4.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 182/40


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με το κοινοτικό νομικό πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Ερευνητικών Υποδομών (ΕΕΥ)»

COM(2008) 467 τελικό — 2008/0148 (CNS)

(2009/C 182/08)

Εισηγητής: ο κ. STANTIČ

Στις 5 Σεπτεμβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 172 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με το κοινοτικό νομικό πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Ερευνητικών Υποδομών (ΕΕΥ)

COM(2008) 467 τελικό — 2008/0148 (CNS).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Ιανουαρίου 2009 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. STANTIČ.

Κατά την 450ή σύνοδο ολομέλειας, της 14ης και 15ης Ιανουαρίου 2009 (συνεδρίαση της 15ης Ιανουαρίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 149 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 5 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Οι ερευνητικές υποδομές υψηλού επιπέδου αποτελούν έναν από τους βασικούς πυλώνες για την περαιτέρω ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας.

1.2   Η δημιουργία και η λειτουργία ανταγωνιστικών ευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών παγκοσμίου εμβέλειας υπερβαίνει κατά κανόνα τις δυνατότητες καθώς και την ικανότητα αξιοποίησης των μεμονωμένων κρατών μελών της ΕΕ. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η σύμπραξη στο χώρο αυτό αποφέρει μια ιδιαίτερα υψηλή ευρωπαϊκή πρόσθετη αξία. Η έλξη που ασκούν παρόμοιες υποδομές οδηγεί στην ενίσχυση της δικτύωσης και της συνεργασίας εντός του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας και δρα ανασταλτικά έναντι του υφιστάμενου κατακερματισμού.

1.3   Η ΕΟΚΕ στηρίζει επομένως τον χάρτη πορείας που προωθεί το Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Φόρουμ Ερευνητικών Υποδομών (ESFRI) για την ανάπτυξη, κατά τα επόμενα 10 με 20 έτη, 44 νέων, μεγάλης έκτασης ερευνητικών υποδομών πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.

1.4   Τα μεμονωμένα, εθνικά νομικά πλαίσια αδυνατούν να παράσχουν μία επαρκή νομική βάση για την ανάπτυξη ερευνητικών υποδομών παγκόσμιας εμβέλειας και πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Η ΕΟΚΕ τάσσεται επομένως υπέρ του προτεινόμενου κανονισμού για ένα ενιαίο κοινοτικό νομικό πλαίσιο για τις ΕΕΥ, το οποίο μπορεί να διευκολύνει και να επιταχύνει την εφαρμογή των προγραμμάτων που προτείνει το ESFRI.

1.5   Νέες, παγκόσμιας εμβέλειας ερευνητικές υποδομές μπορούν να ενισχύσουν αποφασιστικά την ελκυστικότητα του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ERA) και να εμποδίσουν το ρεύμα διαρροής εγκεφάλων από την Ευρώπη. Εντούτοις, η συγκέντρωση υποδομών μεγάλου εύρους αποκλειστικά σε αναπτυγμένες χώρες θα προσελκύσει, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, ερευνητές από όλη την Ευρώπη. Η δυνητικά αρνητική αυτή επίπτωση για ορισμένες χώρες μπορεί να αντισταθμισθεί μακροπρόθεσμα εάν εξασφαλισθεί ορθή γεωγραφική κατανομή των ΕΕΥ και κατά το δυνατόν ευρύτερη πρόσβαση σε αυτές.

1.6   Η ΕΟΚΕ καλεί τα κράτη μέλη να ακολουθήσουν την πρωτοβουλία του ESFRI και της Επιτροπής και να καταρτίσουν τους εθνικούς τους χάρτες πορείας για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των ερευνητικών υποδομών το συντομότερο δυνατόν.

1.7   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της προτεινόμενης απαλλαγής των ΕΕΥ από το φόρο προστιθέμενης αξίας και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, δεδομένου ότι κατ'αυτόν τον τρόπο μπορεί να ενισχυθεί η ελκυστικότητά τους και να αποκτήσουν οι ΕΕΥ ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι παρεμφερών προγραμμάτων οπουδήποτε στον κόσμο.

1.8   Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Κοινότητα να συμβάλει πιο ενεργά στη συγχρηματοδότηση των ΕΕΥ αυξάνοντας τα κονδύλια του 8ου Προγράμματος Πλαισίου που προορίζονται για έρευνα και ανάπτυξη. Με την ενίσχυση της θέσης της μέσω ποσοστών ιδιοκτησίας, η Κοινότητα θα μπορεί να εγγυάται μία ευρύτερη γεωγραφική κατανομή για τα ΕΕΥ, καθώς και ελεύθερη πρόσβαση για κατά το δυνατόν περισσότερους ευρωπαίους ερευνητές.

1.9   Η ΕΟΚΕ συνιστά να δοθεί μεγαλύτερη προτεραιότητα, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής συνοχής και των χρηματοδοτικών της μέσων, δηλαδή των διαρθρωτικών ταμείων, στην ανάπτυξη νέων ερευνητικών και καινοτόμων ικανοτήτων. Καλεί επίσης την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναπτύξουν πρόσθετα πολιτικά μέσα προκειμένου να ενθαρρύνουν περαιτέρω επενδύσεις στις ερευνητικές υποδομές εκ μέρους των ιδιωτικού τομέα.

1.10   Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στο κόστος λειτουργίας και συντήρησης των ΕΕΥ μετά την ολοκλήρωση της αρχικής επένδυσης. Το κόστος αυτό που αγγίζει έως το 20 % της επενδυτικής αξίας ετησίως διακυβεύει την ελεύθερη πρόσβαση ερευνητών από χώρες που δεν είναι μέλη μίας ΕΕΥ. Ως εκ τούτου, θα ήταν σκόπιμο να συμπεριληφθεί και η συγχρηματοδότηση των εν εξελίξει δράσεων μέσω ευρωπαϊκών ταμείων στα πλαίσια του 8ου προγράμματος πλαισίου για την Ε & Α.

2.   Εισαγωγή

2.1   Η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ERA) υπήρξε κύριος στόχος όλων των κοινοτικών μέτρων για την έρευνα και την ανάπτυξη από το 2000 (1). Στην περίοδο που ακολούθησε, τα κράτη μέλη δρομολόγησαν πολυάριθμες πρωτοβουλίες στο χώρο αυτό. Εντούτοις, διάφορα εθνικά και θεσμικά εμπόδια εξακολουθούν να δυσχεραίνουν την επίτευξη του τελικού στόχου, ο οποίος έγκειται στη θέσπιση της «πέμπτης ελευθερίας» στην Ευρώπη, ήτοι της ελεύθερης κυκλοφορίας της γνώσης. Στα κεντρικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη στον χώρο της επιστήμης και της έρευνας συγκαταλέγεται ο κατακερματισμένος χαρακτήρας της, εξαιτίας του οποίου παρακωλύεται η πλήρης αξιοποίηση του ερευνητικού της δυναμικού.

2.2   Οι ερευνητικές υποδομές παγκόσμιας εμβέλειας αντιπροσωπεύουν αναμφισβήτητα έναν από τους κεντρικούς πυλώνες για την περαιτέρω ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (2), δεδομένου ότι:

προωθεί την αριστεία στην επιστήμη,

καθιστά δυνατή τη διεξαγωγή παγκοσμίως ανταγωνιστικής, βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας,

προσελκύει τους καλύτερους ερευνητές,

ενθαρρύνει την καινοτομία στη βιομηχανία και προάγει τη μεταφορά γνώσης,

συμβάλλει στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση,

δημιουργεί υψηλότερη ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία.

2.3   Ένα από τα χαρακτηριστικά των ευρείας κλίμακας ευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών είναι ότι το υψηλό επενδυτικό και λειτουργικό τους κόστος, καθώς και η πλήρης αξιοποίηση των ικανοτήτων συχνά υπερβαίνουν τις δυνατότητες των μεμονωμένων κρατών μελών. Τούτο σημαίνει ότι πολύ συχνά τα ευρωπαϊκά κέντρα αριστείας αδυνατούν να επιτύχουν κρίσιμη μάζα. Εξάλλου ορισμένα από αυτά πάσχουν από ανεπαρκή δικτύωση και συνεργασία. Παρά τις ελλείψεις αυτές, η Ευρώπη κατόρθωσε στο παρελθόν να δρομολογήσει διάφορα σημαντικά και παγκόσμιας εμβέλειας πανευρωπαϊκά προγράμματα, όπως τα CERN, ITER, EMBO, ESA, ESRF (3) και άλλα.

2.4   Η πρόταση κανονισμού COM(2008)467 τελικό, που αποτελεί το θέμα της παρούσας γνωμοδότησης, αποτελεί μία από τις πέντε πρωτοβουλίες της Επιτροπής που έχουν προγραμματισθεί για το 2008 και στοχεύουν στην ουσιαστική επιτάχυνση της δημιουργίας ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ERA) (4).

2.5   Η πρόταση θα συμβάλει στους στόχους της ατζέντας της Λισσαβώνας, καθότι θα ενισχύσει τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις στην έρευνα, οι οποίες εξακολουθούν να υπολείπονται κατά πολύ του στόχου του 3 % του ΑEγχΠ έως το 2010 (επί του παρόντος κυμαίνεται κατά μέσο όρο στο 1,7-1,8 % του ΑEγχΠ). Η πρόταση θα αποτελέσει τη βάση για μία απολύτως αναγκαία εδραίωση των ευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών, η οποία θα προάγει τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.

3.   Ιστορικό πλαίσιο

3.1   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, επιδιώκοντας να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη επιτυχία τις πολυάριθμες προκλήσεις στον χώρο των ερευνητικών υποδομών, δημιούργησε, ήδη από το 2002, το Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Φόρουμ Ερευνητικών Υποδομών (ESFRI) (5), το οποίο εξουσιοδότησε να καταρτίσει έναν χάρτη πορείας για την ανάπτυξη και την κατασκευή της νέας γενιάς των μεγάλης εκτάσεως υποδομών πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.

3.2   Το ESFRI προσδιόρισε, σε συνεργασία με την Επιτροπή και κατόπιν εκτεταμένων διαβουλεύσεων (με 1 000 εμπειρογνώμονες υψηλού επιπέδου), 35 πανευρωπαϊκά προγράμματα (6) που θα χρειασθούν μεγάλης κλίμακος πανευρωπαϊκές ερευνητικές υποδομές τα προσεχή 10 έως 20 χρόνια (7).

3.3   Ο χάρτης πορείας προβλέπει νέες, ζωτικές ερευνητικές υποδομές διάφορου μεγέθους και αξίας, που θα καλύψουν ένα ευρύ φάσμα ερευνητικών τομέων, από τις κοινωνικές και τις φυσικές επιστήμες, στα ηλεκτρονικά συστήματα αρχειοθέτησης επιστημονικών εκδόσεων και τις βάσεις δεδομένων (8). Η αξία όλων των προγραμμάτων εκτιμάται ότι θα υπερβεί τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ.

3.4   Κατά τον προσδιορισμό των παραγόντων που ενδέχεται να παρακωλύσουν την κατασκευή πανευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών παγκόσμιας εμβέλειας, το ESFRI επεσήμανε επίσης, πέραν των χρηματοοικονομικών και των οργανωτικών περιορισμών, την έλλειψη νομικού πλαισίου ή δομών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα καθιστά δυνατή τη σύναψη διεθνών εταιρικών σχέσεων με απλό και αποτελεσματικό τρόπο. Επί του παρόντος, οι εταίροι που επιθυμούν να συνεργασθούν για την ανάπτυξη κοινών ερευνητικών υποδομών πρέπει καταρχάς να συμφωνήσουν όσον αφορά την εθνική νομική βάση (9) που προτίθενται να χρησιμοποιήσουν (ή πρέπει να καταφύγουν σε μία διεθνή συμφωνία), γεγονός που προκαλεί πρόσθετα διοικητικά προβλήματα.

3.5   Το ESFRI έχει ως εκ τούτου υπογραμμίσει την ανάγκη να αναπτυχθεί ένα ειδικό κοινοτικό νομικό πλαίσιο για τη δημιουργία ευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών (στο εξής ΕΕΥ), με τη συμμετοχή διαφόρων κρατών μελών.

3.6   Καθορισμός του όρου ΕΕΥ: ο όρος αναφέρεται σε αντικείμενα, εγκαταστάσεις, πηγές και υπηρεσίες, που χρησιμοποιούνται από την επιστημονική κοινότητα για τη διεξαγωγή ερευνών υψηλού επιπέδου. Στα παραπάνω περιλαμβάνονται επιστημονικός εξοπλισμός, πηγές που βασίζονται στη γνώση (επιστημονικές συλλογές, αρχεία, διαρθρωμένα επιστημονικά δεδομένα), υποδομές που βασίζονται σε τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών, καθώς και τυχόν μοναδικοί πόροι που είναι απαραίτητοι για την αριστεία στην έρευνα. Τέτοιου είδους ερευνητικές υποδομές μπορούν είτε να βρίσκονται «σε έναν χώρο» είτε να είναι «διάσπαρτες» (οργανωμένο δίκτυο πηγών).

4.   Πρόταση της Επιτροπής

4.1   Έχοντας συμπεράνει ότι τα υφιστάμενα νομικά μέσα, που βασίζονται σε διαφορετικές εθνικές νομοθεσίες δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες των νέων πανευρωπαϊκών υποδομών, η Επιτροπή, κατόπιν πρωτοβουλίας των κρατών μελών, κατήρτισε πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με το κοινοτικό νομικό πλαίσιο των ΕΕΥ βάσει του άρθρου 171 της Συνθήκης ΕΚ.

4.2   Κύριος στόχος της προτεινόμενης νομοθεσίας είναι να καταστεί δυνατό για τα κράτη μέλη και τα τρίτα κράτη, που συμμετέχουν στο κοινοτικό πρόγραμμα πλαίσιο για έρευνα και ανάπτυξη, να δημιουργούν και να διαχειρίζονται από κοινού ερευνητικές εγκαταστάσεις πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.

4.3   Οι ΕΕΥ έχουν νομική προσωπικότητα που βασίζεται στα μέλη τους (απαιτούνται τουλάχιστον τρία κράτη μέλη· μπορούν να προσχωρούν τρίτα κράτη και διακυβερνητικοί οργανισμοί), και απολαμβάνουν πλήρους νομικής ικανότητας σε όλα τα κράτη μέλη. Ο κανονισμός θεσπίζει το νομικό πλαίσιο των απαιτήσεων και των διαδικασιών που απαιτούνται για τη δημιουργία μίας ΕΕΥ.

4.4   Οι ΕΕΥ έχουν το καθεστώς διεθνούς οργανισμού όσον αφορά τις οδηγίες περί ΦΠΑ, ειδικών φόρων κατανάλωσης και δημοσίων συμβάσεων. Απαλλάσσονται επομένως από το ΦΠΑ και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, οι δε δημόσιες συμβάσεις τους δεν διέπονται από τις διατάξεις της οδηγίας περί δημοσίων συμβάσεων (10).

4.5   Οι ΕΕΥ μπορούν να συγχρηματοδοτούνται από τα χρηματοδοτικά μέσα της πολιτικής συνοχής σύμφωνα με τον Κανονισμό του Συμβουλίου (11), που θεσπίζει γενικές διατάξεις για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής.

5.   Γενικές παρατηρήσεις

5.1   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το προτεινόμενο, νέο νομικό μέσο, το οποίο θα συμπληρώσει τα υφιστάμενα νομικά μέσα, θα διευκολύνει και θα προάγει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με νέες υποδομές πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και κατ’αυτόν τον τρόπο θα συμβάλλει στην επίσπευση της δημιουργίας του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας και στην επίτευξη των στόχων της Στρατηγικής της Λισσαβώνας.

5.2   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη ρητή και αποφασιστική δέσμευση της Επιτροπής και των κρατών μελών να εναρμονίσουν την εν εξελίξει ανάπτυξη των ευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών. Μόνο κατ' αυτόν τον τρόπο θα είναι δυνατή η εφαρμογή του χάρτη πορείας όπως προτείνεται από το ESFRI.

5.3   Η ανάπτυξη νέων ερευνητικών υποδομών με τα παγκοσμίως υψηλότερα πρότυπα μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στη συνολική ελκυστικότητα του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας. Διαδραματίζει έναν ζωτικό ρόλο στις προσπάθειες διατήρησης και περαιτέρω κινητοποίησης των 400 000 ταλαντούχων νέων ερευνητών, τους οποίους χρειάζεται η Ευρώπη, προκειμένου να επιτύχει το στόχο του 3 % στις επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη. Επιπλέον, οι ερευνητικές υποδομές υψηλής ποιότητας μπορούν να προσελκύσουν προικισμένους και υψηλά ειδικευμένους ερευνητές από όλον τον κόσμο.

5.4   Εξαιτίας της άκρως απαιτητικής φύσης των προτεινόμενων προγραμμάτων ερευνητικών υποδομών (12), οι δυνατότητες των μικρών ή λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών να αποκτήσουν σημαντικές ερευνητικές υποδομές ή να συμμετέχουν σε αυτές είναι — στην πραγματικότητα — αρκετά περιορισμένες. Αναμένεται ότι οι μελλοντικές μεγάλης κλίμακας υποδομές θα βρίσκονται κυρίως στα πιο ανεπτυγμένα κράτη, γεγονός που βραχυπρόθεσμα ενδέχεται να επισπεύσει τη διαρροή εγκεφάλων εντός της ΕΕ. Μακροπρόθεσμα, ο κίνδυνος αυτός αναμένεται να εξαλειφθεί, δεδομένου ότι 28 από τα 44 προγράμματα του καταλόγου του ESFRI είναι καταχωρημένα ως «κατανεμημένες υποδομές» (distributed infrastructures), με άλλα λόγια υποδομές που συμπεριλαμβάνουν ένα δίκτυο στην Ευρώπη υπό κάποια μορφή, πράγμα που αυξάνει τη δυνατότητα συμμετοχής μικρών ή λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών. Προκειμένου να διασφαλισθεί η υλοποίηση μίας τέτοιας συμμετοχής, η ΕΟΚΕ ζητεί να δοθεί στους ερευνητές ευρεία πρόσβαση σε αυτού του είδους τις υποδομές. Σημαντικό είναι επίσης να διασυνδεθεί κατά το δυνατόν περισσότερο το επιστημονικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό μεταξύ αυτών των τόσο ευρέως διασκορπισμένων υποδομών.

5.5   Το 15 % περίπου των ερευνητών στους ευρωπαϊκούς ερευνητικούς οργανισμούς συνεργάζονται με τη βιομηχανία κατά τη χρήση των ερευνητικών υποδομών. Η ανάπτυξη νέων ερευνητικών υποδομών μπορεί επομένως να δημιουργήσει μεγαλύτερη ζήτηση, πολλά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και να παράσχει πρόσθετα κίνητρα για τη μεταφορά γνώσης και τεχνολογίας στη βιομηχανία. Μπορεί επίσης να συμβάλει στην επίτευξη του στόχου της Βαρκελώνης, που έγκειται στην αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων σε Ε & Α στο 2 % του ΑΕγχΠ.

5.6   Το Ευρωπαϊκό σχέδιο ανάκαμψης της οικονομίας που δρομολογήθηκε από την Επιτροπή στις 26 Νοεμβρίου 2008 προκειμένου να μετριάσει τον οικονομικό αντίκτυπο της χρηματοπιστωτικής κρίσης αναφέρεται ρητά στην Ε & Α. Στον κατάλογο των μακροπρόθεσμων μέτρων που προβλέπει το σχέδιο συμπεριλαμβάνονται οι αποκαλούμενες «έξυπνες επενδύσεις». Η Επιτροπή δίνει ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό και καλεί τα κράτη μέλη και τον ιδιωτικό τομέα να επενδύσουν περισσότερο στην Ε & Α, στην καινοτομία και την εκπαίδευση. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τις θετικές επιπτώσεις των επενδύσεων σε ερευνητικές υποδομές. Η δυνητική εμπορική αξία των επενδύσεων υπερβαίνει τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Τούτο μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση μεγάλου αριθμού θέσεων εργασίας σε επιχειρήσεις που θα έχουν την ευθύνη υλοποίησης των προγραμμάτων υποδομών. Θα δράσει ως θετικό κίνητρο για μία ταχύτερη μετάβαση στην κοινωνία της γνώσης.

5.7   Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Πορείας για τις Ερευνητικές Υποδομές αποτελεί εξαιρετική βάση για τους εθνικούς χάρτες πορείας. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν αντιμετωπίζουν με τη δέουσα σοβαρότητα τις πρωτοβουλίες αυτές. Τα καλεί επομένως να αντισταθμίσουν τις χαμένες ευκαιρίες το συντομότερο δυνατόν και να παρακολουθήσουν τις πρωτοβουλίες του ESFRI και της Επιτροπής.

5.8   Τα κράτη μέλη θα εξακολουθήσουν να παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος της μελλοντικής χρηματοδότησης για ερευνητικές υποδομές. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό να συντονιστούν οι εν λόγω χρηματοδοτήσεις. Μόνο κατ' αυτόν τον τρόπο θα καταστεί δυνατή η επίτευξη της κρίσιμης μάζας, η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των επενδύσεων και η εγγύηση επαρκούς εξειδίκευσης και επιστημονικής αριστείας στις υποδομές.

5.9   Παρά την αύξηση της χρηματοδότησης για τις ερευνητικές υποδομές στο ΠΠ7 και τις δυνατότητες που διατίθενται στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής, ο προϋπολογισμός της ΕΕ εξακολουθεί να μην επαρκεί για τις ανάγκες υλοποίησης των φιλόδοξων σχεδίων. Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στη ανάγκη μεγαλύτερης συνέργειας μεταξύ του 7ου Προγράμματος Πλαισίου και των διαρθρωτικών ταμείων όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ερευνητικών υποδομών. Καλεί επίσης την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναπτύξουν περαιτέρω μέσα άσκησης πολιτικής για να ενθαρρύνουν μεγαλύτερες επενδύσεις στις ερευνητικές υποδομές εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα. Εξίσου ευπρόσδεκτη είναι η μεγαλύτερη δέσμευση εκ μέρους της ΕΤΕ (παραδείγματος χάρη, με τη μορφή στήριξης από την «χρηματοδοτική διευκόλυνση καταμερισμού του κινδύνου») και άλλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών.

5.10   Η ΕΟΚΕ συνιστά να δοθεί μεγαλύτερη προτεραιότητα, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής συνοχής και των χρηματοδοτικών της μέσων, ήτοι των διαρθρωτικών ταμείων, στην ανάπτυξη νέων ικανοτήτων έρευνας και καινοτομίας. Καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να αρχίσουν να χρησιμοποιούν περισσότερο τα διαρθρωτικά ταμεία προκειμένου να εκσυγχρονίσουν και να επεκτείνουν τις ερευνητικές τους ικανότητες. Στα νέα κράτη μέλη ιδιαίτερα, τα κοινοτικά κονδύλια συχνά δεν απορροφούνται, διότι οι κυβερνήσεις δεν παρέχουν επαρκή χρηματοδοτική συμμετοχή ή διότι δεν δίνουν αρκετή προτεραιότητα στη βελτίωση των ερευνητικών ικανοτήτων. Για το λόγο αυτό, πολλοί ερευνητές εγκαταλείπουν την πατρίδα τους αναζητώντας ερευνητικές ευκαιρίες. Συνεπώς, στο χώρο αυτό απαιτείται επειγόντως πρόοδος, προκειμένου να αντιμετωπισθεί επιτυχώς το πρόβλημα της διαρροής εγκεφάλων εντός της Ευρώπης.

6.   Ειδικές παρατηρήσεις

6.1   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της προτεινόμενης απαλλαγής από το φόρο προστιθέμενης αξίας καθότι έτσι μπορεί να προαχθεί ουσιαστικά η ελκυστικότητα των ΕΕΥ, που δύνανται να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι παρεμφερών προγραμμάτων οπουδήποτε στον κόσμο. Επομένως στηρίζει την ιδέα να υπάρξει εγγύηση κατά το δυνατόν μεγαλύτερης φοροαπαλλαγής για τις ΕΕΥ (στο πλαίσιο των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων). Πολλές από τις υφιστάμενες ερευνητικές υποδομές που πληρούν τα κριτήρια ενός «διεθνούς οργανισμού» σύμφωνα με τις σχετικές οδηγίες επωφελούνται ήδη απαλλαγών από το ΦΠΑ και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Εντούτοις, η ισχύουσα διαδικασία περιλαμβάνει μακροχρόνιες και περίπλοκες διαπραγματεύσεις, και προξενεί καθυστερήσεις στη δημιουργία υποδομών, καθώς επίσης σημαντική ανασφάλεια δικαίου και χρηματοοικονομική αβεβαιότητα. Η αυτόματη απαλλαγή για τις ΕΕΥ, όπως προβλέπεται στον κανονισμό, θα αίρει σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη και τη λειτουργία ερευνητικών υποδομών στην Ευρώπη.

6.2   Η ΕΟΚΕ συνιστά να εξετασθεί σοβαρά η δυνατότητα της Κοινότητας να συμμετάσχει πιο ενεργά στη συγχρηματοδότηση των ΕΕΥ. Με την ενίσχυση της θέσης της μέσω στοχοθετημένων επιχορηγήσεων, η Κοινότητα μπορεί να εγγυηθεί μία πιο ισορροπημένη γεωγραφική κατανομή για τα ΕΕΥ, καθώς και καλύτερη πρόσβαση για τις χώρες εκείνες που δεν είναι άμεσα μέλη. Για να υλοποιηθεί ωστόσο μία τέτοια πολιτική χρειάζεται να εξασφαλισθεί πρόσθετη και επί τούτου παρεχόμενη χρηματοδότηση στο 8ο Πρόγραμμα Πλαίσιο για την έρευνα και την ανάπτυξη.

Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι δεν υπάρχει λόγος να μην υιοθετήσει η ΕΕ την ίδια προσέγγιση για τις ερευνητικές υποδομές με αυτήν που υιοθετεί για τη συγχρηματοδότηση άλλων υποδομών δικτύων (παραδείγματος χάρη δρόμων, σιδηροδρόμων, γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αγωγών αερίου, κτλ.).

Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στο πρόβλημα του κόστους λειτουργίας και συντήρησης μετά την ολοκλήρωση της αρχικής επένδυσης. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, το κόστος αυτό μπορεί να ανέλθει έως το 20 % της επενδυτικής αξίας ετησίως. Το κόστος αυτό συχνά παραβλέπεται στις επενδυτικές μελέτες και ενδέχεται να παρακωλύσει σημαντικά την ομαλή και μακροπρόθεσμη λειτουργία των ερευνητικών υποδομών. Η ΕΟΚΕ συνιστά ως εκ τούτου να συμπεριληφθεί η δυνατότητα συγχρηματοδότησης της τρέχουσας λειτουργίας των ερευνητικών υποδομών μέσω ευρωπαϊκών ταμείων στα πλαίσια του 8ου προγράμματος πλαισίου για Ε & Α.

6.3.1   Σε σχέση με το λειτουργικό κόστος, η ΕΟΚΕ συνιστά να θεωρείται η χρέωση λογικών τελών χρήστη για την κοινή χρήση της υποδομής «περιορισμένη οικονομική δραστηριότητα» (άρθρο 2).

6.4   Η ΕΟΚΕ τονίζει τη σημασία της ελεύθερης πρόσβασης σε όλες τις ΕΕΥ όσο το δυνατόν περισσότερων ευρωπαίων ερευνητών και επιστημόνων. Θα ήταν λάθος να περιοριστεί στην πράξη η πρόσβαση στα κράτη που είναι μέλη μίας ΕΕΥ ή να βασισθεί αποκλειστικά στην ικανότητα πληρωμής. Η πρόταση συνιδιοκτησίας εκ μέρους της Επιτροπής, όπως παρατίθεται στο σημείο 6.2, θα διευκολύνει εξίσου την ελεύθερη πρόσβαση, συμβάλλοντας έτσι στην καλύτερη ένταξη στον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας.

6.5   Κατά την ανάπτυξη και τη χρήση υποδομών υψηλού επιπέδου είναι επίσης σημαντικό να ληφθεί υπόψη η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Ενδεχόμενα προβλήματα θα πρέπει να επιλύονται υπεύθυνα και άμεσα.

Βρυξέλλες, 15 Ιανουαρίου 2009.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Το 2000, η Επιτροπή δημοσίευσε την πρώτη της ανακοίνωση στο χώρο αυτό, «Προς έναν ευρωπαϊκό χώρο έρευνας».

(2)  Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας (Εσωτερική αγορά, Βιομηχανία και Έρευνα), 29-30 Μαΐου 2008.

(3)  CERN — Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πυρηνικών Ερευνών, ITER — Διεθνής οργανισμός ενέργειας σύντηξης, EMBO — Ευρωπαϊκός Οργανισμός Μοριακής Βιολογίας, ESA — Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος, ESRF — European Synchotron Radiation Facility.

(4)  Οι υπόλοιπες πρωτοβουλίες/πολιτικές είναι: Κοινός προγραμματισμός της έρευνας, Ευρωπαϊκή σύμπραξη για τους ερευνητές, Διαχείριση της διανοητικής ιδιοκτησίας και Μεγάλο άνοιγμα του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας στον υπόλοιπο κόσμο.

(5)  ESFRI — Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Φόρουμ για τις Υποδομές Έρευνας, http://cordis.europa.eu/esfri/home.html

(6)  Ευρωπαϊκός Χάρτης Πορείας για τις Ερευνητικές Υποδομές, έκθεση 2006, http://cordis.europa.eu/esfri/roadmap.htm. Ο χάρτης ολοκληρώθηκε το 2008 (προστέθηκαν κυρίως προγράμματα στο χώρο των περιβαλλοντικών, των βιολογικών και των ιατρικών επιστημών) και σήμερα περιλαμβάνει συνολικά 44 προγράμματα.

(7)  Ευρωπαϊκός Χάρτης Πορείας για τις Ερευνητικές Υποδομές, έκθεση 2006, http://cordis.europa.eu/esfri/roadmap.html

(8)  Τα προγράμματα υποδομών καλύπτουν 7 διαφορετικούς επιστημονικούς τομείς: κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, περιβαλλοντικές επιστήμες, ενέργεια, βιοιατρική και βιοεπιστήμες, επιστήμες των υλικών, αστρονομία — αστροφυσική — πυρηνική φυσική και φυσική σωματιδίων, υπολογιστές και επεξεργασία δεδομένων.

(9)  Παραδείγματος χάρη: η γαλλική «societé civile», η γερμανική «GmbH», η βρετανική «limited liability company (Ltd)», ή η ολλανδική «stichting» («fondation»).

(10)  Οδηγία του Συμβουλίου 2006/112/ES από 28.11.2006, άρθ. 151(1)(β), οδηγία του Συμβουλίου 92/12/EEC από 25.2.1992, άρθ. 23(1), και οδηγία του ΕΚ και του Συμβουλίου 2004/18/EC από 31.3.2004, άρθ. 15(γ).

(11)  Κανονισμός του Συμβουλίου 1083/2006 της 11.7.2006

(12)  Το εκτιμώμενο μέσο κόστος μίας μεμονωμένης ΕΕΥ κυμαίνεται μεταξύ 500 εκατομμυρίων και 1 δισεκατομμυρίου ευρώ.