12.11.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 327/42


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (Αναδιατύπωση)»

COM(2013) 162 final — 2013/0089 (COD)

2013/C 327/09

Γενικός εισηγητής: ο κ. Bernardo HERNÁNDEZ BATALLER

Στις 15 Απριλίου 2013 και στις 16 Απριλίου 2013 αντίστοιχα, και σύμφωνα με το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισαν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (Αναδιατύπωση)

COM(2013) 162 final — 2013/0089 (COD).

Στις 16 Απριλίου 2013, το Προεδρείο ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» τις σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες.

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών, κατά την 491η σύνοδο ολομέλειας, της 10ης και 11ης Ιουλίου 2013 (συνεδρίαση της 11ης Ιουλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή όρισε γενικό εισηγητή τον κ. Bernardo Hernández Bataller και υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 116 ψήφους υπέρ και 2 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Δεδομένης της αναμφισβήτητης οικονομικής αξίας των σημάτων και της θετικής τους επίδρασης επί της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, το ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο υπερεθνικής προστασίας αποδεικνύεται σαφώς ανεπαρκές. Εντούτοις, η πρόταση οδηγίας συνιστά πρόοδο σε σύγκριση με την υφιστάμενη κατάσταση, η οποία εμφανίζει αποκλίσεις ανάμεσα στην ενωσιακή νομοθεσία περί σημάτων και τις αντίστοιχες εθνικές.

1.2

Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης της προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που διέπουν τη νόμιμη χρήση ενός εμπορικού σήματος, μέσω της μεγαλύτερης δυνατής προώθησης της κοινοτικής καταχώρισης των σημάτων, και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υποστηρίξει τον ρόλο του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (ΓΕΕΑ) όσον αφορά την εποπτεία της τήρησης των εν λόγω δικαιωμάτων.

1.3

Επί του προκειμένου, το δίκαιο της Ένωσης παρέχει στον δικαιούχο ενός σήματος αφενός την αποκλειστική του χρήση με κερδοσκοπικό σκοπό («ius utendi») και, αφετέρου, τη δυνατότητα να εμποδίζει την πρόκληση ζημίας στην εκμετάλλευσή του λόγω δράσεων τρίτων που συνίστανται σε απομίμηση ή σε αθέμιτη οικειοποίηση διακριτικών σημείων του («ius prohibendi»). Η ΕΟΚΕ ζητά να υιοθετηθούν προληπτικά μέτρα και μέτρα αποκατάστασης για την αντιμετώπιση της πειρατείας, η οποία επιφέρει απώλεια της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.

1.4

Όμως, η ισχύουσα νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) δεν θεσπίζει με ακρίβεια τους όρους υπό τους οποίους ο δικαιούχος ενός σήματος μπορεί να κινήσει τις κατάλληλες ενέργειες ώστε να εμποδίσει τις προαναφερόμενες δράσεις.

1.5

Γενικά, η όλη διαδικασία εναρμόνισης θα πρέπει να καταλήξει, εντός των προσεχών ετών, σε ενοποίηση του δικαίου περί σημάτων, με την υιοθέτηση Κώδικα Σημάτων της Ένωσης, στον οποίο θα θεσπίζεται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία ευέλικτης, ενιαίας και οικονομικής διαδικασίας που θα παρέχει στους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να επιλέγουν οικειοθελώς την εθελοντική καταχώριση του εμπορικού σήματος, ώστε να τεθεί τέρμα στη νομοθετική ανομοιογένεια που παρατηρείται σήμερα.

1.6

Η ΕΟΚΕ οφείλει να αναλάβει ενεργό ρόλο κατά τη νομοθετική διαδικασία της υιοθέτησης όλων των πράξεων περί διανοητικής ιδιοκτησίας· εκφράζει, συνεπώς, τη λύπη της για το γεγονός ότι δεν της υπεβλήθη για διαβούλευση η πρόταση τροποποίησης του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα.

1.7

Η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι, στο μέλλον, θα υπάρχει καθεστώς που θα εγγυάται στις επιχειρήσεις και στους καταναλωτές ενιαία προστασία των σημάτων.

2.   Εισαγωγή

2.1

Σε διεθνές επίπεδο, το δίκαιο περί σημάτων διέπεται από τη Σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας, η οποία υπεγράφη στο Παρίσι, στις 20 Μαρτίου 1883, αναθεωρήθηκε για τελευταία φορά στη Στοκχόλμη, στις 14 Ιουλίου 1967 και τροποποιήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1979 (1) (εφεξής «Σύμβαση των Παρισίων»).

2.2

Δυνάμει του άρθρου 19 της Σύμβασης των Παρισίων, τα κράτη στα οποία εφαρμόζεται η εν λόγω Σύμβαση διατηρούν το δικαίωμα να προβαίνουν μεταξύ τους σε χωριστές ειδικές συμφωνίες για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

2.3

Η διάταξη αυτή χρησίμευσε ως βάση για την υιοθέτηση του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, ο οποίος υιοθετήθηκε στη διπλωματική διάσκεψη της Νίκαιας στις 15 Ιουνίου 1957, αναθεωρήθηκε εσχάτως στη Γενεύη στις 13 Μαΐου 1977 και τροποποιήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1979 (2). Η ταξινόμηση της Νίκαιας αναθεωρείται ανά πενταετία από επιτροπή εμπειρογνωμόνων.

2.4

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων της Παγκόσμιας Οργάνωσης Διανοητικής Ιδιοκτησίας, από τα κράτη μέλη της Ένωσης, μόνον η Κυπριακή Δημοκρατία και η Δημοκρατία της Μάλτας δεν είναι μέρη του Διακανονισμού της Νίκαιας, όμως και οι δύο χρησιμοποιούν την ταξινόμηση της Νίκαιας.

2.5

Η προστασία των σημάτων είναι κυρίως εδαφική. Αυτό οφείλεται στο ότι το σήμα συνιστά δικαίωμα ιδιοκτησίας που προστατεύει ένα σημείο εντός συγκεκριμένων εδαφικών ορίων.

2.5.1

Σε επίπεδο πρωτογενούς δικαίου της Ένωσης, η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας προβλέπεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 17 παράγραφος 2.

2.5.2

Επίσης, στο άρθρο 118 της ΣΛΕΕ θεσπίζεται ότι «στο πλαίσιο της εγκαθίδρυσης και της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, θεσπίζουν μέτρα για τη δημιουργία ευρωπαϊκών τίτλων, ώστε να εξασφαλισθεί ενιαία προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στο εσωτερικό της Ένωσης, και για τη δημιουργία κεντρικών καθεστώτων έγκρισης, συντονισμού και ελέγχου στο επίπεδο της Ένωσης».

2.6

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνυπάρχει προστασία των εθνικών και των κοινοτικών σημάτων. Ο δικαιούχος εθνικού σήματος μπορεί να ασκεί τα δικαιώματα που απορρέουν από το εν λόγω σήμα στην επικράτεια του κράτους μέλους σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του οποίου προστατεύεται το σήμα. Ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος μπορεί να πράττει το ίδιο στην επικράτεια των είκοσι οκτώ κρατών μελών, δεδομένου ότι το σήμα αυτό παράγει αποτελέσματα σε ολόκληρο αυτό το έδαφος.

2.7

Οι νομοθεσίες των κρατών μελών περί σημάτων έχουν εναρμονισθεί εν μέρει βάσει της οδηγίας 89/104/ΕΟΚ, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, η οποία κωδικοποιήθηκε, αργότερα, ως οδηγία 2008/95/ΕΚ.

2.8

Παράλληλα, και σε συσχετισμό με τα εθνικά συστήματα εμπορικών σημάτων, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα, ο οποίος κωδικοποιήθηκε ως κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009, θεσπίστηκε ενιαίο σύστημα καταχώρισης των ενιαίων δικαιωμάτων, που παράγει ισοδύναμα αποτελέσματα σε ολόκληρη την ΕΕ. Ιδρύθηκε δε το Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (ΓΕΕΑ), στο οποίο ανατέθηκε η καταχώριση και η διαχείριση των κοινοτικών σημάτων.

2.9

Κατά τα τελευταία χρόνια, η Επιτροπή προέβη σε δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τη διανοητική ιδιοκτησία, στις οποίες η ΕΟΚΕ συμμετείχε, και το 2011 ανήγγειλε την αναθεώρηση του συστήματος σημάτων της Ευρώπης με στόχο τον εκσυγχρονισμό του, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο, ώστε να καταστεί πιο αποτελεσματικό, αποδοτικό και συνεπές στο σύνολό του.

2.10

Στο ψήφισμά του, της 25ης Σεπτεμβρίου 2008, για ένα συνολικό ευρωπαϊκό σχέδιο για την καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης και της πειρατείας, το Συμβούλιο ζήτησε την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για την παρέμβαση των τελωνειακών αρχών έναντι εμπορευμάτων που είναι ύποπτα ότι παραβιάζουν ορισμένα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και για τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται έναντι των εμπορευμάτων που διαπιστώνεται ότι παραβιάζουν παρόμοια δικαιώματα (3). Η ΕΟΚΕ ελπίζει να εισαχθούν βελτιώσεις στο νομικό πλαίσιο ώστε να ενισχυθεί η προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας εκ μέρους των τελωνειακών αρχών και να επιτευχθεί η δέουσα ασφάλεια δικαίου.

2.11

Το ευρωπαϊκό σύστημα περί σημάτων στηρίζεται στην αρχή της συνύπαρξης και της συμπληρωματικότητας μεταξύ του συστήματος της Ένωσης και των εθνικών συστημάτων προστασίας των εμπορικών σημάτων.

2.12

Ο κανονισμός περί ευρωπαϊκών σημάτων θεσπίζει ένα συνολικό σύστημα, στο οποίο εξετάζονται όλες οι πτυχές του ουσιαστικού και του διαδικαστικού δικαίου. Αντιθέτως, η οδηγία περιορίζεται στην προσέγγιση ορισμένων μόνο διατάξεων ουσιαστικού δικαίου, γι’ αυτό και η πρόταση επιχειρεί να είναι κατ’ ουσία παρεμφερείς οι κανόνες ουσιαστικού δικαίου και να είναι συμβατές μεταξύ τους τουλάχιστον οι κυριότερες διαδικαστικές διατάξεις.

2.13

Στόχος της πρότασης είναι η προώθηση της καινοτομίας και της οικονομικής ανάπτυξης, και προς τούτο επιδιώκεται να καταστούν τα συστήματα περί εμπορικών σημάτων ολόκληρης της ΕΕ πιο ευπρόσιτα και αποδοτικότερα για τις επιχειρήσεις, χάρη στη μείωση του κόστους και της πολυπλοκότητας και στην αύξηση της ταχύτητας, της προβλεψιμότητας και της ασφάλειας δικαίου.

2.14

Η υπό εξέταση πρωτοβουλία αναδιατύπωσης επιδιώκει τους εξής συγκεκριμένους στόχους:

να εκσυγχρονιστούν και να βελτιωθούν οι υφιστάμενες διατάξεις της οδηγίας, με την τροποποίηση των παρωχημένων διατάξεων, την αύξηση της ασφάλειας δικαίου και την αποσαφήνιση των δικαιωμάτων επί των σημάτων από την άποψη του πεδίου εφαρμογής και των περιορισμών·

να επιτευχθεί μεγαλύτερη προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών και διαδικασιών σχετικά με τα σήματα, με σκοπό να καταστούν πιο συνεπείς με το σύστημα κοινοτικού σήματος

α)

με την προσθήκη περαιτέρω ουσιαστικών κανόνων και

β)

με την εισαγωγή βασικών διαδικαστικών κανόνων στην οδηγία, στο πρότυπο των διατάξεων που περιέχει ο κανονισμός, ιδίως όπου οι υφιστάμενες αποκλίσεις προκαλούν σοβαρά προβλήματα στους χρήστες, υπό τον όρο ότι η εναρμόνιση αυτή κρίνεται αναγκαία για τη δημιουργία ενός αρμονικού συμπληρωματικού συστήματος προστασίας των σημάτων στην Ευρώπη·

να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών των κρατών μελών και του ΓΕΕΑ, με σκοπό την προώθηση της σύγκλισης των πρακτικών και την ανάπτυξη κοινών εργαλείων, χάρη στη θέσπιση νομικής βάσης για τη συνεργασία αυτή.

2.15

Με την πρόταση οδηγίας, αφενός, εκσυγχρονίζονται και βελτιώνονται οι ισχύουσες διατάξεις όσον αφορά:

τον ορισμό του σήματος, καθώς προβλέπεται η δυνατότητα καταχώρισης υλικού το οποίο μπορεί να παρίσταται με τεχνολογικά μέσα που προσφέρουν ικανοποιητικές εγγυήσεις·

τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα, τα οποία προβλέπονται στα άρθρα 10 και 11 που αφορούν: τα δικαιώματα που παρέχονται υπό την επιφύλαξη προηγούμενων δικαιωμάτων, τις περιπτώσεις διπλής ταυτότητας, τη χρήση ως εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας, τη χρήση σε συγκριτική διαφήμιση, τις αποστολές από εμπορικούς προμηθευτές, τα προϊόντα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος, τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τον περιορισμό των αποτελεσμάτων του σήματος.

2.16

Αφετέρου, επιδιώκεται η επίτευξη μεγαλύτερης προσέγγισης του ουσιαστικού δικαίου, μέσω: της προστασίας των γεωγραφικών και παραδοσιακών ενδείξεων· της προστασίας των σημάτων με φήμη· της προβολής των σημάτων ως αντικειμένων κυριότητας, δεδομένου ότι μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο μεταβίβασης εμπράγματων δικαιωμάτων, καθώς και της ρύθμισης των συλλογικών σημάτων.

2.17

Όσον αφορά την εναρμόνιση των κυριότερων διαδικαστικών κανόνων, αυτή καλύπτει: τον χαρακτηρισμό και την ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών· την αυτεπάγγελτη εξέταση· τα τέλη· τη διαδικασία ανακοπής· τη μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία ανακοπής· τη διαδικασία για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας και τη μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία κήρυξης ακυρότητας.

2.18

Με την πρόταση επιδιώκεται επίσης η διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών: ως συμπλήρωμα του νομοθετικού πλαισίου για τη συνεργασία, που προτείνεται στο πλαίσιο της αναθεώρησης του κανονισμού, το άρθρο 52 παρέχει τη νομική βάση προκειμένου να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ του ΓΕΕΑ και των υπηρεσιών διανοητικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόταση οδηγίας που υποβάλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς εκτιμά ότι είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη σε ένα παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από υψηλή ανταγωνιστικότητα, καθώς και από οικονομική επιβράδυνση στην Ευρώπη.

3.1.1

Τα σήματα συμβάλλουν, αφενός, στη δημιουργία επιχειρηματικής αξίας και στην κατάκτηση τακτικών πελατών και, αφετέρου, στην προστασία των καταναλωτών.

3.1.2

Η τελευταία αυτή πτυχή αποκτά ιδιαίτερη σημασία, για διάφορους λόγους:

πρώτον, επειδή η προστασία των σημάτων περιορίζει το κόστος έρευνας για τους καταναλωτές·

δεύτερον, επειδή τους εγγυάται ένα συνεπές επίπεδο ποιότητας, που υποχρεώνει τον παραγωγό να μεριμνά για το περιεχόμενο του προϊόντος ή της υπηρεσίας·

τρίτον, επειδή απαιτεί επενδύσεις για βελτίωση και καινοτομία, γεγονός που ενισχύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.

3.2

Η προτεινόμενη οδηγία θα βελτιώσει σημαντικότατα το ισχύον νομικό πλαίσιο της νομοθεσίας των κρατών μελών από τρεις απόψεις:

απλούστευση των συστημάτων καταχώρισης σήματος σε ολόκληρη την ΕΕ, με την επακόλουθη μείωση του κόστους και αύξηση της ταχύτητας των διαδικασιών·

ασφάλεια δικαίου, που απορρέει από τη βελτίωση της συμπληρωματικότητας ανάμεσα στους εσωτερικούς και τους υπερεθνικούς σχετικούς κανόνες, καθώς και από τον συντονισμό μεταξύ αρμοδίων αρχών·

τέλος, αύξηση των επιπέδων προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας, κυρίως χάρη στη διασαφήνιση του καθεστώτος που διέπει τα προϊόντα υπό διαμετακόμιση, στη συμπερίληψη νέων κριτηρίων καταχώρισης, όπως, λόγου χάρη, τα ηχητικά σήματα, καθώς και σε διάφορες εξειδικεύσεις σχετικά με την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων ή των μη κοινοτικών γλωσσών, μεταξύ άλλων.

3.3

Επίσης, υπό το φως των οικονομικών, εμπορικών και νομικών εξελίξεων, εισάγονται σημαντικές καινοτομίες, όπως ο ορισμός του σήματος, που επιτρέπει την ταυτοποίηση με βάση άλλα μέσα πέραν των γραφικών, επιτρέποντας έτσι την ακριβέστερη ταυτοποίηση του σήματος, καθώς παρέχεται η δυνατότητα καταχώρισης υλικού το οποίο μπορεί να παρίσταται με τεχνολογικά μέσα που προσφέρουν ικανοποιητικές εγγυήσεις.

3.4

Κρίνεται θετική η προσπάθεια επίτευξης μεγαλύτερης προσέγγισης του ουσιαστικού δικαίου, όπως λ.χ. η συμπερίληψη της προστασίας των γεωγραφικών και των παραδοσιακών ενδείξεων, η προστασία των σημάτων με φήμη και η αντιμετώπιση του σήματος ως αντικειμένου κυριότητας, όσον αφορά τη μεταβίβαση και καθοριστικές πτυχές της εμπορικής εκμετάλλευσης. Η εισαγωγή στην πρόταση οδηγίας των εννοιών του συλλογικού σήματος και του σήματος εγγύησης έχει μεγάλη σημασία, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές.

3.5

Τέλος, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει ιδιαιτέρως την εναρμόνιση των κυριότερων διαδικαστικών κανόνων, δεδομένου ότι θεσπίζονται κοινοί κανόνες για τον χαρακτηρισμό και την ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών, σύμφωνα με τις αρχές που έχουν οριστεί από το Δικαστήριο, καθώς επίσης και η αυτεπάγγελτη εξέταση και οι διαδικασίες ανακοπής και έκπτωσης ή ακυρότητας.

3.6

Ακόμη, η ΕΟΚΕ κρίνει θετικό το γεγονός ότι δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα στη διαδικασία κατάρτισης της πρότασης οδηγίας και υπήρξε μεγάλη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερίδων της κοινωνίας πολιτών.

3.7

Ωστόσο, πρέπει να διατυπωθεί κάποια ένσταση όσον αφορά το αντικείμενο και το περιεχόμενο της υπό εξέταση πρότασης, με την επιφύλαξη των όσων προβλέπονται στην πρόταση τροποποίησης του ισχύοντος κανονισμού (ΕΚ) αριθ 207/2009 —με τον οποίο είχε θεσπιστεί αυτόνομο σύστημα καταχώρισης ενιαίων δικαιωμάτων—, πρόταση που, μαζί με την υπό εξέταση πρόταση οδηγίας, αποτελεί ενιαία νομοθετική δέσμη.

3.8

Από αυτή την άποψη, η ΕΟΚΕ εκφράζει την έκπληξή της για το γεγονός ότι η πρόταση COM(2013) 161 final της 27.03.2013, που αφορά την τροποποίηση του προαναφερόμενου κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, δεν της υπεβλήθη για γνωμοδότηση.

3.9

Δεδομένου ότι πρόκειται για πράξη με άμεση επίδραση επί της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς (άρθρο 118 ΣΛΕΕ) και η οποία επηρεάζει το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών (άρθρο 169 ΣΛΕΕ), η συνεπής και εντασσόμενη στο νοηματικό της πλαίσιο ερμηνεία των διατάξεων των Συνθηκών, οι οποίες αναθέτουν ρητά στην ΕΟΚΕ συμβουλευτική αρμοδιότητα στα πεδία αυτά, συνηγορεί υπέρ της υποχρεωτικής συμμετοχής της ΕΟΚΕ στη νομοθετική διαδικασία για την υιοθέτηση της εν λόγω πράξης.

3.10

Επί του προκειμένου, το δίκαιο της Ένωσης παρέχει στον δικαιούχο ενός σήματος αφενός την αποκλειστική του χρήση με κερδοσκοπικό σκοπό («ius utendi») και, αφετέρου, τη δυνατότητα να εμποδίζει την πρόκληση ζημίας στην εκμετάλλευσή του λόγω δράσεων τρίτων που συνίστανται σε απομίμηση ή σε αθέμιτη οικειοποίηση διακριτικών σημείων του («ius prohibendi»), σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.11

Ωστόσο, η ισχύουσα ενωσιακή νομοθεσία δεν θεσπίζει επακριβώς τους όρους υπό τους οποίους ο δικαιούχος ενός σήματος μπορεί να κινήσει τις κατάλληλες ενέργειες ώστε να εμποδίσει τις προαναφερόμενες δράσεις.

3.11.1

Με την πρόταση οδηγίας, διευρύνεται σημαντικά το φάσμα των προϋποθέσεων που επιτρέπουν στον δικαιούχο του σήματος να απαγορεύει τη χρήση του από τρίτους (άρθρο 10), θεσπίζεται μάλιστα μία νέα σχετική πρόβλεψη: η παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου με τη χρήση της παρουσίασης, της συσκευασίας ή άλλων μέσων (άρθρο 11), ή ακόμη η αθέμιτη χρήση του σήματος από ειδικό πληρεξούσιο ή αντιπρόσωπο του δικαιούχου (άρθρο 13). Εντούτοις, ο επακριβής προσδιορισμός της εμβέλειας του δικαιώματος επαφίεται στην κρίση του αρμόδιου δικαστή, στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος θα κινήσει δικαστική δίωξη.

3.11.2

Επομένως, η εκτίμηση της εκάστοτε δικαστικής αρχής θα είναι εκείνη που θα ορίσει εάν υφίσταται ή όχι κίνδυνος σύγχυσης ή αθέμιτη οικειοποίηση του προστατευόμενου σήματος εκ μέρους τρίτου και, στην περίπτωση όπου υφίσταται, θα ορίσει επίσης την αποκατάσταση που αναλογεί στον δικαιούχο, σε συνάρτηση με την αγωγή που θα έχει ασκηθεί.

3.11.3

Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη οδηγία δεν προσφέρει ενιαία προστασία των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης στον δικαιούχο του σήματος, ούτε και των δικαιωμάτων των καταναλωτών, εφόσον αυτοί μπορούν να θιγούν από την αθέμιτη ή δόλια χρήση εμπορικού σήματος.

3.12

Η συμπληρωματικότητα του υπερεθνικού συστήματος και των εθνικών συστημάτων προστασίας των δικαιωμάτων του δικαιούχου ενός σήματος αποτελεί, συνεπώς, έναν σαφή κίνδυνο για την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη και ταχύτερη εξασφάλιση της προστασίας αυτής, που αποτελεί στόχο της πρότασης οδηγίας.

3.12.1

Για παράδειγμα, δεν εξασφαλίζεται ότι θα υπερκερασθούν οι εσωτερικές αποκλίσεις που προέρχονται από την πλημμελή μεταφορά των διατάξεων της οδηγίας 2004/48/ΕΚ (σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας) που αφορούν τα μέτρα με τα οποία εξασφαλίζεται:

η παύση της προσβολής, συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης καταστροφής των εμπορευμάτων και των μέσων που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή τους ή της επιβολής χρηματικής ποινής·

η αποζημίωση ή η δυνατότητα δημοσίευσης της σχετικής απόφασης.

3.12.2

Η έλλειψη αυτή ασφάλειας δικαίου επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο σε περιπτώσεις όπου η παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος έχει τελεσθεί σε πλέον του ενός κράτη μέλη.

3.13

Πολύ περισσότερο δε, εφόσον στην ίδια την πρόταση οδηγίας προβλέπονται στοιχεία που καθιστούν ακόμη πιο περίπλοκη την προστασία αυτή.

3.13.1

Για παράδειγμα, στο άρθρο 4 (λόγοι απαραδέκτου ή ακυρότητας) παράγραφος 3, προβλέπεται ότι «ένα σήμα είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο, εάν η αίτηση για την καταχώριση του σήματος έγινε κακόπιστα από τον καταθέτη» και ότι «κάθε κράτος μέλος μπορεί επίσης να προβλέπει ότι το εν λόγω σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση».

3.14

Δεδομένου ότι, σύμφωνα με το ΓΕΕΑ, η απουσία πρόθεσης χρήσης δεν θεωρείται ότι εντάσσεται στην έννοια της «κακής πίστης», ποια αρχή θα θεσπίσει ενιαία κριτήρια ώστε οι αρμόδιοι αξιολογητές να μπορούν να σταθμίσουν την ύπαρξη άλλων αιτίων που να τεκμηριώνουν την κακόπιστη ενέργεια;

3.15

Αυτό το νομικό κενό φαίνεται παράδοξο εάν συγκριθεί με την νέα διάταξη του άρθρου 10 παράγραφος 5 της πρότασης οδηγίας, βάσει της οποίας ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν προϊόντα προερχόμενα από εδάφη εκτός της τελωνειακής ένωσης, ακόμη κι εάν δεν έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός της τελωνειακής ένωσης. Κατά συνέπεια, η πρόταση δεν ακολουθεί εδώ την ισχύουσα νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τα προϊόντα υπό διαμετακόμιση (υποθέσεις C-446/09 και C-495/09, Philips/Nokia) και καθιστά άκυρη την όποια εικασία ή απόδειξη περί καλής πίστης με την οποία θα μπορούσαν να ενεργούν οι εν λόγω τρίτοι (4).

3.16

Από την άλλη πλευρά, η πρόληψη και καταστολή αυτού του είδους των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών θα ενισχυόταν σαφώς εάν θεσπιζόταν στην πρόταση οδηγίας μια ειδική νομική βάση που να επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εντείνει τη δράση της μέσω της συνεργασίας με τις αρχές των τρίτων χωρών των οποίων οι επιχειρήσεις αναπτύσσουν κατά τρόπο γενικευμένο και συστηματικό τέτοιες πρακτικές.

3.17

Ανεπαρκής κρίνεται επίσης η πρόβλεψη του άρθρου 45 παράγραφος 1 της πρότασης οδηγίας, όπου προβλέπεται, γενικά, ότι τα κράτη μέλη «προβλέπουν αποτελεσματική και ταχεία διοικητική διαδικασία ενώπιον των υπηρεσιών τους για την άσκηση ανακοπής κατά της αίτησης καταχώρισης ενός σήματος, βάσει των λόγων που προβλέπονται στο άρθρο 5». Θα έπρεπε να διασαφηνίζεται περαιτέρω η φύση της διαδικασίας αυτής, καθώς επίσης και να οριοθετείται νομικά η εύλογη προθεσμία εντός της οποίας οφείλουν να ενεργούν οι αρμόδιες εθνικές αρχές, για λόγους συνέπειας με τις διατάξεις του άρθρου 41 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (δικαίωμα χρηστής διοίκησης).

3.18

Ομοίως, για λόγους αποτελεσματικότητας και προβλεψιμότητας που είναι σύμφυτοι με την έννοια της υπερεθνικής προστασίας των δικαιούχων δικαιωμάτων σήματος, απαιτείται αναθεώρηση του περιεχομένου και άλλων διατάξεων της πρότασης οδηγίας, όπως το άρθρο 44 και το άρθρο 52. Όσον αφορά το πρώτο εξ αυτών —όπου θεσπίζεται καταβολή (απροσδιόριστου) πρόσθετου τέλους για εκάστη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της πρώτης κλάσης, που θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στο αρχικό τέλος καταχώρισης— θα έπρεπε να ορίζεται μέγιστος συντελεστής για τα τέλη αυτά.

3.19

Επίσης, ως προς το άρθρο 52, όπου προβλέπεται η συνεργασία των κρατών μελών και του ΓΕΕΑ «προκειμένου να προωθηθεί η σύγκλιση των πρακτικών και των εργαλείων και να επιτευχθούν συνεκτικά αποτελέσματα κατά την εξέταση και την καταχώριση των σημάτων», θα έπρεπε να θεσπίζεται ειδική διάταξη —δυνάμει του άρθρου 291 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ— που να αναθέτει στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για την υιοθέτηση δεσμευτικού «κώδικα δεοντολογίας».

3.20

Η διοικητική συνεργασία μεταξύ ΓΕΕΑ και εθνικών αρμόδιων υπηρεσιών πρέπει να θεωρείται ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος, όπως ορίζεται στο άρθρο 197 της ΣΛΕΕ. Θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον, επί του προκειμένου, να διευκολυνθεί η ανταλλαγή πληροφοριών και δημόσιων λειτουργών, καθώς επίσης και να στηριχθούν προγράμματα κατάρτισης, χάρη στη θέσπιση των κατάλληλων δημοσιονομικών πιστώσεων με δημόσια χρηματοδότηση.

3.21

Γενικά, η όλη διαδικασία εναρμόνισης θα πρέπει να καταλήξει, εντός των προσεχών ετών, σε ενοποίηση του δικαίου περί σημάτων, με την υιοθέτηση Κώδικα Σημάτων της Ένωσης, στον οποίο θα θεσπίζεται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία ευέλικτης, ενιαίας και οικονομικής διαδικασίας που θα παρέχει στους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να επιλέγουν οικειοθελώς την εθελοντική καταχώριση του εμπορικού σήματος.

Βρυξέλλες, 11 Ιουλίου 2013.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Henri MALOSSE


(1)  Συλλογή Συμβάσεων των Ηνωμένων Εθνών, τόμος 828, αριθ. Ι-11851,

http://treaties.un.org/doc/Publication/UNTS/Volume%20828/volume-828-I-11851-French.pdf.

(2)  Συλλογή Συμβάσεων των Ηνωμένων Εθνών, τόμος 828, αριθ. Ι-11849,

http://treaties.un.org/doc/Publication/UNTS/Volume%20828/volume-828-I-11849-French.pdf.

(3)  ΕΕ L 196 της 2.8.2003, σ. 7.

(4)  Στο άρθρο 10 παράγραφος 5 της πρότασης οδηγίας προβλέπονται τα εξής: «Ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται επίσης να εμποδίζει όλους τους τρίτους να εισάγουν, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, προϊόντα στο τελωνειακό έδαφος του κράτους μέλους όπου είναι καταχωρισμένο το σήμα, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα ή το οποίο δεν δύναται να διακριθεί ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα». Εν ολίγοις, το ζητούμενο είναι να θεσπιστεί ένας αποφασιστικός μηχανισμός έναντι της παραποίησης/απομίμησης προϊόντων εκτός της ΕΕ, ώστε να αποκλείεται η δυνατότητα των ενδιαφερομένων να επωφελούνται από το πλάσμα δικαίου σύμφωνα με το οποίο τα προϊόντα υπό διαμετακόμιση δεν εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ.