8.7.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 184/119


Παρασκευή, 24 Απριλίου 2009
Διαμόρφωση της γενικής εικόνας προσώπου, ιδίως βάσει της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, στο πλαίσιο των αντιτρομοκρατικών ενεργειών, της εφαρμογής του νόμου, του ελέγχου της μετανάστευσης, των τελωνειακών υπηρεσιών και των ελέγχων στα σύνορα

P6_TA(2009)0314

Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο της 24ης Απριλίου 2009 σχετικά με το πρόβλημα διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου, ιδίως βάσει της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, στο πλαίσιο των αντιτρομοκρατικών ενεργειών, της εφαρμογής του νόμου, του ελέγχου της μετανάστευσης, των τελωνειακών υπηρεσιών και των ελέγχων στα σύνορα (2008/2020(INI))

2010/C 184 E/25

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση σύστασης προς το Συμβούλιο που υπέβαλε η Sarah Ludford εξ ονόματος της Ομάδας ALDE σχετικά με το πρόβλημα διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου, ιδίως βάσει της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής στο πλαίσιο των αντιτρομοκρατικών ενεργειών, της εφαρμογής του νόμου, του ελέγχου της μετανάστευσης, των τελωνειακών υπηρεσιών και των ελέγχων στα σύνορα (B6-0483/2007),

έχοντας υπόψη τις διεθνείς, ευρωπαϊκές και εθνικές πράξεις σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και, ειδικότερα, το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (ICCPR), την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών («ΕΣΑΔ»), τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας («Συνθήκη ΕΚ»), τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης») και τα εθνικά συντάγματα των κρατών μελών, καθώς και τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις που οι ανωτέρω πράξεις παρέχουν στα φυσικά πρόσωπα όσον αφορά την ιδιωτική ζωή, την προστασία δεδομένων, τη μη διάκριση και την ελεύθερη κυκλοφορία,

έχοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά μέτρα για την προστασία των δεδομένων από το Συμβούλιο της Ευρώπης: το άρθρο 8 της ΕΣΑΔ, τη Σύμβαση 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των προσώπων έναντι της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τις συστάσεις της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης προς τα κράτη μέλη αριθ. R(87)15 για τη ρύθμιση της χρήσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα (1), R (97) 18 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων που συλλέγονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία για στατιστικούς σκοπούς (2) και R(2001) 10 για τον Ευρωπαϊκό Κώδικα Αστυνομικής Δεοντολογίας (3),

έχοντας υπόψη της διατάξεις της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων: τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη, την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (4), και την απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (5),

έχοντας υπόψη τα μέτρα κατά των φυλετικών διακρίσεων: τη διεθνή σύμβαση για την εξάλειψη κάθε μορφής φυλετικής διάκρισης (ICERD), το άρθρο 14 και το πρωτόκολλο 12 της ΕΣΑΔ, το άρθρο 13 της Συνθήκης ΕΚ και την οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (6),

έχοντας υπόψη τις πράξεις της ΕΕ στον τομέα της ασφάλειας και της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, περιλαμβανομένης της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών και μυστικών πληροφοριών, όπως για παράδειγμα την απόφαση 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία όσον αφορά τις τρομοκρατικές ενέργειες (7), την απόφαση πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την απλούστευση της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (8), την απόφαση 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008 σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (9) και την απόφαση 2008/616/ΔΕΥ της 23ης Ιουνίου 2008 (10),

έχοντας υπόψη τις υπάρχουσες και σχεδιαζόμενες βάσεις δεδομένων της ΕΕ όπως το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS), το Eurodac, το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS), τα μέτρα συλλογής βιομετρικών δεδομένων όπως για παράδειγμα στο πλαίσιο έκδοσης αδειών διαμονής και διαβατηρίων, και την ανακοίνωση της Επιτροπής της 30ής Νοεμβρίου 2006 με τίτλο «για την ενίσχυση της διαχείρισης των νότιων θαλάσσιων συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης», που αφορά τη δημιουργία μονίμου δικτύου παράκτιων περιπολιών για τα νότια θαλάσσια εξωτερικά σύνορα (COM(2006)0733), καθώς και τα προτεινόμενα σχέδια επιτήρησης όπως το Eurosur (Ευρωπαϊκό σύστημα επιτήρησης των συνόρων),

έχοντας υπόψη την πρόταση δημιουργίας «ηλεκτρονικών συνόρων» κατά την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Φεβρουαρίου 2008«Προετοιμασία των επομένων σταδίων όσον αφορά τη διαχείριση των συνόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση», στην οποία προτείνεται η ολοκληρωμένη διαχείριση συνόρων με αυτόματους ελέγχους στα σύνορα που θα συμπεριλαμβάνουν πρόγραμμα «καταχωρισμένου ταξιδιώτη» και σύστημα εισόδου-εξόδου (COM (2008)0069),

έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την επεξεργασία και τη διαβίβαση δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών (PNR) από τους αερομεταφορείς στο Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (DHS) (Συμφωνία 2007 PNR) (11), την πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου για τη χρήση των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (PNR) με σκοπό την επιβολή του νόμου (COM (2007)0654), καθώς επίσης και τις γνώμες επί της προαναφερθείσας πρότασης που υποβλήθηκαν από τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, την ομάδα εργασίας του άρθρου 29 και την ομάδα εργασίας για την αστυνομία και τη δικαιοσύνη,

έχοντας υπόψη τη σχετική εθνική νομολογία, όπως την απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου σχετικά με την προληπτική αναζήτηση βάσει προφίλ από τις αστυνομικές αρχές (polizeiliche präventive Rasterfahndung  (12) ) και την απόφαση της Βουλής των Λόρδων σχετικά με τους Τσέχους Ρομά (13), καθώς επίσης τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), ιδίως στις υποθέσεις Timishev κατά Ρωσίας  (14) , Nachova και λοιποί κατά Βουλγαρίας  (15) , D.H και λοιποί κατά της Δημοκρατίας της Τσεχίας  (16) και S. και Marper κατά Ηνωμένου Βασιλείου  (17) , και τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και συγκεκριμένα την υπόθεση Huber κατά Γερμανίας  (18) ,

έχοντας υπόψη την έκθεση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών Martin Scheinin (19) σχετικά με την προαγωγή και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, την έκθεση με θέμα την προστασία του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας του Επιτρόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης αρμόδιου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Thomas Hammarberg (20), τις γενικές συστάσεις πολιτικής αριθ. 8 σχετικά με την καταπολέμηση του ρατσισμού στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας (21) και αριθ. 11 σχετικά με την καταπολέμηση του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων στο πλαίσιο της αστυνόμευσης (22) της Επιτροπής κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας (ECRI) του Συμβουλίου της Ευρώπης και την έκθεση σχετικά με τη διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου βάσει εθνοτικής καταγωγής, του δικτύου ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για τα θεμελιώδη δικαιώματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (23),

έχοντας υπόψη το άρθρο 114, παράγραφος 3, και το άρθρο 94 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0222/2009),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη προσφεύγουν διαρκώς περισσότερο στις νέες τεχνολογίες, μέσω της χρήσης προγραμμάτων και συστημάτων που περιλαμβάνουν την απόκτηση, χρήση, παρακράτηση ή ανταλλαγή πληροφοριών για φυσικά πρόσωπα, προκειμένου να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία ή να αντιμετωπίσουν άλλες απειλές στο πλαίσιο της καταπολέμησης της εγκληματικότητας·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να θεσπιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο σαφής ορισμός της πρακτικής της διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου, δεδομένου του συγκεκριμένου στόχου που επιδιώκει· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρακτική της διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου αποτελεί τεχνική έρευνας που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες, η οποία χρησιμοποιείται συχνά στον εμπορικό τομέα, αλλά επίσης αρχίζει να χρησιμοποιείται με αυξανόμενη συχνότητα ως μέσο εφαρμογής του νόμου, κυρίως για την εξιχνίαση και πρόληψη εγκλημάτων και στο πλαίσιο συνοριακών ελέγχων

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρακτική της διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου, η οποία συχνά βασίζεται στην αυτοματοποιημένη «εξόρυξη» δεδομένων αποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, χρήζει εξέτασης και πολιτικού διαλόγου διότι παρεκκλίνει, προκαλώντας αντιδράσεις, από τον γενικό κανόνα σύμφωνα με τον οποίο οι αποφάσεις κινητοποίησης των μηχανισμών εφαρμογής του νόμου πρέπει να βασίζονται στην προσωπική συμπεριφορά του ατόμου· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαμόρφωση της γενικής εικόνας είναι μέθοδος διεξαγωγής ερευνών που συνδυάζει πληροφορίες από διάφορες πηγές για κάποιο πρόσωπο, μεταξύ άλλων σχετικά με την εθνοτική του καταγωγή, τη φυλή, την εθνικότητα και τη θρησκεία του, με στόχο τον εντοπισμό και δυνητικά τη λήψη μέτρων απαγόρευσης κατά όσων θεωρηθούν ύποπτοι για εγκληματικές ή τρομοκρατικές ενέργειες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω πρακτική μπορεί να οριστεί ως:

«η συστηματική αντιστοίχιση συνόλων εξωτερικών, συμπεριφορικών ή ψυχολογικών χαρακτηριστικών με συγκεκριμένα αδικήματα και η χρήση αυτών των χαρακτηριστικών ως βάση για τη λήψη αποφάσεων επιβολής του νόμου»  (24)

ή, διασαφηνίζοντας τη σχέση μεταξύ της εξόρυξης δεδομένων και της διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου:

«τεχνική που βασίζεται στον προσδιορισμό σειράς χαρακτηριστικών συγκεκριμένου τύπου ατόμου βάσει της πρότερης εμπειρίας, ακολουθούμενο από την αναζήτηση σε βάσεις δεδομένων για τον εντοπισμό προσώπων που συγκεντρώνουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά»  (25) ·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαμόρφωση της εθνοτικής γενικής εικόνας, που βασίζεται ειδικότερα σε φυλετικά ή εθνοτικά χαρακτηριστικά εγείρει έντονο προβληματισμό όσον αφορά τη σύγκρουση με τους κανόνες κατά των διακρίσεων, ορίζεται ως εξής:

«η πρακτική της χρήση της “φυλής” ή της εθνοτικής καταγωγής, της θρησκείας ή της εθνικής προέλευσης, ως το μοναδικό κριτήριο ή ως ένα κριτήριο μεταξύ άλλων για τη λήψη αποφάσεων εφαρμογής του νόμου, σε συστηματική βάση, ανεξαρτήτως του αν τα πρόσωπα που πλήττονται εντοπίζονται με αυτοματοποιημένα μέσα»  (26)

ή

«η χρήση από την αστυνομία, χωρίς δεδηλωμένο σκοπό και εύλογη αιτία, κριτηρίων όπως η φυλή, το χρώμα του δέρματος, η γλώσσα, η θρησκεία, η εθνικότητα ή η εθνική ή εθνοτική καταγωγή, σε δραστηριότητες ελέγχου, παρακολούθησης ή έρευνας»  (27) ·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαμόρφωση της γενικής εικόνας, είτε μέσω εξόρυξης δεδομένων είτε μέσω του έργου της αστυνομίας και άλλων υπηρεσιών, χρησιμοποιείται με αυξανόμενη συχνότητα ως μέσο εφαρμογής του νόμου και ελέγχου των συνόρων, ότι δεν δίδεται η δέουσα προσοχή στην αποτίμηση της αποτελεσματικότητάς της και στην ανάπτυξη και εφαρμογή νομικών διασφαλίσεων του σεβασμού των δικαιωμάτων στην ιδιωτική ζωή και της αποφυγής διακρίσεων·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω γενική εικόνα προσώπου μπορεί να είναι:

i)

περιγραφική, όταν βασίζεται σε πληροφορίες από μάρτυρες ή άλλες πληροφορίες σχετικά με τους δράστες ή τα χαρακτηριστικά των εγκληματικών ενεργειών που έχουν διαπράξει, καθιστώντας δυνατή με τον τρόπο αυτό τη σύλληψη συγκεκριμένων υπόπτων ή τον εντοπισμό εν εξελίξει εγκληματικών δραστηριοτήτων που προσομοιάζουν στις ήδη διαπραχθείσες· ή

ii)

προγνωστική, όταν εμπεριέχει συσχετισμούς μεταξύ των παρατηρήσιμων μεταβλητών παλαιότερων συμβάντων και τρεχόντων δεδομένων και απορρήτων πληροφοριών, προκειμένου να διατυπωθούν υποθέσεις για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών των ατόμων που είναι πιθανό να εμπλέκονται σε κάποια μελλοντική ή σε κάποια ήδη διαπραχθείσα αλλά μη ανακαλυφθείσα εγκληματική ενέργεια (28)·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξόρυξη δεδομένων και η διαμόρφωση της γενικής εικόνας προσώπου καθιστούν δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ επιτρεπτής επιτήρησης με σαφείς στόχους και αμφιλεγόμενης μαζικής επιτήρησης, κατά την οποία συγκεντρώνονται δεδομένα επειδή είναι χρήσιμα και όχι για καθορισμένους σκοπούς, αποτελώντας ενδεχομένως παράνομη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αδικαιολόγητοι ταξιδιωτικοί περιορισμοί και οι οχληρές πρακτικές ελέγχου ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά ζωτικής σημασίας ανταλλαγές οικονομικού, επιστημονικού, πολιτισμικού και κοινωνικού χαρακτήρα με τρίτες χώρες· υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, την κρισιμότητα της προσπάθειας να μειωθούν στο ελάχιστα οι πιθανότητες να υποβάλλονται συγκεκριμένες ομάδες, κοινότητες ή εθνικότητες σε πρακτικές ή μέτρα που συνιστούν διάκριση και δεν μπορούν να αιτιολογηθούν αντικειμενικά·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει κίνδυνος αθώοι άνθρωποι να υποστούν αυθαίρετη ακινητοποίηση, ανακρίσεις, ταξιδιωτικούς περιορισμούς, επιτήρηση ή προειδοποιήσεις ασφαλείας διότι προστέθηκαν πληροφορίες στη γενική εικόνα τους από κάποιον κρατικό υπάλληλο, και ότι εάν οι πληροφορίες δεν αφαιρεθούν άμεσα τούτο μπορεί να οδηγήσει, μέσω της ανταλλαγής δεδομένων και της αμοιβαίας αναγνώρισης αποφάσεων, σε άρνηση θεώρησης, ταξιδίου ή διέλευσης συνόρων, τοποθέτηση σε λίστες παρακολούθησης, συμπερίληψη σε βάσεις δεδομένων, απαγόρευση απασχόλησης ή τραπεζικών συναλλαγών, σύλληψη ή απώλεια ελευθερίας ή άλλη στέρηση δικαιωμάτων, και όλα τα ανωτέρω πιθανώς χωρίς επανόρθωση·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την εφαρμογή του νόμου δεν πρέπει ποτέ να καταπατούνται τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της μη διάκρισης· η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και των σοβαρών μορφών εγκλήματος απαιτεί στενή διεθνή συνεργασία, η εν λόγω όμως συνεργασία πρέπει να σέβεται το διεθνές δίκαιο, καθώς και τους ευρωπαϊκούς κανόνες και αξίες για την ίση μεταχείριση και τη δέουσα έννομη προστασία, προκειμένου, μεταξύ άλλων, η ΕΕ να μην υπονομεύσει την αξιοπιστία της ως φορέα προαγωγής των διεθνών ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός των συνόρων της και σε διεθνές επίπεδο·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ πρέπει να αποφύγει ερευνητικές προσεγγίσεις που ενδέχεται να προξενήσουν αδικαιολόγητη ζημία στις διπλωματικές σχέσεις της, να παρακωλύσουν την διεθνή αυτή συνεργασία ή να βλάψουν την εικόνα της στον κόσμο και την αξιοπιστία της ως θεματοφύλακα του διεθνούς δικαίου· λαμβάνοντας υπόψη εξάλλου ότι τα ευρωπαϊκά πρότυπα για την ίση μεταχείριση, τη μη διάκριση και τη νομική προστασία πρέπει να παραμείνουν παράδειγμα προς μίμηση·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τόσο η περιγραφική όσο και η προγνωστική γενική εικόνα προσώπου είναι δυνατόν να αποτελούν θεμιτά μέσα διεξαγωγής ερευνών εφόσον βασίζονται σε συγκεκριμένες, αξιόπιστες και έγκαιρες πληροφορίες, και όχι σε ανεξέλεγκτες γενικεύσεις που στηρίζονται σε στερεότυπα, και όταν τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει αυτής της γενικής εικόνας πληρούν τις δύο προϋποθέσεις νομιμότητας, ήτοι τις προϋποθέσεις της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας· λαμβάνοντας υπόψη, εντούτοις, ότι εάν δεν προβλέπονται από τον νόμο επαρκείς περιορισμοί και εγγυήσεις όσον αφορά την χρήση δεδομένων που άπτονται της φυλής, εθνότητας, θρησκείας, φύλου, ηλικίας, υπηκοότητας ή πολιτικών πεποιθήσεων του ατόμου, τότε υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να οδηγήσει η διαμόρφωση εικόνας προσώπου σε αθέμιτες πρακτικές διακρίσεων·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση που περιέχεται στον Ευρωπαϊκό Κώδικα Αστυνομικής Δεοντολογίας σύμφωνα με την οποία οι αστυνομικές έρευνες πρέπει να βασίζονται τουλάχιστον σε εύλογη υποψία διάπραξης ή πιθανής διάπραξης αδικήματος ή εγκλήματος, και λαμβάνοντας υπόψη την άποψη ότι ελλείψει τέτοιας εύλογης υποψίας είναι πιθανό να καταπατηθούν ανθρώπινα δικαιώματα (29) εφόσον η διαμόρφωση της γενικής εικόνας βασίζεται σε στερεότυπα ή προκαταλήψεις, με επιπτώσεις στους πολίτες και την κοινωνία στο σύνολό της·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προγνωστική γενική εικόνα προσώπου η οποία διαμορφώνεται μέσω σταυροειδών παραπομπών μεταξύ βάσεων δεδομένων και αντικατοπτρίζει μη τεκμηριωμένες γενικεύσεις ή πρότυπα συμπεριφοράς, που θεωρείται ότι γεννούν υποψίες για εγκληματική πράξη ή τρομοκρατική ενέργεια η οποία θα διαπραχθεί στο μέλλον ή έχει ήδη διαπραχθεί αλλά δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί, εγείρουν έντονες ανησυχίες όσον αφορά την ιδιωτική ζωή και ενδέχεται να αντιβαίνουν στα δικαιώματα του σεβασμού του ιδιωτικού βίου δυνάμει του άρθρου 8 της ΕΣΑΔ και του άρθρου 7 του Χάρτη (30)·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθιστά σαφές ότι οι παρεκκλίσεις που προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 2, της ΕΣΑΔ επιτρέπονται μόνο εφόσον είναι σύμφωνες με το νόμο και αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία (31), όπως επιβεβαιώθηκε με την προαναφερθείσα πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση S. και Marper κατά Ηνωμένου Βασιλείου, σύμφωνα με την οποία η διατήρηση αδιακρίτως όλων των δακτυλικών αποτυπωμάτων, κυτταρικών δειγμάτων και προφίλ DNA ανθρώπων που είναι ύποπτοι αλλά δεν έχουν καταδικαστεί για αδικήματα συνιστά παράβαση του άρθρου 8 της ΕΣΑΔ·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προαναφερθείσα διαπίστωση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στην υπόθεση S. και Marper κατά Ηνωμένου Βασιλείου, ότι συντρέχει κίνδυνος στιγματισμού εφόσον άτομο που δεν έχει καταδικαστεί για κανένα αδίκημα αντιμετωπίζεται ακριβώς όπως και οι καταδικασμένοι εγκληματίες της βάσης δεδομένων DNA του Ηνωμένου Βασιλείου, πρέπει επίσης να εγείρει αμφιβολίες όσον αφορά τη νομιμότητα των διαδικασιών διαμόρφωσης της γενικής εικόνας που βασίζονται στην επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ατόμων που ουδέποτε καταδικάστηκαν (32)·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το γερμανικό πρόγραμμα Rasterfahndung, στο πλαίσιο του οποίου οι γερμανικές αστυνομικές αρχές συνέλεξαν από δημόσιες και ιδιωτικές βάσεις δεδομένων τα προσωπικά στοιχεία ανδρών μεταξύ 18 και 40 ετών που ήταν ή υπήρξαν φοιτητές τεκμαιρόμενου μουσουλμανικού δόγματος στην (ανεπιτυχή) προσπάθεια να εντοπίσουν υπόπτους τρομοκρατικών ενεργειών κρίθηκε αντισυνταγματική από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο με την προαναφερθείσα απόφασή του, κατά την οποία η εξόρυξη δεδομένων συνιστά παράνομη παρείσφρηση σε προσωπικά δεδομένα και στην ιδιωτική ζωή η οποία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ως απόκριση σε γενική κατάσταση τρομοκρατικής απειλής όπως αυτή που ακολούθησε τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, αλλά αντίθετα προϋποθέτει την απόδειξη της ύπαρξης συγκεκριμένου απτού κινδύνου όπως είναι για παράδειγμα ο σχεδιασμός ή η διάπραξη τρομοκρατικών επιθέσεων·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σειρά αμερικανικών μελετών αμφισβητούν τη χρησιμότητα της εξόρυξης δεδομένων και τη διαμόρφωση της γενικής εικόνας προσώπου, για παράδειγμα:

i)

Σύμφωνα με μελέτη του Cato Institute:

αν και η εξόρυξη δεδομένων έχει πολλές χρήσιμες εφαρμογές, δεν ενδείκνυται για την ανακάλυψη τρομοκρατών. Θα ήταν ατυχές η χρήση της εξόρυξης δεδομένων για την ανακάλυψη τρομοκρατών να καταστεί γενικά αποδεκτή στο πλαίσιο της εθνικής ασφάλειας, της εφαρμογής του νόμου και της τεχνολογίας, διότι η χρήση αυτή της εξόρυξης δεδομένων θα αποτελούσε κατασπατάληση των χρημάτων των φορολογουμένων, άσκοπη καταπάτηση του προσωπικού απορρήτου και των ατομικών ελευθεριών και αντιπαραγωγική πρακτική για τους εργαζομένους στον τομέα της εθνικής ασφαλείας  (33) ·

ii)

Μελέτη του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνών των ΗΠΑ για λογαριασμό του αμερικανικού Υπουργείου Εσωτερικής Ασφαλείας σχετικά με την εξόρυξη δεδομένων και τις τεχνολογίες παρακολούθησης της συμπεριφοράς κατέληξε στο εξής συμπέρασμα:

η αυτοματοποιημένη ταυτοποίηση τρομοκρατών μέσω της εξόρυξης δεδομένων…δεν συνιστά ούτε εφικτό ούτε επιθυμητό στόχο της ανάπτυξης τεχνολογιών  (34)·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα της εξόρυξης δεδομένων είναι περιορισμένη, διότι βασίζεται ουσιαστικά στην αναζήτηση «ψύλλου στ’ άχυρα» από τους αναλυτές οι οποίοι πρέπει να φιλτράρουν τεράστιο όγκο διαθέσιμων δεδομένων· ότι η έκταση των ψηφιακών ιχνών που αφήνουν οι νομοταγείς πολίτες είναι μεγαλύτερη από των εγκληματιών και των τρομοκρατών οι οποίοι καταβάλλουν ιδιαίτερη προσπάθεια να αποκρύψουν την ταυτότητά τους· και λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι πολύ μεγάλο το ποσοστό των ψευδών θετικών αποτελεσμάτων εξαιτίας των οποίων όχι μόνο απολύτως αθώοι πολίτες καθίστανται ύποπτοι με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η ιδιωτική τους ζωή, αλλά ταυτόχρονα οι πραγματικοί ύποπτοι παραμένουν άγνωστοι·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη το αντίστροφο πρόβλημα των καταζητουμένων που δεν ανταποκρίνονται στη γενική εικόνα που έχει διαμορφωθεί, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του εγκεφάλου των βομβιστικών επιθέσεων της 7ης Ιουλίου 2005 στο Λονδίνο ο οποίος ήταν γνωστός στις μυστικές υπηρεσίες ως συνεργάτης των ατόμων για τους οποίους υπήρχαν υποψίες ότι συμμετείχαν στον σχεδιασμό βομβιστικών επιθέσεων, αλλά δεν δόθηκε συνέχεια γιατί τα χαρακτηριστικά του δεν ανταποκρίνονταν σε ικανοποιητικό βαθμό με στη γενική εικόνα των υπόπτων για τρομοκρατικές ενέργειες ως είχε πριν από τον Ιούλιο του 2005 (35)·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρακτική της διαμόρφωσης της γενικής εικόνας που διαταράσσει τις αρμονικές κοινωνικές σχέσεις και αποξενώνει ορισμένες κοινότητες αποτρέποντας τη συνεργασία τους με τους φορείς εφαρμογής του νόμου δρα ανασταλτικά στη συλλογή πληροφοριών ασφάλειας και την ανάληψη αποτελεσματικής δράσης κατά του εγκλήματος και της τρομοκρατίας (36)·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματική συλλογή πληροφοριών σχετικά με συγκεκριμένους υπόπτους και βάσει συγκεκριμένων ενδείξεων είναι η βέλτιστη προσέγγιση για τον εντοπισμό των τρομοκρατών και την αποτροπή τρομοκρατικών πράξεων και ότι, συμπληρωματικά, οι τυχαίοι έλεγχοι που αφορούν τους πάντες εξίσου και τους οποίους είναι αδύνατον να αποφύγουν οι τρομοκράτες ενδεχομένως είναι αποτελεσματικότεροι από τη διαμόρφωση της γενικής εικόνας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (37)·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση της εθνοτικής ή εθνικής καταγωγής ή της θρησκείας ως κριτηρίων στις έρευνες των φορέων εφαρμογής του νόμου δεν αποκλείεται εφόσον η χρήση των εν λόγω κριτηρίων συμμορφώνεται με τους κανόνες περί της μη διάκρισης, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 14 της ΕΣΑΔ, και επιπλέον πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις της αποτελεσματικότητας, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, προκειμένου να θεωρηθεί σύννομη διαφορετική μεταχείριση και όχι διάκριση·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαμόρφωση της γενικής εικόνας προσώπου που βασίζεται σε στερεότυπα ενδέχεται να επιτείνει τα αισθήματα εχθρότητας και ξενοφοβίας στο ευρύ κοινό έναντι ατόμων συγκεκριμένων εθνοτικών, εθνικών ή θρησκευτικών χαρακτηριστικών (38)·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όταν η φυλή αποτελεί την αποκλειστική βάση για ενέργειες επιβολής του νόμου αυτό συνιστά απαγορευμένη διάκριση (39)· λαμβάνοντας υπόψη δε ότι στην πράξη δεν είναι πάντα πρόδηλο εάν η φυλή ή η εθνοτική καταγωγή ήταν η αποκλειστική ή η κύρια βάση για τέτοιες ενέργειες και συχνά ο κυρίαρχος ρόλος αυτών των κριτηρίων αναδεικνύεται μόνο μετά από συγκριτική ανάλυση των πρακτικών των φορέων εφαρμογής του νόμου·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αν και δεν υπάρχει διεθνής ή ευρωπαϊκός κανόνας που να απαγορεύει ρητά τη διαμόρφωση της γενικής εικόνας προσώπου βάσει εθνοτικής καταγωγής, η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αφήνει να εννοηθεί ότι η πρακτική αυτή είναι απαγορευμένη και τόσο η ICERD όσο και η ECRI καθιστούν σαφές ότι τέτοιες πρακτικές παραβιάζουν την απαγόρευση των διακρίσεων (40)·

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το πρόγραμμα δράσης που εγκρίθηκε στην Παγκόσμια Διάσκεψη των ΗΕ κατά του ρατσισμού το 2000 παροτρύνει τα κράτη να σχεδιάσουν, να υλοποιήσουν και να επιβάλουν αποτελεσματικά μέτρα για την κατάργηση της διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου βάσει φυλετικής καταγωγής (41)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ECRI, στην προαναφερθείσα σύστασή της αριθ. 8 σχετικά με την καταπολέμηση του ρατσισμού στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, ζήτησε από τις κυβερνήσεις να διασφαλίσουν ότι δεν εισάγονται διακρίσεις από τη νομοθεσία και τους κανονισμούς ή από την εφαρμογή τους στον τομέα της εφαρμογής του νόμου· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι το δίκτυο ανεξαρτήτων εμπειρογνωμόνων για τα θεμελιώδη δικαιώματα πιστεύει ότι η διαμόρφωση της γενικής εικόνας για τους τρομοκράτες βάσει χαρακτηριστικών όπως η εθνικότητα, η ηλικία ή ο τόπος γέννησης ενέχει μείζονα κίνδυνο διακρίσεων (42)·

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει ανάγκη για συνολική αξιολόγηση των πρακτικών διεξαγωγής ερευνών και των συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων στην ΕΕ και στα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν ή παρέχουν στοιχεία για τεχνικές διαμόρφωσης της γενικής εικόνας, προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωση με τις εθνικές, ευρωπαϊκές και διεθνείς νομικές υποχρεώσεις και να αποφευχθεί κάθε αδικαιολόγητη διάκριση ή παραβίαση της ιδιωτικής ζωής·

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να εφαρμόζονται σε τέτοιου είδους διαδικασίες και ότι απαιτείται συνδυασμός αυτών των διασφαλίσεων, προκειμένου να παρέχεται πλήρης και αποτελεσματική προστασία·

1.

απευθύνει προς το Συμβούλιο τις εξής συστάσεις:

α)

κάθε είδους επεξεργασία προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο της εφαρμογής του νόμου και της αντιτρομοκρατικής δράσης πρέπει να βασίζεται σε δημοσιευμένους νομοθετικούς κανόνες που επιβάλλουν όρια στη χρήση, είναι σαφείς, συγκεκριμένοι και δεσμευτικοί, υπόκεινται σε στενή και αποτελεσματική εποπτεία από ανεξάρτητες αρχές προστασίας δεδομένων και επιβάλλουν αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης· η μαζική αποθήκευση δεδομένων για προληπτικούς λόγους είναι δυσανάλογη προς τις βασικές απαιτήσεις για την αποτελεσματική καταπολέμηση της τρομοκρατίας·

β)

πρέπει να θεσπιστεί νομικό πλαίσιο που να ορίζει σαφώς σε τι συνίσταται η πρακτική της διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου, είτε μέσω της αυτοματοποιημένης εξόρυξης ηλεκτρονικών δεδομένων είτε με άλλο τρόπο, με στόχο την πρόβλεψη ρητών κανόνων σχετικών με τη νομιμότητα της χρήσης τους και τα όρια στα οποία θα πρέπει να υπόκεινται· χρειάζεται επίσης να δημιουργηθούν οι αναγκαίες εγγυήσεις για την προστασία των δεδομένων των ατόμων, καθώς και μηχανισμοί λογοδοσίας·

γ)

η συλλογή και τήρηση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων και η χρήση τεχνικών διαμόρφωσης της γενικής εικόνας για άτομα που δεν είναι ύποπτα για συγκεκριμένο έγκλημα ή απειλή πρέπει να υπόκεινται σε ιδιαιτέρως αυστηρούς ελέγχους αναγκαιότητας και αναλογικότητας·

δ)

τα δεδομένα που αφορούν πραγματικά περιστατικά και τα δεδομένα ασφάλειας πρέπει να διαχωρίζονται σαφώς από τα δεδομένα για τις διάφορες κατηγορίες προσώπων τα οποία αφορούν τα δεδομένα·

ε)

η πρόσβαση στα αρχεία της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών πρέπει να επιτρέπεται μόνο κατά περίπτωση, για συγκεκριμένο σκοπό, και να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο στα κράτη μέλη·

στ)

οι δραστηριότητες διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου δεν πρέπει να απομακρύνονται από την στρατηγική έρευνας με σαφείς στόχους εκ μέρους των αστυνομικών υπηρεσιών των κρατών μελών, και η περιοριστική νομοθεσία για τις εν λόγω δραστηριότητες δεν πρέπει να εμποδίζει τη νόμιμη πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων ως μέρος τέτοιων ερευνών με σαφείς στόχους·

ζ)

πρέπει να υπάρχει χρονικό όριο στη διατήρηση προσωπικών πληροφοριών·

η)

οι εθνοτικές στατιστικές αποτελούν σημαντικό εργαλείο για τον εντοπισμό των πρακτικών επιβολής του νόμου που εστιάζουν δυσανάλογη, αθέμιτη και αδικαιολόγητη προσοχή των οργάνων επιβολής του νόμου επί εθνοτικών μειονοτήτων· η δημιουργία υψηλού προτύπου προστασίας των ονομαστικών προσωπικών δεδομένων (δεδομένα που συνδέονται με αναγνωρίσιμο άτομο) δεν αποκλείει επομένως την παραγωγή ανώνυμων στατιστικών δεδομένων τα οποία περιλαμβάνουν μεταβλητές σχετικά με την εθνοτική καταγωγή, τη φυλή, τη θρησκεία και την εθνική προέλευση που απαιτούνται για τον εντοπισμό οιωνδήποτε έμμεσων διακρίσεων στις πρακτικές επιβολής του νόμου· η ομάδα εργασίας για την προστασία των δεδομένων του άρθρου 29 πρέπει να κληθεί να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές επί του θέματος αυτού·

θ)

δεν πρέπει να επιτρέπεται η συλλογή δεδομένων για φυσικά πρόσωπα αποκλειστικά λόγω της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής τους, της θρησκείας τους, του γενετήσιου προσανατολισμού τους ή της συμπεριφοράς τους, των πολιτικών τους απόψεων ή της συμμετοχής τους σε συγκεκριμένα κινήματα ή οργανώσεις που δεν απαγορεύονται από τον νόμο· θα πρέπει να παρέχονται εγγυήσεις προστασίας και δυνατότητες προσφυγής κατά της διακριτικής χρήσης οργάνων εφαρμογής του νόμου·

ι)

οι ιδιωτικοί και οι δημόσιοι φορείς δεν πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με φυσικά πρόσωπα χωρίς την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων από άνθρωπο παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με αυστηρές δικλείδες ασφαλείας·

ια)

ο νόμος πρέπει να παρέχει ισχυρές εγγυήσεις ώστε να διασφαλίζεται ο κατάλληλος και αποτελεσματικός δικαστικός και κοινοβουλευτικός έλεγχος των δραστηριοτήτων της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των αντιτρομοκρατικών τους δραστηριοτήτων·

ιβ)

λαμβανομένων υπόψη των πιθανών συνεπειών για τους πολίτες, πρέπει να παρέχεται αποτελεσματικά και σαφώς δυνατότητα αποκατάστασης, ενώ το άτομο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα πρέπει να ενημερώνεται σχετικά με τις ισχύουσες διαδικασίες, καθώς και σχετικά με τα δικαιώματά του για πρόσβαση στα δεδομένα και διόρθωσή τους·

ιγ)

πρέπει να θεσπιστεί σύνολο κριτηρίων που να καθιστά δυνατή τη διαπίστωση της αποτελεσματικότητας, της νομιμότητας και της συμβατότητας με τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οιασδήποτε πρακτικής διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου· η υπάρχουσα και η προτεινόμενη νομοθεσία της ΕΕ σχετικά με τη διαμόρφωση της γενικής εικόνας πρέπει να εξεταστεί προκειμένου να διαπιστωθεί εάν πληροί τις νομικές απαιτήσεις σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις διεθνείς συνθήκες· πρέπει δε να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταρρύθμισης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας εφόσον απαιτείται για τη θέσπιση δεσμευτικών κανόνων με σκοπό την αποφυγή της καταπάτησης θεμελιωδών δικαιωμάτων, λαμβάνοντας υπόψη την αναμενόμενη σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη διαμόρφωση της γενικής εικόνας προσώπου·

ιδ)

θα πρέπει να εξεταστεί ο βαθμός στον οποίο η οδηγία 2000/43/ΕΚ απαγορεύει ή ρυθμίζει τα μέτρα και τις πρακτικές διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου, και να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταρρύθμισης για την άρση του αποκλεισμού των αεροδρομίων και των λιμένων από το πεδίο εφαρμογής της·

ιε)

το Συμβούλιο πρέπει να προβεί στην ανάθεση μελέτης, η οποία θα στηριχθεί στο σχετικό πλαίσιο και τις τρέχουσες πρακτικές και θα καταρτιστεί υπό την ευθύνη της Επιτροπής και σε διαβούλευση με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, κατά περίπτωση, και σε διαβούλευση με τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου και πληροφοριών· η εν λόγω μελέτη πρέπει να καλύπτει την τρέχουσα και την πιθανή εφαρμογή των τεχνικών διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπου, την αποτελεσματικότητά τους στον εντοπισμό υπόπτων και τη συμβατότητά τους με τις πολιτικές ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις απαιτήσεις σεβασμού του ιδιωτικού βίου· τα κράτη μέλη πρέπει να κληθούν να παράσχουν αριθμητικά στοιχεία για τη μέθοδο της σύλληψης και έρευνας, καθώς και για άλλες επεμβάσεις που είναι αποτέλεσμα των τεχνικών διαμόρφωσης της γενικής εικόνας προσώπων·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα σύσταση στο Συμβούλιο και, προς ενημέρωση, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  Εγκρίθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 17 Σεπτεμβρίου 1987 στη 410η συνεδρίαση των αντιπροσώπων των υπουργών.

(2)  Εγκρίθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 30 Σεπτεμβρίου 1997 στη 602η συνεδρίαση των αντιπροσώπων των υπουργών.

(3)  Εγκρίθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 19 Σεπτεμβρίου 2001 στη 765η συνεδρίαση των αντιπροσώπων των υπουργών.

(4)  ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31.

(5)  ΕΕ L 350, 30.12.2008, σ. 60.

(6)  ΕΕ L 180, 19.7.2000, σ. 22.

(7)  ΕΕ L 253, 29.9.2005, σ. 22.

(8)  ΕΕ L 386, 29.12.2006, σ. 89.

(9)  ΕΕ L 210, 6.8.2008, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 210, 6.8.2008, σ. 12.

(11)  ΕΕ L 204, 4.8.2007, σ. 18.

(12)  Απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, BVerfG, 1 BvR 518/02 της 4.4.2006, Absatz-Nr. (1-184).

(13)  Βουλή των Λόρδων, 9 Δεκεμβρίου 2004, R v. Immigration Office at Prague Airport and another (Respondents) ex parte European Roma Rights Centre and other (Appellants) [2004], UKHL 55, παράγραφος 101.

(14)  Timishev κατά Ρωσίας, 13 Δεκεμβρίου 2005, αριθ. 55762/00 και 55974/00, ECHR 2005-XII.

(15)  Nachova και λοιποί κατά Βουλγαρίας [GC], 26 Φεβρουαρίου 2004, αριθ. 43577/98 και 43579/98, ECHR 2005-VII.

(16)  D.H. και λοιποί κατά της Δημοκρατίας της Τσεχίας, 13 Νοεμβρίου 2007, αριθ. 57325/00.

(17)  S. και Marper κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 4 Δεκεμβρίου 2008, αριθ. 30562/04 και 30566/04.

(18)  Υπόθεση C-524/06, 16 Δεκεμβρίου 2008. Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή.

(19)  Έγγραφο ΟΗΕ A/HRC/4/26, 29 Ιανουαρίου 2007.

(20)  CommDH/Issue Paper (2008)3, Στρασβούργο 17 Νοεμβρίου 2008.

(21)  CRI (2004) 26, εκδόθηκε στις 17 Μαρτίου 2004.

(22)  CRI (2007) 39, εκδόθηκε στις 29 Ιουνίου 2007.

(23)  CFR-CDF, γνώμη 4.2006, στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/justice_home/cfr_cdf/doc/avis/2006_4_en.pdf.

(24)  Γνώμη του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 28ης Οκτωβρίου 2008 επί της πρότασης απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για τη χρήση των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (PNR) με σκοπό την επιβολή του νόμου, παράγραφος 35.

(25)  Έκθεση της Βουλής των Λόρδων: Clarke R, Profiling: A Hidden Challenge to the Regulation of Data Surveillance (Δημιουργία προφίλ: μια κρυφή πρόκληση για τη ρύθμιση της εποπτείας δεδομένων), 1993, παράγραφος 33, υποσημείωση 41.

(26)  De Schutter, Oliver και Ringelheim, Julie (2008), «Ethnic Profiling: A Rising Challenge for European Human Rights Law»(Διαμόρφωση της γενικής εικόνας βάσει εθνοτικής καταγωγής: νέα πρόκληση για το ευρωπαϊκό δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων) Modern Law Review, 71(3):358-384.

(27)  Ευρωπαϊκή επιτροπή κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας (ECRI), Γενική σύσταση πολιτικής αριθ. 11, όπ. π., παράγραφος 1.

(28)  Έκθεση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την προαγωγή και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, παράγραφος 33.

(29)  Όπ.π.. παράγραφος 33. Βλ. επίσης την προαναφερόμενη έκθεση σχετικά με τη διαμόρφωση μιας γενικής εικόνας ενός προσώπου βάσει εθνοτικής καταγωγής («Ethnic Profiling») του Δικτύου Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων για τα Θεμελιώδη Δικαιώματα της ΕΕ, σελ. 9-13.

(30)  Γνώμη του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 28ης Οκτωβρίου 2008 επί της πρότασης απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για τη χρήση των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (PNR) με σκοπό την επιβολή του νόμου, παράγραφος 4.

(31)  Για μια σύντομη επισκόπηση της συναφούς νομολογίας βλ. E. Brouwer, Towards a European PNR System? (Προς ένα ευρωπαϊκό σύστημα PNR;), μελέτη που εκπονήθηκε για τον Θεματικό Τομέα Γ - Δικαιώματα των πολιτών και συνταγματικές υποθέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έγγραφο PE 410.649, Ιανουάριος 2009, παράγραφος 5, σ. 16-17.

(32)  Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση S. και Marper κατά Ηνωμένου Βασιλείου, όπ.π., παράγραφος 125.

(33)  Ανάλυση πολιτικής του Cato Institute αριθ. 584, 11 Δεκεμβρίου 2006, «Effective Counterterrorism and the limited role of predictive data-mining» (Αποτελεσματική αντιτρομοκρατία και ο περιορισμένος ρόλος της προγνωστικής εξόρυξης δεδομένων), Jeff Jonas και Jim Harper.

(34)  Protecting Individual Privacy in the Struggle Against Terrorists: A Framework for Program Assessment (Προστασία της ιδιωτικής ζωής στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας: Πλαίσιο για αξιολόγηση προγραμμάτων). Η σύνοψη κυριότερων σημείων διατίθεται δωρεάν στη διεύθυνση http://www.nap.edu/catalog/12452.html, σ. 4.

(35)  Detectives draw up new brief in hunt for radicals (Η αστυνομία αναθεωρεί τη στρατηγική της για τον εντοπισμό ριζοσπαστικοποιημένων ομάδων), άρθρο της εφημερίδας The Times, 28 Δεκεμβρίου 2005.

(36)  Έκθεση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την προαγωγή και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, παράγραφος 62

(37)  Όπ.π., παράγραφος 61.

(38)  Όπ.π., παράγραφος 40.

(39)  Απόφαση του ΕΔΑΔ στην προαναφερθείσα υπόθεση Timishev κατά Ρωσίας.

(40)  Γνώμη του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 28ης Οκτωβρίου 2008 επί της απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για τη χρήση των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (PNR) με σκοπό την επιβολή του νόμου, παράγραφος 39.

(41)  Έκθεση της Παγκόσμιας Διάσκεψης των ΗΕ κατά του ρατσισμού (World Conference against Racism, Racial Discrimination, Xenophobia and Related Intolerance) (A/CONF.189/12), Πρόγραμμα Δράσης, παράγραφος 72.

(42)  Δίκτυο ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για τα θεμελιώδη δικαιώματα, «The balance between freedom and security in the response by the European Union and its member States to the Terrorist Threats»(Ισορροπία μεταξύ ελευθερίας και ασφάλειας στην αντιμετώπιση τρομοκρατικών απειλών από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της) (2003), σ. 21.