11.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 88/32


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η εκπροσώπηση των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων των ομάδων οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση» Εισηγητής: ο κ. Etty

(2006/C 88/09)

Στις 11 Μαρτίου 2003 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το θέμα «Η εκπροσώπηση των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων των ομάδων οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις και δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 24 Ιανουαρίου 2006 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. ETTY.

Κατά την 424η σύνοδο ολομέλειάς της, της 14ης και 15ης Φεβρουαρίου 2006 (συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 88 ψήφους υπέρ, 13 ψήφους κατά και 11 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι το ζήτημα της μεγαλύτερης εκπροσώπησης των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων των οικονομικών και κοινωνικών ομάδων συμφερόντων στην ΕΕ είναι σημαντικό. Υποστηρίζει την έγκριση του Κοινοβουλίου προς τις ενδιαφερόμενες εθνικές οργανώσεις και τις ευρωπαϊκές ομοσπονδίες τους, καθώς και προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να επιδείξουν μεγαλύτερη και συστηματικότερη προσοχή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αρχίσει τη συλλογή στοιχείων και τη συγκρότηση βάσης δεδομένων σχετικά με την εκπροσώπηση των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων των οικονομικών και κοινωνικών ομάδων συμφερόντων, όπως ζητεί το Κοινοβούλιο. H EOKE γνωρίζει ότι στον χώρο αυτό έχει ήδη γίνει μια αρχή. Είναι της γνώμης ότι το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την ισότητα των φύλων και το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας μπορούν να προσφέρουν σημαντική συμβολή. Σε ό,τι αφορά τους δείκτες, η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η Επιτροπή χειρίζεται σήμερα 9 στοιχεία που έχουν διατυπωθεί από την ιταλική προεδρία το 2003.

1.2

Το Κοινοβούλιο επικέντρωσε την ανάλυσή του κυρίως στις οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων. Προκύπτει ότι οι θετικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στις συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι περισσότερες από ό,τι αναφέρεται στο σχετικό ψήφισμα και την έκθεσή του. Από την άλλη πλευρά, φαίνεται ότι, για την ορθή αξιολόγηση της κατάστασης και των εξελίξεων που σημειώνονται στην πλευρά των εργοδοτών καθώς και των άλλων οικονομικών και κοινωνικών ομάδων συμφερόντων, απαιτείται να συνειδητοποιηθεί σαφέστερα ότι οι ενδιαφερόμενες οργανώσεις λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο από τις οργανώσεις τα μέλη των οποίων είναι φυσικά πρόσωπα.

1.2.1

Όλες οι ομάδες οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων που εκπροσωπούνται στην ΕΟΚΕ έχουν τα δικά τους χαρακτηριστικά. Γι' αυτό και δεν είναι απαραίτητο, οι πολιτικές με θετικό αποτέλεσμα για ένα είδος οργάνωσης να συνεπάγονται παρόμοια θετικά αποτελέσματα και για τις άλλες.

1.2.2

Αυτού δεδομένου, η ΕΟΚΕ λαμβάνει με ενδιαφέρον γνώση του πλαισίου δράσεων για την προαγωγή της ισότητας των φύλων των οργανώσεων EVV, UNICE/UEAPME και CEEP, και ιδιαίτερα της προτεραιότητας που δίνουν οι οργανώσεις αυτές στο θέμα «Οι γυναίκες και η διαδικασία λήψης αποφάσεων». Αναμένει δε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις προαναγγελθείσες, ετήσιες εκθέσεις προόδου των κρατών μελών και της Ε.Ε..

1.3

Η ΕΟΚΕ, όπως και το Κοινοβούλιο, υποστηρίζει τις υφιστάμενες πολιτικές της ΕΕ για την ισόρροπη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Συμφωνεί με το Κοινοβούλιο ότι πρέπει να χαραχθεί μια πραγματική πολιτική για την επίτευξη αλλαγών και ισορροπημένης εκπροσώπησης. Πολλές οργανώσεις, ακόμη και εκτός του κύκλου των κοινωνικών εταίρων, δείχνουν πράγματι ότι έχουν την πολιτική βούληση. Η ΕΟΚΕ συνιστά σε όλες τις εκπροσωπούμενες οργανώσεις να ενημερώνουν τακτικά την Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα των προσπαθειών που καταβάλλουν, και στην Eπιτροπή να προχωρήσει, σε συνεργασία με τις ευρωπαϊκές ομοσπονδίες, στη συγκρότηση της προαναφερθείσας τράπεζας δεδομένων και, συμπληρώνοντας την πρώτη προσπάθεια της ιταλικής προεδρίας του 2003, να ορίσει κατάλληλους δείκτες για την αύξηση της επιρροής των γυναικών στα κοινωνικοικονομικά όργανα λήψης αποφάσεων.

1.4

Η σημαντικότερη βαθμίδα των οργανώσεων που αποστέλλουν εκπροσώπους για να συμμετάσχουν σε εθνικά και διεθνή δημόσια βήματα και — όπου αυτό ισχύει — στον κοινωνικό διάλογο, η οποία πρέπει να εξεταστεί, είναι σαφώς η διοίκηση. Όμως, οι οργανώσεις οι οποίες επιθυμούν να συμβάλουν στην καλύτερη εκπροσώπηση των γυναικών, πρέπει να δείξουν ενδιαφέρον και για το επίπεδο στο οποίο προπαρασκευάζεται η πολιτική, απ' όπου πολλές οργανώσεις επιλέγουν τους εκπροσώπους τους.

1.5

Η ύπαρξη χωριστών και βοηθητικών δομών καθώς και δικτύων του γυναικείου προσωπικού έχει συμβάλει σημαντικά σε θετικές αλλαγές σε ορισμένες οργανώσεις. Ενώ τα μέσα αυτά δεν αποτελούν παντού και πάντοτε πανάκεια, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αξίζει να προαχθούν σε ευρύτερη κλίμακα και στο χώρο της εξωτερικής εκπροσώπησης της οργάνωσης.

1.6

Οι διευθετήσεις σχετικά με την κατάρτιση/εκπαίδευση και την εργασία/μέριμνα φαίνεται να είναι οι καταλληλότερες πολιτικές για την αναβάθμιση των γυναικείων σταδιοδρομιών στις ενδιαφερόμενες οργανώσεις. Η προώθηση της πολιτικής αυτής από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι οποίες έχουν αναπτύξει μέτρα για την καταπολέμηση των διακρίσεων και την προαγωγή της πολιτικής για τη συγκριτική αξιολόγηση και την ισότητα των φύλων, εξακολουθεί να έχει μεγάλη σημασία. Για την υλοποίηση του στόχου αυτού, σημαντικός είναι ο ρόλος που αναλογεί στις οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων.

1.7

Πολλοί εμπειρογνώμονες συνιστούν ποσοστώσεις. Οι ενδιαφερόμενες οργανώσεις και η Επιτροπή θα πρέπει να μελετήσουν εμπεριστατωμένα τον τρόπο λειτουργίας και τις επιδράσεις του μέσου αυτού, το οποίο έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό στον χώρο της πολιτικής και των κοινωνικών οργανώσεων σε ορισμένες χώρες.

1.8

Η ΕΟΚΕ θα αισθανόταν ιδιαίτερη ικανοποίηση στην περίπτωση που τα κράτη μέλη, ορίζοντας τα πρόσωπα που προτείνουν (με βάση προτάσεις των οικονομικών και κοινωνικών ομάδων συμφερόντων), θα έθεταν ως στόχο το ποσοστό συμμετοχής του υποεκπροσωπούμενου φύλου υπό την ιδιότητα μέλους της ΕΟΚΕ να ανέλθει σε 30 % για την περίοδο εντολής 2006-2010, με απώτερο στόχο την αύξησή του σε 40 % για την επόμενη περίοδο εντολής (οι ορισμοί προσώπων γίνονται μετά από πρόταση των κοινωνικοοικονομικών ομάδων συμφερόντων).

1.9

Η ΕΟΚΕ θα εξετάσει εκ νέου τα αποτελέσματα της μέχρι τούδε έρευνας το 2006/2007, μετά την τετραετή της ανανέωση. Θα δοθεί τότε και η ευκαιρία να εξεταστεί κατά πόσο οι πολιτικές και οι πρακτικές των οργανώσεων στα νέα κράτη μέλη είναι πολύ διαφορετικές. Θεωρεί δε, ότι το Κοινοβούλιο θα έχει προβεί ως τότε σε αναθεώρηση των βάσεων επί των οποίων στηρίχτηκαν το ψήφισμα και η έκθεση του 2002.

2.   Παρατηρήσεις

2.1   Ιστορική αναδρομή

2.1.1

Τον Ιανουάριο του 2003, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ) σχετικά με την εκπροσώπηση των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων των «κοινωνικών εταίρων» (1). Στόχος της αίτησης γνωμοδότησης ήταν να συμπληρωθούν από την ΕΟΚΕ τα στατιστικά στοιχεία που ήταν στη διάθεση του Κοινοβουλίου την εποχή κατά την οποία εκπόνησε το ψήφισμα του και την έκθεση σχετικά με την «Εκπροσώπηση των γυναικών μεταξύ των κοινωνικών εταίρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (2002/2026 INI) και να διατυπωθούν συστάσεις όσον αφορά τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθηθεί για την αύξηση της εκπροσώπησης των γυναικών στους διάφορους φορείς των εν λόγω «κοινωνικών εταίρων».

2.1.2

Στο ψήφισμά του, το Κοινοβούλιο παρατηρεί ότι οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται στα όργανα και στις δομές μέσω των οποίων οι «κοινωνικοί εταίροι» έρχονται σε επαφή μεταξύ τους για ζητήματα κοινωνικής πολιτικής. Αναφέρει ότι απαιτούνται προγράμματα και στρατηγικές για να επιτευχθεί μια πιο ισορροπημένη εκπροσώπηση. Ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους «κοινωνικούς εταίρους» να συλλέγουν συστηματικά σχετικά στοιχεία και να προβούν στην ανάληψη κατάλληλης δράσεως προκειμένου να επιταθεί η επιρροή των γυναικών στους κοινωνικούς και οικονομικούς φορείς λήψης αποφάσεων όχι μόνο με την καλύτερη εκπροσώπηση τους, αλλά και με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στις πολιτικές τους.

2.1.2.1

Σε σχέση με αυτό, το Κοινοβούλιο τονίζει ότι δεν επαρκούν οι μη δεσμευτικές δηλώσεις ενδιαφέροντος και ότι απαιτείται η χάραξη μιας πραγματικής πολιτικής στο εσωτερικό των οργανώσεων όπου συναντώνται οι κοινωνικοί εταίροι για να επέλθουν οι απαραίτητες αλλαγές και να επιτευχθεί ισορροπημένη εκπροσώπηση.

2.1.3

Στο ψήφισμα και την έκθεσή του, το Κοινοβούλιο δεν απευθύνεται στην ΕΟΚΕ.

2.1.4

Η ΕΟΚΕ είναι η πιο αντιπροσωπευτική συνέλευση εκπροσώπων των κοινωνικών και οικονομικών ομάδων συμφερόντων («Οργανωμένη κοινωνία των πολιτών στην ΕΕ»). Το έργο της δεν είναι να συμβουλεύει τις εκπροσωπούμενες οργανώσεις σχετικά με τις πολιτικές τους όσον αφορά την εκπροσώπηση των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων ή στις πολιτικές τους περί φύλου, εντούτοις η σύνθεσή της αντικατοπτρίζει εν μέρει τις πολιτικές αυτές. Πρόκειται για μια από τις οργανώσεις που αναφέρονται από το Κοινοβούλιο, όπου οι κοινωνικοί εταίροι συναντώνται, και ένα από τα όργανα και τις δομές όπου οι κοινωνικοοικονομικές ομάδες συμφερόντων διαβουλεύονται μεταξύ τους σχετικά με τα θέματα κοινωνικής πολιτικής. Τα μέλη της μπορούν συνεπώς να θεωρηθούν ως κατάλληλοι φορείς για το είδος πληροφόρησης και παροχής συμβουλών που ζητά το Κοινοβούλιο.

2.2   Γενικές παρατηρήσεις

2.2.1

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με το Κοινοβούλιο ότι η εκπροσώπηση των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων των κοινωνικών και οικονομικών ομάδων συμφερόντων στην ΕΕ αποτελεί σημαντικό θέμα. Συμφωνεί επίσης με την άποψη ότι η εξασφάλιση μιας καλύτερης στατιστικής βάσεως και περισσότερων πληροφοριών για τις σχετικές πολιτικές σε αυτές τις οργανώσεις είναι σημαντικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ όσον αφορά την ισορροπημένη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

2.2.1.1

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άρχισε να συγκεντρώνει τα σχετικά δεδομένα. Εντωμεταξύ, έχει γίνει μια αρχή με τη συγκρότηση της τράπεζας δεδομένων που επιθυμούσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και με τον ορισμό δεικτών που είναι προσανατολισμένοι στην αύξηση της επιρροής που ασκούν οι γυναίκες σε κοινωνικοοικονομικά όργανα λήψης αποφάσεων στην ΕΕ. Εξάλλου, η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν δεδομένα για τις οργανώσεις συμφερόντων. Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την ισότητα των φύλων ελπίζεται ότι θα μπορέσει στο μέλλον να συμβάλει στον χώρο αυτό, όπως κάνει ήδη το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας.

2.2.1.2

Επιπροσθέτως, η Επιτροπή θα πρέπει να εξακολουθήσει την ανάπτυξη γενικότερων πολιτικών, ώστε να διευρυνθεί η συμμετοχή των γυναικών στη λήψη αποφάσεων, όπως είναι οι πολιτικές για την καταπολέμηση των διακρίσεων που εξακολουθούν να υφίστανται στον εργασιακό και επαγγελματικό χώρο και για τη διευκόλυνση του συνδυασμού εργασίας και μέριμνας στα κράτη μέλη της ΕΕ, καθώς και μέτρα για την ίση μεταχείριση και την ισότητα ευκαιριών στο χώρο εργασίας.

2.2.2

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί γενικότερα με τα όσα ζητεί το Κοινοβούλιο από τους εργοδότες, τους εργαζομένους και την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών στο σύνολό της. Έχει ασχοληθεί με πολλά από τα ζητήματα αυτά σε σχετική έρευνα που βασιζόταν σε ερωτηματολόγιο το οποίο εστάλη το 2003 σε όλα τα (τότε) 222 μέλη (2). Το ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε από 107 μέλη, δηλαδή με ποσοστό συμμετοχής 50 % (3) περίπου

2.2.2.1

Η ανταπόκριση ήταν αρκετά ισομερής μεταξύ των τριών ομάδων της ΕΟΚΕ, 34 % για την Ομάδα I (Εργοδότες), 31 % για την Ομάδα II (Εργαζόμενοι) και 34 % για την Ομάδα III (Διάφορα συμφέροντα).

2.2.2.2

Το ποσοστό της εκπροσώπησης των γυναικών στην ΕΟΚΕ κατά την εποχή της έρευνας ήταν 23 % (4).

2.2.2.3

Οργανώσεις που εκπροσωπούνται σε μεγάλο ποσοστό από γυναίκες ενδέχεται να υπερεκπροσωπούνται στον πληθυσμό που ανταποκρίθηκε. Αυτό μπορεί να έχει δημιουργήσει μια κάπως στρεβλή εικόνα σε ότι αφορά τη «φιλική στάση προς τις γυναίκες».

2.2.3

Το ερωτηματολόγιο επικεντρωνόταν ακολούθως στο είδος και το χαρακτήρα της εκπροσωπούμενης οργάνωσης, στις δομές ηγεσίας της, στην εκπροσώπηση σε διεθνείς οργανώσεις και βήματα, στην παρουσία των γυναικών στην οργάνωση και στις πολιτικές περί φύλου.

2.2.4

Επιπλέον, μελετήθηκαν τα υφιστάμενα στοιχεία που διατέθηκαν μετά από ακρόαση ενός εμπειρογνώμονος και τα οποία κάλυπταν την κατάσταση και τις σχετικές εμπειρίες στο Βέλγιο, την Ισπανία και τις Σκανδιναβικές χώρες, καθώς και μετά από ακρόαση μελών της ΕΟΚΕ. Όλα τα σχετικά στοιχεία ωστόσο ήταν επικεντρωμένα κατά κύριο λόγο στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Όπως και στην περίπτωση του ψηφίσματος και της εκθέσεως του Κοινοβουλίου, η βάση στην οποία θα μπορούσαν να στηριχθούν δηλώσεις για τους εργοδότες ήταν ανεπαρκής, και δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου πληροφορίες για άλλες οργανώσεις (5).

2.2.5

Η έρευνα και τα επιπρόσθετα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη ενίσχυσαν την αρχική εντύπωση που εκφράζεται στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου: α) ότι η βάση στατιστικών στοιχείων είναι πράγματι πολύ περιορισμένη, με μόνη εξαίρεση τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, εντούτοις όμως στην περίπτωση αυτή τα στοιχεία δεν αντικατοπτρίζουν τις θετικές εξελίξεις που μεσολάβησαν κατά το πρόσφατο παρελθόν (6), και β) ότι είναι δύσκολο — αν όχι αδύνατο — να γίνει σύγκριση των ευρημάτων σχετικά με τις διάφορες οργανώσεις, π.χ. οργανώσεις των οποίων τα μέλη είναι φυσικά πρόσωπα (όπως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις) και οργανώσεις οι οποίες έχουν ως μέλη άλλες οργανώσεις (όπως επιχειρήσεις). Διάφορα χαρακτηριστικά των οργανώσεων (π.χ. στις οργανώσεις γεωργών ή των ΜΜΕ) μπορεί να απαιτούν διαφορετικούς τρόπους αξιολόγησης όσον αφορά την ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών. Πρέπει να παρατηρηθεί επίσης ότι η χαμηλή εκπροσώπηση των γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων δεν σημαίνει οπωσδήποτε και έλλειψη πολιτικής περί των φύλων σε ένα συγκεκριμένο οργανισμό.

2.2.6

Ένα από τα επικριτέα σημεία του ψηφίσματος του ΕΚ ήταν ότι επικεντρωνόταν σε ποσοτικές πτυχές της εκπροσώπησης μόνο, αγνοώντας τις ποιοτικές πτυχές της χάραξης πολιτικής σε οργανώσεις στις οποίες οι γυναίκες διαδραματίζουν ενίοτε σημαντικότερο ρόλο απ'ότι θα υπέθεταν οι επίσημοι φορείς εκπροσώπησης. Αν και αναγνωρίζει τη σημασία τους, η ΕΟΚΕ απεφάσισε να μην εξετάσει σε βάθος αυτές τις πτυχές. Εξέτασε όμως αντιθέτως το θέμα της εκπροσώπησης των γυναικών σε όργανα χάραξης πολιτικών. Οι ποιοτικές πτυχές της χάραξης πολιτικών χρήζουν μεγαλύτερης προσοχής εκ μέρους των κοινωνικών και οικονομικών ομάδων συμφερόντων και των συντονιστικών τους οργάνων σε ευρωπαϊκή κλίμακα, καθώς επίσης εκ μέρους του Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

2.2.7

Εξετάζοντας τις σχετικές πολιτικές και πρακτικές των κοινωνικών και οικονομικών ομάδων συμφερόντων της ΕΕ, η ΕΟΚΕ επέλεξε να αναλύσει τις πολιτικές αναφορικά με την εκπροσώπηση κατά τρόπο ολοκληρωμένο (σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο — συμπεριλαμβανομένου του κοινωνικού διαλόγου — καθώς και σε διεθνές επίπεδο).

2.2.7.1

Τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια Επιχειρήσεων δεν συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα. Γι' αυτό θα χρειαζόταν ιδιαίτερη ερευνητική προσπάθεια, για την οποία άλλοι φορείς είναι πιο ενδεδειγμένοι από την ΕΟΚΕ (7).

2.2.8

Η ΕΟΚΕ παραπέμπει στο πλαίσιο δράσεων για την ισότητα των φύλων, της 1ης Μαρτίου 2005, που καταρτίστηκε από τις οργανώσεις EVV, UNICE/UEAPME και CEEP, όπου η προαγωγή της συμμετοχής των γυναικών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι μια από τις τέσσερις προτεραιότητες που έχουν τεθεί.

2.3   Ειδικές παρατηρήσεις (βασισμένες στα πορίσματα της έρευνας)

2.3.1

Οι μισές σχεδόν από τους δύο βασικούς τύπους οργανώσεων που εκπροσωπούνται στην ΕΟΚΕ (κεντρικές οργανώσεις διαφόρων τύπων αφενός και οργανώσεις που βασίζονται σε ατομική συμμετοχή αφετέρου) έχουν μεγάλη αναλογία συμμετοχής γυναικών (100 % ή περισσότερο). Μόνο 10-15 % ανήκουν στην κατηγορία χαμηλής συμμετοχής γυναικών (0-19 %). Συνολικώς, οι εκπροσωπούμενες οργανώσεις έχουν 36 % αναλογία συμμετοχής γυναικών (Σημ.: Όπως προαναφέρθηκε, το ποσοστό γυναικείας συμμετοχής της ΕΟΚΕ ανερχόταν σε 23 % κατά την εποχή της έρευνας).

2.3.2

Αν και οι γυναίκες είναι παρούσες στις οργανώσεις αυτές, συναντώνται περισσότερο μεταξύ του προσωπικού για το σχεδιασμό πολιτικών, λιγότερο ως σύνεδροι των συνεδρίων ή των ομάδων διοικητικών στελεχών και πολύ λιγότερο στα διοικητικά συμβούλια.

2.3.3

Αυτή είναι ίσως μία σημαντική εξήγηση του σχετικά χαμηλού ποσοστού γυναικείας συμμετοχής στην ΕΟΚΕ, δεδομένου ότι πολλά μέλη προέρχονται από διοικητικά συμβούλια.

2.3.4

Πράγματι, οι οργανώσεις εκείνες με υψηλό ποσοστό αποστολής γυναικών εκπροσώπων στην ΕΟΚΕ τις επιλέγουν μεταξύ του προσωπικού σχεδιασμού πολιτικών ή έχουν άλλα είδη διευθετήσεως (π.χ. ένα μικτό) και δεν επιλέγουν αποκλειστικά εκπροσώπους από τις υψηλότερες διοικητικές βαθμίδες.

2.3.5

Όσον αφορά την εκπροσώπηση σε εθνικά και διεθνή βήματα συζητήσεων, η επιλογή που προτιμάται είναι το είδος της μικτής διευθέτησης. Εδώ, η εκπροσώπηση από μέλη του διοικητικού συμβουλίου έρχεται δεύτερη κατά σειρά.

2.3.6

Πολλές από τις οργανώσεις που εκπροσωπούνται στην ΕΟΚΕ δεν συμμετέχουν στην Επιτροπή Κοινωνικού Διαλόγου (περίπου το

Formula

). Από τις οργανώσεις που συμμετέχουν, περίπου το 1/3 χρησιμοποιούν μία μικτή μορφή εκπροσώπησης ή αποστέλλουν εκπροσώπους από το διοικητικό συμβούλιο.

2.3.7

Μία από τις πολιτικές που χρειάζονται για τη διασφάλιση της πιο ισορροπημένης εκπροσώπησης γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων, όπως προσδιορίζεται από το Κοινοβούλιο, είναι η δημιουργία δομών για γυναίκες εντός της οργάνωσης. Ταυτοχρόνως, το Κοινοβούλιο παρατηρεί ότι οι δομές αυτές είναι συχνά συμβολικού χαρακτήρα ή αποτελούν ένα απομονωμένο βήμα συζητήσεων. Συνεπώς, οι δομές αυτές δεν πρέπει να απομονώνουν τις γυναίκες από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων αλλά μάλλον να τις ενσωματώνουν και να τους παρέχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στις εν λόγω διαδικασίες. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη αυτή.

2.3.7.1

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επισημαίνει επίσης ότι η καθοδήγηση και η δικτύωση στο εσωτερικό οργανώσεων έχουν πολύ μεγάλη σημασία για την προετοιμασία των γυναικών για την ανάληψη ηγετικών θέσεων.

2.3.8

Μόνο μία μειονότητα των οργανώσεων που συμμετέχουν στην ΕΟΚΕ (33 %) και που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο διαθέτει χωριστή ή βοηθητική οργάνωση για τα γυναικεία μέλη. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, οι δομές αυτές εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο των οργανώσεων και μόνο το ήμισυ αυτών διαθέτουν άλλους διαύλους επιρροής στις οργανώσεις. Κατά το 15 % αυτών, το γυναικείο προσωπικό και τα μέλη έχουν δημιουργήσει ένα δίκτυο. 4 % διαθέτουν και τις δύο δυνατότητες (δηλαδή ξεχωριστές/ επικουρικές οργανώσεις και δίκτυα).

2.3.8.1

Χωριστές οργανώσεις και δίκτυα υπάρχουν κυρίως σε οργανώσεις που ανήκουν στην Ομάδα II (δηλαδή στους εργαζόμενους): Στην Ομάδα III, το ποσοστό κυμαίνεται μεταξύ 19-39 %, ενώ στην Ομάδα I το φαινόμενο είναι αισθητά χαμηλότερο με 6-19 % των περιπτώσεων. Οι βοηθητικές οργανώσεις δεν είναι ασυνήθιστες στις οργανώσεις των γεωργών (33 %) και αναφέρεται ότι φθάνουν στο 10 % στις οργανώσεις των καταναλωτών και τις οργανώσεις για την προστασία της υγείας.

2.3.9

Ως προς τις πολιτικές για την προώθηση των γυναικείων σταδιοδρομιών, και ειδικότερα για την προετοιμασία τους ενόψει ηγετικών θέσεων, 46 % των απαντήσεων ανέφεραν ότι οι οργανώσεις τους δεν διέθεταν παρόμοιες πολιτικές. Οι πλέον δημοφιλείς πολιτικές ήταν η κατάρτιση (26 %), εργασιακές διευκολύνσεις/υγειονομικές διευθετήσεις (22 %) και παρακολούθηση/συγκριτική αξιολόγηση (19 %). Ωστόσο, μόνο το ένα τέταρτο των οργανώσεων εφαρμόζει τις εν λόγω πολιτικές προώθησης της σταδιοδρομίας.

2.3.10

Ειδική προσοχή στις εργαζόμενες γυναίκες και το γυναικείο προσωπικό δίδεται από τη συλλογή στατιστικών στοιχείων για την παρουσία των γυναικών στην οργάνωση. Οι μισές περίπου από τις εκπροσωπούμενες οργανώσεις (48 %) αναφέρουν ότι αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή, και πολλές από αυτές ότι αναβαθμίζουν τις πολιτικές τους σε ετήσια βάση (67 %).

2.3.10.1

Οι οργανώσεις της Ομάδας II είναι σαφώς οι πιο δραστήριες στον εν λόγω τομέα δραστηριοτήτων (πάνω από 50 %) και ακολουθούν οι οργανώσεις της Ομάδας III, με το ένα τρίτο περίπου. Τα ποσοστά είναι χαμηλά στην Ομάδα Ι. Εδώ, υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ του πολύ χαμηλού επιπέδου συλλογής στατιστικών στοιχείων (1 %) και των πολιτικών για την προώθηση των σταδιοδρομιών (11 %).

2.3.11

Σύμφωνα με τις απαντήσεις, 75 % από τις 61 περιπτώσεις όπου εφαρμόζονται σχετικές πολιτικές για την αναβάθμιση των γυναικείων σταδιοδρομιών είναι επιτυχείς. 40 οργανώσεις διαθέτουν υπηρεσία ή υπάλληλο αρμόδιο για τις πολιτικές σχετικά με την ισότητα των φύλων, ενώ στις μισές από τις περιπτώσεις αυτές το απασχολούμενο προσωπικό έχει πλήρες ωράριο εργασίας.

2.3.11.1

Σημειώνεται επιτυχία κατά 49 % στην ανάδειξη γυναικών σε ηγετικές θέσεις, ενώ το 46 % είναι γυναίκες που απασχολούνται σε θέσεις σχεδιασμού πολιτικών.

2.3.12

Οι βασικές πολιτικές για την ισότητα των φύλων είναι συνηθέστερες μεταξύ των συνδικαλιστικών οργανώσεων (Ομάδα II)(68 %), ενώ το ανάλογο ποσοστό των οργανώσεων της Ομάδας III είναι 25 %, και της Ομάδας I, 5 %.

2.3.13

Μερικές οργανώσεις (33 μέλη)ανέφεραν ότι οι ερωτήσεις σχετικά με τη θέσπιση ειδικών μέτρων για την αναβάθμιση των σταδιοδρομιών των γυναικών και την προσφορά ίσων ευκαιριών δεν τις αφορούσαν.

2.3.14

Η αναλογία ανδρών/γυναικών στην εκπροσώπηση των οργανώσεων της ΕΟΚΕ φαίνεται ότι αντιστοιχεί σε πολύ μεγάλο βαθμό με την αναλογία της εκπροσώπησης σε διεθνές επίπεδο, πολύ λιγότερο για τον κοινωνικό διάλογο και καθόλου για τη σχέση ανδρών και γυναικών όσον αφορά την εκπροσώπηση σε εθνικά βήματα.

2.3.15

Εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι σύμφωνα με τις απαντήσεις της Ομάδας Ι η αναλογία ανδρών και γυναικών στις οργανώσεις τους είναι 30 %, η αντίστοιχη αναλογία στην ΕΟΚΕ είναι σχετικά υψηλή (35 %) και σημαντικά υψηλότερη από τα αντίστοιχα στοιχεία της Ομάδας ΙΙ (25 %, με αναλογία ανδρών και γυναικών στις οργανώσεις 40 %) και της Ομάδας III (27 % και 65/35 % αντιστοίχως).

2.3.16

Σύμφωνα με την έρευνα, η αναλογία ανδρών και γυναικών όσον αφορά τις ηγετικές θέσεις των οργανώσεων έχει επιδράσει καθοριστικά στην εκπροσώπηση των ανδρών/γυναικών στην ΕΟΚΕ (βλ. σημείο 3.2 και 3.3). Το Κοινοβούλιο κάλεσε τους κοινωνικούς εταίρους (τις κοινωνικοοικονομικές οργανώσεις συμφερόντων) «να αναθεωρήσουν τους μηχανισμούς εκπροσώπησης και τις διαδικασίες επιλογής που εφαρμόζουν, να δώσουν κεντρική θέση στην ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών και να την εγγράψουν στα καταστατικά τους» (8).

2.3.16.1

Στην έρευνα, η ΕΟΚΕ έθεσε το ζήτημα των διαδικασιών πρόσληψης για τη στελέχωση διοικητικού συμβουλίου, έχοντας υπόψη την αναλογία εκπροσώπησης ανδρών/γυναικών σε όργανα λήψης αποφάσεων. Το σύστημα με ψηφοφορία των υπαρχόντων μελών κρίθηκε το πιο δυσμενές για τις γυναίκες, με δεύτερο κατά σειρά τον διορισμό από συνδεδεμένες οργανώσεις. Οι περιπτώσεις στις οποίες έγινε αναφορά σε διαδικασίες οι οποίες, σύμφωνα με τη γνώμη των ανταποκρινόμενων, απέφεραν θετικότερα αποτελέσματα, ήταν ελάχιστες, γι' αυτό και δεν μπορούν να παράσχουν βάση για την εξαγωγή έγκυρων συμπερασμάτων.

2.3.17

Από το συνδυασμό του μέσου όρου εκπροσώπησης ανδρών και γυναικών σε όργανα λήψης αποφάσεων με τις διάφορες πολιτικές για την αναβάθμιση των γυναικείων σταδιοδρομιών, προκύπτει ότι μόνο εάν τεθούν συγκεκριμένοι στόχοι φαίνεται προκύπτει αισθητή παρουσία γυναικών στους φορείς λήψης αποφάσεων. Τα θέματα της διπλής υποψηφιότητας και των ποσοστώσεων (το τελευταίο μάλιστα αποτελεί σημαντικότατο ζήτημα στη συζήτηση σχετικά με τις πολιτικές των πολιτικών ζήτημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση) σπανίως αναφέρθηκαν.

Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Α.-Μ. SIGMUND


(1)  Έπειτα από μεταγενέστερες επαφές, η έννοια «κοινωνικοί εταίροι» διευκρινίστηκε ότι περιλαμβάνει όχι μόνο τις οργανώσεις των εργοδοτών και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, αλλά και άλλων οικονομικών και κοινωνικών ομάδων συμφερόντων που εκπροσωπούνται στην ΕΟΚΕ.

(2)  Βλ. «Report on balanced decision making in the EESC» των J. Oldersma, N. Lepeshko και A. Woodward (VUB Brussel/Universiteit van Leiden, Σεπτέμβριος 2004) στην ιστοσελίδα του ειδικευμένου τμήματος «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα των πολιτών» της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (διατίθεται μόνο στα αγγλικά): http://www.esc.eu.int/sections/soc/docs/balanced_decisionmaking_eesc.pdf.

(3)  Εφόσον δύο ή περισσότερα άτομα της ίδιας οργάνωσης συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο, οι απαντήσεις τους εξετάζονται ως μία.

(4)  Μετά τη διεύρυνση (Μάιος 2004) το ποσοστό αυτό ανήλθε σε 26 %.

(5)  Παρεμπιπτόντως, το 2002, η UNICE διαβίβασε σε δύο περιπτώσεις στο Κοινοβούλιο περισσότερα στοιχεί από ό,τι οι συμπεριλήφθηκε τελικά στα έγγραφα αυτά.

(6)  Π.χ., μεταξύ των αρχών της δεκαετίας του 1990 και των αρχών του 21ου αιώνα, το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στις συνόδους των ευρωπαϊκών συνδικαλιστικών συνομοσπονδιών ανήλθε από 10/12 % σε 30 %, ενώ στις Γενικές Διευθύνσεις είναι σήμερα 25 %, και 32 % στις Διοικούσες Επιτροπές. Θετική αλλαγή εμφανίζουν επίσης οι συνδεδεμένες οργανώσεις. Οι περισσότερες απ' αυτές διαθέτουν πλέον υπηρεσίες για γυναίκες, για παράδειγμα.

(7)  Το Eυρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας πραγματοποίησε έρευνα με αντικείμενο τα ευρωπαϊκά συμβούλια επιχειρήσεων («European Works Councils in Practice, 2004» Η έρευνα αυτή περιλαμβάνει τη μελέτη μερικών μεμονωμένων περιπτώσεων. Προκύπτει ότι εκτός από ορισμένες μικρές εξαιρέσεις, η εκπροσώπηση των γυναικών δεν αντανακλούσε επαρκώς τη σύνθεση του προσωπικού. Αυτό οφείλεται πιθανώς στη σύνθεση των συμβουλίων επιχειρήσεων στις εν λόγω επιχειρήσεις σε επίπεδο κρατών μελών.

(8)  ΕΚ 315.516, A5-0279/2002


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Το κατωτέρω κείμενο διαγράφηκε από τη γνωμοδότηση του τμήματος όταν η Ολομέλεια υιοθέτησε τη σχετική τροπολογία, αλλά συγκέντρωσε πάνω από το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων:

Σημείο 1.8

Πολλοί εμπειρογνώμονες συνιστούν ποσοστώσεις. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι οι ποσοστώσεις ενδείκνυνται και για τις κοινωνικοοικονομικές οργανώσεις. Αυτό που συνιστάται όμως είναι να μελετηθεί περαιτέρω από τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις και την Επιτροπή το μέσο αυτό, το οποίο έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό σε ορισμένες χώρες.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ: 42

Ψήφοι κατά: 55

Αποχές: 8