52010DC0722

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Ενδιάμεση αναθεώρηση του σχεδίου δράσης της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια – εφαρμόζοντας μια αποτελεσματική και βασισμένη σε αρχές ανθρωπιστική δράση της ΕΕ /* COM/2010/0722 τελικό */


[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 8.12.2010

COM(2010) 722 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Ενδιάμεση αναθεώρηση του σχεδίου δράσης της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια – εφαρμόζοντας μια αποτελεσματική και βασισμένη σε αρχές ανθρωπιστική δράση της ΕΕ

SEC(2010) 1505 τελικό

Εισαγωγή

Η ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη για την ανθρωπιστική βοήθεια[1], η οποία υπεγράφη από το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2007, αποτελεί το ολοκληρωμένο πλαίσιο πολιτικής που διέπει τη χορήγηση ανθρωπιστικής βοήθειας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κοινή αντίληψη παρουσιάζει τους κοινούς στόχους, τις θεμελιώδεις ανθρωπιστικές αρχές (του ανθρωπισμού, της αμεροληψίας, της ουδετερότητας και της ανεξαρτησίας) και τις ορθές πρακτικές που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της σε αυτόν τον τομέα. Στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι σε περίπτωση ανθρωπιστικής κρίσης η χορήγηση ανθρωπιστικής βοήθειας από την ΕΕ είναι αποτελεσματική, υψηλής ποιότητας, ορίζεται από τις ανάγκες που υπάρχουν και βασίζεται σε αρχές. Η κοινή αντίληψη καλύπτει ολόκληρο το φάσμα ανθρωπιστικής δράσης: από την ετοιμότητα και τη μείωση του κινδύνου καταστροφών καθώς και την άμεση αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών και τη διάσωση ευάλωτων ατόμων σε περιπτώσεις παρατεταμένων καταστροφών μέχρι και τη μετάβαση προς την ανασυγκρότηση και την πιο μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Θέτει υψηλά πρότυπα ανθρωπιστικής δράσης, συμπεριλαμβανομένης της χρηστής χορηγίας, της συνεργασίας και της υποστήριξης που παρέχει η ΕΕ στη διεθνή ανθρωπιστική δράση και των σχέσεων με άλλους φορείς που είναι παρόντες σε καταστάσεις κρίσεων. Η ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη, η οποία παραμένει το σημείο αναφοράς για την ανθρωπιστική βοήθεια της ΕΕ, έχει κερδίσει την αναγνώριση και το σεβασμό της κοινότητας παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας εντός και εκτός ΕΕ, και έχει δώσει πολιτική ώθηση για τη βελτίωση της κοινής προσπάθειας της ΕΕ, όσον αφορά αυτόν τον τομέα, κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών.

Από το 2007, η ΕΕ έχει χορηγήσει ανθρωπιστική βοήθεια, πρωτίστως μέσω της χρηματοδότησης ανθρωπιστικών οργανώσεων εταίρων, οι οποίες παρέχουν άμεση βοήθεια σε άτομα που την έχουν ανάγκη σε όλον τον κόσμο, σώζοντας ανθρώπινες ζωές και λαμβάνοντας μέτρα προστασίας και ετοιμότητας. Από κοινού, τα κράτη μέλη της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό της συνολικής ανθρωπιστικής βοήθειας, περίπου 45-50 τοις εκατό του συνόλου αυτής κατά τα τελευταία τρία χρόνια. Το 2009 η ΕΕ παρείχε τα 4,25 δις. δολάρια (3,12 δις. ευρώ) του συνόλου των 9,45 δις. δολαρίων (6,93 δις. ευρώ) της επίσημης ανθρωπιστικής βοήθειας[2]. Κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών εξακολουθούσε να υπάρχει ανάγκη παρεμβάσεων μεγάλης κλίμακας σε ορισμένες περιπτώσεις όπου υπήρχαν παρατεταμένες κρίσεις (όπως στο Σουδάν, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και στη Σομαλία), ταχείας αντίδρασης σε περιπτώσεις γρήγορης επιδείνωσης των ανθρωπιστικών κρίσεων που οφείλονται σε συγκρούσεις (για παράδειγμα Γεωργία, Γάζα, Κιργιζία και Σρι Λάνκα), και παροχής βοήθειας για την προετοιμασία και την αντιμετώπιση του αυξανόμενου αριθμού φυσικών καταστροφών. Ταυτόχρονα, ωστόσο, το περιβάλλον δράσης των ανθρωπιστικών αποστολών, ιδιαίτερα σε μικρό αριθμό ζωνών συγκρούσεων, αποτελεί ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση καθώς υπάρχει αυξημένη ανησυχία για την ασφάλεια και την προστασία όσων εργάζονται στις ανθρωπιστικές οργανώσεις. Οι μεγάλης κλίμακας φυσικές καταστροφές (π.χ. ο σεισμός στην Αϊτή και οι πλημμύρες στο Πακιστάν που σημειώθηκαν το 2010) απαίτησαν μαζική διεθνή αντίδραση για την αντιμετώπιση των βασικών ανθρωπιστικών αναγκών και για την έναρξη της διαδικασίας αποκατάστασης. Η ΕΕ αντέδρασε άμεσα αξιοποιώντας τόσο την ανθρωπιστική της βοήθεια όσο και τα μέσα πολιτικής προστασίας που διαθέτει προκειμένου να βοηθήσει σε αυτές τις περιπτώσεις έκτατης ανάγκης. Αυτή η συμπληρωματικότητα των μέσων πρώτης αντίδρασης σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, μαζί με τις δεσμεύσεις της κοινής αντίληψης και τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες[3], αποτελεί σημαντικό στοιχείο για την ενίσχυση της αντίδρασης της ΕΕ σε περιπτώσεις καταστροφών. Η Επιτροπή διατύπωσε πρόσφατα ορισμένες συστάσεις για πιο ενισχυμένη προσέγγιση της αντίδρασης της ΕΕ σε περιπτώσεις καταστροφών[4].

Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπιστικής βοήθειας της ΕΕ εξακολουθεί να ενισχύει τα θύματα κρίσεων που προκαλούνται από συγκρούσεις («πολύπλοκες επείγουσες καταστάσεις»), δίνοντας παράλληλα ιδιαίτερη έμφαση στα άτομα που έχουν ανάγκη σε «ξεχασμένες» ανθρωπιστικές καταστάσεις. Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι οι διατάξεις της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια αφορούν τόσο πολύπλοκες επείγουσες καταστάσεις όσο και φυσικές καταστροφές, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, προκειμένου να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των ανθρωπιστικών αναγκών.

Η παρούσα ανακοίνωση επιδιώκει να ενισχύσει τη συλλογική δέσμευση της ΕΕ όσον αφορά την συνεργασία για την εφαρμογή της «ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια» και ειδικότερα τα πρακτικά μέτρα που περιλαμβάνονται στο σχέδιο δράσης που τη συνοδεύει[5]. Υπεράνω όλων, η κοινή αντίληψη προωθεί την ύπαρξη συνεκτικής, καλά συντονισμένης και αποτελεσματικής ανθρωπιστικής δράσης της ΕΕ, η οποία βασίζεται στη συμπληρωματική συμβολή των 27 κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όντας αντιμέτωπη με την ευάλωτη κατάσταση που επικρατεί στα φτωχότερα μέρη του κόσμου, τη συνεχή αύξηση των ανθρωπιστικών αναγκών και τη μείωση των δημοσίων δαπανών σε περίοδο οικονομικής ύφεσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει περισσότερο από κάθε άλλη φορά να αξιοποιήσει αποτελεσματικά τις συλλογικές της ικανότητες και πόρους για να διασφαλίσει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα κατά την παροχή βοήθειας σε άτομα που βρίσκονται αντιμέτωπα με ανθρωπιστική κρίση. Αυτό είναι το πλαίσιο εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε η ενδιάμεση αναθεώρηση της προόδου που συντελέσθηκε βάσει του σχεδίου δράσης για την κοινή αντίληψη.

Η ενδιάμεση αναθεώρηση πραγματοποιήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη της ΕΕ και ύστερα από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις κύριες ανθρωπιστικές οργανώσεις εταίρους. Το σχέδιο δράσης καλύπτει έξι τομείς δράσης που περιλαμβάνουν 49 επιμέρους δράσεις, μερικές εκ των οποίων στοχεύουν σε μια εφ’ άπαξ συμβολή ενώ άλλες στη σταδιακή αλλαγή των «ανθρωπιστικών πρακτικών» της ΕΕ. Η λεπτομερής επισκόπηση της προόδου που έχει σημειωθεί έως σήμερα βάσει του σχεδίου δράσης, σε συνδυασμό με τον περαιτέρω καθορισμό προτεραιοτήτων για εφαρμογή στους ήδη υπάρχοντες τομείς δράσης, παρουσιάζεται στο συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής . Η παρούσα ανακοίνωση δεν προτείνει την αναθεώρηση του υπάρχοντος σχεδίου δράσης, αλλά σειρά συστάσεων που στοχεύουν στην ενίσχυση των προσπαθειών εφαρμογής του σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Η ισχυρή δέσμευση της ΕΕ σε συνδυασμό με μια σειρά πρακτικών ενεργειών για την περαιτέρω βελτίωση της εφαρμογής της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης, είναι απαραίτητες για να διασφαλιστεί ότι η αποφασιστική συμβολή της ΕΕ στην ανθρωπιστική βοήθεια είναι αποτελεσματική, συνεκτική και ευρύτερα αναγνωρισμένη.

Πρόοδος κατά την υλοποίηση του σχεδίου δράσης της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια

Δεδομένου του μεγάλου μέρους ανθρωπιστικής βοήθειας που παρέχει, η ΕΕ είναι η πλέον κατάλληλη για να i) κατοχυρώσει ότι η ανθρωπιστική της δράση είναι κατάλληλη, αποτελεσματική, βασισμένη σε αξιολογημένες ανάγκες, και λαμβάνει υπόψη σημαντικούς παράγοντες, όπως οι ειδικές ανάγκες των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, καθώς και για να ii) ασκήσει τη συλλογική της επιρροή στην ετοιμότητα του συνόλου του διεθνούς ανθρωπιστικού συστήματος.

Η ενδιάμεση αναθεώρηση επιβεβαίωσε ότι έχει σημειωθεί ικανοποιητική συνολική πρόοδος κατά την ενιαία υλοποίηση του σχεδίου δράσης της κοινής αντίληψης. Συνολικά, έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες για την εδραίωση του ρόλου της ΕΕ και στους έξι τομείς δράσης. Μόνο ελάχιστες ειδικές δράσεις επανακαθορίστηκαν λόγω των εξελίξεων ή εναπομένει ακόμα να αναληφθούν. Μια σειρά από άλλες – για παράδειγμα, οι προσπάθειες ευαισθητοποίησης για την προώθηση του «ανθρωπιστικού χώρου» - απαιτούν εκ φύσεως διαρκή προσοχή.

Από την έγκριση της κοινής αντίληψης και του σχεδίου δράσης της, η ανθρωπιστική βοήθεια έχει γίνει θεσμικά και νομικά ένας αυτοτελής τομέας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης , ο οποίος βασίζεται στη λειτουργική πείρα περίπου δύο δεκαετιών. Για πρώτη φορά, η ανθρωπιστική βοήθεια αποκτά τη δική της νομική βάση με τη Συνθήκη της Λισαβόνας[6]. Το Συμβούλιο ίδρυσε ένα ειδικό προπαρασκευαστικό όργανο, την ομάδα εργασίας του Συμβουλίου για την ανθρωπιστική και επισιτιστική βοήθεια (COHAFA)[7], η οποία επιτρέπει, σε επίπεδο ΕΕ, τις ανταλλαγές σε σχέση με ζητήματα ανθρωπιστικής στρατηγικής και δράσης σε περιπτώσεις κρίσεων κατά τη διάρκεια των μηνιαίων συναντήσεων αντιπροσώπων της ΕΕ για ανθρωπιστικά ζητήματα. Το ενδιαφέρον του Κοινοβουλίου σε σχέση με τα ανθρωπιστικά ζητήματα είναι έντονο, ενώ η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη υποστηρίζει στην πλειοψηφία της την ευρωπαϊκή ανθρωπιστική βοήθεια[8]. Το σαφές πολιτικό πλαίσιο που παρέχει η «ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη για την ανθρωπιστική βοήθεια» έτυχε θερμής υποδοχής από ορισμένα νεότερα κράτη μέλη, των οποίων οι προσεγγίσεις στο θέμα της βοήθειας αναπτύσσονται με γοργούς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια. Επίσης, μετά την έγκριση, η Υπηρεσία ανθρωπιστικής βοήθειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ECHO) μετονομάστηκε το 2010 σε Γενική Διεύθυνση Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Προστασίας των Πολιτών υπό την ευθύνη της νεοσυσταθείσας θέσης της Επιτρόπου για τη Διεθνή συνεργασία, την ανθρωπιστική βοήθεια και την αντιμετώπιση κρίσεων.

Με αυτές τις πρόσφατες οργανωτικές αλλαγές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ηγείται των προσπαθειών προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης συμπληρωματικότητα και η μέγιστη συνέργεια μεταξύ των παραδοσιακών προσεγγίσεων ανθρωπιστικής βοήθειας και της χρήσης της εμπειρογνωμοσύνης και του εξοπλισμού που διαθέτει η πολιτική προστασία , τόσο στα κεντρικά γραφεία όσο και επί τόπου.

Κατά τη διάρκεια των τριών χρόνων εφαρμογής της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης, η ΕΕ συνέβαλε σημαντικά και άμεσα, τόσο με την παροχή χρηματοδότησης όσο και με την παροχή στήριξης , στην αντιμετώπιση των ραγδαία επιδεινούμενων ανθρωπιστικών καταστάσεων και των περιπτώσεων αιφνίδιας επέλευσης καταστροφών, καθώς και στη διαχείριση δύσκολων και μεταβαλλόμενων συνθηκών που επικρατούν σε μεγάλης κλίμακας και παρατεταμένες ανθρωπιστικές κρίσεις. Μια πιο στενά συντονισμένη προσέγγιση μεταξύ των ανθρωπιστικών υπηρεσιών της ΕΕ, των εμπειρογνωμόνων και των εκπροσώπων της, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει στον καλύτερο συντονισμό τους διεθνούς ανθρωπιστικού συστήματος, βοηθάει στον εντοπισμό και στην κάλυψη σημαντικών κενών. Η σειρά αλλαγών που έχουν προκύψει από την κοινή αντίληψη σε συνδυασμό με ένα ισχυρότερο αντανακλαστικό κοινής δράσης της ΕΕ σε αυτές τις δύσκολες καταστάσεις, έχουν συμβάλλει θετικά στη συνολική αποτελεσματικότητα της ανθρωπιστικής βοήθειας. Το 2010 η ΕΕ ενέκρινε ένα συγκεκριμένο στρατηγικό πλαίσιο σχετικά με την ανθρωπιστική επισιτιστική βοήθεια της ΕΕ [9] έχοντας ως στόχο τη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητάς της σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές. Η εφαρμογή αυτού του πλαισίου αποτελεί πλέον προτεραιότητα.

Βάσει του σχεδίου δράσης της κοινής αντίληψης, Η ΕΕ έχει σημειώσει πρόοδο όσον αφορά τον καθορισμό και την ανταλλαγή σαφών κατευθύνσεων επιχειρησιακής πολιτικής σε μια σειρά από βασικά ζητήματα, όπως η χρήση μετρητών και δελτίων διανομής , η παροχή σίτισης σε καταστάσεις ανάγκης και η ενσωμάτωση της προστασίας και της μείωσης του κινδύνου καταστροφών στην ανθρωπιστική δράση.

Η ΕΕ συνέχισε επίσης να αναθεωρεί τις προσεγγίσεις της όσον αφορά τη χρηματοδότηση και να προσαρμόζεται στις αυξανόμενες ανθρωπιστικές ανάγκες , συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης μικρής μεν κλίμακας αλλά πιο συχνών κλιματικών καταστροφών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εφαρμόσει σειρά καινοτομιών στις διαδικασίες της χρηματοδότησης και στις διοικητικές της διαδικασίες που παρέχουν τη δυνατότητα χορήγησης επείγουσας οικονομικής βοήθειας μέσω απλουστευμένων διαδικασιών, όταν πρόκειται για ορισμένου ύψους ποσά, και τη δυνατότητα ανασύστασης του ταμείου επείγουσας βοήθειας για την αντιμετώπιση καταστροφών της Διεθνούς Ομοσπονδίας του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου, προκειμένου να διασφαλιστεί η άμεση αντιμετώπιση επιδημιών και να επιτραπεί η υλοποίηση ανθρωπιστικών δράσεων μέσω περισσότερων εξειδικευμένων υπηρεσιών των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη της ΕΕ καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος των συνεισφορών προς τα κοινά ανθρωπιστικά κονδύλια και το Κεντρικό Ταμείο για Επείγουσες Ανάγκες , τα οποία παρέχουν στον ΟΗΕ και στις ανθρωπιστικές οργανώσεις το πλεονέκτημα της ευελιξίας όσον αφορά την κατανομή των πόρων. Επιπλέον, η ΕΕ εξακολουθεί να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις επονομαζόμενες «ξεχασμένες κρίσεις» , δηλαδή εκείνες που δεν προσελκύουν την προσοχή των μέσων ενημέρωσης ή των διεθνών χορηγών.

Η ΕΕ έχει συμβάλλει στη συνεχή βελτίωση του διεθνούς ανθρωπιστικού συστήματος , μέσω της δυναμικής προώθησης μιας περιεκτικής και πρακτικής προσέγγισης όσον αφορά τη χρήση ομάδων για την επίτευξη επιτόπιου ανθρωπιστικού συντονισμού, και μέσω της έντονης στήριξης και ισχυρής χρηματοοικονομικής ενίσχυσης όσον αφορά τη βελτίωση των ικανοτήτων αξιολόγησης των αναγκών και τη συγκρισιμότητα. Σε συνεργασία με τους ανθρωπιστικούς της εταίρους, η ΕΕ συνεχίζει τις προσπάθειές της για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ιεράρχησης των εκκλήσεων για τη χορήγηση ανθρωπιστικής βοήθειας, καθώς επίσης και λογικής εξισορρόπησης της χρηματοδότησης μεταξύ των κρίσεων και των τομέων. Η ΕΕ έχει παράσχει ουσιαστική και συνεχή υποστήριξη προκειμένου να εξασφαλίσει την ενίσχυση της ικανότητάς της να ανταποκριθεί σε παγκόσμιο επίπεδο , συμπεριλαμβανομένου του συντονισμού, της εκ των προτέρων τοποθέτησης, της ανθρωπιστικής υλικοτεχνικής υποστήριξης και της ασφάλειας των εργαζομένων στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας. Υποστηρίζοντας τις προσπάθειες ενίσχυσης των ικανοτήτων της ανθρωπιστικής κοινότητας, η ΕΕ συμβάλλει στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας της ανθρωπιστικής βοήθειας. Η ενίσχυση της ετοιμότητας και της ικανότητας ανταπόκρισης είναι ουσιαστική τόσο σε τοπικό επίπεδο (το οποίο αντιπροσωπεύει την πρώτη γραμμή αντίδρασης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης), καθώς και σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο.

Η στενότερη συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών έχει ήδη ενισχύσει σημαντικά το λόγο και τη συλλογική επιρροή της ΕΕ σε θέματα που αφορούν το σύνολο του συστήματος όσον αφορά τη διεθνή ανθρωπιστική δράση. Το υψηλό επίπεδο υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης και του σχεδίου δράσης της εκτιμώνται θετικά από την ευρύτερη κοινότητα ανθρωπιστικών οργανώσεων (Ηνωμένα Έθνη, το κίνημα του/της Ερυθρού Σταυρού/Ερυθράς Ημισελήνου και μη κυβερνητικές οργανώσεις) και τα σχετικά διεθνή fora. Η ΕΕ στο σύνολό της καθώς και οι διάφοροι ανεξάρτητοι ευρωπαϊκοί χορηγοί αντιμετωπίζουν υψηλές προσδοκίες όσον αφορά την αποφασιστικότητά τους για ανάληψη δράσης προκειμένου να εφαρμόσουν στην πράξη αυτές τους τις υποχρεώσεις με τρόπο συνεπή έχοντας ως στόχο την υποστήριξη της επιτόπιας ανθρωπιστικής δράσης – συμπεριλαμβανομένης της προώθησης της συνοχής των ανθρωπιστικών αρχών σε όλους τους τομείς εξωτερικής δράσης της ΕΕ.

Οι ισχυρές και συντονισμένες εταιρικές σχέσεις αποτελούν ουσιώδη πτυχή της ανθρωπιστικής βοήθειας της ΕΕ. Η ΕΕ υποστηρίζει πλήρως την ύπαρξη πολλών εταίρων υλοποίησης και τονίζει την ανάγκη ύπαρξης στενής επιτόπιας συνεργασίας μεταξύ αυτών προκειμένου να αποφευχθούν οι επικαλύψεις και να διασφαλιστεί η ορθή διαχείριση των ανθρωπιστικών αναγκών. Τέλος, η προώθηση συμμετοχικών προσεγγίσεων όσον αφορά την ετοιμότητα για την αντιμετώπιση καταστροφών και την ανταπόκριση ανθρωπιστικού χαρακτήρα, είναι επίσης σημαντική και μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση της τοπικής συμμετοχής, την ενίσχυση των τοπικών δυνατοτήτων και την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της καταλληλότητας της ανθρωπιστικής ανταπόκρισης.

Περιθώρια για περαιτέρω δράση

Η ενδιάμεση αναθεώρηση δείχνει ότι έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες όσον αφορά την εφαρμογή της κοινής αντίληψης και του σχεδίου δράσης της. Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν περιθώρια για την εδραίωση των συλλογικών προσπαθειών της ΕΕ και την ενίσχυση της ατομικής δέσμευσης των χορηγών σχετικά με ορισμένες σημαντικές προκλήσεις προκειμένου να εξασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή διεθνής ανθρωπιστική δράση. Τα εν λόγω περιθώρια περιλαμβάνουν:

- στρατηγικές για την προώθηση ανθρωπιστικών θεμάτων και την ευαισθητοποίηση του κοινού ως προς αυτά και επιπλέον προσπάθειες για την ενίσχυση του έργου των εντεταλμένων οργανισμών που προωθούν τη συμμόρφωση προς το ΔΑΔ, συμπεριλαμβανομένων των ενόπλων μη κρατικών οντοτήτων[10],

- συνολικά επαρκής χρηματοδότηση και πιο αποτελεσματικός σχεδιασμός για τη διατήρηση επαρκούς χρηματοδότησης ειδικά σε καταστάσεις παρατεταμένης κρίσης και τη διασφάλιση δέουσας προσοχής στις «ξεχασμένες κρίσεις»,

- σαφής προσδιορισμός των παγκόσμιων αναγκών και των μέτρων για την υποστήριξη πιο αποτελεσματικής χρήσης των πόρων,

- ενίσχυση των ικανοτήτων προκειμένου να καλυφθούν τα σημαντικά κενά που υπάρχουν σε διεθνές επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των κοινών ανθρωπιστικών υπηρεσιών όπως η διαχείριση των πόρων, η υλικοτεχνική υποστήριξη και η ασφάλεια των εργαζομένων στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας, και

- ισχυρότερη δέσμευση όσον αφορά την προώθηση του ρόλου των τοπικών παραγόντων.

Είναι εξίσου σημαντικό να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος σε πρακτικό επίπεδο όσον αφορά τη μείωση του κινδύνου καταστροφών και την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης, καθώς και τη συνεργασία με αναπτυξιακούς παράγοντες σε μεταβατικές καταστάσεις και σε περιόδους όπου επικρατούν έντονες και χρόνιες καταστάσεις ευπάθειας. Ιδιαίτερα σε ευαίσθητες καταστάσεις, όπου οι ανθρωπιστικές δράσεις και οι αναπτυξιακές παρεμβάσεις ενδέχεται να συνυπάρχουν ή να αλληλοστηρίζονται, η συμπληρωματικότητα, η συνέργεια και η επικαιρότητα των διάφορων παρεμβάσεων (τομεακών, τοπικών, περιφερειακών και εθνικών) είναι ζωτικής σημασίας για την εξασφάλιση ενός σταθερού αντίκτυπου προκειμένου να επιτευχθεί ο απώτερος στόχος της αυτοδυναμίας των πληθυσμών που έχουν πληγεί από την κρίση.

Η ΕΕ στο σύνολο της αναγνωρίζει την ανάγκη ενίσχυσης της ευέλικτης ανταπόκρισης σε διαφορετικές μεταξύ τους καταστάσεις κρίσεων μέσω μεγάλου φάσματος εταίρων και διαύλων χρηματοδότησης, όπως επίσης και η ανάγκη να διασφαλιστεί η υπευθυνότητα και η εστίαση στα αποτελέσματα, ιδίως μέσω χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και δημόσιας επικοινωνίας. Η ΕΕ ως σύνολο συμβάλλει σημαντικά στην κοινή χρηματοδότηση που διαχειρίζονται τα Ηνωμένα Έθνη και στη χρηματοδότηση των βασικών δραστηριοτήτων των διεθνών οργανισμών. Συνεπώς έχει επίσης την ευθύνη να διασφαλίσει ότι η χρηματοδότηση χορηγείται με διαφανή κριτήρια και ότι εφαρμόζεται αποτελεσματικά σύμφωνα με τις «αρχές της εταιρικής σχέσης»[11]. Ορισμένα κράτη μέλη και ορισμένοι ανθρωπιστικοί εταίροι έχουν επίσης τονίσει τη δυνατότητα να εργάζονται σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά μια ενδεχόμενη εναρμόνιση των απαιτήσεων για την εταιρική σχέση και την ευθύνη.

Προκλήσεις όσον αφορά την εφαρμογή

Το σχέδιο δράσης συντάχθηκε το 2008 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε στενή συνεργασία με διάφορους ενδιαφερόμενους και κυρίως με τα κράτη μέλη που έχουν αναλάβει τη δέσμευση να εφαρμόσουν το σχέδιο. Επικεντρώνεται σε έξι τομείς δράσης προκειμένου να παράσχει σαφή αποτελέσματα σχετικά με επιμέρους δράσεις.

Όσον αφορά τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια και την προορατική εφαρμογή του σχεδίου δράσης, κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων χρόνων έχει ανακύψει σειρά προκλήσεων όσον αφορά το σύστημα και το σχεδιασμό, οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπόψη στη συνεχή εφαρμογή της.

Φιλοδοξίες και φάσμα δράσεων: Το φάσμα των ενεργειών που καλύπτεται είναι ευρύ καθώς περιλαμβάνει εφ’ άπαξ και συνεχιζόμενες δράσεις, οι οποίες στοχεύουν στη σταδιακή βελτίωση της ανθρωπιστικής δράσης της ΕΕ. Λόγω του εύρους και της ποικιλίας των δράσεων, μεγάλος αριθμός προτεραιοτήτων καθορίσθηκε ταυτόχρονα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Κατά τη διαδικασία αναθεώρησης, διαπιστώθηκε ότι θα ήταν επωφελής μια μεγαλύτερη ιεράρχηση, η οποία θα επικεντρώνεται σε σειρά στρατηγικών προκλήσεων. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι επιμέρους ενδιαφερόμενοι τείνουν να υποστηρίζουν τις προτεραιότητες που τους αφορούν. Είναι απαραίτητο να υπάρξει ισορροπία μεταξύ των στρατηγικών στόχων που θα βελτιώσουν τη συνολική αποτελεσματικότητα της ανθρωπιστικής βοήθειας και της προώθησης συγκεκριμένων πρακτικών μέτρων που προωθούν συλλογικές προσπάθειες σε συγκεκριμένους τομείς της ανθρωπιστικής βοήθειας.

Δυνατότητες χορηγών και ηγεσία : Οι δυνατότητες και οι πόροι των χορηγών (συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού και της εμπειρογνωμοσύνης στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας)[12] παραμένουν σχετικά περιορισμένες σε ολόκληρη την ΕΕ και μαζί με τα κονδύλια για τις ενισχύσεις δέχονται αυξανόμενες πιέσεις. Ταυτόχρονα, οι ανθρωπιστικές ανάγκες αυξάνονται. Ως εκ τούτου, είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι οι χορηγοί της ΕΕ συνεργάζονται στενά και εξασφαλίζουν τον καλύτερο συντονισμό των προσπαθειών που καταβάλλονται. Το μέγεθος των συνεισφορών της ανθρωπιστικής βοήθειας και η επιχειρησιακή εμπειρογνωμοσύνη ποικίλει σημαντικά μεταξύ των χορηγών. Οι χορηγοί της ΕΕ που συγκαταλέγονται μεταξύ των κρατών μελών, τα οποία έχουν μακρά παράδοση στην παροχή διμερούς βοήθειας, διατηρούν έντονο ενδιαφέρον στη διασφάλιση ισχυρής διμερούς αντιπροσώπευσης στο διεθνές ανθρωπιστικό σύστημα, πράγμα που η ΕΕ στο σύνολό της υποστηρίζει σθεναρά. Ωστόσο, η έλλειψη μεγαλύτερου επιμερισμού των βαρών, συγκέντρωσης πληροφοριών και εμπειρογνωμοσύνης, και πιο ξεκάθαρου καταμερισμού των εργασιών οδηγεί την ΕΕ στα όρια των ικανοτήτων της όταν πρόκειται να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στις προσπάθειες που καταβάλλονται για τη βελτίωση της συνολικής ανθρωπιστικής δράσης.

Διασφάλιση συνέπειας και δέσμευσης : Ενώ η κοινή αντίληψη παρέχει ξεκάθαρο πλαίσιο εργασιών σε επίπεδο ΕΕ, ο βαθμός ρητής αναγνώρισης και ενσωμάτωσης στις υπάρχουσες πρακτικές των χορηγών της ΕΕ και στην ανάπτυξη πολιτικής στα κράτη μέλη διαφέρει σημαντικά[13]. Κατά τη διαδικασία αναθεώρησης, οι ανθρωπιστικοί οργανισμοί εταίροι ανέφεραν ότι υπάρχουν περιθώρια για την επίτευξη μεγαλύτερης συμμετοχής σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τη διάδοση των πληροφοριών και το διάλογο με τους ενδιαφερόμενους σχετικά με την εφαρμογή της κοινής αντίληψης και τη θέσπιση σαφούς σύνδεσης με άλλους φορείς και τομείς πολιτικής (συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας για την ανάπτυξη, τις εξωτερικές σχέσεις, την άμυνα και την ασφάλεια) προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ανθρωπιστική πολιτική είναι πλήρως κατανοητή και ότι υποστηρίζεται από τις κυβερνήσεις.

Παρακολούθηση της προόδου : Έχοντας υπόψη το ζήτημα των ικανοτήτων, δεν είχε αρχικά θεσπιστεί σε επίπεδο ΕΕ καμία μέθοδος παρακολούθησης της προόδου που σημειώνεται στην εφαρμογή του σχεδίου δράσης, παρόλο που κάθε έτος η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάζει μια συνολική έκθεση των δράσεων, η οποία συζητείται στο Συμβούλιο, βάσει της παρακολούθησης της γενικής προόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παρούσα ενδιάμεση αναθεώρηση επεσήμανε ότι μια πιο συστηματική παρακολούθηση της προόδου της όσον αφορά την εφαρμογή του συνόλου του σχεδίου δράσης σε επίπεδο ΕΕ θα διευκολυνθεί με την καθιέρωση συστηματικής διαδικασίας, η οποία θα συλλέγει πιο εύκολα πληροφορίες σχετικά με τη συμβολή των επιμέρους χορηγών της ΕΕ. Η εκτίμηση του αντίκτυπου των δράσεων που έχουν αναληφθεί από κοινού για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της βοήθειας που παρέχεται από την ΕΕ και να στηριχθεί το σύνολο του ανθρωπιστικού συστήματος είναι ακόμη πιο πολύπλοκη. Προς το παρόν η αξιολόγηση γίνεται εν μέρει μέσω δηλώσεων αποτελεσμάτων και υλοποίησης ανά δράση και τομέα δράσης. Η εκτίμηση αντίκτυπου είναι ένας τομέας στον οποίον πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή όσον αφορά το σχεδιασμό του σχεδίου δράσης που θα αντικαταστήσει το σημερινό, το οποίο έχει διάρκεια πέντε ετών.

Βελτιώνοντας την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα της ανθρωπιστικής δράσης της ΕΕ

Η κοινή αντίληψη αποτελεί ολοκληρωμένο και προορατικό πλαίσιο πολιτικής, το οποίο περιλαμβάνει μια σειρά ισχυρών δεσμεύσεων της ΕΕ, οι οποίες στοχεύουν στην διασφάλιση της κατάλληλης και αποτελεσματικής ανθρωπιστικής βοήθειας.

Η συνεπής εφαρμογή των εν λόγω δεσμεύσεων σε καταστάσεις ανθρωπιστικής κρίσης, οι οποίες ανακύπτουν κατ’ επανάληψη και συχνά υπό άκρως δυσχερείς συνθήκες, απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση, κοινή ευθύνη και καλύτερη διακυβερνητική κατανόηση των ανθρωπιστικών αρχών και διαδικασιών.

Η επιτυχής εφαρμογή της κοινής αντίληψης από τα 27 κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι σημαντική για i) την αύξηση της αποτελεσματικότητας της βοήθειας , μέσω της προώθησης και της ανταλλαγής των βέλτιστων πρακτικών, ii) την εξασφάλιση συνοχής και συνέπειας όσον αφορά την ανθρωπιστική βοήθεια και την αλληλεπίδραση με άλλες πολιτικές, και iii) την αξιοποίηση των δυνατοτήτων του ηγετικού ρόλου της ΕΕ σε αυτόν τον τομέα προκειμένου να προωθηθεί ένα ισχυρό διεθνές ανθρωπιστικό σύστημα.

Η περαιτέρω υλοποίηση του σχεδίου δράσης της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια προϋποθέτει:

- Κοινή ευθύνη για τη διασφάλιση της επιτυχίας: όλα τα κράτη μέλη πρέπει να επιβεβαιώσουν τη δέσμευσή τους να συνεργαστούν υπό την κοινή αντίληψη και να την γνωστοποιήσουν σε εθνικό επίπεδο σε όλες τις ενδιαφερόμενες υπηρεσίες.

- Επιμερισμός της εργασίας: δεδομένων των διαφορετικών ικανοτήτων και παραδόσεων των κρατών μελών και του περιορισμένου αριθμού ανθρώπινου δυναμικού που ασχολείται με το ζήτημα της ανθρωπιστικής βοήθειας στους οργανισμούς χορηγούς, είναι απαραίτητο να κινηθούμε προς μια πιο σαφή κατανομή του ηγετικού ρόλου και προς τη διευκόλυνση των καθηκόντων.

- Καθορισμός προτεραιοτήτων: περιλαμβάνει την περαιτέρω ανάπτυξη της κοινής δράσης της ΕΕ σε ορισμένους τομείς κλειδιά.

- Τακτική παρακολούθηση της εφαρμογής των δεσμεύσεων της κοινής αντίληψης.

- Προορατική στρατηγική ανταλλαγή, διάλογος και άντληση διδαγμάτων μεταξύ χορηγών και εταίρων της ΕΕ για τη διασφάλιση άμεσης σύνδεσης μεταξύ της αποτελεσματικότητας της βοήθειας και της επιχειρησιακής πρακτικής.

Οι συγκεκριμένοι τομείς στους οποίους πρέπει να γίνει καθορισμός προτεραιοτήτων για να υπάρξουν επιπλέον κοινές προσπάθειες περιλαμβάνουν:

- Ενισχυμένη ε κστρατεία για την προστασία του ανθρωπιστικού χώρου , συμπεριλαμβανομένης της προώθησης του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου (τόσο του γενικού όσο και του κατά περίπτωση).

- Συνεργασία με διάφορους παράγοντες (συμπεριλαμβανομένου του στρατού), χορηγούς και κράτη που πλήττονται από κρίσεις προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης κατανόηση των θεμελιωδών ανθρωπιστικών αρχών της ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια.

- Προσεγγίσεις όπου συμμετέχουν πολλοί χορηγοί για την προώθηση ξεκάθαρου και συγκριτικού καθορισμού αναγκών και για την αντιμετώπιση σημαντικών κενών που σχετίζονται με τις ικανότητες στο πλαίσιο του διεθνούς ανθρωπιστικού συστήματος , καθώς και του ισχυρού ηγετικού ρόλου της ΕΕ στα διεθνή fora αντανακλώντας το πλήρες μέγεθος της συνεισφοράς της ΕΕ στην ανθρωπιστική βοήθεια.

- Σχέδια αντίδρασης ειδικά για περιπτώσεις παρατεταμένων κρίσεων, τα οποία περιλαμβάνουν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις προθέσεις χρηματοδότησης, τις στρατηγικές και άλλες από κοινού αποστολές, αξιολογήσεις και διδάγματα, καθώς και πιο συνεκτική καταγραφή των χορηγήσεων βοήθειας.

- Περαιτέρω εργασίες όσον αφορά τον επιμερισμό και τη διάδοση των πρακτικών για την παροχή αποτελεσματικής ανθρωπιστικής βοήθειας με τη στήριξη των «αρχών της εταιρικής σχέσης» .

- Ενίσχυση του ρόλου της ομάδας «Ανθρωπιστική και Επισιτιστική βοήθεια» (COHAFA) για να διασφαλιστεί ότι οι χαρακτηριστικές διαδικασίες και οι συγκεκριμένοι στόχοι της ανθρωπιστικής βοήθειας γίνονται πλήρως σεβαστοί, ενώ παράλληλα διασφαλίζουν την ύπαρξη ισχυρών δεσμών μεταξύ της ανθρωπιστικής βοήθειας και άλλων τομέων πολιτικής.

- Συνεργασία με αναπτυξιακούς παράγοντες όσον αφορά τη μείωση του κινδύνου καταστροφών και τη μετάβαση από την αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών στη διαδικασία ανασυγκρότησης, συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης αξιολόγησης των μετά την κρίση αναγκών.

Η ενίσχυση των κοινών προσπαθειών της ΕΕ όσον αφορά την εφαρμογή της κοινής αντίληψης και του σχεδίου δράσης της θα έχει επιπλέον οφέλη:

- Κατανόηση των θεμελιωδών ανθρωπιστικών αρχών, καθώς και των ιδιαιτεροτήτων και των προκλήσεων της ανθρωπιστικής παρέμβασης. Θα μπορούσε να επιδιωχθεί μεγαλύτερη στήριξη μέσω ευρύτερου φάσματος παραγόντων και ενδιαφερομένων από τον δημόσιο ευρωπαϊκό χώρο, τις στρατιωτικές διοικητικές δομές, τους νεοεμφανιζόμενους χορηγούς, και τις περιοχές και τα κράτη των οποίων ο πληθυσμός έχει πληγεί από την κρίση.

- Αποτελεσματικότητα που επικεντρώνεται στην καταλληλότητα των προσεγγίσεων όσον αφορά την ανθρωπιστική βοήθεια, το βαθμό ετοιμότητας, τις έκτακτες ανάγκες και τις συμμετοχές, οι οποίες λαμβάνουν πλήρως υπόψη τη πρώτη γραμμή αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που δρα σε τοπικό επίπεδο. Η αποτελεσματικότητα προϋποθέτει ισχυρή δέσμευση όσον αφορά τη μείωση του κινδύνου καταστροφών και τη διαχείριση των μεταβατικών καταστάσεων.

- Αποδοτικότητα , η οποία στηρίζεται στο ευρύ φάσμα των χορηγών και των αντίστοιχων τομέων εμπειρογνωμοσύνης προκειμένου να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή χορήγηση ανθρωπιστικής βοήθειας. Καλύτερος προσδιορισμός των αναγκών και των κενών που υπάρχουν, καθώς και μεγαλύτερος από κοινού σχεδιασμός. Η αποδοτικότητα πρέπει να στοχεύει στην ελαχιστοποίηση του κόστους συναλλαγής και στην ενίσχυση της υποστήριξης των κοινών υπηρεσιών.

- Συνοχή προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η εξωτερική δράση της ΕΕ στο σύνολό της διασφαλίζει την ύπαρξη ανθρωπιστικής βοήθειας που βασίζεται σε αρχές και υποστηρίζει τη διατήρηση του «ανθρωπιστικού χώρου» προκειμένου να λειτουργήσει σε περίπλοκες περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης παρέχει ακόμα μια ευκαιρία ενσωμάτωσης της «ευρωπαϊκής κοινής αντίληψης για την ανθρωπιστική βοήθεια» στο ανθρωπιστικό κεκτημένο της ΕΕ.

Προτεινόμενη παρακολούθηση

Η Επιτροπή προτείνει:

1. καθορισμό σε συνεργασία με τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ των κρατών που θα λειτουργούν εθελοντικά ως επικεφαλής και των ομάδων αντιπροσώπων των κρατών μελών της ΕΕ που θα δεσμεύονται να πραγματοποιήσουν κοινές δράσεις βάσει του σχεδίου δράσης της κοινής αντίληψης, συμπεριλαμβανομένων των συζητήσεων συγκεκριμένων επιπλέον προτεραιοτήτων που παρουσιάζονται στο παρόν έγγραφο και στο συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής.

2. καθορισμό σε συνεργασία με τα κράτη μέλη της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στρατηγικής πληροφόρησης και διάδοσης όσον αφορά την ευρωπαϊκή προσέγγιση για την ανθρωπιστική βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων των κοινών μηνυμάτων.

3. να εξετάζει σε συνεργασία με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την δυνατότητα ενδεικτικού καθορισμού των μακροπρόθεσμων στόχων (ανθρωπιστικοί στόχοι της ΕΕ).

4. την αξιοποίηση της ομάδας για την ανθρωπιστική και επισιτιστική βοήθεια του Συμβουλίου για την ετήσια παρακολούθηση της προόδου που σημειώνεται όσον αφορά την εφαρμογή της κοινής αντίληψης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και σε επίπεδο κρατών μελών.

5. ανανέωση των προσπαθειών της ΕΕ όσον αφορά τον συντονισμό του προγραμματισμού προκειμένου να επιτευχθεί η ομαλή μετάβαση από τη βοήθεια ανακούφισης προς την μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή βοήθεια.

6. την πραγματοποίηση ολοκληρωμένης αξιολόγησης όσον αφορά την ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη στο τέλος της πενταετούς διάρκειας του σχεδίου δράσης της (η οποία ολοκληρώνεται το 2013).

7. αναθεώρηση του κανονισμού της ΕΕ για την ανθρωπιστική βοήθεια προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αντανακλά τις πολιτικές δεσμεύσεις και επιτρέπει τη μέγιστη απόδοση όσον αφορά τη στήριξη γρήγορης και επαρκούς αντιμετώπισης των ανθρωπιστικών κρίσεων.

Η Επιτροπή καλεί το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εξετάσουν αυτές τις προτάσεις που στοχεύουν στην ενίσχυση της εφαρμογής του σχεδίου δράσης της ΕΕ και να λάβουν υπόψη τη συνολική πρόοδο που καταγράφεται στο συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής.

***

[1] Επίσημη Εφημερίδα C 25/1 της 30.1.2008

[2] Επίσημη υπηρεσία χρηματοδοτικής παρακολούθησης του ΟΗΕ = κρατική ενίσχυση

[3] Βλέπε τμήμα 3.6

[4] COM (2010) 600, 26.10.2010

[5] SEC (2008) 1991 της 29.5.2008

[6] Άρθρο 214 της ΣΛΕΕ

[7] Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 8367/08 της 28ης Απριλίου 2008

[8] E C: Ειδική έκδοση του ευρωβαρομέτρου 343 «Ανθρωπιστική βοήθεια», Ιούλιος 2010

[9] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - «Ανθρωπιστική επισιτιστική βοήθεια» SEC (2010) 374 της 31.3.2010 και συμπεράσματα του Συμβουλίου όσον αφορά την Ανθρωπιστική επισιτιστική βοήθεια 9654/10 της 10.5.2010.

[10] Έκθεση του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την προστασία του άμαχου πληθυσμού, S/2009/277 της 29 Μαΐου 2009.

[11] «Αρχές της εταιρικής σχέσης – δήλωση δέσμευσης» Διεθνής Ανθρωπιστική Πλατφόρμα της 12ης Ιουλίου 2007. Οι αρχές της εταιρικής σχέσης μεταξύ των Ηνωμένων Εθνών και των ανθρωπιστικών οργανισμών ανεξάρτητων των Ηνωμένων Εθνών, οι οποίες συγκεντρώνονται στη Διεθνή Ανθρωπιστική Πλατφόρμα είναι οι ακόλουθες: ισότητα, διαφάνεια, προσέγγιση προσανατολισμένη στα αποτελέσματα, υπευθυνότητα και συμπληρωματικότητα.

[12] M. Spaak, R. Otto: Αναθεωρημένη τελική έκθεση «Μελέτη για τη χαρτογράφηση του συντονισμού των χορηγών (ανθρωπιστική βοήθεια) σε επιτόπιο επίπεδο», πραγματοποιήθηκε από την ΓΔ ECHO για λογαριασμό της πρωτοβουλίας χρηστής ανθρωπιστικής χορηγίας, 2 Ιουλίου 2009.

[13] Από το 2009, αναθεωρημένου πλαισίου αξιολόγησης από ομότιμους ειδικούς, οι 16 χορηγοί της ΕΕ, οι οποίοι είναι μέλη του ΟΟΣΑ/ΕΑΒ πρέπει να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο το πλαίσιο πολιτικής τους αντανακλά τις στρατηγικές κατευθύνσεις που περιγράφονται στην ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη για την ανθρωπιστική βοήθεια.