11.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 218/27


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 77/91/EOK, 78/855/EOK και 82/891/EOK του Συμβουλίου και της οδηγίας 2005/56/ΕΚ όσον αφορά τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και τεκμηρίωσης σε περίπτωση συγχωνεύσεων και διασπάσεων»

COM(2008) 576 τελικό — 2008/0182 (COD)

2009/C 218/05

Στις 16 Οκτωβρίου 2008 το Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 44 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 77/91/EOK, 78/855/EOK και 82/891/EOK του Συμβουλίου και της οδηγίας 2005/56/ΕΚ όσον αφορά τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και τεκμηρίωσης σε περίπτωση συγχωνεύσεων και διασπάσεων»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Φεβρουαρίου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση της κ. SÁNCHEZ MIGUEL.

Κατά την 451η σύνοδο ολομέλειάς της, της 25ης και 26ης Φεβρουαρίου 2009 (συνεδρίαση της 25ης Φεβρουαρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 104 ψήφους υπέρ και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Σύνοψη και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ έχει κάνει επανειλημμένα έκκληση για απλούστευση του κοινοτικού νομοθετικού κεκτημένου. Πράγματι, η επικάλυψη ισχυουσών νομοθετικών ρυθμίσεων με τροποποιήσεις δημιουργεί δυσκολίες στην εφαρμογή τους και σε πολλές περιπτώσεις υπέρμετρη γραφειοκρατία, που περιορίζει την ομαλή λειτουργία των ρυθμιζόμενων φορέων.

1.2

Η ΕΟΚΕ έχει επίσης δηλώσει, ωστόσο, ότι αυτή η διαδικασία απλούστευσης δεν πρέπει να συντελεί στην απορρύθμιση ή στη μείωση της ασφάλειας δικαίου που πρέπει να διέπει κάθε τομέα στην ΕΕ.

1.3

Η νομική ρύθμιση της ενιαίας αγοράς και οι σχέσεις μεταξύ των οικονομικών και των κοινωνικών φορέων στην Ευρώπη επέτρεψαν, αφενός, να εναρμονιστούν οι διάφορες νομοθεσίες και, αφετέρου, να καταστεί δυνατή η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των κεφαλαίων, χωρίς να περισταλούν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των εμπλεκόμενων μερών.

1.4

Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη και τις συνέπειες της ανεπαρκούς ρύθμισης και διαφάνειας σε ορισμένους από τους σημαντικότερους φορείς της ενιαίας αγοράς, πιστεύουμε ότι η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί αν οι τροποποιήσεις που προτείνει για σκοπούς απλούστευσης θα έχουν μόνο θετικά αποτελέσματα και θα μειώσουν το οικονομικό κόστος ή αν ενδέχεται, αντίθετα, να έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια δικαίου των συγκεντρώσεων επιχειρήσεων μέσω συγχωνεύσεων ή διασπάσεων.

1.5

Συγκεκριμένα, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα πρέπει να διαχωριστούν σαφώς οι κανόνες που ρυθμίζουν τις ευρωπαϊκές ΜΜΕ, οι οποίες αποτελούν την πλειοψηφία των επιχειρηματικών οργανώσεων στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, από εκείνους που αφορούν τις μεγάλες εταιρείες και ιδίως εκείνες που αντλούν χρηματοδοτικούς πόρους μέσω των χρηματιστηριακών αγορών. Πράγματι, θα μπορούσε να νομιστεί ότι η απαίτηση ομοφωνίας για πολλές από τις προτεινόμενες διατάξεις αφορά τις μικρές και μεσαίες κεφαλαιουχικές εταιρείες, αφού διαφορετικά θα ήταν αδιανόητη.

1.6

Μέχρι να γίνει αυτός ο διαχωρισμός, θα πρέπει να διατηρηθούν οι ρυθμίσεις που αφορούν τις εγγυήσεις, όχι μόνο για τους μετόχους, αλλά και για τους πιστωτές και τους υπαλλήλους, και να αναζητηθούν μέτρα στήριξης των ΜΜΕ, για να ελαφρυνθεί η οικονομική επιβάρυνση που επιβάλλει η συμμόρφωσή τους με την ισχύουσα νομοθεσία.

2.   Εισαγωγή

2.1

Ένα από τα σημαντικότερα μελήματα της Επιτροπής σε σχέση με την ενιαία αγορά ήταν να καθιερώσει μια διαδικασία για την απλούστευση της κοινοτικής νομοθεσίας και, ιδιαίτερα, του διοικητικού φόρτου που επιβάλλει στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτές οι επιχειρήσεις είναι στην πλειοψηφία τους ΜΜΕ, ενώ πολλές από τις υποχρεώσεις που περιέχουν οι οδηγίες για τον τομέα του εταιρικού δικαίου αφορούν στις μεγάλες κεφαλαιουχικές εταιρείες, που αντλούν χρηματοδοτικούς πόρους από τη χρηματιστηριακή αγορά.

2.2

Στο εαρινό Συμβούλιο του 2007 (1) εγκρίθηκε το πρόγραμμα δράσης για την απλούστευση και τη μείωση του διοικητικού φόρτου που παρακωλύει άσκοπα τις οικονομικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων και τέθηκε ως στόχος να μειωθεί αυτός ο φόρτος κατά 25 % έως το 2012.

2.3

Στον πλαίσιο του εταιρικού δικαίου, έχουν ήδη υποβληθεί προτάσεις απλούστευσης σε δύο τομείς: το ουσιαστικό δίκαιο, στην αποκαλούμενη 1η οδηγία περί συστάσεως ανώνυμου εταιρείας (2) και τη 2η οδηγία για τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της (3), και τις οδηγίες δικονομικού δικαίου (4) που αφορούν ιδίως τα λογιστικά πρότυπα και τις απαιτήσεις πληροφόρησης από πλευράς των εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών.

2.4

Από τις οδηγίες των οποίων προτείνεται τώρα η τροποποίηση, δύο έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο προτάσεων απλούστευσης: η 3η οδηγία, που αφορά τις συγχωνεύσεις ανώνυμων εταιρειών, και η 6η οδηγία, που διέπει τις διασπάσεις τους (5), σε σχέση με ένα πολύ σημαντικό θέμα: την παρέμβαση ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων στις περιπτώσεις συγχώνευσης ή διάσπασης ανωνύμων εταιρειών. Η ΕΟΚΕ έχει εκφραστεί επικριτικά για αυτό το θέμα (6), πιστεύοντας ότι η απουσία αντικειμενικού κριτή εκτός της εταιρείας θα μπορούσε να βλάψει τα συμφέροντα τρίτων μερών, των πιστωτών και των υπαλλήλων της.

3.   Σύνοψη της πρότασης της Επιτροπής

3.1

Η πρόταση οδηγίας που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης επηρεάζει άμεσα τρεις οδηγίες: την 3η οδηγία περί των συγχωνεύσεων ανώνυμων εταιρειών, την 6η οδηγία για τις διασπάσεις τους και, τέλος, την οδηγία για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις, η οποία εγκρίθηκε πιο πρόσφατα (7). Επιπλέον, τροποποιεί έμμεσα τη 2η οδηγία (8), διότι, εισάγοντας στους κανόνες για τις συγχωνεύσεις και τις διασπάσεις την απαλλαγή από την υποχρέωση έκθεσης πραγματογνωμοσύνης για τις εισφορές σε είδος, τροποποιεί τους κανόνες για τη μεταβολή του κεφαλαίου που περιέχονται στην εν λόγω οδηγία.

3.2

Σε γενικές γραμμές, τα μέτρα απλούστευσης που προτείνονται στις τρεις οδηγίες αφορούν:

τη μείωση των απαιτήσεων πληροφόρησης για τα σχέδια συγχώνευσης ή διάσπασης·

τις υποχρεώσεις δημοσίευσης και τεκμηρίωσης των σχεδίων συγχώνευσης ή διάσπασης έναντι των μετόχων·

τους κανόνες για την προστασία των πιστωτών.

3.3

Τόσο η 3η όσο και η 6η οδηγία επιβάλλουν επί του παρόντος την υποβολή τριών εκθέσεων: μιας έκθεσης των διοικητικών οργάνων των εταιρειών σχετικά με τα οικονομικά και τα νομικά αίτια της συγχώνευσης ή της διάσπασης, μία έκθεση ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων και μία λογιστική κατάσταση, στην περίπτωση που οι ετήσιοι λογαριασμοί είναι παλαιότεροι του εξαμήνου. Και τα τρία αυτά έγγραφα πρέπει να εγκριθούν από τη γενική συνέλευση κάθε επιχείρησης που συμμετέχει στη συγχώνευση ή τη διάσπαση.

3.4

Η πρόταση μειώνει αυτές τις υποχρεώσεις, καθιερώνοντας απαλλαγή από τη γραπτή έκθεση της διοίκησης όταν υπάρχει ομόφωνη παραίτηση των μετόχων από αυτό το δικαίωμα, ενώ για τη λογιστική κατάσταση εφαρμόζονται οι κανόνες που θεσπίστηκαν στην οδηγία για τη διαφάνεια (9), εφόσον οι εταιρείες έχουν εισηγμένες κινητές αξίες.

3.5

Όσον αφορά την τροποποίηση της 2ης οδηγίας, που αφορά τις μεταβολές του κεφαλαίου, προτείνεται η απαλλαγή των εταιρειών από την υποχρέωση υποβολής έκθεσης πραγματογνωμοσύνης σχετικά με τις συνεισφορές σε είδος.

3.6

Μια σημαντική πρόταση σχετικά με τη δημοσίευση των εκθέσεων για τις συγχωνεύσεις και τις διασπάσεις είναι η χρήση των νέων τεχνολογιών και του Διαδικτύου για τη δημοσιοποίησή τους.

3.7

Όσον αφορά την προστασία των πιστωτών, τροποποιείται το δικαίωμά τους να αντιτεθούν στις πράξεις συγχώνευσης ή διάσπασης μέχρις ότου λάβουν εγγυήσεις για την ικανοποίηση των αξιώσεών τους, το οποίο προτείνεται να καταργηθεί. Ωστόσο, στις περιπτώσεις διασυνοριακών συγχωνεύσεων, διατηρείται, για την προστασία τους, η υποχρέωση κατάρτισης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης για τις εισφορές σε είδος, προκειμένου να προσδιοριστεί μια αξία που μπορεί να διεκδικηθεί δικαστικά στα διάφορα κράτη όπου έχουν την έδρα τους οι εταιρείες.

4.   Παρατηρήσεις για την πρόταση τροποποίησης

4.1

Η ΕΟΚΕ θεωρεί γενικά θετική την απλούστευση της κοινοτικής νομοθεσίας και πιο συγκεκριμένα του εταιρικού δικαίου, λόγω του διοικητικού φόρτου που επιβάλλει στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στις ΜΜΕ, που αποτελούν σημαντικό μέρος του οικονομικού ιστού της ΕΕ. Εντούτοις, η ΕΟΚΕ έχει ήδη επισημάνει ότι αυτή η διαδικασία απλούστευσης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μειώσει την ασφάλεια δικαίου της οποίας πρέπει να απολαύουν όλοι οι φορείς της ενιαίας αγοράς.

4.2

Κατανοούμε το ενδιαφέρον της Επιτροπής για την προστασία των μετόχων ως ιδιοκτητών της επιχείρησης, αλλά σε κάθε νόμιμη πράξη δεν πρέπει να λησμονούνται και οι άλλοι ενδιαφερόμενοι των οποίων τα νόμιμα συμφέροντα ενδέχεται να θιγούν. Επ’ αυτού του θέματος, κατανοούμε –και υποστηρίζουμε– τη θέση που έλαβε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (10), το οποίο υπενθύμισε την ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών (επενδυτών, ιδιοκτητών, πιστωτών και υπαλλήλων). Πρόκειται για μια θέση την οποία η ΕΟΚΕ έχει εκφράσει και στο παρελθόν (11) και την οποία τώρα επαναλαμβάνει, προκειμένου να διατηρηθεί η διαφάνεια και η εμπιστοσύνη των οικονομικών και των κοινωνικών φορέων στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.

4.3

Όσον αφορά την προτεινόμενη απλούστευση των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων σε περίπτωση συγχώνευσης ή διάσπασης, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η δημοσίευση των εγγράφων που πρέπει να τίθενται στη διάθεση των μετόχων και των πιστωτών στο Διαδίκτυο αντί για το μητρώο των εταιρειών (απλούστευση που αφορά και τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις), θα πρέπει να διατυπωθούν ορισμένες κριτικές παρατηρήσεις. Πρώτον, ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί πως αυτή η τροποποίηση προστατεύει τα δικαιώματα των μετόχων και των πιστωτών, επειδή χάνει τον δημόσιο χαρακτήρα που απορρέει από ένα μητρώο· και, δεύτερον, ότι χάνεται η δυνατότητα χρήσης αυτών των πληροφοριών ως αποδεικτικών στοιχείων σε οποιαδήποτε ένδικη διαφορά. Πιστεύουμε ότι η διαφάνεια των πράξεων αυτού του τύπου πρέπει να υπερισχύει της εξοικονόμησης κόστους· θεωρούμε, συνεπώς, ότι χρειάζεται αποτελεσματικότερη διασφάλιση αυτής της αρχής

4.4

Αντιθέτως, συμφωνούμε ότι δεν χρειάζεται διπλασιασμός της λογιστικής κατάστασης στην περίπτωση των εισηγμένων εταιρειών (12), αφού οι καταστάσεις αυτές καταρτίζονται, όχι μόνο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, αλλά και με την παρέμβαση των χρηματιστηριακών αρχών. Εντούτοις, η διεύρυνση αυτής της απλούστευσης και στις μη εισηγμένες εταιρείες, εάν υπάρχει ομοφωνία όλων των μετόχων όλων των συμμετεχουσών εταιρειών, φαίνεται ότι στρεβλώνει τον σκοπό της ρύθμισης. Αν δηλαδή υπάρχει ήδη λογιστική κατάσταση που έχει καταρτιστεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατάξεις, δεν είναι αναγκαίο να επαναληφθεί, αλλά δεν είναι αυτό το νόημα του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχείο β) της 3ης οδηγίας, που απαλλάσσει από την υποχρέωση λογιστικής κατάστασης εάν υπάρχει σχετική ομοφωνία των μετόχων.

4.5

Ένα ζήτημα που μας φαίνεται ανησυχητικό είναι η προτεινόμενη τροποποίηση της 2ης οδηγίας 77/91/ΕΟΚ, η οποία προστίθεται στις προηγούμενες. Προτείνεται να μην εφαρμόζεται το άρθρο 10, που αφορά τις εισφορές σε είδος και την αξιολόγησή τους από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα σε περίπτωση συγχώνευσης ή διάσπασης, και να εφαρμόζονται συγκεκριμένοι κανόνες στην κατάρτιση της έκθεσης των εμπειρογνωμόνων. Κατανοούμε ότι η έκθεση αυτή καθορίζει το μέρος του κεφαλαίου που αντιστοιχεί σε κάθε μέτοχο και ότι το κεφάλαιο είναι το μέτρο της ευθύνης που υπέχει κάθε εταιρεία έναντι τρίτων. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τη θέση της όσον αφορά τη διαφάνεια και, ιδιαίτερα, τις εγγυήσεις που πρέπει να δοθούν σε όλους τους ενδιαφερόμενους και επηρεαζόμενους από τις πράξεις. Είναι κακή αρχή να μην υπάρχει τουλάχιστον μια «αντικειμενική» έκθεση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας, όπως αυτή αντανακλάται στην ονομαστική αξία του εταιρικού της κεφαλαίου.

4.6

Τέλος, η δυνατότητα των πιστωτών να αντιτίθενται στις πράξεις συγχώνευσης ή διάσπασης, μέχρις ότου λάβουν εγγύηση της ικανοποίησης των θεμιτών τους αξιώσεων έναντι των εταιρειών που συμμετέχουν στις εν λόγω νομικές πράξεις, ήταν ένας τρόπος εξασφάλισης της αξιοπιστίας και της ομαλότητας των εμπορικών συναλλαγών. Ο περιορισμός αυτής της εγγύησης, με τη θέσπιση της υποχρέωσης των πιστωτών να ζητήσουν αυτές τις εγγυήσεις από «την αρμόδια διοικητική ή δικαστική αρχή» και «να αποδείξουν αξιόπιστα ότι λόγω της προτεινόμενης συγχώνευσης η ικανοποίηση των αξιώσεών τους διατρέχει κίνδυνο και ότι κανένα επαρκές μέτρο προστασίας δεν έχει ληφθεί από την εταιρεία» (άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ). Αυτή η αντιστροφή του βάρους της απόδειξης πρέπει να μας κάνει να αναρωτηθούμε για τη σκοπιμότητα αυτής της τροποποίησης, η οποία θα περιπλέξει περισσότερο συνηθισμένες μέχρι σήμερα εμπορικές πράξεις και ενδέχεται να αυξήσει τις πράξεις που τελούνται με νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις.

Βρυξέλλες, 25 Φεβρουαρίου 2009.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών, έγγραφο 7224/07, σ. 9.

(2)  Οδηγία 68/151/ΕΟΚ (ΕΕ L 65 της 14.3.1968, σελ. 8), που τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2003/58/ΕΚ (ΕΕ L 221 της 4.9.2003, σελ. 13.

(3)  Οδηγία 77/91/ΕΟΚ, (ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σελ. 1) που τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/68/ΕΚ (ΕΕ L 264 της 25.9.2006, σελ. 32).

(4)  Λογιστικά πρότυπα και απαιτήσεις διαφάνειας των εκδοτριών εταιρειών: Οδηγία 2004/109/ΕΚ (ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σελ. 38).

(5)  Οδηγία 2007/63/ΕΚ (ΕΕ L 300 της 17.11.2007, σελ. 47) για την τροποποίηση των οδηγιών 78/855/ΕΟΚ και 82/891/ΕΟΚ όσον αφορά την απαίτηση για τη σύνταξη έκθεσης από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα σε περίπτωση συγχώνευσης ή διάσπασης ανωνύμων εταιρειών.

(6)  Γνωμοδότηση CESE: ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σελ. 33.

(7)  Οδηγία 2005/56/ΕΚ σχετικά με τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις κεφαλαιουχικών εταιρειών (ΕΕ L 310 της 25.11.2005, σελ. 1).

(8)  Οδηγία 77/91/ΕΟΚ.

(9)  Οδηγία 2004/109/ΕΚ για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά.

(10)  Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου A6-0101/2008.

(11)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 117 της 30.4.2004 σε. 43.

(12)  Οδηγία 2004/109/ΕΚ για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά .