52005PC0305




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 07.07.2005

COM(2005) 305 τελικό

2005/0126 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ

Στις 29 Μαΐου 2000, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις[1]. Στόχος του κανονισμού είναι να επιταχύνει τη διαβίβαση πράξεων, πράγμα που θα γίνει απευθείας μεταξύ των τοπικών αρχών (υπηρεσίες διαβίβασης και παραλαβής) που ορίστηκαν από τα κράτη μέλη. Από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1348/2000, στις 31 Μαΐου 2001, η Επιτροπή επεδίωξε να λάβει όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του. Η Επιτροπή συγκέντρωσε συνεπώς πληροφορίες και είχε επανειλημμένα την ευκαιρία να συζητήσει την εφαρμογή του κανονισμού. Επιπλέον, εκπονήθηκε μελέτη για την εφαρμογή του κανονισμού, την οποία η Επιτροπή ανέθεσε με σύμβαση σε εξωτερικό συνεργάτη. Τέλος, η Επιτροπή ενέκρινε την έκθεση για την εφαρμογή του κανονισμού που προβλέπεται στο άρθρο 24 του εν λόγω κανονισμού.

- Το Δεκέμβριο του 2002, μία συνεδρίαση στο πλαίσιο της πρώτης συνόδου του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου σε Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις αφιερώθηκε στη συζήτηση των πρώτων εμπειριών από την εφαρμογή του κανονισμού. Με την ευκαιρία αυτή, εντοπίστηκαν διάφορα είδη προβλημάτων τα οποία συνοψίζονται ως εξής: πρακτικά προβλήματα λόγω του γεγονότος ότι ο κανονισμός άρχισε να ισχύει πρόσφατα (για παράδειγμα, δεν χρησιμοποιούνταν τα τυποποιημένα έντυπα ή δημιουργήθηκαν παρανοήσεις σχετικά με τις διατάξεις που αφορούν τη χρήση των γλωσσών)· αδυναμία των εθνικών διοικήσεων να ενεργούν πάντα εντός των προθεσμιών που προβλέπονται από τον κανονισμό· υψηλό κόστος και έλλειψη διαφάνειας σχετικά με τη σύνθεση αυτού του κόστους.

- Σαν επόμενο βήμα στη διαδικασία διαβούλευσης, η Επιτροπή οργάνωσε, τον Ιούλιο του 2003, δημόσια ακρόαση σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού. Η δημόσια ακρόαση παρείχε, στις αρχές και τους επαγγελματίες που σχετίζονται με την εφαρμογή του κανονισμού, το φόρουμ για την ανταλλαγή απόψεων. Τα θέματα στα οποία δόθηκε περισσότερη προσοχή κατά τη συζήτηση είναι ο χρόνος που απαιτείται για τη διαβίβαση και την επίδοση ή κοινοποίηση των πράξεων, η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών διαβίβασης και παραλαβής και των κεντρικών αρχών και το θέμα του κόστους της επίδοσης ή κοινοποίησης. Διάφορα κράτη μέλη εξέφρασαν τις ανησυχίες τους για το ότι τα έντυπα είτε δεν χρησιμοποιούνται ορθά είτε δεν χρησιμοποιούνται καθόλου.

- Επιπλέον, εκπονήθηκε μελέτη για την εφαρμογή του κανονισμού από εξωτερικό συνεργάτη της Επιτροπής[2]. Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κανονισμός κατέστησε τη διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων ταχύτερη και συνέβαλε σημαντικά, με τη βελτίωση της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών, στη δημιουργία του ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου. Ωστόσο, οι επαγγελματίες που μετέχουν στην εφαρμογή του κανονισμού είναι ακόμη στη φάση της προσαρμογής και παρατηρείται ακόμη ελλιπής γνώση του κανονισμού. Η μελέτη τονίζει την ανάγκη κατάρτισης των επαγγελματιών που μετέχουν στην εφαρμογή του κανονισμού.

- Τέλος, η Επιτροπή συγκάλεσε συνεδρίαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την επίδοση και κοινοποίηση πράξεων (που προβλέπεται στο άρθρο 18 του κανονισμού) τον Απρίλιο του 2004 προκειμένου να συζητηθούν τα αποτελέσματα της μελέτης, καθώς και οι πιθανές προσαρμογές του κανονισμού, και προκειμένου να συγκεντρωθούν περισσότερες πληροφορίες από τα κράτη μέλη σχετικά με τη λειτουργία του κανονισμού.

Βάσει των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν στη μελέτη και στα διάφορα στάδια της διαδικασίας διαβούλευσης, η Επιτροπή ενέκρινε, την 1η Οκτωβρίου 2004, έκθεση για την εφαρμογή του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου[3] η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα. Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι από την έναρξη ισχύος του κανονισμού, το 2001, η εφαρμογή του βελτιώθηκε σε γενικές γραμμές και επιταχύνθηκε η διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων μεταξύ των κρατών μελών. Ωστόσο, κατά την περίοδο προσαρμογής η οποία συνεχίζεται, πολλά πρόσωπα που μετέχουν στην εφαρμογή του κανονισμού, και ειδικότερα οι τοπικές αρχές, δεν έχουν ακόμα επαρκή γνώση του κανονισμού. Επιπλέον, η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του κανονισμού δεν είναι πλήρως ικανοποιητική.

- Το Φεβρουάριο του 2005, η Επιτροπή πραγματοποίησε δημόσια ακρόαση σχετικά με την έκθεση αυτή. Ως βάση της ακρόασης χρησιμοποιήθηκε έγγραφο συζήτησης στο οποίο απαριθμούνται ορισμένες συγκεκριμένες προτάσεις για ενδεχόμενες τροποποιήσεις του κανονισμού.

2. ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Στόχος του κανονισμού είναι να βελτιωθεί και να επιταχυνθεί περαιτέρω η διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών, να απλουστευθεί η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του κανονισμού και να βελτιωθεί η ασφάλεια του δικαίου για τον αιτούντα και για τον παραλήπτη.

Αυτός ο στόχος είναι σύμφωνος με το πρόγραμμα της Χάγης για την ενίσχυση της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 4 και 5 Νοεμβρίου 2004. Το πρόγραμμα τονίζει την ανάγκη συνοχής και βελτίωσης της νομοθεσίας καθώς και αξιολόγησης του κεκτημένου προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά του.

Ο στόχος της πρότασης δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη δεδομένου ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν την ισοτιμία των κανόνων που εφαρμόζονται σε ολόκληρη την Ένωση. Ο στόχος μπορεί συνεπώς να επιτευχθεί μόνο σε κοινοτικό επίπεδο.

Η πρόταση συμφωνεί επίσης πλήρως με την αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι περιορίζεται αυστηρά στα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου της.

3. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΑΡΘΡΩΝ

Άρθρο 1

1. Παράγραφος 1 (άρθρο 7)

Η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι – σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε με τη σύμβαση της Χάγης του 1965 για την επίδοση και κοινοποίηση των πράξεων – η εφαρμογή του κανονισμού κατέστησε ταχύτερη τη διαβίβαση και την επίδοση και κοινοποίηση. Ενώ ο χρόνος που απαιτείται για τη διαβίβαση και την επίδοση ή κοινοποίηση μειώθηκε γενικά σε ένα έως 3 μήνες, σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτούνται μέχρι έξι μήνες. Οι καθυστερήσεις αυτές στη διαβίβαση, επίδοση και κοινοποίηση πράξεων μεταξύ των κρατών μελών είναι απαράδεκτες σε ένα ευρωπαϊκό χώρο δικαιοσύνης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Η παράγραφος αυτή εισάγει συνεπώς την υποχρέωση πραγματοποίησης της επίδοσης ή κοινοποίησης εντός ενός μηνός από την παραλαβή της πράξης από την υπηρεσία παραλαβής.

Η παράγραφος αυτή προβλέπει επίσης ότι η υπηρεσία παραλαβής πρέπει να ενημερώσει την υπηρεσία διαβίβασης αμέσως , εάν δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιήσει την επίδοση ή κοινοποίηση.

Η πρόταση “Η προθεσμία υπολογίζεται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής” πρέπει να διαγραφεί δεδομένου ότι, για τον υπολογισμό των προθεσμιών και διοριών που προβλέπονται στον κανονισμό αυτό, εφαρμόζεται ο κανονισμός (EΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 1971 περί καθορισμού των κανόνων που εφαρμόζονται στις προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες (βλ. αιτιολογική σκέψη 10).

2. Παράγραφος 2 (άρθρο 8)

α) Άρθρο 8 παράγραφος 1

Λόγω των διαφορετικών προσεγγίσεων των κρατών μελών σε σχέση με τη διορία άρνησης παραλαβής της πράξης[4], είναι σκόπιμο, με γνώμονα την ομοιόμορφη εφαρμογή του κανονισμού σε όλα τα κράτη μέλη, να εισαχθεί κοινή διορία μιας εβδομάδας εντός της οποίας ο παραλήπτης μπορεί να αρνηθεί την παραλαβή της πράξης επιστρέφοντάς την. Πρέπει εξάλλου να διευκρινιστεί ότι ο παραλήπτης μπορεί επίσης να ασκήσει αμέσως το δικαίωμά του κατά τη χρονική στιγμή της επίδοσης ή κοινοποίησης απευθείας στο πρόσωπο που επιδίδει ή κοινοποιεί την πράξη.

Επιπλέον, πρέπει να εισαχθεί η υποχρέωση πληροφόρησης του παραλήπτη εγγράφως σχετικά με το δικαίωμά του να αρνηθεί την παραλαβή της πράξης, δεδομένου ότι η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι σήμερα ο παραλήπτης δεν ενημερώνεται πάντα σχετικά με το δικαίωμά του να αρνηθεί την παραλαβή της πράξης. Η υπηρεσία παραλαβής ενημερώνει τον παραλήπτη για το δικαίωμά του χρησιμοποιώντας το τυποποιημένο έντυπο που προσαρτάται στο παράρτημα. Επιπλέον, η υπηρεσία παραλαβής ενημερώνει και προφορικά – όπου είναι δυνατόν – τον παραλήπτη για το δικαίωμα αυτό.

Στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) οι λέξεις “του κράτους μέλους διαβίβασης” πρέπει να διαγραφούν. Είναι επαρκές να κατανοεί ο παραλήπτης τη γλώσσα της πράξης, είτε είναι μία από τις γλώσσες του κράτους μέλους διαβίβασης, είτε όχι.

Οι λέξεις “και δεν συνοδεύεται από μετάφραση σε μία από αυτές τις γλώσσες” προστίθενται, προκειμένου να διευκρινιστεί ότι, εάν η πράξη δεν είναι συνταγμένη σε μία από τις γλώσσες που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, πρέπει να επιδοθεί και το πρωτότυπο της πράξης επιπλέον της μετάφρασης (δηλαδή ότι δεν είναι αρκετό να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί μόνο η μετάφραση του πρωτότυπου εγγράφου).

β) Άρθρο 8 παράγραφος 3

Δεδομένου ότι ο κανονισμός δεν προβλέπει ρητά κανόνα σχετικά με τις νομικές συνέπειες της αιτιολογημένης άρνησης παραλαβής της πράξης σύμφωνα με την παράγραφο 1, σχετικά με το ζήτημα αυτό εκκρεμεί επί του παρόντος υπόθεση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου[5].

Για λόγους ασφάλειας του δικαίου, ο ίδιος ο κανονισμός θα έπρεπε να προβλέπει ρητό κανόνα για τις περιπτώσεις αυτές. Η παράγραφος αυτή καθιστά δυνατή την επανόρθωση της κατάστασης μέσω της επίδοσης ή κοινοποίησης μετάφρασης της πράξης σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού. Προκειμένου να προστατευθούν αποτελεσματικά τα δικαιώματα τόσο του αιτούντος όσο και του παραλήπτη, η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης πρέπει να είναι στην περίπτωση αυτή η ημερομηνία κατά την οποία επιδίδεται ή κοινοποιείται η μετάφραση. Ωστόσο, όταν σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους η πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί εντός τακτής προθεσμίας προκειμένου να διασφαλιστούν τα δικαιώματα του αιτούντος, η ημερομηνία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε σχέση με τον αιτούντα θα έπρεπε να είναι η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης του πρωτοτύπου της πράξης.

3. Παράγραφος 3 (άρθρο 9)

Σκοπός του συστήματος διπλών ημερομηνιών στο άρθρο 9 είναι η προστασία των δικαιωμάτων τόσο του αιτούντος όσο και του παραλήπτη. Η παράγραφος 1 ορίζει την αρχή ότι η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης είναι η ημερομηνία κατά την οποία επιδίδεται ή κοινοποιείται η πράξη σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους παραλαβής. Επιδιώκει την προστασία των δικαιωμάτων του παραλήπτη. Η παράγραφος 2 επιδιώκει την προστασία των δικαιωμάτων του αιτούντος, ο οποίος μπορεί να έχει συμφέρον να ενεργήσει εντός συγκεκριμένης προθεσμίας ή σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Στις περιπτώσεις αυτές είναι σκόπιμο να του δοθεί η ευκαιρία να επικαλείται τα δικαιώματά του σε ημερομηνία την οποία μπορεί να ορίσει ο ίδιος, και όχι με αναφορά σε ένα γεγονός (την επίδοση ή κοινοποίηση πράξης σε άλλο κράτος μέλος) το οποίο ο ίδιος δεν μπορεί να επηρεάσει άμεσα και το οποίο μπορεί να επέλθει μετά τη δέουσα ημερομηνία.

Προς το παρόν, διάφορα κράτη μέλη[6], έχουν επικαλεσθεί παρεκκλίσεις σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3, βάσει του γεγονότος ότι το σύστημα της διπλής ημερομηνίας δεν είναι γνωστό στις εθνικές δικονομικές διατάξεις τους. Αυτά τα κράτη μέλη έχουν ωστόσο ισοδύναμους κανόνες προκειμένου να προστατεύουν τα δικαιώματα του αιτούντος (π.χ. ορίζοντας ότι η παραγραφή διακόπτεται σε περίπτωση προσφυγής στο δικαστήριο).

Στην παράγραφο 1, οι λέξεις “κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7” , πρέπει να διαγραφούν δεδομένου ότι το άρθρο 9 πρέπει να εφαρμόζεται και στην επίδοση ή κοινοποίηση πράξης σύμφωνα με το τμήμα 2 (δηλαδή σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 15· βλ. το νέο άρθρο 15α).

Στην παράγραφο 2, η διατύπωση “στα πλαίσια κινηθείσας ή εκκρεμούσας διαδικασίας στο κράτος μέλος προέλευσης … εντός τακτής προθεσμίας” είναι πολύ στενή και δεν είναι επαρκώς σαφής. Πρέπει να αντικατασταθεί ως εξής: “όταν μια πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί εντός τακτής προθεσμίας προκειμένου να διασφαλισθούν τα δικαιώματα του αιτούντος, ...”.

Επιπλέον οι λέξεις “σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους” πρέπει να προστεθούν στην παράγραφο 2. Αυτή η αναφορά στο εθνικό δίκαιο εξασφαλίζει ότι η παράγραφος 2 εφαρμόζεται μόνο στα κράτη μέλη εκείνα τα οποία προέβλεψαν σύστημα διπλών ημερομηνιών στην εθνική τους νομοθεσία. Για το λόγο αυτό, η παράγραφος 3 μπορεί να διαγραφεί και ο πολύπλοκος μηχανισμός των ανακοινώσεων σύμφωνα με την τρέχουσα παράγραφο 3 μπορεί να αντικατασταθεί από απλούστερη και σαφέστερη διάταξη.

4. Παράγραφος 4 (άρθρο 11)

Η προσοχή της Επιτροπής επιστήθηκε, σύντομα μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού, στο θέμα των εξόδων το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο εκτεταμένων και επανειλημμένων συζητήσεων. Η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι η εφαρμογή της διάταξης αυτής δεν είναι ικανοποιητική κυρίως διότι σε ορισμένα κράτη μέλη τα έξοδα που επιβάλλονται για την επίδοση και την κοινοποίηση πράξεων είναι πολύ υψηλά (άνω των 150 ευρώ) και δεν έχουν πλήρη διαφάνεια (δεδομένου ότι τα ποσά δεν είναι γνωστά στον αιτούντα εκ των προτέρων).

Τα συστήματα που έχουν δημιουργήσει τα κράτη μέλη σε σχέση με την επίδοση και κοινοποίηση των πράξεων διαφέρουν σημαντικά. Σε πολλά κράτη μέλη, η επίδοση και κοινοποίηση πράξεων γίνεται από τα δικαστήρια τα οποία στην πράξη προβαίνουν στην επίδοση και κοινοποίηση των πράξεων με το ταχυδρομείο. Στις περιπτώσεις αυτές, τα έξοδα επίδοσης και κοινοποίησης των πράξεων είναι μηδενικά ή πολύ χαμηλά. Απεναντίας, υπάρχουν ορισμένα κράτη μέλη στα οποία επιτρέπεται σε ελεύθερους επαγγελματίες, όπως είναι οι huissiers de justice, να επιδίδουν και να κοινοποιούν τις πράξεις. Αυτοί οι επαγγελματίες επιβάλλουν τέλη για την επίδοση και κοινοποίηση των πράξεων.

Σκοπός του κανονισμού είναι να λειτουργεί με τα διαφορετικά συστήματα επίδοσης και κοινοποίησης των πράξεων και δεν πρέπει ούτε να ενθαρρύνει ούτε να αποθαρρύνει κάποιο από τα συστήματα αυτά. Από την άλλη πλευρά, είναι αναμφισβήτητο ότι ο κανονισμός δημιούργησε προβλήματα σε ορισμένα κράτη μέλη, διότι τα έξοδα δεν έχουν πλήρη διαφάνεια και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι πολύ υψηλά.

Προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση στη δικαιοσύνη, η παράγραφος αυτή προβλέπει ότι τα έξοδα που προκύπτουν από την απασχόληση δημόσιου λειτουργού ή αρμόδιου προσώπου κατά το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής πρέπει να αντιστοιχούν στο πάγιο τέλος το οποίο έχει προκαθορίσει αυτό το κράτος μέλος και το οποίο τηρεί τις αρχές της αναλογικότητας και της μη εισαγωγής διακρίσεων.

Όσον αφορά την αναλογικότητα αυτού του πάγιου τέλους, πρέπει να ληφθεί υπόψη το ποσό των υφιστάμενων πάγιων τελών για την επίδοση και κοινοποίηση πράξεων[7].

5. Παράγραφος 5 (άρθρο 14)

Η παράγραφος αυτή αποσκοπεί στην περαιτέρω διευκόλυνση της εφαρμογής του κανονισμού με την εισαγωγή ενιαίου κανόνα για όλα τα κράτη μέλη όσον αφορά τις ταχυδρομικές υπηρεσίες. Σήμερα δεν είναι εύχρηστος ο εντοπισμός των όρων που ισχύουν σε συγκεκριμένο κράτος μέλος. Η παράγραφος προβλέπει ομοιόμορφη απαίτηση (συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής ή ισοδύναμο έγγραφο) η οποία ισχύει ήδη σε πολλά κράτη μέλη. Η απαίτηση αυτή εγγυάται με επαρκή ασφάλεια ότι ο παραλήπτης έχει λάβει την πράξη και ότι αυτό αποδεικνύεται επαρκώς.

Για λόγους σαφήνειας, ο όρος «ταχυδρομείο» στο άρθρο 14 αντικαθίσταται από τον όρο «ταχυδρομικές υπηρεσίες». Σύμφωνα με την οδηγία περί ταχυδρομικών υπηρεσιών[8], τα κράτη μέλη μπορούν να οργανώσουν τη συστημένη ταχυδρομική υπηρεσία που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο των δικαστικών ή διοικητικών διαδικασιών σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους και έχουν, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα διορισμού της αρχής ή των αρχών που είναι αρμόδιες για την παροχή αυτών των υπηρεσιών. Ο όρος «ταχυδρομικές υπηρεσίες» στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει συνεπώς (ανάλογα με τη λύση που θα υιοθετηθεί στο επίπεδο των κρατών μελών) υπηρεσίες που παρέχονται τόσο από δημόσιους όσο και από ιδιωτικούς φορείς, ανεξάρτητα από το αν οι φορείς αυτοί υπόκεινται ή όχι στην υποχρέωση παροχής καθολικής υπηρεσίας.

6. Παράγραφος 6 (άρθρο 15)

Η διαγραφή της παραγράφου 2 που προβλέπει τη δυνατότητα των κρατών μελών να αντιτίθενται στην απευθείας επίδοση ή κοινοποίηση θα διευκολύνει περαιτέρω την εφαρμογή του κανονισμού, εισάγοντας ενιαίο κανόνα για όλα τα κράτη μέλη. Προς το παρόν πολλά κράτη μέλη[9] αντιτίθενται στην απευθείας επίδοση ή κοινοποίηση. Υπό τον όρο ότι θα γίνονται σεβαστές οι αρμοδιότητες των δημόσιων λειτουργών, υπαλλήλων και άλλων αρμόδιων προσώπων, δεν υπάρχει λόγος να μην παρέχεται στα πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον σε μια δίκη η δυνατότητα απευθείας επίδοσης ή κοινοποίησης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η μέθοδος αυτή μπορεί να επιταχύνει σημαντικά την επίδοση ή κοινοποίηση.

7. Παράγραφος 7 (άρθρο 15α)

Προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια του δικαίου για τον αιτούντα και τον παραλήπτη και για λόγους συνέπειας, η παράγραφος αυτή προβλέπει – ως διευκρίνιση – ότι οι κανόνες που αφορούν την άρνηση παραλαβής της πράξης (άρθρο 8) και οι κανόνες που αφορούν την ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης (άρθρο 9) θα εφαρμόζονται στους τρόπους διαβίβασης και επίδοσης ή κοινοποίησης που προβλέπονται στο εν λόγω τμήμα (δηλαδή στα άρθρα 12 έως 15). Η τροποποίηση αυτή διευκρινίζει επίσης ότι οι γλωσσικοί κανόνες του άρθρου 8 εφαρμόζονται επίσης στην επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ταχυδρομικών υπηρεσιών[10].

8. Παράγραφος 8 (άρθρα 17 και 23)

Η απαίτηση θέσπισης του εγχειριδίου των υπηρεσιών παραλαβής και του γλωσσαρίου, με απόφαση της Επιτροπής (άρθρο 17), πρέπει να διαγραφεί, όπως και η απαίτηση δημοσίευσης των πληροφοριών που ανακοινώνουν τα κράτη μέλη στην Επίσημη Εφημερίδα (άρθρο 23). Αντ’ αυτών, η παρούσα παράγραφος προβλέπει ότι εισάγεται κανόνας ισοδύναμος με τα άρθρα 19 και 22 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 2001 για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις[11], δεδομένου ότι τα άρθρα 17 και 23 περιπλέκουν άσκοπα την ανεύρεση των πληροφοριών που ανακοινώνουν τα κράτη μέλη.

Οι πληροφορίες που ανακοινώνουν τα κράτη μέλη είναι πλέον διαθέσιμες στον Ευρωπαϊκό Δικαστικό Άτλαντα στον τομέα των αστικών υποθέσεων[12] όπου ενημερώνονται συνεχώς. Στον Άτλαντα αυτό πρέπει να τηρείται αρχείο των τροποποιήσεων και των χρονικών περιόδων κατά τη διάρκεια των οποίων ίσχυαν διαδοχικά οι διάφορες δηλώσεις.

9. Παράγραφος 9 (παράρτημα)

Η παράγραφος αυτή προσαρμόζει τα τυποποιημένα έντυπα στη νέα διατύπωση των άρθρων 7 και 8, και εισάγει πρόσθετο έντυπο όσον αφορά την ενημέρωση του παραλήπτη για το δικαίωμά του άρνησης παραλαβής της πράξης (βλέπε άρθρο 8 παράγραφος 1). Επιπλέον, προστίθενται στα έντυπα οι ελλείποντες αριθμοί πρωτοκόλλου των υπηρεσιών διαβίβασης και παραλαβής και οι ελλείπουσες αναφορές στις νέες γλώσσες.

2005/0126 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 61 στοιχείο γ) και το άρθρο 67 παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής[13],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[14],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης[15],

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Την 1η Οκτωβρίου 2004 η Επιτροπή ενέκρινε έκθεση[16] σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις[17]. Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1348/2000 το 2001, η εφαρμογή του βελτιώθηκε γενικά και επιτάχυνε τη διαβίβαση και την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων μεταξύ των κρατών μελών, αλλά ότι παραταύτα η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του κανονισμού δεν είναι πλήρως ικανοποιητική.

(2) Η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς συνεπάγεται την ανάγκη να βελτιωθεί περαιτέρω και να επιταχυνθεί η διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών, να απλουστευθεί η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 και να βελτιωθεί η ασφάλεια του δικαίου για τον αιτούντα και τον παραλήπτη.

(3) Η επίδοση ή κοινοποίηση πράξης πρέπει να πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό και οπωσδήποτε εντός μηνός από την παραλαβή της από την υπηρεσία παραλαβής.

(4) Η υπηρεσία παραλαβής πρέπει να ενημερώνει τον παραλήπτη εγγράφως, χρησιμοποιώντας το τυποποιημένο έντυπο, ότι μπορεί να αρνηθεί την παραλαβή της προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξης είτε κατά τη χρονική στιγμή της επίδοσης ή κοινοποίησης είτε επιστρέφοντας την πράξη εντός μιας εβδομάδας από αυτή τη χρονική στιγμή.

(5) Πρέπει να ορισθεί ότι η άρνηση παραλαβής της πράξης μπορεί να επανορθωθεί μέσω της επίδοσης ή κοινοποίησης μετάφρασης της πράξης στον παραλήπτη.

(6) Η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης πράξης πρέπει να είναι η ημερομηνία κατά την οποία η πράξη επιδίδεται ή κοινοποιείται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής. Ωστόσο, όταν σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους η πράξη πρέπει να επιδοθεί ή κοινοποιηθεί εντός τακτής προθεσμίας προκειμένου να διασφαλιστούν τα δικαιώματα του αιτούντος, η ημερομηνία που πρέπει να ληφθεί υπόψη σε σχέση με τον αιτούντα πρέπει να είναι η ημερομηνία που ορίζεται από το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους.

(7) Προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση στη δικαιοσύνη, τα έξοδα που προκύπτουν από τη χρησιμοποίηση δημόσιου λειτουργού ή προσώπου αρμόδιου σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής πρέπει να αντιστοιχούν στο πάγιο τέλος το οποίο προκαθορίζεται από αυτό το κράτος μέλος και το οποίο τηρεί τις αρχές της αναλογικότητας και της μη εισαγωγής διακρίσεων.

(8) Κάθε κράτος μέλος πρέπει να είναι ελεύθερο να επιδίδει ή να κοινοποιεί δικαστικές πράξεις, απευθείας μέσω των ταχυδρομικών υπηρεσιών, στα πρόσωπα που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής ή ισοδύναμο έγγραφο.

(9) Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εμποδίζει τους έχοντες έννομο συμφέρον σε μια δίκη να επιδώσουν ή να κοινοποιήσουν απευθείας τις δικαστικές πράξεις μέσω δημόσιων λειτουργών, υπαλλήλων ή άλλων αρμοδίων προσώπων του κράτους μέλους παραλαβής.

(10) Κατά τον υπολογισμό των προθεσμιών και διοριών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1348/2000, πρέπει να εφαρμόζεται ο κανονισμός (EΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71[18].

(11) Εφόσον οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(12) Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[19].

(13) Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία ανακοίνωσαν, σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν στη θέσπιση και εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(14) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και κατά συνέπεια δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του,

ΕΞΕΔΩΣAN ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 7 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“ 2. Η επίδοση ή κοινοποίηση πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό και, εν πάση περιπτώσει, εντός μηνός από την παραλαβή. Εάν δεν καταστεί δυνατή η επίδοση ή η κοινοποίηση, η υπηρεσία παραλαβής ειδοποιεί αμέσως την υπηρεσία διαβίβασης σχετικά, μέσω της έντυπης βεβαίωσης που προσαρτάται στο παράρτημα, η οποία καταρτίζεται υπό τους όρους του άρθρου 10 παράγραφος 2. ”

2. Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“1. Η υπηρεσία παραλαβής ενημερώνει τον παραλήπτη, αν είναι δυνατόν προφορικά, και οπωσδήποτε γραπτά μέσω της έντυπης βεβαίωσης που προσαρτάται στο παράρτημα, ότι μπορεί να αρνηθεί την παραλαβή, είτε κατά τη χρονική στιγμή της επίδοσης ή κοινοποίησης είτε επιστρέφοντας την πράξη εντός μιας εβδομάδας από τη χρονική αυτή στιγμή, εφόσον η πράξη που επιδίδεται ή κοινοποιείται δεν έχει συνταχθεί σε μια από τις ακόλουθες γλώσσες και δεν συνοδεύεται από μετάφραση σε μία από τις γλώσσες αυτές:

α) στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους παραλαβής ή, εάν αυτό το κράτος έχει περισσότερες επίσημες γλώσσες, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου πρόκειται να γίνει η επίδοση ή η κοινοποίηση, ή

β) σε γλώσσα την οποία ο παραλήπτης κατανοεί.”

β) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

“3. Εάν ο παραλήπτης αρνήθηκε να παραλάβει την πράξη σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 1, η κατάσταση αυτή μπορεί να επανορθωθεί μέσω της επίδοσης ή κοινοποίησης στον παραλήπτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, μετάφρασης της πράξης σε μία από τις γλώσσες που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

Στην περίπτωση αυτή, η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης είναι η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης της μετάφρασης σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής. Όταν όμως, σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους, μια πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί εντός τακτής προθεσμίας, προκειμένου να διασφαλιστούν τα δικαιώματα του αιτούντος, λαμβάνεται υπόψη για τον αιτούντα η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης του πρωτοτύπου της πράξης. ”

3. Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Άρθρο 9

Ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης

1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 8, η ημερομηνία της επίδοσης ή της κοινοποίησης μιας πράξης είναι η ημερομηνία κατά την οποία η πράξη επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής.

2. Όταν όμως, σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους, μια πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί εντός τακτής προθεσμίας, προκειμένου να διασφαλιστούν τα δικαιώματα του αιτούντος, λαμβάνεται υπόψη για τον αιτούντα η ημερομηνία που καθορίζεται από το δίκαιο του κράτους αυτού. ”

4. Στο άρθρο 11 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

“Τα έξοδα που προκύπτουν από την απασχόληση δημόσιου λειτουργού ή αρμόδιου προσώπου κατά το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής αντιστοιχούν σε πάγιο τέλος το οποίο προκαθορίζεται από αυτό το κράτος μέλος και το οποίο τηρεί τις αρχές της αναλογικότητας και της μη εισαγωγής διακρίσεων. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν αυτά τα πάγια τέλη στην Επιτροπή.”

5. Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Άρθρο 14

Επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ταχυδρομικών υπηρεσιών

Κάθε κράτος μέλος δύναται να επιδίδει ή να κοινοποιεί δικαστικές πράξεις απευθείας μέσω ταχυδρομικών υπηρεσιών σε κατοίκους άλλου κράτους μέλους με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής ή ισοδύναμο έγγραφο. ”

6. Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Άρθρο 15

Απευθείας επίδοση ή κοινοποίηση

Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τους έχοντες έννομο συμφέρον σε μια δίκη να επιδώσουν ή να κοινοποιήσουν απευθείας τις δικαστικές πράξεις μέσω δημόσιων λειτουργών, υπαλλήλων ή άλλων αρμοδίων προσώπων του κράτους μέλους παραλαβής.”

7. Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 15α:

“Άρθρο 15α

Εφαρμοστέες διατάξεις

Οι κανόνες του άρθρου 8 που αφορούν την άρνηση παραλαβής της πράξης και οι κανόνες του άρθρου 9 που αφορούν την ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης εφαρμόζονται στους τρόπους διαβίβασης και επίδοσης ή κοινοποίησης του παρόντος τμήματος.”

8. Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Άρθρο 17

Λεπτομέρειες εφαρμογής

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την ενημέρωση ή τις τεχνικές τροποποιήσεις των εντύπων που προσαρτώνται στο παράρτημα θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της συμβουλευτικής επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2.”

9. Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Άρθρο 23

Ανακοίνωση

1. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 2, 3, 4, 10, 11, 13 και 19.

2. Η Επιτροπή καταρτίζει και ενημερώνει τακτικά ένα εγχειρίδιο το οποίο θα είναι διαθέσιμο σε ηλεκτρονική μορφή και θα περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.”

10. Το παράρτημα αντικαθίσταται από το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις [...] .

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες,[…]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο πρόεδρος Ο πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ

( Άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις( 1))

Κωδικóς αριθµóς: …

1. ΥΠΗΡΕΣΙΑ ∆ΙΑΒΙΒΑΣΗΣ

1.1. 'Ονοµα:

1.2. Διεύθυνση:

1.2.1. Οδός και αριθμός /ταχυδρομική θυρίδα :

1.2.2. Τóπος και ταχυδροµικóς τοµέας:

1.2.3. Χώρα:

1.3. Τηλ.:

1.4. Φαξ (*):

1.5. Ηλεκτρονικό ταχυδροµείο (*):

2. ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

2.1. 'Ονοµα:

2.2. Διεύθυνση:

2.2.1. Οδός και αριθμός /ταχυδρομική θυρίδα :

2.2.2. Τóπος και ταχυδροµικóς τοµέας:

2.2.3. Χώρα:

2.3. Τηλ.:

2.4. Φαξ (*):

2.5. Ηλεκτρονικό ταχυδροµείο (*):

_________

(1) ΕΕ L 160, 30.6.2000, σ. 37.

(*) Το σηµείο αυτό είναι προαιρετικό.

3. ΑΙΤΩΝ

3.1. Στοιχεία ταυτότητας:

3.2. Διεύθυνση:

3.2.1. Οδός και αριθμός /ταχυδρομική θυρίδα :

3.2.2. Τóπος και ταχυδροµικóς τοµέας:

3.2.3. Χώρα:

3.3. Τηλ. (*):

3.4. Φαξ (*):

3.5. Ηλεκτρονικό ταχυδροµείο (*):

4. ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ:

4.1. Στοιχεία ταυτότητας:

4.2. Διεύθυνση:

4.2.1. Οδός και αριθμός /ταχυδρομική θυρίδα :

4.2.2. Τóπος και ταχυδροµικóς τοµέας:

4.2.3. Χώρα:

4.3. Τηλ. (*):

4.4. Φαξ (*):

4.5. Ηλεκτρονικό ταχυδροµείο (*):

4.6. Αριθμός δελτίου ταυτότητας ή κοινωνικής ασφάλισης ή αριθμός οργάνωσης ή αντίστοιχο στοιχείο (*):

5. ΜΕΘΟ∆ΟΣ ΕΠΙ∆ΟΣΗΣ 'Η ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

5.1. Σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής

5.2. Σύμφωνα με τον ακόλουθο ειδικό τύπο:

5.2.1. Αν η μέθοδος αυτή δεν συμβιβάζεται με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, τότε η επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης (των πράξεων) γίνεται σύμφωνα με το δίκαιο αυτό:

5.2.1.1. ναι

5.2.1.2. όχι

_________

(*) Το σηµείο αυτό είναι προαιρετικό.

6. ΠΡΑΞΗ ΠΡΟΣ ΕΠΙ∆ΟΣΗ 'Η ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(α) 6.1. Φύση της πράξης

6.1.1. Δικαστική

6.1.1.1. κλήτευση

6.1.1.2. απόφαση

6.1.1.3. ένδικο μέσο

6.1.1.4. άλλη

6.1.2. Εξώδικη

(β) 6.2. Ημερομηνία ή προθεσμία που ορίζεται στην πράξη (*):

(γ) 6.3. Γλώσσα της πράξης

6.3.1. πρωτότυπο ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN , FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV, λοιπές:

6.3.2. µετάφραση (*) ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN , FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV, λοιπές:

(δ) 6.4. Αριθμός των συνημμένων εγγράφων

7. ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΝΟΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΥ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΣΥΝΟΔΕΥΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ (άρθρο 4 παράγραφος 5 του κανονισμού)

7.1. Ναι (σ'αυτήν την περίπτωση, να αποστείλετε δύο αντίγραφα της πράξης που πρόκειται να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί)

7.2. Όχι

1. Βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 του κανονισµού, πρέπει να προβείτε σε όλες τις ενέργειες που απαιτούνται για την επίδοση ή την κοινοποίηση της πράξης το συντοµότερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει εντός μηνός από την παραλαβή. Αν δεν σας ήταν δυνατόν να επιδώσετε ή να κοινοποιήσετε την πράξη , πρέπει να ενηµερώσετε την παρούσα υπηρεσία µε τη βεβαίωση του σηµείου 13.

2. Αν δεν μπορείτε να επιδώσετε ή να κοινοποιήσετε την πράξη με βάση τις διαβιβαζόμενες πληροφορίες ή πράξεις, οφείλετε, βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού, να έρθετε σε επαφή με την παρούσα υπηρεσία με το ταχύτερο δυνατό μέσο, ώστε να σας αποσταλούν οι πληροφορίες ή οι πράξεις που λείπουν.

(Τόπος):

(Ημερομηνία):

Υπογραφή ή/και σφραγίδα.

_________

(*) Το σηµείο αυτό είναι προαιρετικό.

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

(Άρθρo 6 παράγραφος 1 τoυ καvovισμoύ (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου)

Το παρόν αποδεικτικό πρέπει να αποσταλεί με το ταχύτερο δυνατό μέσο διαβίβασης το συντομότερο δυνατό μετά την παραλαβή της πράξης, και οπωσδήποτε εντός επτά ημερών από την παραλαβή.

8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ:

(Τόπος):

(Ημερομηνία):

Υπογραφή ή/και σφραγίδα:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

(Άρθρo 6 παράγραφος 3 τoυ καvovισμoύ (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου)

Η αίτηση και η πράξη πρέπει να επιστραφούν άμα τη παραλαβή.

9. ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ:

9.1. Η αίτηση καταφανώς εκφεύγει του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού:

9.1.1. η πράξη δεν είναι αστικού ή εμπορικού χαρακτήρα

9.1.2. η αίτηση για επίδοση ή κοινοποίηση δεν υποβάλλεται από κράτος μέλος σε άλλο κράτος μέλος

9.2. Η επίδοση ή κοινοποίηση δεν είναι δυνατή λόγω μη τήρησης των απαιτούμενων τυπικών προϋποθέσεων:

9.2.1. η πράξη δεν είναι ευανάγνωστη

9.2.2. η γλώσσα που χρησιμοποιείται για τη συμπλήρωση των εντύπων δεν είναι η ορθή

9.2.3. η παραληφθείσα πράξη δεν είναι πιστό και ακριβές αντίγραφο

9.2.4. άλλοι λόγοι (παρακαλούμε διευκρινίσατε):

9.3. Η μέθοδος της επίδοσης ή κοινοποίησης δεν συμβιβάζεται με το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους (άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού)

(Τόπος):

(Ημερομηνία):

Υπογραφή ή/και σφραγίδα:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΑΝΑΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟ ΑΡΜΟΔΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

(Άρθρo 6 παράγραφος 4 τoυ καvovισμoύ (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου)

Η αίτηση και η πράξη διαβιβάστηκαν στην ακόλουθη υπηρεσία παραλαβής, η οποία έχει κατά τόπο αρμοδιότητα για την επίδοση ή την κοινοποίηση.

10.1. Όνομα:

10.2. Διεύθυνση:

10.2.1. Οδός και αριθμός /ταχυδρομική θυρίδα :

10.2.2. Τóπος και ταχυδροµικóς τοµέας:

10.2.3. Χώρα:

10.3. Τηλ.:

10.4. Φαξ (*):

10.5. Ηλεκτρονικό ταχυδροµείο(*):

(Τόπος):

(Ημερομηνία):

Υπογραφή ή/και σφραγίδα:

_________

(*) Το σηµείο αυτό είναι προαιρετικό.

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της αρμόδιας υπηρεσίας παραλαβής:

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟ ΑΡΜΟΔΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ

(Άρθρo 6 παράγραφος 4 τoυ καvovισμoύ (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου)

Η βεβαίωση αυτή πρέπει να αποσταλεί με το ταχύτερο δυνατό μέσο διαβίβασης το συντομότερο δυνατό από την παραλαβή της πράξης και οπωσδήποτε εντός επτά ημερών από την παραλαβή.

11. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ::

(Τόπος):

(Ημερομηνία):

Υπογραφή ή/και σφραγίδα:

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΝΑ ΑΡΝΗΘΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΑΒΗ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

(Άρθρo 8 παράγραφος 1 τoυ καvovισμoύ (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου)

ES:El documento adjunto se notifica o traslada de conformidad con el Reglamento (CE) nº 1348/2000 del Consejo, de 29 de mayo de 2000, relativo a la notificación y al traslado en los Estados miembros de documentos judiciales y extrajudiciales en materia civil o mercantil

Puede usted negarse a aceptar el documento si no está redactado en una lengua oficial del lugar de notificación o traslado o en una lengua que usted comprenda y si no va acompañado de una traducción a alguna de esas lenguas. Si desea usted ejercitar este derecho, debe negarse a aceptar el documento en el momento de la notificación o traslado directamente ante la persona que notifique o traslade el documento o devolver el documento dentro del plazo de una semana contado a partir de ese momento, declarando que se niega a aceptarlo.

CS: Přiložená písemnost se doručuje v souladu s nařízením Rady (ES) č. 1348/2000 ze dne 29. května 2000 o doručování soudních a mimosoudních písemností ve věcech občanských a obchodních.

Jste oprávněn/a odmítnout přijetí písemnosti, jestliže tato není v úředním jazyce místa doručení ani v jazyce, kterému rozumíte, a není k ní připojen překlad do některého z těchto jazyků.

Jestliže si přejete uplatnit toto právo, musíte přijetí písemnosti odmítnout v okamžiku doručení přímo u osoby, která ji doručuje, nebo musíte písemnost vrátit do jednoho týdne od tohoto okamžiku s prohlášením, že ji odmítáte přijmout.

DA:Vedlagte dokument forkyndes hermed i overensstemmelse med Rådets forordning (EF) nr. 1348/2000 af 29. maj 2000 om forkyndelse i medlemsstaterne af retslige og udenretslige dokumenter i civile og kommercielle sager.

De kan nægte at modtage dokumentet, hvis det ikke er affattet på forkyndelsesstedets officielle sprog eller på et sprog, De forstår, eller ikke er ledsaget af en oversættelse til et af disse sprog.

Hvis De ønsker at gøre brug af denne ret, skal De nægte at modtage dokumentet ved forkyndelsen direkte over for den person, der forkynder det, eller returnere det senest en uge efter forkyndelsen med angivelse af, at De nægter modtagelse.

DE:Die Zustellung des beigefügten Schriftstücks erfolgt im Einklang mit der Verordnung (EG) Nr. 1348/2000 des Rates vom 29. Mai 2000 über die Zustellung gerichtlicher und außergerichtlicher Schriftstücke in Zivil- oder Handelssachen in den Mitgliedstaaten.

Sie können die Annahme dieses Schriftstücks verweigern, wenn es nicht in einer Amtssprache des Zustellungsortes oder nicht in einer Sprache abgefasst ist, die Sie verstehen, oder wenn ihm keine Übersetzung in einer dieser Sprachen beigefügt ist.

Wenn Sie von ihrem Annahmeverweigerungsrecht Gebrauch machen wollen, müssen Sie dies entweder sofort bei der Zustellung gegenüber der das Schriftstück zustellenden Person erklären oder das Schriftstück binnen einer Woche nach der Zustellung mit der Angabe zurücksenden, dass Sie die Annahme verweigern.

ET:Lisatud dokument antakse kätte vastavalt nõukogu 29. mai 2000. aasta määrusele nr 1348/2000 tsiviil- ja kaubandusasjade kohtu- ja kohtuväliste dokumentide kätteandmise kohta.

Te võite keelduda dokumenti vastu võtmast, kui see ei ole kätteandmise koha ametlikus keeles või Teile arusaadavas keeles ning dokumendile ei ole lisatud tõlget ühte nimetatud keeltest.

Kui Te soovite nimetatud õigust kasutada, peate Te keelduma dokumenti vastu võtmast vahetult selle kätteandmisel, tagastades dokumendi seda kätteandvale isikule, või tagastama dokumendi ühe nädala jooksul alates kätteandmisest, märkides, et Te keeldute dokumenti vastu võtmast.

EL:Η συνημμένη πράξη επιδίδεται ή κοινοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις.

Έχετε δικαίωμα να αρνηθείτε την παραλαβή της πράξης εφόσον δεν είναι συνταγμένη σε μία επίσημη γλώσσα του τόπου επίδοσης ή κοινοποίησης ή σε γλώσσα την οποία κατανοείτε και εφόσον δεν συνοδεύεται από μετάφραση σε μία από αυτές τις γλώσσες.

Αν επιθυμείτε να ασκήσετε αυτό το δικαίωμα, πρέπει είτε να δηλώσετε την άρνηση παραλαβής κατά τη χρονική στιγμή της επίδοσης ή κοινοποίησης απευθείας στο πρόσωπο που επιδίδει ή κοινοποιεί την πράξη, είτε να επιστρέψετε την πράξη εντός μιας εβδομάδας από τη χρονική αυτή στιγμή, δηλώνοντας ότι αρνείστε την παραλαβή της.

EN:The enclosed document is served in accordance with Council Regulation (EC) No 1348/2000 of 29 May 2000 on the service of judicial and extrajudicial documents in civil and commercial matters.

You may refuse to accept the document if it is not in an official language of the place of service or in a language which you understand and if it is not accompanied by a translation into one of those languages.

If you wish to exercise this right, you must refuse to accept the document at the time of service directly with the person serving the document or return the document within one week of that time stating that you refuse to accept it.

FR:L'acte ci-joint est signifié ou notifié conformément au règlement (CE) n° 1348/2000 du Conseil du 29 mai 2000 relatif à la signification et à la notification dans les États membres des actes judiciaires et extrajudiciaires en matière civile et commerciale.

Vous pouvez refuser de recevoir l’acte s’il n'est pas rédigé dans une langue officielle du lieu de signification ou de notification ou dans une langue que vous comprenez, et s’il n’est pas accompagné d’une traduction dans l’une de ces langues.

Si vous souhaitez exercer ce droit de refus, vous devez soit faire part de votre refus de recevoir l’acte au moment de la signification ou de la notification directement à la personne signifiant ou notifiant l’acte, soit renvoyer l'acte dans un délai d’une semaine en indiquant que vous refusez de le recevoir.

IT:L’atto accluso viene notificato o comunicato in conformità del regolamento (CE) n. 1348/2000 del Consiglio, del 29 maggio 2000, relativo alla notificazione e alla comunicazione negli Stati membri degli atti giudiziari ed extragiudiziali in materia civile e commerciale.

È prevista la facoltà di non accettare l’atto se non è stilato in una lingua ufficiale del luogo da cui avviene la notificazione o la comunicazione, oppure in una lingua compresa dal destinatario, e se l’atto non è corredato di una traduzione in una di queste lingue.

Chi desideri avvalersi di tale diritto, può rifiutare di accettare l’atto direttamente al momento della notificazione o della comunicazione, attraverso la persona che consegna l’atto medesimo, oppure rispedirlo entro una settimana dalla ricezione, dichiarando il proprio rifiuto di accettarlo.

LV:Pievienoto dokumentu izsniedz saskaņā ar Padomes 2000. gada 29. maija Regulu (EK) Nr. 1348/2000 par tiesas un ārpustiesas civillietu un komerclietu dokumentu izsniegšanu.

Jums ir tiesības atteikties pieņemt dokumentu, ja tas nav tās vietas oficiālajā valodā, kurā veic izsniegšanu, vai valodā, kuru jūs saprotat, kā arī ja tam nav pievienots tulkojums vienā no minētajām valodām.

Ja vēlaties īstenot šīs tiesības, jums no personas, kas izsniedz dokumentu, jāatsakās to pieņemt izsniegšanas brīdī vai jānosūta dokuments atpakaļ nedēļas laikā no saņemsanas brīža, norādot, ka jūs to atsakāties pieņemt.

LT:Pridedamas dokumentas įteikiamas pagal 2000 m. gegužės 29 d. Tarybos reglamentą (EB) Nr. 1348/2000 dėl teisminių ir neteisminių dokumentų civilinėse arba komercinėse bylose įteikimo valstybėse narėse.

Jūs galite atsisakyti priimti šį dokumentą, jeigu jis neparengtas įteikimo vietos oficialia kalba arba jūsų suprantama kalba ir jeigu prie jo nepridėtas vertimas į tas kalbas.

Jeigu norite pasinaudoti savo teise, turite atsisakyti priimti dokumentą iš tiesiogiai jį įteikiančio asmens įteikimo metu arba grąžinti dokumentą per vieną savaitę nuo to momento, kai jūs atsisakėte jį priimti.

HU:A mellékelt irat kézbesítése a polgári és kereskedelmi ügyekben a bírósági és bíróságon kívüli iratok kézbesítéséről szóló, 2000. május 29-i 1348/2000/EK tanácsi rendelet szerint történik.

Joga van megtagadni az irat átvételét, amennyiben az nem a kézbesítés foganatosítási helyének egyik hivatalos nyelvén vagy nem az Ön számára érthető nyelven készült, és nem mellékeltek hozzá ezen nyelvek egyikén készült fordítást.

Amennyiben e jogával élni kíván, az irat átvételét megtagadhatja közvetlenül az iratkézbesítést végző személlyel szemben az iratkézbesítés alkalmával, vagy az iratot ezen időponttól számított egy héten belül vissza kell küldenie az átvétel megtagadásának feltüntetésével.

MT:Id-dokument mehmuż qed ikun innotifikat skond ir-Regolament tal-Kunsill (KE) Nru. 1348/2000 dwar in-notifika ta' dokumenti ġudizzjarji u extra-ġudizzjarji fi kwistjonijiet ċivili u kummerċjali.

Tista’ tirrifjuta d-dokument jekk ma jkunx f’lingwa uffiċjali tal-post tan-notifika jew ma jkunx f'lingwa li tifhem u jekk mhux akkumpanjat minn traduzzjoni f’waħda minn dawk il-lingwi.

Jekk trid teżerċita dan id-dritt, għandek tirrifjuta d-dokument fil-ħin tan-notifika direttament mal-persuna li tinnotifika d-dokument jew għandek tibgħat id-dokument lura fi żmien ġimgħa minn dak il-ħin u tgħid li qed tirrifjutah.

NL:De betekening of kennisgeving van het bijgevoegde stuk is geschied overeenkomstig Verordening (EG) nr. 1348/2000 van de Raad van 29 mei 2000 inzake de betekening en de kennisgeving in de lidstaten van gerechtelijke en buitengerechtelijke stukken in burgerlijke of in handelszaken.

U kunt weigeren het stuk in ontvangst te nemen indien het niet in de officiële taal van de plaats van betekening of kennisgeving dan wel in een taal die u begrijpt is gesteld en het niet vergezeld gaat van een vertaling in een van deze talen.

Indien u dat recht wenst uit te oefenen, moet u onmiddellijk bij de betekening of kennisgeving van het stuk en rechtstreeks ten aanzien van de persoon die de betekening of kennisgeving verricht de ontvangst ervan weigeren of moet u het stuk binnen een week na die datum terugzenden en verklaren dat u de ontvangst ervan weigert.

PL:Załączony dokument doręcza się zgodnie z rozporządzeniem Rady (WE) nr 1348/2000 z dnia 29 maja 2000 r. w sprawie doręczania dokumentów sądowych i pozasądowych w sprawach cywilnych lub handlowych w Państwach Członkowskich.

Odbiorcy przysługuje prawo odmowy przyjęcia dokumentu, jeżeli dokument nie jest w języku urzędowym miejsca doręczenia lub w języku, który odbiorca rozumie i nie towarzyszy mu tłumaczenie na jeden z tych języków.

Jeżeli odbiorca chce skorzystać z tego prawa, musi odmówić przyjęcia dokumentu w momencie jego doręczenia bezpośrednio wobec osoby doręczającej lub odesłać dokument w ciągu jednego tygodnia od tego czasu, informując o odmowie jego przyjęcia.

PT:O acto junto é citado ou notificado em conformidade com o Regulamento (CE) n.° 1348/2000 do Conselho, de 29 de Maio de 2000, relativo à citação e à notificação dos actos judiciais e extrajudiciais em matérias civil e comercial nos Estados-Membros.

Pode recusar a recepção do acto se este não estiver redigido na língua oficial do local de citação ou notificação ou numa língua que compreenda e se não for acompanhado de uma tradução numa dessas línguas.

Se pretender exercer este direito, deve recusar a recepção do acto no próprio momento, directamente com a pessoa que procede à citação ou notificação do acto, ou devolver o acto no prazo de uma semana a contar dessa data, declarando que recusa a sua recepção.

SK:Priložený dokument sa doručí v súlade s nariadením Rady (ES) č. 1348/2000 z 29. mája 2000 o doručovaní súdnych a mimosúdnych dokumentov v občianskoprávnych a obchodných veciach.

Môžete odmietnuť prevziať tento dokument, ak nie je v úradnom jazyku miesta doručenia alebo v jazyku, ktorému rozumiete, a ak nie je doložený prekladom do jedného z týchto jazykov.

Ak si želáte využiť toto právo, musíte odmietnuť prevziať tento dokument v čase doručenia priamo u osoby, ktorá dokument doručuje, alebo vrátiť dokument do jedného týždňa od tohto času s konštatovaním, že ho odmietate prevziať.

SL:Priložena listina se vroči v skladu z Uredbo Sveta (ES) št. 1348/2000 z dne 29. maja 2000 o vročanju sodnih in zunajsodnih pisanj v civilnih ali gospodarskih zadevah v državah članicah.

Pravico imate, da zavrnete sprejem listine, če le-ta ni napisana v uradnem jeziku kraja vročitve ali v jeziku, ki ga razumete, in ji ni priložen prevod v enega od teh jezikov.

Če želite uresničiti to pravico, morate zavrniti sprejem listine v času vročitve neposredno osebi, ki listino vroča, ali vrniti listino v roku enega tedna od vročitve z izjavo, da zavračate njen sprejem.

FI:Oheinen asiakirja annetaan tiedoksi oikeudenkäynti- ja muiden asiakirjojen tiedoksiannosta jäsenvaltioissa siviili- tai kauppaoikeudellisissa asioissa 29 päivänä toukokuuta 2000 annetun neuvoston asetuksen (EY) N:o 1348/2000 mukaisesti.

Voitte kieltäytyä vastaanottamasta asiakirjaa, jollei se ole jollakin tiedoksiantopaikan virallisista kielistä tai kielellä, jota ymmärrätte, ja jollei mukana ole käännöstä jollekin näistä kielistä.

Jos haluatte käyttää tätä oikeuttanne, teidän on kieltäydyttävä vastaanottamasta asiakirjaa tiedoksiannon yhteydessä ilmoittamalla tästä suoraan asiakirjan toimittavalle henkilölle tai palautettava asiakirja viikon kuluessa kyseisestä päivämäärästä todeten, että kieltäydytte vastaanottamisesta.

SV:Den bifogade handlingen har delgivits i enlighet med rådets förordning (EG) nr 1348/2000 av den 29 maj 2000 om delgivning i medlemsstaterna av handlingar i mål och ärenden av civil eller kommersiell natur.

Adressaten har rätt att vägra att ta emot handlingen om den inte är avfattad på delgivningsplatsens officiella språk, eller på ett språk som adressaten inte förstår, och om det inte åtföljs av översättning till ett av dessa båda språk.

Om adressaten önskar utöva denna rättighet, skall denne vägra att emot handlingen vid delgivningen genom att direkt vända sig till delgivningsmannen eller genom att återsända nämnda handling inom en vecka därefter och ange att den inte tas emot.

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ Ή ΜΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

(Άρθρo 10 τoυ καvovισμoύ (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου)

Η επίδοση ή κοινοποίηση πρέπει να πραγµατοποιηθεί το συντοµότερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει εντός μηνός από την παραλαβή. Εάν δεν κατέστη δυνατή η επίδοση ή η κοινοποίηση της πράξης, η υπηρεσία παραλαβής ειδοποιεί την υπηρεσία διαβίβασης (σύµφωνα µε το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισµού).

12. ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙ∆ΟΣΗΣ 'Η ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

(α) 12.1. Ημερομηνία και διεύθυνση της επίδοσης ή κοινοποιησης:

(β) 12.2. Η πράξη

Α) 12.2.1. επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, και συγκεκριμένα:

12.2.1.1. εγχειρίστηκε:

12.2.1.1.1. στον παραλήπτη αυτοπροσώπως

12.2.1.1.2. σε άλλο πρόσωπο

12.2.1.1.2.1. Ονοματεπώνυμο:

12.2.1.1.2.2. Διεύθυνση:

12.2.1.1.2.2.1. Οδός και αριθμός /ταχυδρομική θυρίδα :

12.2.1.1.2.2.2. Τόπος και ταχυδρομικός τομέας:

12.2.1.1.2.2.3. Χώρα:

12.2.1.1.2.3. Σχέση με τον παραλήπτη:

οικογένεια υπαλλήλος άλλα πρόσωπα

12.2.1.1.3. στην κατοικία του παραλήπτη

12.2.1.2. κοινοποιήθηκε μέσω ταχυδρομείου

12.2.1.2.1. χωρίς αποδεικτικό παραλαβής

12.2.1.2.2. μαζί με το συνημμένο αποδεικτικό παραλαβής:

12.2.1.2.2.1. του παραλήπτη

12.2.1.2.2.2. άλλου προσώπου

12.2.1.2.2.2.1. Ονοματεπώνυμο:

12.2.1.2.2.2.2. Διεύθυνση:

12.2.1.2.2.2.2.1. Οδός και αριθμός /ταχυδρομική θυρίδα :

12.2.1.2.2.2.2.2. Τόπος και ταχυδρομικός τομέας:

12.2.1.2.2.2.2.3. Χώρα:

12.2.1.2.2.2.3. Σχέση με τον παραλήπτη:

οικογένεια υπαλλήλος άλλα πρόσωπα

12.2.1.3. άλλη μέθοδος (παρακαλείσθε να προσδιορίσετε με ποιο τρόπο):

Β) 12.2.2. επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε σύμφωνα με την ακόλουθη ειδική μέθοδο (αναφέρατε παρακαλούμε με ποιο τρόπο):

(γ) 12.3. Ο παραλήπτης της πράξης ενηµερώθηκε γραπτά ότι µπορεί να αρνηθεί να την παραλάβει, εάν δεν έχει συνταχθεί σε επίσηµη γλώσσα του τόπου επίδοσης ή κοινοποίησης ή σε επίσηµη γλώσσα την οποία κατανοεί και εάν η πράξη δεν συνοδεύεται από μετάφραση σε μία από τις γλώσσες αυτές.

13. ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 7 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η επίδοση ή κοινοποίηση δεν κατέστη δυνατή εντός μηνός από την παραλαβή.

14. ΑΡΝΗΣΗ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

Ο παραλήπτης αρνήθηκε να παραλάβει την πράξη λόγω της γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε. Η πράξη επισυνάπτεται στην παρούσα βεβαίωση.

15. ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΜΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

15.1. Άγνωστη διεύθυνση

15.2. Ο παραλήπτης δεν ανευρίσκεται

15.3. Η πράξη δεν μπορούσε να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί πριν από την ημερομηνία ή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο σημείο 6.2

15.4. Άλλοι λόγοι (παρακαλούμε διευκρινίσατε):

Η πράξη επισυνάπτεται στην παρούσα βεβαίωση.

(Τόπος):

(Ημερομηνία):

Υπογραφή ή/και σφραγίδα:

[1] ΕΕ L 160, 30.6.00, σ. 37.

[2] http://europa.eu.int/comm/justice_home/doc_centre/civil/studies/doc/study_ec1348_2000_en.pdf

[3] COM/2004/603 τελικό· Παράρτημα: SEC(2004) 1145.

[4] Αντίθετα με τα άλλα κράτη μέλη, η Αυστρία και η Γερμανία εισήγαγαν στην εθνική τους νομοθεσία (διαφορετικές) διορίες για την άρνηση παραλαβής μιας πράξης.

[5] Υπόθεση C-443/03, Götz Leffler κατά Berlin Chemie AG.

[6] Ισπανία, Ιρλανδία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Μάλτα, Κάτω Χώρες, Πολωνία, Πορτογαλία, Σλοβενία, Φινλανδία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο.

[7] Στη Γαλλία το τέλος ανέρχεται σε 69 ευρώ, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες σε 89 δολάρια.

[8] Οδηγία 97/67/EΚ, ΕΕ L 15 της 21.1.1998, σ.14, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2002/39/EΚ, ΕΕ L 176 της 5.7.2002, σ.21.

[9] Αυστρία, Τσεχική Δημοκρατία, Αγγλία, Ουαλλία και Βόρεια Ιρλανδία, Εσθονία, Γερμανία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Πορτογαλία, Σλοβακική Δημοκρατία, Σλοβενία.

[10] Η εισαγωγή των ανακοινώσεων των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου αναφέρει: “Όσον αφορά το άρθρο 14, το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος δεν ανακοίνωσε ιδιαίτερες γλωσσικές διατάξεις, σημαίνει ότι εφαρμόζονται οι γλωσσικές διατάξεις του άρθρου 8 .” (EE C 202 της 18.7.2001, σ. 10).

[11] ΕΕ. L 174 της 27.06.2001, σ.1.

[12] http://europa.eu.int/comm/justice_home/judicialatlascivil/html/docservinformation_en.htm

[13] ΕΕ C […] της […], σ. .

[14] ΕΕ C […] της […], σ. .

[15] ΕΕ C […] της […], σ. .

[16] COM/2004/603 τελικό· SEC(2004) 1145

[17] ΕΕ L 160 της 30.6.2000, σ. 37.

[18] ΕΕ L 124 της 8.6.1971, σ. 1.

[19] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.