52010DC0250




[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 12.5.2010

COM(2010) 250 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Ενίσχυση του συντονισμού της οικονομικής πολιτικής

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Ενίσχυση του συντονισμού της οικονομικής πολιτικής

«Η διακυβέρνηση και ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών της ευρωζώνης πρέπει να βελτιωθούν. Αυτό θα απαιτήσει την εμβάθυνση και τη διεύρυνση των ρυθμίσεων οικονομικής εποπτείας για την καθοδήγηση της δημοσιονομικής πολιτικής σε όλη τη διάρκεια του κύκλου και μακροπρόθεσμα καθώς και, ταυτόχρονα, την αντιμετώπιση των αποκλίσεων στην ανάπτυξη, τον πληθωρισμό και την ανταγωνιστικότητα.» (Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «ΟΝΕ@10 – επιτυχίες και προκλήσεις μετά από δέκα έτη λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης » – 7 Μαΐου 2008 - IP/08/716)

I. Εισαγωγή

Η παγκόσμια οικονομική κρίση έφερε σε δύσκολη θέση τους υφιστάμενους μηχανισμούς συντονισμού της οικονομικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αποκάλυψε διάφορες αδυναμίες. Η λειτουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης δέχθηκε ιδιαίτερες πιέσεις, λόγω περιπτώσεων μη συμμόρφωσης στο παρελθόν με τους βασικούς κανόνες και αρχές. Οι υφιστάμενες διαδικασίες εποπτείας δεν ήταν αρκετά διεξοδικές. Η παρούσα ανακοίνωση προτείνει μέτρα που πρέπει να ληφθούν βραχυπρόθεσμα βάσει της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ώστε να διορθωθεί η κατάσταση.

Η πρόσφατη οικονομική κρίση δεν έχει προηγούμενο στη γενιά μας. Τα σταθερά κέρδη σε οικονομική ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων απασχόλησης που σημειώθηκαν κατά την τελευταία δεκαετία εξουδετερώθηκαν και η κρίση ανέδειξε ορισμένες θεμελιώδεις αδυναμίες της οικονομίας μας. Οι δημοσιονομικές και άλλες μακροοικονομικές ανισορροπίες που συσσωρεύθηκαν κατά τα έτη που προηγήθηκαν της κρίσης κατέστησαν ευάλωτη την οικονομία της ΕΕ όταν εκδηλώθηκαν η παγκόσμια οικονομική κρίση και ύφεση. Τα δημόσια οικονομικά μας υπέστησαν σοβαρό πλήγμα, καθώς τα ελλείμματα ανήλθαν κατά μέσο όρο στο 7% του ΑΕΠ και το επίπεδο του χρέους ξεπέρασε το 80% του ΑΕΠ, επίπεδα που υπερβαίνουν σαφώς τις τιμές αναφοράς του 3% και 60% του ΑΕΠ που ορίζονται στη Συνθήκη.

Τα υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους δεν μπορούν να διατηρούνται επ’ αόριστον. Η εφαρμογή της στρατηγικής για την Ευρώπη 2020 που συμφωνήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Μάρτιο πρέπει να βασίζεται σε μια αξιόπιστη στρατηγική εξόδου από την κρίση. Η ΕΕ αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις κατά τα επόμενα έτη – την ανάγκη για δημοσιονομική εξυγίανση και συγχρόνως την ανάγκη ενίσχυσης των επιπέδων διατηρήσιμης ανάπτυξης. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης προσφέρει το σωστό πλαίσιο για ομαλή έξοδο από την κρίση. Όμως, για τη στήριξη του δυναμικού της οικονομικής ανάπτυξης της ΕΕ και της βιωσιμότητας των κοινωνικών μας μοντέλων, η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών προϋποθέτει ότι θα καθοριστούν προτεραιότητες και ότι θα γίνουν σκληρές επιλογές: ο συντονισμός σε επίπεδο ΕΕ θα διαδραματίσει καίριο ρόλο στο καθήκον αυτό και θα συμβάλει στην αντιμετώπιση των δευτερογενών αποτελεσμάτων.

Η πρόσφατη οικονομική κρίση και η πίεση που υφίσταται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρώπη ανέδειξαν σαφέστερα από ποτέ την αλληλεξάρτηση των οικονομιών της ΕΕ, ιδίως στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Υπήρξε υποστήριξη των κρατών μελών από το γεγονός ότι αποτελούσαν μέρος της ΕΕ, με μια ισχυρή εσωτερική αγορά 500 εκατομμυρίων ανθρώπων και ένα κοινό νόμισμα για δεκαέξι κράτη μέλη. Τα υφιστάμενα όργανα και οι μέθοδοι συντονισμού επέτρεψαν στην ΕΕ να συγκεντρώσει τις προσπάθειές της για ανάκαμψη και να ξεπεράσει μια θύελλα που κανένα κράτος μέλος δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μόνο του. Ωστόσο, αυτή η πρόσφατη εμπειρία ανέδειξε επίσης χάσματα και αδυναμίες στο σημερινό σύστημα, τονίζοντας την ανάγκη για ισχυρότερο και πιο έγκαιρο συντονισμό της πολιτικής, πρόσθετους μηχανισμούς πρόληψης και διόρθωσης και ένα μηχανισμό επίλυσης κρίσεων για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης.

Ανελήφθη επειγόντως δράση για την αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών της κρίσης με κατάληξη στις 9 Μαΐου όταν το έκτακτο Συμβούλιο Ecofin αποφάσισε, βάσει πρότασης της Επιτροπής, την καθιέρωση ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθεροποίησης και συμφώνησε για την ισχυρή δέσμευση για ταχεία δημοσιονομική σταθεροποίηση όπου ενδείκνυται. Πρέπει να υπάρξουν διδάγματα και να ληφθούν μέτρα ενίσχυσης του συστήματος οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ για το μέλλον. Στην παρούσα ανακοίνωση, η Επιτροπή ορίζει τρισκελή προσέγγιση για την ενίσχυση του συντονισμού της οικονομικής πολιτικής. Οι περισσότερες προτάσεις αναφέρονται στην ΕΕ συνολικά, προτείνεται, όμως, απαιτητικότερη προσέγγιση για την ευρωζώνη, βασισμένη στο άρθρο 136 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ανακοίνωση υποστηρίζει την πλήρη αξιοποίηση των μέσων εποπτείας που είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο της Συνθήκης. Όπου είναι απαραίτητο, τα υπάρχοντα μέσα πρέπει να τροποποιηθούν και να συμπληρωθούν. Η ανακοίνωση ζητεί ενίσχυση της συμμόρφωσης με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και επέκταση της εποπτείας και στις μακροοικονομικές ανισορροπίες. Για το σκοπό αυτό, προτείνει την καθιέρωση ενός Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής, έτσι ώστε τα κράτη μέλη να επωφεληθούν από τον έγκαιρο συντονισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατά την κατάρτιση των εθνικών τους προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών προϋπολογισμών τους και των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων. Τέλος, η ανακοίνωση ορίζει τις αρχές στις οποίες θα πρέπει να βασίζεται ένα ισχυρό πλαίσιο για τη διαχείριση κρίσεων από τα κράτη μέλη της ευρωζώνης.

Πρόκειται για φιλόδοξες και αναγκαίες ιδέες σχετικά με τις οποίες η Επιτροπή ζητεί τις απόψεις των κρατών μελών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των ενδιαφερομένων. Η Επιτροπή θα διατυπώσει, κατά τους επόμενους μήνες, νομοθετικές προτάσεις για την εφαρμογή των ιδεών αυτών.

II. Η παγκόσμια οικονομική κρίση τόνισε και ενίσχυσε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή οικονομία

Το δημόσιο χρέος δεν μειώθηκε αρκετά κατά την προηγούμενη δεκαετία. Δεν υπήρξε αρκετή αποφασιστικότητα για δημοσιονομική εξυγίανση, ιδίως κατά την περίοδο οικονομικής άνθησης. Σε ορισμένα κράτη μέλη, τα έσοδα ενισχύθηκαν προσωρινά από δραστηριότητες πλούσιες σε φόρους, ωθούμενες από μη βιώσιμη ραγδαία ανάπτυξη στην αγορά κατοικίας, τις κατασκευές και τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Δεδομένου ότι αυτές οι μακροχρηματοπιστωτικές ανισορροπίες οδήγησαν σε απότομη πτώση λόγω της κρίσης, τα φορολογικά έσοδα στα αντίστοιχα κράτη μέλη κατέρρευσαν, αποκαλύπτοντας ότι η βασική δημοσιονομική κατάσταση τους ήταν πολύ πιο αδύνατη από την προβλεπόμενη. Οι κρατικοί προϋπολογισμοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετακινήθηκαν από θέσεις κοντά στην ισορροπία (-0,8% του ΑΕΠ στην ΕΕ και -0,6% στην ευρωζώνη) το 2007 σε αναμενόμενο έλλειμμα που πλησιάζει το 7% του ΑΕΠ το 2010. Το δημόσιο χρέος συνεχίζει να αυξάνεται. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, το δημόσιο χρέος θα φθάσει σε 84% του ΑΕΠ το 2011 (88% στην ευρωζώνη), εκμηδενίζοντας τα αποτελέσματα είκοσι ετών εξυγίανσης. Σημαντικές υπό αίρεση υποχρεώσεις που συνδέονται με διασώσεις χρηματοπιστωτικών φορέων, που αντιπροσωπεύουν άλλες 25 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ στην ΕΕ, αποτελούν πρόσθετη πηγή ανησυχίας, επιπλέον των μακροχρόνια υφιστάμενων φορολογικών προκλήσεων λόγω της δημογραφικής γήρανσης .

Υπήρξαν και άλλες μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές ανισορροπίες που επιδείνωσαν ειδικότερα την ευπάθεια της οικονομίας της ευρωζώνης. Οι επίμονες αποκλίσεις ανταγωνιστικότητας και οι μακροοικονομικές ανισορροπίες στο εσωτερικό της ευρωζώνης αποτελούν κίνδυνο για τη λειτουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Κατά τα έτη που προηγήθηκαν της κρίσης, το χαμηλό κόστος της χρηματοδότησης ενίσχυσαν την κακή τοποθέτηση πόρων σε χρήσεις συχνά χαμηλής παραγωγικότητας, τροφοδοτώντας μη διατηρήσιμα επίπεδα κατανάλωσης, φούσκες στον στεγαστικό τομέα και τη συσσώρευση του εξωτερικού και εσωτερικού χρέους σε ορισμένα κράτη μέλη. Το κενό ανταγωνιστικότητας έφθασε σε πρωτοφανές υψηλό επίπεδο αμέσως πριν από την κρίση. Από ισοσκελισμένη θέση το 1999, τα πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην ευρωζώνη συσσωρεύονταν σταθερά για να φθάσουν σε 7,7% του ΑΕΠ το 2007, ενώ τα συνολικά ελλείμματα αυξήθηκαν από 3,5% του ΑΕΠ το 1999 σε 9,7% το 2007[1]. Η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση ενεργοποίησε μια μερική επανεξισορρόπηση των ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών. Αυτή όμως η επανεξισορρόπηση είναι μόνο εν μέρει διαρθρωτική. Απαιτείται σημαντικός επαναπροσανατολισμός της πολιτικής για να επιτευχθεί η απαραίτητη προσαρμογή από την άποψη των δαπανών και των αμοιβών, η διαρθρωτική μεταρρύθμιση και η ανακατανομή της απασχόλησης και του κεφαλαίου.

Η εξαιρετική κατάσταση στην Ελλάδα, όπου υπήρχε συνδυασμός χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής, ανεπαρκούς αντίδρασης στις εντεινόμενες ανισορροπίες, διαρθρωτικών αδυναμιών και υποβολής εσφαλμένων στατιστικών στοιχείων οδήγησε σε μια πρωτοφανή κρίση κρατικού χρέους. Αποκαλύφθηκε αιφνιδίως ότι η υφιστάμενη κατάσταση των δημόσιων οικονομικών οφειλόταν εν μέρει στην υποβολή εσφαλμένων στοιχείων στο παρελθόν, αλλά στην πραγματικότητα ήταν κυρίως αποτέλεσμα της ακατάλληλης δημοσιονομικής πολιτικής. Αν και η κατάσταση αυτή εν μέρει κατέστη δυνατή λόγω των ανεπαρκειών του υπάρχοντος πλαισίου οικονομικής εποπτείας, τονίζει σαφώς τη ζωτική σημασία της διασφάλισης αποτελεσματικής συμμόρφωσης με τους κανόνες. Αντιμετωπίζοντας μια πρωτοφανή κρίση δημόσιου χρέους, για την οποία η ευρωζώνη δεν διέθετε κανένα μέσο διόρθωσης, τα κράτη μέλη συμφώνησαν για μια δέσμη μέτρων για τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ευρώπη[2]. Η παρούσα ανακοίνωση σκοπό έχει να ενισχύσει αποφασιστικά το μηχανισμό εποπτείας μας προκειμένου να αποτραπεί εκ νέου κατάληξη κράτους μέλους σε παρόμοια κατάσταση. Όμως, η κρίση αναδεικνύει επίσης την ανάγκη για κατάλληλα εργαλεία για τη διαχείριση καταστάσεων που απειλούν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ευρωζώνης.

III. Ενίσχυση του συντονισμού της οικονομικής πολιτικής

III.1. Ενίσχυση της συμμόρφωσης με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και εμβάθυνση του συντονισμού της δημοσιονομικής πολιτικής

Οι κανόνες και οι αρχές του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι κατάλληλοι και έγκυροι. Αλλά, παρά το Σύμφωνο, τα κράτη μέλη δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν επαρκή προστατευτικά στοιχεία όταν οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές. Η ενίσχυση της προληπτικής διάστασης της δημοσιονομικής εποπτείας πρέπει να είναι αναπόσπαστο μέρος της στενότερης συνεργασίας της δημοσιονομικής πολιτικής. Επίσης, πρέπει να βελτιωθεί η συμμόρφωση με τους κανόνες και πρέπει να δοθεί περισσότερη σημασία στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

Η κατάρτιση και η αξιολόγηση των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης αποτελεί τον πυρήνα των εργασιών πρόληψης στο πλαίσιο του Συμφώνου. Ο αντίκτυπος και η αποτελεσματικότητά τους πρέπει να ενισχυθούν αποφασιστικά με την αύξηση της διάστασης για «εκ των προτέρων συντονισμό» της διαδικασίας, και με την αύξηση της ισχύος τους. Το πρώτο εξετάζεται κατωτέρω (στο τμήμα III.3) με την καθιέρωση ενός «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου». Το δεύτερο θα μπορούσε να επιτευχθεί, για παράδειγμα, με τη θέσπιση της δυνατότητας επιβολής τοκοφόρων καταθέσεων σε περίπτωση ανεπαρκών δημοσιονομικών πολιτικών όταν τα κράτη μέλη σημειώνουν ανεπαρκή πρόοδο προς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους τους σε περιόδους με καλές οικονομικές συνθήκες. Αυτό προϋποθέτει αλλαγή του παραγώγου δικαίου.

Εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια που θα αντικατοπτρίζουν καλύτερα τις προτεραιότητες της δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ . Τα κράτη μέλη πρέπει να ενθαρρυνθούν ώστε να ενσωματώσουν στην εθνική νομοθεσία τους το στόχο των υγιών δημόσιων οικονομικών που ορίζει η Συνθήκη. Ένα εθνικό δημοσιονομικό πλαίσιο είναι το σύνολο των στοιχείων που απαρτίζουν τη βάση της εθνικής δημοσιονομικής διακυβέρνησης, δηλ. το ειδικό για κάθε χώρα θεσμικό πλαίσιο πολιτικής που διαμορφώνει τη χάραξη δημοσιονομικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο. Για να δοθεί συγκεκριμένο νόημα στη συμπληρωματικότητα μεταξύ του δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ και των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων, η υποχρέωση που ορίζεται στο πρωτόκολλο αριθ. 12 ΣΛΕΕ να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη δημοσιονομικές διαδικασίες που εξασφαλίζουν συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις για δημοσιονομική πειθαρχία που υπέχουν βάσει της Συνθήκης, θα μπορούσε να εξειδικεύεται με νομοθετικές πράξεις που να επιβάλλουν νομικές δεσμεύσεις. Τέτοιου είδους πράξεις θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να επιβάλουν στα εθνικά πλαίσια να αντικατοπτρίζονται πολυετείς διαδικασίες στην κατάρτιση του προϋπολογισμού, ώστε να εξασφαλίζεται η επίτευξη των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων.

Η διαδικασία αντιμετώπισης του υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του διορθωτικού μέρους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Ωστόσο, η διορθωτική διάσταση που είναι ενσωματωμένη στη ΔΥΕ ενεργοποιείται πολύ αργά για να προσφέρει τα σωστά κίνητρα στα κράτη μέλη ώστε να αντιμετωπίσουν τις εμφανιζόμενες δημοσιονομικές ανισορροπίες. Η λειτουργία της ΔΥΕ θα μπορούσε να βελτιωθεί με την επιτάχυνση των διαδικασιών, ειδικότερα όσον αφορά τα κράτη μέλη που παραβιάζουν επανειλημμένα το Σύμφωνο. Αυτό προϋποθέτει αλλαγή του παραγώγου δικαίου.

Πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στο δημόσιο χρέος και τη βιωσιμότητα. Τα πρόσφατα γεγονότα κατέδειξαν όχι μόνο την ευπάθεια των κρατών μελών που εξυπηρετούν βαρύτατο δημόσιο χρέος, αλλά και τον δυνητικά αρνητικό διασυνοριακό αντίκτυπο. Το υψηλό επίπεδο χρέωσης επιβαρύνει τις μεσο - και μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης και στερεί τις κυβερνήσεις από τη δυνατότητα να εφαρμόζουν αξιόπιστες αντικυκλικές πολιτικές όταν αυτές είναι πιο απαραίτητες. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία αν ληφθούν υπόψη οι εντεινόμενες απειλές για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, συμπεριλαμβανομένων και όσων προέρχονται από τις πρόσφατες δέσμες μέτρων διάσωσης τραπεζών καθώς επίσης και από τη γήρανση του πληθυσμού.

Το κριτήριο του χρέους πρέπει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά στη διαδικασία αντιμετώπισης του υπερβολικού ελλείμματος. Η ΔΥΕ πρέπει να λαμβάνει καλύτερα υπόψη την αλληλεπίδραση μεταξύ του χρέους και του ελλείμματος για να βελτιώνονται τα κίνητρα για την εφαρμογή συνετών πολιτικών. Τα κράτη μέλη με λόγο χρέους μεγαλύτερο από το 60% του ΑΕΠ πρέπει να υπαχθούν στη ΔΥΕ εάν η πτώση του χρέους σε μια δεδομένη προηγούμενη περίοδο δεν φθάσει ένα συγκεκριμένο ορόσημο. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα πρέπει να αξιολογήσουν εάν το δημοσιονομικό έλλειμμα συνάδει με τη συνεχή και ουσιαστική μείωση του δημόσιου χρέους. Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι που προέρχονται από τις άμεσες και τις τεκμαρτές υποχρεώσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως σχετικός παράγοντας. Αντίστοιχα, η κατάργηση της ΔΥΕ για τα κράτη μέλη με χρέος που υπερβαίνει το όριο του 60% του ΑΕΠ πρέπει να εξαρτάται από την αξιολόγηση των προβλεπόμενων εξελίξεων και κινδύνων όσον αφορά το χρέος. Η προσέγγιση αυτή είναι πλήρως σύμφωνη με το άρθρο 126 της ΣΛΕΕ και θα απαιτήσει μερικές αλλαγές του παραγώγου δικαίου.

Για να εξασφαλιστεί η βελτίωση της συμμόρφωσης με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή στη χρήση του προϋπολογισμού της ΕΕ . Σήμερα, η αναστολή του ταμείου συνοχής, για το οποίο μόνο ένας περιορισμένος αριθμός κρατών μελών είναι επιλέξιμος, εξετάζεται μόνο σε προχωρημένο στάδιο της ΔΥΕ (άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ).

Πρέπει να εξεταστεί η ευρύτερη και πιο έγκαιρη χρήση των δαπανών του προϋπολογισμού της ΕΕ ως κίνητρο για τη συμμόρφωση όταν προετοιμάζονται οι αποφάσεις σχετικά με το επόμενο Δημοσιονομικό Πλαίσιο. Ο στόχος πρέπει να είναι η θέσπιση δίκαιων, έγκαιρων και αποτελεσματικών κινήτρων για τη συμμόρφωση με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Μπορεί να ενισχυθεί η τήρηση ορισμένων προϋποθέσεων και μπορεί να ζητηθεί από τα κράτη μέλη να επαναπροσανατολίζουν τη χρηματοδότηση για να βελτιώσουν την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών, μόλις διαπιστώνεται η ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος (σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ).

Η πολιτική συνοχής πρέπει να διαδραματίζει σαφέστερο ρόλο στην υποστήριξη των ενεργειών των κρατών μελών για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών αδυναμιών και των προκλήσεων ανταγωνιστικότητας. Η προσεχής 5η Έκθεση για τη Σύγκλιση θα υποβάλει προτάσεις για το θέμα αυτό, με σκοπό ιδίως την ενίσχυση των θεσμικών ικανοτήτων και της αποδοτικότητας των δημόσιων διοικήσεων.

Κατά τη διάρκεια του τρέχοντος Δημοσιονομικού Πλαισίου πρέπει να εξασφαλιστεί αυστηρότερη και βασισμένη στους κανόνες εφαρμογή της υπάρχουσας ανασταλτικής ρήτρας για τις υποχρεώσεις του ταμείου συνοχής σε περίπτωση επαναλαμβανόμενων παραβιάσεων του Συμφώνου.

Βελτίωση της λειτουργίας των υφιστάμενων μηχανισμών στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

- Αύξηση της αποτελεσματικότητας των αξιολογήσεων των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης μέσω της βελτίωσης του εκ των προτέρων συντονισμού

- Καλύτερη προσαρμογή των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων στις προτεραιότητες της δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ

Αντιμετώπιση του υψηλού δημόσιου χρέους και διαφύλαξη της μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής βιωσιμότητας

- Νέα έμφαση στο κριτήριο χρέους της Συνθήκης

- Μεγαλύτερη σημασία στην αλληλεπίδραση μεταξύ του χρέους και του ελλείμματος

Καλύτερα κίνητρα και κυρώσεις για τη συμμόρφωση με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

- Τοκοφόρες καταθέσεις σε περίπτωση ανεπαρκών φορολογικών πολιτικών

- Αυστηρότερη και υπό προϋποθέσεις χορήγηση κονδυλίων της ΕΕ για την εξασφάλιση καλύτερης συμμόρφωσης με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

- Ταχύτερη αντιμετώπιση τυχόν επαναλαμβανόμενων παραβιάσεων του Συμφώνου και αυστηρότερη χρήση του κανονισμού για το ταμείο συνοχής

III.2. Εξασφάλιση ευρύτερης εποπτείας των μακροοικονομικών εξελίξεων και των εξελίξεων σε θέματα ανταγωνιστικότητας στο εσωτερικό της ευρωζώνης

Η γενική στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση στην Ευρώπη με ορίζοντα το 2020 επικεντρώνεται στις μακροχρηματοπιστωτικές και διαρθρωτικές ανισορροπίες. Η Ευρώπη 2020 καθορίζει φιλόδοξη και γενική στρατηγική προς την κατεύθυνση της έξυπνης, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης για την οικονομία της ΕΕ. Στα πλαίσια της κρίσης δίνει νέα έμφαση στην αντιμετώπιση των αδυναμιών της Ευρώπης όσον αφορά την εποπτεία των μακροοικονομικών χρηματοπιστωτικών και διαρθρωτικών προκλήσεων. Λαμβάνοντας υπόψη τις βαθιές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές διασυνδέσεις στο εσωτερικό της ευρωζώνης και τον αντίκτυπό τους στο ενιαίο νόμισμα, η Ευρώπη 2020 υποστηρίζει την ανάπτυξη ενός συγκεκριμένου πολιτικού πλαισίου για την ευρωζώνη ώστε να αντιμετωπιστούν οι ευρύτερες μακροοικονομικές ανισορροπίες[3]. Συνεπώς, το Μάρτιο του 2010, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει μέχρι τον Ιούνιο του 2010 προτάσεις για την ενίσχυση του συντονισμού στο εσωτερικό της ευρωζώνης, αξιοποιώντας τα νέα μέσα οικονομικού συντονισμού που προσφέρει το άρθρο 136 της Συνθήκης (ΣΛΕΕ).

Η συσσώρευση μεγάλων και επίμονων μακροοικονομικών ανισορροπιών μεταξύ των κρατών μελών της ευρωζώνης μπορεί να υπονομεύσει τη συνεκτικότητα της ευρωζώνης και να παρακωλύσει την ομαλή λειτουργία της ΟΝΕ. Επομένως, για να αποτραπεί η εμφάνιση σοβαρών ανισορροπιών στο εσωτερικό της ευρωζώνης, είναι σημαντικό να εμβαθυνθεί η ανάλυση και να επεκταθεί η οικονομική εποπτεία πέρα από τη δημοσιονομική διάσταση για να αντιμετωπιστούν άλλες μακροοικονομικές ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και των βασικών διαρθρωτικών προκλήσεων. Προτείνεται να αναβαθμιστεί η επανεξέταση από ομοτίμους των μακροοικονομικών ανισορροπιών που πραγματοποιεί το Eurogroup σε ένα δομημένο πλαίσιο εποπτείας για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης με τη χρησιμοποίηση του άρθρου 136 ΣΛΕΕ. Αυτό το πλαίσιο θα συνεπάγεται βαθύτερη εποπτεία, απαιτητικότερο συντονισμό των πολιτικών και ισχυρότερη παρακολούθηση από την προβλεπόμενη στο πλαίσιο της Ευρώπης 2020 για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Όπως και στο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, που ισχύει επίσης για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, θα ισχύσουν αυστηρότεροι κανόνες για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης.

Η εποπτεία θα περιλάβει πίνακα επιδόσεων που θα δείχνει την ανάγκη για δράση. Θα καθοριστεί πίνακας επιδόσεων που θα παρακολουθείται τακτικά, ο οποίος θα αντικατοπτρίζει τόσο τις εξωτερικές όσο και τις εσωτερικές εξελίξεις. Ο εν λόγω πίνακας θα περιλαμβάνει δέσμη ενδεδειγμένων δεικτών και θα απεικονίζει, μεταξύ άλλων, τις εξελίξεις στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, τις καθαρές θέσεις ξένων περιουσιακών στοιχείων, την παραγωγικότητα, το κόστος εργασίας ανά μονάδα, την απασχόληση, και τις πραγματικές συναλλαγματικές ισοτιμίες, καθώς επίσης και το δημόσιο χρέος ,πιστωτική κατάσταση και τα περιουσιακά στοιχεία του ιδιωτικού τομέα. Θα είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ανιχνεύονται σε αρχικό στάδιο οι ραγδαίες αυξήσεις τιμών των περιουσιακών στοιχείων και η υπερβολική πιστωτική επέκταση για να αποτρέπονται οι δαπανηρές διορθώσεις των δημοσιονομικών και εξωτερικών ανισορροπιών σε μεταγενέστερο στάδιο. Η ανάλυση αυτή θα αποτελέσει τη βάση για τη διατύπωση συστάσεων για προληπτικά ή διορθωτικά μέτρα στο σχετικό κράτος μέλος ή κράτη μέλη.

Όσον αφορά την ευρωζώνη, η Επιτροπή θα αξιολογήσει επίσης τις μακροοικονομικές ανισορροπίες, τις εξελίξεις και τις προοπτικές συνολικά. Εξετάζοντας την ευρωζώνη συνολικά και την κάθε χώρα ξεχωριστά, η Επιτροπή θα αξιολογεί τον κίνδυνο όλων των πιθανών μορφών μακροοικονομικών ανισορροπιών που θέτουν σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία της ευρωζώνης. Σε κάθε σχετική περίπτωση, η Επιτροπή θα διενεργεί ενδελεχή ανάλυση του υφιστάμενου κινδύνου εμφάνισης ανισορροπιών. Η ανάλυση αυτή θα αποτελεί τη βάση για τους προσανατολισμούς των πολιτικών. Το Συμβούλιο, με ψήφο μόνο των μελών της ευρωζώνης, θα καλεί το σχετικό κράτος μέλος ή κράτη μέλη να λάβει(ουν) τα απαραίτητα μέτρα για τη διόρθωση της κατάστασης. Εάν το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη, σε καθορισμένο χρονικό πλαίσιο, δεν λάβει(ουν) τα κατάλληλα μέτρα για να διορθωθεί η υπερβολική ανισορροπία, το Συμβούλιο, για να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της ΟΝΕ, θα μπορεί να ενισχύσει την εποπτεία για το σχετικό κράτος μέλος και να αποφασίσει, με βάση πρόταση της Επιτροπής, να εκδώσει ακριβείς συστάσεις οικονομικής πολιτικής. Όπου είναι απαραίτητο, η Επιτροπή θα χρησιμοποιεί τη δυνατότητα που έχει να απευθύνει έγκαιρες προειδοποιήσεις απευθείας σε ένα κράτος μέλος της ευρωζώνης. Μπορούν επίσης να απευθύνονται συστάσεις, εάν και εφόσον χρειάζεται, στην ευρωζώνη συνολικά.

Απαιτούνται ενδεχομένως προληπτικές και διορθωτικές ενέργειες σε ένα ευρύ φάσμα τομέων πολιτικής για να επηρεάζονται αποτελεσματικά οι μακροοικονομικές ανισορροπίες και οι διαρθρωτικές αιτίες που τις προκαλούν. Σε αντίθεση με τη διόρθωση των υπερβολικών ελλειμμάτων, οι οικονομικές πολιτικές τείνουν να έχουν μόνο έμμεση και καθυστερημένη επίδραση στην ανάπτυξη των εξωτερικών ανισορροπιών. Επομένως, ανάλογα με τις συγκεκριμένες προκλήσεις της σχετικής οικονομίας, οι συστάσεις πολιτικής μπορούν να αφορούν τόσο την πλευρά των εσόδων όσο και την πλευρά των δαπανών της δημοσιονομικής πολιτικής (στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης), δεδομένου ότι η κρίση έδειξε ότι η εξέλιξη της σύνθεσης των δημοσίων εσόδων είναι επίσης σημαντικός και έγκαιρος δείκτης πιθανών ανισορροπιών. Στο πλαίσιο αυτό, οι συστάσεις θα μπορούσαν να αφορούν τη λειτουργία των αγορών εργασίας, προϊόντων και υπηρεσιών σύμφωνα με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών και της απασχόλησης. Οι συστάσεις θα πρέπει επίσης να καλύπτουν πτυχές μακροπροληπτικής εποπτείας για να αποτρέψουν ή να συγκρατήσουν την υπερβολική πιστωτική επέκταση ή τις ανεξέλεγκτες εξελίξεις των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τη μελλοντική ανάλυση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων.

Ενίσχυση και διεύρυνση της εποπτείας των μακροοικονομικών εξελίξεων στην περιοχή του ευρώ Με βάση τη στρατηγική Ευρώπη 2020, ανάπτυξη πλαισίου για την ενισχυμένη και διευρυμένη μακροοικονομική εποπτεία για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης με τη μορφή κανονισμού βασισμένου στο άρθρο 136 ΣΛΕΕ Ανάπτυξη πίνακα επιδόσεων με τους κατάλληλους δείκτες για τον εντοπισμό ορίων συναγερμού για σοβαρές ανισορροπίες Διατύπωση ειδικών συστάσεων για κάθε χώρα Προσφυγή σε επίσημες πράξεις του Συμβουλίου, όπου στο Συμβούλιο θα ψηφίζουν μόνο τα μέλη της ευρωζώνης |

- III.3. Ολοκληρωμένος συντονισμός της οικονομικής πολιτικής για την ΕΕ: το «Ευρωπαϊκό εξάμηνο»

Με σκοπό την επίτευξη πιο ολοκληρωμένης εποπτείας των οικονομικών πολιτικών, προτάθηκε στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Ευρώπη 2020 ο συγχρονισμός της αξιολόγησης των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών πολιτικών των κρατών μελών της ΕΕ. Το αποτέλεσμα της ευρύτερης μακροοικονομικής εποπτείας πρέπει να εμφανίζεται επίσης όταν διατυπώνονται συστάσεις δημοσιονομικής πολιτικής στο πλαίσιο του ΣΣΑ. Ειδικότερα, η εμφάνιση αρκετά μεγάλων μακροοικονομικών ανισορροπιών μπορεί να απαιτεί πιο φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους. Επίσης, κατά την αξιολόγηση του κινδύνου σοβαρών ανισορροπιών και τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την κατάλληλη πολιτική απάντηση, η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη τις σχετικές εισηγήσεις από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικών Κινδύνων. Οι προειδοποιήσεις και οι συστάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων που απευθύνονται σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη θα θεωρούνται θέμα κοινού ενδιαφέροντος, ενώ θα ασκείται η κατάλληλη πίεση από ομοτίμους για διορθωτικά μέτρα. Οι συνέργειες και η συνεκτικότητα μεταξύ των διαφορετικών σκελών της οικονομικής εποπτείας αναμένεται ότι θα διευκολυνθούν από έναν ολοκληρωμένο κύκλο εποπτείας στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού εξαμήνου.

Η πρόληψη είναι αποτελεσματικότερη από τη διόρθωση. Ο σημερινός κύκλος οικονομικής εποπτείας αποτελείται κυρίως από μια εκ των υστέρων αξιολόγηση της συμβατότητας των οικονομικών πολιτικών με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) και των γενικών προσανατολισμών των οικονομικών πολιτικών. Η ανύπαρκτη σήμερα διάσταση της εκ των προτέρων δημοσιονομικής και οικονομικής εποπτείας, θα επιτρέψει την ουσιαστική καθοδήγηση, λαμβάνοντας υπόψη την ευρωπαϊκή διάσταση, και τη συνακόλουθη μετατροπή της σε χάραξη εσωτερικής πολιτικής. Η διατύπωση πιο έγκαιρων συστάσεων ειδικών για κάθε χώρα θα ωφελήσει όλες τις πτυχές της εποπτείας - δημοσιονομικής, μακροχρηματοπιστωτικής και διαρθρωτικής.

Ένα σύστημα έγκαιρης εξέτασης από ομοτίμους των εθνικών προϋπολογισμών θα ανιχνεύει τις ασυνέπειες και τις εμφανιζόμενες ανισορροπίες. Για να εξασφαλιστούν αληθή και ακριβή στοιχεία, προϋπόθεση είναι να ενισχυθεί η εντολή της Eurostat να ελέγχει τις εθνικές στατιστικές σύμφωνα με τις πρόσφατες προτάσεις της Επιτροπής. Είναι σημαντικό να τεθεί γρήγορα σε ισχύ η πρόταση αυτή δεδομένου ότι αυτό θα βελτιώσει την ποιότητα των αναφορών σχετικά με τα δημόσια οικονομικά. Η πιο έγκαιρη αντιμετώπιση της συσσώρευσης δημοσιονομικών ανισορροπιών θα διευκολύνει την αντιστροφή τους και θα τις εμποδίζει να καταστούν σοβαρός κίνδυνος για τη μακροοικονομική σταθερότητα και τη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Η υποβολή των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης πρέπει να πραγματοποιείται το πρώτο εξάμηνο και όχι προς το τέλος του έτους όπως είναι η τρέχουσα πρακτική. Με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων των εθνικών Κοινοβουλίων, η έγκαιρη εξέταση από ομοτίμους θα παρέχει καθοδήγηση για την προετοιμασία των εθνικών προϋπολογισμών το επόμενο έτος.

Για την περιοχή του ευρώ πρέπει να πραγματοποιείται οριζόντια αξιολόγηση της κατάστασης των δημοσίων εσόδων βάσει των εθνικών προγραμμάτων σταθερότητας και των προβλέψεων της Επιτροπής. Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη συνολική κατάσταση σε περιπτώσεις σοβαρής οικονομικής πίεσης στην ευρωζώνη, όταν από σημαντικά μέτρα φορολογικής πολιτικής μεμονωμένων κρατών μελών ενδέχεται να προκληθούν σημαντικές υπερβάσεις. Σε περίπτωση προφανών ανεπαρκειών στα σχέδια προϋπολογισμού για το επόμενο έτος, θα μπορούσε να γίνεται σύσταση για αναθεώρηση των σχεδίων. Το Eurogroup πρέπει να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο σε αυτό το νέο σύστημα του ενισχυμένου συντονισμού και, όπου απαιτείται, να προσφεύγει στην επίσημη διαδικασία λήψης αποφάσεων όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισσαβόνας.

Το ευρωπαϊκό εξάμηνο πρέπει να ενσωματώνει τον κύκλο εποπτείας της δημοσιονομικής και διαρθρωτικής πολιτικής . Θα αρχίζει στις αρχές του έτους με μια οριζόντια αναθεώρηση στο πλαίσιο της οποίας το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, βασισμένο σε αναλυτική εισήγηση της Επιτροπής, θα προσδιορίζει τις κύριες οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ και η περιοχή του ευρώ και θα παρέχει στρατηγική καθοδήγηση σχετικά με τις πολιτικές. Τα κράτη μέλη θα λαμβάνουν υπόψη τα συμπεράσματα αυτής της οριζόντιας συζήτησης κατά την προετοιμασία των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισής (ΠΣΣ) και των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ). Τα ΠΣΣ και τα ΕΠΜ θα εκδίδονται ταυτόχρονα, επιτρέποντας να αντικατοπτρίζονται η ανάπτυξη και ο δημοσιονομικός αντίκτυπος των μεταρρυθμίσεων στη δημοσιονομική στρατηγική και τους στόχους. Τα κράτη μέλη θα ενθαρρύνονται επίσης, με πλήρη σεβασμό των εθνικών κανόνων και των διαδικασιών, να εξασφαλίζουν τη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων τους στη διαδικασία αυτή πριν από την υποβολή των ΠΣΣ και των ΕΠΜ για την πολυμερή εποπτεία σε επίπεδο ΕΕ. Το Συμβούλιο, με βάση την αξιολόγηση της Επιτροπής, θα εκδίδει στη συνέχεια την αξιολόγηση και την καθοδήγησή του σε περίοδο κατά την οποία οι σημαντικές δημοσιονομικές αποφάσεις θα βρίσκονται ακόμα σε προπαρασκευαστική φάση στο εθνικό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να εξασφαλίζεται και η συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Το «ευρωπαϊκό εξάμηνο» για τον καλύτερα εκ των προτέρων ολοκληρωμένο συντονισμό της δημοσιονομικής πολιτικής

- Ευθυγράμμιση της υποβολής και των συζητήσεων των ΠΣΣ και των ΕΠΜ για την αξιολόγηση της συνολικής οικονομικής κατάστασης και τη βελτίωση του συγχρονισμού με τους εθνικούς δημοσιονομικούς κύκλους

- Εξασφάλιση αποτελεσματικών και έγκαιρων συμβουλών πολιτικής από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο με βάση την αξιολόγηση της Επιτροπής

(Αποτελεσματικότερη ολοκληρωμένη εποπτεία, με όλα τα οφέλη της εξέτασης από ομοτίμους

III.4. Προς ένα ισχυρό πλαίσιο για τη διαχείριση κρίσεων για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης

Η εκδήλωση της ελληνικής κρίσης έδειξε ότι απαιτείται ισχυρό πλαίσιο για τη διαχείριση κρίσεων στα κράτη μέλη της περιοχής του ευρώ.

Πράγματι, ο οικονομικός κίνδυνος σε ένα κράτος μέλος μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ευρωζώνης συνολικά. Η κρίση έδειξε ότι το ισχυρό πλαίσιο για τη διαχείριση κρίσεων είναι απαραίτητο συμπλήρωμα των μέσων εποπτείας, πρόληψης και προσαρμογής που εξετάζονται παραπάνω. Η βοήθεια της ΕΕ για τη στήριξη του ισοζυγίου πληρωμών πρόσφερε κρίσιμη υποστήριξη στα κράτη μέλη εκτός ευρωζώνης που αντιμετώπιζαν οικονομικό κίνδυνο. Η αβεβαιότητα σχετικά με τη διαθεσιμότητα και τις μορφές της χρηματοδοτικής συνδρομής στην Ελλάδα επιδείνωσε τη μετάδοση του προβλήματος σε άλλα κράτη μέλη και έβαλε σε κίνδυνο τη συνολική οικονομική σταθερότητα στο εσωτερικό της ευρωζώνης.

Ένα σαφές και αξιόπιστο σύνολο διαδικασιών για την παροχή οικονομικής βοήθειας στα κράτη μέλη της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν σοβαρό οικονομικό κίνδυνο είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της οικονομικής σταθερότητας της περιοχής του ευρώ μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

Ένα πλαίσιο για καλά σχεδιασμένη και υπό όρους οικονομική βοήθεια αναμένεται ότι θα ενισχύσει την οικονομική σταθερότητα της ευρωζώνης αποφεύγοντας ταυτόχρονα τον ηθικό κίνδυνο. Στην καρδιά αυτού του μηχανισμού επίλυσης κρίσεων της ευρωζώνης είναι η αυστηρή τήρηση ορισμένων προϋποθέσεων και τα επιτόκια που παρέχουν κίνητρα για την επιστροφή στη χρηματοδότηση με βάση την αγορά, εξασφαλίζοντας παράλληλα την αποτελεσματικότητα της οικονομικής βοήθειας. Όταν αποτυγχάνει η πρόληψη των κρίσεων, και αυτό αποδεικνύεται από αντικειμενική ανάγκη χρηματοδότησης, η βοήθεια θα ενεργοποιείται ως τελευταία λύση, για να προστατευθεί η οικονομική σταθερότητα στην περιοχή του ευρώ συνολικά. Η βοήθεια θα συνοδεύεται από λεπτομερές και απαιτητικό πρόγραμμα πολιτικής με βάση την τήρηση ορισμένων προϋποθέσεων, που θα εξασφαλίζει ότι η περίοδος βοήθειας χρησιμοποιείται για να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες προσαρμογές (δημοσιονομικές και διαρθρωτικές) ώστε να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η φερεγγυότητα, για να διευκολυνθεί η ταχύτερη δυνατή επιστροφή στη χρηματοδότηση από την αγορά.

Η οικονομική βοήθεια πρέπει να παρέχεται υπό μορφή δανεισμού. Ο δανεισμός σε ένα κράτος μέλος της ευρωζώνης – σε αντιδιαστολή με την ανάληψη του χρέους του – δεν είναι σε αντίφαση με το άρθρο 125 ΣΛΕΕ. Το πρόγραμμα πολιτικής και η τήρηση ορισμένων προϋποθέσεων πρέπει να τεθούν στο πλαίσιο του άρθρου 136 ΣΛΕΕ. Η εμπειρία με τη βοήθεια της ΕΕ για τη στήριξη του ισοζυγίου πληρωμών για τα κράτη μέλη εκτός ευρωζώνης έχει δείξει ότι το ενιαίο πλαίσιο, βάσει του οποίου η ΕΕ εκδίδει χρέος για να χρηματοδοτούνται τα δάνεια έκτακτης ανάγκης, αποτελεί καλό συνδυασμό σχετικής αποδοτικότητας της διαχείρισης με πολιτική εποπτεία από το Συμβούλιο.

Η πολιτική με βάση την τήρηση ορισμένων προϋποθέσεων πρέπει να στοχεύει πρώτα στην αντιμετώπιση των υφιστάμενων ανισορροπιών στο πάσχον κράτος μέλος για να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της ΟΝΕ. Η τήρηση ορισμένων προϋποθέσεων θα αφορά συνήθως ένα κατάλληλο μείγμα δημοσιονομικής εξυγίανσης και ενίσχυσης της δημοσιονομικής διακυβέρνησης συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών πολιτικών. Θα αφορά επίσης τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα, στο βαθμό που εξ αυτού κίνδυνοι προκαλούν τα προβλήματα στα δημόσια οικονομικά, αλλά και ευρύτερες πολιτικές παρεμβάσεις για την αποκατάσταση της μακροοικονομικής σταθερότητας και της εξωτερικής βιωσιμότητας. Πέρα από τη δημοσιονομική διάσταση, πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων στον τομέα της ανταγωνιστικότητας και των υφιστάμενων διαρθρωτικών προκλήσεων. Αυτό συνεπάγεται στενότερη εποπτεία, πιο απαιτητική πολιτική συνεργασία και ισχυρότερη παρακολούθηση για να εξασφαλιστεί η ταχύτερη εφαρμογή των αναγκαίων δομικών μεταρρυθμίσεων.

Στις 9 Μαΐου, με βάση πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο ECOFIN αποφάσισε την καθιέρωση προσωρινού ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθεροποίησης για να αντιμετωπιστούν οι άμεσες ανάγκες της κρίσης. Αυτό αποτελούσε μέρος ευρύτερης δέσμης, που περιλάμβανε ισχυρές δεσμεύσεις για δημοσιονομική σταθεροποίηση όπου χρειάζεται και συμμετοχή του ΔΝΤ μέσω των συνηθισμένων μέσων του σε συμφωνία με τα πρόσφατα ευρωπαϊκά προγράμματα.

Αυτός ο μηχανισμός δημιουργήθηκε ως ανταπόκριση στις σημερινές έκτακτες συγκυρίες και αφορά συνολική οικονομική βοήθεια έως 500 δισ. ευρώ. Η οικονομική βοήθεια εξαρτάται από την τήρηση ορισμένων προϋποθέσεων, στα πλαίσια της κοινής υποστήριξης ΕΕ/ΔΝΤ, και θα έχει όρους και συνθήκες παρόμοιους με του ΔΝΤ. Ο μηχανισμός αυτός θα χρηματοδοτηθεί μέσω δύο συμπληρωματικών πηγών. Η πρώτη, που στηρίζεται σε έναν κανονισμό του Συμβουλίου βασισμένο στο άρθρο 122 παράγραφος 2, μπορεί να κινητοποιήσει μέχρι 60 δισεκατομμύρια ευρώ. Επιπλέον, τα κράτη μέλη της ευρωζώνης είναι σε ετοιμότητα, χάρη σε διακυβερνητική συμφωνία, να συμπληρώσουν τους πόρους μέσω ενός φορέα ειδικού σκοπού. Αυτός ο φορέας ειδικού σκοπού μπορεί να δανείζεται, χρησιμοποιώντας τις οικονομικές εγγυήσεις των συμμετεχόντων κρατών μελών, μέχρι 440 δισ. ευρώ.

Ο μηχανισμός αυτός τηρεί κατά ένα μεγάλο μέρος τις βασικές αρχές για έναν μόνιμο ισχυρό μηχανισμό επίλυσης κρίσεων . Επομένως, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρώτη προτεραιότητα πρέπει τώρα να είναι να καταστεί αυτός ο μηχανισμός πλήρως λειτουργικός. Με βάση αυτήν την εμπειρία, η Επιτροπή σκοπεύει μεσομακροπρόθεσμα να υποβάλει πρόταση για έναν μόνιμο μηχανισμό επίλυσης κρίσεων.

IV. επόμενα βήματα

Η Επιτροπή θα αναπτύξει τις προτάσεις μεταρρύθμισης που παρουσιάζονται στην παρούσα ανακοίνωση, σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της στο πλαίσιο της Συνθήκης. Η Επιτροπή θεωρεί σημαντικό να σημειωθεί ταχεία πρόοδος στο θεματολόγιο μεταρρυθμίσεων που εμφανίζεται στην παρούσα ανακοίνωση: η παρούσα οικονομική κατάσταση απαιτεί την άμεση δραστηριοποίηση για την εφαρμογή των μέτρων που προτείνονται για τη βελτίωση της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και της ευρωζώνης. Το πρώτο ευρωπαϊκό εξάμηνο αναμένεται ότι θα αρχίσει στην αρχή του 2011.

Η Επιτροπή είναι σε ετοιμότητα όσον αφορά την ταχεία παρακολούθηση με νομοθετικές προτάσεις , συμπεριλαμβανομένης της τροποποίησης των κανονισμών που υποστηρίζουν το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, για να ενισχύσει την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών στο εσωτερικό της ευρωζώνης, και να θεσπίσει ένα μονιμότερο πλαίσιο για τη διαχείριση κρίσεων.

[1] Οι λόγοι του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που παρουσιάζονται εδώ αντιστοιχούν στα συνδυασμένα πλεονάσματα της Γερμανίας, του Λουξεμβούργου, των Κάτω Χωρών, της Αυστρίας και της Φινλανδίας. Οι λόγοι του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αντιστοιχούν στα συνδυασμένα ελλείμματα της Ιρλανδίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Κύπρου και της Πορτογαλίας.

[2] Συμπεράσματα του Συμβουλίου Ecofin της 9ης Μαΐου 2010.

[3] Η Επιτροπή στο παρελθόν έχει επανειλημμένα υποστηρίξει την εμβάθυνση και διεύρυνση του οικονομικού συντονισμού στην ευρωζώνη, μεταξύ άλλων στην Ετήσια Δήλωση για τη Ζώνη του Ευρώ του 2009 και στην ανακοίνωση του 2008 με τίτλο: «ΟΝΕ@10 – επιτυχίες και προκλήσεις μετά από δέκα έτη λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης ».