52007PC0821

Πρόταση Απόφαση του Συμβουλίου για τη θέσπιση της θέσης που θα πρέπει να υιοθετηθεί εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας κατά τις συνόδους της Διεθνούς Επιτροπής Φαλαινοθηρίας /* COM/2007/0821 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 19.12.2007

COM(2007) 821 τελικό

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση της θέσης που θα πρέπει να υιοθετηθεί εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας κατά τις συνόδους της Διεθνούς Επιτροπής Φαλαινοθηρίας

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Σύμφωνα με το άρθρο 174 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, ένας από τους στόχους της περιβαλλοντικής πολιτικής της Κοινότητας είναι η προώθηση μέτρων σε διεθνές επίπεδο για την αντιμετώπιση των περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων. Ο εν λόγω στόχος καλύπτει την παγκόσμια προστασία ορισμένων ειδών, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και οι φάλαινες. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει αναλάβει δέσμευση για την προστασία των φαλαινών και των άλλων κητωδών, και έχει θεσπίσει περιβαλλοντική νομοθεσία η οποία εν προκειμένω διασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας.

2. Στην οδηγία για τα οικολογικά ενδιαιτήματα (οδηγία για τους οικοτόπους)[1] αναφέρονται στο Παράρτημα IV κατάλογοι όλων των κητωδών ειδών. Τοιουτοτρόπως εξασφαλίζεται η αυστηρή προστασία των φαλαινών από κάθε εσκεμμένη παρενόχληση, σύλληψη ή θανάτωση στα κοινοτικά ύδατα. Η εν λόγω οδηγία απαγορεύει επίσης την κατοχή, μεταφορά, εμπορία και ανταλλαγή δειγμάτων από τα ως άνω είδη που έχουν συλληφθεί ενώ διαβιούσαν ελεύθερα στο φυσικό περιβάλλον. Με την εν λόγω νομοθεσία απαγορεύεται η επανάληψη των φαλαινοθηρικών δραστηριοτήτων εμπορικού χαρακτήρα για αποθέματα που απαντούν πλήρως ή εν μέρει στα κοινοτικά ύδατα. Λόγω του αποδημητικού χαρακτήρα των αποθεμάτων των φαλαινών, είναι προφανές ότι οι στόχοι της οδηγίας για τα οικολογικά ενδιαιτήματα είναι δυνατόν να επιτευχθούν πλήρως μόνο εφόσον επιβληθεί ανάλογο διεθνές κανονιστικό πλαίσιο.

3. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους[2], που αποσκοπεί στην εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης για το διεθνές εμπόριο των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση (CITES) στην ΕΚ, απαγορεύεται η εισαγωγή κητωδών στην Κοινότητα για πρωτίστως εμπορικούς σκοπούς[3]. Το εν λόγω υψηλό επίπεδο προστασίας ενισχύεται περαιτέρω με τη στρατηγική της ΕΚ για τις θάλασσες (στρατηγική για το θαλάσσιο περιβάλλον)[4] καθώς και την αντιστοίχως προτεινόμενη οδηγία για το θαλάσσιο περιβάλλον[5] που αναμένεται να καταστήσει εισέτι αποτελεσματικότερη την προστασία των φαλαινών στην ΕΚ διευκολύνοντας την επίτευξη του γενικότερου στόχου περί καλής περιβαλλοντικής κατάστασης των ωκεανών και των θαλασσών της ΕΕ.

4. Κατά συνέπεια τελικός σκοπός της περιβαλλοντικής πολιτικής της Κοινότητας σε ό,τι αφορά τις φάλαινες είναι η αυστηρότερη δυνατή προστασία τους. Η προαναφερόμενη περιβαλλοντική νομοθεσία εξασφαλίζει το υψηλότερο δυνατό επίπεδο προστασίας με αναλυτικούς κανόνες εναρμόνισης.

5. Επιπλέον, βάσει της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), έχουν εκχωρηθεί αποκλειστικές αρμοδιότητες στην Κοινότητα σχετικά με τη διαφύλαξη των θαλάσσιων βιολογικών πόρων[6]. Επιπρόσθετα, τα κητώδη εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Παραρτήματος I της συνθήκης ΕΚ και διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 33 έως 38 αυτής[7]. Παράλληλα, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής[8], αναφέρεται ότι το πεδίο εφαρμογής της ΚΑΠ καλύπτει και την διατήρηση, διαχείριση και εκμετάλλευση των υδρόβιων πόρων. Βάσει των ανωτέρω η Κοινότητα έχει συνάψει αλιευτικές συμφωνίες με αντικείμενο, εν μέρει ή αποκλειστικά, τα θαλάσσια θηλαστικά[9]. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τα κητώδη καλύπτονται από την παράγωγη νομοθεσία που έχει εγκριθεί στο πλαίσιο της ΚΑΠ, με στόχο να τηρηθούν οι ανειλημμένες διεθνείς δεσμεύσεις στο πλαίσιο των αλιευτικών συμφωνιών και να αντιμετωπισθεί η προστασία των φαλαινών στην ανοικτή θάλασσα[10].

6. Η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΚ για τις φάλαινες θα αποδειχθεί αναποτελεσματική στα κοινοτικά ύδατα εάν δεν υποστηριχθεί από συνεκτική παγκόσμια δράση. Στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον στην ΕΕ, η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για το συντονισμό των ευρωπαϊκών συμφερόντων σε ό,τι αφορά τα θέματα με διεθνείς διαστάσεις.

7. Η Διεθνής Επιτροπή Φαλαινοθηρίας (ΔΕΦ), που είναι ο αρμόδιος διεθνής οργανισμός για την προστασία και διαχείριση των αποθεμάτων φαλαινών σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει συσταθεί δυνάμει της Διεθνούς Σύμβασης για τη Ρύθμιση της Φαλαινοθηρίας (εφεξής η “Σύμβαση”), η οποία υπεγράφη το 1946. Σκοπός της Σύμβασης είναι να διασφαλισθεί η αποτελεσματική προστασία και διαχείριση των αποθεμάτων φαλαινών καθιστώντας τοιουτοτρόπως δυνατή την ομαλή ανάπτυξη του κλάδου της φαλαινοθηρίας. Μέλη της ΔΕΦ είναι αποκλειστικά και μόνο οι κυβερνήσεις που έχουν προσυπογράψει την Σύμβαση. Η τροποποίηση της Σύμβασης για να καταστεί μέλος της η ΕΚ, προϋποθέτει επικύρωση σχετικού πρωτοκόλλου εκ μέρους όλων των μελών της ΔΕΦ. Η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση το 1992[11] με στόχο να διαπραγματευθεί την είσοδο της Κοινότητας στην Σύμβαση αλλά το Συμβούλιο δεν έδωσε συνέχεια στη συγκεκριμένη πρωτοβουλία. Ωστόσο η Κοινότητα συμμετέχει με την ιδιότητα του παρατηρητή.

8. Η εμπορική φαλαινοθηρία ανεστάλη το 1986 με τη συνομολόγηση σχετικού μορατόριουμ από την πλειοψηφία των χωρών μελών της ΔΕΦ. Κύριο λόγο της ως άνω αναστολής αποτέλεσαν οι διαπιστωθείσες αβεβαιότητες στις επιστημονικές αναλύσεις σχετικά με την κατάσταση των επιμέρους αποθεμάτων φαλαινών. Έκτοτε κύριο θέμα στις συνόδους της ΔΕΦ αποτελεί συχνά το κατά πόσον τα αποθέματα φαλαινών έχουν αποκατασταθεί αρκετά ώστε να αρθεί, ελεγχόμενα, η απαγόρευση της εμπορικής φαλαινοθηρίας.

9. Συνεπώς, η διττή αποστολή της ΔΕΦ για διαχείριση της φαλαινοθηρίας και προστασία των φαλαινών οδήγησε επί σειρά ετών σε λίαν πολωτική αντιπαράθεση μεταξύ των κρατών που πρωτοστατούν υπέρ και αυτών που τάσσονται αναφανδόν κατά της φαλαινοθηρίας. Ορισμένα από τα πλέον σημαντικά κράτη που έχουν εκφρασθεί υπέρ της φαλαινοθηρίας (π.χ. η Ιαπωνία, η Ισλανδία και η Νορβηγία) έχουν κατ’ επανάληψη αμφισβητήσει το συνομολογηθέν μορατόριουμ και εξακολουθούν να αναπτύσσουν φαλαινοθηρικές δραστηριότητες για, κατά την άποψη τους, επιστημονικούς σκοπούς ή βάσει άλλων εξαιρέσεων.

10. Η γενική απαγόρευση της εμπορικής φαλαινοθηρίας που αποφασίστηκε στους κόλπους της ΔΕΦ συνάδει με τις πολιτικές της ΕΚ, όπως εκφράζονται στην προαναφερθείσα νομοθεσία. Είναι σημαντικό η ΔΕΦ να εξασφαλίσει τη συνέχιση του μορατόριουμ βάσει των ήδη διαθέσιμων επιστημονικών πληροφοριών. Ωστόσο, σχεδόν σε όλες τις συνόδους της ΔΕΦ αφότου άρχισε να ισχύει η απαγόρευση, η Ιαπωνία πρότεινε τροπολογίες για το “προσάρτημα” της Σύμβασης με στόχο να επιτραπεί η φαλαινοθηρία υπό ορισμένες προϋποθέσεις καθώς και να αρθεί, εκ των πραγμάτων, η απαγόρευση για ορισμένα αποθέματα. Ως εκ τούτου, τα 20 κράτη μέλη της ΕΕ που συγκαταλέγονται μεταξύ των μελών της ΔΕΦ[12] καλούνται να εκφέρουν γνώμη, σε κάθε συνεδρίασης της ΔΕΦ, σχετικά με ανάλογες προτάσεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Κοινότητας. Προβλέπεται ότι το εν λόγω φαινόμενο θα επαναληφθεί εκ νέου κατά την ετήσια σύνοδο της ΔΕΦ το 2008 στο Σαντιάγκο της Χιλής καθώς και στις επόμενες συνόδους.

11. Σύμφωνα με την αρχή της έντιμης συνεργασίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 της συνθήκης ΕΚ, και με την αρχή της ενιαίας εξωτερικής εκπροσώπησης της Κοινότητας, είναι καθοριστικής σημασίας τα κράτη μέλη να προετοιμάσουν τις επόμενες συνόδους της ΔΕΦ καταλήγοντας σε κοινή θέση στο Συμβούλιο. Ανάλογη θέση, λόγω των εγγενών περιορισμών στους οποίους υπόκειται η Κοινότητα ως παρατηρήτρια, θα πρέπει να εκφρασθεί από τα κράτη μέλη που θα ενεργήσουν από κοινού για την προάσπιση των συμφερόντων της Κοινότητας στους κόλπους της ΔΕΦ. Είναι επίσης σημαντικό τα υπόλοιπα από τα 7 κράτη μέλη που δεν συγκαταλέγονται ακόμη μεταξύ των συμβαλλομένων μερών της ΔΕΦ να επιταχύνουν την αντίστοιχη διαδικασία εισόδου τους. Μόνο ενεργώντας από κοινού και υποστηρίζοντας ενιαία κοινοτική θέση, τα κράτη μέλη θα έχουν κάποια πιθανότητα να εξασφαλίσουν την ανάπτυξη και την επιβολή προσήκοντος και αυστηρού διεθνούς κανονιστικού πλαισίου για την προστασία των φαλαινών.

12. Προς τούτο, η Επιτροπή προτείνει απόφαση στο Συμβούλιο με τρεις νομικές βάσεις : το άρθρο 37 (αλιευτική πολιτική), το άρθρο 175 (περιβαλλοντική πολιτική) και το άρθρο 300 παράγραφος 2 εδάφιο (2) για τη διαμόρφωση θέσης που θα εγκριθεί εκ μέρους της Κοινότητας στο πλαίσιο φορέα συγκροτημένου βάσει συμφωνίας, εφόσον ο εν λόγω φορέας καλείται να λαμβάνει αποφάσεις με νομικές επιπτώσεις.

13. Η προτεινόμενη απόφαση του Συμβουλίου έχει δύο σκέλη, επειδή οι αναμενόμενες προτάσεις για τροποποιήσεις της Σύμβασης κατά πάσα πιθανότητα θα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής τόσο της περιβαλλοντικής όσο και της αλιευτικής πολιτικής, δεδομένου ότι ουδεμία εξ αυτών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ο κύριος ή ο καθοριστικός στόχος τους, και ουδεμία εξ αυτών μπορεί να θεωρηθεί απλώς ως συμπτωματική, δευτερεύουσα ή έμμεσης επιρροής.

14. Επιπλέον, οι αποφάσεις της ΔΕΦ για τροποποίηση του προσαρτήματος της Σύμβασης έχουν νομικές συνέπειες (παράγουν έννομα αποτελέσματα) δεδομένου ότι αρχίζουν να ισχύουν εντός τακτής περιόδου δίχως να χρειάζεται επικύρωση[13]. Είναι αδύνατο η Κοινότητα να κινήσει και να ολοκληρώσει τις εσωτερικές της διαδικασίες για τη διαμόρφωση αντίστοιχης θέσης μόνο μετά την κατάθεση τροπολογητικών προτάσεων εκ μέρους των υπολοίπων μελών της ΔΕΦ, δεδομένου ότι αυτό μπορεί να συμβεί έως και 60 ημέρες πριν από την επόμενη σύνοδο της ΔΕΦ. Επιπρόσθετα, δεδομένου ότι προτεινόμενος στόχος της Κοινότητας είναι να αντιτεθεί σε τυχόν πρωτοβουλίες για άρση του μορατόριουμ σχετικά με τις δραστηριότητες εμπορικής φαλαινοθηρίας, το Συμβούλιο δύναται να καταλήξει ήδη σε κοινοτική θέση.

15. Επιπλέον, η Κοινότητα θα πρέπει επίσης να υποστηρίξει τροπολογίες στο προσάρτημα που να αποσκοπούν στην καθιέρωση προστατευόμενων περιοχών όπου να βρίσκουν άσυλο οι φάλαινες ενώ παράλληλα επιβάλλεται να αντιτεθεί σε τυχόν προτάσεις για την τροποποίηση των διαδικαστικών κανόνων της ΔΕΦ που ενδεχομένως θα διεύρυναν το πεδίο εφαρμογής των μυστικών ψηφοφοριών, δεδομένου ότι αυτό θα ερχόταν σε αντίθεση με τους στόχους της Σύμβασης του Aarhus, στην οποία η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της είναι συμβαλλόμενα μέρη, και ιδίως με το άρθρο 3 παράγραφος 7.

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση της θέσης που θα πρέπει να υιοθετηθεί εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας κατά τις συνόδους της Διεθνούς Επιτροπής Φαλαινοθηρίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη :

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδιαίτερα το άρθρο 37 και το άρθρο 175 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 300 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής[14],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Σύμφωνα με το άρθρο 174 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, ένας από τους στόχους της περιβαλλοντικής πολιτικής της Κοινότητας είναι η προώθηση διεθνών μέτρων για την αντιμετώπιση των περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων.

(2) Σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων (οικολογικών ενδιαιτημάτων) καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (οδηγία για τους οικοτόπους)[15] όλα τα κητώδη είδη αναφέρονται στο Παράρτημα IV. Ως εκ τούτου τα είδη των φαλαινών προστατεύονται αυστηρά από κάθε εσκεμμένη ενόχληση, σύλληψη ή θανάτωση στα κοινοτικά ύδατα. Η οδηγία απαγορεύει επίσης την κατοχή, μεταφορά, εμπορία ή ανταλλαγή δειγμάτων ειδών που έχουν συλληφθεί ενώ διαβιούσαν ελεύθερα στο φυσικό περιβάλλον.

(3) Ο κανονισμός 338/97/ΕΚ του Συμβουλίου για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους[16], που αποσκοπεί στην εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης για το Διεθνές Εμπόριο Απειλουμένων Ειδών της Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (CITES) στην ΕΚ, απαγορεύει την εισαγωγή κητωδών στην Κοινότητα για κυρίως εμπορικούς σκοπούς[17].

(4) Βάσει της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), έχει εκχωρηθεί στην Κοινότητα η αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διαφύλαξη των θαλάσσιων βιολογικών πόρων[18].

(5) Η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΚ σχετικά με τις φάλαινες δεν θα είναι αποτελεσματική στα κοινοτικά ύδατα εάν δεν υποστηρίζεται από συνεκτική παγκόσμια δράση.

(6) Η Διεθνής Επιτροπή Φαλαινοθηρίας (ΔΕΦ), που αποτελεί τον αρμόδιο διεθνή οργανισμό για την προστασία και διαχείριση των αποθεμάτων φαλαινών σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει συσταθεί δυνάμει της διεθνούς σύμβασης για τη ρύθμιση της φαλαινοθηρίας, η οποία υπεγράφη το 1946. Σκοπός της Σύμβασης είναι να διασφαλισθεί η αποτελεσματική προστασία και διαχείριση των αποθεμάτων φαλαινών ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή ανάπτυξη του κλάδου της φαλαινοθηρίας. Μέλη της ΔΕΦ είναι δυνατόν να καταστούν αποκλειστικά και μόνο κυβερνήσεις. 20 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συγκαταλέγονται μεταξύ των μερών της ΔΕΦ[19]. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συμμετέχει στην ΔΕΦ με την ιδιότητα του παρατηρητή, εκπροσωπούμενη από την Επιτροπή.

(7) Η φαλαινοθηρία για εμπορικούς σκοπούς ανεστάλη το 1986 λόγω του συνομολογηθέντος μορατόριουμ από την πλειονότητα των χωρών που εκπροσωπούνται στη ΔΕΦ. Τα κράτη που πρωτοστατούν υπέρ της φαλαινοθηρίας αμφισβήτησαν εξ αρχής το εν λόγω μορατόριουμ και εξακολουθούν να αναπτύσσουν φαλαινοθηρικές δραστηριότητες για, κατά την άποψή τους, επιστημονικούς σκοπούς ή βάσει άλλων εξαιρέσεων.

(8) Η ΔΕΦ βασίζει τις εργασίες της σε προσάρτημα το οποίο διέπει την άσκηση της φαλαινοθηρίας ανά την υφήλιο. Το προσάρτημα επισυνάπτεται στη Σύμβαση και θεωρείται συστατικό στοιχείο της. Είναι δεσμευτικό για τα μέρη της Σύμβασης και αναφέρει λεπτομερείς φαλαινοθηρικούς κανόνες σχετικά με τη διαφύλαξη και την αξιοποίηση των φαλαινοθηρικών πόρων.

(9) Τυχόν προτάσεις για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την τροποποίηση του προσαρτήματος, που θα εγκριθούν σε επίπεδο ΔΕΦ ενδέχεται να παράγουν έννομα αποτελέσματα και να επηρεάσουν την επίτευξη των στόχων των κοινοτικών πολιτικών καθώς και τις αντίστοιχες νομοθεσίες για τα κητώδη. Επειδή ορισμένες από τις συχνά προτεινόμενες αποφάσεις σε κάθε συνεδρίαση της ΔΕΦ αποσκοπούν στην έγκριση φαλαινοθηρικών δραστηριοτήτων, με την καθιέρωση ποσοστώσεων και την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων διαχείρισης, ή στη δημιουργία ασύλων για τις φάλαινες, απαιτείται να διαμορφθωθεί κοινοτική θέση.

(10) Τα κράτη μέλη βάσει του άρθρου 10 της συνθήκης ΕΚ έχουν την υποχρέωση να συνεργάζονται εντίμως και να μην αναλαμβάνουν υποχρεώσεις εκτός του πλαισίου της κοινοτικής νομοθεσίας που ενδεχομένως επηρεάζουν ή μεταβάλλουν το πεδίο εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων.

(11) Δεδομένου ότι η Κοινότητα συμμετέχει στη ΔΕΦ υπό την ιδιότητα του παρατηρητή, η θέση της πρέπει να αποφασισθεί από το Συμβούλιο και να εκφρασθεί από τα κράτη μέλη που θα ενεργήσουν από κοινού για την προάσπιση των συμφερόντων της.

(12) Κατά τις μελλοντικές συνόδους της ΔΕΦ, η Κοινότητα και τα κράτη μέλη οφείλουν να συνεργαστούν στενά ώστε οι τυχόν τροπολογίες της Σύμβασης και του προσαρτήματός της να συνάδουν με τους στόχους των κοινοτικών πολιτικών και την αντίστοιχη νομοθεσία για τις φάλαινες.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η θέση της Κοινότητας κατά τις μελλοντικές συνόδους της ΔΕΦ θα συμφωνεί με το Παράρτημα της παρούσας απόφασης και θα εκφρασθεί από τα κράτη μέλη που θα ενεργήσουν από κοινού για την προάσπιση του κοινοτικού συμφέροντος.

Άρθρο 2

Εάν ενδέχεται η θέση που αναφέρεται στο άρθρο 1 να επηρεαστεί από νέα επιστημονικά ή τεχνολογικά δεδομένα πριν ή κατά την διάρκεια των συνόδων της ΔΕΦ ή σε περίπτωση που διατυπωθούν επιτόπου προτάσεις για θέματα τα οποία δεν αποτελούν ακόμη αντικείμενο κοινοτικής θέσης, διαμορφώνεται επιτόπου με συντονισμένες προσπάθειες κοινή θέση πριν να τεθεί σε ψηφοφορία η εκάστοτε πρόταση.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

16. Πρωταρχικό στόχο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στη ΔΕΦ αποτελεί η εξασφάλιση αποτελεσματικού διεθνούς κανονιστικού πλαισίου για την προστασία των φαλαινών.

17. Υπό την επιφύλαξη μελλοντικών αναθεωρήσεων λόγω σχετικών εξελίξεων, τα κράτη μέλη ενεργώντας από κοινού για την προάσπιση του κοινοτικού συμφέροντος, λαμβάνουν θέση σχετικά με τις προτεινόμενες αποφάσεις στη ΔΕΦ ώστε :

(α) να αντιτεθούν σε οιαδήποτε πρόταση τροποποίησης του προσαρτήματος που ενδεχομένως συνεπάγεται την πλήρη ή μερική άρση του μορατόριουμ για την εμπορική φαλαινοθηρία·

(β) να υποστηρίξουν τυχόν προτάσεις για τροποποίηση το προσαρτήματος με στόχο τη δημιουργία ασύλων φαλαινών·

(γ) να υποστηρίξουν προτάσεις για την εξακολούθηση των φαλαινοθηρικών δραστηριοτήτων για το βιοπορισμό των ιθαγενών πληθυσμών, εφόσον δεν τίθεται σε κίνδυνο η διαφύλαξη των αντιστοίχων αποθεμάτων φαλαινών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αρχή της πρόληψης και τις συμβουλές της επιστημονικής επιτροπής·

(δ) να υποστηρίξουν τυχόν προτάσεις για τη γενική αντιμετώπιση όλων των αναπτυσσόμενων φαλαινοθηρικών δραστηριοτήτων βάσει των επιμέρους κεφαλαίων της Σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της επιστημονικής φαλαινοθηρίας·

(ε) να υποστηρίξουν τυχόν προτάσεις συνεπείς με την εγκεκριμένη κοινοτική θέση σχετικά με τη Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο απειλούμενων Ειδών της Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (CITES) καθώς και με άλλες διεθνείς συμφωνίες στις οποίες συμμετέχει ως συμβαλλόμενο μέρος η ΕΚ·

(στ) να υποστηρίξουν τυχόν προτάσεις για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της Επιτροπής Διαφύλαξης καθώς και προτάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αφορούν την προστασία των μικρών κητωδών·

(ζ) να υποστηρίξουν τις προτάσεις για την ενθάρρυνση της συλλογής επιστημονικών δεδομένων με τη χρήση μη καταστροφικών μεθόδων καθώς και τις προτάσεις για την έρευνα στον τομέα της προστασίας των πληθυσμών των φαλαινών·

(η) να αντιτεθούν σε οιαδήποτε πρόταση τροποποίησης των διαδικαστικών κανόνων της ΔΕΦ για διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των μυστικών ψηφοφοριών.

[1] Οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7.

[2] ΕΕ L 61 της 3.3.1997, σ. 1.

[3] Επιπλέον, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 348/81 του Συμβουλίου περί κοινού καθεστώτος που εφαρμόζεται στις εισαγωγές των προϊόντων που προέρχονται από κητοειδή (κητώδη) επιτρέπει τις εισαγωγές των προϊόντων του καταλόγου μόνο εάν δεν χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς.

[4] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Θεματική στρατηγική για την προστασία και διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, COM(2005) 504 τελικό.

[5] Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως πλαισίου για κοινοτική δράση στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (Οδηγία για τη θαλάσσια στρατηγική), COM(2005) 505 τελικό.

[6] Βλ. π.χ. υποθέσεις C-141/78 [1979] Συλλογή νομολογίας 2923, παράγραφος 6 και C-804/79, [1981] Συλλογή νομολογίας 1045, παράγραφος 17.

[7] Βλ. άρθρο 32, παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ.

[8] ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

[9] Βλ. π.χ. απόφαση 2005/938/EΚ του Συμβουλίου για την έγκριση εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας της Συμφωνίας για το Διεθνές Πρόγραμμα Διατήρησης των Δελφινιών, ΕΕ L 348 της 30.12.2005, σ. 26.

[10] Βλ. π.χ. τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 973/2001 του Συμβουλίου που προβλέπει τεχνικά μέτρα διατήρησης για ορισμένα αποθέματα άκρως μεταναστευτικών ειδών , ΕΕ L 137 της 19.5.2001, σ. 1· τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1936/2001 του Συμβουλίου περί ορισμένων μέτρων ελέγχου των δραστηριοτήτων αλιείας των άκρως μεταναστευτικών ειδών ιχθύων , ΕΕ L 263 της 3.10.2001, σ. 1· και τον κανονισμό 1967/2006 σχετικά με μέτρα διαχείρισης για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στη Μεσόγειο Θάλασσα, ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6.

[11] Σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου με το οποίο εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να διαπραγματευθεί, εξ ονόματος της Κοινότητας, το πρωτόκολλο τροποποίησης της Διεθνούς Σύμβασης για τη ρύθμιση της φαλαινοθηρίας, η οποία υπεγράφη στην Ουάσιγκτον στις 2 Δεκεμβρίου 1946, COM(92) 316.

[12] Αυστρία, Βέλγιο, Κύπρος, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Σλοβακική Δημοκρατία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο.

[13] Βλ. άρθρο V της Σύμβασης. Δυνάμει της παραγράφου 3, τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται από τις τροπολογίες του προσαρτήματος εντός ενενήντα ημερών εφόσον δεν διατυπώσουν σχετική αντίρρηση.

[14] ΕΕ C της , σ. .

[15] ΕΕ L 206, 22.7.1992, σ. 7.

[16] ΕΕ L 61, 3.3.1997, σ. 1.

[17] Επιπλέον, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 348/81 του Συμβουλίου περί κοινού καθεστώτος που εφαρμόζεται στις εισαγωγές των προϊόντων που προέρχονται από κητώδη επιτρέπει τις εισαγωγές των προϊόντων του καταλόγου μόνο εάν αυτά δεν χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς.

[18] Βλ. για παράδειγμα υπόθεση C-141/78 [1979] Συλλογή νομολογίας 2923, παράγραφος 6 και C-804/79, [1981] Συλλογή νομολογίας 1045, παράγραφος 17.

[19] Αυστρία, Βέλγιο, Κύπρος, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Σλοβακική Δημοκρατία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο.