21.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 116/6


ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑ ΜΕΤΑΞΫ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΠΊΣΤΕΥΣΗ, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΖΏΝΗΣ ΕΛΕΥΘΈΡΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΏΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΜΌΔΙΩΝ ΕΘΝΙΚΏΝ ΑΡΧΏΝ

2009/C 116/04

1.   ΓΕΝΙΚΑ

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (εφεξής «κανονισμός για τη διαπίστευση») εντάσσει την κοινοτική πολιτική στον τομέα της διαπίστευσης. Εισάγει ένα πλήρες νομικό πλαίσιο για την διαπίστευση το οποίο θεσπίζει σε κοινοτικό επίπεδο τις αρχές για τη λειτουργία και την οργάνωσή της. Επιβάλλει υποχρεώσεις στους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης, στα κράτη μέλη και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και καθορίζει τις αντίστοιχες αρμοδιότητες, καθώς και το συντονιστικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Συνεργασίας για τη Διαπίστευση (ΕΣΔ).

Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές εμπεριέχουν την πολιτική δέσμευση της ΕΣΔ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) και των αρμόδιων εθνικών αρχών. Προορίζονται να διευρύνουν και να ενισχύσουν τη συνεργασία ούτως ώστε να υλοποιηθούν οι εξελίξεις που πραγματοποιήθηκαν στην πολιτική και τη νομοθεσία, όπως η έκδοση του κανονισμού σχετικά με την διαπίστευση, και να εδραιωθεί ο ρόλος της διαπίστευσης και των οργανισμών διαπίστευσης στα κράτη μέλη της ΕΕ και της ΕΖΕΣ, καθώς και της ΕΣΔ με σκοπό την προετοιμασία μιας επιτυχούς εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές δεν εισάγουν κατά κανένα τρόπο νομικές ή χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις ή προϋποθέσεις. Αυτές καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ 765/2008 και στη σύμβαση-πλαίσιο εταιρικής σχέσης μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ΕΣΔ.

Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να καταστήσουν δυνατή την ομαλή μετάβαση στο νέο περιβάλλον το οποίο πρόκειται να δημιουργηθεί μετά την έκδοση του κανονισμού για τη διαπίστευση. Η έκδοσή του απαιτήθηκε λόγω της έλλειψης μιας κοινής νομικής βάσης για τη διαπίστευση, που είχε ως αποτέλεσμα διαφορετικές προσεγγίσεις και διαφορετικά συστήματα και κατά συνέπεια άνισο επίπεδο αυστηρότητας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και της ΕΖΕΣ. Η πρόταση, η έγκριση της οποίας ενθαρρύνθηκε επίσης με το ψήφισμα του Συμβουλίου της 10ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Ενίσχυση της εφαρμογής των οδηγιών της νέας προσέγγισης», πρέπει να οδηγήσει στην ανάπτυξη ενός πλήρους πλαισίου για την διαπίστευση που εξασφαλίζει όλο και μεγαλύτερη συνοχή, διαφάνεια και συνεργασία των υπηρεσιών διαπίστευσης εντός της ΕΕ και της ΕΖΕΣ.

Η Ευρωπαϊκή Συνεργασία για την Διαπίστευση (EA), αφενός, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) και οι αρμόδιες εθνικές αρχές, αφετέρου, επιβεβαιώνουν ότι η διαπίστευση είναι ανεξάρτητη και αυθεντική βεβαίωση, εκ μέρους των οργανισμών διαπίστευσης, όσον αφορά την ικανότητα, την αμεροληψία και την επαγγελματική ακεραιότητα των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης (CABs) και, επομένως, όσον αφορά την αξία και την αξιοπιστία των εκθέσεων δοκιμής και επιθεώρησης, των πιστοποιητικών βαθμολόγησης, των συστημάτων διαχείρισης, των πιστοποιητικών προϊόντων και προσωπικού και άλλων πιστοποιητικών που εκδίδονται σύμφωνα με τα εναρμονισμένα πρότυπα.

Η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές αναγνωρίζουν ότι η διαπίστευση χρησιμεύει ως διαπιστευτήριο για τους οργανισμούς που ασκούν δραστηριότητες στο επίπεδο της αξιολόγησης της συμμόρφωσης και αποτελεί επομένως μέσο για την απόκτηση εμπιστοσύνης εκ μέρους των χρηστών τους. Με αυτόν τον τρόπο συμβάλλει στην ενίσχυση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την ικανότητα των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και συνεπώς όσον αφορά τις βεβαιώσεις συμμόρφωσης που εκδίδονται από αυτούς. Η διαπίστευση εξασφαλίζει ότι οι οργανισμοί που συμμετέχουν στις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτουν τις απαραίτητες δεξιότητες και είναι επομένως θεμελιώδους σημασίας για την επίτευξη ενός πιο συνεκτικού επιπέδου απόδοσης.

Η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές αναγνωρίζουν ότι η διαπίστευση έχει επίδραση σε πολλούς τομείς δημόσιου ενδιαφέροντος, όπως η υγεία και η ασφάλεια, το περιβάλλον, η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας και άλλοι. Συμβάλλει στην ασφάλεια της αγοράς και εξασφαλίζει επομένως την εμπιστοσύνη των χρηστών στην ευρωπαϊκή αγορά πράγμα το οποίο είναι κρίσιμης σημασίας για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η διαπίστευση έχει χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για την αναγνώριση των τεχνικών δεξιοτήτων σε διαφόρους τομείς: παραδείγματα τέτοιων τομέων αποτελούν τα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, τα συστήματα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και οι δοκιμές για την ανάλυση των τροφίμων. Η διαπίστευση μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη δημόσια πολιτική και να χρησιμεύσει ως εργαλείο ζωτικής σημασίας για την υποστήριξη της νομοθεσίας και ιδιαίτερα της διαδικασίας κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης στα κράτη μέλη στο πλαίσιο των οδηγιών νέας προσέγγισης της ΕΕ. Η διαπίστευση κατ’ αυτό τον τρόπο εξασφαλίζει τη λειτουργία όλων των κοινοποιηθέντων οργανισμών σύμφωνα με τα ίδια πρότυπα.

Η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές αναγνωρίζουν ότι για να έχει η διαπίστευση προστιθέμενη αξία ως αυθεντικό επίπεδο ελέγχου πρέπει να εφαρμόζεται ως δραστηριότητα δημόσιας αρχής, να διεξάγεται με πλήρη συμμόρφωση προς τις εφαρμοστέες και εξελισσόμενες τεχνικές απαιτήσεις, υπό συνθήκες ανεξαρτησίας και υπευθυνότητας έναντι όλων των ενδιαφερομένων μερών, χωρίς υπεροχή κανενός επί μέρους συμφέροντος, ανεξάρτητη από εμπορική πίεση και χωρίς ανταγωνισμό μεταξύ των οργανισμών διαπίστευσης και των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, καθώς και μεταξύ των ίδιων των οργανισμών διαπίστευσης, τόσο στους τομείς που υπόκεινται όσο και στους τομείς που δεν υπόκεινται σε κανονιστικές ρυθμίσεις (προσανατολισμένους στην αγορά) για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης.

Η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές αναγνωρίζουν ότι η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών διαπίστευσης στον τομέα της αξιολόγησης της συμμόρφωσης συσχετίζεται με τη συνοχή του ευρωπαϊκού προτύπου διαπίστευσης ανεξάρτητα από τον τομέα πολιτικής. Το πρότυπο πρέπει να βασίζεται σε κοινές αρχές και να εφαρμόζεται ομοιόμορφα σε ολόκληρo τoν ΕΟΧ μέσω εναρμονισμένων τεχνικών κριτηρίων προσαρμοσμένων ειδικά στον εκάστοτε τομέα πολιτικής και στην εκάστοτε νομική πράξη.

Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές αποσκοπούν να βασιστούν στις σχέσεις που καθιερώθηκαν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για τη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της Ευρωπαϊκής Συνεργασίας για τη Διαπίστευση στον τομέα της αξιολόγησης της συμμόρφωσης που υπογράφτηκε το 1999, καθώς και του διακανονισμού συνεργασίας μεταξύ του Κοινού Κέντρου Ερευνών, το οποίο είναι Γενική Διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και της Ευρωπαϊκής Συνεργασίας για τη διαπίστευση σχετικά με την απόδειξη της αξιοπιστίας και της συγκρισιμότητας των χημικών μετρήσεων που υπογράφτηκε το 2005.

Δεδομένου ότι η κατάσταση σχετικά με την διαπίστευση έχει εξελιχθεί κατά τη διάρκεια των περασμένων ετών, η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν ότι οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να αποτελέσουν επικαιροποίηση των προαναφερθέντων υφισταμένων εγγράφων συνεργασίας, ούτως ώστε να ληφθεί υπόψη αυτή η εξέλιξη.

2.   Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ

Η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΖΕΣ θεωρούν ότι οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

Η διαπίστευση είναι από τη φύση της δραστηριότητα δημόσιας αρχής. Αυτή ακριβώς η φύση της έχει υλοποιηθεί μέσω διαφόρων ειδών διασυνδέσεων με τις εθνικές κυβερνήσεις χωρίς, εντούτοις, να αλλάζει ο βασικός χαρακτήρας της διαπίστευσης ως δραστηριότητας και αρμοδιότητας δημόσιας αρχής. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών έχει καταστεί προφανές ότι είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η δημόσια πτυχή της διαπίστευσης και να παγιωθεί η θέση των οργανισμών διαπίστευσης στα κράτη μέλη της ΕΕ και της ΕΖΕΣ, καθώς και η σχέση τους με τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

Ο χαρακτήρας δημόσιας αρχής στο εθνικό επίπεδο καθιερώνεται από διαφορετικές νομικές λύσεις για κάθε οργανισμό διαπίστευσης. Τα καθεστώτα διαφέρουν όπως και οι βαθμοί αρμοδιότητας και η έκταση των εντολών που τους ανατίθενται. Σήμερα είναι σαφές ότι οι οργανισμοί διαπίστευσης πρέπει να διαθέτουν καθεστώς σύμφωνα με το οποίο να μπορούν να θεωρούνται αρμόδιοι για την άσκηση δημόσιας εξουσίας.

Από τη δεκαετία του '70, όταν άρχισε η διαπίστευση να εφαρμόζεται από τις εθνικές αρχές ως μέσο για τον καθορισμό της αρμοδιότητας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, αναπτύχθηκαν διάφορες προσεγγίσεις και διάφορα συστήματα σε όλη την Ευρώπη και παγκοσμίως. Η πρώτη πρωτοβουλία για την προσέγγιση μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών διαπίστευσης σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο ήταν η ίδρυση της Western European Calibration Cooperation (WECC) το 1976 και στη συνέχεια η δημιουργία της Διεθνούς Ένωσης Διαπίστευσης Εργαστηρίων (ILAC) το 1977. Η Western European Laboratory Accreditation Cooperation (WELAC) συστάθηκε το 1987. Η WECC και η WELAC συγχωνεύθηκαν το 1994 για να αποτελέσουν την Ευρωπαϊκή Συνεργασία για τη Διαπίστευση των Εργαστηρίων (EAL). Εν τω μεταξύ, το 1991, συστάθηκε η European Accreditation of Certification (EAC). Στο διεθνές επίπεδο ιδρύθηκε επίσης το Διεθνές Φόρουμ Διαπίστευσης (IAF) στον τομέα της πιστοποίησης, που καλύπτει την διαπίστευση των οργανισμών πιστοποίησης και των οργανισμών επιθεώρησης. Το 1997 η EAL και η EAC συγχωνεύτηκαν για να δημιουργήσουν την ΕΣΔ, η οποίο στα τέλη του 2000 απέκτησε νομική προσωπικότητα. Η ΕΣΔ είναι καταχωρισμένη βάσει της ολλανδικής νομοθεσίας ως μη κερδοσκοπική ένωση η οποία συγκεντρώνει τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης που έχουν αρμοδιότητα δημόσιας αρχής στον τομέα της διαπίστευσης όλων των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Η συνεργασία σε ευρωπαϊκό (και διεθνές) επίπεδο μεταξύ των οργανισμών διαπίστευσης - που αποσκοπεί στην εναρμόνιση των κανόνων, των διαδικασιών και των πρακτικών διαπίστευσης για την προαγωγή και τη διευκόλυνση του ελεύθερου παγκόσμιου εμπορίου - πρέπει να συνοδεύεται και να υποστηρίζεται από ένα ευνοϊκό νομοθετικό περιβάλλον. Το εν λόγω μνημόνιο συμφωνίας απετέλεσε την πρώτη δημόσια αναγνώριση της ΕΣΔ.

Με τη συμφωνία ΕΟΧ, τα κράτη μέλη της ΕΖΕΣ που την υπέγραψαν δεσμεύτηκαν να συμμετέχουν στην Ενιαία Αγορά, με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις όπως και τα κράτη μέλη της ΕΕ. Δεδομένου ότι ο προτεινόμενος κανονισμός σχετικά με την διαπίστευση πρόκειται να αποτελέσει κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ, πρέπει να θεσπίσει για τη χρήση της διαπίστευσης στα κράτη μέλη της ΕΖΕΣ που είναι μέρη της συμφωνίας ΕΟΧ την ίδια νομική βάση με εκείνη που ισχύει στην ΕΕ.

Μια πολιτική διαπίστευσης σύμφωνη με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και η ανάπτυξη μιας ποιοτικής υποδομής πρέπει να είναι στόχοι πρωταρχικής σπουδαιότητας για την Τουρκία καθόσον είναι θεμελιώδους σημασίας για την τελωνειακή ένωση μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας και για την ορθή λειτουργία της.

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές επιθυμούν να επιβεβαιώσουν την αμοιβαία συμφωνία τους σχετικά με ορισμένους πολιτικούς στόχους και με το ρόλο της διαπίστευσης σ’ αυτό το πλαίσιο, με τις αρχές της σχέσης και της συνεργασίας τους, και σχετικά με τις παρούσες προθέσεις τους για την επίτευξη αυτών των στόχων.

3.   ΚΟΙΝΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμμερίζονται την άποψη ότι η διαπίστευση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εσωτερική αγορά και στην ποιότητα ζωής των ευρωπαίων πολιτών και ότι αποτελεί σημαντικό όργανο υποστήριξης της ευρωπαϊκής πολιτικής και νομοθεσίας, καθόσον εκφράζει το δημόσιο ενδιαφέρον, ειδικότερα κατά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας εναρμόνισης. Οι στόχοι της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη διαπίστευση είναι, επομένως, οι εξής:

Να συμμετέχει δραστήρια στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, διευκολύνοντας την ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών, εξασφαλίζοντας τη δυνατότητά τους να ικανοποιούν τις ανάγκες της ευρωπαϊκής οικονομίας και κοινωνίας, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και λοιπές πτυχές του δημοσίου συμφέροντος και ιδιαίτερα εξασφαλίζοντας ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας, της ασφάλειας, του περιβάλλοντος και των καταναλωτών.

Να συμβάλει στην εξάλειψη των τεχνικών εμπορικών φραγμών εμπνέοντας εμπιστοσύνη στις διαπιστευμένες υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και στα αντίστοιχα αποτελέσματα, εξαλείφοντας επομένως την ανάγκη για πολλαπλές διαπιστεύσεις και πολλαπλές αξιολογήσεις προϊόντων, συστημάτων ή υπηρεσιών σε κάθε χώρα στην αγορά της οποίας διατίθενται τέτοια προϊόντα και υπηρεσίες και, κατ' αυτό τον τρόπο, συμβάλλοντας στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Να διαδίδει και να προάγει το ευρωπαϊκό πρότυπο διαπίστευσης που βασίζεται στις αρχές ότι οι οργανισμοί διαπίστευσης ασκούν δημόσια εξουσία και ότι η διαπίστευση διεξάγεται ανεξάρτητα από εμπορικά κίνητρα και αποφεύγοντας τον ανταγωνισμό, τόσο μεταξύ των οργανισμών διαπίστευσης και των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσο και μεταξύ των ίδιων των οργανισμών διαπίστευσης.

Να διατηρήσει το ρόλο της διαπίστευσης ως κεντρικού στυλοβάτη της διαφάνειας και της εμπιστοσύνης που μπορούν να έχουν οι δημόσιες αρχές και η αγορά στους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης είτε αυτοί ασκούν δραστηριότητες σε τομείς που υπόκεινται είτε σε τομείς που δεν υπόκεινται σε κανονιστικές ρυθμίσεις.

Να αποτελεί το τελευταίο και αυθεντικό επίπεδο ελέγχου των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά την τεχνική ικανότητα και την επαγγελματική ακεραιότητα των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτως να εξασφαλίζεται αμοιβαία εμπιστοσύνη.

Να παρουσιάζει ευελιξία στις προσαρμογές και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της αγοράς, καθώς και στις ανάγκες των εθνικών δημόσιων αρχών και να χρησιμεύσει από αυτή την άποψη ως ουσιαστικό εργαλείο για την υποστήριξη των αποφάσεων των εθνικών δημόσιων αρχών, συγκεκριμένα στις περιπτώσεις που η διαπίστευση διεξάγεται για την υποστήριξη της κοινοτικής νομοθεσίας, όπως για μια δικαιολογημένη επιλογή των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης να κοινοποιούνται ως όργανα ικανά να ασκούν καθήκοντα σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

Να ενισχύει περαιτέρω έναν ουσιαστικότερο και ίσο βαθμό αυστηρότητας των υπηρεσιών διαπίστευσης εντός των κρατών μελών της ΕΕ και της ΕΖΕΣ μέσω της ανάπτυξης ενός πλήρους πλαισίου για την διαπίστευση με στόχο την αύξηση της συνοχής, της ισοδυναμίας, της διαφάνειας και της συνεργασίας των υπηρεσιών διαπίστευσης, είτε αυτές ασκούν δραστηριότητες σε τομείς που υπόκεινται είτε σε τομείς που δεν υπόκεινται σε κανονιστικές ρυθμίσεις, λαμβάνοντας υπόψη την ελευθερία των προσώπων που αναπτύσσουν δραστηριότητες στον εθελοντικό τομέα να τις χρησιμοποιούν.

Να επιδιώκει μέσω των οργανισμών διαπίστευσης αποτελέσματα προσανατολισμένα στην παραγωγή, στην ποιότητα και στην εναρμόνιση της απόδοσης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τόσο τους υπεύθυνους λειτουργίας των συστημάτων όσο και τα αποτελέσματα των συστημάτων, χάρη σε ένα ισχυρό, αποτελεσματικό και λειτουργικό μηχανισμό αξιολόγησης μεταξύ ισότιμων οργανισμών, με δίκαια και διαφανή κριτήρια και διαδικασίες αξιολόγησης.

Να αναπτύσσει συνεχώς και να αυξάνει τις κατάλληλες γνώσεις, τις δεξιότητες και τα μέσα που οι οργανισμοί διαπίστευσης πρέπει να διαθέτουν ούτως ώστε να είναι σε θέση να αξιολογούν κατάλληλα την ικανότητα ενός οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προσδιορίζοντας τις τεχνολογικές γνώσεις και την πείρα του, καθώς και την ικανότητά του να διεξάγει αξιολογήσεις σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ισχύουν, τόσο ανά τομέα όσο και ανά νομοθετική πράξη.

Να ενθαρρύνει τους διαπιστευμένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης να αναπτύσσουν συνεχώς και να αυξάνουν τις κατάλληλες γνώσεις τους, τις δεξιότητες και τα μέσα που πρέπει να διαθέτουν για να είναι σε θέση να παρέχουν αξιόπιστες και αναγνωρισμένες υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Να υποστηρίζει ένα υψηλό επίπεδο ποιότητας για όλες τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, είτε αυτές διεξάγονται κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας είτε όχι, και να επιβάλλει τη διαφάνεια κατά τη διεξαγωγή αυτών των δραστηριοτήτων. Για το σκοπό αυτό, η συμμετοχή των σχετικών ενδιαφερομένων μερών στην ανάπτυξη της πολιτικής για τη διαπίστευση είναι ουσιώδους σημασίας ούτως ώστε να εξασφαλίζεται γενική αποδοχή και συνεπής προσέγγιση.

Να προάγει, σε στενή συνεργασία με τις εθνικές δημόσιες αρχές των κρατών μελών της ΕΕ και της ΕΖΕΣ, τη διεξαγωγή της διαπίστευσης σε νέους τομείς και πεδία δραστηριότητας όπου το δυναμικό της διαπίστευσης δεν έχει ακόμη τύχει πλήρους εκμετάλλευσης, ιδιαίτερα στους τομείς που υπόκεινται σε κανονιστικές ρυθμίσεις.

Να συμβάλλει στην ανάπτυξη της διαπίστευσης σε διεθνές επίπεδο, ειδικά με την προοπτική της ενίσχυσης των πτυχών δημοσίου συμφέροντος της διαπίστευσης και με την προοπτική της προαγωγής της αμοιβαίας αποδοχής και αναγνώρισης των πιστοποιητικών διαπίστευσης και της αντιστοιχίας των αποτελεσμάτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης παγκοσμίως.

Να προάγει την αμοιβαία αναγνώριση των εκθέσεων δοκιμής και επιθεώρησης, των πιστοποιητικών και άλλων δικαιολογητικών που εκδίδονται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναγνωρίζονται σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ ή της ΕΖΕΣ ούτως ώστε να μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ευρώπη και παγκοσμίως χωρίς αδικαιολόγητους περιορισμούς στις δραστηριότητές τους.

Να παρέχει στις υποψήφιες χώρες, τις πιθανές υποψήφιες χώρες και τις γειτονικές χώρες ένα σημαντικό εργαλείο για την ενίσχυση της προσαρμογής των οικονομιών τους στην κοινοτική αγορά και να προάγει την τεχνική συνεργασία, τη βοήθεια και τη σύναψη συμφωνιών αμοιβαίας αναγνώρισης (MRAs) με τρίτες χώρες.

Να προάγει την έρευνα και την ανάπτυξη, που απεικονίζουν την ταχεία ανάπτυξη των τεχνολογιών και των βιομηχανικών διαδικασιών και υπηρεσιών, σε όλους τους τομείς της αξιολόγησης της συμμόρφωσης και να υποστηρίζει τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων διασύγκρισης και εξετάσεων επαγγελματικής καταλληλότητας που παρέχουν αποτελεσματική ένδειξη της ποιότητας των αποτελεσμάτων των διαπιστευμένων δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

4.   ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, η ΕΣΔ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές έχουν συμφωνήσει από κοινού ότι:

Οι σχέσεις μεταξύ ΕΣΔ και δημόσιων αρχών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και με τις εθνικές δημόσιες αρχές, πρέπει να βασίζονται στην αναγνώριση των κοινών στόχων που καθορίζονται λεπτομερώς στο τμήμα 3 ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις επιμέρους ευθύνες και αρμοδιότητές τους. Υπογραμμίζουν ότι ένας μόνιμος, ανοικτός και διαφανής διάλογος μεταξύ τους αποτελεί θεμελιώδη βάση συνεργασίας.

Οι εθνικοί οργανισμοί που είναι μέλη της ΕΣΔ έχουν ρόλο ζωτικής σημασίας στη συνεργασία μεταξύ ΕΣΔ, Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κρατών μελών της ΕΖΕΣ και αρμόδιων εθνικών αρχών. Η συνεργασία μεταξύ όλων των σχετικών οργανισμών και η κοινή κατανόηση των στόχων που καθορίζονται στο τμήμα 3 ανωτέρω είναι ουσιαστικής σημασίας για να έχουν επιτυχία οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές.

Οι εσωτερικοί κανόνες της ΕΣΔ πρέπει να εξασφαλίζουν ότι, είτε στους τομείς που υπόκεινται είτε στους τομείς που δεν υπόκεινται σε κανονιστικές ρυθμίσεις, τα ενδιαφερόμενα μέρη της διαπίστευσης εκπροσωπούνται κατάλληλα, ούτως ώστε να λαμβάνεται υπόψη ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο φάσμα απόψεων κατά την κατάρτιση των κατευθυντηρίων γραμμών διαπίστευσης και άλλων εγγράφων και να είναι οι διαδικασίες ανοικτές και διαφανείς.

Κατά την ανάπτυξη και την εφαρμογή της πολιτικής για τη διαπίστευση πρέπει να εξασφαλίζεται η συνοχή και η ομοιομορφία, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και εθνικό επίπεδο, με την καθιέρωση αποτελεσματικών διαύλων επικοινωνίας και με τη δέσμευση για δραστήρια ανταλλαγή πληροφοριών.

Είναι ουσιώδους σημασίας να καταβάλλονται προσπάθειες για την άμεση και κατάλληλη ανταπόκριση στις ποικίλλουσες ανάγκες της αγοράς σε διαφόρους τομείς και στις ανάγκες των εθνικών δημόσιων αρχών, οι οποίες αναμένεται να προσφεύγουν στην διαπίστευση όσο το δυνατόν περισσότερο, ιδιαίτερα για την υποστήριξη της κοινοτικής νομοθεσίας.

5.   ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στα ανωτέρω τμήματα, η ΕΣΔ αναμένει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΖΕΣ και τις αρμόδιες εθνικές αρχές:

Να διατηρούν ένα διαφανές νομικό και πολιτικό πλαίσιο για την διαπίστευση ως εργαλείο ανάπτυξης της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας στην αξιολόγηση της συμμόρφωσης και αμοιβαίας αναγνώρισης των αντίστοιχων αποτελεσμάτων.

Να εφαρμόζουν τη διαπίστευση εφόσον είναι σκόπιμο για την υποστήριξη της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας και των κοινοτικών πολιτικών, και για την προαγωγή της προσφυγής στη διαπίστευση για τους ίδιους λόγους.

Να προάγουν, στις διεθνείς σχέσεις, το ευρωπαϊκό πρότυπο διαπίστευσης που βασίζεται στις αρχές ότι οι οργανισμοί διαπίστευσης ασκούν δημόσια εξουσία και ότι η διαπίστευση διεξάγεται ανεξάρτητα από εμπορικά κίνητρα και αποφεύγοντας τον ανταγωνισμό.

Να διαβουλεύονται και να συνεργάζονται με την ΕΣΔ, καθώς και να επιζητούν τη συμμετοχή της ΕΣΔ, όσον αφορά τεχνικά θέματα σχετικά με την ομοιόμορφη εφαρμογή και λειτουργία της κοινοτικής νομοθεσίας και πολιτικής στον τομέα της αξιολόγησης της συμμόρφωσης και σχετικά με τη διαπίστευση, ιδιαίτερα με σκοπό την προαγωγή μιας εναρμονισμένης, συνεπούς και αξιόπιστης εφαρμογής των σχετικών προτύπων σύμφωνα με την κοινοτική πολιτική και νομοθεσία.

Να απευθύνονται στην ΕΣΔ για την επίλυση τεχνικών ζητημάτων ή για την παροχή απαραίτητης εμπειρογνωμοσύνης σε βάση ad hoc, κατά την ανάπτυξη ειδικών ρυθμίσεων προς υποστήριξη κοινοτικών πρωτοβουλιών.

Να εξασφαλίζουν τη δυνατότητα αποτελεσματικών συνεισφορών της ΕΣΔ σε διάφορες τομεακές ομάδες εργασίας, αρμόδιες για την ανάπτυξη και την εφαρμογή κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την διαπίστευση, και να απευθύνονται στην ΕΣΔ για την ανάπτυξη και την αναθεώρηση τομεακών συστημάτων διαπίστευσης, τα οποία πρέπει να πληρούν εξειδικευμένες και λεπτομερείς προϋποθέσεις σχετικές με την τεχνολογία ή την υγεία και την ασφάλεια ή το περιβάλλον στους τομείς που καλύπτονται από την κοινοτική νομοθεσία.

Να καθιστούν προσιτές στην ΕΣΔ — εφόσον είναι σκόπιμο — τις δεξιότητες που διαθέτει το Κοινό Κέντρο Ερευνών, ιδιαίτερα το Ινστιτούτο υλικών και μετρήσεων αναφοράς (ΙΥΜΑ) που υπάγεται σ’ αυτό, όσον αφορά τη βελτίωση της ποιότητας των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Να προσφεύγουν συστηματικά στην ΕΣΔ κατά τις διεθνείς διαπραγματεύσεις τους με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, καθώς και κατά την εφαρμογή εμπορικών συμφωνιών με τρίτες χώρες, εφόσον τίθεται θέμα σχετικά με την ποιότητα της αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την ικανότητα των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και διαπίστευσης.

Να επιδιώκουν, εφόσον είναι σκόπιμο, τις συμβουλές και την ενεργητική συνεργασία της ΕΣΔ για την κατάρτιση και την εφαρμογή ευρωπαϊκών προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας προς τρίτες χώρες, και προγραμμάτων συνεργασίας με τρίτες χώρες στους τομείς της διαπίστευσης και της αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Να διευκολύνουν, στο μέτρο του δυνατού, μια συντονισμένη προσέγγιση της διαπίστευσης μεταξύ της ΕΣΔ και των οργανισμών που συμμετέχουν σ’ αυτήν, καθώς και των αρμόδιων εθνικών δημόσιων αρχών, ιδιαίτερα όσον αφορά την υποστήριξη της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας.

Να προάγουν εντός των υπηρεσιών τους τη διάδοση των γνώσεων για την διαπίστευση και το δυναμικό της.

Να υποστηρίζουν την ΕΣΔ στο ρόλο της στην προαγωγή του ευρωπαϊκού προτύπου της διαπίστευσης στα διεθνή φόρουμ διαπίστευσης, όπως η ILAC και η IAF, και σε άλλες περιφερειακές οργανώσεις συνεργασίας για τη διαπίστευση.

Να υποστηρίζουν την ΕΣΔ στις προσπάθειες για την αύξηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της λειτουργίας της, ως οργάνωσης συνεχώς βελτιούμενης με όλο και περισσότερο επαγγελματικό χαρακτήρα.

Από πλευράς τους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΖΕΣ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές αναμένουν από την ΕΣΔ:

Να εξακολουθήσει να χρησιμεύει ως δίκτυο συνεργασίας των ευρωπαϊκών εθνικών οργανισμών διαπίστευσης για την προαγωγή της ισοδυναμίας, της διαφάνειας, της συνέπειας και της αποτελεσματικότητας της διαπίστευσης που διεξάγεται σε όλη την ΕΕ και την ΕΖΕΣ και εκτός αυτών.

Να υπηρετεί τη δημόσια αποστολή της δημιουργίας και της διατήρησης της εμπιστοσύνης στους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης και στα αποτελέσματά τους και να προαγάγει ένα σύστημα χαρακτηριζόμενο από διαφάνεια και ποιότητα για την αξιολόγηση της ικανότητάς τους.

Να θέσει σε λειτουργία ένα αυστηρό, διαφανές και ομοιόμορφο ευρωπαϊκό σύστημα αξιολόγησης βάσει εμπειρογνωμοσύνης και να το βελτιώνει συνεχώς. Πρέπει να επιβεβαιώνει ότι οι οργανισμοί διαπίστευσης που έχουν υποβληθεί επιτυχώς σε αξιολόγηση βάσει εμπειρογνωμοσύνης διαθέτουν την απαραίτητη τεχνική πείρα και τις ικανότητες να αξιολογούν, να βεβαιώνουν και να ελέγχουν τακτικά την τεχνική ικανότητα των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ιδιαίτερα εφόσον τα μέλη της ευρωπαϊκής υποδομής διαπίστευσης διεξάγουν διαπίστευση για την υποστήριξη της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας.

Να εξασφαλίζει ότι η αξιολόγηση βάσει εμπειρογνωμοσύνης μεταξύ των μελών της διενεργείται κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα αποτελέσματα να μπορούν να είναι ισοδύναμα σε όλη την ΕΕ και την ΕΖΕΣ, να δημοσιοποιούνται και να δικαιολογούνται με δίκαια και διαφανή κριτήρια και διαδικασίες αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένων των κατάλληλων διαδικασιών προσφυγής. Η αξιολόγηση βάσει εμπειρογνωμοσύνης πρέπει επίσης να χρησιμεύει ως εργαλείο συγκριτικής αξιολόγησης για να προωθείται η περαιτέρω βελτίωση.

Να καθιερώσει κατάλληλο σύστημα κατάρτισης για τους αξιολογητές ούτως ώστε να εξασφαλίζονται αξιόπιστες, δίκαιες και συνεπείς αξιολογήσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολόγησης βάσει εμπειρογνωμοσύνης.

Να εξασφαλίζει ότι οι οργανισμοί που συμμετέχουν σ’ αυτήν είναι πλήρως υπεύθυνοι έναντι όλων των ενδιαφερομένων μερών, διεξάγουν τη διαπίστευση ως μη κερδοσκοπική δραστηριότητα, δεν υπεισέρχονται σε δραστηριότητες τις οποίες εκτελούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης και δεν ανταγωνίζονται άλλους οργανισμούς διαπίστευσης. Μέσω των μελών της, η ΕΣΔ πρέπει επίσης να εξασφαλίζει ότι δεν επιβάλλονται περιττές οικονομικές επιβαρύνσεις στους οικονομικούς φορείς από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αυτή έχει διαπιστεύσει. Επιπλέον οι διαπιστευμένοι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης πρέπει, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους, να λαμβάνουν υπόψη την ποικιλομορφία των επιχειρήσεων, το μέγεθός τους και τη φύση των δραστηριοτήτων τους, χωρίς μείωση του απαραίτητου επιπέδου προστασίας ή ποιότητας που απαιτείται. Πρέπει επίσης να πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις εμπιστευτικότητας. Ομοίως, οι οργανισμοί που είναι μέλη της ΕΣΔ αναμένεται να χρησιμοποιούν την απαραίτητη τεχνική πείρα και τις ικανότητες αξιολόγησης και πιστοποίησης της τεχνικής ικανότητας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, καθώς και να ελέγχουν τακτικά τους διαπιστευμένους οργανισμούς. Εφόσον αυτό σχετίζεται με τους οργανισμούς που ασκούν δραστηριότητες για την υποστήριξη της κοινοτικής νομοθεσίας, πρέπει να εξασφαλίζεται ο απαραίτητος συντονισμός με τις εθνικές αρχές των κρατών μελών της ΕΕ και της ΕΖΕΣ, λαμβάνοντας υπόψη το διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων των οργανισμών που είναι μέλη της ΕΣΔ από τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα άλλων εθνικών αρχών.

Να καθιστά δυνατή την ανταλλαγή των πληροφοριών σε ζητήματα διαπίστευσης σχετικά ιδιαίτερα με θέματα έρευνας και ανάπτυξης. Η ΕΣΔ πρέπει να βοηθά το Κοινό Κέντρο Ερευνών και το ΙΥΜΑ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων και στην πρακτική ρύθμιση των πανευρωπαϊκών διεργαστηριακών συγκρίσεων και των δραστηριοτήτων κατάρτισης. Εφόσον είναι σκόπιμο, η ΕΣΔ αναμένεται να ενθαρρύνει την ανάπτυξη τεχνικών μεθόδων εξέτασης της επαγγελματικής επάρκειας και την παροχή αυτών. Επιπλέον η ΕΣΔ πρέπει να συνεργάζεται, όποτε είναι απαραίτητο και σκόπιμο, με το Κοινό Κέντρο Ερευνών και το ΙΥΜΑ σε περίπτωση πρωτοβουλιών που αποσκοπούν στη διάδοση των μετρολογικών γνώσεων και πρακτικών μέσω της διαπίστευσης και των διαπιστευμένων υπηρεσιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Να παρέχει άμεση βοήθεια στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΖΕΣ, καθώς και τις εθνικές αρχές των κρατών μελών όσον αφορά δραστηριότητες σχετικές με τις κοινοτικές αρμοδιότητες.

Να ανταποκρίνεται άμεσα και κατάλληλα στις ποικίλες ανάγκες της αγοράς στους διαφόρους τομείς και στις ανάγκες των εθνικών δημόσιων αρχών, κυρίως όσον αφορά την εφαρμογή και την ανάπτυξη της κοινοτικής νομοθεσίας. Η ΕΣΔ πρέπει να προσδιορίζει και να βελτιώνει την επίγνωση της έλλειψης εργαλείων για δραστηριότητες που συνδέονται με την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας και, εφόσον είναι σκόπιμο, να συμμετέχει, κατόπιν αιτήσεως, στην ανάπτυξή τους.

Να λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συμβουλές και την καθοδήγηση που προσφέρονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΖΕΣ, μετά από διαβουλεύσεις με τις εθνικές αρχές των κρατών μελών, για πολιτικά θέματα σχετικά με την διαπίστευση.

Να ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΖΕΣ για τις πολιτικές και τις δραστηριότητες που ευρίσκονται υπό ανάπτυξη και είναι αμοιβαίου ενδιαφέροντος και να υποβάλλει τακτικά έκθεση σχετικά με την ανάπτυξη στρατηγικής και τη χάραξη πολιτικής εκ μέρους της ΕΣΔ.

Να συνεργάζεται με τα ενδιαφερόμενα και τα συμβαλλόμενα μέρη και να καθιερώσει και να διατηρεί κατάλληλο μηχανισμό για τη δημοσιοποίηση των απόψεών τους.

Να διασφαλίζει την ευθύτητα, τη διαφάνεια και την ισοδυναμία των διαδικασιών της, καθώς και την ικανότητά της διεξαγωγής των διαδικασιών της. Ειδικότερα, η διαδικασία για την προετοιμασία των κατευθυντηρίων γραμμών πρέπει να είναι ανοικτή στις απόψεις και τις συνεισφορές όλων των οργανισμών που αντιπροσωπεύουν τα ενδιαφερόμενα συμβαλλόμενα μέρη. Πρέπει να εξασφαλίζει την τακτική παροχή πληροφοριών στις εθνικές αρχές και τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, καθώς επίσης και τη συνοχή σε διεθνές επίπεδο, εφόσον είναι σκόπιμο.

Να δεσμεύεται για την παροχή αποδοτικής και υψηλής ποιότητας διαπίστευσης που να προσδίδει προστιθέμενη αξία τη σε ολόκληρη αγορά αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ειδικότερα, η ΕΣΔ και τα μέλη της αναμένεται να αναπτύσσουν και να εφαρμόζουν κατάλληλες στρατηγικές και διαδικασίες για τη συνεχή βελτίωση από άποψη αποδοτικότητας και ικανότητας.

Να συμμετέχει ενεργητικά στις δραστηριότητες των διεθνών οργανισμών στον τομέα της διαπίστευσης και να υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με αυτές τις δραστηριότητες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΖΕΣ.

Να δεσμεύεται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο για να ρυθμίζει τους υπάρχοντες κανόνες για μια επιτυχή αξιολόγηση βάσει εμπειρογνωμοσύνης ώστε μπορεί να διεξάγεται η διαδικασία αξιολόγησης βάσει εμπειρογνωμοσύνης σε όλους τους οργανισμούς διαπίστευσης που είναι αναγνωρισμένοι σε εθνική κλίμακα, σε όλους τους τεχνικούς τομείς, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους και τον αριθμό των διαπιστευμένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Να αναλαμβάνει και να υποστηρίζει ενέργειες για τη βελτίωση της διαφάνειας της ευρωπαϊκής διαπίστευσης και να προωθεί το ευρωπαϊκό πρότυπο διαπίστευσης.

Να ενθαρρύνει την πρόοδο των οργανισμών διαπίστευσης στις χώρες που έχουν υποβάλει αίτηση προσχώρησης στην ΕΕ ή την ΕΖΕΣ, ενόψει της πλήρους συμμετοχής τους και της επίτευξης συμμετοχής τους στην ΕΣΔ. Να αναγνωρίζει πλήρη ιδιότητα μέλους εφόσον πληρούνται οι κατάλληλες και εγκεκριμένες προϋποθέσεις. Να ενθαρρύνει την ανάπτυξη υποδομών ποιότητας στις συγκεκριμένες χώρες.

Να συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΖΕΣ και τις αρμόδιες εθνικές αρχές για την ανάπτυξη και την εφαρμογή των προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας και συνεργασίας με τρίτες χώρες της Κοινότητας και της ΕΖΕΣ.