπτεμβρίου 2015] ή

ii) ο αιτών ενδέχεται, για σοβαρούς λόγους, να θεωρείται ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του κράτους μέλους, ή ο αιτών έχει απελαθεί διά της βίας για σοβαρούς λόγους δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας τάξης δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας.

4. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το κράτος μέλος κρίνει την αίτηση απαράδεκτη ή εξετάζει μια αίτηση με ταχεία διαδικασία σύμφωνα με την παράγραφο 3, το εν λόγω κράτος μέλος θεωρείται το υπεύθυνο κράτος μέλος.

5. Το κράτος μέλος που εξέτασε την αίτηση διεθνούς προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3, είναι υπεύθυνο να εξετάζει τα τυχόν περαιτέρω διαβήματα ή μεταγενέστερη αίτηση του εν λόγω αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 40, το άρθρο 41 και το άρθρο 42 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, ανεξαρτήτως του αν ο προσφεύγων αναχώρησε ή απομακρύνθηκε από το έδαφος των κρατών μελών.

Άρθρο 4

Υποχρεώσεις των αιτούντων

1. Όταν ένα πρόσωπο που προτίθεται να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας έχει εισέλθει παράτυπα στο έδαφος των κρατών μελών, η αίτηση υποβάλλεται στο κράτος μέλος της εν λόγω πρώτης εισόδου. Όταν ένα πρόσωπο που προτίθεται να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας βρίσκεται νόμιμα σε κράτος μέλος, η αίτηση υποβάλλεται στο εν λόγω κράτος μέλος.

2. Ο αιτών υποβάλλει το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο κατά τη συνέντευξη, σύμφωνα με το άρθρο 7, όλα τα στοιχεία και τις πληροφορίες που είναι συναφή για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο και συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.

3. Ο αιτών:

α)    συμμορφώνεται με την απόφαση μεταφοράς που του κοινοποιείται σύμφωνα με άρθρο 27 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 38 στοιχείο β)·

β)    είναι παρών και τελεί στη διάθεση των αρμόδιων αρχών στο κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, αντίστοιχα στο κράτος μέλος στο οποίο μεταφέρεται.

Άρθρο 5

Συνέπειες της μη συμμόρφωσης

1. Αν ο αιτών δεν συμμορφώνεται με την υποχρέωση που ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό εξετάζει την αίτηση με την ταχεία διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

2. Το κράτος μέλος στο οποίο ο αιτών υποχρεούται να βρίσκεται συνεχίζει τις διαδικασίες για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, ακόμη και όταν ο αιτών εγκαταλείψει το έδαφος του οικείου κράτους μέλους χωρίς άδεια ή για άλλον λόγο δεν είναι στη διάθεση των αρμόδιων αρχών του εν λόγω κράτους μέλους.

3. Ο αιτών δεν δικαιούται τις υλικές συνθήκες υποδοχής που προβλέπονται στα άρθρα 14 έως 19 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ, με εξαίρεση την επείγουσα ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κατά τη διάρκεια των διαδικασιών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, σε οποιοδήποτε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο υποχρεούται να βρίσκεται.

4. Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα στοιχεία και τις πληροφορίες που είναι συναφή για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, μόνο εφόσον υποβλήθηκαν εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 4 6

Δικαίωμα ενημέρωσης

1. Μόλις υποβληθεί σε κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 20 21 παράγραφος 2, οι αρμόδιες αρχές του ενημερώνουν τον αιτούντα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ð και για τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4, καθώς και για τις συνέπειες της μη συμμόρφωσης που προβλέπονται στο άρθρο 5 ï , και ιδίως για:

ò νέο

α) ότι το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε επιλογή του αιτούντος σχετικά με το ποιο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας·

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

αβ) Ö για Õ τους στόχους του παρόντος κανονισμού και τις συνέπειες της υποβολής άλλης αίτησης σε διαφορετικό κράτος μέλος, καθώς και τις συνέπειες της μεταφοράς από ένα κράτος μέλος σε άλλο ð αναχώρησης από το κράτος μέλος στο οποίο υποχρεούται να βρίσκεται ï κατά τη διάρκεια των σταδίων προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο βάσει του παρόντος κανονισμού και κατά τη διάρκεια της εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας, ð ιδίως ότι ο αιτών δεν δικαιούται τις συνθήκες υποδοχής που προβλέπονται στα άρθρα 14 έως 19 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ σε οποιοδήποτε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο υποχρεούται να βρίσκεται, με εξαίρεση την επείγουσα ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ï,

βγ) Ö για Õ τα κριτήρια ð και τις διαδικασίες ï για τον καθορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους, την ιεράρχηση των κριτηρίων αυτών, τα διαφορετικά στάδια της διαδικασίας και τη διάρκειά τους, καθώς και το ενδεχόμενο η αίτηση διεθνούς προστασίας που έχει υποβληθεί σε ένα κράτος μέλος να έχει ως αποτέλεσμα το εν λόγω κράτος μέλος να προσδιορισθεί ως υπεύθυνο βάσει του παρόντος κανονισμού, ακόμη και αν τέτοιου είδους ευθύνη δεν προκύπτει από τα εν λόγω κριτήρια, 

γδ) Ö για Õ την προσωπική συνέντευξη σύμφωνα με το άρθρο 5 7 και την δυνατότητα ð υποχρέωση ï υποβολής ð και τεκμηρίωσης ï πληροφοριών σχετικά με την παρουσία στα κράτη μέλη μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία έχει σχέση, συμπεριλαμβανομένων των μέσων με τα οποία ο αιτών μπορεί να υποβάλλει τις πληροφορίες αυτές,

δε) Ö για Õ τη δυνατότητα προσβολής της απόφασης μεταφοράς και, κατά περίπτωση, υποβολής αίτησης για αναστολή της μεταφοράς, ð εντός 7 ημερών από την κοινοποίηση και για το γεγονός ότι η εν λόγω προσβολή περιορίζεται σε εκτίμηση σχετικά με το εάν παραβιάστηκαν το άρθρο 3 παράγραφος 2 σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τα άρθρα 10 έως 13 και το άρθρο 18 ï ,

εστ) το γεγονός ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ð και ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του αιτούντος, μεταξύ άλλων προκειμένου να ï μπορούν να ανταλλάσσουν δεδομένα για αυτόν με μόνο στόχο την εφαρμογή των υποχρεώσεών τους που ανακύπτουν από τον παρόντα κανονισμό,

ò νέο

ζ) για τις σχετικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

στη) Ö για Õ το δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα που τον αφορούν και το δικαίωμα να ζητά διόρθωση ανακριβών δεδομένων ή διαγραφή δεδομένων που τον αφορούν τα οποία υπέστησαν παράνομη επεξεργασία, καθώς και τις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας των αρχών του άρθρου 35 47 και των εθνικών αρχών προστασίας δεδομένων, οι οποίες εξετάζουν τις προσφυγές σχετικά με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ð , καθώς και των στοιχείων επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων, ï .

ò νέο

θ) κατά περίπτωση, για τη διαδικασία κατανομής που προβλέπεται στο κεφάλαιο VII.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται γραπτώς σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί ο αιτών. Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το κοινό φυλλάδιο που συντάσσεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 για τον σκοπό αυτό.

Εφόσον είναι απαραίτητο για την ορθή κατανόηση από μέρους του αιτούντος, οι πληροφορίες παρέχονται σε αυτόν και προφορικά, φέρ’ ειπείν, σε σχέση με την προσωπική συνέντευξη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 7.

3. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, συντάσσει κοινό φυλλάδιο, καθώς και ειδικό φυλλάδιο για τους ασυνόδευτους ανηλίκους το οποίο περιλαμβάνει οπωσδήποτε τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Το κοινό αυτό φυλλάδιο περιλαμβάνει επίσης πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού αριθ. 603/2013] και, συγκεκριμένα, σχετικά με τον σκοπό για τον οποίο τα δεδομένα αιτούντος δύναται να τύχουν επεξεργασίας στο πλαίσιο του Eurodac. Το κοινό φυλλάδιο καταρτίζεται κατά τρόπο που επιτρέπει στα κράτη μέλη να το συμπληρώνουν με πρόσθετες πληροφορίες που αφορούν τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 56 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5 7

Προσωπική συνέντευξη

1. Προκειμένου να διευκολύνει τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, το προσδιορίζον κράτος μέλος διεξάγει προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα ð , εκτός αν ο αιτών έχει διαφύγει ή οι πληροφορίες που παρείχε ο αιτών σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 επαρκούν για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους ï . Η συνέντευξη επιτρέπει επίσης την ορθή κατανόηση των πληροφοριών που παρέχονται στον αιτούντα σύμφωνα με το άρθρο 4 6.

2. Η προσωπική συνέντευξη μπορεί να παραλείπεται, εφόσον:

α) ο αιτών έχει διαφύγει ή

β) μετά την παραλαβή των πληροφοριών του άρθρου 4, ο αιτών έχει ήδη παράσχει τις πληροφορίες σχετικά με τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους με άλλο μέσο. Το κράτος μέλος που παραλείπει τη συνέντευξη δίνει στον αιτούντα τη δυνατότητα να παράσχει όλες τις περαιτέρω πληροφορίες σχετικές για τον ορθό προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους, πριν από τη λήψη απόφασης για τη μεταφορά του αιτούντος στο υπεύθυνο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1.

32.

Η προσωπική συνέντευξη πραγματοποιείται εγκαίρως και, σε κάθε περίπτωση, πριν από την λήψη απόφασης μεταφοράς του αιτούντος στο υπεύθυνο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 26, παράγραφος 1 ð υποβολή αιτήματος αναδοχής σύμφωνα με το άρθρο 24 ï .

43. Η προσωπική συνέντευξη πραγματοποιείται σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί ο αιτών και στην οποία μπορεί αυτός να επικοινωνήσει. Όπου απαιτείται, τα κράτη μέλη διαθέτουν διερμηνέα ο οποίος μπορεί να διασφαλίσει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ του αιτούντος και του προσώπου που διεξάγει την προσωπική συνέντευξη.

54. Η προσωπική συνέντευξη πραγματοποιείται υπό όρους που διασφαλίζουν τη δέουσα εμπιστευτικότητα. Διεξάγεται από πρόσωπο που διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

65. Το κράτος μέλος που διεξάγει την προσωπική συνέντευξη συντάσσει γραπτή περίληψη η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον τις κύριες πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τον αιτούντα κατά τη συνέντευξη. Η περίληψη μπορεί να έχει τη μορφή έκθεσης ή έντυπου υποδείγματος. Το κράτος μέλος παρέχει εγκαίρως στον αιτούντα και/ή τον νομικό ή άλλο σύμβουλο που εκπροσωπεί τον αιτούντα έγκαιρη πρόσβαση στην περίληψη.

Άρθρο 6 8

Εγγυήσεις για ανηλίκους

1. Το μείζον συμφέρον του παιδιού αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών όσον αφορά όλες τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

2. Ö Κάθε Õ Τα κράτηος μέληος ð στο οποίο υποχρεούται να βρίσκεται ο ασυνόδευτος ανήλικος ï εξασφαλίζουνει ότι ένας εκπρόσωπος εκπροσωπεί και/ή συνδράμει τον ασυνόδευτο ανήλικο όσον αφορά όλες τις Ö σχετικές Õ διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Ο εκπρόσωπος διαθέτει τα προσόντα και την πείρα ώστε να εξασφαλίζεται η συνεκτίμηση του μείζονος συμφέροντος του ανήλικου παιδιού κατά τις διαδικασίες που διεξάγονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Ο εν λόγω εκπρόσωπος έχει πρόσβαση στο περιεχόμενο των σχετικών εγγράφων του φακέλου του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένου του ειδικού φυλλαδίου για τους ασυνόδευτους ανηλίκους.

Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 25 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

3. Για την αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη συνεργάζονται στενά μεταξύ τους και, ιδίως, λαμβάνουν δεόντως υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες:

α) τις δυνατότητες επανένωσης της οικογένειας,

β) την ευζωία και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου,

γ) τις παραμέτρους που σχετίζονται με την ασφάλεια και την προστασία, ιδίως όπου υπάρχει κίνδυνος το παιδί να είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων,

δ) τις απόψεις του ανηλίκου σύμφωνα με την ηλικία και την ωριμότητά του.

ò νέο

4. Πριν από τη μεταφορά ασυνόδευτου ανηλίκου στο υπεύθυνο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, στο κράτος μέλος κατανομής, το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά διασφαλίζει ότι το υπεύθυνο κράτος μέλος ή το κράτος μέλος κατανομής λαμβάνει τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 14 και στο άρθρο 24 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ και στο άρθρο 25 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ χωρίς καθυστέρηση. Πριν από κάθε απόφαση μεταφοράς ασυνόδευτου ανηλίκου προηγείται αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντός του. Η αξιολόγηση βασίζεται στους παράγοντες που απαριθμούνται στην παράγραφο 3. Η αξιολόγηση πρέπει να πραγματοποιείται γρήγορα από προσωπικό που διαθέτει τα προσόντα και την πείρα ώστε να εξασφαλίζεται η συνεκτίμηση του μείζονος συμφέροντος του ανηλίκου.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

45. Για τον σκοπό της εφαρμογής του άρθρου 8 10, το κράτος μέλος στο οποίο ο ασυνόδευτος ανήλικος έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας προβαίνει στις ενδεδειγμένες ενέργειες το ταχύτερο δυνατό, ώστε να εντοπίσει τα μέλη της οικογένειας, τους αδελφούς ή τους συγγενείς του ασυνόδευτου ανηλίκου στο έδαφος των κρατών μελών, προστατεύοντας το μείζον συμφέρον του παιδιού.

Προς τούτο, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να ζητά τη βοήθεια διεθνών ή άλλων αρμόδιων οργανώσεων και να διευκολύνει την πρόσβαση του ανηλίκου στις υπηρεσίες εντοπισμού των εν λόγω οργανώσεων.

Το προσωπικό των αρμόδιων αρχών του άρθρου 35 47 που ασχολείται με αιτήσεις που αφορούν ασυνόδευτους ανήλικους πρέπει να έχει εκπαιδευθεί και να εξακολουθεί να εκπαιδεύεται σχετικά με τις ιδιαίτερες ανάγκες των ανηλίκων.

56. 56. Προκειμένου να διευκολυνθούν οι κατάλληλες δράσεις εντοπισμού των μελών της οικογένειας, των αδελφών ή των συγγενών του ασυνόδευτου ανηλίκου που ζει στο έδαφος άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με την παράγραφο 4 5 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένου υποδείγματος για την ανταλλαγή των ενδεδειγμένων πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

Άρθρο 7 9

Ιεράρχηση των κριτηρίων

1. Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του υπευθύνου κράτους μέλους εφαρμόζονται ð μόνον μία φορά, ï με τη σειρά με την οποία παρατίθενται στο παρόν κεφάλαιο.

2. Ο προσδιορισμός του υπευθύνου κράτους μέλους κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων που παρατίθενται στο παρόν κεφάλαιο πραγματοποιείται βάσει της κατάστασης που υπήρχε τη στιγμή κατά την οποία ο αιτών υπέβαλε την αίτησή του διεθνούς προστασίας για πρώτη φορά σε ένα κράτος μέλος.

3. Προκειμένου να πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 8, 10 και 16, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη όλα τα διαθέσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία, στο έδαφος κράτους μέλους, μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία ο αιτών έχει σχέση, εφόσον τα εν λόγω στοιχεία προσκομίζονται πριν άλλο κράτος μέλος αποδεχθεί το αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου, σύμφωνα με το άρθρα 22 και 25 αντίστοιχα, και οι προηγούμενες αιτήσεις διεθνούς προστασίας του αιτούντος δεν έχουν αποτελέσει ακόμα αντικείμενο πρώτης απόφασης επί της ουσίας.

Άρθρο 8 10

Ανήλικοι

Ö 1. Εάν ο αιτών είναι ασυνόδευτος ανήλικος, εφαρμόζονται μόνο τα κριτήρια που προβλέπονται στο παρόν άρθρο με τη σειρά με την οποία παρατίθενται στις παραγράφους 2 έως 5. Õ

12. Εάν ο αιτών είναι ασυνόδευτος ανήλικος, υΥπεύθυνο κράτος μέλος είναι εκείνο στο οποίο ευρίσκεται νομίμως ένα μέλος της οικογένειας ή αδελφός του ασυνόδευτου ανηλίκου, εφόσον αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου. Όταν ο αιτών είναι έγγαμος ανήλικος, ο σύζυγος του οποίου δεν ευρίσκεται νομίμως στο έδαφος των κρατών μελών, υπεύθυνο κράτος μέλος είναι εκείνο στο οποίο ευρίσκεται νομίμως ο πατέρας, η μητέρα ή άλλος ενήλικος υπεύθυνος για τον ανήλικο, είτε βάσει νόμου είτε βάσει της πρακτικής του εν λόγω κράτους μέλους, ή αδελφός του.

23. Στην περίπτωση που ο αιτών είναι ασυνόδευτος ανήλικος ο οποίος έχει συγγενή που ευρίσκεται νομίμως σε άλλο κράτος μέλος και έχει αποδειχθεί βάσει ατομικής εξέτασης ότι ο συγγενής μπορεί να αναλάβει τη φροντίδα του, το εν λόγω κράτος μέλος επανενώνει τον ανήλικο με τον συγγενή του και είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος, υπό τον όρο ότι αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου.

34. Εάν μέλη της οικογένειας, αδελφοί ή συγγενείς, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 2 και 2 3, διαμένουν σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, η απόφαση για το υπεύθυνο κράτος μέλος λαμβάνεται με βάση το μείζον συμφέρον του ασυνόδευτου ανηλίκου.

45. Εάν δεν υπάρχει μέλος της οικογένειας, αδελφός ή συγγενής, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 2 και 2 3, υπεύθυνο κράτος μέλος είναι εκείνο στο οποίο ο ασυνόδευτος ανήλικος υπέβαλε ð πρώτη φορά ï την αίτησή του διεθνούς προστασίας, υπό τον όρο ότι αυτό Ö εκτός αν αποδεικνύεται ότι είναι αυτό δεν είναι Õ προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου.

56. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 45 57 σχετικά με τον εντοπισμό μελών της οικογένειας, αδελφών ή συγγενών του ασυνόδευτου ανηλίκου, τα κριτήρια για τη διαπίστωση της ύπαρξης αποδεδειγμένων οικογενειακών δεσμών, τα κριτήρια εκτίμησης της ικανότητας του συγγενούς να φροντίζει τον ασυνόδευτο ανήλικο, μεταξύ άλλων και όταν τα μέλη της οικογένειας, οι αδελφοί ή οι συγγενείς του ασυνόδευτου ανηλίκου διαμένουν σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη. Κατά την άσκηση των εξουσιών της έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή δεν υπερβαίνει το πεδίο του μείζονος συμφέροντος του παιδιού όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 8 παράγραφος 3.

67. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει ενιαίους όρους για τη διαβούλευση και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

Άρθρο 9 11

Μέλη οικογένειας που είναι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας

Εάν ένα μέλος της οικογένειας του αιτούντος, ανεξαρτήτως του αν οι οικογενειακοί δεσμοί είχαν δημιουργηθεί προηγουμένως στη χώρα καταγωγής, έλαβε άδεια διαμονής σε κράτος μέλος ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας, το εν λόγω κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, υπό τον όρο ότι οι ενδιαφερόμενοι εξέφρασαν την επιθυμία τους γραπτώς.

Άρθρο 10 12

Μέλη οικογένειας που είναι αιτούντες διεθνή προστασία

Εάν ένα μέλος της οικογένειας του αιτούντος έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε κράτος μέλος για την οποία δεν έχει ακόμη ληφθεί πρώτη απόφαση επί της ουσίας, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, υπό τον όρο ότι οι ενδιαφερόμενοι εξέφρασαν την επιθυμία τους γραπτώς.

Άρθρο 11 13

Οικογενειακή διαδικασία

Όταν πλείονα μέλη οικογένειας και/ή ανήλικοι άγαμοι αδελφοί υποβάλλουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας στο ίδιο κράτος μέλος ταυτόχρονα ή σε παραπλήσιες ημερομηνίες ώστε να μπορούν να διεξαχθούν από κοινού οι διαδικασίες προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους και η εφαρμογή των κριτηρίων του παρόντος κανονισμού μπορεί να οδηγήσει στον χωρισμό τους, ο προσδιορισμός του υπεύθυνου κράτους μέλους πραγματοποιείται βάσει των ακόλουθων διατάξεων:

α) υπεύθυνο για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας όλων των μελών της οικογένειας και/ή των ανήλικων άγαμων αδελφών είναι το κράτος μέλος το οποίο προσδιορίζεται βάσει των κριτηρίων ως υπεύθυνο για την αναδοχή του μεγαλύτερου αριθμού αυτών,

β) στις λοιπές περιπτώσεις, υπεύθυνο είναι το κράτος μέλος το οποίο προσδιορίζεται βάσει των κριτηρίων ως υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης του πλέον ηλικιωμένου μέλους της.

Άρθρο 12 14

Έκδοση τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων

1. Εάν ο αιτών είναι κάτοχος εν ισχύ τίτλου διαμονής ð ή τίτλου διαμονής που έχει λήξει λιγότερο από δύο έτη πριν από την υποβολή της πρώτης αίτησης ï, το κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

2. Εάν ο αιτών είναι κάτοχος έγκυρης θεώρησης ð ή θεώρησης που έχει λήξει λιγότερο από έξι μήνες πριν από την υποβολή της πρώτης αίτησης ï, το κράτος μέλος που την εξέδωσε είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, εκτός εάν η θεώρηση εκδόθηκε εξ ονόματος άλλου κράτους μέλους βάσει συμφωνίας εκπροσώπησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων) 29 . Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

3. Εάν ο αιτών είναι κάτοχος περισσοτέρων του ενός εν ισχύ τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων που έχουν εκδοθεί από διάφορα κράτη μέλη, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας λογίζεται το κράτος μέλος το οποίο κατά σειρά:

α) εξέδωσε τον τίτλο διαμονής με τη μεγαλύτερη χρονική ισχύ ή, σε περίπτωση ίσης διάρκειας ισχύος, το κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο διαμονής με την απώτερη ημερομηνία λήξεως ισχύος,

β) εξέδωσε τη θεώρηση με την απώτερη ημερομηνία λήξεως όταν οι διάφορες θεωρήσεις είναι του αυτού τύπου,

γ) σε περίπτωση θεωρήσεων διαφορετικού είδους, το κράτος μέλος το οποίο εξέδωσε τη θεώρηση με τη μεγαλύτερη διάρκεια ισχύος ή, σε περίπτωση ίσης διάρκειας ισχύος, το κράτος μέλος που εξέδωσε τη θεώρηση με την απώτερη ημερομηνία λήξεως ισχύος.

4. Εάν ο αιτών είναι μόνον κάτοχος ενός ή περισσοτέρων τίτλων διαμονής που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μικρότερο των δύο ετών ή μιας ή περισσοτέρων θεωρήσεων που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μικρότερο των έξι μηνών βάσει των οποίων μπορούσε να εισέλθει στο έδαφος κράτους μέλους, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 1, 2 και 3 για όσο χρονικό διάστημα ο αιτών δεν έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών.

Όταν ο αιτών είναι κάτοχος ενός ή περισσοτέρων τίτλων διαμονής που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών, ή μιας ή περισσοτέρων θεωρήσεων που έχουν λήξει ήδη από διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών βάσει των οποίων μπορούσε να εισέλθει στο έδαφος κράτους μέλους, και εφόσον δεν έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών, υπεύθυνο είναι το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας.

54. Το γεγονός ότι ο τίτλος διαμονής ή η θεώρηση εκδόθηκαν βάσει πλαστής ή ψευδούς ταυτότητας ή με παρουσίαση πλαστών, παραποιημένων ή άκυρων εγγράφων, δεν κωλύει την ανάθεση της ευθύνης στο κράτος μέλος που τα εξέδωσε. Εντούτοις, το κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση δεν είναι υπεύθυνο, εάν μπορεί να αποδείξει ότι η απάτη διαπράχθηκε μεταγενέστερα της έκδοσης του εγγράφου ή της θεώρησης.

Άρθρο 13 15

Είσοδος και/ή διαμονή

1. Όταν διαπιστώνεται, βάσει αποδεικτικών στοιχείων ή των έμμεσων αποδείξεων, όπως περιγράφεται στους δύο καταλόγους που αναφέρονται στο άρθρο 2225 παράγραφος 34 του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που αναφέρονται στον κανονισμό [Πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (EΕ) αριθ. 603/2013], ότι ο αιτών διέβη παρανόμως Ö παράτυπα Õ , οδικώς, διά θαλάσσης ή δι’ αέρος, τα σύνορα κράτους μέλους προερχόμενος από τρίτη χώρα, αυτό το κράτος μέλος στο οποίο εισήλθε παρανόμως Ö παράτυπα Õ είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας. Η ευθύνη αυτή παύει να υφίσταται δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα η παράνομη Ö παράτυπη Õ διάβαση των συνόρων.

2. Όταν ένα κράτος μέλος δεν μπορεί ή δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί υπεύθυνο σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και εφόσον διαπιστώνεται, βάσει των αποδεικτικών στοιχείων ή των έμμεσων αποδείξεων, όπως περιγράφεται στους δύο καταλόγους που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3, ότι ο αιτών —ο οποίος εισήλθε στο έδαφος των κρατών μελών παρανόμως Ö παράτυπα Õ ή υπό συνθήκες που δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθούν— ζούσε για μια συνεχή περίοδο τουλάχιστον πέντε μηνών σε ένα κράτος μέλος, πριν από την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

Εάν ο αιτών διέμεινε για διαστήματα τουλάχιστον πέντε μηνών σε πλείονα κράτη μέλη, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας είναι το κράτος μέλος της τελευταίας διαμονής.

Άρθρο 14 16

Είσοδος χωρίς υποχρέωση θεώρησης

1. Εάν ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις εισέρχεται στο έδαφος κράτους μέλους στο οποίο δεν υφίσταται η ανάγκη θεώρησης, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

2. Η αρχή η οποία ορίζεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει, εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις υποβάλει την αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο δεν υφίσταται η ανάγκη θεώρησης για την είσοδο. Στην περίπτωση αυτή, το άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

Άρθρο 15 17

Αίτηση σε χώρο διεθνούς διέλευσης αερολιμένα

Όταν η αίτηση διεθνούς προστασίας γίνεται στον χώρο διεθνούς διέλευσης αερολιμένα κράτους μέλους από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΡΗΤΡΕΣ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗΣ ΕΥΧΕΡΕΙΑΣ

Άρθρο 16 18

Εξαρτώμενα πρόσωπα

1. Όταν, λόγω εγκυμοσύνης, πρόσφατου τοκετού, σοβαρής ασθένειας, σοβαρής αναπηρίας ή προχωρημένης ηλικίας, ένας αιτών εξαρτάται από τη βοήθεια του τέκνου, του αδελφού ή του γονέα του που διαμένει νομίμως σε κράτος μέλος ή νομίμως διαμένον σε κράτος μέλος τέκνο, αδελφός ή γονέας αιτούντος εξαρτάται από τη βοήθεια του αιτούντος, τα κράτη μέλη συνήθως τοποθετούν μαζί ή επανενώνουν τον αιτούντα με το τέκνο, αδερφό ή γονέα, υπό την προϋπόθεση ότι οι οικογενειακοί δεσμοί υπήρχαν στη χώρα καταγωγής, ότι το τέκνο, ο αδερφός ή ο γονέας ή ο αιτών μπορεί να φροντίσει το εξαρτώμενο πρόσωπο και ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα εξέφρασαν την επιθυμία τους γραπτώς.

2. Όταν το τέκνο, ο αδελφός ή ο γονέας της παραγράφου 1 διαμένει νομίμως σε κράτος μέλος άλλο από αυτό στο οποίο ευρίσκεται ο αιτών, υπεύθυνο κράτος μέλος είναι εκείνο στο οποίο διαμένει νομίμως το τέκνο, ο αδελφός ή ο γονέας, εκτός εάν η υγεία του αιτούντος δεν του επιτρέπει επί σημαντικό χρονικό διάστημα να μεταβεί στο εν λόγω κράτος μέλος. Σε μια τέτοια περίπτωση, υπεύθυνο κράτος μέλος είναι εκείνο στο οποίο ευρίσκεται ο αιτών. Το εν λόγω κράτος μέλος δεν υποχρεούται να φέρει το τέκνο, τον αδερφό ή τον γονέα του αιτούντος στην επικράτειά του.

3. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 45 57 σχετικά με τα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί η σχέση εξάρτησης, τα κριτήρια για τη διαπίστωση της ύπαρξης αποδεδειγμένων οικογενειακών δεσμών, τα κριτήρια εκτίμησης της ικανότητας του ενδιαφερόμενου να φροντίζει το εξαρτώμενο πρόσωπο και τα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί η ανικανότητα μετακίνησης επί αρκετό χρονικό διάστημα.

4. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει ενιαίους όρους για τη διαβούλευση και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

Άρθρο 17 19

Ρήτρες διακριτικής ευχέρειας

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3, παράγραφος 1, ð και μόνο για όσο χρονικό διάστημα κανένα κράτος μέλος δεν έχει προσδιοριστεί ως υπεύθυνο ï, κάθε κράτος μέλος δύναται να αποφασίζει να εξετάζει αίτηση διεθνούς προστασίας που έχει κατατεθεί από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα ð για οικογενειακούς λόγους όσον αφορά την ευρύτερη οικογένεια που δεν καλύπτεται από το άρθρο 2 στοιχείο ζ) ï, ακόμη και αν δεν είναι υπεύθυνο για την εξέταση δυνάμει των κριτηρίων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Το κράτος μέλος που αποφασίζει να εξετάσει αίτηση διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο καθίσταται το υπεύθυνο κράτος μέλος και αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις που συνδέονται με αυτήν την ευθύνη. Κατά περίπτωση ενημερώνει, χρησιμοποιώντας το δίκτυο ηλεκτρονικής επικοινωνίας «DubliNet» που δημιουργήθηκε βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003, το κράτος μέλος που ήταν προηγουμένως υπεύθυνο, το κράτος μέλος που διεξάγει διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους ή το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του αιτούντος.

Το κράτος μέλος που κατέστη υπεύθυνο σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο επισημαίνει αμέσως το γεγονός αυτό στο Eurodac σύμφωνα με τον κανονισμό [Πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (EΕ) αριθ. 603/2013] προσθέτοντας την ημερομηνία λήψης της απόφασης εξέτασης της αίτησης.

2. Το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται αίτηση διεθνούς προστασίας και το οποίο διεξάγει τη διαδικασία του προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, ή το υπεύθυνο κράτος μέλος μπορεί, οποτεδήποτε πριν ð προσδιοριστεί το υπεύθυνο κράτος μέλος ï από τη λήψη πρώτης απόφασης επί της ουσίας, να υποβάλει σε άλλο κράτος μέλος αίτημα αναδοχής αιτούντος για να επανενώσει οποιαδήποτε πρόσωπα με τα οποία έχει σχέση, για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει ιδίως οικογενειακών ή πολιτισμικών κριτηρίων, ακόμα και όταν το άλλο κράτος μέλος δεν είναι υπεύθυνο κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων που θεσπίζονται στα άρθρα 8 10 έως 11 13 και στο άρθρο 16 18. Οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να εκφράσουν τη συναίνεσή τους γραπτώς.

Το αίτημα αναδοχής περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που διαθέτει το κράτος που υποβάλει το αίτημα, έτσι ώστε το κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα να είναι σε θέση να εκτιμήσει την κατάσταση.

Το κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προβαίνει σε οποιεσδήποτε αναγκαίες επαληθεύσεις, ώστε να εξετάσει τους επικαλούμενους ανθρωπιστικούς λόγους, και απαντάει στο αιτούν κράτος μέλος εντός δύο ð ενός ï μηνών ð μήνα ï από την παραλαβή του αιτήματος, χρησιμοποιώντας το δίκτυο ηλεκτρονικής επικοινωνίας «DubliNet», το οποίο δημιουργήθηκε με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003. Η απάντηση που απορρίπτει το αίτημα αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται η άρνηση.

Εάν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα το αποδεχθεί, η ευθύνη για την εξέταση της αίτησης μεταβιβάζεται σε αυτό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

Άρθρο 18 20

Υποχρεώσεις του υπεύθυνου κράτους μέλους

1. Το υπεύθυνο κράτος μέλος δυνάμει του παρόντος κανονισμού υποχρεούται:

α) να αναδέχεται, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 21 24, 22 25 και 29 30, αιτούντα ο οποίος υπέβαλε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος,

β) να αναλαμβάνει εκ νέου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 26 24, 25 και 29 30, αιτούντα η αίτηση του οποίου τελεί υπό εξέταση και ο οποίος έκανε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος ή ο οποίος ευρίσκεται χωρίς να έχει τίτλο διαμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους,

γ) να αναλαμβάνει εκ νέου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 26 24, 25 και 29 30, υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα ο οποίος ανακάλεσε την υπό εξέταση αίτησή του και έκανε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος ή ο οποίος ευρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους χωρίς τίτλο διαμονής,

δ) να αναλαμβάνει εκ νέου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 26 24, 25 και 29 30, υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα του οποίου η αίτηση απερρίφθη και ο οποίος έκανε αίτηση σε άλλο κράτος μέλος ή ο οποίος ευρίσκεται χωρίς να έχει τίτλο διαμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

ò νέο

ε) να αναλαμβάνει εκ νέου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 26 και 30, δικαιούχο διεθνούς προστασίας, ο οποίος υπέβαλε αίτηση σε κράτος μέλος άλλο από το υπεύθυνο κράτος μέλος που του χορήγησε το εν λόγω καθεστώς προστασίας ή ο οποίος ευρίσκεται στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το υπεύθυνο κράτος μέλος που του χορήγησε το εν λόγω καθεστώς προστασίας χωρίς να έχει τίτλο διαμονής.

2. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), το υπεύθυνο κράτος μέλος εξετάζει ή ολοκληρώνει την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.

3. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), το υπεύθυνο κράτος μέλος εξετάζει ή ολοκληρώνει την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας με ταχεία διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

4. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), το υπεύθυνο κράτος μέλος αντιμετωπίζει τυχόν περαιτέρω διαβήματα ή τη νέα αίτηση που υποβάλει ο αιτών ως μεταγενέστερη αίτηση σύμφωνα με την οδηγία 2013/32/ΕΕ.

5. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ), η απόφαση που λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την απόρριψη της αίτησης δεν υπόκειται πλέον σε άσκηση ένδικου μέσου στο πλαίσιο του κεφαλαίου V της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

6. Όταν κράτος μέλος χορηγεί τίτλο διαμονής στον αιτούντα, οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μεταβιβάζονται στο εν λόγω κράτος μέλος.

7. Το υπεύθυνο κράτος μέλος επισημαίνει στον ηλεκτρονικό φάκελο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 το γεγονός ότι είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

2. Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β), το υπεύθυνο κράτος μέλος εξετάζει ή ολοκληρώνει την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας που έκανε ο αιτών.

Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχείο γ), όταν το υπεύθυνο κράτος μέλος είχε διακόψει την εξέταση αίτησης μετά από ανάκλησή της από τον αιτούντα πριν από τη λήψη απόφασης επί της ουσίας πρωτοδίκως, το εν λόγω κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι ο αιτών έχει δικαίωμα να ζητήσει να ολοκληρωθεί η εξέταση της αίτησής του ή να υποβάλει νέα αίτηση διεθνούς προστασίας, η οποία δεν θα αντιμετωπισθεί ως μεταγενέστερη αίτηση, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2013/32/ΕΕ. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ολοκληρώνεται η εξέταση της αίτησης.

Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχείο δ), όταν η αίτηση απορρίπτεται πρωτοδίκως μόνο, το υπεύθυνο κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει ή είχε δυνατότητα πραγματικής προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 46 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

Άρθρο 19

Παύση ευθυνών

1. Εάν κάποιο κράτος χορηγήσει τίτλο διαμονής στον αιτούντα, οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 μεταβιβάζονται στο εν λόγω κράτος μέλος.

2. Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 εκλείπουν εάν το υπεύθυνο κράτος μέλος μπορεί να αποδείξει, όταν υποβάλλεται σε αυτό αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών για διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος εν ισχύ τίτλου διαμονής που έχει εκδοθεί από το υπεύθυνο κράτος μέλος

Αίτηση που υποβάλλεται μετά από το χρονικό διάστημα απουσίας του πρώτου εδαφίου θεωρείται νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.

3. Οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1) στοιχεία γ) και δ) εκλείπουν όταν το υπεύθυνο κράτος μέλος δύναται να αποδείξει, όταν υποβάλλεται σε αυτό αίτημα εκ νέου ανάληψης αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών σύμφωνα με απόφαση επιστροφής ή με μέτρο απομάκρυνσης που εξέδωσε μετά την ανάκληση ή την απόρριψη της αίτησης.

Αίτηση που υποβάλλεται μετά από πραγματική απομάκρυνση θεωρείται νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΟΧΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚ ΝΕΟΥ ΑΝΑΛΗΨΗ

ΤΜΗΜΑ I

Κίνηση της διαδικασίας

Άρθρο 20 21

Κίνηση της διαδικασίας

1. Η διαδικασία προσδιορισμού του υπευθύνου κράτους μέλους κινείται μόλις υποβληθεί για πρώτη φορά αίτηση διεθνούς προστασίας σε ένα κράτος μέλος ð , με την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος πρώτης αίτησης δεν είναι ήδη το υπεύθυνο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 ή παράγραφος 5 ï .

2. Μια αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρείται υποβληθείσα από τη στιγμή κατά την οποία παραλαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές του συγκεκριμένου κράτους μέλους έντυπο που υποβάλλεται από τον αιτούντα ή πρακτικό που καταρτίζεται από τις αρχές. Εάν η αίτηση δεν γίνεται εγγράφως, το διάστημα μεταξύ της δήλωσης πρόθεσης και της κατάρτισης πρακτικού θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν βραχύτερο.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η κατάσταση του ανηλίκου ο οποίος συνοδεύει τον αιτούντα και εμπίπτει στον ορισμό του μέλους οικογένειας είναι αδιαχώριστη από εκείνη του μέλους οικογένειάς του και υπάγεται στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω μέλους οικογένειας, ακόμα και αν ο ανήλικος δεν είναι ατομικά αιτών, εφόσον αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου. Το ίδιο ισχύει και για τα τέκνα που γεννήθηκαν μετά την άφιξη του αιτούντος στο έδαφος των κρατών μελών, χωρίς να χρειάζεται να κινηθεί νέα διαδικασία αναδοχής ευθύνης για τα εν λόγω τέκνα.

4. Όταν μια αίτηση διεθνούς προστασίας υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές κράτους μέλους από αιτούντα που ευρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, ο προσδιορισμός του υπεύθυνου κράτους μέλους γίνεται από το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται ο αιτών άσυλο. Αυτό το κράτος μέλος ενημερώνεται αμελλητί από το κράτος μέλος το οποίο έλαβε την αίτηση και θεωρείται ως εκ τούτου, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος στο οποίο υπεβλήθη η αίτηση διεθνούς προστασίας.

Ο αιτών ενημερώνεται εγγράφως για αυτήν την αλλαγή στο προσδιορίζον κράτος μέλος και για την ημερομηνία, κατά την οποία αυτή έλαβε χώρα.

5. Το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε πρώτα η αίτηση διεθνούς προστασίας είναι υποχρεωμένο, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 26 24, 25 and 29 30, και έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, να αναλάβει εκ νέου τον αιτούντα ο οποίος ευρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος χωρίς τίτλο διαμονής ή έχει υποβάλει εκεί αίτηση διεθνούς προστασίας αφού ανακάλεσε την πρώτη αίτησή του κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους.

Η εν λόγω υποχρέωση παύει όταν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ολοκλήρωσης της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους δύναται να αποδείξει ότι ο αιτών εγκατέλειψε εν τω μεταξύ το έδαφος των κρατών μελών για περίοδο τουλάχιστον τριών μηνών ή απέκτησε τίτλο διαμονής από άλλο κράτος μέλος.

Αίτηση που υποβάλλεται μετά από ανάλογη περίοδο απουσίας όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο θεωρείται νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.

ò νέο

ΤΜΗΜΑ II

Καταχώριση και παρακολούθηση της αίτησης

Άρθρο 22

Καταχώριση

1. Το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται αίτηση διεθνούς προστασίας καταχωρεί στο αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013]:

α) την υποβολή της εν λόγω αίτησης,

β) κατά περίπτωση, τη σχέση με τις αιτήσεις μελών της οικογένειας ή συγγενών που ταξιδεύουν μαζί,

γ) τον αριθμό αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 12 στοιχείο θ) του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013].

2. Μόλις εισαχθούν οι πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1, το αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 44 καταχωρίζει κάθε αίτηση με μοναδικό αριθμό αίτησης, δημιουργεί ηλεκτρονικό αρχείο για κάθε αίτηση και κοινοποιεί τον μοναδικό αριθμό της αίτησης στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.

3. Τα κράτη μέλη παρέχουν στον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών που πράγματι επανεγκαθίσταται σε εβδομαδιαία βάση. Ο Οργανισμός επικυρώνει τα στοιχεία αυτά και εισάγει τα δεδομένα στο αυτοματοποιημένο σύστημα.

4. Όταν από σύμπτωση Eurodac προκύπτει ότι ο αιτών έχει στο παρελθόν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας πριν εγκαταλείψει ή πριν απομακρυνθεί από το έδαφος των κρατών μελών, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η νέα αίτηση αναφέρει επίσης ποιο κράτος μέλος ήταν το υπεύθυνο κράτος μέλος για την εξέταση της προηγούμενης αίτησης.

5. Το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση πραγματοποιεί έρευνα στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Όταν από σύμπτωση VIS προκύπτει ότι ο αιτών διαθέτει έγκυρη θεώρηση ή θεώρηση που έχει λήξει λιγότερο από έξι μήνες πριν από την υποβολή της πρώτης αίτησης, το κράτος μέλος αναφέρει τον αριθμό της αίτησης θεώρησης, το κράτος μέλος και την αρχή που εξέδωσε ή παρέτεινε τη θεώρηση, καθώς και εάν η θεώρηση εκδόθηκε εξ ονόματος άλλου κράτους μέλους.

Άρθρο 23

Πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο αυτοματοποιημένο σύστημα

1. Στο αυτοματοποιημένο σύστημα του άρθρου 44 παράγραφος 1 αναφέρονται σε πραγματικό χρόνο:

α)    ο συνολικός αριθμός των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί στην Ένωση,

β)    ο αριθμός των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί σε κάθε κράτος μέλος,

γ)    ο αριθμός των υπηκόων τρίτων χωρών που έχουν επανεγκατασταθεί από κάθε κράτος μέλος,

δ)    ο πραγματικός αριθμός των αιτήσεων που πρέπει να εξετασθούν από κάθε κράτος μέλος ως υπεύθυνο κράτος μέλος,

ε)    το ποσοστό κάθε κράτους μέλους σύμφωνα με την κλείδα αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 35.

2. Στον ηλεκτρονικό φάκελο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 καταγράφονται μόνο οι ακόλουθες πληροφορίες:

α)    ο μοναδικός αριθμός αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2,

β)    η σχέση με τις αιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 22 στοιχείο β) και στο άρθρο 22 παράγραφος 4,

γ)    ο αριθμός αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 12 στοιχείο θ) του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013].

δ)    η ύπαρξη καταχώρισης κατόπιν διενέργειας του ελέγχου ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 40,

ε)    το υπεύθυνο κράτος μέλος,

στ)    σε περίπτωση ένδειξης ότι έχει υποβληθεί προηγούμενη αίτηση διεθνούς προστασίας από τον ίδιο αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 4, το κράτος μέλος που ήταν υπεύθυνο για την εν λόγω προηγούμενη αίτηση,

ζ)    σε περίπτωση ένδειξης ότι έχει εκδοθεί θεώρηση για τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 5, το κράτος μέλος που εξέδωσε ή παρέτεινε τη θεώρηση ή εξ ονόματος του οποίου εκδόθηκε η θεώρηση και ο αριθμός της αίτησης θεώρησης·

η)    όταν εφαρμόζεται ο μηχανισμός κατανομής σύμφωνα με το κεφάλαιο VII, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 4 και στο άρθρο 39 στοιχείο η).

3. Μετά από γνωστοποίηση από το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 7 και το άρθρο 22 παράγραφος 3, το αυτοματοποιημένο σύστημα του άρθρου 44 παράγραφος 1 καταμετρά την οικεία αίτηση και τον οικείο υπήκοο τρίτης χώρας που πράγματι επανεγκαταστάθηκε στο ποσοστό του εν λόγω κράτους μέλους.

4. Τα ηλεκτρονικά αρχεία διαγράφονται αυτόματα μετά την παρέλευση της χρονικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013].

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ðνέο

ΤΜΗΜΑ ΙΙ ΙΙΙ

Διαδικασίες για τα αιτήματα αναδοχής

Άρθρο 21 24

Υποβολή αιτήματος αναδοχής

1. Εάν το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρεί ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέτασή της, μπορεί να απευθύνει σε αυτό αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος, το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση, εντός προθεσμίας τριών ð ενός ï μηήναών από την υποβολή της αίτησης κατά την έννοια του άρθρου 20 21 παράγραφος 2.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, σε περίπτωση σύμπτωσης Eurodac με δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013] ð ή σύμπτωσης VIS με δεδομένα που έχουν καταγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 767/2008 ï , το αίτημα αποστέλλεται εντός δύο μηνών ð εβδομάδων ï από την παραλαβή της σύμπτωσης σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

Εάν το αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος δεν υποβληθεί εντός των προθεσμιών του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου, η ευθύνη της εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας εμπίπτει στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.

2. Το κράτος μέλος που υποβάλει το αίτημα μπορεί να ζητήσει επειγόντως απάντηση εφόσον η αίτηση διεθνούς προστασίας υποβλήθηκε ύστερα από άρνηση εισόδου ή διαμονής, σύλληψη λόγω παράνομης διαμονής ή ύστερα από επίδοση ή εκτέλεση μέτρου απομάκρυνσης.

Το αίτημα προσδιορίζει τους λόγους που δικαιολογούν επείγουσα απάντηση και την προθεσμία εντός της οποίας αναμένεται απάντηση. Η εν λόγω προθεσμία είναι τουλάχιστον μια εβδομάδα.

32. Στις περιπτώσεις τωνης παραγράφωνου 1 και 2, το αίτημα αναδοχής από άλλο κράτος μέλος γίνεται μέσω τυποποιημένου εντύπου και συμπεριλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία ή έμμεσα αποδεικτικά στοιχεία, όπως περιγράφονται στους δύο καταλόγους του άρθρου 2225 παράγραφος 34 και/ή άλλα συναφή στοιχεία από τη δήλωση του αιτούντος, τα οποία επιτρέπουν στις αρχές του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται το αίτημα να επαληθεύει εάν είναι υπεύθυνο βάσει των κριτηρίων του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει ενιαίους όρους για την προετοιμασία και την υποβολή αιτημάτων αναδοχής. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

Άρθρο 22 25

Απάντηση σε αίτημα αναδοχής

1. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προβαίνει στις απαραίτητες επαληθεύσεις, και αποφαίνεται σχετικά με το αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος εντός προθεσμίας δύο ð ενός ï μηήνώνα από την ημερομηνία της παραλαβής του αιτήματος.

ò νέο

2. Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, σε περίπτωση σύμπτωσης Eurodac με δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013] ή σύμπτωσης VIS με δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 767/2008, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα λαμβάνει απόφαση σχετικά με αυτό εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή του αιτήματος.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

23. Κατά τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, χρησιμοποιούνται αποδεικτικά στοιχεία και έμμεσες αποδείξεις.

34. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει και αναθεωρεί περιοδικά δύο καταλόγους, αναφέροντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και τις έμμεσες αποδείξεις σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

α) Αποδεικτικά στοιχεία:

i) Αυτό αναφέρεται στις τυπικές αποδείξεις οι οποίες θεμελιώνουν ευθύνη δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ενόσω αυτό δεν αναιρείται από απόδειξη περί του αντιθέτου.

ii) Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 44 56 υποδείγματα των διαφόρων τύπων διοικητικών εγγράφων, σύμφωνα με την τυπολογία που καθιερώνεται στον κατάλογο τυπικών αποδείξεων.

β) Έμμεσες αποδείξεις:

i) Αυτό αναφέρεται σε ενδείξεις, οι οποίες, αν και είναι μαχητές, ενδέχεται να επαρκούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με την αποδεικτική αξία που τους αποδίδεται.

ii) Η αποδεικτική τους αξία, σε σχέση με την ευθύνη εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας, εξετάζεται κατά περίπτωση.

45. Οι απαιτήσεις για τα αποδεικτικά στοιχεία θα πρέπει να μην υπερβαίνουν ό,τι είναι απαραίτητο για την καλή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

56. Εάν δεν υπάρχουν τυπικές αποδείξεις, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα αναγνωρίζει την ευθύνη του, εάν οι έμμεσες αποδείξεις έχουν συνοχή, μπορούν να εξακριβωθούν και είναι αρκούντως λεπτομερείς για να θεμελιωθεί η ευθύνη.

6. Εάν το κράτος μέλος που υποβάλλει το αίτημα επικαλείται λόγους επείγοντος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφος 2, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να απαντήσει εντός της αιτούμενης προθεσμίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν αποδεικνύεται ότι η εξέταση του αιτήματος αναδοχής αιτούντος είναι ιδιαιτέρως πολύπλοκη, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα μπορεί να απαντήσει μετά την πάροδο της ταχθείσας προθεσμίας, αλλά εν πάση περιπτώσει εντός ενός μηνός. Στις περιπτώσεις αυτές, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα πρέπει να γνωστοποιεί την απόφασή του να αναβάλει την απάντηση προς το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα εντός της αρχικώς αιτηθείσας προθεσμίας.

7. Η έλλειψη απάντησης ð Όταν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα δεν διατυπώσει αντίρρηση για το αίτημα ï εντός της προθεσμίας των δύο μηνών ð του ενός μηνός ï που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και του ενός μηνός που προβλέπεται στην παράγραφο 6 ð μέσω απάντησης στην οποία αναφέρονται τεκμηριωμένοι λόγοι ή, κατά περίπτωση, εντός της προθεσμίας των δύο εβδομάδων που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τούτο ï ισοδυναμεί με αποδοχή του αιτήματος και συνεπάγεται την υποχρέωση αναδοχής του προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης για κατάλληλη διευθέτηση της άφιξης.

ΤΜΗΜΑ III IV

Διαδικασιες για τα αιτηματα Ö τισ κοινοποιησεισ Õ εκ νέου αναληψης

Άρθρο 23 26

Υποβολή Ö κοινοποίησης Õ αιτήματος εκ νέου ανάληψης όταν υποβάλλεται νέα αίτηση στο αιτούν κράτος μέλος

1. Όταν ένα κράτος μέλος στο οποίο ένα πρόσωπο, όπως Ö Στην περίπτωση που Õ αναφέρεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ), ή δ) ð ή ε) ï, έχει υποβάλει νέα αίτηση διεθνούς προστασίας, θεωρεί ότι είναι υπεύθυνο άλλο Ö το Õ κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται το πρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 και το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), μπορεί να υποβάλει στο εν λόγω κράτος μέλος αίτημα εκ νέου ανάληψης του εν λόγω προσώπου ð προβαίνει σε κοινοποίηση εκ νέου ανάληψης το αργότερο εντός δύο εβδομάδων μετά την παραλαβή της σύμπτωσης Eurodac και μεταφέρει το εν λόγω πρόσωπο στο υπεύθυνο κράτος μέλος ï .

2. Το αίτημα εκ νέου ανάληψης υποβάλλεται το ταχύτερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός δύο μηνών από την παραλαβή της σύμπτωσης Eurodac, βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013.

Εάν το αίτημα εκ νέου ανάληψης βασίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία διαφορετικά από τα στοιχεία που ελήφθησαν από το σύστημα Eurodac, αποστέλλεται στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2.

3. Όταν το αίτημα εκ νέου ανάληψης δεν υποβάλλεται εντός των προθεσμιών της παραγράφου 2, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας είναι το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η νέα αίτηση.

42. Το αίτημα ð Η κοινοποίηση ï εκ νέου ανάληψης υποβάλλεται με τη χρήση υποδείγματος και συμπεριλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία ή έμμεσες αποδείξεις όπως περιγράφονται στους δύο καταλόγους που αναφέρονται στο άρθρο 22 25 παράγραφος 3 4 και/ή συναφή στοιχεία από τις δηλώσεις του ενδιαφερόμενου προσώπου, που επιτρέπουν στις αρχές του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα να επαληθεύει κατά πόσον είναι υπεύθυνο βάσει των κριτηρίων που ορίζει ο παρών κανονισμός.

ò νέο

3. Το υπεύθυνο κράτος μέλος επιβεβαιώνει αμέσως την παραλαβή της κοινοποίησης στο κράτος μέλος που προέβη στην κοινοποίηση.

 604/2013

ð νέο

4. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει ενιαίους όρους για την προετοιμασία και την υποβολή ð κοινοποιήσεων ï αιτημάτων εκ νέου ανάληψης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

Άρθρο 24

Υποβολή αιτήματος εκ νέου ανάληψης όταν δεν έχει υποβληθεί νέα αίτηση στο αιτούν κράτος μέλος

1. Όταν κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου πρόσωπο το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) διαμένει χωρίς τίτλο διαμονής και στο οποίο δεν έχει υποβληθεί νέα αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρεί ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 και το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), δύναται να ζητήσει από το άλλο κράτος μέλος να αναλάβει εκ νέου το εν λόγω πρόσωπο.

2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών 30 , όταν κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαμένει πρόσωπο χωρίς τίτλο διαμονής αποφασίσει να ερευνήσει το σύστημα Eurodac σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013, το αίτημα εκ νέου ανάληψης προσώπου το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή γ) του παρόντος κανονισμού ή προσώπου το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και του οποίου η αίτηση για διεθνή προστασία δεν έχει απορριφθεί με οριστική απόφαση υποβάλλεται το ταχύτερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός δύο μηνών από την παραλαβή της σύμπτωσης Eurodac, βάσει του άρθρου 17 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013.

Εάν το αίτημα εκ νέου ανάληψης βασίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία διαφορετικά από τα στοιχεία που ελήφθησαν από το σύστημα Eurodac, αποστέλλεται στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία το αιτούν κράτος μέλος λαμβάνει γνώση ότι υπεύθυνο για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο μπορεί να είναι άλλο κράτος μέλος.

3. Όταν το αίτημα εκ νέου ανάληψης δεν υποβάλλεται εντός των προθεσμιών της παραγράφου 2, το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαμένει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο χωρίς τίτλο διαμονής παρέχει στο εν λόγω πρόσωπο τη δυνατότητα να υποβάλει νέα αίτηση.

4. Όταν πρόσωπο το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού και του οποίου η αίτηση για διεθνή προστασία έχει απορριφθεί με οριστική απόφαση σε ένα κράτος μέλος ευρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους χωρίς τίτλο διαμονής, το δεύτερο κράτος μέλος δύναται είτε να ζητήσει από το πρώτο να αναλάβει εκ νέου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είτε να διεξαγάγει διαδικασία επιστροφής, σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ.

Όταν το δεύτερο κράτος μέλος αποφασίζει να ζητήσει από το πρώτο να αναλάβει εκ νέου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, δεν ισχύουν οι κανόνες της οδηγίας 2008/115/ΕΚ.

5. Το αίτημα εκ νέου ανάληψης προσώπου το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) υποβάλλεται με τη χρήση υποδείγματος και συμπεριλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία ή έμμεσες αποδείξεις όπως περιγράφονται στους δύο καταλόγους που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 και/ή συναφή στοιχεία από τις δηλώσεις του προσώπου που επιτρέπουν στις αρχές του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα να επαληθεύει κατά πόσον είναι υπεύθυνο το κράτος μέλος βάσει των κριτηρίων που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει και επανεξετάζει τακτικά δύο καταλόγους προσδιορίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και έμμεσες αποδείξεις σύμφωνα με τα κριτήρια που θεσπίζονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και καθορίζει ενιαίους όρους για την προετοιμασία και την υποβολή αιτημάτων εκ νέου ανάληψης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 παράγραφος 2

Άρθρο 25

Απάντηση στο αίτημα εκ νέου ανάληψης

1. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προβαίνει στις απαραίτητες επαληθεύσεις και αποφαίνεται σχετικά με το αίτημα εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου το ταχύτερο δυνατόν και, σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από ένα μήνα από την ημερομηνία κατά την οποία παρελήφθη το αίτημα. Όταν το αίτημα βασίζεται σε στοιχεία λαμβανόμενα από το σύστημα Eurodac, η εν λόγω προθεσμία μειώνεται σε δύο εβδομάδες.

2. Η έλλειψη απάντησης εντός της προθεσμίας του ενός μηνός ή των δύο εβδομάδων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ισοδυναμεί με αποδοχή του αιτήματος και συνεπάγεται την υποχρέωση εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης για κατάλληλη διευθέτηση της άφιξης.

ΤΜΗΜΑ IV V

Διαδικαστικές εγγυήσεις

Άρθρο 26 27

Κοινοποίηση της απόφασης μεταφοράς

1. Όταν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα δέχεται την αναδοχή ή την εκ νέου ανάληψη του αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα κοινοποιεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ð εγγράφως χωρίς καθυστέρηση στον αιτούντα ï την απόφαση για τη μεταφορά του προς το υπεύθυνο κράτος μέλος και, κατά περίπτωση, για την απόφαση περί μη εξέτασης της αίτησής του για διεθνή προστασία.

ò νέο

2. Όταν πρόκειται να γίνει εκ νέου ανάληψη αιτούντα ή άλλου προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ), δ) ή ε), το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται ο ενδιαφερόμενος κοινοποιεί στον ενδιαφερόμενο εγγράφως χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την απόφαση μεταφοράς του προς το υπεύθυνο κράτος μέλος.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο) ð νέο

3. Εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εκπροσωπείται από νομικό ή άλλο σύμβουλο, τα κράτη μέλη δύνανται να επιλέξουν να κοινοποιήσουν σε εκείνον την απόφαση και όχι στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο και, κατά περίπτωση, να ανακοινώσουν την απόφαση στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

24. Η απόφαση της παραγράφου 1 ð και της παραγράφου 2 ï περιλαμβάνει πληροφορίες για τα διαθέσιμα ένδικα μέσα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος αίτησης αναστολής, κατά περίπτωση, και για τις προθεσμίες προσφυγής και μεταφοράς και περιλαμβάνει, εφόσον είναι απαραίτητο, τις πληροφορίες σχετικά με τον τόπο στον οποίο, και την ημερομηνία κατά την οποία, θα πρέπει να παρουσιασθεί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, εφόσον το εν λόγω πρόσωπο μεταβαίνει στο υπεύθυνο κράτος μέλος με δικά του μέσα.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι οι πληροφορίες σχετικά με τα πρόσωπα και τις οντότητες που μπορούν να παράσχουν νομική συνδρομή στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο τού ανακοινώνονται μαζί με την απόφαση της παραγράφου 1 ð και της παραγράφου 2 ï, όταν οι εν λόγω πληροφορίες δεν έχουν ήδη ανακοινωθεί.

35. Όταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν επικουρείται ή δεν εκπροσωπείται από νομικό ή άλλο σύμβουλο, τα κράτη μέλη το ενημερώνουν σχετικά με τα κύρια στοιχεία της απόφασης· η ενημέρωση αυτή πάντοτε περιλαμβάνει πληροφορίες για τα διαθέσιμα ένδικα μέσα και τις προθεσμίες άσκησής τους, σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Άρθρο 27 28

Προσφυγές

1. Ο αιτών ή άλλο πρόσωπο όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ), ή δ) ð ή ε) ï έχει το δικαίωμα άσκησης πραγματικής προσφυγής, με τη μορφή ένδικου μέσου ή επανεξέτασης, ενώπιον δικαστηρίου, τόσο για τα πραγματικά όσο και για τα νομικά στοιχεία, κατά απόφασης μεταφοράς.

2. Τα κράτη μέλη παρέχουν στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο εύλογο χρονικό διάστημα ð 7 ημερών μετά την κοινοποίηση της απόφασης μεταφοράς ï εντός του οποίου μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3. Για τους σκοπούς Ö τα Õ ένδικωνα μέσωνα κατά αποφάσεων μεταφοράς ή επανεξετάσεων των αποφάσεων αυτών, τα κράτη μέλη προβλέπουν στο εθνικό δίκαιο: ðτο δικαστήριο αποφασίζει εντός 15 ημερών επί της ουσίας του ένδικου μέσου ή της επανεξέτασης. Καμία μεταφορά δεν πραγματοποιείται πριν ληφθεί η εν λόγω απόφαση επί της προσφυγής ή της επανεξέτασης. ï

α) ότι το ένδικο μέσο ή η επανεξέταση παρέχει στον ενδιαφερόμενο το δικαίωμα να παραμείνει στο συγκεκριμένο κράτος μέλος εν αναμονή του αποτελέσματος του ένδικου μέσου ή της επανεξέτασης ή

β) η μεταφορά αναστέλλεται αυτόματα και παύει να ισχύει μετά την παρέλευση εύλογου χρονικού διαστήματος, κατά τη διάρκεια του οποίου το δικαστήριο, μετά από λεπτομερή και αυστηρή εξέταση του αιτήματος, λαμβάνει απόφαση για την αναστολή ή μη του ένδικου μέσου ή της επανεξέτασης ή

γ) το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να ζητήσει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από δικαστήριο να αναστείλει την εφαρμογή της απόφασης μεταφοράς εν αναμονή του ένδικου μέσου ή της επανεξέτασης που αιτήθηκε. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη δυνατότητα πραγματικής προσφυγής αναστέλλοντας τη μεταφορά έως ότου ληφθεί η απόφαση για το πρώτο αίτημα αναστολής. Η απόφαση για την αναστολή ή μη της εφαρμογής της απόφασης μεταφοράς λαμβάνεται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, επιτρέποντας, παράλληλα, τη λεπτομερή και αυστηρή εξέταση του αιτήματος αναστολής. Η απόφαση για τη μη αναστολή της εφαρμογής της απόφασης μεταφοράς αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται.

4. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποφασίσουν αυτεπάγγελτα να αναστείλουν την εφαρμογή της απόφασης μεταφοράς εν αναμονή του ένδικου μέσου ή της επανεξέτασης.

ò νέο

4. Το πεδίο εφαρμογής της πραγματικής προσφυγής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 περιορίζεται σε εκτίμηση ενδεχόμενης παραβίασης του άρθρου 3 παράγραφος 2 όσον αφορά τον κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή των άρθρων 10 έως 13 και 18 .

5. Όταν δεν λαμβάνεται απόφαση μεταφοράς όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη παρέχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, στο οποίο ο αιτών υποστηρίζει ότι μέλος της οικογένειας ή, στην περίπτωση ασυνόδευτων ανηλίκων, συγγενής ευρίσκεται νόμιμα σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο που εξετάζει την αίτησή του για διεθνή προστασία και, ως εκ τούτου, θεωρεί αυτό το άλλο κράτος μέλος ως υπεύθυνο κράτος μέλος για την εξέταση της αίτησης.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

56. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει πρόσβαση σε νομική συνδρομή και/ή εκπροσώπηση και, εάν απαιτείται, σε γλωσσική βοήθεια.

67. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη χορήγηση, κατόπιν αιτήματος, δωρεάν νομικής συνδρομής, όταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν μπορεί να καταβάλει τις σχετικές δαπάνες. Όσον αφορά τα τέλη και άλλα έξοδα, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι η μεταχείριση των αιτούντων δεν είναι ευνοϊκότερη από εκείνη που επιφυλάσσεται κατά γενικό κανόνα στους υπηκόους τους σε θέματα σχετικά με τη νομική συνδρομή.

Χωρίς να περιορίζεται αυθαίρετα η πρόσβαση στη νομική συνδρομή, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι δεν χορηγείται δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση, όταν η αρμόδια αρχή ή το δικαστήριο θεωρεί ότι το ένδικο μέσο ή η επανεξέταση δεν έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας.

Όταν η απόφαση για τη μη χορήγηση δωρεάν νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο λαμβάνεται από αρχή η οποία δεν είναι δικαστήριο, τα κράτη μέλη προβλέπουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον δικαστηρίου. ð Στην περίπτωση δικαστικής προσβολής της απόφασης, η εν λόγω προσφυγή συνιστά αναπόσπαστο τμήμα της προσφυγής που αναφέρεται στην παράγραφο 1. ï

Κατά την εφαρμογή των απαιτήσεων της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση δεν περιορίζονται αυθαίρετα και ότι δεν παρεμποδίζεται η πραγματική πρόσβαση του αιτούντος στη δικαιοσύνη.

Η νομική συνδρομή περιλαμβάνει, οπωσδήποτε, την κατάρτιση των αναγκαίων δικονομικών εγγράφων και την εκπροσώπηση ενώπιον δικαστηρίου και μπορεί να περιορίζεται στους νομικούς συμβούλους ή τους συνηγόρους που καθορίζονται ειδικά από το εθνικό δίκαιο για την παροχή συνδρομής και εκπροσώπησης.

Οι διαδικασίες για την πρόσβαση στη νομική συνδρομή ορίζονται στο εθνικό δίκαιο.

ΤΜΗΜΑ V VI

Κράτηση για τον σκοπό της μεταφοράς

Άρθρο 28 29

Κράτηση

1. Τα κράτη μέλη δεν κρατούν ένα πρόσωπο για τον μόνο λόγο ότι υπόκειται στη διαδικασία που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό.

2. Όταν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος διαφυγής, τα κράτη μέλη δύνανται να κρατούν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, ούτως ώστε να εξασφαλίζονται οι διαδικασίες μεταφοράς σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, βάσει ατομικής αξιολόγησης και μόνον εφόσον η κράτηση είναι αναλογική, εάν δεν μπορούν να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά λιγότερο αυστηρά εναλλακτικά μέτρα.

3. Η κράτηση είναι όσο το δυνατό συντομότερη και δεν διαρκεί περισσότερο από τον χρόνο που εύλογα απαιτείται για την πλήρωση των αναγκαίων διοικητικών διαδικασιών με τη δέουσα επιμέλεια, μέχρι την εκτέλεση της μεταφοράς βάσει του παρόντος κανονισμού.

Όταν ένα πρόσωπο κρατείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η προθεσμία υποβολής αιτήματος αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης ð ή κοινοποίησης εκ νέου ανάληψης ï δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα ð τις δύο εβδομάδες ï από την υποβολή της αίτησης. Το κράτος μέλος που διεξάγει τη διαδικασία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ζητεί επείγουσα απάντηση σε τέτοιες περιπτώσεις ð για το αίτημα αναδοχής ï. Η εν λόγω απάντηση δίδεται εντός δύο ð μίας ï εβδομάδωνας από την παραλαβή του αιτήματος ð αναδοχής ï. Η έλλειψη απάντησης εντός δύο εβδομάδων ð μίας εβδομάδας ï ισοδυναμεί με αποδοχή του αιτήματος ð αναδοχής ï και συνεπάγεται υποχρέωση αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης πρόβλεψης των κατάλληλων προετοιμασιών για την άφιξη.

Όταν ένα πρόσωπο κρατείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η μεταφορά του εν λόγω προσώπου από το αιτούν κράτος μέλος στο υπεύθυνο κράτος μέλος διεξάγεται μόλις αυτό είναι πρακτικά δυνατό και το αργότερο εντός έξι ð τεσσάρων ï εβδομάδων ð από την οριστική απόφαση μεταφοράς ï από την τυπική ή άτυπη αποδοχή του αιτήματος αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου από άλλο κράτος μέλος ή από τη στιγμή κατά την οποία το ένδικο μέσο ή η προσφυγή παύει να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3.

Όταν το αιτούν κράτος μέλος δεν τηρεί τις προθεσμίες για την υποβολή αιτήματος αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης ð ή κοινοποίησης εκ νέου ανάληψης ï ή όταν η μεταφορά δεν εκτελείται εντός της προαναφερόμενης στο τρίτο εδάφιο προθεσμίας των έξι ð τεσσάρων ï εβδομάδων, το πρόσωπο δεν κρατείται πλέον. Τα άρθρα 21 24, 23, 26 24 και 29 30 εξακολουθούν να εφαρμόζονται σχετικά.

4. Όσον αφορά τις συνθήκες κράτησης προσώπων και τις εγγυήσεις για τους κρατουμένους, προκειμένου να εξασφαλίζονται οι διαδικασίες μεταφορών στο υπεύθυνο κράτος μέλος, εφαρμόζονται τα άρθρα 9, 10 και 11 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ.

ΤΜΉΜΑ VI VII

Μεταφορές

Άρθρο 29 30

Λεπτομέρειες και προθεσμίες

ò νέο

1. Το προσδιορίζον κράτος μέλος του οποίου το αίτημα αναδοχής που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο α) έγινε δεκτό ή το οποίο προέβη σε αίτημα εκ νέου ανάληψης που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ε) λαμβάνει απόφαση μεταφοράς το αργότερο εντός μίας εβδομάδας από την αποδοχή ή την κοινοποίηση και μεταφέρει τον αιτούντα ή το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στο υπεύθυνο κράτος μέλος.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Η μεταφορά του αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ), ή δ) ð ή ε) ï από το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα προς το υπεύθυνο κράτος μέλος πραγματοποιείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που υπέβαλε το αίτημα, ύστερα από διαβούλευση μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών, μόλις αυτό είναι πρακτικά δυνατόν και το αργότερο εντός προθεσμίας ð τεσσάρων εβδομάδων από την οριστική απόφαση μεταφοράς ï έξι μηνών από την αποδοχή του αιτήματος περί αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερομένου από άλλο κράτος μέλος ή από την έκδοση οριστικής απόφασης επί ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης εφόσον σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3 υπάρχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Εάν οι μεταφορές στο υπεύθυνο κράτος μέλος εκτελούνται με ελεγχόμενη αναχώρηση ή με συνοδεία, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εκτελούνται λαμβάνοντας υπόψη τον ανθρώπινο παράγοντα και με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Εάν είναι απαραίτητο, ο αιτών εφοδιάζεται από το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα με άδεια ελεύθερης διέλευσης. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει το υπόδειγμα της άδειας ελεύθερης διέλευσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

Το υπεύθυνο κράτος μέλος ενημερώνει το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα, ανάλογα με την περίπτωση, για την ασφαλή άφιξη του ενδιαφερομένου ή για τη μη εμφάνισή του εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.

2. Εάν η μεταφορά δεν πραγματοποιηθεί εντός της προθεσμίας των έξι μηνών, το υπεύθυνο κράτος μέλος απαλλάσσεται των υποχρεώσεών του αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερομένου και η ευθύνη μεταβιβάζεται τότε στο κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται σε ένα έτος κατ’ ανώτατο όριο, εάν η μεταφορά δεν κατέστη δυνατόν να πραγματοποιηθεί λόγω φυλάκισης του ενδιαφερομένου ή σε 18 μήνες κατ’ ανώτατο όριο αν ο ενδιαφερόμενος διαφεύγει.

32. Εάν ένα πρόσωπο έχει μεταφερθεί εσφαλμένα ή η απόφαση μεταφοράς ακυρώθηκε κατόπιν άσκησης ένδικου μέσου ή επανεξέτασης μετά την εκτέλεση της μεταφοράς, το κράτος μέλος που εκτέλεσε τη μεταφορά αμελλητί αναλαμβάνει εκ νέου το εν λόγω πρόσωπο.

43. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει ενιαίους όρους για τη διαβούλευση και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, ιδίως σε περίπτωση αναβολής ή καθυστέρησης μεταφορών, μεταφορών κατόπιν αυτόματης αποδοχής, μεταφορών ανήλικου ή εξαρτώμενων προσώπων και ελεγχόμενων μεταφορών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

Άρθρο 30 31

Δαπάνες μεταφορών

1. Οι απαραίτητες δαπάνες για τη μεταφορά αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ), ή δ) ð ή ε) ï προς το υπεύθυνο κράτος μέλος καλύπτονται από το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά.

2. Όταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο πρέπει να αποσταλεί πίσω σε κράτος μέλος, λόγω εσφαλμένης μεταφοράς ή απόφασης μεταφοράς που ακυρώθηκε κατόπιν άσκησης ένδικου μέσου ή επανεξέτασης, μετά την εκτέλεση της μεταφοράς, το κράτος μέλος που εκτέλεσε αρχικά τη μεταφορά είναι υπεύθυνο για τις δαπάνες μεταφοράς του ενδιαφερόμενου προσώπου πίσω στο έδαφός του.

3. Οι δαπάνες των μεταφορών αυτών δεν μπορούν να βαρύνουν τα πρόσωπα που πρέπει να μεταφερθούν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 31 32

Ανταλλαγή συναφών πληροφοριών πριν από την εκτέλεση μεταφοράς

1. Το κράτος μέλος που εκτελεί τη μεταφορά αιτούντος ή άλλου προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 18 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ) γνωστοποιεί στο υπεύθυνο κράτος μέλος τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του προσώπου που θα μεταφερθεί, τα οποία θεωρούνται Ö επαρκή Õ δέοντα, συναφή και μη υπερβολικά ð περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο ï και τα οποία έχουν ως μόνο στόχο να εξασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο στο υπεύθυνο κράτος μέλος έχουν τη δυνατότητα να παράσχουν στο εν λόγω πρόσωπο την κατάλληλη βοήθεια, συμπεριλαμβανομένης της παροχής της άμεσης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που απαιτείται για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του και να εξασφαλίσουν τη συνέχεια της προστασίας και των δικαιωμάτων που χορηγούνται από τον παρόντα κανονισμό και από άλλα σχετικά νομικά εργαλεία που αφορούν το άσυλο. Τα δεδομένα αυτά ανακοινώνονται στο υπεύθυνο κράτος μέλος εντός εύλογου χρονικού διαστήματος πριν από την εκτέλεση της μεταφοράς, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες αρχές του σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο διαθέτουν αρκετό χρόνο για να λάβουν τα αναγκαία μέτρα.

2. Το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά, στον βαθμό που οι εν λόγω πληροφορίες διατίθενται στην αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, διαβιβάζει στο υπεύθυνο κράτος μέλος όλες τις πληροφορίες που έχουν σημασία για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των άμεσων ειδικών αναγκών του υπό μεταφορά προσώπου και συγκεκριμένα:

α) όλα τα άμεσα μέτρα τα οποία το υπεύθυνο κράτος μέλος πρέπει να λάβει ώστε να εξασφαλίσει ότι καλύπτονται επαρκώς οι ειδικές ανάγκες του προσώπου που θα μεταφερθεί, μεταξύ άλλων, τυχόν απαραίτητη άμεση ιατροφαρμακευτική περίθαλψη,

β) τα στοιχεία επικοινωνίας των μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία έχει σχέση στο κράτος μέλος υποδοχής, κατά περίπτωση,

γ) στην περίπτωση ανηλίκων, πληροφορίες σχετικά με την εκπαίδευσή τους,

δ) εκτίμηση της ηλικίας του αιτούντος.

3. Η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μόνο μεταξύ των αρχών που κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 35 47 του παρόντος κανονισμού με τη χρήση του ηλεκτρονικού δικτύου επικοινωνίας «DubliNet» που δημιουργήθηκε βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και δεν τυγχάνουν περαιτέρω επεξεργασίας.

4. Για τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, εγκρίνει υπόδειγμα για τη μεταφορά των δεδομένων που απαιτούνται βάσει του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

5. Οι κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 34 παράγραφοι 8 έως 12 ð 46 παράγραφος 8 ï εφαρμόζονται στην ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 32 33

Ανταλλαγή δεδομένων που αφορούν την υγεία πριν από την εκτέλεση μεταφοράς

1. Για τον στόχο μόνο της παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ή θεραπείας, ιδίως όσον αφορά πρόσωπα με αναπηρία, ηλικιωμένους, εγκύους, ανήλικους και πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, σωματικής και σεξουαλικής βίας, το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά διαβιβάζει στο υπεύθυνο κράτος μέλος πληροφορίες, εφόσον αυτές διατίθενται στην αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, σχετικά με οποιεσδήποτε ειδικές ανάγκες του προσώπου που θα μεταφερθεί, στις οποίες σε ειδικές περιπτώσεις μπορούν να περιλαμβάνονται στοιχεία για την κατάσταση της σωματικής ή ψυχικής υγείας του εν λόγω προσώπου. Οι εν λόγω πληροφορίες διαβιβάζονται με κοινό πιστοποιητικό υγείας και τα συνημμένα απαραίτητα έγγραφα. Το υπεύθυνο κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι αυτές οι ειδικές ανάγκες αντιμετωπίζονται δεόντως, συμπεριλαμβανομένης ιδίως οποιασδήποτε ουσιώδους ιατρικής μέριμνας που μπορεί να απαιτείται.

Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, συντάσσει το κοινό πιστοποιητικό υγείας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διαβιβάζονται στο υπεύθυνο κράτος μέλος από το κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά μόνο εφόσον ο αιτών και/ή ο εκπρόσωπός του έχουν ρητά συναινέσει σε αυτό ή, σε περίπτωση που ο αιτών είναι σωματικά ή νομικά ανίκανος να συναινέσει, όταν αυτό είναι απαραίτητο ð για την προστασία της δημόσιας υγείας και της δημόσιας ασφάλειας, ï Ö ή, αν ο αιτών είναι σωματικά ή νομικά ανίκανος να συναινέσει σε αυτό, Õ για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του αιτούντος ή άλλου προσώπου. Η έλλειψη, καθώς και η άρνηση συναίνεσης, δεν συνιστά εμπόδιο στην εκτέλεση της μεταφοράς.

3. Η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που αφορούν την υγεία και αναφέρονται στην παράγραφο 1 διενεργείται μόνο από επαγγελματία στον τομέα της υγείας που υπόκειται, βάσει του εθνικού δικαίου ή κανόνων που θεσπίζονται από εθνικούς αρμόδιους φορείς, στην υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου ή από άλλο πρόσωπο που υπόκειται σε ισοδύναμη υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου.

4. Η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μεταξύ επαγγελματιών του τομέα της υγείας ή άλλων προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Οι ανταλλασσόμενες πληροφορίες χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που καθορίζονται στην παράγραφο 1 και δεν τυγχάνουν περαιτέρω επεξεργασίας.

5. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει ενιαίους όρους και πρακτικές ρυθμίσεις για την ανταλλαγή των πληροφοριών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

6. Οι κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 34 παράγραφοι 8 έως 12 ð 46 παράγραφος 8 ï εφαρμόζονται στην ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 33

Μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης, προετοιμασίας και διαχείρισης κρίσεων

1. Όταν, βάσει, ιδίως, των πληροφοριών που συλλέγει η ΕΥΥΑ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 439/2010, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού μπορεί να υπονομευθεί λόγω τεκμηριωμένου κινδύνου ιδιαίτερης πίεσης στο σύστημα ασύλου ενός κράτους μέλους και/ή λόγω προβλημάτων στη λειτουργία του συστήματος ασύλου ενός κράτους μέλους, η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΥΥΑ, διατυπώνει συστάσεις προς το συγκεκριμένο κράτος μέλος, καλώντας το να καταρτίσει σχέδιο προληπτικής δράσης.

Το εν λόγω κράτος μέλος ενημερώνει το Συμβούλιο και την Επιτροπή για το αν προτίθεται να υποβάλει σχέδιο προληπτικής δράσης, προκειμένου να αντιμετωπίσει την πίεση και/ή τα προβλήματα στη λειτουργία του συστήματος ασύλου, εξασφαλίζοντας, παράλληλα, την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτούντων διεθνή προστασία.

Ένα κράτος μέλος δύνανται, με δική του ευχέρεια και πρωτοβουλία, να καταρτίσει σχέδιο προληπτικής δράσης και επακόλουθες αναθεωρήσεις. Κατά την κατάρτιση του σχεδίου προληπτικής δράσης, το κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια της Επιτροπής, άλλων κρατών μελών, της ΕΥΥΑ και άλλων σχετικών οργάνων της Ένωσης.

2. Όταν καταρτίζεται σχέδιο προληπτικής δράσης, το συγκεκριμένο κράτος μέλος το υποβάλλει μαζί με τακτικές εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Στη συνέχεια, η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα βασικά στοιχεία του σχεδίου προληπτικής δράσης. Η Επιτροπή υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του στο Συμβούλιο και τις διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Το συγκεκριμένο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αντιμετωπίσει την κατάσταση της ιδιαίτερης πίεσης στο οικείο σύστημα ασύλου ή να εξασφαλίσει ότι οι ανεπάρκειες που διαπιστώθηκαν θα αντιμετωπισθούν πριν επιδεινωθεί η κατάσταση. Όταν το σχέδιο προληπτικής δράσης περιλαμβάνει μέτρα για την αντιμετώπιση της ιδιαίτερης πίεσης στο σύστημα ασύλου του κράτους μέλους, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή ζητεί τη συμβουλή της ΕΥΥΑ, πριν υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

3. Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει, βάσει ανάλυσης της ΕΥΥΑ, ότι η εφαρμογή του σχεδίου προληπτικής δράσης δεν έχει καλύψει τις ανεπάρκειες που εντοπίσθηκαν ή όταν η κατάσταση του ασύλου στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κινδυνεύει σοβαρά να εξελιχθεί σε κρίση, η οποία είναι απίθανο να αντιμετωπισθεί με σχέδιο προληπτικής δράσης, η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΥΥΑ, κατά περίπτωση, δύναται να ζητήσει από το κράτος μέλος να καταρτίσει σχέδιο δράσης για διαχείριση κρίσης και, όταν απαιτείται, τις απαραίτητες αναθεωρήσεις. Το σχέδιο δράσης για διαχείριση κρίσης εξασφαλίζει, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας έγκαιρης προειδοποίησης, προετοιμασίας και διαχείρισης κρίσεων του παρόντος άρθρου, τη συμμόρφωση προς το κεκτημένο της Ένωσης για το άσυλο, ιδίως όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων διεθνή προστασία.

Μετά το αίτημα κατάρτισης του σχεδίου δράσης για διαχείριση κρίσης, το εν λόγω κράτος μέλος καταρτίζει, σε συνεργασία με την Επιτροπή και την ΕΥΥΑ, το σχέδιο ταχέως και το αργότερο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος.

Το κράτος μέλος υποβάλλει το οικείο σχέδιο διαχείρισης κρίσεων και διαβιβάζει έκθεση, τουλάχιστον ανά τρίμηνο, σχετικά με την εφαρμογή του, στην Επιτροπή και άλλους σχετικούς φορείς, π.χ. την ΕΥΥΑ, κατά περίπτωση.

Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για το σχέδιο δράσης για διαχείριση κρίσης, για πιθανές τροποποιήσεις και για την εφαρμογή του. Στις εν λόγω εκθέσεις, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναφέρει τα δεδομένα για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με το σχέδιο δράσης για διαχείριση κρίσης, όπως τη διάρκεια της διαδικασίας, τις συνθήκες κράτησης και την ικανότητα υποδοχής σε σχέση με την εισροή των αιτούντων.

4. Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας έγκαιρης προειδοποίησης, προετοιμασίας και διαχείρισης κρίσεων του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο παρακολουθεί στενά την κατάσταση και μπορεί να ζητεί περαιτέρω πληροφορίες και να παρέχει πολιτικές κατευθύνσεις, ιδίως όσον αφορά τον επείγοντα χαρακτήρα και τη σοβαρότητα της κατάστασης και, κατά συνέπεια, την ανάγκη κατάρτισης είτε σχεδίου προληπτικής δράσης είτε, εφόσον απαιτείται, σχεδίου δράσης για διαχείριση κρίσης από ένα κράτος μέλος. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, να συζητούν και να παρέχουν κατευθύνσεις για τυχόν μέτρα αλληλεγγύης, εφόσον κρίνουν ότι ενδείκνυνται.

ò νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

Διορθωτικός μηχανισμός κατανομής

Άρθρο 34

Γενική αρχή

1. Ο μηχανισμός κατανομής που αναφέρεται στο παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται προς όφελος κράτους μέλους, όταν το εν λόγω κράτος μέλος είναι αντιμέτωπο με δυσανάλογα μεγάλο αριθμό αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται όταν από το αυτοματοποιημένο σύστημα του άρθρου 44 παράγραφος 1 προκύπτει ότι ο αριθμός των αιτήσεων διεθνούς προστασίας για τις οποίες ένα κράτος μέλος είναι υπεύθυνο σύμφωνα με τα κριτήρια του κεφαλαίου ΙΙΙ άρθρο 3 παράγραφος 2 ή παράγραφος 3, άρθρο 18 και άρθρο 19, επιπλέον του αριθμού των προσώπων που πράγματι επανεγκαταστάθηκαν, είναι μεγαλύτερος από το 150 % του αριθμού αναφοράς για το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με την κλείδα κατανομής που αναφέρεται στο άρθρο 35.

3. Ο αριθμός αναφοράς ενός κράτους μέλους καθορίζεται με εφαρμογή της κλείδας κατανομής που αναφέρεται στο άρθρο 35 στον συνολικό αριθμό αιτήσεων, καθώς και τον συνολικό αριθμό των επανεγκατεστημένων προσώπων που έχει καταχωριστεί από τα αντίστοιχα υπεύθυνα κράτη μέλη στο αυτοματοποιημένο σύστημα κατά τους τελευταίους 12 μήνες.

4. Το αυτοματοποιημένο σύστημα ενημερώνει τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο μία φορά την εβδομάδα για τα αντίστοιχα ποσοστά αιτήσεων για τα οποία τα κράτη μέλη είναι αντιστοίχως υπεύθυνα.

5. Το αυτοματοποιημένο σύστημα παρακολουθεί συνεχώς αν οποιοδήποτε από τα κράτη μέλη υπερβαίνει το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και, αν ναι, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό στα κράτη μέλη και την Επιτροπή, αναφέροντας τον αριθμό των αιτήσεων που υπερβαίνει το εν λόγω όριο.

6. Αμέσως μετά τη γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 5, εφαρμόζεται ο μηχανισμός κατανομής.

Article 35

Κλείδα αναφοράς

1. Για τους σκοπούς του διορθωτικού μηχανισμού, ο αριθμός αναφοράς για κάθε κράτος μέλος καθορίζεται με κλείδα.

2. Η κλείδα αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βασίζεται στα ακόλουθα κριτήρια για κάθε κράτος μέλος, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat:

α)    στο μέγεθος του πληθυσμού (συντελεστής στάθμισης 50 %),

β)    στο συνολικό ΑΕγχΠ (συντελεστής στάθμισης 50%),

3. Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εφαρμόζονται με τον τύπο που προβλέπεται στο παράρτημα I.

4. Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο καθορίζει την κλείδα αναφοράς και προσαρμόζει ετησίως τα αριθμητικά στοιχεία των κριτηρίων για την κλείδα αναφοράς, καθώς και την κλείδα αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 2, με βάση τα στοιχεία της Eurostat.

Άρθρο 36

Εφαρμογή της κλείδας αναφοράς

1. Όταν καλυφθεί το όριο που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2, το αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 εφαρμόζει την κλείδα αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 35 στα κράτη μέλη με αριθμό αιτήσεων για τις οποίες είναι τα υπεύθυνα κράτη μέλη που είναι μικρότερος από το ποσοστό τους σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1 και ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη.

2. Οι αιτούντες που υπέβαλαν την αίτησή τους στο επωφελούμενο κράτος μέλος μετά τη γνωστοποίηση της κατανομής που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 5, κατανέμονται στα κράτη μέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τα εν λόγω κράτη μέλη προσδιορίζουν το υπεύθυνο κράτος μέλος.

3. Οι αιτήσεις που χαρακτηρίστηκαν απαράδεκτες ή που εξετάστηκαν με ταχεία διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 δεν υπόκεινται σε κατανομή.

4. Με βάση την εφαρμογή της κλείδας αναφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1, το αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 υποδεικνύει το κράτος μέλος κατανομής και διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες, το αργότερο εντός 72 ωρών από την καταχώριση που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1, στο επωφελούμενο κράτος μέλος και στο κράτος μέλος κατανομής, και προσθέτει το κράτος μέλος κατανομής στον ηλεκτρονικό φάκελο που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 37

Οικονομική αλληλεγγύη

1. Ένα κράτος μέλος δύναται, κατά τη λήξη της περιόδου των τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και κατά τη λήξη κάθε δωδεκάμηνης περιόδου μετά την εν λόγω ημερομηνία, να καταχωρεί στο αυτοματοποιημένο σύστημα ότι δεν θα συμμετέχει προσωρινά στον διορθωτικό μηχανισμό κατανομής που προβλέπεται στο κεφάλαιο VII του παρόντος κανονισμού ως κράτος μέλος κατανομής και ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο.

2. Στην περίπτωση αυτή, το αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 εφαρμόζει την κλείδα αναφοράς κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου στα κράτη μέλη με αριθμό αιτήσεων για τις οποίες είναι τα υπεύθυνα κράτη μέλη που είναι μικρότερος από το ποσοστό τους σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1, με εξαίρεση το κράτος μέλος που καταχώρισε την πληροφορία, καθώς και το επωφελούμενο κράτος μέλος. Το αυτοματοποιημένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 προσμετρά κάθε αίτηση που θα είχε διαφορετικά κατανεμηθεί στο κράτος μέλος που εισήγαγε την πληροφορία, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 4, στο ποσοστό του εν λόγω κράτους μέλους.

3. Κατά τη λήξη της δωδεκάμηνης περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2, το αυτοματοποιημένο σύστημα γνωστοποιεί στο κράτος μέλος που δεν συμμετέχει στον διορθωτικό μηχανισμό κατανομής τον αριθμό των αιτούντων για τους οποίους θα ήταν διαφορετικά το κράτος μέλος κατανομής. Στη συνέχεια, το εν λόγω κράτος μέλος προβαίνει σε εισφορά αλληλεγγύης ύψους 250.000 EUR για κάθε αιτούντα που θα του είχε διαφορετικά κατανεμηθεί κατά τη διάρκεια της αντίστοιχης δωδεκάμηνης περιόδου. Η εισφορά αλληλεγγύης καταβάλλεται στο κράτος μέλος που προσδιορίστηκε ως υπεύθυνο για την εξέταση των αντίστοιχων αιτήσεων.

4. Η Επιτροπή εκδίδει, με εκτελεστικές πράξεις, απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 56, με την οποία καθορίζονται οι κανόνες για την εφαρμογή της παραγράφου 3.

5. Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο παρακολουθεί και υποβάλλει σε ετήσια βάση στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού οικονομικής αλληλεγγύης.

Άρθρο 38

Υποχρεώσεις των επωφελούμενων κρατών μελών

Το επωφελούμενο κράτος μέλος: 

α)    λαμβάνει απόφαση, το αργότερο εντός μίας εβδομάδας από τη γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 4, για τη μεταφορά του αιτούντος στο κράτος μέλος κατανομής, εκτός εάν το επωφελούμενο κράτος μέλος μπορεί να δεχθεί εντός της ίδιας προθεσμίας την ευθύνη για την εξέταση της αίτησης, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στα άρθρα 10 έως 13 και το άρθρο 18,

β)    ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τον αιτούντα για την απόφαση μεταφοράς του στο κράτος μέλος κατανομής,

γ)    μεταφέρει τον αιτούντα στο κράτος μέλος κατανομής το αργότερο εντός τεσσάρων εβδομάδων από την οριστική απόφαση μεταφοράς.

Άρθρο 39

Υποχρεώσεις του κράτους μέλους κατανομής

Το κράτος μέλος κατανομής:

α)    επιβεβαιώνει στο επωφελούμενο κράτος μέλος την παραλαβή της γνωστοποίησης κατανομής και προσδιορίζει την αρμόδια αρχή στην οποία θα αναφέρεται ο αιτών μετά τη μεταφορά του,

β)    γνωστοποιεί στο επωφελούμενο κράτος μέλος την άφιξη του αιτούντος ή το γεγονός ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν εμφανίστηκε εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας,

γ)    υποδέχεται τον αιτούντα και διεξάγει την προσωπική συνέντευξη σύμφωνα με το άρθρο 7, κατά περίπτωση,

δ)    εξετάζει την αίτησή του για διεθνή προστασία ως υπεύθυνο κράτος μέλος, εκτός εάν, σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 10 έως 13 και 16 έως 18, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι άλλο κράτος μέλος,

ε)    όταν, σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 10 έως 13 και 16 έως 18, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι άλλο κράτος μέλος, το κράτος μέλος κατανομής υποβάλλει στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος αίτημα αναδοχής του αιτούντος,

στ)    κατά περίπτωση, γνωστοποιεί στο υπεύθυνο κράτος μέλος τη μεταφορά στο εν λόγω κράτος μέλος,

ζ)    κατά περίπτωση, μεταφέρει τον αιτούντα στο υπεύθυνο κράτος μέλος,

η)    κατά περίπτωση, καταχωρεί στο ηλεκτρονικό αρχείο που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 ότι θα εξετάσει την αίτηση διεθνούς προστασίας ως υπεύθυνο κράτος μέλος.

Άρθρο 40

Ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών για τον έλεγχο ασφάλειας

1. Όταν λαμβάνεται απόφαση μεταφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 38 στοιχείο α), το επωφελούμενο κράτος μέλος διαβιβάζει, ταυτόχρονα και με μοναδικό σκοπό να εξακριβωθεί αν ο αιτών μπορεί, για σοβαρούς λόγους, να θεωρηθεί ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος που ελήφθησαν σύμφωνα με τον κανονισμό (πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού 603/2013/ΕΕ) στο κράτος μέλος κατανομής.

2. Εάν, μετά τον έλεγχο ασφαλείας, αποκαλυφθεί από τα στοιχεία για τον αιτούντα ότι αυτός θεωρείται για σοβαρούς λόγους ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, τα στοιχεία σχετικά με τον χαρακτήρα της καταχώρισης διαβιβάζονται στις αρχές επιβολής του νόμου του επωφελούμενου κράτους μέλους και δεν κοινοποιούνται μέσω των ηλεκτρονικών διαύλων επικοινωνίας που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 4.

Το κράτος μέλος κατανομής ενημερώνει το επωφελούμενο κράτος μέλος για την ύπαρξη της εν λόγω καταχώρισης αναφέροντας ότι έχουν ενημερωθεί πλήρως οι αρχές επιβολής του νόμου στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση και καταγράφει την ύπαρξη της καταχώρισης στο αυτοματοποιημένο σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 εντός μίας εβδομάδας από τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

3. Όταν από το αποτέλεσμα του ελέγχου ασφάλειας επιβεβαιωθεί ότι ο αιτών μπορεί, για σοβαρούς λόγους, να θεωρηθεί ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, το επωφελούμενο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος και εξετάζει την αίτηση με ταχεία διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

4. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και δεν τυγχάνουν περαιτέρω επεξεργασίας.

Άρθρο 41

Διαδικασία κατανομής

1. Το κεφάλαιο V και το κεφάλαιο VI τμήματα ΙΙ έως VII εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

2. Τα μέλη της οικογένειας στα οποία εφαρμόζεται η διαδικασία κατανομής κατανέμονται στο ίδιο κράτος μέλος.

Άρθρο 42

Δαπάνες για τις μεταφορές στο πλαίσιο της κατανομής

Για τις δαπάνες μεταφοράς του αιτούντος στο κράτος μέλος κατανομής, επιστρέφεται στο επωφελούμενο κράτος μέλος κατ’ αποκοπή ποσό ύψους 500 EUR για κάθε πρόσωπο που μεταφέρεται σύμφωνα με το άρθρο 38 στοιχείο γ). Αυτή η οικονομική στήριξη υλοποιείται με την εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 516/2014.

Άρθρο 43

Παύση της διορθωτικής κατανομής

Το αυτοματοποιημένο σύστημα ενημερώνει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή αμέσως μόλις ο αριθμός των αιτήσεων στο επωφελούμενο κράτος μέλος, για τις οποίες είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος βάσει του παρόντος κανονισμού, είναι μικρότερος του 150 % του ποσοστού του σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1.

Μετά τη γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η εφαρμογή της διορθωτικής κατανομής παύει για το εν λόγω κράτος μέλος.

 604/2013

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII VIII

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

ò νέο

Άρθρο 44

Αυτοματοποιημένο σύστημα για την καταχώριση, την παρακολούθηση και τον μηχανισμό κατανομής

1. Με σκοπό την καταχώριση και την παρακολούθηση του ποσοστού των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 22, και την εφαρμογή του μηχανισμού κατανομής που προβλέπεται στο κεφάλαιο VII δημιουργείται αυτοματοποιημένο σύστημα.

2. Το αυτοματοποιημένο σύστημα αποτελείται από το κεντρικό σύστημα και την υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος και των εθνικών υποδομών.

3. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011, είναι υπεύθυνος για την προετοιμασία, την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού συστήματος και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος και των εθνικών υποδομών.

4. Τα κράτη μέλη αναπτύσσουν και διαχειρίζονται τις εθνικές υποδομές.

Άρθρο 45

Πρόσβαση στο αυτοματοποιημένο σύστημα

1. Οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 47 έχουν πρόσβαση στο αυτοματοποιημένο σύστημα του άρθρου 44 παράγραφος 1 για την καταχώριση των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 7, στο άρθρο 22 παράγραφοι 1, 4 και 5, στο άρθρο 37 παράγραφος 1 και στο άρθρο 39 στοιχείο η).

2. Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο έχει πρόσβαση στο αυτοματοποιημένο σύστημα για την καταχώριση και την προσαρμογή της κλείδας αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 4 και για την καταχώριση των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.

3. Στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 2, στο άρθρο 36 παράγραφος 4 και στο άρθρο 39 στοιχείο μπορούν να έχουν πρόσβαση για να τις συμβουλεύονται μόνο οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 47 για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013].

4. Η Επιτροπή εγκρίνει, με εκτελεστικές πράξεις, ενιαίους όρους και πρακτικές ρυθμίσεις για την καταχώριση και την αναζήτηση των πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 56 παράγραφος 2.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 34 46

Διαβίβαση πληροφοριών

1. Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει σε οποιοδήποτε κράτος μέλος το ζητήσει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τον αιτούντα τα οποία είναι Ö επαρκή Õ προσήκοντα, συναφή και δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο ð περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο ï προκειμένου:

α) να προσδιορισθεί το υπεύθυνο κράτος μέλος,

β) να εξετασθεί η αίτηση διεθνούς προστασίας,

γ) να εκτελεσθούν όλες οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να καλύπτουν μόνο:

α) τα στοιχεία ταυτότητας του αιτούντος και, ενδεχομένως, των μελών της οικογένειάς του, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία έχει σχέση (όνομα, επώνυμο και, ενδεχομένως, προηγούμενο όνομα, υποκοριστικά ή ψευδώνυμα, ιθαγένεια, σημερινή ή προηγούμενη, ημερομηνία και τόπο γεννήσεως),

β) τα έγγραφα ταυτότητας και ταξιδιωτικά έγγραφα (στοιχεία, διάρκεια ισχύος, ημερομηνία έκδοσης, εκδούσα αρχή, τόπος έκδοσης κ.λπ.),

τα λοιπά απαραίτητα στοιχεία για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία υπόκεινται σε επεξεργασία ð του αιτούντος που λαμβάνονται από το κράτος μέλος, ιδίως για τους σκοπούς του άρθρου 40 ï σύμφωνα με τον κανονισμό [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού 603/2013/EΕ],

δ) τους τόπους διαμονής και τα δρομολόγια των ταξιδιών,

ε) τους τίτλους διαμονής ή τις θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί από ένα κράτος μέλος,

στ) τον τόπο στον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση,

ζ) την ημερομηνία κατάθεσης, ενδεχομένως, προηγούμενης αίτησης διεθνούς προστασίας, την ημερομηνία κατάθεσης της παρούσας αίτησης, το στάδιο της διαδικασίας και το περιεχόμενο της τυχόν ληφθείσας απόφασης.

3. Εξάλλου, και στο μέτρο που αυτό είναι απαραίτητο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, το υπεύθυνο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος να του γνωστοποιήσει τους λόγους που επικαλείται ο αιτών προς υποστήριξη της αίτησής του και τους λόγους της απόφασης που τυχόν έχει ληφθεί σχετικά με αυτόν. Το άλλο κράτος μέλος μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει στο αίτημα που του υποβάλλεται, αν η γνωστοποίηση αυτών των πληροφοριών μπορεί να θίξει τα ουσιώδη συμφέροντά του ή την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του ενδιαφερόμενου ή άλλου προσώπου. Σε κάθε περίπτωση, η γνωστοποίηση των ζητουμένων πληροφοριών εξαρτάται από τη γραπτή συναίνεση του αιτούντος διεθνή προστασία, η οποία λαμβάνεται από το αιτούν κράτος. Σε αυτήν την περίπτωση, ο αιτών πρέπει να γνωρίζει για ποιες συγκεκριμένες πληροφορίες δίνει τη συναίνεσή του.

4. Κάθε αίτημα πληροφοριών αποστέλλεται μόνο στο πλαίσιο ατομικής αίτησης διεθνούς προστασίας. Είναι αιτιολογημένο και, όταν έχει ως στόχο να επαληθεύσει την ύπαρξη κριτηρίου ικανού να θεμελιώσει την ευθύνη του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται, προσδιορίζει σε ποιο αποδεικτικό στοιχείο, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών αξιόπιστων πηγών σχετικά με τα μέσα και τους τρόπους με τους οποίους οι αιτούντες εισήλθαν στα εδάφη των κρατών μελών, ή σε ποιο συγκεκριμένο και επαληθεύσιμο στοιχείο των δηλώσεων του αιτούντος βασίζεται. Εξυπακούεται ότι αυτές καθεαυτές οι σχετικές πληροφορίες των αξιόπιστων πηγών δεν επαρκούν για να καθορισθεί η ευθύνη και η αρμοδιότητα του κράτους μέλους βάσει του παρόντος κανονισμού, αλλά μπορούν να συμβάλουν στην αξιολόγηση άλλων ενδείξεων σχετικών με τον αιτούντα ατομικά.

5. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα είναι υποχρεωμένο να απαντήσει εντός προθεσμίας πέντε ð δύο ï εβδομάδων. Κάθε καθυστέρηση της απάντησης δικαιολογείται δεόντως. Η μη συμμόρφωση με την προθεσμία των πέντε ð δύο ï εβδομάδων δεν απαλλάσσει το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα από την υποχρέωση απάντησης. Εάν η έρευνα που διεξάγεται από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα το οποίο δεν τήρησε τη μέγιστη προθεσμία καταλήξει σε πληροφορίες που καταδεικνύουν ότι αυτό είναι υπεύθυνο, το εν λόγω κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί την εκπνοή των προθεσμιών που προβλέπονται στα άρθρα 21, 23 και 24 ως λόγο άρνησης της συμμόρφωσης με αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης. Σε αυτήν την περίπτωση, οι προθεσμίες που προβλέπονται σταο άρθραο 21, 24 23 και 24 για την υποβολή αιτήματος αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης παρατείνονται κατά χρονικό διάστημα ανάλογο με την καθυστέρηση απάντησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

6. Η ανταλλαγή πληροφοριών διενεργείται κατόπιν αιτήματος ενός κράτους μέλους και μπορεί να πραγματοποιείται μόνο μεταξύ αρχών ο διορισμός των οποίων από κάθε κράτος μέλος έχει ανακοινωθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 35 47 παράγραφος 1.

7. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Σε κάθε κράτος μέλος, αυτές οι πληροφορίες μπορούν, ανάλογα με το χαρακτήρα τους και την αρμοδιότητα της αποδέκτριας αρχής, να γνωστοποιούνται μόνο στις διοικητικές και δικαστικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με:

α) τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους,

β) την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας,

γ) την εκτέλεση οποιασδήποτε υποχρέωσης που απορρέει από τον παρόντα κανονισμό.

8. Το κράτος μέλος που διαβιβάζει τις πληροφορίες μεριμνά για την ακρίβειά τους και την ενημέρωσή τους. Εάν προκύψει ότι αυτό διαβίβασε ανακριβή δεδομένα ή δεδομένα που δεν έπρεπε να διαβιβασθούν, τα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνονται αυτά τα δεδομένα ενημερώνονται αμέσως. Οφείλουν να τα διορθώνουν ή να μεριμνούν για τη διαγραφή τους.

9. Ο αιτών έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται, κατόπιν αιτήματός του, για τυχόν δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία και τον αφορούν.

Εάν ο αιτών διαπιστώσει ότι τα δεδομένα υπεβλήθησαν σε επεξεργασία κατά παραβίαση του παρόντος κανονισμού ή της οδηγίας 95/46/ΕΚ, ιδίως λόγω του ελλιπούς ή ανακριβούς χαρακτήρα τους, έχει το δικαίωμα να ζητάει τη διόρθωση ή τη διαγραφή τους.

Η αρχή που πραγματοποιεί τη διόρθωση ή τη διαγραφή των δεδομένων ενημερώνει σχετικά, ανάλογα με την περίπτωση, το κράτος μέλος που εξέδωσε ή παρέλαβε τις εν λόγω πληροφορίες.

Ο αιτών έχει το δικαίωμα να εγείρει αγωγή ή να προβεί σε καταγγελία ενώπιον των αρμόδιων αρχών ή δικαστηρίων του κράτους μέλους που απέρριψε το δικαίωμα πρόσβασης ή το δικαίωμα διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων που τον αφορούν.

108. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τηρεί μνεία της διαβίβασης και της παραλαβής των πληροφοριών που ανταλλάσσονται, στον ατομικό φάκελο του ενδιαφερομένου προσώπου και/ή σε μητρώο.

11. Τα δεδομένα που ανταλλάσσονται διατηρούνται για διάστημα που δεν υπερβαίνει εκείνο που είναι αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους αντηλλάγησαν.

12. Εάν τα δεδομένα δεν υποβληθούν σε αυτόματη επεξεργασία ή δεν περιέχονται ή δεν πρόκειται να καταχωρισθούν σε αρχείο, κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει την τήρηση του παρόντος άρθρου με αποτελεσματικά μέτρα ελέγχου.

Άρθρο 35 47

Αρμόδιες αρχές και πόροι

1. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή αμελλητί τις ειδικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την εκτέλεση των υποχρεώσεων οι οποίες απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό και τις τυχόν τροποποιήσεις του. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές αυτές να διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους για να φέρουν σε πέρας τα καθήκοντα τους και, ιδίως, για να ανταποκρίνονται, εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών, σε αιτήματα πληροφοριών, καθώς και σε αιτήματα αναδοχής και ð γνωστοποιήσεις ï εκ νέου ανάληψης ð καθώς και, κατά περίπτωση, για να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του μηχανισμού κατανομής ï των αιτούντων.

2. Η Επιτροπή δημοσιεύει ενοποιημένο κατάλογο των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν υπάρχουν τυχόν τροποποιήσεις του, η Επιτροπή δημοσιεύει επικαιροποιημένο ενοποιημένο κατάλογο ετησίως.

3. Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λαμβάνουν την αναγκαία κατάρτιση όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

4. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, θεσπίζει ασφαλείς διαύλους ηλεκτρονικής επικοινωνίας μεταξύ των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ð και μεταξύ των εν λόγω αρχών και του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο ï, προκειμένου να διαβιβάζονται ð οι πληροφορίες, τα δακτυλικά αποτυπώματα που λαμβάνονται σύμφωνα με τον κανονισμό [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού 603/2013/EΕ]ï τα αιτήματα, ð οι γνωστοποιήσεις, ï οι απαντήσεις και όλη η αλληλογραφία και να εξασφαλίζεται ότι οι αποστολές λαμβάνουν αυτομάτως ηλεκτρονική απόδειξη παραλαβής. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 44 56 παράγραφος 2.

Άρθρο 36 48

Διοικητικοί διακανονισμοί

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν, διμερώς, διοικητικούς διακανονισμούς σχετικά με τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να διευκολύνεται η εφαρμογή του και να αυξάνεται η αποτελεσματικότητά του. Αυτοί οι διακανονισμοί μπορούν να αφορούν:

α) ανταλλαγές υπαλλήλων συνδέσμων,

β) απλούστευση των διαδικασιών και μείωση των προθεσμιών διαβίβασης και εξέτασης των αιτημάτων αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης αιτούντων.

2. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να διατηρούν τους διοικητικούς διακανονισμούς που συνάπτονται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 ð και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 ï . Στον βαθμό που οι διακανονισμοί αυτοί δεν συνάδουν με τον παρόντα κανονισμό, τα συγκεκριμένα κράτη μέλη τους τροποποιούν ώστε να εξαλειφθούν τυχόν ασυμβατότητες που έχουν παρατηρηθεί.

3. Πριν συνάψουν ή τροποποιήσουν διακανονισμό της παραγράφου 1 στοιχείο β), τα συγκεκριμένα κράτη μέλη ζητούν τη γνώμη της Επιτροπής όσον αφορά τη συμβατότητά του με τον παρόντα κανονισμό.

4. Εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι οι διακανονισμοί της παραγράφου 1 στοιχείο β) είναι ασύμβατοι με τον παρόντα κανονισμό, ενημερώνει, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, τα συγκεκριμένα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για την τροποποίηση του εν λόγω διακανονισμού εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ώστε να εξαλειφθούν τυχόν ασυμβατότητες που έχουν παρατηρηθεί.

5. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλους τους διακανονισμούς της παραγράφου 1, καθώς και κάθε καταγγελία ή τροποποίησή τους.

ò νέο

Άρθρο 49

Δίκτυο μονάδων του Δουβλίνου

Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο δρομολογεί και διευκολύνει τις δραστηριότητες του δικτύου των αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1, προκειμένου να ενισχυθούν η πρακτική συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών για όλα τα θέματα που συνδέονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης πρακτικών εργαλείων και καθοδήγησης.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII 

ΣΥΝΔΙΑΛΛΑΓΗ

Άρθρο 37

Συνδιαλλαγή

1. Όταν τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιλύσουν διαφορά τους για οποιοδήποτε θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, μπορούν να προσφύγουν στη διαδικασία συνδιαλλαγής που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

2. Η διαδικασία συνδιαλλαγής κινείται με αίτημα ενός των διαφωνούντων κρατών μελών, το οποίο απευθύνεται στον πρόεδρο της επιτροπής που συστάθηκε βάσει του άρθρου 44. Αποδεχόμενα την προσφυγή στη διαδικασία συνδιαλλαγής, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τη δέσμευση να λάβουν πλήρως υπόψη τη λύση που θα προταθεί.

Ο πρόεδρος της επιτροπής ορίζει τρία μέλη της επιτροπής εκπροσωπούντα τρία κράτη μέλη που δεν εμπλέκονται στην υπόθεση. Αυτά τα μέλη της επιτροπής λαμβάνουν γραπτώς ή προφορικώς τα επιχειρήματα των μερών και μετά από διαβούλευση προτείνουν, εντός μηνός, λύση η οποία ενδεχομένως απορρέει από ψηφοφορία.

Της διαβούλευσης προεδρεύει ο πρόεδρος της επιτροπής ή ο αναπληρωτής του. Ο προεδρεύων μπορεί να εκφράσει την άποψή του, αλλά δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία.

Η προτεινόμενη λύση, είτε γίνει δεκτή είτε απορριφθεί από τα μέρη, είναι οριστική και αμετάκλητη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 38 50

Ασφάλεια και προστασία δεδομένων

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα Ö εφαρμόζουν Õ κατάλληλα Ö τεχνικά και οργανωτικά μέτρα Õ για την ασφάλεια των διαβιβαζόμενων προσωπικών δεδομένων ð που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας δυνάμει του παρόντος κανονισμού ï και, συγκεκριμένα, για την αποφυγή Ö αποτροπή Õ παράνομης ή άνευ αδείας πρόσβασης ή κοινολόγησης, αλλοίωσης ή απώλειας προσωπικών δεδομένων που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας.

Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι η εθνική εποπτική αρχή ή αρχές που έχουν ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/46/ΕΚ παρακολουθούν ανεξάρτητα, σύμφωνα με το αντίστοιχο εθνικό δίκαιο, τη νομιμότητα της επεξεργασίας, βάσει του παρόντος κανονισμού, των προσωπικών δεδομένων από το συγκεκριμένο κράτος μέλος.

ò νέο

2. Η αρμόδια εποπτική αρχή ή οι αρμόδιες εποπτικές αρχές κάθε κράτους μέλους ελέγχουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 47 του οικείου κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένης της διαβίβασης προς και από το αυτοματοποιημένο σύστημα του άρθρου 44 παράγραφος 1 και προς τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια των ελέγχων που αναφέρονται στο άρθρο 40.

3. Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο αποτελεί αντικείμενο παρακολούθησης από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και τις διατάξεις για την προστασία των δεδομένων που θεσπίζονται στην [πρόταση κανονισμού σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010].

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 39 51

Απόρρητο

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρχές του άρθρου 35 47 δεσμεύονται από τους κανόνες περί απορρήτου στο εθνικό δίκαιο, όσον αφορά κάθε πληροφορία που λαμβάνουν κατά τη διάρκεια της εργασίας τους.

Άρθρο 40 52

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη Ö θεσπίζουν κανόνες σχετικά με την Õ λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι κάθε μη ορθή χρήση δεδομένων που υπέστησαν επεξεργασία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό τιμωρείται με επιβολή κυρώσεων, που περιλαμβάνουν διοικητικές και/ή ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ð οι οποίες επιβάλλονται σε περίπτωση παραβιάσεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι εν λόγω κανόνες εφαρμόζονται. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να ï που είναι αποτελεσματικές, ανάλογες Ö αναλογικές Õ και αποτρεπτικές.

Άρθρο 41 53

Μεταβατικά μέτρα

Όταν η εν λόγω αίτηση έχει υποβληθεί μετά [την πρώτη ημέρα που ακολουθεί την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] την ημερομηνία του άρθρου 49 δεύτερο εδάφιο, τα γεγονότα που μπορούν να θεμελιώσουν την ευθύνη ενός κράτους μέλους δυνάμει του παρόντος κανονισμού λαμβάνονται υπόψη ακόμη και αν είναι προγενέστερα αυτής της ημερομηνίας, εξαιρουμένων των γεγονότων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2.

ò νέο

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 34 παράγραφος 2, κατά τη διάρκεια των πρώτων τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ο διορθωτικός μηχανισμός κατανομής δεν ενεργοποιείται. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 34 παράγραφος 3, μετά την παρέλευση της περιόδου των τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και μέχρι την παρέλευση ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η περίοδος αναφοράς είναι το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

 604/2013

Άρθρο 42 54

Υπολογισμός προθεσμιών

Οι προθεσμίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό υπολογίζονται ως εξής:

α) Εάν μια προθεσμία προσδιορίζεται σε ημέρες, εβδομάδες ή μήνες, πρέπει να υπολογίζεται από τη στιγμή κατά την οποία επέρχεται ένα γεγονός ή διενεργείται μια πράξη, η δε ημέρα κατά την οποία επέρχεται το γεγονός ή διενεργείται η πράξη δεν υπολογίζεται στην εν λόγω προθεσμία.

β) Εάν μια προθεσμία προσδιορίζεται σε εβδομάδες ή μήνες, λήγει με την παρέλευση της ημέρας της τελευταίας εβδομάδας ή μήνα, η οποία είναι η ίδια ημέρα της εβδομάδας ή η ίδια ημερομηνία με την ημέρα κατά την οποία έλαβε χώρα το γεγονός ή διενεργήθηκε η πράξη που αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας. Όταν, σε προθεσμία προσδιοριζόμενη σε μήνες, δεν υπάρχει, στον τελευταίο μήνα, ημερομηνία αντίστοιχη της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας, η προθεσμία λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ημέρας του μήνα αυτού.

γ) Στις προθεσμίες συνυπολογίζονται τα Σάββατα, οι Κυριακές και οι επίσημες εορτές των οικείων κρατών μελών.

Άρθρο 43 55

Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Όσον αφορά τη Γαλλική Δημοκρατία, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνο στο ευρωπαϊκό έδαφός της.

Άρθρο 44 56

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η επιτροπή αυτή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Όταν η επιτροπή δεν διατυπώνει γνώμη, η Επιτροπή δεν εγκρίνει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και ισχύει το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 45 57

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 810 παράγραφος 56 και στο άρθρο 1618 παράγραφος 3 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο 5 ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρώς για περιόδους της αυτής διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλει αντίρρηση σε αυτήν την ανανέωση το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη εκάστης περιόδου.

3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 810 παράγραφος 56 και στο άρθρο 1618 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης θέτει τέρμα στην ανάθεση της εξουσίας που καθορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

Ö 4. Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες που ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας της 13ης Απριλίου 2016. Õ

ê 604/2013

45. Αμέσως μετά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

56. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 810 παράγραφος 56 και του άρθρου 1618 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός τεσσάρων ð δύο ï μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει η εν λόγω προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 46 58

Ö Επανεξέταση, Õ πΠαρακολούθηση και αξιολόγηση

Το αργότερο [18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του] και, στη συνέχεια, ετησίως, η Επιτροπή επενεξετάζει τη λειτουργία του διορθωτικού μηχανισμού κατανομής που προβλέπεται στο κεφάλαιο VII του παρόντος κανονισμού και ιδίως τα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 και στο άρθρο 43.

ð [Το αργότερο τρία χρόνια μετά την έναρξη ισχύος] ï Μέχρι τις 21 Ιουλίου 2016, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και προτείνει, ενδεχομένως, τις απαραίτητες τροποποιήσεις. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή κάθε χρήσιμη πληροφορία για την προετοιμασία αυτής της έκθεσης έξι μήνες το αργότερο πριν λήξει η εν λόγω προθεσμία.

Η Επιτροπή, μετά από την υποβολή της εν λόγω έκθεσης, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και, ταυτόχρονα, εκθέσεις για την εφαρμογή του συστήματος Eurodac, όπως προβλέπεται από το άρθρο 4042 του κανονισμού [πρόταση κανονισμού για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013].

Άρθρο 47 59

Στατιστικά στοιχεία

1. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 862/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία, 31 τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικά στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003.

ò νέο

2. Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο δημοσιεύει σε τριμηνιαία βάση τις πληροφορίες που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 4 ï.

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 48 60

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 343/2003 Ö (ΕΕ) αριθ. 604/2013 Õ καταργείται ð για τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τις υποχρεώσεις τους στις σχέσεις τους μεταξύ τους. ï

.

Το άρθρο 11 παράγραφος 1 και τα άρθρα 13, 14 και 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 καταργούνται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό ή στα καταργούμενα άρθρα νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα II.

Άρθρο 49 61

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ισχύει για τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται [Ö από την πρώτη ημέρα μετά την έναρξη ισχύος του Õ] του έκτου μήνα μετά την έναρξη ισχύος του και, από την ημερομηνία αυτή, θα ισχύει για κάθε αίτηση αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης αιτούντων, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας κατά την οποία έγινε η αίτηση. Ο προσδιορισμός του υπεύθυνου κράτους μέλους για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας η οποία υποβάλλεται πριν από αυτή την ημερομηνία πραγματοποιείται σύμφωνα με τα κριτήρια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003604/2013.

Οι αναφορές στον παρόντα κανονισμό στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 603/2013, στην οδηγία 2013/32/ΕΕ και στην οδηγία 2013/33/ΕΕ θεωρούνται, έως τις ημερομηνίες εφαρμογής τους, ως παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 32 , στην οδηγία 2003/9/ΕΚ 33 και στην οδηγία 2005/85/EC Ö Κ Õ  34 αντίστοιχα.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Καταργούμενοι κανονισμοί (που αναφέρονται στο άρθρο 48)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 50 της 25.2.2003, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 της Επιτροπής μόνο άρθρο 11 παράγραφος 1 και άρθρα 13, 14 και 17

(ΕΕ L 222 της 5.9.2003, σ. 3).

ê 604/2013 (προσαρμοσμένο)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 343/2003

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2 στοιχείο β)

Άρθρο 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 2 στοιχείο β)

Άρθρο 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 2 στοιχείο η)

Άρθρο 2 στοιχείο θ)

Άρθρο 2 στοιχείο η)

Άρθρο 2 στοιχείο ι)

Άρθρο 2 στοιχείο θ)

Άρθρο 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 στοιχείο ια)

Άρθρο 2 στοιχεία ι) και ια)

Άρθρο 2 στοιχεία ιβ) και ιγ)

Άρθρο 2 στοιχείο ιδ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 4 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ)

Άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 20 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 6 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 7

Άρθρο 9

Άρθρο 8

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 12

Άρθρο 10

Άρθρο 13

Άρθρο 11

Άρθρο 14

Άρθρο 12

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 13

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 14

Άρθρο 11

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφοι 5 και 6 και άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 4

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17

Άρθρο 21

Άρθρο 18

Άρθρο 22

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφοι 2 έως 6

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 4

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 5

Άρθρο 29 παράγραφος 4

Άρθρο 20 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 4

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 23 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 24

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 29 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2, άρθρο 27 παράγραφος 1 και άρθρο 29 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 4

Άρθρο 29 παράγραφος 4

Άρθρο 28

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 33

Άρθρο 21 παράγραφοι 1 έως 9

Άρθρο 34 παράγραφοι 1 έως 9 πρώτο έως τρίτο εδάφιο

Άρθρο 34 παράγραφος 9 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφοι 10 έως 12

Άρθρο 34 παράγραφοι 10 έως 12

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 35 παράγραφος 1

Άρθρο 35 παράγραφος 2

Άρθρο 35 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 35 παράγραφος 4

Άρθρο 23

Άρθρο 36

Άρθρο 37

Άρθρο 40

Άρθρο 24 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 2

Άρθρο 41

Άρθρο 24 παράγραφος 3

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 42

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 26

Άρθρο 43

Άρθρο 27 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 44 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 27 παράγραφος 3

Άρθρο 45

Άρθρο 28

Άρθρο 46

Άρθρο 47

Άρθρο 48

Άρθρο 29

Άρθρο 49

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1560/2003

Παρών κανονισμός

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 17 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 14

Άρθρο 37

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρα 9 και 10 και άρθρο 17 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 34 παράγραφος 3

é

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Τύπος για την κλείδα αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού:

 

Αποτέλεσμα πληθυσμούκράτους μέλους  35

Αποτέλεσμα ΑεγχΠκράτους μέλους  36

Ποσοστόκράτους μέλους = 50% Αποτέλεσμα πληθυσμούκράτους μέλους +

50% Αποτέλεσμα ΑεγχΠκράτους μέλους



ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, στοιχεία α) έως ιδ)

Άρθρο 2, στοιχεία α) έως ιδ)

-

Άρθρο 2 στοιχείο ιε), ιστ), ιζ) και ιη)

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3

-

-

Άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχεία 4) και 5)

-

Άρθρα 4 και 5

Άρθρο 4 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 6 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

-

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο στ)

-

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο η)

-

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο θ)

Άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

-

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 5

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 7 παράγραφος 5

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία 2) και 3)

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχεία 2) και 3)

-

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 6 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 7 παράγραφος 3

-

-

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 10 παράγραφος 6

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 10 παράγραφος 7

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 10

Άρθρο 12

Άρθρο 11

Άρθρο 13

Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχεία 2) και 3)

Άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχεία 2) και 3)

Άρθρο 12 παράγραφος 4

-

Άρθρο 12 παράγραφος 5

Άρθρο 14 παράγραφος 4

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 15

Άρθρο 13 παράγραφος 2

-

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 16

Άρθρο 14 παράγραφος 2

-

Άρθρο 15

Άρθρο 17

Άρθρο 16

Άρθρο 18

Άρθρο 17

Άρθρο 19

Άρθρο 18 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 20 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ)

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ)

-

Άρθρο 20 στοιχείο ε)

-

Άρθρο 20 παράγραφοι 2, 3, 4, 5, 6 και 7

Άρθρο 18 παράγραφος 2

-

Άρθρο 19

-

Άρθρο 20 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4

Άρθρο 21 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4

Άρθρο 20 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 5 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

-

-

Άρθρο 22

-

Άρθρο 23

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 1

Άρθρο 21 παράγραφος 2

-

Άρθρο 21 παράγραφος 3

Άρθρο 24 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 1

-

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 25 παράγραφος 4

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 25 παράγραφος 5

Άρθρο 22 παράγραφος 5

Άρθρο 25 παράγραφος 6

Άρθρο 22 παράγραφος 6

-

Άρθρο 22 παράγραφος 7

Άρθρο 25 παράγραφος 7

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 2

-

Άρθρο 23 παράγραφος 3

-

Άρθρο 23 παράγραφος 4

Άρθρο 26 παράγραφος 2

-

Άρθρο 26 παράγραφος 3

-

Άρθρο 26 παράγραφος 4

Άρθρο 24

-

Άρθρο 25

-

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφοι 1 και 3

-

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 3

Άρθρο 27 παράγραφος 4

Άρθρο 27 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 28 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 27 παράγραφος 4

-

-

Άρθρο 28 παράγραφος 4

-

Άρθρο 28 παράγραφος 5

Άρθρο 27 παράγραφος 5

Άρθρο 28 παράγραφος 6

Άρθρο 27 παράγραφος 6

Άρθρο 28 παράγραφος 7

Άρθρο 28

Άρθρο 29

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 29 παράγραφος 2

-

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 4

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 32

Άρθρο 33

Άρθρο 33

-

-

Άρθρο 34

-

Άρθρο 35

-

Άρθρο 36

-

Άρθρο 37

-

Άρθρο 38

-

Άρθρο 39

-

Άρθρο 40

-

Άρθρο 41

-

Άρθρο 42

-

Άρθρο 43

-

Άρθρο 44

-

Άρθρο 45

Άρθρο 34 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6 και 7

Άρθρο 46 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6 και 7

Άρθρο 34 παράγραφος 8

-

Άρθρο 34 παράγραφος 9

-

Άρθρο 34 παράγραφος 10

Άρθρο 46 παράγραφος 8

Άρθρο 34 παράγραφος 11

-

Άρθρο 34 παράγραφος 12

-

Άρθρο 35

Άρθρο 47

Άρθρο 36 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 48 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 36 παράγραφος 3

-

Άρθρο 36 παράγραφος 4

-

Άρθρο 36 παράγραφος 5

-

-

Άρθρο 49

Άρθρο 37

-

Άρθρο 38 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 50 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

-

-

Άρθρο 50 παράγραφος 2

-

Άρθρο 50 παράγραφος 3

Άρθρο 39

Άρθρο 51

Άρθρο 40

Άρθρο 52

Άρθρο 41

Άρθρο 53 πρώτο εδάφιο

-

Άρθρο 53 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 42

Άρθρο 54

Άρθρο 43

Άρθρο 55

Άρθρο 44

Άρθρο 56

Άρθρο 45 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 57 παράγραφοι 1, 2 και 3

-

Άρθρο 57 παράγραφος 4

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 57 παράγραφος 5

Άρθρο 45 παράγραφος 5

Άρθρο 57 παράγραφος 6

Άρθρο 46

Άρθρο 58

Άρθρο 47

Άρθρο 59

-

Άρθρο 59 παράγραφος 2

Άρθρο 48

Άρθρο 60

Άρθρο 49

Άρθρο 61

Παράρτημα I

-

Παράρτημα ΙI

-

-

Παράρτημα I

-

Παράρτημα ΙI



ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Κανονισμός για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)

Σχετικός(-οί) τομέας(-είς) πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ 37  

18 – Μετανάστευση και Εσωτερικές Υποθέσεις

Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση 

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση μετά από πιλοτικό έργο/προπαρασκευαστική δράση 38  

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά την παράταση υφιστάμενης δράσης 

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά δράση προσανατολισμένη σε νέα δράση 

Στόχος(-οι)

Ο (Οι) πολυετής(-είς) στρατηγικός(-οί) στόχος(-οι) της Επιτροπής τον(τους) οποίο(-ους) αφορά η πρόταση/πρωτοβουλία

Στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης για τη μετανάστευση (COM(2015)240 final), η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα αξιολογήσει το σύστημα του Δουβλίνου και θα αποφασίσει εάν είναι αναγκαία η αναθεώρηση των νομικών παραμέτρων του Δουβλίνου προκειμένου να επιτευχθεί δικαιότερη κατανομή των αιτούντων άσυλο στην Ευρώπη.

Η κρίση κατέστησε εμφανείς σημαντικές διαρθρωτικές αδυναμίες και ελλείψεις στον σχεδιασμό και την υλοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής για το άσυλο και τη μετανάστευση, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος του Δουβλίνου που δεν είχε σχεδιαστεί για να διασφαλίζει ο βιώσιμος επιμερισμός των ευθυνών για τους αιτούντες άσυλο σε όλη την ΕΕ. Όπως επισημάνθηκε στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 18ης-19ης Φεβρουαρίου 2016 και της 17ης-18ης Μαρτίου 2016, είναι καιρός να σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά τη μεταρρύθμιση του ισχύοντος πλαισίου της ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζει μια ανθρώπινη και αποτελεσματική πολιτική ασύλου.

Στις 6 Απριλίου 2016, η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Μεταρρύθμιση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και προώθηση των νόμιμων οδών προς την Ευρώπη» (COM(2016) 197 final), θεώρησε ως προτεραιότητα τη δημιουργία βιώσιμου και δίκαιου συστήματος για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για τους αιτούντες άσυλο, το οποίο θα εξασφαλίζει υψηλό βαθμό αλληλεγγύης και δίκαιο επιμερισμό των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών μέσω της δίκαιης κατανομής των αιτούντων άσυλο. Δεσμεύτηκε να προτείνει τροποποίηση του κανονισμού του Δουβλίνου είτε με τον εξορθολογισμό και τη συμπλήρωσή του με έναν διορθωτικό μηχανισμό ισότιμης αντιμετώπισης είτε με τη μετάβαση σε ένα νέο σύστημα που θα βασίζεται σε κλείδα κατανομής.

Η δίκαιη κατανομή των αιτούντων άσυλο θα μεταβάλει σημαντικά το σημερινό χρηματοδοτικό τοπίο και θα πρέπει να παρασχεθεί στήριξη για την ανάπτυξη της ικανότητας υποδοχής, όσον αφορά τις δαπάνες για υποδομές, αφενός, και το κόστος λειτουργίας τους, αφετέρου, ιδίως στα κράτη μέλη που δεν βρέθηκαν αντιμέτωπα με μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο έως σήμερα.

Ειδικός(οί) στόχος(οι) και δραστηριότητα(ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ

Ειδικός στόχος αριθ.

1.3: Ενίσχυση της προστασίας και της αλληλεγγύης

Σχετική(ές) δραστηριότητα(ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ

18.03 – Άσυλο και μετανάστευση

Να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα του συστήματος για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας.

Να ενισχυθεί η αλληλεγγύη και ο επιμερισμός των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών.


Αναμενόμενο(-α) αποτέλεσμα(-τα) και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που θα πρέπει να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους(τις) στοχοθετημένους(-ες) δικαιούχους/ομάδες.

Τα κράτη μέλη και η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της θα επωφεληθούν από την αύξηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας του εξορθολογισμένου κανονισμού του Δουβλίνου, που θα λειτουργεί και στις περιπτώσεις μεγάλης εισροής υπηκόων τρίτων χωρών. Τα κράτη μέλη με δυσανάλογα μεγάλο αριθμό αιτήσεων για τις οποίες τους αναλογεί η ευθύνη θα επωφεληθούν από τον διορθωτικό μηχανισμό κατανομής, ο οποίος θα μειώνει την ιδιαίτερη πίεση η οποία τους ασκείται και θα τους παρέχει τη δυνατότητα να εξετάζουν τον μεγάλο αριθμό συσσωρευμένων αιτήσεων.

Οι αιτούντες διεθνή προστασία θα επωφεληθούν από ένα αποτελεσματικότερο και ταχύτερο σύστημα για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, το οποίο θα καταστήσει δυνατή την ταχύτερη πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου και την εξέταση της αίτησης επί της ουσίας από ένα και μόνο, σαφώς προσδιορισμένο, κράτος μέλος.

Αναμένεται ότι η ικανότητα υποδοχής θα αυξηθεί, ιδίως στα κράτη μέλη τα οποία δεν έχει ακόμη χρειαστεί να βρεθούν αντιμέτωπα με μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο. Επίσης, θα δοθεί στήριξη στα κράτη μέλη με στόχο την παροχή τροφίμων και βασικής βοήθειας στους αιτούντες άσυλο που μεταφέρονται.

Δείκτες αποτελεσμάτων και επιπτώσεων

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της υλοποίησης της πρότασης/πρωτοβουλίας.

Δημιουργία και λειτουργία του αυτοματοποιημένου συστήματος εντός 6 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Αριθμός μεταφορών αιτούντων διεθνή προστασία.

Αριθμός θέσεων υποδοχής οι οποίες χρηματοδοτούνται εν μέρει από την πρόσθετη χρηματοδότηση που θα διατεθεί στο Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (ΤΑΜΕ) για την εφαρμογή της παρούσας πρότασης κατά την περίοδο 2017-2020.

Αριθμός μεταφερόμενων αιτούντων άσυλο στους οποίους παρέχεται βοήθεια ανά έτος στο πλαίσιο της πρόσθετης χρηματοδότησης που θα διατεθεί στο ΤΑΜΕ για την εφαρμογή της παρούσας πρότασης.

Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών

Η πρόταση έχει ως στόχο:

   να ενισχύσει την ικανότητα του συστήματος του Δουβλίνου όσον αφορά τον αποδοτικό και αποτελεσματικό προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας με τον εξορθολογισμό των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο·

   να συμβάλει στην πρόληψη των δευτερογενών μετακινήσεων εντός της ΕΕ, μεταξύ άλλων, με αποθάρρυνση των καταχρήσεων και της αναζήτησης του ευνοϊκότερου κράτους υποδοχής από τους αιτούντες άσυλο·

   να διασφαλίσει υψηλό βαθμό αλληλεγγύης και δίκαιο επιμερισμό των ευθυνών με την πρόβλεψη διορθωτικού μηχανισμού κατανομής ο οποίος ενεργοποιείται όταν οποιοδήποτε κράτος μέλος δέχεται προς εξέταση δυσανάλογο αριθμό αιτήσεων για τις οποίες είναι υπεύθυνο.

Προστιθέμενη αξία της παρέμβασης της ΕΕ

Η θέσπιση κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα δεν μπορεί να επιτευχθεί από τα κράτη μέλη εάν αυτά ενεργούν μεμονωμένα και μπορεί να επιτευχθεί μόνον σε επίπεδο Ένωσης.

Η προστιθέμενη αξία της παρούσας πρότασης συνίσταται στον εξορθολογισμό και την αύξηση της αποτελεσματικότητας του ισχύοντος κανονισμού του Δουβλίνου και στην πρόβλεψη διορθωτικού μηχανισμού ισότιμης αντιμετώπισης ο οποίος τίθεται σε εφαρμογή προς όφελος κράτους μέλους τις περιόδους κατά τις οποίες αυτό υφίσταται δυσανάλογη πίεση.

Διδάγματα που αποκομίστηκαν από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Η αξιολόγηση της Επιτροπής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ισχύον σύστημα του Δουβλίνου δεν είναι ικανοποιητικό με αποτέλεσμα να απαιτούνται ορισμένες αλλαγές ώστε να εξορθολογιστεί και να καταστεί αποτελεσματικότερο.

Το σύστημα του Δουβλίνου δεν σχεδιάστηκε ως μέσο αλληλεγγύης και κατανομής των ευθυνών. Η μεταναστευτική κρίση κατέστησε εμφανή την αδυναμία αυτή, γεγονός που επιβάλλει να συμπεριληφθεί στην πρόταση διορθωτικό σύστημα κατανομής.

Συμβατότητα και ενδεχόμενη συνέργεια με άλλα κατάλληλα μέσα

1. Δαπάνες μεταφοράς:

Δυνάμει της παρούσας πρότασης, το κράτος μέλος που πραγματοποιεί τη μεταφορά στο κράτος μέλος κατανομής δικαιούται να λάβει για κάθε άτομο που μεταφέρεται κατ’ αποκοπή ποσό ύψους 500 EUR· τούτο θα πρέπει να εφαρμόζεται στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης του ΤΑΜΕ.

Το ΤΑΜΕ προβλέπει ήδη τη δυνατότητα μεταφοράς αιτούντων διεθνή προστασία, ως μέρος του εθνικού προγράμματος κάθε κράτους μέλους σε οικειοθελή βάση (άρθρο 7 και άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 516/2014).

Βάσει των αποφάσεων του Συμβουλίου (2015/1523 και 2015/1601) για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας, 160 000 υπήκοοι τρίτων χωρών θα πρέπει να μεταφερθούν έως τις 26 Σεπτεμβρίου 2017. Η παρούσα πρόταση δεν επηρεάζει την εφαρμογή των εν λόγω αποφάσεων.

Θα θεσπιστούν οι κατάλληλοι μηχανισμοί για να ενισχυθούν οι συνέργειες και να αποφευχθούν τυχόν επικαλύψεις μεταξύ της νέας πρότασης και των ήδη υφιστάμενων μέσων.

2. Εγκατάσταση και τεχνική συντήρηση αυτοματοποιημένου συστήματος ΤΠ για την κατανομή των αιτούντων άσυλο:

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (eu-LISA) είναι υπεύθυνος για την προετοιμασία, την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση του αυτοματοποιημένου συστήματος ΤΠ για την κατανομή των αιτούντων άσυλο.

3. Αύξηση της ικανότητας υποδοχής:

Προκειμένου να υποστηριχθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα χρειαστεί πρόσθετη ικανότητα υποδοχής, ιδίως σε όσα κράτη μέλη δεν βρέθηκαν αντιμέτωπα μέχρι σήμερα με μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο.

4. Παροχή τροφίμων και βασικών υπηρεσιών στους αιτούντες άσυλο που μεταφέρονται:

Προκειμένου να υποστηριχθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα χρειαστεί στήριξη για την παροχή τροφίμων και βασικών υπηρεσιών στους αιτούντες άσυλο που μεταφέρονται.


Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

 Πρόταση/πρωτοβουλία περιορισμένης διάρκειας

   Πρόταση/πρωτοβουλία με ισχύ από την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ μέχρι την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

   Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το 2016 έως το 2020

 Πρόταση/πρωτοβουλία απεριόριστης διάρκειας

Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το 2017 έως το 2020,

και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης

 Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

◻ από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης·

   από τους εκτελεστικούς οργανισμούς

 Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

 Έμμεση διαχείριση με ανάθεση εκτελεστικών καθηκόντων σε:

◻ τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει·

◻ διεθνείς οργανισμούς και τις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν),

◻την ΕΤΕπ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων,

✓τους οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 208 και 209 του δημοσιονομικού κανονισμού,

◻ οργανισμούς δημοσίου δικαίου,

◻ οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας στον βαθμό που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις,

◻ οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις,

◻ πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ δυνάμει του τίτλου V της ΣΕΕ και προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Εάν αναφέρονται περισσότεροι από ένας τρόποι διαχείρισης, να διευκρινιστούν στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

Παρατηρήσεις

Οι μεταφορές και η στήριξη όσον αφορά την ικανότητα υποδοχής και τις λειτουργικές δαπάνες θα καλυφθούν στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης του ΤΑΜΕ.

Η δημιουργία και η τεχνική συντήρηση του συστήματος ΤΠ θα ανατεθεί στον οργανισμό eu-LISA (έμμεση διαχείριση) και οι σχετικές δαπάνες καλύπτονται δυνάμει της παρούσας πρότασης.

ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι των διατάξεων αυτών.

Το αργότερο δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και, εφόσον χρειάζεται, να προτείνει τις αναγκαίες τροποποιήσεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαβιβάσουν στην Επιτροπή όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εκπόνηση αυτής της έκθεσης το αργότερο έξι μήνες πριν την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας.

Η Επιτροπή, μετά από την υποβολή της εν λόγω έκθεσης, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ταυτόχρονα με την υποβολή των εκθέσεων για την εφαρμογή του συστήματος Eurodac, όπως προβλέπεται στο άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013.

Για την επιμερισμένη διαχείριση, υφίσταται συνεκτικό και αποτελεσματικό πλαίσιο αναφοράς, παρακολούθησης και αξιολόγησης. Για κάθε εθνικό πρόγραμμα, ζητείται από τα κράτη μέλη να συστήσουν επιτροπή παρακολούθησης στην οποία μπορεί να συμμετέχει η Επιτροπή με συμβουλευτικό ρόλο.

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις για την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος. Οι εκθέσεις αυτές αποτελούν προϋπόθεση για τις ετήσιες πληρωμές στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης λογαριασμών, που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 514/2014.

Έως τις 30 Ιουνίου 2018, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 514/2014, η Επιτροπή θα υποβάλει προσωρινή έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την εφαρμογή του ΤΑΜΕ, η οποία θα περιλαμβάνει και την εκτέλεση των χρηματοδοτικών πόρων που διατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.

Επιπλέον, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση εκ των υστέρων αξιολόγησης, έως τις 30 Ιουνίου 2024, για τον αντίκτυπο που θα έχει η εφαρμογή του ΤΑΜΕ στην ανάπτυξη του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, μεταξύ άλλων, στο κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου.

Όσον αφορά τη δημιουργία και την τεχνική συντήρηση του συστήματος ΤΠ (έμμεση διαχείριση), ο Οργανισμός eu-LISA θα υποβάλλει τακτικά εκθέσεις για την πρόοδο που σημειώνεται. Ο Οργανισμός υπόκειται σε υποχρέωση τακτικής παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων. Το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού εγκρίνει πριν από τις 31 Μαρτίου κάθε έτους την ενοποιημένη ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Οργανισμού για το προηγούμενο έτος και τη διαβιβάζει, έως τις 15 Ιουνίου το αργότερο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται. Ανά τριετία η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση, σύμφωνα με τα κριτήρια αξιολόγησης που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής, προκειμένου να αξιολογηθούν ειδικότερα ο αντίκτυπος, η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των επιδόσεων του οργανισμού και οι εργασιακές του πρακτικές σε σχέση με τους στόχους, την εντολή και τα καθήκοντά του. Στην αξιολόγηση εξετάζεται, ιδίως, η ενδεχόμενη ανάγκη τροποποίησης της εντολής του Οργανισμού, καθώς και οι δημοσιονομικές επιπτώσεις τυχόν τροποποίησης.

Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

Κίνδυνος(-οι) που έχει(-ουν) εντοπιστεί

Η ΓΔ HOME δεν αντιμετωπίζει σημαντικούς κινδύνους σφαλμάτων στα προγράμματα δαπανών της. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη σταθερή απουσία σημαντικών πορισμάτων στις ετήσιες εκθέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθώς και από την απουσία εναπομένοντος ποσοστού σφάλματος άνω του 2 % κατά τα προηγούμενα έτη στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας της ΓΔ HOME.

Το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου είναι σύμφωνο με τις γενικές απαιτήσεις που ορίζονται στα Ταμεία του κοινού στρατηγικού πλαισίου και συνάδει πλήρως με τις απαιτήσεις του δημοσιονομικού κανονισμού.

Ο πολυετής προγραμματισμός σε συνδυασμό με την ετήσια εκκαθάριση βάσει των πληρωμών από την Αρμόδια Αρχή ευθυγραμμίζει τις περιόδους επιλεξιμότητας με τους ετήσιους λογαριασμούς της Επιτροπής.

Θα διενεργηθούν επιτόπιοι έλεγχοι στο πλαίσιο των πρωτοβάθμιων ελέγχων, δηλ. από την Αρμόδια Αρχή και θα υποστηρίξουν την ετήσια διαχειριστική δήλωση αξιοπιστίας της.

Η χρήση κατ’ αποκοπή ποσών (απλουστευμένη απόδοση δαπανών) θα μειώσει περαιτέρω τα λάθη των αρμόδιων αρχών κατά την εφαρμογή της παρούσας πρότασης.

Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα εσωτερικού ελέγχου που έχει καθοριστεί

Εκτός από την εφαρμογή όλων των κανονιστικών μηχανισμών ελέγχου, η ΓΔ HOME θα εφαρμόσει τη στρατηγική της για την καταπολέμηση της απάτης, την οποία ενέκρινε στις 9 Απριλίου 2013. Η εν λόγω στρατηγική αναπτύχθηκε σε συνέχεια της νέας στρατηγικής της Επιτροπής για την καταπολέμηση της απάτης (CAFS), η οποία εγκρίθηκε στις 24 Ιουνίου 2011, και, ως εκ τούτου, εξασφαλίζει, μεταξύ άλλων, ότι οι εσωτερικοί έλεγχοι που συνδέονται με την καταπολέμηση της απάτης ευθυγραμμίζονται πλήρως με την CAFS, καθώς και ότι η προσέγγιση που ακολουθεί για τη διαχείριση των κινδύνων απάτης είναι προσανατολισμένη προς τον εντοπισμό των τομέων στους οποίους υπάρχει κίνδυνος απάτης και προς την παροχή κατάλληλων απαντήσεων.

Επίσης, στις 4 Νοεμβρίου 2015 η ΓΔ HOME ενέκρινε στρατηγική λογιστικού ελέγχου για το μέρος επιμερισμένης διαχείρισης του ΤΑΜΕ και του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (ΤΕΑ). Επί του παρόντος, η ΓΔ Εσωτερικών Υποθέσεων αναπτύσσει στρατηγική ελέγχου για την επιμερισμένη διαχείριση του ΤΑΜΕ/ΤΕΑ. Η στρατηγική αυτή θα περιλαμβάνει το σύνολο των ελέγχων που απαιτούνται για τη διαχείριση των εθνικών προγραμμάτων στο πλαίσιο του ΤΑΜΕ και του ΤΕΑ.

Εκτιμώμενο κόστος και όφελος των ελέγχων και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου του κινδύνου σφάλματος

Αμελητέο κόστος ελέγχου και πολύ μικρός κίνδυνος σφάλματος.

Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας.

Όσον αφορά την επιμερισμένη διαχείριση, τα κράτη μέλη υποχρεούνται, σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 514/2014, να θέσουν σε εφαρμογή συστήματα πρόληψης της απάτης τα οποία είναι αποτελεσματικά και αναλογικά προς τους κινδύνους απάτης που εντοπίζονται.

Όσον αφορά την έμμεση διαχείριση, τα μέτρα που προβλέπονται για την καταπολέμηση της απάτης θεσπίζονται στο άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2011, το οποίο ορίζει τα εξής:

1. Για να καταπολεμηθούν η απάτη, η διαφθορά και άλλες παράνομες δραστηριότητες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2. Ο Οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και εκδίδει, χωρίς καθυστέρηση, τις δέουσες διατάξεις, οι οποίες εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού του Οργανισμού.

3. Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση και οι εκτελεστικές συμφωνίες και πράξεις που απορρέουν από αυτές ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διενεργούν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους στους αποδέκτες χρηματοδότησης του Οργανισμού και στους υπαλλήλους που είναι υπεύθυνοι για τη χορήγησή της.

Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, στις 28 Ιουνίου 2012 εκδόθηκε η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, σχετικά με την εντολή και τους όρους των εσωτερικών ερευνών για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας επιζήμιας για τα συμφέροντα της Ένωσης.

Επίσης, θα εφαρμοστεί η στρατηγική της Επιτροπής για την καταπολέμηση της απάτης.

ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

Τομέας(είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή προϋπολογισμού

Είδος δαπάνης

Συνεισφορά

3 Ασφάλεια και ιθαγένεια

ΔΠ/ΜΔΠ 39

χωρών ΕΖΕΣ 40

υποψηφίων για ένταξη χωρών 41

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

Ενίσχυση και ανάπτυξη του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και ενίσχυση της αλληλεγγύης και της κατανομής ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών

Διαχωρ.

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΝΑΙ*

ΝΑΙ

18.0207- Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη λειτουργική διαχείριση των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

Διαχωρ.

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΝΑΙ*

ΟΧΙ

* ενδεχόμενη συνεισφορά από τις συνδεδεμένες χώρες Σένγκεν, αν συμμετάσχουν στο νέο σύστημα του Δουβλίνου

Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αριθμός

3 Ασφάλεια και ιθαγένεια

ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Έτος 2017

Έτος 2018

Έτος 2019

Έτος 2020

Επόμενα έτη

ΣΥΝΟΛΟ

• Επιχειρησιακές πιστώσεις

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού 18.030101

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

445

460

460

460

1825

Πληρωμές

(2)

33,3

261,35

457,35

460

613

1825

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού 18.0207

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

1,750

0,983

0,135

0,735

3,603

Πληρωμές

(2α)

1,750

0,983

0,135

0,735

3,603

Πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενες από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων 42  

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού

(3)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων για την ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α +3

446,75

460,983

460,135

460,735

1828,603

Πληρωμές

=2+2α

+3

35,05

262,333

457,485

460735

613

1828,603



ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ 3 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+ 6

446,75

460,983

460,135

460,735

1828,603

Πληρωμές

=5+ 6

35,05

262,333

457,485

460.735

613

1828,603

Αν η πρόταση/πρωτοβουλία επηρεάζει περισσότερους του ενός τομείς:

• ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

Πληρωμές

(5)

• ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 4 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (Ποσό αναφοράς)

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+ 6

446,75

460,983

460,135

460,735

1828,603

Πληρωμές

=5+ 6

35,05

262,333

457,485

460.735

613

1828,603





Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

5

«Διοικητικές δαπάνες»

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2017

Έτος 2018

Έτος 2019

Έτος 2020

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ

• Ανθρώπινοι πόροι

0,536

0,536

0,536

0,536

2,144

• Άλλες διοικητικές δαπάνες

0,06

0,06

0,03

0,03

0,18

ΣΥΝΟΛΟ

Πιστώσεις

0,596

0,596

0,566

0,566

2,324

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

(Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών)

0,596

0,596

0,566

0,566

2,324

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2017

Έτος 2018

Έτος 2019

Έτος 2020

Επόμενα έτη

ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

447,346

461,579

460,701

461,301

1830,927    

Πληρωμές

35,646

262,929

458,051

460735,566

613

1830,927

Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα

Έτος 2017

Έτος 2018

Έτος 2019

Έτος 2020

Έτος 2021

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Είδος 43

Μέσο κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Συνολικός αριθμός

Συνολικό κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1 44 ...

Αποτέλεσμα

Σύστημα ΤΠ και συντήρηση

Άνευ αντικειμένου

1

1,750

1

0,983

1

0,135

1

0,735

3,603

Αποτέλεσμα

Μεταφορές

0,0005

150000

75

200000

100

200000

100

200000

100

375

- Αποτέλεσμα

Θέσεις υποδοχής

0,002

50000

100

100

- Αποτέλεσμα

Δαπάνες λειτουργίας

0,0018

150000

270

200000

360

200000

360

200000

360

1350

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

446,75

460,983

460,135

460,735

1828,603

Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

Συνοπτική παρουσίαση

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2017

Έτος 2018

Έτος 2019

Έτος 2020

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΤΟΜΕΑΣ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

0,536

0,536

0,536

0,536

2,144

Άλλες διοικητικές δαπάνες

0,06

0,06

0,03

0,03

0,18

Υποσύνολο ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

0,596

0,596

0,566

0,566

2,324

Εκτός του ΤΟΜΕΑ 5 45 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

Λοιπές δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα

Υποσύνολο ΤΟΜΕΑΣ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

ΣΥΝΟΛΟ

0,596

0,596

0,566

0,566

2,324

1.1.1.1.Οι απαιτούμενες πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους και λοιπές δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχουν ανακατανεμηθεί εντός της ΓΔ και οι οποίες θα συμπληρωθούν, εάν χρειαστεί, με όλα τα πρόσθετα κονδύλια που ενδέχεται να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση της δράσης ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των δημοσιονομικών περιορισμών. Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση που εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης

Έτος 2017

Έτος 2018

Έτος 2019

Έτος 2020

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

• Θέσεις εργασίας στον πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων)

18 01 01 01 (έδρα και γραφεία αντιπροσωπείας της Επιτροπής)

4

4

4

4

XX 01 01 02 (σε αντιπροσωπεία)

XX 01 05 01 (έμμεση έρευνα)

10 01 05 01 (άμεση έρευνα)

Εξωτερικό προσωπικό (σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης: ΙΠΑ) 46

XX 01 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο)

XX 01 02 02 (AC, AL, END, INT και JED στις αντιπροσωπείες)

XX 01 04 yy 47

- στην έδρα:

- στις αντιπροσωπείες

XX 01 05 02 (AC, END, INT - Έμμεση έρευνα)

10 01 05 02 (AC, END, INT - άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

ΣΥΝΟΛΟ

4

4

4

4

XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού.

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης ή/και έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και το οποίο θα συμπληρωθεί, εάν χρειαστεί, από πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι

Υποστήριξη, επεξεργασία και παρακολούθηση των δραστηριοτήτων που συνδέονται με την εφαρμογή της παρούσας πρότασης, κυρίως όσον αφορά τη μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία.

Εξωτερικό προσωπικό

Άνευ αντικειμένου

Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

   Οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι συμβατές με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και μπορούν να περιλαμβάνουν τη χρήση ειδικών μέσων, όπως ορίζεται στον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013. 48 Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Να εξηγηθεί ο απαιτούμενος αναπρογραμματισμός, με προσδιορισμό των σχετικών γραμμών του προϋπολογισμού και των αντίστοιχων ποσών.

[…]

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Να εξηγηθεί η ανάγκη, με προσδιορισμό των σχετικών τομέων και γραμμών του προϋπολογισμού, καθώς και των αντίστοιχων ποσών.

[…]

Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

✓ Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτα μέρη.

✓ Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη συγχρηματοδότηση που εκτιμάται κατωτέρω:

Πιστώσεις σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2017

Έτος 2018

Έτος 2019

Έτος 2020

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Σύνολο

Να προσδιοριστεί ο φορέας συγχρηματοδότησης 

pm

pm

pm

pm

pm

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων

pm

pm

pm

pm

pm


* πιθανή συνεισφορά των συνδεδεμένων χωρών Σένγκεν αν συμμετάσχουν στο νέο σύστημα του Δουβλίνου

(1) COM (2016) 197 final.
(2) Βλ. για παράδειγμα το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Απριλίου 2016 σχετικά με την κατάσταση στην περιοχή της Μεσογείου και την ανάγκη για μια ολιστική προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά τη μετανάστευση (2015/2095(INI)) και το ψήφισμα της 10ης Σεπτεμβρίου 2015 σχετικά με τη μετανάστευση και τους πρόσφυγες στην Ευρώπη (2015/2833(RSP).
(3) EUCO 19.02.2016, SN 16/16
(4) Βλ. παρακάτω στο τμήμα 3.4 «Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη»
(5) C (2016) 871 final.
(6) Απόφαση 2015/1523 του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2015 και απόφαση του Συμβουλίου (ΕΕ) 2015/1601, της 22ας Σεπτεμβρίου.
(7) COM (2016) 165 και COM (2016) 222.
(8) COM (2015) 450.
(9) COM (2014) 382.
(10) COM (2015) 240.
(11) Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται στη Δανία ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με το Eurodac για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (ΕΕ L 66 της 8.3.2006, σ. 38).
(12) Πρωτόκολλο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ελβετία (συνήφθη στις 24.10.2008, ΕΕ L 161 της 24.6.2009, σ. 8) και πρωτόκολλο στη συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, στην Ισλανδία και τη Νορβηγία (ΕΕ L 93 της 3.4.2001).
(13) Οι εκθέσεις αξιολόγησης και εφαρμογής είναι διαθέσιμες στη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/what-we-do/policies/asylum/examination-of-applicants/index_en.htm.
(14) Η αξιολόγηση βασίστηκε σε έρευνα τεκμηρίωσης, ποσοτική ανάλυση και διαβουλεύσεις με τους νομικούς συμβούλους/συμβούλους πολιτικής σε 19 κράτη μέλη συνολικά (BE, BG, CH, CY, EL, FR, HR, HU, IT, LT, LV, MT, NL, NO, PL, RO, SE, SI, SK). Δεν λήφθηκαν έγκαιρα πληροφορίες από τα υπόλοιπα 12 κράτη μέλη που συμμετέχουν στον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ, για να συμπεριληφθούν στην έκθεση.
(15) Ζητήθηκε η άποψη από ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων φορέων, μεταξύ άλλων: μονάδες του Δουβλίνου στις αρμόδιες για θέματα ασύλου εθνικές διοικήσεις, νομικούς συμβούλους/συμβούλους πολιτικής, ΜΚΟ, δικηγόρους/νομικούς εκπροσώπους, αρχές προσφυγών και επανεξέτασης, αρχές επιβολής του νόμου, αρχές κράτησης, αιτούντες και/ή δικαιούχους διεθνούς προστασίας. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 142 συνεντεύξεις. Πραγματοποιήθηκαν επιτόπιες επισκέψεις σε 15 κράτη μέλη (AT, BE, DE, EL, FR, HU, LU, IT, MT, NL, NO, PL, SE, UK, CH), ενώ σε 16 (BG, CY, CZ, DK, EE, ES, FI, HR, IE, LT, LV, PT, RO, SI, SK, LI), διεξήχθησαν τηλεφωνικές συνεντεύξεις.
(16) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884).
(17) OJ L 50, 25.2.2003, p. 1.
(18) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 31).
(19) ΕΕ L 132 της 29.5.2010, σ. 11.
(20) Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (ΕΕ L 337 της 20.12.2011, σ. 9).
(21) Βλέπε σελίδα 96 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας. Οδηγία 2013/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 96).
(22) Βλέπε σελίδα 60 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας. Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ 180 της 29.6.2013, σ. 60).
(23) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (ΕΕ L 286 της 1.11.2011, σ. 1).
(24) ΕΕ L 222 της 5.9.2003, σ. 3.
(25) ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.
(26) Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 603/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα και σχετικά με αιτήσεις της αντιπαραβολής με τα δεδομένα Eurodac που υποβάλλουν οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και η Ευρωπόλ για σκοπούς επιβολής του νόμου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 σχετικά με την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 1).
(27) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 60).
(28) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(29) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1).
(30) ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98.
(31) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 862/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11 Ιουλίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία (ΕΕ L 199 της 31.7.2007, σ. 23).
(32) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (ΕΕ L 316 της 15.12.2000, σ. 1).
(33) Οδηγία 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (ΕΕ L 31 της 6.2.2003, σ. 18).
(34) Οδηγία 2005/85/EΚ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 2005, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα (ΕΕ L 326 της 13.12.2005, σ. 13).
(35) Για τρία κράτη μέλη, η συμμετοχή εξαρτάται από την άσκηση των δικαιωμάτων που ορίζονται στα σχετικά πρωτόκολλα και σε άλλα μέσα.
(36) Για τρία κράτη μέλη, η συμμετοχή εξαρτάται από την άσκηση των δικαιωμάτων που ορίζονται στα σχετικά πρωτόκολλα και σε άλλα μέσα.
(37) ΔΒΔ: Διαχείριση βάσει δραστηριοτήτων – ΠΒΔ: προϋπολογισμός βάσει δραστηριοτήτων.
(38) Όπως αναφέρεται στο άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.
(39) ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.
(40) ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.
(41) Υποψήφιες χώρες και, ενδεχομένως, δυνάμει υποψήφιες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.
(42) Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες για τη στήριξη της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(43) Αποτελέσματα θα είναι τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (παράδειγμα: αριθμός ανταλλαγών σπουδαστών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ οδών που θα κατασκευαστούν, κ.λπ.).
(44) Όπως περιγράφεται στο σημείο 1.4.2 «Ειδικός (-οί) στόχος (-οι)...»
(45) Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες για τη στήριξη της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(46) AC = συμβασιούχος υπάλληλος, AL = τοπικός υπάλληλος, END = αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας, INT = προσωρινό προσωπικό οργανισμού, JED= νεαρός εμπειρογνώμονας σε αντιπροσωπεία.
(47) Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»).
(48) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884).