52010DC0593

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2008/1/ΕΚ για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης και της οδηγίας 1999/13/ΕΚ για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις /* COM/2010/0593 τελικό */


[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 25.10.2010

COM(2010) 593 τελικό

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2008/1/ΕΚ για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης και της οδηγίας 1999/13/ΕΚ για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2008/1/ΕΚ για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης και της οδηγίας 1999/13/ΕΚ για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

1. Εισαγωγή

Η παρούσα έκθεση συντάχθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 17 παράγραφος 3 της οδηγίας 2008/1/ΕΚ για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης («οδηγία ΟΠΕΡ») και του άρθρου 11 της οδηγίας 1999/13/ΕΚ για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις («οδηγία ΕΔ»).

Η έκθεση πραγματεύεται την τρίτη περίοδο αναφοράς για την οδηγία ΟΠΕΡ (2006-2008) και βασίζεται στην ανάλυση που παρατίθεται στις προηγούμενες εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή της[1]. Στην περίπτωση της οδηγίας ΕΔ, αφορά την περίοδο εφαρμογής 2003-2007, κατά την οποία τα κράτη μέλη υπέβαλαν δύο εκθέσεις. Οι εκθέσεις για το διάστημα 2003-2004 καλύπτουν τα κράτη μέλη της EΕ-15, ενώ εκείνες για το διάστημα 2005-2007 τα κράτη μέλη της EΕ-27. Συνεπώς, οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν καλύπτουν κυρίως την περίοδο μέχρι την καταληκτική ημερομηνία της 31ης Οκτωβρίου 2007, που είχε οριστεί για την εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ[2].

Στην έκθεση συνοψίζονται οι πληροφορίες τις οποίες διαβίβασαν τα κράτη μέλη χρησιμοποιώντας τα σχετικά ερωτηματολόγια που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή[3] και τα εργαλεία ηλεκτρονικής υποβολής εκθέσεων που φιλοξενούνται στην υποδομή ReportNet[4], χάρη στα οποία μειώθηκε ο φόρτος των κρατών μελών. Επιπλέον, για να εξασφαλιστεί η πλήρης πρόσβαση του κοινού στις υποβαλλόμενες πληροφορίες, η Επιτροπή ανέπτυξε τον δικτυακό τόπο IRIS (Industrial Emissions Reporting Information System/Πληροφορικό σύστημα για τα υποβαλλόμενα στοιχεία σχετικά με τις βιομηχανικές εκπομπές)[5].

Σε γενικές γραμμές, τα κράτη μέλη εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων που υπέχουν βάσει και των δύο οδηγιών, έστω και αν πολλά από αυτά καθυστέρησαν να διαβιβάσουν τις εκθέσεις τους. Ωστόσο, η Ελλάδα δεν υπέβαλε τις απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με την οδηγία ΟΠΕΡ, το δε Λουξεμβούργο τις υπέβαλε μόλις πρόσφατα, μην αφήνοντας περιθώρια στην Επιτροπή να τις αξιολογήσει σωστά για τους σκοπούς της παρούσας έκθεσης. Η Επιτροπή απηύθυνε προειδοποίηση στα συγκεκριμένα κράτη μέλη και, επειδή δεν υπήρξε ανταπόκριση, τον Μάιο του 2010 κίνησε διαδικασία επί παραβάσει (όσον αφορά το Λουξεμβούργο, η υπόθεση θα τεθεί στο αρχείο, λόγω της πρόσφατης υποβολής των πληροφοριών). Ως εκ τούτου, η παρούσα έκθεση περιέχει τις διαπιστώσεις για 27 κράτη μέλη στην περίπτωση της οδηγίας ΕΔ και για 25 στην περίπτωση της οδηγίας ΟΠΕΡ.

Εν τω μεταξύ, οι δύο οδηγίες, καθώς και πέντε ακόμη νομοθετικές πράξεις[6], συγχωνεύθηκαν και αναδιατυπώθηκαν στην οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών («οδηγία ΒΕ»). Η νέα οδηγία ΒΕ, για την οποία επιτεύχθηκε συμφωνία επί της αρχής μεταξύ του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναμένεται να εγκριθεί επίσημα από τους συννομοθέτες[7] μέχρι τα τέλη του 2010. Οι ελλείψεις που εντοπίστηκαν στο πλαίσιο των προηγούμενων εκθέσεων ή κατά την τρέχουσα περίοδο αναφοράς αντιμετωπίστηκαν σε μεγάλο βαθμό με την οδηγία ΒΕ.

2. Οδηγία ΟΠΕ Ρ

Η οδηγία ΟΠΕΡ αποσκοπεί στην επίτευξη ολοκληρωμένης πρόληψης και ολοκληρωμένου ελέγχου της ρύπανσης που προκαλείται από περίπου 50.000 μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις στο σύνολο της ΕΕ 27. Απαιτεί να λειτουργούν οι εγκαταστάσεις με άδειες που να περιλαμβάνουν οριακές τιμές εκπομπών ή άλλα τεχνικά μέτρα, βασισμένα στη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών (ΒΔΤ), για την αποφυγή ή τη μείωση των εκπομπών στα ύδατα, στην ατμόσφαιρα και στο έδαφος, καθώς και για την αντιμετώπιση άλλων περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

Η αρχική οδηγία ΟΠΕΡ εκδόθηκε το 1996 και εφαρμόζεται από τον Οκτώβριο του 1999, τόσο στις νέες εγκαταστάσεις, όσο και στις υφιστάμενες στις οποίες ο φορέας εκμετάλλευσης έχει επιφέρει ουσιαστική μεταβολή. Από τις 31 Οκτωβρίου 2007, η οδηγία εφαρμόζεται και στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις.

2.1 Μεταφορά της οδηγίας ΟΠΕΡ στην εθνική νομοθεσία

Η Επιτροπή εξέτασε τη μεταφορά της οδηγίας ΟΠΕΡ στη εθνική νομοθεσία στο πλαίσιο των προηγούμενων κύκλων υποβολής εκθέσεων. Επακόλουθο της εξέτασης αυτής ήταν να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει κατά 16 κρατών μελών λόγω εσφαλμένης μεταφοράς στην εθνική νομοθεσία. Οι προσπάθειες που κατέβαλαν τα κράτη μέλη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων οδήγησαν σε σημαντικές βελτιώσεις με την πάροδο του χρόνου, με αποτέλεσμα να εκκρεμούν πλέον μόνο δύο από τις υποθέσεις αυτές (Εσθονία και Λιθουανία).

Κατά την περίοδο 2006-2008, οι εθνικές διατάξεις μεταφοράς της οδηγίας ΟΠΕΡ στην εθνική νομοθεσία τροποποιήθηκαν σε 19 κράτη μέλη, με σκοπό κυρίως την προσαρμογή των εθνικών και περιφερειακών νομοθετικών πράξεων στην οδηγία, τη βελτίωση ορισμένων πτυχών που αφορούν τη συμμετοχή του κοινού, καθώς και τη μεταβολή της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ των διαφόρων αρχών.

2.2 Εφαρμογή της οδηγίας ΟΠΕΡ

Έκδοση και ποιότητα των αδειών

Η Επιτροπή επέβλεψε και στήριξε τα κράτη μέλη στην έκδοση αδειών, ώστε να τηρήσουν την προθεσμία της 30ής Οκτωβρίου 2007 που καθορίζεται στην οδηγία, πλην όμως πολλά κράτη μέλη δεν εκπλήρωσαν την υποχρέωσή τους αυτή.

Λόγω της έλλειψης προόδου όσον αφορά τη χορήγηση και την επανεξέταση των αδειών, η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες επί παραβάσει κατά του Βελγίου, της Δανίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Μάλτας, της Πορτογαλίας, της Σλοβενίας, της Αυστρίας, της Γαλλίας, της Ιρλανδίας και της Σουηδίας. Μέχρι σήμερα όλες αυτές οι υποθέσεις, εκτός τεσσάρων, έχουν παραπεμφθεί στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο, το 2010, καταδίκασε το Βέλγιο για μη τήρηση της προθεσμίας της οδηγίας.

Η Επιτροπή επικέντρωσε επίσης τις προσπάθειες στη διασφάλιση της ποιότητας των εκδιδόμενων αδειών. Εξετάστηκαν ενδελεχώς, ως περιπτωσιολογικές μελέτες, συνολικά 61 εγκαταστάσεις που υπάγονται στην οδηγία ΟΠΕΡ σε 16 κράτη μέλη και 12 καλυπτόμενους βιομηχανικούς κλάδους. Οι τελικές εκθέσεις σχετικά με τις μελέτες αυτές είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής[8]. Το κυριότερο πρόβλημα που εντόπισε η Επιτροπή είναι το χαμηλό ποσοστό των αδειών που απηχούν την εφαρμογή των ΒΔΤ, οι οποίες υποδεικνύονται στα αντίστοιχα έγγραφα αναφοράς για τις ΒΔΤ («έγγραφα BREF»). Ειδικότερα, δεν δικαιολογούνται οι σημαντικές διαφορές μεταξύ των εγγράφων BREF και των επιβληθέντων όρων άδειας για ποσοστό πάνω από 50% των εγκαταστάσεων που εξετάστηκαν. Μία νέα μελέτη, που βρίσκεται σε εξέλιξη, θα καλύψει 50 επιπλέον εγκαταστάσεις σε 10 κράτη μέλη.

Η οδηγία ΒΕ δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην αξιοποίηση των συμπερασμάτων για τις ΒΔΤ, τα οποία προκύπτουν από τα έγγραφα BREF, κατά τον καθορισμό των όρων των αδειών. Τα εν λόγω συμπεράσματα για τις ΒΔΤ θα εκδίδονται ως εκτελεστικές πράξεις και θα έχουν νομική ισχύ. Η Επιτροπή πιστεύει ότι, με τον τρόπο αυτό, οι άδειες βάσει της οδηγίας ΟΠΕΡ θα απηχούν ακριβέστερα την εφαρμογή των ΒΔΤ.

Αναθεώρηση των αδειών

Το άρθρο 13 της οδηγίας ΟΠΕΡ επιβάλλει την περιοδική επανεξέταση των αδειών και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, την αναπροσαρμογή τους. Αυτό είναι απαραίτητο, ιδίως στις περιπτώσεις που οι ΒΔΤ υφίστανται ουσιαστικές αλλαγές οι οποίες καθιστούν δυνατή τη σημαντική μείωση των εκπομπών χωρίς υπέρμετρες δαπάνες.

Πολλά κράτη μέλη εισάγουν στην έννομη τάξη τους ειδικούς κανόνες για την επανεξέταση και την αναπροσαρμογή των αδειών, οι οποίοι όμως διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν ορίσει χρονικό διάστημα ισχύος των αδειών της οδηγίας ΟΠΕΡ, μετά την πάροδο του οποίου είναι υποχρεωτική η ανανέωσή τους. Για παράδειγμα, οι άδειες ισχύουν για 10 έτη στην Αυστρία και τη Ρουμανία και για 8 έτη στην Τσεχική Δημοκρατία, τη Σλοβακία και την Ισπανία. Η Σλοβακία παρατείνει την περίοδο αυτή σε 10 έτη για τις εγκαταστάσεις που εφαρμόζουν σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης. Άλλες χώρες, όπως η Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν επιβάλει γενική απαίτηση αναθεώρησης των αδειών σε τακτά διαστήματα, τα οποία καθορίζονται σε κάθε άδεια.

Οι ΒΔΤ αποτελούν δυναμική έννοια, που εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου, και οι άδειες πρέπει να αναπροσαρμόζονται ώστε να ενθαρρύνονται οι υπό εξέλιξη περιβαλλοντικές βελτιώσεις που επιτυγχάνει η βιομηχανία. Η οδηγία ΒΕ περιλαμβάνει λεπτομερέστερους κανόνες σχετικά με την αναθεώρηση των αδειών, ειδικότερα δε, προβλέπει την υποχρεωτική επανεξέτασή τους εντός τετραετίας από τη δημοσίευση των αποφάσεων που αφορούν τα συμπεράσματα για τις ΒΔΤ.

Μεταβατικές περίοδοι που παραχωρήθηκαν στα νέα κράτη μέλη

Κάποιες εγκαταστάσεις που λειτουργούν σε ορισμένα νέα κράτη μέλη υπόκεινται σε ειδικές παρεκκλίσεις βάσει της συνθήκης προσχώρησης καθεμιάς από τις χώρες αυτές και των σχετικών πράξεων. Οι εν λόγω παρεκκλίσεις αφορούν την απαιτούμενη τήρηση οριακών τιμών εκπομπών, ισοδύναμων παραμέτρων ή τεχνικών μέτρων κατά τη λειτουργία των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4. Η Επιτροπή παρακολουθεί στενά τη συμμόρφωση με τις παρεκκλίσεις βάσει της συνθήκης προσχώρησης, οι οποίες θα έχουν λήξει στο σύνολό τους στις 31 Δεκεμβρίου 2015.

Συντονισμός μεταξύ των αρχών κατά τη διαδικασία αδειοδότησης

Σε περίπτωση που στη διαδικασία αδειοδότησης εμπλέκονται διάφορες αρμόδιες για το περιβάλλον αρχές, η οδηγία ΟΠΕΡ επιβάλλει εσωτερικό συντονισμό ώστε να εξασφαλίζεται μια αποτελεσματική ολοκληρωμένη προσέγγιση. Ωστόσο, ο βαθμός συντονισμού και οι εμπλεκόμενοι διοικητικοί φορείς διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας των διαφορών στην εσωτερική τους διοικητική οργάνωση. Η Ισπανία, λόγου χάριν, έχει ορίσει μία κύρια αρμόδια αρχή, η οποία συνεργάζεται με άλλες αρχές (π.χ. τοπική αυτοδιοίκηση, αρχές αρμόδιες για τις λεκάνες απορροής), ενώ η Αυστρία έχει συστήσει μία αρχή αρμόδια για το σύνολο της διαδικασίας αδειοδότησης και τον ορισμό εμπειρογνωμόνων για συγκεκριμένους θεματικούς τομείς.

Ανταλλαγή πληροφοριών για τις ΒΔΤ

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 της οδηγίας ΟΠΕΡ, η Επιτροπή οφείλει να διοργανώνει ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις ΒΔΤ. Για τον σκοπό αυτό συγκεντρώνονται στο πλαίσιο του πολυμερούς φόρουμ ανταλλαγής πληροφοριών IEF αντιπρόσωποι όλων των κρατών μελών, καθώς και εκπρόσωποι των καλυπτόμενων βιομηχανικών κλάδων και οικολογικών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ). Το IEF συζητά γενικά ζητήματα που αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις ΒΔΤ και γνωμοδοτεί για κάθε έγγραφο BREF, προτού αυτό εγκριθεί από την Επιτροπή.

Η ανταλλαγή πληροφοριών υλοποιείται μέσω ειδικών κατά κλάδο τεχνικών ομάδων εργασίας που συνενώνουν τα κράτη μέλη, τη βιομηχανία και εμπειρογνώμονες από ΜΚΟ, ενώ τη διαχείρισή της έχει αναλάβει το Ευρωπαϊκό Γραφείο για την ΟΠΕΡ (European Integrated Pollution Prevention and Control Bureau/EIPPCB)[9] της Επιτροπής. Το EIPPCB είναι υπεύθυνο για τη σύνταξη των εγγράφων BREF.

Μέχρι σήμερα, η Επιτροπή έχει εγκρίνει συνολικά 33 BREF που καλύπτουν επιμέρους κλάδους (27), αλλά και οριζόντια ζητήματα (6). Η τακτική αναθεώρηση των εγγράφων BREF είναι αναγκαία και η Επιτροπή επιδιώκει να αναθεωρούνται περίπου ανά οκταετία. Το πρώτο αναθεωρημένο BREF (Παραγωγή τσιμέντου, ασβέστου και οξειδίου του μαγνησίου) εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2010, ενώ αναθεωρούνται άλλα εννέα.

Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν τη χρησιμότητα των εγγράφων BREF για την εφαρμογή της οδηγίας και έχουν εκφράσει την εν γένει ικανοποίησή τους για το περιεχόμενό τους. Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Πολωνία και η Ισπανία, μεταφράζουν το σύνολο ή μέρος των BREF.

Η οδηγία ΒΕ αποσαφηνίζει τόσο το νομικό καθεστώς των BREF, όσο και τον ρόλο των διαφόρων παραγόντων στην ανταλλαγή πληροφοριών. Με τον τρόπο αυτό θα εξασφαλιστούν υψηλής ποιότητας αποτελέσματα από τη διαδικασία και θα ενισχυθεί η αξιοποίηση των συμπερασμάτων για τις ΒΔΤ στην εφαρμογή της οδηγίας.

Δραστηριότητες επιθεώρησης και επιβολής

Σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας ΟΠΕΡ, οι φορείς εκμετάλλευσης οφείλουν να ενημερώνουν τακτικά τις αρμόδιες αρχές για τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των εκπομπών και να παρέχουν στους αντιπροσώπους των αρμοδίων αρχών κάθε αναγκαία βοήθεια για τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων. Στην πραγματικότητα, οι πρακτικές παρακολούθησης και επιβολής της συμμόρφωσης παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών ή ακόμη και στο εσωτερικό τους. Τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν δημιουργήσει διαδικτυακές βάσεις δεδομένων για τις εκθέσεις παρακολούθησης ή/και επιτρέπουν την υποβολή των εν λόγω εκθέσεων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Η Επιτροπή ενθαρρύνει τη χρήση των εργαλείων αυτών που διευκολύνουν τη ροή πληροφοριών μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης και των αρμοδίων αρχών και περιορίζουν τον διοικητικό φόρτο.

Αρκετά κράτη μέλη έχουν καθορίσει ελάχιστη συχνότητα επιτόπιων επιθεωρήσεων, συνήθως ετήσια (π.χ. Σλοβενία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ουγγαρία, Εσθονία, Λιθουανία, Γαλλία, Μάλτα, Κύπρος). Σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως, έχει καθοριστεί μικρότερη συχνότητα.

Στην οδηγία ΒΕ αυξήθηκε ο βαθμός λεπτομέρειας των διατάξεων που αφορούν την παρακολούθηση της συμμόρφωσης. Η εν λόγω οδηγία στοχεύει στην υιοθέτηση προσέγγισης των επιθεωρήσεων με βάση την επικινδυνότητα, αλλά προβλέπει και ελάχιστες συχνότητες για τις επισκέψεις σε εγκαταστάσεις. Το στοιχείο αυτό την καθιστά την πιο προηγμένη περιβαλλοντική οδηγία ως προς τις δραστηριότητες επιβολής και επιθεώρησης.

Ενημέρωση και συμμετοχή του κοινού

Κατά την πλέον πρόσφατη περίοδο αναφοράς, πολλά κράτη μέλη βελτίωσαν τόσο την παροχή πληροφοριών στο κοινό, όσο και τη συμμετοχή του. Μεταξύ των βελτιώσεων περιλαμβάνονται η συχνότερη επικαιροποίηση των πληροφοριών, ο εμπλουτισμός δημόσιων βάσεων δεδομένων ή δικτυακών τόπων και η παροχή σε άλλα κράτη μέλη πρόσβασης στις πληροφορίες. Επιπλέον, όλα τα κράτη μέλη προωθούν τη χρήση των νέων τεχνολογιών για την πρόσβαση στις πληροφορίες, ενώ αρχίζει να γίνεται κοινή πρακτική η διάθεση των αδειών στο Διαδίκτυο.

Ορισμένα κράτη μέλη ενσωματώνουν τα στοιχεία που αφορούν τις βιομηχανικές εκπομπές σε ένα και μόνο πληροφορικό σύστημα, π.χ. παρουσιάζοντας τα δεδομένα που συλλέγονται μέσω των οικείων μητρώων έκλυσης και μεταφοράς ρύπων μαζί με τα στοιχεία για τις εγκαταστάσεις που υπάγονται στην οδηγία ΟΠΕΡ. Η Επιτροπή χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες αυτές και καλεί όλα τα κράτη μέλη να προωθήσουν την εν λόγω διαδικασία ενοποίησης.

Σε επίπεδο ΕΕ, το ευρωπαϊκό μητρώο έκλυσης και μεταφοράς ρύπων (http://prtr.ec.europa.eu/) παρέχει πληροφορίες σχετικά με 25.000 βιομηχανικές μονάδες περίπου, οι οποίες στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι εγκαταστάσεις υπαγόμενες στην οδηγία ΟΠΕΡ. Παράλληλα, η Επιτροπή παρέχει πρόσβαση στα στοιχεία που υποβάλλουν τα κράτη μέλη όσον αφορά την οδηγία ΟΠΕΡ, αλλά και διάφορες άλλες οδηγίες οι οποίες ρυθμίζουν τις βιομηχανικές εκπομπές, μέσω του πληροφορικού συστήματος για τα υποβαλλόμενα στοιχεία σχετικά με τις βιομηχανικές εκπομπές, που είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο http://iris.eionet.europa.eu/.

Η οδηγία ΒΕ ενισχύει τα δικαιώματα των πολιτών όσον αφορά την πρόσβαση στις πληροφορίες και, ειδικότερα, την ανάγκη δημοσιοποίησης των αποφάσεων που αφορούν παρεκκλίσεις από τα συμπεράσματα για τις ΒΔΤ στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης ή τη χρήση του Διαδικτύου για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων αυτών.

Ποιοτικά πρότυπα για το περιβάλλον

Σύμφωνα με την οδηγία ΟΠΕΡ, οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να συμπεριλαμβάνουν πρόσθετους όρους στις άδειες ΟΠΕΡ, στις περιπτώσεις που ένα ποιοτικό πρότυπο για το περιβάλλον επιβάλλει όρους αυστηρότερους από εκείνους που είναι δυνατόν να επιτευχθούν με τη χρήση των ΒΔΤ. Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνεται στην εθνική νομοθεσία όλων των κρατών μελών. Ωστόσο, μόλις έξι κράτη μέλη ανέφεραν ότι προέκυψε ανάγκη εφαρμογής των σχετικών διατάξεων.

Παραδείγματα πρόσθετων όρων που επιβλήθηκαν είναι, μεταξύ άλλων, οι απαιτήσεις όσον αφορά τις απορρίψεις λυμάτων σε ευαίσθητες περιοχές υδροληψίας (πόσιμο νερό) στη Δανία, την Ιρλανδία, την Ιταλία και το Βέλγιο.

Διασυνοριακή συνεργασία

Σύμφωνα με την οδηγία ΟΠΕΡ, όταν κράτος μέλος διαπιστώνει ότι η λειτουργία εγκατάστασης ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον άλλου κράτους μέλους, ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή του θιγόμενου κράτους μέλους όλες τις πληροφορίες που καθίστανται διαθέσιμες βάσει του παραρτήματος V της οδηγίας. Στις πληροφορίες αυτές περιλαμβάνονται η αίτηση έκδοσης άδειας και τα στοιχεία της αρχής που είναι αρμόδια για τη λήψη των αποφάσεων αδειοδότησης. Όπως και κατά τους προηγούμενους κύκλους υποβολής εκθέσεων, τα κράτη μέλη ανέφεραν περιορισμένο βαθμό διασυνοριακής συνεργασίας. Οκτώ κράτη μέλη (Γερμανία, Βέλγιο, Ιταλία, Ρουμανία, Σλοβενία, Σλοβακία, Γαλλία και Κάτω Χώρες) ανέφεραν ότι έκαναν χρήση των συγκεκριμένων διατάξεων για ολιγάριθμες άδειες.

2.3 Το πρόγραμμα δράσης της Επιτροπής για την εφαρμογή της οδηγίας ΟΠΕΡ

Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τον τίτλο «Προς μια βελτιωμένη πολιτική στον τομέα των βιομηχανικών εκπομπών»[10], εξέθεσε σε γενικές γραμμές ένα πρόγραμμα εφαρμογής που καλύπτει ορισμένα καίριας σημασίας ζητήματα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται η μεταφορά της οδηγίας στην εθνική νομοθεσία και η εφαρμογή της από τα κράτη μέλη, καθώς και η βελτίωση της διαδικασίας κατάρτισης των εγγράφων BREF. Από τον συγκεφαλαιωτικό πίνακα που παρατίθεται στο παράρτημα Ι προκύπτει ότι το πρόγραμμα δράσης έχει πλέον υλοποιηθεί σχεδόν πλήρως, σε μεγάλο βαθμό μέσω της οδηγίας ΒΕ.

Όταν τεθεί σε ισχύ η οδηγία ΒΕ, η Επιτροπή θα εστιάσει την προσοχή της στη στήριξη των προσπαθειών των κρατών μελών για την πλήρη μεταφορά και εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας. Συνεπώς, ορισμένες από τις δράσεις του πίνακα του παραρτήματος Ι θα συνεχιστούν και στο πλαίσιο της οδηγίας ΒΕ.

3. Οδηγία ΕΔ

Η οδηγία ΕΔ αποσκοπεί στην πρόληψη ή τον περιορισμό των επιπτώσεων που έχουν στην υγεία του ανθρώπου και στο περιβάλλον οι εκπομπές Πτητικών Οργανικών Ενώσεων (ΠΟΕ) στον ατμοσφαιρικό αέρα. Ειδικότερα, προάγει την αντικατάσταση των διαλυτών που έχουν τις σοβαρότερες επιπτώσεις στην υγεία από δυνητικά λιγότερο επιβλαβή υποκατάστατα. Η οδηγία ΕΔ καλύπτει διάφορες δραστηριότητες στις οποίες χρησιμοποιούνται οργανικοί διαλύτες, όπως η επίστρωση, η απολίπανση, η εκτύπωση και η παραγωγή μελανών, και επιβάλλει την αδειοδότηση ή την καταχώρηση όλων των εγκαταστάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της, μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου του 2007.

Οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας ενσωματώθηκαν στην οδηγία ΒΕ.

3.1 Μεταφορά της οδηγίας ΕΔ στην εθνική νομοθεσία

Σε γενικές γραμμές, τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία, αν και, κατά τον πρόσφατο έλεγχο συμμόρφωσης, διαπιστώθηκαν ορισμένα προβλήματα όσον αφορά την ενσωμάτωση κάποιων ορισμών, των απαιτήσεων παρακολούθησης, του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας και των οριακών τιμών εκπομπών. Η Επιτροπή θα συνεκτιμήσει τις διαπιστώσεις του ελέγχου αυτού κατά την παροχή βοήθειας στα κράτη μέλη στο στάδιο της μεταφοράς της οδηγίας ΒΕ στην εθνική νομοθεσία.

3.2 Εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ (2003-2007)

Γενικά ζητήματα εφαρμογής

Οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη δεν παρέχουν ενδείξεις ύπαρξης προβλημάτων στην εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ. Συνολικά, τα κράτη μέλη έχουν θέσει σε εφαρμογή τις διατάξεις, τα μέτρα και τις πρακτικές που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις διάφορες πτυχές της οδηγίας. Η συμμόρφωση διασφαλίζεται με την επιβολή υποχρεώσεων παρακολούθησης και υποβολής στοιχείων, καθώς και με επιθεωρήσεις και μέτρα επιβολής του νόμου – τόσο υπό μορφή ελέγχου εγγράφων, όσο και επιτόπιων επισκέψεων – και βελτιώνεται περαιτέρω με υποστηρικτικά μέτρα, όπως η κατάρτιση και η εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές.

Ορισμένα κράτη μέλη ανέφεραν ότι η εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ στον κλάδο των στεγνοκαθαριστηρίων δημιουργεί ορισμένα προβλήματα. Η χρήση σχεδίου διαχείρισης διαλυτών, το οποίο αποτελεί το κύριο μέσο εκτίμησης της συμμόρφωσης σε επίπεδο εγκαταστάσεων, θεωρείται από κάποιες αρμόδιες αρχές υπερβολικά περίπλοκη για τον συγκεκριμένο κλάδο και ιδιαίτερα δυσεφάρμοστη, δεδομένου του μικρού μεγέθους των περισσότερων επιχειρήσεών του και του πλήθους των εγκαταστάσεων. Αρκετά κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει απλουστευμένες προσεγγίσεις της εφαρμογής και του ελέγχου συμμόρφωσης που συνάδουν με τις διατάξεις της οδηγίας ΕΔ και η Επιτροπή συνεχίζει τον διάλογο σχετικά με αυτό το ζήτημα.

Καλυπτόμενες εγκαταστάσεις

Μέχρι τα τέλη του 2007, λειτουργούσαν στα κράτη μέλη της ΕΕ-27 περίπου 53.000 υφιστάμενες εγκαταστάσεις που καλύπτονται από την οδηγία ΕΔ. Μετά την τροποποίηση της οδηγίας ΕΔ με την οδηγία 2004/42/EΚ[11] (οδηγία για τα χρώματα διακόσμησης), η οποία εξαιρεί σε μεγάλο βαθμό τη φανοποιία οχημάτων από το πεδίο εφαρμογής της πρώτης, μειώθηκε σημαντικά ο αριθμός των υφιστάμενων εγκαταστάσεων στα κράτη μέλη. Ενώ στα τέλη του 2004 οι υπαγόμενες στην οδηγία ΕΔ εγκαταστάσεις (στα κράτη μέλη της ΕΕ-15) ανήκαν στην πλειονότητά τους στους κλάδους της φανοποιίας οχημάτων (54%) και των στεγνοκαθαριστηρίων (16%), στα τέλη του 2007, τα στεγνοκαθαριστήρια έγιναν ο μεγαλύτερος κλάδος (με ποσοστό 39% του συνόλου των εγκαταστάσεων). Αρκετά κράτη μέλη συνέχισαν να υποβάλλουν στοιχεία σχετικά με την επίστρωση και το φινίρισμα οχημάτων βάσει της οδηγίας ΕΔ (27% του συνόλου των εγκαταστάσεων για τις οποίες υποβλήθηκαν στοιχεία), παρόλο που η δραστηριότητα αυτή είχε σε μεγάλο βαθμό απαλειφθεί από το πεδίο εφαρμογής της.

Σύμφωνα με τα υποβληθέντα στοιχεία, μόνο ένα μικρό ποσοστό των υφισταμένων εγκαταστάσεων αδειοδοτήθηκαν ή καταχωρίστηκαν μετά το 2003. Από αυτό συνάγεται ότι πολλά κράτη μέλη είχαν ήδη θεσπίσει, πριν από τη χρονολογία αυτή, νομοθεσία που επέβαλλε την καταχώριση ή αδειοδότηση των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων.

Χρήση των δυνατοτήτων επιλογής για την επίτευξη μείωσης των εκπομπών

Η οδηγία ΕΔ παρέχει στα κράτη μέλη δύο κυρίως δυνατότητες επιλογής όσον αφορά την επίτευξη των απαιτούμενων μειώσεων των εκπομπών ΠΟΕ από τις επιμέρους εγκαταστάσεις – οι τελευταίες οφείλουν είτε να τηρούν οριακές τιμές εκπομπών είτε να επιτυγχάνουν ισοδύναμους στόχους που καθορίζονται σε πρόγραμμα περιορισμού.

Από τις υποβληθείσες πληροφορίες προκύπτει ότι σε πολλά κράτη μέλη, ελάχιστες εγκαταστάσεις επιλέγουν το πρόγραμμα περιορισμού ή και καμία. Επιπλέον, πολλές αρμόδιες αρχές φαίνεται ότι προτιμούν την εφαρμογή των οριακών τιμών εκπομπών, λόγω των δυσκολιών που παρουσιάζει η εκτίμηση της ισοδυναμίας της με τα προγράμματα περιορισμού. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα κράτη μέλη όπου οι ρυθμίσεις για τις εγκαταστάσεις επέβαλλαν την τήρηση οριακών τιμών εκπομπών πριν από την εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ.

Η οδηγία ΕΔ παρέχει στα κράτη μέλη και μια τρίτη δυνατότητα επιλογής, τη συμμόρφωση μέσω της κατάρτισης εθνικού σχεδίου δράσης για την επίτευξη συνολικής μείωσης των εκπομπών ΠΟΕ ισοδύναμης εκείνη που θα επιτυγχανόταν με την προσέγγιση που εφαρμόζεται σε επίπεδο εγκαταστάσεων. Κανένα κράτος μέλος δεν έχει θέσει σε εφαρμογή εθνικό σχέδιο αυτού του είδους.

Παρεκκλίσεις από τις οριακές τιμές εκπομπών

Η οδηγία ΕΔ επιτρέπει παρεκκλίσεις από ορισμένες οριακές τιμές εκπομπών, όταν αποδεικνύεται ότι τα μέτρα περιορισμού των εκπομπών δεν είναι εφικτά από οικονομικής και τεχνικής πλευράς. Αυτό μπορεί να έχει σημασία για δραστηριότητες όπως η ναυπηγική και η αεροναυπηγική που δεν είναι δυνατόν να ασκούνται σε συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος. Περίπου τα μισά κράτη μέλη ανέφεραν παρεκκλίσεις, οι οποίες ωστόσο αφορούσαν λιγότερο από το 0,01% του συνόλου των εγκαταστάσεων. Με βάση τις υποβληθείσες πληροφορίες, δεν ήταν δυνατόν να αξιολογηθούν τα κριτήρια που εφαρμόστηκαν ούτε οι εναλλακτικοί όροι που επιβλήθηκαν.

Πρωτοβουλίες της Επιτροπής για την προώθηση της εφαρμογής

Το άρθρο 7 της οδηγίας ΕΔ επιβάλλει στην Επιτροπή την υποχρέωση να εξασφαλίζει την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τη χρήση οργανικών διαλυτών και την υποκατάστασή τους. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή δημιούργησε δικτυακό τόπο που παρέχει πρόσβαση σε καθοδηγητικά έγγραφα και ορθές πρακτικές για την υποκατάσταση οργανικών διαλυτών[12] και κατάρτισε ειδικά καθοδηγητικά έγγραφα ανά δραστηριότητα[13]. Η Επιτροπή συνεργάστηκε επίσης στενά με τα κράτη μέλη για να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα που τέθηκαν σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ και τα οποία αφορούσαν, ειδικότερα, την εμβέλεια και την εφαρμογή του προγράμματος περιορισμού.

Αλληλεπίδραση με άλλες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ

Στην οδηγία για τα χρώματα διακόσμησης καθορίζονται οριακές τιμές περιεκτικότητας σε ΠΟΕ για ορισμένα χρώματα διακόσμησης και προϊόντα φανοποιίας οχημάτων. Αρκετά από τα προϊόντα αυτά χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις που υπόκεινται στην οδηγία ΕΔ. Κατόπιν τούτου, τροποποιήθηκε η οδηγία ΕΔ ώστε να εξαιρεθεί η συγκεκριμένη δραστηριότητα από το πεδίο εφαρμογής της. Όπως προαναφέρθηκε, η τροποποίηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί δραστικά ο αριθμός των καλυπτόμενων από την οδηγία ΕΔ εγκαταστάσεων. Εν τούτοις, ορισμένα κράτη μέλη επέλεξαν να διατηρήσουν σε ισχύ για τον εν λόγω κλάδο τις απαιτήσεις της οδηγίας ΕΔ – δυνατότητα που παρέχεται ρητά από την οδηγία για τα χρώματα διακόσμησης. Η ίδια οδηγία εξαιρεί επίσης ορισμένα προϊόντα από την τήρηση των οριακών τιμών για τις ΠΟΕ, εφόσον αυτά πωλούνται για αποκλειστική χρήση σε εγκαταστάσεις που υπόκεινται στην οδηγία ΕΔ.

Η αλληλεπικάλυψη των δύο οδηγιών προβληματίζει τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις αρμόδιες αρχές. Η Επιτροπή επιχείρησε να αποσαφηνίσει την κατάσταση, ενώ το ζήτημα αυτό εξετάστηκε και στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας για τα χρώματα διακόσμησης, για την οποία η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση με χωριστή ανακοίνωση.

Ορισμένες από τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις που ασκούν δραστηριότητες επιφανειακής επεξεργασίας εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής τόσο της οδηγίας ΕΔ, όσο και της ΟΠΕΡ. Για τις εγκαταστάσεις αυτές πρέπει, επομένως, να εκδίδονται άδειες, οι δε οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στις άδειες πρέπει να βασίζονται στις ΒΔΤ. Εν προκειμένω, οι οριακές τιμές που προβλέπονται στην οδηγία ΕΔ θα ισχύουν ως ελάχιστες απαιτήσεις. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των οδηγιών ΕΔ και ΟΠΕΡ εξετάστηκε διεξοδικά μέσω της οδηγίας ΒΕ.

4. Συμπερασματικές παρατηρήσεις

Οδηγία ΟΠΕΡ

Οι εκθέσεις των κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας ΟΠΕΡ έδειξαν ότι χρειάζεται να ολοκληρωθεί η αδειοδότηση σε ορισμένες χώρες ώστε να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με την οδηγία. Επιπλέον, από τις περιπτωσιολογικές μελέτες της Επιτροπής προέκυψε ότι οι άδειες δεν βασίζονται επαρκώς στις ΒΔΤ. Παράλληλα, εντοπίστηκαν και άλλα προβλήματα, όπως η ανάγκη ύπαρξης συνεκτικότερου μηχανισμού επιθεωρήσεων και ελάφρυνσης του διοικητικού φόρτου, καθώς και η αδυναμία της οδηγίας ΟΠΕΡ να εξυπηρετήσει ορισμένους καίριους στόχους πολιτικής. Τα περισσότερα από τα προβλήματα αυτά αναμένεται να αντιμετωπιστούν μέσω της οδηγίας ΒΕ.

Οδηγία ΕΔ

Τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ πριν από τη λήξη της προθεσμίας εφαρμογής της στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, δεν ανέδειξαν σημαντικά οριζόντια ζητήματα. Η εφαρμογή της οδηγίας ΕΔ στον κλάδο των στεγνοκαθαριστηρίων δημιουργεί ορισμένα προβλήματα που οφείλονται στα ειδικά χαρακτηριστικά του, αναπτύσσονται όμως χρήσιμες απλουστευμένες προσεγγίσεις.

Η μελλοντική οδηγία περί των βιομηχανικών εκπομπών

Με την οδηγία ΒΕ, που βρίσκεται στο στάδιο της τελικής έγκρισης, συγχωνεύονται επτά οδηγίες, συμπεριλαμβανομένων των ΟΠΕΡ και ΕΔ, σε μια ενιαία νομοθετική πράξη. Με τον τρόπο αυτό θα αποσαφηνιστεί η αλληλεπίδραση μεταξύ όλων αυτών των νομοθετικών πράξεων και θα εξορθολογιστούν πολλές σημαντικές διατάξεις, μεταξύ των οποίων οι σχετικές με την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων.

Η οδηγία ΒΕ ενισχύει κατά πολύ τη βαρύτητα των ΒΔΤ στη διαδικασία αδειοδότησης και συμπληρώνει ορισμένες ελλείψεις της οδηγίας ΟΠΕΡ, ιδίως όσον αφορά την αναθεώρηση των αδειών και τις επιθεωρήσεις. Η αποτελεσματικότητα της εφαρμογής από τα κράτη μέλη αναμένεται να αυξηθεί όταν τεθεί σε ισχύ η οδηγία ΒΕ.

Μελλοντική δράση

Μέχρι να τεθεί σε ισχύ η οδηγία ΒΕ, έχει προγραμματιστεί ένας ακόμη κύκλος υποβολής εκθέσεων για τις οδηγίες ΕΔ (2008-2010) και ΟΠΕΡ (2009-2011) και η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή των δύο αυτών σημαντικών νομοθετικών πράξεων. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή θα προετοιμάσει το έδαφος για την υποστήριξη και την προαγωγή της μεταφοράς της οδηγίας ΒΕ στην εθνική νομοθεσία και της εφαρμογής της από τα κράτη μέλη.

Παράρτημα Ι: Αξιολόγηση της προόδου όσον αφορά την εφαρμογή του προγράμματος δράσης ΟΠΕΡ 2007της Επιτροπής

Δράση | Αξιολόγηση της προόδου |

1. Διασφάλιση της πλήρους μεταφοράς της οδηγίας στις εθνικές νομοθεσίες | Η οδηγία ΟΠΕΡ έχει μεταφερθεί σωστά στην εθνική νομοθεσία 25 κρατών μελών. Εκκρεμούν οι υποθέσεις κατά της Εσθονίας και της Λιθουανίας. |

2. Υποστήριξη των κρατών μελών για τη μείωση του περιττού διοικητικού φόρτου | Η οδηγία ΒΕ θα μειώσει τον περιττό φόρτο κατά 32 εκατ. ευρώ ετησίως. Συνέχιση της συνεργασίας με την ομάδα υψηλού επιπέδου ανεξάρτητων ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με τον διοικητικό φόρτο, καθώς και με τα κράτη μέλη για την ελάφρυνση του φόρτου των χωρών. |

3. Υποστήριξη των κρατών μελών για την εφαρμογή της νομοθεσίας | Η Επιτροπή συνέχισε τις επαφές της με τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν προβλήματα στην αδειοδότηση. Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας ΟΠΕΡ ανά την ΕΕ και διοργάνωση ημερίδων εργασίας με τα κράτη μέλη. |

4. Ενίσχυση της παρακολούθησης και των ελέγχων συμμόρφωσης που αφορούν την εφαρμογή της νομοθεσίας περί βιομηχανικών εκπομπών | Βρίσκεται σε εξέλιξη επισκόπηση από την Επιτροπή τόσο του συνόλου των αδειών, όσο και του αριθμού των επιμέρους αδειών που εκδόθηκαν στην πλειονότητα των κρατών μελών. Συνεχίζεται η εξέταση της εφαρμογής κατόπιν καταγγελιών των πολιτών και ερωτήσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αξιοποιήθηκε το ευρωπαϊκό μητρώο έκλυσης και μεταφοράς ρύπων για την παρακολούθηση της εφαρμογής και τον εντοπισμό πιθανών σχετικών προβλημάτων. |

5. Βελτίωση της συλλογής στοιχείων για την αναθεώρηση των εγγράφων BREF και δημιουργία ισχυρότερων δεσμών με το πρόγραμμα-πλαίσιο έρευνας | Δημοσίευση κατευθύνσεων για τη βελτίωση της συλλογής και της υποβολής δεδομένων με σκοπό την αναθεώρηση των BREF. Συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Έρευνας με αντικείμενο τους δεσμούς μεταξύ των εγγράφων BREF και του προγράμματος-πλαισίου έρευνας. Ενίσχυση του καθεστώτος των αναδυόμενων τεχνικών στο πλαίσιο της οδηγίας ΒΕ. |

[1] Παραπομπές: COM (2003)354, COM (2005)540, COM (2007)843.

[2] Οι πληροφορίες αυτές συνοψίστηκαν και αναλύθηκαν διεξοδικότερα σε δύο τεχνικές εκθέσεις: http://circa.europa.eu/Public/irc/env/voc/library?l=/2006_reportspdf/_EN_1.0_&a=d και http://circa.europa.eu/Public/irc/env/voc/library?l=/implementation_2005-07/final12_marchpdf/_EN_1.0_&a=d.

[3] Οδηγία ΟΠΕΡ: απόφαση 2006/194/EΚ· οδηγία ΕΔ: απόφαση 2002/529/EΚ.

[4] Περισσότερες πληροφορίες για το σύστημα ReportNet διατίθενται στον δικτυακό τόπο: http://www.eionet.europa.eu/reportnet.

[5] Περισσότερες πληροφορίες όσον αφορά το πληροφορικό σύστημα για τα υποβαλλόμενα στοιχεία σχετικά με τις βιομηχανικές εκπομπές διατίθενται στον δικτυακό τόπο: http://iris.eionet.europa.eu/.

[6] Πέραν των οδηγιών ΕΔ και ΟΠΕΡ, η αναδιατύπωση της οδηγίας ΟΠΕΡ περιλαμβάνει την οδηγία για τον περιορισμό των ατμοσφαιρικών εκπομπών ορισμένων ρύπων (2001/80/ΕΚ), την οδηγία για την αποτέφρωση των αποβλήτων (2000/76/ΕΚ) και τις τρεις οδηγίες που αφορούν το διοξείδιο του τιτανίου (78/176/EΟΚ, 82/883/EΟΚ και 92/112/EΟΚ).

[7] Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε τη θέση του, σε δεύτερη ανάγνωση, στις 7 Ιουλίου 2010: http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+TA+P7-TA-2010-0267+0+DOC+XML+V0//EN&language=EN#top.

[8] http://circa.europa.eu/Public/irc/env/ippc_rev/library. Η τρίτη έκθεση για την εν λόγω εργασία θα αναρτηθεί στον ίδιο δικτυακό τόπο το 2011.

[9] Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το Ευρωπαϊκό Γραφείο για την ΟΠΕΡ διατίθενται στον δικτυακό τόπο: http://eippcb.jrc.es/.

[10] COM(2007)843 τελικό.

[11] ΕΕ L 143 της 30.4.2004, σ. 87-96.

[12] http://ec.europa.eu/environment/air/pollutants/stationary/solvents/index.htm.

[13] http://circa.europa.eu/Public/irc/env/voc/library?l=/guidance_documents/final_versions&vm=detailed&sb=Title..