?????????, 18.11.2015

COM(2015) 751 final

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

REFIT Αξιολόγηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1991, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2008/51/ΕΚ της 21ης Μαΐου 2008, σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων


ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

REFIT Αξιολόγηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1991, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2008/51/ΕΚ της 21ης Μαΐου 2008, σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων

1. Εισαγωγή

(1) Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων εκδόθηκε στις 18 Ιουνίου 1991 1 και τροποποιήθηκε από την οδηγία 2008/51/ΕΚ της 21ης Μαΐου 2008 2 (οδηγία για τα πυροβόλα όπλα).

(2) Το άρθρο 17 της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα ορίζει ότι «το αργότερο στις 28 Ιουλίου 2015, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σχετικά με την κατάσταση που προκύπτει από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από προτάσεις». Ενόψει της κατάρτισης της έκθεσης, η Επιτροπή δημοσίευσε μελέτη αξιολόγησης η οποία διενεργήθηκε από εξωτερικούς συμβούλους. Η εν λόγω μελέτη η οποία ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2014 3 , περιλαμβάνει εκτεταμένη ανάλυση της εφαρμογής της οδηγίας, καθώς και ανάλυση της αποδοτικότητας της νομοθεσίας σύμφωνα με πέντε βασικά κριτήρια αξιολόγησης. Παρέχει επίσης, βάσει των διαπιστώσεων, συγκεκριμένες συστάσεις για βελτιώσεις, οι οποίες απευθύνονται είτε στην Επιτροπή είτε στις αρχές των κρατών μελών είτε και στους δύο. Η αξιολόγηση αυτή συνδέθηκε με το πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT) της Επιτροπής 4 .

(3) Μόλις ολοκληρώθηκε η μελέτη αξιολόγησης, η Επιτροπή ζήτησε από τα μέλη της επιτροπής που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 13 α της οδηγίας (επιτροπή για τα πυροβόλα όπλα), η οποία εκπροσωπεί τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ και τις τέσσερις χώρες του ΕΟΧ 5 και της ΕΖΕΣ 6 7 , να σχολιάσουν και να αξιολογήσουν τις διαπιστώσεις και τις συστάσεις της. Τα μέλη της επιτροπής υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους προφορικά στις συνεδριάσεις της επιτροπής (στις 18 Δεκεμβρίου 2014 και στις 25 Μαρτίου 2015), οι οποίες συμπληρώθηκαν από γραπτές παρατηρήσεις από ορισμένα κράτη μέλη (Βέλγιο, Γαλλία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο).

(4) Η τελική έκθεση της μελέτης αξιολόγησης παραδόθηκε μόλις πριν από τα δραματικά γεγονότα στο Παρίσι και την Κοπεγχάγη τον Ιανουάριο του 2015. Οι εξελίξεις αυτές κατέδειξαν περαιτέρω την ύπαρξη πιεστικών ζητημάτων ασφάλειας σε επίπεδο ΕΕ. Στη συνεδρίαση της επιτροπής για τα πυροβόλα όπλα που έλαβε χώρα τον Μάρτιο του 2015, η Επιτροπή κάλεσε τον εκπρόσωπο των κρατών μελών όχι μόνο να υποβάλει παρατηρήσεις επί των συμπερασμάτων της αξιολόγησης, αλλά και να εγείρει άλλα ενδεχόμενα ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα σε σχέση με τα πρόσφατα δραματικά γεγονότα και τα οποία δεν έχουν εντοπιστεί από τον σύμβουλο.

(5) Σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι να περιγράψει τις διαπιστώσεις της μελέτης αξιολόγησης, να τις συμπληρώσει με τις παρατηρήσεις που έχουν ληφθεί έως σήμερα και να παρουσιάσει την ιδιαιτέρως σημαντική αξιολόγηση της Επιτροπής. Στην έκθεση υπενθυμίζονται πρώτα το γενικό πλαίσιο και οι κύριες διατάξεις της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα. Παρουσιάζονται η μεθοδολογία, τα αποτελέσματα της μελέτης αξιολόγησης σε σχέση με πέντε κριτήρια αξιολόγησης (δηλαδή αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα, συνέπεια, καταλληλότητα, ενωσιακή προστιθέμενη αξία) και οι συστάσεις της. Παρουσιάζεται επίσης μια κριτική αξιολόγηση των διαπιστώσεων. Τέλος, αναφέρονται οι πρωτοβουλίες τις οποίες θα μπορούσε να εξετάσει η Επιτροπή για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που αναδείχθηκαν από την αξιολόγηση και επιβεβαιώθηκαν από τις παρατηρήσεις των κρατών μελών.

2. Γενικό πλαίσιο

(6) Η οδηγία για τα πυροβόλα όπλα ρυθμίζει την απόκτηση, την κατοχή και την εμπορική ανταλλαγή μη στρατιωτικών πυροβόλων όπλων (δηλαδή πυροβόλων όπλων που χρησιμοποιούνται για σκοποβολή και κυνήγι) εντός της ΕΕ. Θέτει κοινά ελάχιστα πρότυπα, τα οποία πρέπει να μεταφέρουν τα κράτη μέλη στην εθνική νομοθεσία τους για τα όπλα και αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των στόχων της εσωτερικής αγοράς (δηλαδή της διασυνοριακής κυκλοφορίας πυροβόλων όπλων) με τους στόχους της πολιτικής για την ασφάλεια (δηλαδή το υψηλό επίπεδο ασφάλειας και προστασίας έναντι αξιόποινων πράξεων και της παράνομης διακίνησης) εντός της ΕΕ.

(7) Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ αποτελούσε αρχικά συνοδευτικό μέτρο για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Η κατάργηση των ελέγχων στην κατοχή όπλων στα ενδοκοινοτικά σύνορα κατέστησε απαραίτητη τη θέσπιση αποτελεσματικών κανόνων που επιτρέπουν τη διενέργεια ελέγχων εντός των κρατών μελών. Για τον σκοπό αυτό, η οδηγία περιέχει κανόνες για την απόκτηση και την κατοχή πυροβόλων όπλων και τις μεταφορές πυροβόλων όπλων μεταξύ των κρατών μελών. Η οδηγία παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να εκδίδουν αυστηρότερους κανόνες από τους προβλεπόμενους (άρθρο 3).

(8) Η Επιτροπή υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο μια πρώτη έκθεση το 2000, η οποία αξιολογούσε την εφαρμογή της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ στα κράτη μέλη 8 . Η έκθεση αυτή ανέφερε ότι τα κράτη μέλη και οι ενδιαφερόμενοι φορείς έκριναν το νομικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε από την οδηγία ως επαρκές στο σύνολό του. Ωστόσο, εντοπίστηκαν βασικά προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας σε εθνικό επίπεδο, όπως τα εξής: δυσκολίες στην ανταλλαγή πληροφοριών· ανομοιογένεια και πολυπλοκότητα των εθνικών νομοθεσιών, διοικητικών μέτρων και διαδικασιών χορήγησης άδειας· διαφορές στην ταξινόμηση κυνηγετικών και αθλητικών πυροβόλων όπλων και διοικητική επιβάρυνση για τις ΜΜΕ. Το γεγονός αυτό ανέδειξε την ανάγκη διασαφήνισης ορισμένων διατάξεων (π.χ. καθορισμός ορισμένων τύπων όπλων, συγκεκριμένα των απενεργοποιημένων και παλαιών όπλων), ώστε να εξασφαλιστεί μια πιο ομοιόμορφη εφαρμογή της οδηγίας.

(9) Η έκθεση αυτή υπεβλήθη ενώ η Επιτροπή διαπραγματευόταν εκ μέρους των κρατών μελών της ΕΕ το πρωτόκολλο των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της παράνομης κατασκευής πυροβόλων όπλων 9 (ΠΠΟ) στο πλαίσιο της Σύµβασης των Ηνωµένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος. Το πρωτόκολλο επρόκειτο να καθορίσει νέους κανόνες ιδίως σχετικά με την ιχνηλασιμότητα (δηλαδή τη σήμανση και την τήρηση αρχείων) και την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων. Επομένως, η έκθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση των διαπραγματεύσεων για το ΠΠΟ και τις παρατηρήσεις όλων των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με την οδηγία, σκόπευε να παρουσιάσει κατάλληλες τροποποιητικές προτάσεις.

(10) Μετά την έναρξη ισχύος του ΠΠΟ το 2005 10 η οδηγία 91/477/ΕΟΚ τροποποιήθηκε από την οδηγία 2008/51/ΕΚ για να ενισχυθούν οι πτυχές της ασφάλειας και να ευθυγραμμιστεί εν μέρει με το ίδιο το ΠΠΟ. Η οδηγία για τα πυροβόλα όπλα αποτελεί μέρος συνόλου πρωτοβουλιών που έχουν αναληφθεί σε διεθνές επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ για την εφαρμογή του ΠΠΟ. Οι σχετικές διατάξεις έχουν μεταφερθεί στη νομοθεσία της ΕΕ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 258/2012 11 , ο οποίος καθορίζει κανόνες για την εγκεκριμένη εξαγωγή, εισαγωγή και διαμετακόμιση μη στρατιωτικών πυροβόλων όπλων που έρχονται από ή κατευθύνονται προς τρίτες χώρες 12 .

(11) Οι αρχές που διέπουν τη δράση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διαχείριση και τη μείωση των κινδύνων που θέτουν τα μη στρατιωτικά πυροβόλα όπλα ενσωματώθηκαν σε μια συνολική στρατηγική –ανακοίνωση με τίτλο «Πυροβόλα όπλα και η εσωτερική ασφάλεια της ΕΕ: προστασία των πολιτών και παρεμπόδιση της παράνομης διακίνησης» 13 –, που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2013. Σε αυτήν την ανακοίνωση προτείνονται μέτρα για την αύξηση του επιπέδου ασφάλειας των πολιτών της ΕΕ όσον αφορά τα πυροβόλα όπλα και τη διασφάλιση της νόμιμης αγοράς τους. Επιπροσθέτως, οι επερχόμενες πρωτοβουλίες σχετικά με τα πυροβόλα όπλα έχουν περιγραφεί στην προσφάτως εκδοθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η ευρωπαϊκή ατζέντα για την ασφάλεια» 14 , στην οποία υπογραμμίζεται η ανάγκη να θεωρηθεί προτεραιότητα η υιοθέτηση μιας κοινής προσέγγισης σχετικά με την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων για την πρόληψη της εκ νέου ενεργοποίησης και χρήσης τους από εγκληματίες. Στην ανακοίνωση κρίθηκε επίσης απαραίτητη η επανεξέταση της υφιστάμενης νομοθεσίας για τα πυροβόλα όπλα το 2016, ώστε να βελτιωθεί η ανταλλαγή πληροφοριών (π.χ. μέσω τηλεφόρτωσης των πληροφοριών για τα κατασχεθέντα πυροβόλα όπλα στο σύστημα πληροφόρησης του οργανισμού Europol), να ενισχυθεί η ιχνηλασιμότητα, να τυποποιηθεί η σήμανση και να καθοριστούν κοινά πρότυπα για την εξουδετέρωση των πυροβόλων όπλων. Μετά τα τραγικά γεγονότα της 13ης Νοεμβρίου 2015 στο Παρίσι, η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στην επανεξέταση της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα, η οποία επρόκειτο να εκδοθεί από κοινού με την παρούσα έκθεση. Στην παρούσα έκθεση παρέχονται στοιχεία για την υποστήριξη αυτών των ενεργειών.

3. Κύριες διατάξεις της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα

(12) Οι δύο κύριοι στόχοι της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα είναι να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας στην ΕΕ. Καθορίζει ιδίως ελάχιστες απαιτήσεις 15 για την απόκτηση και την κατοχή πυροβόλων όπλων για μη στρατιωτική χρήση στην ΕΕ και εναρμονισμένα διοικητικά μέτρα για τη μεταφορά πυροβόλων όπλων εντός της ΕΕ.

(13) Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας περιγράφεται στο παράρτημα Ι αυτής, όπου περιγράφονται οι κατηγορίες πυροβόλων όπλων που αντιστοιχούν στα διάφορα καθεστώτα χρήσης ως εξής:

-«Κατηγορία Α, η οποία αποτελείται από απαγορευμένα πυροβόλα όπλα – πλήρως αυτόματα πυροβόλα όπλα και στρατιωτικά όπλα»·

-«Κατηγορία Β, η οποία περιλαμβάνει πυροβόλα όπλα για τα οποία απαιτείται άδεια – τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως από σκοπευτές και κυνηγούς»·

-«Κατηγορία Γ, η οποία καλύπτει πυροβόλα όπλα για τα οποία απαιτείται δήλωση – ιδίως πυροβόλα όπλα που χρησιμοποιούνται από κυνηγούς»·

-«Κατηγορία Δ, για λοιπά πυροβόλα όπλα – η οποία καλύπτει κυρίως μακρύκαννα πυροβόλα όπλα μιας βολής ανά λεία κάννη».

(14) Οι κύριες διατάξεις της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα αφορούν:

-Σήμανση και ιχνηλασιμότητα (άρθρο 4): Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο ή μέρος του που κυκλοφορεί στην αγορά έχει σημανθεί και καταχωριστεί. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη είτε απαιτούν ενιαία σήμανση είτε διατηρούν οποιαδήποτε εναλλακτική σήμανση η οποία φέρει αριθμητικό ή αλφαριθμητικό κωδικό και παρέχει τη δυνατότητα ταυτοποίησης της χώρας κατασκευής. Η σήμανση πρέπει να εμφανίζεται σε ουσιώδες τμήμα του πυροβόλου όπλου, ώστε η καταστροφή της να καθιστά το όπλο άχρηστο. Η τροποποιημένη οδηγία περιλαμβάνει επίσης διατάξεις για την εισαγωγή εθνικών μηχανοργανωμένων συστημάτων αρχειοθέτησης δεδομένων ώστε να ενισχυθεί η ιχνηλασιμότητα των πυροβόλων όπλων. Τα συστήματα αυτά θα καταχωρίζουν βασικές πληροφορίες για όλα τα πυροβόλα όπλα που βρίσκονται σε κυκλοφορία στα κράτη μέλη και έπρεπε να τεθούν σε λειτουργία σε όλα τα κράτη μέλη έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014.

-Απαιτήσεις για την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων (άρθρο 5): Τα κράτη μέλη επιτρέπουν την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων μόνο σε πρόσωπα που έχουν βάσιμο λόγο και τα οποία:

oέχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, εκτός από την περίπτωση της απόκτησης (εξαιρουμένης της αγοράς) και κατοχής πυροβόλου όπλου για κυνήγι και σκοποβολή, υπό την προϋπόθεση ότι τα άτομα κάτω των 18 ετών έχουν την άδεια των γονέων τους ή τελούν υπό την καθοδήγησή τους, ή υπό την καθοδήγηση ενηλίκου κατόχου έγκυρης άδειας κυνηγίου ή σκοποβολής, ή βρίσκονται εντός εγκεκριμένου προπονητικού κέντρου που κατέχει σχετική άδεια ή άλλου είδους εγκεκριμένου κέντρου·

oδεν είναι πιθανό να αποτελούν κίνδυνο για τον εαυτό τους, για τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια. Προηγούμενη καταδίκη για σκόπιμη διάπραξη βίαιου εγκλήματος θεωρείται ένδειξη τέτοιου κινδύνου.

-Ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου (άρθρο 12): η οδηγία εισήγαγε πιο ευέλικτους κανόνες όσον αφορά όπλα που χρησιμοποιούνται για κυνήγι και σκοποβολή, ώστε να μην παρεμποδίζεται η κυκλοφορία τους στα κράτη μέλη. Με την καθιέρωση του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου, οι κυνηγοί με πυροβόλα όπλα κατηγορίας Γ και Δ και οι σκοπευτές με πυροβόλα όπλα κατηγορίας Β, Γ και Δ μπορούν να ταξιδεύουν σε άλλο κράτος μέλος χωρίς να έχουν λάβει προηγούμενη άδεια από το κράτος μέλος προορισμού. Το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου θα πρέπει να θεωρείται το κύριο έγγραφο που χρειάζονται κυνηγοί και σκοπευτές και τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εξαρτούν την αποδοχή ενός ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου από την καταβολή οποιουδήποτε τέλους ή χρέωσης.

-Απενεργοποίηση (παράρτημα Ι, μέρος ΙΙΙ): η οδηγία για τα πυροβόλα όπλα καθορίζει ελάχιστους περιορισμούς και περιλαμβάνει την υποχρέωση των κρατών μελών να εφαρμόζουν ρυθμίσεις για την επαλήθευση των μέτρων απενεργοποίησης από μια αρμόδια αρχή. Η αρχή αυτή μεριμνά ώστε οι εθνικές διαδικασίες για την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων να τα απενεργοποιούν αμετάκλητα. Όπως ζητήθηκε από τους συννομοθέτες κατά την τροποποίηση, στο παράρτημα Ι - μέρος ΙΙΙ στοιχείο α) ορίζεται ότι «η Επιτροπή εκδίδει κοινές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με πρότυπα και τεχνικές απενεργοποίησης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα έχουν αμετάκλητα καταστεί ακατάλληλα προς χρήση». Έως ότου να εκδοθούν κοινές κατευθυντήριες γραμμές για την απενεργοποίηση, τα κράτη μέλη μπορούν ελεύθερα να θεσπίζουν τις πλέον κατάλληλες διαδικασίες για τον σκοπό αυτό.

(15) Τέλος, το άρθρο 17 της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα ορίζει ότι έως τις 28 Ιουλίου 2015 η Επιτροπή υποβάλει έκθεση σχετικά με την κατάσταση που προκύπτει από την εφαρμογή της οδηγίας. Σύμφωνα με τη διάταξη της οδηγίας, η Επιτροπή δημοσίευσε το 2014 μια δωδεκάμηνη μελέτη η οποία αξιολογούσε τον τρόπο εφαρμογής της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα και των διαδοχικών τροποποιήσεών της, καθώς και κατά πόσον αυτό το νομικό πλαίσιο εκπληρώνει τους δύο γενικούς στόχους της εξασφάλισης της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και της επίτευξης ενός υψηλού επιπέδου ασφάλειας στην ΕΕ.

4. Μεθοδολογία αξιολόγησης

(16) Η μελέτη αξιολόγησης διάρκειας ενός έτους διεξήχθη με σκοπό να αναλυθεί η επίτευξη των στόχων της οδηγίας (ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και υψηλό επίπεδο ασφάλειας) σύμφωνα με τα πέντε κριτήρια αξιολόγησης:

-Αποτελεσματικότητα: όσον αφορά τον βαθμό στον οποίο οι διατάξεις συνέβαλαν στην επίτευξη των στόχων·

-Αποδοτικότητα: των διαδικασιών και των υποχρεώσεων που θεσπίζει η οδηγία, δηλαδή εάν έχουν επιτευχθεί αποτελέσματα (οφέλη) με εύλογο κόστος·

-Συνέπεια: της εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας, της ερμηνείας των βασικών όρων και της συνολικής συνεκτικότητας της οδηγίας με άλλη σχετική νομοθεσία·

-Καταλληλότητα: των διατάξεων της οδηγίας όσον αφορά τις υφιστάμενες ανάγκες για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και την ασφάλεια των πολιτών της ΕΕ·

-Προστιθέμενη αξία: της παρέμβασης της ΕΕ σε σύγκριση με την εθνική νομοθεσία και τις εθνικές δράσεις.

(17) Η αξιολόγηση κάλυπτε όλες τις διατάξεις της οδηγίας και στα 28 κράτη μέλη της ΕΕ από το 1991 έως σήμερα. Επιπροσθέτως, ζητήθηκε από τους αξιολογητές να λάβουν υπόψη τους προηγούμενες μελέτες και πρωτοβουλίες της Επιτροπής, 16 καθώς και δύο μελέτες που διενεργούνταν ταυτόχρονα, όσον αφορά τις διαδικασίες απενεργοποίησης, καταστροφής και σήμανσης 17  και την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης όπλων στην ΕΕ 18 .

(18) Η ανάλυση διενεργήθηκε μέσω έρευνας τεκμηρίωσης, διαδικτυακής έρευνας, συνεντεύξεων και τεσσάρων περιπτωσιολογικών μελετών 19  (που διενεργήθηκαν σε τέσσερα κράτη μέλη: Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία και Πολωνία). Οι αξιολογητές επικοινώνησαν με: τις αρχές των κρατών μελών· εκπροσώπους των παραγωγών, των οπλοπωλών και των μεσιτών όπλων· χρήστες πυροβόλων όπλων, συμπεριλαμβανομένων κυνηγών και σκοπευτών· διεθνείς φορείς, ενώσεις, ερευνητικά ινστιτούτα και άλλους εμπειρογνώμονες. Στη διαδικτυακή έρευνα απάντησαν 83 ενδιαφερόμενοι παράγοντες (34 αρχές κρατών μελών, 28 εκπρόσωποι του κλάδου, 16 χρήστες, 5 εμπειρογνώμονες), ελήφθησαν συνεντεύξεις από 56 ενδιαφερόμενους παράγοντες (23 αρχές κρατών μελών, 16 εκπροσώπους του κλάδου, 9 χρήστες, 8 εμπειρογνώμονες), ενώ 30 ενδιαφερόμενοι φορείς ερωτήθηκαν για τις μελέτες περιπτωσιολογικής (12 αρχές κρατών μελών, 8 εκπρόσωποι του κλάδου, 8 χρήστες, 2 εμπειρογνώμονες).

(19) Από τους πρώτους μήνες της μελέτης, οι αξιολογητές τόνισαν την έλλειψη βασικών δεδομένων όσον αφορά τόσο ζητήματα αγοράς όσο και ζητήματα ασφάλειας. Όσον αφορά την πτυχή της αγοράς: τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ συνήθως δεν έκαναν διάκριση μεταξύ μη στρατιωτικών και στρατιωτικών πυροβόλων όπλων (επομένως, η απομόνωση των δεδομένων που αφορούσαν μη στρατιωτικά πυροβόλα όπλα ήταν δύσκολη). Ακόμα και στις περιπτώσεις που ήταν διαθέσιμα τέτοια δεδομένα, αυτά δεν ήταν πάντα διαθέσιμα σε επίπεδο κράτους μέλους για όλες τις χώρες (λόγω ζητημάτων εμπιστευτικότητας) και, επομένως, δεν ήταν δυνατή η διαχρονική παρακολούθηση των τάσεων παραγωγής. Τέλος, η κύρια εταιρεία που δραστηριοποιείται στον τομέα δεν παρείχε ευρεία πρόσβαση σε πληροφορίες. Όσον αφορά την ασφάλεια, το κύριο πρόβλημα ήταν η απουσία αναλυτικών δεδομένων σχετικά με τους τύπους / τις κατηγορίες πυροβόλων όπλων που κυκλοφορούν στην ΕΕ και/ή που χρησιμοποιούνται και διακινούνται παράνομα, καθώς και η έλλειψη συγκρίσιμων και λεπτομερών δεδομένων όσον αφορά τις τάσεις στα ποινικά αδικήματα και τις αξιόποινες δραστηριότητες όπου εμπλέκονται μη στρατιωτικά πυροβόλα όπλα σε επίπεδο ΕΕ. Ένας άλλος περιορισμός αφορούσε τα περιορισμένα διαθέσιμα δεδομένα για την ποσοτικοποίηση της διοικητικής επιβάρυνσης και του κόστους που ενείχε η εφαρμογή συγκεκριμένων διατάξεων.

5. Διαπιστώσεις

5.1 Κριτήρια αξιολόγησης

5.1.1 Αποτελεσματικότητα

(20) Η οδηγία συνέβαλε θετικά στην καθιέρωση μιας ορθώς λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς πυροβόλων όπλων, η οποία αποτελεί και έναν από τους στόχους της. Ωστόσο, ο ανάδοχος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δυνητική συμβολή της θα μπορούσε να βελτιωθεί περαιτέρω. Πρώτον, η καθιέρωση κατηγοριών και σχετικών ρυθμιστικών καθεστώτων επέτρεψε την πρόληψη ενδεχόμενων στρεβλώσεων στην αγορά που συνδέονται με την κατάργηση των εσωτερικών ελέγχων, δημιουργώντας έτσι μια εσωτερική αγορά. Από το 2005 20 το εμπόριο εντός της ΕΕ παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερό. Ωστόσο, οι διαφορετικές ερμηνείες των διατάξεων της οδηγίας περιόρισαν το μέγεθος των οφελών που αναμένονταν από την παρέμβαση της ΕΕ. Οι ενδιαφερόμενοι φορείς (βιομηχανία και χρήστες) εξέφρασαν ορισμένους προβληματισμούς όσον αφορά συγκεκριμένα εμπόδια και βάρη στις διαδικασίες, ιδίως επειδή επιβαρύνονται με το κόστος της ενημέρωσης για να κατανοούν τους κανόνες και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στα άλλα κράτη μέλη (ιδίως όσον αφορά το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου). Παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή συνέστησε το 2009 21 μια ομάδα επαφής για τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών, οι ενδιαφερόμενοι φορείς που συμμετείχαν στις συνεντεύξεις συνεχίζουν να επισημαίνουν την ανάγκη να υπάρξει περαιτέρω βελτίωση της ανταλλαγής χρήσιμων πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών.

(21) Όσον αφορά τον στόχο της «ασφάλειας» (δηλαδή προστασία των πολιτών και της νόμιμης αγοράς πυροβόλων όπλων), το επίπεδο ασφάλειας και προστασίας έναντι της παράνομης διακίνησης πυροβόλων όπλων και των εγκληματικών πράξεων έχει αυξηθεί μέσω της καθιέρωσης:

-Απαιτήσεων ιχνηλάτησης για τις αρχές των κρατών μελών (μηχανοργανωμένο μητρώο) και για τους οπλοπώλες (μητρώο όλων των συναλλαγών που αφορούν πυροβόλα όπλα) – άρθρο 4.

-Απαιτήσεων σήμανσης για τους κατασκευαστές (παρόλο που εκφράστηκαν κάποιοι προβληματισμοί σχετικά με περιπτώσεις διαγραφής της σήμανσης) – άρθρο 4 παράγραφος 4.

-Ελάχιστων απαιτήσεων για την απόκτηση και την κατοχή πυροβόλων όπλων – άρθρο 5.

Ωστόσο, θεωρείται ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης σε σχέση με αναφερόμενες περιπτώσεις μετατροπής όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού, εκ νέου ενεργοποίησης απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων, παράνομης διακίνησης μερών πυροβόλων όπλων και ερμηνείας των «ουσιωδών συστατικών μερών».

(22) Λόγω της έλλειψης ολοκληρωμένων δεδομένων, κατέστη δύσκολο για τον αξιολογητή να εκτιμήσει την αποτελεσματικότητα της οδηγίας σε σχέση με τους στόχους ασφάλειας. Συγκεκριμένα, την ανάλυση παρεμπόδισε η έλλειψη μιας βάσης πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων και λεπτομερών δεδομένων σχετικά με τα ποινικά αδικήματα που έχουν διεξαχθεί με τη χρήση πυροβόλων όπλων υπό συνθήκες νόμιμης κατοχής, τα όπλα που έχουν σχεδιαστεί να δίνουν σήμα συναγερμού και τα οποία έχουν υποστεί μετατροπή και τα πυροβόλα όπλα που έχουν ενεργοποιηθεί εκ νέου στα κράτη μέλη της ΕΕ.

5.1.2 Αποδοτικότητα

(23) Η αξιολόγηση προσδιόρισε το κόστος που συνδέεται με τις δραστηριότητες που απαιτούνται για την εφαρμογή κάθε διάταξης της οδηγίας (άμεσο κόστος συμμόρφωσης –συμπεριλαμβανομένης της διοικητικής επιβάρυνσης– και κόστος ενημέρωσης 22 ) και κατέγραψε τους ενδιαφερόμενους φορείς που επιβαρύνονται με αυτό το κόστος. Στην αξιολόγηση δεν συμπεριλήφθηκε το κόστος που συνεπάγεται η εφαρμογή πρόσθετων απαιτήσεων, καθώς και το κόστος που προκλήθηκε από τις διαφορές στην εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο.

(24) Για να αξιολογήσει κατά πόσον οι στόχοι της οδηγίας επιτεύχθηκαν με εύλογο κόστος, ελλείψει ποσοτικών δεδομένων σχετικά με το κόστος, ο ανάδοχος αξιολόγησε ποιοτικά αν το κόστος που συνδέεται με συγκεκριμένες διατάξεις θεωρούταν εύλογο βάσει της εκτίμησης των ενδιαφερόμενων φορέων. Αυτή η ποιοτική αξιολόγηση πραγματοποιήθηκε με τη χρήση τριών κριτηρίων: επιδιωκόμενοι στόχοι, συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων και χαρακτήρας του κόστους. Από την ανάλυση διαφαίνεται ότι τα συνολικά αποτελέσματα επιτεύχθηκαν με εύλογο κόστος. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το κόστος καταμερίστηκε δίκαια μεταξύ των διαφόρων ενδιαφερόμενων φορέων. Η εν μέρει εναρμόνιση της οδηγίας συνεπάγεται έμμεσο κόστος με αρνητικές συνέπειες όσον αφορά συγκεκριμένες διατάξεις (και συγκεκριμένες κατηγορίες ενδιαφερόμενων φορέων), όπως οι εξής: ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου, κατηγορίες, μητρώο οπλοπωλών και μεσιτών, ανταλλαγή πληροφοριών, απαιτήσεις κυριότητας πυροβόλων όπλων, απενεργοποίηση, ιχνηλασιμότητα, σήμανση.

(25) Σύμφωνα με τους διάφορους εκπροσώπους της βιομηχανίας (παραγωγοί και εθνικές ενώσεις) η διοικητική επιβάρυνση σχετίζεται κυρίως με εθνικές και γραφειοκρατικές ανεπάρκειες και όχι τόσο με τις διατάξεις της οδηγίας. Σχετικά παραδείγματα είναι τα εξής: ορισμένες φορές απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα για την έκδοση αδειών εισαγωγής και εξαγωγής για μεταφορές εντός της ΕΕ· απαιτήσεις ασφάλειας που θεσπίζονται σε εθνικό επίπεδο (π.χ. υποχρεωτική επιθεώρηση των συστημάτων συναγερμού, το κόστος της οποίας χρεώνεται σε οπλοπώλες). Οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας επιβεβαίωσαν ότι αυτές οι διοικητικές επιβαρύνσεις θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την κυκλοφορία στην αγορά.

(26) Ο ανάδοχος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα συνολικά αποτελέσματα της οδηγίας αυτής καθεαυτής επιτεύχθηκαν με εύλογο κόστος. Η διοικητική επιβάρυνση και το κόστος που γίνονται αντιληπτά από τους ενδιαφερόμενους φορείς συνδέονται περισσότερο με τις διοικητικές διαδικασίες για την εφαρμογή της οδηγίας σε εθνικό επίπεδο και η μείωση αυτού του κόστους θα θεωρούνταν βελτίωση.

5.1.3 Συνέπεια

(27) Η έκδοση οδηγίας για τον καθορισμό ελάχιστων απαιτήσεων οδήγησε σε ορισμένες διαφορές στην εφαρμογή της σε επίπεδο κρατών μελών, οι οποίες επηρεάζουν είτε την εσωτερική αγορά είτε τους στόχους ασφάλειας.

Όσον αφορά τις διαφορές που έχουν αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά, η αξιολόγηση ανέδειξε:

-Ανακολουθίες στην εφαρμογή των κατηγοριών, ιδίως των κατηγοριών Γ και Δ, οι οποίες προκαλούν σύγχυση στο έγγραφο που απαιτείται κατά την αγορά ενός πυροβόλου όπλου στις διάφορες χώρες, γεγονός που εμποδίζει την κυκλοφορία των πυροβόλων όπλων στην Ευρώπη και προκαλεί κόστος·

-Διαφορές στην εφαρμογή διατάξεων σχετικά με το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου, όπως ο αριθμός των απαιτούμενων εγγράφων. Αυτές έχουν αρνητικό αντίκτυπο, καθώς εμποδίζουν την ομαλή μεταφορά πυροβόλων όπλων·

Οι διαφορές στην εφαρμογή οι οποίες έχουν αντίκτυπο στην ασφάλεια των πολιτών της ΕΕ είναι οι εξής:

-Διαφορές στα πρότυπα σήμανσης, καθώς περιορίζουν την ικανότητα ιχνηλάτησης των πυροβόλων όπλων ή καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης·

-Διαφορές στις τεχνικές και στα πρότυπα απενεργοποίησης, καθώς και στον καθορισμό της αρχής που θα εκτελεί την απενεργοποίηση. Οι εν λόγω διαφορές προκαλούν προβληματισμό, καθώς όχι μόνο ενδέχεται η αρχή ή ο φορέας που είναι υπεύθυνος για την απενεργοποίηση να μην διαθέτει τις απαραίτητες τεχνικές δεξιότητες αλλά και διότι τα πρότυπα σε ορισμένα κράτη μέλη θεωρούνται ανεπαρκή·

-Οι διαφορές στην κατηγοριοποίηση των όπλων στην εθνική νομοθεσία προκαλούν προβλήματα στην ιχνηλασιμότητα και την επιβολή του νόμου. Αυτό συμβαίνει ιδίως όταν ένα αντικείμενο που θεωρείται πυροβόλο όπλο σε ένα κράτος μέλος μεταφέρεται σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο δεν θεωρείται πλέον πυροβόλο όπλο και, επομένως, οι αρχές χάνουν τα ίχνη του.

-Διαφορές στην ερμηνεία βασικών όρων που περιλαμβάνονται στην οδηγία (ουσιώδη συστατικά μέρη, μεσίτες, όπλα που δίνουν σήμα συναγερμού και παλαιά όπλα).

Από την άλλη πλευρά, διαπιστώθηκε ότι δεν εγείρονται ζητήματα σχετικά με τις απαιτήσεις κυριότητας και η οδηγία βοήθησε στην εναρμόνισή τους.

(28) Όσον αφορά τη συνέπεια της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα με την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ, η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα κύρια προβλήματα αφορούν το ΠΠΟ. Η τροποποίηση του 2008 ευθυγράμμισε μόνο εν μέρει την ορολογία της οδηγίας με την αντίστοιχη ορολογία του ΠΠΟ. Μάλιστα, η οδηγία εισήγαγε διάκριση μεταξύ των ουσιωδών μερών και των ουσιωδών συστατικών μερών η οποία δεν αντανακλάται στο κείμενο των Ηνωμένων Εθνών το οποίο αναφέρεται σε «μέρη και εξαρτήματα». Επιπροσθέτως, το ΠΠΟ 23 δίνει τη δυνατότητα σε ένα κράτος μέρος να αναγνωρίζει ένα απενεργοποιημένο πυροβόλο όπλο ως πυροβόλο όπλο σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και να λαμβάνει οποιαδήποτε απαραίτητα μέτρα σε αυτή τη βάση.

5.1.4 Καταλληλότητα

(29) Η αξιολόγηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η οδηγία για τα πυροβόλα όπλα στο σύνολό της συνεχίζει να είναι απολύτως κατάλληλη για τις τρέχουσες ανάγκες της αγοράς (δηλαδή τη διασυνοριακή κυκλοφορία πυροβόλων όπλων). Ο προβληματισμός που εξέφρασαν οι οικονομικοί φορείς αφορά κυρίως τα διαφορετικά μέτρα και διαδικασίες εφαρμογής που έχουν υιοθετήσει τα κράτη μέλη, τα οποία αποτελούν πηγή επιπρόσθετης επιβάρυνσης και κόστους που επηρεάζει αρνητικά τη διασυνοριακή κυκλοφορία των πυροβόλων όπλων.

(30) Όσον αφορά τους στόχους ασφάλειας (π.χ. αδικήματα στα οποία εμπλέκονται πυροβόλα όπλα υπό νόμιμη κατοχή, κλοπή ή απώλεια πυροβόλων όπλων που βρίσκονταν αρχικά υπό νόμιμη κατοχή, μετατροπή όπλων σχεδιασμένων να δίνουν σήμα συναγερμού ή απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων), οι αξιολογητές συμπεραίνουν ότι η οδηγία είναι κατάλληλη για τους περισσότερους κινδύνους ασφάλειας. Κατάρτισαν έναν κατάλογο δραστηριοτήτων που πρέπει να εξεταστούν για σκοπούς ένταξής τους στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ή που πρέπει να περιγραφούν καλύτερα. Πρόκειται για τις εξής δραστηριότητες: μετατροπή όπλων σχεδιασμένων να δίνουν σήμα συναγερμού· μετατροπή ημιαυτόματων πυροβόλων όπλων· εκ νέου ενεργοποίηση απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων· διαγραφή σήμανσης· παράνομη χρήση όπλων που έχουν κληρονομηθεί. Όλες οι ανωτέρω αναφερόμενες δραστηριότητες αποτελούν πηγή προβληματισμού όσον αφορά την ασφάλεια σε επίπεδο κρατών μελών. Τέλος, οι αξιολογητές σημειώνουν ότι οι μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις, όπως οι νέες τεχνολογίες (συμπεριλαμβανομένης της τρισδιάστατης εκτύπωσης) και οι νέοι δίαυλοι πωλήσεων (π.χ. διαδίκτυο) 24 , ενδέχεται να θέσουν προκλήσεις όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας στο μέλλον.

5.1.5 Ενωσιακή προστιθέμενη αξία

(31) Τα πυροβόλα όπλα αποτελούν ένα ιδιαίτερου χαρακτήρα είδος. Τα περισσότερα ζητήματα ασφάλειας τα οποία προσπαθεί να αντιμετωπίσει η οδηγία για τα πυροβόλα όπλα είναι διασυνοριακού χαρακτήρα. Το γεγονός ότι ένα μεμονωμένο κράτος μέλος είναι τρωτό απέναντι στην εγκληματική δραστηριότητα επηρεάζει την ΕΕ συνολικά (π.χ. περιπτώσεις μετατροπής όπλων σχεδιασμένων να δίνουν σήμα συναγερμού). Οι διαφορές στην εθνική νομοθεσία αποτελούν εμπόδιο για τους ελέγχους και την αστυνομική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών (π.χ. διαφορετικές απαιτήσεις καταχώρισης για πυροβόλα όπλα του ίδιου τύπου). Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αποτελεσματική δράση για την επίτευξη των στόχων της εξασφάλισης ενός υψηλού επιπέδου ασφάλειας για τους πολίτες της ΕΕ και της διασυνοριακής κυκλοφορίας των πυροβόλων όπλων μπορεί να αναληφθεί μόνο σε επίπεδο ΕΕ. Η αναμφισβήτητη προστιθέμενη αξία της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα έγκειται στην καθιέρωση ενός κοινού ρυθμιστικού πλαισίου για τα πυροβόλα όπλα που δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω εθνικών ή διμερών παρεμβάσεων.

(32) Η δυνατότητα διατήρησης ενός υψηλού επιπέδου ασφάλειας και βελτίωσης της εσωτερικής αγοράς κατέστη εφικτή χάρη στον ευέλικτο χαρακτήρα της ίδιας της οδηγίας. Η οδηγία καθορίζει κοινές ελάχιστες απαιτήσεις σεβόμενη παράλληλα την αρχή της αναλογικότητας και δίνοντας τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να θεσπίζουν αυστηρότερους κανόνες σύμφωνα με τις εθνικές ανάγκες και το γενικό εθνικό πλαίσιό τους. Επιπλέον, παρέχεται η διασφάλιση στα κράτη μέλη και στους πολίτες της ΕΕ ότι τα κοινά μέτρα ασφάλειας που περιλαμβάνονται στην οδηγία και αφορούν τα πυροβόλα όπλα που παράγονται και κυκλοφορούν στην Ευρώπη ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη.

(33) Το ελάχιστο όριο συμβάλλει επίσης στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και στην ενίσχυση της νόμιμης αγοράς πυροβόλων όπλων. Όσον αφορά την αγορά, η κύρια αναμενόμενη συμβολή της παρέμβασης της ΕΕ (καθιέρωση κοινών κατηγοριών) παρεμποδίζεται από τη διαφορετική εφαρμογή της σε επίπεδο κρατών μελών. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλων αποτελεί παράδειγμα της δυνητικής προστιθέμενης αξίας της παρέμβασης της ΕΕ όσον αφορά τη στήριξη της διασυνοριακής κυκλοφορίας κυνηγών και σκοπευτών.

5.2 Συστάσεις

(34) Βάσει των πορισμάτων της αξιολόγησης, ο ανάδοχος διατύπωσε ένα σύνολο συστάσεων, οι οποίες διακρίνονται μεταξύ ενεργειών για τις οποίες απαιτείται νομοθετική παρέμβαση και ενεργειών για τις οποίες δεν απαιτείται.

-Κοινά κριτήρια όσον αφορά τη δυνατότητα μετατροπής όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού (νομοθετική δράση)

Η αξιολόγηση υπογράμμισε πόσο σημαντικό είναι να διασαφηνιστεί ο ορισμός της δυνατότητας μετατροπής και των κριτηρίων για τον καθορισμό των όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού έτσι ώστε να υπάρξει κοινή κατανόηση των τύπων όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού, τα οποία μπορούν να μετατραπούν και να περιοριστεί η κυκλοφορία όσων αποδεδειγμένα μπορούν να μετατραπούν σε πυροβόλα όπλα που μπορούν να τεθούν σε λειτουργία. Βασικά ζητήματα: Η μετατροπή όπλων που βάλλουν αρχικά με ριπές άσφαιρων πυρομαχικών (όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού και σηματοδοσίας) σε όπλα που βάλλουν με ριπές ενεργών πυρομαχικών ήταν ένα σοβαρό ζήτημα που ανέκυψε σε μεγάλο αριθμό κρατών μελών.

-Εναρμόνιση προτύπων και κανόνων για την απενεργοποίηση (νομοθετική δράση)

Η αξιολόγηση συνέστησε τη συνέχιση της σε εξέλιξη διαδικασίας καθορισμού κοινών κατευθυντήριων γραμμών για τα πρότυπα και τις τεχνικές απενεργοποίησης των πυροβόλων όπλων σύμφωνα και με τις διατάξεις της οδηγίας, οι οποίες προβλέπουν ρητώς την κατάρτιση κοινών κατευθυντήριων γραμμών για την απενεργοποίηση από την Επιτροπή. Το πεδίο εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών θα πρέπει να διευρυνθεί ώστε να καλύπτονται κανόνες που αφορούν τις απαιτήσεις κυριότητας, πώλησης ή μεταφοράς απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων. Βασικά ζητήματα: Η έλλειψη κοινών κατευθυντήριων γραμμών για τα πρότυπα και τις τεχνικές απενεργοποίησης αποτελεί την πηγή του προβλήματος της κυκλοφορίας απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων με διαφορετικά επίπεδα ασφάλειας, τα οποία θα μπορούσαν ενδεχομένως να ενεργοποιηθούν εκ νέου. Πέραν των τεχνικών προτύπων απενεργοποίησης, ένα επιπρόσθετο σημαντικό ζήτημα που πρέπει να ληφθεί υπόψη αφορά τις απαιτήσεις κυριότητας, πώλησης ή μεταβίβασης. Στα περισσότερα κράτη μέλη, τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα δεν θεωρούνται πλέον πυροβόλα όπλα. Επομένως, διαγράφονται από το επίσημο μητρώο, κάτι που καθιστά αδύνατη την παρακολούθησή τους έως το σημείο του αρχικού ιδιοκτήτη τους. Μολαταύτα, το ζήτημα αυτό μπορεί να θεωρηθεί πρόβλημα ασφάλειας και να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς εκφοβισμού.

-Εναρμόνιση των κανόνων περί σήμανσης (νομοθετική δράση)

-Η αξιολόγηση συνέστησε την ευθυγράμμιση του τρέχοντος ορισμού των μερών και των ουσιωδών μερών που αναφέρεται στην οδηγία με τον ορισμό που δίνεται στο ΠΠΟ, προτείνοντας την έκδοση προτύπων σήμανσης σε επίπεδο ΕΕ και συμπεριλαμβάνοντας στην οδηγία μια υποχρέωση σήμανσης όλων των ουσιωδών συστατικών μερών κατά την κατασκευή ή την εισαγωγή. Βασικά ζητήματα: Η μη μεταχείριση από ορισμένα κράτη μέλη των ουσιωδών συστατικών μερών ως πυροβόλων όπλων και η υποχρέωση μόνο σήμανσης των «ουσιωδών συστατικών μερών» προκαλεί διαφορές που δυσκολεύουν τις αρχές επιβολής του νόμου κατά την παρακολούθηση της πορείας πυροβόλων όπλων στην περίπτωση διασυνοριακών ποινικών αδικημάτων. Επίσης, η κατάσταση αυτή συνεπάγεται ενδεχόμενους φραγμούς στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς τα σήματα μπορεί να μην είναι αναγνωρισμένα σε όλα τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να διενεργηθεί μια προκαταρκτική ενδελεχής ανάλυση των μερών των πυροβόλων όπλων που υπόκεινται σε ρύθμιση και σήμανση στα κράτη μέλη και να αντιμετωπιστούν σε επίπεδο ΕΕ οι διαφορές μεταξύ του ορισμού των «ουσιωδών συστατικών μερών» της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα και «των εξαρτημάτων και μερών» σύμφωνα με το ΠΠΟ, έτσι ώστε να αξιολογηθεί η ανάγκη αλλαγών στους ορισμούς της οδηγίας.

-Διαφάνεια και προσβασιμότητα των εθνικών κανόνων για την εφαρμογή της οδηγίας (μη νομοθετική δράση)

Η αξιολόγηση συνέστησε τη βελτίωση της προσβασιμότητας σε επίπεδο ΕΕ πληροφοριών που συγκεντρώνονται σε εθνικό επίπεδο για όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το κόστος ενημέρωσης με το οποίο ενδέχεται να επιβαρύνονται οι ΜΜΕ (π.χ. δημιουργία μιας βάσης δεδομένων για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με την υφιστάμενη νομοθεσία και τις υφιστάμενες απαιτήσεις στα 28 κράτη μέλη). Βασικά ζητήματα: Οι διαφορές στην εφαρμογή προκαλούν: βραδύτερες ανταλλαγές πυροβόλων όπλων εντός της ΕΕ· κόστος ενημέρωσης, ιδίως για τις ΜΜΕ· επιβάρυνση λόγω της ποικιλομορφίας των διοικητικών διαδικασιών που έχουν θεσπιστεί.

-Καθορισμός μιας συμφωνημένης προσέγγισης για την ταξινόμηση των κυνηγετικών και αθλητικών πυροβόλων όπλων και διασαφήνιση των κανόνων που διέπουν το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου (μη νομοθετική δράση)

Η ανάλυση συνέστησε ότι οι κανόνες σχετικά με το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου θα πρέπει να καθοριστούν περαιτέρω σε επίπεδο ΕΕ (όπως ο αριθμός των επιπρόσθετων εγγράφων που ζητούνται από τις αρμόδιες αρχές και ο αριθμός των πυροβόλων όπλων που μπορούν να συμπεριληφθούν στο ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου). Βασικά ζητήματα: η διαφορετική ταξινόμηση των πυροβόλων όπλων που χρησιμοποιούνται συνήθως για αυτές τις δραστηριότητες στα κράτη μέλη (π.χ. πυροβόλα όπλα που χρησιμοποιούνται για αθλητική σκοποβολή μπορεί να απαγορεύονται σε ορισμένα κράτη μέλη), καθώς οι περιοριστικές ερμηνείες ορισμένων κανόνων σχετικά με το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου.

-Ενδελεχής ανάλυση βασικών ζητημάτων (μη νομοθετική δράση)

Η αξιολόγηση συνέστησε τη διενέργεια διεξοδικής ανάλυσης συγκεκριμένων ζητημάτων σχετικά με την οδηγία τα οποία διαπιστώθηκε κατά τη μελέτη ότι εγείρουν προβλήματα: 1) περαιτέρω εναρμόνιση των απαιτήσεων κυριότητας πυροβόλων όπλων· 2) ερμηνεία του όρου «μεσίτης»· 3) αξιολόγηση των κανόνων που διέπουν τα ημιαυτόματα όπλα και αξιολόγηση του επιπέδου κινδύνου τους (σε σχέση με τη δυνατότητα μετατροπής τους σε αυτόματα όπλα). Βασικά ζητήματα: 1) Απαιτήσεις κυριότητας πυροβόλων όπλων: οι αξιολογητές σημείωσαν την προοδευτική ευθυγράμμιση των κρατών μελών προς κοινές και πιο λεπτομερείς απαιτήσεις από αυτές που ορίζονται στην οδηγία. 2) Ερμηνεία του όρου «μεσίτης»: οι διαφορές στον ορισμό του όρου ενδέχεται να προκαλέσουν κινδύνους. 3) Ημιαυτόματα όπλα: ορισμένα κράτη μέλη υπογράμμισαν τους κινδύνους που σχετίζονται με τη μετατροπή ημιαυτόματων όπλων σε αυτόματα όπλα.

-Ενίσχυση της γνώσης νέων τεχνολογιών (μη νομοθετική δράση)

Η αξιολόγηση συνέστησε περαιτέρω μέτρα για τη διευκόλυνση της ανταλλαγής γνώσεων μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με εξελίξεις στην αγορά πυροβόλων όπλων και την παράνομη διακίνηση (όπως η διαδικτυακή αγορά πυροβόλων όπλων, τα μέρη πυροβόλων όπλων και άλλα όπλα) και τον αντίκτυπο των νέων τεχνολογιών (τρισδιάστατη εκτύπωση) στον έλεγχο και την παρακολούθηση της πορείας των όπλων. Βασικά ζητήματα: Οι νέες τεχνολογίες εγείρουν προκλήσεις όσον αφορά τη δυνατότητα των αρχών επιβολής του νόμου να παρακολουθούν και να εντοπίζουν πυροβόλα όπλα ή τα συστατικά μέρη τους στα κράτη μέλη και θα προκαλέσουν πιθανότατα δυσκολίες στην παρακολούθηση και τον έλεγχο των μεταφορών πυροβόλων όπλων στο μέλλον.

-Ενίσχυση της συλλογής δεδομένων (μη νομοθετική δράση)

Η αξιολόγηση συνέστησε την ενίσχυση των δραστηριοτήτων συλλογής δεδομένων ώστε να δημιουργηθεί μια αξιόπιστη βάση πληροφοριών για τα μη στρατιωτικά πυροβόλα όπλα και τα σχετικά ποινικά αδικήματα, ώστε να υποστηριχθούν οι μελλοντικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ. Βασικά ζητήματα: Η έλλειψη λεπτομερών και ολοκληρωμένων δεδομένων αποτελεί ένα από τα κύρια εμπόδια στον σχεδιασμό πολιτικών που θα βασίζονται σε αποδεικτικά στοιχεία από τους φορείς χάραξης πολιτικής.

6. Κριτική αξιολόγηση και παρατηρήσεις της επιτροπής για τα πυροβόλα όπλα

(35) Η μελέτη αξιολόγησης απάντησε στα ερωτήματα αξιολόγησης που διατύπωσε η Επιτροπή και η ανάλυσή της βασίστηκε σε ενδελεχή ανάλυση των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν. Ωστόσο, από ποιοτική άποψη, τα δεδομένα που ήταν διαθέσιμα μέσω επίσημων στατιστικών δεν ήταν επαρκή. Υπάρχει σαφής έλλειψη διαθέσιμων δεδομένων σχετικά με ζητήματα ασφάλειας (π.χ. τα δεδομένα για τα εγκλήματα δεν διαχωρίζονται ανά κατηγορία πυροβόλων όπλων, περιορισμένη διάκριση μεταξύ νόμιμων και παράνομων πυροβόλων όπλων που χρησιμοποιούνται σε εγκλήματα, περιορισμένα δεδομένα για την παραγωγή μη στρατιωτικών πυροβόλων όπλων ανά κράτος μέλος κ.λπ.), ενώ τα διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με τη διάρθρωση της αγοράς μη στρατιωτικών πυροβόλων όπλων (π.χ. παραγωγή, εισαγωγή και εξαγωγή μη στρατιωτικών πυροβόλων όπλων, εργαζόμενοι και κύκλος εργασιών των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα) δεν είναι ικανοποιητικής ποιότητας. Δεν υπάρχουν δεδομένα για την ποσοτικοποίηση του κόστους και της διοικητικής επιβάρυνσης που προκαλούνται από την εφαρμογή συγκεκριμένων διατάξεων.

(36) Οι αξιολογητές αντιμετώπισαν εν μέρει την έλλειψη συγκεντρωτικών δεδομένων και στατιστικών για τα μη στρατιωτικά πυροβόλα όπλα σε επίπεδο ΕΕ επικοινωνώντας με τις εθνικές οργανώσεις του κλάδου και συλλέγοντας με τη διεξαγωγή συνεντεύξεων χρήσιμες πληροφορίες που δεν είχαν στη διάθεσή τους. Η συλλογή πληροφοριών από διάφορες πηγές τους επέτρεψε να διασταυρώσουν την ποιότητα και την αξιοπιστία των πληροφοριών.

(37) Για να διαμορφώσει καλύτερα μια γνώμη επί της εγκυρότητας των ποσρισμάτων και των συστάσεων της μελέτης, η Επιτροπή κάλεσε τους εκπροσώπους της επιτροπής για τα πυροβόλα όπλα (που αποτελείται από εκπροσώπους των 28 κρατών μελών της ΕΕ και των 4 χωρών του ΕΟΧ και της ΕΖΕΣ) να υποβάλουν παρατηρήσεις επ’ αυτών. Κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής στις 18 Δεκεμβρίου 2014, τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάστηκαν στα μέλη της επιτροπής. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι εκπρόσωποι των κρατών μελών κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι συστάσεις ήταν έγκυρες στο σύνολό τους. Μετά τα δραματικά γεγονότα του Ιανουαρίου του 2015 τα κράτη μέλη διατύπωσαν μία πιο ενημερωτική γνώμη επί των συστάσεων της αξιολόγησης στη συνεδρίαση της επιτροπής που πραγματοποιήθηκε στις 25 Μαρτίου 2015. Τα κράτη μέλη παρουσίασαν την αξιολόγησή τους όσον αφορά τον επείγοντα χαρακτήρα και την εγκυρότητα κάθε σύστασης. Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη (Γαλλία, ΗΒ, Σουηδία και Βέλγιο) συμπλήρωσαν τις παρατηρήσεις που είχαν παράσχει προφορικά με γραπτές παρατηρήσεις.

(38) Από τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από τα κράτη μέλη, προκύπτει το συμπέρασμα ότι:

-Ένας μεγάλος αριθμός κρατών μελών συμφώνησε ότι οι ακόλουθες συστάσεις είναι υψηλής προτεραιότητας: i) κοινά κριτήρια για τη δυνατότητα μετατροπής όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού, ii) εναρμόνιση προτύπων και κανόνων για την απενεργοποίηση, iii) εναρμόνιση κανόνων για τη σήμανση. Σύμφωνα με την πλειονότητα των κρατών μελών τα ζητήματα αυτά καθιστούν αναγκαία την αναθεώρηση της οδηγίας. Ορισμένα κράτη μέλη τόνισαν την ανάγκη να συνεχιστεί το έργο που βρίσκεται σε εξέλιξη σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές περί απενεργοποίησης που προβλέπονται στην οδηγία.

-Τα περισσότερα κράτη μέλη θεωρούν ότι οι ακόλουθες συστάσεις θα πρέπει να ληφθούν υπόψη αλλά να θεωρηθούν χαμηλής/μέτριας προτεραιότητας: i) διαφάνεια και προσβασιμότητα εθνικών κανόνων για την εφαρμογή της οδηγίας, ii) ενίσχυση της γνώσης νέων τεχνολογιών, iii) ενίσχυση της συλλογής δεδομένων.

-Όσον αφορά τη σύσταση για τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των συστημάτων πληροφοριών που έχουν δημιουργηθεί σε εθνικό επίπεδο, οι απόψεις των κρατών μελών διίστανται. Ορισμένα κράτη μέλη θεωρούν την ιχνηλασιμότητα των πυροβόλων όπλων ως ένα από τα πλέον πιεστικά ζητήματα. Επομένως, η σύνδεση των εθνικών συστημάτων αρχειοθέτησης δεδομένων θα μπορούσε να βοηθήσει τις αστυνομικές δυνάμεις και τις εθνικές αρχές να ανταλλάσσουν καλύτερα πληροφορίες. Από την άλλη πλευρά, ορισμένα κράτη μέλη υπογράμμισαν ότι η σύνδεση των συστημάτων θα μπορούσε να αποτελέσει μια μεγάλης διάρκειας και όχι απαραιτήτως αποδοτική άσκηση λόγω τεχνικών προβλημάτων / προβλημάτων πληροφορικής, ασυμβατοτήτων και, κυρίως, λόγω ζητημάτων ιδιωτικότητας και ανταλλαγής προσωπικών δεδομένων. Τα κράτη μέλη πρότειναν να υπάρξει προσεκτική εξισορρόπηση του κόστους και της διοικητικής επιβάρυνσης με τα δυνητικά οφέλη της διαλειτουργικότητας. Σε πρώτο στάδιο θα πρέπει να αναλυθεί το είδος των πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσονται και, στη συνέχεια, να αξιολογηθεί ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της ανταλλαγής.

-Όσον αφορά τη σύσταση για τον καθορισμό μιας συμφωνημένης προσέγγισης για την ταξινόμηση κυνηγετικών και αθλητικών πυροβόλων όπλων και τη διασαφήνιση των κανόνων που διέπουν το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου, δεν υπήρξε κοινή γνώμη μεταξύ των κρατών μελών. Ορισμένα κράτη μέλη δήλωσαν ότι δεν θα αποτελέσει πρόβλημα η αύξηση του αριθμού των όπλων που θα καταχωρίζονται στο ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου, αλλά θα πρέπει να διατηρηθεί η ελευθερία απαίτησης προσκόμισης επιπρόσθετων εγγράφων. Άλλα κράτη μέλη πιστεύουν ότι η έλλειψη διαθέσιμων πληροφοριών για το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου αποτελεί πρόβλημα. Συγκεκριμένα, ένα κράτος μέλος υπογράμμισε την ανάγκη καλύτερης ενημέρωσης των κυνηγών που επισκέπτονται άλλα κράτη μέλη σχετικά με τη χρήση του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου. Λίγα μόνο κράτη μέλη πρότειναν την αναθεώρηση της οδηγίας ώστε να εναρμονιστούν οι κατηγορίες πυροβόλων όπλων.

-Όσον αφορά τη σύσταση για τη διερεύνηση ζητημάτων όπως οι απαιτήσεις κυριότητας, η ερμηνεία του όρου «μεσίτης» και η δυνατότητα μετατροπής, τα κράτη μέλη διατύπωσαν και πάλι αποκλίνουσες απόψεις. Πολλά κράτη μέλη φαίνεται να συμφωνούν ότι είναι ανάγκη να καθοριστούν καλύτερα οι όροι «μεσίτες», «συστατικά μέρη» και «μέρη» (και, εάν είναι απαραίτητο, να αναθεωρηθεί η οδηγία αναλόγως) και εξετάζουν το ζήτημα της δυνατότητας μετατροπής των ημιαυτόματων όπλων σε αυτόματα (και αντιστρόφως). Ωστόσο, λίγα μόνο κράτη μέλη τόνισαν την ανάγκη να αναθεωρηθούν οι υφιστάμενες απαιτήσεις κυριότητας.

-Ένας σημαντικός αριθμός κρατών μελών δήλωσε επίσης ότι θα πρέπει να διασαφηνιστούν κάποιοι ορισμοί (οπλοπώλες, ουσιώδη συστατικά μέρη πυροβόλων όπλων, αντίγραφα όπλων).

(39) Βάσει του έργου του αξιολογητή και των παρατηρήσεων των κρατών μελών, η Επιτροπή συμφωνεί με τα πορίσματα της εν λόγω αξιολόγησης. Θεωρεί επίσης ότι οι συστάσεις είναι αιτιολογημένες και πολύτιμες, παρόλο που για ορισμένες είναι πιο επείγον να αναληφθεί δράση σε σύγκριση με άλλες. Επίσης, ορισμένες συστάσεις (όπως η σήμανση όλων των μερών πυροβόλων όπλων και η διασύνδεση των μητρώων πληροφοριών) ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις όσον αφορά το κόστος και σε κατασκευαστές και οπλοπώλες (ιδίως ΜΜΕ) και, επομένως, μπορεί να προγραμματιστεί η περαιτέρω εξέτασή τους και ενδεχομένως η διενέργεια μελέτες σκοπιμότητας (παραδείγματος χάριν, για τη διασύνδεση των μητρώων πληροφοριών).

7. Μελλοντικές κατευθύνσεις

(40) Η μελέτη αξιολόγησης κατέδειξε ότι η οδηγία για τα πυροβόλα όπλα συνέβαλε θετικά στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υποστηρίζοντας τη διασυνοριακή κυκλοφορία πυροβόλων όπλων και διασφαλίζοντας υψηλά επίπεδα ασφάλειας, και ότι παρέχει προστιθέμενη αξία για την ΕΕ και είναι κατάλληλη.

(41) Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένα εμπόδια τα οποία θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη λειτουργία της. Οι αξιολογητές και η συζήτηση με τα κράτη μέλη ανέδειξαν τα ακόλουθα κρίσιμα ζητήματα για τα οποία πρέπει να αναληφθεί περαιτέρω δράση: α) το ζήτημα της δυνατότητας μετατροπής όπλων που βάλλουν ριπές με άσφαιρα πυρομαχικά (όπως όπλα που δίνουν σήμα συναγερμού) σε πραγματικά πυροβόλα όπλα, β) η ανάγκη να διασαφηνιστούν οι απαιτήσεις για τη σήμανση των πυροβόλων όπλων (ώστε να καθίσταται δυνατή η ιχνηλασιμότητά τους), γ) η ανάγκη για κοινές και αυστηρές κατευθυντήριες γραμμές για την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων, δ) η ανάγκη διασαφήνισης των ορισμών, ε) η ανάγκη να εξεταστούν οι όροι πώλησης στο διαδίκτυο, στ) η ανάγκη ευθυγράμμισης και βελτίωσης των εθνικών συστημάτων ανταλλαγής δεδομένων και διερεύνησης των δυνατοτήτων διαλειτουργικότητας και ζ) η ανάγκη ενίσχυσης των δραστηριοτήτων συλλογής δεδομένων όσον αφορά τα μη στρατιωτικά πυροβόλα όπλα και τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων για να υποστηριχθούν καταλλήλως μελλοντικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ.

(42) Καθώς το έργο για τη διαμόρφωση κοινών κατευθυντήριων γραμμών και προτύπων για την απενεργοποίηση εξελίσσεται ικανοποιητικά, η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει την επανεξέταση της οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο των τρομοκρατικών επιθέσεων της 15ης Νοεμβρίου στο Παρίσι, καθώς και των προηγούμενων επιθέσεων και πυροβολισμών στο Παρίσι και την Κοπεγχάγη και του συμβάντος στο τρένο Thalys. Επομένως, η Επιτροπή αποφάσισε να συνοδέψει την παρούσα έκθεση με μια αναθεώρηση της οδηγίας βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που έχουν συγκεντρωθεί έως σήμερα, λαμβάνοντας υπόψη ζητήματα βελτίωσης της νομοθεσίας.

(43) Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η ευρωπαϊκή ατζέντα για την ασφάλεια» 25 , ως απάντηση στην κοινή δήλωση της Ρίγας την οποία εξέδωσαν οι υπουργοί των κρατών μελών της ΕΕ 26 και στη δήλωση των υπουργών εσωτερικών της 29ης Αυγούστου 2015, η πρόταση που συνοδεύει την παρούσα έκθεση θα αποσκοπεί στην ενίσχυση του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου για τα πυροβόλα όπλα, στη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών, στην αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης και της εκ νέου ενεργοποίησης των όπλων, στη βελτίωση των προτύπων σήμανσης για λόγους καλύτερης ιχνηλασιμότητας και, τέλος, θα εξετάζει τον τρόπο αντιμετώπισης των ζητημάτων που αφορούν τη δυνατότητα μετατροπής των όπλων ή των όπλων που βάλλουν με ριπές άσφαιρων πυρομαχικών (π.χ. όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού).

(1)

ΕΕ L 256 της 13.9.1991, σ. 51

(2)

ΕΕ L 179 της 8.7.2008, σ. 5

(3)

  http://bookshop.europa.eu/en/evaluation-of-the-firearms-directive-pbNB0514159/ · http://bookshop.europa.eu/en/evaluation-of-the-firearms-directive-pbNB0114006/

(4)

COM(2013)685 final

(5)

Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος

(6)

Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών

(7)

Ισλανδία, Λιχτενστάιν, Νορβηγία και Ελβετία 

(8)

Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο «Η εφαρμογή της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1991, σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων», COM (2000) 837 final. Βρυξέλλες, 15.12.2000.

(9)

Πρωτόκολλο των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών, που συμπληρώνει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος.

(10)

Το ΠΠΟ επικυρώθηκε από την Επιτροπή το 2014. Απόφαση του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2014, για τη σύναψη, εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την παράνομη κατασκευή και διακίνηση πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών, το οποίο συμπληρώνει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος (2014/164/ΕΕ). ΕΕ 89 της 23.3.2014, σ.7.

(11)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 258/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 για την εφαρμογή του άρθρου 10 του πρωτοκόλλου των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών, που συμπληρώνει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος (ΠΠΟ) και για τη θέσπιση άδειας εξαγωγής, μέτρων εισαγωγής και διαμετακόμισης για πυροβόλα όπλα, μέρη και εξαρτήματά τους και πυρομαχικά.

(12)

Η κύρια συνεισφορά του κανονισμού είναι η αρχή ότι η μεταφορά μη στρατιωτικών πυροβόλων όπλων μεταξύ των κρατών μελών γίνεται με την προϋπόθεση ότι ενημερώνονται όλες οι οικείες χώρες και χορηγείται άδεια από αυτές, και ότι η προέλευσή τους θα πρέπει να είναι γνωστή.

(13)

COM(2013) 716 final, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Πυροβόλα όπλα και η εσωτερική ασφάλεια της ΕΕ: προστασία των πολιτών και παρεμπόδιση της παράνομης διακίνησης.

(14)

 COM(2015) 185 final, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειών, Η ευρωπαϊκή ατζέντα για την ασφάλεια.

(15)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα: «τα κράτη μέλη μπορούν να συμπεριλάβουν στη νομοθεσία τους διατάξεις αυστηρότερες από αυτές που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία».

(16)

Συμπεριλαμβανομένων των εξής: COM (2012)415 – Πιθανά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα από τη μείωση των κατηγοριών πυροβόλων όπλων σε δύο (απαγορευμένων ή επιτρεπόμενων), με σκοπό την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, μέσω ενδεχόμενης απλούστευσης· COM (2010)4040 – Η κυκλοφορία στην αγορά αντιγράφων πυροβόλων όπλων.

(17)

 Study to support an Impact Assessment on a possible initiative related to improving rules on deactivation destruction and marking procedures of firearms in the EU, as well as alarm weapons and replicas, Μελέτη για την υποστήριξη μιας εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με μια πιθανή πρωτοβουλία για τη βελτίωση των κανόνων όσον αφορά τις διαδικασίες απενεργοποίησης, καταστροφής και σήμανσης πυροβόλων όπλων στην ΕΕ, καθώς και όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού και αντιγράφων όπλων ( http://www.sipri.org/research/security/europe/publications/study-on-firearms )

(18)

Study to support an Impact Assessment on options for combatting illicit arms trafficking in the EU. Μελέτη για την υποστήριξη μιας εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με τις επιλογές για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης όπλων στην ΕΕ, Ιούλιος 2014

(19)

Τα κριτήρια για την επιλογή των κρατών μελών για τις μελέτες περιπτωσιολογικές ήταν: i) το μέγεθος της αγοράς πυροβόλων όπλων· ii) ζητήματα ασφάλειας τα οποία αντιμετώπισε το εκάστοτε κράτος μέλος· iii) το ποσοστό των πυροβόλων όπλων ως προς τον πληθυσμό· iv) ο αριθμός των καταγεγραμμένων όπλων που έχουν κλαπεί ή απολεσθεί.

(20)

Ως σημείο αναφοράς χρησιμοποιείται το χρονικό πλαίσιο 2005-2013, καθώς η ΕΕ είχε ήδη 25 κράτη μέλη.

(21)

Η σύσταση της ομάδας επαφής προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3 της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα.

(22)

Ως άμεσο κόστος συμμόρφωσης νοούνται όλες οι διαδικασίες που απαιτούνται για την υιοθέτηση της οδηγίας σε εθνικό επίπεδο. Ως διοικητική επιβάρυνση νοείται το κόστος που βαρύνει επιχειρήσεις και χρήστες, κατά τη συμμόρφωση με την υποχρέωση ενημέρωσης που πηγάζει από κυβερνητικές ρυθμίσεις, καθώς και το κόστος της εφαρμογής πρόσθετων διαδικασιών που βαρύνει τις αρχές των κρατών μελών. Το κόστος ενημέρωσης προκαλείται από διαφορές στην εφαρμογή της οδηγίας, οι οποίες ενδέχεται να αναγκάζουν τα κράτη μέλη, τους παραγωγούς και τους χρήστες να ενημερώνονται για τις ισχύουσες απαιτήσεις στο εξωτερικό.

(23)

Άρθρο 19 του ΠΠΟ

(24)

Όσον αφορά τις πωλήσεις στο διαδίκτυο και τις νέες τεχνολογίες, παρόλο που το υφιστάμενο πλαίσιο θεωρήθηκε επαρκές για την αντιμετώπιση των εν λόγω προκλήσεων, η μελέτη έριξε φως στην αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου ως διαύλου πώλησης πυροβόλων όπλων και στις δυσκολίες ελέγχου που θα ανακύψουν στο μέλλον.

(25)

COM(2015) 185 final.

(26)

 Κοινή δήλωση της Ρίγας μετά την άτυπη συνεδρίαση των υπουργών δικαιοσύνης και εσωτερικών στη Ρίγα στις 29 και 30 Ιανουαρίου.